Download - Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

Transcript
Page 1: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

20

Ὁ ἐθνομάρτυρας Χρυσόστομος, ὡς Μητροπολίτης Σμύρνης

Page 2: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

ἀφιέρωμα

21

Χρυσόστομος Σμύρνηςἡ ἀποσιωπημένη θυσία

Ὁ στρατός μας εἶχε φύγει· κι ὁ Πλα-στήρας. Ἡ Σμύρνη ἦταν ἀνυπεράσπιστη στὰ χέρια τῶν Τούρκων. Κι ὅμως δὲν τολμοῦσαν νὰ τὴν πειράξουν. Δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ τολμήσουν ὅσο ζοῦσε ἕνας ἄνθρωπος. Δὲν κρατοῦσε στὰ χέρια του τὴ στραταρχικὴ ράβδο· οὔτε ἦταν ζωσμέ-νος μὲ φυσεκλίκια. Τὰ ράσα ἀνέμιζαν στὸ στῆθος του καὶ ἡ ποιμαντορικὴ ράβδος ἦταν τὸ ὅπλο του. Ἦταν ὁ Χρυσόστομος Σμύρνης. Σαράντα χρόνια θρηνεῖ ἡ Φυλή μας τὸ μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ ἱεράρχη· σαράντα χρόνια κι ἡ ἀνάμνηση τῆς ὑπέ-ροχης αὐτοθυσίας του, ἑνὸς μαρτυρικοῦ τέλους, ποὺ μόνο ὁ Χρυσόστομος μποροῦσε νὰ ὑπομείνει, δὲν ἀφήνει τὴν πληγὴ νὰ κλείσει, τὴ λήθη νὰ σβήσει τὸ παρελθόν. Ὁ Χρυσόστομος ἦταν ὁ Παλαιολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας κι ἀκόμη πιὸ μεγάλος. Ὁ τελευταῖος τῆς στρατιᾶς τοῦ μαχόμενου Κλήρου μας· κι ἔπεσε στὶς ἐπάλξεις – στὴν πύλη τοῦ Ρωμανοῦ.

Γιάννης Καψῆς

Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Χαμένες Πατρίδες», ἐκδ. Α. Α. Λιβάνη

Ὁ ἱερομάρτυρας Χρυσόστομος Σμύρνης

Page 3: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

22

Τὸ Πανελλήνιον τιμᾶ, ὡς γνωστόν, τὸν ἀοίδιμον Μη-τροπολίτην Σμύρνης Χρυσόστομον (Καλαφάτην) ὡς γενναῖον καὶ ἡρωικὸν ἐθνομάρτυρα, ἀνασκολοπι-

σθέντα ὑπὸ τοῦ τουρκικοῦ ὄχλου τὴν 27ην Αὐγούστου τοῦ ἔτους 1922, ἐν ταῖς ἡμέραις τῆς Μικρασιατικῆς κατα-στροφῆς. Τὴν θυσίαν του ἐσχολίασε μετὰ θαυμασμοῦ καὶ ὁ διεθνὴς Τύπος. Καὶ τὸ ὄνομά του προφέρεται εὐλαβῶς ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τῆς Ἑλλάδος.

Ἐνωρίτατα, ἤδη ἀπὸ τοῦ ἑπομένου ἔτους τοῦ μαρτυρί-ου του, κατὰ Μάρτιον τοῦ 1923, μὲ πρωτο-βουλίαν τοῦ Πατριαρ-χείου Ἀλεξανδρείας, ἐπροτάθη καὶ εἰς τὰς ἄλλας Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας ἡ κατάτα-ξις αὐτοῦ εἰς τὴν χο-ρείαν τῶν μαρτύρων. Ὁ δὲ καθηγητὴς τῆς Θεολογίας Λεωνίδας Φιλιππίδης, γνωρίζων ἐκ τοῦ πλησίον τὸν Ἱεράρχην Χρυσόστο-μον, ὡς χρηματίσας ἰδιαίτερος γραμματεύς του, ὅτε ἦτο οὗτος κα-θηγητὴς τοῦ Διδασκα-λείου κ.ἄ. Σχολῶν τῆς Σμύρνης (1919-21) καὶ διετέλει παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ἐθνομάρτυρος, διηρμήνευσε «τὸν πατριωτικὸν παλμὸν καὶ τὴν χριστιανικὴν ἔξαρσιν» αὐτοῦ (Θ.Η.Ε. τ. 11, στ. 1093) καὶ δὲν ὤκνησε νὰ συνθέση δι’ αὐτὸν τὸ τροπάριον τοῦτο εἰς ἐξύμνησίν του (αὐτόθι τ. 12, στ. 417):

Μέγαν μάρτυρα ἡ Ἐκκλησία,μέγαν ἥρωα τὸ ἔθνος σύμπαντὸν τῆς Σμύρνης ὑμνοῦμεν Χρυσόστομον.Καὶ γὰρ γενναίως ἀθλήσας ὑπέμεινενὑπὲρ πατρίδος καὶ πίστεως θάνατον.Ἱεράρχου τὲ ὑπόδειγμα ἑαυτὸν ἀνέδειξετὸν στέφανον λαβὼν τὸν ἀμαράντινον.Ἔκτοτε ἀνδριάντες τοῦ Χρυσοστόμου ἔχουν στηθῆ καὶ

κοσμοῦν τὰς πόλεις τῆς Δράμας, τῶν Ἀθηνῶν (ὄπισθεν τοῦ μητροπολιτικοῦ ναοῦ) καὶ τῆς Νέας Σμύρνης· καὶ ὅπου

ἀλλαχοῦ προτομαὶ αὐτοῦ.Ἡμεῖς δὲ προσωπικῶς ἐπιμαρτυροῦμεν, ὅτι, προδια-

τελοῦντες Μητροπολίτης Ζιχνῶν – τμήματος ἄλλοτε τῆς εὐρείας Μητροπόλεως Δράμας, Φιλίππων καὶ Ζιχνῶν, τὴν ὁποίαν ἐποίμανεν ὁ ἀοίδιμος πρὸ τῆς εἰς Σμύρνην μεταθέ-σεώς του, εὕρομεν σχολεῖον ἱδρυθὲν ὑπ’ αὐτοῦ, λειτουρ-γοῦν εἰσέτι, καὶ ἐπεγράψαμεν ἐπὶ μαρμαρίνης ἐντοιχισθεί-σης πλακὸς τὰ εὔφημα περὶ αὐτοῦ, κατὰ τὰς ἑορτὰς τῆς 150ετηρίδος τῆς ἐθνικῆς ἡμῶν παλιγγενεσίας (1971), εἰς

μνημόσυνον αἰώνιον.Κατὰ καιροὺς ἐπα-

νήρχετο εἰς συζήτησιν, ὑπὸ ἁρμοδίων καὶ μή, τὸ ζήτημα τῆς ἀνακη-ρύξεως τῆς ἁγιότητος αὐτοῦ, τὸ ὁποῖον ἐν τούτοις δὲν ἐτελεσφό-ρησε μέχρι σήμερον, ἀναβαλλόμενον ἑκά-στοτε, ἵνα ὡριμάση, καὶ ὅπως ἐπέλθη τὸ πλή-ρωμα τοῦ χρόνου.

Ἤδη ἐνετάθησαν κινήσεις τινές, προω-θούμεναι καὶ ὑπὸ τῶν οἰκείων Μητροπο-λιτῶν, ἐν Ν. Σμύρνῃ, Κορίνθῳ καὶ Βόλῳ, καθ’ ὅσον γνωρίζομεν,

ἵνα εὐοδωθῆ ἡ «ἁγιοποίησις», ὡς κοινῶς λέγεται. Φαίνε-ται δέ, ὅτι τὴν εὐθύνην τῆς σχετικῆς ἀποφάσεως (θετικῆς ἢ ἀρνητικῆς) θὰ ἀπαιτηθῆ νὰ ἀναλάβη ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ὡς ἐγένετο καὶ ἄλλοτε διὰ τὴν συναρίθμησιν μετὰ τῶν ἁγίων τοῦ ἄλλου ἐθνομάρτυρος Γρηγορίου τοῦ Ε’, Πατριάρχου ΚΠόλεως, διότι τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρ-χεῖον δὲν δύναται νὰ πράξη τοῦτο, εὑρισκόμενον ἐντὸς τῆς Τουρκικῆς Ἐπικρατείας, ἵνα μὴ ὑπάρξουν ἐκεῖθεν δυσμενῆ δι’ αὐτὸ ἐπακόλουθα. Ὁσάκις δ’ ἐτέθη τὸ ζήτημα τοῦτο ἐνώπιον τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου – καὶ τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἐπιτροπῆς Νομοκανονικῶν ζητημάτων – διεφάνησαν τρεῖς ἀπόψεις διαφέρουσαι ἀλλήλων:

α) Ἡ δεχόμενη τὸ μαρτύριον τοῦ Ἱεράρχου ὡς ἀποφασι-στικὸν τεκμήριον τῆς ἁγιότητος αὐτοῦ, δεδομένου μάλιστα ὅτι ἑκουσίως παρεδόθη «ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγήν», μὴ

Μέγαν μάρτυρα ἡ Ἐκκλησία

Τοῦ Μακαριστοῦ Μητροπολίτου Πατρῶν κυροῦ Νικοδήμου

Οἱ ἐν Σμύρνῃ ἐθνοϊερομάρτυρες, οἱ ὑπὸ τῶν ὀθωμανῶν τελειωθέντες ἐν ἔτει 1922Εἰκόνα τοῦ ἁγιογράφου Ζαχαρία Καραφέρια

Τὸ παρὸν κείμενο ἀποτελεῖ τὴν εἰσήγηση τοῦ Μακαριστοῦ Μητροπολίτου Πατρῶν Νικοδήμου Βαλινδρᾶ πρὸς τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐλλάδος περὶ ἀναγνωρίσεως τοῦ Ἐθνομάρτυρος Μητροπολίτου Σμύρνης Χρυσοστόμου (Καλαφάτη) ὡς Ἱερομάρτυρος.

Page 4: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

23

στέρξας νὰ ἐγκαταλείψη, ὡς θὰ ἠδύνατο, τὴν Σμύρνην ἐν ὄψει τῆς βεβαίας θανατώσεώς του, ἀλλὰ «μᾶλλον ἑλόμε-νος συγκακουχεῖσθαι τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ», ὡς ὀφείλει νὰ πράττη ὁ καλὸς ποιμήν.

«Παράδοσις τοῦ ἑλληνικοῦ κλήρου, ἀλλὰ καὶ καθῆκον τοῦ καλοῦ ποιμένος, εἶναι νὰ παραμείνη μὲ τὸ ποίμνιόν του». Αὐτὴ ἦτο ἡ ἀπάντησίς του εἰς τὴν προταθεῖσαν «δι-ευκόλυνσιν» τῆς ἀσφαλοῦς ἀποχωρήσεώς του. Ἀπάντησις ὄντως ἁγίου, κατὰ τὴν α΄ ἄποψιν.

β) Ἡ δευτέρα ἄποψις, ἐνῷ συνομολογεῖ, ὅτι τὸ αἷμα τοῦ μαρτυρίου ἐξαγνίζει τὸν ἑκού-σιον μάρτυρα καὶ πολλὰ ἰσχύει ἐνώπιον Κυρίου, ἵνα ἐφελκύση τὴν χάριν καὶ τὸ ἔλεός Του εἰς δικαίωσιν τοῦ ἀδίκῳ θανάτῳ τελειωθέντος, διατηρεῖ ἐν τού-τοις καὶ ἐπιφυλάξεις. Θεωρεῖ, ὅτι «ἐπιφυλάσσονται» καὶ βα-ρύνουσι αὐτὸν καὶ περαιτέρω, ἐνδεχόμεναι ὑποχωρήσεις εἰς τὰ τῆς πίστεως «εἰς τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστει-λεν Ἰησοῦν Χριστόν» ὡς τὸν μό-νον Σωτῆρα καὶ Λυτρωτὴν τοῦ κόσμου, ὅπερ ἀρνοῦνται παρα-θρησκειακαὶ τινὲς ὀργανώσεις (ὡς ὁ τεκτονισμός, τὸν ὁποῖον ἐν τούτοις δὲν θὰ ἠδύνατο τὶς νὰ προσάψη μετὰ βεβαίων τεκμη-ρίων εἰς τὸν ἀοίδιμον, τοσούτῳ μᾶλλον καθ’ ὅσον μετὰ θάνατον εὐκόλως προσάπτονται τοιαῦται φῆμαι, χωρὶς νὰ ὑπάρχη κὰν δυ-νατότης διαψεύσεως ὑπὸ τοῦ ἀναιτίως πολλάκις δυσφη-μουμένου νεκροῦ).

γ) Τρίτη ἄποψις ἐκδέχεται, ὅτι ὁ φωτοστέφανος τοῦ ἐθνομάρτυρος, τὸν ὁποῖον ἀδιαμφισβητήτως φέρει ὁ Ἱεράρχης τῆς Σμύρνης, εἶναι περίλαμπρος. Καὶ δὲν εἶναι ἀπαραίτητον νὰ περιβληθῆ καὶ ὄνομα ἁγιότητος, ἐὰν καὶ ἐπ’ ἐλάχιστον πρόκειται νὰ διαμφισβητηθῆ αὕτη, ὁπότε θὰ ἀποβῆ εἰς μείωσιν τῆς αἴγλης καὶ τοῦ ἐθνομάρτυρος. Διὰ τοῦτο ὑποστηρίζεται, ὅτι εἶναι προτιμότερον νὰ μὴ τεθῆ, ἐπὶ τοῦ παρόντος τουλάχιστον, τὸ θέμα τῆς ἁγιότητος τοῦ ἀοιδίμου Χρυσοστόμου Σμύρνης. Ἐὰν δέ, προστίθεται, τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ καταξίωσις τοῦ ἐθνικοῦ ἐκεί-νου ἀνδρὸς καὶ ὡς ἁγίου, εἰς τὸ στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀσφαλῶς θὰ ὑπάρξουν ἐμφανῆ σημεῖα δι’ αὐτήν. Καὶ δέον νὰ ἀναμένωμεν νὰ ὡριμάση, «τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος», ἡ συνείδησις τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, εἰς ἀποδοχὴν καὶ ἐπίκλησιν καὶ ἀναγνώρισιν τοῦ νέου ἁγίου. Αὐτὴν τὴν

πρότασιν τῆς ἀναβολῆς καὶ ἀναμονῆς ὑποβάλλει καὶ ὁ Κα-θηγητὴς τῆς Πατρολογίας κ. Στυλ. Παπαδόπουλος.

Καὶ ταῦτα μὲν διὰ τὴν ἱστορίαν τοῦ ζητήματος. Πῶς ἔχει ὅμως ἡ ἐκκλησιολογικὴ καὶ γενικώτερον ἡ θεολογικὴ ὄψις αὐτοῦ;

Ἡ Ἐκκλησία, ὡς σῶμα Χριστοῦ, εἶναι γεγονός, ὅτι ἀκο-λουθεῖ πορείαν «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ’ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβὼν, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος» (Φιλιπ. β΄ 6-7). Καὶ ἔφθασε μέχρι

τοῦ Σταυροῦ, «γενόμενος ὑπή-κοος μέχρι θανάτου» (αὐτόθι 8). Καὶ εἰς τὴν κατὰ σάρκα γέννησιν αὐτοῦ καὶ εἰς τὸν ἐπὶ σταυροῦ θάνατόν Του ἡ ἄμετρος «ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» τοῦ Κυρί-ου ἔχει ἔντονον τὸ στοιχεῖον τῆς «κενώσεως». Συγκατέβη δηλ. τόσον πολὺ ἀπὸ τοῦ ὕψους τῆς θεότητάς του ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ἔγινε προσιτὸς ἄνθρωπος καὶ ἐξιλαστήριον θύμα διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν.

Κατὰ μίμησιν Αὐτοῦ καὶ ἡ Ὀρθόδοξος ἡμῶν Ἐκκλησία, «μᾶλλον ἑλομένη συγκακου-χεῖσθαι τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ» (Ἑβρ. ια΄ 25), δὲν ἀπηξίωσε νὰ προσλάβη καὶ ἐθνικὴν μορφὴν κατὰ τόπους, ἵνα «καὶ σχήματι εὑρεθεῖσα» ὡς ἐθνικὴ Ἐκκλη-σία – Μήτηρ καὶ Κιβωτὸς τοῦ Ἔθνους – θάλψη «τὰ νοσσία

ἑαυτῆς ὑπὸ τὰς πτέρυγας», καλύπτουσα ἐθναρχικῶς εἰς τὰς κρίσιμους περιστάσεις καὶ συντρέχουσα παντοιοτρόπως τοὺς ἐθνικοὺς ἀγωνιστὰς καὶ τοὺς ἱεροὺς αὐτῶν ἀγῶνας.

Δὲν εἶναι αὐτὸ βεβαίως ἡ κυρία ἀποστολὴ τῆς Ἐκκλη-σίας. Τὸ κατ’ ἐξοχὴν ἔργον της εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ σωτηρία τοῦ λαοῦ της. Δὲν ἠγνόησεν ὅμως ποτὲ καὶ τὴν ἐθνικὴν αὐτοῦ περιφρούρησιν καὶ προστασίαν. Καὶ χάριν αὐτῆς «ἐκένωσεν ἑαυτήν». «Συνεκακουχήθη» μετὰ τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ὡς νέος ἀπὸ Θεοῦ ὡρισμένος Μωϋσῆς. Καὶ οἱ θε-οπρόβλητοι, ὡς φημίζονται, Ἱεράρχαι καὶ ποιμένες αὐτῆς πλειστάκις «ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον... ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι... ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς», εἰς τοὺς ἐθνικοὺς ἀγῶνας καὶ πίπτοντες ἐπὶ τῶν ἐπάλξεων ὡς ὁ πολὺς Χρυσόστομος Σμύρνης (πρβλ. ἡμετέραν μελέτην· «Ἐκκλησία κρατικὴ καὶ ἐθνική», Ἀνάτυπον ΙΣΤ’ Τόμου «Πελοποννησιακῶν»).

Ὁ ἱερομάρτυς Χρυσόστομος καὶ ἄλλοι μαρτυρήσαντες ἐπίσκοποι τῆς Μικρασιατικῆς Καταστροφῆς

«Ζητῶ Σταυρόν, μεγάλον Σταυρόν,ἐπὶ τοῦ ὁποίου θὰ δοκιμάσω

τὴν εὐχαρίστησιν καθηλούμενος καὶ μὴ ἔχων τί νὰ δώσω

πρὸς σωτηρίαν τῆς ἡμετέρας λατρευτῆς πατρίδος

νὰ δώσω τὸ αἷμά μου.Οὕτως ἐννοῶ τὸ ἐπ’ ἐμοὶ τὴν ζωὴν

καὶ τὴν ἀρχιερωσύνην».

Page 5: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

24

Εἰς τὴν ἄποψιν αὐτὴν εἶναι ὑποχρεωμένοι νὰ σταθοῦν καὶ νὰ προβληματισθοῦν καὶ οἱ ἔχοντες ἄλλας τινὰς ἐπιφυ-λάξεις περὶ τοῦ χαρακτηρισμοῦ τοῦ Χρυσοστόμου καὶ ὡς ἱερομάρτυρος παραλλήλως πρὸς τὴν γενικὴν ἀναγνώρι-σιν αὐτοῦ ὡς ἐθνομάρτυρος. Οὕτως ὁ Καθηγητὴς κ. Στυλ. Παπαδόπουλος γράφει ὅτι: «Ἡ Ἐκκλησία... τὸν τιμᾶ καὶ καυχᾶται γιὰ τὸ μεγάλο της τέκνο... Τὸν θεωρεῖ περγαμη-νή της πρώτου μεγέθους, μὲ τὴν ὁποία δείχνει πῶς κενώ-νεται, πῶς τήκεται ἡ Ἐκκλησία γιὰ τὸ Ἔθνος, τὸν Ἑλληνισμό· πὼς φθάνει γι’ αὐτὸν μέχρι τὸ μαρτύριο» (βλ. τὸ ὑποβληθὲν ὑπόμνημα πρὸς τὴν Δ.Ι.Σ.).

Ἡ Ἐκκλησία λοιπὸν – τὴν «κένωσιν» τῆς ὁποίας αὐτολε-ξεὶ ὁμολογεῖ ὁ κ. Καθηγητής– ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ ἐθνομάρτυ-ρος λειτουργοῦ της – «κενώνε-ται... τήκεται... φθάνει μέχρι τὸ μαρτύριο» χάριν τοῦ Ἔθνους. Καὶ θὰ εἴπη εἰς τὴν συνέχειαν διὰ τὸν Χρυσόστομον·

«α) ὅσο καὶ ἂν συγκέντρω-σε τὴ δράση του στὰ ἐθνικὰ θέ-ματα, δὲν ἔπαψε νὰ εἶναι βαθιὰ συνειδητοποιημένος ὀρθόδοξος ἀρχιερέας.

β) κατὰ παράδοση στοὺς ὀρθοδόξους κληρικούς, καὶ μάλιστα στοὺς Ἕλληνες, ἡ χριστιανικὴ συνείδησή τους εἶναι στενὰ συνδεδεμένη μὲ τὴν ἐθνική τους συνείδηση» (ὑπο-γραμμίσεις ἡμέτεραι).

