Download - Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Transcript
Page 1: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 2: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 3: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 4: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 5: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Η ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΣΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ (16ος -20ος αι.).

Page 6: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΕΟΛΑΙΑΣ

Σ Π Υ Ρ Ο ς Ι . Α ς Δ Ρ Α Χ Α ς , Γ ΙΑΝΝΗς ΓΙΑΝΝΟΥΛΟΠΟΥΛΟς, ΦΙΛΙΠΠΟς ΗΛΙΟΥ, ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟς Ε . ΣΚΛΑΒΕΝΙΤΗς

(Ε) ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΝΕΑΣ ΓΕΝΙΑΣ Πανεπιστημίου 25, Γ ' όροφος, τηλ. 3238025

Page 7: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Η ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΣΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ

(16ος-20ος αι.)

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΕΟΛΑΙΑΣ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΝΕΑΣ ΓΕΝΙΑΣ

- 3 -ΑΘΗΝΑ 1986

Page 8: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 9: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ

Στις μεγάλες σιωπές της νεοελληνικής Ιστοριογραφίας εντάσ-σεται και η εργασία μιας μεγάλης μερίδας του εξαρτημένου ενεργού πληθυσμού της Ελλάδας. Πρόκειται για την παιδική εργασία.

Η απουσία σχετικών μελετών οφείλεται, κατά κύριο λόγο, όχι τόσο στις ελλείψεις της Ιστορικής μας γραφής όσο στις νοοτροπίες και τους προσανατολισμούς της πλούσιας και αξιόλογης άλλωστε παραδοσιακής Ιστοριογραφίας, που υποβάθμισε, περιθωριοποίησε η και απώθησε θέματα σημαντικά, όπως την παιδική και τη γυναι-κεία εργασία, την αξία της και τον κοινωνικό της ρόλο. Έτσι οι γνώσεις μας για την Ιστορικότητα της παιδικής ηλικίας και της νεότητας είναι πολύ περιορισμένες και ατελείς.

Ειδικότερα για το θέμα που μας απασχολεί η έλλειψη συστη-ματικών ερευνών γίνεται ακόμη πιο εμφανής. οι λιγοστές και διά-σπαρτες έμμεσες πληροφορίες, που μας παραδίδονται μόνο για τους μαθητευόμενους σε μπουλούκια η συντροφιές κτιστάδων και σε με-ρικές ειδικότητες πλανοδίων τεχνιτών και συντεχνιτών, δεν μπο-ρούν να μας διαφωτίσουν για το θεσμό της μαθητείας ούτε χρονικά ούτε τοπικά.

Η παρούσα μελέτη δεν φιλοδοξεί να δώσει μια η περισσότερες λύσεις στο συνολικό πρόβλημα της εισόδου των νέων γενεών στον

ενεργό πληθυσμό, αλλά προσπαθεί ν' αποκρυπτογραφήσει τους μη-χανισμούς που διέπουν τα παραδοσιακά συστήματα μαθητείας και ν' αναζητήσει τους τρόπους προσαρμογής της παιδικής και νεανικής

ηλικίας σ' αυτά. Για τη διερεύνηση του θέματος προστρέξαμε στις γνωστές αλλά

και σε άγνωστες αρχειακές πηγές, που επισημάναμε και μελετή-σαμε.

Page 10: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Οι πηγές αυτές είναι: 1. τα νοταριακά κατάστιχα των συμβολαιογράφων της Κέρ-

κυρας, που αποτελούν τμήμα του «Ιστορικού Αρχείου» της πόλης αυτής.

2. Tο Αρχείο Σταύρου Ιωάννου, φάκ. Πολιτεία Ιωαννίνων-Φόροι, Εσνάφια, Λάσσα και φάκ. Πολιτεία Ιωαννίνων-Ισνάφια, Βιλαέτι Ιωαννίνων.

3. οι εμπορικές εκθέσεις των γάλλων και αυστριακών προξέ-νων στα Γιάννενα κατά τον 19ο αιώνα.

4. Γενικά Αρχεία του Κράτους. Αρχείο Γιάννη Βλαχογιάν-νη, φάκ. 80: Επαγγέλματα-Συνάφια-Ρουφέτια.

5. Τοπικό Ιστορικό Αρχείο Κοζάνης. Αρχείο Κ. Δ. Τακια-τζή-Κοεμτζή.

6. Ο υπ' αριθ. 5 κώδικας του Αρχιμανδρειού Ιωαννίνων.

Στις δημοσιευμένες πηγές εντάσσονται τα αρχεία των διαφό-ρων συντεχνιών, τα απομνημονεύματα, οι τοπικές χρονογραφίες,

τα περιηγητικά κείμενα, τα δημοτικά τραγούδια και οι οθωμανικοί κώδικες. Ακόμη η έρευνα στο δημοσιευμένο υλικό δεν περιορί-στηκε μόνο σε μελέτες η άρθρα, που αναφέρονται άμεσα η έμμεσα

στα επαγγέλματα και τις συντεχνίες, αλλά στράφηκε και προς τις εφημερίδες και τα περιοδικά της εποχής για τη σφαιρική και όσο

το δυνατόν ολοκληρωμένη αντιμετώπιση του θέματος. Τέλος, για να συμπληρωθεί ο κύκλος των πληροφοριών, θεωρή-

σαμε απαραίτητο να προστρέξουμε και σε προφορικές μαρτυρίες. Με βάση λοιπόν το υλικό αυτό προχωρήσαμε στη συγγραφή

της μελέτης μας, που τη χωρίσαμε έκτος από την εισαγωγή και τα συμπεράσματα, σε δύο κεφάλαια.

Στην εισαγωγή γίνεται μια προσπάθεια να παρουσιαστεί ο τρό-πος με τον οποίο τα διάφορα επαγγέλματα ήταν οργανωμένα στον ελλαδικό χώρο τους τέσσερις προηγούμενους αιώνες. στη συνέχεια

εξετάζεται το κοινό χαρακτηριστικό τους γνώρισμα, η εσωτερική τους Ιεράρχηση. Τέλος γίνεται μια σύντομη αναφορά στα παρα-δοσιακά συστήματα μαθητείας.

Page 11: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Στο πρώτο κεφάλαιο περιγράφεται το αρχικό στάδιο μαθητείας, που αποτελεί και την πιο δύσκολη περίοδο της συνολικής

επαγγελματικής εκπαίδευσης του μαθητευόμενου. Προσδιορίζεται το όριο ηλικίας και η γεωγραφική και κοινωνική προέλευση των παι-

διών, που πρωτοέρχονται στη συντεχνία. Επισημαίνονται τα είδη και η διάρκεια μαθητείας και περιγράφονται οι άσχημες συνθήκες

εργασίας, διατροφής και διαμονής των μαθητευομένων, οι όποιες πολλές φορές τους ανάγκαζαν να εγκαταλείψουν τους μάστορές τους για να σωθούν. Τέλος, το κεφάλαιο ολοκληρώνεται με την

εξέταση των υποχρεώσεων του τσιρακιού για τη μετάβαση του στην επόμενη επαγγελματική βαθμίδα του κάλφα.

Το δεύτερο κεφάλαιο αναφέρεται στο στάδιο της καλφικής υ-πηρεσίας, που είναι και το τελευταίο της μαθητείας στο επάγγελμα.

Αρχικά αναφέρεται η διάρκεια υπηρεσίας του κάλφα και η ηλικία που έχει συνήθως ένας βοηθός στη βαθμίδα αύτη. στη συνέχεια

ερευνώνται το είδος, ο χρόνος και οι συνθήκες εργασίας του μι-σθωτού εργάτη, καθώς και οι μορφές και το ύψος των αμοιβών του. Ακόμη επισημαίνονται τα αίτια, που τον οδηγούν στην εγ-κατάλειψη των μαστόρων και παρουσιάζονται τα είδη ποινών και

ο τρόπος διαπαιδαγώγησης του. Το κεφάλαιο συμπληρώνεται με την εξέταση των προϋποθέσεων, που πρέπει να εκπληρώνει ο κάλ-

φας για την απόκτηση του τίτλου του μάστορα και την περιγραφή των δυσκολιών που συναντά για την προαγωγή του στη βαθμίδα των μαστόρων.

Στις Διαπιστώσεις και τα Συμπεράσματα, με τα όποια κλείνει η εργασία μας, εξετάζεται η σκοπιμότητα των παραδοσιακών συ-

στημάτων μαθητείας. Τέλος στο Παράρτημα δημοσιεύονται ενδεικτικά μερικά χαρα-

κτηριστικά έγγραφα από το υλικό που χρησιμοποιήθηκε και δύο πίνακες.

Page 12: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Β Ρ Α Χ Υ Γ Ρ Α Φ Ι Ε Σ

ΑΜΑΕ: Archives du Ministère des Affaires Étrangères, Correspon-dance Consulaire et Commerciale (Quai d'Orsay, Paris)

ΑΘΛΓΘ: Αρχείον του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού (περιοδικό)

ΑΣΙ: Αρχείον Σταύρου Ιωάννου (Εθνική Βιβλιοθήκη) ΓΑΚ-ΑΓΒ: Γενικά Αρχεία του Κράτους — Αρχείον Γιάννη Βλαχογιάννη Η.Χ.: Ηπειρωτικά Χρονικά (περιοδικό) Η.Ε.: Ηπειρωτική Εστία (περιοδικό) H.H.: Ηπειρωτικό Ημερολόγιο (περιοδικό) Ν.Ε.: Νέα Εστία (περιοδικό)

Page 13: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Συνήθως όταν γίνεται, λόγος για τα επαγγέλματα, που συν-δέονται άμεσα η έμμεσα με τη βιοτεχνία και το εμπόριο της εποχής που εξετάζουμε, δίνεται ιδιαίτερη έμφαση σ' αυτά που έχουν ορ-γανωθεί συντεχνιακά, παρά σ' εκείνα που δεν έχουν συγκροτηθεί σε θεσμοθετημένο σώμα.

Κι αυτό γιατί η εργασία στην περίοδο αύτη (16ος-20ός αι.) πραγματοποιείται κατά μεγάλο μέρος στο πλαίσιο των συντεχνιών, που συνιστούν ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα των αστικών πληθυ-σμικών συγκεντρώσεων.

Από τον 16ο αιώνα τόσο στον τουρκοκρατούμενο ελλαδικό χώρο όσο και στον βενετοκρατούμενο οι πηγές αναφέρουν συντεχνιακές

ενώσεις σε διάφορες πόλεις, που ήταν κυρίως διοικητικά, εμπορικά και βιοτεχνικά κέντρα. Έτσι, έχουμε συγκεκριμένες πληροφορίες ότι ως τα τέλη του 19ου αιώνα υπήρχαν οργανωμένες συντεχνίες στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη, στην Αδριανούπολη, στη Φιλιππούπολη, στο Διδυμότειχο, στις Σέρρες, στην Καβάλα, στη Θεσσαλονίκη, στα Γιαννιτσά, στη Νάουσα, στην Έδεσσα, στη Βέ-ροια, στην Κοζάνη, στη Σιάτιστα, στην Καστοριά, στην Αχρίδα, στο Μελένικο, στη Μοσχόπολη, στο Αργυρόκαστρο, στα Γιάννενα, στην Πρέβεζα, στην Άρτα, στα Τρίκαλα, στην Ελασσόνα, στη Λάρισα, στο Βόλο, στη Λειβαδιά, στο Γαλαξείδι, στην Αθήνα, στην Τρίπολη, στη Σπάρτη, στο Ναύπλιο, στη Δημητσάνα, στον Πύργο, στην Πάτρα, στην Κέρκυρα, στη Ζάκυνθο, στην Κρήτη, στην Ύδρα, στις Σπέτσες, στα Ψαρά, στη Χίο και στη Μυτιλήνη.

Το συντεχνιακό σύστημα με την κυβερνητική υποστήριξη γνώ-ρισε μια ανοδική πορεία τον 16ο αιώνα, η οποία συνεχίστηκε όλο τον 17ο και κορυφώθηκε τον 18ο, οπότε όλα σχεδόν τα επαγγέλματα

Page 14: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

αποτελούσαν το μονοπώλιο των συντεχνιών και η ανάπτυξή τους ήταν ισάξια αν όχι μεγαλύτερη από εκείνη της Δ. Ευρώπης. Είναι

η εποχή που η συντεχνία παίρνει την πιο ώριμη και ολοκληρωμένη μορφή της, με τέλεια οργάνωση, με οικονομική αυτοτέλεια και αυτονομία στη λειτουργία της.

τα πρώτα συμπτώματα παρακμής των συντεχνιών εμφανίζον-ται στις αρχές του 19ου αιώνα, με την παραβίαση του κλειστού

αριθμού τους. η κατάλυση του παραδοσιακού αυτού κανόνα, που είχε αποδειχθεί πολύτιμο προστατευτικό κέλυφος για την ίδια την ύπαρξη και τη ζωή της συντεχνίας, αποτέλεσε ολέθριο πλήγμα

για το συντεχνιακό σύστημα και το οδήγησε σε μια χρόνια κρίση, που θα γίνει ιδιαίτερα αισθητή στα μέσα του ίδιου αιώνα και θα

κορυφωθεί προς τα τέλη του, οπότε θα επέλθει και ο αφανισμός του. η οικονομική εξασθένηση και δομική αποσύνθεση των συντε-

χνιών, που ως τότε γινόταν προοδευτικά, παρουσίασε ξαφνικά στα τελευταία χρόνια του 19ου αι. μια αλματώδη πορεία, που οφεί-λεται κυρίως στην ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων, το απο-κορύφωμα των οποίων υπήρξε η βιομηχανική επανάσταση.

Το συντεχνιακό σύστημα, που από πολύ πιο πριν είχε φανε-ρώσει τις αδυναμίες του στη νέου τύπου οικονομία, παρουσιάζεται

την περίοδο αυτή εντελώς αναχρονιστικό και κατά συνέπεια ανί-σχυρο στον ανταγωνισμό των βιομηχανικών ευρωπαϊκών ειδών.

οι ανεξέλεγκτες και αθρόες εισαγωγές των προϊόντων αυτών από τις δυτικές ευρωπαϊκές χώρες, σε συνδυασμό με την παντελή

έλλειψη ανταγωνιστικότητας των συντεχνιών της περιοχής, οδή-γησαν τις επαγγελματικές αυτές συσσωματώσεις σε ολοκληρωτική καταστροφή και εξαφάνισαν τις παραδοσιακές μορφές της βιοτε-χνίας.

στην περίοδο όμως που εξετάζουμε, παράλληλα με τις συντε-χνίες, υπάρχει και η πλανόδια εργατική δύναμη, που είναι οργα-νωμένη σε συντροφιές και έρχεται ν' αντισταθμίσει την αδυναμία

του τότε συστήματος να διατηρήσει εν α μόνιμο εργατικό δυναμι-κό σε επιτόπια απασχόληση. η εξειδικευμένη αυτή εργατική δύ-ναμη βρίσκει περιοδική απασχόληση κάθε φορά που υπάρχει ανάγκη

Page 15: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

σε μια ευρύτερη γεωγραφική κλίμακα, τόσο στις τουρκοκρατού-μενες όσο και στις βενετοκρατούμενες περιοχές.

Από τις πιο χαρακτηριστικές πλανόδιες συντροφιές, που υστε-ρούσαν σημαντικά σε οργάνωση από τις συντεχνίες, επισημαίνουμε:

α) τις παρέες η κομπανίες των κτιστών και κουδαραίων, που αναλάμβαναν έργα, τα όποια δεν μπορούσαν να πραγματοποιήσουν

οι κάτοικοι μιας περιοχής με την προσωπική εργασία και με τα συστήματα αλληλοβοήθειας η με το ανεπαρκές ειδικευμένο προ-σωπικό.

β) τις ομάδες η συντροφιές των πλανόδιων τεχνιτών και μι-κρεμπόρων (γυρολόγων), που πηγαίνουν να συναντήσουν τον πε-λάτη τους στα ηπειρωτικά και τα πεδινά χωριά, ενώ τα ομότεχνα συντεχνιακά μέλη περίμεναν το αγοραστικό κοινό καθηλωμένα στην

αγορά της πόλης. Το φαινόμενο της πλανόδιας εργασίας ακολούθησε μια παρα-

πλήσια πορεία προς το συντεχνιακό μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα. Από εκεί και μετά, αντίστροφα προς τις συντεχνίες, οι συντροφιές των πλανόδιων επαγγελματιών αυξήθηκαν σημαντικά, αφού αρκετά

συντεχνιακά μέλη προτίμησαν ν' απαρνηθούν την ανεπαρκή και ανώ-φελη πια συντεχνιακή προστασία και ν' ακολουθήσουν το παρά-δειγμά τους.

Παρά τις οργανωτικές και δομικές τους διαφορές, οι συντεχνίες και οι συντροφιές παρουσιάζουν Ινα σημαντικό κοινό γνώρισμα, την εσωτερική ιεράρχηση. στην επαγγελματική πυραμίδα τη βάση

καταλαμβάνει ο μαθητευόμενος, τη μέση ο κάλφας και την κορυφή ο μάστορας.

οι συντεχνίτες συμπεριφέρονται ως παραγωγοί και έμποροι, ενώ οι βοηθοί τους πληρώνονται με ετήσια αμοιβή. οι πλανόδιοι

επαγγελματίες, που ταξιδεύουν, πληρώνονται για το έργο που επι-τελούν συνολικά και ο μάστορας κατανέμει τις επί μέρους αμοιβές ανάλογα με τη θέση που έχουν τα μέλη της συντροφιάς στην ιε-ραρχία. σε μερικές περιπτώσεις η εργασία πραγματοποιείται με βάση το ημερομίσθιο αποκλειστικά και σύμφωνα με την επαγγελ-ματική ιεραρχία.

Page 16: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Πώς όμως μπορούσε ο μαθητευόμενος να ολοκληρωθεί επαγ-γελματικά για ν' αποκτήσει τον επίζηλο και προνομιούχο τίτλο του μάστορα ;

Απαραίτητη προϋπόθεση για την τέλεια εκμάθηση των μυστι-κών του επαγγέλματος, τόσο στις συντεχνίες όσο και στις συν-τροφιές, ήταν η μακρόχρονη πρακτική εκπαίδευση του παιδιού η

του νέου, που γινόταν από τον μάστορα στα αυστηρά καθορισμένα και παραδοσιακά πλαίσια του θεσμού της μαθητείας.

σε γενικές γραμμές οι μαθητευόμενοι, τόσο στις συντεχνιακές συσσωματώσεις όσο και στις πλανόδιες συντροφιές, έχουν τις πε-ρισσότερες φορές πολλά κοινά χαρακτηριστικά, όπως: ηλικία, γεω-γραφική και κοινωνική προέλευση, άσχημες συνθήκες εργασίας, διατροφής και διαμονής. Όμως παρά τις ομοιότητες αυτές, τα παι-διά και οι νέοι, που μαθητεύουν σε συντεχνιακά επαγγέλματα, γνω-ρίζουν πιο σκληρή δοκιμασία, αφού το καθεστώς μαθητείας σ' αυτά είναι αναμφισβήτητα πιο ανελαστικό, πιο άτεγκτο και πιο αυστηρό.

Πιο συγκεκριμένα, το νομικό υπόβαθρο των συντεχνιών πα-ρουσιάζει μεγαλύτερη πληρότητα και τελειότητα σε αντίθεση με το αντίστοιχο των συντροφιών, που φαίνεται υπερβολικά ασαφές

και αδύναμο. τα καταστατικά, οι γραπτοί κανονισμοί, τα μητρώα των μελών, το διοικητικό συμβούλιο και ο θεσμός των εξετάσεων του υποψήφιου μάστορα είναι μερικά ενδεικτικά στοιχεία, που

απουσιάζουν από τις συντροφιές, οι όποιες λειτουργούν αποκλειστικά σχεδόν με βάση το άγραφο εθιμικό δίκαιο.

Έτσι, ενώ στις συντροφιές ο μάστορας έχει τον τελευταίο λόγο σ' όλα τα θέματα και εξουσιάζει απόλυτα το βοηθητικό του προ-σωπικό, στα ισνάφια ο μάστορας δεν είναι η αυθεντία στο επάγ-γελμα, αφού πάνω από αυτόν βρίσκεται η συντεχνία, η οποία ασκεί τον έλεγχο της προαγωγής, ρυθμίζει την κινητικότητα στο εσωτερικό

των επαγγελματικών ομάδων και διαφυλάττει την επαγγελματική ηθική, προστατεύοντας και διαιωνίζοντας τις παραδο-

σιακές μεθόδους κατασκευής η επεξεργασίας των προϊόντων. θα μπορούσε όμως να ισχυριστεί κανείς ότι το παιδί η ο νέος,

που μαθητεύει σε κάποιο συντεχνιακό μέλος, φαίνεται να είναι πιο

Page 17: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

κατοχυρωμένος, αφού, σε περίπτωση που αδικείται από τον μά-στορά του, μπορεί να προσφύγει στο διοικητικό συμβούλιο της συν-τεχνίας, ενώ αντίθετα, η θέση του μαθητευόμενου στη συντροφιά είναι πιο ανίσχυρη, μια και ο μάστοράς του δεν ελέγχεται από κα-νένα.

η πραγματικότητα όμως είναι τελείως διαφορετική. η επέμ-βαση της συντεχνίας στα θέματα των εσωτερικών προαγωγών ποτέ δεν αποβαίνει προς όφελος των μαθητευομένων και κυρίως αυτών που προέρχονται από εξω-επαγγελματικές οικογένειες.

Αντίθετα στις συντροφιές οι μαθητευόμενοι είναι συνήθως γιοι η συγγενείς των μαστόρων, οι όποιοι εκμεταλλευόμενοι την απουσία

ανώτερου ελεγκτικού οργάνου, διευκολύνουν το πέρασμα των συγγενικών τους προσώπων από τη μια επαγγελματική βαθμίδα στην άλλη και πολλές φορές τους απονέμουν τον τίτλο του μά-στορα, χωρίς να είναι εφοδιασμένοι με τα απαιτούμενα επαγγελ-ματικά προσόντα, αφού δεν έχουν εξαντλήσει τον προβλεπόμενο χρόνο μαθητείας.

η μαρτυρία ενός γορτύνιου κτίστη, που δεν έγινε πρώτα τριό-της (κάλφας) αλλά μονοκοπανιά μάστορης, γιατί είχε τον πατέρα του πρωτομάστορα στη συντροφιά, αποκαλύπτει τη χαλαρότητα και ελαστικότητα των μηχανισμών που διέπουν τις εσωτερικές προ-αγωγές στα επαγγέλματα αυτά και ταυτόχρονα υποδηλώνει τη δια-φορετική αντιμετώπιση και αντίδραση της συντεχνίας σε παρόμοια θέματα.

το παράδειγμα αυτό, που δεν είναι το μοναδικό, αλλά ίσως το πιο ενδεικτικό, έρχεται να επιβεβαιώσει έμμεσα την αρτιότητα και δραστικότητα του συστήματος της συντεχνιακής μαθητείας, η οποία εντασσόταν στον ευρύτερο κύκλο των περιοριστικών συντε-χνιακών λειτουργιών.

Page 18: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 19: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ A'

ΤΣΙΡΑΚΙ - Α' ΣΤΑΔΙΟ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ

Page 20: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 21: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Για να φθάσει κάποιος στη βαθμίδα του μάστορα και να έχει στη συνέχεια το δικαίωμα να δουλέψει σε δικό του εργαστήρι, μόνος

του η συνεταιρικά, οφείλε από μικρός να μαθητεύσει σε κάποιο συντεχνιακό μέλος, το καθορισμένο από τη συντεχνία χρονικό διά-στημα, ώστε να μεταπηδήσει αρχικά στην επόμενη επαγγελματική βαθμίδα του κάλφα1 και σε δεύτερη φάση να κριθεί ικανός για την απόκτηση της μαστοριάς2.

Όπως προκύπτει από τα σχετικά έγγραφα της εποχής αλλά και από την προφορική παράδοση, η συντεχνιακή μαθητεία στο

πρώτο της στάδιο ήταν και μακρόχρονη και κοπιαστική και παρα-μελημένη. Επίσης μερικές ονομασίες που μας παραδίνονται για

τον μαθητευόμενο σε διάφορες περιοχές είναι ενδεικτικές για τον κοινωνικό χαρακτηρισμό που του αποδίδεται στην διάρκεια της «πρωτοβάθμιας» εκπαίδευσής του. Έτσι βλέπουμε ότι στην Κο-

1. κάλφας = βοηθός εργασίας, αρχιτέκτονας, εργοδηγός, αρχιεργάτης. στα Επτάνησα λεγόταν και λαουρέντες (Βλ. Π. Χιώτης, Ιστορικά απομνη-

μονεύματα της Νήσου Ζακύνθου, τ. Β' , εν Κερκύρας 1858, σ. 407). 2. «Αι εργαζόμεναι επαγγελματικαί τάξεις ήτον από παλαιόν—προ του

1800—ωργανωμέναι. Υπήρχαν παλαιόθεν και ενταύθα τα τόσον γνωστά «ισνάφια» εις α ισχύον αι γνωσταί διατάξεις περί αποκλεισμού απ' αυτών

των ξένων προς το επάγγελμα αν δεν εδέχοντο να διέλθουν την ιεραρχικήν κλίμακα της πρακτικής τεχνικής εκπαιδεύσεως (τσιράκι, κάλφας, μάστορας)». Βλ. Πέτρος Σπανδωνίδης, «Μελένικος», ο νεκρός Μακεδονικός Ακριτης, Θεσσαλονίκη 1930, σ. 111. για την οθωμανική αυτοκρατορία γενικότερα βλ. Omer Lüft i Barkan, «Les principes économiques et sociaux de l ' industrie urbaine et ses cadres corporatifs», Actes du Ile Congrès International des études du Sud-est européen, VI , Athènes 1981, σ. 147.

Page 22: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Κοζάνη το μικρό παιδί λέγεται, έκτος από τσιράκι1, που είναι η πιο γνωστή και επικρατέστερη επαγγελματική ορολογία του εκπαι-δευόμενου σ' ολόκληρη την οθωμανική αυτοκρατορία, και δούλος2, στη Μοσχόπολη χουζμεκιάρης3 και στα Επτάνησα υπηρέτης4.

Υπάρχουν βέβαια και άλλες ονομασίες για το νεοφερμένο παιδί στη συντεχνία, που αποδίδουν και τυπικά την ιδιότητά του και οι όποιες ποικίλλουν από τόπο σε τόπο. στη Θράκη για παράδειγμα

αποκαλείται μαθητής, μαθητούδι5 και έζιαμπές6, στα Γιάννενα πα-ραγιός και καλφούδι7, στην Πελοπόννησο ψυχογιός και μαστορό-πουλο8, στην Ύδρα μαθητής και παιδί9, και στη Χίο κοπέλι10.

1. τσιράκι = μαθητής σ' εργαστήρι η μαγαζί (τουρκ. çirak). Παράλληλα έχουμε και τον όρο τσιρακλίκι, που σημαίνει τη μαθητεία σ' εργαστήρι

και πέρασε στη γλώσσα της εποχής και ως είδος παροχής υπηρεσίας. «Αυτό το τζιρακλίκι μόκαμε κι αυτός». Βλ. Ιω. Μακρυγιάννης, Απομνημονεύματα, εισαγωγή - σχόλια Σπ. Ασδραχά, έκδ. «Μέλισσα» - Α. Καραβίας, Αθήνα 1957, σ. 19.

2. Βλ. Μιχ. Καλινδέρης, Αι συντεχνίαι της Κοζάνης επί Τουρκοκρατίας, εν Θεσσαλονίκη 1958, σ. 47.

3. Βλ. Ν. Βέης, «εκ του καταστίχου της συντεχνίας των παντοπωλών της Μοσχοπόλεως έτους 1779», στο Byzantinisch-Neugriechische Jahr-bücher, 7/3-4 (1930), σ. 527.

4. Λεων. Ζώης, Αι εν Ζακύνθω συντεχνίαι, εν Ζακύνθω 1893, σ. 24. 5. Βλ. Ελένη Βουραζέλη-Μαρινάκου, Αι εν Θράκη συντεχνίαι των Ελ-

λήνων κατά την Τουρκοκρατίαν, Θεσσαλονίκη 1950, σ. 86. 6. η λέξη είναι παραφθορά της τουρκικής ecnebi (ξένος, αλλοδαπός)

και αναφέρεται στους μαθητευόμενους με εξω-συντεχνιακή προέλευση. Βλ. Μυρτ. Αποστολίδης, «Δύο έγγραφα εκ Φιλιππουπόλεως από των αρχών του 19ου αιώνος», Θρακικά 2(1929), σ. 361.

7. Βλ. Κων. Φωτόπουλος, «τα ισνάφια των παπ'τσήδων και κονταρτζή-δων τα παλιά χρόνια στα Γιάννινα», H.H. 1 (1979), σ. 72-74.

8. Βλ. Νάσιος Συναδινός, οι τεχνίτες της Στεμνίτσας, Αθήνα 1979, σ. 30, πβ. και εφημ. Αυγή (4 Ιανουαρίου 1873).

9. Βλ. Αντώνης Μανικής, «τα συνάφια της προεπαναστατικής Ύδρας», το Μέλλον της Ύδρας 5 (1937), σ. 192.

10. Βλ. Στ. Δ. Καββάδας, οι κώδικες της Χίου, μέρος Α', Χίος 1950, σ. 87-88. Από το 1894 (Ακρόπολις, 13 Μαρτίου) εμφανίζεται στο ελ-ληνικό κράτος ο νεολογισμός εργατόπαιδες, που πιθανότατα αναφέρεται όχι

Page 23: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

1. Είσοδος στο επάγγελμα—Ηλικία

η είσοδος των παιδιών στην ενεργό ζωή συνοδευόταν συνήθως από δυσάρεστες εμπειρίες. Ειδικότερα τα παιδιά που έρχονταν από την ύπαιθρο1, έκτος από το ψυχολογικό πρόβλημα του αποχωρι-σμού της οικογένειας, είχαν και πολλά προβλήματα προσαρμογής και εξοικείωσης με το καινούριο και άγνωστο περιβάλλον της πό-λης και ιδιαίτερα με το χώρο της δουλειάς τους.

οι συνθήκες εργασίας, διατροφής και διαβίωσης ήταν τραγικά δύσκολες και απογοητευτικές και συνιστούσαν το πρώτο αρνητικό πλέγμα στην ομαλή ανέλιξη των μελλοντικών αυτών μαστόρων. την κατάσταση έκανε πιο απελπιστική το γεγονός ότι τα παιδιά, που στέλνονταν στους συντεχνίτες για την εκμάθηση της τέχνης η του επαγγέλματος, βρίσκονταν ακόμη στο πρώτο στάδιο της σω-ματικής και πνευματικής τους ανάπτυξης και επομένως ήταν ακα-τάλληλα για εργασία.

Επειδή γενικά οι συντεχνιακοί κανονισμοί δεν προέβλεπαν από ποιά ηλικία έπρεπε να προσλαμβάνεται, «στιχιέται», το παιδί από τον μάστορα, μπορούμε να υποθέσουμε πώς το θέμα αυτό αντιμε-τωπιζόταν διαφορετικά από κάθε συντεχνία.

Αν και μας λείπουν οι άμεσες πηγές, θα προσπαθήσουμε να προσδιορίσουμε το κατώτερο και ανώτερο όριο ηλικίας των μαθη-τευομένων, στηριζόμενοι κυρίως στις έμμεσες γραπτές μαρτυρίες και στις λιγοστές άμεσες. η μελέτη των ντοκουμέντων αυτών μας επιτρέπει αρχικά να υποστηρίξουμε ότι υπάρχει μια αισθητή δια-

μόνο στα παιδιά που δουλεύουν στα εργοστάσια αλλά και στα παιδιά που μαθητεύουν στις συντεχνίες. Βλ. Στέφ. Κουμανούδης, Εισαγωγή νέων λέ-ξεων, προλεγόμενα Κ. Θ. Δημαρά, Αθήνα 21980, σ. 408.

1. Βλ. I. Ισιδωρίδης Σκυλίτσης, Πτεροδρομία από Πειραιώς εις Λά-ρισσαν, Αθήναι 1885, σ. 21, όπου αναφέρονται χαρακτηριστικά τα έξης: «πλείστοι Θετταλομάγνητες αποδημούν εκ νεαράς ηλικίας οπουδήποτε καλεί αυτούς έργα σία και προκοπή· σχεδόν όλοι αναχωρούν δέκα κάστανα έχοντες εν καλάθω και την ευχήν της απλοϊκής μανούλας των...».

Page 24: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

διαφοροποίηση πάνω σ' αυτό το ζήτημα ανάμεσα στις βιοτεχνικές και εμπορικές συντεχνίες.

στις πρώτες τα παιδιά γίνονται ευχαρίστως δεκτά σε ηλικία που κυμαίνεται περίπου από 7 η 8 χρονών μέχρι 10, αφού συνήθως

απέχουν από κάθε σχολική φοίτηση η, στην καλύτερη περίπτωση, έχουν παρακολουθήσει μόνο τις πρώτες τάξεις του δημοτικού.

Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα που αναφέρεται στους νέ-ους, οι όποιοι έρχονται από τη Μακεδονία και την Ήπειρο και ιδι-αίτερα από την επαρχία Ανασελίτσας και τα περίχωρα των Ιωαν-νίνων, για να μαθητεύσουν στη συντεχνία των κτιστάδων της Κων-σταντινούπολης: «Μειράκια ακόμη υπό την επιτήρησιν του πατρός

η συγγενούς τινός έρχονται εις την Κωνσταντινούπολη και εργά-ζονται εις τα κτίρια, μετακομίζοντα την άσβεστον και άμμον [...]

οι πλειότεροι έμαθον εις τα σχολεία της πατρίδος των γράμματα αρκετά να γράφωσι τ' όνομά των και τινάς αριθμούς αναγκαίους

εις τα έργα των. Πολλοί είναι αναλφάβητοι»1. Ανοίγοντας μια μικρή παρένθεση εδώ για τον αναλαφαβητισμό των τσιρακιών, έχουμε να παρατηρήσουμε ότι μόνο στις αρχές του

20ού αιώνα κατάφεραν οι μαθητευόμενοι, ύστερα από πολλές προ-σπάθειες, να παρακολουθούν στοιχειώδη μαθήματα σε νυκτερινά σχολεία.

Πιο συγκεκριμένα στα Γιάννενα, μόλις τον Νοέμβριο του 1908 γράφτηκαν στη νυκτερινή σχολή του «Λαϊκού Συλλόγου» της πόλης 120 μαστορόπουλα, από ηλικία 10 ετών και πάνω, υστέρα από σχετική άδεια των γιαννιώτικων συντεχνιών. Μοναδική εξαίρεση

αποτέλεσαν οι συντεχνίες των παντοπωλών και χανιτζήδων, οι ο-ποίες δεν επέτρεψαν στους μαθητευόμενούς τους «να ακροώνται

των μαθημάτων επί μίαν ώραν καθ' εσπέραν», προκαλώντας δι-καιολογημένα απορία και θλίψη στον αρθρογράφο της εφημερίδας Φωνή της Ηπείρου2.

1. Βλ. Α.Γ. Πασπάτης, Υπόμνημα περί του Γραικικού Νοσοκομείου των Επτά Πύργων, εν Αθήναις 1862, σ. 235.

2. Βλ. εφημ. Φωνή της Ηπείρου, φ. 775 (14 Νοεμβρίου 1902).

Page 25: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Ανάλογη κίνηση παρατηρείται την ίδια εποχή και στην Αθήνα, όπου ο λες οι συντεχνίες παραχωρούν πρόθυμα στους μαθητές τους άδεια για να πηγαίνουν κάθε απόγευμα στον «Παρνασσό» και να φοιτούν «εις το κοινωφελές εκείνο καθίδρυμα»1.

Επιστρέφοντας στις μαρτυρίες, τις σχετικές με τον καθορισμό της ηλικίας των τσιρακιών, βλέπουμε ότι στη Θεσσαλονίκη, σύμ-φωνα με τον περιηγητή Ε. M. Cousinery, οι ταμπάκηδες (βυρσο-δέψες) της πόλης άρχιζαν να κανοναρχούν τους μαθητευόμενους από ηλικία 10 χρονών2. Δεκάχρονα επίσης προσλαμβάνονται και τα παιδιά από τους δουλγέρηδες της Θράκης, όπως αναφέρει η Καλ-λιόπη Παπαθανάση-Μουσιοπούλου σε σχετική με τη συντεχνία αυτή μελέτη της3.

Ακόμη στις περισσότερες συντεχνίες της Ζακύνθου ο Λ. Ζώης μας πληροφορεί ότι απαγορευόταν να προσληφθεί παιδί κάτω από οχτώ χρονών4. σε μερικά μάλιστα επαγγέλματα του ίδιου νησιού

1. Βλ. «Rappor t s sur l 'activité des organisations privées hellé-niques», Premier Congrès balkanique de la protection de l'enfance, Athènes, 5-9 Απριλίου 1936, σ. 40-42.

2. Βλ. E. M. Cousinery, Voyage dans la Macédoine contenant des recherches sur l'histoire, la géographie et les antiquités de ce pays, τ. A', Paris 1831, σ. 50.

3. Βλ. Καλλιόπη Παπαθανάση-Μουσιοπούλου, «η συντεχνία των δουλ-γέρηδων φορέας παραδοσιακής τέχνης και φυτώριο συνδικαλισμού», Πρακτι-κά Γ' συμποσίου Λαογραφίας, Θεσσαλονίκη 1978, σ. 543. σε αντίστοιχη

ηλικία παρατηρούμε ότι αρχίζουν τη μαθητεία τους τα παιδιά που θέλουν να ακολουθήσουν το επάγγελμα του γυρολόγου. Βλ. άρθρο με τίτλο: «Έμποροι των οδών», στο περιοδικό οικονομική Επιθεώρησις, έτος 4ο, τ. Δ ' (1876),

σ. 47. 4. Από ηλικία 8 χρόνων έστελναν και οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης τα

παιδιά τους να μαθητεύσουν. για την πρώιμη αυτή χρησιμοποίηση των νέων σε βαριές σωματικές εργασίες ο γερμανός βουλευτής Karl Braun, που επι-

σκέφθηκε το 1875 τη Θεσσαλονίκη, εξέφρασε τις αντιρρήσεις του προς τους πατεράδες των παιδιών. εκείνοι όμως του απάντησαν ότι έβρισκαν πολύ φυσικό ν' αρχίζει η σκληραγώγηση των παιδιών τους απ' αυτή την ηλικία,

επειδή πίστευαν πώς ο νέος, που δεν είχε μάθει από πολύ μικρός να δουλεύει, δεν μπορούσε αργότερα ν' αναπληρώσει τη χαμένη ευκαιρία (Βλ. Π. Κ. Ενε-

Page 26: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 27: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Πόλεις, στις οποίες σύμφωνα με τις πηγές υπήρχαν συντεχνίες (16 ος -20 ος αιώνας)

Page 28: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ο μάστορας δεν δεχόταν ν' αναλάβει την εκπαίδευση του νέου, αν δεν είχε συμπληρωμένα τα 12 χρόνια1. Τέλος, από έμμεσες μαρ-τυρίες διαπιστώνουμε ότι αρκετά παιδιά γεύονται τα δεινά της συν-τεχνιακής μαθητείας σε ηλικία 7 χρονών.

θα είμαστε λοιπόν αρκετά κοντά στην αλήθεια, αν υποστηρί-ζαμε ότι τα περισσότερα παιδιά, που έρχονται να μαθητεύσουν σε παραγωγικές συντεχνίες, έκτος από λίγες εξαιρέσεις, δεν έχουν ξε-περάσει το δέκατο έτος της ηλικίας τους. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την ελευθερία επιλογής του μάστορα και την απουσία του συντεχνιακού ελέγχου στο ζήτημα της ηλικίας αλλά και στο είδος εργασίας του τσιρακιού, περιέκλειε σοβαρούς κινδύνους για τους μαθητευόμενους, τόσο για τη σωματική τους ανάπτυξη όσο και για την πνευματική τους ολοκλήρωση.

Αναφέρονται βέβαια και περιπτώσεις στις όποιες το παιδί, που πρόκειται να γνωρίσει την πρακτική τεχνική εκπαίδευση κοντά σε κάποιο βιοτέχνη, έχει περάσει στο στάδιο της εφηβείας, αλλά είναι πολύ σπάνιες2.

Αντίθετα, στις εμπορικές συντεχνίες οι νέοι που έρχονται να μαθητεύσουν έχουν συμπληρώσει το 14ο έτος της ηλικίας τους,

Ενεπεκίδης, η Θεσσαλονίκη στα χρόνια 1875-1912, Θεσσαλονίκη 1981, σ. 143). τον ίδιο κανόνα φαίνεται ότι ακολουθούν και οι Χριστιανοί Λιάπιδες της Ηπείρου και Αλβανίας, οι όποιοι σύμφωνα με τον Π. Αραβαντινό (Περιγραφή της Ηπείρου εις μέρη τρία, μέρος Γ ' , εκδόσεις Εταιρείας Η-

πειρωτικών Μελετών, Ιωάννινα 1984, σ. 369) συνηθίζουν να στέλνουν «τους υιούς αυτών εις μειρακιώδη ηλικίαν φθάσαντας, προς το υπηρετήσαι εις φίλον τινά έμπορον η τεχνίτην».

1. Βλ. Λ. Ζώης, Αι εν Ζακύνθω συντεχνίαι , σ. 23-24. 2. στο συμφωνητικό της συντεχνίας των αμπατζήδων της Φιλιππούπολης

και ειδικότερα στο 7ο άρθρο αναφέρεται: «πάρεξ αν είναι το τζιράκι με ηλικίαν και το ισνάφι θελήση διά να τον κάμη ραέτι (χάρη)». Βλ. Μ. Αποστο-

λίδης, «Δύο έγγραφα εκ Φιλιππουπόλεως», Θρακικά 2 (1929), σ. 331. Ακόμη η συντεχνία των μπακάληδων της Μοσχόπολης δέχεται ότι: «τα μικρά παιδιά

έχουν να κάμουν χουζμέτι τρία χρόνια, τα δε μεγαλύτερα δύο μόνον χρόνια». Βλ. Ν. Βέης, «εκ του καταστίχου της συντεχνίας των παντοπωλών της Μο-σχοπόλεως», ό.π., σ. 257.

Page 29: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Είσοδος Τούρκου μαθητευόμενου σε συντεχνία. (Täschner, Alt - Stamb. εικ. 24).

Βλ. και Ελένη Βουραζέλη-Μαρινάκου, Αι εν Θράκη συντεχνίαι των Ελλήνων κατά την Τουρκοκρατίαν, πίνακας Γ'.

Page 30: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

αφού είναι, εφοδιασμένοι με περισσότερη παιδεία και έχουν απο-κτήσει και τις πλέον στοιχειώδεις γνώσεις της εμπορολογίας, της λογιστικής και της διπλογραφίας1.

τις ευεργετικές επιπτώσεις της υποδομής αυτής σημειώνει με έμφαση ο χιώτης στην καταγωγή Ανδρέας Συγγρός στα απομνη-μονεύματά του, όταν πηγαίνοντας από τη Σύρο στην Κωνσταντι-

νούπολη, σε ηλικία 14 ετών, για να ακολουθήσει το επάγγελμα του εμπόρου, δεν συνάντησε κανένα πρόβλημα στις ερωτήσεις κα-

ταστιχογραφίας και αριθμητικής, που του υπέβαλε ο μελλοντικός εκπαιδευτής του έμπορος Νικόλαος Δαμιανός για να τον προσλάβει

ως μαθητευόμενο. με τα μαθήματα καταστιχογραφίας και πρα-κτικής εμπορικής λογιστικής που είχε παρακολουθήσει στη Σύρο, τρίτο τόπο μετανάστευσης της οικογένειάς του μετά την κατα-στροφή της Χίου από τους Τούρκους, κοντά στον «πρώτον γραμ-ματικόν και καταστιχάρην» του Θεόδωρου Ροδοκανάκη, Νικόλαο Ζυγομαλά, είχε αποκομίσει σημαντικές γνώσεις για τα πρώτα βή-ματα της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας2.

Πόσο αναγκαία και απαραίτητη ήταν αυτή η παιδεία για επι-τυχή σταδιοδρόμηση διαπιστώνεται κι αργότερα, όταν με την παρα-βίαση του κλειστού αριθμού των συντεχνιών και την παράνομη εισχώρηση ατόμων στις εμπορικές συντεχνίες, χωρίς καμιά η ελά-χιστη επαγγελματική προπαιδεία, βλέπουμε ότι αρκετά τέτοια συν-τεχνιακά μέλη αναγκάζονται από τα πράγματα να παρακολουθούν,

Αν και βρίσκονται στην ανώτερη επαγγελματική βαθμίδα, μαθή-ματα τόσο διπλογραφίας όσο και ξένης γλώσσας: 1883 Μαΐου 12,

1. Βλ. Φ. Μιχαλόπουλος, Μοσχόπολις, αι Αθήναι της Τουρκοκρατίας, 1500-1769, εν Αθήναις 1941, σ. 19. Πβ. και Πανδώρα 13 (1863), σ. 71. για τη διευκόλυνση και την ενημέρωση των έμπορων εκδίδονται αρκετά εμπορικά βιβλία, κυρίως προς τα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αι. για μια συνολική θεώρηση του θέματος, βλ. Τριαντάφυλλος Σκλαβενίτης, «τα ελληνικά εμπορικά εγχειρίδια της Βενετοκρατίας και της Τουρκοκρα-τίας», Ανακοίνωση στο Β' Διεθνές Συμπόσιο Ιστορίας, Αθήνα 1983.

2. Βλ. Ανδρέας Συγγρός, Απομνημονεύματα, τ. Α', εν Αθήναις 1908, σ. 87-88 και 98-99.

Page 31: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

εσυμφώνησα μετ' αυτού όπως με διδάξει την Διπλογραφίαν [...] και την Γαλλικήν, τον μήνα 1 μετζήτιον αργυρόν1.

Χαρακτηριστικό είναι ακόμη και το παράδειγμα της παρακμής του εμπορικού επαγγέλματος στα Γιάννενα, για τους ίδιους λόγους, στην τελευταία τριακονταετία του 19ου αιώνα. Μάλιστα ο αυστρια-

κός πρόξενος στην πρωτεύουσα της Ηπείρου Cajetan Zagorski, σε μια έκθεσή του προς το Υπουργείο εμπορίου της Αυστροουγγα-

ρίας, θεωρεί μεγάλο μειονέκτημα τη μη μαθήτευση και την άγνοια ξένων γλωσσών στους περισσότερους γιαννιώτες εμπόρους2. Κι ε-μείς θα συμφωνήσουμε με την άποψη αυτή, αφού υπενθυμίσουμε

ότι στις αρχές του ίδιου αιώνα οι ευρωπαίοι περιηγητές, που επι-σκέφθηκαν τότε τα Γιάννενα, εντυπωσιάστηκαν από τη γλωσσο-μάθεια και τις ικανότητες της γιαννιώτικης εμπορικής τάξης.

Τέλος, στη συντεχνία των πραγματευτάδων πήγαιναν σχεδόν μόνο οι νέοι, που είχαν κάποια ικανή προπαιδεία σε εμπορικά μα-θήματα3 και γνώριζαν υποφερτά κάποια ξένη γλώσσα4. στις πε-

1. Βλ. «Κατάστιχον Κ. Ν. Ατλαζή, εμπόρου Κοζανίτου, εμπεριέχον δια-φόρους πράξεις», Ιστορικόν Αρχείον Κοζάνης, Αρχείον Γ . Κοεμτζή.

2. Βλ. Nachrichten über Industrie Handel und Verkehr, aus dem Sta-tistischen Departement im Κ. K. Handels-Ministerium, Wien 1884, σ. 299.

3. με τα Β.Δ. της 18ης Αυγούστου 1856 και 3ης Αυγούστου 1857 δι-δάσκονταν υποχρεωτικά στα εμπορικά τμήματα των γυμνασίων της Σύρου και της Πάτρας η διπλογραφία, η εμπορική γεωγραφία και τα στοιχεία του εμπορικού δικαίου. Βλ. Α. Μανσόλας, Πολιτειογραφικαί πληροφορίαι περί Ελλάδος, εν Αθήναις 1867, σ. 132.

4. «Ομολογώ εγώ ευδόκιμος χορτάτζης διδάσκαλος, του ποτέ μανούσου οικών εις την εξώπορταν του Χανδάκου της Κρήτης, ότι ομπλιγάρομαι εσένα

του κυρ δημήτρι διπλαρά να μάθω τον υιόν σου τον αντώνη να γράφη φράγ-γικα μαρκαντέζικα και τον λογαριασμόν της πραγματείας όλον και καδέρνο

της σπετζιαλιτάς σαλντάδι (εξοφλημένα), ρεπορτάδι, πρώτα, δεύτερα και καδέρνα ντε βιάντζο (έγγραφο ταξειδιού, φορτωτική) και καδέρνο ιν περσόνα σπαριάτο (ξεχωριστό) και καδέρνο φατορίας (τιμολόγιο) και της ιντράδας (εισαγωγή) καλά και εμπιστεμένα από δα και ομπρός να του δείχνω ώσθε

να μάθη και να ατενδέρη και αυτός καλά...». Βλ. Κων. Μέρτζιος, «Στα-χυολογήματα από τα κατάστιχα του νοταρίου Κρήτης Μιχαήλ Μαρά (1538-1578)», Κρητικά Χρονικά ΙΕ ' - ΙΣΤ' (1961-62), τεύχ. 2, σ. 254-255.

Page 32: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

περιοχές που έλειπαν αυτές οι δυνατότητες η ήταν ισχνές και περιο-ρισμένες, οι εκεί πραγματευτάδες, που απέβλεπαν στην οικογενεια-κή διαδοχή, η άλλοι εξω-επαγγελματικοί γονείς, που επιθυμούσαν

να προσανατολίσουν τα παιδιά τους στο επάγγελμα αυτό, τα έστελ-ναν συνήθως στην Κωνσταντινούπολη, όπου υπήρχαν όλες οι

προϋποθέσεις για μια ολοκληρωμένη θεωρητική και πρακτική εκπαί-δευση1.

2. Γεωγραφική και κοινωνική προέλευση των μαθητευο-μένων

Επιχειρώντας κανείς μια ανίχνευση στην προέλευση των παι-διών που πρωτοέρχονταν στη συντεχνία, θα διαπιστώσει ότι ένα μέρος του εργατικού αυτού δυναμικού ήταν συγγενείς των συντε-χνιακών μελών, και κυρίως γιοι των μαστόρων, που ήθελαν να συνεχίσουν το επάγγελμα του πατέρα τους, ενώ το υπόλοιπο προ-έρχονταν από εξω-επαγγελματικές οικογένειες.

τα παιδιά με εξω-συντεχνιακή προέλευση κατάγονταν συνή-θως από φτωχά οικογενειακά στρώματα και έρχονταν στις συντε-χνίες από τα χωριά η τα γύρω προάστια και σπανιότερα από πιο

απομακρυσμένες περιοχές. οι εξω-επαγγελματικές πηγές εφοδια-σμού σε εργατική δύναμη των συντεχνιών είναι πολύ δύσκολο να

επισημανθούν στην ευρύτερη ελληνική γεωγραφική κλίμακα, επειδή τα συντεχνιακά αρχεία, όσα σώζονται, σιωπούν.

Πιο συγκεκριμένα, μέχρι τα τέλη σχεδόν του 18ου αιώνα, το παιδί που προσλαμβάνεται από κάποιο μάστορα σπάνια δηλώνεται

στη συντεχνία, για ευνόητους λόγους. Αλλά κι αργότερα, από τη στιγμή δηλαδή που έγινε υποχρεωτική για το συντεχνιακό μέλος

1. ο Αναστάσιος Γούδας στο πολύτιμο έργο του, Βίοι Παράλληλοι, μας δίνει αρκετά τέτοια παραδείγματα. η Κωνσταντινούπολη, η πιο μεγά-λη βιοτεχνική κυψέλη της οθωμανικής αυτοκρατορίας, αποτελούσε το πιο σημαντικό «εκπαιδευτήριο» των χριστιανών τεχνιτών. Έ τ σ ι βλέπουμε ότι πολλοί κοντουράδες από τη γειτονική Θράκη πήγαιναν στην Πόλη για να «σπουδάσουν» καλύτερα την τέχνη τους. Βλ. ΑΘΛΓΘ 11 (1944-45), σ. 168.

Page 33: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

η γνωστοποίηση της πρόσληψης του μαθητευόμενου στους άλλους συναδέλφους του, πάλι τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας

είναι ανεπαρκή, αφού στα συντεχνιακά έγγραφα σημειώνεται μόνο το όνομα και το επώνυμο του προσλαμβανόμενου1, και όχι ο τόπος καταγωγής του, έκτος από σπάνιες περιπτώσεις2. Κατά συνέπεια

η έλλειψη επαρκών δεδομένων δεν μας επιτρέπει να παρακολουθή-σουμε την κίνηση της εξω-επαγγελματικής ανανέωσης των συντε-χνιών, έστω και κατά μείζονες γεωγραφικές περιφέρειες, έκτος

από λίγες περιπτώσεις, όπως στην Κωνσταντινούπολη3 και την Ήπειρο.

για τον ηπειρωτικό χώρο ειδικότερα υπάρχει ένα πλήθος έμ-μεσων πληροφοριών που σε συνδυασμό με αντίστοιχα παραδείγ-ματα από την Πόλη, μας δίνουν την ευχέρεια να προχωρήσουμε

σε μια γενικότερη διαπίστωση, η οποία πιθανότατα ισχύει και γι' άλλες ελληνικές περιοχές: δηλ. κάθε συντεχνία, ανάλογα με την ειδίκευση των μελών της, απορροφά συνήθως παιδιά που ο τόπος καταγωγής τους έχει να παρουσιάσει κάποια παράδοση στο ίδιο

επάγγελμα. Έτσι, στα Γιάννενα η συντεχνία των ψωμάδων και των σιμι-

τζήδων (κουλουράδων) ανανεώνεται κυρίως με νεανικό εργατικό

1. Πολλές φορές μάλιστα δεν γράφονταν ούτε τα επώνυμα, αλλά μόνο τα ονόματα των πατεράδων των παιδιών. Βλ. Δημ. Μάνακας, «Εσνάφια -ρουφέτια (συντεχνίαι) Διδυμοτείχου», ΑΘΛΓΘ 20 (1955), σ. 142.

2. στους φορολογικούς καταλόγους των γιαννιώτικων συντεχνιών (1812-1819) παρατηρούμε ότι σε αρκετούς συντεχνίτες δηλώνεται ο τόπος καταγω-γής τους με ένα δεύτερο επίθετο αμέσως μετά το επώνυμό τους. Π.χ. Πάνος Καραμπούκας Αργυροκαστρίτης, Χατζή Διαμάντης Βελτσιστινός, Μίτζης από Κλαζιάδες (σημερινό Δροσοχώρι).

3. Βλ. την πολύτιμη εργασία του Α. Γ . Πασπάτη, Υπόμνημα περί του Γραικικού Νοσοκομείου, σ. 141: «Αι συντεχνίαι εις την Κωνσταντινούπολη

καθώς και εις τας μεγαλουπόλεις της οθωμανικής αυτοκρατορίας σύγ-κεινται πολλάκις από άνδρας του αυτού τόπου" καθώς οι χαλκείς (καλαντζήδες) και στρωματοποιοί (χαλάτζηδες) από την Τραπεζούντα και τα περίχωρα αυτής. οι κρεοπώλαι και κτίσται από το Αργυρόκαστρον και τα περίχωρα των Ιωαννίνων».

