Download - στρατής μυριβήλης βασίλης αρβανίτης - ανάλυση τρίτου κεφαλαίου

Transcript
Page 1: στρατής μυριβήλης   βασίλης αρβανίτης - ανάλυση τρίτου κεφαλαίου

Ο ΒΑΣΙΛΗΣ Ο ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ

Page 2: στρατής μυριβήλης   βασίλης αρβανίτης - ανάλυση τρίτου κεφαλαίου

Η νουβέλα παρουσιάζει μία ιστορία που λαμβάνει μέρος στις αρχές του 20ου αιώνα σε ένα μικρό ορεινό χωριό στην τουρκοκρατούμενη Λέσβο. Το κεφάλαιο αναφέρεται στο πρώτο ανδραγάθημα του Βασίλη του Αρβανίτη - που είναι η πάλη με το φίδι και ο θάνατος του φιδιού – Μαμούρη – όπως παρουσιάζεται μέσα από τις προσωπικές αναμνήσεις του συγγραφέα από την παιδική του ηλικία, μέσα στην μικρή τοπική κοινωνία του χωριού.

Η ιστορία παρουσιάζεται από την οπτική γωνία του συγγραφέα –αφηγητή, ο οποίος είναι ομοδιηγητικός, καθώς συμμετέχει ή είναι άμεσος θεατής στα γεγονότα και παρουσιάζει τις προσωπικές του συναισθηματικές αντιδράσεις απέναντι σε αυτά.

• Οι αφηγηματικές τεχνικές που χρησιμοποιούνται είναι η ζωντανή περιγραφή σε διάφορα σημεία του κεφαλαίου (του σπιτιού, του Βασίλη, της πάλης με το φίδι κ.α.), η σύντομη διαλογική στιχομυθία μεταξύ του Βασίλη και του συγγρφέα και η ομοδιηγητική αφήγηση, καθώς δηλώνεται η συμμετοχή του αφηγητή/συγγραφέα στα δρώμενα, προσδίδοντας αμεσότητα και οικειότητα. Η εστίαση των γεγονότων είναι εσωτερική, διότι ο αφηγητής καταγράφει προσωπικές του αναμνήσεις και γεγονότα του παρελθόντος του, για αυτό είναι και δραματοποιημένος, αφού λειτουργεί υπό συναισθηματική φόρτιση και η αφήγηση είναι υποκειμενική/

Page 3: στρατής μυριβήλης   βασίλης αρβανίτης - ανάλυση τρίτου κεφαλαίου

/ μάλιστα, επειδή ο συγγραφέας –αφηγητής είναι δευτερεύον πρόσωπο της ιστορίας και έχει μεγαλύτερη ευχέρεια παρουσίασης, περιγραφής και σχολιασμού, μπορεί να χαρακτηριστεί και ως ενδοδιηγητικός.•Τα γεγονότα περιγράφονται με γραμμική αλληλουχία, το ένα μετά το άλλο, συνδεόμενα, όμως πάντα με τις αναμνήσεις του συγγραφέα από την παιδική του ηλικία, καθώς σε ένα σημείο του κεφαλαίου ο χρόνος μεταφέρεται στο παρόν, όταν ο συγγραφέας αναπολεί και θυμάται τα δάχτυλα του Βασίλη μέσα στα μαλλιά του, όταν ο ήρωας τον χάιδεψε στοργικά.Το ύφος του κεφαλαίου είναι ηρωϊκό, καθώς αναφέρεται στον «άθλο» του Βασίλη, νοσταλγικό, καθώς τα πάντα μεγενθύνονται μέσα στο μυαλό και τις αναμνήσεις του συγγραφέα ως μικρού παιδιού, εξομολογητικό, καθώς καταγράφονται όλες οι σκέψεις και τα συναισθήματα που συνοδεύουν την ηρωϊκή πράξη του Βασίλη, αλλά και σοβαρό, καθώς γίνεται αναφορά σε θέματα, όπως ο θάνατος της μικρής αδερφής του συγγραφέα.•Η γλώσσα είναι δημοτική, απλή και φυσική, με επιτηδευμένη επιλογή των λέξεων και ιδιωματισμούς της διαλέκτου του νησιού της Λέσβου.