γ) στὶς ὧρες τοῦ μαρτυρίου τοῦ ἀοιδίμου Χρυσοστόμου δὲν ἔχουμε ὀρθόδοξους αὐτήκοους νὰ διασώσουν κά-ποιους διαλόγους μὲ τοὺς βασανιστές» [ἐκ τῶν ὁποίων, προσθέτομεν ἡμεῖς, θὰ ἦτο δυνατὸν νὰ προκύπτη κατα-φανὴς μαρτυρία Χριστοῦ, πιθανωτάτη διὰ τοιούτου ἠθικοῦ ἀναστήματος ἀρχιερέα].

Ἄλλωστε εἰς τοιαύτας ὥρας ὁ προπηλακιζόμενος καὶ κατακρεουργούμενος ἀρχιερεὺς γνωρίζει, ὅτι πάσχει διὰ τὸ συναμφότερον· «γιὰ τοῦ Χριστοῦ τὴν πίστη τὴν ἁγία καὶ τῆς Πατρίδος τὴν ἐλευθερία». Καὶ πίνει τὸ ποτήριον «πλῆρες κεράσματος» (Ψαλ. οδ΄ 9), κράματος δηλ. συγκειμένου ἐξ ἀναμείκτων ἐκκλησιαστικῶν καὶ ἐθνικῶν εὐθυνῶν καὶ συνεπειῶν.

Ἐλάχιστα τινὰ θὰ προσθέσωμεν περὶ τοῦ ἐκκλησιαστι-κοῦ φρονήματος τοῦ ἀνδρός.

Ὁ ἴδιος βεβαιώνει, ὅτι εἰς τὴν Θεολογικὴν Σχολὴν τῆς Χάλκης «ἐποτίσθη τὸ ἄδολον γάλα τῆς θεοσέβειας καὶ τὸν γλυκὺν χυμὸν τῆς γνώσεως». Ἀριστεύσας δ’ ἐν τῇ Σχολῇ ταύτῃ ἀνεκηρύχθη «διδάσκαλος τῆς ὀρθοδόξου Χριστια-νικῆς Θεολογίας».

Ἡ ἐναίσιμος διατριβή του εἶχεν ὡς θέμα τὸν «Προτε-σταντῶν ἔλεγχον». Εἰς αὐτὴν βεβαίως ὑποστηρίζει σθε-ναρῶς τὴν ὀρθόδοξον πίστιν καὶ ὁμολογίαν. Μετὰ τὴν

χειροτονίαν του ὡς Μητρο-πολίτου Δράμας ὡμολόγη-σε προφητικῶς ἐνώπιον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἰω-ακεὶμ Γ΄ ὅτι· «Ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ θὰ ὑπη-ρετήσω τὴν Ἐκκλησίαν καὶ τὸ Γένος, καὶ ἡ μίτρα, τὴν ὁποίαν αἱ ἅγιαι χεῖρές σου ἐναπέθεσαν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς μου, ἐὰν πέ-πρωται νὰ ἀπολέση ποτὲ τὴν λαμπηδόνα τῶν λίθων της, θὰ μεταβληθῆ εἰς ἀκάνθινον στέ-φανον μάρτυρος ἱεράρχου». Ὡς καὶ ἐγένετο.

Καὶ ὅταν ἄκοντα τὸν ἀπε-μάκρυναν ἐκ Δράμας, ἔγραψε πρὸς τὸν Ἕλληνα πρόξενον τῆς ΚΠόλεως· «Ἐν περιπτώσει μεταθέσεώς μου ἐκ Δράμας ἐνεργήσατε νὰ μετατεθῶ εἰς Ἀδριανούπολιν, ὅπως δυνηθῶ ν’ ἀγωνισθῶ ἐκ νέου εἰς τὴν πρώτην γραμμὴν τοῦ πυρός· καὶ ἐν ᾗ περιπτώσει ἤθελον πέ-σει, νὰ πέσω ὡς ἀετός, καὶ οὐχὶ νὰ ἀποθάνω ἀδρανῶν εἴς τινα ὀρνιθῶνα τῆς Ἀνατολῆς. Ζητῶ

Σταυρόν, μεγάλον Σταυρόν, ἐπὶ τοῦ ὁποίου θὰ δοκιμάσω τὴν εὐχαρίστησιν καθηλούμενος καὶ μὴ ἔχων τί νὰ δώσω πρὸς σωτηρίαν τῆς ἡμετέρας λατρευτῆς πατρίδος νὰ δώσω τὸ αἷμά μου. Οὕτως ἐννοῶ τὸ ἐπ’ ἐμοὶ τὴν ζωὴν καὶ τὴν ἀρχιερωσύνην».

Τινὲς ὑπογραμμίζουν τὸ «λατρευτῆς πατρίδος» ὡς μο-νομερὲς δῆθεν κίνητρον τῆς θυσίας του. Ἀλλ’ ὁ ζητῶν νὰ καθηλωθῆ ἐπὶ «Σταυροῦ, μεγάλου Σταυροῦ» ὁμιλεῖ τὴν γλώσσαν τῆς πίστεως.

Διερωτώμεθα· τί θὰ ἔλεγον, οἱ οὕτω σταθμίζοντες τὰ πράγματα, ἐν ὄψει τῶν λόγων τοῦ Ἀπ. Παύλου· «ηὐχό-μην γὰρ αὐτὸς ἀνάθεμα εἶναι ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν μου, τῶν συγγενῶν μου κατὰ σάρκα, οἵτινες εἰσιν Ἰσραηλίται...»; (Ρωμ. θ΄ 3-4). Θὰ διέβλεπον μήπως καὶ ἐδῶ

«Ἡμεῖς εἴμεθα οἱ σπείροντεςκαὶ εἰς ἡμᾶς ἔλαχεν ὁ κλῆρος

νὰ καθαρίσωμεν τὸ ἔδαφος τῶν ἀκανθῶν

καὶ νὰ ὑποφέρωμεν τοὺς κόπους τῆς σπορᾶς

καὶ διὰ τῶν δακρύωννὰ ποτίσωμεν τὰ σπέρματα...»

Ὁ ἅγιος Πολύκαρπος, πρῶτος Ἐπίσκοπος ΣμύρνηςΤοιχογραφία τοῦ Σπυρίδωνος Βαλσαμῆ

Ἀπό

τοι

χογρ

αφία

τῆς

συ

νοδε

ίας

τῶ

ν Π

αχω

μαίω

ν.

Page 6: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

25

μονομέρειαν; Καὶ θὰ κατελόγιζον εἰς τὸν Παῦλον, ὅτι τὸ ἐνδιαφέρον διὰ τὴν πατρίδα καὶ τοὺς ὁμοεθνεῖς του ἐβάρυ-νεν εἰς τὴν συνείδησίν του περισσότερον ἀπὸ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ, ὥστε νὰ θυσιάζη τὸν ἑαυτόν του – τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρίαν του – χάριν ἐκείνων καὶ μόνον;

Αἱ δύο ἀγάπαι, τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Πατρίδος, οὐδὲν ἀποκλείει εἰς τὰς τοιαύτας περιπτώσεις νὰ ἰσχύωσι παραλ-λήλως. Καὶ θὰ εἶναι ἐξεζητημένη ἡ ὀξεία μεταξὺ αὐτῶν διάκρισις ἢ ἡ ἀπαίτησις τῆς ρητῆς καὶ δεδηλωμένης συ-ζεύξεως αὐτῶν. Τὸ ἀντίθετον θὰ προέδιδεν ἀσυνέπειαν· «ὁ γὰρ μὴ ἀγαπῶν τὸν ἀδελφὸν ὃν ἑώ-ρακε, τὸν Θεὸν ὃν οὐχ ἑώρακε πῶς δύναται ἀγαπᾶν; Καὶ ταύτην τὴν ἐντολὴν ἔχομεν ἀπ’ αὐτοῦ, ἵνα ὁ ἀγαπῶν τὸν Θεὸν ἀγαπᾷ καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ» (Α΄ Ἰω. δ΄ 20-21).

Κατὰ τὸν ἀποχαιρετιστήριον λόγον του ἔλεγε πρὸς τὸν λαὸν τῆς Δράμας εἰς τὸν μητροπολι-τικὸν ναὸν τῆς πόλεως τὰ ἑξῆς χαρακτηριστικὰ λόγια:

«...Ἡ ψυχή μου θὰ μείνη ἐντειχισμένη εἰς τὸ ἱερὸν τοῦτο τέμενος, ἀπὸ τὸ ὁποῖον, ὡς ἀπὸ ἀείρροον πηγήν, θὰ ἀντλῆται τὸ θάρρος, τὴν καρτερίαν καὶ τὴν πίστιν. Ἀγάλλομαι αἰσθανόμε-νος τὴν ὥραν αὐτὴν ὅτι ποιμὴν καὶ ποίμνιον ἀποτελοῦμεν μίαν ἀκατάβλητον, ἀδιαίρετον καὶ ἀδιαχώρητον χριστιανικὴν ψυχὴν δεομένην τῷ Ὑψίστῳ».

Καὶ εἰς ἐπιστολήν του πρὸς τὸ ποίμνιον γράφει μεταξὺ ἄλλων· «Θὰ βαδίσωμεν, ὅπου ἂν ὁ δάκτυλος τῆς Θείας Προνοίας μᾶς ὁδηγήση. Ἡμεῖς εἴμεθα οἱ σπείροντες καὶ εἰς ἡμᾶς ἔλαχεν ὁ κλῆρος νὰ καθαρί-σωμεν τὸ ἔδαφος τῶν ἀκανθῶν καὶ νὰ ὑποφέρωμεν τοὺς κόπους τῆς σπορᾶς καὶ διὰ τῶν δακρύων νὰ ποτίσωμεν τὰ σπέρματα...».

Πρὸς δὲ τὸν σμυρναϊκὸν λαόν, ἀναγγέλλων τὴν ἐκλο-γήν του ὡς Μητροπολίτου Σμύρνης, ἐτηλεγράφησε· «Περι-πτυσσόμενοι πάγκαλον μαρτυρικὴν Σμυρναίων Ἐκκλησίαν, φαεινὸν ἀστέρα Ἀποκαλύψεως, εὐαγγελιζόμεθα πᾶσιν ὑμῖν χαράν, πέμποντες ἀρχιερατικὴν εὐλογίαν... Πληρώσατε μέ-τρον ἡμετέραν χαρὰν εἰρηνεύοντες μετ’ ἀλλήλων, τὰ τοῦ Χριστοῦ φρονοῦντες».

Ἰδοὺ ὅμως καὶ τὸ κύκνειον ἄσμα του, χριστιανικώτα-τον. Γονυπετὴς πρὸ τοῦ Ἐσταυρωμένου, εἰς τὸ ἱερὸν Βῆμα

τοῦ ναοῦ τῆς ἁγίας Φωτεινῆς Σμύρνης, αἰσθάνεται ρίγος ἐνῷ προσεύχεται ὑπὲρ τῶν ἰδίων ἁμαρτημάτων καὶ τῶν τοῦ λαοῦ. Καὶ ἐγειρόμενος λέγει πρὸς τοὺς ἐκκλησιαζο-μένους – εἶναι ἡ τελευταία λειτουργία του· τὸ βράδυ θὰ τὸν συλλάβουν – : «Ἡ Θεία Πρόνοια δοκιμάζει τὴν πίστιν μας καὶ τὸ θάρρος μας καὶ τὴν ὑπομονήν μας τὴν ὥραν αὐτήν. Εἰς τὰς τρικυμίας ἀναφαίνεται ὁ καλὸς ναυτικὸς καὶ εἰς τὰς δοκιμασίας ὁ καλὸς χριστιανός. Προσεύχεσθε καὶ θὰ παρέλθη τὸ ποτήριον τοῦτο... Θαρρεῖτε ὡς ἐμπρέπει εἰς

καλοὺς χριστιανούς» (τὰ ὡς ἄνω ἀποσπάσματα ὁμιλιῶν καὶ ρήσε-ών του βλ. εἰς Θ. Η. Ἐγκυκλοπαι-δείαν, τ. 11, στ. 411-417).

Τὰ ρήματα ταῦτα δὲν προσιδι-άζουν εἰς κοινοὺς φιλοπάτριδας, ἀλλ’ ἐκπορεύονται ἐκ χειλέων πιστῶν, ἡγνισμένων καὶ ἁγίων. Καὶ μαρτυροῦν φρόνημα, ὕφος καὶ ἦθος ἐκκλησιαστικόν.

Ἡ ἀπάντησις εἰς τὰ ἐρωτήματα προκύπτει ἐκ τῆς θέσεως (τῆς κα-νονικῆς ἐξουσίας, καὶ πρωτίστως τῆς ἀποστολικότητος) τοῦ ἐπισκο-πάτου ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ.

Δεδομένου δ’ ὅτι τὸ ζήτημα τοῦτο πολλάκις ἔχει ἀνακινηθῆ καὶ κατὰ καιροὺς ἀναφαίνεται εἰς τὸ προσκήνιον, σήμερον δὲ προ-βάλλεται πολλαχόθεν ὡς αἴτημα, καὶ δὴ καὶ καλλιεργεῖται ὑπὸ Ἱε-ραρχῶν κατὰ τόπους, ἡ Ἱερὰ Σύνοδος, ἀξιολογοῦσα τὴν ἀνα-κίνησιν ὡς ἔνδειξιν συναινέσεως ἱκανοῦ μέρους τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας καὶ σταθμίζουσα

τὰ πράγματα ὑπὸ τὴν προοπτικὴν τῆς ἀνεπιφυλάκτου ἀποδοχῆς τοῦ αἰτήματος ἐκ μέρους τοῦ πιστοῦ λαοῦ (αἱ ἑξαιρέσεις δὲν προβλέπονται ἀξιόλογοι), θὰ ἠδύναντο νὰ τὸ περιβάλη διὰ τῆς ἐγκρίσεως καὶ εὐλογίας Αὐτῆς, ἐκδί-δουσα τὴν σχετικὴν Πράξιν καὶ ἀπευθύνουσα πρὸς τὸν λαὸν καὶ πρὸς τὰς λοιπὰς ὁμοδόξους Ἐκκλησίας συναφῆ διακήρυξιν.

† Ὁ Πατρῶν ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ

Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἀσματικὴ Ἀκολουθία, τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Χρυσοστόμου Μητροπολίτου Σμύρνης († 1922)»,

ἐκδ. Ἀποστολικὴ Διακονία.

«Ἡ Θεία Πρόνοια δοκιμάζει τὴν πίστιν μας καὶ τὸ θάρρος μας

καὶ τὴν ὑπομονήν μας τὴν ὥραν αὐτήν. Εἰς τὰς τρικυμίας

ἀναφαίνεται ὁ καλὸς ναυτικὸςκαὶ εἰς τὰς δοκιμασίας

ὁ καλὸς χριστιανός. Προσεύχεσθε καὶ θὰ παρέλθη

τὸ ποτήριον τοῦτο... » Ἀπό

τοι

χογρ

αφία

τῆς

συ

νοδε

ίας

τῶ

ν Π

αχω

μαίω

ν.

Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ΣμύρνηςΤοιχογραφία τοῦ Σπυρίδωνος Βαλσαμῆ

Page 7: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

26

Τοῦ Ἀρχιποίμενος Χριστοῦ μαθητὴς καὶ μιμητὴς ἀνε-δείχθη «ὁ συναριθμούμενος τοῖς ἀπ’ αἰῶνος ἁγίοις καὶ μάρτυσι τῆς Ἐκκλησίας»1 Μητροπολίτης Σμύρ-

νης Χ ρ υ σ ό σ τ ο μ ο ς Καλαφάτης (1922).Ἡ πολυεδρικὴ αὐτοῦ προσωπικότης, ἡ λάμψις τῆς

ἁγίας καὶ ἐναρέτου αὐτοῦ πολιτείας καὶ τὸ πολυμερὲς καὶ πρωτότυπον ἐκκλησιαστικόν, φιλανθρωπικόν, κοι-νωνικόν, ἐπιστημονικὸν καὶ ἐθνικὸν αὐτοῦ ἔργον γεν-νοῦν εἰς τὰς τάξεις τοῦ πληρώματος τῆς Ἁγιωτάτης ἡμῶν Ἐκκλησίας τὸ θάμβος καὶ τὴν ἔκπληξιν καὶ εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους τὴν εὐγνωμοσύνην καὶ τὸν θαυ-μασμὸν καὶ ἀποβαίνουν ἀντικεί-μενον διεξοδικῆς μελέτης ἀπὸ εἰδικοὺς ἐρευνητάς.

Καὶ ὡς ἐκκλησιαστικὸς ποιμὴν καὶ ὡς ἐθνικὸς ἀνὴρ ὁ νέος οὗτος τῆς Ἐκκλησίας ἱε-ρομάρτυς ἦτο ἀστείρευτος δε-ξαμενὴ δυνάμεως, ἄσβεστος φλὸξ θερμουργοῦ πίστεως, ὑπερκόσμιος λάμψις ἀγαθω-σύνης, πυρὰ ἀγάπης δυνατή, ἀκτὶς ζωογόνου χαρᾶς, ὑετὸς χάριτος, γλυκεία αὔρα τοῦ Ἁγί-ου Πνεύματος. Ἡ παρουσία του ἐν μέσῳ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ ἔφε-ρεν εἰς τὸν νοῦν πάντων τὴν εἰκόνα ὁρμητικοῦ ποταμοῦ ἢ ἀγωνιστικοῦ στίβου, διότι ἐντός της ἡ μαρτυρικὴ ἐκείνη μορφὴ ἐνέκλειεν ἀντοχήν, δύναμιν καὶ δημιουργίαν.

Εἰς στιγμὰς κρισίμους τοῦ Ἔθνους καὶ εἰς χρόνους τῆς Ἐκκλησίας δυσχερεῖς ὑπῆρξεν ἀπόστολος τῆς χριστιανικῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ἐμψυχωτὴς τοῦ χειμαζομένου καὶ ἀγωνιζομένου λαοῦ· δι’ ὅλης δὲ τῆς πολυσχι-δοῦς αὐτοῦ δράσεως, κατ’ ἐξοχὴν δὲ διὰ τοῦ ἁγίου καὶ ἐνδόξου αὐτοῦ μαρτυρίου ἐπεσφράγισε τὴν ἀξίαν τῆς ἀμωμήτου ἡμῶν Πίστεως καὶ τὸ μεγαλεῖον τῆς Πατρίδος καὶ ὑψώθη δικαίως εἰς τὴν συνείδησιν τοῦ λαοῦ τοῦ Κυ-ρίου εἰς ἅγιον καὶ ἔνδοξον ἱερομάρτυρα τῆς Ἐκκλησίας καὶ εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ Ἑλληνισμοῦ εἰς ἡρωϊκὸν καὶ περί-δοξον ἐθνομάρτυρα.

Περιεβλήθη τὸν φωτοστέφανον τοῦ ἱερομάρτυρος καὶ ἐθνομάρτυρος «ὁ ἄγγελος τῆς ἐν Σμύρνῃ Ἐκκλησίας»2, καθ’ ὅσον «γενναίως ἀθλήσας ὑπέμεινεν ὑπὲρ Πατρίδος

καὶ Πίστεως θάνατον»3, ὅπως ἀκριβῶς οἱ μάρτυρες τῆς πίστεως, οἵτινες προσηνέχθησαν τῷ Κυρίῳ «ἱερεῖα ἔμψυ-χα, ὁλοκαυτώματα λογικά»4, προκειμένου νὰ στερεωθῆ τὸ οἰκοδόμημα τῆς Ἐκκλησίας.

Ἀλλὰ καὶ οἱ σὺν αὐτῷ ἀναιρεθέντες συναθληταὶ Ἱεράρ-χαι Γρ η γ ό ρ ι ο ς ἐπίσκοπος Κυδωνιῶν, Ἀ μ β ρ ό σ ι ο ς ἐπίσκοπος Μοσχονησίων, Π ρ ο κ ό π ι ο ς ἐπίσκοπος Ἰκο-νίου καὶ Ε ὐ θ ύ μ ι ο ς ἐπίσκοπος Ζήλων, ὡς καὶ τὸ πλῆθος τῶν ἱερέων, ἱερομόναχων, μοναχῶν καὶ μοναζουσῶν καὶ πάντων τῶν ἀπὸ τοῦ πιστοῦ καὶ ὀρθοδόξου λαοῦ θυμά-των τοῦ Μικρασιατικοῦ ὁλοκαυτώματος τοῦ ἔτους 1922

καὶ οὗτοι γενναίως «ὑπομείναντες τὸν πειρασμὸν ...ἔλαβον τὸν στέ-φανον τῆς ζωῆς, ὃν ἐπηγγείλατο Κύριος τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν»5.

Διὸ καὶ ἀπὸ τῆς ἑπομένης τῆς ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος προ-σενεχθείσης ἀμώμου θυσίας τού-των, ἡ καθολικὴ τῆς Ἐκκλησίας συνείδησις – ἔσχατον κριτήριον τῆς ἀληθείας καὶ τῆς πίστεως ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ ἡμῶν Ἐκκλησίᾳ – φερομένη εἰς τὰς καρδίας καὶ ἐκφραζόμενη διὰ τῶν χειλέων πολλῶν ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ Κλήρου καὶ τοῦ φιλοθέου λαοῦ ἐζήτει τὴν ἀναγνώρισιν καὶ κατάταξιν εἰς τὴν χορείαν τῶν ἁγίων μαρτύρων πάντων τῶν ἐν ἔτει 1922 κατὰ τὴν θλῖψιν τὴν Μεγάλην ἐν Μικρασίᾳ διὰ τὴν ἀμώμητον ἡμῶν ὀρθόδο-ξον πίστιν μαρτυρησάντων.

