Download - Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Transcript
Page 1: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Ιστορία των ελληνιστικών χρόνων

(323-30 π.Χ.)Οικονομία

Page 2: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Εισαγωγή

Είναι αρκετά δύσκολο να αποδοθούν πλήρως οι παράγοντες που καθόρισαν την οικονομία της Ελληνιστικής περιόδου, των χρόνων δηλαδή που μεσολάβησαν από το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου (323 π.Χ.) μέχρι την επικράτηση του Αυγούστου (31 π.Χ.). Όμως όσον αφορά τουλάχιστον τις οικονομικές δομές δεν είναι καθόλου απλός ο καθορισμός του τέλους των

ελληνιστικών χρόνων και της αρχής της ρωμαϊκής επικράτησης στη Μεσόγειο. Για παράδειγμα, κάποιες περιπτώσεις προόδου σε τεχνικές που αναφέρονται για πρώτη φορά σε έργα συγγραφέων της

περιόδου της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας μπορεί να είχαν επινοηθεί την Ελληνιστική εποχή και να βελτιώθηκαν αργότερα. Αντίστοιχα είναι πολύ δύσκολο να ειπωθεί με σιγουριά εάν κάποιο στοιχείο

της οικονομικής ζωής, που περιγράφεται από συγγραφείς της εποχής, δεν προϋπήρχε ήδη.

Page 3: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Σε γενικές γραμμές πάντως οι πληροφορίες που βρίσκονται στη διάθεση του μελετητή

δεν έχουν συγκροτημένο χαρακτήρα και δεν είναι ξεκάθαρες αναφορικά με βασικούς

παράγοντες, όπως το εισόδημα ανά κεφαλή, τις νέες πηγές πλουτισμού και την επίδραση

της επιστήμης και της μηχανικής στην ανάπτυξη της οικονομικής ζωής.

Αν και δεν παρατηρείται η εμφάνιση νέων επαναστατικών ιδεών, κάποιες βελτιώσεις και μερικές αλλαγές σε ισχύουσες δομές

έγιναν. Μεταξύ αυτών μπορούν να σημειωθούν ορισμένες τεχνικές που

εφαρμόσθηκαν στη γεωργία, τη βιοτεχνία και το εμπόριο, οι οποίες βασίστηκαν εν

μέρει σε επιστημονικές ανακαλύψεις και εν μέρει στις ανταλλαγές καθιερωμένων ήδη

μεθόδων ανάμεσα στα κράτη του ελληνιστικού κόσμου.

Τα ερείπια του ελληνιστικού ιερού-μαντείου του Απόλλωνα στα Δίδυμα

της Μιλήτου.

Page 4: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Όσον αφορά την οργάνωση διάφορων τομέων στην οικονομία ούτε εδώ παρατηρούνται ριζικές αλλαγές.

Περισσότερο μάλλον διακρίνεται μία τάση για χρησιμοποίηση παλαιότερων διαδικασιών και μέτρων,

τα οποία προσαρμόζονται στις νέες ανάγκες και κάποιες φορές βελτιώνονται. Έτσι, αγροκτήματα μικρών και

μεγάλων διαστάσεων οργανώνονται αποτελεσματικότερα με κύριο στόχο όχι μόνο την ικανοποίηση των αναγκών του ιδιοκτήτη και της

οικογένειάς του -κάτι που ίσχυε μέχρι τώρα- αλλά και τη μεγαλύτερη δυνατή παραγωγή προϊόντων άριστης

ποιότητας για τη διάθεσή τους στην αγορά. Για να επιτευχθεί αυτό βελτιώθηκαν οι μέθοδοι καλλιέργειας,

δόθηκε έμφαση σην απασχόληση πιο ικανών επιστατών στα κτήματα και έγινε ευρεία χρήση δούλων ως

εργατικό δυναμικό. Σε ανάλογες γραμμές κινήθηκε και η οργάνωση της

βιοτεχνίας, ενώ το εμπόριο και οι τραπεζικές συναλλαγές ήταν οι μόνοι τομείς όπου είναι δυνατόν να

διακρίνει κανείς την εισαγωγή νέων στοιχείων. Το αποτέλεσμα ήταν να γίνεται ευκολότερα η ανταλλαγή

προϊόντων, βοηθούμενη από ένα πιο ανεπτυγμένο τραπεζικό σύστημα.

«Ο Θεόκριτος με το κοπάδι του». Αργυρό πινάκιο με παράσταση

βοσκού, τέλη ελληνιστικής εποχής. Ο περίφημος ποιητής

Θεόκριτος εισήγαγε τη βουκολική ποίηση, ποίηση δηλαδή με θέματα

από τη ζωή των ανθρώπων της υπαίθρου, και το έργο του

ενέπνευσε πολλές άλλες μορφές τέχνης, όπως τη μικροτεχνία.

Page 5: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Η εμφάνιση της Ρώμης στο προσκήνιο δε σηματοδοτήθηκε από καινοτομίες και

υιοθέτηση ριζοσπαστικών αλλαγών στην οικονομική διοίκηση των ελληνικών πόλεων. Η

καθημερινή ζωή των κατοίκων και οι πολιτειακοί θεσμοί παρέμειναν ίδιοι. Η

διαδικασία της συγχώνευσης του ελληνικού κόσμου στο ρωμαϊκό σύστημα, αν και ξεκίνησε

νωρίς, εντατικοποιήθηκε και ολοκληρώθηκε στο β' μισό του 2ου αιώνα π.Χ. με την

κατάρρευση των ελληνιστικών κρατών.

Ο Έρωτας περιπαίζει έναν Κένταυρο. Ρωμαϊκό αντίγραφο ενός ελληνιστικού πρωτοτύπου του 3ου ή 2ου αι..Χαρακτηριστικό γνώρισμα πολλών ρωμαϊκών αντιγράφων είναι τα εμφανή υποστηρίγματα

των περίτεχνων και συστρεφόμενων μορφών.

Page 6: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Βασίλεια

Το Μακεδονικό βασίλειο

Από την εποχή του Φιλίππου Β' (359-336 π.Χ.) παρατηρείται μία σημαντική βελτίωση της οικονομικής κατάστασης των μακεδονικών

περιοχών. Η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων της χώρας, όπως της ξυλείας για τη ναυπήγηση

πλοίων -που ήταν όχι μόνο άφθονη αλλά και υψηλής ποιότητας-, των σιτηρών και των

κοπαδιών καθώς και των μεταλλείων αργύρου και χρυσού, που παρέμειναν κερδοφόρα έως και το κλείσιμό τους από τους Ρωμαίους στα μέσα

του 2ου αιώνα π.Χ., υπήρξε οργανωμένη. Ο Φίλιππος φρόντισε για την αναβάθμιση των κατοίκων από βοσκούς σε καλλιεργητές που

είχαν τα δικαιώματα αλλά και τις υποχρεώσεις πολιτών του βασιλείου του. Ενθάρρυνε την

αύξηση του γηγενούς πληθυσμού, τον οποίο και ενίσχυσε εντάσσοντας σε αυτόν Σκύθες, Θράκες

και Ιλλυριούς. Ελεφαντοστέινο πλακίδιο με την

προτομή του βασιλιά Φιλίππου Β’ . Προέρχεται από τους βασιλικούς

τάφους της Βεργίνας στη Μακεδονία.

Page 7: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Ο Φίλιππος εξασφάλισε νέες καλλιεργήσιμες γαίες πραγματοποιώντας αρδευτικά, αποξηραντικά και εκχερσωτικά έργα. Η χρηματοδότησή τους καλύφτηκε από τα έσοδα που προέρχονταν από την εκμετάλλευση των μεταλλείων του Παγγαίου κοντά στην Αμφίπολη, των Φιλίππων και του

Δαμαστίου στην περιοχή της λίμνης Οχρίδας. Στην ίδια πηγή πλούτου βασίστηκε και για να αναδιοργανώσει το στρατό, μία προσπάθεια που αποδείχτηκε εξαιρετικά δαπανηρή και

εξασθένησε την οικονομία του βασιλείου. Αργότερα, ωστόσο, την εποχή του Αντίγονου Γονατά (283-239 π.Χ.), γιου του Δημήτριου Πολιορκητή, το βασίλειο γνώρισε μία περίοδο ευημερίας,

όπως αυτή διαφαίνεται από την έκδοση μεγάλου αριθμού αργυρών νομισμάτων και από την επιθετική πολιτική του Αντίγονου εναντίον της Αιγύπτου.

Το Γυμνάσιο της αρχαίας

ελληνικής πόλης Αμφίπολης στη Μακεδονία. Η πόλη υπήρξε αποικία των

Ευβοέων, αργότερα πέρασε

στην αθηναϊκή σφαίρα επιρροής

και τελικά καταλήφθηκε από το Φίλιππο για να ενσωματωθεί στο

μακεδονικό βασίλειο ως τη ρωμαιοκρατία.

Page 8: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Επί βασιλείας Φιλίππου Ε' (221-179 π.Χ.) και Περσέα (179-168 π.Χ.) παρατηρείται έντονη στρατιωτική δραστηριότητα καθώς και μια οργανωμένη υποστήριξη διάφορων θρησκευτικών

κέντρων εκτός της χώρας. Πρόκειται για ενέργειες ενδεικτικές μιας ισχυρής οικονομίας, οι οποίες βέβαια επιβάρυναν αρκετά τα ταμεία του βασιλείου. Όταν ηττήθηκε από τους Ρωμαίους, κατά τη διάρκεια του Β' Μακεδονικού πολέμου (200-197 π.Χ.), ο Φίλιππος Ε' υποχρεώθηκε να καταβάλει

αποζημίωση ύψους 1000 ταλάντων. Αυτό είχε ως συνέπεια -όπως μας πληροφορεί ο ιστορικός Λίβιος- προκειμένου να αυξήσει πάλι τα έσοδά του, να επιβάλει φόρους στα αγροτικά προϊόντα

και δασμούς στις εισαγωγές και εξαγωγές, ενώ επιπλέον έθεσε σε επαναλειτουργία παλιά ορυχεία και άνοιξε νέα. Επίσης, ακολουθώντας τις μεθόδους του Φιλίππου Β', εξέδωσε νομίσματα και

μάλιστα για πρώτη φορά από τοπικά νομισματοκοπεία και διάφορες μακεδονικές πόλεις. Χαρακτηριστικά αναφέρονται τα ορειχάλκινα που φέρουν το όνομα φυλών (Μακεδόνες,

Bοττιαίοι) και εκείνα που ονομάζονται από πόλεις, όπως η Αμφίπολη, Άφυτος, Θεσσαλονίκη, Απολλωνία, Πέλλα και Μυγδονία.

Χάλκινο νόμισμα του Φιλίππου Ε' της Μακεδονίας (221-179) με την κεφαλή του ποταμού Στρυμόνα εμπρός και τρίαινα με την επιγραφή ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ περιμετρικά

πίσω.

Page 9: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Ο γιος του Περσέας συνέχισε την τακτική του πατέρα του για την αύξηση των οικονομικών πόρων. Τα ανασκαφικά δεδομένα στην περιοχή της Δημητριάδας στη Θεσσαλία, η οποία

βρισκόταν υπό μακεδονική κατοχή, φανερώνουν την ύπαρξη και ευρεία χρήση ενός "κοσμοπολίτικου" λιμανιού που προφανώς επέφερε μεγάλα κέρδη στα ταμεία του βασιλείου.

Ωστόσο, παρ' όλες τις προσπάθειες των μακεδόνων ηγεμόνων να αναπτυχθεί οικονομικά η χώρα, η Μακεδονία δεν κατάφερε να φτάσει σε επίπεδα ευημερίας ανάλογα με εκείνα που συναντάμε

στα άλλα ελληνιστικά βασίλεια.

Χάλκινο νόμισμα του Περσέα της Μακεδονίας (179-168) με την κεφαλή του μυθικού Διός εμπρός και τον κεραυνό του Διός

πίσω.

Page 10: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Το πτολεμαϊκό βασίλειο

Οι κύριοι στόχοι του οικονομικού διοικητικού συστήματος που υιοθετήθηκε από τους

Πτολεμαίους στην Αίγυπτο ήταν η διατήρηση του status quo, η εξυπηρέτηση της βασιλικής αυλής και της γραφειοκρατίας και η αύξηση των κερδών στα ταμεία του Πτολεμαίου Α' για να είναι σε θέση να

συντηρεί το στόλο του και να πληρώνει τον τεράστιο μισθοφορικό στρατό του. Το γεγονός ότι η Αίγυπτος δε διέθετε δικά της αποθέματα αργύρου

για τις πληρωμές αυτές επέβαλλε τη διεξαγωγή διεθνούς εμπορίου, έστω και περιορισμένης

έκτασης. Η χώρα λοιπόν εξήγε σιτηρά, πάπυρο και αρωματικά έλαια και εισήγε σίδηρο, χαλκό,

κασσίτερο, ξυλεία, ίππους και ελέφαντες -προϊόντα που είχαν άμεση ή έμμεση σχέση με την άμυνά της. Η Σομαλία προμήθευε την Αίγυπτο με ελέφαντες, η

Κυρήνη με ίππους, τα μεταλλεία στη Νουβία με χρυσό, ενώ η Κύπρος με χαλκό και κασσίτερο.

Εμπορικές επαφές είχαν οι Πτολεμαίοι και με την Ελλάδα, από όπου υιοθέτησαν την καλλιέργεια της

αμπέλου και του ελαιόδεντρου, και με την Καρχηδόνα, μέσω της οποίας προμηθεύονταν

άργυρο από την Ισπανία. Το φυτό πάπυρος η κατεργασμένη

μορφή του οποίου αποτελούσε χαρτική ύλη στην αρχαιότητα.

Page 11: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Όλες οι εκτάσεις, συμπεριλαμβανομένης και της γης των ναών, της ιερής γης, είχαν παραχωρηθεί στο βασιλιά, ο οποίος ήταν αρμόδιος να δίνει στους ναούς τα απαραίτητα για τη συντήρησή τους.

Η βασιλική γη καλλιεργούνταν έναντι ενοικίων από τους βασιλικούς γεωργούς, που ήταν μισθωτές αγροτεμαχίων. Προκειμένου να εξοικονομήσει σημαντικά ποσά, ο βασιλιάς επέτρεψε την εγκατάσταση διάφορων εθνοτήτων (κληρούχοι). Επιπλέον υποχρέωσε αιχμαλώτους, όπως

μετά τη μάχη της Γάζας το 312 π.Χ., αφού πρώτα τους παραχώρησε έκταση 15 έως και 280 στρεμμάτων, να καλλιεργούν τη γη και να επανδρώνουν τον πτολεμαϊκό στρατό.

Ο αρχαίος αιγυπτιακός ναός του Αμπού Σιμπέλ στο Ασσουάν του Νείλου (Άνω Αίγυπτος) χρονολογείται τον 13ο αι. π.Χ.. Είναι έργο του Ραμσή Β’ και

της βασίλισσας Νεφερτάρι ως ανάμνηση της νικηφόρας μάχης του Καντές το 1274.

Page 12: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Οι Πτολεμαίοι ακολουθώντας συγκεκριμένες μεθόδους επέβαλαν το μονοπώλιο του δικού τους νομίσματος σε όλη την επικράτειά τους. Για παράδειγμα, σε αντίθεση με τα άλλα ελληνιστικά

βασίλεια, έκοψαν ευρέως χρυσά νομίσματα. Για την ακρίβεια, έκοψαν μία σειρά από οχτάδραχμα αξίας 1 μνας αργύρου. Αυτά τα νομίσματα χρησιμοποιήθηκαν κυρίως στις εμπορικές συναλλαγές εκτός Αιγύπτου και σε περιπτώσεις πολιτικών επιδοτήσεων, όπως για παράδειγμα στη Σπάρτη και

στην Αχαϊκή Συμμαχία. Μετά τη διακυβέρνηση του Πτολεμαίου Ε' Επιφανούς (204-180 π.Χ.) αυτή η σειρά κοπών -όπως και όλα τα πτολεμαϊκά νομίσματα- παρουσίασαν πτώση στην ποιότητά τους.

Οκτάδραχμον του Πτολεμαίου Δ’ Φιλοπάτορος, αξίας μιας μνας αργύρου. Χαρακτηριστικό νόμισμα της εποχής ακμής του

πτολεμαϊκού βασιλείου.

