Download - Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

Transcript
Page 1: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ:

ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΓΚΛΙΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΑΣΤΙΚΟ

ΡΕΦΟΡΜΙΣΜΟ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ

Αποστόλης Χαρίσης Συνεργάτης της Ιδεολογικής Επιτροπής

της ΚΕ του ΚΚΕ.

Page 2: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

2

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Τα σοσιαλδημοκρατικά ή ρεφορμιστικά «εργατικά» κόμματα αποτελούν εδώ και

πολλές δεκαετίες βασικό συστατικό στοιχείο του πολιτικού και κομματικού

συστήματος πολλών αναπτυγμένων καπιταλιστικών κοινωνιών. Αυτό ισχύει

ιδιαίτερα έντονα στη Δυτική Ευρώπη, απ’ όπου εξάλλου έλκει την ιστορική της

καταγωγή η σοσιαλδημοκρατία, αλλά και σε χώρες που αποτελούν κατά κάποιο

τρόπο «ιστορικο-γεωγραφική προέκταση» του ευρωπαϊκού καπιταλισμού,

όπως η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία (η περίπτωση των ΗΠΑ, όπου το ρεύμα

του ρεφορμισμού στο εργατικό κίνημα εκφράζεται διαφορετικά, δίχως ισχυρή

αυτοτελή πολιτική - κομματική μορφή, αλλά ως κάποιου είδους «λόμπι» ή

«ομάδες πίεσης» και «ομάδες συμφερόντων» μέσα στο αστικό πολιτικό σύστημα

και το κράτος και ιδιαίτερα μέσα από το Δημοκρατικό Κόμμα, αποτελεί

φαινόμενο που χρήζει ειδικής ανάλυσης, η οποία δεν υπάρχει χώρος να γίνει

εδώ), ενώ, ως τύπος κομματικού σχηματισμού, έχει αναπτυχθεί πλέον και σε

πολλές άλλες χώρες και περιοχές του κόσμου, όπως στη Λατινική Αμερική και

αλλού.

Από τις αρχές του 20ού αιώνα, αλλά ιδιαίτερα μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τα

σοσιαλδημοκρατικά κόμματα αποτέλεσαν τον έναν από τους δύο πόλους του

αστικού δικομματισμού σε μια σειρά χώρες. Σε κάποιες μάλιστα από αυτές (βλ.

λ.χ. τη Σουηδία) μονοπωλούσαν την κυβερνητική εξουσία για το μεγαλύτερο

διάστημα της μεταπολεμικής περιόδου μέχρι και σήμερα. Ο ρόλος τους ήταν να

προωθούν την καπιταλιστική ανάπτυξη (και άρα την αύξηση της κερδοφορίας

και την περαιτέρω συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου,

εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των μονοπωλιακών αστικών τάξεων των εν

λόγω χωρών), διασφαλίζοντας τη συναίνεση και εγκλωβισμό της εργατικής

τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων μέσα στο αστικό πολιτικό σύστημα

και την αστική ιδεολογία, επιτυγχάνοντας την απαραίτητη για την ολιγαρχία

«ταξική ειρήνη». Η βασική λειτουργία των κομμάτων αυτών ήταν να κλείνουν

κάθε δρόμο στην αυτοτελή πολιτική δράση της εργατικής τάξης και σε κάθε

προσπάθεια για επαναστατικό προσανατολισμό της στην αλλαγή της κοινωνίας.

Για πάνω από 70 χρόνια φαίνεται ότι ανταποκρίνονταν αρκετά ικανοποιητικά

σε αυτή τη λειτουργία. Η οικονομία αναπτυσσόταν και μεγεθυνόταν, οι κρίσεις

αντιμετωπίζονταν, η εργατική τάξη παρέμενε σε μεγάλο βαθμό ενσωματωμένη

Page 3: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

3

και υπάκουη στις επιταγές ανάπτυξης του καπιταλιστικού συστήματος, τα

κομμουνιστικά κόμματα -εκείνα που επέμεναν να έχουν επαναστατικό

προσανατολισμό- έβλεπαν συχνά τη δύναμή τους να παραμένει στάσιμη ή

ακόμα και να μειώνεται, η πολιτική και ιδεολογία της αστικής τάξης

κυριαρχούσε (όπως κυριαρχεί και σήμερα άλλωστε), η ενιαία στάση των

καπιταλιστικών κρατών απέναντι στο διεθνές σοσιαλιστικό στρατόπεδο

διατηρούνταν.

Σε καπιταλιστικές χώρες λιγότερο αναπτυγμένες που είχαν διαφορετική

πολιτική ιστορία (μακρά ύπαρξη δικτατορικών αστικών καθεστώτων), όπως

στη Νότια Ευρώπη (Ισπανία, Πορτογαλία, Ελλάδα), ισχυρά σοσιαλδημοκρατικά

κόμματα εμφανίστηκαν1 μόλις στη δεκαετία του 1970, αλλά και εκεί έπαιξαν το

ρόλο που είχαν στη Δυτική Ευρώπη και συγκρότησαν με επιτυχία τον έναν από

τους δύο πόλους του δικομματικού αστικού πολιτικού συστήματος, συνδέοντας

μάλιστα την ύπαρξη και δράση τους με την ολοκλήρωση του αστικού

εκσυγχρονισμού της πολιτικής ζωής αυτών των κοινωνιών.

Ωστόσο, εδώ και τρεις δεκαετίες περίπου, ο «παραδοσιακός» ρόλος αυτών των

κομμάτων τόσο στην αστική πολιτική όσο και στην ιδεολογία, αφού πρώτα

έφτασε στην κορύφωσή του, άρχισε (αρχής γενομένης από τη Βρετανία και το

εκεί Εργατικό Κόμμα και στη συνέχεια στις άλλες χώρες που είχαν

σοσιαλδημοκρατική παράδοση) να αμφισβητείται, όπως επίσης και η εκλογική

επιρροή και δύναμή τους. Το φαινόμενο συνεχίστηκε και στη δεκαετία του 1980,

ενώ μετά την αντεπανάσταση του 1989 - 1991 άρχισε να γίνεται λόγος περί

«κρίσης της σοσιαλδημοκρατίας». Το τελευταίο διάστημα οι συζητήσεις περί

«κρίσης» έχουν ενταθεί ακόμη περισσότερο και στη χώρα μας, με αφορμή την

πρόσφατη εκλογική υποχώρηση του ΠΑΣΟΚ, σε συνδυασμό μάλιστα και με την

τελευταία εκλογική ήττα των σοσιαλιστών στη Γαλλία, λόγω και των πολλών

παραλληλιών και εξωτερικών ομοιοτήτων, αλλά και των στενών σχέσεων του

γαλλικού και του ελληνικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος.2

Τα πρόσφατα γεγονότα σχετικά και με το 8ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, καθώς και οι

συζητήσεις περί στρατηγικής και προοπτικών του κόμματος αυτού, καθιστούν

επίκαιρη και αναγκαία την ενασχόληση με το ζήτημα της «κρίσης της

σοσιαλδημοκρατίας» στις σημερινές συνθήκες.

Page 4: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

4

Στο παρόν άρθρο επιχειρείται να εξεταστεί το κοινωνικο-ταξικό και πολιτικο-

ιδεολογικό περιεχόμενο των εξελίξεων στη σοσιαλδημοκρατία σήμερα από τη

σκοπιά των αναγκών και δυνατοτήτων ανάπτυξης του εργατικού και

κομμουνιστικού κινήματος στη χώρα μας.

Το κείμενο αποτελείται από δύο μέρη. Αρχικά γίνεται μια προσπάθεια

συνοπτικής παρουσίασης της ιστορικής πορείας της σοσιαλδημοκρατίας από

τον καιρό της εμφάνισής της μέχρι και τη μεταπολεμική περίοδο. Σ’ αυτό το

μέρος επιχειρείται να δοθεί και η ταξική και πολιτική ουσία του ρεύματος αυτού

μέσα στο εργατικό κίνημα και οι μεταμορφώσεις του. Στη συνέχεια επιχειρείται

να δοθεί μια εξήγηση της σημερινής κρίσης της σοσιαλδημοκρατίας και των

επιπτώσεών της σε πλευρές της πολιτικής οργάνωσης, του κράτους, του

κομματικού συστήματος και του εργατικού κινήματος της καπιταλιστικής

κοινωνίας. Και στα δύο αυτά μέρη της εργασίας γίνεται αναφορά στην ιστορία,

τα ιδιαίτερα προβλήματα και πτυχές της κρίσης ειδικά της ελληνικής

σοσιαλδημοκρατίας, ενώ τίθενται και κάποια ακόμη θέματα και ερωτήματα που

προέκυψαν στη διάρκεια της ενασχόλησης με το παρόν κείμενο και τα οποία θα

είχε ίσως νόημα να αποτελέσουν αντικείμενα μελλοντικής διερεύνησης.

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ

ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Η σοσιαλδημοκρατία έχει μακρά ιστορία. Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα

Γερμανίας (SPD), ο πιο επιφανής εκπρόσωπος της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας

διαχρονικά, ιδρύθηκε, ενοποιώντας διάφορες σοσιαλιστικές εργατικές

οργανώσεις που υπήρχαν από πριν, το 1875 (το δανέζικο σοσιαλδημοκρατικό

κόμμα είχε ιδρυθεί από το 1871 και ήταν τμήμα της Α΄ Διεθνούς των Εργατών)

και ακολούθησε η ίδρυση και άλλων σοσιαλδημοκρατικών, σοσιαλιστικών και

εργατικών κομμάτων σε μια σειρά καπιταλιστικές χώρες της Ευρώπης (στη

Γαλλία το 1879, σε Ολλανδία και Βέλγιο τη δεκαετία 1884-1894, στη

Σκανδιναβία επίσης στη δεκαετία του 1880 κ.α.). Επρόκειτο για μαζικά εργατικά

κόμματα που αποτελούσαν αντανάκλαση της ραγδαίας ανάπτυξης του

καπιταλισμού, της μεγάλης αύξησης της εργατικής τάξης και της ανόδου του

εργατικού κινήματος και τα οποία έθεταν ως στόχο την ανατροπή της

Page 5: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

5

καπιταλιστικής κοινωνίας και την εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού και του

κομμουνισμού. Τα κόμματα αυτά στην πλειονότητά τους είχαν ως κεντρικό

στοιχείο της επίσημης ιδεολογίας τους το μαρξισμό (δίχως ωστόσο να λείπει και

η επίδραση άλλων ρευμάτων προμαρξιστικού-σοσιαλιστικού, μικροαστικού-

σοσιαλιστικού, αλλά και αστικοδημοκρατικού χαρακτήρα) και στα πρώτα

χρόνια της ύπαρξής τους σε σημαντικό βαθμό καθοδηγούνταν θεωρητικά από

τους ίδιους τους ιδρυτές του επιστημονικού κομμουνισμού και κυρίως από τον

Ενγκελς. Το 1889 ιδρύθηκε η Β΄ Διεθνής, ο απόγονος της οποίας (Σοσιαλιστική

Διεθνής) υπάρχει μέχρι και σήμερα.

Η σοσιαλδημοκρατία λοιπόν ξεκίνησε σαν αυτοτελής έκφραση του εργατικού

κινήματος, σαν μαζικός πολιτικός φορέας και πρωτοπορία της εργατικής τάξης

που στόχευε στη σοσιαλιστική επανάσταση, στην εγκαθίδρυση της δικτατορίας

του προλεταριάτου και στην οικοδόμηση της κομμουνιστικής κοινωνίας. Πώς

λοιπόν κατέληξε σήμερα να συνιστά ένα αστικό κόμμα που δρα ενάντια στο

επαναστατικό κίνημα;

Η αρχική εργατική σοσιαλδημοκρατία πέρασε στην ιστορία της μια σειρά από

μεταμορφώσεις και αλλοιώσεις ώσπου να φτάσει στη σημερινή κατάσταση. Θα

προσπαθήσουμε να αναπαραστήσουμε στη συνέχεια αυτή την ιστορική πορεία,

παραθέτοντας ορισμένα στάδια ή φάσεις εξέλιξης της στρατηγικής της, μετά την

ολοκλήρωση του καθενός εκ των οποίων η σοσιαλδημοκρατία έβγαινε κάθε

φορά όλο και πιο συντηρητική, όλο και πιο μακριά από τα συμφέροντα της

εργατικής τάξης, φτάνοντας μέχρι του σημείου να συνιστά σήμερα μια από τις

κυριότερες αντεπαναστατικές και αντικομμουνιστικές δυνάμεις στο σύγχρονο

κόσμο. Ας αναφερθεί εδώ ότι η περιοδολόγηση που επιχειρείται είναι απλώς

ενδεικτική, δε βασίζεται στη μελέτη όλων των πλευρών της εξέλιξης της

σοσιαλδημοκρατίας και της σχέσης της με το εργατικό κίνημα και την πολιτική

οργάνωση της καπιταλιστικής κοινωνίας, αλλά αποτελεί μόνο έναν τρόπο για να

εκτεθούν ορισμένες σκέψεις για τον ιστορικό και σύγχρονο ρόλο της που

ενδεχομένως συμβάλλουν στη σημερινή συζήτηση στο πλαίσιο του Κόμματος

και του κινήματος. Επίσης, η περιοδολόγηση αυτή αναφέρεται όχι αποκλειστικά

στον πραγματικό πολιτικό ρόλο της σοσιαλδημοκρατίας σε κάθε περίοδο, αλλά

και στο πώς η ίδια ορίζει κάθε φορά το στρατηγικό της στόχο, δηλαδή το

σοσιαλισμό (άρα και το πώς μεταβάλλεται η αντίληψή της για τον ίδιο το

Page 6: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

6

σοσιαλισμό στην πορεία του χρόνου), καθώς και τα μέσα με τα οποία τον

προωθεί.

Α. ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΔΙΟ 1889 - 1914: ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΣΤΑΣΗ

ΣΤΟΝ ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

Οπως προαναφέρθηκε, στην αρχική περίοδο όλα τα σοσιαλδημοκρατικά

κόμματα έθεταν σαν προγραμματικό στόχο τους τη σοσιαλιστική επανάσταση,

την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και την οικοδόμηση της

σοσιαλιστικής κοινωνίας. Επρόκειτο για την εποχή που είχε ήδη ξεκινήσει το

πέρασμα από τον προμονοπωλιακό στο μονοπωλιακό καπιταλισμό. Η δοσμένη

περίοδος στις πιο αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες χαρακτηριζόταν από τη

ραγδαία ανάπτυξη της βιομηχανίας, την εμφάνιση και ενδυνάμωση των

μονοπωλίων, την ένταση της αποικιοκρατίας. Χαρακτηριστικό της περιόδου

ήταν η σχετικά ειρηνική ανάπτυξη του καπιταλισμού στο εσωτερικό των

αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών, δηλαδή η απουσία μεγάλων πολεμικών

αναμετρήσεων και αναταραχών στα εδάφη τους. Σε αυτές τις συνθήκες και με

το εργατικό κίνημα συνεχώς να αναπτύσσεται, να δημιουργεί ισχυρές

οργανωτικές συνδικαλιστικές δομές και το δικό του πολιτικό φορέα, να κερδίζει

συχνά νέες κατακτήσεις, η αστική τάξη υποχρεώνεται να ελιχθεί και να

προσαρμόσει την πολιτική και την ιδεολογία της, καθώς και το ίδιο της το

κράτος με τρόπο ώστε να περιορίσει την απειλή της επανάστασης. Κατακτιέται

το «καθολικό» δικαίωμα ψήφου3, το οποίο τα εργατικά σοσιαλιστικά κόμματα

αξιοποιούν αμέσως και αποκτούν πρόσβαση στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες.

Σταδιακά ωστόσο η κυρίαρχη θέση του επαναστατικού μαρξισμού (που δεν

ήταν ποτέ απόλυτη) αρχίζει να υποχωρεί μέσα στο κόμμα, ενώ δυναμώνει το

οπορτουνιστικό ρεύμα. Η κοινωνική βάση της εμφάνισης και ισχυροποίησης του

οπορτουνισμού ήταν η εμφάνιση της εργατικής αριστοκρατίας και

γραφειοκρατίας μέσα στην εργατική τάξη, δηλαδή ορισμένων ανώτερων

στρωμάτων των εργατών, η θέση των οποίων είχε καλυτερέψει δυσανάλογα σε

σχέση με το σύνολο της τάξης και τα οποία έτειναν ουσιαστικά να

«εξαγοραστούν» κοινωνικά από την αστική τάξη και το κράτος της,

διαχωρίζοντας τον εαυτό τους από το σύνολο της εργατικής τάξης και

ενισχύοντας τις τάσεις συμβιβασμού και συμφιλίωσης με την κοινωνία της

Page 7: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

7

εκμετάλλευσης4. Στο θεωρητικό επίπεδο των κομμάτων ο μαρξισμός

(διαλεκτικός και ιστορικός υλισμός) χάνει έδαφος από το μεταφυσικό υλισμό,

τον καντιανισμό και το θετικισμό (στη βάση των οποίων εμφανίστηκε το ρεύμα

της αναθεώρησης του μαρξισμού), στο ιδεολογικο-πολιτικό επίπεδο ο

επαναστατισμός δίνει χώρο στον εξελικτισμό (βλ. ρεφορμισμό), ο πολιτικός

χαρακτήρας και προσανατολισμός της πάλης στον οικονομισμό. Εμφανίζεται και

αποκτά δύναμη μέσα στη σοσιαλδημοκρατία το ρεύμα εκείνο που στη θεωρία

βασιζόταν στην αναθεώρηση του μαρξισμού, στην πολιτική πρακτική

χαρακτηριζόταν από οπορτουνισμό και που ονομάστηκε ρεφορμισμός

(«εργατικός ρεφορμισμός»), με πιο επιφανή και «εμβληματικό» εκπρόσωπο τον

Ε. Μπερνστάιν. Η ειρηνική και συνεχής καπιταλιστική ανάπτυξη για μια

ολόκληρη γενιά, η γενίκευση των κοινοβουλευτικών διαδικασιών (που τότε

ήταν ακόμη κάτι καινούργιο για τους εργαζόμενους), η νέα διαφοροποίηση και

διαστρωμάτωση της εργατικής τάξης και η εμφάνιση της εργατικής

αριστοκρατίας και γραφειοκρατίας, μερικές φορές η θεωρητική αδυναμία των

ηγεσιών ή και της βάσης των εργατικών κομμάτων (σε μεγάλο βαθμό επρόκειτο

για καθαρά «εργατικά κόμματα» όσον αφορά τη σύνθεσή τους και

αποτελούνταν από χειρώνακτες και συχνά πρώτης γενιάς εργάτες με

συγκριτικά χαμηλό επίπεδο μόρφωσης και πολιτικής εμπειρίας, κάτι που έχει

σημασία όσον αφορά το θεωρητικό και πολιτικό έλεγχο και κριτική των ηγετών

από πλευράς τους, ιδιαίτερα όταν οι ηγέτες προέρχονταν από μορφωμένα

αστικά στρώματα), ιδιαίτερα μετά το θάνατο του Ενγκελς, οδήγησαν τα

σοσιαλδημοκρατικά εργατικά κόμματα σε ανεπαίσθητες -λόγω του βαθμιαίου

χαρακτήρα τους- αλλά ουσιαστικές ιδεολογικές και πολιτικές μετατοπίσεις.

Εφτασαν να είναι σε μεγάλο βαθμό προσανατολισμένα από τη μια στη

συνδικαλιστική οργάνωση και την οικονομική πάλη και από την άλλη στο

«σοσιαλισμό της ψηφοδόχου», δηλαδή στην προσπάθεια να αλλάξουν πολιτικά

την κοινωνία κατά κύριο λόγο με κοινοβουλευτικές μεθόδους, με τη δύναμη

κυρίως της εργατικής και λαϊκής ψήφου (υπό την επίδραση και του γεγονότος

της απουσίας μεγάλων κρίσεων και επαναστατικών καταστάσεων που

χαρακτήριζαν την προηγούμενη φάση ανάπτυξης του καπιταλισμού και του

εργατικού κινήματος, βλ. λ.χ. τις αστικοδημοκρατικές επαναστάσεις του 1848 ή

ακόμα περισσότερο την Κομμούνα του Παρισιού το 1871), τείνοντας έτσι να

υποκαταστήσουν το σκοπό με το μέσο της δράσης. Παρότι υπήρξαν πολλές

Page 8: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

8

αντιστάσεις σε αυτή την εξέλιξη και παρά την έντονη ιδεολογική πάλη που

διεξαγόταν μέχρι και το ξεκίνημα του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου στο εσωτερικό της

σοσιαλδημοκρατίας, στην πιο κρίσιμη καμπή της πάλης αποδείχτηκε ότι ο

επαναστατικός της χαρακτήρας είχε προ πολλού διαβρωθεί.

Παρά το φραστικό προσανατολισμό στη σοσιαλιστική επανάσταση, πολλοί

ηγέτες της σοσιαλδημοκρατίας, στην πράξη, ούτε προσανατολίζονταν σε αυτή

ούτε την περίμεναν. Ενδεικτικά, όπως αναφέρει ένας σύγχρονος συγγραφέας,

«το 1899, ο Auer (σ.σ. IgnazAuer, τότε Γραμματέας του SPD) έγραψε στον

Μπερνστάιν: “Καλέ μου Ede, δεν είναι ποτέ δυνατό να πάρουμε τυπικές

αποφάσεις για να υλοποιήσουμε τα πράγματα που προτείνεις, αυτά που

προτείνεις δεν λέγονται, απλώς γίνονται”... Σταδιακά όμως οι ηγέτες

του SPD ούτε έκαναν τα πράγματα που έλεγαν ούτε μπορούσαν να πουν τα

πράγματα που έκαναν»5. Κάπως έτσι είχαν τα πράγματα και στα

σοσιαλδημοκρατικά κόμματα άλλων χωρών (στη Γαλλία με το Μιλλεράν και το

Ζωρές, στην Αυστρία με τον Οττο Μπάουερ και το Χίλφερτιγκ, στην Ολλανδία

και αλλού). Ο επαναστατικός δρόμος εγκαταλειπόταν σιγά-σιγά χωρίς ρητή

αποκήρυξη. Χρειάστηκε το γεγονός της κήρυξης του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου για

να φανεί το μέγεθος της πολιτικής και ιδεολογικής μετατόπισης της

σοσιαλδημοκρατίας, η πλήρης άρνηση της επαναστατικής στρατηγικής από

μεριάς της, η απόλυτη προδοσία των συμφερόντων της εργατικής τάξης όλων

των χωρών. Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τα κυριότερα σοσιαλδημοκρατικά

κόμματα ακολούθησαν πιστά τις αστικές τάξεις των χωρών τους στο

γενικευμένο μακελειό των ευρωπαϊκών (και όχι μόνο) λαών για τα συμφέροντα

του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Τότε επέρχεται και η διάσπαση στο εσωτερικό

της σοσιαλδημοκρατίας, το επαναστατικό τμήμα της οποίας ιδρύει τα

κομμουνιστικά κόμματα και στη συνέχεια την Κομμουνιστική Διεθνή. Ετσι

συντελείται το γνωστό ιστορικό «σχίσμα» και διάσπαση του συνολικού

εργατικού κινήματος σε κάθε χώρα και διεθνώς, σε επαναστατικό και

ρεφορμιστικό, που συνεχίστηκε και αργότερα6.

Το «σχίσμα» αυτό, μεταξύ επαναστατικού και ρεφορμιστικού εργατικού

κινήματος, αποτελούσε αντανάκλαση των αλλαγών που είχαν επέλθει στο ίδιο

το καπιταλιστικό σύστημα. Το τελευταίο είχε πια περάσει στο ανώτατο και

τελευταίο, δηλαδή στο μονοπωλιακό του στάδιο ανάπτυξης και το γεγονός αυτό

Page 9: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

9

σηματοδοτούσε την εμφάνιση μιας νέας ιστορικής εποχής, της εποχής «του

ιμπεριαλισμού και των σοσιαλιστικών επαναστάσεων». Από τη σκοπιά της

λογικής της ανάπτυξης του κινήματος της εργατικής τάξης, αν τα χρόνια από το

1875 μέχρι το 1900 αντιστοιχούσαν στη φάση της συγκρότησης των μαζικών

εργατικών κομμάτων, δηλαδή στη φάση της συγκέντρωσης των δυνάμεων της

εργατικής τάξης και στην τοποθέτηση -σε μαζική, πρακτική βάση- του

«κοινωνικού ζητήματος» (δηλαδή της ανάγκης επαναστατικής αλλαγής της

κοινωνίας), η κατοπινή περίοδος αντιστοιχούσε πια στην επίλυσή του, δηλαδή

στην πραγματοποίηση της κοινωνικής επανάστασης και την οικοδόμηση της

σοσιαλιστικής κοινωνίας. Συνεπώς άλλαξε ο χαρακτήρας της εποχής, άρα και τα

καθήκοντα που έμπαιναν μπροστά στο επαναστατικό εργατικό κίνημα7.

Με το γεγονός αυτό, με το «κραχ», κατά το Λένιν, δηλαδή την απόλυτη πολιτική

χρεοκοπία της σοσιαλδημοκρατίας ως εκφραστή της ιστορικής αποστολής της

εργατικής τάξης, τελειώνει η πρώτη φάση ζωής αυτού του πολιτικού ρεύματος,

ενώ ταυτόχρονα συντελείται κατά κάποιο τρόπο η διαμόρφωση αυτού που

ονομάζεται σήμερα «σοσιαλδημοκρατία», γεννιέται δηλαδή η σύγχρονη

σοσιαλδημοκρατία σαν μια δύναμη στην υπηρεσία της αστικής τάξης. Στη

διάρκεια αυτής της πρώτης φάσης διαμορφώνεται η νέα, μη επαναστατική πια,

στρατηγική της σοσιαλδημοκρατίας που συνίσταται στην επίτευξη του

σοσιαλισμού διαμέσου μεταρρυθμίσεων εντός του καπιταλιστικού συστήματος,

στρατηγική που θα αναπτυχθεί περαιτέρω στο μεσοπόλεμο, όταν η

σοσιαλδημοκρατία θα μετέχει πιο ενεργά και θα ενσωματωθεί στο αστικό

πολιτικό σύστημα. Η πρώτη και σημαντικότερη λοιπόν μεταμόρφωση της

σοσιαλδημοκρατίας συντελέστηκε στην πρώτη περίοδο της ύπαρξής της, όταν

από έκφραση της ιστορικής αποστολής της εργατικής τάξης και της

επανάστασης γίνεται -ξεκινώντας από την οπορτουνιστική παρέκκλιση- μη

επαναστατική και στην πορεία αντεπαναστατική δύναμη.

Page 10: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

10

Β. ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΔΙΟ 1918 - 1940: ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΜΟ

ΣΤΟΝ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΡΕΦΟΡΜΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Στη διάρκεια του μεσοπολέμου και στο πλαίσιο της διάσπασης που είχε

προκύψει στο εργατικό κίνημα και του ανταγωνισμού με τους κομμουνιστές, η

σοσιαλδημοκρατία8 συντηρητικοποιείται ολοένα και περισσότερο. Στη διάρκεια

της επαναστατικής ανόδου του εργατικού κινήματος, που διαρκεί από το 1917

μέχρι το 1923, λειτουργεί σταθερά ως αντεπαναστατική δύναμη, ιδιαίτερα

μάλιστα στο ίδιο το λίκνο της, τη Γερμανία και συντελεί καθοριστικά στη

διαδικασία μερικής σταθεροποίησης του καπιταλιστικού συστήματος που

ακολουθεί. Ο ρόλος της σοσιαλδημοκρατίας σε αυτή την περίοδο υπήρξε

καθοριστικός και για την περαιτέρω εξέλιξή της ως ρεύματος γιατί τότε, για

πρώτη φορά, τοποθετήθηκε ανοιχτά ενάντια στη σοσιαλιστική επανάσταση και

συντέλεσε, συμμετείχε ενεργά, στην πράξη, σε συμμαχία με τις αστικές δυνάμεις,

στην κατάπνιξη των εργατικών εξεγέρσεων και επαναστάσεων, ενώ διατηρούσε

σταθερά αντισοβιετικές θέσεις (πράγμα που αποτελεί θεμελιακό κριτήριο για

τον καθορισμό της ταξικής ιδεολογίας που κυριαρχούσε σε αυτή).

Σε όλο το διάστημα του μεσοπολέμου και μέσα από διαμάχες και εσωτερικές

έριδες, διασπάσεις και επανενώσεις («Διεθνής του Αμστερνταμ» και «2½

Διεθνής» κλπ.) προχωρά στην περαιτέρω διαμόρφωση της στρατηγικής της,

δηλαδή της στρατηγικής που βασίζεται στην απόρριψη του επαναστατικού

δρόμου αλλαγής της κοινωνίας. Στο μεσοπόλεμο υπήρξαν σοσιαλδημοκρατικά

κόμματα που έλαβαν μέρος σε κυβερνήσεις των χωρών τους (Γερμανία,

Σουηδία, Βρετανία), είτε ως επικεφαλής πολιτικών συνασπισμών είτε ως

εταίροι. Ο εξελικτισμός και ρεφορμισμός της προηγούμενης περιόδου

ολοκληρώνεται. Η σοσιαλδημοκρατία θέτει καθαρά σαν στόχο της την επίτευξη

του σοσιαλισμού διαμέσου κρατικών μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του

καπιταλισμού. Δίχως ρητή διατύπωση στα πολιτικά κομματικά προγράμματα,

δια της διολίσθησης, η σύνδεση με το μαρξισμό και την επανάσταση αποκόβεται

στην πράξη και -όπως έδειξε η Ιστορία- οριστικά πλέον. Διαμέσου του κράτους

και των σταδιακών μεταρρυθμίσεων, κατά τους σοσιαλδημοκράτες, ο

καπιταλισμός ήταν δυνατό να μετατραπεί σε σοσιαλισμό. Το όργανο γι’ αυτό το

Page 11: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

11

μετασχηματισμό θα ήταν οι κοινωνικοποιήσεις και οι κοινωνικοποιήσεις θα

είχαν τη μορφή των κρατικοποιήσεων. Ετσι εμφανίζεται ο λεγόμενος

«σοσιαλδημοκρατικός κρατισμός» που ιστορικά συνδέεται πολύ στενά με τις

πρακτικές κρατικού παρεμβατισμού στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες

που ακολούθησαν τη μεγάλη κρίση του 1929 και ταυτόχρονα αποτελούσαν

έκφραση της εμφάνισης και εδραίωσης του κρατικομονοπωλιακού

καπιταλισμού σε αυτές.

