Download - Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

Transcript
Page 1: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

ΒΑΣΙΛΗ ΡΙΤΣΟΥ

ΛΕΞΙΚΟ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

ΔΡΑΜΑΤΙΚΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ ΚΑΙ

ΜΙΜΟΓΡΑΦΩΝ

Αγαθοκλής . Κωμικός ποιητής που ανέβασε στην Αθήνα το πρώτο μισό του 2ου π.Χ. αιώνα την κωμωδία Ομόνοια. Ανήκε στην περίοδο λίγο μετά απ’ τη Νέα Αττική Κωμωδία.

Αγάθων . Τραγικός ποιητής από αριστοκρατική οικογένεια του 5ου π.Χ. αιώνα. Γεννήθηκε ανάμεσα στο 448 και 446 π.Χ. στην Αθήνα. Ο πατέρας του λεγόταν Τεισαμενός κι ήταν διάσημος αναμορφωτής και μεταρρυθμιστής της αθηναϊκής νομολογίας. Αδερφός του ήταν, κατά πάσα πιθανότητα ο επίσης τραγικός ποιητής Ακέστωρ. Πέθανε γύρω στο 400 π.Χ. στην Πέλλα της Μακεδονίας. Σύμφωνα με το Αριστοτέλη είναι ο πιο σημαντικός μετά τον Αισχύλο, τον Σοφοκλή και τον Ευριπίδη, ενώ οι Αλεξανδρινοί τον θεωρούν ισάξιο. Οι χρονολογίες της ζωής του δεν είναι καθόλου σίγουρες, επειδή βγαίνουν μόνο από περιγραφές της εποχής του (του Πλάτωνα και του Αριστοφάνη). Από νέος ο Αγάθων σύχναζε, σαν εξαιρετικά προικισμένος μαθητής, στους κύκλους των σοφιστών (Πρωταγόρα, Πρόδικου, Ιππία, Γοργία). Ήταν φίλος του Παυσανία κι ακόμα γνώριζε τον Σωκράτη. Με πολύ στενή φιλία συνδέθηκε επίσης και με τον Ευριπίδη, όπως φαίνεται κι από ένα ανέκδοτο που μας έχει αφήσει ο Αιλιανός, όπου παρουσιάζεται ο Ευριπίδης ως περιλαβών, κατεφίλει(τον Αγάθωνα) τεσσαράκοντα ετών που γεγονότα. Στα Λήναια του 416 π.Χ. κέρδισε την πρώτη του νίκη σε τραγικό αγώνα που τη γιόρτασε στο σπίτι του κι έγινε αφορμή ο Πλάτων να γράψει το περίφημο Συμπόσιο του. Ανάμεσα στο 411 και το 408 π.Χ. περίπου ο Αγάθων πήγε, όπως πριν απ’ αυτόν ο Ευριπίδης, στην αυλή του βασιλιά Αρχέλαου στην Πέλλα της Μακεδονίας, όπου πέθανε ανάμεσα στο 405 και 400 π.Χ. Ακόμα κι αυτό το γεγονός το σατιρίζει ο Αριστοφάνης (Βάτραχοι 85). Όπως προαναφέρθηκε, ο Πλάτων κι ο Αριστοφάνης μας δίνουν πολλές πληροφορίες για τον Αγάθωνα που είναι μεν διαφωτιστικές, αλλά όχι πάντα ιστορικά σίγουρες. Ο Πλάτων μας παρουσιάζει στο Συμπόσιο του την εκλεκτή συντροφιά που γιορτάζει στο σπίτι του πλούσιου Αγάθωνα. Ανάμεσα στους λόγους για τον έρωτα που

Page 2: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

2 εκφωνούνται εκεί, ο πέμπτος είναι του ίδιου του οικοδεσπότη. Μ’ αυτόν τον γεμάτο γοργίεια λεκτικά κι ηχητικά σχήματα λόγο σίγουρα ο Πλάτων δείχνει την κοροϊδευτική του διάθεση για το ύφος του Αγάθωνα. Το πνευματικό επίπεδο αυτού του λόγου παρουσιάζεται εξαιρετικά χαμηλό, κυρίως καθώς πλαισιώνεται απ’ τους ωραιότατους λόγους του Αριστοφάνη και του Σωκράτη. Αν μέσα απ’ αυτόν τον λόγο υπήρχε η πρόθεση να γίνει κάποιος υπαινιγμός ότι ο Αγάθων ήταν συγγραφέας και πεζών έργων παραμένει ερωτηματικό. Φαίνεται μάλλον ότι ο Πλάτων δείχνει εδώ ότι η καινούργια τότε μορφή του Διθυράμβου είχε ασκήσει μεγάλη επιρροή στον Αγάθωνα. Το γεγονός είναι πως ο ποιητής αυτός ήταν ο πρώτος που έφερε στην τραγωδία κάτι απ’ τη μαγεία του γοργίειου τεχνικού λόγου. Ο Αριστοφάνης χρησιμοποίησε μια σκηνή στις Θεσμοφοριάζουσές του για να διακωμωδήσει την ωραιοπάθεια του Αγάθωνα, τον κοσμικό σνομπισμό του και τη θηλυπρέπειά του. Μαζί με τον Ευριπίδη ο Αγάθων εκπροσωπεί στη σκηνή την ομάδα των καινούργιων ποιητών που εναντίον της επιτήδευσής τους, ο Αριστοφάνης έδειξε πολύ συχνά την έχθρα του. Ωστόσο στους Βατράχους του, γύρω στο 405 π.Χ. όταν ο Αγάθων είχε φύγει πια απ’ την Αθήνα, ο Αριστοφάνης, κρίνοντας τους ποιητές που ζούσαν ακόμα, μιλάει με φιλική διάθεση για τον Αγάθωνα. Απ’ τα θεατρικά έργα μας είναι γνωστοί 6 τίτλοι. Οι 5 απ’ αυτούς είναι του γνωστού παραδοσιακού τύπου: Αερόπη, Αλκμαίων, Μυσοί, Τήλεφος, Θυέστης. Για την έκτη τραγωδία μας λεει ο Αριστοτέλης ότι το θέμα και τα πρόσωπά της ήσαν δημιουργήματα του ποιητή. Η φράση του όμως (Ποιητική 9) Δε μας επιτρέπει να κάνουμε άλλες σκέψεις, τη στιγμή που ούτε η ακριβής μορφή του τίτλου δεν μπορεί να αναγνωριστεί (Ανθεύς ή Άνθος = λουλούδι. Επικρατέστερο είναι το Ανθεύς). Με το έργο αυτό νίκησε το 417 π.Χ. στα Λήναια. Στο τέλος του 18ου αιώνα οι δυο μεγάλοι Γερμανοί, ο Γιόχαν Σλέγκελ (ο ποιητής) κι ο Φρειδερίκος Σλέγκελ (ο κριτικός), μελετήσαν μαζί τη θεατρική αξία των αποσπασμάτων του Αγάθωνα κι αποφανθήκαν ότι ο Ανθεύς δεν ήταν έργο ούτε συγκινητικό ούτε τρομερό (δεν ήταν δηλαδή τραγωδία αλλά μάλλον κωμειδύλλιο), είχε όμως μέσα εικόνες ευχάριστες και διασκεδαστικές κι ακόμα έδειχνε πόση εμπιστοσύνη είχε ο συγγραφέας στον εαυτό του για να τολμήσει να παραβεί την παράδοση και να φέρει στη σκηνή πρόσωπα όχι μυθολογικά αλλά δημιουργήματα της φαντασίας του. Ο Αριστοτέλης κατακρίνει τον Αγάθωνα γιατί καινοτόμησε προσθέτοντας το Εμβόλιμα που είναι τραγούδι του Χορού και που δεν έχει καμιά σχέση με την υπόθεση του έργου, δημιουργώντας έτσι ένα είδος ιντερμέτζο, όπως θα λέγαμε σήμερα. Επίσης καινοτόμησε και στη μουσική των τραγουδιών. Προσπάθησε, όπως φαίνεται, να υπογραμμίσει τις ψυχολογικές καταστάσεις με αντίστοιχες παραλλαγές της μουσικής υπόκρουσης δημιουργώντας έτσι την Αγαθώνειο αύληση. Όσο όμως κι αν δοθήκαν ευκαιρίες για επικρίσεις ότι ο Αγάθων άλλαξε το πάρεργο σε έργο, εντούτοις όλ’ αυτά αρέσαν στο κοινό κι ίσως θ’ αρέσαν ακόμα και σήμερα στην παράσταση αρχαίων τραγωδιών αν ξέραμε ακριβώς κι είμαστε σε θέση να τα εφαρμόσουμε για ν’ αποφύγουμε τη μονοτονία που με κανέναν τρόπο δεν ήταν ανεκτή απ’ τους αρχαίους Έλληνες. Έχουν σωθεί περίπου 50 στίχοι σε 32 αποσπάσματα. Στα έργα που προαναφερθήκαν πρέπει να προσθέσουμε κι έναν όχι και τόσο σίγουρο τίτλο: Ιλίου πέρσις. Το ύφος του Αγάθωνα εντυπωσίαζε τους σύγχρονούς του με τους μουσικούς νεωτερισμούς του προκαλώντας έτσι την ειρωνεία του Αριστοφάνη. Ο Αγάθων έφερε το χρώμα στη διατονική ως τότε μουσική. Ο απαλός ήχος του αυλού στις συνθέσεις του ποιητή έμεινε παροιμιώδης. Τα χορικά του, όπως προαναφέρθηκε, αυτονομηθήκαν σε τέτοιο σημείο που εμβόλιμα ανάμεσα στα επεισόδια, μπορούσαν εύκολα και να παραλειφθούν. Κυρίως κατηγορήθηκε απ’ όλους γενικά το γεγονός ότι ο Αγάθων επιβάρυνε θεματικά τα έργα του. Σε μερικές βέβαια λεπτομέρειες είχε προηγηθεί απ’ τον Αγάθωνα ο Ευριπίδης. Απ’ την άλλη μεριά στις τραγωδίες του Αγάθωνα φαινόταν η ισχυρή επίδραση των νέων διθυραμβοποιών, κυρίως του Τιμόθεου του Μηλίσιου. Οι νεωτερισμοί του Αγάθωνα Δε δημιουργήσαν Σχολή. Αντίθετα κατά έναν περίεργο τρόπο ο ποιητής εκπροσωπεί μαζί με τον Ευριπίδη και τον Αντιφώντα την αρχαία ελληνική τραγωδία στο Καθαρτήριο του Δάντη. Το όνομά του ξανάζησε σ’ ένα μυθιστόρημα του Wieland (1766).

Αγοράναξ . Δραματικός ποιητής απ’ τη Ρόδο. Ο Καλλίμαχος (ο πιο διάσημος απ’ τους ποιητές της Αλεξανδρινής εποχής) έγραψε επίγραμμα με την ευκαιρία της νίκης του σε δραματικούς αγώνες. Μ’ αυτό το δεδομένο ο Αγοράναξ πρέπει να έζησε τον 4ο/3ο π.Χ. αιώνα. Αναγράφεται επίσης και σαν Αγοράνας.

Αγοράνας . Βλέπε Αγοράναξ.

Page 3: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

3

Αθηνικών . Κωμικός ποιητής απ’ τη Σαμοθράκη που του αποδίδεται η κωμωδία Σαμοθράκες. Ανήκε μάλλον στη Μέση Αττική Κωμωδία. Αναφέρεται επίσης και Αυλωδός ή Λυρωδός (μουσικός αυλού και λύρας). Πολλοί τον ταυτίζουν με τον ομώνυμο ιστορικό που έγραψε τα Σαμοθρακικά.

Αθηνίων . Κωμικός ποιητής που ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία. Απ’ τα έργα του σώζονται μόνο λίγα αποσπάσματα. Πολλοί υποστηρίζουν ότι είναι ο ίδιος με τον Αθηνικώνα.

Αθηνίων απ’ τις Θεσπιές . Κωμικός ποιητής του 1ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στην περίοδο μετά απ’ τη Νέα Αττική Κωμωδία. Σωθήκαν πολύ λίγα αποσπάσματα απ’ τα έργα του (ίσως να γίνεται σύγχυση με τον ομώνυμό του της Μέσης Αττικής Κωμωδίας).

Αιαντίδης . Δραματικός ποιητής που είναι αμφίβολο αν περιλαμβανόταν στην Πλειάδα γιατί μόνο από αναφορές Σχολιαστών τον γνωρίζουμε.

Αίνικος . Βλέπε Εύνικος.

Αισχύλος . Μεγάλος τραγικός ποιητής του 6ου/5ου π.Χ. αιώνα. Η ζ ω ή τ ο υ π ο ι η τ ή. Γεννήθηκε στην Ελευσίνα το 525/4 π.Χ. Ήταν γιος του ιερέα Ευφορίωνα κι ανήκε σε παλιά μεγάλη οικογένεια ευπατριδών. Ήταν αδερφός του Κυναίγειρου, του γνωστού εκείνου ήρωα που προσπάθησε ακόμα και με τα δόντια του να εμποδίσει το φευγιό των περσικών καραβιών στον Μαραθώνα. Ο ίδιος ο ποιητής πολέμησε στον Μαραθώνα και στη Σαλαμίνα κι ακόμα, όπως λεει ο Παυσανίας, στο Αρτεμίσιο και στις Πλαταιές. Αργότερα ακολούθησε τον Κίμωνα στην εκστρατεία της Θράκης. Μια αδερφή του Αισχύλου παντρεύτηκε κάποιον Φιλοπειθή κι απ’ αυτό το γάμο βγήκε μια γενιά τραγικών ποιητών: ο Φιλοκλής, ο Μόρσιμος, ο Αστυδάμας κι ακόμα ο Φιλοκλής κι ο Αστυδάμας οι νεότεροι. Ο ίδιος ο Αισχύλος είχε δυο γιους, τον Ευφορίωνα και τον Βίωνα που κι αυτοί υπήρξαν τραγικοί ποιητές. Ένας θρύλος μας λεει ότι την κλήση του ποιητή στη δραματική τέχνη του τη φανέρωσε ο ίδιος ο Διόνυσος με ένα όραμα. Ο Αισχύλος, σε πολύ μικρή ηλικία άρχισε να γράφει τραγωδίες, όπως μας λεει ο ανώνυμος βιογράφος του : νέος ήρξατο των τραγωδιών. Σε ηλικία 25 ως 30 ετών, ηθοποιός και ταυτόχρονα ποιητής ανταγωνιζόταν τους διαδόχους του Θέσπη, δηλαδή τον Χοιρίλο, τον Πρατίνο και τον Φρύνιχο. Η περίοδος αυτή για τον Αισχύλο ήταν μια περίοδος μεγάλης δραστηριότητας, στοχασμών και πειραματισμών για την οποία δεν έχουμε πολλές πληροφορίες. Τότε ξεκινάν οι Μηδικοί πόλεμοι. Δυο φορές (μια εναντίον του Δαρείου το 490 π.Χ. και μια εναντίον του Ξέρξη το 480-490 π.Χ.) η Ελλάδα βρέθηκε στην ανάγκη να υπερασπίσει την ανεξαρτησία της. Ο Αισχύλος βρίσκεται πάντα πρώτος ανάμεσα στους υπερασπιστές. Κατά πάσα πιθανότητα μαχόταν μαζί με τους αδερφούς του, στις τάξεις των οπλιτών του δήμου της Ελευσίνας. Οπωσδήποτε τα γεγονότα αυτά που συνταράξαν την Ελλάδα, δώσαν στην ψυχή του Αισχύλου την πνοή του ηρωισμού. Άλλωστε ήταν εποχή που βρισκόταν πια σε απόλυτη ωριμότητα κι ήταν ο κυρίαρχος της τέχνης του. Η Σούδα μας λεει ότι πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 500 π.Χ., ενώ το μάρμαρο της Πάρου τοποθετεί την πρώτη του νίκη το 484 π.Χ. Οκτώ χρόνια μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, ίσως κατά την επιστροφή του απ’ την εκστρατεία της Θράκης, όπου είχε υπηρετήσει κάτω απ’ τις διαταγές του Κίμωνα, ανέβασε τους Πέρσες, το 472 π.Χ. Ήταν η εποχή που κυριαρχούσε πια ολοκληρωτικά στη σκηνή. Οι πρώτοι αντίπαλοί του, ο Χοιρίλος, ο Πρατίνας κι ο Φρύνιχος εξαφανίζονταν ο ένας μετά τον άλλον. Ο Σοφοκλής τότε δεν ήταν παρά ένας αρχάριος κι ο Ευριπίδης βρέφος. Ο μεγάλος τραγικός ποιητής, αναμφισβήτητος εκπρόσωπος της εθνικής δόξας, πετύχαινε ό,τι ήθελε απ’ τους μεγάλους χορηγούς και τους άρχοντες της πολιτείας. Αυτό το εκμεταλλεύτηκε για να δώσει στην τραγωδία το βάρος που ανταποκρινόταν στο ιδανικό του. Ήδη η φήμη του δεν περιοριζόταν μόνο στην Αθήνα. Όπως ο Πίνδαρος κι ο Σιμωνίδης, προσκλήθηκε κι αυτός απ’ τον Ιέρωνα στην Αυλή των Συρακουσών. Στο σημείο αυτό ο βιογράφος του μας λεει ότι ο Αισχύλος είχε γράψει κι

Page 4: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

4 Ελεγείες κι ότι είχε νικηθεί απ’ τον Σιμωνίδη στον αγώνα που θεσπίστηκε για να τιμωρηθούν οι νεκροί του Μαραθώνα. Το γεγονός όμως αυτό μάλλον αναφέρεται για να εξηγήσει το φευγιό του Αισχύλου απ’ την Ελλάδα κι έτσι υπάρχουν αμφιβολίες, αφού μάλιστα από καμιά άλλη πηγή δεν επιβεβαιώνεται. Στη Σικελία ο Αισχύλος έγραψε την τραγωδία του Ατναίαι. Απ’ αυτή την εποχή η Σικελία έγινε για τον Αισχύλο μια δεύτερη πατρίδα του. Η Αθήνα όμως ήταν πάντα ο χώρος των μεγάλων θριάμβων του. Αφού νικήθηκε απ’ τον Σοφοκλή το 468 π.Χ., τον επόμενο χρόνο τον νίκησε με τη θηβαϊκή τετραλογία που μέρος της είναι οι Επτά επί Θήβας. Λίγο αργότερα ανέβασε τη Λυκούργεια. Τέλος το 458 π.Χ. νίκησε πάλι με την Ορέστεια. Μετά γύρισε στη Σικελία. Οι αρχαίοι φαίνεται ότι πιστεύαν γενικά πως ο Αισχύλος δεν άφησε την πατρίδα του χωρίς σοβαρούς κι οδυνηρούς λόγους. Άλλοι πάλι λένε πως προσβλήθηκε απ’ την εύνοια που έδειξε το κοινό στον νεαρό αντίπαλό του, τον Σοφοκλή. Υπάρχει όμως κι η άποψη ότι αυτοεξορίστηκε επειδή τον κατηγορήσαν ότι είχε αποκαλύψει κάτι απ’ τα Ελευσίνια Μυστήρια. Και πραγματικά η ανήσυχη κι ηρωική ιδιοσυγκρασία του ποιητή τον έκανε ν’ αποκαλύψει στον Προμηθέα ένα απ’ τα μεγαλύτερα μυστικά των Ελευσινίων. Μπορούμε εύκολα να φανταστούμε τι έγινε όταν ο ίδιος ο ποιητής που υποδυόταν τον Προμηθέα είπε για τον θεό των Ελλήνων (μετάφραση) : Και εν τούτοις ο Ζευς αυτός, παρ’ όλη την αλαζονεία που γεμίζει την ψυχή του, θα έρθει μια μέρα που θα ταπεινωθεί. Ο υμέναιος τον οποίον προετοιμάζει θα τον ανατρέψει απ’ το ύψος της δύναμής του. Θα πέσει απ’ το θρόνο, θ’ αφανιστεί η παντοδύναμη βασιλεία του! Σύμφωνα με τον σχολιαστή, η τόλμη αυτή προκάλεσε την αγανάκτηση του κοινού που όρμησε στη σκηνή απειλώντας να τον κατασπαράξει, επειδή τον θεώρησε ιερόσυλο. Ο ποιητής με δυσκολία κατόρθωσε να ξεφύγει καταφεύγοντας στην ορχήστρα όπου αγκάλιασε το βωμό. Έτσι παραλίγο η τύχη του ποιητή να ταυτιστεί με την τύχη του ήρωά που ενσάρκωνε αυτή τη στιγμή. Σύμφωνα ακόμα με την εκδοχή, χωρίς την επέμβαση των Ευμολπιδών, ο Άρειος Πάγος θα τον είχε καταδικάσει να πιει κώνειο, όπως έγινε και με τον Σωκράτη. Ο γνωστός σκηνοθέτης Αλέξης Σολομός λεει για τον Αισχύλο : Χιλιοτριμμένο είναι το ερώτημα αν ο Αισχύλος ήτανε μύστης στα Ελευσίνια κι αν πραγματικά είχε βεβηλώσει τον ιερό θεσμό στα έργα του, όπως τον κατηγόρησαν. Το γεγονός είναι πως η πίστη του στην υπεροχή του ανθρώπου αυτεξούσιου τον κέντριζε να φτάνει καμιά φορά σε ιερόσυλες ακρότητες. Και παρ’ όλη τη θρησκευτική κατάνυξη που υπάρχει στα χορικά του, ξεπετάγεται πότε πότε η αμφιβολία, όχι μονάχα για την ύπαρξη του μυθικού δωδεκάθεου, μα κι αυτής ακόμα της μοναδικής πάνσοφης θεότητας, γεννήτριας του Καλού και του Κακού. ‘Όπως όμως και να ‘χει το πράγμα το τελευταίο του έργο που ανέβηκε στην Αθήνα, η Ορέστεια, κέρδισε μια μεγάλη νίκη, δείχνοντας έτσι πως το κοινό τον είχε πια συχωρέσει, αναγνωρίζοντας το μεγαλείο του πνεύματός του. Έτσι φαίνεται πως στην πραγματικότητα μόνο η δόξα του τον έφτασε στη Σικελία την πρώτη φορά κι οι μεγάλες επιτυχίες που είχε εκεί τον κάναν να έρθει πάλι και τη δεύτερη φορά. Ο Αισχύλος πέθανε στη Γέλα της Σικελίας το 456 π.Χ. Η παράδοση λεει ότι ένας αϊτός νόμισε το φαλακρό του κεφάλι για πέτρα κι άφησε να πέσει πάνω του μια χελώνα για να σπάσει το καύκαλό της. Κι η παράδοση προσθέτει ακόμα ότι κάποιος χρησμός είχε πει : Ουράνιόν σε βέλος κατακτενείν. Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορούμε να το πιστέψουμε. Ο Αισχύλος γεννήθηκε στην Ελευσίνα και πέθανε μακριά απ’ την πατρίδα του, στους πρόποδες της Αίτνας. Οι κάτοικοι της Γέλας τον κηδέψαν με μεγαλοπρέπεια και τον θάψαν τιμητικά στα δημόσια μνήματα, χαράζοντας στον τάφο του το επίγραμμα που είχε συνθέσει ο ίδιος όταν προαισθάνθηκε το θάνατό του. Αισχύλου Ευφορίωνος Αθηναίον τόδε κεύθε μνήμα καταφθίμενον πυροφόροιο Γέλας αλκήν δ’ ευδόκιμον Μαραθώνιον άλσος αν είποι και βαθυχαιτήεις Μήδας επιστάμενος. Δηλαδή, Το μνήμα αυτό της σιτοφόρου Γέλας κρύβει τα λείψανα του Αισχύλου του Ευφορίωνος, του Αθηναίου. Για τη γενναιότητά του μπορεί να σας πει το περίφημο δάσος του Μαραθώνα κι ο αλαζόνας Μήδας που την ξέρει. Και σ’ αυτό το επίγραμμα φαίνεται όλη η μεγάλη φιλοπατρία του ποιητή. Δεν αναφέρει πουθενά για το δραματικό του έργο αλλά μόνο την υπηρεσία που πρόσφερε στην πατρίδα του, πολεμώντας στο δάσος του Μαραθώνα. Όμως αρκετοί είναι εκείνοι που αμφισβητούν τη γνησιότητα του κειμένου αυτού. Σύμφωνα με τον βιογράφο του Αισχύλου, όσοι απ’ τους κατοίκους της Γέλας και της άλλης Σικελίας γράφαν τραγωδίες, πηγαίναν στο μνήμα του, φέρνοντας προσφορές και κάνοντας θυσίες και ζητούσαν τη βοήθειά του. Ο αθηναϊκός λαός διατήρησε με ευλάβεια τη μνήμη του. Κατά παράβαση των καθιερωμένων, διατάχθηκε να ξαναπαιχτούν τα έργα του Αισχύλου. Πολλές επίσης τραγωδίες του που δεν είχαν παιχτεί, ανεβαστήκαν απ’ το γιο του Ευφορίωνα και κερδίσαν το πρώτο βραβείο. Τον επόμενο αιώνα, ένα άγαλμα του

Page 5: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

5Αισχύλου από χαλκό στήθηκε στο θέατρο του Διονύσου και για πολύν καιρό η Αθηναίοι επισκέπτονταν τον τάφο του στη Γέλα. Ο π ο ι η τ ή ς Α ι σ χ ύ λ ο ς. Μετά τη συνταρακτική εμφάνιση του Θέσπη στην αρχή στην Ύπαιθρο και μετά στην Αθήνα, πολλοί δραματικοί ποιητές ακολουθήσαν τα ίχνη του, αλλά ο πραγματικός δημιουργός κι οργανωτής του Αρχαίου θεάτρου υπήρξε ο Αισχύλος. Τα έργα των προηγούμενων ήσαν μονωδίες, έργα δηλαδή που παίζονταν από έναν και μόνο υποκριτή. Με τον Σοφοκλή που την πλούτισε με νέα πρόσωπα και την ανακαίνισε απ’ τα θεμέλια, η τραγωδία εξελίχτηκε απότομα απ’ τον πρωταρχικό της πυρήνα του διθυράμβου σε πολυπρόσωπη και ποικίλη αναπαράσταση που ξεσήκωνε τα πάθη της ανθρώπινης ψυχής. Ποιητής, μουσικός, αρχιτέκτων, μηχανικός, σκηνοθέτης, χορηγός του χορού, δραματοποιός, ο Αισχύλος παραμένει κυρίως ένας Ευμολπίδης. Το ανθρώπινο υλικό του είναι το ίδιο του Ομήρου. Οι 70 τραγωδίες του απ’ τις οποίες σωθήκαν μόνον 7, είχαν τα θέματά τους απ’ τους κυκλικούς ποιητές. Πολύ μεγάλη όμως είναι η διαφορά ανάμεσα στον Αισχύλο και τον Όμηρο. Εκεί οι περιπέτειες των Ολυμπίων κι η γήινες καταστροφές διαδραματίζονταν μέσα σ’ ένα ονειρικό κι αέρινο κλίμα. Εδώ, θέαμα, πρόσωπα, κινήσεις και διάλογοι μας μεταφέρουν στο κέντρο των θελήσεων και των συνειδήσεων, εκεί που γεννιούνται τα πεπρωμένα. Ο Χορός του ποιητή, είτε παρουσιάζει παρθένες ή γέροντες, είτε Ωκεανίδες ή Ερινύες, βρίσκεται πάντα κάτω απ’ την καθοδήγηση των θεών. Ήταν νέος ακόμα όταν η Αθήνα νίκησε στο Μαραθώνα και στη Σαλαμίνα κι η απήχηση των επικών αυτών αγώνων εκφράστηκε αργότερα σ’ ένα απ’ τα έργα του, αφιερωμένο στην εκστρατεία του Ξέρξη. Ο ίδιος πήρε μέρος σε όλες τις μάχες κι δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως τα μεγάλα εκείνα γεγονότα που συγκλονίσαν τις ελληνικές ψυχές, μεταδώσαν στην ψυχή του μια ρωμαλέα δημιουργική δύναμη. Το αρχαίο θέατρο δεν ήταν μια εμπορική επιχείρηση, ούτε μια ταπεινή πληρωμένη ψυχαγωγία, αλλά μια αληθινή θρησκευτική γιορτή, μια μυσταγωγία, όπου οι θεατές παρακολουθούσαν και συμμετείχαν στα δρώμενα εκστατικοί. Την υψηλή αυτή μυσταγωγία του πνεύματος ο Αισχύλος την καλύπτει με όλη τη θρησκευτική μεγαλοπρέπεια. Ο Αισχύλος, κατά γενική παραδοχή, υπήρξε ένας μεγάλος κι ασύγκριτος δημιουργός, από κάθε άποψη. Με την πρωτότυπη εφευρετικότητά του, την αχαλίνωτη φαντασία του, με το βάθος του θρησκευτικού συναισθήματος, των φιλοσοφικών στοχασμών και τη μουσική των στίχων του ανοίγει το δρόμο για να φτάσει το δράμα στην κορυφή των πιο υψηλών ανθρωπίνων επιτευγμάτων. Η αττική τραγωδία, όπως τη δημιούργησε ο Αισχύλος, δανείστηκε κάτι απ’ όλα τα προηγούμενα είδη. Ξεχωρίζει όμως πολύ καθαρά απ’ τα είδη αυτά. Ξεχωρίζει κυρίως στον χορικό λυρισμό που εισάγει ένα νέο στοιχείο που είναι η δράση. Το χορικό του Αισχύλου δεν έχει την ασάλευτη γαλήνη μιας ωδής του Πινδάρου. Είναι αυτό το ίδιο ένα δράμα. Οι ηθικές ιδέες που παρουσιάζει στην τραγωδία του δεν είναι νέες. Πολλές απ’ αυτές υπήρχαν και στον Όμηρο. Όμως υπάρχει μια πρωταρχική που είναι τελείως ξένη για τον Όμηρο: η ιδέα της δικαιοσύνης. Ο Αισχύλος πιστεύει ότι η ουσία του δράματος πρέπει να είναι η ιδέα αυτή της δικαιοσύνης, η οποία ενσωματώνεται σ’ αυτό που λέγεται άνθρωπος. Κάθε ανθρώπινη πράξη είναι κι ένα ζήτημα δικαίου. Η τραγωδία λοιπόν θα διαπραγματευθεί ζητήματα δικαίου και θα κινηθεί γύρω απ’ τον ηθικό αυτόν άξονα της ανθρώπινης ζωής. Πολλές φορές όμως τα προβλήματα του δικαίου είναι σκοτεινά κι αινιγματικά. Η ζωή φέρνει σε αντίθεση διάφορα δίκαια που είναι το ίδιο σεβαστά. Ο κόσμος παρουσιάζει παντού το θέαμα δικαίων σε σύγκριση. Μέσα σ’ αυτή την αναμέτρηση πώς να διακρίνει κανείς πού πραγματικά βρίσκεται η δικαιοσύνη; Κι όταν την ανακαλύψει πώς να την παρουσιάσει στους άλλους με τρόπο τόσο καθαρό ώστε το κοινό να πάει με το μέρος αυτό που θέλει ο ποιητής και να βγει απ’ τη θέση της αδιαφορίας που είναι συνηθισμένη θέση του πλήθους μπροστά στα μεγάλα ηθικά προβλήματα; Σύμφωνα με τον Αισχύλο όμως το δίκαιον μεταβαίνει, δηλαδή το δίκαιο μετατοπίζεται, όπως λεει στις Χοηφόρες (908). Ο άνθρωπος δεν ξέρει να το συγκρατήσει. Ο Αριστοφάνης στους Βατράχους του (886) παρουσιάζει τον Αισχύλο να επικαλείται τη θεά των Ελευσινίων και να λεει : Δήμητρα που έθρεψες την ψυχή μου, κάνε να γίνω άξιος των μυστηρίων σου. Απ’ αυτό πολλοί βγάζουν το συμπέρασμα ότι ο Αισχύλος ήταν μυημένος. Όταν όμως κατηγορήθηκε ότι πρόδωσε τα μυστήρια των Ελευσινίων απάντησε, όπως μας λεει ο Αριστοτέλης (Ηθικά Νικομάχεια, ΙΙΙ, 2), ότι ουδέν εγνώριζεν ότι επρόκειτο περί πραγμάτων μυστικών. Έτσι λοιπόν, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Αριστοτέλη, ο Αισχύλος δεν ήταν μυημένος. Ήταν απλά ένα πνεύμα θρησκευτικό παρά θρησκόληπτο. Επί πλέον είχε μια τελείως δική του προσωπικότητα. Η αλαζονεία του τον απομάκρυνε από κάθε επαφή με το πλήθος. Δίχα δ’ άλλων μονόφρων ειμί λεει στον Αγαμέμνονα (557), δηλαδή μακριά απ’ τους άλλους, διανοούμαι μόνος μου. Περισσότερο όμως κι απ’ τη ζωή του κι απ’ τις διάφορες μαρτυρίες των συγχρόνων του αποκαλύπτει τον χακτήρα του το ίδιο το έργο του. Ο Αριστοφάνης τον λεει άνθρωπο αγριοποιό,

Page 6: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

6 αυθαδόστομον. Είναι προσηλωμένος στις πεποιθήσεις του κι αφιερωμένος στην τέχνη του σε τέτοιο σημείο που δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τα συνηθισμένα και τα καθημερινά. Είναι αριστοκράτης από παράδοση κι ακόμα περισσότερο από ιδιοσυγκρασία. Όμως κανείς δεν μπορεί να τον περιφρονήσει και να τον μισήσει γιατί συγχρόνως είναι και πολύ μεγάλος πατριώτης. Είναι ένας μεγάλος ερημίτης ακόμα κι όταν βρίσκεται μέσα στο πλήθος. Η φύση τον έπλασε περισσότερο για να τον θαυμάζουν παρά για να τον αγαπούν. Ό,τι του στέρησε σε γλυκύτητα του το έδωσε σε δύναμη ψυχής και φαντασίας. Και σαν από μια προφητική διαίσθηση για το ποιος είναι και τι θ’ αφήσει με το έργο του στον άνθρωπο, γράφει ο ίδιος στο πρώτο χορικό της τραγωδίας του Αγαμέμνων ( Μετάφραση: Ι. Ν. Γρυπάρη): Αυτός στον άνθρωπο άνοιξε το δρόμο της φρόνησης, κι έβαλε νόμο: πάθος μάθος. αυτός, ως και στον ύπνο, στην καρδιά μας στάζει τον πόνο, που θυμίζει με τρόμο τα παθήματά μας κι αθέλητα μας συνετίζει. Η γ λ ώ σ σ α τ ο υ π ο ι η τ ή. Εντυπωσιακή είναι η δύναμη της γλώσσας του ποιητή. Είναι μια γλώσσα παλλαϊκή, θα μπορούσαμε να πούμε, γεμάτη από αρχαϊσμούς, μια γλώσσα με μαγική τις περισσότερες φορές παρενέργεια, πλούσια σε εικόνες, λες και τη διαπερνούν σταθερά θέματα, μια γλώσσα που στα λυρικά κυρίως μέρη ρέει σαν ένα πλατύ ποτάμι. Αυτό το μεγαλείο της γλώσσας του που το θαυμάσαν πολλοί λάτρεις της ποίησής του, προκάλεσε την ειρωνεία του Αριστοφάνη που θέλησε να υποδείξει πόσο επικίνδυνα βρίσκονται κοντά το μεγαλόπρεπο και το γελοίο. Όμως ακόμα κι αυτό το αυξανόμενο χιούμορ με το οποίο ο Αριστοφάνης (στους Βατράχους του) παρουσιάζει τον Αισχύλο να μαλώνει με τον Ευριπίδη δείχνει τον σεβασμό που έτρεφε ο μεγάλος αυτός κωμικός ποιητής για τον μεγάλο δάσκαλο της τραγικής τέχνης. Τ ο έ ρ γ ο τ ο υ Α ι σ χ ύ λ ο υ. Η έκταση του έργου του δεν μπορεί να καθοριστεί με ακρίβεια. Σύμφωνα με τη Σούδα είχε γράψει 90 τραγωδίες ή σατυρικά δράματα, απ’ τα οποία τα περισσότερα ήσαν συγκροτημένα σε τετραλογίες, όπως ήταν ο κανόνας της εποχής. Ο Ανώνυμος βίος του έχει κατάλογο τίτλων ταξινομημένων σε τέσσερις στήλες που περιλαμβάνει 72 ονόματα. Σύμφωνα με το βιογράφο του κέρδισε 13 πρώτες νίκες, χωρίς να υπολογίζονται εκείνες που πήρε μετά το θάνατό του. Η Σούδα που υπολογίζει κι αυτές μιλάει για 28. Το συνολικό έργο του Αισχύλου περιλάμβανε, σύμφωνα με τον κώδ. Mediceus (32, 9) 73 δράματα και σύμφωνα με τη Σούδα 90. Σε μας είναι γνωστοί 79 τίτλοι. Απ’ τα έργα αυτά μπορούν να ενταχθούν σε ομάδες τα ακόλουθα: Φινεύς, Πέρσαι, Γλαύκος Ποτνιεύς, σατυρικό δράμα Προμηθεύς Πυρκαεύς διδαχτήκαν το 472 π.Χ.), Λάιος, Οιδίπους, Επτά επί Θήβας, σατυρικό δράμα Σφιγξ (θηβαϊκή τριλογία, 467 π.Χ.), Ικέτιδες, Αιγύπτιοι, Δαναΐδες, σατυρικό δράμα Αμυμώνη (τετραλογία των Δαναΐδων, 466/59 π.Χ.), Αγαμέμνων, Χοηφόροι, Ευμενίδες, σατυρικό δράμα Πρωτεύς (Ορέστεια 458 π.Χ.), Όπλων κρίσις, Θράσσαι, Σαλαμίνιαι (τριλογία του Αίαντα), Ηδωνοί, Βασσάραι, Νεανίσκοι, σατυρικό δράμα Λυκούργος (η Λυκούργεια), Προμηθεύς Δεσμώτης, Προμηθεύς Λυόμενος, Προμηθεύς Πυρφόρος (τριλογία Προμηθέα), Βάκχαι, Πενθεύς, Ξάντριαι αβέβαιη η σύνδεσή τους), Μυρμιδόνες, Νηρηίδες, Φρύγες (ή Έκτορος λύτρα, τριλογία του Αχιλλέα), Φορκίδες, Πολυδέκτης, το τρίτο έργο της τριλογίας παραμένει άγνωστο, σατυρικό δράμα Δικτυουλκοί (τετραλογία του Περσέα), Αργώ, Κάβειροι, Υψιπύλη (τριλογία των Αργοναυτών), Οστολόγοι, Πηνελόπη, Ψυχαγωγοί, σατυρικό δράμα Κίρκη (τετραλογία του Οδυσσέα). Άλλοι γνωστοί μας τίτλοι που δεν μπορούμε όμως να τους τοποθετήσουμε σε ομάδες είναι: Ελευσίνιοι, Κάρες, Μέμνων, Νιόβη, Φιλοκτήτης, Ψυχοστασία, Σεμέλη, τα σατυρικά δράματα Διονύσου τροφοί και Ισθμιασταί, το γιορταστικό έργο Ατναίαι. Οι τίτλοι δείχνουν την προέλευσή τους απ’ όλους σχεδόν και κυρίως απ’ τους μεγάλους μυθικούς κύκλους των Ελλήνων (Άργος, Θήβα, Τροία). Απ’ τα έργα που του μας έχουν σωθεί οι Πέρσαι θεωρούνται σήμερα το αρχαιότερο. Ο Αισχύλος ήταν περίπου 50 χρονών όταν το έγραψε. Περιλαμβανόταν σε μια τετραλογία με τις τραγωδίες Φινεύς (θέμα παρμένο απ’ τον αργοναυτικό μύθο) και Γλαύκος Ποτνιεύς (ασαφές θέμα). Ακολουθούσε το σατυρικό δράμα Προμηθεύς Πυρκαεύς, απ’ το οποίο μας σώθηκε ένα πολύ μικρό μέρος σε πάπυρο. Χορηγός ήταν ο Περικλής. Σύμφωνα με το πρότυπο του Φρυνίχου ο Αισχύλος πήρε το θέμα των Περσών όχι απ’ τον μύθο, αλλ’ απ’ την ιστορία της εποχής του, δηλαδή τη νίκη των Ελλήνων πάνω στους Πέρσες στη Σαλαμίνα. Το νόημα αυτού του γεγονότος ο Αισχύλος το τοποθέτησε στην επικράτηση της θείας δικαιοσύνης που ήρθε να περιορίσει την επιθυμία των Περσών για κυριαρχία κι οδήγησε αναγκαστικά στην αποτυχία του Ξέρξη που ήταν ο φορέας αυτής της ύβρης. Αντικρίζοντας με αυτό το πρίσμα τη νίκη των Ελλήνων ο Αισχύλος μπόρεσε να την περιγράψει χωρίς καθόλου μίσος (περίφημη η αγγελική ρήση για τη νίκη στη Σαλαμίνα).

Page 7: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

7Το πνεύμα του πεθαμένου Δαρείου εκπροσωπεί στο έργο τον ρόλο του γνώστη που προειδοποιεί κι αποτρέπει. Η τριλογία Λάιος, Οιδίπους, Επτά επί Θήβας (σατυρικό δράμα Σφιγξ) έχει το θέμα της απ’ τον θηβαϊκό κύκλο. Η πατροκτονία κι ο γάμος του Οιδίποδα με τη μητέρα του πρέπει να γίνονταν στα χαμένα δυο πρώτα δράματα. Στους Επτά επί Θήβας ο ποιητής πραγματεύεται τον αγώνα και τον θάνατο των δυο, εχθρών πια μεταξύ τους αδελφών Ετεοκλή και Πολυνείκη. Δραματουργικά σημαντικά είναι εδώ τα εφτά ζευγάρια λόγων στη μέση του έργου με την έκθεση όσων διαδραματίζονταν στις εφτά πύλες της Θήβας. Με τον θάνατο των δυο αδερφών εκπληρώνεται το πεπρωμένο μιας καταραμένης γενιάς. Το τέλος του έργου είναι αμφισβητούμενο γιατί πολλοί ισχυρίζονται ότι μεταβλήθηκε με την ευκαιρία μιας μεταγενέστερης διδασκαλίας. Στις Ικέτιδες τον κύριο ρόλο τον έχει ο Χορός που τον αποτελούν οι κόρες του Δαναού που αντιδρούν στο γάμο τους με τους γιους του Αιγύπτου και ζητάν να βρουν άσυλο στο Άργος δίπλα στο βασιλιά Πελασγό. Γι’ αυτόν κάτι τέτοιο σημαίνει επιλογή ανάμεσα στον απειλητικό πόλεμο με τους γιους του Αιγύπτου και στην άρνηση του δικαίου της φιλοξενίας. Με την άφιξη αγγελιαφόρων απ’ την Αίγυπτο που φέρνουν την απειλή του πολέμου και με την απειλή της κατάρας των απελπισμένων κοριτσιών προετοιμάζεται ένα μεγάλο γεγονός που βρήκε τη συνέχειά του στα δυο επόμενα δράματα: οι Αιγύπτιοι κι οι Δαναΐδες που περιλαμβάναν τον αναγκαστικό γάμο με τους γιους του Αιγύπτου και το φόνο τους, τελειώναν όμως με εξιλασμό και συμφιλίωση, όπως το είχαν υποδηλώσει ήδη στις Ικέτιδες τα τελευταία λόγια του Πελασγού. Ο κυρίαρχος ρόλος του Χορού κι η υποχώρηση των διαλογικών μερών είχαν στηρίξει άλλοτε την άποψη που σήμερα έχει πια εγκαταλειφθεί, ότι οι Ικέτιδες ήταν το παλιότερο έργο του Αισχύλου. Το σατυρικό δράμα Αμυμώνη προερχόταν απ’ τον ίδιο θεματικό κύκλο. Η Ορέστεια, η μόνη τριλογία που μας έχει σωθεί, ανέβηκε στη σκηνή το 458 π.Χ. Το θέμα της ήταν παλιό (κομμάτια απ’ το τραπέζι του Ομήρου λένε πως ονόμασε ο ίδιος ο Αισχύλος τα δράματά του). Μια νυχτερινή σκηνή ανοίγει τον Αγαμέμνονα όπου ένας φύλακας πάνω στη στέγη του παλατιού στο Άργος βλέπει μακριά, μήπως αντικρίσει το σημάδι της φωτιάς που θα αναγγείλει τον πτώση της Τροίας. Το μεγάλο εισαγωγικό μέρος δε στοχεύει μόνο σ’ αυτό το δράμα, αλλά είναι ένα είδος εισαγωγικού προλόγου για ολόκληρη την τριλογία. Αρχίζει απ’ την πάροδο του Χορού των γερόντων, με μια επίταση ως την άφιξη του νικητή Αγαμέμνονα που γίνεται με σχεδόν ανατολίτικη πολυτέλεια. Ο Αγαμέμνων βαδίζει προς το παλάτι νικητής, φέρνοντας το βάρος της κατάρας του οίκου των Ατρειδών, ενώ η Κλυταιμνήστρα τον χαιρετάει με υποκρισία. Η Κασσάνδρα που ο Αγαμέμνων την έφερε μαζί του σαν σκλάβα, αποκαλύπτει ωστόσο, σ’ ένα φρικτό όραμα, τα περασμένα και τα μελλοντικά εγκλήματα των Ατρειδών. Μετά πηγαίνει κι αυτή να συναντήσει το θάνατο. Σε λίγο παρουσιάζεται δίπλα στο φορείο με τον νεκρό Αγαμέμνονα γεμάτη αγαλλίαση η Κλυταιμνήστρα που γρήγορα όμως, σ’ έναν ανταγωνιστικό διάλογο με τον Χορό, χάνει τη σιγουριά της. Με δυσκολία ο Αίγισθος που παρουσιάζεται στο τέλος στη σκηνή, προσπαθεί να την στηρίξει πάλι. Ότι το καινούργιο έγκλημα θέλει καινούργια πληρωμή, το δείχνουν καθαρά οι πρώτες στροφές του χορικού που τραγουδάν οι Χοηφόρες, οι κοπέλες που φέρνουν προσφορές στον τάφο του νεκρού. Η ίδια η Κλυταιμνήστρα διάταξε τις προσφορές στον τάφο του Αγαμέμνονα και τώρα τα κορίτσια, με επικεφαλής την Ηλέκτρα, προχωρούν προς τον τάφο του, δίπλα στον οποίο έχει κρυφτεί ο Ορέστης που γύρισε πίσω στον τόπο του. Γίνεται η αναγνώριση των αδερφών και σε μια σκηνή αρχίζει να μεγαλώνει όλο και πιο πολύ, μέσα στον Ορέστη το φριχτό σχέδιο, με το οποίο θέλει να αποκαταστήσει τη δικαιοσύνη. Έτσι πέφτει νεκρός ο Αίγισθος, στο τέλος πέφτει νεκρή κι η Κλυταιμνήστρα. Και σ’ αυτού του έργου το τέλος, όπως ακριβώς στον Αγαμέμνονα, ο φονιάς στέκεται πάνω απ’ τα πτώματα των δυο θυμάτων του. Όμως, ενώ ακόμα ο Ορέστης κάνει τον απολογισμό του, πέφτει πάνω του και τον χτυπάει η μανία. Ορμάει έξω απ’ τη σκηνή και φεύγει για να βρει τη λύτρωση με τη βοήθεια κάποιου θεού. Οι φοβερές μορφές των Ερινύων που καταδιώκουν τον Ορέστη, αποτελούν τον Χορό στο δράμα με το οποίο κλείνει η τριλογία (Ευμενίδες). Η σκηνή με την οποία ανοίγει το έργο τις δείχνει αποκαμωμένες, κοιμισμένες, αφού κυνηγήσαν τον Ορέστη ως το ιερό των Δελφών. Εδώ όμως παρουσιάζεται ο Απόλλων κι υπόσχεται τη συμπαράστασή του στον καταδιωκόμενο. Του παρέχεται ασφαλής συνοδεία ως την Ακρόπολη της Αθήνας, όπου θα βρει δικαστές να δικάσουν την περίπτωσή του (μια απ’ τις σπάνιες περιπτώσεις αλλαγής σκηνικού χώρου). Εκεί λοιπόν γίνεται μια τυπική δίκη. Η κορυφαία του Χορού απαγγέλλει την κατηγορία μπροστά στους συγκεντρωμένους Αθηναίους πολίτες, ο ίδιος ο Απόλλων υπερασπίζεται τον Ορέστη, η Αθηνά ξεδιαλύνει την τεράστια σύγκρουση που είναι ο φόνος της μητέρας έναντι της εκδίκησης του πατέρα, αλλά κι ο παλιός κόσμος, ο κόσμος της μητέρας, έναντι του καινούργιου κόσμου, του κόσμου του πατέρα. Η Αθηνά αποφασίζει υπέρ του Ορέστη. Την ίδια στιγμή η κρίση αυτή βρίσκει τη θέση της στη σύγχρονη αθηναϊκή ιστορία γιατί λίγο πριν, το 462 π.Χ., με μια μεταβολή του

Page 8: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

8 πολιτεύματος, αποφασίστηκε η μεταφορά στον Άρειο Πάγο της δικαιοπραξίας των φονικών ζητημάτων. Τα πνεύματα της εκδίκησης εξευμενίζονται και σαν Καλόγνωμες πια θεές θα έχουν στην Αθήνα έναν τόπο λατρείας τους με την ίδρυση μιας νέας λατρείας στο εσωτερικό της πόλης και την ίδια στιγμή συμβιβασμός και συμφιλίωση σε μια τραγική σύγκρουση άλυτη πια για τους ανθρώπους. Το σατυρικό δράμα Πρωτεύς που το θέμα του ήταν παρμένο απ’ την Οδύσσεια ερχόταν αμέσως μετά απ’ αυτή την τριλογία. Ο Προμηθεύς Δεσμώτης θεωρήθηκε για πολύν καιρό νόθο έργο του ποιητή λόγω ιδιοτυπιών στη γλώσσα και στο περιεχόμενό του. Σήμερα, εξαιτίας κυρίως της έλλειψης υλικού που μας βοηθάει στη σύγκριση, ξαναγυρίζουμε στην άποψη ότι το έργο είναι γνήσιο. Ίσως πρόκειται εδώ για μια πολύ σημαντική αντιπαράθεση του Ολύμπιου κόσμου με τον κόσμο των Τιτάνων, καθώς συγκρούονται μεταξύ τους οι εκπρόσωποί τους, ο Δίας κι ο Προμηθεύς που εδώ παρουσιάζεται σαν δημιουργός του πολιτισμού (στην τριλογία αμέσως μετά ερχόταν ασφαλώς ο Προμηθεύς Λυόμενος κι ύστερα ίσως ο Προμηθεύς Πυρφόρος). Μπορεί ο Δίας να παρουσιάζεται εδώ σαν ένας αυθαίρετος και βίαιος αφέντης σε σύγκριση με τον Δία της Ορέστειας που κυβερνάει τον κόσμο με δικαιοσύνη (ένας απ’ τους λόγους για τους οποίους αμφισβητήθηκε η γνησιότητα του έργου), όμως το χαμένο μέρος της τριλογίας μπορεί να είχε φέρει στο σημείο αυτό έναν συμβιβασμό με την ίδρυση μιας λατρείας του Προμηθέα, παρόμοια με το τέλος της Ορέστειας. Από άλλα έργα του Αισχύλου μας σωθήκαν μόνο πάρα πολύ μικρά αποσπάσματα. Νεότερα ευρήματα μας δώσαν ένα απόσπασμα απ’ τη Νιόβη (στάθηκε αδύνατο να προσδιορισθεί το πρόσωπο που μιλάει), ενώ μερικοί στίχοι απ’ τους Μυρμιδόνες μας λένε προφανώς για την οργή του Αχιλλέα. Τα σατυρικά δράματα του Αισχύλου πρέπει να θεωρούνταν στην αρχαιότητα πολύ υψηλού επιπέδου. Οι Δικτυουλκοί (Αυτοί που τραβάν το δίχτυ) κλείναν την τετραλογία του Περσέα. Στο έργο αυτό ψαράδες τραβάν με το δίχτυ τους προς τη στεριά ένα μεγάλο σεντούκι που μέσα σ’ αυτό βρίσκεται η Δανάη με τον μικρό Περσέα. Ο γερο-Σιληνός γυροφέρνει με εύθυμα και ζωηρά πειράγματα τη σωσμένη Δανάη. Το περιεχόμενο των Ισθμιαστών δεν είναι πια δυνατό να το εξετάσουμε σωστά. Μια ξεχωριστή θέση κατέχει το γιορταστικό έργο του που γράφτηκε για να γιορταστεί η ίδρυση της Αίτνας κι απαρτιζόταν από 5 μέρη. Ο Αισχύλος το ανέβασε στην πρώτη επίσκεψή του στη Σικελία (τίτλος: Αίτναι ή Ατναίαι). Δίπλα στα 7 δράματα που μας σωθήκαν ολόκληρα μας παραδοθήκαν πάνω από 400 αποσπάσματα και πολυάριθμα παπυρικά κομμάτια που ένα μέρος τους βρέθηκε για πρώτη φορά στις τελευταίες δεκαετίες. Λίγο μετά απ’ τον θάνατο του Αισχύλου ξανανεβήκαν δράματά του στη σκηνή. Ο ρήτορας Λυκούργος στον 4ο π.Χ. αιώνα φρόντισε να ετοιμαστεί ένα κρατικό αντίγραφο των έργων του Αισχύλου που έγινε η βάση όλης της παράδοσης. Ο Πτολεμαίος Γ’ ο Ευεργέτης απέκτησε το αντίγραφο αυτό κι ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος ετοίμασε σύμφωνα μ’ αυτό την έκδοση του κειμένου. Αργότερα ως την εποχή των Αντωνίνων, το απόθεμα των δραμάτων του Αισχύλου περιορίστηκε στον αριθμό 7. Αυτά τα 7 έργα φαίνεται ότι επιζήσαν ώσπου τον 9ο αιώνα η παράδοση διακλαδώθηκε: το πιο πολύτιμο χειρόγραφο είναι ο Mediceus 32, 9 (γύρω στο 1000). Δίπλα στο χειρόγραφο αυτό έχουμε μια ομάδα βυζαντινών χειρογράφων του 13ου και του 14ου αιώνα – Editio princeps: Aldina, Βενετία 1518. Τα δράματα του Αισχύλου γίναν βέβαια πιο γνωστά μέσα απ’ τη λατινική μετάφραση του Joh. Sanravius (Βασιλεία 1555), αφήσαν όμως τα πρώτα φανερά τους ίχνη μόνο στους Άγγλους συγγραφείς (Milton, Byron, Shelley). Η πρώτη πλήρης γερμανική μετάφραση κυκλοφόρησε στα 1805-08 (J. T. L. Danz). Στα νεότερα χρόνια με τα θέματα που ασχολήθηκε ο Αισχύλος ξανασχοληθήκαν: Goethe (Προμηθεύς), O’ Neill (Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα, 1931), M. Mell (Εφτά εναντίον της Θήβας, 1932), Sartre (Οι μύγες, 1943), Hauptmann (Η τετραλογία των Ατρειδών, 1948). Στο μουσικό θέατρο: R. Strauss / H. Hofmannsthal (Ηλέκτρα, 1909), E. Krenek (Η ζωή του Ορέστη, 1929), C. Orff (Προμηθέας, 1968). Προσαρμοσμένες στα σημερινά δεδομένα νέες συλλήψεις των θεμάτων: M. Braun (1961), H. Muller (1969).

Αισχύλος ο Αλεξανδρεύς . Ποιητής, πιθανώς του 3ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αλεξάνδρεια. Όπως κι ο Ριανός απ’ τη Βήνη, έγραψε ένα έπος για τη Μεσσηνία (Έπη Μεσσηνιακά). Μνημονεύεται και σαν συγγραφέας μιας τραγωδίας (Αμφιτρύων).

Ακάκιος . Ρητοροδιδάσκαλος του 4ου μ.Χ. απ’ την Καισάρεια. Σπούδασε ρητορική στην Αθήνα. Αργότερα δίδαξε κι ο ίδιος ρητορική στην Αντιόχεια και την Καισάρεια. Ο ρήτορας Λιβάνιος τον αναφέρει πολλές φορές σαν ανταγωνιστή του κατά τη διάρκεια της διδακτικής του δραστηριότητας στην Αντιόχεια. Στο τέλος ο Ακάκιος έδρασε σαν νομικός

Page 9: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

9και κλήθηκε απ’ τον αυτοκράτορα Κωνστάντιο (απ’ το έτος 359 μ.Χ. και μετά) ν’ αναλάβει διάφορες δημόσιες θέσεις. Ο Ακάκιος έστειλε στο Λιβάνιο μια κωμωδία με τον τίτλο Ωκύπους. Ίσως όμως η κωμωδία αυτή να ταυτίζεται με την ομώνυμη κωμωδία του Λουκιανού.

Ακέστωρ . Τραγικός ποιητής που έζησε στα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα, γιος του Τεισαμενού, ίσως αδερφός του τραγικού ποιητή Αγάθωνα. Ονομαζόταν επίσης και Σάκας γιατί δήθεν δεν ήταν Έλληνας. Μας έγινε γνωστός από διάφορους κωμικούς ποιητές, τον Κρατίνο, τον Εύπολη και κυρίως τον Αριστοφάνη (Σφήκες και Όρνιθες) που τον κοροϊδέψαν για τσιγκούνη, κόλακα και πολυγράφο κι ακόμα σαν ανάξιο ανταγωνιστή του Ευριπίδη.

Αλεξαμενός . Μιμογράφος που μπορεί να γίνεται σύγχυση με τον σοφιστή Αλεξαμενό απ’ την Τέω (Τήιο) ο οποίος σύμφωνα με μια αμφισβητούμενη πληροφορία, σ’ ένα απόσπασμα απ’ το έργο του Αριστοτέλη, πρέπει να είχε γράψει, πριν απ’ τους Σωκρατικούς παρόμοιους διαλόγους.

Αλέξανδρος ο Αιτωλός . Τραγικός ποιητής με γνώσεις αστρονομίας και μαθηματικών. Γεννήθηκε γύρω στο 315 π.Χ. στην Πλευρώνα της Αιτωλίας, γιος του Σάτυρου και της Στρατοκλείας. Ο Πτολεμαίος ο Φιλάδελφος του ανάθεσε, γύρω στο 285/3 π.Χ. το έργο της κατάταξης των τραγωδιών και των σατυρικών δραμάτων που φυλάσσονταν στη Βιβλιοθήκη της Αλεαξανδρείας. Το 276 π.Χ. τον κάλεσε ο Αντίγονος ο Γονατάς, ο βασιλιάς της Μακεδονίας, στην αυλή του στην Πέλλα, όπου ήδη βρισκόταν κι ο Άρατος απ’ τους Σόλους. Άνθρωπος με πολύπλευρη δραστηριότητα ο Αλέξανδρος κέρδισε πολύ μεγάλη φήμη με τις τραγωδίες του κι αργότερα τον κατατάξαν στην Πλειάδα, ένα είδος Κανόνα των Ελλήνων τραγικών ποιητών. Απ’ τα έργα του σώθηκε μόνον ένα, οι Αστραγαλισταί (Παίχτες ζαριών), μια νεανική ιστορία του Πάτροκλου. Από δυο ελεγείες του μας σωθήκαν κάτι αποσπάσματα: Απόλλων (ερωτικές ιστορίες με δυσάρεστο τέλος που τις διηγιέται σαν προφητείες ο ίδιος ο θεός) και Μούσαι (γραμματολογικά για διάφορους ποιητές, ανάμεσα στ’ άλλα και μια αξιολόγηση για το έργο του Ευριπίδη). Υπήρχαν επίσης μικρά ποιήματα (Αλιεύς, παρμένο απ’ τον μύθο του Γλαύκου, Κίρκα ή Κρίκα), ένα διδακτικό ποίημα για τ’ άστρα (Φαινόμενα, μάλλον κατά το πρότυπο του Αράτου), επιγράμματα κι ιωνικά τραγούδια. Επίσης λέγεται ότι έγραψε και κίναιδους (άσεμνα στιχουργήματα όπως του Σωτάδη), όμως κάτι τέτοιο δεν είναι καθόλου σίγουρο.

Αλέξανδρος απ’ την Πλευρώνα . Βλέπε Αλέξανδρος ο Αιτωλός.

Άλεξις . Κωμικός ποιητής του 4ου/3ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία. Έζησε περίπου απ’ το 372 μέχρι το 270 π.Χ. Καταγόταν απ’ τους Θουρίους, έζησε όμως στην Αθήνα σαν Αθηναίος πολίτης. Τον αναφέρει η Σούδα σαν δάσκαλο και μάλιστα σαν θείο του Μενάνδρου και θεωρείται μαζί με τον Αριστοφάνη σαν ο πιο σημαντικός ποιητής της Μέσης Αττικής Κωμωδίας. Η ασυνήθιστα μακρόχρονη διάρκεια της ζωής του (έζησε πάνω 100 χρόνια και πέθανε από συγκίνηση όταν τον στεφανώναν μέσα στο θέατρο) επιβεβαιώνεται από διάφορες χρονικές αναφορές που γίνονται στα έργα του (το σκώμμα του για τον Πλάτωνα πριν απ’ το 374 π.Χ. – Ο γάμος του Πτολεμαίου Β’ γύρω στο 278 π.Χ.). Η Σούδα αναφέρει 245 έργα του. Απ’ αυτά μας είναι γνωστοί 130 τίτλοι. Με 15 τίτλους εκπροσωπείται μεταξύ των θεμάτων του η μυθολογία. Το πλήθος των προσώπων στους τίτλους των έργων του (πολλές γυναίκες, κυρίως εταίρες) υποδηλώνει ερωτικές ιστορίες κι έργα χαρακτήρων, κάτι προς το οποίο μπορεί να τον έσπρωξε ο ανταγωνισμός του προς τον Μένανδρο. Ο Άλεξις πρέπει να εισήγαγε στην Αττική Κωμωδία τον τύπο του παρασίτου (ευτελής άνθρωπος που ζούσε σε βάρος των άλλων). Είναι πιθανό τον τύπο αυτόν να τον πήρε απ’ τις δωρικές φαρσοκωμωδίες της πατρίδας του και να του έδωσε μια νέα διασκεδαστική μορφή όπως και στον τύπο του καυχησιάρη μάγειρα (απ 172, 173) κ’ ίσως σε πολλούς άλλους ακόμα. Μερικά απ’ τα έργα του είναι παρωδίες μύθων. Χρησιμοποίησε επίσης και θέματα απ’ το χώρο της λογοτεχνίας (παρωδίες του Πλάτωνα στον Φαίδρο). Ο Χορός έπαιζε βέβαια ακόμα στον Άλεξη, μερικές φορές δρώντα ρόλο,

Page 10: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

10

είναι όμως πολλά τα σημάδια που δείχνουν μια συνεχώς αυξανόμενη τάση για τη Νέα Αττική Κωμωδία. Ο Άλεξις είναι αυτός που προετοίμασε τους νέους θεατρικούς ορίζοντες που αργότερα άνοιξε ο Μένανδρος. Πολλά απ’ τα έργα του μας μιλάνε για τις αντιθέσεις και τις αντιφάσεις της ζωής. Σ’ ένα απ’ τα’ αποσπάσματά του βρίσκουμε μια ωραία αντιπαραβολή της νιότης του ανθρώπου και της νιότης του κρασιού. Αν η φαντασία του δεν έχει τη μεγάλη έμπνευση της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας, είναι λεπτή κι αληθινά ευχάριστη. Η εκπαίδευση του Ηρακλή απ’ τον Λίνο, στο μικρό απόσπασμα που σώθηκε, είναι από κάθε άποψη μια πολύ χαριτωμένη σκηνή. Ωραίο είναι ακόμα και το Ισοστάσιον (απ. 98) που διακωμωδεί τις πλεκτάνες και τις πονηριές των εταίρων, όπως και το απ. 116, όπου χαριτολογεί για τα δυο είδη των παρασίτων. Ένας αρχαίος συγγραφέας που τον αναφέρει ο Αθήναιος στους Δειπνοσοφιστές, πληροφορεί τους συνδαιτυμόνες του ότι ο Άλεξις ήταν αυτός που πρώτος δημιούργησε το πρόσωπο του παρασίτου. Κατά τον Μαϊνέκε ο Άλεξις είναι εκείνος που είχε τη ιδέα της συμφιλίωσης του Ορέστη και του Αιγίσθου (Αριστ. Ποιητική, 13). Στον ποιητή όμως αυτόν βρίσκουμε περισσότερη φαιδρότητα και χιούμορ παρά δύναμη και διεισδυτικότητα. Δε βρίσκουμε σ’ αυτόν τα ηθικά εκείνα αξιώματα που αργότερα θα μας δώσει ο Μένανδρος. Ο Άλεξις προτιμάει μάλλον να αναπτύσσει παρά να συμπυκνώνει. Κανένα απ’ τα’ αποσπάσματά του Δε φανερώνει παρατηρητικότητα ή μελέτη της πραγματικότητας. Με τα χαρίσματα και τα ελαττώματα αυτά ο Άλεξις ήταν φυσικό να ζωγραφίσει ζωηρά μερικούς διασκεδαστικούς τύπους κι όχι ν’ αναπαραστήσει με λεπτομέρειες τα ήθη και αισθήματα. Το δεύτερο μισό της ζωής του Άλεξη τοποθετείται στο απόγειο της κωμωδίας του 4ου π.Χ. αιώνα. Παρακολουθεί τις επιτυχίες του Δίφιλου, του Φιλήμονος, του Μενάνδρου. Το νέο θεατρικό είδος που ονομάστηκε Νέα Αττική Κωμωδία. Βρισκόταν τότε σ’ όλη του την ακμή. Η επιτυχία του φαίνεται ότι βασιζόταν στ’ ασυνήθιστα θέματά του και στην πρωτότυπη γλώσσα του. Η επίδραση που άσκησε ξεπέρασε τους συγχρόνους του κι έφτασε μέχρι τον Πλαύτο (Poenulus) κι ως τον Τερέντιο. Έργα του είναι: Ισοστάσιον, Τοκιστής, Τροφώνιος, Γυναικοκρατία, Πυθαγορίζουσα, Φιλοτραγωδός κ.ά.

Αλκαίος . Τραγικός ποιητής απ’ την Αθήνα που αναφέρεται στη Σούδα σαν ο πρώτος τραγικός ποιητής. Αν δεχθούμε κάτι τέτοιο πρέπει να έζησε τον 6ο π.Χ. αιώνα.

Αλκαίος απ’ την Αθήνα . Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα, γιος του Μίκκου. Το 388 π.Χ. με την Πασιφάη του διαγωνίστηκε τον Αριστοφάνη και πήρε την πέμπτη θέση. Πρέπει να υποθέσουμε ότι είχε αρχίσει τη σταδιοδρομία του από πιο παλιά. Έγραψε 10 θεατρικά έργα. Μας είναι γνωστοί 8 τίτλοι. Τέσσερις απ’ αυτούς φανερώνουν θέματα απ’ τη μυθολογία: Γανυμήδης, Ενδυμίων, Ιερός γάμος (του Δία), Πασιφάη, Καλλιστώ (εταίρα;), Παλαίστρα (εταίρα;), μια ιστορία μοιχείας και μια Κωμωδοτραγωδία. Εδώ όπως και στ’ άλλα έργα του, επρόκειτο για παρωδίες μύθων και τραγωδιών. Αυτό το στοιχείο χαρακτηρίζει τον Αλκαίο σαν ποιητή της Μέσης Αττικής Κωμωδίας, μολονότι η Σούδα τον κατατάσσει στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Δεν πρέπει να τον παρεξηγούμε με τον ποιητή Αλκαίο απ’ τη Μεσσήνη, τον επιγραμματοποιό Αλκαίο απ’ τη Μυτιλήνη και τον λυρικό ποιητή Αλκαίο κι αυτόν απ’ τη Μυτιλήνη.

Αλκιμένης απ’ την Αθήνα . Κωμικός ποιητής σύμφωνα με τη Σούδα, Φαίνεται ότι ο Αλκιμένης τούτος είναι ο ίδιος μ’ αυτόν που αναφέρεται στην Καινή ιστορία του Πτολεμαίου με το όνομα Αλκμάνης στον οποίο όπως και στον Αλκιμένη αποδίδεται το έργο αι Κολυμβώσαι.

Αλκιμένης απ’ τα Μέγαρα . Σύμφωνα με τη Σούδα τραγικός ποιητής απ’ τα Μέγαρα που τον διαχωρίζει απ’ τον ομώνυμό του απ’ την Αθήνα.

Αλκμαίων . Τραγικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα. Υπήρξε μαθητής του Ισοκράτη. Λένε ότι έγραψε 240 τραγωδίες και νίκησε 15 φορές σε διαγωνισμούς.

Page 11: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

11

Αλκμάνης . Βλέπε Αλκιμένης απ’ την Αθήνα.

Αμειψίας . Κωμικός ποιητής του δεύτερου μισού του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα, σύγχρονος κι ανταγωνιστής του Κρατίνου και του Αριστοφάνη. Στα Διονύσια του 423 π.Χ. πήρε τη δεύτερη θέση (Κόννος) και νίκησε τον Αριστοφάνη και τον Φρύνιχο το 414 π.Χ. (Κωμασταί). Σε μας φτάσαν 7 τίτλοι έργων του. Σ’ αυτά φαίνεται ότι απουσιάζουν τελείως τα πολιτικά θέματα. Οι προσωπικές επιθέσεις γίνονταν μέσα στα επιτρεπόμενα όρια. Στον Κόννο π.χ. ο Σωκράτης ανάμεσα στους μαθητές του παραδίνεται σε καλόκαρδο σκώμμα σα φτωχός κι ενδεής φιλόσοφος ενώ την ίδια στιγμή παρουσιάζεται και σαν άνθρωπος με σταθερό χαρακτήρα. Άλλα έργα του (ανάμεσά τους κι ένα με τον τίτλο Σαπφώ) πρέπει ν’ ασχοληθήκαν με θέματα χωρίς προβληματισμό. Λίγα μόνο αποσπάσματα έχουν σωθεί, όμως κανένα Δε σώθηκε απ’ τους Κωμαστές που μ’ αυτό ο Αμειψίας πέτυχε να νικήσει τον Αριστοφάνη που κι αυτός με τη σειρά του μ’ έναν προσβλητικό σαρκασμό, πήρε την εκδίκησή του στους Βατράχους του.

Αμφίας . Βλέπε Άμφις.

Άμφις . Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα. Ανήκει στη Μέση Αττική Κωμωδία. Καταγόταν ίσως απ’ την Άνδρο. Φτάσαν μέχρι εμάς 28 τίτλοι έργων του και περίπου 50 αποσπάσματα. Τα θέματά του ήσαν άλλοτε μυθολογικά κι άλλοτε επαγγελματικά προβλήματα και προβλήματα της καθημερινής ζωής. Ένα έργο του η Γυναικοκρατία μας κάνει να υποθέσουμε ότι μπορεί να ήταν μίμηση των Εκκλησιαζουσών του Αριστοφάνη. Άλλα του έργα, όπως ο Διθύραμβος κι η Σαπφώ, πρέπει να περιείχαν κριτική για μουσικούς νεωτερισμούς της εποχής του. Στο έργο Αμφικράτης διακωμωδούσε τον Πλάτωνα που ακόμα ζούσε (έτσι έχουμε από κάπου να πιαστούμε για να προσδιορίσουμε την εποχή της δράσης του). Άλλα έργα του: Αμπελουργός, Αθάμας, Φιλάδελφος. Ο Άμφις λεγόταν επίσης και Αμφίας.

Αναξανδρίδης . Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα απ’ την Κάμειρο της Ρόδου ή την Κολοφώνα. Ανήκει στη Μέση Αττική Κωμωδία. Έζησε ανάμεσα στο 382 και 348 π.Χ. Πήρε μέρος με τα έργα του σε παραστάσεις στην Αθήνα. Στο διάστημα αυτό έγραψε 65 κωμωδίες και κέρδισε 10 νίκες (για πρώτη φορά το 376 π.Χ.). Αρκετές επίσης φορές κέρδισε δεύτερο, τρίτο και τέταρτο βραβείο. Παρουσιάστηκε επίσης και μ’ έναν διθύραμβο. Απ’ τους 42 γνωστούς μας τίτλους 15 έχουν θέματα απ’ τη μυθολογία (μεταξύ άλλων Ελένη, Πρωτεσίλαος, Θησεύς), μερικοί έχουν την αρχή τους στην καθημερινή ζωή ή είναι έργα χαρακτήρων, με τύπους που είχαν πια καθιερωθεί στην κωμωδία. Δε λείπαν και τα πειράγματα πολιτικού περιεχομένου. Ο Αναξανδρίδης πρέπει να παρουσίασε για πρώτη φορά ερωτικές ιστορίες δικής του επινόησης κι όπως αναφέρει η Σούδα και πρώτος ούτος και παρθένων φθοράς εισήγαγεν. Ο Αριστοτέλης έδωσε προθέματα απ’ τα έργα του, ενώ ο Χαμαιλέων έκανε περιγραφή των χαρακτηριστικών του. Μαζί με τον Αντιφάνη και τον Άλεξη τον θεωρούσαν σαν τον πιο σημαντικό εκπρόσωπο της Μέσης Αττικής Κωμωδίας.

Αναξίλας . Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα (περίπου το 340 π.Χ.). Ανήκει στη Μέση Αττική Κωμωδία. Τ’ ακριβή χρόνια της ζωής του βγαίνουν από χρονικές αναφορές που γίνονται στα έργα του. Απ’ τους 20 γνωστούς τίτλους έργων του (40 αποσπάσματα) μερικοί είναι παρωδίες μύθων (π.χ. Κίρκη), ενώ άλλοι ασχολούνται με την καθημερινή ζωή (π.χ. Νεοττίς, όπου παρουσιάζεται σαν κύριο πρόσωπο μια πολύ γνωστή εταίρα, κάτι που κάνει δυνατή κάποια χρονολόγηση). Στο είδος της κωμωδίας χαρακτήρων ανήκε ο Μονότροπος (ιδιότροπος). Άλλες κωμωδίες του είναι Κίρκη, Χάριτες, Καλυψώ, Νηρεύς, Γλαύκος, Μάγειροι, Λυροποιός, Πλούσιοι, Αυλητής, Αγροίκος, Χρυσοχόος, Ορνιθοκόμος. Πολλές φορές ο Αναξίλας μίλησε περιπαιχτικά για τον Πλάτωνα κι έκανε κριτική εναντίον της σύγχρονης μουσικής. Λεγόταν επίσης και Αναξίλαος.

Page 12: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

12

Αναξίλαος . Βλέπε Αναξίλας.

Ανάξιππος . Κωμικός ποιητής γύρω στο 300 π.Χ. (κατά τη Σούδα 307/6 και 286/5 π.Χ., την εποχή του Αντιγόνου και Δημητρίου του Πολιορκητού). Ανήκει στη Νέα Αττική Κωμωδία. Μόνο 4 τίτλοι έργων του μας έχουν σωθεί (Φρέαρ, Κιθαρωδός, Επιδικαζόμενος, Κεραυνούμενος ή Κεραυνός) και 7 αποσπάσματα. Ένα κάπως πιο εκτεταμένο κομμάτι (49 στίχοι), στο οποίο ένας μάγειρας εκθέτει τη θεωρία του για τη μαγειρική που αποδίδεται σ’ έναν άγνωστό μας από αλλού Άνθιππο, θα μπορούσε ν’ αποδοθεί κι αυτό στον Ανάξιππο.

Ανδρόνικος ο Λίβυος . Ποιητής και φιλόσοφος απ’ τον Τάραντα, ελληνικής καταγωγής, αργότερα Ρωμαίος πολίτης. Στη Ρώμη ήρθε σαν δούλος το 272 π.Χ. Μετάφρασε έργα Ελλήνων στα λατινικά. Θεωρείται σαν ο ιδρυτής της λατινικής λογοτεχνίας. Έργα του είναι μια έμμετρη μετάφραση της Οδύσσειας στα λατινικά, απ’ την οποία σώζονται 35 γνήσια αποσπάσματα και τραγωδίες με θέματα απ’ τον Τρωικό πόλεμο (Αχιλλεύς, Αίγισθος, Ερμιόνη, Δανάη, Ινώ, Ανδρομέδα, Τηρεός κι ένα έργο που διακωμωδεί τον κομπορρήμονα στρατιώτη με τίτλο Gladiolus (εγχειρίδιο).

Ανθέας . Κωμικός ποιητής του 7ου ή 6ου π.Χ. αιώνα, απ’ τη Λίνδο της Ρόδου που αναφέρεται απ’ τον Αθήναιο. Κατά τον Αριστοφάνη γύριζε τη χώρα τραγουδώντας σκωπτικούς στίχους.

Άνθιππος . Κωμικός ποιητής που σχεδόν δε γνωρίζουμε τίποτα γι’ αυτόν Πρέπει να έζησε γύρω στο 300 π.Χ. Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Του αποδίδεται ένα κάπως εκτεταμένο κομμάτι (49 στίχοι), στο οποίο ένας μάγειρας εκθέτει τη θεωρία του για τη μαγειρική που το διεκδικεί κι ο Ανάξιππος.

Αντίδοτος . Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Δεν είναι γνωστό τίποτα περισσότερο γι’ αυτόν.

Αντιφάνης ο Στεφάνου . Κωμικός ποιητής του 4ου/3ου π.Χ. αιώνα της Μέσης Αττικής Κωμωδίας (408/4-334/31 π.Χ., ακμή του 330 π.Χ.;) Άγνωστη η καταγωγή του (μάλλον απ’ τη Σμύρνη ή τη Ρόδο). Πολιτογραφήθηκε στην Αθήνα με πρόταση του Δημοσθένη. Η πρώτη παράσταση του έργου του έγινε το 386/3 π.Χ. Πέθανε σε ηλικία 74 χρόνων περίπου, (334/31 π.Χ.). Το πλήθος των έργων του αποδίδεται με διαφορετικούς μεταξύ τους αριθμούς 260, 280 ή και 365 (ασφαλώς εδώ περιλαμβάνονται εξωτερικές παραστάσεις κι επαναλήψεις). Μαρτυριούνται 13 νίκες, παρ’ όλο που τον επαινούσαν για το χειρισμό της αττικής γλώσσας με πολλή χάρη κι ότι είχε εύκολα κι έξυπνα ευρήματα στα έργα του. Σε μας φτάσαν 300 αποσπάσματα. Απ’ αυτά γίνονται φανεροί περίπου 120 τίτλοι, ανάμεσά τους πολυάριθμα μυθικά θέματα, μάλλον παρωδίες τραγωδιών: Αίολος, Άδωνις, Ανδρομέδα, Οινόμαος, Άλκηστις, Μήδεια, Βάκχαι). Πάνω από 30 τίτλοι παρουσιάζουν χαρακτήρες (Παράσιτος, Αγροίκος = χωριάτης, Οιωνιστής = δεισιδαίμονας, Μισοπόνηρος = ηθικολόγος κ.ά.). Δίπλα σ’ αυτούς μια σειρά από τύπους επαγγελματιών (γιατρός, στρατιώτης, πολλά καλλιτεχνικά επαγγέλματα, όπως ζωγράφος, αυλητής, ηθοποιός). Ακόμα τυπικοί τίτλοι με ονόματα (Νεοττίς, Χρυσίς, Αρκάς, Εφεσία κ.ά.). Άλλα έργα του: Αλιευομένη, Αγροίκος, Τριταγωνιστής, Ποίησις, Ακοντιζομένη, Ακέστρια (ράπτρια) κ.ά. Επικρατούν σε μεγάλο βαθμό τα θέματα της καθημερινής ζωής κι ακόμα τα χαρακτηριστικά ερωτικά θέματα της Μέσης Αττικής Κωμωδίας. Εκτός όμως απ’ αυτά ο Αντιφάνης πραγματεύτηκε, μ’ έναν τρόπο που ξέφυγε τελείως απ’ τους καθιερωμένους τύπους κι άλλα θέματα: το Πρόβλημα κι η Σαπφώ βάζαν για λύση αινίγματα (σε εξάμετρους στίχους). Στο έργο του με τον τίτλο Ποίησις συγκρίνει με τρόπο αστείο τον τραγικό και τον κωμικό ποιητή. Τον πρώτο τον καλοτυχίζει, γιατί σε στιγμές ανάγκης έχει

Page 13: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

13 πάντα στη διάθεσή του τον από μηχανής θεό. Πίσω ωστόσο από τέτοιου είδους αστείες συγκρίσεις κρύβεται μόνο η αξίωση του ποιητή για καλλιτεχνική αναγνώριση. Η γλώσσα του Αντιφάνη κι η περιγραφική του ικανότητα ήσαν ονομαστές. Με γνήσια αττικά αστεία και με λεπτή χάρη διακωμωδεί και παρωδεί τα αντικείμενα της επίθεσής του (π.χ. τον πομπώδη στόμφο ενός ευριπιδικού προλόγου ή τα ακατάληπτα των φιλοσόφων). Ήταν ένας απ’ τους γόνιμους και πιο πετυχημένους δεξιοτέχνες της Μέσης Αττικής Κωμωδίας. Μ’ αυτόν ασχοληθήκαν ο Δημήτριος ο Φαληρεύς κι ο Δωρόθεος ο Ασκαλωνίτης.

Αντιφάνης . Σύμφωνα με τη Σούδα κωμικός ποιητής απ’ την Αθήνα, νεώτερος του φιλοσόφου Παναιτίου.

Αντιφάνης . Τραγικός ποιητής απ’ την Κάρυστο. Σύμφωνα με τη Σούδα έζησε την εποχή του Θέσπη (6ος π.Χ. αιώνας).

Αντιφών . Τραγικός ποιητής απ’ την Αθήνα. Έζησε στην αυλή του Διονυσίου του Α’ στις Συρακούσες (5ος/4ος π.Χ. αιώνας), με διαταγή του οποίου θανατώθηκε. Απ’ τα έργα του μας είναι γνωστοί οι τίτλοι: Ανδρομάχη, Ιάσων, Μελέαγρος, Φιλοκτήτης. Ο Αντιφών μαζί με τον Αγάθωνα και τον Ευριπίδη εκπροσωπεί την αρχαία ελληνική τραγωδία στο Καθαρτήριο του Δάντη. Οι χρονολογίες της ζωής του συχνά συγχέονται με τις χρονολογίες του ρήτορα και του σοφιστή Αντιφώντα.

Αξιόνικος . Κωμικός ποιητής άγνωστης εποχής (ίσως του 4ου π.Χ. αιώνα). Πρέπει ν’ ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία. Μας είναι γνωστά μόνο 4 έργα του. Ένα απ’ αυτά είναι ο Φιλευριπίδης που είναι μια μαρτυρία για τον ενθουσιασμό που είχε γίνει της μόδας να προκαλεί αυτή την εποχή αυτός ο ποιητής. Τ’ άλλα 3 έργα του είναι: Τίλεννα, Τυρρηνός και Χαλκιδικός ή Χαλκίς.

Απελλής ο Ασκαλωνίτης . Τραγικός ποιητής (;) κι υποκριτής απ’ την Ασκάλωνα της Παλαιστίνης. Δεν υπάρχει καμιά διαφωτιστική πληροφορία γι’ αυτόν.

Απολλόδωρος ο Αθηναίος . Η Σούδα τον αναφέρει σαν κωμικό ποιητή που έγραψε 47 έργα και κέρδισε 5 νίκες, Ίσως να ταυτίζεται με τον Απολλόδωρο απ’ την Κάρυστο.

Απολλόδωρος ο Γελώος . Κωμικός ποιητής του τέλους του 4ου π.Χ. αιώνα απ’ τη Γέλα. Πρέπει ν’ ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Ήταν σύγχρονος του Μενάνδρου (αναφέρεται στον κατάλογο των νικητών λίγο μετά το 321 π.Χ.). Η Σούδα απαριθμεί 7 τίτλους με θέματα απ’ τη μυθολογία κι απ’ την καθημερινή ζωή: Αποκαρτερών ή Φιλάδελφοι, Δευσοποιός (Δευς = Δίας), Ιέρεια, Γραμματειδιοποιός, Ψευδαίας, Σίσυφος, Αισχύων. Λόγω συχνής σύγχυσης με τον Απολλόδωρο τον Καρύστιο δεν είναι σίγουρη η απόδοση των αποσπασμάτων.

