Download - Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Transcript
Page 1: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΡΓΕΙΤΗΣ

ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

ΡΕΘΥΜΝΟ 2005

Page 2: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | ii

Περιεχόμενα

1 ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ..................................................................... 1 2 ΜΕΡΚΑΝΤΙΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ ....................................................... 6 3 H ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ......................................................................................... 15 4 MARX, ΛΕΝΙΝ ΚΑΙ Η ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ............................................................ 26 5 ΟΙ ΔΟΜΕΣ ΤΗΣ ΔΠΟΙ ...................................................................................................... 34 6 ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ .......................................................................... 43 7 ΧΡΕΟΣ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ .................... 51 8 Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΔΟΜΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ................................................................................. 58 9 ΕΣΤΙΕΣ ΈΝΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΔΠΟΙ ΚΑΙ ΣΕΝΑΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ .......................................... 64

Page 3: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 1

1 ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

1.1 ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΈΝΝΟΙΕΣ

1.1.1 Τι είναι η Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Με απλό τρόπο μπορούμε να ορίσουμε τη Διεθνή Πολιτική Οικονομία (εφεξής ΔΠΟΙ) σαν τη μελέτη εκείνων των διεθνών προβλημάτων και θεμάτων τα οποία δεν μπορούν να κατανοη-θούν ικανοποιητικά με αναφορές μόνο στην οικονομία, την κοινωνιολογία και την πολιτική. Η ΔΠΟΙ είναι η μελέτη των διεθνών υποθέσεων με άξονα τη σύνθετη αλληλεπίδραση των στοιχεί-ων που συνθέτουν την ίδια την πραγματικότητα που ζούμε. Η αλληλεπίδραση γεγονότων και συμβάντων καθιστά ανεπαρκή την ανάλυση των διεθνών φαινομένων και υποθέσεων μέσα από το πρίσμα ενός μόνο επιστημονικού αντικειμένου, π.χ. Οικονομική, Κοινωνιολογία, Πολιτική Επιστήμη, ή την ανάλυση μέσα από ένα συγκεκριμένο επίπεδο ανάλυσης, π.χ. άτομο, κράτος, ή το διεθνές σύστημα. Η ΔΠΟΙ αίρει τους παραπάνω περιορισμούς που ξεχωρίζουν και απομονώ-νουν την παραδοσιακή μέθοδο ανάλυσης, αναζητώντας ταυτόχρονα μια ουσιαστική και συνθετι-κή κατανόηση θεμάτων και γεγονότων.

Η μέθοδος της ΔΠΟΙ έχει ως κεντρικό της άξονα την παραδοχή ότι ο κόσμος μας είναι ένας πολύ σύνθετος τόπος, που χαρακτηρίζεται σε όλα τα επίπεδα του από στοιχεία αλληλεξάρτησης (interdependence). Είμαστε εξαρτημένοι ο ένας από τον άλλο με πολλούς τρόπους και σε πολλά επίπεδα. Η ανθρώπινη ύπαρξη είναι γεμάτη από στοιχεία έντασης και τριβής, από πεδία όπου έρ-χονται σε επαφή διαφορετικά και πολλές φορές συγκρουόμενα συμφέροντα, απόψεις, και συστή-ματα αξιών.

Σκοπός των κοινωνικών επιστημών είναι να βελτιώσουν την κατανόηση μας για τον κόσμο που ζούμε, αναλύοντας τις αιτίες και τις συνέπειες των εντάσεων και τριβών και να υποδείξουν τρόπους επίλυσης τους. Η ΔΠΟΙ προσπαθεί να συμβάλει στο στόχο αυτό επικεντρώνοντας σε συγκεκριμένες εντάσεις που παραδοσιακά έχουν απασχολήσει τις κοινωνικές επιστήμες. Η ΔΠΟΙ είναι κατά μία έννοια το μέλλον των κοινωνικών επιστημών, αφού στο σημερινό σύνθετο και πο-λύπλοκο κόσμο, τα κοινωνικά προβλήματα έχουν ξεκάθαρα διεθνή διάσταση και μπορούν να κα-τανοηθούν μόνο μέσω μιας μεθόδου που θα ολοκληρώνει διαφορετικές προσεγγίσεις και εργα-λεία ανάλυσης. Η ΔΠΟΙ δεν αντικαθιστά τις επιμέρους επιστημονικές εξειδικεύσεις. Αντίθετα τις ολοκληρώνει σε ένα ανοικτό πεδίο έρευνας της πολύπλοκης σημερινής πραγματικότητας.

1.1.2 Τι είναι λοιπόν η ΔΠΟΙ;

Ένας τρόπος να κατανοήσουμε τη ΔΠΟΙ είναι να αναλύσουμε τα συνθετικά του ονόματος της. Διεθνής, σημαίνει ότι ασχολείται με θέματα πέρα των εθνικών συνόρων και με σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ των διαφόρων χωρών.. Σήμερα όλο και περισσότερο μιλάμε για παγκό-σμια (global) πολιτική οικονομία, γιατί όλο και περισσότερο τα προβλήματα της ΔΠΟΙ επηρεά-ζουν το σύνολο του κόσμου και όχι μόνο επιμέρους χώρες, ενώ παράλληλα έχουν μια παγκόσμια διάσταση και συνεπώς απαιτούν μια παγκόσμια προσέγγιση και κατανόηση. Η ανάλυση μας θα επικεντρωθεί λοιπόν σε αυτή την παγκόσμια διάσταση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτι-κών προβλημάτων. Πολιτική αφού περιλαμβάνει στην ανάλυση της τη χρήση της κρατικής δύ-ναμης, όσον αφορά αποφάσεις σχετικά με το ποιος παίρνει τι, πότε και πώς σε εθνικό και παγκό-σμιο επίπεδο. Η πολιτική είναι μια διαδικασία συλλογικής επιλογής, η οποία προσδιορίζεται από ανταγωνιστικά και συχνά συγκρουόμενα συμφέροντα διαφορετικών κοινωνικών ομάδων, ατό-μων, εθελοντικών οργανισμών, επιχειρηματιών, και πολιτικών κομμάτων. Η πολιτική διαδικασία είναι σύνθετη, περιλαμβάνει, χώρες, κράτη, διμερείς και πολυμερείς σχέσεις ανάμεσα σε χώρες και κράτη, διεθνείς οργανισμούς, περιφερειακές συμμαχίες και παγκόσμιες συμφωνίες. Τέλος,

Page 4: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 2

Οικονομία που σημαίνει ότι ασχολείται με ζητήματα κατανομής των πόρων και διανομής του εισοδήματος μεταξύ ατόμων, κοινωνικών ομάδων και χωρών μέσω του συστήματος της αγοράς, στο βαθμό που αναλύουμε τον παγκόσμιο καπιταλισμό. Η οικονομική ανάλυση επικεντρώνεται περισσότερο σε θέματα παραγωγής και διανομής του εισοδήματος και του πλούτου. Η πολιτική ανάλυση σε θέματα κρατικής δύναμης και εθνικού συμφέροντος. Η πολιτική-οικονομική ανάλυ-ση συνδυάζει τις δύο αναλυτικές προσεγγίσεις με σκοπό τη βαθύτερη ερμηνεία του χαρακτήρα και της λειτουργίας της κοινωνίας. Η προσθήκη του Διεθνούς δίνει περισσότερο ενδιαφέρον στην όλη αναλυτική προσέγγιση της ΔΠΟΙ, αφού τα ζητήματα αυτά εξετάζονται σε παγκόσμιο επίπε-δο. Το κοινωνικό και πολιτιστικό επίπεδο, η κουλτούρα και οι θρησκευτικές και κοινωνικές αξί-ες, τα συναισθήματα και τα πιστεύω των ατόμων και των κοινωνιών και η μεταβολή τους μέσα σε μια ιστορική διαδικασία εξέλιξης προσδιορίζουν τη δυναμική του πλαισίου μέσα στο οποίο η ΔΠΟΙ επιχειρεί την ανάλυση της.

1.1.3 Θεμελιακά στοιχεία της ΔΠΟΙ

Ο ορισμός της ΔΠΟΙ δίνει ίση σημασία στην πολιτική, κοινωνική και οικονομική διάσταση των διεθνών φαινομένων, ενώ κάνει σαφές ότι η ΔΠΟΙ δεν είναι η μελέτη μόνο των θεσμών και των οργανισμών, αλλά και των αξιών που εκείνα αντανακλούν. Κράτη και αγορές συνδέονται μέσα σε ένα παγκόσμιο σύστημα παραγωγής, ανταλλαγής και διανομής που διαμορφώνουν τις αντίστοιχες δομές ανάλυσης της ΔΠΟΙ.

Ο παραπάνω ορισμός φαίνεται να επικεντρώνεται στενά σε οικονομικές σχέσεις (παραγω-γή, ανταλλαγή, διανομή), αλλά στην πραγματικότητα οι κατηγορίες αυτές έχουν ευρύτερη σημα-σία. Αποτελούν δομές δύναμης και επηρεάζουν αξίες, παραδόσεις, την κουλτούρα, την κατάστα-ση και τη θέση μιας χώρας,. Οι δομές αυτές αποτελούν ένα πολύ χρήσιμο πλαίσιο ανάλυσης διε-θνών προβλημάτων. Η ΔΠΟΙ κοιτάζει συνεπώς τους τρόπους που τα άτομα, ομάδες, κράτη και αγορές συνδέονται μεταξύ τους στα πλαίσια των οποίων αυτές οι συνδέσεις πραγματοποιούνται. Οι συνδέσεις αυτές αντανακλούν την κουλτούρα, την ιστορία, κοινωνικές αξίες και πεποιθήσεις. Συνεπώς, αυτές αλλάζουν και θα συνεχίσουν να αλλάζουν.

Οι μεταβολές στην κουλτούρα προκαλούν αλλαγές στις αξίες και κοσμοαντιλήψεις, με οι-κονομικές, κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις. Η αμερικανική κυβέρνηση έστελνε στη δεκαε-τία του 1980 στη Μόσχα συγκροτήματα jazz για να δημιουργήσει δυτικά πρότυπα αξιών και να αλλάξει την αντίληψη των Ρώσων για τις ΗΠΑ, παρουσιάζοντας το πρότυπο της ελεύθερης, πο-λυφυλετικής κοινωνίας.

Ένα μεγάλο μέρος των αναλύσεων της ΔΠΟΙ επικεντρώνεται στην αλληλεπίδραση ανάμε-σα σε δύο πολύ σημαντικούς κοινωνικούς θεσμούς, το κράτος και την αγορά, και στη φύση της αλληλεπίδρασης τους μέσα στο διεθνές σύστημα, το οποίο και επιβάλλει τους κανόνες του παι-χνιδιού.

Το κράτος είναι ένα πεδίο συλλογικής δράσης και απόφασης. Με τον όρο κράτος συνήθως εννοούμε τους πολιτικούς θεσμούς του σύγχρονου εθνικού κράτους, μια γεωγραφική περιοχή με σχετικά συμπαγή και αυτόνομη διοίκηση πάνω στην περιοχή. Η αγορά αντίθετα είναι ένα πεδίο ατομικών δραστηριοτήτων και αποφάσεων. Με τον όρο αγορά εννοούμε τους οικονομικούς θε-σμούς του σύγχρονου καπιταλισμού. Η αγορά είναι λοιπόν μια σφαίρα ανθρώπινης δραστηριότη-τας που κυριαρχείται από ατομικά συμφέροντα σύμφωνα με τους όρους που επιβάλλει ο ανταγω-νισμός. Αν και η αγορά συνήθως ταυτίζεται με μια γεωγραφική τοποθεσία, περισσότερο αναφέ-ρεται ως φορέας ισχύος. Η αγορά ρυθμίζει τις κινήσεις εκείνων που συμμετέχουν στο οικονομικό παιχνίδι και προσδιορίζει τη συμπεριφορά τους.

Η παράλληλη ύπαρξη του κράτους (πολιτική) και της αγοράς (οικονομία) δημιουργεί εντά-σεις και τριβές οι οποίες και προσδιορίζουν την Πολιτική Οικονομία. Το κράτος και η αγορά δεν είναι πάντα σε σύγκρουση. Συνήθως όμως οι ενέργειες και δραστηριότητες τους συμπίπτουν σε τέτοιο βαθμό που οι εντάσεις που δημιουργούνται γίνονται εμφανείς. Οι εντάσεις αυτές συνήθως οφείλονται στη διαφορετικότητα των συμφερόντων και των αξιών που κάθε φορά βρίσκονται σε σύγκρουση. Η σχέση αγοράς και κράτους είναι δυναμική, που σημαίνει ότι διαχρονικά μεταβάλ-λεται, και είναι ιστορικά προσδιορισμένη. Τα κράτη επηρεάζουν τις αγορές, οι αγορές τα κράτη και σταθερά αλλάζουν οι κανόνες των συμφερόντων και των αξιών που οι πολιτικοί-οικονομολόγοι μελετούν.

Page 5: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 3

1.1.4 'Πλούτος και δύναμη'. Πεδίο Έντασης Μεταξύ Κράτους και Αγοράς

Ποια είναι η φύση της αλληλεπίδρασης μεταξύ κρατών και αγορών; Γιατί η παράλληλη ύ-παρξη τους δημιουργεί εντάσεις; Ποια είναι η διαχωριστική γραμμή μεταξύ τους; Τα κράτη και οι αγορές λειτουργούν βάσει διαφορετικών αξιών, με διαφορετικό τρόπο και επιδιώκουν διαφορετι-κούς σκοπούς.

Η κυρίαρχη οικονομική θεωρία (η οποία ταυτίζεται με αυτό που είναι γνωστό ως νεοκλασι-κή παράδοση και τις σύγχρονες εκδοχές της, το μονεταρισμό και τα νέα κλασικά μακροοικονομι-κά), υποστηρίζει ότι οι αγορές κατανέμουν σπάνιους πόρους. Με ένα αποκεντρωμένο και ατομο-κεντρικό τρόπο αποφασίζεται πως οι σπάνιοι πόροι κατανέμονται μεταξύ εναλλακτικών παραγω-γικών δραστηριότητος και πως διανέμεται το αποτέλεσμα της παραγωγής μεταξύ ατόμων, ή κα-λύτερα των συντελεστών παραγωγής, στο εσωτερικό των χωρών, αλλά και, σε διεθνές επίπεδο, μεταξύ των χωρών. Υπάρχουν ωστόσο τρόποι πέραν της αγοράς που μπορεί να γίνει η κατανομή και διανομή με διαφορετικό τρόπο. Στις κεντρικά σχεδιασμένες οικονομίες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού, για παράδειγμα, ήταν το κράτος που έπαιρνε τις αποφάσεις για την παραγωγή και τη διανομή του πλούτου, ή στις μεικτές οικονομίες, όπου η αγορά παίρνει το μεγαλύτερο μέρος των αποφάσεων της παραγωγής και διανομής, αλλά όχι όλες. Συνεπώς, είναι ο συγκεκριμένος τρόπος οικονομικής οργάνωσης μιας κοινωνίας εκείνος που καθορίζει τις αποφάσεις για την πα-ραγωγή και τη διανομή του πλούτου.

Οι πολιτικοί επιστήμονες συχνά ισχυρίζονται ότι το κράτος κατανέμει και διανέμει ισχύ. Ι-σχύς είναι η ικανότητα να επηρεάζεις ή ακόμη και να προσδιορίζεις κάποια απόφαση. Οι βουλευ-τικές εκλογές σχετίζονται με αυτήν την κατανομή της ισχύος και τη διανομή των ωφελειών ή του κόστους από την κατανομή αυτή. Οι βουλευτικές εκλογές είναι ένας τρόπος που το κράτος απο-φασίζει ποιος έχει την ισχύ και πως να τη χρησιμοποιεί.

Αφού η άσκηση της ισχύος επιδρά στον τρόπο κατανομής και διανομής των πόρων, η πολι-τική (ισχύ) και τα οικονομικά (πλούτος) αμοιβαία διαπλέκονται. Τα κράτη και οι αγορές αλληλε-πιδρούν μεταξύ τους γιατί η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο τι συμβαίνει στον παραγόμενο πλούτο (στην αγορά) και στο τι συμβαίνει στην ισχύ (στο κράτος) μεταβάλλεται διαχρονικά και σταθερά. Εκείνοι που ελέγχουν τους πόρους κατέχουν ισχύ, συνεπώς η αγορά αναπόφευκτα επη-ρεάζει τις δραστηριότητες του κράτους. Αντίστοιχα εκείνοι που διαθέτουν ισχύ μπορούν να επη-ρεάσουν την κατανομή των πόρων. Συνεπώς ένας αυστηρός διαχωρισμός ανάμεσα στο κράτος και την αγορά είναι κατά αυτήν την έννοια αυθαίρετος και ψεύτικος και εξυπηρετεί συγκεκριμέ-νες ιδεολογικές προτιμήσεις και συμφέροντα.

Εάν τα κράτη και οι αγορές έχουν τους ίδιους στόχους ή καθοδηγούνται από τα ίδια συμφέ-ροντα και αξίες, τότε είναι πολύ πιθανό ότι μεταξύ τους δεν μπορεί να υπάρξει αντιπαράθεση και σύγκρουση. Αυτό όμως είναι μάλλον απίθανο να συμβεί. Συνήθως τα άτομα που δραστηριοποι-ούνται στις αγορές λειτουργούν βάσει των δικών τους συμφερόντων και αξιών που συνήθως έρ-χονται σε αντίθεση με τους περισσότερο κοινωνικούς στόχους και τις αξίες των εθνικών κρατών.

Η αξία, βάσει της οποίας λειτουργούν οι αγορές, είναι η αποτελεσματικότητα, η ικανότητα δηλαδή να χρησιμοποιείς και να διανέμεις τους διαθέσιμους πόρους χωρίς σπατάλη. Σε θεωρητι-κό επίπεδο ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται μέσω της ιδιωτικά οργανωμένης δομής της αγοράς και της επιδίωξης του ατομικού συμφέροντος. Αντίθετα, οι στόχοι που το κράτος συνήθως επιδιώκει με την άσκηση της ισχύος είναι η δικαιοσύνη ή η ισότητα. Οι σχέσεις μεταξύ ατόμων και κοινω-νικών ομάδων μπορεί να μην είναι δίκαιες, εάν η ισχύ που τα άτομα ή οι κοινωνικές ομάδες δια-θέτουν και ασκούν (μέσω του κράτους ή των αγορών) είναι άνισα κατανεμημένη.

Μια αξία όμως που και τα κράτη και οι αγορές αποδέχονται και υπερασπίζονται είναι η α-σφάλεια. Η ασφάλεια από τον οποιοδήποτε φόβο ή απειλή είναι μια βασική ανθρώπινη ανάγκη που επιζητείται σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Αυτό δεν σημαίνει ότι το ζήτημα της ασφά-λειας δεν δημιουργεί και αντιθέσεις μεταξύ κρατών και αγορών Παράδειγμα, οι αγρότες ζητάνε περισσότερη προστασία από το διεθνή ανταγωνισμό, επιθυμούν επιδοτήσεις και ενισχύσεις από τις κυβερνήσεις, οι οποίες όμως αδυνατούν να τις δώσουν καθότι είναι δεσμευμένες από διεθνείς συμβάσεις και συμφωνίες ανταγωνισμού. Τα εθνικά κράτη στην προσπάθεια τους να μην έρθουν σε σύγκρουση μεταξύ τους περιορίζουν τη βοήθεια σε ευπαθείς ομάδες, αυξάνοντας παράλληλα την ανασφάλεια τους.

Οι αγορές και τα κράτη έχουν λοιπόν διαφορετικές αξίες (αποτελεσματικότητα- δικαιοσύ-νη), χρησιμοποιούν διαφορετικά μέσα (αποκεντρωμένο ιδιωτικό μηχανισμό-συλλογική δράση και

Page 6: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 4

δύναμη) και έχουν διαφορετικούς στόχους. Είναι λοιπόν φυσιολογικό και αναμενόμενο να υπάρ-χουν εντάσεις μεταξύ τους. Η δυναμική διαδικασία αλλαγής στη σχέση κράτους και αγοράς καθι-στά τη ΔΠΟΙ ένα μεταβαλλόμενο αντικείμενο.

1.1.5 Οι διαστάσεις της ΔΠΟΙ

Η ΔΠΟΙ είναι ένα δίκτυο από διαπραγματεύσεις μεταξύ κρατών και αγορών. Οι διαπραγμα-τεύσεις αυτές επηρεάζουν την παραγωγή, την ανταλλαγή και τη διανομή της δύναμης και του πλούτου. Οι διαπραγματεύσεις μπορούν να πάρουν διάφορες μορφές, όπως συμφωνίες, συνθήκες, κλπ. Το βασικό τους στοιχείο είναι ωστόσο ο πολυδιάστατος χαρακτήρας τους.

Ένας τρόπος λοιπόν να προσεγγίσουμε τη ΔΠΟΙ είναι να σκεφτούμε πάνω στις διάφορες διαστάσεις της. Η προσέγγιση αυτή μας βοηθά, προσφέροντας μας ένα λεξιλόγιο να περιγράφου-με τα διεθνή ζητήματα και ένα σύνολο εργαλείων για να κατανοήσουμε τις διεθνείς εξελίξεις.

Οι πιο σημαντικές διαστάσεις της ΔΠΟΙ είναι: 1. τρία επίπεδα ανάλυσης: ατομικό, κρατικό και διεθνές σύστημα. 2. Δύο κατηγορίες ισχύος: ισχύς σχέσεων και διαρθρωτική ισχύς. Η ισχύς σχέσεων σχετί-

ζεται με την ισχύ που ο κάθε παίκτης έχει και ασκεί αναγκάζοντας τον άλλο παίκτη σε αλλαγή. Ασκείται κυρίως σε ατομικό και κρατικό επίπεδο. Η διαρθρωτική ισχύς είναι η δύναμη να δια-μορφώσεις τις δομές της παγκόσμιας πολιτικής οικονομίας, μέσα στις οποίες κράτη, πολιτικοί θεσμοί, επιχειρήσεις, άτομα πρέπει να λειτουργήσουν. Η διαρθρωτική ισχύς είναι η ικανότητα να διαμορφώσεις τους όρους του διεθνούς συστήματος και είναι λιγότερο άμεση από τη δύναμη σχέσεων. Είναι όμως και αρκετά σημαντική. Οι ΗΠΑ και η Κίνα για παράδειγμα έχουν μεγάλη δύναμη σχέσεων που απορρέει από τη στρατιωτική τους ισχύ (hard power) και τη μεγάλη τους αγορά (soft power). Οι ΗΠΑ ωστόσο διαθέτουν το πλεονέκτημα της διαρθρωτικής ισχύος που απορρέει μέσα από τη δυνατότητα τους να ελέγχουν αποφάσεις διεθνών οργανισμών (Παγκόσμια Τράπεζα, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Παγκόσμια Οργάνωση Εμπορίου). Η διαρθρωτική ισχύς λειτουργεί συμπληρωματικά ή υποκατάστατα της λειτουργικής ισχύος.

3. Τέσσερις διεθνείς δομές ισχύος: της παραγωγής, της χρηματοοικονομικής, της ασφάλειας και της γνώσης: Η δομή παραγωγής ορίζεται ως το σύνολο εκείνο των συμφωνιών που καθορί-ζουν τι παράγεται, από ποιον για ποιον, με τι μεθόδους, και με τι όρους. Η παραγωγή δημιουργεί πλούτο, και ο πλούτος σχεδόν πάντα συνδέεται με ισχύ. Τα ζητήματα της παραγωγής είναι στη καρδιά της ΔΠΟΙ. Οι πρόσφατες εξελίξεις στη διαδικασία της παγκόσμιας παραγωγής είναι ρα-γδαίες, με την επέκταση της παρουσίας των πολυεθνικών εταιρειών, της σημασίας των ξένων ά-μεσων επενδύσεων, της μετακίνησης κεφαλαίου μεταξύ χωρών και γεωγραφικών περιοχών. Η χρηματοοικονομική δομή είναι πιθανά το πιο αφηρημένο σύνολο οικονομικών σχέσεων μεταξύ κρατών και οικονομιών. Σχετίζεται με τις διεθνείς ροές χρήματος και κεφαλαίου. Η δομή αντί] ισχύος καθορίζει ποιος έχει πρόσβαση στη διεθνή χρηματοδότηση, με ποιον τρόπο και με ποιους όρους χρηματοδοτείται. Γύρω από τη διεθνή χρηματοδότηση διαμορφώνεται ένα σύνολο σχέσε-ων, πράξεις και υποχρεώσεις αποπληρωμής χρεών, αγορές χρεογράφων, έλεγχος επενδύσεων και αποφάσεων. Τα ζητήματα αυτά είναι πολύ σημαντικά για τη ΔΠΟΙ. Η δομή της ασφάλειας από φυσικές δυνάμεις ή από απειλές και δραστηριότητες άλλων ικανοποιεί βασικές ανθρώπινες ανά-γκες. Όταν μια χώρα ή μια κοινωνική ομάδα προσφέρει ασφάλεια σε μίαν άλλη, διαμορφώνεται μια δομή ασφάλειας. Για παράδειγμα το NATO αποτελεί μια τέτοια δομή ασφάλειας. Οι υπόλοι-πες δομές ισχύος, σχετίζονται διαρθρωτικά με τη δομή της ασφάλειας. Η δομή γνώσης Η γνώση είναι ισχύς αλλά και πλούτος για εκείνους που τη χρησιμοποιούν. Ποιος κατέχει τη γνώση και με τι τρόπο τη χρησιμοποιεί, είναι ένα από τα σημαντικά θέματα της ΔΠΟΙ. Χώρες με περιορισμένη πρόσβαση στη γνώση με τη μορφή της βιομηχανικής τεχνολογίας, των επιστημονικών ανακαλύ-ψεων και καινοτομιών, της ιατρικής και των τηλεπικοινωνιών, είναι σε δυσχερέστερη θέση από τις χώρες που παράγουν τέτοιου είδους γνώση. Επίσης, οι τρεις άλλες δομές ισχύος σχετίζονται άμεσα με τη πρόσβαση στη γνώση.

4. Τρεις βασικές θεωρητικές προσεγγίσεις, που αποτελούν τρεις διαφορετικούς τρόπους κα-τανόησης των διεθνών εξελίξεων και της ΔΠΟΙ, και οι οποίες βασίζονται σε τρία διαφορετικά συστήματα αξιών διαμορφώνοντας παράλληλα μια ανταγωνιστική σχέση μεταξύ τους, είναι τα ακόλουθα. O μερκαντιλισμός, ο οποίος κατανοεί και προσεγγίζει τη ΔΠΟΙ κυρίως με όρους ε-θνικού συμφέροντος. Ο μερκαντιλισμός είναι συνδεδεμένος άμεσα με τη πολιτική φιλοσοφία του ρεαλισμού. Ο φιλελευθερισμός που κατανοεί και προσεγγίζει τη ΔΠΟΙ με όρους ατομικών συμ-

Page 7: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 5

φερόντων. Ο φιλελευθερισμός συνδέεται στενά με το σύστημα της αγοράς. Η μαρξιστική και η διαρθρωτική προσέγγιση οι οποίες κατανοούν και προσεγγίζουν τη ΔΠΟΙ με όρους ταξικών συμφερόντων.

1.2 ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Η σημασία και σπουδαιότητα των ιδεών, των ερωτημάτων, των θεμάτων και των προβλη-

μάτων που απασχολούν τη Διεθνή Πολιτική Οικονομία έχει αυξηθεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες. Επίσης θεωρείται πλέον αρκετά έως πολύ δύσκολο να διαβάσει και να κατανοήσει κά-ποιος μια καθημερινή εφημερίδα, μια επιχειρηματική επενδυτική πρωτοβουλία, μια απόφαση οι-κονομικής πολιτικής, εάν δεν γνωρίζει και δεν κατανοεί τις θεωρίες, τους θεσμούς και τις σχέσεις που διαμορφώνονται στη Διεθνή Πολιτική Οικονομία. Η καθημερινότητα μας είναι πλέον τόσο βαθιά επηρεασμένη από παγκόσμια γεγονότα και διεθνείς εξελίξεις, που είναι πράγματι δύσκολο να έχουμε μια σαφή εικόνα του τι συμβαίνει στην οικονομία, στην πολιτική, στην κοινωνία, στην ασφάλεια, στον πολιτισμό, του τι συμβαίνει γενικότερα στον κόσμο εάν δεν κατανοούμε έστω και λίγο τη Διεθνή Πολιτική Οικονομία.

Τι θα μάθουμε και τι δεν θα μάθουμε από τη ΔΠΟΙ στη διάρκεια των παραδόσεων Σκοπός του μαθήματος είναι να παρουσιάσει μερικά από τα βασικά εργαλεία μελέτης της

ΔΠΟΙ. Η ανάλυση θα αρχίσει με απλές ιδέες και σκέψεις, για να περάσει στη συνέχεια σε λεπτο-μέρειες που θα κάνουν και τη ΔΠΟΙ περισσότερο πραγματική.

Στη πορεία αυτή θα εξετάσουμε τις τρεις βασικές θεωρητικές προσεγγίσεις της ΔΠΟΙ που προαναφέραμε, οι οποίες έχουν μεγάλη ιστορική σημασία και οι οποίες εξακολουθούν να επη-ρεάζουν σημαντικά τις εθνικές και διεθνείς εξελίξεις ακόμη και σήμερα. Δεν θα ασχοληθούμε με τις προσεγγίσεις της ορθολογικής επιλογής, του φεμινισμού, του περιβάλλοντος και του μεταμο-ντερνισμού, οι οποίες τις τελευταίες δεκαετίες επηρεάζουν και προκαλούν το τρόπο κατανόησης σημαντικών ερωτημάτων και γεγονότων της ΔΠΟΙ. Η γνώση των τριών βασικών θεωριών προ-σφέρει ωστόσο όλη την απαραίτητη υποδομή κατανόησης των προσεγγίσεων αυτών, η δυνατότη-τα μελέτης των οποίων μπορεί να προσφερθεί σε ένα μεταπτυχιακό κύκλο σπουδών.

Στη συνέχεια θα εξετάσουμε τις διεθνείς πολιτικές και οικονομικές σχέσεις μέσα από τις βασικές δομές δύναμης που συνδέουν έθνη, κυβερνήσεις και πολίτες σε ένα παγκόσμιο δίκτυο. Η κατανόηση τους θα μας επιτρέψει να αντιληφθούμε καλύτερα τις σχέσεις αλληλεπίδρασης που διαμορφώνονται γύρω μας και επηρεάζουν επενδυτικές αποφάσεις, στόχους, μέσα πολιτικής και την καθημερινότητα μας. Ειδικότερα θα ασχοληθούμε με το διεθνές σύστημα παραγωγής και ε-μπορίου, τις διεθνείς νομισματικές σχέσεις και το πρόβλημα του διεθνούς χρέους, καθώς επίσης και με το σύστημα διεθνούς ασφάλειας. Θα σταθούμε στις πολιτικές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας, προσφέροντας μια πληρέστερη εικόνα της πολιτικής οι-κονομίας της παγκόσμιας διακυβέρνησης και της χρηματοδότησης των αναπτυσσόμενων χωρών.

Δυστυχώς, η χρονική αντιστοιχία της ύλης δεν μας επιτρέπει να περάσουμε στα περισσότε-ρο εφαρμοσμένα ζητήματα της ΔΠΟΙ, που συγκεντρώνουν καθημερινά τα φώτα της έρευνας και της δημοσιότητας. Δεν θα ασχοληθούμε με τη γνώση και τη τεχνολογία ως δομή ισχύος και πλούτου, με την πολιτική και οικονομική διάσταση της ολοκλήρωσης στην ΕΕ, τη συζήτηση γύ-ρω από τη NAFTA, τη ΔΠΟΙ της Ιαπωνίας, τα προβλήματα των υπό-μετάβαση χωρών της Α. Ευ-ρώπης και της Ρωσίας. Επίσης, δεν θα εξετάσουμε θέματα που απασχολούν τις αναπτυσσόμενες χώρες, τη σχέση Βορρά-Νότου, τα προβλήματα των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών και των νέ-ων-εκβιομηχανισμένων χωρών, την ΔΠΟΙ του ΟΠΕΚ και του πετρελαίου.

Θα κλείσουμε ωστόσο τις παραδόσεις με μία αναφορά στις βασικές εστίες έντασης της ΔΠΟΙ σήμερα και τα πιθανά σενάρια για το μέλλον, όπως αυτά καταγράφονται στη σχετική βι-βλιογραφία. Οι γνώσεις που θα αποκτηθούν από τον κύκλο των μαθημάτων που θα πραγματοποι-ηθούν, πιστεύουμε ότι αποτελούν την απαραίτητη υποδομή για του φοιτητές, ώστε να είναι σε θέση να κατανοούν καλύτερα τα θέματα της ΔΠΟΙ, αλλά και να συνεχίσουν τις σπουδές τους σε μεταπτυχιακό επίπεδο.

Page 8: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 6

2 ΜΕΡΚΑΝΤΙΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ

2.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Αξιολογώντας τα ισχυρά και τα αδύνατα σημεία των τριών βασικών ιδεολογιών, του μερ-

καντιλισμού ή οικονομικού εθνικισμού, του φιλελευθερισμού και του μαρξισμού, θα επιδιώξουμε να φωτίσουμε τη μελέτη του πεδίου της ΔΠΟΙ. Οι τρεις ιδεολογίες διαφέρουν σε ένα μεγάλο φά-σμα ζητημάτων και ερωτημάτων, όπως: ποια είναι η σημασία της αγοράς για την οικονομική με-γέθυνση και τη διανομή του πλούτου μεταξύ ομάδων και κοινωνιών; ποιος πρέπει να είναι ο ρό-λος των αγορών στην οργάνωση της εθνικής αλλά και της διεθνούς κοινωνίας; ποια είναι η επί-πτωση του συστήματος της αγοράς στα ζητήματα του πολέμου και της ειρήνης; Τα ερωτήματα αυτά, ανάμεσα σε άλλα, κατέχουν κεντρική θέση στις συζητήσεις για τη ΔΠΟΙ.

Οι τρεις ιδεολογίες είναι θεμελιακά διαφορετικές όσον αφορά τις αντιλήψεις τους για τις σχέσεις μεταξύ κοινωνίας, κράτους και αγοράς, και δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε πως κάθε διαμάχη στο πεδίο της ΔΠΟΙ ανάγεται στις διαφορετικές αντιλήψεις για τις σχέσεις αυτές. Η ιδε-ολογική αυτή σύγκρουση δεν έχει μόνο ιστορικό ενδιαφέρον. Ο οικονομικός φιλελευθερισμός, ο μαρξισμός και ο οικονομικός εθνικισμός εξακολουθούν να κυριαρχούν στις σύγχρονες συζητή-σεις στην αυγή του εικοστού πρώτου αιώνα. Οι ιδεολογίες αυτές καθορίζουν τις συγκρουόμενες αντιλήψεις που έχουν οι άνθρωποι, όσον αφορά τις συνέπειες του συστήματος της αγοράς στην εθνική και την παγκόσμια κοινωνία. Πολλά από τα ζητήματα που προκάλεσαν έντονες διαμάχες τον 18ο και 19ο αιώνα, αρχίζουν ξανά να συζητούνται έντονα.

Είναι σημαντικό να κατανοηθεί η φύση και το περιεχόμενο αυτών των τριών αντιτιθέμενων ιδεολογιών της Πολιτικής Οικονομίας. Ο Gilpin χρησιμοποιεί τον όρο «ιδεολογία» αντί του όρου «θεωρία» επειδή όπως ισχυρίζεται και οι τρεις περιέχουν ένα ολοκληρωμένο σύστημα πεποιθή-σεων σχετικά με τη φύση των ανθρώπινων όντων και την κοινωνία, και έτσι συγγενεύουν με αυτό που ο Thomas Kuhn έχει αποκαλέσει «Θεωρητικό μοντέλο» (Παράδειγμα). Οι ιδεολογίες αποτε-λούν πνευματικές δεσμεύσεις που πολύ δύσκολα μπορούν να ξεριζωθούν από την ανθρώπινη σκέψη και συνείδηση. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι ιδεολογίες προσφέρουν επιστημονικές περιγραφές σχετικά με το πως λειτουργεί στην πραγματικότητα ο κόσμος, ενώ ταυτόχρονα είναι κανονιστικές θέσεις σχετικά με το πως θα έπρεπε να λειτουργεί.

Οι τρεις θεωρίες που θα αναπτύξουμε στη συνέχεια έχουν άσκησα σημαντικότατη επιρροή τόσο στην ακαδημαϊκή έρευνα όσο και στις πολιτικές υποθέσεις.

Πολύ συνοπτικά και απλουστευμένα θα μπορούσαμε να δώσουμε τα ιδιαίτερα στοιχεία της κάθε μίας από τις τρεις προσεγγίσεις. Ο μερκαντιλισμός ή οικονομικός εθνικισμός, ο οποίος ανα-πτύχθηκε από την πρακτική των πολιτικών στα πρώτα στάδια της νεότερης εποχής, δέχεται και υποστηρίζει το προβάδισμα της πολιτικής έναντι της οικονομικής. Στην ουσία πρόκειται για ένα δόγμα οικοδόμησης κράτους το οποίο υποστηρίζει ότι η αγορά θα πρέπει να υποτάσσεται στην προαγωγή των συμφερόντων του κράτους. Υποστηρίζει ότι τα πολιτικά υποκείμενα μπορούν ή τουλάχιστον πρέπει να καθορίζουν τις οικονομικές σχέσεις. Ο φιλελευθερισμός που αναδύθηκε από το Διαφωτισμό στα κείμενα του Adam Smith και άλλων, ήταν μια αντίδραση στην εμπορο-κρατία, και έχει ενσωματωθεί στην ορθόδοξη Οικονομική. Δέχεται ότι η Πολιτική και η Οικονο-μική υπάρχουν, τουλάχιστον ιδεατά, σε δύο ξεχωριστές σφαίρες. Υποστηρίζει ότι οι αγορές ~- θα πρέπει να είναι απαλλαγμένες από κρατικές και πολιτικές παρεμβάσεις προς όφελος της αποδοτι-κότητας, της ανάπτυξης και της ελεύθερης επιλογής του καταναλωτή. Ο μαρξισμός που αναπτύ-χθηκε στα μέσα του 18ου αιώνα, ως αντίδραση στο φιλελευθερισμό και την κλασική Οικονομική, ισχυρίζεται ότι η Οικονομία επηρεάζει καθοριστικά την Πολιτική. Η πολιτική σύγκρουση προκύ-πτει από την πάλη των τάξεων για τη διανομή του πλούτου. Άρα η πολιτική σύγκρουση θα πάψει όταν καταργηθούν η αγορά και η ταξική κοινωνία.

Ειδικότερα, ο Μερκαντιλισμός είναι η παλαιότερη και από ιστορική σκοπιά ίσως η πιο ση-μαντική Θεωρητική προσέγγιση της ΔΠΟΙ. Το κεντρικό θέμα πάνω στο οποίο επικεντρώνεται η προσέγγιση αυτή είναι το πρόβλημα της ασφάλειας. Ο ρόλος του κράτους και της αγοράς εξετά-ζονται στο πλαίσιο της εξασφάλισης και υποστήριξης, σε όλες τις μορφές, της ασφάλειας μιας χώρας. Θα εξετάσουμε τρεις βασικές διαστάσεις του μερκαντιλισμού. Α). Το μερκαντιλισμό ως

Page 9: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 7

μια περίοδο της παγκόσμιας ιστορίας. Β) Το μερκαντιλισμό ως πολιτική φιλοσοφία, Γ) Το μερ-καντιλισμό ως ένα σύνολο κρατικών πολιτικών και δραστηριοτήτων.

Ο μερκαντιλισμός ως θεωρητική προσέγγιση και ως σύστημα ιδεών και μέσων πολιτικής διαχρονικά έχει υποστεί αλλαγές, ή θα το λέγαμε καλύτερα, εξελίξεις. Λυτό είναι φυσιολογικό και αναμενόμενο αφού το ίδιο το οικονομικό σύστημα, η δομή των εθνικών οικονόμων, αλλά, ακόμη πιο σημαντικό, τα προβλήματα ασφάλειας των χωρών και οι πολιτικές για την αντιμετώπι-ση και επίλυση τους έχουν επίσης μεταβληθεί. Θα ξεκινήσουμε λοιπόν την ανάλυση μας από το σύστημα ιδεών του κλασικού μερκαντιλισμού, και στη συνέχεια θα επικεντρώσουμε την προσοχή μας στην εξέλιξη του κλασικού μερκαντιλισμού σε οικονομικό εθνικισμό, καθώς και σε νεομερ-καντιλιστικές ιδέες και πολιτικές που υποστηρίζονται και εφαρμόζονται σήμερα.

Εκείνο που πρέπει ωστόσο να συγκρατήσουμε από την ανάλυση που ακολουθεί είναι το πως και το γιατί διαφέρουν μεταξύ τους οι διάφορες μορφές μερκαντιλισμού, αλλά και τι είναι εκείνο που της ενοποιεί ως μία ενιαία προσέγγιση. Ο μερκαντιλισμός είναι η θεωρητική προσέγ-γιση που ενδιαφέρεται πρωτίστως για μία από τις περισσότερο σημαντικές πτυχές του εθνικού κράτους. Τη δημιουργία πλούτου και δύναμης με σκοπό τη διατήρηση και την προστασία της εθνικής ασφάλειας και ανεξαρτησίας. Οποτεδήποτε συναντάμε ιδέες και ενδιαφέρον σχετικά με εξωτερικές απειλές στην εθνική ασφάλεια, στρατιωτική, οικονομική, ή πολιτιστική, ουσιαστικά έχουμε δείγματα μερκαντιλιστικής σκέψης και αντίληψης. Συχνά, στην οικονομική κυρίως βιβλι-ογραφία, ο μερκαντιλισμός ορίζεται κατά κάποιο τρόπο στενά, με όρους κρατικών πολιτικών και προσπαθειών να προάγουν τις εξαγωγές και να περιορίσουν τις εισαγωγές με στόχο τη δημιουρ-γία εμπορικών πλεονασμάτων, πλούτου και δύναμης. Με μια πιο ευρύτερη ερμηνεία, ο μερκαντι-λισμός είναι η θεωρητική προσέγγιση που βάζει την ασφάλεια στο κέντρο των εθνικών συμφερό-ντων. Η ασφάλεια μιας χώρας απειλείται με διάφορους τρόπους: από ξένους στρατούς, από ξένες επιχειρήσεις και τα προϊόντα τους, από την επίδραση που ασκούν στους διεθνείς νόμους ανταγω-νιστικά κράτη, από κανόνες και θεσμούς, ακόμη και από ταινίες άλλων χωρών, περιοδικά, που αδυνατίζουν και υπονομεύουν την οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική συνοχή μιας χώρας.

2.2 ΜΕΡΚΑΝΤΙΛΙΣΜΟΣ ΩΣ ΙΣΤΟΡΙΑ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ , ΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ Ο όρος μερκαντιλισμός χρησιμοποιείται με τρεις διαφορετικούς τρόπους στη ΔΠΟΙ. Μερι-

κές φορές αναφέρεται σε μια περίοδο της ιστορίας. Άλλες φορές αναφέρεται ως μια θεωρητική προσέγγιση ή ως φιλοσοφία πολιτικής οικονομίας. Πιο συχνά ο όρος χρησιμοποιείται αναφορικά με ένα σύνολο κρατικών πολιτικών και ενεργειών που στοχεύουν στην διασφάλιση της εθνικής ασφάλειας και ανεξαρτησίας, κυρίως της εθνικής οικονομίας.

Η μερκαντιλιστική περίοδος της ιστορίας συνδέεται με την άνοδο του σύγχρονου εθνικού κράτους σε πολλές χώρες της Ευρώπης, στη διάρκεια του 15ου και μέχρι το 18ο αιώνα. Εξαίρεση για παράδειγμα αποτελούν η Γερμανία και η Ιταλία, που τα εθνικά κράτη τους συγκροτούνται στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Αυτή ήταν μια περίοδος της ιστορίας όπου κυριάρχησε η ιδέα της οικοδόμησης του εθνικού κράτους με στόχο την ασφάλεια και την παρέμβαση στην οικονο-μία. Το έθνος είναι το σύνολο τ(υν ανθρώπων που στη βάση της παράδοσης τους, της κοινής γλώσσας, της ιστορίας τους, καθώς και άλλων κοινών στοιχείων, ορίζουν τους εαυτούς τους ως μέλη της ίδιας πολιτικής κοινότητας. Το κράτος είναι μια νόμιμη οντότητα, θεωρητικά ελεύθερη από εξωτερικές επιδράσεις και παρεμβάσεις, που διαθέτει το μονοπώλιο των φυσικών πόρων και ασκεί πολιτική εξουσία στους πολίτες μιας καλά προσδιορισμένης γεωγραφικής περιοχής.

Γα νεοσύστατα εθνικά κράτη είχαν πολλές ανάγκες που ικανοποιούνταν με τη χρήση πολε-μικών ή ειρηνικών μέσων. Η ιστορία της Ευρώπης είναι γεμάτη από παραδείγματα πολέμου και ειρήνης. Στο ιστορικό αυτό περιβάλλον, η ασφάλεια ήταν ο πρώτιστος στόχος για το κράτος, α-φού η ευημερία, η δικαιοσύνη και η εσωτερική ειρήνη ήταν δίχως νόημα στην περίπτωση ξένης κατοχής. Η ασφάλεια ήταν ωστόσο δαπανηρή, γιατί ο εξοπλισμός και η διατήρηση στρατού, ναυ-τικού, κλπ., απαιτούσαν τη δέσμευση σημαντικών πόρων. Το κλειδί για την ασφάλεια και την εθνική ισχύ ήταν ο πλούτος. Και το κλειδί του πλούτου ήταν η ικανότητα να διατηρήσεις τον πλούτο ασφαλή. Ο ιστορικές αυτές συνθήκες ήταν που γέννησαν την πολιτική φιλοσοφία του μερκαντιλισμού.

Στη φιλοσοφία του μερκαντιλισμού, ο πλούτος και η ισχύς βρίσκονται μεταξύ τους σε μια στενή σχέση αλληλεπίδρασης. Συνθέτουν ένα ισχυρό κύκλο όπου η ισχύς δημιουργεί πλούτο και

Page 10: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 8

ο πλούτος αυξάνει την ισχύ, που με τη σειρά της δημιουργεί τις συνθήκες για την περαιτέρω αύ-ξηση του πλούτου και την επίτευξη της ευημερίας και της ασφάλειας του έθνους. Μπορούν να αποτελέσουν ωστόσο και ένα φαύλο κύκλο, όπου η ανεπαρκής ισχύς οδηγεί σε μείωση του πλού-του έναντι των άλλων χωρών. Όσο φτωχότερο είναι ένα έθνος, τόσο αδύναμο και ευάλωτο είναι. Λυτός ο φαύλος κύκλος αδυναμίας και φτώχειας εάν δεν αντιμετωπιστεί θα οδηγήσει σε κατα-στροφικά αποτελέσματα τη χώρα και το έθνος. Η εθνική στρατηγική'! λοιπόν, σύμφωνα με την αντίληψη των μερκαντιλιστών, καλείται να επιλέξει ανάμεσα στον πλούτο, την ισχύ και την α-σφάλεια από τη μία πλευρά, τη φτώχεια, το φόβο και την υποδούλωση από την άλλη.

Τα πρώτα Ευρωπαϊκά κράτη εφάρμοσαν μερκαντιλιστικές πολιτικές επιδιώκοντας να δημι-ουργήσουν πλούτο μέσω του εμπορίου, προωθώντας τις εξαγωγές έναντι των εισαγωγών. Η εθνι-κή αυτή στρατηγική θα μπορούσε πολύ απλά να εκφραστεί μέσω της ακόλουθης και απλής ιδέας ενός Γερμανού μερκαντιλιστή, του Becher, ο οποίος υποστήριζε ότι είναι καλύτερο να εξάγουμε τα δικά μας προϊόντα στους άλλους, από το να εισάγουμε τα προϊόντα των άλλων χωρών. Η πρώ-τη επιλογή έχει συγκεκριμένα πλεονεκτήματα, ενώ η δεύτερη οδηγεί σε αναπόφευκτες ζημιές. Τα εμπορικά πλεονάσματα θεωρήθηκαν στο πλαίσιο αυτό η βάση και η πηγή του πλούτου και της δύναμης μιας χώρας, ενώ η εμπορική και οικονομική εξάρτηση αδυνατούσε το κράτος πολιτικά και οικονομικά και υπονόμευε την ασφάλεια και ανεξαρτησία του.

Οι κρατικές πολιτικές που υποστήριζαν και συμβούλευαν οι κλασικοί μερκαντιλιστές περι-λάμβαναν επιδοτήσεις εξαγωγών, δασμούς στις εισαγωγές προϊόντων, χρηματοδότη ση έργων υποδομής, όπως δρόμοι, κατασκευή πλοίων, φορολογικές ελαφρύνσεις και εξαιρέσεις και κυρίως συσσώρευση πολύτιμων μετάλλων, χρυσού και αργύρου, με εκμετάλλευση κυρίως των αποικιών. Οι πολιτικές αυτές που αποσκοπούσαν στην ενίσχυση της εμπορικής ικανότητας της χώρας και στη δημιουργία εμπορικών πλεονασμάτων, μέσω της προώθησης των εξαγωγών, αποτελούν κύ-ριο γνώρισμα του κλασικού μερκαντιλισμού, ενώ διαφέρουν από τις μετέπειτα πρακτικές και πο-λιτικές της μερκαντιλιστικής παράδοσης.

Η ανάπτυξη του εμπορίου την εποχή εκείνη αύξησε τον ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο. Τα νεοσύστατα κράτη συχνά χρησιμοποιούσαν ένα σύνολο προστατευτικών πολιτικών και νομισματικών μέσων σε συνδυασμό με άλλα οικονομικά εργαλεία για να αυξήσουν τον πλούτο και τη στρατιωτική δύναμη τους. Επίσης, οι πολιτικές αυτές συχνά ερμηνεύονταν ως πολιτικές που στόχευαν στην αποδυνάμωση των άλλων κρατών.

Σύμφωνα με τη μερκαντιλιστική θεώρηση, σε ένα οικονομικά ανταγωνιστικό και πολιτικά εχθρικό περιβάλλον, το όφελος που έχει ένα κράτος που εφαρμόζει παρεμβατικές πολιτικές εξι-σώνεται με τη ζημία των άλλων κρατών, συνεπώς, έχουμε ένα μηδενικό συνολικά αποτέλεσμα σε παγκόσμια κλίμακα. Η προσέγγιση αυτή αντιλαμβάνεται την εθνική ισχύ με όρους απόλυτου ο-φέλους ή κόστους. Η αποικιοκρατία, σε συνδυασμό με την κρατική στρατιωτική δύναμη, έγινε ένα σημαντικό εργαλείο στις προσπάθειες των μερκαντιλιστών να ελέγξουν το εμπόριο. Οι αποι-κίες λειτουργούσαν ως αποκλειστικές αγορές των προϊόντων της μητροπολιτικής χώρας, ως πηγές πρώτων υλών και ειδικά εισροής πολύτιμων μετάλλων και προμηθευτές φθηνής εργατικής δύνα-μης. Ο κλασικός μερκαντιλισμός συνεπώς αναφέρεται σε μια περίοδο της ιστορίας όπου τα νεο-εμφανιζόμενα εθνικά κράτη αντιμετώπιζαν το πρόβλημα της ασφάλειας. Η πολιτική φιλοσοφία του μερκαντιλισμού προσέφερε στις κυβερνήσεις των κρατών αυτών τρόπους να δημιουργήσουν ένα δυναμικό κύκλο δύναμης και πλούτου που θα τους επέτρεπε να διασφαλίσουν την ασφάλεια και την ευημερία τους. Οι μερκαντιλιστικές πολιτικές περιλάμβαναν περιορισμούς εισαγωγών, μέτρα ενθάρρυνσης των εξαγωγών, όπως επιδοτήσεις και τη διαμόρφωση αποικιοκρατικών αυτο-κρατοριών. Η ιστορία βέβαια απέδειξε ότι οι μερκαντιλιστικές πολιτικές δεν πέτυχαν τα προσδο-κά)μένα αποτελέσματα τους, άλλα λειτούργησαν ως τροχοπέδη στη δημιουργία πλούτου, δύνα-μης και εθνικής ασφάλειας.