Page 13: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Το σύστημα αυτό αποδείχτηκε αποτελεσματικό και τουλάχιστον μέχρι τα

χρόνια του Πτολεμαίου Ε' Επιφανούς υπήρξε επιτυχές. Aργότερα η κατάσταση άλλαξε. Από τα μέσα του 2ου αιώνα π.Χ., το κόστος ζωής υπερέβαινε το χαμηλότερο μισθό. Τα χάλκινα νομίσματα από το 225-

221 π.Χ. συστηματικά υποτιμήθηκαν. Σταδιακά οι Πτολεμαίοι άρχισαν να

αντιμετωπίζουν το πρόβλημα του συνεχώς αυξανόμενου πληθωρισμού. Για

παράδειγμα, τον 3ο αιώνα π.Χ., μία artaba σιταριού (λίγο περισσότερο από το

μέδιμνο) στοίχιζε 75 χάλκινες δραχμές, ενώ το 2ο αιώνα π.Χ. είχε φτάσει τις 350. Εκείνο που πέτυχαν οι Πτολεμαίοι ήταν η αποκλειστική κυκλοφορία του νομίσματός

τους μόνο για εσωτερική χρήση, λειτουργώντας στο πλαίσιο μιας κλειστής οικονομίας. Κάποια στιγμή, λοιπόν, μετά

το 285 π.Χ. τα ξένα νομίσματα αποσύρθηκαν από την κυκλοφορία. Οι Αιγύπτιοι τα συγκέντρωσαν και, αφού έλιωσαν το μέταλλο, τα επανέκοψαν

επιβάλλοντας φόρο τόσο στην κοπή όσο και στις συναλλαγές με αυτά.

Ο Πτολεμαίος Β΄, εικόνα χαραγμένη σε κόκκινο γρανίτη, μουσείο Μπρούκλιν.

Page 14: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Οι Πτολεμαίοι, προκειμένου να οργανώσουν το πλέον κλειστό γραφειοκρατικό οικονομικό σύστημα του ελληνιστικού κόσμου, άσκησαν μονοπωλιακή τακτική και αυστηρό φορολογικό

έλεγχο. Συγκρότησαν πολύπλοκες οικονομικές υπηρεσίες υπό την εποπτεία οικονόμων, οι οποίοι στελέχωναν μαζί με Αιγύπτιους ένα συμβούλιο που είχε την αρμοδιότητα της αποτελεσματικής

συλλογής των φόρων από τον πληθυσμό. Το μονοπώλιο στο πτολεμαϊκό βασίλειο ίσχυε για τους ελαιοπαραγωγικούς καρπούς -όπου ο

έλεγχος ασκούνταν από την αρχή μέχρι το τέλος της παραγωγής-, το σουσάμι, το καστορέλαιο, το λιναρόσπορο, το σινάπι και το στρογγυλό κολοκύθι. Επιπλέον, το μονοπώλιο αφορούσε την εκμετάλλευση των ορυχείων και των λατομείων, καθώς και την παραγωγή λινών, ζύθου -του

εθνικού ποτού των Αιγυπτίων- και παπύρου.

Αργυρό τετράδραχμον του Πτολεμαίου Α’ Σωτήρος, με τη μορφή του Αλεξάνδρου ως κατακτητή της Ινδίας και την Αθηνά Πρόμαχο με την

επιγραφή ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ.

Page 15: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Όσον αφορά τους φορολογούμενους, εκείνοι που υπόκεινταν σε ιδιαίτερα επαχθή φορολογία ήταν οι κληρούχοι που κατοικούσαν στην επικράτεια

των Πτολεμαίων. Υποχρεώνονταν να πληρώνουν δασμούς στο μαλλί και στο λινάρι, φόρο

κληρονομιάς πληρωτέο αμέσως μετά το θάνατο του κληροδότη, τέλη ύψους 5% στα ενοίκια των κατοικιών, φόρους στις πωλήσεις (10%) και στο

εμπορικό απόθεμα (2%), στα κέρδη από το εμπόριο περιστεριών (33,3%), στους αμπελώνες (33,3%), στα οπωροφόρα δέντρα (33,3%), στους κήπους (33,3%). Επίσης ίσχυε κεφαλικός φόρος,

τοπικός τελωνειακός φόρος και φόρος επί των ζώων. Τέλος, φορολογούνταν το 1/6 της

παραγωγής των αμπελώνων σε είδος και το 1/6 της παραγωγής των οπωροφόρων και των κήπων σε χρήματα. Αυτοί οι δύο φόροι ήταν γνωστοί και ως απόμοιρα και διοχετεύονταν στη συντήρηση

της μεταθανάτιας λατρείας της Αρσινόης Φιλάδελφου, συζύγου του Πτολεμαίου Β'.

Η Αρσινόη Β’ η Φιλάδελφος ( 316 - 268 ) ήταν συμβασιλέας της Αιγύπτου μαζί με τον αδερφό και σύζυγό της Πτολεμαίο Β’ το Φιλάδελφο. Ήταν η μεγαλύτερη κόρη

του Πτολεμαίου Α’ Σωτήρα, στρατηγού του Μεγάλου Αλεξάνδρου, καθώς και ιδρυτή της Δυναστείας των Πτολεμαίων. Μητέρα της ήταν η τελευταία σύζυγός

του, Βερενίκη Α’. «Άπαιχτη» καλλιτεχνική απεικόνιση της Αρσινόης Β’.

Page 16: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Το βασίλειο των Σελευκιδών

Αν και συγκριτικά με την πτολεμαϊκή Αίγυπτο το βασίλειο των Σελευκιδών διέθετε μία λιγότερο αποτελεσματικά οργανωμένη γραφειοκρατία, στη βάση του λειτουργούσε πάνω στις ίδιες αρχές. Δηλαδή και εδώ ίσχυαν το βασιλικό μονοπώλιο στην εξόρυξη χρυσού και αργύρου, η υποχρέωση της πληρωμής των μισθοφορικών στρατευμάτων και η συσσώρευση πλούτου στους βασιλικούς

θησαυρούς. Επιπλέον, είχε επιβληθεί ένα ευφυέστατο σύνολο φόρων: εισφορές, τελωνειακοί δασμοί και φόροι συναλλαγών, προμήθειες, κεφαλικός φόρος -πιθανότατα μόνο στην Ιερουσαλήμ-,

φορολογία για την απόκτηση και κατοχή δούλων, φόρος στο αλάτι, ο στεφανικός φόρος κ.ά. Αυτό που παρατηρείται, ωστόσο, είναι η έλλειψη επενδύσεως όλου αυτού του πλούτου σε παραγωγικές

μονάδες, ένδειξη μιας οπισθοδρομικής τάσης στην οικονομία του συγκεκριμένου βασιλείου.

Αργυρό νόμισμα του Σέλευκου Β' Καλλίνικου (246-226).

Page 17: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Κατά βάση οι Σελευκίδες υιοθέτησαν το παλιό φεουδαρχικό σύστημα των Αχαιμενιδών βασιλέων, χωρίς όμως να προβούν σε καμία ουσιαστική αλλαγή. Έτσι, εκτάσεις βασιλικής χώρας

συνεχίστηκαν να παραχωρούνται στη δικαιοδοσία ναών, εκλεκτών της βασιλικής αυλής ή βετεράνων και οι βασιλικοί λαοί ή πάροικοι εξακολούθησαν να δουλεύουν τη γη για λογαριασμό αυτής της προνομιούχας μειονότητας. Ανεξάρτητα όμως από αυτή την πορεία, ήταν αναπόφευκτο να συμβούν αλλαγές στην οικονομική διαχείριση του βασιλείου λόγω της ίδρυσης νέων αποικιών

και πόλεων και των μετακινήσεων ελλήνων επιχειρηματιών, τεχνιτών και διάφορων επαγγελματιών προς τα ανατολικά.

Page 18: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Το βασίλειο των Ατταλιδών

Η οργάνωση της οικονομίας στο βασίλειο των Ατταλιδών, και ειδικότερα στην πρωτεύουσά

του Πέργαμο, είναι ανάλογη με αυτή της Αιγύπτου των Πτολεμαίων. Κοινά

χαρακτηριστικά αποτελούν ο τεράστιος πλούτος συγκεντρωμένος στα χέρια της βασιλικής δυναστείας και οι επιτυχώς

εκμεταλλεύσιμες φυσικές πηγές, καθώς και η επιβολή ενός επικερδούς συστήματος φόρων και εισφορών στον πληθυσμό του βασιλείου αλλά και στις πόλεις που βρίσκονταν υπό την

κυριαρχία του. Έχει δε ειπωθεί χαρακτηριστικά από ερευνητές ότι οι πόλεις

φορολογούνταν τόσο σκληρά, ώστε αδυνατούσαν να αυξήσουν τους τοπικούς

φόρους για να ανταπεξέλθουν στα έξοδα της τοπικής διοίκησης.

Προτομή του Αττάλου Β’ (159-139). Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών.

Page 19: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Τη στιγμή μάλιστα που οι δασμοί στα εισαγόμενα είδη ήταν από τους πλέον κερδοφόρους, το ίδιο το κράτος της Περγάμου ήταν πολύ πλούσιο και εύφορο. Υπήρχε πλεόνασμα στην παραγωγή

σιτηρών, αμπελιών και κρασιού, ελαιόδεντρων και ελαιόλαδου και στην εκτροφή ζώων. Η ξυλεία για την κατασκευή πλοίων ήταν βασικό εξαγώγιμο υλικό. Η αφθονία υψηλής ποιότητας μαλλιού στήριζε μια ολοένα αναπτυσσόμενη βιοτεχνία κατασκευής υφασμάτων. Η κεραμική επίσης ήταν άριστης ποιότητας. Συνοπτικά, λοιπόν, η οικονομία του βασιλείου των Ατταλιδών με βασικά της στοιχεία τον αυστηρό κυβερνητικό έλεγχο και την πλούσια παραγωγή αγαθών, αποτελούσε κατά

πολύ μία μικρογραφία εκείνης των βασιλείων της Αιγύπτου και των Σελευκιδών.

Ο ναός του ρωμαίου αυτοκράτορα Τραϊανού κτίστηκε στην Πέργαμο επί ρωμαιοκρατίας (2ος αι. μ.Χ.).

Page 20: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Πόλεις

Αθήνα

Εκείνο που θα μπορούσε να ειπωθεί σε γενικές γραμμές είναι ότι η μακεδονική κατοχή δε σηματοδότησε μία περίοδο ειρήνης και ανάπτυξης για την Αθήνα. Η οικονομία της πόλης

βρισκόταν σε ύφεση και η τάξη των πλουσίων αριθμούσε λιγότερα μέλη σε σχέση με προηγούμενες εποχές. Αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι η Αθήνα

υπέστη οικονομική καταστροφή και ότι οι πολίτες της γνώρισαν την ανέχεια.

Ερέχθειο. Ο ναός χτίστηκε μεταξύ 425 και 406 με

σχέδια του αρχιτέκτονα

Καλλίμαχου και είναι ένα από τα αριστουργήματα

του ιωνικού ρυθμού.

Εσωτερικά ο ναός ήταν χωρισμένος

σε δύο μέρη. Το ανατολικό μέρος

προς την πρόσοψη ήταν της Αθηνάς,

το άλλο του Ποσειδώνα.

Page 21: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Είναι γνωστό ότι στις αρχές της Ελληνιστικής περιόδου, όταν η πόλη

βρισκόταν υπό την εξουσία του Δημήτριου Φαληρέα

(317-307) τα κρατικά έσοδα ανέρχονταν στο

ποσό των 1200 ταλάντων. Ακριβείς πληροφορίες για την οικονομική κατάσταση

της Αθήνας στα χρόνια που ακολούθησαν δεν υπάρχουν. Πιθανότατα

όμως η μείωση ή η αύξηση των εσόδων της να εξαρτιόταν από τις

πολιτικές επιλογές που έκανε και τις συμμαχίες

που κάθε φορά αποφάσιζε να συνάψει. Σημαντικά

οικοδομήματα ανεγέρθηκαν εκείνη την

περίοδο.

Page 22: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Η μόνη περίοδος που χαρακτηρίστηκε από σημαντική ευημερία ήταν όταν η πόλη απελευθερώθηκε από την κυριαρχία του Δημήτριου Πολιορκητή και ιδιαίτερα μετά τη μάχη στο Κορυπέδιο το 281 π.Χ. Επιπλέον, ο Αντίοχος Α' έδωσε πάλι στην κυριότητά της τις κληρουχίες στη Θράκη (279/8

π.Χ.). Με τον ερχομό του Αντίγονου Γονατά (267-262 π.Χ.), ο οποίος καθιέρωσε την Αθήνα ως το πνευματικό κέντρο του βασιλείου του, οι πολίτες της έζησαν ειρηνικά και δημιουργικά. Αν και ο

Αντίγονος είχε εγκαταστήσει φρουρά στον Πειραιά, δεν επιχείρησε να μειώσει τα πολιτικά δικαιώματα και την αυτονομία τους. Η πόλη, λοιπόν, απολάμβανε την εύνοια των ελληνιστικών

ηγεμόνων και το κύρος της διατηρήθηκε υψηλό σε όλη τη διάρκεια της περιόδου.

Η στοά του Ευμένους, χορηγία του φιλότεχνου βασιλιά της Περγάμου (197-157), ήταν ένα από τα ομορφότερα κτίσματα της ελληνιστικής Αθήνας.

Page 23: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Μπορεί κανείς να θεωρήσει ότι η Αθήνα συνέχιζε να παίζει κάποιο ρόλο στον οικονομικό τομέα, ο οποίος όμως δεν ήταν τόσο σημαντικός όσο παλαιότερα. Ωστόσο, είναι πολύ πιθανόν η

εγκατάσταση της φρουράς από τον Αντίγονο Γονατά στον Πειραιά να μην είχε μόνο πολιτική σημασία, αλλά να απέβλεπε και στην προστασία και τον έλεγχο του λιμανιού. Ο Πειραιάς μάλλον

λειτουργούσε ως το εμπορικό κέντρο του μακεδονικού βασιλείου, με κύριους ανταγωνιστές τη Ρόδο και τη Δήλο, τη Μίλητο και την Έφεσο.

Στα τέλη του 3ου αιώνα π.Χ., μόλις ανέκτησε την ανεξαρτησία της η πόλη έκοψε μία σειρά από ασημένια νομίσματα, κυρίως τετράδραχμα, της λεγόμενης νέας τεχνοτροπίας. Η κοπή αυτών των

νομισμάτων αυξήθηκε από τη δεκαετία του 140 π.Χ. και αργότερα, όταν στην Ελλάδα μόνο η Αθήνα και το Κοινό των Θεσσαλών εξέδιδαν έναν αξιόλογο αριθμό τους.

Αργυρό τετράδραχμο νέας τεχνοτροπίας των μέσων του 2ου αι. Στην μπροστινή όψη η κεφαλή της Αθηνάς και στην πίσω η γλαύκα, με τυπωμένα τα ονόματα των αρχόντων

της εποχής.

Page 24: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Σπάρτη

Κατά τη διάρκεια της Ελληνιστικής εποχής η μεσαία τάξη σε αρκετές πόλεις είχε σχεδόν εκλείψει. Στη Σπάρτη, για παράδειγμα, ο

πλούτος και κυρίως η γαιοκτησία είχε συγκεντρωθεί στα χέρια λίγων. Την εποχή που ο Άγης Δ' (244-241 ) ανέβηκε στο θρόνο το σώμα

των σπαρτιατών πολιτών είχε μειωθεί κατά πολύ. Τη γη κατείχε μία μικρή ομάδα πλουσίων, στην

οποία ανήκαν και αρκετές γυναίκες. Η πλειοψηφία του πληθυσμού αποτελούνταν από

ανθρώπους που είχαν χάσει τη γη τους, τους κλάρους, και εν συνεχεία το δικαίωμα της σπαρτιατικής πολιτείας. Άλλοι πάλι είχαν

υποβιβαστεί σε πολίτες δεύτερης κατηγορίας, τους υπομείονες, ενώ αρκετοί ήταν πνιγμένοι

στα χρέη. Η Σπάρτη είχε πλέον φτάσει να αντιμετωπίζει την ίδια αγροτική κρίση -και τις κοινωνικές της συνέπειες- που είχε σημειωθεί στην Αθήνα μετά τους χρόνους του Σόλωνα,

τρεισήμισι όμως αιώνες αργότερα.

Σπαρτιάτης οπλίτης στην αρχή των ελληνιστικών χρόνων.

Page 25: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Προκειμένου να την επαναφέρει ο Άγης στη θέση ισχύος που κατείχε τα προηγούμενα χρόνια, αλλά και να ανακουφίσει τις οικονομικά ασθενέστερες τάξεις ώστε να αυξήσει και τη δική του δύναμη, επιχείρησε να προωθήσει μία οικονομική και κοινωνική μεταρρύθμιση. Τα δύο βασικά

μέτρα που είχε αποφασίσει να εφαρμόσει αφορούσαν την κατάργηση των χρεών (χρεών αποκοπή) και την επανακατανομή της γης (γης αναδασμός). Το δεύτερο μέτρο, ωστόσο, για να ισχύσει

απαιτούσε να κατασχεθούν προηγουμένως εκτάσεις και να απελευθερωθούν δούλοι.

