Download - ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Transcript
Page 1: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Οικογένειες και σημαίνοντα πρόσωπα στα πλαίσια της Μακεδονοβλάχικης κοινότητας της Βουδαπέστης κατά τον 18ο-19ο αιώνα

Α) Ιστορική ΑναδρομήΗ Ουγγαρία κατά το 16ο αιώνα ήταν διαιρεμένη σε τρεις περιοχές: την Τρανσυλβανία, τη βασιλική επικράτεια και τα κατεχόμενα απ' τους Τούρκους εδάφη. Η Τρανσυλβανία πέρασε στα 1669 στην αυστριακή επικράτεια, ενώ κι οι Τούρκοι έχασαν στα 1687 τα εδάφη που κατείχαν στην Ουγγαρία. Καθώς, λοιπόν, η Ουγγαρία αποτελούσε σημαντικό τμήμα της αψβουργικής μοναρχίας, η παρουσία κι η δράση των Ελλήνων (Γραικών και Βλάχων) στα εδάφη της συνδέονται άμεσα με τις ευνοϊκές για την άσκηση του εμπορίου συνθήκες, που επικρατούσαν τότε στα πλαίσια της Aψβουργικής Mοναρχίας για τους βαλκάνιους εμπόρους. Κατ' αναλογία με την Αυστρία και την Τρανσυλβανία, οι Έλληνες (Γραικοί και Βλάχοι) πήραν και στην Ουγγαρία το διαμετακομιστικό εμπόριο στα χέρια τους, ενώ ανάμεσα στους Σέρβους κι Αλβανούς, που προσκλήθηκαν απ' τον Ούγγρο βασιλιά Λίποτ Α΄ μετά το 1687 για να ενισχύσουν τα αποδεκατισμένα πληθυσμιακά ουγγρικά εδάφη, μετά τον τερματισμό της τουρκικής κατοχής, υπήρξαν και μερικοί Έλληνες (Γραικοί και Βλάχοι). Το βασικό, όμως, κύμα εισροής Ελλήνων προπαντός Βλάχων /Αρμάνων από τη Μοσχόπολη στην Ουγγαρία σημειώθηκε στα 1718, ενώ το επόμενο και μεγαλύτερο στα 1760-1770 μετά την καταστροφή της Μοσχόπολης .

Οι Έλληνες (Γραικοί και Βλάχοι /Αρμάνοι) εγκαταστάθηκαν σε διάφορες περιοχές της Ουγγαρίας, με σημαντικότερο κέντρο τους την Πέστη, ενώ άλλες αξιόλογες βάσεις τους ήταν οι πόλεις: Kecskemet, Eger, Miskolc, Tokaj, Gyoengyoes, Nagyvarad, Arad, και η περιοχή Temesvαr. Οι Κοινότητες αυτές ιδρύονταν αρχικά ως Kομπανίες - συνενώσεις εμπόρων - με οικονομικό χαρακτήρα, ενώ μέσω των διαφόρων προνομίων που απέσπασαν απ' τις αρχές, απέκτησαν και το δικαίωμα της αυτονομίας και της αυτοδιοίκησης.

Η παλαιότερη χρονικά από αυτές τις ελληνικές κομπανίες της Ουγγαρίας είναι εκείνη της πόλης Tokaj, η οποία ιδρύθηκε στα 1667 με αυτοκρατορικό προνόμιο, που επέτρεπε στα μέλη της την άσκηση εμπορίου, παρέχοντας τους φορολογικές απαλλαγές και τη δυνατότητα αυτοδιοίκησης. Η Κομπανία ίδρυσε επίσης στα 1790 ναό, στον οποίο διατηρούσε δικούς της ιερείς και μπορούσε να απονέμει δικαιοσύνη στα μέλη της για κάποιες κατηγορίες αδικημάτων.

Σε ανάλογη οργανωτική βάση ιδρύθηκαν και λειτούργησαν στην Ουγγαρία κι άλλες ελληνικές/βλάχικες Kομπανίες - Κοινότητες, όπως της πόλης Gyoengyoes, η οποία ιδρύθηκε στις αρχές του 18ου αιώνα και παρά τους περιορισμούς αναφορικά με την ίδρυση ναού και σχολείου, φαίνεται πως

Page 2: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

κατόρθωσε να αναπτυχθεί και να δράσει με αρκετή επιτυχία. Στην πόλη Eger, η ελληνική/βλάχικη κοινότητα συστήθηκε στο β΄ μισό του 18ου αιώνα κι είχε περιορισμένες δυνατότητες αυτοδιοίκησης, ενώ απέκτησε σχολείο και ναό. Η κοινότητα της πόλης Miskolc συστήθηκε στο τελευταίο τέταρτο του 17ου αιώνα (1687) κι ήταν ιδιαίτερα ακμαία και σημαντική. Τα μέλη της απαλλάσσονταν απ' τις ισχύουσες για τους ντόπιους εμπόρους φορολογικές επιβαρύνσεις καθώς και απ' την υποχρέωση να παρέχουν στέγη στα ουγγρικά στρατεύματα, ενώ είχαν το δικαίωμα αυτοδιοίκησης.

Η μεγαλύτερη, όμως, ελληνική (Γραικών τε και Βλάχων) Κοινότητα της Ουγγαρίας κατά το 18ο αιώνα ήταν εκείνη του Kecskemet, η οποία ιδρύθηκε στα 1708, αριθμούσε τα περισσότερα μέλη κι απέκτησε κι αυτή δικαίωμα αυτοδιοίκησης με την εκλογή ενός προεστού για τη διαχείριση των εσωτερικών της υποθέσεων. Έτσι, μέσα απ' όλες αυτές τις κοινότητες που δημιουργήθηκαν, ήταν φανερό πως ο αριθμός των Ελλήνων/ Βλάχων που εγκαταστάθηκαν στην Ουγγαρία ήταν πολύ μεγάλος, και σύμφωνα με εκτιμήσεις, άγγιζε κατά το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα τις 10.000 ψυχές...

Αργότερα, όσο αφορά την Ελληνική επανάσταση του 1821, Οι Έλληνες κι οι Βλάχοι/Αρμάνοι της Ουγγαρίας συμμετείχαν στην ιδεολογική και πρακτική προετοιμασία της. Αρχικά, χρηματοδότησαν την ίδρυση σχολείων και την αποστολή βιβλίων στις υπόδουλες πατρίδες τους για το διαφωτισμό του Γένους. Παράλληλα, γνωρίζοντας τη δραστηριότητα του Ρήγα Φεραίου, υποστήριξαν το εγχείρημά του και πολλοί κατατάχθηκαν ανάμεσα στους οπαδούς του. Αρκετοί μυήθηκαν και στη Φιλική Εταιρεία κι έλαβαν μέρος στο κίνημα του Υψηλάντη στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Μετά την αποτυχία του κινήματος, οι ελληνοβλάχικες Kομπανίες της Ουγγαρίας υποδέχτηκαν και περιέθαλψαν πολλούς αγωνιστές και βοήθησαν όσους κατέφυγαν σε αυτές για να μεταβούν από εκεί στον επαναστατημένο ελληνικό χώρο.

Β) Εκτός από τους ανώνυμους Βλάχους (Αρμάνους) που συμμετείχαν στην οικονομική και θρησκευτική ζωή αυτού του τόπου επιβλήθηκαν και γνωστά ονόματα που συνεισέφεραν αξιοσημείωτες και πολυεπίπεδες ανθρωπιστικές δράσειςΔεν θα επιχειρήσουμε μέσα σ’ αυτό τον περιορισμένου χώρου να αναφέρουμε όλους αυτούς τους ανθρώπους. Ωστόσο θα προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε κάποιες προσωπικότητες που διακριθήκαν για την δράση τους στην πολιτική θρησκευτική, πολιτιστική και επιστημονική ζωή και απέκτησαν μεγάλη εκτίμηση και φήμη τόσο στην παρούσα ζωή όσο και στην μεταθανάτιο αιώνια ζωή . Οι Βλάχοι (Αρμάνοι ) μετανάστες συνεισφέρανε τα μέγιστα στην ενίσχυση και στην διατήρηση των ορθοδόξων εκκλησιών.Με τα ονόματα τους συνδυάσθηκε η ίδρυση ενός ιδρύματος και μίας πολιτιστικής κοινότητας. Οι Βλάχοι (Αρμάνοι) υπήρξαν ανθρωπιστές ,

Page 3: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

φιλάνθρωποι που ενθάρρυναν τις τέχνες και τις επιστήμες. Από αυτούς αναδείχθηκε ένας αριθμός σημαντικών προσωπικοτήτων όπως π.χ. ο Αντρέας Σιαγκούνα (Andrei Shaguna), ο οποίος κληροδότησε μετά τον θάνατό του 600.000 φιορίνια για πολιτιστικούς σκοπούς, ο Αθανάσιος Γκραμπόσβκι (Atanasiu Grabovsky), ο Εμμανουήλ Γκόζντου (Emanuil Gojdu) και τα μέλη της οικογένειας Μοτσιόνη ( Mocioni).Αυτά τα ονόματα είναι πολύ γνωστά κατά πρώτον λόγο στην πολιτική αλλά και στην πολιτισμική ιστορία του 19ου αιώνα της Ουγγαρίας και της Τρανσυλβανίας που ανήκε τότε στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων αλλά και κατά δεύτερο σκοπό στην ιστορία των Βλάχων (Αρμάνων).

Η οικογένεια Μοτσιόνη έπαιξε ένα πρωταρχικό ρόλο στην ζωή των Βλάχων (Αρμάνων) της Ουγγαρίας. Αυτή η οικογένεια που ήταν μία από τις σημαντικότερες της Βουδαπέστης, το δε όνομα της συνδέθηκε με την ιστορία των Βλάχων (Αρμάνων) της Τρανσυλβανίας. Τα μέλη αυτής της οικογένειας πρωτοστάτησαν στην πολιτική ζωή του τόπου περίπου για οκτώ δεκαετίες.Ο Αντρέας Μοτσιόνι μαζί με τα αδέλφια του και με τον Ευθύμιο Μούργκο, κατοχύρωσαν τα δίκαια εθνικά και εκκλησιαστικά αιτήματα που υποστηρίχθηκαν από την επαναστατικό πολιτικό κίνημα του Κossuth.Ειδικά δε η οικογένεια Μοτσιόνι μαζί με άλλους Βλάχους (Αρμάνους) στήριξαν οικονομικά πολλά πολιτιστικά ιδρύματα.Για την δημιουργία μίας τάξης ατόμων με υψηλό πνευματικό επίπεδο διανόησης, λόγω του προβλήματος που απασχόλησε την τοπική κοινωνία κατά το 1848 συγκεντρώθηκαν κεφάλαια μέσω εράνων και ιδρύθηκαν σοβαρά ιδρύματα.Η μεγάλη συμβολή των Μοτσιόνι του 1859 είναι αναμφισβήτητα το 1867 με το ποσό της δωρεάς τους ανέρχονταν σε 10.000 φιορινιών στο οποίο και ο Αντρέας Σιαγκούνα πρόσθεσε άλλα 20.000 φιορίνια, με τα χρήματα αυτά τυπώθηκαν πολλά βιβλία τόσο στην Ουγγαρία όσο και στην Τρανσυλβανία. Στον μεγάλο λιμό του 1863 οι Μοτσιόνι συντηρούν 400 σκληρά δοκιμαζόμενες οικογένειες και επεμβαίνουν στις κυβερνητικές υπηρεσίες ώστε να χορηγηθεί βοήθεια στα μαστιζόμενα από την δυστυχία χωριά. Η οικογένεια των Μοτσιόνι πρόσφερε χέρι βοήθειας με συστηματικό τρόπο στην σπουδάζουσα νεολαία εντός και εκτός συνόρων. Το 1865-66 υπήρχαν 36 φοιτητές υπότροφοι στο πανεπιστήμιο της Βουδαπέστης, της Βιέννης, στη νομική Ακαδημία της Οραντέα και Ντέμπρεσιν (Debrecin), Arad, Timishoara, Seghedin, Lugoj, Nagykoros, Szarvas και στο Varsets. O Aντρέας Moτσιόνι μέλος της Ακαδημίας ιδρύει στην Βιέννη την εφημερίδα η ΄΄ Μέλισσα΄΄ η οποία αργότερα εκδίδονταν πλέον στην Βουδαπέστη. Βλαστάρια της οικογένειας Μοτσιόνι τα βρίσκουμε σαν ιδρυτικά μέλη της ASTREΙ (Εταιρεία της Τρανσυλβανίας για πολιτισμό και λογοτεχνία). Ο Αντρέας Μοτσιόνι ήταν ανάμεσα στα ιδρυτικά μέλη συνεισφέροντας 100 φιορίνια. Το ίδιο υπήρξε και ο Zeno Mocioni ο οποίος στήριξε με χρηματικά ποσά τις ενέργειες της εταιρείας.