Page 34: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

δυναμικό που προέρχεται από τα Ζαγοροχώρια1, η συντεχνία των κρασοπούλων και ρακοπούλων επιλέγει τα περισσότερα τσιράκια της από την περιοχή της Ζίτσας2" στις συντεχνίες των τσαρτζήδων (υφασματεμπόρων) και γουναράδων διεισδύουν πιο εύκολα τα παι-διά που κατάγονται από το Ζαγόρι3 και τα Γραμμενοχώρια4- τη συντεχνία των αγωγιατών και χανιτζήδων εφοδιάζει με μαθητευό-μενους το Μέτσοβο και τα γύρω χωριά5· στους ραφτάδες και κα-ποτάδες συντεχνίτες της ίδιας πόλης προσφέρεται άφθονη νεανική εργατική δύναμη από τις περιοχές των Τζουμέρκων, Μαλακασίου, Μετσόβου και Άσπροποτάμου6" η συντεχνία των χρυσικών και

1. Βλ. Ιω. Βογιατζίδης, «Περί της συνθηματικής γλώσσης των αρτο-ποιών Ζαγορίου», Λαογραφία Η' (1924-25), σ. 155.

2. Βλ. Γ . Παπαγεωργίου, οι συντεχνίες ατά Γιάννενα κατά τον 19ο και τις αρχές του 20ου αιώνα, Ιωάννινα 1982, σ. 77 και 192.

3. Βλ. επιστολή αχρονολόγητη του Σταύρου Ιωάννου προς τον Αλή πασά, ΑΣΙ, φάκ. Πολιτεία Ιωαννίνων-Ισνάφια.

4. Βλ. Αγγ. Χατζημιχάλη, «το ισνάφι των γουναράδων», Συνεταιρι-στής, άρ. 104-106 (1955), σ. 84-85.

5. τα περισσότερα μέλη της γιαννιώτικης συντεχνίας των αγωγιατών ήταν Μετσοβίτες. Το φαινόμενο αυτό ερμηνεύεται εύκολα αν αναλογιστούμε

ότι εκείνοι γνώριζαν καλύτερα από κάθε άλλον τις ανυπέρβλητες σχεδόν δυ-σκολίες που παρουσιάζονταν τον χειμώνα στο ψηλότερο σημείο (σημερινή Κατάρα) της διάβασης του εμπορικού δρόμου Γιαννίνων-Γρεβενών και κα-τάφερναν να τις ξεπεράσουν βλ. Αθ. Πετρίδης, Νεοελληνικά ανάλεκτα φιλο-λογικού Συλλόγου Παρνασσός, τ. Α', μέρος Β', Αθήναι 1871, σ. 57. Ενδει-κτικό είναι ακόμη το γεγονός ότι το μοναστήρι του Ιωάννου του Προδρόμου

στο Νησί των Γιαννίνων, που άνηκε στη συντεχνία των χανιτζήδων και κρα-σοπούλων της πόλης, ανακαινίζεται εσωτερικά το 1891 με χρηματική συν-δρομή αποκλειστικά του Ιωάννη Παπαζήση Μετσοβίτη, όπως μαρτυρεί η

υπέρθυρος μικρογράμματη επιγραφή στην είσοδο του ναού: « Ε ν έτει 1891 Απριλίου 28 εδιορθόθη ά/πασα η Ζωγραφία δι' εξόδων / Ιωάννου Πα/πα

Ζήσου Μετσοβίτου Χαντζή». Βλ. Α. Ξυγγόπουλος, «Μεσαιωνικά μνημεία Ιωαννίνων», Η.Χ. 1 (1926), σ. 57, σημ. 2. Πβ. και Αθανασία Τούρτα, «Νεκτάριος και Θεοφάνης οι Αψαράδες και η μονή Προδρόμου στο Νησί Ιωαννίνων», Η.Χ. 22 (1980), πίνακας 8.

6. η Αγγ. Χατζημιχάλη στην εργασία της Ραπτάδες-Χρυσοραπτάδες και καποτάδες, ανάτυπο από το Αφιέρωμα στη μνήμη του Μανόλη Τριανταφυλλίδη

Page 35: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

αργυροχόων προσλαμβάνει παιδιά που προέρχονται από τις Κα-λαρρύτες1" οι νέοι που γίνονται δεκτοί στις συντεχνίες των καλαν-τζήδων και καζαντζήδων (χαλκουργών) κατάγονται από τα ορεινά χωριά της Θεσπρωτίας2, των Τζουμέρκων, των Αγράφων3 και της περιοχής των Κουρέντων4· η συντεχνία των κτιστάδων, που σύμφωνα με την Αγγελική Χατζημιχάλη είναι πολυπληθέστατη και αριθμεί γύρω στα 400-450 μέλη, τροφοδοτείται κυρίως από την περιφέρεια της Κόνιτσας5, τα μαστοροχώρια των Τζουμέρκων (Πράμαντα, Άγναντα, Σκλουπο, Κουτσοβίτσα, Ραφταναίους, Κου-κουλίτσα, Γρετσίστα) και τα Χουλιαροχώρια (Μιχαλίτσι, Δοβίσ-δαινα, Βασταβέτσι και Χουλιαράδες)6.

στην Άρτα οι συντεχνίες των καποτάδων και ραφτάδων δεί-

φυλλίδη, Αθήνα 1960, σ. 468-469, αναφερόμενη στη σύνθεση των γιαννιώ-τικων αυτών συντεχνιών λέγει χαρακτηριστικά τα έξης: «και των δύο τούτων ισναφιών οι τεχνίτες των Γιαννίνων είναι: Μετσοβίτες, Σερρακιώτες, Καλ-

λαρυτινοί, Αγναντίτες, Φουρκιώτες, Ματσακιώτες και γενικά Τζουμερκιώ-τες, Ασπροποταμίτες και λίγοι Γιαννιώτες».

1. οι χρυσοχόοι και ασημουργοί των Καλαρρυτών ήταν ονομαστοί για την τέχνη τους και παρουσιάζονταν ως πιο επικίνδυνοι ανταγωνιστές για τους ομοτέχνους των Ιωαννίνων. Βλ. Γ . Παπαγεωργίου, οι συντεχνίες στα Γιάννενα, σ. 255-256, όπου και η σχετική βιβλιογραφία.

2. Βλ. Κ. Φαλτάϊτς, οι πλανόδιοι ηπειρώται τεχνίται και η εθνική μας υπόθεσις, εν Αθήναις 1928, σ. 14-15. 3. Βλ. εφημ. Αυγή (3 Δεκεμβρίου 1866) και εφημ. Παλιγγενεσία (4

Σεπτεμβρίου 1881). 4. Βλ. Στ. Παπαδόπουλος, η χαλκοτεχνία στον ελληνικό χώρο (1900-

1975) κατά τις προφορικές μαρτυρίες των χαλκουργών, Ναύπλιο 1982, σ. 94, αλλά και τον σχετικό πίνακα, σ. 55.

5. Βλ. αναφορά του αυστριακού πρόξενου στα Γιάννενα Gajetan Za-gorski προς το Υπουργείο Εμπορίου της Αυστροουγγαρίας στο Nachrichten über Industrie Handel und Verkehr, aus dem Statistischen Departe-ment im Κ. K. Handels-Ministerium, Wien 1884, σ. 299. Πβ. και εφημ. Αυγή (5 Μαίου 1870).

6. Βλ. Χρίστος Σούλης, «τα κουδαρίτικα των Χουλιαροχωρίων της Η-πείρου, ήτοι περί της συνθηματικής γλώσσης των κτιστών των Χουλιαρο-χωρίων της Ηπείρου», Η.Χ, 5 (1930), σ. 161-162.

Page 36: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

δείχνουν σαφή προτίμηση στα παιδιά που κατεβαίνουν από το Συρ-ράκο, τις Καλαρρύτες και το Ματσούκι1.

η μελέτη και η σύγκριση των δεδομένων αυτών αποκαλύπτει μια ποικιλία, τόσο γεωγραφικής προέλευσης των μαθητευομένων, με αδιαφιλονίκητη την επικράτηση του ορεινού χώρου, όσο και

κοινωνικής διαστρωμάτωσης, με έκδηλη την υπερίσχυση του φτω-χού εργατικού δυναμικού.

3. Είδη και διάρκεια μαθητείας

οι περισσότεροι γονείς οδηγούσαν τα παιδιά τους στη συντε-χνία για να διευκολύνουν τη δική τους προβληματική οικονομική θέση, χωρίς να εξασφαλίζουν, έστω και τα πιο υποτυπώδη εχέγ-γυα των απαραίτητων συνθηκών εργασίας και διαβίωσής τους. για

το μόνο που ενδιαφέρονταν οι κηδεμόνες η οι επίτροποι των ανη-λίκων παιδιών ήταν πώς να φύγουν αυτά το γρηγορότερο από κοντά τους και να μάθουν κάποια τέχνη η επάγγελμα, αδιαφορώντας για

τη μεταχείριση που θα έχουν από τους μάστορές τους, αλλά και για την αντίδραση η αντίσταση που θα έδειχνε η παιδική ηλικία,

στερημένη από γονική προστασία, στους κινδύνους και πειρασμούς που ελλόχευαν στην πόλη2. «να, σου παραδίνω το παιδί μου, το

1. Βλ. Ιω. Λαμπρίδης, Ηπειρωτικά Μελετήματα, Έκδοση Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών, Ιωάννινα 21971, τχ. 5, μέρος Β', σ. 50, 6που ανα-φέρονται επιγραμματικά τα έξης: «Επε ιδή δε υπό των Αρταίων εμπόρων

και ραπτών (καποτάδων) παρελαμβάνοντο και νέοι ως υπηρέται και βοηθοί εκ της ποιμενικής τάξεως των χωρίων Ματσούκη, Καλαρύτης και Σεράκου

έμαθον και ούτοι [...] και εγένοντο ράπται έμποροι και ιδιοκτήται πλοίων και κύριοι φορτίων».

2. Αποκαλυπτική είναι η μαρτυρία του Γάλλου πρόξενου στα Γιάννενα Ε. Grasset: «Les enfants sont ainsi de bonne heure de gagner leur vie et c' est un avantage pour la famille [...] Cette domesticité révolte les uns. Cet abanton des autres dans le milieu corrompu d ' u n e ville turque les expose à des tentations aux quelles ils doivent succomper [...] E t si à ces séductions il vient se mêler parfois quelques idées ou manoeu-vres, comment des adolescents peu attachés à une famille qui les dé-

Page 37: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

κρέας είναι δικό σου, τα κόκκαλα είναι δικά μου». Αυτή είναι συνήθως η στερεότυπη φράση, με διάφορες βέβαια παραλλαγές, στα εδάφη της οθωμανικής αυτοκρατορίας, που χρησιμοποιούσε ο πατέρας παραδίνοντας το παιδί του στον μάστορα1.

Επισημαίνονται ακόμη και περιπτώσεις κατά τις όποιες ο πα-τέρας δεν συνοδεύει το παιδί του στην πόλη, αλλά εξουσιοδοτεί

για τη σύμβαση μαθητείας του γιου του κάποιο συγχωριανό η συμ-πατριώτη τους που ζει και εργάζεται εκεί. η δοκιμασία των παι-διών αυτών καθώς και των γονέων τους αποτυπώνεται πολύ εύστο-χα σε άρθρο του περιοδικού Εβδομάς από τον Βλάση Σκορδέλη2:

«Παις δεκαετής η δωδεκαετής το πολύ λαμβάνει την ευχήν των γονέων του, κάμνει τον σταυρόν του και αναχωρεί εκ του μι-

κρού χωρίου του. εν μικρά πήρα εξηρτημένη από του ώμου έχει τον δεύτερον χιτώνά του και ολίγον άρτον ως μόνα εφόδια. Κατά

την τελευταίαν στιγμήν του αποχαιρετισμού ο πατήρ αποτείνει προς τον ξενητευόμενον υιόν του τας τελευταίας πατρικάς συμβουλάς του.

— να μη ξεχνάς, παιδί μου, την εκκλησιά, να ήσαι τίμιος και να θυμάσαι την μητέρα σου και τα αδέλφια σου. Άϊντε ! πήγαινε

'ς το καλό ! ο θεός μαζή σου ! έχε την ευχή μου !

désole, pourraient ils ne pas y prêter l'orreille». Correspondance Politique des Consuls, Turquie-Janina 7 (1862-1866), f. 275r-276r.

1. στα Γιάννενα, σύμφωνα με την προφορική μαρτυρία του ογδοντα-πεντάχρονου τσαρουχά Γεωργίου Πάικου, ο πατέρας η η μάννα του μικρού παιδιού, που θεωρούσε μεγάλο ευεργέτημα να προσληφθεί ο γιος τους από

ένα μάστορα στη δουλειά «για να φάει ψωμί», του έλεγε φεύγοντας: «κρέας σου δίνω κόκκαλα να πάρω». για τα Βαλκάνια γενικότερα βλ. Ζ. Shkodra,

Esnafet Squiptare, Tirane 1973, σ. 93, J . Hadzivasiljevic, Juiza Stara Srbija, τ. 1, Beograd 1909, σ. 68, Η. Kresevljakovic, «Ecnafi i obrti u Bosni i Hercegovini 1463-1878» στο Zbornik za Narodni Zivot i Obicaje, τχ. 35, Zagreb 1951, σ. 87. Σύμφωνα μάλιστα με τον Νικ. Καζαντζάκη, (Αναφορά στον Γκρέκο, έκδ. Ελ. Καζαντζάκη, Αθήνα, σ. 66), στην Κρήτη

τη φράση, «το κρέας δικό σου τα κόκκαλα δικά μου», απηύθυναν στον δάσκα-λο και οι γονείς, που πήγαιναν για πρώτη φορά τα παιδιά τους στο σχολείο.

2. Βλ. Βλασ. Σκορδέλης, «Εικών εκ του σύγχρονου ιδιωτικού Βίου», Εβδομάς, 30 Ιουνίου 1890, σ. 2.

Page 38: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ο μικρός ασπάζεται με δάκρυα την τραχείαν χείρα του πατρός του, ότε ούτος εμβάλλει εις την χείρα του υιού του 4-5 κερμάτια, το μόνον κεφάλαιον, διά να εισέλθη εις τον πολυκύμαντον κόσμον. η μήτηρ κλαίει, ασπάζεται το παιδί της και εγχειρίζει εις αυτό ζεύγος περιποδίων, έργον των χειρών της καινουργές. Μετ' ολίγον ο παις γίνεται άφαντος όπισθεν των λόφων, οι δε γονείς επιστρέ-φουσιν εις την οικίαν των μεταξύ θλίψεως και χαράς αορίστων ελπίδων.

ο μικρός ταξιδιώτης —ας είπωμεν την αλήθειαν— οδοιπορών δεν κάμνει σχέδια" η ηλικία του δεν γνωρίζει ακόμη τον κόσμον. η μόνη ευχή του είναι να δυνηθή ευκόλως ν' ανεύρη εν τη πόλει τον συμπατριώτην του, όστις προ εξ μηνών είχεν αναχωρήση εκ του χωρίου του. Ήρκει ν' ανεύρη αυτόν" όλα τα άλλα ο Θεός θα τα έφερνε δεξιά.

— Ποίον αφήνει ο Θεός; Φθάνει εις την πόλιν και μετά τινας περιπετείας ευρίσκει τον

συμπατριώτην του, τη βοηθεία δε αυτού εισέρχεται ως υπηρέτης...». Από την άλλη μεριά, οι μάστορες προσλάμβαναν τους μαθητευό-

μενους με ευχαρίστηση, γιατί ήταν αναγκαίοι και τις περισσότερες φορές τους έπαιρναν χωρίς αμοιβή η σαν πολύ φτηνή εργατική δύναμη. Απαραίτητα όμως, τόσο το τσιράκι τώρα όσο και ο κάλ-φας αργότερα, έπρεπε να είναι ομόθρησκοι προς τους μάστορές τους, Αν και σε μερικές περιοχές, παρά τον κανόνα, συνυπάρχουν

αλλόθρησκοι αλλά και αλλοεθνείς συντεχνίτες, συγκροτώντας τις λεγόμενες μικτές συντεχνίες.

στα τουρκοκρατούμενα εδάφη η μαθητεία δεν ήταν νομικά κα-τοχυρωμένη και το κλείσιμο της συμφωνίας, που γινόταν ανάμεσα στον κηδεμόνα του μικρού παιδιού και τον μελλοντικό εκπαιδευτή του, έμενε πάντα σχεδόν σε προφορικό επίπεδο. Είχαμε όμως την τύχη να περιέλθει στα χέρια μας ένα τέτοιο συμφωνητικό, που το παραθέτουμε στο Παράρτημα1. Ανάμεσα στα τόσα ενδιαφέροντα στοιχεία που παρουσιάζει το παραπάνω «μαρτυρικόν γράμμα»,

1. Βλ. Παράρτημα, αριθ. εγγρ. 4.

Page 39: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

είναι και το γεγονός ότι το κύρος του και η ισχύς του «εν παντί κριτηρίω δικαιοσύνης» απορρέει από τις υπογραφές των κατοίκων

της κοινότητας, στην όποια ανήκουν τόσο ο μάστορας όσο και ο μαθητευόμενος.

Αντίθετα, στις περιοχές που είχαν γνωρίσει τη βενετική κυ-ριαρχία η τη Φραγκοκρατία γενικότερα το συμβόλαιο μαθητείας είχε νομική κάλυψη, αφού εγγραφόταν κάθε φορά ως ξεχωριστή συμβολαιογραφική πράξη στους νοταριακούς κώδικες1, την οποία υπέγραφαν οι τοπικοί συμβολαιογράφοι και οι «παρακαλετοί» μάρ-τυρες2. στις παραπάνω συμβάσεις μάλιστα οριζόταν και ποινική ρήτρα, τόσο για τον μάστορα όσο και για τον μαθητευόμενο, σε πε-ρίπτωση που ο ένας από τους δύο αθετούσε τις υποχρεώσεις του3.

και στις δύο περιπτώσεις συνήθως η συμφωνία περιλάμβανε τον υποχρεωτικό χρόνο μαθητείας του νέου, την πιθανή αμοιβή του

και την τυχόν διατροφή και ενδυμασία του4. Γενικά όμως ο μά-στορας είχε απόλυτη ελευθερία στο να επιβάλει τους όρους, κάτω

από τους οποίους θα δεχόταν τον μαθητευόμενο, αφού η προσφορά ήταν μεγαλύτερη από τη ζήτηση, τουλάχιστον μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα.

Όταν ο μάστορας τελικά προσλάμβανε το παιδί, ήταν υποχρε-ωμένος στη συνέχεια, σύμφωνα με τις σχετικές συντεχνιακές δια-τάξεις, να το δηλώσει στη συντεχνία του, γιατί ο μαθητευόμενος

1. Βλ. Στ. Δ. Καββάδας, οι κώδικες της Χίου, μέρος Α', Χίος 1950, σ. 88.

2. Βλ. Κων. Μέρτζιος, «Σταχυολογήματα», ο'.π., σ. 254-255. 3. Βλ. Ιωάννης Κίσκηρας, η σύμβασις μαθητείας εν τη βενετοκρα-

τούμενη Κρήτη (μετ ανεκδότων εγγράφων εκ του Archivio di Stato της Βενετίας), Αθήναι 1968, σ. 10.

4. στον κώδικα του Πυργιού της Χίου (1722-1726) αναφέρεται ρητά από τον τοπικό συμβολαιογράφο, σε σχετική νοταριακή πράξη της 26ης

Δεκεμβρίου 1722, ότι ο μάστορας είναι υποχρεωμένος να δώσει στο κοπέλι «διά ρόγαν σελλάνια (ασλάνια) 15 τον κάθε χρόνον και να τον εντύνη και να

τον παπουτζόνη και τον ταγίζη κατά την τάξιν των κοπεληών». Βλ. Στ. Καββάδας, οι κώδικες της Χίου, μέρος Α', σ. 88-89.

Page 40: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

μπορεί να εξουσιαζόταν και να κηδεμονευόταν από τον εκπαιδευτή του, αλλά στην ουσία βρισκόταν κάτω από την αυθεντία της εσνα-φικής οργάνωσης.

«Σημειώνομεν», αναφέρει εγγραφή στον συντεχνιακό κώδικα των τεκτόνων της Φιλιππούπολης, «εις το κατάστιχον τους μαθη-

τάδες όπου στοιχούνι, του μιστό τους, να ξεύρουνι τουν κυριό τους»1.

Επίσης, στο καταστατικό της συντεχνίας των μπακάληδων της Μοσχόπολης αναφέρεται ρητά: «όταν έχη τινάς χρείαν διά χουζ-μικιάρην, πρώτον να τον στοιχήση, ομπροστά εις το ρουφέτιον και ύστερα να τον εμπάση εις το εργαστήριον του, ειδέ και κρύφα κάμη καμμίαν συμφωνίαν να είναι το χουσμέτι του δούλου χαμένον και

να μη πιασθή εις το ρουφέτιον»2. Αλλά και στη Ζάκυνθο η Γε-ρουσία υποχρεώνει το 1840 όλους τους αρχιτεχνίτες και έμπορους

του νησιού να καταγράφουν τα παιδιά, που έρχονται να μαθητεύ-σουν κοντά τους, στους αντίστοιχους συντεχνιακούς κώδικες3.

σε όλα σχεδόν τα συντεχνιακά καταστατικά υπήρχαν ειδικά άρθρα, που καθόριζαν τον τρόπο μαθητείας του τσιρακιού, με μικρές κατά τόπους η κατά επαγγέλματα αποκλίσεις. Συνολικά οι συντε-χνιακοί κανονισμοί, σε συνάρτηση με τις σωζόμενες μαθητειακές συμβάσεις και άλλες μαρτυρίες, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι προέβλεπαν τέσσερα είδη μαθητείας.

στην πρώτη περίπτωση το παιδί προσλαμβάνεται από τον μά-στορά του, για τρία χρόνια συνήθως, χωρίς αμοιβή, αλλά ο τελευ-ταίος είναι υποχρεωμένος να του προσφέρει φαγητό και κατοικία4.

1. Βλ. Μυρτ. Αποστολίδης, «τα αρχεία του εν Φιλιππουπόλει εσναφίου των τεκτόνων», ΑΘΛΓΘ 1 (1934-35), σ. 110.

2. Βλ. Ν. Βέης, «εκ του καταστίχου της συντεχνίας των παντοπωλών της Μοσχοπόλεως», ό.π., α. 527.

3. Βλ. Λ. Ζώης, Αι εν Ζακύνθω συντεχνίαι , σ. 30 και 35. 4. Βλ. Μ. Καλινδέρης, Αι συντεχνίαι της Κοζάνης, σ. 29. Πβ. και Π.

Παπαχριστοδούλου, «τα εσνάφια και η οικονομική και πνευματική άνθιση του ελληνισμού επί Τουρκοκρατίας», ΑΘΛΓΘ 16 (1951), σ. 59.

Page 41: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

στη δεύτερη τα έξοδα διατροφής της πρώτης χρονιάς αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου ο πατέρας του μαθητευόμενου, γεγονός που είχε ως συνέπεια τη συντόμευση της άμισθης μαθητείας, αφού κιόλας τη δεύτερη χρονιά ο νέος αμείβεται από τον μάστορά του με ετήσιο μισθό, έστω κι αν αυτός είναι πάντα πενιχρός και ασήμαντος1. μια τρίτη μορφή μαθητείας έχουμε όταν οι μαθητευόμενοι παίρνουν από την αρχή κάποια υποτυπώδη αμοιβή από τους δασκάλους τους βιο-τέχνες η εμπόρους, αλλά αναλαμβάνουν σχεδόν ολοκληρωτικά οι ίδιοι τα έξοδα φαγητού και ενδυμασίας2. Τέλος, στην τέταρτη κα-τηγορία ανήκουν οι μαθητευόμενοι που εξασφαλίζουν από τους μά-στορές τους μισθό, ενδυμασία, τροφή, στέγη και την πληρωμή των φόρων τους: ακόμη εσιμφωνήθη όπου ο αναστάσης διά τούτους τους δύο χρόνους να πάρη μαζή του τον ντήνον διά ουσμεκιάρην εις το εργαστήρι του να τον δουλεύη και να τον υπακούγη ως μά-στουραν όπου τον είχεν και αυτός να τον προσέχει και έχει να τον δίδει διακόσια γρόσια τους δύο χρόνους και να τον κάμει τα συνη-θισμένα φορέματα να τραβήξει και τα έξοδά του [...] και τα χα-ρατζοχάρτια του3.

Βέβαια, παρατηρούνται σποραδικά μερικές ασήμαντες διαφο-ροποιήσεις ανάμεσα στους μάστορες, οι όποιες μάλλον οφείλονται στην τήρηση η μη μερικών άγραφων συντεχνιακών εθίμων. για παράδειγμα υπήρχε η συνήθεια να προσφέρει ο μάστορας στον αρ-χάριο μαθητή του ένα ζευγάρι παπούτσια η τσαρούχια κι ένα φέσι, είτε κατά τη στιγμή της πρόσληψής του, είτε στις μεγάλες γιορτές της Χριστιανοσύνης (Χριστούγεννα-Πάσχα). Αυτή την παράδοση όμως λίγοι μάστορες την ακολουθούσαν, όπως συμπεραίνεται, τόσο

1. Βλ. Μ. Καλινδέρης, ό.π., σ. 29. 2. για τον τύπο αυτό μαθητείας βλ. Ν. Βέης, «εκ του καταστίχου της

συντεχνίας των παντοπωλών της Μοσχοπόλεως», ό.π., σ. 527. Πβ. και Μ. Αποστολίδης, «Δύο Έγγραφα εκ Φιλιππουπόλεως», Θρακικά 2 (1929), σ.

330-331. 3. Βλ. Παράρτημα, αριθ. εγγρ. 4. Πβ. και Στ. Καββάδας, οι Κώδικες

της Χίου, μέρος Α', σ. 88.

Page 42: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 43: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Π ε ρ ι ο χ έ ς που έδωσαν συντροφίες κτιστών

Page 44: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

από γραπτές1, όσο και από προφορικές μαρτυρίες2. οι μικρές αυτές διαφορές η παραλλαγές από μάστορα σε μά-

στορα δεν επηρεάζουν άμεσα τη διαπίστωση, ότι από τα τέσσερα είδη μαθητείας φαίνεται ως επικρατέστερο το τρίτο, ανεξάρτητα

από τις τοπικές και χρονικές συγκυρίες, όπου το τσιράκι έχει αρ-χικά ασήμαντες αποδοχές, που αυξάνουν προοδευτικά με τον καιρό, παραμένοντας όμως πάντα σε χαμηλά επίπεδα.

ο συνηθισμένος χρόνος μαθητείας στον ευρύτερο βαλκανικό χώ-ρο ήταν τρία χρόνια (1001 μέρες3), αν και το χρονικό αυτό διά-στημα μπορούσε να ποικίλλει όχι μόνο από συντεχνία σε συντεχνία,

αλλά και από τόπο σε τόπο4. Παρόλο που οι συντεχνιακές διατά-ξεις ήταν πάντα σαφείς στο θέμα αυτό, στην πραγματικότητα

όμως τη διάρκεια εκπαίδευσης καθόριζε ο μάστορας, ανάλογα με τις προσωπικές του ανάγκες. Έτσι, φθάνουμε σε περιπτώσεις που η μαθητεία, εξαιτίας περισσότερο της αρνητικής στάσης του μά-

στορα και λιγότερο της περιορισμένης παιδευτικής ικανότητας του παιδιού, όχι μόνο ξεπερνούσε τα τέσσερα και πέντε χρόνια5, αλλά

1. Επιχειρώντας μια μικρή στατιστική προσέγγιση στις προσλήψεις των παιδιών που πραγματοποιήθηκαν από τους μαστόρους της συντεχνίας των δουλγέρηδων της Φιλιππούπολης, παρατηρούμε ότι μόνο εν ας μάστορας από

τους 25 στο διάστημα 1851-1853 στοιχίζει τον μαθητή του «διά χρονικήν κι' ένα φέσι και πλύσιμου γρ. 200». Βλ. Μ. Αποστολίδης, «τα αρχεία του

εν Φιλιππουπόλει εσναφίου τεκτόνων», ΑΘΛΓΘ 1 (1934-35), σ. 119. 2. Βλ. Στ. Παπαδόπουλος, η χαλκοτεχνία στον ελληνικό χώρο, σ. 100. 3. Βλ. Georges Vadja , «Les corps de métiers en Turquie d ' aprè s

deux publications de VI. Gordlevskij», Revue des Études Islamiques, Paris 1934, τεύχ. A', σ. 85. Πβ. και Halil Inalcik, «ο σχηματισμός κε-φαλαίου στην οθωμανική αυτοκρατορία», στον τόμο οικονομική δομή των βαλκανικών χωρών στα χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας, ΙΕ'-ΙΘ' αι.,

Αθήνα 1979, σ. 511. 4. ο Αλ. Φλωράκης, η λαϊκή λιθογλυπτική της Τήνου, Αθήνα 1981,

σ. 86-87, αναφερόμενος στους μαθητευόμενους μαρμαράδες του νησιού λέγει ότι: «ο παραγιός μένει στη δούλεψη του αφεντικού όσο να μάθη καλά τη δου-

λειά. Ποτέ όμως λιγότερο από 4 χρόνια». 5. Βλ. Τόμος εκκλησιαστικός, ονομαζόμενος θησαυρός νέος, και πα-

λαιός της Αγίας Γραφής, πάνυ ωφέλιμος της ψυχής, και των Αγίων Πατέρων

Page 45: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

έφθανε τα εφτά η οχτώ και μερικές φορές διαρκούσε ακόμη πιο πολύ1.

Από την άλλη μεριά υπήρχαν οι επίσημες συντεχνιακές δεσμεύ-σεις, που απαιτούσαν τρία χρόνια μαθητείας ως αναγκαία και στις πιο ευνοϊκές συνθήκες, είτε δηλαδή επρόκειτο για γΛύς των μα-στόρων είτε για τους πιο ικανούς και ευφυείς μαθητευόμενους με εξω-επαγγελματική προέλευση, αλλά συχνά καταστρατηγούνταν. ο μικρότερος χρόνος μαθητείας οφειλόταν κυρίως στην ευφυία του τσιρακιού, που συναρτιόταν τις περισσότερες φορές με τον πα-ράγοντα ηλικία άλλα και την καλή διάθεση του μάστορα.

η μεγαλύτερη χρονική διάρκεια μαθητείας θα πρέπει ν' απο-δοθεί σίγουρα στον ανασταλτικό ρόλο των μαστόρων, που δεν επι-θυμούσαν την ανέλιξη των παραγιών τους για δυο κυρίως λόγους: Πρώτον, γιατί έτσι εξασφάλιζαν την πλήρη προσφορά απλήρωτης εργασίας για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα και δεύτερον, γιατί

ανέβαλλαν την ολοκλήρωση ενός πιθανού ανταγωνιστή. Χαρακτηριστική είναι η εκμυστήρευση-ομολογία ενός αρχιτε-

χνίτη χαλκουργού. «Να σου πω δε βγάζαμε πολλά τσιράκια — τσι-ράκια τα λέγαμε, διότι είχαμε την κατάρα από τους μπαρμπάδες μας να μη βγάζουμε τσιράκια, διότι μας έβγανε τα μάτια έπειτα— άνοιγε μαγαζί»2.

Αλλά για την παράταση της μαθητείας καταλογίζεται ένα με-γάλο μέρος ευθυνών και στις ίδιες τις συντεχνίες, που κρατούσαν συνήθως σκόπιμα μια παθητική στάση η εμφανίζονταν ανεκτικές στην έκδηλη εκμετάλλευση του μαθητευόμενου.

Αντίθετα, οι γιοι των μαστόρων η των συγγενών τους γνώ-ριζαν μια ασύγκριτα ευνοϊκότερη μεταχείριση, απ' ό,τι οι άλλοι μα-

ρων ποιήματα εκκλησιαστικά, και άγια και ωφέλιμα λόγια του Δεσπότου Χ ρ ι -στού, και της κυρίας Θεοτόκου, προς κοινήν ωφέλειαν των ψυχών και ορθο-

δόξων χριστιανών..., Ενετίησιν 1802, σ. ιδ'. 1. Σύμφωνα με τον περιηγητή Ε. Μ. Cousinery (Voyage dans la Ma-

cédoine, τ. A', σ. 50) η συνολική μαθητεία του ασκούμενου στη συντεχνία των βυρσοδεψών της Θεσσαλονίκης διαρκούσε 20 χρόνια.

2. Στ. Παπαδόπουλος, η χαλκοτεχνία στον ελληνικό χώρο, σ. 98.

Page 46: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

μαθητευόμενοι. οι πρώτοι δηλαδή δεν πλήρωναν καθόλου η διέθεταν πολύ ελάχιστα χρήματα για την εκπαίδευσή τους, μαθήτευαν κοντά

στους δικούς τους ακριβώς τον αναγκαίο χρόνο η και λιγότερο και το κυριότερο είχαν πιο ανθρώπινες συνθήκες διατροφής και διαβίω-σης1.

Όπως είναι φυσικό, τα συντεχνιακά μέλη που είχαν γιούς-μα-θητές φρόντιζαν, όσο πιο γρήγορα γινόταν, να τους προωθήσουν, εξασφαλίζοντας την άμεση διαδοχή, ενώ τα παιδιά που προέρχον-ταν από εξω-επαγγελματικές οικογένειες, τα παρεμπόδιζαν συνε-χώς και παραβίαζαν τις συμφωνημένες διάρκειες μαθητείας για

την εξακολούθηση της παροχής δωρεάν εργασίας.

4. Είδος εργασίας

Κατά τη διάρκεια της «πρωτοβάθμιας» εκπαίδευσής τους οι μαθητευόμενοι ήταν υποχρεωμένοι να προσφέρουν στους συντεχνί-τες υπηρεσίες, όχι μόνο επαγγελματικές στα εργαστήρια, αλλά και

στα σπίτια τους καθαρά υπηρετικές. Αρκετές φορές μάλιστα, ο μάστορας ζητούσε επιτακτικά από το τσιράκι του πολλές και βα-ριές εκδουλεύσεις, που έρχονταν σε πλήρη αντίθεση με τις σωμα-τικές και πνευματικές δυνατότητες της ηλικίας του. Ανάμεσα στα πολυπληθή και ποικίλα υπηρετικά καθήκοντα των τσιρακιών ξε-χωρίζουν: το άναμα της φωτιάς, το μαγείρεμα, το κουβάλημα ξύ-λων για θέρμανση, η μεταφορά του νερού από το πηγάδι η τη βρύση, το πλύσιμο πιάτων και ρούχων, το ζύμωμα του ψωμιού, το γυά-λισμα των παπουτσιών του μάστορα και το ξεσκόνισμα των ρού-χων του, η καθαριότητα του σπιτιού και η απασχόληση των μι-κρών παιδιών των αφεντικών τους.

την παραπάνω πραγματικότητα μας αποδίδει με πολύ πειστικό

1. Μπορούμε να υποστηρίξουμε εδώ ότι ειδικότερα οι γιοι των συντεχνι-ακών μελών δεν έπαιρναν μισθό, επειδή οι σχέσεις τους με τους γονείς τους χαρακτηρίζονταν από τα ισχύοντα δίκαια των εποχών ως οικογενειακές σχέ-σεις και όχι ως συμβάσεις εργασίας.

Page 47: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

τρόπο ο Ιω. Μακρυγιάννης στα Απομνημονεύματά του, όταν μας εξιστορεί την παιδική του ηλικία: «Σηκωθήκαμεν όλη η φαμελιά

και συγγενείς και πήγαμεν εις Λιβαδιά [...] Εγώ έγινα ως εφτά χρονών. με βάλαν να εργάζωμαι σε έναν εκατό παράδες τον χρό-νον, τον άλλον χρόνον πέντε γρόσια. Αφού έκανα πολλές δουλειές, ήθελαν να κάνω κι' άλλες δουλειές ταπεινές του σπιτιού και να περι-ποιώμαι τα παιδιά. Τότε αυτό ήταν ο θάνατος μου. δεν ήθελα

να κάνω αυτό το έργον και μ' έδερναν και οι αφεντάδες και οι συγ-γενείς [...] και την ίδια 'πηρεσία ξακολουθούσα κάμποσον καιρόν. Τότε διά να γλιτώσω από αυτήν την 'πηρεσίαν, ότι η φιλοτιμία μου δεν μ' άφηνε ήσυχον ούτε μέρα ούτε νύχτα, άρχισα ξύλο, τρύ-πημα κεφάλια των παιδιών και της ίδιας μου μητέρας και έφευγα μέσα στις ράχες. και μ' αυτό βαρέθηκαν και με λευτέρωσαν, ότι αυτήνη η 'πηρεσία μ' είχε καταντήσει να χαθώ»1.

Παρόμοιες εμπειρίες βιώνει και ο Αθηναίος Παναγιώτης Σκου-ζές στο πρώτο στάδιο της μαθητείας του, όταν εργάζεται εντεκαε-

τής σε πραγματευτάδικο εργαστήρι, που έχουν συνεταιρικά οι συμ-πολίτες του Αντρέας Πεφάνης, Ιωάννης Ζωγράφος και Σπύρος Λυμπέριος Παναγιωτάτζης: «Ήμουν εις χρέος», λέγει, «να πα-γαίνω εις τα τρία σπίτια να υπηρετώ των μαΐστρων μου —έτζι τότε έλεγον τους μαστόρους τα παιδιά: μαΐστρο και την γυναί-κα του μαΐστρα. Έως το μεσημέρι υπηρετούσα εις τα σπίτια της μαΐστρας μου: νερό από την βρύση, σκούπισμα και άλλας υπηρε-σίας και τα λοιπά [...] εις όλα αυτά με μεταχειρίζονταν και με

την αράδαν με έστελναν και εμάζευα και εληές από τα ελαιόδεν-τρα»2.

Αλλά κι αργότερα, όταν ο πατέρας του αναγκάζεται να εγκα-ταλείψει την Αθήνα, από την τυραννία του Χατζή-Αλή Χασεκή,

και να καταφύγει μαζί του στην Χαλκίδα, τον βρίσκουμε να μαθη-

1. Βλ. Ιω. Μακρυγιάννης, Απομνημονεύματα, σ. 16. 2. Βλ. Παναγής Σκουζές, Απομνημονεύματα. Η τυραννία τον Χ α τ ζ ή -

Αλή Χασεκή στην τουρκοκρατούμενη Αθήνα (1772-1796), επιμέλεια -σχόλια Θαν. Παπαδόπουλου, Αθήνα 1975, σ. 90.

Page 48: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

μαθητεύει αρχικά σ' ένα χριστιανό παπουτζή και μετέπειτα σ' ένα ο-θωμανό ομόλογο του κάτω από τις ίδιες συνθήκες: «Έτζι ο πατήρ μου [...] με επήρεν εις Χαλκίδαν. με βάλλει εις έναν οθωμανόν πα-πουχτζήν Ουστά Μεγμέτην, δια να μάθω την τέχνην οπού είχα

αρχίσει [...] Εις το αργαστήρι ολίγες ώρες εκαθόμουν [...] ο Ουστά Μεγμέτης μάστοράς μου είχεν δύο παιδιά [...] Το μεγαλύτερον ο

Αγμέτης ήτον σχεδόν 5 χρονών και ακόμης δεν ημπορούσεν να πε-ριπατά. Ήμουν υποχρεωμένος να τον βαστώ και να τον κο(υ)βα-λώ απάνω μου- να κάμνω υπηρεσίας εις το σπίτι, να κουβαλώ νε-ρό και τα λοιπά του σπιτιού [...] Δούλαν δεν είχεν, ήμουν εις το χρέος να κάμνω όλας τας υπηρεσίας του σπιτιού [...] Εγώ ήμουν

εις το οσπίτιόν του με την γυναίκαν του Αϊσέ και τα δύο μικρά παιδιά [...] να με βάνει η Κυρία να μαγειρεύω και τα λοιπά. Κάθε βράδυ να με παίρνει εις τα μέσα οσπίτια του χαρεμιού, να με βάνει να της τραγουδώ»1.

Συνεχίζοντας την απαρίθμηση των υπηρετικών καθηκόντων των τσιρακιών οφείλουμε να προσθέσουμε ακόμη ότι πολλές φορές τα ίδια έβγαιναν στην αγορά για ψώνια του σπιτιού2 και κυρίως

1. Βλ. Παναγής Σκουζές, ό.π., σ. 98. 2. Βλ. Μακρυγιάννης, Απομνημονεύματα, σ. 19. Εδώ ο Μακρυγιάννης

προσλαμβάνεται ως χουζμεκιάρης από τον Θανάση Λιδορίκη με παραπλήσια καθήκοντα, παρά την έντονη αντίδρασή του. Χαρακτηριστικός είναι ο διάλο-γος που ακολουθεί: «Τότε γυρεύει να μ' αφήση εις το σπίτι του έμενα" δεν ήθελα να κάτζω. Μου είπε: "θα κάτζης και με το στανιόν". Αυτό δεν μπορού-σα να το αποφύγω, ότ' είχε την δύναμη. Έκατζα με συμφωνίες, ότι εγώ δούλος δεν κάθομαι. "Κάνω την 'πηρεσία του σπιτιού σου, όμως θα γνωριστώ και με τους κατοίκους να δανειστώ, να κάμω και εμπόριο, ότ' είμαι γυμνός, να ντυθώ (Αυτός ήταν φιλάργυρος, δεν μόδινε τίποτας). Πρώτη συμφωνία αυτήνη, του είπα, και δεύτερον τα ψώνια του σπιτιού σου, να βαστάη η γυ-ναίκα σου τα χρήματα και τον λογαριασμό, ξέρει γράμματα. και να μου δίνη να της ψωνίζω, να ζυάζη όταν φέρνω το ψώνιο και ό,τι κάνει να πλερώνη. Το ίδιον και εις τ ' άλλα ψώνια, να μην λέτε ότι σας έκλεψα' ότι τώρα με βλέ-πετε γυμνόν και αύριον ντυμένον και θα λέτε ότ' είμαι κλέφτης". Έκατζα μ' εκείνες τις συμφωνίες...». Πβ. και Αναστ. Γούδας, Βίοι Παράλληλοι, τ. Γ ' , εν Αθήναις 1870, σ. 82.

Page 49: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

της κουζίνας1 και μετέφεραν το μεσημεριανό φαγητό του μάστορα στο εργαστήρι2.

Αυτές τις οικιακές υπηρεσίες και όλες όσες προαναφέραμε ο παραγιός τις πρόσφερε μέχρι να έρθει κάποιος καινούργιος μα-θητευόμενος που θα τον αντικαθιστούσε, οπότε άρχιζε ουσιαστικά να εισέρχεται στο καθαρά επαγγελματικό στάδιο, περνώντας τις περισσότερες ώρες του στο εργαστήρι του μάστορα. Αλλά και στο εργαστήρι ο μαθητευόμενος υποχρεωνόταν σε βοηθητικές κυ-ρίως ασχολίες.

Έτσι οι κουρείς απαιτούσαν από τα τσιράκια τους να μένουν συνεχώς όρθια δίπλα τους για ν' σκονίζουν τα ξυράφια και ν' απο-μακρύνουν τις μύγες στη διάρκεια του καλοκαιριού. οι βυρσοδέ-ψες έστελναν τους μαθητευόμενους να μαζεύουν τα περιττώματα των σκύλων, τα όποια μαζί με την ασβέστη και τα βελανίδια

αποτελούσαν τα αναγκαία υλικά για την επεξεργασία του δέρμα-τος. στη συντεχνία των παπουτζήδων η κύρια απασχόληση του παραγιού ήταν το σκούπισμα και το καθάρισμα του μαγαζιού, το μούσκεμα των σκεβρωμένων πετσιών και το κέρωμα των κλω-στών η των σπάγγων. οι ίδιοι όφειλαν ακόμη να μαζεύουν από το έδαφος τις πεσμένες πρόκες και τα πεταλάκια και να τακτοποιούν τα εργαλεία των μαστόρων τους. στη συντεχνία των τσαρουχά-δων τα τσιράκια έκαναν τις οξιές, δηλ. τις άκρες από τα ράμματα, πολύ λεπτές, για να μπαίνουν εύκολα στο βελόνι του κάλφα η του μάστορα. οι καζάζηδες και ιμπρισιμάδες έβαζαν τα τσιράκια τους να πλένουν τα γαϊτάνια, τα συρίτια και τα κορδόνια ώστε να είναι έτοιμα για πλέξιμο η κέντημα. στη συντεχνία των γουναράδων

1. «εδω περα μας χριάζηται καθ' αυτό δούλος [...] να τον έχο εις το μαγιργιώ και να σκοδάρη εις τα έξω και να παραστέκεται εις τον οντάν όταν έρθη κανένας φίλος [...] να λοιπόν τούτης λογής χαλνούνται οι δούλοι και από

το μαγιργιώ να τους κάνουμε σιντρόφους τελιώνη η δουλιά». Βλ. Η λ ί α Παναγ. Γεωργίου, Νεώτερα στοιχεία περί της Ιστορίας και της συντροφιάς των

Αμπελακίων, Αθήναι 1950, σ. 23-24. 2. Βλ. Κων. Φωτόπουλος, «τα ισνάφια των παπ'τσήδων και κονταρ-

τζήδων», H.H. 1 (1979), σ. 74.

Page 50: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ράδων οι μαθητές διένεμαν αρχικά τις γούνες που ήταν έτοιμες για ράψιμο στο ειδικευμένο εργατικό προσωπικό, άνδρες και γυ-

ναίκες, και αργότερα τις συγκέντρωναν ραμμένες πια και σχεδόν ετοιμοπαράδοτες, πληρώνοντας ταυτόχρονα την άξια της εργασίας

και κρατώντας παράλληλα το σχετικό λογαριασμό. οι χαλκωματά-δες, όπως και οι άλλοι βιοτέχνες, υποχρέωναν τα μικρά παιδιά

ν' ανοίγουν το μαγαζί, αρκετές ώρες πριν ξημερώσει, για να το σκουπίσουν, να καθαρίσουν τα καζάνια, τις κατσαρόλες και τα άλλα σύνεργα της δουλείας, ούτως ώστε, το πρωί που θα έρχονταν

οι μάστορες στο εργαστήρι ν' αρχίζει η σφυρηλάτηση χωρίς κα-μιά χρονοτριβή. Στη συντεχνία των ξυλουργών τα τσιράκια κου-

βαλούσαν τα δοκάρια και τα ξεφλούδιζαν η μετέφεραν τις καρέκλες και τα άλλα έπιπλα στο σπίτι του πελάτη, αν τύχαινε ο αγοραστής

•να είναι από την ίδια πόλη. στη συντεχνία των κεραμιδάδων οι μαθητευόμενοι μετέφεραν το ειδικό χώμα και το άπλωναν στο

αλώνι για να στεγνώσει, αφού πρώτα το καθάριζαν από τις πέτρες, το κοπάνιζαν και το κοσκίνιζαν. στη συνέχεια το έβρεχαν για να το πατήσει ο ειδικός «λασπιάς» και την έτοιμη λάσπη κουβαλού-

σαν στον πάγκο του «καλουπατζή», ο όποιος έκοβε τα κεραμίδια. με παραπλήσια βοηθητικά καθήκοντα επωμίζονται και τ' α-

γόρια που μαθητεύουν σε συντεχνίες μη «στατικές». τα τσιράκια, για παράδειγμα, των κτιστάδων υποχρεώνονταν να κουβαλούν πέ-

τρες, χώμα, άμμο, και ασβέστη1, να βγάζουν και να βάζουν τα σαμάρια στα ζώα των μαστόρων τους, να τα ποτίζουν και να τα πηγαίνουν για βοσκή2.

στη συντεχνία των αγωγιατών οι παραγιοί κατά τις μετακινήσεις

1. για την κύρια απασχόληση των παιδιών αυτών γενικά βλ. Α. Πασπά-της, Υπόμνημα περί του Γραικικού Νοσοκομείου, σ. 235. Αλ. Μαμμόπου-λος, Αγγελική Χατζημιχάλη και η Ηπειρωτική λαϊκή τέχνη, εν Αθήναις 1967, σ. 11-12. Κ. Παπαθανάση-Μουσιοπούλου, «η συντεχνία των δουλγέ-ρηδων», ό.π., σ. 543.

2. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και με τους μαθητευόμενους στις παρέες, κομπανίες η συντροφιές χτιστών. Βλ. Χρ. Κωνσταντινόπουλος, οι παραδοσιακοί χτίστες της Πελοποννήσου, Αθήνα 1983, σ. 53.

Page 51: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Υπαίθριος κουρέας με το τσιράκι του. (Täschner, Alt - Stamb. εικ. 21).

Βλ. και Ελένη Βουραζέλη-Μαρινάκου, Αι εν Θράκη συντεχνίαι των Ελλήνων κατά την Τουρκοκρατίαν, πίνακας ζ'.

Page 52: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

νήσεις των καραβανιών ήταν υπεύθυνοι για την ομαλή πορεία των ζώων. Όπως είναι γνωστό, κάθε ζώο στο καραβάνι γνώριζε τη σειρά του και δεν άφηνε το άλλο, που ερχόταν από πίσω του, να του πάρει τη θέση. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, το μέχρι τότε προπορευόμενο ζώο κλωτσούσε και δάγκανε το ατίθασο με απο-τέλεσμα να σταματούν όλα τα ζώα που ακολουθούσαν. Τότε επε-νέβαιναν οι παραγιοί και προσπαθούσαν να ηρεμήσουν τα ζώα, βάζοντάς τα στην κανονική τους σειρά, για να συνεχιστεί το ταξίδι. Πρέπει ακόμη να υπογραμμίσουμε εδώ ότι στις μετακινήσεις αυ-τές, ενώ οι ταξιδιώτες και όλο το άλλο συντεχνιακό προσωπικό πήγαιναν καβάλα στα ζώα, οι μαθητευόμενοι διένυαν αυτές τις

αποστάσεις συνήθως πεζοί, και κατά διαστήματα έφιπποι, αφού σε δύο τσιράκια αντιστοιχούσε ένα άλογο1.

Αλλά και στις εμπορικές συντεχνίες ο μαθητευόμενος γνώριζε παρόμοια μεταχείριση. Ανάμεσα στις σχετικές μαρτυρίες ξεχω-ρίζει το κείμενο που φιλοξένησε το περιοδικό Εβδομάς στα τέλη του 19ου αιώνα, όπου και διαφαίνονται με σαφήνεια και ακρίβεια οι υπηρεσίες που προδιαγράφει ο έμπορος στο τσιράκι του: «το πρωί, πολλά πρωί, θα παίρνη τα κλειδιά και θα πηγαίνη ν' ανοίγη το μαγαζί, το όποιον θα σαρώνη καλά. Έπειτα, αφού το αφεντικό ψωνίση θα φέρη τα οψώνια εις την οικίαν, όπου θα βοηθήση την οικοδέσποιναν εις οικιακάς και μαγειρικάς εργασίας, π.χ. θα σα-ρώση την αυλήν, θ' ανάψη φωτιά, θα φέρη νερόν, θα κόψη ξύλα, θα καθαρίση άλλοτε κρόμμυα, άλλοτε ρύζι, άλλοτ' άλλο τι, θα λικνίζη το μικρόν η θα φέρη αυτό εις την αγκάλην. Αφού τελειώση τας εργασίας ταύτας, θα έρχεται πάλιν εις το μαγαζί, όπου θα ευρεθή πάντοτε εργασία τις, και όπου παιδεύεται και εις τα μυ-στήρια του εμπορίου.

1. Ανώνυμος, τα καραβάνια και τα χάνια. (ο Ρόβας που τον αποθανά-τισε η δημοτική Μούσα. το θρυλικό άλογό του. τα καραβάνια που πήγαιναν απ' τα Γιάννενα στο Βουκουρέστι. τα καραβάνια της Βαλκανικής. οι δούλοι και οι παραγιοί. τα χάνια της Βαλκανικής. Τί απέγιναν οι Ηπειρώτες χανι-τζήδες. τα χάνια που κλείνουν).

Page 53: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Απέναντι των εργασιών τούτων αντιμισθίαν έχει το ψωμί του και κατοικίαν, και μετά εν έτος, εάν το αφεντικόν μένη ευχαριστη-

μένον και η οικοδέσποινα δεν έχη βαρέα παράπονα, θα λαμβάνη και μισθόν τινά. το έτος τούτο τω όντι, είναι έτος δοκιμασίας, και κατ' αυτό θα φανή περίπου αν έχη μέλλον δ μικρός υπηρέτης.

Τρία τέσσερα έτη εξακολουθούσε η αμφίβιος αύτη υπηρεσία. Αλλά προϊόντος του χρόνου ο υπηρέτης προσκολλάται περισσότερον εις

το εμπορικόν κατάστημα και αρχίζει να λέγηται υπαλληλος [...] Κατ' αρχάς ήτο βωβόν όλως πρόσωπον εν τω καταστήματα

κατεβίβαζε τα εμπορεύματα από τα ράφια διά τους πελάτας, κα-τέβρεχε το πάτωμα, εξεσκόνιζε τα εμπορεύματα και εκόμιζεν αυτά εις τας οικίας»1.

Χαρακτηριστικό είναι επίσης και το απόσπασμα που δανειζό-μαστε από την έκθεση του Γάλλου πρόξενου στα Γιάννενα Ε. Grasset, σχετικό με τα υπηρεσιακά καθήκοντα, που ανέθεταν οι γιαννιώτες έμποροι στα τσιράκια τους: ou bien encore, leurs mettent sur les bras une petite pacotille ils les envoient faire à leurs risques et perils dans la rue et aux portes des maisons V apprentissage du commerce2.

Παρατηρούμε λοιπόν ότι οι περισσότερες υπηρεσίες που ανα-θέτουν οι μάστορες στα τσιράκια τους βρίσκονται έξω από τον κύριο χώρο δουλειάς, το εργαστήρι, αλλά και οι λίγες, που διεξά-γονται μέσα σ' αυτό, κάθε άλλο παρά έχουν άμεση σχέση με την

επαγγελματική τους κατάρτιση. το γεγονός αυτό επισημαίνει ο ίδιος πρόξενος όταν αναφέρε-

ται στην μαθητεία των νέων παιδιών και παρατηρεί ότι: Cette dure loi du travail imposée à l' enfance, labor i m p r o -bus [...] n' a plus aujourd'hui qu' un résultat celui de priver les jeunes garçons de toute instruction3.

1. Βλ. Βλασ. Σκορδέλης, ό.π., σ. 2. 2. Correspondance Politique des Consuls, Turquie-Janina 7 (1862-

1866), f. 274v. 3. Ό.π., f. 275v.

Page 54: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Άλλωστε οι περισσότεροι μάστορες δεν έκρυβαν από τα τσι-ράκια τους ότι στο στάδιο αυτό ήταν άξια μονάχα για χοντροδου-λειές, όλο «χωριατιά», παιδιά χωρίς γούστο1.

Είναι κοινή η παραδοχή ότι με την τακτική του αυτή ο μά-στορας επεδίωκε να κρατεί τον μαθητευόμενο μακριά από τα μυ-στικά της τέχνης η του επαγγέλματος. και ως ένα μεγάλο βαθμό

το κατόρθωνε, αφού οι μαθητευόμενοι στο λίγο χρόνο που τους έμενε, ανάμεσα στις υπηρεσιακές και υπηρετικές ασχολίες, προ-σπαθούσαν στα κλεφτά να μάθουν, έστω και αποσπασματικά, ν'

αυτοδιδαχτούν τον τρόπο δουλειάς και να κατατοπιστούν σε στοι-χειώδεις τομείς του επαγγέλματος που είχαν επιλέξει. την επαγ-γελματική αυτοδιδαχή των μικρών παιδιών αποδίδει ανάγλυφα

ο Αν. Γούδας, όταν αναφέρεται στο πρώτο στάδιο μαθητείας του μεγάλου Ηπειρώτη ευεργέτη Ζώη Καπλάνη2. Χαρακτηριστική είναι ακόμη και πληροφορία που μας παραδίδει ο τσαρουχάς Γε-ώργιος Πάϊκος: «Τότε μαθαίναμε μόνοι μας. Παίρναμε ένα κομ-μάτι πετσί, συνήθως τις ώρες που έλειπε τ' αφεντικό και ρίχναμε βελονιές να πάρουμε τον αέρα, φέρνοντας στο μυαλό μας πώς το έκαναν οι άλλοι που ήταν γρηγορότερα από μας. Βδομάδες, μη-νες, χρόνια ολόκληρα αυτή η δουλειά κι από πάνω η αγωνία να μη

σε πιάσει ο μάστορας». η αρνητική θέση του μάστορα, που αφαιρούσε σχεδόν κάθε

δυνατότητα στο τσιράκι ν' αποκτήσει μια στοιχειώδη επαγγελ-ματική κατάρτιση, σίγουρα απέβλεπε στην επιμήκυνση του χρόνου μαθητείας, στην παράταση της εκμετάλλευσης και στην καθυστέ-ρηση της ολοκλήρωσης του αυριανού ανταγωνιστή. για τη στάση αυτή μερικών μαστόρων μας παραδίδεται μια αποκαλυπτικότατη

1. Βλ. Λουκής Ακρίτας, «ο ήσκιος τ' αφεντικού», Ν.Ε. ΙΣΤ ' (1934), σ. 845.

