Ο ΜΗΝΑΣ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ
Είναι ο πρώτος μήνας του χρόνου. Την ονομασία του την 0-
φείλει στο ΡωμαΙκό θεό Janus-Ιανό, ο οποίος ήταν θεός της αρχής και του τέλους, δηλαδή της μετάβασης από τη μια κατάσταση στην άλλη. Ήταν θεός-επόπτης της κάθε κρίσιμης καμπής στο χρόνο, στη ζωή μας.
Τον Ιανό οι Ρωμαίοι τον παρίσταναν με δύο πρόσωπα. Στις πύλες της Ρώμης το άγαλμά του κοίταζε με το ένα πρόσωπο την έξοδο και με το άλλο την είσοδο της πόλης κοίταζε δηλαδή συγχρόνως προς τα πίσω και προς τα μπρος. ΑντίκρΙζε μ' άλλα λόγια ο Ιανός ταυτόχρονα το παρελθόν και το μέλλον και στα χέρια του κρατούσε ένα κλειδί, με το οποίο άνοιγε τις πύλες της Ρώμης, αλλά και του νέου χρόνου. Άλλες φορές τον παρίσταναν να κρατάει στο δεξί του χέρι τον αριθμό 300 και στο αριστερό τον αριθμό 65 (365 μέρες του χρόνου). Οι Ρωμαίοι τον θεωρούσαν πατέρα του χρόνου και οι Έλληνες ετυμολογούσαν την ονομασία του από τη λέξη Αιών - Αιωνάριος - Ιανουάριος. Ακόμα όπως μας πληροφορεί η παράδοση, οι Ρωμαίοι στον Ιανό είχαν αφιερώσε ι όχι μόνο τον πρώτο μήνα του έτους, αλλά και την πρώτη μέρα του κάθε μήνα, τις καλένδες όπως έλεγαν την πρωτομηνιά. Ο ναός του είχε 12 βωμούς, όσοι και οι μήνες του χρόνου.
Ο Ιανουάριος, ωστόσο, δεν ήταν ο πρώτος μήνας του έτους για τους Ρωμαίους. Στα πρώτα χρόνια της ιστορίας τους, πρώτος μήνας ήταν ο Μάρτιος. Αργότερα, ο Ιανουάριος έγινε πρώτος μήνας, όταν ο μυθικός βασιλιάς των Ρωμαίων Νουμάς Πομπήλιος, οργάνωσε το ημερολόγιο με βάση την ηλιακή τροχιά.
Η τοποθέτηση της πρωτοχρονιάς στην πρώτη Ιανουαρίου είναι η γέννηση του φωτός, η γέννηση του ήλιου. Παρετυμολογώντας τώρα το Γενάρη από το ρήμα γεννώ, ο λαός μας εξηγεί: "Γιατί το Γενάρη τον λένε έτσι; Γιατί γεννά η μέρα και τ' αρνιά".
Μετά το χειμερινό ηλιοστάσιο (22 Δεκεμβρίου), το σκοτάδι
22
Ο Αϊ-Βασίλης, αγαπημένος άγιος των παιδιών.
ΖΗΣΗΣ ΧΑΣΙΩΤΗΣ
αρχίζει να υποχωρεί και το φως που σημαίνει ζωή, χαρά κι ελπίδα, κερδίζει τη μάχη και αποτελεί καλό σημάδι στη ζωή μας.
Η περίοδος ωστόσο της κρίσιμης αυτής καμπής στη ζωή του Ήλιου, όταν ο Ήλιος πολεμάει όπως τον φαντάστηκαν στους
μύθους τους όλοι σχεδόν οι λαοί του κόσμου, ενάντια στις δυνάμεις του σκότους και παρ' όλα αυτά βγαίνει νικητής, δεν ορί
ζεται μονάχα από την πρώτη Ιανουαρίου, αλλά σημαδεύεται κυρίως από τρεις γιορτές, στις οποίες κορυφώνεται το ενδιαφέ
ρον, κι αυτές είναι: Τα Χριστούγεννα, η Πρωτοχρονιά και τα
Θεοφάνια. Στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, τα Θεοφάνια δε
γιορτάζΟνταν ως γιορτή βάπτισης του Χριστού, αλλά ως γιορτή γέννησης. ο λόγος είναι ότι εκεί ο Χριστός δεν αντικατέστησε
το Μίθρα, που γιόρταζε τη γέννησή του στις 25 Δεκεμβρίου, ό
πως σημειώσαμε στα λαογραφικά του Δεκεμβρίου, αλλά τον πο
λιούχο θεό της Αλεξάνδρειας, τον Αιώνα, που γιόρταζε τη γέν
νησή του στις 6 Ιανουαρίου. Αυτό το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί ανάμεσα στα Χρι
στούγεννα και τα Φώτα, ονομάζεται στο λαϊκό εορτολόγιο" Δω
δεκαήμερο" και θεωρείται πολύ επικίνδυνο, γιατί τις νύχτες -που είναι οι μεγαλύτερες νύχτες του χρόνου- συνεχίζΟυν να
κυκλοφορούν πάνω στη γη οι καλικάνΤζαροι, δαιμόνια του σκό-
ΟΙ 12 ΜΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΑΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ 23
τους, τους οποίους οι άνθρωποι
προσπαθούν να διώξουν με διάφορα μέσα: με τη φωτιά που την αφήνουν να καίει όλη τη νύχτα στο Τζάκι με ένα βοτάκι, "το απήγανο", όπως το λένε, που είχε έντονη μυρουδιά, και φυσικά με το σημείο του σταυρού, που διώχνει κάθε κακό. Οι καλικά
νΤζαροι εξαφανίζΟνται τα Θεοφάνια, γιατί τους κυνηγάει ο πα
πάς με την αγιαστούρα του. Όταν οι καλικάνΤζαροι φεύγουν φωνάζΟυν:
Φεύγεστε να φύγουμε κι έρχεται ο ζουρλόπαπας με την αγιαστούρα του και με τη βρεχτούρα του. Τα καράβια στο κεφάλι, τα παιδιά στην αμασχάλη, φίου ... και φύγαν σαν καπνός ...
ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΤΙΚΑ ΕΘiΜΑ
Ο μήνας αυτός από χριστιανικής σκοπιάς είναι κατεξοχήν γιορταστικός, αφού περιλαμβάνει πολλές και μεγάλες γιορτές. ΑρχίζΟυμε από την πρώτη Ιανουαρίου που γιορτάζΟυμε την Πρωτοχρονιά και ταυτόχρονα γιορτάζΟυμε τη μνήμη του Αγίου
24 ΖΗΣΗΣ ΧΑΣΙΩΤΗΣ
Βασιλείου και την περιτομή του Χριστού. Είναι μέρα ιδιαίτερης χαράς, προπάντων για τα μικρά παιδιά, τα οποία περιμένουν με αγωνία τον Α'ί-Βασίλη να τους φέρει τα πρωτοχρονιάτικα δώρα.
Σε πόλεις και χωριά, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, τα
παιδιά γυρίζΟυν από σπίτι σε σπίτι και ψάλλουν τα κάλαντα:
Αρχιμηνιά και αΡΧΙχΡονιά καλή μου δεντρολιβανιά κι αρχή καλός μας χρόνος ...
Τα έθιμα αυτών των ημερών δεν πρέπει να τ' αφήσουμε, για
τί κυλάνε μέσα στις φλέβες μας σαν το αίμα. Δεν αποτελούν μόνο μια ιστορική και θρησκευτική παράδοση, αλλά είναι ίδια η ι
στορία της ψυχής του λαού μας. Οι παλιές ελληνικές παραδόσεις θεωρούσαν ως αρχή του χρό
νου την πρώτη Μαρτίου και την πρώτη Σεπτεμβρίου και μόνο ημερολογιακά δέχτηκαν την πρώτη Ιανουαρίου ως Πρωτοχρονιά.
Αυτό όπως διαμορφώθηκε κάτω από την επίδραση της χριστιανικής μας παράδοσης και τη σύνδεσή της με τη γιορτή του Αγί
ου Βασιλείου, που έχει καθαρά λαογραφικό χαρακτήρα, διαιωνίστηκε μέχρι σήμερα σαν λα'ίκή γιορτή. Είναι όμως κάπως πε
ρίεργη η σύνδεση της Πρωτοχρονιάς με τη γιορτή του Αγίου Βασιλείου. Ο Αί-Βασίλης, υπήρξε ένας μεγάλος ιεράρχης της Καισάρειας, πολύ μορφωμένος κι έκανε πολλά θαύματα, λόγω της
αγιοσύνης του. Ήταν όμως και πολέμιος αυτών που ασχολούνταν με την τύχη των δυσειδαιμονιών, των τυχερών παιχνιδιών,
της ονειρομαντείας κ.λπ.
Το μόνο που βρίσκεται σε συμφωνία με τη βιογραφία και τη φιλόφτωχη δράση του Αγίου Βασιλείου, είναι η φιλαλληλία με
ταξύ των ανθρώπων αυτή τη μέρα. Σε ορισμένες περιοχές της
χώρας μας, όσοι έχουν έχθρα με κάποιον του ζητάνε συγγνώμη,
για να τους βρει ο νέος χρόνος με καθαρή καρδιά. Αρκετοί σύλλογοι, σωματεία, αλλά και μεμονωμένα άτομα, επισκέπτονται
με δώρα διάφορα γηροκομεία, ορφανοτροφεία, άσυλα ή φτωχές οικογένειες, προσΦέροντάς τους βοηθήματα.
Γεγονός είναι πως, αν ο Άγιος Βασίλειος δεν πέθαινε την πρώ
τη του μηνός το έτος 379 μ.Χ., κάποιος άλλος θα είχε πάρει τη θέση του. Όλοι οι λαοί άλλωστε χρειάστηκαν κάποιον πρωτο-
ΟΙ 12 ΜΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΑΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ 25
χρονιάτικο άγιο. Ο Άγιος Βασίλειος, όπως έχει καθιερωθεί στον κόσμο μας,
σαν ένας ασπρομάλλης γέρος, παχουλός και ροδοκόκκινος, με κόκκινο σκουφί και κόκκινη ζακέτα, που ρίχνει τα δώρα από τις καμινάδες, δεν είναι ασφαλώς η μορφή του Αγίου Βασιλείου,
που ήταν ένας λεπτός και μελαμψός Μικρασιάτης.