Page 4: στρατής μυριβήλης   βασίλης αρβανίτης - ανάλυση τρίτου κεφαλαίου

Το κεφάλαιο ξεκινά με μία ηθογραφική και λεπτομερή περιγραφή του τρύγου και του τρόπου παρασκευής του τσίπουρου κατά τους καλοκαιρινούς μήνες στο ονειρό χωριό του συγγραφέα/ οι φυσιολατρικές εικόνες αυτές, οι οπτικές και οσφρητικές εικόνες αποπνέουν λυρικότητα, ζεστασιά, νοσταλγία και γραφικότητα

Τα αμπέλια είχαν τρυγηθεί Ο μούστος είχε αποθηκευτεί σε βαρέλια και το ρακί παραγόταν

σε ειδικά καζάνια Τα περιττά αποσταγμένα τσίπουρα τα πετούσαν σε απόμερους

ανοιχτούς χώρους Στο χωριό υπήρχε παντού η ξυνή μυρωδιά του μούστου, που

πλανιόταν «μεθυστικά» στον αέρα («καλοκαίρι...ο αγέρας»).o Το καλοκαίρι, επίσης, στο χωριό αρχίζει «η εποχή του

παιχνιδιού», καθώς τα παιδιά είναι ελεύθερα από τις σχολικές τους υποχρεώσεις και παίζουν ανέμελα σε ανοιχτούς χώρους, γεμίζοντας το χωριό με ζωντάνια γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στο παιχνίδι το ονομαζόμενο «τα καζίκια», όπου ουσιαστικά αποτελεί στοιχείο της ιστορικής συνέχειας από τα αρχαία χρόνια και αναφέρεται σε ένα διαχρονικό χαρακτηριστικό του ελληνικού πολιτισμού, καθώς «τα καζίκια» ουσιαστικά συνδέονται με την ρίψη του ακοντίου, όπως περιγράφει και ο ίδιος ο συγγραφέας εξηγώντας τον τρόπο που παιζόταν αυτό το παιχνίδι («ήταν παλούκια...πιδεξοσύνη»).

Page 5: στρατής μυριβήλης   βασίλης αρβανίτης - ανάλυση τρίτου κεφαλαίου

Στη συνέχεια, περιγράφεται η οικιστική διαρρύθμιση του ορεινού χωριού, όπου με μια πολύ όμορφη και λυρική οπτική εικόνα και με τη χρήση μεταφοράς («θαρρείς το’να...του βουνού»), φαίνεται ότι το χωριό είχε κτιστεί κατακόρυφα πάνω στην απότομη πλαγιά. («τα σπίτια...του βουνού»).

Ο Βασίλης έπαιζε με άλλα παιδιά «τα καζίκια», όταν ξαφνικά κάποιο παιδί, όλο ενθουσιασμό, έκπληξη και αδημονία έδειξε προς το σπίτι του συγγραφέα, εφιστώντας την προσοχή της παρέας με μία ρεαλιστική εικόνα, που αποπνέει φόβο και φρίκη, περιγράφεται η έξοδος του θεόρατου φιδιού από τα κεραμίδια της στέγης του σπιτιού στην κορυφή της στέγης, ώστε να λιαστεί (φυσιολατρική εικόνα) («γυρισαν όλοι... λιαζόταν»)

Στη συνέχεια γίνεται μία σύντομη περιγραφή του Βασίλη, όπου αναφέρεται η εφηβική του ηλικία (16 χρονών), ο οποίος αρπάζει ένα «σιδεράτο καζίκι» και ορμάει χωρίς δισταγμό προς το σπίτι από το σημείο αυτό αρχίζουν και διαφαίνονται όλα αυτά τα χαρακτηριστικά στοιχεία του εφηβικού ψυχισμού, τα οποία διαθέτει και ο Βασίλης σε αφθονία: περιγράφονται με ρεαλιστικό και ευθύ τρόπο ο αυθορμητισμός, η ορμητικότητα, το θάρρος και η παρρησία, η έλλειψη σύνεσης και ορθολογισμού, η σωματική δύναμη και η παθιασμενη αγωνιστικότητα, οι ενστικτώδεις αντιδράσεις, η γενναιότητα και η τόλμη, η έλλειψη φόβου και δισταγμού, όλα αυτά τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν την εφηβική ηλικία σε αντιδιαστολή με τον κόσμο των ενηλίκων