Από τις χώρες στις οποίες κυβέρνησαν οι σοσιαλδημοκράτες στο μεσοπόλεμο,

μόνο σε μία κατάφεραν να προωθήσουν πρακτικά αυτή τη νέα στρατηγική οι

ίδιοι και συγκεκριμένα στη Σουηδία (αρχές της δεκαετίας του 1930), όπου

εφαρμόστηκαν κεϋνσιανές μέθοδοι και πολιτικές. Στις υπόλοιπες χώρες, όπου η

σοσιαλδημοκρατία μετείχε στην κυβέρνηση, δεν κατάφερε να εφαρμόσει

παρόμοιες πολιτικές, αλλά έμεινε προσηλωμένη στις «ορθόδοξες» αστικές

οικονομικές πολιτικές που υπήρχαν και πριν9. Είναι ενδεικτικό για το

«σοσιαλιστικό» χαρακτήρα της σοσιαλδημοκρατικής στρατηγικής το γεγονός

ότι οι κεϋνσιανές πολιτικές και οι γενικά κρατικομονοπωλιακές πολιτικές

κρατικής παρέμβασης και ρύθμισης της οικονομίας (με τις «γενναίες» δημόσιες -

βλ. κρατικές- δαπάνες και την τόνωση της απασχόλησης κλπ.) εφαρμόστηκαν

πλατιά στις ΗΠΑ του «newdeal» του Ρούζβελτ -με αδιαφιλονίκητα αστική

ηγεσία και πρωτοβουλία- και στη ναζιστική Γερμανία (ενώ η σοσιαλδημοκρατία

ήταν ήδη εκτός νόμου, όπως και όλοι οι δημοκρατικοί και εργατικοί

σχηματισμοί), καθώς και σε άλλες χώρες, επίσης με πρωτοβουλία και πρακτικές

των ίδιων των αστικών κομμάτων. Αυτό σήμαινε ότι η σοσιαλδημοκρατία, ως

εργατικός ρεφορμισμός, προσέγγιζε όλο και περισσότερο τον καθαρά αστικό

ρεφορμισμό, ταυτιζόταν με τον τελευταίο στην πράξη, αν και όχι ακόμη

ολοκληρωτικά στη θεωρία.

Το διάστημα του μεσοπολέμου υπήρξε καθοριστικό για την εξέλιξη της

σοσιαλδημοκρατίας γιατί ολοκληρώθηκε ο χαρακτήρας και η ταξική της ουσία,

διαμορφώθηκε η στρατηγική της, πέρασε καθαρά στην υπηρεσία του αστικού

πολιτικού συστήματος και κράτους10. Η γερμανική σοσιαλδημοκρατία

ιδιαίτερα, το ισχυρότερο δηλαδή σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, με τη μεγαλύτερη

ιστορία και κύρος, ήταν αναγκαίο συστατικό στοιχείο της Δημοκρατίας της

Page 12: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

12

Βαϊμάρης, στήριξε ενεργά και βοήθησε την καπιταλιστική κυριαρχία στις πιο

δύσκολες ιστορικές στιγμές της σε αυτή τη χώρα.

Στην Ελλάδα ο πολιτικός φορέας της εργατικής τάξης εμφανίζεται ακριβώς στη

μεσοπολεμική περίοδο. Το 1918 ιδρύθηκε το ΣΕΚΕ που στην πορεία

μετονομάζεται σε ΚΚΕ. Η ίδρυσή του, καρπός της εμφάνισης και ανάπτυξης της

εργατικής τάξης, των αγώνων και του κινήματός της στην Ελλάδα (σαν

συνέπεια της ανάπτυξης του καπιταλισμού στη χώρα που με τη σειρά της

βασίστηκε και στην ολοκλήρωση της ελληνικής κρατικής οντότητας, δηλαδή της

ελληνικής «επικράτειας», στο διάστημα 1912-1922) επιταχύνθηκε λόγω της

επήρειας και της ακτινοβολίας της Οκτωβριανής Επανάστασης, αλλά και της

διεθνούς δουλειάς των μπολσεβίκων και των κομμουνιστών των Βαλκανίων.

Λόγω του χρόνου εμφάνισής του, ο πολιτικός φορέας της εργατικής τάξης της

Ελλάδας δεν περνά από το αρχικό σοσιαλδημοκρατικό στάδιο ανάπτυξης του

πολιτικού εργατικού κινήματος, όπως σε άλλες, πιο αναπτυγμένες

καπιταλιστικές χώρες. Βεβαίως, βιώνει μέσα στην εσωκομματική πάλη την

αντιπαράθεση με διάφορες εκδοχές του ρεφορμισμού, ο οποίος είναι παρών και

μέσα στο κόμμα αρχικά, αλλά πλειοψηφία και άρα κυρίαρχη φυσιογνωμία

παραμένει πάντα η κομμουνιστική σε όλο αυτό το διάστημα. Δηλαδή ο πολιτικός

φορέας της εργατικής τάξης στην Ελλάδα ξεκινά κατευθείαν από το

κομμουνιστικό στάδιο (δίχως δηλαδή να διέλθει από τη μορφή κόμματος που

πέρασε σε άλλες χώρες από τη δεκαετία του 1870 και μετά), διαμορφώνεται

οριστικά ως κομμουνιστικό κόμμα (εθνικό τμήμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς)

από την πρώτη δεκαετία της ύπαρξής του.

Η διαδικασία σχηματισμού και περαιτέρω διαμόρφωσης της στρατηγικής και

άρα της φυσιογνωμίας του ΚΚΕ συνδέεται με τη διαρκή πάλη ενάντια στον

οπορτουνισμό και το ρεφορμισμό, τόσο μέσα στο Κόμμα όσο και στο ευρύτερο

εργατικό κίνημα και τους αγώνες του. Το γεγονός ότι το ΚΚΕ είναι το

σημαντικότερο κόμμα της εργατικής τάξης στο μεσοπόλεμο δε σημαίνει ότι δεν

υπήρχαν σημαντικές δυνάμεις εργατικού ρεφορμισμού στη χώρα, οι οποίες

μάλιστα έλεγχαν από ένα σημείο και πέρα και την ανώτερη οργάνωση του

εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, δηλαδή τη ΓΣΕΕ (χάρη στο βίαιο

αποκλεισμό κομμουνιστών αντιπροσώπων από αυτή, με τη βοήθεια των

αστικών κομμάτων και κυβερνήσεων και των κατασταλτικών κρατικών

Page 13: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

13

μηχανισμών και επεμβάσεων - σε απάντηση προς όλα αυτά τα μέτρα ιδρύθηκε

τότε και η Ενωτική ΓΣΕΕ που ακολουθούσε συνεπή ταξική γραμμή στο εργατικό

κίνημα).

Οι δυνάμεις του ρεφορμισμού στο εργατικό κίνημα βοηθούνταν και σε

σημαντικό βαθμό κηδεμονεύονταν από αστικά κόμματα και κυρίως από τους

φιλελεύθερους, με αποτέλεσμα το ρεύμα αυτό (που εξέφραζε κοινωνικά τα

τμήματα της εργατικής αριστοκρατίας στην Ελλάδα και αντιστοιχούσε

ιδεολογικά και πολιτικά στη ρεφορμιστική σοσιαλδημοκρατία της Δυτικής

Ευρώπης) να μην καταφέρει να αποκτήσει ισχυρή παρουσία στην ελληνική

πολιτική ζωή ως μαζικό αυτοτελές σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Μερικοί

σημαντικοί λόγοι για αυτό ενδεχομένως να ήταν: α) Η κοινωνική δομή της

χώρας (μεγάλα -πλειοψηφικά- στρώματα μικρών και μεσαίων αγροτών κυρίως,

που καθόριζαν σε σημαντικό βαθμό τη συνολική φυσιογνωμία της). β) Η μη

λύση του πολιτειακού ζητήματος (βλ. το θεσμό της βασιλείας που λειτουργούσε

σαν ένα επιπλέον -και ισχυρό μάλιστα- κέντρο άσκησης εξουσίας, συνδεδεμένο

με ντόπια αστικά στρώματα, αλλά και με ξένες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις). Και

αυτή βέβαια οφειλόταν βασικά στις υφιστάμενες ταξικές σχέσεις στη χώρα

(εδώ βλ. και τις διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό της άρχουσας τάξης και τις

σχέσεις τμημάτων της με αστικές τάξεις ιμπεριαλιστικών χωρών) και

περιέπλεκε, καθυστερούσε τον αστικό εκσυγχρονισμό της, με συνέπεια τον

ανεβασμένο πολιτικό ρόλο του αστικού κόμματος των φιλελεύθερων κεντρώων,

που κατέληγαν να «πατρονάρουν», να υποκαθιστούν και να ενσωματώνουν και

πολιτικές εκφράσεις των ανώτερων στρωμάτων της εργατικής τάξης και άλλων

εργαζομένων, υπαλλήλων, αγροτών κλπ. (βλ. εδώ και τις πρωτοβουλίες και τη

συμβολή των φιλελεύθερων στη σύσταση της εργατικής νομοθεσίας, από το

1911 κιόλας, τη διαρκή ενασχόλησή τους με τα «εργατικά ζητήματα», στον

αποκλεισμό των κομμουνιστών από τη ΓΣΕΕ, στην ψήφιση του

αντικομμουνιστικού νόμου περί του λεγόμενου «ιδιωνύμου αδικήματος» κ.ο.κ.).

Παρόλα αυτά δημιουργήθηκαν στο μεσοπόλεμο στην Ελλάδα εργατο-

ρεφορμιστικοί πολιτικοί σχηματισμοί, με σοσιαλδημοκρατικές αντιλήψεις, όπως

το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΣΚΕ) και αργότερα η Ενωση Λαϊκής

Δημοκρατίας (ΕΛΔ) με επικεφαλής τον Η. Τσιριμώκο, οι οποίοι, μάλιστα, μαζί και

με το Αγροτικό Κόμμα, συνεργάστηκαν με το ΚΚΕ για την ίδρυση του ΕΑΜ, στην

Page 14: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

14

περίοδο της φασιστικής κατοχής. Στο πλαίσιο μάλιστα της συμμετοχής τους στο

ΕΑΜ και σε συνδυασμό με την πολιτική του ΚΚΕ στη δοσμένη χρονική περίοδο,

οι σοσιαλδημοκρατικοί αυτοί σχηματισμοί συνέβαλαν στις πολιτικές και

ιδεολογικές ζυμώσεις που οδήγησαν στην ίδρυση της ΕΔΑ αργότερα, καθώς και

στη διαμόρφωση της πολιτικής και ιδεολογικής ζωής της ελληνικής κοινωνίας

συνολικότερα στη μεταπολεμική περίοδο11.

Γ. ΤΡΙΤΟ ΣΤΑΔΙΟ 1945 - 197512: ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΡΕΦΟΡΜΙΣΜΟ

ΣΤΟΝ ΑΣΤΙΚΟ ΡΕΦΟΡΜΙΣΜΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ

Αν στο μεσοπόλεμο η σοσιαλδημοκρατία, οδηγημένη από τον οπορτουνισμό και

τις ρεφορμιστικές αντιλήψεις της, στάθηκε πολύτιμος βοηθός της αστικής

τάξης, μεταπολεμικά μετατράπηκε σε βασικό και αναγκαίο συστατικό στοιχείο

του πολιτικού συστήματος της καπιταλιστικής κοινωνίας σε όλες σχεδόν τις

αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες.

Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο διαμορφώθηκε μια νέα διεθνής κατάσταση (τα

θεμέλια, ωστόσο, της οποίας είχαν τεθεί εν μέρει ήδη από την περίοδο της νίκης

της σοσιαλιστικής επανάστασης στη Ρωσία και το άλμα της σοσιαλιστικής

οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ στη δεκαετία του 1930). Μια σειρά ευρωπαϊκές χώρες

ξέφυγαν από τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης και το διεθνές ιμπεριαλιστικό

σύστημα, με συνέπεια να δημιουργηθεί μια διεθνής σοσιαλιστική κοινότητα

κρατών. Η ΕΣΣΔ, το φυσικό οικονομικό, πολιτικό, καθοδηγητικό κέντρο αυτής

της νέας κοινότητας, παρά τις τεράστιες πολεμικές καταστροφές, βγήκε από τον

πόλεμο με πολύ πιο ανεβασμένο κύρος και επιρροή στη διεθνή πραγματικότητα,

λόγω και της καθοριστικής συνεισφοράς της στην αντιφασιστική νίκη. Ξεκίνησε

η τελική φάση της λύσης του παλιού τύπου αποικιοκρατικού ζητήματος. Το

εργατικό κίνημα των καπιταλιστικών χωρών έβγαινε κι αυτό δυνατό μέσα από

την αντιφασιστική πάλη και αντίσταση13. Ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός τα

πρώτα χρόνια μετά από τον πόλεμο βρέθηκε πιο εύθραυστος από πριν

οικονομικά και κυρίως πολιτικά. Το κρίσιμο στοιχείο ήταν το πολιτικό. Αν ο

καπιταλισμός κατάφερνε να μην κινδυνέψει από το κίνημα της εργατικής τάξης,

η οποία είχε μαζικά συμμετάσχει στον αντιφασιστικό αγώνα (κάτι για το οποίο

είχε εξαιρετική σημασία ο συσχετισμός δύναμης μεταξύ αστικής και εργατικής

Page 15: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

15

τάξης στα αντιστασιακά κινήματα της Ευρώπης και κυρίως ο συσχετισμός

δύναμης μεταξύ κομμουνιστών και σοσιαλδημοκρατών-ρεφορμιστών μέσα στο

ίδιο το εργατικό κίνημα), αν δηλαδή εξασφαλιζόταν η αποσόβηση ή η

περιθωριοποίηση της επιρροής του επαναστατικού κινήματος μέσα στην

εργατική τάξη και το λαό προς όφελος των αστικών δυνάμεων (και εδώ ο ρόλος

της σοσιαλδημοκρατίας ως έκφρασης της αστικής ιδεολογίας και πολιτικής στο

εργατικό κίνημα ήταν καθοριστικός), η τεράστια οικονομική καταστροφή του

πολέμου θα μπορούσε να του προσφέρει πολύ μεγάλα περιθώρια ανανεωμένης

ζωτικότητας, αφού ο μεγάλος πόλεμος, σε τελευταία ανάλυση, δεν ήταν τίποτε

άλλο παρά η λύση της οικονομικής κρίσης που είχε ξεσπάσει το 1929. Το ίδιο το

τεράστιο μέγεθος της καταστροφής παραγωγικών δυνάμεων συνιστούσε την

κύρια προϋπόθεση ξεπεράσματος της κρίσης.

Η αναγκαία οικονομική βοήθεια και στήριξη (με ό,τι βέβαια σημαίνει «βοήθεια»

και «στήριξη» στις σχέσεις μεταξύ καπιταλιστικών κρατών και ολιγαρχιών)

ήρθε με το «σχέδιο Μάρσαλ», που έδωσε διέξοδο τόσο στις ΗΠΑ όσο και στις

ευρωπαϊκές καπιταλιστικές χώρες. Η πολιτική λύση δόθηκε κατ’ αρχάς με τη

μονομερή κήρυξη του «ψυχρού πολέμου» και την οργάνωση του «δυτικού

στρατοπέδου» σε στρατιωτικο-πολιτικό συνασπισμό υπό την ηγεσία των ΗΠΑ.

Για την ανοικοδόμηση των κατεστραμμένων καπιταλιστικών οικονομιών

διευρύνθηκε και γενικεύτηκε η εφαρμογή των πολιτικών κρατικομονοπωλιακής

ρύθμισης που είχαν αναπτυχθεί σε σημαντικό βαθμό προπολεμικά. Για αρκετά

χρόνια φαίνεται να μεσουρανεί ο περίφημος κεϋνσιανισμός και η λεγόμενη

«κρατική ρύθμιση της οικονομίας», της απασχόλησης, της ζήτησης κλπ. δια των

μεγάλων κρατικών επενδύσεων. Ηταν μια λύση αναγκαστική για τις

καπιταλιστικές ολιγαρχίες μέχρι να αναπτυχθούν και πάλι αρκετά ώστε να

αναλάβει (εξίσου αναγκαστικά) εκ νέου, και από πιο προωθημένη βάση

εκκίνησης, το ίδιο το ιδιωτικό κεφάλαιο τους τομείς που τώρα αναλάμβανε ο

συλλογικός καπιταλιστής. Οι ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης ήταν δίχως

προηγούμενο, με εξαίρεση ίσως το ανάλογο ιστορικό διάστημα 1875-1900 στο

παρελθόν. Μετά τα πρώτα οχτώ-δέκα χρόνια της ανοικοδόμησης (όταν η

οικονομική κατάσταση των εργαζομένων κάθε άλλο παρά καλή ήταν, ιδιαίτερα

στις ηττημένες καπιταλιστικές χώρες, όπως στη Δυτική Γερμανία) η οικονομία

έφτασε να αναπτύσσεται με πολύ μεγάλο δυναμισμό. Παράλληλα με την

Page 16: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

16

υποστήριξη της βιομηχανίας και των μεγάλων έργων υποδομής με τεράστιες

επενδύσεις, το κράτος ανέλαβε να καλύψει τις ανάγκες της δια της

προετοιμασίας και αναπαραγωγής του απαραίτητου εργατικού δυναμικού, των

ικανοτήτων και δεξιοτήτων που απαιτούνταν για το καπιταλιστικό

αναπτυξιακό «μπουμ». Γενικεύονται τότε τα προγράμματα κρατικής

οικοδόμησης του σύγχρονου εκπαιδευτικού συστήματος του καπιταλισμού, του

συστήματος υγείας και περίθαλψης, του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και

προστασίας από τη φτώχεια κλπ. Επρόκειτο για μια εποχή (ιδιαίτερα η

δεκαπενταετία 1950-1965) με μεγάλη και διαρκή οικονομική μεγέθυνση,

συγκριτικά χαμηλή ανεργία, μεγάλη οικονομική μετανάστευση προς τις

αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες με όρους πολύ διαφορετικούς από τους

σημερινούς, επρόκειτο τελικά για μια εποχή νέας σταθεροποίησης του

καπιταλισμού που ονομάζεται -με μεγάλη δόση εξιδανίκευσης- μέχρι και σήμερα

από τους αστούς ιδεολόγους «ένδοξη τριακονταετία» («Les trentes glorieuses»).

Η σχετική καπιταλιστική «ευημερία» (βλ. και την αστική «θεωρία» της

«καθολικής ευημερίας») είχε συνέπειες και στην κοινωνικο-ταξική δομή

συνολικά, αλλά και στην εσωτερική δομή, διαφοροποίηση και διαστρωμάτωση

της εργατικής τάξης, ανάλογες με προηγούμενες περιόδους. Οπως και στην

πρώτη περίοδο της σοσιαλδημοκρατίας έχουμε παρατεταμένη ειρηνική

καπιταλιστική ανάπτυξη, ανάπτυξη των στρωμάτων της εργατικής

αριστοκρατίας και γραφειοκρατίας, απουσία πολέμων και επαναστατικών

καταστάσεων στο εσωτερικό των αναπτυγμένων καπιταλιστικών κοινωνιών,

σχετικά ομαλή αστική κοινοβουλευτική ζωή, οικονομικούς αγώνες της

εργατικής τάξης σε αυτό το πλαίσιο, με πολλές κατακτήσεις. Τα

σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, που επανιδρύονται μετά τον πόλεμο, τάσσονται

στο πλευρό των αστικών κομμάτων, με κοινό στόχο την εξασφάλιση της

συνεχούς και απρόσκοπτης καπιταλιστικής ανάπτυξης. Συμμετέχουν στην

οικοδόμηση του λεγόμενου «κράτους πρόνοιας», αποκτούν ή αποκαθιστούν, με

τη βοήθεια του συνόλου του αστικού πολιτικού συστήματος και κράτους (και

των κρυφών και φανερών μέτρων που το τελευταίο παίρνει ενάντια στο

κομμουνιστικό κίνημα σε κάθε χώρα), τις προνομιακές σχέσεις τους με τα

συνδικάτα και το εργατικό κίνημα και καταλήγουν να καθοδηγούν αυτά σε

μεγάλο βαθμό την οικονομική πάλη της εργατικής τάξης. Φυσικά υποστηρίζουν

Page 17: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

17

και προωθούν ενεργά τη στρατιωτική συμπαράταξη του «δυτικού ελεύθερου

κόσμου» ενάντια στον «ολοκληρωτισμό» (βλ. σοσιαλιστικές χώρες), εγκρίνουν

και στηρίζουν στην πράξη το ΝΑΤΟ και την πολιτική του κλπ.

Εδώ, σε αυτή την περίοδο, συντελείται η επόμενη πολιτική και ιδεολογική

μεταμόρφωση της σοσιαλδημοκρατίας, η νέα στρατηγική της στροφή: από τις

θέσεις του εργατικού ρεφορμισμού, δηλαδή τη θέση περί της μετάβασης στο

σοσιαλισμό δια των σταδιακών μεταρρυθμίσεων διαμέσου του καπιταλιστικού

κράτους, περνά στις θέσεις του αστικού ρεφορμισμού. Η διαφορά είναι η εξής:

αν πριν τον πόλεμο οι σοσιαλδημοκράτες ισχυρίζονταν ότι θα χρησιμοποιήσουν

συνειδητά το αστικό κράτος, γενικεύοντας τις λειτουργίες του και

κρατικοποιώντας τα πάντα, για να φέρουν το σοσιαλισμό με μεταρρυθμίσεις,

τώρα υποστήριζαν ότι «...το ζητούμενο ... δεν ήταν πλέον η διεύρυνση του

κρατικού ελέγχου, αλλά η εξασφάλιση των όρων για μια απρόσκοπτη

οικονομική ανάπτυξη (μέσα σε καπιταλιστικά πλαίσια) που με τη σειρά της θα

επέτρεπε την εξάλειψη της ανεργίας και την προώθηση αναδιανεμητικών

πολιτικών υπέρ των οικονομικά ασθενέστερων... Αν αυτό σήμαινε παράλληλα με

τη διατήρηση του ρυθμιστικού ρόλου του κράτους και εγγυήσεις για στήριξη της

ιδιωτικής πρωτοβουλίας, οι σοσιαλδημοκράτες δεν είχαν πλέον πρόβλημα να τις

παράσχουν. Ο ρόλος του κράτους, κυρίως ως κράτους πρόνοιας, βέβαια

παρέμενε πάντα ισχυρός. Ο ρόλος όμως αυτός δε συνίστατο πια στη σταδιακή

«απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών» αλλά στη ρύθμιση της οικονομίας της

αγοράς και στην απορρόφηση των επιπτώσεων από τις δυσλειτουργίες της... Αν

κατά την προηγούμενη περίοδο οι σοσιαλδημοκράτες πίστευαν πως ο

καπιταλισμός θα μεταμορφωνόταν σε σοσιαλισμό, από τα τέλη της δεκαετίας

του 1950 και μετά άρχισαν να διακηρύττουν πως ο καπιταλισμός με τη μορφή

του κράτους πρόνοιας είχε ήδη γίνει σοσιαλισμός»14.

Ετσι λοιπόν τώρα ο ίδιος ο καπιταλισμός ταυτίζεται από τους

σοσιαλδημοκράτες με το σοσιαλισμό. Τελικά ο σοσιαλισμός δεν είναι τίποτε

άλλο -κατά τη νεότερη σοσιαλδημοκρατική αντίληψη- παρά ένας κάποιος

«καπιταλισμός της ευημερίας». Από μια άποψη οι μεταμορφώσεις της

σοσιαλδημοκρατίας ολοκληρώνονται εδώ, με την έννοια ότι ο στόχος του

σοσιαλισμού σαν μιας κοινωνίας που διαδέχεται τον καπιταλισμό

εγκαταλείπεται και στις σοσιαλδημοκρατικές αντιλήψεις ο σοσιαλισμός

Page 18: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

18

συμπίπτει με τον καπιταλισμό. Η σοσιαλδημοκρατία σταματά και τυπικά να

είναι σοσιαλιστική δύναμη που επιδιώκει να εκφράσει, έστω και λανθασμένα ή

με διαστρεβλώσεις, την ιστορική αποστολή της εργατικής τάξης, να υλοποιήσει

τις κοινωνικές σχέσεις που η τελευταία φέρει μέσα της (κοινωνικός χαρακτήρας

της παραγωγικής διαδικασίας και επομένως η εργατική τάξη ως τάξη-φορέας

της «καθολικής εργασίας», απ’ όπου προκύπτει και η δυνατότητα -

αναγκαιότητα της κομμουνιστικής εργασίας και των αταξικών κοινωνικών

σχέσεων). Από αυτό το σημείο και πέρα η σοσιαλδημοκρατία είναι ένα αστικό

ρεφορμιστικό κόμμα, η στρατηγική του οποίου συνίσταται στο ζεύγος εννοιών

«κράτος πρόνοιας συν οικονομία της αγοράς» και η λειτουργία της μεταπίπτει

σε αυτήν ενός καθαρά αστικού κόμματος με ειδίκευση στην ενσωμάτωση της

εργατικής τάξης (κατά κύριο λόγο, αλλά όχι μόνο) και τον ευνουχισμό του

κινήματός της. Αναλαμβάνει, σε εκσυγχρονισμένη και πολύ πιο δραστική μορφή,

το ρόλο των παλιών «φιλολαϊκών» φιλελεύθερων αστικών κομμάτων του

λεγόμενου «κεντρώου χώρου»15, παρέχοντας μεταξύ των άλλων στο αστικό

πολιτικό σύστημα και κράτος ικανά στελέχη (πολλά εκ των οποίων προέρχονται

«από τα κάτω», από την ίδια την εργατική τάξη και το κίνημά της,

προσφέροντας έτσι εξαιρετικές υπηρεσίες στην ανανέωση του αστικού

πολιτικού προσωπικού και στερώντας ταλέντα από το εργατικό κίνημα - «μ’ ένα

σμπάρο δυο τρυγόνια» λοιπόν), έναν εξαιρετικά αναπτυγμένο και ικανό

γραφειοκρατικό μηχανισμό ελέγχου του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος,

μακρόχρονη, βαθιά -και άρα πολύτιμη- εμπειρία στη διαχείριση της λαϊκής

δυσαρέσκειας, την αντιμετώπιση της αυτοοργάνωσης των εργαζομένων κλπ.

Ο εργατικός ρεφορμισμός (που -ας το θυμίσουμε- συνιστά αποτέλεσμα του

οπορτουνισμού στο πολιτικό εργατικό κίνημα) λοιπόν καταλήγει αναπόφευκτα

στον αστικό ρεφορμισμό. Βεβαίως, όπως το αστικό ταξικό κράτος δε θα

μπορούσε να παίξει το ρόλο του ως ταξικό κράτος αν δεν αυτοονομαζόταν

«εθνικό κράτος», «φορέας της γενικής βούλησης και του καθολικού

συμφέροντος» όλης της κοινωνίας, έτσι και η αστική πλέον σοσιαλδημοκρατία

δε θα μπορούσε να παίζει τον αστικό ταξικό της ρόλο αν δεν εξακολουθούσε να

αυτοπροσδιορίζεται ως «εργατικό κόμμα», «κόμμα των λαϊκών στρωμάτων»,

του «λαού», των «εργαζομένων», των «κοινωνικών δικαιωμάτων». Το

καθοριστικό εδώ στον όρο «αστικός ρεφορμισμός» δεν είναι τόσο το ουσιαστικό

Page 19: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

19

«ρεφορμισμός», όσο το επίθετο «αστικός». Και αυτό γιατί τα κύρια καθήκοντα

του ρεύματος του αστικού ρεφορμισμού είχαν ήδη εκπληρωθεί στις

αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο

ρεφορμισμός της σοσιαλδημοκρατίας από εργατικός γίνεται αστικός και στην

πορεία όλο αυτό το ρεύμα περνά στην καθαρή αντίδραση όσον αφορά τις

στρατηγικές επιλογές. Γιατί αν η «ευημερία» των εργαζομένων προϋποθέτει την

ισχυρή καπιταλιστική ανάπτυξη, ό,τι εμποδίζει αυτή την ανάπτυξη πρέπει να

καταπολεμάται. Ο «ρεφορμισμός» αναφέρεται στο λεγόμενο «κοινωνικό

κράτος» και «κράτος πρόνοιας», αλλά αν τα τελευταία αυτά τείνουν κάποια

στιγμή να παρεμποδίσουν την καπιταλιστική ανάπτυξη, τότε θα πρέπει να

περιοριστούν με κάποιο τρόπο, αφού τελικά οι όποιες από τα πάνω αλλαγές και

μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο του καπιταλισμού δεν έχουν σαν μακροπρόθεσμο

σκοπό και κριτήριο την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών (μόνο συγκυριακά

και για λόγους ενσωμάτωσης των λαϊκών στρωμάτων μπορούν κάποιες φορές

να συμπίπτουν εν μέρει με κάποιες από αυτές τις ανάγκες), αλλά τη διασφάλιση

της συνέχειας της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Ετσι, μέσα στην πολιτική και

ιδεολογική πρακτική της σοσιαλδημοκρατίας προετοιμάζεται το τέλος και του

αστικού ρεφορμισμού, δηλαδή της αντίληψης περί της διάχυσης του κοινωνικού

πλούτου και της διαρκούς ανόδου του βιοτικού επιπέδου όλου του πληθυσμού

σαν αποτέλεσμα της απρόσκοπτης καπιταλιστικής ανάπτυξης. Οταν τα

πράγματα έφταναν εκεί, τότε θα ξεκινούσε πραγματικά η κρίση της

σοσιαλδημοκρατίας. Ωστόσο για τρεις περίπου δεκαετίες ο αστικός

ρεφορμισμός, αντικαθιστώντας τις εργατορεφορμιστικές αντιλήψεις, ανθούσε.

Η οριστική αυτή αλλαγή στη στρατηγική στόχευση της σοσιαλδημοκρατίας

βρήκε την πρώτη καθαρή έκφρασή της στο Ιδρυτικό Συνέδριο της

Σοσιαλιστικής Διεθνούς στη Φρανκφούρτη (1951). Εκεί υιοθετήθηκε η

διακήρυξη με τίτλο «Οι σκοποί και τα καθήκοντα του δημοκρατικού

σοσιαλισμού» που συνιστούσε έκθεση των προγραμματικών αρχών της

οργάνωσης. Σε αυτό το ντοκουμέντο αποκηρύσσεται η σοσιαλιστική

επανάσταση για την επίτευξη της σοσιαλιστικής κοινωνίας και απορρίπτεται ο

μαρξισμός ως θεωρητική βάση της ιδεολογίας και της πολιτικής της

σοσιαλδημοκρατίας («Για τους σοσιαλιστές, αναφέρεται στο ντοκουμέντο, δεν

έχουν σημασία οι πηγές από τις οποίες αντλούν τις πεποιθήσεις τους... από τα

Page 20: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

20

στοιχεία της μαρξιστικής ή άλλης ανάλυσης των κοινωνικών σχέσεων ή από

θρησκευτικές και άλλες αρχές»). Αργότερα, στη διάρκεια της ίδιας δεκαετίας

(1956), η ηγεσία της Σοσιαλιστικής Διεθνούς δηλώνει ότι «μεταξύ των

σοσιαλιστών και των κομμουνιστών δεν υπάρχει τίποτα το κοινό» και ότι είναι

εναντίον «κάθε μορφής ενιαίου μετώπου ή άλλης μορφής πολιτικής

συνεργασίας» με τα κομμουνιστικά κόμματα16. Βεβαίως η συγκεκριμένη

πολιτική στάση στη δοσμένη περίοδο αντανακλά και το μέγεθος της

συμπόρευσης και σύμφυσης της σοσιαλδημοκρατίας με την αστική τάξη στις

αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, σε μια φάση που ακόμα εδραιωνόταν η

ενιαία καπιταλιστική στρατηγική του «ψυχρού πολέμου» για την ανάσχεση της

σοσιαλιστικής οικοδόμησης, της ανάπτυξης του αυτοτελούς πολιτικού

κινήματος της εργατικής τάξης (δηλαδή του κομμουνιστικού κινήματος) και των

αντιαποικιοκρατικών κινημάτων. Ωστόσο, το κύριο εδώ είναι ότι η διατύπωση

των νέων προγραμματικών αρχών επισημοποιεί την πολιτική και ιδεολογική

στρατηγική στροφή της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας. Στις δεκαετίες του 1960

και 1970 τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα λειτούργησαν με βάση αυτή τη

στρατηγική, με τις αναγκαίες βέβαια επιμέρους διαφοροποιήσεις και ελιγμούς

σε κάθε χώρα, ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες, προσθέτοντας ή αφαιρώντας

δόσεις «αριστερής» φρασεολογίας και συνθημάτων, πολιτικών ενσωμάτωσης

και χειραγώγησης, σε συνάρτηση με το εκάστοτε αστικό πολιτικό σύστημα και

τις παραδόσεις του και κυρίως με την κατάσταση του εργατικού και λαϊκού

κινήματος, το συσχετισμό δύναμης μέσα σε αυτό, τη δύναμη και στρατηγική

αντίληψη των κομμουνιστικών κομμάτων σε κάθε χώρα και τις ανάγκες

αντιπαράθεσης με τα τελευταία17.

Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Στη χώρα μας, όπως και σε άλλες χώρες της Ευρώπης και της Λατινικής

Αμερικής, η σοσιαλδημοκρατία εμφανίζεται (ή επανεμφανίζεται) ως αυτοτελής

και ισχυρός μαζικός πολιτικός φορέας μόλις στα τελευταία χρόνια αυτής της

περιόδου, με σημαντική καθυστέρηση δηλαδή, λόγω του επιπέδου ανάπτυξης

του ελληνικού καπιταλισμού και κυρίως λόγω της κοινωνικής και πολιτικής

ιστορίας της χώρας, όπως ήδη αναφέρθηκε σε προηγούμενες σελίδες. Βεβαίως

Page 21: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

21

και στην Ελλάδα παρατηρείται σημαντική ανάπτυξη του καπιταλισμού από τα

τέλη της δεκαετίας του 1950 και ύστερα18 και φυσικά αυτή η ανάπτυξη είχε

στην κοινωνική δομή της χώρας και στη διαστρωμάτωση της εργατικής τάξης

και του συνόλου των εργαζομένων συνέπειες αντίστοιχες (αν και βέβαια, άλλης

κλίμακας και άλλου βάθους) με εκείνες των αναπτυγμένων καπιταλιστικών

χωρών.

Οπως είδαμε μέχρι τώρα στη συνοπτική ιστορική αναδρομή παραπάνω, η

σοσιαλδημοκρατία ως έκφραση του εργατικού και στη συνέχεια του αστικού

ρεφορμισμού ξεκινά από τον οπορτουνισμό μέσα στο εργατικό επαναστατικό

κίνημα. Στην Ελλάδα οι ρεφορμιστικές δυνάμεις που δρούσαν προπολεμικά στο

εργατικό κίνημα, όπως ήδη αναφέρθηκε, συμμετείχαν στο ΕΑΜ, ενώ μετά την

ήττα του λαϊκού κινήματος στον εμφύλιο πόλεμο του 1946 - 1949 (στο ΔΣΕ

εξάλλου οι εργατορεφορμιστικές δυνάμεις δε συμμετείχαν) έλαβαν μέρος στη

συγκρότηση του κόμματος της ΕΔΑ μαζί με το ΚΚΕ19. Ταυτόχρονα δυνάμωνε το

οπορτουνιστικό ρεύμα μέσα στο ίδιο το ΚΚΕ, που επιδίωκε σταθερά τη

«σοσιαλδημοκρατικοποίηση» του επαναστατικού κινήματος στην Ελλάδα, του

ίδιου του Κόμματος. Είναι γνωστό ότι τέτοια προσπάθεια έγινε επανειλημμένα

και στη δεκαετία του 1950 (σε συνδυασμό και με την περίφημη

«αποσταλινοποίηση» που συνδέεται με την πολιτική στροφή του ΚΚΣΕ στο 20ό

Συνέδριο, την «παρέμβαση των αδελφών κομμάτων» στην ιδεολογική διαπάλη

στο εσωτερικό του ΚΚΕ κλπ.), αλλά και στη δεκαετία του 1960, με όχημα αφενός

την καθοδήγηση και τη μαζική πολιτική δράση του πολιτικού σχηματισμού της

ΕΔΑ (και κυρίως τη σχέση του ΚΚΕ απέναντί της - ο στόχος των οπορτουνιστών

ήταν η υποκατάσταση του ΚΚΕ, ως κόμματος της εργατικής τάξης της Ελλάδας,

από την ΕΔΑ και η ανάδειξη της τελευταίας σε τυπικό σοσιαλδημοκρατικό

κόμμα της ελληνικής κοινωνίας, με ταυτόχρονο παραμερισμό και διάλυση ή

περιθωριοποίηση του ΚΚΕ) και αφετέρου (αλλά και συνακόλουθα) τη διαπάλη

που οδήγησε στη διάσπαση του Κόμματος το 1968 και την ίδρυση του «ΚΚΕ

εσωτερικού». Η ίδια η εξέλιξη του αναθεωρητικού - οπορτουνιστικού ρεύματος

(ΚΚΕ εσ. - ΕΑΡ, ΑΚΟΑ - ΣΥΝ, ΣΥΡΙΖΑ) φαίνεται ότι ακολουθεί, πιο συντομευμένα,

όλη τη σειρά μεταμορφώσεων της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας,

τηρουμένων των αναλογιών βέβαια (κυρίως λόγω βαθμού επιρροής στην

εργατική τάξη διαχρονικά, όπου υπάρχουν «συμπληγάδες» κι από τις δυο μεριές

Page 22: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

22

- ΚΚΕ από τη μία και ΠΑΣΟΚ από την άλλη) και μάλιστα παρά το γεγονός ότι

από το 1974 υπάρχει και δρα στην Ελλάδα ένα κόμμα καθαρά και τυπικά

σοσιαλδημοκρατικό, όπως το ΠΑΣΟΚ. Παρόμοια είναι άλλωστε και η πορεία του

συνόλου του οπορτουνιστικού ρεύματος του «ευρωκομμουνισμού» στα

ευρωπαϊκά ΚΚ (στρατηγική προσέγγιση με την κλασσική σοσιαλδημοκρατία),

το οποίο βρίσκει την αντανάκλασή του στη στρατηγική και τακτική του

Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς σήμερα.20

Ισχυρός και πλήρως αυτοτελής μαζικός πολιτικός φορέας της

σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα εμφανίζεται μόλις μετά το 1974, κατά τη

διάρκεια του περάσματος της καπιταλιστικής πολιτικής εξουσίας από τη

δικτατορική στην κοινοβουλευτική δημοκρατική μορφή («μεταπολίτευση»), το

οποίο έγινε δίχως τη συμμετοχή του οργανωμένου λαϊκού κινήματος, με

διεργασίες στο εσωτερικό του καπιταλιστικού κράτους και των αστικών

πολιτικών δυνάμεων. Πρόκειται φυσικά για το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα

(ΠΑΣΟΚ). Τα μέλη και στελέχη του προέρχονταν από μια σειρά χώρους, όπως

κόμματα, φορείς και ομάδες του λεγόμενου «κεντρώου» αστικού χώρου, καθώς

και η ΕΔΑ και άλλες αριστερές και σοσιαλιστικές μικρές οργανώσεις και ομάδες,

κατ’ εξοχήν δε -σε ό,τι αφορά τα ηγετικά στελέχη- από την προδικτατορική

Ενωση Κέντρου (κυρίως από τα πιο ριζοσπαστικοποιημένα τμήματά της,

ιδιαίτερα στη νεολαία). Επρόκειτο λοιπόν για στελέχη προερχόμενα από

πολιτικούς φορείς που εξέφραζαν φιλελεύθερες - αστικορεφορμιστικές,

εργατικές - ρεφορμιστικές και μικροαστικές ιδεολογικοπολιτικές αντιλήψεις,

ενώ δεν έλειπαν και οι καθαρόαιμοι αστοί πολιτικοί (υπήρχαν και επιρροές

αριστερίστικων ρευμάτων, τροτσκιστικών κ.ά., με αναφορές σε διάφορες

εκδοχές «μαρξισμού», «σοσιαλισμού» και «κομμουνισμού», ρεύματα που όριζαν

το περιεχόμενο της πολιτικής πάλης γύρω από το ζήτημα μητρόπολης-

περιφέρειας και άρα εξάρτησης-ανεξαρτησίας από το διεθνή ιμπεριαλισμό κλπ.,

που μαζί και με κομμάτια από την ΕΔΑ έπαιζαν το ρόλο του στοιχείου του

οπορτουνισμού μέσα στο κομμουνιστικό κίνημα, στοιχείου που φαίνεται ότι

αποτελεί αναγκαίο συστατικό για τη γένεση του σοσιαλδημοκρατικού πολιτικού

σχηματισμού και ιδεολογίας, έστω κι αν η αρχική δόση είναι ίσως αρκετά

μικρότερη εδώ). Αυτά τα ρεύματα συναντήθηκαν στη διάρκεια του

Page 23: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

23

αντιδικτατορικού αγώνα, στην Ελλάδα και τη Δυτική Ευρώπη και Βόρεια

Αμερική.

Η διαδικασία συγκρότησης της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας συντελούνταν

στο πλαίσιο της έντονης πολιτικής ριζοσπαστικοποίησης και της ανόδου του

εργατικού και λαϊκού κινήματος του δεύτερου μισού της δεκαετίας του 1970. Το

άμεσο και πιο κύριο πολιτικό πρόβλημα της εποχής για την αστική τάξη

συνίστατο στη διαδικασία αστικού εκσυγχρονισμού της ελληνικής

καπιταλιστικής κοινωνίας που γινόταν πολύ καθυστερημένα σε σχέση με την

οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη που είχε ήδη διανυθεί και η διασφάλιση της

ομαλότητας κατά τη διάρκεια της μετάβασης («αποχουντοποίηση» κλπ.).

Χρειαζόταν ο αστικός εκσυγχρονισμός του πολιτικού συστήματος, των

σωμάτων ασφαλείας και του στρατού, ο αστικός εκσυγχρονισμός πολλών

πλευρών της ελληνικής κοινωνίας, όπως του συνδικαλισμού, της δικαστικής

εξουσίας, του Τύπου, η δημιουργία νέων πολιτικών θεσμών που να

παραπέμπουν περισσότερο στη «δημοκρατική» ενσωμάτωση και λιγότερο στην

καταστολή των εργαζομένων, δηλαδή χρειάζονταν αστικές μεταρρυθμίσεις

τέτοιες που είχαν υλοποιηθεί τουλάχιστον μια γενιά πριν στις αναπτυγμένες

καπιταλιστικές χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Παρά το γεγονός της «ομαλής» και

έγκαιρης για την αστική τάξη (χωρίς δηλαδή συμμετοχή του εργατικού και

λαϊκού κινήματος) μετάβασης από τη δικτατορία στην κοινοβουλευτική

δημοκρατία, τα παραδοσιακά αστικά κόμματα (που είχαν μετονομαστεί σε ΝΔ

και ΕΔΗΚ), όπως πολύ σύντομα φάνηκε, δεν μπορούσαν να διασφαλίσουν από

μόνα τους τη συνέχεια της διαδικασίας με τους παλιούς τρόπους. Ετίθετο (αν

και όχι με όρους επανάστασης βέβαια, δεν υπήρξε επαναστατική κατάσταση

στη δοσμένη περίοδο, αλλά μόνο ριζοσπαστικοποίηση τμημάτων του λαού) το

ζήτημα του πολιτικού προσανατολισμού και της ηγεμονίας στο εργατικό και

λαϊκό κίνημα που διογκωνόταν και έμπαινε σε φάση πολιτικής διαμόρφωσης

και ενδεχομένως παρουσιάζονταν κίνδυνοι για την αδιατάρακτη συνέχιση της

αστικής ηγεσίας -και άρα της αστικής «ομαλότητας»- στη διαδικασία της

μεταπολιτευτικής μετάβασης (στο πλαίσιο και των υπαρκτών εσωτερικών

αντιθέσεων μέσα στο ίδιο το αστικό πολιτικό σύστημα στη δοσμένη φάση

αναμόρφωσής του).

Page 24: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

24

Σε αυτή τη χρονικά σύντομη, αλλά πολιτικά καθοριστική περίοδο (1974-1981) η

σοσιαλδημοκρατία εμφανίστηκε στην Ελλάδα με ένα ριζοσπαστικό «αριστερό»

πολιτικό πρόγραμμα, με αναφορές στην «κοινωνική απελευθέρωση», την

«κοινωνικοποίηση του χρηματοδοτικού συστήματος στο σύνολό του» και «των

βασικών μονάδων παραγωγής», ώστε να τεθούν οι βάσεις για «να πάψει η

εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο»21 κλπ. Ταυτόχρονα καλούσε για έξοδο

από το ΝΑΤΟ και μη είσοδο στην ΕΟΚ, κατάγγελλε τα μονοπώλια και το διεθνή

ιμπεριαλισμό, τη διεθνή σοσιαλδημοκρατία που αποτελούσε «το μακρύ χέρι του

διεθνούς ιμπεριαλισμού» και πάρα πολλά άλλα. Εμφανίστηκε δηλαδή με ένα

πρόσωπο αντιμονοπωλιακό, δημοκρατικό, σοσιαλιστικό (χωρίς βέβαια να

ενστερνίζεται τον επιστημονικό σοσιαλισμό), ενσωματώνοντας στο πρόγραμμά

της μαζί μια σειρά αιτήματα της εργατικής τάξης και του λαού με

αστικοδημοκρατικό, αντιμονοπωλιακό, εν μέρει και «σοσιαλιστικοφανή»

χαρακτήρα. Ταυτόχρονα ξεκίνησε πολύ σοβαρή οργανωτική δουλειά στα

εργατικά συνδικάτα, στην αγροτιά, στα μικροαστικά στρώματα της πόλης.

Σε πολύ λίγα χρόνια το ΠΑΣΟΚ κατάφερε να απορροφήσει το σύνολο σχεδόν

των στελεχών και της εκλογικής επιρροής του «κεντρώου» αστικού χώρου (από

τον οποίο άλλωστε προερχόταν ο ίδιος ο ηγέτης του που ήταν στέλεχος της

Ενωσης Κέντρου και υπουργός στην κυβέρνηση που είχε σχηματίσει

προδικτατορικά) και σημαντικό μέρος από τη δύναμη που παλιότερα

εκφραζόταν μέσα από την ΕΔΑ (καθώς και των στρωμάτων που κινούνταν

ανάμεσα στους δύο αυτούς χώρους - Ενωση Κέντρου και ΕΔΑ). Στη ραγδαία

ανάπτυξη του ΠΑΣΟΚ συντελούσε η έντονη ανάπτυξη του κινήματος (στο οποίο

οι δυνάμεις του συμμετείχαν ενεργά), οι δυσκολίες ανασυγκρότησης του ΚΚΕ

λόγω τόσο της μακρόχρονης βαθιάς παρανομίας του, όσο και των επιπτώσεων

της διάσπασης του 1968 και όσων αυτές συνεπάγονταν για την ταχύτητα

ξεπεράσματος της σύγχυσης στις γραμμές του τελευταίου και για τη

γρηγορότερη ανασυγκρότησή του, η έλλειψη σημαντικής πολιτικής εμπειρίας

μεγάλου μέρους των λαϊκών μαζών, λόγω της δυσκολίας διεξαγωγής

εκτεταμένων μαζικών αγώνων στη διάρκεια της δικτατορίας, λόγω τέλος ακόμα

και του ελέγχου από την αστική τάξη επί της διαδικασίας αστικοδημοκρατικού

εκσυγχρονισμού. Σε αυτές τις συνθήκες, η ελληνική σοσιαλδημοκρατία

επιβλήθηκε στη συνείδηση πολύ μεγάλου μέρους των ριζοσπαστικοποιημένων

Page 25: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

25

λαϊκών μαζών σαν η κύρια πολιτική δύναμη στον αγώνα για δημοκρατία, εθνική

ανεξαρτησία, κοινωνική απελευθέρωση, σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της

ελληνικής κοινωνίας. Ολα αυτά τα αιτήματα το ΠΑΣΟΚ τα συνόψισε στο

σύνθημα της «Αλλαγής», με το οποίο πέτυχε και την ανάδειξή του σε κυβέρνηση

το 1981.

Η πρώτη αυτή φάση (1974-1981) της ύπαρξης του ΠΑΣΟΚ, της σύγχρονης

ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας, διαφέρει αρκετά από το πρώτο στάδιο της

σοσιαλδημοκρατίας γενικά, με βάση τη γενική ιστορική περιοδολόγηση της

ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας που επιχειρήθηκε παραπάνω και δεν θα πρέπει

να συγχέεται μαζί της. Η πηγή της διαφοράς έγκειται πρώτα-πρώτα στο ότι είχε

παρέλθει οριστικά η ιστορική εκείνη εποχή στην οποία αντιστοιχεί το καθ’

εαυτόν στάδιο γένεσης της σοσιαλδημοκρατίας, δηλαδή η ιστορική εποχή του

περάσματος του καπιταλισμού στο μονοπωλιακό του στάδιο και της πρώτης

μεγάλης μαζικοποίησης και οργάνωσης του εργατικού κινήματος. Ο

μονοπωλιακός καπιταλισμός ήταν εδώ και δεκαετίες διαμορφωμένη

πραγματικότητα και στην Ελλάδα. Οι πολιτικές προϋποθέσεις22 της σύγχρονης

ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας πρέπει λοιπόν ενδεχομένως να αναζητηθούν

αφενός στην εξέλιξη των εργατο-ρεφορμιστικών πολιτικών κινήσεων και

κομμάτων του μεσοπολέμου και της αντίστασης, στις αντίστοιχες κινήσεις και

σχηματισμούς μετά τον πόλεμο, σημαντικό μέρος των οποίων έδρασε και μέσα

στην ΕΔΑ, καθώς και στη συνάντηση-σύγκλιση αυτών των ρευμάτων με

δυνάμεις που προέρχονταν από τον αστικό κεντρώο λεγόμενο χώρο που υπήρχε

προδικτατορικά. Ο τελευταίος χαρακτηριζόταν από αστικές ρεφορμιστικές

θέσεις που οφείλονταν στην ιστορική καθυστέρηση της λύσης του πολιτειακού

ζητήματος στη χώρα (που κι αυτή με τη σειρά της οφειλόταν στο βαθμό

εσωτερικής οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης της χώρας και στη θέση που

τότε κατείχε η Ελλάδα στο διεθνή συσχετισμό δυνάμεων και ισχύος μέσα στο

διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα). Ακριβώς το γεγονός της ιστορικής

καθυστέρησης της επίλυσης μιας σειράς προβλημάτων αστικού εκσυγχρονισμού

έκανε να προσεγγίσουν μεταξύ τους οι παραπάνω δυνάμεις -αστικές, εργατο-

ρεφορμιστικές, μικροαστικές- και είχε ως αποτέλεσμα το σχηματισμό της

ιδιαίτερης φυσιογνωμίας της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας όσον αφορά την

κοινωνική (κοινωνικο-ταξική) ποιότητα της ηγεσίας της, τον πολύ έντονο

Page 26: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

26

εκλεκτικισμό στη θεωρία και στον πολιτικό και ιδεολογικό λόγο, καθώς και τις

κοινωνικο-ταξικές αναφορές (όπου λ.χ. πλειοδοτεί η κατηγορία «λαός» ή «μη

προνομιούχοι» κλπ. έναντι της πιο κλασικά σοσιαλδημοκρατικής «εργατική

τάξη»), όπως επίσης και τα εθνοκεντρικής κατεύθυνσης συνθήματα («η Ελλάδα

στους Ελληνες», σ’ αυτό το πλαίσιο τοποθετούνταν από το ΠΑΣΟΚ και τα

συνθήματα «έξω από την ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ», το αίτημα της εθνικής

ανεξαρτησίας κ.ο.κ.). Ολα αυτά δείχνουν και το γενικό πολιτικό περιβάλλον και

κλίμα που είχε δημιουργηθεί μετά την πτώση της δικτατορίας.

Η δεύτερη -εξαιρετικά σύντομη- φάση εξέλιξης της σύγχρονης ελληνικής

σοσιαλδημοκρατίας φαίνεται ότι διαρκεί από το 1981, οπότε καταλαμβάνει την

κυβερνητική εξουσία, κατά κύριο λόγο μέχρι και το 1984 - 1985. Εδώ το ΠΑΣΟΚ

αναλαμβάνει τη διαχείριση του κράτους και προβαίνει αφενός στην

ολοκλήρωση του αστικού εκσυγχρονισμού της μεταπολίτευσης και αφετέρου σε

μια σειρά μέτρα που επικεντρώνονται στις «κοινωνικοποιήσεις»

(κρατικοποιήσεις) ιδιωτικών επιχειρήσεων και στην προσπάθεια υλοποίησης -

σε διαφορετικές συνθήκες- μιας πολιτικής ανάλογης (όχι όμοιας φυσικά) με

αυτή των Σουηδών σοσιαλδημοκρατών του μεσοπολέμου («ΕΣΥ», «κράτος

πρόνοιας», αστικός-εκσυγχρονιστικός εκδημοκρατισμός του νομοθετικού

πλαισίου του συνδικαλιστικού κινήματος -αν και όχι ολοκληρωμένος ο

τελευταίος, ακόμα και με βάση τα αστικοδημοκρατικά πλαίσια, βλ. λ.χ. την

προσθήκη του περιβόητου «άρθρου 4» στο νόμο περί «κοινωνικοποιημένων

επιχειρήσεων»- κλπ.). Πρέπει βέβαια εδώ να σημειωθεί ότι η διαδικασία των

«κοινωνικοποιήσεων» είχε ξεκινήσει και κατά το μεγαλύτερο μέρος της είχε ήδη

υλοποιηθεί από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας νωρίτερα (η περίφημη ...

«σοσιαλμανία» του Κ. Καραμανλή, σύμφωνα με τον ίδιο το ΣΕΒ), όπως και

σημαντικό μέρος του αστικού εκσυγχρονισμού της πολιτικής και κοινωνικής

ζωής. Το ίδιο όμως δεν είχε γίνει κατ’ αναλογία και στις καπιταλιστικές

κοινωνίες του μεσοπολέμου, αλλά και μεταπολεμικά;

Κάποιες από τις πολιτικές που ξεκίνησαν στην πρώτη τετραετία του ΠΑΣΟΚ

συνεχίστηκαν και για το επόμενο διάστημα, όπως επίσης και οι συνέπειές τους.

Ωστόσο φαίνεται ότι το ΠΑΣΟΚ αρχίζει να περνά σε μια τρίτη φάση εξέλιξης από

το 1985. Τότε έχουμε τη συμφωνία παραμονής των αμερικανικών βάσεων στην

Ελλάδα, την απεμπόληση της υπόσχεσης αποδέσμευσης από την ΕΟΚ και κυρίως

Page 27: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

27

την εκπόνηση του «σταθεροποιητικού προγράμματος της οικονομίας 1985 -

1987», που σηματοδοτεί το επίσημο πέρασμα της πολιτικής του ΠΑΣΟΚ από τον

όποιο -κηδεμονευόμενο από την αστική ιδεολογία- «εργατικό» ή «λαϊκό»

ρεφορμισμό σε καθαρά αστικό προσανατολισμό. Η καπιταλιστική ανάπτυξη

πλέον είναι που αρχίζει να ορίζεται ως η βασική προτεραιότητα και όχι η

ικανοποίηση των αναγκών των εργαζομένων κι έτσι η δεύτερη υποτάσσεται

στην πρώτη (βεβαίως στα λόγια: «ώστε να επιτευχθεί τελικά η δεύτερη» -

τυπική αντιμετάθεση εννοιών για να περάσει η πολιτική εξαπάτηση). Γεγονότα

που σημάδεψαν αυτή τη στροφή του ΠΑΣΟΚ ήταν το κυβερνητικό δικαστικό

πραξικόπημα στη ΓΣΕΕ το 1985, μια σαφής συντηρητικοποίηση του συνόλου

της πολιτικής του σε όλους τους τομείς, η κατευθυνόμενη με εκ των άνω

οργανωτικά μέτρα μετατροπή των μελών και οπαδών του σε μηχανισμό ελέγχου

και ανάσχεσης της πάλης του εργατικού και λαϊκού κινήματος, η ολοκλήρωση

της προσέγγισης και τελικά της συγχώνευσης των σημαντικών στελεχών και

της ηγεσίας του με ομάδες συμφερόντων του μονοπωλιακού κεφαλαίου (από

εδώ εξηγείται και το ξεκίνημα των τριβών και της διαπάλης και ανταγωνισμού

μεταξύ μονοπωλιακών συμφερόντων που αργότερα οδήγησε σε εξελίξεις όπως

το «σκάνδαλο Κοσκωτά» κ.ά.), η οριστική και αμετάκλητη ένταξή τους στο

πολιτικό προσωπικό της αστικής τάξης της Ελλάδας. Το πέρασμα του ΠΑΣΟΚ,

δηλαδή της σύγχρονης ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας σε αυτή την τρίτη φάση

της έχει οριστικά και ολοκληρωτικά συντελεστεί στο τέλος του δεύτερου μισού

της δεκαετίας του 1980.

Αναφέρθηκαν κατά την ανάλυση της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας επίσης τρία

στάδια ή φάσεις, όπως και κατά την εξέταση της σοσιαλδημοκρατίας γενικά.

Ωστόσο, όπως ήδη αναφέρθηκε, υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές. Η σύγχρονη

ελληνική σοσιαλδημοκρατία φαίνεται να διατρέχει πολύ γρήγορα τα στάδια

αυτά και φτάνει να ταυτίζεται πολύ σύντομα με τη διεθνή σοσιαλδημοκρατία

των αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών. Αυτό φαίνεται ιδιαίτερα έντονα και

στο πώς και πόσο γρήγορα αλλάζει η στάση της απέναντι στην τελευταία. Στο

δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1970 το ΠΑΣΟΚ αποκήρυσσε τη διεθνή

σοσιαλδημοκρατία ως όργανο του ιμπεριαλισμού, στα τέλη της δεκαετίας του

1980 γίνεται μέλος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς και στη δεκαετία του 2000

φτάνει να αναλαμβάνει την προεδρία της. Η ταχύτατη αυτή εξέλιξη στην

Page 28: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

28

επίσημη πολιτική και λόγο του ΠΑΣΟΚ δείχνει ότι η απόσταση μεταξύ της

κοινωνικής και πολιτικής κατάστασης της Ελλάδας και των αναπτυγμένων

καπιταλιστικών χωρών ήταν πολύ μικρή ήδη από τη δεκαετία του 1970 και η

διαφορά συνίστατο σε μια ορισμένη καθυστέρηση υλοποίησης της τελευταίας

φάσης του αστικού εκσυγχρονισμού στη χώρα μας, το μεγαλύτερο μέρος

μάλιστα της οποίας συντελέστηκε από την κυβέρνηση της ΝΔ στα χρόνια 1974 -

1981. Στο ΠΑΣΟΚ πρακτικά δεν έμενε παρά η τελευταία πινελιά αυτού του

εκσυγχρονισμού. Με βάση λοιπόν τα καθήκοντα που είχε να λύσει, είναι σωστό

να συμπεράνουμε ότι η ελληνική σοσιαλδημοκρατία ξεκινά αντικειμενικά με

κυρίαρχη στρατηγικά την αστική ρεφορμιστική συνιστώσα της ή τουλάχιστον

ότι η τελευταία έχει επικρατήσει ολοκληρωτικά τη στιγμή που αναλαμβάνει την

κυβερνητική εξουσία.

Απ’ όλα αυτά προκύπτει μια μεγάλη αντίφαση ανάμεσα στο «είναι» και το

«φαίνεσθαι» της εξέλιξης του ΠΑΣΟΚ. Προκύπτει ότι από τη στιγμή της ίδρυσής

του, το ΠΑΣΟΚ αντιστοιχεί στο τρίτο στάδιο (σωστότερα ίσως: βαθμίδα)

εξέλιξης της σοσιαλδημοκρατίας γενικά, δηλαδή στο αστικορεφορμιστικό

στάδιο ή βαθμίδα εξέλιξης της σοσιαλδημοκρατίας. Ο χαρακτήρας του

συγκαλύπτεται πίσω από μια ευέλικτη τακτική, που παίρνει υπόψη της

ορισμένες αλλαγές που είχαν συντελεστεί στην κοινωνικοοικονομική και

πολιτική πραγματικότητα της Ελλάδας των πρώτων χρόνων της

μεταπολίτευσης: ξεπέρασμα του «κέντρου», αντιιμπεριαλισμός,

ριζοσπαστικοποίηση εκτεταμένων λαϊκών στρωμάτων λόγω της χούντας και

των συνεπειών της κλπ., ενώ ταυτόχρονα αξιοποιεί τις στρατηγικές αδυναμίες

του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, όσον αφορά τη στάση απέναντι στη

σοσιαλδημοκρατία, τον προσδιορισμό των καθηκόντων του λαϊκού κινήματος

στη δοσμένη περίοδο, τη σχέση αστικοδημοκρατικών αλλαγών και

σοσιαλιστικής προοπτικής κλπ. Τα καθήκοντα ωστόσο που είχε να λύσει ένα

σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό, δηλαδή αστικορεφορμιστικό κόμμα στη δοσμένη

εποχή στην Ελλάδα ήταν δεδομένα και αυτά έλυσε, όπως αποδείχτηκε και στη

συνέχεια. Αν λοιπόν το «φαίνεσθαι» της ιστορίας του ΠΑΣΟΚ μας λέει ότι

επρόκειτο για ένα αρχικά ριζοσπαστικό σοσιαλιστικό κόμμα που στην πορεία

στράφηκε «προς τα δεξιά» και ενσωματώθηκε τελικά στην κυρίαρχη αστική

πολιτική (κάτι που επαναλαμβάνεται συνεχώς από πλήθος αστών αναλυτών,

Page 29: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

29

ιδιαίτερα «αριστερής» απόχρωσης), αντίθετα το «είναι» του, η πραγματική

πολιτική του ιστορία και όλη η λογική της εξέλιξής του πιστοποιεί ότι από την

αρχή είχε μια ορισμένη λειτουργία να επιτελέσει στο αστικό πολιτικό σύστημα

της Ελλάδας από τη μεταπολίτευση και στο εξής, αυτή του μεγάλου

αστικορεφορμιστικού κόμματος, εκσυγχρονισμένου διαδόχου σχηματισμού των

φιλελεύθερων και του «κέντρου». Ολος ο αρχικός «ριζοσπαστισμός» και

«σοσιαλισμός» του ΠΑΣΟΚ δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η αναγκαστική

τελετουργία και τρόπος αντικατάστασης της μορφής του ενός εκ των δύο

πόλων του δικομματισμού στη χώρα (και της αποκατάστασης του τελευταίου,

ως αστικού πόλου, με άλλο όνομα και άλλες κοινωνικές αναφορές, σύμφωνες με

τις κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές αλλαγές που είχαν στο μεταξύ

συντελεστεί). Δεν πρόκειται απλώς για μια διαδικασία εξαπάτησης (αν και η

εξαπάτηση δε θα μπορούσε να απουσιάζει από εδώ), αλλά για μια λογική

εξέλιξης, καθώς και για μια στρατηγική και τακτική. Οι πραγματικές πολιτικές

επιλογές του ΠΑΣΟΚ, σε κάθε ξεχωριστή φάση εξέλιξής του, είναι συνεπείς σε

μια ορισμένη στρατηγική: υπακούουν στις ανάγκες ανανέωσης, διαμόρφωσης

και σταθεροποίησης του αστικού πολιτικού συστήματος στη χώρα και

περιθωριοποίησης του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Αν όμως είναι έτσι τα πράγματα, πρέπει να αντιμετωπιστούν με πολύ κριτικό

βλέμμα οι αντιλήψεις μαρξιστών και κομμουνιστών επιστημόνων23 των

δεκαετιών του 1970 και κυρίως του 1980 που θεωρούσαν το ΠΑΣΟΚ ως

«μικροαστικό ρεφορμιστικό κόμμα» ή ως «ιδιότυπο σοσιαλρεφορμιστικό

κόμμα» που κινείται με βάση «μικροαστικές αντιλήψεις περί του σοσιαλισμού»,

δίχως να του αποδίδουν καθόλου αστικό χαρακτήρα και μάλιστα δίχως να το

θεωρούν καν ως σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Ολα αυτά βέβαια είναι θέματα προς

περαιτέρω διερεύνηση.

ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ

″ΝΕΑ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ″

Σε όλη τη μεταπολεμική περίοδο, μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1970, η

πολιτική ζωή στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες της Ευρώπης

υπερκαθορίζεται σε σημαντικό βαθμό από δύο παραμέτρους που παρέμεναν σε

Page 30: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

30

ισχύ όλο αυτό το διάστημα: α) την ύπαρξη της κοινότητας των σοσιαλιστικών

κρατών και την αντιπαράθεση καπιταλισμού-σοσιαλισμού σε παγκόσμιο

επίπεδο με τον «ψυχρό πόλεμο» και β) την παρατεταμένη περίοδο ανάπτυξης

και μεγέθυνσης της καπιταλιστικής οικονομίας για σχεδόν τριάντα χρόνια

συνέχεια.

Η έντονη οικονομική ανάπτυξη αποτελούσε την υλική βάση για τη συνέχιση της

πολιτικής και ιδεολογικής κυριαρχίας των αστικών τάξεων στην Ευρώπη, σε

συνδυασμό φυσικά με τα διεθνή (ΝΑΤΟ, συνεργασίες υπηρεσιών υπό την ηγεσία

των αμερικανικών μηχανισμών) και εθνικά στρατιωτικο-πολιτικά μέτρα για την

απόκρουση της «κομμουνιστικής απειλής» και τον έλεγχο της πολιτικής δράσης

των εκμεταλλευομένων σε κάθε χώρα (και με επιπλέον στόχο, εκτός των άλλων,

και την παρεμπόδιση και ανάσχεση της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης

του διεθνούς ταξικού αντιπάλου). Η αλλαγή του διεθνούς συσχετισμού υπέρ του

σοσιαλισμού μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και το αυξημένο κύρος και επιρροή

των κομμουνιστικών κομμάτων ανέδειξε έναν προνομιακό ρόλο για τη

σοσιαλδημοκρατία μέσα στο αστικό πολιτικό σύστημα και στο διεθνές

ιμπεριαλιστικό σύστημα. Σε αυτές τις συνθήκες η σοσιαλδημοκρατία

πρωτοστάτησε ως δύναμη υποταγής του εργατικού κινήματος, αλλά και ως

δύναμη επίδρασης στην πολιτική των κομμουνιστικών κομμάτων και των

σοσιαλιστικών χωρών, δεδομένης της στρατηγικής αδυναμίας του

κομμουνιστικού κινήματος.

Η συνολική αστική πολιτική στρατηγική είχε ενιαία κατεύθυνση. Το λεγόμενο

«κράτος πρόνοιας» δεν ήταν έργο μόνο των σοσιαλδημοκρατών, αλλά και των

«δεξιών» κομμάτων (Χριστιανοδημοκρατών, Συντηρητικών, Γκωλικών κλπ.),

κυρίως μάλιστα των δεύτερων. Ωστόσο η σοσιαλδημοκρατία, λόγω της ιστορίας

της και της προέλευσής της, είχε στην αρμοδιότητά της ακριβώς την εργατική

τάξη και το συνδικαλιστικό κίνημα. Σε αυτό το πλαίσιο σχηματίζεται μια

ογκώδης, εκτεταμένη συνδικαλιστική εργατική γραφειοκρατία, στενά

συνδεδεμένη με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και μέσω αυτών με το αστικό

πολιτικό σύστημα και κράτος, πραγματοποιώντας αυτό που ονομάστηκε

«κοινωνικός κορπορατισμός», ένα τεράστιο σύστημα κοινωνικού εταιρισμού για

την ενσωμάτωση της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων24. Η

σοσιαλδημοκρατία εξασφάλιζε, λοιπόν, τη σχέση υποταγής των εργαζομένων

Page 31: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

31

στην αστική τάξη δια μέσου του πολιτικού και ιδεολογικού ελέγχου του

εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος και, μέσω αυτού, του μεγαλύτερου

τμήματος της εργατικής τάξης, με τη στήριξη φυσικά του ίδιου του

καπιταλιστικού κράτους και των μηχανισμών του. Αυτή η διαμεσολάβηση ήταν

εφικτή, παρά τις διαταραχές που παρουσιάζονταν κατά καιρούς, εφόσον η

απρόσκοπτη καπιταλιστική ανάπτυξη είχε ως αποτέλεσμα την άνοδο του

βιοτικού επιπέδου και της κοινωνικής κατάστασης των εργαζομένων για μια

ολόκληρη γενιά25.

Στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 1970 (συμβατικά τίθεται συνήθως το όριο

του 1973, οπότε ξέσπασε η διεθνής καπιταλιστική κρίση ή η «διεθνής

πετρελαϊκή κρίση», όπως λένε οι αστοί ιδεολόγοι) η λεγόμενη «διαρκής

οικονομική ανάπτυξη»26, η μία από τις δύο παραμέτρους σταθερότητας του

μεταπολεμικού αναπτυγμένου καπιταλιστικού κόσμου, ανακόπτεται. Ο τύπος

αυτός οικονομικής ανάπτυξης αποδείχθηκε ότι είχε ιστορικά εξαντληθεί. Ο

μεγάλος κύκλος αναζωογόνησης και άνθισης της καπιταλιστικής οικονομίας που

είχε βασιστεί στην τεράστια καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων στο Β΄

Παγκόσμιο Πόλεμο και στη νέα βάση εκκίνησης που είχε δημιουργηθεί, έκλεινε.

Το «μεταπολεμικό θαύμα» της καπιταλιστικής ανάπτυξης είχε ολοκληρώσει,

λοιπόν, τον κύκλο του. Για να αποφευχθούν τα χειρότερα (ακόμη μεγαλύτερες

οικονομικές κρίσεις) έπρεπε να γίνουν δραστικές αλλαγές στη μορφή της

καπιταλιστικής ρύθμισης της οικονομίας. Ξεκίνησαν επανιδιωτικοποιήσεις

παραγωγικών μονάδων που είχαν κρατικοποιηθεί στην προηγούμενη φάση,

δρομολογήθηκαν μεγάλες αλλαγές στην οικονομική πολιτική συνολικά και,

αναπόφευκτα, στην κοινωνική πολιτική των καπιταλιστικών κρατών. Το

«κράτος πρόνοιας», τα δημόσια (κρατικά) συστήματα εκπαίδευσης κλπ. ήταν

πια πολύ «ακριβά» από τη μία, ενώ από την άλλη συνιστούσαν «διαφυγόντα

κέρδη» για τους μεγάλους ομίλους επιχειρήσεων. Ετσι ξεκινά η πολιτική που

ονομάστηκε «θατσερισμός», «ρηγκανισμός» ή γενικότερα

«νεοφιλελευθερισμός», η οποία είναι γνωστό ότι πρωτοεφαρμόστηκε στη

Βρετανία της Θάτσερ και ακολούθως στις ΗΠΑ επί Ρήγκαν (αν και είχε

προηγηθεί το πρόγραμμα εφαρμογής παρόμοιων μέτρων στη Χιλή του Πινοτσέτ,

υπό την καθοδήγηση του Μ. Φρίντμαν, επικεφαλής της «Σχολής του Σικάγου».

Φαίνεται όμως ότι στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία πρωτοεφάρμοσαν τα

Page 32: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

32

«νεοφιλελεύθερα» μέτρα τα εκεί Εργατικά Κόμματα, στις αρχές της δεκαετίας

του 1980, ακολουθώντας την πολιτική «θατσερισμός με ανθρώπινο πρόσωπο»,

με βάση την οποία κινήθηκαν και οι «Νέοι Εργατικοί» του Τ. Μπλερ στη

Βρετανία, στη δεκαετία του 1990)27.

Ειπώθηκε παραπάνω ότι η σοσιαλδημοκρατία των περισσότερων

αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών είχε φτάσει από καιρό πια στο τρίτο -

δηλαδή στο αστικορεφορμιστικό- της στάδιο και έτεινε πια να απαρνηθεί ακόμη

και το όποιο «ρεφορμιστικό» περιεχόμενο στην πολιτική της. Λόγω της

συγκεκριμένης λειτουργίας της στο αστικό πολιτικό σύστημα, ήταν

υποχρεωμένη να συνεχίζει τις αναφορές στις ανάγκες της εργατικής τάξης και

του λαού, να υπερασπίζεται φραστικά τις κοινωνικές κατακτήσεις των

εργαζομένων, να συμμετέχει στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, ώστε να

μπορεί να το ελέγχει πολιτικά και ιδεολογικά. Από την άλλη μεριά, οι αλλαγές

που γίνονταν, οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις στην οικονομία και την

κοινωνική πολιτική έθιγαν στην πορεία όλο και πιο υψηλά και καλοπληρωμένα

εργατικά στρώματα, μέχρι και ομάδες της εργατικής αριστοκρατίας μερικές

φορές, δυνάμεις που αποτελούσαν και αποτελούν την κοινωνική βάση των

σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων. Η σοσιαλδημοκρατία, παρότι δεν είχε να

προτείνει ουσιαστική εναλλακτική λύση στην εφαρμοζόμενη πολιτική, ήταν

παρόλα αυτά υποχρεωμένη να υποκρίνεται ότι υπερασπίζεται τις κατακτήσεις

του παρελθόντος, για να μη χάσει την επαφή με τα εργατικά και λαϊκά

στρώματα, στη μακρόχρονη επιρροή επί των οποίων βασιζόταν η δύναμη, ο

ρόλος και η λειτουργία της στο καπιταλιστικό πολιτικό σύστημα. Επίσης,

αντιμετώπιζε τριβές και πίεση από τα ίδια τα μέλη και στελέχη της, από τη λαϊκή

της βάση και τα συνδικάτα.

Ετσι αρχίζουν, από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, να τίθενται οι βάσεις για το

φαινόμενο που σήμερα ονομάζεται «κρίση της σοσιαλδημοκρατίας» και το

οποίο συνίσταται πολύ απλά στην αυξανόμενη δυσκολία να εμφανίζεται ως

κόμμα της εργατικής τάξης και του λαού, όντας καθαρόαιμη αστική πολιτική

δύναμη. Αυτό έχει ως συνέπεια να απομαζικοποιείται και κυρίως -σε αυτό

συνίσταται το πρόβλημα για το αστικό πολιτικό σύστημα- να δυσκολεύεται στο

να εγκλωβίζει στο πλαίσιο της αστικής πολιτικής, με την ίδια επιτυχία όπως στο

παρελθόν, μεγάλα τμήματα λαϊκών μαζών. Τα προβλήματα εκδηλώνονται με

Page 33: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

33

μείωση της εκλογικής δύναμης των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων και κυρίως

με μεγάλη διαρροή μελών από τις οργανώσεις τους28.

Στο εσωτερικό της διαμορφώνονται διάφορες αντιτιθέμενες «γραμμές» και

«πλατφόρμες» που ταυτόχρονα λειτουργούν και συμπληρωματικά μεταξύ τους.

Απλοποιώντας λίγο τα πράγματα, για λόγους χώρου, μπορούμε να πούμε ότι

διαμορφώνονται δύο γενικές τάσεις: Από τη μία οι ομάδες εκείνων κυρίως των

στελεχών που είναι επιφορτισμένα με τη συνδικαλιστική και την πολιτική

δουλειά στους εργαζομένους, που -απηχώντας συνάμα τη δυσαρέσκεια

τμημάτων, ιδιαίτερα της εργατικής αριστοκρατίας, που θίγονται από τις

καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις- καλούν σε «στροφή προς τα αριστερά», με

στόχο να διατηρηθεί η σοσιαλδημοκρατική ηγεμονία στο εργατικό και λαϊκό

κίνημα με τους παλιούς τρόπους και μορφές (πράγματι, μετά τις εκλογικές

αποτυχίες, λ.χ. στη Βρετανία και τη Γερμανία, δόθηκε τα πρώτα χρόνια ένα πιο

«αριστερό προφίλ» στη δράση των κομμάτων αυτών, αλλά δεν είχε καμιά

επιτυχία, βλ. την πολιτική Νιλ Κίνοκ στο Εργατικό Κόμμα και την αντίστοιχη

Οσκαρ Λαφοντέν στη γερμανική σοσιαλδημοκρατία - ωστόσο ήταν πια αργά για

«αριστερά πετάγματα»).

Από την άλλη οι ομάδες που καλούν για ακόμη μια μετάλλαξη της

σοσιαλδημοκρατίας, για μια «νέα σοσιαλδημοκρατία» που θα ανταποκρίνεται

καλύτερα στην προώθηση των νέων σύγχρονων προτεραιοτήτων της

οικονομικής ανάπτυξης του καπιταλισμού (βλ. τις σύγχρονες καπιταλιστικές

αναδιαρθρώσεις και μέτρα που προβάλλονται με την ονομασία

«νεοφιλελευθερισμός») σε βάρος των αναγκών των εργαζομένων (αλλά,

φυσικά, «για το καλό τους»). Η «νέα σοσιαλδημοκρατία», κατά τις απόψεις

αυτές, θα πρέπει να αποκτήσει και διαφορετικής μορφής οργανωτική

συγκρότηση και επαφή με τους πολίτες, με τελική προοπτική τη δημιουργία

ενός «κόμματος-δικτύου», πολύ πιο χαλαρά συγκροτημένου (λ.χ. στη βάση

περισσότερο των «θεματικών ομάδων» και όχι των παραδοσιακών οργανώσεων

με βάση τον τόπο δουλειάς και κατοικίας και τον κλάδο) και πολύ πιο

«ευέλικτου» από το «κόμμα μαζών»29. Η δεύτερη ομάδα, βεβαίως, ήταν πολύ πιο

συνεπής στη γραμμή της, αφού βασιζόταν στο σύνολο της σοσιαλδημοκρατικής

στρατηγικής μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και «έλεγε περισσότερο τα

πράγματα με τ’ όνομά τους». Πράγματι, από τη δεκαετία του 1950 και ύστερα, η

Page 34: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

34

σοσιαλδημοκρατία έθετε ως πρώτη προτεραιότητα την οικονομική ανάπτυξη σε

σχέση με τις ανάγκες των εργαζομένων. Εκείνο που είχε αλλάξει τώρα ήταν

απλώς ότι οι εργατικές ανάγκες έπρεπε να συμπιεστούν περαιτέρω, ώστε να

διασφαλιστεί η ανάπτυξη, που, πλέον, μπορούσε να προχωρήσει κυρίως μέσω

των ιδιωτικών επενδύσεων. Επενδύσεις που έπρεπε πια να επιχορηγούνται

άμεσα και όχι έμμεσα μέσω των κρατικών (αυτό που συνήθως οι αστοί

οικονομολόγοι ονομάζουν «επιχορήγηση της προσφοράς» αντί της «ζήτησης» ή

«άμεση δημόσια επιχορήγηση των επιχειρήσεων» αντί για «έμμεση»). Ως εκ

τούτου, η «κοινωνία» έπρεπε να προσαρμοστεί στις νέες ανάγκες της

οικονομίας, της ανταγωνιστικότητας κλπ. Εκείνοι που υποστήριζαν τις θέσεις

της δεύτερης ομάδας όλο και περισσότερο έκαναν λόγο για «πολίτες» και

«κοινωνία των πολιτών» στη θέση των ταξικών αναφορών, χρησιμοποιούσαν

πολύ περισσότερο όρους και επιχειρήματα που προέρχονταν από τις νέες

αστικές οικονομικές θεωρήσεις, απομακρύνονταν από το δημαγωγικό

σοσιαλδημοκρατικό «εργατισμό», που εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούν κατά

κόρον οι οπαδοί της πρώτης τάσης. Επαναλαμβάνεται ότι οι διαφωνίες αυτές,

παρότι υπαρκτές, ήταν, εν πολλοίς λειτουργικές όσον αφορά την ευρύτερη

εικόνα και δεν αφορούσαν την κατεύθυνση της σοσιαλδημοκρατίας συνολικά,

ως πολιτικού ρεύματος. Η αστική κατεύθυνση και ο αστικός χαρακτήρας είχαν

καθοριστεί προ πολλού και η σοσιαλδημοκρατία είχε κατασταλάξει ως αστική

πολιτική δύναμη.

Επρόκειτο για πραγματική κρίση της σοσιαλδημοκρατίας, που θα οδηγούσε στα

τέλη της δεκαετίας του 1980, στη σοβαρή αποδυνάμωσή της. Ωστόσο, λόγω

κάποιων άλλων γεγονότων, προσωρινά, για κάποιο διάστημα, οι επιπτώσεις της

κρίσης αναβλήθηκαν και τα προβλήματα της σοσιαλδημοκρατίας πήραν κάποια

αναστολή.

Η αιτία αυτής της προσωρινής αναστολής ήταν τα εξαιρετικά διεθνή γεγονότα

που ξεκίνησαν από την εξαγγελία της πολιτικής της «περεστρόικα» στην ΕΣΣΔ,

το 1985, και τα οποία οδήγησαν στην αντεπανάσταση και τις ανατροπές του

1989-1991 στις σοσιαλιστικές χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης,

καταλήγοντας σε μια τεράστια αλλαγή του συσχετισμού δύναμης και της

γενικής κατάστασης στον κόσμο.

Page 35: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

35

Η ήττα για το παγκόσμιο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα ήταν πολύ μεγάλη,

η μεγαλύτερη στην ιστορία του. Ολόκληρη η εργαζόμενη ανθρωπότητα βιώνει

μέχρι και σήμερα τις επιπτώσεις της κοινωνικής οπισθοδρόμησης που

δρομολογήθηκε τότε. Μερικές από τις συνέπειες της ήττας ήταν η γενική

πολιτική και ιδεολογική στροφή «προς τα δεξιά», η διάλυση ή

σοσιαλδημοκρατική μετάλλαξη δεκάδων κομμουνιστικών κομμάτων και η

απότομη και μεγάλη μείωση της δύναμης όσων διατήρησαν τον επαναστατικό

χαρακτήρα τους, η αλλαγή των συνθηκών της πολιτικής και ιδεολογικής πάλης

σε όλες τις χώρες του κόσμου. Σε αυτές τις συνθήκες, η διεθνής

σοσιαλδημοκρατία, που, ως αστική δύναμη, ανήκε στο στρατόπεδο των

νικητών, μπόρεσε και αυτή επιτέλους να φτάσει στο σημείο να εκφράζει μερικές

απ’ τις πραγματικές της θέσεις που πριν δεν τολμούσε να διατυπώσει ανοιχτά.

Εμφανίζεται έτσι η «νέα σοσιαλδημοκρατία», με τον Τόνι Μπλερ αρχικά («Νέοι

Εργατικοί», «τρίτος δρόμος»), που, με νέο πρόγραμμα, ανέρχεται επιτέλους και

πάλι στην κυβερνητική εξουσία μετά 18 χρόνια στην αντιπολίτευση.

Ακολούθησαν οι Γερμανοί σοσιαλδημοκράτες (με τον Σρέντερ, μετά από 16

χρόνια στην αντιπολίτευση), οι Γάλλοι, οι Ιταλοί πρώην κομμουνιστές κ.ά.

Με δεδομένη την αλλαγή στο συσχετισμό δύναμης, η σοσιαλδημοκρατία

εμφανίζεται πλέον ως μια δύναμη που υλοποιεί την πολιτική των

αναδιαρθρώσεων προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου, συχνά με μεγαλύτερη

συνέπεια και επιτυχία από τα «συντηρητικά» ή «φιλελεύθερα» αστικά κόμματα.

Οι διαφορές μεταξύ των δύο μεγάλων αστικών πολιτικών χώρων τείνουν να

εξαφανιστούν σε ό,τι αφορά τα ουσιαστικά πολιτικά ζητήματα.

Το γεγονός αυτό δεν αποτελούσε μείζον πρόβλημα στο μεγαλύτερο μέρος της

δεκαετίας του 1990, όταν οι αλλαγές στο συσχετισμό δύναμης ακόμη

συνεχίζονταν. Βεβαίως, η ταύτιση αυτή εντοπίστηκε αμέσως και, ενόψει των

μελλοντικών συνεπειών της, άρχισαν οι αστικές «θεωρητικές» αναζητήσεις και

συζητήσεις για το «νέο» περιεχόμενο της αντιπαράθεσης «αριστερά-δεξιά»,

«ιδιωτικό-δημόσιο», «συλλογικό-ατομικό», «προοδευτικό-συντηρητικό»30.

Δίνεται νέο περιεχόμενο στην έννοια «σοσιαλισμός», αποκαθαρμένο από τις

όποιες επαναστατικές επιδράσεις31. Οροι όπως «εργατική τάξη» και γενικά

«κοινωνική τάξη», «ταξικές συγκρούσεις», «πάλη των τάξεων» κλπ.

εξοβελίζονται από το λεξιλόγιο της σοσιαλδημοκρατίας και των διανοουμένων

Page 36: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

36

της και γενικεύονται εκφράσεις όπως «κοινωνία των πολιτών», «κοινωνική

συνοχή», «κοινωνικός διάλογος» (που τείνει να υποκαταστήσει τις «συλλογικές

διαπραγματεύσεις»), «κοινωνικοί εταίροι» κ.ά. Ακόμη και ο όρος

«καπιταλισμός» αποκτά θετική απόχρωση, θεωρείται κάτι καλό, ταυτόσημο με

την «ανάπτυξη» γενικώς, στον αιώνα τον άπαντα. Χρησιμοποιώντας τις

αντιδραστικές «μεταμοντέρνες» θεωρήσεις περί «αποδόμησης» των κοινωνικών

υποκειμένων, ο λόγος και η πρακτική της σοσιαλδημοκρατίας δε διαφέρουν πια

σε τίποτε, όσον αφορά στην ουσία τους, από τις συνηθισμένες συντηρητικές

αστικές αντιλήψεις και πρακτικές.

Ετσι, αναπόφευκτα, η «κρίση της σοσιαλδημοκρατίας» επέστρεψε δριμύτερη. Η

απόλυτη ταύτιση με τις επιταγές της σύγχρονης καπιταλιστικής ανάπτυξης

οδηγεί στο να στενέψουν τα περιθώρια ελιγμών της σοσιαλδημοκρατίας,

πρώτα-πρώτα γιατί η ίδια η καπιταλιστική πραγματικότητα έχει γίνει ιδιαίτερα

«ανελαστική». Οι ανάγκες της διατήρησής της απαιτούν την ολοένα εντονότερη

χειροτέρευση της κοινωνικής κατάστασης των εργαζομένων και η διαδικασία

μοιάζει ανεπίστρεπτη. Ολο και λιγότερο πείθει πλέον η σοσιαλδημοκρατία στο

ρόλο της ως του «προστάτη των εργαζομένων» (και η ίδια η αναγωγή της σε

«προστάτη» και «αποκούμπι», εξάλλου, υποδηλώνει κηδεμόνευση,

πατερναλιστική «φιλολαϊκή» στάση, «εργατοπατερισμό»). Τείνει να χάνει μέρος

της επιρροής της στα συνδικάτα, στο εργατικό κίνημα, στην εκλογική της

δύναμη. Η μερική υποχώρηση του σκέλους της χειραγώγησης στην

καπιταλιστική κοινωνία έχει ως αποτέλεσμα τη συχνότερη εμφάνιση

κοινωνικών συγκρούσεων. Η όξυνση της ταξικής πάλης με τη σειρά της, με όσο

πρωτόγονες ή ατελείς μορφές και αν εμφανίζεται σε μια σειρά χώρες,

αναπόφευκτα έχει την τάση να διευκολύνει και να επιταχύνει την εκ νέου

συγκρότηση αυτοτελών πολιτικών φορέων της εργατικής τάξης και στο πλαίσιο

αυτό γεννιέται από ανάγκη και το επαναστατικό κίνημα. Το μεταπολεμικό

πολιτικό κομματικό οικοδόμημα της καπιταλιστικής κοινωνίας, στο οποίο

καθοριστικό ρόλο έπαιξε και παίζει η σοσιαλδημοκρατία, εμφανίζει σοβαρές

ρωγμές που δημιουργούν δυσκολίες στο αστικό πολιτικό σύστημα. Ποια

αντίμετρα λαμβάνει το αστικό πολιτικό σύστημα σε αυτές τις εξελίξεις;

Πρώτα απ’ όλα, θωρακίζεται διοικητικά, κατασταλτικά. Εδώ και πάνω από δέκα

χρόνια παρατηρείται μεγάλη ανάπτυξη των κατασταλτικών μηχανισμών, του

Page 37: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

37

μηχανισμού δίωξης (νόμοι, δικαστήρια κλπ.) σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, της

στρατιωτικοποίησης των κοινωνιών.

Κατά δεύτερο λόγο, επιχειρείται, σε αρκετές περιπτώσεις, η αντικατάσταση του

δικομματικού ή πολυκομματικού συστήματος με το διπολικό σύστημα, όπου δύο

μεγάλες παρατάξεις, η «κεντροδεξιά» και η «κεντροαριστερά» εναλλάσσονται

στην κυβερνητική εξουσία. Η δημιουργία δύο πόλων, στη θέση δύο μεγάλων

συμπαγών κομμάτων αστικής κυβερνητικής εναλλαγής, έχει ως στόχο να γίνει

πιο αποτελεσματική η αστική κυβερνητική εναλλαγή, εξασφαλίζοντας σταθερές

αστικές κυβερνήσεις, αλλά και εμποδίζοντας την όποια αύξηση της επιρροής

πολιτικών φορέων, κινήσεων και κομμάτων της εργατικής τάξης που

βρίσκονται εκτός του ελέγχου του συστήματος.

Σήμερα, μπροστά στην υπαρκτή, αλλά και στην προσδοκώμενη αύξηση της

λαϊκής δυσαρέσκειας λόγω των υλοποιούμενων πολιτικών, αυτή η κατεύθυνση

προκύπτει ως λύση ανάγκης για το αστικό πολιτικό σύστημα. Στην κατεύθυνση

αυτή συγκλίνουν μέτρα και πρακτικές, όπως οι αλλαγές των εκλογικών νόμων

και συστημάτων, η συντονισμένη προπαγανδιστική δράση των ΜΜΕ, οι κινήσεις

του συνόλου των μηχανισμών της αστικής τάξης, κρατικών και ιδιωτικών. Οι

πρακτικές αυτές απαιτούν ενδεχομένως ακόμη την κατασκευή καινούργιων

πολιτικών κομμάτων, «κινημάτων», «ενώσεων πολιτών», «μη κυβερνητικών

οργανώσεων», οι οποίες έχουν ως στόχο τη συνέχιση με νέους τρόπους του

ταξικού ετεροκαθορισμού της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων μαζών32.

Η σοσιαλδημοκρατία δεν είναι πια σε θέση να εξασφαλίσει την κοινωνική

υποταγή της εργατικής τάξης με τους παλιούς τρόπους. Μπορεί όμως να

συντελέσει και συντελεί στην αναδιάρθρωση του πολιτικού συστήματος, έτσι

ώστε να δημιουργηθούν οι όροι ενός «ελεγχόμενου χάους» συλλογικής

πολιτικής, συνδικαλιστικής, κοινωνικής εκπροσώπησης των εργαζομένων, όπου

θα εξασφαλίζεται, με πολύ πιο σύνθετο τρόπο, η αστική διαμεσολάβηση της

σχέσης των εργαζομένων με το κράτος και άρα η αστική ηγεσία και καθοδήγηση

των εργαζομένων, μέσα από τους ίδιους τους θεσμούς και οργανώσεις που θα

συμμετέχουν οι τελευταίοι33. Σε αυτό το συνολικό πλαίσιο, αλλά και στο πιο

στενό, που αφορά διεργασίες εντός του κομματικού συστήματος, επιχειρείται να

αξιοποιηθούν και οπορτουνιστικοί πολιτικοί φορείς που υπάρχουν από παλιά

και που η μείωση της επιρροής της σοσιαλδημοκρατίας επαναφέρει στο

Page 38: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

38

προσκήνιο. Ενδεικτικό εδώ είναι το πολιτικό σκηνικό στη Γαλλία ή στην Ιταλία,

όπου ο διπολισμός είναι ήδη γεγονός και όπου οι πολιτικές ομάδες και φορείς

που αυτοχαρακτηρίζονται ως κομμουνιστικές, είναι ενσωματωμένες σε

πολιτικούς σχηματισμούς οπορτουνιστικού προσανατολισμού που συμμετέχουν

σε μια πολυσυλλεκτική «μεγάλη κεντροαριστερά», η πολιτική συνισταμένη της

οποίας είναι κατ’ ουσίαν ταξικά ταυτόσημη με αυτή της «δεξιάς» του

Μπερλουσκόνι ή του Σαρκοζί.

Η «κρίση της σοσιαλδημοκρατίας», σε τελευταία ανάλυση, είναι κρίση του

μεταπολεμικού αστικού πολιτικού συστήματος, κρίση του συγκεκριμένου

τρόπου πολιτικής και ιδεολογικής χειραγώγησης της εργατικής τάξης και του

λαού. Είναι υπαρκτή, πραγματική, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η

σοσιαλδημοκρατία σταματά να είναι μία ηγετική αστική πολιτική δύναμη. Ισα-

ίσα το ζητούμενο για την αστική τάξη είναι να γίνουν οι απαραίτητες

προσαρμογές, ώστε να συνεχίσει να παίζει το ρόλο της με νέους τρόπους και

μορφές. Αυτό ακριβώς το στόχο έχει η «νέα σοσιαλδημοκρατία», να γίνει μια

νέου τύπου δύναμη που από τη μια θα συνεχίσει να αποτελεί το ένα από τα δύο

σημαντικότερα στοιχεία του αστικού κομματικού συστήματος, ενώ από την

άλλη θα μπορεί να ελέγχει και να καθοδηγεί την πλειοψηφία των εργαζομένων

μέσα από νέες μορφές εκπροσώπησης και ένταξης των τελευταίων, οι οποίες

μορφές, όμως, δε θα έχουν πια ταξικές αναφορές. Ταυτόχρονα, η «κρίση της

σοσιαλδημοκρατίας» διαμορφώνει και το έδαφος ώστε δυνάμεις του σύγχρονου

δεξιού οπορτουνισμού να διεκδικούν για τον εαυτό τους την παλιότερη

σοσιαλδημοκρατική «εναλλακτική» στρατηγική και να επιχειρούν να

καρπωθούν εκλογικά και οργανωτικά οφέλη από τη σοσιαλδημοκρατία (βλ.