Απολλόδωρος ο Καρύστιος . Η Σούδα τον χαρακτηρίζει Αθηναίο. Κωμικός ποιητής ων αρχών του 3ου π.Χ. αιώνα απ’ την Κάρυστο που του αποδίδονται 5 νίκες (η πρώτη ίσως μετά το 290 π.Χ.). Απ’ τα 47 έργα που πρέπει να έγραψε, μας είναι γνωστοί 12 τίτλοι. Μεταξύ άλλων χρησιμοποίησε τους Επιτρέποντες του Μενάνδρου για ένα καινούργιο δικό του έργο με τον τίτλο Εκυρά (πεθερά) που το χρησιμοποίησε αργότερα ο Τερέντιος ο οποίος χρησιμοποίησε και τον Επιδικαζόμενον του Απολλόδωρου για τον δικό του Formio. Με τις φροντισμένες σπουδές του πάνω σε θέματα απ’ τον οικογενειακό κύκλο κι απ’ το αστικό περιβάλλον ο Απολλόδωρος προώθησε την εξέλιξη της Νέας Αττικής Κωμωδίας που είχε αρχίσει με τον Μένανδρο, χωρίς βέβαια να μπορέσει να φτάσει το επίπεδο του προκατόχου του.

Page 14: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

14

Απολλόδωρος ο Ταρσεύς . Τραγικός ποιητής απ’ την Ταρσό. Έργα του που αναφέρονται στη Σούδα είναι: Ανθοπλήξ, Τεκνοκτόνος, Έλληνες, Θυέστης, Ικέτιδες, Οδυσσεύς.

Απολλοφάνης . Κωμικός ποιητής γύρω στο 400 π.Χ. απ’ την Αθήνα. Η Σούδα αναφέρει τους τίτλους 5 έργων του (με μυθολογικά θέματα) και μια νίκη του. Τον θεωρούσαν σαν έναν απ’ τους τελευταίους εκπροσώπους της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας. Έργα του: Κρήτες, Δανάη, Δαλίς, Ιφιγέρων, Κένταυροι.

Απολλωνίδης . Τραγικός ποιητής. Σωθήκαν μόνο δυο αποσπάσματα έργων του. Πιο συγκεκριμένες πληροφορίες γι’ αυτόν δεν υπάρχουν.

Απολλώνιος ο Σωτάδου . Μιμογράφος, κιναιδολόγος που ασχολήθηκε και με τη συλλογή και μελέτη των ποιημάτων του πατέρα του Σωτάδη του κιναιδογράφου.

Αραρώς . Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία. Ήταν ένας απ’ τους 3 γιους του Αριστοφάνη (οι άλλοι ήσαν ο Φίλιππος κι ο Νικόστρατος ή Φιλέταιρος). Ο Αριστοφάνης αναγνώριζε μεγαλύτερες ικανότητες στον Αραρότα γι’ αυτό και τον έβαλε να διδάξει τα δυο τελευταία έργα του, τον Αιτωλίσκωνα και τον Κώκαλον στις οποίες πρωταγωνίστησε ο Αραρώς. Έγραψε όμως και πολλές δικές του κωμωδίες οι οποίες ναι μεν δε φτάνουν τις δυνατότητες του πατέρα του, αλλά σύμφωνα με τις αρχαίες μαρτυρίες δεν στερούνται από αξία. Κι αυτός πήρε μέρος σε αγώνες. Τίτλοι των έργων του κατά τη Σούδα είναι: Άδωνις, Καινεύς, Πανός γοναί, Καμπυλίων, Παρθενίδιον, Υμέναιος.

Αρισταγόρας . Κωμικός ποιητής απ’ την Αθήνα, αβέβαιης εποχής. Ανήκε μάλλον στην Αρχαία Αττική Κωμωδία κι ήταν σύγχρονος του Αριστοφάνη. Με τ’ όνομά του σώθηκε ένας τίτλος (Μαμμάκυθος = ηλίθιος) που μπορεί να ήταν και διασκευή ενός έργου του Μεταγένη.

Αρίσταρχος ο Τεγεάτης . Τραγικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Τεγέα, σύγχρονος του Ευριπίδη. Έπασχε από κάποια αρρώστια και τον γιάτρεψε ο Ασκληπιός. Η Σούδα αποδίδει σ’ αυτόν 70 τραγωδίες και 2 νίκες. Πέθανε σε ηλικία περίπου 100 ετών. Γνωστοί τίτλοι έργων του: Αχιλλεύς (μεταφράστηκε απ’ τον Έννιο στα λατινικά), Τάνταλος, Ασκληπιός. Μια ακατανόητη σημείωση της Σούδα του αποδίδει ακόμα και κάποιον θεατρικό νεωτερισμό : ος πρώτος εις το νυν αυτών μήκος τα δράματα κατέστησεν.

Αριστίας ο Φλειάσιος . Τραγικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Φλειούντα, γιος του τραγικού ποιητή Πρατίνα. Ο γιος πέτυχε με έργα του πατέρα του το 467 π.Χ. μια δεύτερη νίκη, με δικά του όμως έργα γύρω στο 460 π.Χ. μια πρώτη νίκη. Εφτά τίτλοι μας είναι γνωστοί: Ανταίος, Αταλάντη, Κήρες, Κύκλωψ, Ορφεύς, Χαμαιλέων (το τελευταίο ένα απ’ τα σατυρικά του δράματα που αρέσαν πολύ).

Αριστόδημος . Τραγικός ποιητής στην Αθήνα την εποχή του Δημοσθένη, δηλαδή τον 4ο π.Χ. αιώνα. Λεγόταν και Στεμφύλιος. Ήταν ακόμα και πρεσβευτής προς τον Φίλιππο.

Αριστομένης . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα στην Αθήνα. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Πρέπει να γεννήθηκε γύρω στο 470 π.Χ. και νίκησε το 394 π.Χ. Το 388 π.Χ.

Page 15: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

15διαγωνίστηκε με τον Αριστοφάνη. Μας σωθήκαν αποσπάσματα από αρκετά έργα του (ανάμεσά τους κι ένας Διόνυσος ασκητής) ενώ για μερικά έργα του έχουμε περιγραφική μαρτυρία. Άλλα έργα του: Άδμητος, Γόητες, Βοηθός, Υλοφόρος. Απ’ αυτά με το πρώτο διαγωνίστηκε τον Πλούτο του Αριστοφάνη.

Αριστοφάνης . Ο μεγαλύτερος κωμικός ποιητής κι ο κύριος εκπρόσωπος της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας. Η κ α τ α γ ω γ ή τ ο υ π ο ι η τ ή. Για τη ζωή και την προσωπικότητα του Αριστοφάνη πολύ λίγα μας είναι γνωστά. Εκτός απ’ τους δυο βίους του που σωθήκαν και που απ’ αυτούς έκανε ένα συνοθύλευμα ο Θωμάς Μάγιστρος, έχουμε ακόμα ένα άρθρο στο λεξικό της Σούδα, μια μικρή σημείωση από Ανώνυμο Περί κωμωδίας κι ακόμα ένα σχόλιο στην Απολογία του Πλάτωνα. Σώθηκε επίσης κι ένα επίγραμμα για τον Αριστοφάνη που αποδίδεται στον Πλάτωνα. Απ’ τα ελάχιστα αυτά στοιχεία πολύ λίγα πράγματα μπορούμε να γνωρίζουμε για τη ζωή του. Το μεγαλύτερο μέρος της βιογραφίας του συμπληρώνεται από διάφορους στίχους των κωμωδιών του, όπου ο ποιητής κάνει υπαινιγμό πότε άμεσα και πότε έμμεσα για τον εαυτό του. Έτσι τα σίγουρα δεδομένα για τη ζωή του είναι τόσο λίγα που κι αυτός ο χρόνος της γέννησης και του θανάτου του ορίζεται με εικασίες. Ακόμα υπάρχουν πολλές αμφισβητήσεις για την καταγωγή του, του τόπου που έζησε, της δημόσιας κι ιδιωτικής του δράσης, της σχέσης του με άλλα πρόσωπα και γεγονότα της εποχής του. Έτσι μπορούμε να πούμε ότι ο Αριστοφάνης εξ αιτίας μιας συγκυρίας που οφειλόταν ίσως στη μοναχική του ζωή και στην κρυπτωνυμία του, γιατί απόφευγε να βάζει τ’ όνομά του στα έργα του, χρησιμοποιώντας τα ονόματα άλλων, αν και για σαράντα ολόκληρα χρόνια κυριαρχούσε στην κωμική σκηνή της Αθήνας κι έγινε το δημοτικότερο πρόσωπο της εποχής του, γνωστός ακόμα και στον τελευταίο Αθηναίο, έμεινε στην ιστορία ο πιο άγνωστος κι ακαθόριστος βιογραφικά απ’ τους αρχαίους ποιητές. Είναι βέβαιο ότι ο Αριστοφάνης, αν κι αγωνίστηκε με πολύ θάρρος σαν κοινωνικός και πολιτικός σατιριστής απ’ την αττική σκηνή, πολύ λίγο ανακατεύτηκε στον δημόσιο βίο κι έζησε αποτραβηγμένος στις πνευματικές του ασχολίες, γι’ αυτό οι μεταγενέστεροι αρχαίοι πολύ λίγα, όπως και μεις, γνωρίζαν γι’ αυτόν κι ελάχιστα μας αφήσαν. Έτσι είναι γνωστό για τη ζωή του ότι ήταν Αθηναίος απ’ το δήμο Κυδαθηναίων κι απ’ την Παντιονίδα φυλή και γι’ αυτό ονομαζόταν Κυδαθηναιεύς. Ο πατέρας του λεγόταν Φίλιππος. Αν κι η επικρατέστερη επωνυμία του ήταν Αιγινήτης, γιατί έζησε τον περισσότερο χρόνο της ζωής του στην Αίγινα, όπου αυτός ή ο πατέρας του στάλθηκε σαν κληρούχος γι’ αυτό και λέγαν πως γεννήθηκε στην Αίγινα, αν και διάφορες λες πηγές που προέρχονται απ’ τον Ηλιόδωρο δια μέσου του Αθήναιου μυθοπλαστικά παρουσιάζουν τον Αριστοφάνη να κατάγεται απ’ τη Ρόδο (απ’ τη Λίνδο ή την Κάμειρο) ή απ’ την Αίγυπτο. Η Σούδα αναφέρει ότι προερχόταν από δούλους. Μ’ αυτά σχετίζεται κι αυτή που αναφέρεται γραφή ξενίας που επέδωσε κατά του Αριστοφάνη ο δημαγωγός Κλέων, θέλοντας να κλείσει το στόμα του ποιητή για τις εναντίον του απ’ τη σκηνή εκτοξευόμενες κατηγορίες και βλασφημίες. Η γραφή ξενίας ήταν μήνυση κατά παντός ξένου που αντιποιείται δικαιώματα Αθηναίου πολίτη. Κι όχι μόνο μια φορά αλλά δυο και τρεις φορές λένε ότι ο Κλέων επέμεινε να κατηγορεί τον Αριστοφάνη σαν ξένο. Και μάλιστα την τρίτη γραφή ξενίας την έκανε μετά την παράσταση των Ιππέων. Την ξενική καταγωγή του Αριστοφάνη υπαινισσόταν κι ο ανταγωνιστής του κωμικός Εύπολις ο οποίος σ’ ορισμένους του στίχους παραπονιόταν για τις επιδόσεις κι επιτυχίες των ξένων στην Αθήνα, αν και δεν είναι βέβαιο ότι οι στίχοι αυτοί του Εύπολη αναφέρονται στον Αριστοφάνη ή θίγουν γενικότερο δημογραφικό πρόβλημα της αρχαίας Αθήνας. Τη δίωξή του σαν ξένο απ’ τον Κλέωνα ο Αριστοφάνης την υπαινίσσεται στους Σφήκες (1284-1291). Όμως είναι βέβαιο ότι παρ’ όλες τις επιθέσεις των αντιπάλων του ο ποιητής ήταν απ’ τη μητέρα του γνήσιος Αθηναίος, υπήρχε μόνο κάποια αμφιβολία για το γένος του πατέρα του Φιλίππου, αλλά κι αυτή φαίνεται ανυπόστατη, γιατί είναι γνωστό ότι το 430 π.Χ. ο Αριστοφάνης με τους γονείς του, σαν γνήσιοι Αθηναίοι, πήραν για ιδιοκτησία τους έναν κλήρο στην Αίγινα όταν το 431 π.Χ. υποδουλώθηκε στους Αθηναίους κι έγινε η κατακληρούχηση του νησιού απ’ αυτούς. Στο αγρόκτημα αυτό πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ο Αριστοφάνης που αστειευόμενος αναφέρει στους Αχαρνής του (563) ότι οι Λακεδαιμόνιοι ζητούσαν να πάρουν την Αίγινα για να κάνουν δικό τους τον ποιητή που ζούσε σ’ αυτήν. Παρ’ όλα αυτά είναι βέβαιο ότι, όπως λεει ο γραμματολόγος Κριστ, αν δεν κυκλοφορούσε στις φλέβες του Αριστοφάνη καθαρό αττικό αίμα, το φρόνημά του όπως κι παιδεία του δείχναν, περισσότερο από κάθε άλλον γνήσιο Αθηναίο να γνωρίζει την αττική γλώσσα και ζωή. Κι αυτή την ιδέα για τη γνήσια αθηναϊκή καταγωγή του την είχε κι ο ίδιος ο Αριστοφάνης, γιατί, σύμφωνα με την παράδοση, στη δίκη επί ξενία αναφέρθηκε στον ομηρικό στίχο ούτις επί γόνον αυτός ανέγνω κι ακόμα στη συλλογή των αττικών επιγραφών αναφέρεται και βουλευτής Αριστοφάνης Κυδαθηναιεύς και πρόκειται ίσως για κάποιον συγγενή, θείο ή παππού του Αριστοφάνη. Ο χρόνος ακμής

Page 16: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

16

του ποιητή, από υποθέσεις που βασίζονται σε σίγουρες πληροφορίες είναι μεταξύ του 450 και 385 π.Χ. γιατί δε φαίνεται μεν πουθενά η ακριβής χρονολογία της γέννησής του, το γεγονός όμως ότι οι Ιππής του διδαχτήκαν το 424 π.Χ., κι οι Διαιταλείς το 427 π.Χ. (που θεωρείται και το πρώτο του έργο), δείχνει ότι τότε ο ποιητής είχε γίνει ενήλικας για να έχει το δικαίωμα να διεκδικήσει Χορό κωμωδών, δηλαδή κατά πάσαν πιθανότητα το 425 π.Χ. ήταν 25 ετών ή το πολύ 30 κι έτσι σαν έτος της γέννησής του με βεβαιότητα μπορεί να καθοριστεί μέσα στην πενταετία 455-450 π.Χ. Κι ο ίδιος ο Αριστοφάνης αναφέρει μεταφορικά στις Νεφέλες ότι παρουσίασε την πρώτη κωμωδία του σε πολύ νεαρή ηλικία : και εγώ ήμουν ακόμα ανήλικος και δεν μου επιτρέπεται να τεκνοποιήσω, γι’ αυτό το έργο μου το άφησα έκθετο. Έτσι ο σχολιαστής του βγάζει αυθαίρετα το συμπέρασμα ότι σχεδόν μειρακίσκος ήδη ήπτετο των αγώνων, δηλαδή ήταν ακόμα σχεδόν μειράκιον (κάτω των 20 ετών) όταν διαγωνίστηκε με το πρώτο του έργο. Ακαθόριστη επίσης είναι κι η χρονολογία του θανάτου του. Το τελευταίο σίγουρα έργο του που ανέβασε στη σκηνή υπήρξε ο δεύτερος Πλούτος (δηλ. ο αναθεωρημένος και τροποποιημένος) που διδάχτηκε το 388 π.Χ. στη γιορτή των Διονυσίων κι ακόμα δυο έργα του. Τον Κώκαλον και τον Αιολοσίκωνα δίδαξε μετά το 388 π.Χ. όχι ο ίδιος με το δικό του όνομα, αλλά με το όνομα του γιου του Αραρότος, θέλοντας στα τελευταία χρόνια της ζωής του να τον επιβάλει για διάδοχό του στο αθηναϊκό κοινό. Σύμφωνα λοιπόν μ’ αυτά μπορούμε να ορίσουμε με πιθανότητα το χρόνο του θανάτου του περίπου το 385 π.Χ. κι ίσως το Συμπόσιο του Πλάτωνος που γράφτηκε το 384 π.Χ. και που μπαίνει ο ποιητής και μιλάει με τον Σωκράτη να γράφτηκε σε ανάμνηση και σαν μνημόσυνο του Αριστοφάνη που είχε πεθάνει πριν από λίγο καιρό. Η π α ι δ ε ί α τ ο υ π ο ι η τ ή. Για την αγωγή του Αριστοφάνη και γενικά για την παιδεία του φαίνεται απ’ τα έργα του ότι είχε εξαιρετική κατάρτιση τόσο γενική όσο κι ειδική, δηλαδή εκτός απ’ την καθολική μόρφωση που έδινε η Αθήνα την εποχή του Περικλή, ήξερε πολύ καλά τα έργα των πριν απ’ αυτόν ποιητών κι ακόμα είχε μελετήσει πολύ καλά τη φιλολογική παράδοση. Στη σκηνική τέχνη τελειοποιήθηκε μετά από επίμονη προσπάθεια, γιατί ο νεαρός ποιητής δεν είχε αποχτήσει στα πρώτα του έργα τη σκηνική πείρα και κατεχόταν από μια έμφυτη δειλία πιστεύοντας ότι η τέχνη είναι δύσκολο επιχείρημα που πρέπει να το κάνει κανείς με σεβασμό και μετά από μεγάλη προπαρασκευή. Γι’ αυτό και λεει στους Ιππής ότι πριν γίνει κάποιος πηδαλιούχος πρέπει να ασκηθεί πρώτα καλά στην κωπηλασία και κατηγορεί τον προγενέστερό του κωμικό ποιητή για τις κενολογίες του και τα χοντρά του αστεία, πιστεύοντας ότι ο καλλιτέχνης δεν πρέπει να παρασύρεται από εντυπωσιακές επιδιώξεις κι υπαινισσόμενος τη μεγάλη του προσπάθεια για τη σκηνική τέχνη και τη μαθητεία και συνεργασία του με παλιότερους ποιητές κάνει λόγο στους Βατράχους (1018) όταν λεει ότι με τον τρόπο του εγγαστρίμυθου μάντη Ευρυκλή παρουσιάζεται στην αρχή το κωμικό ταλέντο του, όχι απ’ ευθείας αλλά μέσα από πολλούς άλλους ποιητές τους οποίους βοηθούσε κρυφά εις αλλοτρίας γαστέρας ενδύς, κωμωδικά πολλά χέασθαι, δηλαδή εισχωρώντας σε ξένες κοιλιές, έκανε να βγαίνουν απ’ αυτές πολλά κωμωδιακά επινοήματα. Ο Αριστοφάνης παρουσιάζεται επίσης πιο συντηρητικός απ’ τις τραγωδίες του Αισχύλου κι απ’ τις ωδές του Στησιχόρου και του Πινδάρου, περισσότερο θαύμαζε για τον συντηρητισμό του τον Αισχύλο που του δίνει στους Βατράχους μετά από αγώνα με τον Ευριπίδη στον Άδη τα πρωτεία της ποίησης. Ο Αριστοφάνης ήξερε, σαν αληθινός ποιητής, να εκμεταλλεύεται τα λογοτεχνικά επιτεύγματα των συγχρόνων του, του Εύπολη, του Κράτη, του Σοφοκλή και κυρίως του Ευριπίδη, ο οποίος παρ’ όλο ότι ήταν ο συχνός στόχος των επιθέσεων και διακωμωδήσεών του, εξάσκησε μεγάλη επίδραση στο ύφος, στην τεχνική και στη γλώσσα του Αριστοφάνη τόσο που ο Κρατίνος ο νεότερος, κωμωδιογράφος της Μέσης Κωμωδίας, για να χαρακτηρίσει το κοινό ύφος και την προσκόλληση του Αριστοφάνη στον Ευριπίδη έπλασε το ρήμα ευριπιδαριστοφανίζειν. Όπως φαίνεται απ’ τις ευριπίδειες παρωδίες του Αριστοφάνη, αυτός διάβαζε τόσο πολύ τα έργα του Ευριπίδη, ώστε τα είχε μάθει απ’ έξω. Ο Αριστοφάνης όπως παρουσιάζεται στους Όρνιθες (690), είχε ασχοληθεί με τις θεωρίες των Ορφικών και μάλιστα με τη Θεογονία, τις οποίες πίστευε. Αλλού πάλι στους Όρνιθες (692) αναφέρει τον Πρόδικο και τη θεωρία για την καταγωγή της θρησκείας. Ο Α ρ ι σ τ ο φ ά ν η ς κ ι η π ο λ ι τ ι κ ή. Περνώντας τον περισσότερο χρόνο του ο Αριστοφάνης στην Αίγινα, παρακολουθούσε με μεγάλο ενδιαφέρον την πολιτική κίνηση της Αθήνας και σατίριζε τα τρωτά της. Η ιδιωτική ζωή του βρισκόταν στην αφάνεια και τη χαρακτήριζε η ησυχία ενός θεωρητικού άντρα. Τις περισσότερες απ’ τις κωμωδίες του τις παρουσίαζε με τα ονόματα άλλων ποιητών ή υποκριτών οι οποίοι αναλαμβάναν να πάρουν τη χορηγία της πόλης για τη διδασκαλία, να διδάξουν τον χορό, να παρασταθούν στο θέατρο και ν’ ακούσουν τα ονόματά τους σαν ποιητές, αν κι όλοι ξέραν πως δεν ήσαν οι ίδιοι. Για την ανάθεση αυτή ο Αριστοφάνης πλήρωνε, για να απαλλάσσεται απ’ τους κινδύνους και τις ευθύνες. Αυτό δείχνει ότι είχε οικονομική άνεση κι ήταν πλούσιος κι αριστοκρατικός στις ιδέες του. Ο Άγγλος γραμματολόγος Γκ. Μάρραιυ λεει : είχε τις προκαταλήψεις και το θάρρος εύπορου ανθρώπου, γι’ αυτό λίγες απ’ τις κωμωδίες του

Page 17: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

17δίδαξε ο ίδιος ενώ τις περισσότερες δίδαξε ο Φιλωνίδης (γιος του ήταν ο Νικοχάρης) κι ο Καλλίστρατος. Η ζ ω ή τ ο υ π ο ι η τ ή. Γενικά για τη δημόσια κι ιδιωτική ζωή του Αριστοφάνη πολύ λίγα πράγματα ξέρουμε. Πιστεύεται ότι η μοναχική ζωή του υπήρξε υπόδειγμα ηθικής και σεμνότητας ενός συντηρητικού άντρα που ήταν αφοσιωμένος στην τέχνη και τις ιδέες του που αγωνιζόταν γι’ αυτές. Στην Ειρήνη (767) που διδάχτηκε το 421 π.Χ., παρουσιάζει ο ίδιος τον εαυτό του φαλακρό λέγοντας ότι και τοις φαλακροίσι παραινούμεν συσπουδάζειν περί της νίκης. Επίσης, όπως λεει ο Αθήναιος χαρακτηριζόταν απ’ τους Αθηναίους σαν πότης κι ότι εμπνεόταν απ’ το κρασί, όπως ο Αλακαίος : και Αλκαίος ο μελοποιός και Αριστοφάνης ο κωμωδοποιός μεθύοντες έγραφον τα ποιήματά των. Ο Αριστοφάνης απ’ την πρώτη εμφάνισή του σαν κωμικός ποιητής, δηλαδή το 427 π.Χ. που παρουσιαστήκαν οι Διαιταλείς μέχρι το 388 π.Χ., όταν διδάχτηκε ο δεύτερος Πλούτος κράτησε σταθερά την πολιτική του γραμμή και την ηθική του αυστηρότητα. Οι εναντίον του επιθέσεις των αντιπάλων του, τους οποίους ο ίδιος σατίρισε δε σωθήκαν, ίσως γιατί χαθήκαν μαζί με τα έργα τους. Ο θεατρικός του αντίπαλος Κρατίνος τον κατηγορεί σαν υπολεπτολόγον, γνωμοδιώκτην κι ευριπιδαριστοφανίζοντα, δηλαδή σχολαστικό, κυνηγό των ξένων απόψεων κι ιδεών ή ότι έχει ιδέες βάναυσες και χυδαίες (γνωμοδιώκτης) και μιμητή του Ευριπίδη. Ο ποιητής παντρεύτηκε πολύ νέος κι απόχτησε τρεις γιους, τον Φίλιππο, τον Αραρότα και τον Νικόστρατο (ή Φιλέταιρο). Κι οι τρεις ασχοληθήκαν με την κωμική ποίηση. Όμως ο Αριστοφάνης πίστευε περισσότερο στις ικανότητες του Αραρότα και γι’ αυτό του ανάθεσε, να διδάξει με το όνομά του στα τελευταία χρόνια της ζωής του τις κωμωδίες Κώκαλον και Αιολοσίκωνα στις οποίες πρωταγωνίστησε ο ίδιος ο Αραρώς και μετά το θάνατο του ποιητή ο γιος παρουσίασε δικά του έργα. Απ’ ότι αναφέρθηκε βγαίνει εύκολα το συμπέρασμα ότι η ζωή του Αριστοφάνη ήταν αποκλειστικά αφιερωμένη στην υπηρεσία των γραμμάτων και της τέχνης κι ότι εδώ κυρίως εκδηλώθηκε ολόκληρη η δημόσια δράση του. Είναι γνωστό πως έγραψε 44 συνολικά κωμωδίες απ’ τις οποίες αμφισβητούνται τέσσερις: Ποίησις, Ναυαγός, Νήσοι και Νίοβος, τις οποίες πολλοί αποδίδουν στον κωμικό ποιητή Άρχιππο. Ο Α ρ ι σ τ ο φ ά ν η ς κ ι η ε π ο χ ή τ ο υ. Οι μεγάλες πολιτικές, κοινωνικές και πνευματικές αλλαγές με τις οποίες συνέπεσε χρονικά η ζωή του Αριστοφάνη, παρουσιάζονται με πολλούς τρόπους στα έργα του. Πήρε μέρος σε όλα αυτά τα γεγονότα και σε όλες αυτές τις αλλαγές. Στρατεύτηκε με πάθος κι έκανε δικά του όλα τα προβλήματα της εποχής του. Απέναντι σ’ όλες τις εξελίξεις που σημειώνονταν στην πόλη της Αθήνας και τον ανησυχούσαν, αυτός εκπροσωπούσε πάντα τη δύναμη της παράδοσης, χωρίς όμως και να φτάνει σε άγονη συντηρητική αντιπολίτευση. Χωρίς να είναι καθόλου εχθρός της δημοκρατίας, αγωνίστηκε εναντίον της φανατικής κομματικής πολιτικής κι εναντίον διαφόρων πολιτικών εκτρωμάτων. Έδινε τις συμβουλές του κάνοντας επίκληση μόνο στον κοινό νου και δεν έκρυψε ποτέ τον θαυμασμό του για τα παλιά καλά χρόνια. Είχε μια μεγάλη παρατηρητικότητα που τον έκανε να φτιάξει τους χαρακτήρες των διαφόρων επαγγελμάτων και τάξεων. Τα έργα του καθρεφτίζουν τη ζωή στην Αθήνα σε όλα τα επί μέρους χαρακτηριστικά της, σε ήσυχους αλλά και σε άσχημους καιρούς. (Ένα ανέκδοτο λεει πως όταν ο νεαρός Διονύσιος των Συρακουσών θέλησε να γνωρίσει την αθηναϊκή πολιτεία, ο Πλάτωνας του έστειλε τις κωμωδίες του Αριστοφάνη). Σε καιρούς πολέμου ο Αριστοφάνης προσπάθησε να νουθετήσει καλώντας σε ειρήνη και σε πανελλήνια ενότητα. Μέσα του έκαιγε η φλόγα της αγάπης για την πατρίδα του. Την ευτελή καθημερινή ζωή των συμπολιτών του την ήξερε πολύ καλά. Άλλο τόσο όμως είχε κλείσει μέσα του, με μια πλατιά μόρφωση, το σύνολο του πολιτισμού τους, την τέχνη και τη λογοτεχνία τους. Πολυάριθμα παραθέματα και συχνή κριτική δείχνουν καθαρά ότι ο Αριστοφάνης ήταν απόλυτα κατατοπισμένος στην παλιά και τη σύγχρονη λογοτεχνία. Έκανε έναν μεγάλο αγώνα εναντίον των εκπροσώπων του σοφιστικού διαφωτισμού που οδηγούσε, όπως πίστευε, στη διάλυση και την αποσύνθεση. Θεωρώντας μάλιστα κύριο εκπρόσωπό της τον Σωκράτη έκανε χωρίς δισταγμό επίθεση κι εναντίον του. Ενώ χλεύαζε δηκτικά τη μαντεία κι άλλες τέτοιες θρησκευτικές παραφυάδες, είχε μεγάλο σεβασμό για τη θρησκεία της αττικής υπαίθρου. Παρ΄ όλη την ελευθερία με την οποία αστεϊζόταν σε βάρος των θεών, εν τούτοις η πατρογονική θρησκεία ήταν γι’ αυτόν κάτι το απαραβίαστο. Ακριβώς η μεγάλη ελευθεροστομία του και το εμπαικτικό πάθος του μαρτυράν την ελευθερία πνεύματος που εκπροσωπούσε στην Αθήνα, κάτι που στην πραγματικότητα ήταν το ζωτικό στοιχείο της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας και που ο Αριστοφάνης προσπαθούσε να το διαφυλάξει απ’ τις κάθε είδους βλαβερές, όπως πίστευε, επιδράσεις. Ο π ο ι η τ ή ς Α ρ ι σ τ ο φ ά ν η ς. Ο Αριστοφάνης έχτισε πάνω στα θεμέλια που είχαν βάλει οι πρόδρομοί του και κυρίως ο Κρατίνος. Αν οδήγησε τη θεατρική εξέλιξη της κωμωδίας στην κορφή της τελειότητας, όπως πιστεύαν οι αρχαίοι, είναι δύσκολο να το κρίνουμε. Σ’ ορισμένα πράγματα φαίνεται πως τον είχε ξεπεράσει ο Εύπολις, στο δηκτικό όμως πείραγμα το προβάδισμα ανήκε μάλλον στον Κρατίνο. Του Αριστοφάνη η δύναμη βρισκόταν στο κωμικό που προκαλούν οι περιστάσεις και στην ουσιαστική του

Page 18: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

18

προϋπόθεση, την κατοχή όλων των εκφραστικών, την πλούσια κλίμακα των τόνων του, απ’ την πιο λεπτή έκφραση λυρικών αισθημάτων ως το χοντρό αστείο και το ωμό πείραγμα. Ο Αριστοφάνης ήταν επίσης ο μάστορας της κωμωδίας. Τον παραδοσιακό τύπο της πολιτικής κωμωδίας τον μεταμορφώνει με αξιοθαύμαστη ελευθερία. Εκτός απ’ αυτά που εκθέτουν τα καθημερινά προβλήματα, ο Αριστοφάνης γράφει, αργότερα έργα που μεταθέτουν τη σκηνή τους σε φανταστικές περιοχές και σε παραμυθένιους χώρους. Τα τελευταία του έργα παρουσιάζουν αλλαγές προς την κατεύθυνση της Μέσης Αττικής Κωμωδίας, στην οποία οι υπαινιγμοί στην επικαιρότητα και το προσωπικό πείραγμα παραμεριστήκαν κι υποχωρήσαν. Ο Αριστοφάνης σε όλα τα έργα του εμπνέεται απ’ τη σύγχρονη πολιτική, κοινωνική και πνευματική ζωή της Αθήνας, παρουσιάζει με τέτοια ζωηρότητα και καθαρότητα τα ήθη, τους ανθρώπους και τις ιδέες της εποχής του, ώστε να πουν γι’ αυτόν ότι αυτός που δεν έχει διαβάσει τον ακόλαστο αυτόν ευνοούμενο των Χαρίτων, όπως τον χαρακτήρισε ο Γκαίτε, δεν γνωρίζει την Ελλάδα και την Αρχαία Αθήνα. Ο Αριστοφάνης αναδείχτηκε καινοτόμος θεατρικός ποιητής που αποτύπωσε στα έργα του τη σφραγίδα της πρωτοτυπίας και της ιδιομορφίας. Τα έργα των άλλων ποιητών της εποχής του δε σωθήκαν δυστυχώς. Έτσι δεν μπορούμε να αξιολογήσουμε τον Αριστοφάνη συγκριτικά, το γεγονός όμως ότι το έργο του σώθηκε μετά απ’ την καταστροφή των κωμικών έργων της αρχαιότητας, μαζί με τις κρίσεις των συγχρόνων του, δείχνει την πρωτεύουσα θέση του Αριστοφάνη στο Αρχαίο θέατρο. Ο Πλάτων είχε ξεχωριστή εκτίμηση για τον Αριστοφάνη, γιατί θαύμαζε όχι μόνο τη μαχητικότητά του υπέρ των αριστοκρατικών ιδεών, αλλά και την τέχνη του. Γι’ αυτό όχι μόνο στο Συμπόσιο τον παρουσίασε τιμητικά να μιλάει και να αναπτύσσει τις ιδέες του για τον έρωτα, αλλά του αφιέρωσε κι επιθανάτιο επίγραμμα : Οι Χάριτες γυρεύοντας ναό ακατάλυτο βρήκαν την ψυχή του Αριστοφάνη. Οι μετέπειτα, ανίκανοι να εκτιμήσουν το ποιητικό ύφος του Αριστοφάνη κι από αδιαφορία για την πολιτική, δώσαν τα πρωτεία στον Μένανδρο. Οι σχετικές συζητήσεις για την αξία των δυο ποιητών καταλήξαν στο δοκίμιο του Πλουτάρχου περί συγκρίσεως του Αριστοφάνη και του Μενάνδρου. Οι Αλεξανδρινοί κρίναν πιο δίκαια το έργο του. Σύμφωνα μ’ αυτούς στέκεται δίπλα στον αρχαίο Κρατίνο και τον Εύπολη, όμως είναι ανώτερος απ’ αυτούς : Ούτε γαρ πικρός λίαν, ώσπερ Κρατίνος, ούτε χαρίεις, ώσπερ Εύπολις, αλλ’ έχει και προς αμαρτάνοντας το σφοδρόν του Κρατίνου και το της επιτρεχούσης χάριτος του Ευπόλιδος (Πλάτωνος Περί διαφοράς χαρακτήρων). Τον Αριστοφάνη τον θαυμάζουν επίσης για την ευρηματικότητά του και για τη σκηνική του τεχνική κι ακόμα θεωρήθηκε ως μεθοδεύσας τεχνικώτερον την Αρχαία Κωμωδία, η οποία πριν απ’ τον Αριστοφάνη ήταν αδιαμόρφωτη κι υποτυπώδης. Γενικά οι μεταγενέστεροι, αν και σπουδάζαν τον Αριστοφάνη περισσότερο από κάθε άλλον ποιητή, μετά τον Όμηρο, τον βρίσκαν πολύ πικρό, εριστικό και βίαιο. Η περίεργη αυτή κριτική του Πλουτάρχου (Αριστοφάνους και Μενάνδρου Επιτομή), όπου ο Αριστοφάνης θεωρείται ούτε τοις πολλοίς αρεστός ούτε τοις φρονίμοις ανεκτός, δείχνει τη διαφορά και την αντίθεση των αντιλήψεων των μεταγενέστερων για τον Αριστοφάνη, ο οποίος σήμερα έχει τη δύναμη να συγκινήσει όσο κι ο Όμηρος κι ο Αισχύλος κι ο Θεόκριτος και να κινήσει αμέσως το ενδιαφέρον και την αγάπη σχεδόν οποιουδήποτε αγνώστου του, όπως είπε ένας σύγχρονος Άγγλος μελετητής του. Η γ λ ώ σ σ α τ ο υ π ο ι η τ ή. Η γλώσσα του Αριστοφάνη είναι καθαρή αττική, όπως μιλιόταν στην αγορά, στην εκκλησία του δήμου και στα δικαστήρια, όπως απόδειξε ο σύγχρονος Έλληνας φιλόλογος Ιωάννης Καλλιτσουνάκης που τη μελέτησε τονίζοντας ότι από κανέναν ίσως συγγραφέα δε μπορούμε να σχηματίσουμε τέτοια ζωηρή εικόνα της γλώσσας που μιλιόταν στην Αθήνα με τις διάφορες ποικιλίες της, όσο στον Αριστοφάνη. Αυτή την Αττική γλώσσα που χρησιμοποιεί ο ποιητής τη μιλούσαν οι Αθηναίοι κι οι δούλοι. Οι γλώσσα του όχλου δεν είχε βέβαια θέση σ’ ένα λογοτεχνικό καλλιτέχνημα, γι’ αυτό πολύ σπάνια ξεφεύγαν στον ποιητή λέξεις του όχλου κι ως επί το πλείστον αισχρολογίες ή λέξεις του αγροτικού πληθυσμού, π.χ. επιφωνήματα, κατάρες, επιτακτικά με το αχώριστο προθεματικό μόριο με επιτακτική δύναμη λα- (λακαταπύγων, λακατάρατος), επίσης λέξεις και φράσεις από άλλες διαλέκτους, πολλά υποκοριστικά σε -ίδιον -ίσκος και πάρα πολλά άλλα στοιχεία του λαού που τα χρησιμοποιούσε για την πιο ζωηρή και κωμική παράσταση αυτών που λέγονταν, μέχρι που παράλειπε ακόμα την αύξηση σ’ ορισμένες περιπτώσεις που χρησιμοποιούσε παρατατικό. Έτσι η γλώσσα του ποιητή ήταν τέλειο υπόδειγμα της αττικής καθομιλουμένης. Μιμητής του Ευριπίδη ο Αριστοφάνης έβαλε στην κωμική του ποίηση τα πιο ζωντανά στοιχεία. Ο Αριστοφάνης στα χορικά του που είναι μελωδικά και γεμάτα από ποιητική έξαρση μπορεί να συγκριθεί με τους μεγαλύτερους λυρικούς της αρχαιότητας. Ο ποιητής στη μετρική και στιχουργική του δημιουργεί εξαίρετες και πρωτότυπες μορφές από αναπαιστικά, τροχαϊκά κ’ ιαμβικά τετράμετρα, αν και τα λυρικά του παρουσιάζονται

Page 19: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

19πολλές φορές ακατέργαστα. Θαυμάζεται επίσης ο φυσικός και ζωντανός διάλογός του, ο οποίος είναι πάντα αφάνταστα έξυπνος με ανεξάντλητο κωμικό πνεύμα. Είπαν για τον Αριστοφάνη ότι το κύριο χαρακτηριστικό του σαν ποιητή είναι ο συνδυασμός της κωμικότητάς του απ’ τη μια μεριά και της λεπτότατης ποίησής του απ’ την άλλη. Ο ι ι δ έ ε ς τ ο υ Α ρ ι σ τ ο φ ά ν η. Οι αριστοκρατικές ιδέες του Αριστοφάνη που τον φέραν πιο κοντά στον Πλάτωνα και πιο μακριά απ’ την εποχή του και την πλειονότητα των συγχρόνων του, παρουσιάζονται είτε σαν θέσεις, είτε σαν κηρύγματα σ’ όλα τα έργα του και καθορίζουν αμετάκλητα όλη του τη δράση και την καλλιτεχνική του σταδιοδρομία. Ο Αριστοφάνης είναι αντιπρόσωπος κι ερμηνευτής των ιδεών της ολιγαρχικής μερίδας των μεγαλοκτημόνων της Αθήνας, οι οποίοι δε θέλαν τους νεωτερισμούς κι ήσαν αντίθετοι στις νέες ιδέες, την οχλοκρατία και τις δημοκρατικές ελευθερίες, με τις οποίες, όπως πιστευόταν, γίναν πανίσχυροι οι πρώην μικροτέχνες και καλλιεργήσαν τη δημαγωγία, τη λογοκρατία, τη σοφιστική και τα ελευθεριάζοντα ήθη και το χειρότερο οδηγήσαν την Αθήνα σ’ έναν μακρόχρονο πόλεμο που έφερε την πόλη κι όλη την Ελλάδα στη φθορά και την εξάντληση, τον Πελοποννησιακό. Ο Αριστοφάνης με τον αγώνα του κατά των δημαγωγών κάθε μορφής και κατά των σοφιστών ήταν κήρυκας της ειρήνης, της οποίας η ιδέα δέσποζε σ’ όλο το έργο του. Η παλινόρθωση όμως της ολιγαρχίας με τη μορφή τυραννίας διάψευσε τις ελπίδες του Αριστοφάνη και τον ανάγκασε να αποσυρθεί απ’ τη δράση και να αναζητήσει, όπως ο Πλάτων, την ιδεατή πολιτεία προσπαθώντας να δώσει λύση στα δύσκολα προβλήματα που απασχολούσαν τον ποιητή. Έτσι αυτή την εποχή ο Αριστοφάνης έγραψε τους Βατράχους, όπου παρουσιάζεται δικαιωμένη η μορφή του Ευριπίδη, αν και στο πρόσωπο του Αισχύλου ο Αριστοφάνης αναπνέει τον αέρα των παλαιών μαραθωνομάχων και της παλιάς κοινωνίας, της οποίας ήταν νοσταλγός κι υμνητής. Ο Αριστοφάνης ξεπέρασε σε επιτυχία και σε νίκες, όσο βέβαια μας επιτρέπει η παράδοση να ξέρουμε, όλους τους άλλους κωμικούς ποιητές. Ο Πλάτωνας τον βάζει ανάμεσα στους συνδαιτυμόνες στο Συμπόσιό του. Σύμφωνα με την κρίση των μεταγενέστερων, στους οποίους οι πολιτικές προϋποθέσεις του 5ου π.Χ. αιώνα γρήγορα είχαν γίνει ξένες, ο Μένανδρος δεν άργησε να γίνει ο πιο δημοφιλής συγγραφέας. Ο Αριστοφάνης έγινε πάντως, μαζί με τον Εύπολη και τον Κρατίνο ο κλασικός της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας (Οράτιος Sat. Ι 4,1). Τα έργα του που μετά τον θάνατό του δεν ανεβαίναν πια στη σκηνή, τα συγκεντρώσαν οι Αλεξανδρινοί λόγιοι. Ο Λυκόφρων απ’ τη Χαλκίδα κι ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος φροντίσαν να κάνουν επιμελημένες εκδόσεις, στις οποίες περιέχονταν τότε 44 έργα (4 απ’ αυτά νόθα). Η παράδοση των 11 έργων του που μας σωθήκαν ανάγεται στο γλωσσικό ενδιαφέρον των αττικιστών γραμματικών. Μεταξύ των εργασιών τους το προβάδισμα το έχουν τα υπομνήματα του Δύδιμου απ’ την Αλεξάνδρεια (1ος π.Χ. αιώνας) και του Σύμμαχου (περίπου 100 μ.Χ.). Τα έργα του Αριστοφάνη στην ανατολική ρωμαϊκή αυτοκρατορία ανήκαν στα σχολικά αναγνώσματα. Βυζαντινοί φιλόλογοι, κυρίως τον 9ο αιώνα, διασφαλίσαν τη διάσωση των κειμένων. Πόσο δημοφιλής ήταν ο ποιητής το δείχνουν τα 230 χειρόγραφα που σώσαν το έργο του. Το καλύτερο ανάμεσά τους (Ravennas 137, του 10ου/11ου αιώνα) περιέχει και τα 11 γνωστά μας έργα (Editio princeps: Βενετία 1948). Τ ο έ ρ γ ο τ ο υ Α ρ ι σ τ ο φ ά ν η. Το πιο παλιό απ’ τα σωσμένα έργα του Αριστοφάνη είναι οι Αχαρνής. Με το έργο αυτό ο Αριστοφάνης νίκησε το 425 π.Χ. τον Κρατίνο και τον Εύπολη. Η νοσταλγία που αισθάνεται για την ειρήνη ο λαός που είναι κλεισμένος μέσα στα τείχη της Αθήνας πρόσφερε στον Αριστοφάνη, εδώ για πρώτη φορά, τη δυνατότητα να εκφραστεί για το θέμα αυτό. Ο χωρικός Δικαιόπολης, ένας δίκαιος πολίτης, εκπροσωπεί την κούραση των Αθηναίων απ’ τον πόλεμο. Μέσα στην απελπισία του ο καλός ανθρωπάκος κλείνει ιδιωτική ειρήνη με τους Πελοποννήσιους κι έτσι μετά απ’ αυτό μπορεί ν’ ανοίξει μια υπαίθρια αγορά και κοροϊδεύει τους κακομοίρηδες που κάνουν πόλεμο. Αυτούς που στην αρχή ήσαν φιλοπόλεμοι, οι καρβουνιάρηδες απ’ το χωριό Αχαρνές, κατάφερε (εδώ έχουμε παρωδία του Ευριπίδη) να τους μεταπείσει με πολύ κόπο υπέρ της ειρήνης, ενώ στην παράβαση λογαριάζεται με τον πολιτικό Κλέωνα (το μέρος αυτό των κωμωδιών ο Αριστοφάνης το χρησιμοποιεί συχνά, για να παρουσιάσει τις δικές του προσωπικές θέσεις κι επιθυμίες). Το έργο κλείνει με μια γεμάτη από αυταπάτες γιορτή ειρήνης. Με τους Ιππής του ο Αριστοφάνης έδωσε στα 424 π.Χ. το μεγάλο χτύπημα στον Κλέωνα. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι ευπρόσδεκτη υποστήριξη εναντίον της πολιτικής του Κλέωνα ο Αριστοφάνης αναζήτησε και βρήκε κυρίως στη συντηρητική τάξη των ιππέων. Τον Κλέωνα τον ενσαρκώνει ένας βάρβαρος δούλος που με τις δωροδοκίες του και με την έλλειψη στοιχειώδους σεβασμού έχει κερδίσει μια ολέθρια επιρροή πάνω στον γερομαραζωμένο αφέντη του (που έχει το όνομα Δήμος) και τυραννάει έτσι τους άλλους δούλους. Για σωτηρία επιστρατεύεται ένας αλλαντοπώλης που επισκιάζει σε αχρειότητα τον επικεφαλής των δούλων. Αυτός λοιπόν πραγματοποιεί το θαύμα, να διώξει απ’ τη μέση τον μισητό. Στο τέλος με μια θαυματουργική θεραπεία ο αφέντης Δήμος ξαναγίνεται νέος και παρουσιάζεται με την παλιά του δύναμη και φρεσκάδα. Η επιτυχία του έργου αυτού

Page 20: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

20

στο κοινό (ο Αριστοφάνης κέρδισε το πρώτο βραβείο κι ήταν το πρώτο έργο που ανέβασε ο ίδιος στη σκηνή) δεν εμπόδισε την επανεκλογή του Κλέωνα στο αξίωμα του στρατηγού. Ο Αριστοφάνης εξακολούθησε να καταδιώκει τον αντίπαλό του. Με τις Νεφέλες (σύννεφα) ο Αριστοφάνης κέρδισε μόνο την Τρίτη θέση (το κείμενο που έχουμε είναι μια διασκευασμένη μορφή του έργου που παίχτηκε τότε). Με το έργο αυτό ο Αριστοφάνης στράφηκε στο χώρο της παιδείας κι έκανε στο πρόσωπο του Σωκράτη μια επίθεση εναντίον της σοφιστικής κίνησης στο σύνολό της. Ο Χορός των νεφελών εκπροσωπεί τους προστάτες θεούς ενός φανταστικού κόσμου του πνεύματος και της σκέψης, μέσα στον οποίο κινείται ο Σωκράτης με τους νεαρούς μαθητές του. Ένας γέρος χωρικός θέλει να μπει σ’ αυτόν τον κόσμο, για να μάθει την τέχνη να διαστρέφει το δίκαιο. Επειδή ο ίδιος αποτυχαίνει στην προσπάθειά του, πρέπει να ρθει στη διδασκαλία ο γιος του Φειδιππίδης. Για χάρη του οργανώνεται ένας μεγάλος επιδεικτικός διάλογος. Στο μεταξύ ο νεαρός μαθαίνει τόσο γρήγορα, ώστε αμέσως δοκιμάζει τις μόλις αποκτημένες γνώσεις του πάνω στον ίδιο τον πατέρα του, οπότε ο εξοργισμένος πατέρας ορμάει στο φροντιστήριο του Σωκράτη και του βάζει φωτιά. Ο Αριστοφάνης έστρεψε χωρίς κανέναν δισταγμό εναντίον του Σωκράτη την επίθεση που προόριζε για το σοφιστικό κίνημα, προφανώς επειδή η πλειονότητα των Αθηναίων πολιτών θεωρούσε στην πραγματικότητα τον Σωκράτη αρχισοφιστή. Η Απολογία του Πλάτωνα (19 b) δείχνει την αποφασιστική επίδραση που άσκησε το έργο του Αριστοφάνη στην διαμόρφωση της εικόνας που είχαν μέσα τους για τον Σωκράτη οι σύγχρονοί του Αθηναίοι. Φυσικά ό,τι εδώ πέρασε πάνω απ’ τη σκηνή σαν παρωδία και χωρατό του τύπου της κωμωδίας 25 χρόνια αργότερα, μέσα σε εντελώς διαφορετικές πολιτικές περιστάσεις, έγινε εξοντωτικό για τον Σωκράτη. Με την κωμωδία του που είχε τον τίτλο Σφήκες ο Αριστοφάνης κέρδισε στα 422 π.Χ. το δεύτερο βραβείο. Το έργο είναι μια διακωμώδηση των αθηναϊκών δικαστηρίων, καθώς και της ξιπασιάς και του φανατισμού των ενόρκων. Ο σφήκες με το μακρύ τους κεντρί ενσαρκώνουν το σώμα των δικαστών. Αυτή τη φορά η συμπάθεια του Αριστοφάνη είναι με το μέρος του γιου που θέλει ν’ απομακρύνει τον πατέρα του απ’ τη δικομανία. Η προσπάθεια όμως δεν πετυχαίνει, γιατί ο πατέρας, αντί για χρηστός πολίτης μεταβάλλεται ξαφνικά σ’ έναν ζωηρό και κεφάτο γλεντζέ που οργανώνει μια μεγάλη γιορτή, με την οποία τελειώνει το έργο. Η Ειρήνη (421 π.Χ. δεύτερο βραβείο) δείχνει το θέμα της το κάνει γνωστό με τον τίτλο της. Πρόκειται για την απελευθέρωση της θεάς Ειρήνης που τη φυλάκισε ο Πόλεμος. Τ’ ανδραγάθημα αυτό το πετυχαίνει ο χωρικός Τρυγαίος που ανεβαίνει στον ουρανό καβάλα σ’ ένα πελώριο σκαθάρι (παρωδία του μύθου Βελλεροφόντη – Πήγασου). Στο τέλος γίνεται μια χαρούμενη γιορτή όπου περιπαίζονται οι οπαδοί του πολέμου. Για την παράσταση του έργου χρειάζονταν δυο επίπεδα, μπροστά και πάνω στο κτίριο της σκηνής. Στους Όρνιθες (πουλιά, 414 π.Χ., δεύτερο βραβείο) κυριαρχούν το φανταστικό κι η ουτοπία. Θέμα τους είναι η φυγή του βασανισμένου κι ειρηνόφιλου ανθρώπου για ένα όλο αέρα και φρεσκάδα φανταστικό βασίλειο, στο οποίο πρέπει να επικρατεί παραμυθένια ειρήνη. Δυο καλοί πολίτες φεύγουν απ’ τον τόπο τους κ’ ιδρύουν ανάμεσα στον ουρανό και τη γη την Νεφελοκοκκυγία (κατοικία των κούκων στα σύννεφα), όπου βασιλεύουν τα πουλιά. Όμως σε λίγο βρίσκονται εκεί κι άλλοι άνθρωποι που θέλουν να πάρουν μέρος στην ίδρυση της νέας πόλης. Έτσι ο Αριστοφάνης έχει την ευκαιρία να φέρει πάνω στη σκηνή μια ολόκληρη σειρά από θαυμάσιους τύπους που ο καλύτερος εκπρόσωπός τους είναι ένας ποιητής που θα ήθελε να μεταμορφωθεί σ’ αηδόνι. Σε λίγο αναγγέλλεται και μια πρεσβεία των θεών. Το έργο τελειώνει με τη σύναψη διπλωματικών σχέσεων ανάμεσα στους θεούς και τα πουλιά κι ακόμα δε λείπει ένας γάμος που ιδίως στους Χορούς των πουλιών έχει μεγάλη ποιητική ομορφιά και δείχνει τις ικανότητες του Αριστοφάνη στη μουσική και τη μετρική. Το έτος 411 π.Χ. ο Αριστοφάνης παρουσίασε δυο κωμωδίες με συγγενικό θέμα: Οι Θεσμοφοριάζουσες (οι γυναίκες που γιορτάζουν στα Θεσμοφόρια) προσπαθούν να πείσουν για μια κοινή στάση εναντίον του Ευριπίδη, επειδή τις έχει προσβάλει στα έργα του παρουσιάζοντας τις γυναικείες αδυναμίες τους. Η απόπειρα ναι μεν προδίδεται, αλλά πραγματοποιείται μ’ επιτυχία. Στο τέλος μόλις και μετά βίας ο καταδιωκόμενος το σκάζει με πονηριά. Το έργο οφείλει τη γοητεία του στην παρωδία αρκετών τραγωδιών του Ευριπίδη, κάτι που δείχνει πόση οικειότητα πρέπει να είχαν, όχι μόνο ο Αριστοφάνης, αλλά και το κοινό του, με τα έργα αυτού του ποιητή. Η Λυσιστράτη, επίσης του 411 π.Χ. είναι κι αυτή μια συνωμοσία γυναικών, μόνο που αυτή τη φορά η συνωμοσία τους υπηρετεί πολιτικούς σκοπούς, τον τερματισμό του πολέμου και το όραμα μιας πανελλήνιας ειρήνης. Για να πραγματοποιήσουν το σχέδιό τους, οι γυναίκες αποφασίζουν ν’ αρνιούνται να δίνονται στους άντρες τους για όσο διάστημα χρειαστεί, ώσπου αυτοί να υποταχτούν στο σχέδιό τους. Η Λυσιστράτη είναι επικεφαλής ενός Χορού γυναικών που απέναντί του βρίσκεται ένας Χορός Αθηναίων γερόντων. Μετά από έναν άγριο αγώνα για την Ακρόπολη που την κατέχουν οι γυναίκες,

Page 21: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

21πετυχαίνεται ο συμβιβασμός κι η συμφιλίωση. Με τις Αθηναίες συμμαχήσαν ακόμα κι οι Σπαρτιάτισσες που το ίδιο ταλαιπωρούσαν κι αυτές τους άντρες τους. Στην πραγματικότητα με το έργο αυτό ο Αριστοφάνης, απηύθυνε σοβαρές προειδοποιήσεις και συμβουλές στα αδερφικά ελληνικά φύλα που είχαν φτάσει σε τέτοια έχθρα μεταξύ τους. Στους Βατράχους του (405 π.Χ., πρώτο βραβείο) ο Αριστοφάνης, πιάνει το παλιό θέμα της καταβάσεως (στον Άδη). Ο ίδιος ο Διόνυσος, ο θεός του θεάτρου, θέλει να κατέβει στον Κάτω κόσμο, για να φέρει από κει, τώρα που έχουν πεθάνει ο Σοφοκλής κι ο Ευριπίδης, έναν ποιητή στην ορφανεμένη πια, όπως ο ίδιος πίστευε, αθηναϊκή ορχήστρα. Ο ποιητής στο πρώτο μέρος του έργου ασχολείται πολύ με την περιγραφή του ταξιδιού στον Άδη (ο Χορός των βατράχων κοάζει στη λίμνη του Κάτω κόσμου), ενώ το δεύτερο μέρος του έργου είναι ένας μεγάλος αγώνας λόγων ανάμεσα στον Αισχύλο και τον Ευριπίδη. Στο τέλος αυτού του αγώνα ο Διόνυσος,, ο δικαστής που εκπροσωπεί το κοινό, αποφασίζει να φέρει μαζί του στον Επάνω κόσμο τον Αισχύλο, τον ποιητή που χρειάζεται η Αθήνα για να μπορέσει να ξεπεράσει τα μεγάλα της προβλήματα, αφού οι ποιητές μετριούνται με μέτρο την αξία τους στο θέμα της γενικότερης αγωγής, στο θέμα της ωφέλειας που προσφέρουν στην κοινότητα. Ο αγώνας λόγων, με τις πλούσιες σε αντιθέσεις παρωδίες που δείχνουν τον πλούτο των γνώσεων του ποιητή, προσβάλλει τα ιδιαίτερα κάθε φορά χαρακτηριστικά των δυο μεγάλων τραγικών ποιητών. Κατά πάσα πιθανότητα το 392 π.Χ. ο Αριστοφάνης ανέβασε στη σκηνή της Εκκλησιάζουσες Σ’ αυτή τη συνέλευση γυναικών γίνεται πάλι μια συνωμοσία των γυναικών εκείνων που θέλουν να δώσουν ένα τέλος στην αντρική διοίκηση και να πάρουν οι ίδιες την εξουσία. Ό,τι έγινε με τη Λυσιστράτη με αφορμή τη δυσάρεστη κατάσταση που δημιούργησε ο πόλεμος, επαναλαμβάνεται τώρα εδώ με στόχο τη συνολική ανατροπή μ’ ένα κοινωνικό πρόγραμμα διακυβέρνησης που περιέχει μια κοινοκτημοσύνη αγαθών. Επειδή όμως στο σχέδιο μπλέκεται και μια κοινοκτημοσύνη γυναικών, το σχέδιο πάει στραβά. Η κεντρική ιδέα του έργου έχει μεγάλη ομοιότητα με την Πολιτεία του Πλάτωνα που γράφτηκε είκοσι χρόνια αργότερα. Το τελευταίο απ’ τα έργα που μας έχουν σωθεί, ο Πλούτος (388 π.Χ.), αποτελεί ένα πέρασμα προς τη Μέση Αττική Κωμωδία. Ο Πλούτος είναι τυφλός κι ο πλούτος είναι μοιρασμένος λάθος στον κόσμο. Όταν μ’ ένα θαύμα ο Πλούτος ξαναβρίσκει το φως του, τα γενικά σχέδια δεν πραγματοποιούνται καθόλου, γιατί η φτώχεια είναι μια ευεργετική κινητήρια δύναμη του ανθρώπου κι οι κοινωνικές αυταπάτες σκάζουν σαν σαπουνόφουσκες. Με τα δυο τελευταία .έργα του ο Αριστοφάνης παραιτήθηκε απ’ την επίκαιρη πολιτική (το 404 π.Χ. η Αθήνα της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας δεν υπήρχε πια). Τη θέση της πολιτικής την πήρε στα δυο αυτά έργα η εξέταση του κοινωνικού προβλήματος. Εξωτερικά σημάδια της αλλαγής είναι η παράλειψη της παράβασης κι η υποχώρηση του Χορού σ’ έναν ρόλο μέτριο. Τα έργα του Αριστοφάνη είχαν αρχίσει τη ζωή τους με την πολιτική, με το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης, με το προσωπικό πείραγμα. Οι Διαιταλής (γλεντζέδες) που ανεβήκαν στη σκηνή το 427 π.Χ. ήσαν το πρώτο έργο που έβαλε το όνομά του. Σ’ αυτό το έργο ο Αριστοφάνης έθιγε το πρόβλημα της παιδείας παρουσιασμένο στο πρόσωπο δυο διαφορετικών μεταξύ τους αδερφών. Με τους Βαβυλωνίους (426; π.Χ.) στόχεψε το κέντρο της πολιτικής κι είχαν σαν θέμα τη θέση των Αθηναίων με τους συμμάχους τους. Την ίδια γραμμή ακολουθήσαν : Αχαρνής 425 π.Χ), Ιππής (424 π.Χ.), Σφήκες (422 π.Χ.), ένα έργο με τον τίτλο Ολκάδες ( φορτηγά πλοία, 422; π.Χ.), θέματα σχετικά με την ειρήνη: Ειρήνη (421 π.Χ.), Όρνιθες (424 π.Χ.), Θεσμοφοριάζουσαι και Λυσιστράτη (411 π.Χ.). Με την αλλαγή της κατάστασης ο Αριστοφάνης αφοσιώνεται στα κοινωνικά προβλήματα: Εκκλησιαζουσαι (392 π.Χ.), και Πλούτος (388 π.Χ.) με τον οποίο διαγωνίστηκε τον Άδμητο του Αριστομένη. Στα έργα του Ταγηνισταί (κοιλιόδουλοι) και Τριφάλης ασχολείται με την εκκεντρική ζωή του Αλκιβιάδη. Μεγάλη δεξιοτεχνία ανάπτυξε ο Αριστοφάνης στον τομέα της παρωδίας και κυρίως εναντίον της μοντέρνας ποίησης: Προάγων (422 π.Χ. παρωδία τραγωδιών), Ανάγυρος (παρωδία του Ευριπίδη), Γηρυτάδης (κριτική συγχρόνων ποιητών), Βάτραχοι (405 π.Χ). Λίγα πράγματα ξέρουμε για τα έργα του Ώραι, Γεωργοί, Σκηνάς καταλαμβάνουσαι (Γυναίκες κατά την παράσταση) και Πελαργοί. Στον Αριστοφάνη επίσης αποδίδεται και το έργο του Εύνικου Πόλεις. Συχνά ο ποιητής έπαιρνε τα θέματά του απ’ τους μύθους και μάλιστα συχνά με τη μορφή της παρωδίας των μύθων: Κένταυρος, Δαίδαλος, Δαναΐδες, Πολύιδος, Λήμνιαι, Φοίνισσαι, Αμφιάραος, Νίοβος, Γήρας, Ήρωες, Τελμησσής. Ο Κώκαλος κι ο Αιολοσίκων που ανέβασε στη σκηνή το 387 π.Χ. ο γιος του Αραρώς, κλείνουν τη μεγάλη σειρά των έργων του Αριστοφάνη. Η ευρωπαϊκή κωμωδία δεν ακολούθησε βέβαια τoν Αριστοφάνη αλλά τον Μένανδρο κι οι πολυάριθμοι υπαινιγμοί σε περιστάσεις και πρόσωπα της εποχής και μαζί τα παραθέματα κι οι παρωδίες, δεν είναι πια δυνατό να γίνουν καταληπτά χωρίς πρόσθετες εξηγήσεις. Ωστόσο πολλά απ’ τα έργα αυτά και πολλά απ’ τα θέματά τους εξακολουθήσαν, για πολύν καιρό, ν’ ασκούν την επίδρασή τους. Η δυτική Ευρώπη στην

Page 22: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

22

αρχή γνώρισε μόνο λατινικές μεταφράσεις (Βενετία 1538, Βασιλεία 1542 και 1552). Ο Έρασμος σύστηνε τα έργα για ανάγνωση. Ο Hans Sachs διασκεύασε το 1531 τον Πλούτο που προκάλεσε ξεχωριστό ενδιαφέρον λόγω του κοινωνικού θέματός του (γαλλ. μετάφραση απ’ τον P. Ronsard το 1545, αγγλ. διασκευή απ’ τονBen Jonson - The staple of News - το 1625). Ο Racine τους Σφήκες (Les Plaideurs, το 1668). Στον 18ο αιώνα κάναν την εμφάνισή τους γερμανικές μεταφράσεις (σε πεζό λόγο) διαφόρων έργων που ο σκωπτικός και σατιρικός χαρακτήρας τους βρήκε μεγάλη ανταπόκριση. Προς την ίδια κατεύθυνση ο Goethe έκανε στα 1780 μια ελεύθερη διασκευή (σε πεζό λόγο) των Ορνίθων (Αριστοφάνης, ο άγνωστος αγαπημένος των Χαρίτων), ενώ ο Wieland διασκεύασε μερικά έργα σε στίχους. Μετά το 1830 και το 1848 ο Αριστοφάνης ξανάρθε στο προσκήνιο σαν πολιτικός ποιητής. Οι συνολικές μεταφράσεις των J. G. Droysen (1835-1838) και L. Seeger (1845-48) βοηθήσαν σ’ αυτό. Από τότε τα έργα του Αριστοφάνη παίζονται κυρίως σε διασκευές, στις οποίες οι ακατάληπτοι υπαινιγμοί απαλείφονται ή μπαίνουν άλλοι στη θέση τους κι η αρχική χοντροκοπιά της γλώσσας και της γενικότερης σκηνικής παρουσίας μετριάζεται. Καινούργιες προσπάθειες με τάσεις επικαιροποίησης: Ειρήνη, διασκευασμένη το 1917 απ’ τον L. Feuchtwanger και το 1953 απ’ τον P. Hacks. Με το θάνατο του Αριστοφάνη, τελειώνει η πρώτη περίοδος της Κωμωδίας που λέγεται Αρχαία και κράτησε απ’ την 80η-94η Ολυμπιάδα (458-404 π.Χ.), κι ανάδειξε 41 ποιητές απ’ τους οποίους οι 14 υπήρξαν πριν τον Αριστοφάνη κι έδωσε σε σύνολο 365 Κωμωδίες.

Αριστοφών . Κωμικός ποιητής άγνωστης εποχής, ίσως της Μέσης Αττικής Κωμωδίας. Δυο απ’ τους 9 γνωστούς τίτλους είναι Πλάτων, Δίδυμοι.

Αρίστων . Νόθος γιος του τραγικού ποιητή Σοφοκλή με την εταίρα Θεωρίδα. Έζησε τον 5ο/4ο π.Χ. αιώνα. Πρέπει κι αυτός να έγραψε τραγωδίες. Ήταν ο πατέρας του νεότερου Σοφοκλή που ήταν επίσης τραγικός ποιητής. Ο Διογένης ο Λαέρτιος αναφέρει έναν Αρίστωνα ποιητή αλλά δεν αναφέρει τ’ όνομα του πατέρα του.

Αρίστων . Κωμικός ποιητής της εποχής του Μ. Αλεξάνδρου (4ος π.Χ. αιώνας). Ίσως να γίνεται σύγχυση με τον προηγούμενο.

Αριστώνυμος . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα που επιτέθηκε ευκαιριακά εναντίον του Αριστοφάνη. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία κι ήταν νεότερος απ’ αυτόν. Ανάμεσα στα έργα του Θησεύς, Ήλιος ριγών που τα αναφέρει ο Αθήναιος στους Δειπνοσοφιστές, υπήρχαν και παρωδίες μύθων.

Αριφράδης . Κωμικός ποιητής και κιθαρωδός. Ελάχιστες πληροφορίες υπάρχουν γι’ αυτόν.

Αρίων ο Μηθυμναίος . Παρ’ όλο που δεν θεωρείται δραματικός ποιητής έβαλε τις βάσεις του αρχαίου δράματος. Υπήρξε λυρικός ποιητής του 7ου/6ου π.Χ. αιώνα απ’ τη Μήθυμνα της Λέσβου, για τον οποίο μιλάει ο Ηρόδοτος. Πήγε στην Κόρινθο όταν εκεί ήταν τύραννος ο Περίανδρος κι έγινε ο ποιητής και συνθέτης της αυλής του. Από κει επιχείρησε ένα ταξίδι στη Σικελία. Στο γυρισμό του σύμφωνα με μια παράδοση που την αναφέρει επίσης ο Ηρόδοτος, οι ναύτες τον ρίξαν στη θάλασσα, σώθηκε όμως από ένα δελφίνι. Ένα μνημείο γι’ αυτή τη σωτηρία το είδε ο Ηρόδοτος, ενώ σε μας έχουν παραδοθεί με τ’ όνομα του Αρίωνα ένα επίγραμμα κι ένας ευχαριστήριος ύμνος στον Ποσειδώνα. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο αυτός ήταν ο πρώτος που δίδαξε και παρουσίασε διθύραμβο (η ονομασία ήταν δική του). Στο πλαίσιο των γιορτών που οργάνωσε στην Κόρινθο ο Περίανδρος προς τιμή του Διονύσου είναι φανερό ότι ο Αρίων παρουσίασε διθυράμβους και σατυρικούς Χορούς (και των δυο υπήρχαν ήδη πρώιμες μορφές) και στη συνέχεια το πρώτο τραγικό δράμα που στηριζόταν στις δυο άλλες μορφές κι έπαιρνε τα θέματά του απ’ τους ηρωικούς μύθους. Με την ανύψωση των παλιότερων αυτών μορφών τραγουδιού σε χορικολυρική έντεχνη

Page 23: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

23μορφή ο Αρίων έγινε δημιουργός μιας πρωταρχικής μορφής τραγωδίας που βέβαια έμεινε για πολύν καιρό ακόμα ένα καθαρά χορικό έργο. Η Σούδα λεει ότι ο Αρίων είχε συνθέσει Άσματα και Προοίμια που το σύνολο των στίχων τους φτάναν τις 2.000. Τ’ άσματα αυτά θα πρέπει να ήσαν διθύραμβοι και τα προοίμια κιθαρωδικοί νόμοι, του είδους των νόμων του Τέρπανδρου. Απ’ αυτούς του 2.000 στίχους Δε σώζεται τίποτα, εκτός από ένα σύντομο νόθο κομμάτι. Ο Αριστοτέλης λεει ότι ο πρωτόγονος διθύραμβος ήταν ένα απλούστατο ποίημα με κανονικές στροφές κι επωδό κι ότι τ’ όνομα τραγικός χορός που του δίναν δείχνει ότι πολλές φορές τον Χορό τον αποτελούσαν πρόσωπα μεταμφιεσμένα σε τραγοπόδαρους σατύρους. Σύμφωνα με τη Σούδα πρώτος ο Αρίων σκέφτηκε να βάλει στο Χορό σατύρους που απαγγέλλαν στίχους χωρίς να τραγουδάν. Αυτό μερικοί απ’ τους νεότερους το θεωρούν πολύ λίγο πιθανό, γιατί αποφαίνονται ότι η πρωτοτυπία του Αρίωνα είναι προπάντων το γεγονός ότι έκανε ώστε ο διθύραμβος με τις μικρές του στροφές και τη θορυβώδη επωδό του, να γίνει ποίημα έντεχνο που συνοδευόταν από ωραιότερη μουσική και κυρίως ένα ποίημα μιας εκτέλεσης με μεγαλοπρέπεια. Επειδή ο Χορός που τραγουδούσε τον διδύρμαβο χόρευε κυκλικά γύρω απ’ το βωμό, ήταν δηλαδή κύκλιος, γι’ αυτό λένε πως ο πατέρας του Αρίωνα λεγόταν Κυκλεύς.

Αρκεσίλαος . Κωμικός ποιητής απ’ την Αθήνα. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία.

Αρτέμων . Αθηναίος τραγικός ποιητής, γιος κάποιου Αδέωνος, σύγχρονος του Αριστοφάνη (5ος/4ος π.Χ. αιώνας).

Αρχέδικος . Ποιητής της Νέας Αττικής Κωμωδίας στην Αθήνα (4ος π.Χ. αιώνας), ανιψιός του ρήτορα Δημοσθένη. Σ’ ένα απ’ τα έργα του επιτέθηκε εναντίον του ρήτορα Δημοχάρη, όπως αναφέρει κι η Σούδα: ος κατά Δημοχάρους έγραψε του ανεψιαδού Δημοσθένους. Έργα του που αναφέρει ο Αθήναιος: Διαμαρτάνων, Θησαυρός.

Αρχέστρατος . Τραγικός ποιητής που έζησε στα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου (5ος π.Χ. αιώνας).

Αρχίας . Τραγικός ποιητής (;) κι υποκριτής του 4ου π.Χ. αιώνα απ’ το Θούριο. Ονόμασε τον εαυτό του Φυγοθήρα γιατί τον έστειλε ο στρατηγός του Μ. Αλεξάνδρου Αντίπατρος να συλλάβει τον Δημοσθένη και τον Υπερείδη.

Αρχιππίδης . Ποιητής της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας. Δεν έχουμε κανένα άλλο γνωστό στοιχείο γι’ αυτόν.

Άρχιππος . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα. Ανήκει στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Θεωρείται μιμητής του Αριστοφάνη. Η Σούδα αναφέρει μια νίκη του το 415/12 π.Χ. με το έργο του Ιχθύες. Μας είναι γνωστοί 6 τίτλοι και περισσότερα από 50 αποσπάσματα. Οι Ιχθύες (μίμηση των Ορνίθων του Αριστοφάνη) κι ο Ρίνων (σάτιρα για έναν Αθηναίο πολιτικό) προέρχονται απ’ την εποχή μετά το 403 π.Χ. Τα άλλα έργα του είχαν τίτλους: Αμφιτρύων, Πλούτος, Ηρακλής γαμών (ο γάμος του Ηρακλή), Όνου σκιά. Αλεξανδρινοί γραμματικοί αποδίδαν στον Άρχιππο 4 κωμωδίες για τις οποίες υπήρχαν ενδοιασμοί ότι μπορεί να ήσαν του Αριστοφάνη. Αυτές είναι: Ποίησις, Δις ναυαγός, Νήσοι, Νίοβος.

Ασκληπιάδης . Τραγικός ποιητής απ’ τη Θήβα. Δεν υπάρχουν περισσότερες πληροφορίες γι’ αυτόν.

Page 24: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

24

Αστυδάμας ο πρεσβύτερος . Τραγικός [ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα. Ήταν έγγονος του τραγικού ποιητή Φιλοκλή του πρεσβύτερου και δισέγγονος του Αισχύλου απ’ τη μεριά της αδερφής του (πατέρας του ο Μόρσιμος). Η πρώτη του παράσταση φαίνεται ότι δόθηκε το 398 π.Χ. Όλες οι υπόλοιπες πληροφορίες μας δημιουργούν σύγχυση με τον ομώνυμο γιο του. Νίκησε 15 φορές. Τα έτη 372, 347, 341 π.Χ. νίκησε με τα έργα του: Αχιλλεύς, Αθάμας. Αντιγόνη. Το 340 π.Χ. νίκησε με τα έργα του: Παρθενοπαίος και Λυκάων. Η παράδοση αναφέρει 240 έργα (σίγουρη σύγχυση με το γιο του). Άλλα έργα του με αβέβαιη απόδοση (στον πατέρα ή το γιο): Αλκμέων, Έκτωρ. Ναύπλιος, Ερμής. Στήθηκε προτομή του στο θέατρο, αλλά απορρίφθηκε η επιθυμία του να γραφτεί το επίγραμμα που είχε γράψει ο ίδιος για τον εαυτό του.

Αστυδάμας ο νεότερος . Τραγικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα γιος του Αστυδάμα του πρεσβύτερου. Οι πληροφορίες που έχουμε συγχέονται μ’ αυτές του ομώνυμου πατέρα του. Φαίνεται όμως ότι υπήρξε μαθητής του Ισοκράτη. Τίλοι 8 έργων του που μας αναφέρει η παράδοση και που υπάρχει ο κίνδυνος να συγχέονται με έργα του ομώνυμου πατέρα του είναι: Επίγονοι, Αίας μαινόμενος, Βελλεροφόντης, Τυρώ, Αλκμήνη, Φοίνιξ, Παλαμήδης, Ηρακλής σατυρκός. Τιμήθηκε με το στήσιμο μιας προτομής στο θέατρο. Το επίγραμμα της βάσης που το έγραψε ο ίδιος προκάλεσε το σκώμμα του Φιλήμονα.

Αυγέας . Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία. Έργα του σύμφωνα με τη Σούδα είναι: Άγροικος, Πορφύρα, Δις κατηγορούμενος.

Αυτοκράτης . Κωμικός ποιητής άγνωστης εποχής (ίσως του 5ου π.Χ. αιώνα) απ’ την Αθήνα που πρέπει να ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Έχουμε αποσπάσματα απ’ το έργο του Τυμπανισταί ή Τυμπανίσματα. Σύμφωνα με τη Σούδα έγραψε και πολλές τραγωδίες.

Αφαρεύς . Τραγικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα, μαθητής του Ισοκράτη. Μνημονεύεται για το έτος 341 π.Χ. με την τριλογία Πελιάδες, Ορέστης, Αύγη.

Αχαιός ο Ερετριεύς . Τραγικός ποιητής (484/1 ως το 401 π.Χ. περίπου) απ’ την Ερέτρια, γιος του Πυθοδώρου (ή Πυθοδωρίδη). Απ’ το 448/5 π.Χ. άρχισε να παίρνει μέρος στην Αθήνα σε τραγικούς αγώνες μαζί με τον Σοφοκλή και τον Ευριπίδη. Κέρδισε μια νίκη. Για τον αριθμό των έργων του έχουμε διαφορετικές μεταξύ τους πληροφορίες. Άλλες λένε για 24, άλλες για 30 κι άλλες πάλι για 44. Ο λόγος είναι ότι ήδη οι αρχαίοι φιλόλογοι είχαν διατυπώσει αμφιβολίες για τη γνησιότητά τους. Ιδιαίτερα επαινούσαν τα σατυρικά του δράματα. Απ’ τους 19 γνωστούς τίτλους έργων του τουλάχιστον 9 ανήκουν σ’ αυτό το είδος. Αν κρίνουμε απ’ τους τίτλους, ο Αχαιός αντλούσε, με μερικές εξαιρέσεις, το υλικό του απ’ τους μεγάλους μυθικούς κύκλους: Θησεύς, Οιδίπους, Φιλοκτήτης, Αλφεσίβιοι, Εργίνος, Φρίξος, Άδραστος, Αζάνες. Επίσης έχουμε και τα σατυρικά του δράματα: Αίθων, Άθλα ή Άθλοι, Αλκμέων, Ήφαιστος, Ίρις, Λίνος, Κύκνος, Μοίραι, Μώμος, Ομφάλη. Τα γνωστά μας αποσπάσματα απ’ τα έργα του (περίπου 60) προέρχονται, στο μεγαλύτερο μέρος τους, από αρχαία λεξικά. Ο Δίδυμος είχε σχολιάσει έργα του. Οι Αλεξανδρινοί τον είχαν περιλάβει στον Κανόνα των τραγικών ποιητών, κάτι που όπως φαίνεται, το χρωστούσε στα πετυχημένα σατυρικά του δράματα.

Αχαιός ο Συρακόσιος . Τραγικός ποιητής, ίσως απόγονος του Αχαιού απ’ την Ερέτρια (4ος π.Χ. αιώνας;). Μας είναι γνωστός μόνο απ’ τη Σούδα σαν συγγραφέας 10 τραγωδιών.

Page 25: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

25

Βάθυλος . Ηθοποιός του 1ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αλεξάνδρεια. Έζησε στη Ρώμη κι ήταν απελεύθερος του Μαικήνα. Στην εποχή του Αυγούστου βοήθησε με την τέχνη του να διαμορφωθεί ο κωμικός παντόμιμος σαν αυτοτελής μορφή τέχνης.

Βάττων . Βλέπε Βάτων.

Βάτων . Κωμικός ποιητής των αρχών του 3ου π.Χ. αιώνα. Ανήκει στη Νέα Αττική Κωμωδία. Του άρεσε να διακωμωδεί ορισμένους φιλοσόφους, γι’ αυτό κι ήρθε σε διαμάχη με τον Ακαδημαϊκό Αρκεσίλαο. Αντίθετα μίλησε επαινετικά για τον Επίκουρο. Απ’ τη Σούδα μας είναι γνωστοί 4 τίτλοι του: Συνεξαπατών, Ευεργέται, Ανδροφόνος, Αιτωλός.

Βίοτος . Τραγικός ποιητής. Βρέθηκε ένα απόσπασμα απ’ το έργο του Μήδεια.

Βίοττος . Βλέπε Βίοτος.

Βίων . Έζησε τον 5ο π.Χ. αιώνα κι ήταν γιος του Ασχύλου, όμως άλλες πληροφορίες γι’ αυτόν δε φτάσαν σε μας.

Βλαίσος . Κωμικός ποιητής απ’ την Καπρέα (το σημερινό Κάπρι). Ανήκε στους Φλυακογράφους (μιμογράφους της Ιταλίας). Κωμωδία του είναι οι Μεσοτρίβαι.

Βοιωτός ο Συρακόσιος . Μιμογράφος του 3ου π.Χ. αιώνα απ’ τις Συρακούσες. Έγραψε και παρωδικά ποιήματα σε εξάμετρα.

Γνήσιππος . Βλέπε Νόθιππος.

Δαμόξενος . Κωμικός ποιητής ίσως του 4ου π.Χ. αιώνα (μεταξύ του 350 και 300 π.Χ.). Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Αμφισβητείται αν ήταν απ’ την Αθήνα. Γραφτές πηγές μας λένε για μια νίκη του. Έργα του τρεις κωμωδίες: Ο εαυτόν πενθών, Οι σύντροφοι και μια άλλη με άγνωστο τίτλο.

Δεινόλοχος . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα (488 π.Χ.) απ’ τη Σικελία (τις Συρακούσες ή τον Ακράγαντα), γιος ή μαθητής ή και ανταγωνιστής του Επίχαρμου. Έγραψε 121 έργα που απ’ αυτά μας είναι γνωστοί 4 μυθολογικοί τίτλοι: Αμαζόνες, Τήλεφος, Αλθαία και Μήδεια απ’ την οποία σωθήκαν μόνο δυο στίχοι.

Δεξικράτης . Κωμικός ποιητής (του 4ου π.Χ. αιώνα;)απ’ την Αθήνα που ανήκε στη Μέση ή τη Νέα Αττική Κωμωδία. Έργο του που αναφέρει ο Αθήναιος : Υφ ’ εαυτών πλανώμενοι. Απ’ αυτό σωθήκαν δυο μόνο στίχοι.

Δεξίων . Βλέπε Σοφοκλής.

Page 26: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

26

Δημήτριος . Κωμικός ποιητής του τέλους του 5ου π.Χ. αιώνα. Ανήκει στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Μέσω παραθεμάτων κλπ. μας έγινε γνωστός με το έργο του Σικελία που γράφτηκε ίσως μετά τη λήξη του Πελοποννησιακού πολέμου γιατί αναφέρεται σ’ αυτό η κατάληψη της Αθήνας κι η κατεδάφιση των τειχών της.

Δημήτριος . Κωμικός ποιητής με το ίδιο όνομα του προηγούμενου θα πρέπει να τοποθετηθεί στη Μέση Αττική Κωμωδία (4ος π.Χ. αιώνας;).

Δημόφιλος . Κωμικός ποιητής του 3ου π.Χ. αιώνα. Ανήκει στη Νέα Αττική Κωμωδία. Μας είναι γνωστός απ’ τον Πρόλογο του έργου Asinaria του Πλαύτου όπου μας λεει ότι το δικό του έργο είναι διασκευή ενός έργου του Δημόφιλου που είχε τον τίτλο Οναγός.

Δίευχης . Ποιητής της Νέας Αττικής Κωμωδίας που άκμασε τον 1ο π.Χ. αιώνα. Ήταν γιος του Μνησικλή και νίκησε σ’ αγώνα στα Αμφιάρεια.

Δικαιογένης . Τραγικός ποιητής του 5ου/4ου π.Χ. αιώνα και πριν απ’ το 392 π.Χ.. τότε που διδαχτήκαν οι Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη, γιατί ο πρώτος στίχος της κωμωδίας αυτής : ω λαμπρόν ώμμα του τροχηλάτου λύχνου σύμφωνα με τον σχολιαστή είναι απ’ τον Δικαιογένη ή τον Αγάθωνα. Ο Αριστοτέλης στην Ποιητική (1455 α) αναφέρει ότι στην τραγωδία του Κύπριοι ή Κύπρια χρησιμοποίησε το τρίτο είδος της αναγνώρισης, το δια μνήμης αισθάνεσθαί τι ιδόντα. Μας είναι γνωστοί δυο τίτλοι έργων του: Μήδεια (γραμμένη σε διθυράμβους) και Κύπριοι (απόσπασμα από μια σκηνή αναγνώρισης που τη μνημονεύει ο Αριστοτέλης όπως προαναφέρθηκε). Σε μια επιγραφή αναφέρεται και σαν νικητής.

Διογένης ο Ονόμαος . Τραγικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα. Αναφέρονται τίτλοι 8 έργων του μεταξύ των οποίων: Αχιλλεύς, Ηρακλής, Ελένη, Μήδεια, Θυέστης, Οιδίπους, Χρύσιππος και Σεμέλη απ’ την οποία σωθήκαν απ’ τον Αθήναιο 11 στίχοι. Πολλά όμως απ’ τα έργα του αποδίδονται και σ’ άλλους ποιητές.

Διόγνητος . Τραγικός ποιητής της εποχής των Πτολεμαίων (3ος/2ος π.Χ. αιώνας;).

Διόδωρος ο Σινωπεύς . Κωμικός ποιητής του 3ου π.Χ. αιώνα απ’ τη Σινώπη της Μαύρης Θάλασσας. Ανήκει στη Νέα Αττική Κωμωδία. Ήταν νεότερος αδερφός του Δίφιλου του Σινωπέα. Τρία αποσπάσματα μας έχουν σωθεί. Στο ένα γίνεται λόγος για παρασίτους. Με τα έργα του Νεκρός και Μαινόμενος, πήρε την τρίτη θέση σε διαγωνισμό. Από επιγραφή πιστεύουμε ότι πήρε τα πρωτεία σε κάποιον αγώνα των Διονυσίων. Άλλα έργα του που αναφέρονται είναι ο Επίκληρος κι η Αυλητρίς. Στο θέατρο πήρε μέρος και σαν κωμικός ηθοποιός, κατά τα έτη 286 και 282 π.Χ. στη Δήλο.