Page 6: στρατής μυριβήλης   βασίλης αρβανίτης - ανάλυση τρίτου κεφαλαίου

Ο Βασίλης ορμά στο σπίτι, ανοιγει τις πόρτες και από μία εσωτερική καταπακτή βγαίνει στην εσωτερική πλευρά της στέγης

Με αυτόν τον τρόπο: Σπρώχνοντας με δύναμη ανοίγει τρύπα στην σκεπή, ξηλώνοντας τα

ξύλα που την στερέωναν Βγαίνει στα κεραμίδια και επιτίθεται καταμέτωπα και φρενιασμένα

στο φίδι με το καζίκι Μέσα σε αυτην την ξέφρενη πορεία του Βασίλη, ο συγγραφέας μας

δίνει αρκετές ηθογραφικές λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο κατασκευής ενός αγροτικού σπιτιού στο ορεινό αυτό χωριό (η ύπαρξη της εσωτερικής καταπακτής, τα υλικά για την κατασκευή της στέγης) και σχετικά με τον διαχωρισμό των εργασιών ανάμεσα στα δύο φύλα (ο πατέρας δουλεύει στα χωράφια και η μητέρα ασχολείται με τις οικιακές εργασίες, έχοντας για βοηθό ενα μικρό κορίτσι – παρακόρη) («ο πατέρας... με το φίδι»).

Η περιγραφή της πάλης του Βασίλη με το φίδι δίνεται με μία έντονη λεπτομερή περιγραφή, γεμάτη από ένταση, πάθος, που διαρκώς κορυφώνεται και αστάθμητους παράγοντες που εντείνουν τα συναισθήματα των αναγνωστών με αυτόν τον τρόπο:

Το φίδι αναγνωρίζει τον κίνδυνο και διαποτισμένο από το ένστικτο της επιβίωσης επιτίθεται και αυτό με την σειρά του στον Βασίλη με βάναυσο και σκληρό τρόπο, που προκαλεί τρόμο

Page 7: στρατής μυριβήλης   βασίλης αρβανίτης - ανάλυση τρίτου κεφαλαίου

Το φίδι προσπαθούσε αμυνόμενο να ελιχθεί με έντονη και επικίνδυνη κινητικότητα

Σήκωνε το κεφάλι του, έβγαζε τη γλώσσα του και θυμωμένους ήχους, που δηλώνουν με ρεαλισμό την επικίνδυνη πάλη για την επιβίωσή του

Η ένταση κορυφώνεται καθώς η ουρά του πάλλονταν με αγριότητα στον αέρα και γκρέμιζε τα κεραμίδια της στέγης με την ορμή της

Η περιγραφή αυτή αποτελεί μέρος των αναμνήσεων του συγγραφέα ως μικρού παιδιού, όπου όλα μεγενθύνονται, μεγαλοποιούνται, εντείνονται, δίνοντας μία πιο ακραία διάσταση στην αντικειμενική πραγματικότητα (αυτό μεμιάς...τα κεραμίδια»).

Στη συνέχεια, έχουμε την εμφάνιση ενός νέου στοιχείου, τη συμμετοχή της γειτονιάς στο γεγονός / στις μικρές κλειστές τοπικές κοινωνίες, η αίσθηση της γειτονιάς αποτελεί σημαντικό στοιχείο της κοινωνικής δομής, καθώς οι γειτόνοι είναι παρόντες στα γεγονότα, συντρέχουν για βοήθεια, είναι φορείς κοινωνικού σχολιασμού, αποδοχής ή διαπόμπευσης μίας κατάστασης / με τον ίδιο τρόπο γίνονται μάρτυρες της πάλης του Βασίλη με το φίδι, καθώς πρακολουθούν με ένταση και αγωνία από το δρόμο, τα παράθυρά και τα δωμάτιά τους.