ενδεικτικά δυνάμεις όπως το Αριστερό Κόμμα στη Γερμανία, το Σοσιαλιστικό

Κόμμα Ολλανδίας, τον ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, τις διάφορες προσπάθειες

«αριστερής» ανανέωσης της σοσιαλδημοκρατίας σε μια σειρά χώρες).

Κεντρική θέση στα προγράμματα των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων των

αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών, σήμερα, καταλαμβάνει η απαίτηση για

ευελιξία στην αγορά εμπορευμάτων, κεφαλαίου και εργασίας, η αρχή της

ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, η υποκατάσταση των κοινωνικών

δικαιωμάτων από τις «ευκαιρίες», της ασφάλειας και της μονιμότητας στην

εργασία από τη «διακινδύνευση», της ίδιας της εργασίας από την

Page 39: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

39

«απασχολησιμότητα». Η θέση αυτή αντανακλά το γεγονός της έντονης όξυνσης

του διεθνούς ανταγωνισμού μεταξύ των καπιταλιστών και των καπιταλιστικών

χωρών στο σύγχρονο κόσμο, πολύ περισσότερο που σ’ αυτόν τον ανταγωνισμό

μετέχουν πλέον, όχι μόνον οι από παλιά αναπτυγμένες πρώην αποικιοκρατικές

καπιταλιστικές χώρες, αλλά πλέον και νέες χώρες-ανταγωνιστές, όπως η Ινδία, η

Κίνα, η Ρωσία, καθώς και άλλες (πρώην «αναπτυσσόμενες» ή και σήμερα ακόμη

αναπτυσσόμενες σε μεγάλο μέρος τους) χώρες της Λατινικής Αμερικής και της

Ασίας, των οποίων η κεφαλαιοκρατία έχει αναπτυχθεί σημαντικά και έχει

αναβαθμίσει τη θέση της στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, διεκδικώντας

μεγαλύτερο διεθνές μερίδιο αγορών και κερδών. Η στρατηγική της

σοσιαλδημοκρατίας εδώ ταυτίζεται με τις επιταγές των σύγχρονων

καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, που στοχεύουν στη μείωση της τιμής της

εργατικής δύναμης. Η σοσιαλδημοκρατία συνιστά βασική αστική πολιτική

δύναμη εδώ και πολλές δεκαετίες. Η σημερινή της μεταμόρφωση σε «νέα

σοσιαλδημοκρατία» φαίνεται να είναι και η τελευταία, με την έννοια ότι δεν έχει

προς τα πού πλέον να εξελιχτεί, τείνοντας να παραιτηθεί ακόμα και από τον

αστικορεφορμιστικό34 χαρακτήρα της και να ταυτιστεί πλήρως με τα μη

ρεφορμιστικά αστικά κόμματα και σχηματισμούς.

Η ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ

ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Στο ίδιο μήκος κύματος με τη διεθνή κινείται και η ελληνική σοσιαλδημοκρατία,

το ΠΑΣΟΚ, ο σημερινός πρόεδρος, μάλιστα, του οποίου τυγχάνει, προς το παρόν,

και πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς. Στο τέλος της δεκαετίας του 1980 το

ΠΑΣΟΚ είχε ολοκληρώσει την εξέλιξή του ως αστικού κόμματος της ελληνικής

κοινωνίας. Στο πρώτο μέρος του παρόντος άρθρου έγινε μια σύντομη αναφορά

στην ιδρυτική διακήρυξη του ΠΑΣΟΚ (Διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη 1974) και

στο αντιιμπεριαλιστικό, δημοκρατικό και κάποιες φορές μισοσοσιαλιστικό ή

«σοσιαλιστικοφανές» περιεχόμενο πολλών εκ των σημείων της. Τον Οκτώβριο

του 1990, δεκαέξι χρόνια μετά, ο ιδρυτής και αδιαφιλονίκητος ισόβιος ηγέτης

του ΠΑΣΟΚ, Α. Παπανδρέου, έκανε μια ομιλία με θέμα «Τι σημαίνει σοσιαλισμός

σήμερα», που είναι σε μεγάλο βαθμό ενδεικτική για τις αλλαγές που είχαν στο

μεταξύ επέλθει στην ιδεολογία και τη στρατηγική της ελληνικής

Page 40: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

40

σοσιαλδημοκρατίας μετά από 7 χρόνια κυβερνητικής εξουσίας (1981-1988)35. Η

ομιλία έγινε σε μια περίοδο που βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη η διαδικασία

ανατροπής των σοσιαλιστικών καθεστώτων στην Κεντρική και Ανατολική

Ευρώπη. Ο Α. Παπανδρέου εξηγεί αυτή την εξέλιξη, λέγοντας ότι «η νίκη πρέπει

να αποδοθεί στη διαρκή επανάσταση (σ.σ. από τα συμφραζόμενα προκύπτει

ότι προφανώς εννοεί: διαρκή επανάσταση «των παραγωγικών δυνάμεων») που

είναι η πεμπτουσία του καπιταλισμού» και ότι «αυτές οι κοινωνίες (σ.σ. οι

κοινωνίες του τότε υπαρκτού σοσιαλισμού) στερούνται ενός κυρίαρχου

χαρακτηριστικού του καπιταλισμού, τη σύμφυτη ώθηση που έχει να

εξαπλώνεται συνεχώς σε μια διαδικασία, την οποία ο Joseph Schumpeter

τόσο ικανοποιητικά χαρακτήρισε ως μια διαδικασία δημιουργικής

καταστροφής». Στη συνέχεια, αφού ασκεί κριτική σε κάποιες από τις συνέπειες

του καπιταλισμού στη σημερινή κοινωνία (κάνει ακόμα και την εκτίμηση ότι ο

καπιταλισμός βρίσκεται σε μια «έρπουσα κρίση»), εκθέτει το δικό του «μοντέλο

σοσιαλισμού». Αυτό το σοσιαλιστικό «μοντέλο» θα πρέπει καταρχάς

να «συμμετέχει στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα και να μπορεί να

επιβιώσει. Επομένως, μιλάμε για μια οικονομία όπου η

ανταγωνιστικότητα και η παραγωγικότητα βρίσκονται σε υψηλή

προτεραιότητα». Το μοντέλο αυτό θα καταπολεμά την ανεργία και θα

επιδιώκει «μια κατανομή εισοδήματος που φθάνει σε υψηλά επίπεδα

δικαιοσύνης», η οποία όμως«επιτυγχάνεται με οικονομικές και

εισοδηματικές πολιτικές, οι οποίες πρέπει να είναι συνεπείς προς τη

νομισματική πολιτική, η οποία έχει αντι-πληθωριστικά

χαρακτηριστικά». Ακόμη, «οι βασικοί δημόσιοι κοινωφελείς οργανισμοί

πρέπει να ανήκουν στο Δημόσιο Τομέα», αλλά ταυτόχρονα «θα μπορούσε να

διακηρυχθεί ο κανόνας ότι οι δημόσιες επιχειρήσεις στοχεύουν στη

μεγιστοποίηση του κέρδους. Στην περίπτωση κοστολόγησης

(τιμολόγησης) των υπηρεσιών, εάν η σχετική εποπτεύουσα δημόσια αρχή

θα επιθυμούσε παράκαμψη από τις τιμές που επιλέχθηκαν από την

επιχείρηση, θα έπρεπε να την επιχορηγήσει για τη ζημιά που θα

υποστεί [...] Οι δημόσιες επιχειρήσεις πρέπει να έχουν την ίδια δυνατότητα

πρόσβασης στην αγορά χρήματος με τους ίδιους όρους, που έχει ο

οποιοσδήποτε άλλος». Προσπαθώντας να βρει κάποια ειδοποιό διαφορά

μεταξύ του σοσιαλιστικού μοντέλου του σε σχέση με το υφιστάμενο «κράτος

Page 41: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

41

πρόνοιας» που υπάρχει ήδη στον καπιταλισμό, ο Α. Παπανδρέου κάνει λόγο για

«σχεδιασμό», ξεκαθαρίζοντας όμως ότι «ο τύπος της οργάνωσης που

εννοούμε είναι απόλυτα συνεπής με τη μικτή οικονομία και ένα δυναμικό

ιδιωτικό τομέα. Η αποκέντρωση που εννοούμε είναι στη βάση της

περιφερειακού χαρακτήρα. Εχει να κάνει όχι μόνο με τη λειτουργία της

οικονομίας, αλλά επίσης με τη φύση και το βάθος των δημοκρατικών

θεσμών». Εδώ ταυτίζεται ο σοσιαλιστικός οικονομικός τομέας με τον κρατικο-

καπιταλιστικό και ο σοσιαλισμός με τη συνύπαρξη κρατικού καπιταλιστικού

τομέα και ιδιωτικού τομέα. Οι «δημόσιοι κοινωφελείς

οργανισμοί» που «στοχεύουν στη μεγιστοποίηση του κέρδους» συνιστούν,

κατά τον Α. Παπανδρέου, προφανώς, τη σοσιαλιστική οικονομία του μοντέλου

του. Παρακάτω, ο τότε ηγέτης του ΠΑΣΟΚ ορίζει φυσικά ότι αυτή η

«σοσιαλιστική» κοινωνία θα είναι «πλουραλιστική» και «πολυκομματική» και σε

αυτήν «τα σοσιαλιστικά κόμματα θα πρέπει να συναγωνισθούν για την

εξουσία με τα κεντρώα, φιλελεύθερα, συντηρητικά και κομμουνιστικά

κόμματα στο πλαίσιο της πλουραλιστικής κοινωνίας». Τόσο σοσιαλιστική

θα είναι δηλαδή η κοινωνία αυτή, που θα διαθέτει όλες τις πολιτικές δυνάμεις

που έχει και σήμερα (και αυτό αναπόφευκτα σημαίνει ότι θα διαθέτει και όλες

τις τάξεις που έχει σήμερα, μαζί και τη μονοπωλιακή αστική τάξη), ενώ για την

ταξική ουσία και συνέχεια του κεντρικού στοιχείου της πολιτικής οργάνωσης

της κοινωνίας, δηλαδή του κράτους, δε γίνεται καθόλου λόγος. Σε αυτό το

σημείο, ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ ρωτάει: «Αλλά ποιον εκπροσωπεί ένα

σοσιαλιστικό κόμμα; Την εργατική τάξη;». Και απαντάει ο ίδιος: «Η

επαναστατική εξέλιξη της τεχνολογίας, που σάρωσε τον πλανήτη μας,

επέφερε ουσιαστικές αλλαγές όχι μόνο στη φύση της εργατικής τάξης,

αλλά επίσης και στη διαστρωμάτωση των σύγχρονων κοινωνιών. Τα

σοσιαλιστικά κόμματα σήμερα εκπροσωπούν τα συμφέροντα μιας

πλατειάς συμμαχίας δημοκρατικών, προοδευτικών, κοινωνικών

δυνάμεων αλλά και κινημάτων για ανθρώπινα δικαιώματα, ισότητας δύο

φύλων, προστασίας του περιβάλλοντος, κοινωνικής δικαιοσύνης,

αφοπλισμού, καταστροφής των πυρηνικών, βιολογικών και χημικών

όπλων και την προαγωγή της ειρήνης». Οπως μπορεί να δει ο καθένας,

πουθενά δε διακρίνεται το οποιοδήποτε ταξικό κριτήριο στα παραπάνω.

Προφανώς, τα «σοσιαλιστικά κόμματα» το μόνο που δεν εκπροσωπούν είναι τα

Page 42: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

42

ταξικά συμφέροντα. Οταν, όμως, δε δηλώνονται από μια πολιτική δύναμη τα

ταξικά συμφέροντα που εκπροσωπεί, αυτό σημαίνει ότι πρόκειται για τα

συμφέροντα, της κυρίαρχης τάξης. Καταλήγοντας στην εν λόγω ομιλία, ο Α.

Παπανδρέου λέει: «Δεν είναι εύκολο να πούμε εάν ένα τέτοιο μοντέλο θα

είναι ικανό να επιβιώσει στην τρικυμία που εξαπέλυσε ο παγκόσμιος

καπιταλισμός. Εάν όχι, τότε το περισσότερο που μπορεί κάποιος να

περιμένει, είναι ένα Κράτος Κοινωνικής Πρόνοιας. Αλλά, ένα τέτοιο

μοντέλο, αν και θα εξυπηρετεί τον στόχο της δικαιοσύνης, μπορούμε να

πούμε ότι είναι λίγο για να είναι σοσιαλιστικό».

Ετσι, όπως φαίνεται σε αυτή την ομιλία, ο σοσιαλισμός νοείται στο επίπεδο του

(καπιταλιστικού) εποικοδομήματος, ως μια πολιτική που επιδιώκει να απαλύνει

τις επιπτώσεις της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Η οικονομική ανάπτυξη μπορεί

να είναι μόνο καπιταλιστική (αφού μόνο αυτή διαθέτει τη «σύμφυτη ώθηση να

εξαπλώνεται διαρκώς» και η «διαρκής επανάσταση των παραγωγικών

δυνάμεων = η πεμπτουσία του καπιταλισμού»), της οποίας ο κύριος φορέας της

είναι ο ιδιωτικός καπιταλισμός και συμπληρώνεται και από μια δόση κρατικού

καπιταλισμού, που θα χαρακτηρίζεται, επίσης, από υψηλή κερδοφορία. Τα περί

«σχεδιασμού» που αναφέρει ο Α. Παπανδρέου τα αναιρεί ο ίδιος στην επόμενη

παράγραφο. Προκύπτει ότι δεν μπορεί να υπάρξει σοσιαλιστική οικονομική

βάση που να διαφέρει από την καπιταλιστική. Ο σοσιαλισμός, επομένως,

τοποθετείται μέσα στον καπιταλισμό και προϋποθέτει την οικονομική

ανάπτυξη, τη δυναμική και άρα την κυριαρχία του καπιταλιστικού τρόπου

παραγωγής, ενώ θα περιλαμβάνει και την πολιτική οργάνωση και πολιτικό

σύστημα του καπιταλισμού (πλουραλισμός, πολυκομματική δημοκρατία,

κοινοβουλευτισμός). Εδώ φαίνεται ο δρόμος που είχε διανύσει το ΠΑΣΟΚ σε

αυτά τα δέκα έξι χρόνια, μέσα από την ομιλία του ίδιου ηγέτη σε όλο αυτό το

διάστημα (η χρήση του όρου «μικτή οικονομία» ταυτίζει τον κρατικο-

καπιταλιστικό τομέα με το «σοσιαλιστικό τομέα» κατά την περίοδο της

σοσιαλιστικής οικοδόμησης, όταν η εργατική τάξη έχει πάρει την εξουσία, αλλά

δεν έχει ακόμη καταφέρει να καταργήσει παντού τις καπιταλιστικές σχέσεις). Σε

αυτά τα δεκαέξι χρόνια, από «εκφραστής» των συμφερόντων του «λαού», των

«εργατών και αγροτών», το ΠΑΣΟΚ περνά από τους «μικρομεσαίους» και τους

«μη προνομιούχους», για να καταλήξει, το 1990, να υποστηρίζει ρητορικά ότι

Page 43: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

43

εκπροσωπεί κινήματα, προτιμήσεις, ιδεώδη, οτιδήποτε πάντως εκτός από

πραγματικές κοινωνικο-ταξικές κατηγορίες και ομάδες του πληθυσμού. Η

εξέλιξη της ρητορικής του οδεύει από το πιο καθορισμένο στο όλο και πιο

αόριστο, μέχρι την πλήρη απροσδιοριστία. Αυτό που βγαίνει από την ομιλία

αυτή και γι’ αυτό άλλωστε γίνεται λόγος για αυτήν εδώ, είναι ότι για το ΠΑΣΟΚ

του 1990 (αλλά και αρκετά νωρίτερα), ο σοσιαλισμός δεν ήταν παρά ό,τι και για

την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία από το 1950 και μετά, δηλαδή «οικονομία

της αγοράς συν κράτος πρόνοιας», ένας καπιταλισμός με επιδόματα για τους

εξαθλιωμένους.

Το 1993, αξιοποιώντας ταυτόχρονα την αντιλαϊκή κυβερνητική θητεία της Νέας

Δημοκρατίας στο διάστημα 1990-1993 και την εξασθένιση του ΚΚΕ -λόγω των

διεθνών συνεπειών και απήχησης των ανατροπών, αλλά και λόγω της

διάσπασής του (αυτά τα δύο δεδομένα άλλωστε συνδέονται πολύ στενά, αλλά

έχουν και μια αυτοτέλεια το καθένα ως προς τη σημασία και την επίδραση

στους πολιτικούς συσχετισμούς στη χώρα)- το ΠΑΣΟΚ ανέρχεται στην

κυβερνητική εξουσία με ποσοστό 47% (ελάχιστα χαμηλότερο από το

«θριαμβευτικό» 48% του 1981) και παραμένει σε αυτήν για 11 χρόνια. Στο

διάστημα αυτό, υλοποιεί το μεγαλύτερο μέρος των αντιδραστικών

καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων της τελευταίας δεκαπενταετίας στην Ελλάδα,

κύρια στις δύο θητείες Σημίτη (1996-2004).

Η εκδήλωση της κρίσης της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα αναβλήθηκε για

αρκετά μεγάλο διάστημα και η τελευταία πήρε παράταση ζωής στην κυβέρνηση

και την κοινωνία, λόγω κυρίως της αναβάθμισης της θέσης του ελληνικού

καπιταλισμού στο πλαίσιο του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος. Η

ανατροπή των σοσιαλιστικών καθεστώτων, αρκετά εκ των οποίων συνόρευαν

με τη χώρα, έδωσε τη δυνατότητα να διαμορφωθεί η «βαλκανική ενδοχώρα»

του ελληνικού κεφαλαίου (κύρια του μονοπωλιακού). Ταυτόχρονα, το μεγάλο

εργατικό μεταναστευτικό ρεύμα προς τη χώρα μας, λόγω ακριβώς των

ανατροπών και των πολέμων, προμήθευσε την ελληνική αστική τάξη με νέο

εργατικό δυναμικό, χειροτέρευσε συνολικά και μόνιμα τους όρους πώλησης της

εργατικής δύναμης και αδυνάτισε το συνδικαλιστικό εργατικό κίνημα. Υπήρξε

μεγάλη άνοδος της κερδοφορίας του κεφαλαίου, αύξηση του βαθμού

μονοπώλησής του, έντονη καπιταλιστική ανάπτυξη που συνεχίζεται και σήμερα,

Page 44: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

44

ενώ, παρά τη γενική χειροτέρευση της κοινωνικής κατάστασης μεγάλου μέρους

της εργατικής τάξης της χώρας (σημαντικό μέρος της οποίας αποτελείται πλέον

από οικονομικούς μετανάστες) και των αυτοαπασχολούμενων εργαζομένων, η

ανάπτυξη συνέβαλε στη διατήρηση μιας ορισμένης κοινωνικής κινητικότητας

προς τα πάνω για συγκεκριμένα τμήματα των μεσαίων στρωμάτων και ίσως και

ανώτερων τμημάτων της εργατικής τάξης. Ιδιαίτερα στο διάστημα μέχρι το

2000, αξιοποιώντας τα ευρωπαϊκά προγράμματα, τις μεγάλες κρατικές

επενδύσεις και δημόσια έργα, την ανάπτυξη νέων κλάδων και οικονομικών

δραστηριοτήτων και ευκαιριών (πληροφορική, επικοινωνία, μέσα μαζικής

επικοινωνίας και ενημέρωσης, διαφόρων ειδών υπηρεσίες κλπ.). Πολύ

σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της δύναμης του ΠΑΣΟΚ για μεγάλο διάστημα

έπαιξαν και οι πελατειακές σχέσεις που καλλιέργησε από το 1981 και μετά με

εκτεταμένα τμήματα της εργατικής τάξης και των αυτοαπασχολουμένων. Η

μαζική οργανωτική του δομή παρήκμαζε και παρέπαιε, αλλά η κυβερνητική θέση

του κόμματος και η εκτεταμένη χρήση από μεριάς του του κρατικού μηχανισμού

για ρουσφετολογικές προσλήψεις, επιδοτήσεις, τοποθετήσεις σε προγράμματα

κατάρτισης ή και προκηρύξεις και αναλήψεις τέτοιων προγραμμάτων,

αναπαρήγαγε -στη βάση της συναλλαγής- τη δομή και τη δύναμή του. Αυτό είχε

βέβαια τη συνέπεια να ορίζονται οι εσωκομματικές διαδικασίες με όρους

προσωπικών συμφερόντων, δηλαδή μεγάλο μέρος της κομματικής βάσης του

ΠΑΣΟΚ να μετατρέπεται από «δορυφόρος της ηγεσίας του κόμματος»

(επρόκειτο πάντα για ένα βαθιά αντιδημοκρατικό κόμμα σε ό,τι αφορά στις

εσωτερικές του διαδικασίες), εν πολλοίς σε ένα πλήθος συναλλασσόμενων

ανθρώπων με μια ελίτ μεγαλοστελεχών -διαμέσου διαφόρων μηχανισμών- που

κατείχαν συγκεκριμένες θέσεις στην κυβέρνηση και το κράτος και προωθούσαν

με όλους τους τρόπους την προσωπική τους ανάδειξη και την ανάδειξη της

ομάδας τους (ενώ η σύμφυσή τους με ομάδες του κεφαλαίου της χώρας είχε ήδη

συντελεστεί από πριν). Η διαφθορά, σε όλα τα επίπεδα, ήταν πολύ εκτεταμένη

και θα έκανε την κρίση πολύ πιο έντονη, όταν κάποτε αυτή θα ξεσπούσε (με την

απώλεια της κυβερνητικής εξουσίας), όπως και συνέβη τελικά. Από καιρό,

ωστόσο, ήταν γνωστό ότι ο κομματικός μηχανισμός του ΠΑΣΟΚ είχε πολύ

μεγάλα συσσωρευμένα προβλήματα που συνιστούσαν σοβαρή ένδειξη της

κρίσης του ως μαζικού πολιτικού σχηματισμού36.

Page 45: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

45

Εγιναν προσπάθειες οργανωτικής ανασυγκρότησης, αλλά με μικρή και

πρόσκαιρη επιτυχία. Εφόσον το ΠΑΣΟΚ είχε πια αποκρυσταλλωθεί ως σύγχρονο

σοσιαλδημοκρατικό, δηλαδή καθαρά αστικό κόμμα που, επιπλέον, κατείχε την

κυβερνητική εξουσία και ήταν αυτό (και όχι η «Δεξιά») που υλοποιούσε την

εφαρμογή των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, ήταν σαφές ότι η οργανωτική

του δομή έπρεπε να αναμορφωθεί, στο μέτρο που η παλιά οργανωτική του δομή

αφενός αντιστοιχούσε σε παρελθούσα φάση ανάπτυξης του κόμματος και

αφετέρου είχε εντελώς παρακμάσει και αποδιοργανωθεί. Ακολουθώντας την

εμπειρία άλλων σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων της Δυτικής Ευρώπης

(ιδιαίτερα της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας), το ΠΑΣΟΚ άρχισε να οικοδομεί

θεματικές οργανώσεις που έφτασαν να αριθμούν πάνω από 20.000 νέα μέλη37.

Ο προσανατολισμός είναι προφανώς μια χαλαρή οργανωτική δομή που να

στοχεύει στην προσέλκυση νέων ιδιαίτερα ανθρώπων, στη βάση ειδικών

ομάδων προβλημάτων, συμφερόντων και ενδιαφερόντων («θεμάτων»).

Οπως και άλλα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, το ΠΑΣΟΚ επιδιώκει να ανακόψει

το ρυθμό απομαζικοποίησής του με τρόπο που να αντιστοιχεί στο νέο,

ομολογημένο πλέον, χαρακτήρα του, ως ενός κόμματος πολυσυλλεκτικού, που

«απευθύνεται» και «εκφράζει» όλη την κοινωνία, όλες ανεξαιρέτως τις τάξεις

και τα κοινωνικά στρώματα. Προωθεί, λοιπόν, μια οργανωτική δομή που

περιλαμβάνει όχι τόσο «μέλη», όσο «συμμετόχους», στο πλαίσιο της αντίληψης

του «κόμματος-δικτύου» που αναφέρθηκε σε άλλο σημείο του παρόντος

άρθρου, σε σχέση με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία.

Μπαίνει, λοιπόν, και το ΠΑΣΟΚ στη φάση της «νέας σοσιαλδημοκρατίας»,

δηλαδή ενός προτύπου σύγχρονου αστικού κόμματος, δομημένου με βάση

συγκεκριμένες σημερινές μορφές επιχειρηματικής δραστηριότητας. Αυτός ο

τύπος κόμματος θυμίζει, ως προς την ουσία του, τη δομή του Δημοκρατικού

Κόμματος των ΗΠΑ και συνίσταται ουσιαστικά σε μια σύγχρονη μορφή «ένωσης

κομματαρχών» που δικτυώνονται γύρω από μια κεντρική γραφειοκρατική

κομματική ηγεσία, η οποία αποτελεί μια επιτροπή διαχείρισης των υποθέσεων

της αστικής τάξης (κατά τόπους θα εξειδικεύονται παρόμοιες τοπικές

επιτροπές, πλήρως ελεγχόμενες από την κεντρική, οι οποίες θα διαχειρίζονται τα

τοπικά αστικά συμφέροντα και θα τα συνδέουν με τα γενικά ταξικά

συμφέροντα των καπιταλιστών σε εθνικό επίπεδο - βλ. και τη φιλολογία περί

Page 46: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

46

«αποκέντρωσης», νέας δομής της τοπικής αυτοδιοίκησης κλπ.). Πρόκειται για

μια κίνηση αντίστροφη προς αυτήν των πρώτων χρόνων της μεταπολίτευσης.

Οι δομές των αστικών κομμάτων καθοδηγούν -και διά των αλλαγών στις

οργανωτικές μορφές τους- μια διαδικασία απο-πολιτικοποίησης ή

απενεργοποίησης της βάσης των κομμάτων, τα μέλη των οποίων από μέλη

γίνονται «συμμέτοχοι» ή, πολύ πιο απλά και κατανοητά, οπαδοί, ακόλουθοι,

δίχως να μπορούν να έχουν πρακτικά λόγο, μέσα στο κομματικό πλαίσιο, για την

άσκηση της πολιτικής του φορέα τους. Το δικαίωμά τους συνίσταται μόνο στη

συμμετοχή ή μη συμμετοχή τους σε κάποια μορφή χαλαρής κομματικής

συγκρότησης. Είναι σαφές ότι για τη σύγχρονη στρατηγική αντίληψη της «νέας

σοσιαλδημοκρατίας» απαιτείται και ένα αντίστοιχο τακτικό όργανο, δηλαδή μια

αλλαγμένη, σε σχέση με το παρελθόν, μορφή μαζικής κομματικής

συγκρότησης38.

Και στην Ελλάδα επιχειρείται να δημιουργηθεί, ή τουλάχιστον να προωθηθεί

σαν εφεδρική εναλλακτική λύση για το αστικό πολιτικό σύστημα, ο περίφημος

«διπολισμός», στη θέση του υφιστάμενου μέχρι σήμερα δικομματισμού. Η

διαπίστωση αυτή προκύπτει όχι μόνον από τη σχετική φιλολογία του

τελευταίου διαστήματος, αλλά κυρίως από το διαφαινόμενο σχεδιασμό για την

ίδια τη δομή των κομμάτων και του πολιτικού συστήματος. Θεματικές

κομματικές οργανώσεις, αναβάθμιση του ρόλου και της νομικής θέσης (ακόμη

και μέσα στο Σύνταγμα του κράτους) των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων,

άτυπες ομάδες, ενώσεις και οργανισμοί (όπως καταναλωτικοί σύνδεσμοι,

σύνδεσμοι προστασίας του περιβάλλοντος, εθελοντών κλπ.), «ανεξάρτητες» από

το κράτος αρχές ή επιτροπές (που τις ιδρύει, ωστόσο, το ίδιο το κράτος), όλα

αυτά και πολλά άλλα ακόμη, σηματοδοτούν μια προσπάθεια αναδόμησης του

πολιτικού συστήματος, με τρόπο ώστε μόνο οι «ειδικοί», δηλαδή κάποιες ομάδες

αστών πολιτικών που θα συγκροτούν τον κεντρικό πυρήνα του καθαυτό

αστικού πολιτικού προσωπικού, να έχουν σχέση και λόγο με τη συνολική

πολιτική εξουσία. Σε αυτό το γενικό πλαίσιο, όπου τα πολιτικά κόμματα δεν θα

είναι πια συμπαγείς ενώσεις ομοϊδεατών (αφού ομόλογες κατά βάση ιδέες και

στρατηγικές πολιτικές αντιλήψεις μοιράζονται όλα τα αστικά και

οπορτουνιστικά κόμματα σήμερα, οι κεντρικές επιλογές του συστήματος δεν

αμφισβητούνται από αυτά), φαίνεται λογικό να επιχειρείται σήμερα η

Page 47: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

47

συσσωμάτωση πολλών υπαρκτών κομμάτων και κινήσεων σε «συνισταμένες»

που οδηγούν στη νέα πραγματικότητα. Η τάση αυτή προκύπτει από την ανάγκη

να αντιμετωπιστεί η φθορά και κρίση του κλασσικού δικομματικού συστήματος,

η αδυναμία του να συνεχίσει να παίζει, όπως και πριν, το ρόλο του στη

χειραγώγηση των εργαζομένων. Ταυτόχρονα, όλα αυτά φυσικά στοχεύουν το

επαναστατικό εργατικό κίνημα και κόμμα, αποσκοπούν στον περιορισμό της

επιρροής του, στην πρόληψη της δυνατότητας ανάπτυξής του με τις συνέπειες

που αυτή μπορεί να έχει για το σύγχρονο καπιταλιστικό κράτος και κοινωνικό

σύστημα.

Η όποια κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση στην Ελλάδα, από την πλευρά του

ΠΑΣΟΚ, για τη δημιουργία του πόλου της «κυβερνώσας αριστεράς» ή

«κεντροαριστεράς», αφορά πρώτιστα, όπως είναι φυσικό, το Συνασπισμό39

(ταυτόχρονα απαιτούνται και διεργασίες για το σχηματισμό του άλλου, δηλαδή

του «δεξιού πόλου» του συστήματος, αφού η υποχώρηση του ενός σκέλους του

δικομματισμού προκαλεί τη φθορά και του άλλου και απαιτεί και εκεί

ανακατατάξεις για την εκ νέου αποκατάσταση της ισορροπίας του συστήματος).

Ταυτόχρονα προβάλλονται και σενάρια διαμόρφωσης ενός άλλου, δεύτερου

«πόλου» της σοσιαλδημοκρατίας με πυρήνα το ΣΥΡΙΖΑ και δυνάμεις

προερχόμενες από το ΠΑΣΟΚ, που να αξιοποιείται στον εγκλωβισμό δυνάμεων

που φεύγουν από την κλασική σοσιαλδημοκρατία. Αυτός ο δεύτερος

σοσιαλδημοκρατικός «πόλος» μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν μέσο

«στεγανοποίησης» της σοσιαλδημοκρατίας από το ΚΚΕ, σαν μέσο πίεσης προς

το ΚΚΕ, ώστε να προσαρμοστεί στις ανάγκες του αστικού πολιτικού

συστήματος, αλλά και ως «πρόθυμος» και «διαθέσιμος» κυβερνητικός εταίρος

σε κεντροαριστερές, κυβερνητικές και μη, συνεργασίες. Το κατά πόσο ένας

τέτοιος «ενδιάμεσος» πολιτικός σχηματισμός θα αποδειχθεί εφικτός και, αν

αποδειχθεί εφικτός, πόσο μακρόχρονος, θα φανεί στην πορεία.