Ερείπια της αρχαίας Σπάρτης λίγο έξω από τη σύγχρονη πόλη.

Page 26: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Ο Άγης προχώρησε στην κατάργηση των χρεών που ήταν προς όφελος τόσο των φτωχών ακτημόνων όσο και της πλειοψηφίας των γαιοκτημόνων, των οποίων η γη ήταν

κατά ένα μεγάλο μέρος της υποθηκευμένη. Σε αναδασμό της γης όμως δεν μπόρεσε να προχωρήσει, γιατί αυτό

απαιτούσε την υποστήριξη από μέρους του μίας κοινωνικής επανάστασης, κάτι που προφανώς είτε δε θέλησε είτε δεν ήταν σε θέση να πραγματοποιήσει. Το

αποτέλεσμα αυτής της διστακτικότητάς του να ολοκληρώσει το μεταρρυθμιστικό του πρόγραμμα ήταν να δολοφονηθεί από τους αντιπάλους του. Ο Κλεομένης Γ',

που τον διαδέχτηκε έξι χρόνια αργότερα, το 235 π.Χ., αποδείχτηκε πιο αποφασιστικός. Προσπάθησε να αποφύγει

τα λάθη του ’γη και υιοθέτησε μια φιλολαϊκή στάση διακηρύσσοντας ότι μεταξύ των στόχων του ήταν η

επαναφορά του παραδοσιακού νομοθετικού συστήματος (πάτριος πολιτεία) και η υιοθέτηση των μεταρρυθμίσεων του Λυκούργου. Ο ίδιος γνώριζε ότι μόνο με τη δύναμη

των όπλων θα μπορούσε να επαναφέρει το "παλαιό καθεστώς". Δε δίστασε λοιπόν να καταργήσει το θεσμό

των εφόρων, να εξορίσει τους κυριότερους αντιπάλους του, να κατασχέσει τη γη τους και, συμπεριλαμβανομένης της

δικής του και των υποστηρικτών του, να την επαναδιανείμει σε 4000 κλάρους. Επιπλέον, ανακάλεσε

τους εξόριστους και τους έδωσε γη.

Page 27: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Τα χρέη μειώθηκαν. Τέλος, έδωσε τη σπαρτιατική πολιτεία σε έναν αριθμό ξένων και περιοίκων που προέρχονταν από ισχυρές οικογένειες. Με τα παραπάνω μέτρα κατάφερε να ασκεί την

αποκλειστική εξουσία της Σπάρτης. Σύντομα όμως έγινε κατανοητό, όχι μόνο από το λαό της Σπάρτης αλλά και από τις υπόλοιπες ελληνικές περιοχές, ότι ο Κλεομένης δεν αποσκοπούσε σε

μία κοινωνική μεταρρύθμιση εκτός Σπάρτης. Σταδιακά άρχισε να χάνει τη μαζική υποστήριξη που είχε, γεγονός που τον οδήγησε αρχικά σε μία σειρά από πολεμικές ήττες, αργότερα στην πολιτική

απομόνωση και τέλος στην αυτοκτονία.

Χάλκινο νόμισμα του Περσέα της Μακεδονίας (179-168) με την κεφαλή του μυθικού ήρωα Περσέα εμπρός και τον αετό του Διός με

κεραυνό πίσω.

Page 28: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Δελφοί

Tο πολιτικό γεγονός που καθόρισε την εξέλιξη του ιερού των Δελφών την

Ελληνιστική εποχή υπήρξε η σταδιακή εξάρτησή του από την Αιτωλική

Συμπολιτεία, η οποία συστήθηκε αρκετά νωρίς και μέχρι τα μέσα του 3ου αιώνα π.Χ. ήταν δεδομένη για τον ελληνικό

κόσμο. Ιδιαίτερα μάλιστα μετά τις επιδρομές των Κελτών, οπότε οι Αιτωλοί αμύνθηκαν με επιτυχία προστατεύοντας

το ιερό, απέκτησαν το δικαίωμα επέμβασης στις υποθέσεις του.

Page 29: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Μετά το Χρεμωνίδειο πόλεμο (267-262 π.Χ.), και ενόσω τα περισσότερα μέρη της Ελλάδας υπέφεραν από πολέμους και καταστροφές, οι Δελφοί υπό την αιτωλική προστασία ευδοκιμούσαν. Αυτή την περίοδο το ιερό του Απόλλωνα είχε γεμίσει από δώρα και αφιερώματα, τα πιο σπουδαία

από τα οποία προέρχονταν από το αιτωλικό Κοινό. Για παράδειγμα ένα άγαλμα της Αιτωλίας, καθισμένης σε κελτικά άρματα, είχε αφιερωθεί στον Απόλλωνα Πύθιο σε ανάμνηση της

απώθησης της κελτικής εισβολής, ενώ για τη νίκη των Αιτωλών εναντίον των Ακαρναναίων είχαν ανατεθεί στο ιερό αγάλματα της Άρτεμης και του Απόλλωνα καθώς και των αιτωλών στρατηγών.

Ερείπια της αρχαίας πόλης Αστακοί στην Ακαρνανία.

Page 30: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Από τα πλέον επιφανή δώρα στους Δελφούς ήταν η διάσημη στοά (pastas) που χρηματοδότησε ο Άτταλος και χτίστηκε λίγα χρόνια πριν το 223/2 π.Χ., οπότε και η δελφική Αμφικτιονία με

σχετική της απόφαση περιόρισε τον αριθμό των αφιερωμάτων και των προσκυνητών στη στοά, προκειμένου να μη φθαρεί.

Η Ιερά οδός ήταν ανηφορική και

διέσχιζε το τέμενος οφιοειδώς, σε μήκος περίπου

200 μέτρων, φθάνοντας ως το

κέντρο του, μπροστά από το

μνημειώδη βωμό. Πλαισιωνόταν από αγάλματα, εξέδρες

και Θησαυρούς, όπως λέγονταν τα

κτίρια όπου τοποθετούνταν τα αφιερώματα των

πόλεων. Τα μνημεία αυτά ήταν συνήθως

αναμνηστικά κάποιου

σημαντικού γεγονότος.

Page 31: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Ρόδος

Η μόνη ελληνική δύναμη που κατάφερε και διατήρησε την ανεξαρτησία της, τουλάχιστον έως το 168 π.Χ., ήταν η Pόδος. Ο πλούτος του νησιού προερχόταν από το ανεπτυγμένο του εμπόριο. Η γεωγραφική του θέση, σε συνδυασμό με τα φυσικά λιμάνια που διέθετε, το καθιστούσε κέντρο

συναλλαγών. Η Ρόδος, λοιπόν, βρισκόταν στο σταυροδρόμι των θαλάσσιων οδών της Μεσογείου, από την Αίγυπτο, την Κύπρο και τη Φοινίκη προς το Αιγαίο, τη Μαύρη θάλασσα, την Ιταλία και τη βόρεια Αφρική. Βρισκόταν επομένως στην πλεονεκτική θέση να διαπραγματεύεται το εμπόριο

σιτηρών και να μεσολαβεί μεταξύ των παραγωγών και των αγορών που θα το διέθεταν. Το ροδιακό εμπορικό ναυτικό ήταν το μεγαλύτερο στον ελληνιστικό κόσμο και από τον 4ο αιώνα π.Χ. κυριαρχούσε στη διακίνηση του κρασιού, του ελαιόλαδου και των σιτηρών. Τα πλοία του

ροδιακού στόλου είχαν μεγάλη φήμη, ενώ οι ικανότητες των ρόδιων μηχανικών δοκιμάστηκαν με επιτυχία κατά τη διάρκεια της πολιορκίας από το Δημήτριο Πολιορκητή.

Page 32: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Αν και δεν είχε δημοκρατικό πολίτευμα και βρισκόταν υπό την εξουσία μίας ναυτικής αριστοκρατίας, η Ρόδος αποτελούσε εξαίρεση σε έναν πολιτικό χώρο που αντιπροσωπευόταν

κατεξοχήν από βασίλεια. Η αριστοκρατία της Ρόδου κυβερνούσε βασιζόμενη κατά πολύ σε ένα σύστημα ναυτικών νόμων, διάσημο την εποχή αυτή. Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές, το νησί

είχε καταφέρει να διατηρήσει κάποια στοιχεία από την εποχή της κυριαρχίας των ελληνικών πόλεων, όπως την υπερηφάνεια και κάποιες πολιτειακές δομές. Σε αντίθεση με τις άλλες πόλεις των ελληνιστικών βασιλείων, που στηρίζονταν στη χρήση μισθοφορικών στρατευμάτων, εκείνη

είχε στη διάθεσή της ένα μεγάλο αριθμό πολιτών για την επάνδρωση του στόλου της.

Το στάδιο της αρχαίας Ρόδου στο λόφο του Αγίου Στεφάνου, δίπλα στο ιερό του Απόλλωνα.

Page 33: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Aπό πολύ νωρίς, από το 306 π.Χ., είχε συνάψει συνθήκη με τη

Ρώμη. Δεν υπέκυψε στις απαιτήσεις του Δημήτριου

Πολιορκητή και αντιμετώπισε επιτυχώς την πολιορκία του το

305-304 π.Χ. Είχε καλές σχέσεις με τους Πτολεμαίους, και αυτό λόγω της εξάρτησής της για τις

εισαγωγές σιτηρών από την Αίγυπτο. Το 182-179 π.Χ.,

πολέμησε εναντίον του Ευμένη Β' της Περγάμου, επειδή

προσπάθησε να της κλείσει την εμπορική οδό μεταφοράς σιτηρών προς τη Μαύρη θάλασσα. Τέλος, η Ρόδος επιχείρησε με το στόλο της να απαλλάξει το Αιγαίο από

τη μάστιγα των πειρατών.

Πάνω: Αργυρό Δίδραχμο της Ρόδου (181 π.Χ.)

Κάτω: Αργυρός Διόβολος από τη Ρόδο (περ.250 π.Χ.). Και στα δυο νομίσματα

εικονίζεται η κεφαλή του Ηλίου.

Page 34: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Η ζωή των κατοίκων βασιζόταν στο εμπόριο και στις τραπεζικές συναλλαγές. Εκτός από την παραγωγή κρασιού -πιθανότατα το μοναδικό προϊόν που εξαγόταν- η γεωργία έπαιζε δευτερεύοντα ρόλο στην

οικονομία του νησιού. Είναι γνωστό ότι στις αρχές του 2ου αι. τα έσοδα της Ρόδου από τους τελωνειακούς δασμούς, ύψους 2%, ανέρχονταν σε ένα εκατομμύριο δραχμές ετησίως. Και βεβαίως,

τόσο το εμπόριο όσο και οι δραστηριότητες των τραπεζών απέφεραν πολύ μεγαλύτερα κέρδη.

H Kάμιρος, μαζί με τη Λίνδο και την Iαλυσό, ήταν μία από τις τρεις πόλεις-κράτη, τις οποίες ίδρυσαν οι Δωριείς που εγκαταστάθηκαν στη Pόδο. Στη νέα

πρωτεύουσα του ροδιακού κράτους, την πόλη της Pόδου, η οποία θα ιδρυθεί το 411 π.X. με συνοικισμό κατοίκων και από τις τρεις παλαιές πόλεις-κράτη, θα

μεταφερθεί το κέντρο της πολιτικής, οικονομικής και πολιτιστικής ζωής από τους κλασικούς χρόνους ως σήμερα. Οι παλαιές πόλεις ωστόσο δεν έπαψαν να

κατοικούνται, όπως έδειξε το παράδειγμα της Kαμίρου, η οποία ανοικοδομήθηκε σε ευρεία έκταση μετά το μεγάλο σεισμό του 227/6 π.Χ.

Page 35: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Ο ρόλος της Ρόδου ως εμπορικού σταθμού που έλεγχε τη διάθεση σιτηρών και εξυπηρετούσε διάφορες

συναλλαγές ήταν πολύ σημαντικός για τα βασίλεια. Το μέγεθος της σημασίας αυτής είναι δυνατόν να

διακριθεί από τις αντιδράσεις τους όταν καταστράφηκε η πόλη -τότε κατέρρευσε και ο περίφημος Kολοσσός-, κατά τη διάρκεια σεισμού το 228/7 π.Χ. Ο Ιέρωνας Β'

των Συρακουσών, οι Πτολεμαίοι και οι Σελευκίδες πρόσφεραν ουσιαστική βοήθεια για να ξαναχτιστεί η Ρόδος. Αξίζει να αναφερθούν τα 75 τάλαντα για νέο

Γυμνάσιο, η ατέλεια στα τελωνεία των βασιλείων τους, οι 35.000 τόνοι σιτηρών, τα 3000 τάλαντα για να

επανακατασκευαστεί ο Kολοσσός, οι 100 εργολάβοι και οι 350 εργάτες συμπεριλαμβανομένων και των

μισθών τους, ο σίδηρος αξίας 3000 ταλάντων και τα υλικά ανοικοδόμησης αξίας 1000 ταλάντων.

Σύντροφος του Οδυσσέα. Λεπτομέρεια από την υπέροχη γλυπτή σύνθεση της

τύφλωσης του Πολύφημου. Sperlonga, Museo Archeologico. Το έργο αποδίδεται στους ρόδιους γλύπτες ο Αγήσανδρο, ο

Πολύδωρο και ο Αθανόδωρο και χρονολογείται στον 1ο αι π.Χ., βασίζεται

όμως σε παλαιότερο πρότυπο της ελληνιστικής, πάντα, εποχής. Η Ρόδος

διέθετε σημαντική σχολή γλυπτικής ως τα ρωμαϊκά χρόνια.

Page 36: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Η περίοδος ευημερίας για τη Ρόδο έληξε το 167, όταν οι Ρωμαίοι, αντιδρώντας στην ασαφή θέση που κράτησαν οι Ρόδιοι κατά τη διάρκεια του Γ' Mακεδονικού πολέμου, όρισαν το ανταγωνιστικό λιμάνι

της Δήλου ελεύθερο και ατελές. Σύντομα οι Ρόδιοι είδαν τα κέρδη τους να μειώνονται και έλεγαν παραπονούμενοι ότι τα έσοδά τους είχαν περιοριστεί στις 150.000 δραχμές ετησίως.

Ο ναός της Αθηνάς στην ακρόπολη της Λίνδου, έργο του τέλους του 4ου αι. σε δωρικό ρυθμό, αναστηλωμένος σήμερα εν μέρει.

Page 37: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Κώς

Το νησί της Κω, τρίτο σε μέγεθος μετά τη Ρόδο και την Κάρπαθο στα Δωδεκάνησα, έφτασε σε υψηλά επίπεδα ευημερίας μετά την απελευθέρωσή του από τους Κάρες την εποχή του

Αλεξάνδρου. Οι στενές σχέσεις που ανέπτυξε με τη Ρόδο και την Αλεξάνδρεια επέτρεψαν στην Κω να απολαμβάνει τη φιλία του Πτολεμαίου Σωτήρος και του γιου του Φιλάδελφου. Ταυτόχρονα μάλιστα αναδείχτηκε σε εμπορικό κέντρο με πρόσβαση σε μεγάλες αγορές για την προώθηση των

προϊόντων της, όπως του κρασιού και των μεταξωτών.

Χρυσό πεντάδραχμο του Πτολεμαίου Β’ Φιλάδελφου (286-246) με την εικόνα του πατέρα του εμπρός και τον αετό του Διός πίσω.

Page 38: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Το νησί ήταν κυρίως μία αγροτική κοινότητα με εύφορο έδαφος, όπου καλλιεργούνταν σιτηρά σε αρκετές ποσότητες ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες των κατοίκων. Το κρασί του είχε καλή φήμη,

η παραγωγή ξυλείας επαρκούσε για την ικανοποίηση της εγχώριας κατανάλωσης, ενώ η αλιεία του ήταν επίσης ανεπτυγμένη. Η Kως, ωστόσο, ήταν διάσημη για τη βιοτεχνία ύφανσης

μεταξωτών που άνθησε στο νησί αυτό, το μοναδικό μέρος σε όλο το Αιγαίο.

Όψη του ιερού του Ασκληπιού στην Κω το οποίο αποτελεί σήμερα το μεγαλύτερο

αρχαιολογικό χώρο του νησιού.