Page 4: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Με δικά του χρήματα αγοράσθηκαν πολλά βιβλία για τον εξοπλισμό των βιβλιοθηκών. Ο Zeno και ο Αλέξανδρος Μοτσιόνι δώρισαν 24.000 κορώνες για την ανέγερση της οικοδομής που θα στεγάζονταν η ASTRA και από το 1901 έως το 1904 ο Αλέξανδρος Μοτσιόνι υπήρξε πρόεδρος αυτής της πολιτιστικής εταιρείας. Μέρος της πλειάδας των διανοουμένων αποτέλεσε και ο Αντώνιος Μοτσιόνι. Με το όνομά του συνδέθηκε η ίδρυση της εταιρείας για τον πολιτισμό το 1862. Επίσης με το όνομα του ίδιου είναι στενά συνδεδεμένη η εταιρεία για τον πολιτισμό και το θέατρο της Τρανσυλβανία και Ουγγαρίας Οι εύποροι Βλάχοι (Αρμάνοι ) της Αυστρο-Ουγγαρίας εραστές του πολιτισμού συνέβαλλαν σημαντικά στην εθνική και πολιτιστική κίνηση του τόπου. Τα κλίμα που επικρατούσε στην Βιέννη και στην Βουδαπέστη ήταν ευνοϊκό για την ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης των ντόπιων πληθυσμών. Μεταξύ των οικογενειών της Βιέννης που έκαναν πάρα πολλά για τον πολιτισμό και τις επιστήμες της Ουγγαρίας υπολογίζουμε αυτές των Σίνα και Δούμπα.

H οικογένεια των Σίνα. Με καταγωγή από τη Μοσχόπολη, μεταξύ του 1788-1876 κατέλαβε την πρώτη θέση μέσα στην Βλάχικη (Αρμάνικη ) κοινότητα της Αυστρία. Μετά την μόνιμη εγκατάσταση τους στην Βιέννη έγινε η ποιο διάσημη στο χρηματοπιστωτικό κόσμο όλης της Ευρώπης με μία μεγάλη ποικιλία επιχειρήσεων και την δημιουργία ενός μεγάλου χρηματοπιστωτικού ιδρύματος.

Την οικογένεια Σίνα μπορούμε να την παρακολουθήσουμε από την Μοσχόπολη μέχρι την Βιέννη , με ενδιάμεσους σταθμούς το Σαράγιεβο και την Κροατία. Ο πρώτος που εγκαταστάθηκε στην Βιέννη ήταν ο Γεώργιος Σίνας Πόποβιτς το 1780. Ο Σίμωνας Σίνας που γεννήθηκε το 1753 στην Μοσχόπολη και διαχειρίζεται με τέτοιο τρόπο την τράπεζα του ώστε αυτή να καταστεί σαν η δεύτερη τράπεζα της Αυστρίας μετά απ’ αυτήν των Rothschild. Για τον Σίνα και τον Rothschild το αποφασιστικό βήμα προς τα εμπρός έγινε με τον αποκλεισμό που επέβαλε ο Ναπολέων ή μάλλον η τέχνη της παράκαμψης του αποκλεισμού. Παράλληλα με αυτά ασχολήθηκε με την καλλιέργεια του καπνού σε ευρεία βάση ακολουθώντας μοντέρνους τρόπους καλλιέργειας. Ο καπνός ήταν είδος με μεγάλη έλλειψη κατά την εποχή του ρώσο –τούρκο –αυστριακού πολέμου. Κατά το ίδιο τρόπο επίσης εξασφάλισε μία τεράστια ανάπτυξη στην κλωστοϋφαντουργεία του βαμβακιού. Έφθασε δε να κάνει και εξαγωγές καπνού στην Γαλλία και την Ιταλία. Ο γιος του Σίμωνα, ο Γεώργιος Σίμωνος Σίνας (1782-1856) ο οποίος διεύθυνε τις επιχειρήσεις από το 1820 μέχρι το 1856 συνέχισε με απόλυτη επιτυχία την καταπληκτική ανάπτυξη στο εμπόριο και στην υφαντουργία. Με τις επιχειρήσεις του εξοικονόμησε μία πολύ μεγάλη περιουσία. Το 1818 Αυτοκράτορας Φραγκίσκος ο Ιος μετά την απόκτηση δύο μεγάλων κτήσεων στην Ουγγαρία, τον εξύψωσε στην τάξη της Ουγγρικής αριστοκρατίας Το 1822 έγινε βαρόνος. Η τράπεζα των Σίνα έγινε πασίγνωστη, ο δε Γεώργιος Σίνας

Page 5: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

βοήθησε μα δωρεές την ίδρυση πολλών πολιτισμικών ιδρυμάτων. Μαζί με τον κόμη Szechenyi Istvân κατέβαλε την τεράστια προσπάθεια για να γίνει στην Βουδαπέστη εφικτή η κατασκευή της Γέφυρας με τις Αλυσίδες ( Ο Σίνας έδωσε πολλές εκατοντάδες χιλιάδες ). Για το γεγονός αυτό οι Ούγγροι τον κατονόμασαν μεγιστάνα. Ο Γεώργιος Σίνας έφθασε να έχει σαν μεγάλος γαιοκτήμονας στη κατοχή του –στην Ουγγαρία, Αυστρία, Τσεχία, Μοραβία και στα Πριγκιπάτα του Δουνάβεως – 99 κτήματα με σύνολο 240.000 στρεμμάτων

Με τον τρόπο αυτό κατόρθωσε να γίνει ο πλουσιότερος τραπεζίτης της Αυτοκρατορίας αλλά και ένας από τους μεγαλύτερους μεγαλοκτήμονες της Ουγγαρίας. Είχε στην κατοχή του ολόκληρα παλάτια που βρίσκονταν στην Ουγγαρία , Αυστρία , Ελλάδα, Ιταλία, Βενετία , Γαλλία , σε όλες τις πρωτεύουσες της Ευρώπης. Στις 18 Μαΐου ο Βαρόνος Γεώργιος Σίμωνος Σίνας πέθανε σε ηλικία 74 ετών. Ήταν παντρεμένος με την Βλάχα Αικατερίνη Ντέρρα και απέκτησε μόνο ένα γιο που το βάφτισε σύμφωνα με την παλαιά παράδοση και του έδωσε το όνομα του παππού του Σιμεών. Σ’ αυτόν κληροδοτεί όλη του την περιουσία που την εκτιμούσα στα 80 εκατομμύρια φιορίνια. Ο Σίμος Γεωργίου Σίνας (1810-1876) έγινε τόσο διάσημος όσο και ο πατέρας του και τον ξεπέρασε ακόμη στο πεδίο της διοργάνωσης των οικονομικών και χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων και στην δημιουργία ευεργετικών ιδρυμάτων. Ήταν ο κάτοχος της ποιο τεράστιας περιουσίας της Ευρώπης. Με την είσοδο του στο κλαμπ των μεγιστάνων το 1836 στην Ουγγαρία , είχε στην κατοχή του κατά το τέλος της ζωής του 99 μεγάλες ιδιοκτησίες με σύνολο στρεμμάτων που έφθανα τις 100.000 και που βρίσκονταν στη Αψβουργική Αυτοκρατορία και στην Ρουμανία. Έκανε μεγάλες δωρεές για την ίδρυση της Αγροτικής Πίστης της Ουγγαρίας, την Ασφαλιστική Ουγγρική Εταιρεία, για την δημιουργία καναλιών και τον έλεγχο της κοίτης των ποταμιών (εγγειοβελτιωτικά έργα), στην βελτίωση και ορθολογισμό της γεωργίας , στην προώθηση δημιουργίας νέων σιδηροδρομικών συγκοινωνιακών δικτύων και βελτίωση των ήδη υπαρχόντων και της ναυσιπλοΐας. Με δική του πρωτοβουλία ανεγέρθηκαν νοσοκομεία και ορφανοτροφεία και έδωσε μεγάλη βοήθεια για την δημιουργία της Εμπορικής Ακαδημίας , του Εθνικού Θεάτρου, του Εθνικού Καζίνου και το σημαντικότερο για την ίδρυση της Ουγγρικής Ακαδημίας.Το 1858 τον Σίμωνα Σίνα τον βρίσκουμε μέλος της επιτροπής του διευθυντηρίου της Ουγγρικής Ακαδημίας. Για την θεμελίωση αυτής διέθεσε το ποσό των 80.000 φιορινιών. Η προσωπογραφία του βρίσκεται αναρτημένη στην μεγάλη αίθουσα αυτού του ιδρύματος. Τα 1857 με την βοήθεια του ιδρύθηκε το περιοδικό η Ουγγρική Επιθεώρηση Szemle Ο Σίμων Σίνας μεταξύ 1856- 1876 ξόδεψε πάνω από 550.000 φιορίνια για φιλανθρωπία και πολιτισμό.

Page 6: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Έχοντας υπ’ όψη αυτά τα μεγαλουργήματα θα μπορούσε κάποιος να κάνει την ευφυή παρατήρηση , ότι ο Βαρόνος Σίνας μαζί με την βοήθεια των Ούγγρων κατόρθωσε να ιδρύσει το Ουγγρικό Κράτος .Ο Σίνας συσχετιζόταν και με το Cuza-Vodă που ήταν ο πρώτος κυβερνήτης των Ηνωμένων Πριγκιπάτων και αργότερα του εθνικού κράτους της Ρουμανίας.. Mε μία επιστολή του ανακοινώνει στο Ρουμάνο κυβερνήτη τον ερχομό του στην Ρουμανία και την πρόθεση του να επενδύσει νέα κεφάλαια σε διάφορες Ρουμανικές εταιρείες.Χάριν των μεγάλων ευεργεσιών του ο Σίνας έχει ανακηρυχθεί επίτιμος δημότης της Βουδαπέστης και πολλών άλλων πόλεων μεταξύ των οποίων βρίσκεται και το Αράντ. Απεβίωσε στις 15 Αυγούστου του 1876 και η ταφή του έγινε στο οικογενειακό μαυσωλείο του Rappoltskirchen.Με την ευκαιρία αυτή ο ακαδημαϊκός Toth Lörinc εκφώνησε ένα επικήδειο λόγο στο όνομα της Ουγγρικής Ακαδημίας, το οποίο ίδρυμα καθώς αναφέρθηκε ήταν ένα από τις πολυάριθμες ευεργεσίες του Σίνα. Ο Σίνας ήταν παντρεμένος με την κόρη του μεγαλοϊδιοκτήτη Κωνσταντίνου Γκύκα de Desânfalva, μία μεγάλη ηγετική φυσιογνωμία της Βλάχικης (Αρμάνικης) κοινότητας της Ουγγαρίας. Από τον γάμο αυτόν γεννήθηκαν 5 κορίτσια και ένα αγόρι. Ο γιος και το ένα κορίτσι πέθαναν πολύ νωρίς . Έτσι έμεινε χωρίς άρρενα απόγονο. Ο Σίμων Σίνας θα έχει πολύ υψηλές βλέψεις σε ότι αφορά τους γάμους των θυγατέρων του. Δύο από αυτές θα παντρευτούν με απογόνους Φαναριοτών , μία με έναν Υψηλάντη και η άλλη με έναν Μαυροκορδάτο , η τρίτη κόρη με τον φορέα ενός μεγάλου ονόματος της Αυστρίας τον κόμη von Wimpffen και η τελευταία με τον Δούκα de Castries και έτσι έγινε η κουνιάδα του προέδρου της Δημοκρατίας της Γαλλίας του αρχιστρατήγου Mac-Mahon. Αυτοί λοιπόν οι γαμπροί με υψηλή καταγωγή φρόντισαν - ειδικά οι δύο τελευταίοι με καταγωγή από την Δύση- να κατασπαταλήσουν όσο εξαρτιόταν από αυτούς την τεράστια προίκα των συζύγων των.