2. «ο δε χρηστότατος οικοδεσπότης (Χατζή Νίκος) διέταξε τον Καπλά-νην να μην ασχολείται του λοιπού περί την βάναυσον υπηρεσίαν του μαγειρίου

αλλά να οψωνίζη μόνον τα εν αυτώ αναγκαιούντα" τας δε λοιπάς ώρας να δα-πανά εν τω εμπορικώ καταστήματι υπηρετών εν αυτώ και αυτοδιδασκόμενος». Βλ. Αν. Γούδας, Βίοι Παράλληλοι, τ. Γ ' , εν Αθήναις 1870, σ. 82.

Page 55: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

μαρτυρία σε κείμενο που γράφτηκε στις αρχές του 19ου αίώνα^ Πληροφοριοδότης είναι ο Δαμασκηνός ιερομόναχος Παπά Πανα-γιωτόπουλος από τη Δημητσάνα της Πελοποννήσου, που σχετικά

με το θέμα αυτό αναφέρει χαρακτηριστικά τα έξης: « Ω αλοίμονον, ω δυστυχία ετότε, τόσον εις μερικούς Διδασκάλους, όσον και εις

μερικούς τεχνίτας του κάθε ρουφετίου των τεχνών, οπού δεν φα-νερώνουν τας τέχνας των των πτωχών παιδιών, αλλά ζητούν να

τους δουλεύουν πέντε χρόνια, χωρίς μισθόν αλοίμονον εις εκείνους οπού εθελοκακούν και κρύπτουν το τάλαντον των πτωχών μαθη-

των»1.

5. Ώρες εργασίας

Η διάρκεια της ημερήσιας εργασίας δεν καθοριζόταν επίσημα από πουθενά. Όπως προκύπτει από τα σχετικά έγγραφα αλλά και από τις συγκλίνουσες μαρτυρίες των υπερήλικων σημερινών

μαστόρων, το ωράριο των μαθητευομένων ξεπερνούσε κατά πολύ το οκτάωρο και πλησίαζε τις 12 και 14 ώρες. οι ομόφωνες αυτές μαρτυρίες, γραπτές και προφορικές, αποτελούν ένα αδιάσειστο τεκ-μήριο του καταθλιπτικού ωραρίου των τσιρακιών και δεν μπορούν ν' αμφισβητηθούν ως υπερβολικές, έστω κι αν, σε μερικές περι-πτώσεις, ενδέχεται να υπάρχει υπέρβαση της πραγματικότητας.

Οι κυριότερες αιτίες της πολύωρης αυτής εργασίας μπορούν ν' αναζητηθούν: α) στα περιορισμένα περιθώρια κέρδους των συν-τεχνιτών από τον έντονο συναγωνισμό της αγοράς, β) στον περιο-ρισμένο αριθμό ημερών εργασίας εξαιτίας των πολλών θρησκευτι-κών αργιών και των συχνών αγγαρειών, γ) στις πελατειακές ανάγ-κες και δ) στις απεριόριστες δυνατότητες των μαστόρων να εκμε-ταλλεύονται κερδοσκοπικά τους μαθητευόμενους.

Υπάρχουν ακόμη μαρτυρίες που αναφέρουν 15 και 16 ώρες

1. Βλ. Τόμος εκκλησιαστικός, ονομαζόμενος θησαυρός νέος, Ενετίησιν 1802, σ. ιδ'.

Page 56: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

συνεχούς εργασίας1, με ολιγόλεπτη διακοπή για φαγητό το με-σημέρι2, η και ακόμη περισσότερες3. Είναι η εποχή που η νυ-κτερινή εργασία συναγωνίζεται την ημερήσια.

τα περισσότερα νυχτέρια γίνονταν στη διάρκεια του χειμώνα4, σε περιόδους αιχμής, όταν δηλ. θα επακολουθούσαν σύντομα

εμπορικά πανηγύρια και σε περιπτώσεις που έπρεπε να παραδοθεί από τον μάστορα μεγάλη παραγγελία σε τακτό χρονικό διάστημα και οι απαιτούμενες επαγγελματικά χρονικές προθεσμίες ήταν πο-

λύ περιορισμένες. Στην τρίτη περίπτωση τα νυχτέρια τις πιο πολλές φορές διαρκούν μέχρι το πρωί.

μια ζωντανή εικόνα αυτού του νυχτεριού, μας δίνει το παρα-κάτω ομώνυμο στιχούργημα, στο γλωσσικό ιδίωμα του τόπου.

Άιντε παιδιά μη λακαρντιά5, σας είπα ένα χόβι6

κάθε τσεράκι μουλουχτό να ράφτη και να κόβη.

1. Βλ. Κ. Φωτόπουλος, «τα ισνάφια των παπ'τσήδων και κονταρτζή-δων», H.H. 1 (1979), σ. 72.

2. Πολλές φορές μάλιστα η ώρα του φαγητού γινόταν τις πρώτες απο-γευματινές ώρες. Χαρακτηριστική είναι η παρακάτω μαρτυρία. Κάποτε ένας μάστορας, που καθόταν συνέχεια πάνω από τα κεφάλια των τσιρακιών και των καλφάδων για να δουλεύουν γρήγορα και καλά, ποτέ δεν τους «σκόλνα-γε» στην ώρα τους για φαγητό. Ένα μεσημέρι το μαστορόπουλο δεν βάσταξε και του λέει: — Αφεντικό προφταίνω να πάω και να γυρίσω ως το μεσημέρι στο χωριό (μισή ώρα δρόμο). — Σεριάνια θέλεις ωρέ Κίτσιο (τούπε το αφεντικό) μεσημέρι είναι τώρα. — Τότε γιατί δεν τρώμε;

(Βλ. ΓΑΚ-ΑΓΒ, φάκ. 80: Επαγγέλματα-Συνάφια-Ρουφέτια). 3. Βλ. Ανώνυμος, Ελληνική Νομαρχία, έκδ. Γ ' , Αθήνα 1957, σ. 143. 4. Βλ. Ν. Παπαχριστοδούλου, «τα εσνάφια των γεμενετζήδων, καβά-

φηδων, κοντουράδων στις Σαράντα εκκλησιές», ΑΘΛΓΘ 11 (1944-45), σ. 168-169 και 171.

5. λακιρντί = συζήτηση, φλυαρία (τουρκ. Iâkirdi). 6. χόβι = φορά. Από το χούς, μέτρο για τα υγρά των αρχαίων. Βλ.

Φιλήντας, Γλωσσογνωαία και Γλωσσογραφία ελληνική, τ. Α', Αθήνα 1924, σ. 8.

Page 57: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Κάμπλο1 σας βάνω όλους σας θα δώσω και μπαχτσίσια ως που να φέξη να ραφτούν αυτά τα μαϊμουδίσια.

Πρέπει οι πεχλέδες2 να γενούν ως αύριο μεράδια και πρέπει να ξεσύρετε τα σκούνξ και τα κουνάβια.

Γιατί την Πέφτη το ταχιά θα φύγω για το Σιάμι3

βιαστήτε τώρα κι' όταν ερθώ σας κάμω Ινα ικράμι4. Μαχαίρια γουναράδικα δουλεύουν στο τεζγιάκι κόβουν την νούρκα5 και οι ραφιές φκιάνουνται με μεράκι. Σουκιούτι6 μέσ' στο μαγαζί ούτε ένας λακαρντίζει μόνο τη «Σιάνω του Νισλή»7 ο Μήτσος μουρμουρίζει.

και υστέρα τ' αφεντικό καθώς μετράει πεχλέδες το «Ταταρόπλα» τραγουδεί και τους «Ταμπαχανέδες»8.

με το παραπάνω στιχούργημα επιβεβαιώνεται για άλλη μια φορά ότι τα τσιράκια, όπως και οι καλφάδες, κατά τη διάρκεια της εργασίας τους δεν έπρεπε να συνομιλούν μεταξύ τους. ο περιο-ρισμός αυτός βέβαια ισχύει γενικότερα για όλους τους μαθητευό-μενους, άσχετα με το σε ποιά συντεχνία ανήκουν και προφανώς επιβάλλεται από τους μαστόρους για ν' αποφεύγεται η σπατάλη χρόνου από μια ενδεχόμενη συζήτηση ανάμεσά τους9. Όμως η

1. κάμπλο = νυχτερινή εργασία. Σύμφωνα με τον Ευαγγ. Μπόγκα, Τουρ-κικές λέξεις σε παλιότερα ελληνικά κείμενα, Αθήνα 1958, σ. 27, ο τύπος προέρχεται από το τουρκ. kabala.

2. πεχλέδες = τα πλευρά του δέρματος της αλεπούς (τουρκ. pehle). 3. Σιάμι = Δαμασκός (τουρκ. §am) . 4. ικράμι = δώρο, περιποίηση (τουρκ. ikram). 5. Είδος γούνας" το νούρκι η νούρκα η ενυδρίς είναι ζώο αμφίβιο. Βλ.

Π. Χαρίσης, Αλληλοδιπλογραφία, ήτοι σύγγραμμα εμπορικόν επί της αλλη-λογραφίας του εμπορίου και των διπλογραφικών αυτών βιβλίων, Εν Βιέννη της Αυστρίας 1837, σ. 9.

6. σουκιούτι = ησυχία (τουρκ. sükünet). 7. Καστοριανό τραγούδι. 8. το στιχούργημα αυτό προέρχεται από την «Καναγκιουρίσια Καστο-

ριά», συλλογή ποιημάτων του I. Μπακάλη. 9. Τον περιορισμό αυτό παροτρύνουν και οι μοναχοί της εποχής: «όσοι

δε άνδρες η γυναίκες είσθε τεχνίται μη τραγουδήτε εκεί οπού δουλεύετε,

Page 58: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

απαγόρευση της συνομιλίας έκανε ακόμη πιο πολύ καταθλιπτικό και μαρτυρικό το εξουθενωτικό ωράριο εργασίας των τσιρακιών.

την αδιάκοπη εργασία, χωρίς την παραμικρή χαλάρωση, επι-σημαίνει και ο Γ. Βιζυηνός, όταν δωδεκαετής μαθητεύει στο «κα-κοδαιμονέστατον εσνάφι των ραπτών», καταδικασμένος να κά-θεται «σταυροποδητός και εσκυμμένος από πρωίας μέχρι βαθυτά-της νυκτός». Εύγλωττο είναι το κείμενο που ακολουθεί: «Προ πάντων ήρχισα ν' απεχθάνωμαι τον μάστορήν μου μικρόσωμον, καχεκτικόν γερόντιον, το οποίον [...] δεν έπαυε επιτηρών με ύ-περθεν των μεγάλων και στρογγυλών αυτού διόπτρων μη τυχόν εκτείνω ολίγον τον μαργωμένον πόδα η ορθώσω επί μικρόν την

κατακόπον σπονδυλικήν μου στήλην»1. Αυτή η υπερβολική εργασία, σε συνδυασμό με τις μικρές η

ανύπαρκτες αμοιβές και τις άθλιες συνθήκες διατροφής και δια-βίωσης, που θα γνωρίσουμε αμέσως παρακάτω, επηρέαζε

αφάνταστα τη σωματική τους διάπλαση και έκανε τους περισσότερους μαθητευόμενους καχεκτικούς, ασθενικούς και αρκετές φορές τους οδηγούσε στο θάνατο.

6. Αμοιβές

Οι αμοιβές των μαθητευόμενων είναι ενδεικτικές του κλίματος της εκ μετάλλευση ς. το τσιράκι, παρότι εργάζεται ακατάπαυστα,

ακόμη και τις αργίες, δεν θεωρείται ότι προσφέρει, αλλ' ότι παίρ-νει. Αυτό αποτελεί κοινό τόπο τόσο για τους γονείς και τα παιδιά τους όσο και για τους μάστορες.

Συνήθως τον πρώτο καιρό οι μαθητευόμενοι εργάζονταν χωρίς καμιά χρηματική αποζημίωση. με το πέρασμα όμως του χρόνου

μηδέ φλυαρήτε και λέγετε λόγια άκαιρα και αργά διατί όχι μόνον έχετε να δώσετε απολογίαν εν ημέρα κρίσεως διά τας αργολογίας οπού κάμνετε [...]

αλλά και προς τούτοις καμίαν προκοπήν δεν λαμβάνετε εις την τέχνην σας». Βλ. Νικόδημος Αγιορείτης, Χρηστοήθεια, Ενετίησιν 1803, σ. 20.

1. Βλ. Γ . Βιζυηνός, το μόνον της ζωής του ταξίδιον, Άπαντα, έκδ. οίκος Χρ. Γιοβάνη, Αθήναι 1955, σ. 207.

Page 59: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

έπαιρναν κάποιο μισθό, «ρόγα»1, στην αρχή πολύ μικρό, που αύξαινε προοδευτικά2. Παρ' όλα αυτά οι αποδοχές τους εξακο-λουθούσαν να είναι στο σύνολο τους πενιχρές. οι ελάχιστες διαφο-ροποιήσεις που παρατηρούνται ανάμεσα στις συντεχνίες δεν αλ-λοιώνουν τον κανόνα.

Αλλά και στην ίδια τη συντεχνία μπορεί να διαφέρει η ετήσια «στοίχιση» η το «ρόγιασμα» του τσιρακιού από μάστορα σε μά-στορα, χωρίς αυτό να σημαίνει, πέρα από μια ευνοϊκότερη μετα-χείριση, ότι ο «προνομιούχος» μαθητευόμενος αποσπούσε ικανο-ποιητικά χρηματικά ωφέλη.

στα αρχεία της συντεχνίας των φιλιππουπολιτών τεκτόνων καταχωρίζονται πάμπολλα τέτοια παραδείγματα: «1852 Ιανουα-ρίου 31, Τενεκέογλου Θουδωρής στοίχησι τσιράκι διά χρονικήν γρ. 210 — Ιανουαρίου 18, στοίχησι τσιράκι Παναγιώτης Τζερ-ναμέλκα διά χρονικήν γρ. 215 — 1815 τη Μαίου 8, στοίχησι μά-στουρ Σταύρη Κιουλαφλής μαθητή διά χρόνον γρ. 120 — 1852 Αυγούστου 24 στοίχησι μάστουρ-Γεώργις Τασούλους μαθητή διά χρονικήν γρ. 200 — 1852 Σεπτεμβρίου 25, Γάνους Δουμουστζής στοίχησι του Κατζούολου διά χρονικήν διά γρόσια 250 — 1852 Ο-κτωβρίου πρώτης, στοίχησι Ναούνης τσιράκι διά χρονικήν διά γρόσια 130 — Οκτωβρίου 26 στοίχησι τσιράκι Χρήστου Τσαού-σης διά χρονικήν διά γρ. 155»3.

1. ρόγα και ρογιάζω = μισθός και μισθώνω (λατιν. erogo). Βλ. και το δημοτικό τραγούδι: « Ε γ ώ είμαι έν' ορφανό παιδί, κι έχω και χήρα μάνα./ Μ' ερρόγιασεν η μάνα μου σ' ενός Αρμένη χέρια». Πβ. και την παραλλαγή:

«Εγώ 'μαι τ ' ορφανό παιδί, πόχω τη χήρα μάνα,/που πήγε και μ' αρόγιασε σ' έναν κακό αφέντη».

2. Βλ. Αγγ. Χατζημιχάλη, «Μορφές από την σωματειακή οργάνωση, των Ελλήνων στην Οθωμανική αύροκρατορία. οι συντεχνίες-Τα ισνάφια»,

L'Hellénisme Contemporain (1453-1953). η πεντακοσιοστή επέτειος από της αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως, Αθήνα 1953, σ. 290. Πβ. και Π.

Παπαχριστοδούλου, «τα εσνάφια και η οικονομική και πνευματική άνθιση του Ελληνισμού», ΑΘΛΓΘ 16 (1951), σ. 59.

3. Βλ. Μ. Αποστολίδης, «τα αρχεία του εν Φιλιππουπόλει εσναφίου· τεκτόνων», ό.π., σ. 119-120.

Page 60: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

στην ίδια δεκαετία του 19ου αιώνα (1858) ανακαλύπτουμε ότι στα Γιάννενα το μεροκάματο ενός τσιρακιού, που εργάζεται

κοντά σε κτιστάδες, κυμαίνεται από 2-4 γρόσια1. Αν επιχειρή-σουμε μια σύγκριση στα ποσά με τα όποια αμείβονταν οι μαθητευό-μενοι στις δύο αυτές περιοχές, αφού πρώτα μετατρέψουμε τις ε-τήσιες αποδοχές των πρώτων σε ημερήσιες, θα διαπιστώσουμε

ότι το ημερομίσθιο των δεύτερων είναι πιο αυξημένο2. εκείνο όμως που εχει ιδιαίτερη σημασία είναι πώς το «μερο-

δούλι» των μαστορόπουλων, ανεξάρτητα από τόπο και χρόνο, φαί-νεται ισοδύναμο η και μικρότερο από την ημερήσια αποζημίωση

των ζώων, που χρησιμοποιούνται από τους κτίστες για τη μεταφο-ρά οικοδομικών υλικών3.

Αλλά και στις άλλες συντεχνίες οι μαθητευόμενοι έχουν πα-ραπλήσιες αποδοχές. Σύμφωνα με τον Π. Αραβαντινό, το 1851

στα Γιάννενα «οι εν ταις βαναυσουργείαις παίδες λαμβάνουν ημε-

1. Βλ. «Κατάστιχον των εξόδων της οικοδομής της ιεράς εκκλησίας της κοιμήσεως της υπεραγίας Θεοτόκου του Αρχιμανδρείου επιστατούντων των κυρίων Ιωάννου Φώτου, Νικολάου Γιαννοπούλου, Αναστασίου Πανα-γιώτου, Σπυρίδων Ιωσήφ και αρχιερατεύοντος του αγίου Ιωαννίνων και Βελάς κυρίου Παρθενίου αωνη: 1858, Απριλ. 7: Ιωάννινα», φ. 18ν-19Γ, 21Γ και 22Γ.

2. Το συμπέρασμα βέβαια θα ήταν πιο πειστικό, αν γνωρίζαμε ότι οι καιρικές συνθήκες εκείνης της χρονιάς επέτρεψαν στους μαθητάδες-κτίστες

των Γιαννίνων να εργαστούν τις 200 μέρες, που πήραμε ως μέσο δρο για τους αντίστοιχους μαθητές της Φιλιππούπολης και πώς οι αποδοχές τους

παρέμειναν στα ίδια επίπεδα ολόκληρο το εργάσιμο έτος. 3. η αντιστοιχία μεροκάματου τσιρακιών-ζώων παρατηρείται και στα

μπουλούκια των μαστόρων της Κόνιτσας. Βλ. Νικ. Μουτσόπουλος, Κουδα-ραίοι Μακεδόνες και Ηπειρώτες μαΐστορες, Ανάτυπον εκ του Λευκώματος

του Τ.Ε.Ε., Αθήναι 1976, σ. 368, όπου στο σχετικό συμφωνητικό, υπογραμ-μένο από τον ιδιοκτήτη και τον μάστορα Νικόλαο Γεωργίου, από τη Βούρ-μπγιανη της Κόνιτσας, σημειώνονται τα εξής: «ο ειρημένος Νικόλαος υποχρεούται

να έχη εξ έως δέκα συντρόφους τεχνίτας καλούς και παιδία όσα χρειάζονται καθώς και ζώα διά τα όποια θέλει πληρώνεται 6σο και τα παιδιά».

το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και στην Πελοπόννησο. Βλ. Χρ. Κωνσταντι-νόπουλος, οι παραδοσιακοί χτίστες της Πελοποννήσου, Αθήνα 1983, σ. 52.

Page 61: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ημερούσιον» από 2-5 γρόσια»1. Επίσης στην εποχή του Κριμαϊκού πολέμου στην Αχρίδα το μεροκάματο ενός τσιρακιού κυμαίνεται από 60 παράδες μέχρι 2 γρόσια2. Πηγαίνοντας αρκετά χρόνια πίσω θα δούμε ότι στην Ύδρα το 1819 η ημερήσια πληρωμή για τα παιδιά που μαθητεύουν στη συντεχνία των καλαφατών είναι 60 παράδες (1,5 γρόσι)3.

για ν' αντιληφθούμε όμως την αξία του πενιχρού ημερομισθίου του τσιρακιού πρέπει να υπολογίσουμε ποιά ήταν η αγοραστική του δύναμη σε βασικά είδη διατροφής της εποχής εκείνης. Επι-χειρώντας λοιπόν τη σύγκριση με τις τιμές του καιρού, θα κατα-λήξουμε στο συμπέρασμα ότι με τις ημερήσιες αποδοχές του μα-θητευόμενου θα μπορούσε κανείς ν' αγοράσει μια οκά και ογδόντα δράμια βοδινού κρέατος η μια οκά πρόβειου η 200 δράμια ψάρια η δυο οκάδες σιτάρι η τρεις οκάδες καλαμπόκι η 240 δράμια τυ-ριού η 120 δράμια βουτύρου η 160 δράμια λαδιού.

εκτός από την υποτυπώδη αμοιβή τους οι παραγιοί σε μερικά επαγγέλματα είχαν και το φιλοδώρημά τους. Σχετικά αναφέρεται

ότι οι μαθητευόμενοι στις θρακικές συντεχνίες των αμπατζήδων φιλοδωρούνται με κάποιο μικρό ποσό, συνήθως ένα γρόσι, από τον πελάτη τους, που οι κάτοικοι της περιοχής ονόμαζαν τσιράκ-παρασί4. Αλλά και στις συντεχνίες των μπαρμπέρηδων τύχαινε, που και που, οι μικροί ν' αποσπούν από μερικούς ευκατάστατους πελάτες, μετά την ανάλογη περιποίησή τους, ένα ασήμαντο νό-μισμα.

Ακόμη στα Γιάννενα τα μαστορόπουλα, όπως άλλωστε και οι καλφάδες και οι ίδιοι οι κτίστες, έπαιρναν κάθε Σάββατο μια

1. Βλ. Π. Αραβαντινός, Χρονογραφία της Ηπείρου, τ. Β ' , εν Αθήναις 1856, σ. 255, σημ. 2.

2. Βλ. «Ohrid i Ohridsko niz istoriata», Institut za nacionalna istorija, Βιβλίο Β' , Skopia 1978, σ. 122.

3. Βλ. Αντ. Μανικής, «τα συνάφια της προεπαναστατικής Ύδρας», δ.π, σ. 192.

4. Βλ. Β. Ν. Δεληγιάννης, «το αμπατζηλίκι στη Θράκη», ΑΘΛΓΘ 2 (1935-36), σ. 67-68.

Page 62: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

επιπλέον χρηματική αποζημίωση, ισοδύναμη η και μεγαλύτερη από το μεροκάματο τους, η οποία καταγράφεται στα σχετικά έγ-γραφα ως «σαβατιάτικο»1.

Τέλος, πρέπει να επισημάνουμε το ενδιαφέρον έθιμο σύμφωνα με το όποιο οι μάστορες, τόσο στις βιοτεχνικές όσο και στις

εμπορικές και τις άλλες επαγγελματικές συσσωματώσεις, έδιναν πε-ριοδικά στα τσιράκια τους, υπό μορφή δώρου, ένα εντελές χρη-ματικό ποσό για τα έξοδα του κουρέα, τα λεγόμενα «ξυριστικά»2. Δίνοντας μια πρώτη ερμηνεία στο γεγονός νομίζουμε ότι οι μά-στορες προέβαιναν στη χειρονομία αυτή επειδή απαιτούσαν μέσα στα πλαίσια της γενικότερης συντεχνιακής πειθαρχίας, οι μαθητευό-μενοι να παρουσιάζονται «ευπρεπείς» και καθαροί τόσο για λόγους υγιεινής όσο και καλαισθησίας.

7. Διατροφή και διαβίωση

α) Διατροφή

Από τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεση μας εύκολα διαφαί-νεται ότι οι μαθητευόμενοι υποσιτίζονταν, αφού η καθημερινή τους τροφή και ανεπαρκής ποσοτικά αλλά και ποιοτικά κάκιστη ήταν. δεν θα ήταν υπερβολή, Αν υποστηρίζαμε ότι η σίτισή τους, με μηδαμινή προσφορά θρεπτικών υλών για τον ανθρώπινο οργα-νισμό, μόλις εξασφάλιζε τη διατήρησή τους στη ζωή.

Σύμφωνα με τις πηγές, την «παντοτεινή» τους τροφή αποτε-λούσε το καλαμποκίσιο ψωμί η το μαύρο, μίγμα σιταριού, κρι-θαριού και καλαμποκιού, που συνοδευόταν συνήθως με κρεμμύδια και πράσσα ωμά και σπάνια με τυρί3. σε δεύτερη μοίρα ακο-

1. Βλ. Κώδικας Αρχιμανδρειού, ό.π., φ. 18Γ _ ν . 2. Βλ. Αναστ. Γούδας, Βίοι Παράλληλοι, τ. Γ ' , εν Αθήναις 1870,

σ. 85. Πβ. και Παναγής Σκουζές, Απομνημονεύματα, σ. 91. 3. Βλ. Α. Γ . Πασπάτης, Υπόμνημα περί τον Γραικικού Νοσοκομείου,

σ. 236 και 238.

Page 63: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ακολουθούσαν τα όσπρια, τα λαχανικά —κι αργότερα οι πατάτες— μαγειρεμένα με ελάχιστο λάδι αλλά άφθονο ξύδι και πιπέρι. Χα-ρακτηριστική είναι η φράση-απάντηση από την συνθηματική γλώσ-σα των κτιστών της Ηπείρου στην ερώτηση ποιο είναι το συνηθι-σμένο τους φαγητό: «Μαντεύουμι μανό, μίχου, κούκκ'ς, νιροπού-λια κιτς πιρσσότιρις dénis πρασνάδια και φουσκοκίλια» (τρώμε ψωμί, κρέας, κουκκιά, ψάρια και τις περισσότερες ημέρες λάχανα

και φασόλια)1. Όμως το κρέας ανήκε στα σπάνια είδη διατροφής για τα τσι-

ράκια και, όταν κάποτε είχαν την τύχη να το γευθούν, οι προσφε-ρόμενες μερίδες ήταν πάντα ελλιπείς.

να πώς μας περιγράφει τη διατροφή του ο μετσοβίτης ευερ-γέτης Μιχαήλ Τοσίτσας, όταν μαθήτευε σ' ένα γουναρά της Θεσ-σαλονίκης στις αρχές του 19ου αιώνα: «Ούτω μεταβάς περί τα τέλη του 1801 εις Θεσσαλονίκην, εμβήκα εις τεχνίτην τινά, ονο-μαζόμενον Καραστογιάννην, άνθρωπον έχοντα κατάστημα με μα-θητάς και τον όποιον είχε σύντροφον ο πατήρ μου. Αν και υπέ-φερον πολλά ένεκα της απλότητος του ανθρώπου τούτου, διότι ούτος εσυνείθιζε να ζη λιτώτατα, ως εσυνείθιζον να ζώσι τότε

όλοι οι εν Θεσσαλονίκη, και ως το μόνον άφθονον εις ήμας ήτον ο άρτος, ενίοτε δε ετρώγαμεν 12 άνθρωποι μίαν οκάν κρέατος, και διά να αποχορτάσωμεν μας έδιδεν απ' ολίγον τυρόν, όταν δε έ-λειπε και τούτο, μας έδιδεν εν αυγόν εις δύο ανθρώπους και δι' εμέ ήτο δύσκολον τούτο, ως συνειθισμένον όντα εις τον πατέρα μου άλλως, μολοντούτο δεν ετόλμων να φανερώσω ταύτα»2.

σε ανάλογη η και μειονεκτικότερη θέση βρίσκονται οι μαθητευό-μενοι, όταν το συμβόλαιο μαθητείας δεν δεσμεύει τον μάστορα για

την παροχή της καθημερινής τους τροφής. τα παιδιά αυτά είναι αναγκασμένα ν' αναλαμβάνουν μόνα τους τη φροντίδα του φαγη-

τού, που ήταν πάντοτε λιτό και απέριττο, μια και οι αμοιβές τους

1. Βλ. Χρίστος Σούλης, «τα κουδαρίτικα των Χουλιαροχωρίων της Ηπείρου», Η .Χ . 5 (1930), σ. 168.

2. Βλ. Αν. Γούδας, Βίοι Παράλληλοι, τ. Δ', σ. 151.

Page 64: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

δύσκολα κάλυπταν τις ισχνές, αλλά απαραίτητες δαπάνες, για την παρασκευή του φτωχικού τους γεύματος. Μοναδική ελπίδα για

να γεμίσουν κάπως το στομάχι τους ήταν το φίλεμα από τις γυ-ναίκες των μαστόρων, όταν τα πρωϊνά περνούσαν τις ώρες τους στο σπίτι του μάστορα, προσφέροντας κι εκεί υπηρεσίες: «Μόλις καμίαν βολάν μου εφίλεβον οι μαΐστρες μου λίγα τζίτζιφα ή ολίγα ξυλοκέρατα»1.

Πρέπει ακόμη να προσθέσουμε εδώ ότι μόνο οι μάστορες μπο-ρούσαν να παίρνουν στο μαγαζί πρόχειρο πρόγευμα. για τους καλφάδες και ιδίως τα τσιράκια απαγορευόταν το φαγητό ενδιά-μεσα, πριν τη μεσημεριάτικη διακοπή: «Μόλις έβλεπε ο μάστορας

ότι πηγαίνουμε να τσιμπήσουμε καμιά ελιά με ψωμί έβγαινε από την έξω μεριά του εργαστηριού όπου ήταν τα παπούτσια κρεμασμέ-

να και τα ξεσκόνιζε. Πέφτανε οι σκόνες πάνω μας, πού να βάλουμε μπουκιά στο στόμα μας»2.

Βέβαια οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι και η τροφή όλων των άλλων μελών της συντεχνιακής κλίμακας (καλφάδων, μαστόρων)

δεν διέφερε ουσιαστικά. Όμως στην παιδική ηλικία η ανεπαρκής και πολλές φορές ακατάλληλη σε σύνθεση διατροφή καταβάλλει

γρηγορότερα τον ανθρώπινο οργανισμό και τον οδηγεί πιο εύκολα σε νοσηρές καταστάσεις, απ' ό,τι τον ενήλικο.

β) Διαβίωση

Αλλά και για τις συνθήκες διαμονής τα συμπεράσματα, είναι απογοητευτικά. Πιο συγκεκριμένα, τα παιδιά που έρχονταν από

τα χωριά για να μαθητεύσουν σε κάποιο επάγγελμα διέμεναν η στο σπίτι η στο εργαστήρι του μάστορα που τα προσλάμβανε3.

1. Βλ. Παναγ. Σκουζές, Απομνημονεύματα, σ. 90. Πβ. και Κων. Φω-τόπουλος, «τα ισνάφια των παπ'τσήδων και κονταρτζήδων», ό.π., σ. 74.

2. την πληροφορία αυτή μας έδωσε ο παπουτζής Δημήτριος Φιλίδης από τα Γιάννενα.

3. Σπάνιες είναι οι περιπτώσεις, όπου τα τσιράκια διέμεναν στα χάνια, και για να εξοικονομήσουν το αντίτιμο του ενοικίου, αναγκάζονταν να πλένουν τα πιάτα στο μαγειρείο του χανιτζή.

Page 65: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

στην πρώτη περίπτωση παραχωρούνταν στους μαθητευόμε-νους κάποιο δωμάτιο, μικρό, σκοτεινό και πνιγηρό, στο όποιο κατέλυαν όλοι μαζί, «κακήν κακώς», υγιείς και ασθενείς. στη δεύτερη περίπτωση τα υπερώα των εργαστηρίων αποτελούσαν ταυ-τόχρονα και τον τόπο εργασίας και τον τόπο διαμονής των τσιρα-κιών. Αναμφισβήτητα η θέση των παιδιών αυτών ήταν πιο δυ-σμενής, επειδή τόσο τα ίδια τα εργαστήρια όσο και οι περιοχές

που τα φιλοξενούσαν δεν τηρούσαν ούτε τους πιο στοιχειώδεις κανόνες υγιεινής.

Όπως είναι λίγο-πολύ γνωστό, οι αγορές, τα παζάρια, αποτε-λούσαν βέβαια την εποχή εκείνη τις πιο ενδιαφέρουσες και αξιο-θέατες συνοικίες των πόλεων, κυρίως για την αφθονία, την ποι-κιλία και την κομψότητα των εμπορευμάτων, αλλά παράλληλα

αποδεικνύονταν και σαν οι πιο ανθυγιεινές και ακατάλληλες πε-ριοχές, όχι μόνο για διαμονή αλλά και για εργασία.

Από τα περιηγητικά κείμενα διαπιστώνουμε πώς όλοι σχεδόν οι ξένοι επισκέπτες συγκλίνουν στην άποψη ότι ο χώρος της αγοράς, δρόμοι και καταστήματα, είναι το πιο σκοτεινό, ρυπαρό,

πνιγηρό και δύσοσμο σημείο της πόλης1. Κι αυτό γιατί οι δρόμοι -σοκάκια ήταν πολύ στενοί, ανήλιοι, ακάθαρτοι, χωρίς αποχετευ-τικό σύστημα και τα εργαστήρια, Αν και τα περισσότερα είχαν συνήθως ξύλινη κατασκευή2, δεν έπαυαν παρ' όλα αυτά να είναι

1. ο F . Pouqueville στο Voyage dans la Grèce, τ. 1, Paris 1820, σ. 118, ονομάζει το γιαννιώτικο παζάρι, που ως γνωστό ήταν μια από τις καλύτερες αγορές του ΝΔ τμήματος της βαλκανικής χερσονήσου, βορβορώδες

με δρόμους σκολιούς. Παρόμοιες είναι οι εντυπώσεις που απεκόμισε ο Άγ-γλος περιηγητής Henry Holland, Travels in the Ionian Isles, Albania, Thessaly, Macedonia, etc. during the years 1812 and 1813, (sec. edition), τ. A', London 1819, σ. 190-191. Αλλά και στα τέλη του 19ου αιώνα η γιαννιώτικη αγορά παραμένει «σκοτεινή, έχουσα οδούς ρυπαράς, στενάς και κακώς εστρωμένας τινάς δε και αδιεξόδους». Βλ. Ιω. Λαμπρίδης, Ηπειρωτικά Μελετήματα, τχ. Α', σ. 26.

2. Σύμφωνα με τον Πασπάτη, (Υπόμνημα περί του Γραικικού Νοσο-κομείου, σ. 5, σημ. 1), τα περισσότερα εργαστήρια της εποχής εκείνης ήταν

Page 66: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

χαμηλά1, αποπνικτικά, υγρά και βρώμικα και πολλές φορές έτοι-μόρροπα2.

σε παρόμοια η και χειρότερη κατάσταση βρίσκονταν και οι «σοφίτες» των καταστημάτων, στα όποια διανυκτέρευαν τα τσι-ράκια. Μοναδική και πολύτιμη είναι η μαρτυρία που μας παρέχει « Α.Γ. Πασπάτης σχετικά με το θέμα αυτό, επειδή με την ιδιό-τητα του γιατρού κατόρθωνε να εισχωρεί αρκετές φορές στα εν-δότερα, «τα απόκρυφα» των χώρων αυτών, εξετάζοντας τους κατά καιρούς ασθενείς συντεχνίτες: «τα υπερώα ταύτα συχνάκις ανα-μιμνήσκω εις τον αναγνώστην. Είναι καταλύματα σπανίως καθα-ριζόμενα, με καλύμματα και στρώματα απρόσιτα από την ρυπαρό-τητα και ζωύφια παντός είδους. Ταύτα σπανίως βλέπουν οι ξένοι.

Ένεκα τούτου περιγράφω αυτά, διότι συχνά επεσκέφθην ασθενείς τεχνίτας, εδώ παρά των συνεταίρων και συγγενών νοσηλευομέ-νους». και συνεχίζει παρακάτω: «Τοιαύτα είναι τα μαθήματα της παραλλήλου μελέτης των εν Κωνσταντινουπόλει συντεχνιτών, συν-τείνοντα όχι μόνον προς φωτισμόν ημών αλλά και προς διδασκα-λίαν αυτών, των οποίων ο βίος παρά της νοσεράς εργασίας και κακίστης τροφής συντεμνόμενος, δύναται διά πλειοτέρας φροντί-δος να σώση απ' άωρον θάνατον τόσους χρηστούς και φιλοπόνους

εργάτας»3.

ξύλινα, γιατί επικρατούσε η αντίληψη ότι τα πέτρινα ήταν υγρά και κατά συνέπεια νοσηρά.

1. στην Έδεσσα τα συντεχνιακά εργαστήρια κατά την Τουρκοκρατία ήταν τόσο χαμηλά ώστε χρειαζόταν μεγάλη προσοχή για ν' αποφύγει κανείς το χτύπημα του κεφαλιού στα ξύλα της οροφής. Βλ. Κ. Σταλίδης, οι συντε-χνίες και τα επαγγέλματα στην Έδεσσα την περίοδο της Τουρκοκρατίας, Έδεσσα 1974, σ. 33.

2. Βλ. Σκαρλάτος Βυζάντιος, η Κωνσταντινούπολις, τ. Α', Αθήνησι 1851, σ. 3.

3. Βλ. Α.Γ. Πασπάτης, Υπόμνημα περί του Γραικικού Νοσοκομείου, σ. 196, 238-239.

Page 67: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

8. Ποινές — Εγκατάλειψη των μαστόρων

Ήταν παλιά συνήθεια, αλλά και επιβαλλόταν αργότερα, μετά την έκδοση αυτοκρατορικής διαταγής από τον σουλτάνο Μουστα-

φά τον Γ', το 17731, το μικρό μαστορόπουλο να υπακούει τυφλά στις εντολές του αφεντικού του και να προσφέρει όχι μόνο

επαγγελματικές και οικιακές υπηρεσίες, αλλά και αγροτικές, σε περί-πτωση που ο εργοδότης του είχε παράλληλα και κάποιο αγρόκτημα. Κάθε ανυπακοή, κάθε αυθάδεια και κάθε αυθαίρετη πράξη, εκτός

από την άμεση τιμωρία, μπορούσε να στοιχίσει ακριβά στην επαγ-γελματική σταδιοδρομία του μαθητευόμενου.

Σύμφωνα με τα δεδομένα αυτά εναρμονίζεται και το σύστημα διαπαιδαγώγησης του τσιρακιού, που περιλάμβανε, ανάμεσα στα άλλα, και τις διάφορες τιμωρίες που του επέβαλλε ο μάστορας,

όταν αυτό κατά τη γνώμη του απειθαρχούσε. Έτσι, αρκετές φορές για το παραμικρό επαγγελματικό λάθος, που μπορεί να οφειλόταν σε άγνοια η στην αδυναμία του τσιρακιού εξαιτίας της μικρής

του ηλικίας, ο εκπαιδευτής το χτυπούσε η το έδερνε2. το ίδιο συνέβαινε κι όταν το μικρό παιδί υπέπιπτε σε κάποιο παράπτωμα.

η πιο συνηθισμένη τιμωρία ήταν οι ραβδισμοί στις πατούσες των

1. Βλ. Παράρτημα, αριθμ. εγγρ. 1. 2. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Παν. Σκουζέ όταν πηγαί-

νοντας στη Χαλκίδα ο πατέρας του τον βάζει να μαθητεύσει σ' ένα παπουτζή: « ο π ο ύ ο Διονύσιος Κάσταγλης, παπουτζής, μετά τόσες τυραννίες με εσή-κωνεν από τα μεσάνυκτα να ράφτω και μίαν νυκτιάν με σήκωσεν τα μεσάνυκτα

και μ' έδοσεν ένα πετζί να το πάγω να το μουσκέψω έξω του χωριού, οπού ήτον μία σύναξη του νερού πλησίον εις ένα πηγάδι. Εγώ επήρα το πετζί, επήγα το έβαλα εις το νερόν. Ήτον χειμώνας. Ετραβήχτηκα και ήβγα εις μιάν αχυρώνα βογδιών και έτζει με πήρεν ο ύπνος. Αφ' επέρασαν τρεις ώρες σχεδόν και δεν εγύρισα, ήλθεν ο μάστορης μου ζητώντας με. Ήβρεν το πε-τζί, δεν με βρίσκει εμένα. Ήτον ακόμη νύχτα. Υποπτεύθη ότι έπεσα εις το πηγάδι, ως σκοτεινά. Κρεμάζει το φανάρι εις το πηγάδι να ιδεί αν είμαι πε-σμένος. προς την αυγήν εξύπνησα και γυρεύω το πετζί, αλλά το είχεν παρμέ-νο. Πηγαινάμενος εις τον μάστοράν μου, μου έδοσεν ένα ξύλον τόσον ! και έτζι

επήγα εις τον Σιναΐτην» (Παναγής Σκουζές, Απομνημονεύματα, σ. 93-94).

Page 68: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ποδιών, γνωστή περισσότερο ως φάλαγγα: «και ξύλο όταν αυθα-δίαζα η όταν δεν έκαμνα το χρέος μου. Μερικές βολές με τον φά-λαγγα εις τους πόδας»1. στη συντεχνία μάλιστα των παντοπωλών

της Μοσχόπολης ο ραβδισμός αυτός γινόταν δημόσια στο χώρο της αγοράς, σύμφωνα με το 8ο άρθρο του καταστατικού τους: «Αν

ευρεθή τινάς οπού να υβρίση τον μεγαλύτερόν του η να ατιμάση τους τιμημένους ανθρώπους οπού περνούν διά της αγοράς, να

δαρθή εις τον φάλα[γ]καν μέσα εις το παζάρι και έτζη να σωφρο-νισθή»2.

Στο είδος και το μέγεθος της ποινής οι μάστορες είχαν από-λυτη εξουσία και ελευθερία3, πράγμα που δυσκόλευε αφάνταστα

τη θέση του μαθητευόμενου, αφού παράλληλα δεν είχε το δικαίωμα να διαμαρτυρηθεί και ν' αντιδράσει. «εκε ίνη την εποχή ο τεχνίτης δεν σ' άνοιγε εύκολα τα μάτια [...] Αλλά όταν έβγαινε έξω,

έπαιρνες ένα κομμάτι η δεν μπορούσες να το φτιάξεις η έκανες κάποια ζημιά σε πλάκωνε στο ξύλο, σκύβαμε το κεφάλι, δεν μπο-

ρούσαμε να κάνουμε αλλιώς»4.

1. Σύμφωνα με τον Σκουζέ ο φάλαγγας: «ήτον ένα ξύλον από ένα μέτρον έως 6 ρούπια μακριός, με δύο τρύπες έως ένα ρούπι η μια από την άλλην· ένα σκοινί περασμένο, έχοντας δυο κόμβους εις τες άκρες να μην ξεπερνά. αυτού έβαζαν τες πόδες και έστριφταν το ξύλον και έσφικον τα πόδια εις τους αστραγάλους από κάτω και ο διδάσκαλος έδερνεν». (Παν. Σκουζές,

ό.π., σ. 91). 2. Βλ. Ν. Βέης, «εκ του καταστίχου της συντεχνίας των παντοπωλών

Μοσχοπόλεως», ό.π., σ. 527. 3. η ποινή μπορεί ακόμη να είναι και χρηματική, όπως αφήνει να εν-

νοηθεί το παρακάτω δίστιχο, από το στιχούργημα που τιτλοφορείται «το ραφτόπουλο»:

«Σώπα, σώπα ραφτόπουλο και θα σε καταδώσω και θα το πω στο μάστορη, λουφέ να μη σε δώση».

Βλ. Αναγνώστης Παρασκευόπουλος, «Τραγούδια Σωζοπολίτικα», Θρακικά 3 (1932), σ. 271. Πβ. και την παραλλαγή: τις λες μωρέ ραφτόπουλο, τί βάνεις με το νού σου,/ θέ να το ειπώ του μάστορα ρόγα να μη σου δώσει / και να σου δίνει το ψωμί στου μαχαιριού τη μύτη. Ηπειρωτικά Δημοτικά Τραγούδια 1000-1958, εισαγ.-σχόλια-επιμ. Αθ. Γιάγκα, εκδ. Πύρρος, Αθήναι, σ. 294.

4. Βλ. Στ. Παπαδόπουλος, η χαλκοτεχνία στον ελληνικό χώρο, σ. 98.

Page 69: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Πρέπει, όμως να διευκρινιστεί ότι ο μάστορας μπορούσε να χτυπά το τσιράκι του όσο ήθελε, αρκεί να μην του αφήσει σημάδια, γιατί κάτι τέτοιο απαγορευόταν αυστηρά από το φιρμάνι του Μου-σταφά του Γ'.

Υπάρχουν ακόμη περιπτώσεις στις όποιες το τσιράκι τιμω-ρείται χωρίς να φταίει σε τίποτα. Σύμφωνα με πληροφορίες που

αντλούμε από άρθρο, δημοσιευμένο στο Ελληνικό Ημερολόγιο του Μ. Βαϊάνου, οι πουλητάδες της Πόλης φόρτωναν με αρκετές

ξυλιές τα τσιράκια τους όταν δεν πουλούσαν όλη την πραμάτεια τους1.

Κάτω από τις δύσκολες συνθήκες εργασίας, σε συνδυασμό με την αθλία διατροφή και διαβίωση αλλά και την απάνθρωπη

συμπεριφορά των μαστόρων τους, αρκετοί μαθητευόμενοι αναγ-κάζονταν να τους εγκαταλείψουν αναζητώντας καλύτερες προο-πτικές2. Συνήθως κατέφευγαν η σε άλλους ομοτέχνους της ίδιας συντεχνίας η σε εμπόρους, οι όποιοι τους δέχονταν με αρκετούς ενδοιασμούς, αφού τους κρατούσαν παράνομα.

Υπάρχουν βέβαια και σπάνιες περιπτώσεις κατά τις όποιες οι ίδιοι οι μάστορες έδιωχναν τα τσιράκια τους, όταν αυτό τους δι-

ευκόλυνε. Τότε, επειδή οι συντεχνίτες υποχρεώνονταν να τους κα-ταβάλουν την ετήσια αμοιβή, μια και τους έδιωχναν πριν τον προ-βλεπόμενο από τη συμφωνία χρόνο, εξωθούσαν τα πράγματα σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι μαθητευόμενοι να τους εγκαταλείψουν από μόνοι τους πρόωρα. με τον τρόπο αυτό όμως, οι όροι αντιστρέφον-ταν και οι μάστορες καρπώνονταν δωρεάν την εργασία για το χρο-νικό διάστημα που μεσολάβησε από την πρόσληψη του μαθητή μέχρι τη φυγή του.

1. Βλ. Τατιάνα Σταύρου, «Αναμνήσεις από καιρούς περασμένους. οι πουλητάδες της Πόλης», Ελληνικόν Ημερολόγιον «Ορίζοντες» Μάριου Βαϊ-άνου, 2 (1943), σ. 380.

2. η Αγγελική Χατζημιχάλη στην εργασία της, «Μορφές από την σω-ματειακή οργάνωση των Ελλήνων», ό.π., σ. 290, υποστηρίζει ότι τα τσι-ράκια σπάνια αλλάζανε μάστορα, γιατί ανάμεσα στ' άλλα το θεωρούσαν και ντροπή.

Page 70: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Από τις πληροφορίες που έχουμε, βλέπουμε ότι ο μαθητευό-μενος επιτρεπόταν να εγκαταλείψει τον εκπαιδευτή του μόνον όταν ο τελευταίος ήταν μέθυσος, τον κτυπούσε η του συμπεριφερόταν «αποδεδειγμένα» απάνθρωπα. Αλλά παρ' όλα αυτά το τσιράκι απο-δεσμευόταν τελικά από τον παλιό του μάστορα, αφού πρώτα συγ-κατένευαν οι γονείς του και στη συνέχεια του παραχωρούσε την άδεια ο πρωτομάστορας της συντεχνίας. Επειδή όμως ήταν πάρα πολύ δύσκολο να δικαιωθούν οι μαθητευόμενοι, εγκατέλειπαν τους μάστορες για να σωθούν. Τότε οι μάστορες απευθύνονταν στο διοικητικό συμβούλιο της συντεχνίας και κυρίως στον πρωτομά-στορα, ο όποιος τους επέτρεπε να ξαναπάρουν τους «ένοχους» και να τους γυρίσουν πίσω στα εργαστήριά τους. Αν τυχόν κάποιος συντεχνίτης συναντούσε την επίμονη άρνηση του παιδιού, απευθυ-νόταν στους γονείς του και προσπαθούσε με τη μεσολάβησή τους να το ξαναφέρει κοντά του, για να μη χάσει τη φτηνή εργατική δύναμη που πρόσφερε τόσο στο μαγαζί όσο και στο -σπίτι του.

μια εικόνα της υποχρεωτικής αυτής επαναφοράς μας δίνει ο Μακρυγιάννης, όταν ως μαθητευόμενος εγκατέλειψε τον μάστορά του από τη Λειβαδιά και κατέφυγε στη Θήβα: «Σηκώθηκα και πήρα και άλλα παιδιά και πήγαμεν εις Φήβα. η κακή τύχη και εκεί οι συγγενείς ήρθαν και μας πιάσανε και με φέραν πίσω εις την Λιβαδιά και εις τον ίδιον άφέντη»1. στη βενετοκρατούμενη μάλιστα Κρήτη παρατηρούμε ότι σε όλα σχεδόν τα συμβόλαια μαθητείας, εμπορικής και βιοτεχνικής, οι γονείς εγγυώνται στον μάστορα την επαναφορά του γιου τους σε περίπτωση που ο τελευ-ταίος τον εγκατέλειπε πρόωρα2.

για να περιοριστεί η φυγή των μαθητών είχαν θεσπιστεί διά-φορα μέτρα από τις συντεχνίες, που εμπόδιζαν το έσχατο αυτό όριο της άμυνάς τους. Από τα πιο σημαντικά ήταν: α) η απαγό-ρευση της πρόσληψής τους από άλλο μάστορα. «Προσέτι Αν ήθελε φύγη κανένας δούλος οπού είναι στιχιμένος χρονικώς, και πηγαίνη

1. Βλ. Ιω. Μακρυγιάννης, Απομνημονεύματα, σ. 16. 2. Βλ. Ιω. Κίσκηρας, η σύμβασις μαθητείας, σ. 9.

Page 71: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

εις άλλον μάστορα να μην τον συμμαζώνη χωρίς να ερωτήση το μάστοράν του»1. στην ίδια πρακτική εντάσσεται και η απαγο-ρευτική διάταξη της συντεχνίας των αμπατζήδων της Φιλιππούπολης, σύμφωνα με την όποια δεν επιτρέπεται να «ξεμαυλά» ο ένας το τσιράκι του άλλου2. Έτσι, αν κάποιο συντεχνιακό μέλος δεχόταν παράνομα τον «φυγάδα» μαθητή, τιμωρούνταν από τη συντεχνία3, β) η απώλεια του μισθού, της «ρόγας» του τσιρα-κιού για το χρονικό διάστημα που είχε προσφέρει υπηρεσίες στον προηγούμενο μάστορά του, η κάποια άλλη «παιδεία»4.

Παρατηρούμε λοιπόν ότι οι διατάξεις αυτές απεικονίζουν τις σχέσεις υποτέλειας στην πόλη, οι όποιες, έκτος από μερικές λε-πτομέρειες, δεν διαφέρουν στην ουσία από τις κοινωνικές σχέσεις της υπαίθρου. Όπως ο γεωργός η δουλοπάροικος αδυνατούσε

ν' αφήσει τη γη χωρίς την προσδιορισμένη έγγραφη άδεια του σπαχή η του çiftlig-sahibi5, έτσι και το τσιράκι δεν μπορούσε να εγκα-ταλείψει το εργαστήρι του μάστορά του, αν δεν εξασφάλιζε προη-γουμένως τη συγκατάθεσή του, όσο κι αν ήταν δυσαρεστημένο από τη μεταχείριση του τελευταίου.

Διαφορετικά, έπρεπε να περιμένει να εξαντληθεί πρώτα ολό-

1. Βλ. Μ. Καλλινδέρης, Αι συντεχνίαι της Κοζάνης, σ. 47. Παρόμοια είναι και η ρήτρα στο συμφωνητικό των εσναφιών του Hadzioglu Pazardzik

της Δοβρουτσάς: «υπόσχοντε αυτά τα εσνάφια ότι οπίου μαστόρου χορίς θελημά του ήθελεν αφίση ο ηπηρέτης του βέλος από τους μαστόρους αυτών

των εσναφιών να μην δεχθή αυτόν τον υπηρέτην». Βλ. Χαράλαμπος Παπα-στάθης, «Συμφωνητικό εσναφιών του Hadzioglu Pazardzik της Δοβρουτσάς

στα 1857», Μακεδόνικα 16 (1976), σ. 314. 2. Βλ. Μ. Αποστολίδης, «Δύο έγγραφα εκ Φιλιππουπόλεως», Θρακικά

2 (1929), σ. 331. 3. Βλ. Κ. Γουναρόπουλος, «Κοζανικά», Πανδώρα K B ' (1872), σ. 492.

Πβ. και Αντ. Μανικής, «τα συνάφια της προεπαναστατικής Ύδρας», ό.π., σ. 191.

4. Βλ. Αντ. Λιγνός, Αρχείον Κοινότητος Ύδρας (1778-1832), τ. 6 (1818-1821), Πειραιεύς 1925, σ. 224. Πβ. και Αντ. Μανίκης, ό.π., σ. 191.

5. Βλ. Απ. Βακαλόπουλος, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. Β ' , Θεσσαλονίκη 1964, σ. 28.

Page 72: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ολόκληρη η προβλεπόμενη από τους συντεχνιακούς κανονισμούς προ-θεσμία και μετά να φύγει, πράγμα που πάλι απέβαινε εις βάρος του, αφού το χρονικό αυτό διάστημα δεν μπορούσε να προσμετρη-θεί ως κανονικός χρόνος μαθητείας.

9. Πέρασμα στη βαθμίδα τον κάλφα

οι υποχρεώσεις του μαθητευόμενου για τη μετάβασή του στην αμέσως επόμενη επαγγελματική βαθμίδα συνήθως δεν καθο-

ρίζονταν με σαφήνεια από τους συντεχνιακούς κανόνες. Έτσι, ήταν στη διάθεση του εκπαιδευτή να κρίνει και ν' αποφασίσει, πότε και

κατά πόσο ήταν ικανός ο μαθητής του να μεταπηδήσει στο δεύ-τερο στάδιο της μαθητείας του.

Συνήθως όμως ο μάστορας ενεργούσε πάντα με κριτήρια που βασίζονταν αποκλειστικά σχεδόν στα ψυχικά χαρίσματα και τις αρετές του υποψήφιου και όχι τόσο στα επαγγελματικά του προ-σόντα. "Αν δηλαδή κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης του το τσι-ράκι είχε επιδείξει υπακοή, σεβασμό, εχεμύθεια και γενικότερα καλή συμπεριφορά προς το πρόσωπο του, αποσπούσε ευκολότερα

τη συγκατάνευση του συντεχνίτη για την προώθησή του στη βαθ-μίδα του κάλφα μέσα στα φυσιολογικά χρονικά όρια.