Page 39: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Μελετώντας την οικονομική δομή του νησιού εκείνο που παρουσιάζει ενδιαφέρον είναι η ποικιλία των φόρων

που ίσχυαν. Έχει διασωθεί μέρος μίας λίστας με τους φόρους που πλήρωναν οι έμποροι λιανικής (σιτηρών,

κριθαριού, οσπρίων, άρτου, παστών, φρέσκων ψαριών, κρασιού, μαλλιού, ξυλείας, λιβανιού), καθώς και με τους

επαγγελματικούς και τους προσωπικούς φόρους. Χαρακτηριστικά αναφέρονται εκείνοι που επιβάλλονταν

στις εταίρες, στους δούλους στους αμπελώνες (αμπελοστατεύντες) και στις γυναίκες που

απασχολούνταν ως προσωπικές δούλες (γυναικεία σώματα). Επίσης, γίνεται αναφορά στο ιατρικόν, ένα

φόρο που πλήρωναν οι κάτοικοι της Κω για τη συντήρηση της δημόσιας ιατρικής υπηρεσίας, ενώ οι

ίδιοι οι γιατροί δεν υπόκειντο σε φορολογία. Στα παραπάνω θα πρέπει να προστεθούν τα ενοίκια, που

πιθανόν πλήρωναν οι μέτοικοι της Κω, οι πληρωμές για τη χρήση των δημόσιων και ιδιωτικών παρατηρητηρίων, σχετικών με την αλιεία, καθώς και εκείνες όσων είχαν

αναλάβει τη συγκέντρωση των εσόδων ορισμένων ναών.

Page 40: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Στην παραπάνω λίστα παρατηρείται η απουσία αναφοράς σε φόρους που επιβάλλονταν στους παραγωγούς. Για παράδειγμα, δε φορολογούνταν όσοι εκμεταλλεύονταν αμπελώνες, κοπάδια,

λατομεία κτλ. Φυσικά αυτό δε σημαίνει ότι δεν ίσχυαν τέτοιοι άμεσοι φόροι στην Κω, αλλά ότι πιθανότατα να ήταν καταχωρημένοι σε σημείο που δε σώζεται ή ίσως να μη συλλέγονταν την εποχή συγγραφής της λίστας. Ο μόνος ίσως σχετικός με την παραγωγή φόρος που αναφέρεται

ήταν εκείνος που επιβαλλόταν σε όσους είχαν τετράποδα, χωρίς όμως να διευκρινίζεται αν επρόκειτο για κοπάδια ή για μεμονωμένα ζώα που αναλάμβαναν τη μεταφορά φορτίων.

Η αρχαία αγορά της Κω. Σήμερα σώζεται τμήμα της οχύρωσης της πόλης, τα ιερά της Αφροδίτης και του Ηρακλή, οικοδομικές νησίδες με τα λείψανα ιδιωτικών κατοικιών, αλλά και τμήμα του αρχαίου λιμένα της πόλης. Το

μεγαλύτερο τμήμα της αγοράς βρίσκεται θαμμένο κάτω από την σύγχρονη πόλη.

Page 41: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Δήλος

Η Δήλος, ένα άγονο νησί με λίγη εύφορη γη και δίχως ορυκτό πλούτο, παρέμεινε αρκετούς αιώνες εξαρτώμενη από τα έσοδα του διάσημου ναού του Απόλλωνα. Οι μόνοι παράγοντες που καθόριζαν την οικονομική και κοινωνική ζωή του νησιού ήταν ακριβώς ο ναός και το λιμάνι. H

χώρα, οι αγροτικές περιοχές, ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτη. Αργότερα, εξελίχθηκε σε εμπορικό και τραπεζικό κέντρο του Αιγαίου και της Μεσογείου. Στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ., όταν ξεκίνησε

να αναπτύσσεται το εμπόριο του νησιού, τα έσοδα συγκεντρώνονταν από τους τελωνειακούς δασμούς και την πεντηκοστή (φόρος 2% στα εισαγόμενα και εξαγόμενα προϊόντα). Το 279 π.Χ. τα έσοδα της Δήλου ανέρχονταν στο ποσό των περίπου 15.000 δραχμών και τον επόμενο χρόνο

στις 18.800 δραχμές. Τα παραπάνω ποσά ωχριούν μπροστά σε αυτά που συγκέντρωνε το νησί στα τέλη του 2ου και στις αρχές του 1ου αιώνα π.Χ., στην περίοδο της μεγάλης ευημερίας του.

Πανοραμική άποψη του αρχαιολογικού χώρου της Δήλου.

Page 42: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Η οικονομία του ναού θα μπορούσε να θεωρηθεί τυπική για την εποχή, καθώς επρόκειτο για ναό σε άμεση σχέση με την πόλη. Οι πληροφορίες σχετικά με αυτό το θέμα βασίζονται στις ετήσιες

αναφορές των ιεροποιών, υπεύθυνων για τον κρατικό θησαυρό, την περίοδο που το νησί απολάμβανε την ανεξαρτησία του. Αυτές οι αναφορές χαρακτηρίζονται από ακρίβεια και

αναγράφονταν σε στήλες από το τέλος του 4ου αιώνα έως το 166 όταν η Δήλος έγινε και πάλι κληρουχία της Αθήνας και ο χαρακτήρας αυτών των αναφορών άλλαξε.

Δήλος. Ο ναός της Ίσιδος.

Page 43: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Γύρω στο 279 έχει υπολογιστεί ότι η περιουσία του ναού του Απόλλωνα, συμπεριλαμβανομένων και των ιερών κτηρίων, ανερχόταν στο ποσό των περίπου 5.500.000 εκατομμυρίων δραχμών (5

εκατομμύρια ήταν η αξία των κτηρίων και 300.000 δραχμές κόστιζαν τα αναθήματα και τα αντικείμενα λατρείας). Τα καθαρά έσοδα του ιερού επομένως ήταν περίπου 200.000 δραχμές ενώ

μόνο το 1/4 αυτού του ποσού (50.000 δραχμές) ήταν διαθέσιμο ως κεφάλαιο για δάνεια και διάφορα άλλα έξοδα. Το υπόλοιπο ποσό (150.000 δραχμές) αντιπροσώπευε τα ετήσια έσοδα από

τη μίσθωση της γης και των οικιών για 10 και 5 χρόνια αντίστοιχα.

Η οδός των λεόντων στην Δήλο.

Page 44: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Αργότερα, το 2ο αιώνα π.Χ., αν και δεν είναι δυνατόν να υπολογιστεί το μέγεθος της περιουσίας του ιερού με ακρίβεια, φαίνεται ότι τα έσοδά του ήταν μάλλον μεγαλύτερα απ' ό,τι τα

προηγούμενα χρόνια, με τη διαφορά ότι ο αριθμός των κεφαλαίων σε ρευστό μειώθηκε, ενώ αυξήθηκε ο αριθμός των ακινήτων. Έτσι εκτός από τα ιερά κτήρια στο ναό ανήκαν

καλλιεργήσιμες εκτάσεις στη Δήλο, στη Ρηνεία και στη Μύκονο, οικίες στην πόλη της Δήλου, αντικείμενα αφιερωμένα στους θεούς (κυρίως αργυρά και χρυσά σκεύη) καθώς και τα δώρα που

προσφέρονταν στο ναό στο πλαίσιο θυσιών, αγώνων κτλ. Όσον αφορά τα έξοδά τους το ιερό επιφορτιζόταν με την κατασκευή νέων κτηρίων, τη συντήρηση παλαιών, την αγορά διάφορων υλικών όπως παπύρου για τη γραφή των αναφορών, την πληρωμή

μισθών, τη διοργάνωση αγώνων κτλ.Ο Αλέξανδρος Β' Ζαβίνας ήταν ηγεμόνας της Αυτοκρατορίας των Σελευκιδών κατά την ελληνιστική περίοδο (128-123). Επρόκειτο στην πραγματικότητα για έναν διεκδικητή του θρόνου, πιθανώς μη βασιλικής καταγωγής, ο οποίος αναδείχτηκε μετά την περίοδο χάους που ακολούθησε την κατάληψη της Μεσοποταμίας από τους Πάρθους.

Page 45: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Μετά την καταστροφή της Κορίνθου από τους Ρωμαίους, το 146, η Δήλος αύξησε περισσότερο τη φήμη της. Λόγω του προνομίου της ατέλειας του ιερού του Απόλλωνα, που ίσχυε από το 167, και της ευνοϊκής θέσης του λιμανιού για το εμπόριο ανάμεσα στην Ιταλία, την Ελλάδα και την Ασία,

ένας μεγάλος αριθμός ξένων, εμπόρων, επιχειρηματιών και τραπεζικών μεταφέρθηκε εκεί. Επιπλέον, με την ίδρυση της επαρχίας της Ασίας, το 129, το εμπόριο και η κίνηση κεφαλαίων

ανάμεσα στην Ιταλία και τη δυτική Μικρά Ασία εντατικοποιήθηκαν. Τα χρόνια από το 120 μέχρι το 89 το νησί γνώρισε τη μεγαλύτερη άνθηση στην ιστορία του και έφτασε στα υψηλότερα

επίπεδα πλούτου. Το 88 και το 69 όμως υπέστη μεγάλες καταστροφές, εξαιτίας του πολέμου που είχε ξεσπάσει μεταξύ των Ρωμαίων και του βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη ΣΤ'.

Αριστερά: Η ελληνιστική οικία των Κωμωδών.Δεξιά: Η θέση της Δήλου στο Αιγαίο.

Page 46: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Παράγοντες

Γεωργία

Η καλλιέργεια της γης είχε πρωταρχική σημασία και στην Ελληνιστική περίοδο, τόσο για τις νέες ελληνικές πόλεις όσο και για τις περιοχές των ιθαγενών πληθυσμών στις οποίες αυτές ιδρύθηκαν.

Στις πόλεις ένα αυστηρά καθορισμένο σώμα πολιτών, που αντιστοιχούσε σε μικρό ή μεγάλο ποσοστό του συνολικού πληθυσμού, κατείχε και καλλιεργούσε τη γη με τη βοήθεια δούλων. Οι ξένοι που είχαν εγκατασταθεί σε αυτές συμμετείχαν στην κοινωνική, την πολιτιστική και την

οικονομική ζωή, όχι όμως και στη διακυβέρνησή τους.

Σκηνή από τη ζωφόρο του βωμού του Διός στην Πέργαμο: οι Μοίρες μάχονται εναντίον των Γιγάντων Αγρίου και Θόαντα.

Page 47: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Η Ελληνιστική εποχή δε χαρακτηρίζεται από καμιά ουσιαστική μεταβολή των παραγωγικών δυνάμεων. Αν και στις αρχαίες πηγές υπάρχουν αναφορές για συγκεκριμένες βελτιώσεις στην

άρδευση και την αποξήρανση, στο σύνολό τους δε συνέβαλαν τόσο πολύ στην αύξηση του ρυθμού παραγωγής. Τα διάφορα αρδευτικά έργα συχνά έπεσαν σε αχρηστία από αμέλεια, όπως συνέβη στην Κερκεόσιρη του Φαγιούμ στην Αίγυπτο όταν κατέρρευσαν τα αναχώματα και η γη καλύφτηκε από

άμμο. Αξίζει όμως να αναφερθούν ορισμένα παραδείγματα νέων εργαλείων, όπως το σιδερένιο άροτρο που χρησιμοποιήθηκε ευρέως και από το 200 π.Χ. ο τροχός άρδευσης νερού που τον έσερναν βόδια. Επίσης, ο αρχιμήδειος κοχλίας, που τον χειρίζονταν δούλοι, για την άρδευση νερού κυρίως στα

ορυχεία καθώς και τα νέα πιεστήρια λαδιού και κρασιού. Την ίδια εποχή άρχισαν να χρησιμοποιούνται όνοι στους μύλους σιτηρών, με αποτέλεσμα η διαδικασία παραγωγής αλευριού να

μεταφερθεί εκτός οικίας και να εμφανιστούν οι πρώτοι επαγγελματίες μυλωνάδες.

Χάλκινο νόμισμα του Πτολεμαίου Β' (285-246). Η κεφαλή του Διός και ο αετός του Διός με κεραυνό στις δυο όψεις.

Page 48: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Εκτός από την προώθηση της καλλιέργειας μίας ποικιλίας σιταριού

γρήγορης ανάπτυξης, που απέφερε διπλή σοδειά και είχε μεγαλύτερη απόδοση, η πλειοψηφία των νεοτερισμών αφορούσε

την ικανοποίηση μίας μειονότητας σε αγαθά πολυτελείας. Η ζάχαρη και το

βαμβάκι εμφανίστηκαν αυτή την εποχή, αλλά δεν έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην παραγωγή, ενώ ποικιλίες βερύκοκων, κερασιών και ροδάκινων άρχισαν να

καλλιεργούνται για ευρεία κατανάλωση.

Αιωνόβια ελιά στην Κάρυστο της Εύβοιας. Η ελαιοπαραγωγή ήταν από τις κύριες αγροτικές δραστηριότητες του ελληνικού

κόσμου ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους.

Page 49: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Βιοτεχνία

Όπως προκύπτει από τις πηγές, η βιοτεχνία είχε αναπτυχθεί σε σημαντικό βαθμό και ιδιαίτερα οι τομείς της μεταλλουργίας, της υφαντουργίας και της οικοδομικής. Οι πόλεις της Τύρου και της

Σελγησσούς (ή Σαγαλασσούς) ήταν διάσημες για τα βαφεία τους, η Σιδώνα για την υαλουργία της και η Ταρσός για τα λινά της. Η κεραμική παραμένει και αυτή την περίοδο ο τομέας για τον οποίο

υπάρχουν οι περισσότερες πληροφορίες. Τα χαμηλής ποιότητας κεραμικά κατασκευάζονταν από τοπικά εργαστήρια, όπως για παράδειγμα στην Αθήνα τα καθημερινής χρήσης αγγεία προέρχονταν από την Αίγινα. Δεν έχει παρατηρηθεί όσον αφορά τη μέθοδο κατασκευής τους η εμφάνιση νέων

τεχνικών. Μάλλον, στις ήδη υπάρχουσες απλώς σημειώθηκαν κάποιες αλλαγές. Παρότι διακρίνεται μία τάση για μηχανοποίηση της παραγωγής, δεν παρατηρείται μαζική κατασκευή προϊόντων

κεραμικής στα εργαστήρια. Η βασική μονάδα παραγωγής εξακολουθούσε να είναι μικρή, περιορισμένη πιθανότατα σε ένα ιδιοκτήτη, τα μέλη της οικογένειάς του και έναν ή δύο δούλους.

Αρχαίος δρόμος στην Ταρσό.

Page 50: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Η μεταλλουργία και η μεταλλοτεχνία είναι γνωστό από τις πηγές ότι θεωρούνταν πιο σημαντικές από την κεραμική. Ο Θεόφραστος είχε ασχοληθεί με αυτές στην εργασία του Περί Μετάλλων,

ενώ ο φυσικός Στράτων είχε γράψει το Περί Μεταλλικών Μηχανημάτων και κάποιος Φίλων ένα έργο με τίτλο Μεταλλικόν. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές έχουν φέρει στο φως ένα σεβαστό

αριθμό μεταλλικών αντικειμένων ενδεικτικών για την ευρεία χρήση των μετάλλων στην Ελληνιστική περίοδο. Χαρακτηριστικά αναφέρονται εργαλεία, μέλη μηχανών και πλοίων, έπιπλα,

εξαρτήματα πολεμικού εξοπλισμού, είδη τέχνης, σκεύη, λυχνάρια και κοσμήματα. Η εκμετάλλευση των μεταλλείων της εποχής γινόταν με εντατικό ρυθμό, όπως στο Λαύριο όπου

εξορυσσόταν άργυρος. Υπήρχαν δε πόλεις που είχαν μόνο αυτά ως κύρια πηγή πλούτου.

Χάλκινος κόκορας ελληνιστικών χρόνων.

Page 51: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Εμπόριο

Όσον αφορά το εμπόριο της Ελληνιστικής περιόδου μπορεί να ειπωθεί ότι σε γενικές γραμμές αναπτύχθηκε. Αν και σε ορισμένα κράτη παρατηρήθηκαν όχι μόνο διαστήματα ανάπτυξης αλλά και

ύφεσης σε ορισμένους κλάδους του, εάν εξεταστεί στο σύνολό του παρουσιάζει μία έντονη ενεργητικότητα.

Σύμφωνα με τους μελετητές το εμπόριο αυτής της περιόδου μπορεί να διαχωριστεί σε εσωτερικό και σε διεθνές. Το πρώτο γινόταν στα βασίλεια και τα κράτη που ανήκαν στο ελληνιστικό "σύστημα", -

ανεξάρτητα εάν πρόκειται για τοπικό ή για εμπόριο ανάμεσα σε περιοχές του ίδιου βασιλείου ή μεταξύ διαφορετικών κρατών. Το δεύτερο διεξαγόταν μεταξύ του ελληνιστικού κόσμου και κρατών έξω από αυτόν, όπως για παράδειγμα με την Ινδία, την Παρθία, τα νότια αραβικά κράτη, την Ιταλία,

τις χώρες των Ιλλυρίων, των Θρακών, των Κελτών, των Σαρμάτων και των Σκυθών.