Μία άλλη οικογένεια Βλάχων (Αρμάνων) επωνύμων από την Βιέννη ήταν και η οικογένεια των Δούμπα.Το ποιο επιφανές μέλος της υπήρξε ο Νικόλαος Δούμπα . σύμβουλος εξ απορρήτων του Αυτοκράτορα Φραγκίσκου Ιωσήφ, μέλος του οίκου των μεγιστάνων και συγχρόνως φημισμένος έμπορος. Ένας μεγάλος εραστής της μουσικής, το 1856 εξελέγη αντιπρόεδρος της Μουσικής Εταιρείας (Musikverein) .Ήταν ο προστάτης της Ζωγραφικής Σχολής της Βιέννης και ειδικά του νεαρού τότε ζωγράφου Makart To σπίτι του για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα υπήρξε το κέντρο της πνευματικής και καλλιτεχνικής ζωής της Βιέννης. Το 1870 ανακατεύτηκε με την πολιτική όπου έκανε μία αξιοσημείωτη καριέρα. Εκτός αυτών πατρονάρισε και την ρουμανική Jună ένα φιλολογικό κύκλο ανάγνωσης των Ρουμάνων φοιτητών στην Βιέννη. Μετά το θάνατό του άφησε μία τεράστια περιουσία

Page 7: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

ανερχόμενη σε 30 εκατομμύρια και πολλές ιδιοκτησίες του βρίσκονται στην σημερινή Ρουμανία.

Αθανάσιος Γκραμπόβσκι (Grabovsky) παρέμεινε η ποιο σημαντική προσωπικότητα της Βλάχικης ( Αρμάνικης ) κοινότητας της Πέστης.Το σπίτι του μετατράπηκε σε ένα λογοτεχνικό σαλόνι όπου σύχναζαν φοιτητές που σπουδάζανε στην Βουδαπέστη. Το σαλόνι του υπήρξε ο αγαπημένος τόπος συνάντησης των λογοτεχνών και ανθρώπων με κουλτούρα. Με δική του πρωτοβουλία και των φίλων του τυπώθηκαν στο τυπογραφείο της Βούδας αξιόλογα βιβλία στη βλάχικη γλώσσα. Μία αξιόλογη σειρά από χειρόγραφα γραμμένα στα Βλάχικα σώζονται στην Βιβλιοθήκη της Ρουμανικης Ακαδημίας και που ανήκουν στο ΓκραμπόβσκιΣτο σπίτι του εκτός από τα πολιτιστικά και λογοτεχνικά θέματα. συζητιότανε ακόμα και το ακανθώδες ζήτημα της ορθοδόξου εκκλησίας της Ουγγαρίας και Τρανσυλβανίας, η οποία τότε ακόμα υπόκεινταν στην δικαιοδοσία της Ιεραρχίας της Σερβίας. Η πνευματική ατμόσφαιρα στον οίκο των Γκραμπόβσκι ήταν διηθημένη και αρωματισμένη από την γλωσσική και ιστορική αντίληψη των τότε επικρατούντων πραγμάτων. Επίσης η Βλάχικη (Αρμάνικη) κοινότητα βοηθάει τους ρουμανόφωνους φοιτητές στο να τεθούν οι βάσεις της ξακουστής λογοτεχνικής εταιρείας "Petru Maior".Ο Γκραμπόβσκι με λίγα λόγια υπήρξε ένας εμπνευσμένος Βλάχος ( Αρμάνος) κα ένας μεγάλος μαικήνας. Και έδωσε αγώνα για την καθιέρωση της Ορθοδοξίας στα εδάφη της Αυστροουγγαρίας. Το σπίτι του υπήρξε πάντοτε ανοιχτό σε υψηλά ιστάμενα πρόσωπα, όπως επίσκοποι , αριστοκράτες της Πέστης και μεγάλοι γαιοκτήμονες. Η φήμη και οι αρετές αυτού του μεγάλου άνδρα έφθασαν μέχρι την Αυτοκρατορική αυλή της Βιέννης για αυτό και ο Αυτοκράτορας Φραγκίσκος ο πρώτος του παραχώρησε τον τίτλο ευγενείας ΄΄Von Apadia΄΄ Με την ευκαιρία αυτή γράφτηκε από τον Stefan P. Niagoe και μία ωδή. Παντρεύτηκε δύο φορές, και οι δύο σύζυγοι ήταν δραστήριες και υπήρξαν πρόεδροι της Εταιρείας των Βλάχων (Αρμάνων ) γυναικών της Πέστης. Η ποιο δραστήρια πρόεδρος της εταιρείας υπήρξε η πρώτη σύζυγος του η Ελένη . Το 1827 ο Γκραμπόβσκι παντρεύτηκε για δεύτερη φορά με την χήρα Maria Alexovici.Κοντά στους Γκραμπόβσκι ήταν και οι ποιο ξακουστές οικογένειες μαικήνων της παροικίας : η οικογένεια Μοτσιόνοι, η οικογένεια του Αναστσίου Λέπορα, Γεωργίου Σίνα και Χριστόφορου Νάκου. Τα σπίτια τους βρίσκονταν στη ίδια γειτονιά και συναντιόντουσαν τακτικά στην σημερινή πλατεία Vörösmarty και την οδό Vaci.Αυτά τα μέγαρα έχουν καταστεί ιστορικά μνημεία που στολίζουν μέχρι και σήμερα το κέντρο της Βουδαπέστης.

Αθανάσιος (Αντρέας ) Σιαγκούνα

Page 8: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Γεννήθηκε από οικογένεια Βλάχων (Αρμάνων) στις 20 Δεκεμβρίου 1808 στο Miskolc. Στη αρχή φοίτησε στο Ελληνο-Βλάχικο σχολείο του τόπου και μετά στο καθολικό γυμνάσιο του ιδίου τόπου, αφού τελείωσε τις ανώτερες σπουδές σε ηλικία 18 ετών επισκέπτεται το γυμνάσιο των καλογέρων Piaristen (των Eυσεβών) Για το χρονικό διάστημα των 5 με 6 ετών ο Σiαγκούνα κατοικεί στο σπίτι του θείου του Αθανασίου Γκραμπόβσκι που βρίσκονταν πολύ κοντά στο γυμνάσιο που πήγαινε.Γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Πέστης όπου το 1829 αφού περάτωσε τις πανεπιστημιακές , μεταβαίνει στο Versec (Hennemannstadt ή Werschetz) στην σημερινή Βοιβοντίνα (Σερβία) για να σπουδάσει Θεολογία . Εκεί έμεινε στην οικία του Επισκόπου Maxim Manuilovici που ήταν φίλος με θείο του Αθανάσιο Γκραμπόβσκι.Αφού τέλειωσε και την θεολογική εκπαίδευση του στο Versecο Σιαγκούνα διορίζεται από τον Σέρβο Μητροπολίτη Stefan Stratimirovici, καθηγητής της Θεολογίας στο Carlovits.Εκεί το 1833 έγινε καλόγερος παίρνοντας το όνομα ΑντρέαςΤο έτος 1836 σε ηλικία 51 ετών χάνει την μητέρα του. Η νεκρώσιμη ακολουθία της ταφής έγινε στις 17 Ιανουαρίου από τον διάσημο ιερέα και συγγραφέα Ιωάννη Teodorovici στο κοιμητήριο Kerepesi της Πέστης. Στο οικογενειακό τάφο των Γκραμπόβσκι πριν λίγα χρόνια είχαν τοποθετήθηκαν και τα λείψανα των αδελφών του Evreta και Αικατερίνης. Σαν ένας αγαπητός και πιστός αδελφός ο επίσκοπος Σιαγκούνα τοποθέτησε στο μνήμα τους ένα πέτρινο σταυρό με την εξής επιγραφή.: Για την πολυαγαπημένη μητέρα μου Αναστασία και τον μονάκριβο αδελφό Βρέτα και την γλυκιά αδελφή Αικατερίνη, έγινε η τοποθέτηση αυτού του μνημείου από τον Αντρέα Σιαγκούνα, επίσκοπο της Τρανσυλβανίας το 1849. Ţο 1842 ο Σιαγκούνα αποκτά τον τίτλο του Αρχιμανδρίτη στο μοναστήρι Popova στην Σερβία. Το 1846 γίνεται γενικός εφημέριος της Εκκλησιαστικής Επαρχίας της Τρανσυλβανίας και εγκαθίσταται πλέον μόνιμα στο Sibiu (στα Γερμανικά :Hermannstadt,στα Ουγγρικά : Nagyszeben) και ύστερα από δύο χρόνια χειροτονήθηκε και επίσκοπος.

Οι αρετές του Σιαγκούνα και ειδικά στην καθιέρωση και ενδυνάμωση της εκκλησίας της Τρανσυλβανίας, με τον διαχωρισμό από τη Σερβική Μητρόπολη και την αναδιοργάνωση της Ορθοδόξου Ρουμανικής Εκκλησίας αποτελούν στον εθνικό στίβο ένα σημαντικό γεγονός. Ο θρίαμβος του Σιαγκούνα ολοκληρώθηκε αφού προβιβάστηκε σε Μητροπολίτη της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Τρανσυλβανίας και Ουγγαρίας. Η εκκλησία έπρεπε να λειτουργεί σε μοντέρνα πλαίσια . Το 1868 στο Εθνικό Εκκλησιαστικό συνέδριο έγινε αποδεκτό το Οργανικό Καταστατικό σαν μοντέλο δημοκρατικής οργάνωσης της εκκλησίας το οποίο παρέμεινε σε ισχύ μέχρι την Ένωση του 1918.

Page 9: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Ο Σιαγκούνα βοηθούμενος από τους ενορίτες και εθελοντές ίδρυσε σε πολλά μέρη περίπου 800 σκολεία καθώς και ένα γυμνάσιο στο Brasov και στο Brad και ένα παιδαγωγικό και θρησκευτικό Σεμινάριο στο Σιμπίου. Υπήρξε ένας από τους ιδρυτές του ASTREI. Μεταξύ της23ης Οκτωβρίου και της 4ης Νοεμβρίου 1861 ιδρύθηκε στο Sibiu η Εταιρεία για την λογοτεχνία και τον πολιτισμό (ASTRA) με τον εξεσεσημασμένο ρόλο της προώθησης του πολισμού και της κουλτούρας στη Τρανσυλβανία και την Ουγγαρία. Ο πρώτος πρόεδρος της υπήρξε ο Αντρέας Σιαγκούνα (1861)Το 1850 ο Σιαγκούνα ιδρύει στο Sibiu ένα τυπογραφείο το τυπογραφείο της Αρχιεπισκοπής, εδώ τυπώνονται πολιτικό-εκκλησιαστικά φυλλάδια και κυρήγματα. Το 1853 πάντα στο ίδιο μέρος ίδρυσε και την εφημερίδα ΄΄Ρουμανικός Τηλέγραφος Το 1871 αρρώστησε και καθώς ήταν και κουρασμένος έκανε την διαθήκη του. Την προσωπική του περιουσία που ανέρχονταν σε 600.000 κορώνες την άφησε για τα σχολεία και τις εκκλησίες. Πέθανε στις 23 Ιουνίου του 1873. Εξέφρασε την επιθυμία να ταφεί στο Răşinari, (Städterdorf στα Γερμανικά και στα Ουγγρικά : Resinár) αθόρυβα , χωρίς ομιλίες και η νεκρώσιμη ακολουθία να γίνει από τον ιερέα του χωριού.

