Download - Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Transcript
Page 1: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

'WRf"*"' "" r • ιιί το Τ · ·.; >ς ft ,- η "Κ Κυβέρνησης

%... !».<?. Ρ

'οϊιπάμενος — •(οτββηττιγράφω»

I I ΤΗΣ Κ Υ Β Ε Ρ Ι ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡ

Ν Α Υ 1986 ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ

Ο Π Ρ Ο Ε Δ Ρ Ο Σ ΤΗΣ ΒΟΤΛΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

ί>3 του Λ' Ψηφίσματος της 6ης Μαρτίου 1986 της ΣΤ

π α ρ α γ γ έ λ λ ο υ μ ε

όκληρο το κείμενο του Συντάγματος στην Εφημερίδα της Λ' Ψήφισμα της 6ης Μαρτίου 1986 της ΣΤ' Αναθεωρητική Οηκε στο Φ.Ε.Κ. 22 Α'/12.3.1986 που έχει ως εξής :

ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΕΑΑΑΑΟΣ

ΕΙς τό όνομα της Άγιας και 'Ομοουσίου και 'Αδιαιρέτου Τριάδος

Ή Ε' Άναϋεωρητική Βουλή χων Ελλήνων

Ψ η φ ί ζ ε ι

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ Βασικοί! διατάξεις .

ΤΜΗΜΑ Α' ρφή xoG πολιτ€ύματος

"Αρθρον 1 ευμα της Ελλάδος είναι Προε-3ουλευτική Δημοκρατία. -οΰ πολιτεύματος είναι ή λαϊκή

'. έξουσίαι πηγάζουν έκ τοϋ Λαοϋ > αύτοΰ και τοϋ "Εθνους, άσκοϋν->όπον ορίζει τό Σύνταγμα.

"ΛρΟοον 2 V-,! Λ Trnnrr-rnnlri. τ/ίζ άξί^ς Τθ5

2. Ή Ελλάς, άκολοι γνωρίσεως κανόνας του διώκει την έμπέδωσιν τη νης, ώς και τήν άνάπτυξ μεταξύ των λαών και τι

ΤΜΗ Σχέσίις ίκκλησι

"ΛρΟρ

1. 'Επικρατούσα Οργ ή της Ανατολικής OpOc κλησίας. Ή 'Ορθόδοξος κεφαλήν γνωρίζουσα τό' Χριστόν, υπάρχει άναποσ τικώς μετά της έν Κ ων και πάσης άλλης όμοδόξου

Page 2: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΚΑΚΛΑΜΑΝΗΣ

Η

ΕΛΛΑΣ Ω Σ

ΚΡΑΤΟΣ , ΔΙΚΑΙΟΥ

Λ • V ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ι rr-f 1 ΕΙΚΟΣΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ

ι

Ό Γερ. Κακλαμάνης έγεννήθηκε στην Santa Maura τών 'Ιονίων Νή-σων. Έφοίτησε σε Παν/μια γιά τήν σπουδή τών Μαθηματικών καί 'Ο-ντολογικής Φιλοσοφίας. Τά ύπόλοι-πα πού αυτοί οι κλάδοι απαιτούν, προσπάθησε νά συμπληρώση καθ' «εξιν άποδεικτικήν» έν τω μέτρω τών δυνατοτήτων του δι' αύτοδιδαχής. Και τα συμπληρώνει ακόμη. 'Από τοϋ 1968, μέ μιάν μικρή διακοπή κατά τήν περίοδο τών Συνταγματαρχών, ζή στό 'Εξωτερικό. Ή σχέση του μέ τήν 'Ελλάδα είναι φυσιολογική, ήγουν υ-φής συγγραφικής καί λογικής. 'Από τά εργα του κυκλοφορούν επί-σης: «'Επί τής Δομής τοϋ Νεοελληνι-κού Κράτους» (β' έκδ., 1990, «'Εκ-δόσεις τοϋ Εικοστού Πρώτου») καί «Ή 'Ανατολική Μεσόγειος ώς Ευ-ρωπαϊκή Ιστορία».

Page 3: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ΠΡΟ ΟΙΜΙΟΝ «Ήμεϊς ζητοϋμεν έν τη 'Ιστορία ιδέας περιεκτικός, ούχί δέ όχλον ονομάτων»

ΣΠ. ΖΑΜΠΕΛΙΟΣ

"Αρα ούχί καί δχλον έννοιών... Τό κείμενο τούτου τοϋ βιβλίου δεν είναι κείμενο θεωρητικών αναζητή-

σεων. Είναι ένα άπλό κείμενο παρουσιάσεως κάποιας είκόνος καί Spa Αποτέλεσμα μιας σύντομης γραφής. Κανονικά δεν θά έπρεπε νά ύπάρχη καμμιά βιβλιογραφική παραπομπή σ' αύτό. "Αν ώς τόσο ή άρχή αυτή δεν κατέστη δυνατόν νά τηρηθη καί έμφανίζωνται ένιαχοΰ κάποιες παραπομπές — από βιβλία πού κατά τύχη ν πρόχειρα είχαμε στά χέρια μας καί γιά τόν λόγον τοϋτο όχι ίσως καί τά καταλληλότερα —, είναι γιατί ή εικόνα των πραγμάτων μόνο σέ ένα ευρύτερο πλαίσιο θά μπορούσε νά βρή την σημα-σία της.

Γιά λόγους γενικότερης συνεννόησης δηλαδή. Σήμερα πού ή Εύρώπη τείνει νά γίνη κάτι περισσότερο άπό την γνωστή

μας έννοια των τριών κρατών, ήταν έπιστεύσαμε ό καιρός νά τεθή τό έρώ-τημα, κατά πόσον ή εικόνα της 'Ελλάδος ώς κρατικού μορφώματος, δηλα-δή αύτό πού θά έδειχνε τοϋτο τό βιβλίο μέ τά στοιχεία του, μπορεί άκόμη νά συνέχιση νά άποτελή ένα σχήμα ιστορικά αποδεκτό. Τό αν ή έγκλη-ματική φύση της 'Ελλάδος ώς κρατικής ποιότητος είναι, δέν είναι ή καί πόσο είναι γνωστή στούς κατοίκους τοϋ έλλαδικοϋ χώρου, είναι ένα άνευ σημασίας έρώτημα, άφοϋ αυτοί έλάχιστα είναι σέ θέση νά πράξουν ό,τιδήποτε γιά την όποια μεταβολή του. "Αν τό μπορούσαν, αύτό θά έπρεπε ήδη νά έχη συμβή δυό αιώνες πριν. Συνεπώς, έφ' όσον υφίσταται τό έρώ-τημα, αύτό υφίσταται γιά όλους τούς άλλους πλήν 'Ελλήνων. Καί αύτοί είναι όλος ό ένεργώς πολιτικά Ανεπτυγμένος σήμερα κόσμος. Αυτός ό κόσμος γνωρίζει πρό πολλού, δτι όταν τά ανθρώπινα δικαιώματα κατα-στρατηγούνται κάπου, τότε καταστρατηγούνται γενικά. Ή ύπαρξη τών