Οὕτω τὸ Πατριαρχεῖον Ἀλε-ξανδρείας πρῶτον, ἀποδιδὸν τὴν ὀφειλομένην τιμὴν πρὸς τὸν ἐθνομάρτυρα Σμύρνης Χ ρ υ σ ό -σ τ ο μ ο ν , ὑπέβαλε κατὰ μήνα Μάρτιον τοῦ ἔτους 1923 πρότα-σιν καὶ εἰς τὰς ἄλλας Ὀρθοδόξους

Ἐκκλησίας διὰ τὴν κατάταξιν αὐτοῦ μεταξὺ τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως. Ἐν συνεχείᾳ, δι’ αἰτήσεων καὶ ἐκθέσεων κατὰ καιροὺς πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν, Μικρασιατικὰ Σωματεῖα καὶ ἐπιζῶντες αὐτόπται μάρτυρες τοῦ μαρτυρίου ἐζήτουν ἐπί-σης τὴν ἀνακήρυξιν τῶν μορφῶν ἐκείνων ὡς ἁγίων. Κατ’ ἐξοχὴν ὅμως εἰς τοὺς ἐσχάτους χρόνους, ὁπότε καὶ τὸ ζήτημα ὡρίμασε, ἐνετάθη κίνησις διὰ τὴν ἀναγνώρισιν τῆς ἁγιότητος τῶν ὡς ἄνω νέων μαρτύρων τροφοδοτηθεῖσα κυρίως ὑπὸ Ἀρχιερέων τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, ὅπως τῶν Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτῶν Φλωρίνης κ. Αὐγου-

Ὁ ἄγγελος τῆς ἐν Σμύρνῃ Ἐκκλησίας

Τοῦ Μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νέας Σμύρνης κυροῦ Ἀγαθαγγέλου

Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ὡς Ἀρχιμανδρίτης

Page 8: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

27

στίνου (1988), Νέας Σμύρνης κ. Ἀγαθαγγέλου (1988), Κο-ρινθίας κ. Παντελεήμονος, Δημητριάδος κ. Χριστοδούλου, Καλαβρύτων καὶ Αἰγιαλείας κ. Ἀμβροσίου κ.ἄ.

Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἐν ἁγίῳ Πνεύματι συνελθοῦσα εἰς τακτικὴν αὐτῆς συνεδρίαν ὑπὸ τὴν προεδρίαν τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Σ ε ρ α φ ε ὶ μ τὴν 4ην τοῦ μηνὸς Νοεμβρίου τοῦ σωτηρίου ἔτους 1992, τῇ ὀρθο-δόξῳ παραδόσει κατακολουθοῦσα καὶ ὑπ’ ὄψει λαβοῦσα ἐμπεριστατωμένην εἰσήγησιν τοῦ Σεβασμιωτάτου Μη-τροπολίτου Πατρῶν κ. Ν ι κ ό δ η μ ο υ , προέδρου τῆς ἐπὶ τῶν Νομοκανονικῶν ζητημάτων Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς τῆς Ἐκκλησίας, υἱοθέτησε τὸ αἴτημα τοῦ ἱεροῦ Κλή-ρου καὶ τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ, ἀ ν α κ η ρ ύ ξ α σ α ὡς ἁγίους τὸν ἐθνομάρτυρα ἐπίσκοπον Σμύρνης Χ ρ υ σ ό σ τ ο μ ο ν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ Κλήρου καὶ τοῦ Ὀρθοδόξου λαοῦ διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος δοξάσα-ντας τὸν Κύριον καὶ καταρ-δεύσαντας τὸ ἀειθαλὲς καὶ ἀγλαόκαρπον τῆς Ἁγίας ἡμῶν Ἐκκλησίας δένδρον καὶ καθορίσασα «ὅπως... οἱ ἐν λόγῳ μάρτυρες ἱεροτελεστίαις τιμῶνται καὶ ὕμνοις ἐγκωμίων γεραίρωνται κατ’ ἔτος τὴν Κυ-ριακὴ πρὸ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ»6.

Συνοδικὴ μετὰ ταῦτα ἐντολὴ ἀνετέθη εἰς τὸν πε-πνυμένον Ἱεράρχην Σεβα-σμιώτατον Μητροπολίτην Πατρῶν κ. Νικόδημον ἡ ἐκπόνησις ἑορτίου Ἀσματικῆς Ἀκολουθίας, εἰς τιμὴν καὶ μνήμην τῶν νεομαρτύρων τούτων, ἡ ὁποία καὶ ποιηθεῖσα καὶ ἐν τῇ Ἱερᾷ Συνόδῳ ὑποβληθεῖσα ἔτυχε τῆς ἐγκρίσεως Αὐτῆς καὶ εὐλογίας.

Ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις Νέας Σμύρνης, ἀναλαμβάνου-σα, θείᾳ συνάρσει, ἰδίαις δαπάναις, τὴν πρώτην ταύτην ἔκδοσιν τῆς παρούσης Ἀσματικῆς Ἀκολουθίας, εὐγενῶς παραχωρηθείσης ὑπὸ τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ. Ν ι κ ό δ η μ ο υ , τὸν Ὁποῖον καὶ ἀπὸ τῆς θέσεως αὐτῆς εὐχαριστοῦμεν, ἐκτιμῶσα δὲ τὸ θαυμαστὸν τοῦτο γεγονὸς ὡς ἰδιαιτέραν εὐλογίαν Θεοῦ, αἰσθάνεται χρέος ἱερὸν τὸ μέν, ὅπως ἀναπέμψη αἶνον καὶ δοξολογίαν εἰς

τὸν Δομήτορα τῆς Ἁγίας ἡμῶν Ἐκκλησίας Κύριον Ἰησοῦν, τὸν ἀναδείξαντα ἐν τοῖς ἐσχάτοις χρόνοις τὸν μακαριστὸν ἐπίσκοπον Σμύρνης Χ ρ υ σ ό σ τ ο μ ο ν «ἐκλεκτὸν Θεοῦ, ἅγιον καὶ ἠγαπημένον»7, ἐκφράση εὐγνωμοσύνην βαθεί-αν εἰς τὴν Ἁγίαν καὶ Ἱερὰν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τὴν διὰ πράξεως Αὐτῆς ἀκριβῶς καὶ πιστῶς ἐπισφραγίσασαν τὴν ἐπιμαρτυρίαν τοῦ Θεοῦ περὶ τῆς ἁγιότητος αὐτοῦ, εὐχαριστίας δὲ ὁλοκαρδίους εἰς τὴν σεπτὴν τῶν Ἑλλήνων Ἱεραρχῶν χορείαν, οἵτινες, κατα-κολουθοῦντες τῇ καθολικῇ πίστει τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ ποιμνίου αὐτῶν, συνηγόρησαν ἐνθέρμως ὑπὲρ τῆς προτάσεως καὶ ἡμῶν διὰ τὴν εἰς ἅ γ ι ο ν ἀναγνώρισιν

τοῦ ἀοιδίμου ἱερομάρτυρος Σμύρνης Χ ρ υ σ ο σ τ ό μ ο υ , τὸ δέ, ὅπως ἐκτενῶς δεηθῆ τοῦ Κυρίου, ἵνα ἀναδείξη εἰς τὸν ἀμπελῶνα Αὐτοῦ ἐργά-τας, οἵτινες θὰ «περιπατή-σουν ἀξίως τῆς κλήσεως, ἧς κληθήσονται»8, ὅπως καὶ ὁ ἅγιος καὶ ἔνδοξος ἱερομάρ-τυς Χ ρ υ σ ό σ τ ο μ ο ς ὁ νέος, ἐπίσκοπος Σ μ ύ ρ ν η ς , «ὃν γεραίροντες ὑμνοῦμεν καὶ αἰτούμεθα πρεσβεύειν ὑπὲρ τοῦ Ἔθνους ἡμῶν»9.

Ἐν Νέᾳ Σμύρνῃ τῇ 12.9.1993

† Ὁ Νέας Σμύρνης Ἀγαθάγγελος

n

1. Συνοδικὴ Πρᾶξις.2. Ἀποκάλυψις Ἰωάννου 2, 8.3. Ἀπολυτίκιον Ἁγίου (Λ. Φιλιππίδου).

4. Λειτουργικὸν Κείμενον.5. Ἰακώβου 11, 26.6. Συνοδικὴ Πρᾶξις.7. Κολοσ. 3, 12.8. Ἐφεσ. 4, 1.9. Ἰδιόμελον Λιτῆς.

Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἀσματικὴ Ἀκολουθία, τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Χρυσοστόμου Μητροπολίτου Σμύρνης († 1922)», ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας.

Καὶ ὡς ἐκκλησιαστικὸς ποιμὴν καὶ ὡς ἐθνικὸς ἀνὴρ

ὁ νέος οὗτος τῆς Ἐκκλησίας ἱερομάρτυς ἦτο ἀστείρευτος δεξαμενὴ δυνάμεως, ἄσβεστος φλὸξ θερμουργοῦ πίστεως,

ὑπερκόσμιος λάμψις ἀγαθωσύνης, πυρὰ ἀγάπης δυνατή.

Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ὡς Μητροπολίτης Δράμας

Page 9: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

28

Ὑπάρχουν ὁρισμένοι ἄνθρωποι ποὺ εἶναι ἀποφα-σισμένοι νὰ ἀγωνίζονται, νὰ θυσιάζονται, νὰ προ-σφέρουν. Ἄνθρωποι, σὰν τὸν Ἅγιο Ἐθνομάρτυ-

ρα Χρυσόστομο Καλαφάτη, ποὺ μαρτύρησε γιὰ τὴ Πίστη καὶ τὴν Πατρίδα στὴν Σμύρνη τὸ ματωμένο καλοκαίρι τοῦ 1922. Τὸ πέρασμά του ἀπὸ τὴ Μητρόπολη Δράμας (22-7-1902 ἕως 10-6-1909 καὶ τύποις μέχρι 10-3-1910) συνδέθηκε μὲ τὸ ἀποκορύφωμα τοῦ Μακεδονι-κοῦ Ἀγῶνος. Ὁ Χρυσόστομος ὡς Μητροπολίτης Δράμας, Ζιχνῶν καὶ Νευροκο-πίου ἐπετέλεσε στὸ ἀκέραιο τὸ ἐκκλησιαστικὸ καὶ ἐθνικό του καθῆκον καὶ μαζὶ μὲ ἄλλους κληρικοὺς καὶ Μακεδονομά-χους ἔσωσε τὴν ἑλληνικότητα τῆς Μακεδονίας ἀπὸ διπλὸ κίνδυνο. Ἡ Μακεδονία τότε βρισκόταν ὑπὸ τουρκικὸ ζυγὸ ἀλλὰ ὁ βουλγαρικὸς ἐθνικισμὸς καὶ ὁ πανσλαβισμὸς σχεδίαζαν νὰ διαδεχθοῦν τοὺς Ὀθωμανοὺς καὶ νὰ τὴν ἐνσωματώσουν στὴ «Μεγάλη Βουλγαρία». Ὁ ἀγώνας ξε-κίνησε ὡς ἐκκλησιαστικὸς μὲ τὸ Σχίσμα τοῦ 1870 καὶ τὴν Βουλγαρικὴ Ἐξαρχία καὶ γρήγορα ἔλαβε ἐθνικές, στρατι-ωτικὲς καὶ πολιτικὲς προεκτάσεις. Ὁ Ἑλληνισμὸς εἶχε ὡς πνευματικὸ προστάτη τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, ὡς πολιτικὸ βραχίονα τὴν ὀργάνωση τοῦ Ἴωνος Δραγούμη καὶ τοῦ Λάμπρου Κορομηλᾶ καὶ ὡς ἔνοπλη ἔκφραση τὰ μακεδονικὰ ἀντάρτικα σώματα ἀποτελούμενα ἀπὸ ἐντο-πίους Ἕλληνες τῆς Μακεδονίας καὶ ἀπὸ στρατιωτικοὺς καὶ ἐθελοντὲς ποὺ ἦλθαν ἀπὸ τὴν Νότιο Ἑλλάδα καὶ τὴν Κρήτη.

Στὶς 23-5-1902, ὅταν ἐξελέγη ἀπὸ τὴν Σύνοδο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ὡς Μητροπολίτης Δράμας ὁ Χρυσόστομος ἀπεχαιρέτησε τὸν Πατριάρχη Ἰωακεὶμ Γ΄ μὲ τὰ ἑξῆς προφητικὰ λόγια:

«Ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ θὰ ὑπηρετή-σω τὴν Ἐκκλησίαν καὶ τὸ Γένος, καὶ ἡ Μίτρα, τὴν ὁποίαν

αἱ ἅγιαι χεῖρες σου ἐναπέθεσαν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς μου, ἐὰν πέπρωται νὰ ἀπολέσῃ ποτὲ τὴν λαμπηδόνα τῶν λίθων της, θὰ μεταβληθῇ εἰς ἀκάνθινον στέφανον μάρτυρος ἱεράρχου.»

Ἡ ἐθνικὴ δράση του στὴ Δράμα εἶχε συντονιστικὸ καὶ πνευματικὸ περιεχόμενο. Ἵδρυσε Μητροπολιτικὸ ναό, Μητροπολιτικὸ Μέγαρο, Νοσοκομεῖο, Σχολὴ Ἀρρένων,

Σχολὴ Θηλέ-ων, Γυμναστή-ριο, Μουσικὸ Ὅμιλο καὶ 34 σχολεῖα γιὰ νὰ μορφώνονται τὰ ἑλληνόπουλα. Ἡ Ἐκκλησία, τὸ Σχολεῖο καὶ τὰ Μουσικοφιλο-λογικὰ σωματεῖα ἦσαν τὴν ἐποχὴ ἐκεῖνοι οἱ στυλο-βάτες τῆς ἀμύνης τοῦ Ἑλληνισμοῦ κατὰ τῶν τουρ-κικῶν καὶ βουλ-γαρικῶν προ-παγανδῶν καὶ διεφύλαξαν τὴν ἐθνικὴ συνείδη-ση. Παραλλήλως ὁ Χρυσόστομος

μὲ τὰ κηρύγματά του καλοῦσε τοὺς Ἕλληνες νὰ ἀγω-νίζονται μὲ κάθε τρόπο κατὰ τῶν ἐνόπλων Βουλγάρων κομιτατζήδων.

Στὴν προσπάθειά του αὐτὴ εἶχε ὡς στενὸ συνεργάτη τὸν Ἱεροδιάκονο τῆς Μητροπόλεως Θεμιστοκλῆ Χατζη-σταύρου, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ ὄνομα Χρυσόστομος ὑπηρέτησε σὲ ἐπισκοπικὲς θέσεις τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ἀργότερα ἐξελέγη (τό 1962) Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος. Ὁ Μακαριστὸς Χρυσόστομος Χατζησταύρου ἐκοιμήθη τὸ 1968 καὶ διηγεῖτο μὲ συγκίνηση τὴν ἀγωνι-στικὴ δράση του δίπλα στὸν Ἐθνοϊερομάρτυρα Χρυσό-στομο Καλαφάτη. Ἐπίσης ὁ Μητροπολίτης Χρυσόστομος συνεργάσθηκε μὲ τὴν Δημογεροντία τῆς Δράμας, ἡ ὁποία ἀπετελεῖτο ἀπὸ τοὺς Κωνσταντίνο Δαβέλλα, Δημοσθένη Χατζηκυριάκο, Πέτρο Κωνσταντινίδη, Ἀθανάσιο Πέτσο, Μερκούριο Κωνσταντινίδη, Βασίλειο Γρηγοριάδη, Δημή-τριο Κωνσταντίνου, Ἀθανάσιο Βαγιανᾶ, Δημήτριο Ἀνθό-πουλο, Βλάχο Ἀναγνωστόπουλο, Νικόλαο Χαριτάκη, Μι-χαήλ Φέσσα καὶ Ἀθανάσιο Παπαλούδα. Στὴν περιφέρεια

ἩΗ προσφορὰ τοῦ ἁγίου Μητροπολίτου Χρυσοστόμου

στὸν Μακεδονικὸ ἀγώναΤοῦ Κωνσταντίνου Χολέβα

Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος στὴν πόλη τῆς Δράμας

Page 10: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

29

Δράμας ἔντονη ἐθνικὴ ἀγωνιστικὴ δράση ἀνέπτυξε καὶ ἡ οἰκογένεια Κομπόκη, ἡ ὁποία σὲ ὅλη τὴν διάρκεια τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγῶνος εἶχε ὀκτὼ θύματα.

Ὀγκώδης εἶναι ἡ ἀλληλογραφία τοῦ Χρυσοστόμου μὲ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη, τὶς Προξενικὲς Ἀρχὲς καὶ τὴν ἐπίσημη Ἑλλάδα σχετικὰ μὲ τὰ δεινὰ τοῦ Ἑλλη-νισμοῦ ἐξ αἰτίας τῆς δράσεως τῶν κομιτατζήδων. Σὲ μία ἐπιστολή του πρὸς τὸ Πατριαρχεῖο τονίζει ὅτι ἡ Μακεδο-νία ἦταν καὶ εἶναι χώρα καθαρῶς ἑλληνική, ἀλλὰ ἡ βουλγαρικὴ ἐθνικιστικὴ προ-σπάθεια ἀγωνίζε-ται νὰ ἀλλοιώσει τὴν ἱστορία καὶ τὴν ἐθνογραφία, πράγμα ποὺ μᾶς θυμίζει τὶς σημε-ρινὲς φαιδρότη-τες τῶν Σκοπίων. Σὲ ἄλλη δραμα-τικὴ ἀναφορά του πρὸς τὸν Πα-τριάρχη Ἰωακεὶμ Γ΄ ( Ἑλληνόβλαχο ἀπὸ τὴ Μακεδο-νία) ὁ Χρυσό-στομος θρηνεῖ γιὰ τὶς σφαγές: «Ἐπέπρωτο ἄρα οἱ ποιμένες τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ οὐδὲν ἄλλο νὰ ἔχωμεν ἐνταῦθα καθῆκον εἰ μὴ νὰ θρηνῶμεν καθ’ ἑκάστην τά ....ἀσπαίροντα θύματα καὶ νὰ θάπτωμεν τοὺς κατὰ πᾶσαν ὥραν δολοφονουμένους»!

Τὰ ὅρια τῆς Μητροπολιτικῆς του περιφερείας ἦσαν ἐκτεταμένα. Ἀπὸ τὸ Νέστο ὣς τὸν Στρυμώνα, ἀπὸ τὸ Νευ-ροκόπι ὣς τὸ Αἰγαῖο. Ὅταν προκαλοῦσε τὴν ὀργὴ τῶν Τούρκων καὶ τῶν Βουλγάρων ἄλλαζε προσωρινῶς ἕδρα καὶ ἀπὸ τὴν Δράμα μετεφέρετο στὴν Ἁλιστράτη, κωμόπο-λη σήμερα τοῦ Νομοῦ Σερρῶν. Γιὰ νὰ τονώσει τὸ φρόνη-μα τοῦ ποιμνίου του πραγματοποιοῦσε συχνὰ περιοδεῖες στὰ χωριά, γεγονὸς τὸ ὁποῖο ἐνοχλοῦσε τὴν τουρκικὴ Διοίκηση. Σὲ μία ἔκθεσή του πρὸς τὸν Ἕλληνα Πρόξενο τῶν Σερρῶν Σαχτούρη ὁ Ὀθωμανὸς Γενικὸς Ἐπιθεωρητὴς τῆς περιοχῆς ἔγραφε: «Ὁ Μητροπολίτης Δράμας ξέφυγε ἀπὸ κάθε χαλινό, ὕψωσε τὴν Ἑλληνικὴ σημαία τῆς Ἐπα-ναστάσεως καὶ τῆς καταλύσεως τοῦ καθεστῶτος καὶ πε-ριερχόμενος τὴν περιφέρεια ἐξεγείρει τοὺς πληθυσμούς, συνεννοεῖται μὲ τοὺς Ἕλληνες ἀντάρτες καὶ τοὺς ὠθεῖ

ὄχι μόνον ἐναντίον τῶν Βουλγάρων, ἀλλὰ καὶ ἐναντίον τῶν Ὀθωμανῶν».

Ὅλα αὐτὰ προκάλεσαν τὴν μῆνιν τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι πίεζαν τὸ Πατριαρχεῖο νὰ τὸν ἀνακαλέσει ἢ νὰ τὸν μεταθέσει. Τελικὰ στὶς 25-8-1907 ἡ Ὀθωμανικὴ Διοίκηση τὸν διέταξε νὰ φύγει ἀπὸ τὴν Δράμα καὶ νὰ μεταβεῖ στὴν Θεσσαλονίκη. Ὁ Χρυσόστομος ἀρνήθηκε λέγοντας: «Δι-αταγὰς λαμβάνω μόνον ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρ-

χην Κωνσταντι-νουπόλεως». Οἱ Τοῦρκοι τὸν ἐξε-δίωξαν βιαίως. Στὶς 17-8-1908 μὲ τὴν ὑπογραφὴ τοῦ τουρκικοῦ Συντάγματος τῶν μεταρρυθμίσεων ὁ Χρυσόστομος ἐπέστρεψε στὴν Δράμα, ἀλλὰ τοῦ ἀπηγορεύθη νὰ περιοδεύσει στὰ χωριά. Στὶς 10-6-1909 ὑποχρεώ-θηκε πάλι βιαίως νὰ ἐγκαταλείψει τὴν Δράμα καὶ μετέβη στὴ Τρί-γλια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ὅπου τοῦ ἀνεκοινώθη ἡ

ἐκλογή του στὴ Μητρόπολη Σμύρνης. Εἶχε ἤδη πρὸ πολ-λοῦ προετοιμασθεῖ γιὰ τὸ μαρτύριο.