Τα έθιμα και οι παραδόσεις αυτής της ημέρας είναι πολλά και περιέχουν πολλούς συμβολισμούς. Τα σημαντικότερα έθιμα είναι η διανομή των δώρων στα παιδιά και οι συντροφιές τους,
που την παραμονή ψάλλουν τα κάλαντα στα σπίτια και μαζεύουν
φιλοδωρήματα. Τα μεσάνυχτα της παραμονής λίγο πριν από τις 12 σβήνουν τα φώτα και τα μέλη της οικογένειας που είναι συ
γκεντρωμένα στο πρωτοχρονιάτικο τραπέζΙ, αφού πρώτα ανταλ
λάξουν φιλιά, ευχές και πουν τα "ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ" για τον καινούργιο χρόνο, κόβουν την πρωτοχρονιάτικη βασιλόπιτα.
Έθιμα, προλήψεις και δοξασίες υπάρχουν σε μεγάλη ποικιλία,
διάφορα πολλές φορές από τόπο σε τόπο και ανάλογα με τις ασχολίες των ανθρώπων. Διαφορές υπάρχουν ανάμεσα στους γεωργούς και στους κτηνοτρόφους, αλλά και στα αστικά κέντρα με τον
καιρό και με την εξέλιξη, διαμορφώθηκαν διαφορές, όπως η χαρτοπαιξία κατά την παραμονή, οι μεταμφιέσεις κ.λπ. Στα νεοελ
ληνικά λα'ίκά παραδοσιακά έθιμα, ο Αη-Βασίλης σεmός ιεράρχης
της εκκλησίας μας, έχει αποκτήσει και μια άλλη παράξενη ιδιότητα, να φανερώνει στους ανθρώπους την τύχη τους: απόδειξη το
φλουρί της βασιλόπιτας, αλλά και ένα σωρό άλλες μαντικές πράξεις, που εντοπίζΟνται τη μέρα της γιορτής του και ποικίλλουν α
πό τόπο σε τόπο. Στην Κύπρο λ.χ. το βράδυ της παραμονής παίρνουν κλαδιά ελιάς, κόβουν τα φύλλα και ύστερα παίζΟυν όπως λένε "τον Αί-Βασίλη" καθισμένοι μπροστά στη φωτιά. Μετά ρίχνουν στη φωτιά ο ένας μετά τον άλλο ένα φύλλο ελιάς και λένε:
Αϊ-Βασίλη, βασιλιά, που 'ξουσιάζεις τον ντουνιά δείξε και φανέρωσε, αν μ' αγαπά ... ο τάδε ή ο δείνα.
Στη συνέχεια παρατηρούν τις κινήσεις του φύλλου μέσα στη φωτιά. Αν η κίνηση είναι ζωηρή, σημαίνει ζωηρή και μεγάλη α
γάπη, αν είναι αδύναμη, σημαίνει αδύνατη, μικρή αγάπη και τέλος αν η κίνηση είναι ανύπαρκτη, σημαίνει καθόλου αγάπη.
26 ΖΗΣΗΣ ΧΑΣΙΩΤΗΣ
Στη Σκύρο μαντεύονται διαφορετικά. Το πρωί της Πρωτοχρο
νιάς παλιότερα πήγαιναν στο στάβλο τα βόδια να πρωτοπατήσουν σε σίδερο για να είναι σιδερένια, δηλαδή να είναι γερά ό
λο το χρόνο και στη συνέχεια περνούσαν τη βο'ίδοκουλούρα. Α
νάλογα με το πώς έπεφτε η κουλούρα Π.χ. (μπρούμυτα, ίσια ή όρθια), τότε έλεγαν ότι η σοδειά θα είναι καλή. Έπειτα έδιναν
τη μισή κουλούρα να τη φάει το βόδι και την άλλη μισή την έ
διναν στον παραγιό ή στο βοσκό. Στο χωριό Καβούλη της Δ. Θράκης τρία παιδιά κόβουν ένα πο
λύ χοντρό κλαρί και το στολίζΟυν με πολύχρωμες μεταξωτές κορδέλες και μ' αυτό χτυπούν ελαφρά την πλάτη των νοικοκυραίων
για να είναι γεροί, τραγουδώντας τα "Σούρβα κι Αί-Βασίλης".
Στα χωριά της Κρήτης και συγκεκριμένα στο χωριό Δαφνές του Ηρακλείου, το πρωί της παραμονής, ένας λυράρης, ντυμέ
νος την κρητική φορεσιά, γυρνάει τα σπίτια και τραγουδάει τα κάλαντα με τη λύρα του. Δίπλα του ένας άλλος βρακοφόρος κρατάει ένα κλαδί ελιάς, που συμβολίζει τη γονιμότητα της
κρητικής γης, αλλά και την πολυπόθητη παγκόσμια ειρήνη που
διακήρυξε ο Θεάνθρωπος. Συμβολίζει ακόμα το ξερό ραβδί του Αγίου Βασιλείου, που μό
λις τ' ακούμπησε στο χώμα, αμέσως έβγαλε φύλλα και κλωνιά
ελιάς. Είναι επίσης το σύμβολο της ιερής ελιάς, που φύτρωσε
πάνω στον ιερό βράχο της Ακρόπολης, ύστερα από το χτύπημα
του κονταριού από τη θεά Αθηνά, που χάρισε και το όνομά της στην πόλη.
Στην κύθνο, το μικρό αυτό κυκλαδίτικο νησί, το βράδυ της παραμονής μερικοί κάτοικοι σχηματίζΟυν ομάδες και τραγουδούν τα κάλαντα στα καντούνια. Η μία ομάδα με βιολί και λαούτο πηγαίνει στην πιάτσα και στην πανωχώρα και παινεύει με τα κάλαντα τα παιδιά της κάθε οικογένειας, ενώ η άλλη ομάδα με την τσαμπούνα και το τουμπί, λέει τα κάλαντα στα σπίτια
της Δάκκας και της κάτω χώρας.
ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΠΚΑ ΕΘΙΜΑ ΣΤΟ Βοϊο ΚΟΖΑΝΗΣ
(Η ιστορία της βασιλόπιτας)
Είναι αλήθεια πως η Πρωτοχρονιά για τον τόπο μας σημαίνει
οι 12 ΜΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΑΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ 27
την ελπίδα για την ανανέωση της ζωής. Σιγά-σιγά Ο παλιός Ο χρόνος φτάνει στη δύση του. Ένας σκεβρωμένος γέροντας φεύγει, για να αφήσει στη θέση του έναν όμορφο νέο. Στα χωριά μας κρατούμε ακόμα πολλά από τα πρωτοχρονιάτικα έθιμα και αυτά συνοπτικά είναΙ:1) Το πιο βασικό σύμβολο της πρωτοχρονιάς για την επαρχία Βοίου είναι η βασιλόπιτα. Η ιστορία της βασιλόπιτας είναι πολύ παλιά, όσο και η ανθρωπότητα. Από τότε δηλαδή που ο άνθρωπος άρχισε ν' αλέθει με τους νερόμυλους το σιτάρι και να το κάνει αλεύρι, από τότε άρχισε να αφιερώνει στα πνεύματα μικρά ψωμάκια για να τα εξευμενίσει.
Οι αρχαίοι 'Ελληνες είχαν "τον εορταστικόν άρτον", που τον πρόσφεραν στους θεούς. κάθε στρατιώτης που ξεκινούσε για τον πόλεμο αφιέρωνε τρία ψωμάκια με αλεύρι και νερό στο βωμό του Άρη, το θεό του πολέμου. Παρόμοια ψωμάκια αφιερώνουν οι κυνηγοί στη θεά Άρτεμη και οι θεριστές στη θεά Δήμητρα. Αυτά τα ψωμάκια τα ονόμαζαν "Θαλύσια αρτίδια" .
Στ' αρχαία χρόνια ήταν πολύ διαδεδομένη η συνήθεια των "μειλιχίων προσφορών" στους δαίμονες και στους θεούς του Άδη. Έφτιαχναν ένα είδος γλυκού ψωμιού και το πήγαιναν πάνω στην Ακρόπολη. Εκεί υπήρχε κατά την παράδοση μια μεγάλη τρύπα, όπου υποτίθεται κατοικούσε ο "Ιερός όφις". Οι ιερείς έπαιρναν τα γλυκά ψωμιά, τα κομμάτιαζαν και ύστερα σκορπούσαν τα ψίχουλα σ' όλα τα σημεία του ορίζΟντα, για να φάνε τα πετεινά του ουρανού.
Άλλες παρόμοιες πίτες, τα λεγόμενα "πλακούνια", τα πήγαιναν στους τάφους των νεκρών για τα "νεκρόδειπνα" των πεθαμένων, μια και πίστευαν ότι οι νεκροί δε χάνονται, αλλά κυκλοφορούν μεταξύ μας, χωρίς βέβαια να τους βλέπουμε.
Αυτές τις συνήθειες των αρχαίων Ελλήνων τις πήραν και οι Ρωμαίοι, οι οποίοι στις γιορτές των "Σατουρναλίων", ζύμωναν από μια πίτα και έβαζαν μέσα ένα νόμισμα. Επίσης οι Ρωμαίοι εκτός από νόμισμα έβαζαν μέσα στην πίτα κι ένα μικρό έγγραφο και αν τυχόν κανένας από τους δούλους τους το κέρδΙζε του χάρΙζαν την ελευθερία του.