2.3 ΜΕΡΚΑΝΤΙΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ- ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Αρκετά συχνά οι ιδέες των μερκαντιλιστών και των ρεαλιστών εμφανίζονται ως ταυτόση-

μες, γιατί η φιλοσοφία του ρεαλισμού όπως και αυτή του μερκαντιλισμού βλέπει θετικά και υπο-στηρίζει τρόπους που η πολιτική, η δύναμη και το κράτος μπορούν να επηρεάζουν την οικονομία και τις αγορές. Ο ρεαλισμός (με τις διαφορετικές προσεγγίσεις του) αποτελεί την κυρίαρχη άπο-ψη πολλών ηγετών κρατών και υπουργείων εξωτερικών μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο.

Page 11: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 9 Οι δύο προσεγγίσεις έχουν πολλές κοινές υποθέσεις, αλλά και διαφορές. Για τους ρεαλιστές

το εθνικό κράτος είναι ο βασικός παίκτης στο διεθνές σύστημα γιατί διαθέτει μεγάλη πολιτική εξουσία. Μία από τις βασικές υποθέσεις της ρεαλιστικής προσέγγισης είναι ότι το διεθνές σύστη-μα βρίσκεται σε μια συνεχή κατάσταση δυνητικής αναρχίας, λόγω των ανταγωνιστικών εθνικών συμφερόντων που πιέζουν τα εθνικά κράτη να ανταγωνίζονται μεταξύ τους για τον έλεγχο των περιορισμένων σε μέγεθος πόρων. Η ισχύς είναι ο κύριος και αποκλειστικός κριτής των συ-γκρούσεων και απορρέει από τη διαθεσιμότητα φυσικών πόρων, τη γεωγραφική περιοχή, το στρατιωτικό εξοπλισμό και άλλα εθνικά προσόντα. Για τους ρεαλιστές, οι ικανότητες του εθνικού κράτους και η παγκόσμια διανομή ισχύος καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο ανταγωνιστικά κράτη διευθετούν τις μεταξύ τους διαφορές.

Για τους ρεαλιστές, ο ανταγωνισμός των κρατών καταλήγει σε ένα αθροιστικά μηδενικό αποτέλεσμα, αφού τα σχετικά κέρδη ενός κράτος αξιολογούνται ως η απόλυτη ζημία ενός άλλου. Για τους ρεαλιστές, όπως και για τους μερκαντιλιστές, τα μέτρα που λαμβάνονται για την ενίσχυ-ση της ασφάλειας ενός κράτους, αναπόφευκτα μειώνουν την ασφάλεια των άλλων χωρών, λόγω του σχετικά σταθερού μεγέθους της δύναμης παγκοσμίως.

Μια διαφορά ανάμεσα στους μερκαντιλιστές και στους ρεαλιστές είναι η έμφαση που δί-νουν οι δεύτεροι στη στρατιωτική ισχύ. Η τελευταία κατανοείται από τους ρεαλιστές ως το βασι-κό αποτρεπτικό εργαλείο σε ενδεχόμενες επεκτατικές βλέψεις άλλων χωρών. Οι μερκαντιλιστές δίνουν έμφαση στην οικονομική πλευρά των ανταγωνιστικών συμφερόντων. Μια δυναμική οικο-νομία κρίνεται σημαντική για τη χρηματοδότηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων που εγγυώ-νται την εθνική ασφάλεια.

Η επιδίωξη της δύναμης και του πλούτου κρίνεται και από τις δύο προσεγγίσεις ως ο τελι-κός στόχος κάθε εθνικής πολιτικής. Η άποψη αυτή έχει γίνει άξονας σκέψης για τους οικονομι-κούς εθνικιστές και τους νεομερκαντιλιστικές διαμορφωτές πολιτικής, όπως θα δούμε στη συνέ-χεια. Πρέπει να σημειώσουμε ωστόσο ότι, για μια χώρα που έχει ως αποκλειστικό στόχο την α-σφάλεια της, η οικονομία παραμένει ένα από τα εργαλεία που το κράτος χρησιμοποιεί για να πε-τύχει εσωτερικούς και εξωτερικούς πολιτικούς στόχους.

2.4 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ: Η ΠΡΩΤΗ ΦΑΣΗ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΤΟΥ ΜΕΡΚΑΝΤΙΛΙΣΜΟΥ Ο μερκαντιλισμός εξελίχθηκε και προσαρμόστηκε στις μεταβαλλόμενες οικονομικές και

πολιτικές συνθήκες. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της εξέλιξης αυτής είναι η ανάπτυξη του οικονομικού εθνικισμού ως μια μορφή μερκαντιλισμού στο τέλος του 18ου και στη διάρκεια του 19ου αιώνα.

Ενώ ο κλασικός μερκαντιλισμός επικεντρωνόταν στη δημιουργία πλούτου και δύναμης μέ-σω του άνισου εξωτερικού εμπορίου, ο οικονομικός εθνικισμός επικεντρώνεται στην εσωτερική ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας. Σε σημαντικό βαθμό, ο οικονομικός εθνικισμός ήταν μια μορ-φή αντίδρασης στον οικονομικό φιλελευθερισμό. Καθώς η Μεγάλη Βρετανία γινόταν η πλουσιό-τερη και ισχυρότερη χώρα την εποχή εκείνη, άλλες χώρες, όπως η Γερμανία και οι ΗΠΑ, αύξα-ναν το ενδιαφέρον τους για την ανεξαρτησία τους και υιοθετούσαν εθνικές πολιτικές για να προ-στατευθούν από την επιθετικά φιλελεύθερη πολιτική της Μ. Βρετανίας.

Τα βασικά σημεία της προσέγγισης του οικονομικού εθνικισμού είναι τα ακόλουθα. Οι βελ-τιώσεις στην τεχνολογία παραγωγής και στις μεταφορές σταδιακά δημιουργούν τις δομές για την ανάπτυξη εθνικής οικονομίας (εθνική οικονομική ολοκλήρωση σε αντίθεση με τις τοπικές η πε-ριφερειακές οικονομικές οργανώσεις). Τα πολιτικά σύνορα των κρατών ταυτίζονται σε μεγάλο βαθμό με τα σύνορα των αγορών. Η διαχωριστική γραμμή πλούτου και δύναμης δεν είναι ευδιά-κριτη, αφού το καθένα προϋπόθετε και δημιουργούσε το άλλο. Για να είναι μια χώρα πολιτικά ανεξάρτητη, θα πρέπει να είναι οικονομικά ανεξάρτητη δύναμη.

Ποιο ήταν όμως το παράδοξο της εποχής εκείνης; Στο βαθμό που οι αγορές αφέθηκαν στους δικούς τους μηχανισμούς, δημιουργήθηκαν δεσμοί μεταξύ των εθνικών και των διεθνών αγορών, δεσμοί που για τους κλασικούς μερκαντιλιστές ήταν μηχανισμοί εξάρτησης. Πως θα μπορούσε μια χώρα να είναι ανεξάρτητη όταν στηρίζει για παράδειγμα τη βιομηχανική της παρα-γωγή σε εισαγωγές από άλλες χώρες, ή την αγροτική της παραγωγή σε εξαγωγές προς τρίτους;

Page 12: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 10 Εάν, όπως πίστευαν οι μερκαντιλιστές, οι απορρυθμισμένες αγορές οδηγούν σε οικονομική

εξάρτηση, τότε ήταν ευθύνη του κράτους να δημιουργήσει και να ενισχύσει τους εσωτερικούς δεσμούς των αγορών ώστε να αναπτύξει την εθνική οικονομία σαν μια ισχυρή και ανεξάρτητη μηχανή πλούτου και δύναμης. Η ιδέα ότι τα οικονομικά συμφέροντα της χώρας πρέπει να είναι υπεράνω των οικονομικών συμφερόντων των ατόμου ν και να εξυπηρετούνται μέσω ισχυρής κρατικής δραστηριότητας έχει ταυτιστεί με τον οικονομικό εθνικισμό.

Οι πιο γνωστοί υποστηρικτές των ιδεών του οικονομικού εθνικισμού ήταν ο Αμερικανός Alexander Hamilton (1755-1804) και ο Γερμανός Friedrich List (1789-1846). Στην Αμερική ο Hamilton υποστήριζε ότι μια ισχυρή βιομηχανική βάση για την εθνική οικονομία απαιτεί ένα ε-νεργό κράτος και εμπορική προστασία των Αμερικανικών νέων και συνεπώς αδύναμων βιομηχα-νικών κλάδων (infant industries). Ο Hamilton είδε την οικονομική ασφάλεια των HI ΙΑ να απει-λείται από τις μερκαντιλιστικές πολιτικές των άλλων χωρών και διαπίστωσε την ανάγκη για ισχυ-ρή κρατική δράση, ώστε να ανακοπούν οι επιθετικές οικονομικές πρωτοβουλίες των ξένων. Ευ-νοούσε πολιτικές επιδοτήσεων που θα καθιστούσαν τα αμερικανικά προϊόντα περισσότερο αντα-γωνιστικά, στο εσωτερικό και το εξωτερικό, ενώ ήταν διστακτικός σε πολιτικές δασμών για τον περιορισμό των εισαγωγών.

Το 19ο αιώνα ο Γερμανός πολιτικός-οικονομολόγος List ήταν ακόμη περισσότερο ένθερμος υποστηρικτής των ιδεών του οικονομικού εθνικισμού. Διωγμένος αρχικά από τη Γερμανία για τις ριζοσπαστικές ιδέες του για το ελεύθερο εμπόριο, ο List πήγε στις ΗΠΑ όπου και χρονικά συνέ-πεσε με τα αποτελέσματα των πολιτικών του Hamilton. Ο List είδε μία χώρα που είχε πετύχει μόνη της την ανεξαρτησία και την ασφάλεια της. Η δύναμη του να παράγεις ήταν περισσότερο σημαντική από τον πλούτο. Ο List άρχισε να επιχειρηματολογεί υπέρ της σημασίας της βιομηχα-νίας στην οικονομική ανάπτυξη, στον πλούτο και τη δύναμη, ενώ υποτιμούσε το ρόλο του αγρο-τικού τομέα.

Η βιομηχανία, κατά την άποψη του List, ανέπτυσσε περισσότερο τις ανθρώπινες ικανότητες και προσέφερε ευκαιρίες έναντι του αγροτικού τομέα. Η εκβιομηχάνιση είχε θετικές εξωτερικές επιδράσεις σε όλη την οικονομία και οδηγούσε σε οικονομική'] ανάπτυξη. Η ανάπτυξη εγχώριας βιομηχανίας αποτελεί τη βάση της οικονομικής αυτάρκειας και της πολιτικής αυτονομίας.

Οι ιδέες των Hamilton και List ήταν σε μια κατεύθυνση πατριωτικού οικονομικού εθνικι-σμού στο βαθμό που υποστήριζαν κρατικές πολιτικές που εξυπηρετούν τα εθνικά συμφέροντα μέσω της ισχυροποίησης της εκβιομηχάνισης της χώρας. Ο ιδέες τους συνένωναν το εθνικό συμ-φέρον με τον θετικό ρόλο του κράτους στην οικονομία και τη βραχυχρόνια θυσία έναντι του μα-κροχρόνιου οφέλους. Πολλοί έβλεπαν το τρίγωνο αυτό σαν τη κατάλληλη φόρμουλα για της οι-κοδόμηση της χώρας.

Η πλευρά αυτή των ιδεών της Πολιτικής Οικονομίας του μερκαντιλισμού είναι ακόμη και σήμερα σε σημαντικό βαθμό παρούσα. Πολλοί διαμορφωτές πολιτικής, κυρίως στις αναπτυσσό-μενες χώρες, προσεγγίζουν την ανάπτυξη των οικονομιών τους υπό το πρίσμα της σύγκλισης με της αναπτυγμένες βιομηχανικά οικονομίες (η θεωρία του catching up). Για να το πετύχουν αυτό. συχνά καταλήγουν σε προτάσεις πολιτικής, όπου το κράτος καλείται να ενισχύσει την εγχώρια βιομηχανία και ειδικά της νηπιακές βιομηχανίες έναντι των ώριμων βιομηχανιών και των προ-στατευτικών πολιτικών των αναπτυγμένων χωρών.

Αν και οι στόχοι της προσέγγισης του οικονομικού εθνικισμού για οικοδόμηση μιας εγχώ-ριας οικονομικής δύναμης με στόχο την ασφάλεια και την ανεξαρτησία είναι συγκεκριμένοι, οι μεταβολές στο οικονομικό περιβάλλον και στις υποδομές, π.χ. βελτιώσεις στην τεχνολογία, στις τηλεπικοινωνίες, στις μεταφορές, μεταβάλλουν τις επιπτώσεις των ασκούμενων πολιτικών σημα-ντικά. Στο τέλος του 19ου αιώνα, η ικανότητα μιας χώρας να παράγει βιομηχανικά προϊόντα συ-χνά υπερέβαινε τα όρια των εγχώριων αγορών και την απορροφητική τους ικανότητα. Τότε η επι-κέντρωση των υποστηρικτών του οικονομικού εθνικισμού στράφηκε από την ανάπτυξη εγχώριας παραγωγικής δύναμης σε ανεύρεση αγορών για την εγχώρια παραγωγή. Το κλειδί για την επίτευ-ξη ασφάλειας άλλαξε, από την ισχυρή εγχώρια οικονομία σε επεκτεινόμενη εξωτερικά οικονομι-κή αυτοκρατορία ικανή να προσφέρει σπάνιους πόρους στους εγχώριους παραγωγούς και να α-νοίγει αγορές για την εγχώρια παραγωγή. Σε επίπεδο πολιτικής, οι ιδέες του οικονομικού εθνικι-σμού βοήθησαν την ανάπτυξη του ιμπεριαλισμού.

Καθώς πολλές χώρες υιοθέτησαν αντίστοιχες πολιτικές, δηλαδή πρώτα να αναπτύξουν την εγχώρια βιομηχανία τους και στη συνέχεια να επεκταθούν στις ξένες αγορές, τα εθνικά συμφέρο-ντα ήρθαν σε σύγκρουση. Θα μπορούσε να υποστηριχτεί ότι, ως ένα βαθμό, ο Α' και ο Β' Παγκό-

Page 13: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 11

σμιος Πόλεμος έχουν τις ρίζες των αιτιών τους στον έντονο διεθνή ανταγωνισμό που προκαλούσε ο οικονομικός εθνικισμός.

2.5 Η ΆΝΟΔΟΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ-ΜΕΡΚΑΝΤΙΛΙΣΜΟΥ Στην παρούσα φάση ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας, η διεθνής οικονομική αλληλε-

ξάρτηση έχει φτάσει ίσως στο υψηλότερο επίπεδο της μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Υπάρ-χουν ωστόσο υποστηρικτές της άποψης ότι η διεθνής οικονομική αλληλεξάρτηση ήταν μεγαλύτε-ρη πριν τον Λ' παγκόσμιο πόλεμο και ειδικά στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Στην παρούσα εξέλιξη συνέβαλε, και η κατάρρευση των καθεστώτων της Λ. Ευρώπης και της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.

Διεθνείς οργανισμοί, όπως η GATT, (Γενική Συμφωνία για τους Δασμούς και το Εμπόριο), η ΙΙΟΕ (Παγκόσμια Οργάνωση Εμπορίου), και η οικονομική συνεργασία των χωρών της Ασίας-Ειρηνικού, συστηματικά προωθούν το ελεύθερο εμπόριο και το άνοιγμα των αγορών. Η λογική πίσω από τις πολιτικές των οργανισμών αυτών είναι ότι το ελεύθερο εμπόριο και οι ανοικτές, οι απελευθερωμένες από περιορισμούς, αγορές θα αποτρέψουν συγκρούσεις μερκαντιλιστικού τύ-που που γνώρισε η ανθρωπότητα στο πρόσφατο παρελθόν με οδυνηρές συνέπειες.

Το ελεύθερο εμπόριο και οι ανοικτές αγορές δημιουργούν ωστόσο ένα δίλημμα για τα εθνι-κά κράτη. Η εκτίμηση του Gilpin στο θέμα αυτό είναι ενδεικτική:

«Οι ισχυρές δυνάμεις της αγοράς με τη μορφή του εμπορίου, του χρήματος και των ξένων επενδύσεων τείνουν να παρακάμψουν τα εθνικά σύνορα, να αποφύγουν κάθε είδους πολιτικό έ-λεγχο και να ολοκληρώνουν τις κοινωνίες. Η βούληση των κυβερνήσεων είναι να περιορίζουν, να συνδέουν και να κάνουν τις οικονομικές δραστηριότητες τέτοιες που να ικανοποιούν τα συμφέ-ροντα των εθνικών κρατών και ισχυρών ομάδων μέσα σε αυτά. Η λογική της αγοράς είναι να συ-γκεντρώνει τις οικονομικές δραστηριότητες εκεί όπου είναι περισσότερο παραγωγικές και κερδο-φόρες. Η λογική του κράτους είναι να ελέγχει τη διαδικασία οικονομικής μεγέθυνσης και κεφα-λαιακής συσσώρευσης».

Η δέσμευση των διεθνών αυτών οργανισμών στο ειρηνικό διεθνές εμπόριο δεν σημαίνει ότι τα εθνικά κράτη έπαψαν να ενδιαφέρονται για την οικονομική ασφάλεια και ανεξαρτησία τους. Τα εθνικά κράτη σήμερα επεξεργάζονται τις πολιτικές προστασίας τους μέσα σε ένα διεθνές πο-λιτικό-οικονομικό περιβάλλον που αυξανόμενα αποθαρρύνει την ανάληψη κλασικών μερκαντιλι-στικών πολιτικών, ειδικά την επιβολή δασμών και ποσοστώσεων. Αποκαλούμε νεο-μερκαντιλισμό το σύνολο εκείνων των πολιτικών που πρόσφατα άρχισαν να εφαρμόζονται, και οι οποίες είναι ουσιαστικά μερκαντιλιστικές στη φιλοσοφία τους και υιοθετήθηκαν από μεμονωμένα κράτη μέσα σε ένα αυξανόμενα ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον.

Σε αντίθεση με τη χρήση υπερπροστατευτικών περιορισμών στις ροές εμπορίου, μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, οι νεομερκαντιλιστικές πολιτικές σχεδιάστηκαν με τρόπο που να μην εμφα-νίζονται υπερβολικά προστατευτικές. Πολλές από αυτές δημιουργούσαν οικονομικά και πολιτικά πλεονεκτήματα για τις εθνικές βιομηχανίες και ιδιωτικές επιχειρήσεις, ενώ άλλες προσπαθούσαν να περιορίσουν τα πλεονεκτήματα που τα άλλα κράτη προσέφεραν στις δικές τους βιομηχανίες.

2.5.1 Παράδειγμα Νέο-Μερκαντιλιστικής Πολιτικής

Η πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του 1970 προκάλεσε τα εθνικά αντανακλαστικά πολλών αναπτυγμένων χωρών, που στρατηγικά επέλεξαν τη μείωση της εξάρτησης τους σε πετρέλαιο. Άρχισαν λοιπόν να χρηματοδοτούν έρευνες και την εξόρυξη πετρελαίου από άλλες περιοχές, π.χ. στην Αλάσκα οι ΗΠΑ, ώστε να περιορίσουν το μονοπώλιο των χωρών-μελών του ΟΠΕΚ. Επί-σης, προχώρησαν στη λήψη πολιτικών με έμφαση στα κίνητρα για αυτούς που θα περιόριζαν τη χρήση πετρελαίου, στη χρηματοδότηση εναλλακτικών πηγών ενέργειας. Οι αυτοκινητοβιομηχα-νίες έστρεψαν την έρευνα τους στο σχεδιασμό και στην παραγωγή αυτοκινήτων με λιγότερες α-νάγκες σε πετρέλαιο, κλπ.

Το ίδιο συνέβηκε και με άλλες σπάνιες πρώτες ύλες, π.χ. ουράνιο για την χρήση πυρηνικών αντιδραστήρων και ατομικών όπλων. Η προσέγγιση των ρεαλιστών και των νέο-μερκαντιλιστών στη ΔΠΟΙ είναι ότι, μέχρι ενός βαθμού, η εξάρτηση από ξένους προμηθευτές στρατηγικών πόρων (strategie resources) αποτελεί ένα μη αποδεκτό ρίσκο ασφάλειας.

Page 14: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 12 Οι ρεαλιστές και οι νέο-μερκαντιλιστές επίσης πιστεύουν ότι η διεθνής αλληλεξάρτηση δεν

είναι πάντοτε συμμετρική μεταξύ κρατών. Οι προμηθευτές πετρελαίου και άλλων σπάνιων πρώ-των υλών και εμπορευμάτων αξιολογούν την ικανότητα τους αυτή και την σχέση εξάρτησης των άλλων απέναντι τους ως θετικό στοιχείο για την δύναμη και την ασφάλεια τους. Η ικανότητα των χωρών αυτών να ελέγχουν το συνδυασμό τιμής και προσφοράς της πρώτης ύλης καθιστά τις πο-λιτικές τους εθνική απειλή ασφάλειας για τρίτες χώρες, εξαρτημένες από την σπανίζουσα πρώτη ύλη. Βέβαια μόνο σε ένα ιδανικό κόσμο απόλυτης αυτάρκειας θα μπορούσε μια χώρα να νιώθει απόλυτα ασφαλής.

Πολλές χώρες τις τελευταίες δεκαετίες είναι εγκλωβισμένες ανάμεσα στις διεθνείς υπο-χρεώσεις τους να προάγουν και να προστατέψουν το ελεύθερο εμπόριο, και στην επιθυμία τους να προστατέψουν την εθνικής τους ανεξαρτησία και οικονομική ασφάλεια. Ως αποτέλεσμα, μια ποικιλία από νέο-μερκαντιλιστικές τεχνικές προστασίας έχουν κάνει την εμφάνιση τους μετά το 1970. Πολλές από αυτές τις πολιτικές δεν είναι αποδεκτές από τις διεθνείς συμφωνίες για το ε-μπόριο.

Μερικές χώρες χρησιμοποιούν εξαγωγικές επιδοτήσεις για να μειώσουν τις τιμές των προ-ϊόντων τους και να αυξήσουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητα τους. Οι ΗΠΑ συχνά επιδοτεί τις α-γροτικές εξαγωγές τους με τον ισχυρισμό ότι αντισταθμίζει τις επιδοτήσεις της ΕΕ και την προ-σπάθεια της τελευταίας να αυξήσει τα αγροτικά της μερίδια στο διεθνές εμπόριο. Άλλες πολιτικές αποσκοπούν στη μείωση της εγχώριας κατανάλωσης εισαγόμενων προϊόντων. Και ενώ η GATT μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο επιτυχημένα περιόρισε την επιβολή δασμών, πολλές χώρες εξακο-λουθούν να χρησιμοποιούν ποσοστώσεις επί των εισαγωγών τους. Οι ποσοστώσεις προσδιορί-ζουν τη ποσότητα των ξένων προϊόντων που θα καταναλωθούν στην εσωτερική αγορά. Οι ΗΠΑ λ.χ. χρησιμοποιούν ποσοστώσεις στη ζάχαρη.

Ένας άλλος τρόπος περιορισμού των εισαγωγών είναι η συμφωνία του οικειοθελούς περιο-ρισμού των εξαγωγών προς μια χώρα. Είναι ένα είδους συμφωνίας κυρίων όπου ο εξαγωγέας μια χώρας οικειοθελώς περιορίζει την ποσότητα των εξαγωγών προς τον εισαγωγέα της χώρας. Τέ-λος, υπάρχουν πιο έμμεσες πολιτικές προστατευτισμού που συνδέονται με σύνθετους κυβερνητι-κούς ελέγχους και κανονισμούς, κανόνες υγιεινής και ασφάλειας, απαιτήσεις για την ετικέτα του προϊόντος κλπ., που περιορίζουν τις εισαγωγές μια χώρας.

Άλλα μέσα πολιτικής για την ενίσχυση της εγχώριας βιομηχανίας είναι η ευκολότερη πρό-σβαση στο δανεισμό, τα προγράμματα υποδομών, η προώθηση επενδύσεων, η άμεση κρατική ιδιοκτησία συγκεκριμένων κλάδων, η βοήθεια στο μάρκετινγκ εγχώριων προϊόντων στη διεθνή αγορά κλπ.

2.6 ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΑΜΥΝΤΙΚΟΣ ΜΕΡΚΑΝΤΙΛΙΣΜΟΣ Είναι κοινότυπο σήμερα να λέμε ότι ζούμε στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Τα τελευ-

ταία χρόνια η ΔΠΟΙ έχει γίνει περισσότερο μια παγκόσμια ΠΟΙ. Κάποια από τα σύγχρονα ρεύμα-τα του μερκαντιλισμού αντιλαμβάνονται την παγκοσμιοποίηση ως απειλή απέναντι στην εθνική ασφάλεια, δυνητικά ως απειλή απέναντι στην κυριαρχία του εθνικού κράτους.

Ο αγορές τείνουν να ενωθούν μεταξύ τους, επιδιώκοντας αποτελεσματικότητα διαμέσου μια διεθνούς κατανομής της εργασίας. Η διαδικασία αυτή δημιουργεί επίσης αλληλεξάρτηση, η οποία συχνά ερμηνεύεται ως απειλή για τα κράτη. Αυτό είναι ένα δίλημμα. Αυτό που είναι

οικονομικά αποτελεσματικό μπορεί μερικές φορές να απειλεί την ικανότητα του εθνικού κράτους να προστατέψει και να υπερασπίσει την οικονομική ασφάλεια.

Πως μπορούν τα κράτη να διευκολύνουν την αποτελεσματικότητα που φέρνει η παγκοσμι-οποίηση και επίσης να περιορίσουν κάποιες από τις αρνητικές συνέπειες της; Μια απάντηση στο ερώτημα αυτό ίσως είναι ο αμυντικός μερκαντιλισμός ο οποίος επιδιώκει να προστατέψει το ε-θνικό συμφέρον έναντι της παγκόσμιας επέκτασης των αγορών. Η διαφορά ανάμεσα στον αμυ-ντικό μερκαντιλισμό και στις άλλες μορφές μερκαντιλισμού είναι περισσότερο η πρόθεση και το κίνητρο. Στην πράξη είναι δύσκολο να δεις τη διαφορά μεταξύ του αμυντικού μερκαντιλισμού που επιδιώκει να προστατέψει την εγχώρια βιομηχανία από την παγκοσμιοποίηση και την προώ-θηση επιθετικών πολιτικών που επιδιώκουν να βοηθήσουν την εγχώρια βιομηχανία να διευρύ-νουν τα μερίδια της αγοράς έναντι των ανταγωνιστών. Και οι αμυντικές και οι επιθετικές πολιτι-κές στην πράξη βοηθούν τις εγχώριες επιχειρήσεις έναντι των ξένων ανταγωνιστών τους.

Page 15: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 13

2.7 ΒΑΣΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Ο μερκαντιλισμός είναι μία από τις παλαιότερες και πιθανά η πιο σημαντική προσέγγιση

στη ΔΠΟΙ. Η κεντρική ιδέα του μερκαντιλισμού σε όλες τις εξελικτικές του μορφές είναι ότι οι οικονομικές δραστηριότητες θα πρέπει να υπηρετούν τον σκοπό της οικοδόμησης του κράτους και της προαγωγής των κρατικών συμφερόντων. Όλοι οι μερκαντιλιστές όπως και οι ρεαλιστές αποδέχονται το προβάδισμα του κράτους, της εθνικής ασφάλειας και της στρατιωτικής ισχύος στην οργάνωση και λειτουργία του διεθνούς συστήματος. Κάποτε, η ασφάλεια ταυτιζόταν με τη στρατιωτική ασφάλεια και δύναμη. Στη σημερινή εποχή, η εθνική ασφάλεια είναι περισσότερη σύνθετη και πολύπλοκη και για να είναι μια χώρα πράγματι ασφαλής και ανεξάρτητη, χρειάζεται να είναι ασφαλής από στρατιωτικές, οικονομικές, τρομοκρατικές, περιβαλλοντικές ακόμη και πολιτιστικές απειλές. Η προσπάθεια μιας χώρας να αποκτήσει κάποιο από αυτά τα είδη ασφάλει-ας μπορεί να γίνει αιτία για να χάσει κάποιο άλλο είδος ασφάλειας.

Μέσα σε αυτή τη γενικότερη στάση μπορούμε να διακρίνουμε δύο βασικές θέσεις. Μερικοί θεωρούν την υπεράσπιση των εθνικών οικονομικών συμφερόντων ως ελάχιστη ουσιαστική προϋ-πόθεση για την ασφάλεια και την επιβίωση του κράτους. Αυτή η αμυντική θέση μπορεί να ονο-μαστεί «καλοπροαίρετος μερκαντιλισμός». Ο Gilpin ισχυρίζεται ότι στην κατηγορία αυτί\ μπο-ρούμε να τοποθετήσουμε τον List, ο οποίος πίστευε ότι ο αληθινός κοσμοπολιτισμός είναι δυνα-τός μόνο όταν θα έχουν αναπτυχθεί όλα τα κράτη.

Μια άλλη ομάδα μερκαντιλιστών βλέπει τη διεθνή οικονομία ως στίβο ιμπεριαλιστικής ε-πέκτασης και εθνικής μεγέθυνσης. Η επιθετική αυτή μορφή μπορεί να αποκληθεί «κακοπροαίρε-τος μερκαντιλισμός» Η οικονομική πολιτική των Ναζί στη δεκαετία του 1930 ανήκει στον τύπο αυτό.

Ο μερκαντιλισμός τόσο στην πρώτη περίοδο της νεότερης ιστορίας όσο και σήμερα, πηγά-ζει από την τάση των αγορών να συγκεντρώνουν πλούτο και να επιβάλλουν σχέσεις εξάρτησης ή ισχύος μεταξύ ισχυρών και ανίσχυρων οικονομιών. Στην πιο «καλοπροαίρετη» αμυντική μορφή του, ο μερκαντιλισμός προσπαθεί να προστατεύσει τη χώρα από δυσμενείς εξωτερικές οικονομι-κές και πολιτικές δυνάμεις. Ο αμυντικός μερκαντιλισμός εμφανίζεται συχνά στις λιγότερο ανα-πτυγμένες οικονομίες ή σε εκείνες τις αναπτυγμένες οικονομίες που αρχίζουν και φθίνουν. Οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών επιδιώκουν τον προστατευτισμό και τις συναφείς πολιτικές για να προστατεύσουν τις δημιουργούμενες ή φθίνουσες βιομηχανίες τους και να εξασφαλίσουν τα εθνι-κά συμφέροντα τους. Στην πιο «κακοπροαίρετη» μορφή του, ο μερκαντιλισμός είναι προϊόν του οικονομικού πολέμου. Ο τύπος αυτός επικρατεί κυρίως στις επεκτατικές δυνάμεις.

Ο μερκαντιλισμός αν και μπορεί να θεωρηθεί ως μια γενική δέσμευση στην οικοδόμηση του κράτους, οι συγκεκριμένοι και επιθυμητοί στόχοι του διαφέρουν από περίοδο σε περίοδο και από τόπο σε τόπο. Ωστόσο όπως ισχυρίζεται ο Jacob Viner υπάρχουν μερικές κοινές πεποιθήσεις κυρίως όσον αφορά τη σχέση πλούτου και ισχύος. Έτσι λοιπόν ο μερκαντιλισμός ανεξαρτήτου χώρας, χρονικής περιόδου και κοινωνικής θέσης του συγκεκριμένου μερκαντιλιστή θα υποστήρι-ζε ότι: α) ο πλούτος είναι ένα απολύτως ουσιώδες μέσο ισχύος για ασφάλεια ή επιθετικότητα, β) η ισχύς είναι ουσιώδες ή πολύτιμο μέσο για την απόκτηση ή διατήρηση πλούτου, γ) ο πλούτος και η ισχύς είναι θεμιτοί απώτεροι στόχοι της εθνικής πολιτικής, δ) υπάρχει μακροχρόνια αρμο-νία μεταξύ των σκοπών αυτών, αν και κάτω από ορισμένες συνθήκες μπορεί να είναι αναγκαίο για κάποιο χρόνο να γίνουν οικονομικές θυσίες προς όφελος της στρατιωτικής ασφάλειας, άρα και της μακροχρόνιας ευημερίας.

Οι υποστηρικτές του οικονομικού εθνικισμού τονίζουν το ρόλο των οικονομικών παραγό-ντων στις διεθνείς σχέσεις και θεωρούν τον αγώνα μεταξύ των κρατών για οικονομικούς πόρους ως τυπικό και εγγενές στοιχείο της φύσης του ίδιου του διεθνούς οικονομικού συστήματος.

Ολοκληρώνοντας την παρουσίαση της θεωρητικής προσέγγισης του μερκαντιλισμού θα λέ-γαμε ότι, αν ζούσε ο List σήμερα, πολύ πιθανά θα μας έλεγε ότι στο βαθμό που τα εθνικά κράτη έχουν την πολιτική εξουσία, η οικονομία και οι αγορές δεν μπορούν να μην επηρεάζονται από τις πολιτικές των κρατών. Τα κράτη χρησιμοποιούν την οικονομία ως ένα μέσο αύξησης του πλού-του και της δύναμης. Ο List επίσης θα έλεγε ότι το ελεύθερο εμπόριο είναι ένας μύθος, όσο υ-πάρχουν τα κράτη. Αυτά θα δίνουν προτεραιότητα στη δική τους εθνική ασφάλεια και ανεξαρτη-σία, συμπεριλαμβανομένων και της οικονομικής ασφάλειας και ανεξαρτησίας. Είναι όλοι μερκα-

Page 16: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 14

ντιλιστές, ακόμη και χώρες όπως η Μεγάλη Βρετανία και οι ΗΠΑ που συμβουλεύουν το ελεύθε-ρο εμπόριο. Αυτές οι χώρες επιθυμούν το ελεύθερο εμπόριο στο βαθμό που αυτό εξυπηρετεί τα δικά τους εθνικά συμφέροντα. Η άνοδος του νεο-μερκαντιλισμού είναι απόδειξη ότι τα κράτη επιθυμούν το ελεύθερο εμπόριο όταν έχουν όφελος από αυτό, και τον προστατευτισμό όταν δεν έχουν.

Οι ευθύνες και οι στόχοι απόκτησης του πλούτου και της δύναμης έχουν αυξηθεί μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, αποτέλεσμα της διεθνούς αλληλεξάρτησης και παγκοσμιοποίησης. Καθώς τα κράτη και οι βιομηχανίες γίνονται περισσότερο εξαρτημένα από εξωτερικούς πόρους και αγο-ρές, αισθάνονται περισσότερο ευάλωτα στις εξελίξεις στη ΔΠΟΙ. Προστατευτικό εμπόριο, χρη-ματοδότηση και νομισματικές πολιτικές έχουν πολλαπλασιαστεί καθώς τα κράτη επιχειρούν να βελτιώσουν τη μακροοικονομική και τη μικροοικονομική διαχείριση των οικονομιών τους. Ο μερκαντιλισμός είναι ένα στοιχείο της ζωής, για αυτό η προσέγγιση αυτή είναι πολύ ισχυρή.

Page 17: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 15

3 H ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

3.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στο κεφάλαιο αυτό αρχικά θα προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε τα βασικά στοιχεία της

φιλελεύθερης προσέγγισης στη ΔΠΟΙ. Στη συνέχεια θα συνδέσουμε την άνοδο του φιλελευθερι-σμού σήμερα με τις ιστορικές ρίζες της φιλοσοφίας της θεώρησης αυτής. Θα δούμε την εξέλιξη των φιλελεύθερων ιδεών από τη Γαλλία του 18ου αιώνα, στην Αγγλία του 19ου αιώνα και στη σημερινή εποχή του 21ου αιώνα. Θα εξετάσουμε μερικές από τις βασικές ιδέες μεγάλων πολιτι-κών-οικονομολόγων όπως του A Smith, D Ricardo, J.Μ. Keynes, F.Α. Hayek και Μ. Friedman. Οι ιδέες των επιστημόνων αυτών έχουν επηρεάσει σημαντικά την εξέλιξη των φιλελεύθερων ι-δεών, την οικονομική και πολιτική διαχείριση των κοινωνιών, συνεπώς την ίδια τη ζωή μας.

Ο όρος φιλελεύθερος ή φιλελευθερισμός αποκτά διαφορετικό περιεχόμενο σε διαφορετικό πλαίσιο. Για παράδειγμα στις ΗΠΑ ο όρος φιλελεύθερος χρησιμοποιείται για κάποιον που πι-στεύει σε ένα ισχυρό και ενεργό ρόλο του κράτους στην κοινωνία, ένα κράτος που να βοηθά τα κοινωνικά στρώματα που έχουν οικονομικές ανάγκες. Είναι ειρωνικό ότι πέραν των ΗΠΑ ο όρος φιλελευθερισμός σημαίνει ακριβώς τις αντίθετες ιδέες και πρακτικές.

Οι φιλελεύθεροι, με την κλασική σημασία του όρου, φοβούνται και αποστρέφονται το πα-ρεμβατικό ρόλο του κράτους στην οικονομία και επιδιώκουν να ελευθερώσουν το άτομο από την κρατική πίεση. Οι φιλελεύθεροι πιστεύουν στην ελευθερία, στα ατομικά δικαιώματα, στις ελεύ-θερες αγορές. Οι φιλελεύθεροι έχουν πολλά κοινά σημεία με εκείνη την πολιτική ομάδα που συ-χνά αποκαλούνται συντηρητικοί.

Οι ιδέες του φιλελευθερισμού αναπτύχθηκαν ως αντίδραση σε πρακτικές της πραγματικό-τητας. Θα προσπαθήσουμε να δείξουμε το ιστορικό μονοπάτι της εξέλιξης τους

3.2 ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ Ο φιλελευθερισμός είναι μια απλή φιλοσοφία. Η κεντρική ιδέα είναι η ελευθερία μέσα ω-

στόσο στο πλαίσιο του νόμου. Η φιλελεύθερη προσέγγιση βλέπει τα άτομα και τα κράτη με ένα τελείως διαφορετικό τρόπο από τη θεωρία του μερκαντιλισμού και αναμφίβολα φέρνει στην ανά-λυση στοιχεία που λείπουν από την μερκαντιλιστική θεώρηση, αλλά και δεν περιλαμβάνει στοι-χεία σημαντικά που βρίσκουμε σε αυτήν.

Η φιλελεύθερη προσέγγιση επικεντρώνεται και δίνει έμφαση στην πλευρά της ανθρώπινης φύσης που είναι ειρηνική, συνεργάσιμη (cooperative) και δημιουργικά ανταγωνιστική, ενώ οδη-γείται από την αιτία και όχι το συναίσθημα (ορθολογισμός). Στο βαθμό που τα άτομα και τα κρά-τη συμπεριφέρονται με τον τρόπο αυτό, τότε η φιλοσοφία του φιλελευθερισμού είναι ρεαλιστική. Αν και οι φιλελεύθεροι πιστεύουν ότι οι άνθρωποι ενδιαφέρονται για το ατομικό τους συμφέρον, δεν το θεωρούν αυτό μειονέκτημα, γιατί ισχυρίζονται ότι πολλές πλευρές της ζωής λειτουργούν με τρόπο που όλοι μπορούν να κερδίσουν μέσω ειρηνικών ενεργειών και της συνεργασίας. Η φι-λοσοφία της φιλελεύθερης προσέγγισης βρίσκεται συνεπώς στον αντίποδα της μερκαντιλιστικής φιλοσοφίας, που έβλεπε την πλευρά των ανθρώπων που είναι περισσότερο επιθετική, ανταγωνι-στική και καχύποπτη.

Είναι δύσκολο να γίνει αποδεκτή η θέση ότι οι άνθρωποι είναι συνεργάσιμοι και δημιουργι-κοί και όχι ανταγωνιστικοί και καταστροφικοί. Οι φιλελεύθεροι πιστεύουν ότι η κοινωνία είναι ένα θετικό αθροιστικά παιχνίδι, όπου ο καθένας κερδίζει τελικά περισσότερα από αυτά με τα ο-ποία αρχικά έλαβε μέρος. Έτσι λοιπόν στο Σμιθιανό παράδειγμα ανταλλαγής όπου ο ένας προτι-μάει ελάφια και ο άλλος κάστορες, η ανταλλαγή πραγματοποιείται και με τους δύο ωφελημένους. Οι μερκαντιλιστές από την άλλη πλευρά αντιλαμβάνονται τη ζωή ως ένα αθροιστικά μηδενικού αποτελέσματος παιχνίδι που ο ένας τελικά κερδίζει σε βάρος του άλλου.

Και ενώ η συνεργάσιμη πλευρά της ανθρώπινης φύσης τονίζεται από τη φιλελεύθερη προ-σέγγιση, το ίδιο δεν γίνεται με το κράτος για το οποίο τονίζεται η αρνητική του πλευρά. Αυτό δεν σημαίνει ότι η φιλελεύθερη προσέγγιση είναι τελείως αντικρατική. Ενδιαφέρεται για τη μεταρ-

Page 18: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 16

ρύθμιση του κράτους προς την κατεύθυνση του περιορισμού της κεντρικής διοίκησης και της δύ-ναμης του.

Οι φιλελεύθεροι βλέπουν την ένταση στη σχέση μεταξύ κρατών και αγορών ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης ανάμεσα στον εξαναγκασμό και την ελευθερία, μεταξύ της εξουσίας και των α-τομικών δικαιωμάτων, μεταξύ αυταρχισμού και ορθολογικής λογικής. Αντιδρώντας στον αυταρ-χισμό της εκκλησίας και της πολιτικής εξουσίας, κληρονομιά της φεουδαρχικής εποχής, οι πρώ-τοι φιλελεύθεροι είδαν ένα είδος σωτηρίας στην ατομική ελευθερία, στην οικειοθελή συνεργασία και στην ορθολογική σκέψη. Η αγορά ήταν κατά την άποψη τους ο θεσμός εκείνος που μπορούσε να εκφράσει τις αξίες και τη φιλοσοφία της ζωής που πρέσβευαν.

Η φιλελεύθερη προσέγγιση έτσι αναπόφευκτα και κατηγορηματικά επιλέγει την πλευρά της αγοράς έναντι του κράτους, μια κρίσιμη επιλογή που διακρίνει την πολιτική οικονομία του φιλε-λευθερισμού. Μια ελεύθερη ή περισσότερο απελευθερωμένη από κρατικές παρεμβάσεις αγορά και μια δημοκρατική κυβέρνηση αποτελούν τα βασικά συστατικά στοιχεία της φιλελεύθερης ιδε-ολογίας.

3.3 Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ Η φιλελεύθερη προσέγγιση της πολιτικής οικονομίας θα μπορούσε ίσως να συνοψιστεί στη

φράση laissez-faire laissez passer. Ελεύθερα άτομα είναι ό,τι καλύτερο για άριστες κοινωνικές επιλογές. Ο ρόλος του κράτους πρέπει να περιορίζεται στον ελάχιστο αριθμό ενεργειών, που τα άτομα δεν μπορούν μόνοι τους να κάνουν, όπως στην οικοδόμηση ενός συστήματος δικαίου, στην οργάνωση της στρατιωτικής άμυνας, στην έκδοση χρήματος.

Η φιλελεύθερη αντίληψη για την ανθρώπινη φύση έχει αναπτυχθεί επαρκώς στο έργο του Α. Smith. Αυτός πίστευε στη συνεργάσιμη και δημιουργική ικανότητα του ανθρώπου και έδωσε σε αυτήν το φημισμένο όνομα «αόρατο χέρι».

Κατά τον Smith οι άνθρωποι δεν επιδιώκουν ούτε γνωρίζουν το δημόσιο συμφέρον. Απλά με το να προτιμούν τα ντόπια έναντι των ξένων προϊόντων, επιδιώκουν τη δική τους ασφάλεια. Με το να επιδιώκουν το δικό τους συμφέρον συχνά προωθούν το κοινωνικό συμφέρον καλύτερα από όταν θα το επιδίωκαν σκοπίμως. Η εμπειρία του δεν τον έπειθε ότι αυτοί που προσπαθούν να επηρεάσουν το εμπόριο μέσω κρατικών πολιτικών τελικά το πετυχαίνουν.

Είναι εύλογο λοιπόν ότι στα μάτια του Smith οι άνθρωποι εργάζονται σε συνθήκες αρμονί-ας, ακόμη και όταν υπάρχει ανταγωνισμός μεταξύ τους π.χ. στην αγορά αγαθών. Συνεπώς στη φιλελεύθερη φιλοσοφία του Smith δεν υπάρχει ανάγκη κρατικής παρέμβασης στις αγορές. Αντί-θετα ο Smith ήταν καχύποπτος για τις προθέσεις εκείνων που χειρίζονται τη κρατική δύναμη στο όνομα του δημόσιου συμφέροντος.

Πρέπει να τονίσουμε το εξής. Οι φιλοσοφικές αντιλήψεις του Smith θα λέγαμε ότι περιγρά-φουν καλύτερα αυτό που θα ήταν για αυτόν ιδανική οργάνωση της κοινωνίας της καλοσύνης και της αγάπης. Η επίτευξη μιας ιδεατής κοινωνίας προϋποθέτει τη πραγμάτωση του αόρατου χεριού. Δεν μας δίνει ωστόσο στοιχεία ανάλυσης της πραγματικής κοινωνίας, με εξαίρεση ίσως την απο-τυχία, κατά τη γνώμη του, των μερκαντιλιστικών, παρεμβατικών πολιτικών. Ο φιλελευθερισμός θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι η ιδεολογία για το πέρασμα στην κοινωνία των καλών ανθρώ-πων.

Ο Smith σύμφωνα με κάποιες κριτικές είναι μη ρεαλιστικός με την πολύ αισιόδοξη άποψη του για την ανθρώπινη φύση, αλλά δεν ήταν και ρομαντικός. Γνώριζε ότι κάθε άτομο ή κοινωνική ομάδα που αποκτά δύναμη έχει δυνητικά τη δυνατότητα να τη χρησιμοποιήσει. Αυτό ισχύει και στην περίπτωση των αγορών. Ήταν ο Smith που έγραψε ότι άτομα του ίδιου επαγγέλματος συνα-ντούν ο ένας τον άλλον, οι συζητήσεις των οποίων πάντα καταλήγουν σε μια συνομωσία απένα-ντι στο δημόσιο, π.χ. με μια αύξηση των τιμών.

Το βιβλίο του Smith “Ο Πλούτος των Εθνών” εμφανίζεται να στρέφει το ενδιαφέρον πε-ρισσότερο στην οικονομία και τον πλούτο. Ίσως, βαθύτερα όμως να είναι μια προσέγγιση στην πολιτική, τη δύναμη και την ελευθερία.

Τα οικονομικά γραπτά του Α. Smith είναι μέρος μιας ευρύτερης πνευματικής κίνησης με έντονο το πολιτικό στοιχείο. Η φιλελεύθερη προσέγγιση στην πολιτική αναπτύχθηκε κυρίως μέσα από τα γραπτά του Άγγλου John Locke και του Αμερικανού Thomas Jefferson και εστιάζεται πρωτίστως στα ατομικά δικαιώματα και ελευθερίες.

Page 19: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 17 Το ερώτημα είναι πώς οι φιλελεύθεροι κατανοούν τις διαφωνίες που υπάρχουν μέσα στη

κοινωνία και με τι τρόπο θεωρούν ότι μπορούν να επιλυθούν. Εάν η οικονομική δύναμη συγκε-ντρώνεται στην αγορά σε μερικά μονοπώλια και η πολιτική δύναμη του κράτους σε τύραννους και δικτάτορες, τότε οι συγκρούσεις επιλύονται σε βάρος κάποιων και με ελλείμματα ελευθερίας. Η συγκέντρωση της δύναμης παράγει δηλαδή ανισότητα και αδικία. Οι φιλελεύθεροι πιστεύουν ότι με διαχυμένη τη δύναμη στην αγορά και στο κράτος και με εξασφαλισμένα δικαιώματα και ελευθερίες, οι συγκρούσεις μπορούν να επιλυθούν με ειρηνικές διαδικασίες. Οι φιλελεύθεροι εί-ναι αισιόδοξοι για την ανθρώπινη φύση όσο η δύναμη διαχέεται στην αγορά και την κοινωνία, έτσι ώστε η διαφθορά να περιορίζεται.

3.4 ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ Οι φιλελεύθερες θεωρίες της Οικονομικής πηγάζουν από ένα κοινό σύνολο αξιών. Ο όρος

φιλελεύθερος αναφέρεται ως πίστη στον ατομικισμό, την ελεύθερη αγορά, την ατομική ιδιοκτη-σία. Η φιλελεύθερη οικονομική θεωρία είναι προσηλωμένη στην ελευθερία των αγορών και την ελαχιστοποίηση του κρατικού παρεμβατισμού, αν και η έκταση που δίνεται στο ένα ή το άλλο μπορεί να διαφέρει.

Πιο συγκεκριμένα, η φιλελεύθερη αντίληψη στην Πολιτική Οικονομία ενσωματώνεται στον κλάδο της οικονομικής όπως αναπτύχθηκε στις ΗΠΑ και τη Δ. Ευρώπη. Οι φιλελεύθεροι στοχα-στές συμμερίζονται ένα συνεκτικό σύνολο παραδοχών και πεποιθήσεων γύρω από τη φύση των ανθρωπίνων όντων, της κοινωνίας και των οικονομικών δραστηριοτήτων. Ο φιλελευθερισμός παίρνει πολλές μορφές -κλασικός, νεοκλασικός, μονεταριστικός, αυστριακός, θεωρία ορθολογι-κών προσδοκιών, ακόμη και η θεωρία του Keynes θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στη φιλελεύ-θερη παράδοση. Οι παραλλαγές αυτές κυμαίνονται από εκείνες που δίνουν το προβάδισμα στην ισότητα και τείνουν προς την κοινωνική δημοκρατία και το κρατικό παρεμβατισμό για την επί-τευξη αυτού του σκοπού, μέχρι εκείνες που δίνουν έμφαση στην ελευθερία και το μη παρεμβατι-σμό σε βάρος της κοινωνικής δικαιοσύνης. Όλες οι μορφές του οικονομικού φιλελευθερισμού πιστεύουν ωστόσο ότι η αγορά και ο μηχανισμός των τιμών είναι τα πιο αποτελεσματικά μέσα για την οργάνωση των εγχώριων και διεθνών οικονομικών σχέσεων. Ο φιλελευθερισμός μπορεί έτσι να οριστεί ως ένα δόγμα και σύνολο αρχών για την οργάνωση και διεύθυνση μιας οικονομίας της αγοράς, ώστε να πετύχει τη μέγιστη αποδοτικότητα, την οικονομική ανάπτυξη και την ατομι-κή ευημερία.

Πιο συγκεκριμένα τα βασικά προσδιοριστικά χαρακτηριστικά του οικονομικού φιλελευθε-ρισμού είναι τα εξής:

Υποθέτει ότι ο θεσμός της αγοράς εμφανίζεται αυτόματα για να ικανοποιήσει ανθρώπινες ανάγκες και ότι, από τι στιγμή που θα συγκροτηθεί, η λειτουργία της είναι σύμφωνη με την εσω-τερική λογική της.

Τα ανθρώπινα όντα είναι από τη φύση τους οικονομικά όντα, και επομένως οι αγορές εξε-λίσσονται φυσιολογικά χωρίς κεντρική διάθεση. Η λογική βάση του συστήματος της αγοράς είναι ότι αυξάνει την οικονομική αποδοτικότητα, μεγιστοποιεί την οικονομική ανάπτυξη και προάγει την οικονομική ευημερία. Αν και οι φιλελεύθεροι πιστεύουν ότι η οικονομική δραστηριότητα αυξάνει επίσης την ισχύ και την ασφάλεια ενός κράτους, υποστηρίζουν ότι πρωταρχικός σκοπός της οικονομικής δραστηριότητας είναι το όφελος των ατομικών καταναλωτών. Η γραμμή υπερά-σπισης της ελευθερίας του εμπορίου και των ανοικτών αγορών είναι ότι αυξάνουν την ποικιλία των αγαθών και υπηρεσιών που είναι διαθέσιμα στους καταναλωτές.

Η ορθολογικά συμπεριφορά του ατομικού καταναλωτή, της ατομικής επιχείρησης και του νοικοκυριού αποτελούν τη βάση της οικονομίας. Υπάρχει τέλεια πληροφόρηση. Η οικονομική επιστήμη είναι η εμπειρική επιστήμη της μεγιστοποιητικής συμπεριφοράς. Η συμπεριφορά θεω-ρείται ότι προσδιορίζεται από ένα σύνολο νόμων που είναι απρόσωποι και πολιτικά ουδέτεροι. Επομένως η Οικονομική και η Πολιτική πρέπει να διαχωριστούν σε δύο ξεχωριστές σφαίρες.

Ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης και η ελευθερία της αγοράς δημιουργούν μια πα-νίσχυρη τάση προς την ισορροπία και την εγγενή σταθερότητα, τουλάχιστον στη μακροχρόνια περίοδο. Η έννοια αυτής της ισορροπίας που λειτουργεί αυτόματα και αυτο-διορθώνεται και η οποία επιτυγχάνεται με τη δημιουργία ενός ισοζυγίου δυνάμεων σε ένα ορθολογικό κόσμο είναι

Page 20: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 18

κρίσιμη για την πίστη του οικονομολόγου στη λειτουργία των αγορών και στους νόμους που πι-στεύει ότι τη διέπουν.

Μία κρίσιμη υπόθεση και παραδοχή είναι ότι στο υπόβαθρο του ανταγωνισμού παραγωγών και καταναλωτών στην αγορά βρίσκεται μια βασική μακροχρόνια αρμονία συμφερόντων -μια αρμονία που υπερβαίνει κάθε προσωρινή σύγκρουση συμφερόντων. Η προσπάθεια του ατόμου στην αγορά να προαγάγει το δικό του συμφέρον αυξάνει την κοινωνική ευημερία επειδή οδηγεί στη μεγιστοποίηση της αποδοτικότητας, με αποτέλεσμα η οικονομική πρόοδος που συντελείται να ωφελεί πραγματικά όλους. Ο καθένας κερδίζει σύμφωνα με την οριακή του παραγωγικότητα.

Η φιλελεύθερη αντίληψη για τη λειτουργία της αγοράς και για τους νόμους της αγοράς έχει μια κανονιστική βάση, με την έννοια ότι περιγράφει πως πρέπει να οργανωθεί η κοινωνία και πως πρέπει να συμπεριφέρονται οι άνθρωποι αν θέλουν να μεγιστοποιήσουν την αύξηση του πλούτου. Τόσο οι άνθρωποι όσο και οι κοινωνίες μπορούν να παραβιάζουν τους νόμους αυτούς, αλλά η επιλογή τους αυτή έχει αρνητική επίπτωση στην παραγωγική αποδοτικότητα. Σήμερα η κανονι-στική αυτή δέσμευση στη αγορά έχει εξαπλωθεί από την κοιτίδα της στο δυτικό πολιτισμό για να αγκαλιάσει μεγάλο μέρος του πλανήτη, μέσω των φιλελεύθερων πολιτικών που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις ως αποτέλεσμα δικών τους επιλογών ή ως αποτέλεσμα πιέσεων από ισχυρές κυβερ-νήσεις και διεθνείς οργανισμούς.

3.5 Η ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΑΠΟΨΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ Η φιλελεύθερη αντίληψη για την ανθρώπινη φύση αποτελεί τη βάση ανάλυσης και των διε-

θνών υποθέσεων. Οι φιλελεύθεροι τείνουν να επικεντρώνονται στο πεδίο όπου τα εθνικά κράτη δείχνουν το συνεργάσιμο, ειρηνικό και δημιουργικό χαρακτήρα τους διαμέσου ενός αρμονικού ανταγωνισμού. Το διεθνές εμπόριο κατανοείται ότι επιφέρει αμοιβαία πλεονεκτήματα, ενώ δεν προκαλεί κανενός είδους βίαιο ανταγωνισμό για την απόκτηση πλούτου και δύναμης. Ότι ισχύει για τα άτομα, ισχύει και για τα κράτη στη φιλελεύθερη προσέγγιση.

Οι φιλελεύθεροι οικονομολόγοι και πολιτικοί γενικά είναι αντίθετοι με τους περισσότερους κρατικούς περιορισμούς στο ελεύθερο, διεθνές εμπόριο. Οι δασμοί πού οι μερκαντιλιστές έβλε-παν ως εργαλείο συγκέντρωσης δύναμης και πλούτου ήταν καταδικαστέοι από τον Smith. Ο Da-vid Ricardo (1772-1823) ακολούθησε τον Smith και ουσιαστικά υιοθέτησε τη φιλελεύθερη αντί-ληψη για τις διεθνείς υποθέσεις. Ο φιλελευθερισμός του Ricardo εκφράστηκε κυρίως με τη δια-φωνία του ενάντια στο νόμο των σιτηρών (βλέπε παρακάτω) που περιόριζε το εμπόριο αγροτικών προϊόντων ανάμεσα στην Αγγλία και στις άλλες χώρες.

Η βασική ιδέα στην προσέγγιση του Ricardo ήταν ότι κάτω από ένα σύστημα τελείως ελεύ-θερου εμπορίου, κάθε χώρα θα εξειδικεύσει το διαθέσιμο κεφάλαιο και την εργασία της στις δρα-στηριότητες εκείνες που είναι περισσότερο κερδοφόρες για αυτήν. Η επιδίωξη του ατομικού συμφέροντος και πλεονεκτήματος στην αγορά επιθυμητά συνδέεται με το γενικό καλό. Με την ανάπτυξη της βιομηχανίας και με την αποτελεσματικότερη χρήση των διαθέσιμων φυσικών πό-ρων, κάθε χώρα επίσης διανέμει τη διαθέσιμη εργασία της αποτελεσματικά. Με την αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής διαχέεται το γενικό καλό και συνδέει, με ένα δίκτυο κοινού συμφέρο-ντος και αλληλεπίδρασης, την παγκόσμια κοινωνία των εθνών του πολιτισμένου κόσμου.

Αν αναλύσουμε προσεκτικά τις ιδέες του Ricardo θα δούμε ότι έφεραν κάποια νέα στοιχεία στη φιλελεύθερη προσέγγιση. Το ελεύθερο εμπόριο βελτιώνει την αποτελεσματικότητα των εθνι-κών οικονομιών, και η αποτελεσματικότητα είναι μια από τις βασικές αξίες της θεώρησης αυτής μαζί με την ελευθερία. Η ατομική επιτυχία συνδέεται με το γενικό καλό, δεν υπάρχουν συγκρού-σεις και αντιθέσεις μεταξύ ανθρώπων και κρατών. Το ελεύθερο, διεθνές εμπόριο ωφελεί τη βιο-μηχανική ανάπτυξη, ενθαρρύνει την καινοτομία και προκαλεί ένα γενικό όφελος με την αύξηση της παραγωγής.

Οι φιλελεύθεροι πιστεύουν ότι το εμπόριο και οι οικονομικές συναλλαγές είναι πηγή ειρη-νικών σχέσεων μεταξύ των εθνών, γιατί τα αμοιβαία οφέλη του εμπορίου και η διευρυμένη αλλη-λεξάρτηση μεταξύ των εθνικών οικονομιών τείνουν να ενισχύουν τις σχέσεις συνεργασίας. Αν αξιολογήσουμε την ιδέα ότι ο φιλελευθερισμός δένει τις χώρες του κόσμου μεταξύ τους με ένα κοινό δίκτυο συμφερόντων και επικοινωνίας μέσα στο αναλυτικό πλαίσιο που αναπτύξαμε στην εισαγωγή θα λέγαμε ότι, οι ατομικές δραστηριότητες στη σφαίρα της παραγωγής, της χρηματοδό-τησης και της γνώσης δημιουργούν τόσο ισχυρούς δεσμούς αμοιβαίων πλεονεκτημάτων μεταξύ

Page 21: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 19

των χωρών όπου το ζήτημα της ασφάλειας είναι περίπου αδιάφορο στη φιλελεύθερη προσέγγιση, ή καλύτερα αφήνεται και αυτό στο «αόρατο χέρι» της παγκόσμιας αγοράς. Οι χώρες γίνονται μέ-ρη μιας παγκόσμιας κοινωνίας, ενωμένες όχι διαφοροποιημένες από τα εθνικά τους συμφέροντα. Αυτή η άποψη χαρακτηρίζει τη φιλελεύθερη προσέγγιση τόσο στο πεδίο της πολιτικής όσο και της οικονομίας. Πως θα μπορούσε η άποψη αυτή να εκφραστεί σε όρους παγκόσμιας διακυβέρ-νησης; Οι διεθνείς οργανισμοί (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, ΠΟΕ) και τα Ηνωμένα Έθνη στα βαθμό που παρέχουν οικονομική ελευθερία στις παγκόσμιες αγορές και ένα δημοκρατικό, διε-θνές, σύστημα διακυβέρνησης, προσφέρουν ένα περιβάλλον διεθνούς ειρήνης και ευημερίας. Η τελευταία θέση αποτελεί σήμερα τη φιλελεύθερη αντίληψη της παγκοσμιοποίησης.

3.6 Ο ΒΡΕΤΑΝΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ ΤΩΝ ΣΙΤΗΡΩΝ Το Βρετανικό Κοινοβούλιο αποφάσισε να ενεργοποιήσει το Νόμο περί Σιτηρών το 1815. Ο

Νόμος περί σιτηρών ήταν ένα σύστημα δασμών και περιορισμών όπου στόχευαν στον περιορισμό των εισαγωγών προϊόντων διατροφής στη Μεγάλη Βρετανία. Η αντιπαράθεση γύρω από το νόμο αυτό, που κράτησε μέχρι την κατάργηση του το 1846, είναι ένα κλασικό παράδειγμα ΔΠΟΙ όσον αφορά τη σύγκρουση ανάμεσα στο φιλελευθερισμό και στο μερκαντιλισμό, ανάμεσα στο κράτος και την αγορά.

Γιατί η Βρετανία επιδίωκε τον περιορισμό των εισαγωγών από τις ΗΠΑ και τις άλλες χώ-ρες; Το επίσημο επιχείρημα ήταν ότι η Βρετανία ήθελε να είναι αυτάρκης στη διατροφή της, και ο νόμος των Σιτηρών ήταν ένας τρόπος που βεβαίωνε ότι δεν θα γίνει εξαρτημένη από αβέβαιη, ξένη, προσφορά σιτηρών. Το επιχείρημα αυτό αντανακλούσε σε κάποιο βαθμό την κατάσταση της εποχής αυτής, αφού η πολεμική διαμάχη με τον Ναπολέοντα δημιουργούσε κλίμα ανασφά-λειας στους Βρετανούς.

Υπήρχαν ωστόσο και άλλες αιτίες για την επιβολή του νόμου αυτού. Το κοινοβούλιο την εποχή εκείνη εκλεγόταν με ένα συγκεκριμένο, αντιδημοκρατικό τρόπο. Το δικαίωμα ψήφου δεν ήταν καθολικό, και τα μέλη του κοινοβουλίου εκλέγονταν βάση των εκτάσεων γης που κατείχαν και όχι βάσει της κατανομής του πληθυσμού. Ως αποτέλεσμα, το κοινοβούλιο αντιπροσώπευε τα μεγάλα αγροτικά συμφέροντα και τους ιδιοκτήτες γης, οι οποίοι ήταν σημαντική πηγή δύναμης και πλούτου το 17ο και 18ο αιώνα. Οι διευρυνόμενες βιομηχανικές πόλεις και τα ανερχόμενα βι-ομηχανικά συμφέροντα δεν αντιπροσωπεύονταν στο κοινοβούλιο, στο βαθμό που θα αντιστοι-χούσε στην κοινωνική και οικονομική τους παρουσία.

Συνεπώς, ο νόμος των σιτηρών ήταν προς όφελος των μελών του κοινοβουλίου και των συμμάχων τους. Ήταν ωστόσο καταστροφικός για τα βιομηχανικά συμφέροντα. Πρώτον, γιατί πιέζοντας τις τιμές των σιτηρών προς τα πάνω, ο νόμος των σιτηρών έμμεσα πίεζε για αυξήσεις στους μισθούς των εργαζομένων στη βιομηχανία, που αύξαναν το κόστος παραγωγής και μείωναν τα βιομηχανικά κέρδη. Δεύτερον, μειώνοντας τις βρετανικές εισαγωγές περιόριζε επίσης τις βρε-τανικές βιομηχανικές εξαγωγές προς τις χώρες που επιβάλλονταν οι περιορισμοί. Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ υπολόγιζαν στις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων προς τη Βρετανία για να χρηματοδοτή-σουν τις εισαγωγές βιομηχανικών ειδών από τη Βρετανία.

Οι βιομήχανοι ήταν λοιπόν λογικό και αναμενόμενο να υιοθετήσουν τη φιλελεύθερη προ-σέγγιση της ΔΠΟΙ (αφού αυτή ήταν που εξυπηρετούσε το συμφέρον τους). Ήταν κατά του νόμου των σιτηρών, αλλά δεν είχαν την πολιτική δύναμη να τον καταργήσουν. Το 1832 κοινοβουλευτι-κές μεταρρυθμίσεις άλλαξαν το σύστημα της εκλογής μελών στο κοινοβούλιο, εξέλιξη που μείω-σε τη παρουσία και δύναμη των γαιοκτημόνων και αύξησε τη δύναμη της ανερχόμενης βιομηχα-νικής τάξης. Η μεταρρύθμιση τελικά κατέληξε στην κατάργηση του νόμου των σιτηρών το 1846, εξέλιξη με σημαντικές συνέπειες σε πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο. Η κατάργηση του νόμου των σιτηρών ήταν μια νίκη του φιλελευθερισμού απέναντι στον κλασικό μερκαντιλι-σμό, αλλά και μια νίκη των μαζών στην φεουδαρχική ολιγαρχία. Η κατάργηση του νόμου ανέ-καμψε τη Βρετανική Οικονομία. Φτηνά προϊόντα διατροφής και η αύξηση των εξαγωγών προκά-λεσαν την επιτάχυνση της μεγέθυνσης της οικονομίας.

Ο νόμος των σιτηρών απεικονίζει τη δυναμική αλληλεπίδραση κράτους και αγοράς. Αλλα-γές στη δομή της παραγωγής και του πλούτου οδήγησαν σε αλλαγές στη διανομή της κρατικής δύναμης. Η εξέλιξη έγινε σε βάθος χρόνου. Το ιστορικό αυτό παράδειγμα μας προσφέρει πολύτι-μη πληροφόρηση για να κατανοήσουμε πλευρές της σχέσης κράτους και αγορών σήμερα, της

Page 22: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 20

ιδεολογικής σύγκρουσης του φιλελευθερισμού με τον μερκαντιλισμό και τις ριζοσπαστικές θεω-ρίες που θα εξετάσουμε παρακάτω.

3.7 JOHN STUART MILL ΚΑΙ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ Η εξέλιξη της φιλελεύθερης αντίληψης συνεχίστηκε καθώς η δυναμική σχέση κράτους και

αγοράς μεταβλήθηκε. Σημαντική συμβολή στην εξέλιξη των φιλελεύθερων ιδεών είχε ο J.S. Mill. Ο Mill κληρονόμησε τις φιλελεύθερες ιδέες από τον πατέρα του, τον James Mill. Ο υιός Mill κα-τανοούσε το φιλελευθερισμό ως μια μεταρρυθμιστική, αλλά ταυτόχρονα καταστροφική δύναμη που αδυνατούσε τη κεντρική εξουσία και το κράτος, ενώ ανέπτυσσε την ατομική ελευθερία στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Ο Mill ήθελε ωστόσο να αναπτύξει μια φιλοσοφία της κοινωνικής προό-δου, δηλαδή κάτι παραπάνω από μια θεωρία της συσσώρευσης πλούτου. Στην προσπάθεια του αυτή, κατάληξε στην πρόταση ότι το κράτος θα πρέπει να προχωρεί σε περιορισμένη και επιλε-κτική δράση, έτσι ώστε να συμπληρώνει την αγορά, να διορθώνει τις αποτυχίες της αγοράς και τις αδυναμίες της και να συμβάλλει στην κοινωνική πρόοδο.

Ο Mill πίστευε ότι το Κράτος πρέπει να ασκεί πολιτική 'laissez-faire' στις περισσότερες πε-ριπτώσεις της οικονομικής δραστηριότητας, αλλά όχι σε όλες. Συμβούλεψε ανάληψη κρατικής δραστηριότητας στην εκπαίδευση, στη βοήθεια προς τους φτωχούς και γενικά οπουδήποτε η ατο-μική δραστηριότητα είναι ανεπαρκής να προάγει την κοινωνική ευημερία. Ο Mill υποστήριξε τη μείωση του κράτους στο βαθμό που είναι απαραίτητη για λογική, οικονομική αποτελεσματικότη-τα. Για παράδειγμα δεν ήταν υπέρ μιας πολιτικής δημόσιας εκπαίδευσης, αλλά υπέρ μιας πολιτι-κής χορήγησης υποτροφιών σε φτωχούς γονείς για να στείλουν τα παιδιά τους στο σχολείο. Ήθε-λε το μεγαλύτερο μέρος της. υπηρεσιών της εκπαίδευσης να προσφέρεται από τον ιδιωτικό τομέ-α, αλλά με παράλληλη ύπαρξη και μερικών 'πρότυπων' δημόσιων σχολείων.

Ο Mill έβλεπε τις ανισότητες της αγοράς και επιθυμούσε την κρατική παρέμβαση. Τα ερω-τήματα που δεν κατάφερε ωστόσο να δώσει αξιόπιστες απαντήσεις, ήταν ερωτήματα σχετικά με το που, πότε και πόσο κρατική παρέμβαση. Πότε το ορατό χέρι του κράτους αιτιολογείται ως α-ντικαταστάτης του αόρατου χεριού της αγοράς; Τα ερωτήματα αυτά απασχολούν ακόμη και σή-μερα την τρέχουσα συζήτηση στο πλαίσιο της Πολιτικής Οικονομίας.

Πολλοί φιλελεύθεροι σήμερα πιστεύουν ότι το κράτος έχει κάποιο ρόλο να παίξει στη δια-νομή του εισοδήματος, αν και υπάρχει διαφωνία για το μέγεθος της παρέμβασης. Άλλοι βλέπουν θετικά τη κρατική παρέμβαση σε τομείς όπως η προστασία του περιβάλλοντος, τη προσφορά υ-πηρεσιών παιδείας, τη δημιουργία υποδομών, την έρευνα κλπ. Ο βαθμός της παρέμβασης εξακο-λουθεί ωστόσο να δημιουργεί διχογνωμίες ακόμη και ανάμεσα στους οπαδούς του φιλελευθερι-σμού.

3.8 Ο ΠΟΛΕΜΟΣ, Η ΎΦΕΣΗ ΚΑΙ Ο KEYNES Ο Keynes δεν συνδέεται άμεσα με την ανάπτυξη της ΔΠΟΙ. Η Κεϊνσιανή θεωρία θα μπο-

ρούσε να θεωρηθεί ως ένα υποσύνολο της φιλελεύθερης παράδοσης. Βέβαια πολλοί φιλελεύθεροι δεν θα συμπεριλάμβαναν τον Keynes στην παράδοση τους. Η πολιτική οικονομία του Keynes συνδέει το κράτος και την αγορά κατά ένα τρόπο όπου η ανάλυση είναι στο πνεύμα του αόρατου χεριού του Smith, αλλά με ρόλο για δημιουργική και σταθεροποιητική παρέμβαση από το κράτος.

Η Πολιτική Οικονομία του Keynes διαμορφώθηκε από την επίδραση τριών βασικών εξελί-ξεων. Του Α' Παγκοσμίου πολέμου, την άνοδο του Μαρξισμού-Λενινισμού στη Σοβιετική Ένωση και την παγκόσμια οικονομική κρίση της δεκαετίας του 1930. Από τον Α' παγκόσμιο πόλεμο ο Keynes έμαθε τις αρνητικές συνέπειες από ένα απεριόριστο σε εφαρμογή μερκαντιλισμό. Ο πό-λεμος και οι αποσταθεροποιητικές του συνέπειες ήταν κατά την άποψη του συνέπειες του εθνικι-σμού και της απληστίας. Τα κράτη μπορούν να πάνε πολύ μακριά στο όνομα του εθνικού συμφέ-ροντος.

Οι εμπειρίες από τη κοινωνική, οικονομική και πολιτική οργάνωση της Σοβιετικής Ένωσης τον αποθάρρυναν να υιοθετήσει στοιχεία του μαρξισμού. Θεωρούσε το λενινισμό θρησκεία και όχι μια θεωρία της πολιτικής οικονομίας. Το Σοβιετικό καθεστώς ήταν καταπιεστικό, και απαγο-ρευτικό για τα ατομικά δικαιώματα.

Page 23: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 21 Η απόρριψη του μερκαντιλισμού και του Μαρξισμού από τον Keynes θα τον εμφάνιζε φυ-

σιολογικά ως οπαδό του φιλελευθερισμού. Αλλά ο Keynes ήταν επίσης κριτικός απέναντι στον φιλελευθερισμό και την μυθοποίηση της αγοράς. Η στάση του αυτή θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως αντίδραση στη γενική κρίση της δεκαετίας του 1930, που για αυτόν ήταν απόδειξη ότι το αό-ρατο χέρι μερικές φορές κάνει λάθη καταστροφικά.

Για τον Keynes τα άτομα και οι αγορές λαμβάνουν λάθος αποφάσεις όταν καλούνται να λειτουργήσουν υπό καθεστώς αβεβαιότητας και δεν υπάρχει τρόπος να μοιράσεις το ρίσκο ή να συνδυάσεις χαοτικές ενέργειες. Για τον Keynes ήταν πιθανό τα άτομα να συμπεριφέρονται ορθο-λογικά με στόχο το ατομικό τους όφελος, το ατομικό τους οικονομικό συμφέρον, αλλά σε συλλο-γικό επίπεδο να επικρατεί ανορθολογισμός και καταστροφή, δηλ. πλήρης αποτυχία του αόρατου χεριού.

Η διαχείριση της άγνοιας, του ρίσκου και της αβεβαιότητας δεν μπορεί να γίνει εύκολα σε ατομικό επίπεδο. Είναι αναγκαία η παρέμβαση του κράτους, η διαχείριση τους σε κοινωνικό επί-πεδο. Ένα κλασικό παράδειγμα είναι το παράδοξο της φειδούς. Υποθέτουμε ότι κάποιος ανησυχεί για την πιθανότητα να μείνει άνεργος. Μια ορθολογική, ατομική διαχείριση της αβεβαιότητας που νιώθει ένα άτομο για το μέλλον της απασχόλησης του, θα ήταν να μειώσει τις δαπάνες του και να αυξήσει τις αποταμιεύσεις του. Αυτό είναι σωστό για το κάθε άτομο χωριστά, αλλά ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα για την οικονομία αν όλοι έκαναν το ίδιο; Θα μειωνόταν η συνολική δα-πάνη, η παραγωγή, η απασχόληση και το εισόδημα. Η ύφεση και η ανεργία που όλοι φοβόντου-σαν θα πραγματοποιούταν, με βασική αιτία την ορθολογική κατά τα άλλα αντίδραση του καθενός στην αβεβαιότητα και στην ανασφάλεια. Και βέβαια, όπως ο καθένας χωριστά δεν προκάλεσε την ύφεση έτσι και δεν μπορεί να προκαλέσει την οικονομική άνθιση. Μόνο συλλογική δράση -μέσω του κράτους- μπορεί να κάνει τη διαφορά. Ο Keynes ισχυρίστηκε ότι το κράτος θα πρέπει να δα-πανήσει και να επενδύσει όταν τα άτομα δεν το κάνουν για να αντισταθμίσει το συλλογικό τους ανορθολογισμό.

Με άλλα λόγια ο Keynes πίστευε ότι το Κράτος θα μπορούσε και θα έπρεπε να χρησιμο-ποιήσει τη δύναμη του για να βελτιώσει τη λειτουργία της αγοράς, αλλά όχι διαμέσω επιθετικών, εθνικιστικών, μερκαντιλιστικών πολιτικών, ούτε μέσω του κομμουνισμού. Ο Keynes ήταν ως ένα βαθμό φιλελεύθερος, πίστευε στην αγορά, αλλά έβλεπε το ρόλο του κράτους θετικά, ειδικά όπου οι ορθολογικές επιλογές των ατόμων προκαλούσαν ανορθολογικά συλλογικά αποτελέσματα.

Η προσέγγιση του Keynes στη ΔΠΟΙ εστιάζει στα αδύνατα και στα δυνατά σημεία της αγο-ράς και του κράτους. Συμβούλεψε υπέρ της ελευθερίας των αγορών σε πολλά επίπεδα, κυρίως στο διεθνές εμπόριο, αλλά και υπέρ της κρατικής παρέμβασης η οποία και θα μπορούσε να δια-χειριστεί τα προβλήματα της ανεργίας και του πληθωρισμού. Αμφισβήτησε επίσης τον ορθολογι-σμό των ατόμων, εκτιμώντας ότι η χρηματιστηριακή κρίση του 1929 ήταν μια επίπτωση του «ζωώδους ενστίκτου» (animal spirit). Η προσέγγιση του Keynes στη ΔΠΟΙ ήταν λοιπόν κάπως ιδιαίτερη. Ήταν φιλελεύθερη στο διεθνές επίπεδο, στο διεθνές εμπόριο, και κρατικά παρεμβατική σε εθνικό επίπεδο αφού μόνο μέσω του κράτους θα μπορούσαν να ξεπεραστούν τα προβλήματα του ρίσκου, της αβεβαιότητας και της άγνοιας. Οι ιδέες του Keynes διαμόρφωσαν πολλούς από τους σημερινούς θεσμούς, από το σύστημα του διεθνούς εμπορίου μέχρι τα προγράμματα για την ασφάλιση της ανεργίας, της κοινωνικής ασφάλισης κλπ.

Αυτό έγινε μέσω του τελικού σχεδιασμού του διεθνούς νομισματικού συστήματος του Bret-ton Woods, στις διαπραγματεύσεις του οποίου ο Keynes έλαβε μέρος. Το Bretton Woods ήταν ένα διεθνές πολιτικό και οικονομικό σύστημα συμφωνιών και θεσμών. Μετά το τέλος του Β' πα-γκοσμίου πολέμου οι αρχηγοί των κρατών της δυτικής συμμαχίας συναντήθηκαν αναζητώντας τις παγκόσμιες δομές που θα άλλαζαν τη ροή της ιστορίας από το επικίνδυνο τρίγωνο πόλεμος-ύφεση-πόλεμος.

Το σύστημα του Bretton Woods έχει ονομαστεί και ως Κεϊνσιανός συμβιβασμός, ή σύστη-μα περιορισμένου φιλελευθερισμού. Το σύστημα αυτό δημιούργησε ένα καθεστώς ελεύθερου διεθνούς εμπορίου, μέσα στο οποίο τα εθνικά κράτη μπορούσαν να ασκήσουν πολιτικές διαχείρι-σης του πληθωρισμού, της ανεργίας και της οικονομικής μεγέθυνσης. Για να καταστεί αυτό εφι-κτό, ο Keynes θεωρούσε απαραίτητο την επιβολή περιορισμών στην κίνηση του κεφαλαίου, ώστε να αυξηθεί η μακροοικονομική ανεξαρτησία των κρατών και να είναι αποτελεσματική η άσκηση μακροοικονομικών πολιτικών. Ήταν δηλαδή το διεθνές νομισματικό σύστημα Bretton Woods κάτι σαν συμβιβασμός ανάμεσα στη κράτος και την αγορά.

Page 24: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 22 Το Διεθνές σύστημα του Bretton Woods αποτέλεσε μια θεμελιακή αλλαγή στο φιλελευθε-

ρισμό. Οι ιδέες του Keynes και η δομή του Bretton Woods μετέβαλαν το φιλελεύθερο πλαίσιο ανάλυσης της ΔΠΟΙ, το οποίο δεν αντιμετώπιζε το κράτος σε αντίθεση με την αγορά. Οι φιλε-λεύθεροι αναζητούσαν το σωστό βαθμό και την έκταση του κρατικού παρεμβατισμού μέσα σε ένα σύστημα ανοικτών αγορών εμπορίου. Η διαφορά μεταξύ μερκαντιλισμού και παρεμβατισμού αν και ορατή γενικά, έγινε δυσδιάκριτη στην πρακτική των πολιτικών πολλών χωρών.

3.9 ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΣΜΟΣ:H ΑΝΑΖΩΠΥΡΩΣΗ ΤΟΥ ΚΛΑΣΙΚΟΥ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ Ο Κεϊνσιανός συμβιβασμός κράτους και αγοράς κυριάρχησε στη ΔΠΟΙ μεταξύ της δεκαε-

τίας του 1930 και του 1970. Σε μερικές βέβαια χώρες κυριάρχησε περισσότερο η αγορά, ενώ σε άλλες δόθηκε μεγαλύτερη έμφαση στην κρατική παρέμβαση (Σουηδία). Γενικά, στις βιομηχανι-κές χώρες το κράτος έπαιξε σημαντικό ρόλο στην σταθεροποίηση της οικονομίας της αγοράς, μέσα στα πλαίσια της φιλελεύθερης δομής του διεθνούς οικονομικού συστήματος του Bretton Woods.

Την περίοδο αυτή ο όρος φιλελεύθερος ταυτίστηκε περισσότερο με την κρατική παρέμβαση στην οικονομία, σε αντίθεση με την απόλυτη πίστη στην αγορά που ήταν το στοιχείο του κλασι-κού φιλελευθερισμού, ο οποίος ταυτίστηκε με τον όρο συντηρητισμός. Στο μεγαλύτερο μέρος τους, οι σύγχρονες συντηρητικές αντιλήψεις και ιδέες αντανακλούν αυτές του κλασικού φιλελευ-θερισμού του Α. Smith.

Ο αυξανόμενος ρόλος του κράτους στις σοσιαλιστικές χώρες αλλά και στις 'φιλελεύθερες' βιομηχανικές χώρες αποτέλεσε παράγοντα διέγερσης και αναζωπύρωσης των κλασικών φιλελεύ-θερων ιδεών. Δύο προσωπικότητες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο αποτέλεσμα αυτό. Ο Αυστρια-κός F.A. Hayek (1899-1992) και ο Αμερικανός Μ. Friedman (1912-) οικονομολόγοι και κάτοχοι του Νόμπελ στα οικονομικά. Αυτοί ανανέωσαν το κάλεσμα του Smith για laissez - faire σε ένα κόσμο όπου οι στόχοι της κρατικής παρέμβασης ήταν διαφορετικοί, αλλά πολλές από τις μεθό-δους (φορολογία, ρύθμιση, κλπ.) παρέμεναν ίδιες.

Το πιο σημαντικό έργο του Hayek είναι το The Road to Serfdom (1944) όπου υποστηρίζει ότι ο σοσιαλισμός και η αυξανόμενη κρατική παρέμβαση αποτελούν βασικές απειλές στην ατομι-κή ελευθερία. Η αναζήτηση μιας μικρής οικονομικής ασφάλειας μέσω της κρατικής παρέμβασης οδηγεί σταδιακά σε μεγαλύτερη ζήτηση και σωρευτικά στη γιγάντωση του κράτους και στο περι-ορισμό της ατομικής ελευθερίας. Ο Hayek κατέληγε στην πρόταση ότι ο μόνος δρόμος για να έχουμε ασφάλεια και ελευθερία είναι να περιορίσουμε το ρόλο του κράτους και να αντλήσουμε ασφάλεια από τις ευκαιρίες που η αγορά προσφέρει στα άτομα.

Ο Friedman συνέχισε στο δρόμο του Hayek στο βιβλίο του Capitalism and Freedom (1962), όπου και αντέδρασε στις πολιτικές του προέδρου Κένεντι υπέρ της κρατικής παρέμβασης. Ο Friedman ήταν κατά της διόγκωσης του κράτους,. Η απειλή για την ελευθερία είναι η συγκέ-ντρωση δύναμης σε πολιτικά χέρια.

Ο Friedman επιστρέφει πίσω στον A.Smith και τον κλασικό φιλελευθερισμό. Ένα κράτος που αφαιρεί την ελευθερία από τους πολίτες μέσω Κεϊνσιανών πρακτικών δεν είναι καλύτερο από αυτό που αφαιρεί την ελευθερία με μερκαντιλιστικές πολιτικές ασφάλειας. Η δύναμη συγκεντρώ-νεται στα κράτη, και η μεγαλύτερη απειλή για την ελευθερία είναι η συγκέντρωση δύναμης. Ένας καπιταλισμός ανταγωνιστικών αγορών διαχέει τη δύναμη και προστατεύει την ελευθερία. Στο βιβλίο του Καπιταλισμός και Ελευθερία ο Friedman υπογραμμίζει την κλασική φιλελεύθερη άπο-ψη ότι η αγορά προασπίζεται και προστατεύει την ελευθερία.

Καθώς ο Κεϊνσιανός συμβιβασμός κατέρρευσε στη δεκαετία του 1970, οι κλασικές φιλε-λεύθερες ιδέες των Hayek και Friedman αύξησαν τη δύναμη τους και κυριάρχησαν. Οι δυνάμεις αυτές έφτασαν στο απόγειο της κυριαρχίας τους στη δεκαετία του 1990 καθώς ο κλασικός φιλε-λευθερισμός έγινε η κυρίαρχη πολιτική ιδεολογία.

3.10 ΡΗΓΚΑΝ, ΘΑΤΣΕΡ ΚΑΙ ΟΙ ΝΕΟ-ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΟΙ Στη δεκαετία του 1980 η κλασική φιλελεύθερη προσέγγιση της ΔΠΟΙ αύξησε σημαντικά

την επιρροή της μέσω ενός κινήματος που συχνά ονομάζεται νεο-συντηρητισμός ή νεοφιλελευθε-ρισμός. Οι ηγετικές φυσιογνωμίες στην εφαρμογή των ιδεών αυτών ήταν η πρωθυπουργός της

Page 25: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 23

Βρετανίας Μάργκαρετ Θάτσερ και ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ρόναντλ Ρήγκαν. Και οι δύο άσκησαν και πρότειναν πολιτικές ελεύθερης αγοράς στις χώρες τους και διεθνώς, και περιορισμό της κρα-τικής παρέμβασης σε όλους τους τομείς, με εξαίρεση την ασφάλεια, όπου μια ισχυρή αντικομου-νιστική θέση κυριαρχούσε. Οι θέσεις και πολιτικές αυτές σχετιζόταν περισσότερο με τις ιδέες των Smith, Hayek και Friedman, παρά με εκείνες του Keynes.

Οι νεο-συντηρητικές πολιτικές των Ρήγκαν και Θάτσερ ήταν σχεδιασμένες με άμεσο στόχο τη μείωση του κρατικού ελέγχου σε ιδιωτικές δραστηριότητες. Στις ΗΠΑ οι πολιτικές αυτές εκ-φράστηκαν με μειώσεις φόρων (από 70% στο 30%) κυρίως στα υψηλά εισοδήματα και απορρύθ-μιση των αγορών. Η απορρύθμιση στη Βρετανία πήρε τη μορφή μιας δραματικής μείωσης της κρατικής ιδιοκτησίας (ιδιωτικοποιήσεις) σε κρατικές επιχειρήσεις και περιουσία. Βασικός στόχος η μείωση του μεγέθους του κράτους και της επίδρασης του στις ιδιωτικές αποφάσεις.

Η ιδεολογική επιτυχία των κλασικών αυτών φιλελεύθερων ιδεών στη Βρετανία και στις ΗΠΑ σε συνδυασμό με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού στην Α. Ευρώπη οδήγησε σε μια δραματική ανανέωση των φιλελεύθερων πολιτικών σε όλο τον κόσμο. Η απορρύθμιση των αγορών και οι ιδιωτικοποιήσεις ήταν οι πιο διαδεδομένες πολιτικές στη δεκαετία του 1990, στην Ευρώπη, την Αμερική, την Ασία, την Αφρική. Η νεο-συντηρητική προσέγγιση της ΔΠΟΙ παρα-μένει και σήμερα πολύ ισχυρή σε πολιτικούς και διαμορφωτές πολιτικής. Συμβουλεύει για μείω-ση του μεγέθους και του ρόλου του κράτους, με απορρύθμιση των αγορών, με ιδιωτικοποιήσεις κρατικών επιχειρήσεων, με μείωση φορολογίας σε επιχειρήσεις και άτομα. Σε ένα σημαντικό βαθμό, η συντηρητική επανάσταση του κλασικού φιλελευθερισμού συνεχίζεται σήμερα, αν και τα προβλήματα του ισοζυγίου δύναμης μεταξύ κράτους και αγοράς εξακολουθούν να διχάζουν.

3.11 H ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΑΠΟΨΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΓΕΜΟΝΙΑ Η θεωρία της ηγεμονικής σταθερότητας αποτελεί μια από τις κατευθύνσεις ανάπτυξης της

φιλελεύθερης παράδοσης, διαφορετική από την Κεϊνσιανή προσέγγιση, αλλά συγγενής με το Κε-ϊνσιανό πνεύμα ανάλυσης της ΔΠΟΙ. Συνδέεται επίσης στενά αλλά όχι πλήρως με τον πολιτικό ρεαλισμό. Η θεωρία της ηγεμονικής σταθερότητας ερμηνεύει τη λειτουργία της σύγχρονης διε-θνούς οικονομίας με άξονα αναφοράς τις διαδοχικές φιλελεύθερες κυρίαρχες δυνάμεις.

Σύμφωνα με τη θεωρία της ηγεμονικής σταθερότητας, μια ανοικτή και φιλελεύθερη οικο-νομία προϋποθέτει την ύπαρξη μιας ηγεμονικής ή κυρίαρχης δύναμης. Η θεωρία υποστηρίζει ότι οι ηγεμονικές δομές εξουσίας που κυριαρχούνται από μία μόνο χώρα, συντελούν περισσότερο στην ανάπτυξη ισχυρών διεθνών καθεστώτων που οι κανόνες τους είναι σχετικά ακριβείς και αρ-κετά σεβαστοί. Η ηγεμονική δύναμη είναι ικανή και πρόθυμη να εγκαθιδρύσει και να διατηρήσει τους κανόνες και τις αρχές μιας φιλελεύθερης οικονομικής τάξης, ενώ με τη μείωση της η φιλε-λεύθερη οικονομική τάξη εξασθενεί σημαντικά.

Η λέξη κλειδί στη θεωρία αυτή είναι ο φιλελευθερισμός, που συνδέεται με την ύπαρξη μιας διεθνούς οικονομίας η οποία βασίζεται στους κανόνες της ελεύθερης αγοράς, όπως είναι η ελευ-θερία εισόδου και η απουσία προνομιακής μεταχείρισης. Η θεωρία δεν υποστηρίζει ότι μια διε-θνής οικονομία θα ήταν αδύνατο να υπάρξει και να λειτουργήσει χωρίς την παρουσία μιας ηγε-μονικής δύναμης. Η θεωρία περισσότερο υποστηρίζει την ιδέα ότι ο φιλελεύθερος τύπος της διε-θνούς οικονομικής τάξης δεν μπορεί να φτάσει στην πλήρη ανάπτυξη του παρά μόνο όταν υπάρ-χει μια τέτοια ηγεμονική δύναμη.

Επίσης, η ύπαρξη και μόνο μιας ηγεμονικής δύναμης δεν είναι αρκετή να εξασφαλίσει την ανάπτυξη μιας φιλελεύθερης διεθνούς οικονομίας. Πρέπει η ηγεμονική δύναμη να είναι αφοσιω-μένη στις αξίες του φιλελευθερισμού. Ηγεμονία χωρίς φιλελεύθερη αφοσίωση στην οικονομία της αγοράς θα οδηγήσει μάλλον σε ιμπεριαλιστικά συστήματα διεθνών σχέσεων.

Πιο συγκεκριμένα, η θεωρία της ηγεμονικής σταθερότητας αξιολογεί το ρόλο της αγοράς και του κράτος στην παγκόσμια οικονομία και παρατηρεί ότι οι διεθνείς αγορές λειτουργούν κα-λύτερα όταν συγκεκριμένα διεθνή δημόσια αγαθά προσφέρονται σε επαρκείς ποσότητες. Τα δη-μόσια αυτά αγαθά περιλαμβάνουν το ελεύθερο εμπόριο, την ασφάλεια, την ειρήνη ή ένα ισοζύγιο δύναμης και ένα αποτελεσματικό σύστημα διεθνών πληρωμών.

Το καθένα από αυτά τα δημόσια αγαθά έχει κάποιο κόστος προσφοράς, και το καθένα συν-δέεται με αυτό που οι οικονομολόγοι αποκαλούν free-rider problem. Άτομα και χώρες που δεν συνεισφέρουν στο κόστος της παραγωγής και προσφοράς τους, ωφελούνται από την κατανάλωση

Page 26: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 24

τους. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η παγκόσμια οικονομία θα εμφανίζει προβλήματα άνισου επιμερισμού του κόστους και του οφέλους. Σε συγκεκριμένες περιόδους, μια χώρα κυριαρχεί στην παγκόσμια οικονομία και πολιτική. Η χώρα αυτή βρίσκει να είναι προς όφελος της να προ-μηθεύει την παγκόσμια οικονομία με τα αγαθά αυτά, συνυπολογίζοντας τους ελεύθερους καβα-λάρηδες. Ο ηγεμόνας ωφελείται πολύ από την μεγέθυνση και την επιτυχία της παγκόσμιας οικο-νομίας που επιθυμεί να αναλάβει το κόστος εφοδιασμού της παγκόσμιας οικονομίας με δημόσια αγαθά.

Η φιλελεύθερη προσέγγιση της ηγεμονικής σταθερότητας ισχυρίζεται ότι όταν μια ηγεμονι-κή χώρα εμφανίζεται, η παγκόσμια οικονομία έχει δυναμική και τάση μεγέθυνσης και ευημερίας, καθώς τα οφέλη από το ελεύθερο εμπόριο, την ασφάλεια, την ειρήνη, τη διεθνή χρηματοδότηση κ.α. διεγείρει θετικά τις αγορές παγκοσμίως. Όταν ο ηγεμόνας αποτυγχάνει, αποδυναμώνεται, τα δημόσια αυτά αγαθά εξαφανίζονται και η παγκόσμια οικονομία εισέρχεται σε στασιμότητα και πτώση. Στην ιστορία της ΔΠΟΙ έχουμε τρεις περιπτώσεις ηγεμονικής σταθερότητας. Η περίπτω-ση της Ολλανδίας το 17ο αιώνα, της Βρετανίας το 19ο και των ΗΠΑ στην, μετά το δεύτερο πα-γκόσμιο πόλεμο, περίοδο.

Η θεωρία της ηγεμονικής σταθερότητας έχει προκαλέσει σημαντική συζήτηση και πολλά ερωτήματα. Τι συμβαίνει όταν δεν υπάρχει ηγεμόνας; Είναι οι ΗΠΑ ακόμη ηγεμονική δύναμη; Είναι οι ΗΠΑ μια ηγεμονική δύναμη σε πτώση (όπως η Βρετανία στις αρχές του 20ου αιώνα) και ποιες οι συνέπειες; Είναι πιθανή μια ηγεμονική συμμαχία δυνάμεων, π.χ. της ΕΕ, ή των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας;

Η συζήτηση επεκτείνεται και στα κίνητρα του ηγεμόνα. Είναι ή όχι εγωιστής, προσφέρει σταθερότητα για τα δικά του ή όχι συμφέροντα, κλπ.

Οι φιλελεύθεροι ισχυρίζονται ότι ο ηγεμόνας είναι το κλειδί για ένα θετικού αθροίσματος παιχνίδι. Ο ηγεμόνας προσφέρει τα δημόσια αγαθά τα οποία αυξάνουν την αποτελεσματική λει-τουργία του διεθνούς συστήματος. Ο φιλάνθρωπος ηγεμόνας χρηματοδοτεί το κόστος της λει-τουργίας του συστήματος, ωφελείται όμως και περισσότερο. Η ευημερία του εξαρτάται από την ευημερία των άλλων. Οι φιλελεύθεροι κατανοούν σήμερα το ρόλο των ΗΠΑ μεταπολεμικά στη ΔΠΟΙ, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου του διεθνούς νομισματικού συστήματος του Bretton Woods και το σύστημα ασφάλειας του NATO σαν παράδειγμα πεφωτισμένου ηγεμόνα στην πρά-ξη. Το πρόβλημα με την ηγεμονία στη φιλελεύθερη προσέγγιση αρχίζει να εμφανίζεται όταν το κόστος της ηγεμονίας αυξάνεται εξασθενώντας τον πλούτο και τη δύναμη του ηγεμόνα. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η ασφάλεια και η ευημερία της ΔΠΟΙ απειλείται.

Η ιδέα του φιλάνθρωπου ηγεμόνα αμφισβητείται από δύο κατευθύνσεις. Οι ρεαλιστές βλέ-πουν την ηγεμονία σαν μέρος μιας μερκαντιλιστικής στρατηγικής διεθνούς κυριαρχίας. Οι υπο-στηρικτές του σύγχρονου παγκόσμιου συστήματος βλέπουν την ηγεμονία σαν μέρος της κυκλικής κίνησης της ιστορίας. Οι απόψεις αυτές της ηγεμονίας προσφέρουν σημαντικές αναλυτικές όψεις της ΔΠΟΙ.

Τα εθνικά κράτη οδηγούνται από τα συμφέροντα τους, σύμφωνα με τους ρεαλιστές. Η ρεα-λιστική προσέγγιση κάνει συνεπώς λόγο για ιδιοτελή ηγεμόνα. Καθώς είναι το πλουσιότερο και το ισχυρότερο κράτος, ο ηγεμόνας είναι ικανός να καθορίζει τους κανόνες του παγκόσμιου παι-χνιδιού των οικονομικών και πολιτικών σχέσεων, που ευνοούν τα συμφέροντα του έναντι των ανταγωνιστών του. Ο ηγεμόνας χρησιμοποιεί συνεπώς την κυριαρχία του για να αποκτήσει πλού-το και δύναμη στο διεθνές σύστημα, κάτι που είναι η λογική επέκταση της μερκαντιλιστικής ά-ποψης της ΔΠΟΙ. Οι πειρασμοί του εγωιστή ηγεμόνα για την απόκτηση περισσότερου πλούτου και δύναμης είναι πολλοί, σύμφωνα με τους ρεαλιστές, και η πιθανότητα η ηγεμονική χώρα να μετατραπεί σε ιμπεριαλιστική χώρα υπονομεύοντας τη ηγεμονία της είναι μεγάλη.

Οι πολιτικοί ρεαλιστές βλέπουν τις ΗΠΑ σαν κλασσικό παράδειγμα εγωιστή ηγεμόνα. Οι ΗΠΑ καθόρισαν τους όρους του παιχνιδιού μεταπολεμικά, με τρόπο που να εξυπηρετούν τα συμ-φέροντα τους. Μέσω της GATT και της ΠΟΕ, οι ΗΠΑ υποστήριξαν ένα καθεστώς ελεύθερου εμπορίου. Αυτό μπορεί να ωφέλησε άλλες χώρες, αλλά πρωτίστως ωφέλησε τις ΗΠΑ αφού μετα-πολεμικά είναι η βιομηχανικά ισχυρότερη χώρα και συνεπώς απόκτησε τη μερίδα του λέοντος από το ελεύθερο εμπόριο. Το ίδιο ισχύει και στο διεθνές νομισματικό σύστημα. Το σύστημα του Bretton Woods έβαλε το δολάριο στο κέντρο της διεθνούς χρηματοδότησης. Αυτό δημιουργούσε υποχρεώσεις στις ΗΠΑ, αλλά προσέφερε σημαντικά οφέλη. Το μεγαλύτερο είναι ότι οι ΗΠΑ μπορούν να τρέχουν μεγάλα εξωτερικά χρέη και να πληρώνουν με απλή έκδοση χρήματος, όταν άλλα κράτη πρέπει να πληρώσουν με πραγματικούς πόρους (π.χ. Μεξικό, Αργεντινή).

Page 27: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 25 Στο πεδίο της ασφάλειας επίσης ισχύει η κυριαρχία των συμφερόντων των ΗΠΑ, με τη ση-

μερινή ισορροπία δυνάμεων στο NATO. To δίλημμα σήμερα είναι αν η κυριαρχία των ΗΠΑ βρί-σκεται σε καθοδική πορεία και κινούμαστε σε μια μετά-ηγεμονική κατάσταση με ανερχόμενες δυνάμεις, ή ισχύει η θεωρία της αυτοκρατορίας των ΗΠΑ, οπότε εισερχόμαστε σε μια νέα κατά-σταση της ΔΠΟΙ.

Η θεωρία του σύγχρονου διεθνούς συστήματος βλέπει τη ΔΠΟΙ σαν ένα χώρο αλληλεπί-δρασης του βιομηχανικού κέντρου με την αγροτική περιφέρεια. Μία πολυκεντρική περίοδος είναι εκείνη όπου υπάρχει περισσότερη ισότητα στη διανομή της δύναμης και συγκριτικό πλεονέκτημα μεταξύ των χωρών του κέντρου. Αυτό συμβαίνει σπάνια, γιατί το σύνηθες είναι να επικρατεί μια κατάσταση ανισότητας στην κατανομή της δύναμης.

Στην πιο απλή εκδοχή της προσέγγισης αυτής ο ηγεμονικός κύκλος λειτουργεί κάπως έτσι: Μια πλούσια και ισχυρή χώρα αποκτά τον έλεγχο στο βιομηχανικό κέντρο συνήθως ως αποτέλε-σμα ενός παγκοσμίου πολέμου. Τελικά ο ηγεμόνας αποδυναμώνεται προκαλώντας μια περίοδο με πολλά σημαντικά κράτη του κέντρου να σχηματίζουν μια ισορροπία δυνάμεων. Η ισορροπία κά-ποια στιγμή αποσταθεροποιείται, ακολουθεί πόλεμος και ένας νέος ηγεμόνας εμφανίζεται. Ο ηγε-μόνας δεν είναι στη προσέγγιση αυτή ούτε φιλάνθρωπος ούτε εγωιστής, είναι απλά ένα μέρος από τη φύση των διεθνών καπιταλιστικών σχέσεων. Η μεταπολεμική ηγεμονία των ΗΠΑ ερμηνεύεται μέσα στο πλαίσιο αυτό από τη θεωρία του σύγχρονου διεθνούς συστήματος.

Οι τρεις προσεγγίσεις της ηγεμονικής σταθερότητας θα μπορούσαν να ειδωθούν συμπλη-ρωματικά.

Page 28: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 26

4 MARX, ΛΕΝΙΝ ΚΑΙ Η ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

4.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο Marx αποτελεί μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες στην ιστορία της πολιτικής

οικονομίας. Μετά το τέλος των συστημάτων του υπαρκτού σοσιαλισμού, πολλοί υποστηρίζουν ότι η θεωρία του Marx είναι μια νεκρή θεωρία. Το σίγουρο είναι ότι οι ιδέες του Marx εξακολου-θούν να παραμένουν ζωντανές σήμερα και να επηρεάζουν τη σκέψη και το προβληματισμό πολ-λών ανθρώπων. Θεωρίες που ενσωματώνουν τις ιδέες της ταξικής πάλης, της εκμετάλλευσης, του ιμπεριαλισμού και της τεχνολογικής αλλαγής αποτελούν σημαντικά εργαλεία της ΔΠΟΙ.

Θα προσπαθήσουμε στο πλαίσιο του μαθήματος αυτού να εξετάσουμε κάποιες από τις θεω-ρίες, ιδέες και συλλήψεις που πηγάζουν από τη σκέψη του Marx και του Λένιν και διαμορφώνουν το σύγχρονο ρεύμα των διαρθρωτικών προσεγγίσεων στη ΔΠΟΙ.

Οι θεωρητικοί της διαρθρωτικής προσέγγισης θέτουν ερωτήματα που συνήθως οι άλλες προσεγγίσεις παραβλέπουν. Σημαντικά προβλήματα της ΔΠΟΙ δεν μπορούν να κατανοηθούν χω-ρίς την χρησιμοποίηση ιδεών του Marx και των σύγχρονων διαρθρωτικών προσεγγίσεων. Η ιδέα της διάρθρωσης συνεπάγεται ότι οι δομές καθορίζουν το αποτέλεσμα.

Η εποχή που ο Marx ανέπτυξε την θεωρία του, ο καπιταλισμός εξελισσόταν κυρίως σε ε-θνικό επίπεδο. Μολονότι ο Marx έβλεπε τον καπιταλισμό ως παγκόσμια οικονομία (Κομμουνι-στικό Μανιφέστο), δεν ανέπτυξε ένα συστηματικό σύνολο ιδεών για τις διεθνείς σχέσεις. Ήταν φυσιολογικό να επικεντρωθεί στην ανάλυση της ταξικής πάλης και των επιπτώσεων της στην εκ-μετάλλευση και στην κρίση στο πλαίσιο του εθνικού κράτους. Το καθήκον της ανάπτυξης μιας θεωρίας για τον παγκόσμιο καπιταλισμό έπεσε στις πλάτες των επόμενων γενεών. Ο Λένιν, ανά-μεσα σε άλλους θεωρητικούς του Μαρξισμού, ανέπτυξε τη θεωρία του ιμπεριαλισμού.