Στο στόχαστρο αυτών των διεργασιών είναι φυσικά το ΚΚΕ, η πολιτική του, το

νέο πρόγραμμά του (με την πολιτική πρόταση διεξόδου που θέτει) και η

διαπιστωμένη ήδη τάση ισχυροποίησής του. Για να πραγματοποιηθεί η υπόθεση

του «αριστερού πόλου», θα πρέπει να μειωθεί η επιρροή του ΚΚΕ ή τουλάχιστον

να εμποδιστεί και να περιοριστεί όσο γίνεται περισσότερο η περαιτέρω

ανάπτυξή του. Η ιδεολογικο-πολιτική συγγένεια και σύγκλιση της

Page 48: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

48

σοσιαλδημοκρατίας και των μορφωμάτων του οπορτουνισμού (που κι αυτός

εκφραζόταν και εκφράζεται πολιτικά και ιδεολογικά ως αστικορεφορμιστική-

σοσιαλδημοκρατική δύναμη, βλ. λ.χ. και την υιοθέτηση της ιδεολογίας του

«δημοκρατικού σοσιαλισμού» στο τελευταίο προγραμματικό συνέδριο του ΣΥΝ)

είναι αντικειμενική και υπαρκτή σε όλο τον αναπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο.

Η κύρια προϋπόθεση για να υλοποιηθεί με όρους επιτυχίας σε κεντρικό πολιτικό

επίπεδο η συμμαχία ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ και να διαμορφωθεί και στην

Ελλάδα η αστικορεφορμιστική «μεγάλη αριστερά» είναι το χτύπημα και η

υποχώρηση του ΚΚΕ (με απώτερο στόχο, στη συνέχεια, την περιθωριοποίησή

του ή, ακόμα καλύτερα, την ενσωμάτωσή του στην αστική «μεγάλη αριστερά»).

Γι αυτό, όπως εξάλλου ήδη έχει επισημανθεί, πρέπει να αναμένεται περαιτέρω

ένταση της επίθεσης, από πολλές πλευρές, εναντίον του Κόμματος στο επόμενο

διάστημα.

ΣΥΝΟΨΗ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η σοσιαλδημοκρατία, τόσο η διεθνής, όσο και η ελληνική, έχει πλέον διανύσει

όλο το δρόμο από τις θέσεις της πρωταρχικής συγκρότησης του μαζικού

πολιτικού εργατικού κινήματος και της υποστήριξης της αναγκαιότητας της

σοσιαλιστικής επανάστασης μέχρι και την απόλυτη ταύτιση με τα συμφέροντα

της αστικής τάξης.

Η ανάπτυξή της διέτρεξε -σχηματικά- τις εξής φάσεις ή στάδια:

α) Το πρωταρχικό στάδιο συγκρότησης, στο οποίο καθοριστικό ρόλο παίζει η

«συμβίωση» επαναστατικών και ρεφορμιστικών στοιχείων: η κίνηση εδώ είναι

από τη συνύπαρξη επαναστατικών και ρεφορμιστικών θέσεων μέσα στον ενιαίο

πολιτικό εργατικό φορέα προς τον οπορτουνισμό και την υποταγή στην αστική

ιδεολογία. Το στάδιο αυτό ολοκληρώνεται στην κρίσιμη περίοδο 1914-1923,

οπότε συντελείται η διάσπαση του ενιαίου εργατικού κινήματος σε

κομμουνιστές (επαναστατικό τμήμα) και σοσιαλδημοκράτες (ρεφορμιστικό

τμήμα). Περαιτέρω, μέχρι και σήμερα, ως σοσιαλδημοκρατία νοείται ακριβώς η

κατοπινή εξέλιξη του μη επαναστατικού τμήματος του πολιτικού εργατικού

κινήματος.

Page 49: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

49

β) Το εργατορεφορμιστικό στάδιο της σοσιαλδημοκρατίας: εδώ έχουμε την

κίνηση από τον οπορτουνισμό στον εργατικό ρεφορμισμό, δηλαδή στην

οριστικοποίηση και παγίωση στην πολιτική πρακτική της στρατηγικής

αντίληψης ότι ο σοσιαλισμός μπορεί να οικοδομηθεί με μεταρρυθμίσεις στο

πλαίσιο του καπιταλισμού, χωρίς τη διεξαγωγή της σοσιαλιστικής επανάστασης.

Ως σοσιαλισμός νοείται, ακόμη, από τη σοσιαλδημοκρατία, η κοινωνικοποίηση

των μέσων παραγωγής, η κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από

άνθρωπο, η κομμουνιστική κοινωνία. Ως θεωρητικό θεμέλιο της

σοσιαλδημοκρατίας τίθεται ακόμη ο μαρξισμός (ακριβέστερα, μια ορισμένη

«αναθεωρημένη» απο-επαναστατικοποιημένη ερμηνεία του μαρξισμού,

επηρεασμένη σε μεγάλο βαθμό από αστικά θεωρητικά ρεύματα και από την

οποία εξαιρείται φυσικά ο λενινισμός). Ωστόσο, η όλο και πιο βαθιά προσαρμογή

και συμμετοχή της σοσιαλδημοκρατίας στο αστικό πολιτικό σύστημα, ο

πρακτικός αντεπαναστατικός της ρόλος, ο αντισοβιετισμός της, τόσο στη

θεωρία, όσο και κυρίως στην πράξη, την φέρνει όλο και πιο κοντά στα

φιλελεύθερα αστικορεφορμιστικά κόμματα και την εισάγει στο επόμενο στάδιο

ανάπτυξής της.

γ) Το αστικορεφορμιστικό και στην πορεία σκέτα αστικό στάδιο της

σοσιαλδημοκρατίας: εδώ έχουμε πια την απόρριψη του σοσιαλισμού ως στόχου

της πάλης. Ο σοσιαλισμός ταυτίζεται με τον «αναπτυγμένο καπιταλισμό συν το

κράτος πρόνοιας». Η υπηρέτηση της καπιταλιστικής ανάπτυξης γίνεται πλέον ο

στρατηγικός στόχος της σοσιαλδημοκρατίας και τα συμφέροντα των

εργαζομένων τίθενται σε εξάρτηση από την καπιταλιστική ανάπτυξη.

Απορρίπτεται η αρχή της ιστορικής αποστολής της εργατικής τάξης ως φορέα

των νέων κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής, απορρίπτεται ο ίδιος ο

πρωτοπόρος ρόλος της ως ιστορικού κοινωνικού υποκειμένου. Εγκαταλείπεται

και τυπικά ο μαρξισμός ως θεμέλιο της στρατηγικής αντίληψης της

σοσιαλδημοκρατίας. Η σοσιαλδημοκρατία παίρνει στο αστικό πολιτικό σύστημα

τη θέση του παλιού «φιλελεύθερου» ή «κεντρώου» αστικού κομματικού πόλου

και σε πολλές χώρες απορροφά τα προϋπάρχοντα αστικά κόμματα τέτοιου

τύπου, συγχωνευόμενη μαζί τους.

Οταν ολοκληρώθηκε η ανάπτυξη αυτού του τρίτου σταδίου επήλθε η κρίση της

σοσιαλδημοκρατίας, με το τέλος της μεταπολεμικής φάσης οικονομικής

Page 50: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

50

ανάπτυξης των αναπτυγμένων καπιταλιστικών κοινωνιών και το ξεκίνημα των

καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων της εποχής μας. Οι επιταγές των

αναδιαρθρώσεων, όντας αναγκαιότητα για τη συνέχεια της καπιταλιστικής

ανάπτυξης, αποτελούν πια μονόδρομο για τη μονοπωλιακή αστική τάξη και για

την άσκηση της καπιταλιστικής εξουσίας γενικά. Ως αποτέλεσμα αυτού, αίρεται

σε σημαντικό βαθμό η διάκριση μεταξύ των κύριων ξεχωριστών παραλλαγών

της αστικής πολιτικής, ο αστικός ρεφορμισμός χάνει το έδαφος κοινωνικής

στήριξής του, αυτοαναιρείται και έτσι η σοσιαλδημοκρατία, που πλέον είναι ο

κύριος φορέας του σε πολλές αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, τείνει να

χάνει τη δυνατότητα να προβάλλεται ως δύναμη έκφρασης και υπεράσπισης

των συμφερόντων των εργαζομένων, σταματά πια να ξεχωρίζει από τα άλλα (τα

«δεξιά») αστικά κόμματα. Αυτή είναι η ουσία της «κρίσης της

σοσιαλδημοκρατίας» και εκδηλώνεται με την απομαζικοποίηση των κομμάτων

της και την υποχώρηση της εκλογικής της δύναμης και της γενικής πολιτικής

επιρροής της στους εργαζομένους. Εκφραση της κρίσης της σοσιαλδημοκρατίας,

αλλά ταυτόχρονα και προσπάθεια αντιμετώπισης της κρίσης αυτής συνιστά η

ανάδυση της λεγόμενης «νέας σοσιαλδημοκρατίας» σε μια σειρά χώρες.

Η όξυνση των ενδοκαπιταλιστικών αντιθέσεων οδηγεί σε κρίση ολόκληρο το

αστικό πολιτικό σύστημα, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί μεταπολεμικά στις

περισσότερες αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, συστατικό στοιχείο του

οποίου αποτελεί η σοσιαλδημοκρατία. Εχουμε κρίση της υφιστάμενης

σοσιαλδημοκρατικής και αστικορεφορμιστικής μορφής -άρα, κατ’ επέκταση, και

της συνολικής αστικής- διαχείρισης του συνδικαλιστικού εργατικού κινήματος

(αφού οι αναδιαρθρώσεις και ο μονόδρομος της ανταγωνιστικότητας δεν

αφήνει πολλά περιθώρια για τους παραδοσιακούς ελιγμούς των γραφειοκρατών

σοσιαλδημοκρατών που κυριαρχούν σε αυτά), κρίση στη διαχείριση της λαϊκής

δυσαρέσκειας γενικά, κρίση στην επιβολή της σοσιαλδημοκρατικής ιδεολογίας,

προπαγάνδας, χειραγώγησης, κρίση στο μοντέλο γενικά του μαζικού (που

συσπειρώνει εργατικές, λαϊκές μάζες) δημοκρατικού (δηλ. μη φασιστικού)

αστικού κόμματος.

Η σοσιαλδημοκρατία ταυτίζεται όλο και πιο πολύ, στα μάτια των εργαζομένων

που είχαν μάθει να την εμπιστεύονται και να την ακολουθούν, με τα πιο

«παραδοσιακά» και «κλασικά» φιλελεύθερα κόμματα του κεφαλαίου, άρα η

Page 51: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

51

τεχνητή διχοτόμηση του πολιτικού συστήματος, για τις ανάγκες της

χειραγώγησης των εργαζομένων, κλονίζεται40.

Η κατάσταση κρίσης της σοσιαλδημοκρατίας, έκφραση της όξυνσης των

αντιφάσεων και αντιθέσεων του σύγχρονου μονοπωλιακού καπιταλισμού,

δημιουργεί νέες δυνατότητες για τη δράση του κομμουνιστικού κινήματος, για

την ανασύνταξη και την ανάδειξή του στο ύψος των περιστάσεων και των

αναγκών ανάπτυξης του εργατικού κινήματος σήμερα, μετά τη μεγάλη

οπισθοδρόμηση που προκάλεσαν οι ανατροπές του 1989-1991 (αλλά και η

έκβαση της διαπάλης μέσα στο κομμουνιστικό κίνημα που προηγήθηκε και που

αποτέλεσε αναγκαία προϋπόθεση των ανατροπών). Απαιτείται, ωστόσο, πολλή

ακόμα δουλειά σε όλα τα επίπεδα, δουλειά οργανωτική, μαζική,

προπαγανδιστική, θεωρητική, ώστε να αξιοποιηθούν πλήρως αυτές οι

δυνατότητες σε κάθε χώρα και διεθνώς. Στο πλαίσιο, μάλιστα, της προσπάθειας

της σοσιαλδημοκρατίας (κάτι που φαίνεται να είναι αναγκαστικός μονόδρομος

γι’ αυτήν σε μια σειρά χώρες, ίσως και στη δική μας) για την οικοδόμηση του

λεγόμενου «αριστερού πόλου», που στοχεύει κατευθείαν στην αποσόβηση του

κινδύνου ανάπτυξης του επαναστατικού εργατικού κινήματος, απαιτείται

επίσης η πιο έντονη, συνεχής και αδιάλλακτη πάλη του τελευταίου ενάντια στον

οπορτουνισμό στο κομμουνιστικό και το εργατικό κίνημα.

Στην Ελλάδα, η σοσιαλδημοκρατία διήνυσε τον ίδιο δρόμο περνώντας από τις

περισσότερες φάσεις ή στάδια ανάπτυξης της σοσιαλδημοκρατίας γενικά.

Υπάρχουν όμως και κάποιες ιδιαιτερότητες στην εξέλιξη της ελληνικής

σοσιαλδημοκρατίας.

Πρώτον, στο βαθμό που δεν υπήρχε αναπτυγμένος καπιταλισμός και μαζικό

εργατικό κίνημα στην Ελλάδα στο τελευταίο τρίτο του 19ου αιώνα, δηλαδή στην

περίοδο του περάσματος από τον προμονοπωλιακό στο μονοπωλιακό

καπιταλισμό στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, δεν υπήρχε ελληνική

συμμετοχή στο στάδιο διαμόρφωσης των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων ή στο

πρώτο στάδιο της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας. Για ισχυρό μαζικό εργατικό

κίνημα στην Ελλάδα, άρα και πολιτικο-ιδεολογική διαπάλη στο πλαίσιό του,

μπορεί να γίνεται λόγος μόνο κατά την τελευταία φάση σχηματισμού της

νεοελληνικής κοινωνίας και κράτους, δηλαδή στο διάστημα 1912-1922 και

ύστερα από αυτήν. Πράγματι, σε αυτήν την περίοδο και στη συνέχεια,

Page 52: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

52

εμφανίζεται και αναπτύσσεται τόσο το ΣΕΚΕ-ΚΚΕ, όσο και οι ρεφορμιστικές

δυνάμεις στο ελληνικό εργατικό κίνημα και η εσωτερική διαπάλη στο κίνημα της

εργατικής τάξης.

Δεύτερον, για συγκεκριμένους ιστορικούς λόγους, οι πολιτικές εκφράσεις και

δυνάμεις του ρεφορμισμού στο εργατικό κίνημα της Ελλάδας για πολύ μεγάλο

χρονικό διάστημα έτειναν σε σημαντικό βαθμό να κηδεμονεύονται πολιτικά από

τον φιλελεύθερο αστικό «κεντρώο» χώρο (βενιζελικοί, στη συνέχεια Ενωση

Κέντρου). Λόγω ιδιαιτεροτήτων της κοινωνικοπολιτικής ιστορίας της χώρας, με

αποτέλεσμα να μη γίνει δυνατό να σχηματιστεί αυτοτελές, ισχυρό και μαζικό,

ελληνικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα μέχρι το 1974. Ωστόσο, είναι σκόπιμο να

ερευνηθεί το κατά πόσο συνιστούσε σοσιαλδημοκρατική έκφραση -έχοντας

υπόψη και την ιδιομορφία της όλης πολιτικής κατάστασης στις δεκαετίες του

1950 και 1960- ο πολιτικός σχηματισμός της ΕΔΑ.

Τρίτον, η σύγχρονη σοσιαλδημοκρατική πολιτική δύναμη της χώρας, δηλαδή το

ΠΑΣΟΚ, φαίνεται ότι διέτρεξε την πορεία ως τον αστικό ρεφορμισμό σε πολύ

μικρό σχετικά χρονικό διάστημα από τη στιγμή που εμφανίστηκε, μόλις μέσα σε

δέκα χρόνια (1974 - 1984-85), τη στιγμή που στη Δυτική Ευρώπη χρειάστηκαν

αρκετές δεκαετίες για να ολοκληρωθεί αυτή η πορεία. Δεδομένης μάλιστα της

προέλευσης και του χαρακτήρα της ηγεσίας της (αστοί πολιτικοί από το

φιλελεύθερο κεντρώο χώρο), αλλά και της αντικειμενικής λειτουργίας που είχε

να επιτελέσει ιστορικά ένα τυπικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα στην Ελλάδα στη

δοσμένη περίοδο, αναδεικνύεται το ερώτημα της πιθανής δημιουργίας της «από

τα πάνω», σαν κάλυψη μιας «κοινωνικής παραγγελίας» του υπό οικοδόμηση

σύγχρονου αστικού πολιτικού συστήματος της μεταπολίτευσης. Το ερώτημα δεν

τίθεται με τη λογική της «συνομωσιολογίας». Ο σχηματισμός μιας τυπικής

σοσιαλδημοκρατικής δύναμης κάλυπτε όντως υπερώριμες ανάγκες του αστικού

πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα. Πραγματικά, όμως, φαίνεται να υπάρχει

μια ιδιαιτερότητα στη δημιουργία του ΠΑΣΟΚ: δεν προέκυψε από τη διάσπαση

ενός ενιαίου πολιτικού φορέα της εργατικής τάξης στον οποίο συμβίωναν πριν

και οι δύο τάσεις του εργατικού κινήματος (από αυτή την άποψη, θα ήταν πολύ

πιο λογικό ή «κανονικό», με βάση τα περισσότερα διεθνή παραδείγματα, να

σχηματιστεί από τη συνέχεια της δράσης των αναθεωρητών-οπορτουνιστών

που έφυγαν από το ΚΚΕ), αλλά ξεχωριστά, αυτοτελώς και -σε μεγάλο βαθμό-

Page 53: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

53

υπό αστική ηγεσία41. Προκύπτει εδώ και το θέμα της ισχυρής επίδρασης των

αστικορεφορμιστικών αντιλήψεων στα ηγετικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ από την

αρχική περίοδο ύπαρξης αυτού του κόμματος42. Ο σχηματισμός της ελληνικής

σοσιαλδημοκρατίας στο πρόσωπο του ΠΑΣΟΚ θυμίζει ταυτόχρονα και κάποιου

είδους «καθυστερημένη επαγγελία», αλλά και αγώνα δρόμου. Εν πάση

περιπτώσει, ο δρόμος διανύθηκε και διανύθηκε ως το τέλος.

Σήμερα, η ελληνική σοσιαλδημοκρατία, όντας καθαρά αστικός πολιτικός

σχηματισμός, βρίσκεται (όπως και η διεθνής σοσιαλδημοκρατία άλλωστε) σε

κρίση και γι’ αυτό δυσκολεύεται να συμβάλει στον ίδιο βαθμό με παλιότερα

στην προσαρμογή του συνολικού αστικού πολιτικού συστήματος στις σημερινές

ανάγκες αναπαραγωγής της καπιταλιστικής κυριαρχίας, πολύ περισσότερο δε,

μετακυλά την κρίση της στο συνολικό πολιτικό σύστημα. Στο πλαίσιο αυτό,

δηλαδή της κρίσης και της προσπάθειας αντιμετώπισής της, έχει αρχίσει να

προωθείται η εναλλακτική-εφεδρική λύση της διαμόρφωσης ενός συστήματος

αστικού πολιτικού διπολισμού στη χώρα. Η έκβαση αυτού του εγχειρήματος,

λόγω των βαθιών συσσωρευμένων προβλημάτων που ταλανίζουν αυτή την

περίοδο κυρίως το ΠΑΣΟΚ (αλλά δευτερευόντως και τη ΝΔ, το άλλο μεγάλο

κόμμα του δικομματισμού), για την ώρα φαίνεται αμφίβολη και είναι πρόωρο να

θεωρείται δεδομένη. Πρέπει να αναμένονται πολλά επεισόδια στην εξέλιξή της,

ίσως δε, μακροπρόθεσμα, να μην προδιαγράφεται πολύ καλή για τις δυνάμεις

που την προωθούν43.

Οι παραπάνω εξελίξεις, στο πλαίσιο της γενικότερης όξυνσης των αντιθέσεων

τόσο του διεθνούς όσο και του ελληνικού καπιταλισμού, θέτουν στο Κόμμα της

εργατικής τάξης το καθήκον να παραμείνει αταλάντευτο στις θέσεις, το

πρόγραμμά του, την πολιτική του και να αξιοποιήσει την κρίση της

σοσιαλδημοκρατίας (και τις συνέπειες που αυτή η κρίση προκαλεί στη

λειτουργία του συνολικού αστικού πολιτικού συστήματος) για το δυνάμωμα

των γραμμών του και του εργατικού κινήματος, για την προώθηση της

εναλλακτικής λύσης που προβάλλει στην εργατική τάξη και το σύνολο των

εργαζομένων της χώρας: Τη δημιουργία του Αντιιμπεριαλιστικού

Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου Πάλης, για τη νίκη της εργατικής

εξουσίας και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην ελληνική κοινωνία.

Page 54: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

54

ΣHMEIΩΣEIΣ:

* Ο Αποστόλης Χαρίσης είναι συνεργάτης της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του

ΚΚΕ.

1. Ή «επανεμφανίστηκαν» τότε, δηλαδή απέκτησαν εκ νέου ισχυρή πολιτική

παρουσία, αφού λ.χ. το 1936 στην Ισπανική Δημοκρατία οι σοσιαλδημοκράτες

ήταν η πρώτη δύναμη του Λαϊκού Μετώπου, ενώ το ίδιο το Σοσιαλιστικό Κόμμα

Ισπανίας (PSOE) είχε ιδρυθεί από πολύ παλιότερα (1879).

2. Στις δεκαετίες του ’70 και του ’80 τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στις δυο

αυτές χώρες αποκτούν υπεροχή έναντι των αντίστοιχων ισχυρών

κομμουνιστικών κομμάτων, παρουσιάζουν το κοινό χαρακτηριστικό της

υπερπροβολής του «χαρισματικού λαϊκού ηγέτη» (Φ. Μιτεράν, Α. Γ.

Παπανδρέου), κερδίζουν τις εκλογές με το ίδιο κεντρικό σύνθημα

(«Changement» - «Αλλαγή»), προχωρούν αρχικά σε προγράμματα εκτεταμένων

εθνικοποιήσεων και αργότερα σε προγράμματα ιδιωτικοποιήσεων κ.ά.

3. Ετσι είναι συνήθεια να αποκαλείται στην αστική ιστοριογραφία. Ωστόσο δεν

επρόκειτο για καθολικό δικαίωμα ψήφου, αφού εξαιρούσε τις γυναίκες, δηλαδή

τουλάχιστον το μισό πληθυσμό της κοινωνίας. Αρα επρόκειτο για το καθολικό

δικαίωμα ψήφου στους ενήλικους άντρες μόνο και συχνά μάλιστα με

σημαντικούς περιορισμούς (εκτός από τους ντε φάκτο ταξικούς περιορισμούς

της αστικής κοινωνίας), ιδιαίτερα μάλιστα σε ό,τι αφορά το «εκλέγεσθαι».

4. Η εργατική τάξη δεν είναι συμπαγής και αδιαφοροποίητη. Χαρακτηρίζεται

από μια ορισμένη εσωτερική δομή, από διαφοροποίηση σε επιμέρους τμήματα

και διαστρωμάτωση. Βλέπουμε και σήμερα ότι υπάρχουν συγκεκριμένα

εργατικά στρώματα που αφενός είναι πιο καλοπληρωμένα και έχουν καλύτερη

κοινωνική θέση και αφετέρου υπερεκπροσωπούνται όσον αφορά τη

συνδικαλιστική οργάνωση του συνόλου της εργατικής τάξης. Βλέπε για

παράδειγμα τους μόνιμους εργαζόμενους του κρατικού («δημόσιου») τομέα και

τη σχέση τους προς τους συμβασιούχους κλπ. του δημοσίου, βλέπε επίσης τους

εργαζόμενους σε ΔΕΚΟ (ιδιαίτερα πριν από 15-20 χρόνια) και το βάρος τους

στην οργάνωση της ΓΣΕΕ. Οποιος έλεγχε τα συνδικάτα των ΔΕΚΟ και των

Τραπεζών, καθώς και ορισμένων μεγάλων ιδιωτικών επιχειρήσεων και ομίλων

επιχειρήσεων, έλεγχε (και ελέγχει και σήμερα) και τη ΓΣΕΕ. Βέβαια τότε, στα

Page 55: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

55

τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα δεν υπήρχαν τόσο κρατικοί

εργαζόμενοι όσο «κρατικοί διοικητικοί υπάλληλοι», κάτι διαφορετικό από τη

σημερινή κατάσταση πραγμάτων. Το αντίστοιχο των σημερινών μονίμων

ειδικευμένων εργατοϋπαλλήλων των ΔΕΚΟ και του κρατικού τομέα τότε ήταν

ορισμένα συγκεκριμένα τμήματα των ειδικευμένων εργαζομένων στις πολύ

μεγάλες ιδιωτικές βιομηχανικές επιχειρήσεις (αυτό το τμήμα της εργατικής

αριστοκρατίας υπάρχει και σήμερα και όπως και τότε παίζει τον ίδιο ρόλο, σαν

αποτέλεσμα και της συνεργασίας των μεγαλοκαπιταλιστών με το κράτος τους

και το αστικό πολιτικό και κομματικό σύστημα, καθοριστικό ρόλο στο οποίο

κατέχει η σοσιαλδημοκρατία). Η μελέτη της εσωτερικής δομής και της

οριζόντιας και κάθετης διαφοροποίησης μέσα στην εργατική τάξη και της

ιστορικής εξέλιξής της έχει εξαιρετικά μεγάλη σημασία για τον καθορισμό της

στρατηγικής και της τακτικής του επαναστατικού κόμματος, με στόχο φυσικά

την επίτευξη της ενότητάς της για την προώθηση του στόχου της

επαναστατικής αλλαγής της κοινωνίας. Η εσωτερική διαφοροποίηση της

εργατικής τάξης αντανακλά την εξέλιξη του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής

και αντανακλάται με τη σειρά της στην οργάνωση του εργατικού κινήματος, τον

προσανατολισμό του, τις μορφές ταξικής πάλης κ.ο.κ. Για μια ανάλυση του

φαινομένου της εργατικής αριστοκρατίας και της σημασίας του για το εργατικό

κίνημα, βλ. Παπαδόπουλος Μ., «Η κοινωνική ρίζα του οπορτουνισμού: "Εργατική

αριστοκρατία", διάσπαση της εργατικής ενότητας», Κομμουνιστική

Επιθεώρηση, τεύχος 1/2008, σελ. 115-139.

5. Σεφεριάδης Σ.: «Σοσιαλδημοκρατικές στρατηγικές στον 20ό αιώνα», στο

Κατσούλης Η. (επιμ.), «Νέα σοσιαλδημοκρατία. Περιεχόμενα πολιτικής, θεσμοί,

οργανωτικές δομές», Αθήνα 2002, σελ. 89.

6. Στη ρωσική σοσιαλδημοκρατία, η διάσπαση είχε ουσιαστικά επέλθει από το

1903, στο δεύτερο συνέδριο του ΣΔΕΚΡ, όταν το κόμμα ουσιαστικά χωρίστηκε

σε δύο κόμματα, τους «πλειοψηφίσαντες» (μπολσεβίκους, στα ρωσικά) και τους

«μειοψηφίσαντες» (μενσεβίκους), που συνιστούσαν το επαναστατικό και το

ρεφορμιστικό τμήμα αντίστοιχα στο σοσιαλδημοκρατικό εργατικό κίνημα της

Ρωσίας. Ο έγκαιρος διαχωρισμός του επαναστατικού τμήματος και άρα η

αυτοτέλειά του από την αρχή είχε μεγάλη ιστορική σημασία, τόσο για την

ακολουθία των γεγονότων που οδήγησαν στη νικηφόρα έκβαση της

Page 56: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

56

Οκτωβριανής Επανάστασης, όσο και για τη δόμηση του διεθνούς

επαναστατικού εργατικού κινήματος μετά από αυτή, όπου οι μπολσεβίκοι

έπαιξαν απόλυτα ηγετικό ρόλο.

7. Επομένως χρειαζόταν νέος προσανατολισμός, νέο πρόγραμμα, νέας μορφής

κομματική οργάνωση, ικανή να ωθήσει το εργατικό κίνημα πρακτικά στην

επανάσταση και στην επαναστατική μετάβαση στη νέα κοινωνία. Επρόκειτο για

ένα νέο στάδιο στην ανάπτυξη του επαναστατικού εργατικού κινήματος. Το

προηγούμενο, δηλαδή το σοσιαλδημοκρατικό στάδιο ανάπτυξης, είχε

εκπληρώσει τον ιστορικό του ρόλο, δηλαδή τη μαζική οργανωτική συγκρότηση

του εργατικού κινήματος, τη θεωρητική-ιδεολογική τοποθέτηση του ζητήματος

της αναγκαιότητας του σοσιαλισμού κλπ. Το σοσιαλδημοκρατικό στάδιο

ανάπτυξης του εργατικού κινήματος αντιστοιχούσε στην ιστορική φάση της

συνάντησης των εργατών με τις σοσιαλιστικές αντιλήψεις γενικά και της

μαζικής πολιτικής τους οργάνωσης με βάση τις σοσιαλιστικές ιδέες. Γι’ αυτό και,

όπως φαίνεται και από την ίδια την ονομασία του

(σοσιαλδημοκρατία=«κοινωνική δημοκρατία»), συνιστούσε ταυτόχρονα και

έναν ορισμένο συμβιβασμό, μια «συμβίωση» μέσα στο κίνημα και στο κόμμα

επαναστατών και ρεφορμιστών. Η «συμβίωση» αυτή μπορούσε να είναι ανεκτή

ή σχετικά δυσδιάκριτη ή και όχι πολύ μεγάλης σημασίας για όσο διάστημα

συντελούνταν ακόμη το πέρασμα στη νέα εποχή του ιμπεριαλισμού. Οταν όμως

το πέρασμα αυτό ολοκληρώθηκε και ο καπιταλισμός λειτουργούσε πια ως

μονοπωλιακός καπιταλισμός (οπότε αναπτύχθηκαν μέχρι τέλους και οξύνθηκαν

οι εγγενείς αντιφάσεις του συστήματος και ξεκίνησε η εποχή των σοσιαλιστικών

επαναστάσεων), η «συμβίωση» στον ίδιο πολιτικό σχηματισμό επαναστατών

και ρεφορμιστών ήταν πλέον αδύνατη, η ίδια η μορφή και οργάνωση του

κινήματος έπρεπε να αλλάξει σε αντιστοιχία με τις νέες συνθήκες και ανάγκες. Η

έκφραση της ιστορικής αποστολής της εργατικής τάξης ήταν πλέον υπόθεση

μιας «νέου τύπου» επαναστατικής οργάνωσης και κόμματος, αυτού που έμεινε

στην Ιστορία ως κομμουνιστικό - «μαρξιστικό-λενινιστικό» (ενώ αντίστοιχα, στη

θεωρία, ξεκινά το «λενινιστικό στάδιο» ανάπτυξης του επιστημονικού

κομμουνισμού). Η σοσιαλδημοκρατική («κοινωνικο-δημοκρατική») φάση και

μορφή ανάπτυξης του πολιτικού εργατικού κινήματος, μη όντας σε θέση να

ανταποκριθεί στις νέες ανάγκες και καθήκοντα, έπεφτε πια στην επιρροή της

Page 57: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

57

αστικής ιδεολογίας και πολιτικής πρακτικής, γινόταν ένας «αστικός σοσιαλισμός

για τους εργάτες» και η πολιτική της οργάνωση, το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα

δηλαδή, ένα «αστικό εργατικό κόμμα», σύμφωνα με τα λόγια του Λένιν. Αυτό

φαίνεται να είναι το βαθύτερο νόημα και η ουσία της διάσπασης ή σχίσματος

του εργατικού κινήματος στη δοσμένη περίοδο. Πρόκειται για μια διαλεκτική

αντίφαση ανάπτυξης τελικά. Η σχέση επανάστασης-μεταρρύθμισης μέσα στο

εργατικό κίνημα ήταν μια αντίφαση στην οποία αρχικά επικρατούσε η

«αλληλοσυμπλήρωση» και στη συνέχεια -όταν η αντίφαση ολοκληρώθηκε- έγινε

κυρίαρχος ο «αλληλοαποκλεισμός» των δύο αντίθετων πλευρών. Τότε έγινε και

η διάσπαση (δηλαδή η επίλυση της αντίφασης), με ιστορικό καταλύτη την

αναταραχή των χρόνων 1914 - 1923, του Α΄ Παγκόσμιου (ιμπεριαλιστικού)

Πολέμου και της επαναστατικής ανόδου που τον ακολούθησε.