Ο Εμμανουήλ Γκόζντου μαζί με τις δύο συζυγούς του Αναστασία Πομέτα και Melenia Damcea αποτέλεσαν τμήμα της αριστοκρατίας της Βλάχιης (Αρμάνικης) κοινότητας της Πέστης.Ο Γκόζντου ήταν συγγενής με τον Σιαγκούνα .Γεννημένος το 1802 στην Οραντέα σπούδασε νομική στην Ακαδημία του ίδιου μέρους και στο Pojon και κατόπι εγκαταστάθηκε στην Πέστη σαν δικηγόρος.Πρακτικός , πνευματώδης άνθρωπος, προικισμένος με τα επιλεγμένα χαρακτηριστικά ενός άρχοντα, ο Γκόζντου κατόρθωσε αρκετά σύντομα να γίνει ένας από τους ποιο πλούσιους ανθρώπους της Βουδαπέστης. Αγόρασε δε το ένα μετά το άλλο κάποια σπίτια στο κέντρο της Βουδαπέστης και μερικά κτήματα στα όρια της πόλης, των οποίων ο αριθμός των μετοχών και των τίτλων ιδιοκτησίας ολοένα και αυξάνονταν. Στις 30 Ιουνίου 1832 έλαβε χώρα το σημαντικότερο γεγονός της ζωής του, δηλαδή ο γάμος του με την Αναστασία Πομέτα θυγατέρα του Βλάχου (Αρμάνου) μεγαλέμπορου Κωνσταντίνου Πομέτα που πρωτύτερα ήταν παντρεμένη με το έμπορο Αλέξανδρου Βούλπε. Η γαμήλια τελετή έγινε από τον ιερέα και συγγραφέα Ιωάννη Theodorovici που ήταν θείος του Α. Σιαγκούνα. Έτσι ο Σιαγκούνα και ο Γκόζντου συνδέθηκαν με φιλικά δεσμά σε νεαρή ηλικία.Οι καινούργια οικογένεια ευλογήθηκε με την απόκτηση μιας κορούλας την Μαρία –Κορνηλία που έζησε μόνο ένα χρόνο. Για τον λόγο αυτό όλη η αγάπη τους ανακατευθύνθηκε προς τους νεαρούς σπουδαστές που ήταν καλοδεχούμενοι επισκέπτες στο σπίτι τους μέχρι τα βαθειά γεράματα. Ο Παρθένιος Κοσμάς ο οποίος γνώρισε από κοντά τον Γκόζντου έγραψε για την ζωή και την οικογένεια αυτού του ανθρώπου τα

Page 10: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

παρακάτω λόγια. Ήταν περήφανος για την Βλάχικη και λαϊκή ορθόδοξη καταγωγή του και αυτό το έδειχνε όταν του δίδονταν η ευκαιρία τόσο με τα λόγια όσο και με τις πράξεις.Στα τραπεζώματα όπου ήταν παρόντες και ξένοι έκανε επιδεικτικά τον σταυρό του προ και μετά το γεύμα. Κατά την διάρκεια των Πασχαλινών εορτών , όταν κάθονταν στο τραπέζι έψαλλε το ΄΄Χριστός ανέστη΄΄ με τους ξένους μιλούσε στην γλώσσα τους στην οικογένεια όμως μιλούσε μόνο στην βλάχικη γλώσσα που την έμαθε από τους γονείς του. Στο σπίτι του στο δικηγορικό του γραφείο ήταν όλοι καλοδεχούμενοι καθώς και το καλοκαίρι στην βίλα του φιλοξενούσε πολλούς νέους ανθρώπους. Ο Γόζντου περνούσε την ώρα του αστειευόμενος μαζί τους και τραγουδώντας διάφορα τραγούδια .Ο Γκόζντου από νωρίς συνεργαζόταν και βοηθούσαν με χρήματα την βιβλιοθήκη του Carcalechi και τα ημερολόγια της Βούδας που εκδίδονταν από St. P. Niagoie Kατά την επανάσταση του1848-49 του ανατίθεται η διαχείριση της πολιτικής δραστηριότητας για αυτό και προσυπογράφει το σταθερό πολιτικό πρόγραμμα κατά την διάρκεια της συγκέντρωσης που έγινε στο σπίτι του με εκπροσώπους της επανάστασης στις 21 Μαίου 1848. Στην αρχή της συνταγματικής εποχής ο Γκόζντου διορίστηκε νομάρχης στο Lugoj.Αμέσως μετά την κάλυψη της θέσης του νομάρχη προέβη στην κατασκευή ενός λυκείου στο Lugoj, δίδοντας το ποσό των 2.000 φιορινιών και για την ολοκλήρωση των μέτρων που ελήφθησαν ζήτησε από την κυβέρνηση της Ουγγαρίας μία βοήθεια ύψους 18.000 φιορινιών τα οποία και έλαβε. Στις 16 Ιουνίου το 1861 σαν νόμιμο μέλος του οίκου των μεγιστάνων (γερουσιαστών) ο Εμμανουήλ Γκόζντου έκανε μία σημαντική πολιτική ομιλία με μεγάλη απήχηση στους ρουμανικούς και ουγγρικούς αρμόδιους κύκλους. Κατά την ομιλία καταδίκασε απερίφραστα την ένωση της Τρανσυλβανίας με τις Ηγεμονίες Κατά την πορεία της ζωής του ο Γκόζντου έκανε πολλές δωρεές, στηρίζοντας την εκκλησία , τα σχολεία και διάφορα έντυπα. Ήταν ο προστάτης των νέων σπουδαστών στο Πανεπιστήμιο της Βουδαπέστης και το σπίτι του ήταν ανοιχτό και φιλόξενο Μετά το θάνατο του το 1870 επί 50 χρόνια λειτούργησε το ίδρυμα Γκόζντου που υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα ιδιωτικά ιδρύματα της Μοναρχίας. Σύμφωνα με την επιθυμία του εκλιπόντος νέοι φοιτητές στερούμενοι των υλικών μέσων μπορούσαν να πάρουν υποτροφία για την ολοκλήρωση των σπουδών τους , καθώς επίσης και ιερείς και σπουδαστές από φτωχές οικογένειες και άποροι ηλικιωμένοι όλοι τους μπορούσαν να έχουν υλική υποστήριξη κυρίως μετρητά από τα έσοδα του ιδρύματος

O Γεώργιος Ιωαννωβίτσι ή Γιαννοβίση (Georg Ioanovici) γιος του Βλάχου (Αρμάνου) Παύλου Ιωννωβίτσι (Καλύβα) μεγαλοϊδιοκτήτη στο Duleu και Valea Mare, και ονομαστός έμπορος στην Τιμισιοάρα, έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο στην πολιτική και την πολιτιστική ζωή της Τρανσυλβανίας.

Page 11: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Γεννήθηκε στην Τιμισοάρα το 1821. Στο πόλη Bega, αφού ολοκλήρωση την στοιχειώδη και λυκειακή εκπαίδευση, τις φιλοσοφικές και νομικές σπουδές τις έκανε στο Segedin, Pojon και Πέστη. Αφού τέλειωσε τις σπουδές του στην νομική το 1842 πήρε το δίπλωμα του δικηγόρου. Εισήλθε στον δημόσιο βίο και από πολύ νέος κέρδισε μεγάλη δημοτικότητα μέχρι που εκλέχθηκε επιτετραμμένος στην Τιμισοάρα, στην Δίαιτα (Βουλή) του 1847-48 του Pojon. Κατά τα έτη της επανάστασης 1848 – 49 διετέλεσε αντινομάρχης στην νομό Carash. Παντρεύτηκε με την κόρη του Βλάχου (Αρμάνου) Μάνου από την Πέστη και έτσι έγινε μέσω αυτού του γάμου συγγενής με τον αυτοκρατορικό γερουσιαστή Νικόλαο Δούμπα από την Βιέννη. Το 1860 ο Ioanovici δραστηριοποιήθηκε στην δημοσιογραφία. Μετά την εγκαθίδρυση της συνταγματικής κυβέρνησης εξελέγη επιτετραμμένος στη περιφέρεια του Lugojό όπου ήταν και μεγαλοϊδιοκτήτης. Έως το 1867 εργάστηκε με την ιδιότητα του κοινοβουλευτικού συμβολαιογράφου , μετά υπήρξε μέλος της ΄΄επιτροπής συμφιλίωσης΄΄ ( Qriegyezes/ συμβιβασμού στα Ουγγρικά )Ο υπουργός πολιτισμού βαρόνος Eötvös Jozsef το διόρισε γραμματέα του κράτους και αυτή η διαδικασία ολοκληρώθηκε μεταξύ του 1866-1871. Αυτός είναι που έφερε σε πέρας τον διαχωρισμό της Ελληνο- Ανατολικής Ορθοδόξου Σερβικής εκκλησίας από την Ουνιτική Ελληνο-Καθολική. Για το χρονικό διάστημα που υπηρέτησε σαν γραμματέας του κράτους πήρε μέρος σαν επιτετραμμένος στο συντακτικό συνέδριο των εκκλησιών για να τελειοποιηθεί το καταστατικό της εκκλησίας. Φαίνεται ότι για αυτήν την δραστηριότητα του επιβλήθηκαν κυρώσεις διότι μετά το θάνατο του Eötvös (1871) εκδιώχθηκε μαζί με κάποιους άλλους από το υπουργείο πολιτισμού και μάλιστα η ενέργεια αυτή έγινε από τον επόμενο υπουργό κάποιον Trefort Agoston.Ο Ioanovici σαν άνθρωπος με ανώτερο πνευματικό επίπεδο και σαν συγγραφέας απέκτησε εξαιρετικές ικανότητες στο πεδίο της ουγγρικής φιλολογίας, ικανότητες που του άνοιξαν τον δρόμο για την Ακαδημία των Ούγγρων όπου το 1867 έγινε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας και το 1883 επιλέγει μέλος τιμής ένεκεν. Υπήρξε μέλος και πρόεδρος της φιλολογικής επιτροπής της Ακαδημίας από το 1882-1895, καθώς και μέλος της επιτροπής exmise για την επεξεργασία του τεχνικού –νομικού λεξικού. Οι φιλολογικές του εργασίες έχουν δημοσιευθεί στο Peşti Naplo, Nyelvtudomănyi Kozlony, Magyar Nyehor. Ο Gh.Ioanovici ήταν φίλος με τον Εμμανουήλ Γκόζντου που τον κατονόμασε και σαν εκτελεστή της διαθήκης του. Παράλληλα με τους Μοτσιόνι έδωσε σημαντικά χρηματικά ποσά σε διάφορες εταιρείες για την προώθηση του πολιτισμού και των τεχνών της Βουδαπέστης και παρέστη σε πολλές εκδηλώσεις αυτών των εταιρειών τις οποίες στήριξε και οικονομικάΑφού πήρε τα ισχυρότερα μηνύματα του ουγγρικού εθνικισμού ο Ioanovici έδειξε λιγότερο ενδιαφέρον για τα πολιτικά πράγματα. Μετά από τον θάνατο του Deâk Ferenc με τον οποίο συνδέονταν με μεγάλη φιλία ο Ioanovici απομακρύνεται ακόμη περισσότερο από την πολιτική ζωή και ζει απομονωμένος στο κτήμα του στο Dulău ή και στην Βουδαπέστη. Αν και η