Διοκλής ο Φλιάσιος . Κωμικός ποιητής στο τέλος του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα. Η Σούδα τον τοποθετεί στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Εκεί μνημονεύονται 5 τίτλοι του: Θάλαττα (όνομα εταίρας όπως ισχυρίζεται ο Αθήναιος), Μέλιτται, Όνειροι, Βάκχαι, Θυέστης. Ως εμάς φτάσαν ασήμαντα αποσπάσματα.

Διομήδης . Κωμικός ποιητής απ’ την Αθήνα γνωστός μόνο από επιγραφές του τελευταίου αιώνα π.Χ. Αναφέρεται ότι νίκησε στη Μαγνησία και την Επίδαυρο, όπου του φτιάξαν

Page 27: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

27ανδριάντα. Ένας άλλος επίσης ανδριάντας του, έργο του Δημητρίου του Πτελεασίου, υπήρχε στο Θέατρο του Διονύσου που σώθηκε μόνο η βάση του. Δεν έχουμε παρά ένα μόνο στίχο του.

Διονυσιάδης . Τραγικός ποιητής του 3ου π.Χ. αιώνα (την εποχή του Πτολεμαίου του Φιλάδελφου). Το όνομά του φαίνεται στην αλεξανδρινή Πλειάδα των τραγικών ποιητών. Όπως μας αναφέρει η Σούδα έγραψε ακόμα και για τους χαρακτήρες των κωμικών ποιητών Χαρακτήρες ή Φιλοκώμωδοι. Ήταν γιος του Φυλαρχίδου απ’ την Ταρσό κατά τον Στράβωνα, από Μαλλού κατά τη Σούδα που κι οι δυο ήσαν πόλεις της Κιλικίας

Διονυσίδης . Βλέπε Διονυσιάδης.

Διονύσιος . Τραγικός ποιητής του 2ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα. Έγραψε και σατυρικά έργα;.

Διονύσιος ο Σινωπεύς . Κωμικός ποιητής άγνωστης εποχής απ’ τη Σινώπη της Μαύρης Θάλασσας. Ίσως να ανήκει στη Μέση Αττική Κωμωδία (γύρω στο 300 π.Χ.;). Αναφέρεται απ’ τον Αθήναιο που διάσωσε λίγα μόνο αποσπάσματα (μεταξύ άλλων για μαγείρους) και τους τίτλους των κωμωδιών του: Ομώνυμοι, Θεσμοφόρος, Ακοντιζόμενος, Σώζουσα.

Διοπείθης . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα. Μόνο επιγραφικά μνημονεύεται σαν ποιητής. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία.

Δίφιλος ο Σινωπεύς . Κωμικός ποιητής του 4ου/3ου π.Χ. αιώνα απ’ τη Σινώπη της Μαύρης θάλασσας. Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Γεννήθηκε ανάμεσα στο 360 και 350 π.Χ. Γύρω στο 340 π.Χ. πήγε στην Αθήνα κι εκεί κέρδισε μια νίκη γύρω στο 320/18 π.Χ. Πέθανε αργότερα στη Σμύρνη, όμως θάφτηκε πριν απ’ το 275/70 π.Χ. στην Αθήνα. Ο Κωμικός ποιητής Διόδωρος απ’ τη Σινώπη ήταν αδερφός του. Ο Δίφιλος μόνο τρεις φορές πρέπει να κέρδισε νίκη με τα έργα του. Αυτό θα πει πως όσο ζούσε γνώρισε μικρή επιτυχία, αν λογαριάσει κανείς τον αριθμό των 100 έργων που του αποδίδει η παράδοση. Γνωστοί μας είναι περίπου 60 τίτλοι. Σε μας φτάσαν περίπου 130 αποσπάσματα. Μερικά απ’ τα έργα του τα αναγνωρίζουμε στις λατινικές μιμήσεις τους. Πολλές απ’ τις κωμωδίες του φαίνεται πως χρησιμοποιούσαν τα τυπικά πρόσωπα της Νέας Αττικής Κωμωδίας κι ότι μ’ αυτά παρουσιάζαν τυποποιημένα θέματα της αστικής κωμωδίας όπου εμφανίζονται σαν πρωταγωνιστές τ’ αφεντικά κι οι δούλοι, οι πατεράδες κι οι γιοι, οι εταίρες κι οι παράσιτοι, οι ξενοδόχοι κι οι μάγειροι. Τέτοια έργα βρίσκουμε στις κωμωδίες του Πλαύτου: Cazina (τίτλος του πρωτότυπου έργου είναι Κληρούμενοι = αυτοί που βάζουν κάτι στον κλήρο), Rudens, Vidularia (Σχεδία). Η χαμένη κωμωδία Commorientes (Συναποθνήσκοντες = αυτοί που πεθαίνουν μαζί, μια κωμωδία απ’ την οποία κι ο Τερέντιος πήρε μια σκηνή για την κωμωδία του Adelphoe). Ένας τίτλος όπως Πολυπράγμων (= αυτός που ασχολείται με πολλά) φωτίζει καθαρά τις τυπολογικές επιδράσεις. Μερικοί απ’ τους ήρωες των τίτλων είναι σύγχρονα ιστορικά πρόσωπα (Άμαστρις, Τιθραύστης). Οι υπαινιγμοί επομένως στην επικαιρότητα κι η κριτική των πραγμάτων της εποχής δε λείπαν κι απ’ τον Δίφιλο. Στο χώρο της ιστορίας μας οδηγεί η κωμωδία του Σαπφώ (όπου μας δείχνει να μη τον ενδιαφέρει καθόλου η διαστρέβλωση των χρονολογιών. Μυθολογικά πρόσωπα παρουσιάζονται στις κωμωδίες Δαναΐδες, Πλειάδες, Ηρακλής, Θησεύς, Εκάτη, Ανάγυρος, Ήρως. Το γεγονός ότι αρκετά απ’ τα έργα του Δίφιλου διασκευαστήκαν απ’ τον Πλαύτο δείχνει καθαρά το είδος των κωμικών στοιχείων που προβάλλαν τα έργα αυτά, δηλαδή το κάπως χοντροκομμένο αστείο, την προτίμηση των προβλημάτων της καθημερινής ζωής και την ξεκάθαρη γλώσσα του ποιητή, μια γλώσσα, θα μπορούσε να πει κανείς που επενεργεί δραστικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι κι η μεμονωμένη σκηνή που ενσωμάτωσε σε δικό του έργο ο Τερέντιος είναι σκηνή ξυλοδαρμού. Στα έργα αυτά γενικά τρώνε πολύ, πίνουν πολύ, τσακώνονται και δέρνονται πολύ κι όλα παρασταίνοται με πολύ ρεαλιστικό τρόπο. Το στοιχείο της φάρσας είναι κάτι που δεν πρέπει να το παραβλέψουμε στα έργα του Δίφιλου, όμως απ’ την άλλη μεριά τα έργα του δείχνουν το χάρισμα που είχε να παρατηρεί από

Page 28: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

28

κοντά τη ζωή και την τέχνη να την αναπαρασταίνει. Απ’ τη γλώσσα του λείπει το βάθος της σκέψης, όμως αυτή διαθέτει μια πλούσια εκφραστική κλίμακα, απ’ το υψηλό πάθος και τη λογοτεχνική παρωδία ως τα πιο χαμηλά στρώματα του καθημερινού λόγου. Είναι μια γλώσσα παραστατική που επενεργεί αποτελεσματικά. Ο διάλογος έχει πάντα μια ζωηρότητα. Η επίδραση του Δίφιλου στους μεταγενέστερους θεατρικούς συγγραφείς ήταν έντονη κι ορισμένες αλλαγές στη Μέση Αττική Κωμωδία υπήρξαν ευνοϊκές προς την κατεύθυνση αυτή. Στις λατινικές διασκευές τους τα έργα του γνωρίσαν ανανεωμένη δημοτικότητα.

Διώξιππος . Ποιητής της Νέας Αττικής Κωμωδίας. Άλλοι όμως λένε πως είναι της Μέσης. Σύμφωνα με τον Αθήναιο έγραψε τα Έργα: Φιλάργυρος, Αντιπορνοβοσκός, Διαδικαζόμενοι, Ιστοριογράφος, Θησαυρός.

Δρόμων . Ποιητής της Μέσης Αττικής Κωμωδίας που αναφέρεται απ’ τον Αθήναιο (4ος π.Χ. αιώνας).

Εκφαντίδης . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα. Ανήκει στην Αρχαία Αττική Κωμωδία κι είναι αρχαιότερος του Αριστοφάνη και του Κρατίνου απ’ τον οποίο διακωμωδείται. Χαρακτηρίζεται σαν ο παλιότερος εκπρόσωπός της. Πέτυχε την πρώτη του νίκη γύρω στο 456 π.Χ. Συνολικά νίκησε τέσσερις φορές. Ένας τίτλος μας έχει παραδοθεί με σιγουριά (Σάτυροι), ενώ για έναν άλλο (Πείραι) υπάρχει ασάφεια. Ανταγωνιστής του ήταν ο κάπως νεότερός του Κρατίνος, τον οποίον όμως σεβόταν, κι είχε επηρεασθεί λίγο απ’ το έργο του. Γι’ αυτόν λεγόταν ότι ησχύνετο το δράμα Μεγαρικόν ποιείν (Μεγαρικόν λεγόταν το υπόγειο ή το οίκημα που κατασκευαζόταν κατά τη γιορτή των Θεσμοφορίων κι όπου ρίχναν χοιρίδια). Ο Κρατίνος χαρακτηρίζει την ποίησή του εγκεχοιριλωμένην, λογοπαίζοντας έτσι κι υπαινισσόμενος ότι τον Εκφαντίδη στη συγγραφή των δραμάτων του τον βοηθούσε ο δούλος του Χοιρίλος. Επίσης προσονομαζόταν Καπνίας για το μηδέν λαμπρόν γράφειν. Παρ’ όλα αυτά είναι γνωστό ότι νίκησε τον Κρατίνο σε Διονύσια, γεγονός που σημαίνει ότι η διακωμώδηση του Κρατίνου γι’ αυτόν ήταν σκόπιμη.

Εμπεδοκλής . Τραγικός ποιητής, γιος του ομώνυμου προσωκρατικού περίφημου φιλοσόφου. Κατά τη Σούδα έγραψε 24 τραγωδίες (5ος/4ος π.Χ. αιώνα).

Ένικος . Βλέπε Εύνικος.

Επιγένης . Τραγικός ποιητής απ’ τη Σικυώνα. Ο πρώτος μιας σειράς στην οποία ο Θέσπις κατά τη Σούδα μεν είναι ο δέκατος έκτος, κατ΄ άλλους δε δεύτερος. Ίσως απ’ τη Σούδα τέτοια χρονολογική κατάταξη του Επιγένη να στηρίζεται στη γνώμη του Θεμιστίου, σύμφωνα με την οποία εφευρέτες της τραγωδίας είναι οι Σικυώνιοι και τη γνώμη άλλων ότι η φράση ουδέν προς τον Διόνυσον αναφέρεται στον Επιγένη. Έτσι πολλοί πιστεύουν ότι πρώτος ο Επιγένης ξεπέρασε στο έργο του τον διονυσιακό μύθο. Οπωσδήποτε όμως η ιδέα, ότι είναι δυνατόν να υπήρξαν τραγικοί και πριν απ’ τον Θέσπη, σήμερα είναι τελείως ανυπόστατη.

Επιγένης . Κωμικός ποιητής των αρχών του 4ου π.Χ.. αιώνα. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία. Δεν σώζονται παρά μόνο αποσπάσματα έργων του άνευ σημασίας. Αναφέρονται έργα του: Μνημάτιον, Ηρωίνη, Βάκχαι και Ποντικός. Ο Αθήναιος αναφέρει σαν συγγραφέα της κωμωδίας Αργυρίου αφανισμός άλλοτε τον Επιγένη κι άλλοτε τον Αντιφάνη.

Page 29: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

29

Επικράτης ο Αμβρακιώτης . Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα (γύρω στο 350 π.Χ.) απ’ την Αμβρακία. Ανήκει στη Μέση Αττική Κωμωδία. Διακωμώδησε μεταξύ άλλων και μια συζήτηση του Πλάτωνα με τους μαθητές του. Μας είναι γνωστοί 6 τίτλοι έργων του: Αντιλαΐς (ειρωνεία κατά της υπερήλικης Λαΐδας), Αμαζόνες, , Δυόπρατος, Έμπορος, Τριόδους ή Ρωποπώλης και Χορός (αναφέρεται μόνον απ’ τον Αιλιανό). Επίσης έχουμε και μερικά αποσπάσματα.

Επίλυκος . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Έργο του Κoραλίσκος.

Επίνικος . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Νίκησε 3 φορές σε αγώνες. Ίσως να γίνεται σύγχυση με τον επόμενο.

Επίνικος . Κωμικός ποιητής του 3ου/2ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Είχε πολλές νίκες σε δραματικούς αγώνες. Για τις νίκες αυτές γίνεται λόγος σε παλιά επιγραφή που βρέθηκε. Ανάμεσα στις κωμωδίες του γνωστές είναι ο Μνησιπόλεμος και αι Υποβαλλόμεναι που σωθήκαν αποσπάσματά τους.

Επίχαρμος . Κωμικός ποιητής και Πυθαγόρειος του 6ου/5ου π.Χ. αιώνα (Γεννήθηκε στην Κω;). Ανήκει στη δωρική κωμωδία. Ο πατέρας του που ήταν γιατρός τον πήρε μαζί του όταν ακόμα ήταν ενός έτους κι εγκαταστάθηκε στη Σικελία σαν γιατρός του βασιλιά των Συρακουσών Ιέρωνα. Στην αυλή αυτού του βασιλιά ανατράφηκε ο Επίχαρμος κι όταν μεγάλωσε έζησε για ένα διάστημα στα Υβλαία Μέγαρα, όμως ξαναγύρισε στις Συρακούσες. Η ποιητική του δραστηριότητα άρχισε στα τέλη του 6ου π.Χ. αιώνα, την εποχή δηλαδή του Γέλωνα και του Ιέρωνα κι έδρασε στις Συρακούσες. Πέθανε σε πολύ μεγάλη ηλικία. Απ’ αυτές τις χρονολογίες που δεν είναι καθόλου σίγουρες βγαίνει το συμπέρασμα ότι έζησε απ’ το 550 ως το 460 π.Χ. Πολλά ανέκδοτα κι ιστορίες για τη ζωή του μπερδεύουν περισσότερο τα βιογραφικά του στοιχεία. Απ’ την πλούσια παραγωγή του μας είναι γνωστοί 37 τίτλοι που αφήνουν να φανεί ότι στον Επίχαρμο αρέσαν τα μυθολογικά θέματα, δείχνοντας ιδιαίτερη επίδοση στην παρωδία των μύθων. Πολύ αγαπητός στις κωμωδίες του Επιχάρμου ήταν ο Οδυσσεύς (σαν ναυαγός, σαν αυτόμολος κι ακόμα στον Κύκλωπα και στις Σειρήνες). Πολύ δημοφιλής ήρωάς του επίσης ήταν ο Ηρακλής: Ηρακλής ο επί τον ζωστήρα (Ο Ηρακλής που πάει για τη ζώνη της Ιππολύτης), Ηρακλής ο παρά Φόλω (Για την επίσκεψη του Ηρακλή στον Κένταυρο Φόλο), Ήβας γάμος (Ο γάμος της Ήβης), Βούσιρις, Αλκυονεύς. Μερικές φορές διακωμωδούνται ακόμα ο Προμηθεύς, κι ο Ήφαιστος (Κωμασταί). Άλλες ίσως παρωδίες του είναι: Άμυκος, Αταλάντη, Βάκχαι, Διόνυσοι, Σφίγξ, Φιλοκτήτης, Τρώες που επίσης έχουν της αρχή τους στην ομηρική ποίηση. Μερικοί τίτλοι δείχνουν ότι ασχολήθηκε με σκηνές της καθημερινής ζωής χρησιμοποιώντας συγκεκριμένους τύπους και χαρακτήρες: Χορεύοντες (Χορευτές), Επινίκιος (Επινίκια γιορτή), Θεαροί (επικσκέπτες του ναού), Αγρωστίνος (χωριάτης, αγροίκος), Ελπίς ή Πλούτος (με τη μορφή ενός παρασίτου). Τα έργα αυτά φαίνεται πως κάναν υπαινιγμούς στη σύγχρονη πραγματικότητα, όχι όμως και χοντρό προσωπικό σκώμμα. Το έργο Γα και θάλασσα (Γη και θάλασσα), ίσως και το Λόγος και Λογίνα (Λόγος και Λόγαινα) περιείχαν έναν αγώνα λόγων με χρήση αλληγορικών μορφών. Για τα δραματουργικά και σκηνικά στοιχεία στο έργο του Επιχάρμου λίγα μόνο πράγματα ξέρουμε με βεβαιότητα. Αν οι τίτλοι που παρουσιάζονται σε πλήθυντικό αριθμό έχουν σχέση κάθε φορά με τους Χορούς των έργων, δεν είναι καθόλου σίγουρο. Για τις παραστάσεις των έργων του μπορεί ο Επίχαρμος να είχε στη διάθεσή του τρεις ηθοποιούς. Λυρικά κομμάτια δεν υπήρχαν. Αντίθετα αναφέρεται σκηνική μουσική. Κοντολογίς τα δράματα του Επιχάρμου δεν έχουν ακόμα μια σταθερή μορφή. Κι από τη μετρική άποψη τα έργα του παρουσιάζουν πολύ μεγάλη ποικιλία: ίαμβοι, τροχαίοι. Δυο έργα του ήσαν εξ ολοκλήρου σε αναπαίστους. Η γλώσσα του Επιχάρμου ήταν τα σικελικά δωρικά. Οι εκφράσεις του ήσαν δυνατές κι αποτελεσματικές όμως μερικές φορές χοντροκομμένες. Οι παρωδίες του κι οι υπαινικτικές του αναφορές σε θέματα λογοτεχνίας ρίχνουν αρκετό φως στο θέμα της μόρφωσης και της καλλιέργειας των θεατών του. Του άρεσε πολύ να ασχολείται με φιλοσοφικά θέματα (π.χ. με διδασκαλίες του Ηρακλείτου, παρωδία του Πλάτωνα στο απόσπ. 171), κάτι που έκανε πολλούς μεταγενέστερους να υποθέσουν ότι ο

Page 30: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

30

Επίχαρμος υπήρξε συγγραφέας και φιλοσοφικών έργων. Τα θεατρικά του έργα περιείχαν επίσης πολλά αξιώματα κι αποφθέγματα που οι μεταγενέστεροι τα συγκεντρώσαν σε συλλογές, στις οποίες όμως εισχωρήσαν κι άλλα τέτοια νόθα. Τ’ αποσπάσματα δείχνουν επίσης πως το κωμικό στοιχείο ο Επίχαρμος το δημιουργούσε και με τη βοήθεια της γλώσσας, δηλαδή με λογοπαίγνια, αντιθέσεις, υπερβολές, δηλωτικά ονομάτων των προσώπων και με πολλά άλλα σκηνικά μέσα. Ο Επίχαρμος γνώρισε με τα δράματά του μεγάλη επιτυχία και κέρδισε την υπόληψη του κοινού, μεταξύ άλλων και του Πλάτωνα που παρακολουθούσε παραστάσεις του κατά τις επισκέψεις του στις Συρακούσες. Στον διάσημο ποιητή αποδοθήκαν μετά απ’ αυτό κι άλλα έργα. Ο Χρυσόγονος κι ο Αξιόπιστος εκδώσαν τα έργα τους με το δικό του όνομα. Ακόμα κ’ ιατρικού (Χίρων) καθώς κι άλλου ειδικού περιεχομένου έργα προσγραφτήκαν στ’ όνομα του Επιχάρμου με αποτέλεσμα πολύ γρήγορα ο κωμικός ποιητής να μεταμορφωθεί σε επιστήμονα. Ακριβώς για να αντιδράσει στις νοθεύσεις ο Απολλόδωρος απ’ την Αθήνα έγραψε ένα υπόμνημα στα θεατρικά έργα του Επιχάρμου. Στους Ρωμαίους ήσαν γνωστά τα αποφθέγματά του. Κομμάτια απ’ τα θεατρικά του έργα μπήκαν σε ανθολόγια και συλλογές παροιμιών, καθώς και σε ειδικά λεξικογραφικά έργα. Επίδρασή του στο θέατρο εκτός απ’ τη Νέα Αττική Κωμωδία δεν μπορούμε να πούμε πως είχε άλλη. Ο Επίχαρμος δεν ήταν μόνο κωμικός ποιητής αλλά και Πυθαγόρειος φιλόσοφος όπως προαναφέρθηκε. Από 4 περικοπές των έργων του προκύπτει α) ότι ο Επίχαρμος πίστευε, όπως κι ο Ξενοφάνης, στην αιωνιότητα των θεών κι όχι στην αθανασία της ανθρώπινης ψυχής, β) ότι είχε τη γνώμη ότι ο άνθρωπος μπορεί να γίνει αγαθός αρκεί να διδαχτεί τί είναι αγαθό και τί κακό, γ) ότι όλα τα ζώντα όντα είναι προικισμένα με ορθό λόγο και δ) ότι κάθε ον που ζει θαυμάζει τον εαυτό του, δηλαδή το είδος που ανήκει και περιφρονεί όλα τα άλλα. Όπως φαίνεται απ’ τις απόψεις του που προαναφερθήκαν δεν μπορεί κανείς να αποφανθεί σίγουρα, αν ο Επίχαρμος ήταν φιλόσοφος κι αν σαν φιλόσοφος πρέπει να καταταχτεί στους Πυθαγορείους.

Έριφος . Κωμικός ποιητής άγνωστης εποχής. Μάλλον ανήκει στη Μέση Αττική Κωμωδία. Έργα του: Αίολος, Μελίβοια, Πεταλστής.

Έρμιππος . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα (γύρω στο 450 π.Χ.) απ’ την Αθήνα, γιος του Λύσιδος κι αδερφός του κωμικού Μυρτίλου, νεότερος του Κρατίνου αλλά αρχαιότερος του Αριστοφάνη. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Κέρδισε πολλές νίκες (436/5, 429, 427 π.Χ.). Τα έργα του, σύμφωνα με τη Σούδα, πρέπει να φτάσαν συνολικά στα 40. Μας είναι γνωστοί 12 τίτλοι, ανάμεσά τους και παρωδίες μύθων: Αθηνάς γοναί (Γέννηση της Αθηνάς), Ευρώπη, Θεοί, Αγαμέμνων, Ιαπετός, Κέκροπες κι ακόμα Δημόται (Κάτοικοι μιας συγκεκριμένης συνοικίας, Φορμοφόροι (Κοφινοκουβαλητάδες) και Θεσμοφόροι. Μ’ άλλα έργα του έκανε επιθέσεις εναντίον πολιτικών, όπως π.χ. του Περικλή (Μοίραι, Στρατιώται) και του Υπέρβολου (Αρτοπώλιδες) με πολιτικές και προσωπικές αιχμές. Αξίζει να σημειωθεί ότι αποκαλούσε τον Περικλή δειλό, γιατί δεν οδηγούσε το στρατό κατά των Πελοποννησίων. Προκάλεσε επίσης δίκη κατά της Ασπασίας κατηγορώντας την για αθεΐα κι αυτή μόλις κατόρθωσε να σωθεί γιατί ο Περικλής παρακάλεσε τους δικαστές. Οι τίτλοι των έργων του δείχνουν κυρίως τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Χορού. Ξεχωριστή ήταν η επιδεξιότητά του στις παρωδίες (π.χ. για τον ομηρικό κατάλογο των πλοίων). Εκτός απ’ τις κωμωδίες έγραψε κ’ ιαμβική ποίηση, περιγραφές, καθώς φαίνεται, ταξιδιών του κ.ά.

Ερμόφαντος . Δραματικός ποιητής στην Αλεξάνδρεια. Πιο συγκεκριμένες πληροφορίες δεν υπάρχουν.

Ευάγγελος . Κωμικός ποιητής της Νέας Αττικής Κωμωδίας του οποίου σώζονται μερικά αποσπάσματα. Έργο του σύμφωνα με τον Αθήναιο είναι ο Ανακαλυπτόμενος.

Ευάγης . Κωμικός ποιητής απ’ την Ύδρα. Άλλες πληροφορίες δεν υπάρχουν.

Page 31: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

31

Ευαίων . Τραγικός ποιητής (κατά τη Σούδα), γιος του περίφημου τραγικού ποιητή Αισχύλου. Ήταν πασίγνωστος για την ομορφιά του αν πάρουμε σαν δεδομένο ότι είναι ο ίδιος με τον ωραίο νέο που εικονίζεται σε ένα αγγείο με την επιγραφή Ευαίων ο καλός (ο ωραίος).

Ευανδρίδας . Τραγικός ποιητής του 1ου π.Χ. αιώνα. Ήταν γιος του Εστιαίου απ’ τη Μίλητο.

Ευάρετος . Τραγικός ποιητής. Σε διαγωνισμό πήρε το δεύτερο βραβείο με το έργο του Τεύκρος (1ος βασιλιάς της Τροίας) και σε έναν άλλον το τρίτο με το έργο Αλκμέων. Αναφέρεται ακόμα το έργου του Αχιλλεύς κι ακόμα ένα με άγνωστο τίτλο.

Εύβοιος . Ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα απ’ την Πάρο. Έγραψε μίμους και παρωδίες σε εξάμετρους στίχους.

Εύβουλος . Κήττιος Αθηναίος, γιος του Ευφράορος. Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα στην Αθήνα. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία. Απ’ το 376 π.Χ. είχε 6 σίγουρες νίκες στα Λήναια και πάνω από 100 έργα. Πολλοί απ’ τους 58 γνωστούς τίτλους υποδηλώνουν μυθολογικά θέματα. Πολλά πάλι απ’ αυτά ήσαν οπωσδήποτε παρωδίες (Μήδεια,Οινόμαος, Αύγη, Πρόκρις, Ίων, Φοίνιξ. Κατά ένα μεγάλο μέρος παρωδούσε τον Ευριπίδη). Διακωμώδηση συγχρόνων προσώπων φανερώνει ο Διονύσιος (ο Α’, ο τύραννος των Συρακουσών). Μερικά έργα του είχαν για τίτλο ονόματα εταιρών. Τέλος ορισμένα έργα του που έχουν σαν τίτλο τους πρόσωπα που ασκούν κάποιο επάγγελμα, υποδηλώνουν την τάση της Νέας Αττικής Κωμωδίας για την προβολή χαρακτήρων. Άλλα έργα του: Τιτθαί, Ορθάννης (δαίμονας πριαπώδης), Σκυτεύς, Πορνοβοσκός, Κέρκωπες, Αμάλθεια κ.ά.

Εύδοξος ο Σικελιώτης . Κωμικός ποιητής της Νέας Αττικής Κωμωδίας απ’ τη Σικελία.

Ευέτης . Κωμικός ποιητής απ’ την Αθήνα που έζησε το 485 π.Χ. περίπου. Στο χρονικό διάστημα ανάμεσα στον Χιωνίδη και τον Μάγνη.

Ευθυκλής . Κωμικός ποιητής αβέβαιης εποχής, μάλλον της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας. Μας είναι γνωστοί μόνο δυο τίτλοι έργων του απ’ τη Σούδα με πολύ λίγα αποσπάσματα (Άσωτοι ή Επιστολαί, Αταλάντη).

Ευμήδης . Κωμικός ποιητής της Νέας Αττικής Κωμωδίας. Καμιά άλλη πληροφορία δεν υπάρχει γι’ αυτόν.

Εύνικος . Κωμικός ποιητής της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας. Έργα του που όμως δεν είναι σίγουρα και πολλοί τα αποδίδουν σ’ άλλους είναι: Άντεια, Πόλεις. Το πρώτο αποδίδεται στον Φιλύλλιο και το δεύτερο στο Αριστοφάνη. Λέγεται επίσης και Αίνικος ή Εύνικος.

Ευξενίδης . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία κι έζησε στο χρονικό διάστημα ανάμεσα στον Χιωνίδη και τον Μάγνη.

Page 32: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

32

Εύπολις . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα κι ένας απ’ τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας, σύγχρονος του Κρατίνου και του Αριστοφάνη. Γεννήθηκε το 446 π.Χ. και παρουσίασε έργο του σε δημόσιο αγώνα για πρώτη φορά το 430/429 π.Χ. Αργότερα κέρδισε 7 νίκες συχνά σε συναγωνισμό με τον σχεδόν συνομήλικό του Αριστοφάνη. Πέθανε μετά το 412 π.Χ. Γύρω απ’ το θάνατό του δημιουργηθήκαν διάφοροι μύθοι (δολοφονήθηκε με εντολή του Αλκιβιάδη ή έπεσε πολεμώντας για την Αθήνα). Αναφέρονται 14 έργα του (καμιά φορά και 17). Και σήμερα μας είναι γνωστοί 14 τίτλοι, όμως μόνο λίγα αποσπάσματα μας έχουν σωθεί. Το πιο παλιό απ’ τα έργα του θα μπορούσαν να είναι οι Προσπάλτιοι (κάτοικοι ενός αττικού δήμου). Λένε ότι στο έργο του αυτό φαίνεται καθαρά η αντίδραση για τη φιλοπόλεμη πολιτική του Περικλή. Η παρέμβαση του Εύπολη στην πολιτική, η απασχόλησή του με τα επίκαιρα προβλήματα της Αθήνας κι η κριτική τους ήταν κάτι που κυριαρχούσε σ’ όλα τα έργα του. Το 427 π.Χ. γραφτήκαν οι Ταξίαρχοι (αξιωματούχοι επικεφαλής των φυλών) που πραγματεύονταν το θέμα της στρατιωτικής πειθαρχίας που εφαρμόζεται με κωμικό τρόπο στον Διόνυσο, ο οποίος παρουσιάζεται στη σκηνή σαν νεοσύλλεκτος. Επίσης οι Αστράτευτοι ήσαν αφιερωμένοι στο ίδιο θέμα. Στο Χρυσούν γένος (Χρυσή εποχή, 424 π.Χ.) γεμάτος ειρωνεία, διακωμωδούσε την κυριαρχημένη απ’ την πολιτική του Κλέωνα εποχή, ίσως όμως με λιγότερο προσβλητικό, σε προσωπικό επίπεδο, τρόπο απ’ αυτόν που χρησιμοποίησε την ίδια εποχή ο Αριστοφάνης στους Ιππής του. Οι Αίγες (Κατσίκες, 423 π.Χ.), με τον ζωόμορφο Χορό, είχαν χαρακτηριστικά παραμυθιού (κριτική σε θέματα πολιτισμού). Οι Πόλεις (422 ή 416 π.Χ.) προσωποποιούσαν τις σύμμαχες πόλεις της Αθήνας και διαφωτίζαν επίκαιρα προβλήματα σχέσεων με τους συμμάχους. Μπορεί κι οι Φίλοι, σίγουρα όμως οι Κόλακες (421 π.Χ.) ειρωνεύονταν τη ζωή και τη συμπεριφορά στα πλούσια σπίτια της Αθήνας, εδώ στο σπίτι του Καλλία (όπου διαδραματίζεται κι ο Πρωταγόρας του Πλάτωνα), εκεί, ανάμεσα σε πλήθος σοφιστών, ο Πρωταγόρας είναι ένα απ’ τα κύρια πρόσωπα κι εμφανιζόταν κι ο Σωκράτης. Ακόμα διακωμωδούνταν κι ο Αλκιβιάδης. Και στον Αυτόλυκο έπαιζε ο Καλλίας έναν όχι και τόσο καθαρό ρόλο (420 π.Χ. σε δυο παραλλαγές). Στον Μαρικάν (421 π.Χ.) ο Εύπολις έβαλε στόχο τον ανίκανο πολιτικό Υπέρβολο, ενώ στους Βάπτες (Βαφτιστές, 416 π.Χ., σε συνάφεια με τα βαφτίσια σε μια θρακική λατρεία) στόχος του ήταν ο Αλκιβιάδης με τον εκκεντρικό τρόπο της ζωής του. Οι Δήμοι (412 π.Χ.) όπου στο έργο αυτό οι δημοι της Αθήνας αποτελούσαν με τη μορφή ζωντανών προσώπων τους εκπροσώπους των δήμων στο Χορό που στο δεύτερο μέρος του έργου συγκεντρωνόταν στην αγορά. Στις δύσκολες στιγμές του πολέμου σχεδιάζαν να ξαναφέρουν απ’ τον Κάτω κόσμο μεγάλους πολιτικούς και στρατηγούς παλιότερων εποχών για τη σωτηρία της πόλης. Στα πρόσωπα του Σόλωνα , του Μιλτιάδη, του Αριστείδη και του Περικλή δείχνεται ακόμα πιο καθαρά το αντίθετο της τωρινής απελπιστικής κατάστασσης. Με τη σκληρή κριτική τους κάνουν φανερή την κατάπτωση της Αθήνας έχοντας σαν μέτρο σύγκρισης το εξιδανικευμένο παρελθόν. Το έργο αυτό διαβαζόταν ακόμα και στον 2ο μ.Χ. αιώνα κι αντιγραφόταν ακόμα στον 5ο. Για τα έργα Νουμηνίαι και Λάκωνες δε μπορούμε πια να έχουμε σαφή εικόνα. Τα έργα Είλωτες, Διαιτών, Διάς και Υβριστοδίκαι δεν πρέπει να ήσαν γνήσια. Τα γνήσια έργα, όλα τους γραμμένα σ’ ένα διάστημα 17 χρόνων, δείχνουν τον ποιητή αντιμέτωπο, συχνά με πάθος και βασανιστικά, με τα προβλήματα του περίγυρού του. Τέτοια ήσαν τα πολιτικά προβλήματα και τα πνευματικά ρεύματα της εποχής του. Αντίθετα με τον Αριστοφάνη, με τον οποίον τον συνδέανε πολλά, ο Εύπολις χρησιμοποιούσε για την κριτική του κυρίως σατιρικά μέσα και συγκρατημένη ειρωνεία. Οι επιθέσεις του εναντίον προσώπων ήσαν σπάνιες και δεν κατάφευγε συχνά σε παραμυθικές εικόνες. Ποτέ δεν ασχολήθηκε με παρωδίες μύθων. Μπορεί τα πρόσωπα που εναντίον τους άσκησε κριτική να είναι πολλά, μπορεί στα μετέπειτα έργα του να έγινε οξύτερος (όπως προαναφέρθηκε ίσως ο Αλκιβιάδης. εξ αιτίας των προσβολών που δεχόταν απ’ τον Εύπολη, έβαλε ανθρώπους του να τον πνίξουν), όμως αυτό που τον χαρακτηρίζει είναι εκείνο που έκανε στους Δήμους, όπου παρουσιάζοντας μια θετική εικόνα καταδικάζει το καταστροφικό παρόν. Οι Αρχαίοι κριτικοί (Πλάτων), επαινούσαν τη φαντασία και το εύστοχο πνεύμα του, όπως ακόμα τη χάρη και τα κωμικά του στοιχεία που αντιπαράθεσε στους δυο άλλους εκπροσώπους της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας, τον Αριστοφάνη και τον Κρατίνο. Και με τη γλώσσα του ο Εύπολις πρέπει να πέτυχε κωμικά αποτελέσματα και την παρωδία πρέπει να τη χρησιμοποίησε με δεξιοτεχνία. Επίδραση στη μετέπειτα λογοτεχνία δε γίνεται αισθητή, όμως οι μεταγενέστεροί του τον διαβάζαν μ’ ευχαρίστηση (Πλούταρχος, Λουκιανός, Γαληνός).

Page 33: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

33

Ευριπίδης . Τραγικός ποιητής, παλιότερος απ’ τον ομώνυμο διάσημο ποιητή. Η Σούδα αναφέρει 12 τραγωδίες του και 2 νίκες του.

Ευριπίδης . Ο διάσημος τραγικός ποιητής Ευριπίδης είναι ο εκπρόσωπος, θα λέγαμε της εποχής τους Περικλή. Κ α τ α γ ω γ ή τ ο υ π ο ι τ ή. Ο Ευριπίδης είναι ο εκπρόσωπος όχι μόνο της δραματικής αλλά και της γενικότερης ποίησης στην εποχή του Περικλή. Σύμφωνα με την παράδοση ήταν γιος του Μνησάρχου ή Μνησαρχίδου και της Κλειτούς και καταγόταν απ’ το δήμο της Φλυείας ή Φλύας (Ευριπίδης Μνησαρχίδου Φλυεύς). Ο πατέρας του λεγόταν κοροϊδευτικά κάπηλος κι η μητέρα του στις κωμωδίες λαχανόπωλις (χορταρού). Φαίνεται πως ήσαν ιδιοκτήτες μεγάλου αγροκτήματος και πουλούσαν τ’ αγροτικά τους προϊόντα. Γι’ αυτό κι ο ποιητής ονομάζεται απ’ τον Αριστοφάνη παις της αρουραίας Θεού (Βάτραχοι 840). Ο Ευριπίδης ήταν Αθηναίος αλλά γεννήθηκε στη Σαλαμίνα (αν και δεν είναι κάτι τέτοιο απόλυτα σίγουρο), όταν άρχοντας ήταν ο Καλλιάδης (ή Καλλίας) κι οι ταραχές απ’ τους Περσικούς πολέμους βρίσκονταν σε έξαρση. Τη μέρα της γέννησής του, όπως λεει η παράδοση, γινόταν η ναυμαχία της Σαλαμίνας, δηλαδή στις 20 του μηνός Βοηδρομιώνος (Σεπτεμβρίου-Οκτωβρίου) του 480 π.Χ., σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ενώ την ίδια μέρα ο Αισχύλος σε ηλικία 45 ετών, στην ακμή της αντρικής του δύναμης αγωνιζόταν για την ελευθερία της πατρίδας του κι ο Σοφοκλής, ωραίος νέος 16 ετών με τη λύρα του ήταν ο κορυφαίος του χορού των εφήβων για τα επινίκια. Η ζωή του ποιητή είναι γνωστή με σιγουριά σε μερικά μόνο κύρια σημεία, ενώ σε πολλά άλλα υπάρχουν μόνο παραδόσεις που έχουν πλαστεί ή επινοηθεί αργότερα και γι’ αυτό δεν είναι αξιόπιστες. Εξ αιτίας της ιδιορρυθμίας της ζωής του και της πρωτοτυπίας των απόψεών του έγινε ο στόχος των κωμικών ποιητών κι αυτού ακόμα του Αριστοφάνη που ήταν 35 χρόνια μικρότερός του (445-388 π.Χ.). Έτσι μ’ αυτό τον τρόπο έγινε γνωστός σ’ όλο τον αθηναϊκό λαό. Η παραμονή της οικογένειάς του στη Σαλαμίνα εξηγείται απ’ την ταραχή που επικρατούσε τα χρόνια εκείνα. Έ τ ο ς γ έ ν ν η σ η ς τ ο υ π ο ι τ ή. Για να ορίσουμε το έτος της γέννησης του ποιητή που αμφισβητείται, πρέπει πρώτα να προσδιορίσουμε το έτος του θανάτου του που μας είναι πιο γνωστό. Το έτος λοιπόν του θανάτου του ποιητή είναι κατά το Πάριον Χρονικόν το 407-6 π.Χ. Αυτό όμως είναι συζητήσιμο, γιατί κατά την παράσταση των Βατράχων του Αριστοφάνη στα Λήναια του 405 π.Χ. κατά τον μήνα Γαμηλιώνα (Ιανουάριο - Φεβρουάριο) ο Ευριπίδης είχε πεθάνει πριν από λίγο. Αλλά κι ο Σοφοκλής ναι μεν πέθανε μετά τον Ευριπίδη, αλλά στην παράσταση των Βατράχων είχε κι αυτός πεθάνει. Αναγκαστικά λοιπόν το έτος της γέννησης του Ευριπίδη αλλά κι άλλων αρχαίων συγγραφέων πρέπει να υπολογιστεί αναδρομικά, είτε απ’ το έτος του θανάτου, είτε απ’ τη χρονολογία της πρώτης παράστασης το 455 π.Χ. οπότε υπολογίζεται ότι θα ήταν τουλάχιστον 20 (ή το πιο πιθανό 25) ετών. Εύκολα λοιπόν καταλαβαίνουμε ότι αφού η οικογένειά του κατοικούσε τότε στη Σαλαμίνα, έγινε προσπάθεια να συσχετιστεί το έτος (κι η μέρα ακόμα 20 Σεπτεμβρίου) της γέννησής του με την ιστορική ναυμαχία που έγινε εκεί. Συχνά βρίσκουμε στα δράματά του ο ποιητής να εκφράζει την ιδιαίτερη αγάπη του για τη Σαλαμίνα. Το Πάριον Χρονικόν αναφέρει σαν έτος γέννησης του ποιητή το 486/4 π.Χ., έτσι σύμφωνα μ’ αυτά ο Ευριπίδης πρέπει να έζησε 79 έτη. Αν πάρουμε σαν έτος γέννησής του το 480 π.Χ., τότε έζησε 75 έτη. Ο Βιλαμόβιτς (Εισαγωγή εις την Ελληνικήν Τραγωδίαν) λεει ότι το πραγματικό έτος ενός Αθηναίου του 5ου π.Χ. αιώνα ήταν δύσκολο να οριστεί κι ότι μόνο με μεγάλους υπολογισμούς κατορθώσαμε να μάθουμε τα έτη της γέννησης ανδρών όπως του Σωκράτη, του Ισοκράτη κι ακόμα του Πλάτωνα. Πάντως, λεει, το έτος της γέννησης του Ευριπίδη βρίσκεται πολύ κοντά στο κοσμοϊστορικό έτος 480 π.Χ. (ναυμαχία της Σαλαμίνας). Επειδή μάλιστα κι ο πατέρας του είχε κτήμα στη Σαλαμίνα ο συνδυασμός όλων αυτών έκανε πιθανή (λεει ο Βιλαμόβιτς) τη χρονολόγηση της γέννησής του κατά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Άλλως τε κάτι τέτοιο ήταν χρήσιμο και για πρακτικούς μνημονικούς λόγους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η αρχαία χρονολογία έδινε σε κάθε έτος δικό του όνομα. Έτσι η παράδοση λεει πως ο Ευριπίδης γεννήθηκε επί Καλλίου άρχοντος. Καλλίας ονομαζόταν κι ο άρχων εκείνος που στο έτος του ο ποιητής σχημάτισε χορό κι ακόμα Καλλίας ονομαζόταν ο άρχων που στο έτος του ο ποιητής πέθανε. Για να επέλθει κάποιος συγχρονισμός με τον Σοφοκλή κατεβάσαν οι βιογράφοι το έτος του θανάτου του κατά ένα έτος κι είναι γνωστό πως οι αρχαίοι προσπαθήσαν να φέρουν τους τρεις μεγάλους τραγικούς σε μια χρονολογική σχέση μεταξύ τους.

Page 34: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

34

Ο ι γ ο ν ε ί ς τ ο υ π ο ι η τ ή. Όπως έχει προαναφερθεί ο πατέρας του Ευριπίδη ονομαζόταν Μνήσαρχος ή Μνησαρχίδης κι η μητέρα του Κλειτώ. Απ’ τους δυο τύπους που έχει το όνομα του πατέρα του, ο πιο σωστός είναι ο δεύτερος (Ελληνικαί επιγραφαί 14, 1207 β), δηλαδή ο Μνησαρχίδης Φλυεύς και το ίδιο όνομα έδωσε ο ποιητής στον πρωτότοκο γιο του που ήταν έμπορος, Μνησαρχίδης Ευριπίδου Φλυεύς (Κίρχνερ Αττική Προσωπογραφία). Η μητέρα του Κλειτώ (Κίρχνερ Α’) των σφόδρα ευγενών ετύγχανε σύμφωνα με τον Φιλόχορο. Ο πατέρας του ναι μεν δεν ήταν ευγενής, πάντως όμως ήταν από καλή οικογένεια του δήμου Φλυής της Κεκροπίδος φυλής κι ανήκε μάλλον στους εύπορους απ’ τη γεωργική τάξη. Η αγωγή που πρόσφερε στο γιο του δείχνει πως τα προσωνύμια που η κωμωδία τους είχε δώσει δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα. Ο Ντίτεριχ σ’ ένα άρθρο του για τον Ευριπίδη παρατηρεί πως οι τόσο παράδοξες και δυσφημιστικές κακολογίες για τους γονείς του Ευριπίδη προέρχονται εν μέρει απ’ τους αστεϊσμούς και χλευασμούς της κωμωδίας. Ο διαρκής αστεϊσμός για τις σκάνδικες (είδος αγριολάχανου, στην Κεφαλληνία σκαντζίκι) της μητέρας του βρίσκεται στους Αχαρνής του Αριστοφάνη (στ. 478). λεει ο Δικαιόπολις: σκάνδικά μοι δος μητρόθεν δεδεγμένος κι ο Ευριπίδης βρίζει: κλήε πυκτά δωμάτων. Για την εξήγηση αυτών των κακολογιών και χλευασμών (εξακολουθεί ο Ντίτεριχ) που ήσαν μια συνήθεια των αρχαίων Ελλήνων καθώς και των σημερινών Ελλήνων, χρειάζεται να γίνει πραγματεία, πώς δηλαδή όταν θέλει κανείς να κακολογήσει και να λοιδορήσει άλλον, να κακολογεί τους γονείς του, ακόμα κι αν δεν γνωρίζει τίποτα γι’ αυτούς. Με μια τέτοια μελέτη θα παρουσιάζονταν πολλές μομφές άδικες στην αρχαία Γραμματεία για πολλούς κάπηλους ή δούλους σαν πατέρες και για πολλές λαχανοπώλιδες κι εταίρες σαν μητέρες. Και τότε θα καταλαβαίναμε και θα κρίναμε σωστά πολλές κακολογίες στην κωμική ποίηση των αρχαίων ή στους ρήτορες. Ο πατέρας του Ευριπίδη είχε σχέση με τη λατρεία του Δηλίου Απόλλωνος (του οποίου γιορτή ήσαν τα Θαργήλια, ενώ του Ιωνικού Απόλλωνος ήσαν τα Απατούρια). Ο Αθήναιος μας λεει ότι ο Θεόφραστος (Περί μέθης) έγραφε : Πυνθάνομαι δ’ έγωγε και Ευριπίδην τον ποιητήν οινοχοείν Αθήνησι τοις ορχησταίς καλουμένοις. Ωρχούντο δε ούτοι περί τον του Απόλλωνος νεών του Δηλίου των πρώτων όντες Αθηναίων (....) ο δε Απόλλων ούτός εστιν ω τα Θαργήλια άγουσι και διασώζεται Φλυήσιν εν τη δαφνηφορείω γραφή περί τούτων. Το οινοχοείν φαίνεται το θεωρούσαν επίσημο υπούργημα ωνοχόουν τε παρά τοις αρχαίοις οι ευγενέστατοι παίδες. H ζ ω ή τ ο υ π ο ι η τ ή. Η παλιά βιογραφία του ποιητή (Γένος Ευριπίδου) τον παρουσιάζει να έχει σχέση με τον Ζωστήριον Απόλλωνα. Στην ίδια βιογραφία αναφέρεται ότι ο Ευριπίδης είχε βρει στη Σαλαμίνα ένα απόμακρο σπήλαιο αναπνοήν έχων εις την θάλασσαν που το διασκεύασε σε κατοικία και σπουδαστήριο κι εκεί περνούσε τη μέρα του φεύγων τον όχλον και το θόρυβο της συναναστροφής των ανθρώπων μελετώντας και γράφοντας τις τραγωδίες του. Γι’ αυτό παίρνει απ’ τη θάλασσα και τη θαλασσινή ζωή τις περισσότερες απ’ τις παρομοιώσεις του. Αυτό το σπήλαιο ήταν γνωστό μέχρι τα χρόνια του Πλίνιου κι οι περιηγητές της εποχής αυτής όταν έρχονταν στη Σαλαμίνα δεν παραλείπαν να το επισκεφτούν. Μετά τα ίχνη του χαθήκαν. Το 1994 όμως ανακαλύφτηκε απ’ τον αρχαιολόγο Γιάννο Λώλο, επίκουρο καθηγητή της προϊστορικής αρχαιολογίας του πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Ο Ευριπίδης λοιπόν αποφεύγει το θόρυβο των ανθρώπων που τόσο αγαπούσε ο φίλος του ο Σωκράτης. Αυτή όμως η απομάκρυνσσή του απ’ τον κόσμο τον έκανε αντιδημοτικό. Την τάση που είχε της απομόνωσης την περάσαν για αλαζονεία και περιφρόνηση, αφού μάλιστα και αυστηρός εφαίνετο και μισόγελως. Στις προτομές του και στους ανδριάντες του οι καλλιτέχνες του δώσαν φυσιογνωμία σκυθρωπού, αγέλαστου και πικραμένου ανθρώπου με τα μάτια του να βυθίζονται στους μακρινούς ορίζοντες, εκεί που μόνο οι Μούσες μπορούν να υφαίνουν τη φαντασία των ανθρώπων. Και να τί μας λεει ο ίδιος γι’ αυτές στον Ηρακλή του (στ. 678, μετάφρ, Δ. Σάρρου): Τις χάρες δε θα πάψω εγώ να σμίγω με τις μούσες σ’ ένα ζευγάρωμα γλυκό! Δίχως τις Μούσες να μη ζω και πάντοτε στεφάνι σ’ όλη τη ζωή μου να φορώ! Στην αρχή ο ποιητής ασχολήθηκε με τον αθλητισμό και γι’ αυτό το κορμί του, όπως φαίνεται απ’ τις σωζόμενες αναπαραστάσεις, είναι γεροδεμένο. Κι αυτό γιατί ένας χρησμός είχε φανερώσει στον πατέρα του Μνήσαρχο πως ο γιος του θα κέρδιζε στεφάνια νίκης σε δημόσιους αγώνες. Συμπέρανε λοιπόν ο πατέρας του που ήθελε ο γιος του να διακριθεί, πως έπρεπε να τον κάνει αθλητή. Έτσι ο Ευριπίδης ασκήθηκε στο παγκράτιο (συγχρόνως πάλη και πυγμαχία). Αναφέρονται μάλιστα βραβεύσεις του σε αγώνες. Γρήγορα όμως όχι μόνο παράτησε τον αθλητισμό αλλά και τον κακολόγησε σ’ ένα απόσπασμα που σώζεται απ’ τον Αυτόλυκό του, χαμένο σατυρικό δράμα:

Page 35: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

35Κακών γαρ όντων μυρίων καθ΄ Ελλάδα ουδέν κάκιόν εστιν αθλητών γένους.. Πολλοί λένε με βεβαιότητα πως δεύτερη ασχολία του ήταν η ζωγραφική που με την εμφάνιση του Πολύγνωτου είχε μεγάλη πρόοδο στην Αθήνα. Ζωγραφικούς του πίνακες παρουσιάζαν στα Μέγαρα οι Μεγαρείς. Ο σοφιστής όμως Πρόδικος και κυρίως ο Αναξαγόρας τον κατευθύναν στο χώρο της διανόησης που είχε ανάγκη το φιλοσοφικό του πνεύμα. Σ’ όλη του τη ζωή ο ποιητής έμεινε πιστός στη φιλοσοφική εξέταση της κοινωνίας κι όλων όσων συμβαίναν σ’ αυτήν. Για την έκφραση των απόψεων και των θεωριών του, είτε θρησκευτικών, είτε πολιτικών, είτε ακόμα και κοινωνικών διάλεξε, χωρίς κανείς να το περιμένει, την τραγική ποίηση κι όχι τη φιλοσοφική διδασκαλία. Απ’ το 25ο έτος της ηλικίας του και μετά αφιέρωσε τον εαυτό του στο θέατρο. Ο Ευριπίδης άρχισε τη σταδιοδρομία του στα μισά του 5ου π.Χ. αιώνα, δηλαδή το 456 π.Χ., την εποχή που ο Αισχύλος πέθανε στη Σικελία. Η θεατρική του παρουσία γίνεται αισθητή για πρώτη φορά το 438 π.Χ. όταν στα Διονύσια της χρονιάς αυτής αντικαθιστά το καθιερωμένο Σατυρικό δράμα της τετραλογίας με μια ιλαροτραγωδία, την Άλκηστη και παρουσιάζει ακόμα έναν δραματικό ήρωα κουτσό κι άθλιο τον Τήλεφο στην ομώνυμη τραγωδία του. Για το δύσκολο έργο που ξεκίνησε, δε νόμισε πως χρειάζεται μεγάλη υπομονή και χάσιμο χρόνου γι’ αυτό κι όρμησε χωρίς να έχει στην αρχή μεγάλη επιτυχία κι αδιαφορώντας για τις αντιρρήσεις των φίλων του. Η πρόθεσή του ήταν να προβληματίσει την εποχή του για τα μεγάλα ηθικά προβλήματα. Γι’ αυτό ήθελε να διαλέξει απ’ τα πολυάριθμα θέματα, της τότε πνευματικής κίνησης, ορισμένα και να παρουσιάσει με την τραγική του ποίηση τις αμφιβολίες του για την ορθότητα των παλιών παραδεδεγμένων. Αν κι ήξερε πως γι’ αυτό θα έπρεπε να παλέψει άγρια με τους συμπολίτες του, αφού μάλιστα δέσποζε στο θέατρο εκείνα τα χρόνια με την απαράμιλλη τέχνη του ο συντηρητικός Σοφοκλής, έμεινε πιστός στο τολμηρό κι επικίνδυνο σχέδιό του. Κάνοντας ζωή απομονωμένη απ’ τα πολιτικά της Αθήνας, περιοριζόταν συνήθως μόνο στη συντροφιά των βιβλίων της πλούσιας βιβλιοθήκης του και λίγων φίλων που τον καταλαβαίναν κι οι οποίοι θέλαν κι αυτοί τη μεταβολή των παλιών παραδεδεγμένων. Έτσι παράμεινε, κατά έναν τρόπο, ξένος κι απρόσιτος στο λαό του κι έτσι δικαιολογείται ίσως ότι μόνο πέντε φορές, όπως λένε, κέρδισε θεατρική νίκη. Άλλοι λένε μόνο τρεις φορές. Εμείς πάντως έχουμε σίγουρη μόνο μια φορά με τον Ιππόλυτό του. Οι Βάκχες βραβευτήκαν με το πρώτο βραβείο, αλλά μετά το θάνατό του. Μόλις κηρύχτηκε ο Πελοποννησιακός πόλεμος (431 π.Χ.) κι ο Περικλής μ’ έναν συναρπαστικό λόγο κάλεσε τους Αθηναίους να υπερασπίσουν την πόλη τους, ο Ευριπίδης ήταν απ’ τους πρώτους που έτρεξε να υπηρετήσει την αθηναϊκή πολιτεία. Το τρίτο στάσιμο της Μήδειας, γραμμένο μ’ έναν τρυφερό λυρισμό, είναι ένας ύμνος της χώρας που θα χρειαστεί να προασπίσουν οι Ερεχθείδες. Απάντηση στο ιταμό τελεσίγραφο των Σπαρτιατών είναι οι Ηρακλήδες, όπου ο ποιητής εκφράζει την άποψη της ιστορικής αποστολής των Αθηναίων να είναι πιστοί σ’ ό,τι κάνει Ελλάδα την Ελλάδα. Με τις Ικέτιδες και με άλλες δυο χαμένες του πια τραγωδίες, τον Κρεσφόντη και τον Ερεχθέα δίνει συμβουλή στους Αθηναίους να συμμαχήσουν με το Άργος, ενώ στην Ανδρομάχη, τραγωδία αντιλακωνική που την προόριζε να παιχτεί στο θέατρο της Δωδώνης, συμβουλεύει τους Μολοσσούς να συμμαχήσουν με την Αθήνα. Σύμφωνα με την παράδοση ο Ευριπίδης παντρεύτηκε δυο φορές. Η πρώτη του γυναίκα ήταν η Μελιτώ κι η δεύτερη η Χοιρίνη (ή Χοιρίλη), η κόρη του Φλυέως Μνησιλόχου, με την οποίαν έκανε τρεις γιους: τον Μνησαρχίδη, έμπορο, τον Μνησίλοχο, υποκριτή που βοηθούσε τον πατέρα του στα δράματά του και τον νεώτερο Ευριπίδη που δίδαξε του πατέρα του ένια δράματα. Υπάρχουν όμως φιλόλογοι που πιστεύουν πως ο δεύτερος γάμος του με τη Χοιρίλη ή Χοιρίνη δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα αλλά είναι μύθος. Η κωμωδία εισβάλλοντας αδιάκριτα και σ’ αυτά ακόμα τ’ άδυτα της οικογενειακής ζωής του ποιητή κάνει αναφορά στ’ όνομα κάποιου νεαρού Κηφισοφώντα που ήταν δούλος του ποιητή, σαν εραστή της γυναίκας του, την οποίαν τελικά ο Ευριπίδης του την άφησε (Αριστοφ. Βάτραχοι 1048). Το 408 π.Χ., γέρος πια, έφυγε για πάντα απ’ την Αθήνα και πήγε στη Μαγνησία, την Ασιανή (ίσως αυτή προς τον Μαίανδρο ποταμό). Αυτή την πόλη την είχε χαρίσει ο Αρταξέρξης στον Θεμιστοκλή, ο οποίος διωγμένος απ’ την Αθήνα είχε καταφύγει στην περσική Αυλή. Τώρα την κυβερνούσαν απόγονοι του Θεμιστοκλή, υποτελείς στο βασιλιά των Περσών. Στη Μαγνησία ο Ευριπίδης, όπως μας λεει ο Βίος τον δεχτήκαν με σεβασμό. Πολλές είναι οι αιτίες που αναφέρονται γι’ αυτόν τον εκπατρισμό του Ευριπίδη σε μια ηλικία που δύσκολα αποφασίζει ένας γέρος να περάσει το Αιγαίο. Ο Θωμάς Μάγιστρος τη φυγή του την αποδίδει στην ντροπή που ένοιωθε για την απιστία της γυναίκας του. Το γεγονός πάντως είναι πως ο ποιητής είχε πικραθεί βαθιά απ’ τη δυσμένεια της Αθήνας, απ’ τους χλευασμούς της Κωμωδίας και στενοχωριόταν που στους δραματικούς αγώνες ήταν υποχρεωμένος να συναγωνίζεται και να βάζει τον εαυτό του σε σύγκριση με πολύ μέτριους

Page 36: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

36

ποιητές. Θα ήταν πολύ οδυνηρό γι’ αυτόν που τη ζωή του ολόκληρη την αφιέρωσε στο θέατρο (92 τραγωδίες) να πάρει μόνο τέσσερις φορές βραβείο. Ακόμα έβρισκε φριχτή την πόλη της Αθήνας, όπως λεει στον Ίωνα (598 και 635). Μονάχα στενοχώρια μπορούσε να νοιώθει ο ποιητής σ’ αυτή την πόλη που παραδομένη στους δημαγωγούς είχε τελείως απομακρυνθεί απ’ την ευγενική Αθήνα του Περικλή κι είχε πέσει σ’ αυτή την τρομερή ηθική σήψη, όπως κι όλος ο ελληνικός κόσμος που περιγράφει ο Θουκυδίδης. Και τη μέρα ακόμα που έφευγε απ’ την Αθήνα ο Ευριπίδης, δοκίμασε και πάλι μια μεγάλη πίκρα για κάποια συνηθισμένη σε βάρος του χαιρεκάκια. Ποιος ήταν ο λόγος αυτής της χαιρεκάκιας δεν ξέρουμε. Το σίγουρο πάντως είναι πως κάτι τον στενοχώρησε πολύ. Απ’ τη Μαγνησία πήγε στη Μακεδονία καλεσμένος του βασιλιά Αρχελάου, δείχνοντας έτσι με το δεύτερο αυτό ταξίδι του την αντοχή του στους κόπους. Ο Αρχέλαος τότε προσπαθούσε να στερεώσει ένα κράτος που μερικές δεκάδες χρόνια αργότερα θα έδειχνε όλο του το μεγαλείο κι ήθελε ακόμα να κάνει την Πέλλα ένα μεγάλο πνευματικό κέντρο. Γι’ αυτό καλούσε στην Αυλή τους φημισμένους ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών. Στην Πέλλα ο Ευριπίδης βρήκε τον ποιητή Αγάθωνα, τον μουσικό Τιμόθεο, το ζωγράφο Ζεύξη κι ίσως και τον Θουκυδίδη. Ο Αρχέλαος τον δέχτηκε με τιμές, αλλά κι ο Ευριπίδης δεν έμεινε χωρίς να τον ευχαριστήσει. Έγραψε στην Πέλλα, για να παιχτεί στο θέατρό της, τον Αρχέλαο, τραγωδία που την εμπνεύστηκε απ’ τη ζωή του παλιού Αρχελάου, απόγονου του Ηρακλή κι ιδρυτή της δυναστείας. Για το θέατρο της Πέλλας έγραψε στη Μακεδονία και τις Βάκχες. Στην πατρίδα του δε θέλησε να ξαναγυρίσει ή δεν πρόφτασε. Πέθανε στην Πέλλα, περίπου το 407 π.Χ. Όταν έφτασε η είδηση του θανάτου του στην Αθήνα, ο Σοφοκλής φόρεσε πένθιμα ρούχα και παρουσιάζοντας τον χορόν και τους υποκριτάς αστεφανώτους εν τω προαγώνι (Βίος) έκανε τον κόσμο να κλάψει. Μια παράδοση λεει πως δήθεν τον κατασπαράξαν τα σκυλιά του Αρχελάου. Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορούμε να πούμε πως είναι πιστευτό. Θάφτηκε στη Μακεδονία, στην κοιλάδα της Αρέθουσας, κοντά στην Αμφίπολη κι ο μεγαλοπρεπής τάφος που του έφτιαξε ο Αρχέλαος, έγινε τόπος προσκυνήματος των θαυμαστών του. Οι Αθηναίοι τον τιμήσαν με κενοτάφιο. Η πληροφορία του Βίου για τον συνθέτη του επιγράμματος πάνω στο κενοτάφιο ταλαντεύεται ανάμεσα στον ιστορικό Θουκυδίδη και τον μουσικό Τιμόθεο. Πάντως ο πρώτος στίχος μας θυμίζει τη φράση του Θουκυδίδη ανδρών επιφανών πάσα γη τάφος. Το επίγραμμα για τον Ευριπίδη λεει: Μνήμα μεν Ελλάς άπασ’ Ευριπίδου οστέα δ’ ίσχει γη Μακεδών, ήπερ δέξατο τέρμα βίου, πατρίς δ’ Ελλάδος Ελλάς, Αθήναι. Πολλά δε μούσαις τέρψας εξ πολλών και τον έπαινον έχει. Μετάφραση : Τάφος του Ευριπίδη είναι όλη η Ελλάδα. Τα οστά του τα κρατεί η Μακεδονία, όπου δέχτηκε το θάνατό του. Πατρίδα του είναι η Αθήνα, η Ελλάδα της Ελλάδας. Πολλές είναι οι χαρές που έδωσε με τα τραγούδια του και γι’ αυτό πολλοί είναι εκείνοι που τον τιμούν. Τον επόμενο αιώνα οι Αθηναίοι του στήσαν χάλκινο ανδριάντα μαζί με τους ανδριάντες του Αισχύλου και του Σοφοκλή στο Διονυσιακό θέατρο, μετά από πρόταση του ρήτορα Λυκούργου που έκανε και την πρώτη επίσημη έκδοση των τριών τραγικών. Ένας θρύλος που τον διάσωσε ο Πλούταρχος, λεει πως ο θεός των κεραυνών, ο Δίας. έκανε μια μεγάλη τιμή στον Ευριπίδη που μονάχα στο νομοθέτη Λυκούργο, θεοφιλεστάτω και οσιωτάτω, είχε γίνει πρωτύτερα. Έπεσε κεραυνός και στού Ευριπίδη τον τάφο στην Αρέθουσα, όπως είχε πέσει και στού Λυκούργου στη Σπάρτη. Αυτή η ιστορία δείχνει τη γνώμη που είχε σχηματιστεί στην Ελλάδα για τον ποιητή. Όπως προαναφέρθηκε άφησε τρεις γιους, το Μνησαρχίδη που είχε γίνει έμπορος, τον ηθοποιό Μνησίλοχο και τον δραματικό ποιητή Ευριπίδη. Στα κατάλοιπά του βρεθήκαν ο Αλκμέων ο δια Κορίνθου που δε σώζεται κι η Ιφιγένεια εν Αυλίδι. Τρία χρόνια μετά το θάνατό του ο ένας απ’ τους γιους του, ο Ευριπίδης, θα παρουσιάσει την άπαιχτη τριλογία του που απαρτίζεται απ’ αυτά τα δράματα και τις Βάκχες. Ο ι η ρ ω ί δ ε ς τ ο υ π ο ι η τ ή. Η Σούδα αναφέρει ότι κι οι δυο γυναίκες του ήσαν άπιστες. Γενικά οι πληροφορίες για τις γυναίκες του είναι ασαφείς κι αντιφατικές. Πάντως όμως αυτά τα γεγονότα πιθανόν να είχαν σαν επακόλουθο τον περίφημο μισογυνισμό του. Ο μισογυνισμός του αυτός βγαίνει απ’ τις τραγωδίες του, αλλά κι αυτό δεν είναι πάντα σωστό γιατί σε πολλά σημεία των τραγωδιών του εκφράζεται με μεγάλη ευγένεια για τις γυναίκες. Στην Εκάβη (1183) ο χορός απαντώντας στον Πολυμήστορα λέει : Μην αυθαδιάζεις κι έτσι μην κατηγορείς μαζί όλες τις γυναίκες για τα πάθια σου. Γιατί άλλες μας ζηλοφθονούν, οι άνθρωποι κι άλλες μας λογαριάζουν μέσα στους κακούς (Μετ. Δ. Σάρρος). Μπορεί κανείς να πει ότι γι’ αυτό το θέμα το σχετικό με τις γυναίκες διατύπωσε ο ποιητής την άποψή του σε τρεις στίχους στη χαμένη του τραγωδία Μελανίππη δεσμώτις:

Page 37: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

37Της μεν κακής κάκιον ουδέν γίνεται γυναικός, εσθλής δ’ ουδέν εις υπερβολήν πέφυκ’ άμεινον διαφέρουσι δ’ αι φύσεις. Τα κύρια πρόσωπα των τραγωδιών του είναι κυρίως γυναίκες, οι οποίες σαν το πιο αδύνατο φύλο, συχνά καταφεύγουν σε δολοπλοκίες για να κατορθώσουν αυτό που θέλουν. Σ’ αυτό τον αγώνα τους, είτε κατά της σκληρότητας του άντρα (Μήδεια, Εκάβη, Ικέτιδες), είτε για να μείνουν σταθερές στην πίστη τους (Άλκηστις, Ελένη, Εκάβη), είτε σε περιπτώσεις θυσίας για την οικογένεια, την πατρίδα και για τις ηθικές αρχές (Μακαρία στις Ικέτιδες, Πραξιθέα κι η κόρη της, η Ιφιγένεια εν Αυλίδι, η Θεονόη στην Ελένη) του δίνουν την ευκαιρία να δημιουργήσει ευγενικές και συγκινητικές σκηνές. Οι χοροί των δραμάτων του αποτελούνται κυρίως από γυναίκες. Ο Ευριπίδης δεν είναι βέβαια ο πρωτοπόρος για τη χειραφέτηση της γυναίκας, όπως νομίστηκε. Ο Γάλλος Π. Μασκεραί πιστεύει πως ο Ευριπίδης δεν υπήρξε και τόσο δίκαιος μ’ αυτές, γιατί τις αδυναμίες τους ο ποιητής τις θεωρεί ότι προέρχονται μόνο απ’ τη φυσική ιδιοσυγκρασία τους και δε λογαριάζει καθόλου την καταθλιπτική πολιτική και κοινωνική θέση που βρίσκονταν στην Αθήνα του 5ου π.Χ. αιώνα. Οι γυναίκες λοιπόν δίναν στον ποιητή πρόσφορους τύπους για τα δράματά του, όπως έγινε και με τον Σοφοκλή. Ο Σοφοκλής όμως διαμόρφωσε έναν τύπο ηρωικής παρθένου κι αυτόν τον τύπο τον βάζει στο κέντρο όλης της δραματικής πράξης. Ο Ευριπίδης είναι υπέρ το δέον θετικός και τα σχετικά γυναικεία πρόσωπα μερικών απ’ τα δράματά του (Ιφιγένεια, Μακαρία, η κόρη του Ερεχθέως κλπ.), είναι πολύ πιο αδύνατες μορφές απ’ την Σοφόκλια Αντιγόνη κι Ηλέκτρα. Σ’ αυτά τα δυο πρόσωπα του Σοφοκλή αντιπαραθέτονται οι γυναίκες του Ευριπίδη που πληγωμένες στα ένστικτά τους μαίνονται (Μήδεια, Αλκμήνη, Εκάβη, Κρέουσα) ή υποφέρουν με σιωπή (Ανδρομάχη, Ιφιγένεια εν Ταύροις, Ελένη κλπ.) ή θυσιάζονται (Ηλέκτρα στον Ορέστη) ή στέκονται αφοσιωμένες μητέρες (Αίθρα, Ιοκάστη) κλπ. Δε λείψαν όμως κι οι ευγενικές άμιλλες κι οι επαγγελματικοί ανταγωνισμοί ανάμεσα στους δυο μεγάλους τραγικούς. Η απόπειρα του Ευριπίδη να κάνει κι αυτός μια Αντιγόνη για να ξεπεράσει τη δόξα του Σοφοκλή ερμηνεύεται σαν ένας γενικότερος ειρηνικός πόλεμος που γινόταν ανάμεσα στους τραγικούς ποιητές του 5ου π.Χ. αιώνα. Κι είναι γνωστό ότι ο Σοφοκλής με τη Φαίδρα του, της οποίας έχουμε αρκετά αποσπάσματα, θέλησε να ανταγωνιστεί τον νεότερό του Ευριπίδη στον Ιππόλυτο. Απ’ τις μαρτυρίες όμως που έχουν διασωθεί για την Αντιγόνη του Ευριπίδη (έχουμε κι απ’ αυτό το δράμα αρκετά αποσπάσματα) βλέπουμε αμέσως τα τρωτά σημεία στο τόλμημά του αυτό (του Ευριπίδη). Σ’ αυτό το δράμα ο Αίμων κι η Αντιγόνη δραπετεύουν και γεννιέται απ’ αυτούς ένας γιος. Ο Κρέων παίζει το ίδιο τυραννικό πρόσωπο όπως και στον Σοφοκλή. Φαίνεται όμως πως στον Ευριπίδη υπάρχει αίσιο τέλος που το κανονίζει ο θεός Διόνυσος. Ο Ευριπίδης γνωρίζει πολύ καλά τη γυναικεία καρδιά και τι είναι αυτό που μπορεί αυτή την καρδιά να την συγκινήσει. Κι ακόμα για ποιους λόγους και με ποιες συνθήκες μπορεί ν’ αλλάξει. Ο λεπτός κι αβρός ιωνικός (Αττικός) τύπος της γυναίκας ήταν πολύ πιο συμπαθητικός στον ποιητή απ’ τον τραχύ δωρικό που θύμιζε πάντα κάτι το αντρικό. Είναι ο πρώτος απ’ τους ποιητές που παρουσίασε στη σκηνή τη γυναίκα, όπως ακριβώς ήταν κατά την εποχή του. Στον Ευριπίδη κυρίως οφείλεται η θέση που από τότε πήρε η γυναίκα στην παγκόσμια δραματική ποίηση κι εξακολουθεί να έχει ακόμα. Όσο τα πλάσματα αυτά είναι πιο λεπτοφυή κι αβρότερα, τόσο η φαντασία του ποιητή έδινε σ’ αυτά μεγαλύτερο ηθικό σθένος και ψυχικό μεγαλείο. Απέναντι στο θάνατο δείχνουν θαυμαστό ηρωισμό κι αταραξία και δεν έχει αυτός καμιά δύναμη να τις επηρεάσει στις αποφάσεις τους. Στα δράματα του Ευριπίδη που έχουν διασωθεί μόνο δυο γυναικείες μορφές παρουσιάζονται που προκαλούν την αγανάκτησή μας: η Ελένη στον Ορέστη κι η Ερμιόνη στην Ανδρομάχη. Στις χαμένες του τραγωδίες βρίσκονται κι άλλες αντιπαθητικές γυναίκες: η Δίρκη στην Αντιόπη, η Ινώ κι η Αερόπη στις Κρήσσες κι η Σθενέβοια κι η Θεανώ στη Μελανίππη. Κι είναι παράδοξο ότι υποταγμένος στις σοφιστικές τάσεις της εποχής του ζήτησε να μεταμορφώσει και να παραστήσει σαν καλές γυναίκες την Κλυταιμνήστρα, την Ελένη κι άλλες που η φήμη τους δεν ήταν καθόλου καλή. Ο ποιητής φαίνεται μελέτησε πολύ και σε βάθος τη γυναικεία ψυχή. Παραμένει όμως μυστήριο από πού τη μελέτησε και με ποιες ευκαιρίες. Σε όλες του τις τραγωδίες βρίσκουμε πολλές εκφραστικές και λεπτές παρατηρήσεις για τους γυναικείους χαρακτήρες κι ακόμα για τη ζωή και τα ήθη των γυναικών. Απ’ αυτές πηγάζουν τολμηρές πράξεις γεμάτες πάθη και πολλές δολοπλοκίες, ενώ απ’ την άλλη μεριά οι άντρες διαδραματίζουν στις τραγωδίες του δευτερεύοντες ρόλους που υπηρετούν, θα λέγαμε, τα γυναικεία σχέδια. Οι μεγάλες ηρωικές μορφές των παλιότερων δραμάτων έχουν χάσει πια τη δύναμη και τη ζωηρότητά τους. Ο Ευριπίδης δίνει σημασία μόνο στο πάθος και στην ιστορία του. Αυτά τα ρυθμίζει με τον δικό του τρόπο που βασίζεται στο χάρισμα που είχε της ψυχολογικής παρατήρησης και των ψυχολογικών συνδυασμών. Αυτός ήταν ο πρώτος που εξέτασε τα ερωτικά προβλήματα, εκείνα που δεν παρουσιάζονταν με τους γνωστούς

Page 38: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

38και συνηθισμένους κανόνες, πράγμα που δυσαρέστησε πάρα πολύ την παλιότερη

αθηναϊκή γενιά. Αυτά τα προβλήματα κινούσαν το ενδιαφέρον περισσότερο των γυναικών παρά των αντρών (Μήδεια 263, 569, 1338, Ανδρομάχη 24 κλπ). Πολλοί νομίζαν πως με την προβολή αυτών των προβλημάτων υπήρχε φόβος οι άντρες να γίνουν θηλυπρεπείς και μαλθακοί με αρνητικό αποτέλεσμα στη δράση τους για την πολιτεία. Απ’ τη σκηνή ο Ευριπίδης έγινε κήρυκας νέων ιδεών για τα δικαιώματα και τις απαιτήσεις των γυναικών. Δε σκέφτηκε όμως, όπως προαναφέρθηκε, τη χειραφέτηση των γυναικών, όσο κι αν θεωρεί την κατάστασή τους άθλια (Μήδεια 230-231). Το ιδεώδες του για τη γυναίκα είναι η ιωνική αντίληψη, η οικοκυρά (Ηρακλής 1373, Ηρακλείδαι 476, Τρωάδες 649), Ιφιγένεια εν Αυλίδι 749 κλπ.), αυτή που υπακούει στον άντρα της. Τη γυναίκα την παρουσιάζει στη σκηνή με νέες μορφές. Άλλοτε σαν ξελογιάστρα κι άλλοτε σαν παραπλανημένη. Άλλοτε σαν σύζυγο κι άλλοτε σαν μητέρα. Κι ακόμα σαν κόρη ή σαν χήρα. Αν κάποιο κορίτσι το πάντρευε ο πατέρας του με κάποιον άντρα που εκείνο δεν τον είχε γνωρίσει ποτέ, όλη της η ευτυχία εξαρτιόταν απ’ την αγάπη που θα αισθανόταν ο άντρας της γι’ αυτήν κι ακόμα απ’ την πίστη του γι’ αυτήν. Κι εδώ πρέπει να σημειωθεί πως σύμφωνα με τον Ευριπίδη η πίστη βρίσκεται πιο συχνά στον άντρα παρά στη γυναίκα (Ίων 1090). Στους Έλληνες επικρατεί εθιμικά μονογαμία. Η πολυγαμία κι η μοιχεία καυτηριάζονται. Το πιο τραγικό στη ζωή μιας γυναίκας είναι, κατά τον Ευριπίδη, όταν αυτή παρθένα ακόμα κι ενώ τη φυλάει ο πατέρας της στο σπίτι, πέσει στα χέρια κάποιου διαφθορέα. Ο πατέρας της τότε της συμπεριφέρεται με τρόπο σκληρό και το παιδί που θα γεννηθεί και που κατά κανόνα είναι αρσενικό ή δίδυμα, όπως είναι στη Μελανίππη, Αντιόπη και Υψηπύλη το διώχνουν ή το εκθέτουν, για να μεγαλώσει μακριά απ’ τη μητέρα του και να ανατραφεί από ξένους. Αργότερα τέλος από κάποιο περιστατικό, συναντιέται με τη μητέρα του, την αναγνωρίζει ή ακόμα τη σώζει και την προστατεύει απ’ τους κινδύνους. Η μ ε γ ά λ η α ν τ ι π α ρ α β ο λ ή. Αν κάποιος θελήσει να αντιπαραβάλει τον Σοφοκλή με τον Ευριπίδη θα παρατηρήσει αμέσως πως ο Σοφοκλής είναι μάρτυρας της αναστάτωσης και των μεταβολών που προήλθαν απ’ τους Περσικούς πολέμους στην εποχή του, ενώ συγχρόνως διατηρεί την αρμονία του πνεύματός του και δεν ταράζεται απ’ τη σύγχυση κι ακαταστασία των καιρών. Ο Ευριπίδης απ’ την άλλη μεριά συμμετέχει ενεργά με τα δράματά του στα ανήσυχα αυτά χρόνια και με θάρρος και δύναμη διαμορφώνει τη δραματική του τέχνη έτσι ώστε να ξεπερνάει την εποχή του. Θα μπορούσε μάλιστα να νομίσει κάποιος, κρίνοντας μόνο απ’ την ποίησή του, ότι ανάμεσα σ’ αυτόν και τον Σοφοκλή υπάρχει διάστημα μιας γενιάς. Κι όμως ο Ευριπίδης πέθανε πριν απ’ τον Σοφοκλή. Το πνεύμα του ήταν πάρα πολύ ανήσυχο κι η φαντασία του είχε έναν ασταμάτητο καλπασμό. Ήταν προικισμένος με το λαμπρό δώρο της βαθιάς σκέψης και της παράστασης κι αυτό ίσως να τον οδήγησε στη δραματική ποίηση που εκεί θα βρισκόταν αντιμέτωπος με τεράστιες δυσκολίες. Η δραματική ποίηση, στο ύψος που είχε φτάσει με τον Σοφοκλή δεν επιδεχόταν μεγαλύτερη ανάπτυξη. Είχε φτάσει στο υπέρτατο σημείο της τελειότητας. Έτσι λοιπόν ο Ευριπίδης αποφάσισε να μην ακολουθήσει την πεπατημένη και να ανεβάσει στη σκηνή τη νέα πνευματική κίνηση που είχε κυρίως δημιουργηθεί με τους σοφιστές κι ακόμα να επωφεληθεί, για το καλό των δραμάτων του, απ’ τη νέα φιλοσοφία. Και πραγματικά στο έργο αυτό αφοσιώθηκε με υπομονή και πίστη, παραβλέποντας όλες τις σκληρές επιθέσεις και τις πίκρες που δέχτηκε. Το κακό γι’ αυτόν ήταν πως έζησε κάτω απ’ τη σκιά του Σοφοκλή και πέθανε πριν απ’ αυτόν. Αν ζούσε για πολύ μετά απ’ αυτόν θα γινόταν κυρίαρχος της σκηνής και θα αποκτούσε τη δόξα που του άξιζε. Ο χρόνος μετά το θάνατό του διάψευσε τον Αριστοφάνη που είπε στους Βατράχους (869) ότι με τον Ευριπίδη πέθανε μαζί κι η τέχνη του. Αντίθετα ο χρόνος, θα μπορούσε να πει κανείς, τον ανάδειξε πιο ανθεκτικό απ’ τους άλλους δυο μεγάλους τραγικούς εξ αιτίας της επιλογής των θεμάτων του. Στη δραματική ποίησή του ο Ευριπίδης ένωσε με μοναδικό τρόπο τη φιλοσοφική σκέψη με την ποιητική ευαισθησία. Η παρουσία όμως στη ζωή του Σοφοκλή έγινε αιτία να νικήσει και να πάρει μόνο πέντε φορές το πρώτο βραβείο ενώ τα δράματά του ήσαν περισσότερα από ενενήντα. Αυτό είναι μαρτυρία του Ρωμαίου Ουάρρωνος. Οι συντηρητικοί της εποχής του ήσαν αντίθετοί του κι ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν κι ο Αριστοφάνης (περίπου το 448-380 π.Χ.). Όμως, αν και γνωρίζαν τα τρωτά του νέου τραγικού είδους, δεν μπορούσαν να δείξουν άλλους τρόπους για την ανάπτυξη του δράματος, ούτε κι άλλους ποιητές πιο σωστούς. Κι όσο λιγόστευε ο αριθμός των γόνιμων ποιητών, τόσο περισσότερο άρεσε ο Ευριπίδης στο αθηναϊκό κοινό που συνήθισε πια στο νέο τρόπο της παρουσίασης των μύθων κι ακόμα στην τόλμη και την ιδιορρυθμία του ορθολογιστή ποιητή. Το σκοτεινό πάθος της αρχαίας τραγωδίας υποχωρούσε στο νέο είδος