7

Page 4: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

StsOv&v opyavian&v avm (pavspavei fj TEIVEI vd fmoSqXaari tovM%imov.To npoft^Tifta nKeov elvai, mag finopei vd djroS£i%0fj ij KT&V dvdptomvcav SiKaiafidTav. Elvat apaye (rj-rrj^ta sfvtsipiicdSiamarovfisvo, usacp fit] sid.oy&v n.%. mi npa^iKoxrujiaKolOTOplK&V SeSoflSVlOV KOI dsCOpTJTIICfjC. dnoSEl^SOg; AVTTJ SljAoStj f) KOTO-

arpaTTJyTjat) dvrfai TO voijfid njg adv KOTdaraaij fj adv e^aipear]; JJ&g6pi£ovrai siSuccoTEpa TU «avdpd>mva 8ucaid>naTa» via fiid vjispxpEOi^evrimi neiv&aa xdpa TOV Tpi'mv Koaftov Xoyov %dptv; 'H swoia «AmioKpa-TIO» sivai adv TJJV Ewoia«'IaTpiKfj»: scpapiiot^ETai sni (pvaiokoviK&v KOTU-ardaEwv. "Orav £%T] mveiq vd KOVT; ps <pvatKd mKonManam, TOTS ijim.KXr}ai] iatpiK&v Kavovav Bev elvai fiovo ^idTairj KOI imtdvSwr], dMdmi avvEtSrjTij TaapActTavia. Kaiff 'EKKdSa, §vawx&g, sivat eva iaropiKo

Td aroi%£ia TOV napovro/; BiBMov aKonovv vd Ssi^ovv dKpiB&g TOVTO:on vno oiovdijnoTE KaQsarox; mi ditoisaSfjnoTE avv&fJKsg, f\ vno-araar] Tfji; 'EkMSog napa^isvei svaq nrjxavianog SiapKovc. KOIVIOVIKOV E-YKhtlflCtTOC.. KaiEVW fl KV^EpVTjTlKJJ OVfJfJSTOXIj TtokK&V fllKp&V KOfJfjdTMV

6d unopovas vd peiticr] TTJV EYtdrjfiaTiKOTiiTa TOV eXKt]viKov KaQsar&toq(TdniKpd KOflMiTa, ajuEaa £^aprd>n£va ano TIJV yrijyo TOV i/fT)<po<p6pov, 6dsfyav kayovq vd TOV npoaE^ovv Kai'vd^ijv TOV dyvofjaovv KOTO TTJ Sidp-KSia Tfjg TETpaETiac,, dx; siOiarai...), w \iovo nov dxovue slvai ij £^aa(pdliai]Tfjg «KvBspvr)TiKfi<; n^£io\i/r](pia<;» via TTJV «acoTnpt'a» TOV Tonov!... 'AkMKvBspvrjTiKEg nteio\i/ri<pieg aTijv 'EKMda fmfjp^av KOT ' s&xijv. Kaiftdlt-ara, av aK£<p0ovns TO nETanoteniKd Ka6sar6g T&V Buov KOI voQswv, a%£-86v%a)pi<; mvevav E^EY%O. IlapaTrjpovf^ ofuoc; ttrnfuadv ai&va T(6pa, onavT£(; oyi fiovov 8sv USaaav Kdnow iaropuco djtOTElsa^ta, dAAd fJ£%pic;ctVTij TIJV ariynfj SEV enayav vd dSijyovv TOV wno and Kptai} ae Kpiarj. Oi«n^£io\i/rj<pi£g»... AUTO nov mvsvac, nohnKog SEV 9d f/Tav SiaTsOEifiEvog vd'nfj amvg \inj<pO(p6povg TOV Eivai dKpiB&g 6,n nporiOetai vd dnoSEi'^rj TO

BiBMo TOVTO: on TO npoBkrma SEV BpioKETai arig «nA£ioij/iig>i£C,» KOI TO«£KXo~fim npoypdfinctTa», aXM anjv SimiaKij vnoaraari TOV ^Ir/viKovKpdmvg. Kai'av f/ So^irf TOV &ATJVIKOV SIKUIOV elvai TETOIU, SOTE vd i%a-apafa'fy Tig «rtfaio\i/ri(pi£g» aTijv BovAij (TdBaOvrEoa iaropim ahia 6d miSovftE aro KEifisvo Tov BiBMov), Eivai dKpiB&g yi ' amov TOV hoyo nov TOmOs Kon^a £p%6n£vo anjv E^ovaia KUI vnoKEifjsvo aTijv vofioOsaia avTfielvai fiadijfiaTiKcag vno%p£6)fi£vo vd tcdvt) TO iSia fis TO npoijyovfjEvo. 'A-noTE^sa^ia, amo dxpiBag nov mojEVEi anonr/pag oKog 6 E^ijviKdg kaog,%a>pig KaQokov vd Kdvrj M6og anjv npd^tj: nag oKa TO Ko^iftaTa elvai TO1810... 'H dvan<piaBrjnin] avnj aXfjBsia dyeiketai aro yeyovog, on f) EKO-

Page 5: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

GTOTS BovA.fi dnorcdpETai and TOV had neaqt Tfjg StotKijoyg — Smog afar]m0op%£rai and TIJV vo^oQema —, SOTS TsXiK&g vd ^sTaftd^XsTai as GV-vrexvia eni jtoviftou fidoecog. "Exacts SrjAaSij cmjv 'EAMSa nidv avvsyr\ SiKTOTopia, fj onoia ank&g Kcdvnrsi TJJV (pvarj rrfg fisatp T&V

wniK&v «£Kkoya>v». Movsg oistdoysg dig GKTjvodsnjfta OEV dpicovv fls/fata,yidvd xapatcrripiaovv sva mOsGrag (og A rjfiOKparia. 'EacoTspiKsg tidoyegEXOVV oAar ra oloKlr/panKd mfam&m. AVTO nov yapcnctiqpi&i TIJV STJ-

g, slvai 6 KaO ' rjftepav a^isaog KOIStofia]o7)g psaa Tfjg vofioQeaiag. Elvai avro nov us

ailo ovojua hepe «dv9p6mva 8iKam^iam» fj «SiKaia>naTa TOV noMrt)»... 'HsXXr\viKt} vojjofaai'a slvai Sfuog TETOIU, SOTS dicpifi&g vd fynoStfr] tcaimTdnpa^iv vd dnayopsvq amo TO npayna. Uoid slvai r) iSsa nov EXOVV OAOIoi "EMrjvEg nspi sUrjviKov Kpdmvg mi StoiKijascog, Ssv xpsidfsTai vd