Page 12: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

οικογένεια είχε στην κατοχή της παλάτι στην Πέστη αυτός ήταν ικανοποιημένος να ζει σε ένα μέτριο κατάλυμα στην οδό Kirâly αριθ.57. Στις 10 Φεβρουαρίου 1909 ο Γεώργιος Ιβανοβίτσι πεθαίνει . Η ταφή του έγινε με μεγάλη επισημότητα και παρουσία ενός πολυάριθμου και διακεκριμένου κοινού της πρωτεύουσας. Ανάμεσα στο πλήθος βρίσκονταν και οι υπουργοί Wekerle και Apponyi. Πολλά μέλη της Βλάχικης (Αρμάνικης ) κοινότητας της Βουδαπέστης ήταν επίσης παρόντες. Το κενοτάφιο που ανεγέρθηκε στην Ακαδημία κοσμήθηκε με πολυάριθμα στεφάνια μεταξύ των οποίων και δύο στεφάνια εκ μέρους της ελληνο-βλάχικης κοινότητας και του ιδρύματος Γκόζντου . Η πένθιμη ακολουθία έγινε από τον επίτιμο πρωτοπρεσβύτερο Ghenadie Bogoievici,, τον στρατιωτικό ιερέα Ιωάννη Papp και το ιερέα της ελληνικής εκκλησίας Georgjades Murnu( Γεώργιο Μούρνο).Έψαλε η χορωδία του ιερού ναού της ελληνικής ορθόδοξης εκκλησίας της Βουδαπέστης. Η ταφή του έγινε στο κοιμητήριο Kerepesi όπου έχουν ταφεί και πολλοί άλλοι Βλάχοι (Αρμάνοι) της πρωτεύουσας.Εκτός από τον Σίνα στα πλαίσια της Βλάχικης (Αρμάνικης) κοινότητας ξεχωρίζει για τον πλούτο του και την κακή του φήμη ο Χριστόφορος Νάκο (Christofor os Nacó) Είχε μία τεράστια περιουσία στο Sãnnicolau-Mare.ή Großsanktnikolaus στα Γερμανικά και Nagy-Szentmiklos στα Ουγγρικά. Στο μέρος αυτό ένας Ρουμάνος δουλοπάροικος σκάβοντας βρήκε ένα μοναδικό θησαυρό από χρυσάφι τον οποίο ο Nacó τον δώρισε στον Αυτοκράτορα της Αυστρο-Ουγγαρίας Φραγκίσκο των 1ο. Αυτός ο θησαυρός φυλάγεται στο "Kunsthistorisches Museum" της Βιέννης. Για την πράξη του αυτή ο Nacó πήρε από τον Αυτοκράτορα τον τίτλο του Κόμη. Η ρομαντική ζωή του και τα πλούτη του έδωσαν την έμπνευση στον Ούγγρο συγγραφέα Jokai Mor για την συγγραφή της ρομαντικής ιστορίας του με τον τίτλο ΄΄ Ο Βαρόνος αθίγγανος΄΄ όπου εν πολλοίς περιγράφεται η ζωή αυτού του Βλάχου (Αρμάνου) από την πρωτεύουσα της Ουγγαρίας. Αργότερα από το βιβλίο αυτού του Jokai Mor προήλθε και το λιμπρέτο του Ignaz Schnitzer βάση του οποίου γράφτηκε η γνωστή όπερα του Johann Strauss ΄΄Der Zigeunerbaron΄΄ της οποίας η πρεμιέρα έγινε στις 24.10 1881 στο Theater an der Wien της Βιέννης. Όπως και πολλοί άλλοι Βλάχοι (Αρμάνοι) ο Nacó υπήρξε μαικήνας και προστάτης του πολιτισμού και των γραμμάτων. Με την βοήθεια του στο Sannikolau mare (Großsanktnikolaus) ιδρύθηκε στα κτήματά του μια σχολή για τους αγρότες. Στην διαθήκη του που ανοίχθηκε στην Βιέννη – διότι αργότερα εγκαταστάθηκε μόνιμα στην πρωτεύουσα της Αυστρίας – το έτος 1799 ζητάει από τους απογόνους του να ιδρύσου και να στηρίξουν από τα έσοδα των κτημάτων του. Ήταν μία Σχολή για τη Αγρονομία στο Sannikolau mare (Großsanktnikolaus) με σκοπό να βοηθήσει την οικονομική άνοδο του ντόπιου πληθυσμού. Σύμφωνα με την εκδηλωθείσα στη διαθήκη τουεπιθυμία , η Σχολή πρέπει να αποτελείται από καλοκτισμένα κτίρια κατάλληλα για τον σκοπό που προορίζονταν

Page 13: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

και να έχει στη διάθεση της αρκετό έδαφος για συλλογή πρακτικών εμπειριών και διδασκαλίας με πειράματα. Οι μαθητές πρέπει να στρατολογούντε από τους αριστούχους μαθητές των κανονικών σχολείων και να προέρχονται από τις οικογένειες των ντόπιων δουλοπάροικων που εργάζονταν στα κτήματα της οικογένειας Nacó. Προβλέπονταν δε κάθε χρόνο να προσλαμβάνονται 12 υπότροφοι : 3 Γερμανοί , 3 Ρουμάνοι, 3 Ούγγροι και 3 Σέρβοι. Η συντήρηση τους το σχολείο αυτό, η παροχή διατροφής, ενδυμασίας , βιβλίων και οι υπόλοιπες απαραίτητες προϋποθέσεις, θα δίδονταν από τα κεφάλαια που υπήρχαν στην διαθήκη. Εκτός από τους 12 υπότροφους μπορούν να προσληφθούν σαν μαθητές προς αποφοίτηση και παιδιά δουλοπαροίκων από άλλα κτήματα. Οι μαθητές που θα αποφοιτήσουν την Γεωργική αυτή Σχολή θα επιστρέψουν στα χωριά τους σαν πεφωτισμένοι γεωργοί και θα μπορούν να διδάξουν τους υπόλοιπους. Μετά την αποφοίτηση θα πάρουν μία οικονομική ενίσχυση ύψους 100 φιορινιών από την περιουσία του δωρητού για να δημιουργήσουν δικές τους αγροτικές επιχειρήσεις που θα λειτουργήσουν σαν πρότυπα για τους άλλους γεωργούς. Ο αριστούχος απόφοιτος της γεωργικής σχολής θα σταλεί στην ανώτατη γεωπονική σχολή για ανώτερες σπουδές και εξειδίκευση, στην περίπτωση αυτή θα δοθεί μία υποτροφία ύψους 300 φιορινιών. Αυτές υπήρξαν οι επιθυμίες που εξεδήλωσε ο Χιστόφορος Νάκου . Η διοργάνωση των σχολείων ανατέθηκε στον Tessedik Sámuel (με καταγωγή από το Szarvas) ο οποίος είχε μία άριστη αγρονομική και παιδαγωγική εκπαίδευση και ήταν ένα προοδευτικό πνεύμα και υπερασπιστής των ανθρωπιστικών ιδεών. Το 1801 επεξεργάσθηκε ένα λεπτομερές σχέδιο για την διοργάνωση των γεωργικών σχολών στο Sannikolau mare (Großsanktnikolaus) όπου προτείνει παράλληλα με την απόκτηση θεωρητικών γνώσεων από διάφορες ειδικότητες της γεωπονίας, οι μαθητές να έχουν την δυνατότητα να αποκτήσουν και πρακτική εμπειρία σε ένα τμήμα εδάφους πλησίον της σχολής , ώστε να μελετηθεί και η καλλιέργεια λιγότερο γνωστών φυτών. Η σχολή άρχισε να λειτουργεί το 1801 υπό την διεύθυνση του Incze János ενός πρώην μαθητού του Tessedik με πολύ καλή απόδοση έως το 1811, μετά δυστυχώς παράκμασε. Το 1887 παύει να λειτουργεί ως ιδιωτική γεωργική σχολή και μετατρέπεται σε ένα δημόσιο σχολείο.

Ο Δημήτριος Καζάκοβιτς Dimitrie Cazacavici (1790-1866)Γεννήθηκε το 1790 στο Μέτσοβο όπου και πήρε την στοιχειώδη εκπαίδευση. Υιοθετήθηκε από κάποιον θείο του τον Πέτρο Καζάκοβιτς που ήταν έμπορος στην Βουδαπέστη. Στην Βουδαπέστη αφού αποφοίτηση από την εμπορική σχολή ασχολείται στις επιχειρήσεις του θείου του. Όμως με την πάροδο του χρόνου ο νεαρός Καζάκοβιτς άρχισε ν’ ασχολείται και με υποθέσεις ξένες προς το επάγγελμα του. Αφοσιώνεται στη εκμάθηση ξένων γλωσσών και γίνεται ένας πραγματικά πολύγλωσσος. Δημιουργεί σχέσεις με τον Petru Maior και τον Georg Shincai. Προσπαθεί να αφυπνίσει την εθνική συνείδηση των αδελφών

Page 14: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Βλάχων της Βαλκανικής χερσονήσου. Μετά τον θάνατο του θείου του μεταβαίνει στα Πριγκιπάτα όπου κατατάσσεται στο στρατό υπό τις διαταγές του Alexandru Ghica (1834—1842) Πρίγκιπα της Βλαχίας και αργότερα κυβερνήτη της Βλαχίας, ανέρχεται στον βαθμό του καπετάνιου και του βοηθού του κυβερνήτη. Μετά την παραίτηση του από τον στρατό αφιερώνεται στην ίδρυση σχολείων για τους Βλάχους (Αρμάνους) στην Μακεδονία. Μετά τα γεγονότα του 1856 κατά τα οποία η Ρουμανία έχει αποκτήσει πλήρη εσωτερική αυτονομία ο Δημήτριος Καζάκοβιτς που ποτέ δεν έπαψε να θέλει να πείσει τους υπεύθυνους του κράτους της Ρουμανίας για την σημασία του Βλάχικου στοιχείου της Μακεδονίας, συνάπτει στενές σχέσεις με τους αδελφούς Brătianu. Cezar Boliac, Heliade Ridulescu, Costache Negri Dimitrie Bolintineanu, κλπ. Έχει δημοσιεύσει πολλά άρθρα στην εφημερίδα΄΄Buciumul΄΄ με στόχο να αποδείξει την καταγωγή των Βλάχων από το ρουμανικό στοιχείο και να ζητά την οικονομική στήριξη για όλους εκείνους τους άπορους Βλάχους . Με δική του δαπάνη τύπωσε πολλά βιβλία με σκοπό να αφυπνίσει το εθνικό συναίσθημα και μετέτρεψε το σπίτι του σε ένα τόπο συνάντησης για όλους τους Βλάχους (Αρμάνους) του Βουκουρεστίου. Το 1860 διορίστηκε μέλος της Ακαδημίας της Ρουμανίας αλλά δεν δέχθηκε αυτήν την τιμητική διάκριση με την δικαιολογία , ότι ήταν πολύ μεγάλος στην ηλικία και ότι είχε χάσει την όραση του. Μόνος μέχρι το τέλος της ζωής του δεν σπατάλησε την περιουσία του, που την προόριζε για τη διατήρηση κάποιου Βλάχικου σχολείου στην Μακεδονία. Στην διαθήκη του άφησε όλη την περιουσία του που ανέρχονταν σε 100.000 φιορίνια για το βλάχικο σχολείο στο Γκόπεσι.

Η Βλάχικη (Αρμάνικη ) κοινότητα της Βουδαπέστης είχε και λιγότερο επώνυμα μέλη αλλά οι αρετές αυτών των ανθρώπων ήταν πολύ σπουδαίες για την πολιτιστική ζωή και για την εποχή που ζήσανε. Μία πολύ αξιότιμη οικογένεια της Βουδαπέστης ήταν και η αριστοκρατική οικογένεια Μάνου από την Κλεισούρα φημισμένη έμποροι με μεγάλη ακίνητη περιουσία. Ένα μέλος αυτής της οικογένειας διετέλεσε το 1880 σαν δήμαρχος της Βουδαπέστης . Ένας συγγενής του Γκραμπόβσκι ο Teodor Muciu έμπορος και συγχρόνως ιδιαίτερα μορφωμένος άνθρωπος, είχε στην κατοχή του πολλά βιβλία σχετικά με την λογοτεχνία και τον πολιτισμό. Ήταν συνδρομητής της Gazeta Transilvanei ένα φύλο για γνώση, λογοτεχνία και εγκαρδιότητα. Συχνά γίνονταν σοβαρές συζητήσεις με τον Γκόζντου και σαν την πλούσια Βιβλιοθήκη του δεν είχε κανένας άλλος από τους Αρμάνους της Βουδαπέστης.Ανάμεσα σ’ αυτούς με πλήρη επίγνωση της Βλάχικης ( Αρμάνικης ) καταγωγής του ήταν και ο φαρμακοποιός Γεώργιος Στούπα (George Stupa). Γεννήθηκε στη Οραντέα το 1812 και καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια. Το δίπλωμα του Φαρμακοποιού το απέκτησε στο Πανεπιστήμιο της Πέστης το 1834. Το ίδιο έτος δημοσιεύθηκε και η διδακτορική του εργασία με τον τίτλο