Γιὰ τὴν ἐκδίωξή του ἀπὸ τὴν Δράμα τὸ 1907 καὶ γιὰ τὴν ἀγέρωχη πατριωτικὴ στάση τοῦ Μητροπολίτου ὁ ποιητὴς Γεώργιος Σουρῆς ἔγραψε στὴν ἐφημερίδα «Ὁ Ρωμηὸς» τῆς 8-9-1907 ἕνα μεγάλο ποίημα ποὺ ἄρχιζε ὡς ἑξῆς:

«Στέφανος καὶ γιὰ τὸν Δράμας Τὸν παπᾶ τὸν ἥρωά μας Ἄφοβος, ἀνδρειωμένος Γιὰ τὴν Πίστι, γιὰ τὸ Γένος Δείχνει στῆθος μαχητοῦ Μπρὸς στὶς λόγχες τοῦ στρατοῦ.....»

Ἡ Μακεδονία εὐγνωμονεῖ τὸν Ἅγιο Ἐθνομάρτυρα Χρυσόστομο Καλαφάτη. n

«Ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ θὰ ὑπηρετήσω τὴν Ἐκκλησίαν καὶ τὸ Γένος, καὶ ἡ Μίτρα, τὴν ὁποίαν αἱ ἅγιαι χεῖρες σου

ἐναπέθεσαν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς μου,ἐὰν πέπρωται νὰ ἀπολέσῃ ποτὲ τὴν λαμπηδόνα τῶν λίθων της,

θὰ μεταβληθῇ εἰς ἀκάνθινον στέφανον μάρτυρος ἱεράρχου».

Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ὁμιλῶν σὲ ἐθνικὴ ἐπέτειο, στὴ Δράμα.

Page 11: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

30

Ὁ Χρυσόστομος, ἀνεξάρτητα ἀπὸ συμπάθειες πρὸς ὁρισμένα πολιτικὰ πρόσωπα, δὲν εἶχε κομματικὴ ἀλλ’ ἐθνικὴ ἰδεολογία. Πίστευε σὲ μία πολιτικὴ

ἐθνικῆς συνοχῆς ποὺ θὰ συσπείρωνε ὅλες τὶς δυνάμεις τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ὥστε νὰ καταστεῖ ἐφικτὴ ἡ ἐκμετάλλευ-ση ὅλων τῶν εὐκαιριῶν ποὺ προσέφερε ἡ ἐμπλοκὴ τῆς Τουρκίας στὸν πόλεμο στὸ πλευρὸ τῶν Κεντρικῶν Αὐτο-κρατοριῶν. Ὅπως καὶ ὁ Βενιζέλος, πιστεύει κι αὐτὸς στὴ νίκη τῶν δυνάμεων τῆς Ἀντὰντ καὶ ἐπιθυμεῖ νὰ δεῖ τὴν Ἑλλάδα νὰ μάχεται στὸ πλευρό τους. Τὸ 1915 συντάσ-σει ὑπόμνημα πρὸς τὸν βασιλέα Κωνσταντίνο, κάνοντας ἔκκληση πρὸς αὐτὸν νὰ ἐξέλθει ἀπὸ τὴν οὐδετερότητα. Στὸ ὑπόμνημα γράφει:

«Σὺ εἶ ὁ ἐρχόμενος ἢ ἕτερον προσδοκῶμεν; Ἀπευθύ-νομεν τὸ τεταραγμένον τοῦτο ἐρώτημα πρὸς Σέ, τὸν προσ-δοκώμενον ἀπὸ τόσων αἰώνων, ὡς τὸν Μεσσίαν τοῦ στε-νάζοντος ὑπὸ σκληροτάτην δουλείαν Γένους ἡμῶν...»

Δυστυχῶς, ἡ ἔκκληση τοῦ Χρυσοστόμου δὲν εἰσα-κούσθηκε. Ἐπακολούθησε ὁ Διχασμὸς καὶ ἡ Ἑλλὰς μπῆκε στὸν πόλεμο διαιρεμένη. Ἔτσι τὰ πολιτικὰ καὶ στρατιω-τικὰ τρόπαια ποὺ δρέψαμε εἶχαν μέσα τους τὸ σπέρμα τῆς ἀνατροπῆς τους: τὸν διχασμό. Ὅμως ἐκείνη τὴ στιγμὴ τῶν μεγάλων ἐθνικῶν θριάμβων, τῶν πιὸ μεγάλων τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Ἀλεξάνδρου, ἐλάχιστοι ἔβλεπαν τὰ πυκνούμενα νέφη στὰ βάθη τῆς Ἀνατολῆς.

Μετὰ τὴν ἥττα τῶν Κεντρικῶν Αὐτοκρατοριῶν καὶ τὴν

ὑπογραφὴ τῆς ἀνακωχῆς τοῦ Μούδρου (17/30 Ὀκτωβρί-ου) πάνω στὸ ἀγγλικὸ πλοῖο «Ἀγαμέμνων», τὰ ἑλληνικὰ πολεμικὰ μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν θρυλικὸ «Ἀβέρωφ» εἰσπλέ-ουν στὸν Κεράτιο. Ἕλλην ἁρμοστὴς ἐγκαθίσταται στὴν ΚΠολη, ἑλληνικὰ ἀγήματα μαζὶ μὲ συμμαχικὰ ἀποβιβάζο-νται στὶς κυριώτερες τουρκικὲς πόλεις. Ἡ Ὀθωμανικὴ Αὐτο-κρατορία καταρρέει καὶ ἀπὸ τὴν τέφρα της νέα δύναμη

πέπρωται ν’ ἀναγεννηθεῖ: ὁ χριστιανικὸς Ἑλληνισμὸς τῆς Ἀνατολῆς. Οἱ προφητεῖες – στὶς ὁποῖες πίστευε ἀκράδαντα ὁ Χρυσόστομος – παίρνουν σάρκα καὶ ὀστά. «Τὰ ὄνειρα παίρνουνε ἐκδίκηση», ὅπως λέει ὁ ποιητής. Ὁ βαλὴς Σμύρ-νης Ραχμὴ βέης ἐκδιώκεται ὡς ὀργανωτὴς τῶν σφαγῶν τῆς Ἐρυθραίας καὶ στὴν Σμύρνη φθάνει θριαμβευτὴς ὁ Χρυσό-στομος. Γεύεται τὴν πιὸ γλυκειὰ ὥρα τῆς ζωῆς του. Κι ὅμως ὁ μεγάθυμος ἀρχιερέας δὲν ζητεῖ ἐκδίκηση, ζητεῖ ὁμόνοια, συναδέλφωση μὲ τοὺς σύνοικους πληθυσμούς. Ἀλλ’ οἱ Τοῦρκοι ἀπέστεργαν μίαν τέτοια πολιτική. Στὸ κήρυγμα τῆς ἀγάπης ἀπάντησαν μὲ τὸ κήρυγμα τοῦ φυλετικοῦ μίσους. Ὁ νέος βαλὴς Σμύρνης, ὁ ἐθνικιστὴς καὶ ὑπερ-φίαλος Νουρεντίν, λόγῳ τῆς στρατιωτικῆς ἐπιτυχίας ποὺ εἶχε σημειώσει κατὰ τῶν Ἄγγλων στὸ Κὸντ-ελ-Ἀμάρ, συ-νεργάζεται μὲ μυστικὲς ἐθνικιστικὲς ὀργανώσεις, διενεργεῖ στρατολογία, μοιράζει ὅπλα καὶ εἰσπράττει πιεστικὰ βαρεῖς πολεμικοὺς φόρους. Ὁ Χρυσόστομος διαμαρτύρεται γιὰ τὶς παρανομίες τοῦ βαλῆ καὶ μὲ ἐκτενὴ ἔκθεση τῶν παρα-νομιῶν του πρὸς τοὺς ἁρμοστὲς τῶν Δυνάμεων Κατοχῆς πέτυχε τὴν ἀνάκλησή του. Ὁ Νουρεντὶν δὲν λησμόνησε τὴν προσβολὴ αὐτή. Τὴν ἀνταπέδωσε στὸ Χρυσόστομο μὲ τὴ συνήθη τουρκικὴ θηριωδία.

Ἡ µεγάλη µέραΤὴν 1η Μαΐου ὁ κυβερνήτης τοῦ ἐλλιμενισμένου στὸ

λιμάνι τῆς Σμύρνης θωρηκτοῦ «Ἀβέρωφ» Ἠλ. Μαυρουδῆς ἔπαιρνε τὸ τηλεγράφημα τοῦ πρωθυπουργοῦ Βενιζέλου,

τὸ ὁποῖο ἐπὶ αἰῶνες ὡς εὐαγγελισμό, περίμε-ναν οἱ Πανέλληνες: ἑλληνικὸς στρατὸς κατοχῆς ἀποβιβάζεται τὴν ἐπαύριο στὴν Σμύρνη. Μὲ ἄλλο τηλεγράφημα ὁ Βενιζέλος εἰδοποιοῦσε τὸν Χρυσόστομο. Ὁ Μητροπολίτης ἐκάλεσε στὶς 4 μ.μ. δημογέροντες, ἐφόρους καὶ προ-κρίτους γιὰ νὰ τελέσει μεγάλον ἑσπερινὸ καὶ ν’ ἀναγγελθεῖ τὸ χαρμόσυνο γεγονός. Ἀλλὰ ἀφήνουμε τὴν Ἱστορία τοῦ Γενικοῦ Ἐπιτελείου Στρατοῦ νὰ ἐκθέσει μὲ τὴν ψυχρὴ στρατιωτικὴ γλώσσα τὸν κραδασμὸ καὶ τὸν παλμὸ τῆς με-γάλης ἐκείνης ὥρας.

«Ἡ εἴδησις τῆς ἐπικειμένης καταλήψεως τῆς Σμύρνης ἐκ μέρους τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ ἀνεκοινώθη μόλις τὴν 16.00 ὑπὸ τοῦ Ἀρχη-γοῦ τῆς ἑλληνικῆς ἀποστολῆς εἰς τὴν αἴθου-

σαν τῆς Μητροπόλεως. Ὁ Μητροπολίτης Χρυσόστομος καὶ οἱ λοιποὶ ἱεράρχαι τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἐφαίνοντο βα-θύτατα συγκεκινημένοι. Ἔξω εἰς τὸν περίβολον τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς, ὁ ἑλληνικὸς πληθυσμὸς ἀγωνιωδῶς ἀνέμενεν ν’ ἀκούση εἰδήσεις (...) Ἡ συγκίνησις καὶ ὁ ἐνθουσιασμός, ἅτινα ἐπεκράτησαν μετὰ τὸ πέρας τοῦ διαγγέλματος, εἶναι ἀνώτερα πάσης περιγραφῆς»1.

ἩΗ νίκη τῶν Συμμάχων καὶ ἡ ἐπάνοδοs στὴ Σμύρνη

Τοῦ Σαράντου Ἰ. Καργάκου

Ὁ Μητροπολίτης Σμύρνης στὸ θωρηκτὸ Λῆμνος, 27/6/1921.

Page 12: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

31

Τὸ μήνυμα τοῦ πρωθυπουργοῦ ἄρχιζε μὲ τὴ φράση: «Τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου ἦλθεν». Ὁ Χρυσόστομος τὸ ἐξέλαβε ὡς εὐαγγελισμόν. Δακρυσμένος σηκώθηκε καὶ ἀνέπεμψε προσευχὴ κι ὕστερα μίλησε στὸ ἐκκλησίασμα μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἐκεῖνος ἤξερε νὰ ὁμιλεῖ, νὰ συγκινεῖ, νὰ ἐνθουσιάζει, χωρὶς ὅμως νὰ φανατίζει καὶ νὰ ὀχλοποιεῖ. Ἀπεναντίας ἔδωσε στὴν ἀποστολὴ τοῦ Ἑλληνι-σμοῦ ἄλλη ἱστορικὴ διάσταση, λέγοντας ὅτι τὸ ἱστορικὸ ἔργο καὶ χρέος τοῦ Ἑλληνισμοῦ «μᾶς καλεῖ νὰ ἀρθῶμεν ἡμεῖς ἐδῶ οἱ κατ’ ἀνατολὰς Ἕλληνες ὑπὲρ τὸ πνεῦμα τοῦ αἰῶνος, τὸ ὁποῖον εἶναι ἀκόμη ἐθνικιστικόν, νὰ ἀρθῶμεν εἰς τὸ πνεῦμα τῶν αἰώνων, τὸ ὁποῖον εἶναι αἰώνιον καὶ ὅπου καταργοῦνται αἱ διαιρέσεις καὶ αἱ δι-αφοραὶ ἀνθρώπου ἀπὸ ἄνθρωπον καὶ ἔθνους ἀπὸ ἔθνος.»

Ἡ ἀποβίβαση τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ ἔγινε στὴν ἀποβάθρα τῆς Πούντας τὴν 7ην πρωινὴ τῆς 2ας Μαΐου 1919. Πρῶτα τὸ εὐζωνικὸ τοῦ ταγματάρχη Σταυριανόπουλου καὶ μετὰ τὸ πε-ζικὸ τοῦ ταγματάρχη Κ.Τζαβέλα. Ἀκολούθησε ὁ Διοικητὴς συνταγματάρχης Ν. Ζαφειρίου μὲ τοὺς ἐπιτελεῖς του. Ὁ Χρυσόστομος ἔπεσε γο-νυπετὴς καὶ εὐλόγησε μὲ λυγμοὺς τὶς σημαῖες. Τὸ χαρμόσυνο γεγονὸς ἀμαύρωσε τὸ γνωστὸ περιστατι-κό: ὁ στρατὸς ἐβάδιζε πρὸς στρατωνισμὸ στὴ λεγόμενη Καραντίνα. Ἕνα τάγμα εὐζώνων ἄλλαξε κατεύθυνση καὶ προχώρησε πρὸς τοὺς τουρκικοὺς στρατῶνες. Ἐναντίον του ἔπεσαν ἀρκετοὶ πυροβολισμοί, ἀπὸ πολλὲς κατευθύν-σεις. Οἱ εὔζωνοι μὲ ἐφ’ ὅπλου λόγχη ἐξουδετέρωσαν τοὺς κρυπτομένους. Ποιοί ὅμως κρύπτονταν πίσω ἀπὸ αὐτούς; Ἡ ἐπίσημη ἱστορία τοῦ Γ.Ε.Σ. λέγει ὅτι τὴν παραμονὴ ὁ ἰτα-λικὸς στρατὸς κατοχῆς ἄνοιξε τὶς φυλακὲς τῶν ποινικῶν, ἄφησε ἐλεύθερους τοὺς ἐγκληματίες καὶ τοὺς μοίρασε ὁπλισμό. Τὴν Σμύρνη γιὰ κακή μας τύχη διεκδικοῦσαν καὶ οἱ Ἰταλοί, ποὺ εἶχαν κάθε λόγο νὰ σκηνοθετήσουν τὰ «ἔκτροπα» καὶ νὰ μᾶς ἐκθέσουν στὶς ἄλλες δυνάμεις ὡς δῆθεν ἀνίκανους νὰ ἐμπεδώσουμε τὴν τάξη.

Ὁ Χρυσόστομος, γιὰ νὰ κατευνάσει τὰ πνεύματα καὶ νὰ ἐπιβάλει εἰρήνη, περιέτρεξε ὅλα τὰ κρατητήρια καὶ πέτυχε τὴν ἀπόλυση ἑκατοντάδων Τούρκων ποὺ εἶχαν συλλη-φθεῖ σὰν ὕποπτοι καὶ ἐνδεχομένως ἦσαν. Πολλοὶ μάλι-στα ἔντρομοι Τοῦρκοι, ποὺ κατέφυγαν στὴν Μητρόπολη, βρῆκαν κοντά του προστασία καὶ περίθαλψη. Κι ἄκομη μέσα στὴν ἔξαψη τῶν παθῶν ἐπισκέφθηκε τὴν τουρκικὴ συνοικία, προσφέροντας φάρμακα, τρόφιμα, ἐνδύματα στοὺς ἀναξιοπαθοῦντες. Ἀκόμη, ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ μι-κρασιατικοῦ Ἑλληνισμοῦ, στέλνει ἐπιστολὲς πρὸς τοὺς κο-ρυφαίους πολιτικούς, θρησκευτικοὺς καὶ πνευματικούς, ταγοὺς τῆς ἐποχῆς καὶ ζητεῖ συνδρομή, γιὰ νὰ περιληφθεῖ

καὶ ἡ μικρασιατικὴ παραλία στὰ ἐδάφη, ποὺ πρόκειται νὰ ἐπιδικασθοῦν στὴν Ἑλλάδα. Στὸ διάσημο συγγραφέα Ἀνατὸλ Φράνς (Anatole France) ποὺ εἶχε δημοσιεύσει θερμὸ φιλελληνικὸ ἄρθρο, ὁ Χρυσόστομος γράφει: «Μὲ δάκρυα πόνου διὰ προσφάτους συμφορὰς δουλείας καὶ ἀνεκλαλήτου χαρᾶς διὰ τὴν παλινοστήσασαν Ἐλευθερίαν

εὐχαριστοῦσι πάντες οἱ λυτρούμενοι χριστιανοὶ Μικρα-σιᾶται τὸν μέγαν συγγραφέα, ἀνάστημα καὶ θρέμμα τῆς πάλαι Ἰωνίας».

Στὶς 28 Ἰουλίου (π.ἡ.) 1920 ὑπογράφεται ἡ Συνθήκη τῶν Σεβρῶν ποὺ ἐκχωρεῖ τὴν Ἀν. Θράκη, τὰ Δωδεκάνησα καὶ οὐσιαστικὰ τὴν παραλία τῆς Μ. Ἀσίας στὴν Ἑλλάδα. Τὸ ἀπίστευτο γίνεται πραγματικότητα: δημιουργεῖται ἡ Ἑλλὰς τῶν δύο ἠπείρων καὶ τῶν 5 θαλασσῶν. Ὁ Τοῦρκος βαλὴς τῆς Σμύρνης Μπασὴμ βέης ὑπογράφει πρωτόκολλο καὶ παραδίδει τὴν διοίκηση τῆς πόλεως στοὺς Ἕλληνες. Ὁ Ὕπατος Ἁρμοστὴς Ἀριστείδης Στεργιάδης (1861-1950) ἐγκα-θιστᾶ πλῆρες σύστημα ἑλληνικῆς διοικήσεως. Οἱ σχέσεις Χρυσοστόμου-Στεργιάδη δὲν ὑπῆρξαν ἁρμονικές. Ἀπὸ πολλοὺς ὁ Στεργιάδης χαρακτηρίζεται «αἰνιγματικὸς» ἄνθρωπος. Δὲν θέλω νὰ ἐκφράσω ἐδῶ τὴν δική μου ἄποψη, ποὺ τὴν ἔχω ἐκφράσει ἀλλοῦ, γιατὶ εἶναι σκληρή. Θὰ ἀρκεσθῶ σ’ αὐτὸ ποὺ γράφει ὁ γνωστὸς μαρξιστὴς ἱστορικὸς Γιάννης Κορδάτος, ποὺ ἔζησε ἀπὸ κοντὰ τὰ γεγονότα:

«Ὁ Στεργιάδης ἦταν Κρητικὸς καὶ προσωπικὸς φίλος τοῦ Βενιζέλου. Εἶχε τὸν τίτλο «Ὕπατος Ἁρμοστὴς» καὶ ἀπὸ τὴν πρώτη μέρα ἔδειξε πὼς εἶχε σκοπὸ νὰ παίξει τὸ ρόλο Τούρκου πασᾶ». n

Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ὁ ἐθνομάρτυς Χρυσόστομος Μητροπολίτης Σμύρνης ὁ "περίβλεπτος"», ἐκδ. Ἐκκλησιαστικῆς Βιβλιοθήκης Ἱ. Μ. Δημητριάδος.

Ἡ Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία καταρρέει καὶ ἀπὸ τὴν τέφρα της νέα δύναμη

πέπρωται ν’ ἀναγεννηθεῖ: ὁ χριστιανικὸς Ἑλληνισμὸς τῆς Ἀνατολῆς.

Στὴν Σμύρνη φθάνει θριαμβευτὴς ὁ Χρυσόστομος.

Κι ὅμως ὁ μεγάθυμος ἀρχιερέαςδὲν ζητεῖ ἐκδίκηση, ζητεῖ ὁμόνοια,

συναδέλφωση μὲ τοὺς σύνοικους πληθυσμούς. Παρ

άδοσ

η ση

μαιῶ

ν, 2

3/4/

1920

Ὁ Μητροπολίτης Σμύρνης κατὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ

Page 13: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

32

Παναγιώτατε Δέσποτα,

Διερχόμεθα ἡμέρας καὶ ὥρας μεγάλης ταραχῆς καὶ ἀγωνίας. Τὰ μέχρι τῆς σήμερον ἀήττητα ἀναδειχθέντα Ἑλληνικὰ ὅπλα φαίνεται ὅτι ἐκάμφθησαν πρὸ τῶν κο-λοσσιαίων παντοίας φύσεως πολεμικῶν ὑλικῶν, ἰδίως πυροβολικοῦ, ἀεροπλάνων καὶ αὐτοκ ινήτων, ἀλλὰ καὶ ἀνδρῶν, παρασκευῶν καὶ προμηθειῶν τοῦ ἐχθροῦ.

Ἡ μία μετὰ τὴν ἄλλην αἱ πρῶται ὀχυρωματικαί μας γραμμαὶ ἔπεσαν εἰς χεῖρας τοῦ ἐχθροῦ. Μετὰ τὰς θέσεις τοῦ Ἀφιὸν Καρα-χισάρ, καὶ τὰ ἐπί-σης στρατηγικὰ σημεῖα Τοναλοῦ Βουνὰρ ἐγκατε-λείφθησαν ὑπὸ τῶν ἡμετέρων, οἱ ὁποῖοι νῦν μάχονται ἀπεγνωσμένον ἀγῶνα ἐν Μπανάζ.