Τις ωραιότερες πίτες τις έφτιαχναν οι Βυζαντινοί. Τις ζύμωναν με μαγιά, με αυγά, λίπος και ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο κι έβαζαν μέσα στο ζυμάρι ένα Κωσταντινάτο. Επάνω στην πίτα έγραφαν το όνομα του Χριστού και της Παναγίας κι έφτιαχναν το ση-
28 ΖΗΣΗΣ ΧΑΣΙΩΤΗΣ
μείο του σταυρού. Το έθιμο αυτό το πήραν από τους Βυζαντινούς οι Φράγκοι και το δίδαξαν στους Έλληνες, ενώ ουσιαστικά
είναι καθαρά ελληνικό έθιμο. Η Πρωτοχρονιάτικη πίτα ονομάστηκε βασιλειόπιτα από τον Ά
γιο Βασίλειο. Όταν ο Άγιος Βασίλειος ήταν επίσκοπος στην Καισάρεια, επρόκειτο να περάσει από την πόλη του ο σκληρός έπαρ
χος της Καππαδοκίας Ελβίνιος με σκοπό να τη λεηλατήσει. Για να τον εξευμενίσει όμως ο ' Αγιος Βασίλειος, ζήτησε από τους πλού
σιους κατοίκους της Καισάρειας να προσφέρουν νομίσματα και τιμαλφή με σκοπό να του τα χαρίσει μήπως ... και φιλοτιμηθεί και δεν καταληστέψει όλη την περιοχή. Πράγματι πολλοί ήταν εκεί
νοι που πρόσφεραν μεγάλες ποσότητες χρυσαφιού. ο σκληρός έπαρχος πήγε στην Καισάρεια και ύστερα από την πρόταση που
του έκανε ο επίσκοπος, δε δέχτηκε τα δώρα ή από ντροπή στο πρόσωπο του Αγίου Βασιλείου ή από θαύμα και ούτε την πόλη λε
ηλάτησε. Ύστερα απ' αυτό το απροσδόκητο γεγονός ο Άγιος Βασίλειος επειδή δε γνώρΙζε σε ποιον ανήκουν τα χρυσαφικά, είπε
και ζύμωσαν ψωμάκια (μικρές πίτες) και έβαλε στο κάθε κομμά
τι από ένα χρυσσαφικό και την άλλη μέρα μετά τη θεία λειτουργία τα μοίρασε στους δωρητές και ο καθένας βρήκε στην πίτα ό, τι του είχε δώσει η τύχη. Από τότε καθιερώθηκε η αγιοβασιλιάτικη
πίτα και η συνήθεια να βάζΟυμε στην πίτα αυτής της ημέρας νόμισμα. Αυτή είναι η ιστορική προέλευση της βασιλόπιτας.
Στα χωριά μας λοιπόν το πρωί της παραμονής οι νοικοκυρές
έπλαθαν τα φύλλα της βασιλόπιτας, τα έψηναν για λίγο στη γάστρα ή στη μασίνα και στη συνέχεια τα τοποθετούσαν στο μεγάλο ταψί (σ'νι). Την ώρα που τοποθετούσαν τα φύλλα το ένα πάνω στο άλλο, αφού έριχναν το ανάλογο λίπος και λίγο σταρίσιο τραχανά, έβαζαν ανάμεσα και σε ορισμένα σημεία της πίτας με
ρικά συμβολικά σημάδια, δηλαδή ένα ξυλάκι (δένδρινο) που αντιπροσώπευε το σπίτι, ένα άχυρο που αντιπροσώπευε το ζευγάρι (βόδια), ένα ξύλινο στεφάνι που αντιπροσώπευε τη στρού
γκα με τα πρόβατα και τέλος ένα νόμισμα.
2) Την ημέρα της πρωτοχρονιάς και μετά την απόλυση της Εκ
κλησίας, όλοι οι χωρικοί έβγαιναν έξω να ανταλλάξουν φιλιά και ευχές για μια "καλή χρονιά". Δεν ξέφευγαν όμως από το βάψιμο των αράπηδων και κουδουνάδων και αρκουδιάρηδων του
καρναβαλιού.
ΟΙ 12 ΜΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΑΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ
Η πατροπαράδοτη πρωτοχρονιάτικη βασιλόπιτα.
3) Ένα άλλο έθιμο της
29
πρωτοχρονιάς είναι ότι το πρωί άνοιγαν τα ανατολικά παράθυρα
του σπιτιού για να μπει μέσα με "καλό ποδαρικό" ο καινούργιος
χρόνος και θα 'φερνε γούρι, που θα σκόΡΠΙζε την ευτυχία, την α
γάπη και την ειρήνη σ' όλον τον κόσμο. 4) Το επίκεντρο του ενδιαφέροντος στα πρωτοχρονιάτικα έθι
μα εστιάζεται κυρίως στο ποιος θα βρει το φλουρί (νόμισμα),
δηλαδή ποιος θα είναι ο τυχερός του χρόνου, όσον αφορά τα οικονομικά. Το μεσημέρι λοιπόν σε κάθε σπίτι κοβόταν η βασιλό
πιτα σε τριγωνικά κομμάτια: ένα για τον Άγιο Βασίλειο, ένα για το σπίτι, ένα για τα χωράφια, ένα για τα ζώα και από ένα στο
κάθε μέλος της οικογένειας. Στη συνέχεια ο καθένας έψαχνε να βρει το νόμισμα και όποιος το 'βρισκε, αυτός θα ήταν ο τυχερός της χρονιάς και θα πηδούσε τρεις φορές, δίνοντας την ευχή να
''γιγαντώσουν τα σπαρτά" .
5) Άλλη πρωτοχρονιάτικη συνήθεια είναι το καρναβάλι. Με
ταμφιέζΟνταν παλιότερα όλοι οι νέοι του χωριού και γύρΙζαν από
σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας τα Αϊ-Βασιλιάτικα κάλαντα όπως:
Αρχιμηνιά κι αΡΧΙχΡονιά ψηλή μου δενδρολιβανιά κι αρχή κι αρχή καλός μας χρόνος εκκλησιά εκκλησιά μι τ' άγιου θρόνους. Αρχή που βγήκιν ου Χριστός άγιους κι πνευματικός στη γη στη γη να περπατήσει και να μας - και να μας καλοκαρδίσει ...
Επίσης τα παιδιά τραγουδούσαν και παρόμοια τραγούδια μ' ε-
30 ΖΗΣΗΣ ΧΑΣΙΩΤΗΣ
κείνα των Χριστουγέννων και έψαλαν το ανάλογο τραγούδι σε
κάθε σπίτι που επισκέπτονταν. Το απόγευμα το καρναβάλι μαζί και όλο το χωριό συγκεντρω
νόταν στην πλατεία και στρωνόταν γλέντι μεγάλο μέχρι αργά το
βράδυ. Δυστυχώς το έθιμο αυτό στα χωριά μας έχει περάσει
πλέον στην παράδοση και θα συνιστούσαμε την αναβίωσή του.
Ποτέ όμως δεν είναι αργά, γιατί τα έθιμα αυτά και μόνον αυτά
αποδεικνύουν την πολιτιστική μας ταυτότητα. Ευτυχώς που τα τελευταία χρόνια, γίνεται μια προσπάθεια α
ναβίωσης αυτού του παραδοσιακού εθίμου της Πρωτοχρονιάς,
σε πάρα πολλές περιοχές της Ελλάδας. Στο Βόιο κάθε χρόνο τα
Μπουμπουσάρια της Εράτυρας εντυπωσιάζΟυν, με την εμφάνισή τους στα τηλεοπτικά κανάλια, όλους τους Έλληνες και
ιδιαίτερα εμάς τους Βο'ίώτες που έχουμε εμπειρίες και αναμνή
σεις απ' αυτό το πατροπαράδοτο έθιμο της Πρωτοχρονιάς. Αυτό δείχνει και μαρτυρεί πως η πολύπαθη περιοχή μας αν
και στις τελευταίες δεκαετίες μειώνεται πληθυσμιακά, εν τού
τοις επιμένει να κρατά ψηλά τα λάβαρα του πολιτισμού και της παράδοσης και να καταδεικνύει πως αυτός ο τόπος μπορεί να
κινδυνεύει από ερήμωση και μαράζωση, αντιστέκεται όμως και παλεύει για τη διάσωση της πολιτιστικής του κληρονομιάς.
6) Σε πολλά χωριά την πρώτη του έτους παλιότερα συνήθΙζαν
και πήγαιναν στην εκκλησιά γλυκίσματα κι ένα μπουκάλι ρακί,
για να συγχωρέσουν οι χωριανοί τους αχρόνιστους νεκρούς τους.
Το πρωτοχρονιάτικο τραπέζΙ στα χωριά μας έπαιρνε παλιότε
ρα έναν ιδιαίτερο παραδοσιακό χαρακτήρα. κυριαρχούσαν από
άποψη φαγητών: το χοιρινό με νωπό λάχανο (λαχανάτο) ή με λάχανο τουρσί (αρμάτο) ή με πράσα και με δαμάσκηνα στεγνά
(κουφάσια) - (πρασάτο) και η ποικιλία αυτή των φαγητών συνο
δευόταν από χοιρινή τηγανιά, λουκάνικα και κόκκινο (μπρούσι
κο) κρασί βαρελίσιο. Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε πως οι γυ
ναίκες ντύνονταν τις παλιές επίσημες παραδοσιακές στολές με
τις κεντητές ποδιές, τα πλουμιστά μάλλινα και κροσάτα μαντίλια καθώς και με τα διάφορα μαλαματικά, που διατηρούσαν και
φύλαγαν από τα δώρα του γάμου τους.
Μετά την πρώτη του έτους και σ' όλη τη διάρκεια αυτού του μήνα έχουμε πολλές γιορτές Αγίων με ποικιλία παραδοσιακών
εθίμων όπως είναι:
ΟΙ 12 ΜΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΑΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ 31
1) Στις 6 Ιανουαρίου η εκκλησία μας γιορτάζει τα ' Αγια Θεο
φάνια ή Φώτα. Τα Θεοφάνια είναι μια καθαρά ελληνική θρησκευτική γιορτή,
που ξεκίνησε σύμφωνα με ιστορικά στοιχεία από την Αίγυπτο και
αναπτύχθηκε στην Ανατολή και από κει διαδόθηκε στη Δύση.