Η αγωνία εντείνεται, όταν ο Βασίλης, στην υπέρμετρη προσπάθειά του, γλιστράει, κατρακυλάει στην σκεπή και προλαβαίνει, με την ευλιγισία και την σωματική δύναμη, που χαρακτηρίζει την ηλικία του, να κρεμαστεί τελευταία στιγμή από την σιδερένια υδροροή που περιτρέχει την στέγη, την ίδια στιγμή που το φίδι αποτελεούσε διαρκή απειλή

Page 8: στρατής μυριβήλης   βασίλης αρβανίτης - ανάλυση τρίτου κεφαλαίου

αυτό προκαλεί τη λαχτάρα και κορυφώνει την ένταση των γειτόνων, που παρακολουθούν το γεγονός, χωρίς να μπορούν να βοηθήσουν άμεσα το παιδί («κάποια στιγμή...από τη λαχτάρα») / μάλιστα, διαφαίνεται το βαθύ θρησκευτικό αίσθημα της εποχής στους απλούς και φτωχικούς κατοίκους του μικρού ορεινού χωριού, καθώς οι γυναίκες με ευαισθησία και βαθια πίστη «έταζαν κερί και λάδι στην Παναγιά» για να προστατεύσει και να σώσει τον Βασίλη, καθώς η κατάσταση ήταν πολύ επικίνδυνη, γιατί ή θα λύγιζε το σίδερο της υδροής από το βάρος ή το παιδί δεν θα μπορούσε πια να βαστιέται από την υδροροή αποκαμωμένο από την κούραση («γιατί όλος... πολλήν ώρα»).

Στη συνέχεια, διαφαίνεται μία ηθογραφική λεπτομέρεια για τον τρόπο κατασκευής του μικρού δρόμου πλάι στο σπίτι (« ένα καλντερίμι όλο μαρμαρόπετρα») καθώς και η προσπάθεια των γειτόνων να μην μένουν αμέτοχοι στα γεγονότα, αλλά να προσπαθήσουν, με ευαισθησία και γρηγοράδα, να βοηθήσουν τον Βασίλη, στρώνοντας στρώματα και μαξιλάρια κάτω στον δρόμο, σε περίπτωση που έπεφτε το παιδί («κάτι γειτόνισσες... μαξιλάρια»).

Η αποφασιστικότητα, η σωματική ρώμη, το αγέρωχο πείσμα, η ορμητικότητα, η τόλμη και οι παθιασμένες αντιδράσεις του Βασίλη διαφαίνονται από τον τρόπο που καταφέρνει να ξανασκαρφαλώσει πάλι στην σκεπή και να κρατηθεί, ενώ γύρω του όλα διαλύονται και πέφτουν (« ο Βασίλης ανεσύρθηκε...μα αυτός δεν έπεφτε»).

Page 9: στρατής μυριβήλης   βασίλης αρβανίτης - ανάλυση τρίτου κεφαλαίου

Η προσπάθεια του παιδιού μάλιστα συνοδεύεται από την καλοπροαίρετη καλόκαρδη ευχή των γειτόνων να αντέξει η υδροροή μέχρι που το παιδί να κρατήσει την ισορροπία του πάνω στην σκεπή («φτάνει... καρδιά τους»). Το βαθύ θρησκευτικό αίσθημα της τοπικής κοινωνίας διαφαίνεται επίσης από το γεγονός, πώς, μόλις ο Βασίλης ήταν σώος ξανά πάνω στην σκεπή, οι γειτόνισσες με λυτρωτική ανακούφιση κάνουν τον σταυρό τους («οι σιδεροδεσιές... μαζεμένοι»).

Είναι χαρακτηριστική η επιλογή της λέξης «σέρποντας» από τον Μυριβήλη, για να δείξει ότι ο έφηβος Βασίλης αντιμετωπίζει το φίδι με τα δικά του «μουλωχτά» χαρακτηριστικά σαν ίσος προς ίσο, αψηφώντας τον κίνδυνο, καθώς με ορμητικότητα επιτίθεται ξανά προς το ερπετό το φίδι είχε βρει την ευκαιρία να αρχίσει να τρυπώνει και να γυρίζει στην κρυψώνα του, θέλοντας να αποφύγει τον άξιο αντίπαλό του, ο Βασίλης όμως με ξέφρενο πάθος και αδημονία, με αποκοτιά και περηφάνεια, με ορμητικότητα, αγωνιστικότητα, γρηγοράδα και παθιασμένο αυθορμητισμό, ορμάει καταπάνω του, το πιάνει από την ουρά, το τραβάει έξω, το χτυπάει κατακέφαλα με το καζίκι και το πετάει κάτω στο δρόμο («το φίδι βρήκε... το τρύπησε»).