. Eivai o^uag dnapaiTTfTo vd ovfinATjpwacofis, on oi Sitcaorsg auid idTO j^epovv. 'Hsvdvvrj SrikaSrj Ssvpapvvsi ftovo wvg nokmKovg-

avmi K&nov aKkov orrjpi^ovrat. 'H 'EKKdSa sivai ij fiovrf x®P<x, onov TOdvs^dpTTjTov Tfjg Aimioavvrig (and TIJV asKTEfaanKfj s%ovaia») sivai TUV-TOOTjfiov HE TO dvs^eXejKTov T&V SiKaarrjpicov. 'E% ov KOI 6 xapaiaripi-ofiog Tfjg AiKaioavvrig <ag «Kdorpov» (swoshai (Ssfkua dnopOrfTov mi d-dianspaarov...)!!! 'AIM yvapi&HE tpvaim on ia npayiaam Ssv finopovvvd sivai ETOI. 'H SiotKr/niaj dvE^ap-njat'a Tfjg Aimioovvrig mQoKov Ssv

TO KOIVCWIKOK; dvs!;sksyKTOv avrfjg, dlhd TO dtcpifiaJg dvridsm. 'OTWV SimaT&v dnayopsvsTai vd yivsTai and mvg vnovpyovg KOI

sg, SIOTI svanoKEiTai orfjv nvsv^anKfj s^ovoia, SrihaSr] arf]v oia-vorfari mOs Xaov. Td napaSst'y^aTa mvZoka mi TOV NToaroyiscpaKV elvaidpKETd ytd vdfjag vnsvdv^iiaovv TO npayfia. Kai^pvo rd ysyovog on arrjv'EXMda jusTanoASftucd unfjpg'av Sfcsg TspaTOvpyfyaTa x^P^ K&v fyvo$qxovfjg [uag SiavdrjoTjg (mQriyriT&v, aKaor\^aiK&v, slsvOspav Siavoovfis-va>v K.hn.), sivai dicpiflcog f) dnoSsi^T) o~s nowg ovvOfJKsg fisaa fanoupysif\ Aimioavvri KOI yian avTfj sivai fts%pt OTJfispa... «mcrtpo»!KdOs SX'ko ftsfiaia napd o s2syxog Tfjg AiKaioovvrjg «vofiiKsg yvd>o~£ig»dnaiTEr EKEI nov «dnaiwvvrai» Tsroisg «yv(basig» sivai siSim arig KOIVCO-viKsg SiKraTopisg, onov mifj 'EAMSa vndysTai. To av^iid syKvog yvvaimnov OKOWVEI TO natSiTJjg TsAfj vno Tig avvdfjKsg tpvaiokoyiKov dvdpcanovKUTU TTJV SidpKsia Tfjg syicv{ioo~vvtig, &GTE vd Simo-Ofj /us mvg avvijOstgvopovg — £pd)TT]fia nov eOscs o NToaroyiEcpma) icdnoTE —, Ssv sivai sp<a-

«vo/uiKd)v yvd>as6)v»...

To ds^a nov npoanaOovfts vd OSGCOHE ps TO tcsifjsvo TOVTO elvai, KOTO

Page 6: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

noaov auTJj f\ TO^JJ npay^diav, unopei vdpeaa OTJJV (rryiEpivjj SidTa^Jj TOV Koanov. KoivcoviKsg KaiiaropiKEg EpfJJj-vsvasig TCOV vnapxovrcov npayftdTCOv ext%siptfaafte as &Ma ftiftAfa nag • s8&fjag £<pdvT]K£ on fUEpim and amd snpsne vd id s&maaiiE nohriKdytepaKdncog. Kai mvro, fis^aia, sE, airiag T&V ami%£icov nov «EWXE» vd £%a)/j£ard %£pia juag — ami%£ia mid naaav mOavoujTa iiovaBim...

'O avyypa<p£ag TOVTCOV T&V ypa^Sv vndyemi dg TJJV Karjjyopi'av T&VavOpanmv EKSWCW nov §EV mTdXaffav nms mvg n' da 'nfj «"EMijv», «"E-6vog», «F£vog», «P(Dnrjoovvr]» K.Xn. Tonovo nov mM tcaTdhajk Eivai, onttovyuog amd TO npdynaTa mnoiav vnonrri mmaraaT] ipnaiynov ivsfyavyid oaovg £TV%aiv£ vd ra xprjoifionotouv mivd TO tntKakovvrai. 'E/uraiy-