Στην ανάπτυξη και εξέλιξη της παράδοσης αυτής, οι διαρθρωτικές προσεγγίσεις επικεντρώ-νονται σε ένα σύνολο θεμάτων που σχετίζονται με τον ιμπεριαλισμό, ή διαφορετικά με τη σχέση των αναπτυσσόμενων με τις αναπτυγμένες χώρες. Δύο βασικές θεωρητικές συλλήψεις κυριαρ-χούν στις μελέτες αυτές. Η εξάρτηση των αναπτυσσόμενων χωρών, του λεγόμενου τρίτου και τέταρτου κόσμου από τις βιομηχανικά προηγμένες χώρες του πρώτου κόσμου, και η θεωρία του σύγχρονου παγκόσμιου συστήματος που επικεντρώνεται στην κατανομή της εργασίας σε διεθνές επίπεδο.

Οι οπαδοί των διαρθρωτικών προσεγγίσεων βλέπουν την παγκόσμια πολιτική οικονομία με ένα τελείως διαφορετικό τρόπο συγκριτικά με τους μερκαντιλιστές και ειδικά με τους φιλελεύθε-ρους. Το σημαντικό σε αυτούς είναι οι εθνικές και διεθνείς οικονομικές δομές, που αποτελούν την κύρια δύναμη πίσω από τη ΔΠΟΙ. Η οικονομία καθορίζει την πολιτική. Και ενώ οι μερκαντι-λιστές και οι φιλελεύθεροι επικεντρώνονται στα άτομα και στα κράτη ως βασικά στοιχεία της ανάλυσης τους, η διαρθρωτική προσέγγιση επικεντρώνεται στις τάξεις και στη παγκόσμια πολιτι-κή οικονομία, η οποία και συχνά αναφέρεται ως σύγχρονο παγκόσμιο σύστημα.

Οι διαρθρωτικές προσεγγίσεις στέκονται κριτικά απέναντι στις παγκόσμιες εξελίξεις. Είναι η άποψη των αδυνάτων τάξεων και χωρών. Επικεντρώνονται στη δυναμική της ΔΠΟΙ κατανοώ-ντας τον καπιταλισμό και τους άλλους τρόπους παραγωγής να εξελίσσονται βάσει ταξικών συ-γκρούσεων, της κρίσης και υπόκεινται σε συνεχή μεταβολή. Πρέπει να επισημάνουμε ότι πολλές από τις διαρθρωτικές προσεγγίσεις δεν συμφωνούν απόλυτα και ολοκληρωτικά με πολλές από τις ιδέες και τις πολιτικές προεκτάσεις της θεωρίας των Μαρξ και Λένιν. Είναι ωστόσο αναμφισβή-τητα επηρεασμένες από τις κεντρικές ιδέες και τα επιχειρήματα τους.

4.2 MARX Η θεωρία του Marx για την ιστορία, η ιδέα της ταξικής πάλης και η κριτική του καπιταλι-

σμού πρέπει να κατανοηθούν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής κουλτούρας, και του πολιτικού και οικονομικού κλίματος του 19ου αιώνα.

- Άσχημες συνθήκες εργασίας - Εκμετάλλευση

Page 29: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 27 Ο Marx ανέπτυξε μια οικονομική, κοινωνική, πολιτική και ηθική θεωρία και μια θεωρία της

πράξης, της επαναστατικής αλλαγής. Ο Ιστορικός Υλισμός, διαδραματίζει πρωταρχικό ρόλο στη διαλεκτική σχέση των παραγωγικών δυνάμεων και σχέσεων και στην κοινωνική εξέλιξη.

Επικεντρώθηκε στις δύο βασικές τάξεις, την, αστική τάξη και το προλεταριάτο. Μεταξύ των δύο αυτών τάξεων υπάρχει μια μόνιμη ανταγωνιστική πάλη που πηγάζει από τη σύγκρουση των οικονομικών συμφερόντων τους. Ο ρόλος του εφεδρικού στρατού εργασίας είναι σημαντικός στη διαμόρφωση των όρων της ταξικής πάλης.

4.2.1 Ο Marx και η Κρίση του Καπιταλισμού

Για τον Marx ο καπιταλισμός ήταν κάτι παραπάνω από μια δυσάρεστη στάση της ιστορίας. Ήταν ένα απαραίτητο στάδιο ανάπτυξης πλούτου και βελτίωσης των υλικών όρων της ανθρώπι-νης ζωής. Πίστευε ότι η δυναμική φύση της καπιταλιστικής αγοράς βρίσκεται στο επίκεντρο της πολιτικής οικονομίας. Σύμφωνα με τον Marx, ο καπιταλισμός έχει ένα ιστορικό ρόλο, να μετα-σχηματίσει τον κόσμο. Πρώτα αποσάθρωσε τη φεουδαρχία και δεύτερον δημιουργεί τις κοινωνι-κές και οικονομικές προϋποθέσεις για τη μετάβαση στο σοσιαλισμό.

Για το Marx ο καπιταλισμός εμπεριέχει τις δυνάμεις της καταστροφής του. Η κρίση του συ-στήματος είναι αναπόφευκτη. Ο Marx αναγνώρισε τρεις αντικειμενικούς νόμους του καπιταλι-στικού τρόπου παραγωγής που καταστούν αναπόφευκτη την μετεξέλιξη του σ' ένα διαφορετικό οικονομικό και πολιτικό σύστημα, που για αυτόν ήταν ο σοσιαλισμός. .

Ο πρώτος νόμος είναι ο νόμος της ασυμμετρίας ή της υποκατανάλωσης λόγω της άναρχης λειτουργίας του συστήματος που βασίζεται στην ατομική ιδιοκτησία. Ο νόμος αυτός συνεπάγεται την άρνηση του νόμου του Say, ο οποίος υποστηρίζει ότι η προσφορά δημιουργεί τη δική της ζή-τηση, και έτσι πάντοτε, εκτός από κάποιες σύντομες περιόδους, η προσφορά και η ζήτηση βρί-σκονται σε ισορροπία. Ο νόμος του Say υποστηρίζει ότι η διαδικασία εξισορρόπησης της προ-σφοράς και της ζήτησης καθιστά αδύνατη την υπερπαραγωγή στον καπιταλισμό ή στην οικονο-μία της αγοράς. Ο Marx όπως και ο Keynes αρνήθηκε ότι υπάρχει αυτή η τάση προς την ισορρο-πία και υποστήριξε ότι η καπιταλιστική οικονομία έχει την τάση να υπερπαράγει ορισμένα είδη αγαθών. Όπως υποστήριξε ο Marx, υπάρχει μια εγγενής αντίθεση στον καπιταλισμό ανάμεσα στην ικανότητα του να παράγει αγαθά και την ικανότητα των καταναλωτών (μισθωτών εργατών) να αγοράζουν τα αγαθά αυτά. Η σταθερά εμφανιζόμενη δυσαναλογία ανάμεσα στην παραγωγή και την κατανάλωση που οφείλεται στην αναρχία της αγοράς προκαλεί περιοδικές υφέσεις και οικονομικές διακυμάνσεις. Ο Marx προέβλεψε ότι αυτές οι περιοδικά επαναλαμβανόμενες οικο-νομικές κρίσεις θα γίνονταν ολοένα και σοβαρότερες και κάποια στιγμή θα ωθούσαν το προλετα-ριάτο να εξεγερθεί κατά του συστήματος.

Ο δεύτερος νόμος που δίνει ώθηση στην ανάπτυξη του καπιταλιστικού συστήματος, κατά τον Marx, είναι ο νόμος της συγκέντρωσης (ή συσσώρευσης) του κεφαλαίου που δηλώνει ότι η ανάπτυξη του καπιταλισμού θα παράγει ανισότητα στη διανομή του εισοδήματος, του πλούτου και της δύναμης. Η κινητήρια δύναμη του καπιταλισμού είναι το κυνήγι του κέρδους και η επα-κόλουθη ανάγκη για τον ατομικό καπιταλιστή να συσσωρεύει και να επενδύει. Ο ανταγωνισμός αναγκάζει τους καπιταλιστές να αυξάνουν την αποτελεσματικότητα τους και να επενδύουν κεφά-λαια γιατί διαφορετικά κινδυνεύουν να εκτοπιστούν από την αγορά. Το αποτέλεσμα είναι να εξε-λίσσεται ο καπιταλισμός προς την αυξανόμενη συγκέντρωση πλούτου και δύναμης στα χέρια λί-γων και αποτελεσματικών καπιταλιστών, και την αυξανόμενη εξαθλίωση των πολλών.

Ο τρίτος νόμος του καπιταλισμού είναι ο νόμος της πτωτικής τάσης του ποσοστού του κέρ-δους. Καθώς το κεφάλαιο συσσωρεύεται και γίνεται περισσότερο άφθονο, η απόδοση του μειώ-νεται και έτσι μειώνεται το κίνητρο για επένδυση. Παρά την επίδραση αντίρροπων δυνάμεων (φτηνή εργασία και πρώτες ύλες, εξαγωγές, κλπ.) ο Marx πίστευε ότι η τάση αυτή των κερδών να μειώνονται είναι αναπόφευκτη. Οι καπιταλιστές χάνουν συνεπώς το κίνητρο τους να επενδύουν και να δημιουργούν απασχόληση. Η συμπεριφορά αυτή θα οδηγήσει στην οικονομική εξαθλίωση το προλεταριάτο, που κάποια στιγμή θα εξεγερθεί απέναντι στο καπιταλιστικό σύστημα.

Οι τρεις αυτοί νόμοι βρίσκονται σε μια σχέση αλληλεπίδρασης και αποτελούν τον πυρήνα της κριτικής του Marx στο καπιταλιστικό σύστημα σύμφωνα με την οποία, μολονότι ο ατομικός καπιταλιστής είναι ορθολογικός στις αποφάσεις του, όπως υποθέτουν και οι φιλελεύθεροι, το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα είναι παράλογο. Η ανταγωνιστική αγορά καθιστά αναγκαίο για τον ατομικό καπιταλιστή να αποταμιεύει, να επενδύει και να συσσωρεύει. Αν η επιδίωξη του κέρδους

Page 30: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 28

είναι το καύσιμο του καπιταλισμού, τότε η επένδυση είναι ο κινητήρας του και η συσσώρευση το αποτέλεσμα. Στο σύνολο του όμως αυτό το συσσωρευμένο κεφάλαιο από τους ατομικούς καπιτα-λιστές οδηγεί σε περιοδικές κρίσεις υπερπαραγωγής αγαθών, σε πλεονάζον κεφάλαιο και σε εξα-νέμιση των επενδυτικών κινήτρων. Η μακροχρόνια ύφεση αποτελεί εστία πολιτικής και κοινωνι-κής αστάθειας για το καπιταλιστικό σύστημα αφού εξωθεί τους προλετάριους σε επαναστατικές εκδηλώσεις. Οι εγγενείς αυτές αντιθέσεις του καπιταλιστικού συστήματος είναι για τον Marx ο σπόρος της καταστροφής του.

Η θεωρία του Marx αποτέλεσε τη βάση της ανάπτυξης της θεωρίας της διάρθρωσης. Η οι-κονομική διάρθρωση του καπιταλισμού ήταν κατά τον Marx σημαντική ως δύναμη επίδρασης στην κοινωνία. Ο Marx επικεντρώθηκε στη δομή της παραγωγής, αφού εκεί δημιουργούνται οι τάξεις, αναπτύσσεται η ταξική πάλη, γεννιέται η κρίση και η επανάσταση που θα οδηγήσει στο σοσιαλισμό. Για το Marx ο ρόλος της δομής είναι σημαντικός, πολύ περισσότερο από τις ιδέες, τη φύση ή τη στρατιωτική δύναμη. Ο Marx είδε τους ανθρώπους να παγιδεύονται στη δομή της πα-ραγωγής που διαμορφώνει τη καθημερινότητα τους, τον τρόπο που αντιλαμβάνονται τα πράγμα-τα. Η δομή της παραγωγής μπορεί να αλλάξει μόνο με συλλογική δράση. Ο Marx λοιπόν βλέπει τη ΔΠΟΙ με όρους ταξικής εκμετάλλευσης που συνεπάγονται οι δυνάμεις της αγοράς. Που είναι ο ρόλος του κράτους στον Marx; Ενώ για του μερκαντιλιστές το κράτος είναι ένας μηχανισμός δύ-ναμης και για τους φιλελεύθερους ένας μηχανισμός επικίνδυνος, για το Marx το κράτος είναι έ-νας μηχανισμός εξαρτημένος. Το κράτος εξυπηρετεί τα συμφέροντα της τάξης των καπιταλιστών.

Αν και η ανάλυση του Marx για τη λειτουργία και συμπεριφορά της καπιταλιστικής οικο-νομίας δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί, η πρόβλεψη του για την μακροχρόνια ύφεση, την επα-ναστατική δράση του προλεταριάτου και το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό του συστήματος δεν επαληθεύτηκε, τουλάχιστον την χρονική περίοδο που ο Marx είχε προβλέψει, δηλαδή στα μέσα του 19ου αιώνα. Μαθητές του Marx όπως η Rosa Luxemburg και ο Rudolf Hilferding άρχισαν να ενδιαφέρονται για τη συνεχιζόμενη ζωτικότητα του καπιταλισμού και την άρνηση του να εξαφα-νιστεί. Η δυναμική του εθνικισμού, οι οικονομικές επιτυχίες του καπιταλισμού και η εμφάνιση του ιμπεριαλισμού, οδήγησαν σε μια μεταμόρφωση της μαρξιστικής σκέψης, που έφτασε στο α-ποκορύφωμα της με τη δημοσίευση του βιβλίου του Λένιν για τον Ιμπεριαλισμό. Γράφοντας στις συνθήκες του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και επηρεασμένος από κείμενα άλλων Μαρξιστών, ο Λέ-νιν ουσιαστικά μετέτρεψε το μαρξισμό από μια θεωρία της εγχώριας οικονομίας σε μια θεωρία των διεθνών πολιτικών σχέσεων μεταξύ καπιταλιστικών κρατών και των επιθετικών βλέψεων τους για τις αναπτυσσόμενες χώρες.

4.3 ΛΕΝΙΝ ΚΑΙ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΣ Ο Λένιν (1870-1924) είναι ευρύτερα γνωστός για το καθοδηγητικό του ρόλο στην Οκτω-

βριανή επανάσταση του 1917 και τη δημιουργία της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Λένιν ήταν ο επανα-στάτης θεωρητικός, ο οποίος αν και επηρεασμένος σε σημαντικό βαθμό από τον Marx, άλλαξε τη σχέση πολιτικού και οικονομικού στη Μαρξιστική παράδοση. Ο Λένιν ισχυρίστηκε ότι μπορεί η πολιτική να προηγηθεί της οικονομίας, και επιχειρηματολογούσε ότι η Ρωσία μπορεί να υπερβεί το καπιταλιστικό στάδιο ανάπτυξης και ότι ήταν έτοιμη για τη σοσιαλιστική επανάσταση.

Θα περιοριστούμε στην ανάλυση του για τον ιμπεριαλισμό και δεν υπάρχει χώρος και πρό-θεση επέκτασης στις επαναστατικές ιδέες του Λένιν. Επίσης πριν περάσουμε στα βασικά σημεία της ανάλυση του θα ήταν χρήσιμη μια συνοπτική περιγραφή των νέων ιστορικών συνθηκών, αλ-λά και των νέων εξελίξεων στη δομή του καπιταλιστικού συστήματος που βίωνε ο Λένιν.

Όπως προαναφέραμε ο Marx είχε γράψει για έναν καπιταλισμό που περιοριζόταν ουσιαστι-κά στη Δυτική Ευρώπη, δηλαδή για ένα κλειστό οικονομικό σύστημα που οι δυνάμεις της ανά-πτυξης του θα μπορούσαν κάποια στιγμή να εξανεμιστούν, προσκρούοντας σε περιορισμούς που δημιουργούσε το ίδιο το σύστημα. Μεταξύ 1870 και 1914, ο καπιταλισμός μετατρεπόταν σε ένα ολοένα και ευρύτερο, δραστήριο, τεχνολογικό και ανοικτό οικονομικό σύστημα. Την εποχή του Marx το κυριότερο πλέγμα σχέσεων της αργά αναπτυσσόμενης παγκόσμιας οικονομίας ήταν το εμπόριο. Μετά το 1870, όμως, οι μαζικές εξαγωγές κεφαλαίου από τη Μεγάλη Βρετανία και στη συνέχεια από άλλες αναπτυγμένες οικονομίες, μεταμόρφωσαν σημαντικά την παγκόσμια οικονο-μία. Οι ξένες επενδύσεις και η διεθνής χρηματοδότηση μετέβαλαν ριζικά τις οικονομικές και πο-λιτικές σχέσεις μεταξύ των κοινωνιών. Επίσης, ο καπιταλισμός του Marx συγκροτούνταν κυρίως

Page 31: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 29

από μικρές, ανταγωνιστικές βιομηχανικές επιχειρήσεις. Την εποχή του Λένιν όμως στις καπιταλι-στικές οικονομίες δέσποζαν τα μεγάλα βιομηχανικά καρτέλ, που με τη σειρά τους ελέγχονταν από τους μεγάλους τραπεζικούς οίκους.

Δεδομένων των νέων ιστορικών και καπιταλιστικών συνθηκών ο Λένιν πήρε την ιδέα της ταξικής πάλης από τον Marx, βασισμένη στο μοντέλο παραγωγής, και τη χρησιμοποίησε για να εξηγήσει τις διεθνείς επιπτώσεις της καπιταλιστικής ανάπτυξης, όπως αυτές μεταφέρονται μέσω των δομών παραγωγής και χρηματοδότησης από τις πλούσιες χώρες στις φτωχότερες αναπτυσ-σόμενες χώρες του κόσμου. Ο Λένιν ισχυρίστηκε ότι οι διεθνείς αυτές εξελίξεις σηματοδοτούν το πέρασμα του καπιταλισμού στο ανώτερο στάδιο ανάπτυξης του, που είναι ο ιμπεριαλισμός.

Ο Marx όπως είδαμε κατανοούσε την εξέλιξη του καπιταλισμού μέσω της δράσης των τριών νόμων που τελικά θα οδηγούσαν στην κρίση που θα όξυνε τις ταξικές αντιθέσεις και θα προκαλούσε την επαναστατική μετάβαση στο σοσιαλισμό. Ο Λένιν, βιώνοντας μια άλλη ιστορική εποχή, παρατήρησε ότι οι καπιταλιστικές χώρες είχαν αποφύγει τη μακροχρόνια κρίση και το σο-σιαλιστικό μετασχηματισμό τους, μέσω της επέκτασης της δεξαμενής των εργαζομένων που εκ-μεταλλευόντουσαν. Ο Καπιταλισμός είχε αποφύγει τις επιπτώσεις των τριών νόμων, μέσω του ιμπεριαλισμού. Οι αποικίες έλυναν το πρόβλημα της υποκατανάλωσης, του εφοδιασμού με φτη-νές πρώτες ύλες, ενώ έδιναν διέξοδο στο πλεονασματικό κεφάλαιο.

Ο Λένιν πρόσθεσε στην Μαρξιστική θεωρία ένα τέταρτο νόμο, το νόμο του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού. Καθώς οι καπιταλιστικές οικονομίες ωριμάζουν, το κεφάλαιο συσσωρεύεται και το ποσοστό του κέρδους μειώνεται, οι καπιταλιστικές οικονομίες δημιουργούν αποικίες και εξαρ-τημένες χώρες για να λειτουργήσουν ως αγορές για τα παραγόμενα προϊόντα τους, ως περιοχές εξαγωγής κεφαλαίου και ως προμηθευτές φτηνών πρώτων υλών και ειδών διατροφής. Ο μεταξύ των αναπτυγμένοι χωρών ανταγωνισμός οδηγεί στο μοίρασμα των αποικιών σύμφωνα με τη σχε-τική δύναμη των χωρών-μητροπόλεων.

Ο ιμπεριαλισμός εκτιμάται από τον Λένιν ότι αποτελεί μα νέα φάση ανάπτυξης του καπιτα-λισμού, είναι κατά την άποψη του το μεταβατικό στάδιο από τον καπιταλισμό στον σοσιαλισμό.

Σύμφωνα με τον Λένιν, εκείνο που οδηγεί στον ιμπεριαλισμό είναι τα όρια του οικονομικού ανταγωνισμού σε εθνικό επίπεδο και η δημιουργία μονοπωλίων. Βασισμένος στο νόμο της συ-γκέντρωσης του Marx, ο Λένιν υποστήριξε ότι η οικονομική δύναμη συγκεντρώνεται στα χέρια λίγων καρτέλ που ελέγχουν το μεγαλύτερο όγκο της παραγωγής, της πίστης και της οικονομικής δραστηριότητας. Το μονοπώλιο είναι το αντίθετο από τον ελεύθερο και πλήρη ανταγωνισμό. Μό-νο που στην θεωρητική παράδοση των Marx και Λένιν, ο ελεύθερος ανταγωνισμός καταλήγει μέσω του νόμου της συγκέντρωσης σε μονοπώλιο. Είναι λοιπόν ανορθολογικό να υποστηρίζει κάποιος τον ελεύθερο ανταγωνισμό, γιατί α) σε φάση ανάπτυξης του καπιταλισμού έχει παρέλθει και β) και αν ισχύσει σε μία συγκεκριμένη ιστορική περίοδο θα μετεξελιχθεί σε ιμπεριαλισμό.

Το σημείο κλειδί στην ανάλυση του Λένιν είναι λοιπόν το μονοπώλιο. Αυτό συγκεντρώνει τόσο κεφάλαιο που δεν είναι δυνατό να βρει επαρκής επενδυτικές ευκαιρίες στο εσωτερικό μιας βιομηχανικά αναπτυγμένης χώρας. Συνεπώς αναζητά ευκαιρίες μέσω της εξαγωγής κεφαλαίου στις περιοχές του πλανήτη που προσδοκά ικανοποιητικά κέρδη.

Ο ιμπεριαλισμός κατά τον Λένιν ανέβαλε την αναπόφευκτη κρίση του καπιταλισμού και τη μεταμόρφωση του σε σοσιαλισμό. Προκάλεσε επίσης μια σειρά νέων προβλημάτων στον κόσμο. Για τον Λένιν, ο Α' παγκόσμιος πόλεμος προκλήθηκε από την ταυτόχρονη διεθνή επέκταση πολ-λών ευρωπαϊκών χωρών. Ως χώρες του καπιταλιστικού κέντρου ανταγωνίστηκαν να επεκτείνουν τη σφαίρα εκμετάλλευσης τους, τα συμφέροντα τους συγκρούστηκαν με κατάληξη τον παγκό-σμιο πόλεμο.

Ο Λένιν έπαιξε σημαντικό ρόλο στην επανάσταση του 1917 και συνέβαλε στην ήττα των φιλελεύθερων πολιτικών δυνάμεων στη Ρωσία που επιθυμούσαν τη χώρα μέσα στο ευρωπαϊκό καπιταλιστικό σύστημα. Κάτω από την ηγεσία του Λένιν, η Ρωσία τελικά αποσχίστηκε από την καπιταλιστική Ευρώπη και τις ιμπεριαλιστικές συγκρούσεις και προσπάθησε να οικοδομήσει ένα σοσιαλιστικό σύστημα χωρίς ταξικές συγκρούσεις και ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Η ιστορία του 20ου αιώνα και ειδικά οι δύο τελευταίες δεκαετίες σημάδεψαν το τέλος της προσπάθειας αυτής.

Page 32: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 30

4.3.1 Λένιν και Διεθνής Καπιταλισμός

Η θεωρία του ιμπεριαλισμού του Λένιν υπήρξε σημαντική ως προς την επίδραση της στην ανάπτυξη της κριτικής-ριζοσπαστικής θεώρησης της ΔΠΟΙ. Θα ήταν λοιπόν ωφέλιμο να εξετά-σουμε περισσότερα από τα στοιχεία της.

Για τον Λένιν, οι καπιταλιστές επιδιώκουν μόνο την απόκτηση κερδών και δεν ενδιαφέρο-νται για τη ποιότητα ζωής των εργαζομένων. Συνεπώς οι καπιταλιστικές κοινωνίες θα μείνουν ανομοιογενώς αναπτυγμένες, με κάποιες κοινωνικές τάξεις πλούσιες και ευημερούντες και κά-ποιες άλλες στη φτώχεια. Το ιμπεριαλιστικό στάδιο ανάπτυξης του καπιταλισμού απλά μεταφέρει το δυϊσμό αυτό του πλούτου και της δύναμης σε διεθνές επίπεδο, αφού οι καπιταλιστές επιδιώκο-ντας τα κέρδη εξάγουν σε αυτό που ο Λένιν ονόμασε καθυστερημένο κομμάτι του κόσμου. Οι φτωχές, περιφερειακές χώρες ολοκληρώνονται στην παγκόσμια οικονομία σαν το νέο προλετα-ριάτο του κόσμου.

Οι μονοπωλιακές ενώσεις των καπιταλιστών λοιπόν αφού μοίρασαν την εσωτερική αγορά της χώρας τους και εκμεταλλεύτηκαν τις ευκαιρίες κέρδους που αυτή προσέφερε, μοίρασαν στη συνέχεια τη παγκόσμια αγορά και εκμεταλλεύονται τις κερδοφόρες ευκαιρίες που προσφέρει ο πλανήτης. Ο καπιταλισμός δημιούργησε μια παγκόσμια αγορά.

Η ανομοιογενής ανάπτυξη της κοινωνίας σε εθνικό επίπεδο συμβαίνει σε διεθνές επίπεδο στη φάση του ιμπεριαλισμού.

Ο Λένιν είδε τον ιμπεριαλιστικό καπιταλισμό να επεκτείνεται μέσω δύο δομών της ΔΠΟΙ. Της παραγωγής και της χρηματοδότησης. Και οι δύο αυτές δομές ήταν τόσο συγκροτημένες στο καπιταλισμό που συνέβαλαν στη δημιουργία συνθηκών εξάρτησης και διευκόλυναν την εκμετάλ-λευση. Ο ανταγωνισμός των φτωχών χωρών τις καθιστούσε εύκολους στόχους για τα μονοπώλια στη παραγωγική σφαίρα των χωρών του κέντρου. Το ίδιο ίσχυε και στη σφαίρα της χρηματοδό-τησης, όπου η αφθονία χρηματικού κεφαλαίου ελεγχόμενου από τις μονοπωλιακές τράπεζες χρη-σιμοποιούνταν για την εκμετάλλευση των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών.

Η συνεισφορά του ιμπεριαλισμού στην επιβίωση του καπιταλισμού ήταν ότι οι πλούσιες καπιταλιστικές χώρες μπόρεσαν και μπορούν να καθυστερούν την τελική κρίση τους κρατώντας τις φτωχές χώρες υπανάπτυκτες και υπερχρεωμένες και εξαρτημένες από τα βιομηχανικά προϊό-ντα των αναπτυγμένων καπιταλιστικά χωρών και το χρηματικό τους κεφάλαια. Η θεωρία του Λέ-νιν άσκησε μεγάλη επίδραση κυρίως στις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες, ενώ οι ιδέες του διαμόρ-φωσαν πολιτικές και συμπεριφορές απέναντι στο διεθνές εμπόριο και τη διεθνή χρηματοδότηση.

Η θεωρία του ιμπεριαλισμού του Λένιν όπως και οι ιδέες του Marx συμπεριλαμβάνονται στις διαρθρωτικές προσεγγίσεις, γιατί εκτιμούν ότι οι καπιταλιστικές δομές της παραγωγής και της χρηματοδότησης λειτουργούν σε όφελος των κατόχων του κεφαλαίου. Στη θεωρία, η σχέση μεταξύ χωρών με πλεόνασμα κεφαλαίου και χωρών με έλλειψη κεφαλαίου θα έπρεπε να ήταν σχέση αλληλεξάρτησης. Αφού η κάθε μία χώρα εξαρτάται από την άλλη για να πετύχει υψηλή μεγέθυνση, στην πράξη το αποτέλεσμα είναι η εξάρτηση, η εκμετάλλευση και η ανισομερής ανά-πτυξη. Η ιδέα αυτή του Λένιν αποτελεί τη μεγάλη συνεισφορά του στη μαρξιστική σκέψη αφού αποτελεί τη βάση ενός τέταρτου νόμου, του νόμου της άνισης ανάπτυξης. Ο νόμος αυτός ήταν το βασικό επιχείρημα που χρησιμοποιούσε ο Λένιν στην πολεμική του ενάντια στις ιδέες περί ειρη-νικής διευθέτησης των διαφορών των ιμπεριαλιστικών χωρών και των επεκτατικών τους τάσεων. Οι ίδιες δυνάμεις που κάνουν τους καπιταλιστές να εκμεταλλεύονται το προλεταριάτο, κάνουν και τις χώρες του καπιταλιστικού κέντρου να κυριαρχούν και να εκμεταλλεύονται τις λιγότερο αναπτυγμένες και τις φτωχές χώρες. Ο νόμος της άνισης ανάπτυξης αποτελεί μια μόνιμη εστία πηγών κέρδους για τις αναπτυγμένες χώρες, συνεπώς δεν θα μπορούσε να συμβεί κάτι διαφορετι-κό, θα ήταν ξένο προς τη φύση του καπιταλιστικού συστήματος. Τα ανταγωνιστικά συμφέροντα των αναπτυγμένων χωρών αποτελούν επίσης μια μόνιμη εστία συγκρούσεων και αστάθειας για το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα.

Ολοκληρώνοντας την αναφορά στη θεωρία του Λένιν θα λέγαμε το εξής: η διεθνοποίηση της μαρξιστικής θεωρίας από τον Λένιν αποτελεί μια σημαντική εξέλιξη. Στην κριτική του καπι-ταλισμού από τον Marx, τα αίτια της πτώσης του είναι οικονομικά. Ο καπιταλισμός θα αποτύγχα-νε για οικονομικούς λόγους, καθώς το προλεταριάτο θα επαναστατούσε εξαιτίας της εξαθλίωσης του. Επιπλέον ο Marx έβλεπε τη δυναμική της κοινωνικής αλλαγής στις κοινωνικές τάξεις. Ο Λέ-νιν ανέπτυξε μια πολιτική κριτική του καπιταλισμού, όπου πρωταγωνιστές είναι τα ανταγωνιζό-μενα, εμποροκρατικά, εθνικά κράτη που ωθούνται από την οικονομική αναγκαιότητα. Ο διεθνής

Page 33: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 31

καπιταλισμός ήταν για τον Λένιν ένα πολιτικά ασταθές σύστημα και ένα σύστημα πολέμου. Η εγγενής αντίφαση του καπιταλισμού βρισκόταν στην πάλη των εθνών.

Η θεωρία του Λένιν για τον Ιμπεριαλισμό έγινε η ορθόδοξη μαρξιστική θεωρία της ΔΠΟΙ, αν και υπήρχαν και μαρξιστές που την αμφισβητούσαν. Η ιστορική εξέλιξη έκανε αργότερα ανα-γκαία την αναθεώρηση στοιχείων και υποθέσεων της θεώρησης του Λένιν. Ωστόσο, η θεωρία του Ιμπεριαλισμού του Λένιν αποτελεί ως ένα βαθμό τη βάση για την ανάπτυξη των νεότερων ριζο-σπαστικών θεωριών της εξάρτησης και του σύγχρονου παγκόσμιου συστήματος. Τέλος, δεν θα είναι ρεαλιστική η όποια ανάλυση των σχέσεων Βορρά-Νότου χωρίς να λάβουμε υπόψη μας τη θεωρία του ιμπεριαλισμού του Λένιν.

4.4 ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ Η κεντρική ιδέα της διαρθρωτικής προσέγγισης είναι ότι η οικονομική δομή επιδρά σημα-

ντικά πάνω στη διανομή του πλούτου και της δύναμης. Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή, οι θε-σμοί του παγκόσμιου καπιταλισμού είναι εκ φύσεως υπέρ των κυρίαρχων δυνάμεων, ενώ δημι-ουργούν ένα δίκτυο εξάρτησης που εκφράζει ως ένα βαθμό τη σχέση μεταξύ μητρικών και αποι-κιακών χωρών του 19ου αιώνα.

Ο Marx επικεντρώθηκε κυρίως στο σύστημα της παραγωγής, ενώ ο Λένιν συμπεριέλαβε στην ανάλυση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος και τη σφαίρα της χρηματοδότησης. Άλλοι υποστηρικτές της διαρθρωτικής προσέγγισης επέκτειναν την ανάλυση στις δομές της α-σφάλειας και της γνώσης.

Η δομή της ασφάλειας συνδέει τις πλούσιες και τις φτωχές χώρες. Καθώς οι πλούσιες είναι και πιο ισχυρές, οι φτωχές χώρες αναζητούν την εξασφάλιση της ασφάλειας τους προσφέροντας όμως ευκαιρίες εκμετάλλευσης τους από τις πλούσιες χώρες. Αυτό συνέβαινε με το Σύμφωνο της Βαρσοβίας παλαιότερα και το NATO σήμερα. Ένα πλέγμα σχέσεων αναπτύσσεται με άξονα πιέ-σεις που ασκούν οι ισχυρές χώρες στις ανίσχυρες με το επιχείρημα της ασφάλισης τους.

Στο πλαίσια της διαρθρωτικής προσέγγισης το ίδιο συμβαίνει και με τη δομή της γνώσης. Οι αναπτυγμένες χώρες κατέχουν την προηγμένη τεχνολογία και το Know-How, που τα χρησιμο-ποιούν προς όφελος τους. Οι αναπτυσσόμενες χώρες γίνονται αποδέκτες ξεπερασμένης τεχνολο-γίας που περιορίζει την παραγωγικότητα τους και τη μεγέθυνση τους. Οι επιχειρήσεις των χωρών του κέντρου λειτουργούν ως μονοπώλια στις αγορές νέων ειδών προϊόντων. Η σχέση αυτή της τεχνολογικής εξάρτησης αναπαράγεται στο βαθμό που οι αναπτυγμένες χώρες δεν διαχέουν το τεχνολογικό πλεονέκτημα τους αλλά αντίθετα το προστατεύουν.

Η διαρθρωτική προσέγγιση συνεπώς βλέπει συστηματική εκμετάλλευση και ιμπεριαλισμό και στις τέσσερις δομές της ΔΠΟΙ. Η θέση κάθε χώρας στη παγκόσμια οικονομία εξαρτάται από τη πρόσβαση της στο παραγωγικό κεφάλαιο, στο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, από τους πόρους ασφάλειας που διαθέτει και από την τεχνολογία που είναι ικανή να αναπτύξει και να εφαρμόσει. Δεδομένης της φύσης των δομών αυτών, η κάθε μία χώρα δεν μπορεί να μεταβάλλει την παγκό-σμια τάξη πραγμάτων.

4.4.1 Η Θεωρία του Σύγχρονου Παγκόσμιου Συστήματος (ΣΠΣ)

Η διαρθρωτική προσέγγιση έχει πολλές εκδοχές. Όλες ωστόσο συμφωνούν ότι η δομή της παγκόσμιας οικονομίας αποτελεί καθοριστικό, προσδιοριστικό παράγοντα της ΔΠΟΙ. Πέρα από το σημείο αυτό υπάρχουν διαφορές.

Μία από τις πιο σημαντικές εκδοχές της διαρθρωτικής προσέγγισης επικεντρώνεται στον τρόπο με τον οποίο το παγκόσμιο σύστημα έχει αναπτυχθεί από τα μέσα του 15ου αιώνα. Αυτή είναι η θεωρία του σύγχρονου παγκοσμίου συστήματος, που αρχικά αναπτύχθηκε από τον Wal-lerstein. Καπιταλιστικό στη φύση του το παγκόσμιο σύστημα σε μεγάλο βαθμό καθορίζει πολιτι-κές και κοινωνικές σχέσεις στο εσωτερικό των χωρών αλλά και μεταξύ τους σε διεθνές επίπεδο.

Για τον Wallerstein η παγκόσμια οικονομία προσφέρει το σύνολο των μέσων για την οργά-νωση του διεθνούς συστήματος. Το σύγχρονο παγκόσμιο σύστημα εμφανίζει τα ακόλουθα χαρα-κτηριστικά. Ένα και μοναδικό καταμερισμό της εργασίας, συνεπώς οι χώρες είναι μεταξύ τους αμοιβαία εξαρτημένες από την μεταξύ τους συναλλαγή. Το κέρδος ως προσδιοριστικό στοιχείο της παραγωγής και ανταλλαγής και τη διαίρεση του κόσμου σε τρεις λειτουργικές, κοινωνικοοι-

Page 34: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 32

κονομικές περιοχές που προσδιορίζουν και το ρόλο της κάθε χώρας που συμμετέχει σε αυτές στην διεθνή οικονομία.

Σύμφωνα με τη θεωρία του ΣΠΣ τα βορειοδυτικά ευρωπαϊκά κράτη του καπιταλιστικού κέ-ντρου το 16ο αιώνα πέρασαν από την αγροτική εξειδίκευση σε βιομηχανίες υψηλής εξειδίκευσης και μεθόδους παραγωγής μέσω της διείσδυσης και της απορρόφησης άλλων περιοχών στην πα-γκόσμια καπιταλιστική οικονομία. Μέσω αυτής της διαδικασίας η Αν. Ευρώπη έγινε η αγροτική περιφέρεια που εξήγαγε αγροτικά προϊόντα στο κέντρο. Η Μεσογειακή Ευρώπη εξειδικεύτηκε σε βιομηχανίες χαμηλής εξειδίκευσης και αποτέλεσε την ημιπεριφέρεια ή την ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ κέντρου και περιφέρειας.

Θα ήταν εύκολο να ορίσουμε τις χώρες που θα άνηκαν στο κέντρο την περιφέρεια και την ημιπεριφέρεια (ΗΠΑ, Κίνα και Κορέα), αλλά η θεωρία του ΣΠΣ δεν βασίζεται στα εθνικά κράτη. Το κέντρο αντιπροσωπεύει μια γεωγραφική περιοχή από εθνικά κράτη που στο σύνολο τους παί-ζουν μερικό ρόλο στο ΣΠΣ. Η δύναμη των καπιταλιστικών συμφερόντων υπάρχει σαν στοιχείο ανάλυσης σε διαφορετικούς βαθμούς σε κάθε χώρα. Κάθε χώρα έχει στο εσωτερικό της στοιχεία κέντρου, περιφέρειας και ημιπεριφέρειας. Το κοινό στοιχείο με τη θεωρία του Marx είναι ότι η θεωρία του ΣΠΣ προσεγγίζει τη ΔΠΟΙ με όρους ταξικών σχέσεων

Σύμφωνα με το Wallerstein, οι χώρες του κέντρου κυριαρχούν στις χώρες της περιφέρειας μέσω ενός συστήματος άνισης ανταλλαγής με σκοπό κυρίως την άντληση πρώτων υλών και όχι, όπως ο Λένιν ισχυρίστηκε, ως αγορά απορρόφησης της πλεονάζουσας παραγωγής. Το κέντρο βρίσκεται σε μια σχέση αλληλεπίδρασης με την περιφέρεια και ημιπεριφέρεια μέσω της δομής του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, την εκμεταλλεύεται και την μετασχηματίζει. Η ημι-περιφέρεια έχει περισσότερο πολιτικό και όχι οικονομικό ρόλο, αφού βρίσκεται στη μέση και αποτελεί αντικείμενο εκμετάλλευσης αλλά είναι η ίδια εκμεταλλευτής.

Ο Wallerstein επιδιώκει να συνδυάσει τον μερκαντιλισμό και τον πολιτικό ρεαλισμό με τις απόψεις του Marx σχετικά με τη σχέση πολιτικής και οικονομίας. Αποδέχεται, όπως και οι μερ-καντιλιστές την ιδέα ότι ο κόσμος είναι πολιτικά διευθετημένος με μια άναρχη δόμηση, και ότι δεν υπάρχει ένα μόνο κράτος που έχει την εξουσία να κυβερνά τις διακρατικές σχέσεις. Επίσης, και σύμφωνα με τους Marx-Λένιν, υποστηρίζει ότι η δύναμη της πολιτικής και οι κοινωνικές δι-αφορές εξαρτώνται από την καπιταλιστική δομή της παγκόσμιας οικονομίας.

Σύμφωνα με το Wallerstein, οι καπιταλιστές στις χώρες του κέντρου χρησιμοποιούν την κρατική δύναμη ως ένα εργαλείο να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους, αν και οι κρατικές μηχανές έχουν την σχετική αυτοδυναμία τους. Αλλά η πολιτική προσδιορίζεται από την οικονομία. Ισχυ-ρίζεται ότι τα ισχυρά κράτη του κέντρου κυριαρχούν στα αδύνατα της περιφέρειας γιατί η θέση των εθνικών κρατών στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα επηρεάζει την ικανότητα του να κα-θορίζει το διεθνή ρόλο του.

Η θεωρία του Wallerstein έχει κερδίσει πολλούς οπαδούς τα τελευταία 20 χρόνια. Μας προσφέρει μια κατανοητή προσέγγιση των σχέσεων μεταξύ των χωρών του Βορρά και του Νό-του. Η Ημιπεριφέρεια επίσης φαίνεται να εκφράζει καλύτερα το σύνολο των Νέων Εκβιομηχανι-ζόμενων Χωρών. Επίσης, η προσέγγιση του ΣΠΣ βλέπει την εκμετάλλευση ως ένα έμφυτο στοι-χείο της καπιταλιστικής δομής μέσα και μεταξύ κέντρου, περιφέρειας και ημιπεριφέρειας.

Η κριτική της προσέγγισης Wallerstein επικεντρώνονται στο ντετερμινιστικό της χαρακτή-ρα, τόσο στο πρωταρχικό ρόλο της οικονομίας όσο και στους περιορισμούς που δημιουργεί το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα. Τα εθνικά κράτη δεν είναι ελεύθερα να επιλέξουν πολιτικές και συμπεριφορές. Αντίθετα εμφανίζονται να παίζουν προκαθορισμένους οικονομικούς ρόλους.

4.4.2 Η Θεωρία της Εξάρτησης

Μία άλλη σύγχρονη εκδοχή της διαρθρωτικής προσέγγισης είναι η θεωρία της εξάρτησης. Διαφορετικές απόψεις μπορούν επίσης να χωρέσουν στο πλαίσιο της θεωρίας αυτής. Η βασική ιδέα είναι ότι η δομή της παγκόσμιας πολιτικής οικονομίας ουσιαστικά δημιουργεί συνθήκες σκλαβιάς στις χώρες του Νότου, κάνοντας αυτές εξαρτημένες από τις χώρες του καπιταλιστικού κέντρου του Βορρά.

Με τον όρο εξάρτηση συνήθως γίνεται αναφορά σε μια κατάσταση όπου η οικονομία συ-γκεκριμένων χωρών εξαρτάται από την ανάπτυξη και την επέκταση κάποιας άλλης οικονομίας στην οποία οι πρώτες είναι εξαρτημένες. Η σχέση της αλληλεξάρτησης μεταξύ δύο ή περισσοτέ-ρων χωρών, και μεταξύ αυτών και του διεθνούς εμπορίου, υπονοεί μια μορφή εξάρτησης όταν

Page 35: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 33

μερικές χώρες (οι κυρίαρχες) μπορούν να επεκταθούν με δική τους αυτάρκεια, ενώ κάποιες άλλες (οι εξαρτημένες) μπορούν να επεκταθούν μόνο μέσω της επέκτασης των κυρίαρχων χωρών, που μπορεί να έχει θετικά ή και αρνητικά αποτελέσματα για την ανάπτυξη τους.

Ο Dos Santos βλέπει τρεις περιόδους εξάρτησης στη σύγχρονη ιστορία. Η αποικιακή εξάρ-τηση (στη διάρκεια του 18ου και 19ου αιώνα), η χρηματοοικονομική και βιομηχανική εξάρτηση (στη διάρκεια του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα) και τη σημερινή δομή εξάρτησης η οποία συνδέεται με τις πολυεθνικές εταιρίες.

Ένας από τους θεωρητικούς της εξάρτησης, ο Frank, επικέντρωσε το ενδιαφέρον του στην εξάρτηση της Λατινικής Αμερικής. Ο Frank διαφωνούσε με την ιδέα του Marx ότι οι κοινωνίες αναπτύσσονται διαμέσου διαφορετικών σταδίων και μοντέλων παραγωγής. Υποστήριξε ωστόσο τη ιδέα ότι ο ιμπεριαλισμός συνδέει αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες περιοχές του κόσμου μέ-σω ενός μηχανισμού εκμετάλλευσης των χωρών της περιφέρειας από τις χώρες του κέντρου.

Ο Frank ανέπτυξε τη θεωρία της υπανάπτυξης. Υποστήριξε ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες δεν ήταν ποτέ υπανάπτυκτες με την έννοια της καθυστέρησης ή των παραδοσιακών κοινωνιών. Το αναπτυσσόμενο κομμάτι του κόσμου είναι υπανάπτυκτο, ως αποτέλεσμα των αποικιοκρατι-κών σχέσεων που επέβαλαν στο παρελθόν οι χώρες του Βορρά. Μαζί με εκμετάλλευση ο ιμπερι-αλισμός προκαλεί και υπανάπτυξη.

Πως μπορούν λοιπόν οι αναπτυσσόμενες χώρες να αναπτυχθούν αν συνεχίζεται η εκμετάλ-λευση τους από τις αναπτυγμένες χώρες; Οι θεωρητικοί της εξάρτησης προτείνουν μια σειρά από προτάσεις. Να αποσυρθούν οι αναπτυσσόμενες χώρες από την παγκόσμια πολιτική οικονομία. Στις δεκαετίες του 1950 και 1960 πολλά σοσιαλιστικά κινήματα στις χώρες του τρίτου Κόσμου υποστήριζαν επαναστατικές ιδέες για την αλλαγή των κοινωνιών τους και του παγκόσμιου καπι-ταλιστικού κινήματος.

Ο Prebisch ένας Αργεντινός οικονομολόγος καταλήγει σε προτάσεις ανακατανομής του ει-σοδήματος και της δύναμης ανάμεσα στις Βόρειες, ανεπτυγμένες χώρες και στις αναπτυσσόμενες χώρες του Νότου. Επίσης, πολλοί θεωρητικοί της εξάρτησης προτείνουν τη μεταρρύθμιση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος. Καλούν για μια νέα τάξη πραγμάτων.

Πολλοί θα ρωτούσαν αν πρέπει να μελετούμε Marx και τη διαρθρωτική προσέγγιση στη με-τακομμουνιστική εποχή που ζούμε. Η απάντηση είναι ναι, γιατί περιλαμβάνουν πολλά στοιχεία κατανόησης της λειτουργίας του κόσμου, ακόμη και του αποτυχημένου Σοβιετικού μοντέλου. Αυτή η προσέγγιση στη ΔΠΟΙ έχει μια ισχυρή ιδεολογική και πολιτική επίδραση.

Page 36: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 34

5 ΟΙ ΔΟΜΕΣ ΤΗΣ ΔΠΟΙ

5.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η μέχρι τώρα ανάλυση μας προσέφερε τη θεωρητική βάση με την οποία μπορούμε να κα-

τανοήσουμε, ως κάποιο βαθμό, τη ΔΠΟΙ. Είδαμε πολλές από τις βασικές υποθέσεις και ιδέες της ΔΠΟΙ, καθώς και τις τρεις βασικές θεωρητικές προσεγγίσεις που συνήθως χρησιμοποιούμε για να προσεγγίσουμε ζητήματα της ΔΠΟΙ.

Θα περάσουμε τώρα να εξετάσουμε τα κεντρικά σύνολα σχέσεων, τις δομές που συγκρο-τούν το παγκόσμιο σύστημα πολιτικής οικονομίας, και δημιουργούν δίκτυα μεταξύ κρατών, αγο-ρών και άλλων υποκειμένων που συνδέουν τις εθνικές και τις παγκόσμιες αγορές. Η ιδέα των δο-μών ανήκει στη Susan Strange, η οποία θεώρησε ότι για να κατανοήσουμε και να αναλύσουμε καλύτερα τα κύρια στοιχεία και τους κανονισμούς της ΔΠΟΙ, θα πρέπει να επικεντρωθούμε σε τέσσερις κεντρικές δομές, της παραγωγής, της χρηματοοικονομικής, της ασφάλειας και της γνώ-σης.

Η κάθε μία δομή είναι ένα δίκτυο από διαπραγματεύσεις, συμφωνίες, θεσμούς και σχέσεις που συνδέουν τους ανθρώπους, τα κράτη και τις οικονομίες όλου του κόσμου με διάφορους τρό-πους. Ένα πρώτο ερώτημα προς διερεύνηση είναι πώς οι δομές αυτές της ΔΠΟΙ συνδέουν τους ανθρώπους μεταξύ τους και επηρεάζουν τη συμπεριφορά των κρατών και των αγορών. Οι δομές είναι ένα γενικό αναλυτικό πλαίσιο το οποίο μπορεί κανείς να το προσεγγίσει από πολλές οπτικές. Οι θεωρητικοί της διαρθρωτικής προσέγγισης δίνουν μεγάλη σημασία στο ρόλο των δομών, με έμφαση στα καπιταλιστικά στοιχεία τους.

Ένα δεύτερο και πολύ σημαντικό ερώτημα είναι το ποιος κερδίζει από τις δομές αυτές. Το ερώτημα αυτό μας δημιουργεί την υποχρέωση να ξεφύγουμε, αναλυτικά, από την περιγραφική διερεύνηση της λειτουργίας των δομών, και να εξετάσουμε τα οφέλη που προσφέρουν σε εκεί-νους που τις δημιούργησαν και σε εκείνους που τις διαχειρίζονται σήμερα. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι η δημιουργία και η διαχείριση των δομών αυτών προϋποθέτει πηγές δύναμης. Η Strange υπογραμμίζει επίσης το ζήτημα της σχέσης της μιας δομής με τις άλλες. Για παράδειγμα, το διεθνές εμπόριο, στοιχείο της δομής παραγωγής, αναφέρεται από πολιτικούς και οικονομολό-γους ως μηχανή οικονομικής επέκτασης και μεγέθυνσης, ενώ ταυτόχρονα χρησιμοποιείται από πολλές κυβερνήσεις σαν εργαλείο εξωτερικής πολιτικής για την τιμωρία μιας χώρας (στοιχείο της δομής της ασφάλειας) με τον αποκλεισμό της τιμωρούμενης χώρας από το εμπόριο, συνεπώς και τα οφέλη του εμπορίου.

5.2 Η ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Η δομή της παραγωγής είναι ένα σύνολο σχέσεων μεταξύ κρατών, αγοράς και άλλων οικο-

νομικών φορέων, όπως οι πολυεθνικές εταιρίες, που καθορίζουν σημαντικά θέματα όπως το ποιος παράγει τι, που, κάτω από ποιες συνθήκες, πως πωλείται το παραγόμενο προϊόν, σε ποιον πωλεί-ται, και με τι όρους. Συνεπώς η δομή της παραγωγής αφορά ζητήματα που σχετίζονται με το ρόλο των πολυεθνικών εταιριών, την παγκοσμιοποιημένη δραστηριότητα τους, τις ξένες άμεσες επεν-δύσεις και το διεθνές εμπόριο. Η δομή της παραγωγής αρκετά συχνά αναφέρεται και ως διεθνής κατανομή της εργασίας, μια έκφραση που σημαίνει πολλά περισσότερα από μια καταγραφή των χωρών και της παραγωγικής τους ικανότητας. Στο πλαίσιο του μαθήματος θα επικεντρωθούμε κυρίως με θέματα και τη προβληματική που υπάρχει σήμερα γύρω από διεθνές εμπόριο.