Η εικονογράφηση της βαπτίσεως του Χριστού στον Ιορδάνη
ποταμό από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο, διασώθηκε σε πολλές κατακόμβες των κρυπτοχριστιανών της Ρώμης. Τα Θεοφάνια ο
νομάστηκαν και φώτα, γιατί σύμφωνα με την παράδοση, ανήμερα της γιορτής όσοι πιστοί πήγαιναν στον Ιορδάνη ποταμό
και βαπτίζΟνταν, απαλλάσσονταν από το σκοτάδι του προπατο
ρικού αμαρτήματος και φωτίζΟνταν από το φως της αληθινής ορθόδοξης θρησκείας μας.
Πολλά ήθη και έθιμα συνοδεύουν τη γιορτή των Φώτων στα
διάφορα μέρη της πατρίδας μας, εδώ και εκατοντάδες χρόνια.
Στη βόρεια Ελλάδα αρκετοί συνηθίζΟυν την παραμονή της γιορ
τής να μασκαρεύονται και να λένε τα κάλαντα από σπίτι σε σπίτι, υπογραμμίζΟντας χαρακτηριστικά τους στίχους:
Σήκω κυράμ' να στολιστείς να πας ταχιά στα.Φώτα στα Φώτα και στον αγιασμό, στη βάπτιση Κυρίου, βάλε στον ήλιο πρόσωπο και στο φεγγάρι στήθος. Και στου κοράκου το φτερό, βάλε καμαροφρύδι. Να πούμε για την κόρη σας τη λυγερή τραγούδι. Προξενητάδες έρχονται, προξενητάδες πάνε, ρωτούνε και ξαναρωτούν, ποιανού ειν' αυτή η νεράιδα. Να πούμε για το γιόκα σας αυτό το κυπαρίσσι, δυο-τρεις μικρές τον αγαπούν και τέσσερις
μεγάλες. Εσένα αφέντη του σπιτιού σου πρέπει καρέκλα καρυδένια για ν' ακουμπάει η μέση σου η μαργαριταρένια ...
32 ΖΗΣΗΣ ΧΑΣΙΩΤΗΣ
ΡαΥκουτσάρια ή Α0υΥκατσιάρια Πρωτοχρονιάς.
Σύμφωνα με τις συνήθειες της γιορτής, τους Kαλαvτιστές
τους κερνούν κρασί και τους φιλεύουν στα διάφορα σπίτια, ενώ σ' άλλες περιοχές της Β. Ελλάδας, κυρίως νέοι, αφού μασκαρευτούν, χτυπούν τους περαστικούς του χωριού μ' ένα κλαδί ελιάς, έτσι για το καλό και για να είναι υγιείς όλο το χρόνο. Το μασκάρεμα στις περιπτώσεις αυτές δεν είναι άσχετο με το θρύλο των καλικάΤζαρων, που με το μασκάρεμα των ανθρώπων και του αγιασμού των νερών, εξαφανίζΟνται, φεύγουν και γκρεμίζΟνται στα τάρταρα και στο σκοτάδι.
Στα βυζαντινά χρόνια η γιορτή των Φώτων έπαιρνε πανηγυρι
κό χαρακτήρα. Έτσι την παραμονή γινόταν ο αγιασμός των υδάτων του Βοσπόρου στην εκκλησία του Αγίου Στεφάνου, παρουσία του Αυτοκράτορα, ενώ την επομένη ακολουθούσε μεγάλη παρέλαση στην Κων/πολη. Κατά την επιστροφή του Αυτοκράτορα και των άλλων επισήμων από την Αγία Σοφία στο παλάτι, οι πράσινοι και βενετοί έψαλλαν επίκαιρα τροπάρια όπως: "έπέκλισας κάραν τω Προδρόμω συνέθλασαν κάρας των δρακόντων", υπονοώντας προφανώς το διώξιμο των καλικάνΤζαρων.
Στην παλιά Θεσ/νίκη και πριν την τουρκοκρατία ακόμα, οι Θεσσαλονικείς δεν άφηναν ρούχα κρεμασμένα έξω απ' το σπίτι
τους, γιατί πίστευαν ότι οι καλικάνΤζαροι θα τα "μαγάΡΙζαν" ό-
ΟΙ 12 ΜΗΝΕΣ ΣτΗΝ"ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΑΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ 33
Τα ΡαΥκουταάρια. Ένα πρωτοχρονιάτικο έiJιμο που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα στην περιοχή του Βοίου.
πως "μαγάΡΙζαν" τις γωνιές του σπιτιού ρίχνοντας βρομιές στα πηγάδια και καταστρέφοντας τα λουλούδια. Γι' αυτό έδεναν
στις γλάστρες των μπαλκονιών από μια σκελίδα σκόρδου ή ένα
σακουλάκι με βασιλικό, που ήταν αγιασμένος στην εκκλησία, ε
πειδή πίστευαν πως το σκόρδο κι ο βασιλικός αποτελούσαν το φόβο και τον τρόμο των καλικάντζαρων.
Ακόμα τη μέρα αυτή των Φώτων, οι παλιοί Θεσσαλονικείς μά
ζευαν όλα τα παλιοπάπουτσα και τα παλιόρουχα μπροστά στην
εξώπορτα του σπιτιού τους και τα 'καιγαν για να μην τα φορέ
σουν οι καλικάνΤζαροι. Η στάχτη που έμενε δεν αγγΙζόταν από
κανέναν, γιατί φοβόταν ότι θα 'βγαζαν "κακά σπυριά" στα χέ
ρια ... Έκαναν μόνον τρεις φορές το σταυρό τους, έλεγαν άλλες
τρεις φορές το "πάτερ ημών ... " και ύστερα τη μάζευαν μ' ένα
παλιό φτυάρι και την έριχναν σ' ένα λάκκο της αυλής προς την
ανατολή και στη συνέχεια κάρφωναν το φτυάρι στο λάκκο, για
να το μεταχειριστούν την άλλη χρονιά.
Στη Θεσ/νίκη από πολύ παλιά, αλλά και σήμερα ακόμα, ο α
γιασμός των υδάτων γινόταν στην παραλιακή λεωφόρο του Λευ
κού Πύργου, παρουσία του εκάστοτε Μητροπολίτη και πλήθους
πιστών από τις εκκλησίες της Αγίας Σοφίας, του Αγίου Μηνά και
του Γρηγορίου Παλαμά, όπου ο σταυρός ριχνόταν στην καθαρή
34
Πρωτοχρονιά 1957 στο χωριόμου την Ασπρούλα ΒοίΌυ με τον αδελφό μου
Παύλο ντυμένο καουμπόι.
ΖΗΣΗΣ ΧΑΣΙΩΤΗΣ
τότε θάλασσα και πολλοί νέοι έπεφταν από τις γύρω βάρκες και τα πλοία για να τον ανασύρουν, παίρνοντας ταυτόχρονα ένα χρυσό σταυρό από το Μητροπολίτη και χρήματα με άλλα δώρα που
μάζευαν από τα σπίτια των πιστών, μετά την κατάδυση. Το αποκορύφωμα όμως των εκδηλώσεων του αγιασμού των υ
δάτων, κάθε χρόνο εστιάζεται στο λιμάνι του Πειραιά και παίρ
νει πανηγυρικό χαρακτήρα, γιατί τελείται ενώπιον του Προέ
δρου της Δημοκρατίας, του Πρωθυπουργού, έπουργών και πλήθους κόσμου.
Σήμερα τα Φώτα κι ο φωτισμός και χαρά μεγάλη οι ουρανοί. ..
Αυτή η γιορτή των Φώτων είναι η τελευταία γιορτή του" Δωδεκαήμερου" .
ΗΘΗ - ΕΘΙΜΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΟΦΑΝΙΩΝ ΣΤΟ Βοϊο ΚΟΖΑΝΗΣ
Από πολύ παλιά σ' όλα τα χωριά του Βοίου επικρατούσαν πολλά ήθη K�έθιμα για τη γιορτή των Φώτων. Πολλά απ' αυτά που φέρνω στη Θύμησή μου είναι: 1) Την παραμονή της γιορτής συ-
ΟΙ 12 ΜΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΑΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ 35
Το καρναβάλι τηι; Ασπρούλαι;. Πρωτοχρονιά J956.
νήθΙζε ο ιερέας του χωριού και περνούσε από τα σπίτια και τ' άγιαζε. Αυτή ήταν η πρώτη φώτιση ή πρωτάγιαση. Με τον αγιασμό που έπαιρναν από την εκκλησία, ράντΙζαν και φώΤΙζαν τα σπαρ
τά, τα οπωροφόρα δέντρα για να έχουν καλή σοδειά. Επίσης δεν
παρέλειπαν να ραντίζΟυν τους στάβλους, τη στρούγκα, τις προ
βάτες κι άλλους χώρους για να φωτιστούν και να έχουν υγεία και
καλή γέννα τα ζωντανά. πίστευαν δηλαδή στα χωριά μας οι άν
θρωποι πως με τον αγιασμό και το ράντισμα θα έφευγαν τα κακά
δαιμόνια. 2) Σε πολλά σπίτια τα παλιά χρόνια άναβαν όλη τη μέ
ρα το Τζάκι και με τη στάχτη και με λίγο αγιασμένο νερό, ράντι
ζαν τους τέσσερις τοίχους του σπιτιού, τα χωράφια τους, τη στά
νη, για να απομακρύνουν τα κακά πνεύματα. 3) Και στα χωριά
μας ο αγιασμός των υδάτων έπαιρνε παλιότερα πανηγυρικό και ε
πίσημο χαρακτήρα. Ενθυμούμαι από τα παιδικά μου χρόνια στη
γενέτειρά μου (Ασπρούλα-Βελίστι) και μετά την εκκλησία, εμείς
οι νέοι τότε παίρναμε τις εικόνες, το σταυρό και τα εξαmέρυγα
και πηγαίναμε τρέχοντας στο κοντινό ποτάμι και βαmίζαμε τις
εικόνες στα παγωμένα και κρυστάλλινα νερά, ψάλλοντάς το:
Κύριε ελέησον, πού να πάω ν' αλέσω στου παπά το μύλο, είναι παγωμένος δεν αλέθ' ου έρμος ...