npog mvg akkovg SqAaSij. 'YnayonEvog 6 ISiog aefitdv Sidoraor] TOV

aro Tslog vd «dvaKcdvy/ij», on amd TO npdjuaia SEV ffaavOT£pT]fi£va niag ioropiicfjg cnj^aaiag, on vmjp^av efupopra voij^aTog endnapeXQov, SEV unopovcE o^uog vd TO svromarj (hg C,&a£q npay^aTiKdrrjTsgend nXaiata TOV avyKEKpifisvov VEOE^TIVIKOV Kpdmvg. 'EKEI nov EpteneftapvTaTr] n/V armada mvg r]rav am dtoiiajnKd avufoka TOV Kpdmvg:a(ppayi8eg T&V Srj^toaicov umjpfatSv, arspEowna nwxuov, 0%ijfiaTa Siafto-Tijpicov, arovg £i%a>vovg aToZvvrayna, arig aroMg T&V arpaTJjyav KOI T&Vopydvcov tfjg «rd^£(og». 'Honomrf mm] KaTdaraari rfjg npaynanKOTTjTogmv S6ijff£ npog m fii/iMa. Ti aXXo unopei vd ^rjytjoT; arov avdpcono avTO oaa fikEnr] yvpo) TOV dvat aaxrrd, av ft^smj aaxnd fj XaQsiiEva; TdOfyaTa o^uog Tfjg SiSaxfjg r\ vndyovrai dtg yvfomov arig pa-KpoxpoviEg SiaSimateg T&V dvEnaiaO^Tcav Soasmv (Oi dpxaioi TOVTT] TJJVaiyavrj Kai avenaiaQt]Tr\ TJJV £^£<ppa^av HE TO Oa^ianKO pf^ia«8i8daKa»>. Tsmia Eivai oXa EKEIVU TO pjjfiara TO £K<ppd£ovra SiaSiKaoisgnov £fi 6 avOpanog %a)pig vd ng KaTaXaftaivrf. "Eva aKKo TETOIO, nokvavyyEVEg arrjv PKDTIKJJ mv armaaiafiE TO np&m, elval TO «yjipdoKO)»). ToekkriviKo dficog Kpdmg cog Qe^a avmSiSa%jJg dnaiTEi npovnoOsaEig aicovio-TJjmg! 'EnoiiEvo avvsn&g JJTOV vd^aBovv nokMxpovia Efinpayfidmv OXE-ascog JJE TJJV ElljjvtKjj iSiorijTd mv. To juovo nov E^EVE vd TOV TJJV Qvfu'£jjJJTOV dnA&g fud TavTOTrjTa Kaisva Sia/ktrrjpio. KaiiSov ij «£Kn^jj^jj»: OTUVE^jjTJjaE mnoiav sfjnpaKnKCOTEpav a%£OTj HE TJJV E^JJVIKJ] iSio-njTd mv,aKoXovQ&vcag Evkafliog mvg vojuovg mv E^XrjviKov Kpdmvg Kai9&vrag marcog ng vnoddgeig Tfjg StoiKJjascog, SiEmai&ae ank&q on...PCO&JJKE! 'H nspinTcoari Koinov a^s vd {tyfj end

10

Page 7: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

"Oaoi moTsvovv on Td Sisffvcog SiaSpajuan^dfiEva SEV s%ow Kafifiia a%sariHE TTJV 'EhMSa rj on SEV Od s%ovv Kamiid sninrwari a' avnj, niarsvovvnoKv laOsfiEva. 'O koyog slvat anhog: ff SisOvrjg Koivcovia ar^spa npoona-OEI vd OsnEXuoari TIJV nskkovaa vnap^ij rrjg as KaTavrdasig nov vd nspio-pi^ovv oao TO 8vvaTov TO KOIVCOVIKO ysvSog. IE Kdnoia ftovijumEpa d£fj£-Kia nov Od avvrsMaovv as sva ^si^ova /tor6juo KaTav6r\ar]q Kai avvspya-aiag. Kai rnOag phEno^s, npdmara npownrei amr\ anjv nspio-%rj Tf]g Evpa>m]g, anjv onoiav f\ dnoTEteieva napcDXTinsvo iaro-PIKO axfjua KOI napddsijua KOIVCOVIKOV KaOsar&Tog npog dno<pupjv. Asvvndp%ovv Koinov KaTaardasig nov SEV dcpopovv arrjv 'EXMda. To npo^rf-na sivai, noao avTsg pnopovv vd avvEiSijwnonjdovv Km dno wvnjv njvfy%d)pia avvEtSTjTonoi'tjarj, iacog, vd npoaxOfj svag ysviKmspoq loyoc. Oioifuoysg nspi «s^wOsv Kiv8vv(ov» oncog Kai navrog siSovg «Kiv8vviov», slvainpoiovra TCOV dvdE^ijvcov. Asv vndpxovv KivSvvoi aXM fiovov iaropiKsgKai Spa nohnKsg avayKai6n]TSC,. 'EmSico^r] TOVTOV TOV fiipkiov slvai d-Kpiftcog vd npoftakr] njv E^TJVIKTJ Svanopcpia as sva jsviKtoTspo nlaiaioTCOV KCtipcov fiag. Kai TOVTO, amog nov T&ypayE, TO vojiifa vnarrj E&VIKTJnpoacpopd.

i, 2/Ppio? 1989 — Mdpnoi; 1990.TEP. S. KAKAAMANHS

11

Page 8: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

EIII TOY ©EMATOS

A'

'0 XirXfip, Ttpo^ eVioxoori TOO XaiKio|ioo TOO, £fys dvdyicTi vd 7tpo|kiivndTto Kavpoo dq raipov OE OEanams; MpysiE^ £0viKoo HEyaXdoo. '0 K.IlaTtavSpEou Eorfipv^E TOV SIKO TOO Xai'Kiono OE jiia |xovo XE^TI: Tf|v «'AX-Xayrj»!

ME TTJV KaTdpyt|or| -rife 6p9oypa(pia<;, £nd9an£ aon'j TTJV XE^TI OTTJV 'EX-XdSa vd Tf|V ypdcpcons HE Eva X, yid vd KaTaXfj^conE EV TsXsi (IE diacb...

oi EKXoyE? OTTJV 'EXXdSa, Kai f| TtoXiTiiai EiSiKMTspa, f|Tav jcdvraKUT' £^o%fiv 6peoypa(piaq — Sv 6xt novo Kai dicoKXEioriKd

6p0oypa(pia<;. "On OUCOQ jiia Kai jiovti XE^T] ^ornpi^E im. 6KT(& xpovia §va6X6icXtipo KaSEorcbi;, Elvai Eva yEyovoi; TOO SmpaXXa vr\v xpefa KditoicovdvaXooEwv. "Oxi Jiovo yid TO Jtooo i8EoXoyiKd dvE^oSri OJrfjp^E dvEKaOsvf| TtoXiTiKfj OTTJV 'EXXdSa. Tooo dvE^oSt), ndXiora, SOTE md KOVEVOI; OTOVKOOJIO — OUTE KOV KI aoToi oi iSioi oi "EXXr|V£i; — vd doxoXfJTai n ' auTfjv.2Tf|V TCOXlTlKTJ OOV£l8T|OT| Tfj^ OOyXPOVTl<; dv6pO)7C6TT|Tai;, f| TCoXlTlKf) 6VTO-

rnq Tfjq 'EXXdSo^ slvai Taor6oT|HT| TOO 6pvi9wvoq dvEyKEqxxXmv TITTIVOIV,jcoo Elvai dirXfj x<xoon£p£ia vd doxoXfJTai Kavsvaq HE Saorav. "Av Kai yiaTiElvai ETOI Td TtpdynaTa Kai av afrrrj f) EraqxivEia Kpopt) SXXs^ Kpioineq

— Kai Kd0£ Ti TO Kpfoino, toq yveooTov, m>\vfipsi vd800 TO SOVOTOV Kai mo fiyvcooro — , dvai 2va 0£na Ttoo SsVvd ^ETdomnE £8ro. Irmaoia EXEI OTI f| 'EXXdSa

6Xoox£pffl? duo Tiq OTiootinEKboEii; nfc ooYXPOvr|5 ioTopiag.OTrfjp^E TO vorma TTJI; «EXE00£pia9> Kai rfj^ «8T)noKpaTiaQ» TCOUSiaKripuKTiKcoQ vd Tf]<; ^aa^aXiori TO «56yna Tpoonav»: f) E^acpdviari dnoTOO lOTOplKOO 7tpOOKT|vioO. Mid «£X£o6£pfa» 6noXoyOO(l£V(fl(; ^T|X£OTf| OOO

Kai (paivonEviKd dv£^o8T|...