Page 39: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

39που είχε θέματα εύκολα αντιληπτά, οικεία και σαφή, με λαϊκή σοφία, αλλά και με βαθύ εξεταστικό φιλοσοφικό πνεύμα. Οι στίχοι του απομνημονεύονταν και κυκλοφορούσαν από στόμα σε στόμα και σαν παροιμίες γίνονταν κτήμα όλων. Αιχμάλωτοι Έλληνες στις Συρακούσες, σύμφωνα με διήγηση του Πλουτάρχου (Βίος Νικίου 29), σωθήκαν γιατί είχαν απομνημονεύσει και λέγαν περικοπές απ’ τις τραγωδίες του. Ο θάνατός του στην ξενιτιά διατήρησε περισσότερο τη μνήμη του, παρά αν έμενε συνέχεια στην Αθήνα. Μήπως κι άλλοι απ’ τους μεγάλους Έλληνες συγγραφείς δεν είχαν πάει σε ξένες αυλές (Αισχύλος, Πίνδαρος, Πλάτων); Στην Πέλλα έζησε μόνο δυο χρόνια.. Αν τολμούσαμε να πούμε πως ο Ευριπίδης αντιπροσώπευε περισσότερο απ’ τον Σοφοκλή τον αιώνα που ζούσε αυτό δε σημαίνει πως οι τάσεις της ηθικής παρακμής της Αθήνας στα χρόνια του στερήσαν απ’ αυτόν τα υψηλά ιδεώδη της εποχής. Ο ποιητής είχε μεγάλη συναίσθηση της ανάγκης θρησκευτικών πεποιθήσεων κι αναζητούσε μια ήσυχη θεωρία για να επιλύσει τα κοινωνικά, τα ανθρώπινα και τα θεϊκά ακόμα προβλήματα. Οι έρευνές του δεν πετύχαν κι έτσι δεν αξιώθηκε να βρει τη λύση που ποθούσε στα προβλήματα της ζωής του είτε με την πίστη, είτε με το δισταγμό. Η ανώτερη μόρφωσή του δεν τον άφησε να παραδεχτεί την παράδοση, αλλά δεν μπορούσε και να ησυχάσει με την άρνησή του στο θεϊκό στοιχείο. Ο Σοφοκλής ήταν ήρεμος κι ατάραχος στην ψυχή του όπου καθρεφτίζονταν οι μεγάλες μορφές θεών κι ηρώων των αρχαίων κόσμων. Προσπάθειά του ήταν αυτούς τους κόσμους να τους φέρει σε μια αρμονία με τις σύγχρονες θρησκευτικές ιδέες κι αντιλήψεις. Έτσι πίστευε πως έβαζε τα κατάλληλα θεμέλια για μια πετυχημένη δραματική τέχνη. Ο Ευριπίδης είχε πάντα έναν φιλοσοφικό δισταγμό και ταλαντευόταν στην άβυσσο της σύγχυσης των δοξασιών των χρόνων του. Αυτή τη σύγχυση τη μετάδωσε και στα έργα του, τα οποία δεν συντελέσαν και πολύ στην καθησύχαση των ψυχών και την ισορροπία της σκέψης. Παλεύοντας ανάμεσα στη φιλοσοφική θεωρία και την τέχνη πέρασε όλη τη ζωή του, πάσχοντας σαν άνθρωπος και σαν ποιητής. Σ’ αυτή του την πάλη δε βρήκε αντιστάθμισμα ούτε στα δημόσια πράγματα αλλά ούτε και στην κοινωνική ζωή. Γι’ αυτό αντίθετα με τον ευχάριστο κι αγαπητό σ’ όλους Σοφοκλή, ο Ευριπίδης υπήρξε δύσκολος και δύσθυμος, πικρός στις κρίσεις του και συνήθως κακός στις γνώμες του. Ο Αριστοφάνης τον κοροϊδεύει λέγοντάς τον πτωχοποιόν, ρακιοσυρραπτάδην, στωμυλιοσυλλεκτάδην και δικανικών ρηματίων ποιητήν, γιατί αφαίρεσε δήθεν την ιδανική μεγαλοσύνη των ηρώων κι ηρωίδων και τα πρόσωπά του πολλές φορές δείχνουν πολλή στωμυλία (πολυλογία). Κ α ι ν ο τ ο μ ί ε ς τ ο υ π ο ι η τ ή. Οι καινοτομίες που έφερε ο Ευριπίδης, ως προς την εξωτερική οικονομία των τραγωδιών είναι: 1. Πρόλογοι. Στους προλόγους του ο ποιητής παρουσιάζει συνήθως κάποιο θεό ή ήρωα στη σκηνή που λεει σε μονόλογο στους θεατές τ’ όνομά του και το γένος του, τον τόπο που διαδραματίζεται η πράξη του έργου, όλα τα γεγονότα που έχουν προηγηθεί, το σημείο που βρίσκεται τώρα η πράξη. Αν αυτός που προλογίζει είναι θεός προλέει ακόμα κι αυτό το τέλος της πράξης. Βέβαια τέτοιοι πρόλογοι σημαίνουν παρακμή της τέχνης κι ελάττωση της τραγικής οικονομίας. Αυτό το κατάλαβε κι ο ίδιος ο ποιητής, αφού στον πρόλογο της Μήδειας (56), μιας απ’ τις αρχαιότερες τραγωδίες του, βάζει την τροφό απαντώντας στην απορία του παιδαγωγού και θέλοντας να δικαιολογήσει την αδυναμία του προλόγου, να λεει ότι τόση θλίψη δοκιμάζει απ’ τις συμφορές της δέσποινάς της ώστε αισθάνθηκε την ανάγκη να βγει απ’ τ’ ανάκτορα και να διηγηθεί στη γη και στον ουρανό τις τύχες της Μήδειας. Απ’ την άλλη μεριά όμως δεν πρέπει να καταλογίσουμε ατεχνία στον ποιητή, γιατί από τέτοιους προλόγους υπάρχει απόλυτη ανάγκη όταν μπαίνουν οι ήρωες στη σκηνή σε ώρα πολύ μεγάλου πάθους και πρέπει να δικαιολογηθεί και να γίνει γνωστή η αιτία μιας τέτοιας έκρηξης. (Μήδεια, Ιππόλυτος κλπ.). Αξίζει να σημειωθεί ότι στις διηγήσεις των προλόγων τα μυθολογικά είναι αλλαγμένα και περιπλεγμένα και γι’ αυτό είναι άγνωστα στους θεατές (επειδή ο ποιητής διασκευάζει τους μύθους όπως τον εξυπηρετούν), ώστε πολλές φορές αυτά να μη συμφωνούν με τα παραδεδεγμένα και να έχουν ανάγκη κάποιας διασάφησης (Ορέστης, Ηλέκτρα και Ελένη). 2. Από μηχανής θεός. Λέγεται επίσης και εκ μηχανής θεός που είναι για το τέλος του δράματος ό,τι είναι ο πρόλογος για την αρχή. Θα μπορούσαμε να πούμε πως κι αυτό είναι εκδήλωση παρακμής, γιατί η δραματουργία δεν είχε πια την ικανότητα να ξετυλίγει φυσικά τη δραματική πράξη κι ούτε να δώσει επίσης ένα φυσικό τέλος. Ο αγών και το πάθος του πρωταγωνιστή περιπλέκονταν τόσο πολύ και φτάναν σε τέτοιο αδιέξοδο που ο ποιητής δεν μπορούσε πια να βρει καμιά φυσιολογική λύση. Έτσι οι θεοί κατεβαίναν στη σκηνή με μηχάνημα (εξ ου και ο όρος) όχι για να τιμωρήσουν ή να εκδικηθούν, αλλά για ν’ ανοίξουν δρόμο εκεί που οι άνθρωποι δεν μπορούσαν. Κι αυτό το κάναν παρηγορώντας, καθησυχάζοντας κι ενθαρρύνοντας. Αξίζει να σημειωθεί πως ο Ευριπίδης δε χρησιμοποίησε με τον ίδιο πάντα τρόπο αυτή τη μηχανή. Στις πρώτες του τραγωδίες δεν είχε τον από μηχανής θεό. Μετά ακολουθεί μια άλλη σειρά δραμάτων που χρησιμοποιείται,

Page 40: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

40αλλά με κάποια προσοχή, μόνο και μόνο για να λύσει τις απορίες που έχουν

δημιουργηθεί και να φέρει την ηρεμία στις ψυχές των θεατών και την τραγική κάθαρση. Στις τελευταίες του όμως τραγωδίες γίνεται κατάχρηση αυτής της λύσης, γιατί δεν λύνει πια με προσοχή, αλλά κόβει, θα λέγαμε, με το μαχαίρι τον άλυτο κόμπο της δυσκολοξεδιάλυτης πλοκής των γεγονότων. Για να μη δημιουργήσει διατάραξη της τραγικής οικονομίας με την είσοδο του μηχανήματος ο ποιητής, επινοεί τέτοιες μηχανές που να προξενούν είτε θαυμασμό με τη λαμπρότητά τους και τη μεγαλόπρεπη εμφάνιση των θεών είτε τον τρόμο με την παράξενη κατασκευή τους. 3. Χορός. Έργο του χορού στην αρχαία ελληνική τραγωδία είναι να παρεμβαίνει ανάμεσα στους ανταγωνιζομένους, να σταθμίζει τις αντίπαλες αξιώσεις, κατά πόσον είναι δίκαιες και σωστές και μετά να λεει τη γνώμη του, η οποία να συντελεί στη συνδιαλλαγή και την ειρήνευση των ανταγωνιζομένων. Τα στάσιμα οδηγούν τον νου σε υψηλότερες ηθικές ιδέες, σύμφωνα με τις οποίες ρυθμίζονται οι ανθρώπινες καταστάσεις. Στον Ευριπίδη μόνο σε λίγα δράματά του χρησιμοποιείται ο χορός γι’ αυτό το έργο (Μήδεια). Στα περισσότερα ο χορός έχει δευτερεύουσα και κατώτερη θέση. Ο ποιητής εκφράζει πολλές φορές μ’ αυτόν τις δικές του απόψεις και γνώμες που πολύ λίγο είναι δεμένες με την υπόθεση του δράματος, ενώ άλλοτε πάλι κάνει το χορό πιστό εταίρο και συνένοχο του πρωταγωνιστή. Ο χορός ακούει απ’ αυτόν τα διάφορα σχέδιά του νηφάλιος κι ορκίζεται πολλές φορές ότι δε θα τα φανερώσει (Ιππόλυτος 714), έτσι ώστε και να θέλει δε θα μπορεί μετά να αποτρέψει ό,τι πρόκειται να επακολουθήσει. Τα χορικά του Ευριπίδη πολλές φορές σχεδόν μοιάζουν μ’ αυτά που ονομάζει ο Αριστοτέλης εμβόλιμα μέλη, γιατί τραγουδώντας τα κι έχοντας πολλές φορές χαλαρή ή καμιά σχέση με την υπόθεση του δράματος, γεμίζουν μόνο το κενό του χρόνου και μοιάζουν με τα σημερινά ιντερμέτζα. Η καινοτομία αυτή δεν ελάττωσε το λυρικό μέρος των τραγωδιών, γιατί ναι μεν τα χορικά μέλη γίναν μικρότερα, μεγαλώσαν όμως τα μέρη που τραγουδούσαν οι υποκριταί. Έτσι τα από σκηνής άσματα κι οι μονωδίες με τα οποία ο πρωταγωνιστής έκφραζε τη θλίψη και τον πόνο της ψυχής του είναι απ’ τα σπουδαιότερα κι ωραιότερα μέρη των δραμάτων του Ευριπίδη. Οι μονωδίες αυτές έχουν πολλές φορές παιδιάστικο χαρακτήρα κι αυτό το διακωμώδησε ο Αριστοφάνης (Βάτραχοι 1330). 4. Γνωμικά κι αποφθέγματα. Παρεμβάλλει πολλά γνωμικά κι αποφθέγματα και για τα φιλοσοφήματά του αυτά ονομάστηκε Σκηνικός φιλόσοφος ή από μηχανής φιλόσοφος). 5. Ερωτισμός. Η αποδοχή του ερωτισμού σαν κινητήρια δύναμη της τραγωδίας (Μήδεια, Φαίδρα, Ελένη) που θα έχει επίδραση στα τελευταία έργα του Σοφοκλή (Δηιάνειρα). 6. Μουσική. Θέσπισε τη χρήση του ξύλινου οστράκου στη μουσική υπόκρουση καθώς και το Λύδιον μέλος. Η γ λ ώ σ σ α τ ο υ Ε υ ρ ι π ί δ η. Η γλώσσα του Ευριπίδη στα διαλογικά μέρη των δραμάτων δε θα ήταν πολύ διαφορετική απ’ τη γλώσσα που μιλούσαν στην εκκλησία του δήμου, στα δικαστήρια κλπ., γι’ αυτό κι ο Αριστοφάνης (Ιππείς 17) βάζει στο διάλογο δυο υπηρετών να ρωτάει ο ένας τον άλλον πώς να πει κάτι κομψευριπικώς, δηλαδή κομψά κι ευριπιδικά (δηλαδή πανούργα). Η ευστοχία, η ευκολία κι η ευστροφία του ύφους του είχαν κάνει στους συγχρόνους του μεγάλη εντύπωση που κι αυτός ακόμα ο σκώπτης του ο Αριστοφάνης ομολογεί ότι αποφεύγει δήθεν μόνο τα αγοραία διανοήματά του. Το ύφος του δημιούργησε μια γλωσσική σχολή κι είναι τελείως διαφορετικό απ’ το αισχύλειο και το σοφόκλειο, κυρίως στα διαλογικά μέρη, αλλά και στα λυρικά. Έτσι ο ποιητής όχι μόνο ως προς το περιεχόμενο της ποίησής του διαφέρει απ’ τους άλλους δυο μεγάλους τραγικούς, αλλά κι ως προς το λεκτικό ύφος. Η μέχρι τότε μορφή του ύφους ήταν εικονική και πλαστική συνδυάζοντας μια τεχνητή και τεχνική συγχρόνως φρασεολογία. Η γλώσσα όμως του Ευριπίδη συγκινεί τους θεατές ξεχωριστά. Ο Αριστοτέλης στη Ρητορική του λεει (Γ’, 2, 5, 1404 β 24) ότι πρώτος αυτός έδειξε τον τρόπο με τον οποίον αυτός που μιλάει, είτε ρήτωρ είναι είτε ποιητής, μπορεί να συγκινήσει τους ακροατές του : κλέπτεται δ’ ευ εάν τις εκ της ειωθυίας διαλέκτου εκλέγων συντιθή τα ονόματα. Το εύηχο, εύρυθμο κι η ροή της γλώσσας του αποδείξαν πόσο εύκολα μπορεί κανείς να παρασύρει κάποιον στο θέατρο. Αυτό όμως πολλές φορές στον ποιητή καταλήγει σε πολυλογία των ηρώων του κι ο αναγνώστης ή ο ακροατής ζητάει τη συντομία και την αδρότητα των νοημάτων. Δεν πρέπει όμως να παραγνωρίσουμε ότι ως προς αυτό ο Ευριπίδης είχε επίδραση και στον Σοφοκλή, του οποίου το ύφος ήταν πιο τεχνικό και πιο δύσκολο κι ακόμα πιο εκφραστικό για το βάθος των ψυχολογικών αισθημάτων. Ο Ευριπίδης αποφεύγει παλιές λέξεις και σκοτεινές εκφράσεις. Η γλώσσα του μπορεί να χαρακτηριστεί σαν η ποιητικά εξευγενισμένη ομιλουμένη γλώσσα των λογίων της εποχής του. Γι’ αυτό λείπουν απ’ αυτήν τολμηρές εικόνες και πολλά κοσμητικά επίθετα. Είναι απλή κι ομαλή κι επιδρά περισσότερο με την προσεκτική τοποθέτηση των λέξεων και των φράσεων. Οι προτάσεις δεν είναι δύσκολες. Τις παρομοιώσεις του δεν τις παίρνει συνήθως απ’ τη φύση, όπως ο Αισχύλος κι ο Σοφοκλής, αλλά περισσότερο απ’ την

Page 41: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

41τέχνη, απ’ την αρχιτεκτονική, τη ζωγραφική και τη γλυπτική. Ένα μεγάλο πλήθος από παροιμίες και γνωμικά της ζωής είναι κατασπαρμένα στα δράματά του. Συνηθισμένα είναι τα ρητορικά σχήματα, όπως π.χ. η αντίθεση και το οξύμωρο. Προσέχει πολύ στις ομόηχες λέξεις και στη συμμετρία του λόγου. Οι ιδιότητες αυτές παρατηρούνται συνήθως στην στιχομυθία ή σε μονολόγους. Η γλώσσα του θυμίζει τη γλώσσα των σοφιστών, λόγοι και αντιρρήσεις θυμίζουν τις δίκες των χρόνων εκείνων, με τις κατηγορίες ή τις απολογίες των διαδίκων. Γι’ αυτό κι ο Κοϊντιλιανός συσταίνει στους ρήτορες να μελετήσουν τον Ευριπίδη. Ο Λογγίνος (40, 2) λεει πως ο ποιητής ήταν φιλοπονώτατος στην εκλογή των θεμάτων και κυρίως στην παρουσίαση δυο παθών, του έρωτα και της μανίας. Κι ακόμα λεει γι’ αυτόν πως αυτό που ο ίδιος φανταζόταν για τις Ερινύες (και φυσικά και για τα’ άλλα) κατόρθωνε σχεδόν να κάνει να τα βλέπουν κι οι θεατές του. Τη γλώσσα και το ύφος του Ευριπίδη μελετούσαν ακόμα κι οι κωμικοί ποιητές, όπως ο Μένανδρος. Ο Αλέξανδρος ο Αιτωλός παραβάλλει την απλή και δυνατή ροή του λόγου του με το άσμα των Σειρήνων. Όμως κι εδώ παραγίνεται το πράγμα καμιά φορά κι ορισμένες φράσεις, λέξεις κι εκφράσεις επαναλαμβάνονται κατά κόρον. Η επανάληψη με έμφαση της ίδιας λέξης που απ’ τους ρήτορες λέγεται επίζευξις είναι πολύ συχνή στα χορικά και πάντα προκαλεί τα σκώμματα. Οι ίδιοι στίχοι επαναλαμβάνονται συχνά, κυρίως στο τέλος των τραγωδιών του. Καμιά φορά όταν θέλει να εξάρει μια ορισμένη έννοια την επαναλαμβάνει δυο φορές με άλλες λέξεις. Όπως όμως κι αν έχει το πράγμα την ομορφιά της γλώσσας του Ευριπίδη την αναγνωρίζει κι ο μεγάλος χλευαστής του ο Αριστοφάνης λέγοντας: Χρώμα γαρ αυτού του στόματος τω στρογγύλω τους νους δ’ αγοραίους ήττον η κελινός ποιώ. Ε π ί δ ρ α σ η τ ω ν σ ο φ ι σ τ ώ ν σ τ ο ν π ο ι η τ ή. Στη Μήδεια που η παράστασή της έγινε τέσσερα χρόνια πριν απ’ την έναρξη της διδασκαλίας του Γοργία στην Αθήνα, έχουμε κιόλας τα Γοργιανά σχήματα λέξεως σ’ όλη την ανάπτυξή τους. Έτσι βλέπουμε πως ο αττικός λόγος είχε επηρεασθεί κι ανυψωθεί απ’ τους πριν απ’ το Γοργία σοφιστές. Οι μεγάλοι μονόλογοι στη Μήδεια τόσο της ίδιας (465) όσο και του Ιάσονα (522) είναι τυπικά κι ουσιαστικά υψηλά δείγματα τέχνης. Γι’ αυτό κι ο Ιάσων λεει στη Μήδεια σ’ ένα σημείο πως εκείνη έγινε αφορμή της άμιλλας αυτής των λόγων (546). Κι οι αρχαίοι κι οι νεότεροι κάνουν λόγο για την επίδραση που ο τραγικός αυτός είχε απ’ τους σοφιστές. Άλλοι μεν τον επαινούν για τους αγώνες, τις αντιλογίες, τις λαλιές των προσώπων του καθώς και για τις αντιθέσεις του, ενώ άλλοι τον χλευάζουν. Για τον Ευριπίδη το παν ήταν το ήθος και για μας ακόμα και σήμερα παραμένει ο ποιητής αυτός τραγικότατος. Στην εποχή του Πλάτωνα οι σοφισταί ανακατεύαν τον τεχνικό πεζό λόγο με την ποίηση σε τέτοιο βαθμό ώστε και τα δυο αυτά να συγχέονται μεταξύ τους. Στην παλιότερη εποχή ονομάζονταν κι οι ποιηταί σοφισταί. Άντρες όπως ο Ευριπίδης κι ο Αγάθων που στο πρόσωπό τους συναντιόνταν κι οι δυο ιδιότητες, του ποιητή και του σοφιστή, συντελέσαν πολύ στη μεταβίβαση των ρητορικών σχημάτων στην ποίηση. Κι εδώ αξίζει να σημειωθεί πως στον Ρήσο (924) ο Ορφεύς ονομάζεται κλεινός σοφιστής (ένδοξος σοφιστής). Ο ι χ α ρ α κ τ ή ρ ε ς τ ο υ Ε υ ρ ι π ί δ η. Ο πιο ωραίος και καθαρός χαρακτήρας του ευριπιδικού δράματος είναι της Ιφιγενείας εν Ταύροις και πιο πολύ της εν Αυλίδι, όπου το ηθικό ανάστημα μιας κόρης ανοίγει το δρόμο για την έξοδο απ’ τις τόσες δύσκολες περιπλοκές που δημιουργήσαν τα συγκρουόμενα πάθη των αντρών. Μια τέτοια εικόνα θυσίας παρουσιάζει πάλι ο ποιητής στους Ηρακλείδες με τη Μακαρία και στην Εκάβη με την Πολυξένη. Εδώ όμως η θυσία τους γίνεται από ανάγκη. Αλλά είναι τέτοια η προθυμία που δείχνουν ώστε η θυσία αυτή φαίνεται εκούσια. Μια παρόμοια μορφή είναι κι η Θεονόη της Εκάβης κι ακόμα ο ιδιόρρυθμος κι αγνός Ιππόλυτος με τον συγγενικό του, ως προς τον χαρακτήρα Ίωνα. Η αντίθεση προς τα υψηλά κι ενάρετα αυτά πρόσωπα φαίνεται ξεκάθαρα στις μιαρές γυναίκες, τη Μήδεια, τη Φαίδρα και την Κρέουσα. Κι η Ερμιόνη στην Ανδρομάχη έχει έναν εντελώς φοβερό χαρακτήρα που παρουσιάζεται πιο πολύ στο διάλογό της με την Ανδρομάχη (147). Αξιοθαύμαστος παρουσιάζεται ο Διόνυσος στις Βάκχες όπου κυριαρχεί σ’ όλη τη σκηνή. Τον ρεαλισμό των χαρακτήρων του Ευριπίδη δήλωσε παραστατικά ο Σοφοκλής : οίον και Σοφοκλής έφη αυτός μεν οίους δει ποιείν, Ευριπίδην δε οίοι εισί (Αριστ. Ποιητική 25, 1460, β, 33). Πολλές φορές όμως ο Ευριπίδης υποβιβάζει τους χαρακτήρες του, δημιουργώντας έτσι αντίθεση με την εξωτερική τους εμφάνιση, πράγμα που τους δίνει μια κωμική απόχρωση. Ακόμα ανεβάζει στη σκηνή όλη την ταπεινότητα κι αθλιότητα της καθημερινής ζωής, όπως την Ηλέκτρα να παντρεύεται έναν χωρικό (για να σκοτώσει μαζί με τον Ορέστη την Κλυταιμνήστρα) και την τροφό στον Ιππόλυτο (352) να εξάγγελοι πανηγυρικά ότι η Φαίδρα είναι ερωτευμένη μ’ αυτόν. Ο Σοφοκλής συνήθως εξετάζει και παρουσιάζει τον χαρακτήρα ενός προσώπου στο σύνολό του. Ο Ευριπίδης όμως πολλές φορές παρουσιάζει τα συναισθήματα ενός προσώπου σε μια και μόνη ορισμένη περίπτωση,

Page 42: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

42σ’ όλες τους τις λεπτομέρειες (Φοίνισσαι 355, Τρωάδες 1123). Ο μύθος στον Ευριπίδη

γίνεται πολλές φορές αφορμή να παρουσιάζει ανθρώπους της εποχής να μιλάνε με συγκίνηση για διάφορα σύγχρονα ζητήματα. Μιλάει για τη σύγχρονη πολιτική, φιλοσοφεί όπως οι σοφισταί χωρίς να παραλείπει πολλές φορές να τους κατηγορεί όπως στην Εκάβη (1187), όταν λεει ότι γνωρίζουν άριστα να καλλωπίζουν τα άδικα πράγματα (τάδικ’ ευ λέγειν), αλλά μετά οι σοφοί αυτοί δε μπορούν μέχρι το τέλος να μείνουν σοφοί και καταστρέφονται. Ένα παράδειγμα προκλητικής σοφιστικής τέχνης είναι η δικαιολογία της Ελένης στο Μενέλαο (Τρωάδες 914) που λεει : ίσως με, καν ει καν κακώς δόξω λέγειν κλπ. Καμιά φορά ο Ευριπίδης εγκαταλείπει τη συνοχή του δράματος γιατί ο λόγος τού δίνει την ευκαιρία να πει την άποψή του για σύγχρονα κι επίκαιρα ζητήματα. Έτσι στον Ηρακλή (188) εγκωμιάζει τον τοξότη (τοξήρη σαγήν), σε αντίθεση με τον οπλίτη (ανήρ οπλίτης δούλός εστι των όπλων στ. 190), ενώ για τα τόξα ο Λύκος (159) λεει ότι είναι κάκιστον όπλον. Αξίζει να σημειωθεί ότι στους αρχαίους τραγικούς και κυρίως στον Ευριπίδη παρουσιάζεται πολλές φορές στη σκηνή κάτι που για τους σημερινούς θεατές θα ήταν ενοχλητικό και θα το θεωρούσαν μειονέκτημα του ποιητή. Αυτό οφείλεται στο ότι το καλλιτεχνικό αίσθημα της αρχαιότητας ήταν διαφορετικό απ’ το σημερινό κι η ψυχολογική κατάσταση που δημιουργείται στο θεατή απ’ αυτά που γίνονται στη σκηνή είναι διαφορετική σήμερα από τότε. Ο σημερινός θεατής των αρχαίων δραμάτων σε πολλά σημεία του έργου βλέπει να ταράζεται και να ενοχλείται η αλήθεια της ψυχικής έντασης, του φόβου, του πάθους κι ακόμα πολλές φορές ο χαρακτήρας του ήρωα με τα πολλά λόγια που λεει, με διηγήσεις και παρεκβάσεις στις οποίες εκθέτονται γενικές σκέψεις και γνώμες ή και χαρακτηριστικές τάσεις της ποίησης που βλάπτουν τη συνοχή και την παρακολούθηση της πράξης και του ενδιαφέροντος. Στον Ευριπίδη μάλιστα καμιά φορά τα πρόσωπα στην ένταση του λόγου τους καταφεύγουν και σε ρητορικές αντιθέσεις όπως στην Εκάβη(581) όπου ο Ταλθύβιος της λεει : παιδός θανούσης υτεκνοτάτην τε σε πασών γυναικών δυστυχεστάτην θ’ ορώ. Ή καμιά φορά πάλι είναι εμφανής η επίδραση της ρητορικής όπως στην Εκάβη (814), όπου αυτή παραπονιέται πως οι άνθρωποι καταναλώνονται για τόσα άλλα πράγματα και δε φροντίζουν να μάθουν τον τρόπο που θα μπορούσαν να πείσουν τους άλλους ανθρώπους για την ορθότητα της γνώμης τους. Χαρακτηριστικός τρόπος του Ευριπίδη είναι εκείνος που ο Πολυνείκης κι ο Ετεοκλής πολυλογούν για την εκστρατεία της Θήβας κι εκθέτουν τα διάφορα επιχειρήματά τους, για να έρθει έπειτα η Ιοκάστη να κάνει μια περίληψη όσων έχουν πει και μετά αυτή την περίληψη να την αναιρέσει. Ακόμα ο λόγος του Πολυμήστορα στην Εκάβη (1178) όπου μετά την περιγραφή της τύφλωσής του και του θανάτου των παιδιών του απ’ τις Τρωάδες, παρεκκλίνει και θεωρεί αναγκαίο να κατηγορήσει το γένος των γυναικών, δείχνει πόσο παράκαιρη είναι αυτή η παρεκκλήση με παρατηρήσεις γενικού περιεχομένου. Ο φ ι λ ό σ ο φ ο ς Ε υ ρ ι π ί δ η ς. Ο Νίτσε είπε για τον Ευριπίδη πως έφερε το θεατή πάνω στη σκηνή (Γένεσις της Τραγωδίας). Τους ήρωες της παλιάς εποχής τους έκανε ανθρώπους του 5ου π.Χ. αιώνα, στους οποίους ο κόσμος κι η ζωή έγινε ένα πρόβλημα που έπρεπε να λυθεί, γιατί με τις αντιλήψεις που επικρατούσαν μέχρι τότε δεν μπορούσαν πια να ικανοποιηθούν. Γι’ αυτό και μερικοί τον θεωρούν σαν Κήρυκα του ελληνικού διαφωτισμού που αυτός για πρώτη φορά διάδωσε. Αυτό το διαβεβαιώνει κι η Κωμωδία αναγνωρίζοντάς τον σαν διαφωτιστή. Ο Αριστοφάνης τον βάζει στους Βατράχους (893) να προσεύχεται στη θεά για σύνεση ενώ έχει από παλιά την προσωνυμία του σκηνικού φιλοσόφου. Οι τραγωδίες του δεν είναι μόνον ο αντίλαλος των θεωριών που επικρατούσαν τότε στην Αθήνα για τα θεία και τ’ ανθρώπινα αλλά και του αγώνα που βασάνιζε την ψυχή του ποιητή και που ταλαντευόταν ανάμεσα στην αρχαία πίστη και στις νεώτερες αντιλήψεις. Δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να νομιστεί πως ο ποιητής εκφραζόταν έτσι στα έργα του από σοφιστική αγάπη για τις έριδες. Ένοιωθε βαθιά την ιωνική φιλοσοφία κι απ’ αυτήν εμψυχωνόταν και την έκφραζε στην τέχνη του. Η κριτική του για την τότε θρησκεία δεν προέρχεται από κοροϊδευτική διάθεση αλλά από μια βαθιά επιθυμία να αναζητήσει την αλήθεια και να αποχτήσει αληθινή γνώση. Ο ίδιος μας λεει πόσο είναι βαρύ γι’ αυτόν να εγκαταλείψει τη θρησκεία των προγόνων του και πως πολλές φορές τον πιάνει δυνατή επιθυμία για ευσέβεια, αλλά η αμερόληπτη και ψύχραιμη παρατήρηση του κόσμου και της ζωής δεν τον αφήνει να γυρίσει στις επικρατούσες παιδαριώδεις μυθικές αντιλήψεις (Ιππόλυτος 1102). Συχνά ο ποιητής ομολογεί πως με τα τραγικά προσωπεία εκφράζει δικές του γνώμες κι αντιλήψεις (Τρωάδες 889, Ιφιγένεια εν Ταύροις 1165, Ελένη 513). Ο Ραντέ (Ψυχή) τον ονόμασε υποκειμενικότατο των Ελλήνων ποιητών. Αυτό το βλέπουμε εύκολα είτε στα χορικά των τραγωδιών του, είτε στα διαλογικά μέρη και μάλιστα σε τέτοιο σημείο που φαίνεται άμεσα η ψυχή κι η βούληση του ποιητή κι όχι του ήρωα της παράστασης.

Page 43: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

43 Τις κυρίως φιλοσοφικές του σκέψεις και θεωρίες τις εκφράζει με πολλούς τρόπους. Είτε τυχαία, σε κάποια δεδομένη ευκαιρία λεει μια φιλοσοφική του γνώμη ξεφεύγοντας μάλιστα πολλές φορές απ’ το θέμα που αναπτύσσει το πρόσώπο που μιλάει, είτε ανανεώνει παλιές μυθικές παραδόσεις απ’ τα ηρωικά χρόνια και καμιά φορά αλλάζει και τον χαρακτήρα του μυθικού ήρωα. Έτσι βλέπουμε να δημιουργεί έναν Βελλεροφόντη ανατροπέα κι αθεϊστή και μια Μήδεια που χωρίς να της αφαιρεί τίποτα απ’ τις ιδιότητες της φαρμακεύτρας και της μάντισσας, την κάνει μια γυναίκα χειραφετημένη που σκέπτεται γενικά για την τύχη των γυναικών και γίνεται μισητή εξ αιτίας της μόρφωσής της. Πολλές φορές πάλι διαλέγει θέματα που του δίνουν την ευκαιρία και την αφορμή να εκφράσει τις γνώμες του για ορισμένα προβλήματα. Έτσι στην τραγωδία του Φοίνιξ εξετάζει το θέμα της εκπαίδευσης. Στην Αντιόπη εξετάζει τους δυο τύπους των ανθρώπων στο επάγγελμά τους, τον πρακτικό πολιτικό και τον θεωρητικό διανοητή. Στον Αίολο και Πρωτεσίλαο το πρόβλημα του γάμου. Στον Αλέξανδρο το ζήτημα της δουλείας. Στη Μελανίππη τη σοφή την πίστη στα θαύματα κλπ. Μόνο που στις πιο πάνω τραγωδίες σώζονται μόνο αποσπάσματα. Ο Ευριπίδης είναι φιλόσοφος σύμφωνα με την ετυμολογική σημασία της λέξης, δηλαδή φίλος της σοφίας, φίλος της αλήθειας και της γνώσης. Δεν είναι φιλόσοφος σαν ιδρυτής ενός νέου φιλοσοφικού συστήματος. Είναι όπως π.χ. ο κωμικός ποιητής Επίχαρμος (περίπου 540 π.Χ.), δηλαδή ένας φιλοσοφικά μεταμορφωμένος ιδιώτης και κατά συνέπεια εκλεκτικός. Στον Ευριπίδη φαίνεται να είχε επίδραση ο Ξενοφάνης, ο Ηράκλειτος, ο Αναξαγόρας, ο Διογένης ο Απολλωνιάτης ή φυσικός όπως τον λέγαν. Φαίνεται πως ο Ευριπίδης γνώριζε και τα έργα του Ιπποκράτη Περί αέρων και υδάτων και το Περί της ιεράς νόσου. Απ’ τους σοφιστές είχε μεγάλη επίδραση σ’ αυτόν ο Πρωταγόρας. Είναι εμφανής η ύπαρξη στοιχείων της διδασκαλίας του Πρωταγόρα στις τραγωδίες του Ευριπίδη. Αλλά κι απ’ τη σχολή του Γοργία πήρε διδάγματα, όπως π.χ. μεταχειρίζεται για τον Ετεοκλή του στις Φοίνισσες (503) και στον Κύκλωπα (316) την αρχή του δικαίου του ισχυρότερου. Τη μεγάλη κι απατηλή δύναμη της ρητορικής κατάλαβε απ’ τα διδάγματα του Γοργία. Κι ακόμα κατάλαβε τον μεγάλο κίνδυνο που έκρυβε αυτή για την ανθρώπινη κοινωνία και σε πολλές τραγωδίες του λεει πως είναι προτιμότερη η καθαρή κι απλή αλήθεια (Εκάβη 814, Φοίνισσαι 469). Πολύ λίγα πήρε ο ποιητής απ’ τις διδασκαλίες του Πρόδικου, του Ιππία και του Αντιφώντα. Ο Ευριπίδης ποτέ δεν ξαναγύρισε στην παλιά θρησκευτική πίστη, ούτε ακόμα και στην προχωρημένη του ηλικία που έγραψε τις Βάκχες, όπως πιστεύουν πολλοί. Γιατί το δράμα αυτό είναι μια θρησκευτική και συγχρόνως ψυχολογική τραγωδία που περιγράφεται με ανυπέρβλητη τέχνη ο φανατισμός μιας ψεύτικης πίστης στις φοβερές και φρικιαστικές της εκδηλώσεις. Κι ας τολμήσουμε να πούμε γενικά τις συνέπειες που προξενεί ο θρησκευτικός φανατισμός. Άλλοι πάλι ισχυρίζονται ότι το τέλος του έργου έχει μεταβληθεί απ’ το γιο του Ευριπίδη που ανέβασε το δράμα μετά το θάνατο του πατέρα του. Καθώς μας λεει ο Διογένης ο Λαέρτιος (Βίος Σωκράτους 22), τον Σωκράτη τον θεωρούσαν φίλο του Ευριπίδη και μάλιστα λέγαν πως βοηθούσε τον Ευριπίδη στα δράματά του (εδόκει δε συμποιείν Ευριπίδην), ώστε ο κωμικός Μνήσαρχος όταν άκουσε πως ο Ευριπίδης έκανε νέο δράμα τους Φρύγες είπε κοροϊδευτικά πως ο Σωκράτης θα του έδινε τα φρύγανα (ω και Σωκράτης τα φρύγαν’ υποτίθισιν). Ο Διογένης ο Λαέρτιος λεει επίσης ότι κάποτε ο Ευριπίδης έδωσε κάποιο σύγγραμμα του Ηρακλείτου στο Σωκράτη και τον ρώτησε έπειτα πώς του φάνηκε. Τότε ο φιλόσοφος του απάντησε ότι όσα κατάλαβε ήσαν αδρά διανοήματα κι όλα όσα δεν κατάλαβε κι αυτά θα ήταν σπουδαία αλλά χρειαζόταν μαντική δύναμη για να τα καταλάβει κανείς. Ο Ευριπίδης παρ’ όλ’ αυτά έδωσε περισσότερο σημασία στην ισχυρή δύναμη των παθών και της ανθρώπινης αδυναμίας παρά στα περί ηθικής λογικά κι ευγενικά διδάγματα του Σωκράτη. (Μήδεια 1078, Ιππόλυτος 375 κι ακόμα Πλάτωνος Πρωταγόρας 352 β, 353 c). Ο Ευριπίδης μετά απ’ τα κηρύγματα του Ξενοφάνη ότι εις θεός εν τε θεοίσι και ανθρώποισι μέγιστος, αρνήθηκε κι αυτός την ανθρωπόμορφη παράσταση κι ιδέα των θεών. Η τραγωδία του Ηρακλής δείχνει την επίθεσή του σ’ αυτούς, γιατί ο ήρωας παρουσιάζεται στο έργο αυτό να καταλήγει στο συμπέρασμα, μετά απ’ όλα όσα υπόφερε πως δεν μπορούμε να παραδεχόμαστε θεούς των μύθων όπως τον Δία και την Ήρα. Γιατί δεν έχουν ούτε σύνεση ούτε δικαιοσύνη κι αγαθότητα. Όσα λένε οι ποιητές γι’ αυτούς είναι ανάξια θεών. Και το πλήθος τους κι η διαβάθμισή τους δεν συμβιβάζονται με την αληθινή ιδέα της θεότητας. Η έλλειψη λοιπόν ηθικής δημιουργεί αμφιβολίες για την ύπαρξή τους. Κι ο Απόλλων που διατάζει τον Ορέστη να σκοτώσει την ίδια του τη μητέρα, χαρακτηρίζεται σαν σκαιός και παραπλανητής (Ηλέκτρα 973, 1302, Ιφιγένεια εν Ταύροις 711, Ορέστης 28, 75, 162, 285, 417, 594). Τέτοιοι θεοί δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν. Κι ο ποιητής δείχνει τον Βελλερεφόντη να κραυγάζει ενάντια στην αδικία του κόσμου (Αποσπ. 286): ψησίν τις είναι δητ’ εν ουρανώ θεούς ουκ είσιν ουκ είσ’ ει τις ανθρώπων θέλει

Page 44: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

44μη τω παλαιώ μώρος αν χρήσθαι λόγω.

Ο Ευριπίδης λοιπόν δεν πιστεύει όπως ο Σοφοκλής στην απόλυτη ορθότητα της θρησκείας, αλλά στο απόλυτο αγαθό. Αυτή η πίστη του στο αγαθό είναι κοινή με την πίστη του Σωκράτη και παρουσιάζεται παντού όπου θέλει να κρίνει και να κατακρίνει τους θεούς. Η θρησκεία ενός λαού, κατά τον Ευριπίδη, δεν κρύβει καμιά αλήθεια αλλά είναι μόνο συμβατική νόμω (Εκάβη 800 νόμω γαρ τους θεούς ηγούμεθα). Αυτό ακριβώς λεει κι ο Πρωταγόρας (Πλάτωνος Νόμους 889, e). Όπως όμως δεν παραδέχεται τους θεούς του Ολύμπου, το ίδιο δεν παραδέχεται και τα πνεύματα της Κόλασης. Δεν πιστεύει πως πραγματικά υπήρχαν οι Ερινύες. Αν ο Ορέστης φαντάζεται ότι κυνηγιέται απ’ αυτές, αυτό σημαίνει πως είναι διανοητικά άρρωστος κι ότι έχει επιληπτικές παρακρούσεις. Τις παρατηρήσεις αυτές περιγράφει ο ποιητής, ακριβώς όπως αυτές περιγράφονται στο σύγγραμμα Περί της ιεράς νόσου (Ιφιγένεια εν Ταύροις 281, Ορέστης 211, Ηρακλής 950). Για τον Ευριπίδη όλες οι περιγραφές κι οι παραστάσεις του Άδη δεν έχουν καμιά πραγματική υπόσταση, το ίδιο κι οι αντιλήψεις για μετεμψύχωση του Ορφισμού. Το δόγμα αυτό της μετεμψύχωσης το ξέρει πάρα πολύ καλά και σε κάποιο απόσπασμα (938) απ’ τον Πολυίδη το λεει καθαρά: τίς δ’ οίδεν ει το ζην μεν εστι κατθανείν, το κατθανείν δε ζην κάτω νομίζεται; καθώς και σ’ ένα απόσπασμα απ’ τον Φρίξο (833) και τον Ιππόλυτο (952), την Άλκηστη (966), τον Κύκλωπα (646). Ο θάνατος κατά τον ποιητή είναι ένα αναγκαίο φυσικό φαινόμενο που δεν έχει τίποτα το φριχτό. Αν, όπως πίστευε κι ο Διογένης ο Απολλωνιάτης, η ψυχή του ανθρώπου είναι μέρος του θείου πνεύματος (αέρα) που γεμίζει τον κόσμο, τότε μετά την έξοδό της απ’ το ανθρώπινο σώμα επανέρχεται στο πνεύμα (αέρα). Προσωπική όμως αθανασία δεν υπάρχει. Έτσι δεν έχει κανένα νόημα ούτε σημασία η λατρεία των νεκρών. (Υψηπύλη απόσπ. 757, Ηρακλείδαι 591, Ικέτιδες 532, 1139, Τρωάδες 1246 κλπ.). Κάπως έτσι κρίνει και τα’ άλλα έθιμα τα σχετικά με τη λατρεία, ακολουθώντας το παράδειγμα του Ηρακλείτου. Η προσευχή, κατά τον Ευριπίδη δεν έχει κανένα σκοπό. Η προσφορά θυσιών κι αφιερωμάτων είναι περιττή για τη θεότητα που δεν έχει τέτοιες ανάγκες. Μόνο η ευσεβής διάθεση εκείνου που προσφέρει τη θυσία ή εκείνου που αφιερώνει στους θεούς έχει αξία. Η υλική αξία των προσφερομένων δεν έχει καμιά σημασία (Τρωάδες 469, 1280, Ηλέκτρα 198, Ίων 380 κλπ.). Το προνόμιο της ασυλίας που έχουν οι ναοί κι οι βωμοί όταν γίνεται χρήση του από ενόχους για κακουργήματα είναι κατάχρηση των δικαιωμάτων του κράτους απ’ τη θρησκεία. Απ’ την άλλη μεριά είναι ακατανόητο γιατί οι γεννήσεις κι οι θάνατοι ενώ είναι φυσικά γεγονότα, αποκλείονται απ’ τα ιερά και τους ναούς σαν πράγματα που δεν είναι καθαρά (Ίων 1312, Ιφιγένεια εν Ταύροις 380 κλπ.). Η παράσταση για μιασμό της θεότητας με ανθρώπινη πράξη είναι ανόητη, καθώς και το αντίθετο (Ηρακλής 1232). Απ’ όλες όμως τις πράξεις που έχουν σχέση με τους θεούς ο Ευριπίδης καταφέρεται περισσότερο κατά της μαντείας. Σε κάθε ευκαιρία που του δίνεται τη στιγματίζει και μαζί μ’ αυτήν κι όλες τις εκδηλώσεις της. Ό,τι η μαντική δεν έχει καμιά αξία έχει αποδειχτεί, όπως λεει, απ’ την εκστρατεία στη Σικελία. Η καλύτερη μαντεία είναι ο καλός υπολογισμός των περιστάσεων (Ξενοφάνης Α 52, Ευριπίδη Φιλοκτήτης Απόσπ. 795, Ανδρομάχη 1161, Ιφιγένεια εν Ταύροις 42, 77, 570, 723, Ελένη 744, 757, Θουκυδ. 6, 50, 8, 1). Αν όμως ο Ευριπίδης μένει πάντα πιστός στις θέσεις του, απ’ τις κρίσεις που εκφράζει για την αρχαία θρησκεία είναι πολύ δύσκολο να καθορίσουμε και να καταλάβουμε το περιεχόμενο της κοσμοθεωρίας του. Κάτι τέτοιο δεν μπόρεσε ούτε ο ίδιος να μας δώσει και φυσικά δεν μπορούμε και μεις να συμπεράνουμε. Αμφιβολία και πίστη διαφαίνεται στην προσευχή εκείνη που κάνει η Εκάβη στις Τρωάδες, όπου είναι ο απόηχος των σκέψεων και των αμφιβολιών του ποιητή. Ο μεγαλύτερος απ’ τους θεούς της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, ο Δίας, χάνει έτσι με τον Ευριπίδη τον προσωπικό του χαρακτήρα. Όμως τί είναι η ουσία της θεότητας αυτής δεν τολμάει να πει ο ποιητής. Περισσότερο βλέπει την αρχική ουσία της θεότητας στον αέρα ή στον αιθέρα. Κι όπως λεει ο καθηγητής Ιωάννης Καλλιτσουνάκης : στον αέρα και στον αιθέρα, ως τον γεννητήν των πάντων, γεννητήν, όστις με τους υγρούς βραχίονάς του περικλείει την γην και αρχικώς μετ’ αυτής απετέλει ενιαίον όλον, μέχρις ου δια συνεχούς διαφοροποιήσεως και εξελίξεως έγιναν τα καθ’ έκαστον όντα. Πώς γίνεται κάτι τέτοιο εις τα καθ’ έκαστα, δεν είναι φανερό. Το βέβαιο είναι ότι όλα γίνονται στον κόσμο σύμφωνα με κάποιον νόμο και σύμφωνα με την Δίκη. Η δίκη όμως αυτή δεν είναι η ηθική ή η νομική δικαιοσύνη, αλλά ο νόμος του Σύμπαντος, όπως τη φαντάστηκε ο Ηράκλειτος. Είναι μια δύναμη που ενεργεί αιώνια. Σχετικά μ’ όλα αυτά ο ποιητής κάνει λόγο σε μια τραγωδία του που μόνο αποσπάσματα σώζονται, τον Χρύσιππο.

Page 45: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

45 Η μεγάλη Γη κι ο θεϊκός Αιθήρ συναντιόνται και κάνουν τους ανθρώπους. Ο Αιθήρ είναι πατέρας και των ανθρώπων και των θεών κι η Γη γεννάει τους ανθρώπους αφού γονιμοποιηθεί με τη βροχή των θεών. Όμως δε γεννάει μόνο τους ανθρώπους, αλλά και τα διάφορα θηρία και γι’ αυτό τη θεωρούν μητέρα όλων των εμψύχων. Αυτά όλα που γεννιούνται εκ της αιθερίου γονής ξαναγυρίζουν στον ουράνιον πόλον. Τίποτα απ’ ό,τι γεννιέται δε χάνεται, αλλά μια αιώνια εξέλιξη το αλλάζει και το συγχωνεύει πολλές φορές με κάτι άλλο (Αριστοφ. Βάτραχοι 892 και για τη Δίκη Τρωάδες 888, Ηρακλ. Απόσπ. 23, 28, 94 κλπ.). Το κυριότερο στον άνθρωπο είναι ο νους, το πνεύμα που τον βοηθάει να υπερισχύει σ’ όλα τα έμψυχα όντα, γιατί ο άνθρωπος είναι μυϊκά πιο αδύνατος από πολλά άλλα ζώα . Κι αυτός όμως είναι προσαρμοσμένος στην τροχιά της φύσης κι έχει μια τάση για το κακό. Στην παραφροσύνη των παθών μάταια αντιστέκεται η σύνεση (Αίολος Απόσπ. 27, Ιππόλυτος 358, 380, Μήδεια 1078 κλπ.). Παρ’ όλα αυτά ο άνθρωπος κάνοντας το καλό ή το κακό πάντα έχει συνείδηση των πράξεών του (Ιππόλυτος 317, 426, Ορέστης 395 κλπ.) κι είναι ικανός να κάνει πολύ μεγάλα και λαμπρά κατορθώματα και θυσίες. Αυτή η αντίληψη του Ευριπίδη που είναι ίδια με την αντίληψη των άλλων μεγάλων τραγικών τον έκανε να ανεβάσει στη σκηνή μεγάλους ήρωες και ηρωίδες (Θησεύς, Ερεχθεύς, Αγαμέμνων, Πολυνείκης, Μενοικεύς, Ιφιγένεια, Άλκηστις, Μακαρία κι ακόμα να λάβουμε υπ’ όψιν Φοίνισσαι 358, 406, Ιφιγένεια εν Αυλίδι 1386). Ο κάθε άνθρωπος έχει τις ρίζες στην πόλη του όπου βρίσκει και τη φυσική του δράση. Ο ποιητής είναι εχθρός των άκρων και στη δημοκρατία και στην ολιγαρχία βρίσκει ότι το στήριγμα και το βάθρο της πολιτείας είναι η μεσαία τάξη των κτηματιών. Γι’ αυτό λοιπόν δε δίστασε να κάνει στις Ικέτιδές του (238, 403, 420,) έναν μεγάλο αναχρονισμό και να παρουσιάσει τον Θησέα να υποστηρίζει την αθηναϊκή δημοκρατία (επίσης Ορέστης 917). Μαζί με την πολιτική δράση του πολίτη και την ενασχόλησή του με τα αθλητικά και τη γυμναστική υπάρχει και κάτι άλλο μεγάλο που κατά τον ποιητή είναι πολύ πιο σημαντικό και πιο υψηλό. Αυτό είναι η πνευματική εργασία της έρευνας και της διανόησης που απομακρύνει τον άνθρωπο απ’ τις ταπεινές τάσεις και μ’ αυτό τον τρόπο τον ανυψώνει. Τον τύπο αυτόν του ανθρώπου είδε ο Ευριπίδης στο πρόσωπο του Αναξαγόρα. Ο φιλόσοφος αυτός του έκανε μεγάλη εντύπωση που την εκφράζει στη χαμένη Αντιόπη του απ’ την οποίαν έχουν σωθεί ελάχιστα αποσπάσματα. Λαμπρός θ’ έκαστος καπί τούτ’ επείγεται νέμων το πλείστον ημέρας τούτω μέρος, ιν’ αυτός αυτού τυγχάνει βέλτιστος ων. Αργότερα κάτι τέτοιο βρίσκουμε στα Γεωργικά του Βιργιλίου (Β 490) : ευτυχής όποιος μπόρεσε να γνωρίσει τις αιτίες των πραγμάτων. Ο Ευριπίδης αν και παρακολουθεί την πολιτική ζωή της πόλης με μεγάλο ενδιαφέρον, δεν είχε ποτέ (αντίθετα με τον Σοφοκλή) κάποιο αξίωμα αλλά στην ηρεμία της μόνωσής του υπηρετούσε την ποίηση και τη φιλοσοφία. Ήταν ένας απ’ τους λίγους Αθηναίους που είχε μεγάλη βιβλιοθήκη και διακωμωδήθηκε γι’ αυτό (Αριστοφάνης Βάτραχοι 943, Ίων 633 Ηρακλής 673). Η ασχολία του με τα μεγάλα προβλήματα του κόσμου διεύρυνε το βλέμμα του. Έτσι ξεπέρασε τα στενά όρια της πόλης και γίνεται πρόδρομος του Ελληνισμού. Ο Ε υ ρ ι π ί δ η ς κ α ι τ ο κ ο ι ν ό. Κάποιοι ξεχασμένοι στίχοι του ποιητή από άγνωστο δράμα του που τους έσωσε ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς μας κάνουν να καταλάβουμε καλύτερα πώς αντιμετώπιζε το κοινό του ο μεγάλος τραγικός και ποια ηθική ήθελε να του διδάξει: Όλβιος όστις της ιστορίας έσχε μάθησι, μήτε πολιτών επί πημοσύνη μήτ’ ες αδίκους πράξεις ορμών, αλλ’ αθανάτου καθορών φύσεως κόσμον αγήρων, πη τε συνέστη χώθεν χώπως τοις δε τοιούτοις ουδέποτ’ αισχρόν έργων μελέτημα προσίζει. Ποιητής και φιλόσοφος βυθίζει πάντα το μάτι του στην ανθρώπινη ψυχή κι εξετάζει θρησκευτικά, ηθικά, κοινωνικά και βιοτικά ζητήματα προσπαθώντας να φέρει τους φιλοσοφικούς του στοχασμούς στο μεγάλο κοινό. Ο ρεαλισμός του διαλόγου που συχνά γίνεται τρίλογος (Ορέστης) τονίζεται όχι μόνο απ’ την εντατική χρήση της στιχομυθίας που καθιέρωσε ο Σοφοκλής, αλλά και της αντιλαβής. Υπάρχουν μάλιστα περιπτώσεις που τα πρόσωπα που διαλέγονται κάνουν την

Page 46: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

46είσοδό τους στη μέση της ομιλίας που έχει αρχίσει κι αυτό δημιουργεί ένα ξάφνιασμα

στον θεατή. Ακόμα ο Ευριπίδης έχει μια ροπή στην αισθηματολογία και στα κουρέλια που ντύνει τους ήρωες του. Μήπως αυτά τα κουρέλια είναι το ράκος της ανθρώπινης ύπαρξης; Ο πλατύς ποταμός των δακρύων, όπως τον είπε ο Όσκαρ Ουάιλντ διάλεξε τις υποθέσεις εκείνες που το πάθος κι η θλίψη φτιάχνουν τις σκοτεινές δυνάμεις της ψυχής που δε μπορούν να υπακούσουν στη λογική και ν’ αντισταθούν στις ηθικές επιταγές. Η Εκάβη που στην άγρια λύσσα της παγίδεψε τον Πολυμήστορα. Η Φαίδρα που μπλέχτηκε στο πάθος που τη σκοτώνει. Η Μήδεια που παραδομένη σε πάθος κι αυτή ακυβέρνητο, ούτε θέλει ούτε μπορεί ν’ αντισταθεί στην αναστάτωση της ψυχής της. Τώρα πια δε χρειάζεται τίποτ’ άλλο για να θεωρηθεί ο Ευριπίδης σκληρός εχθρός των γυναικών. Δεν είδαν στο έργο του τον ρεαλισμό και τη ρεαλιστική απεικόνιση. Είδαν μισογυνισμό. Αυτό προκάλεσε τις Θεσμοφοριάζουσες του Αριστοφάνη το 411 π.Χ. Η τραγωδία του Ευριπίδη μπήκε μέσα στη ζωή κι έτσι κέρδισε κόσμο που δεν είχε πρωτύτερα. Οικογενειακές προστριβές, η ζωή των ταπεινών, ελαττώματα και προτερήματα της γυναίκας, ψυχικές αρρώστιες κάνουν έναν κόσμο απογυμνωμένο απ’ τη μεγαλοσύνη και την ασύγκριτη λάμψη, έναν κόσμο που ο θεατής τον νοιώθει περισσότερο κοντά του, αλλά και που τον κατακρίνει συγχρόνως. Άλλες φορές πάλι διορθώνει τις λαϊκές αντιλήψεις για τους θεούς κι άλλοτε τις επαναλαμβάνει όπως είναι στη λαϊκή τους μορφή, αφήνοντας έτσι τον θεατή να βγάλει μόνος του τα συμπεράσματα για την αξιοπιστία μύθων πλασμένων σε μακρινές εποχές πολύ πιο διαφορετικές απ’ την εποχή του. Μια εποχή γεμάτη από αναζητήσεις κι αμφιβολίες, ανησυχίες και βάσανα που όμως κρατιόταν μ’ όλη της τη δύναμη στα γεννήματα του παρελθόντος λες κι ήθελε να σωθεί. Λες και φοβόταν ν’ αποτινάξει τις ευθύνες των θεών και να τις κάνει δικές της ευθύνες. Με τον Ευριπίδη τελειώνει η μεγάλη εποχή της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Ο Νίτσε στη Γένεση της τραγωδίας λεει πως με τον Ευριπίδη πέθανε δι’ αυτοκτονίας η τραγωδία. Στην ποίησή του συνδυάστηκε ο μύθος κι ο λόγος (το λογικό). Όπως το έπος έτσι κι η τραγωδία δε βρήκε πια κανέναν μεγάλο ποιητή να την υπηρετήσει. Τ ο έ ρ γ ο τ ο υ π ο ι η τ ή. Παρ’ όλο ότι ο Ευριπίδης αφιέρωσετη ζωή του στο θέατρο έγραψε κι Ελεγείες κι άλλα ακόμα λυρικά ποιήματα. Στον Πλούταρχο (Νικ. 17) σώζεται το επίγραμμα που είχε γράψει για τους νεκρούς του εκστρατευτικού σώματος των Αθηναίων στη Σικελία. Απ’ τον Πλούταρχο πάλι μαθαίνουμε πως έγραψε κι έναν επινίκιο ύμνο προς τιμή του Αλκιβιάδη που στα Ολύμπια είχε κερδίσει τρία στεφάνια νίκης (πρώτης, δεύτερης και τρίτης) σε αρματοδρομία. Κρίνοντας απ’ την ομορφιά των χορικών των τραγωδιών του θα λέγαμε για τα λυρικά τραγούδια του πως αν σωζόταν σήμερα ο Ευριπίδης δε θα ήταν μόνο ένας μεγάλος τραγικός ποιητής αλλά κι ένας απαράμιλλος λυρικός. Έγραψε 92 δράματα. Απ’ αυτά σωθήκαν μόνο 18 τραγωδίες κι ένα σατυρικό δράμα, ο Κύκλωψ. Εδώ αναφέρονται τα έργα του τα οποία σώζονται στη σειρά που τα παρουσίασε που γι’ άλλα είναι σίγουρη και γι’ άλλα πιθανή. Άλκηστις 438 π.Χ., Μήδεια 431 π.Χ., Ηρακλείδαι 430-427 π.Χ., Ιππόλυτος στεφανηφόρος 428 π.Χ., Ανδρομάχη 427- 425 π.Χ., Εκάβη 424 π.Χ., Ικέτιδες 422 π.Χ., Ηρακλής μαινόμενος 424-420 π.Χ., Ίων 418 π.Χ., Τρωάδες 415 π.Χ., Ιφιγένεια εν Ταύροις 414-410 π.Χ., Ηλέκτρα 413 π.Χ., Ελένη 412 π.Χ., Φοίνισσαι 411-408 π.Χ., Ορέστης 408 π.Χ., Κύκλωψ (Σατυρικό δράμα) 428-425 π.Χ, Ιφιγένεια εν Αυλίδι και Βάκχαι 405 π.Χ. Ο Ρήσος αμφισβητείται, έργο του 4ου π.Χ. αιώνα. Πολλοί τον τοποθετούν στους Πτολεμαϊκούς χρόνους. Ο Μάρραιυ τον θεωρεί νεανικό έργο του ποιητή που αργότερα αρκετά μέρη του ξαναδουλευτήκαν. Ο Grosens το θεωρεί γνήσιο έργο του Ευριπίδη και πιστεύει πως κάτω απ’ το όνομα του Ρήσου κρύβεται ο βασιλιάς της Θράκης Σιτάλκης και πως η τραγωδία παίχτηκε στα 424 π.Χ. Απ’ τα δράματα που χαθήκαν έχουν διασωθεί πάρα πολλά κι αξιόλογα αποσπάσματα σε κείμενα άλλων συγγραφέων ή σε περγαμηνές και παπύρους που ξεθάβονται στην Αίγυπτο. Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλοί απ’ αυτούς τους παπύρους είχαν χρησιμοποιηθεί για παραγέμισμα σε μούμιες. Απ’ τα ονόματα των τραγωδιών του βρίσκουμε πως τις υποθέσεις τους ο ποιητής τις πήρε απ’ τον Τρωικό κύκλο, απ’ τους Θηβαϊκούς μύθους που σχετίζονται με τον Ηρακλή και την οικογένεια των Λαβδακιδών, απ’ τους μύθους του Άργους για τον Περσέα και τους Ατρείδες, απ’ τους Θεσσαλικούς μύθους και τους Αττικούς μύθους. Τίτλοι των αποσπασμάτων αυτών είναι: Αιγεύς, Αίολος, Αλέξανδρος, Αλκμέων εν Κορίνθω (406 π.Χ.), Αλκμέων ο δια Ψωφίδος, Αλόπη (το θέμα της αποδιωγμένης, μετά την αποπλάνησή της, κόρης - αττικός μύθος), Ανδρομέδα (πήρε βραβείο το 412 π.Χ. μαζί με την Ελένη, ανήκει στα λεγόμενα δράματα ίντριγκας κι αναφέρεται στη σωτηρία της απ’ τον Περσέα), Αντιγόνη, Αντιόπη (με τη χαρακτηριστική περιγραφή των αντίθετα προικισμένων αδερφών Αμφίονα και Ζήθου) , Αύγη (μύθος του Τήλεφου), Βελλεροφών, Δανάη (αργολικός μύθος), Δίκτυς,, Θησεύς, Θυέστης (δράμα ίντριγκας), Φρίξος που έχει το ίδιο θέμα με την Ινώ, Ιππόλυτος, Κάδμος, Κρήσσαι, Κρήτες (μύθος Μίνωα), Μελανίππη η δεσμώτις, Μελανίππη η

Page 47: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

47σοφή (το ποιο γνωστό απ’ τα χαμένα, μύθος των Αιολιδών), Οιδίπους, Οινεύς, Οινόμαος Παλαμήδης, Πελιάδες, Πλεισθένης, Πολύιδος, Πρωτεσίλαος (ο χωρισμός του απ’ τη Λαοδάμεια), Σθενέβοια, Σκύροι (ο γιος του Αχιλλέα Νεοπτόλεμος), Τήλεφος (438 π.Χ.), Υψιπύλη (ιστορία της ίδρυσης των αγώνων της Νεμέας), Φαέθων, Φιλοκτήτης, Φοίνιξ, Χρύσιππος. Στα λεγόμενα πολιτικά δράματα ανήκουν ο Ερεχθεύς (αττικός μύθος για την αυτοθυσία του βασιλιά) κι ο Λικύμνιος (απ’ τον κύκλο των μύθων του Ηρακλή). Από γνωστότερο υλικό προήλθε ο Φαέθων, ο Μελέαγρος κι ο Ιξίων, από λιγότερο γνωστό ο Πολύιδος (απ’ τους μύθους γύρω απ’ τον Μίνωα) κι ο Πλεισθένης (απ’ τους μύθους γύρω απ’ τον Θυέστη). Απ’ τα σατυρικά δράματα του Ευριπίδη μας έχουν σωθεί, εκτός απ’ τον Κύκλωπα που προαναφέρθηκε κι είναι ολόκληρος, 7 τίτλοι: Αυτόλυκος, Βούσιρις, Ευρυσθεύς, Θερισταί, Σίσυφος, Σκείρων, Συλεύς) Απ’ τις 23 τριλογίες που έγραψε Ο Ευριπίδης πέντε μόνο τιμηθήκαν με πρώτο βραβείο. Για πρώτη φορά πήρε πρώτο βραβείο 13 χρόνια μετά την εμφάνισή του στο θέατρο, το 442 π.Χ., με μια τετραλογία άγνωστη σε μας. Το πέμπτο βραβείο το πήρε μετά το θάνατό του με τις Βάκχες. Απ’ τις νίκες που κέρδισε όσο ζούσε, ξέρουμε μόνο μια για τον Ιππόλυτο. Η επίσημη αθηναϊκή κριτική ήταν δυσμενής απέναντί του. Αλλά παρ’ όλη αυτή τη δυσμένεια είχε την εκτίμηση του μεγάλου πλήθους των Αθηναίων. Το συμπέρασμα αυτό βγαίνει κι απ’ την αδιάκοπη κοροϊδία του Αριστοφάνη που σε καμιά απ’ τις σωζόμενες κωμωδίες του δεν τον αφήνει απ’ έξω. Αν ο Ευριπίδης ήταν αφανής κι ασήμαντος, θα αναζητούσε κι ο Αριστοφάνης αλλού το στόχο του. Καλά λεει κι ο Σοφοκλής στον Αίαντα (154), όπως το μεταφράζει ο Δημ. Σάρρος: Και βέβαια στις μεγάλες ψυχές αν σημαδέψεις κάπου θα πετύχεις. Απ’ τον ίδιο τον Αριστοφάνη έχουμε την ένδειξη πως ο Ευριπίδης άρεσε πολύ στους νέους που εκπρόσωπός τους, ο Φειδιππίδης στις Νεφέλες (1377) τον λεει σοφώτατον. Λίγο καιρό μετά το θάνατο του Ευριπίδη ο Αριστοφάνης στους Βατράχους του (869) λεει πως η ποίηση του ποιητή δε θα είχε πολύ ζωή ακόμα και πως μαζί του πέθανε κι αυτή. Όμως έγινε το αντίθετο. Ο Ευριπίδης αγαπήθηκε σ’ όλο τον ελληνικό κόσμο. Ο Μ. Αλέξανδρος στην εκστρατεία του τον είχε στην κινητή του βιβλιοθήκη κι έλεγε πάντα γνωμικά του ποιητή. Ο Κλείτος και μεθυσμένος που ήταν, στίχο του Ευριπίδη θυμήθηκε για να βρίσει τον Αλέξανδρο. Στα ξανανεβάσματα των έργων του υπάρχουν πολυάριθμες προσθήκες στο παραδομένο κείμενό τους, ενώ το πόσο δημοφιλής ήταν εύκολα το συμπεραίνει κανείς απ’ το πλήθος των παπυρικών ευρημάτων. Η φήμη του δε στάθηκε μόνο μέσα στον χώρο του Ελληνισμού. Τριακόσια χρόνια αργότερα ο Ιούλιος Καίσαρας που κάποτε είχε πει πως τα δευτερεία στη Ρώμη πρόθυμα θα τα θυσίαζε για τα πρωτεία σ’ ένα χωριό, συχνά με στίχους του Ευριπίδη (Φοίνισσαι 504-506) φανέρωνε τη φιλαρχία του, όπως κι ο Οκταβιανός με στίχο του Ευριπίδη (Φοίνισσαι 599) προσπαθούσε να αιτιολογήσει την πολιτική του. Έγινε ο ποιητής των θεατρικών παραστάσεων στις Αυλές των βασιλιάδων της Ασίας. Ρήτορες τον διαβάζουν κι αναφέρουν περικοπές του, όπως π.χ. ο Λυκούργος στο λόγο του Κατά Λεωκράτους. Οι ποιηταί της Νέας Κωμωδίας τον έχουν για οδηγό τους και δάσκαλό τους. Με τον Ευριπίδη άρχισε η αττική γλώσσα να παίρνει τον τύπο που κράτησε για χίλια χρόνια σαν φιλολογική γλώσσα κι όργανο πολιτισμού στον ελληνικό κόσμο. Τον διαβάζουν και τον μιμούνται οι τραγικοί της Ρώμης. Η δόξα του διατηρήθηκε και τον Μεσαίωνα. Οι πατέρες της Εκκλησίας απομνημονεύουν γνωμικά του. Αλλά κι αργότερα ο Ρακίνας, ο Κορνέιγ, ο Σίλλερ τον μελετάνε και προσπαθούν να τον μιμηθούν. Σημείο αντιλεγόμενο έγινε ο Ευριπίδης στις αρχές του 19ου αιώνα. Ο Βιεννέζος ποιητής και κριτικός Σλέγγελ (1808) αρνήθηκε την ποιητική του αξία. Την άποψη όμως αυτή δεν τη δεχτήκαν οι δυο μεγάλοι ποιητές της Γερμανίας, ο Σίλλερ κι ο Γκαίτε που λίγο πριν πεθάνει, γράφει στο Ημερολόγιό του (22/23 Νοεμβρίου 1831) αφού διάβασε τον Ίωνα : Απ’ τον καιρό του Ευριπίδη κανένα έθνος του κόσμου δεν έχει γεννήσει δραματουργό που να είναι άξιος να του πάει τις παντούφλες. Πρώτη έκδοση των έργων του με επιμέρους υπομνήματα έγινε απ’ τον Αριστοφάνη τον Βυζάντιο. Μεταγενέστερα υπομνήματα απ’ τον Απολλόδωρο τον Κυρηναίο, τον Απολλόδωρο απ’ την Ταρσό, τον Σωτηρίδη, τον Ειρηναίο, τον Αλέξανδρο απ’ το Κοτυάειο. Σημαντική για την παράδοση υπήρξε η επίδραση που είχαν τα έργα του στη ρωμαϊκή δραματική ποίηση (Λίβιος Ανδρόνικος, Έννιος, Οβίδιος και κυρίως ο Σενέκας ο νεότερος). Προφανώς από μια σχολική έκδοση του 2ου μ.Χ. αιώνα προέρχονται τα 9 δράματα, για τα οποία μας έχουν επίσης παραδοθεί και σχόλια (Άλκηστης, Ανδρομάχη, Εκάβη, Ιππόλυτος, Μήδεια, Ορέστης, Ρήσος, Τρωάδες, Φοίνισσαι και ίσως Βάκχαι). Σ’ αυτή την έκδοση ανάγονται χειρόγραφα του 12ου - 13ου αιώνα. Άλλα 10 δράματα ήσαν γραμμένα χωριστά σε κυλίνδρους και μας σωθήκαν σε χειρόγραφα του 13ου - 14ου αιώνα (Εκάβη, Ελένη, Ηλέκτρα, Ηρακλής και Ηρακλείδαι απ’ τη μια και Ίων, Κύκλωψ, Ικέτιδες, Ιφιγένεια

Page 48: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

48εν Ταύροις κι Ιφιγένεια εν Αυλίδι απ’ την άλλη). Δίπλα σ’ αυτά υπάρχει και το

(ανεξάρτητο απ’ τις δυο αυτές οικογένειες χειρογράφων) παλίμψηστο της Ιερουσαλήμ του 10ου αιώνα. Όπως και στην περίπτωση του Αισχύλου και του Σοφοκλή κανένα νεανικό έργο του Ευριπίδη δεν μας έχει σωθεί. Το παλιότερο απ’ τα σωζόμενα έργα του είναι η Άλκηστις (438 π.Χ.) που έχοντας τη θέση σατυρικού δράματος έκλεινε μια τετραλογία, στην οποίαν ανήκαν τα έργα Κρήσσαι (Κρητικές), Αλκμέων ο δια Ψωφίδος (ο Αλκμέων στην Ψωφίδα) και Τήλεφος. Ο Ευριπίδης κέρδισε μ’ αυτά στον διαγωνισμό τη δεύτερη νίκη. Η Άλκηστις είναι η γυναίκα που από αγάπη για το σύζυγό της προσφέρει τον εαυτό της θυσία στον θάνατο γιατί τη μέρα του γάμου της είχε τάξει τον εαυτό της γι’ αυτή τη θυσία για χάρη του Αδμήτου (του συζύγου της) και τώρα πρέπει να τηρήσει αυτή την παλιά υπόσχεση. Η περίφημη φιλονικία Αδμήτου – Φέρητα (πατέρα του) είναι για τη θυσία μιας γυναίκας ένα θλιβερό γεγονός που δείχνει όλη τη μικρότητα του ανθρώπου. Ο Ηρακλής που φιλοξενείται στο σπίτι του Αδμήτου, παίρνει απ’ το θάνατο το θύμα του και φέρνει στον Άδμητο πάλι τη γυναίκα του. Ο Άδμητος που ντροπιάστηκε με τη θυσία της Άλκηστης αποκτάει συναίσθηση. Το υμνητικό, για τη γενναία γυναίκα, τραγούδι συνδυάζεται με την κριτική για την ανεπάρκεια του άντρα, γι’ αυτό και βαλθήκαν να βρουν στο έργο σατιρικά, ακόμα και κωμικά χαρακτηριστικά. Το τραγικό του όμως στοιχείο βρίσκεται στην επίδραση της θυσίας πάνω στον άντρα που στην αρχή δεν έχει αντίρρηση να τη δεχτεί. Η Άλκηστις παρουσιάστηκε πολλές φορές σαν μια κωμική θεατρική μορφή, απ’ την εποχή όμως του ουμανισμού ανέβηκε στη σκηνή και σαν τραγική θεατρική μορφή (H. Sachs, 1555), αλλά και σαν μορφή όπερας (Handel: Admetus, 1727, Gluck: Alceste, 1767). Η οπερέτα του Wieland (1773) προκάλεσε την επίκριση του Goethe. O Hofmannsthal (1911) ξαναγύρισε στον Ευριπίδη, ο Eliot (Coctail Party, 1947) μετέφερε το θέμα στη σύγχρονη εποχή, ενώ ο Th. Wilder (Alcestiade, 1955) το ερμήνευσε χρησιμοποιώντας τα κωμικά του χαρακτηριστικά. Απ’ τα έργα που στην τετραλογία έρχονταν πριν απ’ την Άλκηστη έχουμε κάποια αποσπάσματα. Απ’ αυτά ο Τήλεφος άρεσε πολύ κι έγινε πασίγνωστο, γιατί σ’ αυτό ένας βασιλιάς παρουσιαζόταν σαν κουρελής ζητιάνος, κάτι που ο Αριστοφάνης αναφέρθηκε πολλές φορές περιπαιχτικά. Στο 431 π.Χ. ανήκε η δεύτερη μεγάλη γυναικεία μορφή του Ευριπίδη, η Μήδεια. Με τη σατανική μορφή αυτής της μάγισσας είχε ασχοληθεί ο ποιητής στις Πλειάδες του το 455 π.Χ. και τώρα ασχολείται πάλι μ’ αυτή τη γυναίκα που είναι αντιμέτωπη μ’ έναν άντρα ο οποίος την εγκαταλείπει αισχρά. Μιας γυναίκας που η αντίδρασή της είναι τελείως διαφορετική απ’ της Άλκηστης. Αυτή η αντίδραση της Μήδειας περιγράφεται σε τρεις καίριες στιγμές του έργου, σε τρεις μεγάλους μονολόγους, με τους οποίους η Μήδεια βαδίζει τελικά στην εκδικητή ενέργεια. Στους μονολόγους αυτούς ο Ευριπίδης ανάπτυξε με μεγάλη δεξιοτεχνία την απόφαση μιας βαθιά προσβεβλημένης γυναίκας, την ταλάντευσή της ανάμεσα στη συμπόνια, την αγάπη και το μεγάλο μίσος. Ενώ η κυριαρχία του πάθους εκμηδενίζει κάθε λογική αντίσταση. Τέλος ο άγριος φόνος των παιδιών, μια καινούργια παραλλαγή στην αρχική μορφή του μύθου. Είναι φανερό ότι εδώ δεν πρόκειται πια για τραγική σύγκρουση ανάμεσα στο θείο και το ανθρώπινο στοιχείο, αλλά για μια σύγκρουση που γίνεται στην ψυχή του ανθρώπου που μιλάει με την ψυχή του που παλεύει με τον σπαραγμένο εαυτό του που αγωνίζεται κι υποφέρει. Η διχασμένη προσωπικότητα της Μήδειας (πολλοί τη χαρακτηρίσαν σαν μια έλλειψη ενότητας χαρακτήρα), η φαινομενική αντίθεση των αισθημάτων είναι μια απ’ τις μεγάλες ανακαλύψεις του Ευριπίδη που τον βοήθησε να δείξει τις βαθύτερες διαστάσεις της ψυχής του ανθρώπου. Η μεγάλη επίδραση που άσκησε το δράμα αυτό στο ευρωπαϊκό θέατρο (200 επεξεργασίες του θέματος) δείχνει πόσο τολμηρή ήταν η καινούργια αυτή προσπάθεια. Σαν τραγικό αλλά και σαν κωμικό πρόσωπο τη Μήδεια τη βρίσκουμε συχνά στην αρχαιότητα, πιο συχνά με τα χαρακτηριστικά που της πρόσθεσε ο Σενέκας. Επιδράσεις και των δυο ποιητών βρίσκουμε στον Corneille (1634). Ο Grillparzer (Das Goldene Vlies = Το χρυσόμαλλο δέρας, 3ο μέρος, 1821) σύγκρινε τη βάρβαρη Μήδεια με την Ελληνίδα Κρέουσα. Νεότερες απομιμήσεις απ’ τον H. H. Jahnn (1920) κι απ’ τον J. Anouihl (1946). Μια διασκευή του Ευριπίδη απ’ τον M. Braun (1958). Μαζί με τη Μήδεια οι τραγωδίες Φιλοκτήτης και Δίκτυς και το σατυρικό δράμα Θερισταί αποτελούσαν μια τετραλογία. Θεματικά στενή σχέση με τη Μήδεια είχε ο ευριπιδικός Αιγεύς (κι ο άτυχος γάμος του με τη Μήδεια). Μια κατασπαραγμένη απ’ το πάθος της μορφή μας έδωσε ο Ευριπίδης και στον Ιππόλυτο που στην πρώτη του μορφή συνάντησε την αρνητική στάση του κοινού. Στην καινούργια του μορφή το έργο ανέβηκε στη σκηνή το 428 π.Χ. Εδώ η Φαίδρα προσπαθεί ν κρύψει και να καταπολεμήσει τον έρωτά της για τον πρόγονό της τον Ιππόλυτο. Στην τραγωδία αυτή παρουσιάζεται ο φοβερός αγώνας μιας έντιμης γυναίκας που στην ψυχή της συγκρούεται το πάθος με τη φρόνηση και φαίνεται καθαρά σ’ έναν μονόλογο (373) που ίσως είναι και μια πολεμική εναντίον της άποψης που δίδασκε ο Σωκράτης. Με το να τολμήσει η βασανισμένη γυναίκα να πει με λόγια αυτά που συμβαίνουν μέσα της, το κακό παίρνει το

Page 49: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

49δρόμο του. Το κακό αυτό μόνο με την εξόντωση της δύστυχης μπορεί να σταματήσει. Απ’ την μεγάλη προσβολή που δέχτηκε η ερωτευμένη γυναίκα με την απόκρουση του έρωτά της απ’ τον Ιππόλυτο, πηγάζει το σχέδιο της εκδίκησης με θύμα τον Ιππόλυτο. Σαν συμβολικές μορφές η Αφροδίτη κι η Άρτεμις κατευθύνουν το δράμα. Με τη μεσολάβησή τους εξασφαλίζεται, μετά απ’ το γεγονός του θανάτου, η συμφιλίωση του πατέρα Θησέα που ζητούσε εκδίκηση και του γιου Ιππολύτου που πέθαινε, μαζί όμως κι η αναγγελία της θέσπισης μιας λατρείας προς τιμή του νεκρού. Πολλές είναι οι καλλιτεχνικές αναπαραστάσεις της ιστορίας του Ιππολύτου (σαρκοφάγοι) οι οποίες δείχνουν καθαρά την επιβίωση των μορφών που η σύγκρουσή τους γοήτεψε τον Σενέκα. Αυτόν, στην πραγματικότητα, ακολουθήσαν οι πιο πολλοί από κείνους που επεξεργαστήκαν το θέμα στα νεότερα χρόνια (Ρακίνας 1677 - μτφ. στα γερμανικά απ’ τον Schiller το 1805 - d’ Annunzio 1909). Παρόμοιες παραλλαγές του λεγομένου θέματος του Πετεφρή έχουμε στα δράματα του Ευριπίδη Βελλεροφόντης και Σθενέβοια. Ερωτικές πλοκές είχαν επίσης οι τραγωδίες Φοίνιξ, Αίολος και Πηλεύς. Στη σειρά των μεγάλων γυναικείων μορφών έρχεται η Εκάβη, η τραγωδία της πονεμένης μάνας και βασίλισσας ενός νικημένου λαού. Το έργο, με τη χωρισμένη σε δυο μέρη δράση σε δυο ξεχωριστούς τόπους, παρουσιάζει την Εκάβη μια φορά σαν μια περήφανη γυναίκα που υπομένει με αξιοπρέπεια τον πόνο της κι ύστερα άγρια και σκληρόκαρδη, κυριευμένη από δίψα για εκδίκηση που δεν μπορεί να σβήσει με τίποτα. Απ’ τον ίδιο μυθικό κύκλο προήλθε κι η Ανδρομάχη (δεν ανεβάστηκε στην Αθήνα), το δράμα της γυναίκας του Έκτορα που ο γιος του Αχιλλέα Νεοπτόλεμος, την έφερε σαν λάφυρο στην πατρίδα του και την κράτησε σαν παλλακίδα του. Η Ερμιόνη, η νόμιμη γυναίκα, θέλει να τη σκοτώσει, η απόπειρα αποτυχαίνει, η Ερμιόνη απάγεται κι ο Νεοπτόλεμος σκοτώνεται απ’ τον Ορέστη. Το έργο τελειώνει μ’ έναν νεκρικό θρήνο και με υποσχέσεις για το μέλλον. Οι ασυμφωνίες στο εσωτερικό του έργου δεν επηρεάζουν καθόλου τη διαγραφή απ’ τον Ευριπίδη της τραγικής μάνας. Μεταγενέστερα ο Ρακίνας ασχολήθηκε μαζί της στα 1667. Το 424 π.Χ. περίπου γίνεται η παράσταση των Ικετίδων όπου κεντρικό της πρόσωπο είναι ο Θησεύς. Μετά από κάποιον δισταγμό ο Θησεύς υποχωρεί στις παρακλήσεις των Θηβαίων μανάδων (Ικετίδων) και τις βοηθάει να πάρουν τα πτώματα των σκοτωμένων γιων τους. Τα επίκαιρα γεγονότα του Πελοποννησιακού πολέμου φαίνεται πως ασκήσαν επίδραση στο έργο. Ο βασιλιάς Θησεύς εκπροσωπεί εδώ τα υψηλά ιδεώδη μιας δημοκρατικής πολιτείας. Θεματικά κοντά στο δράμα αυτό βρίσκονται οι Ηρακλείδες (ίσως 430 π.Χ.), ικέτες κι αυτοί που ζητούν βοήθεια στην Αττική και την πετυχαίνουν. Στη σύγκριση του μεγαλόψυχου ευγενούς φρονήματος (Δημοφών) με την κτηνώδη ροπή προς τη δύναμη και την εξουσία (Ευρυσθεύς) αντιστοιχούν πολιτικές και πνευματικές αντιπαραθέσεις των αρχών του Πελοποννησιακού πολέμου. Ανάλογα μπορεί να ήσαν τα πράγματα και στον Θησέα. Το ρόλο του βοηθού παίζει ο βασιλιάς αυτός και στον Ηρακλή (πριν απ’ το 415 π.Χ.) Στην εισαγωγική σκηνή το έργο αυτό δείχνει τον αναμενόμενο σωτήρα που μπορεί να προφυλάξει την οικογένειά του απ’ τη σίγουρη καταστροφή, για να την σκοτώσει όμως στη συνέχεια μέσα σε μια κρίση τρέλας που είναι έργο της Ήρας. Όταν ο Ηρακλής, έχοντας συνέλθει απ’ την τρέλα του, είναι έτοιμος να σκοτωθεί, τον προφταίνει ο Θησεύς που του υπόσχεται καταφύγιο στην Αθήνα και του προσφέρει στήριγμα στη ζωή επειδή δεν μπορεί πια να υπολογίζει τη βοήθεια των θεών. Η Ηλέκτρα του Ευριπίδη που ανέβηκε στη σκηνή το 413 π.Χ. περίπου, ύστερα απ’ την Ηλέκτρα του Σοφοκλή, διαδραματίζεται στο αγρόκτημα ενός απλού ανθρώπου, στον οποίον η Ηλέκτρα έχει γίνει σύζυγος. Ο γυρισμός του Ορέστη στην πατρική του γη, ο ανταγωνισμός των αδερφιών, η φονική απόπειρα, τέλος ο φόνος της μάνας. Σ’ αυτή την κορυφαία στιγμή που σκοπεύει όλο το μίσος της Ηλέκτρας, τα’ αδέρφια κυριεύονται από μια τρομερή φρίκη και γκρεμίζονται κάτω απ’ τα βάρος της. Η εκδίκηση έχει πραγματοποιηθεί, όμως κι αυτοί που την εκτελέσαν είναι τώρα εξοντωμένοι. Η εντολή του Απόλλωνα για εκδίκηση δεν ήταν καθόλου σοφή. Μια λογική λύση είναι αδύνατη, μια σχεδόν επιφανειακή λύση προσφέρουν οι εμφανιζόμενοι στο τέλος του έργου Διόσκουροι (από μηχανής θεοί). Ο Ευριπίδης έβαλε το κοινό κατευθείαν αντιμέτωπο με τα προβλήματα της μητροκτονίας. Ο Σοφοκλής όμως που άφησε τα προβλήματα αυτά να υποχωρήσουν σε δεύτερο επίπεδο, άσκησε πολύ μεγαλύτερη επίδραση στους μεταγενέστερους δημιουργούς που τον ακολουθήσαν σ’ όλα σχεδόν τα σημεία. Το 415 π.Χ. ο Ευριπίδης ανέβασε στη σκηνή την τριλογία Αλέξανδρος, Παλαμίδης, Τρωάδες (η τετραλογία έκλεινε με το σατυρικό δράμα Σίσυφος), μια τριλογία με θεματική ενότητα, με συγγενικές μεταξύ τους μορφές απ’ τον τρωικό κύκλο. Το σκηνικό των Τρωάδων (όπως ακριβώς και στην Εκάβη) ήταν το στρατόπεδο με τις αιχμάλωτες γυναίκες της Τροίας που ύστερα απ’ την πτώση της πατρίδας τους αντιμετωπίζουν τη μεταφορά τους στην Ελλάδα και τη σκλαβιά. Η σειρά των σκηνών του αποχαιρετισμού, του πένθους, του θρήνου και του αποχωρισμού κορυφώνεται με την κτηνώδη θανάτωση του παιδιού Αστυάνακτα, για να τελειώσει με το βουβό πένθος της γριάς γυναίκας που στην αγκαλιά

Page 50: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

50της κρατάει το εγγόνι της. Σαν πλούσιο σε αντιθέσεις ενδιάμεσο επεισόδιο είναι η