36
Ο Αγιασμός των Υδάτων. Κολυμβητές βουτούν για να
ανασύρουν το Σταυρό.
ΖΗΣΗΣ ΧΑΣΙΩΤΗΣ
Το αγιασμένο νερό του ποταμού όπου έπεφτε ο σταυρός και βαπτίζΟνταν οι εικόνες, θεωρούνταν ότι είχε ανανεωτικές δυνάμεις και ικανότητες, γι' αυτό και οι γυναίκες του χωριού έπλεναν μ' αυτό το νερό τα ρούχα των παιδιών τους ή κάποιου δικού τους αρρώστου. Επίσης ο αγιασμός θεωρούνταν σαν θεία κοινωνία, γι' αυτό και σήμερα ακόμη δίνουν στους αρρώστους και πίνουν αγιασμό για να γιάνουν. 4) Άλλο ένα έθιμο της γιορτής των Φώτων ήταν ότι το γιορταστικό τραπέζΙ πλαισίωνε και ο χοιρινός παγωμένος πατσάς, από τ' αυτιά και τα πόδια του γουρουνιού, που σφάφμε τα Χριστούγεννα. 5) Ακόμη οι άνθρωποι του Βοίου πίστευαν ότι στη γιορτή των Θεοφανίων το βράδυ τα μεσάνυχτα, άνοιγαν οι ουρανοί και όποιος εκείνη την ιερή στιγμή έκανε μια ευχή, αυτή πραγματοποιούνταν στο μέλλον.
Γενικότερα σε πολλά χωριά της Δ. Μακεδονίας και κυρίως στην πόλη της Καστοριάς και της Σιάτιστας την ημέρα των Φώτων γίνονταν και εξακολουθεί και σήμερα ακόμη να αναβιώνει το πατροπαράδοτο έθιμο του καρναβαλιού (Ραγκουτσάρια). Οι μασκαράδες συνηθίζΟυν να φοράνε τραγοτόμαρα ή αρκουδοτόμαρα, κουδούνια και κυπριά μεγάλα ή άλλες ποικίλες και αστείες μεταμφιέσεις.
Αυτό το μήνα έχουμε πολλές γιορτές αγίων όπως είναι: 1) Στις 7 έχουμε τη γιορτή του Ιωάννη του Βαπτιστή, τον Πρό
δρομο που προετοίμασε το δρόμο για την έλευση του Κυρίου
οι 12 ΜΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΑΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ 37
ο νερόμυλος του Κώοτα Σανόπουλου οτην Ασπροίιλα.
και που βάπτισε το Χριστό στον Ιορδάνη Ποταμό. 2) Στις 8 που γιορτάζει η Οσία Δομήνικη, η λαΙκή μας παρά
δοση μας μιλάει για την ημέρα της γυναίκας, που τότε γίνεται
η λεγόμενη γυναικοκρατία, και χαρακτηρίζεται έθιμο αποκλειστικά των γυναικών. Το έθιμο αυτό αναβιώνει και σήμερα με διάφορες παραλλαγές σε διάφορες περιοχές της Β. Ελλάδας, όπου κατοικούν πρόσφυγες από την Α. Θράκη, όπως στο Κίτρος της Πιερίας, στην Ξυλαγανή της Ροδόπης, στη Νέα Κεσσάνη της Ξάνθης και ιδίως στη Μονοκκλησιά των Σερρών, όπου οι γυναίκες έχουν ιδρύσει και σύλλογο με την ονομασία 'Ή Λυσιστράτη" .
3) Στις 17 του μήνα γιορτάζΟυμε τη μνήμη του Αγίου Αντωνίου του "οικιστή" της ερήμου και καθηγητή της "μετάνοιας". Κάποτε ο ' Αγιος Αντώνιος πήρε ένα γράμμα από τον αυτοκράτορα Μέγα Κων-σταντίνο και τον καλούσε να αφήσει την έρημο και να τον επισκεφτεί στα ανάκτορα, για να τον φιλοξενήσει. Ρώτησε λοιπόν το μαθητή του τον περίφημο Παύλο τον απλό: -Τι
λές εσύ; Να πάω ή να μη πάω; Κι ο Παύλος του αποκρίθηκε: "Αν θα πας θα λέγεσαι Αντώνιος". Αν όμως δεν πάς, θα λέγεσαι αββάς Αντώνιος. Κι ο Αντώνιος τον άκουσε και δεν πήγε.
4) Η 18η Ιανουαρίου είναι αφιερωμένη στον Άγιο Αθανάσιο,
αυτόν τον "στύλο της ορθοδοξίας".
38 ΖΗΣΗΣ ΧΑΣΙΩΤΗΣ
5) Στις 20 έχουμε τη γιορτή του Αγίου Ευθυμίου και στις 25 τιμάται η μνήμη του Γρηγορίου του Θεολόγου, που παλιότερα οι
Θεσσαλονικείς γιόρταζαν με ιδιαίτερη λαμπρότητα τον αρχιεπίσκοπο της πόλης Γρηγόριο τον Παλαμά.
6) τέλος στις 30 Ιανουαρίου γιορτάζΟυμε τη μνήμη των Τριών
ιεραρχών των μεγάλων Διδασκάλων και προστατών της ελληνο
χριστιανικής μας παιδείας. Η μέρα αυτή είναι γιορτή των ελληνικών γραμμάτων και γι' αυτό δε λειτουργούν τα σχολεία όλων
των βαθμίδων της ΕκπΙσης.
ΤΑ ΘΕΟΦΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Τα Άγια Θεοφάνια, ημέρα Αγιασμού των έδάτων και ημέρα που η Αγία Τριάδα φανερώθηκε στον κόσμο. ο λαός μας τηρεί, κατά τον εορτασμό των Φώτων ξεχωριστές, κατά τόπους, παρα
δόσεις, με τη βάπτιση του Χριστού, που ολοκληρώνει τον εορ
ταστικό κύκλο του Δωδεκαήμερου.
Σύμφωνα με την παράδοση, κατά τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους, οι πιστοί που είχαν ολοκληρώσει την κατήχησή τους
στη διδασκαλία της νέας θρησκείας, βαφτίζΟνταν ομαδικά την
ημέρα των Θεοφανίων και την προηγούμενη ημέρα της βάπτισής τους, πήγαιναν στο ναό κρατώντας αναμμένες λαμπάδες.
ο Ιωάwης ο Πρόδρομος ύστερα από Θεία εντολή μετέβη από
την έρημο στην περιοχή του Ιορδάνη ποταμού, όπου εκήρυττε
το Θείο λόγο και βάΠΤΙζε τους πιστούς. Εκεί του παρουσιάστη
κε μπροστά του κάποια μέρα ο Ιησούς και του ζήτησε να τον
βαπτίσει. ο Ιωάννης όμως αρνήθηκε αρχικά να τον βαπτίσει,
λέγοντάς του ότι αυτός έχει ανάγκη βαπτίσεως απ' αυτόν.
Κατά τη διάρκεια της βάπτισης του Ιησού, το Άγιο Πνεύμα με
τη μορφή περιστεριού κάθισε στο κεφάλι του και ταυτόχρονα α
κούστηκε εξ ουρανού να λέει: "ούτος εστίν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα". Έτσι, στη βάπτιση του Ιησού φανερώ
θηκε στον κόσμο η τρισυπόστατη μορφή της Θεότητας (Πατήρ,
υιός και Άγιο Πνεύμα), και "επεφάνη η χάρις του Θεού, η σωτήριος πάσιν ανθρώποις κατά τον Απόστολο Παύλο.
Σ' αυτό το μεγάλο γεγονός της βαπτίσεως του Ιησού, στηρίζε
ται η μεταγενέστερη ονομασία της γιορτής των Φώτων 'Έπιφά-
ΟΙ 12 ΜΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΑΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ 39
Ευλογημένος {}εωρείται όποιος πιάσει το Σταυρό στον Αγιασμό των Υδάτων.
νια-Θεοφάνια" . Τη μέρα αυτή των Θεοφανίων τελείται ο Αγιασμός των έδά
των. Η θάλασσα, τα ποτάμια ή οι δεξαμενές δέχονται το Σταυ
ρό που πετάει ο Ιερέας. Σύμφωνα με την παράδοση, όποιος
βουτήξει στα παγωμένα νερά και ανασύρει το Σταυρό, θεωρείται γι' αυτόν και την οικογένειά του, "ευλογία Θεού".
Σε πολλές περιοχές, κυρίως στη Δυτική Μακεδονία και συγκε
κριμένα στο ΒόΙο, πραγματοποιούνταν παλιότερα ένα "είδος"
δημοπρασίας, για το ποιος δηλαδή θα είναι τελικά εκείνος που
θα μετέφερνε το Σταυρό από την Εκκλησία, στον τόπο του Α
γιασμού.
Σε πολλά χωριά του ΒοΊου, μετά τον Αγιασμό των έδάτων, συνήθΙζαν να πλένουν τις εικόνες στο Αγιασμένο νερό του ποτα
μού και ακόμη συνήθΙζαν να ραντίζΟυν με το αγιασμένο νερό τα
σπίτια, τα χωράφια, τους στάβλους των ζώων και γενικά ό,τι
θεωρούσαν πολύτιμο για την επιβίωσή τους.
Την παραμονή των φώτων τα παιδιά γυρνούσαν από σπίτι σε
σπίτι και τραγουδούσαν τα κάλαντα:
Σήμερα τα Φώτα και ο φωτισμός και χαρά μεγάλη κι ο αγιασμός κάτω στον Ιορδάνη τον ποταμό κάθεται η Κυρά μας η Παναγιά
40
Όργανο βαστάει, κερί κρατεί
Και τον 'Ά'ί-Γιάννη παρακαλεί. -Αϊ-Γιάννη αφέντη και βαπιστή, δύνασαι βαπτίσεις Θεού παιδί". Δύναμαι και θέλω και προσκυνώ και τον Κύριό μου παρακαλώ. Ν' ανεβώ επάνω στον ουρανό να μαζεύω ρόδα και λίβανο.