Page 15: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

"magister pharrnaciae". Αφού εργάστηκε για κάποιο χρονικό διάστημα στην Βιέννη και Pojon, ο Στούπα εγκαθίσταται μόνιμα στο Arad όπου από το 1834 μέχρι 1848 υπήρξε ο ιδιοκτήτης του φαρμακείου ‘’ ο Άγγελος΄΄. Ο Στούπα είχε συμμετοχή στην πολιτισμική ζωή του τόπου και εργάστηκε για την προώθηση του κοινωνικού- πολιτιστικού κινήματος αυτού του τόπου. Μαζί με τον Vincentiu Babesh και άλλους διανοούμενους συμμετείχε στο συνέδριο του Αράντ στις 25 Φεβρουαρίου 1848 όπου αποφασίστηκε η έκκληση να ληφθούν μέτρα για την βελτίωση των σχολείων. To 1848 o Στούπα πηγαίνει στην Πέστη όπου συμμετέχει στο αστικό-δημοκρατικό κίνημα εκείνης της εποχής, παίρνει μέρος στο επαναστατικό κίνημα και αγωνίζεται για τα κοινωνικά και πολιτισμικά προβλήματα του τόπου, στις 21 Μαΐου 1848 τον βρίσκουμε παρόντα στο σπίτι του Γκόζντου στην συνάντηση των διανοούμενων που συγκαλέστηκε για την προετοιμασία του υπομνήματος με αποδέκτη την Κυβέρνηση σχετικά με τις αξιώσεις του λαού της Τρανσυλβανίας και Ουγγαρίας. Ο Στούπα είχε και ένα ενεργό ρόλο στο επαγγελματικό και επιστημονικό πεδίο. Υπήρξε γραμματέας και ληξίαρχος του Φαρμακευτικού Συλλόγου της Ουγγαρίας. Από το 1869 μέχρι τον θάνατό του ,κατείχε την θέση του ταμεία του Περιηγητικού Συλλόγου των Γιατρών και Φυσιοδιφών. Το φαρμακείο του στην Βουδαπέστη θεωρήθηκε από τα καλύτερα εξοπλισμένα και . από το 1834, ανέπτυξε μία δημοσιογραφική δραστηριότητα σχετικά με την ειδικότητα του φαρμακοποιού. Η εκλογή του το 1875 σαν επιτετραμμένου στο κοινοβούλιο του επέτρεψε να δώσει αγώνα για τα προβλήματα και ενδιαφέροντα του επαγγελματικού κλάδου των φαρμακοποιών.

Ο Στούπα έχαιρε και μεγάλης δημόσιας εκτίμησης σαν φιλάνθρωπος. Και υπολογίζεται στους υποστηρικτές της εταιρείας "Petru Maior". Πολλοί νέοι της πρωτεύουσας ήταν καλοδεχούμενοι στο σπίτι του. Η σύζυγος του με την θυγατέρα ( που αργότερα έγινε η σύζυγος του Παρθενίου Κοσμά) διοργάνωναν απογευματινά . εκδρομές και αποστολές στο Cinkota όπου είχαν μία υπέροχη ζωή. Υπήρξε και εκκλησιαστικός επίτροπος. Υπήρξε σε μόνιμη θέση σαν εκπρόσωπος του ιδρύματος Γκόζντου συμβάλλοντας έτσι στην ενίσχυση και ανάπτυξη αυτού του σημαντικού και με μεγάλο κύρος ίδρυμα που ήταν ταγμένο στην υπηρεσία προώθησης του πολιτισμού. Πέθανε το 1884 σε ηλικία 72 ετών . Η είδηση του θανάτου του εμφανίστηκε στη εφημερίδα ΄΄Familia din Oradea. Όλα τα έντυπα της Βουδαπέστης με φαρμακευτικό περιεχόμενο δημοσίευσαν την νεκρολογία του όπου εγκωμιάστηκε η διακεκριμένη προσωπικότητα του. Μεταξύ των Βλάχων (Αρμάνων ) της Βουδαπέστης συναντάμε εμπόρους, διανοουμένους, γιατρούς, ιστορικούς άξιους τεχνίτες και βιομηχάνους. Από την συντεχνία των βιομηχάνων προέχεται και o Κρουσιοβεάνος Σούντα (Crushoveanul Shunda), ο μεγαλύτερος κατασκευαστής μουσικών οργάνων

Page 16: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

της Αυστρο-Ουγγρικής Μοναρχίας. Χάριν των δεξιοτήτων του έφθασε να έχει παγκόσμια φήμη. Όταν ο Σιούντα συμπλήρωσε τα 50 χρόνια της ζωής του για να τον τιμήσουν ιδιαίτερα εκδόθηκε ένα αναμνηστικό βιβλίο στη Ουγγρική και Γερμανική γλώσσα. Στο περιεχόμενο αυτού του βιβλίου εκτός από τα επαινετικά σχόλια των μεγαλύτερων μουσουργών της εποχής γίνεται και η πιστή αναπαραγωγή των γραπτών κειμένων που αναφέρονται στην σημασία του εξαιρετικού του έργου, από τους μεγάλους μουσικοσυνθέτες της εποχής του τον Schubert, τον Schumann και άλλους.

Γ) Συμπλήρωμα : Ακολουθούν κείμενα και εικόνες που μας δίνουν περισσότερες πληροφορίες για μερικούς από τους εν λογω Βλάχους (Αρμάνους) και άλλα ιστορικά στοιχεία

Παλιά Αφίσα από την όπερα του Johann Srauss o Bαρόνος Τσιγγάνος Der Zigeunerbaron

Στα 1909 ο Pericle Papahagi αναφέρεται σε ένα Πεντάγλωσσο λεξικό κάποιου Νικολάου Γιαννοβίτση από τη Μοσχόπολη δίνοντας όμως την εντύπωση ότι δεν το είχε μελετήσει ιδιαίτερα. Λίγα χρόνια αργότερα , το 1937 Ο Victor Papacostea ανακάλυψε ένα μικρό χειρόγραφο του Πεντάγλωσσου Λεξικού στη Βιβλιοθήκη της Ρουμανικής Ακαδημίας στο Βουκουρέστι δωρεά του Ιωάννη , φίλου του Sextil Puşcariu. Το χειρόγραφο κατά τον Papcostea προέρχεται από την Βουδαπέστη και χρονολογείται γύρω στα 1821, καθώς φέρει σε κάποιο σημείο την ημερομηνία 30 Μαρτίου 1821,κατά την οποία τελείωσε η σύνταξη του. Είναι γραμμένο στις πέντε γλώσσες που ομιλιούνταν την εποχή εκείνη στη Βουδαπέστη, τα Βλάχικα , τα Γραικικά (δημώδης και

Page 17: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

καθαρεύουσα ) τα Γερμανικά και τα Μαγιάρικα , και έχει σαν σκοπό τη διευκόλυνση της εκμάθησης τους στα σχολεία της περιοχής . Συνεργάστηκε λοιπόν , όπως ο ίδιος αναφέρει, με τον Γ. Κωνσταντίνου για τα Γραικικά , ενώ για τις άλλες γλώσσες χρησιμοποίησε το λεξικό του Ιωσήφ Μάρτον. Για τον Γιαννοβίτση δεν γνωρίζουμε πολλά παρά μόνο την βλάχικη καταγωγή του από τη Μοσχόπολη , για την οποία είναι πολύ περήφανος, βάσει των πληροφοριών που δίνει στον πρόλογο του έργου του, ΄΄τη δε μετάφρασιν στην μητρικήν μου γλώσσαν , ως ειδήμων εκείνων , ήντλησα και προσέθηκα εξ ιδίας πηγής μου, ωσάν που είμαι γεννημένος Ρωμάνος εκ της εν Μακεδονία Μοσχοπόλεως καταγόμενος . Την βλάχικη μητρική του γλώσσα τη θεωρεί αποκύημα της λατινικής γλώσσας ενώ για τους Βλάχους πιστεύει ότι είναι άποικοι από την Ρώμη. Από ότι φαίνεται ο Νικόλαος Γιαννοβίτση πρέπει να έχει κάποια συγγενική σχέση με την παραπάνω περιγραφόμενη οικογένεια των Γιαννοβίτση von Dulau.

Δ) Το 1822 τυπώθηκε στο Λονδίνο στη βλάχικη γλώσσα και με ελληνικούς χαρακτήρες Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Μεταφρασθείσα εις κοινήν διάλεκτον. Εν Λονδίνω, εξετυπώθη παρά Α. Αππλεγάθ, έτει (ΑΩΚΒ) ή 1822 .Παρέμενε όμως άγνωστη ως σήμερα η προσπάθεια του Βλάχου ιερέα της εκκλησίας των Γραικών και Βλάχων στην Πέστη, Ιωάννη Θεοδώροβιτς να εκδώσει την Ακολουθία του Μικρού Αγιασμού σε τρεις διαλέκτους, τη Γραικική (Ελληνική), τη Βλαχική και τη Σλαβονική (Σλαβική), δίνοντας έτσι την ευκαιρία σε ιερείς, ψάλτες και άλλους χριστιανούς να ψάλλουν όπου το επιθυμούν, καθώς, όπως γράφει στον πρόλογο, «ο αληθής Θεός της Ανατολικής ημών Εκκλησίας εν Ευρώπη εις τρεις διαλέκτους δοξολογείται». Η έκδοση του βιβλίου έγινε στο Πανεπιστημιακό Τυπογραφείο της Πέστης την 1η Απριλίου 1816 με τη φροντίδα του Ρωμανικού Ινστιτούτου Πέστης και αποτελείται από 100 σελίδες, στις οποίες το αριστερό φύλλο καταλαμβάνει το Βλάχικο κείμενο με Κυριλλικό αλφάβητο, ενώ το δεξιό το Σλαβονικό και το Ελληνικό κείμενο που χωρίζονται μεταξύ τους με μια κάθετη γραμμή. Φέρει τον τίτλο Randujala Sfintirii Apei Cei Mici – Posledovanie Malago Ochenia Vody – Ακολουθία του Μικρού Αγιασμού. Cu chieltuiala cinstitilor Romani din Pesta Tiparita. La Buda. In Craiasca Tipografi a Universitatei din Pesta.. Το βιβλίο αυτό περισώθηκε στη βιβλιοθήκη της Μονής Χελανδαρίου, που είναι γνωστή και ως σερβική, καθώς ιδρύθηκε από το Σέρβο ηγεμόνα Στέφανο Νεμάνια και τον γιο του Ράστκο (1198) και για μεγάλο χρονικό διάστημα αποτέλεσε το κύριο πνευματικό κέντρο όλων των Σέρβων. Στο παράφυλλο του βιβλίου σώζεται και η ενθύμηση του «ιερομονάχου Γερβασίου του Χιλιανταρινού» του έτους 1861 γραμμένη στη σλαβική και στην ελληνική γλώσσα. Ανάτυπά του σώζονται στη Βιβλιοθήκη της Ρουμανικής Ακαδημίας στο Βουκουρέστι και στην Κεντρική Πανεπιστημιακή Βιβλιοθήκη «M. Eminescu» στο Ιάσι της Ρουμανίας.