συνάντηση Εκάβης και Ελένης, λίγο πριν η Τροία καταστραφεί από μια μεγάλη φωτιά. Το έργο είναι μια προφητική υποδήλωση ότι ο πόλεμος είναι μια συμφορά και μια δυστυχία για νικητές και νικημένους. Μια ποιητική προειδοποίηση που επαληθεύτηκε απ’ τους δυο παγκόσμιους πολέμους του 20ου αιώνα. Διασκευή του έργου αυτού του Ευριπίδη έγινε απ’ τον F. Werfel το 1915 κι απ’ τον J. P. Sartre το 1965. Το 412 π.Χ. παρουσιάστηκε η Ελένη που το όνομά της το πήρε απ’ την ομώνυμη ηρωίδα του Τρωικού πολέμου. Εδώ όμως ο μύθος είναι παραλλαγμένος. Κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέμου η αληθινή Ελένη βρισκόταν στην Αίγυπτο, όπου περίμενε τον σύζυγό της μένοντάς του πιστή, ενώ οι Έλληνες αγωνίζονταν για ένα είδωλο. Δόλος, σκευωρία, απαγωγή είναι τα στοιχεία του έργου. Σ’ όλο το έργο κυρίαρχοι δεν είναι οι θεοί αλλά η σύμπτωση. Ειρωνεία κι αποστασιοποίηση κι ακόμα η φαντασία του παραμυθιού είναι τα χαρακτηριστικά του δράματος. Πολύ κοντά στην Ελένη χρονολογικά είναι η Ιφιγένεια εν Ταύροις, όπου ένα παιχνίδι εμποδίων και συμπτώσεων καθυστερούν για πολύ την αναγνώριση των δυο αδερφιών της Ιφιγένειας και του Ορέστη. Τελικά όμως η θεά Αθηνά δίνει τη λύση με την ίδρυση μιας συγκεκριμένης λατρείας. Με το θέμα αυτό στα νεότερα χρόνια ασχοληθήκαν στην όπερα ο Scarlatti (1713) κι ο Gluck (1779) ενώ στο θέατρο o J. E. Schlegel (1737) κι ο Goethe (1787). Την ίδια χρονιά, δηλαδή το 412 π.Χ. παρουσιάστηκε ο Ίων, ένα έργο πολύ πιο βαθυστόχαστο και με μεγάλη καλλιτεχνική λεπτότητα. Ο Ίων, γιος του Απόλλωνα και μιας θνητής, έκθετο βρέφος που σώθηκε κι έγινε υπηρέτης του Απόλλωνα στους Δελφούς αναγνωρίζει τη μητέρα του και γίνεται, σύμφωνα με θεϊκή υπόσχεση, γενάρχης φημισμένων απογόνων. Είναι ένα περίπλοκο παιχνίδι με εμπόδια, παρεξηγήσεις κι απάτες, στις οποίες μένουν έκθετοι ακόμα κι οι θεοί που φαινομενικά κατευθύνουν τα πράγματα, η Αθηνά κι ο Απόλλων. Στην πραγματικότητα κι αυτούς τους κυβερνάει η Τύχη. Παρόμοια παιχνίδια της Τύχης γίνονται και στα έργα Αλέξανδρος και Κρεσφόντης. Ανάμεσα στο 411 και 408 π.Χ. ανήκει η τριλογία που εκτός απ’ τα δράματα Οινόμαος και Χρύσιππος ανήκει και το δράμα Φοίνισσαι που συγγενεύει θεματικά με τους Επτά επί Θήβας του Αισχύλου. Αναφέρεται κι αυτό στη φιλονικία των αδερφών Ετεοκλή και Πολυνείκη που τελειώνει με τον σύγχρονο θάνατο και των δυο. Ένα πλήθος από εντυπωσιακές επιμέρους σκηνές εναλλάσσονται με γρήγορο ρυθμό: αγγελικές ρήσεις και τειχοσκοπία, αγώνας λόγων και χρησμός. Η μητέρα Ιοκάστη που προσπαθεί να πετύχει κάποιον συμβιβασμό, ο τυφλός πατέρας Οιδίπους που καταριέται τους γιους του, η αδερφή Αντιγόνη που συμμετέχει με τις παρακλήσεις της, το επεισόδιο με τον θαρραλέο απέναντι στο θάνατο Μενοικέα. Σε μια απ’ τις πιο υψηλές κορυφές της δραματικής συγκίνησης έφτασε ο Ευριπίδης με τον θρήνο του Οιδίποδα και της Αντιγόνης στο αντίκρισμα των πτωμάτων μητέρας και γιων. Στο τέλος πατέρας και κόρη φεύγουν για την εξορία. Το δράμα αυτό που στα επιμέρους έχει πολλές εσωτερικές αντιφάσεις επικρίθηκε στην αρχαιότητα εξ αιτίας των αυτοτελών χορικών του. Παρ΄ όλα αυτά, μαζί με την Εκάβη και τον Ορέστη είναι ένα απ’ τα πιο πολυδιαβασμένα έργα του Ευριπίδη. Το έργο κίνησε και το ενδιαφέρον του Schiller που μετάφρασε ένα μέρος του κι ακόμα δέχτηκε την επίδρασή του στο Braut von Messina. Στο Θηβαϊκό κύκλο ανήκουν επίσης ο Οιδίπους και μια Αντιγόνη, στην οποία ο Αίμων βοηθάει τη μνηστή του στην πράξη της και στο τέλος την παντρεύεται. Ακόμα το 408 π.Χ. ο Ευριπίδης ανέβαζε έργα του στην Αθήνα. Το σύντομο διάστημα μέχρι το θάνατό του το 406 π.Χ. στην Πέλλα εξακολουθούσε να είναι μια εξαιρετικά παραγωγική περίοδος. Σ’ αυτή την περίοδο ανήκει ο Αρχέλαος, μια πανηγυρική παράσταση προς τιμή του βασιλιά προστάτη του, ο Αλκμέων εν Κορίνθω, η Ιφιγένεια εν Αυλίδι κι οι Βάκχες. Τα τρία τελευταία αυτά έργα του αποτελούσαν τριλογία, με το ανέβασμα της οποίας, κατά διδασκαλία του Ευριπίδη του νεότερου, αποδόθηκε στον ήδη πεθαμένο ποιητή η τελευταία τιμή, μια μεταθανάτια νίκη (406 π.Χ. ή λίγο μετά). Το ανέβασμα του έργου με ξένη διδασκαλία εξηγεί ορισμένες ελλείψεις στο κείμενο των τελευταίων έργων που μνημονευτήκαν. Η Ιφιγένεια η εν Αυλίδι αντλεί τη ζωή της απ’ την ένταση που δημιουργούν απρόσμενες μεταβολές στην κατάσταση των πραγμάτων, μεταβολές ωστόσο που εδώ δεν προκαλούνται απ’ έξω, αλλά έχουν την αρχή τους στη δυναμική της ανθρώπινης ικανότητας για αλλαγή. Ο ταλαντευόμενος Αγαμέμνων, ο οργισμένα παραιτούμενος απ’ τη θυσία Μενέλαος, η αρχικά ανίδεη για τη θυσία της Ιφιγένεια που αντιστέκεται και παρακαλεί για τη ζωή της, ο Αχιλλεύς που εγγυάται τη ζωή της Ιφιγένειας κι ύστερα ξαφνικά παρουσιάζεται μια αλλαγμένη Ιφιγένεια που προχωρεί με τη θέλησή της στον θάνατο, απ’ τον οποίον εξαρτάται η μοίρα της μεγάλης, εθνικών διαστάσεων, επιχείρησης. Το πέρασμα απ’ την άρνηση στην προθυμία για τη θυσία περιγράφεται στην αρχή και στο τέλος δείχνοντας την ένταση που υπάρχει ανάμεσα στους πόλους των δυο τελευταίων δυνατοτήτων απόφασης

Page 51: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

51για τον θάνατο (το τέλος του δράματος είναι προσθήκη από άλλο χέρι). Ο Ρακίνας (1674) τοποθέτησε σε πρώτο επίπεδο τον δεσμό αγάπης της Ιφιγένειας και του Αχιλλέα. Στον Ευριπίδη και τον Ρακίνα βασίστηκε το λιμπρέτο της όπερας του Gluck (1774). H μετάφραση του Schiller (1788) βασίστηκε σε λατινικές και γαλλικές μεταφράσεις. Ο G. Hauptmann (στο πρώτο δράμα της Τετραλογίας των Ατρειδών, 1943) έβαλε στο κέντρο του έργου το πρόβλημα της ανθρωποθυσίας που σκοτεινές δυνάμεις απαιτούν απ’ τους ανθρώπους. Οι Βάκχες που έχουν σαν θέμα τον ίδιο τον Διόνυσο, τοποθετούν τον Χορό των μαινάδων στο κέντρο. Επικεφαλής του είναι ο θεός που θέλει ν’ αρχίσει τη θριαμβευτική του πορεία σ’ όλο τον κόσμο. Όμως ο βασιλιάς των Θηβαίων Πενθεύς τον διατάζει να σταματήσει. Καινούργια παρουσίαση του παλιού θέματος, όπου ένας βασιλιάς αρνιέται να τιμήσει έναν θεό. Απέναντι στο θεό ο οποίος αρχικά παρουσιάζεται μεταμφιεσμένος στέκεται ο αποτυφλωμένος άνθρωπος που στην αρχή πιάνει τον θεό αιχμάλωτο, γρήγορα όμως από διώκτης γίνεται ο ίδιος διωκόμενος. Ο Πενθεύς κυριεύεται από μανία και μέσα σε μια δαιμονική έκσταση, σκοτώνεται και κομματιάζεται απ’ τη μητέρα του, Αγαύη που κι αυτή κυριεύεται από μανία. Το δράμα δείχνει τη διεισδυτική ματιά του Ευριπίδη στην εναλλαγή θεϊκού μεγαλείου και δαιμονικής εξοντωτικής δύναμης, καθώς και στην ουσία της έκστασης, της μυστικοπάθειας, της μανίας και της μέθης, βασικών χαρακτηριστικών της διονυσιακής λατρείας που ο Ευριπίδης της είχε γνωρίσει περισσότερο στη Μακεδονία. Δυο αγγελικές ρήσεις και μεγάλα χορικά δείχνουν το βαθύ νόημα αυτής της λατρείας. Άλλοι πάλι λένε ότι δείχνει σε τι αποτελέσματα φτάνει η θρησκευτική μανία. Τον τίτλο Βάκχαι τον βρίσκουμε κι άλλες φορές στην αρχαιότητα τόσο στην τραγωδία όσο και στην κωμωδία. Όμως ακριβώς αυτό το έργο ξανακίνησε την προσοχή μόλις στα νεότερα χρόνια. Ο Goethe έδειξε τη μεγάλη του αγάπη γι’ αυτό το έργο μεταφράζοντας ένα μικρό του μέρος. Μια παραλλαγή σε μορφή όπερας την παρουσιάσαν ο W. H. Auden και H. W. Henze το 1966 (Βασσαρίδες). Δίπλα σ’ αυτά τα σωσμένα δράματά του και σ’ εκείνα που όπως προαναφέρθηκε μας σωθήκαν αποσπάσματα, έχουν σωθεί αποσπασματικά κι άλλα έργα του, ενώ άλλα πάλι μας τα παραθέτουν διάφοροι άλλοι συγγραφείς. Τα θέματά τους είναι παρμένα απ’ όλους τους γνωστούς μυθικούς κύκλους και μόνο με μεγάλη δυσκολία μπορούν να ταξινομηθούν κατά θεματικούς κύκλους ή με κάποιες άλλες κατευθυντήριες γραμμές. Στα λεγόμενα δράματα ίντριγκας ανήκουν ο Θυέστης κι η Ανδρομέδα (για τη σωτηρία της απ’ τον Περσέα), η Αντιόπη (με τη χαρακτηριστική περιγραφή των αντίθετα προικισμένων αδερφών Αμφίονα και Ζήθου), η Υψηπύλη (ιστορία της ίδρυσης των αγώνων της Νεμέας) που τη μετάφρασε και συμπλήρωσε τα τελευταία χρόνια ο φιλόλογος Τάσος Ρούσος. Το θέμα της αποδιωγμένης, μετά την αποπλάνησή της, κόρης το βρίσκουμε στην Αλόπη (αττικός μύθος), την Αύγη (μύθος του Τήλεφου), στη Δανάη (αργολικός μύθος). Άλλα έργα του ποιητή είναι ο Φρίξος (θέμα που ο Ευριπίδης το πραγματεύτηκε και στην Ινώ, Μελανίππη (μύθος των Αιολιδών), Κρήσσαι, Πρωτεσίλαος (ο χωρισμός του απ’ τη Λαοδάμεια), οι Σκύριοι (ο γιος του Αχιλλέα Νεοπτόλεμος), οι Κρήτες (μύθος του Μίνωα). Στα λεγόμενα πολιτικά δράματα ανήκουν ο Ερεχθεύς (αττικός μύθος για την αυτοθυσία του βασιλιά) κι ο Λικύμνιος (απ’ τον κύκλο των μύθων του Ηρακλή). Από γνωστότερο υλικό προήλθε ο Φαέθων, ο Μελέαγρος κι ο Ιξίων, από λιγότερο γνωστό ο Πολύιδος (απ’ τους μύθους γύρω απ’ τον Μίνωα) κι ο Πλεισθένης (απ’ τους μύθους γύρω απ’ τον Θυέστη). Ξεχωριστή θέση έχει ο Ρήσος που για τη σχέση του με τον Ευριπίδη είχαν εκφράσει αμφιβολίες ήδη αρχαίοι γνώστες των πραγμάτων. Το δράμα ανήκει κατά πάσα πιθανότητα στον 4ο π.Χ. αιώνα και βασίζεται σ’ ένα επεισόδιο της Ιλιάδας. Ο ποιητής του μπορεί να χαρακτηριστεί επίγονος του Ευριπίδη. Είναι ένα έργο μικρό σε έκταση, χωρίς πρόλογο, με ωραία λυρικά κομμάτια στα χορικά του, δίχως όμως κανέναν προβληματισμό. Απ’ τα σατυρικά δράματα του Ευριπίδη μας έχει σωθεί (εκτός απ’ τους 7 γνωστούς μας τίτλους Αυτόλυκος, Βούσιρις, Ευρυσθεύς, Θερισταί, Σίσυφος, Σκείρων, Συλεύς) μόνο ο Κύκλωψ που έχει για θέμα του την ομηρική περιπέτεια του Οδυσσέα με τους Κύκλωπες (παρουσιάστηκε ανάμεσα στο 415 και 410 π.Χ.). Κι εδώ είναι αισθητή η σοβαρότητα σύγχρονων αναζητήσεων και προβληματισμών, δοσμένη στη μορφή των Κυκλώπων που προσωποποιούν την κτηνώδη αλαζονεία της δύναμης και την περιφρόνηση των νόμων. Κατά τα’ άλλα ο Ευριπίδης συνήθιζε να κλείνει τις τετραλογίες του όχι μόνο με σατυρικά δράματα αλλά με σοβαρού περιεχομένου δράματα. Σχετικά με την άποψη που είχαν οι σύγχρονοι του Ευριπίδη γι’ αυτόν φανερώνεται στον Αριστοφάνη που τον έφερε σε αντιπαράθεση με τον Αισχύλο (Βάτραχοι), για να τον καταστήσει υπεύθυνο για την αποσύνθεση και τη διάλυση της παλιάς τάξης και για την κρίση και την παρακμή της πολιτείας και της κοινωνίας. Και σ’ άλλα έργα του ο Αριστοφάνης (Αχαρνής, Θεσμοφοριάζουσες) του επιτέθηκε με παρωδίες. Αντίθετα κατά τον

Page 52: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

524ο π.Χ. αιώνα ο Ευριπίδης ήταν ο πιο δημοφιλής δραματικός ποιητής. Τα έργα του

ξαναπαιχτήκαν πολλές φορές. Δεν τον εκτιμούσαν μόνο σαν στοχαστή αλλ’ ακόμα περισσότερο σαν δραματικό ποιητή και γι’ αυτή του την ιδιότητα κρίθηκε μ’ άριστα απ’ τον Αριστοτέλη (Ποιητική). Στα ξανανεβάσματα των έργων του έχουν την αρχή τους οι πολυάριθμες προσθήκες στο παραδομένο κείμενό τους, ενώ το πόσο δημοφιλής ήταν εύκολα το συμπεραίνει κανείς απ’ το πλήθος των παπυρικών ευρημάτων. Πρώτη έκδοση των έργων του με επιμέρους υπομνήματα έγινε απ’ τον Αριστοφάνη τον Βυζάντιο. Μεταγενέστερα υπομνήματα απ’ τον Απολλόδωρο τον Κυρηναίο, τον Απολλόδωρο απ’ την Ταρσό, τον Σωτηρίδη, τον Ειρηναίο, τον Αλέξανδρο απ’ το Κοτυάειο. Σημαντική για την παράδοση υπήρξε η επίδραση που είχαν τα έργα του στη ρωμαϊκή δραματική ποίηση (Λίβιος Ανδρόνικος, Έννιος, Οβίδιος και κυρίως ο Σενέκας ο νεότερος). Προφανώς από μια σχολική έκδοση του 2ου μ.Χ. αιώνα προέρχονται τα 9 δράματα, για τα οποία μας έχουν επίσης παραδοθεί και σχόλια (Άλκηστης, Ανδρομάχη, Εκάβη, Ιππόλυτος, Μήδεια, Ορέστης, Ρήσος, Τρωάδες, Φοίνισσαι κ’ ίσως Βάκχαι). Σ’ αυτή την έκδοση ανάγονται χειρόγραφα του 12ου - 13ου αιώνα. Άλλα 10 δράματα ήσαν γραμμένα χωριστά σε κυλίνδρους και μας σωθήκαν σε χειρόγραφα του 13ου - 14ου αιώνα (Εκάβη, Ελένη, Ηλέκτρα, Ηρακλής και Ηρακλείδαι απ’ τη μια και Ίων, Κύκλωψ, Ικέτιδες, Ιφιγένεια εν Ταύροις κι Ιφιγένεια έν Αυλίδι απ’ την άλλη). Δίπλα σ’ αυτά υπάρχει και το (ανεξάρτητο απ’ τις δυο αυτές οικογένειες χειρογράφων) παλίμψηστο της Ιερουσαλήμ του 10ου αιώνα. Αν εξαιρέσουμε μερικούς βυζαντινούς ερμηνευτές του 13ου/14ου αιώνα, το έργο του Ευριπίδη σχεδόν δεν κίνησε καθόλου την προσοχή (μόνο η λεγομένη τριάς, δηλαδή Εκάβη, Ορέστης Φοίνισσαι). Απ’ την editio princeps (Φλωρεντία 1496, πλήρης Βενετία 1503) είχαν ήδη προηγηθεί λατινικές μεταφράσεις (η πρώτη γερμανική μετάφραση 1584). Πρώτος όμως ο Μελάγχθων γύρισε την προσοχή όλων που ως τότε ήταν στραμμένη στον Σενέκα, ξανά στον Ευριπίδη (η λατινική μετάφραση σε πεζό λόγο των 18 δραμάτων απ’ τον Μελάγχθωνα εκδόθηκε το 1558 απ’ τον Xylander). Τον Ευριπίδη τον ξανάφερε στο φως ο Ρακίνας (4 ευριπιδικά θέματα). Σε συνάφεια με τον Ευριπίδη ήρθαν επίσης ο Goethe, o A. W. Schlegel, αργότερα κι ο Grillparzer. Η επίδραση αυτή του Ευριπίδη κρατάει ακόμα και σήμερα.

Ευριπίδης ο νεότερος . Γιος (αρχαία σχόλια στους Βατράχους του Αριστοφάνη, στ. 67) ή ανιψιός (Σούδα) του μεγάλου τραγικού Ευριπίδη, μετά το θάνατο του οποίου ανέβασε στην Αθήνα (κερδίζοντας νίκη) την Ιφιγένεια εν Αυλίδι (λένε μάλιστα ότι συμπλήρωσε το κείμενο του έργου), τον Αλκμέωνα και τις Βάκχες του Ευριπίδη του πρεσβύτερου. Όπως πολλοί ισχυρίζονται τα τρία αυτά έργα αποτελούσαν τριλογία. Δικά του έργα είναι: Ορέστης, Μήδεια και Πολυξένη,

Εύσχημος . Κωμικός ποιητής. Έργο του σύμφωνα με τον Αθήναιο είναι η Εμπολή.

Εύφαντος . Τραγικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα απ’ την Όλυνθο. Ήταν ακόμα φιλόσοφος της Μεγαρικής σχολής, μαθητής τού Ευβουλίδη και δάσκαλος του Αντίγονου του Γονατά. Έργα του: τραγωδίες, ιστορία Διαδόχων σε 4 βιβλία καί Περί βασιλείας (αφιερωμένο στον Αντίγονο τον Γονατά).

Ευφορίων . Τραγικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα, γιος του Αισχύλου. Νίκησε με δικά του έργα το 431 π.Χ. τον Σοφοκλή και τον Ευριπίδη, αλλά και πολλές άλλες φορές με έργα του πατέρα του, μετά το θάνατο εκείνου. Μας σωθήκαν δυο στίχοι από κάποιο έργο του (παράθεμα στην υπόθεση της Μήδειας του Ευριπίδη).

Ευφρόνιος . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα του οποίου τ’ όνομα είναι γνωστό απ’ την επίσημη αναγραφή των δραματικών αγώνων του 458 π.Χ. την εποχή του άρχοντα Φιλοκλή, τότε που νίκησε ο Αισχύλος με την Ορέστεια κι ο Ευφρόνιος με κωμωδία που δεν αναφέρεται ο τίτλος της. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Το όνομά του μας παραδόθηκε επιγραφικά.

Page 53: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

53

Ευφρόνιος . Τραγικός ποιητής του 3ου π.Χ. αιώνα που τ’ όνομά του εμφανίζεται και στον Κανόνα των κλασικών (τη λεγομένη Πλειάδα). Καταγόταν απ’ τη Χερρόνησο (Χερσόνησος Καλλιπόλεως της Θράκης). Υπήρξε δάσκαλος του Αριστοφάνη του Βυζαντίου.

Εύφρων . Κωμικός ποιητής του 3ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Απ’ τα έργα του μας σωθήκαν 9 τίτλοι: Αδελφοί, Αισχρά, Αποδιδούσαι, Δίδυμοι, Θεών αγορά, Θεωροί, Μούσαι, Παραδιδομένη και Συνέφηβοι. Επίσης σώζονται και 11 αποσπάσματα (Αποδιδούσαι, Αισχρά, Θεών αγορά, Διακωμωδούμενοι κ.ά.).

Έφιππος . Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα (έζησε γύρω στο 340 π.Χ.). Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία (νίκες του γύρω στο 370 π.Χ.). Μεταξύ των γνωστών μας 12 τίτλων έργων του περιλαμβάνεται μια Σαπφώ, αρκετά μυθολογικά θέματα (Αρτεμις, Βούσιρις, Γοργόνες, Γηρυόνης, Κίρκη) και πολλή σατιρική κριτική για πρόσωπα και πράγματα της εποχής του (Ναυαγός, εναντίον του Πλάτωνα και των οπαδών του. Άλλα έργα του στρέφονταν εναντίον του Διονυσίου Α’ των Συρακουσών και του Αλεξάνδρου των Φερών). Αποσπάσματα απ’ τα έργα του μας διάσωσε ο Αθήναιος.

Ηγέμων . Κωμικός ποιητής. Ίσως να πρόκειται για τον Ηγήμονα. Δεν είναι τίποτα σίγουρο γι’ αυτόν.

Ηγήμων . Κωμικός ποιητής κι υποκριτής του 5ου π.Χ. αιώνα (την εποχή του Πελοποννησιακού πολέμου). Ανήκε στην Αρχαία Ατττική Κωμωδία. Καταγόταν απ’ τη Θάσο κι είχε το παρατσούκλι Φακή. Θεωρείται ότι είναι ο πρώτος που έφτιαξε παρωδίες τραγωδιών, ιάμβων, επών. Έργα του: Φιλία ή Φιλίνα και Γιγαντομαχία. Σύμφωνα με τον Αθήναιο (Θ’ 407) στην παράσταση της παρωδίας της Γιγαντομαχίας έκανε τους Αθηναίους να γελάσουν τόσο πολύ που αν και μαθαίναν κείνη την ώρα την ήττα τους στη Σικελία και σχεδόν πάσι των οικείων απολωλότων, παραμείναν στις θέσεις τους γελώντας αλλά και κλαίγοντας. Για τον Ηγήμονα ακόμα λένε πως σε παράσταση μιας κωμωδίας του έφερε έναν σωρό από πέτρες τις οποίες έριξε στην ορχήστρα λέγοντας στους έκπληκτους θεατές : Λίθοι μεν οίδε βαλλέτω δ’ ει τις θέλει, υπονοώντας ότι έφερε ο ίδιος τις πέτρες στους θεατές για να τον πετροβολήσουν αν δεν τους άρεσε η κωμωδία. Ο Αθήναιος μας λέει ακόμα ότι επειδή συνδεόταν φιλικά με τον Αλκιβιάδη ο Ηγήμων, όταν κατηγορήθηκε κάποτε ενώπιον του δικαστηρίου, πήγε μ’ όλους τους υποκριτές του ζητώντας τη συμπαράστασή του. Ο Αλκιβιάδης τότε πήρε μαζί του τον Ηγήμονα και τους υποκριτές του και πήγε στο Μητρώον όπου ο ίδιος διάγραψε με τα ίδια του τα χέρια απ’ τον κατάλογο την κατηγορία κατά του ποιητή, προκαλώντας έτσι τη δικαιοσύνη να εξακολουθήσει αν τολμάει την ανάκριση της υπόθεσης.

Ηγήσιππος . Κωμικός ποιητής του 3ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Σε σκηνή ενός έργου του παρουσιάζεται μάγειρος καυχόμενος. Μας έχει σωθεί μια σκηνή του απ’ τον Αθήναιο.

Ηνίοχος . Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία. Σύμφωνα με τη Σούδα έγραψε 8 έργα. Αποσπάσματα σωθήκαν από: Γοργόνες, Πολύευκτος, Πολυπράγμων, Τροχίλος και τίτλοι απ’ τα έργα: Δις εξαπατώμενος, Επίκληρος, Θωρύκιον (;) και Φιλέταιρος. Επίσης ο Στοβαίος διατήρησε απόσπασμα που αποδίδεται στον Ηνίοχο από ένα δράμα που πολλοί υποθέτουν πως λεγόταν Πόλεις και το οποίον είχε πολιτικές προεκτάσεις.

Page 54: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

54

Ηρακλείδης . Κωμικός ποιητής απ’ την Αθήνα που έζησε γύρω στο 340 π.Χ. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία.

Ηρώδας . Βλέπε: Ηρώνδας.

Ηρώδης . Βλέπε Ηρώνδας.

Ηρώνδας . Ο Ηρώνδας ήταν μιμογράφος Δωριέας του 3ου π.Χ. αιώνα. Ε π ο χ ή κ α ι κ α τ α γ ω γ ή τ ο υ μ ί μ ο υ. Οι πληροφορίες για την πατρίδα του και τη ζωή του είναι ασαφείς, γιατί τ’ όνομά του κι αυτό όχι πάντα με τον ίδιο τύπο, μόνο τέσσερις φορές αναφέρεται από άλλους αρχαίους συγγραφείς κι αυτές είναι σαν Ηρώδας (Ηρώνδας κατά τη Δωρική διάλεκτο) κι Ηρώδης ή Ηρώδας κατά τον Δωρικό τύπο. Η εποχή που άκμασε βρίσκεται στον 3ο π.Χ. αιώνα. Αυτό το συμπεραίνουμε μόνο απ’ τη μελέτη του έργου του, γιατί στον πρώτο μίμο (στ. 30) αναφέρει το τέμενος των αδελφών θεών, Πτολεμαίου του Φιλάδελφου και της αδερφής και γυναίκας του Αρσινόης που ιδρύθηκε το 271 ή 270 π.Χ. κι αποθεωθήκαν ενώ ήσαν ακόμα στη ζωή γύρω στο 268 π.Χ. Επειδή δε ο τίτλος των Θεών αδελφών κατά την εποχή του διαδόχου του Πτολεμαίου του Ευεργέτου αντικαταστάθηκε το 245 π.Χ. από άλλον: Θεοί ευεργέται, ο μίμος θα τοποθετηθεί μεταξύ του 270 και 245 π.Χ. Επίσης στο δεύτερο μίμο (στ. 16) αναφέρεται η παλιά πόλη Άκη με τ’ αρχικό της όνομα που στην εποχή του Πτολεμαίου του Φιλάδελφου το 266 π.Χ. μετονομάστηκε σε Πτολεμαΐδα. Αυτό μας κάνει να πιστεύουμε ότι ο μίμος είναι αρχαιότερος της μετονομασίας. Στον τέταρτο μίμο αναφέρεται το Ασκληπειείο της Κω που χτίστηκε τα πρώτα χρόνια του 3ου π.Χ. αιώνα και στο στίχο 72 αναφέρεται ο ζωγράφος Απελλής πως πέθανε πριν λίγο που συμφωνεί με την ιστορική αλήθεια, γιατί ο ζωγράφος πέθανε το 276 π.Χ. Επίσης οι ομοιότητες που παρουσιάζονται ανάμεσα στους μίμους του Ηρώνδα και στα Ειδύλλια του Θεοκρίτου μας κάνουν να υποθέτουμε πως είναι την ίδια εποχή. Και για την πατρίδα του Ηρώνδα επίσης καμιά πληροφορία δεν υπάρχει. Μάλλον όμως καταγόταν απ’ την Κω που όπως κι η Αλεξάνδρεια είναι ο τόπος που διαδραματίζονται οι υποθέσεις των μίμων του. Επίσης και τα περισσότερα απ’ τα θέματά του είναι παρμένα απ’ τη ζωή των Κώων. Μερικοί όμως υποστηρίζουν πως τόπος της γέννησής του είναι οι Συρακούσες που όμως δεν αλλάζει τη Δωρική καταγωγή του μίμου. Το έργο του Ηρώνδα έγινε γνωστό από έναν Αιγυπτιακό πάπυρο που απόχτησε το 1889 το Βρετανικό Μουσείο. Η γ λ ώ σ σ α τ ο υ μ ί μ ο υ. Οι μίμοι που διασωθήκαν του Ηρώνδα έχουν γραφτεί στη γλώσσα των άλλων αλεξανδρινών έργων, δηλαδή την Ιωνική με τύπους της Δωρικής κι Αττικής διαλέκτου. Αυτό το μίγμα Ιωνικών και Δωρικών τύπων συναντιέται και σ’ επιγραφές της Κω, πράγμα που είναι υπέρ της καταγωγής του από κει. Πολλές λέξεις έχουν παρθεί απ’ τον Εφέσιο Ιππώνακτα, ιαμβογράφο του 6ου π.Χ. αιώνα, του οποίου χρησιμοποιεί και το μέτρο, τον χωλίαμβον ή σκάζοντα, δηλαδή το ιαμβικό τρίμετρο με τον τελευταίο πόδα αλλαγμένο σε σπονδείο και τροχαίο. Τ ο έ ρ γ ο τ ο υ μ ί μ ο υ. Οι Μίμοι του Ηρώνδα είναι το σπουδαιότερο δείγμα που διασώθηκε στο λογοτεχνικό αυτό είδος των αρχαίων. Σ’ αυτό παρουσιάζονται διάφοροι τύποι της μεσαίας κοινωνικής τάξης με τις καθημερινές φροντίδες της, τη φλυαρία και τις διασκεδάσεις της. Είναι δηλαδή σκηνές της καθημερινής ζωής που ο Ηρώνδας τις αποδίδει με παρατηρητικότητα, απλότητα και φυσικότητα. Δεν αποφεύγει, όταν τύχει, τη χυδαιολογία, χωρίς όμως και να την επιζητάει. Δε σατιρίζει με σκληρότητα και δηκτικότητα αλλά ούτε και με διάθεση φιλοφρόνησης. Οι Μίμοι του διασκεδάζουν με το τοπικό τους χρώμα και την αφέλειά τους. Ακόμα μας δίνουν μια καθαρή εικόνα της κοινωνικής ζωής των Αλεξανδρινών χρόνων. Βέβαια ο Ηρώνδας δε διακρίνεται για μεγάλη ποιητική ικανότητα, είναι όμως πνευματώδης και κυρίως αληθινός. Ενώ ο Θεόκριτος κι ο Καλλίμαχος θέλοντας να επαινέσουν το βασιλιά Πτολεμαίο της Αιγύπτου φτάνουν πολλές φορές στην υπερβολή, ο Ηρώνδας αντίθετα είναι συγκρατημένος και τα εγκώμιά του διακρίνονται για την κομψότητά τους, όπως μας λέει ο Πλίνιος ο νεώτερος (Επιστολαί IV-3-3). Απ’ ότι φαίνεται ήταν πολύ αγαπητός στο κοινό της εποχής του. Άσχετα με τις διαφορές τους ο Θεόκριτος κι ο Ηρώνδας έχουν ένα βασικό κοινό γνώρισμα: γράφουν κι οι δυο μιμοδράματα ευτράπελα και σύντομα, σαν κι αυτά που

Page 55: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

55παίζουν οι μίμοι στο τέλος μιας τραγικής παράστασης και που αργότερα στη Ρώμη θα ονομαστούν exodia. Ιδιαίτερη σύγκριση μπορεί να γίνει ανάμεσα στις Αδωνιάζουσες του Θεοκρίτου που προαναφέραμε και στις Γυναίκες που θυσιάζουν στον Ασκληπιό του Ηρώνδα. Τρεις είναι και σ’ αυτό το μιμόδραμα οι εικόνες, δυο οι γυναίκες που πρωταγωνιστούν και το πρόσχημα η γιορτή ενός θεού. Ολόκληροι σωθήκαν επτά Μίμοι που είναι: 1) Η Προκυλίς ή Μαστροπός. Στον μίμο αυτό παρουσιάζει τη νεαρή Μητρίχη που ο άντρας της λείπει στην Αίγυπτο. Την επισκέπτεται η γριά Γυλίς που προσπαθεί μάταια να την πείσει να πάει με έναν αθλητή, τον Γρύλλο (έχει 92 στίχους). 2) Ο Πορνοβοσκός. Εδώ ο μέτοικος Βάτταρος που δεν ντρέπεται με τίποτα κατηγορεί στο δικαστήριο της Κω τον σωματέμπορα Θαλή ότι παραβίασε το ανήθικο σπίτι του (έχει 102 στίχους). 3) Ο Διδάσκαλος Η Μητροτίμη που ο άντρας της είναι γέρος, πηγαίνει στο σχολειό του δάσκαλου Λμπρίσκου τον άτακτο κι αμελή γιο της Κότταρο που δε μελετάει κι εκείνος αρχίζει να τον ξυλοφορτώνει (έχει 97 στίχους). 4) Ασκληπιώ ανατιθείσαι και θυσιάζουσαι. Η Κυννώ κι η Κοκάλη πηγαίνουν στο ιερό του Ασκληπιού για να προσφέρουν θυσία. Εκεί θαυμάζουν τους ζωγραφικούς πίνακες και τα αγάλματα του ιερού. Αυτός ο μίμος έχει μάλλον αρχαιολογικό ενδιαφέρον (έχει 95 στίχους). 5) Η Ζηλότυπος. Η Βίτυννα ζηλεύει που ο δούλος της Γάστρων πηγαίνει με την Αμφιταίη. Τον βρίζει και βάζει το δούλο της Πιρρίη να τον πάει στον Έρμωνα για να τον μαστιγώσει. Τελικά πέφτει στη μέση η δούλα της Κιδύλλη και το κακό ματαιώνεται (έχει 85 στίχους). 6) Αι Φιλιάζουσαι ή Ιδιάζουσαι. Η Μητρώ πηγαίνει στη φίλη της Κοριττώ για να κουβεντιάσουν για ένα ομοίωμα φαλλού που έχει φτιάξει κάποιος τσαγκάρης (έχει 94 στίχους). 7) Ο Σκυτεύς. Ο Σκυτεύς (τσαγκάρης) είναι ο μεγαλύτερος απ’ τους μίμους του Ηρώνδα. Έχει όμως αρκετά κενά. Εδώ παρουσιάζεται η Μητρώ που πηγαίνει στον τσαγκάρη τον Κέρδωνα νεαρές φίλες της για ν’ αγοράσουν παπούτσια (έχει 129 στίχους κι ίσως να είναι συνέχεια του προηγούμενου). Εκτός απ’ τα πιο πάνω έργα έχουμε αποσπάσματα κι από τους μίμους: Ενύπνιον. Εδώ κάποιος γαιοκτήμονας ξυπνάει πολύ πρωί τις δούλες του για φροντίσουν για τις δουλειές και διηγιέται σε μια απ’ αυτές τ’ όνειρο που είδε τη νύχτα. Ο μίμος αυτός είναι μια αλληγορική απολογία του έργου του (σώζονται 79 στίχοι). Αι Απονηστιζόμεναι. Είναι αυτές που διακόπτουν τη νηστεία τους (σώζονται 13 στίχοι). Αι Συνεργαζόμεναι. Δεν ξέρουμε σχεδόν τίποτα γι’ αυτόν τον μίμο (σώθηκε μόνον 1 στίχος απ’ τον Αθήναιο). Ο Μολπείνος. Ούτε και γι’ αυτόν τον μίμο ξέρουμε τίποτα (σώζονται 4 μόνο στίχοι απ’ τον Στοβαίο). Ο Στοβαίος επίσης αναφέρει κι άλλους 6 στίχους από άγνωστους μιμιάμβους (Ανθολόγιο 78, 6 και 98 28). Ο Ηρώνδας πέτυχε να δημιουργήσει μερικούς εκπληκτικούς τύπους, όπως του πονηρού κι ύπουλου πορνοβοσκού σtο δικαστήριο (2), των δυο γυναικών με τις αντίθετες ιδιοσυγκρασίες (4) ή του εύστροφου έμπορου (7). Μερικά θέματα ή χωρία βρίσκονται βέβαια κάτω απ’ τα όρια της ευπρέπειας, όπως ο χοντροκομμένος που και που νατουραλισμός γίνεται τελικά, με τη βοήθεια της τεχνικής μορφής (στίχος), αρεστός. Το σίγουρο πάντως είναι ότι τα κείμενα προσφέραν την ευκαιρία σε δεξιοτέχνες της απαγγελίας μεγάλες ευκαιρίες να επιδείξουν τις ικανότητές τους. Γίναν επίσης ευχάριστα αναγνώσματα στο ευρύ κοινό. Τέλος αργότερα γίναν αντικείμενο μίμησης απ’ τον Cn. Matius.

Θεόγνητος . Κωμικός ποιητής της Νέας Αττικής Κωμωδίας απ’ τη Θεσσαλία. Έργα του σύμφωνα με τη Σούδα: Φάσμα ή Φιλάργυρος, Φιλοδέσποτος, Κένταυρος.

Θέογνις . Τραγικός ποιητής απ’ την Αθήνα του 5ου π.Χ. αιώνα που συγκαταλέγεται μεταξύ των Τριάκοντα τυράννων κι είχε πολύ κακή φήμη. Ο Λυσίας που αναφέρεται σ’ αυτόν και στον Πείσωνα (άλλος μεταξύ των Τριάκοντα) έλεγε ότι αποκτηννύναι ανθρώπους περί ουδενός ηγούντο, λαμβάνειν δε χρήματα περί πολλού εποιούντο (δεν τώχαν για τίποτα να σκοτώσουν ανθρώπους και κοιτάζαν πώς θα πάρουν χρήματα). Αλλά και σαν ποιητής χαρακτηριζόταν απ’ τον Αριστοφάνη σαν Χιών και μάλιστα ψυχρός ων, ψυχρώς ποιεί.

Page 56: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

56

Θεοδέκτης ο Φασηλίτης . Τραγικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα (405/400-334 π.Χ.) απ’ τη Φάσηλη της Λυκίας, γιος του Αρίστανδρου, μαθητής του Ισοκράτη που στην αρχή ήταν ρήτορας, οπότε έγραψε κι ένα εγχειρίδιο ρητορικής τέχνης (Τέχνη), το οποίο εκδόθηκε, καθώς φαίνεται, απ’ τον Αριστοτέλη. Απ’ την εποχή αυτή προέρχεται και μια Απολογία του Σωκράτη που δείχνει το στενό δεσμό του Θεοδέκτη με την Ακαδημία. Έγραψε 50 δράματα απ’ τα οποία σωθήκαν μόνο τίτλοι και πολύ λίγα αποσπάσματα (Αίας, Αλκμέων, Ελένη, Ορέστης, Φιλοκτήτης, Οιδίπους, Λυκεύς, Τυδεύς . Το ιστορικό του δράμα Μαύσωλος παρουσιάστηκε το 352 π.Χ.). Τα έργα του είχαν τον χαρακτήρα των τριών μεγάλων τραγικών. Επίσης αποδίδονται σ’ αυτόν τα συγγράμματα Νόμοι και Ρητορική τέχνη. Πήρε μέρος σε 13 αγώνες. Σε διαγωνισμούς των Διονυσίων νίκησε 7 φορές και στα Λήναια μια. Προσκλήθηκε απ’ τη βασίλισσα της Αλικαρνασσού Αρτεμισίας για ν’ απαγγείλει επιτάφιο στο σύζυγό της Μάυσωλο. Έζησε τον θάνατο του συνώνυμου γιου του ηλικίας 41 ετών. Πέθανε στην Αθήνα και τιμήθηκε με μεγαλοπρεπή τάφο στην Ιερά οδό όπου ήσαν μνημεία κι άλλων ποιητών ενώ στην ιδιαίτερή του πατρίδα Φάσηλη τιμήθηκε με ανδριάντα στην αγορά.

Θεόκριτος . Ο Θεόκριτος θεωρείται ο μεγαλύτερος βουκολικός ποιητής της αρχαιότητας, όμως μπορεί να συμπεριληφθεί σ’ αυτό το λεξικό γιατί τα Ειδύλλιά του χαρακτηρίζονται μιμοδράματα. Ήταν σύγχρονος του Καλλιμάχου (3ος π.Χ. αιώνας). Η κ α τ α γ ω γ ή τ ο υ π ο ι η τ ή. Για τη ζωή του πολύ λίγα ξέρουμε γιατί στα έργα του δεν κάνει πολύ λόγο για τον εαυτό του, ούτε και καμιά βιογραφία του σώθηκε όπως στους άλλους ποιητές. Ακόμα κι η χρονιά της γέννησης και του θανάτου του δεν είναι σίγουρη καθώς κι ο τόπος της καταγωγής του. Το σίγουρο πάντως είναι πως γεννήθηκε την τελευταία δεκαετία του 4ου π.Χ. αιώνα, ίσως γύρω στο 305 π.Χ. Κατά τη Σούδα : Θεόκριτος Πραξαγόρου και Φιλλίνης, Συρακόσιος. Οι δε φασί Κώον, μετώκησε δ’ εν Συρακούσαις. Σύμφωνα με το πρώτο μέρος αυτής της μαρτυρίας γεννήθηκε στις Συρακούσες, και σύμφωνα με το δεύτερο ήταν απ’ την Κω κι έζησε στις Συρακούσες. Μπορεί όμως να θέλει να πει ότι καταγόταν από Κώες που πήγαν στις Συρακούσες κατά τους Μηδικούς πολέμους (Ηροδότου Ζ, 163-164). Επίσης δεν είναι βέβαιο πως αυτός που αναφέρεται σαν πατέρας του, ο Πραξαγόρας είναι ο μεγάλος Κώος γιατρός-ανατόμος (γύρω στο 335 π.Χ.). Πάντως ο Θεόκριτος έζησε ανάμεσα στις Συρακούσες, την Κω και την Αλεξάνδρεια κι αν πραγματικά ήταν γιος του μεγάλου γιατρού, ήταν φυσικό από τέτοιο περιβάλλον να πάρει μεγάλη μόρφωση που συμπλήρωσε κοντά στον μεγάλο Κώο ποιητή Φιλητά, ο οποίος τόσο ωραία καλλιέργησε την ερωτική ελεγεία και που γι’ αυτόν τόσο επαινετικά μιλάει ο Θεόκριτος (Ειδύλλια VII -40). Απ’ τα περισσότερα Ειδύλλια του Θεοκρίτου που περιγράφει σκηνές απ’ τη ζωή των βοσκών της Σικελίας, τοπία, ήθη, πρόσωπα και Σικελικές παραδόσεις, βγαίνει το συμπέρασμα ότι ένα αρκετά μεγάλο μέρος της ζωής του το πέρασε σ’ αυτό το νησί, χωρίς όμως να μπορεί κανένας να πει με βεβαιότητα πότε και πόσο χρόνο έμεινε εκεί. Το γεγονός πάντως είναι πως τα τελευταία του χρόνια τα πέρασε εκεί. Πέθανε στα μέσα του 3ου π.Χ. αιώνα, ίσως γύρω στο 245 π.Χ. Ο π ο ι η τ ή ς Θ ε ό κ ρ ι τ ο ς. Απ’ τη Σούδα αναφέρονται έργα του Θεοκρίτου που ανήκουν σε πολλά είδη της ποίησης: βουκολικά, ύμνοι, ελεγεία, ίαμβοι, επιγράμματα. Μέχρι σήμερα όμως σωθήκαν μόνο 30 Ειδύλλια και 24 Επιγράμματα. Μερικά όμως απ’ τα Ειδύλλια, όπως το 8ο, 9ο, 19ο, 20ο, 21ο, 23ο και 28ο δεν είναι σίγουρο πως είναι δικά του. Στην εποχή του Θεοκρίτου τα παλιά είδη της ποίησης, όπως η Τραγωδία, η Αρχαία Κωμωδία κ.ά. είχαν παρακμάσει. Τότε γίνονταν έργα χαμηλότερου επιπέδου με μεγάλη όμως τεχνική επεξεργασία, όπως η Ερωτική Ελεγεία, το Επίγραμμα, τα εκτενέστερα ποιήματα που προπαρασκευάζαν την εμφάνιση των Ειδυλλίων, οι Μίμοι και τα βουκολικά τραγούδια. Ο Θεόκριτος κατόρθωσε να συνδυάσει όλ’ αυτά τα ποιητικά είδη και να δημιουργήσει συνθέσεις ανώτερης καλλιτεχνικής μορφής. Τα κυριότερα όμως και τα πιο αγαπητά του έργα ήσαν τα βουκολικά ειδύλλια γι’ αυτό κι όλα τα έργα του ποιητή που έχουν σωθεί δεν είναι βουκολικά τραγούδια αλλά και Μίμοι κι επικές αφηγήσεις ακόμα κι ένα είδος επιστολών. Όμως ο όρος Ειδύλλια καθιερώθηκε να σημαίνει ποιμενικά τραγούδια. Την ποίηση του Θεοκρίτου χαρακτηρίζει μια θαυμαστή παρατηρητικότητα, μεγάλη αφέλεια, γοητευτική χάρη, δραματικό ταλέντο αλλά και καλλιτεχνική συνείδηση που συνδυάζεται με πηγαίο ποιητικό αίσθημα. Γι’ αυτά τα προτερήματά του δίκαια θεωρείται ο καλύτερος ποιητής των Ελληνιστικών Χρόνων που αγγίζει στην αξία τους κλασικούς. Το ύφος του είναι απόλυτα σύμφωνο με το περιεχόμενο των ποιημάτων του και γι’ αυτό εύκολα ο αναγνώστης καταλαβαίνει την ποικιλία των θεμάτων. Η σύνδεση των ποιημάτων είναι με πολλή τέχνη και πολλή καθαρή, χωρίς τίποτα το περιττό. Χαρακτηριστικό του

Page 57: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

57επίσης είναι η εξιδανικευμένη πραγματικότητα που διαπνέεται από πλούσια λυρική διάθεση. Τα πρόσωπα των έργων του παρουσιάζουν πιστά την πραγματικότητα, είναι αληθινά και φυσικά. Ο ρεαλισμός του Θεοκρίτου, χωρίς να προχωρεί σε βωμολοχίες είναι κυριολεκτικός και προκαλεί θαυμασμό η μεγάλη του γνώση για τα φυτά και τα ζώα και γενικά για τη φύση. Η γ λ ώ σ σ α τ ο υ π ο ι η τ ή. Τα ειδύλλια είναι γραμμένα κατά κύριο λόγο σε αυστηρά δομημένους δακτυλικούς εξάμετρους στίχους. Μόνο σ’ εξαιρετικές περιπτώσεις ο Θεόκριτος χρησιμοποίησε λυρικά μέτρα. Αντίθετα, δεν χρησιμοποίησε την επική γλώσσα. Έδειξε, ωστόσο, στο χώρο της γλώσσας ένα εξαιρετικά πλούσιο ταλέντο σε παραλλαγές και μεταβολές και μια ιδιαίτερη ευχαρίστηση στους πειραματισμούς.. Υπερτερούν τα ποιήματα που είναι γραμμένα σε δωρική διάλεκτο μ’ ένα έντονο χρώμα απ’ το ιδίωμα της ιδιαίτερης πατρίδας του. Δίπλα σ’ αυτά τα ποιήματα 28-30 είναι γραμμένα σ’ αιολική διάλεκτο και το 22ο σε μια γλώσσα που συγγενεύει κάπως με την επική. Μετρική ποικιλία παρουσιάζουν τα Επιγράμματα. Ο γλωσσικός και μετρικός πλούτος δείχνουν πως το κυρίαρχο για τον Θεόκριτο ήταν η γλωσσική μορφή. Χαρακτηριστικά όμως της τέχνης του ήσαν επίσης το μέλος κι ο πλούτος των χρωμάτων. T o έ ρ γ ο τ ο υ Θ ε ο κ ρ ί τ ο υ. Ο Θεόκριτος χαρακτηρίζεται σαν ο τελευταίος απ’ τους μεγάλους ποιητές της αρχαιότητας συγκεντρώνοντας στα Ειδύλλιά του όλες τις αρετές της αρχαίας ποίησης προετοιμάζοντας έτσι το δρόμο για το ρομαντισμό. Για τη ζωή του Θεοκρίτου δεν ξέρουμε τίποτα με σιγουριά. Σε σκόρπιες πληροφορίες τον βρίσκουμε μια στην Αλεξάνδρεια, μια στις Συρακούσες και μια στην Κω. Εκείνο όμως που έχει σημασία είναι πως έζησε από κοντά τη θεατρική ατμόσφαιρα του Σωτάδη και του Ρίνθωνα. Μπορούμε να χωρίσουμε τα Ειδύλλιά του σε δυο βασικά είδη: τα Ηθογραφικά που έχουν για πλαίσο την κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια και τα Βουκολικά που διαδραματίζονται στα ποιμενικά τοπία της Σικελίας. Απ’ τα Ηθογραφικά ξεχωρίζουν οι Συρακούσιες ή Αδωνιάζουσες, μια μικροσκοπική κωμωδία ηθών σε τρεις εικόνες που αποτελεί ένα ολοκληρωμένο μιμόδραμα. Είναι φανερό πως το καινούργιο αυτό είδος ή ειδύλλιο που σημαίνει μικρό είδος, έχει τις ρίζες του στη Νέα Κωμωδία. Είναι όμως πιο κοντά στη δική μας έννοια της θεατρικής κωμωδίας. Τα Βουκολικά έργα του Θεοκρίτου, μ’ όλο που δείχνουν την προέλευσή τους απ’ το Σατυρικό Δράμα, δεν υποκύπτουν σ’ αυτό. Τα πιο πολλά είναι, ανάλαφροι ρομαντικοί διάλογοι ανάμεσα σε νεαρούς βοσκούς. Αφού κουβεντιάσουν για τ’ αφεντικά τους και τους έρωτές τους, οι βοσκοί φωνάζουν έναν τρίτο σύντροφο, για να κρίνει ποιος ξεπερνάει τον άλλο στο τραγούδι. Με την πρόφαση αυτή το Ειδύλλιο διανθίζεται με μελωδικά εμβόλιμα. Πρώτος δημιουργός κι αριστοτέχνης του Ειδυλλίου, ο Θεόκριτος έχει δυο αρετές που τον ξεχωρίζουν από κάθε μιμητή του: Την αδρή και γεμάτη παλμό ευαισθησία και το ιδιαίτερο χάρισμά του να δημιουργεί πρόσωπα ζωντανά. Η πολυμάθειά του δεν του έπνιξε το αίσθημα, όπως σ’ άλλους συγχρόνους του. Ο φυσικός άνθρωπος που υπάρχει μέσα του, είναι πιο πάνω απ’ τον μορφωμένο. Δε βλέπει μοναχά τον εξωτερικό κόσμο. Τον χαίρεται μ’ όλες τις αισθήσεις. Ο Θεόκριτος ποτέ δε βλέπει τη φύση σε ώρες μελαγχολικές κι αγριεμένες. Παντού και πάντα τους στίχους του ποιητή τους χαρακτηρίζει ένα φωτεινό ελληνικό καλοκαίρι, γεμάτο ήλιο, φεγγάρι, άρωμα λουλουδιών, αλμύρα της θάλασσας, ήχους φλογέρας, βελάσματα και κελαηδίσματα πουλιών. Το ίδιο είναι κι οι άνθρωποί του: Απλοί, αγαθοί, απονήρευτοι, χωρίς κακίες και πάθη. Όλοι αγαπιούνται μεταξύ τους. Οι νέοι είναι τρυφεροί κι οι κοπέλες αγνές. Τα αισθήματα των προσώπων του είναι γεμάτα υγεία και δεν έχουν γλυκερή συναισθηματικότητα, ακόμα κι όταν εκφράζονται πένθιμα. Με τα μεγάλα αυτά ποιητικά χαρίσματα ο Θεόκριτος ξεπέρασε όλους τους συγχρόνους του κι είχε τη σπάνια τύχη να δημιουργήσει ένα είδος που κράτησε μέχρι σήμερα, το Ειδύλλιο. Τον μιμηθήκαν οι σχεδόν σύγχρονοί του βουκολικοί ποιητές, ο Βίων απ’ τη Σμύρνη κι ο Μόσχος απ’ τις Συρακούσες. Ο Λατίνος Βιργίλιος, ο Γάλλος Αντρέ Σενιέ, ο δικός μας ο Κρυστάλλης κ.ά. Όπως ο Θεόκριτος έτσι κι ο Ηρώνδας σταδιοδρόμησε στις αρχές του 3ου π.Χ. αιώνα και κυρίως στην Αλεξάνδρεια και στην Κω, όπως λένε. Το έργο του μας είναι άγνωστο μέχρι το 1889, όταν βρέθηκε ένας πάπυρος με 8 μιμοδράματά του. Είναι γραμμένα σε Ιωνική γλώσσα και σε χωλιάμβους του Ιππώνακτα, αντίθετα με τα έργα του Ηρώνδα που χρησιμοποιούν δακτυλικά εξάμετρα και μπερδεύουν τη Δωρική διάλεκτο με την Ιωνική. Όλα τα έργα του Ηρώνδα μας δίνουν την ατμόσφαιρα της μεγάλης πόλης, με το θόρυβο των δρόμων, τα μαγαζιά, τους οίκους ανοχής, και τους ναούς. Δεν ασχολούνται καθόλου με ρομαντικά βουκολικά τοπία. Με τους τύπους που παρουσιάζει (μαστροπούς, μεσίτρες, δασκάλους, βιοτέχνες βρίσκεται πιο κοντά στο χώρο της Νέας Κωμωδίας απ’ ότι ο Θεόκριτος. Κι ακόμα είναι λιγότερο λυρικός και περισσότερο σατιρικός απ’ αυτόν και πολλές φορές πιο ωμός. Όσο ο ένας (ο Θεόκριτος) αγαπάει την περιγραφική λεπτομέρεια,

Page 58: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

58τόσο ο άλλος ασχολείται με την ψυχολογία και τη δραματική εξέλιξη κι ανάπτυξη

χαρακτήρων. Τα ειδύλλια των βοσκών είναι μίμοι ζωντανοί, σαν του Ηρώνδα, μα ξεχωρίζουν για τη χάρη τους την πλοκή, τον λυρισμό και τη δραματικότητά τους. Τα 30 σωσμένα Ειδύλλια του Θεοκρίτου είναι: 1) Θύρσις ή Ωδή. Ο βουκόλος Θύρσις συναντιέται στη βοσκή με κάποιον αιγοβοσκό και τον παρακαλάει να παίξει τη φλογερά του (152 στίχοι). 2) Φαρμακεύτρια. Μια κόρη της Σικελίας, η Σιμαίθα, αγαπάει τον Δέλφη. Αυτός όμως την παραμελεί γιατί τον τραβάει περισσότερο η παλαίστρα. Η Σιμαίθα με τη βοήθεια της δούλας της προσπαθεί με μαγικά ξόρκια να τον ξαναφέρει κοντά της. Το ειδύλλιο μιμήθηκε ο Βιργίλιος στο 8ο ποίημα των Εκλογών του (Βουκολικά) και θεωρείται απ’ τα καλύτερα του Θεοκρίτου (181 στίχοι). 3) Αιπόλος ή Αμαρυλλίς ή Κωμαστής. Ένας Αιγοβοσκός παραδίνει στο μικρό βοσκό Τίτυρο το κοπάδι του για βοσκή κι αυτός τραγουδάει με τη φλογέρα του έξω απ’ τη σπηλιά της Αμαρυλλίδας, προσπαθώντας μάταια να την συγκινήσει (64 στίχοι). 4) Νομείς, Βάττος και Κορύδδων. Είναι ένας διάλογος ανάμεσα σε δυο βοσκούς με σκηνικό τα περίχωρα του Κρότωνα της Ν. Ιταλίας. Απ’ αυτό το ειδύλλιο πήρε αρκετά ο Βιργίλιος στην 5η απ’ τις Εκλογές του (66 στίχοι). 5) Βουκολιασταί ή Οδοιπόροι (Κομάτας και Λάκων). Ο δούλος αιγοβοσκός Κομάτας συναντάει τον δούλο Λάκωνα που κι αυτός είναι βοσκός και μαλλώνουν ποιος παίζει καλύτερα φλογέρα (164 στίχοι). 6) Βουκολιασταί (Δάφνις και Δαμοίτας). Οι βοσκοί Δάφνις και Δαμοίτας μαζέψαν τα κοπάδια τους στο ίδιο μέρος και τραγουδάν τον έρωτα του Πολύφημου για τη νύμφη Γαλάτεια. Το ύφος του ειδυλλίου είναι δραματικό ( 52 στίχοι). 7) Θαλύσια. Ο Θεόκριτος πηγαίνοντας στην Αλεξάνδρεια περνάει απ’ την Κω και κει τον φιλοξενούν ο Φρασίδαμος κι ο Αντιγένης οι οποίοι προσκαλούν στα Θαλύσια που είναι γιορτή της Δήμητρας, τον Σιχιμίδη ο οποίος πηγαίνει με συνοδεία τον Εύκριτο και τον Αμύντα. Στο δρόμο συναντούν τον Λυκίδα, ξακουστό τραγουδιστή που τους τραγουδάει. Μίμηση αυτού του ειδυλλίου είναι 9η απ’ τις Εκλογές του Βιργιλίου (173 στίχοι). 8) Βουκολιασταί (Δάφνις και Μενάλκας). Σε κάποιο βουνό της Σικελίας συναντιόνται στη βοσκή ο Μενάλκας με τα πρόβατά του κι ο Δάφνις με τα βόδια του και μαλώνουν ποιος είναι ο καλύτερος τραγουδιστής και τελικά διαγωνίζονται. Τα τραγούδια που λένε οι βοσκοί αρχίζουν με ελεγειακούς στίχους και συνεχίζονται με δακτυλικούς εξάμετρους. Οι ελεγειακοί αυτοί στίχοι είναι οι μόνοι γνωστοί σε βουκολικό ποίημα κι ο Βιργίλιος τους μιμήθηκε στην 3η και στην 7η Εκλογή του (143 στίχοι). 9) Νομεύς ή Βουκόλος. Ο Δάφνις κι ο Μενάλκας τραγουδάνε την ομορφιά της βουκολικής ζωής επειδή τους παρακάλεσε κάποιος βουκόλος. Η γνησιότητα του ειδυλλίου αυτού αμφισβητείται και πολλοί λένε ότι είναι συρραφή στίχων του Θεοκρίτου (44 στίχοι). 10) Εργατίναι ή Θερισταί. Δυο μισθωτοί εργάτες, ο Μίλων κι ο Βουκαίος που εργάζονται στον ίδιο αγρό κουβεντιάζουν. Ο δεύτερος όμως κουράστηκε πολύ γρήγορα. Όταν τον ρώτησε ο πρώτος την αιτία απαντάει ότι αγαπάει την αυλητρίδα Βομβύκη, κόρη του Πολύβωτου κι ο Μίλων τον παρακινεί να τραγουδήσει για να ξαλαφρώσει απ’ την κούραση της δουλειάς (59 στίχοι). 11) Κύκλωψ. Το ειδύλλιο αυτό απευθύνεται στον Νικία, γιατρό απ’ τη Μίλητο που υποφέρει από έρωτα. Ο ποιητής τον συμβουλεύει να αντιδράσει στο αίσθημά του με τραγούδι όπως έκανε κι ο Κύκλωπας Πολύφημος. Το έχει μιμηθεί ο Βιργίλιος στη 2η απ’ τις Εκλογές του (90 στίχοι). 12) Αΐτης. Ένας νέος εκφράζει στο φίλο του τη χαρά του γιατί τον ξαναβλέπει μετά από τριήμερη απουσία κι εύχεται η αγάπη τους να διαρκέσει πολύ. Αυτό το ειδύλλιο δεν είναι βουκολικό, αλλά λυρικό τραγούδι γι’ αυτό και πολλοί αμφισβητήσαν τη γνησιότητά του (39 στίχοι). 13) Ύλας. Κι αυτό το ειδύλλιο όπως και το 11ο απευθύνεται στον Νικία κι ο ποιητής του λέει για την αρπαγή του Ύλα απ’ τις Νύμφες για την ομορφιά του όταν ακολουθούσε τον Ηρακλή και τους Αργοναύτες και προσεγγίσαν στη Μυσία για να πάρει νερό από κάποια πηγή. Αν και το ειδύλλιο είναι επικού χαρακτήρα, ο ποιητής διακρίνεται για την ωραιότατη περιγραφή της πηγής (80 στίχοι). 14) Κυνίσκας έρως. Η σκηνή του ειδυλλίου βρίσκεται μπροστά σ’ ένα εξοχικό σπίτι της Σικελίας, όπου ο Αισχίνης, αφού κάλεσε τον Θεώνυχο, του λέει πως η ερωμένη του Κυνίσκα σ’ ένα συμπόσιο τον περιφρόνησε για χάρη του γείτονά της, του Λύκου. Το ειδύλλιο φαίνεται πως γράφτηκε στην Αλεξάνδρεια μεταξύ του 284 - 275 π.Χ. (87 στίχοι). 15) Συρακόσιαι ή Αδωνιάζουσαι. Η σκηνή του ειδυλλίου γίνεται στην Αλεξάνδρεια. Τα κύρια πρόσωπα είναι η Γοργώ κι η Πραξινόη που στο σπίτι της έρχεται η πρώτη για να την

Page 59: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

59πάρει και να πάνε στη γιορτή του Άδωνη. Ανήκει στο είδος των μίμων που αρέσαν ιδιαίτερα στον Πλάτωνα (227 στίχοι). 16) Χάριτες ή Ιέρων. Ο ποιητής στο ειδύλλιο αυτό που είναι καθαρά λυρικό, κατηγορεί τους ηγεμόνες που φροντίζουν μόνο για τη δόξα κι όχι για τους ποιητές που εξυμνούν την αρετή και δίνουν την αθανασία (114 στίχοι). 17) Εγκώμιον εις Πτολεμαίον. Εδώ επαινεί τον Πτολεμαίο τον Φιλάδελφο, βασιλιά της Αιγύπτου και τους προγόνους του Λάγο και Βερενίκη που γίναν αθάνατοι (142 στίχοι). 18) Ελένης επιθαλάμιος. Δώδεκα νέες Σπαρτιάτισσες, στεφανωμένες με υάκινθους, έρχονται στ’ ανάκτορα του Μενελάου και μπροστά απ’ την πόρτα των νιόπαντρων τραγουδάνε τον επιθαλάμιο ύμνο καλοτυχίζοντας τον ήρωα κι εξυμνώντας την ομορφιά της Ελένης. Κατά την άποψη ενός σχολιαστή, ο Θεόκριτος μιμήθηκε τον επιθαλάμιο του Στησιχόρου κι άλλοι βρίσκουν ομοιότητες σε ίδιο ποίημα της Σαπφούς απ’ όπου σωθήκαν μερικά αποσπάσματα ( 68 στίχοι). 19) Κηριοκλέπτης. Ο Έρως ενώ έκλεβε μέλι από μια κυψέλη, κεντρίστηκε από μια μέλισσα και παραπονιέται στη μητέρα του Αφροδίτη για τον πόνο που προκαλεί ένα τόσο μικρό έντομο. Η γνησιότητα του ειδυλλίου αμφισβητείται από μερικούς (10 στίχοι). 20) Βουκολίσκος. Ένας βοσκός απ’ τους αγρούς παραπονιέται για την εταίρα Ευνείκια ότι τον περιφρόνησε και τον έβρισε ενώ αυτός είναι ωραίος. Η γνησιότητα του ειδυλλίου αμφισβητείται, αν κι ανταποκρίνεται στο ύφος του Θεόκριτου (52 στίχοι). 21) Αλιείς. Το ποίημα απευθύνεται στο Διοφάντη. Δυο ψαράδες ο Ασφαλίων κι ο Όλπις, ξυπνάνε στη καλύβα τους που είναι στην ακρογιαλιά. Τότε ο πρώτος λέει στον άλλο το όνειρό του. Είναι το μόνο ειδύλλιο που ο Θεόκριτος διάλεξε τα πρόσωπα ανάμεσα στους ψαράδες κι ανήκει στο είδος των μίμων θυμίζοντας τους μίμους του Σώφρονα που ονομάζονται Αλιεύς και Θυννοθήρας. Η γνησιότητά του αμφισβητείται (76 στίχοι). 22) Διόσκουροι. Ο ποιητής εδώ μας λέει ότι η Αργώ αφού πέρασε τις Συμπληγάδες έφτασε στη χώρα των Βεβρύκων, ο δε Κάστωρ κι ο Πολυδεύκης αφού βγήκαν στη στεριά απομακρύνονται στο εσωτερικό όπου βρήκαν μια ωραία πηγή που δίπλα της καθόταν ο Αμύκος, φοβερός στην εμφάνιση. Η χαλαρή σύνδεση των δυο τμημάτων που έχει το ειδύλλιο κι η κατώτερη αξία του δεύτερου μέρους έκανε πολλούς κριτικούς να πιστεύουν ότι είναι νεανικό έργο του θεόκριτου (273 στίχοι). 23) Εραστής ή Δισέρως. Κάποιος άντρας που είναι και το κύριο πρόσωπο του ειδυλλίου, αγαπάει έναν ωραιότατο νέο ο οποίος τον περιφρονεί κι αδιαφορεί. Ο ερωτευμένος άντρας απελπισμένος αυτοκτονεί με απαγχονισμό μπροστά στην πόρτα του νέου που προσπερνάει το πτώμα αδιάφορος για να πάει στην παλαίστρα, όπου εκεί πέφτει πάνω του ένα άγαλμα του Έρωτα και τον σκοτώνει. Το ειδύλλιο που αμφισβητείται η γνησιότητά του, μιμήθηκε ο Βιργίλιος στη 2η Εκλογή του, επίσης κι Οβίδιος στις Μεταμορφώσεις του δανείστηκε κάποια στοιχεία απ’ το ειδύλλιο. Ο Λα Φονταίν το μιμήθηκε, με όχι και τόση επιτυχία σ’ έναν μύθο του (78 στίχοι). 24) Ηρακλίσκος. Ο ποιητής πήρε την υπόθεση απ’ τους μύθους του Ηρακλή και πιο συγκεκριμένα απ’ αυτόν που σκότωσε τους δυο δράκοντες όταν ήταν βρέφος. Το ειδύλλιο είναι επικού χαρακτήρα (156 στίχοι). 25) Ηρακλής Λεοντοφόνος ή Αυγείου κλήρος. Ένας ταύρος εξαγριώθηκε απ’ το δέρμα του λιονταριού που φορούσε ο Ηρακλής κι όρμησε εναντίον του. Αυτός όμως τον άρπαξε απ’ τα κέρατα και τον δάμασε. Απ’ αυτό το ειδύλλιο που είναι επικό λείπουν η αρχή και το τέλος (288 στίχοι). 26) Λήναι ή Βάκχαι. Είναι ο γνωστός μύθος που ασχολήθηκε κι ο Ευριπίδης. Το ειδύλλιο τελειώνει με την παρατήρηση του ποιητή ότι δεν πρέπει να κατηγορεί κανείς αυτό που επιβάλλουν οι θεοί (43 στίχοι). 27) Οαριστής. Ανάμεσα σ’ έναν βουκόλο και σε μια βοσκοπούλα κατσικιών αρχίζει ένας διάλογος χωρίς εισαγωγή σαν συνέχεια προηγούμενης συνομιλίας τους. Είναι το πιο ερωτικό και το πιο ρεαλιστικό απ’ τα ειδύλλια του Θεόκριτου (76 στίχοι). 28) Ηλακάτη. Ο ποιητής απευθύνεται σε μια ηλακάτη που την αγόρασε για να την χαρίσει στη γυναίκα του φίλου Νικίου στη Μίλητο, όπου πρόκειται να πάει. Το ειδύλλιο είναι λυρικό και στην αιολική διάλεκτο. Η γνησιότητά του δεν είναι σίγουρη (28 στίχοι). 29) Παιδικά. Ο ποιητής γυρίζοντας από ένα συμπόσιο, παραπονιέται σ’ ένα φίλο του ότι έχει αστάθεια κι αλαφρότητα και του απαιτεί στο μέλλον περισσότερη φιλία και πίστη. Το ειδύλλιο είναι γραμμένο στην αιολική διάλεκτο (41 στίχοι). 30) Εις νεκρόν Άδωνιν. Μετά το θάνατο του Άδωνη η Αφροδίτη διατάζει τους Έρωτες να φέρουν μπροστά της τον αγριόχοιρο που τον σκότωσε. Το ειδύλλιο είναι γραμμένο σε ανακρεόντειους στίχους ( 44 στίχοι).

Θεόπομπος . Κωμικός ποιητής του 5ου/4ου π.Χ. αιώνα, γιος κάποιου Θεοδέκτη ή Θεοδώρου. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Ήταν σύγχρονος αλλά λίγο νεώτερος απ’ τον

Page 60: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

60Αριστοφάνη. Πρέπει να έγραψε 24 έργα απ’ τα οποία γνωρίζουμε τους τίτλους των 20

περίπου και 100 αποσπάσματα, Ηδυχάρης, Τισσαμενός, Παίδες, Άδμητος, Πηνελόπη, Ειρήνη, Στρατιώτιδες κ.ά. που είναι μυθικού, ιστορικού και πολιτικού περιεχομένου. Νίκησε στα Λήναια δυο φορές και στα Διονύσια το 410/403 π.Χ.

Θεόφιλος . Κωμικός ποιητής και γιατρός του 4ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία. Ήταν σύγχρονος του Ευριπίδη. Έγραψε μυθολογικές παρωδίες. Πρέπει να ήταν και γιατρός. Η Σούδα αναφέρει 6 τίτλους έργων του: Ιατρός, Επίδαυρος, Παγκράτεια, Βοιωτία, Προιτίδες, Νεοπτόλεμος.

Θέσπις . Τραγικός ποιητής του 6ου π.Χ. αιώνα απ’ τον αττικό δήμο Ικαρία (σημερινός Διόνυσος). Υπάρχει όμως μια άποψη ότι δεν υπήρξε ποτέ, αλλά τ’ όνομά του φτιάχτηκε απ’ το θέσπιν και αοιδήν του Ομήρου (Οδύσσεια). Άλλη πάλι άποψη λέει πως η Ικαρία έγινε πατρίδα του από σύγχυση με τ’ όνομα του Ικάριου του αμπελοκαλλιεργητή που όπως λέει ο μύθος πρωτοδέχτηκε τον Διόνυσο στην Αττική. Μερικοί μάλιστα ισχυρίζονται πως πίσω του κρυβόταν κάποιος με το όνομα Ηρακλείδης απ’ τον Πόντο Ήταν ο πρώτος που παρουσίασε τραγωδία στα Μεγάλα Διονύσια (μεταξύ του 536 και 532 π.Χ.). Το σίγουρο αυτό στοιχείο δείχνει ότι μια τέτοιου είδους παράσταση είχε γίνει με τις προσπάθειες του Πεισιστράτου σαν μέρος των κρατικών πνευματικών εκδηλώσεων στην Αθήνα. Για τις φάσεις που προηγηθήκαν αυτών των παραστάσεων τραγωδιών, δηλαδή για το Άρμα Θέσπιδος, επινόηση του πρώτου ηθοποιού κι εισαγωγή του προλόγου και του διαλογικού στίχου, δεν έχουμε ασφαλείς πληροφορίες. Πάντως αν λογαριάσουμε πληροφορίες που συλλέγουμε απ’ τον Διοσκορίδη, τον Πλούταρχο, τον Κλήμη, τον Ευάνθιο κι ακόμ’ απ’ τον Αθήναιο, τον Διογένη τον Λαέρτιο και τη Σούδα, πρέπει να θεωρήσουμε ότι ο Θέσπις υπήρξε ο πατέρας της τραγωδίας και πιο συγκεκριμένα : 1) Ανακάλυψε το τραγικό είδος και δημιούργησε το τραγικό άσμα. 2) Επινόησε πρώτος τους σατύρους. 3) Χορογράφησε ο ίδιος τα έργα του. 4) Καθιέρωσε τον Πρώτο Υποκριτή. 5) Έβαψε το πρόσωπό του με φυσικές χρωστικές ουσίες και μετά έφτιαξε Προσωπεία από πανί. Τη θεατρική του σταδιοδρομία την άρχισε πριν απ’ το 600 π.Χ. Ο Σόλων, γέρος πια, τον κατηγόρησε ότι η θεατρική του τέχνη βασίζεται στο ψέμα. Έτσι τουλάχιστον μας λεει ο Πλούταρχος. Ο Αριστοτέλης δεν τον αναφέρει καθόλου ούτε κι οι παλιότεροι συγγραφείς, όμως ο Αριστοφάνης στο τελευταίο επεισόδιο στους Σφήκες τον αναφέρει σαν εκπρόσωπο της παλιάς τραγικής τέχνης. Τίτλοι και αποσπάσματα απ’ τα έργα του Θέσπη φτάσαν σε μας, αλλά σίγουρα όχι γνήσια. Κατά τη Σούδα είναι: Άθλα Πελίου ή Φορβάς, Ιερείς, Ήμίθεοι, Πενθεύς. Τον 4ο π.Χ. αιώνα κυκλοφορούσαν με τ’ όνομά του νόθα έργα.

Ιέρων . Τραγικός ποιητής και ποιητής διθυράμβων του 5ου π.Χ. αιώνα. Τον ειρωνευόταν ο Αριστοφάνης. Ήτα γιος του Ξενοφάνη. Τα έργα του χαρακτηρίζονταν από ασαφή σύνθεση. Δε σώθηκε κανένα.

Ιοφών . Τραγικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα. Ήταν γιος του μεγάλου Σοφοκλή. Πρέπει να έγραψε κι αυτός 50 δράματα όπως αναφέρει η Σούδα. Το 432 π.Χ. πήρε το πρώτο βραβείο. Στα Διονύσια του 428 π.Χ. ήρθε δεύτερος, μετά τον Ευριπίδη και προηγήθηκε του Ίωνος. Διαγωνίστηκε ακόμα και κατά του ίδιου του Σοφοκλή. Ο Αριστοφάνης έλεγε πως ο Ιοφών είχε γράψει ένα μέρος των έργων του με τη βοήθεια του πατέρα του. Πρέπει επίσης ο γιος να είχε κινήσει μια δίκη εναντίον του πατέρα, γέρου πια, κατηγορώντας τον σαν ανίκανο λόγω ηλικίας να διαχειριστεί την περιουσία του. Λένε πως σ’ αυτή τη δίκη ο Σοφοκλής απάγγειλε ένα ολόκληρο χορικό απ’ τον Οιδίποδα επί Κολωνώ που μόλις είχε τελειώσει κι απόδειξε πως ο γιος του ψευδόταν. Μας είναι γνωστοί 7 τίτλοι έργων του: Αχιλλεύς, Τήλεφος, Ακταίων, Ιλίου Πέρσις, Δεξαμενός, Βάκχαι ή Πενθεύς, και το σατυρικό δράμα Αυλωδοί.

Page 61: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

61

Ίππαρχος . Κωμικός ποιητής του 3ου/2ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Ίσως να είναι ο ίδιος με τον κωμικό υποκριτή που αναφέρεται στον κατάλογο της Δήλου του 263 π.Χ. Φτάσαν σε μάς λίγα παραθέματα. Γνωστοί μας απ’ τη Σούδα είναι 4 τίτλοι έργων του: Ανασωζόμενος, Ζωγράφος, Θαΐς και Πανυχίς.

Ίων ο Χίος . Ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα (490-422 π.Χ.) απ’ τη Χίο. Είχε και την προσωνυμία Ξούθος. Γεννήθηκε γύρω στο 490 π.Χ. κι ήταν γιος του Ορθομένους. Την εποχή των σπουδών του και σε μετέπειτα παραμονές στην Αθήνα ήρθε σ’ επαφή μ’ αρκετούς μεγάλους των χρόνων του (τον Κίμωνα και τον Περικλή, τον Αισχύλο και τον Σοφοκλή). Ανέβασε εκεί για πρώτη φορά τραγωδία στη σκηνή το 452/49 π.Χ., αργότερα όμως πήρε πολλές φορές μέρος σε δραματικούς κι άλλους λογοτεχνικούς αγώνες. Ύστερα από μια νίκη του στα Διονύσια πρόσφερε στον κόσμο κρασί απ’ το νησί του. Σ’ έναν αγώνα με τον Ευριπίδη το 428 π.Χ. πήρε την τρίτη θέση. Πέθανε ίσως το 422 π.Χ. Ο Ίων ανάπτυξε δραστηριότητα σε πολλούς τομείς της λογοτεχνίας. Την πρώτη θέση ανάμεσα στα ποιήματά του κατέχουν οι τραγωδίες του, για τις οποίες μας παραδίδονται διάφοροι αριθμοί (12, 30 ή 40. Ίσως ήσαν 4 τετραλογίες. Αργότερα στην Αλεξάνδρεια ήσαν γνωστά 12 έργα του). Από γνωστούς μας τίτλους βλέπουμε ότι πολλά απ’ τα θέματα του είναι απ’ τη μυθολογία. Έργα του: Αγαμέμνων, Αλκμήνη, Αργείοι, Λαέρτης, Τεύκρος, Ευριπίδαι, Φοίνιξ ή Οινεύς, Φοίνιξ 2, Φρουροί. Ο εντυπωσιακός τίτλος Μέγα δράμα παραμένει ασαφής. Καλή κρίση μπορεί να διατυπωθεί, από αποσπάσματα που έχουμε, για το σατυρικό του δράμα Ομφάλη που όπως κι άλλα έργα του Ίωνα, ήταν παρμένο απ’ τους μύθους του Ηρακλή. Κρίνοντας τον Ίωνα ο ανώνυμος συγγραφέας του Περί ύψους τον βρίσκει πολύ κατώτερο του Σοφοκλή. Τον επαινεί για τη γλαφυρότα και την κομψότητα του ύφους του, τον τοποθετεί όμως πίσω απ’ τους σύγχρονούς του ποιητές ως προς τον δημιουργικό οίστρο και τη δύναμη που συναρπάζει το κοινό του. Το επιδέξιο, παραστατικό και γεμάτο μεταφορές ύφος του Ίωνα είναι, ακόμα και σήμερα, ευδιάκριτο και μέσ’ απ’ τα αποσπάσματά του. Ο Ίων διακρίθηκε και σ’ άλλα είδη της ποίησης. Έγραψε μονωδικά και χορικά τραγούδια κι ακόμα πεζά έργα στα οποία ανήκει κι ένα βιβλίο απομνημονευμάτων, το παλιότερο του είδους στην ελληνική λογοτεχνία (Επιδημίαι: τα Υπομνήματά του μπορεί να είναι ένα μέρος αυτού του έργου). Στο έργο αυτό ο Ίων λέει για τα ταξίδια του, για τη συνάντησή του με τον Σοφοκλή το 441 π.Χ. στη Χίο, για τις γνωριμίες του και τις προσωπικές του αναμνήσεις, με πολλά ανέκδοτα κι ολοζώντανες λεπτομέρειες απ’ τις κοινωνικές συναναστροφές στους μορφωμένους κύκλους της Αθήνας, όπου σύχναζε. Φιλοσοφικό χαρακτήρα είχε το έργο του Τριαγμός ή Τριαγμοί (μια προσπάθεια για την εξήγηση του κόσμου). Άλλο έργο του σε πεζό λόγο είναι το Χίου κτίσις. Οι Αλεξανδρινοί συμπεριλάβαν τον Ίωνα στον Κανόνα των τραγικών ποιητών. Ο Βάτων απ’ τη Σινώπη έγραψε μια βιογραφία του.

Καλλιάδης . Ποιητής του 4ου/3ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Στον κατάλογο των Ληναίων αναφέρεται στην έκτη θέση, μετά τον Μένανδρο. Μνημονεύται κι απ’ τον Αθήναιο.

Καλλιάδης . Κωμικός ποιητής της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένες πληροφορίες γι’ αυτόν.

Καλλίας . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα στην Αθήνα, της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας. Κατά τη Σούδα ήταν γιος κάποιου Λυσίμαχου. Ο αντίπαλός του Κρατίνος, αστειευόμενος τον έλεγε Σχοινίωνα γιατί ο πατέρας του Καλλία ήταν σχοινοπλόκος. Πρέπει να είχε γράψει περίπου 20 έργα απ’ τα οποία μας είναι γνωστοί απ’ τη Σούδα 6 τίτλοι: Αιγύπτιος, Αταλάντη, Κύκλωπες, Πεδήται, Βάτραχοι και Σχολάζοντες. Αποσπάσματα έχουμε από 3 έργα του: Αταλάντη, Κύκλωπες (παρωδία μύθων;), Πεδήται (σκλάβοι. Δηκτικά σκώμματα κατά του Ευριπίδη, του Σωκράτη, του Περικλή). Φαίνεται ότι είναι άλλος ο συγγραφεύς της Γραμματικής τραγωδίας που αποδίδεται σ’ αυτόν. Μια νίκη κέρδισε το 446 π.Χ. και μιαν άλλη λίγο μετά.

Page 62: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

62

Καλλίας . Ποιητής γύρω στο 400 π.Χ. απ’ την Αθήνα, άγνωστος κατά τ’ άλλα συγγραφέας ενός περίεργου θεατρικού έργου που με τον τίτλο Γραμματική τραγωδία παρωδούσε τη σχολική γραμματική. Ένας Χορός γυναικών μιλούσε στο έργο αυτό γράμμα-γράμμα και συλλαβή-συλλαβή (έχουμε κάποιες ασαφείς πληροφορίες στον Αθήναιο). Το έργο αυτό πολλοί το αποδίδουν στον προηγούμενο ομώνυμό του.

Καλλίμαχος . Ελεγοποιός της Αλεξανδρινής εποχής που κατά τη Σούδα έγραψε και τραγωδίες, σατυρικά δράματα και κωμωδίες. Έζησε τον 4ο/3ο π.Χ. Καταγόταν από αρχοντική οικογένεια που, όπως φαίνεται φτώχυνε. Γεννήθηκε λίγο πριν απ’ το 300 π.Χ. Σπούδασε στην αρχή στην Αθήνα και μετά πήγε στην Αλεξάνδρεια, όπου ίδρυσε σχολή σαν γραμματικός, στο προάστιο Ελευσίς. Άκμασε απ’ το 310 μέχρι το 240 π.Χ. και τιμήθηκε πολύ απ’ τον πρώτο και δεύτερο Πτολεμαίο. Διακρίθηκε σαν γραμματικός και σαν ποιητής. Μαθητές του υπήρξαν ο Ερατοσθένης, ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος, ο Απολλώνιος ο Ρόδιος κ.ά. Ο αριθμός των έργων του έφτανε τα 800. Το σπουδαιότερο απ’ αυτά ήταν αυτό με τον τίτλο Πίνακες των εν πάση παιδεία διαλαμψάντων το οποίο και διασώθηκε. Απ’ τα έργα του σωθήκαν μόνο 6 ύμνοι για τον Δία, τον Απόλλωνα, την Άρτεμη, τη Δήλο, τη Δήμητρα και τα λουτρά Παλλάδος. Τη δόξα του σαν ελεγειακού ποιητή ο Καλλίμαχος την οφείλει στη συλλογή του με τον τίτλο Αίτια που αποτελείται από 4 βιβλία. Το 246 π.Χ. ο ποιητής θέλοντας να κολακέψει τη βασίλισσα Βερενίκη που είχε αφιερώσει την κόρη της στην Αφροδίτη, όταν ο άντρας της Πτολεμαίος ο Ευεργέτης εξεστράτευσε στη Συρία, έγραψε γι’ αυτή την ελεγεία Βερενίκης κόμη. Απ’ αυτή σώζεται μόνο η μετάφραση που έγινε απ’ τον Ρωμαίο ποιητή Κάτουλο. Απ’ τα επιγράμματά του σωθήκαν περίπου 60. Έχουν αναφερθεί ακόμα και μερικοί στίχοι απ’ το επίλλιο Εκάλη.