η θέση των μαστόρων ισχυροποιήθηκε ακόμη περισσότερο με το αυτοκρατορικό διάταγμα, που εξέδωσε ο σουλτάνος Μου-

σταφά ο Γ' το 1773, σχετικά με τα συντεχνιακά ζητήματα. Ειδι-κότερα τα άρθρα αυτού του φερμανιού που αναφέρονταν στο τσι-ράκι έλεγαν χαρακτηριστικά τα έξης: 1. «ο μαθητής-τσιράκι σ' έναν μάστορα, σ' οποιοδήποτε επάγγελ-μα, είναι υποχρεωμένος πριν απ' όλα να μάθει και να συνηθίσει

στην υπακοή, σεμνότητα, καλοψυχία, σεβασμό, φρονιμάδα και στην καλή και ανεπίληπτη συμπεριφορά. Χωρίς αυτές τις αρετές και

τα προσόντα το τσιράκι-μαθητής δεν μπορεί να εξελιχθεί μέχρι τη βαθμίδα του μάστορα και δεν μπορεί ν' ανοίξει μαγαζί η εργα-

στήρι για λογαριασμό του». 2. «το τσιράκι-μαθητής, εφ' όσον έχει αποκτήσει και κατέχει τις

Page 73: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

παραπάνω αρετές και εφ' όσον ο αρμόδιος μάστορας διέκρινε και διαπίστωσε σ' αυτόν πλήρη ωριμότητα και δεξιότητα, ότι δηλαδή μπορεί μόνος του και χωρίς λάθη να διευθύνει το επάγ-γελμα, στο όποιο μυήθηκε και εργάστηκε, αναγορεύεται από τον μάστορά του "κάλφας"»1.

Σύμφωνα λοιπόν με τα παραπάνω, όταν ο μάστορας ανακοί-νωνε στη συντεχνία ότι ο εκπαιδευόμενος έχει τα απαραίτητα ψυχικά και επαγγελματικά εφόδια και συμπλήρωσε τον απαιτού-μενο χρόνο μαθητείας, τότε ο τελευταίος περνούσε χωρίς διαγωνι-σμό στο επόμενο στάδιο της καλφικής μαθητείας, μόνο με τη δια-βεβαίωση του εκπαιδευτή του. Μετά την αναγόρευσή του σε κάλφα

όλοι όσοι εργάζονταν στο ίδιο εργαστήρι ήταν υποχρεωμένοι να τον αποκαλούν με τη νέα επαγγελματική του ονομασία.

Ακόμη, πάντα κατά τη σουλτανική διαταγή του Μουσταφά του Γ', ο μάστορας έπρεπε στη διάρκεια της απονομής του καλ-φικού τίτλου να περάσει επίσημα, παρουσία μερικών παλιών καλ-φάδων και μαστόρων, στη μέση του μαθητή —κάλφα πια—· την ιδιαίτερη ζώνη, που είχε στις άκρες της φούντες η κρόσια, για να διακρίνεται από τα άλλα τσιράκια. Δυστυχώς όμως για το έθιμο αυτό δεν υπάρχουν άλλες μαρτυρίες εκτός από μια παρεμφερή, που αναφέρει ότι στις Σέρρες τα μέλη κάθε συντεχνίας διατηρού-σαν σ' όλη τους τη ζωή τις ιδιαίτερες επαγγελματικές ενδυμασίες, που πρωτοφόρεσαν την ημέρα της προαγωγής τους από την τάξη των μαθητευόμενων στην αμέσως επόμενη, δηλ. των ημερομισθίων εργατών (καλφάδων)2.

Ακόμη σε πολλές περιοχές υπήρχε το έθιμο, όταν οι μαθητευό-μενοι περνούσαν στην βαθμίδα των καλφάδων να φιλούν το χέρι του κεχαγιά της συντεχνίας. «στις 22 Μαίου 1662 φίλησαν το χέρι του κεχαγιά του Εσναφιού πατρός Γεωργίου 15-20 παιδιά

1. Βλ. Παράρτημα, αριθ. εγγρ. 1. 2. Βλ. Gabriel Baer, «οι διοικητικές, οικονομικές και κοινωνικές λει-

τουργίες των τουρκικών συντεχνιών», οικονομική δομή των βαλκανικών χωρών, Αθήνα 1979, σ. 588.

Page 74: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

για να πάρουν την ευλογία του, γιατί προβιβάστηκαν από τσιράκια σε καλφάδες», σημειώνει ενθύμηση στον κώδικα της συντεχνίας των χρυσοχόων του Έλμπασάν1. το γεγονός αυτό νομίζουμε πώς εντάσσεται στους κώδικες των ηθικοθρησκευτικών αντιλήψεων της

εποχής, τις όποιες οι μάστορες προσπαθούσαν να εμφυτεύσουν στους μαθητευόμενους για να τους επιβάλλονται εύκολότερα2.

η απόκτηση του τίτλου του κάλφα παρουσίαζε όμως, αρκετές φορές, σημαντικές δυσκολίες και σοβαρά εμπόδια.

Όπως τονίσαμε και παραπάνω, η θετική η αρνητική στάση των μαστόρων έπαιζε σημαντικό, αν όχι αποφασιστικό, ρόλο στην ομαλή η μη ανέλιξη των μαθητευόμενων, που προέρχονταν από εξω-συν-τεχνιακές οικογένειες. Έτσι, οι συντεχνίτες που ήθελαν να καθυ-στερούν το πέρασμα των μαθητών τους στην επόμενη βαθμίδα και να παρατείνουν την εκμετάλλευσή τους, χρησιμοποιούσαν διάφορες μεθόδους. Μία απ' αυτές ήταν η απόκρυψη χρόνου εργασίας στο αρχικό στάδιο της πρόσληψής του, αφού δεν ενέγραφαν, όπως είχαν υποχρέωση, αμέσως τον μαθητευόμενο στη συντεχνία. "ένας άλλος τρόπος για ν' ανακόψουν την εξέλιξη του τσιρακιού ήταν η ανα-βολή της αναγόρευσης του υποψήφιου κάλφα για ένα μεγάλο χρο-νικό διάστημα, αν και είχε εκπνεύσει ο προβλεπόμενος από τη συντεχνία χρόνος της μαθητείας, με το αιτιολογικό ότι δ εκπαιδευό-μενος ήταν ανέτοιμος ακόμη επαγγελματικά για το επόμενο στά-διο.

η στάση αυτή των μαστόρων δεν ήταν παρά μια πρώτη μορφή αντίστασης στην προαγωγή των αυριανών ανταγωνιστών τους και

ερμηνεύεται από τον διαρκή φόβο που διακατέχονταν πώς να μη διαταραχθεί η μονοπωλιακή τους θέση στο επάγγελμα. Ανεπι-φύλακτα λοιπόν μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι η πιο δύσκολη

1. Βλ. Αλ. Μαμμόπουλος, Αγγ. Χατζημιχάλη, σ. 30. Πβ. και Ζ. Shkodra, Esnafet Squiptare, σ. 185, όπου υπάρχει και η φωτοτυπία της σχετικής σελίδας του κώδικα.

2. Σύμφωνα με τον Η. Inalcik αυτοί οι κανονισμοί προέρχονταν από την ηθική της futuwwa του Μεσαίωνα. Βλ. Inalcik, «ο σχηματισμός κεφαλαίου

στην οθωμανική αυτοκρατορία», οικονομική δομή, σ. 511.

Page 75: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Αντίγραφο από τον Κώδικα της συντεχνίας των χρυσοχόων του Ελμπασάν. Zi ja Shkodra, Esnafet Squiptare, Tiranë 1973, σ. 185.

Page 76: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

περίοδος από τη συνολική διάρκεια μαθητείας, για τους μαθητευό-μενους που προέρχονταν από εξω-επαγγελματικές οικογένειες, ή-ταν το πρώτο στάδιο.

Χαρακτηριστική είναι και η μαρτυρία του Γ. Βιζυηνού: «όλοι οι μαθηταί είμεθα αναπολλοτρίωτα κτήματα του μάστορα [...] εις το τυραννοκρατικόν αυτού βασίλειον»1. Αντίθετα οι γιοι των μαστόρων, που απολάμβαναν προνόμια, τα όποια βέβαια δεν τους παραχωρούσαν πάντα οι συντεχνιακοί

κανονισμοί αλλά οι ίδιοι οι γονείς τους, ήταν πολύ φυσικό να εξα-σφαλίζουν πλεονεκτήματα και προτεραιότητες από τους άλλους

ομοιόβαθμούς τους, που δεν είχαν κάποιο συγγενικό δεσμό, κον-τινό η μακρινό, με τα συντεχνιακά μέλη.

την πραγματικότητα αυτή προσδιορίζει αφοριστικά η μητέρα του Ανδρέα Συγγρού σε μια ύστατη προσπάθειά της να μεταπείσει το γιό της να μην ακολουθήσει το επάγγελμα του εμπόρου: «Πε-

ριωρίσθη λοιπόν την επιούσαν, όταν ήμεθα μόνοι να μοί υποδείξη τας δυσκολίας του εμπορικού σταδίου και μάλιστα κατ' αρχάς

διά "παιδί" του οποίου οι γονείς δεν είναι έμποροι και εξ ανάγκης να υπηρετήση παρά ξένοις». και αμέσως παρακάτω, επιβεβαιώ-

νοντας τη γνώμη της μητέρας του, ο Α. Συγγρός συμπληρώνει: «η εμπορική δε υπηρεσία τότε του αρχαρίου ήτο, ως εκ των υστέ-ρων είδον, κυριολεκτικώς σκληρά»2.

Αλλά και οι υπόλοιπες μαρτυρίες που διασώζονται μας απο-καλύπτουν ότι τα μαστοροπαίδια που εξακολουθούν να ζουν στο οικογενειακό περιβάλλον επιβιώνουν πολύ πιο εύκολα, αφού δεν

εξαρτώνται από τις αμοιβές των εκπαιδευτών τους, μυούνται πλη-ρέστερα στην τεχνική της δουλειάς και βρίσκουν έτοιμο εργαστήρι

και κεφάλαιο, όταν θα «βαφτιστούν» μάστορες.

1. Βλ. Γ . Βιζυηνός, 7ο μόνον της ζωής του ταξίδιον, Άπαντα, έκδ. οίκος Χρ. Γιοβάννη, Αθήναι 1955, σ. 210.

2. Βλ. Ανδρέας Συγγρός, Απομνημονεύματα, τ. Α', εν Αθήναις 1908, σ. 80.

Page 77: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΚΑΛΦΑΣ - Β' ΣΤΑΔΙΟ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ

Page 78: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 79: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Στο δεύτερο και τελευταίο στάδιο της μαθητείας ο ασκούμενος στην τέχνη η το επάγγελμα πρόσφερε πιο ουσιαστικές υπηρεσίες

στον μάστορά του, ενώ παράλληλα βελτίωνε κατά πολύ τη θέση του από άποψη επαγγελματική και κοινωνική, όσο κι Αν θεωρούν-ταν ανεπίσημο ακόμη μέλος της συντεχνίας. το γεγονός αυτό θωρά-κιζε τον κάλφα με περισσότερη καρτερία και αποφασιστικότητα

και παράλληλα του έδινε νέο κουράγιο για να συνεχίσει και να ολο-κληρώσει την επίπονη προσπάθεια, που είχε αρχίσει από το πρώτο στάδιο της μαθητείας και σύντομα πια θα τον οδηγούσε στην

επαγγελματική του αποκατάσταση.

1. Διάρκεια καλφικής υπηρεσίας — Ηλικία

και στο στάδιο αυτό οι μαθητευόμενοι ήταν υποχρεωμένοι και μετά την προαγωγή τους από τσιράκια σε βοηθούς να δουλεύουν στους ίδιους μάστορες κάτω από παραπλήσιες συνθήκες που γνώ-

ρισαν ως παραγιοί1. η μη διαφοροποίηση της συμπεριφοράς από μέρους των μαστόρων, Αν και είχαν να κάνουν με πιο ώριμο και

πιο ειδικευμένο προσωπικό, πρέπει ν' αποδοθεί στο γεγονός ότι

1. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι πολλοί καλφάδες κι όταν ακόμη αναγορεύονταν μάστορες, εξακολουθούσαν να παραμένουν γνωστοί για πολύ

καιρό στο ευρύτερο κοινό, συντεχνιακό και πελατειακό, με το όνομα η το επίθετο του μάστορά τους και 8χι με το πατρικό τους επώνυμο. Αρκετά χα-ρακτηριστικά παραδείγματα διασώζονται και στους φορολογικούς καταλόγους

των γιαννιώτικων συντεχνιών (1812-1819), όπου παρατηρούμε ότι ο νέος μάστορας, συμμετέχοντας για πρώτη φορά στις φορολογικές υποχρεώσεις

του βαροσιού αναφέρεται συνήθως ως έξης: «κολιός ποτέ κάλφας τόλι" Γεώρ-γιος κάλφας Ρέκα" Πάνος κάλφας Γκαβομάντζιου». Αυτό εξακολουθεί για

αρκετά χρόνια μέχρι να τους συναντήσουμε με τα επίθετά τους: «Νικόλαος Διαμάντης, Γεώργιος Μπεσδούνος και Πάνος Χρυσοβιτσινός».

Page 80: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

από το σημείο αυτό και μετά έβλεπαν τους βοηθούς τους μόνο σαν ανταγωνιστές στο επάγγελμα.

η διάρκεια της καλφικής μαθητείας, όπως και προηγούμενα στο στάδιο του τσιρακιού, δεν ήταν νομικά κατοχυρωμένη και όλα

εξαρτιόνταν από τις τοπικές συντεχνιακές συνήθειες, με βάση τις όποιες γίνονταν οι συμφωνίες ανάμεσα στους μάστορες και τους καλφάδες. Μόνο σε λίγες γεωγραφικές περιφέρειες, όπου οι επι-δράσεις των δυτικών συντεχνιακών και διοικητικών συστημάτων είχαν αφήσει ανεξίτηλα τα σημάδια τους, ο κάλφας συνέχιζε να γνωρίζει και στη φάση αυτή τα ευεργετικά αποτελέσματα της νομικής προστασίας1. Μάλιστα στις περιοχές αυτές τις πιο πολλές φορές τα σχετικά συμβόλαια αναφέρονταν από την αρχή συνολικά

και στα δύο στάδια μαθητείας2. Πρέπει να τονίσουμε εδώ ότι η σύμβαση μαθητείας, τόσο στις

τουρκοκρατούμενες όσο και στις βενετοκρατούμενες ελληνικές πε-ριοχές, καταρτιζόταν στο στάδιο αυτό τις περισσότερες φορές από

τους ίδιους τους μαθητευόμενους, αφού τώρα είχαν πια ενηλι-κιωθεί3.

Είναι κοινά αποδεκτό ότι ο συνηθισμένος χρόνος μαθητείας του κάλφα ήταν δύο έτη. Παρατηρείται βέβαια μια διαφοροποίηση

κατά τόπους, αλλά σε καμμία περίπτωση η καλφική μαθητεία δεν ήταν κάτω από δύο χρόνια, ιδίως για τους καλφάδες με εξω-

επαγγελματική προέλευση. Αν δεχθούμε λοιπόν ότι η πρωτοβάθμια συντεχνιακή μαθητεία

1. Βλ. Παράρτημα, αριθ. εγγρ. 3. 2. Βλ. Κων. Μέρτζιος, «Σταχυολογήματα», ό.π., σ. 14-16. 3. Σύμφωνα με το οθωμανικό δίκαιο, όσοι είχαν περάσει το 15ο έτος της ηλικίας τους θεωρούνταν ενήλικοι και ικανοί για την κατάρτιση σύμβασης.

Βλ. Δ. Νικολαΐδης, Οθωμανικοί κώδικες, Κωνσταντινούπολις 1889, σ. 557. Επίσης κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, όπως η εξασφάλιση της σιωπηρής

άδειας των γονέων η κηδεμόνων, περιορισμένα ικανοί για τη σύναψη σύμβασης ήταν και όσοι μαθητευόμενοι είχαν συμπληρώσει το 12ο ως το 15ο έτος της

ηλικίας τους και είχαν ανεπτυγμένη κρίση. Βλ. Οθωμανικό Αστικό Κώδικα, 971, 972, 943 και 944.

Page 81: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ξεκινούσε σε ηλικία 9-12 χρονών και τελείωνε στα 12-15 η άρχιζε στα 12-14 και έφθανε ως τα 15-17 και υπολογίσουμε κατά μέσο

όρο 2-3 χρόνια το στάδιο της καλφικής υπηρεσίας, πλησιάζουμε τα 17-19, ηλικία που θεωρείται η απαρχή της αντρικής ωριμότη-τας.

Όπως και στο προηγούμενο στάδιο, έτσι κι εδώ ο συναγωνι-σμός της αγοράς ανάγκαζε τους μάστορες να επιμηκύνουν τον χρόνο της υποχρεωτικής επαγγελματικής παρακολούθησης των καλφάδων, στα μεγαλύτερα δυνατά πλαίσια, γιατί διαφορετικά έχαναν την τόσο πολύτιμη γι' αυτούς εργατική δύναμη, την οποία θα εκμεταλλεύονταν οι άλλοι συνάδελφοι τους, Αν τυχόν κρατούσαν τους βοηθούς τους μεγαλύτερο χρονικό διάστημα κοντά τους.

Έτσι έχουμε παραδείγματα, όπου μερικοί καλφάδες ξεπέρασαν κατά πολύ τα κανονικά όρια της δευτεροβάθμιας μαθητείας και παρέμειναν στο στάδιο αυτό στάσιμοι γι' αρκετά χρόνια η για

πάντα, επιβεβαιώνοντας τον κανόνα ότι σε μια συντεχνία μαθήτευαν αρκετοί, γίνονταν καλφάδες λιγοστοί και προωθούνταν για μάστο-

ρες ελάχιστοι. Κάθε μάστορας οφείλε να γνωστοποιεί στη συντεχνία, και ει-

δικότερα στον πρωτομάστορα, τη «στοίχιση» του κάλφα: «και όσοι καλφάδες στοιχούν οι μαστόροι τους να δίνουν την είδησιν

τον κατά καιρόν πρωτομάστορην και όλοι το στέργουν»1. στην εφαρμογή της διάταξης αυτής οι συντεχνίες φαίνονται ιδιαίτερα ευαίσθητες, επειδή προφανώς ενδιαφέρονται καίρια για τον δομι-κού χαρακτήρα έλεγχο των προαγωγών. για το λόγο αυτό, όταν διαπιστώνεται η παράβαση, επιρρίπτονται ευθύνες τόσο στον μά-στορα όσο και στον κάλφα: «και όσοι μαστόροι δεν δίνουν την είδησιν εις τον πρωτομάστορην στοιχώντας τον κάλφαν τους να παιδεύωνται δίδοντες εις το κουτί από είκοσι πέντε γρόσια και αυτή η συμφωνία να ακολουθήται»2. Ανάλογη παιδεία προβλέ-

1. Βλ. Μ. Αποστολίδης, «τα αρχεία του εν Φιλιππουπόλει εσναφίου των αμπατζήδων», ΑΘΛΓΘ 7 (1940-41), σ. 36.

2. Βλ. Μ. Αποστολίδης, ό.π., σ. 36.

Page 82: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

προβλέπεται και για τον κάλφα, ο όποιος θα αδιαφορήσει για την ενημέ-ρωση της συντεχνίας: «κάθε κάλφας οπού ήθελε στιχηθή με την

είδησιν των μαϊστόρων να πέρνη την ρώγαν του σωστήν, εκείνος δε οπού ήθελε στοιχηθή άνευ ειδήσεως των πρωτομαϊστόρων να

χάνη την ρώγαν του»1. Κρίνουμε ακόμη σκόπιμο ν' αναφέρουμε οτι σε μερικές περιο-

χές, όπως στη Φιλιππούπολη και στην Κοζάνη, ο κάθε κάλφας που στιχιέται, είναι υποχρεωμένος να προσφέρει ένα χρηματικό

δώρο, «μπουναμά», στη συντεχνία του2. Ειδικότερα μάλιστα στη συντεχνία των τουφεκτζήδων, χαλκιάδων, καλαϊτζήδων και αλμ-πάνηδων της Κοζάνης ο κάλφας οφείλει να δώσει για τη «στοίχι-σή» του, εκτός από την καθορισμένη χρηματική εισφορά στο ρου-φέτι του, και κάποιο χρηματικό ποσό, έστω και μικρό, στο μά-στορα που τον προσλαμβάνει3.

2. Είδος, χρόνος και συνθήκες εργασίας

Όπως αναφέραμε και παραπάνω, ο κάλφας πρόσφερε ουσια-στικές υπηρεσίες στον μάστορά του. Ας δούμε όμως πιο αναλυτι-κά τη δουλειά του κάλφα σε μερικές συντεχνίες.

στη συντεχνία των ταμπάκηδων οι καλφάδες πραγματοποιούν σαν το μεγαλύτερο μέρος της εργασίας τους στην ύπαιθρο και ειδικότερα μέσα στο νερό, με αποτέλεσμα η δουλειά αυτή να γίνεται ένα διαρκές βασανιστήριο, που υστέρα από λίγα χρόνια

τους καταντούσε σωματικά ερείπια. με τη μεγαλύτερη παγωνιά, με το δυνατότερο ξεροβόρι ήταν πάντοτε βυθισμένοι σχεδόν μέχρι τη μέση στο νερό, σκύβοντας πάνω από τα ξύλινα καβαλλέτα και

ξύνοντας τα τομάρια, έχοντας για στοιχειώδη προφύλαξη τις μα-

1. Βλ. Μ. Καλινδέρης, Αι συντεχνίαι της Κοζάνης, σ. 28. 2. Βλ. Μ. Αποστολίδης, «τα αρχεία του εν Φιλιππουπόλει εσναφίου

των αμπατζήδων», ΑΘΛΓΘ 7 (1940-41), σ. 42. 3. «Όταν ο κάλφας στιχιέται να δίδη εις το ρουφέτι του άσπρα 15: και ο

μάστορας ο λαμβάν(ω)ν αυτ(όν) άσπρα 12». Βλ. Μ. Καλινδέρης, ό.π., σ. 36.

Page 83: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

μακριές πέτσινες μπότες τους. στη συνέχεια μετέφεραν δυό-δυό στα εργαστήρια τα πετσιά περασμένα σε μακριά ξύλα, καμπουριασμέ-

νοι από το βάρος τους, αφού τα μεγαλύτερα απ' αυτά έφταναν τις 200 οκάδες1.

στα γουναράδικα εργαστήρια οι καλφάδες κατεργάζονταν τις γούνες. Αφού πρώτα τις έριχναν σε καδιά γεμάτα πίτουρα για να μαλακώνουν, στη συνέχεια τις χτένιζαν με ειδικά χτένια. Μετά τις έκοβαν και τις έρραβαν η επέβλεπαν στο ράψιμο τους. στο κόψιμο ειδικά των γουναρικών, όταν δεν το έκαμε ο μάστορας2, έδειχναν μεγάλη προσοχή για να μην πάει ούτε το παραμικρό κομμάτι χαμένο και για να έχει η γούνα το ίδιο πάχος παντού3.

οι συρμακέσηδες εμπιστεύονταν στους καλφάδες τους, ύστερα από μεγάλη εξάσκηση, το κέντημα των χρυσονημάτων πάνω στα γεμίσματα. Όπως μας πληροφορεί η Χατζημιχάλη4, ο συρμακέ-σης κάλφας σχημάτιζε, γυρνώντας τις χρυσοκλωστές πάνω στα σηκώματα, διάφορες ρίζες, δένοντάς τες με την κρυφή η το κρυ-φό5. ο τερζής έδινε τα κομμάτια του υφάσματος που είχε κόψει

1. Βλ. εφημ. Ήπειρος, φ. 7837 (15 Φεβρουαρίου 1935). 2. πάντα ο μάστορας, για λόγους οικονομίας, τεμάχιζε την πρώτη ύλη

και έκανε όλη την προπαρασκευαστική εργασία (σχέδια), επειδή η πείρα του τον βοηθούσε να περιορίζει σημαντικά την άσκοπη σπατάλη (βλ. Αγγ. Χατζημιχάλη, «τα χρυσοκλαβαρικά-συρματέϊνα, συρμακέσικα κεντήματα», Melanges offerts à Octave et Melpo Merlier, τ. 2, Athènes 1956, σ. 487. Πβ. και Ευαγγελή Ντάτση, η χαλκοτεχνία στα Γιάννινα, η συγχρονική της διάσταση στις παραμονές του πολέμου του 1940, Διδακτορική διατριβή, πολυγραφημένο, σ. 12.

3. Βλ. Αγγ. Χατζημιχάλη, «το ισνάφι των γουναράδων», Συνεταιρι-στής, αριθ. 104-106 (1955), σ. 86.

4. Βλ. Αγγ. Χατζημιχάλη, «τα χρυσοκλαβαρικά-συρματέϊνα, συρμα-κέσικα κεντήματα», ό.π., σ. 492.

5. η κρυφή η το κρυφό ήταν ένας από τους δύο τρόπους, που το υλικό (μετάξινα νήματα, χρυσονήματα και σύρματα) στερεωνόταν έτσι, ώστε να περνά το ύφασμα και να δείχνει πώς συνεχίζεται το χρυσάφι η το μάλαμα και στην ανάποδη του κεντιδιού. ο δεύτερος τρόπος ήταν το καβαλίκι η καρφωτό.

Page 84: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ο ίδιος στον κάλφα του, για να τα καρφοκολλήσει και ύστερα άρ-χιζε το ράψιμο1.

στη συντεχνία των κοντουράδων ο κάλφας έπαιρνε τα φόντια2

από τον μάστορα και τα μόντερνε στα καλαπόδια η καλούπια. Έπειτα έβαζε τις σόλες από πάνω και τα παράδινε στο τσιράκι

για να τα καρφώσει η να τα γαζώσει. Ξαναπαίρνοντάς τα έκαμε τα τακούνια τους και τα ξελούριζε3 και τα ξανάδινε στο μικρό για να τα γυαλίσει4.

στη συντεχνία των γεμενετζήδων5 η κύρια απασχόληση του κάλφα ήταν το ράψιμο των γεμενιών, που του έδινε ο μάστορας,

με κλωστές κερωμένες, κρατώντας στα χέρια του το σουβλί με το όποιο τρυπούσε τα πετσιά6.

στη συντεχνία των τσαρουχάδων οι καλφάδες ξεκινούσαν με την κατασκευή των «φωτικιών», των βαφτισιάρικων δηλ. τσα-

ρουχιών που προορίζονταν για μικρά παιδιά, ηλικίας 1-6 χρο-νών7. στη συνέχεια, αφού περνούσε αρκετός καιρός, οι μάστορες

τους άφηναν να δουλεύουν σ' όλα τα νούμερα των τσαρουχιών.

1. Βλ. Δημ. Λουκόπουλος, Πώς υφαίνουν και ντύνονται οι Αιτωλοί, εν Αθήναις 1927, σ. 125.

2. φόντι = το επάνω μέρος του υποδήματος, που αποτελείται από μαλα-κό δέρμα και φόδρα.

3. ξελουρίζω = κόβω τις άκρες που προεξέχουν από τη σόλα του πα-πουτσιού, ώστε η τελευταία να προσλάβει το κατάλληλο σχήμα.

4. Βλ. Πολ. Παπαχριστοδούλου, «τα εσνάφια των γεμενετζήδων, κα-βάφηδων, κοντουράδων στις Σαράντα εκκλησιές», ΑΘΛΓΘ 11 (1944-45), σ. 168.

5. γεμενετζής = κατασκευαστής η πωλητής τσαρουχιών η χοντροπαπουτζων (τουρκ. yemenici).

6. Βλ. Πολ. Παπαχριστοδούλου, ό.π., σ. 167. 7. Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Φαλτάϊτς («Από το παπούτσι του ρι-

γολέττου στο τσαρούχι του τσολιά», Μπουκέτο 4, 1929, σ. 48) τα βαφτι-σιάρικα τσαρούχια τα έκανε δώρο ο νουνός στο βαφτιστικό του και αποτε-λούσαν το πρώτο υπόδημα του βρέφους μετά τη βάπτιση. Συνήθως είχαν χρώμα άσπρο με φούντα γαλάζια και άσπρη πανύψηλη μύτη που υπενθύμιζε έντονα τα μεσαιωνικά παπούτσια. η ονομασία τους αυτή συνηθιζόταν κυ-ρίως στην Ήπειρο και τη Στερεά Ελλάδα.

Page 85: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

στις εμπορικές συντεχνίες, ενώ στο προηγούμενο στάδιο οι μαθητευόμενοι προορίζονταν για καθαρά υπηρετικές δουλειές, ξε-σκονίζοντας η τακτοποιώντας τα εμπορεύματα και πηγαίνοντάς τα στα σπίτια των αγοραστών, σαν βοηθοί έπαυαν να είναι πια άβουλα πρόσωπα και πληροφορούσαν τους πελάτες για τις τιμές

των ειδών, συζητούσαν και αστειεύονταν μαζί τους και συχνά τους παραπονιόνταν για το δασμολόγιο και το συνάλλαγμα. Ακό-

μη πραγματοποιούσαν τους διάφορους λογαριασμούς με μεγάλη ευχέρεια και σπάνια υπέπιπταν σε κάποιο λογιστικό λάθος, το όποιο, σύμφωνα με τις μαρτυρίες, ήταν πάντα προς όφελος του καταστήματος. Μάλιστα αυτό το μειονέκτημα στη λογιστική απο-τελούσε αξιόλογο συστατικό για τον κάλφα και τελικά μετατρεπό-ταν σε πλεονέκτημα που λάμβανε σοβαρά υπόψη ο προϊστάμενος του μάστορας1.

Τέλος, σε αρκετές συντεχνίες ο μάστορας έπαιρνε μαζί του στα εμπορικά πανηγύρια τον κάλφα του, όπου δινόταν η ευκαιρία στον

τελευταίο ν' αποδείξει και στην πράξη το εμπορικά του ταλέντο και το επιχειρηματικό πνεύμα του. Από τα πιο ενδεικτικά παραδείγματα των περιπτώσεων αυτών

είναι εκείνο του Ζώη Καπλάνη, τον όποιο ο γιαννιώτης μεγαλέ-μπορος γουναρικών Παναγιώτης Χατζηνίκος έστελνε συχνά ως εκ-πρόσωπο του εμπορικού του οίκου στα άφθονα εμπορικά πανη-γύρια, που γίνονταν τότε γύρω από τα Γιάννενα, για να εμπορεύεται

τις γούνες του. τα προσόντα και οι ικανότητες του Καπλάνη στη δοκιμασία αυτή έπαιξαν αναμφισβήτητα ευεργετικό ρόλο στην ά-μεση προώθησή του στην ανώτερη επαγγελματική βαθμίδα; αφού

ο Χατζηνίκος, συνεκτιμώντας τα με την υπόλοιπη ζηλευτή δρα-στηριότητά του στο εργαστήρι, τον έκαμε, σχετικά γρήγορα, με

τα «κρατούντα» στις συντεχνίες, από βοηθό συνέταιρο και τον πήρε μαζί του στη Ρουμανία, όπου διατηρούσε ένα δεύτερο σπου-δαίο εμπορικό οίκο γουναρικών2.

1. Βλ. Εβδομάς (30 Ιουνίου 1880), σ. 2. 2. Βλ. Αν. Γούδας, Βίοι Παράλληλοι, τ. Γ ' , σ. 84. Πβ. και Γιάννης

Page 86: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Το ωράριο εργασίας του κάλφα καθοριζόταν, όπως είναι φυ-σικό, από τους μάστορες. Ποίκιλλε ακόμη από συντεχνία σε συντεχνία και από τόπο σε τόπο. Γενικότερα όμως η διάρκεια της ημερήσιας εργασίας του κάλφα, σύμφωνα με τις σχετικές μαρτυρίες, υπερκάλυπτε τα φυσιολογικά όρια της ανθρώπινης Αν-τοχής σ' αυτή την ηλικία και έφθανε στην υπερβολή, γεγονός που προξένησε εντύπωση στους περιηγητές της εποχής. Υπήρχαν και στο στάδιο αυτό διάφορα εποχιακά διαστήματα, όπως οι σαρα-κοστές των Χριστουγέννων και της Λαμπρής, που ο χρόνος εργασίας

παρατεινόταν για αρκετές νυκτερινές ώρες στις περισσότερες από τις βιοτεχνικές συντεχνίες. η ερμηνεία είναι απλή. την εποχή αυτή, που ευρύτερα μπορούμε να την αποκαλέσουμε χειμωνιάτικη, επέστρεφαν στον τόπο τους αρκετοί τεχνίτες, που το επάγγελμά τους

επέτρεπε μόνο τη θερινή εργασία, όπως κτίστες, κεραμιδοποιοί, πλανόδιοι βιοτέχνες και έμποροι και άλλοι εποχιακοί εργάτες και με την ευκαιρία αυτή έσπευδαν να ντυθούν και να «ποδεθούν».

Ακόμη, τα Χριστούγεννα και το Πάσχα έπρεπε να υπάρχει ετοιμοπαράδοτο εμπόρευμα και για ένα άλλο λόγο. τις «χρονιά-ρικες» αυτές μέρες οι γονείς αγόραζαν παπούτσια και ρούχα για τα παιδιά τους. Μάλιστα τη Λαμπρή τα «σχολιαρούδια» εφοδιά-ζονταν μ' ένα καινούργιο ζευγάρι παπούτσια για την ημέρα των σχολικών εξετάσεων1. Τέλος, σε μερικές συντεχνίες, όπως των καζαντζήδων, αρκετά νυχτέρια πραγματοποιούνταν το καλοκαίρι για να έχουν ετοιμοπαράδοτα τα ρακοκάζανα την εποχή του τρύ-γου2. το ίδιο παρατηρείται και με την συντεχνία των ξυλουργών, γιατί την εποχή αυτή γίνονταν οι περισσότεροι γάμοι και οι πα-ραγγελίες για ντουλάπες, καναπέδες, τραπέζια, καρέκλες και κορ-νίζες δίνονταν λίγο πριν την τέλεσή τους3.

Λυμπερόπουλος, «Παναγιώτης Ν. Χατζηνίκου-Κονιτζιότης (ο ευεργέτης)», H.H. 3 (1981), σ. 280-285.

1. Βλ. Πολ. Παπαχριστοδούλου, ό.π., σ. 169. 2. Βλ. Ευαγγελή Ντάτση, η χαλκοτεχνία στα Γιάννινα, σ. 128. 3. Βλ. Λουκής Ακρίτας, «ο ήσκιος τ' αφεντικού», Ν.Ε. ΙΣΤ ' (1934),

σ. 846.

Page 87: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

στα Γιάννενα η προειδοποίηση για την έναρξη και τη λήξη των νυχτεριών τόσο από τους μάστορες όσο και από τους καλφάδες γινόταν με συμβολικό τρόπο. πιο συγκεκριμένα, όταν πλησίαζε

η περίοδος της ατέλειωτης νυκτερινής εργασίας, ο μάστορας το-ποθετούσε στους μπάγκους των καλφάδων ένα ροδάκινο, ενδεικτι-κό σημάδι για την παράταση του νυκτερινού ωραρίου. Ως αντα-πόδοση, οι καλφάδες έβαζαν στα. μαστορικά τραπέζια ένα ανοιξιά-τικο φρούτο, υπενθυμίζοντας στους συντεχνίτες τους, ότι έπρεπε

να δοθεί σύντομα τέλος σ' αυτά τα αλλεπάλληλα και καταθλιπτι-κά ξενύχτια1.

Παρόλο όμως που η εργασία των καλφάδων ήταν απεριόριστη και αδιάκοπη, πουθενά δεν υπάρχει η παραμικρή ένδειξη για επι-

πλέον αμοιβή των υπερωριών αυτών. Άλλωστε ο όρος ήταν άγνω-στος στο λεξιλόγιο της εποχής εκείνης.

Αλλά και οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης ελάχιστα διά-φεραν από το προηγούμενο στάδιο μαθητείας, αφού και τώρα πάλι

οι μάστορες τις διαμόρφωναν. τα ίδια εργαστήρια, χαμηλά, σκο-τεινά, υγρά και ρυπαρά, κτίσματα της Τουρκοκρατίας, συνέθε-ταν ένα αποπνικτικό και ανθυγιεινό περιβάλλον2, το όποιο σε συνάρτηση με την κακή διατροφή και την υπερβολική εργασία^ είχε συχνά άσχημες επιπτώσεις στην υγεία των καλφάδων, όπως άλλωστε και των τσιρακιών, με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται

υψηλός δείκτης ασθενειών και στην επαγγελματική αυτή βαθμίδα. ο παρακάτω πίνακας μας δίνει μια αποκαλυπτική εικόνα της νο-

σηρότητας και την θνησιμότητας των μαθητευόμενων τσιρακιών και καλφάδων στις συντεχνίες της Κωνσταντινούπολης (1839-1857).

1. Βλ. Κ. Φωτόπουλος, «τα ισνάφια των παπ'τσήδων και κονταρ-τζήδων», ό.π., σ. 74-75.

2. Σύμφωνα με τις προφορικές μαρτυρίες, πολλά εργαστήρια ήταν ανοι-κτά για να βλέπουν οι πελάτες το εμπόρευμα. Έτσι το χειμώνα έμπαινε το κρύο η οι σπίθες από το χιόνι, με αποτέλεσμα να κοκαλιάζουν τα χέρια τους

από το κρύο και να μη μπορούν να πιάσουν τα εργαλεία για να δουλέψουν. την κατάσταση έκανε πιο απελπιστική η απουσία στοιχειώδους θέρμανσης με μαγκάλι η σόμπα αργότερα.

Page 88: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Ασθένειες Εισήλθαν Εξήλθαν Πέθαναν %

Ευλογιά Δυσεντερία

Υδρωπικίαση Χολέρα Τέτανος Διαλείποντες

620 396

50 223

15

470 233

12 105

5

150 24,19 163 41,16 38 76,00

118 52,91 10 66,66

Πυρετοί 458

Πηγή: Α. Γ. Πασπάτης, Υπόμνημα περί του Γραικικού Νοσοκομείου των Επτά Πύργων, εν Αθήναις 1862.

3. 5Αμοιβές η υποχρέωση, αλλά και η συνήθεια να παραμένει δ μαθητευό-

μενος και μετά την προαγωγή του σε κάλφα κοντά στον μάστορά του, συντηρούσε το προηγούμενο κλίμα εκμετάλλευσης και πε-ριόριζε στο ελάχιστο τις δυνατότητές του, με τα δεδομένα μη-δενικά περιθώρια επιλογής του εργοδότη του. Έτσι και ως βοηθός συνέχιζε να εργάζεται κάτω από απαράδεκτο καθεστώς αμοιβής, δωρεάν σχεδόν η με πενιχρές αποδοχές.

Γενικά υπήρχαν δύο μορφές αμοιβών για τους καλφάδες: α) πληρωμή σε χρόνο β) πληρωμή με το κομμάτι.

η πρώτη, πιο συνηθισμένη, παρουσίαζε τις παρακάτω δια-βαθμίσεις: ημερήσια, εβδομαδιαία, μηνιαία, εξαμηνιαία και ετή-σια. στην εξαμηνιαία συμφωνία, ο χρόνος άρχιζε να προσμετράται από την ημέρα του Αγίου Γεωργίου (23 Απριλίου) και έφθανε μέχρι του Αγίου Δημητρίου (26 Οκτωβρίου) η αντίστροφα- στην

ετήσια ο χρόνος υπολογιζόταν συνήθως από «Αγιώργη σε Α-γιώργη» και σπανιότερα από «Αϊδημήτρη σε Αϊδημήτρη»1. Πιο

1. Βλ. Μ. Καλινδέρης, ο βίος της κοινότητος Βλάτσης επί Τουρκοκρα-τίας, Θεσσαλονίκη 1982, σ. 462. Πβ. και Στ. Παπαδόπουλος, η χαλκοτε-χνία στον ελληνικό χώρο, σ. 113.

Page 89: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

συχνά όμως συμφωνούνταν οι ημερήσιες πληρωμές. Το μεργιάτικο διέφερε από μάστορα σε μάστορα, αλλά και από

συντεχνία σε συντεχνία1. Χωρίς αμφιβολία οι καλφάδες που δού-λευαν στις συντεχνίες των χαλκουργών, των τσαρουχάδων και

των άλλων παπουτζήδων είχαν πιο μικρό ημερομίσθιο από τους ομοιόβαθμούς τους στις συντεχνίες των τζαρτζήδων, των γουνα-

ράδων και χρυσοχόων. Σύμφωνα με τον Μ. Καλινδέρη, το συνηθι-σμένο μεροκάματο ενός κάλφα παπουτζή στην Κοζάνη στα τέλη

του 19ου αιώνα απέφερε 15 οθωμανικές λίρες, η και παραπάνω, το χρόνο2. στα Γιάννενα, την ίδια εποχή, το ημερομίσθιο ενός

βοηθού στις συντεχνίες που ασχολούνταν με την υπόδηση του ανθρώπου (ψιλοπαπουτζήδων, κοντουράδων, τσαρουχάδων και σα-

ράτζηδων), κυμαινόταν ανάλογα με την ικανότητα και την επι-δεξιότητά του, από 5-7 πιάστρα3, δηλ. περίπου 15 οθωμανικές λίρες το χρόνο.

για την αγοραστική αξία του ημερομισθίου ενός κάλφα ο παρακάτω πίνακας είναι αρκετά ενδεικτικός.

1. ο Traian Stoianovich στην εργασία του, «Αγρότες και γαιοκτή-μονες των Βαλκανίων και οθωμανικό κράτος: οικογενειακή οικονομία, οι-κονομία αγοράς και εκσυγχρονισμός», στον τόμο εκσυγχρονισμός και βιο-μηχανική επανάσταση στα Βαλκάνια τον 19ο al., Αθήνα 1980, σ. 173, μας πληροφορεί ότι οι λιγότερο καλοπληρωμένοι τεχνίτες ήταν οι χαλκουργοί και οι κατασκευαστές σάκκων από κατσικόδερμα, αμειβόμενοι μόνο με 5 ως 6 πιάστρα την ημέρα, ενώ αντίθετα οι ειδικευμένοι σειρητοποιοί κέρδιζαν

ημερήσια σχεδόν 20 πιάστρα. 2. οι καλφάδες αυτοί ονομάζονταν στην Κοζάνη μεργιαχτζήδες. Βλ.

Μ. Καλινδέρης, ό.π., σ. 462. 3. Βλ. έκθεση του αυστριακού πρόξενου στα Γιάννενα Cajetan Zagor-

ski προς το Υπουργείο Εμπορίου της χώρας του, στο Nachrichten über Industrie, Wien 1874, σ. 342.

Page 90: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Ισοτιμία του μεροκάματου ενός κάλφα με τα κυριότερα είδη δια-τροφής στα μέσα του 19ου αιώνα στα Γιάννενα1

Είδος οκά δράμια Είδος οκά δράμια Βοδινό κρέας 2 160 Καλαμπόκι 5 -

Πρόβειο » 2 - Κριθάρι 4 320 Χοιρινό » 3 - Αλεύρι κοινό 3 -

Ψάρι 1 - Τυρί 1 120 Λάδι - 290 Βούτυρο - 200 Σιτάρι 3 - Μέλι 1 080

Ακόμη, κατά την Αγγελική Χατζημιχάλη, αρκετοί καλφάδες έπαιρναν, εκτός από το μεργιάτικο, και το χρονιάτικο: δύο λίρες κατ' αποκοπή και δύο ζευγάρια παπούτσια. Μερικοί μάλιστα φτα-σμένοι καλφάδες ζητούσαν και μια επιπλέον αμοιβή, τη «διάβα»,

που ο μάστορας ήταν υποχρεωμένος να την παραχωρήσει, όταν τελείωναν κάποια δουλειά2.

Τόσο οι καλφάδες που δούλευαν με ημερομίσθιο όσο και εκεί-νοι που εργάζονταν με βδομαδιάτικο, πληρώνονταν από τους μά-στορες κάθε Σαββατόβραδο η την Παρασκευή το βράδυ. Αυτό συνέφερε και τα δύο μέρη, γιατί και για τον μάστορα «δεν μαζεύον-ταν πολλά λεφτά» και ο κάλφας «είχε στην τσέπη του χρήματα κάθε βδομάδα».

το σύστημα της ετήσιας αμοιβής συνηθίζεται περισσότερο στις συντεχνίες των κτιστάδων: «1872 Σεπτεμβρίου 10, εγώ ο Γληγόρ Κάλφας (μάστορας) εστοίχησα ένα κάλφα διά γρ. 600, ένα ζευγάρι

1. ο πίνακας αυτός βασίστηκε σε προξενικές εκθέσεις των Υπουργείων Εξωτερικών της Αγγλίας (F.O., 78/1766, f. 240*- 241Γ) και της Γαλλίας

(ΑΜΑΕ, Correspondance Commerciale, Γιάννενα 10, 1846-1862, f. 335*-336ν). να προσθέσουμε εδώ ότι το μεροκάματο του κάλφα στην περιοχή αυτή είναι από τα πιο ψηλά της Δ. Ελλάδας. Βλ. παρακάτω, σ. 92.

2. Βλ. Αγγ. Χατζημιχάλη, «Μορφές από τη σωματειακή οργάνωση των Ελλήνων», ό.π., σ. 290.

Page 91: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ρι πουτούρες1 και ένα φέσι τον χρόνον έχει από μένα τον Γρηγόρ Κάλφα»2.

η αμοιβή με το κομμάτι στην ουσία δεν διαφέρει και πολύ με την πληρωμή σε διάρκεια χρόνου, αφού το σύστημα αυτό δεν

ήταν τίποτε άλλο, παρά μια παραλλαγμένη μορφή του μεροκά-ματου. Όπως στο τελευταίο, η ωριαία δουλειά δεν πληρώνεται

ανάλογα με την αξία που ο εργάτης δημιουργεί σ' αυτό το χρονικό διάστημα, έτσι και η αμοιβή με το κομμάτι δεν είναι πληρωμή

του έργου που έκανε ο εργάτης για να φτιάσει το δοσμένο κομμάτι εμπόρευμα. στην πληρωμή με το κομμάτι, γράφει ο Μαρξ, η

αξία του εμπορεύματος δεν μετριέται με τον ενσωματωμένο μέσα της εργατικό χρόνο, μα αντίθετα η δουλειά, που ξόδεψε ο εργάτης, υπολογίζεται με τον αριθμό των κομματιών που παράγει3.

το είδος αυτό της αμοιβής4, που άρχισε να παρουσιάζεται

1. ποτούρα η ποτούρι= μάλλινη περισκελίδα πιο στενή από τη βράκα (τουρκ. potur).

2. Βλ. Μ. Αποστολίδης, «τα αρχεία του εν Φιλιππουπόλει εσναφίου τεκτόνων», ΑΘΛΓΘ 1 (1934-35), σ. 126.

3. Καρλ Μαρξ, το κεφάλαιο, τ. Α', βιβλίο πρώτο, μετάφρ. Παναγιώτη Μαυρομμάτη, έκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1978, σ. 571.

4. ο Α.Γ. Πασπάτης, στο Υπόμνημα περί τον Γραικικού Νοσοκομείου, σ. 259, αναφέρει χαρακτηριστικά τα έξης: «πολλοί ράπται εργάζονται διά

τους κεφαλαιούχους τεχνίτας εντός των οικιών των. Άλλοι είναι έμμισθοι προς τόσην τιμήν το φόρεμα». Πβ. και Κ. Φωτόπουλος, «τα ισνάφια των παπ'τσήδων και κονταρτζήδων», σ. 74. Το ίδιο παρατηρείται και στη συντε-χνία των ταμπάκηδων στα Γιάννενα" «υπάρχει δε και μία μερίς εργατών οι όποιοι εργάζονται κατ' αποκοπήν, αναλαμβάνοντες δηλαδή την κατεργασίαν

ωρισμένης ποσότητος δερμάτων με την ανάλογη αμοιβή». στην ίδια πόλη η εργασία στο σπίτι κατά τις μεγάλες χειμερινές νύκτες των καλφάδων, που

πληρώνονταν με το κομμάτι, ονομαζόταν κάμπαλον. Βλ. Ευάγγ. Μπόγκας, Τουρκικές λέξεις σε παλιότερα ελληνικά κείμενα, Αθήνα 1958, σ. 27. Ακόμη

ο Ηλίας Δρίζης στη μελέτη του, Ιστορία του χωρίου Πλαισίου, πρώην Πλεσιβίτσας (της επαρχίας Θυάμιδος Φιλιατών), Αθήνα 1981, σ. 110-111, μας πληροφορεί ότι στο τσαρουχάδικο εργαστήρι του Παν. Δακούκη στις Φιλιάτες εργάστηκαν, από το β' μισό του 19ου αι. και μετά, αρκετοί καλφάδες

με το κομμάτι.

Page 92: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

πιο συχνά μετά τα μέσα του 19ου αιώνα και πρέπει να συνδέεται άμεσα με την ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων στην περιο-χή και την παρακμή των συντεχνιών1, έφερνε τους καλφάδες σε μειονεκτική θέση, αφού, με το σύστημα αυτό, το ύψος της πληρω-μής εξαρτάται αποκλειστικά πλέον από την επιδεξιότητα, τη γρηγοράδα και τη δεξιοτεχνία του κάλφα. Επιπλέον, η χρηματική

αξία του κομματιού προσδιοριζόταν από τον μάστορα. Ανάλογα λοιπόν με την ποσότητα του προϊόντος, που θα παρουσίαζε ένας πολύ ικανός και επιδέξιος κάλφας-πρότυπο, οι μάστορες απαιτού-σαν και από τους άλλους βοηθούς παρόμοια ποσότητα με την ίδια

αμοιβή. Αυτό όμως σήμαινε ότι οι περισσότεροι καλφάδες, που παρουσίαζαν περιορισμένες επαγγελματικές ικανότητες και ασθε-νική δύναμη, πάρα πολύ δύσκολα μπορούσαν να παράγουν το ίδιο έργο, σε παραπλήσια χρονικά πλαίσια.

Έτσι, οι καλφάδες με τα μειωμένα σωματικά, πνευματικά και επαγγελματικά προσόντα επιμήκυναν υποχρεωτικά το χρόνο

εργασίας, για να είναι σε θέση να παράγουν περισσότερο εμπόρευμα (κομμάτια) η να συμπληρώσουν τον αριθμό της ποσότητας μέσα

στα τακτά όρια, που τους είχαν καθορίσει οι μάστορές τους. Όμως η αύξηση των εργάσιμων ωρών σήμαινε ταυτόχρονα και την πτώ-

ση της τιμής της εργασίας. Παράλληλα δυνάμωνε τον ανταγωνι-σμό των καλφάδων με αρνητικές επιδράσεις στο ύψος της αμοιβής

του κομματιού. η πληρωμή με το κομμάτι είχε και άλλα μειονεκτήματα, το

κυριότερο από τα οποία ήταν ότι, λίγο πριν λογαριαστεί με τον κάλφα, ο μάστορας έκανε έλεγχο, όχι μόνο στην ποσότητα αλλά

και στην ποιότητα του εμπορεύματος, και μπορούσε εύκολα να

1. Αναφέρουμε εδώ δύο ενδεικτικά παραδείγματα του φαινομένου αυτού. Σύμφωνα με την Αγγ. Χατζημιχάλη («Ραπτάδες-χρυσορράπτες και καπο-τάδες», ό.π., σ. 469-470) ο σερρακιώτης στην καταγωγή Κώστας Μπίτζιος διατηρούσε στα Γιάννενα, γύρω στα 1860, στο καποτάδικο εργαστήρι του 40 καλφάδες. την ίδια περίπου εποχή επίσης, από μαρτυρία του Δημ. Χασιώ-τη (Διατριβαί και Υπομνήματα περί Ηπείρου, Αθήνησιν 1887, σ. 29) βλέ-πουμε ότι κάθε γιαννιώτικο εργαστήρι απασχολούσε 40-50 εργάτες.

Page 93: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

περικόψει το συνολικό χρηματικό ποσό που δικαιούνταν ο πρώτος. Το σύστημα αυτό δουλειάς είχε όμως κι ένα μειονέκτημα για

τον μάστορα. ο κάλφας ανέπτυσσε τον αυτοέλεγχο και αισθανόταν αυτόνομος, ανεξάρτητος και αδέσμευτος, χρονικά και τοπικά, από το εργαστήρι του συντεχνίτη, αφού εργαζόμενος στο σπίτι του, είχε τη δυνατότητα να δουλεύει παράλληλα και για κάποιο άλλο βιοτέχνη η έμπορο. Μ' αυτό τον τρόπο όμως δημιουργούνταν συν-θήκες παράνομης εργασίας, εναντίον της οποίας αγωνίζονταν οι μάστορες, που συνήθως απέφευγαν τη μορφή αυτή δουλείας για να προστατεύουν τα δικαιώματα του συντεχνιακού μονοπωλίου.

Παράλληλα με τα παραπάνω δύο είδη αμοιβών, οι μάστορες πολλές φορές υποχρεώνονταν η δέχονταν να τρέφουν και να ντύνουν τους βοηθούς τους, αρκεί τα έξοδα που απαιτούσαν αυτές οι

υποχρεώσεις να εκπίπτουν από τις αποδοχές των καλφάδων. η συμφω-νία αυτή τις περισσότερες φορές συνέφερε τον μάστορα, γιατί είχε την ευχέρεια ν' αγοράζει τα πιο φτηνά ρούχα, να προσφέρει ανθυ-γιεινό σπίτι και άσχημη διατροφή στον κάλφα, όλα βέβαια σε κόστος κατά πολύ χαμηλότερο από τα συμφωνημένα.

Πέρα όμως απ' όλα αυτά, οι αμοιβές των καλφάδων, είτε αυτοί εργάζονταν με ημερομίσθιο, είτε με το κομμάτι, έρχονταν σε πλήρη αντίθεση με το σημαντικό σε αξία και μέγεθος έργο που πρόσφεραν στους μάστορές τους. οι πενιχρές τους αποδοχές ήταν ο κυριότερος ανασταλτικός παράγοντας στην ομαλή και αυτοδύνα-μη εξέλιξή τους, επειδή οι περισσότεροι απ' αυτούς δεν είχαν την παραμικρή δυνατότητα αποταμίευσης. Κατά συνέπεια αδυνατού-σαν να συγκεντρώσουν ένα χρηματικό ποσό, «σερμαγιέ»1, για να εξοπλίσουν το μελλοντικό εργαστήρι τους με εργαλεία και εμπόρευ-μα, πράγμα που αποτελούσε, σύμφωνα με τους όρους του φερμα-νιού του σουλτάνου Μουσταφά του Γ', τη δεύτερη βασική

προϋπόθεση για την επαγγελματική τους καθιέρωση μετά την απόκτη-ση του μαστορικού άξιώματος2.

1. σερμαγιά = χρηματικό κεφάλαιο (τουρκ. sermaye). 2. Βλ. Παράρτημα, αριθ. εγγρ. 1.

Page 94: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Οι ισχνές αποδοχές των καλφάδων, που εργάζονταν στις τουρ-κοκρατούμενες περιοχές, αποδυναμώνονταν ακόμη πιο πολύ με

την αφαίρεση των ποσών που προορίζονταν για την εκπλήρωση των φορολογικών τους υποχρεώσεων1. Επιπλέον, στις ίδιες πε-

ριοχές, οι εργάσιμες μέρες του κάλφα περιορίζονταν σημαντικά με την τήρηση των θρησκευτικών αργιών και κυρίως με τη συμ-

μετοχή του στις αγγαρείες, τις άμισθες δηλαδή εργασίες που πρό-σφεραν για την εκτέλεση διαφόρων δημοσίων έργων, υπηρεσιών

και εκδουλεύσεων του κατακτητή. Χαρακτηριστική, για τις δυσμενείς επιπτώσεις του θεσμού των

αγγαρειών πάνω στους χριστιανούς ραγιάδες γενικότερα, είναι η άποψη που εξέφραζε, τον Ιούνιο 1842, ο Γάλλος πρόξενος στα

Γιάννενα Eugène Poujade σε επιστολή του προς τον υπουργό των Εξωτερικών της Γαλλίας Guizot: Cet impôt a toujours

été un de ceux que les Rayas ont le plus redoutés dans toute la Tourquie, mais surtout dans la Grèce occidentale où le louage du travail journalier το η μ ε ρ ο κ ά μ α τ ο ν a toujours été comparativement cher2.