8. Η σοσιαλδημοκρατία μετά τη διάσπαση του εργατικού κινήματος δεν

ταυτίζεται πλέον με την προ διάσπασης σοσιαλδημοκρατία, στην οποία

συμμετείχε και η επαναστατική της πτέρυγα. Πρόκειται πια για μια νέα δύναμη,

δηλαδή για το καθαρά μη επαναστατικό, το συντηρητικό, συμβιβαστικό,

οπορτουνιστικό τμήμα του εργατικού κινήματος. Η διατήρηση της αρχικής

ονομασίας για εδώ και πάνω από έναν αιώνα δεν πρέπει να οδηγεί στην

συγκάλυψη του γεγονότος της καθοριστικής αλλαγής της ουσίας της

σοσιαλδημοκρατίας. Μετά από τη διεθνή διάσπαση του εργατικού κινήματος η

έννοια της σοσιαλδημοκρατίας είναι διαφορετική από πριν.

9. Ο λόγος ήταν ότι οι νέες αστικές πολιτικές κρατικομονοπωλιακής ρύθμισης

ξεκίνησαν ακριβώς στις αρχές της δεκαετίας του 1930, μετά από το ξέσπασμα

της μεγάλης κρίσης του 1929. Στις χώρες όπου η σοσιαλδημοκρατία μετείχε στη

διακυβέρνηση πριν από τότε, όπως λ.χ. στη Γερμανία, ακολούθησε τις

υφιστάμενες οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές που ασκούνταν πριν την

κρίση. Η σουηδική σοσιαλδημοκρατία βρέθηκε να κυβερνά μετά από την κρίση,

όταν μετά από αίτημα των αστικών δυνάμεων ξεκίνησε η αλλαγή πολιτικής και

η σοσιαλδημοκρατία απλά εφάρμοσε τη νέα πολιτική για λογαριασμό της

αστικής τάξης. Επομένως, δεν αλλάζουν οι σοσιαλδημοκράτες την ασκούμενη

αστική πολιτική προς τον «κεϋνσιανισμό» (αν και βέβαια εμφανίζουν αυτή την

πολιτική ως δρόμο προς το σοσιαλισμό). Απλώς προσαρμόζονται στην αλλαγή

πολιτικής που υπακούει και εκπορεύεται από τις ανάγκες αναπαραγωγής του

Page 58: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

58

κοινωνικού κεφαλαίου στις δοσμένες συνθήκες από κοινού με τα αστικά

κόμματα και πολιτικές δυνάμεις. Αυτό δε σημαίνει τίποτε άλλο παρά ότι η

λογική τους υποτάσσεται στις ανάγκες της αστικής τάξης στη δοσμένη

περίσταση, δηλαδή κατά κάποια έννοια λειτουργούν ήδη σαν αστικό κόμμα κι

όχι μόνο σαν ένα εργατικό κόμμα που απλά είναι αναγκασμένο να υπάρχει

παράλληλα με το πλαίσιο του αστικού πολιτικού συστήματος. Βλέπουμε δηλαδή

ότι σε αυτή την περίοδο ήδη γίνεται όλο και πιο δυσδιάκριτη η διαφορά της

σοσιαλδημοκρατίας από τα αστικά φιλελεύθερα ή «δημοκρατικά» κόμματα.

10. Οπως αναφέρεται και σε προηγούμενη υποσημείωση, το καθοριστικό

χρονικό διάστημα, η ιστορική καμπή, είναι τα χρόνια 1914 - 1923. Τότε η

σοσιαλδημοκρατία περνά τελειωτικά στις θέσεις πρακτικής υπεράσπισης του

καπιταλισμού. Αν προτιμούσαμε και πάλι εδώ το φιλοσοφικό τρόπο έκφρασης,

θα λέγαμε ότι τότε η σοσιαλδημοκρατία επιλέγει οριστικά να ορίσει την

αντίφαση κεφαλαίου - εργασίας ως αντίφαση αλληλοσυμπληρούμενη και μόνο,

όπου δηλαδή μεταξύ των αντιθέτων πλευρών κυριαρχεί σε τελευταία ανάλυση η

ενότητα και όχι η πάλη. Το οπορτουνιστικό σύνθημα-θέση «ενότητα στη

διαφορετικότητα» είναι όπως βλέπουμε μια πολύ παλιά ιστορία. Πρακτικά, για

το εργατικό κίνημα αυτή η θέση σημαίνει ότι οι μισθωτοί εργάτες γίνονται

κατανοητοί μόνο εντός του πλαισίου του καπιταλιστικού συστήματος. Η

υπεράσπιση και υποστήριξή τους είναι βέβαια θεμιτή, αναγκαία, ακόμα και πολύ

μαχητική πολλές φορές, αλλά με τον όρο ότι ποτέ δεν ξεπερνά, δεν αίρει, δεν

αποκλείει (δεν καταργεί δηλαδή) το καπιταλιστικό πλαίσιο. Πρόκειται για μια

αντίληψη, για την οποία η αντίφαση αυτή δεν είναι δυνατό να επιλυθεί ποτέ.

Αυτό με τη σειρά του σημαίνει ιστορική στασιμότητα και ακινησία και έτσι η

σοσιαλδημοκρατία γίνεται συντηρητική και στην πορεία αντιδραστική δύναμη.

11. Για τις εξελίξεις στο μεσοπόλεμο σχετικά με την ίδρυση του ΚΚΕ και την

περαιτέρω διαμόρφωσή του, καθώς και για την ιδεολογικοπολιτική πάλη σε όλη

αυτή την περίοδο, βλ. «Δοκίμιο ιστορίας του ΚΚΕ», Α΄ τόμος, 1918-1949, Αθήνα

2001, σελ. 83-304.

12. Για κάποιες ευρωπαϊκές καπιταλιστικές χώρες, όπως η Ισπανία, η

Πορτογαλία, αλλά και η χώρα μας, τα χρονικά όρια είναι πολύ διαφορετικά από

τη συγκεκριμένη τριακονταετία που αναφέρεται εδώ. Για την Ελλάδα θα γίνει

συγκεκριμένα λόγος παρακάτω.

Page 59: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

59

13. Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ευρώπη είχαν διαμορφωθεί και πάλι

προϋποθέσεις και δυνατότητες, όπως και προς το τέλος του Α΄ Παγκόσμιου

Πολέμου, για μια νέα επαναστατική άνοδο. Ωστόσο οι δυνατότητες αυτές

έμειναν αναξιοποίητες σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (στη Δυτική Ευρώπη) λόγω

και των αδυναμιών στη στρατηγική του Κομμουνιστικού Κινήματος στη

δοσμένη περίοδο.

14. Σεφεριάδης Σ.: «Σοσιαλδημοκρατικές στρατηγικές στον 20ό αιώνα.

Επισημάνσεις για μια πολιτική κοινωνιολογία», στο Κατσούλης Η. (επιμ.) «Νέα

σοσιαλδημοκρατία. Περιεχόμενα πολιτικής, θεσμοί, οργανωτικές δομές», Αθήνα

2002, σελ. 96.

15. Η διαφορά της από τα παλιά φιλελεύθερα κεντρώα αστικά κόμματα

στηρίζεται στη μεταβολή της κοινωνικής δομής των καπιταλιστικών κοινωνιών.

Η κοινωνική παραγωγή έχει υπαχθεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι στο

παρελθόν στις καπιταλιστικές σχέσεις με συνέπεια αφενός να έχει μειωθεί η

μάζα και η σημασία αρκετών κατηγοριών των παραδοσιακών μικροαστικών

στρωμάτων (όπως λ.χ. οι παλιού τύπου μεσαίοι αγρότες) και αφετέρου να έχουν

αυξηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό η εργατική τάξη κατά κύριο λόγο, αλλά και άλλες

κατηγορίες και ομάδες μισθωτών εργαζομένων που προσεγγίζουν την εργατική

τάξη, καθώς και μεσαία στρώματα διαφορετικού τύπου από τα «παραδοσιακά».

Το καθοριστικό στοιχείο εδώ είναι η αύξηση της εργατικής τάξης σε τέτοιο

βαθμό που αποτελεί την πλειονότητα του πληθυσμού στις αναπτυγμένες

καπιταλιστικές χώρες εδώ και πολλές δεκαετίες (ήδη, εδώ και είκοσι χρόνια

τουλάχιστο και στην ίδια τη χώρα μας). Αναφέρθηκε και παραπάνω ότι η

εργατική τάξη χαρακτηρίζεται από μια ορισμένη εσωτερική δομή και

διαστρωμάτωση, ενώ στις παρυφές της έρχεται σε επαφή και με άλλες ομάδες

μισθωτών εργαζομένων που την προσεγγίζουν. Η αστική κοινωνιολογική

αντίληψη για την κοινωνική δομή, από την πλευρά της, αντιμετωπίζει κατ’

ανάγκην (λόγω της ίδιας της θέσης της και των καθηκόντων της ως άρχουσας

τάξης) την κοινωνική δομή ως αντικείμενο πολιτικής και ιδεολογικής κυριαρχίας

και παράγει μια εικόνα της κοινωνίας με βάση την κλίμακα: «ανώτερα»,

«μεσαία» και «κατώτερα» στρώματα. Η εικόνα αυτή εξυπηρετεί ανάγκες

κυριαρχίας και ελέγχου. Είναι φανερό, λοιπόν, ότι με τη σημαντική μεταβολή της

κοινωνικής δομής προς την κατεύθυνση της μισθωτοποίησης και της ολοένα

Page 60: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

60

μεγαλύτερης πραγματικής υποταγής της εργασίας στο κεφάλαιο, τα «μεσαία

στρώματα» περιλαμβάνουν εκτεταμένα τμήματα της σύγχρονης εργατικής

τάξης, η κοινωνία έχει αλλάξει. Κατά συνέπεια, όπως αλλάζει ο προσδιορισμός

των μεσαίων στρωμάτων -για την αστική αντίληψη πάντα, που αφορά τις

ανάγκες κυριαρχίας της μονοπωλιακής αστικής τάξης- αλλάζει ταυτόχρονα και ο

χαρακτήρας του «πολιτικού κέντρου», δηλαδή των αστικών πολιτικών

δυνάμεων εκείνων που αναλαμβάνουν να καθοδηγούν πολιτικά αυτό το χώρο.

Εφόσον στο νέο «μεσαίο χώρο» ανήκουν πια μεγάλα εργατικά στρώματα, είναι

λογικό την αστική εκπροσώπησή τους να αναλαμβάνει μια κάποια αστική

«αριστερά», με αισθητά διαφορετικές πολιτικές και ιδεολογικές αναφορές από

αυτές του παλιού παραδοσιακού «αστικού φιλελεύθερου κέντρου». Η

μεταλλαγμένη ιστορικά σοσιαλδημοκρατία είναι ο ιδεώδης πολιτικός

σχηματισμός που μπορεί να αντικαταστήσει την παλιά μορφή αστικού ελέγχου

εδώ. Και αυτό είναι άλλωστε που σταδιακά συντελέστηκε σε πολλές χώρες και

βέβαια και στην Ελλάδα. Αυτό είναι μεγάλο μέρος της εξήγησης της

αντικατάστασης της Ενωσης Κέντρου (και της ΕΔΗΚ αργότερα) από το ΠΑΣΟΚ,

μέσα στα πρώτα τέσσερα χρόνια της μεταπολίτευσης. Οι σύγχρονες λοιπόν

αστικές κοινωνιολογικές και πολιτικές αναλύσεις έχουν σαν βάση τους τον

εξουσιαστικό αστικό λόγο (ιδεολογία) που χρωματίζει και προσδιορίζει κάθε

θεωρητική προσπάθεια στις κοινωνικές επιστήμες, όσο και αν η τελευταία

παρουσιάζεται σαν «ουδέτερη», «αντικειμενική», «αμερόληπτη» (ακόμα κι όταν

οι ίδιοι οι κοινωνικοί επιστήμονες - εκφραστές της το πιστεύουν ειλικρινά αυτό,

όπως πράγματι συμβαίνει τις πιο πολλές φορές). Το θέμα είναι ότι οι ίδιες οι

βάσεις των θεωριών και μεθόδων με τις οποίες επιχειρούν είναι απολύτως

ιδεολογικοποιημένες - και δεν μπορεί να γίνεται κι αλλιώς στην πνευματική

παραγωγή μιας ταξικής ανταγωνιστικής κοινωνίας.

16. Πηγή: «Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια», λήμμα «Σοσιαλιστική Διεθνής».

17. Βεβαίως η τακτική της σοσιαλδημοκρατίας ήταν ιδιαίτερα ευέλικτη, τόσο

απέναντι στα κομμουνιστικά κόμματα των καπιταλιστικών χωρών όσο και

απέναντι στα κόμματα και κράτη, θεσμούς κλπ. των σοσιαλιστικών χωρών.

Αξιοποίησε την ενίσχυση του οπορτουνισμού στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα

και συνέβαλε σε αυτήν, εκμεταλλευόμενη κυρίως τις λανθασμένες αντιλήψεις

μέσα στα Κομμουνιστικά Κόμματα σχετικά με το ρόλο της «αριστερής» μερίδας

Page 61: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

61

της σοσιαλδημοκρατίας που οδηγούσαν στην επιδίωξη πολιτικής συνεργασίας

μαζί της. Ξεκινώντας από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 και ιδιαίτερα στις

δεκαετίες του 1970 και 1980 έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αστική πολιτική και

ιδεολογική διείσδυση στις σοσιαλιστικές χώρες διαμέσου των συνδικαλιστικών

οργανώσεων που έλεγχε, των δυνάμεών της στο κίνημα ειρήνης, με παρεμβάσεις

και «ανοίγματα» συγκεκριμένων σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων (βλ. λ.χ. SPD

στα χρόνια του Βίλλυ Μπραντ κ.ά.), κυβερνήσεων, αλλά και της ίδιας της

σοσιαλιστικής διεθνούς. Η καπιταλιστική αντεπανάσταση και παλινόρθωση σε

αυτές τις χώρες χρωστάει πολλά στις προσπάθειες υπονόμευσης και διείσδυσης

σε αυτές από την πλευρά της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας. Οταν χρειάστηκε, η

σοσιαλδημοκρατία έπαιξε ακόμη πιο ενεργό ρόλο, όπως λ.χ. στην περίπτωση της

ενίσχυσης των αντισοσιαλιστικών δυνάμεων στην Πολωνία, στη δεκαετία του

1980 (μέσω Σουηδίας, στην οποία κυβερνούσαν οι σοσιαλδημοκράτες,

χρηματοδοτούνταν η «Αλληλεγγύη» από τις ΗΠΑ, μετά την απαγόρευσή της).

Πάρα πολλές ήταν οι περιπτώσεις τέτοιας πρακτικής της σοσιαλδημοκρατίας σε

πολλές σοσιαλιστικές χώρες. Η πιο σημαντική πτυχή της υπονόμευσης ωστόσο

έχει να κάνει κυρίως με την ενίσχυση και αξιοποίηση υπαρκτών

οπορτουνιστικών παρεκκλίσεων στα ίδια τα κομμουνιστικά κόμματα, τόσο των

καπιταλιστικών όσο και των σοσιαλιστικών χωρών.

18. Μέχρι και τα πρόσφατα «χρυσοφόρα» για την ελληνική ολιγαρχία χρόνια,

δηλαδή από τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1990 και μετά, ως καλύτερη

περίοδος για τις επενδύσεις στην Ελλάδα ορίζεται το διάστημα 1961-1973, μέχρι

τη διεθνή πετρελαϊκή κρίση.

19. Οπότε προκύπτουν και σημαντικά ερωτήματα για το χαρακτήρα αυτού του

κόμματος, για το αν δηλαδή επρόκειτο για ένα τυπικό σοσιαλδημοκρατικό

κόμμα, τοπικό ελληνικό αντίστοιχο της πρώτης φάσης ανάπτυξης της

σοσιαλδημοκρατίας, με βάση την -ενδεικτική- περιοδολόγηση της παρούσας

εργασίας, όταν δηλαδή μέσα στο (ενιαίο) κόμμα της εργατικής τάξης μετείχαν

ταυτόχρονα στοιχεία επαναστατικά και ρεφορμιστικά. Είναι γνωστό ότι στην

ΕΔΑ μετείχαν κομμουνιστές, σοσιαλιστές, άλλοι αριστεροί κ.ά. Το ζήτημα

περιπλέκεται από το γεγονός των ειδικών συνθηκών (μετεμφυλιακό

αντικομμουνιστικό καθεστώς), στις οποίες δημιουργήθηκε και έδρασε αυτό το

κόμμα, καθώς και από το ότι φτιάχτηκε με πρωτοβουλία του ίδιου του ΚΚΕ.

Page 62: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

62

Αξίζει να ερευνηθεί το αν η ΕΔΑ αποτέλεσε έναν «ενδιάμεσο κρίκο», μια

προδρομική μορφή και ταυτόχρονα ουσιαστική προϋπόθεση για τη γένεση ενός

καθαρού ισχυρού ελληνικού σοσιαλδημοκρατικού πολιτικού κόμματος στην

Ελλάδα μετά τη μεταπολίτευση, δηλαδή το αν και κατά πόσο συνέβαλε η ίδια η

τακτική και στρατηγική αντίληψη του ΚΚΕ στη δοσμένη περίοδο στη

δημιουργία ευνοϊκών προϋποθέσεων εμφάνισης ισχυρής σοσιαλδημοκρατίας

στη χώρα μας.

20. Σχετικά με αρκετά ζητήματα και όψεις του οπορτουνισμού, βλ. Ιδεολογική

Επιτροπή του ΚΚΕ (Επιμ.), «Ο σύγχρονος δεξιός οπορτουνισμός. Συλλογή

κειμένων», Αθήνα 2005. Ειδικά για την ιστορία της διαπάλης με τον δεξιό

οπορτουνισμό στο ΚΚΕ από τη δεκαετία του 1950 μέχρι και σήμερα, βλ.

ιδιαίτερα το κείμενο του Μάκη Μαΐλη, «Για το δεξιό οπορτουνισμό», στο ίδιο,

σελ. 91-149.

21. Βλ. λ.χ. τη γνωστή Ιδρυτική Διακήρυξη του ΠΑΣΟΚ, της 3ης Σεπτέμβρη 1974.

22. Για τις κοινωνικές προϋποθέσεις της σοσιαλδημοκρατίας γενικά (εργατική

αριστοκρατία) έχει ήδη γίνει λόγος παραπάνω. Ας αναφερθεί εδώ απλώς ότι

αυτά τα ανώτερα στρώματα της εργατικής τάξης, όπως και η εσωτερική

διαφοροποίηση της τελευταίας γενικότερα, αναπτύχθηκαν περαιτέρω στις

δεκαετίες του 1960 και 1970, με την ανάπτυξη του κρατικού («δημόσιου» και

«ευρύτερου δημόσιου») τομέα, και αποτέλεσαν την κοινωνική βάση της

ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας.

23. Βλ. κυρίως Κοτζιάς Ν., «Ο "τρίτος δρόμος" του ΠΑΣΟΚ. Κριτική με βάση τη

μαρξιστική-λενινιστική ανάλυση της ελληνικής πραγματικότητας», Αθήνα 1983,

έργο που εξέφραζε την κυριαρχούσα αντίληψη στο ΚΚΕ στη δοσμένη περίοδο

και στο οποίο το ΠΑΣΟΚ θεωρείται, το 1983, ως ένα κόμμα που ακόμη βρίσκεται

υπό διαμόρφωση και το οποίο δε συνιστά ολοκληρωμένο σοσιαλδημοκρατικό

κόμμα αντίστοιχο αυτών των αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών. Στο

συγκεκριμένο έργο θεωρείται ότι το ΠΑΣΟΚ εκφράζει πολιτικά κυρίως τα

μεσαία στρώματα της χώρας και στο εσωτερικό του διεξάγεται έντονη διαπάλη

μεταξύ αστικών αντιλήψεων (κυρίως της μη μονοπωλιακής αστικής τάξης) ενός

μέρους της ηγεσίας του και μικροαστικών, ενώ εκτιμάται σαν πολύ πιθανή μια

διάσπαση του ΠΑΣΟΚ εξαιτίας αυτής της διαπάλης. Η σημερινή ανάγνωση του

βιβλίου αυτού μετά από παρέλευση 25 χρόνων μάς λέει ίσως πολύ περισσότερα

Page 63: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

63

για το πολιτικό και ιδεολογικό κλίμα της εποχής εκείνης (με τόσο κοντινή πίσω

της την εποχή της χούντας, τη μεταπολίτευση και την πρόσφατη συγκρότηση

και ανασυγκρότηση των πολιτικών δυνάμεων στη χώρα) και για τη στάση και

τακτική -καθώς και για τις θεωρητικές δυνατότητες και την ικανότητα

πρόβλεψης- του ΚΚΕ στη δοσμένη περίοδο και τις συνέπειές της, παρά για το

ίδιο το ΠΑΣΟΚ που, κατά τη γνώμη του γράφοντα και με την ασφάλεια βέβαια

του «εκ των υστέρων», συνιστούσε ήδη πολύ πριν το 1983 ένα καθαρά

σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, με πλήρως διαμορφωμένη στρατηγική και τακτική

αντίληψη. Το «υπό διαμόρφωση», σε ό,τι αφορά το ΠΑΣΟΚ στη δοσμένη

περίοδο, θα έπρεπε σήμερα να αντικατασταθεί μάλλον από το «υπό

προσαρμογή» και μάλιστα «υπό μεθοδευμένη και προγραμματισμένη

προσαρμογή». Ακόμα κι αν γίνει δεκτό ότι «παιζόταν» η μελλοντική κατεύθυνση

της εξέλιξης του ΠΑΣΟΚ το 1983, όπως εκτιμάται στην εν λόγω εργασία, η

οριστική πολιτική στροφή που ξεκινά το 1984 - 1985, μόλις ένα με ενάμιση

χρόνο μετά την έκδοση του βιβλίου, δείχνει ότι ο πραγματικός συσχετισμός

δύναμης μέσα στο κόμμα αυτό ήταν από πριν συντριπτικός υπέρ των αστικών

αντιλήψεων και ότι η όποια προσπάθεια επηρεασμού και ενίσχυσης των

αντικαπιταλιστικών αντιλήψεων σε αυτό από την πλευρά του ΚΚΕ, με τη μορφή

που αυτή διακρίνεται στην ήπια και ευμενή κριτική προς το ΠΑΣΟΚ που γίνεται

στο βιβλίο, είναι σαφές ότι ήταν εκ των προτέρων καταδικασμένη σε αποτυχία.

24. Από τους αστούς στοχαστές η έννοια του «δημοκρατικού κοινωνικού

κορπορατισμού» διατυπώνεται κατ’ αντιπαράθεση με τον «κρατικό

κορπορατισμό» που ήταν θεσμός των φασιστικών κρατών του μεσοπολέμου,

όπως στο περίφημο «συντεχνιακό κράτος» της φασιστικής Ιταλίας, αλλά και

στη Γερμανία, στην Ισπανία και αλλού, ενώ και στην Ελλάδα του Μεταξά

υπήρχαν σκέψεις σε αστικούς κύκλους και η τάση για να σχηματιστεί κάτι

ανάλογο. Υποστηρίζεται ότι στην περίπτωση του φασισμού έχουμε αυταρχικό

κορπορατισμό, ενώ αντίθετα στη μεταπολεμική Δυτική Ευρώπη «δημοκρατικό»

και «εθελοντικό» σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή της εργατικής τάξης σε αυτόν.

Εντούτοις, το αποτέλεσμα είναι και στις δύο περιπτώσεις το ίδιο, δηλαδή η

ταξική συνεργασία. Και η ταξική συνεργασία μεταξύ εκμεταλλεύτριας και

εκμεταλλευόμενης τάξης δεν μπορεί παρά να αναπαράγει σε μόνιμη βάση την

ίδια τη σχέση της εκμετάλλευσης (αλλιώς, πώς θα ήταν δυνατό να

Page 64: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

64

συνεργαστούν οι δυο τους;). Αυτή η διαδικασία «συνεργασίας» δε θα ήταν

φυσικά δυνατό να γίνεται δίχως την πολιτική και ιδεολογική ηγεμονία της

σοσιαλδημοκρατίας στο εργατικό κίνημα.

25.Οταν κρινόταν απαραίτητο, βέβαια, λαμβάνονταν και πρακτικά μέτρα για να

διασφαλιστεί η διατήρηση της σοσιαλδημοκρατικής και γενικά της αστικής

ηγεμονίας στο συνδικαλιστικό και εργατικό κίνημα. Ας θυμίσουμε απλώς την

απαγόρευση της δράσης του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος στην

Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στο διάστημα 1956-1968.

Παρεμπιπτόντως, ας θυμίσουμε επίσης ότι η σημερινή συγκυβέρνηση

Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημοκρατών στη Γερμανία δεν είναι

πρωτόγνωρη, αλλά έχει το προηγούμενό της στην ΟΔΓ την περίοδο 1966-1969.

26. Και ο όρος αυτός, δηλαδή «η διαρκής οικονομική ανάπτυξη» αναφέρεται εδώ

συμβατικά. Δεν εννοούμε, φυσικά, ότι επρόκειτο για μια «ανάπτυξη χωρίς

κρίσεις», αφού κάτι τέτοιο είναι αδύνατο στον καπιταλισμό. Κρίσεις υπήρχαν σε

αυτό το διάστημα. Εδώ εννοείται απλώς ότι επρόκειτο για μια διαδικασία

καπιταλιστικής ανάπτυξης που δεν ανανεωνόταν κάθε φορά με εκτεταμένες

ριζικές αναδιαρθρώσεις, όπως απαιτείται σήμερα. Γι’ αυτό και οι αστοί

στοχαστές κάνουν λόγο για «μοντέλο» ανάπτυξης, όταν αναφέρονται στον

καπιταλισμό αυτής της περιόδου σε μια σειρά χώρες.

27. Βλ. Α. Χατζής: «Αριστερά και κοινωνική επιστήμη», στο Ηλ. Κατσούλης.

(επιμ.): «Νέα σοσιαλδημοκρατία. Περιεχόμενα πολιτικής, θεσμοί, οργανωτικές

δομές», Αθήνα 2002, σελ. 128.

28. Βλ. Β. Γεωργιάδου: «Labour Party, SPD και ΠΑΣΟΚ. Συστήματα κομματικής

διεύθυνσης και οργανωτική ανασυγκρότηση», στο Κατσούλης (επιμ.), «Νέα

σοσιαλδημοκρατία. Περιεχόμενα πολιτικής, θεσμοί, οργανωτικές δομές», Αθήνα

2002, σελ. 347, όπου αναφέρεται ότι «… από το 1979 μέχρι το 1980 το Labour

Party [σ.σ. Εργατικό Κόμμα Βρετανίας] έχασε περίπου το ήμισυ των ατομικών

μελών του: 666.000 μέλη το 1979, 348.000 το 1980. Το 1982 με 274.000 μέλη το

Labour Party αγγίζει το χαμηλότερο λόγο μελών/εκλογέων που… υπολογίστηκε

στο 2%. Η πτωτική τάση συνεχίστηκε στη δεκαετία του 1980, με τα πρώτα

σημάδια ανάκαμψης να εμφανίζονται στις αρχές της δεκαετίας του 1990». Και

σχετικά με τη γερμανική σοσιαλδημοκρατία αναφέρεται ότι «από το 1977, όταν

το SPD ξεπέρασε το ένα εκατομμύριο μέλη, ως το 1994, με το SPD να διαθέτει

Page 65: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

65

854.000, ο αριθμός των οργανωμένων μελών του Σοσιαλδημοκρατικού

Κόμματος Γερμανίας μειώθηκε κατά 152.000 (15%). Η πτωτική τάση φάνηκε να

ανακόπτεται στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αν και στη συνέχεια το θετικό

αυτό κλίμα και πάλι αναστράφηκε», ενώ ταυτόχρονα «το CDU (το

Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας) γνώρισε μια σημαντική αύξηση

του αριθμού των οργανωμένων μελών του από τα μέσα της δεκαετίας του 1970

έως τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Τα 531.000 μέλη το 1974 έφτασαν τα

790.000 το 1990… Εκτοτε, πάντως, οι τάσεις υπήρξαν εμφανώς πτωτικές» (στο

ίδιο, σελ. 356).