K. IlaTtavSpEoo SEV Eivai (paoioTa<;, ortfjp^E 5\uiK, dKpaupvrji;. Elnt: «40vncf| dvE^ap-crioia Kai oooiaXiono9>. Kai SEV ai-

13

Page 9: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Tf|v dvdyKT] vd opimi OUTS TO §va OUTE TO SXXo, dcpou afad &qow0T]p.aTa uJtdpxouv novi^co^ auyKExuiiEVa KOI dopiora orrjv ow£i8n,oT|oXrov TOW TpiTOKoaniK(5v KaTaitiEoiiEvcov. "On TEXiKax; TOUTO TO cn5v9t|naTfj<; d6piorn<; «£0vaicfte dv££apTT|oaa9> ETCTIPKEOE ax; dSidXEurrcx; cpopsu?Hia<; 6KTdxpovn,<; KomiaTucife iSfioXoyiai;, SEV uTtops! vd or|naivr| napd onoi KdToiKot TOU orijiEpivoO £XXa8iKou xcbpou EXdxiora aiaOdvovrai vd d-TtoXaupdvouv TO dyaGov T\\C, «8T)noKpaTia9> TOU SUTIKOU KOOHOU, EXdxioraaioOdvovrat IOOHETOXOI aro «£upa)JcaiK6v i8£58£9> TOU rtapovroi; Kai TOU

c;, on aura TO TtpdynaTa §M%iora mvq EyyiCouv. "On 8r|A,a8fj6d JmOunouaav vd i^aouv x®Pi? a^td. 'O K. riaroxv8p£ou £6£(0-«xapionaTiK05 f|y£TT|9> oxi ytan' EoupE TOV A.ao, dXM yiari ^aup-

Or)K£ dra> TOV Xao. 'E7i£i8r| 8 X081! ok£id>0TiK£ djtXS^ auro Ttou fj|£p£ vdditOTEXii 7taTpoJtapa86T(05 TTJV KOIVT] Kai (Ja0UTaTTi ouvEiSTicm, TOU K6anou."On TEX.IKOX; f^ CTUV£i'8TioTi autT] EXEI dK6nTi EupXT^d TTI^ TO <«paKi6Xiov»TOU AOUKO Norapa, dvai \ii& itoXu EUTUXTI? Siajtioraxni. 'H 6jtoia, &Kpi$&qJjiEiSti ^EppdoOr] Sid TOU K. Ilajtav8p£ou, \iat; JICITPETOI TOV iSiov vd TOVKaTaTd^cojiE JIETO^U TMV HEyaXuTEpaiv EXXrjvcov TtoXuiKav. '0 K. ITajcav-SpEou, ouvEnroq SE"V slvai avOpoJio? uXiKO^ dXXd Evvoia. Mid ?woia Jtou0 ' draxiTTJcni Kdjtoi£<; yfiviKraTspEg ouyxpovsi; dvaq>op&;, yid vd SiEUKpivi-aOfj ICTCO Kai oroixEicoSoK; TO vormd rr]£.

'O BEVI^XOI; ujrfjp^E 1s! nT]8£Vucr| itoXiniai TIOIOTTII; TOU v^ou EXXriviofiou,EVaq jiEya? noXmKoq EUVOUXO^, Jtou ^KaTd<p£pE (HE TOV Iva Tpono fj TOVfiXXov — oi «aitioXoyi£9> uitdpxouv Jtavra fi(p0ov£? arii; ioropfeg TWV uita-vaitruKTCov...) vd auyKEvrpcboTi oXov TOV EXXr)vion6 arr^v 'AGriva. A^TOf|Tav TfiXiKd TO dicoTEXfiona Tfji; 'EXXdSoq «Tft)v 860 T^itEipov Kai t&v JIEVTE0aXaood)v» Kai yi ' a^To TOV E%OUV ayaXfia vd TOV npooicuvavE, auroi JtouE^Eppi^cooE, atfiv itXaTEia 'ApioroT^Xou^ T\\C, ©EO/viKTi^. '0 K. Ilajtav-SpEou EKXTi&riKE djto rrjv Motpa vd jtpd^T) TO aKpifJak; dvri0ETo: vd npoo-8(boTi OTOV ouyxpovo EXXriviano TT]V x^vr) TOU ioTopucrj xpTioinoTHTa,TTIV TOOO ETtsiyouoa crquspa yid oXou^ — "EXXr)V£i; Kai \vf\. 'AlXd Kai anoHidv aXXt|v &no\\n\E 6 K. ITajtavSpEou HE rf\v TCEpiTtraxiTJ TOU ?vaUTtarov SiSay^a: on oi rcoXinKoi Jtou «8fiv EKT£Xouv» Elvai TtoXu xpT)o-in<»-TEpoi ori|i£pa djto auroui; itou «dKT£Xouv» Kai rtou KpaTouv ETOI TTIV y£\a-

jtoXiTiKT] KaTdoTaor) OTO ETtiTtESo Tfjg oTanK6Tt]Ta<; Kai TWV dOs-Tpoitfflv — aiudc, 0d iSou^ OTTIV ODVEXEIK — , arEpfivrai; THV dn6

Kai YEwalsi; XUOEI^. Ilou uitdpxouv.