Αλλά και στο νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος οι καλφάδες δεν ήταν παντελώς απαλλαγμένοι από φορολογικές επιβαρύνσεις. Έτσι βλέπουμε ότι, σύμφωνα με τον Νόμο περί του φόρου των επιτη-δευμάτων, που επικυρώθηκε από τον Όθωνα στις 4/16 Νοεμβρίου 1837, όλοι οι βοηθοί που εργάζονταν σε βιοτεχνικά και εμπορικά εργαστήρια υποχρεώνονταν να πληρώνουν στο έξης το 1/4 εκείνου

1. ο κυριότερος φόρος ήταν ο κεφαλικός, γνωστός και ως χαράτσι. Αργότερα, μετά τις μεταρρυθμίσεις του 1856 (Hatt-i-Humayun), βλέπουμε

ότι οι καλφάδες υπόκεινταν στο στρατιωτικό φόρο, γνωστό και με τα ονόματα iane-i-askeriye, nizamiye, imdatiye και bedelat. Βλ. Κων. Βακαλόπου-λος, «Χριστιανικές συνοικίες, συντεχνίες και επαγγέλματα της Θεσσαλονίκης στα μέσα του 19ου αιώνα», Μακεδόνικα 18 (1978), σ. 112, 119, 121, 123, 134, όπου ανάμεσα στους φοροϋπόχρεους, έκτος από τους μάστορες, περι-λαμβάνονται και καλφάδες.

2. Βλ. την επιστολή του πρόξενου, με ημερ. 11 Ιουνίου 1842, στο ΑΜΑΕ, Janina, vol. 9 (1839-1845), f. 98··.

Page 95: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

του φόρου που οι προϊστάμενοι τους βιοτέχνες και έμποροι κατέ-βαλλαν. Από τη φορολογία αυτή εξαιρούνταν οι γιοι των εμπόρων

και των βιοτεχνών που εργάζονταν κοντά στους γονείς τους, οι μαθητευόμενοι που δεν είχαν τελειώσει τον τρίτο χρόνο της μαθη-τείας τους και οι υπηρέτες που εργάζονταν στα βιοτεχνικά και

εμπορικά εργαστήρια, με μηνιαίες αποδοχές κάτω από 20 δραχμές. η κατάσταση ήταν ακόμη πιο απελπιστική για τους οικογε-

νειάρχες καλφάδες, οι όποιοι υπερίσχυαν αριθμητικά των ανύ-παντρων («μπεκιάρηδων»)1 συναδέλφων τους, για τον παρακάτω λόγο. την εποχή εκείνη ήταν πολύ συνηθισμένο, «επιδημικό» θα λέγαμε, το φαινόμενο να παντρεύονται οι περισσότεροι νέοι,

ανεξάρτητα από το επάγγελμα που ακολουθούσαν, σε πολύ μικρή ηλικία2. η πραγματικότητα αυτή, που οφειλόταν σε διάφορους

λόγους, δεν επέτρεπε στο εργατικό δυναμικό της επαγγελματικής αυτής βαθμίδας να φέρει και να συντηρήσει την οικογένειά του

στην πόλη, ούτε ν' αναλάβει τα έξοδα διαβίωσης των οικογενειακών τους μελών στο χωριό, έκτος από σπάνιες περιπτώσεις. η επι-βίωση των οικογενειών τους εξαρτιόταν κυρίως από την περιουσία

των καλφάδων στον τόπο καταγωγής τους, Αν υπήρχε, και από την αγροτική η οικιακή βιοτεχνική παραγωγή των γυναικών τους

εκεί. Το καθεστώς αυτό, «η οικογένεια στο χωριό, ο κάλφας στην πόλη», αποτελεί κανόνα που πολύ δύσκολα παραβιάζεται.

1. οι νέοι ανύπαντροι μαθητευόμενοι η μπεκιάρηδες είχαν σχηματίσει στις μεγάλες βαλκανικές πόλεις τις δικές τους οργανώσεις από τον 17ο κιό-

λας αιώνα, που βέβαια δεν μπορούν να ταυτιστούν με τις συντεχνίες. τα μέλη των ταϊφάδων αυτών, που ένωναν την ανύπαντρη νεολαία ενός επαγγέλματος η συναφών επαγγελμάτων, έκαναν μάλλον μια συλλογική ζωή σε κοινά

σπίτια, γνωστά ως bekar-odalari, «πανδοχεϊα-χάνια» η δωμάτια των μπε-κιάρηδων, όπου και περνούσαν ένα μεγάλο μέρος του ελεύθερου χρόνου τους. Βλ. Zi ja Shkodra, «Les esnaf ou corporations dans la vie urbaine balkanique des XVII-XVIII siècles», Studia Albanica, 12 (1975), τεύχ. 2, σ. 67.

2. για το φαινόμενο αυτό, από λαογραφική σκοπιά, βλ. Γ . Θανάτσης, Αρραβώνες και γάμοι μικρής ηλικίας, Αθήνα 1983.

Page 96: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Αλλά και στην περίπτωση που ο κάλφας διαθέτει κάποιο χρηματικό εισόδημα, στο στάδιο αυτό δεν μπορεί να το μετατρέψει

σε εμπορικό κεφάλαιο. Στο καταστατικό της συντεχνίας των αμπατζήδων της Φι-

λιππούπολης αναγράφεται μια σχετική ρήτρα, σύμφωνα με την οποία, ούτε ο κάλφας μπορεί ν5 αγοράσει το παραμικρό για τον

εαυτό του, ούτε ο μάστορας για λογαριασμό του βοηθού του: «ο-πού να μην έχη την άδειαν ο κάλφας εκείνος, όποιος και Αν είναι,

διά να ψωνίζη ούτε το παραμικρόν πράγμα διά λογαριασμόν του, ούτε ο μαΐστωρ του η άλλος μαΐστωρ να ψωνίση πράγμα διά λο-γαριασμόν του κάλφα, αλλά να δέχεται τα άσπρα του κάλφα με διάφορον»1. Όπως πολύ εύστοχα ερμηνεύεται από τον Σπ. Ασ-δραχά, αυτή η απαγόρευση δεν σημαίνει τίποτε άλλο παρά ότι

ο εργάτης δεν μπορεί να παράγει ως απλός εμπορευματικός παρα-γωγός, αφού ο ρόλος αυτός ανήκει αποκλειστικά στον μάστορα.

Από το άλλο μέρος ο κάλφας δεν μπορεί να διαθέσει το χρήμα του στο εσωτερικό της συντεχνιακής παραγωγής παρά με τη μορ-φή του έντοκου δανείου2.

Παραπλήσιες είναι και οι παράμετροι μιας άλλης εξίσου ενδια-φέρουσας ρήτρας στο ίδιο καταστατικό, όπου απαγορεύεται στον συντεχνίτη να συνεταιριστεί με κάλφα είτε φανερά είτε κρυφά.

Από τον κανόνα εξαιρείται ο συνεταιρισμός ενός μάστορα με το γιό άλλου συναδέλφου, με την προϋπόθεση όμως ότι δεν θα έχει

αντίρρηση η συντεχνία: «όποιος μαΐστωρ θέλει να γείνη σύντρο-φος, να συντροφιάζη μόνον με άλλον μαΐστορα του ισναφίου του

με κάλφαν όμως [...] δεν έχει ποτέ την άδειαν διά να συντροφιάζη ούτε εις το φανερόν ούτε κρυφίως, πάρεξ άν είναι μαΐστορος υιός και τούτο να γίνεται με άδειαν και του ισναφίου»3.

1. Μ. Αποστολίδης, «Δύο έγγραφα εκ Φιλιππουπόλεως», Θρακικά 2 (1929), σ. 330.

2. Σπ. Ασδραχάς, «οι συντεχνίες στην Τουρκοκρατία: οι οικονομικές λειτουργίες», στο Ζημήτατα Ιστορίας, έκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1983, σ. 100.

3. Μ. Αποστολίδης, «Δύο έγγραφα εκ Φιλιππουπόλεως», ό.π., σ. 331.

Page 97: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

4. Σπάσιμο (διακοπή) συμφωνίας — Εγκατάλειψη των μαστόρων

Συχνά οι δυσκολίες, που προαναφέραμε, ανάγκαζαν τους καλ-φάδες να εγκαταλείπουν τους μάστορές τους πριν τη δεσμευτική ημερομηνία, παρόλο που γνώριζαν ότι θα έχαναν την αμοιβή τους,

που είχε προβλεφθεί για τη χρονιά εκείνη: «ο κάλφας όπου ήθελε φύγη από τον μάστοράν του προτού να τελείωση ο καιρός του, άνευ ευλογοφανούς αιτίας να χάνη την ρώγαν του εκείνης της χρονιάς»1.

Ποιές όμως ήταν οι «ευλογοφανείς» αιτίες, τα αυταπόδεικτα στοιχεία, που θα επέτρεπαν δικαιολογημένα στο βοηθό να εγκατα-λείψει πρόωρα τον βιοτέχνη η τον έμπορο κοντά στον όποιο εργα-ζόταν; οι ελάχιστες και ανεπαρκείς ειδήσεις που μας παραδίδον-ται δεν μπορούν, ούτε χρονικά ούτε τοπικά, να μας διαφωτίσουν. Παρ' όλα αυτά δεν θα βρισκόμαστε και πολύ μακριά από την πραγ-ματικότητα υποστηρίζοντας, ότι τα πιο πιθανά επιχειρήματα, που

θα μπορούσε να επικαλεστεί ο κάλφας για να εγκαταλείψει πριν τον «συμβιβαστικό» καιρό τον μάστορά του, χωρίς συνέπειες και επιπτώσεις, ήταν: α) η απάνθρωπη συμπεριφορά του μάστορά του β) η σωματική και ψυχική ανικανότητα του εκπαιδευτή του· γ)

η αδικαιολόγητη καθυστέρηση των αποδοχών του η η αυθαίρετη παρακράτησή τους και δ) οι σοβαροί οικογενειακοί λόγοι που θ'

ανάγκαζαν τον κάλφα να σπάσει εσπευσμένα τη συμφωνία. Όταν όμως ο κάλφας εγκατέλειπε αδικαιολόγητα τον μάστορά

του, έκτος από την απώλεια του μισθού του, αντιμετώπιζε μεγά-λες και ανυπέρβλητες δυσκολίες στη σύναψη συμφωνίας με άλλο μάστορα, επειδή οι συντεχνίες είχαν θεσπίσει διάφορα μέτρα για

την πρόληψη τέτοιων ενεργειών. μια από τις πιο βασικές διατά-ξεις των συντεχνιακών κανονισμών αναφερόταν στην τιμωρία του συντεχνιακού μέλους, που προσλάμβανε στις υπηρεσίες του κάλφα,.

1. Βλ. Μ. Καλινδέρης, Αι συντεχνίαι της Κοζάνης, σ. 28.

Page 98: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ο οποίος είχε εγκαταλείψει πριν τον «συμφωνημένο» καιρό τον παλιό του μάστορα: «όποιος μάστορης ήθελε συμάση εκείνον τον φευγάτον κάλφαν άνευ ειδήσεως των μαϊστόρων να παιδεύεται»1.

Κατά την ίδια έννοια απαγορεύεται σε οποιοδήποτε συντεχνίτη να δελεάσει και να αποσπάσει τον βοηθό ενός συναδέλφου του: «έτι δε όστις των μαϊστόρων συμφωνήσει κάλφα να τον δουλεύη και

άλλος κρυφίως του ανεβάση τον μισθόν και τον αγιαρτίση2 και τον πάρη να παιδεύεται από το ρουφέτι ως σκανδαλοποιός και

φίλαυτος και να πληρώνη ό,τι ποσόν ήθελεν φανή ευλογον και αποφασίσουν οι λοιποί»3. η ρήτρα αυτή, όπως και οι ομόλογές της, που αναγράφονται τόσο στο καταστατικό της μικτής συντε-χνίας τουφεκτζήδων, χαλκιάδων, καλαϊτζήδων και αλμπάνηδων

της Κοζάνης («κανένας ρουφελτής να μην πέρνη τον κάλφα από τον άλλον ρουφετλήν του προτού τελειώση δ καιρός του»)4, όσο και στο καταστατικό της συντεχνίας των αμπατζήδων της

Φιλιππούπολης («ούτε να ξεμαυλά ο ένας του άλλου τον κάλφαν»)5, αποσκοπούσαν αναμφίβολα στην αποθάρρυνση παρόμοιων προ-

σπαθειών από μέρους των μαστόρων. Αν σ' όλα αυτά, που αναπτύξαμε παραπάνω, συναριθμήσουμε

το συστηματικό και ανελέητο κυνηγητό από τη συντεχνία, πέρα από τις ισχύουσες τότε καταστατικές διατάξεις, του «φευγάτου»

κάλφα, αλλά και τον αποφασιστικό ρόλο που θα έπαιζε η αρνητική στάση των μαστόρων στην αναστολή της επικείμενης προαγωγής του, εύκολα θα κατανοήσουμε γιατί, στο στάδιο αυτό, το φαινόμενο

1. Ό.π., σ. 28. 2. αγιαρντίζω = πείθω με ψεύτικες υποσχέσεις κάποιον να μεταβάλει

γνώμη προς ζημία τρίτου, μεταπείθω, ξελογιάζω (τουρκ. ayartmak, άόρ. ayartim).

3. Βλ. Θ. Μοσχονάς, Μέριμνα τον Ελληνορθοδόξον Πατριαρχείον Αλε-ξανδρείας επί Τουρκοκρατίας. Συντεχνίαι- Αδελφάτα- Εσνάφια, Αλεξάνδρεια 1949, σ. 22.

4. Βλ. Μ. Καλινδέρης, Αι συντεχνίαι της Κοζάνης, σ. 36. 5. Βλ. Μ. Αποστολίδης, «Δύο έγγραφα εκ Φιλιππουπόλεως», ό.π.,

σ. 331.

Page 99: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

μενο της εγκατάλειψης των μαστόρων είναι πιο περιορισμένο, απ' ό,τι στο προηγούμενο.

Άλλωστε οι δυνατότητες που ανοίγονται τώρα στον κάλφα ήταν πολύ περιορισμένες, αφού η μετανάστευση σε άλλη πόλη και

η κατάρτιση σύμβασης εργασίας με μάστορα του ίδιου επαγγέλ-ματος ήταν προβληματική. Έτσι συνήθως κατέφευγαν στα χωριά

και εργάζονταν κοντά σε μαστόρους με ελάχιστη η λιγοστή αμοιβή.

5. Διαπαιδαγώγηση του κάλφα-Ποινές

Το σύστημα αγωγής του κάλφα δεν διέφερε σχεδόν σε τίποτα από εκείνο του τσιρακιού. Όπως και πριν, έτσι και τώρα, ο μαθη-

τευόμενος έπρεπε να σέβεται και να τιμά τον μάστορά του, να εκτελεί πρόθυμα κάθε προσταγή του και να συμμορφώνεται προς τις υποδείξεις του" να διατηρεί το καλό όνομα και τη φήμη του

εργοδότη του" να φροντίζει για τα συμφέροντά του και τέλος να δείχνει καλή διαγωγή και να ζει σύμφωνα με τις ντόπιες συνήθειες

και τους άγραφους συντεχνιακούς κανόνες1. Ακόμη, τις Κυριακές και τις γιορτές έπρεπε να εκκλησιάζεται

μαζί με τα υπόλοιπα συντεχνιακά μέλη, είτε στην ιδιόκτητη εκ-κλησία της συντεχνίας του, η οποία συνήθως έφερε και το όνομα

του προστάτη αγίου της2, είτε σε κάποια άλλη που επιτροπευόταν

1. Το πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα παραδοσιακής νοοτροπίας κάλφα συνηθισμένου στα φρόνιμα και ταπεινά, αποτελεί η περίπτωση του παραγιού του μεγαλέμπορου Στάθη Θωμά αρχικά και του Αδ. Κοραή μεπέτειτα, Στα-μάτη Πέτρου. στις περισσότερες επιστολές που απευθύνει από το Άμστερ-νταμ, εγκατεστημένος εκεί με τον Κοραή, προς τον Στ. Θωμά στη Σμύρνη, διαφαίνονται ολοκάθαρα οι επιβιώσεις των παραδοσιακών συντεχνιακών κα-νόνων, που σχετίζονται με τη διαπαιδαγώγηση του κάλφα και οι όποιες πα-ραμένουν ισχυρές ακόμη κι όταν έχουμε να κάνουμε με ένα τυπικά καπιτα-λιστικό περιβάλλον. (Βλ. Σταμάτης Πέτρου, Γράμματα από το Άμστερ-νταμ, επιμέλεια Φίλιππου Ήλιου, Αθήνα 1976).

2. για το θέμα αυτό γενικά βλ. Μ. Καλινδέρης, Αι συντεχνίαι και η εκ-κλησία επί Τουρκοκρατίας, Αθήνα 1973. Πβ. και Γ . Παπαγεωργίου, οι συντεχνίες στα Γιάννενα, σ. 102-103.

Page 100: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

από το ίδιο ισνάφι. Μάλιστα η συντεχνία είχε αποκλειστικά την ευθύνη για τη συνέπεια η ασυνέπεια του κάλφα απέναντι στις

χριστιανικές του υποχρεώσεις και τιμωρούσε τους ανακόλουθους με χρηματικά πρόστιμα. Επίσης ο κάλφας ήταν υποχρεωμένος να παρακολουθεί τις κηδείες των μελών της συντεχνίας και έπρεπε να επικαλεστεί σοβαρούς λόγους για ν' απουσιάσει1.

Πιο αυστηρές όμως ποινές επιβάλλονταν στους καλφάδες, όταν αυθαδίαζαν, έβριζαν η συκοφαντούσαν τους μάστορές τους2. Α-κόμη, Αν το παράπτωμα ήταν πιο σοβαρό, π.χ. κλοπή, οι μάστορες

τους έδιωχναν, τους «κατέβαζαν από το σκαμνί», κατά τη συνηθι-σμένη έκφραση της εποχής3, χωρίς καμιά οικονομική επιβάρυνση

για την εργασία που είχαν προσφέρει στα εργαστήριά τους μέχρι τώρα οι αποσυνάγωγοι πια βοηθοί τους.

με την αυστηρή πειθαρχία αλλά και με την ηθικοθρησκευτική διαπαιδαγώγηση, οι μάστορες στόχευαν να κατευθύνουν μονοδρο-μικά τους καλφάδες στην υπακοή των εσναφικών κανόνων και στην

ουσία στην υποταγή σ' αυτούς. Από την άλλη μεριά βέβαια ο μάστορας όφειλε να τηρεί τις

συμφωνίες και τις υποσχέσεις του προς τον κάλφα, να του συμπε-ριφέρεται με κατανόηση και να μην τον διώχνει χωρίς σοβαρή αιτία. Υπήρχε μάλιστα και σχετική ρήτρα από τη συντεχνία για το μέλος που απομάκρυνε τον βοηθό του αδικαιολόγητα, πριν τον

1. Βλ. Δημ. Σαλαμάγκας, τα ισνάφια και τα επαγγέλματα επί Τουρ-κοκρατίας στα Γιάννενα, ανάτυπο από το περ. Ηπειρωτική Εστία, 1959, σ. 37. η υποχρέωση αυτή βλέπουμε ότι παραμένει και μετά τη διάλυση των συντεχνιών και προβλέπονται από τα νέα καταστατικά των σωματείων πα-ρόμοιες ποινές γι ' αυτούς που την αθετούν.

2. Βλ. Μ. Αποστολίδης, η της Φιλιππουπόλεως Ιστορία Από των αρ-χαιοτάτων μέχρι των καθ' ημάς χρόνων, εν Αθήναις 1959, σ. 373-374, οπού

αναφέρονται τα παρακάτω για τους καλφάδες της συντεχνίας των πισιρτζή-δων (αρτοψηστών) : «όστις ήθελεν αποδειχθή φλύαρος και υβριστής ο τοι-ούτος θέλει παιδεύεται πρεπόντως κατά τα εσναφικά ουσούλια». Πβ. και Αντ. Λιγνός, Αρχείον Κοινότητος Ύδρας (1778-1832), τ. 6 (1818-1821), σ. 224.

3. Βλ. Κ. Φωτόπουλος, «τα ισνάφια των παπ'τσήδων και κονταρτζή-δων», ό.π., σ. 71.

Page 101: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

καθορισμένο χρόνο. στην περίπτωση αυτή ο μάστορας υποχρεω-νόταν ν' αποζημιώσει τον κάλφα για το χρονικό διάστημα που ο τελευταίος είχε εργαστεί κοντά του: «και Αν ο μάστορας διώξη τον κάλφα έξω του καιρού του χωρίς τίνος ευλογοφανούς αιτίας να πληρώνη αυτώ σώαν και ανελλειπή την ρόγαν του»1.

Πέρα όμως από τους συντεχνιακούς κανονισμούς, δεν υπάρχει αμφιβολία πώς οι σχέσεις ανάμεσα στον μάστορα και τον κάλφα είναι πιο ανθρώπινες απ' ό,τι στο προηγούμενο στάδιο. Μέσα στα πλαίσια αυτά, βλέπουμε ότι συχνά οι μάστορες και οι βοηθοί τους παρακάθονται σε κοινό γεύμα στα σπίτια των πρώτων2.

Μάλιστα στα Γιάννενα την τσικνοπέμπτη οι μάστορες προσκα-λούσαν όλους τους καλφάδες τους σε «επίσημο» γεύμα με πλούσιο τραπέζι. τα άφθονα ντόπια φαγητά, καλομαγειρεμένα από τις «μπούλες», τις γυναίκες των μαστόρων, μεταφέρονταν στα εργαστήρια του παζαριού από τους καλφάδες και το μεσημέρι, που διέ-

κοπταν τη δουλειά, άρχιζε το φαγοπότι και η διασκέδαση. το άφθο-νο κρασί και γενικότερα το ευχάριστο περιβάλλον δημιουργούσε ένα κλίμα χαράς και ευθυμίας, με αποτέλεσμα για πρώτη φορά να λύνεται ο «γλωσσοδέτης» των καλφάδων3. Άλλωστε, ίσως να ήταν και η μοναδική περίπτωση, όπου μάστορες και μαθητευόμε-νοι της επαγγελματικής αυτής βαθμίδας παρευρίσκονταν στο εργαστήρι,

χωρίς οι τελευταίοι να επηρεάζονται από τα αυστηρά πλαίσια της συντεχνιακής πειθαρχίας και της μαστορικής τους εξάρτησης.

6. Απόκτηση μαστοριάς η προαγωγή του κάλφα στη βαθμίδα των μαστόρων αποτε-

λούσε την τελευταία, αλλά και πιο κρίσιμη, δοκιμασία του μαθη-

1. Βλ. Μ. Καλινδέρης, Αι συντεχνίαι της Κοζάνης, σ. 35. 2. Φ. Δ. Δρακοντοειδής, «Ξαναδιαβάζοντας τον " Ό λ ι β ε ρ Τουΐστ" του

Τσάρλς Ντίκενς», Διαβάζω, άρ. 34, σ. 47. 3. Βλ. Δημ. Σαλαμάγκας, τα Ισνάφια και τα επαγγέλματα επί Τουρ-

κοκρατίας στα Γιάννενα, σ. 27. Πβ. και Κ. Φωτόπουλος, «τα ισνάφια των παπ'τσήδων και κονταρτζήδων», ό.π., α. 70.

Page 102: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

μαθητευόμενου στη διάρκεια της συνολικής του συντεχνιακής εκπαίδευ-σης. το αποτέλεσμα των εξετάσεων, στις οποίες καλούνταν να υποβληθεί, για να εκτιμηθεί κατά πόσο οι επαγγελματικές του γνώσεις ήταν ικανές να τον οδηγήσουν στην ανώτερη επαγγελμα-τική βαθμίδα, ήταν καθοριστικό σημείο για το μέλλον της σταδιο-δρομίας του.

πριν όμως φθάσει στο στάδιο των εξετάσεων, ο κάλφας έπρεπε να εκπληρώνει μερικές προϋποθέσεις, όπως: α) να έχει συμπληρώ-σει την απαιτούμενη ηλικία, β) να έχει διανύσει τον προβλεπόμενο από τη συντεχνία χρόνο της «δευτεροβάθμιας» μαθητείας και γ) να είναι τέλειος γνώστης της τέχνης η κάτοχος των μυστικών του επαγγέλματος.

και στο στάδιο αυτό οι καλφάδες συναντούσαν πολλά εμπόδια από τους μάστορες, επειδή οι τελευταίοι φρόντιζαν να περιορίζουν τον συντεχνιακό συναγωνισμό με τον έλεγχο της αύξησης των συντεχνιακών μελών και παράλληλα να διατηρούν τη μονοπωλιακή τους θέση στη συντεχνία. για το λόγο αυτό, οι συντεχνίτες απομά-κρυναν τον επερχόμενο κίνδυνο, με την αναβολή της αναγόρευσης των καλφάδων σε μάστορες. Έτσι, ακολουθούσαν διάφορες με-θόδους εμπόδισης, κρυφές και φανερές, θεμιτές και αθέμιτες, που εξαρτιόνταν από το βαθμό συναγωνισμού στη συντεχνία, τη φι-λική η εχθρική διάθεση που επικρατούσε ανάμεσα στα συντεχνια-κά μέλη και τις οικογενειακές η συγγενικές σχέσεις που είχαν οι μάστορες με τους βοηθούς τους.

. Βέβαια δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι ο κάλφας δεν ήταν πάντοτε σοβαρός ανταγωνιστής του μάστορα, γιατί όλοι οι βοηθοί που ε-τοιμάζονταν για την άμεση απόκτηση της μαστοριάς, ούτε ήταν τέλειοι γνώστες της τέχνης, ούτε τόσο Ικανοί και επιδέξιοι στο

επάγγελμα. Αντίθετα, ο κάλφας που πέρα από τις επαγγελματικές του Ικανότητες, διέθετε και ένα σημαντικό χρηματικό κεφάλαιο,

αποτελούσε πιο υπολογίσιμο αντίπαλο και πιο επικίνδυνο ανταγω-νιστή για τους συντεχνίτες από τον φτωχό και αδέξιο ομοιόβαθμό του.

το θέμα της προώθησης του κάλφα γίνεται πιο πολύπλοκο,

Page 103: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Αν το συναρτήσουμε με την επαγγελματική εμβέλεια του μάστορά του και των σχέσεων του με τους άλλους συναδέλφους του.

Όταν ο μάστορας δεν είχε γιο και ετοίμαζε τον βοηθό του για διάδοχο, σήμαινε πώς η συντεχνιακή οργάνωση δεν θα εμπόδιζε την προαγωγή του συγκεκριμένου κάλφα. Μερικές όμως φορές, παρόμοια περίπτωση ίσως να δημιουργούσε αρκετά και αξεπέραστα προβλήματα στον υποψήφιο, Αν 0 εκπαιδευτής του ήταν δυνατός και δεινός ανταγωνιστής για τα υπόλοιπα συντεχνιακά μέλη κι

ακόμη περισσότερο, Αν είχαν δημιουργηθεί μίση και εχθρότητες ανάμεσά τους. Είναι φανερό λοιπόν ότι οι καλφάδες με εξω-επαγγελματική

προέλευση σ' άλλες περιπτώσεις εννοούνταν, σ' άλλες ζημιώνον-ταν από τον συνδυασμό διαφόρων παραγόντων, με αποτέλεσμα

αυτοί που δεν τα κατάφερναν, να παραιτούνται από την απόκτηση του μαστορικού τίτλου και να μένουν σ' όλη τους τη ζωή μισθωτοί

εργάτες. Αντίθετα, οι συγγενείς και Ιδίως οι γιοι των μαστόρων είχαν

πάντα το προβάδισμα και διευκολύνονταν σύμφωνα με παλιές συ-νήθειες. Έτσι παρατηρούμε ότι, κι όταν ακόμη μερικές συντεχνίες δυσκολεύουν τις διαδικασίες προαγωγής των καλφάδων, επειδή έχουν αρκετό αριθμό μελών, πάλι οι γιοι των μαστόρων κατορθώ-νουν να τις υπερκεράσουν. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της συντεχνίας των αμπατζήδων της Φιλιππούπολης, που στα τέλη του 18ου αιώνα δηλώνει, φανερά και κατηγορηματικά, ότι την περίοδο εκείνη τα μέλη της είναι πολλά για τα χρονικά και τοπικά δεδομένα και απαγορεύει για δύο χρόνια οποιαδήποτε προαγωγή: «έως την σήμερον, όσοι μάστοροι έβγαν, καλά βγαλμένοι- από την σήμερον, 1789 Ιουλίου 27, έως χρόνους δύο να μην έβγη κανείς»1. Παρ' όλα αυτά όμως, απονέμονται στο διάστημα αυτό μερικοί τίτλοι μαστόρων σε γιους των συντεχνιακών μελών2. πιο εξώ-

1. Βλ. Μ. Αποστολίδης, «τα αρχεία του εν Φιλιππουπόλει εσναφίου των αμπατζήδων», ΑΘΛΓΘ 7 (1940-41), σ. 24.

2. το 1790 βγήκαν 4 μάστορες και το 1791 14.

Page 104: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

εξόφθαλμη είναι η περίπτωση των συντεχνιών της Ζακύνθου, όπου ο μάστορας κληροδοτούσε στα παιδιά του το προνόμιο της απόκτη-σης του μαστορικού τίτλου χωρίς καμιά δοκιμασία, θεωρητική

η πρακτική1. για να προσέλθει ο κάλφας στις εξετάσεις έπρεπε πρώτα να

γίνει η σχετική πρόταση από τον μάστορά του προς τη συντεχνία, την οποία ταυτόχρονα διαβεβαίωνε με ένορκη κατάθεση, ότι ο

βοηθός του μπορούσε να εξασκήσει τέλεια την τέχνη η το επάγ-γελμα, αφού είχε ολοκληρώσει με επιτυχία τον κύκλο της εκπαίδευ-σής του2. Αμέσως μετά, ο πρωτομάστορας του εσναφιού, στο

οποίο άνηκε ο κάλφας, όφειλε να καλέσει όλα τα μέλη του για να προσδιορίσουν την εξεταστική επιτροπή, στην οποία πάντα προέ-δρευε ο ίδιος.

ο αριθμός των εξεταστών ποίκιλλε και τοπικά και χρονικά. Έτσι, η επιτροπή άλλοτε ήταν τριμελής, άλλοτε πενταμελής και άλλοτε δωδεκαμελής3. Συνήθως τη συγκροτούσαν ο πρωτομάστο-ρας, ο μάστορας του κάλφα και οι πιο ηλικιωμένοι και τίμιοι «εσναφλήδες», βιοτέχνες η έμποροι, Αν ο υποψήφιος κατευθυνόταν

σε εμπορικό επάγγελμα. Όλα τα μέλη της επιτροπής έπρεπε, απαραίτητα, να προέρχονται από την πρώτη επαγγελματική βαθ-

μίδα και να μην έχουν καμιά συγγένεια αλλά και φανερή εχθρότητα με τον εξεταζόμενο.

οι εξετάσεις χωρίζονταν σε δύο μέρη —χωρίς αυτό βέβαια ν' αποτελεί το γενικό κανόνα— το θεωρητικό και το πρακτικό.

το θεωρητικό μέρος επιβεβαίωνε τις επαγγελματικές γνώσεις του κάλφα. οι συνηθισμένες ερωτήσεις που του υποβάλλονταν από τις βιοτεχνικές συντεχνίες ήταν: από τί υλικό γίνεται το αντι-

κείμενο της δουλειάς του, πώς ετοιμάζεται αυτό, πώς διακρίνεται

1. Βλ. Λ. Ζώης, Αι εν Ζακύνθω συντεχνίαι , σ. 24. 2. Βλ. Ελένη Βουραζέλη-Μαρινάκου, Αι εν Θράκη συντεχνίαι, σ. 84. 3. Σύμφωνα με τον Δ. Σαλαμάγκα (τα Ισνάφια και τα επαγγέλματα,

σ. 38) προς τα τέλη του 19ου αιώνα στα Γιάννενα το διοικητικό συμβούλιο της συντεχνίας αποτελούσε συνήθως και την εξεταστική επιτροπή.

Page 105: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

η καλή από τη μέτρια η την κακή ποιότητα και τέλος ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος επεξεργασίας του παραγόμενου εμπορεύματος.

Στο πρακτικό μέρος ο κάλφας έπρεπε να αποδείξει έμπρακτα τις ικανότητές του στην τέχνη η το επάγγελμα. για το λόγο αυτό

γινόταν μια πρακτική δοκιμασία μπροστά στην εξεταστική επιτρο-πή, που όριζε ένα μέλος της, έκτος από τον μάστορα του κάλφα,

για να ελέγξει τη δουλειά του υποψήφιου και να διαβεβαιώσει την επιτροπή για την ποιότητα του προϊόντος.

στις εμπορικές συντεχνίες απαιτούνταν διαφορετικές εξετά-σεις. εκεί ο κάλφας έπρεπε να δείξει Ικανότητα στους εμπορικούς λογαριασμούς, στη γραφή εμπορικών επιστολών και στο κράτημα

των εμπορικών βιβλίων. τα πράγματα έγιναν πιο εύκολα αργότερα γι' αυτούς που είχαν αποφοιτήσει από εμπορικά σχολεία.

Μετά το πρακτικό στάδιο των εξετάσεων, η επιτροπή αποφά-σιζε, αν ο υποψήφιος πέτυχε, και επομένως μπορούσε να γίνει

επίσημο μέλος της συντεχνίας, η απέτυχε. Αν η απάντηση ήταν αρνητική για τον διαγωνιζόμενο κι αυτός επιθυμούσε να ξαναδώ-

σει εξετάσεις οφείλε να εργαστεί και πάλι με την Ιδιότητα του βοηθού στην ίδια συντεχνία ένα χρονικό διάστημα, για ν' αποκτήσει

την απαιτούμενη μαστορική καταλληλότητα1. Όταν οι εξετάσεις ήταν επιτυχείς, ο κάλφας αναγορευόταν από τον πρωτομάστορα της συντεχνίας μάστορας, μπροστά στη γενική συνέλευση των μελών της, τα οποία και επικύρωναν την προαγωγή

φωνάζοντας «άξιος-άξιος»2.

1. Έτσι βλέπουμε ότι στη συντεχνία των τεκτόνων της Φιλιππούπολης δύο νέοι μάστορες, στους οποίους ο πρωτομάστορας ακύρωσε την προαγωγή

και ταυτόχρονα τους αφαίρεσε το δικαίωμα της μαστοριάς, επειδή προφανώς κρίθηκαν ανέτοιμοι επαγγελματικά, παραμένουν με την ιδιότητα του μισθω-

τού εργάτη 6 ολόκληρα χρόνια. Βλ. Μ. Αποστολίδης, «τα αρχεία του εν Φιλιππουπόλει εσναφίου τεκτόνων», ΑΘΛΓΘ 1 (1934-35), σ. 117.

2. Βλ. Π. Παπαχριστοδούλου, «τα εσνάφια και η οικονομική και πνευ-ματική άνθιση του ελληνισμού επί Τουρκοκρατίας», ΑΘΛΓΘ 16 (1951), σ. 59. Πβ. και Μ. Αποστολίδης, «Δύο έγγραφα εκ Φιλιππουπόλεως», β.π., σ. 327.

Page 106: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

πριν προχωρήσουμε όμως στις τελετουργικές διαδικασίες, που ακολουθούσαν με την απόκτηση της μαστοριάς, κρίνουμε σκόπιμο να σταθούμε λίγο κριτικά στον θεσμό των εξετάσεων.

Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι οι εξετάσεις αποτελούσαν το κυριότερο όπλο των μαστόρων και των συντεχνιών γενικότερα για τον έλεγχο των εσωτερικών προαγωγών, αλλά και ταυτόχρονα

ένα ωραίο πρόσχημα για την παρεμπόδιση των ανεπιθύμητων καλ-φάδων, αφού το αποτέλεσμα της εξέτασης δεν εξαρτιόταν τόσο

από τις Ικανότητες του υποψήφιου, όσο από την διάθεση και την απόφαση της εξεταστικής επιτροπής. Έτσι και στην εύκολη και

στη δύσκολη εξέταση, η επιτροπή μπορούσε να βρει το παραμικρό λάθος, ενώ στη δεύτερη δεν επεδίωκε κάτι τέτοιο.

Πέρα όμως από την αντικειμενικότητα η μη των εξετάσεων, 0 θεσμός αυτός απέβλεπε στην διατήρηση της καλής φήμης των συν-τεχνιών1, με τις προαγωγές των επαγγελματικά ολοκληρωμένων καλφάδων, και στην απαγόρευση η στον περιορισμό της παράλληλης

εξω-συντεχνιακής παραγωγής, άσχετα από τη δραστικότη-τα των αποτελεσμάτων που προσδοκούσαν τα εσνάφια.

στα πλαίσια αυτά βλέπουμε ότι η συντεχνία των μαξιλαράδων της Θεσσαλονίκης διαμαρτύρεται στις τουρκικές αρχές, γιατί μερι-

κοί Εβραίοι της ίδια πόλης, Αν και δεν είχαν μαθητεύσει και επο-μένως δεν είχαν αναγνωριστεί ως μάστορες από τη συντεχνία τους, κατασκευάζουν «προσκεφάλαια εξ ερίου», προξενώντας έτσι ανα-στάτωση και αναταραχή στους κόλπους της. Το σουλτανικό φιρμά-νι, που εκδίδεται το 1695 ως απάντηση στη διαμαρτυρία τους και

1. στην προσπάθεια τους αυτή οι συντεχνίες μερικές φορές έχουν αρωγό και την κοινότητα στην οποία εργάζονται. Χαρακτηριστικό είναι το έγγραφο της «κοινής καγκελλαρίας Ύδρας» τον Αύγουστο του 1819: « Ε ά ν πάλιν τινάς συντεχνίτης σας αλλαχόθεν ελθη και θελήση να ανοίξη εργαστήριον, πρέπει πρώτον να δοκιμασθή υπό του πρωτομαίστορος, και εάν ευρεθή άξιος της τέχνης, δύναται ελευθέρως να ανοίξη εργαστήριον οπόταν δώση μίαν εγ-γύησιν εις τον πρωτομαΐστορα εξ εναντίας και άπειρος εστί της τέχνης, δεν δύναται επί ουδεμία προφάσει ψαλίδα να πιάση εις τας χείρας του». Βλ. Αντ. Λιγνός, Αρχείον Κοινότητος Ύδρας, τ. 6 (1818-1821), σ. 224.

Page 107: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

απευθύνεται στον ιεροδίκη της Θεσσαλονίκης, αναφέρει ότι Αν οι κατηγορίες για τους Εβραίους είναι αληθινές, τότε αυτοί πρέπει

να σταματήσουν τη δουλειά τους, ως παραβάτες του συντεχνιακού εθίμου και δεν μπορούν να την ξαναρχίσουν «πριν μεταβούν και

υπηρετήσουν εις τεχνίτας και αναγνωρισθούν υπό των προέδρων και αρχιτεχνιτών και συμπληρώσουν τας γνώσεις. . . »x.

Τόσο η παραπάνω περίπτωση όσο και οι παρόμοιες της γυναι-κείας συντεχνίας των σαπουνοποιών των Τρικάλων στα 1738, ό-που Αν κάποιος ασκεί το επάγγελμα χωρίς να έχει αποσπάσει τη συγκατάθεση των μελών της, υποχρεώνεται να καταβάλει σ' αυτή

και στην μητρόπολη πρόστιμο2, και των αμπατζήδων της κωμό-πολης Αβράνταλη της Φιλιππούπολης, που δεν έρχονται όλοι τους

για να «φιλήσουν χέρι εις το εσνάφι των αμπατζήδων της πόλης για να πάρουν τεστήρι»3, αποδεικνύουν ότι υπάρχει μια παράλληλη

εξω-συντεχνιακή παραγωγή στα αστικά κέντρα. Στο φαινόμενο αυτό η συντεχνία αντιδρά και προσπαθεί, είτε να εξαλείψει είτε ν' απορροφήσει την παράλληλη παραγωγή, που είναι συναγωνι-στική, τόσο ως προς το κόστος παραγωγής όσο και ως προς την πολιτική των τιμών. Η αντίδρασή της, που είναι σύμφωνη με το έθιμο, φαίνεται να έχει ικανοποιητικά αποτελέσματα μέχρι τις αρχές

του 19ου αιώνα. Από εκεί και μετά όμως, με τις σημαντικές δομικές αλλαγές που συντελέστηκαν στο συντεχνιακό σύστημα, όλες οι προσπάθειες των μαστόρων, καταδικασμένες από πριν, παρέ-μειναν, όπως ήταν φυσικό, άκαρπες. Δίκαια λοιπόν υποστήριζε ο

αρθρογράφος της αθηναϊκής εφημερίδας Ελπίς στις αρχές Μαίου του 1851, ότι: «των συντεχνιών η Ιδέα είναι γελοιωδεστάτη. Συν-

τεχνίαι εν Ελλάδι δεν υπάρχουσι, διότι έκαστος είναι ελεύθερος να μετέρχηται οποίον επιτήδευμα θέλη ανεξαρτήτως πάσης υπό-

1. Βλ. Ιω. Βασδραβέλλης, Ιστορικά αρχεία Μακεδονίας, τ. Α', Θεσσα-λονίκη 1952, σ. 15-16.

2. Βλ. Ν. Κ. Γιαννούλης, Κώδικας Τρίκκης, Αθήνα 1980, σ. 45. 3. Βλ. Μ. Αποστολίδης, «Δύο έγγραφα εκ Φιλιππουπόλεως», ό.π.,

σ. 361.

Page 108: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

υποχρεώσεως προς τον το αυτό επιτήδευμα μετερχόμενον, μη έχων άλλην υποχρέωσιν παρά να πληρόνη τακτικώς και απ' ευθείας εις

το δημόσιον ταμείον τους φόρους του και να συμορφόνηται με τας γενικάς αστυνομικάς διατάξεις»1, εννοώντας προφανώς την

ύπαρξη της παράλληλης παραγωγής και την μη υποταγή της στους επαγγελματικούς κανόνες, των οποίων εγγυητής ήταν η

συντεχνία. Επιστρέφοντας, μετά τη σύντομη αλλά απαραίτητη αυτή .πα-

ρένθεση, στην απονομή του τίτλου του μάστορα, παρατηρούμε ότι την απόκτηση της μαστοριάς επισημοποιούσε η δημόσια τελετή της τοποθέτησης της ζώνης κυριότητας στο νέο μάστορα2, η οποία

γινόταν συνήθως στην αίθουσα των συνεδριάσεων της συντεχνίας (λόντζα)3.

Ας δούμε όμως πώς περιγράφει αυτό το τελετουργικό έθιμο το φιρμάνι του σουλτάνου Μουσταφά του Γ' : « Η τελετή της

ανακήρυξης του νέου μάστορα είναι πατροπαράδοτη και νομιμο-ποιημένη πια από παλιά, από τους ίδιους τους οργανωτές του

εσναφικού τζακιού. Η . τελετή αρχίζει με θρησκευτική δοξολογία και ευχές, που γίνονται από τον εντεταλμένο θρησκευτικό

υπάλληλο, σύμφωνα με τα δόγματα και τις Ιεροτελεστίες της θρησκείας που ο μαθητής-κάλφας πιστεύει. Καμιά Ιεροτελεστία και θρησκευ-

τική παράκληση, λόγοι, παρακλητικές ευχολογίες για τους μα-στόρους-κάλφες δεν επιτρέπεται, χωρίς την έγκριση και την άδεια

της συντεχνιακής διοίκησης" πρόσωπα που θα εκτελούσαν τέτοιες παρανομίες και ενάντια στη συντεχνιακή οργάνωση θα καταδιώ-κονται και θα τιμωρούνται αυστηρά, παρόλο που οι υπαίτιοι γι' αύ-

1. Εφημ. Ελπίς , φ. 626 (4 Μαίου 1851). 2. Βλ. Παράρτημα, αριθ. εγγρ. 1. Ε . Βουραζέλη-Μαρινάκου, Αι εν Θρά-

κη συντεχνίαι, σ. 85. Αγγ. Χατζημιχάλη, Οι συντεχνίες, τα ισνάφια, ανά-τυπο από την Επετηρίδα Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής Πειραιώς 2 (1949-1950), σ. 17. η ίδια, «Μορφές από τη σωματειακή οργάνωση των

Ελλήνων», ό.π., α. 291. 3. Από το ιταλικό loggia, ομοσπονδία συντεχνιακή.

Page 109: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

αυτές δεν θα είναι μέλη της συντεχνιακής ένωσης, αλλά ξένοι και δεν θα έχουν τίποτε το κοινό με τις συντεχνίες»1.

Συνεχίζοντας πάνω σ' αυτό το θέμα, η αυτοκρατορική διαταγή απευθυνόταν στους κατά τόπους πολιτικούς και στρατιωτικούς διοι-κητές, τους δικαστές και άλλους αυτοκρατορικούς υπαλλήλους και τους υποχρέωνε με την ιδιότητά τους αύτη να επαγρυπνούν προς όφελος της υπηρεσίας για την τήρηση του εθίμου και να προσέχουν ώστε οι μαθητές-κάλφες στο ισνάφι, οι οποίοι θα ήταν αναγνωρι-σμένοι από τη συντεχνιακή οργάνωση ως Ισότιμοι και αυτόνομοι μάστορες, να μπορούν ν' αποκτούν τον τίτλο «μάστορας» τότε μόνο, όταν θα έχει συντελεστεί από τη συντεχνία η εθιμική πανη-γυρική και δημόσια τελετή, καθώς πραγματοποιόταν από παλιά.

Έτσι, σύμφωνα πάντα με το φιρμάνι, ο κάλφας που είχε ανα-γορευτεί πρόσφατα μάστορας, μέχρι να περάσει στη μέση του τη μαστορική ζώνη με τις φούντες, επίσημα, από τη συντεχνία και μέχρι να εφοδιαστεί με το μαστορικό δίπλωμα, απαγορευόταν να έχει καινούριο μαστορικό εργαστήρι, είτε μόνος του είτε συνε-ταιρικά.

Η παραπάνω παράγραφος παρουσιάζει Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί αφήνει να εννοηθεί καθαρά ότι ο κάλφας δεν μπορεί να είναι επίσημο μέλος της συντεχνίας και να εξασκήσει και αυτόνομα το

επάγγελμά του, Αν δεν πληρώσει πρώτα στο «εσναφικό κουτί», το ταμείο της συντεχνίας, ένα καθορισμένο ποσό, που ονομαζόταν τεστίρι2, με το οποίο εξασφάλιζε και τη σχετική έγγραφη

επαγγελματική άδεια, το μαστορικό δίπλωμα του φιρμανιού. Ο χρηματικός αυτός δασμός, που αποτελούσε έναν από τους

πιο βασικούς οικονομικούς πόρους της συντεχνίας, ήταν υποχρεω-τικός για την εγγραφή του νέου μάστορα στη συντεχνία και απα-ραίτητος για τη χορήγηση της επαγγελματικής άδειας3. Αν ο

1. Βλ. Παράρτημα, αριθ. εγγρ. 1. 2. τεστίρι = άδεια (τουρκ. destur). 3. «Ουδείς δε δύναται γενέσθαι μέλος της συντεχνίας, ήτοι ονομασθήναι

μαΐστωρ η μάστορας μη καταβαλών πρότερον εις το ταμείον της συναφείας

Page 110: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

υποψήφιος δεν εκπλήρωνε την οικονομική αυτή υποχρέωση, δεν γινόταν δεκτός στη συντεχνία και δεν αναγνωριζόταν ως Ισότιμος μάστορας με τα υπόλοιπα συντεχνιακά μέλη: «Εις όλους τους τό-πους και τα βαρόσια οπού ευρίσκονται συνάφια το εσυνάφι δεν δέχεται άλλο χωρίς να γίνη κάλφας και του δοθή τεστήρι να άνοιξη

εργαστήρι»1. το τεστίρι ήταν η πιο συνηθισμένη ορολογία της χρηματικής

εγγυοδοσίας, αλλά συχνά αντικαθίσταται και με διαφορετικές ονο-μασίες, όπως φιλειά, μαστοριά και μπασκαλίτικο. οι δύο πρώτοι όροι παρουσιάζονται με μεγαλύτερη συχνότητα στη Θράκη2. Αν-τίθετα το μπασκαλίτικο, όπως και το μπασκαλής, έκτος από τη Θράκη υιοθετείται και σε άλλες περιοχές, όπως τα Γιάννινα3,

την Κοζάνη4 και την Ύδρα5. τα πρώϊμα χρόνια της οθωμανικής επικράτησης, όταν ο κάλ-

φας αναγορευόταν μάστορας και πλήρωνε το τεστίρι, οι συντεχνίες γιόρταζαν το γεγονός επίσημα, με πλουσιοπάροχα δείπνα και πανη-γυρικές εκδηλώσεις, στις όποιες παρευρίσκονταν όλα τα μέλη τους. Χαρακτηριστική είναι η ενθύμηση ενός συντεχνίτη αμπατζή της Φιλιππούπολης: «επί του έτους χίλιους επτακοσίους πέντε έγεινα(ν)

των μαστόρων τα τεστίργια και επάγησαν έξοδα γρόσια 90 και ξο-διάστηκε κρέας οκάδες 26 και 400 ψωμιά και 20 οκάδες βούτυρο και τέσσερα κοιλά ρύζι και 50 σταμνιά κρασί και 6 σταμνιά ρακή»6.

προσδιωρισμένον τι ποσόν, τεστήρι καλούμενον». Βλ. Π. Αραβαντινός, Χρο-νογραφία της Ηπείρου, τ. Β' , σ. 260.

1. Βλ. επιστολή αχρονολόγητη Σταύρου Ιωάννου προς τον Αλή πασά, ΑΣΙ, φάκ. Πολιτεία Ιωαννίνων-Ισνάφια.

2. Βλ. Ελένη Βουραζέλη-Μαρινάκου, Αι εν Θράκη συντεχνίαι, σ. 85. 3. Βλ. επιστολή Αλή πασά προς Στ. Ιωάννου, Η.Χ. 14 (1939), σ. 62, αριθ. εγγρ. 34, όπου αναφέρονται τα έξης: «και όποιος συντεχνίτης θέλει να

ευγή μπασκαλής να δίνη 50 γρόσια μπασκαλίτικο και ένα παρά τον τενεκέ όσους τενεκέδες δουλεύσει τον χρόνον».

4. Μ. Καλινδέρης, Αι συντεχνίαι της Κοζάνης, σ. 28 και 35. 5. Αντ. Λιγνός, Αρχείον κοινότητος Ύδρας, τ. 6 (1818-1821), σ. 224. 6. Βλ. Μ. Αποστολίδης, «Δύο έγγραφα εκ Φιλιππουπόλεως», ό.π.,

σ. 359.

Page 111: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Αποκαλυπτική είναι ακόμη η μαρτυρία που μας παραθέτει ο Παπασυναδινός στο Χρονικό των Σερρών1: «ζρμη (1640) Μαίω. Είχεν χρέος το ρουφέτι το ανυφαντάδικο κ... και γ το διάφορον

και το σέρναν αυτό το βάρος κγ χρόνους και εδόθεν και είχεν δέσει διάφορον ξθ... και πάλιν το κεφάλαιον έστεκεν. και το είχαν ρίξη ένα δυό βολές όλον το χρέος, και με το να ήταν οι πρωτομάστορες

άπρακτοι εμάζευαν τα άσπρα και δεν τα έδιναν εις το χρέος" αμή τα εσκορπούσαν ένθεν κακείθεν εις αχαμνές και παραμικρές δου-

λείες [,..] και έτζι ανασκουμπωθήκαμε και οι τρεις και εγίναμεν μία ψυχή και μία γνώμη και εκάμαμε ταστήρι και εμαζώναμεν ημείς

τα άσπρα, και έτζι εδώσαμε όλο το χρέος και το διάφορον και εξεχρόσαμε το ρουφέτι. και εκάμαμεν και μεγάλην φιλιά και εφι-

λεύσαμεν όλο το ρουφέτι μικρούς και μεγάλους και εκαλέσαμεν και τον αρχιερέα εις την τράπεζα. και εφράνθημεν καλά. Ομοίως και την δεύτερην ημέραν και την τρίτην εφιλεύσαμε όλους και το χρέος

εβγήκε και ο τράπεζος εγίνη επάνου εις την εξοχήν2. Διότι στρα-βοσιά εις το μέσος δεν ήτο, αμή πολύ κόπος και πολλά εμπιστο-σύνη».

στη Θεσσαλονίκη παρόμοιες ψυχαγωγικές εκδηλώσεις πραγ-ματοποιούνταν με μεγάλη λαμπρότητα από τη συντεχνία των τα-μπάκηδων, κάθε φορά που έβγαιναν καινούριοι μάστορες. Μάλιστα

εδώ παρατηρούμε ότι, έκτος από τα συντεχνιακά μέλη, προσκα-λούνται και άλλοι συμπολίτες. να πώς μας περιγράφει το γεγονός

ο Γάλλος περιηγητής Ε. M. Cousinery: «όταν η συντεχνία αυτή βγάζει νέους μαστόρους όλη η πόλη γιορτάζει. Η στρατιωτική μουσική ακούγεται σ' όλους τους δρόμους. οι πρωινές μαντινάδες παίζονται στις πόρτες όλων των μεγάλων και Ιδιαίτερα στού πρω-τομάστορα της συντεχνίας η του εσναφιού. Αυτά τα πρελούδια,

1. Βλ. Πέτρος Πέννας, «"το χρονικόν των Σερρών" του Παπασυνα-δινού», Σερραϊκά Χρονικά, τεύχ. Α', Αθήναι 1938, σ. 64-65.

2. ο Γιώργος Καφταντζής που εξέδωσε και πάλι το χρονικό αυτό με τον τίτλο: «η Σερραϊκή χρονογραφία του Παπασυναδινού», Σερραϊκά Χρο-

νικά 9 (1982-83), σ. 92, διαβάζει στο χειρόγραφο αντί επάνου εις την εξοχήν, απάνω και εξαπάνου.

Page 112: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

που συνεχίζονται για 15 μέρες και μερικές φορές περισσότερο, τερ-ματίζονται με μεγάλα συμπόσια, που πραγματοποιούνται έξω από την πόλη, κάτω από τα πλατάνια και διαρκούν τρεις μέρες1. Όλοι οι κάτοικοι της πόλης και της γύρω περιοχής είναι προσκαλεσμέ-νοι δικαιωματικά, χωρίς να υπάρχει διάκριση ταξική η θρησκευ-τική. δεν είδα παρά μια φορά αυτό τον αγροτικό δείπνο. Ήμουν

επίσης έκπληκτος από τις πομπώδεις προπαρασκευές αύτη ς της συγκέντρωσης, από το πλήθος που ελκύει και την τάξη που παρα-τηρείται. δεν υπάρχει παρόμοιο παράδειγμα για τόσο πολυάριθμη και θορυβώδη συγκέντρωση. Διάφορα είδη διασκέδασης, ομάδες παλαιστών, που έρχονται από πολύ μακριά και μια θορυβώδης μου-σική, ζωογονούν την τελετή. οι πιο μεγάλες προσωπικότητες της πόλης, καθισμένες κάτω από τις καθαρές σκηνές τους, εξυπηρε-τούνται πρώτες. σε κάθε τραπέζι, που πλησιάζει προετοιμασμένο γι' αυτές, προηγείται και ένας από τους νέους μαστόρους, κρατών-τας στο χέρι του ένα μεγάλο ραβδί. το γεγονός αυτό τους κατα-τάσσει στους περίεργους χωρίς να ενοχλείται κανένας. Αυτοί οι

επίτροποι προεδρεύουν στη συνέχεια για την εξυπηρέτηση του λαού. Βαδίζουν χωριστά, ακολουθούμενοι από 10 ως 12 υπηρέτες, που φέρουν πάνω στα κεφάλια τους μικρά τραπέζια για τέσσερα άτομα. Προχωρώντας ανάμεσα στο πλήθος, προσκαλούν τους θεατές να κα-θήσουν στο χορτάρι. Συχνά φθάνει ένα τραπέζι, που προορίζεται για τέσσερα πρόσωπα που δεν είναι καθόλου γνωστά. οι Ευρωπαίοι δεν συνηθίζουν συχνά να παίρνουν μέρος σε τέτοια συμπόσια»2.