Σήμερον τὴν μεσημβρίαν ἀκριβῶς ἐπεσκέφθην τὸν Ἐπιτελάρχην τῆς Στρατιᾶς Στρατηγὸν κ. Βαλέτταν καὶ ἠρώ-τησα ἂν ὑπάρχουν ἐλπίδες βάσιμοι νὰ ἀναχαιτισθῇ ὑπὸ τοῦ στρατοῦ μας ἡ ἐξαπολυθεῖσα ἐχθρικὴ ἐπίθεσις καὶ προέλασις.

Ὁμολογῶ δὲ ὅτι ἐκ τῶν ἀπαντήσεών του δὲν ἔμεινα διόλου ἱκανοποιημένος καὶ εὐχαριστημένος- διότι καὶ αἱ παρήγοροι λέξεις, ἃς μοὶ προσέθηκεν, ὅτι ἔχομεν καὶ ἄλλας γραμμὰς ἀμύνης ἐν Οὐσὰκ καὶ ἐν Φιλαδέλφειᾳ, διόλου δὲν μᾶς καθησύχασαν.

Ἐν δὲ τῇ συσκέψει τῶν Δύο Ἀνωτάτων Κοινοτικῶν Σωμάτων τῆς πόλεως, ἥτις ἔλαβε χῶραν σήμερον περὶ τὸ ἑσπέρας, παρὰ πάντων ὡμολογήθη τὸ λίαν κρίσιμον καὶ σοβαρὸν τῆς καταστάσεως καὶ μετὰ τὰς δηλώσεις ἔτι καὶ διαβεβαιώσεις τοῦ Ὑπάτου Ἁρμοστοῦ πρὸς μεταβᾶσαν παρ’ αὐτῷ ἰδιαιτέραν Ἐπιτροπήν, ὅτι τόσον αὐτὸς ὅσον

καὶ ὁ Ἀρχιστράτηγος ἀγρυπνοῦσι καὶ λαμβάνουσιν ὅλα τὰ ὑπὸ τῶν περιστάσεων ἐνδεικνυόμενα μέσα καὶ μέτρα, καὶ πάλιν τὰ πνεύματα ὅλων εἶνε τεταραγμένα καὶ ἐξεγη-γερμένα, μετὰ τὴν εἰς Σμύρνην μάλιστα ἄφιξιν τῶν πρώ-των καταφόρτων ἐκ δυστυχῶν προσφύγων ἐξ Οὐσακίου καὶ ἄλλων χωρῶν σιδηροδρομικῶν συνολκῶν.

Οἱ πάντες προαισθάνονται ὅτι οἱ μέγιστοι τῶν κινδύνων καὶ τῶν συμφορῶν ἐπικρέμανται ἐπὶ τοῦ δυστυχοῦς Χ ρ ι σ τ ι α ν ι κ ο ῦ π λ η θ υ σ μ ο ῦ , ὅσον τοῦ ἐσω-τερικοῦ, ἄλλο τόσον καὶ τῆς Σμύρνης, γνω-στοῦ ὄντος μάλι-στα ὅτι καὶ αὐτοὶ οἱ ἀστικοὶ καὶ ἀγροτικοὶ Τουρ-κικοὶ πληθυσμοὶ ὅλοι, οὐδενὸς ἑξαιρουμένου,

εἶνε ὡπλισμένοι μέχρις ὀδόντων, χάρις εἰς τὴν ἀκατα-νόητον ἐπὶ τριετίαν ἀνοχὴν καὶ μακροθυμίαν τῆς Ὑπά-της Ἁρμοστείας καὶ ὅλων τῶν λοιπῶν Στρατιωτικῶν καὶ Ἀστυνομικῶν Ἑλληνικῶν Ἀρχῶν.

Νικηφόρος εἴσοδος τοῦ Τουρκικοῦ στρατοῦ εἰς τὰς πόλεις τοῦ ἐσωτερικοῦ καὶ δὴ καὶ εἰς τὴν πρωτεύου-σαν πόλιν Σμύρνην καὶ ἡ συνένωσις μετ’ αὐτοῦ ὅλων τῶν ἐξωπλισμένων Τουρκικῶν πληθυσμῶν, ὅσοι πλή-ρεις ἀσφαλείας καὶ ἡσυχίας ἔζων μέχρι τοῦδε ὑπὸ τὴν σκέπην τῆς Ἑλληνικῆς Διοικήσεως καὶ τὴν προστασίαν τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ, μεθ’ οἵων ἐξάψεων λύσσης καὶ ἀγρίας σφαγῆς θέλει σημειωθῆ. Εἶνε περιττὸν νὰ σημει-ώσω ἐνταῦθα, διότι ὅλοι ἔχομεν πικροτάτην αἱματηρὰν πεῖραν τῶν ἀλλεπαλλήλων καὶ συνεχῶν καὶ ἀναπόφευ-κτων σφαγῶν, δι’ ὧν σημειοῦται πανταχοῦ ἡ διάβασις τῶν Τούρκων εἴτε ὡς ἡττημένων εἴτε ὡς νικητῶν.

Δυστυχῶς, ὅλος καὶ ὁ ὑπαίθριος τῶν χωρίων καὶ ὁ ἀστικὸς τῶν πόλεων Ἑλληνικὸς πληθυσμὸς διατελεῖ πα-

Ὧρες καὶ ἡμέρες ταραχῆς καὶ ἀγωνίας

Τοῦ Ἁγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης

Λαϊκὴ λιθογραφία μὲ τὴν καταστροφὴ τῆς Σμύρνης

Ἡ ἐπιστολὴ αὐτὴ τοῦ Χρυσοστόμου Σμύρνης πρὸς τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη στάλθηκε λίγες μέρες πρὶν ἀπὸ τὸ μαρτυρικό του τέλος. Καταγράφει τὴν ἀγωνία καὶ τὶς ἄοκνες προσπάθειες τοῦ ἱεράρχου γιὰ τὴν προστασία τῶν χριστιανῶν ἀπὸ τὰ ἐπερχόμενα δεινά, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀκατανόητη στάση τῶν ἑλληνικῶν ἀρχῶν μπροστά στὴν βέβαιη καταστροφή.

Page 14: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

33

ντελῶς ἄοπλος χάρις εἰς τὰ αὐστηρὰ καὶ ὄντως δρακό-ντεια μέτρα, ἅτινα κατ’ αὐτοῦ ἐλήφθησαν, ἀφ’ οὗ ὑπὸ τῆς Ὑπάτης Ἁρμοστείας οὐδ’ εἰς αὐτὴν τὴν ἐπὶ ἄλλαις χρησταῖς ἐλπίσι ἱδρυθεῖσαν ἐν Σμύρνῃ Ἑλληνικὴν Μικρα-

σιατικὴν Ἄμυναν ἐπετράπη νὰ ἀγοράσῃ καὶ φέρῃ ὄπλα καὶ ἐξόπλισῃ πολιτοφυλακὰς πρὸς ἀναπτέρωσιν τοῦ κα-ταπεπτωκότος φρονήματος τῶν ἡμετέρων καὶ προστασίαν τῆς ζωῆς τῶν πολιτῶν τουλάχιστον ἀπὸ τὰς συμμορίας καὶ τὰ ἄτακτα Τουρκικὰ στίφη· καὶ θὰ συμβῇ διὰ τὸν λό-γον τοῦτον τὸ πρωτάκουστον φαινόμενον νὰ παραδοθῇ εἰς τὴν σφαγὴν καὶ τὸν ὄλεθρον ὁλόκληρος ἑκατοντά-δων χιλιάδων Ἑλληνικὸς πληθυσμός, χωρὶς νὰ δυνηθῇ νὰ ἀντιτάξῃ ἀξιόχρεων τινὰ ὑπὲρ τῆς ζωῆς του ἔστω καὶ πρόσκαιρον ὀλίγων ἡμερῶν ἢ ὡρῶν ἄμυναν, μέχρις οὗ τουλάχιστον παρέμβωσιν αἱ Εὐρωπαϊκαὶ Δυνάμεις καὶ σώ-σωσι τὴν κατάστασιν καὶ τοῦτο κατόπιν τῶν τόσων διατυ-μπανισθέντων καὶ διαλαληθέντων περὶ Παμμικρασιατικῆς Ἑλληνικῆς Ὀργανώσεως καὶ Ἀμύνης, τὰ ὁποῖα χάρις εἰς τὰς ἀκατανοήτους καὶ ἀκαταλογίστους ἀπαγορεύσεις τῆς Ἑλληνικῆς Διοικήσεως ἔμειναν γεγραμμένα μόνον ἐν τοῖς πρὸς τὴν Μικρασιατικὴν Ἄμυναν ὑπομνήμασί μου καὶ ἐν ταῖς ἀκαδημαϊκαῖς καὶ πλατωνικαῖς συζητήσεσι καὶ τοῖς πρακτικοῖς τῶν μελῶν τῆς λεγομένης Μικρασιατικῆς ἐν Σμύρνῃ Ἀμύνης.

Τῶν πραγμάτων ἐπὶ ξυροῦ ἀκμῆς καὶ ἐν οὕτω κρι-σίμῳ σημείῳ εὑρισκομένων, ὅλων τὰ ἀπέλπιδα ὄμματα στρέφονται καὶ πάλιν πρὸς τὴν Μητέρα Ἐκκλησίαν καὶ ἱκετεύομεν πάντες τὴν Ὑμετέραν Θειοτάτην Παναγιότητα, ὅπως ἐν τῇ ἀξιοχρέῳ Αὐτῆς μερίμνῃ προβῇ ἐπειγόντως καὶ ἀποτελεσματικῶς εἰς τὰ κατάλληλα παρὰ τοῖς ἐν Κων-σταντινουπόλει Ὑπάτοις Ἁρμοσταῖς πρὸς σωτηρίαν τῶν εἰς ἔσχατον κίνδυνον σφαγῆς καὶ ὀλέθρου εὑρισκομένων χιλιάδων Χριστιανῶν τέκνων Της σοβαρὰ μέτρα.

Ἡμεῖς ἐνταῦθα ἀποστέλλομεν αὔριον Ἐπιτροπὰς ἐκ

μελῶν τῶν Δύο Σωμάτων ὑπὸ τὴν προεδρίαν μου τό-σον πρὸς τὸν Ὕπατον Ἁρμοστὴν καὶ τὸν Ἀρχιστράτηγον ὅσον καὶ πρὸς τοὺς ἐνταῦθα Γενικοὺς Προξένους Ἀγγλί-ας, Γαλλίας, Ἰταλίας καὶ Ἀμερικῆς, ἵνα ἐφελκύσωμεν τὴν προσοχήν των ἐπὶ τῶν μελλόντων γενέσθαι μεγίστων κακῶν, τὰ ὁποῖα ἡμεῖς μὲν οἱ Χριστιανοὶ ὁρμεμφύτως διαισθανόμεθα ὅτι θὰ λάβωσι χῶραν καθ’ ὅλην τὴν Μι-κρασίαν εἰς μεγίστην καὶ εὐρυτάτην κλίμακα, οἱ δὲ ἡμέ-τεροι Ἁρμοστὴς καὶ Ἀρχιστράτηγος, καθὼς καὶ οἱ ξένοι Πρόξενοι, δὲν θέλουσι νὰ πιστεύσωσι ὅτι εἶνε δυνατὸν ἐν πλήρει εἰκοστῷ αἰώνι νὰ λάβωσιν χῶραν ἐν αὐτῷ τῷ ὀμφαλῷ τῆς Εὐρώπης ὑπὸ τὰ ὄμματα ὅλου τοῦ πεπολι-τισμένου Χριστιανικοῦ κόσμου.

Μόνον φοβούμεθα μήπως δὲν μᾶς ἐπιτραπῇ ὑπὸ τῶν Ἑλληνικῶν πολιτικῶν καὶ στρατιωτικῶν τοῦ τόπου Ἀρχῶν νὰ τηλεγραφήσωμεν καὶ καταστήσωμεν ἐγκαίρως ἀκουστὴν τὴν φωνὴν τῆς ὀδύνης μας καὶ εἰς τὰ Χριστια-νικὰ Ἀνακτοβούλια καὶ τὰς Κυβερνήσεις τῆς Εὐρώπης καὶ Ἀμερικῆς.

Ἐφ’ ᾧ καὶ προσθέτως ἱκετεύομεν τὴν Ὑμετέραν Πα-ναγιότητα ἵνα μὴ λείψῃ ἐγκαίρως νὰ διαφώτισῃ τὴν Χρι-στιανικὴν συνείδησιν τῶν πεπολιτισμένων λαῶν καὶ ἰδίᾳ τοῦ Κληρικοῦ κόσμου τῆς Εὐρώπης καὶ Ἀμερικῆς περὶ τῶν ἐπαπειλουμένων κατὰ τῶν Χριστιανῶν τῆς Μικρα-σίας μεγίστων κακῶν.

Ἐπὶ τούτοις ἐπιφυλασσόμενος νὰ ἀναφέρω τακτικῶς εἰ τί σοβαρὸν ὁσημέραι λαμβάνει χῶραν ἐν τῷ τόπῳ πρὸς πλήρη διαφώτισιν καὶ γνῶσιν τῆς Μητρὸς Ἐκκλη-σίας, δράττομαι τῆς εὐκαιρίας νὰ σημειωθῶ μετ’ ἄκρου σεβασμοῦ.

Ἐν Σμύρνῃ τῇ 19η Αὐγούστου 1922 Ὁ Σμύρνης Χρυσόστομος. n

Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Τὸ ἀρχεῖον τοῦ ἐθνομάρτυρος Σμύρνης Χρυσοστόμου», ἐκδ. Μορφωτικοῦ Ἱδρύματος Ἐθνικῆς Τραπέζης.

Ἐφ’ ᾧ καὶ προσθέτως ἱκετεύομεν τὴν Ὑμετέραν Παναγιότητα

ἵνα μὴ λείψῃ ἐγκαίρως νὰ διαφωτίσῃ τὴν Χριστιανικὴν συνείδησιν

τῶν πεπολιτισμένων λαῶν καὶ ἰδίᾳ τοῦ Κληρικοῦ κόσμου

τῆς Εὐρώπης καὶ Ἀμερικῆςπερὶ τῶν ἐπαπειλουμένων

κατὰ τῶν Χριστιανῶν τῆς Μικρασίαςμεγίστων κακῶν.

Page 15: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

34

Ὁ στρατός μας εἶχε φύγει· κι ὁ Πλαστήρας. Ἡ Σμύρνη ἦταν ἀνυπεράσπιστη στὰ χέρια τῶν Τούρκων. Κι ὅμως δὲν τολμοῦσαν νὰ τὴν πει-

ράξουν. Δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ τολμήσουν ὅσο ζοῦσε ἕνας ἄνθρωπος. Δὲν κρατοῦσε στὰ χέρια του τὴ στραταρχικὴ ράβδο· οὔτε ἦταν ζωσμένος μὲ φυσεκλίκια. Τὰ ράσα ἀνέ-μιζαν στὸ στῆθος του καὶ ἡ ποιμαντορικὴ ράβδος ἦταν τὸ ὅπλο του. Ἦταν ὁ Χρυσόστομος Σμύρνης. Σαράντα χρόνια θρηνεῖ ἡ Φυλή μας τὸ μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ ἱε-ράρχη· σαράντα χρόνια κι ἡ ἀνά-μνηση τῆς ὑπέροχης αὐτοθυσίας του, ἑνὸς μαρτυρικοῦ τέλους, ποὺ μόνο ὁ Χρυσόστομος μποροῦσε νὰ ὑπομείνει, δὲν ἀφήνει τὴν πληγὴ νὰ κλείσει, τὴ λήθη νὰ σβήσει τὸ παρελθόν. Ὁ Χρυσόστομος ἦταν ὁ Παλαιολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας κι ἀκόμη πιὸ μεγάλος. Ὁ τελευταῖος τῆς στρατιᾶς τοῦ μαχόμενου Κλή-ρου μας· κι ἔπεσε στὶς ἐπάλξεις – στὴν πύλη τοῦ Ρωμανοῦ.

Ἡ ἑλληνικὴ σημαία ὑποστέλλε-ται· τὰ τελευταῖα τμήματα τοῦ Στρα-τοῦ μας φεύγουν ἀπὸ τὴ Σμύρνη. Καὶ μαζί τους φεύγουν ὅσοι μπο-ροῦν νὰ σωθοῦν. Οἱ ἀρχιερεῖς τῆς Ἀνατολῆς, ὅσοι ἔχουν διαφύγει τὸν μαρτυρικὸ θάνατο, σπεύδουν στὴ Μητρόπολη καὶ προτρέπουν τὸν Χρυσόστομο νὰ τοὺς ἀκολου-θήσει. Ἀλλ’ ἐκεῖνος ἀρνεῖται κι ὅταν ἀκόμη τὸν πιέζουν οἱ δημογέ-ροντες. «Ὅλοι φεύγετε», ψιθυρίζει, «κι’ ὅμως κάποιος πρέπει νὰ μείνει ἐδῶ». Ἀκόμη καὶ αὐτὸς ὁ Ἀρχιεπί-σκοπος τῶν Καθολικῶν ἐξασφαλίζει θέση σ’ ἕνα πλοῖο τῆς γραμμῆς καὶ προσπαθεῖ νὰ μεταπείσει τὸν Χρυσό-στομο. Μάταιος ὁ κόπος του. Ὁ Χρυσόστομος προτιμᾶ νὰ σπεύσει στὸν Ἀμερικάνο πρόξενο Τζὼν Χόρτον, τὸν ὑπέροχο αὐτὸ φιλέλληνα, καὶ νὰ τοῦ ζητήσει τὴ βοήθειά του γιὰ τὴ σωτηρία τῶν Χριστιανῶν τῆς Σμύρνης.

«Ὁ Μητροπολίτης – γράφει ὁ Χόρτον στὸ βιβλίο του «Ἡ μάστιξ τῆς Ἀσίας» – ἦταν κάτωχρος, ἡ σκιὰ τοῦ ἐγγί-ζοντος θανάτου ἡπλοῦτο ἐπὶ τοῦ προσώπου του. Ὀλίγοι, ἐξ ὅσων ἀναγνώσουν τὰς γραμμὰς αὐτάς, θὰ ἐννοήσουν τὴν σημασίαν τοῦ φαινομένου τούτου...». Καὶ προσθέτει: «Δὲν μοῦ ὡμίλησε περὶ τοῦ κινδύνου, τὸν ὁποῖον ὁ ἴδιος διέτρεχεν, ἀλλὰ μὲ παρεκάλεσε νὰ πράξω πᾶν τὸ δυνατὸν πρὸς σωτηρίαν τῶν κατοίκων τῆς Σμύρνης».

Ὁ Χρυσόστομος ἀγωνίσθηκε νὰ πετύχει τὴν προστα-σία τοῦ πληθυσμοῦ ὑπὸ τῶν Συμμάχων, δὲν παρέλειψε τὸ παραμικρό. Ἀντιλαμβάνεται, ὅμως, ὅτι μοναδικὴ ἐλπί-δα εἶναι ὁ Θεός.

Ἡ 27η Αὐγούστου βρίσκει τὴ Μητρόπολη τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς γεμάτη πρόσφυγες. Ἔσπευσαν νὰ βροῦν προ-στασία στὴν ἐκκλησία τους. Εἶναι ἀκόμη νωρίς, μόλις 7 τὸ πρωί, ὅταν ἀνοίγει ἡ Ὡραία Πύλη κι ἐμφανίζεται ὁ Μη-τροπολίτης. Φέρει τὰ μεγάλα ἄμφιά του κι εἶναι ὠχρός,

ἀλλὰ τὸ βλέμμα του ἀστραπο-βολεῖ. Γονατίζει, σὰν ἁμαρτωλός, μπροστὰ στὸ Ἅγιο Βῆμα, κι ἀρχίζει νὰ προσεύχεται κατανυκτικὰ μαζὶ μὲ τοὺς πρόσφυγες.

Εἶχε μία τραγικὴ μεγαλοπρέ-πεια ἡ τελευταία ἐκείνη λειτουρ-γία. Ἦταν ἕνας Μυστικὸς Δεῖπνος. Ὁ Χρυσόστομος εἶχε ἀνακαλύ-ψει τὸ Σταυρό του κι ἑτοιμάζεται. Ὅταν τελειώνει τὴν προσευχή του καὶ σηκώνεται, μιὰ θεϊκὴ γαλήνη ἔχει ἁπλωθεῖ στὸ πρόσωπό του. Εἶναι ἕτοιμος νὰ περάσει ἀπὸ τὴν φθαρτὴ ζωὴ στὴν ἀθανασία – ἀπὸ τὴν πραγματικότητα στὸν θρύλο· νὰ γίνει ὁ Χρυσόστομος Σμύρνης.

Τὶς τελευταῖες του ὧρες, ὁ Χρυσόστομος διαθέτει πρὸς βοή-θεια τοῦ ποιμνίου του – διανέμει συσσίτιο, κλινοσκεπάσματα, φάρ-μακα στοὺς πληγωμένους. Κι ὅταν ἐξαντλεῖ ὅλα τὰ μέσα, ποὺ ἔχει στὴ διάθεσή του, ἀνεβαίνει στὸν ἄμβωνα κι ἀρχίζει νὰ τοὺς ἐξηγεῖ περικοπὲς ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τῆς

Μεγάλης Ἑβδομάδας – τῆς ἑβδομάδας τῶν Παθῶν, ποὺ ἔχει σημάνει γιὰ τὴ μαρτυρικὴ Σμύρνη. Οἱ δυστυχισμένοι πρόσφυγες κρέμονται ἀπὸ τὰ χείλη του· τὰ λόγια του εἶναι βάλσαμο γιὰ τὶς ψυχές τους.