Οι γείτονες, με μία αίσθηση τρόμου, ανασφάλειας αλλά και δειλίας, εξαφανίζονται φοβισμένοι από το θέαμα του χτυπημένου φιδιού στο δρόμο / με μία ιδιαίτερα λεπτομερή εικόνα και με περιγραφική δεινότητα παρουσιάζεται η επιθανάτια αγωνία του ερπετού, που σαλεύει τις

Page 10: στρατής μυριβήλης   βασίλης αρβανίτης - ανάλυση τρίτου κεφαλαίου

κουλούρες του, χτυπάει την ουρά του, κουνιέται έντονα και σπασμωδικά μέχρι να ξεψυχήσει («το θεριό...να ψοφήσει») και όλα αυτά τα παρακολουθούσε ο Βασίλης πάνω από την στέγη, γεμάτος από σωματική κούραση, αλλά διαποτισμένος από άγρια περηφάνεια, γεμάτος από τα έμφυτα ένστικτα της επιβίωσης και της νίκης. («λαχανιασμένος...αγριεμένα»).

Στη συνέχεια διαφαίνεται μία πράξη θρασυδειλίας και ψεύτικου ηρωϊσμού, όταν κάποιοι γείτονες βάζουν «ηρωϊκά» το πόδι τους πάνω στο ψόφιο φίδι, για να δείξουν ότι έχουν θάρρος και τόλμη, ενώ την ίδια στιγμή είχαν ατενίσει με τρόμο την πάλη του παιδιού, αλλά και τον θάνατο του φιδιού.

Και μέσα σε όλα αυτά, «ο Βασίλης βρισκόταν τόσο πιο ψηλά από όλους»: εδώ ο συγγραφέας χρησιμοποιεί αυτήν τη φράση και με κυριολεκτική σημασία, καθώς το παιδί παρακολουθούσε τα πάντα από ψηλά, από την σκεπή, αλλά και με μεταφορική σημασία, καθώς το θάρρος, η ανδραγαθία, ο ηρωϊσμός, η αγωνιστικότητα του Βασίλη ήταν ανώτερες αξίες από την συμπεριφορά όλων των άλλων ανθρώπων που βίωσαν το γεγονός, για αυτό και σε ένδειξη σεβασμού και θαυμασμού, όλοι σωπαίνουν και βλέπουν το παιδί στην κορυφή της σκεπής.

Page 11: στρατής μυριβήλης   βασίλης αρβανίτης - ανάλυση τρίτου κεφαλαίου

Και εδώ διαφαίνεται ακόμα καλύτερα ο χαρακτήρας του Βασίλη, που παρά το νεαρό της ηλικίας του, επιδεικνύει σύνεση, σοβαρότητα και ωριμότητα: αντί να κομπάζει, να περηφανεύεται υπέρεμετρα για το κατόρθωμά του, να χάνει το μέτρο και τα όρια της ισορροπίας, παρασυρόμενο από το πάθος του, το παιδί απλά κατέβηκε ήρεμα από την στέγη, δεν μίλησε καθόλου και συνέχισε να παίζει με τους φίλους του, σαν να μην ειχε συμβεί τίποτα, δείχνοντας ότι στερείται υπερφίαλου και ανούσιου εγωϊσμού και ότι είναι μετρημένο και περήφανο, ώστε να παρασυρθεί σε μία ποταπή επίδειξη της παλικαριάς του, παρόλο που τα αποδεικτικά στοιχεία του μεγέθους του φιδιού έκαναν την πράξη του γενναία και περίτρανη («σοβαρός...στομάχι του»).