Χάλκινο νόμισμα της ελληνικής πόλης του Πόντου Αμισού όταν

αυτή βρισκόταν υπό τον ηγεμόνα Μιθριδάτη Στ'

(85-65). Η πόλη αποτελούσε σημαντικό λιμάνι για το εμπόριο με τις ελληνικές πόλεις του Ευξείνου Πόντου, αλλά και της σκυθικής και

σαρματικής ενδοχώρας.

Page 52: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Επίσης, το εμπόριο, ανάλογα με το χαρακτήρα, την οργάνωση και τον τρόπο διεξαγωγής του, μπορεί να χαρακτηριστεί χερσαίο, θαλάσσιο και εμπόριο των ποταμών.

Το πιο σημαντικό ήταν το θαλάσσιο εμπόριο που διεξαγόταν στη Μεσόγειο, τη Μαύρη θάλασσα, τον Περσικό κόλπο και την Ερυθρά θάλασσα, το οποίο ωστόσο δυσχέραινε η έλλειψη προόδου

στη ναυσιπλοΐα. Ενώ έπαιζε καθοριστικό ρόλο στις οικονομίες των ελληνιστικών κρατών, το μόνο χρήσιμο επίτευγμα που παρατηρείται αυτή την περίοδο αναφορικά με αυτό φαίνεται να είναι η

χρήση του τριγωνικού ιστίου. Στηριζόταν σε ένα μακρύ άξονα σχηματίζοντας γωνία 45 μοιρών με το κεντρικό ιστίο, γεγονός που επέτρεπε την καλύτερη πλεύση σε αντίξοες καιρικές συνθήκες.

Page 53: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Το επάγγελμα όμως των ναυτικών εμπόρων έκρυβε μεγάλους κινδύνους και αγωνίες, καθώς είχαν να αντιμετωπίσουν

εκτός από τους πειρατές και τους διάφορους πολέμους ανάμεσα στα

βασίλεια, τα στοιχεία της φύσης και την άγνοια. Πιθανότατα μάλιστα τα

περισσότερα πλοία να χάθηκαν σε δυνατές καταιγίδες, ή εξαιτίας των δυσκολιών στη ναυσιπλοΐα και της

έλλειψης χαρτών, παρά από πειρατικές επιθέσεις.

Το χερσαίο εμπόριο αντίθετα δεν αναπτύχθηκε πολύ και η πιο

ενδιαφέρουσα εμπορική οδός ήταν εκείνη των καραβανιών από τη Συρία, τη Μεσοποταμία, την Αραβία και τις

εκτάσεις της Περσίας.

Δακτυλίδι με το πορτραίτο του Πτολεμαίου Στ'

Φιλομήτορος σαν αιγυπτίου Φαραώ (2ος αι.).

Page 54: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Όσον αφορά εκείνο μέσω των ποταμών είχε περιορισμένη έκταση και αποκλειστικά τοπικό χαρακτήρα. Ο πλέον σημαντικός ποταμός ήταν ο Νείλος, καθώς αποτελούσε την κύρια οδό του εσωτερικού εμπορίου της Αιγύπτου, αλλά και χρησιμοποιούνταν για τη μεταφορά των αγαθών από την Ινδία, την Αραβία και την ανατολική Αφρική προς τη Μεσόγειο. Αντίστοιχο εμπορικό

ρόλο, σε μικρότερη όμως έκταση, έπαιζε και ο Ευφράτης.

Ο ποταμός Νείλος, ο μεγαλύτερος του κόσμου.

Page 55: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Αστοί

Πρόκειται για μία τάξη ανδρών που είχαν καταφέρει, είτε με τις δικές τους προσπάθειες είτε κληρονομώντας περιουσίες, να εξασφαλίσουν στον εαυτό τους και στους δικούς τους μια άνετη

ζωή. Τα μέλη αυτής της τάξης δε ζούσαν από τα έσοδα που προέκυπταν από χειρωνακτική εργασία, αλλά συνήθιζαν να επενδύουν χρηματικά κεφάλαια σε διάφορους τομείς οικονομικών

δραστηριοτήτων.

Το θέατρο στην Τερμησσό της Παμφυλίας, έργο των ελληνιστικών χρόνων. Η πόλη βρισκόταν συνήθως στην επιρροή των Πτολεμαίων και αργότερα της Περγάμου ως τη

ρωμαϊκή κατάκτηση.

Page 56: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Στον τομέα της γεωργίας ήταν οι γαιοκτήμονες. Οι ίδιοι φυσικά δεν

καλλιεργούσαν τη γη τους, αλλά είτε τη μίσθωναν είτε προσλάμβαναν αγρότες

είτε τέλος χρησιμοποιούσαν δούλους για να τη δουλέψουν. Επίσης, στην τάξη

αυτή ανήκαν και όσοι νοίκιαζαν τη γη άλλων και απασχολούσαν δούλους για

την καλλιέργειά της. Στον τομέα της βιοτεχνίας τα μέλη αυτής

της τάξης ήταν οι ιδιοκτήτες εργαστηρίων, οι οποίοι επέβλεπαν και

κατεύθυναν τους υπαλλήλους τους, δούλους ή ελεύθερους. Στο εμπόριο

ήταν οι ιδιοκτήτες ή ενοικιαστές καταστημάτων για αγοραπωλησίες

λιανικής όπως επίσης και οι ιδιοκτήτες πλοίων ή αποθηκών που

χρησιμοποιούνταν στο εμπόριο μεταξύ πόλεων ή κρατών.

Από τη γλυπτή σύνθεση της τύφλωσης του Πολύφημου. Sperlonga,

Museo Archeologico. (ο Οδυσσέας).

Page 57: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Αρκετοί από αυτούς δάνειζαν χρηματικά κεφάλαια με υποθήκη σε όσους τα είχαν ανάγκη. Κάποιοι άλλοι ήταν πιθανότατα "επαγγελματίες" τραπεζίτες, αν και αυτού του είδους η ασχολία

θεωρούνταν τέχνη, και όσοι επιδίδονταν σε αυτή ονομάζονταν τεχνίται. Υπήρχαν βέβαια και εκείνοι που ως ιδιοκτήτες δούλων είχαν έσοδα που προέρχονταν από τη μίσθωση αυτών στα

ορυχεία, στα πλοία ή σε καταστήματα. Συχνά κιόλας επέτρεπαν στους δούλους τους να έχουν τη δική τους επιχείρηση, υπό τον όρο όμως να τους πληρώνουν κάποιο ποσό. Το

χαρακτηριστικότερο στοιχείο αυτής της τάξης ήταν ότι τα μέλη της δεν ήταν επαγγελματίες ή μισθωτοί υπάλληλοι αλλά επενδυτές κεφαλαίου και εργοδότες.

Ο ναός της Αθηνάς στη μικρασιατική

πόλη Πριήνη.

Page 58: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Φορολογία

Σε γενικές γραμμές, η φορολογία την εποχή αυτή είχε ευρεία επιβολή και μπορεί να χαρακτηριστεί επαχθής και συχνά αυθαίρετη. Συνήθως ένα 5% συνδύαζε τους φόρους αγορών,

μεταφοράς αγαθών και κληρονομιάς (ενκύκλιον). Φορολογούνταν, επίσης, οι κατοικίες των ξένων που ζούσαν στις διάφορες πόλεις και οι εγκαταστάσεις των επιχειρήσεων παρασκευής τροφίμων

(25%). Φόρος της τάξης του 16,7%, ο λεγόμενος απόμοιρα, επιβαλλόταν στην αμπελοκαλλιέργεια. Δασμοί καταβάλλονταν ακόμη και σε περιπτώσεις θανάτου. Ποσά έπρεπε να πληρωθούν όταν τελούνταν θυσίες, καθώς και από όσους κατείχαν κοπάδια ζώων ή/και δούλους.

Επίσης, οι ιδιοκτήτες των εργαστηρίων ήταν υποχρεωμένοι να πληρώνουν φόρο. Τέλος, στα παραπάνω θα πρέπει να προστεθεί και η φορολόγηση στα κρατικά μονοπώλια, σε ισχύ κυρίως

στην Αίγυπτο.

Αργυρό νόμισμα του Πτολεμαίου

ΙΒ' Νέου Διονύσου (80-58 και 55-

51).

Page 59: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Οι περισσότερες ελληνιστικές πόλεις, εκτός ορισμένων ειδικών περιπτώσεων, υποχρεώνονταν να καταβάλλουν τακτικό φόρο υποτέλειας στις τοπικές κυβερνήσεις και

στους βασιλείς. Επίσης, όφειλαν να παρέχουν κατά διαστήματα ειδικές εισφορές για τη διεξαγωγή πολέμου ή

για άλλους σκοπούς. Αυτού του είδους οι απαιτήσεις, ιδιαίτερα όταν δεν ήταν δυνατόν να δικαιολογηθεί η

σοβαρότητά τους, προκαλούσαν την οργή των κατοίκων. Ο Πλούταρχος, για παράδειγμα, αναφέρει στο Βίο του

Δημήτριου Πολιορκητή ότι, αφού ο τελευταίος διέταξε τους Αθηναίους να συγκεντρώσουν πάση θυσία και γρήγορα 250

τάλαντα, τα παρέδωσε στη Λάμια και τις εταίρες της να αγοράσουν αρωματικά έλαια.

Στην ελληνική μυθολογία η Λάμια ήταν όμορφη βασίλισσα της Λιβύης που έγινε δαίμονας εξαιτίας της Ήρας. Παίρνοντας τη μορφή

φαντάσματος, άρπαζε παιδιά και τα καταβρόχθιζε (Στην εικόνα «Η Λάμια» από τον Herbert James Draper, 1909). Σαν ιστορικό πρόσωπο, η Λάμια ήταν περιώνυμη εταίρα (γεννήθηκε το 340 και

πέθανε το 303) και ερωμένη του Δημητρίου του Πολιορκητού. Αν και δεν ήταν πολύ νέα, γοήτευσε

τον νεαρό ηγεμόνα που μόλις έχει νικήσει τους Κυπρίους στη Σαλαμίνα (306), με την εξαιρετική της μόρφωση και ομορφιά. Με τον Δημήτριο πήγε

στην Αθήνα όπου γνώρισε μεγάλες τιμές. Οι Αθηναίοι της ίδρυσαν και ναό όπου τιμώνταν σαν

Αφροδίτη.

Page 60: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Επίσης, οι μονάρχες συχνά απαιτούσαν εθελοντικούς στεφάνους, χρηματικά ποσά από τις πόλεις, με αφορμή τον εορτασμό διάφορων περιστασιακών εορτών. Προκειμένου αυτές να

ανταπεξέλθουν, ορισμένες φορές αναγκάζονταν να στραφούν προς πλούσιους ευεργέτες, οι οποίοι αναλάμβαναν τα έξοδα. Από επιγραφή είναι γνωστό ότι ο Βουλαγόρας από τη Σάμο πλήρωσε για

το στέφανο που απαίτησε ο Πτολεμαίος Γ' από το νησί.

Τετράδραχμο του Πτολεμαίου Ε' Επιφανούς (204-181).

Page 61: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Περιουσία

Είναι γνωστό ότι οι ελληνικές περιοχές πέρασαν από τα ύστερα κλασικά χρόνια στην Ελληνιστική περίοδο έχοντας στα ταμεία των πόλεών τους μεγάλο πλούτο. Αυτά τα κεφάλαια είχαν συγκεντρωθεί κατά τη διάρκεια των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων και μολονότι κάποιο ποσό τους είχε δαπανηθεί

στα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου, το μεγαλύτερο μέρος τους υφίστατο ακόμη μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σε ορισμένες πόλεις μάλιστα πιθανότατα να αυξήθηκε την εποχή των Επιγόνων, όπως για παράδειγμα στη Ρόδο, τη Mίλητο, την Έφεσο, το Βυζάντιο και στις περιοχές

του Ευξείνου πόντου που έλεγχαν το εμπόριο της Μαύρης θάλασσας.

Σύμφωνα με μία αρχαία παράδοση, το 1500 , άποικοι από την Κρήτη

αποίκησαν τη Μίλητο. Κατά τον 7ο και τον 6ο αιώνα, η Μίλητος είχε γίνει

εμπορική δύναμη, έχοντας ιδρύσει μία σειρά από αποικίες. Στα τέλη του 6ου αιώνα η Μίλητος καταστράφηκε από τους Πέρσες . Μετά από έναν αιώνα ελευθερίας που ακολούθησε τους

Περσικούς Πολέμους, πέρασε πάλι σε εκείνους με την Ανταλκίδειο Ειρήνη.

Το 334 απελευθερώθηκε από τον Αλέξανδρο το Μέγα. Η Μίλητος υπήρξε σπουδαίο κέντρο τεχνών, φιλοσοφίας και επιστημών, όπου γεννήθηκαν και έζησαν πνεύματα όπως ο Ιππόδαμος, ο Εκαταίος, ο Θαλής, ο Αναξίμανδρος

και ο Αναξιμένης.

Page 62: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Αυτή η κατάσταση διατηρήθηκε έως περίπου τα μέσα του 3ου αιώνα π.Χ. Αργότερα όμως εξαιτίας των

συνεχών πολεμικών επιχειρήσεων και αλλαγών στις γενικότερες οικονομικές συνθήκες, οι ελληνικές

πόλεις άρχισαν να ξοδεύουν τα κεφάλαιά τους για να προστατευτούν, κατάσταση που διατηρήθηκε μέχρι και τον ερχομό των Ρωμαίων. Μπορεί επομένως να

ειπωθεί ότι ένα πολύ μεγάλο μέρος του πλούτου τους χάθηκε κατά τη διάρκεια των πολέμων και της

αναρχίας στα τέλη του 3ου, στο 2ο και τον 1ο αιώνα π.Χ. Όταν δε στο τέλος επικράτησαν οι Ρωμαίοι στην

περιοχή, από ό,τι είχε απομείνει αρκετό μέρος του μεταφέρθηκε στη Ρώμη ως λάφυρα ή με τη μορφή

αποζημιώσεων.

Παιδί με χήνα. Έργο της ελληνιστικής εποχής, στο λεγόμενο στυλ «ελληνιστικό

ροκοκό».

Page 63: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Θα πρέπει να τονιστεί πάντως ότι τα παραπάνω αποτελούν ένα γενικό φαινόμενο. Καθώς έχει ήδη επισημανθεί υπήρξαν και οι εξαιρέσεις πόλεων που ευδοκίμησαν, όπως η Ρόδος, η Δήλος και τα

νησιά του Αιγαίου που συνδέονταν εμπορικά με αυτές αλλά και οι πόλεις της Προποντίδας.

Χάρτης του Johannes Schnitzer, που βασίζεται στο έργο του Κλαύδιου Πτολεμαίου «Γεωγραφία» και χρονολογείται στο 1482. Ο αρχαίος γεωγράφος και φυσικός φιλόσοφος στο έργο του συλλέγει τις γεωγραφικές γνώσεις της

ελληνιστικής εποχής, με αποτέλεσμα μια σχετικά ακριβή περιγραφή της Ευρώπης με έμφαση στην περιοχή της Μεσογείου, της βόρειας Αφρικής, της

Μέσης Ανατολής και της Αραβικής χερσονήσου.

Page 64: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Από αναφορές, ιδιαίτερα του ιστορικού Πολύβιου, είναι επίσης

γνωστό ότι οι περιουσίες των μελών της μεσοαστικής τάξης στις πόλεις της Μικράς Ασίας ήταν πολύ μεγαλύτερες

από των αντίστοιχων πολιτών της ηπειρωτικής Ελλάδας. Για

παράδειγμα, ως ο πλουσιότερος άνδρας στην Ελλάδα γύρω στο 200

π.Χ. αναφέρεται ο Αλέξανδρος Ίσιος, πολιτικός αρχηγός της Αιτωλίας. Η

περιουσία του, την οποία πιθανότατα εν μέρει να συγκέντρωσε με κλοπές, υπολογιζόταν σε κάτι περισσότερο

από 200 τάλαντα. Ωστόσο, εκείνη του Χαιρέμωνα και του γιου του

Πυθόδωρου από τη Νύσσα της Μικράς Ασίας ανερχόταν σε 2000

τάλαντα, ενώ το ίδιο ίσχυε και για του Ιέρωνα από τη Λαοδίκεια.