Κάνθαρος . Κωμικός ποιητής του δευτέρου ημίσεως του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Νίκησε το 423/22 π.Χ. Η Σούδα μνημονεύει 5 τίτλους έργων του: Μήδεια, Τηρεύς (παρωδίες μύθων), Αηδόνες, Μύρμηγκες (μυρμήγκια κι αηδόνια, ασφαλώς ζωόμορφοι Χοροί), Συμμαχία (μάλλον πολιτικού περιεχομένου).

Καπνίας . Βλέπε Εκφαντίδης.

Καρκίνος ο πρεσβύτερος . Τραγικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα, γιος του Ξενοτίμου. Κατά πάσα πιθανότητα το ίδιο πρόσωπο με τον Αθηναίο στρατηγό του έτους 431 π.Χ. Νίκησε το 446 π.Χ. Ο Αριστοφάνης τον διακωμώδησε πολλές φορές, μαζί και τους 4 γιους του. Δεν έχουμε αποσπάσματα απ’ τα έργα του. Έγγονός του ο Καρκίνος ο νεότερος.

Καρκίνος ο νεότερος . Τραγικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα, έγγονος του ομώνυμου τραγικού ποιητή που κορόιδεψε συχνά ο Αριστοφάνης. Έμεινε για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στην αυλή του Διονυσίου του νεότερου στις Συρακούσες. Πρέπει να έγραψε 160 έργα και να κέρδισε 11 νίκες. Οι 11 γνωστοί τίτλοι έργων του είναι απ’ τη μυθολογία: Αχιλλεύς, Αερόπη, Αίας, Αμφιάραος, Θυέστης, Μανδρόβιος, Μήδεια, Οιδίπους, Ορέστης (τον έβαζε να μιλάει με αινίγματα), Σεμέλη, Τηρεύς ή Τυρώ;. Τ’ όνομά του το μνημονεύει συχνά ο Αριστοτέλης. Η ποίησή του ήταν αινιγματώδης γι’ αυτό κι ο χαρακτηρισμός Καρκίνου ποιήματα για ότι είναι αινιγματικό.

Καρκίνος ο Ακραγαντίνος . Τραγικός ποιητής απ’ τον Ακράγαντα που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Ήταν σύγχρονος του Αριστοφάνη. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Ίσως να γίνεται σύγχυση με κάποιον ομώνυμό του απ’ τους προηγούμενους.

Page 63: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

63

Κηφισόδοτος . Βλέπε Κηφισόδωρος.

Κηφισόδωρος . Κωμικός ποιητής γύρω στο 400 π.Χ. απ’ την Αθήνα. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Νίκησε το 402 π.Χ. Γνωστοί τίτλοι έργων του απ’ τη Σούδα είναι: Τροφώνιος, Αμαζόνες, Αντιλαΐς (έργο με εταίρες και με μια αντίζηλη της περίφημης Λαΐδας), Υς. Μόνο αποσπάσματα έχουμε. Λανθασμένα αναφέρεται στον Λυσία 21,4 σαν Κηφισόδοτος.

Κινησίας . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Ίσως γίνεται σύγχυση με τον ομώνυμο ποιητή διθυράμβων.

Κλεαίνετος . Τραγικός ποιητής απ’ την Αθήνα. Έζησε γύρω στο 400 π.Χ. Δεν υπάρχουν άλλες πληροφορίες γι’ αυτόν.

Κλέαρχος . Κωμικός ποιητής άγνωστης εποχής που πρέπει ν’ ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία. Τ’ όνομά του αναγράφεται σε μια επιγραφή νικητών. Έχουμε αποσπάσματα απ’ τα έργα του Κορίνθιοι και Κιθαρωδός (πραγματεύεται τη δίαιτα ενός αθλητού).

Κλεόμαχος . Τραγικός ποιητής κι ηθοποιός απ’ τη Μαγνησία που τον χλευάζει ο Κρατίνος. Μεταχειριζόταν το ιωνικό από μείζονος μέτρο που ονομάστηκε κλεομάχειο.

Κλεοφών . Τραγικός ποιητής απ’ την Αθήνα του 4ου π.Χ. αιώνα. Έγραψε περισσότερα από 12 δράματα απ’ τα οποία 10 αναφέρει η Σούδα: Ακταίων, Αμφιάραος, Αχιλλεύς, Βάκχαι, Δεξαμενός, Ηριγόνη, Θυέστης, Λεύκιππος, Περσίς, Τήλεφος. Αναφέρεται ακόμα κι απ’ τον Αριστοτέλη ο οποίος εξαίρει τη ρεαλιστική διαγραφή των χαρακτήρων που κάνει, όμως παρατηρεί ότι η χρησιμοποίηση χυδαίων κι ευτελών ονομάτων κάνουν τη γλώσσα του ταπεινήν.

Κράτης . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα. Ανήκε στη Αρχαία Αττική Κωμωδία. Στην άρχή δούλεψε σαν ηθοποιός κοντά στον Κρατίνο. Άκμασε το 450 π.Χ. Σαν ποιητής κέρδισε 3 νίκες στα Διονύσια (την πρώτη ίσως το 450 π.Χ.). Τρεις απ’ τους 10 σωσμένους τίτλους έργων του δεν είναι σίγουροι. Υπολείμματα από δικό του έργο αναγνωρίζουμε στ’ αποσπάσματα που μας σωθήκαν απ’ τα Θηρία, όπου ένας ζωόμορφος Χορός υποστηρίζει τη χορτοφαγία των Πυθαγορείων και ξυπνάει αναμνήσεις για μια χρυσή εποχή χωρίς δουλεία. Έτσι βλέπουμε ότι ο Κράτης γίνεται ο εκπρόσωπος της κωμωδίας με χαρακτηριστικά παραμυθιού. Από πολλούς θεωρείται ο Ιδρυτής της Αττικής Κωμωδίας κι ακόμα αυτός που έφερε στην Αθήνα την ιαμβική ιδέα. Προσωπική επίθεση απ’ ευθείας δε χρησιμοποίησε στα έργα του. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη ήταν ο πρώτος που δεν ασχολήθηκε στην Αθήνα με το σκώμμα αυτού του είδους κι έφτιαξε έργα καθολικής σημασίας, στα οποία έριχνε το βάρος του στη συνεπή δόμηση της δράσης. Ίσως χάρη σ’ αυτά τα πλεονεκτήματα της ποίησής του ο Κράτης συμπεριελίφθηκε στον Κανόνα των κωμικών ποιητών. Απ’ τα 10 έργα του, μερικά θεωρούνται ότι δεν είναι γνήσια. Έργα του: Γείτονες, Ήρωες, Θηρία, Θηριακή, Σάμιοι, Λαμία, Πεδήται κ.ά.

Κράτης . Κωμικός ποιητής απ’ την Αθήνα. Ανήκει κι αυτός στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Η Σούδα αναφέρει τρία δράματά του: Θησαυρός, Όρνιθες, Φιλάργυρος.

Page 64: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

64

Κρατίνος ο πρεσβύτερος . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα στην Αθήνα, γιος του Καλλιμήδη απ’ την Οινηίδα φυλή της Αττικής. Θεωρείται ο θεμελιωτής της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας. Πότε ακριβώς γεννήθηκε παραμένει άγνωστο. Αν δεχτούμε την πληροφορία του Λουκιανού (Μακρόβιοι, 25) ότι έζησε 97 χρόνια κι επειδή ο θάνατός του τοποθετείται το 422 π.Χ. τότε θα πρέπει να γεννήθηκε το 519 π.Χ. Για τη ζωή του δεν έχουμε πληροφορίες. Από γνώμες που έχουμε του αντίζηλού του Αριστοφάνη γι’ αυτόν κι από διάφορους άλλους κριτικούς και της Σούδα μαθαίνουμε ότι του άρεσε η πολυτέλεια, η καλοφαγία και το κρασί. Ήταν ιδιοσυγκρασία πληθωρική, γιατί τον παραβάλλουν με χείμαρρο που παρασύρει τα πάντα (Αριστοφάνη Ιππής 526-528) κι ο ίδιος μιλώντας για τον εαυτό του λέει ότι οι λόγοι του εκχύνονται ως κύματα εκ δώδεκα στομίων αντί ενός στόματος (Αποσπ. 186). Απ’ την Πυτίνη (δοχείο κρασιού) που είναι η προσωπική του απολογία και τη μιμήθηκε ο Λουκιανός στο έργο του Δις κατηγορούμενος, βγάζουμε το συμπέρασμα ότι ο Κρατίνος, παρ’ όλα όσα λέει ο Αριστοφάνης γι’ αυτόν, μέχρι το τέλος της ζωής του παραμένει πολύ αγαπητός στο λαό. Υπήρξε τολμηρός και πολλές φορές απότομος επικριτής και σκληρός στις επιθέσεις του κατά των ανέντιμων ανθρώπων. Οι κωμωδίες του με τον πειραχτικό τους χαρακτήρα, την επινοητική του δύναμη, το ελευθερόστομο και γόνιμο πνεύμα τους, τη δυνατή φαντασία, την ορμή των συναισθημάτων, τον πλούσιο λυρισμό και τον μεγαλόπρεπο ποιητικό του οίστρο, γίναν πολύ αγαπητές στο λαό και μερικά απ’ τα τραγούδια τους τραγουδιόνταν απ’ όλους. Και το μέτρο των κωμωδιών του Κρατίνου είναι ανάλογο με την προσωπικότητά του, γιατί πολλές φορές χρησιμοποιεί αυτό που ονόμασε ο ίδιος Κρατίνειο μέτρο που απαρτίζεται από δυο ημιστίχια, απ’ τα οποία το πρώτο είναι Γλυκώνειο και το δεύτερο τροχαϊκή τετραποδία καταληκτική. Ως προς τις πολιτικές του ιδέες, ήταν συντηρητικός, κατηγορούσε τη μαλθακότητα των νέων ηθών, καταφερόταν κατά της ακολασίας του πλούτου, καυτηρίαζε τις ξένες λατρείες και τις δεισιδαίμονες συνήθειες και κατηγορούσε τους σοφιστές σαν διαφθορείς της παλιάς πειθαρχίας. Έκανε επιθέσεις κατά των αντρών της δημοκρατικής μερίδας και κυρίως κατά του Περικλή, αποκαλώντας τον εχινοκέφαλον Δία, υιόν της Στάσεως και του πρεσβυγενούς Κρόνου και κεφαληγερέτην, παρωδώντας τις ονομασίες Ολύμπιος και νεφεληγερέτης που ο λαός της Αθήνας απέδιδε στον μεγάλο πολιτικό. Φαίνεται ότι ο Κρατίνος, όταν ψηφίστηκε το 440 π.Χ. νόμος με τον οποίον απαγορευόταν η προσωπική σάτιρα, δοκίμασε ένα άλλο είδος κωμωδίας που δεν κατονόμαζε κανέναν, ούτε κι ασχολιόταν με την πολιτική, περιορισμένος έτσι στη λογοτεχνική παρωδία. Τέτοιο, ίσως να ήταν και το έργο του Οδυσσείς που όπως λέει ο αρχαίος κριτικός Πλατώνιος ήταν διασυρμός της Οδύσσειας του Ομήρου. Όταν καταργήθηκε ο νόμος μετά από λίγο, ξαναγύρισε στην άμεση προσωπική σάτιρα. Το γεγονός είναι ότι στα έργα του Κρατίνου γίνεται φανερή η ολοκληρωμένη ανάπτυξη όλων των στοιχείων της κωμωδίας. Παρουσιάζονται πάρα πολλές φράσεις που από δω και πέρα θα είναι συνδεδεμένα με την απαίτηση για μια ελεύθερη έκφραση γνώμης κι ελευθερόστομη κριτική προσώπων και καταστάσεων σ’ όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής με κέντρο βάρους την πολιτική. Κανένα έργο του δε μας σώθηκε ολόκληρο. Σε μας φτάσαν 28 τίτλοι και 450 περίπου αποσπάσματα που όμως δε μας δίνουν πάντα τη δυνατότητα για μια σαφή ιδέα για το έργο του. Οι τίτλοι των έργων του σε πληθυντικό δείχνουν κάθε φορά σ’ αυτά τη σύνθεση του Χορού: Σάτυροι, Χειμαζόμενοι (425), Δηλιάδες, Ιδαίοι, Δραπέτιδες, Ευνείδαι, Θράτται, Βουκόλοι, Πλούτοι, Ώραι, Λάκωνες, Μαλθακοί (κατά της θηλυπρέπειας), Νόμοι (ο Χορός τους εκπροσωπείται από αδύναμες γριές), Πανόπται (η πρώτη γνωστή επίθεση κατά των σοφιστών), Σερίφιοι. Όμως είναι πιο συχνές οι περιπτώσεις όπου με τίτλους σε πληθυντικό παρουσιάζονται μεμονωμένα άτομα με ακολουθία: Διόνυσοι, Αρχίλοχοι (ένα σύνολο από μεγάλους ποιητές με τον Όμηρο, τον Ησίοδο και τον Αρχίλοχο που είναι ο ξεχωριστός του Κρατίνου), Χίρωνες (με τον Χίρωνα, τον παιδαγωγό του Αχιλλέα, όπου παρουσιαζόταν κι ο Σόλων), Κλεοβουλίναι (έργο με αινίγματα σχετικό με την κόρη του Κλεόβουλου του Λίνδιου), Οδυσσής (ο Οδυσσέας με τους συντρόφους του, ίσως παρωδία μύθων). Πολλά απ’ τα έργα αυτά αν κι είχαν μυθολγικά θέματα σημαδεύαν πολιτικούς στόχους που ο πιο σημαντικός απ’ αυτούς ήταν κρομμυδοκέφαλος, ο Περικλής (Διονυσαλέξανδρος 430, Νέμεσις, Χίρωνες. Ο Κρατίνος έκανε κριτική και κατά των πολιτικών που γίναν πλούσιοι απ’ την πολιτική - Πλούτοι), κατά της εισαγωγής καινούργιων λατρειών (Θράτται γύρω στο 443 π.Χ.), κατά των μαντείων (Τροφώνιος), κατά συγχρόνων του φιλοσόφων και σοφιστών (Πανόπται), τέλος κατά του ίδιου του εαυτού του. Στην Πυτίνη, ένα κλασικό υπόδειγμα αυτοσαρκασμού, ο Κρατίνος εκθέτει ο ίδιος τον εαυτό του σαν φλασκί μ’ όλες του τις αδυναμίες στο σκώμμα των θεατών. Με το έργο του αυτό ο Κρατίνος νίκησε το 423 π.Χ. τον μεγάλο του αντίπαλο Αριστοφάνη. Μια διαίρεση

Page 65: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

65των έργων του με βάση τα σατιρικά, μυθοπαρωδητικά ή άλλα χαρακτηριστικά τους δεν οδηγεί πουθενά, επειδή ο Κρατίνος χρησιμοποιούσε πολύ τη μυθολογική επένδυση για ιδιαίτερους σκοπούς π.χ. την κρίση του Πάρη (στον Διονυσαλέξανδρο) για να σκώψει τον Περικλή, τον μύθο της Λήδας (Νέμεσις) για τον ίδιο σκοπό. Στις περιπτώσεις αυτές γίνεται φανερός ο πλούτος των ιδεών του Κρατίνου που συχνά αποβαίνει σε βάρος μιας οικονομικά σύμμετρης και ισόρροπης δόμησης της υπόθεσης. Στις παρατιθέμενες σκηνές των έργων του που μεταξύ τους έχουν μια μάλλον χαλαρή σύνδεση παίζουν ρόλο τα παραμυθένια θέματα (Νόμοι, Πλούτοι), οι στιγμές κορύφωσης των συγκρούσεων (Αρχίλοχοι, Πυτίνη), οι παρωδίες με τη βοήθεια του λόγου. Πάντα οι προσωπικές επιθέσεις του ποιητή γίνονταν με δηκτικό σκώμμα και με σκληρή ειρωνεία. Οι επιθέσεις αυτές χαρακτηρίζουν τον Κρατίνο σαν laudator temporis acti που έβλεπε τα θαυμαστά πρότυπά του στα παλιά καλά χρόνια (Θεμιστοκλής, Κίμων). Στη γλώσσα της παλιάς Αττικής του Κρατίνου, η παρωδία έπαιζε τον πιο σπουδαίο ρόλο. Ήξερε επίσης να γίνεται χονδροειδής και χυδαίος στις εκφράσεις του. Δε λείπουν τα χτυπητά και δυνατά αποφθέγματα. Έκανε μεγάλη χρήση παροιμιών, στις παρομοιώσεις και μεταφορές ήταν άριστος. Ανάμεσα στους στίχους που χρησιμοποιούσε, ο εξάμετρος παίζει σπουδαίο ρόλο στις παρωδίες του. Κατά τ’ άλλα επικρατούν οι ιαμβικοί κι οι τροχαϊκοί στίχοι. Για τις μεγάλες επιτυχίες του Κρατίνου μας μιλάει ο Αριστοφάνης δείχνοντας σεβασμό κι εκτίμηση γι’ αυτόν στην παράβαση των Ιππέων του. Παρά την κάμψη της δημοτικότητάς του ο Κρατίνος έφτασε άλλη μια φορά στην επιτυχία με τη διακωμώδηση του ίδιου του εαυτού του το 423 π.Χ. Στα χρόνια που ακολουθήσαν ο Κρατίνος έχανε συνέχεια έδαφος μπροστά στον Εύπολη και τον Αριστοφάνη, με τους οποίους αποτέλεσε την κλασική τριάδα των κωμικών ποιητών.

Κρατίνος ο νεότερος . Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα μάλλον συγγενής του προηγούμενου που έζησε ίσως μέχρι το 224 π.Χ. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία. Εκμεταλλεύτηκε τους θρύλους περί θεών κι ηρώων και διαφόρους μύθους τους οποίους τους άλλαζε σε φάρσες. Αναφέρονται 6 ή 8 έργα του που περιείχαν πολλούς προσωπικούς υπαινιγμούς σε βάρος συγχρόνων του: Γίγαντες, Τιτάνες, Ομφάλη, Θηραμένη ή Θηρωμένη κ.ά.

Κρέξος . Ποιητής και μουσικός του 5ου/4ου π.Χ. αιώνα. Σύμφωνα με την παράδοση ήταν ο πρώτος που έβαλε στους διθυράμβους του ιαμβικά διαλογικά κομμάτια που απαγγέλλονταν με συνοδεία μουσικών οργάνων (παρακαταλογή).

Κρίτων . Κωμικός ποιητής των αρχών του 2ου π.Χ. αιώνα, ένας απ’ τους τελευταίους εκπροσώπους της Μέσης Αττικής Κωμωδίας. Με το έργο του Εφέσιοι το 183 π.Χ. και με το έργο του Αιτωλός το 169 π.Χ. πέτυχε και τις δυο φορές δεύτερη νίκη. Άλλοι τίτλοι: Μεσσηνία, Φιλοπράγμων (πολυάσχολος. Εδώ αποκαλεί τους Δηλίους παρασίτους του θεού).

Κρώβυλος . Βλέπε Κρωβύλος.

Κρωβύλος . Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στην αρχή της Νέας Αττικής Κωμωδίας. Αναφέρονται απ’ τον Αθήναιο αρκετά αποσπάσματα έργων του κι οι τίτλοι: Απαγχομένη, Ψευδυποβολιμαίος και Απολείπουσα. Λέγεται επίσης και Κρώβυλος.

Λάων . Κωμικός ποιητής του 3ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Φτάσαν σε μας απ’ τον Στοβαίο και τον Ηρακλείδη μερικοί στίχοι του έργου του Διαθήκαι.

Λεοντεύς . Τραγικός ποιητής απ’ το Άργος, μαθητής του τραγικού Αθηνίωνα. Δεν υπάρχουν άλλες πληροφορίες γι’ αυτόν.

Page 66: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

66

Λεύκων . Κωμικός ποιητής που έζησε το δεύτερο ήμισυ του 5ου π.Χ. αιώνα, γιος του Άγνονος. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Έργα του: Όνος ασκοφόρος, Πρέσβεις κ.ά. Αναφερόταν στον κατάλογο των νικητών. Στα Λήναια πήρε την πρώτη θέση (;). Συνήθως κατείχε την τρίτη, όπως και το 442 π.Χ., όταν διαγωνίστηκε με τον Αριστοφάνη (Σφήκες). Δεν είχε καλές σχέσεις με τον δημαγωγό Υπέρβολο και τον τραγικό Μελάνθιο. Έργα του που αναφέρονται είναι οι Πρέσβεις, Φράτερες, και Όνος ασκοφόρος. Δε σώζονται όμως παρά 4 αποσπάσματα απ’ τα οποία κανένα δεν είναι μεγαλύτερο από τρεις στίχους.

Λουκιανός . Σοφιστής και σατιρικός του 2ου μ.Χ. αιώνα απ’ τα Σαμόσατα της Συρίας (Σαμοσατεύς). Διάλεξε για τα γραφτά του την ελληνική γλώσσα. Γεννήθηκε γύρω στο 120 μ.Χ. Στην αρχή εργάστηκε, χωρίς επιτυχία, σαν μαθητευόμενος γλύπτης, στη συνέχεια έμαθε την ελληνική γλώσσα, φοίτησε στη ρητορική σχολή και πέρασε τα αμέσως επόμενα χρόνια σαν ρήτορας σε περιοδεία σε διάφορες χώρες (Ελλάδα, Ιταλία, Γαλάτια). Το 165 μ.Χ. έμεινε στην Ολυμπία. Απ’ το 160 μ.Χ. περίπου εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου φαίνεται ότι δημιούργησε κάποιες χαλαρές σχέσεις με την Ακαδημία. Έκανε επίσης γνωριμίες μ’ εκπροσώπους της επικούρειας και της κυνικής φιλοσοφίας. Σε σχέση με τη δεύτερη κίνησε το ενδιαφέρον του η λογοτεχνική μορφή της διατριβής. Ο Λουκιανός έκανε πολλές προσπάθειες να δημιουργήσει κερδοφόρες σχέσεις με υψηλές προσωπικότητες, μόνο όμως σε μεγάλη ηλικία μπόρεσε να καταλάβει μια διοικητική θέση στην Αίγυπτο. Πέθανε λίγο μετά το 180 μ.Χ. Πιο συγκεκριμένα βιογραφικά στοιχεία δεν μπορούμε να έχουμε, αν κι ο ίδιος μας έδωσε πολλά αυτοβιογραφικά του στοιχεία κι έγραψε ξεχωριστά έργα αυτού του περιεχομένου (Ενύπνιον, Δις κατηγορούμενος, Απολογία). Απ’ τα 80 έργα που έχουμε με τ’ όνομά του τα 70 είναι πέρα από κάθε συζήτηση γνήσια. Τα πιο πολλά απ’ αυτά δεν μπορούμε να τα κατατάξουμε χρονολογικά, μπορούμε όμως τα επιμέρους λογοτεχνικά είδη που καλλιέργησε να τα συσχετίσουμε με συγκεκριμένες περιόδους της ζωής του. Απ’ την περίοδο που ο Λουκιανός ασκούσε τη ρητορική επαγγελματικά καθώς κι απ’ τα χρόνια των περιοδειών του προέρχονται, φυσικά, οι επιδεικτικοί του λόγοι καθώς κι άλλα ρητορικά του δημιουργήματα. Εδώ ανήκουν οι λεγόμενες διαλέξεις (κομμάτια γι’ απαγγελία) και μελέτες (λόγοι για εξάσκηση), επίσης οι προλαλιές (μικρότεροι προ-λόγοι που προσφέρονταν πριν από μεγαλύτερες ρητορικές δημιουργίες) κι οι συνηθισμένες ρητορικές επιδείξεις. Τέτοια έργα είναι: Αποκηρυττόμενος (abdicatus), Τυραννοκτόνος, Φάλαρις, Περί του οίκου (περιγραφή μιας μεγαλόπρεπης αίθουσας), Ιππίας (περιγραφή ενός λουτρού, χτισμένου απ’ τον Ιππία), Περί του ηλέκτρου, Αρμονίδης (για τον αυλητή), Ζεύξις, Διόνυσος, Σκύθης, Ηρόδοτος, Περί των διψάδων (για τα δηλητηριώδη φίδια), το αυτοβιογραφικό έργο Ενύπνιον, μερικά αστεία, καθαρά σοφιστικά εξαίρετα κομμάτια όπως το Μυίας εγκώμιον κι η Δίκη φωνηέντων (όπου το γράμμα Σ κατηγορεί το γράμμα Τ). Παρόμοια, ωστόσο, έργα ο Λουκιανός έγραψε και σε μεταγενέστερα χρόνια της ζωής του (Ηρακλής). Το επίσης αυτοβιογραφικό έργο Δις κατηγορούμενος (δυο φορές κατηγορούμενος, δηλαδή μια απ’ τη ρητορική και συγχρόνως απ’ τον διάλογο) σημαδεύει το τέλος της ρητορικής δραστηριότητάς του και την αναζήτηση νέων μορφών έκφρασης (εξού κι η κατηγορία για βιαιοπραγία κατά του διαλόγου). Σ’ αυτή τη λογοτεχνική μορφή ο Λουκιανός παρακινήθηκε απ’ τους διαλόγους των Σωκρατικών κι από στοιχεία της κωμωδίας (Κρατίνος). Τότε έγραψε τα έργα: Ψευδοσοφιστής (εναντίον των υπερβολών του αττικισμού), Ψευδολογιστής (εναντίον του Τιμάρχου) κι επίσης οι διάλογοι θεών κι οι διάλογοι εταιρών. Οι πρώτοι (Θεών διάλογοι, 26 διάλογοι μεταξύ θεών του Ολύμπου) δείχνουν έναν ολοκληρωτικά θεϊκό κόσμο μ’ όλες τις αδυναμίες μιας πολυπρόσωπης οικογένειας. Εδώ η ζωή των θεών απομυθοποιείται με μια ειρωνεία γεμάτη κακεντρέχεια. Οι διάλογοι των θαλασσινών θεών (15 Ενάλιοι διάλογοι) αποτελούν προέκταση αυτής της γραμμής. Οι διάλογοι των εταιρών (15 Εταιρικοί διάλογοι)προσφέρουν σκηνές διαλόγου ελευθεριότερου χαρακτήρα και βρίσκονται πιο κοντά στην κωμωδία, στην οποία και χρωστάν πάρα πολλές παρορμήσεις. Στην ποικιλόχρωμη και πολυποίκιλη εικονογραφία που συναποτελούν οι διάλογοι παρουσιάζονται με διασκεδαστικό τρόπο οι ανθρώπινες αδυναμίες αλλά κι αρετές σ’ ένα πλήθος καταστάσεων. Ο όμοια φιλοτεχνημένος Τίμων ή Μισάνθρωπος παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά της μετάβασης σε μια καινούργια λογοτεχνική περίοδο του Λουκιανού. Με τη λαϊκοφιλοσοφική διατριβή, όπως την έχει διαμορφώσει ο Μένιππος απ’ τα Γάδαρα, ο Λουκιανός βρήκε, μετά από μια μακρόχρονη περίοδο δοκιμών κι αναζητήσεων,

Page 67: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

67τη λογοτεχνική μορφή που του ταίριαζε. Το έντονα σατιρικό-παρωδητικό είδος κριτικής και σκώμματος που υπήρχε στην κυνικής προέλευσης διατριβή βρήκε απόλυτη ανταπόκριση στην κλίση και στις τάσεις του Λουκιανού. Η ροπή του προς τη φιλοσοφία δεν έφτανε και σε μεγάλο βάθος. Οι διάλογοι Νιγρίνος (μια υποθετική επίσκεψη του Λουκιανού στον Πλατωνικό Νιγρίνο στη Ρώμη) κι Ερμότιμος (απολογία ενός Στωικού) δεν πρέπει απ’ αυτή την άποψη να υπερεκτιμηθούν κι έχουν ίσως απλώς ειρωνικούς στόχους. Αρκετές απ’ τις μενίππειες διατριβές αυτής της περιόδου παρουσιάζουν έντονη κριτική των φιλοσόφων, όπως π.χ. το Συμπόσιον (φιλονικία φιλοσόφων), η δημοπρασία των τύπων της ζωής (Βίων πράσις, με τον χαρακτηρισμό διαφόρων τύπων ζωής που διαφημίζονται στην αγορά και μπαίνουν σε δημοπρασία), ο Αλιεύς (μια απολογία για τις επιθέσεις του που αφορούν μόνο τους ψευτοφιλόσοφους, αυτούς που παρασταίνουν τον φιλόσοφο), ο Φιλοψευδής (φιλόσοφοι άνθρωποι διηγούνται εκεί τα πιο παράλογα κι απίστευτα πράγματα). Οι Δραπέτες, ο Ευνούχος, ο Δημώναξ καταπιάνεται επίσης με επιμέρους φιλοσοφικά προβλήματα ή με συγκεκριμένα πρόσωπα απ’ τον χώρο της φιλοσοφίας. Θέματα της κυνικής φιλοσοφίας πραγματεύονται ο Ικαρομένιππος κι η Νεκυομαντεία (ο Μένιππος πετάει πρώτα στο φεγγάρι και στη συνέχεια στον κάτω κόσμο για να πάρει απάντηση στα ερωτήματά του), ο Κατάπλους (ταξίδι στον Άδη), ο Χάρων, ο Όνειρος ή Αλεκτριών, το Πλοίον και τέλος οι 30 Νεκρικοί διάλογοι που παρουσιάζουν θέματα ανθρώπινης συμπεριφοράς, δόξα και μεγαλεία, αβεβαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης κι έλλειψη οποιουδήποτε νοήματος σ’ αυτήν. Ο Λουκιανός άσκησε οξεία ορθολογιστική κριτική σε βάρος μορφών με τις οποίες παρουσιαζόταν στην εποχή του η θρησκευτικότητα και γενικά σε βάρος της θεολογίας: Ζευς ελεγχόμενος (αδυναμία του Δία μπροστά στη μοίρα), Θεών εκκλησία (θρήνος στη συνέλευση των θεών για τη μεγάλη συρροή νέων θεών), Ζευς τραγωδός (στενοχώρια κι αμηχανία του Δία μπροστά στην απόδειξη της ανυπαρξίας του). Τέλος ο Λουκιανός πολέμησε τα λάθη του αττικισμού και τις υπερβολές της καθαρολογίας (Λεξιφάνης, Ρητόρων διδάσκαλος: ειρωνική συμβουλή σ’ έναν μαθητή). Επιθετικός ήταν επίσης εναντίον του περιοδευτή φιλοσόφου Περεγρίνου (Περί της Περεγρίνου τελετής) και του προφήτη Αλεξάνδρου απ’ το Αβωνούτειχος (Αλέξανδρος ή Ψευδομάντις). Στο λογοτεχνικό τομέα ο Λουκιανός παρώδησε τα δημοφιλή στην εποχή του περιπετειώδη μυθιστορήματα καθώς και τα μυθιστορήματα για παράξενα και θαυμαστά πράγματα: Αληθής ιστορία (2 βιβλία). Εξωτικές ιστορίες περιέχει επίσης ο Ανάχαρσις (ο θρυλικός Σκύθης) κι ο Τοξαρις (σε διάλογο με τον Μένιππο). Σ’ έργα μ’ επιστολική μορφή ο Λουκιανός στρέφεται εναντίον της σύγχρονης ιστοριογραφίας: το έργο Πώς δει ιστορίαν συγγράφειν είναι μια προσεκτική και λεπτόλογη θεωρία ιστοριογραφίας με προσδιορισμό των ορίων του είδους σε σχέση μ’ άλλα λογοτεχνικά είδη (π.χ. σε σχέση με το μυθιστόρημα). Το θέμα της αλήθειας στην ποίηση το πραγματεύεται μ’ αντιπαράθεση προς τον Ησίοδο (Διάλεξις προς Ησίοδον). Απ’ τα χρόνια της υπαλληλικής του θητείας στην Αίγυπτο προέρχεται η αυτοβιογραφική Απολογία του, όπου δικαιολογείται για την κατάληψη πληρωμένης υπαλληλικής θέσης ενώ παλιότερα είχε εκφραστεί καθαρά υπέρ της ανεξαρτησίας (στο έργο Περί των επί μισθώ συνόντων). Ενώ το έργο Περί ορχήσεως (μια υπεράσπιση του παντόμιμου) θα μπορούσε μάλλον να είναι γνήσιο, αρκετά άλλα έργα αναμφισβήτητα δεν προέρχονται απ’ τον Λουκιανό. Ανάμεσά τους το μυθιστόρημα Λούκιος ή Όνος και μερικοί διάλογοι (Νέρων, Χαρίδημος, Αλκυών). Επίσης το σημαντικό απ’ την άποψη της ιστορίας της θρησκείας έργο για τη λατρεία της θεάς Αταργάτιδας στη Συρία (Περί της Συρίης θεού), ενώ για τη γνησιότητα των επιγραμμάτων που μας παραδοθήκαν με τ’ όνομά του στην Παλατινή Ανθολογία υπάρχουν αμφιβολίες. Ο Λουκιανός, ύστερα απ’ την εγκατάλειψη της φανταχτερής ρητορείας και παρακινημένος απ’ τους σκηνικούς διαλόγους κι απ’ το ύφος των φιλοσοφικών διαλόγων, ανάπτυξε μιαν εκφραστική μορφή που του ταίριαζε πολύ. Η εκφραστική αυτή μορφή παρουσιάζει σχέσεις, στον ίδιο βαθμό, με το δοκίμιο, την επιφυλλίδα, το εύθυμο σχόλιο, τη σάτιρα κι έχει δημοσιογραφικά χαρακτηριστικά. Η πραγματική του όμως επιθυμία και το αληθινό του ενδιαφέρον βρισκόταν πέρα απ’ το απλό σκώμμα. Ο Λουκιανός χρησιμοποίησε τα πλούσια αποθέματα του κριτικού του σκεπτικισμού για να κρίνει την εποχή του, κατά κύριο μάλιστα λόγο τη φιλοσοφία και τη θρησκεία, τους εκπροσώπους των οποίων, ζυγίζοντάς τους, τους βρήκε συχνά πολύ ελαφρούς και κούφιους. Τα κριτήριά του ο Λουκιανός τα πήρε απ’ την κλασική περίοδο του ελληνικού πνεύματος. Η λογοτεχνία των Ελλήνων ήταν, άλλωστε, γι’ αυτόν ένα γλωσσικό κι υφολογικό πρότυπο. Ο Λουκιανός που από καταγωγή δεν ήταν Έλληνας, απόκτησε ένα λεπτό κι ευαίσθητο αφτί για το τέλειο αττικό ύφος,. Χωρίς να έχει δική του λογοτεχνική πρωτοτυπία και δικές του φιλοσοφικές ιδέες, ο Λουκιανός έζησε ολοκληρωτικά στον κόσμο της κλασικής λογοτεχνίας κι έπαιξε επιδέξια με τα στοιχεία της. Στην ακριβή γνώση των κλασικών συγγραφέων χρωστούσε την πολλαπλότητα των μορφών έκθεσης που χρησιμοποίησε, την ευκολία του στην

Page 68: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

68καλλιτεχνική δημιουργία, το παιχνίδι με τα διάφορα θέματα, τα παραθέματα, τα

παραδείγματα, τις συγκρίσεις, τους υπαινιγμούς και τις απηχήσεις των κειμένων, τυπικά χαρακτηριστικά ενός καλλιεργημένου κλασικισμού. Ο Λουκιανός επίσης κίνησε τον θαυμασμό με την ηθικολογική του κριτική που με το κομψό λογοτεχνικό περίβλημά της βρήκε πολλούς μιμητές: Μυθιστοριογράφοι (Λόγγος, Αχιλλεύς Τάτιος), αφηγηματογράφοι κι επιστολογράφοι (Αλκίφρων, Αρισταίνετος) είδαν στον Λουκιανό το πρότυπό τους. Το ενδιαφέρον για τα έργα του διατηρήθηκε και στα βυζαντινά χρόνια. Από κείνη την εποχή (10ος μ.Χ. αιώνας)κατάγονται και τ’ αρχαιότερα απ’ τα 160 περίπου χειρόγραφα που μας διασώσαν τα έργα του. Και σχόλια φτάσαν ως εμάς, το θεμέλιο των οποίων το είχε βάλει ήδη ο Φώτιος (9ος μ.Χ. αιώνας). Editio princeps: Φλωρεντία 1946 κι αμέσως μετά λατινικές μεταφράσεις των Poggio, Aurispa κ.ά Ήδη στον 16ο μ.Χ. αιώνα αναγνωρίζουμε τα ίχνη της επίδρασής του στον U. v. Hutten και τον Sachs, όπως και σ’ αρκετούς ουμανιστές (Έρασμος, Reuchlin). Αρκετά έργα του Λουκιανού γίναν τότε σχολικά αναγνώσματα. Κλασική η μετάφραση (1788-89) του Chr. M. Wieland (συγγραφέας και μεταφραστής πρόσωπα με αληθινή συγγένεια: ο Goethe στο λόγο του στη μνήμη του Wieland το 1813).

Λύκις . Βλέπε Λύκος.

Λύκος . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία και σ’ αυτούς τους ποιητές που χαρακτηρίζονταν κωμικοί-υπόψυχροι που δεν είχαν δηλαδή ιδιαίτερη εκτίμηση. Χρησιμοποίησε άκομψα και τετριμμένα αστεία. Αναφερόταν σ’ έναν πίνακα νικητών. Επίσης λέγεται και Λύκις.

Λυκόφρων . Ποιητής του 3ου π.Χ. αιώνα απ’ τη Χαλκίδα. Εργάστηκε στο τμήμα της κωμωδίας στο Μουσείο-Βιβλιοθήκη της Αλεξανδρείας. Αποτέλεσμα αυτής της εργασίας του ήταν ένα έργο (σε μορφή λεξικού) που αναφερόταν στο λογοτεχνικό είδος της κωμωδίας (Περί κωμωδίας, 11 βιβλία). Ο Λυκόφρων έγραψε τραγωδίες και συμπεριλήφθηκε στην αλεξανδρινή Πλειάδα των τραγικών ποιητών. Απ’ τα έργα του (20 κατά τη Σούδα, 46 ή και 64 κατά τον Τζέτζη) μερικά είχαν για θέμα τους γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας (Κασσανδρείς). Ένα σατυρικό του έργο διακωμωδούσε τον φιλόσοφο Μενέδημο τον Ερετριέα, με τον οποίον ο Λυκόφρων ήταν φίλος. Εκτός από κάποια αποσπάσματα απ’ το έργο του Πελοπίδαι, δε μας σώθηκε τίποτ’ άλλο. Αντίθετα, με τ’ όνομά του σώθηκε ένα ποίημα 1474 ιαμβικών τρίμετρων στίχων, που έχει τον τίτλο Αλεξάνδρα. Η ηρωίδα του τίτλου, κόρη του Πριάμου που λεγόταν και Κασσάνδρα, κάνει απ’ τη φυλακή της φοβερές προφητείες για την πτώση της Τροίας, που τις εκθέτει στο κείμενο που μας έχει σωθεί ένας φύλακας. Πρόκειται για μια τεράστια σε έκταση αγγελική ρήση, όχι όμως και μέρος μιας τραγωδίας, αλλά μάλλον φιλολογική σπουδή για μορφωμένους αναγνώστες. Στην πραγματικότητα απαιτούνται σε μεγάλο βαθμό οι γνώσεις του ακροατή. Ύστερα από ένα προοίμιο του αγγελιαφόρου πλούσιο σε μεταφορές, δίδονται με λεπτομέρειες οι προφητείες της Αλεξάνδρας. Αρχίζοντας από πολύ παλιά μιλάει πρώτα για τις παλιότερες τύχες της πόλης και στη συνέχεια για τα τωρινά γεγονότα, δηλαδή την καταστροφή της πόλης (όπως στον στ. 365) σαν τιμωρία της αρπαγής της Ελένης που επίσης περιλαμβάνεται στην περιγραφή. Βάσανα και περιπλανήσεις των αρχηγών των Ελλήνων που μετά τον πόλεμο ξεκινήσαν για τον γυρισμό και δε φτάσαν πάντα πίσω στην πατρίδα (όπως στον στ. 1225). Το ταξίδι του Αινεία κι η ανάσταση της Τροίας με την ίδρυση της Ρώμης (στ. 1226-1282). Σ’ αυτό το σημείο η προφητεία απλώνεται σε μια συνολική θεώρηση όλων των αντιπαραθέσεων της Ευρώπης και της Ασίας (στ. 1283-1450). Εδώ αναφέρονται ακόμα κι οι εκστρατείες του Ξέρξη και του Μ. Αλεξάνδρου. Ένα αινιγματικό τέλος (στ. 1446-50) φαίνεται να υπαινίσσεται τον πόλεμο και τη συμφιλίωση των Ρωμαίων και των Μακεδόνων. Τα ιστορικά γεγονότα στα οποία γίνεται εδώ υπαινιγμός πρέπει να συσχετισθούν μ’ όσα γινήκαν γύρω απ’ τη μάχη της Κυνός κεφαλές το 197 π.Χ., γι’ αυτό κι ο αρχαίος σχολιαστής (στ. 1226) ήθελε να πάρει την Αλεξάνδρα απ’ τον Λυκόφρονα και να την αποδώσει σ’ άλλον ομώνυμο ποιητή. Με το δεδομένο όμως ότι ήδη ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος ανάφερε το ποίημα σαν έργο του Λυκόφρονα, προκύπτουν νέες δυσκολίες που θελήσαν να τις αντιμετωπίσουν με την αθέτηση των στίχων 1446-50. Αυτή η φιλολογική-ιστορική διαφωνία δεν έχει μέχρι σήμερα λυθεί πειστικά. Και σ’ επιμέρους λεπτομέρειες το ποίημα είναι γεμάτο από αινίγματα και σκοτεινούς υπαινιγμούς που ο γραμματικός Θέων προσπάθησε να τα λύσει και να τα εξηγήσει στο

Page 69: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

69υπόμνημα που έγραψε γι’ αυτό. Τη μεγάλη λογιοσύνη του ποιητή τη φανερώνουν οι σπάνιες και στο μεγαλύτερο μέρος τους άγνωστες, κατά πάσα πιθανότητα, στους αναγνώστες του παραλλαγές των μύθων που χρησιμοποίησε. Ο κρυπτογραφικός τρόπος που διάλεξε ο ποιητής για να δηλώσει τα ονόματα δυσκολεύει πολύ την ανάγνωση (για τη θεά Αθηνά 27 διαφορετικά, συχνά λατρευτικά, ονόματα ! ). Αυτές οι επιβαρύνσεις ζημιώνουν σε μεγάλο βαθμό την αξία του ποιήματος, έναν λόγο παραπάνω αφού ο ποιητής και στο επίπεδο της γλώσσας προσπάθησε και πέτυχε ένα τεχνικά εξεζητημένο ύφος που με τις εκλεπτυσμένες χάρες του έθελγε κυρίως τον μικρό κύκλο των διανοουμένων ειδικών αναγνωστών. Ο Λυκόφρων έμεινε για πολύν ακόμα καιρό γνωστός σαν καταπληκτικός ποιητής όπως τον ονομάζει ο Statius. Στο υπόμνημα του Θέωνα βασίζονται τα αρχαία σχόλια, τελευταίες κι οι εξηγήσεις του Ιωάννη Τζέτζη (12ος μ.Χ. αιώνας).

Λυσίμαχος . Κωμικός ποιητής απ’ τη Βοιωτία. Άλλες πληροφορίες δεν έχουμε.

Λύσιππος . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα στην Αθήνα. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Από επιγραφή ξέρουμε μια νίκη του γύρω στο 440 π.Χ. Μια δεύτερη θέση πήρε το 409 π.Χ. (Καταχήναι = πειράγματα. χωρατά). Υπολείμματα μόνο απ’ τις Βάκχες του μ’ έναν έπαινο της Αθήνας που σωθήκαν απ’ τον Αθήναιο κι έναν τίτλο που μας αναφέρει η Σούδα ο Θυρσοκόμος.

Μάγνης . Ένας απ’ τους παλιότερους κωμικούς ποιητές (μαζί με τον Χιωνίδη που ήταν αρχαιότερός του) του 5ου π.Χ. αιώνα (σύγχρονος του Επιχάρμου). Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Ήταν απ’ την Ικαρία της Αττικής. Η Σούδα αναφέρει ότι νίκησε 2 φορές. Άλλοι όμως αναφέρουν ότι νίκησε 11 φορές (μια απ’ αυτές το 472 π.Χ.). Σ’ αυτό συμφωνεί κι ο Αριστοφάνης που τον αναφέρει όταν στην παράβαση των Ιππέων κάνει μιαν ανασκόπηση της παλιότερης ιστορίας και κωμωδίας. Την εποχή του Αισχύλου επίσης νίκησε σ’ αγώνα κωμωδίας. Φαίνεται ότι προηγήθηκε του Αριστοφάνη στη φανταστική σύνθεση των Χορών και διασκέδαζε το κοινό. Γέρος όμως πια μη μπορώντας να βρει καινούργια αστεία που ν’ αρέσουν έπεσε σ’ αφάνεια. Τα έργα του ξεχαστήκαν και μόνο παραθέματα από παρέμβλητα, άρα νόθα έργα μας σωθήκαν μαζί με μερικούς τίτλους: Όρνιθες, Βάτραχοι, Ψήνες (σκνίπες), Λυδοί, Διόνυσος, Ποάστριαι, Πυτακίδες, Βαρβιτισταί (αυτοί που παίζουν βάρβιτο, ένα είδος λύρας).

Μάχων . Κωμικός ποιητής του 3ου π.Χ. αιώνα απ’ την Κόρινθο ή τη Σικυώνα. Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Έζησε στην Αλεξάνδρεια όπου έγινε δάσκαλος του Αριστοφάνη του Βυζαντίου (Αθήναιος V) κι εκεί ανέβασε στη σκηνή τα έργα του, όπως αναφέρει ο Διοσκουρίδης στο επιτύμβιο επίγραμμά του για τον Μάχωνα (Παλατινή Ανθολογία VII 708). Δεν είναι γνωστός ούτε ο χρόνος της ζωής του, ούτε πόσες και ποιες κωμωδίες έγραψε γιατί δε σωθήκαν παρά δυο αποσπάσματα που δείχνουν παραδοσιακού τύπου τίτλους (Άγνοια, Επιστολή) και πολυδουλεμένα θέματα (φαγοπότια). Αντίθετα, μεγαλύτερα σ’ έκταση κατάλοιπα (462 στίχοι στον Αθήναιο) μας έχουν σωθεί από μια συλλογή ανεκδότων μ’ αστείες ιστορίες για παράσιτους, εταίρες κι άλλους τύπους που ο Μάχων την είχε συνθέσει σε ιαμβικούς τρίμετρους στίχους (τίτλος Χρείαι, εδώ κάτι σαν αστεία ανέκδοτα).

Μελάνθιος . Τραγικός κι ελεγειακός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα, την εποχή του Κίμωνα και του Περικλή, φίλος του πρώτου. Έγραψε για τον Κόνωνα και τον Πολύγνωτο. Δε σώζονται παρά μερικοί στίχοι του απ’ τη Μήδεια κι απ’ το έργο που εξυμνεί τον Πολύγνωτο. Γνωστός είναι απ’ τις επιθέσεις που έκανε εναντίον των κωμικών Εύπολη, Λεύκωνα, Φερεκράτη, κι Αριστοφάνη γι’ αυτό κι εκείνοι σε κάθε δεδομένη ευκαιρία τον ειρωνεύονταν. Πολλοί λένε πως ήταν αδερφός του Μόρσιμου.

Page 70: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

70

Μέλητος ο πρεσβύτερος . Τραγικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα. Σύμφωνα με μια όχι και τόσο σίγουρη πληροφορία νίκησε στα Διονύσια του 466 π.Χ. Έγραψε μια τριλογία (Οιδιπόδεια), είχε όμως προκακαλέσει και το σκώμμα της κωμωδίας, Ο ομώνυμος γιος του, ο κατήγορος του Σωκράτη, ήταν κι αυτός ποιητής. Κατά την απαρίθμηση διαφόρων ποιημάτων (ανάμεσά τους κι ερωτικών σκολίων) πρέπει να έχουν γίνει κάποιες συγχύσεις ανάμεσα στον πατέρα και το γιο.

Μέλητος ο νεότερος . Τραγικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα. Ήταν περισσότερο ποιητής εργατικών σκολίων. Υπήρξε ένας απ’ τους τρεις κατηγόρους του Σωκράτη. Συγχέεται με τον ομώνυμο πατέρα του ποιητή (τον προηγούμενο). Ίσως υπήρξε ρήτωρ και ποιητής και σαν αντιπρόσωπος των ποιητών πήρε μέρος στην κατηγορία. Λένε ότι μετά τον θάνατο του Σωκράτη οι Αθηναίοι μετανοήσαν και θανατώσαν τους κατηγόρους του μεταξύ των οποίων και τον Μέλητο με κώνειο ή σύμφωνα με την παράδοση με λιθοβολισμό. Σαν ποιητής πάντως εθεωρείτο ασήμαντος.

Μέλητος . Τραγικός ποιητής, γιος του Λάρου. Θανατώθηκε απ’ τους Αθηναίους με λιθοβολισμό. Μάλλον γίνεται σύγχυση με τον προηγούμενο.

Μένανδρος . Κωμικός ποιητής της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας που αναφέρεται στη Σούδα, χωρίς να δίνει καμιά άλλη πληροφορία γι’ αυτόν.

Μένανδρος . Μεγάλος κωμικός ποιητής του 4ου/3ου π.Χ. αιώνα. Θεωρείται ο πιο σημαντικός εκπρόσωπος της Νέας Αττικής Κωμωδίας. Η ζ ω ή τ ο υ π ο ι η τ ή. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 342/1 π.Χ. (40 περίπου χρόνια μετά το θάνατο του Αριστοφάνη). Ήταν γιος του στρατηγού Διοπείθη, πλούσιου και σημαντικού πολίτη που άφησε μια μεγάλη περιουσία στο γιο του ο οποίος ασχολήθηκε σοβαρά με τη μελέτη των κλασικών συγγραφέων και κυρίως του Ευριπίδη που τον μιμείται συχνά στα έργα του. Η ίδια πηγή δίνει για έτος θανάτου του το 293/2 π.Χ. λέγοντας ωστόσο ότι ο Μένανδρος ήταν τότε 52 ετών (το λάθος μάλλον προέρχεται από σύγχυση με την τελευταία παράστασή του). Δάσκαλός του στη λογοτεχνία πρέπει να ήταν ο θείος του ποιητής Άλεξις και δάσκαλός του στη φιλοσοφία ο Θεόφραστος. Με τον Επίκουρο είχε μια απλή γνωριμία ενώ με τον Φαληρέα φιλία. Ο Μένανδρος δεν άφησε ποτέ την Αθήνα, αν και προσκλήθηκε στην Αίγυπτο και στη Μακεδονία. Παρά τις πολιτικές αναταραχές της εποχής του, στις οποίες μια φορά λίγο έλειψε να μπλέξει, έζησε μάλλον αποτραβηγμένος κι ευτυχισμένος, μέσα σε συνθήκες ασφαλείς που μέσα από πολυάριθμους θρύλους ωραιοποιηθήκαν ακόμα περισσότερο. Όταν ήταν τριών ή τεσσάρων χρονών, οι Μακεδόνες νικήσαν στη μάχη της Χαιρώνειας, βάζοντας για πάντα τέρμα στην υπεροχή της παλιάς Ελλάδας. Όταν ήταν εφτά, ο Αλέξανδρος κατάκτησε τη Θήβα. Όταν ήταν είκοσι, ο Αντίπατρος διάλυσε ολόκληρο τον αθηναϊκό στόλο, τον τελευταίο που είχε η Αθήνα. Όμως για τον Μένανδρο όλ’ αυτά τα συνταρακτικά γεγονότα είναι σα να μη γίναν. Παρουσιάζεται στο θέατρο για πρώτη φορά στην εφηβική ηλικία, τη χρονιά που ο Αριστοτέλης πεθαίνει αυτοεξόριστος στη Χαλκίδα κι ο Δημοσθένης αυτοκτονεί στον Πόρο για να μην πέσει στα χέρια των Μακεδόνων. Σύμφωνα με τη Σούδα ήταν τρελός για τις γυναίκες και λίγο αλλήθωρος και κατά τον Αλκίφρονα και τη φανταστική Αλληλογραφία του, βρήκε στο πρόσωπο της Γλυκέρας τη σύντροφο και τη Μούσα του. Ο Μένανδρος πρέπει να πνίγηκε στη θάλασσα κολυμπώντας. Τα βιογραφικά του στοιχεία προέρχονται απ’ την επιγραφή που προαναφέρθηκε, απ’ τη Σούδα κι απ’ τον Ανώνυμο Περί κωμωδίας. Η γ λ ώ σ σ α τ ο υ π ο ι η τ ή. Η γλώσσα του Μενάνδρου είναι η Αττική διάλεκτος των μορφωμένων λαϊκών στρωμάτων της Αθήνας. Η γλωσσική πάντως και μετρική επεξεργασία των κειμένων του δε δημιουργούσε στον Μένανδρο, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των συγχρόνων του, καμιά δυσκολία. Η μετρική ποικιλία των παλιότερων έργων του δε βρίσκεται πια στα μεταγενέστερα έργα του. Παλιότερα δίπλα στους ιαμβικούς τρίμετρους είχε επίσης χρησιμοποιήσει ιαμβικούς και τροχαϊκούς τετράμετρους. Οι στίχοι

Page 71: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

71του είναι φτιαγμένοι με μια σχεδόν τέλεια μαστοριά κι άνεση, χωρίς κανένα ίχνος μετρικού βιασμού. Ο λόγος του είναι ο γνήσιος ζωντανός λόγος και καθρεφτίζει τον τόνο του φυσικού καθημερινού λόγου της εποχής του. Ο πλούτος των αποφθεγματικών του φράσεων οδήγησε στις γνωστές συλλογές γνωμών (που συχνά αυξηθήκαν και μ’ άλλα γνωμικά). Υπάρχουν ακόμα παρωδίες που συχνά σ’ αυτές διακρίνει κανείς στο βάθος των Ευριπίδη. Και στην τεχνική το πρότυπο της τραγωδίας είναι αισθητό. Συχνά ο θεατής μπαίνει στην πολύ μπερδεμένη ιστορία με τη βοήθεια ενός προλόγου που μερικές φορές γίνεται από κάποιον θεό. Οι πρόλογοι αυτοί που δεν σώζονται πάντα, έρχονται μερικές φορές αμέσως μετά απ’ την εισαγωγική σκηνή. Το κοινό προσφωνείται όχι μόνο εδώ, αλλά και σε πολλά άλλα σημεία του έργου, μ’ αποτέλεσμα να δημιουργείται μια στενή επαφή ανάμεσα στη σκηνή και τους θεατές. Ό,τι έμεινε απ’ τα παλιά Χορικά (μετά από μια μακροχρόνια εξέλιξη απ’ την εποχή ακόμα της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας) δεν είναι παρά τραγουδιστικά κι ορχηστικά παραγεμίσματα ανάμεσα στις πράξεις, κάτι που συγχρόνως μας βοηθάει να διακρίνουμε καθαρά τη διαίρεση των έργων σε πράξεις (συνήθως 5). Έτσι η δομική αυτή αρχή επιβλήθηκε σιγά-σιγά σαν συμβατική στην κατασκευή των θεατρικών έργων. Μια διαδικασία ωρίμανσης του ποιητή ήδη η αρχαία λογοτεχνική κριτική είχε πιστέψει πως είναι ευδιάκριτη στην ποίηση του Μενάνδρου. Η σημερινή θεώρηση των πραγμάτων που στην πραγματικότητα στηρίζεται σε δυο μόνο έργα, το επιβεβαιώνει. Το χοντρό σκώμμα, απομεινάρι της Αρχαίας και Μέσης Αττικής Κωμωδίας, η άγρια διακωμώδηση μετακινούνται μ’ έναν συνεχώς αυξανόμενο ρυθμό στο περιθώριο των μεταγενεστέρων έργων, τα χοντρά αστεία υποχωρούν, οι χαρακτήρες διαφοροποιούνται με μεγαλύτερη λεπτότητα, η γλώσσα γίνεται πιο ευπρεπής, ο τόνος του καθημερινού λόγου ομαλότερος και φυσικότερος κι η ιδιαιτερότητα του κάθε επί μέρους ατόμου περιγράφεται μ’ όλο και πιο ταιριαστό κι επιτυχημένο τρόπο. Ο ι χ α ρ α κ τ ή ρ ε ς τ ο υ Μ ε ν ά ν δ ρ ο υ. Ήδη οι αρχαίοι θεωρούσαν τον Μένανδρο επιδέξιο δραματουργό που μπόρεσε, όπως λέγαν, ν’ απεικονίσει πιστά τη ζωή και τις ποικίλες τύχες της. Ο έπαινος αυτός γίνεται ακόμα πιο αληθινός σε σχέση με την ικανότητά του να περιγράφει χαρακτήρες. Ο Μένανδρος ασχολήθηκε με τους Χαρακτήρες του Θεόφραστου. Αυτό φαίνεται αν παραλληλίσουμε τα θέματα του Θεόφραστου (απ’ το έργο Χαρακτήρες) και του ποιητή και τότε θα παρατηρήσουμε την προσέγγιση των δυο συγγραφέων: Θεόφραστου Περί Κολακείας – Μενάνδρου Κόλαξ Θεόφραστου Περί Αγροικίας - Μενάνδρου Αγροίκος Θεόφραστου Περί Δυσιδαιμονίας - Μενάνδρου Δυσιδαίμων O Μένανδρος όμως έδωσε στα πρόσωπα των έργων του και καθαρά προσωπικά, ατομικά χαρακτηριστικά, κάνοντάς τα έτσι αυθεντικά κι αξιόπιστα αντίγραφα της αληθινής ζωής. Η περιγραφή, ωστόσο, αυτών των θεατρικών μορφών δεν αποτελεί μαρτυρία μόνο για την παρατηρητικότητα του Μενάνδρου, αλλά και για την πάντα πρόθυμη για συμβιβασμό και συμφιλίωση καλοσύνη του, καθώς και την αμέριστη κατανόησή του για τις ανθρώπινες αδυναμίες. Ο Μένανδρος γνώριζε πολύ καλά την αστάθεια και τη σαθρότητα αλλά και την ατέλεια του ανθρώπου που ήταν αυτή ακριβώς η γνώση που τον οδήγησε στη γεμάτη από κατανόηση επιείκειά του για τις ανθρώπινες αδυναμίες και βοήθησε να γεννηθεί μέσα του η ανεκτικότητα κι η ανθρωπιά. Όλ’ αυτά κάναν τον Μένανδρο, όπως λέει κι ο Τερέντιος, να πει πως αυτός είναι άνθρωπος κι επομένως έχει συμπάθεια και κατανόηση για καθετί που έχει σχέση με τους ανθρώπους (Heautontimorumenos 77) και μετά να αναφωνήσει πως δεν υπάρχει τίποτα πιο αξιαγάπητο στον κόσμο απ’ τον άνθρωπο όταν είναι πραγματικά άνθρωπος (απόσπ. 484 Korte). Τέτοιου είδους αρχές (οι οποίες δείχνουν την επίδραση που είχαν πάνω του οι περί φιλανθρωπίας διδασκαλίες των Περιπατητικών, αλλά και των Στοϊκών) ο Μένανδρος δεν της διακήρυττε με τη μορφή θέσεων ή δογμάτων. Απλά φρόντιζε τ’ αληθινά του ιδεώδη να καθρεφτίζονται στις θεατρικές πράξεις και τα θεατρικά του πρόσωπα: συγκρούσεις καθηκόντων και λύση τους, λάθη και διόρθωσή τους, πάθη και καθυπόταξή τους, κοινωνική δικαιοσύνη, δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης. Αυτή η στροφή προς το καθολικά ανθρώπινο πήρε τη θέση του μύθου, της πολιτικής τάξης και της μεταφυσικής φιλοσοφίας, επομένως τη θέση των δυνάμεων και των παραγόντων της τάξης που στο μεταξύ είχαν πια παίξει το ρόλο τους. Πολλά είναι τα φιλοσοφικά επιγράμματα γερόντων που είναι διασκορπισμένα στα έργα του τα οποία τονίζουν πως η ζωή είναι γλυκιά όταν διαλέξεις τη σωστή γυναίκα, πως η τύχη κυβερνάει τα πάντα, πως ο φτωχός δεν πρέπει να παντρεύεται, πως οι πιο χρήσιμοι θεοί μας είναι το Χρυσάφι και το Ασήμι κι άλλα τέτοια γνωμικά που θα επαναλαμβάνονται για δεκαοχτώ αιώνες. Η δημοτικότητα του Μενάνδρου που ήταν μεγάλη απ’ τον καιρό ακόμα που εκείνος ζούσε, έγινε πολύ μεγαλύτερη μετά το θάνατό του. Αυτό γίνεται φανερό απ’ τα πολλά ξανανεβάσματα των έργων του και το στήσιμο ενός μπρούτζινου αγάλματός του

Page 72: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

72στο θέατρο του Διονύσου στην Αθήνα (μας σωθήκαν η βάση του κι αντίγραφά του. Μας

σωθήκαν επίσης παραστάσεις σκηνών απ’ τα έργα του). Ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος έκδωσε πολλά έργα του. Η πλατιά τους διάδοση στον ελληνικό χώρο είχε σαν αποτέλεσμα τις διασκευές και τις μεταποιήσεις τους στη λατινική γλώσσα. Οι επιδράσεις που είχαν, προσδιορίσαν αποφασιστικά την εξέλιξη της αστικής κωμωδίας (Shakespeare, Moliere). O Goethe, παρόλο που είχε γνωρίσει ένα μικρό μέρος των έργων του τον εκτιμούσε πολύ (επιστολές στον Echermann στις 10.5.1825 και 21.3.1827). Το ξαναφανέρωμά του τον 20ο αιώνα βοήθησε όχι μόνο στην παραπέρα διάδοση των έργων του αλλά και στον επανέλεγχο και την επαναβεβαίωση της σκηνικής του επίδρασης. Τ ο έ ρ γ ο τ ο υ π ο ι η τ ή. Ο Μένανδρος έγραψε 105 ή 108 ή 109 έργα που μερικά μπορεί ν’ ανεβήκαν στη σκηνή έξω απ’ την Αθήνα κι ακόμα μετά το θάνατό του. Οι επιτυχίες του στην Αθήνα φαίνεται να μη ήσαν μεγάλες. Είχε μονάχα 8 νίκες κι αυτό εξ αιτίας του αντιπάλου του Φιλήμωνα, του οποίου το έργο, αν κι ασύγκριτα κατώτερο του Μενάνδρου, εύρισκε μεγαλύτερη κατανόηση κι εύνοια απ’ το αθηναϊκό κοινό. Ο Μένανδρος όμως είχε απόλυτη επίγνωση της υπεροχής του και δεν έδινε καμιά σημασία στις λαϊκές προτιμήσεις. Ο Αύλιος Γέλλιος μάλιστα μας λέει το χαρακτηριστικό ανέκδοτο ότι μετά από μια νίκη του Φιλήμωνα, ο Μένανδρος συνάντησε τον αντίπαλό του και τον ρώτησε: Δε μου λες, στο θεό σου, Φιλήμων, όταν με νικάς κάθε φορά, δεν κοκκινίζεις από ντροπή, ή αισθάνεσαι τον εαυτό σου ικανοποιημένο; Σίγουρες χρονολογίες παραστάσεών του υπάρχουν μόνο λίγες. Η πρώτη παράστασή του έγινε το 321 π.Χ. (Οργή), ενώ η παράσταση του Δύσκολου έγινε το 316 π.Χ. (νίκησε και στις δυο). Απ’ τα πολυάριθμα αυτά έργα του (σήμερα ξέρουμε 96 τίτλους) δυο μόνο μας έχουν σωθεί σε πολύ καλή κατάσταση (Δύσκολος, Επιτρέποντες). Δίπλα σ’ αυτά έχουμε απομιμήσεις Ρωμαίων ποιητών, καθώς και παπυρικά ευρήματα κι ακόμα πολλά παραθέματα. Έναν περίεργο κλάδο της παράδοσης αποτελεί μια συλλογή γνωμικών κι αποφθεγμάτων του ποιητή (Γνώμαι Μενάνδρου) που περιλαμβάνει 758 μονόστιχα. Ένα μέρος του υλικού αυτού είναι οπωσδήποτε παλιότερης ήδη προέλευσης, ένα μεγάλο μέρος είναι μάλλον γνήσιο. Αυτό οφείλεται γιατί στη διάρκεια των αιώνων παράδοσης ως τα βυζαντινά χρόνια γνώρισε πολλές επαυξήσεις κι αλλαγές. Η παράδοση των γνωμικών έγινε, μεταξύ άλλων, μέσω του Ιωάννη του Στοβαίου κι άλλων συλλογών μονοστίχων που είχαν ίσως στη βάση τους μια έκδοση του Μενάνδρου. Επίσης έχουμε δυο ανθολόγια σε συριακή γλώσσα και μια σέρβικη εκδοχή του 13ου αιώνα. Ρωμαίοι συγγραφείς που ασχοληθήκαν μ’ αυτόν διασκευάζοντας έργα του είναι: ο Τερέντιος (που ονομάστηκε μισός Μένανδρος) με τα έργα του Andria (με μια σκηνή απ’ την Περινθία), Heautontimorumenos (Αυτοτιμωρούμενος), Eunuchus (Ευνούχος, με μια προσθήκη - contaminatio - απ’ τον Κόλακα), Adelphoe (Αδελφοί, η δεύτερη μορφή του έργου του Μενάνδρου μ’ ένα κομμάτι απ’ τους Συναποθνήσκοντες) Ένας άλλος πάλι Ρωμαίος συγγραφέας είναι ο Πλαύτος με τα έργα Stichus (Αδελφοί, η δεύτερη πρώτη μορφή του έργου του Μενάνδρου), Bacchides (Δις εξαπατών), Cistellaria (;), Aulularia (;), Poenulus (Καρχηδόνιος). Με τη διασκευή έργων του Μενάνδρου ασχολήθηκε επίσης κι ο Statius Caecilius με το έργο του Plocium (Πλόκιον- περιδέραιο-ένα μέρος μας παραδόθηκε στον Gellius. Ο Τερέντιος διευκολύνει τον έλεγχο, καθώς στους Προλόγους του μιλάει για τα πρωτότυπά του και για τις αλλαγές που έκανε. Ο Πλαύτος όμως επειδή έχει κάνει μεγαλύτερες επεμβάσεις δυσκολεύει την έρευνα). Παπυρικά ευρήματα που ήρθαν στο φως για πρώτη φορά στον 20ον αιώνα, μας βοηθήσαν να σχηματίσουμε μέσα μας μια ακριβή εικόνα των ακόλουθων έργων που διαβαστήκαν: Ήρως (όνομα του προσώπου του Προλόγου. Έκθεση παιδιού κι αναγνώριση), Γεωργός (ιστορία ενός γάμου), Σαμία (ένα χαμένο παιδί, μια διωγμένη κόρη, ανέλπιστη επιστροφή, γάμος), Περικειρομένη (η κουρεμένη, δηλαδή ένα κορίτσι παλλακίδα ενός αξιωματικού, ζήλια, εμπλοκές), Θεοφορουμένη (η θρησκόληπτη μετά από έναν οργιαστικό χορό), Μισούμενος (η αγάπη ενός νέου για μια αιχμάλωτη κοπέλα), Φάσμα (Φάντασμα), Γλυκέρα (το όνομα της εταίρας που, όπως λένε, ζούσε με τον Μένανδρο), Ηνίοχος (του έτους 312 π.Χ.), Λευκαδία (για τη Σαπφώ. Με πολύ πρόσφατες δημοσιεύσεις έχουμε τώρα σημαντικά τμήματα της Σαμίας (τώρα 723 στίχους) και της Ασπίδας (558 στίχους απ’ το έργο αυτό υπήρχαν ήδη κομμάτια δίχως τίτλο, γι’ αυτό κι η παλιότερη ονομασία Comoedia Florentina). Η ασπίδα του τίτλου χρησιμεύει σαν τεκμήριο για τη διαφώτιση μιας περίπτωσης αγνοουμένου. Για μερικά έργα βρεθήκαν σ’ έναν πάπυρο έμμετρες παρουσιάσεις του περιεχομένου τους με καταλόγους προσώπων (Ιέρειαι, Ίμβριος 301 π.Χ.). Τα σημαντικότερα όμως ευρήματα είναι των έργων Δύσκολος κι Επιτρέποντες. Σ’ έναν παπυρικό κώδικα του 3ου μ.Χ. αιώνα βρέθηκε το 1957 ο Δύσκολος, ένα απ’ τα νεανικά έργα του Μενάνδρου που είχε ανέβει το 316 π.Χ. Το έργο που με εξαίρεση κάτι λίγους στίχους του μας σώθηκε ολόκληρο, δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1959 κι όπως δείχνει ο τίτλος του (Ο μισάνθρωπος), ανήκει στην κατηγορία των κωμωδιών τύπων ή

Page 73: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

73χαρακτήρων. Κεντρικό πρόσωπο του έργου είναι ο ιδιότροπος και κλεισμένος στον εαυτό του Κνήμων. Ο Κνήμων παντρεύτηκε μια χήρα μ’ ένα γιο, τον Γοργία, που τον είχε απ’ τον πρώτο της άντρα. Κάναν μαζί μια κόρη, μα συνέχεια καυγάδιζε ο Δύσκολος με τη γυναίκα του, ώσπου πια κι αυτή αναγκάστηκε να τον αφήσει και να πάει να ζήσει με το γιο της. Έτσι απόμεινε μόνος ο γέρος με την κόρη του και με μια γριά υπηρέτρια, τη Σιμίκη. Ο θεός Πάνας που κάνει και τον κατατοπιστικό πρόλογο, έβαλε κάποιο αρχοντόπουλο, τον Σώστρατο, να συναντήσει τυχαία την κοπέλα και να την ερωτευτεί. Στέλνει λοιπόν αυτός το δούλο του, Πυρρία στον πατέρα της για να μάθει όσα του χρειάζονται. Γυρίζει όμως ο δούλος κατατρομαγμένος γιατί ο Δύσκολος μόλις πήγε να του μιλήσει τον κυνήγησε. Ενώ ακόμα ο Πυρρίας διηγιέται τα παθήματά του έρχεται κι ο Δύσκολος φωνάζοντας. Τα βάζει μ’ όσους βρίσκονται μπροστά του και νευριασμένος πάει και κλείνεται σπίτι του. Ο Σώστρατος απελπίζεται κι αποφασίζει να ζητήσει βοήθεια απ’ τον τετραπέρατο δούλο του ιδιότροπου γέρου, Γέτα. Όμως ο Δύσκολος εξακολουθεί να φέρεται πολύ αρνητικά. Μόνον όταν του συμβαίνει ένα δυστύχημα κι αβοήθητος βρίσκεται σε κίνδυνο, τότε μόνο αλλάζει μυαλά. Αυτός πάντως που τον σώζει είναι ο πρόγονός του που τον κάνει να συνειδητοποιήσει ότι ο άνθρωπος δεν είναι ένα ον μοναχικό, αλλ’ είναι υποχρεωμένος να καταφεύγει στους ανθρώπους του. Η αναγνώριση αυτή παρακινεί τον Κνήμωνα να υιοθετήσει τον Γοργία, τον σωτήρα του. Αυτός το πρώτο που έχει να κάνει είναι να παντρέψει την καινούργια μηλαδέρφη του με τον Σώστρατο που φτάνει στην ώρα και καθώς ο Γοργίας είναι να πάρει για γυναίκα του ένα πλούσιο κορίτσι, γιορτάζεται ο διπλός αρραβώνας. Ο μάγειρας κι ο υπηρέτης τραβολογάν σ’ αυτή τη γιορτή τον Κνήμωνα, πειράζοντάς τον. Η αστεία αυτή τελική σκηνή του έργου, χαλαρά δεμένη με τα προηγούμενα, δεν ικανοποιεί πια συγκεκριμένες θεατρικές ανάγκες αλλ’ επιδιώκει ν’ ασκήσει έντονη επίδραση πάνω στο κοινό. Η ιδέα να τιμωρηθεί ο ιδιότροπος γέρος, ακόμα κι ύστερα απ’ τη μεταστροφή του (για την παλιότερη συμπεριφορά του θυμίζει μάλλον τα φινάλε και τα χοντροκομμένα αστεία της Αρχαίας Κωμωδίας). Η παρουσίαση του παράξενου κ’ ιδιότροπου ανθρώπου (Δύσκολος του Μνησίμαχου), του μονόχνοτου κι ακοινώνητου (Μονότροπος του Φρύνιχου) ή του μισάνθρωπου (Τίμων του Αντιφάνη) ήταν από νωρίς ένα δημοφιλές θέμα κι έμεινε έτσι και στην ευρωπαϊκή σκηνή (Shakespeare: Timon of Athens, Moliere: Le Misanthrope, Hofmannsthal: Der Schwierige). Στον Μένανδρο η επιλογή της θεατρικής αυτής μορφής μπορεί να προήλθε απ’ τη θεωρία του Θεόφραστου περί χαρακτήρων, κάτι για το οποίο συνηγορούν κι οι τίτλοι έργων του Μενάνδρου που την ίδια στιγμή κάνουν την εμφάνισή τους και στη σειρά των χαρακτήρων του Θεόφραστου (Αγροίκος = άξεστος, Άπιστος = δύσπιστος, καχύποπτος, Δεισιδαίμων = προληπτικός, Κόλαξ). Δίπλα σ’ αυτήν τη χαρακτηρολογική παρουσίαση του ιδιότροπου ανθρώπου υπάρχουν στον Μένανδρο και τα μικρότερα που παρεμβάλλονται με επιδεξιότητα δευτερεύουσας σημασίας θέματα (φλερτ, φιλία, επανασύνδεση χωρισμένων μελών της οικογένειας), στα οποία κυριαρχεί το κωμικό στοιχείο που δημιουργούν συγκεκριμένες καταστάσεις (σκηνές άπρεπης συμπεριφοράς) και στενά δεμένη μαζί τους μια προσεκτική κριτική του κοινωνικού περίγυρου (αντιθέσεις πλούσιου και φτωχού, πόλης κι υπαίθρου). Ήδη στο πρώιμο αυτό έργο του ποιητή γίνεται φανερή η παρατηρητικότητά του κι η κατανόησή του για τις ανθρώπινες αδυναμίες κι ιδιορρυθμίες. Αυτός ο Κνήμων που η φυσική του προδιάθεση, οι εμπειρίες της ζωής κι οι επιδράσεις απ’ τον περίγυρό του, τον σφραγίσαν με τέτοιον τρόπο, συνέρχεται βέβαια κάποια στιγμή και λογικεύεται, αλλά δεν τα καταφέρνει στο τέλος ν’ απαλλαγεί απ’ την ιδιότητα που τον χαρακτηρίζει και μένει αλύγιστος στο φέρσιμό του, κλεισμένος πάλι στον εαυτό του κι αποτραβηγμένος απ’ τον κόσμο, ενώ οι άλλοι χαίρονται δίπλα του την ευτυχία τους, στην οποίαν ο ίδιος δεν μπορεί να πάρει μέρος. Απ’ τα νεανικά του κιόλας χρόνια ο Μένανδρος έφτιαχνε τις μορφές των ηρώων του με μια συγκρατημένη ειρωνεία, χωρίς δηκτική διάθεση, άλλά με μια ανθρώπινη ανεκτικότητα. Το έργο αμέσως μετά τη δημοσίευσή του το 1960 και στη συνέχεια πολλές ακόμα φορές ανέβηκε στη σκηνή. Για τις σχέσεις της Aulularia του Πλαύτου με τον δύσκολο του Μενάνδρου υπάρχουν διαφορές απόψεων. Η δεύτερη μεγάλη ανακάλυψη είναι ένα έργο απ’ τα ώριμα χρόνια της δημιουργίας του Μενάνδρου, τους Επιτρέποντες (ανέβηκε στη σκηνή μάλλον μετά το 304 π.Χ.). Σ’ έναν παπυρικό κώδικα του 5ου μ.Χ. αιώνα απ’ το Κάιρο που τον ανακάλυψε στα 1905 ο G. Lefebre και τον δημοσίευσε το 1907, υπήρχαν υπολείμματα από 5 κωμωδίες που ανάμεσά τους είναι και τα τρία τέταρτα, περίπου, αυτού του έργου (αργότερα ήρθαν να προστεθούν κάποια συμπληρώματα σ’ έναν παπυρικό κώδικα του 4ου μ.Χ. αιώνα που βρέθηκε στη μονή του Σινά). Στους Επιτρέποντες ο βοσκός Δάος βρίσκει στο δάσος έξω απ’ την Αθήνα εγκαταλειμμένο ένα μωρό που είχε μερικά κοσμήματα. Παραδίνει λοιπόν το μωρό στον καρβουνιάρη Συρίσκο που του το ζήτησε και κρατάει τα κοσμήματα. Ο Συρίσκος όμως

Page 74: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

74θέλει κι αυτά και για να λυθεί η μεταξύ τους διαφορά επιτρέπουν την κρίση στο γερο

Σμικρίνη που περνούσε τυχαία από κει την ώρα του καυγά, όπως γινόταν σε τέτοιες περιπτώσεις, να αποφασίσει ποιος απ’ τους δυο πρέπει να πάρει τα κοσμήματα. Αποδεικνύεται όμως ότι το μωρό ήταν έκθετο απ’ την κόρη του Σμικρίνη, την Παμφίλη κι είχε γίνει αιτία να την παρατήσει ο άντρας της Χαρίσιος νομίζοντας ότι το παιδί το είχε κάνει με κάποιον άλλον. Στην πραγματικότητα όμως το μωρό είναι δικό του γιατί πριν απ’ το γάμο του βίασε την Παμφίλη σε μια νυχτερινή γιορτή, στα Ταυροπόλια, χωρίς να γνωρίζει ο ένας τον άλλον. Αυτή η σύμπτωση που μοιάζει κάπως σαν φανταστική, δημιούργησε μια σχεδόν αδιέξοδη κατάσταση, καθώς ο Χαρίσιος ζητάει καταφύγιο στη θιγμένη του περηφάνια κι η Παμφίλη στην πεισματάρικη απόκρουση κι οι δυο όμως ανήσυχοι από αισθήματα ενοχής, δεν μπορούν ν’ απαλλαγούν απ’ τον σύντροφό τους. Ο έρωτας, η περηφάνια, η προσβολή, η βαρυμένη συνείδηση, τα αισθήματα ενοχής φέρνουν σε σύγχυση και τους δυο, ενώ ο εξοργισμένος πατέρας της Παμφίλης, ο Σμικρίνης, πρέπει να πάρει μια απόφαση για το παιδί. Μια έξυπνη εταιρούλα, η Αβρότονον, ρίχνει φως στο σκοτάδι με τη βοήθεια ενός δαχτυλιδιού που βρέθηκε δίπλα στο παιδί και που μ’ αυτό μπορεί ν’ αποκαλυφθεί ότι ο Χαρίσιος είναι ο πατέρας του παιδιού, αφού πρώτα στηθεί μια μικρή μηχανορραφία που βοηθάει το νέο ζευγάρι ν’ αναγνωρίσει ο καθένας απ’ την πλευρά του τα λάθη του. Έτσι ανοίγει ο δρόμος όχι μόνο για το ευτυχές τέλος της επανασύνδεσης του ζευγαριού, αλλά και για την κατανόηση, τη συγχώρεση και τη συμφιλίωση. Στο έργο αυτό ο Μένανδρος δημιούργησε μια ηθική σύγκρουση πάνω σε πολύ σοβαρά προβλήματα, την παρουσίασε όμως τελικά με τόσο μεγάλη τέχνη, ώστε κατόρθωσε η κωμωδία να μη γίνει τραγωδία κι η σοβαρότητα του θέματος να μη βαρύνει την εύθυμη και χαρούμενη διάθεση. Σ’ αυτό τον βοήθησε η αγάπη με την οποία ζωγράφισε τα κύρια πρόσωπα του έργου του, η ισορροπία με την οποία χειρίστηκε την πλοκή κατευθύνοντας τα πάντα προς τον στόχο του, ο οποίος φανερώνει σοφία, καλοσύνη, κατανόηση κι ακόμα γνώση του ανθρώπου. Οι Επιτρέποντες είναι ένα έργο βαθυστόχαστο που αναφέρεται στη συζυγική αγάπη και πίστη, για την εμπιστοσύνη του ενός προς τον άλλον και την αλληλοκατανόηση, πλαισιωμένο βέβαια μ’ έντονα κωμικά στοιχεία που ξεθυμαίνουν στις περιφερειακές μορφές, τον πατέρα, τους δούλους. Αντίθετα οι δυο γυναικείες μορφές, η Παμφίλη κι η εταιρούλα, παρουσιάζουν μια φυσική ευγένεια και κάποια ωριμότητα, ενώ στον Χαρίσιο η αξιοπρέπεια και το αίσθημα τιμής βρίσκονται σε διαμάχη με την κουφόνοια και το ταμπεραμέντο του που δε γνωρίζει μέτρο. Όλα τα μετριάζει το χιούμορ κι η θερμή, ανθρώπινη συμμετοχή του Μενάδρου που γνωρίζει πολύ καλά τις ανθρώπινες καταστάσεις. Ο κωμωδιογράφος στο έργο αυτό ξεδίπλωσε μια υπόθεση ρήξης κι έντασης στο φως της λεπτής κι ευγενικής ανθρωπιάς που έχει τη δύναμη να τα κάνει όλα όμορφα. Το έργο αυτό που ανέβηκε στη σκηνή πολλές φορές, παίχτηκε επίσης το 250 και 167 π.Χ. Το 1908 ανεβάστηκε στη σύγχρονη θεατρική σκηνή κι από τότε, με διάφορες απόπειρες συμπλήρωσης έχει παρουσιαστεί πολλές φορές. Απ’ τη συλλογή των παπύρων της Σορβόννης (Παρίσι) δημοσιευτήκαν στο μεταξύ καινούργια αποσπάσματα που μαζί μ’ αποσπάσματα που είχαν βρεθεί παλιότερα μας δώσαν σημαντικά τμήματα των Σικυωνίων. Ο λόγος στο έργο αυτό ήταν για ένα κορίτσι απ’ την Αττική που μικρό ακόμα το είχαν αρπάξει πειρατές και το είχαν πουλήσει. Δυο, πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, εραστές τη διεκδικούν, ώσπου αποκαλύπτεται όλη η αλήθεια για τη ζωή της. Το έργο αυτό το θεωρούσαν στην αρχαιότητα ένα απ’ τα πιο ονομαστά του Μενάνδρου. Παρουσιάζει αριστοτεχνική διαγραφή χαρακτήρων, χιούμορ, ειρωνεία, κάνοντας συγχρόνως φανερό τον πλούτο των παρωδητικών ιδεών του ποιητή.

Μενεκράτης . Κωμικός ποιητής απ’ τις Συρακούσες. Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Δυο κωμωδίες του αναφέρονται π’ τη Σούδα: Μενέκτωρ και Ερμιόνη.

Μέσατος . Τραγικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα. Περισσότερες πληροφορίες γι’ αυτόν δεν υπάρχουν.

Μεταγένης . Κωμικός ποιητής που έζησε στα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα στην Αθήνα, σύγχρονος του Αριστοφάνη. Νίκησε δυο φορές (η μια ήταν το 413 π.Χ.). Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Η Σούδα μνημονεύει 5 τίτλους του που είναι: Αύραι, Μαμμάκυθος, Θουριοπέρσαι (για την τρυφηλή ζωή στην αποικία των Θουρίων), Φιλοθύτης (αυτοί που αγαπούν τις θυσίες, με παρωδία του Ομήρου) κι Ασκηταί.