Βρισκόταν ἀκόμη στὸν ἄμβωνα ὅταν Τοῦρκος ὑπα-στυνόμος, συνοδευόμενος ἀπὸ ἔνοπλο στρατιώτη, ἀνοί-γει μὲ τρομερὸ πάταγο τὴν πύλη τῆς ἐκκλησίας. Στὴ θέα τους οἱ πρόσφυγες τρομάζουν, οἱ γυναῖκες σταυροκο-πιοῦνται, τὰ παιδιὰ ξεσποῦν σὲ κλάματα. Ἀλλ’ οἱ ἄνδρες συσπειρώνονται γύρω ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη θέλουν νὰ τὸν προστατεύσουν μὲ τὰ στήθη τους. Γιὰ μία ἀκόμη φορὰ ὁ Χρυσόστομος κατορθώνει νὰ μεταβάλει τοὺς λα-γοὺς – τοὺς πανικόβλητους πρόσφυγες – σὲ λιοντάρια. Αὐτὴ τὴ φορὰ ὅμως ἡ θυσία τους εἶναι ἄσκοπη· καὶ μ’

ἩH ἐξιλέωση τῆς ντροπῆς

Τοῦ Γιάννη Π. Καψῆ

Κατεστραμένοι τάφοι

Page 16: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

35

ἕνα βλέμμα τοὺς συγκρατεῖ.Ὁ ὑπαστυνόμος, μὲ περιφρονητικὸ ὕφος, φωνάζει στὸ

Χρυσόστομο:– Παπά... σὲ φωνάζει ὁ φρούραρχος. Νὰ παρουσια-

σθεῖς ἀμέσως ἐμπρός του.Οἱ πρόσφυγες θέλουν νὰ τὸν συγκρατήσουν, προ-

τιμοῦν νὰ πεθάνουν ὅλοι μαζί, νὰ τινάξουν τὴν Ἁγία Φωτεινὴ στὸν ἀέρα καὶ νὰ ταφοῦν κάτω ἀπὸ τὰ ἐρεί-πιά της, παρὰ νὰ ἀφήσουν τὸ Μητροπολίτη στὰ χέρια τῶν Τούρκων. Εἶναι ὁ μόνος προστάτης τους – ὁ μό-νος ποὺ ἔχει μείνει, τὴ στιγμὴ ποὺ ὅλοι φεύγουν γιὰ νὰ σωθοῦν. Καὶ πάλι, ὅμως, ὁ Χρυσόστομος τοὺς συγκρατεῖ καὶ γαλήνιος ἑτοιμάζεται ν’ ἀκολουθήσει τὸν ὑπαστυνόμο. Τὴ στιγμὴ ποὺ οἱ κλητῆρες ἀνοί-γουν τὴν πύλη γιὰ νὰ περάσει ὁ Χρυσόστομος, τὴ γαλήνη τῆς Ἁγί-ας Φωτεινῆς ταράζει ἕνας δαιμονι-σμένος θόρυβος, κραυγὲς θριάμ-βου βαρβαρικῶν ὀρδῶν. Εἶναι οἱ ἄνδρες τοῦ 4ου Σώματος ἱππικοῦ τοῦ Μεχμὲτ Τζακῆ Μπέη, ποὺ μπαίνουν στὴ Σμύρνη. Καὶ τοὺς ἀκολουθεῖ ὁ νέος στρατιωτικὸς διοικητὴς τῆς Σμύρνης στρατηγὸς Νουρεντὶν πασὰς – τὸ αἱμοβόρι-κο θηρίο, ποὺ ἱκανοποιοῦσε τὰ καννιβαλικὰ ἔνστικτά του μὲ αἷμα χριστιανικό. Ὁ Χρυσόστομος δὲν μποροῦσε ν’ ἀμφιβάλλει γιὰ τὴν τύχη του.

Μιὰ πολύτιμη μαρτυρία ὑπάρ-χει γιὰ τὶς τελευταῖες ὧρες τοῦ Χρυσόστομου. Εἶναι ἡ κατάθεση τοῦ κλητήρα Θωμᾶ Βουλτσίου, ποὺ γιὰ 20 χρόνια ὑπηρετοῦσε πιστὰ τὸν Χρυσόστομο:

«Ὁ ἀστυνόμος – ἀναφέρει – ὡδήγησε τὸν Δεσπότη στὸν φρούραρχον, ἕνα μαυρειδερὸν Ἀλβανόν. Ἡ πόρτα εἶχε μείνει μισάνοιχτη κι’ ἔβλεπε μέσα. Ἐχαιρετίσθηκαν κι’ ὁ φρούραρχος παρήγγειλε βυσσινάδα γιὰ τὸν Δεσπότη. Ἔπειτα ἄρχισε κάτι νὰ λέγη κι’ ὁ Δεσπότης ἔγραφε. Σὲ λίγη ὥρα ἐτελείωσαν. Ὅταν ἐβγήκαμε ἔξω, μαζὶ μὲ τὸν ἀστυνό-μο, ἔλειπε τ’ ἁμάξι μας. Γιὰ καλὴ τύχη ἔφθασαν τὴν ὥραν ἐκείνην δυὸ Ἀμερικανοὶ ἀξιωματικοὶ κι’ εἶχαν τὴν καλω-σύνη νὰ μᾶς δώσουν τὸ αὐτοκίνητό τους νὰ γυρίσουμε. Ἐφθάσαμε στὴν Μητρόπολι ἡ ὥρα πέντε. Χαρὰ ὅλων ποὺ μᾶς εἶδαν. Ὁ Μητροπολίτης ἔγραψε τὴν προκήρυξι ποὺ τοῦ ἔδωσεν ὁ φρούραρχος – ἔλεγε νὰ μείνουν ὅλοι στὰ σπίτια τους καὶ νὰ παραδώσουν τὰ ὅπλα στὶς Ἀρχές.

»Στὶς ὀκτὼ τὸ βράδυ ἔρχεται ἕνα αὐτοκίνητο στὴν Μη-τρόπολι μὲ τὸν ἴδιο ἀστυνόμο καὶ δυὸ στρατιῶτες, ὡπλι-σμένους μὲ λόγχες. Ἦλθαν νὰ πάρουν τὸν Δεσπότη, πὼς τὸν ζητοῦσεν ὁ νομάρχης, χωρὶς νὰ ποῦν τὸ ὄνομά του, νὰ πάη στὸ διοικητήριο μὲ τρεῖς δημογέροντες. Ἐπήραμε τὸν Τσουρουκτσόγλου καὶ τὸν Κλιμάνογλου καὶ μπῆκαν οἱ τρεῖς καὶ οἱ ἀστυνομικοὶ στὸ αὐτοκίνητο. Γιὰ μένα δὲν ὑπῆρχε θέσις καὶ ὁ Δεσπότης μοῦπε νὰ περιμένω στὴν Μητρόπολι. Στὶς δέκα τὸ βράδυ ἕνας ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες, ποὺ ἦλθαν τὸ ἀπόγευμα, ἔφερε μιὰ κάρτα τοῦ Δεσπότη

γιὰ τὸν ἀδελφό του Εὐγένιο. Τοῦ ἔγραφε: «Ἀγαπητὲ ἀδελφέ. Μᾶς ἐκράτησαν ἀπόψε ἐμὲ ὡς πρόεδρο τῆς Μικρασιατικῆς Ἀμύνης καὶ τοὺς ἄλλους ὡς μέλη. Μὴν ἀνησυχῆτε». Ὁ Εὐγένιος ἄρχισε νὰ κλαίη. Τὸ ἄλλο πρωί, Κυριακή, μὲ στέλνει νὰ μάθω γιὰ τὸν Δεσπότη. Εὑρῆκα τὸν Ζαδὲ τῆς Τραπέζης. Πρὶν μισὴ ὥρα εἶχα συναντήσει τὸν ὑπαστυνόμο, ποὺ εἶχε πάρει τὸν Δεσπότη. Αὐτὸς τοὺς εἶπε πὼς τὸν Δεσπότη τὸν χά-λασαν, καθὼς καὶ τοὺς δυὸ δημογέ-ροντες. Ἔτσι ἔγιναν. Ὢς τὴν Τετάρτη, ποὺ ἔφυγα, δὲν μπόρεσα νὰ μάθω τίποτε ἄλλο».

Ἡ ἱστορία δὲν ἀναφέρει πῶς πέθανε ὁ Χρυσόστομος. Βαθὺ μυστήριο ἦλθε νὰ καλύψει τὶς τε-λευταῖες ὧρες τοῦ μαρτυρίου του. Οἱ Τοῦρκοι δὲν μίλησαν ποτέ – τρόμαξαν κι οἱ ἴδιοι μπροστὰ στὴν ἀποκάλυψη τῆς θηριωδίας τους. Κι οἱ Εὐρωπαῖοι ἱστορικοί, ποὺ δὲν δυσκολεύτηκαν νὰ ἐξιχνιάσουν καὶ τὴν τελευταία λεπτομέρεια τοῦ

θανάτου τοῦ Χίτλερ, ποὺ ἔγραψαν τόμους ὁλόκληρους γιὰ τὴν ἐκτέλεση τοῦ Μουσσολίνι καὶ τῆς ἐρωμένης του, ἀπέστρεψαν τὸ πρόσωπο ἀπὸ τὴ θυσία τοῦ μεγάλου ἱε-ράρχου. Ἡ στάση τους θὰ ἦταν ἀνεξήγητη ἂν δὲν ἦταν σ’ ὅλους γνωστό, ὅτι ὁ Χρυσόστομος μαρτύρησε ὑπὸ τὴ σκιὰ τῶν πυροβόλων τοῦ συμμαχικοῦ Στόλου. Τὴν ὥρα, ποὺ ὁ θηριώδης ὄχλος σκύλευε τὸ πτῶμα του, ὁ Νου-ρεντίν, ὁ δήμιός του, μὲ νωπὸ τὸ αἷμα τοῦ Δεσπότη στὰ χέρια του, συνομιλοῦσε φιλικὰ μὲ τὸν Γάλλο ναύαρχο... πάνω στὸ καταδρομικὸ «Ἐρνέστος Ρενᾶν»!...

Θὰ παρέμενε ἄγνωστο τὸ μαρτύριό του, ἂν ἕνας ἀπὸ τοὺς πρωταγωνιστὲς τῶν δραματικῶν γεγονότων τῆς 30ης Αὐγούστου, ὁ διοικητὴς τοῦ ἀποσπάσματος, ποὺ τὸν ὁδήγησε στὸν Γολγοθά του, δὲν ἀποφάσιζε νὰ μι-

Ἡ φυγή μας ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσίαἦταν μία ἀπὸ τὶς ντροπιασμένες σελίδες τῆς ἱστορίας μας.

Ἦλθε ὅμως τὸ μαρτύριο τοῦ Χρυσόστομου κι ἦταν ἀρκετὸ γιὰ νὰ ἐξιλεώσει

τὴν ντροπὴ ἑνὸς ὁλόκληρου Ἔθνους·τὸ αἷμα του, ποὺ πότισε τὰ καλντερίμια τῆς Σμύρνης,

γίνηκε ὁ ἄρρηκτος δεσμὸς μὲ τὶς χαμένες καὶ ἀλησμόνητες Πατρίδες.

Ὁ ναὸς τοῦ Ἁγ. Ἰωάννη, στὴ Σμύρνη, κατεστραμένος

Page 17: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

36

λήσει. Δὲν τὸν καταδίωκαν οἱ τύψεις, δὲν σκέφθηκε τὴν ἱστορικὴ ἔρευνα· ἁπλῶς, εἶχε οἰκονομικὲς δυσχέρειες καὶ σκέφθηκε νὰ πωλήσει τὶς πληροφορίες του κι ἕνα τρα-γικὸ κειμήλιο: τὸ χέρι τοῦ οἰκτρὰ διαμελισθέντος Μητρο-πολίτη. Ὁποιοδήποτε ἀνθρώπινο πλάσμα θὰ φρικιοῦσε καὶ μόνο στὴν ἰδέα μιᾶς τόσο ἀνίερης συναλλαγῆς, ἀλλ’ ὄχι ὁ Τοῦρκος δήμιος τοῦ Χρυσόστομου. Ἄλλωστε, μόλις εἶχαν γίνει οἱ θηριωδίες τῆς Κωνσταντινούπολης καὶ τῆς Σμύρνης καὶ τὸ ἀνθελληνικὸ μίσος εἶχε φουντώσει καὶ πάλι στὴν Τουρκία. Καὶ ὁ Ρουστὲμ μπέης Βάσιτς ἔστειλε ἀνθρώπους του νὰ βολιδοσκοπήσουν ὁμογενὴ τῆς Σμύρ-νης, ἂν ἤθελε ν’ ἀγοράσει τὸ χέρι τοῦ Χρυσόστομου. Ἡ συναλλαγὴ αὐτὴ δὲν πραγ-ματοποιήθηκε ποτέ· ἀλλ’ ὁ Βάσιτς μίλησε μετὰ ἀπὸ ἁδρὴ ἀμοιβή.

Ὁ Νουρεντὶν δὲν ἤθελε νὰ ἐκτελέσει τὸ Χρυσόστο-μο – δὲν τοῦ ἀρκοῦσε ἡ ἐκδίκηση αὐτή. Ἤθελε νὰ τὸν ταπεινώσει, νὰ τὸν ἐξε-τευλίσει καὶ στὴ συνέχεια νὰ τὸν παραδώσει στὸ μαρτύ-ριό του. Τὴ δεύτερη φορά, ποὺ τὸν συνέλαβε, διέταξε νὰ τὸν φέρουν ἐμπρός του καὶ μόλις τὸν εἶδε, ἄφησε νὰ ξεσπάσει ὅλη ἡ λύσσα του, νὰ ξεχειλίσει ὁ βόρβο-ρος τῆς ψυχῆς του:

– Ἐσὺ εἶσαι ὁ παπάς, ποὺ βρίζεις τοὺς Τούρκους; τοῦ φώναξε. Γουρούνι, θὰ δεῖς τί τιμωρία σοῦ ἑτοιμάζω. Ἐσὺ κι οἱ Ἕλληνές σου εἶστε Λαὸς χαμάληδων· καὶ χαμάληδες θὰ σὲ δικάσουν.

Ἔτσι κι ἔγινε. Σὲ μία ἀπὸ τὶς αἴθουσες τοῦ Διοικητηρί-ου εἶχε συγκεντρώσει χαμάληδες τῆς Σμύρνης, τύπους κτηνώδεις, ἀδίστακτους – ἦταν οἱ «λαϊκοὶ δικασταί», ποὺ θὰ δίκαζαν τὸν Χρυσόστομο. Μόλις τὸν εἶδαν, ἄρχισαν νὰ καγχάζουν, νὰ τραβοῦν τὰ ράσα του, νὰ τὸν φτύνουν καὶ νὰ τὸν προπηλακίζουν. Μαζὶ μὲ τὸν Χρυσόστομο βρί-σκονταν καὶ οἱ δυὸ δημογέροντες, ὁ Κλιμάνογλου καὶ ὁ Τσουρουκτσόγλου. Ἂν καὶ γνώριζαν, ὅτι πλησιάζει τὸ τέλος τους, δὲν μπόρεσαν νὰ συγκρατηθοῦν. Βλέποντας τὸν ἐξετευλισμὸ τοῦ Χρυσοστόμου, θέλησαν νὰ ὁρμή-σουν, νὰ τὸν προστατεύσουν μὲ τὰ γεροντικὰ στήθη τους. Δὲν τοὺς ἄφησαν ὅμως – τοὺς ἔδεσαν καὶ τοὺς ὑποχρέω-σαν νὰ παρακολουθήσουν τὸ μαρτύριο τοῦ ποιμενάρχη τους. Ἔκλαιγαν σπαρακτικὰ οἱ δυὸ δημογέροντες καὶ ἡ ἀπελπισία τους κέντριζε τὴ θηριωδία τῶν Τούρκων, ἔκα-

νε τὶς βρωμερὲς ψυχές τους ν’ ἀναγαλλιάζουν. Μόνο ὁ Χρυσόστομος διατηροῦσε τὴν ψυχραιμία του. Μιὰ θεϊκὴ γαλήνη εἶχε ἁπλωθεῖ στὸ πρόσωπό του.

Τί νὰ σκεπτόταν, ἄραγε, τὴ στιγμὴ ἐκείνη, ὁ σεπτὸς ἱεράρχης; Ὅσοι τὸν γνώριζαν δὲν ἀμφιβάλλουν, ὅτι θ’ ἀναλογιζόταν τὸ μαρτύριο τοῦ Διδασκάλου του κι ἡ ψυχή του θὰ πλημμυροῦσε χαρὰ στὴ σκέψη, ὅτι εἶχε βρεῖ τὸ Σταυρό, ποὺ ἀναζητοῦσε. Ὁποιοσδήποτε θὰ δείλιαζε. Ὁ Χρυσόστομος δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ ψιθύριζε: «Γενηθήτω τὸ θέλημά Σου, Κύριε...».

– Ἦταν παλληκάρι ὁ παπάς σας, ὁμολόγησε μὲ κά-ποιο ἐνστικτώδη σεβασμό, ὁ Βάσιτς. Δὲν τὸν ἄκουσα νὰ

ἱκετεύει, νὰ παραπονε-θεῖ – ὣς τὴν τελευταία στιγμὴ δὲν ἄκουσα τὴ φωνή του.

Κάποτε, τὸ δικαστή-ριο τῶν χαμάληδων ἐξέδωσε τὴν ἀπόφασή του: «Νὰ σταυρωθῆ... νὰ σταυρωθῆ· ὅπως ὁ Χρι-στός τους...», οὔρλιαζαν, ὅταν αὐτός, ποὺ ἐκτε-λοῦσε χρέη... προέδρου, τοὺς ρώτησε ποιά ἔπρεπε νὰ ἦταν ἡ ποινή. Ὁ Νου-ρεντὶν φώναξε ἀμέσως τὸν Ρουστὲμ μπέη Βάσιτς καὶ τὸν διέταξε νὰ ἐκτε-λέσει τὴν ἀπόφαση τοῦ λαϊκοῦ δικαστηρίου.

Ὁ Ρουστὲμ μπέη Βά-σιτς ἦταν ἔφεδρος λο-

χαγὸς τοῦ τουρκικοῦ Στρατοῦ. Καταγόταν ἀπὸ τὴ Βοσνία κι ὁ πατέρας του ἦταν ἔμπορος στὴ Σμύρνη. Κατὰ τὴ δι-άρκεια τῆς ἑλληνικῆς Κατοχῆς δὲν ἔφυγε· ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς πολυάριθμους κατάσκοπους τοῦ Κεμάλ. Καὶ μόλις ὁ Στρατός μας ἐγκατέλειψε τὴν πόλη, φόρεσε τὴ στολή του καὶ συγκρότησε τὸ περιβόητο «ἀπόσπασμα ἐκτελέ-σεων» – μιὰ ὀρδὴ ἐγκληματιῶν, ποὺ ἐξόντωσε χιλιάδες Ἑλλήνων. Μετὰ ὁ Βάσιτς ἔγινε δικολάβος στὴ Σμύρνη.

Στὸν Βάσιτς ἀναθέτει ὁ Νουρεντὶν νὰ ὁδηγήσει τὸν Χρυσόστομο στὸν Γολγοθά του – τὸ Τρικυλίκ – κοντὰ στὸ σιδηροδρομικὸ σταθμό. Δὲν ἀντέχει ὄμως· τὸν μισεῖ τόσο, ὥστε τὴν ὥρα, ποὺ τὸ ἀπόσπασμα μὲ τοὺς τρεῖς μελλοθάνατους κατέβαινε τὶς σκάλες τοῦ Διοικητήριου, ὁ Νουρεντὶν προβάλλει στὸ κεφαλόσκαλο. Ἦταν ἔξαλλος, σὰν λυσσασμένο θηρίο. Τὰ μάτια του κατακόκκινα, σὰν νὰ ἔσταζαν αἷμα, τὸ στόμα του γεμάτο ἀφροὺς – ἦταν ὁ πραγματικὸς Νουρεντίν, χωρὶς καμμιὰ προσποίηση.

Κάποτε, τὸ δικαστήριο τῶν χαμάληδων ἐξέδωσε τὴν ἀπόφασή του:

«Νὰ σταυρωθῆ... νὰ σταυρωθῆ· ὅπως ὁ Χριστός τους...», οὔρλιαζαν.

Ὁ Νουρεντὶν φώναξε ἀμέσως τὸν Ρουστὲμ μπέη Βάσιτς

καὶ τὸν διέταξε νὰ ἐκτελέσει τὴν ἀπόφαση

τοῦ λαϊκοῦ δικαστηρίου.

Καλοκαίρι 1922: Χριστιανοὶ πρόσφυγες στὸ λιμάνι τῆς Σμύρνης

Page 18: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

37

– Σκυλί, φωνάζει στὸν Χρυσόστομο, ἀπὸ δικό μου βόλι θὰ πᾶς.

Καί, τραβώντας τὸ περίστροφό του, τὸν πυροβολεῖ. Ἀλλ’ ἔτρεμε ἀπ’ τὴν ὀργή του κι ἡ σφαίρα ἀστοχεῖ. Ἀντὶ νὰ πλήξει τὸν Χρυσόστομο, τραυματίζει θανάσιμα τὸν Κλιμάνογλου.