Τελετουργικό τραπέζι από πηλό με πόδια σε σχήμα

ποδιών λιονταριού. Πολυτελές έπιπλο της ύστερης

ελληνιστικής περιόδου (2ος-1ος αι.).

Page 65: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Διάθεση Κεφαλαίων

Αυτή την εποχή, όπως είναι γνωστό, υπήρχαν οι δυνατότητες επένδυσης κεφαλαίων. Αρκετοί προτιμούσαν να επενδύσουν τα χρήματά τους από το να τα καταθέσουν απλώς σε μία τράπεζα για

ασφάλεια. Ενώ ο πρώτος τρόπος διαχείρισης αποδεικνυόταν συχνά επικερδής, οι τράπεζες από πλευράς τους δεν τόκιζαν τα χρήματα και επομένως η κατάθεσή τους δεν απέφερε κέρδη. Οι

επενδύσεις ως επί το πλείστον γίνονταν σε δραστηριότητες του θαλάσσιου εμπορίου ή στην αγορά και διάθεση δούλων σε ορυχεία και σε γεωργικές καλλιέργειες καθώς και στην πώληση ή

ενοικίαση των δικαιωμάτων αγοράς μεταλλείων.

Σπάνιος πάπυρος που αποτελεί απόδειξη πληρωμής φόρου στο ελληνιστικό βασίλειο της Βακτρίας.

Page 66: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Εκτός πάντως από τις παραπάνω, οι πηγές διασώζουν και κάποιες ιδιάζουσες περιπτώσεις

διαχείρισης κεφαλαίου. Στη Σάμο για παράδειγμα, το 2ο αιώνα π.Χ., καθιερώθηκε ένα συγκεντρωτικό

ποσό που διατίθετο στη συνέχεια σε μορφή δανείων. Ειδικοί αξιωματούχοι, οι μεληδόνες, συνέλεγαν τους τόκους αυτών των δανείων, οι

οποίοι και χρησιμοποιούνταν για την ετήσια αγορά του σιταριού που διανεμόταν στους πολίτες

δωρεάν. Το σιτάρι αυτό μάλιστα αγοραζόταν κυρίως από εκείνο που συγκεντρωνόταν στο ναό της Ήρας ως δεκάτη από τις εκτάσεις της Μικράς

Ασίας που ανήκαν στο Hραίο.

Αρχιτεκτονικό μνημείο από το Ηραίο στη Σάμο. Ο μεγάλος ναός, οι βωμοί, μικρότεροι

ναοί, σπίτια και αναρίθμητα ευρήματα αποκαλύπτουν έναν μεγάλο πολιτισμό που

έλαμψε στην περιοχή. Η λατρεία της Σαμίας Ήρας δεν ήταν μόνο Πανελλήνια, αλλά είχε

επεκταθεί σ` ολόκληρο τον τότε κόσμο. Εκτός από τα αφιερώματα των Σαμίων και των άλλων Ελλήνων προς τη μεγάλη θεά,

βρέθηκαν και αφιερώματα από την Αίγυπτο και κράτη της Μ. Ανατολής.

Page 67: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Τράπεζες

Υπό φυσιολογικές συνθήκες, ούτε οι τράπεζες της εποχής ούτε κάποιος ιδιώτης συνήθιζαν να δανείζουν χρήματα για εμπορικούς σκοπούς. Η μόνη εξαίρεση, όπως φαίνεται, ήταν τα

ναυτοδάνεια που όμως, επειδή σχετίζονταν με δραστηριότητες υψηλού κινδύνου, οι τράπεζες τα απέφευγαν και συχνά αυτά είχαν τη μορφή ασφαλιστικών συμβολαίων. Ο τόκος των δανείων για

πλοία και φορτία μπορούσε να φτάσει μέχρι και το 22,5 ή ακόμη και το 30%, ανάλογα με την εποχή που θα γινόταν το ταξίδι. Πάντως, σώζονται και παραδείγματα χαμηλού τοκισμού και δεν

υπήρξε ποτέ ξεκάθαρος ο διαχωρισμός μεταξύ του τόκου των δανείων και της εγγύησης που δινόταν ως ασφάλεια σε περιπτώσεις υψηλού κινδύνου.

Αργυρό Τετράδραχμο της πόλης Μύρινας της Λέσβου (2ος αι.).

Page 68: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Σε γενικές γραμμές, τα δάνεια ίσχυαν για μικρά χρονικά διαστήματα και εγκρίνονταν για μη παραγωγικές δραστηριότητες. Επίσης, συχνά οι τράπεζες διέθεταν τα κεφάλαια που

αντιστοιχούσαν στη συλλογή των φόρων και ύστερα χρέωναν, αρχικά το 5% και αργότερα το 10%, ως προμήθεια επί του συνολικού κέρδους. Τέλος, ασχολούνταν και με τη διάθεση δούλων

στις διάφορες αγορές.

Το βουλευτήριο της μικρασιατικής πόλης Πριήνης.

Page 69: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Την εποχή αυτή εξελίσσεται η μορφή των τραπεζικών δραστηριοτήτων στις οποίες συμμετέχουν οι φύλακες των θησαυρών των διάφορων ναών. Μέχρι πρότινος, περιορίζονταν

στη φύλαξη καταθέσεων από ιδιώτες ή εκπροσώπους κυβερνήσεων. Τώρα, άρχισαν να επενδύουν τα κεφάλαια αυτά -με τη συναίνεση του καταθέτη και εισπράττοντας τόκο- σε

δάνεια και άλλες επιχειρήσεις. Το πλέον αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αποτελεί ο ναός του Απόλλωνα στη Δήλο, ο οποίος λειτουργούσε ως μία επιτυχημένη δανειστική επιχείρηση που

χρέωνε 10% τόκο. Ο ναός χρηματοδοτούσε διάφορα έργα, όπως την κατασκευή στεφάνων για εξέχοντες επισκέπτες, τις μαζικές αγορές σιτηρών κ.τ.λ.

Ο αρχαιολογικός χώρος της Δήλου.

Page 70: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Τέλος, δε θα πρέπει να παραληφθεί η αναφορά στον τρόπο λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος στην Αίγυπτο, μιας και αποτελεί εξαίρεση λόγω του ιδιαίτερου τρόπου

διακυβέρνησης του πτολεμαϊκού κράτους. Κάτοχοι του χρήματος ήταν οι βασιλείς. Σε πρώιμους ήδη χρόνους τα μέλη της δυναστείας των Πτολεμαίων δάνειζαν τόσο σε άτομα εντός Αιγύπτου

όσο και του εξωτερικού. Από παπύρους φαίνεται ότι οι χρηματικές συναλλαγές μάλλον διεκπεραιώνονταν από τη βασιλική τράπεζα στην Αλεξάνδρεια, που πιθανώς λειτουργούσε συγχρόνως και ως κεντρικός αποθέτης του θησαυρού των βασιλέων. Θα πρέπει, ωστόσο, να διαχωριστεί από το βασιλικόν, ένα γενικότερο όρο που περιέγραφε τη βασιλική οικονομική

διοίκηση και περιλάμβανε και το θησαυρό. Είναι γνωστό από τις πηγές ότι η βασιλική τράπεζα είχε "υποκαταστήματα" σε όλη τη χώρα, τα οποία διοικούνταν από γραφεία στις πρωτεύουσες των

νομών, ακόμη και στις διάφορες κώμες.

Ο πάπυρος αυτός, εντοπίστηκε σε

σφραγισμένο κεραμικό σκεύος στην έρημο της Γκεμπελέν της

Αιγύπτου και πρόκειται για

εμπορική συμφωνία, πωλητήριο, δηλαδή,

καλαμποκιού που έγινε στις 12 Ιουλίου

του 100 επί Πτολεμαίου

Αλεξάνδρου Β’ το όνομα του οποίου

αναφέρεται.

Page 71: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Οι δραστηριότητες ορισμένων τραπεζιτών, όπως του Πύθωνος, διευθυντή της τράπεζας στην Κροκοδειλόπολη-Αρσινόη, και του Κλίταρχου από τον τόπο Κοίτη, είναι γνωστές από τα

αποσπάσματα ενός ειδικού νόμου που καθόριζε τη μορφή των τραπεζικών συναλλαγών. Οι βασιλικές τράπεζες της Αιγύπτου ασχολούνταν με καταθέσεις διάφορων μορφών, τρέχοντες

λογαριασμούς, αλλαγές νομισμάτων, δανεισμούς, πληρωμές σε μετρητά, μεταθέσεις πίστωσης και άλλες σχετικές δραστηριότητες.

Αργυρό νόμισμα της Κλεοπάτρας Ζ' Θεάς (51-30) με τη μορφή του Πτολεμαίου του

Λάγου.

Page 72: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Συγκέντρωση χρημάτων

Στο 2ο βιβλίο των Οικονομικών του ψευδο-Αριστοτέλη, που τοποθετείται στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ., διαβάζει κανείς μία ενδιαφέρουσα συλλογή από εφευρετικότατες μεθόδους αύξησης

της περιουσίας, κάποιες μάλιστα από τις οποίες βρίσκονται πολύ κοντά στα όρια της απάτης ή της βίας. Η συλλογή αυτή αφορά κυρίως άτομα που κατείχαν θέσεις εξουσίας.

Ο ναός του Ολυμπίου Διός στην Αθήνα. Η ανέγερσή του ξεκίνησε επί Πεισιστράτου τον 6ο αι., συνεχίστηκε μερικώς στα ελληνιστικά χρόνια και

ολοκληρώθηκε επί ρωμαιοκρατίας τον 2ο αι. μ.Χ.

Page 73: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Έτσι λοιπόν υπάρχει αναφορά στο Διονύσιο Α' των Συρακουσών, ο οποίος λέγεται ότι μεταξύ των άλλων συχνά χρησιμοποιούσε το χρυσό και ασήμι που συγκεντρωνόταν στους ναούς από

προσφορές -όπως συνηθιζόταν ιδιαίτερα- σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης. Ο Κλεομένης -κυβερνήτης του Αλεξάνδρου στην Αίγυπτο- εκμεταλλεύτηκε τη θέση του για να ελέγξει το

εμπόριο σιτηρών, συγκρατώντας το στη χώρα για όσο χρονικό διάστημα χρειαζόταν προκειμένου να το διαθέσει σε πολύ υψηλή τιμή στην Ελλάδα που μαστιζόταν εκείνη την εποχή από λιμό

(περίπου 330 π.Χ.). Τόσο ο ιστορικός Ξενοφώντας όσο και ο ρήτορας Λυσίας αναφέρουν ότι αυτή η τακτική συνηθιζόταν από τους εμπόρους σιτηρών.

Το θέατρο των Συρακουσών.

Page 74: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Η πόλη των Κλαζομενών κατάφερε να μειώσει το χρέος της με την κοπή νομισμάτων από σίδηρο που είχαν όμως αξία όψεως ίδιου βάρους με τα αργυρά. Ο κυβερνήτης της Φώκαιας κατά τη

διάρκεια της άσκησης των δικαστικών του καθηκόντων πληρωνόταν και από τους δύο αντιδίκους. Ο δε Μαύσωλος, βασιλιάς της Kαρίας, υποστηρίζοντας ψευδόμενος ότι οι Πέρσες ετοιμάζουν

εισβολή στη χώρα, ζήτησε τη χρηματική βοήθεια των πολιτών για να οχυρώσει την πρωτεύουσα Mυλάσα. Όταν ωστόσο συγκεντρώθηκαν τα χρήματα τα κράτησε, ανακοινώνοντας χαρακτηριστικά ότι "οι ουρανοί, για την ώρα, απαγόρευσαν να χτιστούν τα τείχη".

Ερείπια αρχαίου θεάτρου στην Φώκαια της Μικράς Ασίας. Η πόλη ιδρύθηκε κατά τον Α’ Αποικισμό από

Ίωνες.

Page 75: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Αυτό που παρατηρείται από τα παραπάνω είναι μία αντίληψη των οικονομικών που περιοριζόταν μέχρι το σημείο της επιβολής, με λιγότερο ή περισσότερο εφευρετικές μεθόδους, άμεσων

έκτακτων εισφορών.

Γκρεμισμένος ναός του 1ου αι στην Αφροδισιάδα της Μικράς Ασίας. Η πόλη αυτή ήταν από εκείνες που ήκμασαν επί ρωμαιοκρατίας λόγω της συμμαχίας της με τη

Ρώμη κατά τους Μιθριδατικούς Πολέμους.

Page 76: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Διακίνηση χρήματος

Μία από τις συνέπειες των κατακτήσεων του Αλεξάνδρου ήταν η αποδέσμευση μεγάλης ποσότητας πολύτιμων μετάλλων από τα θησαυροφυλάκια της Ανατολής. Αυτό το γεγονός συνετέλεσε στην

πτώση των τιμών του χρυσού και του αργύρου και στην αύξηση της ποσότητας του διακινούμενου χρήματος. Ο ελληνιστικός κόσμος χωρίστηκε σε ζώνες όπου κυκλοφορούσαν νομίσματα κομμένα σε

διαφορετικά μέτρα. Η ηπειρωτική Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης και της Πελοποννήσου, εξέδιδε νόμισμα βασισμένο σ' ένα ελαφρώς μειωμένο "αιγινητικό" μέτρο, με τη δραχμή να ζυγίζει 5

γραμμάρια. H Εύβοια και τα νησιά του Αιγαίου χρησιμοποιούσαν το ροδιοφοινικικό, με τη δραχμή στα 3,25-3,75 γραμμάρια. Οι περιπτώσεις αυτές όμως αφορούν μόνο τοπικά νομίσματα.

Ημιόβολος της Αίγινας με τη χαρακτηριστική χελώνα ως έμβλημα και τη σφραγίδα του νομισματοκοπείου στην οπίσθια όψη. Περίπου 350-330.

Page 77: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Εκείνο που σηματοδότησε τη μετάβαση στην Ελληνιστική περίοδο αναφορικά με την κίνηση των νομισμάτων, ήταν η αντικατάσταση του αθηναϊκού νομίσματος και των αντιγράφων του με εκείνο

του Αλεξάνδρου ως κυρίαρχου στην ανατολική Μεσόγειο. Οι χρυσές και οι ασημένιες κοπές κυκλοφόρησαν ευρέως και έφτασαν μέχρι την Ιταλία και τη Σικελία. Ιδιαίτερα οι χρυσές

εμφανίστηκαν σε μεγάλες ποσότητες στις περιοχές που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των φυλών των βορείων Βαλκανίων.

Τετράδραχμο του Μεγάλου Αλεξάνδρου που εκδόθηκε από τον Αντίγονο στη Βαβυλώνα τη δεκαετία του 320-310. Τα νομίσματα με τη μορφή του μακεδόνα στρατηλάτη έγιναν αμέσως αποδεκτά στον ελληνιστικό κόσμο.

Page 78: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Πολύ σημαντική υπήρξε η υιοθέτηση του αττικού μέτρου τόσο από τον ίδιο τον Αλέξανδρο όσο και από το Λυσίμαχο. Ο τελευταίος μάλιστα εξέδωσε ένα μεγάλο αριθμό αργυρών νομισμάτων με την κεφαλή του Αλεξάνδρου, που διαδόθηκαν σε ολόκληρη τη Μικρά Ασία. Η δραχμή ζύγιζε 4,25

περίπου γραμμάρια και το διάσημο τετράδραχμο 17 γραμμάρια. Aρκετές πόλεις έκοψαν νομίσματα με τον τρόπο που εισήγαγαν οι Αντιγονίδες και οι Σελευκίδες και καθιέρωσαν τη βάση

για ένα κατ' εξοχήν διεθνές νόμισμα. Εξαίρεση -όχι τη μόνη αλλά την πλέον σημαντική- αποτελούσε η πτολεμαϊκή Αίγυπτος, που υιοθέτησε νόμισμα ελαφρύτερου μετρικού κανόνα, του αποκαλούμενου φοινικικού (το τετράδραχμο ζύγιζε 13-15 γραμμάρια), προκειμένου να ενισχύσει

το νομισματικό μονοπώλιο στα όρια της κλειστής οικονομίας της.

Τετράδραχμο του Πτολεμαίου Θ' Σωτήρος Λάθυρου (2ος αι.). Ο συγκεκριμένος Πτολεμαίος βασίλευσε με διακοπές στην εξουσία του από

το 116 ως το 81.