Το διεθνές εμπόριο είναι ένα από τα παλαιότερα και πλέον συζητήσιμα αντικείμενα της ΔΠΟΙ. Μαζί με τις άλλες δομές της ΔΠΟΙ συνδέει εθνικά κράτη, οικονομίες και επιχειρήσεις, αναπτύσσοντας την αλληλεξάρτηση τους. Η αντιπαράθεση γύρω από το διεθνές εμπόριο συνήθως οφείλεται στην ικανότητα ή την αδυναμία των εθνικών κρατών και των ιδιωτικών επιχειρήσεων

Page 37: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 35

να πετύχουν οικονομικά οφέλη από τη συμμετοχή της χώρας στο διεθνές εμπόριο, και να περιο-ρίσουν το πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό κόστος της συμμετοχής σε εθνικό επίπεδο.

Η ανάλυση μας θα επικεντρωθεί σε μια σειρά από εξελίξεις και αλλαγές που συνέβησαν με-ταπολεμικά στο διεθνές εμπορικό σύστημα. Η ανάλυση θα εστιάσει στην προσπάθεια των βιομη-χανικά αναπτυγμένων χωρών να εφαρμόσουν πολιτικές φιλελευθεροποίησης του διεθνούς εμπο-ρικού συστήματος (μείωση του βαθμού προστατευτισμού). Οι ΗΠΑ και οι συμμαχικές της χώρες δημιούργησαν τη GATT (Γενική Συμφωνία για τους Δασμούς και το Εμπόριο), για να προωθή-σουν την αξία του φιλελεύθερου εμπορίου και ουσιαστικά έθεσαν στόχους ανάλογους με τις πο-λιτικές και στρατιωτικές επιδιώξεις των ΗΠΑ. Σε μια προσπάθεια περαιτέρω φιλελευθεροποίη-σης του παγκόσμιου εμπορίου, το 1995 η ΠΟΕ (Παγκόσμια Οργάνωση Εμπορίου) αντικατέστησε τη GATT. Αν και οι οργανισμοί αυτοί προώθησαν ως ένα βαθμό το ελεύθερο εμπόριο, στην πρά-ξη ένας αυξανόμενος αριθμός χωρών εφαρμόζει ένα συνδυασμό ελεύθερου εμπορίου και προστα-τευτισμού.

Το διεθνές εμπόριο συνδέει τις χώρες και δημιουργεί μεγάλη πολιτική και οικονομική αλ-ληλεξάρτηση. Για το λόγο αυτό, τα εθνικά κράτη προσπαθούν να το θέσουν υπό τον έλεγχο τους, έτσι ώστε να αξιοποιήσουν τα οφέλη του και να περιορίσουν το κόστος από τη συμμετοχή των χωρών τους στο διεθνές εμπόριο.

5.3 ΤΡΕΙΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ Υπάρχει μια μεγάλη (αλλά όχι καθολική) συμφωνία με την ιδέα ότι ένα φιλελεύθερο, διε-

θνές εμπορικό σύστημα είναι επιθυμητό. Μέσα στο πλαίσιο του φιλελεύθερου εμπορικού συστή-ματος, υπάρχουν ωστόσο χώρες που επιχειρούν να εφαρμόσουν προστατευτικές πολιτικές, ενώ ανησυχούν μην γίνουν εξαρτημένες και αντικείμενο εκμετάλλευσης από άλλες χώρες. Η πολυ-πλοκότητα των συνεπειών που μπορεί να προκαλέσει η συμμετοχή μιας χώρας στο διεθνές εμπό-ριο είναι αιτία πολλές κυβερνήσεις ουσιαστικά να πιστεύουν και να εφαρμόζουν πολιτικές ε-μπνευσμένες και από τις τρεις βασικές προσεγγίσεις της ΔΠΟΙ. Έτσι, εμφανίζονται να πιστεύουν σε ένα φιλελεύθερο διεθνές εμπορικό σύστημα (φιλελεύθερη προσέγγιση), να ασκούν πολιτικές προστατευτισμού για τις βιομηχανίες τους και τους εργαζόμενους τους (μερκαντιλισμός) μέσω της προώθησης υψηλής τεχνολογίας (κέντρο) και της εκβιομηχάνισης (διαρθρωτική προσέγγιση).

Στη διάρκεια της μερκαντιλιστικής περιόδου, δηλαδή μεταξύ 16ου και 18ου αιώνα, πολλά ευρωπαϊκά κράτη επιδίωξαν, συνήθως με επιθετικό τρόπο, να δημιουργούν εμπορικά πλεονάσμα-τα, στοχεύοντας στην αύξηση του πλούτου των παραγωγών, της βασιλείας και αργότερα για τη δύναμη του κράτους. Το εμπορικό πλεόνασμα συνήθως ήταν αποτέλεσμα περιορισμών στις εισα-γωγές και αργότερα επιδοτήσεων και ενισχύσεων των εξαγωγών. Για τους μερκαντιλιστές το διε-θνές εμπόριο ήταν επίσης ένα εργαλείο αύξησης της δύναμης, συνεπώς και της βελτίωσης της εικόνας και της θέσης μιας χώρας συγκριτικά με άλλες χώρες.

Οι ευρωπαϊκές αποικίες και η εκμετάλλευση τους προσέφεραν στις μητροπολιτικές χώρες χρυσό, άργυρο και άλλα πολύτιμα μέταλλα, αυξάνοντας επιπρόσθετα τη δύναμη και τον πλούτο τους. Οι ευρωπαϊκές χώρες συχνά χρησιμοποιήσουν αυτό τον πλούτο και δύναμη για τους μεταξύ τους πολέμους. Η δυναμική σχέση μεταξύ πλούτου και δύναμης βρίσκεται στη καρδιά της μερ-καντιλιστικής προσέγγισης και σ' ένα μεγάλο μέρος των διαρθρωτικών θεωριών του διεθνούς ε-μπορίου.

Ως αντίδραση στο μερκαντιλισμό, στο τέλος του 18ου αιώνα ο Smith και ο Ricardo πρότει-ναν μια φιλελεύθερη θεωρία του διεθνούς εμπορίου που κυριάρχησε στη Βρετανία για τα επόμε-να 100 χρόνια και εξακολουθεί και σήμερα να ασκεί μεγάλη επιρροή. Ο Smith πρότεινε φιλελεύ-θερες πολιτικές γενικά. Ο Ricardo πήγε ένα βήμα πιο πέρα και διατύπωσε το νόμο του συγκριτι-κού πλεονεκτήματος ισχυριζόμενος ότι το ελεύθερο εμπόριο αυξάνει την οικονομική αποτελε-σματικότητα σε όρους κατανομής πόρων και βελτιώνει τη θέση του καθενός που συμμετέχει στο διεθνές εμπόριο. Για τους φιλελεύθερους δεν έχει ενδιαφέρον το ερώτημα ποιος παράγει τι που και κάτω από ποιες συνθήκες στο βαθμό που τα άτομα είναι ελεύθερα να αγοράσουν και να που-λήσουν τα προϊόντα αυτά στις ελεύθερες αγορές. Ο κόσμος γίνεται ένα παγκόσμιο μαγαζί όπου ο καθένας ωφελείται καθοδηγούμενος από το αόρατο χέρι της αγοράς.

Ο νόμος του συγκριτικού πλεονεκτήματος είναι απλός. Κάθε φορά που οι άνθρωποι και οι χώρες παράγουν αγαθά και υπηρεσίες, πρέπει να παραιτηθούν από την παραγωγή κάποιου άλλου

Page 38: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 36

αγαθού ή υπηρεσίας. Αυτό είναι που ονομάζεται κόστος ευκαιρίας. Ο νόμος του συγκριτικού πλεονεκτήματος ισχύει όταν κερδίζουμε κάτι μέσω τρόπων που μας επιτρέπουν να μειώσουμε το κόστος ευκαιρίας. Ο νόμος του συγκριτικού πλεονεκτήματος μας ζητά να υπολογίσουμε και να συγκρίνουμε το κόστος ευκαιρίας μεταξύ ενός αγαθού που το παράγουμε εμείς με ένα άλλο που το αποκτάμε μέσω του διεθνούς εμπορίου και να κάνουμε μια ορθολογική επιλογή. Στη βάση αυ-τή ο Ricardo κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τελικά όλοι κερδίζουν με τη συμμετοχή τους στο διε-θνές εμπόριο.

Είναι όμως έτσι η κατάσταση με το διεθνές εμπόριο; Το ερώτημα ποιος τελικά κερδίζει πα-ραμένει. Το ερώτημα αυτό οι φιλελεύθεροι το απαντάνε μέσω των αλλαγών στους όρους εμπορί-ου. Αν οι τιμές των εξαγωγών μιας χώρας αυξάνονται έναντι των τιμών των εισαγωγών της τότε κερδίζει. Στην όποια περίπτωση η συμμετοχή στο διεθνές εμπόριο είναι ωφέλιμη άσχετα με το μερίδιο του οφέλους. Αυτό ισχύει, σύμφωνα με του φιλελεύθερους, και στην περίπτωση των ανα-πτυσσόμενων χωρών, για τις οποίες το διεθνές εμπόριο μπορεί να γίνει η μηχανή της μεγέθυνσης τους.

Οι Hamilton και List αμφισβήτησαν το φιλελεύθερο δόγμα για το συλλογικό όφελος που προσφέρει η συμμετοχή στο διεθνές εμπόριο. Σύμφωνα με τη μερκαντιλιστική προσέγγιση, ο φι-λελευθερισμός και το ελεύθερο εμπόριο δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μια θεωρητική δικαιο-λογία της Αγγλίας τότε, και των αναπτυγμένων χωρών τώρα, να διατηρήσουν το κυρίαρχο πλεο-νέκτημα που διαθέτουν έναντι των ανταγωνιστών τους στο διεθνές εμπόριο. Ο Hamilton υποστή-ριζε τότε ότι οι νηπιακές βιομηχανίες των ΗΠΑ, η εθνική ανεξαρτησία της χώρας και η ασφάλεια της απαιτούν την εφαρμογή προστατευτικών μέτρων. Ο List από την άλλη υποστήριζε ότι ο φιλε-λευθερισμός εκδηλώνει άνιση δύναμη μεταξύ των χωρών. Το ελεύθερο εμπόριο θα έχει τα οφέλη του αν υπάρχει μεγαλύτερη ισότητα μεταξύ των χωρών ή τουλάχιστον επιθυμία να μοιράσουν τα οφέλη και το κόστος που συνεπάγεται η συμμετοχή τους στο διεθνές εμπόριο.

Οι μερκαντιλιστές αμφισβητούν λοιπόν την υπόθεση ότι το συγκριτικό πλεονέκτημα ωφελεί χωρίς όρους τον οποιοδήποτε. Τα εθνικά συστήματα παραγωγής έχουν μια συγκεκριμένη δομή και κατανέμουν εθνικούς πόρους. Αν και το συγκριτικό πλεονέκτημα είναι στη θεωρία δυναμικό, δηλαδή μετακινεί τους πόρους και την εργασία στις πιο αποτελεσματικές χρήσεις, στη πραγματι-κότητα αυτό μπορεί πολύ δύσκολα να συμβεί λόγω αντιδράσεων.

Οι μερκαντιλιστές επίσης υπογραμμίζουν την πολιτική γύρω από το διεθνές εμπόριο. Ομά-δες συμφερόντων συνδεμένες με την παραγωγή που πλήττεται από το εμπόριο είναι πολύ πιθανό να ζητήσουν προστασία και να την έχουν από τα εθνικά κράτη. Η εμπορική προστασία μπορεί να πάρει πολλές μορφές (δασμοί, ποσοστώσεις, επιδοτήσεις εξαγωγών, υποτίμηση νομίσματος, άλ-λοι περιορισμοί, όπως θέματα ασφάλειας και υγιεινής των προϊόντων, ισχυρή νομοθεσία κλπ, στρατηγικές εμπορικές πρακτικές όπως κρατική χρηματοδότηση και ενίσχυση της έρευνας κλπ.).

Στη περίοδο του μεσοπολέμου υπήρξε έντονος προστατευτισμός από πολλές αναπτυγμένες χώρες, ΗΠΑ, Γερμανία, Ιταλία κλπ.

Οι υποστηρικτές της διαρθρωτικής προσέγγισης βλέπουν το διεθνές εμπόριο από μια δια-φορετική οπτική. Για εκείνους η πρώτη μερκαντιλιστική περίοδος ήταν η εποχή του κλασικού ιμπεριαλισμού. Οι αποικίες έδιναν λύση στο πρόβλημα της υπερπαραγωγής των μητροπόλεων ή μείωναν το κόστος παραγωγής τους. Το διεθνές εμπόριο βοήθησε την κυριαρχία των αναπτυγμέ-νων χωρών έναντι των αδύναμων αποικιών. Και βέβαια ο κερδισμένος από τον προστατευτισμό ήταν πάντα η καπιταλιστική τάξη των αναπτυγμένων χωρών που έβλεπε τα κέρδη της να αυξάνο-νται. Επίσης, όπως ισχυρίστηκε ο Λένιν, το εμπόριο βοήθησε την επέκταση του καπιταλισμού στις υπανάπτυκτες περιοχές του κόσμου. Η μαλακή δύναμη του χρηματικού κεφαλαίου και η σκληρή δύναμη της αποικιακής κατάκτησης συνέβαλλε στη δημιουργία αυτοκρατοριών από ε-ξάρτηση και εκμετάλλευση.

Κατά την πρώτη περίοδο της αποικιοκρατίας, οι αναπτυσσόμενες περιοχές παρέμειναν στην περιφέρεια του διεθνούς εμπορικού συστήματος. Πρόσφεραν στις μητροπολιτικές χώρες αγροτι-κά κυρίως προϊόντα και πρώτες ύλες και αγορές για τα βιομηχανικά τους προϊόντα. Υποστηρίζε-ται ότι, οι βιομηχανικές χώρες του κέντρου, μετασχημάτιζαν τις πρώτες ύλες σε τελικά ή ημιτελι-κά προϊόντα που τα εξήγαγαν στις άλλες βιομηχανικές χώρες και στις αποικίες. Το εμπόριο με τον τρόπο αυτό συνέβαλε στην υποδούλωση των ανθρώπων του αναπτυσσόμενου κόσμου από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.

Ο Frank τοποθετεί την παραπάνω ανάλυση στην περίπτωση των χωρών της Λ. Αμερικής για να υποστηρίξει τη θέση της εξάρτησης τους από τις χώρες του κέντρου.

Page 39: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 37 Σύμφωνα με την προσέγγιση του Σύγχρονου Παγκόσμιου Συστήματος η κατάσταση του δι-

εθνούς εμπορίου αντανακλά το διεθνή καταμερισμό εργασίας που έχει διαμορφωθεί από την εξέ-λιξη του παγκόσμιου καπιταλισμού, μεταξύ των χωρών του κέντρου, της περιφέρειας και της η-μιπεριφέρειας.

Οι πολιτικές που προτείνονται διαφοροποιούνται από τις ακραίες απόψεις της αυτάρκειας (όχι συμμετοχή στο διεθνές εμπόριο) μέχρι του διαλόγου μεταξύ πλούσιων και φτωχών χωρών για την επίλυση των προβλημάτων που δημιουργεί ο διεθνές εμπόριο.

Εμπορική πολιτική των κρατών σήμερα σε παγκόσμιο επίπεδο είναι επηρεασμένη και από τις τρεις προσεγγίσεις, ωστόσο υπάρχει συμβιβασμός (ή επιβολή /ο ρόλος των διεθνών οργανι-σμών) υπέρ της φιλελεύθερης προσέγγισης στο διεθνές εμπορικό σύστημα. Αυτό βέβαια δεν α-ποκλείει μεμονωμένες εθνικές προστατευτικές πολιτικές όταν εθνικά συμφέροντα απειλούνται (πρόσφατη επιλογή των ΗΠΑ για χάλυβα- υποκρισία του ηγεμόνα) και ανησυχία στις αναπτυσ-σόμενες χώρες για ένα νέο ιστορικό γύρω εκμετάλλευσης τους.

5.4 Η GATT ΚΑΙ ΤΟ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Η μεταπολεμική δομή της πολιτικής οικονομίας του καπιταλιστικού κόσμου σχεδιάστηκε

και θεμελιώθηκε το 1944 στο συνέδριο του Bretton Woods. Εκεί, οι ηγέτες των συμμαχικών δυ-νάμεων, υπό την ηγετική παρουσία των ΗΠΑ και της Βρετανίας, επιχείρησαν να δημιουργήσουν μια νέα οικονομική τάξη πραγμάτων που θα άμβλυνε και θα εμπόδιζε ξανά την εμφάνιση των προβλημάτων και των συγκρούσεων του μεσοπολέμου που οδήγησαν στον 2ο παγκόσμιο πόλεμο. Σε συνδυασμό με την προσπάθεια αυτή, οι ΗΠΑ επίσης προώθησαν τη δημιουργία ενός διεθνούς οργανισμού εμπορίου (ITO, International Trade Organization), o οποίος θα επέβλεπε την εφαρ-μογή των νέων φιλελεύθερων κανόνων εμπορίου, έναντι των προστατευτικών πολιτικών που ε-φαρμόζονταν. Η ιδέα ήταν ότι ο οργανισμός αυτός θα λειτουργούσε ως διεθνής ισορροπιστής των εθνικών τάσεων για προστατευτισμό. Η συμμετοχή στο διεθνή αυτό οργανισμό δημιουργούσε τη διεθνή υποχρέωση κάθε χώρας να κρατήσει το εμπόριο της ανοικτό και ελεύθερο.

Ο Διεθνής Οργανισμός Εμπορίου ποτέ δεν άρχισε τη λειτουργία του, αφού συγκεκριμένα συμφέροντα υπέρ του προστατευτισμού στο Αμερικανικό Κογκρέσο πίεσαν για την κατάργηση της συμφωνίας. Ο πρόεδρος Τρούμαν προχώρησε τότε σε μία εναλλακτική δομή πολυεθνικών εμπορικών διαπραγματεύσεων, τη GATT. Το 1948 η GATT έγινε ο πρωταρχικός οργανισμός υ-πεύθυνος για την απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου. Η GATT επιδίωξε τη φιλελευθεροποίη-ση του διεθνούς εμπορίου μέσω μιας σειράς πολυμερών διαπραγματεύσεων, που αποκαλούνται γύροι, όπου τα βασικά εμπορικά κράτη συμφωνούν μεταξύ τους να μειώνουν τους δικούς τους προστατευτικούς περιορισμούς σε ανταπόδοση της ελεύθερης πρόσβασης τους στις αγορές των άλλων χωρών.

Η GATT ήταν βασισμένη στις αρχές της ανταπόδοσης και της μη-διάκρισης. Οι εμπορικές παραχωρήσεις ήταν ανταποδοτικές, όλες οι χώρες μαζί συμφωνούσαν να περιορίσουν τα εμπορι-κά εμπόδια. Η αρχή αυτή εκτιμήθηκε ως ένας τρόπος αποθάρρυνσης ή παρεμπόδισης χωρών από τη λήψη μονομερών εμπορικών φραγμών. Η απώλεια προστασίας της εγχώριας βιομηχανίας α-ντισταθμιζόταν από την ελεύθερη πρόσβαση στις ξένες αγορές. Η αρχή της μη-διάκρισης απαιτεί ότι εισαγωγές από όλες τις χώρες θα αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο-δεν θα υπάρχει προτί-μηση στις εισαγωγές από κάποια συγκεκριμένη χώρα. Αυτό ονομάζεται καθεστώς της περισσότε-ρο ευνοούμενης χώρας. Η αρχή αυτή σχεδιάστηκε να αποκλείει περιπτώσεις εμπορικών πολέμων μεταξύ δύο χωρών.

Οι δύο αυτές αρχές αποδείχτηκαν ισχυρές τα πρώτα χρόνια των διαπραγματεύσεων της GATT. Οι χώρες μέλη άρχισαν να απομακρύνουν τα προστατευτικά εμπόδια που είχαν δημιουρ-γήσει στη δεκαετία του 1930, επιτρέποντας στο διεθνές εμπόριο μια δραματική αύξηση στην με-ταπολεμική περίοδο.

Αλλά ήταν αδύνατο να ξεχωριστούν τα πολιτικά στοιχεία από το εμπόριο, ακόμη και στο πλαίσιο των κανόνων της GATT. Μερικές χώρες δεν ήταν διατεθειμένες αυτόματα να παραχω-ρήσουν αυτά τα προνόμια στους εμπορικούς τους εταίρους. Τα παραχωρούσαν επιλεκτικά σε χώ-ρες που ήταν πολιτικά ευνοούμενες τους ή ήθελα να τις βοηθήσουν, όχι σε άλλες χώρες για διά-φορους λόγους, που συνήθως ήταν πολιτικοί και διπλωματικοί. Το καθεστώς της πλέον ευνοού-μενης χώρας έγινε πολιτική του καρότου και του μαστίγιου. Η GATT επίσης επέτρεπε εξαιρέσεις

Page 40: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 38

συνήθως αγροτικών προϊόντων. Η GATT ήταν θεωρητικά ανοικτή σε όλες τις χώρες, αλλά μέχρι τη δεκαετία του 1980 οι πρώην ανατολικές χώρες δεν συμμετείχαν γιατί έβλεπαν τη GATT ως ένα εργαλείο του Δυτικού ιμπεριαλισμού.

5.5 ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΣΤΟ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις αρχές της δεκαετίας του 1970, οι Δυτικές βιο-

μηχανικές οικονομίες παρουσίασαν σημαντική επιβράδυνση στους ρυθμούς μεγέθυνσης τους. Η πρώτη πετρελαϊκή κρίση άρχισε το 1973 και σύντομα όλες οι βιομηχανικές οικονομίες πέρασαν σα κατάσταση ύφεσης. Στη διάρκεια των εξελίξεων αυτών το διεθνές εμπόριο συνέχισε να ανα-πτύσσεται, αν και με μικρότερο ρυθμό.

Η ανάγκη για επιτάχυνση της οικονομικής μεγέθυνσης λειτουργούσε ως μοχλός πίεσης για τις κυβερνήσεις να περιορίζουν τους εμπορικούς δασμούς και να ωφεληθούν από το διεθνές ε-μπόριο. Ταυτόχρονα, η ίδια ανάγκη έκανε τις κυβερνήσεις να αναζητούν νέους και περισσότερο σύνθετους τρόπους προστασίας των εξαγωγών και περιορισμού των εισαγωγών τους.

Η περίοδος της ύφεσης χρονικά συνέπεσε με το γύρο του Τόκιο της GATT, όπου το επίπεδο των δασμών στα βιομηχανικά προϊόντα μειώθηκε περίπου 9%. Ο Γύρος του Τόκιο είχε θέσει ως στόχο του να ασχοληθεί με τον αυξανόμενο αριθμό των μη δασμολογικών εμποδίων που κατά πολλούς θα επηρέαζαν αρνητικά το διεθνές εμπόριο. Μια σειρά από νέους κανόνες διαφοροποι-ούσαν τις εμπορικές πρακτικές των χωρών με πολλούς τρόπους, όπως, με εξαγωγικές επιδοτή-σεις, υποχρεώσεις, κρατικές προμήθειες, υψηλές προδιαγραφές για τα προϊόντα, κ.α..

Πολλοί φιλελεύθεροι θεωρητικοί του διεθνούς εμπορίου έβλεπαν το γύρο του Τόκιο ανίκα-νο να αντιμετωπίσει το πρόβλημα των μη δασμολογικών εμπορίων. Αν και το διεθνές εμπόριο συνέχισε να αυξάνει στις δεκαετίες του 1970 και του 1980, ωστόσο οι εμπορικές πολιτικές των κρατών αποτελούσε μία από τις βασικές διαφορές και διαφωνίες μεταξύ των αναπτυγμένων χω-ρών, οι οποίες ήταν εξαρτημένες από το εμπόριο και μέσω αυτού επιδίωκαν την υποστήριξη της οικονομικής τους μεγέθυνσης.

Η Ιαπωνία ήταν το κλασικό παράδειγμα μερκαντιλιστικής χώρας στη διάρκεια της περιόδου αυτής. Η Ιαπωνία κέρδιζε από τη συμμετοχή της στο ανοικτό διεθνές εμπόριο, ενώ ταυτόχρονα εφάρμοζε μερκαντιλιστικές πολιτικές σε εθνικό επίπεδο. Στη δεκαετία του 1970, η στρατηγική του εξωτερικά προσανατολισμένου εμπορίου απέδωσε σημαντικά οφέλη για τη μεγέθυνσης της οικονομίας της. Το υπουργείο βιομηχανίας και εμπορίου επέλεγε τις καλύτερες επιχειρήσεις, οι διοικήσεις των οποίων προσέβλεπαν στην κρατική υποστήριξη ώστε να πετύχουν και στη διεθνή οικονομία. Οι επιχειρήσεις αυτές δραστηριοποιούνταν κυρίως στους κλάδους με υψηλή απασχό-ληση και τεχνολογία. Η πολιτική της υποστήριξης επιχειρήσεων αποτέλεσε για την Ιαπωνία αλλά και τις νεο-ανερχόμενες βιομηχανικά χώρες κλειδί για την επιτυχία των επιχειρήσεων αυτών στις διεθνείς ανταγωνιστικές αγορές.

Ο όρος στρατηγικές πολιτικές εμπορίου (strategie trade policies) έγινε συνώνυμος με τις κρατικές προσπάθειες υποστήριξης των εξαγωγών και εμπόδισης των εισαγωγών στις εσωτερικές αγορές. Η πρακτική του στρατηγικού εμπορίου περιλαμβάνει τη χρήση απειλών, υποσχέσεων και άλλων διαπραγματευτικών τεχνικών που στοχεύουν στη μεταβολή του εμπορικού καθεστώτος με τρόπο που να βελτιώνει τα μερίδια της αγοράς και τα κέρδη των εθνικών επιχειρήσεων. Οι ΗΠΑ από το 1988 έχουν προχωρήσει στη διαμόρφωση μιας λίστας χωρών που απειλούν της εξαγωγές τους.

Πέρα από τις πολιτικές που προαναφέραμε, οι εμπορικές πολιτικές των κυβερνήσεων περι-λαμβάνουν επίσης και πολιτικές υποστήριξης σε νηπιακές βιομηχανίες συμπληρωμένες από εισα-γωγικό προστατευτισμό και μέτρα προώθησης τω εξαγωγών. Επίσης, πολλά κράτη σε συν-χρηματοδότηση με τον ιδιωτικό τομέα προχώρησαν σε προγράμματα έρευνας και τεχνολογίας για την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και νέων προϊόντων.

Σταδιακά η ιδέα του ελεύθερου εμπορίου άρχισε να αντικαθίσταται από την ιδέα του δίκαι-ου εμπορίου. Οι χώρες ασκούσαν προστατευτικές πολιτικές για να αντιμετωπίσουν τις προστα-τευτικές πολιτικές των εμπορικών τους εταίρων. Η πολιτική εμπορίου μετακινήθηκε από το πο-λυεθνικό επίπεδο της GATT σε διμερείς διαπραγματεύσεις, όπως π.χ. μεταξύ ΗΠΑ και Ιαπωνία, ΗΠΑ και ΕΕ. Αυτή η μεταβολή έκανε απαραίτητη την επανεξέταση της φιλελεύθερης προσέγγι-σης του διεθνούς εμπορίου. Αυτό οδήγησε στο γύρο της Ουρουγουάης.

Page 41: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 39

5.6 Ο ΓΥΡΟΣ ΤΗΣ ΟΥΡΟΥΓΟΥΑΗΣ ΚΑΙ Η ΠΟΕ Ο όγδοος γύρος της GATT, ο γύρος της Ουρουγουάης, άρχισε το 1986 και ολοκληρώθηκε

το Δεκέμβριο του 1993. Σε γενικές γραμμές οι φιλελεύθεροι οικονομολόγοι εκτίμησαν το γύρο αυτό της GATT επιτυχημένο, κρινόμενο συγκριτικά με τους προηγούμενους γύρους από τις επι-πτώσεις που είχε στον όγκο και την αξία του διεθνούς εμπορίου.

Στη διάρκεια του γύρου αυτού οι δασμοί στις αναπτυγμένες βιομηχανικά χώρες μειώθηκαν στο 4% περίπου, δηλαδή στο 1/10 του επιπέδου τους το 1948. Πολλοί περιορισμοί εισαγωγών (ποσοστώσεις) απομακρύνθηκαν και οι επιδοτήσεις εξαγωγών τέθηκαν υπό έλεγχο. Ο όγκος του διεθνούς εμπορίου αυξήθηκε τρεις φορές περισσότερο από τον όγκο της παραγωγής.

Ο Γύρος της Ουρουγουάης διαμόρφωσε ένα νέο πλαίσιο κανόνων και ρυθμίσεων και για τα αγροτικά προϊόντα, αλλά και για τις υπηρεσίες, για πνευματικά δικαιώματα σχετικά με το εμπό-ριο (TRIPs, trade related intellectual property rights) που περιλαμβάνουν, copyrights, πατέντες, εμπορικά σήματα, computer software, και Trade-Related Investment Measures (TRIMs).

Για πρώτη φορά διαπραγματεύσεις της GATT ασχολήθηκαν με το θέμα του αγροτικού το-μέα. Όλες σχεδόν οι χώρες που παρήγαγαν και εισήγαγαν αγροτικά προϊόντα χρησιμοποιούσαν επιδοτήσεις και άλλα μέτρα, που σύμφωνα με τις φιλελεύθερες κριτικές διατάρασσαν το αγροτικό εμπόριο. Τα θέματα τα σχετικά με τα αγροτικά προϊόντα ήταν δύσκολα να καταλήξουν σε συμ-φωνίες, για αυτό συνήθως δεν αποτελούσαν αντικείμενο διαπραγματεύσεων. Στη διάρκεια του γύρου, οι ΗΠΑ και άλλες χώρες παραγωγής αγροτικών προϊόντων (λ.χ. η Αυστραλία), αποφάσι-σαν να περιορίσουν τις επιδοτήσεις και ενισχύσεις της αγροτικής τους παραγωγής. Ο πρόεδρος Reagan ωστόσο αρνήθηκε το ενδεχόμενο μιας ουσιαστικής μείωσης των επιδοτήσεων για τους Αμερικανούς αγρότες. Στη Γαλλία οι αγρότες επίσης δεν είδαν θετικά τις προσπάθειες της GATT για μείωση των επιδοτήσεων. Οι προσπάθειες της ΕΕ για περιορισμό της κρατικής υποστήριξης στον αγροτικό τομέα συνοδεύονταν από ένα πρόγραμμα (Κοινή Αγροτική Πολιτική, ΚΑΠ), που αντανακλούσε τα κοινά συμφέροντα των χωρών-μελών της ΕΕ. Η προσαρμογή της ΚΑΠ στις μεταρρυθμίσεις της GATT ήταν ένα δύσκολο εγχείρημα, που κράτησε περίπου 5 χρόνια.

Η τελική συμφωνία για το αγροτικό εμπόριο αποφασίστηκε το 1994 και μπήκε σε εφαρμο-γή το 1995. Είναι υπό έρευνα οι επιπτώσεις των μεταρρυθμίσεων αυτών στο εμπόριο των αγροτι-κών προϊόντων και στις υπηρεσίες της λεγόμενης νέας οικονομίας.

Η τελική συμφωνία του γύρου της Ουρουγουάη περιλάμβανε και την πρόταση για τη δημι-ουργία ενός νέου διεθνούς οργανισμού, της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εμπορίου (ΠΟΕ). Αποτε-λούμενο από 135 χώρες (το 1999) και με 30 χώρες να επιθυμούν συμμετοχή, η ΠΟΕ με έδρα τη Γενεύη έχει υπό τον έλεγχο της περίπου το 90 % του παγκόσμιου εμπορίου. Βασικός σκοπός της ΠΟΕ είναι η εφαρμογή των τελευταίων μεταρρυθμίσεων που αποφασίστηκαν από τη GATT κα-θώς και να λειτουργήσει ως ένας φορέας διαπραγματεύσεων για νέους εμπορικούς κανόνες, να παρεμβαίνει και να αμβλύνει εμπορικές διαφορές και ανταγωνισμούς και να βοηθά τις αναπτυσ-σόμενες χώρες μέσω τεχνικών συμβουλών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Θεωρητικά, οι α-ποφάσεις της ΠΟΕ παίρνονται από τις χώρες μέλη συναινετικά. Υπάρχει το Γενικό Συμβούλιο της ΠΟΕ με αντιπροσώπους των χωρών στη Γενεύη ενώ κάθε δύο χρόνια οργανώνεται συνέδριο υπουργών. Υπάρχουν επίσης πολλές ομάδες εργασίας εξειδικευμένες στο περιβάλλον, στο περι-φερειακό εμπόριο, στη σχέση εμπορίου και επενδύσεων, κλπ.

Υπάρχει ωστόσο έντονη πολιτική αντιπαράθεση γύρω από την ΠΟΕ. Οι φιλελεύθεροι οικο-νομολόγοι και πολιτικοί αντιμετωπίζουν την ΠΟΕ ως ένα σωστό βήμα στη δημιουργία ενός πα-γκόσμιου οργανισμού εμπορίου, που δεν θα περιορίζει μόνο τους εμπορικούς περιορισμούς σε εθνικό επίπεδο αλλά θα ρυθμίζει, μέσω παρεμβάσεων, και τον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Η ΠΟΕ επίσης αποτελεί μια διεθνή προσπάθεια διαχείρισης του παγκόσμιου εμπορικού συστήματος, χω-ρίς την ανάγκη μιας ηγεμονικής χώρας που θα επέβαλε τάξη στο παγκόσμιο σύστημα. Κάνουν ωστόσο και κριτική στην ΠΟΕ, αφού η μετακίνηση του στόχου της από τους περιορισμούς εμπο-ρίου στους όρους ανταγωνισμού, ουσιαστικά αποτελεί αποδοχή της ιδέας του δίκαιου εμπορίου και όχι του ελεύθερου εμπορίου.

Πολλοί ειδικοί σε θέματα διεθνούς εμπορίου αναφέρονται στις μη κυβερνητικές οργανώ-σεις για να τονίσουν την αδυναμία εφαρμογής νέων εμπορικών κανόνων και ρυθμίσεων στο διε-θνές εμπόριο. Η Greenpeace και άλλες μη κυβερνητικές οργανώσεις έχουν καθιερώσει εναλλα-

Page 42: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 40

κτικές συναντήσεις και διακρατικές διαπραγματεύσεις για να περιορίσουν τις αρνητικές συνέπει-ες του διεθνούς εμπορίου, με κινητοποιήσεις ενάντια σε επιχειρήσεις και σε κράτη που καταπα-τούν ανθρώπινα δικαιώματα και καταστρέφουν το περιβάλλον.

5.7 ΕΜΠΟΡΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΜΕΤΑΞΥ ΒΟΡΡΑ-ΝΟΤΟΥ Στο γύρο της Ουρουγουάη, οι βιομηχανικά αναπτυγμένες χώρες κατέβαλαν σημαντικές

προσπάθειες να εντάξουν τις αναπτυσσόμενες χώρες στη διαδικασία των εμπορικών διαπραγμα-τεύσεων και να τις εισάγουν στο διεθνές εμπορικό σύστημα. Οι προσπάθειες αυτές αντανακλούν την αναγνώριση του σημαντικού ρόλου των αναπτυσσόμενων χωρών στο διεθνές εμπορικό σύ-στημα. Μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, πολλές αναπτυσσόμενες χώρες έχουν πετύχει σημα-ντικές επιδόσεις και υψηλούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης, είτε μέσω των πολιτικών που άσκησαν για την εκβιομηχάνιση τους και την αύξηση των εξαγωγών τους, είτε ως αποτέλεσμα της νέας γεωγραφίας της παραγωγής που διαμορφώνει η παγκόσμια δραστηριότητα των πολυε-θνικών εταιρειών. Ως αποτέλεσμα, πολλές αναπτυσσόμενες χώρες υιοθετούν φιλελεύθερες στρα-τηγικές και εμπορικές πολιτικές.

Παρά την οικονομική επιτυχία κυρίως των Ασιατικών οικονομιών, εξακολουθούν να υπάρ-χουν αρκετά ζητήματα που δημιουργούν προβληματισμό για τη σχέση των αναπτυσσόμενων χω-ρών και του διεθνούς εμπορίου. Για παράδειγμα, για πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, το εξωτερι-κό εμπόριο εξακολουθεί να είναι μια αδύνατη στατιστική. Για πολλές από τις χώρες αυτές το με-ρίδιο τους στο εξωτερικό εμπόριο έχει μειωθεί ακόμη και για αγροτικά προϊόντα. Επίσης αντιμε-τωπίζουν εμπορικά ελλείμματα και μεγάλο εξωτερικό χρέος.

Οι χώρες αυτές κατηγορούν τις αναπτυγμένες χώρες για υποκρισία, όσον αφορά τις αρχές ενός φιλελεύθερου, διεθνούς εμπορικού συστήματος. Κράτη, όπως οι ΗΠΑ, υποστηρίζεται ότι ευνοούν το ελεύθερο εμπόριο μόνο όταν αυτό ωφελεί τα συμφέροντα τους, και όχι όταν αυτό ω-φελεί τα συμφέροντα των αναπτυσσόμενων χωρών. Από τη σκοπιά των αναπτυσσόμενων χωρών, οι αναπτυγμένες χώρες έχουν μια μακρά ιστορία προστατευτικών εμπορικών πολιτικών για να υποστηρίξουν την οικονομική τους μεγέθυνση. Επίσης, ο σχεδιασμός των φιλελεύθερων εμπορι-κών πολιτικών, των ρυθμίσεων και των διαδικασιών αρχικά από την GATT, και στη συνέχεια από τη ΠΟΕ εκφράζουν τα συμφέροντα των πλουσιότερων και περισσότερο ισχυρών χωρών του Βορρά. Οι βιομηχανικά αναπτυγμένες χώρες χρησιμοποιούν τη GATT, την ΠΟΕ και άλλες οργα-νώσεις για να ασκούν πίεση στις αναπτυσσόμενες χώρες, για να μειώσουν τη δασμολογική προ-στασία τους, να εκθέσουν τις νηπιακές βιομηχανίες τους στο διεθνή ανταγωνισμό με τις πιο ώρι-μες και αναπτυγμένες βιομηχανίες των οικονομιών του Βορρά.

Πολλοί πιστεύουν ότι ο κύριος λόγος που οι ΗΠΑ και οι άλλες αναπτυγμένες χώρες υπο-στήριξαν στο γύρο της Ουρουγουάη την ένταξη των αναπτυσσόμενων χωρών στο διεθνές εμπό-ριο, ήταν ο φόβος τους να μην χάσουν τις αγορές του τρίτου κόσμου και της επιθυμίας τους για μεγαλύτερη πρόσβαση στους διαθέσιμους πόρους και στις πρώτες ύλες των αναπτυσσόμενων χωρών.

Στο γύρο της Ουρουγουάη επιτεύχθηκε μια συμφωνία βάσει της οποίας οι αναπτυσσόμενες χώρες θα έχουν μεγαλύτερη πρόσβαση στις αγορές των αναπτυγμένων χωρών για τις πρώτες ύλες τους και τα ενδιάμεσα και τελικά προϊόντα τους, με την υποχρέωση να ανοίξουν τις αγορές τους στα νέα προϊόντα των αναπτυγμένων χωρών, όπως τηλεπικοινωνίες και υπηρεσίες.

Η ΠΟΕ ισχυρίζεται από την άλλη μεριά ότι, οι νέες ρυθμίσεις και συμφωνίες δίνουν στις αναπτυσσόμενες χώρες δυνατότητες για να αναπτύξουν τις υποδομές τους, να εφαρμόσουν νέες τεχνικές προώθησης των εξαγωγών τους, να σχεδιάσουν καλύτερα τις εξαγωγές τους. Ο όγκος των ξένων άμεσων επενδύσεων αυξήθηκε σημαντικά προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, με μεγάλη ωστόσο εσωτερική διαφοροποίηση στις χώρες υποδοχής. Οι λιγότερο αναπτυγμένες οικονομίες εξακολουθούν να μην αποτελούν πόλους έλξης για το ξένο κεφάλαιο. Επίσης, η ΠΟΕ αναγνωρί-ζει ότι έχει φτάσει ο χρόνος που θα πρέπει η παγκόσμια κοινότητα να ενδιαφερθεί για το μεγάλο πρόβλημα του εξωτερικού χρέους των αναπτυσσόμενων χωρών.

Το ερώτημα που μένει ωστόσο προς απάντηση είναι αν η ΠΟΕ έχει κάνει όλα εκείνα που θα βελτιώσουν τους όρους εμπορίου μεταξύ αναπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών. Η πολι-τική της ΠΟΕ εξακολουθεί στο πεδίο αυτό να παραμένει ίδια, δηλαδή, να ισχυρίζεται ότι το όφε-λος για τις αναπτυσσόμενες χώρες από τη συμμετοχή τους στο διεθνές εμπόριο θα έρθει όταν ε-

Page 43: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 41

κείνες μεταρρυθμίσουν τις οικονομίες τους και τις εμπορικές πολιτικές τους σύμφωνα με τις αρ-χές της φιλελεύθερης προσέγγισης του διεθνούς εμπορίου. Σύμφωνα με τη ΠΟΕ, χώρες που έ-χουν πετύχει μεγάλη αύξηση στις εξαγωγές τους έχουν χαμηλότερα επίπεδα προστατευτισμού από χώρες με στάσιμες η πτωτικές εξαγωγές. Πολλοί φιλελεύθεροι οικονομολόγοι επίσης ισχυρί-ζονται ότι η ολοκλήρωση των αναπτυσσόμενων χωρών στο διεθνές οικονομικό σύστημα είναι στη δεκαετία του 1990 τόσο μεγάλη που η διάκριση Βορρά-Νότου έχει πλέον καταρρεύσει.

Πολλοί υποστηρικτές της διαρθρωτικής προσέγγισης, ισχυρίζονται ότι ο γύρος της Ουρου-γουάη και η ΠΟΕ δεν έχουν σημαντικά μεταβάλει της σχέση εξάρτησης μεταξύ Βορρά και Νό-του. Πολλές από τις αναπτυγμένες χώρες υποστηρίζουν την οικονομική μεγέθυνση ορισμένων αναπτυσσόμενων χωρών συχνά με αντάλλαγμα τον πολιτικό φιλελευθερισμό τους. Επίσης, οι νέες ρυθμίσεις για τον αγροτικό τομέα έχουν βλάψει τους μικρούς καλλιεργητές γης σε χώρες όπως οι Φιλιππίνες, η Μαλαισία. Ο φιλελευθερισμός ωφελεί τα συμφέροντα των αγροτικών lob-bies στις ΗΠΑ και μιας μικρής ελίτ Ασιατών αγροτών-εξαγωγέων. Η προστασία των μικρών πα-ραγωγών μπορεί να υποστηριχθεί με το επιχείρημα της αντίδρασης στις αγροτικές δραστηριότη-τες των πολυεθνικών, για την προστασία των καταναλωτών από γενετικά μεταλλαγμένα προϊό-ντα. Ο φιλελευθερισμός στο εμπόριο αγροτικών προϊόντων υπονομεύει την ασφάλεια της δια-τροφής.

5.8 ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΑ ΕΜΠΟΡΙΚΑ ΜΠΛΟΚ Πολλοί ισχυρίζονται ότι τα περιφερειακά εμπορικά μπλοκ θα παίξουν σημαντικό ρόλο στη

διαμόρφωση των εμπορικών κανόνων και ρυθμίσεων στο μέλλον. Τα εμπορικά μπλοκ προωθούν το εσωτερικό ελεύθερο εμπόριο, ενώ διατηρούν εμπορικά εμπόδια στις μη-μέλη χώρες. Η NAF-TA (North American Free Trade Agreement) και η ΕΕ είναι τα δύο μεγαλύτερα εμπορικά μπλοκ σήμερα.

Από τεχνική σκοπιά, τα περιφερειακά εμπορικά μπλοκ παραβιάζουν την αρχή της μη διά-κρισης της GATT και της ΠΟΕ. Επιτρέποντας το ελεύθερο εμπόριο μόνο στο εσωτερικό του μπλοκ και διατηρώντας εμπόδια στο εξωτερικό τους εμπόριο, τα περιφερειακά εμπορικά μπλοκ κάνουν διάκριση ανάμεσα στο εσωτερικό και το εξωτερικό εμπόριο. Οι εισαγωγές από το Μεξικό και τις Φιλιππίνες αντιμετωπίζονται διαφορετικά από τις ΗΠΑ στα πλαίσια της NAFTA.

Είναι λοιπόν φυσικό να υπάρχει πολιτική αντιπαράθεση για το ρόλο των περιφερειακών ε-μπορικών μπλοκ. Μερικοί τα αντιμετωπίζουν θετικά, ως ένα πρώτο βήμα στην οικοδόμηση του ελεύθερου εμπορίου, άλλοι υποστηρίζουν ότι υπονομεύουν τη διαδικασία και τους στόχους της ΠΟΕ για ένα παγκόσμιο ελεύθερο εμπόριο.

Οι φιλελεύθεροι διαφωνούν με την υποστήριξη που δίνεται στους παραγωγούς εντός μπλοκ. Τα μέσα πολιτικής που χρησιμοποιούνται δημιουργούν περισσότερο συνθήκες εμπορικού προ-στατευτισμού και νεομερκαντιλιστικών πρακτικών σε εθνικό, περιφερειακό-μπλοκ και παγκόσμιο επίπεδο. Για παράδειγμα ο πρόεδρος Κλίντον όταν συμπεριέλαβε το Μεξικό στη NAFTA, ισχυ-ρίστηκε ότι το έκανε για να ελέγξει τις αγορές του Μεξικού πριν τη διείσδυση των Ιαπώνων. Οι Ιαπωνικές επενδύσεις στο Μεξικό θα είχαν σήμερα τον έλεγχο της οικονομίας αποκλείοντας αγο-ρές και κέρδη από τις αμερικάνικες πολυεθνικές. Επίσης, οι φιλελεύθεροι υποστηρίζουν ότι τα εμπορικά μπλοκ αυξάνουν το διεθνή ανταγωνισμό και μπορεί να οδηγήσουν στο μέλλον σε εμπο-ρικούς πολέμους μεταξύ μπλοκ και μεταξύ μελών και μη μελών των μπλοκ.

Το μεγαλύτερο και περισσότερο ολοκληρωμένο μπλοκ σήμερα είναι της ΕΕ. Οικοδομήθηκε πάνω σε φιλελεύθερες αρχές και αξίες, προτάσσει τη φιλελευθεροποίηση του εμπορίου μεταξύ των μελών της ένωσης, με στόχο την ενίσχυση της παραγωγικής εξειδίκευσης και της οικονομι-κής αποτελεσματικότητας της ένωσης. Εσωτερικά εμπορικά εμπόδια σταδιακά καταργήθηκαν, με τις χώρες μέλη να συγκροτούν πλέον μια κοινή και ελεύθερη αγορά. Σε αντίθεση, οι εκτός ένω-σης χώρες αντιμετωπίζουν εμπορικά εμπόδια στη διείσδυση τους στην εσωτερική αγορά της ΕΕ.

Το 1993, οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και το Μεξικό σχημάτισαν τη NAFTA, ως επέκταση της ε-λεύθερης ζώνης εμπορίου που προϋπήρχε μεταξύ ΗΠΑ και Καναδά. Η NAFTA δεν έχει πετύχει ακόμη το βαθμό ολοκλήρωσης της ΕΕ. Σήμερα υπάρχει μια κίνηση για ένταξη και άλλων χωρών της Λ. Αμερικής, όπως της Χιλής, τη Κολομβίας, της Βενεζουέλας, του Περού και της Βολιβίας στη NAFTA.

Page 44: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 42 Η οικονομική συνεργασία της Ασίας και του Ειρηνικού επιχειρεί επίσης να ολοκληρώσει 18

χώρες του Ειρηνικού και της Ασίας σε ένα μπλοκ που σταδιακά θα καταργεί τα μεταξύ τους ε-μπορικά εμπόδια. Μέχρι το 2020. ΟΙ ΗΠΑ πρωταγωνιστούν στην κίνηση αυτή, προσβλέποντας σε βελτίωση των οικονομικών συνθηκών της περιοχής αυτής.

Αυτό που μένει να δούμε στο μέλλον είναι αν τα περιφερειακά αυτά εμπορικά μπλοκ θα αποτελέσουν τους ακρογωνιαίους λίθους για την οικοδόμηση ενός παγκόσμιου συστήματος ελεύ-θερου εμπορίου, ή εργαλεία περιφερειακού προστατευτισμού. Αποτελούν ωστόσο παραδείγματα για το πως το σύγχρονο διεθνές εμπορικό σύστημα συνδυάζει την αρχή του ελεύθερου εμπορίου με την πρακτική ανάγκη για προστατευτισμό.

5.9 ΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ Ένας άλλος μερκαντιλιστικός καταναγκασμός των κρατών είναι η χρησιμοποίηση του ε-

μπορίου ως μέσο και εργαλείο εξωτερικής πολιτικής. Εάν ο πλούτος είναι ισχύς, τότε το εμπόριο είναι και τα δύο. Οι εμπορικοί περιορισμοί παίρνουν πολλές μορφές, συμπεριλαμβανομένου των μποϊκοτάζ, των περιορισμών στις εισαγωγές, των εμπάργκο που απαγορεύουν εξαγωγές προς μια χώρα. Αποτελούν μια μορφή ποινής που τα κράτη χρησιμοποιούν για να τιμωρήσουν άλλα κρά-τη. Στη δεκαετία του 1980, ο Reagan, επέβαλλε μια σειρά από περιορισμούς στο εμπόριο με χώ-ρες του τρίτου κόσμου, με την αιτία της υποστήριξης που προσέφεραν σε κομμουνιστικά και ε-παναστατικά κινήματα (π.χ. Νικαράγουα), σε τρομοκρατικές οργανώσεις (Λιβύη, Ιράν, Κούβα, Συρία, Υεμένη) ή σε χώρες που υποστήριζαν το ρατσιστικό καθεστώς της Ν. Αφρικής. Αντίθετα, οι ΗΠΑ έκαναν εμπορικές διακρίσεις υπέρ των χωρών της Καραϊβικής που υποστήριζαν την α-ντικομουνιστική εξωτερική πολιτική τους.

Το υπουργείο εμπορίου των ΗΠΑ διατηρεί μια 'Μαύρη Λίστα' με τις χώρες που αποκλείο-νται από τις ευνοϊκές εμπορικές ρυθμίσεις της. Αυτό λειτουργεί ως απειλή για τις κυβερνήσεις και τους κατοίκους των χωρών που δεν συμμορφώνονται με τους στόχους της εξωτερικής πολιτι-κής των ΗΠΑ.

Διεθνείς οργανισμοί όπως του OHE επίσης έχουν χρησιμοποιήσει το εμπόριο και άλλους είδους ποινών για να τιμωρήσουν επιθετικά και μη συνεργαζόμενα κράτη, όπως στην περίπτωση του Ιράκ στο πόλεμο του κόλπου.

Υπάρχει ωστόσο έντονη συζήτηση και αντιπαράθεση για την αποτελεσματικότητα των ε-μπορικών ποινών. Πιστεύετε ότι τελικά έχουν ένα περιορισμένο αποτέλεσμα ως προς τον επιδιω-κόμενο στόχο τους; Υποστηρίζετε ότι οι κυβερνήσεις που επιβάλουν τέτοιου είδους ποινών πρέ-πει να είναι σίγουρες ότι ιδιωτικές επιχειρήσεις ή τρίτες χώρες δεν θα παραβιάζουν το εμπάργκο, αλλοιώνοντας το αποτέλεσμα του εμπορικού αποκλεισμού; Είναι γνωστό ότι οι παραβιάσεις αυ-τές προσφέρουν υψηλά κέρδη. Είναι επίσης άγνωστο αν τελικά οι χώρες που εμπορικά αποκλείο-νται από το διεθνές σύστημα ροών θα συμμορφωθούν και θα προσαρμοστούν στις απαιτήσεις της διεθνούς κοινότητας. Τέλος, οι επιπτώσεις από τη χρήση του εμπορίου ως μηχανισμό άσκησης πίεσης συνήθως επιβαρύνει τους λαούς των χωρών και όχι τις κυβερνήσεις και τους ηγέτες που παραβιάζουν τις διεθνείς συμφωνίες.

Εκείνο που φαίνεται να αποτελεί σήμερα μια αναγνωρισμένη αλήθεια είναι ότι το εμπόριο θα συνεχίσει να είναι ένας μηχανισμός άσκησης εξωτερικής πολιτικής των αναπτυγμένων χωρών, που συνήθως παίζει το ρόλο του μαστιγίου και λιγότερο του καρότου. Η απομάκρυνση των εμπο-ρικών αποκλεισμών και ποινών από τις πρακτικές του διεθνούς εμπορίου προϋποθέτει ωστόσο και μεταβολές στο σύστημα της ασφάλειας και οπωσδήποτε μια αλλαγή στους εθνικούς στόχους ασφάλειας. Η οικονομία και η οικονομική μεγέθυνση θα πρέπει να αντικαταστήσει τη στρατιωτι-κή δύναμη και άμυνα.