Page 18: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Ποιος όμως ήταν ο Ιωάννης Θεοδώροβιτς; Ο Ιωάννης Θεοδώρου ή Θεοδώροβιτς ήταν Βλάχος καταγόμενος από τη Μοσχόπολη και είχε γεννηθεί στην Πέστη. Από το 1807 ήταν εφημέριος της Εκκλησίας των Γραικών και των Βλάχων μέχρι το 1846, οπότε και πέθανε. Την τελευταία πληροφορία για τον Ιωάννη Θεοδώρου αντλούμε από μια επιστολή του Γεωργίου Σίνα προς την «Κοινότητα των εν Πέστη συνοικούντων Γραικο-Βλάχων» την 28η Απριλίου / 8η Μαΐου 1847 από τη Βιέννη. Μετά τα εγκαίνια του ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου των Γραικών και των Βλάχων το 1790, ευγνωμονώντας τους Μοσχοπολίτες για την συνδρομή τους στην ανέγερσή του, επικράτησε η συνήθεια να λειτουργεί εκεί και ιερέας βλαχιστί χάριν των Βλάχων που κατάγονταν από τη Μακεδονία, κυρίως από τη Μοσχόπολη, και της στρατιωτικής φρουράς της πόλης που αποτελούνταν από Βλάχους ορθοδόξους. Λίγα χρόνια όμως αργότερα οι αγαθές σχέσεις των δυο μερίδων διαταράχθηκαν λόγω της επιμονής των Βλάχων να τελείται η λειτουργία στη βλάχικη γλώσσα, όπως αναφέρει ο αρχιεπίσκοπος Κάρλοβιτς Μωυσής Πούτνικ σε έγγραφό του 1796. Για να μην εκτραχυνθούν τα πράγματα συμφώνησαν όλοι να αποδεχθούν τα αιτήματα των Βλάχων και η κοινότητα απευθύνθηκε στις επίσημες αρχές. Παρά τα συμφωνηθέντα όμως ισχυρή αντίδραση ματαίωσε την εφαρμογή και ο αγώνας συνεχιζόταν μέχρι που οι συνεχείς διαπληκτισμοί προκάλεσαν την επέμβαση των αρχών της Πέστης, όπως φαίνεται από έγγραφα του δημ. Αρχείου της Βούδας. Έτσι στις 25 Ιουλίου 1808 τους αναγνωρίστηκε το δικαίωμα να έχουν Βλάχο ιερέα, αλλά το επόμενο έτος (1809) δεν αποτράπηκε τελικά ο χωρισμός της κοινότητας. Η κίνηση αυτή των Βλάχων για την εισαγωγή της βλάχικης γλώσσας στην Εκκλησία προκάλεσε αργότερα φανατικές αντιδράσεις των λογίων οπαδών της ελληνικής παιδείας και γλώσσας. Αρκεί να αναφέρει κανείς, χαρακτηριστικά, τον υβριστικό λίβελο κατά της κίνησης αυτής και ιδιαίτερα της βλάχικης γλώσσας, που δημοσίευσε στα 1810 ο Νεόφυτος Δούκας ή ακόμα και το προγενέστερο εχθρικό απέναντι στις μη ελληνικές γλώσσες κίνημα με λαϊκό χαρακτήρα του Κοσμά του Αιτωλού που απέβλεπε στην αφομοίωση και στο γλωσσικό εξελληνισμό των μη ελληνόφωνων ορθόδοξων πληθυσμών, τα οποία θα μπορούσαν να είχαν προκαλέσει έντονες ανθελληνικές αντιδράσεις από μέρους των μη ελληνοφώνων. Εντούτοις οι διεκδικήσεις αυτές εκ μέρους των Βλάχων για την υπεράσπιση, προώθηση, διδασκαλία και σεβασμό της βλάχικης γλώσσας, καθώς και για την αναγνώριση της ιδιαιτερότητάς τους, δεν επεκτείνονταν και σε διεκδικήσεις εθνικές. Η διαμάχη αυτή λοιπόν, που επανερχόταν στο προσκήνιο κάθε φορά που προέκυπτε θέμα εκλογής ιερέα, ανάγκασε τα μέλη της Κοινότητας της Πέστης να ζητήσουν τη γνώμη και τη συνδρομή του Γ. Σ. Σίνα (1783-1856) όσον αφορά τη διαφωνία που είχε προκύψει για την πρόσληψη Βλάχου ιερέα από τη Μακεδονία μετά το θάνατο του Βλάχου ντόπιου ιερέα Ιωάννη Θεοδώροβιτς. Ο τελευταίος από το 1807 ως το 1846 ποίμαινε την Κοινότητα παρά τους όρους των μελών της κοινότητας κατά το έτος 1802 να προσλαμβάνουν Βλάχο ιερέα

Page 19: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

από τη Μακεδονία. Ο Γ. Σίνας τους συμβούλεψε ότι η πρόταση δύο Βλάχων ιερέων δεν πρέπει να αποβεί αφετηρία νέας διχόνοιας, αλλά τους συνέστησε επίσης να διατηρήσουν κάποιον Βλάχο ντόπιο ιερέα καθώς ήταν δύσκολο να βρουν άλλο «Μακεδονοβλάχο» ιερέα αντικαταστάτη, επειδή οι γεννημένοι στην Ουγγαρία είχαν καλύτερη ανατροφή από τους Μακεδόνες, οι οποίοι δεν γνώριζαν και τη γλώσσα, είχαν παιδεία λόγω των σπουδών τους σε Εκκλησιαστικά Σχολεία και ήταν κάτοχοι διαφόρων γλωσσών. Έτσι θα μπορούσαν να αποβούν χρήσιμοι στον κοινωνικό βίο και ιδιαίτερα στο θρησκευτικό και ηθικό τομέα. Τους ζήτησε λοιπόν ο Γ. Σίνας να επικρατεί μεταξύ τους ειρήνη, αγάπη, ομόνοια, καλή συνεννόηση και «προς αλλήλους υπόληψις», έτσι ώστε να μη μπορούν και οι Ουγγροβλάχοι να επέμβουν στα δικαιώματά τους και να ωφεληθούν από τα εισοδήματα και τα κτήματά τους

Graf Kalman Nakó (1822-1902), ο διασημότερος από όλη την οικογένεια των Nakó με τη εγγονή του Κόμισσα (Gräfin) Elisabeth

Ε) Το έτος 1641 ένας δημοσιογράφος και ιστορικός από το Temesvar/ Timishoara στο Banat με το όνομα Bella Schiff έγραψε ένα βιβλίο στην Ουγγρική γλώσσα με τον τίτλο Régi idök, régi emberek

[ Παλιές ιστορίες , Παλιές προσωπικότητες ).Αυτό το μικρό βιβλίο περιέχει μία συναρπαστική αφήγηση για την Κόμισσα Berta [Gyertyánffy de Bobda] von Nakó. Το έναυσμα για την όλη υπόθεση δόθηκε τελείως τυχαία όταν σε ένα παλαιό βιβλιοπωλείο, ο συγγραφέας βρήκε ένα τετράδιο της μουσικής με τον τίτλο ΄΄ στους προγόνους μας΄΄. Επρόκειτο για ένα original Csardas μία σύνθεση του Fabian Racz ,που πραγματοποιήθηκε κατά την διάρκεια μίας συναυλίας για Κροάτες στο Εθνικό Θέατρο, όπου η μουσική εκτέλεση έγινε από την Κόμισσα Bertha von Nakó. Στην πρώτη σελίδα ήταν μια εικόνα από μια ωραία κυρία κομψά ντυμένη που καθόταν στο πιάνο, και γύρω της υπήρχε μία ορχήστρα τσιγγάνων, σε μία απεικόνιση του ζωγράφου Fuchstallerαπό το 1860

Page 20: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Η Κόμισσα Berta Gyertyanffy de Bobda Nakóμε την τσιγάνικη ορχήστρα (Βουδαπέστη 1860)

Από όλους τους ζωγραφικούς πίνακες μόνο ένας πίνακας περισώθηκε αυτός της Κοίμησης της Θεοτόκου που βρίσκεται στην καθολική εκκλησία του Großsanktnikolaus, κάτω αριστερά μπορεί κάποιος να διαβάσει το όνομα της καλλιτέχνιδας “Gr. Bertha Nakó 1847”.

Η Κόμισσα (Gräfin ) Bertha Nakó ήταν μία από τις σημαντικότερες γυναικείες προσωπικότητες του Banat, αποτιμάται ως ένα άτομο με υψηλό μορφωτικό επίπεδο, μια καλή πιανίστα, ζωγράφος, συγγραφέας, και πολύ καλόκαρδη γυναίκα. Κάθε χρόνο την περίοδο των Χριστουγέννων, μοίραζε

Page 21: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

στα παιδάκια του κτήματος Großsanktnikolaus πολλά δώρα. Η Berta Gyertyánffy γνώρισε σε ένα χορό που έγινε στο Großbetschkerek τον τότε νεαρό Κόμη (Count) Kálmán Nakó. Στον Κόμη ανήκε ολόκληρο το τιμάριο του Großsanktnikolaus συμπεριλαμβανομένου και του κάστρο που εξακολουθεί να ακόμα να υπάρχει.

Ενάντια στη θέληση του πατέρα του, ο οποίος υπηρέτησε υπό τον βασιλέα Franz I. και για τις εξαίρετες υπηρεσίες που προσέφερε του δόθηκε ανταμείφθηκε με τον τίτλο του Κόμητα και παντρεύτηκε την κόρη του Count Georg von Fesztetics, ο νεαρός Κόμης Κάλμαν παντρεύεται με την Βαρόνη Berta von Gyertyánffy. Ο γάμος έγινε υπό περιπετειώδεις συνθήκες. Ο νεαρός Κόμης απείλησε με ένα περίστροφο τον εφημέριο Emmerich Bukovits αν δεν του παραχωρούσε ένα έγγραφο βάσει του οποίου θα ήταν δυνατόν να γίνει η τελετή του γάμου σε μία άλλη εκκλησία και σ΄ ένα διαφορετικό μέρος. Μετά αφού κλείδωσε τον ιερέα μέσα στο σπίτι του έφυγε τόσο βιαστικά με μία άμαξα που την έσυραν τέσσερα άλογα για να βρει την σύζυγο του ώστε κατά την άφιξη τα δύο από τα άλογα κατέληξαν. Μολαταύτα ο ιερέας Bukovits κατόρθωσε να απελευθερωθεί και να ειδοποιήσει για το συμβάν τον προχωρημένο σε ηλικία Κόμη που και αυτός πάλι με μία παρόμοια άμαξα τετράιππο τον πήρε ξοπίσω αλλά δεν κατόρθωσε να ματαιώσει τον γάμο

Berta von Gyertyänffy πείρε για προίκα το κτήμα στο Tolväd και ένα παλάτι στην Βουδαπέστη το οποίο λέγεται ότι κάθε μία ώρα απέφερε ένα χρυσό νόμισμα.

Μετά τον θάνατο του παλαιού κόμη το νέο ζευγάρι κληρονόμησε ολόκληρο το κτήμα στο Großsanktnikolaus. Στο παλάτι αυτό διοργανώθηκαν πολύ τακτικά συναυλίες και χοροεσπερίδες , η Κόμισα έκανε συχνές εμφανίσεις όπου έπαιζε μουσική με την ιδιωτική της ορχήστρα αποτελούμενη από τσιγγάνους υπό την διεύθυνση Puka Jancsi. Το 1860 η Κόμισσα Berta von Nakó υπήρξε η χορηγός μίας ιδιαίτερης χοροεσπερίδας από την οποία τα έσοδα θα διατείθονταν για να φιλοτεχνηθεί μία προτομή για τον από το Großsanktnikolaus καταγόμενο ερευνητή Nikolaus Revai. Σ΄ αυτήν την γιορτή και πάλι εμφανίστηκε η Κόμισσα Berta με την ορχήστρα της. Η συναυλία επαναλήφθηκε στην Βουδαπέστη της οποίας η επιτυχία ήταν τόσο μεγάλη ώστε αναφέρθηκε και στην Εφημερίδα της Κυριακής.

Από όλους τους ζωγραφικούς πίνακες μόνο η απεικόνιση της Παναγίας βρίσκεται σε περίοπτη θέση στην εκκλησία του Großsanktnikolaus. Τις ακουαρέλες τις ζωγράφιζε κατά τα συχνά ταξίδια της στην Ευρώπη καθώς και κατά το ταξίδι της στην Αίγυπτο. Το ημερολόγιο της με πολλά ζωγραφιστές από την ίδια εικόνες μετά τον θάνατο της ζήτησε η ίδια να καεί. Ο κόμης Νakó για να τιμήσει την μνήμη της θανούσης συζύγου του έκτισε ένα σχολείο και ένα νοσοκομείο.