Page 79: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Παράγοντες που επηρέαζαν τη διακίνηση του χρήματος ήταν η μετακίνηση των στρατευμάτων και οι μισθοφόροι, των οποίων η απασχόληση χαρακτηριζόταν από συνεχείς αλλαγές τόπου διαμονής και εργοδοτών. Επίσης, με την εμφάνιση των Ρωμαίων στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου παρατηρείται η μετακίνηση μεγάλης ποσότητας νομισμάτων λόγω της μεταφοράς λαφύρων στη

Ρώμη και των αποζημιώσεων που επιβλήθηκαν στους ηττημένους πλέον εχθρούς της. Για παράδειγμα, στη συνθήκη της Απαμείας, το 188 π.Χ., ο Αντίοχος Γ' αναγκάστηκε να πληρώσει

ένα ποσό σε πολύ καθαρής περιεκτικότητας νομίσματα κομμένα σύμφωνα με το αττικό μέτρο. Το 189 π.Χ., οι Αιτωλοί υποχρεώθηκαν να πληρώσουν ένα συγκεκριμένο ποσό, το 1/3 του οποίου

ήταν σε χρυσά νομίσματα και το υπόλοιπο σε ασημένια νομίσματα που ακολουθούσαν επίσης το αττικό μέτρο. Θα πρέπει να τονιστεί, ωστόσο, ότι στις περισσότερες περιοχές που βρίσκονταν

εκτός της άμεσης επιρροής των πόλεων ο αντιπραγματισμός και η πληρωμή των φόρων σε είδος εξακολουθούσαν να κυριαρχούν στις συναλλαγές.

Αργυρό νόμισμα του Αντιόχου Γ' του Μεγάλου (223-187).

Page 80: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Συνέπειες πολέμων

Για τους κατοίκους των ελληνικών πόλεων πρωταρχική ανάγκη ήταν η ειρήνη και ο πλούτος. Για

αυτά προσεύχονταν στους θεούς, για πρώτη φορά όμως με τη συχνότητα και το ζήλο που επέδειξαν

κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Oι πόλεμοι ήταν συνεχείς και αποτελούσαν πλέον μόνιμο

χαρακτηριστικό της εποχής αυτής. Μέχρι τον ερχομό του Αυγούστου και την επιβολή της Pax Romana

(ρωμαϊκή ειρήνη) -που ουσιαστικά σηματοδοτεί το τέλος της Ελληνιστικής περιόδου- η ζωή των

ανθρώπων του ελληνιστικού κόσμου χαρακτηριζόταν από βία και ανασφάλεια. O άγραφος νόμος του

πολέμου καθόριζε ως νόμιμες και συνήθεις πράξεις τη λεηλασία και την καταστροφή εχθρικών περιοχών. Ούτε τα ιερά δεν προστατεύονταν από αυτές, αν και αποτελούσε πατροπαράδοτο έθιμο να θεωρούνται

άσυλα, ενώ οποιοσδήποτε τα παραβίαζε ιερόσυλος.

Μοντελιστική αναπαράσταση βετεράνου λεγεωνάριου του 1ου αι. Πολλοί Ρωμαίοι στρατιώτες πολεμούσαν για χρόνια στις ελληνικές χώρες στα πλαίσια των Μιθριδατικών Πολέμων και των ρωμαϊκών εμφυλίων πολέμων της εποχής.

Page 81: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Παραταύτα, είναι γνωστά τα περιστατικά καταστροφών σημαντικών ναών από τους Αιτωλούς (του Ποσειδώνα στο Ταίναρο και τη Mαντίνεια, της Ήρας στο Άργος) καθώς και λεηλασιών από τους ίδιους των ιερών στο Δίον και στη Δωδώνη. Τα τελευταία συμβάντα μάλιστα προκάλεσαν

την αντίδραση του Φιλίππου Ε', ο οποίος ως αντίποινα κατέστρεψε το αιτωλικό ιερό στο Θέρμο. Επίσης, ο ίδιος άγραφος νόμος του πολέμου επέτρεπε την ισοπέδωση των κατακτημένων πόλεων,

την υποδούλωση και πώληση των αιχμαλώτων πολέμου, την αρπαγή αγαθών, τροφίμων, ανθρώπινου δυναμικού και ζώων για τις ανάγκες των στρατευμάτων.

Τα ερείπια του σπουδαίου ναού της Ήρας στο Άργος.

Page 82: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Ορισμένοι από τους κατεξοχήν διανοούμενους διαμαρτύρονταν έντονα εναντίον αυτής της κατάστασης. Ο Πλάτωνας καταδίκαζε τους φόνους και την υποδούλωση των Ελλήνων, την

καταστροφή οικίων και σοδειών. Ο Φίλων δήλωνε χαρακτηριστικά ότι "ληστεύουν, αρπάζουν, εμπορεύονται ανθρώπους, λεηλατούν, κατακτούν, υβρίζουν, κακομεταχειρίζονται, καταστρέφουν, ατιμάζουν, δολοφονούν κρυφά, ή αν είναι δυνατότεροι, φανερά". Ο Φίλαρχος αφιέρωσε σελίδες

διαμαρτυρίας -που δεν έχουν διασωθεί- εναντίον των κτηνωδιών που ακολούθησαν την κατάκτηση και την καταστροφή της Mαντίνειας, το 223 π.Χ., από τους Αχαιούς και τους Μακεδόνες.

Λιγοστά απομεινάρια της αρχαίας πόλης της Μαντίνειας. Σήμερα σώζεται μόνο το θέατρο σε κάπως καλή κατάσταση καθώς και θεμέλια

οικιών.

Page 83: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Από την άλλη μεριά όμως ο ιστορικός Πολύβιος επικαλούνταν τους "κατά τους του πολέμου νόμους" για να δικαιολογήσει την υποδούλωση ελεύθερων ανδρών, γυναικών και παιδιών. Ο ίδιος πρόσθετε ότι η σκληρή μεταχείριση των κατοίκων της Μαντίνειας

αποτελούσε ένα είδος αντίποινας για ορισμένες πράξεις των Mαντινέων που, αν και ήταν λιγότερο άγριες από εκείνες που

υπέστησαν, δεν ακολουθούσαν "τους κοινούς των ανθρώπων νόμους". Παρατηρείται,

λοιπόν, ότι ο πόλεμος και οι συνέπειές του γίνονταν αντιληπτά ως εστίες μεγάλων

καταστροφών, υλικών και ηθικών. Την ίδια στιγμή όμως αντιμετωπίζονταν και ως

φυσικές, ακόμη και δίκαιες, αναπόφευκτες λύσεις σε προβληματικές καταστάσεις που,

για διάφορους λόγους, δεν επιδέχονταν ειρηνική προσέγγιση.

Page 84: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Πειρατεία

Ένας από τους σημαντικότερους κινδύνους της Ελληνιστικής περιόδου για την ασφάλεια των πολιτών και των εμπορευμάτων κατά τη μεταφορά τους ήταν η πειρατεία. Το φαινόμενο αυτό δεν

ήταν καινούργιο. Πάντα αποτελούσε μία επικερδής απασχόληση που άνθιζε σε περιόδους ταραχών και πολεμικών συρράξεων. Η συνειδητοποίηση του κινδύνου αυτού φαίνεται και από το πλήθος των οχυρωματικών έργων που άρχισαν να κατασκευάζονται από τον 4ο αιώνα. στα νησιά

του Αιγαίου και στις παραλιακές περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας. Πρόκειται για τείχη, οχυρωματικούς περιβόλους, πύργους που χρησιμοποιούνταν ως παρατηρητήρια, καταφύγια ή

αποθήκες, προκειμένου να προστατευθεί ο πληθυσμός από τις πειρατικές επιδρομές.

Η οχυρωμένη ακρόπολη της Νισύρου στα Δωδεκάνησα

αποτελεί ένα από τα καλύτερα

δείγματα αμυντικής

αρχιτεκτονικής του Αιγαίου κατά την αρχαιότητα.

Page 85: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Οι πειρατές μη ελληνικών φύλων δεν αποτελούσαν σοβαρό κίνδυνο. Οι Τυρρήνιοι έπαψαν να δρουν μετά την εποχή του Δημήτριου Πολιορκητή, ενώ οι Ιλλυριοί συνέχισαν τη δραστηριότητά τους μόνο στις δικές τους περιοχές και εκείνοι της Μαύρης θάλασσας δεν πέρασαν ποτέ τα στενά της Προποντίδας. Το Αιγαίο βρισκόταν στο έλεος των ντόπιων πειρατών. Ο περιηγητής Στράβων όταν αναφερόταν στην Κρήτη χαρακτήριζε ενδημική την πειρατεία στην περιοχή αυτή. Μέχρι τη

στιγμή που καταλήφθηκε το νησί από τους Ρωμαίους, μας πληροφορεί για την ύπαρξη μισθοφόρων που επάνδρωναν τα κρητικά πειρατικά πληρώματα.

Γενική εικόνα της Γόρτυνος. Η πόλη αποτέλεσε την πρωτεύουσα της Κρήτης κατά τη ρωμαιοκρατία.

Page 86: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Οι κυβερνήσεις των ελληνιστικών βασιλείων δεν προσπάθησαν ποτέ να

αντιμετωπίσουν σοβαρά την πειρατεία. Οι Πτολεμαίοι, ακόμη και

στις μέρες της θαλασσοκρατορίας τους, δεν ενήργησαν αποφασιστικά

για να την καταστείλουν. Οι στρατηγοί τους περιορίζονταν κατά καιρούς σε επιδρομές αντίποινων

στα μέρη που ελέγχονταν από πειρατές και βρίσκονταν στη

δικαιοδοσία των Πτολεμαίων. Στην πραγματικότητα, όμως, οι ελληνιστικοί βασιλείς τούς

χρησιμοποιούσαν στους μεταξύ τους πολέμους.

Στήλη με επιγραφή στα αιγυπτιακά και στα

ελληνικά που δοξάζει τον Πτολεμαίο Η' Φύσκωνα (2ος

αι.).

Page 87: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Ο Πτολεμαίος Φιλάδελφος κατά τη διάρκεια του Α' Συριακού πολέμου, το 274 π.Χ., είχε

οργανωμένες ομάδες πειρατών που έκαναν επιδρομές στις ακτές του βασιλείου του Αντίοχου Α'. Ανάλογη τακτική ακολούθησαν

και οι Αιτωλοί, ιδιαίτερα τα χρόνια μετά το Δημήτριο

Πολιορκητή, στις επιδρομές τους εναντίον των νησιών του

Αιγαίου. Το επιγραφικό υλικό μάς πληροφορεί ότι αρκετά από αυτά τα νησιά προσπάθησαν να

προστατευτούν, κάνοντας ειδικές συμφωνίες με την Αιτωλία, και αυτό αποτελεί μία ένδειξη ότι οι

πειρατές της περιόδου ήταν αποτελεσματικοί στις

επιχειρήσεις τους.

Page 88: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Σε διαστήματα μεγάλων δεινών και συμφορών η πειρατεία χρησιμοποιούνταν ως διέξοδος. Οργανωμένες συμμορίες πειρατών είχαν τα δικά τους καλά προστατευμένα λιμάνια -στην Κρήτη και όχι μόνο- και ήταν καλοδεχούμενοι σε όλους τους εμπορικούς σταθμούς όταν εμφανίζονταν φορτωμένοι με λάφυρα. Οι πειρατές ήταν οι κυριότεροι προμηθευτές δούλων, τους οποίους είτε

πουλούσαν είτε αντάλλασσαν ζητώντας λύτρα. Ως γνωστόν, οι δούλοι αποτελούσαν βασικό στοιχείο της οικονομικής ζωής των ελληνιστικών πόλεων και γι' αυτό ήταν περιζήτητοι στις

εμπορικές αγορές.

Αργυρό νόμισμα του Αντιόχου Α' Σωτήρος (281-261). Στη μια όψη εικονίζεται ο βασιλιάς με το χαρακτηριστικό

διάδημα και στην άλλη ο Απόλλων καθήμενος. Εμφανείς είναι και οι επιγραφές με το όνομα και τον τίτλο του

Αντιόχου.

Page 89: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Έως και το τέλος του 2ου αιώνα, οι πειρατές κυριαρχούσαν στις θάλασσες του ελληνιστικού

κόσμου. Εκείνος που κατάφερε αρχικά να ελέγξει τις δραστηριότητες των συμμοριών και τελικά να

τις εξαφανίσει ήταν ο ρωμαίος ύπατος Σύλλας. Στη δεκαετία του 90-80. με τις εκκαθαρίσεις του

απάλλαξε το Αιγαίο από τη μάστιγα της πειρατείας.Ο Λεύκιος Κορνήλιος Σύλλας (Lucius Cornelius

Sulla Felix , περ. 138 – 78 ), ήταν Ρωμαίος στρατιωτικός και πολιτικός συντηρητικών

πεποιθήσεων, ο οποίος εκλέχθηκε ύπατος δύο φορές. Όντας χαρισματικός και

αποτελεσματικός σε στρατιωτικά ζητήματα, ο Σύλλας προέλασε με τα στρατεύματά του

κατά της ίδιας της Ρώμης δύο φορές, απολαμβάνοντας την απόλυτη εξουσία που του χάρισε το αξίωμα του Δικτάτορα. Από τη θέση αυτή ξεκίνησε μια σειρά από συνταγματικές

μεταρρυθμίσεις που είχαν ως απώτερο σκοπό να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα της

αριστοκρατικής τάξης. Η δικτατορία του, εντούτοις, σηματοδότησε την αρχή του

τέλους της ίδιας της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας . Στην εικόνα μια προτομή, αντίγραφο

πορτραίτου Ρωμαίου ευγενούς για τον οποίο πιστεύεται πως πρόκειται για το Σύλλα .

Page 90: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Δουλεία

Η χρησιμοποίηση των δούλων ως εργατικό δυναμικό, τόσο από τις πόλεις όσο και από ιδιώτες πολίτες, συνεχίστηκε με εντατικούς ρυθμούς και στην περίοδο που εξετάζεται.

Το δουλεμπόριο στην Ελληνιστική περίοδο ήταν άμεσα συνδεδεμένο με την πειρατεία, η οποία μαζί με τις πολεμικές επιχειρήσεις αποτελούσε τις πηγές προμήθειας δούλων στις αγορές των

πόλεων. Υπήρχαν μάλιστα και αγορές που κυρίως διεξαγόταν εμπόριο δούλων, όπως της Δήλου. Ο αρχαίος περιηγητής Στράβωνας αναφέρει ότι στα μέσα τουλάχιστον του 2ου αιώνα μπορούσε η

αγορά της Δήλου σε μία μόνο ημέρα να δεχτεί και να πουλήσει δέκα χιλιάδες δούλους.

Δήλος. Μέρος της αγοράς επί ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής.

Page 91: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Πρόκειται για μία υπερβολική μάλλον δήλωση αλλά ενδεικτική

της κατάστασης που επικρατούσε, από όπου και προέκυψε η ρήση "έμπορε, πρόσδεσε, ξεφόρτωσε, όλα πουλήθηκαν". Μία αιτία για

την έκταση αυτού του φαινομένου ήταν ότι ιδιαίτερα μετά την

καταστροφή της Καρχηδόνας και της Κορίνθου, στα μέσα του 2ου

αιώνα π.Χ., οι Ρωμαίοι είχαν αποκτήσει μεγάλο πλούτο και υπήρχε γενικότερα αυξημένη

ζήτηση δούλων.Είναι γνωστό ότι τόσο στο πτολεμαϊκό βασίλειο όσο

και σε αυτό των Σελευκιδών οι δούλοι δε χρησιμοποιούνταν

εκτενώς στην καλλιέργεια της γης. Αντίθετα από τη Μικρά Ασία

σώζονται συχνά αναφορές στην απασχόλησή τους σε γεωργικές

εργασίες. Σημαντικό παραγωγικό ρόλο είχαν στη βιοτεχνία των

βασιλείων.Προτομή της Κλεοπάτρας Β' ή της Κλεοπάτρας

Γ' ως Ίσιδος (2ος αι.).

Page 92: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Σε αρκετά μέρη, όπως στην Αθήνα και τη Ρόδο, επιτρεπόταν στους δούλους -ιδιαίτερα στους

δημόσιους- να σχηματίζουν συλλόγους θρησκευτικού και κοινωνικού χαρακτήρα. Ήταν

πολύ πιθανό, να τους είχε δοθεί οικονομική δυνατότητα έτσι ώστε

να είναι σε θέση να συγκεντρώνουν περιουσία

προκειμένου να εξαγοράσουν την ελευθερία τους. Είναι γεγονός ότι ο αριθμός των απελευθερωτικών

επιγραφών που σώζονται από αυτή την περίοδο είναι πολύ

μεγάλος. Ίσως, τα δικαιώματα των απελεύθερων να

προστατεύονταν καλύτερα από ό,τι σε προηγούμενες εποχές, ενώ τα ιερά και οι πόλεις πρόσφεραν

καλύτερες εγγυήσεις για το μέλλον τους.Πιάτο από την Απουλία με παράσταση ψαριών

στο εσωτερικό. Χρονολογείται περίπου στα 325.