Στη συνέχεια, τελείται μια τελετουργική πράξη, που συνδέεται με την απόδοση τιμών για μία πράξη γενναιότητας και αγωνιστικότητας, δηλαδή ο πατέρας του συγγραφέα, ανακουφισμένος που το σπίτι απαλλάχτηκε από το φίδι, αλλά και θαυμάζοντας την παλικαριά του παιδιού, του εστειλε με τον μικρό συγγραφέα ως δώρο ένα μαντήλι από Προυσσιανό μετάξι, υλικό πολύτιμο για τους φτωχικούς ανθρώπους της περιοχής, με το οποίο, όμως, ανταμοίβει τον Βασίλη για την γενναία του πράξη / παράλληλα, το μαντήλι αυτό συνοδεύεται από την ευχή – δήλωση «είσαι αντρειωμενος Έλληνας» - εδώ διαφαίνεται το έντονο εθνικό φρόνημα του Μυριβήλη, αλλά και ένα αναπόσπαστο στοιχείο της ελληνικής ψυχής και εθνικής ταυτότητας, που είναι η αγωνιστικότητα, η περηφάνεια και η γενναιότητα, αρετές που επέδειξε και ο Βασίλης /

Page 12: στρατής μυριβήλης   βασίλης αρβανίτης - ανάλυση τρίτου κεφαλαίου

το παιδί χαίρεται και δέχεται και το δώρο και την ευχή για το καλό, ανταποδίδοντας την για το σπιτικό του συγγραφέα («σπολάτη») και δείχνει και την τρυφερή και ευαίσθητη πλευρά του, χαϊδεύοντας τα μαλλιά του μικρού αγοριού, κάτι που εντυπώνεται ως πολύτιμη ανάμνηση στο μυαλό του συγγραφέα («σα γύρισε ο πατέρας...του Βασίλη»).

Η αντίδραση της μητέρας στο θάνατο του φιδιού αποπνέει τις λαϊκές δοξασίες, την νοοτροπία και τα στερεότυπα που επικρατούσαν στην τοπική αγροτική κοινωνία των αρχών του 20ου αιώνα θεωρώντας ότι ο Μαμούρης ήταν το καλό στοιχειό του σπιτιού, θλίβεται και φοβάται για το θάνατό του και προσπαθεί να εξαγνίσει το κακό από το σπίτι με την βοήθεια της θρησκείας, καθώς φέρνει τον παπά να επιτελέσει αγιασμό σε καθε δωμάτιο του σπιτιού (θρησκευτικό αίσθημα) («η μητέρα... τις γωνιές»).

Οι φόβοι της μητέρας επιβεβαιώνονται από έναν τυχαίο αστάθμητο παράγοντα, που όμως, στο μυαλό της γυναίκας συνδέεται με τον θάνατο του φιδιού, του καλού προστάτη και γουριού του σπιτιού η μικρότερη αδερφή του συγγραφέα, το Λενάκι, πεθαίνει ήσυχα μέσα στον χρόνο, κλείνοντας τα «θλιμμένα ματάκια»της και μην ξανακοιτώντας με «κείνο τον παράξενο τρόπο» της, υποδηλώνοντας ότι το μωρό ίσως είχε κάποιο νοητικό πρόβλημα ή σοβαρό θέμα υγείας ο συγγραφέας εδώ θίγει το φαινόμενο της παιδικής θνησιμότητας, αλλά και της έλλειψης της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, που επικρατούσε στις δύσβατες αυτές επαρχιακές τοπικές κοινωνίες στις αρχές του 20ου αιώνα στο ταραγμένο από τον πόνο, την θλίψη και το πένθος, μυαλό της μητέρας, ο θάνατος του παιδιού της συνδέεται άρρηκτα και τιμωρητικά με τον θάνατο του καλού στοιχειού του σπιτιού, καθώς προσπαθει να δικαιολογήσει αυτό το γεγονός, που για την ίδια είναι απόλυτα παράλογο και επίπονο – ο θανατος του παιδιού της («ωστόσο...στοιχειό»)

Page 13: στρατής μυριβήλης   βασίλης αρβανίτης - ανάλυση τρίτου κεφαλαίου

Το κεφάλαιο κλείνει με την αναφορά και πάλι στον Βασίλη τον Αρβανίτη, όπου πλέον πια αποκτά εξέχουσα θέση μέσα στο χωριό, καθώς όλοι γνωρίζουν την τόλμη του και την ντομπροσύνη του, την αποκοτιά και τον αυθορμητισμό του, την παρρησία και την ορμητικότητά του, το θάρρος του, την αγωνιστικότητα και την «αφοβιά» του («από κείνο... αφοβιά του»).