Page 45: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 43

6 ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

6.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η χρηματοοικονομική δομή περιλαμβάνει το σύνολο εκείνο των νομισματικών και χρημα-

τοοικονομικών σχέσεων βάσει των οποίων κράτη και αγορές συνδέονται μεταξύ τους και αλλη-λεπιδρούν. Πρέπει να τονίσουμε ότι, η δομή των χρηματονομισματικών σχέσεων επηρεάζει και τις άλλες μορφές σχέσεων και αλληλεπιδράσεων, εμπορικές, τεχνολογικές, κλπ.

Η χρηματοοικονομική δομή αποτελεί το περισσότερο αινιγματικό και αφηρημένο σύστημα σχέσεων της ΔΠΟΙ. Το διεθνές νομισματικό σύστημα, το οποίο αποτελεί σημαντικό στοιχείο της χρηματοοικονομικής δομής της ΔΠΟΙ, θα μπορούσε να οριστεί ως ένα σύνολο κανόνων και πρα-κτικών που καθορίζουν το τρόπο διεθνών πληρωμών και αποπληρωμής χρεών μεταξύ κρατών και μεταξύ κρατών και αγορών. Πάντα βέβαια υπάρχει το ερώτημα cui bono; -ποιος κερδίζει δηλαδή από την υπάρχουσα χρηματοοικονομική δομή, από τον τρόπο που οι διεθνείς νομισματικές και χρηματοοικονομικές σχέσεις είναι οργανωμένες.

Η ανάλυση μας θα ξεκινήσει από το διεθνές νομισματικό σύστημα του κανόνα χρυσού, και στη συνέχεια θα σταθούμε περισσότερο στα βασικά στοιχεία του μεταπολεμικού νομισματικού συστήματος του Bretton Woods. Τέλος θα επικεντρωθούμε στα προβλήματα που κυριαρχούν στις διεθνείς νομισματικές σχέσεις τις τελευταίες τρεις δεκαετίες και στην πολιτική οικονομία του διε-θνούς χρηματοοικονομικού κεφαλαίου. Δεν θα σταθούμε σε θέματα συναλλάγματος, συναλλαγ-ματικών ισοτιμιών, κλπ. τη γνώση για τα οποία τη θεωρούμε δεδομένη από τα μαθήματα της μα-κροοικονομικής.

6.2 ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ Το διεθνές νομισματικό σύστημα είναι ένα σύνολο σχέσεων που καθορίζουν πως γίνονται

οι διεθνείς πληρωμές και πως διευθετούνται τα θέματα του διεθνούς χρέους. Καθώς οι διεθνείς πληρωμές εμπεριέχουν συναλλαγές σε ξένα νομίσματα, δηλαδή μετατροπή εθνικών νομισμάτων σε ξένα νομίσματα για να πληρωθούν οι εισαγωγές και τα τοκοχρεολύσια, θα ήταν λογικό να σκεφτούμε to διεθνές νομισματικό σύστημα σαν ένα σύστημα που οργανώνει συναλλαγματικές συναλλαγές.

Το διεθνές νομισματικό σύστημα συνεπώς οργανώνει τους όρους και τις προϋποθέσεις των διεθνών πληρωμών και καθορίζει τη συναλλαγματική ισοτιμία μεταξύ των διαφόρων εθνικών νομισμάτων. Ένα νομισματικό σύστημα που λειτουργεί καλά, αποτελεί τον κρίσιμο δεσμό της διεθνούς οικονομίας. Διευκολύνει τις διεθνείς ροές εμπορίου και τις ξένες επενδύσεις, συνεπώς συμβάλλει στην αύξηση του διεθνούς εμπορίου και της παγκόσμιας αλληλεξάρτησης. Η δημιουρ-γία ενός υγιούς νομισματικού συστήματος είναι προϋπόθεση μιας ευημερούσας παγκόσμιας οικο-νομίας, ενώ αντίθετα η κατάρρευση του διεθνούς νομισματικού συστήματος μπορεί να αποτελέ-σει αιτία οικονομικής ύφεσης και κρίσης.

Ιστορικά έχουν επικρατήσει τρεις τύποι συστημάτων: Α. Το σύστημα των σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών (fixed or pegged exchange

rates), όπου οι μεταβολές στις ισοτιμίες των εθνικών νομισμάτων συμβαίνουν συνήθως ως απο-τέλεσμα κρατικών παρεμβάσεων.

Β. Το σύστημα των κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών (flexible or floating ex-change rates), όπου οι μεταβολές στις ισοτιμίες των εθνικών νομισμάτων συμβαίνουν συνήθως ως αποτέλεσμα των αλλαγών στην προσφορά και ζήτηση ενός νομίσματος στις διεθνείς αγορές συναλλάγματος.

Γ. Το σύστημα των διαχειριζόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών (managed or coordinated exchange rates), όπου και οι δυνάμεις της αγοράς και οι κρατικές πολιτικές αποτελούν τους κύρι-ους παράγοντες των συναλλαγματικών μεταβολών.

Στη διάρκεια του 20ού αιώνα έχουμε γνωρίσει και τα τρία είδη συναλλαγματικών ισοτι-μιών. Ένα αποτελεσματικό και σταθερό διεθνές νομισματικό σύστημα πρέπει να επιδιώκει την

Page 46: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 44

επίτευξη τριών βασικών, αλλά συχνά συγκρουόμενων μεταξύ τους, στόχων: της σταθερότητας, της ευκαμψίας και της αξιοπιστίας.

Πιο συγκεκριμένα, σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες και ένα σταθερό διεθνές συναλ-λαγματικό σύστημα αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για το διεθνές εμπόριο και τις επενδύσεις, αφού ενισχύει τις μακροχρόνιες συμφωνίες. Η αστάθεια αποθαρρύνει άτομα, επιχειρήσεις και χώρες να δημιουργούν στενές οικονομικές σχέσεις και ενθαρρύνει την επιδίωξη στενών ατομικών ή εθνικών συμφερόντων. Βέβαια, η «σωστή» ή αντικειμενική ισοτιμία μεταξύ δύο νομισμάτων τείνει να μεταβάλλεται διαχρονικά, ως αποτέλεσμα της δράσης διαφόρων παραγόντων.

Συνεπώς, το σύστημα συναλλαγματικών ισοτιμιών θα πρέπει να είναι και αρκετά εύκαμπτο ώστε να διαμορφώνει τις συναλλαγματικές αξίες με χρονική αποτελεσματικότητα, δηλαδή να μην επιτρέπεται σε κάποιο νόμισμα να είναι για μακρά περίοδο υπερτιμημένο, ή υποτιμημένο έναντι των άλλων νομισμάτων. Ένα νόμισμα που συστηματικά ή διαχρονικά δεν έχει τη σωστή αξία δη-μιουργεί προβλήματα σταθερότητας στις διεθνείς νομισματικές σχέσεις με πολιτικές επιπτώσεις. Οι ΗΠΑ την περίοδο 1981-1985 είχαν υπερτιμημένο το δολάριο τους. Απειλούσαν λοιπόν με ε-μπορικές κυρώσεις τις άλλες χώρες σε μια προσπάθεια να διαπραγματευτούν με πολιτικό τρόπο μια οικονομική ανισορροπία.

Η ευκαμψία είναι επίσης απαραίτητη για να απορροφούνται απρόβλεπτες μεταβολές στη ΔΠΟΙ. Μεταβολές στις άλλες δομές της ΔΠΟΙ μεταβάλλουν τις χρηματοοικονομικές ροές μεταξύ των χωρών, και καθιστούν απαραίτητη την προσαρμογή των συναλλαγματικών ισοτιμιών. Στη δεκαετία του 1970, η κρίση του πετρελαίου έστρεψε δισ. δολάρια προς τις χώρες του ΟΠΕΚ ό-πως και στη δεκαετία του 1990, η ολοκλήρωση της Κίνας και της Ρωσίας στο διεθνές σύστημα δημιούργησαν προβλήματα προσαρμογής ώστε να μην δημιουργηθούν ανισορροπίες στο διεθνές νομισματικό σύστημα και στο σύστημα πληρωμών.

Τέλος, το διεθνές σύστημα συναλλαγματικών ισοτιμιών πρέπει να είναι αξιόπιστο, με όρους εμπιστοσύνης στις πρακτικές των κυβερνήσεων, των κεντρικών τραπεζών και του σεβασμού εκ μέρους τους των διεθνών κανόνων και συμβάσεων. Η έλλειψη αξιοπιστίας αποτελεί κίνητρο για του κερδοσκόπους να εκμεταλλευτούν ευκαιρίες πλουτισμού τους προκαλώντας αναστατώσεις στις εθνικές οικονομίες. Η έλλειψη αξιοπιστίας θεωρείται μία από τις βασικές αιτίες των συναλ-λαγματικών κρίσεων που γνωρίσαμε στη δεκαετία του 1990.

Με πιο συμβατική ανάλυση θεωρεί ότι ένα καλό διεθνές νομισματικό σύστημα είναι εκείνο που μεγιστοποιεί τις ροές διεθνούς εμπορίου και επενδύσεων και οδηγεί σε μία περισσότερο ισό-τιμη διανομή των κερδών από το εμπόριο μεταξύ των χωρών. Ένα νομισματικό σύστημα μπορεί να αξιολογηθεί με όρους προσαρμογής, ρευστότητας και αξιοπιστίας. Η προσαρμογή αναφέρεται στη διαδικασία με την οποία οι ανισορροπίες στο ισοζύγιο πληρωμών διορθώνονται. Καλό νομι-σματικό σύστημα είναι εκείνο που μειώνει το κόστος και το χρόνο που απαιτείται για την προ-σαρμογή. Η ρευστότητα αναφέρεται στο μέγεθος της διεθνών πλεονασμάτων και προσφοράς χρεογράφων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη διαχείριση προσωρινών ανισορροπιών στα ισοζύγια πληρωμών. Καλό νομισματικό σύστημα είναι αυτό που προμηθεύει με επαρκής ποσότη-τα πλεονασμάτων τις χώρες που αντιμετωπίζουν ανισορροπίες στο ισοζύγιο πληρωμών τους, χω-ρίς να χρειάζεται να αποπληθωρίζουν τις οικονομίες τους ή να δημιουργούν πληθωριστικές πιέ-σεις στη παγκόσμια οικονομία. Η αξιοπιστία αναφέρεται στη γνώση ότι ο μηχανισμός προσαρ-μογής λειτουργεί αποτελεσματικά και ότι η χρήση των αποθεματικών δεν θα μεταβάλλει το διε-θνές σύστημα τιμών,

Πόσο καλά το διεθνές νομισματικό σύστημα έχει πετύχει αυτούς τους στόχους, σε ποια χρονική περίοδο, και τι συμβαίνει σήμερα θα είναι τα ερωτήματα που θα μας απασχολήσουν πα-ρακάτω.

6.3 ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΑ ΧΡΥΣΟΥ Το διεθνές νομισματικό σύστημα του κανόνα χρυσού λειτούργησε από, περίπου, το 1880

μέχρι το ξέσπασμα του Α' παγκοσμίου πολέμου. Ο διεθνής κανόνας του χρυσού ήταν η κλασική επίλυση του διλήμματος ανάμεσα στην εθνική οικονομική αυτονομία και τη διεθνή οικονομική σταθερότητα. Στη θεωρία, το νομισματικό αυτό σύστημα ήταν η ενσωμάτωση του laissez-faire, της φιλελεύθερης ιδέας μιας απρόσωπης, πλήρως αυτοματοποιημένης και πολιτικά συμμετρικής διεθνούς νομισματικής τάξης, που εξαρτάται από την εγχώρια ευκαμψία των τιμών και τους φυ-

Page 47: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 45

σικούς περιορισμούς στην παραγωγή χρυσού ώστε να εξασφαλιστεί το άριστο επίπεδο τόσο στη διαδικασία προσαρμογής όσο και στην προσφορά αποθεματικού χρήματος. Στο πλαίσιο του συ-στήματος αυτού οι ανισορροπίες στο ισοζύγιο πληρωμών διορθώνονται, τουλάχιστον στη θεωρία, από την προσαρμογή του μηχανισμού τιμών και ροής πολύτιμων μετάλλων του David Hume.

Δύο βασικά χαρακτηριστικά του συστήματος εγγυώνται την ομαλή και αυτόματη λειτουρ-γία του μηχανισμού τιμών-πολύτιμων μετάλλων: α) η Κεντρική Τράπεζα της χώρας που αποδέχε-ται τον κανόνα χρυσού αγοράζει και πουλά χρυσό σε σταθερή τιμή και β) οι ιδιώτες μπορούν ε-λεύθερα να εξάγουν ή να εισάγουν χρυσό. Τα δύο αυτά χαρακτηριστικά συγκροτούν ένα μηχανι-σμό σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών για την προσαρμογή του ισοζυγίου πληρωμών, καθώς οι ανισορροπίες του εμπορίου και των πληρωμών διορθώνονται και η ισορροπία αποκαθίσταται από τη ροή χρυσού. Με το πέρασμα του χρόνου οι επιπτώσεις στις σχετικές τιμές και στα εμπορι-κά ισοζύγια θεραπεύουν κάθε ανισορροπία πληρωμών.

Στην πράξη, το διεθνές νομισματικό σύστημα του κανόνα χρυσού δεν ήταν μια αυτόματη, απρόσωπη και πολιτικά συμμετρική νομισματική τάξη. Αντίθετα ήταν ένα θεσμός αρκετά ασύμ-μετρος, όσον αφορά τα οφέλη που έδινε στις εθνικές οικονομίες. Αυτό βέβαια δεν μειώνει τη συμβολή του στην αύξηση του διεθνούς εμπορίου και στη διεθνή οικονομική σταθερότητα κατά τη διάρκεια της ισχύς του. Η ουσιαστική κατανόηση του απαιτεί την αναφορά τριών στοιχείων που προσδιόριζαν τη λειτουργία του, στοιχείων που αντανακλούν την κοινωνική, πολιτική και οικονομική πραγματικότητα εκείνης της εποχής. Τα στοιχεία αυτά διαφοροποιούν εκείνη την ε-ποχή από τη σημερινή, καθιστώντας έτσι μη ρεαλιστικές τις φωνές φιλελεύθερων οικονομολόγων σήμερα που επιθυμούν επιστροφή των διεθνών νομισματικών σχέσεων στη δομή του κανόνα χρυσού.

Πρώτον, ο κλασικός κανόνας χρυσού δεν λειτουργούσε αυτόματα. Η δυνατότητα παρέμβα-σης των Κεντρικών Τραπεζών στην αγορά και πώληση χρυσού για να κρατήσουν σταθερές τις συναλλαγματικές ισοτιμίες περιόριζε την ελευθερία των δυνάμεων της αγοράς. Οι Κεντρικές Τράπεζες μπορούσαν να ασκήσουν νομισματικές πολιτικές ώστε να αποφευχθούν μεταβολές στις τιμές, δηλαδή ουσιαστικά οι χώρες να αποφεύγουν την αυστηρή εφαρμογή του κανόνα χρυσού.

Δεύτερον, το διεθνές νομισματικό σύστημα του κανόνα χρυσού οργανώθηκε και διοικήθηκε από το Σίτυ του Λονδίνου, αποτέλεσμα της ηγεμονικής θέσης του στις διεθνείς αγορές αγαθών, χρήματος και κεφαλαίου και της ηγεμονικής θέσης της Μεγάλης Βρετανίας στις διεθνείς σχέσεις. Αποτέλεσμα ήταν το Σίτυ να επιβάλει τους κανόνες του συστήματος στις οικονομίες όλους του κόσμου, ενώ η νομισματική πολιτική της Τράπεζας της Αγγλίας καθόριζε σε μεγάλο βαθμό τις διεθνείς ροές χρυσού και την παγκόσμια νομισματική σταθερότητα, καθώς η Στερλίνα έπαιζε κε-ντρικό ρόλο στις διεθνείς εμπορικές και νομισματικές σχέσεις.

Τρίτον, οι επιπτώσεις του συστήματος ήταν ασύμμετρες στις εθνικές οικονομίες. Οι ισχυρές οικονομίες μπορούσαν να εξισορροπήσουν τα εμπορικά ισοζύγια τους σχετικά εύκολα με παρεμ-βάσεις στις ροές χρυσού, αυτό όμως δεν συνέβαινε με τις φτωχότερες και οικονομικά αδύναμες χώρες οι οποίες ήταν εξαρτημένες από το Σίτυ και τα άλλα ανερχόμενα χρηματοπιστωτικά κέ-ντρα, της Φρανκφούρτης, του Παρισιού και της Νέας Υόρκης.

Οι πολιτικές που εφάρμοζε η Βρετανία την εποχή εκείνη ήταν σχετικά απλές. Σε μία χώρα που κυριαρχούσε η φιλελεύθερη ιδεολογία, και βάσει των οικονομικών της συμφερόντων, ο κε-ντρικός στόχος της οικονομικής πολιτικής ήταν η νομισματική σταθερότητα. Ήταν μια εποχή που οι απαιτήσεις της κοινωνίας από την κυβέρνηση ήταν ελάχιστες, ενώ οι άρχουσες ελίτ προτιμού-σαν το ακριβό χρήμα και τον αντιπληθωρισμό από το φτηνό χρήμα και τον πληθωρισμό. Το τί-μημα της προσαρμογής το πλήρωναν τα φτωχότερα κράτη και οι φτωχότερες κοινωνικές τάξεις με τη μορφή της υψηλότερης ανεργίας και της μείωσης της ευημερίας.

Ο κανόνας του χρυσού αντανακλούσε έναν κόσμο όπου οι κοινωνικοί σκοποί ήταν ελαχι-στοποιημένοι. Την εποχή αυτή του μη κρατικού παρεμβατισμού και πριν την άνοδο του κοινωνι-κού κράτους, προτεραιότητα είχε πάντα η νομισματική σταθερότητα. Η νομισματική σταθερότη-τα ήταν το προϊόν της βρετανικής ηγεμονίας, της ιδεολογίας του φιλελευθερισμού και της κυρι-αρχίας της συντηρητικής μεσαίας τάξης (Gilpin, 1987). Όταν οι συνθήκες αυτές μεταβλήθηκαν με τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και την άνοδο του σύγχρονου κοινωνικού κράτους, ο κανόνας χρυ-σού δεν μπορούσε πια να επικρατεί.

Εκείνο όμως που σημάδεψε το οριστικό τέλος του νομισματικού συστήματος του κανόνα χρυσού ήταν η αδυναμία της Βρετανίας να διατηρήσει την οικονομική κυριαρχία της. Η εμφάνι-ση, προς το τέλος του 19ου αιώνα, νέων βιομηχανικών δυνάμεων και η σχετική κάμψη της Βρε-

Page 48: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 46

τανικής ηγεμονίας άρχισαν να υπονομεύουν τη βάση της παγκόσμιας οικονομικής ηγετικής θέσης της Βρετανίας. Οι αυξανόμενες κοινωνικές δυσαρέσκειες και οι εξεγέρσεις κατά των φιλελεύθε-ρων πολιτικών άρχισαν να κλονίζουν το σύστημα του κανόνα χρυσού.

6.4 Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ Μια σημαντική συνέπεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου ήταν η εθνικοποίηση του παγκόσμι-

ου νομισματικού συστήματος. Με το ξέσπασμα των εχθροπραξιών, οι εμπόλεμοι, έσπευσαν αμέ-σως να προφυλάξουν τα αποθέματα τους σε χρυσό και αποδεσμεύτηκαν από το σύστημα των σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών για να διευκολύνουν την κινητοποίηση των οικονομιών τους για τον πόλεμο.

Το αποτέλεσμα ήταν να καταρρεύσει ο κανόνας χρυσού και να αντικατασταθεί προσωρινά από μια ρύθμιση κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών. Με το τέλος της Βρετανικής οικο-νομικής ηγεμονίας και τη διάλυση της οικονομικής αλληλεξάρτησης, ο καθορισμός των συναλ-λαγματικών ισοτιμιών επέστρεψε ξανά στην ευθύνη των εθνικών νομισματικών αρχών. Η εγχώ-ρια οικονομική αυτονομία θριάμβευσε σε βάρος της παγκόσμιας νομισματικής τάξης εξαιτίας των έκτατων αναγκών που δημιούργησε ο πόλεμος. Κάθε κυβέρνηση έπρεπε να κινητοποιήσει ολόκληρο το ρευστό πλούτο της οικονομίας της. Με τη φορολογία, και κυρίως με το δανεισμό, το κράτος αποκτούσε τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών της κοινωνίας.

Η κατάρρευση της διεθνούς πειθαρχίας στον κανόνα χρυσού και ο αυξανόμενος κρατικός έλεγχος πάνω στην οικονομία αποτέλεσαν τη βάση ενός ιδεολογικού μετασχηματισμού που συ-νέβη την περίοδο εκείνη. Αμέσως μετά τον πόλεμο έγινε προσπάθεια ανοικοδόμησης του συστή-ματος του κανόνα χρυσού και επιστροφής της δημοσιονομικής διαχείρισης στον ορθόδοξο κανό-να του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού. Ο αποπληθωρισμός που ακολούθησε αποτέλεσε σημα-ντική αιτία της οικονομικής ύφεσης της δεκαετίας του 1930. Οι εξελίξεις αυτές οδήγησαν στην κατάρρευση της φιλελεύθερης οικονομικής ως κυρίαρχο πρότυπο πολιτικής και στην αντικατά-σταση του από μια νέα αντίληψη για τη λειτουργία της αγοράς και για το ρόλο του κράτους, που κυριάρχησε ως Κεϊνσιανισμός. Η νέα αντίληψη επικέντρωνε την προσοχή στις αδυναμίες της α-γοράς, όπως η ανεργία, ή ύφεση και οι ασταθείς οικονομικοί κύκλοι. Οι συνέπειες του πολέμου και της ύφεσης είχαν επίσης ανοίξει το δρόμο για την οικοδόμηση του σύγχρονου κοινωνικού κράτους. Η κατάλληλη μακροοικονομική διαχείριση (δημοσιονομική, νομισματική πολιτική) θε-ωρήθηκε ότι θα μπορούσε να συμβάλλει στην προαγωγή της κοινωνικής ευημερίας, στην αύξηση της απασχόλησης και στη σταθεροποίηση της οικονομίας.

Οι φιλελεύθεροι οικονομολόγοι θεωρούσαν ότι η μετάβαση σε μια μη πειθαρχημένη νομι-σματική ισχύ του κράτους είναι μια πρόκληση για πολιτική αστάθεια, επειδή καταργούσε όλες τις οικονομικές άμυνες εναντίων του πληθωρισμού. Οι οικονομολόγοι αυτοί δεν έκρυβαν το φόβο τους ότι το κράτος θα χρησιμοποιούσε τη φορολογική και δανειοληπτική του δύναμη για να με-ταβάλει τη διανομή του εισοδήματος. Επίσης, σε ένα κόσμο χωρίς τους περιορισμούς του κανόνα χρυσού, οι κυβερνήσεις θα αύξαναν τις κρατικές δαπάνες για να πετύχουν πολιτικά οφέλη, δημι-ουργώντας πληθωριστικές πιέσεις. Μερικές δεκαετίες αργότερα, το ζήτημα αυτό επανεμφανίστη-κε στις μεταπολεμικές διαμάχες αναφορικά με το κοινωνικό κράτος και την Κεϊνσιανή οικονομι-κή.

Οι κοινωνικοί σκοποί και τα εθνικά συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων είχαν μεταβληθεί και οι οικονομικές πολιτικές απέκλιναν ολοένα και περισσότερο ως αποτέλεσμα των εθνικών και διεθνών εξελίξεων. Οι στόχοι της κοινωνικής ευημερίας και οι εθνικοί ανταγωνισμοί αποκτούσαν μεγαλύτερη αξία από τους διεθνείς κανόνες. Η παγκόσμια οικονομία εισήλθε σε μία περίοδο πρωτοφανούς οικονομικού πολέμου, με ανταγωνιστικές υποτιμήσεις και συναλλαγματικές διακυ-μάνσεις, καθώς κάθε οικονομία προσπαθούσε να λύσει τα προβλήματα του ισοζυγίου πληρωμών και της απασχόλησης σε βάρος των άλλων χωρών. Τα γεγονότα του μεσοπολέμου σήμαναν το τέλος της ταυτόχρονης επίτευξης εσωτερικής και εξωτερικής ισορροπίας μέσω της λειτουργίας του μηχανισμού των τιμών και της ροής πολύτιμων μετάλλων που υποχωρούσε συνεχώς έναντι του αυξανόμενου ρόλου των Κεντρικών Τραπεζών που προσπαθούσαν να αντισταθμίσουν τις επιπτώσεις του μηχανισμού αυτού, ενώ οι τιμές και οι μισθοί δεν αφήνονταν να μειωθούν αυτό-ματα στις περιπτώσεις εφαρμογής αυστηρής νομισματικής πολιτικής. Αποτέλεσμα των εξελίξεων αυτών και σε συνδυασμό με την ανικανότητα της Βρετανίας να συνεχίσει τον ηγεμονικό τους

Page 49: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 47

ρόλο αλλά και εξαιτίας της έλλειψης κάποιας νέας ηγεμονικής δύναμης η φιλελεύθερη παγκόσμια οικονομία κατέρρευσε. Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ένα νέο σοκ για την ανθρωπότητα που αναζητούσε μια νέα περίοδο σταθερότητας. Στις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές αυτές συνθήκες της αναρχίας και του σκληρού ανταγωνισμού, οι ΗΠΑ άρχισαν να αναλαμβάνουν τις ευθύνες της ηγεσίας στα μέσα της δεκαετίας του 1930 και ουσιαστικά αμέσως μετά το Β' Παγκό-σμιο Πόλεμο. Η εξέλιξη αυτή σε παγκόσμιο επίπεδο συνέπεσε με την εποχή του κρατικού παρεμ-βατισμού και τη διαχείριση της οικονομίας.

6.5 ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΟΥ BRETTON WOODS To 1944 συναντήθηκαν στο Bretton Woods οι αρχηγοί κρατών όλων των συμμαχικών χω-

ρών για να συζητήσουν και να προβληματιστούν για τις επερχόμενες οικονομικές εξελίξεις, αλλά και για την οργάνωση ενός διεθνούς συστήματος που θα περιόριζε τις εθνικές αντιπαραθέσεις και τους εμπορικούς πολέμους. Βασική τους επιδίωξη ήταν να δημιουργήσουν μια μεταπολεμική οι-κονομική τάξη που θα ήταν σταθερή και εύκαμπτη, θα προωθούσε την οικονομική μεγέθυνση και ανάπτυξη, και που θα απέφευγε τις εθνικιστικές πιέσεις που οδήγησαν στους δύο παγκόσμιους πολέμους.

Το τελικό αποτέλεσμα της συνάντησης και του συνεδρίου ήταν η δημιουργία ενός συγκε-κριμένου τύπου διεθνούς νομισματικού συστήματος και ένα σύνολο θεσμών που θα διευκόλυνε τη λειτουργία του. Η Παγκόσμια Τράπεζα (ΠΤ), το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και η GATT, ήταν οι βασικοί θεσμοί του συστήματος, οι οποίοι σε συνδυασμό με το σύστημα συναλ-λαγματικών ισοτιμιών του Bretton Woods, θα χαρακτήριζαν τις παγκόσμιες νομισματικές υποθέ-σεις τη χρονική περίοδο μεταξύ 1946 και 1973.

Το ΔΝΤ είναι ο κεντρικός τραπεζίτης των κεντρικών τραπεζών. Το ΔΝΤ είναι ένας διεθνής οργανισμός που επιχειρεί να δημιουργήσει σταθερές και αντανακλαστικές διεθνείς χρηματοδοτι-κές σχέσεις μεταξύ των χωρών, όπως οι εθνικές κεντρικές τράπεζες επιδιώκουν να δημιουργή-σουν ένα ευνοϊκό χρηματοοικονομικό κλίμα σε εθνικό επίπεδο. Το ΔΝΤ έχει παίξει σημαντικό ρόλο στο διεθνές νομισματικό σύστημα μετά το Bretton Woods.

Μία από τις λειτουργίες του ΔΝΤ που έχει προκαλέσει μεγάλη αντιπαράθεση απόψεων εί-ναι η λειτουργία του ως δανειστής τελευταίας ανάγκης (lender of last resort). Δηλαδή, το ΔΝΤ προσφέρει χρηματοδότηση -με τη μορφή του δανεισμού- στις χρεωμένες χώρες, έτσι ώστε οι τε-λευταίες να αποφύγουν καταστάσεις χρεοκοπίας που θα τους δημιουργούσαν οι δανειακές τους υποχρεώσεις. Μια περίπτωση χρεοκοπίας θα δημιουργούσε συνθήκες πανικού και χάους στο διε-θνές χρηματοοικονομικό σύστημα. Η βοήθεια του ΔΝΤ προσφέρεται βέβαια κάτω από συγκεκρι-μένες υποχρεώσεις. Οι χώρες που καταλήγουν για βοήθεια στο ΔΝΤ πρέπει να είναι πρόθυμες να υιοθετήσουν τις αυστηρές πολιτικές του ΔΝΤ, αύξηση φόρων, μείωση κρατικών δαπανών, μείω-ση επιδοτήσεων και επιχορηγήσεων, κα. Οι πολιτικές αυτές μειώνουν το βιοτικό επίπεδο στη χώ-ρα, τουλάχιστον, βραχυχρόνια, και συνήθως πετυχαίνουν το στόχο της δημοσιονομικής σταθερό-τητας.

Η ΠΤ είναι ένας άλλος βασικός θεσμός του Bretton Woods. Το επίσημο όνομα της ΠΤ είναι Διεθνής Τράπεζα για την ανοικοδόμηση και την ανάπτυξη, που είναι και πιο περιγραφικό του ρόλου της. Αμέσως μετά το Β' παγκόσμιο πόλεμο η ΠΤ επιδίωξε την ανοικοδόμηση των ευρωπα-ϊκών χωρών που είχαν υποστεί τις μεγαλύτερες πολεμικές καταστροφές. Από τη δεκαετία του 1950 και ύστερα, έχει επικεντρωθεί στα προβλήματα των αναπτυσσόμενων χωρών, διαθέτοντας δάνεια με όρους καλύτερους από εκείνους της αγοράς.

Όπως και στην περίπτωση του ΔΝΤ, τα κίνητρα και οι πολιτικές της ΠΤ είναι υπό-αμφισβήτηση. Η ΠΤ δίνει δάνεια για αναπτυξιακούς λόγους. Μπορεί λοιπόν να δώσει δάνεια για να βελτιωθούν οι σιδηροδρομικές υπηρεσίες ή το σύστημα άρδευσης, αλλά δεν μπορεί να κάνει δάνεια για τη βελτίωση της κοινωνικής δικαιοσύνης, ή της μείωσης της οικονομικής ανισότητας, ενέργειες που δεν έχουν χρηματοοικονομική απόδοση. Τα τελευταία χρόνια η ΠΤ έχει επίσης κα-τηγορηθεί για χρηματοδότηση επενδυτικών προγραμμάτων με αρνητικές για το περιβάλλον συ-νέπειες, αν και πρόσφατα έχει υπάρξει βελτίωση στην περιβαλλοντική αντίληψη της ΠΤ.

Το σύστημα του Bretton Woods ήταν μια προσπάθεια οικοδόμησης ενός συνόλου δομών βασισμένων σε πλουραλιστικούς διεθνείς θεσμούς, όχι απλά η ενίσχυση της δύναμης της ηγεμο-νικής χώρας. Οι ΗΠΑ αν και ήθελαν να παίζουν ηγετικό ρόλο στο νέο νομισματικό σύστημα, δεν

Page 50: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 48

ήθελαν να αναλάβουν τις ηγεμονικές υποχρεώσεις του, όπως έκανε η Μ. Βρετανία τον 19ο αιώ-να.

Το νομισματικό σύστημα του Bretton Woods ήταν ένα σύστημα σταθερών συναλλαγματι-κών ισοτιμιών, οικοδομημένο πάνω στο κανόνα χρυσού-δολαρίου. Η κάθε μια χώρα διαμόρφωσε για το νόμισμα της μια σταθερή ισοτιμία ως προς το χρυσό. Οι ΗΠΑ διαμόρφωσαν την ισοτιμία των $35 την ουγκιά. Αυτό ουσιαστικά συνέδεσε το δολάριο με τα άλλα νομίσματα με μια σταθε-ρή σχέση, ενώ το δολάριο έγινε διεθνές νόμισμα, με την έννοια ότι έγινε το κυρίαρχο σε διεθνές επίπεδο μέσω συναλλαγών. Συνεπώς οι ΗΠΑ, αν και χωρίς να το επιθυμούν, απέκτησαν μέσω του δολαρίου μια ηγεμονική θέση και ρόλο στην παγκόσμια οικονομία, ρυθμίζοντας, με τις πολι-τικές της, τη διεθνή, χρηματοοικονομική σταθερότητα και την αναγκαία ευκαμψία.

Το διεθνές νομισματικό σύστημα του Bretton Woods λειτούργησε με αποτελεσματικότητα στις δεκαετίες του 1950 και του 1960, όσο οι ΗΠΑ ήταν η κυρίαρχη οικονομική δύναμη. Οι ΗΠΑ προσέφεραν δολάρια στο παγκόσμιο σύστημα, η αυξημένη ρευστότητα οδήγησε σε αύξηση τους ρυθμούς μεγέθυνσης στην Ευρώπη και στην Ιαπωνία, δημιουργώντας νέες αγορές για τα αμερι-κανικά προϊόντα. Η περίοδος της μεγάλης επιτυχίας του συστήματος του Bretton Woods χρονικά ταυτίζεται με τις καλύτερες επιδόσεις παγκόσμιου καπιταλισμού, που ιστορικά έμεινε γνωστή ως η 'χρυσή εποχή του καπιταλισμού'.

Στο τέλος της περιόδου αυτής, οι ΗΠΑ δεν μπορούσαν να συνεχίσουν το ρόλο της ηγεμονι-κής δύναμης. Καθώς η Ευρώπη και η Ιαπωνία αναπτύχθηκαν και απέκτησαν εσωτερική δυναμι-κή, δεν είχαν ανάγκη πλέον την εισροή των δολαρίων. Οι ΗΠΑ δεν μπορούσε ωστόσο να ανακό-ψει τις ροές αυτές δολαρίων, που σε μεγάλο βαθμό αποτελούσαν ένα τρόπο αντιμετώπισης της εσωτερικής της οικονομικής κατάστασης και των προβλημάτων της (χρηματοδότηση εισαγωγών και επενδύσεων). Κατά πολλούς οι ΗΠΑ από φιλάνθρωπος ηγεμόνας έγινε εγωιστής ηγεμόνας χρησιμοποιώντας τη θέση της στο παγκόσμιο σύστημα ως ένα μέσο να διατηρήσει τη δύναμη και το πλούτο της, καθώς το κόστος της ηγεμονίας την είχε αποδυναμώσει.

Στο τέλος της δεκαετίας του 1960, οι ΗΠΑ αντιμετώπιζαν μια σύνθετη πολιτική κατάστα-ση. Η αντιμετώπιση της φτώχειας στο εσωτερικό της χώρας, ο πόλεμος του Βιετνάμ και το αυξη-μένο κόστος διαχείρισης της παγκόσμιας ηγεμονίας οδήγησαν την αμερικανική κυβέρνηση να επιλέξει ανάμεσα στα εθνικά συμφέροντα των ΗΠΑ και στις διεθνείς της ευθύνες. Η κρίσιμη α-πόφαση έγινε το 1971 όταν ο πρόεδρος Nixon επίσημα αποδέσμευσε το δολάριο από το χρυσό. Η απόφαση αυτή λειτούργησε ως σοκ στο διεθνές νομισματικό σύστημα των σταθερών συναλλαγ-ματικών ισοτιμιών. Μετά την πρώτη πετρελαϊκή κρίση του 1973-1974, ένα σύστημα ελεύθερων συναλλαγματικών ισοτιμιών είχε διαμορφωθεί, δημιουργώντας νέα δεδομένα στην παγκόσμια οικονομία.

6.6 Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ BRETTON WOODS Τι μαθήματα παίρνουμε από το διεθνές νομισματικό σύστημα του Bretton Woods; H ερώ-

τηση αυτή έχει δημιουργήσει αντιπαράθεση απόψεων στη ΔΠΟΙ. Για τους ακραίους φιλελεύθε-ρους το Bretton. Woods μας δείχνει τη ματαιότητα να προσπαθούμε να διαμορφώσουμε τις συ-ναλλαγματικές ισοτιμίες μέσω κρατικών ενεργειών και παρεμβάσεων, αντί των δυνάμεων της αγοράς. Ένα σύστημα που στηρίζεται στο κράτος είναι από την αρχή καταδικασμένο, αφού οι κυβερνήσεις δεν γνωρίζουν τόσα πολλά όσο η αγορά.

Άλλοι προσεγγίζουν το Bretton Woods ως ένα παράδειγμα του σημαντικού ρόλου που μπο-ρεί να παίξει στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις ένας φιλάνθρωπος ηγεμόνας. Το παγκόσμιο οικο-νομικό σύστημα λειτουργούσε καλά όσο διάστημα οι ΗΠΑ με αποτελεσματικότητα έπαιζαν το ρόλο τους ως ηγεμονική χρηματοοικονομική δύναμη. Μετά την κατάρρευση του Bretton Woods, η παγκόσμια μεγέθυνση έχει μειωθεί σημαντικά και έγινε πολύ άνιση. Οι υπερασπιστές της άπο-ψης αυτής επίσης ισχυρίζονται ότι αυτό που χρειάζεται η παγκόσμια οικονομία σήμερα είναι μια νέα συμφωνία παρόμοια με εκείνη του Bretton Woods και μια ανανέωση της ηγεμονικής δομής για να διαχειριστεί τις διεθνείς νομισματικές σχέσεις. Στις παραπάνω εκτιμήσεις προστίθεται και το συμπέρασμα ότι οι ηγεμόνες τελικά πάντα χρησιμοποιούν την ηγεμονική τους θέση προς όφε-λος τους ή για να διατηρήσουν τον πλούτο και τη δύναμη τους.

Άλλοι είδαν στο σύστημα του Bretton Woods τα αποτελέσματα μιας εγωιστικής συμπερι-φοράς και εθνικιστικής δράσης των ΗΠΑ. Κατά την άποψη αυτή οι ΗΠΑ ήταν η μόνη χώρα που

Page 51: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 49

πραγματικά ωφελήθηκε από το Bretton Woods σε βάρος των άλλων χωρών. Το Bretton Woods είναι ένα παράδειγμα κατάχρησης της δύναμης στη ΔΠΟΙ.

Ένα μέρος της βιβλιογραφίας υποστηρίζει ότι το κλειδί στην όλη επιτυχία του Bretton Woods ήταν η συμφωνία για τον περιορισμό στην κίνηση των κεφαλαίων που περιλάμβανε. Η επιλογή αυτή ήταν πρόταση και επιμονή του Keynes οποίος έκρινε ότι με τον τρόπο αυτό θα α-πομονώνονταν οι διεθνείς νομισματικές εξελίξεις από την εθνική μακροοικονομική πολιτική. Ο έλεγχος της κίνησης κεφαλαίων έδινε στις εθνικές κυβερνήσεις την ικανότητα να προσαρμόζουν τα επιτόκια και γενικότερα τη μακροοικονομική πολιτική τους στις ανάγκες και στους στόχους της εθνικής οικονομικής πολιτικής χωρίς να διαταράσσονται οι διεθνείς συμβάσεις και να απο-σταθεροποιούνται οι εθνικές πολιτικές. Η διάκριση των εθνικών πολιτικών από τις διεθνείς οικο-νομικές εξελίξεις αποτελούσε τη καρδιά του Κεϊνσιανού συμβιβασμού ανάμεσα σε εθνικές ανά-γκες και διεθνείς υποχρεώσεις.

Βάσει της προσέγγισης αυτής, η κατάρρευση του Bretton Woods συνέβη όταν το διεθνές χρηματοοικονομικό κεφάλαιο βρήκε τρόπους να ξεφεύγει από εθνικούς ελέγχους. Με το καυτό χρήμα πλήρως ελεύθερο σε παγκόσμια κλίμακα, οι μεταβολές στις εθνικές πολιτικές προκαλούν διεθνείς επιπτώσεις.

6.7 ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΩΝ ΚΥΜΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΙΣΟΤΙΜΙΩΝ Οι κυμαινόμενες συναλλαγματικές ισοτιμίες διαμορφώνονται από τις δυνάμεις της αγοράς

με την ελάχιστη κρατική παρέμβαση. Η μετάβαση στο σύστημα των κυμαινόμενων ισοτιμιών έγινε σε μια εποχή μεγάλων διαρθρωτικών αλλαγών σε παγκόσμιο επίπεδο.

Σε ένα σύστημα κυμαινόμενων συναλλαγών οι συναλλαγματικές ισοτιμίες μεταβάλλονται καθώς αλλάζουν οι προσδοκίες για την αξία ενός νομίσματος και καθώς αλλάζουν οι οικονομικές και πολιτικές συνθήκες μιας χώρας.

Η κυμαινόμενη ισοτιμία υποτίθεται ότι σκοπεύει στην επίλυση της έντασης μεταξύ εσωτε-ρικών αναγκών και διεθνών υποχρεώσεων επιτρέποντας στην αγορά να διαμορφώνει τις διεθνείς εξελίξεις, και στα κράτη τις εσωτερικές πολιτικές και οικονομικές προτεραιότητες τους. Επιπλέ-ον, οι κυμαινόμενες ισοτιμίες υποτίθεται ότι αντικαθιστούνε την κρατική δραστηριότητα και πα-ρέμβαση του ηγεμόνα με το ορθολογικό και αποτελεσματικό σύστημα της αγοράς. Βέβαια στην πράξη, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Είναι αδύνατο να ξεχωρίσεις την αγορά από το κράτος, αφού η όποια κρατική ενέργεια έχει επιπτώσεις πάνω στη ισοτιμία του νομίσματος. Επιπρόσθετα, το πέρασμα στις κυμαινόμενες ισοτιμίες δεν επέφερε τη σταθερότητα, την ευκαμψία και την κρα-τική αξιοπιστία που οι αρχιτέκτονες του συστήματος των κυμαινόμενων ισοτιμιών προσδοκού-σαν.

Οι αιτίες της αποτυχίας του συστήματος κυμαινόμενων ισοτιμιών είναι πολλές. Εστιάζονται ωστόσο στους πολλούς προσδιοριστικούς παράγοντες της ισοτιμίας, οι οποίοι συνδέονται με το διεθνές εμπόριο και την κίνηση κεφαλαίων μέχρι τη κερδοσκοπία στις αγορές συναλλάγματος.

Στην πραγματικότητα το σύστημα των κυμαινόμενων ισοτιμιών έχει αποδειχθεί τόσο εύκα-μπτο, που τελικά λειτουργεί αποσταθεροποιητικά. Η περίοδος των κυμαινόμενων ισοτιμιών έχει ταυτιστεί με το πρόβλημα που ο Benjamin Cohen έχει ονομάσει φοβερή τριάδα. Η ιδέα της φοβε-ρής τριάδας είναι ότι εκείνοι που συμμετέχουν στο διεθνές νομισματικό σύστημα επιθυμούν, α-νάμεσα σε άλλους παράγοντες, τρία βασικά πράγματα:

1 .την ικανότητα τους να αντιδρούν σε εσωτερικές πολιτικές δυνάμεις (νομισματική αυτονομία).

2. διεθνή κινητικότητα του κεφαλαίου (απαραίτητη για την αποτελεσματικότητα του διε-θνούς χρηματοοικονομικού κεφαλαίου).

3. σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία (επιθυμητή για την ευρυθμία του διεθνούς εμπορίου και των επενδύσεων).

Το πρόβλημα είναι ότι οι τρεις αυτοί στόχοι είναι μεταξύ τους συγκρουόμενοι. Δεν μπορείς να τους έχεις και τους τρεις, αλλά αν θυσιάσεις τον ένα, τότε θα μπορούσες να έχεις τους άλλους δύο.

Στο σύστημα του Bretton Woods για παράδειγμα, η χρήση των περιορισμών και ελέγχων στην κίνηση των κεφαλαίων περιόριζε τη διεθνή κινητικότητα των κεφαλαίων. Αυτό επέτρεπε στα κράτη να ανταποκρίνονται σε εγχώριες πολιτικές πιέσεις και στόχους πολιτικής χωρίς να με-

Page 52: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 50

ταβάλλεται η συναλλαγματική ισοτιμία. Το καυτό χρήμα δεν μπορούσε να εισρεύσει ή να φύγει από τη χώρα ως αποτέλεσμα αλλαγών στις ασκούμενες οικονομικές πολιτικές, και έτσι δεν προ-καλούσε συναλλαγματική αστάθεια και αβεβαιότητα.

Κάτω από ένα σύστημα κυμαινόμενων συναλλαγών, οι έλεγχοι στην κίνηση των κεφαλαίων είναι δύσκολο να υλοποιηθούν. Υπάρχουν σήμερα πολλοί τρόποι να χρησιμοποιήσεις τις νέες τεχνολογίες για να μεταφέρεις κεφάλαια από τη μία χώρα στην άλλη. Τα κράτη πρέπει να επιλέ-ξουν ανάμεσα στη σταθερότητα της ισοτιμίας του νομίσματος τους και στην ικανότητα να ελέγ-χουν την οικονομική και πολιτική κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας. Οι ΗΠΑ έχουν επιλέξει την εσωτερική αυτονομία τους και έχουν θυσιάσει την σταθερότητα του νομίσματος τους. Αυτό είναι λογικό για οικονομίες που είναι σχετικά κλειστές.

Από την άλλη μεριά, χώρες όπως η Αργεντινή ή το Χονγκ Κονγκ, οι οποίες είναι περισσό-τερο εξαρτημένες από τη διεθνή οικονομία, έχουν επιλέξει τη σταθερότητα του νομίσματος τους έναντι της ανεξαρτησίας της εθνικής οικονομικής πολιτικής. Και οι δύο αυτές χώρες έχουν συν-δέσει τα νομίσματα τους με το δολάριο. Αυτά τα κάνει περισσότερο σταθερά, αλλά με το κόστος της απώλειας του ελέγχου άλλων στόχων οικονομικής πολιτικής.

Το ζητούμενο θα ήταν ένα σύστημα διαχείρισης της συναλλαγματικής ισοτιμίας που θα ε-πέτρεπε εσωτερικές αλλαγές πολιτικής χωρίς να προκαλούν συναλλαγματική αστάθεια. Αυτό θα ήταν εφικτό μόνο εάν υπήρχε συντονισμός πολιτικών μεταξύ των κρατών. Τα κράτη και οι κε-ντρικές τράπεζες τους θα έπρεπε να συνεργάζονται μεταξύ τους ώστε να αποφεύγονται εσωτερι-κές ανισορροπίες που θα αποσταθεροποιούσαν τη διεθνή οικονομία. Η ιδέα εδώ είναι ότι αν δύο χώρες έχουν την ίδια κατεύθυνση και περίπου τον ίδιο ρυθμό, τότε η ισοτιμία των νομισμάτων τους θα πρέπει να παραμείνει περίπου σταθερή. Το σύστημα αυτό θα μπορούσε να δουλέψει για όσο διάστημα οι δύο χώρες δεν επιχειρούσαν κάποια αλλαγή στις πολιτικές τους.

Συνεπώς, το πρόβλημα με τη διαχείριση των ισοτιμιών είναι ότι ο συντονισμός πολιτικής απαιτεί το κράτος, σε κάποιο βαθμό να είναι πρόθυμο να θυσιάσει αυτό που μπορεί να αποτελεί εθνικό συμφέρον με στόχο τη διατήρηση μιας σταθερής, διεθνούς, χρηματοοικονομικής δομής. Βέβαια, η κλασική τριβή και αντίθεση μεταξύ μιας χώρας και ενός συνόλου χωρών δεν μπορεί να αποκλειστεί. Το ατομικό συμφέρον και το εθνικό συμφέρον είναι σημαντικές δυνάμεις, συνεπώς ο συντονισμός των πολιτικών μακροχρόνια δεν μπορεί να διασφαλιστεί.

Οι χώρες που επιδιώκουν να πετύχουν εσωτερικούς στόχους και ταυτόχρονα να διατηρή-σουν της συναλλαγματική σταθερότητα τους συχνά εμφανίζουν προβλήματα αξιοπιστίας που τα αξιοποιούν οι κερδοσκόποι.

Page 53: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 51

7 ΧΡΕΟΣ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ

7.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το χρέος είναι ένα από τα βασικά στοιχεία της διεθνούς χρηματοοικονομικής δομής και α-

παιτεί ειδική προσοχή. Το χρέος δημιουργεί ένα σύνολο σχέσεων, μεταξύ πιστωτών και χρεω-στών, δανειστών και δανειζόμενων που επηρεάζουν πολλές πλευρές της ΔΠΟΙ. Οι σχέσεις αυτές αναπτύσσονται μέσα στο πλαίσιο του διεθνούς νομισματικού συστήματος. Η χρηματοοικονομική δομή δημιουργεί ένα σύνολο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που καθορίζουν τη συμπεριφορά των κρατών, των επιχειρήσεων, των ατόμων που εμπλέκονται στο σύστημα των σχέσεων αυτών. Θα μπορούσαμε επίσης να ισχυριστούμε ότι η δομή που διαμορφώνει το χρηματοοικονομικό κε-φάλαιο επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό το ρόλο και τη θέση μιας χώρας στο σύστημα του διε-θνούς εμπορίου, της ασφάλειας και της τεχνολογίας.

Η ύπαρξη χρέους δημιουργεί τυπικές και άτυπες υποχρεώσεις μεταξύ δανειστών και δανει-ζόμενων στο πλαίσιο της χρηματοοικονομικής δομής. Ο διεθνής χαρακτήρας του χρέους πηγαίνει πίσω στον 14ο αιώνα, στις εμπορικές τράπεζες της Φλωρεντίας, ενώ ουσιαστικά αναπτύσσεται μετά το 1817 στο Λονδίνο.

Σήμερα, το διεθνές χρηματοοικονομικό σύστημα βρίσκεται σε μια διαδικασία σημαντικών αλλαγών. Η παγκοσμιοποίηση του χρηματοοικονομικού κεφαλαίου έχει δημιουργήσει μια πα-γκόσμια χρηματοοικονομική δομή, όπου τα εθνικά κράτη δεν παίζουν τόσο σημαντικό ρόλο όσο οι παγκόσμιες αγορές χρήματος και κεφαλαίου. Η παγκοσμιοποίηση αυξάνει τις εντάσεις που δημιουργούνται στις σχέσεις μεταξύ των κρατών και διαχέει τις εντάσεις αυτές στις άλλες δομές.

Πρέπει τέλος να επισημάνουμε ότι οι σχέσεις που αναπτύσσονται γύρω από το χρέος είναι σύνθετες και αγγίζουν πλευρές της συσσώρευσης, της χρηματοδότησης νέων επενδύσεων, της αποπληρωμής τόκων και χρέους, της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής, των διεθνών τραπεζών. Η σημασία των σχέσεων αυτών για το παγκόσμιο σύστημα μπορεί να περιγραφεί μέσω της εξής αναφοράς του Keynes που ταυτόχρονα δημιουργεί και ένα πλαίσιο ανάλυσης του κλασικού ερω-τήματος, ποιος κερδίζει από την σημερινή παγκόσμια χρηματοοικονομική δομή. Ο Keynes είπε λοιπόν ότι αν κάποιος χρωστάει 100 λίρες σε μια τράπεζα και δεν μπορεί να τις πληρώσει, τότε αυτός είναι σε πρόβλημα. Αν χρωστάει όμως 100.000 λίρες και δεν μπορεί να τις πληρώσει, τότε είναι η τράπεζα σε πρόβλημα. Οι επιπτώσεις του χρέους και της διεθνούς χρηματοδότησης σχετί-ζονται τόσο με τις ποσότητες των δανείων που συνάπτονται, όσο και με τα χαρακτηριστικά των συνδέσεων που δημιουργούνται.