29. Το παραπάνω νέο μοντέλο κόμματος προτείνεται στη βάση των αλλαγών

της σύγχρονης κοινωνίας, ως κύριο χαρακτηριστικό των οποίων ορίζεται η

ισχυρή τάση προς εξατομίκευση των κοινωνικών προβλημάτων, καθώς και των

στρατηγικών των ατομικών και συλλογικών υποκειμένων που ενώνονται

περιστασιακά και χαλαρά μεταξύ τους, δίχως βαθύτερο πολιτικό πλαίσιο

αναφορών (όπως ταξική θέση κλπ.). Ολα αυτά, κατά τους αστούς

διανοουμένους που προτείνουν τις παραπάνω προσαρμογές, οφείλονται στην

αλλαγή του τρόπου και στυλ ζωής, που χαρακτηρίζεται από τη διαρκή εναλλαγή

θέσεων και καταστάσεων στη διάρκεια της ζωής των ανθρώπων, από την

ποικιλία μορφών αντίληψης της κοινωνικής ζωής και των ατομικών

ενδιαφερόντων. Στην πραγματικότητα, πρόκειται αφενός για αστικές

ιδεολογικές ερμηνείες της καπιταλιστικής κοινωνικής ζωής με βάση το

φιλελεύθερο πρότυπο (στο οποίο δεν υπάρχει χώρος για τάξεις, συλλογικές και

συνδικαλιστικές συμπεριφορές κλπ.) και αφετέρου συνιστούν προσπάθεια

επιβολής τέτοιων τρόπων οργάνωσης των εργαζομένων, που να αποδέχονται

από θέση την αστική ιδεολογία και να μην αμφισβητούν τα ιερά και τα όσια του

καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Πρόκειται για προβολή της αναρχίας της

καπιταλιστικής παραγωγής στον τρόπο ζωής των εργαζομένων και για μια

χυδαία προσπάθεια επιβολής της στον τρόπο που οι τελευταίοι κατανοούν την

πολιτική και την οργάνωση. Είναι σαφές ότι ένα τέτοιο «κόμμα-δίκτυο» δεν

είναι δυνατό να συνιστά δύναμη αμφισβήτησης της υφιστάμενης

καπιταλιστικής πραγματικότητας, ούτε και να διαθέτει οποιαδήποτε βαθιά

ιδεολογική συμφωνία και ενότητα, έξω από την αστική ιδεολογία. Εδώ

βρίσκεται η πηγή και το νόημα των αντιλήψεων περί «συμμετοχικού κόμματος»

Page 66: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

66

και «συμμετοχικής δημοκρατίας». Οι παραδοσιακές οργανωτικές λειτουργίες

του εκφυλισμένου εργατικού κόμματος (ό,τι έχει απομείνει από αυτές)

αναιρούνται. Εχουμε πλέον ένα οργανωτικό σχήμα που περιλαμβάνει: α) ηγεσία

(που εκλέγεται από τους «συμμέτοχους», μέσω προεκλογικής εκστρατείας στα

ΜΜΕ και όχι από συνέδρια), β) ένα γραφειοκρατικό επαγγελματικό στρώμα

στελεχών που στρατολογείται-προσλαμβάνεται (δίχως απαραίτητα πρότερη

θητεία στο κόμμα ή εκλογή του από τη βάση, αντίθετα διορίζεται από την

ηγεσία) από την αγορά, με βάση τις επαγγελματικές του ικανότητες ως

μάνατζερ, γ) τους «συμμέτοχους πολίτες», δηλαδή τους εργαζομένους εκείνους

που επικυρώνουν μαζικά στις εκλογές όλη αυτή τη διαδικασία. Είναι φανερό ότι

η ηγεσία του «ανοιχτού κόμματος» δεν ελέγχεται από την οργανωμένη

κομματική βάση, στην πραγματικότητα, και αλλάζει με μόνο κριτήριο τη

συμβολή της στην επιτυχία του κόμματος στις εκλογές. Αυτόν τον τύπο

κόμματος θέλει να επιβάλει και στην Ελλάδα ένα σημαντικό τμήμα της ηγεσίας

του ΠΑΣΟΚ και σε αυτό αποσκοπούν και πρακτικές όπως της «ανοιχτής

ψηφοφορίας» όσων πολιτών επιθυμούν (δίχως να είναι καν μέλη του ΠΑΣΟΚ)

για την εκλογή του Προέδρου του κόμματος, που έχει πια θεσμοποιηθεί. Γενικά,

πρόκειται για ένα σχήμα που, επικαλούμενο την ποικιλία και την πολυμορφία

στην κοινωνία, παράγει τη μέγιστη δυνατή αμορφία και τον κατακερματισμό

της πολιτικής συνείδησης και δράσης για τους εργαζομένους.

30. Πάνω σε αυτά τα ζητήματα έχει γραφτεί πλήθος βιβλίων και άρθρων με

παρεμφερές περιεχόμενο σε ό,τι αφορά την ταξική ιδεολογική θέση και

αδιόρατες διαφορές στη στόχευση, ιδιαίτερα στις ευρωπαϊκές καπιταλιστικές

χώρες, πολλά από τα οποία έχουν εκδοθεί και στα ελληνικά. Ενδεικτικά, μεταξύ

πολλών άλλων, βλ. Α. Gorz: «Καπιταλισμός, σοσιαλισμός, οικολογία», Αθήνα

1993, Ν. Μπόμπιο : «Δεξιά και αριστερά», Αθήνα 1995, Α. Touraine: «Προς

σοσιαλιστές ανοικτή επιστολή», Αθήνα 1996, Α. Γκίντενς: «Πέραν της αριστεράς

και της δεξιάς. Το μέλλον της ριζοσπαστικής πολιτικής», Αθήνα 1999.

31. Βλ. για παράδειγμα το βιβλίο της Μ. Καντό-Σπεμπέρ: «Σοσιαλισμός και

φιλελευθερισμός. Οι κανόνες της ελευθερίας», Αθήνα 2004, όπου επιχειρείται να

αναδειχθούν οι φιλελεύθερες ρίζες του «γαλλικού σοσιαλισμού» (εννοείται, της

κατεύθυνσης εκείνης των «σοσιαλιστικών» ιδεών, που οδηγούν στην ιδεολογία

του σύγχρονου γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, δηλαδή αυτό που οι Μαρξ

Page 67: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

67

και Ενγκελς ονόμαζαν «αστικό σοσιαλισμό» στο «Μανιφέστο του

Κομμουνιστικού Κόμματος»), η απαλλαγή της ιδέας του σοσιαλισμού από τον

κρατισμό, τον εξισωτισμό, τον επαναστατισμό κλπ. Στο πλαίσιο αυτό, και όχι

μόνο στο συγκεκριμένο βιβλίο, προβάλλονται και αναδεικνύονται ποικίλα

ρεύματα ιδεών του 19ου κυρίως αιώνα, από αναρχικές και προεπιστημονικές

(προμαρξιστικές) σοσιαλιστικές αντιλήψεις, μέχρι και καθαρά αστικές

φιλελεύθερες ή «δημοκρατικές» θεωρήσεις, που όντως έπαιξαν ρόλο στην

κίνηση των ιδεών τότε και συχνά συμβίωναν στην κοινωνικοπολιτική ζωή και

πάλη του νεαρού εργατικού κινήματος με τον επιστημονικό σοσιαλισμό, για να

δοθεί στην έννοια «σοσιαλισμός» ένα περιεχόμενο απαλλαγμένο από το

μαρξισμό, την ιδέα της ιστορικής αποστολής της εργατικής τάξης και την

αναγκαιότητα της κοινωνικής επανάστασης. Αξιοποιείται δηλαδή το ιστορικό

στάδιο της διαμόρφωσης του εργατικού κινήματος και της συμβίωσης μέσα του

αντιτιθέμενων ιδεών και ιδεολογιών (βλ. και ό,τι αναφέρεται στο Α΄ μέρος για το

σοσιαλδημοκρατικό στάδιο ανάπτυξης του πολιτικού κινήματος της εργατικής

τάξης).

32. Δεν πρόκειται φυσικά μόνο για κάποιου είδους ενιαία και σχεδιασμένη

πολιτική του αστικού πολιτικού συστήματος συνολικά. Αυτή είναι η μία πλευρά.

Η άλλη συνίσταται στην αυτοτελή αντίδραση των διάφορων ομάδων του

πολιτικού προσωπικού (και όχι μόνο) της αστικής τάξης απέναντι στις νέες

ανάγκες. Οταν υπάρχουν καινούργια δεδομένα στην πολιτική ζωή, όταν

διαπιστώνεται κάποια αδυναμία διατήρησης του ελέγχου των εργαζομένων με

τους παλιούς τρόπους, αρχίζει η αναζήτηση νέων τρόπων άσκησης αστικής

πολιτικής. Οταν χρειάζεται, ανήκει στα καθήκοντα των στελεχών του λεγόμενου

αστικού «πολιτικού κόσμου» να επινοούν νέους τρόπους και μορφές πολιτικής

που να προστατεύουν τα συνολικά αστικά συμφέροντα, να ανιχνεύουν νέες

δυνατότητες ελέγχου και χειραγώγησης των εργαζομένων, να προχωρούν ανά

ομάδες στην «αναγνώριση» (με βάση τη στρατιωτική έννοια του όρου, όπως

λέμε «αναγνώριση με εμπλοκή») βιωσιμότητας και λειτουργικότητας αυτών

των νέων μορφών. Αυτή η διαδικασία κατανοείται και ως συνειδητή κατανόηση

των νέων αναγκών αναπαραγωγής της αστικής κυριαρχίας, αλλά και ως δράση

ομάδων αστών πολιτικών, με σκοπό την ενίσχυση των ιδιαίτερων θέσεών τους

στο υφιστάμενο πολιτικό σύστημα, της προσωπικής τους ανάδειξης κλπ. Ετσι η

Page 68: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

68

εμφάνιση αντιφάσεων και αντιθέσεων στο αστικό πολιτικό σύστημα οδηγεί

συχνά σε ανακατατάξεις, νέα πολιτικά μορφώματα κλπ., ώστε να καλυφθούν

όσο το δυνατό πιο γρήγορα τα εμφανιζόμενα «κενά» πολιτικής ηγεσίας και

εκπροσώπησης. Η ταχύτητα, μάλιστα, της ανταπόκρισης σε νέα δεδομένα

συνιστά κάθε φορά και το δείκτη πολιτικής ευελιξίας και προσαρμογής του

συνολικού πολιτικού συστήματος.

33. Γι’ αυτό αναβαθμίζεται τόσο πολύ ο ρόλος των ΜΚΟ και άλλων παρόμοιου

χαρακτήρα ενώσεων και οργανώσεων, των δήθεν «ανεξάρτητων υπηρεσιών

ελέγχου», φορέων που εκφράζουν πολιτιστικές ιδιαιτερότητες, σεξουαλικές

προτιμήσεις, χόμπι και οτιδήποτε άλλο, εκτός βέβαια από ταξικά συμφέροντα.

Βεβαίως, οι ΜΚΟ παίζουν και ένα διαρκώς αυξανόμενο ρόλο και στην ίδια την

καπιταλιστική οικονομία, στην υλοποίηση των σύγχρονων καπιταλιστικών

αναδιαρθρώσεων, συντελώντας, διά της «πλαγίας οδού», στην

αποκρατικοποίηση-ιδιωτικοποίηση των κοινωνικών υπηρεσιών, στην

«αποκέντρωση» προς όφελος του κεφαλαίου.

34. Η έννοια «ρεφορμισμός», που κατά λέξη σημαίνει «μεταρρυθμισμός» ή

«πολιτική μεταρρυθμίσεων», από μόνη της δε σημαίνει και πολλά, αφού οι

μεταρρυθμίσεις μπορεί να είναι προοδευτικές ή αντιδραστικές (βλ. τις

σύγχρονες αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις στις εργασιακές σχέσεις, την παιδεία,

την υγεία), προς όφελος του λαού ή προς όφελος των καπιταλιστών. Ωστόσο,

ιστορικά (βαθιά ιστορικά, από τον καιρό του Λούθηρου ακόμα), η έννοια της

μεταρρύθμισης, άρα και του ρεφορμισμού χρησιμοποιείται από την αστική

ιδεολογία για να δηλώσει προοδευτικές αλλαγές προς όφελος του λαού.

Προσδίδεται στην έννοια μια θετική, προοδευτική (σύμφωνα με την αστική

αντίληψη περί προόδου) απόχρωση γι’ αυτό ακόμη και τα βήματα προς τα πίσω,

τα όποια αντιδραστικά μέτρα και αλλαγές πλασάρονται ως «μεταρρυθμίσεις»,

προκειμένου να γίνουν πιο εύκολα δεκτά. Με την παραπάνω διατύπωση στο

κείμενο εννοείται ότι αναιρείται από τη σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία ακόμη και

αυτό το ιδιαίτερο ιδεολογικό περιεχόμενο του όρου «μεταρρύθμιση» και

«ρεφορμισμός» και η συνολική της πολιτική πρόταση ταυτίζεται με αυτή των

παραδοσιακά καπιταλιστικών πολιτικών δυνάμεων. Η σοσιαλδημοκρατία ούτε

ονομαστικά πια δεν επαγγέλλεται κάποιες ποιοτικές αλλαγές και

«μεταρρυθμίσεις» στην κοινωνία.

Page 69: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

69

35. Η ομιλία αυτή βρίσκεται στην ιστοσελίδα του ΠΑΣΟΚ (pasok.gr).

36. Σε εργασία που δημοσιεύτηκε το 2002, όταν δηλαδή το ΠΑΣΟΚ ήταν ακόμα

στην κυβέρνηση (βλ. Β. Γεωργιάδου: «Labour Party, SPD και ΠΑΣΟΚ. Συστήματα

κομματικής διεύθυνσης και οργανωτική ανασυγκρότηση», στο Κατσούλης

(επιμ.), «Νέα σοσιαλδημοκρατία. Περιεχόμενα πολιτικής, θεσμοί, οργανωτικές

δομές», Αθήνα 2002, σελ. 378), αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Σύμφωνα με

δημοσιευμένη δημοσιογραφική έρευνα (“Εψιλον”, εφημερίδα “Ελευθεροτυπία”

27.6.1999: 26-32) “κλειστές” και “καταχρεωμένες” παραμένουν πολλές Τοπικές

Οργανώσεις (Τ.Ο.) του ΠΑΣΟΚ. Βάσει, μάλιστα, εκτιμήσεων και σχετικών

δηλώσεων στελεχών τους που είναι ακόμα ενεργά, οι Τ.Ο. “πνέουν τα λοίσθια”

ως αποτέλεσμα της “ισχύος του Νόμου Πεπονή”, ο οποίος έθεσε φραγμό στις

προσλήψεις στο δημόσιο τομέα, με συνέπεια να “αδρανοποιηθεί” το 90% των

μελών των οργανώσεων αυτών».

37. Β. Γεωργιάδου: «Labour Party, SPD και ΠΑΣΟΚ. Συστήματα κομματικής

διεύθυνσης και οργανωτική ανασυγκρότηση», στο Κατσούλης (επιμ.), «Νέα

σοσιαλδημοκρατία. Περιεχόμενα πολιτικής, θεσμοί, οργανωτικές δομές», Αθήνα

2002, σελ. 386-399. Αναφέρεται σε αυτήν την πηγή ότι είχαν δημιουργηθεί

συνολικά 272 θεματικές οργανώσεις, εκ των οποίων «43 θεματικές οργανώσεις

για την παιδεία, 40 για την ανάπτυξη, 36 για την υγεία... 27 για την ποιότητα

ζωής, 4 οργανώσεις καταναλωτών... 3 τοπικής αυτοδιοίκησης, 2 απασχόλησης, 2

ενέργειας... 3 δικαιοσύνης», ενώ «προετοιμαζόταν η λειτουργία ακόμη 34

θεματικών οργανώσεων». Μετά από ένα σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα

όλες αυτές οι «θεματικές οργανώσεις» μετατράπηκαν, σύμφωνα με τα λεγόμενα

στελεχών του ΠΑΣΟΚ, σε «οργανώσεις-σφραγίδες».

38. Ενα παράδειγμα τέτοιου είδους οργανωτικής δομής, με βάση τις αντιλήψεις

των οπαδών της «νέας σοσιαλδημοκρατίας» στην Ελλάδα, μας δίνει το,

προερχόμενο από τον ηγετικό χώρο του ΣΥΝ, στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, Μ.

Δαμανάκη, στο βιβλίο της «Συμμετοχική δημοκρατία» (εγχειρίδιο για

ενδιαφερόμενους), Αθήνα, 2004, σελ. 130-131.

39. Η λογική του σχηματισμού αυτού του «αριστερού πόλου», στο πλαίσιο της

αντικατάστασης του δικομματισμού από το διπολισμό, διαπερνά ολόκληρο το

τελευταίο βιβλίο του επιφανούς στελέχους του ΠΑΣΟΚ, Κ. Λαλιώτη: «Η πυξίδα.

Το διαχρονικό ΠΑΣΟΚ. Προκλήσεις-υπερβάσεις-προοπτικές», Αθήνα 2007, ενώ

Page 70: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

70

το 2ο Μέρος του, που είναι αφιερωμένο στην «κεντροαριστερά» (σελ. 159-209

του βιβλίου), ασχολείται αποκλειστικά με αυτό το ζήτημα. Στην εκδήλωση

παρουσίασης του βιβλίου στις 14 Ιανουαρίου 2008, όπου μετείχαν γνωστοί

πολιτικοί παράγοντες από το χώρο του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΝ, μεγάλο μέρος της

συζήτησης αφιερώθηκε επίσης σε αυτό το θέμα και ιδιαίτερα στους όρους που

απαιτούνται ώστε να προχωρήσει πρακτικά στη εν λόγω συνεργασία σε

προγραμματική βάση και με σκοπό τη διακυβέρνηση της χώρας (βλ. ημερήσιο

Τύπο, 15 Ιανουαρίου 2008).

40. Η σύμπτωση στις κεντρικές επιλογές μεταξύ σοσιαλδημοκρατικών και

φιλελεύθερων αστικών κομμάτων δεν περιορίζεται μόνο στη στενά εννοούμενη,

στα μάτια των εργαζομένων, οικονομική πολιτική των αναδιαρθρώσεων, αλλά

στο σύνολο της κρατικής πολιτικής, τόσο της εσωτερικής, όσο και της

εξωτερικής. Για παράδειγμα, ήταν εντυπωσιακή η ταύτιση και των δύο στο

μεγάλο διεθνές ζήτημα της ιμπεριαλιστικής επέμβασης στη Γιουγκοσλαβία ή στο

Αφγανιστάν, όπου όλοι μαζί, «δεξιοί», «σοσιαλιστές», «αριστεροί», «πράσινοι»

συμπαρατάχτηκαν υπέρ των βομβαρδισμών και των ιμπεριαλιστικών πολέμων.

Εδώ οι σοσιαλδημοκράτες απαρνήθηκαν ακόμη και τον αστικό πασιφισμό των

παλιότερων χρόνων, τον οποίο παρουσίαζαν στους λαούς ως στοιχείο

«φιλολαϊκότητας» και «προοδευτικότητας». Ταυτόχρονα, στην περίπτωση των

αντιδράσεων μιας σειράς ιμπεριαλιστικών χωρών (με προεξάρχον το μπλοκ ή

«άξονα» Γερμανίας και Γαλλίας) στο αρχικό στάδιο της αμερικανικής επέμβασης

στο Ιράκ, έγινε σύντομα σαφές ότι δεν επρόκειτο για ιδεολογικές διαφορές

μεταξύ σοσιαλδημοκρατών και φιλελευθέρων, αλλά για την έκφραση της

συνολικής στάσης της ολιγαρχίας αυτών των χωρών, στο πλαίσιο των

διιμπεριαλιστικών αντιθέσεων. Μάλιστα, παρουσιάζεται το φαινόμενο να

εμφανίζονται συχνά οι σοσιαλδημοκράτες πολιτικοί πιο πολεμοχαρείς και

επιθετικοί ενάντια στους λαούς και τα λαϊκά κινήματα και από τους «δεξιούς».

41. Στο βαθμό που εδώ εμπλέκεται και το όνομα Παπανδρέου, θα είχε ίσως μια

αξία να υπενθυμιστούν ενδεικτικά ορισμένες απόψεις που αναπτύσσονται σε

κείμενα του αρχηγού της Ενωσης Κέντρου και πατέρα-μέντορα του ιδρυτή και

ισόβιου ηγέτη του ΠΑΣΟΚ, Γεωργίου Παπανδρέου, που γράφτηκαν κατά τη

διάρκεια των μεταπτυχιακών σπουδών του στη Γερμανία το διάστημα 1913-

1916 και στα οποία μελετά, εκτός των άλλων, τις ανάγκες του συστήματος των

Page 71: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

71

πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα και διατυπώνει σκέψεις για την καλύτερη

δόμηση και συμπλήρωσή του, σύμφωνα με την υπό διαμόρφωση τότε

κοινωνικο-ταξική δομή της χώρας (βλ. κυρίως το κείμενό του «Ελληνικό

Μέλλον», που δημοσιεύτηκε το 1919. Για μια σύντομη παρουσίαση-οδηγό των

πολιτικών αντιλήψεων του Γ. Παπανδρέου εκείνης της περιόδου, βλ. Γ.

Καραφύλλης: «Νεοελληνική πολιτική και κοινωνική φιλοσοφία. Οψεις των

ευρωπαϊκών ιδεών στην ελληνική σκέψη, τέλη 19ου - αρχές 20ού αιώνα»,

Θεσσαλονίκη 1990, σελ. 155-168). Ο Γ. Παπανδρέου κάνει λόγο για την

αναπόφευκτη εμφάνιση ενός συστήματος τριών κομμάτων: ενός

μεγαλοαστικού, ενός εργατικού (που το ονομάζει σοσιαλιστικό) και ενός

ενδιάμεσου κόμματος που θα εκφράζει τα συμφέροντα των μεσαίων

(μικροαστικών) στρωμάτων, αλλά και τμημάτων της αστικής τάξης.

Ουσιαστικά, αυτό το τρίτο κόμμα (το «προοδευτικό» ή «λαϊκό») θα είναι ένα

αστικό κόμμα που θα διασφαλίζει την αστική ηγεμονία σε εκτεταμένα λαϊκά

στρώματα έχοντας ως ιδεολογικό του όχημα τον εκσυγχρονισμό και την

πολιτική ισότητα (όχι όμως και την οικονομική) και το «κράτος δικαίου». Κατά

τον Γ. Παπανδρέου, το σοσιαλιστικό εργατικό κόμμα θα αναγκάζεται να

συνεργάζεται με το προοδευτικό κι έτσι και οι κοινωνικές αντιθέσεις θα

αμβλύνονται διά της πολιτικής, αλλά και θα οδηγείται το σοσιαλιστικό εργατικό

κόμμα σε λιγότερο ριζοσπαστικές ή επαναστατικές θέσεις. Εδώ βλέπουμε την

ενασχόληση με ένα θέμα «κοινωνικής παραγγελίας» για λογαριασμό του

αστικού πολιτικού συστήματος από έναν κατοπινά διακεκριμένο Ελληνα αστό

επαγγελματία πολιτικό. Βλέποντας και τη συνέχεια της επαγγελματικής

ειδίκευσης στην πολιτική αυτή οικογένεια, διαπιστώνουμε ότι τρεις γενιές της,

μέχρι στιγμής, υπηρετούν από ηγετικές θέσεις τη μεγαλοαστική τάξη της χώρας.

Δίχως να γίνεται υπερτονισμός ή ιδεαλιστική υπερτίμηση του ρόλου των

ξεχωριστών προσώπων, ατόμων ή οικογενειών, προκύπτει το θέμα της εξέτασης

του ρόλου των αστών πολιτικών, ως τύπου προσωπικότητας και ως

επαγγέλματος, στη διάγνωση των αναγκών προσαρμογής και ανανέωσης του

αστικού συστήματος εξουσίας και πολιτικού συστήματος και στην έγκαιρη

ικανοποίηση αυτών των αναγκών με συγκεκριμένους, πρωτότυπους, ενίοτε και

«ρηξικέλευθους» (στο πλαίσιο της αστικής πολιτικής) τρόπους και απαντήσεις,

κάτι για το οποίο γίνεται λόγος και σε άλλη υποσημείωση του παρόντος

κειμένου. Τέλος, είναι ίσως χρήσιμο να επισημανθεί και το ότι, σύμφωνα με την

Page 72: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

72

παραπάνω πηγή (βλ. Γ. Καραφύλλης: «Νεοελληνική πολιτική και κοινωνική

φιλοσοφία. Οψεις των ευρωπαϊκών ιδεών στην ελληνική σκέψη, τέλη 19ου -

αρχές 20ού αιώνα», Θεσσαλονίκη 1990, σελ. 165), «ο Παπανδρέου άρχισε την

πολιτική του σταδιοδρομία επηρεασμένος από τον λεγόμενο “από καθέδρας

σοσιαλισμό”... Η προσκόλληση στον Βενιζέλο θα τον φέρει “δεξιότερα" για να

καταστεί ο μαθητής και ο συνεχιστής του ευρωπαϊκού φιλελευθερισμού στην

Ελλάδα. Και μολονότι απέθεσε καθ’ οδόν τα σοσιαλιστικά σπαράγματα του

ιδεολογικού του φορτίου παρέμεινε μέχρι το τέλος οπαδός της εξέλιξης». Θα

πρέπει να αναφερθεί εδώ ότι το ρεύμα του «από καθέδρας σοσιαλισμού» ήταν

μια ύστερη μορφή (τέλη του 19ου αιώνα) αυτού που οι Μαρξ και Ενγκελς, στο

«Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος», ονομάζουν «αστικό ή συντηρητικό

σοσιαλισμό». Η σχέση, η εξοικείωση και η ειδίκευση, λοιπόν, της εν λόγω αστικής

πολιτικής οικογένειας με τις αστικορεφορμιστικές αντιλήψεις (βλ. και επόμενη

υποσημείωση) και την προσαρμογή και χρήση τους στην ελληνική

πραγματικότητα με στόχο την αναπαραγωγή της καπιταλιστικής κυριαρχίας

στη χώρα, φαίνεται να έχει μακρά ιστορία. Αλλωστε και ο Γεώργιος και ο

Ανδρέας Παπανδρέου υπήρξαν ιδρυτές κομμάτων που θυμίζουν διαφορετικές

εκδοχές αυτού του ενδιάμεσου «τρίτου» κόμματος του αστικού ρεφορμισμού,

ανάμεσα στο ομολογημένα αστικό κόμμα (ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ, ΕΡΕ - ΝΔ) και στον

πολιτικό φορέα της εργατικής τάξης της Ελλάδας (ΚΚΕ), με επιτυχημένα

αποτελέσματα στον περιορισμό της δύναμης και επιρροής του τελευταίου. Το

ότι, στη δεύτερη περίπτωση, το «τρίτο» κόμμα ονομάστηκε «σοσιαλιστικό

κίνημα», αντί για τον αστικό προσδιορισμό «κέντρο», δεν αναιρεί το παραπάνω

«μοντέλο». Κοντολογής, σε αντίθεση με την ευρωπαϊκή ιστορική

σοσιαλδημοκρατία, που αποτελεί σήμερα ένα αστικό κόμμα που προέρχεται,

όμως, από τον εκφυλισμό ενός αυτοτελούς κόμματος της εργατικής τάξης, στο

ΠΑΣΟΚ φαίνεται σαν να έχουν παίξει πολύ μεγαλύτερο ρόλο διεργασίες,

θεωρητικές και πρακτικές-πολιτικές, στο εσωτερικό των αστικών δυνάμεων.

Πρόκειται για μια πλευρά που αξίζει να διερευνηθεί περαιτέρω σε αυτοτελή

μελέτη.

42. Από την προηγούμενη υποσημείωση προκύπτει ότι από πολύ παλιά, σε μια

άλλη φάση ανάπτυξης του πολιτικού συστήματος στη χώρα, οι αστοί πολιτικοί

και ιδεολόγοι γνώριζαν και αξιοποιούσαν τις αντιλήψεις του αστικού

Page 73: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

73

ρεφορμισμού εκείνης της εποχής. Ωστόσο, και στη νεότερη περίοδο μπορεί από

πολύ νωρίς να διαφανεί η επίδραση επιφανών θεωρητικών εκπροσώπων του

μεταπολεμικού, αμερικανικού κυρίως (αλλά όχι μόνο), «αστικού σοσιαλισμού» ή

αστικού ρεφορμισμού, όπως του Γκαλμπραίηθ, του Χαϊλμπρόνερ, του

Χάρριγκτον, του Τόφλερ, του Α. Τουραίν (εισηγητή, μαζί με τον Μπελ, της

θεωρίας της «μεταβιομηχανικής κοινωνίας») τόσο στη σκέψη των ηγετικών

στελεχών του ΠΑΣΟΚ (του Α. Παπανδρέου συμπεριλαμβανομένου), όσο και στα

έργα αρκετών Ελλήνων αστών κοινωνικών επιστημόνων και ιδεολόγων που

από διάφορες θέσεις στήριξαν θεωρητικά την ελληνική σοσιαλδημοκρατία και

συνέβαλαν σημαντικά στη διαμόρφωση της συγκεκριμένης ιδεολογικής

ταυτότητάς της. Και αυτό το ζήτημα θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο

ιδιαίτερης διερεύνησης.

43. Τάσεις αλλαγής του κομματικού συστήματος στη χώρα προς την

κατεύθυνση του διπολισμού είχαν διαπιστωθεί και τα προηγούμενα χρόνια, με

την εμφάνιση κατά καιρούς νέων πολιτικών μορφωμάτων που προέρχονταν

από τα δύο μεγάλα κόμματα (ΔΗΑΝΑ, Πολιτική Ανοιξη, ΔΗΚΚΙ, ΚΕΠ). Ωστόσο,

για διάφορους λόγους, με κυριότερους ίσως τη σημαντική συμβολή του

δικομματισμού στην επίτευξη ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης προς όφελος του

κεφαλαίου, τα τελευταία 15 χρόνια (οπότε η επίδοση του δικομματισμού

θεωρούνταν αρκούντως ικανοποιητική από το κεφάλαιο, και την απουσία

ανάλογης αστικής πολιτικής εμπειρίας και εγχειρήματος για πολύ μεγάλο

χρονικό διάστημα -και σε συνδυασμό πάντα με τη μόνιμη ανάγκη

αντιμετώπισης ενός ισχυρού και επαναστατικά προσανατολισμένου

Κομμουνιστικού Κόμματος, του οποίου η ύπαρξη και δράση αποτελεί επίσης

παράγοντα που επιδρά στη διαμόρφωση του αστικού πολιτικού συστήματος

στη χώρα-, η ενδεχόμενη πολυδιάσπαση του υφιστάμενου αστικού κομματικού

συστήματος προς την κατεύθυνση του διπολισμού αντιμετωπίζεται με

σκεπτικισμό και με ενδοιασμούς από σημαντικό μέρος των αστικών

κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων και στα δύο μεγάλα αστικά κόμματα

(απαξιωτικές αναφορές για τα «σενάρια ιταλοποίησης» της ελληνικής πολιτικής

ζωής κλπ.). Το μέλλον θα δείξει. Ωστόσο, είναι σαφές ότι, παρά τις υφιστάμενες

αντιθέσεις και διαφωνίες και τον εκρηκτικό χαρακτήρα που μπορούν

ενδεχομένως να πάρουν σε συνάρτηση με τις συγκυρίες, μια πιθανή κίνηση προς

Page 74: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

74

το διπολισμό θα συνοδεύεται και από μια σχετική προσεκτική και μελετημένη

προπαρασκευή του εδάφους από τις αστικές δυνάμεις, που ήδη έχει αρχίσει να

γίνεται άλλωστε.

Page 75: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

75

Πίνακας περιεχομένων ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ: .............................................................................................................. 1

ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΓΚΛΙΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΑΣΤΙΚΟ ΡΕΦΟΡΜΙΣΜΟ ................................................... 1

ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ .................................................................................................................................. 1

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ............................................................................................................................. 2

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ........................................................................... 4

ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ................................................................................................... 4

Α. ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΔΙΟ 1889 - 1914: ............................................................................................ 6

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΣΤΑΣΗ ΣΤΟΝ ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗ

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ .................................................................................................................................. 6

Β. ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΔΙΟ 1918 - 1940: ...................................................................................... 10

ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΡΕΦΟΡΜΙΣΜΟ ΚΑΙ

ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ...................................................... 10

Γ. ΤΡΙΤΟ ΣΤΑΔΙΟ 1945 - 197512:........................................................................................ 14

ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΡΕΦΟΡΜΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΑΣΤΙΚΟ ΡΕΦΟΡΜΙΣΜΟ .................... 14

ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ............................................................................................................ 14

Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ..................................................... 20

ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ″ΝΕΑ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ″ ............................ 29

Η ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ .................................................................................................... 39

ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ......................................................................................................... 39

ΣΥΝΟΨΗ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ................................................................................................ 48

ΣHMEIΩΣEIΣ: ......................................................................................................................... 54

Page 76: Σοσιαλδημοκρατία - Από τη σύγκλιση με τον αστικό ρεφορμισμό στην κρίση

76