Page 93: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Στο τέλος του 2ου αιώνα π.Χ. ξέσπασαν εξεγέρσεις δούλων με τέτοια συχνότητα που σχεδόν θύμιζε έκρηξη επιδημίας. Αυτές οι περιπτώσεις πιθανότατα να είχαν ενθαρρυνθεί από τα γεγονότα

στη Σικελία, όπου ξεσηκώθηκαν οι δούλοι υπό την καθοδήγηση ενός Σύριου, του Εύνου, και η όλη προσπάθεια πήρε διαστάσεις και μορφή κοινωνικής επανάστασης. Αντίθετα, στην Αττική οι

δύο εξεγέρσεις (περίπου 134 και 103/2) των δούλων που χρησιμοποιούνταν στα ορυχεία του Λαυρίου, καθώς και η περίπτωση της Δήλου (περίπου 134) όπου συμμετείχαν όσοι προορίζονταν

για πώληση, φαίνεται να ήταν απλώς αντιδράσεις στις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσής τους. Από τη στιγμή που κατεστάλησαν, δεν ξανασημειώθηκαν τέτοιες ενέργειες.

Δήλος. Το μνημείο του Ερμή. Το νησί αποτελούσε κέντρο δουλεμπορίου ιδίως μετά την επικράτηση των Ρωμαίων στο

Αιγαίο κατά το 2ο αι..

Page 94: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Παράρτημα

Οι Πηγές της Ελληνιστικής Ιστορίας Όλα τα είδη του γραπτού λόγου (γραμματειακές πηγές, επιγραφές σε παπύρους, όστρακα - κυρίως στο

πτολεμαϊκό βασίλειο - και νομίσματα). Ιδιαίτερη σημασία έχει ότι κανένα ιστοριογραφικό έργο της ελληνιστικής εποχής δεν έχει σωθεί ολόκληρο, αλλά ο μεγάλος αριθμός των σωζόμενων επιγραφών

αναπληρώνει το κενό. Έχουμε αποσπάσματα ιστορικών έργων, που ασχολούνται με μία πληθώρα ειδών: παγκόσμια, θεματική, τοπική και ιστορία προσώπων.

Στον 3ο π.Χ. αιώνα, σώζονται μόνο αποσπάσματα ιστορικών έργων συγγραφέων όπως ο Ιερώνυμος ο Καρδιανός, ο Δούρις ο Σάμιος, ο Φύλαρχος ο Αθηναίος, ο Τίμαιος, ο οποίος έγραψε την ιστορία της

Σικελίας και Κάτω Ιταλίας. Οι ιστοριογράφοι αυτοί επηρέασαν τους μεταγενέστερους και τα έργα τους έχουν μεγάλη σημασία.

Τον 2ο π.Χ. αιώνα κυριαρχεί στην ιστοριογραφία ο Πολύβιος ο Μεγαλοπολίτης (περίπου 200 π.Χ. - περίπου 118 π.Χ.), που έζησε τα έτη 168-150 π.Χ. στη Ρώμη ως όμηρος. Μετά τη μάχη της Πύδνας, τα

ελληνικά κράτη που είχαν τηρήσει ουδέτερη στάση τιμωρήθηκαν και η Αχαϊκή Συμπολιτεία υποχρεώθηκε να στείλει 1000 επιφανείς πολίτες ως ομήρους στη Ρώμη, ανάμεσα στους οποίους και ο

Πολύβιος. Το έργο του «Ιστορίαι» καλύπτει το χρονικό διάστημα 264-146 π.Χ., από την έναρξη του Α΄ καρχηδονιακού πολέμου ως την καταστροφή της Καρχηδόνας από τους Ρωμαίους, και στην πλήρη μορφή του αποτελούνταν από 40 βιβλία, από τα οποία σώθηκαν πλήρως μόνο τα πέντε και πολλά

αποσπάσματα από τα υπόλοιπα. Κατά ένα μέρος τα απολεσθέντα τμήματα του έργου του αναπληρώνονται από τον Τίτο Λίβιο, που χρησιμοποίησε ως πηγή του τον Πολύβιο. Ο Πολύβιος αφηγείται τα πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα, την «πραγματική ιστορία», η οποία απαιτεί την

αυτοψία του ιστορικού και τη χρήση αρχείων για την τεκμηρίωση των γεγονότων. Μία πρωτότυπη εξέλιξη του Πολύβιου είναι ότι εξηγεί την ιστορική εξέλιξη με τα είδη των πολιτευμάτων. Πιστεύει ότι υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ του βαθμού ανάπτυξης και τον τρόπο διακυβέρνησης ενός κράτους. Έτσι,

συσχέτισε την άνοδο μίας δύναμης με το πολίτευμα.

Page 95: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Τους 1ους π.Χ. και μ.Χ. αιώνες, Έλληνες και Λατίνοι ιστορικοί συνεχίζουν το έργο του Πολύβιου. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης (ακμή περί τα μέσα του 1ου π.Χ. αιώνα) έγραψε τη «Βιβλιοθήκη

ιστορική», μία παγκόσμια ιστορία από τη μυθολογία ως το 60/59 π.Χ. Το πλήρες έργο αποτελούνταν από 40 βιβλία, από τα οποία σώζονται τα πρώτα πέντε και τα βιβλία έντεκα έως

είκοσι (τα οποία αναφέρονται στην ιστορία των ετών 480-302) Ο Διόδωρος προτάσσει ένα γενικότερο προοίμιο στο οποίο εκθέτει τις απόψεις του για μία συγκροτημένη θεωρία της

ιστορίας. Κάθε επιμέρους βιβλίο εισάγεται με ένα μικρό πρόλογο με γενικές απόψεις. Ο τρόπος γραφής του είναι συγχρονικός και διαχρονικός: αφηγείται τα γεγονότα κατ’ έτος,

χρησιμοποιώντας για τη χρονολόγηση τους καταλόγους των Ρωμαίων υπάτων και των επωνύμων αρχόντων, και τα γεγονότα του ίδιου έτους κατά γεωγραφική περιοχή, π.χ. Ελλάδα, Ιταλία,

Αφρική, Σικελία). Επειδή θεωρεί την ιστορική γεωγραφία απαραίτητη για την κατανόηση των γεγονότων, κάνει συχνά γεωγραφικές παρεκβάσεις.

Ο Τίτος Λίβιος (59 π.Χ.-17 μ.Χ.) έγραψε τη ρωμαϊκή ιστορία από την ίδρυση της Ρώμης ως το έτος 9 π.Χ. στο έργο του «Ab urbe condita libri» (Βιβλία από ιδρύσεως της πόλης). Αναφέρεται

στην ελληνική παράλληλα με τη ρωμαϊκή ιστορία. Για αυτά τα τμήματα της ιστορίας του χρησιμοποιεί ως πηγή το έργο του Πολύβιου.

Page 96: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Το 1ο και 2ο μ.Χ. αιώνα, ο Πλούταρχος από τη Χαιρώνεια της Βοιωτίας (περίπου 50 - περίπου 120 μ.Χ.) έγραψε ιστορικές βιογραφίες, του «Βίους» ιστορικών προσώπων. Δύο ιστορικοί των αυτοκρατορικών χρόνων ξεχωρίζουν: ο πρώτος είναι ο Φλάβιος Αρριανός (…-146 μ.Χ.) από τη

Νικομήδεια της Μικράς Ασίας, που είχε ασκήσει και διοικητικά αξιώματα. Έγραψε την «Αλεξάνδρου Ανάβασις» και μια σύντομη ιστορία των διαδόχων του, της οποίας σώζεται μία

περίληψη. Ο Αππιανός από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου (τέλος 1ου- προ 165 μ.Χ.) που είναι γενικά σύγχρονος του Αρριανού. Έγραψε σε 24 βιβλία στα ελληνικά την ιστορία της Ρωμαϊκής

αυτοκρατορίας και την ιστορία των ρωμαϊκών επαρχιών έως την ένταξή τους στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, με τη χρονική σειρά που είχαν καταληφθεί. Η «Συριακή», που αναφέρεται στο

βασίλειο των Σελευκιδών ως το 63 π.Χ., είναι η μοναδική αφηγηματική πηγή που έχουμε για το βασίλειο αυτό.

Page 97: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Τα κείμενα της παρουσίασης βασίζονται κατεξοχήν:

Α) Στο συλλογικό έργο: Ελληνική Ιστορία (επιμ. Μ. Σακελλαρίου, Χρ. Μαλτέζου, Αλ. Δεσποτόπουλος), τ.3 (από τον Μέγα Αλέξανδρο στους Ρωμαϊκούς χρόνους), εκδ. Εκδοτική Αθηνών

και «Η Καθημερινή», Αθήνα 2010, σ.σ. 26-101

Β) Στα άρθρα της ιστοσελίδας του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού www.ime.gr/chronos/06 (Ελληνιστική Περίοδος)

Γ) Στα άρθρα της ιστοσελίδας http://www.greek-language.gr/Resources/ancient_greek/encyclopedia/hellenistic/index.html

(Ιστορία της ελληνιστικής γραμματείας )

Δ) Στα άρθρα της ιστοσελίδας http://www.greek-language.gr/Resources/ancient_greek/history/art/

(Ιστορία της αρχαίας ελληνικής τέχνης)

Page 98: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ (ΠΡΩΤΟΤΥΠΗ Ή ΜΕΤΑΦΡΑΣΜΕΝΗ)

Andrewes A, Η Αρχαία Ελληνική Κοινωνία, μτφρ. Ανδρέας Παναγόπουλος, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1983

Ballet Pascale, Η καθημερινή ζωή στην Αλεξάνδρεια (331-30 π.Χ.), μτφρ. Σταύρος Βλοντάκης, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2002

Bengtson Henry, Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδος, μτφρ. Ανδρέας Γαβρίλης, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα 1970

Boardman John, Οι αρχαίοι Έλληνες στην υπερπόντια εξάπλωσή τους, μτφρ. Ηλίας Ανδρεάδης, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1996

Botsford G.W και Robinson C.A., Αρχαία Ελληνική Ιστορία, τ.1-2, μτφρ. Σωτήρης Τσιτσώνης, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1977-79

Canfora Luciano. Ελληνισμός. Ερμηνεία της Αλεξανδρινής εποχής, μτφρ. Σ. Μαρκέτος. εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1992

Ελλάς (συλλογικό έργο), Ιστορία και Πολιτισμός του Ελληνικού Έθνους, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 1998

Fantuzzi M. & Hunter R., Ο Ελικώνας και το Μουσείο. Η ελληνιστική ποίηση από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου έως την εποχή του Αυγούστου, μτφρ. Δ. Κουκουζίκα & Μ. Νούσια, εκδ. Πατάκης, Αθήνα 2002

Flaceliere Robert, Ο Δημόσιος και Ιδιωτικός Βίος των Αρχαίων Ελλήνων, μτφρ. Γεράσιμος Βανδώρος, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 1995

Garnsey Peter και Saller Richard, Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία – Οικονομία, Κοινωνία και Πολιτισμός, μτφρ. Βασίλης Αναστασιάδης, εκδ. Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 1998

Page 99: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Glotz Gustave, Η Ελληνική Πόλις, μτφρ. Αγνή Σακελλαρίου, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1989

Gehrke Η., Ιστορία του ελληνιστικού κόσμου, μτφρ. Ά. Χανιώτης, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2000

Hammond Nicolas, Μέγας Αλέξανδρος, ένας ιδιοφυής, μτφρ. Πάνος Θεοδωρίδης, εκδ. Μαλλιάρης-Παιδεία, Αθήνα 1997

Hutchinson. G.O, Ελληνιστική ποίηση, μτφρ. Λ. Χατζηκώστα, εκδ. Καρδαμίτσα Αθήνα 2007.

Irby G.L. & Keyser M.-P., Η ελληνική επιστήμη στην ελληνιστική εποχή, μτφρ. Θ. Δαρβίρη, εκδ. Ενάλιος, Αθήνα 2010

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (συλλογικό έργο), τ. Δ’ – Στ’, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1970

Καρδαράς Γεώργιος, Η άνοδος και η πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, εκδ. Περισκόπιο, Αθήνα 2002

Κοκκορού-Αλευρά Γεωργία, Η Τέχνη της Αρχαίας Ελλάδας. Σύντομη Ιστορία (1050-50 π.Χ.), εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1991

Λάζος Χρήστος, Ναυτική Τεχνολογία στην Αρχαία Ελλάδα, εκδ. Αίολος, Αθήνα 1996

Long A. A., Η ελληνιστική φιλοσοφία. μτφρ. Σ. Δημόπουλος, Μ. Δραγώνα & Μονάχου, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1990

Manfredi Valerio Massimo, Οι Έλληνες της Δύσης, μτφρ. Βανέσα Λάππα, εκδ. Λιβάνη, Αθήνα 1997

Μπαμπινιώτης Γεώργιος (επιμ.), Η Γλώσσα της Μακεδονίας – η αρχαία Μακεδονική και η ψευδώνυμη γλώσσα των Σκοπίων, εκδ. Ολκός, Αθήνα 1992

Page 100: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Μπαμπινιώτης Γεώργιος, Συνοπτική Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα 1985

Parke H.W, Οι Εορτές στην Αρχαία Αθήνα, μτφρ. Χαράλαμπος Ορφανός, εκδ. Δαίδαλος-Ιωαν. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα 2000

Παπαχατζής Νικόλαος, Η θρησκεία στην αρχαία Ελλάδα, εκδ. Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1987

Παπαχατζής Νικόλαος, Παυσανίου Ελλάδος Περιήγησης: Κορινθιακά-Λακωνικά, Μεσσηνιακά-Ηλιακά, Αχαϊκά-Αρκαδικά, Βοιωτικά-Φωκικά, Αττικά, εκδ. Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 2002 (επανέκδοση)

Pollitt Jerome Jordan, Η Τέχνη στην Ελληνιστική Εποχή, μτφρ. Αφροδίτη Γκάζη, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 1994

Προμπονάς Ιωάννης, Ελληνική Επική Ποίηση, από τα μυκηναϊκά χρόνια ως σήμερα, Αθήνα 1990

Ραμού-Χαψιαδή Άννα, Από τη φυλετική στην πολιτική κοινωνία. Πολιτειακή εξέλιξη της Αθήνας, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1982

Rostovtzeff Michail, Ρωμαϊκή Ιστορία, μτφρ. Βασίλης Καλφάογλου, εκδ. Παπαχατζή, Αθήνα 1984

Sharples R.W., Στωικοί, Επικούρειοι και Σκεπτικοί. μτφρ. Μ. Λυπουρλής & Γ. Αβραμίδης, εκδ. Θύραθεν, Αθήνα 2002

Σημαντώνη-Μπουρνιά Εύα, Αρχαιολογικός Άτλας του Αιγαίου από την προϊστορία ως την ύστερη αρχαιότητα, Αθήνα 1998

Τραυλός Ιωάννης, Πολεοδομική εξέλιξις των Αθηνών, εκδ. Καπόν, Αθήναι 1993( Β’ έκδοση)

Τσιμπουκίδης Δημήτριος, Ιστορία του Ελληνιστικού Κόσμου, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 1983

Walbank F.W., Ο Ελληνιστικός Κόσμος, μτφρ. Τάσος Δαρβέρης, εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1993

Page 101: Ελληνιστική εποχή (β.οικονομία)

Περιοδικά

Περιοδικό Στρατιωτική Ιστορία, εκδόσεις Περισκόπιο/ Γνώμων: Επιλεγμένα άρθρα

Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, εκδόσεις Περισκόπιο/ Γνώμων: Επιλεγμένα άρθρα

Περιοδικό Στρατιωτική Ιστορία, σειρά Μεγάλες Μάχες, εκδόσεις Περισκόπιο/ Γνώμων: Επιλεγμένα άρθρα

Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, σειρά Παγκόσμια Ιστορία/ Γνώμων: Επιλεγμένα άρθρα

Περιοδικό Corpus, εκδόσεις Περισκόπιο: Επιλεγμένα άρθρα

Ιστοσελίδες

www.ime.gr/chronos (Ελληνική Ιστορία)

http://www.greek-language.gr/Resources/ancient_greek/encyclopedia/hellenistic/index.html (Ιστορία της αρχαίας ελληνιστικής γραμματείας )

http://www.greek-language.gr/Resources/ancient_greek/history/art (Ιστορία της αρχαίας ελληνικής τέχνης)

http://www.ehw.gr/ehw/forms( Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού)

www.wikipedia.org (Λήμματα για την αρχαία Ελλάδα και την αρχαία Ρώμη)

http://www2.egeonet.gr (Πολιτιστική πύλη του Αρχιπελάγους του Αιγαίου)