Eivai jtoXu m0avov on oi avOpamoi OTO nsXXov 8sv 0d juXouv itXEOV itEpi«jtoXiTiKO)v auoTT]ndTcov», dXXd novo itspi AtinoKparia^. Ilspi

14

Page 10: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

iia^ o^ax; 8uo dScov: Tiepi ifj<; ArmoKpaTiai; EKEM^, OTCOU 9d jinopfj KOVEU;vd ^Kcppd^siai £XEU0£pa, dKOfrn Kai rtapaXoyi^onEvos, KOI rcEpi rf\q ATJUO-Kpariac; iK£ivr\q, OTCOU SEV Oaxr) KOV TO Sucaicojia vd arapteTai, vd HE"VT|

Kai avsKcppaaroi;, KI OKJTOCTO vd ujto%p£ouTai vd EKSriXcovETaiTCOU £fj OE «£X£u9£pia»... 'H TaxuTatri dXXayn K\i\imcx; TGW

5i£9vcov OXEOECOV raid TTJV TEXEOiaia ipiETia OUVETE^OE CJTTJV ditoaacpii-vicrr| dpKEifflv dno id dKpucix; ^KCpEpijiEva voiinata rfji; ^noxfji; ^05. "Evadito auid 7t.%. Eivai f| sworn (apuoi; Koa|K>9>. St^nEpa ^EpojiE on SEVuraxpxEi Eva^ YEVIKW^ Kai dopiara^ TETOVOI; K6a\ux,, dA,Xd («i8EoXoyiKW9>)5uo Kai auyKEKpinEvoi: Eva? oopiEtiKoq Ka( Eva^ dTXavrucoq. Kai Jtaparn-poojiE, STI £711 TOO Jiapovroq oi jiovoi rou nitopoOv vd EKtppd^mvrai Kai vdEVEpyoOv ^XeuOspa slvai oi XaoTtiieq TOO oopiETiKoO Tpiiou K6onou. To 6,u(ijtopouv vd rtpopdXXouv odv «aitiinata» KOTO TcoXo JiapdXoyEi; awaiaOr]-

T(ov dnaiTTJaEii;, SEV (pav£pa>v£i jiovo TO jiETpo SXEuGepiai; TOW JIE-TOO dvaToXiKoO KOOHOU, dXJid KatapyEi ISiaitEpa 7toXXou<;

djto TOU^ npoitayavSiotiKoo? nu0ou? TOU napEXOovTog TOO SUTIKOU jiaq i\-Hio(paipiou, Jtou ^7tX.Tip(&0TiKav HE ditEpavro S|o5o YEVEMV SIOVOOUHEVCOV.Oi KatajtiEan^voi, OTOV aioflavGoOv ^XEuOspoi, jtpop\iXXouv<puo£(o$ ainijiaTa TOU Tikou «vco|i{-7[ai5£ia4XEo9Epia» Kai SEVjtoiouv ouvaiaflrinaTiKfii; <puo£ox; 9inaTa OE dvujtoxcopTiTEq dnaitiioEi^ £ JIEI-youariq Hoptpfji;. TETOIO JtpdynaTa KaOoXoo SEV npoSiSouv sva JtapEX96vKaTajii£OT|i; (TOuXdxiorov TipoaqxxTou). Td orEvd SOvucioriKfji; cpuoEax; 0^-HOTa, OE iva ordSio Tf)g iaropiaq nou slvai UTIOXPECOHEVTI vd KivfJTai HEOCOuTOp£9viKG>v dpyavianc&v Kai vorjudTcov, E!VOI OsjiaTa awaioOrinaTiKfii; u-<pfjq Kai (ppiKTd SdynaTa TtoXuiKfji; uJtavaicTO^Eco?. Elvai odv v" djtauoi5-aav oi atijiEpivoi EXXrjVEi; vd dvaKt|pux9fi TO EiKdyo £XXt|viicn ^JtiKpdT

^ouv a' OUTO 7 EKOT. £XXr|viKfj<; KaTayaryfi^! Kdnax; feroi, T, Elvai Kai oi dTtaiT^OEii; TCOV dpusvicov aniv Zap. "Evcoor|. 'A-

TCOU SEV pXdjtrouv TO 1810 TO votma TWV nETappuOnicrccov EKEI,XfiiTOUpyouv ysviKmTEpa Kai £15 Pdpoq TTJI; AUOTJ^, dcpou duo rnv

v EV X6ya> HETappuOjiioEmv E^apTaTai f| XUOTJ TMV dTOiptov itpo-pXrindTov nou Papuvouv TTJV SUTIKTJ rtoXiTiKt|. Elvai ormacboEax; g^iov, OTITO 7tapaTT|poun£va OTOV oof. Tpuov KOOHO 7tpo£ia)V|«xv JIE TipcoTopouXiEi;TCOU IX^cpOrioav £K TMV avco. 'H i!5ia 8t|X. f| f]y£oia EKdXsoE TOV Tpvto-

dpjiEvio Kai TOV d^EpnTtaiT^avo vd E^iatoOfj HE TOV EupcorauovT) OT11V TtoXlUKTI OUHJiETOXTI T<&V HETttppuOnioECOV. 'AXXd aUTOi

£H7to8i^ovrai vd iSouv ord iSsoXoyrinaTa Tr\c, SOvucfji; TCOV iaropiai; — Ka9'8 TcpcbT|v 60<»naviK£5 «fiKp£9> — TO £HJt68io TTJI; TtoXiTiKfji; TWV x£ipatp£TT|-or|q. IIou m9av6v Kai vd pf\v lodq %p£id^ETai, d<pou E%OUV oXa Td TtpopXr^-

15

Page 11: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

TOUC. Xun^va... ITTJV Oswpia {JEfkiia 8X01 oi Xaoi, oXa TO Kpatri miKupEpvfjaEic. slvai Jtdvra auncpovsc.. DTTIV npafy] slvai itou TO npdy-

naTa 8ia<p£pouv (PX. n.%. V. Katamidze: «Les rencontres de Bakou»,1987).

Td ItpdynaTa OTOV SUTIKOV Tpvrov Koono, dvri0£Ta, EXOUV TTJV nop?1! £i-SuXXiaKou dv00Kt|Ttiou. lT6v KOOJIO aurov, it£8io EVOC. dSiordicrou ditouao-KpaTiKou TiapEXOovTOc,, 57tou TO Ko\ip6.naa\ia TWV Xamv KOI oiyEVOKTOvfei; 6jrfjp^av TO nova drcoSfiKTa nsoa «6\jrnXf|^» jtoXiTiKfj^,oi TtdvTEC vd Eunovpouv OE KaTdoraoT) nkr\po\x, icapa8Eioou. Touir) f| si-pf\vr\u TOU SuTiKou TpiTou Koonou 8£v nicopfii Ttapd KoitoiaTtoXu EVOXTI KOTdoTaoT| vd Kpup^ OTO paoiXfiio TT\C, SuTucfjc. n^ Aavinap-

KOI §va Ev8£iKTiKo n£iov£KTTina OK, npoc, TOV dvaToXiKov: 5n tv& 6, auroi; iinopci vd OETT) ini Tdjrr|TOi; TO onoia 7tpopXf|naTd TOU,

Xfflpi'c. auro vd TO voni?T) fa, KivSuvo auTOKaTaXuoEco^ TOU, 6 Sumoc. supv-OKETOI ujtoxp£(on£voi; vd Ttpoona&fj SiapKM^ vd dvaitapdyr) TO i!5ia ndvraTtoXiTiKd TOU 8£8on£va. M^ noio UTtEpnETpo KOOTCK;, 9d TO iSoun£ mo KOTO).