Προοδευτικά όμως οι τελετές άρχισαν να εκφυλίζονται, για λό-γους που δεν είναι άσχετοι με την οικονομική παρακμή των συν-τεχνιών. Ο Bianqui αναφερόμενος στο φαινόμενο αυτό έγραφε το 1835: «Tefferudj3 certains fêtes ou foires que les corps de

1. Φαίνεται πως ήταν συνήθεια τα συμπόσια αυτά να κρατούν τρεις μέ-ρες. Βλ. Γ . Καφταντζής, β.π., σ. 92.

2. Βλ. Ε. M. Cousinery, Voyage dans la Macédoine, τ. A', Paris 1831, σ. 50-51.

3. τεφερίτς περίπατος, έξοδος για διασκέδαση (τουρκ. tefferuç). για

Page 113: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

métier se donnaient tous les dix ou vingt ans, pour célébrer la maîtrise de tous les apprendis du même métier, qui pendant ce long espace de temps étaient passés maîtres. Cet usage paraît tombé en désuétude»1.

με την άποψη αυτή συμφωνεί και ο Μ. Αποστολίδης, υποστη-ρίζοντας ότι στη Φιλιππούπολη τα όψιμα χρόνια της Τουρκοκρα-τίας μόνον οι πιο εύποροι «νεομαΐστορες», που συνήθως ήταν και παιδιά των αμπατζήδων εργαστηριαραίων, προσκαλούσαν σε δείπνο

το διοικητικό συμβούλιο της συντεχνίας και τους εγκριτότερους μάστορες2.

Ποιο ήταν το ποσό που πλήρωναν για το τεστίρι οι κάθε φορά αναγορευόμενοι μάστορες; δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το χρημα-

τικό αυτό ποσό διέφερε κατά τόπους και κατά χρονικές περιόδους, όχι μόνο σε διαφορετικά γεωγραφικά τμήματα αλλά και στην ίδια περιοχή. στη συντεχνία των αμπατζήδων της Φιλιππούπολης ξεκί-νησε στις αρχές του 18ου αιώνα από 10 γρόσια και έφθασε τε-λικά τα 2503. στις γιαννιώτικες συντεχνίες κατά τη δεκαετία 1870-1880 το τεστίρι ανερχόταν σε 130-150 γρόσια, ενώ στα τέλη του ίδιου αιώνα στην ίδια πόλη ο νέος μάστορας, σύμφωνα με τον Σα-λαμάγκα, πλήρωνε ένα ποσό που κυμαινόταν από 5-10 χρυσές Οθω-μανικές λίρες4.

τη συνήθεια αυτή βλ. Χ.Ν. Φιλαδελφεύς, «Ρουφέτιον και ρουσφέτιον», Παρ-νασσός 1 (1877), σ. 652. Πβ. και Αγγ. Χατζημιχάλη, οι συντεχνίες, τα

ισνάφια, ανάτυπο από την Επετηρίδα Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής Πειραιώς 2 (1949-1950), σ. 17. για τα Βαλκάνια γενικότερα βλ. Ζ. Shkodra, «Les esnaf ou corporations dans la vie urbaine balkanique des XVII-XVIII siècles», Studia Albanica 12 (1975), τεϋχ. 2, σ. 68.

1. Βλ. T. X. Bianchi, Vocabulaire français-turc, τ. A', Paris 1835, σ. 312.

2. Βλ. M. Αποστολίδης, «τα αρχεία του εν Φιλιππουπόλει εσναφίου των αμπατζήδων», ΑΘΛΓΘ 3 (1936-37), σ. 167-168.

3. Βλ. Ν. Todorov, La ville balkanique aux XVe-XIXe siècles. Déve-loppement socio-économique et démographique, Bucarest 1980, σ. 226-227.

4. Δημ. Σαλαμάνκας, τα ισνάφια και τα επαγγέλματα επί Τουρκοκρα-τίας στα Γιάννινα, σ. 38.

Page 114: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

εκείνο όμως που πρέπει να τονιστεί Ιδιαίτερα είναι, ότι κι εδώ οι γιοι των μαστόρων έχουν προνομιακή μεταχείριση, αφού

συνήθως στις περισσότερες συντεχνίες καταβάλλουν για τα έξοδα της προαγωγής τους τα μισά χρήματα από εκείνα που πληρώνουν οι νέοι μάστορες με εξω-επαγγελματική προέλευση: «εκείνος οπού

είναι δια να έβγη νέος μαΐστωρ, να πληρώση διά τα της μαστορίας ο μεν υιός του μαΐστορος γρόσια πεντήκοντα ήτοι γρ. 50 ο δε

ξένος και εσναμπής γρόσια εκατόν ήτοι γρ. 100»1. Παρόμοια ρή-τρα, μ' αυτή του καταστατικού της συντεχνίας των αμπατζήδων

της Φιλιππούπολης, υπάρχει στην καταστατική διάρθρωση της συν-τεχνίας των μπογιατζήδων της ίδιας πόλης: «προς τούτοις και όστις εκ των καλφάδων έβγη μαίστωρ, ει μεν είναι μαΐστορος υιός

να πληρώνη εις την κάσσαν του ίσναφίου εκατόν γρόσια No 100, ει δε μη διακόσια γρόσια No 200»2.

Η χρηματική αυτή επιβάρυνση δεν ήταν καθόλου ευκαταφρό-νητη3, Αν αναλογισθούμε τις πενιχρές αποδοχές του κάλφα σ' όλο

το διάστημα της μαθητείας του, με αποτέλεσμα αρκετοί απ' αυ-τούς, που δεν ανήκαν σε συντεχνιακές οικογένειες, ν' αδυνατούν να

καταβάλλουν το ποσό του τεστιριού στη συντεχνία με όλες τις γνω-στές συνέπειες. Εδώ εμφανίζεται για πρώτη φορά η καλή διά-θεση μερικών μαστόρων, οι οποίοι δανείζουν ολόκληρο η ένα μέ-ρος του ποσού στους νέους συναδέλφους τους για να μπορέσουν

οι τελευταίοι να εκπληρώσουν την υποχρέωσή τους αυτή και στη συνέχεια ν' ασκήσουν ελεύθερα και αυτόνομα το επάγγελμα: «έ-

1. Βλ. Μ. Αποστολίδης, «Δύο έγγραφα εκ Φιλιππουπόλεως», ό.π., σ. 330.

2. Βλ. Μ. Αποστολίδης, η της Φιλιππουπόλεως Ιστορία, σ. 372. 3. στη συντεχνία των αμπατζήδων της Φιλιππούπολης ο νέος μάστορας

επιβαρύνεται επιπλέον και με μια χρηματική προσφορά, «περκουζάρι», προς τον μάστορά του για να αποκτήσει την έγγραφη αδεία της συντεχνίας του'

«και οψέποτες όταν εβγαίνη πασκαλής να δίνη και το περκουζάρι του μάστορά του όσο δεν το δώση να μην εβγαίνη». Βλ. Μ. Αποστολίδης, «τα αρχεία του εν Φιλιππουπόλει εσναφίου των αμπατζήδων», ΑΘΛΓΘ 7 (1940-41), σ. 11.

Page 115: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

πλήρωσε του μικρού κάλφα του δι' εξόφλησιν μαστοριάς γρ. 40»1. Ακόμη δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, όπου αδυνατώντας και οι ίδιοι οι μάστορες να καλύψουν τα έξοδα προαγωγής των καλφάδων τους, εγγυώνται για την κανονική και εμπρόθεσμη καταβολή του τεστιριού τους στις προθεσμίες που έθετε η συντεχνία, ούτως ώστε, πληρώνοντας οι μέχρι τότε βοηθοί τους ένα μικρό ποσό προκατα-βολικά, κατόρθωναν να έχουν την πολυπόθητη επαγγελματική άδεια στα χέρια τους: «ο Γιάγκος Μαρασλής Ντίπρηλης εγγυητής διά Γιώργι κάλφα του την μαστουργειά να πληρώση διορία 21 ημέρες γρ. 200 7βρίου 6 τεσλίμ2 101, 8βρίου 18 τεσλίμ 69,20-170,20, 9βρίου 22 τεσλίμ 29,20 γρ. 200»3.

θα περίμενε λοιπόν κανείς μετά την απόκτηση της έγγραφης άδειας, ότι είχαν παραμεριστεί όλα τα προβλήματα και ο νέος μά-στορας θα μπορούσε ν' ανοίξει καινούριο εργαστήρι με δική του

ευθύνη. Όμως τη φυσιολογική και ομαλή αυτή πορεία λίγοι καλ-φάδες τη γνώριζαν. οι περισσότεροι δεν διέθεταν τα απαραίτητα χρηματικά κεφάλαια για τον εξοπλισμό του εργαστηριού τους σε

εμπόρευμα και εργαλεία, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το ερ-γατικό δυναμικό της επαγγελματικής αυτή ς βαθμίδας ήταν συνή-θως αποκομένο από τα μέσα παραγωγής. Μόνο στη βενετοκρα-τούμενη Κρήτη υποχρεώνεται ο μάστορας, και όχι πάντα, στο τέ-λος της μαθητείας να εξοπλίζει τον κάλφα με τα σύνεργα ενός «λαβορέντε»4.

Ένας από τους βασικούς ανασταλτικούς παράγοντες στην αυτό-

1. Βλ. Αρχείον Μητροπόλεως Ιωαννίνων, κατάστιχο Π. Παπαφίλου, φ. 13Γ.

2. τεσλίμ = παράδοση (τουρκ. teslim). 3. Βλ. Μ. Αποστολίδης, «τα αρχεία του εν Φιλιππουπόλει εσναφίου

τεκτόνων», ΑΘΛΓΘ 1 (1934-35), σ. 123. 4. Βλ. Κ. Μέρτζιος, «Σταχυολογήματα», ό.π., σ. 288-289. το ίδιο

φαινόμενο παρατηρείται και στους μαρμαράδες της Τήνου, όπου ο νέος μά-στορας «προικιζόταν» από το αφεντικό του με ένα κασελάκι ξύλινο που μέσα περιείχε τα εργαλεία της δουλειάς. Βλ. Αλ. Φλωράκης, η λαϊκή λιθογλυ-πτική της Τήνου, Αθήνα 1981, σ. 87.

Page 116: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

αυτοδύναμη ανέλιξη των μαθητευομένων ήταν οι περιορισμένες και Ισ-χνές αμοιβές και στα δύο στάδια της εκπαίδευσής τους και οι ο-ποίες τους αφαιρούσαν κάθε δυνατότητα αποταμίευσης. Η αδυ-ναμία της συγκέντρωσης ενός ικανού χρηματικού κεφαλαίου βοη-θούσε εξάλλου τα σχέδια των παλιών μαστόρων, που επιθυμούσαν

να παρουσιάζονται οι νέοι συνάδελφοι τους και στο στάδιο αυτό οικονομικά εξαντλημένοι, ώστε ν' αναβάλλεται υποχρεωτικά το ξε-κίνημα της αυτόνομης δουλειάς τους, η στη χειρότερη περίπτωση, ν' αποδυναμώνεται η ανταγωνιστική τους δύναμη στην αγορά.

Έτσι βλέπουμε ότι οι μπασκαλήδες της συντεχνίας των ραφτά-δων της Υδρας, που αδυνατούν ν' ανοίξουν δικό τους εργαστήρι, υποχρεώνονται να δουλεύουν υπεργολαβικά στους παλιούς μαστό-ρους, παραχωρώντας τους για την «δούλευσιν» αυτή, «Οκτώ πα-ράδες εις το κάθε γρόσι», δηλαδή το 1/5 της συνολικής αμοιβής τους1.

Άλλοι πάλι κάνουν υπομονή και μένουν μισθωτοί εργάτες η δουλεύουν με το κομμάτι μέχρι να συγκεντρώσουν ένα σημαντικό κεφάλαιο για ν' ανοίξουν αργότερα δικό τους μαγαζί. Αποκαλυ-πτικό είναι ένα έγγραφο που βρίσκεται καταχωρημένο στο συμ-βολαιογραφικό κώδικα του νοτάριου Νικόλαου Καπέλλου στο Ιστο-ρικό Αρχείο της Κέρκυρας: 1655 μαγίου 14 [...] ο παρόν μάστρο θεοδορις Νικιτας τζανγγαρις σηνενφονισε μετα του παροντος μαστρο Λοϊζου Δοριανου τζανγγαρι και γαρ ο αυτος Δοριάνος υπόσχεται να δουλεψι και καμι του αυτου μαστρο Θεοδορι διακόσια ζευγαρια παπουτζοπουλα ασπρα κε κοκκινα [...] απο γαζετες2 δοδεκα το

1. Βλ. Αντ. Λιγνός, Αρχείον Κοινότητος Ύδρας, τ. 6 (1818-1821), σ. 224.

2. γαζέττα = παλιό βενετικό χάλκινο νόμισμα, ισοδύναμο με δύο σολ-δία (βεν. gazèta). Επειδή με την καταβολή του κέρματος αυτού μπορούσε ν' αναγνώσει κάποιος τις διαταγές, σε χειρόγραφο τότε, της Ενετικής δημο-κρατίας, που τοιχοκολλούνταν ως ειδησεογραφικά δελτία σε κεντρικά μέρη,

επικράτησε να λέγονται Gazette. το 1600 με τον τίτλο Gazetta ονομάστη-κε η πρώτη εβδομαδιαία εφημερίδα στη Βενετία και η ονομασία αυτή κα-θιερώθηκε έτσι για όλες τις εφημερίδες.

Page 117: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

καθε ζευγάρι και ελαβε εις στο παρον ο αυτος Δοριανος απο τον ανοθεν Νικιτα α μπον κοντο1 δουκατα δεκα [...] με υποσχεσην να του φερνι καθε εβδομαδα ζευγαρια δεκαπεντε παπουτζοπουλα

ος ανοθεν2. Ακόμη, μερικοί καλφάδες που οι μάστορές τους είναι άτεκνοι η

χωρίς γιους στο επάγγελμα προσδοκούν να γίνουν συνεταίροι τους η και γαμπροί τους και τελικά να τους διαδεχτούν στο μαγαζί3.

Αντίθετα, τα πράγματα ήταν πολύ πιο απλά και εύκολα για τους γιους των συντεχνιακών μελών, οι όποιοι βγαίνοντας μάστο-

ρες έβρισκαν έτοιμο το εργαστήρι του πατέρα τους, τα εργαλεία της δουλειάς και επιπλέον είχαν εξασφαλισμένη πελατεία.

Παρόλη όμως την προνομιακή μεταχείριση που γνωρίζουν οι γιοι των μαστόρων στη συνολική διάρκεια της μαθητείας τους, παρατηρούμε ότι από τα τέλη του 18ου αιώνα και κυρίως από τις

αρχές του 19ου η συντεχνία παύει να είναι κλειστό επάγγελμα και οι τεχνίτες με εξω-επαγγελματική προέλευση αρχίζουν να υπερι-

σχύουν καθαρά των συναδέλφων τους, που ήταν γιοι των μαστόρων. Υπάρχουν τρία χαρακτηριστικά ντοκουμέντα, που τεκμηριώ-

νουν αδιάσειστα τη διαπίστωση αυτή. το πρώτο, προερχόμενο από τη συντεχνία των αμπατζήδων

της Φιλιππούπολης, το επεσήμανε πρώτος ο Σπ. Ασδραχάς με τον αποκαλυπτικό στατιστικό πίνακα, που μας έδωσε στη μελέτη του

για τις συντεχνίες στην Τουρκοκρατία4 και τον οποίο παραθέτουμε αμέσως παρακάτω.

1. α μπον κόντο = σε καλή τιμή. 2. Βλ. Παράρτημα, αριθ. εγγρ. 9. 3. Βλ. Αναστ. Γούδας, Βίοι Παράλληλοι, τ. Γ ' , εν Αθήναις 1870, οπού

αναφέρονται τα έξης: «και επί τέλους ο μικρός και άσημος μαθητευόμενος είτε εγίγνετο συνέταιρος και γαμβρός του έμπορου, είτε και αντικαθίστα αυτόν, πολλάκις μάλιστα τον υπερέβαινε. Τοσούτον δε σύνηθες ήτο τότε τούτο, ώστε πολλάκις οι μεν μαθητευόμενοι οικειοθελώς εγκατέλειπον το πατρικόν αυτών επώνυμον και ελάμβανον το του εμπόρου η προστάτου και ευεργέτου των».

4. Βλ. Σπ. Ασδραχάς, ό.π., σ. 102.

Page 118: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Προαγωγές καλφάδων στη συντεχνία των αμπατζήδων της Φι-λιππούπολης (1770-1818)

Τεχνίτες εξω-Έτη Γιοι μαστόρων επαγγελματικής Σύνολο

προέλευσης

(α) (β) (α) (β) (α) (Τ)

1770-1779 52 59,09 36 40,91 88 0,89 1780-1789 35 25,18 104 74,82 139 0,26 1790-1799 27 20,77 103 79,23 130 0,25 1800-1809 40 28,78 99 71,22 139 0,39 1810-1818* 31 16,15 161 83,85 192 0,53**

(α) απόλυτοι αριθμοί· (β) σχετικοί αριθμοί" (γ) συντελεστής μεταβλητότητας. * οι τέσσαρες πρώτοι μήνες, * * 1810-1817.

Η δεύτερη αξιόλογη μαρτυρία αναφέρεται σε μερικές γιαννιώ-τικες συντεχνίες όπου, σύμφωνα με το σχετικό έγγραφο, βλέπουμε ότι στις αρχές του 19ου αιώνα τζιαρτζήδες, χαντζίδες, κρασοπού-λοι, ψωμάδες, σιμητζήδες, μπακάληδες, και άλλα συνάφια είναι ένα τρίτο Γιαννιώτες και δυο τρίτα ξένοι, Ζαγορίαιοι, Λούντζη-δες, Ζιτσιώτες1.

Τέλος, το τρίτο και τελευταίο τεκμήριο προέρχεται από τους φορολογικούς καταλόγους των γιαννιώτικων συντεχνιών (1812-1819). Μετά από διεξοδική μελέτη των καταστίχων αυτών πα-ρατηρήσαμε ότι από τα «νέα Ονόματα», δηλ. τους νέους μάστορες

που βγαίνουν από τις συντεχνίες της πόλης αυτής και επιβαρύνον-ται για πρώτη φορά με φόρους του βαροσιού, ελάχιστοι είναι οι γιοι των μαστόρων.

Γιατί όμως η εγκατάλειψη του επαγγέλματος εγκαινιάζεται από τα ίδια τα παιδιά των συντεχνιτών η, αντίστροφα, γιατί την

1. Βλ. επιστολή αχρονολόγητη του Σταύρου Ιωάννου προς τον Αλή πασά, ΑΣΙ, φάκ. Πολιτεία Ιωαννίνων-Ισνάφια.

Page 119: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ίδια περίοδο η προσφορά από το εξω-επαγγελματικό εργατικό δυναμικό προς τις συντεχνίες εξακολουθεί να παραμένει μεγάλη;

στο καίριο αυτό ερώτημα είναι δύσκολο να δοθεί μια άμεση απάντηση. Ασφαλώς όμως η κρίση, που αρχίζει να υποβόσκει

στα συντεχνιακά επαγγέλματα την εποχή αυτή, και η οποία προο-δευτικά αυξάνει και κορυφώνεται με τις επιπτώσεις της βιομη-χανικής επανάστασης στην περιοχή, σε συνδυασμό με τις αλλαγές

στις γενικότερες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, παίζει αποφασι-στικό ρόλο στη διαμόρφωση της νέας πραγματικότητας.

δεν πρέπει όμως να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι οι γιοι των μαστόρων διαπίστωναν καλύτερα από κάθε άλλο την ολοσχερή αδυναμία του αναχρονιστικού συντεχνιακού συστήματος

να απομακρύνει η να περιορίσει τον ανταγωνισμό των ευρωπαϊκών βιομηχανικών ειδών, ο οποίος υπερκέραζε προοδευτικά το μονο-πώλιο των συντεχνιών και καρπωνόταν τις εσωτερικές αγορές.

και έβλεπαν καθαρά ότι μόνο ο φόβος του συναγωνισμού κρατούσε τους πατεράδες τους μέσα στις συντεχνίες, από τις οποίες μάταια

ζητούσαν βοήθεια, αφού οι επαγγελματικές αυτές συσσωματώσεις, που είχαν δημιουργηθεί για να χτυπήσουν το συναγωνισμό, αδύ-

ναμες και αναιμικές τώρα αναγκάζονταν να παραδοθούν σ' αυτόν. Μάλιστα τα περισσότερα απ' αυτά τα παιδιά οι ίδιοι οι γονείς

τους τα παρότρυναν να εγκαταλείψουν το πατροπαράδοτο επάγ-γελμα, χωρίς να παίρνουν υπόψη τους Αν οι γιοι τους έχουν τα

απαιτούμενα για τον νέο επαγγελματικό προσανατολισμό προσόν-τα1. Επιπλέον, οι φιλοδοξίες αρκετών παιδιών ξεπερνούσαν την

1. Αποκαλυπτικές ως ένα σημείο για το ζήτημα αυτό είναι οι διαπιστώ-σεις του Ανδρέα Συγγρού: « Έ χ ε ι οικογένειά τις δύο η τρεις υιούς, οι γονείς, χωρίς ποσώς να εξετάσωσι την κλίσιν αυτών, ελαφρώς συσκέπτονται εις ποίον στάδιον συμφέρει τη οικογενεία να επιδοθή έκαστος αυτών και προο-ρίζουσιν, ως επί το πλείστον, τον μεν διά το στρατιωτικόν, τον δε διά το δι-κηγορικόν η προς την ιατρικήν [...] Ως εκ τούτου και ουδεμία συνέχεια οικο-γενειακού επαγγέλματος, ούτε κοινωνική κατάταξις παρατηρείται». και συνε-χίζει παρακάτω διατυπώνοντας μερικές σκέψεις για το φαινόμενο αυτό: «δεν λέγω, ότι τα ελεύθερα επαγγέλματα δέον ν' απαγορεύωνται συστηματικώς διά τους υιούς των τεχνιτών η άλλου είδους επαγγελματιών, αλλά διατείνομαι

Page 120: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ανάγκη της πρωταρχικής απασχόλησης,1 ενώ οι μάζες τη διεκ-δικούσαν.

Η ανανέωση των συντεχνιών, που πραγματοποιείται τώρα στη συντριπτική πλειοψηφία από παιδιά με έξο^-επαγγελματική

προέλευση, προσδίδει στο πολύπλοκο αυτό θέμα και μια αντιφατικό-τητα, Αν λάβουμε υπ' όψη ότι την ίδια εποχή (μέσα 19ου αιώνα) οι σχέσεις ανάμεσα στους μάστορες και τους μαθητευόμενους με

εξω-συντεχνιακή καταγωγή, οι όποιοι έχουν πάρει αρκετά χρόνια πριν το αριθμητικό προβάδισμα από τους γιους των μαστόρων,

επιδεινώνονται συνεχώς και ανάμεσα στις δύο πλευρές βαθαίνουν πιο πολύ οι αντιθέσεις, που μέχρι τότε οι συντεχνίες κατόρθωναν ν' απομακρύνουν η ν' αμβλύνουν.

πιο συγκεκριμένα, οι μάστορες για ν' αυξήσουν τα περιορι-σμένα πια κέρδη τους, πολλαπλασιάζουν ταυτόχρονα τις απαιτή-σεις τους από το βοηθητικό προσωπικό, τσιράκια και καλφάδες, και μεγαλώνουν την εκμετάλλευσή τους με την παραπέρα παρά-ταση του ωραρίου εργασίας, με τη μείωση της αμοιβής τους2, με την καθυστέρηση της εξέλιξής τους και με την εφαρμογή μιας σειράς από διάφορα άλλα καταπιεστικά μέτρα3.

Η γέννηση των καπιταλιστικών σχέσεων στην περιοχή έπαιξε

μαι, ότι δέον να δίδεται μεγίστη προσοχή εις την εκλογήν του επαγγέλματος και να μη παραμελώνται αι οικογενειακαί επαγγελματικαί παραδόσεις, ού-τως ειπείν, κατά κανόνα (βλ. Ανδρέας Συγγρός, Απομνημονεύματα, τ. Α', εν Αθήναις 1908, σ. 85-86).

1. Χαρακτηριστικό για την καινούρια νοοτροπία που επικρατούσε στους γιούς των έμπορων είναι το απόσπασμα, που δανειζόμαστε και πάλι από τα απομνημονεύματα του Ανδρέα Συγγρού: «οι υιοί των έμπορων [...] μη αρε-σκόμενοι πλέον ούτε εις το κοπιώδες έργον του έμπορου, ούτε προ πάντων εις τον κοινωνικόν βαθμόν του εμπόρου, τον κατά τον τρόπον του σκέπτεσθαι αυτών ολίγον αριστοκρατικόν, εγκατέλιπον το εμπόριον» (βλ. Ανδρέας Συγ-γρός, Απομνημονεύματα, ό.π., σ. 123).

2. το μεροκάματο έτσι καταντούσε πενιχρότατο αν λάβουμε υπόψη την συνεχή υποτίμηση των τουρκικών νομισμάτων και τις ψηλές τιμές των βασι-κών ειδών διατροφής της εποχής εκείνης.

3. η «βάρβαρη» συμπεριφορά των μαστόρων της περιόδου αυτής παρα-μένει βαθιά χαραγμένη στη μνήμη πολλών υπερήλικων σημερινών μαστόρων.

Page 121: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ξε, αναμφισβήτητα, πρωταρχικό ρόλο στη δημιουργία του αγε-φύρωτου χάσματος ανάμεσα στους μαστόρους και τους καλφάδες. Η αναπόφευκτη σύγκρουση πήρε γρήγορα χαρακτήρα ανταγωνι-στικό, ώστε να εκδηλώνονται αλλεπάλληλες και σκληρές διαμάχες

ανάμεσα στο δυναμικό των δύο αυτών επαγγελματικών βαθμίδων. οι μαθητευόμενοι και κυρίως οι καλφάδες έψαχναν τρόπους για

ν' απαλλαγούν η τουλάχιστον να περιορίσουν την άγρια εκμετάλ-λευση των εργοδοτών τους, οι οποίοι αντιστέκονταν σθεναρά σ' αύ-

τη την τελευταία φάση της αγωνίας τους και προσπαθούν ν' απο-δυναμώσουν το εργατικό κίνημα, που πάλευε για μια καλύτερη

και ανθρωπινότερη ζωή. Παρόλη όμως τη λυσσαλέα αντίστασή τους οι συντεχνίτες δεν

κατορθώνουν ν' αποτρέψουν τη δημιουργία συντεχνιακών οργανώ-σεων των μισθωτών εργατών (καλφάδων), που σταδιακά μεταβάλ-λονται σε αγωνιστικές ομάδες, σε πραγματικές συνδικαλιστικές

οργανώσεις στις αρχές του αιώνα μας. Έτσι η διάσπαση των πε-ρισσότερων συντεχνιών σε κεφαλαιούχους-εργοδότες και εργάτες υπαλλήλους γίνεται αναπόφευκτη, αλλά και καθοριστική για την

τύχη του συντεχνιακού θεσμού, αφού τα δύο αυτά συντεχνιακά υποκατάστατα θα έχουν, από εδώ και πέρα, ξεχωριστά συμφέροντα

και διαφορετικές επιδιώξεις. Η δομική παρακμή και αποσύνθεση των συντεχνιών στις αρχές του αιώνα μας είναι γεγονός αναμφισβήτητο πια. τα σωματεία

και οι επαγγελματικές οργανώσεις, με εντελώς διαφορετική υφή, που θα τις διαδεχτούν, θα επικυρώσουν και τυπικά την εξαφάνιση του παλιού συντεχνιακού συστήματος. στο εξής η μαθητεία του

τσιρακιού και του κάλφα θα διέπεται από τις αρχές του εργατικού δικαίου1 και όχι από τις περιοριστικές λειτουργίες και τις ηθικές νόρμες των συντεχνιών.

1. Βλ. Δημ. Πόρτολος, η σύμβασις μαθητείας κατά το ισχύον δίκαιον και τον αστικόν κώδικα ως συγκριτικής ερεύνης των αλλαχού κρατούντων, Αθήναι 1942. Πβ. και Χαρ. Γκούτος, Εργασιακές σχέσεις των οικοδόμων στη Χερσαία Ελλάδα μετά το 1800 (Συμβολή στην ιστορία του ελληνικού εργατικού δικαίου), Αθήνα 1985.

Page 122: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 123: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Ο θεσμός της μαθητείας, υποχρεωτικός για το παιδί η τον νέο που ήθελε ν' ακολουθήσει κάποιο επάγγελμα, απέβλεπε στην επαγγελματική του ολοκλήρωση και στη μετάδοση των παραδο-

σιακών τεχνικών. Παράλληλα όμως, αποτελούσε και μια ασφα-λιστική δικλείδα για τη διατήρηση της μονοπωλιακής θέσης των μαστόρων στις συντεχνίες και στις συντροφιές, αφού απέτρεπε

η απομάκρυνε τις ανεπιθύμητες προαγωγές του προσωπικού των κατώτερων βαθμίδων.

Επιπλέον, ο ίδιος θεσμός, στον οποίο ενυπήρχε και η πρωταρ-χική μορφή της παιδικής εργασίας και απασχόλησης των εργαζο-μένων ανηλίκων, έδινε τη δυνατότητα στον μάστορα, με το πρόσχη-μα της εκπαίδευσής τους στην τέχνη η το επάγγελμα, να τους χρησιμοποιεί σαν πολύ φθηνή εργατική δύναμη και να τους εκμε-ταλλεύεται με κάθε τρόπο.

Βέβαια στο πρώτο στάδιο της μαθητείας ο ανήλικος μαθητευό-μενος, Αν και απόλυτα αναγκαίος για τον μάστορά του, δεν αποτε-λούσε παραγωγικό στοιχείο και εύκολα μπορεί να ερμηνευθεί η παράταση της μαθητείας του και γενικότερα η εκμετάλλευσή του. Άλλωστε ο μάστορας θεωρούσε την εργασία του μαθητευόμενου,

με εξω-επαγγελματική προέλευση, ως αντιπαροχή όχι μόνο στις επαγγελματικές γνώσεις που του πρόσφερε, αλλά και στην εξα-

σφάλιση διατροφής και στέγης του, Αν και το κόστος των δαπανών αυτών ήταν εντελώς ασήμαντο γι' αυτόν.

Αλλά κι όταν ακόμη ο μαθητευόμενος περνά στη βαθμίδα του κάλφα η στάση του μάστορα εξακολουθεί να είναι αρνητική.

Παρ' ότι δηλ. η παραγωγικότητα του κατώτερου εργατικού δυ-ναμικού αναπτύσσεται με τη σχετική εκμάθηση του επαγγέλματος

Page 124: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

τος, ο μάστορας επιμηκύνει την παραμονή του βοηθού του στο στάδιο αυτό, ενώ παράλληλα δεν τον αμείβει κανονικά, από τη

μια μεριά για ν' αποζημιωθεί προφανώς από την μικρή αποδοτι-κότητά του στο πρώτο στάδιο της μαθητείας του και από την άλλη γιατί τον βλέπει σαν αυριανό ανταγωνιστή.

με τον τρόπο όμως αυτό ο μαθητευόμενος ζημιωνόταν ση-μαντικά, αφού, Αν και πρόσφερε πολύτιμες υπηρεσίες στον εργο-δότη του, δεν είχε την ανάλογη αμοιβή.

οι πενιχρές αποδοχές του, ενδεικτικές του κλίματος εκμετάλ-λευσης, έκτος από τις ανυπέρβλητες δυσκολίες που του δημιουρ-γούσαν στην κανονική του σίτιση, ήταν και ο κυριότερος ανασταλ-τικός παράγοντας στην αυτοδύναμη ανέλιξή του, με αποτέλεσμα ο μαθητευόμενος, Αν και έχει περάσει με επιτυχία τις εξετάσεις

για την απόκτηση της μαστοριάς, να μην μπορεί να αυτονομηθεί επαγγελματικά.

Αντίθετα, οι γιοι η συγγενείς των μαστόρων εξασφάλιζαν α-σύγκριτα καλύτερες συνθήκες εργασίας, τροφής και στέγης, αφού εξακολουθούσαν να ζουν στο οικογενειακό περιβάλλον και μυούν-ταν καλύτερα στην τεχνική της δουλειάς.

Αλλά το κυριότερο πλεονέκτημά τους ήταν τα προνόμια που απολάμβαναν στη διάρκεια της μαθητείας, τα οποία βέβαια δεν

παραχωρούσαν πάντα οι συντεχνιακοί κανονισμοί η οι άγραφοι εθιμικοί κανόνες της συντροφιάς, αλλά οι ίδιοι οι γονείς τους.

Έτσι, είχαν πάντα το προβάδισμα τόσο στις εσωτερικές προαγωγές όσο και στον εξοπλισμό του εργαστηρίου τους και στην εξασφάλι-ση της πελατείας, όταν αποκτούσαν τον τίτλο του μάστορα.

Επιγραμματικά, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι η μα-θητεία για τα παιδιά, που προέρχονταν από εξω-επαγγελματικές οικογένειες, ήταν μακρόχρονη, κοπιαστική και παραμελημένη.

Παράλληλα, αποτελούσε μια σκληρή δοκιμασία, σωματική και πνευμα-τική, για τον μαθητευόμενο, ο οποίος, μη έχοντας δυνατότητα επι-λογών και οντάς υποχρεωμένος να επιζήσει —στην πολύ συγκεκρι-μένη έννοια του όρου— υπέμενε καρτερικά τις συνεχείς αυθαιρεσίες, καταπιέσεις και εκμεταλλεύσεις του εκπαιδευτή του μάστορα.

Page 125: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Π Α Ρ Α Ρ Τ Η Μ Α

1. Έγγραφα

2. Πίνακες

Page 126: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Όπως αναφέρουμε και στα Προλεγόμενα, παραθέτουμε εδώ μερικά σημαντικά έγγραφα που χρησιμοποιήσαμε για την εργασία, διατηρώντας τη στίξη και την ορθογραφία των κειμένων. για την καλύτερη χρήση του Παραρτήματος δίνουμε ξανά τα στοιχεία του κάθε εγγράφου. Παραθέτουμε ακόμη δύο πίνακες: ο πρώτος πα-ρουσιάζει τα επαγγέλματα που υπήχαν στο ελληνικό κράτος το 1837 και ο δεύτερος τους νέους μαστόρους που βγήκαν από τη συντεχνία των αμπατζήδων της Φιλιππούπολης κατά το διάστημα 1685-1855.

Page 127: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

1. ΕΓΓΡΑΦΑ

1

Αυτοκρατορικό διάταγμα τον σουλτάνου Μουσταφά του Γ' (1773) σχετικό με τα συντεχνιακά ζητήματα

Δημοσιεύτηκε από τον βούλγαρο D. Α. Ihciev, «Esnafski documenti i es-nafski organizacii ν tursko vreme» («Συντεχνιακά έγγραφα και συντεχνια-κές οργανώσεις επί Τουρκοκρατίας») στο Spisanie na balgarskoto ikonomi-cesko druzestvo, Σόφια 1907, τ. 3, σ. 345-452.

Σουλτανικό φιρμάνι-διαταγή, σταλμένο ως εγκύκλιος προς ό-λες τις κεντρικές πόλεις και κωμοπόλεις των καζάδων1, που υ-πάγονται στην Οθωμανική αυτοκρατορία, σε τρία μέρη του κόσμου Ασία - Αφρική - Ευρώπη, σχετικό με το πρόβλημα της οργά-νωσης της αδελφότητας των συντεχνιών στο όνομα του θεμελιω-τή αυτής της αδελφότητας του «αποδημήσαντος εις κύριον» Αχή -

Εβράν-Βελή.

Προς τους υψηλώς μορφωμένους, άξιους και δίκαιους καδήδες2

—των καζάδων, που βρίσκονται στην Ευρωπαϊκή Τουρκία, Βαλ-κανική Χερσόνησο (Ρουμελία), Μικρασία (Ανατολή), Αίγυπτο,

Αισθάνομαι την υποχρέωση να ευχαριστήσω θερμά κι από τη θέση αυτή τον συνάδελφο Ιω. Θεοχαρίδη για τη βοήθεια που μου πρόσφερε στη μετά-φραση του κειμένου.

1. καζάς = περιοχή στην οποία εκτεινόταν η δικαιοδοσία ενός καδή (τουρκ. kaza και kadllik).

2. καδής = δικαστής. Επί πλέον ασκούσε και τη γενική εποπτεία πάνω στις συντεχνίες (τουρκ. kadi).

Page 128: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Τυνησία και Τρίπολη— δηλ. προς εσάς καδήδες-ναίπηδες1 που εί-στε αληθινά μορφωμένα τέκνα του Ισλάμ, αναπληρωτές-κληρονόμοι αυτεπάγγελτα των άγιων προφητών εσείς που είστε αιρετοί και κλητοί για να λαμβάνετε στην αυτοκρατορία μου τις καίριες θρη-σκευτικές και δικαστικές-νομοθετικές θέσεις, να δικάζετε στο όνομα του Seriat2 κάθε διαφορά και υπόθεση που προέκυψε και προκύπτει

ανάμεσα στους υπηκόους της ενδόξου και απεράντου αυτοκρατορίας μου, όπως και να εκδίδετε δικαστικές αποφάσεις, κρίσεις, αποδεί-ξεις και άλλες πράξεις. Είθε, ο ύψιστος θεός να συνεχίσει επί μακρόν

τη δόξα σας και να αυξήσει τη δύναμη και το μεγαλείο σας. Επίσης να το γνωρίσουν προς εκτέλεση οι αρχηγοί των ένδοξων

μου άξιων και υποδειγματικών στρατιωτικών-διοικητικών εξου-σιών, δηλ. οι μουτεσελίμηδες3, βοεβόδες4, σερδάροι5, μιρ-μιράνοι6, γιουμέροι7, μπεηλερμπέηδες8, ντιζντέροι9, ζαμπιτάνοι10, άγιάνη-δες11 και κάθε άλλη εξουσία και υπάλληλος — ο ελεήμων θεός ας

1. ναίπης = βοηθός του καδή με παρόμοια καθήκοντα (τουρκ. naip). 2. σεριάτ = ο ίερός νόμος του Ισλάμ (τουρκ. seriat και seri'a). 3. μουτεσελίμης = αντιπρόσωπος ενός πασά στη διοίκηση ενός σαντζα-

κιού (τουρκ. mütesellim). 4. βοεβόδας = αντιπρόσωπος του πασά στη διοίκηση ενός κάζα (τουρκ.

voyvoda). 5. σερδάρης = αρχηγός στρατού (τουρκ. serdar). 6. μιρ-μιράνος = «ο εμίρης των εμίρηδων». Περσικός όρος αντίστοιχος

του τουρκικού beylerbeyi. 7. γιουμέρος = αρχηγός, ηγέτης, ανώτερος αξιωματικός (τουρκ. ümera,

πληθ. του âmir). 8. μπεηλέρμπεης = «ο μπέης των μπέηδων». Στρατιωτικός και πολι-

τικός διοικητής μιας περιοχής (eyalet), (τουρκ. beylerbeyi η beglerbegi). 9. ντιζντέρος = φρουρός οχυρού (τουρκ. dizdar). 10. ζαμπίτης = αρχηγός η αξιωματικός αστυνομίας (τουρκ. zabit). 11. αγιάνης = «προύχοντας» (τουρκ. a'yan). οι αγιάνηδες ενός τόπου αντιπροσώπευαν τους κατοίκους απέναντι στα κυβερνητικά όργανα και δια-

χειρίζονταν τα φορολογικά κυρίως ζητήματα της περιοχής. η εξάπλωσή τους κυρίως μετά τα τέλη του 16ου αι. σχετίζεται με την εμφάνιση και την επικρά-τηση στην έγγειο ιδιοκτησία των μεγάλων τσιφλικιών και του συστήματος

της ενοικίασης των φόρων (iltizam).

Page 129: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

συνεχίσει τη δόξα σας και ας μεγαλώσει τη δύναμη και την εξου-σία σας. Από το πνεύμα και γράμμα της παρούσης διαταγής της βασιλικής μου υψηλότητας «η όποια είναι όπως πρέπει καλλωπι-σμένη με ένθετα σ αυτή τη βασιλική υψηλότητα σύμβολα» και

η όποια σύντομα θ' αφιχθεί, εσείς θα ενημερωθείτε για την ένωση των συντεχνιών, της συντεχνιακής αδελφότητας.

οι κομιστές του παραπάνω φιρμανιού είναι μέλη της ένωσης της εσναφικής αδελφότητας, η οποία ήδη από τα παλιά χρόνια

έχει συσταθεί και οργανωθεί ειδικά από τον μακάρια αναπαυμένο Σεΐχη Αχή-Εβράν-Βελή1, του όποιου τα λείψανα έχουν ταφεί και φυλάγονται σ' ένα ιδιαίτερο μαυσωλείο στην πολίχνη Καρ-

Σεχέρ (Μικρασία). Η ύπαρξη αδελφότητας αυτής της συντεχνιακής ένωσης στην

αυτοκρατορία μου είναι καθιερωμένη και επιτετραμένη από αρχαιο-τάτων χρόνων, από τη βασιλεία των πρώτων Οθωμανών κυ-ριάρχων, των σουλτάνων Οσμάν Α' και Ορχάν και μάλιστα με σουλτανικά και βασιλικά χρυσόβουλλα, που εξέδωσαν αυτοί οι σουλτάνοι. Αυτά τα βασιλικά φιρμάνια έχουν ισχύ νόμου και πρέ-πει οπωσδήποτε να «χαίρουν εκτιμήσεως», σεβασμού και πίστεως.

οι αντιπρόσωποι των εσναφιών, εκλεγμένοι από την αδελφό-τητα «Σε ΐχ-Αχή-Εβράν-Βελή» κατέφθασαν αισίως στην ένδοξη πρωτεύουσά μου Κωνσταντινούπολη, εμφανίστηκαν οι ίδιοι στην

Υψηλή Πύλη, όπου παρακάλεσαν για την επικύρωση και νομι-μοποίηση του νέου Δικαίου και κανονισμού των εσναφιών. Καθώς κι εκείνοι από τους ανθρώπους, που ασχολούνται ειδικά με διάφο-ρα βιοτεχνικά επαγγέλματα και οι όποιοι θεωρούνται λάτρεις της μνήμης του ευγενούς θεμελιωτή της εσναφικής αδελφότητας, δηλ.

της μνήμης του συγχωρεμένου άγιου «Σεΐχ-Αχή-Εβράν-Βελή».

1. ο οργανωτής του εσναφισμού (σύμφωνα με την ιστορία του Σελιάνιγη από το 1570) Αχή-Εβράν-Βελή είναι αραβικής καταγωγής, απ' την Αρα-

βία και έπαιξε σημαντικό ρόλο στα τέλη 13ου και αρχές 14ου αι. (επί Σελ-τζούκων Τούρκων και στην Τουρκία). Αυτός είναι ο Προστάτης της αδελ-φότητας των συντεχνιών και γι ' αυτό η ένωση φέρει το όνομά του (σημ. Ihciev).

Page 130: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Ύστερα απ' αυτά, αφού έφθασε στην Πόλη εσναφική αντιπρο-σωπεία, που έγραψε με κάθε λεπτομέρεια και παρέδωσε στο Λι-βάνι γραπτή παράκληση με την οποία, στο όνομα της εσναφικής ένωσης, πειθαρχικότατα παρακαλούν μπροστά στα πόδια μου να εκδώσω, γι αυτό το τόσο σπουδαίο ζήτημα των εσναφιών στην αυτοκρατορία μου, ένα νέο διάταγμα με το όποιο να νομιμοποιούν-ται και ανανεώνονται εκ νέου τα έθιμα και τα πατροπαράδοτα δίκαια και διατάξεις για τις συντεχνίες και για τον τρόπο της ορ-

γάνωσής τους. η παράκληση των απεσταλμένων των εσναφιών έγινε δεκτή

και στάλθηκε για μελέτη και ενημέρωση προς την ανωτάτη αυτο-κρατορική διοίκηση του Τεφτέρ-Χανέ1, όπου φυλάσσονται τα πα-λιά πρωτοκολλημένα έγγραφα, σχετικά με την οργάνωση της εσνα-φικής ένωσης στην αυτοκρατορία μου. Ο Γενικός Διευθυντής του Τεφτερ-Χανέ, σε εισήγησή του σχετική μ' αυτό το θέμα, μου εμ-φάνισε σε περίληψη την ακόλουθη κατάσταση;

οι παλιές κρατικές διατάξεις του νόμου επιτρέπουν, όπως οι διαμένοντες στην Οθωμανική αυτοκρατορία υπήκοοι-ραγιάδες και άλλοι, που ασχολούνται ειδικά με κάποιο βιοτεχνικό επάγγελμα και τέχνη, όπως π.χ. ταμπακλίκι2, μπογιατζηλίκι3, ραφτική, μου-ταφτσιλίκι4 και άλλα παρόμοια επαγγέλματα, δουλείες και τέχνες,

να ενώνονται και να υπάγονται στη διοίκηση μιας οργάνωσης με δικούς της νόμους και κανονισμούς.

η εσναφική οργάνωση, σύμφωνα με το πνεύμα των παλιών νόμων και εθίμων, φρόντιζε για τον βιοπορισμό των μελών και

των οικογενειών των, όπως επίσης και για την τάξη, την πειθαρ-χία και ευσυνειδησία των μελών της, όποιοι συνυπολογίζονταν ως τέτοιοι σε κάθε εσνάφι.

1. τεφττέρ-χανέ = κτηματολόγιο (τουρκ. defter hane η defter-i ha-kani).

2. ταμπακλίκι = βυρσοδεψία (τουρκ. tabakllk). 3. μπογιατζηλίκι = βαφικά (τουρκ. boyacihk). 4. μουταφτσιλίκι = κατασκευή η πώληση αμπάδων (τουρκ. mutaf =

μουτάφης, αμπατζής).

Page 131: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Αυτό καθιερώθηκε ακριβώς για να μπορούν βαθμιαία να εξε-λίσσονται τα επαγγέλματα και η βιοτεχνία στην Οθωμανική αυ-τοκρατορία, προς το συμφέρον και την ευημερία των ίδιων των βιοτεχνών (επαγγελματιών).

Οι εσναφικές διατάξεις ήταν προνομιακές, σεβαστές, απαρα-βίαστες και υπολογίζονταν σαν νόμος. Επίσης, στο παλιό νομο-σχέδιο —που καταρτίστηκε και συντάχθηκε για τα εσνάφια και τις συντεχνιακές ενώσεις από τον μακαρίτη οργανωτή Σεΐχ-Αχή Εβράν-Βελή— υπάρχουν άρθρα και διατάξεις, που μπόρεσαν να ληφθούν από τη διοίκηση του κράτους μου, γιατί συμφωνούσαν πλήρως με το πνεύμα των νόμων και του Seriat, με τα όποια διευθύνεται η αυτοκρατορία του Ισλάμ. Έτσι, το νομοσχέδιο ή-ταν πλήρως βελτιωμένο και επικυρωμένο ως νόμος με βασιλικό φερμάνι, που εκδόθηκε από τον μακαρίτη Σουλτάνο Ορχάν.

οι κυριώτερες αρχές και διατάξεις, που ξεχωρίζουν στον κα-νονισμό για την οργάνωση και διοίκηση των συντεχνιών στην έν-δοξη μας αχανή αυτοκρατορία, συνίστανται στα εξής:

1. ο μαθητής-τσιράκι σ' έναν μάστορα, σ' οποιοδήποτε επάγγελ-μα, είναι υποχρεωμένος πριν απ' όλα, να μάθει και να συνηθίσει στην υπακοή, σεμνότητα, καλοψυχία, σεβασμό, φρονιμάδα και στην καλή και ανεπίληπτη συμπεριφορά· χωρίς αυτές τις αρετές και προσόντα το τσιράκι-μαθητής δεν μπορεί να εξελιχθεί στο βαθμό «μάστορας» (του μάστορα) και δεν μπορεί ν' ανοίξει μαγαζί η εργαστήρι για λογαριασμό του. 2. το τσιράκι-μαθητής, εφόσον έχει αποκτήσει και κατέχει τις παραπάνω αρετές και ψυχικά χαρίσματα και εφόσον ο αρμόδιος μάστορας διέκρινε και διαπίστωσε σ' αυτόν πλήρη ωριμότητα και δεξιότητα, ότι δηλ. μπορεί μόνος του και χωρίς λάθη να διευθύνει το επάγγελμα, στο όποιο μυήθηκε και εργάστηκε, αναγορεύεται από τον μάστορα «κάλφας» και αποκαλείται στο κατάστημα του μάστορα «ο κάλφας». Μετά απ' αυτό ο αρμόδιος μάστορας (ο μάστοράς του), με την παρουσία μερικών παλαιών καλφάδων και μαστόρων περνά επίσημα στην μέση του μαθητή-κάλφα την ιδιαί-

Page 132: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ιδιαίτερη «μαστορική ζώνη» που έχει φούντες (ή κρόσια) στις άκρες για διάκριση από τα άλλα τσιράκια.

3. ο μάστορας, όπου ο μαθητής-κάλφας μαθήτευσε και έμαθε το επάγγελμα κατορθώνοντας να ανέλθει μέχρι το βαθμό «κάλφας», εκδίδει γραπτό πιστοποιητικό, ως δίπλωμα, ατό οποίο πιστοποιεί-ται κατηγορηματικά η ωριμότητα του μαθητή-κάλφα στη γνώση τον επαγγέλματος, η τιμιότητα, η σεμνότητα, η εξυπνάδα, η επιδε-ξιότητα και η «μαστορική ζώνη», την όποια ο κάλφας-μαθητής έχει τιμηθεί επίσημα να φορεί στη μέση.

Η διοίκηση τον εσναφιού, με βάση το πιστοποιητικό «μαστο-ριάς» που του χορήγησε ο μάστορας, εκδίδει για το "δικαίωμα άσκησης επαγγέλματος» του μαθητή-κάλφα το σχετικό επίσημο

εσναφικό δίπλωμα, υπογραμμένο από τον κεχαγιά του εσναφιού και σφραγισμένο με την επίσημη σφραγίδα της διοίκησης του Α-

νωτάτου Ε σ ν α φ ι ο ύ της πόλης (Γενικής Ομοσπονδίας)1. 4. ο μαθητής-κάλφας, όταν εφοδιαστεί με το δίπλωμα από το

Εσνάφι, είναι ελεύθερος και μπορεί μόνος του ν' ανοίξει νέο μα-στορικό κατάστημα με δική του ευθύνη, να εγκαταστήσει στο κατάστημα η στο κέντρο του (κερχανά) μπάγκο και εργαλεία,

να γραφτεί στο Γενικό Εσναφικό Βιβλίο, που περιλαμβάνει όλους τους μαστόρους και να υπολογίζεται ως Ισος προς τους άλλους

μαστόρους.

οι ικέτες αντιπρόσωποι των συντεχνιών με βάση τις αρχές και διατάξεις που προαναφέρθηκαν —οι όποιες ως νόμος έγιναν

αποδεκτές και σεβαστές στην αυτοκρατορία μου και με τις όποιες ο κόσμος της βιοτεχνίας και των επαγγελμάτων ωφελήθηκαν—

μεσολάβησαν με παράκληση προς το Υψηλό Διβάνι για να εκδοθεί νέο φερμάνι, με το όποιο εκ νέου νομιμοποιούν και επικυρώνουν

1. Γενικό Ισνάφι (η Ανώτατο Ισνάφι) εννοείται η διοίκηση εκείνη η οποία επιβλέπει και εκδικάζει όλες τις διαφορές και υποθέσεις που παρου-

σιάζονται σε οποιοδήποτε εσνάφι της πόλης. στην Τουρκία ήταν νόμος να υπάρχει σε κάθε πόλη εκτός της Ιδιαίτερης διοίκησης του σωματείου και γε-

νική διοίκηση για όλες τις συντεχνίες (σημ. Ihciev).

Page 133: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

τις παλιές διατάξεις και άρθρα για τα σωματεία (συντεχνίες), για να μην μπορούν αυτές με κανένα τρόπο να παραβιάζονται και να

τροποποιούνται και να μην έχει κανένας απολύτως το δικαίωμα χωρίς ρητή άδεια της εσναφικής διοίκησης να προσβάλλει και να εξασθενίζει τα παλιά έθιμα του συνεταιρίζεσθαι, επειδή αυτά είναι νομοθετημένα από πολύ παλιά.

εκτός αυτού, κανένας δεν έχει δικαίωμα και δικαιοδοσία ν' α-νοίγει νέο εργαστήρι η κερχανε1 και να εγκαθιστά εκεί μπάγκο

για να ασκήσει το επάγγελμά του, χωρίς την κρίση της γενικής διοίκησης των Εσναφιών.

Από την ερευνά που έγινε στο αυτοκρατορικό μου αρχείο δια-πιστώθηκε ότι η οργάνωση και η ένωση των εσναφιών στο κράτος μου κείται σε υγιείς και νομικές αρχές, σε παλιά ήθη και έθιμα,

που επικυρώθηκαν με νόμο και με υψηλό αυτοκρατορικό φερμάνι, που έχει τη δύναμη του νόμου.

Αυτά τα συντεχνιακά ήθη και έθιμα με κανένα τρόπο δεν μπο-ρούν να εξασθενήσουν, ακυρωθούν, καταστραφούν και αλλαχτούν.

Είναι επόμενο λοιπόν ότι αφού αυτός ο νόμος στηρίζεται σε τέτοιες νόμιμες αρχές από παλιά, αφού η εσναφική οργάνωση επιτράπηκε στο κράτος μου από τον ιερό νόμο και το νόμο της χώ-ρας, έτσι και η αίτηση των Ικετών εσναφικών αντιπροσώπων πρέ-πει να γίνει αποδεκτή και σεβαστή.

Γι αυτό ευαρεστήθηκα, ειδικά για την αυτοδιοίκηση των ε-σναφιών στη χώρα, να εκδώσω και εξέδωσα νέο υψηλό αυτοκρα-τορικό διάταγμα, που θα έχει την Ισχύ νόμου και σύμφωνα με το όποιο θα ενεργείτε από εδώ και στο εξής.

Γι αυτό, όταν φτάσει στα μέρη σας η παρούσα πράξη μου (φιρ-μάνι ) σας διατάζω να ενεργείτε ακριβώς σύμφωνα με το «γράμμα

και πνεύμα» τούτου του φιρμανιού μου. οι ενέργειές σας και οι εντολές πρέπει να εναρμονίζονται με το πνεύμα αυτής της πράξης μου, δηλ. ν' αφήνετε ελεύθερη και αυτόνομη τη διοίκηση του εσνα-

1. κερχανές = εργαστήρι (τουρκ. kârhane).

Page 134: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

εσναφιού να ενεργεί για υποθέσεις καθαρά εσναφικές, δηλ. σχετικές με τις εσναφικές οργανώσεις. Παραχωρώ πλήρες και απεριόριστο δικαίωμα στη διοίκηση των συντεχνιών, ώστε αυτή —κατά τα παλιά καθιερωμένα έθιμα και διατάξεις— μόνο εσναφικά να εξε-τάζει, ανακρίνει, επιλύει τις υποθέσεις και διαφορές, που θ' ανα-φύονταν ανάμεσα στους ανθρώπους του εσναφιού (ταϊφάτ σενάτ), όπως και ανάμεσα στους επαγγελματίες που μόνιμα και αποκλει-στικά ασχολούνται με τη βιοτεχνία - επαγγέλματα - τέχνες.

Επιγραμματικά όλες οι υποθέσεις και διαφορές, που έχουν καθαρά εσναφικό χαρακτήρα, αποφασίζονται (εκδικάζονται) αμετάκλητα

από τη διοίκηση της συντεχνίας, χωρίς κανένας απ' έξω να έχει οποιοδήποτε δικαίωμα να επεμβαίνει σ' αυτές.