Page 22: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Ζ) Ελληνισμóς • Έκδοση της Αυτοδιοίκησης Ελλήνων Ουγγαρίας

Χαρακτηριστικό της ευμάρειας και της επιρροής των Γραικώ και Βλάχων πραματευτάδων της Μοναρχίας των Αψβούργων είναιη ανάθεση της ανέγερσης των ναών σε επιφανείς αρχιτέκτονες όπως ο Jung József, Povolni János και Mayerhoffer András, αφήνο-ντας πίσω τους θεαματικά μνημεία τεχνοτροπίας μπαρόκ, Λουδοβίκου 16ου, και αργότερα νεοκλασικού ρυθμού. Τον διάκοσμο των κτιρίων και την εικονογραφία την ανέθεταν σε τεχνίτες από την Ελλάδα.Μια από τις Βλάχικες /Αρμάνικες οικογένειες με μεγάλη επιρροή ήταν η οικογένεια Νάκου. Οι πρόγονοί της, ο Χριστόφορος και Κύριλλος, αργότερα αναφέρονται ως Kristóf και Cyrill, ήταν ήδη κάτοικοι Βιέννης, όταν, με ευκαιρία τον πλειστηριασμό των τιμαρίων του Ουγγρικού θησαυροφυλακίου, αγόρασαν το 1781 το τιμάριο Nagyteremia (Máriaföld) στο νομό Torontál και το 1782 το Nagyszentmiklós. Στις 27 Φεβρουαρίου 1782, ο Χριστόφορος και Κύριλλος παίρνουν τον τίτλο του ευγενούς με οικόσημο, στις δε 28 Μαΐου του 1784 το προσωνύμιο Nagyszentmiklósi. Η εμπορική δραστηριότητα των δύο αδελφών δεν περιορίζεται στις περιοχές υπό τουρκική, ουγγρική και αυστριακή διοίκηση, αλλά διεισδύει και στη Ρωσική Αυτοκρατορία, την Ολλανδία και την Ιταλία. Το 1787 το Nagyszentmiklós αποκτά δικαίωμα οργανωμένης αγοράς, γεγονός που επιφέρει σημαντική ανάπτυξη του εμπορίου. Η παραχώρηση αυτή ικανοποίησε μια μεγάλη ανάγκη, αφού μετά την Τουρκοκρατία ο νομός Torontál είχε έντονη την εικόνα της εγκατάλειψης: το ακατοίκητο τοπίο είχε μετατραπεί σε βάλτο. Το 1790, με πρωτοβουλία της οικογένειας Νάκου η περιοχή εποικείται από Γερμανούς,Γάλλους και Σέρβους.

Page 23: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Από το 1807 ως το 1820 το Nagyszentmiklós θα αποτελέσει το κέντρο του νομού. Το γένος Νάκου θα γίνει πολύ γνωστό, όταν το 1799 ένας γεωργός του Χριστοφόρου αποκάλυψε αρχαιολογικό εύρημα που έκτοτε αποκαλείται «ο χρυσός θησαυρός του Nagyszentmiklós» και φυλάγεται στη Βιέννη. Το ίδιο έτος ο Βαρόνος Χριστόφορος Νάκος, με μοναδικό για την εποχή του τρόπο, ιδρύει το εκπαιδευτικό ίδρυμα για άπορα παιδιά των υποτελών του ηγεμόνος «Μικρόν Γεωργικόν». Ο ίδιος θα αποκτήσει αργότερα στη Βουδαπέστη το Πανδοχείο και Καφενείο «Hét Választófejedelem». (Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία κυρίως οι χριστιανοί υποτελείς ασχολούντο με το ζύγισμα του καφέ: Έλληνες, Σέρβοι, Αρμένιοι). Τα καφενεία της Πέστης του 18ου αιώνα προσέφεραν ναργιλέ, μια και το κάπνισμα επιτρεπόταν μόνο σε κλειστούς χώρους. Οι επισκέπτες συνόδευαν το κάπνισμα με καφέ, και με την πάροδο του χρόνου οι δύο δραστηριότητες συνδέθηκαν. Έτσι δημιουργήθηκε ένας από τους χαρακτηριστικότερους τύπους καφενείου, ο ανατολικός, που συναντάτε και στους Έλληνες.Ο γιος του Χριστοφόρου Αλέξανδρος (1785-1848) έλαβε τον τίτλο του κόμη του 1813. Ο γιος του τελευταίου (Kálmán 1822-1902), διετέλεσε μόνιμο μέλος του ουγγρικού σώματος εισαγγελίας (1861), επιμελητής (1850), μυστικός σύμβουλος εσωτερικού και είχε λαμπρή σταδιοδρομία στο δημόσιο και πολιτικό βίο. Νυμφεύτηκε την αρμενικής καταγωγής Gyertyánffy Berta, η προσωπογραφία της οποίας φυλάγεται σήμερα στο Μουσείο Καλών Τεχνών. Η αριστοκράτης σύζυγος τη δεκαετία του 1860 μετέτρεψε το βιεννέζικό της ανάκτορο σε κέντρο της κοινωνικής ζωής των ευγενών. Στην παρέα της έβλεπε κανείς συχνά επιφανείς ζωγράφους όπως τους F. Amerling, A. Pettenkofen και μουσικούς όπως τον Liszt και τον Wagner. Η οικογένεια Νάκου, κατείχε επιβλητικά ανάκτορα και εκτός Βιέν-νης, στην Πέστη και την αυστριακή πόλη Schwarzau. Όταν ο Kálmán χήρεψε, στη μνήμη της συζύγου του ίδρυσε 30κλινο Νοσοκομείο στο Nagyszentmiklós, στο δε Pusztaporgány πρότυπη 100θέσια σχολή. Το 1864 στο Szentmiklós κτίζει κάστρο που φιλοξενούσε μία επι-σκέψιμη βιβλιοθήκη 5000 τόμων και πληθώρα καλλιτεχνημάτων. Το 1822 με την ηγεσία του κόμη Kálmán δημιουργείται ο Αντιπλημμυρικός Όμιλος Στάθμισης Υδάτων της παραποτάμιας περιοχής Aranka, άκρως καίρια πρωτοβουλία, αφού ήδη από τη δεκαετία του 70 το πρόβλημα της στάθμισης των υδάτων παρέμενε άλυτο. Έτσι, από το 1886 ως το 1894, ο παραπόταμος Aranka γίνεται πλωτός. Πρόεδρος του Ομίλου ήταν ο γιος του Αλέξανδρος (1886-1894). Οι αγωγοί απορροής ήταν βασικοί για την γεωργία και τις μεταφορές. Το τιμάριο του κόμη Αλεξάνδρου ανερχόταν στις 46032 km2, διέθετε καθαρόαιμο και ημίαιμο Άγγλο ιπποκόμο και ειδικευόταν στη κτηνοτροφία και την καλλιέργεια σιτηρών.

Page 24: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Συγγραφή άρθρου: Χριστίνα ΣάμποΑπόδοση στην ελληνική: Νότης Γεωργίου

.

Η) Ο θησαυρός από χρυσά αντικείμενα στο Großsanktnikolaus

Großsanktnikolaus κατά την εποχή Ιωσήφ Ιο

Κατά το 2ο αιώνα Μ.Χ. οι Ρωμαίοι κατασκεύασαν ένα Κάστρο που είχε προορισμό να διασφαλίσει την οδό που βρίσκεται παράλληλα στο ποταμό,

Η πρώτη ντοκουμενταρισμένη επίσημη αναφορά αυτού του τόπου έγινε το 1334 με το όνομα Sanctus Michael . Το όνομα Großsanktnikolaus δόθηκε στην πόλη κατά τον 18ο αιώνα , όταν ήρθαν και εγκαταστάθηκαν Γερμανοί έποικοι

Σ’ αυτό το μέρος γεννήθηκε ο Ούγγρος συνθέτης B é la Bart ó k .

Ο Θησαυρός του Nagyszenmiklos είναι ένας σημαντικός θησαυρός, τον οποίο ο γεωργός ΄΄ Pera Vuin΄΄ βρήκε κατά την διάρκεια κάποιων εκσκαφών που διενεργούσε στο κήπο του. Σήμερα ο θησαυρός αυτός βρίσκεται στο Kunsthistorischen Museum στην Βιέννη. Αποτελείται από 23 χρυσά αγγεία της εποχής του πρώιμου μεσαίωνα με ,ένα συνολικό βάρος περίπου 10 κιλών. Δεν έχει ακόμα πλήρως διασαφηνισθεί σε ποια εθνικότητα ανήκουν τα αντικείμενα αυτά αλλά ούτε έγινε κάποια προσπάθεια να βρεθεί σε ποια ιστορική περίοδο της τέχνης ανάγεται η κατασκευή τους. Πιθανό να κατασκευάστηκαν αυτά τα

Page 25: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

χρυσά αντικείμενα μεταξύ του 7ου και του 9ου αιώνα. Ταφικά ευρήματα Αβάρων με Ρουνικές εγγραφές στα οστά που μοιάζουν με τις παλιές γερμανικές (ρουνικές) γραφές) δεν αποκλείουν κάποια Αβάρικη προέλευση .Επίσης μπορεί να είναι και Βουλγαρικής προελεύσεως επειδή εκείνη η περιοχή τότε βρίσκονταν υπό την κυριαρχία του πρώτου Βουλγαρικού βασιλείου.

Η αστική ανάπτυξη του Großsanktnikolaus είναι στενά συνδεδεμένη με την οικογένεια των Nakó. Η ιστορία της οικογένειας των Νακό εκτείνεται στο παρελθόν μέχρι τον Μεσαίωνα. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα ντοκουμέντα η οικογένεια κατάγεται από την Δοϊράνη . Αναφέρεται ότι οι πρώτοι τα δύο αδέλφια Νakós κατέφθασαν στο Banat στα μέσα του 18ου αιώνα . Από τον Cristoph Nakó, ( 1745) κατάγεται η πρώτη γενεά των Nakó του Großsanktnikolaus. Αργότερα η οικογένεια πήγε στην Ουγγαρία . Το από τον Nakó Kalman κάστρο στο κέντρο της πόλης και η από τον ίδιο κτισμένη Καθολική Εκκλησία της πόλεως που είναι οικογενειακή δωρεά μας υπενθυμίζουν σήμερα ακόμη την αριστοκρατική οικογένεια. Το αρχοντικό κάστρο υπήρξε κατά το 20ο αιώνα η έδρα της Σιδηράς Φρουράς, Σχολή για Τρακτέρ, Μουσείο του B é la Bart ó k , το σπίτι των πιονέρων και μετά την μεταστροφή (1990) έγινε ντίσκο και στούντιο ομορφιάς και ευεξίας. Σήμερα ευτυχώς το αρχοντικό των Nakó μετατράπηκε σε μουσείο και πολιτιστικό κέντρο .Μέχρι το 1920 η περιοχή του Nagyszentmiklós ανήκε στο Komitat Torontal και μετά λόγω της συνθήκης ειρήνης το 1920 ανήκει πλέον στην Ρουμανία.

Θ) Στις αρχές του 19ου αιώνα οι Έλληνες του Miskolc αυτοονομάζονταν Μακεδονοβλάχοι της παλαιάς πίστεως. Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώναη Ελληνό-Βλάχικη κοινότητα ξεπέρασε τα πλαίσια του παρεκκλησιού αφιερωμένο στον Άγιο Ναούμ. Ήδη το 1777 ζήτησαν από τον μητροπολίτη του Karlovac να τους παραχωρήσει άδεια για οικοδόμηση ναού (η υπό Ελλήνων και Βλάχων/ Αρμάνων ιδρυθείσα κοινότητα του Miskolc ανήκε άμεσα στο Karlovac). Ο θεμέλιος λίθος του ναού σχεδιασμένου από τον Johann Michart τοποθετήθηκε το 1785. Kαθαγιάστηκε από τον Έλληνα επίσκοπο της Βούδας Dionusziosz Popovics προς τιμήν της Αγίας Τριάδας. Αυτός που φιλοτέχνησε το εικονοστάσιο, την επίπλωση και τον Άγιο Τάφο ήταν ο Miklos Jankovics, γεγονός που πιστοποιείται από την Λατινό-ελληνική επιγραφή πάνω από τη βασιλική θύρα που αναφέρει το όνομά του στις άκρες του κειμένου σε σχήμα κορδέλας τις χρονολογίες 1791 και 1793. Το ελληνικό κείμενο παρουσιάζει τα λόγια του σταυροκοπήματος. Οι ζωγραφιές του εικονοστασίου και οι πίνακες είναι έργα του ζωγράφου Anton Kulchmeister.

Το «Κοινό της των Γραικών τε, και Βλάχων της ανατολικής Θρησκείας Κ.Β. (σ.σ. Καισαροβασιλικών) Υπηκόων» θα αποσπάσουν, το 1787, προνόμιο από

Page 26: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΒΛΑΧΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΟ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

τον αυτοκράτορα Ιωσήφ τον Β' για την ίδρυση του ορθόδοξου ναού της Αγίας Τριάδας στην περιοχή της alter Fleischmarkt .Πηγές: Maria Barabyi, Δρ. Ν.Σιωκης, Χριστίνα Σάμπο Νότης Γεωργίου, Hans Haas.κ.λ.πΜετάφραση επεξεργασία: Γ.Πράπας