"Oooi OTIQ TpExouosq JcoXiTiKEq 5ianopq>d)OEii; TOU dvaroXiKou KoonouPXETCOUV Kajcoiav «fJTra», pXfijtouv (Jspaia TtoXu KOKO. Turn 6 n£ ioropiKdKpiTi^pia TToXmicd nsiovEKTfiv filvat f) 'AnEpiKTJ Kai oxi f) Paxjoia. Ti]vXpovoXoyiKtj dpxrj TWV TtpayndTov TtpEJtEl vd TTJV T07to0£Tiioci)|i£ or6 ETOI;1963, OTCOU KOTO d)pian£vom; ouYypaq>£i5 (W. G. Grewe) ormEwovErai n£ TdysyovoTa Tfjg Koupou; TO TEXoc. TOU yuxpou TioXsnou (PX. Gorres-Gesel.(Hsg): «Staatslexikon», lr\, Ton. 4, sp. 251 K.E.). 'Ami tfjv fiXXr| nspid,TOV ISiov auTov Kaipo SEV £X£i\|/av E^EXOUOEC. TtvEunatiKE^ 6vTOTT|T£i;, oitra^6 P. Baran, Ttou dmESEiicvuav, oiovsi na9r|n<mK(5c., on f\i TOU \|/u-Xpou TtoXsnou KOI oi n£0o8o( TOU fJTav KOT ' ouoiav TtoXuiKi] ioropiKoud8i£^68ou (PX. P. Baran: «Unterdruckung und Fortschritt», 1970). 'H rtoXi-TIKTJ aurt] §EV dvai Kdrtoio dvayKato yEyovo^, Ttou 7ipo£KU\|re \i£i& TOVTtoXEnO X6y(p TOU «OOPI£TIKOU ^Tt£KTaTtOnOU», 8TKO^ OUVTJ0COC, OEpPtpETai.

"H8r| n^aa oTd npdka xpovia TOU TtoXfinou (1942), 6 J. A. Schumpeter£ypa(p£: «Mid TETOIO (n£TaitoX£niicri) SidTa^r] TOU Koonou, 6nou oi OKOTIOIKOI TO ouncpEpovra TMV aXXrov Xaffiv TOOO novo 0d nstpoOoav, ooo 0dnTtopouoav vd KaTavoTi0ouv Kai vd Xr](p0ouv un' o\|ni OTIO tity 'An£piicT),novo ns td OTtXa 0d n^opouoE vd Ka0i8pu0fj Kai novo CMIO TT)v£Toin6TT|Ta XPI01 7101'1!01!? TH? P*o? T^v oitXwv 0d ntopouoE vd0fj» (PX. «Kapitalismus, Sozialismus und Demokratie», 6ri EK8. 1987, osX.482). 'Ev TtpoKEinEvw, SriXaSi], KOI f| 'An£piKf| n£TOtoX£niKd SEV EKanfiTIIIOT' aXXo, Ttapd vd OUVEXIOTI TTJV KXaoaiKTJ EupwitaiKTi TtoXiTiiai Ttou

16

Page 12: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

d)8rjyTia£ teXiKd oro KonndTiaouot rife EupcmTicj: vd optij] TO «£9vuc6» rncjoun<pspov Kaid TO 8oKoOv KOI oiraov KOI Kd9s dvdXoyr) dmavrnoT] SXXcovXaaw vd rnv Pa(pri£r| £0vuc6 TTJCJ «Kiv8uvo». Fid TTJV voniHOTtovncni TTJI;TCtKTiKfjcj amf\c, Tf\q £%p£ia£6T<xv (puoira Evacj dvruiaXoq...

Bepaia f| 'AnepiK^ eniwxe HETartoXeniKd K<m TO E|aip6TtKd anouSaio:vd pydXr) TOUCJ supcoKaiouq dno TVjv ETtapxiaKfj TtoIiTHcrj TOUI; vooTpoma KOIvd oTaOspoTtoifjcrn t6v KamTaXiono odv raxYKoanio auortina. AUTO 6\uac,sytvs HE Eva TEpdoTio KoivwviKo KOOTOI;, KaOcoQ 0d ISoOnE, KOI HE dnspavroaljia. Kqi novo TOU? Tto^Enom; nou E^EOicaoav (lETanoXEHiKd nsoa ord

TOU SUTIKOU Tpirou KOOHOU vd HETprjor) KOVEIQ, slvai apmo yidid dxvrj dytiXriyri TWV TipayndTcov. KOTO rf\v inoyfy TOU

JioA.£|iou, oXa Td jtavETtioTfjum TTJ^ AUOECO^ £i%av Ei8iKd TH^jiaTai £icaTonnupic)v SoXXapfov) «Totalitarismusforschung». ZTJ-

H£pa TO iSia auTd T|irinaTa XEnoupyouv ax; Tui'juaTa «Terrorismusforsch-ung». Ti 6d Trfj opiiK, Terrorismus; Oi EWOIEI; «TponoKpaTia», «dvriOTaoT|»(Widerstand), «KpaTiKf| TponoKpaTia» (Staatsterrorismus) KOI «8iKaieona d-VTioTdo£(o<;» (Widerstandsrecht) SEV ETtiSexovrai dvtiKEiHEviKO opiojio, 816-TI E^apTfiTai dno Ttoid 67micri ywvia Kptvei KavEiq. To yEyovo^ o\utx; an f\» TfJQ TpOHOKpttTlOi; OTTIpi^ETCU OTOV iSlOV 0£0)pT|TlK6 (pOpEQ JlOU

Eonipi^oTav Kai f| «£p£uva» jrcpi 6k)KXiipo)Tionou, 8riXa8fi OTrjv «£7ti0£Ti-KornTa» (Aggression) TOU dvGpcbicou, (pavEpmva OTI TO nkaiaia. Tfjg HETaito-

icoXiTiKfji; &c, npoc, TOV SUTIKOV Tpnov KOOHO napanEvouv dvaX-

AEV 6d da%oXTi0oOn£ 48ffi JtapanEpa (is TO 9£(Opr|TiK6 U7t6pa6po TOJV OECO-piwv aurav. 'H O%£TIKTJ pipXioypa(p(a Elvai dTtEpavrri, ysyovoq OTO 6icoiovOUVETEXEOE Kttl f\J TCaV/HiaKfj EKpTl^T) KUT