οι καταδίκες και οι αποφάσεις εκτελούνται από τα καθορισμέ-να συντεχνιακά όργανα και υπαλλήλους.

Έτσι, για παράδειγμα, αυτός που πρόσφατα αναγορεύτηκε μά-στορας, μέχρι να του περαστεί στη μέση η μαστορική ζώνη με τις φούντες επίσημα από τη συντεχνία και μέχρι να εφοδιαστεί με το μαστορικό δίπλωμα, απαγορεύεται να έχει καινούριο μα-στορικό μαγαζί (εργαστήρι) —ούτε μόνος του ούτε μαζί με άλ-λους— ούτε πάλι έχει το δικαίωμα να εγκαταστήσει στο μαγαζί η στο εργαστήρι του (κερχανέ) οποιοδήποτε μπάγκο για εργασία.

Εσείς κ.κ. δικαστές, βοεβόδες, μουτεσελίμηδες, σερντάροι, μιρ-μιράνοι και λοιποί με την ιδιότητά σας ως αυτοκρατορικοί

υπάλληλοι στις υπηρεσίες μου είστε υποχρεωμένοι να επαγρυπνείτε προς όφελος της υπηρεσίας για την τήρηση αυτού του νόμου και να προσέχετε ώστε οι μαθητές-κάλφες στο ισνάφι, οι όποιοι θα έχουν δικαίωμα εξάσκησης επαγγέλματος και οι όποιοι θα ήταν αναγνωρισμένοι από την εσναφική οργάνωση ως ισότιμοι και αυ-τόνομοι «μάστορες», να μπορούν ν αποκτούν τον τίτλο «μάστο-ρας» τότε μόνο, όταν θα έχει συντελεστεί επίσημα από τη συν-τεχνία η εθιμική πανηγυρική και δημόσια τελετή καθώς αυτή πραγματοποιόταν από παλιά.

Η τελετή της ανακήρυξης νέου «μάστορα» είναι πατροπαρά-δοτη και νομιμοποιημένη πια από παλιά, από τους ίδιους τους

Page 135: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

οργανωτές του εσναφικού Οτζάκ1. Η τελετή αρχικά ξεκινά με θρησκευτική δοξολογία και ευχές, που γίνονται από τον εντεταλ-μένο θρησκευτικό υπάλληλο, σύμφωνα με τα δόγματα και τις Ιε-ροτελεστίες της θρησκείας, που ο μαθητής-κάλφας πιστεύει. Κα-

μιά ιεροτελεστία και Θρησκευτική παράκληση, λόγοι, παρακλητι-κές ευχολογίες για τους μαστόρους-μαθητές δεν επιτρέπεται, χωρίς

την έγκριση και την άδεια αυτής της εσναφικής διοίκησης. πρό-σωπα, που θα εκτελούσαν τέτοιες παρανομίες και ενάντια στην εσναφική οργάνωση, θα καταδιώκονται και θα τιμωρούνται αυ-στηρά, παρόλο που οι υπαίτιοι γι αυτές δεν θα είναι μέλη της συντεχνιακής ένωσης, θα είναι ξένοι και δεν θα έχουν τίποτε το κοινό με τις συντεχνίες.

το διοικητικό συμβούλιο της συντεχνίας είναι αρμόδιο να ε-ξετάζει, κρίνει και αποφασίζει για τις αναφυόμενες μεταξύ των μελών διαφορές και υποθέσεις με χαρακτήρα επαγγελματικό, σύμ-φωνα με τα παλιά θέσμια που επέχουν τόπο νόμου και κατά το πνεύμα τους να τις λύνουν οριστικά. Μόνο το διοικητικό συντε-χνιακό συμβούλιο έχει το δικαίωμα να κρίνει και ν' αποφασίζει

για τις υποθέσεις που έχουν σχέση με τα συμφέροντα του εσνα-φιού, να τιμωρεί τον φταίχτη με δημόσια επίπληξη, με εκδίωξη από τη συντεχνία, με σωματική ποινή (ραβδισμούς), με προσω-ρινή φυλάκιση, χρηματικά πρόστιμα για τη συντεχνία, με απο-καλύψεις και με άλλες παρόμοιες τιμωρίες.

Όλα εκείνα τα πρόσωπα του εσναφιού, που εκούσια καταστρα-τηγούν τους κανόνες του εσναφιού, έτσι όπως οι κανόνες αυτοί έχουν εκτεθεί πιο πάνω και όπως έχουν καταγραφεί στον παλιό νόμο για την οργάνωση του εσναφιού, θα καταδιώκονται σύμφωνα

με το νόμο, θα δικάζονται μόνο από τα εσνάφια και θα τιμωρούνται

1. οτζάκ: αραβική λέξη και σημαίνει: τζάκι, καμινάδα, εστία. στη φι-λολογία αυτή η λέξη σημαίνει: οργανωτής, θεμελιωτής, πρωτεργάτης ενός

οργανωμένου σωματείου, πρώτος θεμελιωτής εσναφικής η άλλης νομικής ορ-γάνωσης. Τέτοιος στα εσνάφια θεωρείται ο Σεΐχης Αχή-Εβράν-Βελή (σημ. Ihciev).

Page 136: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

παραδειγματικά. Οι υπαίτιοι και οι παραβάτες θα τιμωρούνται με δημόσιους αφορισμούς μπροστά στις συντεχνίες και μπροστά στην κοινωνία. Εκτός απ' αυτό οι υπαίτιοι θα τιμωρούνται σωματικά, με ξύλο στον πισινό, στις πατούσες (ξυπόλητα πόδια), με δυνατές ξυλιές.

σε περίπτωση που μερικά ξένα πρόσωπα, όποια κι Αν είναι και οποιαδήποτε θέση να κατέχουν στην κοινωνία, θελήσουν να

επέμβουν και ν' αποπειραθούν με τη βία και τη δύναμή τους να εμποδίσουν και να μην επιτρέψουν τη σωματική τιμωρία τον φταί-

χτη στον οποίο επιβλήθηκε η τιμωρία από το εσναφικό συμβούλιο, εσείς κ.κ. καδήδες, ζαπιτάδες, βοεβόδες και άλλοι αυτοκρατορι-

κοί υπάλληλοι είστε αναγκασμένοι στο όνομα τον Ιερού νόμου και προς όφελος της υπηρεσίας σας με όλα τα μέσα τα οποία δια-

θέτετε να εξουδετερώσετε τους ξένους, που θέλουν με τη βία να επεμβαίνουν στα έργα και στις διατάξεις του συντεχνιακού συμ-βουλίου. σε κανένα δεν θα επιτρέπετε και δεν θα αφήνετε, έτσι

που οι ξένοι κι εκείνοι που δεν έχουν τίποτε κοινό με το εσνάφι να εισβάλλουν και να εισχωρούν στην αίθουσα συνεδρίασης του εσναφικον συμβουλίου, με σκοπό να εξαναγκάσουν και να εκφο-

βίσουν τη σύνθεση τον παραπάνω συμβουλίου, να επιφέρουν φόβο και τρόμο και με το κύρος τους να θελήσουν ν' αναμειχθούν σε

καθαρά εσναφικά έργα, να προκαλέσουν διάσπαση και διαφωνία ανάμεσα στα εκλεγμένα εσναφικά μέλη, που αποφασίζουν για τις

υποθέσεις του εσναφιού. εκείνα τα πρόσωπα που δεν κατανοούν με το καλό και θέλουν με τη βία να εισχωρήσουν στην αίθουσα του εσναφιού και να σταματήσουν την εκτέλεση των καταδικαστι-

κών αποφάσεων, που εκδόθηκαν από το συντεχνιακό συμβούλιο, και δεν επιτρέπουν τη σωματική δημόσια τιμωρία και εκτός απ' αυτό δεν θέλουν ν' ακούουν και να υποτάσσονται στην υψηλή δια-ταγή, πρέπει με τη βοήθεια της βάναυσης βίας η εξουσία μου να

τους εξουδετερώνει και με τον αυτοκρατορικό απεσταλμένο να συλλαμβάνονται. Αυτοί δε που δεν υπακούουν να τιμωρούνται αυ-στηρότατα, όπως πρέπει να τιμωρούνται οι ταραξίες και οι επα-ναστάτες. Επίσης διατάζω να καταδιώκονται και να τιμωρούνται

Page 137: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

με βαριά σωματική τιμωρία (ξύλο με ραβδισμούς) όλοι εκείνοι οι ταραξίες, προπαγανδιστές και υποκινητές, οι οποίοι προκαλούν

διατάραξη, διαφωνία και φιλονικία, που προέρχονται από το ίδιο το ισνάφι και οι όποιοι προσπαθούν να δημιουργήσουν ανωμαλία

μέσα από την κατάργηση των παλιών παραδοσιακών νομοθετημέ-νων διαταγμάτων για τη συντεχνία, τα επαγγέλματα, τη βιοτε-χνία και τις τέχνες στην αυτοκρατορία μου. Πρέπει να γνωρίζετε ότι οι εσναφικές παραδόσεις και διατάξεις υπήρχαν από πολύ πα-λιά, τους παπούδες και προπαπούδες, και με βάση αυτές η βιοτε-χνία, τα επαγγέλματα και οι τέχνες στο ένδοξο μου κράτος άνθι-ζαν και πρέπει ν' ανθίζουν. Η μνήμη του μακαρίτη Σεΐχη Αχή Εβράν-Βελή, γιου του Αχή Μπαμπά, θα γίνεται σεβαστή και

πάντα θα χρησιμοποιείται για προστάτης της συντεχνιακής ένω-σης. Ο πρόεδρος των εσναφιών θα φέρει το όνομα Αχή Μπαμπά,

ως τακτικά δε μέλη του συμβουλίου, που θα εκλέγονται μεγαλόφω-να από τα εσνάφια, μπορούν να γίνονται τα ακόλουθα πρόσωπα: 1. Ο Δημογέροντας του κάθε ξεχωριστού εσναφιού, που φέρει

το όνομα κετχουτάς1 η κεχαγιάς2 του εσναφιού. 2. Yigit basi3 η οι αντικαταστάτες τους από εσνάφια, οι τσαού-σηδες4 και 3. όλα τα εκλεγμένα από τη συντεχνία πρόσωπα, όπως και ο σείχης5 που δικαιωματικά και παραδοσιακά φέρει το όνομα της αδελφότητας για τα ισνάφια Αχή Μπαμπά, σχηματίζουν το δι-καστικό και διοικητικό συμβούλιο των εσναφιών της χώρας. Αυτά

1. kethuda = αντιπρόσωπος, κύριος του σπιτιού (περσ. ket-huda). 2. κεχαγιάς = αντιπρόσωπος μιας ομάδας (τουρκ. kehaya, kâhya,

kâya). ο επικεφαλής η αντιπρόσωπος μιας συντεχνίας λεγόταν και esnaf kâhyasi.

3. yigit baçi = πρωτομάστορας, αρχιτεχνίτης, αρχικλητήρας μιας συν-τεχνίας που ανάμεσα στ' άλλα εκτελούσε και τις αποφάσεις της.

4. τσαούσης = αξιωματούχος του παλατιού η κατώτερος αξιωματικός του στρατού. Εδώ με την έννοια του αγγελιαφόρου η επιστάτη (τουρκ. çavus).

5. σείχης = πνευματικός αρχηγός, προεστός χωριού, ηγούμενος σε μο-ναστήρι των δερβίσηδων (τουρκ. seyh).

Page 138: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

τα πρόσωπα, ως εκπρόσωποι της συντεχνιακής ένωσης στην αυτο-κρατορία μου, με αυτοκρατορική εξουσία θα τιμούνται και θα γίνονται σεβαστά από τα όργανα της κρατικής εξουσίας ως θρη-σκευτικά τέκνα και αντικαταστάτες του πρωτοϊδρυτή της συντε-χνιακής ένωσης στην αυτοκρατορία μου μακαρίτη Αχή-Εβράν Βελή, σαν υποστηρικτές της ανάπτυξης των επαγγελμάτων, των τεχνών και της βιοτεχνίας της χώρας.

τα πρόσωπα αυτά εκλεγμένα από τη συντεχνία, επιφορτισμένα με την καθοδήγηση και τη διοίκηση των συντεχνιακών υποθέσεων, εσείς αυτοκρατορικοί υπάλληλοι και υπηρέτες, είστε υποχρεωμένοι να τα τιμάτε και να τα σέβεστε, γιατί αυτά θεωρούνται δικοί μου πιστοί και τίμιοι υπηρέτες στη βιοτεχνία και τα επαγγέλματα του κράτους μου. Απέναντι τους δεν θα επιτρέπετε ούτε θ' αφήνετε, είτε μόνοι σας είτε έμμεσα με άλλα πρόσωπα, να γίνονται εκβια-σμοί, παρανομίες και οποιεσδήποτε άλλες βιαιοπραγίες και ατι-μώσεις. Ούτε εσείς, ούτε κανένας άλλος απ' έξω δεν έχετε κανένα απολύτως δικαίωμα να αναμιγνύεστε και να επεμβαίνετε στις δικές τους εσναφικές υποθέσεις και στη διοίκηση του εσναφιού, επειδή αυτή (η διοίκηση) υπάρχει από πολύ παλιά.

δεν επιτρέπω σε κανένα να προκαλεί κωλύματα, εμπόδια και οποιεσδήποτε ενοχλήσεις στις υποθέσεις και στην διοίκηση του

εσναφιού, όπως επίσης και οποιαδήποτε παραβίαση και φθορά στις παλιές και πατροπαράδοτες συντεχνιακές διατάξεις. Εσείς, σαν κρατικοί υπάλληλοι και τηρητές των κρατικών νόμων και του Seriat, έχετε υποχρέωση να μην επιτρέπετε να γίνονται παράνομες ενέργειες και να μην παραβιάζονται και διαγράφονται οι γραπτές διατάξεις του παλιού νόμου των εθίμων και παραδόσεων για τα

εσνάφια και τον εσναφισμό. Σας διατάζω να προσέχετε και να καταβάλλετε προσπάθεια,

όσο το δυνατόν περισσότερο, ώστε στο θέμα της συντεχνιακής οργάνωσης να μη γίνονται από κανέναν ενέργειες οι όποιες προ-φανώς αντιλέγουν στο Seriat και στο «γράμμα και πνεύμα» της διαταγής μου αυτής.

Έχετε καλά υπόψη την αυστηρότητα και την τιμωρία για όλους

Page 139: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

το φερμάνι του Μουσταφά του Γ' στα 1773.

Βλ. Ν. Todorov, La ville balkanique aux xve-xix siècles. Développement socio-économique et démographique, Bucarest 1980, σ. 230.

Page 140: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

εκείνους που δεν θα υπάκουαν στο φερμάνι μου αυτό και θα συν-τελούσαν στο να εκδώσω δεύτερη και πιο αυστηρή αυτοκρατορική διαταγή για το ίδιο θέμα — τη συντεχνιακή οργάνωση.

κλπ. κλπ. εν μηνί Saban 1187 έτος εγίρας (1773 μ.Χ.) εν τη Ενδόξω πρωτευούση Κωνσταντινουπόλει εκδοθέν

από τον σουλτάνο Μουσταφά Χάν III.

Page 141: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

2

Σύμβαση μαθητείας στην Κέρκυρα

Ιστορικό Αρχείο Κέρκυρας, Notaio Manoli Parastati, δεσμίδα 186,-φ. 7ν.

Πρωτότυπο

1519 ημέραν 30 του μαρτίου μηνός. ινδικτιώνος ζ. μαστρωθεο-χάρης ο Ρώδας παρόν ομολόγησε· ότι έχοντας όρεξην και επιθη-μίαν να παιδεύσει και μαθητεύσει τον υιόν αυτού Γεώργιον εις

όσον χωρέσει ο νους αυτού εκ την πείραν και πράξην της πραγμα-τίας τον όποιον από προλαβών έστελεν καθημερινά εις το

εργαστήριον του παρόντος κύρ Μπάτιου του Τριαντάφυλου είται και Αληβίζη γυναικάδελφος αυτού διά να παιδευτή και μάθη. όστις

έμαθε και επαιδεύθη και εγρήκησε μαζί τους. και επειδή έχοντας την όρεξην ο ρηθείς μαστροθεωχάρης να μάθη και παιδευτή ο ρη-

θείς Γεώργιος εις περισσότερον από κείνω οπού ξέρη και διά να μηδέν έλθη εις οληγότερον από εκείνω οπού εγρήκησε και έμαθε διατοι τούτο εξαναζυτήσεως του ειρημένου μαστροθεωχάρη και διά θελήσεως και του ρηθέντος Γεωργίου διατοί τούτο εσυμφώνησαι μετά των ειρημένων αυταδέλφων ότι να έχουν τον ειρημένον Γε-ώργιον από του νυν και έμπροσθεν να έχουν ακόμη τον ειρημένον Γεώργιον καθώς τον επροείχαν τόσον εις το εργαστήρην όσον και εις ταξήδια του πελάγου και της στεραίας γής με τοιούτον τρόπον

και συμφωνίαν να οφείλουν οι ειρημένοι αυτάδελφοι να του δείξουν εκ την πείραν και πράξην της πραγματίας εις όσα χορέσει ο νους αυτού εις τον καιρόν οπού θέλη σταθή μεταυτοίς. και ο δωρηθείς

μαστρωθεοχάρης διά δυνάμεως της παρούσης συμφωνείας υπό-σχεται αυτός και υπόσχεται και τον ειρημένον Γεώργιον διά δυ-

Ευχαριστώ θερμά τη συνάδελφο Αικατερίνη Ζαρίδη που είχε την καλο-σύνη να μου ανακοινώσει την ύπαρξη του εγγράφου αυτού στο Ιστορικό Αρ-χείο Κέρκυρας.

Page 142: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

δυνάμεως της πατρικής εξουσίας ότι ούτε ο ρηθείς μαστροθεωχάρης ούτε ο ρηθείς Γεώργιος ούτε άλλος διά όνομα αυτών όταν εύγη ο

ρηθείς από τας χείρας των άνωθεν αυταδέλφων να μηδέν ήθελον τολμήσει να αναζητούν κανένα πρέμειον1 διά τοις απερασμένοις καιροίς έως εις την ημέραν εκείνην οπού θέλη εύγη ο ρηθείς Γε-ώργιος από τας χείρας αυτών μήτε δια δυνάμεως νόμου μήτε δια ετέρου κανενός τρόπου· ομοίως ουδέ οι ρηθέντες αυτάδελφοι να μηδέν ήθελον ισχύι από τον μέλοντα καιρόν να ήθελαν αναζυτήσει

του ρηθέντος μαστρωθεοχάρη ούτε του ρηθέντος Γεωργίου καμίαν έξοδον από ήτι ήθελον κάμη και ποιήσουν προς τον ρηθέντα Γε-ώργιον τόσον από εν τιμή όσον και από ζωαρκίαν στόματος· και διά καθαροσύνη και πίστη της άνωθεν συμφωνίας ο ρηθείς μα-στρωθεοχάρης... Μπάτιος διά μάρτυρας αυτού. και του αδελφού

αυτού κυρ Αληβίζη μάρτυρας κύρ Νίκειος ο Μηνάς λεγόμενος ... τάτζης και Καλοϊωάννης ο Μανελούζος.

1. πρέμιο = δώρο, αμοιβή (βεν. premio).

Page 143: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

3

Σύμβαση μαθητείας στην Κρήτη

Archivio di Stato di Venezia, Notaio Mich. Mara, b. 156 (1561), φ. 347v.

Πρωτότυπο τη αύτη

Ομολογώ εγώ Ανδρέας Μαράς υιος του κυρ Ιωάννου οικών εις το Εξώπορτον του Χανδάκον της Κρήτης ότι μπένω μαθητής μετά σένα τον μισέρ Λαβήνιο Τζάπω τον σγουράφον πρεζέντε1 και κοτέντε2 νάμαι μετά σένα αποδά και έως μήνας δεκαοκτώ πρε-ζέντες ερχομένους εις την υποταγήν και εις τα θελήματά σας καλά εμπιστεμένος και εσύ νάσε κρατημένος να με μαθαίνης την τέχνην

σου εις ό,τι κατέχεις καλά και εμπιστεμένα και όποιος από μας δεν ατεντέρει3 του αλλού να χάνη πάγα υπέρπυρα4 ν' τα φουσάδα της αυθεντίας μας και η γραφή αύτη εις την δύναμίν της. Από το άλλο μέρος εγώ ο ρηθείς Λαβήνιος Τζαπος σγουράφος πρε-ζέντος και κοτέντος εις όλλα τα άνωθεν.

f Μάρτυρες παρακαλετοί : κύρ Κωνσταντίνος Αρμάκης και κυρ Δημήτρης Ντατζήπρης.

Ευχαριστώ θερμά τον συνάδελφο Θανάση Παλιούρα για την παραχώρηση του πρωτοτύπου.

1. πρεζέντε(ς) = παρών (βεν. presente). 2. κοτέντε = ευχαριστημένος, ικανοποιημένος (βεν. contento). 3. ατεντέρω = αναμένω, ακούω με προσοχή, παίρνω υπόψη, ασχολούμαι,

αναλαμβάνω τις υποχρεώσεις (βεν. atender). 4. υπέρπυρο = βυζαντινό χρυσό νόμισμα, που από τα τέλη του 14ου αι.

μεταβάλλεται σε αργυρό νόμισμα (βλ. Νικ. Σβορώνος, «η νομισματική κυ-κλοφορία στην Τουρκοκρατία. Εικόνα εξαρτημένης οικονομίας», Επιστημο-νική Επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής του Παν/μίου θεσσαλονίκης 19 (1980), σ. 303). για την αξία του στην Κρήτη στον 16ο αι. που ανήκουν τα έγγραφα βλ. Στ. Ξανθουδίδης, «Παρατηρήσεις και διορθώσεις εις το ποίημα "Μάλτας πολιορκία" του Αντωνίου Αχέλη», Χριστιανική Κρήτη 1 (1912), σ. 356.

Page 144: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

4

Σύμβαση μαθητείας

Ιδιωτικό Αρχείο Κώστα Λαζαρίδη, Κουκούλι Ζαγορίου

Πρωτότυπο

1809 11 Σεπτεμβρίου

Διά του παρόντος ενυπογράφου και εμαρτήρου γράμματος γί-ναιται δήλον ότι διά το σημητζήδικον1 αργαστήρι όπου είνε εις την μαγνησίαν σιμά εις το τζαμή της σουλτανας όπου ήχαν πα-τρικόν και ανταμικόν τα παιδία του μακαρήτη τριαντάφυλου ανα-στάσης και κωνσταντής μαζή με τον κωνσταντή του λάλου το με-ρήδιον του πάπου του πολυχρώνου : επειδή και ο αναστάσης τριαν-ταφύλου είχεν εξοδεύσει τόσον εις το καινούργωμα του ντεμιπου-κιού εις τον πειρονί του αργαστηρίου· από όλα αυτά τα έξοδα όπου έκαμε ο αναστάσης και αδερφός του διά το μέρος όπου τυχένει του γεδήμηκου2 παιδιού του λόλου, ευρέθη εύλογον από όλους σμας και τον δύο μερών όπου ο αναστάσης και αδελφός του να κρατή-σουν των τρίον χρονόν το πεσταχανλήκι οπού εχρεωστούσαν έως την σήμερον προς πενήντα γρόσια εκατόν πενήντα κατά την συμ-φωνίαν οπού είχαν να δουλέψουν ακόμα και δύο χρώνια από την σήμερον μέσα εις το αργαστήρι χωρίς να πληρώνουν πεστιμαν-λήκι3 διά τήποτας και με τούτον τον τρόπον να μένουν εξοφλισμέ-νοι διά όλα αυτά τα έξοδα οπού τυχαίνουν του ντίνου Λόλου και τελειώνοντας τα δύο χρώνια να έχουν να δουλεύουν μαζή όπως να το συμφωνήσουν αναμεσόν τους και επειδή ο αναστάσης τριαντα-

το έγγραφο αυτό μου διέθεσε από το προσωπικό του αρχείο ο θείος μου, δάσκαλος και λαογράφος Κώστας Λαζαρίδης από το Κουκούλι Ζαγορίου" αι-σθάνομαι την υποχρέωση να τον ευχαριστήσω κι από τη θέση αυτή θερμότατα.

1. σιμιντζής = κουλουράς (τουρκ. simitci). 2. γεδήμικο = ορφανό (τουρκ. yetim). 3. πεστιμανλήκι = αέρας καταστήματος (τουρκ. pestamallik).

Page 145: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

φύλου καινουργώνοντας το ντεμιπούκι απάνω εις το εδηκόν του όνομα να μην ημπορή ποτέ με αυτήν την πρόφασιν να κάμη εδι-

κόν του το αργαστήρι και να αποξενώνη τον τίνο Λόλη οσάν όπου το έχουν ανταμικόν και πληρώνη και τα έξοδα οπού του έγιναν. ακόμη εσιμφωνήθη όπου ο αναστάσης διά τούτους τους δύο χρό-νους να πάρη μαζή του τον ντήνον για ουσμεκιάρη εις το αργα-στήρι να τον δουλεύη και να τον υπακούγη ως μάστουραν οπου

τον είχε και αυτός να τον προσέχει και έχει να του δίδει διακόσια γρόσια τους δύο χρόνους και να του κάμει τα συνηθισμένα φορέ-ματα να τραβήξει και τα έξοδά του όσον εις τον πειγεμό τόσο και εις το φέρσιμο και τα χαρατζοχάρτια του αν ίσος όμως ο ντίνος φέβγει πριν των δύο χρώνων χωρίς καμίαν ετίαν να μη γυρεύβγη τίποτας διά ρόγαν του. Τούτη η συμφωνία ευρέθη εύλογον από όλους σμας και από τα δύο μέρη και έγινεν το παρόν μαρτιρικόν γράμμα να εχη το κύρος και την ισχύν εν παντί κριτηρίω δικαιο-σύνης και να φυλάττηται εις την εκκλησίαν διά μαρτυρίαν και α-σφάλιαν.

1809 σεπτεμβρίου 11 κουκούλη

αναστάσιος τριανταφύλου βεβεόνο τάνοθεν και μη ηξεύροντας να γράψο βάνο τον

γιάνη μήτζι να με ήπογράψη ντίνος λόλου βεβεωνο τα ανοθεν και

μην ηξεύροντας να γράψο με υπέγραψεν ο Σακελλάριος ο όποιος και μαρτυρεί

μάνθος οικονόμου μαρτυρώ μάνθος διμότζη μαρτερό νούτζος ... μαρτηρο Δημήτρης τζάκογλους μαρτηρό Χ.κουσταντής νούτζου μαρτηρώ μάνθος χριστό σβόλου μάρτηρας Ιωάννης δημητριου μαρτηρώ Γεώργιος Τζιράνι μαρτηρώ πρωτόπαπας μαρτυρώ

Page 146: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

παπακώστας μαρτυρο παπαγεώργιος μαρτυρώ ο γράψας Σακελλάριος μαρτυρώ Κωνσταντής Χατζή γεώργη μαρτυρώ αποστόλη σκοτίδι μαρτυρώ διμιτρι χατζηαναστάσι μαρτιρο νικόλαος παπά τολου μαρτυρώ Διμήτρης τζούμας μαρτυρώ.

Page 147: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

5

Σύμβαση μαθητείας

Δημοσιεύτηκε από τον Στ. Καββάδα, οι Κώδικες της Χίου, Μέρος Α', Χίος 1950, σ. 87. Κώδιξ Καλαμωτής 1702-1706, φ. 16»

Εις το όνομα του Κυρίου αμήν. Ο Μιχάλης Βητάκην από την Βέσαν και Δημήτρης της Παπαδιάς αρμολούσενας παρόν έμπρο-σθεν εμού του νοταρίου και των κάτωθεν μαρτύρων ισιάζοντεν αμ-φότεροι και δίνει ο Μιχάλης προς τον Δημήτρη τον υιόν του τον Θωμαν διά κοπέλιν να του δούλεψη χρόνον ένα με πάσα θέλημα και υπηρεσίαν του Δημήτρη και να έχη να του δώση ο Δημήτρης ρόγαν, τον κόπον του τον έναν χρόνον ασηλ. 3 και δύο φορεσιές ρούχα παμπακερά και παπούτζηα όσα κατελύση και έναν ρίφιν και μιας ημέρας γάλα και διά ένδειξιν, εποίησαν το παρόν.

Εγράφην και ενεγνώσθην εν τω ημετέρω οίκω στα 1702 Σεπτε-βρίον ι ημέρα γ' ώρα α'. Ακόμη ομολογά ο Δημήτρης το πώς έχει να δώση του άνωθεν Μιχάλη έναν τράγον

Μάρτυρες οι κάτωθεν

Κώστας Μαΐστρος του Νικόλα Κώστας Αληθινός μαρτυρά Μιχάλης... Παπά Αντώνης Μεγαλύτερος

10

Page 148: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

6

Μίσθωση κοπελιού

Δημοσιεύτηκε από τον Στ. Καββάδα, οι Κώδικες της Χίου, Μέρος Α', Χίος 1950, σ. 88. Κώδιξ Καλαμωτής 1697-1713, φ. 213.

Εις το όνομα του Κυ αμήν. ο Γιαννούλης Μπεχμημέτης από την Άνδρον και Νικόλας Καζάδιν απέ την Καλαμωτήν ισιάζουντεν αμφότεροι παρών έμπροσθεν εμού του νοταρίου και των κάτωθεν μαρτύρων και δίνει ο άνωθεν Γιαννούλης το παιδίν του τον Γεώργην του άνωθεν Νικόλα χρόνον ένα διά κοπέλιν εις πάσα δονλείαν και υπηρεσίαν και θέλημα του αφεντικού τον. Μετά τούτο απομένουν

ο Γιαννούλης και ο Νικόλας να του δόκη τον έναν χρόνον ρόγα διά τον κόπον τούτον ασηλάνια 4/12 ήγουν ασηλάνια τέσσερα και μισόν και δύο φορεσιές ρούχα παμπακερά και παπούτζια όσα κατελύση και να του κάμη και ζήκον αναγάλησι να περάση ο χρόνος όλος και αν φύγη πριν το τέρμενον να του το εμπατάρη1

επάνω στη ρόγαν του και αν το πιτρεμήσουν2 το παιδίν το χωρίον στο χαράτζι να είναι ανάμεσού των. και διά ένδειξιν εποίησαν το παρόν. Εγράφην και ενεγνώσθην ομπρός εις τον Άγιον Γεώρ-γην. Έτος 1713 Απριλίου 23 ημέρα ε . ώρα γ'.

Μάρτυρες οι κάτωθεν

f Γεώργιος Δαμαλάς f Σίδερος ( ;) f Ξένος Παπαγεώργη

1. εμπατάρω = ισοφαρίζω, συμψηφίζω (βεν. impatàr). 2. πιτρεμώ = περιλαμβάνω (πιθανόν από το τουρκ. bitirmek).

Page 149: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

7

Σύμβαση μαθητείας στην Κρήτη

Δημοσιεύτηκε από τον Κων. Μέρτζιο, «Σταχυολογήματα από τα κατάστι-χα του νοταρίου Κρήτης Μιχαήλ Μαρά (1538-1578)», Κρητικά Χρονικά ΙΕ'-ΙΣΤ' (1961-1962), τχ. 2, σ. 289-290.

κδ' (24) αυγούστου αφξδ' (1564)

f ομολογώ εγώ μπόρτολης γληγορόπουλος του ποτέ γεώργιου οίκων την σήμερον εις χώραν κάτω αρχάνες ότι ομπλιγάρω1 τον

υιόν μου τον μανώλην νάναι μαθητής σου μετά σένα το μαστρο-γεώργη σπυρή μουράρο2 του ποτέ κυρ Ιωάννη, πρεζέντι και κοτέν-το, από δά κιομπρός και ως χρόνους έξη πρώτους ερχομένους,

εις την υποταγήν και εις θέλημά σου, καλός, εμπιστεμένος, απι-βούλεντος και άκλευτος, υπέρ των παραδιδομένων του πραγμάτων και εσύ να του κάμης καλή συντροφιά και να τον εταγοποτίζης και καλικώνης3 και ενδύνης κατά την κοντιτζιόν4 του και να τον εμαθαίνης και την τέχνην την μουραρικήν να τον έχης μαθημένον

έως το κομπλιμέντο5 των άνωθεν χρόνων και τότε να του δίδης τα σύνεργα ήγουν ένα μιστρί, ένα σφυρί του κτισμάτου, και ένα

μολύβι6 και ένα σφυρί του πελεκιού και μια σχάρα, μία σμίλλα και ένα σμιλλοκόπανο. πλην αν σου μισεύση η αν μη σου ατεντέρη

1. ομπλιγάρω = υποχρεώνω (βεν. obbligar). 2. μουράρος = κτίστης (βεν. murèr, murare = κτίζω). 3. καλικώνω και καλιγώνω = υποδένω. οι τύποι αυτοί που προέρχονται

από το ρωμαϊκό caliga (υπόδημα των στρατιωτών) πέρασαν και στα βυζαν-τινά (με εναλλαγή του γ και κ) με την ίδια σημασία και ιδιαίτερα στην κρητική διάλεκτο, όπου απαντώνται και σήμερα. Βλ. Εμμανουήλ Κριαράς, Λεξικό της μεσαιωνικής δημώδους γραμματείας, τ. 2, Θεσσαλονίκη 1980, σ. 267-268.

4. κοντιτζιόν = όρος, κατάσταση, κοινωνική θέση (βεν. condiziόn). 5. κομπλιμέντο = συμπλήρωση, ολοκλήρωση (βεν. compimento). 6. μολύβι = μολυβδίς, στάθμη των μαστόρων.

Page 150: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

να πεύτωμεν εις την πέναν1 και όρδινε της εκλαμπροτάτης μας αυθεντίας και νάμαι κρατημένος εγώ ο κύρις, όντε μισεύση να πάγω να τον ευρίσκω όπου είναι, να τον φέρω, να σου αποκάμη τους άνωθεν χρόνους και πάλιν κάμνοντας καλά αυτός και εσύ δεν τον ατενδέρεις η χωρίς καμμία λεγίτιμα2 κάουζα3 να τον επι-λογήσης, να πεύτης και εσύ εις την κάτω γραμμένην πέναν και να σκοδέρω4 και σωστά τα άνω γραμμένα δικαιώματά του των άνω-θεν χρόνων, από σένα και από τα καλά σου ως άνωθι, διά τον γα-στάλδη, απάνω εις ταις έξοδαις χωρίς εναντίας, βάνοντες και διά πέναν υπέρπυρα πενήντα διά τα φουσάδα της αυθεντίας και η γραφή αύτη εις την δύναμιν της. από το άλλο εγώ ο ρηθείς γεώρ-γιος σπυρής πρεζέντις και κοτέντος εις όλα τα ανωθι.

μάρτυρες παρακαλετοί: παπακύρ γεώργιος βλαστός νοτάριος και Νικόλαος Κάρλος.

1. πένα = ποινή, τιμωρία (βεν. pena). 2. λεγίτιμα = νόμιμη (βεν. legittima). 3. κάουζα = αιτία (βεν. causa). 4. σκοδέρω = εισπράττω, αποκτώ (βεν. scoder η scuoder).

Page 151: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

8

Σύμβαση μαθητείας στην Κρήτη

Δημοσιεύτηκε από τον Ιω. Κίσκηρα, η σύμβασις μαθητείας εν τη βενετο-κρατούμενη Κρήτη, Αθήναι 1968, σ. 15.

τη αύτη [α", δεκεμβρίου αφλη' (1538)]

φανερόν κάμνω εγώ Ειρήνη του Θεοτόκη Αναστασόπουλου οικούσα εις την Εξώπορτα της Κρήτης ότι ομπλεγάρω τον υιόν μου τον Ιωάννη όστις είναι πρεζέντες και κοτέντος, νάναι μαθητής μετά σένα τον μαΐστρο Θεοδωρή Γαλατά τζαγγάρη από την αην του Γεναρίου του πρώτου ερχομένου αφλη' και έως χρόνους πέντε ερχομένους, καματερές σκόλες νάναι εις την υποταγήν και τα θε-λήματά σου καλά εμπιστεμένος αποβούλευτος εις τα πράγματα

απου του θέλεις παραδίδει νάμεθαν απηλογητές σου και σύ νάσαι κρατημένος να του κάμης καλήν συντροφίαν και να τόνε μανθάνης

και την τέχνην σου την τζαγγαρικήν και να τόνε ταγίζης ποτίζης και καλλικώνης και ενδύνης τους τρεις χρόνους υστέρους κατά την κοντετζιόν του και εις τελείωμαν των λεγόμενων πέντε χρόνων

να τον έχης μαθημένον την τέχνην σου και τότε να του δίδης [...] ενός λαβορέντε και να μην πορή να μισεύση από σένα ετούτους

τους χρόνους πέντε και α σου μισεύση να πέφτη εις την κατωγραμ-μένην πένα και όπου έναι να τόνε παίρνης με τον καβαλάρον1 και πάλιν κάμνοντας αυτός καλά και σύ δεν του ήθελες ατεντίρει να πέφτης εις την πέναν και να σκοδέρνωμεν και σωστά τα ανωγραμ-μένα δικαιώματα αυτού από σένα διά του γαστάλδου, βάνοντας

και πένα υπέρπυρα ν' διά τα φουσάτα της αυθεντίας μας και η γραφή αύτη εις την δύναμίν της. Έτι εγώ ο ρηθείς θεοδωρής Γαλατάς πρεζέντες και κοτέντος εις όλα τα άνωθεν. Μάρτυρες κύρ Μάρκος Ντουτζηπρής και μαΐστρος Αντώνης Αρδακτάς παρμπέρης.

1. καβαλάρος και καβαλιέρος = ο τοπικός φεουδάρχης στην Κρήτη (βεν. cavalièr).

Page 152: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

6

Σύμβαση εργασίας με το κομμάτι

Ιστορικό Αρχείο Κέρκυρας, Notaio Nicolό Capello, δεσμίδα 258, φ. 515ν.

Πρωτότυπο

1655 μαγίου 14

τη αυτή ήμερα ο παρόν μάστρο Θεοδορις Νικιτας τζανγγαρις σηνενφονισε μετα του παροντος μάστρο Λοϊζου Δοριανου τζανγ-γαρι και γαρ ο αυτός Δοριανος υπόσχεται να δουλεψι και καμι του αυτόυ μάστρο Θεοδορι διακόσια ζευγαρια παπουτζοπουλα ασπρα κε κοκινα με πραμα ιδιο τον αυτου Δοριανου από γαζετες δοδεκα το καθε ζευγάρι και ελαβε εις στο παρόν ο αυτός Δοριανος από τον ανοθεν νικιτα α μπον κοντο δούκατα δεκα ενοπιον ειμου ιγουν (L 60J1 ιστοσα ρεαλια2 με υποσχεσην να τον φερνι καθε εβδομαδα ζευγαρια δεκαπεντε παπουτζοπουλα ός ανοθεν και ετζι να κοντι-νουαριΆ εος να σατιςφαρι4 τα ανοθεν δουκατα δεκα και παλην ο αυτοσ Νικιτας να τον κοντινουαρι το εςμπορσο5 από δεκα δουκατα εις δεκα εος να του καμι κε δοσι τα ανοθεν ζευγαρια (200) και μην ατεντεροντας ο αυτος Δοριανος ός ανοθεν να ιμπορι ο ανοθεν νι-κιτας να κανι να του κανι αλος μαστορας τα ανοθεν παπουτζοπουλα εις στα δανα κε ιντερεσα του αυτου Δοριανου μάρτυρες μάστρο Αντρουτζος Μουσουλις και μάστρο μικελις θομοπουλος τζανγ-γαραδες και οι διο.

1. L = συντομογραφία της βενετικής λίρας που ισοδυναμεί με 1/6 του βενετικού δουκάτου και υποδιαιρείται σε 20 σολδία.

2. ρεάλι = νόμισμα ισπανικό, που κυκλοφορούσε στις βενετοκρατούμε-νες χώρες της Ανατολής (ίταλ. reale) και Ισοδυναμούσε με 10 λίρες.

3. κοντινουάρω = συνεχίζω, εξακολουθώ (ιταλ. continuare). 4. σατισφάρω = Ικανοποιώ, εξοφλώ (ιταλ. sod(d)isfare). 5. εμπόρσο = πληρωμή, χρηματική καταβολή (ιταλ. imporsare). 6. δάνο = ζημία, βλάβη (βεν. danno).

Page 153: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

2. ΠΙΝΑΚΕΣ

ΠΙΝΑΚΑΣ 1

Επαγγέλματα και ετήσιοι φόροι των επιτηδευμάτων στο ελλη-νικό κράτος το 1837 σύμφωνα με τις κλάσεις και την αναλο-γία του πληθυσμού

Ε π α γ γ έ λ μ α τ α Π λ η θ υ σ μ ό ς Από 5.000 Από 3.000 Από 1.000 Από 1.000

ψυχές και ψυχές και μέχρι και ψυχές και πάνω πάνω 3.000 κάτω

ψυχές

δρχ. δρχ. 8ρχ· δρχ. 1. Αρχιτέκτων η ερ-

γολάβος νέων οι-κοδομών 75 60 50 40

2. Δικηγόρος 74 60 50 40 3. Πραγματευτής οι-

κιακών σκευών με μαγαζεϊον 74 60 50 40

4. Πραγματευτής ρούχων (τσοχατζής) 74 60 50 40

5. Φαρμακοπώλης 74 60 50 40

1. Καφεπώλης με μπιλιάρδον 50 40 30 25

2. Κρασοπώλης με την oκάν 50 40 30 25

3. Παντοπώλαι δια-φόρων ειδών εμπο-ρεύματος λιανικώς 50 40 30 25

4. Ξενοδόχος 50 40 30 25 5. Πραγματευτής

βαμβακερών, λινών /

Page 154: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

(Συνέχεια Πίνακα 1)

Επαγγέλματα Π λ η θ υ σ μ ο ς

Από 5.000 Από 3.000 Από 1.000 Από 1.000 ψυχές και ψυχές και μέχρι και ψυχές και πάνω πάνω 3.000

ψυχές κάτω

δρχ- 8ρχ· δρχ· δρχ. και μεταξωτών πα-

νικών με εργαστήριον 50 40 30 25

6. Πραγματευτής των χάριν καλλωπισμού νιψήματος, κοσμή-ματος (quincaille-rie) 50 40 30 25

7. Ραπτοπραγματευτής της 50 40 30 25

1. Ιατροί 40 30 25 20 2. Πραγματευταί ώ-

μου και δουλευμένου νου μεταξίου, μαλ-λιού και βαμβάκου 40 30 25 20

3. Πραγματευταί δέρ-ματος και πετζίων λιανικώς 40 30 25 20

4. Πωληταί φαρφορίων-ρίων μ' εργαστή-ριον η μαγαζείον 40 30 25 20

1. Αδαμαντοπώλης (τζεβαϊρτζής) 30 25 20 15

2. Αροματοπώλης 30 25 20 15 3. Βαφοπώλης 30 25 20 15 4. Βιβλιοπώλης με

εργαστήριον 30 25 20 15 5. Γούναρης 30 25 20 15 6. Δημόσιοι κήρυκες 30 25 20 15 7. Ζαχαροπλάστης 30 25 20 15 8. Λαδάς με εργα-

στήριον 30 25 20 15

Page 155: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

(Συνέχεια Πίνακα 1)

Ε π α γ γ έ λ μ α τ α Π λ η θ υ σ μ ό ς Από 5.000 Από 3.000 Από 1.000 Από 1.000

ψυχές και ψυχές και μέχρι και ψυχές και πάνω πάνω 3.000 κάτω

ψυχές

δρχ. δρχ. δρχ. δρ> 9. Λιανοπώλης δια-

φόρων υλών (τζερ-τζής) 30 25 20 15

10. Λουτράρης 30 25 20 15 11. Ευδοπώλης με μα-

γαζείον 30 25 20 15 12. Πραγματευτής σι-

δερικών 30 25 20 15 13. Πωλητής σιδήρου

και μετάλων λιανι-κώς 30 25 20 15

14. Πωλητής υαλικών και λιθοπυλίνων

αγγείων 30 25 20 15 15. Πωλητής ξυλικής

χωρίς μαγαζεϊον 30 25 20 15 16. Σανίδας χωρίς μα-

γαζεϊον η στίβαν 30 25 20 15 17. Σαπωνας και αλει-

ματοκηροπώλης 30 25 20 15 18. Ταμβακοπώλης και

καπνοπώλης λιανι-κώς 30 25 20 15

19. Ταβερνιάρης 30 25 20 15 20. Τυπογράφος 30 25 20 15 21. Υποδηματοπώλης 30 25 20 15 22. Χρυσοχόος 30 20 20 15 23. Ψωμάς 30 20 20 15

1. Αλευράς εις μικράς ποσότητας

2. Αμαξάς αγωγιάτης Η 3. Γούναρης ράπτης 20 15 12 10

^ ποσότητας 20 15 12 10 2. Άμαξας αγωγιάτης 20 15 12 10

Page 156: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

(Συνέχεια Πίνακα 1)

Ε π α γ γ έ λ μ α τ α Π λ η θ υ σ μ ό ς Από 5.000 Από 3.000 Από 1.000 Από 1.000

ψυχές και ψυχές και μέχρι και ψυχές και πάνω πάνω 3.000 κάτω

ψυχές

δρχ. δρχ. δρχ. δρχ. 4. Κατασκευαστής

σκιαδίων 20 15 12 10 5. Κατασκευαστής

ροσολίων 20 15 12 10 6. Κρεοπώλης με

κρεοσφάγιον 20 15 12 10 7. Πωλητής ψευδο-

λουλουδίων 20 15 12 10 8. Πωλητής κλωστής

λιανικώς 20 15 12 10 9. Πωλητής σκιαδίων 20 15 12 10

10. Πωλητής ροσολίων 20 15 12 10 11. Πωλητής ειδών

νεωτερισμού 20 15 12 10 12. Πωλητής μυρα-

10 λειφών 20 15 12 10 13. Πωλητής εφιππίων 20 15 12 10 14. Πωλητής σαπου-

νίου και αλειματοκηρίου (αλλ' όχι

κατασκευαστής) 20 15 12 10 15. Πωλητής οξυγγείου

ου, αλείματος πά-χους και κρέατος (χωρίς κρεοσφάγειον

20 15 12 10 16. Ρακοπώλης λιανι-

15 12 10 κώς 20 15 12 10 17. Χειρούργος 20 15 12 10

1. Αγωγιάτης αλόγων 12 10 8 6 2. Αμαξοποιός 12 10 8 6 3. Βαρελάς 12 10 8 6 4. Βελονοποιός 12 10 8 6

Page 157: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

(Συνέχεια Πίνακα 1)

Ε π α γ γ έ λ μ α τ α Π λ η θ υ σ μ ο ς Από 5.000 Από 3.000 Από 1.000 Από 1.

ψυχές και ψυχές και μέχρι και ψυχές : κάτω πάνω πάνω 3.000

ψυχές

ψυχές : κάτω

δρχ. δρχ. δρχ. δρ 5. Δισακας μουτάφης 12 10 8 6 6. Έμπορος ανθράκων

και καυσοξύλων 12 10 8 6 7. 8.

Ζυγιστής Κατασκευαστής

12 10 8 6

ρηνίων 12 10 8 6 9. Καφετζής χωρίς

μπιλιάρδον 12 10 8 6 10. Κατασκευαστής

χωμάτινων φούρ-νων 12 10 8 6

11. Καλαφάται πρω-τομάστορες 12 10 8 6

12. Κηροπώλης 12 10 8 6 13. Κηροχύτης (λα-

μπαδάρης) 12 10 8 6 14. Λαχανοπώλαι 12 10 8 6 15. Μάγειρος 12 10 8 6 16. Ματαπράτης 12 10 8 6 17. Μετρητής γεννη-

μάτων με το κοιλόν 12 10 8 6 18. Μολυβδοδουλευτής 12 10 8 6 19. Μπαρμπέρης 12 10 8 6 20. Ναυπηγός 12 10 8 6 21. Ξυλουργός και μα-

ραγκός 12 10 8 6 22. Πραγματευτής πα-

λαιών φορεμάτων 12 10 8 6 23. Πωλητής ομματο-

ϋαλίων 12 10 8 6 24. Πωλητής στυπίου

εκ λιναριού και κα-καναβίου λιανικώς 12 10 8 6

Page 158: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

(Συνέχεια Πίνακα 1)

Ε π α γ γ έ λ μ α τ α Π λ η θ υ σ μ ο ς Από 5.000 Από 3.000 Από 1.000 Από 1.000

ψυχές και ψυχές και μέχρι και ψυχές και πάνω πάνω 3.000

ψυχές κάτω

δρχ. δρχ. δρχ. δρχ. 25. Σκευοστολιστής

των οίκων 12 10 8 6 26. Σκουφάς και

φεσάς 12 10 8 6 27. Σχοινοπλόκος 12 10 8 6 28. Ταινιοπλέκτης 12 10 8 6 29. Τέκτων 12 10 8 6 30. Τενεκετζής 12 10 8 6 31. Χαλκωματάς 32. Χρυσοκεντητής

12 10 8 6

(συρμακέζης) 12 10 8 6 33. Χρυσωτής και ά-

σημωτής 12 10 8 6 34. Ψωμάς χωρίς ερ-

γαστήριον 12 10 8 6

1. Ακονιστής μαχαιρίων ρίων και ψαλιδίων 10 8 6 4

2. Αλατοπώλης λια-νικώς 10 8 6 4

3. Αμαξοποιός 10 8 6 4 4. Ασβεστοπώλης 10 8 6 4 5. Βιβλιοδέτης 10 8 6 4 6. Γανωτής περιφε-

ρόμενος 10 8 6 4 7. Γυψοδουλευτής 10 8 6 4 8. Ιχθυοπώλης 10 8 6 4 9. Καληγωτής και

πεταλάς 10 8 6 4 10. Καρφοποιός 10 8 6 4 11. Καθαριστής κα-

πνοδοχείων 10 8 6 4 12. Κατασκευαστής

Page 159: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

(Συνέχεια Πίνακα 1)

Ε π α γ γ έ λ μ α τ α Π λ η θ υ σ μ ό ς Από 5.000 Από 3.000 Από 1.000 Από 1.000

ψυχές και ψυχές και μέχρι και ψυχές και πάνω πάνω 3.000 κάτω

ψυχές

δρχ· δρχ. δρχ. δρχ. διαφόρων μεταλ-λουργημάτων 10 8 6 4

13. Κατασκευαστής ποτάσσης 10 8 6 4

14. Κατασκευαστής ψαθίνων σκιαδίων 10 8 6 4

15. Καλτζοπλέκτης και καλτζοπώλης 10 8 6 4

16. Καδδοποιός, σκα-φοποιός 10 8 6 4

17. Κατασκευαστής χαρτίνων κουτιών 10 8 6 4

18. Καρβουνιάρης 10 8 6 4 19. Καλαθάρης 10 8 6 4 20. Καλαποδας 10 8 6 4 21. Καλαϊτζής 10 8 6 4 22. Κτένας 10 8 6 4 23. Κτίστης 10 8 6 4 24. Κλειδαράς 10 8 6 4 25. Κοσκινάς, κρησά-

ρας 10 8 6 4 26. Λιθογλύπτης 10 8 6 4 27. Λιθογράφος 10 8 6 4 28. Λιθοξόος 10 8 6 4 29. Λινοϋφαντής 10 8 6 4 30. Μαχαιράς 10 8 6 4 31. Μπασματζής 10 8 6 4 32. Μπαλωτής χαλκέων

ων αγγείων 10 8 6 4 33. Ξυδοπώλης 10 8 6 4 34. Οργανοποιός η κα-

τασκευαστής μου-σικών οργάνων 10 8 6 4

Page 160: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

(Συνέχεια Πίνακα 1)

Ε π α γ γ έ λ μ α τ α Π λ η θ υ σ μ ό ς Από 5.000 Από 3.000 Από 1.000 Από 1.1

ψυχές και ψυχές και μέχρι και ψυχές κ πάνω πάνω 3.000

ψυχές κάτω

δρχ. 8ρχ· 8ρχ· 8ρχ· 35. ο ασπρίζων με

ασβέστην 10 8 6 4 36. Παπλωματάς 10 8 6 4 37. Παλαιοβιβλιοπώ-

λης 10 8 6 4 38. Παιχνιδιάτορες

μουσικοί 10 8 6 4 39. Πλακοστρώτης 10 8 6 4 40. Πηγαδάς 10 8 6 4 41. Πωλητής οπώρων

λιανικώς 10 8 6 4 42. Πωλών πετώμενα

διάφορα 10 8 6 4 43. Πωλητής ξυλίνων

πραγματειών 10 8 6 4 44. Πωλητής παιδικών

παιγνιδιών 10 8 6 4 45. Πωλητής μελο-

πήττων η λουκου-ματζής 10 8 6 4

46. Πωλητής πηλίνων αγγείων 10 8 6 4

47. Πωλητής αγριμίων 10 8 6 4 48. Ρακοπώλης 10 8 6 4 49. Ράπτης χωρίς

εργαστήριο 10 8 6 4 50. Ρητινοποιός (κα-

τραμτζής) 10 8 6 4 51. Σαμαράς 10 8 6 4 52. Σαμαροδέτης 10 8 6 4 53. Σανδαλοποιός (πα-

παπουτζής) 10 8 6 4 54. Σφραγιδοποιός 10 8 6 4

Page 161: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

(Συνέχεια Πίνακα 1)

Επαγγέλματα Π λ η θ υ σ μ ό ς Από 5.000 Από 3.000 Από 1.000 Από 1.000

ψυχές και ψυχές και μέχρι και ψυχές και πάνω πάνω 3.000 κάτω

ψυχές 8Ρχ· δρχ. δρχ. δρχ.

55. Στιλβωτής 10 8 6 4 56. Σχοινοπώλης 10 8 6 4 57. Στολιστής θαλά-

μων 10 8 6 4 58. Στρωματάς 10 8 6 4 59. Τζαμτζής 10 8 6 4 60. Τορνευτής 10 8 6 4 61. Τσουκαλάς 10 8 6 4 62. Τορνευτής μετάλ-

λων 10 8 6 4 63. Τσοκαροποιός 10 8 6 4 64. Τζυμπουκτής 10 8 6 4 65. Τηγανοδιορθωτής 10 8 6 4 66. Υφαντής βαμβακε-

ρών 10 8 6 4 67. Υφαντής μεταξω-

τών 10 8 6 4 68. Υφαντής μαλλίνων

ρούχων 10 8 6 4 69. Υφαντής βαμβακε-

ρών και λινών 10 8 6 4 70. Φραντζόλας 10 8 6 4 71. Χαλκιάς μικρών

πραγμάτων 10 8 6 4 72. Χορδάς 10 8 6 4 73. Χρωματιστής 10 8 6 4 74. Ψαθάς 10 8 6 4 75. Ωρολογάς 10 8 6 4

Πηγή:. ΓΑΚ-ΑΓΒ, φακ. 80, Επαγγέλματα-Συνάφια-Ρουφέτια.