Ὁ πυροβολισμὸς τοῦ Νουρεντὶν ἦταν τὸ σύνθημα. Στὸ προαύλιο τοῦ Διοικητηρίου ἦταν συγκεντρωμένοι ὅλοι οἱ φονιάδες, οἱ ληστές, τ’ ἀποβράσματα τῆς Σμύρ-νης. Πράκτορες τοῦ Κομιτάτου τοὺς εἶχαν συγκεντρώσει ἔναντι ἁδρῆς ἀμοιβῆς. Κι ὅσο διαρκοῦσε ἡ ἀποτροπια-στικὴ ἐκείνη παρωδία τῆς δίκης, τοὺς πότιζαν ρακί. Εἶχαν κι ὅλας μεθύσει, ὅταν φάνηκε ὁ Χρυσόστομος μὲ τοὺς δυὸ συγκαταδίκους του. Περίμεναν ποιός θὰ κάνει τὴν ἀρχή· καὶ τὴν ἔκανε ὁ Νουρεντίν. Μόλις ἀκοῦν τὸν πυροβολισμό, ὁρμοῦν στ’ ἀνυπεράσπιστα θύμα-τά τους.

Θὰ χρειαζότανε ἡ τραγικὴ φαντασία ἑνὸς Δάντη γιὰ ν’ ἀποδώσει τὶς φρικιαστικὲς σκηνές, ποὺ συνέβησαν μπρὸς στὰ μάτια τοῦ Νουρεντίν. Ἡ ὀρδὴ τῶν φονιάδων ὁρμᾶ – δὲν ἔχουν ὅπλα· θὰ ἦταν πολὺ εὐσπλαγ-χνικὸς ὁ θάνατος. Μὲ τὰ χέρια τους, μὲ πέτρες καὶ ξύλα, κτυποῦν τὸν Χρυσόστομο. Τοῦ ξεριζώνουν, ἀλα-λάζοντας μὲ μανία, τὰ κατάλευκα γένια του. Τὸ αἷμα τρέ-χει ἄφθονο, μουσκεύει τὰ ράσα του· καὶ ἡ μυρωδιά του ἐξαγριώνει ἀκόμη περισσότερο τὸν διψασμένο γιὰ αἷμα ὄχλο. Ἕνας βαστάζος τοῦ λιμανιοῦ θέλει νὰ διακριθεῖ· καὶ μὲ τὸ μαχαίρι του βγάζει τὸ ἕνα μάτι τοῦ Χρυσόστομου. Κλονίζεται ὁ Δεσπότης, γονατίζει. Ἀλλ’ οἱ δήμιοί του δὲν τὸν ἀφήνουν. Οἱ ἄνδρες τοῦ Βάσιτς τὸν σηκώνουν καὶ ὑποβαστάζοντάς τον τὸν ὑποχρεώνουν νὰ συνεχίσει τὴ μαρτυρικὴ πορεία του πρὸς τὸν Γολγοθά. Φυσικά, δὲν κάνουν τὴν παραμικρὴ προσπάθεια νὰ συγκρατήσουν τὸν ὄχλο ποὺ συνεχίζει τὸ αἱματηρὸ ὄργιό του.

Μέσα σὲ λίγα λεπτὰ ὁ Χρυσόστομος ἔχει τυφλωθεῖ. Τὰ μαλλιὰ καὶ τὰ γένια του ἔχουν ξεριζωθεῖ, τὸ πρόσωπό του εἶναι μία τεράστια πληγή – τὸν ἔχουν γδάρει κυριο-λεκτικά. Δὲν βαδίζει πλέον, τὸν σέρνουν καὶ τὸν ἀνασκο-λοπίζουν, ἀργά, μεθοδικά, μὲ μανία. Κι ὅμως δὲν παρα-πονιέται, δὲν ἱκετεύει, δὲν λυγίζει στὸν Τοῦρκο. Μόνο τὴν τελευταία στιγμή, τὴν ὥρα, ποὺ σωριάζεται, ἀφήνοντας

τὴν τελευταία πνοή του, ἀναφωνεῖ: «Θεέ μου...».Ὁ Χρυσόστομος εἶναι νεκρός· ἀλλὰ τὸ μαρτυρικὸ τέ-

λος του τὸν μεταβάλλει σὲ ἀθάνατο. Ὁ Βάσιτς φορτώνει τὸ σακατεμένο πτῶμα του σὲ μιὰ βοϊδάμαξα καὶ συνεχίζει τὴν πορεία του πρὸς τὸ Τρικυλίκ. Ἀλλ’ ὁ ὄχλος δὲν ἔχει κορέσει τὴ μανία του – παρακολουθεῖ τὴν ἅμαξα καὶ ξεσχίζει τὶς ἄψυχες σάρκες. Δὲν ἔχει ἀπομείνει παρὰ ἕνα ἀνατριχιαστικὸ κουφάρι· καὶ τὸ κουφάρι αὐτὸ ὁ Βάσιτς τὸ κρεμὰ στὴν ἀγχόνη, ποὺ περίμενε τὸν Δεσπότη.

– Ἔπρεπε νὰ τὸν κρεμάσω. Ἦταν διαταγή, λέει, σὰν νὰ ἤθελε νὰ δικαιολογηθεῖ, καὶ κλείνει τὴν ἀφήγησή του.

Ὁ Νουρεντὶν δὲν «ἐχάλασε» τὸν Χρυσόστομο ἀπὸ ἐκδίκηση μόνο. Τὸ προσωπικό του μίσος τὸν βοήθησε,

ἁπλῶς, νὰ δείξει ὅλη τὴ θηριωδία του, νὰ κάμει φρικιαστικότερο τὸ μαρτύ-ριο τοῦ ἱεράρχη. Ὁ Χρυσό-στομος ἔπρεπε νὰ πεθάνει. Μόνο μετὰ τὸ θάνατό του μποροῦσαν νὰ ἐλπίζουν οἱ Τοῦρκοι στὸ ὁριστικὸ ξεκλήρισμα τοῦ μικρασια-τικοῦ Ἑλληνισμοῦ – στὴν καταστροφὴ τῆς Σμύρ-νης. Κι ἀπόδειξη εἶναι ὅτι τὸ μακελειὸ ἀρχίζει λίγες ὧρες μετὰ τὸ θάνατό του. Ἂν ζοῦσε, ἀσφαλῶς, θὰ κατόρθωνε νὰ συνεγείρει τὸν χριστιανικὸ κόσμο, νὰ μεταβάλει τοὺς τρομοκρα-

τημένους λαγοὺς σὲ ἀτρόμητα λιοντάρια.Οἱ Τοῦρκοι «χάλασαν» τὸν Δεσπότη. Ἔλπιζαν ἔτσι ν’

ἀποκόψουν κάθε δεσμὸ τοῦ Ἑλληνισμοῦ μὲ τὴν ἰωνικὴ γῆ. Ἦταν τὸ μεγαλύτερο σφάλμα τους. Ἡ φυγή μας ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία, ἡ ἐγκατάλειψη τῆς Σμύρνης, ἦταν μία ἀπὸ τὶς ντροπιασμένες σελίδες τῆς ἱστορίας μας – δὲν θὰ ὑπάρχει Ἕλληνας ποὺ νὰ μὴν ἤθελε νὰ τὴν λησμονή-σει, νὰ τὴ διώξει ἀπὸ τὴ σκέψη του σὰν ἀνατριχιαστικὸ ἐφιάλτη. Ἦλθε ὅμως τὸ μαρτύριο τοῦ Χρυσόστομου κι ἦταν ἀρκετὸ γιὰ νὰ ἐξιλεώσει τὴν ντροπὴ ἑνὸς ὁλόκλη-ρου Ἔθνους· τὸ αἷμα του, ποὺ πότισε τὰ καλντερίμια τῆς Σμύρνης, γίνηκε ὁ ἄρρηκτος δεσμὸς τῶν νοσταλγῶν, ὁλόκληρης τῆς Φυλῆς, μὲ τὶς χαμένες μας καὶ ἀλησμό-νητες Πατρίδες. Ὅσο θὰ ζεῖ ἡ ἀνάμνηση τοῦ μαρτυρίου τοῦ Χρυσόστομου, ἡ ἰωνικὴ γῆ θὰ εἶναι ἑλληνική. Καὶ τὸ μαρτύριό του δὲν θὰ λησμονηθεῖ ποτέ. n

Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Χαμένες Πατρίδες», ἐκδ. Α. Α. Λιβάνη.

Οἱ Εὐρωπαῖοι ἱστορικοί,ποὺ δὲν δυσκολεύτηκαν

νὰ ἐξιχνιάσουνκαὶ τὴν τελευταία λεπτομέρεια

τοῦ θανάτου τοῦ Χίτλερ,ποὺ ἔγραψαν τόμους ὁλόκληρουςγιὰ τὴν ἐκτέλεση τοῦ Μουσσολίνι

ἀπέστρεψαν τὸ πρόσωπο ἀπὸ τὴ θυσία τοῦ μεγάλου ἱεράρχου.

Ἐκτοπισμένοι ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία πάνω σὲ πλοῖο πρὸς τὸν Πειραιὰ

Page 19: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

38

Δὲν πρόκειται νὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὶς ἐνστάσεις ποὺ ἔχουν διατυπωθεῖ κατὰ τῆς ἁγιότητος τοῦ ἐθνομάρτυρα καὶ ἱερομάρτυρα ἁγ. Χρυσοστό-

μου Σμύρνης. Ἀσφαλῶς αὐτοὶ ποὺ τὶς διατυπώνουν κάποιους λόγους ἐπικαλοῦνται μέσα στὴν καλοπροαί-ρετη ἀναμφίβολα διάθεσή τους νὰ διαφυλάξουν τὸν τρόπο ποὺ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας διακηρύσσει τὴν ἁγιότητα τῶν ἐξαιρέτων μελῶν της. Γιὰ ἐμᾶς καὶ γιὰ τοὺς περισσοτέρους χριστιανούς, καὶ μάλιστα τοὺς ἔχοντες σχέση μὲ τὰ ἁγιασμένα χώματα τῆς Μικρασιατικῆς γῆς, δὲν τίθεται τέτοιο θέμα. Γιὰ ἐμᾶς ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ἀποτελεῖ σύμβολο ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸ καὶ χρέους πρὸς τὴν πατρίδα, δεδομένου μάλιστα ὅτι ἐκπροσωπεῖ ὅλους τοὺς πεσόντες καὶ ἀναιρεθέντες ποικιλοτρόπως κατὰ τὴ Μικρασιατικὴ καταστροφή, κάτι ποὺ ἀποδεικνύ-εται περίτρανα ἀπὸ τὴν ἰδιαίτερη ἀγάπη ποὺ τρέφουν πρὸς αὐτὸν ὅλοι οἱ Μικρασιάτες, ἔκφραση τῆς ὁποίας ἀποτελοῦν τὰ διαρκῶς πυκνούμενα γι’ αὐτὸν βιβλία ποὺ ἐκδίδονται, τὰ ποιήματα ποὺ γράφονται, τὰ ἀφιερώματα ποὺ γίνονται κάθε χρόνο στὴ μνήμη του, οἱ προτομὲς ποὺ φιλοτεχνοῦνται σὲ περιοχὲς ποὺ ὑπάρχουν καὶ ζοῦν Μικρασιάτες, οἱ ναοὶ ποὺ κτίζονται στὴ μνήμη του.

Κι εἶναι εὐκαιρία, μὲ τὸ ἀφιέρωμα τοῦτο, νὰ τονίσουμε γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ τὴν ἁγιότη-τα τοῦ μαρτυρικοῦ ἱεράρχη, γιατὶ ἀποδεικνυ-όμενη αὐτὴ ἰδίως ἀπὸ τὶς τελευταῖες στιγμὲς τῆς ζωῆς του γίνεται φάρος καὶ ὁδοδείκτης γιὰ ὅλους μας, κληρικοὺς καὶ λαϊκούς. Εἶναι ὄντως συγκλονιστικὲς οἱ περιγραφὲς τοῦ τέ-λους του κι εἶναι σὰ νὰ διαβάζουμε καὶ πάλι ἀπὸ τὸ βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων τὶς τελευταῖες στιγμὲς τοῦ πρωτομάρτυρα καὶ ἀρχιδιακόνου Στεφάνου. Τὶς περιγραφὲς αὐτὲς κάνει ὄχι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος, τοῦ ὁποίου ἴσως μποροῦμε νὰ ἀμφισβητήσουμε τὴν ἀκρίβεια τῶν λό-γων του, οὔτε κι ἕνας ραψωδὸς ποὺ μεγεθύνει τὰ γε-γονότα στὴν ἐξιστόρησή τους, ἀλλὰ ἕνας ἐπιστήμονας, αὐτόπτης συγκλονιστικοῦ γεγονότος, ὁ ἀκαδημαϊκὸς καθηγητὴς Γεώργιος Μυλωνᾶς, καὶ μάλιστα σὲ ὁμιλία του ἐπίσημη, στὶς 14 Δεκεμβρίου 1982, στὴν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν. Παραθέτουμε αὐτούσια τὰ τελευταῖα λόγια τῆς ὁμιλίας αὐτῆς:

«Θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ τελειώσω τὴν ὁμιλία μου μὲ μία προσωπικὴ μαρτυρία, ποὺ γιὰ πρώτη φορὰ ἐξομο-λογοῦμαι.

»Κατὰ τὶς τελευταῖες ἡμέρες τοῦ Σεπτεμβρίου 1922 μία ὁμάδα φοιτητῶν τοῦ International College τῆς

Σμύρνης καὶ ἐγὼ βρεθήκαμε φυλακισμένοι σὲ ἀπαίσιο ὑπόγειο, σ’ ἕνα ἀπὸ τὰ μπουντρούμια τοῦ Διοικητηρί-ου τῆς Σμύρνης. Σ’ αὐτὸ ἦταν ἀσφυκτικὰ στριμωγμέ-νοι Ἕλληνες Χριστιανοὶ αἰχμάλωτοι, μᾶλλον ἄνθρωποι προωρισμένοι γιὰ θάνατο. Τὶς βραδυνὲς ὧρες φύλακες μ’ ἐπικεφαλῆς Τουρκοκρήτα παρελάμβανον θύματα ποὺ ἐτυφεκίζοντο. Στὶς 5 τὸ ἀπόγευμα τῆς τελευταί-ας ἡμέρας τοῦ θλιβεροῦ Σεπτεμβρίου, ὁ Τουρκοκρὴς ἐκεῖνος μὲ διέταξε νὰ τὸν ἀκολουθήσω στὴν αὐλή. «Εἶσαι δάσκαλος;» μὲ ρωτᾶ. «Αὐτὴν τὴν τιμὴ εἶχα» τοῦ ἀπαντῶ. «Καὶ οἱ ἄλλοι ποὺ ἦσαν μαζί σου εἶναι φοι-τητές;» – «Ναί», τοῦ λέγω. «Γρήγορα μάζεψέ τους καὶ φέρε τους ἐδῶ». – «Ἐλᾶτε μαζί μου ἔξω», λέγω στοὺς συντρόφους μου. «Φαίνεται ὅτι ἦρθε ἡ ὥρα μας. Ἐμπρὸς μὲ θάρρος». Ποιά ἦταν ἡ ἔκπληξή μας ὅταν ἀκούσαμε

τὸν Τοῦρκο-Κρητικὸ νὰ λέει: «Δὲν θὰ σᾶς σκοτώσω, θὰ σᾶς σώσω. Ἀπόψε θὰ θανατωθοῦν ὅλοι ὅσοι εἶναι στὸ μπουντρούμι, γιατὶ ἔφεραν καὶ ἄλλους ποὺ δὲν ἔχουμε χῶρο νὰ τοὺς στοιβάξουμε. Θὰ σᾶς σώσω σήμερα, γιατὶ ἐλπίζω αὐτὸ νὰ μὲ βοηθήσει νὰ λησμονήσω μία τρο-μερὴ σκηνὴ ποὺ ἀντίκρυσαν τὰ μάτια μου, σκηνὴ στὴν ὁποία ἔλαβα μέρος». Καὶ συνέχισε «Παρακολούθησα τὸ χάλασμα τοῦ Δεσπότη σας. Ἤμουν μ’ ἐκείνους ποὺ τὸν τύφλωσαν, ποὺ τοῦ ‘βγάζαν τὰ μάτια καὶ αἱμόφυρτο, τὸν ἔσυραν ἀπὸ τὰ γένεια καὶ τὰ μαλλιὰ στὰ σοκάκια τοῦ Τουρκομαχαλᾶ, τὸν ξυλοκοποῦσαν, τὸν ἔβριζαν καὶ τὸν πετσόκοβαν. Βαθειὰ ἐντύπωση μοῦ ἔκανε καὶ ἀξέχαστος παραμένει ἡ στάση του. Στὰ μαρτύρια ποὺ τὸν ὑπέβαλαν δὲν ἀπήντα μὲ φωνές, μὲ παρακλήσεις, μὲ κατάρες.

ἩΗ Ἁγιότητα τοῦ Χρυσοστόμου Σμύρνης

Τοῦ Πρωτοπρεσβύτερου Γεωργίου Δορμπαράκη

Λειψανοθήκη ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία (ἐξωτερικὴ ὄψη)Ἀρχὲς 19ου αἰ. Μουσεῖο Μπενάκη

Page 20: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

39

»Τὸ πρόσωπό του τὸ κατάχλωμο, τὸ σκεπασμένο μὲ τὸ αἷμα τῶν ματιῶν του, τὸ πρόσωπό του εἶχε ἐστραμμέ-νο πρὸς τὸν Οὐρανὸ καὶ διαρκῶς κάτι ψιθύριζε ποὺ δὲν ἠκούετο πέρα ἀπὸ τὴν περιοχή του. Ξέρεις ἐσύ, δάσκαλε, τί ἔλεγε;» – «Ναὶ ξέρω» τοῦ ἀπήντησα. «Ἔλεγε: Πάτερ Ἅγιε, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι». – «Δὲν σὲ καταλαβαίνω, δάσκαλε, μὰ δὲν πειράζει. Ἀπὸ καιροῦ σὲ καιρό, ὅταν μποροῦσε, ὕψωνε κάπως τὸ δεξί του χέρι καὶ εὐλογοῦσε τοὺς διῶκτες του. Κάποιος πατριώτης μου ἀναγνωρίζει τὴν χειρονομία τῆς εὐλογίας, μανιάζει, μανιά-ζει καὶ μὲ τὸ τρομερὸ μαχαίρι τοῦ κόβει καὶ τὰ δυὸ χέρια τοῦ Δεσπότη. Ἐκεῖνος σωριάστηκε στὴ ματωμένη γῆ μὲ στεναγμὸ ποὺ φαινόταν ὅτι ἦταν μᾶλλον στεναγμὸς ἀνα-κουφίσεως παρὰ πόνου. Τόσο τὸν λυπήθηκα τότε ποὺ μὲ δυὸ σφαῖρες στὸ κεφάλι τὸν ἀποτελείωσα. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἱστορία μου. Τώρα ποὺ σᾶς τὴν εἶπα ἐλπίζω πὼς θὰ

ἡσυχάσω. Γι’ αὐτὸ σᾶς χάρισα τὴ ζωὴ». «Καὶ ποῦ τὸν ἔθα-ψαν;» ρώτησα μὲ ἀγωνία. «Κανεὶς δὲν ξέρει ποῦ ἔρριξαν τὸ κομματιασμένο του κορμί»».

Αὐτὴ εἶναι ἡ μαρτυρία ἑνὸς αὐτόπτη μάρτυρα, ποὺ φανερώνει, ὅπως εἴπαμε, τὸ μέγεθος τῆς ἁγιότητας τοῦ μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου, ἀφοῦ στὴν πίστη μας τὴν ὀρθόδοξη ἐκεῖνο ποὺ ἀποτελεῖ ἀποδεικτικὸ με-γάλης ἁγιότητας εἶναι ἡ ἀγάπη ποὺ ἁπλώνεται καὶ πρὸς τὸν ἐχθρό. Καὶ τίποτε νὰ μὴν ξέραμε γιὰ τὸν ἅγιο Χρυσό-στομο, καὶ μύρια ὅσα νὰ τοῦ ἔχουν καταλογιστεῖ, τὸ τέ-λος του εἶναι ἐκεῖνο ποὺ φανερώνει τὴν ἐσωτερική, τῆς καρδιᾶς του, ποιότητα. Κι ὁ ἅγιος Χρυσόστομος σὰν τὸν Χριστό, σὰν τὸν ἅγιο Στέφανο, σὰν τοὺς ἀποστόλους καὶ ὅλους τοὺς ἅγιους μάρτυρες εὐλογεῖ τοὺς διῶκτες του καὶ προσεύχεται γι’ αὐτούς. Μόνον ὅποιος διακατέχεται

πλούσια ἀπὸ αὐτὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ ξέρουμε ὅτι ἀνήκει σ’ Ἐκεῖνον καὶ προεκτείνει τὴν ἁγιότητα Ἐκείνου. «Τὶ ἔτι χρείαν ἔχομεν μαρτύρων;»

Δὲν θέλουμε νὰ μακρηγορήσουμε. Τὰ πράγματα μι-λοῦν ἀπὸ μόνα τους. Ἂς ἐπιτραπεῖ ὅμως ὡς κατακλείδα στὴ μικρὴ αὐτὴ ἀναφορὰ νὰ μεταφέρουμε ἕνα ἀπόσπα-σμα ἀπὸ ἕνα ποίημα ποὺ ἔχει γραφεῖ ἀκριβῶς γιὰ τὸν ἅγιο:

Στὸν ἅγιο Χρυσόστομο Σμύρνης

Ὅ,τι θεριά ‘νθρωπόμορφα * δὲ βλέπαν καὶ δὲ νιώθαν,τό ‘δαν τὰ δέντρα, τὰ πουλιὰ * ὁ ἥλιος καὶ τὸ χῶμα:τ’ ἅγιο κορμὶ ποὺ κείτουνταν * ἀκρωτηριασμένο,μὲ πύριν’ ὅμως τὴν ψυχὴ * καὶ μὲ ἀγάπης χρῶμα!