ΖΗΣΗΣ ΧΑΣΙΩΤΗΣ
Με αυτές τις συνήθειες και με αυτά τα έθιμα γιορτάζει ο λαός μας τα ΘΕΟΦΑΝΙΑ αυτή τη Μεγάλη γιορτή της Χριστιανοσύνης.
ΟΙ ΚΑΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΙ ΣΤΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ (Δημοσιεύθηκε στο αριθ. 175 τεύχος της "Βο'ίακής Ζωής",
lανουάριος-Φεβρουάριος 2002).
Η ελληνική ύπαιθρος είναι πλούσια σε λαογραφικό υλικό. Πολλοί προσπάθησαν να το αξιοποιήσουν. Ένας πολύ μεγάλος λαογραφικός θησαυρός κρύβεται ακόμα θαμμένος, ιδιαίτερα στις ψυχές των υπερήλικων, οι οποίοι με το πέρασμα του χρόνου, φεύγουν παίρνοντας μαζί τους πολύτιμα λαογραφικά στοιχεία. Στην ανασχετική προσπάθεια του μη εξαφανισμού τους μετείχα κάποτε, όταν υπηρετούσα στην περιφέρεια. Μια καλή συλλογή η οποία κατά τη μετεκπαίδευσή μου στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών έτυχε και βραβεύσεως από τον καθηγητή Λαογραφίας αείμνηστο Μέγα, κατά τα έτη 1962-63, βρίσκεται στο αρχείο μου.
Σε κάθε ελληνικό χωριό όλο και κάτι σώζεται γι' αυτούς, δημιούργημα της φαντασίας του λαού μας. Μια παράδοση λέει: Οι καλικάνΤζαροι έρχονται στα χωριά το δωδεκαήμερο και φεύγουν παραμονή Φώτων. Είναι κακοί και πονηροί, αλλά δεν μπορούν να βλάψουν τους ανθρώπους, και γι' αυτό οι γυναίκες τους περιπαίζΟυν και τους λένε "σταχτουμούρηδες", ''οταχιάδες'' και πολλά άλλα.
Καθένας από τους καλικάνΤζαρους έχει και ένα ελάττωμα. Άλλοι είναι κουτσοί, άλλοι στραβοί, άλλοι μονοπόδαροι, άλλοι στραβομούρηδες Κ.λπ. Και τα ρούχα τους είναι ελεεινά και κου-
ΟΙ 12 ΜΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΔΔΗΝΙΚΗ ΜΑΣ ΔΑΟΓΡΑΦΙΑ 41
ρελιασμένα. Η τροφή τους αποτελείται από μικρά βατράχια και
φίδια. Άλλη παράδοση αναφέρει ότι οι καλικάνΤζαΡΟΙ είναι άσχημοι,
μαύροι, φορούν σιδερένια παπούτσια. Κυνηγούν και πνίγουν τα αβάπτιστα παιδιά.
Σε μερικά χωριά οι νοικοκυρές αφήνουν στις αυλές τους, σε πιάτα, γλυκό για να το φάνε οι καλικάνΤζαροι.
Στα παραλιακά χωριά υπάρχει η παράδοση πως από την πρώτη μέρα του σαρανταημέρου οι καλικάνΤζαροι ετοιμάζΟυν το
καράβι τους για να ταξιδέψουν στα νησιά. Όταν πλησιάζΟυν τα Χριστούγεννα το πισσώνουν και μετά το ρίχνουν στη θάλασσα.
ΚαταΦθάνουν παντού τη νύχτα των Χριστουγέννων και από τό
τε μέχρι τα Φώτα κανένας δεν τολμά να βγει στο δρόμο νύχτα γιατί θα τον πειράξουν.
Στη Σκιάθο, στο νησί του αγίου των ελληνικών γραμμάτων, του ασκητικού Παπαδιαμάντη, όπως μου διηγήθηκε μια Σκια
θίτισσα συνταξιούχος δασκάλα, όλο το διάστημα του δωδεκαήμερου, δεν έβγαιναν τη νύχτα έξω, ιδίως οι γυναίκες, τα κορί
τσια και τα μικρά παιδιά, γιατί φοβούνταν τους καλικάνΤζα
ρους. 'Ή γιαγιά μας, μάλιστα, έλεγε τις χειμωνιάτικες νύχτες, όταν
πλησίαζαν τα Χριστούγεννα, ένα παραμύθι κι εμείς μικρά καθώς τ' ακούγαμε, μας κυρίευε ένας φόβος, μια τρομάρα θα 'λεγα. Αργά-αργά άΡΧΙζε με μια υπόχονδρη γεμάτη μυστικισμό φω
νή. Όταν τα καλικαντζαράκια, με τις γυριστές ουρές και τα αστεί
α σκουφάκια έρχονταν στο νησί μας τραβούσαν κατευθείαν στη θεια, το ΣεραΤνό. (Στη Σκιάθο συνηθίζεται στα ονόματα τα γυ
ναικεία να βάζΟυν μπροστά το άρθρο το. Π.χ. το Ουρανιό, το
Κατινιό, το Βγενιό, κ.λπ.).
Αυτή η γιαγιά ήταν μόνη της, είχε και σπίτι με μεγάλο κατώι. Έμπαιναν στο υπόγειο κι άρχΙζαν τις αταξίες και τις ζημιές.
Τρυπούσαν τα τσουβάλια με το αλεύρι, έχυναν το καλαμπόκι,
άνοιγαν τις κάνουλες με το κρασί, σκορπούσαν ό,τι έβρισκαν, τα έκαναν όλα άνω κάτω. Χοροπηδούσαν, έκαναν φασαρία, γε
λούσαν κι ήταν όλο χαρές. Συγχρόνως φώναζαν Σκάλκους είμαι,
Σκάλκους είσαι = ΚαλικάνΤζαρος είσαι. Η γριά τούς άκουγε και την έπιανε σύγκρυο. Απ' το φόβο της μαζευόταν πιο κοντά
42 ΖΗΣΗΣ ΧΑΣΙΩΤΗΣ
προς το Τζάκι, στο οποίο έβαζε και έκαιγε πολλά ξύλα τις ημέρες αυτές κατάλληλα να χρησιμοποιηθούν ως δαυλιά. Όταν αντιλαμβανόταν ότι ήθελαν ν' ανέβουν προς τα επάνω, από τη σκάλα, άρπαζε ένα δαυλί από τη φωτιά και έτρεχε προς τα εκεί, έκαμνε το σημείο του σταυρού με το δαυλί και τους κυνηγούσε. Κι εκείνοι που φοβούνταν μην τους κάψει, έφευγαν προς το κα
τώι. Έπρεπε όμως όλη τη νύχτα να μην κοιμηθεί. Γιατί αν την έπιαναν στον ύπνο θα της έκαναν κακό. Θα την άρπαζαν και θα την πετούσαν στη θάλασσα.
Μια νύχτα η γριά κοντά στο πρωί απόκαμε, δεν άντεξε, κουράστηκε, έκλεισε τα βλέφαρά της και παραδόθηκε στην αγκα
λιά του Μορφέα, αποκοιμήθηκε. Τότε οι σταχτομούρηδες και οι στραβομούρηδες, που την παρακολουθούσαν, όρμησαν μέσα στο δωμάτιο την άρπαξαν κι άρχισαν να τη σέρνουν για να την πάνε στη θάλασσα, φωνάζΟντας "Μουρμουντέλα, Μουρ
μουντέλα, τραβάτε την και μες τη θάλασσα πετάξτε την". Για κακή τους τύχη, όμως, την ώρα που ετοιμάζΟνταν να τη ρίξουν στη θάλασσα, φάνηκαν στον ορίζΟντα οι πρώτες φωτεινές ακτίνες. Μόλις τις αντίκρισαν, φοβούνται οι αστείοι σκάλκοι το φως, παράτησαν τη γριά τα κουτσόστραβα καλικανΤζαρούδια, κι έτρεξαν να εξαφανισθούν, να κρυφτούν στα τρίσβαθα
της γης. Και το Σεραϊνό γλύτωσε κι έζησε αυτό καλά κι εμείς καλύτερα" .
Στο Βόιο, στην περιοχή του Δήμου Τσοτυλίου, όπως έλεγε η
γιαγιά μου η Δέσποινα, τους καλικάνΤζαρους τους θεωρούσαν
δαιμόνια. Πίστευαν πως κατοικούσαν στα έγκατα της γης κι ανέβαιναν στην επιφάνεια την ημέρα των Χριστουγέννων. Παρέμειναν όλο το δωδεκαήμερο εδώ επάνω και προκαλούσαν ζημιές και μικροαναστατώσεις. Τους λέγανε και "παραωρίτες", γιατί κυκλοφορούσαν έξω παράωρα, νυχτοπερπατούσαν. Τους
συνέδεαν με τη φωτιά και το Τζάκι. Λόγω του ονόματος ίσως.
Μια στροφή σχετική έλεγε: "Παράωρα διαβαίνουμε απ' τα Τζάκια κατεβαίνουμε". Έβαζαν ένα κούτσουρο στο Τζάκι για να καίει όλη νύχτα, μη τυχόν και κατέβουν από τις καμινάδες. Στο διάστημα αυτό δεν κυκλοφορούσαν, έπρεπε να λαλήσουν οι πετεινοί για να βγουν από τα σπίτια τους. Επειδή θεωρούσαν ότι τα νερά ήταν αβάπτιστα, δε λούζΟνταν, δεν έπιναν νερό τη νύχτα, οι γυναίκες δεν έπλυναν ρούχα. Αυτό, το τελευταίο, το
ΟΙ 12 ΜΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΔΔΗΝΙΚΗ ΜΑΣ ΔΑΟΓΡΑΦΙΑ 43
συνάντησα και στην Κατερίνη, στους καταγόμενους από το Λιβάδι του Ολύμπου. Θυμάμαι πως προπολεμικά πηγαίναμε στα
κάλαντα τη νύχτα της παραμονής των Χριστουγέννων κι αρχίζαμε με μια στροφή που έλεγε: "Τα σ'χαρίκια ουρανέ φάσκιωσεν η Παναγιά, οι Αγγέλοι χαίρονται και τα δαιμόνια σκάφυν". Νομίζω πως τα λόγια αυτά δεν ήταν άσχετα με τη λαϊκή δοξασί
α των δαιμονικών, αυτών που η φαντασία των ανθρώπων του παλιού καιρού τα 'θελε να κυκλοφορούν τις βαριές, ατέλειωτες και σκότεινές νύχτες -λόγω και των φτωχών φωτιστικών μέσων της εποχής- της περιόδου των εορτών.