Στην ανάλυση που ακολουθεί δεν θα σταθούμε στην ανάλυση του ισοζυγίου πληρωμών και των συνθετικών του μερών. Θα προχωρήσουμε στη σχέση ισοζυγίου πληρωμών, διεθνών πληρω-μών και χρέους.

7.2 ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ Κάτω από κανονικές συνθήκες, το πλεόνασμα ενός λογαριασμού πρέπει να αντισταθμίζετε

από το έλλειμμα ενός άλλου. Αυτή είναι η βάση του ισοζυγίου, στο ισοζύγιο πληρωμών. Μια χώ-ρα που έχει έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της, θα πρέπει ή να δανειστεί κεφά-λαια από το εξωτερικό, ή να πουλήσει χρεόγραφα της σε ξένους, έτσι ώστε να πληρώσει τους διεθνείς λογαριασμούς της και να πετύχει ισορροπία στο ισοζύγιο πληρωμών της. Με άλλα λόγια, αν μια χώρα έχει έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της θα πρέπει να έχει πλεόνα-σμα στο ισοζύγιο της κίνησης κεφαλαίων. Το αντίθετο συμβαίνει αν μια χώρα έχει πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της.

Το ισοζύγιο πληρωμών πρέπει να είναι ισοσκελισμένο για τεχνικούς λόγους, κάθε λογαρια-σμός έχει μια διπλή εγγραφή, και για πρακτικούς λόγους ότι δηλαδή κάθε συναλλαγή προϋποθέ-τει συνάλλαγμα, και για να είναι η αγορά συναλλάγματος σε ισορροπία θα πρέπει η προσφορά να είναι ίση με τη ζήτηση. Αν το δούμε διαφορετικά, κάθε δολάριο που φεύγει μέσω εισαγωγών από

Page 54: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 52

τις ΗΠΑ δημιουργεί έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, γυρνάει είτε μέσω των εξα-γωγών, οπότε εξισορροπεί το ισοζύγιο αυτό, είτε μέσω συναλλαγής στο ισοζύγιο κίνησης κεφα-λαίων.

7.2.1 Η ανατομία μιας κρίσης στο ισοζύγιο πληρωμών

Τι περιορίζει την ικανότητα μιας χώρας να έχει ελλείμματα στο ισοζύγιο πληρωμών της; Ουσιαστικά μία χώρα μπορεί να έχει ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της για όσο διάστημα μπορεί να έχει τους απαραίτητους πόρους μέσω των πλεονασμάτων στο ισοζύγιο της κίνησης κεφαλαίων, δηλαδή για όσο διάστημα μπορεί να δανείζεται από το εξωτερικό ή να βρίσκει ξένους αγοραστές για τα χρεόγραφα της. Όταν τα χρεόγραφα εξαντληθούν, ή περισσότε-ρο ρεαλιστικά, όταν οι ξένοι δανειστές είναι απρόθυμοι να προσφέρουν νέα πίστωση, μια προ-βλέψιμη, αλλά και οδυνηρή, αλυσίδα γεγονότων και επιπτώσεων ενεργοποιούνται.

Οι αρχικές επιδράσεις μιας κρίσης στο ισοζύγιο πληρωμών μπορεί να είναι πολύ δραματι-κές. Η έλλειψη εξωτερικού δανεισμού μπορεί να δημιουργήσει μια κρίση στο τραπεζικό σύστημα μιας χώρας, αυξάνοντας τα επιτόκια και προκαλώντας εξαγωγή κεφαλαίου από τη χώρα που δο-κιμάζεται σε μια άλλη χώρα με νομισματική και τραπεζική σταθερότητα. Όλοι αυτοί οι παράγο-ντες μαζί δημιουργούν μια εξαιρετική έλλειψη πόρων στη χρεωμένη χώρα. Τα χρηματοοικονομι-κά αυτά προβλήματα γίνονται περισσότερα σύνθετα ως αποτέλεσμα αντιδράσεων στον τομέα του διεθνούς εμπορίου της χώρας. Η σιδηρά λογική του ισοζυγίου πληρωμών δηλώνει ότι η χώρα που δεν μπορεί να δανειστεί (ισοζύγιο κεφαλαίων) δεν μπορεί να εισάγει (ισοζύγιο τρεχουσών συναλ-λαγών). Το διεθνές εμπόριο αποσταθεροποιείται ή και διακόπτεται, και οι απαραίτητες εισαγωγές είναι αδύνατο να πραγματοποιηθούν. Οι εισαγωγές μπορεί να αφορούν κεφαλαιουχικά αγαθά, οπότε υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις στη συσσώρευση και τη μεγέθυνση, ή καταναλωτικά αγα-θά οπότε υπάρχουν αρνητικές συνέπειες στην κατανάλωση και την ευημερία.

Κάθε κρίση ισοζυγίου πληρωμών προκαλεί κακό, όχι μόνο για τη χώρα που τη βιώνει, αλλά και τις υπόλοιπες χώρες, αφού επηρεάζονται οι εμπορικές και χρηματοοικονομικές σχέσεις της ΔΠΟΙ. Είναι πιθανό ότι μια τέτοια κρίση, σε συνδυασμό με τις προσπάθειες και τις πολιτικές που η χώρα θα επιχειρήσει να την αντιμετωπίσει, μπορεί να προκαλέσουν αλυσιδωτές κρίσεις σε άλ-λες χώρες, η περίπτωση της μεγάλης κρίσης του 1930. Αυτό εξαρτάται από το πόσο εύθραυστο είναι το διεθνές χρηματοοικονομικό σύστημα, δηλαδή από τον αριθμό χωρών και το μέγεθος της υπερχρέωσης τους.

Αν και από τα προαναφερόμενα, η κρίση του ισοζυγίου πληρωμών φαίνεται να είναι ένα οικονομικό πρόβλημα, αυτό γρήγορα μετασχηματίζεται σε πολιτικό πρόβλημα, αφού είναι το κράτος και η κυβέρνηση εκείνα που θα πρέπει να διαχειριστούν το πρόβλημα και να ασκήσουν, συνήθως σκληρές, πολιτικές, οι οποίες ίσως να είναι απαραίτητες για να φέρουν το διεθνές σύ-στημα πληρωμών πίσω στην ισορροπία. Τα διεθνή οικονομικά συνεπώς επηρεάζουν την εσωτε-ρική πολιτική'"), και το αντίθετο.

Για να αποφεύγονται αυτού του είδους οι κρίσεις, οι αρχιτέκτονες του Bretton Woods ορ-γάνωσαν τη διεθνή χρηματοδότηση με βάση την αρχή του εσχάτου δανεισμού, ένας όρος που α-ναφέρεται σε ένα ηγεμονικό κράτος ή διεθνή θεσμό που θα συνέχιζε το δανεισμό της ενδιαφερό-μενης χώρας, σκοπεύοντας να ενισχύσει και να διατηρήσει τη σταθερότητα του διεθνούς χρημα-τοοικονομικού συστήματος. Στη σημερινή δομή του παγκόσμιου νομισματικού συστήματος το ΔΝΤ παίζει το ρόλο του δανειστή εσχάτης ανάγκης για συγκεκριμένες περιπτώσεις προβλημάτων στους εξωτερικούς τομείς των οικονομιών.

Το ΔΝΤ ουσιαστικά αναλαμβάνει δράση όταν κρίση του χρέους διαφαίνεται ή, όπως στην περίπτωση του Μεξικού το 1982 είναι αναπόφευκτη. Το ΔΝΤ προσφέρει την πίστωση και τη ρευστότητα που χρειάζεται η χρεωμένη χώρα για την εξισορρόπηση του εξωτερικού ισοζυγίου της, ώστε να πετύχει την οικονομική της μεγέθυνση. Τα δάνεια του ΔΝΤ προσφέρονται ωστόσο με αυστηρούς όρους. Οι προϋποθέσεις αυτές που θέτει το ΔΝΤ έχουν αποτελέσει αντικείμενο έντονης αντιπαράθεσης. Μια τυπική περίπτωση δανειοδότησης από το ΔΝΤ συνήθως συνοδεύε-ται από αντιλαϊκά μέτρα πολιτικής, τα οποία υποτίθεται, και σύμφωνα πάντα με τη γνωμάτευση της ορθόδοξης ανάλυσης, ότι θα αποκαταστήσουν την ισορροπία στην οικονομία.

Πιο συγκεκριμένα: 1. υποτίμηση του εθνικού νομίσματος. Η συναλλαγματική ισοτιμία του εθνικού νομίσματος

μειώνεται σχετικά με τα άλλα βασικά νομίσματα. Η επιλογή αυτή κάνει τις εισαγωγές πιο ακριβές

Page 55: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 53

και μειώνει το κόστος των εξαγωγών, συνεπώς μειώνει το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. (Δεν εκτιμάται η αρνητική επίπτωση της υποτίμησης στην αύξηση του εξωτερικού χρέους και στον πληθωρισμό).

2. Σταθερότητα τιμών. Προτείνονται περιοριστικές πολιτικές σε μια προσπάθεια περιορι-σμού του πληθωρισμού. Καθώς ο υψηλός πληθωρισμός αποθαρρύνει ξένους δανειστές και επεν-δυτές, ένας μικρότερος πληθωρισμός βελτιώνει το επενδυτικό κλίμα.

3. Δημοσιονομική αυστηρότητα και πειθαρχία. Η κυβέρνηση καλείται να περικόψει τις δη-μόσιες δαπάνες και επιδοτήσεις, να αυξήσει του φόρους και να ιδιωτικοποιήσει δημόσιες επιχει-ρήσεις. Οι πολιτικές αυτές στοχεύουν στη μείωση του κρατικού δανεισμού, που αρκετές φορές αποτελεί μια σημαντική αιτία των προβλημάτων στο ισοζύγιο πληρωμών.

4. Απελευθέρωση εμπορίου με κατάργηση δασμών. Οι πολιτικές αυτές ενθαρρύνουν τις ει-σαγωγές, κυρίως πρώτων υλών και ενδιάμεσων αγαθών, και των εξαγωγών.

5. Δίκτυο κοινωνικής προστασίας. Επειδή οι πολιτικές αυτές προκαλούν μείωση στο επίπε-δο διαβίωσης του λαού και ειδικά των φτωχών στρωμάτων, είναι απαραίτητο να δημιουργηθεί ένα δίκτυο κοινωνικών προγραμμάτων για το περιορισμό των αρνητικών επιπτώσεων των πολιτι-κών αυτών.

Η λογική των πολιτικών του ΔΝΤ είναι να μειώσουν το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών βραχυχρόνια, μέσω της αύξησης των εξαγωγών και της μείωσης των εισαγωγών και ταυτόχρονα να βοηθήσει τη χρηματοδότηση του ισοζυγίου κεφαλαίων περιορίζοντας νέες ανά-γκες δανείων. Μακροχρόνια, οι πολιτικές αυτές υποθετικά θα συμβάλλουν στην ενθάρρυνση της οικονομικής μεγέθυνσης και στην αύξηση του εισοδήματος, ώστε η χώρα να είναι σε θέση να αποπληρώσει τα χρέη της και την εξάρτηση της από τον εξωτερικό δανεισμό.

Όπως προαναφέραμε οι αυστηρές πολιτικές σταθεροποίησης της οικονομίας προκαλούν με-γάλες πολιτικές πίεσης στις χρεωμένες χώρες, οι κυβερνήσεις των οποίων έχουν να αντιμετωπί-σουν έκτος από το πρόβλημα της διαχείρισης του χρέους και την έντονη κοινωνική δυσαρέσκεια που προκαλούν οι πολιτικές αυτές. Οι κοινωνικές εντάσεις συνήθως παίρνουν εκρηκτικές εκφρά-σεις (Λατινική Αμερική) με αποσταθεροποιητικές πολιτικές επιπτώσεις. Βλέπουμε λοιπόν ότι το πρόβλημα της κρίσης του ισοζυγίου πληρωμών αποσταθεροποιεί, οικονομικά, κοινωνικά και πο-λιτικά μια χώρα. Ένα δεύτερο στοιχείο είναι ότι η εφαρμογή των μέτρων αυτών συνεπάγεται τη θυσία εθνικής αυτονομίας για την διατήρηση της διεθνούς χρηματοοικονομικής σταθερότητας, η οποία είναι ωστόσο προσωρινή αν οι πολιτικές που εφαρμόζονται δεν αντιμετωπίσουν το πρό-βλημα στην ουσία του. Ο φαύλος κύκλος του χρέους κλείνει με τη σύνδεση όλως αυτών των με-ρών μεταξύ τους. Δηλαδή, η κρίση χρέους μιας χώρας αποσταθεροποιεί το διεθνές νομισματικό σύστημα. Το ΔΝΤ για να προστατέψει το παγκόσμιο σύστημα πληρωμών χρηματοδοτεί την πά-σχουσα χώρα με νέα δάνεια, υπό τον όρο εφαρμογής των πολιτικών που συμβουλεύει το ΔΝΤ. Οι πολιτικές αυτές προκαλούν κοινωνική δυσαρέσκεια και πολιτική αστάθεια στις χώρες που τις εφαρμόζουν, καταστάσεις που μειώνουν την αποτελεσματικότητα των πολιτικών αυτών, ακόμη και στην υποθετική περίπτωση που ο σχεδιασμός τους είναι σωστός,, κάτι που είναι ωστόσο αμ-φισβητήσιμο. Πολλές φορές οι κυβερνήσεις είναι ανίκανες να εφαρμόσουν τα αυστηρά πακέτα πολιτικής του ΔΝΤ. Η συσσώρευση χρέους οδηγεί σε νέα κρίση χρέους που διαταράσσει εκ νέου τη διεθνής χρηματοοικονομική σταθερότητα. Η συσσώρευση των προβλημάτων αυτών τις τελευ-ταίες δεκαετίες έχουν αυξήσει σημαντικά την αστάθεια της παγκόσμια οικονομίας.

Οι πολιτικές του ΔΝΤ έχουν υποστεί σημαντική κριτική για το γεγονός ότι δίνουν μεγάλη σημασία στη σταθερότητα και στην ισορροπία και όχι στη κοινωνική δικαιοσύνη και στις ανά-γκες των φτωχών και αδύναμων οικονομικά κοινωνικών στρωμάτων. Τα προγράμματα λιτότητας όπως συνήθως λέγονται περιορίζουν πρωτίστως την ευημερία των χαμηλών κοινωνικών στρωμά-των και λιγότερο τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Βέβαια στην εκτίμηση του κόστους και του οφέλους των πολιτικών του ΔΝΤ θα πρέπει να συμπεριλάβουμε και τη δυνατότητα των χωρών αυτών να ασκήσουν εναλλακτικές πολιτικές.

Πρόσφατα το ΔΝΤ έχει υποστεί κριτική και για άλλους λόγους. Παραδοσιακά, το ΔΝΤ πρότεινε τις πολιτικές του σε περιπτώσεις κρίσης χρέους. Τα τελευταία χρόνια πολλές χώρες α-ντιμετωπίζουν καταστάσεις εξωτερικής αποσταθεροποίησης όχι λόγω της υπερχρέωσης τους, αλλά λόγω συναλλαγματικών κρίσεων που οφείλονται σε κερδοσκοπικές επιθέσεις και μετακινή-σεις κεφαλαίων. Το ΔΝΤ αντιμετωπίζει τις περιπτώσεις αυτές με τις ίδιες πολιτικές, η αποτελε-σματικότητα των οποίων ωστόσο αμφισβητείται έντονα. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Ταϊλάνδης. Ξένοι επενδυτές είχαν συσσωρεύσει πολλά κεφάλαια στη Ταϊλάνδη κυρίως σε

Page 56: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 54

επενδύσεις χαρτοφυλακίου, με αποτέλεσμα να σπάσει η φούσκα των τιμών. Οι ξένοι επενδυτές έφυγαν με αποτέλεσμα τη μεγάλη υποτίμηση του εθνικού νομίσματος. Η Ταϊλάνδη είχε μεγάλο εξωτερικό χρέος το οποίο αδυνατούσε να αποπληρώσει. Το κρίσιμο ζήτημα ήταν ωστόσο οι πολι-τικές του ΔΝΤ αν ήταν κατάλληλες να αντιμετωπίσουν την κρίση του συναλλάγματος.

Πολλοί υποστηρίζουν ότι η λύση δεν βρίσκεται στις πολιτικές του ΔΝΤ, αλλά στον έλεγχο της διεθνούς κίνησης των κεφαλαίων σε συνδυασμό με πολιτικές που θα βελτίωναν τη διαφάνεια των συναλλαγών, έτσι ώστε οι κρίσεις να προβλέπονται και να αποφεύγονται αντί να αντιμετωπί-ζονται εκ των υστέρων. Τέλος, ένα σημαντικό ερώτημα αφορά την επαναξιολόγηση του ρόλου του ΔΝΤ στην εποχή της παγκοσμιοποίησης του χρηματοοικονομικού κεφαλαίου.

7.3 Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΟΜΗ Μία από τις πιο αξιοσημείωτες αλλαγές στη ΔΠΟΙ τις τελευταίες δεκαετίες είναι η διαμόρ-

φωση μιας παγκόσμιας χρηματοοικονομικής δομής. Δηλαδή, το χρηματοοικονομικό κεφάλαιο είναι όλο και λιγότερο μια δομή που συνδέει χώρες, συνήθως μέσω του δανεισμού από κυβερνή-σεις, και όλο και περισσότερο μια παγκόσμια αγορά που κυριαρχείται από ιδιωτικές ροές κεφα-λαίων, όπου τα εθνικά σύνορα και οι διάφορες ρυθμίσεις είναι χωρίς σημασία.

Η εξέλιξη από το διεθνές στο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό κεφάλαιο είναι σημαντική, και μια σειρά από σοβαρές επιπτώσεις σε εθνικό και διεθνικό επίπεδο συνδέονται με αυτήν. Το διε-θνές χρηματοοικονομικό κεφάλαιο το εκφράζουμε ως ένα σύστημα αγορών που ή κάθε μία αγορά έχει ως κέντρο ένα εθνικό κράτος και ρυθμίζεται από αυτό το κράτος. Οι διεθνείς συναλλαγές γίνονται μεταξύ αυτών των κέντρων.

Το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό κεφάλαιο αναφέρεται σε ένα σύστημα σχέσεων χωρίς κέντρο σε καμία χώρα. Οι παγκόσμιες αγορές χρήματος και κεφαλαίου που υπερβαίνουν τα εθνι-κά σύνορα, είναι η μορφή και η ουσία της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής δομής. Το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό κεφάλαιο είναι σε κίνηση 24 ώρες την ημέρα. Οι εθνικές κυβερνήσεις μπο-ρούν να επηρεάσουν τις ροές του χρηματικού κεφαλαίου, αλλά δεν μπορούν να το ελέγξουν.

Τι προκάλεσε τη δημιουργία της παγκόσμιας χρηματικής δομής; Στη σχετική βιβλιογραφία αναφέρονται τρεις τουλάχιστον παράγοντες: α) διαρθρωτικές οικονομικές αλλαγές, β) αλλαγή στη φιλοσοφία της ΔΠΟΙ και γ) τεχνολογικές αλλαγές. Αυτές οι τρεις δυνάμεις άλλαξαν τα χαρα-κτηριστικά των διεθνών χρηματικών σχέσεων.

Πιο συγκεκριμένα, διάφορες αλλαγές στη δομή της διεθνούς οικονομίας δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση του παγκόσμιου χρηματικού κεφαλαίου. Η άνοδος του επιπέδου διαβίωσης της Ιαπωνίας τη δεκαετία του 1970 και οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης της οικονομίας της όπως και χωρών της Ευρώπης, βελτίωσαν τη διεθνή θέση τους στην παγκόσμια οικονομία. Δημιουργήθηκαν νέα χρηματοοικονομικά κέντρα, μειώνοντας το ρόλο της Νέας Υόρκης και του Λονδίνου. Την ίδια περίοδο, η εμφάνιση των λεγόμενων νεο-ανερχόμενων βιομηχανικών χωρών δημιούργησε επιπρόσθετο χώρο για δράση στο διεθνές χρηματικό κεφάλαιο. Σημαντικό γεγονός ήταν και οι εξελίξεις στις χώρες του ΟΠΕΚ μετά την άνοδο της τιμής του πετρελαίου και τη συσ-σώρευση των πετροδολαρίων. Ανταποκρινόμενες στις ανάγκες ανακύκλωσης των πετροδολαρίων και στις προαναφερόμενες αλλαγές στους ρόλους μετά την εμφάνιση νέων χωρών και οικονομι-κών δυνάμεων στο παγκόσμιο σκηνικό, οι αγορές χρήματος και κεφαλαίου ανέπτυξαν τα βασικά εργαλεία του παγκόσμιου χρηματικού κεφαλαίου (ευρωαγορές).

Οι εξελίξεις δεν θα ήταν ωστόσο οι ίδιες αν οι κυβερνήσεις δεν είχαν μεταβάλλει τις αντι-λήψεις τους και τις πολιτικές τους σχετικά με το ρυθμιστικό πλαίσιο των αγορών. Όπως έχουμε αναφέρει, το μεταπολεμικό σύστημα διεθνούς χρηματοδότησης επέτρεπε στα εθνικά κράτη να ρυθμίζουν τις δραστηριότητες του χρηματικού κεφαλαίου μέσα στο γεωγραφικά σύνορα τους. Σε μερικές χώρες οι ρυθμίσεις είχαν μερκαντιλιστικό χαρακτήρα, ή στηρίζονταν στον ισχυρισμό ότι το διεθνές χρηματικό κεφάλαιο θα δημιουργούσε συνθήκες εξάρτησης για τις εθνικές οικονομίες. Στις ΗΓΙΑ και την Ευρώπη, η προσέγγιση και οι ασκούμενες πολιτικές στα ζητήματα του διε-θνούς χρηματικού κεφαλαίου ήταν επηρεασμένες από την εμπειρία της μεγάλης ύφεσης του 1930. Οι πολιτικές αυτές αντανακλούσαν την Κεϊνσιανή άποψη ότι, κρατικές παρεμβάσεις ήταν αναγκαίες για την προστασία των αγορών χρήματος και κεφαλαίου από αποσταθεροποιητικές ενέργειες και δράσεις του διεθνούς χρηματικού κεφαλαίου. Την περίοδο της μεγάλης ύφεσης, ο πανικός στις αγορές χρήματος και κεφαλαίου μεταδόθηκε από τη μία χώρα στην άλλη με δραμα-

Page 57: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 55

τικές επιπτώσεις στις πραγματικές οικονομίες. Η ρύθμιση των αγορών αυτών ήταν βασική προϋ-πόθεση για την ανεξαρτησία της οικονομικής πολιτικής σε εθνικό επίπεδο και για την αποφυγή παγκόσμιων χρηματοοικονομικών κρίσεων.

Η ιδέα της ρύθμισης υπονομεύθηκε από τις παγκόσμιες διαρθρωτικές αλλαγές που προανα-φέρθηκαν, αλλά επίσης και από μια σημαντική μεταβολή στη πολιτική φιλοσοφία της ασκούμε-νης οικονομικής πολιτικής στη δεκαετία του 1980. Στις ΗΠΑ και τη Βρετανία, υπήρξε μια εγκα-τάλειψη των ιδεών και αρχών του Κεϊνσιανισμού, και μια στροφή προς το κλασικό, φιλελεύθερο 'laissez faire' του Adam Smith. Η Margaret Thatcher και ο Ronald Reagan πρωταγωνίστησαν στην απορρύθμιση των αγορών χρήματος και κεφαλαίου, τόσο σε εθνικό επίπεδο, όσο και σε πα-γκόσμιο επίπεδο. Το αποτέλεσμα των αλλαγών αυτών στην οικονομική πολιτική ήταν η ενίσχυση της αγοράς ως καθοριστική δύναμη στις παγκόσμιες χρηματοοικονομικές υποθέσεις.

Το τελευταίο βήμα στη δημιουργία του παγκόσμιου χρηματικού συστήματος ήταν οι ρα-γδαίες τεχνολογικές αλλαγές. Η επανάσταση στις τηλεπικοινωνίες και η δυνατότητα σύνδεσης ατόμων και μηχανημάτων σε ένα παγκόσμιο δίκτυο έχει αυξήσει σημαντικά τη δύναμη και την αποτελεσματικότητα της χρηματικής δομής. Η τεχνολογική επανάσταση της πληροφορικής και του διαδικτύου ώθησε περαιτέρω το τέλος της γεωγραφίας του χρηματικού κεφαλαίου.

Κάποιοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι οι εξελίξεις αυτές σηματοδοτούν τη διαμόρφωση μιας παγκόσμιας δομής δύναμης. Άλλοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι η ΔΠΟΙ είναι τόσο παγκόσμια σήμερα όσο ήταν και έναν αιώνα πριν. Η παγκοσμιοποίηση χρησιμοποιείται περισσότερο ως α-πειλή για την άσκηση συγκεκριμένων πολιτικών. Η απειλή ότι οι ξένοι επενδυτές θα αποσύρουν τα κεφάλαια τους λειτουργεί περιοριστικά για πολιτικές αλλαγές που θα εφάρμοζαν διαφορετικές οικονομικές πολιτικές. Θα πρέπει λοιπόν να δούμε με σκεπτικισμό τους ισχυρισμούς που γίνονται με αφορμή τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η χρηματική δομή δεν βρίσκεται σε διαδικασία παγκοσμιοποίησης. Η παγκοσμιοποίηση του χρηματικού κεφαλαίου έχει αλλάξει τη φύση της διεθνούς χρηματοδότησης, η τελευταία έχει γίνει λιγότερο κρατική και περισσότερο εξαρτημένη από την αγορά.

Οι ιδιωτικές ροές κεφαλαίων έχουν τέσσερις μορφές. Άμεσες επενδύσεις, επενδύσεις χαρ-τοφυλακίου, τραπεζικός δανεισμός και μη τραπεζικός δανεισμός. Από αυτές, οι άμεσες επενδύ-σεις αποτελούν τα μεγαλύτερο ποσοστό και το πιο σταθερό. Οι επενδύσεις χαρτοφυλακίου και ο τραπεζικός δανεισμός έχουν ασταθή συμπεριφορά, και αποτελούν συχνά αιτία διεθνούς χρηματι-στικής κρίσης, εξαιτίας της άμεσης δυνατότητας εξόδου και εισόδου που έχουν σήμερα στις εθνι-κές οικονομίες.

Η συμπεριφορά λοιπόν των διεθνών ροών κεφαλαίου εκδηλώνει τα εξής χαρακτηριστικά. Υπάρχει μεγαλύτερη ροή κεφαλαίων συγκριτικά με το παρελθόν, το μεγαλύτερο μέρος των ο-ποίων είναι ιδιωτικά. Τα ιδιωτικά κεφάλαια είναι σχετικά ασταθή, ειδικά οι επενδύσεις χαρτοφυ-λακίου και ο τραπεζικός δανεισμός. Η αστάθεια αυτή εισάγει ένα επιπλέον ρίσκο στο διεθνές χρηματοοικονομικό σύστημα, και σε εκείνους που βασίζονται πάνω σε αυτό.

Τέλος, πρέπει να σημειώσουμε την σημαντική επίδραση που έχει η παγκοσμιοποιημένη χρηματοοικονομική δομή πάνω στις άλλες βασικές δομές της ΔΠΟΙ. Η διεθνοποίηση του χρημα-τικού κεφαλαίου συμβάλει στην αναδόμηση της παγκόσμιας παραγωγής, μέσω της χρηματοδότη-σης πολυεθνικών επιχειρήσεων και κρατών να επενδύσουν σε τομείς και περιοχές που πριν δεν μπορούσαν λόγω της έλλειψης κεφαλαίων. Οι εξελίξεις αυτές έχουν επιπτώσεις στη διάχυση της γνώσης και της τεχνολογίας, αλλά δημιουργούν και τις προϋποθέσεις αλλαγών στη διεθνή ιεράρ-χηση της παραγωγής και της δύναμης. Συνεπώς δημιουργείται ένα νέο διεθνές περιβάλλον και σκηνικό με επιπτώσεις στα θέματα της ασφάλειας. Χώρες που πριν ήταν απομονωμένες, Κίνα, Βιετνάμ, τώρα συμμετέχουν στο σύστημα της ΔΠΟΙ. Το παράδοξο της νέας εποχής είναι ότι πα-ρά το γεγονός ότι οι εξελίξεις αυτές είναι αποτέλεσμα της κυριαρχίας της αγοράς και της πολιτι-κής φιλοσοφίας του φιλελευθερισμού, η ανάγκη για κρατική παρέμβαση και προστασία σε πολ-λούς τομείς και ζητήματα έχει επίσης αυξηθεί.

7.4 Η ΚΡΙΣΗ ΧΡΕΟΥΣ ΣΤΙΣ ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΜΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ Για τις περισσότερες από τις αναπτυσσόμενες χώρες, η κρίση του χρέους άρχισε το 1982,

όταν το Μεξικό ανακοίνωσε ότι δεν θα μπορούσε να αποπληρώσει το τραπεζικό της χρέους, και

Page 58: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 56

κράτησε περίπου μέχρι το 1994 όταν η Βραζιλία με επιτυχία εξυπηρέτησε τις δανειοδοτικές της υποχρεώσεις.

Η ιστορία της κρίσης του χρέους των αναπτυσσόμενων χωρών είναι ένα μεγάλο ζήτημα στη ΔΠΟΙ, αφού αφορά άμεσα τη δομή και το ρόλο του διεθνούς χρηματικού κεφαλαίου αλλά και της σταθερότητας της παγκόσμιας οικονομίας.

Η κρίση του χρέους των αναπτυσσόμενων χωρών είναι μια από τις κύριες συνέπειες των πρώτης φάσης της παγκοσμιοποίησης του χρηματικού κεφαλαίου. Η διεθνοποίηση της ροής χρη-ματικού κεφαλαίου στη δεκαετία του 1970 ισχυροποιήθηκε με τις δομικές αλλαγές στην παγκό-σμια οικονομία, την απορρύθμιση των αγορών και την τεχνολογική αλλαγή. Ως αποτέλεσμα τα χρηματιστικά κέντρα του Βορρά απαίτησαν υψηλότερες αποδόσεις για τα κεφάλαια τους. Οι α-ναπτυσσόμενες χώρες είχαν συσσωρεύσει χρέη κυρίως από κρατικό δανεισμό. Θεώρησαν ως ευ-καιρία τη λήψη νέων δανείων ειδικά σε μία περίοδο αρνητικών επιτοκίων. Θεωρητικά, τα δάνεια αυτά θα έπρεπε να είχαν φέρει το αποτέλεσμα που προβλέπει η φιλελεύθερη προσέγγιση. Δηλα-δή, καλύτερη κατανομή των πόρων παγκοσμίως, υψηλότεροι ρυθμοί μεγέθυνσης στις αναπτυσ-σόμενες χώρες και υψηλότερες αποδόσεις για τους δανειστές και τους δανειζόμενους. Στην πρά-ξη, η άναρχη συμπεριφορά και λειτουργία της αγοράς δημιούργησε μια παγίδα και για τα δύο μέρη.

Καθώς πολλές χώρες επιχείρησαν να επεκτείνουν τις εξαγωγές τους, σε μία προσπάθεια δη-μιουργίας εισοδήματος για την αποπληρωμή των χρεών, σημειώθηκε μια σημαντική μείωση στις τιμές των αγαθών που χειροτέρευσε την οικονομική τους κατάσταση, συγκριτικά με εκείνη που βρίσκονταν πριν το δανεισμό. Το πρόβλημα χειροτέρευσε στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ό-ταν η οικονομική κρίση μείωσε τους ρυθμούς μεγέθυνσης στις χώρες του Βορρά, συρρικνώνο-ντας με τον τρόπο αυτό τις αγορές για τις εξαγωγές των αναπτυσσόμενων χωρών.

Οι ιδιωτικές τράπεζες συνέχισαν να δανείζουν τις αναπτυσσόμενες χώρες, ώστε να συνεχί-σουν την αναπτυξιακή τους προσπάθεια, αλλά και για να αποπληρώσουν τα παλαιά τους χρέη. Η ραγδαία συσσώρευση χρέους επιδείνωσε την οικονομική κατάσταση των ενδιαφερόμενων χω-ρών, αλλά επίσης αύξησε το ρίσκο της φερεγγυότητας για τα τραπεζικά ιδρύματα που είχαν ε-μπλακεί στο δανεισμό πολλών αναπτυσσόμενων χωρών. Οι χρεωμένες χώρες όφειλαν πολλά πε-ρισσότερα από εκείνα που μπορούσαν να αποπληρώσουν, ενώ συνέχιζαν να δανείζονται για να ικανοποιήσουν βραχυχρόνιες υποχρεώσεις τους. Οι τράπεζες είχαν δανείσει τόσα πολλά που ήταν σε πανικό μόνο με τη πιθανότητα οι χώρες που είχαν πάρει τα δάνεια να μην μπορούν να απο-πληρώσουν. Για το λόγο αυτό συνέχιζαν να δανείζουν ενισχύοντας το φαύλο κύκλο του χρέους και αυξάνοντας δραματικά την πιθανότητα αποσταθεροποίησης του διεθνούς νομισματικού συ-στήματος.

Ενδεικτικά αναφέρουμε μερικές από τις πλέον χρεωμένες χώρες, βάσει των στοιχείων της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 1995.

Χώρα Συν. Χρέος, δισ. δολ Χρέος ως % ΑΕΠ Χρέος ως % Εξαγωγών

Ινδία 97,3 $ 28,2 27,9

Μοζαμβίκη 5,7$ 443,6 35,3

Κίνα 118$ 17,2 9.9

Ρωσία 120,4 $ 37,6 6,6

Μεξικό 165,7$ 69,9 24,2

Βραζιλία 159,1 $ 24,0 37,9 Πηγή: Παγκόσμια Τράπεζα

ά ζ

Οι συνέπειες της υπερχρέωσης ήταν και εξακολουθεί να είναι βασικό θέμα προβληματισμό

για τις ιδιωτικές τράπεζες, αλλά και για τις κυβερνήσεις των χωρών που είχαν δανείσει τρίτες χώ-ρες. Η αδυναμία αποπληρωμής των χρεών ήταν περίπου σίγουρο ότι θα προκαλούσε τραπεζική κρίση στην Ιαπωνία, στην Ευρώπη και τις ΗΓΙΑ. Ο φόβος των χωρών του Βορρά επεκτεινόταν και στις συνέπειες που θα είχε μια τέτοια εξέλιξη στη ΔΠΟΙ, και συγκεκριμένα στις κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις των μέτρων πολιτικής που θα έπρεπε να εφαρμόσουν οι υπερχρεωμένες

Page 59: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 57

χώρες. Οι πολιτικές αυτές θα έπρεπε να ήταν πολιτικές σκληρής λιτότητας για τους λαούς των αναπτυσσόμενων χωρών, στην κατεύθυνση των προτάσεων των διεθνών οργανισμών, της Πα-γκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ. Ο περιορισμός των εισαγωγών από τις αναπτυσσόμενες χώρες θα συρρικνώσει ωστόσο τις αγορές για τις αναπτυγμένες χώρες του Βορρά, δημιουργώντας συν-θήκες ύφεσης για την παγκόσμια οικονομία. Οι πολιτικοί κίνδυνοι δημιουργούν επίσης ανησυχία, αφού οι σκληρές πολιτικές οδηγούν σε κοινωνικές εξεγέρσεις και συγκρούσεις (πρόσφατο παρά-δειγμα η Αργεντινή).

Οι προτάσεις που συχνά, συνήθως μετά από κρίση χρέους, γίνονται επικεντρώνονται στην απαλλαγή των αναπτυσσόμενων χωρών από ένα μέρος τους χρέους τους και στη μείωση των επι-τοκίων δανεισμού. Μια τέτοια λύση θα επέτρεπε στις αναπτυσσόμενες χώρες να εξασφαλίσουν πόρους για τη μεγέθυνση των οικονομιών τους, με θετικά οφέλη στην ικανότητα τους να απο-πληρώσουν το υπόλοιπο των χρεών τους και στη σταθερότητα του διεθνούς νομισματικού συ-στήματος. Οι προτάσεις αυτές, ωστόσο δεν βρίσκουν ευρύτερης αποδοχής, και όταν μερικώς ε-φαρμόζονται, τα ποσά από τα οποία απαλλάσσονται οι αναπτυσσόμενες χώρες δεν είναι αρκετά να φέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα για την παγκόσμια οικονομία. Επίσης, οι ιδιωτικές τράπεζες είναι εγκλωβισμένες στο δίλημμα του φυλακισμένου, αφού καμία δεν θέλει να κάνει το πρώτο ρήμα μήπως και βρεθεί σε δυσχερέστερη χρηματοοικονομική κατάσταση από τις άλλες, που δεν θα ακολουθήσουν στη διαγραφή των χρεών, αλλά θα ωφεληθούν από την οικονομική βελτίωση των αναπτυσσόμενων χωρών.

Page 60: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 58

8 Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΔΟΜΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

8.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Μία από τις πιο σημαντικές δομές της ΔΠΟΙ είναι η δομή της ασφάλειας (security structure)

ή ο τρόπος διαμόρφωσης της στρατιωτικής και οικονομικής δύναμης που περίπου 200 χώρες και κράτη χρησιμοποιούν για την προστασία και την άμυνα τους. Οι δεσμοί μεταξύ ενός αυξανόμε-νου αριθμού δρώντων στη σφαίρα της πολιτικής και της οικονομίας και θεσμών μορφοποιούν μια συγκεκριμένη διεθνή τάξη πραγμάτων η οποία καθορίζει την ασφάλεια των χωρών και των διε-θνών οργανισμών απέναντι σε απειλές και κινδύνους.

Η ανάλυση μας θα επικεντρωθεί σε τρία θέματα: Πρώτον, θα εξετάσουμε τα βασικά χαρα-κτηριστικά του τρέχοντος συστήματος ασφάλειας συγκριτικά με το σύστημα ασφάλειας την περί-οδο του ψυχρού πολέμου. Δεύτερον, θα εξετάσουμε τους βασικούς παίκτες στην παρούσα δομή ασφάλειας. Τρίτον, θα εξετάσουμε το ρόλο των οικονομικών δυνάμεων στην παρούσα δομή α-σφάλειας. Ένα σημαντικό θέμα που θα αναπτύξουμε είναι ότι το τέλος του ψυχρού πολέμου δεν συνοδεύτηκε από μια διεθνή κατάσταση ασφάλειας. Αντίθετα, η επίτευξη της εθνικής ασφάλειας απέναντι σε ένα σύνολο πολιτικών, οικονομικών και στρατιωτικών αβεβαιοτήτων είναι σήμερα πιο δύσκολη, καθώς οι απειλές έχουν πλέον παγκόσμια διάσταση.

Για να κατανοήσουμε καλύτερα τη διεθνή δομή της ασφάλειας θα πρέπει να την αντιληφ-θούμε ως ένα πολύπλευρο δίκτυο πολιτικών και οικονομικών δραστηριοτήτων και θεσμών, με κυρίαρχο ωστόσο το στοιχείο των ανταγωνιστικών και συγκρουόμενων συμφερόντων και στρα-τηγικών που στο σύνολο τους προσδιορίζουν πόσο ασφαλής ή ελεύθερη από φυσικούς κινδύνους και απειλές είναι κάθε μια χώρα μέσα στο παγκόσμια σύστημα. Για τους ρεαλιστές, όπως και για τους μερκαντιλιστές έχουμε ήδη σημειώσει ότι το θέμα της ασφάλειας αποτελεί την πρώτη προ-τεραιότητα της εθνικής πολιτικής αλλά επίσης την πρώτη ατομική και κοινωνική ανάγκη.

Η δομή της ασφάλειας ίσους να αποτελεί λοιπόν και την πιο σημαντική δομή δύναμης της ΔΠΟΙ. Η λογική ερμηνεία πίσω από το επιχείρημα είναι ότι οι άλλες δομές δύναμης θα είχαν μι-κρή σημασία εάν μια χώρα δεν έχει μια σχετικά σταθερή και ασφαλή βάση πάνω στην οποία να στηρίζεται.

Μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου, στα τέλη της δεκαετίας του 1980, μια αξιοσημείωτη αλλαγή συνέβη στον τρόπο που πολιτικοί αλλά και ερευνητές προσεγγίζουν τη διεθνή δομή α-σφάλειας, λόγω του μετασχηματισμού που έχει συμβεί σε βασικά χαρακτηριστικά της. Η φύση των απειλών απέναντι στην εθνική ασφάλεια έχει μεταβληθεί από αυτό που αρχικά ήταν ένας συνδυασμός στρατιωτικών και οικονομικών παραγόντων, σε ένα περισσότερο σύνθετο πλέγμα προβλημάτων που περιλαμβάνει την ευκολία με την οποία κράτη και τρομοκρατικές οργανώσεις επιδιώκουν την απόκτηση όπλων μαζικής καταστροφής, την καταστροφή του περιβάλλοντος, και ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι οι απειλές ασφάλειας που υ-πήρχαν την περίοδο του ψυχρού πολέμου δεν συνεχίζουν ακόμη και σήμερα να δημιουργούν α-βεβαιότητες στα εθνικά κράτη. Στο υπό διαμόρφωση παγκόσμιο σύστημα ασφάλειας ένα σύνολο οικονομικών θεμάτων, όπως το κόστος της άμυνας, η αυξανόμενη αλληλεξάρτηση, η διαθεσιμό-τητα της νέας πολεμικής τεχνολογίας, έχουν διευρύνει την ατζέντα της παγκόσμιας ασφάλειας.

8.2 Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥ ΨΥΧΡΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ Οι εντάσεις και η εχθρότητα μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων στη διάρκεια του ψυχρού πο-

λέμου διαμόρφωσαν σημαντικές εξελίξεις στο διεθνές σύστημα ασφάλειας. Στη διάρκεια του 1940 και 1950 οι ΗΠΑ και η Σοβιετική Ένωση ακολούθησαν παρόμοιες πολιτικές συμμαχιών, δημιουργώντας ένα διπολικό σύστημα ασφάλειας. Οι δύο αυτές χώρες είχαν κυρίαρχο ρόλο μέσα στα δύο μπλοκ δύναμης που ήταν οργανωμένα, σε οικονομικό, πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο με μία σχέση ανταγωνισμού το ένα προς το άλλο. Οι ΗΠΑ προσέφεραν την προστασία τους στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης και σε άλλες δυτικές χώρες όπως ο Καναδάς, οι οποίες και διαμόρ-φωσαν τον οργανισμό της Βόρειας Ατλαντικής συμφωνίας (NATO, North Atlantic Treaty Organ-

Page 61: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 59

ization), ενώ η Σοβιετική Ένωση δημιούργησε το Σύμφωνα της Βαρσοβίας (Warsaw Pact), που περιλάμβανε τις σοσιαλιστικές χώρες της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης. Αν και η ου-σία της συγκρουσιακής σχέσης μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων ήταν ιδεολογική, εκδηλώθηκε έ-ντονα και στο πεδίο της στρατιωτικής αντιπαράθεσης, όπου τα πυρηνικά όπλα μαζικής κατα-στροφής έπαιζαν σημαντικό ρόλο.

Οι δύο υπερδυνάμεις γρήγορα εγκλωβίστηκαν σε ένα φαύλο κύκλο βελτίωσης των πυρηνι-κών τους εξοπλισμών. Ο αυξανόμενος πυρηνικός εξοπλισμός της μίας πλευράς αύξανε την ανα-σφάλεια της άλλης πλευράς. Τα πυρηνικά όπλα και οι στρατηγικές των δύο υπερδυνάμεων δη-μιούργησαν μια ψυχολογία και λογική στις διεθνείς σχέσεις που πολλοί την χαρακτήρισαν παρά-λογη. Στη δεκαετία του 1960 είχε διαμορφωθεί το δόγμα της αμοιβαίας και άμεσης καταστροφής το οποίο αποσκοπούσε στην αποτροπή της έναρξης μιας επίθεσης από τη μία υπερδύναμη. Ήταν τέτοιου μεγέθους η πυρηνική ισχύ της κάθε μίας υπερδύναμης, που στην περίπτωση που η μία δεχόταν επίθεση από την άλλη, η άμεση αντίδραση της θα ακύρωνε τα όποια οφέλη της επιτιθέ-μενης χώρας, αφού θα καταστρεφόταν και η ίδια.

Το δόγμα της αμοιβαίας αλληλοκαταστροφής έπαιξε ένα σταθεροποιητικό ρόλο στο ψυ-χροπολεμικό διεθνές σύστημα ασφάλειας, αφού λειτουργούσε αποτρεπτικά στο ενδεχόμενο ενός πυρηνικού πολέμου μεταξύ των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης, που θα ήταν καταστροφικός για όλη την ανθρωπότητα. Δεν απέτρεπε ωστόσο το πολιτικό ανταγωνισμό των δύο υπερδυνάμε-ων και τις προσπάθειες τους για δημιουργία ζωνών επιρροής στην Ασία, στην Αφρική, στην Κε-ντρική και Νότια Αμερική, περιοχές όπου ξεσπούσαν περιφερειακές στρατιωτικές συγκρούσεις με την υποστήριξη των δύο υπερδυνάμεων και με μεγάλες ανθρώπινες καταστροφές.

Μια από τις αρνητικές επιπτώσεις της ψυχροπολεμικής λογικής της ασφάλειας ήταν το γε-γονός ότι πολλές χώρες επιχείρησαν να αναπτύξουν τα δικά τους πυρηνικά εξοπλιστικά προ-γράμματα, δημιουργώντας μια ισορροπία τρόμου πάνω από τον πλανήτη.

Οι ΗΠΑ στον αγώνα της επικράτησης τους απέναντι στη Σοβιετική Ένωση χρησιμοποίησαν και την οικονομική τους δύναμη. Το 1947 και το 1948 οι ΗΠΑ σχεδίασαν το Marshall Plan μέσω του οποίου χρηματοδότησαν την ανοικοδόμηση των καταστραμμένων από το Β' παγκόσμιο πό-λεμο χωρών της Δυτικής Ευρώπης, σε μία προσπάθεια αναχαίτισης της επέκτασης της Σοβιετικής Ένωσης και του κομμουνισμού στην περιοχή αυτή. Το ίδιο έγινε αργότερα σε πολλές αναπτυσ-σόμενες χώρες στις οποίες οι ΗΠΑ πρόσφεραν οικονομική, τεχνολογική και στρατιωτική βοήθει-α. Επίσης, το ΔΝΤ, η Παγκόσμια Τράπεζα και η GATT με τις πολιτικές τους εξυπηρετούσαν το στόχο των ΗΠΑ για τη διάκριση μεταξύ ανατολής και δύσης και τη δημιουργία μιας διεθνούς οικονομικής τάξης πραγμάτων που θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντα των ΗΠΑ και των συμμά-χων τους. Οι μερκαντιλιστές και οι ρεαλιστές κατανοούν το ρόλο των πολυεθνικών εταιρειών επίσης μέσα στο πλαίσιο μιας προσπάθειας ενίσχυσης των δεσμών των καπιταλιστικοί χωρών και μιας πολεμικής απέναντι στον κομμουνισμό.

Η οικονομική ανωτερότητα των ΗΠΑ έδινε τη δυνατότητα δαπάνης μεγάλων ποσών σε στρατιωτικούς εξοπλισμούς και στην αμυντική ενίσχυση των συμμάχων τους, χωρίς να συμπιέζε-ται το επίπεδο διαβίωσης και ευημερίας των αμερικανών πολιτών. Το ίδιο φαίνεται να μην συνέ-βαινε στην περίπτωση της Σοβιετικής Ένωσης, όπου οι υπέρογκες εξοπλιστικές δαπάνες συμπίε-ζαν περισσότερο το ήδη χαμηλό επίπεδο ευημερίας των πολιτών της χώρας. Ο ψυχρός πόλεμος πέρασε στην ιστορία το 1989, σφραγίζοντας το τέλος μιας διεθνούς δομής ασφάλειας που ισορ-ροπούσε πάνω στο δόγμα της αμοιβαίας καταστροφής. Ένα οικονομικό ερώτημα που θα άξιζε ίσως να διερευνηθεί αφορά τις συνέπειες από το κόστος της ξέφρενης κούρσας των πυρηνικών εξοπλισμών που προκάλεσε ο ψυχρός πόλεμος στην παγκόσμια ανάπτυξη.

8.3 Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΜΕΤΑ ΤΟ ΨΥΧΡΟ ΠΟΛΕΜΟ Για πολλούς ρεαλιστές το διπολικό σύστημα του ψυχρού πολέμου διατηρήθηκε ουσιαστικά

μέχρι το 1970, όταν η δομή του άρχισε να εξασθενεί και να εξελίσσεται σε ένα πολυπολικό σύ-στημα. Μετά τον πόλεμο στο Βιετνάμ ο σύμβουλος ασφαλείας του προέδρου Νίξον, ο Kissinger προώθησε την ιδέα ενός πενταπολικού συστήματος ισορροπίας δύναμης, ανάμεσα στις ΗΠΑ, τη Σοβιετική Ένωση, την Ιαπωνία, την ΕΚ και την Κίνα. Η οικονομία έπαιζε ένα σημαντικό ρόλο σε αυτήν τη νέα τάξη πραγμάτων, καθώς αποτελούσε το εργαλείο με το οποίο οι ΗΠΑ προσπαθού-

Page 62: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 60

σαν να συνδέσουν τους πέντε νέους πόλους δύναμης σε μια αλληλοεξαρτώμενη πολιτική και οι-κονομική σχέση.

Αποτελεί λοιπόν το κύριο ζητούμενο για τους ιστορικούς, του πολιτικούς οικονομολόγους και τους πολιτικούς επιστήμονες η παγκόσμια δομή της ασφάλειας μετά τον ψυχρό πόλεμο. Αυτό που φαίνεται να διαμορφώνεται είναι μια νέα δομή ασφάλειας η οποία δεν θα έχει τα διαρθρωτι-κά χαρακτηριστικά της προηγούμενης, αλλά με έντονα τα πολυπολικά στοιχεία της. Οι ΗΠΑ, η Μεγάλη Βρετανία, η Γερμανία, η Γαλλία και αυξανόμενα η Κίνα διαδραματίζουν σημαντικό ρό-λο στην άμβλυνση διαφορών σε ζητήματα ασφάλειας σε περιφερειακό επίπεδο. Υπάρχουν βέβαια και οι υποστηρικτές της άποψης ότι οι ΗΠΑ διατηρούν μια πολιτική και οικονομική ηγεμονία στο παγκόσμιο σύστημα σήμερα. Παρά το γεγονός ότι η Ρωσία διατηρεί τη πυρηνική της δύναμη, στην πραγματικότητα η μόνη υπερδύναμη που μπορεί με αποτελεσματικότητα να υποστηρίξει τα παγκόσμια συμφέροντα ασφάλειας της είναι οι ΗΠΑ.

Ίσως να είναι σχετικά νωρίς για καταληκτικές εκτιμήσεις σχετικά με τη ή τις χώρες εκείνες που μπορεί να κυριαρχήσουν στη νέα ισορροπία ασφάλειας. Εκείνο που είναι ωστόσο ευδιάκριτο είναι ότι στη νέα παγκόσμια δομή δύναμης θα υπάρχουν περισσότεροι από δύο πόλοι δύναμης. Επίσης, φαίνεται τα θέματα της ασφάλειας να ξεπερνούν τα όρια του εθνικού κράτους, δημιουρ-γώντας την ανάγκη ενός ευρύτερου συστήματος ασφάλειας στο οποίο θα συμμετέχουν και διε-θνείς οργανισμοί, όπως ο ΟΗΕ, τα συμφέροντα του οποίου ταυτίζονται με την ειρήνη και την ασφάλεια, και ο οποίος διαχειρίζεται εθνικές και περιφερειακές συγκρούσεις σε αναπτυσσόμενες περιοχές του κόσμου. Επίσης, περιφερειακοί οργανισμοί, όπως το NATO, που επικεντρώνεται στην επίλυση προβλημάτων ασφάλειας των χωρών-μελών του. Άλλοι πολιτικά δρώντες στο νέο σύστημα ασφάλειας είναι τρομοκρατικές ομάδες που έχουν πρόσβαση ή είναι πρόθυμοι να χρησι-μοποιήσουν όπλα μαζικής καταστροφής. Τέλος, μη κυβερνητικές οργανώσεις, επιχειρήσεις που εμπλέκονται στην εμπορία όπλων με στόχο το κέρδος και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό του νέου συστήματος ασφάλειας είναι οι διαφορετικοί και όχι πάντοτε συμπληρωματικοί ρόλοι πολλών οικονομικών δυνάμεων. Πολλά εθνικά κράτη έχουν οικονομική αδυναμία να ανανεώσουν και να ισχυροποιήσουν το εξοπλιστικό τους πρόγραμμα. Η ραγδαία εξέλιξη στην πολεμική τεχνολογία έχει σημαντικά αλλάξει το πρόσωπο του πολέμου στα πλαίσια του νέου συστήματος ασφάλειας. Σε πολλές περιπτώσεις η νέα πολεμική τεχνολογία με-ταφέρεται από μία χώρα στην άλλη μέσω της πώλησης και της μεταβίβασης στρατιωτικού υλικού και εξοπλισμού. Δεδομένων των εξελίξεων αυτών, στο νέο σύστημα ασφάλειας πολλές χώρες αντιμετωπίζουν προβλήματα επάρκειας πόρων που να μπορούν να διαθέσουν για την άμυνα τους, αλλά και περιβαλλοντικά προβλήματα που προκύπτουν από τη χρήση νέων οπλικών συστημά-των. Αυτά τα προβλήματα συχνά διαταράσσουν τις διεθνείς σχέσεις και προκαλούν διακρατικές συγκρούσεις.