Page 162: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ΠΙΝΑΚΑΣ 2

Καλφάδες που «βγήκαν» μάστορες στη συντεχνία των αμπατζή-δων της Φιλιππούπολης (1685-1855)

Έτη Μάστορες Έτη Μάστορες Έτη Μάστορες

1685 24 1717 27 1744 13 1688 80 1718 8 1745 6 1692 15 1719 20 1746 21 1693 28 1721 15 1747 21 1696 9 1722 9 1749 11 1697 35 1723 2 1750 14 1699 11 1724 18 1751 7 1701 16 1725 5 1752 10 1702 7 1726 23 1753 18 1703 40 1727 16 1754 13 1704 14 1728 8 1755 12 1705 5 1729 13 1756 22 1706 25 1730 2 1757 8 1707 12 1732 15 1758 6 1708 6 1733 18 1759 8 1709 7 1734 7 1760 8 1710 12 1735 27 1761 13 1711 9 1737 31 1762 12 1712 16 1739 8 1763 17 1713 23 1740 13 1764 15 1714 20 1741 14 1765 9 1715 7 1742 8 1766 13 1716 13 1743 10 1767 4

Page 163: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

(Συνέχεια Πίνακα 2)

Έτη Μάστορες Έτη Μάστορες Έτη Μάστορες

1770 2 1796 14 1823 6 1771 1 1797 12 1824 19 1772 22 1799 12 1827 23 1773 10 1800 19 1829 18 1774 6 1801 8 1830 17 1775 4 1802 11 1831 14 1776 13 1803 13 1832 23 1777 11 1804 11 1833 10 1778 1 1805 25 1834 20 1779 9 1806 28 1836 27 1780 10 1807 8 1838 19 1781 13 1808 15 1839 21 1782 7 1809 14 1840 21 1783 18 1811 23 1841-•43 42 1784 11 1812 23 1844 14 1786 13 1813 13 1845-•46 14 1787 15 1814 15 1847 11 1788 25 1815 27 1848 ο ο 1789 20 1816 25 1849 8 1790 4 1817 41 1850 9 1791 14 1818 5 1851 5 1792 19 1819 12 1852 4 1793 9 1820 8 1853 5 1794 14 1821 17 1854 13 1795 10 1822 12 1855 10

Πηγή: M. Apostolidis - Al. Péév, Archiv de la société des abadjis à Plovdiv, livres I-II, Sofia 1928-1929 et livre III, Sofia 1930.

Page 164: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 165: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Β Ι Β Λ Ι Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α

Page 166: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 167: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Α ' Π Η Γ Ε Σ

I . Α ν έ κ δ ο τ ε ς

Ιστορικόν Αρχείον Κερκύρας - Συμβολαιογράφοι Κατάστιχο του νοτάριου Manoli Parastati Κατάστιχο του νοτάριου Nicolό Cappelo

Αρχείον Σταύρου Ιωάννου (Εθνική Βιβλιοθήκη Ελλάδος) φάκ. Πολιτεία Ιωαννίνων - Ισνάφια, Βιλαέτι Ιωαννίνων φάκ. Πολιτεία Ιωαννίνων - Φόροι, Εσνάφια, Λάσσα

Archives du Ministère des Affaires Étrangères Correspondance Consulaire et Commerciale, Janina tome IX (1839-1845) Correspondance Politique de Consuls, Turquie-Janina tome VII (1862-1866)

Ιστορικόν Αρχείον Γιάννη Βλαχογιάννη φάκ. 80: Επαγγέλματα-Συνάφια-Ρουφέτια

Ιστορικόν Αρχείον Κοζάνης φάκ. Κ. Δ. Τακιατζή-Κοεμτζή

Αρχείον της εκκλησίας Αρχιμανδρειού, Ιωάννινα, κώδικας υπ' άρ. 5 «Κατάστιχον των εξόδων της οικοδομής της Ιεράς εκκλησίας της κοιμή-σεως της υπεραγίας Θεοτόκου του Αρχιμανδρείου επιστατούντων των κυ-ρίων Ιωάννου Φώτου, Νικολάου Γιαννοπούλου, Αναστασίου Παναγιώτου, Σπυρίδων Ιωσήφ και αρχιερατεύοντος του Αγίου Ιωαννίνων και Βελάς κυρίου Παρθενίου αωνη: 1858, Απριλ. 7: Ιωάννινα».

I I . Δημοσ ι ευμένες

Μυρτ. Αποστολίδης, «τα αρχεία του εν Φιλιππουπόλει εσναφίου των τε-κτόνων (δουλγέρηδων)», ΑΘΛΓΘ 1 (1934-35), σ. 102-130.

ο ίδιος, «τα αρχεία του εν Φιλιππουπόλει εσναφίου των αμπατζήδων», ΑΘΛΓΘ 3 (1936-37), σ. 145-195, 7 (1940-41), σ. 9-65.

Page 168: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Π. Αραβαντινός, Χρονογραφία της Ηπείρου, τ. Α'-Β', εν Αθήναις 1856. Σωκράτης Κουγέας, «το ηπειρωτικόν αρχείον Σταύρου Ιωάννου», Η.Χ. 14

(1939). Ιω. Λαμπρίδης, Ηπειρωτικά Μελετήματα, Έκδοση Εταιρείας Ηπειρωτι-

κών Μελετών, Ιωάννινα 21971. Ιω. Μακρυγιάννης, Απομνημονεύματα, εισαγωγή-σχόλια Σπ. Ασδραχά,

έκδ. «Μέλισσα» - Α. Καραβίας, Αθήνα 1957. Πέτρος Πέννας, «"το χρονικόν των Σερρών"» του Παπασυναδινού», Σ ε ρ -

ραίκά Χρονικά, τχ. Α', Αθήναι 1938, σ. 7-72. Παν. Σκουζές, Απομνημονεύματα. η τυραννία του Χατζή -Αλή Χασεκή

στην Τουρκοκρατούμενη Αθήνα (1772-1796), Επιμέλεια-σχόλια Θαν. Παπαδόπουλου, Αθήνα 1975.

Ανδρέας Συγγρός, Απομνημονεύματα, τ. Α', εν Αθήναις 1908.

Β ' Π Ε Ρ Ι Η Γ Η Τ Ι Κ Α Κ Ε Ι Μ Ε Ν Α

Ε. Μ. Cousinery, Voyage dans la Macédoine contenant des recherches sur l'histoire, la géographie et les antiquités de ce pays, τ. A', Paris 1831.

Henry Holland, Travels in the Ionian Isles, Albania, Thessaly, Mace-donia, etc. during the years 1812 and 1813, (sec. edition), τ. A'-B' , London 1819.

F . Pouqueville, Voyage dans la Grèce, τ. 1-4, Paris 1820.

Γ ' Ε Φ Η Μ Ε Ρ Ι Δ Ε Σ

Αυγή (Αθήνα). Ελπίς (Αθήνα). Ήπειρος (Γιάννινα).

Παλιγγενεσία (Αθήνα). Φωνή της Ηπείρου (Αθήνα).

Δ ' Β Ο Η Θ Η Μ Α Τ Α

Λουκής Ακρίτας, «ο ήσκιος τ' αφεντικού», Ν.Ε. ΙΣΤ ' (1934), σ. 843-848. Ανώνυμος, Ελληνική Νομαρχία, έκδ. Γ ' , Αθήνα 1957.

Μ. Αποστολίδης, «Δύο έγγραφα εκ Φιλιππουπόλεως από των άρχων του 19ου αιώνος», Θρακικά 2 (1929), σ. 325-363.

ο ίδιος, η της Φιλιππουπόλεως Ιστορία από των αρχαιοτάτων μέχρι των καθ' ημάς χρόνων, εν Αθήναις 1959.

Page 169: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Π. Αραβαντινός, Περιγραφή της Ηπείρου εις τρία μέρη, εκδόσεις Εται-ρείας Ηπειρωτικών Μελετών, Ιωάννινα 1984.

Σπ. Ασδραχάς, «οι συντεχνίες στην Τουρκοκρατία: οι οικονομικές λειτουρ-γίες», στο Ζητήματα Ιστορίας, έκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1983.

Κων. Βακαλόπουλος, «Χριστιανικές συνοικίες, συντεχνίες και επαγγέλματα της Θεσσαλονίκης στα μέσα του 19ου αιώνα», Μακεδόνικα 18 (1978),

σ. 103-141. Ιω. Βασδραβέλλης, Ιστορικά αρχεία Μακεδονίας, τ. Α', Θεσσαλονίκη 1952.

Ν. Βέης, «εκ του καταστίχου της συντεχνίας των παντοπωλών της Μοσχο-πόλεως», Byzantinisch-Neugriechische Jahrbücher, 7/3-4 (1930), σ. 527-528.

Ιω. Βογιατζίδης, «Περί της συνθηματικής γλώσσης των αρτοποιών Ζαγο-ρίου», Λαογραφία Η' (1924-25), σ. 153-158.

Ελένη Βουραζέλη-Μαρινάκου, Ai εν Θράκη συντεχνίαι των Ελλήνων κατά την Τουρκοκρατίαν, Θεσσαλονίκη 1950.

Δ. Σκαρλάτος Βυζάντιος, η Κωνσταντινούπολις, τ. Α', Αθήνησι 1851. Ηλίας Γεωργίου, Νεώτερα στοιχεία περί της Ιστορίας και της συντροφιάς

των Αμπελακίων, Αθήναι 1950. Ν. Γιαννούλης, Κώδικας Τρίκκης, Αθήνα 1980.

Αναστ. Γούδας, Βίοι Παράλληλοι, τ. Γ ' - Δ ' , εν Αθήναις 1870, 1871. Κ. Γουναρόπουλος, «Κοζανικά», Πανδώρα KB ' (1872), σ. 492. Β. Δεληγιάννης, «το αμπατζηλίκι στη Θράκη», ΑΘΛΓΘ 2 (1936), σ. 56-68.

Ηλίας Δρίζης, Ιστορία του χωρίου Πλαισίου πρώην Πλεσιβίτσας (της επαρ-χίας Θυάμιδος Φιλιατών), Αθήνα 1981.

II. Ενεπεκίδης, η Θεσσαλονίκη στα χρόνια 1875-1912, Θεσσαλονίκη 1981. Λεων. Ζώης, Αι εν Ζακύνθω συντεχνίαι, εν Ζακύνθω 1893. Στ. Καββάδας, οι κώδικες της Χίου, μέρος Α', Χίος 1950. Μιχ. Καλινδέρης, Αι συντεχνίαι της Κοζάνης επί Τουρκοκρατίας, εν Θεσσα-

λονίκη 1958. ο ίδιος, Αι συντεχνίαι και η εκκλησία επί Τουρκοκρατίας, Αθήνα 1973. ο ίδιος, ο βίος της κοινότητος Βλάτσης επί Τουρκοκρατίας, Θεσσαλονίκη

1982. Ιω. Κίσκιρας, η σύμβασις μαθητείας εν τη βενετοκρατούμενη Κρήτη (μετ'

ανεκδότων εγγράφων εκ του Archivio di Stato της Βενετίας), Αθήναι 1968.

Χρ. Κωνσταντινόπουλος, οι παραδοσιακοί χτίστες της Πελοποννήσου, Α-θήνα 1983.

Αντ. Λιγνός, Αρχείον της Κοινότητος Ύδρας (1778-1832), τ. 6 (1818-1821), Πειραιεύς 1925.

Δημ. Λουκόπουλος, Πώς υφαίνουν και ντύνονται οι Αιτωλοί, εν Αθήναις 1927.

Page 170: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Γιάννης Λυμπερόπουλος, «Παναγιώτης Ν. Χατζηνίκου-Κονιτζιότης (ο ευερ-γέτης)», H.H. 3 (1981), σ. 269-302.

Αλ. Μαμμόπουλος, Αγγελική Χατζημιχάλη και η Ηπειρωτική Λαϊκή τέχνη, εν Αθήναις 1973.

Δημ. Μανάκας, «Εσνάφια-ρουφέτια (συντεχνίαι) Διδυμοτείχου», ΑΘΛΓΘ 20 (1955), σ. 139-144.

Αντώνης Μανίκης, «τα συνάφια της προεπαναστατικής Ύδρας», Το Μέλλον της Ύδρας 5 (1937), α. 189-193.

Α. Μανσόλας, Πολιτειογραφικαί πληροφορίαι περί Ελλάδος, εν Αθήναις 1867.

Κων. Μέρτζιος, «Σταχυολογήματα από τα κατάστιχα του νοταρίου Κρήτης Μιχαήλ Μαρά (1538-1578)», Κρητικά Χρονικά ΙΕ ' - ΙΣΤ' (1961-62), τεϋχ. 2, σ. 228-308.

Φ. Μιχαλόπουλος, Μοσχόπολις, αι Αθήναι επί Τουρκοκρατίας, 1500-1769, εν Αθήναις 1941.

Θ. Μοσχονας, Μέριμνα του Ελληνορθοδόξου Πατριαρχείου Αλεξανδρείας επί Τουρκοκρατίας. Συντεχνίαι- Αδελφάτα- Εσνάφια, Αλεξάνδρεια 1949.

Νικ. Μουτσόπουλος, Κουδαραίοι Μακεδόνες και Ηπειρώτες μαΐστορες, ανά-τυπον εκ του Λευκώματος του Τ.Ε.Ε., Αθήνα 1976.

Νικόδημος Αγιορείτης, Χρηστοήθεια, Ενετίησιν 1803. Δ. Νικολαίδης, Οθωμανικοί κώδικες, Κωνσταντινούπολις 1889. Ευαγγελή Ντάτση, η χαλκοτεχνία ατά Γιάννινα. η συγχρονική της διά-

σταση στις παραμονές του πολέμου του 1940, (Διδακτορική διατριβή, πο-λυγραφημένο), Γιάννινα 1984.

Δαμασκηνός Παναγιωτόπουλος, Τόμος εκκλησιαστικός, ονομαζόμενος θησαυ-ρός νέος και παλαιός της Αγίας Γραφής..., Ενετίησιν 1802.

Γ . Παπαγεωργίου, οι συντεχνίες στα Γιάννενα κατά τον 19ο και τις αρχές του 20ου αιώνα (αρχές 19ου ως 1912), Ιωάννινα 1982.

Στ. Παπαδόπουλος, η χαλκοτεχνία στον ελληνικό χώρο (1900-1975) κατά τις προφορικές μαρτυρίες των χαλκουργών, Ναύπλιο 1982.

Καλλιόπη Παπαθανάση-Μουσιοπούλου, «η συντεχνία των δουλγέρηδων φο-ρέας παραδοσιακής τέχνης και φυτώριο συνδικαλισμού», Πρακτικά Γ' Συμποσίον Λαογραφίας, Θεσσαλονίκη 1978, σ. 539-566.

Χαράλ. Παπαστάθης, «Συμφωνητικό εσναφιών του Hadzioglu Pazardzik της Δοβρουτσάς στα 1857», Μακεδόνικα 16 (1976), σ. 309-315.

Π. Παπαχριστοδούλου, «τα εσνάφια και η οικονομική και πνευματική Αν-θιση του ελληνισμού επί Τουρκοκρατίας», ΑΘΛΓΘ 16 (1951), σ. 54-75.

Α. Γ . Πασπάτης, Υπόμνημα περί του Γραικικού Νοσοκομείου των Επτά Πύργων, εν Αθήναις 1862.

Δημ. Σαλαμάγκας, τα ισνάφια και τα επαγγέλματα επί Τουρκοκρατίας στα Γιάννινα, ανάτυπο από το περιοδικό Η.Ε., Γιάννινα 1959.

Page 171: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Βλασ. Σκορδέλης, «Εικών εκ του συγχρόνου ιδιωτικού βίου», Εβδομάς, 30 Ιουνίου 1890, σ. 2-3.

I. Ισιδωρίδης Σκυλίτσης, Πτεροδρομία από Πειραιώς εις Λάρισσαν, Αθή-ναι 1885.

Χρ. Σούλης, «τα κουδαρίτικα των Χουλιαροχωρίων της Ηπείρου, ήτοι περί της συνθηματικής γλώσσης των κτιστών των Χουλιαροχωρίων της Η -

πείρου», Η.Χ. 5 (1930), σ. 161-168. Πέτρος Σπανδωνίδης, «Μελένικος» ο νεκρός Μακεδονικός Άκριτης, Θεσσα-

λονίκη 1930. Κ. Σταλίδης, οι συντεχνίες και τα επαγγέλματα στην Έδεσσα την περίοδο

της Τουρκοκρατίας, Έδεσσα 1974. Νάσιος Συνοδινός, οι τεχνίτες της Στεμνίτσας, Αθήνα 1979.

Αθανασία Τούρτα, «Νεκτάριος και Θεοφάνης οι Αψαράδες και η μονή Προ-δρόμου στο Νησί Ιωαννίνων», Η.Χ. 22 (1980), σ. 66-89.

Κων. Φαλτάϊτς, οι πλανόδιοι ηπειρώται τεχνίται και η εθνική μας υπόθε-σις, εν Αθήναις 1928.

ο ίδιος, «Από το παπούτσι του ριγολέττου στο τσαρούχι του τσολιά», Μπου-κέτο 4 (1929), σ. 47-48.

Χ. Φιλαδελφεύς, «Ρουφέτιον και ρουσφέτιον», Παρνασσός 1 (1877), σ. 651-654.

Αλ. Φλωράκης, η λαϊκή λιθογλυπτική της Τήνου, Αθήνα 1981. Κων. Φωτόπουλος, «τα ισνάφια των παπ'τσήδων και κονταρτζήδων τα πα-

λιά χρόνια στα Γιάννινα», H .H. 1 (1979), σ. 67-68. Αγγ. Χατζημιχάλη, οι συντεχνίες, τα Ισνάφια. Ανάτυπο από την Επετη-

ρίδα Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής Πειραιώς 2 (1949-1950), σ. 3-22. η ίδια, «Μορφές από τη σωματειακή οργάνωση των Ελλήνων στην Οθω-

μανική αυτοκρατορία. οι συντεχνίες - τα ισνάφια», L'Hellenisme Con-temporain (1453-1953) : η πεντακοσιοστή επέτειος από της αλώσεως

της Κωνσταντινουπόλεως, Αθήνα 1953, σ. 279-303. η ίδια, «τα χρυσοκλαβαρικά-συρματέϊνα, συρμακέσικα κεντήματα», Me-

langes offerts à Octave et Melpo Merlier, τ. 2, Athènes 1956, σ. 447-499.

η ίδια, Ραπτάδες-χρυσορραπτάδες και καποτάδες, ανάτυπο από το Αφιέ-ρωμα στη μνήμη του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Αθήνα 1960, σ. 445-474.

η ίδια, «το ισνάφι των γουναράδων», Συνεταιριστής, άρ. 104-106 (1955), σ. 83-87.

Δημ. Χασιώτης, Διατριβαί και υπομνήματα περί Ηπείρου, Αθήνησιν 1887. Π. Χιώτης, Ιστορικά απομνημονεύματα της Νήσου Ζακύνθου, εν Κερκύρα

1858.

Page 172: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Gabriel Baer, «The administrative, economic and social functions of Turkish guilds» («οι διοικητικές, οικονομικές και κοινωνικές λειτουρ-γίες των τουρκικών συντεχνιών», μετάφρ. Αλ. Γαβαθά, στον τόμο: οι-κονομική δομή των βαλκανικών χωρών ατά χρόνια της Οθωμανικής κυ-ριαρχίας, ΙΕ'-Ι& al., Αθήνα 1979, σ. 577-596).

Omer Lüfti Barkan, «Les principes économiques et sociaux de l'industrie urbaine et ses cadres corporatifs», Actes du Ile Congrès Interna-tional des Études du Sud-est européen, VI, Athènes 1981, σ. 147-153.

Halil Inalcik, «Capital Formation in the Ottoman Empire» («ο σχη-ματισμός κεφαλαίου στην Οθωμανική αυτοκρατορία», μετάφρ. Ντόρας Μαμαρέλη, στον τόμο: οικονομική δομή των βαλκανικών χωρών ατά χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας, ΙΕ'-ΙΘ' αι., Αθήνα 1979, σ. 499-530).

«Rappor s sur l'activité des organisations privées helléniques», Premier Congrès balkanique de la protection de l'enfance, Athènes, 5-9Απρι-λίου 1936.

Zi ja Shkodra, Esnafet Squiptare, Tiranë 1973. ο ίδιος, «Les esnaf ou corporations dans la vie urbaine balkanique

des XVII-XVIII siècles», Studia Albanica 12 (1975), τεύχ. 2, σ. 47-76. Ν. Todorov, La ville balkanique aux XVe-XIXe siècles. Développement

socio-économique et démographique, Bucarest 1980. Georges Vajda , «Les corps de métiers en Turquie d'après deux publi-

cations de VI. Gordlevskij», Revue des Études Islamiques, τεύχ. A', Paris 1934, σ. 79-88.

Page 173: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Γ Ε Ν Ι Κ Ο Ε Υ Ρ Ε Τ Η Ρ Ι Ο

Page 174: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 175: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Αβράνταλη (κωμόπολη Φιλιππούπο-λης) 105

αγγαρείες 53, 92 αγιάνης 126 αγιαρντίζω 96

Άγναντα 33 Άγραφα 33 αγωγιάτες· βλ. συντεχνία αγωγια-

τών αγωγιάτης αλόγων 154 αδαμαντοπώλης (τζεβαϊρτζής) 152 Αδριανούπολη 11

Αθήνα 11, 23 ακονιστής μαχαιριών και. ψαλιδιών

156 αλατοπώλης 156 αλευρας 153 αλμπάνηδες' βλ. συντεχνία αλμπάνηδων

δων αμαξας 153 αμαξοποιός 154

αμοιβές μαθητευόμενων 56 αμοιβή ετήσια 88 αμοιβή με το κομμάτι 86, 89 αμοιβή σε χρόνο 86

αμπατζήδες' βλ. συντεχνία αμπατζή-δων

αμπατζηλίκι 59 Αμπελάκια 47

αναλφαβητισμός 22 Ανασελίτσα 22

αποσυνάγωγοι 98 αποσύνθεση συντεχνιών 12

αργίες θρησκευτικές 53, 92 Αργυρόκαστρο 11, 31

αργυροχόοι- βλ. συντεχνία αργυρο-χόων αριθμητική 28

Άρτα 11, 33 αρτοποιοί Ζαγορίου 32

Αρχείο Γιάννη Βλαχογιάννη 8 Αρχείο Μητροπόλεως Ιωαννίνων

113 Αρχείο Σταύρου Ιωάννου 8

Αρχιμανδρειό Ιωαννίνων 58 αρχιτέκτονας 151 αρωματοπώλης 152 ασβεστοπώλης 156 ασλάνια 37 άσπρα (χρήματα) 80, 94, 109 ασπριτζής 158Α Ασπροποταμίτες 33 Ασπροποτάμου (περιοχή) 32 ατεντέρω 141 Ατλαζής Κ.Ν. (έμπορος κοζανίτης)

29 αυτοδιδασκόμενος 52 αυτοδιδαχή 52

Αχρίδα 11, 59

βαρελάς 154 βαρόσι 77, 108 Βασταβέτσι 33 βαφοπώλης 152 βδομαδιάτικο 88 βελονοποιός 154 Βέροια 11 βιβλία εμπορικά 28 βιβλιοδέτης 156

Δεν περιλαμβάνονται τα λήμματα τσιράκι, κάλφας και συντεχνία, γιατί αναφέρονται συχνότατα σε μεγάλο αριθμό σελίδων.

Page 176: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

βιβλιοπώλης με εργαστήριο 152 βιοτέχνες πλανόδιοι 84 Βλάτσης κοινότητα 86 βοεβόδας 126, 132 Βόλος 11 βυρσοδέψες 23, 47' βλ. και συντεχνία

βυρσοδεψών

γαζέτα 114 Γαλαξείδι 11 γανωτής 156 γεδήμικο 142 γεμενετζής 82 γεμενιά 82 γεωγραφία εμπορική 29 Γιάννενα 11, 20, 22, 29, 31, 58, 59,

83, 87, 90, 99, 108 Γιαννιτσά 11 γιαλικά' βλ. πωλητής γιαλικών γιουμέρος 126 γλώσσα συνθηματική 61 γούναρης 152· βλ. και συντεχνία

γουναράδων γουναρικά 81, 83 γούνες 81, 83 γράμμα μαρτυρικόν 36 Γραμμενοχώρια 32 Γρετσίστα 33 γυρολόγοι 13, 23 γυψοδουλευτής 156

Δαμασκός 55 Δαμιανός Νικ. (έμπορος) 28 δάνο 150 δασμολόγιο 83 Δημητσανα, 11, 53 διάβα 88 διαπαιδαγώγηση ηθικοθρησκευτική

98 Διδυμότειχο 11 δίκαιο εθιμικό 14 δίκαιο εμπορικό 29 δίκαιο εργατικό 119 δικηγόρος 151 διπλογραφία 28, 29 δισακας (μουτάφης) 155 Δοβίσδαινα 33 Δοβρουτσά 69 δουλγέρηδες Θράκης 23" βλ. και συν-

τεχνία δουλγέρηδων

δουλοπάροικος 69 δούλος 20, 38, 50, 68 δυσεντερία 86

Εβραίοι Θεσσαλονίκης 23, 104 έγγραφα συντεχνιακά 31

Έδεσσα 11, 64 εζιαμπές 20 έθιμο συντεχνιακό 105 Ελασσόνα 11 εμπατάρω 146

εμπορικά εγχειρίδια 28 εμπορικά μαθήματα 29 εμπορικές επιστολές 103

εμπορολογία 28 έμπορος ανθράκων και καυσοξύλων

155 εμπόρσο 150

εξετάσεις 14 επαγγελματίες πλανόδιοι 13

επανάσταση βιομηχανική 12 Επτάνησα 19, 20

εργασία νυκτερινή 85 εργασία πλανόδια 13

εργάτες έποχιακοί 84 εργάτες μισθωτοί 101, 114, 119

εργατόπαιδες 20 εσναμπής 112

εσναφλήδες 102 ευλογιά 86 εφίππια" βλ. πωλητής εφιππίων

Ζαγόρι 32 Ζαγορίσιοι 116 Ζαγοροχώρια 32 Ζάκυνθος 11, 38· βλ. και συντεχνίες

Ζακύνθου ζαμπίτης 126 ζαχαροπλάστης 152 Ζιτσιώτες 116 ζυγιστής 155 ζώνη μαστορική 107

ημεροκάματον 92 ημερομίσθιο 13, 58, 59, 87, 88, 91

Ήπειρος 22, 82

Θεσπρωτία 33 Θεσσαλονίκη 11, 23, 61, 109

Page 177: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Θετταλομάγνητες 21 Θήβα 68 θνησιμότητα 85 Θράκη 20, 30, 108" βλ. και συντε-

χνίες Θράκης

ιατροί 152 ιεραρχία επαγγελματική 13 ιεραρχία εσωτερική 13 ιεροδίκης Θεσσαλονίκης 105

ιεροτελεστίες 106 ικράμι 55

ιμπρισιμάδες 47 ιχθυοπώλης 156

Καβάλα 11 καβαλάρος 149 καβαλίκι 81 καδής 125 καδοποιός 157 καζάζηδες 47 καζαντζήδες· βλ. συντεχνία καζαν-

τζήδων καθαριστής καπνοδοχείων 156 καλαθάρης 157 καλα(ϊ)ντζήδες 31, 157" βλ. και συν-

τεχνία καλαϊτζήδων καλαποδας 1'5 7 καλαπόδια 82 Καλαρρύτες 33, 34 Καλαρρυτινοί 33 καλαφάτες (πρωτομάστορες) 155"

βλ. και συντεχνία καλαφατών καληγωτής 156 καλιγώνω 147 καλουπατζής 48 καλτσοπλέκτης 157 καλτσοπώλης 157 καλφούδι 20 κάμπαλον 89 κάμπλο 55 κανονισμοί συντεχνιακοί 21, 38, 95 Καπέλλος Νικ. (νοτάριος) 114 καποτάδες 32" βλ. και συντεχνία κα-

ποτάδων καραβάνι 50 καρβουνιάρης 157 καρφοποιός 156 καρφωτό 81

κάσσα Εσναφίου 112 Κάσταγλης Διον. (παπουτζής) 65 Καστοριά 11 κατασκευαστές σάκκων 87 κατασκευαστής μεταλλουργημάτων

156-157 κατασκευαστής ποτάσας 157 κατασκευαστής ροσολίων 154 κατασκευαστής σκιαδίων 154 κατασκευαστής χάρτινων κουτιών

157 κατασκευαστής ψάθινων σκιαδίων

157 καταστατικά 14, 38 κατάστιχα νοταριακά 8 καταστιχάρης 28 καταστιχογραφία 28 κατραμτζής- βλ. ρητινοποιός καφεπώλης 151 καφετζής 155 κεραμιδοποιοί 84" βλ. και συντεχνία

κεραμιδάδων Κέρκυρα 11 κερχανές 131, 132 κετχουτάς 135 κεχαγιάς 71, 135 κηροπώλης 155 κηροχύτης (λαμπαδάρης) 155 κλειδαράς 157 Κοζάνη 11, 20, 80, 108 κομπανίες κουδαραίων 13 κομπανίες κτιστών 13, 48 κομπλιμέντο 147 Κόνιτσα 33 κοντινουάρω 150 κοντιτζιόν 147 κοντουράδες 30" βλ. και συντεχνία

κοντουράδων κοπέλι 20, 37, 145, 146 κοσκινάς 157 κοτέντε(ς) 141 κουδαραϊοι 13, 58 κουδαρίτικα Χουλιαροχωρίων 33 Κουκουλίτσα 33 Κούρεντα Ιωαννίνων 33 κουτί εσναφικό 107 Κουτσοβίτσα 33 κρασοπούλοι 116" βλ. και συντεχνία

κρασοπούλων κρασοπώλης 151 κρεοπώλες 31, 154

Page 178: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Κρήτη 11, 68 κτένας 157 κτίστες (κτιστάδες) 31, 48, 58, 84,

157" βλ. και κομπανίες κτιστών, συντεχνία κτιστάδων, συντροφιές κτιστών

κτίστης γορτύνιος 15 Κώδικας Αρχιμανδρειού Ιωαννίνων

8, 60 κώδικες νοταριακοί 37 κώδικες οθωμανικοί 78 κώδικες συντεχνιακοί 38 Κωνσταντινούπολη 11, 22, 28, 30,

31, 64, 85

λαβορέντες 113 λαδάς με εργαστήριο 152 λακιρντί 54 λαμπαδάρης' βλ. κηροχύτης λαουρέντες 19 Λάρισα 11 λασπιάς 48 λαχανοπώλης 155 λεγίτιμα 148 Λειβαδιά 11, 45, 68 λειτουργίες περιοριστικές 15 Λιδορίκης Άθ. 46 λιθογλύπτης 157 λιθογράφος 157 λιθοξόος 157 λινοϋφαντής 157 λογιστική 28 λόντζα 106 λουκουματζής 158 Λούντζηδες 116 λουτράρης 153

μαθητής 20 μαθητούδι 20 μαίστορες ήπειρώτες 58 Μακεδονία 22 Μαλακάσι 32 μαξιλαράδες" βλ. συντεχνία μαξιλα-

ράδων μαραγκός 155 Μαρας Μιχ. (νοτάριος) 29, 147 μαρμαράδες Τήνου 42, 113 μαστοριά 19, 99,100, 103,104, 106,

108, 112, 113

μαστορόπουλα 20, 22, 59 μαστοροχώρια Τζουμέρκων 33 Ματσούκι 34 μαχαιράς 157 μειράκια 22 Μελένικο 11, 19 μεργιάτικο 87, 88 μεργιαχτζήδες 87 μεροδούλι 58 μεροκάματο 58, 59, 87, 89, 118 μεταπράτης 155 μετζήτι 29 μετρητής γεννημάτων 155 Μετσοβίτες 32, 33 Μέτσοβο 32 μητρώα μελών 14 μικρέμποροι 13 μιρ-μιράνος 126 Μιχαλίτσι 33 μολυβδοδουλευτής 155 Μοσχόπολη 11, 20, 28 μουράρος 147 Μουσταφά Γ' (σουλτάνος) 65, 67,

70, 71, 91, 106 μουτάφης 128 μουταφτσιλίκι 128 μουτεσελίμηδες 126, 132 μπακάληδες 116 μπακάληδες Μοσχόπολης 38 μπαρμπέρης 155' βλ. και συντεχνίες

μπαρμπέρηδων μπασκαλής 108, 112, 114 μπασκαλίτικο 108 μπασματζής 157 μπαχτσίσια 55 μπεηλέρμπεης 126 μπεκιάρηδες 93 Μπίτζιος Κωνσταντίνος (καπότας)

90 μπογιατζήδες- βλ. συντεχνία μπογια-

τζήδων μπογιατζηλίκι 128 μπούλες 99 μπουλούκια μαστόρων 58 μυραλειφαί" βλ. πωλητής μυραλει-

φών Μυτιλήνη 11

ναίπης 126 Νάουσα 11

Page 179: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ναυπηγός 155 Ναύπλιο 11 . Νησί Ιωαννίνων 32 νοσηρότητα 85 νούρκα 55 ντιζντέρος 126 νυχτέρια 54, 85

ξελουρίζω 82 ξενοδόχος 151 ξενύχτια 85 ξυδοπώλης 153, 157 ξυλεία" βλ. πωλητής ξυλείας ξυλουργοί" βλ. συντεχνία ξυλουργών

ομματοϋάλια" βλ. πωλητής ομματοϋ-αλίων

ομπλιγάρω 147 οξύγγειον" βλ. πωλητής οξυγγείου οπώραι" βλ. πωλητής οπωρών οργανοποιός 157 Ορχάν 127 Οσμάν Α' 127

οτζάκ 133 ουσμεκιάρης 39, 143 ουσούλια εσναφικά 98 Ουστά Μεχμέτης (παπουτζής) 46

παζάρι 63, 66 παιχνίδια" βλ. πωλητής παιχνιδιών

Πάϊκος Γ. (τσαρουχάς) 35, 52 παλαιοβιβλιοπώλης 158 πανδοχεία 93 πανηγύρια εμπορικά 54, 83 παντοπώλης 151" βλ. και συντεχνία

παντοπωλών παπλωματάς 158 παπουτζής 158" βλ. και συντεχνία

παπουτζήδων παραγιός 20, 42, 43, 47, 48, 50, 59 παρακμή συντεχνιών 12 Παρνασσός (σχολείο) 23 πασκαλής" βλ. μπασκαλής

Πάτρα 11 Πελοπόννησος 20 πεταλάς 156 πένα (τιμωρία) 147 περκουζάρι 112 πεστιμανλήκι 142

πεχλέδες 55 πηγαδάς 158 πισιρτζήδες" βλ. συντεχνία πισιρτζή-

δων πιτρεμώ 146 πλακοστρώτης 158 ποτάσα" βλ. κατασκευαστής ποτάσας ποτούρα (ποτούρι) 89 πουλητάδες 67 πραγματευτάδες 30" βλ. και συντε-

χνία πραγματευτάδων πραγματευτής οικιακών σκευών 151 πραγματευτής ρούχων (τσοχατζής)

151 πραγματευτής σιδηρικών 153 Πράμαντα 33 Πρέβεζα 11 πρέμιο 140 προαγωγές εσωτερικές 15 προστασία συντεχνιακή 13 πρωτομάστορας 15, 68, 102, 103,

104, 109 Πυργί Χίου 37 Πύργος 11 πυρετοί διαλείποντες 86 πωλητής γιαλικών 153 πωλητής έφιππίων 154 πωλητής λιθοπύλινων άγγείων 153 πωλητής μυραλειφών 154 πωλητής ξυλείας 153 πωλητής ξύλινων πραγματειών 158 πωλητής ομματούαλίων 155 πωλητής οξυγγείου 154 πωλητής οπώρων 158 πωλητής παιδικών παιχνιδιών 158 πωλητής πήλινων άγγείων 158 πωλητής σαπουνιού 154 πωλητής σιδήρου 153 πωλητής σκιαδίων 154 πωλητής στυπίου 155 πωλητής φαρφουρίων 152 πωλητής ψευδολουλουδίων 154

ραέτι 26 ρακοκάζανα 84 ρακοπώλης 154, 158" βλ. και συν-

τεχνία ρακοπούλων ραπτοπραγματευτής 152 ραφτάδες 32" βλ. και συντεχνία ρα-

φτάδων

Page 180: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

Ραφταναίοι 33 ραφτόπουλο 66 ρεάλι 150 ρητινοποιός (κατραμτζής) 158 Ρόβας 50 ρόγα 37, 57, 66, 69, 80, 95, 99, 145,

146 ρογιάζω 57 ρόγιασμα 57 Ροδοκανάκης Θ. (έμπορος) 28 ροσόλια" βλ. κατασκευαστής ροσο-

λίων Ρουμανία 83 ρουσφέτιον 111 ρουφέτι 38, 53, 80, 109, 111 ρουφέτι άνυφαντάδικο 109 ρουφετλής 96

σαβατιάτικο 60 σαμαράς 158 σαμαροδέτης 158 σανδαλοποιός 158 σανίδας 153 σαπουνάς 153" βλ. και συντεχνία σα-

πουνοποιών σαπούνι' βλ. πωλητής σαπουνιού σαράτζηδες" βλ. συντεχνία σαράτζη-

δων σατισφάρω 150 σειρητοποιοί 87 σείχης 135 σερδάρης 126 σεριάτ 126 σερμαγιά 91 σερντάροι 126, 132 Σερρακιώτες 33 Σέρρες 11 Σιάτιστα 11 σιμιτζήδες 116, 142" βλ. και συντε-

χνία σιμιτζήδων σιουκούτι 55 σκαφοποιός 157 σκευοστολιστής οίκων 156 σκιάδια" βλ. κατασκευαστής και πω-

λητής σκιαδίων Σκλουπο 33 σκοδέρω 148 σκουφάς 156 Σμύρνη 11, 97 σουβλί 82

Σπάρτη 11 σπαχής 69 Σπέτσες 11 Στεμνίτσα 20 στιλβωτής 159 στοίχιση 57, 79 στοιχώ 79 στρωματας 159 στρωματοποιοί (χαλάτζηδες) 31 στυπίον βλ. πωλητής στυπίου Συγγρός Άνδρ. 28, 74, 117 συμβολαιογράφοι 37 συνάλλαγμα 83 συνθήκες διαβίωσης 21 συνθήκες διαμονής 14, 62 συνθήκες διατροφής 14, 21 συνθήκες εργασίας 14, 21 συντεχνία άγωγιατών 32, 48 συντεχνία άλμπάνηδων Κοζάνης

96 συντεχνία αμπατζήδων Φιλιππούπο-

λης 94, 96, 101, 111, 115, 116 συντεχνία αργυροχόων 33 συντεχνία βυρσοδεψών Θεσσαλονίκης

43 συντεχνία γεμενετζήδων 82 συντεχνία γουναράδων 48, 87 συντεχνία δουλγέρηδων 23, 42 συντεχνία καζαντζήδων 84 συντεχνία καλαϊτζήδων Κοζάνης 80,

96 συντεχνία καλαντζήδων 33 συντεχνία καλαφατών 59 συντεχνία καποτάδων 33 συντεχνία κεραμιδάδων 48 συντεχνία κοντουράδων 82, 87 συντεχνία κρασοπούλων 32 συντεχνία κτιστάδων 22, 88 συντεχνία μαξιλαράδων Θεσσαλονί-

κης 104 συντεχνία μπογιατζήδων Φιλιππού-

πολης 112 συντεχνία ξυλουργών 48, 84 συντεχνία παντοπωλών Μοσχόπολης

20, 22, 26, 66 συντεχνία παπουτζήδων 47, 87 συντεχνία πισιρτζήδων (άρτοψη-

στών) 98 συντεχνία πραγματευτάδων 29 συντεχνία ρακοπούλων 32 συντεχνία ραφτάδων Ύδρας 114

Page 181: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

συντεχνία σαπουνοποιών Τρικάλων (γυναικεία) 105

συντεχνία σαράτζηδων 87 συντεχνία σιμιτζήδων (κουλουράδων)

31 συντεχνία ταμπάκηδων 80 συντεχνία ταμπάκηδων Θεσσαλονί-

κης 109 συντεχνία τεκτόνων Φιλιππούπολης

103 συντεχνία τουφεκτζήδων Κοζάνης

80, 90 συντεχνία τσαρουχάδων 47, 82, 87 συντεχνία τσαρτζήδων 32, 87 συντεχνία χαλκιάδων Κοζάνης 80, 96 συντεχνία χαλκουργών 87 συντεχνία χανιτζήδων 32 συντεχνία χρυσικών 32 συντεχνία χρυσοχόων 87 συντεχνία χρυσοχόων του Ελμπασάν

72 συντεχνία ψιλοπαπουτζήδων 87 συντεχνία ψωμάδων 31 συντεχνίες βιοτεχνικές 22, 84 συντεχνίες γιαννιώτικες 22, 77, 111,

116 συντεχνίες εμπορικές 22, 28, 50, 103 συντεχνίες Ζακύνθου 20, 23, 26, 38,

102 συντεχνίες Θράκης 20, 59 συντεχνίες Κοζάνης 20 συντεχνίες Κωνσταντινούπολης 31,

85 συντεχνίες μικτές 36 συντεχνίες μπαρμπέρηδων 59 συντροφιές κτιστών 48 συντροφιές πλανόδιες 13, 14 συντροφίες πλανόδιων τεχνιτών 13 συρμακέζης· βλ. χρυσοκεντητής Σύρος 28 Συρράκο 34 συσσωματώσεις επαγγελματικές 12 συσσωματώσεις συντεχνιακές 14 σφραγιδοποιός 158 σχοινοπλόκος 156 σχοινοπώλης 159 σχολεία εμπορικά 103 σχολεία νυκτερινά 22

ταβερνιάρης 153

ταινιοπλέκτης 156 ταμβακοπώλης 153 ταμπάκηδες 23" βλ. και συντεχνία

ταμπάκηδων ταμπακλίκι 128 τέκτονας 156" βλ. και συντεχνία τε-

κτόνων τενεκετζής 156 τερζής 81 τεσλίμ 113 τεστίρι 105, 107, 108, 111, 112 τέτανος 86 τεφερίτς 110 τεφτέρ-χανέ 128 τεχνίτες Στεμνίτσας 20 τζαμτζής 159 τζεβαϊρτζής· βλ. αδαμαντοπώλης τζερτζής 153 τζιαρτζήδες 116" βλ. και συντεχνία

τσαρτζήδων Τζουμέρκα 32, 33 Τζουμερκιώτες 33 τζυμπουκτής 159 τηγανοδιορθωτής 159 τορνευτής 159 τορνευτής μετάλλων 159 Τοσίτσας Μιχαήλ 61 Τρίκαλα 11 τριότης 15 Τρίπολη 11 τουφεκτζήδες" βλ. συντεχνία τουφεκ-

τζήδων τσαούσης 135 τσαρουχάδες" βλ. συντεχνία τσαρου-

χάδων τσαρούχια 82 τσιράκ-παρασί 59 τσιρακλίκι 20 τσοκαροποιός 159 τσουκαλάς 159 τσοχατζής" βλ. πραγματευτής ρού-

χων τυπογράφος 153

Ύδρα 11, 20, 104, 108 υδρωπικίαση 86

υπέρπυρο 141 υπηρέτης 20, 34

υποδηματοπώλης 153 υφαντής βαμβακερών και λινών 159

Page 182: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

υφαντής μεταξωτών 159 υφαντής μάλλινων 159

φάλαγγα 66 φαρμακοπώλης 151 φαρφουριά- βλ. πωλητής φαρφουρίων φεσάς 156 φιλειά 108 Φιλιάτες 89 Φιλιππούπολη 11, 80 φιρμάνι σουλτανικό 104 φόντι 82 φόρος κεφαλικός 92 φόρος στρατιωτικός 92 φραντζόλας 159 φωτίκια 82

χαλάτζηδες· βλ. στρωματοποιοί χαλκεϊς 31" βλ. και συντεχνία χαλ-

κιάδων Χαλκίδα 45, 46, 65 χαλκοτεχνία 33 χαλκουργοί 87' βλ. και συντεχνία

χαλκουργών χαλκωματάδες 48, 156 Χάνδακας Κρήτης 29 χάνια 50, 62, 93 χανιτζήδες 62, 116' βλ. και συντε-

χνία χανιτζήδων χανιτζήδες ηπειρώτες 50 χαρατζοχάρτια 39, 143 χαράτσι 92, 146 Χατζή-Αλή Χασεκής 45 χειρούργος 154

Χίος 11, 20, 28 χόβι 54 χολέρα 86 χοντροπαπουτζα 82 χορδας 159 χουζμεκιάρης 20, 38, 46 χουζμέτι 26, 38 Χουλιαράδες 33 Χουλιαροχώρια 33 χρόνος μαθητείας 42, 43 χρυσοκεντητής (συρμακέζης) 81,156 χρυσοκλωστές 81 χρυσονήματα 81 χρυσοχόοι Καλαρρυτών 33 χρυσοχόος 153" βλ. και συντεχνία

χρυσικών, χρυσοχόων χρυσωτής 156 χρωματιστής 159

ψαθας 159 Ψαρά 11 ψευδολουλούδια" βλ. πωλητής ψευδο-

λουλουδίων ψιλοπαπουτζήδες- βλ. συντεχνία ψι-

λοπαπουτζήδων ψυχογιός 20 ψωμάδες 116, 153' βλ. και συντεχνία

ψωμάδων

ωράριο εργασίας 84, 118 ωράριο μαθητευομένων 53 ωράριο νυκτερινό 85

ωρολογάς 159

âmir 126 atender 141 a'yan 126 ayartmak 96

betelat 92 bekar-odalari 93 beylerbeyi (beglerbegi) 126, 127 bitirmek 146 boyacilik 128

caliga 147

cavalier 149 çavus 135 çiftlig-sahibi 69 çirak 20 compimento 147 contento 141 continuare 150 condiziόn 147

danno 150 defter hane 128 defter-i hakani 128

Page 183: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

destur 107 dizdar 126

ecnebi 20 erogo 57 esnaf kâhyasi 135 eyalet 126

futuwwa 72

Hatt-i-Humayun 92

iane-i-askeriye 92 iltizam 126 imdatiye 92 impatàr 146 imporsare 150

kabala 55 kadi 125 Kâhya 135 kârhane 131 Kehaya 135 Kethuda 135

lâkirdi 54 legittima 148 loggia 106

maîtrise 111 murér 147 mutaf 128 mütesellim 126

naip 126 nizamiye 92

obligar 147

pehle 55 pena 147 pestamallik 142 potur 89 prèmio 140

reale 150

§am 55 sc(u)oder 148 serdar 126 Seriat 126 sermaye 91 seyh 136 simitçi 142 sod(d)isfare 150 sükünet 55

tabaklik 128 tefferiiç 110 tefferudj 110 teslim 113

ümera 126

voyvoda 126

yemenici 82 yetim 142 yigit basc 135

zabit 126

Page 184: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 185: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

L ' A P P R E N T I S S A G E

(XVI-XXème siècle)

G. PAPAGEORGIOU

R é s u m é

Cette étude se propose d'examiner l 'institution de l 'appren-tissage. Cette institution, obligatoire pour l 'enfant ou le jeune qui voulait exercer un métier, avait en vue l 'apprentissage du métier et la transmission des techniques traditionnelles. Grâce à elle, les maîtres préservaient leur position de mono-pole dans les corporations et les compagnonnages puisque cette institution cherchait à détourner et même éloigner les pro-motions indésirables du personnel d'échelon inférieur.

En gros, on peut distinguer deux degrés dans l 'apprentis-sage : celui de la supposée acquisition de l 'art ou du métier (tsirak - apprenti) et celui de la détention des secrets du métier (kalfa - aide).

Comme nous l 'apprennent les documents relatifs de l'épo-que, mais aussi la tradition orale, le premier degré de l 'appren-tissage dans les corporations était long et fat iguant.

C'est à ce degré que se faisait l 'entrée du jeune dans la profession. Les conditions de travail , de subsistance et d'exis-tence des apprentis étaient très pénibles. L a situation était encore plus désespérante si on considère que parmi les enfants qui étaient envoyés en apprentissage auprès des maîtres au premier degré, la p lupart d'entre eux n'avaient pas encore

Page 186: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

dix ans, et par conséquent étaient inaptes au travail . L 'accord était réalisé entre le maître et le tuteur du petit

enfant ou un représentant. Cet accord comprenait le t emps d'apprentissage obligatoire du jeune, sa rémunération pro-bable ainsi que, le cas échéant, son alimentation et son habillement.

L e temps habituel d 'apprentissage était de trois ans (1001 jours), bien que cette durée ait pu différer non seulement d'une corporation à l 'autre, mais aussi d'un lieu à l 'autre. Généralement, les maîtres étaient absolument libres quant à la f ixation de la durée de l 'apprentissage et ainsi ils l 'établis-saient en vue de leurs propres intérêts.

Il importe de signaler ici que les fils des maîtres ainsi que ceux de la parenté jouissaient d'un traitement plus avantageux que les simples apprentis puisque leurs parents veillaient à les faire progresser aussi rapidement que possible, assurant ainsi une succession immédiate.

L e type de travail que l 'apprenti offrait au maître à ce degré était tout-à-fait inadapté aux aptitudes corporelles et intellectuelles de leur âge.

Ces jeunes apprentis étaient par exemple obligés de rendre des services, non seulement dans le cadre professionnel de l'atelier, mais aussi dans les maisons où ils exerçaient des tâches purement domestiques. Mais à l'atelier aussi, le maître limitait ses exigences à des t r avaux domestiques, entendant ainsi garder l 'apprenti à l 'écart des secrets du métier.

Rien ne déterminait le temps de travail , l 'horaire habi-tuellement dépassait les 10-12 heures et approchait souvent, et même dépassait les 15-16 heures. Ce fait , joint aux pito-yables conditions d'existence et à l 'alimentation, influait sur la conformation physique des apprentis qui étaient pour l a plupart chétifs et maladifs , et les conduisait souvent à la mort.

L e système éducatif comprenait aussi différentes punitions imposées par les maîtres. Ceux-ci avaient plein pouvoir e t

Page 187: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

toute liberté quant au type et à l 'étendue de la punition, ce qui rendait très difficile la position de l 'apprenti ; c'est pour-quoi nombre d'entre eux se trouvaient contraints de quitter leur maître afin de rester saufs.

L e s obligations de l 'apprenti en vue de son passage au degré de ka l fa n'étaient habituellement pas déterminées avec clarté dans les règlements des corporations. L e maître agissait toujours en se basant presque exclusivement sur les qualités psychiques et les mérites de son candidat , et non sur ses apti-tudes professionnelles.

L ' a t t i tude positive ou négative du maître jouai t donc un rôle décisif dans l 'évolution régulière ou non des apprentie qui provenaient de familles n 'appartenant pas à des corpo-rations.

Au cours du deuxième et dernier degré d'apprentissage, l 'élève offrait des services plus substantiels à son maître, et en même temps il améliorait sa situation du point de vue professionnel et social, même s'il n 'était pa s encore considéré comme membre officiel de la corporation.

L a durée du service en tant que kal fa , tout comme précé-demment dans le cas du tsirak, n'était pa s juridiquement fixée. Tout dépendait des usages des corporations locales et des accords passés entre les maîtres et les kal fas (aides).

L a durée du travai l journalier dépassai t les limites de l 'endurance humaine à cet âge-là. Le s excès quant à ce sujet provoquèrent l 'étonnement de voyageurs étrangers de l 'épo-que. Parfois, et pour différentes raisons, leur horaire de t ra-vail se trouvait prolongé pendant la nuit.

Le s conditions de travai l et d'existence ne différaient guère de celles du degré d 'apprentissage précédent. Mêmes ateliers bas , sombres, humides et sales constituaient un en-vironnement étouffant et insalubre. Avec en plus la m a u -vaise alimentation et l 'excès de travail , ces conditions entraî-naient des conséquences fâcheuses sur la santé des kal fas qui

Page 188: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

présentaient un indice élevé de maladies à ce degré profes-sionnel.

L'obligation, mais aussi l 'habitude pour le kal fa de rester près de son maître après sa promotion de ts irak en aide, limitait encore plus son indépendance. Il continuait ainsi à travailler dans les mêmes conditions inacceptables, presque gratuitement, ou bien pour une bien mince rémunération.

Il y avait deux sortes de rémunération pour les kalfas , l 'une annuelle et l 'autre à la pièce.

L a dernière épreuve, mais la plus décisive durant toute la durée de l 'apprentissage était la promotion du degré de kal fa à celui de maître. L e résultat des examens auxquels il était appelé à se soumettre devait permettre d'apprécier combien ses connaissances professionnelles pourraient l 'ame-ner ju squ 'au degré supérieur dans la profession. Son impor-tance était donc déterminante pour sa carrière future.

Pour que le ka l fa puisse se présenter aux examens, il fallait tout d'abord que parvienne à la corporation la motion de l 'instructeur, dans laquelle il certifiait que son aide pouvait exercer l 'art ou le métier étant donné qu'il avait accompli avec succès son cycle d'instruction.

Quand les examens avaient été passés avec succès, le kal fa était proclamé maître et devenait membre officiel de la cor-poration après avoir payé une somme fixe appelée testir pour la concession du permis d'inscription.

L e décernement du titre de maître comportait deux phases : l 'une était la remise de la ceinture de maître au candidat et l 'autre le divertissement avec ses autres compa-gnons de métier.

On est en droit de s 'attendre à ce qu'après l 'obtention du permis d'inscription, il puisse partager tous les problèmes et à ce que le jeune maître puisse ouvrir un nouvel atelier sous sa propre responsabilité. Mais peu de kalfas connaissaient ce cours régulier des choses.

Page 189: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

C'était entre autres les maigres rémunérations qui faisaient marquer un point d'arrêt dans l 'évolution normale des ap-prentis, parce que leur était ainsi ôtée toute possibilité d 'épar-gne. Ils se présentaient donc économiquement sans ressources, ce qui remettait obligatoirement à plus tard le travail auto-nome ou bien affaiblissait leur force concurrentielle sur le marché.

En peu de mots, on pourrait dire que les deux degrés d 'apprentissage constituaient une dure épreuve, aussi bien corporellement qu'intellectuellement pour l 'apprenti qui n 'avai t pas la possibilité de choisir et était contraint de sur-vivre en supportant pat iemment la continuelle oppression arbitraire et l 'exploitation de son maître instructeur.

Page 190: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 191: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Προλεγόμενα 7

Βραχυγραφίες 10

Εισαγωγή 11

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΤΣΙΡΑΚΙ-Α' ΣΤΑΔΙΟ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ 17

1. Είσοδος στο επάγγελμα—Ηλικία 21 2. Γεωγραφική και κοινωνική προέλευση των μαθητευο-

μένων 30 3. Είδη και διάρκεια μαθητείας 34 4. Είδος εργασίας 44 5. Ώρες εργασίας 53 6. Αμοιβές 56 7. Διατροφή και διαβίωση 60

α) Διατροφή 60 β) Διαβίωση 62

8. Ποινές —Εγκατάλειψη των μαστόρων 65 9. Πέρασμα στη βαθμίδα του κάλφα 70

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΚΑΛΦΑΣ - Β' ΣΤΑΔΙΟ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ 75

1. Διάρκεια καλφικής υπηρεσίας—Ηλικία 77 2. Είδος, χρόνος και συνθήκες εργασίας 80 3. Αμοιβές 86

Page 192: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

4. Σπάσιμο (διακοπή) συμφωνίας —Εγκατάλειψη των μα-στόρων 95

5. Διαπαιδαγώγηση του κάλφα — Ποινές 97 6. Απόκτηση μαστοριάς 99

Διαπιστώσεις και συμπεράσματα 121

Παράρτημα 123 1. Έγγραφα 125

2. Πίνακες 151

Βιβλιογραφία 163

Γενικό ευρετήριο 171

Résumé 183

ΧΑΡΤΕΣ

Πόλεις όπου υπήρχαν συντεχνίες 24-25 Περιοχές που έδωσαν συντροφιές κτιστών 40-41

ΕΙΚΟΝΕΣ

Είσοδος Τούρκου μαθητευόμενου σε συντεχνία 27 Υπαίθριος κουρέας με το τσιράκι του 49 Αντίγραφο από τον Κώδικα του Ελμπασάν 73

το φερμάνι του Μουσταφά του Γ ' στα 1773 137

Page 193: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 194: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ TOY ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Η ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΣΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΤΡΙΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑ ΤΟΥ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΕΟΛΑΙΑΣ ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΣΤΗ ΜΟΝΟΤΥΠΙΑ

ΑΔΕΛΦΩΝ ΠΑΛΗΒΟΓΙΑΝΝΗ ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΤΥΠΩΘΗΚΕ

ΣΤΟ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ ΜΑΝΟΥΤΙΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΑΝΟΥΣΑΡΙΔΗ

ΤΟΝ ΙΟΥΝΙΟ ΤΟΥ 1986 ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΗΣ

ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΝΕΑΣ ΓΕΝΙΑΣ

Page 195: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα
Page 196: Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα επαγγέλματα