τέλειωνε το δωδεκαήμερο, τέλειωνε κι η βασιλεία των καλικάνΤζαρων. Την παραμονή των Φώτων γέροι, γυναίκες και παι
διά, όλη η οικογένεια, όπου φύγει - φύγει. Φοβούνταν μήπως τους προΦθάσει ο παπάς με την αγιαστούρα.
Οι γέροι καλικάνΤζαροι λέγανε στους άλλους με τη χονδρή φωνή τους: " - Φύγετε να φύγουμε. Να ο παπάς με το σταυρό,
κι διάκος με τον αγιασμό". Κι όταν φεύγανε ακουγόταν η φωνή από κανένα μικρό καλικανΤζαρούδι που έμενε πίσω, γιατί δεν πρόΦθασε να δέσει τα τσαρουχάκια του, να τους φωνάζει:
καρτέρ'τι κι' εμέ να βάνω το τσαρ'χάκι μΊ.
Ευθύμιος Ράλλης τ. Επιθεωρητής Δ.Ε.
ΟΙ ΑΛΚΥΟΝΙΔΕΣ ΗΜΕΡΕΣ (Δημοσιεύθηκε στο αριθ. 163 τεύχος της "Βοϊακής Ζωής".
lανουάριος-Φεβρουάριος 2000).
Και στης ζωής τους πιο βαρείς χειμώνες Αλκυονίδες μέρες καρτερούν.
Αυτό το ωραίο δίστιχο είχε γράψει ο ποιητής Δροσίνης, θέλοντας να τονίσει ότι και μέσα στις πιο δύσκολες εποχές που περνάει κανείς, μπορεί να ελπίζει ότι θα έλθουν καλύτερες ημέρες. Ένας άλλος ποιητής ο Αργύρης Κρανιώτης, είχε και αυτός χρη-
44 ΖΗΣΗΣ ΧΑΣΙΩΤΗΣ
σιμοποιήσει τις Αλκυονίδες για να τραγουδήσει την αισιοδοξία.
Ηλιόλουστες μέρες, γελαζΟύμενες της ζωής χαρά και γιορτάσι, που κερνάνε τη γλύκα ανοιχτόχερα σ' ένα μέσα ολόχρυσο τάσι.
Ας αρχίσουμε από την αρχαία ελληνική μυθολογία, την τόσο όμορφη και τόσο διδακτική. Ζούσε λοιπόν κάποτε μια όμορφη νέα, κόρη του θεού Αίολου και της Αιγιάλης, κόρη των ανέμων
και της ακτής, η οποία αγάπησε παράφορα και παντρεύτηκε το βασιλιά της Τραχινίας Κήυκα, που ήταν βουτηχτής. Στον τρελό έρωτά τους ο Κήυκας και η Αλκυόνη (αυτό ήταν το όνομα της νέας), δε σεβάστηκαν τα όρια που είχαν θέσει οι θεοί, και αμάρτησαν βαριά απέναντί τους. Οπότε ο Δίας, φύλακας της ηθικής τάξης σε θεούς και ανθρώπους, τους τιμώρησε. Μεταμόρφωσε την Αλκυόνη στο θαλασσοπούλι Αλκυόνα και τον Κήυκα στο άλλο θαλασσοπούλι, το γλάρο. Η Αλκυόνα λοιπόν ζει κοντά στη θάλασσα, στις ακτές όπου γεννάει τ' αυγά της μέσα στις σχισμές των βράχων, μέσα στην εποχή του χειμώνα, τιμωρία και αυτή του θεού, αφού όλα τ' άλλα πουλιά γεννάνε τ' αυγά τους την άνοιξη. Αλλά το χειμώνα έχει πολλές κακοκαιρίες και θαλασσοταραχές. Και τότε τα άγρια κύματα, φτάνοντας μέχρι τους βράχους που έχει τη φωλιά η Αλκυόνα, της άρπαζαν τ' αυγά και την άφηναν χωρίς οικογένεια, αυτήν που τόσο αγαπούσε τον άντρα της και τα παιδιά της. Αυτό ήταν μια τρίτη τιμωρία του θεού, να σε χτυπάει εκεί που πονάς. Οπότε η Αλκυόνα αρχίζει το θρήνο. ' Εκλαιγε τόσο θρηνητικά που ο θεός τέλος τη λυπήθηκε. Φαίνεται ότι είχε επέλθει η εξιλέωση. Και επειδή δεν ήταν σωστό ο θεός ν' αλλάζει γνώμη και να μεταβάλει την απόφασή του πήρε μια άλλη συμπληρωματική και διορθωτική απόφαση. Μέσα στην καρδιά του χειμώνα να γίνονται μερικές μέρες ηλιόλουστες και χωρίς θαλασσοταραχή, γύρω στις δυο βδομάδες, ώστε στο διάστημα αυτό να προφταίνει η Αλκυόνα και να γεwάει και να επωάζει τ' αυγά της, χωρίς να της τα αρπάζΟυν τα άγρια κύματα. Αυτές λοιπόν τις ηλιόλουστες μέρες του Γενάρη που γίνανε για χάρη της Αλκυόνας, τις ονόμασαν οι αρχαίοι
πρόγονοι Αλκυονίδες.
ΟΙ 12 ΜΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΑΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ 45
Την ίδια εποχή, γύρω στα μέσα Ιανουαρίου, μεσουρανει ενα
πολύ ζωηρό αστέρι. Επιστημονικά λέγεται αστήρ ή ο αστερισμός του Ταύρου. Είναι το λαμπερότερο αστέρι των πλειάδων, δηλαδή της Πούλιας.
Είναι, όπως λένε οι αστρονόμοι, τρίτου μεγέθους και φαίνεται κατακάθαρα τις διαυγείς νύχτες του Γενάρη. Επειδή βρίσκεται
ακριβώς στο μέσο του ουρανού οι παλαιοί παρατηρητές του ου
ρανού είχαν καταλήξει στη θεωρία ότι το αστέρι αυτό του Γενά
ρη ήταν το κέντρο γύρω στο οποίο περιστρέφεται ο ήλιος μαζί με όλο το πλανητικό του σύστημα. Και επειδή φαίνεται καθαρά κατά τις Αλκυονίδες, ονομάστηκε και αυτό Αλκυόνη.
Συναντάμε και αλλού το επίθετο Αλκυονίς. ΟνομάζΟνται Αλ
κυονίδες νήσοι κάτι μικρά νησάκια στον κόλπο της Δομβραίνης
στη βορειοανατολική άκρη του Κορινθιακού κόλπου, στα παρά
λια της Φωκίδας. Την ονομασία τους τα νησάκια την πήραν,
γιατί το χειμώνα είναι γεμάτα αλκυόνες, θαλασσοπούλια. Και η
θάλασσα γύρω από τα νησάκια αυτά ονομάζεται Αλκυονίς θά
λασσα. Και ένας θαυμάσιος διάλογος που αποδίδεται στον Πλάτωνα, δεν είναι δικός του, ονομάζεται Αλκυών. Εκεί ο Σωκρά
της συζητάει με το μαθητή του Χαιρεφώντα για τις μεταμορφώ
σεις.
Ας γυρίσουμε στο θαλασσοπούλι. Η Αλκυόνα ανήκει στην τάξη μερικών πουλιών που δεν είναι ωδικά, αλλά βγάζΟυν ένα στριγκό ήχο και λέγονται κεκράχτες. Κεκράχτες υπάρχουν
εκατόν είκοσι πέντε είδη. Ο ελληνικός λαός τη θέλει χαροπού
λι, θαλασσοπούλι, μπιρμπίλι. Δεν είναι ωραίο πουλί. Έχει σώμα
γύρω στους δεκαοκτώ πόντους, όσο το μήκος μιας πιθαμής. Ά
γριο και δύσπιστο πουλί, έρχεται στον τόπο μας στις αρχές Σε
πτεμβρίου και ξαναφεύγει τα τέλη Μαρτίου. Πετάει πολύ γρή
γορα, κατευθείαν μπροστά, λίγο πιο πάνω από το έδαφος, αλλά
σε μικρές αποστάσεις. Τα πόδια τους είναι πολύ λεπτά, δεν βα
δίζει όμως ούτε αναρριχάται στα κλαδιά. Τα χρησιμοποιεί για να
στηρίζεται ακίνητη πάνω σ' ένα κλαδί επί αρκετή ώρα. Μόλις
δει κάποιο ψάρι, ορμάει αστραπιαία, το αρπάζει με το ράμφος
της, γυρίζει μετά πάνω σ' ένα βράχο, το κομματιάζει και το καταβροχθίζει. Το κεφάλι της Αλκυόνας είναι ογκώδες, δυσανάλο
γο με το υπόλοιπο σώμα της και ο λαιμός της είναι τόσο κοντός,
που σχεδόν δε φαίνεται. Νομίζει κανείς ότι το χοντρό της κεφά-
46 ΖΗΣΗΣ ΧΑΣΙΩΤΗΣ
λι είναι ενωμένο κατευθείαν με το σώμα της. Το ράμφος της εί
ναι ίσιο και αρκετά μακρύ. Φτερούγες μικρές, ουρά σχεδόν δε
φαίνεται. Όλη-όλη η Αλκυόνα είναι κεφάλι και μακρύ ράμφος και σώμα. Δεν μοιάζει καθόλου με τον γνωστό τύπο των άλλων
πουλιών. Φτιάχνει άτεχνα τη φωλιά της μέσα στις σχισμές των
βράχων ή τις γούβες των ακτών. Μαζεύει διάφορα πούπουλα,
που τα σωριάζει χωρίς ιδιαίτερη τέχνη. Ενώ οι φωλιές άλλων
πουλιών είναι σωστά κεντήματα, ή σχέδια αρχιτεκτονικά. Γεν
νάει 7 έως 10 αυγά.