Τὰ χείλη του ψιθύριζαν * βαμμένα μέσ’ στὸ αἷμα,

- τὴν ὥρα ποὺ τοῦ ρολογιοῦ * οἱ δεῖκτες σταματοῦσαν –

κεῖνο ποὺ πῆρ’ ὁ ἄνεμος * μὲ δέος καὶ μὲ φόβο,

γιὰ νὰ τὸ φέρει ὅπου γῆς * καὶ δάκρυα ξεσποῦσαν.

«Πατέρα, τὴ συχώρηση * δῶσ’ τους, μὴ τοὺς γδικιέσαι,

Γιατὶ δὲν ξέρουνε κι αὐτοὶ * σὰν τότε οἱ ἐχθροί Σου»,

λέγαν τὰ χείλη τ’ ἅγια * τοῦ Χρυσοστόμου Σμύρνης,

λίγο πρὶν φύγει του ἡ ψυχὴ * σῶμα ψυχὴ χωρίσουν!

Ἐσείστηκαν οἱ οὐρανοὶ * ἀπ’ τὴ βαθειὰ ἀγάπηκι εὐθὺς ἐφάνη ὁ Χριστὸς * πού ‘σκυψε κεῖ σιμά

του.«Δοῦλε καλὲ καὶ ἀγαθέ, * μὴν τὸν φοβᾶσαι διόλουὅποιον σοῦ παίρνει τὴ ζωὴ * μικρὸ τ’ ἀνάστημά του»!

Κι ἔφυγε ὁ Χρυσόστομος * ὁ τῆς θυσίας ἅγιοςΜὰ ἄφησε τὸ σῶμα του * τὴ γῆ μας νὰ λιπαίνει.Ἀπὸ ψηλὰ τώρα θωρεῖ * κι ἀπὸ τὴν προτομή τουθυμίζοντας τὸ χρέος μας * - φωνὴ ποὺ δὲν σωπαίνει!

n

«Ἀπὸ καιροῦ σὲ καιρό, ὅταν μποροῦσε, ὕψωνε κάπως τὸ δεξί του χέρι

καὶ εὐλογοῦσε τοὺς διῶκτες του. Κάποιος πατριώτης μου

ἀναγνωρίζει τὴν χειρονομία τῆς εὐλογίας, μανιάζει, καὶ μὲ τὸ τρομερὸ

μαχαίρι του κόβει καὶ τὰ δυὸ χέρια τοῦ Δεσπότη».

Λει

ψαν

οθήκ

η ἀπ

ὸ τὴ

Μικ

ρὰ Ἀ

σία

Ἀρχ

ὲς 1

9ου

αἰ.

Μου

σεῖο

Μπε

νάκη

Λειψανοθήκη ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία (ἐσωτερικὴ ὄψη)Ἀρχὲς 19ου αἰ. Μουσεῖο Μπενάκη

Page 21: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

40

Στὸ βιβλίο του «Ὁ θάνατος τῆς Σμύρνης»* (La mort de Smyrne) ὁ Γάλλος δημοσιογράφος καὶ ἱστορικὸς Rene Ρυaυx (1878-1937), ποὺ εἶχε ἐπισκεφθεῖ τὴ

Σμύρνη ὡς ἀπεσταλμένος τῆς ἐφημερίδας «Le Temps» κατὰ τὸ 1919, καταθέτει μιὰ μαρτυρία προσωπική γιὰ τὸ μαρτύριο τοῦ μητροπολίτου Χρυσοστόμου. Τὸ βιβλίο τοῦ Πυῶ ἐκδόθηκε στὸ Παρίσι τὸ 1922, τὸν ἴδιο χρόνο τῆς καταστροφῆς, σὰν ἀπάντηση στὶς προπαγανδιστικὲς ψευδολογίες τῶν Τούρκων καὶ τῶν τουρκόφιλων γαλ-λικῶν πολιτικῶν καὶ δημοσιογραφικῶν κύκλων, ποὺ διέδιδαν πὼς ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς ἔκαψε κατὰ τὴν ὑποχώρησή του τὴ Σμύρνη!

Ὁ Ρενὲ Πυῶ, ἀναφερόμενος στὸ μαρτύριο τοῦ Χρυσοστόμου, ἀρνεῖται νὰ δώσει «συγχωροχάρτι» στὴν τουρκικὴ στρατιωτικὴ καὶ πο-λιτικὴ ἡγεσία καὶ νὰ ρίξει τὴν εὐθύ-νη στὸ μαινόμενο τουρκικὸ ὄχλο. Ἰδοὺ τί γράφει στὸ βιβλίο του:

Ὁ στρατηγὸς Νουρεντὶν πασὰς τὸν ἀναζήτησε μὲ ἀνθρώπους του στὴ Μητρόπολη. Ὅταν τὸν ἔφε-ραν μπροστά του, τὸν ἐξύβρισε μὲ αἰσχρὸ τρόπο καὶ τὸν κατηγόρη-σε γιὰ τὴ φιλελληνική του στάση, ἀφότου ἀποβιβάστηκε ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς στὴ Σμύρνη. Τελικὰ τοῦ γνωστοποίησε ὅτι τὸ ἐπαναστατικὸ δικαστήριο τῆς Ἄγκυρας τὸν εἶχε κα-ταδικάσει ἀπὸ καιρὸ πρὶν σὲ θάνατο, καὶ πρόσθεσε ὅτι ἡ ἑπόμενη ἐνέρ-γειά του ἦταν νὰ τὸν παραδώσει στὴ λαϊκὴ κρίση.

«Ὁ Χρυσόστομος, λοιπόν, πα-ραδόθηκε στὸν μανιασμένο μου-σουλμανικὸ ὄχλο. Τοῦ ξερίζωσαν τὴ γενειάδα, τὸν μα-χαίρωσαν, διαμέλισαν καὶ ἔσυραν τὸ σῶμα του μέχρι τὴν τουρκικὴ συνοικία, ὅπου καὶ τὸν πέταξαν στὰ σκυλιά».

Παρακάτω ὁ Πυῶ γράφει ὅτι οἱ γαλλικὲς ἐφημερίδες ἀπέκρυψαν τὶς λεπτομέρειες τοῦ φρικιαστικοῦ γεγονότος, μερικὲς μάλιστα ἔγραψαν ὅτι ὁ Χρυσόστομος ἦταν σῶος καὶ ἀβλαβής! Ἀργότερα ἀρνήθηκαν νὰ δημοσιεύσουν καὶ τὶς ἐπίσημες ἐκθέσεις. Ὁ Πυῶ συγκέντρωσε μαρτυρίες αὐτοπτῶν. Ὡς πιὸ ἔγκυρη θεωρεῖ τὴν μαρτυρία «ἑνὸς Γάλλου προστατευομένου» ποὺ γιὰ λόγους προστασίας τὸν ὀνομάζει «κ. Μ...». Ὁ ἄνθρωπος αὐτός, ποὺ ὁ Πυῶ θεωρεῖ ἀμερόληπτο καὶ αὐτόπτη, μεταξὺ τῶν ἄλλων, ἀνα-φέρει ὅτι μετὰ τὴν ἀποχώρηση τῶν ἑλληνικῶν ἀρχῶν (7

Σεπτεμβρίου [ν.ἡ.]1922) σχηματίστηκε ἀπὸ διαφόρους ξέ-νους πολίτες καὶ Γάλλους ὁμάδα πολιτοφυλάκων γιὰ τὴν τήρηση τῆς τάξης. Μεταξὺ αὐτῶν καὶ ὁ κ. Μ... Ἕνας κα-θολικὸς ἱερέας, ἰταλικῆς καταγωγῆς, ὁ πατὴρ Scaliarino, ζήτησε ἐσπευσμένα τὴ βοήθεια τῆς πολιτοφυλακῆς γιὰ τὴν προστασία τοῦ Χρυσοστόμου.

«Μία γαλλικὴ περίπολος ἀπὸ εἴκοσι ἄνδρες, τοὺς ὁποίους συνόδευα μαζὶ μ’ ἕναν ἄλλο πολιτοφύλακα, κατευθύνθηκε ἀμέσως στὴ Μητρόπολη, μὲ σκοπὸ νὰ πεισθεῖ ὁ μητροπολίτης νὰ ἔλθει καὶ νὰ παραμείνει στὴν

ἐκκλησία τῆς Sacré-Coeur ἢ στὸ Γαλλικὸ Προξενεῖο. Ὁ μητροπολί-της Χρυσόστομος δὲ δέχθηκε, λέ-γοντας ὅτι σὰν καλὸς ποιμένας εἶχε χρέος νὰ μείνει κοντὰ στὸ ποίμνιό του. Ὅταν ἡ περίπολος ἔβγαινε ἀπὸ τὴ Μητρόπολη, ἕνα αὐτοκίνητο στὸ ὁποῖο ἐπέβαιναν ἕνας Τοῦρκος ἀξι-ωματικὸς καὶ δύο στρατιῶτες, μὲ τὶς λόγχες πάνω στὰ ὅπλα, σταμάτησε μπροστὰ ἀπὸ τὸ μητροπολιτικὸ κτί-ριο. Ὁ ἀξιωματικὸς ἀνέβηκε ἐπάνω καὶ διέταξε τὸ μητροπολίτη νὰ τὸν ἀκολουθήσει στὸν Νουρεντὶν πασά, τὸ στρατιωτικὸ διοικητή. Βλέποντας ὅτι ἀπάγεται ὁ μητροπολίτης, εἶπα στοὺς ἄνδρες τῆς περιπόλου νὰ πάρουμε ἀπὸ πίσω τὸ αὐτοκίνητο. Φθάσαμε μπροστὰ στὸ Μεγάλο Στρατώνα, ὅπου βρισκόταν ὁ στρα-τιωτικὸς διοικητής, ὁ στρατηγὸς Νουρεντίν. Ὁ ἀξιωματικὸς ποὺ συ-νόδευε τὸ Χρυσόστομο, τὸν ὁδή-γησε μπροστὰ στὸν Νουρεντίν. Σὲ δέκα λεπτά, καὶ ἐνῷ ὁ Χρυσόστο-μος κατέβαινε, βγῆκε στὸ μπαλκόνι

τοῦ κτιρίου ὁ Νουρεντὶν πασάς, ὁ ὁποῖος ἀπευθύνθηκε στοὺς χίλιους μὲ χίλιους πεντακόσιους μουσουλμάνους, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, ποὺ βρίσκονταν στὴν πλατεία, τοὺς εἶπε ὅτι τοὺς παραδίδει τὸ μητροπολίτη, προσθέτοντας χαρακτηριστικὰ τὶς φράσεις: «Ἂν σᾶς ἔκανε καλό, νὰ τοῦ τὸ ἀνταποδώσετε, ἂν σᾶς ἔκανε κακό, νὰ τοῦ κάνετε καὶ σεῖς κακό!» Ὁ ὄχλος ἅρπαξε χωρὶς χρονοτριβὴ τὸ μη-τροπολίτη καὶ τὸν ὁδήγησε λίγο πιὸ πέρα, μπροστὰ στὸ κομμωτήριο τοῦ Ismail ἑνὸς Ἰταλοῦ προστατευόμενου, ἐκεῖ σταμάτησαν καὶ τὸν ἕντυσαν μὲ μία ἄσπρη μπλούζα ποὺ πῆραν ἀπὸ τὸν κομμωτή, ἄρχισαν ἀμέσως νὰ τὸν χτυποῦν λυσσασμένα μὲ γροθιὲς καὶ μὲ ξύλα, καὶ νὰ τὸν φτύνουν στὸ πρόσωπο, τοῦ τρύπησαν μὲ μαχαιριὲς τὸ

Μαρτυρία

Τοῦ René Ρuaux

Ἡ Παναγία θρηνοῦσαἈπὸ τὴν ἔκθεση, στὸ Βυζαντινὸ Μουσεῖο,

«Κειμήλια προσφύγων»

Page 22: Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

41

σῶμα, τοῦ ξερίζωσαν τὴ γενειάδα, τοῦ ἔβγαλαν τὰ μάτια, τοῦ ἔκοψαν τὴ μύτη καὶ τὰ αὐτιά.

«Πρέπει νὰ σημειώσουμε ὅτι ἡ γαλλικὴ περίπολος παρακολούθησε τὰ γεγονότα μέχρι τὴ σκηνὴ ποὺ περι-γράψαμε. Οἱ ἄνδρες ποὺ τὴν ἀποτελοῦσαν (ἐπρόκειτο γιὰ ναῦτες) εἶχαν βγεῖ ἔξω ἀπὸ τὰ ροῦχα τους, ἔτρεμαν χωρὶς ὑπερβολὴ ἀπὸ τὴν ἀγανάκτηση καὶ ἤθελαν νὰ ἐπέμβουν. Ὁ ἐπικεφαλῆς, ὅμως, ἀξιωματικός, μὲ τὸ περίστροφο στὸ χέρι, ἀκολουθοῦσε τὶς διαταγὲς ποὺ τοὺς εἶχαν δοθεῖ, καὶ τοὺς ἐμπόδισε νὰ κάνουν ὁποιαδήποτε κίνηση. Στὴ

συνέχεια, δὲν εἴδαμε πιὰ τὸ μητροπολίτη, ποὺ τὸν ἀπο-τελείωσαν σὲ μικρὴ ἀπόσταση πιὸ πέρα.

»Κατεβαίνοντας μὲ τὴν περίπολο πρὸς τὴν Εὐρω-παϊκὴ συνοικία, συναντήσαμε ἕνα αὐτοκίνητο καὶ πίσω του δεμένον τὸν κ. Τσουρουκταόγλου, τὸ διευθυντὴ τῆς ἐφημερίδας La Réforme. Δεμένον ἀπ’ τὰ πόδια, ράκος πραγματικό, τὸν τράβαγε τὸ αὐτοκίνητο, ἐνῷ τὸ κεφάλι του σερνόταν πάνω στὸ λιθόστρωτο». n

Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Σαράντου Καργάκου «Ὁ ἐθνομάρτυς Χρυσόστομος Μητροπολίτης Σμύρνης ὁ "περίβλεπτος"»,

ἐκδ. Ἐκκλησιαστικὴ Βιβλιοθήκη Ἱ. Μ. Δημητριάδος.

Ἡ γαλλικὴ περίπολοςπαρακολούθησε τὰ γεγονότα.

Οἱ ἄνδρες ποὺ τὴν ἀποτελοῦσαν ἔτρεμαν χωρὶς ὑπερβολὴ ἀπὸ τὴν

ἀγανάκτηση καὶ ἤθελαν νὰ ἐπέμβουν.Ὁ ἐπικεφαλῆς, ὅμως, ἀξιωματικός,

μὲ τὸ περίστροφο στὸ χέρι, ἀκολουθοῦσε τὶς διαταγὲς ποὺ τοὺς εἶχαν δοθεῖ,

καὶ τοὺς ἐμπόδισε νὰ κάνουν ὁποιαδήποτε κίνηση.

Ἀνοσιούργημα ἀνασταυρώσεως

Τοῦ Ἁγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης

Ἡ ἐπιστολὴ αὐτὴ ἐστάλη εἰς ἐπισκόπους τῆς Δύσεως, ζητώντας τὴν παρέμβασή τους μπροστὰ στὴν ἐπικείμενη καταστροφή.

Σεβασμιώτατε, Ἐν μέσῳ τῆς ἑορτασίμου ἀγαλλιάσεως, ἣν σύμπας

ὁ Χριστιανικὸς κόσμος τῆς Δύσεως αἰσθάνεται ἐπὶ τῷ κοσμοχαρμόσυνῳ Πάσχα, ἐπιτρέψατε εἰς τοὺς ταπεινοὺς ἡμᾶς Ἀρχιεπισκόπους τῆς μαρτυρικῆς Ἐκκλησίας Σμύρ-νης, ἐξ ὀνόματος καὶ τῶν Ἀγγέλων τῶν Ἑπτὰ Ἐκκλησιῶν τῆς Ἀποκαλύψεως, «τῶν χρυσῶν τούτων ἑπτὰ λυχνιῶν ἐν μέσῳ τῶν ὁποίων περιπατεῖ ὁ Κύριος» (Ἀποκάλυψις 2), ἀφ’ οὗ θερμῶς εὐχαριστήσωμεν Ὑμῖν δι’ ὅσα ἄχρι τοῦδε ὑπὲρ τῶν Χριστιανικῶν μας λαῶν ἐπράξατε, νὰ προσκομίσωμεν ὑπὲρ τῆς Ὑμετέρας Θεοσεβεστάτης καὶ φιλανθρωποτάτης Σεβασμιότητος τὰς οἰμωγὰς τῶν «πεπελεκισμένων διὰ τὴν μαρτυρίαν τοῦ Ἰησοῦ» (Ἀπο-κάλυψις 20, 41) τῶν «ἐρχομένων ἐκ τῆς μεγάλης θλίψε-ως» Χριστιανῶν τῆς Ἀνατολῆς, ὅσοι «ἔπλυναν τὰ ἱμάτια αὑτῶν ἐν τῷ αἵματι τοῦ ἀρνίου» (Ἀποκάλυψις 7, 14) καὶ «κράζουσι μεγάλη τῇ φωνῇ ἕως πότε, Δέσποτα, οὐ κρί-νεις καὶ ἐκδικεῖς τὸ αἷμα ἡμῶν»(Ἀποκάλυψις 6, 10) καὶ νὰ ἐπικαλεσθῶ τὴν πατρικὴν Αὐτῆς προστασίαν.

Ὡσεὶ μὴ ἤρκουν τὰ δεινὰ μαρτύρια τῶν Χριστιανῶν τῆς Ἀνατολῆς τῶν στεναζόντων ἐπὶ πέντε ἀτελειώτους αἰῶνας ὑπὸ τὴν πλὲον σκληρὰν τυραννίαν, ἣν ἐγνώρισεν ἡ Παγκόσμιος Ἱστορία, τὴν τυραννίαν τοῦ Ἀντιχρίστου Τούρκου, ὡσεὶ μὴ ἤρκουν οἱ συνολικοὶ ἐξανδραποδι-σμοὶ καὶ αἱ ἐξοντώσεις τῶν Χριστιανικῶν στοιχείων, ἰδίως ὀλίγον πρὸ τοῦ παγκοσμίου τούτου πολέμου, ἀργότε-ρον ἐν καιρῷ τοῦ πολέμου τούτου, καὶ ἐπ’ ἐσχάτων ἐν ταῖς ὑπὸ τοῦ Κεμὰλ κατεχομέναις χώραις, ὅπου ἐλάχι-στα οἰκτρὰ μόνον λείψανα Χριστιανισμοῦ ἐν ἀφαντάστῳ ἀθλιότητι ἐναπελείφθησαν, δεινοὶ μᾶς ταράττουσι φόβοι ὅτι νέον μέγα παρασκευάζεται ἀνοσιούργημα κατὰ τῆς Ἱστορίας καὶ τοῦ Χριστιανισμοῦ...

Μὴ ἀνεχθῆτε νὰ διαπραχθῇ ἐν τῷ μέσῳ τοῦ Χριστια-νικοῦ κόσμου τηλικοῦτον βδελυρὸν κατὰ τῶν ἐλευθε-ρωθέντων ἅπαξ τέκνων τοῦ Χριστοῦ ἀνοσιούργημα ἀνασταυρώσεως καὶ παντελοῦς αὐτῶν ἀφανισμοῦ.

Ὑψώσατε καὶ πάλιν ὡς καὶ πολλάκις ἄχρι τοῦδε τὴν πατρικὴν φωνὴν Σας. Λαλήσατε εἰς τὰς καρδίας τῶν ἰσχυρῶν. «Διδάξατε εἰς τοὺς ἐνοικοῦντας ἐπὶ τῆς γῆς καὶ τοὺς δοκοῦντας ἄρχειν τῶν Ἐθνῶν» στοιχειώδη δικαιο-σύνην καὶ σεβασμὸν πρὸς τὰς ἐλευθερίας τῶν λαῶν καὶ τὰ ἀνθρώπινά των δίκαια. «Ἰδοὺ ὁ Κριτὴς πρὸ τῶν θυρῶν ἕστηκεν». Αἱ βοαὶ τῶν σφαγιαζομένων Χριστιανῶν «εἰς τὰ ὦτα Κυρίου Σαβαὼθ εἰσεληλύθασιν· κατεδίκασαν οὗτοι καὶ φονεύουσι τὸν δίκαιον» (Ἰακώβου 5, 5, 6, 9). Εἰσελθέτωσαν καὶ εἰς τὴν καρδίαν Αὐτῆς οἱ ὀλοφυρμοὶ τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου. n

Χριστός, ἡ ἄμπελος (τμῆμα)Βυζαντινὸ & Χριστιανικὸ Μουσεῖο Ἀθηνῶν,

«Κειμήλια προσφύγων»

Εὐχαριστοῦμε τὸ Βυζαντινὸ & Χριστιανικὸ Μουσεῖο Ἀθηνῶν γιὰ τὴν εὺγενικὴ παραχώρηση ὑλικοῦ ὰπὸ τὴν ἔκθεση "Κειμήλια προσφύγων".