Οι οικονομικές αυτές δυνάμεις και δραστηριότητες αν και έχουν συμβάλλει στο μετασχη-ματισμό της παλιάς, διεθνούς δομής της ασφάλειας, αποτελούν και βάση εκδήλωσης νέων αντα-γωνιστικών σχέσεων. Για παράδειγμα, ένα μεγάλο μέρος των αλλαγών αυτών συμβαίνει στο χώ-ρο της παραγωγής οπλικών συστημάτων και στην πολεμική τεχνολογία. Σήμερα παρατηρούμε μια επανάσταση στον τρόπο διεξαγωγής του πολέμου, αποτέλεσμα της εφαρμογής νέων τεχνολο-γιών και ειδικότερα της ικανότητας των υπερδυνάμεων να χρησιμοποιούν κομπιούτερ μεγάλης υπολογιστικής δυνατότητας, ηλεκτρονικές επικοινωνίες και έξυπνα, δορυφορικά συστήματα πα-ρακολούθησης. Οι εξελίξεις αυτές στο τομέα της πολεμικής τεχνολογίας καθιστούν τα κράτη που κατέχουν και χειρίζονται τα συστήματα αυτά μη ανταγωνιστικά στρατιωτικά συγκριτικά με εκεί-να που δεν διαθέτουν τη νέα τεχνολογία. Η νέα κατάσταση δημιουργεί τριβές και ανταγωνιστικές εντάσεις μεταξύ των κρατών.

Ένα τρίτο χαρακτηριστικό της νέας διεθνούς δομής δύναμης, σχετίζεται με τη διαχείριση της νέας τάξης πραγμάτων και την επίλυση μιας σειράς πολιτικών οικονομικών προβλημάτων που συνδέονται με αυτήν. Τα εθνικά κράτη εξακολουθούν να παραμένουν οι κυρίαρχοι δρώντες στο διεθνές σύστημα, βασιζόμενοι στην επιδίωξη της εθνικής τους κυριαρχίας. Ωστόσο, ερωτή-ματα δημιουργούνται σχετικά με τη σημασία της δύναμης στη σημερινή πολύπλοκη δομή ασφά-λειας, καθώς επίσης και για το βαθμό που η οικονομία υπονομεύει την εξουσία του εθνικού κρά-τους στη νέα δομή δύναμης. Καταλήγοντας θα λέγαμε ότι στη νέα δομή ασφάλειας τα εθνικά κράτη δεν είναι αυτόνομα στα βαθμό που ήταν στο παρελθόν όταν χειρίζονταν ζητήματα εξοπλι-σμών, στρατιωτικής ικανότητας, δύναμης και πλούτου. Σήμερα, τα εθνικά κράτη μάλλον θα πρέ-

Page 63: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 61

πει να επιλέξουν να μοιράσουν τη διαχείριση των ζητημάτων αυτών με άλλους δρώντες στη σφαίρα της διεθνούς πολιτικής.

8.4 ΟΙ ΒΑΣΙΚΟΙ ΠΑΙΚΤΕΣ ΣΤΗ ΝΕΑ ΔΟΜΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Τα εθνικά κράτη Η παραδοσιακή ανάλυση της εθνικής ασφάλειας χρησιμοποιεί το σύγχρονο εθνικό κράτος

ως κεντρική μονάδα ανάλυσης. Τα κράτη αποτελούν αναμφίβολα τους πιο σημαντικούς δρώντες στη δομή της ασφάλειας, γιατί έχουν τον έλεγχο των στρατιωτικών δυνάμεων, αναπτύσσουν στρατιωτικές στρατηγικές και ασκούν εξωτερική πολιτική. Οι ΗΠΑ μπορεί να αποτελούν τη μο-ναδική υπερδύναμη σήμερα, αυτό όμως δεν συνεπάγεται ότι έχουν το μονοπώλιο της στρατιωτι-κής δύναμης ή της χρήσης άλλης μορφής δύναμης. Η παγκόσμια ασφάλεια εξαρτάται από τα συμφέροντα και τη δύναμη που τα διάφορα κράτη έχουν και χρησιμοποιούν για να εξυπηρετή-σουν τα συμφέροντα τους.

Ένας αυξανόμενος αριθμός εθνικών κρατών διαθέτουν τη μεγάλη μερίδα δύναμης στη δομή της παγκόσμιας ασφάλειας. Τη δύναμη μπορούμε να την ταξινομήσουμε σε σκληρή δύναμη (στρατιωτική) και μαλακή δύναμη (οικονομική). Έτσι λοιπόν χώρες όπως η Ιαπωνία δεν διαθέ-τουν σκληρή δύναμη, αλλά έχουν αξιοσημείωτη μαλακή δύναμη. Άλλες χώρες όπως η Ρωσία, η Ινδία, το Πακιστάν, το Ισραήλ, η Κίνα, ήδη διαθέτουν ή γρήγορα θα αποκτήσουν πυρηνικά όπλα. Επίσης διαθέτουν, όπως και άλλες χώρες, ισχυρές συμβατικές στρατιωτικές δυνάμεις και ελέγ-χουν στρατηγικές πρώτες ύλες, όπως π.χ. πετρέλαιο.

Ένα από τα διακριτά χαρακτηριστικά της νέας εποχής, όπως παρατηρούν πολλοί ειδικοί σε θέματα ασφάλειας, είναι η μειωμένη πιθανότητα να συμβεί ένας πόλεμος μεταξύ των μεγάλων στρατιωτικών δυνάμεων. Αυτό δεν ισχύει για κράτη που δεν συμμορφώνονται με τους διεθνείς κανόνες και αξίες. Με βάση το σημερινό σύστημα αξιών, το οποίο σε μεγάλο βαθμό εκφράζει τα πιστεύω της ηγεμονικής σήμερα δύναμης, δηλαδή τις ΗΠΑ, τα κράτη που δεν συμμορφώνονται με τους διεθνείς κανόνες είναι π.χ. η Ινδία, το Ιράκ, η Βόρεια Κορέα, η Συρία, η Κούβα. Παρατη-ρούμε δηλαδή ότι είναι χώρες ιδεολογικά εχθρικές ως προς τη πολιτική φιλοσοφία της Δύσης, έχουν απολυταρχικά ή κομμουνιστικά πολιτικά συστήματα, και δεν αποδέχονται τους κανόνες του δυτικού καπιταλισμού και πολιτισμού.

Μερικοί ειδικοί υποστηρίζουν ότι η επιθετική συμπεριφορά αυτής της κατηγορίας κρατών σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στο εμπόριο όπλων που τους δίνει τη δυνατότητα εξοπλισμού τους. Οι ρεαλιστές βέβαια προσεγγίζουν το ζήτημα της εμπορίας όπλων διαφορετικά, τονίζοντας τον εξισορροπητικό ρόλο της και τη θετική συμβολή στη διατήρηση της ειρήνης.

Στη νέα δομή ασφάλειας, πολλά κράτη χρησιμοποιούν τις εξαγωγές οπλικών συστημάτων για να αυξήσουν το εμπόριο τους και να ενισχύσουν την οικονομική τους μεγέθυνση. Μερικές φορές οι εξαγωγές όπλων συνοδεύονται από απειλές και άλλου είδους μέσα εξωτερικής πολιτι-κής. Βέβαια στην όλη υπόθεση της εμπορίας όπλων εμπλέκονται και επιχειρηματικά συμφέροντα που κερδίζουν από τέτοιου είδους δραστηριότητες. Οι αναπτυγμένες χώρες εξάγουν περίπου το 92% των συνολικών εξαγωγών όπλων. ΟΙ ΗΠΑ εκτιμάται ότι μόνες τους εξάγουν πάνω από το 50%. Οι αναπτυσσόμενες χώρες της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Ασίας υπολογίζεται ότι εισάγουν περίπου το 80% των όπλων που ανταλλάσσονται διεθνώς.

Διεθνείς Οργανισμοί Οι διεθνείς οργανισμοί αποτελούν σημαντικό κομμάτι της νέας δομής ασφάλειας, καθώς η

διαχείριση πολλών από τα σημερινά προβλήματα ασφάλειας ξεπερνούν τις ικανότητες μεμονω-μένων εθνικών κρατών. Οι διεθνείς οργανισμοί ουσιαστικά επιτρέπουν στα εθνικά κράτη να δί-νουν συλλογικές λύσεις σε θέματα ασφάλειας. Οι πιο σημαντικοί διεθνείς οργανισμοί σήμερα είναι ο ΟΗΕ και το NATO. Και οι δύο αυτοί οργανισμοί δημιουργήθηκαν στο τέλος του Β' Πα-γκοσμίου Πολέμου σε μια προσπάθεια διαχείρισης των προβλημάτων της εποχής εκείνης. Η πρό-κληση της νέας εποχής είναι οι διεθνείς αυτοί οργανισμοί να προσαρμοστούν στο μεταβαλλόμενο πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον.

Ο ΟΗΕ μετεξελίσσεται από ένα οργανισμό που δραστηριοποιείται κυρίως ως διαμεσολαβη-τής σε διαπραγματεύσεις μεταξύ Ανατολής-Δύσης και Βορρά-Νότου σε μία προσπάθεια ειρηνι-κής διευθέτησης συγκρούσεων και εθνικών διαφορών. Μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου ο

Page 64: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 62

ΟΗΕ ουσιαστικά πρωταγωνιστεί σε μία προσπάθεια δημιουργίας νέων κανόνων σχετικά με την πώληση συμβατικών οπλικών συστημάτων και την παραγωγή όπλων μαζικής καταστροφής.

To NATO εξελίσσεται από μια συμμαχία δυνάμεων την περίοδο του ψυχρού πολέμου σε μία πανευρωπαϊκή συνεργασία ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων και των ΗΠΑ ως κυρίαρχης δύναμης. Κάποιος θα περίμενε ότι ο ρόλος του NATO θα περιοριζόταν μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου, δεδομένου του κόστους διατήρησης ενός συμμαχικού στρατού χωρίς εχθρό. To NATO, σε αντίθεση με το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, διατηρήθηκε και βρίσκεται σε μία φάση αναζήτησης νέων δραστηριοτήτων και προσαρμογής στις νέες συνθήκες.

Ο πρωταρχικός ρόλος του NATO εξακολουθεί να είναι η προστασία της Δυτικής Ευρώπης, ενώ επίσης επιδιώκει την ενίσχυση της συνεργασίας ανάμεσα στις χώρες-μέλη του. Επιδιώκοντας τους στόχους αυτούς, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 το NATO εφαρμόζει μια στρατηγική επέκτασης του στους πρώην εχθρούς του στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Το 1994 ανα-κοινώθηκε το πρόγραμμα για την ειρήνη του NATO, το οποίο είχε ως βασικό στόχο την ενίσχυση της σταθερότητας σε όλη την Ευρώπη, μέσω της ολοκλήρωση των χωρών της Κεντρικής Ευρώ-πης και των χωρών της Βαλτικής στο οικονομικό, πολιτικό και στρατιωτικό σύστημα της Δύσης. 25 χώρες συμμετείχαν στο πρόγραμμα, δεσμευμένες ωστόσο να διατηρήσουν καλές σχέσεις με τη Ρωσία. Το Μάρτιο του 1999, η Πολωνία, η Ουγγαρία και η Δημοκρατία της Τσεχίας έγιναν μέλη του NATO, αυξάνοντας τον αριθμό των χωρών-μελών του στις 19.

Μερικοί θα ήθελαν να δούνε και τη Ρωσία μέλος του NATO, εξέλιξη που θα σηματοδοτού-σε το οριστικό τέλος σε ανησυχίες σε θέματα ασφάλειας για το NATO. Άλλοι πάλι υποστηρίζουν ότι το NATO θα πρέπει να επεκταθεί σε χώρες της Βόρειας Αφρικής και της Μεσογείου, έτσι ώστε να ελέγχονται καλύτερα ισλαμικά κινήματα και τρομοκρατικές ομάδες. Τε γεγονός πάντως είναι ότι τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί διεθνώς μια πλούσια συζήτηση για το NATO όσον αφορά το διεθνή ρόλο και τους στόχους του, την κατεύθυνση της διεύρυνσης του, το κόστος συ-ντήρησης της στρατιωτικής τους ετοιμότητας κλπ.

Μη Κυβερνητικοί Οργανισμοί Ένα άλλο επίσης νέο χαρακτηριστικό της ΔΠΟΙ σήμερα είναι ο αυξανόμενος διεθνής ρόλος

μη κυβερνητικών οργανισμών, όπως ο Ερυθρός Σταυρός, η Διεθνής Αμνηστία, η Greenpeace α-νάμεσα σε πολλές άλλες. Τα κίνητρα αυτών των οργανισμών είναι τις περισσότερες φορές αν-θρωπιστικά, ιδεολογικά και πρακτικά κυρίως σε θέματα προστασίας του περιβάλλοντος. Κοινά αποδεκτό είναι το γεγονός ότι οι μη κυβερνητικοί οργανισμοί συνεχώς βελτιώνουν την επίδραση τους στις διεθνείς εξελίξεις.

Πολυεθνικές επιχειρήσεις Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας στη νέα παγκόσμια δομή ασφάλειας είναι οι πολυεθνι-

κές εταιρείες οι οποίες προμηθεύουν τρομοκρατικές οργανώσεις με πολεμική τεχνογνωσία και στρατιωτικό εξοπλισμό, ενώ προσφέρουν και υπηρεσίες εκπαίδευσης. Οι επιχειρήσεις αυτές λει-τουργούν εκτός εθνικών ορίων και κρατικών ελέγχων και συνεπώς είναι πολύ δύσκολος ο εντο-πισμός τους* Στόχος τους είναι το πάρα πολύ υψηλό κέρδος που προσφέρει το παράνομο εμπόριο όπλων. Για παράδειγμα η εταιρεία Military Professional Resources Incorporated έχει προσφέρει τέτοιου είδους υπηρεσίες για να βοηθήσει τις δυνάμεις της Βοσνίας και της Κροατίας στον πρό-σφατο πόλεμο στην Γιουγκοσλαβία.

Τρομοκρατικές Ομάδες Το παραδοσιακό σύστημα συμφωνιών, συμμαχιών και διεθνών οργανισμών που χαρακτήρι-

ζε τη δομή ασφάλειας του ψυχρού πολέμου βασιζόταν στην ιδέα ότι η βασική απειλή για την α-σφάλεια θα ήταν κυρίως αποτέλεσμα κρατικής επιθετικότητας και συνεπώς, η διαχείρισης της θα έπρεπε να γίνει σε κρατικό ή σε διεθνές επίπεδο, Οι τρομοκρατικές ομάδες είναι εκτός της όποιας νόμιμης η διεθνούς δομής,

Η άποψη που αυξανόμενα υποστηρίζεται τα τελευταία χρόνια είναι ότι η τρομοκρατία έχει αντικαταστήσει την απειλή ενός πυρηνικού πολέμου και αποτελεί ίσως την πιο σημαντική απειλή για την παγκόσμια ειρήνη. Αυτό είναι αποτέλεσμα κυρίως του μετασχηματισμού της ίδιας της τρομοκρατίας από ένα περιορισμένης εκτάσεως φαινόμενο που εκδηλωνόταν συνήθως ενάντια σε συγκεκριμένα πρόσωπα, σε ένα φαινόμενο που απειλή τη ανθρώπινη] ζωή σε μαζικό επίπεδο, Η αιτία του μετασχηματισμού αυτού είναι η διάχυση των όπλων μαζικής καταστροφής. Το γεγονός της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, έρχεται να επιβεβαιώσει την εξέλιξη αυτή.

Page 65: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 63 Η τρομοκρατία ορίζεται σαν η χρήση βίας με σκοπό τον πολιτικό εκβιασμό και εξαναγκα-

σμό, καθώς επίσης και τη δημοσιότητα για την εξυπηρέτηση πολιτικών συμφερόντων. Οι τρομο-κράτες, είτε ως ομάδες που δρουν σε εθνικό ή σε διεθνικό επίπεδο, παίζουν πλέον σημαντικό ρό-λο στη νέα δομή της ασφάλειας.

Οι τρομοκρατικές ομάδες είναι δύσκολο να κατηγοριοποιηθούν, δεδομένου των διαφορετι-κών αιτών βάσει των οποίων σχηματίζονται και των διαφορετικών στόχων που επιδιώκουν» Υ-πάρχουν επίσης περιπτώσεις τρομοκρατικών ομάδων που υποστηρίζονται από συγκεκριμένα ε-θνικά κράτη, με σκοπό να επηρεάζουν τις πολιτικές άλλων χωρών. Ως τέτοιες περιπτώσεις εθνι-κών κρατών που έχουν τη φήμη της υποστήριξης της τρομοκρατίας έχουν αναφερθεί το Ιράν, το Ιράκ, η Βόρεια Κορέα, το Σουδάν και η Συρία, Δεν πρέπει ωστόσο να αποκλείουμε και την πιθα-νότητα εθνικά κράτη να κατηγορούνται για υπόθαλψη τρομοκρατίας, ενώ ουσιαστικά η κατηγο-ρία αυτή να αποτελεί ένα μέσο πίεσης και ελέγχον των επιλογών τους από μια τρίτη χώρα ή ένα διεθνή οργανισμό , δεδομένης της γεωπολιτικής σημασίας των χωρών τους. Οι πιο γνωστές ομά-δες που θεωρούνται τρομοκρατικές από τις ΗΠΑ είναι ο IRA (Irish Republican Army), οι Βάσκοι αυτονομιστές, η Hezbollah που δραστηριοποιείται στο Λίβανο, η Hamas στο Ισραήλ. Τελευταία έχουν κάνει την εμφάνιση τους και τρομοκρατικές ομάδες με στόχο την προστασία του περιβάλ-λοντος, Τέτοιες ομάδες είναι για παράδειγμα η Earth Liberation Front και η Animal Liberation Front οι οποίες και προβαίνουν σε τρομοκρατικές ενέργειες εναντίων κρατικών ή επιχειρηματι-κών στόχων, που προκαλούν καταστροφή στο περιβάλλον ή παραβιάζουν τα δικαιώματα των ζώων.

8.5 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Το σημερινό παγκόσμιο σύστημα ασφάλειας είναι αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης διαφο-

ρετικών συμφερόντων και πολλών δρώντων σε ένα κόσμο όπου οι μεταβαλλόμενες οικονομικές, πολιτικές και τεχνολογικές συνθήκες είναι σε αυξανόμενη αλληλεξάρτηση. Το αποτέλεσμα των εξελίξεων αυτών είναι η πολυπλοκότητα και η αβεβαιότητα.

Ένα στοιχείο αυτής της πολυπλοκότητας είναι ο πολυδιάστατος χαρακτήρας της εθνικής ασφάλειας σήμερα. Η στρατιωτική ασφάλεια σε μεγάλο βαθμό αλληλεπιδρά με την οικονομική ασφάλεια, ενώ και οι δύο δομές επηρεάζονται από τη διεθνή δομή της γνώσης και της τεχνολογί-ας. Έτσι όπως διαμορφώνεται ο κόσμος σήμερα, η οικονομική πρόοδος κάποιων χωρών ενώ αυ-ξάνει τη δική τους ευημερία και ασφάλεια, μειώνει την ασφάλεια των άλλων χωρών.

Ο μεγάλος αριθμός των δρώντων στη παγκόσμια δομή ασφάλειας με ανταγωνιστικά συμ-φέροντα δημιουργεί, δυνητικά, μεγαλύτερη πιθανότητα για εκδήλωση συγκρούσεων και διαφω-νιών σε θέματα αντιμετώπισης τρομοκρατικών ομάδων και χωρών που παραβιάζουν τους διεθνείς κανόνες νομιμότητας.

Page 66: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 64

9 ΕΣΤΙΕΣ ΈΝΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΔΠΟΙ ΚΑΙ ΣΕΝΑΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

9.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Σκοπός του κεφαλαίου αυτού είναι να παρουσιάσει τέσσερις βασικές και αλληλοσυνδεόμε-

νες εστίες ένστασης της ΔΠΟΙ, που αφορούν: Πρώτον, τη σχέση ανάμεσα στις εγχώριες ανάγκες ενός κράτους και στις διεθνείς υποχρεώσεις του και τον τρόπο εξισορρόπησης τους. Δεύτερον, τη θέση και τον πολιτικό ρόλο των διαφόρων κρατών μέσα σε ένα πολύπλοκο και συνεχώς μετα-βαλλόμενο πλαίσιο παγκόσμιας ασφάλειας. Τρίτον, τη σχέση μεταξύ έθνους» κράτους σε μια περίοδο οικονομικής παγκοσμιοποίησης, καθώς και το ρόλο του κράτους στις σύγχρονες παγκο-σμιοποιημένες κοινωνίες. Τέταρτον, το θέμα της ηγεμονίας. Δύναται η ΔΠΟΙ να προωθήσει τη σταθερότητα για τα κράτη και τις αγορές ή απαιτείται η οργάνωση ηγεμονικών δομών; Στην τε-λευταία περίπτωση ποια κράτη ή ομάδες κρατών έχουν την δυναμική και την θέληση να προσφέ-ρουν στις οικονομίες ασφάλεια, σταθερό χρηματοπιστωτικό σύστημα και ένα λειτουργικό σύστη-μα παγκόσμιου εμπορίου;

9.2 ΕΘΝΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΈΝΑΝΤΙ ΔΙΕΘΝΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ Ένα από τα βασικά θέματα προβληματισμού στη ΔΠΟΙ είναι οι τρόποι μέσω των οποίων τα

κράτη μπορούν να επιβάλουν και να διατηρήσουν μια ισορροπία μεταξύ της ανάγκης των πολι-τών για πολιτική και οικονομική ασφάλεια και των υποχρεώσεων που απορρέουν από την σύ-μπραξη διεθνών συμφωνιών και την συμμετοχή σε διεθνείς οργανισμούς και οργανώσεις.

Κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, τα κράτη έδιναν μεγαλύτερη έμφαση στις διεθνείς τους υποχρεώσεις και στη βελτίωση των σχέσεων με τους συμμάχους τους. Μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου το 1989, διάχυτη ήταν η πεποίθηση ότι οι διεθνείς υποχρεώσεις θα μειώ-νονταν, θέτοντας σε πρώτη προτεραιότητα ζητήματα εθνικού ενδιαφέροντος.

Η διαμάχη μεταξύ των διεθνών υποχρεώσεων και των εθνικών αναγκών, είναι περισσότερο έντονη στα πλαίσια του διεθνούς εμπορίου. Η συμμετοχή στη GATT έδωσε στις χώρες την δυνα-τότητα εισχώρησης σε ξένες αγορές, θέτοντας την υποχρέωση να διατηρήσουν τις αγορές τους ανοιχτές και να μειώνουν σταδιακά τους ποσοτικούς και άλλους εμπορικούς περιορισμούς κατά τη διάρκεια των διαφόρων διαπραγματευτικών κύκλων. Αυτό το σύστημα, όντας η εξελικτική μορφή των θεωριών του Adam Smith και του David Ricardo, αρχικά υποστηρίχτηκε από τις Η-ΠΑ, καθώς τόσο τα διεθνή όσο και τα εθνικά συμφέροντα τους προασπίζονταν από τις πολιτικές ελεύθερου εμπορίου. Η βαθμιαία όμως διεθνοποίηση της παραγωγής κατέστησε το ελεύθερο ε-μπόριο μερικώς προσοδοφόρο για τις ΗΠΑ.

Οι περιφερειακές συνθήκες, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση και η NAFTA, αποτελούν χαρα-κτηριστικά παραδείγματα προσπαθειών των κρατών να επεκτείνουν το ελεύθερο εμπόριο σε ένα περιφερειακό πλαίσιο, δίχως να εκτίθενται στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Δεν είναι τυχαίο που μεγάλες δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία, πέρα της συμμετοχής τους στις πολυμερούς χαρα-κτήρα διαπραγματεύσεις, υπό την αιγίδα της GATT, προχώρησαν στο σχεδιασμό και στην ενερ-γοποίηση διμερών εμπορικών συμφωνιών. Υπό την απειλή των εθνικών συμφερόντων (εγχώρια εργασία και βιομηχανία), συχνή είναι πλέον η εφαρμογή περιοριστικών πολιτικών εμπορίου και η αναβίωση της νεομερκαντιλιστικής προσέγγισης.

9.3 ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΈΝΑΝΤΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Η παγκοσμιοποίηση και η έμφαση σε οικονομικού χαρακτήρα στόχους, έχει εγείρει την έ-

νταση μεταξύ της πολιτικής ή στρατιωτικής ασφάλειας και της οικονομικής ασφάλειας. Κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι ιδέες γύρω από θέματα ασφάλειας κυριαρχήθηκαν από τη φι-λοσοφία του ρεαλισμού, όπου έβλεπε την ασφάλεια ενός έθνους ως απόρροια της μετατροπής των στρατιωτικών δυνάμεων, των φυσικών πόρων και του οικονομικού μεγέθους σε εργαλεία

Page 67: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 65

προστασίας των εθνικών συμφερόντων και ελέγχου των ενεργειών και συμφερόντων των τρίτων κρατών.

Με το πέρας του Ψυχρού Πολέμου, έμφαση δόθηκε στη μετριοπαθή δύναμη (soft power), η οποία επικεντρώνεται στον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό, στη θέση του κράτους στο εμπορικό σύ-στημα, ακόμα και στην εκπαίδευση (ανθρώπινο κεφάλαιο) και στην επιρροή των μέσων επικοι-νωνίας. Σε γενικές γραμμές οι πολιτικές ενέργειες έχουν στραφεί από τη στρατηγική χρήση σκληρής δύναμης στη συστηματική χρήση μετριοπαθούς διαρθρωτικής δύναμης.

Οι ΗΠΑ, κερδίζουν δύναμη από τη θέση τους μέσα στο πλαίσιο της διεθνούς πολιτικής, οι-κονομίας, τεχνολογίας και κουλτούρας. Αυτή η διαρθρωτική δύναμη ενισχύει την ασφάλεια τους, προάγοντας ταυτόχρονα τα συμφέροντα τους. Είναι πλέον εμφανής η αντικατάσταση στις εθνικές προτεραιότητες της πολιτικής και στρατιωτικής ασφάλειας από την οικονομική ασφάλεια. Πά-ντως, ο 21ος αιώνας, φαίνεται να περιπλέκει την στρατιωτική και οικονομική ασφάλεια με θέματα τεχνολογικού εκσυγχρονισμού, καθιστώντας ακόμα πιο δύσκολο για τα κράτη το διαχωρισμό των προβλημάτων και την επίλυση τους.

9.4 ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ Η ΟΜΟΙΟΓΕΝΕΙΑ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ Ένα άλλο πολύ σημαντικό ζήτημα είναι η ομοιογένεια των κρατών στα πλαίσια μιας πα-

γκόσμιας οικονομίας. Οι λέξεις παγκοσμιοποιημένη οικονομία και κοινωνία, είναι πλέον φράσεις κλισέ όπου έχουν περάσει στη συνείδηση των σύγχρονων κοινωνιών. Οι παραγωγικές δομές έ-χουν πλέον διεθνοποιηθεί. Το ίδιο συμβαίνει και με τις χρηματοπιστωτικές δομές. Η χρηματοδό-τηση από διεθνείς οργανισμούς, όπως είναι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, εκθέτει τις εθνικές οικονομίες σε παγκόσμιου χαρακτήρα οικονομικές κρίσεις.

Ταυτόχρονα, ζητήματα, όπως η εθνική ασφάλεια, έχουν πλέον ξεπεράσει τα πλαίσια της γεωγραφικής οριοθέτησης. Πολλά ζητήματα σχετιζόμενα με την εθνική ασφάλεια, λόγω της φύ-σης τους έχουν ξεφύγει από τον έλεγχο των κρατών. Τέλος η τεχνολογία και η γνώση εντείνουν τις διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης. Βελτιώσεις στα πεδία της πληροφορικής και των τηλεπι-κοινωνιών αυξάνουν τα κίνητρα για πιο εντατικό έλεγχο και προστασία της γνώσης, ενώ ταυτό-χρονα τον καθιστούν αρκετά δύσκολο.

Σε ένα περιβάλλον όπου οι πιέσεις και τα αποτελέσματα της οικονομικής παγκοσμιοποίη-σης συνεχώς αυξάνονται είναι σαφής η δυσκολία διατήρησης της εθνικής ομοιογένειας. Καθώς η κυριαρχία των αγορών επεκτείνεται πέρα από τα όρια των κρατών, η δυνατότητα των τελευταίων να προασπίσουν τα συμφέροντα τους καθώς και να ενισχύσουν την οικονομική ασφάλεια περιο-ρίζεται σημαντικά. Σε μια ακραία μορφή της, η παγκοσμιοποίηση θα μπορούσε να οδηγήσει σε έναν δίχως όρια οικονομικό κόσμο.

Είναι γενικά πλέον αποδεκτή η περιθωριοποίηση των κρατών και η δέσμευση τους από πα-γκόσμιες δυνάμεις της αγοράς. Εάν ένα κράτος επιδιώξει αυτόνομα να αναπροσαρμόσει τις συν-θήκες ασφαλείας, στην αγορά εργασίας για παράδειγμα, μπορεί να προκαλέσει την μετανάστευση κεφαλαίου σε άλλες οικονομίες, όπου οι θεσμικοί περιορισμοί στα πλαίσια της αγοράς εργασίας δεν είναι τόσο ισχυροί. Ίδιο μπορεί να είναι το αποτέλεσμα της λήψης μέτρων για την προστασία του περιβάλλοντος. Σε αυτή την περίπτωση βιομηχανίες οι οποίες βλάπτονται από αυτά τα μέτρα μπορεί να αποφασίσουν την εγκατάσταση τους σε άλλα κράτη (capital flight).

Υπό αυτές τις συνθήκες, κυρίαρχη είναι πλέον η άποψη πως το θεσμικό πλαίσιο των κρα-τών πρέπει να εξελίσσεται και να προσαρμόζεται στις σύγχρονες απαιτήσεις, υιοθετώντας τις τά-σεις όπου κυριαρχούν στην παγκόσμια αγορά. Από την δεκαετία του 1980 και έπειτα, η εφαρμο-γή νέο-φιλελεύθερων πολιτικών είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα του λεγόμενου "borderless world'', καθώς και της προσπάθειας των κρατών να αποτελέσουν μέρος αυτού του κόσμου.

Πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν πως ανεξάρτητα από τις πιέσεις της παγκοσμιοποίησης τα κράτη δεν έχουν χάσει εντελώς την ταυτότητα και την ομοιογένεια τους, υποστηρίζοντας πως οι ισχυρές αγορές, ακόμα και οι παγκόσμιες, απαιτούν την ύπαρξη ισχυρών κρατών. Οι αγορές χρειάζονται κράτη ικανά να προστατεύουν το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των αγορών (επιβολή νόμων, προστασία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, περιορισμό των αποτυχιών των ανταγωνιστι-κών αγορών, οι οποίες συνήθως οδηγούν σε μονοπωλιακές καταστάσεις).

Τέλος είναι λανθασμένη η αντίληψη πως οι αγορές μπορούν από μόνες τους να διαμορφώ-σουν ένα νέο παγκόσμιο περιβάλλον και πως τα κράτη αντιδρούν παθητικά σε αυτού του είδους

Page 68: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 66

τις αλλαγές. Τα κράτη έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν τη δυναμική τους μέσω της συμμετοχής τους σε διεθνείς αλλά και περιφερειακού χαρακτήρα οργανισμούς. Οι συμφωνίες για περιβαλλο-ντολογικά και εργασιακά θέματα, στα πλαίσια της NAFTA, είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο η κρατική εξουσία της Βορείου Αμερικής, επεκτάθηκε ώστε να ικανο-ποιήσει τις απαιτήσεις του νέου οικονομικού τριγώνου (ΗΠΑ-Καναδάς-Μεξικό).

Η παγκοσμιοποίηση δεν έχει αποδυναμώσει εντελώς τη δύναμη και το ρόλο του κράτους. Σε πολλές περιπτώσεις τα κράτη εξακολουθούν να έχουν ένα σημαντικό ρόλο στη ΔΠΟΙ. Αυτό που έχει αλλάξει είναι η φύση της δύναμης του κράτους καθώς και τα μέσα άσκησης κρατικής εξουσίας.

9.5 ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΑΡΧΗΓΙΑΣ: ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΗΓΕΜΟΝΙΑΣ Ηγεμόνας είναι ένα πλούσιο και δυνατό κράτος το οποίο αναλαμβάνει την οργάνωση της

ΔΠΟΙ μέσω της παροχής ασφάλειας, θέτοντας και επιβάλλοντας "τους όρους του παιχνιδιού" υπό τους οποίους κράτη και αγορές αλληλεπιδρούν. Τα κίνητρα του ηγεμόνα είναι το πιο σημαντικό σημείο. Λειτουργεί ο ηγεμόνας με γνώμονα το κοινό συμφέρον, ή ατομιστικά με απώτερο στόχο την ενδυνάμωση του πλούτου και της δύναμης του καθώς και την δημιουργία σχέσεων εξάρτησης προς το πρόσωπο του; Ή είναι ο ηγεμόνας απλά ένα όργανο της παγκόσμιας καπιταλιστικής τά-ξης για να περιορίσει τη δυναμική του προλεταριάτου;

Αν και υπάρχουν διαφωνίες σχετικά με τον τρόπο συμπεριφοράς του ηγεμόνα, υπάρχει σύ-γκλιση απόψεων αναφορικά με την σημαντικότητα ενός ηγεμόνα. Συνήθως, αλλά όχι πάντοτε, περίοδοι ηγεμονικής διακυβέρνησης είναι συνυφασμένες με περιόδους ειρήνης και ευημερίας. Σε περιόδους όπου καμία χώρα δεν υποτάσσονταν στις διεθνείς υποχρεώσεις της ηγεμονίας, κύριο χαρακτηριστικό ήταν η αναρχία.

Πολλοί είναι εκείνοι όπου αναρωτιούνται κατά πόσο οι ΗΠΑ έχουν τη δυνατότητα να κυρι-αρχήσουν στη διεθνή πολιτική οικονομία. Τα ερωτήματα κυρίως περιορίζονται στις ικανότητες των ΗΠΑ, αλλά και στο ποιος δύναται να λειτουργήσει ως ηγεμόνας σε περίπτωση όπου οι ΗΠΑ στερούνται των ικανοτήτων ή δεν επιθυμούν να θέσουν του όρους της διεθνούς πολιτικής οικο-νομίας.

Αρκετοί είναι οι αναλυτές που πιστεύουν πως οι ΗΠΑ έχουν εισέλθει σε μια περίοδο 'απόλυτης πτώσης', εννοώντας πως οι ΗΠΑ είναι αρκετά αδύναμες για να γίνουν στις σημερινές συνθήκες ο νέος παγκόσμιος ηγεμόνας.. Βέβαια, υπάρχει και μία άλλη μεγάλη ομάδα αναλυτών όπου υποστηρίζει πως η πτώση της δύναμης των ΗΠΑ είναι σχετική και όχι απόλυτη (relative decline). Αυτό σημαίνει πως ακόμα και αν οι ΗΠΑ δεν έχουν χάσει την δύναμη και τον πλούτο τους, άλλες χώρες τις έχουν φτάσει δημιουργώντας ένα πλουραλιστικό ή πολυπολικό διεθνές πε-ριβάλλον. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και ίσως η Κίνα θα μπορούσαν να σταθούν δίπλα στις ΗΠΑ, οι οποίες αν και εξακολουθούν να αποτελούν μια από τις σημαντικότερες δυνάμεις στα πλαίσια της ΔΠΟΙ, ο ρόλος τους είναι διαφορετικός από αυτόν του ηγεμόνα. Το γεγονός πως άλλες χώρες έχουν εισοδήματα ίδιου ή και μεγαλύτερου μεγέθους, από τις ΗΠΑ, καθώς επίσης και η θέση της Ιαπωνίας αλλά και της Ε.Ε στο διεθνές εμπόριο και στις αγορές κεφαλαίου και χρήματος μειώ-νουν την δυναμική των ΗΠΑ.

Πέρα από τις δύο παραπάνω προσεγγίσεις υπάρχουν και εκείνοι όπου επιμένουν πως οι ΗΠΑ εξακολουθούν να κατέχουν την κυρίαρχη θέση στα πλαίσια της ΔΠΟΙ, θεωρώντας πως εί-ναι οι μόνες οι οποίες παγκοσμίως έχουν την μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη (hard power).

Το βασικό ερώτημα που κυριαρχεί στην ΔΠΟΙ είναι κατά πόσο οι ηγεμόνες είναι το αποτέ-λεσμα σύμπραξης μεταξύ των αρχηγών των κρατών ή είναι απόρροια συνεχών πιέσεων όπου α-ναγκάζουν τα κράτη να αποδεχτούν τον ηγεμονικό ρόλο κάποιου άλλου κράτους.

9.6 ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ: ΤΕΣΣΕΡΑ ΣΕΝΑΡΙΑ Είναι πραγματικά δύσκολο κάποιος να προβλέψει την εξέλιξη της ΔΠΟΙ. Σε αυτή την ενό-

τητα θα παρουσιάσουμε τέσσερα σενάρια σχετικά με την πορεία της ΔΠΟΙ στο μέλλον. Σενάριο 1: Ο Θρίαμβος του Παγκόσμιου Φιλελευθερισμού Υπό την υπόθεση πως η παγκοσμιοποίηση θα συνεχιστεί για τα επόμενα 25 χρόνια, ο κό-

σμος μπορεί να είναι πιο πλούσιος, μα ταυτόχρονα θα είναι και πιο άνισος, μιας και οι αγορές

Page 69: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 67

παράγουν πλούτο αλλά δεν ενδιαφέρονται για την δίκαιη κατανομή του. Μπορεί επίσης ο κόσμος να είναι οικονομικά πιο ασταθής, συνοδευόμενος με ποικίλου χαρακτήρα κρίσεις (κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές).

Αναφορικά με θέματα ασφάλειας, σε αυτό το σενάριο τα κράτη θα είναι τόσο αλληλοεξαρ-τώμενα στα πλαίσια των οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων ώστε οι επιπτώσεις ενός ενδε-χόμενου πόλεμου θα έχουν τεράστιες αρνητικές συνέπειες, καθιστώντας τις πολεμικές και άλλου τύπου διαμάχες σπάνιες. Δεδομένου όμως της στενής σχέσης μεταξύ παγκοσμιοποίησης και ανι-σότητας, οι διαμάχες μπορεί να πάρουν την μορφή εγκληματικών και τρομοκρατικών ενεργειών μεταφέροντας το πρόβλημα της ασφάλειας σε ένα άλλο επίπεδο.

Σενάριο 2: Εργάτες και Ενοποιημένος Κόσμος Στα πλαίσια ενός παγκόσμιου καπιταλισμού τα στοιχεία της ανισότητας, της εξάρτησης και

της εκμετάλλευσης είναι εμφανή. Πολυεθνικές εταιρείες δημιουργούν διαμάχες μεταξύ των κρα-τών για το κεφάλαιο, την τεχνολογία και την τεχνογνωσία αλλά και τις εργασιακές ευκαιρίες που αυτές προσφέρουν. Υπό αυτές τις συνθήκες τα κράτη βρίσκονται σε έναν αγώνα δρόμου, παρο-χής προνομιακών συνθηκών στους ξένους επενδυτές μέσω μειώσεων στους φόρους, στους μι-σθούς, στους περιορισμούς για την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά και των εργαζομένων (απελευθέρωση μισθών, κατάργηση των εργατικών συνδικάτων).

Η δημιουργία ενός παγκόσμιου εργατικού σωματείου, μπορεί να εξισορροπήσει τις πιέσεις των πολυεθνικών, δημιουργώντας ένα εντελώς νέο πλαίσιο συζητήσεων για θέματα παραγωγής, χρηματοδότησης, γνώσης και ασφάλειας.

Σενάριο 3: Η Επιστροφή του Εθνικισμού Η παγκόσμια κρίση κατά την δεκαετία το 1990 προβλημάτισε αρκετούς οπαδούς της πα-

γκοσμιοποίησης. Ένα νέο κύμα αντιδράσεων ξέσπασε σε εθνικό επίπεδο, καθώς τα κράτη ένιω-θαν να συμπαρασύρονται από πολιτικές επιλογές άλλων χωρίς να έχουν την δυνατότητα να επέμ-βουν και να διορθώσουν τις ατέλειες των αγορών.

Η κρίση της δεκαετίας του 1990, καθώς και άλλες μελλοντικές κρίσεις μπορεί να στρέψουν το ενδιαφέρον σε πολιτικές προστατευτισμού. Η επιστροφή στον εθνικιστικό μερκαντιλισμό δεν θεωρείται πλέον ένα απίθανο αποτέλεσμα μιας παγκόσμιας κρίσης. Μια τέτοια εξέλιξη θα σημα-τοδοτούσε το τέλος του παγκοσμιοποιημένου φιλελευθερισμού και τη δημιουργία μεγαλύτερων εντάσεων στα πλαίσια της ΔΠΟΙ.

Σενάριο 4: Απρόβλεπτες Εξελίξεις Πολλές απρόβλεπτες εξελίξεις θα μπορούσαν να ανατρέψουν τα σενάρια όπου αναφέρθη-

καν παραπάνω. Ένα απρόβλεπτο σενάριο είναι η επανεμφάνιση ενός διπολικού συστήματος α-σφάλειας, όμοιο με αυτό που χαρακτήριζε την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Πολλοί αναφέρο-νται στη λήξη του Ψυχρού Πολέμου δίχως να λαμβάνουν υπόψη την πιθανότητα ενός νέου πολέ-μου. Αν και η Σοβιετική Ένωση πλέον αποτελεί παρελθόν, η Ρωσία παραμένει μια σημαντική δύναμη πλούσια σε φυσικό και ανθρώπινο κεφάλαιο. Είναι επίσης εξοπλισμένη με έναν σημαντι-κό αριθμό πυρηνικών όπλων. Μα ακόμα και αν η Ρωσία δεν αποτελέσει την έκπληξη, τότε ίσως η Κίνα αιφνιδιάσει την παγκόσμια κοινωνία. Εάν οι πολιτικές και οικονομικές σχέσεις της με την Δύση χειροτερέψουν, τότε η εμφάνιση μιας νέας μορφής Ψυχρού Πολέμου δεν είναι καθόλου απίθανη.

Μια άλλη απρόσμενη εξέλιξη είναι η επανεμφάνιση του ΟΠΕΚ ή κάποιου άλλου σχετιζό-μενου με πρώτες ύλες καρτέλ. Αν και η δύναμη του ΟΠΕΚ έχει μειωθεί από την δεκαετία του 1970, η σημερινή εξάρτηση σε εισαγωγές πετρελαίου των περισσότερων χωρών είναι μεγάλη, ώστε η εμφάνιση ορισμένων απρόσμενων οικονομικών και πολιτικών γεγονότων μπορεί να κα-ταστήσουν τον ΟΠΕΚ κυρίαρχο παίκτη στη ΔΠΟΙ.

Page 70: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 68

Προτεινόμενη Βιβλιογραφία

Γκρέϊντερ, Ο (1999) Ο Μανιακός Καπιταλισμός, Καστανιώτης Dos Santos, Th. (1970) The Structure of Dependence' AER, 60, pp. 231-236. Friedman, M (1982) Capitalism and Freedom, University of Chicago Press Galbraith, J.K (1987) The New World of Adam Smith and John Maynard Keynes, in Galbraith, J.K (1987) Economics in Perspective, Bostsom: Houghton-Mifflin Gilpin R. (1987) Η Πολιτική Οικονομία των Διεθνών Σχέσεων, Gutenberg Hayek, F (1944) The Road to Serfdom, University of Chicago Press. Kent, M and P. Minford (1987) 'Mrs Thatcher's Economic Policies, 1979-1987' Economic Poli-

cy, October, pp. 57-102. Keynes, J.M (1963) Essays in Persuasion, New York, W.W.Norton Kindleberger, Ch. (1970) Money and Power: The Economics of International Politics and the

Politics of International Economics (New York: Basic Books). Kuttner, R (1991) The End of Laissez-Faire, Knopf. Lenin, V.I (1939) Imperialism: The Highest Stage of Capitalism, New York International Pub-

lishers. Strange, S (1988) States and Markets: An Introduction to International Political Economy, Ba-

sil Blackwell. Thurow, L (1991) Head to Head: The Coming Battle Among Japan, Europe and America. Wallerstein, Ε. (1974) 'The Rise and Future Demise of the World Capitalist System: Concepts

for Comparative Analysis' Comparative Studies in Society and History, 16, pp. 387-415.

Page 71: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 69

Αναλυτικά Περιεχόμενα

1 ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ........................................................................................... 1 1.1 ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΈΝΝΟΙΕΣ ........................................................................................... 1

1.1.1 Τι είναι η Διεθνής Πολιτική Οικονομία ................................................................................ 1 1.1.2 Τι είναι λοιπόν η ΔΠΟΙ; ........................................................................................................ 1 1.1.3 Θεμελιακά στοιχεία της ΔΠΟΙ .............................................................................................. 2 1.1.4 'Πλούτος και δύναμη'. Πεδίο Έντασης Μεταξύ Κράτους και Αγοράς .................................. 3 1.1.5 Οι διαστάσεις της ΔΠΟΙ ........................................................................................................ 4

1.2 ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ............................................................................................. 5 2 ΜΕΡΚΑΝΤΙΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ .............................................................................. 6

2.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ....................................................................................................................................... 6 2.2 ΜΕΡΚΑΝΤΙΛΙΣΜΟΣ ΩΣ ΙΣΤΟΡΙΑ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ , ΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ .................................................. 7 2.3 ΜΕΡΚΑΝΤΙΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ- ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ...................................................................... 8 2.4 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ: Η ΠΡΩΤΗ ΦΑΣΗ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΤΟΥ ΜΕΡΚΑΝΤΙΛΙΣΜΟΥ .......................... 9 2.5 Η ΆΝΟΔΟΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ-ΜΕΡΚΑΝΤΙΛΙΣΜΟΥ .................................................................................... 11

2.5.1 Παράδειγμα Νέο-Μερκαντιλιστικής Πολιτικής .................................................................. 11 2.6 ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΑΜΥΝΤΙΚΟΣ ΜΕΡΚΑΝΤΙΛΙΣΜΟΣ ............................................................. 12 2.7 ΒΑΣΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ............................................................................................................. 13

3 H ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ............................................................................................................... 15 3.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ..................................................................................................................................... 15 3.2 ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ................................................................................. 15 3.3 Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ ...................................................................... 16 3.4 ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ...................................................................... 17 3.5 Η ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΑΠΟΨΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ..................................................................... 18 3.6 Ο ΒΡΕΤΑΝΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ ΤΩΝ ΣΙΤΗΡΩΝ .......................................................................................... 19 3.7 JOHN STUART MILL ΚΑΙ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ ....................................................... 20 3.8 Ο ΠΟΛΕΜΟΣ, Η ΎΦΕΣΗ ΚΑΙ Ο KEYNES.......................................................................................... 20 3.9 ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΣΜΟΣ:H ΑΝΑΖΩΠΥΡΩΣΗ ΤΟΥ ΚΛΑΣΙΚΟΥ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ .................................... 22 3.10 ΡΗΓΚΑΝ, ΘΑΤΣΕΡ ΚΑΙ ΟΙ ΝΕΟ-ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΟΙ ............................................................................... 22 3.11 H ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΑΠΟΨΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΓΕΜΟΝΙΑ ................................................................................ 23

4 MARX, ΛΕΝΙΝ ΚΑΙ Η ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ................................................................................... 26 4.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ..................................................................................................................................... 26 4.2 MARX ........................................................................................................................................... 26

4.2.1 Ο Marx και η Κρίση του Καπιταλισμού.............................................................................. 27 4.3 ΛΕΝΙΝ ΚΑΙ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΣ .......................................................................................................... 28

4.3.1 Λένιν και Διεθνής Καπιταλισμός ........................................................................................ 30 4.4 ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ .................................................................... 31

4.4.1 Η Θεωρία του Σύγχρονου Παγκόσμιου Συστήματος (ΣΠΣ) ............................................... 31 4.4.2 Η Θεωρία της Εξάρτησης .................................................................................................... 32

5 ΟΙ ΔΟΜΕΣ ΤΗΣ ΔΠΟΙ ............................................................................................................................ 34 5.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ..................................................................................................................................... 34 5.2 Η ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ............................................................................................................. 34 5.3 ΤΡΕΙΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ ................................................................................ 35 5.4 Η GATT ΚΑΙ ΤΟ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ...................................... 37 5.5 ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΣΤΟ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ...................................... 38 5.6 Ο ΓΥΡΟΣ ΤΗΣ ΟΥΡΟΥΓΟΥΑΗΣ ΚΑΙ Η ΠΟΕ ..................................................................................... 39

Page 72: Διεθνής Πολιτική Οικονομία

Σ Ε Λ Ι Δ Α | 70

5.7 ΕΜΠΟΡΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΜΕΤΑΞΥ ΒΟΡΡΑ-ΝΟΤΟΥ .......................................................................... 40 5.8 ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΑ ΕΜΠΟΡΙΚΑ ΜΠΛΟΚ .............................................................................................. 41 5.9 ΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ .................................................................... 42

6 ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ................................................................................................. 43 6.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ..................................................................................................................................... 43 6.2 ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ .................................. 43 6.3 ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΑ ΧΡΥΣΟΥ .................................................... 44 6.4 Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ ................................................................................................ 46 6.5 ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΟΥ BRETTON WOODS ..................................................... 47 6.6 Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ BRETTON WOODS ........................................................................................ 48 6.7 ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΩΝ ΚΥΜΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΙΣΟΤΙΜΙΩΝ ................................................... 49

7 ΧΡΕΟΣ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ............................................ 51 7.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ..................................................................................................................................... 51 7.2 ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ........................................................................................ 51

7.2.1 Η ανατομία μιας κρίσης στο ισοζύγιο πληρωμών ............................................................... 52 7.3 Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΟΜΗ ............................................................................. 54 7.4 Η ΚΡΙΣΗ ΧΡΕΟΥΣ ΣΤΙΣ ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΜΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ........................................................................ 55

8 Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΔΟΜΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ........................................................................................................ 58 8.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ..................................................................................................................................... 58 8.2 Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥ ΨΥΧΡΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ............................................................................................ 58 8.3 Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΜΕΤΑ ΤΟ ΨΥΧΡΟ ΠΟΛΕΜΟ ................................................... 59 8.4 ΟΙ ΒΑΣΙΚΟΙ ΠΑΙΚΤΕΣ ΣΤΗ ΝΕΑ ΔΟΜΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ....................................................................... 61 8.5 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ........................................................................................................................... 63

9 ΕΣΤΙΕΣ ΈΝΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΔΠΟΙ ΚΑΙ ΣΕΝΑΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ................................................................. 64 9.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ..................................................................................................................................... 64 9.2 ΕΘΝΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΈΝΑΝΤΙ ΔΙΕΘΝΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ................................................................. 64 9.3 ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΈΝΑΝΤΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ..................................................... 64 9.4 ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ Η ΟΜΟΙΟΓΕΝΕΙΑ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ............................................................... 65 9.5 ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΑΡΧΗΓΙΑΣ: ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΗΓΕΜΟΝΙΑΣ ..................................................... 66 9.6 ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ: ΤΕΣΣΕΡΑ ΣΕΝΑΡΙΑ ................................................................................................... 66