Page 75: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

75

Μνησίλοχος . Τραγικός ποιητής του 5ου-4ου π.Χ. αιώνα, γιος του γνωστού Ευριπίδη. Συνεργαζόταν με τον πατέρα του για τη σύνθεση των δραμάτων. Υπάρχει ακόμα η πιθανότητα να χρησιμοποιόταν και σαν υποκριτής στα δράματα του πατέρα του. Ο ίδιος έγραψε το δράμα Φαρμακοπώλης.

Μνησίμαχος . Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία με μια σίγουρη νίκη (περίπου το 365/60 π.Χ.). Έγραψε μια κωμωδία του τύπου των κωμωδιών χαρακτήρων (Δύσκολος) κι αρκετές άλλες κωμωδίες που μερικές τους έχουν θέματα μυθικά (Αλκμέων, Βούσιρις) κι άλλες με σύγχρονά του θέματα (Ιππότροφος, Φίλιππος, μια παρωδία για τον βασιλιά της Μακεδονίας).

Μόρσιμος . Τραγικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα. Ανιψιός του Αισχύλου, γιος του Φιλοκλή κι αδερφός του Μελανθίου, οφθαλμίατρος το επάγγελμα που τον διακωμώδησε πολλές φορές ο Αριστοφάνης.

Μόρυχος . Τραγικός ποιητής απ’ την Αθήνα. Χαρακτηριζόταν σαν μωρός και θηλυπρεπής απ’ τον Αριστοφάνη που τον διακωμώδησε κι απ’ τον Πλάτωνα, εξ ου κι η φράση Μορύχου μωρότερος.

Μοσχίων . Τραγικός ποιητής του 4ου ή μάλλον του πρώτου μισού του 3ου π.Χ. αιώνα. Είναι γνωστός από μερικά μόνο αποσπάσματα. Έγραψε έργα με μυθικά κι ιστορικά θέματα. Στα πρώτα ανήκε ο Τήλεφος, στα δεύτερα ο Θεμιστοκλής κι οι Φεραίοι (προφανώς για τον θάνατο του Αλεξάνδρου των Φερών). Ήταν λίγο νεότερος απ’ τον Ευριπίδη. Οι κωμικοί τον χλευάσαν σαν φιλήδονο και τρυφηλό.

Μύλλος . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία κι έζησε το χρονικό διάστημα ανάμεσα στον Χιωνίδη και τον Μάγνη.

Μυνίσκος . Τραγικός ποιητής απ’ τη Χαλκίδα. Οι πληροφορίες γι’ αυτόν είναι ελάχιστες, σχεδόν ανύπαρκτες.

Μυρτίλος . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα, γιος του Λυσία κι αδερφός του κωμικού Έρμιππου του Αθηναίου. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Τη μοναδική του νίκη την κέρδισε το 427 π.Χ. Η Σούδα μνημονεύει τους τίτλους Τιτανόπανες κι Έρωτες.

Ναυσικράτης . Κωμικός ποιητής κι υποκριτής του 4ου π.Χ. αιώνα (σύγχρονος του Αισχίνη). Ανήκε στην Μέση Αττική Κωμωδία. Νίκησε 3 φορές στα Λήναια. Απ’ τις πολλές κωμωδίες που λένε ότι έγραψε σωθήκαν μόνο δυο: Περσίς και Ναύκληροι.

Νεοπτόλεμος . Τραγικός ποιητής (;) κι υποκριτής του 4ου π.Χ. αιώνα στην Αθήνα που θαυμαζόταν και για την καλλιτεχνική του υπεροχή αλλά και για τη μόρφωσή του γι’ αυτό κι εκλέχτηκε σαν πρέσβυς των Αθηναίων στις διαπραγματεύσεις για ειρήνη με τον Φίλιππο Β’. Δέχτηκε πρόσκληση του βασιλιά της Μακεδονίας για να πάρει μέρος στις θεατρικές παραστάσεις που θα γίνονταν με την ευκαιρία των γάμων της κόρης του Κλεοπάτρας. Ήταν παρών στη δολοφονία του Φιλίππου απ’ τον Παυσανία. Από τότε έλεγε ότι η τραγωδία εκείνη ήταν

Page 76: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

76σαν θέαμα το πιο συναρπαστικό απ’ όλα τα έργα του Αισχύλου του Σοφοκλή και του

Ευριπίδη.

Νεοτρών . Τραγικός ποιητής απ’ τη Σικυώνα. Γεννήθηκε στα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα. Έγραψε μια Μήδεια. Ίσως να γίνεται σύγχυση με τον Νεόφρωνα.

Νεόφρων ο Σικυώνιος . Τραγικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα απ’ τη Σικυώνα. Σύμφωνα με τη Σούδα έγραψε 120 έργα. Το στοιχείο αυτό, καθώς κι άλλα στοιχεία περιεχομένου που έχουμε, τα οποία μας υποδηλώνουν μάλλον κωμωδίες μας κάνουν να συμπεράνουμε ότι γίναν διάφορες συγχύσεις. Στα ψευδοαριστοτελικά Υπομνήματα λέγεται μεταξύ άλλων κι ότι ο Ευριπίδης μιμήθηκε τη Μήδεια του Νεόφρωνα. Τ’ αποσπάσματα ωστόσο, δείχνουν πως ο Νεόφρων ήταν νεότερος κι ότι αυτός θέλησε να βελτιώσει τη Μήδεια του Ευριπίδη. Αξίζει να σημειωθεί ότι έβαλε στο θέατρο τους παιδαγωγούς που αργότερα τους χρησιμοποίησε πολύ ο Ευριπίδης.

Νικόλαος . Τραγικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα, σύγχρονος του Ευριπίδη. Περισσότερα δε μας είναι γνωστά.

Νικόλαος . Κωμικός ποιητής της Νέας Αττικής Κωμωδίας. Περισσότερα δεν γνωρίζουμε γι’ αυτόν. Ίσως όμως να συγχέεται με τον προηγούμενο ο οποίος μπορεί να είχε γράψει και κωμωδίες.

Νικόμαχος . Κωμικός ποιητής του 3ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Φαίνεται ότι διασκεύασε έργα του Φερεκράτη. Ο κατάλογος τίτλων έργων του που αναγράφεται στη Σούδα έχει εμφανή τα ίχνη συγχύσεων με τους ομώνυμους τραγικούς ποιητές απ’ την Αλεξάνδρεια και την Αθήνα.

Νικόμαχος . Τραγικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα. Σύμφωνα με τη Σούδα κέρδισε μια νίκη (με αντίπαλο τον Ευριπίδη). Ο κατάλογος με τους τίτλους έργων του δεν πρέπει να θεωρείται αυθεντικός λόγω της σύγχυσης που δημιουργήθηκε με τον ομώνυμο τραγικό ποιητή απ’ την Αλεξάνδρεια και με τον κωμικό ποιητή Νικόμαχο (Αλέξανδρος, Οιδίπους κ.ά.).

Νικόμαχος ο Αλεξανδρεύς . Τραγικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αλεξάνδρεια. Αναφέρεται στη Σούδα μ’ έναν κατάλογο τίτλων έργων, μερικά απ’ τα οποία πρέπει μάλλον να αποδοθούν στον ομώνυμο τραγικό ποιητή απ’ την Αθήνα (Αλέξανδρος, Εριφύλη, Γηριόνης, Αλετίδης, Ειλείθυια, Νεοπτόλεμος, Μυσοί, Οιδίπους. Περσίς Πολυξένη, Τριλογία, Μετεκβαίνουσαι, Τυνδάρεως ή Αλκμαίων, Τεύκρος).

Νικόστρατος . Κωμικός ποιητής της Νέας Αττικής Κωμωδίας που αναφέρεται μόνο σ’ επιγραφές.

Νικόστρατος . Κωμικός ποιητής των αρχών του 4ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία. Ήταν ο νεότερος (3ος) γιος του Αριστοφάνη που ονομαζόταν Φιλέταιρος. Αποδίδονται σ’ αυτόν 21 ή 20 έργα. Εμείς μπορούμε ν’ αναγνωρίσουμε σαν δικούς του 13 τίτλους. Ανάμεσά τους υπάρχουν παρωδίες τραγωδιών, καθώς και σκώμματα κι υπαινιγμοί σε συγχρόνους του (π.χ. στον ρήτορα Υπερείδη). Αν ο Φιλέταιρος ήταν πραγματικά γιος

Page 77: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

77του μεγάλου κωμικού ποιητή Αριστοφάνη, όπως προαναφέρθηκε ή αν πρόκειται για σύγχυση με τον Νικόστρατο είναι ασαφές. Έργα του: Κορινθιαστής, Αχιλεύς, Κυνηγίας, Οινοπίων, Κέφαλος, Αταλάντη, Φίλαυλος Ορνηθευτής κ.ά.

Νικοφών . Κωμικός ποιητής γύρω στο 400 π.Χ. απ’ την Αθήνα Μνημονεύονται αρκετές νίκες του γύρω στο 410 π.Χ. Έγραψε έργα που με τις παρωδίες μύθων που περιέχουν, πρέπει να συνδεθούν με τη Μέση Αττική Κωμωδία (Άφωνις, Αφροδίτης γοναί, Πανδώρα, Σειρήνες, Εγχειρογάστορες). Σ’ ένα απ’ τα αποσπάσματα γίνεται λόγος για τη μακάρια ζωή των ανθρώπων κατά τη Χρυσή εποχή.

Νικοχάρης . Κωμικός ποιητής γύρω στο 400 π.Χ. απ’ την Αθήνα, γιος του Φιλωνίδη. Ήταν ένας απ’ τους τελευταίους εκπροσώπους της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας. Νίκησε ίσως το 407 π.Χ. Η Σούδα αναφέρει 10 τίτλους μυθολογικής κυρίως προέλευσης. Επρόκειτο επομένως μάλλον για παρωδίες μύθων. Ανάμεσά τους είναι: Αμυμώνη, Πέλωψ, Γαλάτεια, Κένταυροι, Κρήτες, Λάκωνες, Λήμνιαι, Χειρογάστορες, Ηρακλής γαμών, Ηρακλής χορηγός. Με την τραγωδία του Άδωνις ήρθε αντιμέτωπος σε διαγωνισμό με τον Πλούτο του Αριστοφάνη.

Νίκων . Κωμικός ποιητής της Νέας Αττικής Κωμωδίας. Έργο του Κιθαρωδός.

Νόθιππος . Τραγικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα. Μνημονεύεται πολλές φορές σ’ επιγραφές σαν νικητής σε δραματικούς αγώνες στην Αθήνα (π.χ. το 469 π.Χ.), την ίδια όμως στιγμή προκάλεσε το έντονο σκώμμα πολλών κωμικών ποιητών (ανάμεσά τους ο Κρατίνος κι ο Εύπολις) που τον αναφέρουν με το παρατσούκλι Γνήσιππος. Ήταν επίσης κιθαρωδός κι ακόμα είχε πολλές άλλες καλλιτεχνικές ιδιότητες, όπως τη σύνθεση ελαφρών μουσικών θεατρικών έργων, σαν τις σημερινές επιθεωρήσεις, απ’ τα οποία δε λείπαν ακόμα κι αυτά τα μπαλέτα, όπως προκύπτει απ’ το γεγονός ότι ο Κρατίνος τον διακωμώδησε επειδή ανέβασε στη σκηνή προκλητικούς γυναικείους χορούς με τραγούδια. Ο Νόθιππος έπαιζε και διάφορα άλλα μουσικά όργανα, ίσως και περισσότερα από ένα ταυτόχρονα.

Ξέναρχος . Κωμικός ποιητής αβέβαιης εποχής της Μέσης Αττικής Κωμωδίας. Ξέρουμε 8 (αμφισβητούμενους) τίτλους και μερικά αποσπάσματα. Πρόκειται για παρωδίες τραγωδιών και για κωμωδίες χαρακτήρων: Βεταλίων, Πορφύρα, Σκύθαι, Δίδυμοι, Πένταθλος, Πρίαπος, Ύπνος, και Στρατιώτης.

Ξέναρχος . Μιμογράφος του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ τη Σικελία, γιος του γνωστού μιμογράφου Σώφρονα του Συρακόσιου. Έζησε στην αυλή του Διονυσίου του Πρεσβυτέρου την εποχή του πολέμου των Συρακουσών εναντίον των Ρηγίνων (399-389 π.Χ.). Οι μίμοι του, όπως και του πατέρα του μνημονεύονται κι απ’ τον Αριστοτέλη (Ποιητική 1447 β 3) κι ήσαν γραμμένοι σε δωρική διάλεκτο.

Ξενοκλής . Τραγικός ποιητής του 5ου/4ου π.Χ. αιώνα, γιος του τραγικού ποιητή Καρκίνου. Το 415 π.Χ., σύμφωνα με τον Αιλιανό, νίκησε τον Ευριπίδη με την τετραλογία του Οιδίπους, Λυκάων, Βάκχαι, Αθάμας. Άλλα έργα του: Λυκίμιος, Μύες και τα κωμικά Μηχαναί, Τερατείαι. Πολλές φορές ο Αριστοφάνης αναφέρεται σε έργα του παρωδώντας τα (Λυκίμνιος κ.α.). Ο Ξενοκλής ήταν γνωστός γιατί έβαλε στα έργα του τεχνικά σκηνικά μέσα. Κι οι γιοι του Ξενοκλή φαίνεται ότι υπήρξαν ποιητές.

Page 78: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

78

Ξενοκλής . Τραγικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα. Απ’ τα σχόλια του Αριστοφάνη κι από άλλες πηγές μαθαίνουμε ότι ήταν έγγονος του προηγούμενου. Σ’ αυτόν αναφέρεται μάλλον ο Μάτρων στον Αττικό Δείπνο.

Ξενόφιλος . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Μας έγινε γνωστός επιγραφικά σαν νικητής γύρω στο 440 π.Χ.

Ξενοφών . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Μας είναι γνωστός μόνο απ’ τον Διογένη τον Λαέρτιο (νίκησε το 406 π.Χ.).

Ξένων . Ποιητής της Νέας Αττικής Κωμωδίας. Άλλες πληροφορίες δεν υπάρχουν.

Ξούθος . Βλέπε Ίων.

Όμηρος ο Βυζάντιος . Τραγικός ποιητής και γραμματικός του 3ου π.Χ. αιώνα απ’ το Βυζάντιο. Ήταν γιος του Ανδρομάχου και της ποιήτριας Μοιρώς. Πρέπει να είχε γράψει πολλές τραγωδίες κι ένα έπος (Ευρυπύλεια). Μπήκε κι αυτός στην Πλειάδα των τραγικών ποιητών, έναν κανόνα των κλασικών που συγκροτήθηκε στην αυλή των Πτολεμαίων. Αργότερα οι Βυζαντινοί στήσαν ανδριάντα στην Κωνσταντινούπολη.

Πλάτων . Κωμικός ποιητής της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας, σύγχρονος νεότερος αλλά κι εχθρός του Αριστοφάνη (427/4-385; π.Χ.). Είναι φανερός ο επηρεασμός απ’ τα έργα του. Μέχρι το 389 π.Χ. κατείχε εξαιρετική θέση στη σκηνή της αρχαίας Αθήνας Πρώτο θέμα του είναι οι πολιτικοί που τους αποκαλούσε Λερναία ύδρα. Νίκησε σ’ αγώνες. Πρώτη νίκη του στα Διονύσια του 414 π.Χ. Έργα του 28 και κατ΄ άλλους 30. Τα σπουδαιότερα είναι: Άδωνις, Αφ’ ιερών, Γρύπες, Εορταί, Ελλάς ή Νήσοι, Ευρώπη, Ζευς κακούμενος, Ιώ, Κλεοφών, Λάϊος, Λάκωνες ή Ποιηταί, Μέτοικοι, Μύρμηκες, Μαμμάκυθος, Μενέλαος, Νίκαι, Νυξ μακρά, Ξάνται ή Κέρκωπες, Περιαλγής, Ποιητής, Πείσανδρος, Πρέσβεις, Παιδίον, Σοφισταί, Συμμαχία, Σκευαί, Σύρφαξ, Υπέρβολος, Φάων, Δαίδαλος. Γενικά οι κωμωδίες του αποτελέσαν το μεταβατικό στάδιο απ’ την Αρχαία Αττική Κωμωδία στη Μέση, γιατί οι περισσότερες ήσαν παρωδίες που είχαν θέματα απ’ την τέχνη, τη θρησκεία κλπ.

Πολίοχος . Κωμικός ποιητής γύρω στο 400 π.Χ. απ’ την Αθήνα. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Νίκησε γύρω στο 414 π.Χ. Ο μόνος τίτλος που έχουμε είναι ο Κορινθιαστής.

Πολύζηλος . Κωμικός ποιητής γύρω στο 400 π.Χ. απ’ την Αθήνα. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Τα έργα του γνωρίσαν πολύ μεγάλη επιτυχία. Κέρδισε 4 νίκες (μετά το 411 π.Χ). Ένα απ’ αυτά τα έργα είναι ο Δημοτυνδάρεως, μια κωμωδία πολιτικού περιεχομένου, στην οποία τον κύριο ρόλο έπαιζε ο Δήμος (ο λαός της Αθήνας). Θέμα του έργου ήταν η ανατροπή του Θηραμένη το 411 π.Χ. Οι άλλοι 4 τίτλοι που μνημονεύονται στη Σούδα ήσαν παρωδίες μύθων (Νίπτρα = πλύσιμο των ποδιών και τρεις ιστορίες γέννησης θεών, δηλαδή της Αφροδίτης του Διονύσου και των Μουσών (Αφροδίτης γοναί, Διονύσου γοναί, Μουσών γοναί).

Πολυφράδμων . Βλέπε Πολυφράσμων.

Page 79: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

79

Πολυφράσμων . Τραγικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα, γιος του τραγικού ποιητή Φρυνίχου, μαθητής του Αισχύλου. Νίκησε το 470 π.Χ. Το 467 π.Χ. ανέβασε στη σκηνή την τετραλογία Λυκούργεια, όμως νικήθηκε απ’ το δάσκαλό του κι ήρθε τρίτος. Λέγεται και Πολυφράδμων.

Ποσείδιππος ο Κασσανδρεύς . Κωμικός ποιητής γύρω στο 300 π.Χ. απ’ την Κασσάνδρεια της Μακεδονίας. Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Η επιτυχία του στην Αθήνα ήταν μεγάλη μετά το θάνατο του Μενάνδρου. Πρέπει να είχε γράψει 30 κωμωδίες. Μας είναι γνωστοί 18 τίτλοι. Σημαντική θέση στις κωμωδίες του είχαν οι μάγειροι. Κατά τον Gellius οι Menaechmi του Πλαύτου είχαν την αρχή τους σ’ ένα έργο του Ποσείδιππου (Όμοιοι = Δίδυμοι). Την επιτυχία τη δείχνει το ξανανέβασμα στη σκηνή της Αποκλειομένης το 181 π.Χ. κι ένα άγαλμα, ρωμαϊκό αντίγραφο του οποίου βρίσκεται στο Μουσείο του Βατικανού στη Ρώμη. Άλλα έργα του είναι: Αναβλέπων, Δημόται, Ερμαφρόδιτος, Κώδων, Λοκρίδες, Μεταφερόμενος Μύρμηξ, Παιδίον, Πορνοβοσκός, Σύντροφος, Φιλοπάτωρ και Χορεύουσα.

Πρατίνας . Τραγικός ποιητής του 6ου/5ου π.Χ. αιώνα απ’ τη Φλειούντα της Πελοποννήσου (Φλειάσιος). Κατά την 70ή Ολυμπιάδα (499/96 π.Χ.) διαγωνίστηκε με τον Αισχύλο. Για πρώτη φορά κέρδισε νίκη με μια παράσταση μετά το θάνατό του που τη δίδαξε το 467 π. Χ. ο γιος του Αριστίας. Απ’ τις 18 τραγωδίες του για τις οποίες μιλάει η παράδοση μας είναι γνωστός μόνο ένας τίτλος (Καρυάτιδες). Πιο μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η πληροφορία ότι ο Πρατίνας υπήρξε ο εφευρέτης του σατυρικού δράματος (λέγαν ότι ο ίδιος είχε γράψει 32 τέτοια δράματα). Το σωστό στην περίπτωση αυτή θα μπορούσε να είναι ότι ο Πρατίνας, σε κάποια στιγμή της εξελικτικής πορείας της τραγωδίας δοκίμασε και πέτυχε να ξαναδώσει ζωή στα σατυρικά δράματα που σιγά-σιγά οδεύαν στο θάνατο κι εξασφάλισε γι’ αυτά την παραδοσιακή, αργότερα, θέση στο τέλος της τετραλογίας. Με τα δράματα αυτά που κατάγονταν απ’ την Πελοπόννησο, ο Πρατίνας ήταν, λόγω της καταγωγής τους, πολύ εξοικειωμένος κι απ’ τα αδιαμόρφωτα ακόμα έργα δημιούργησε μια καθαρά λογοτεχνική μορφή. Ένας μόνο τίτλος μας είναι γνωστός (Παλαισταί), ο Αθήναιος όμως μας έσωσε ένα υπόρχημα από ένα σατυρικό δράμα του. Το κείμενο φανερώνει ότι ένας Χορός σατύρων αγωνιζόταν να πετύχει την είσοδό του στην ορχήστρα, όπου κυριαρχούσε ένας άλλος Χορός που τον συνόδευε μουσική αυλού (η αποδοχή ωστόσο δυο Χορών δεν είναι απόλυτα σίγουρη). Ήταν μια σκηνή (με αναπαίστους και τροχαίους) που βρίσκεται πολύ κοντά στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Απ’ την πλευρά της ιστορίας της μουσικής σημαντική είναι η μείωση της μουσικής του αυλού προς όφελος της συνοδείας με λύρα. Ο γιος του Αριστίας ήταν κι αυτός τραγικός ποιητής.

Πυθάγγελος . Τραγικός ποιητής απ’ τη Βοιωτία που διακωμωδήθηκε απ’ τον Αριστοφάνη.

Πύθων . Δραματικός ποιητής γύρω στο 300 π.Χ. απ’ την Κατάνη (Καταναίος). Έγραψε ένα έργο με τον τίτλο Αγήν που το 324 π.Χ. το παρουσίασε στο στρατόπεδο του Μ. Αλεξάνδρου. Πραγματευόταν ένα περιστατικό των ημερών του, τη δραπέτευση του Άρπαλου. Συγγραφέας του έργου θεωρήθηκε πως θα μπορούσε να είναι κι ο ίδιος ο βασιλιάς. Θυμίζοντας στο ύφος κάπως την Αρχαία Αττική Κωμωδία, το έργο ήταν ίσως μια ιδιότυπη περίπτωση, κάτι ανάμεσα σε κωμωδία και σατυρικό δράμα.

Πυλάδης . Ηθοποιός του 1ου π.Χ. αιώνα απ’ την Κιλικία. Έζησε στη Ρώμη. Την εποχή του Αυγούστου συνέβαλε με την τέχνη του στη διαμόρφωση του τραγικού παντόμιμου σ’ αυτοτελή μορφή τέχνης. Πρέπει να είχε γράψει κι ένα έργο για την υποκριτική.

Ρίνθων. Ποιητής γύρω στο 300 π.Χ. απ’ τις Συρακούσες. Στα χρόνια του Πτολεμαίου Α΄ (του Λάγου). Ήταν γιος κεραμέα κι εργάστηκε στον Τάραντα, παρουσιάζοντας στη σκηνή θέματα της τραγωδίας με τον τρόπο της κωμωδίας (ιλαροτραγωδία, άλλα ονόματα φλύαξ, φλυακογραφία). Στον Ρίνθωνα τα θεατρικά αυτά έργα οφείλουν τη λογοτεχνική τους

Page 80: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

80μορφή. Ο Ρίνθων πρέπει, σύμφωνα με τη Σούδα, να έγραψε 38 τέτοια δράματα. Τα

περισσότερα ήσαν παρωδίες μύθων όπως τους είχε πραγματευτεί ο Ευριπίδης. Απ’ τα έργα του αυτά φτάσαν σε μας 9 τίτλοι και μόνο λίγα αποσπάσματα (Αμφιτρύων, Ηρακλής, δυο φορές Ιφιγένεια, Μήδεια, Ορέστης, Τήλεφος, Ευνοβάται (;), Μελέαγρος). Αγγειογραφίες απ’ τη Ν. Ιταλία μας δίνουν μια ιδέα απ’ τις παραστάσεις αυτών των έργων.

Σάκας . Βλέπε Ακέστωρ.

Σαννυρίων . Κωμικός ποιητής του 5ου/4ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα σύγχρονος του Διοκλή. Ανήκε στους όψιμους εκπροσώπους της Αρχαίας Αττική Κωμωδίας. Απ’ τα έργα του Γέλως, Δανάη και Ιώ έχουμε αποσπάσματα, στα οποία μεταξύ άλλων διακωμωδούνται και σύγχρονα πρόσωπα. Επρόκειτο μάλλον για παρωδίες μύθων. Ο Σαννυρίων με τη σειρά του διακωμωδήθηκε απ’ τον Αριστοφάνη γιατί ήταν πολύ αδύνατος. Άλλο έργο του κατά τον Αθήναιο: Ψυχασταί.

Σάτυρος . Κωμικός ποιητής που τον αναφέρει ο Πλούταρχος.

Σεραπίων . Τραγικός ποιητής που μερικοί στίχοι του φτάσαν σε μας απ’ τον Στοβαίο.

Σημύλος . Βλέπε Σιμύλος.

Σθένελος . Τραγικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα αμφίβολων ικανοτήτων. Μνημονεύεται δυο φορές απ’ τον Αριστοτέλη (Ποιητική) σαν παράδειγμα απλής και λιτής γλώσσας. Διακωμωδήθηκε συχνά απ’ τον Αριστοφάνη και τον Πλάτωνα τον Αθηναίο.

Σιμύλος . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Ο λεξικογράφος Πολυδεύκης αναφέρει στο Ονομαστικόν του μια κωμωδία του με τον τίτλο Μεγαρική.

Σκίρας . Κωμικός ποιητής του 3ου π.Χ. αιώνα απ’ τον Τάρνατα (Ταραντίνος). Έγραψε φαρσοκωμωδίες του τύπου της Κάτω Ιταλίας (φλύακες), απ’ τις οποίες έχει σωθεί μόνο ένας τίτλος (Μελέαγρος) κι ένα απόσπασμα με μια παρωδία του Ευριπίδη.

Σουσαρίων . Κωμικός ποιητής του 6ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Ήταν γιος του Φιλίνου και καταγόταν απ’ τον Τριποδίσκο της Μεγαρικής αλλά εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου έβαλε στους Διονυσιακούς χορούς τα σκωπτικά αυτοσχέδια των Μεγάρων. Θεωρείται αυτός που επινόησε την κωμωδία. Την πρώτη παράσταση έδωσε το 570 π.Χ. με Χορό Ικαρίων. Καταγόταν απ’ τη Μεγαρίδα αλλά τον λέγαν Ικάριο γιατί ζούσε στο δήμο της Ικαρίας.

Σόφιλος . Δραματικός ποιητής απ’ τη Θήβα ή τη Σικυώνα. Δεν ξέρουμε τίποτ’ άλλο γι’ αυτόν.

Σοφοκλής . Μεγάλος τραγικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα. Είχε την προσωνυμία Δεξίων που σημαίνει ο δεξάμενος τον θεόν. Ο Σοφοκλής είχε γράψει παιάνα στον Ασκληπιό για να

Page 81: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

81σταματήσει ο λοιμός κι ο θεός τον επισκέφθηκε στο σπίτι του. Οι Αθηναίοι χτίσαν ηρώον Δεξίωνος, όπου προσφέραν κάθε χρόνο θυσίες. Η ζ ω ή τ ο υ π ο ι η τ ή. Ο Σοφοκλής ήταν γνήσιος Αθηναίος απ’ την Αιγηίδα φυλή. Γεννήθηκε το 497-495 π.Χ. στον αττικό δήμο του Ιππείου Κολωνού που τον απαθανάτισε με το δράμα του Οιδίπους επί Κολωνώ. Τον καιρό εκείνο κυριαρχούσαν στο θέατρο ο Χοιρίλος, ο Πρατίνας κι ο Φρύνιχος ενώ άρχιζε τη θεατρική του σταδιοδρομία ο Αισχύλος. Ο πατέρας του λεγόταν Σόφιλλος και σύμφωνα με τον συγγραφέα Αριστόξενο ήταν τέκτων ή χαλκεύς, ενώ κατά τον Ίστρο μαχαιροποιός. Κάτι τέτοιο όμως απ’ το συσχετισμό όλων των στοιχείων των πηγών, φαίνεται πως δεν μπορεί να θεωρηθή απόλυτα βέβαιο. Αντίθετα με βάση αυτά τα στοιχεία πρέπει να θεωρηθεί σαν πιο σίγουρη η άποψη που υποστηρίζει ο Βίος, σύμφωνα με την οποίαν ο πατέρας του ποιητή χρησιμοποιούσε στην επιχείρησή του δούλους εργάτες, τέκτονες ή χαλκείς, χωρίς να είναι ο ίδιος εργάτης, γιατί αν ήταν κάτι τέτοιο αλήθεια δε θα μπορούσε ο γιος του να φτάσει στα ύπατα αξιώματα της Πολιτείας σαν ισότιμος μ’ εκείνους που προέρχονταν απ’ την τάξη των ευγενών, όπως ο Περικλής κι ο Νικίας με τους οποίους συστρατήγησε. Μ’ αυτήν την άποψη συμφωνεί κι ο Πλίνιος που βεβαιώνει ότι ο Σοφοκλής καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια. Ο Σοφοκλής παντρεύτηκε τη Νικοστράτη και μαζί της έκανε έναν γιο, τον Ιοφώντα που κι αυτός έγινε τραγικός ποιητής. Άλλη μια γυναίκα με την οποία συζούσε ο Σοφοκλής ήταν η Θεωρίς απ’ τη Σικυώνα. Ο Αθήναιος κι ο Ησύχιος λένε ότι η Θεωρίς δεν ήταν νόμιμη γυναίκα του ποιητή αλλ’ ερωμένη του. Απ’ αυτήν έκανε ένα γιο, τον Αρίστωνα που κι αυτός έγινε τραγικός ποιητής. Σύμφωνα με τον ιστορικό Ηγήσανδρο, ο Σοφοκλής σε πολύ μεγάλη ηλικία αγάπησε την εταίρα Αρχίππη και μάλιστα την όρισε κληρονόμο του μετά το θάνατό του. Αυτό όμως δεν επιβεβαιώνεται από καμιά άλλη πηγή και δε φαίνεται ν’ ανταποκρίνεται στην αλήθεια. Η Σούδα αναφέρει ότι ο Σοφοκλής έκανε εν όλω 5 γιους, τον Ιοφώντα, τον Λεωσθένη, τον Αρίστωνα, τον Στέφανο και τον Μενεκλείδη. Όταν ήταν νέος διακρινόταν για την ομορφιά του και γι’ αυτό, σύμφωνα με τον Βίο, όταν οι Αθηναίοι πανηγυρίζαν τη νίκη της Σαλαμίνας, ο Σοφοκλής μετά λύρας, γυμνός αληλιμμένος τοις παιανίζουσι των επινικίων εξήρχε. Επίσης όταν αργότερα ανέβασε στο θέατρο τα έργα του Θαμύρας και Ναυσικάα κι υποδιόταν ο ίδιος τον Θαμύρα να παίζει κιθάρα και να διαγωνίζεται προς τις Μούσες και τη Ναυσικά να παίζει τη σφαίρα με τις φίλες της τον θαυμάσαν όλοι οι Αθηναίοι για τη χάρη και την ομορφιά του. Μάλιστα λένε πως ο περίφημος ζωγράφος Πολύγνωτος τον ζωγράφισε σαν Θαμύρα να παίζει κιθάρα. Ο Σοφοκλής είχε μεγάλη μόρφωση. Μουσική διδάχτηκε τόσο καλά απ’ τον μεγάλο μουσικό Λάμπρο, ώστε μελοποιούσε ο ίδιος τα χορικά και τα’ άλλα μελικά μέρη των τραγωδιών του, ενώ την τραγική τέχνη την έμαθε απ’ τις τραγωδίες του Αισχύλου. Στο Αθηναϊκό κοινό παρουσιάστηκε σαν τραγικός ποιητής το 468 π.Χ. σε ηλικία 28 ετών, όταν άρχοντας ήταν ο Αμφίων, με την τραγωδία του Τριπτόλεμος. Στον πρώτο αυτόν αγώνα του νίκησε τον Αισχύλο που είχε επιβληθεί στους Αθηναίους σαν ο μεγαλύτερος τραγικός ποιητής της εποχής του και κατάπληξε την Αθήνα με τη μεγάλη δραματική του ιδιοφυΐα. Κριτές στον αγώνα αυτόν ήσαν ο Κίμων κι άλλοι συστρατηγοί του που πριν από λίγο είχαν γυρίσει θριαμβευτές και δαφνοστεφανωμένοι απ’ τους πολέμους κατά των βαρβάρων. Ο Κίμων θαύμαζε τον Αισχύλο, όμως παρά τον θαυμασμό του και τη συμπάθεια που του είχε αναγνώρισε την υπεροχή της τραγωδίας του Σοφοκλή και του πρόσφερε το πρώτο βραβείο. Από επιγραφή φαίνεται ότι ο Σοφοκλής χρημάτισε πρόεδρος των Ελληνοταμιών. Το 443-442 π.Χ. του έγινε η τιμή να συστρατηγήσει με τον Περικλή στον πόλεμο κατά των Σαμίων κι αυτό εξ αιτίας της θριαμβευτικής παράστασης της Αντιγόνης του. Το 440 π.Χ., τον καιρό που ο Περικλής νικούσε τους Σαμίους σε ναυμαχία κοντά στο νησί Τραγία, ο Σοφοκλής ήταν στρατηγός στη Λέσβο. Αμέσως μετά το τέλος του Σαμιακού πολέμου, διαγωνίστηκε με τον Ευριπίδη και νίκησε κερδίζοντας πρώτη νίκη. Το 409 π.Χ. κέρδισε πάλι πρώτη νίκη με τον Φιλοκτήτη. Στους δραματικούς αγώνες είχε πολύ περισσότερες νίκες απ’ τον Αισχύλο και τον Ευριπίδη γιατί 18 ή 20 φορές ήρθε πρώτος, πολλές άλλες φορές δεύτερος και ποτέ τρίτος. Την ιδιωτική ζωή του Σοφοκλή την χαρακτήριζε η βασική αρχή της ζωής των μεγάλων πνευματικών προσωπικοτήτων της αρχαίας Ελλάδας, όπου η πνευματική κι ηθική ζωή τους έπρεπε να είναι σε απόλυτη αρμονία. Τα κύρια χαρακτηριστικά που διακρίναν τη ζωή του και το πνευματικό έργο του ήταν ο λόγος, το μέτρο, η αρμονία, η σεμνότητα, η επιβολή του πνέυματος στη φύση, η ελευθερία, η δικαιοσύνη, ο ανθρωπισμός κι η αξιοπρέπεια. Τη σχέση του με τους συνανθρώπους του τις χαρακτήριζε η απλότητα, η ειλικρίνεια κι η εγκαρδιότητα. Ήταν τύπος ευχάριστος, κοινωνικός, εύθυμος και παιδιώδης παρ’ οίνον και δεξιός. Ο ανώνυμος βιογράφος του χαρακτηρίζει το ήθος του λέγοντας: και απλώς, ως έστιν ειπείν, του ήθους τοσαύτη γέγονε χάρις, ώστε πάντη και προς απάντων αυτόν στέργεσθαι. Μέσα στο ίδιο πνεύμα βρίσκονταν κι οι σχέσεις του με τους άλλους πνευματικούς άντρες της εποχής του. Από σχετικές αρχαίες μαρτυρίες μαθαίνουμε πως

Page 82: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

82θαύμαζε και σεβόταν το μεγάλο του δάσκαλο Αισχύλο, με τον οποίον είχε φιλικές

σχέσεις. Για τις σχέσεις του με τον Ευριπίδη υπάρχει η μαρτυρία του Αριστοτέλη σύμφωνα με την οποία Σοφοκλής έφη, αυτός μεν οίους δη ποιείν, Ευριπίδην δε οίοι εισί. Αυτά τα λόγια του Αριστοτέλη χαρακτηρίζουν θαυμάσια την αληθινή φύση των δυο πνευμάτων και δείχνουν τον ιδεαλισμό της τέχνης του πρώτου και τον ρεαλισμό του δεύτερου. Είχε επίσης στενές σχέσεις με τον Ηρόδοτο, όπως βεβαιώνεται από μια ωδή προς αυτόν που η αρχή της είναι : Ωδήν Ηροδότω τεύξεν Σοφοκλής. Ανάμεσα σ’ αυτόν και τον Περικλή υπήρχε ένας αμοιβαίος θαυμασμός κι ο Περικλής ήταν φίλος και προστάτης του. Για τις σχέσεις του με τον Σωκράτη μας μιλάει το σημείο εκείνο της Πολιτείας του Πλάτωνος (329 Β) όπου την απολύτρωση του ανθρώπου απ’ την τυραννία των υλικών ηδονών, την ηθική ελευθερία, ο Σοφοκλής τη θεωρεί σαν το ύψιστο αγαθό της ανθρώπινης ζωής. Το πνεύμα του ποιητή συναντιέται εδώ με το πνεύμα του φιλοσόφου, του Πλάτωνος. Ο Αριστοφάνης λίγο μετά το θάνατό του παρουσιάζει τον Σοφοκλή σαν άνθρωπο με ήρεμο χαρακτήρα. Όμως οι βιογράφοι του λένε πως είχε μεγάλα πάθη που συνταράξαν την οικογενειακή του γαλήνη κι ήταν επιρρεπής στον έρωτα. Διαφωτιστικό για τη ζωή και τον χαρακτήρα του ποιητή είναι επίσης και το ανέκδοτο των Αλεξανδρινών χρόνων. Σύμφωνα μ’ αυτό, όταν ο Σοφοκλής θέλησε να νομιμοποιήσει τον έγγονό του που προερχόταν απ’ τη Θεωρίδα, γιο του γιου του απ’ αυτήν Αρίστωνα, ο άλλος του γιος, ο νόμιμος, απ’ τη Νικοστράτη, πήγε τον πατέρα του στο αρμόδιο δικαστήριο των Φρατώρων με το αιτιολογικό ότι αυτός λόγω της γεροντικής του ηλικίας ήταν παράφρων. Σύμφωνα με τον Βίο οι δικαστές επετίμησαν τον Ιοφώντα γι’ αυτή του την πράξη κι ο Σοφοκλής γυρίζοντας προς τους δικαστές τους είπε την φράση: Ει μεν ειμί Σοφοκλής, ου παραφρονώ, ει δε παραφρονώ, ουκ ειμί Σοφοκλής. Ο Πλούταρχος λέει ότι στη δίκη διάβασε τους περίφημους στίχους του απ’ τον Οιδίποδα επί Κολωνώ, με τους οποίους υμνεί τον τόπο της γέννησής του και το αποτέλεσμα υπήρξε καταπληκτικό. Όλοι οι παρευρισκόμενοι τον επευφημήσαν και τον προπέμψαν θριαμβευτικά όπως στις μεγάλες θεατρικές του παραστάσεις: Θαυμαστόν δε του μεγάλου φανέντος, ώσπερ εκ θεάτρου του δικαστηρίου προπεμφθήναι μετά κρότου και βοής παρόντων. Για το θάνατό του υπάρχουν πολλές εκδοχές. Σύμφωνα με τους συγγραφείς Ίστρο και Νεάνθη (Βίος 14), πνίγηκε προσπαθώντας να καταπιεί ένα άγουρο σταφύλι, αλλά κατά τον συγγραφέα Σάτυρο, διαβάζοντας την Αντιγόνη του εδυνάμωσε την φωνήν του και εβγήκε μαζί με αυτήν και η ψυχή του. Άλλοι πάλι λένε πως πέθανε απ’ τη μεγάλη χαρά του για τη νίκη του στον τελευταίο δραματικό αγώνα της ζωής του : ότε νικών εκηρύχθη χαρά νικηθείς εξέλιπε. Πιο πιθανή είναι η τελευταία εκδοχή. Το γεγονός πάντως είναι πως πέθανε το φθινόπωρο του 406 π.Χ. σε βαθιά γεράματα. Λίγο πριν είχε πεθάνει ο Ευριπίδης. Ακόμα και στο θάνατό του οι Αθηναίοι θελήσαν να δώσουν μιαν υπερφυσική αίγλη και μεγαλοπρέπεια ανάλογη με την προσωπικότητά του. Έτσι λένε πως όταν οι Λακεδαιμόνιοι, στο τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου καταλάβαν την Αττική και το μέρος που ήταν ο οικογενειακός τάφος του Σοφοκλή και δεν μπορούσαν να τον θάψουν, τότε φανερώθηκε στον ύπνο του Λύσανδρου, αρχηγού των Σπαρτιατών, ο Διόνυσος και τον διάταξε επιτρέψαι τεθήναι τον άνδρα εις τον τάφον. Κατά τον Λόβωνα, στον τάφο του Σοφοκλή χαράχτηκε το επίγραμμα: Κρύπτω τώδε τάφω Σοφοκλή πρωτεία λαβόντα τη τραγική τέχνη, σχήμα σεμνότατον. Αλλά και πολλά άλλα επιγράμματα παρουσιάζονται απ’ την αρχαιότητα ότι χαραχτήκαν στον τάφο του. Και το γεγονός ότι οι Αθηναίοι λατρεύαν τον Σοφοκλή και μετά το θάνατό του σαν ήρωα της πόλης τους, είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της εκτίμησης που είχαν στην πνευματική κι ηθική προσωπικότητά του. Τ ο έ ρ γ ο τ ο υ π ο ι η τ ή. Οι γνώσεις που έχουμε για τον αριθμό των δραμάτων του Σοφοκλή στηρίζονται στις πληροφορίες που έχουμε απ’ την αρχαιότητα. Η πιο σημαντική απ’ όλες είναι του γραμματικού της Αλεξανδρινής εποχής Αριστοφάνη του Βυζαντίου, σύμφωνα με την οποίαν ο Σοφοκλής έγραψε 130 δράματα απ’ τα οποία τα 17 είναι νόθα. Η Σούδα απ’ την άλλη μεριά λέει ότι ο Σοφοκλής έγραψε 123 δράματα ως δε τινες και πολλώ πλείω. Ο Γερμανός ελληνιστής Μπεργκ για να συμβιβάσει τον αριθμό των δραμάτων που αναφέρει ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος με τον αριθμό που αναφέρει η Σούδα, υποστήριξε πως ο αριθμός των 17 νόθων δραμάτων ήταν λάθος και πως ο ακριβής αριθμός ήταν 7 κι έτσι τα γνήσια δράματα του Σοφοκλή ήσαν 123. Οι νίκες του στους δραματικούς αγώνες, σύμφωνα με τη Σούδα ήσαν 24, κατά τον Βίον 20 και κατά τον Διόδωρο μόνο 18. Ο τελευταίος αυτός αριθμός συμφωνεί και με τον αριθμό μιας επιγραφής που αναφέρει μόνο τον αριθμό των νικών στα Μεγάλα Διονύσια. Ο Βίος αναφέρει επίσης ότι ο Σοφοκλής, εκτός απ’ τις 20 πρώτες του νίκες και δευτερεία έλαβε, τρίτα δ’ ουδέποτε. Ίσως στον αριθμό 24 που αναφέρει η Σούδα να περιλαμβάνονται και δεύτερες νίκες. Ο Πήρσον πιστεύει, ότι 9 τουλάχιστον, αν όχι και περισσότερες τετραλογίες του Σοφοκλή απαρτίζονταν από δράματα που είχαν κερδίσει δεύτερες νίκες. Σε σχέση με τον πραγματικό αριθμό των δραμάτων του Σοφοκλή ο Πήρσον αναφέρει 138 τίτλους δραμάτων. Ίσως όμως

Page 83: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

83αυτό να οφείλεται στ’ ότι μερικά απ’ τα γνήσια δράματα είχαν δυο τίτλους κι έτσι ο αριθμός τους γίνεται μεγαλύτερος απ’ αυτόν που αναφέρει τόσο ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος όσο κι η Σούδα. Δυστυχώς απ’ όλο αυτό το σημαντικό έργο του ποιητή, σωθήκαν μέχρι σήμερα μόνο 7 τραγωδίες κι ένα μεγάλο τμήμα του σατυρικού του δράματος Ιχνευταί. Όλο το υπόλοιπο έργο του το εξαφάνισε ο χρόνος αφήνοντας μόνο αποσπάσματα για να φτιάξουν οι νεώτεροι πίνακα των χαμένων του δραμάτων. Ο πιο σημαντικός πίνακας θεωρείται αυτός του Πήρσον, εκδότου τρίτομου έργου που περιλαμβάνει όλα τα σωζόμενα αποσπάσματα των χαμένων δραμάτων που φτάνουν τα 1.129. Οι δυο πρώτοι τόμοι περιέχουν 730 αποσπάσματα 112 γνήσιων δραμάτων, τα οποία κατονομάζονται ρητά. Στον τρίτο τόμο περιλαμβάνονται 399 αποσπάσματα μόνο από άδηλα δράματα. Απ’ αυτά τα 112 που ρητά αναφέρονται τα 18 είναι απόλυτα βέβαιο ότι ήσαν σατυρικά δράματα. Αυτά είναι: Άμυκος, Αμφιάρεως, Αχιλλέως ερασταί, Διονυσίσκος, Ελένης γάμος, Έρις, Ηρακλής, Ιχνευταί, Κηδαλίων, Κρίσις, Κωφοί, Μώμος, Πανδώρα, Σαλμωνεύς, Τήλεφος, Ύβρις, Δαίδαλος, Ηρακλείσκος. Ο Ίναχος κι οι Σύδειπνοι ήσαν ή σατυρικά ή της ίδιας κατηγορίας με την Άλκηστη του Ευριπίδη. Στον ίδιο πίνακα επίσης, σύμφωνα με τον Πήρσον, μπορούν να περιληφθούν και τα δράματα: Μούσαι, Σίσυφος, Φαίακες κι ακόμα ίσως ο Χρύσης, οπότε ο συνολικός αριθμός των σατυρικών δραμάτων γίνεται 24. Στην εγκυκλοπαίδεια Πάουλυ - Βισσόβα στο σημείο που αναφέρεται στον Σοφοκλή παρουσιάζονται για σατυρικά δράματα 23 κι εκφράζεται η γνώμη ότι μάλλον κι άλλα 7-8 δράματα απ’ τα 123 που αναφέρονται ήσαν σατυρικά. Τα θέματα των δραμάτων του Σοφοκλή, κατά κανόνα, ήσαν απ’ τις παραδόσεις και τους μύθους του αρχαίου Ελληνικού κόσμου, του κύκλου της Ελληνικής μυθολογίας και θρησκείας. Η κατάταξη των θεμάτων που διάλεξε ο Πήρσον σαν καλύτερη είναι εκείνη που βασίζεται στη γενεαλογική καταγωγή των ηρώων τους και με βάση αυτή την κατάταξη κατάρτισε τον επόμενο πίνακα : Ι. Θεογονία. Πανδώρα, Κηδαλίων, Τριπτόλεμος, Θαμύρας, Ιξίων. ΙΙ. Γενεαλογικός κλάδος Δευκαλίωνος. α) Αιολίδαι : Οινεύς, Μελέαγρος, Ιππόνους, Σίσυφος, Ιοβάτης, Αθάμας Α’ & Β’, Φρίξος, Σαλμονεύς, Τυρώ Α’ & Β’, Άδμητος, Εύμηλος. β) Αργοναυτικής εκστρατείας : Λήμνιαι, Άμυκος, Φινεύς Α’ & Β’, Τυμπανισταί, Κολχίδες, Σκύθαι, Ριζοτόμοι. ΙΙΙ. Κλάδος Ινάχου. α) Ίναχος : Ακρίσιος, Δανάη, Ανδρομέδα, Λαρισσαίοι. β) Ηρακλέους γενεαλογία : Αμφιτρύων, Ηρακλείσκος, Ηρακλής (ή επί Ταινάρω Σάτυροι), Τραχινίαι. γ) Κλάδος Ευρώπης : Δαίδαλος, Καμικός, Μίνως, Πολύϊδος (ή Μάντεις). δ) Κλάδος Κάδμου : Διονυσίσκος, Νιόβη, Οιδίπους Τύραννος, Οιδίπους επί Κολωνώ, Αμφιάρεως, Αντιγόνη, Επίγονοι (ή Εριφύλη), Οκλής, Αλκμέων. IV. Πελασγικός κλάδος, Αρκαδική γενεαλογία. Αλεάδαι, Τήλεφος, Μυσοί. V. Αρκαδία. Επίσης στην Αρκαδία διαδραματίζονται οι Ιχνευταί. VI. Κλάδος Ασωπού. Αχιλλέως ερασταί, Πηλεύς, Φθιώτιδες, Δόλοπες, Φοίνιξ. VII. Κλάδος Κέκροπος. Τηρεύς, Κρέουσα, (Ίων), Αιγεύς, Θησεύς, Φαίδρα,. Στον κύκλο αυτό υπάγεται στην ουσία κι ο Οιδίπους επί Κολωνώ κι όχι στον Θηβαϊκό κύκλο. VIII.Κλάδος Τανταλιδών. Τάνταλος, Οινόμαος, (Ιπποδάμεια), Ατρεύς, Θυέστης Α’ & Β’. ΙΧ. Τρωικά. Επικός κύκλος. α) Κύπρια : Αλέξανδρος, Έρις, Κρίσις, Μώμος, Ελένης γάμος, Οδυσσεύς μαινόμενος, Αχαιών σύλλογος, Ιφιγένεια (Κλυταιμνήστρα), Σύνδειπνοι, Ποιμένες (Ανδρομάχη), Ελένης απαίτησις (αρπαγή), Τρωίλος, Παλαμήδης. β) Αιθιοπίς : Αιθίοπες (Μέμνων), Φρύγες. γ) Μικρά Ιλιάς : Αίας, Φιλοκτήτης, Φιλοκτήτης εν Τροία, Σκύριοι, Ευρύπυλοι, Λάκαιναι. δ) Ιλίου Πέρσις : Λαοκόων, Σίνων, Πρίαμος, Αντηνορίδαι, Αίας Λοκρός, Αιχμαλωτίδες, Πολυξένη.

Page 84: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

84ε) Νόστοι :

Ναύπλιος καταπλέων, Ναύπλιος Πυρκαεύς, Αίγισθος, Ηλέκτρα, Αλήτης, Εριγόνη, Χρυσηΐς, Ερμιόνη, Τυνδάρεως, Τεύκρος, Ευρυσάκης. στ) Οδύσσεια : Ναυσικάα, Φαίακες. ζ) Τηλεγονία : Ευρύαλος, Οδυσσεύς ακανθοπλήξ. Τελείως άγνωστα είναι τα θέματα των δραμάτων Ίβηρες, Κωφοί, Μούσαι, Ύβρις, Υδροφόροι. Αναφέρεται επίσης κι ένα άλλο δράμα η Ωρυίθεια. Στον πίνακα του επικού κύκλου περιλαμβάνονται 43 δράματα, δηλαδή το 38%, ενώ απ’ τον ίδιο κύκλο το ποσοστό των δραμάτων του Αισχύλου φτάνει το 23% και του Ευριπίδη το 21%. Απ’ αυτό φαίνεται πως ο κύκλος των Ελληνικών επών ήταν πιο αγαπητός στον Σοφοκλή. Στον αριθμό 123 αν προστεθούν και τα 7 σωζόμενα δράματα το σύνολο των δραμάτων του Σοφοκλή είναι 130, όπως λέει κι ο Βίος με βάση τη μαρτυρία του Αριστοφάνη του Βυζαντίου. Το γενικό συμπέρασμα λοιπόν είναι, ότι με βάσει τις αξιόπιστες νεώτερες επιστημονικές έρευνες μπορεί να θεωρηθεί απόλυτα σίγουρος ο αριθμός 123 που αναφέρει η Σούδα, των γνήσιων δραμάτων και δεν αποκλείεται να γραφτήκαν και περισσότερα πολλώ πλείω, όπως λέει η Σούδα. Τα σωζόμενα έργα του Σοφοκλή είναι, σύμφωνα με την πιθανότερη χρονολογική σειρά παραστάσεων : Αίας, Αντιγόνη, Οιδίπους τύραννος, Τραχινίαι, Ηλέκτρα, Φιλοκτήτης, Οιδίπους επί Κολωνώ. Για τη χρονολογική σειρά των παραστάσεών τους δεν υπάρχει ίδια γνώμη απ’ τους ειδικούς ιστορικούς της αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας. Αμφισβητείται κυρίως αν το πιο παλιό απ’ τα σωζόμενα δράματα είναι η Αντιγόνη ή ο Αίας. Σύμφωνα με τη Σούδα, εκτός απ’ τα δράματά του ο Σοφοκλής έχει γράψει κι Ελεγείες και Παιάνες. Επίσης, κατά τη Σούδα, έχει γράψει έργο σε πεζό Περί του χορού, Προς Θέσπιν και Χοιρίλον αγωνιζόμενος. Ο π ο ι η τ ή ς Σ ο φ ο κ λ ή ς. Ο Σοφοκλής είναι ο εκπρόσωπος του αθηναϊκού κλασικισμού, του αττικισμού, του 5ου π.Χ. αιώνα. Η ποιητική του δημιουργία είναι η τελειότερη ποιητική σύλληψη κι έκφραση του κλασικού αττικού ιδεώδους, του αττικού πνεύματος και της αττικής ψυχής. Τα δράματά του τα διακρίνει η κλασικότητα των γραμμών της αττικής γης, το φως κι η αρμονία, η γαλήνη, η χάρη κι η γοητεία του αττικού τοπίου. Τον ποιητή τον δημιούργησε η αττική φύση με το πνεύμα της και τη φωνή της κι η Αθηναϊκή Πολιτεία με τους θρύλους της, την ιστορία της και τους θεσμούς της, τη θρησκεία και την ηθική της, τη φιλοσοφία και την παιδεία της κι όλες εκείνες οι μεγάλες αρετές της (Θουκιδίδου Α, 70, Β, 35-46) που τη φτάσαν να γίνει το κέντρο όλου του κόσμου σαν μητέρα του αιώνιου αρχαίου ελληνικού - αθηναϊκού πνεύματος. Το μυστήριο της ουσίας και του μεγαλείου του δραματικού έργου του δεν είναι δυνατόν να διαφωτιστεί παρά μόνο με το φωτισμό του μυστηρίου της αττικής φύσης και της αττικής ψυχής. Απ’ όλους τους ποιητές και φιλοσόφους του νεώτερου κόσμου τονίζεται ιδιαίτερα η αξία του παράγοντα της Αττικής φύσης στην πνευματική δημιουργία της Αθήνας και τη διάπλαση των πνευματικών δημιουργημάτων των μεγάλων δημιουργών της. Όλοι οι μεγάλοι κλασικοί συγγραφείς της αρχαίας Ελλάδας, ποιητές και πεζογράφοι που υμνήσαν στα έργα τους την Αθήνα, τονίζουν πως η φύση της Αττικής είναι μητέρα του Αττικού ανθρώπου (Πλάτωνος Μενέξενος, 237 Β Γ, Πολιτεία 740 Δ, Τίμαιος 24 ΔΕ, Ισοκράτους Πανηγυρικός 25, Λυκούργου κατά Λεωκράτους, 2, 47, 85). Ο Σοφοκλής σαν δραματικός ποιητής συνεχίζει να τελειοποιεί το ελληνικό δράμα όπως το διαμόρφωσε ο Αισχύλος. Με το έργο του η δραματική τέχνη φτάνει στο κορύφωμά της. Κι η τέχνη του Αισχύλου κι η τέχνη του Σοφοκλή ξεκινάνε απ’ το ίδιο καλλιτεχνικό ιδεώδες, δηλαδή την αρμονία του Διονυσιακού και του Απολλωνίου πνεύματος, σύμφωνα με τη γνωστή θεωρία του Νίτσε, όπως την ανάπτυξε στο έργο του Η γένεσις της τραγωδίας. Στη ζωή του ο Σοφοκλής συναγωνίστηκε, νέος με τον Αισχύλο, γέρος με τον Ευριπίδη. Τους επηρέασε και τους δυο, δέχτηκε όμως και τη δική τους επίδραση. Στα πρώτα του έργα (Αίας, Αντιγόνη) είναι αισχυλικός, ενώ στα τελευταία του (Τραχινίαι, Φιλοκτήτης) ευριπιδικός. Στη μέση της θεατρικής του σταδιοδρομίας η έμπνευσή του ξεχειλίζει πια με την τραγωδία Οιδίπους Τύραννος. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Σοφοκλής για τη γλυκύτητα της γλώσσας του λεγόταν Μέλιττα. Ο Α ι σ χ ύ λ ο ς κ ι ο ι ή ρ ω ε ς τ ο υ Σ ο φ ο κ λ ή. Αισχύλος και Σοφοκλής! Δυο πνεύματα που εδώ κι αιώνες κατέχουν χωρίς διεκδικήσεις τους απρόσιτους θώκους της ποιητικής τέχνης. Απαράμιλλοι τέκτονες του δραματικού λόγου και των υψηλών στοχασμών. Κι όμως αυτές τις ολύμπιες προσωπικότητες τις χωρίζουν μεγάλες και σημαντικές διαφορές. Ο Αισχύλος παιδί του τέλους του 6ου και των αρχών του 5ου π.Χ. αιώνα, είναι εκπρόσωπος του πνεύματος και της ψυχής της ηρωικής γενιάς των μαχητών και νικητών του Μαραθώνα, όπου κι ο ίδιος πολέμησε, του πνεύματος της ηρωικής ελληνικής παράδοσης, του ελληνικού μύθου και της ελληνικής φαντασίας, των ελληνικών θεών και των ελληνικών ηρώων. Ο Σοφοκλής απ’ την άλλη μεριά είναι το παιδί

Page 85: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

85του 5ου π.Χ. αιώνα. Και το πνεύμα αυτού του αιώνα είναι το πνεύμα του κόσμου. Αυτό το πνεύμα που ξεκινώντας απ’ την Αθήνα, αρχίζει να διεισδύει σιγά-σιγά σ’ όλες τις τότε γνωστές γωνιές της ανθρωπότητας. Είναι το πνεύμα του ελληνικού διαφωτισμού και της κριτικής ελληνικής φιλοσοφικής σκέψης στη νέα Σωκρατική της μορφή. Ο Σοφοκλής σαν τραγικός ποιητής είναι μύστης κ’ ιεροφάντης των δυο θεϊκών δυνάμεων της δραματικής τέχνης, του Διονύσου και του Απόλλωνα, αλλά συγχρόνως και γέννημα της Αττικής ψυχής, της Αθηνάς. Και το πνεύμα αυτής της θεάς είναι το πνεύμα του λόγου και της κριτικής. Είναι αυτό που κυριαρχεί στη δραματική δημιουργία του και τον κάνει να ξεχωρίζει απ’ τον Αισχύλο. Το δράμα του ποιητή του Προμηθέα και των Ευμενίδων κινείται μέσα στον κόσμο του υπερφυσικού και του υπερανθρώπινου. Αντίθετα το δράμα του Σοφοκλή κινείται μέσα στον κόσμο του φυσικού και του ανθρώπινου. Ο Αισχύλος είναι ο ποιητής του Υψηλού, ενώ ο Σοφοκλής είναι ο ποιητής της Ομορφιάς. Ο Αισχύλος εμπνέει τον φόβο και το δέος, ο δεύτερος γοητεύει και λυτρώνει. Στο δράμα του Αισχύλου ο άνθρωπος είναι τυφλό όργανο των σκοτεινών κι ανεξιχνίαστων δυνάμεων που στέκεται από πάνω του στυγνή κι αδυσώπητη η Ειμαρμένη. Στα δράματα του Σοφοκλή η δύναμη που υπαγορεύει τις δραματικές πράξεις των ηρώων του, είναι η ανθρώπινη βούληση, η λογική κι ο στοχασμός. Πολλοί είπαν ότι στο Σοφοκλή, σ’ αντίθεση με τον Αισχύλο, οι θεοί δεν παρηγορούν τον άνθρωπο, αλλά διευθύνουν απλώς τα πεπρωμένα του κι ακόμα ότι αυτός είναι απομονωμένος και, κατά έναν τρόπο, ξεριζωμένος απ’ τον κόσμο. Είναι αλήθεια ότι οι ήρωες του Αισχύλου συνήθως δεν παρουσιάζονται απομονωμένοι κι απροστάτευτοι, είτε άνθρωποι είναι αυτοί, είτε ημίθεοι, αλλ’ έχουν επαφή με τους θεούς που είτε φιλικά είτε εχθρικά βρίσκονται πάντα κοντά τους. Οτιδήποτε κι αν αισθάνεται ή κάνει ο τραγικός ήρωας του Αισχύλου, είτε καλό είτε κακό, είτε υποκύπτει, είτε με τη θέληση και το πείσμα του αντιστέκεται, δεν κάνει ούτε βήμα σαν ξεχωριστή ύπαρξη. Η θεϊκή βούληση επιβάλλεται και στους ήρωες του Σοφοκλή, όχι όμως πάντοτε και παντού. Βρίσκεται κοντά στον άνθρωπο, όμως σαν κάτι ξένο, σαν κάτι ακατάληπτο, σαν κάτι που έρχεται από έναν άλλο κόσμο. Η βασική αυτή διαφορά ανάμεσα στους δυο αυτούς τραγικούς έχει την αιτία της. Στην εποχή του Αισχύλου δεν είχε διαχωριστεί ακόμα το καθαρά ανθρώπινο απ’ το Σύμπαν, από το θεϊκό. Δεν απασχολεί τον Αισχύλο το αίνιγμα των ορίων που χωρίζουν το θεϊκό απ’ τον άνθρωπο. Σύμφωνα μ’ αυτόν πάντα δαιμόνων πλήρη, δηλαδή όλα είναι γεμάτα από θεϊκή δύναμη. Στο Σοφοκλή αντίθετα, επικρατεί το γνώθι σ’ αυτόν κι όχι τα πάντα δαιμόνων πλήρη. Ο άνθρωπος δηλαδή ξεχωρίζεται απ’ το Σύμπαν σαν κάτι που έχει ιδιαίτερη υπόσταση. Ο τραγικός μάλιστα ήρωας διακρίνεται στον Σοφοκλή όχι μόνο σαν άνθρωπος σ’ αντίθεση με το Σύμπαν, αλλά και σαν άτομο. Ο ποιητής σαν παιδί της εποχής του Περικλή διαμόρφωσε την τραγωδία του σύμφωνα με τις αντιλήψεις περί πολιτείας κι ατόμου της εποχής αυτής. Ίσως αυτό να είναι η αιτία που όλες σχεδόν οι τραγωδίες του έχουν τ’ όνομα του ήρωα που πρωταγωνιστεί, ενώ οι περισσότερες του Αισχύλου παίρνουν το όνομά τους απ’ το χορό. Στον Αισχύλο πίσω απ’ τους ήρωες στέκεται, εξ ορισμού, η πόλη με τα προβλήματά της. Τέλος η σύνδεση του ατόμου με τη γενιά του που παρουσιάζεται στον Αισχύλο κι η ολέθρια επίδραση που έχει αυτή η σύνδεση στην Ειμαρμένη, δεν είναι πια ανεκτή απ’ το φιλελεύθερο πνεύμα που επικρατούσε την εποχή του Σοφοκλή. Ούτε στην Ηλέκτρα γίνεται λόγος για την κατάρα που βαραίνει την οικογένεια των Λαβδακιδών, ούτε ο Οιδίπους βρίσκεται κάτω απ’ το βάρος της. Σύμφωνα με το πνεύμα της εποχής του Περικλή, το ίδιο το άτομο παρουσιάζεται τώρα φορέας των τραγικών γεγονότων κι όχι το άτομο σαν μέλος μιας ολόκληρης γενιάς. Γι’ αυτό το λόγο λοιπόν τα θέματα των τραγωδιών που αποτελούσαν μια τριλογία στον Σοφοκλή ήσαν ανεξάρτητα το ένα από το άλλο, ενώ στον Αισχύλο αποτελούσαν ενιαίο κι αυτοτελές σύνολο. Ο Αισχύλος χρειαζόταν την τριλογία, για να συλλάβει δραματικά το σύνολο επικών γεγονότων που σχετίζονταν πολλές φορές με σειρά συμφορών πολλών γενιών, που διαδοχικά τις χτυπούσε η Ειμαρμένη. Οι ή ρ ω ε ς τ ο υ Σ ο φ ο κ λ ή. Οι πράξεις των ηρώων του Σοφοκλή δεν είναι εξωτερικές, δεν επιβάλλονται από εξωτερικές πάνω απ’ τον άνθρωπο δυνάμεις, αλλ’ είναι εσωτερικές, ξεκινάνε μέσ’ απ’ την ψυχή των πρωταγωνιστών, απ’ τα συναισθήματά τους, τα πάθη τους, τις ιδέες τους, από καθαρά ανθρώπινα στοιχεία. Κι η μεγάλη τέχνη του ποιητή βρίσκεται στην ανάπτυξη των δραματικών πράξεων των ηρώων του με τέτοιον τρόπο ώστε να τονίζεται η δύναμη που κυριαρχεί στο δράμα, η ανθρώπινη φύση κι η θέληση των ηρώων. Η εξιδανίκευση κι η ηρωοποίηση του ανθρώπου είναι ο κύριος σκοπός του ποιητή σαν δραματικού και τραγικού ποιητή. Κι η ηθική αυτή αξία του δράματός του είναι εκείνο που χαρακτηρίζει τον ποιητή. Βέβαια στον Σοφοκλή το ανθρώπινο δεν είναι τελείως ανεξάρτητο απ’ το υπερφυσικό. Οι θεοί κι η Ειμαρμένη κρύβονται πάντα στο βάθος των τραγωδιών του. Το φυσικό και το υπερφυσικό συμπλέκονται. Όμως εκείνο που φαίνεται καθαρά στα δράματα του Σοφοκλή είναι ότι η δύναμη του υπερφυσικού αρχίζει να κλονίζεται. Το έργο του αρχίζουν να το φωτίζουν οι πρώτες ακτίνες της ανθρώπινης

Page 86: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

86ελευθερίας. Στο έργο του ποιητή φαίνεται καθαρά ο αγώνας του ανθρώπου να νικήσει

τη μοίρα του, τη φύση και να την υποτάξει στη θέλησή του κάνοντάς την όργανο της ελεύθερης και δημιουργικής θέλησής του. Ο αγώνας αυτός προς τη φύση προέρχεται απ’ την ηρωική θέλησή του ανθρώπου ν’ αγωνίζεται ενάντια στη μοίρα. Κι απ’ αυτόν τον αγώνα προέρχεται κι ο ύμνος του ποιητή στον άνθρωπο σαν το πιο θαυμαστό ον του κόσμου (Αντιγόνη 332-375). Έτσι με το νόημα αυτό του δράματος που το επίκεντρό του είναι ο άνθρωπος μας δίνεται η δυνατότητα να αποκαλύψουμε την ψυχολογία των χαρακτήρων του και την αληθινή προσωπικότητά τους. Και σ’ αυτό το σημείο διαφέρει η τέχνη του Σοφοκλή απ’ τον Αισχύλο. Στο δράμα του Σοφοκλή οι τύποι των ηρώων του είναι κλασσικές ψυχογραφίες κι ηθικές προσωπογραφίες. Για πρώτη φορά κάνει την είσοδό του στο δράμα το ψυχολογικό στοιχείο σαν κύρια αιτία της εξέλιξής του. Την ανάπτυξη του ψυχολογικού στοιχείου στο δράμα του Σοφοκλή την επιβάλλει το πνεύμα της εποχής του, το πνεύμα της ανάλυσης και της κριτικής σκέψης. Ο άνθρωπος θέλει τώρα να φωτίσει το μυστηριακό βάθος της ψυχής του κι αρχίζει την έρευνα και τη μελέτη του εαυτού του και του εσωτερικού του κόσμου. Είναι η εποχή της νέας ηθικολογικής στροφής της ελληνικής φιλοσοφίας και μέσα στο κλίμα αυτής ο Σωκράτης θα διδάξει πως η ενδοσκόπηση είναι το κύριο αντικείμενο της φιλοσοφίας. Έτσι η ψυχολογία των ηρώων του δράματος, μέσα στο γενικότερο πνεύμα της εποχής, είναι το πρωταρχικό και κύριο στοιχείο του δράματος του Σοφοκλή αναδεικνύοντάς τον σαν τον απαράμιλλο ανατόμο της ψυχής του ανθρώπου. Στο δράμα του Σοφοκλή, οι ήρωές του έχουν μια σταθερή θέληση, μια κεντρική ιδέα στην οποίαν αφοσιώνονται με πάθος χωρίς υποχώρηση και κανέναν συμβιβασμό. Ο Αίας, η Αντιγόνη, η Ηλέκτρα, ο Οιδίπους, ο Φιλοκτήτης κι αυτή ακόμα η Δηιάνειρα κατέχονται απ’ το πάθος κι ενεργούν κάτω απ’ τις επιταγές του και τις παρορμήσεις του. Η θέληση των ηρώων εκδηλώνεται στην αρχή του δράματος μ’ ένα δυνατό συναίσθημα πάθους όπου κυριαρχεί απόλυτα η φαντασία. Αυτό το πάθος κυριαρχεί στην ψυχή τους κι επιβάλλει και κατευθύνει τις πράξεις τους. Η Αντιγόνη απ’ την αρχή του δράματος βλέπει με τη φαντασία της τον αγαπημένο αδερφό της, εγκαταλελειμμένο στο μέρος που σκοτώθηκε, άταφο και βορά των όρνιων κι η ψυχή της σ’ αυτή την εικόνα επαναστατεί από ένστικτο κι ηθική αγανάκτηση. Έτσι παίρνει τη μεγάλη της απόφαση που την οδηγεί στο θάνατο. Ο Αίας απ’ τη στιγμή που λυτρώνεται απ’ τη μανία του, βλέπει με τη φαντασία του τους εχθρούς του να γελούν σε βάρος του και κάτω απ’ το βάρος της ηθικής μείωσής του αποφασίζει την αυτοκτονία του. Η Ηλέκτρα έχει μέρα και νύχτα μπροστά στα μάτια της την εικόνα του πατέρα της να πέφτει κάτω απ’ τα χτυπήματα του τσεκουριού της Κλυταιμνήστρας κι η τρομερή αυτή εικόνα ανάβει στην ψυχή της το μίσος που τη σπρώχνει στην απόφαση της φοβερής εκδίκησής της. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι τους ήρωες των δραμάτων του Σοφοκλή δεν κινεί μια αφηρημένη ιδέα. Στην Αντιγόνη η ιδέα του αδερφικού καθήκοντός της παίρνει θρησκευτικό χρώμα κι η ηρωίδα μένει γλυκιά στην αντίστασή της, γιατί το βάθος της ψυχής της είναι γεμάτο αγάπη, τρυφερότητα κι αφοσίωση. Στην Ηλέκτρα, η ίδια ιδέα έχει κάτι το σκληρό. Ο Οιδίπους δεν είναι οποιοσδήποτε βασιλιάς, στον οποίον επιβάλλει το καθήκον την ανακάλυψη του ενόχου ενός εγκλήματος για να σώσει το λαό του απ’ τη συμφορά. Είναι μια έντονη προσωπικότητα, ορμητική, ισχυρογνώμων που απ’ τη στιγμή που παίρνει την απόφαση ν’ ανακαλύψει την αλήθεια, το πάθος της επιτυχίας χαλυβδώνει τη θέλησή του και ρίχνεται στην καταδίωξη του άγνωστου εγκληματία όχι σαν άνθρωπος που τον οδηγεί η αφηρημένη ιδέα του καθήκοντος, αλλά σαν διώκτης που τον καθοδηγεί το πάθος του. Τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα του δράματος του Σοφοκλή συγκλονίζονται από βαθύτατη οδύνη που φτάνει μέχρι την απόγνωση. Αγαπούν και συγχρόνως μισούν και θρηνούν για τη ζωή τους, τη στιγμή που τη θυσιάζουν χωρίς κανένα δισταγμό και με μια εσωτερική μεγαλοπρέπεια που συγκινεί και εμπνέει τον θαυμασμό. Ο Σοφοκλής παρουσιάζει την Αντιγόνη να θρηνεί, γιατί με την απόφαση της αυτοθυσίας της που την παίρνει χωρίς κανέναν εξαναγκασμό, χάνει όλες τις ελπίδες της νιότης της. Για τον ίδιο λόγο παρουσιάζει τον Αίαντα ν’ αποχαιρετάει με συγκίνηση τον ήλιο που το φως του δε θα το δει ποτέ πια, ακόμα και τη διψασμένη για εκδίκηση Ηλέκτρα να κλαιει με τρυφερότητα στην αγκαλιά του αδερφού της που γύρισε. Η θέληση των ηρώων του Σοφοκλή είναι τόσο δυνατή, ώστε δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν απ’ την ελεύθερη έκρηξη κι εκδήλωση του βάθους της ψυχής τους. Ο Σοφοκλής αποκάλυψε όλον τον εσωτερικό πλούτο της, τις εσωτερικές δυνατότητές της και την ηθική μεγαλοπρέπειά της. Στο παθητικό και τραγικό στοιχείο έδωσε ο ποιητής μια νέα μορφή. Για πρώτη φορά παρουσιάζεται το φυσικό αίσθημα, ο φυσικός πόνος. Ο Ηρακλής, ο Φιλοκτήτης, ο Οιδίπους αισθάνονται βαθιά τον φυσικό πόνο και τον εκδηλώνουν πολύ έντονα κι ο ποιητής όχι μόνον ακούει αλλά κι αναλύει το αίσθημα αυτό. Επιτρέπει στο θέατρό του τις κραυγές του φυσικού πόνου της ανθρώπινης φύσης, αλλά δεν θέλει οι κραυγές αυτές να πνίγουν τη φωνή της ψυχής. Ο άνθρωπος πρέπει να υποφέρει σαν άνθρωπος, αλλά συγχρόνως η ηθική του φύση πρέπει ν’ αντιστέκεται και το ηθικό συναίσθημα να φωτίζει τα σκοτεινά φυσικά συναισθήματα. Ο

Page 87: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

87Φιλοκτήτης υποφέρει φυσικά, στην ψυχή του όμως κυριαρχούν τα συναισθήματα της περηφάνιας, του φόβου, του μίσους. Όσο περισσότερο πονάει φυσικά, τόσο πιο δυνατά ακούγεται η φωνή της ψυχής. Ο ποιητής με το φυσικό στοιχείο, τον φυσικό πόνο, δείχνει περισσότερο το ηθικό στοιχείο, το ηθικό μεγαλείο της ψυχής. Στο δράμα του Σοφοκλή η γυναίκα για πρώτη φορά παρουσιάζεται με απόλυτο κύρος εκπροσωπώντας κι αυτή κοντά στον άντρα τον άνθρωπο (Αντιγόνη, Ηλέκτρα, Δηιάνειρα, Τέκμησσα, Ιοκάστη). Η αποκάλυψη της γυναίκας είναι αναγκαία συνέπεια της αποκάλυψης του ανθρώπου που κατέχει την πρώτη θέση στην τραγωδία. Στην τέχνη του Σοφοκλή παρουσιάζεται για πρώτη φορά η επιθυμία που αναπτύχθηκε στα χρόνια του Περικλή για μόρφωση και διάπλαση του ανθρώπου. Γι’ αυτό κι είναι μεγάλη η επίδραση των τραγωδιών του στον ανθρωπιστικό χώρο. Η τραγική καταστροφή των ηρώων του Σοφοκλή, με την είσοδο αστάθμητων δυνάμεων, θα μπορούσαμε να πούμε δαιμονιακών, στην ανθρώπινη ζωή, δεν είναι τυχαία. Είναι ανάλογη με τους ήρωες, έχει μια μυστηριακή συγγένεια μ’ αυτούς, είναι φτιαγμένη μ’ αυτούς. Αυτό το νόημα έχουν τα λόγια του χορού στην Αντιγόνη (875) : σε δ’ αυτόγνωστος ώλεσ’ οργά (σε κατάστρεψε η αυτοβουλία σου, ο αυθαίρετος κι ισχυρογνώμων χαρακτήρας σου), και στην Ηλέκτρα (216) : πολύ γαρ τι κακών υπερεκτήσω \ σα δυσθύμω τίκτουσ’ αεί \ ψυχά πολέμους τω τοις δυνατοίς \ ουκ αρεστά πράσσειν (πάρα πολλά βάσανα υπέρ το δέον τράβηξες, μόνη σου προκάλεσες, γιατί δημιουργείς με την ανευχαρίστητη κι οξύθυμη ψυχή σου πάντοτε πολέμους, πηγαίνοντας ενάντια στους ισχυρούς της ημέρας). Γι’ αυτό το λόγο πολλές φορές ο χορός επεμβαίνει, συμβουλεύοντας τους ήρωες που παρεκτρέπονται να μη ξεφεύγουν απ’ το μέτρο και ν’ αποφεύγουν τα μεγάλα λόγια. Η φύση των ηρώων που πάσχουν συμπίπτει με τα πεπρωμένα τους. Οι ήρωες και τα πεπρωμένα τους συγχωνεύονται σε μια ενότητα μυστηριακή και συγκινητική. Αυτή τη συγχώνευση τη βλέπουμε κυρίως στον Οιδίποδα τύραννο. Στην τραγωδία αυτή ο ήρωας επιτίθεται στο πεπρωμένο του που τον απειλεί και που δεν είναι κάτι ξένο που έρχεται απ’ έξω, αν κι ο ήρωας το θεωρεί σαν κάτι εξωτερικό, αλλά βρίσκεται μέσα του κι είναι κυρίαρχό του. Το τέλος του Οιδίποδα μας δείχνει, πού κυρίως βρίσκεται το τραγικό, όχι δηλαδή στ’ ότι μπροστά στη θεϊκή δύναμη, οσοδήποτε κι αν αυτή στέκεται πάνω απ’ τον άνθρωπο, αλλά στ’ ότι παρουσιάζεται σ’ όλη της την έκταση η μικρότητα του ανθρώπου. Στο τέλος του δράματος λέει ο ποιητής για το μεγαλείο του ήρωα και το αντιπαραθέτει προς το πεπρωμένο του (στ. 1524). Εκεί που ο Σοφοκλής είναι άφθαστος, είναι τα σημεία των δραμάτων του που εκφράζεται η τραγική οδύνη, η οποία έχει την πηγή της στο πνεύμα, στη σκέψη, στην υψηλή ιδέα. Η αποκάλυψη μιας μεγάλης ψυχής που μέσα στους πόνους της και τα ηθικά της μαρτύρια, ναι μεν εκφράζει με πίκρα την οδύνη της αλλά δεν καταβάλλεται απ’ αυτήν και φανερώνει όλον τον ηρωισμό, τη σταθερότητα και την περηφάνια της συνείδησής της δίνοντας μεγαλοπρέπεια στην ηθική οδύνη κι αγωνία. Και στην τέχνη αυτή της αποκάλυψης του πνευματικού κι ηθικού στοιχείου που συγκρούεται με το φυσικό στοιχείο και το νικάει αναδεικνύοντας το ηθικό μεγαλείο της ανθρώπινης φύσης, ο Σοφοκλής δε βρήκε τον όμοιό του στο παγκόσμιο θέατρο μέχρι σήμερα. Τα δευτερεύοντα πρόσωπα των δραμάτων του Σοφοκλή έχουν μεγάλη δραματική αξία, γιατί χωρίς να περιορίζονται απ’ τα’ ανώτερα αισθήματα και την ιδεαλιστική φύση και μορφή των πρωταγωνιστών παρουσιάζουν στη σκηνή την πραγματική ανθρώπινη φύση μ’ όλες τις αδυναμίες της, χωρίς το στοιχείο της εξιδανίκευσης, δημιουργώντας έτσι στο δράμα την ψυχολογική αντίθεση και τη δραματική σύγκρισή τους με τους πρωταγωνιστές. Η Τέκμησσα, η Ισμήνη, η Χρυσόθεμις, η Ιοκάστη, χρησιμοποιούνται γι’ αυτό τον σκοπό απ’ τον ποιητή κοντά στους πρωταγωνιστές. Κι η ανάγκη της παρουσίασης στη σκηνή των προσώπων αυτών σαν εκπροσώπων των συνηθισμένων και κοινών ανθρώπων δίπλα στην ηρωική ανθρώπινη φύση, έκανε αναγκαία στον Σοφοκλή την καινοτομία της εισαγωγής στο θέατρο του τρίτου ηθοποιού. Ο φιλόλογος Ν. Δ. Κορκοφίγκας παρατηρεί ότι στο θέατρο του Αισχύλου υπάρχουν ηρωίδες, δεν υπάρχουν γυναίκες. Η δραματική αποκάλυψη της γυναικείας φύσης σ’ όλη τη λεπτότητά της και με τις βαθιές εσωτερικές αντινομίες της δεν ταίριαζε με τη διθυραμβική τέχνη του Αισχύλου που απαιτούσε κι επέβαλλε τη δύναμη, το ύψος και τη μεγαλοπρέπεια. Η τέχνη όμως του Σοφοκλή μπορούσε να ανεβάσει στη σκηνή τη γυναίκα με την πραγματική ψυχολογία και τη γυναικεία της φύση. Στον Σοφοκλή οι γυναίκες είναι γυναίκες. Με τη γλυκύτητα, την τρυφερότητα και την αφοσίωσή τους, όπως η Αντιγόνη, με την ορμητικότητα και την έξαρσή τους, όπως η Ηλέκτρα, με τη ζωηρότητα και δραματικότητα των πράξεών τους, όπως η Ιοκάστη. Η θέλησή τους είναι αλύγιστη, αλλ’ όχι αντρική. Η Αντιγόνη πεθαίνοντας γιατί έθαψε τον αδερφό της, αποκαλύπτει το φύλο της με τη δύναμη και την ορμή της αδερφικής αγάπης της και με τη μυστικιστική ευλάβεια που δίνει στην αυτοθυσία της. Κι αυτή η Κλυταιμνήστρα, όσο σκληρή κι αδυσώπητη κι απεχθής κι αν παρουσιάζεται, έχει κάτι το παθητικό, το ανήσυχο που την αναγκάζει να προσπαθεί να δικαιολογήσει το κακούργημά της αποκαλύπτοντας έτσι κι αυτή το φύλο της.