Το κρέας της δεν είναι και τόσο νόστιμο. Αντίθετα σ' όλα αυ
τά η Αλκυόνα διατηρεί και κάτι από την παλιά της ομορφιά, τότε που ήταν ωραία γυναίκα. Έχει ωραιότατα χρώματα στα φτε
ρά της, που είναι περΙζήτητα από τους βιοτέχνες γυναικείων
στολισμάτων.
Η Αλκυόνα, όπως και ο γλάρος, είναι πουλί οικογενειακό. Δηλαδή ζει ζευγαρωτά με το αρσενικό της, όχι σε κοπάδια κοινο
κτημοσύνης. Οι παραδόσεις του λαού μας λένε ότι τρέφει ξεχω
ριστή αγάπη στο σύντροφό της, απήχηση της αγάπης της Αλ
κυόνης στον Κήυκα. Δεν τον αποχωρίζεται μέχρι τον θάνατό του ή το δικό της θάνατο. Και αν ο σύντροφος αρρωστήσει ή
τραυματισθεί, η Αλκυόνα τον παίρνει στους ώμους και τον με
ταφέρει, όταν αποδημούν, τον τρέφει και τον περιποιείται, μέχρις ότου γίνει καλά. Το ίδιο και ο γλάρος, ο οποίος τρέφει το
γέρο πατέρα του, όταν δεν έχει πια δυνάμεις να βρει μόνος του την τροφή του.
κάθε Γενάρη, όταν έχουμε μέρες ηλιόλουστες, ο νους μας πη
γαίνει στην Αλκυόνα και τον όμορφο μύθο της και στην αισιο
δοξία πως θα περάσουν οι κακοκαιρίες και θα ξαναρθούν οι κα
λωσυνάτες μέρες, οι 'Άλκυονιδες μέρες" του Δροσίνη.
Γεώργιος Μ. Μπάντας Τέως Δ/ντής Δημόσιας Βιβλιοθήκης Σιάτιστας
Λαογράφος
ΟΙ 12 ΜΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΑΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ 47
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Ο ΔΙΣΕΚΤΟΣ ΧΡΟΝΟΣ (Δημοσιεύθηκε στο αριθ, 140 τεύχος της "Βο'ίακής Ζωής",
Μάρτιος-Απρίλιος 1996),
Το 1996 είναι δίσεκτος χρόνος. Ήρθε με καινούργιες ελπίδες,
προσδοκίες και όνειρα, αλλά και με ένα στίγμα-ιδίως για τους
προληπτικούς του δίσεκτου. Μην παντρεύεστε το χρόνο αυτό, προστάζΟυν οι δεισιδαίμο
νες. Μη συνάπτετε σχέσεις, που προορίζΟνται να διαρκέσουν. Μη πραγματοποιείτε εμπορικές συμφωνίες. Μην κτίζετε. Μην
αγοράζετε σπίτι ή αυτοκίνητο. Μη το ένα. Μη το άλλο. Μη σε όλα. Γιατί ο χρόνος είναι δίσεκτος και εγκυμονεί κινδύνους και
συμφορές. Και αν δεν πιστεύετε, θυμηθείτε ότι το λένε και τα δημοτικά μας τραγούδια, όπως η παραλλαγή του "Νεκρού αδελφού",
Και μπήκε χρόνος δίσεκτος και μήνες οργισμένοι, κι έπεσε το θανατικό κι εννιά αδελφοί πεθάναν,
Και αν πάλι δεν πιστεύετε, θυμηθείτε, ότι οι λέξεις που φανε
ρώνουν τα πιο τρομερά πράγματα, στο πρώτο τους συνθετικό ακούγονται ίδια με τη λέξη δίσεκτος. Όπως δυστυχία, δυσκολία, δυσαρέσκεια, δυσχέρεια κ.λπ.
Όμως εμείς με το σημερινό μας σημείωμα δεν έχουμε πρόθεση να αναθερμάνουμε δεισιδαιμονικές δοξασίες, κατάλοιπα ε
ποχών αμάθειας και να σας τρομοκρατήσουμε για το χρόνο αυτό. Απεναντίας μάλιστα. Θέλουμε να αποδείξουμε, ότι και το
δίσεκτο 1996 είναι ένας χρόνος σαν όλους τους άλλους και από μας εξαρτάται αν θα είναι καλός ή κακός. Γι' αυτό ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Η λέξη δίσεκτος προέρχεται από το λατινικό DIS + SEXTUS =
δυο φορές έκτος. Αλλά και στα Ελληνικά αναλύεται έτσι: δίσε
κτος = δις + έκτος. Συνεπώς το δις = δυο φορές, του δίσεκτου
χρόνου, δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με το προθεματικό αχώριστο μόριο δυσ- που προσδίδει τρομερές ιδιότητες στο β'
συνθετικό κάποιων λέξεων, όπως Π.χ. η δυστυχία, δυσκολία,
δυσαρέσκεια Κ.λπ. Και τώρα ας δούμε γιατί μερικά χρόνια ονομάζΟνται δίσεκτα.
48 ΖΗΣΗΣ ΧΑΣΙΩΤΗΣ
Η Ρωμα'ίκή Αυτοκρατορία στον καιρό της ακμής της ήταν ένα
απέραντο κράτος, που είχε πολλούς λαούς οι οποίοι είχαν ο κα
θένας τους και δικό τους χρονομετρικό σύστημα. Αυτό όμως
δημιουργούσε στην κρατική μηχανή πολλά προβλήματα. Το κα
κό παράγινε το 44 Π.Χ. που χαρακτηριστικά ονομάστηκε έτος
συγχύσεως.
Τότε ο Ιούλιος Καίσαρας ανέθεσε στον Αλεξανδρινό αστρολό
γο Σωσιγένη να ρυθμίσει ένα κοινό για όλη την επικράτεια ημερολόγιο. Το Ιουλιανό εκείνο ημερολόγιο αποτελούνταν από πε
ριόδους 4 ετών, εκ των οποίων τα 3 πρώτα αριθμούσαν 365 μέρες, το δε τέταρτο 366. Η επιπλέον μέρα προστέθηκε μεταξύ 24
και 25 Φεβρουαρίου -δηλαδή υπολογίζΟνταν δυο φορές η 24η Φεβρουαρίου- η οποία ήταν η έκτη μέρα πριν από τις Καλένδες
του Μαρτίου (= ιη Μαρτίου) που συνέπιπτε με την ρωμα'ίκή πρωτοχρονιά.
Έτσι η εμβόλιμη μέρα ονομάστηκε δις έκτη προ των Καλέν
δων του Μαρτίου και κατ' επέκταση ονομάστηκε και το έτος στο οποίο ανήκε δίσεκτον. Στα μεταχριστιανικά χρόνια η ονο
μασία διατηρήθηκε, αλλά η εμβόλιμη μέρα για πρακτικούς λό
γους μετατέθηκε στο τέλος Φεβρουαρίου και έτσι ο μήνας αυτός στα δίσεκτα χρόνια έχει 29 μέρες. Δίσεκτα καθορίστηκε να
είναι τα χρόνια των οποίων τα δυο τελευταία ψηφία του αριθ
μού, που τα χαρακτηρίζει, διαιρούνται ακριβώς δια του 4. Αλλά πού έχουν τις ρίζες τους οι προλήψεις για τα δίσεκτα
χρόνια; Μα φυσικά πάλι στη ρωμα'ίκή αρχαιότητα. Οι Ρωμαίοι
ήταν λαός εξαιρετικά θρησκόληπτος. Για κάθε τι που αφορούσε
τη ζωή τους, για τα σπίτια τους, τα χωράφια, τους δρόμους, α
κόμα και για τις μέρες τους είχαν έναν ιδιαίτερο θεό, που τον λάτρευαν με τελετές και θυσίες.
Η εμβόλιμη όμως μέρα, αφ' ενός μεν γιατί κάπως αργά μπή
κε στη ζωή τους και αφ' ετέρου γιατί παρεμβάλλονταν μόνο κά
θε 4 χρόνια, δεν είχε ένα δικό της θεό και έτσι θεωρούνταν α
ποφράδα.
Δεισιδαιμονικοί φόβοι τυραννούσαν τη μέρα εκείνη την ψυχή των ανθρώπων, μήπως τους συμβεί κάποιο κακό, και οι ίδιοι φόβοι επεξετάθηκαν και για όλο το δίσεκτο έτος, που μετου
σιώνονταν σε χίλιες απαγορεύσεις και μη.
Παρόμοιοι φόβοι τυραννούν και εσάς μέχρι σήμερα και απα-
ΟΙ 12 ΜΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΑΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ 49
γορεύσεις δυσκολεύουν τη ζωή μας. Και όλα αυτά, ενώ θέλουμε να λεγόμαστε άνθρωποι με σύγχρονες αντιλήψεις.
Το 1996 είναι χρόνος δίσεκτος. Η κάθε μέρα του ξημερώνει το ίδιο ελπιδοφόρα σαν όλες τις μέρες της ζωής. Ας μην αφήσουμε λοιπόν τις προλήψεις να γίνουν τροχοπέδη στην πραγμάτωση των ονείρων μας τούτη τη χρονιά.
Γεώργιος Μ. Μπόντας Λαογράφος
Με όλα αυτά τα παραπάνω στοιχεία προσπαθήσαμε συνοπτικά
να προσεγγίσουμε το λαογραφικό περιεχόμενο του μηνός Ιανουαρίου.
Top Related