Page 88: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

88Εκείνο που χαρακτηρίζει τον Σοφοκλή σαν δραματικό ποιητή, είναι η δραματική

εμφάνιση των ανθρώπων όχι όπως είναι, όπως έκανε ο Ευριπίδης, αλλά όπως πρέπει να είναι. Μ’ άλλα λόγια η ουσία της τέχνης του Σοφοκλή είναι ο ιδεαλισμός, η εξιδανίκευση της πραγματικότητας. Αυτά τα πετυχαίνει : 1. Με το να αποφεύγει να παρουσιάζει στη σκηνή τα κατώτερα και γελοία αισθήματα που μειώνουν ηθικά τον άνθρωπο και προξενούν γι’ αυτόν την περιφρόνηση, όπως η ανανδρία, η φιλαργυρία, η κακεντρέχεια, ο ποταπός εγωισμός. 2. Οι πρωταγωνιστές των δραμάτων του παρουσιάζονται να πέφτουν σε λάθη, με την προϋπόθεση όμως πως έχουν ανώτερο ήθος εσωτερικής ευγένειας κι ηθικού μεγαλείου. Το βασικό κίνητρο των πράξεών τους είναι γενναίο κι υψηλό. Στις ενέργειές τους μπορεί να διακρίνει κανείς κάποια ορμητικότητα, παραφορά κι ισχυρογνωμοσύνη κι ακόμα ανθρώπινες αδυναμίες, αλλά τα πάθη τους κάνουν πιο ανθρώπινους και ποτέ δεν τους μειώνουν ηθικά. Η κεντρική ιδέα που τους εμπνέει, τους εξαγνίζει, τους εξυψώνει και τους τιμάει και σ’ αυτά ακόμα τα λάθη τους. Το ιδεώδες τους δεν είναι το ιδεώδες της φιλοσοφικής τελειότητας, αλλά το ιδεώδες μιας ευγενικής ανθρωπότητας που θα είμαστε υπερήφανοι αν ανήκαμε. Εκείνο επίσης που αξίζει ν’ αναφερθεί είναι ότι στη διαμόρφωση της δραματικής τέχνης του Σοφοκλή πολύ σπουδαίο ρόλο έπαιξε το υψηλό ηρωικό πνεύμα κι το ήθος της πατρίδας του, το πνεύμα των ηρώων της Αθηναϊκής Πολιτείας κι όλης της Ελλάδας γεννημάτων και παιδευμάτων των ελληνικών θεών. Σαν πρότυπό του ο Σοφοκλής σ’ όλη την ποιητική του δημιουργία είχε κυρίως τον Όμηρο. Το ομηρικό ιδεώδες είναι σε κάθε στιγμή μπροστά στα μάτια του κι εμπνέει όλο το δραματικό του έργο. Δίκαια ο φιλόσοφος Πολέμων χαρακτήρισε τον Σοφοκλή σαν Όμηρο της τραγικής τέχνης και τον Όμηρο σαν Σοφοκλή της επικής ποίησης. Τα πρόσωπα του Σοφοκλή έχουν την απλή κι ήρεμη ηθική αξιοπρέπεια που θυμίζει την ηρωική εποποιία. Ο Οιδίπους καταφεύγοντας στην αθηναϊκή γη και ζητώντας την προστασία του Θησέα, είναι μεγαλόφρωνας, όπως ο Πρίαμος του Ομήρου. Τα ήθη εξ άλλου της εποχής του Σοφοκλή και κυρίως του δεύτερου μέρους της ζωής του, μαντεύονται σ’ ορισμένα σημεία του έργου του, όπως στην απεικόνιση στον Αίαντα των Ατρειδών με τα χαρακτηριστικά του σκληρού, εγωιστικού και τυραννικού Σπαρτιάτη, όπως τον φαντάζονταν οι Αθηναίοι, του Κρέοντα με τα γνωρίσματα του τυράννου και του βαρβάρου. Αντίθετα ο Θησεύς στον Οιδίποδα επί Κολωνώ είναι το ιδεώδες του αθηναϊκού ανθρώπου, όπως οι ίδιοι οι Αθηναίοι βλέπαν τον εαυτό τους. Ο Σοφοκλής με τον Θησέα του έγινε ο διερμηνευτής της ψυχής του λαού του. Στον Αίμονα και τον Νεοπτόλεμο, οι έφηβοι της Αθήνας, βλέπαν τα αιώνια πρότυπα των Αθηναίων εφήβων και τις αθηναϊκές αρετές. Ο Χ ο ρ ό ς. Ο Σοφοκλής δεν είναι μόνο ένας μεγάλος δραματικός, αλλά κι ένας μεγάλος λυρικός ποιητής. Τα χορικά του είναι μεν μικρότερα απ’ τα χορικά του Αισχύλου, αποτελούν όμως σπουδαιότατο στοιχείο του δράματός του κι αποκαλύπτουν μια απ’ τις πιο σημαντικές πλευρές της ποιητικής μεγαλοφυΐας του. Τα χορικά του Σοφοκλή δημιουργούσαν μια πολύ μεγάλη αισθητική απόλαυση στους Αθηναίους και μετά 41\2 αιώνες ο Δίων ο Χρυσόστομος έλεγε γι’ αυτά : έχουν ηδονήν θαυμαστήν και μεγαλοπρέπειαν, ώστε μη εική τοιαύτα περί αυτού τον Αριστοφάνην ειρηκέναι (. . . . . .) Ο δ’ ου Σοφοκλέους τω μέλιτι κεχρισμένου ώσπερ καδίσκου περιείληχε το στόμα. Η εισαγωγή της Φρυγικής μελοποιΐας έδινε στα χορικά τόνους μεγαλύτερης ευαισθησίας και παθητικότητας και πέτυχε να θίξει τις βαθύτερες χορδές της ανθρώπινης ψυχής. Δεν έχουν το μυστηριακό μεγαλείο και το θεολογικό ύψος των χορικών του Αισχύλου, είναι όμως πιο ανθρώπινα και γι’ αυτό συγκινούν περισσότερο την ανθρώπινη ψυχή. Τα κύρια χαρακτηριστικά του λυρισμού του είναι η ομορφιά κι η ευγένεια, η γαλήνη κι η χάρη σε συνδυασμό με το βάθος του αισθήματος και το ύψος των ιδεών. Η γ λ ώ σ σ α τ ο υ π ο ι η τ ή. Στην τελειότητα του λυρικού και δραματικού έργου του Σοφοκλή μεγάλο ρόλο έπαιξε κι η γλώσσα του. Με τη γλωσσοπλαστική δύναμή του, κατόρθωσε να δημιουργήσει το γλωσσικό όργανο που είχε ανάγκη σαν τραγικός ποιητής. Στο έργο του για πρώτη φορά παρουσιάζεται η διάκριση της λυρικής γλώσσας απ’ τη γλώσσα του απλού διαλόγου. Η γλώσσα του ποιητή είναι δυνατή, διαυγής, ηχηρή, μεγαλοπρεπής, συγκεκριμένη και με πολλές αποχρώσεις. Οι λέξεις είναι ακριβείς (θυμίζουν τον Θουκυδίδη) και γεμάτες νόημα. Κάθε τι που παίρνει απ’ τη γλώσσα του Ομήρου που τη γνωρίζει σε βάθος, ή απ’ τη γλώσσα των συγχρόνων του κι απ’ τη γλώσσα της καθημερινής ζωής, το αφομοιώνει τελείως και το ανανεώνει με φυσική ακρίβεια και με υποβλητικότητα. Αποφεύγει τις υπερβολές και κάθε τι το σχολαστικό κι όχι θεατρικό. Κ α ι ν ο τ ο μ ί ε ς τ ο υ π ο ι η τ ή. Το νόημα του δράματος όπως το βλέπει και το ενσαρκώνει ο Αισχύλος είναι τελείως διαφορετικό απ’ αυτό του Σοφοκλή. Απ’ αυτή τη διαφορετική αντίληψη του Σοφοκλή για το δράμα και τη δραματική τέχνη ξεπηδήσαν όλες οι καινοτομίες που ο ποιητής έκανε σ’ αυτό. Οι καινοτομίες του ποιητή, ως προς την εξωτερική μορφή του δράματος είναι:

Page 89: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

891. Η αύξηση των χορευτών από 12 σε 15. 2. Η εισαγωγή του τρίτου υποκριτή (με τον Αισχύλο ήσαν 2). 3. Ανακάλυψη της σκηνογραφίας. 4. Εισαγωγή της καμπύλης βακτηρίας. 5. Οι λευκές κρηπίδες για τους χορευτές κι ηθοποιούς. 6. Η εισαγωγή της Φρυγικής μελωδίας στην τραγωδία. Ο Σοφοκλής, όπως αναφέρει η Σούδα, διαγωνιζόταν όχι με τετραλογίες που τα δράματά τους είχαν κοινό θέμα, όπως γινόταν μέχρι τότε, αλλά με τετραλογίες που τα δράματά τους είχαν θέμα διαφορετικό. Επίσης δεν έπαιζε ο ίδιος στα δράματά του, όπως εκάναν οι παλιότεροι δραματικοί ποιητές κι αυτό γιατί είχε αδύνατη φωνή (μόνο στον Θαμύρα και τη Ναυσικάα έπαιξε ο ίδιος), αλλά έγραφε τα δράματά του σύμφωνα με τη φύση των ηθοποιών που είχε στη διάθεσή του. Πρέπει ακόμα να πούμε πως περιόρισε σιγά-σιγά τα χορικά. Η π ί σ τ η τ ο υ π ο ι η τ ή. Στο έργο του Σοφοκλή κυριαρχεί μια βαθιά πίστη κι ένας σεβασμός στους Ελληνικούς θεούς. Απ’ τη θέληση των θεών πηγάζουν όλα στη ζωή του ανθρώπου, ευτυχία και δυστυχία. Η θέληση του ανθρώπου δεν μπορεί ν’ αντισταθεί στη θέληση των θεών. Οι νόμοι τους είναι αιώνιοι και κανείς δεν μπορεί να τους παραβεί. Σ’ ορισμένες στιγμές η κοσμοθεωρία του ποιητή είναι απαισιόδοξη. Οι θεοί είναι, όπως πιστεύει, δυνατοί κι αθάνατοι, σ’ αντίθεση με τους ανθρώπους που είναι αδύνατοι και φθαρτοί, σκιές και φαντάσματα είδωλα όσαπερ ζώμεν ή κούφην σκιάν. Η ζωή του ανθρώπου είναι ως το μηδέν. Το πρώτο αγαθό είναι να μη γεννιέται ο άνθρωπος και το δεύτερο, αν γεννηθεί να πεθάνει το γρηγορότερο. Απ’ αυτή την κοσμοθεωρία βγαίνει κι η ειδική θεωρία του. Πάνω απ’ όλα πιστεύει πως είναι η αρετή. Οι κατακτήσεις της αρετής μόνο είναι ασφαλείς. Στη ζωή το μόνο που σώζει είναι η φρόνηση, το ευ φρονείν. Οι φρονούντες ευ κρατούσι. Η φρόνηση είναι κτημάτων υπέρτατον. Ο Σοφοκλής δεν ήταν γεννημένος για κοσμολογικά προβλήματα, ούτε για μεταρρυθμιστής θρησκείας, αλλά για απολογητής της παραδοσιακής πίστης των θεών. Γι’ αυτό όλα τα δράματά του τα χαρακτηρίζει ψυχική ηρεμία κι αρμονική ομαλότητα. Ο μεν Αισχύλος, κατά τον Βιλαμόβιτς, παραδέχεται ότι ο κόσμος κυβερνιέται απ’ την αδυσώπητη δικαιοσύνη ενός παντοδύναμου θεού ή απρόσωπων ηθικών νόμων, ο δε ευλαβικός Σοφοκλής, πάνω από κάθε βούληση κι ανθρώπινη δύναμη, βλέπει έναν κόσμο παντοδύναμων αθανάτων, που δε δίνουν σε κανέναν λόγο για τις πράξεις τους και πολύ λιγότερο στους ανθρώπους που είναι υποχρεωμένοι να σκύβουν το κεφάλι μπροστά στη θέλησή τους αγόγγυστα, όσο κι αν τους είναι ακατανόητη. Εξ αιτίας των δοξασιών αυτών του ποιητή, πολλοί υποστηρίξαν ότι η ποίησή του έχει σαν κύριο σκοπό της το πρόβλημα του πάσχοντος ανθρώπου. Ο Σοφοκλής με το δραματικό του έργο αποκαλύπτει στην ανθρωπότητα έναν λαό, ο οποίος με μακροχρόνιους και σκληρούς αγώνες κατόρθωσε να φωτίσει τη φύση και να κυριαρχήσει πάνω της. Ακόμα αποκάλυψε το ηθικό μεγαλείο του ανθρώπου που προσπαθεί να μετριάσει τις οδύνες του με την αγάπη και την αφοσίωση και να επιβληθεί στις αδυναμίες του με τον νόμο και το ήθος. Την καλύτερη κριτική για τον Σοφοκλή, σαν δραματικό ποιητή και για τη θέση του στην ιστορία του Ελληνικού δράματος την έκανε ο Δίων ο Χρυσόστομος μ’ αυτά τα λόγια : Ο δε Σοφοκλής μέσος έοικεν αμφοίν είναι, ούτε το αύθαδες και απλούν το του Αισχύλου έχων, ούτε το ακριβές και δριμύ και πολιτικόν το του Ευριπίδου, σεμνήν δέ τινα και μεγαλοπρεπή ποίησιν, τραγικώτατα και ευεπέστατα έχουσαν, ώστε πλείστων είναι ηδονήν, μετά ύψους και σεμνότητος ενδείκνυσθε (Λόγος 52). Τ ο έ ρ γ ο τ ο υ Σ ο φ ο κ λ ή. H παλιότερη απ’ τις τραγωδίες του που μας έχουν σωθεί είναι ο Αίας (απ’ τη μεσαία περίοδο της δημιουργίας του, μεταξύ του 450 και 440 π.Χ. Πολλοί υποστηρίζουν ότι είναι η Αντιγόνη). Το θέμα της είναι παρμένο απ’ τα ομηρικά έπη. Ο Σοφοκλής έγραψε το έργο αυτό όταν ακόμα βρισκόταν κάτω απ’ την επίδραση του Αισχύλου. Το έργο αρχίζει με τη μοναδική σ’ έργο του εμφάνιση μιας απ’ τις μεγάλες θεότητες του Ολύμπου, την Αθηνά που εισάγει το κοινό στο θέμα. Όταν βέβαια αρχίζει το έργο, η απόφαση του ήρωα έχει ήδη παρθεί. Το δράμα δε δείχνει τα ίδια τα γεγονότα αλλά τις συνέπειές τους. Ο Αίας, νικημένος απ’ τον Οδυσσέα στη διαφορά τους για τα όπλα του Αχιλλέα κι αποφασισμένος να πάρει με το αίμα την εκδίκησή του απ’ τους Έλληνες, πέφτει με θολωμένο το μυαλό σ’ ένα κοπάδι προβάτων και τα κατασφάζει. Όταν συνέρχεται, βλέπει τον εαυτό του τελείως απομονωμένο μέσα στη ντροπή του, αποδιωγμένο απ’ τον κύκλο των ηρώων εξ αιτίας της υπέρμετρης φιλοδοξίας του κι αποφασίζει να προχωρήσει στο μόνο που του έχει απομείνει, την αυτοκτονία. Μπροστά στο Χορό μιλάει με κατανόηση για τους νόμους αυτού του κόσμου και για τη διάθεσή του να υποταχτεί σ’ αυτούς κι ύστερα πηγαίνει, όπως λεει, να καθαριστεί στη θάλασσα (παραπλανητική ρήση). Στην πραγματικότητα βαδίζει προς το θάνατο που μόνος του διάλεξε. Το δεύτερο μέρος του δράματος που η ενότητά του έχει αμφισβητηθεί ήδη στην αρχαιότητα (δίπτυχος τύπος), περιέχει τη διαμάχη για την ταφή του Αίαντα,

Page 90: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

90προανάκρουσμα για τον προβληματισμό της Αντιγόνης και συγχρόνως αποκατάσταση

της ισορροπίας μέσω της διαλλακτικής στροφής του Οδυσσέα και της αναγνώρισης κι αποδοχής της τραγικής μοίρας. Ο Οδυσσέας χωρίς να είναι καθόλου τραγική μορφή κι η Αθηνά σαν η κατευθύνουσα το σκληρό παιχνίδι αντιπαρατίθενται στον Αίαντα. Το έργο δεν είναι μόνο μια παρουσίαση του μηχανισμού ενοχής και τιμωρίας. Πέρ’ απ’ αυτό φανερώνεται το παράδειγμα ενός σπουδαίου ανθρώπου που έχοντας ξεπεράσει το μέτρο και παγιδευμένος μέσα σε μια σύγχυση, λυγίζει και πέφτει. Ο Αίας ήταν ένα απ’ τα έργα που δείχναν προτίμηση οι βυζαντινοί. Κι οι Ρωμαίοι ποιητές όμως είχαν παλιότερα ασχοληθεί τόσο με το πρόσωπο του Αίαντα όσο και με το θέμα της φιλονικίας για τα όπλα (Λίβιος Ανδρόνικος, Έννιος). Το έργο ξαναζωντάνεψε στο δυτικό κόσμο μέσω της λατινικής μετάφρασης του Scaliger (1574). Ο ίδιος ο Σοφοκλής ασχολήθηκε με το θέμα αυτό και σ’ άλλα δυο έργα του, τον Τεύκρο (επιστροφή του ήρωα στην πατρίδα του ύστερα απ’ τον πόλεμο) και τον Ευρυσάκη που ίσως αποτελούσαν, μαζί με τον Αίαντα, μια τριλογία. Ό,τι σώθηκε σε μας απ’ το έργο του Ευρύπυλος τοποθετείται χρονολογικά σ’ αυτή την περίοδο (μια αγγελική ρήση μπροστά στην Τροία). Λόγω ομοιοτήτων με τον Αίαντα (δίπτυχη σύνθεση κ.ά), στη δεύτερη θέση ανάμεσα στα σωσμένα έργα του θα πρέπει να τοποθετηθούν οι Τραχινίες (μεταξύ των ετών 440 και 435 π.Χ. άλλοι τις κατατάσσουν μετά την Αντιγόνη). Υπέρ της τοποθέτησης αυτής συνηγορούν επίσης ο λεγόμενος στατικός τύπος των σκηνών κι η ξαναπαρουσίαση του στοιχείου της απομόνωσης μιας μοναχικής μορφής. Η Δηιάνειρα καταλαβαίνει πολύ αργά πως με το φίλτρο που θα την ξανάδενε στενότερα με τον Ηρακλή, αντίθετα τον εξοντώνει. Είναι η τραγωδία όχι μόνο της γυναίκας που γερνάει κι αισθάνεται απογοήτευση για τον έρωτά της, αλλά και του τυφλού ανθρώπου που δεν καταλαβαίνει τους υπαινιγμούς των θεών και τους περιφρονεί. Με την τραγική μοίρα της Δηιάνειρας ολοκληρώνεται το πρώτο μέρος του έργου. Ο Ηρακλής παρουσιάζεται μόλις στο δεύτερο μέρος του. Οι προετοιμασίες του θανάτου του απαρτίζουν τ’ άλλο μέρος του δίπτυχου. Ο Σενέκας ασχολήθηκε με το θέμα έχοντας σαν πρότυπά του τον Σοφοκλή και τον Ευριπίδη. Ύστερα από κάποιες αναδρομές στο θέμα στα πλαίσια της γαλλικής ποίησης του 17ου αιώνα, ο Ezra Pound παρουσίασε μια ενδιαφέρουσα μετασκευή του έργου το 1956 (Γυναίκες της Τραχίνας). Στην ίδια περίπου εποχή ανήκει κι η Αντιγόνη (μάλλον το 442 π.Χ.). Σ’ αυτό το έργο ο ποιητής δείχνει τη θανάσιμη διαμάχη δυο ανθρώπων που με την αλύγιστη μονομέρεια επιμένουν στις αντίθετες απόψεις τους. Ο Κρέων απαγορεύει την ταφή του θεωρούμενου εχθρού της πατρίδας, ενεργεί τρομοκρατικά και χρησιμοποιεί πολιτικού περιεχομένου επιχειρήματα. Η Αντιγόνη διεκδικεί για τον εαυτό της το δικαίωμα να προσφέρει τις λατρευτικές και θρησκευτικές της υπηρεσίες στον νεκρό αδερφό της, ζητάει σεβασμό, ευσέβεια κι αγάπη (περίφημη η φράση της στον στ. 523) και χρησιμοποιεί επιχειρήματα ηθικοθρησκευτικού περιεχομένου. Σ’ έντονους διαλόγους και σε μια στιχομυθία συγκρούονται μεταξύ τους οι αντίθετες απόψεις. Με την καταδίκη της Αντιγόνης σε θάνατο ο Κρέων μένει εξωτερικά νικητής, η απάνθρωπη όμως εμμονή του στους νόμους μιας κρατικής λογικής, η υπερεκτίμηση του ίδιου του εαυτού του που τον κάνει να ταυτίσει τις δικές του επιταγές με τους νόμους του κράτους κι ακόμα με τη θεϊκή βούληση, τον τιμωρεί με τον θάνατο του γιου του και της γυναίκας του, αφήνοντάς τον μόνο του στη ζωή κι εκμηδενισμένο. Το χορικό για τη δύναμη και τα όρια του ανθρώπου (στ. 332) είναι μια εντυπωσιακή προτροπή κι υπόμνηση του ποιητή. Πνευματικές αντιπαραθέσεις της εποχής επιδράσαν σ’ αυτό το έργο, όπως η ιδέα της αυτόνομης κι ανεξάρτητης προσωπικότητας, της αδέσμευτης απέναντι στη θρησκευτική και κρατική παράδοση. Κάτω απ’ την επίδραση του Hegel (Φιλοσοφία της θρησκείας) η σύγχρονη ερμηνεία είδε για πολύ καιρό την τραγική σύγκρουση σαν πάλη δυο χώρων που έχουν ίσα δικαιώματα της πολιτείας και της οικογένειας. Πάνω στη βάση αυτή γεννηθήκαν στις μέρες μας αρκετές μετασκευές του έργου (W. Hasenclever 1916, J. Aanouilh 1942, επεξεργασία και διασκευή της Αντιγόνης του Holderlin απ’ τον Brecht 1948). Όμως η ερμηνεία αυτή είναι λανθασμένη γιατί η Αντιγόνη αγωνίζεται για να υπερασπίσει τους θεϊκούς νόμους κι εναντίον της ανθρώπινης αλαζονείας. Οι αρχαίοι δείξαν πολύ λίγο ενδιαφέρον γι’ αυτό το έργο και μόνο στις αρχές του ουμανισμού (μάθημα του Μελάγχθωνα το 1534) το έργο αυτό έγινε πάλι αγαπητό στους αναγνώστες. Μετάφραση του M. Opitz το 1936, του Fr. Holderlin το 1804 (η τελευταία και σε μουσική του C. Orff Antigonae 1949). H παρουσίαση ενός τραγικού προβλήματος με τη μορφή συγκεκριμένης ατομικής αντίθεσης δυο προσώπων ήταν ένα καινούργιο δραματουργικό στοιχείο που ο Σοφοκλής το χρησιμοποίησε αργότερα πιο συχνά. Χρονολογικά συνδέουμε με την Αντιγόνη αρκετά δράματα που συχνά τοποθετούνται κάτω από ένα γενικό θέμα σαν τραγωδίες της υπέρβασης του μέτρου (ύβρις) και της ανοσιουργίας: Τάνταλος, Νιόβη, Οινόμαος (μυθικός κύκλος των Πελοπιδών), Θυέστης (στη Σικυώνα), Ατρεύς (τα δυο τελευταία ανήκαν ίσως σε μια τριλογία) και Τηρεύς (μύθος της Πρόκνης). Κατά τη χρονολογική αυτή κατάταξη στο μέσο της δημιουργίας του Σοφοκλή

Page 91: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

91βρίσκεται ο Οιδίπους Τύραννος (μετά το 429 π.Χ.). Το έργο παρουσιάζει μια ενότητα μορφής που δεν είχε ως τώρα παρατηρηθεί στον Σοφοκλή και μια αυστηρή σύνθεση, στο κέντρο της οποίας βρίσκεται, σ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας, το πρόσωπο του τίτλου. Προπάντων αυτή η τραγωδία έγινε περίφημη σαν υποδειγματική περίπτωση αναλυτικού δράματος. Τα γεγονότα τοποθετούνται πριν απ’ την αρχή της σκηνικής δράσης. Το ίδιο το δράμα περιέχει ανακάλυψη κι αποκρυπτογράφηση των γεγονότων που έχουν προηγηθεί (τραγική ανάλυση, έτσι ο Schiller γράφει σε μια επιστολή του στον Goethe στις 2.10.1797). Ο Οιδίπους σωτήρας και βασιλιάς της Θήβας ψάχνει να βρει, για ν’ απαλλάξει την πόλη απ’ το θανατικό που τη χτυπάει, τον φονιά του Λάιου που είναι όμως αυτός ο ίδιος. Μ’ όσο μεγαλύτερο ζήλο αφοσιώνεται στην αναζήτηση, τόσο περισσότερο στενεύει γύρω του η θηλιά του πεπρωμένου. Τρεις μεγάλες αποκαλυπτικές σκηνές (Τειρεσίας, αγγελιαφόρος απ’ την Κόρινθο, βοσκός του Λάιου) δείχνουν τον ίδιο τον Οιδίποδα σαν τον φονιά. Οι χρησμοί φανήκαν σωστοί, όμως αυτή η αλήθεια καταστρέφει τον Οιδίποδα. Τυφλώνοντας τα ίδια του τα μάτια ο Οιδίπους πιστεύει ότι δεν πρέπει να βλέπει πια όσα δεν πρέπει να βλέπει. Η τελική σκηνή είναι το αντίθετο της αρχής. Στην αρχή βασιλιάς, τώρα αποδιωγμένος. Υποκειμενικά βέβαια αθώος, αντικειμενικά όμως πρόξενος τρομερής συμφοράς. Χτυπημένος απ’ τη μοίρα, μεγάλος όμως στην άνευ όρων αναζήτηση ολόκληρης της αλήθειας (σ’ αντίθεση προς την Ιοκάστη). Ο ρόλος αυτός που η σοφόκλεια ευσέβεια αναθέτει στον άνθρωπο, δυσκολεύει την κατανόηση αυτού του έργου που θαυμάστηκε πολύ για τη δομή του, μόνο όμως κατά προσέγγιση γίνεται κατανοητό σαν παρουσίαση της τυφλής οργής της μοίρας εναντίον ενός αθώου. Με το έργο του αυτό ο Σοφοκλής δεν κέρδισε τη νίκη (κέρδισε ο Φιλοκλής). Το θέμα το επεξεργαστήκαν λίγο μετά τον Σοφοκλή κι άλλοι ποιητές (ανάμεσά τους κι ο Ευριπίδης στις Φοίνισσες) ενώ την εποχή του ουμανισμού κανένα θέμα δεν κίνησε τόσο συχνά το ενδιαφέρον όσο αυτό (Racine, Corneille, Voltaire, Dryden). To γαλλικό σημαντικό κείμενο του J. Cocteau μελοποιήθηκε σε λατινική μετάφραση απ’ τον I. Strawinskij (1927, Oedipus Rex). Τη μετάφραση του Holderlin τη μελοποίησε ο C. Orff (1959). Η σύγχρονη ψυχανάλυση έκανε τον Οιδίποδα τύραννο βάση των πασίγνωστων, στο μεταξύ, ερμηνειών της (Οιδιπόδειο σύμπλεγμα). Τα δράματα που ακολουθούν ανήκουν, κατά τη δομή και τη σύνθεσή τους, στα όψιμα έργα του ποιητή. Σ’ αυτά το τραγικό γεγονός ολοκληρώνεται μεταξύ ανθρώπων, όχι πια μεταξύ ανθρώπου και πεπρωμένου. Ο δόλος, η απάτη, το κακό κι η αδικία ξεκινούν απ’ τον ίδιο τον άνθρωπο και ρίχνουν άλλους ανθρώπους στη συμφορά. H Ηλέκτρα του Σοφοκλή (γύρω στο 415 π.Χ.) αντιστοιχεί σαν θέμα στο μεσαίο έργο της Ορέστειας του Αισχύλου (Χοηφόροι), όμως ο Σοφοκλής μετέθεσε τον προβληματισμό της μητροκτονίας σε δεύτερο πλάνο, ενώ στο κέντρο βρίσκεται η δραματική περιγραφή ενός ανθρώπου που ο δρόμος του οδηγεί, μέσ’ απ’ την πιο βαθιά απόγνωση, στην αυτοαπελευθέρωσή του. Απ’ τη σκοπιά του γεγονότος η Ηλέκτρα θα έπρεπε μάλλον να χαρακτηριστεί δευτερεύουσα μορφή. Όπως όμως είχε κάποτε σώσει τον αδερφό της Ορέστη, έτσι τώρα τον οδηγεί στην πράξη της εκδίκησης, της οποίας αυτή είναι ο ηθικός αυτουργός. Η ανένδοτη θέλησή της για εκδίκηση, το μίσος της εναντίον της μητέρας της, η περιφρόνησή της για την αδερφή της, η θριαμβολογία της κατά τη στιγμή του θανάτου της Κλυταιμνήστρας οδηγούν την Ηλέκτρα σε μια απομάκρυνση απ’ όλα τ’ άλλα πρόσωπα, σε μια απομόνωση και σ’ ένα πείσμα, πράγματα που μας είναι γνωστά κι από παλιότερα δράματα του Σοφοκλή. Το έργο είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από τραγωδία χαρακτήρων. Στο πρόσωπο της Ηλέκτρας δεν μπορούμε να παρακολουθήσουμε καμιά ψυχική εξέλιξη. Αντίθετα γίνεται φανερός ο δυναμισμός των αισθημάτων της, κάτι στο οποίο χρησιμεύουν οι πέντε συναντήσεις της μ’ άλλο κάθε φορά πρόσωπο του δράματος που κι αυτά χαρακτηρίζονται με ακόμα λιγότερη ακρίβεια. Ήταν λοιπόν επόμενο που στα νεότερα χρόνια δόθηκε τόση σημασία στην ψυχολογική διερεύνηση του προσώπου που έδωσε τον τίτλο στο έργο (Hofmannsthal-Strauss 1909, E. O’ Neill Mourning becomes Electra = Το πένθος ταιριάζει στη Ηλέκτρα 1931). Επίσης κι ο Ευριπίδης ασχολήθηκε με το ίδιο θέμα το 413 π.Χ. Στον μεσαίωνα η Ηλέκτρα διαβαζόταν στα σχολεία. Απ’ τον 16ο αιώνα αρχίζουμε να βρίσκουμε πολλές καινούργιες εκδοχές (Crebillon και Voltaire στον 18ο αιώνα, Bodmer, Beer και Dumas στον 19ο αιώνα, Giraudoux, Sartre και Hauptmann στον 20ο αιώνα. Εντελώς ίδια με τη δομή της Ηλέκτρας είναι η δομή του Φιλοκτήτη (409 π.Χ.), ενός επεισοδίου απ’ τον Τρωικό πόλεμο που απασχόλησε και τους τρεις μεγάλους τραγικούς. Στον Σοφοκλή είναι ένα έργο ίντριγκας τουλάχιστον κατά τη δομή του. Ο Οδυσσέας με τη βοήθεια του Νεοπτόλεμου πρέπει να ξαναφέρει στο στρατόπεδο τον Φιλοκτήτη που κάποτε τον είχαν εγκαταλείψει οι Έλληνες λόγω αρρώστιας. Μόνο με τη βοήθεια του άρρωστου πια Φιλοκτήτη (ή με τη βοήθεια του τόξου του) μπορεί να κυριευθεί η Τροία απ’ τους Έλληνες, τουλάχιστον έτσι έλεγε ο χρησμός. Το ζευγάρι των αντίπαλων ρόλων, Οδυσσέα – Φιλοκτήτη, συμπληρώνεται με τον νεαρό Νεοπτόλεμο που ενώ στην αρχή είναι βοηθός του Οδυσσέα στη δολοπλοκία του, παίρνει το μέρος του Φιλοκτήτη, απορρίπτοντας την

Page 92: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

92άσχημη απάτη. Το θέμα είναι τώρα ν’ αλλάξει γνώμη και να πειστεί ο πικραμένος

Φιλοκτήτης. Εδώ ο Σοφοκλής χρησιμοποίησε για μια μοναδική φορά το μέσο του από μηχανής θεού: Ο Ηρακλής, κάτοχος άλλοτε του περίφημου τόξου, προτρέπει τον Φιλοκτήτη να υπακούσει στη θεϊκή εντολή. Ένα πλούσιο σκηνικό παιχνίδι μεταξύ των τριών προσώπων, του Οδυσσέα, του πανούργου απατεώνα που εκπροσωπεί όμως και τα νόμιμα δικαιώματα, του Φιλοκτήτη, σε βάρος του οποίου παίχτηκε ένα άσχημο παιχνίδι που δεν είναι μόνο αντικείμενο της συμπάθειας και της συμπόνιας, αλλά κι ο άνθρωπος που φτάνει σε μια υπερβολή μίσους, του Νεοπτόλεμου, του νέου ανθρώπου που ταλαντεύεται ανάμεσα στο αίσθημα της αλληλεγγύης, της υπακοής και του υπερβάλλοντος ζήλου απ’ τη μια, της συμπόνιας, της φιλαλήθειας και της εντιμότητας απ’ την άλλη. Ο Σοφοκλής συνέχισε την επεξεργασία του θέματος αυτού και σ’ ένα άλλο ακόμα έργο του Φιλοκτήτης εν Τροία. Τον μύθο τον παρουσιάσαν στη σκηνή τόσο τραγικοί όσο και κωμικοί ποιητές. Ο Δίων απ’ την Προύσα σύγκρινε μεταξύ τους τις μορφές του Φιλοκτήτη που παρουσιάσαν οι τρεις μεγάλοι τραγικοί κι έδωσε το βραβείο στον Σοφοκλή. Σαν σύγκρουση ανάμεσα στο καθήκον και τη συμπόνια, στον πατριωτισμό και την ανθρωπιά το θέμα απασχόλησε πάλι τη λογοτεχνία απ’ τον 18ο αιώνα και μετά (Herder 1744, Gide 1899, B. v. Heiseler 1948, σύγχρονη ανάπλαση απ’ τον H. Muller 1966). Το τελευταίο έργο του Σοφοκλή είναι ο Οιδίπους επί Κολωνώ που γράφτηκε το 406 π.Χ. κι ανεβάστηκε το 401 π.Χ. (μετά απ’ το θάνατο του ποιητή, απ’ τον ομώνυμο έγγονό του). Με την επιστροφή του Σοφοκλή στον θηβαϊκό κύκλο ο Οιδίπους παρουσιάζεται τώρα σαν ένας εκλεκτός. Στο έργο αυτό συντελείται η ανύψωσή του σε ήρωα. Σ’ άμεσο συσχετισμό μ’ έναν τοπικό αθηναϊκό μύθο ο Οιδίπους στο τέλος της περιπλάνησής του, ανυψώνεται στη χορεία των προστατών θεών αυτού του τόπου. Έτσι η τραγωδία γίνεται πάλι ένα δράμα λατρευτικό και μυστηριακό. Η αθλιότητα του κόσμου αυτού, η έριδα κι η διαμάχη των καταραμένων γιων του Οιδίποδα βρίσκεται σ’ έντονη αντίθεση με την ιερή επιβλητική γαλήνη του άλσους, στο οποίο συντελείται η ανύψωση σε ήρωα του Οιδίποδα, του αποδιωγμένου κάποτε απ’ τους θεούς που τελικά τον ανυψώνουν αυτοί οι ίδιοι. Έτσι τα δυο δράματα του Οιδίποδα συμβολίζουν τον τρόπο με τον οποίον ο Σοφοκλής δείχνει πως ο χτυπημένος απ’ τη συμφορά άνθρωπος είναι συγχρόνως κι ο διαλεχτός. Γι’ άλλες τραγωδίες του μπορούμε να πάρουμε μιαν ιδέα απ’ τα αποσπάσματα που έχουν σωθεί. Είναι φανερό ότι ο Σοφοκλής προτιμούσε να παίρνει τα θέματά του απ’ τους μύθους του Επικού κύκλου (Φρύγες, Φοίνιξ, Ναυσικάα, Φαίακες, Ιφιγένεια, Παλαμήδης, Μέμνων). Μετά έρχονταν οι μύθοι των Αργοναυτών (Αργώ, Φινεύς, Υψιπύλη, Νεμέα, Λήμνιαι), του Ηρακλή (Αλκμήνη, Ηρακλείδαι, Αμφιτρύων), των Δαναΐδων (Ακρίσιος, Δανάη, Ανδρομέδα). Η ιστορία του Μελέαγρου (Οινεύς, Μελέαγρος, Ιππόνους), οι μυθικές παραδόσεις της Αθήνας (Κρέουσα, Ίων) κι αρκετές άλλες μυθικές μορφές (Ιξίων, Νιόβη, Σίσυφος, Αιγεύς, Θησεύς, Φαίδρα). Ευρήματα των τελευταίων χρόνων αφορούν σατυρικά του δράματα που απ’ αυτά δυο είχαν για θέμα τον Ηρακλή, ένα την κρίση του Πάρη, ένα τον γάμο της Ελένης. Απ’ το 1912 έχουμε μεγάλα κομμάτια κι απ’ το ίδιο το κείμενο ενός απ’ τα δράματα αυτά, τους Ιχνευτάς (κυνηγόσκυλα) όπου Ιχνευταί εδώ είναι οι Σάτυροι κι αποτελούν το Χορό με οδηγό τον Σιληνό. Ψάχνουν να βρουν τα βόδια του Απόλλωνα που έκλεψε ο Ερμής. Το θέμα του σχετικά πρώιμου αυτού έργου, είναι παρμένο απ’ τον Ομηρικό ύμνο στον Ερμή. Αποσπάσματα έχουμε επίσης κι από ένα άλλο σατυρικό του δράμα, τον Ίναχο (ο έρωτας του Δία για την Ιώ). Οι πολυάριθμες νίκες που κέρδισε μας δείχνουν τη μεγάλη αναγνώριση που βρήκε ο Σοφοκλής όσο ζούσε. Αντίθετα με τους δυο άλλους μεγάλους τραγικούς ο Σοφοκλής δεν είχε καμιά δυσκολία στο να κερδίζει το κοινό του. Ακόμα κι ο Αριστοφάνης έκφρασε στους Βατράχους του την τιμή που έπρεπε για τον πεθαμένο πια ποιητή. Ο Σοφοκλής κι ο Ευριπίδης δίναν συχνά ο ένας στον άλλον ευκαιρίες γι’ αλληλεπιδράσεις. Οι αλεξανδρινοί φιλόλογοι προσφέραν πολλά στη διάσωση των κειμένων. Τ’ όνομα του Αριστοφάνη του Βυζαντίου στα παπυρικά ευρήματα μας δείχνει την εκδοτική δραστηριότητά του. Ο Δίδυμος έγραψε εξηγήσεις, στις οποίες συνόψισε παλιότερα ήδη υπομνήματα. Στον 2ο μ.Χ. αιώνα περίπου οι ανάγκες του σχολείου οδηγήσαν στην επιλογή των 7 δραμάτων που μας έχουν σωθεί ολόκληρα. Στον 4ο αιώνα ο Σαλούστιος έκανε μια έκδοση των δραμάτων αυτών, ενώ στους βυζαντινούς χρόνους εργαστήκαν πάνω στα κείμενα αυτά ο Μάξιμος Πλανούδης, ο Μανουήλ Μοσχόπουλος, ο Θωμάς Μάγιστρος κι ο Δημήτριος Τρικλίνιος (όλοι τους του 13ου-14ου αιώνα). Η παράδοση ανάγεται σ’ έναν αρχέτυπο του μεσαίωνα. Μια ομάδα χειρογράφων με τον Laurentianus 32,9 του 10ου-11ου αιώνα, μια άλλη του 15ου-16ου αιώνα. Σ’ αρκετά χειρόγραφα υπάρχουν μόνο δράματα που έχουν εκδοθεί απ’ τον Μοσχόπουλο: Αίας, Ηλέκτρα, Οιδίπους τύραννος (βυζαντινή τριάς). Editio princeps: Βενετία 1502. Μετά ο Μελάγχθων αφιέρωσε στον Σοφοκλή το γνωστό του μάθημα. Τότε, τον 16ο αιώνα, ανεβαστήκαν κι ορισμένα δράματα. Η σειρά των γερμανικών

Page 93: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

93μεταφράσεων άρχισε με τον M. Opitz (Αντιγόνη, 1636), συνεχίστηκε με τον Chr. v. Stolberg (1787) κι ολοκληρώθηκε με τον Holderlin (Αντιγόνη, Οιδίπους τύραννος, 1804).

Σοφοκλής ο νεότερος . Γιος του Αρίστωνα, εγγονός του ομώνυμου μεγάλου τραγικού ποιητή. Το 401 π.Χ. ανέβασε τον Οιδίποδα επί Κολωνώ του παππού του. Απ’ το 396 π.Χ. άρχισε να παρουσιάζεται με δικές του τραγωδίες που ο αριθμός τους δεν είναι με ακρίβεια γνωστός (Σούδα).

Σοφοκλής . Γιος κάποιου Σοφοκλή, τραγικός και λυρικός ποιητής γύρω στο 100 π.Χ. απ’ την Αθήνα. Σε κάποια επιγραφή μνημονεύεται σαν νικητής σε διδασκαλίες δραμάτων στον Ορχομενό (Βοιωτία). Σύμφωνα με τη Σούδα πρέπει να είχε γράψει 15 δράματα.

Σπίνθαρος . Τραγικός ποιητής απ’ την Ηράκλεια του Πόντου, σύγχρονος του Σοφοκλή με τον οποίο διαγωνίστηκε. Σύμφωνα με τη Σούδα έγραψε τις τραγωδίες Παρθενοπαίος, Ηρακλής περικαιόμενος, Σεμέλη Κεραυνουμένη. Διακωμωδήθηκε απ’ τους κωμικούς ποιητές.

Στεμφύλιος . Βλέπε Αριστόδημος.

Στέφανος . Κωμικός ποιητής της Νέας Αττικής Κωμωδίας, γιος του Άλεξη. Απ’ το έργο του Φιλοκάλων σωθήκαν μόνο λίγα αποσπάσματα.

Στράττις . Κωμικός ποιητής του 5ου/4ου π.Χ. αιώνα (410-380 π.Χ.) απ’ την Αθήνα, ένας απ’ τους όψιμους εκπροσώπους της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας. Έκανε την εμφάνισή του στην Αθήνα απ’ το 409 π.Χ. και μετά και πρέπει να έγραψε 17 έργα, απ’ τα οποία σωθήκαν μερικά αποσπάσματα που στο μεγαλύτερο μέρος τους έχουν σκωπτικές επιθέσεις εναντίον κάποιων προσώπων, κυρίως καλλιτεχνών κι ανθρώπων των γραμμάτων. Μερικές φορές σ’ ένα ολόκληρο έργο το σκώμμα είχε για στόχο του ένα μόνο πρόσωπο, φαίνεται όμως ότι τα περισσότερα έργα του ήσαν παρωδίες μύθων και τραγωδιών. Κατά την παράδοση της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας συχνά ήσαν οι Χοροί που δίναν τους τίτλους στα έργα του που είναι: Μεκεδόνες, Ψυχασταί, Ποτάμιοι, Μυρμιδόνες, Φοίνισσαι, Αταλάντη, Καλλιπίδης, Μήδεια, Τρωίλος, Φιλοκτήτης, Χρύσιππος, Ανθρωποραίστης, Αγαθοί, Ιφιγέρων, Κινησίας, Λιμνομέδων, Παυσανίας.

Στράτων . Κωμικός ποιητής γύρω στο 300 π.Χ. Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Είναι γνωστός από ένα παράθεμα, στο οποίο ένας μάγειρας μιλάει για πολύ κοινά και πεζά πράγματα με ποιητικές, πομπώδεις κι εξεζητημένες λέξεις και φράσεις, μια παρωδία, θα μπορούσαμε να πούμε της γλωσσομανίας που την εποχή εκείνη ήταν πολύ της μόδας. Έργο του Φοίνιξ ή Φοινικίδης. Απόσπασμα που σώθηκε 47 στίχων είναι μέρος μονολόγου.

Σώπατρος ο Πάφιος . Ποιητής γύρω στο 300 π.Χ. απ’ την Πάφο. Έζησε στην Αλεξάνδρεια την εποχή του Μ. Αλεξάνδρου και του Πτολεμαίου. Έγραψε δράματα-παρωδίες. Επρόκειτο μάλλον όχι για φλύακες του τύπου της Κάτω Ιταλίας, αλλά για παρωδίες μύθων και γι’ αστεία με θεούς που το πρότυπό τους πρέπει μάλλον να το αναζητήσουμε στην Αττική Κωμωδία. Τίτλοι έργων του είναι Βακχίς (ίσως τριλογία), Βακχίδος γάμος, Βακχίδος μνηστήρες, Ιππόλυτος, Φυσιολόγος, Σιλφία ή Κνιδία, Πύλαι, Φακή, Ορέστης, Νέκυια, Γαλάται, Ευβουλοθεόμβροτος, Μυστάκου θητίον). Ο Αθήναιος τον αποκαλεί Φάκιο από το αστείο δράμα που προαναφέρθηκε με τον τίτλο Φακή. Εκτός από αστεία δράματα έγραψε ιαμβικούς επιμελημένους στίχους.

Page 94: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

94

Σωσίθεος ο Αλεξανδρεύς . Τραγικός ποιητής του 3ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αλεξάνδρεια. Άκμασε το 280 π.Χ. Έζησε ακόμα στις Συρακούσες και στην Αθήνα. Έγραψε τραγωδίες κι ήταν ένας απ’ αυτούς που μπήκαν στον Κανόνα των εφτά τραγικών ποιητών (Πλειάς). Κατά τη Σούδα ήταν ανταγωνιστής του Ομήρου του τραγικού ποιητή, γιου της Μυρούς της Βυζαντίας. Σύμφωνα μ’ ένα επιτύμβιο επίγραμμα του Διοσκουρίδη (Παλατινή Ανθολογία VII 707), θεωρούνταν ανανεωτής του σατυρικού δράματος, στο οποίο έσκωπτε πρόσωπα. Αποσπάσματα έχουμε απ’ τον Στοβαίο του έργου του Δάφνις ή Λυτιέρσης. Απ’ τον ίδιο συγγραφέα σωθήκαν και λίγοι στίχοι από άλλο του ποίημα με τίτλο Εξ Α(ε)θλίου. Συγχέεται με τον ομώνυμο ποιητή.

Σωσικλής . Τραγικός ποιητής απ’ τις Συρακούσες που άκμασε την εποχή του Φιλίππου και του Αλέξανδρου (3ος π.Χ. αιώνας). Έγραψε 73 τραγωδίες.

Σωσικράτης . Κωμικός ποιητής της Νέας Αττικής Κωμωδίας. Πληροφορίες περισσότερες δεν υπάρχουν.

Σωσίπατρος . Κωμικός ποιητής του 3ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία. Απ’ αυτόν έχουμε έναν τίτλο (Καταψευδόμενος ή Διαψευδόμενος ή Κατεγειδόμενος) κι ένα απόσπασμα από 57 στίχους για τη μαγειρική τέχνη).

Σώσιππος . Κωμικός ποιητής. Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Δεν ξέρουμε τίποτ’ άλλο γι’ αυτόν.

Σωσιφάνης ο Συρακόσιος . Tραγικός ποιητής του 4ου/3ου π.Χ. αιώνα απ’ τις Συρακούσες, γιος του Σωσικλή. Σύμφωνα με πληροφορίες έγραψε 73 έργα και κέρδισε 7 νίκες. Σε διάφορους πίνακες αναφερόταν ότι κι αυτός είχε συμπεριληφθεί στην Πλειάδα.

Σωτάδης . Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα, καθώς φαίνεται. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία. Διακωμώδησε αρκετούς συγχρόνους του. Σ’ ένα του απόσπασμα γίνεται λόγος για τρόπους μαγειρικής και παραθέτει έναν κατάλογο φαγητών. Έργα του: Εγκλειόμενος και Παραλυτρούμενος.

Σωτάδης ο Μάγνης . Κωμικός ποιητής της Μέσης Αττικής Κωμωδίας απ’ την Αθήνα που άκμασε την εποχή του Πτολεμαίου του Φιλάδελφου.

Σωτάδης ο Μαρωνείτης . Κιναιδογράφος του 3ου π.Χ. αιώνα (280 π.Χ.) που άκμασε στην Αλεξάνδρεια επί Πτολεμαίου του Φιλάδελφου. Έγινε ο αρχηγός της άσεμνης ποίησης των κιναιδολόγων ή κιναιδογράφων. Η ποίησή του επαινιόταν γενικά σαν ευφυής κι εύθυμη. Τα έργα του λέγονταν Φλύακες και Κίναιδοι. Γλώσσα τους ήταν η ιωνική, χαρακτηρίζονταν από πολύ μεγάλη αθυροστομία κι ήσαν ως επί το πλείστον μυθολογικές παρωδίες. Έργα του ήσαν: Εις Άδου κατάβασις, Πρίηπος (αισχρόλογο ποιητικό είδος πριαπείον), Εις Βελεστίχην (Ερωμένη του Πτολεμαίου Β’), Αμαζών, ίσως και Άδωνις, Ιλιάς, Εγκλειόμεναι, Παραλυτρούμενος. Καυτηρίαζε τη ζωή του Πτολεμαίου Β’ γενικά κι ιδιαίτερα το γάμο του με την αδερφή του Αρσινόη. Γι’ αυτό και θανατώθηκε από κάποιον Πάτροκλο, αξιωματικό του Πτολεμαίου (ίσως με πνιγμό), εις Καύνον Καρίας.

Page 95: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

95

Σώφιλος . Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα απ’ τη Θήβα ή απ’ τη Σικυώνα. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία. Στο έργο του Ανδροκλής διακωμώδησε ένα ζωντανό πρόσωπο. Ένας απ’ τους τίτλους που φτάσαν σε μας (Τυνδάρεως) φανερώνει μυθολογικό θέμα. Άλλα έργα του Κιθαρωδός, Δηλία ή Λύδα, Ανδροκλής, Εγχειρίδιον, Παρακαταθήκη, Φύλαρχος και Συντρέχοντες.

Σώφρων . Ποιητής Δωρικής Κωμωδίας. Μιμογράφος του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ τις Συρακούσες της Σικελίας. Έγραψε σκηνικά στιγμιότυπα σε πεζό λόγο, στα οποία παρουσίαζε περιστατικά της καθημερινής ζωής. Με τη λογοτεχνική μορφή που έδωσε, ο Σώφρων ανέβασε τον σικελικό μίμο απ’ το χώρο του αυτοσχεδιασμού σ’ έναν χώρο υψηλότερων καλλιτεχνικών απαιτήσεων. Δημιούργησε έτσι ένα καινούργιο είδος ψυχαγωγικής λογοτεχνίας, για τον τρόπο παρουσίασης του οποίου δεν είναι βέβαια δυνατόν να έχουμε μια σαφή αντίληψη. Τα έργα του αναγνωριστήκαν σαν ποιητικά δημιουργήματα και τοποθετηθήκαν στην ίδια σειρά με τους λεγόμενους Σωκρατικούς διαλόγους (απ’ τον Αριστοτέλη π.χ. στην Ποιητική του). Ο Σώφρων έγραψε αντρικούς και γυναικείους μίμους. Κι απ’ τα δυο αυτά είδη του έχουμε τίτλους, π.χ. Γυναίκες αι τον θεόν φαντί εξελάν (Γυναίκες που βεβαιώνουν ότι διώχνουν τη θεά Εκάτη), Ται Θάμεναι τα Ίσθμια (Γυναίκες στα Ίσθμια). Και τους δυο αυτούς μίμους τους χρησιμοποίησε σαν υποδείγματα ο Θεόκριτος. Άλλοι τίτλοι του είναι Πενθερά, Θυννοθήρας (ψαράς τόνου). Στους μίμους αυτούς φαίνεται πως παίζαν σπουδαίο ρόλο τα λογοπαίγνια, οι παρωδίες και κυρίως οι κωμικές καταστάσεις. Απόδειξη για το υψηλό καλλιτεχνικό επίπεδο του Σώφρονα είναι ο ενθουσιασμός του Πλάτωνα γι’ αυτά τα έργα που τα κείμενά τους πρέπει να τα έχει φέρει ο ίδιος στην Αθήνα. Από τότε δε σταματήσαν να είναι δημοφιλή μέχρι το τέλος της αρχαιότητας (απόσπασμα στον Χορίκιο απ’ τη Γάζα, 6ος μ.Χ. αιώνας. Ο Απολλόδωρος απ’ την Αθήνα έγραψε ένα τετράτομο υπόμνημα σε μια έκδοση του κειμένου αυτών των μίμων. Τ’ αποσπάσματα που μας έχουν σωθεί προέρχονται, στο μεγαλύτερο μέρος τους, από λεξικογράφους και μελετητές των διαλέκτων. Γλώσσα είχε την αρχαία δωρική με τοπικά ιδιώματα της Σικελίας. Πέρα απ’ την επίδραση που είχε πάνω στον Θεόκριτο είχε ακόμα και πάνω στον Ηρώνδα. Μίμους έγραψε επίσης κι ο γιος του Ξέναρχος.

Τηλεκλείδης . Κωμικός ποιητής γύρω στο δεύτερο μισό του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα. Έζησε στα χρόνια του Περικλή και πριν απ’ τον Αριστοφάνη. Ανήκε στην Αρχαία Αττική κωμωδία. Επειδή ανήκε στη μερίδα των αριστοκρατικών ήταν φίλος του πολιτευτή Θουκυδίδη και Νικία. Κέρδισε μετά το 446 π.Χ. 8 νίκες, πράγμα που δείχνει τη μεγάλη του επιτυχία στο κοινό. Ακολούθησε το παράδειγμα του Κρατίνου, όμως δεν μπόρεσε να φτάσει τη δύναμή του παρ΄ όλες τις νίκες του. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο τα έργα του περιείχαν επιθετικότατο σκώμμα σε βάρος διαφόρων προσώπων που ανάμεσά τους ήταν κι ο Περικλής, ο Σοφοκλής, ο Ευριπίδης κι ο Σωκράτης. Οι Αλεξανδρινοί μνημονεύουν 6 έργα του, όμως το σύνολο των έργων του πρέπει να ήταν μεγαλύτερο: Ησίοδοι (διαγωνισμός ποιητών;), Αμφικτύονες (το συχνό θέμα στους ποιητές της μακάριας ζωής κατά τη Χρυσή εποχή), Πρυτάνεις (για την πολυτέλεια των χρόνων μετά τους Περσικούς πολέμους), Στερροί, Αψευδείς, Ευμενίδες, Στρατιώται. Τ’ αποσπάσματα που έχουν σωθεί δείχνουν μεγάλη αίσθηση του κωμικού, καθώς και χρήση διαλεκτικών τύπων.

Τιμησίθεος . Τραγικός ποιητής. Έργα του σύμφωνα με τη Σούδα: Δαναΐδες, Έκτορος λύτρα, Ηρακλής, Ιξίων, Καπανεύς, Μέμνων, Μνηστήρες, Ζηνός γοναί, Ελένης απαίτησις, Ορέστης, Πυλάδης, Κάστωρ και Πολυδεύκης.

Τιμόθεος . Κωμικός ποιητής του δεύτερου μισού του 4ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα. Έργα του κατά τον Αθήναιο είναι: Πύκτης, Παρακαταθήκη, Μεταβαλλόμενος ή Μεταφερόμενος, Κυνάριον.

Τιμοκλής . Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα στην Αθήνα. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία ακολουθώντας όμως το παράδειγμα της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας διακωμώδησε έντονα διάφορα πολιτικά πρόσωπα, π.χ. τον Δημοσθένη (Ήρωες) καθώς κι

Page 96: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

96άλλα σύγχρονα πρόσωπα κι ακόμα εταίρες και παράσιτους. Απ’ τους 27 τίτλους που του

απόδωσε η παράδοση, 5 έργα ήσαν παρωδίες μύθων (π.χ. Δεξαμενός, Κένταυρος), αρκετά ήσαν κωμωδίες χαρακτήρων (π.χ. Επιχαιρέκατος, Πολυπράγμων). Αν ο ίδιος Τιμοκλής έγραψε και τραγωδίες (ένας τίτλος Φρίξος) ή αν πρέπει να τον διακρίνουμε από έναν Τιμοκλή τραγικό ποιητή, είναι κάτι που μας προβληματίζει.

Τιμοκλής . Τραγικός ποιητής που ίσως να ταυτίζεται με τον προηγούμενο ομώνυμο κωμικό ποιητή.

Τιμόστρατος . Κωμικός ποιητής του 2ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα, ένας απ’ τους τελευταίους γνωστούς εκπροσώπους της Νέας Αττικής Κωμωδίας. Κέρδισε αρκετές νίκες ανάμεσα στο 188 και 183 π.Χ. Μερικοί τίτλοι έργων του: Παν, Λυτρούμενος (πέμπτο βραβείο), Φιλοίκειος (τρίτο βραβείο). Έχουν χαθεί τίτλοι 4 άλλων έργων του. Τα’ όνομα Τιμόστρατος βρέθηκε και σε βάσεις αγαλμάτων, σαν όνομα χορηγού. Ίσως να πρόκειται για τον Τιμοκράτη τον Φαληρέα, όμως δεν υπάρχουν αποδείξεις.

Τίμων ο Σιλλογράφος . Τραγικός ποιητής, χορευτής και κυρίως φιλόσοφος του 4ου/3ου π.Χ. αιώνα (περίπου 320-230 π.Χ.) απ’ τη Φλιούντα. Έγραψε γύρω στις 30 τραγωδίες και 60 κωμωδίες που δεν προορίζονταν μάλλον για τη σκηνή, αλλά γι’ ανάγνωση μόνο. Ήταν μαθητής του Πύρρωνα του Ηλείου, με τον σκεπτικισμό του οποίου πίστευε πως είχε ελευθερωθεί. Ο Τίμων κέρδιζε τα προς το ζειν σαν περιοδεύων ρήτορας μέχρι που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου σχετίστηκε με τους συγχρόνους του ποιητές, όπως τον τραγικό Όμηρο, τον Αιτωλό Αλέξανδρο, τον Άρατο.. Σε μερικά απ’ τα συγγράμματά του μπορούμε να παρακολουθήσουμε τη φιλοσοφική του εξέλιξη. Τέτοιο ήταν μια σκωπτική παρωδία της ομηρικής Νέκυιας (Οδύσσεια ΧΙ) που στρεφόταν εναντίον του δογματισμού άλλων φιλοσόφων (π.χ. του Πιταναίου Αρκεσίλαου). Αυτά όμως τα συγγράμματα που τον καθιερώσαν ήταν οι λεγόμενοι Σίλλοι (3 βιβλία σε δακτυλικούς εξάμετρους στίχους) που περιείχαν, ανάμεσα στ’ άλλα, μια σκληρή μάχη φιλοσόφων διαφόρων σχολών, καθώς κι ένα ταξίδι στον Κάτω κόσμο για να ζητήσει τη γνώμη του Ξενοφάνη (τους Σίλλους του οποίου είχε για οδηγό του ο Τίμων) για τους καινούργιους φιλοσόφους. Τον ίδιο τον Αρκεσίλαο πάντως τον μεταχειριζόταν πολύ φιλικά στο Αρκεσιλάου περίδειπνον (νεκρικό δείπνο), ένα μεταγενέστερο έργο του. Σ’ ελεγειακό μέτρο ήταν γραμμένοι οι Ινδαλμοί (εικόνες, είδωλα) που είχαν για περιεχόμενο, όπως κι ο διάλογος Πύθων, την Πυρρώνεια διδασκαλία, στην οποίαν ο Τίμων χρωστούσε την αποφασιστική στροφή της ζωής του. Σε πεζό λόγο ήταν γραμμένο το έργο του Περί αισθήσεως. Δεδομένου ότι ο Πύρρων, ο δάσκαλός του, δεν είχε ο ίδιος γράψει τίποτα, ο κόσμος χρωστάει στα έργα του Τίμωνα τη γνώση της παλιότερης σκεπτική φιλοσοφίας. Τα σκωπτικά του ποιήματα είχαν μεγάλη επίδραση στη λογοτεχνία της κυνικής φιλοσοφίας. Σ’ αυτά γραφτήκαν πολλά υπομνήματα (Σωτίων, Απολλωνίδης Κηφέας). Μαθητής του ήταν ο Άρατος απ’ τους Σόλους.

Τόλυνος . Κωμικός ποιητής απ’ τα Μέγαρα προγενέστερος του Κρατίνου. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία.

Φακή . Βλέπε Ηγήμων.

Φερεκράτης . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα, νεότερος του Κρατίνου και του Κράτη. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Στην αρχή ήταν ηθοποιός, αργότερα άρχισε να γράφει κι ο ίδιος κωμωδίες. Κέρδισε μάλιστα αρκετές νίκες, αρχίζοντας απ’ το 445 π.Χ. Για τη γνησιότητα των 18 τίτλων που του αποδίδουν υπήρχαν ήδη στην αρχαιότητα αρκετές αμφιβολίες. Απ’ αυτούς 13 θεωρούνταν γνήσιοι. Δικός του νεωτερισμός φαίνεται ότι ήταν η παρουσίαση περιπετειών μ’ εταίρες. Η Κοριαννώ, η Πετάλη, η Θάλαττα ήσαν μορφές που δώσαν και τους τίτλους στις σχετικές κωμωδίες. Εδώ ανήκει κι η Παννυχίς (γιορτή μέσα στη νύχτα), ίσως κι οι Γραίες (για το ξανάνιωμα των ηλικιωμένων γυναικών). Στην κωμωδία χαρακτήρων ανήκει ο Επιλήσμων (ξεχασιάρης), ίσως κι οι Άγριοι (Χορός κυνικών μισανθρώπων, 420 π.Χ.). Στον

Page 97: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

97Δουλοδιδάσκαλο ο λόγος ήταν για την αγωγή και την εκπαίδευση ενός δούλου. Σημαντικό για τον Φερεκράτη ήταν το θέμα της Χρυσής εποχής με την τεμπελιά και την καλοπέραση: οι Μεταλλής (μεταλλωρύχοι) κι οι Πέρσαι περιείχαν τέτοιου είδους περιγραφές. Περιεχόμενο μυθολογικό είχαν οι Μυρμηκάνθρωποι (μύθος των Μυρμιδόνων με τον κατακλυσμό της εποχής του Δευκαλίωνα), οι Κραπάταλοι (ταξίδι στον Κάτω κόσμο) κι ο Χείρων (εκτός απ’ τον παιδαγωγό του Αχιλλέα στο έργο παρουσιαζόταν, σαν αλληγορική μορφή, κι η Κυρά-Μουσική που παραπονιέται για τα βάσανά της απ’ τη σύγχρονη μουσική. Η θεά της δικαιοσύνης αποδεχόταν την έγκληση). Άλλοι τίτλοι: Λήροι, Τυραννίς, Αγαθοί, Αυτόμολος, Ανθρωφηρακλής (;). Τα έργα του δεν περιέχουν πολιτικά θέματα ή πολιτικούς υπαινιγμούς. Αντίθετα περιέχουν πολλές προσωπικές επιθέσεις και σκωπτικές εκφράσεις για την προσωπική ζωή συγκεκριμένων πολιτών (Αλκιβιάδη) ή, ακόμα συχνότερα, για κακούς κατά την κρίση του ποιητές και μουσικούς. Η γνώμη του Φερεκράτη, για την τέχνη είναι πολύ συντηρητική κι ηθικολογικά αυστηρή. Για την κατάπτωση της μουσικής στην εποχή του υπεύθυνη θεωρούσε την ηθική κατάπτωση, γι’ αυτό κι επαινούσε την παλιά καλή εποχή. Στρεφόταν λοιπόν με πολύ άμεσο τρόπο στους ακροατές του, όπως δείχνουν οι παραβάσεις του που έχουν σωθεί και κατηγορούσε τους ανταγωνιστές του (τον Μελάνθιο, τον Χαίριδα, τον Κινησία, τον Τιμόθεο) και παράπεμπε με περηφάνια στα δικά του επιτεύγματα, όπως π.χ. στο μέτρο που είχε εφεύρει ο ίδιος (το λεγόμενο φερεκράτειο). Η γλώσσα του είναι σ’ ορισμένα σημεία εντελώς λαϊκή και χυδαία. Χρησιμοποιούσε στίχους ιαμβικούς, τροχαϊκούς, αλλά και δακτυλικούς εξάμετρους. Τα έργα του διασκευαστήκαν τον 3ο π.Χ. αιώνα απ’ τον Νικόμαχο. Οι βυζαντινοί τον συμπεριλάβαν στον Κανόνα των 7 μεγάλων κωμικών.

Φιλέταιρος . Βλέπε Νικόστρατος.

Φιλήμων ο πρεσβύτερος . Κωμικός ποιητής του 4ου/3ου π.Χ. αιώνα γιος του Δάμωνος, σύγχρονος του Μενάνδρου. Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Γεννήθηκε ανάμεσα στο 365 και 360 π.Χ. στις Συρακούσες. Κυνηγώντας την επιτυχία και τη φήμη στη ζωή του ήρθε στην Αθήνα, όπου απόκτησε και τα δικαιώματα του Αθηναίου πολίτη. Για ένα διάστημα έζησε στην αυλή των Πτολεμαίων της Αιγύπτου, στο ταξίδι όμως της επιστροφής έπεσε, λένε, αιχμάλωτος στα χέρια του βασιλιά της Κυρήνης Μάγα, τον οποίον ο ίδιος είχε παλιότερα διακωμωδήσει. Πέθανε στην Αθήνα σε μεγάλη ηλικία (100 χρονών;). Μια απ’ τις νίκες του χρονολογείται το 327 π.Χ., ενώ τρεις άλλες αναγράφονται σ’ επιγραφή. Λέγαν ότι έγραψε 97 έργα. Μας είναι γνωστοί 64 τίτλοι (μερικοί καθόλου σίγουροι). Απ’ αυτούς 12 συμφωνούν (μερικοί καταλέξει) με τίτλους του Μενάνδρου. Όπως ο Μένανδρος έτσι κι ο Φερεκράτης είχε στη διάθεσή του όλο το απόθεμα των θεμάτων της Νέας Αττικής Κωμωδίας. Λίγοι μόνο τίτλοι αναφέρονται σε μυθολογικά θέματα κι υποδηλώνουν παρωδίες μύθων ή τραγωδιών (Παλαμήδης, Μυρμιδόνες). Μερικές απ’ τις παρωδίες των τραγωδιών δείχνουν την προτίμησή του για τον Ευριπίδη. Το σκώμμα του είχε μερικές φορές στόχο του ολόκληρες επαγγελματικές ομάδες ή επαγγέλματα (γλύπτες, φιλοσόφους). Μπορούμε επίσης να υποθέσουμε ότι υπήρχαν και κωμωδίες μ’ εταίρες (Νεαίρα), καθώς και κωμωδίες χαρακτήρων. Ακριβέστερη γνώση είναι δυνατή για λίγα μόνο έργα του μέσω των λατινικών διασκευών του Πλαύτου: ο Mercator (έμπορος) του Πλαύτου είχε για πρότυπο τον Έμπορο του Φιλήμωνα, ο Trinummus (τριωβολαίος) τον Θησαυρό, η Mostellaria (φάντασμα), όπως φαίνεται, το Φάσμα (φάντασμα). Στη σύνθεση και τη δραματική τέχνη ήταν αληθινός δεξιοτέχνης. Δικαιολογημένα το κοινό τον τοποθετούσε δίπλα στον Μένανδρο, μερικές μάλιστα φορές τον προτιμούσε κιόλας από κείνον. Αυτό που ξεχωρίζει κυρίως τον Φιλήμωνα απ’ τους συγχρόνους του είναι η ολοκάθαρη σ’ ορισμένα σημεία ενοχλητική τάση του για γκρίνια κι ηθικολογία. Όσες φορές έκανε μεγάλες υποχωρήσεις σ’ αυτή του την τάση, το αποτέλεσμα ήταν ένα έργο πλατειαστικό που έχανε στο επίπεδο της συντομίας, της περιεκτικότητας και του κωμικού στοιχείου. Οι γνωμικές του φράσεις ξεγλιστρούσαν τότε σε τετριμμένες κοινοτυπίες. Στις ηθικολογικές του παρεκβάσεις τού άρεσε πολύ να προτρέπει στην καλοσύνη και στη φιλική συμπαράσταση. Η γλώσσα του κι η μετρική του δεν φαίνεται να έχουν τον πλούτο και την ποικιλία του Μενάνδρου. Σ’ αντίθεση με το γούστο του κοινού ο Φιλήμων, σύμφωνα με την κρίση της μεταγενέστερης αρχαιότητας τοποθετήθηκε ομόφωνα στη δεύτερη θέση, μετά απ’ τον Μένανδρο.

Page 98: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

98

Φιλήμων ο νεότερος . Κωμικός ποιητής του 3ου π.Χ. αιώνα, γιος του ομώνυμου μεγάλου ποιητή. Έγραψε πολλές πετυχημένες κωμωδίες (σύμφωνα με την παράδοση 54, όμως κανένας τίτλος δεν μας είναι γνωστός), με τις οποίες κέρδισε 6 φορές τη νίκη. Απ’ αυτόν τον Φιλήμωνα θα πρέπει να ξεχωριστεί ένας τρίτος ποιητής με το ίδιο όνομα απ’ την Αθήνα νεότερός του.

Φιλήμων . Κωμικός ποιητής του 2ου π.Χ. απ’ την Αθήνα που είχε, όπως φαίνεται μεγάλη επιτυχία με το έργο του Μιλησία, νεότερος απ’ τον προηγούμενο.

Φιλίκος ο Κερκυραίος . Βλέπε Φιλίσκος ο Κερκυραίος.

Φιλιππίδης . Κωμικός ποιητής γύρω στο 300 π.Χ γιος του Φιλομήλου απ’ την Κεφαλή Αττικής. Υπήρξε φίλος και σύμβουλος του βασιλιά της Θράκης Λυσίμαχου όπου έμενε στην αυλή του και τον ακολούθησε στην Ασία όπου παραβρέθηκε στη μάχη της Ιψούς το 301 π.Χ. Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Νίκησε το 311 π.Χ. Πρέπει, σύμφωνα με τη Σούδα, να είχε γράψει 45 έργα απ’ τα οποία γνωρίζουμε 15 τίτλους και πολύ λίγα αποσπάσματα. Κατά τον Πλούταρχο βρήκε την τόλμη να κάνει, περίπου κατά τον τύπο της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας, λογοτεχνική επίθεση κατά του Δημητρίου του Πολιορκητή και των μυστικοσυμβούλων του. Ανάπτυξε επίσης πολιτική δραστηριότητα σαν οπαδός του βασιλιά της Θράκης Λυσίμαχου. Για τη δράση του αυτή οι Αθηναίοι τον τιμήσαν με ψήφισμα της εκκλησίας του δήμου.

Φίλιππος . Κωμικός ποιητής. Ήταν ο μεγαλύτερος γιος του Αριστοφάνη. Έργο του Κυδωνιασταί.

Φιλίσκος . Κωμικός ποιητής άγνωστης εποχής. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία (370 π.Χ.;). Είναι γνωστοί κάποιοι τίτλοι έργων του (μερικοί απ’ αυτούς αμφισβητούνται). Μερικοί αναφέρονταν σε γεννήσεις θεών (γέννηση του Δία κι άλλων θεών), ενώ άλλοι υποδηλώνουν παρωδίες μύθων ή διάφορες αστείες ιστορίες.

Φιλίσκος ο Κερκυραίος . Τραγικός ποιητής κ’ ιερεύς του Διονύσου. Έζησε τον 3ο π.Χ. αιώνα (284 π.Χ.). Ήταν γιος του Φιλώτα. Έγραψε περίπου 32 τραγωδίες. Το ποιόν των τραγωδιών του η Πλειάδα το κατάταξε σε δεύτερη θέση (;). Έγραψε κι ύμνο στη Δήμητρα, ίσως και το έργο Θεμιστοκλής. Λέγεται επίσης και Φιλίκος.

Φιλίσκος . Κωμικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στη Μέση Αττική Κωμωδία. Έγραψε πολλά έργα και νίκησε στα Λήναια του 377 π.Χ. Έργα του: Διός γοναί, Φιλάργυροι, Όλυμπος, Αφροδίτης γοναί, ίσως και το έργο Θεμιστοκλής. Θα λέγαμε ότι έχει γίνει σύγχυση στις πηγές με το Φιλίσκο τον Κερκυραίο.

Φιλοκλής ο πρεσβύτερος . Τραγικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα, ανιψιός του Αισχύλου. Κατά τη Σούδα ήταν πολύ γόνιμος συγγραφέας. Η παράδοση κάνει λόγο για 100 έργα. Σε μας είναι γνωστά πολύ λίγα: μια τριλογία με τον τίτλο (ιστορία του Τηρέα), επίσης Φιλοκτήτης, Φρίξος, Ηριγόνη, Ναύπλιος, Πρίαμος. Με μια τριλογία του που είχε τον τίτλο Πανδιονίς έφερε στη δεύτερη θέση τον Οιδίποδα Τύραννο του Σοφοκλή. Απ’ την άλλη μεριά όμως προκάλεσε το σκώμμα των κωμικών ποιητών (παρατσούκλι: Χολή). Γιος του Φιλοκλή ήταν ο Μόρσιμος, εγγονός του ο Αστυδάμας ο πρεσβύτερος, δισέγγονοί του ο Αστυδάμας ο νεότερος κι ο Φιλοκλής ο νεότερος, όλοι τους τραγικοί ποιητές.

Page 99: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

99

Φιλοκλής ο νεότερος . Τραγικός ποιητής του 4ου π.Χ. αιώνα, γιος του Αστυδάμαντα του πρεσβύτερου, εγγονός του Φιλοκλή του πρεσβύτερου. Το 240 π.Χ. με τη διλογία Φρίξος, Οιδίπους κέρδισε τη δεύτερη θέση.

Φιλοστέφανος . Κωμικός ποιητής της Νέας Αττική Κωμωδίας απ’ τη Δήλο.

Φιλύλλιος . Κωμικός ποιητής γύρω στο 400 π.Χ. απ’ την Αθήνα. Ανήκε στο τέλος της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας κι ήταν λίγο πιο νέος απ’ τον Αριστοφάνη. Κέρδισε μια νίκη το 405 π.Χ. Απ’ τους 10 τίτλους που μας απαριθμεί η Σούδα 6 έχουν θέματα απ’ τη μυθολογία: Αιγεύς, Αύγη, Ηρακλής, Πλύντριαι ή Ναυσικάα, Αταλάντη, Ελένη, τίτλοι όλοι τους γνωστοί κι απ’ άλλους δραματικούς ποιητές. Άλοι τίτλοι: Πόλεις, Φρεωρύχος (πηγαδάς), Δωδεκάτη (γιορταστική μέρα των Ανθεστηρίων), Άντεια (εταίρα).

Φιλωνίδης . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ το Κυδαθήναιον της Αττικής, σύγχρονος του Αριστοφάνη και πατέρας του κωμικού ποιητή Νικοχάρη. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Επιμελήθηκε σαν χοροδιδάσκαλος το ανέβασμα έργων του Αριστοφάνη (422 π.Χ. Προάγων και Σφήκες, 414 π.Χ. Αμφιάραος, 405 π.Χ. Βάτραχοι), στα οποία πήρε μέρος και σαν υποκριτής. Παρουσίασε όμως και δικά του έργα: Απήνη, Φιλέταιρος, Κόθορνοι (απ’ τα τελευταία έχουμε αποσπάσματα με έντονες επιθέσεις εναντίον του πολιτικού Θηραμένη).

Φοινικίδης . Κωμικός ποιητής απ’ τα Μέγαρα του 3ου π.Χ. αιώνα (γύρω στο 280 π.Χ.;). Ανήκε στη Νέα Αττική Κωμωδία. Το 286 π.Χ. πήρε την τέταρτη θέση. Έχουμε αποσπάσματα από μια κωμωδία του τύπου των κωμωδιών με εταίρες. Έργα του κατά τον Αθήναιο: Φύλαρχος, Μισεμένη.

Φόρμις . Κωμικός ποιητής του 6ου/5ου π.Χ. αιώνα απ’ τις Συρακούσες (Συρακόσιος). Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Είναι πιθανό να είχε αναλάβει την αγωγή των παιδιών του τυράννου Γέλωνα. Ο Αριστοτέλης (Ποιητική 5.1449 b 6) τον μνημονεύει μαζί με τον Επίχαρμο σαν εφευρέτη της κωμωδίας. Ήταν συγγραφέας που έγραφε έργα με κανονική πλοκή και χρησιμοποιούσε βελτιωμένη σκευή (μάσκες, φορεσιές). Στη Σούδα απαριθμούνται 6 τίτλοι με μυθολογικό περιεχόμενο, ανάμεσά τους οι τίτλοι Άδμητος, Αταλάνται που είναι μάλλον παρωδίες μύθων. Λέγεται επίσης και Φόρμος.

Φόρμος . Βλέπε Φόρμις.

Φρύνιχος . Τραγικός ποιητής του 6oυ/5oυ π.Χ. αιώνα (512 π.Χ.;)απ’ την Αθήνα, γιος του Πολυφράσμονα κι όπως λένε μαθητής του Θέσπη. Κέρδισε την πρώτη του νίκη στο 511/08 π.Χ. και μιαν άλλη το 476 π.Χ. Ασχολήθηκε με θέματα που πραγματευτήκαν μεταγενέστεροι τραγικοί ποιητές: Αιγύπτιοι και Δαναΐδες (μύθος Δαναΐδων), Άλκηστις, Ανταίος (μύθος του Ηρακλή), Πλευρώνιαι (γυναίκες της Πλευρώνας, ιστορία του Μελέαγρου), Ακταίων, Τάνταλος. Ασαφείς τίτλοι: Δίκαιοι και Σύνθωκοι. Πέρ’ απ’ τους κανόνες της παράδοσης ο Φρύνιχος παρουσίασε δυο φορές θέματα απ’ τη σύγχρονη ιστορία. Για την τραγωδία του Μιλήτου άλωσις (δεν σωθήκαν αποσπάσματα) επιβλήθηκε στον ποιητή χρηματικό πρόστιμο κι απαγορεύτηκε το ξανανέβασμα του έργου. H πόλη κυριεύτηκε απ’ τους Πέρσες το 494 π.Χ., η παράσταση μπορεί να έγινε το 493/2 π.Χ. Δεν αποκλείεται ο Θεμιστοκλής (άρχοντας το 493/2 π.Χ.) να στήριξε, για πολιτικούς λόγους, το ανέβασμα του έργου που ξαναθύμισε στους Αθηναίους τη μεγάλη ζημιά κι απώλεια που υπέστησαν οι Έλληνες της Ιωνίας. Η αγανακτισμένη αντίδραση της εκκλησίας του δήμου κι η τιμωρία του ποιητή δείχνουν πόσο ήταν ασυνήθιστο το θεατρικό κοινό να έρχεται

Page 100: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

100αντιμέτωπο με σύγχρονα γεγονότα. Τον ίδιο κίνδυνο διέτρεξε ο Φρύνιχος το 476

π.Χ. μ’ ένα δεύτερο ιστορικό θέμα, όπου είχε επίσης συμμετοχή ο Θεμιστοκλής, τη φορά αυτή σαν χορηγός της παράστασης των Φοινισσών που πραγματευόταν τη νίκη των Ελλήνων στη Σαλαμίνα και τον αντίκτυπο που είχε στις συγκεντρωμένες στην περσική αυλή γυναίκες και στους συμβούλους του βασιλιά (δευτερεύων Χορός βουβών προσώπων ή δυο Χοροί; Το έργο αναφέρεται και με τον τίτλο Πέρσαι). Πλούσιο ανατολίτικο χρώμα κι η ρήση ενός ευνούχου με την περιγραφή της μάχης είναι στοιχεία που εύκολα αναγνωρίζονται στ’ αποσπάσματα. Το έργο έγινε πρότυπο στους Πέρσες του Αισχύλου, η εισαγωγή όμως της ιστορίας στο δράμα, η προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα ιστορικό δράμα, δεν ήταν παρά μια προσπάθεια που δεν έπαιξε κανένα ρόλο στην εξέλιξη της τραγωδίας. Η σημασία όμως του Φρυνίχου σαν δραματικού ποιητή, δε βρίσκεται μόνο σ’ αυτή την προσπάθεια, αλλά και στη χρήση λυρικών τραγουδιών σε μεγάλη μετρική ποικιλία (ιδιαίτερα επαινεθήκαν για το λόγο αυτό τα χορικά του κι απ’ τον Αριστοφάνη) που δεν μπορέσαν όμως να διατηρηθούν, επειδή δημιουργήσαν υψηλές απαιτήσεις στους χορευτές. Σύμφωνα με τη Σούδα, ο Φρύνιχος ήταν ο πρώτος δραματικός ποιητής που χρησιμοποίησε γυναικείες μάσκες.

Φρύνιχος . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα, γιος του Ευνομίδη. Ανήκε στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Διακρίθηκε με τα έργα του απ’ το 430 π.Χ. περίπου. Κέρδισε μια νίκη το 428 π.Χ. και μιαν άλλη ανάμεσα στο 420 και 414 π.Χ. Χρειάστηκε να καταβάλει μεγάλη προσπάθεια για να ανταγωνιστεί τους μεγάλους συγχρόνους του και κυρίως τον Αριστοφάνη. Η Σούδα μνημονεύει 10 τίτλους (πολύ λίγα τα αποσπάσματα που έχουμε). Μερικά απ’ τα έργα του πήραν τον τίτλο τους απ’ τον Χορό τους: Κωμασταί (γλεντζέδες. Μετά το σκάνδαλο των Ερμοκοπιδών του 415 π.Χ.), Σάτυροι, Τραγωδοί, Μούσαι (κριτική στην ποίηση και τη μουσική. Το τελευταίο περιείχε ποιητικό διαγωνισμό ανάμεσα στον Σοφοκλή και τον Ευριπίδη), Κρόνος (παρωδία μύθων), Εφιάλτης (ιστορία με φαντάσματα). Ένα απ’ τα έργα του ήταν ο Κόννος, ένα έργο που είχε στον τίτλο του μια μορφή που η κωμωδία την είχε διακωμωδήσει, τον δάσκαλο του Σωκράτη στη μουσική. Ίσως ήταν η πρώτη φορά που ένα ζωντανό πρόσωπο γινόταν τίτλος κωμωδίας. Κάτι το ξεχωριστό είχε ο Μονότροπος (ο μονόχνοτος), ένα δείγμα κωμωδίας χαρακτήρων που φανερώθηκε για πρώτη φορά στην Αρχαία Αττική Κωμωδία. Το κύριο πρόσωπο, ο μισάνθρωπος που δεν έχει ακόμα οικογένεια ούτε δούλους κι ούτε μετέχει στα πολιτικά, είναι ένας ερημίτης, ένας μοναχικός άνθρωπος. Το έργο που ήταν ακόμα γνωστό στον Λιβάνιο, ανέβηκε το 414 π.Χ. μαζί με τους Όρνιθες του Αριστοφάνη. Ο κατάλογος των προσώπων που διακωμώδησε ο Φρύνιχος είναι πολύ μεγάλος. Χρειάστηκε όμως να παλέψει κι ο ίδιος με το σκώμμα, αφού τον κατηγορήσαν για ξενική προέλευση και για λογοκλοπή. Σύμφωνα με τη γενική εκτίμηση ο Φρύνιχος ήταν ποιητής δεύτερης σειράς. Τα έργα του όμως κρατηθήκαν ως τον 4ο π.Χ. αιώνα. Ο Δίδυμος έγραψε ένα υπόμνημα στον Κρόνο.

Χαιρήμων . Τραγικός ποιητής γύρω στο 400 π.Χ. στην Αθήνα (μεταγενέστερος του Αριστοφάνη). Υπήρξε μαθητής του Σωκράτη. Ο Αριστοτέλης χαρακτήρισε τα δράματά του κατάλληλα γι’ ανάγνωση. Γνωστοί μας είναι 9 τίτλοι που οι περισσότεροι είναι ίσως τίτλοι σατυρικών δραμάτων: Μινύαι, Θυέστης, Ιώ, Κένταυρος, Οδυσσεύς, Αχιλλεύς, Θερσιτοκτόνος, Οινεύς, Αλφεσιβοία.

Χαρικλείδης . Κωμικός ποιητής αγνώστου εποχής. Ανήκε μάλλον στη Νέα Αττική Κωμωδία. Απ’ τον Αθήναιο αναφέρεται ένα δράμα του με τον τίτλο Άλυσις.

Χιωνίδης . Κωμικός ποιητής του 5ου π.Χ. αιώνα (γύρω στο 450 π.Χ.). Μνημονεύεται σαν ο παλιότερος ποιητής της Αρχαίας Αττικής Κωμωδίας και για πολλούς ο πρώτος που έγραψε πιο τεχνικές κωμωδίες. Νίκησε στον πρώτο επίσημο διαγωνισμό το 486 π.Χ. Τρεις τίτλοι (κάθε φορά διαμορφωμένοι κατά τον Χορό του έργου): Ήρωες, Πτωχοί (η γνησιότητα αμφισβητήθηκε ήδη στην αρχαιότητα), Πέρσαι ή Ασσύριοι (τίτλος όχι σίγουρος).

Page 101: Λεξικό αρχαίων Ελλήνων ΔραμαLexiko 20archaion 20ellinon 20dramatikon 20poiiton

101

Χοιρίλος . Τραγικός ποιητής του 6ου π.Χ. αιώνα απ’ την Αθήνα (γεννήθηκε το 550 π.Χ. περίπου). Για πρώτη φορά πρέπει να εμφανίστηκε το 523/20 π.Χ. κι αργότερα δίπλα στον Πρατίνα και τον Αισχύλο το 499/96 π.Χ. Είναι λίγο απίστευτη η πληροφορία ότι τα έργα του φτάσαν τα 160. Πιο σίγουρο όμως είναι ότι οι νίκες του υπήρξαν 13. Μοναδικός γνωστός τίτλος είναι η Αλόπη (τοπικός μύθος της Ελευσίνας). Ο Σοφοκλής στο πεζό του έργο Περί του χορού άσκησε κακή κριτική για τον Χοιρίλο και για ορισμένους σκηνικούς νεωτερισμούς του.

Χοιρίλος ο Σολεύς . Τραγικός ποιητής του 6ου/5ου π.Χ. αιώνα γεννήθηκε το 550 π.Χ.(;), σύγχρονος του Αισχύλου.

Ωφελίων . Κωμικός ποιητής της Μέσης Αττικής Κωμωδίας. Μνημονεύεται απ’ τη Σούδα κι απ’ τον Αθήναιο. Έργα του: Κάλαισχρος, Κένταυρος, Δευκαλίων, Σάτυροι, Ιάλεμος κ.ά.