TOU '60 — EKpTj^Tl 6<()ElX6n£VT| KOTQ KUplOV X6yO OTTJV OXETIK11

Tfjq Auosox; dito Tiq 8iaoTT]niK£5 £7tiTu%iEq Tfflv oopieTiKffiv (pX. G. Pflug:«Bibliothek und PoUtik», EI<; Z/Schrift fur Bibliothekswesen und Bibliogra-phic, 35 3. Gang, Heft 3, osX. 239 K.E.)- "Eva djroT£X£a(ia Tfjq £Kpri|r| auTfjqfJTav f) TtXtiOcopticn dvaTrru^T) Trav 8£UT£p£uouor|q (puoEfl)^ £7tioTnnoJv, OTCOX;f| <Pu%avd>.uoTi KOI f| KoivwvioXoyia, TCOU S8cooav anETpri ipcxpr\ na-pajtdvco «£p£uv£9>. BaaiKTJ S0r|OT| TOO oooiaX-SappivionoC OTI^ «£p£uv£9>aM^ I8(oc£ djto TO 1963 KI £8(5 TO K^aoaiKo p\pXio TOU K. Lorenz «T6£7iovona£6n£vov KOKOVW (Das sogenannte Bose). Mid TtaA-aioTEpr] VariationTTJQ orinEpivfi^ «Terrorismusforschung» fJTav f) «£psuva rav ouyKpouo£(ov»(Konfliktsforschung). Kai ETII TT)^ iSiag Hyo-7toXu pdcrnq: 6^1 dvdXuor) TWViaropiKfflv TCETtpaynEvtov, Ttou Elvai oi K<XT ' ouoiav aufei; yid TIC; Suvdjia f|EVEpysia ouyKpouaEicj, dXA.d dvacpopd OTQ KaTd TO SUVUTOV dTipooSiopioTa

17

Page 13: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

«\l/uxoAoyiKd» KCU «Koiv(ovaoAoyiKd» CTTOixEia, icou OUTE ouvriyopoCv OUTEdrtoKAEiouv TIC. ovyKpouasic, fiTcopoOv oncoc vd TIC SiKaioAoypoouv KaTd7l£pl7UTWOT|. 'H TCpaKTlKTJ TTJC ETCiaTJUOU TCOAlTlKTJC Kd0' OAO Olkd TO XPOVUX

Elvai f| TdKTlKfj TWV «OUyKpOUCJ£WV JC£plWpiaH£VT|C. EJIPEAEIOC)). ST^V ' A(ppl-

KT\ 7tapa8£iynan drcd TO '60 Kt £8w ujrfjp^av JiEpiaaoTEpEc duo 25TETOIEC auvopiaKEC ouyKpouasic. ME TTJV oTiHEpivrj SidAEKTO, 6 dAfSav6c.Tfj^ TiouyKooAapiai;, 6 iv86^ Tfjg Ipi AdvKa, 6 KoupSoc fj 6 TtaAaiorivioi;slvai «T£ppopiaT£c;»...

ME Aiya Wyia, TO icupio HEpog Tfjg (lETaTtoAEniicfj^ TtoAuiKfji;cpiag KOI TTJI; dvriCTToi'xou Ttav/ntaKfjc. EPEUVTII; OTI^V Auor|, Elvai yid TOUC.TOTCIKOOC, TCOAEJiOUi;, T(^ CTUyKpOUOElC, JiETa^U KpaTMV Kttl TTJV Pitt. E ' aUTQ

TCpETCEl Vd TCpOOT£0fj KO1 1] dpXlKT] SuOKOAltt 7tpOOap(XOyfj(; TWV EUpWTiaiKWV

KOlVCOVlCflV ((pOtTT)TlK£(; E^EyEpOEli; K.ATt.) OTtt VEtt SESojIEVa TOO KaTClTaAt-

onou roi; sviaiou ovGTf\\ia.Toq, Jtpay^a TCOU drcaiTOuoE ic^upi^ TrapanEptar)TWV £0viKwv TOpiopianwv Kai TVjv ^K TOUTou Stmtoupyfa £Kpu9nwv KOIVW-VIKWV KaTOCTTdoEWV. 'EVW OflWC. TO SEUTEpa £%OUV aia9T|T(05 U7COY,WpT|CT£l,

TQ rcpwTa 6^1 novo SEV £Aiy6or£\|/av, aAAd £Tcaywb0riKav TCAEOV adv ofovaEpyaAEia TTJI; Simicfjc.

Oi auyKpouoEii; TOIJ Tpuou Koafiou Ttai^ouv ^Epaia §vav 9£H£Aiw§T] poAoyid TTJV EV yEVEi KaTtiTaAiCTTiKri otKovonia, dcpou drcoTEAoCv oiyoupo ElSoi;docpaAioTiKwv 5iKA£i8wv wg Jtpoc, Tig 7i^T|9wpiaTiK£g TaaEig TOU Ttapavo-IKOU «^A£u0£pou dvraywvianou Tfjg dyop&9> TWV UTITPOTOAEWV, £%ouv o^iwcKm TO ajtouSaio TCO^ITIKO jtpooov vd (ai^v Srmioupyouv OicoxpEWOEig ouyKE-

TtOAlTlKfjg TWV TEXVOAOyiKWi; dVETCTUyHEVWV TtpOC. TOU? |if| T£-

g, 5£8on£vou OTI Ka9fi dvdAoyr) djcaiTTjari TWV TEAEUTCU'WV urcopEi EU-Koka vd nETaTpaTtfj OE TtpopXrma SiaKpaTiKwv icai KOIVWVIKCOV auyKpou-aswv, Xoycp TWV EOvucfjc. arinaaiag jcpopArmdTwv itou Papuvouv ioTopiKdOAE<; OX£§OV Tig XWpEC. TOU TplTOU

'H 'A^EpiKi] HETttTcoAEniKwg 6%i novo 8EV EvSia(p£p9r|K£ yid TTIV AUOTJjtaAaimv TETOIWV TcpopArmdTwv, dAAd OUTE K&V £up£0TiKE OE 9£or| (9d i8ou-^£ yiaTi) vd ^JtoSCoTi TTJV Srinioupyia aXAwv (TC.%. KuTtpog). 'H ujtap^ TWVTtpopXtindTwv auTwv EVETEIVE ujtEpnETpa TO KAifia TOU \|A)%pou TCOAEHOU,dcpou oi yEwypafiKoi %wpoi TCOU E^aip£6riKav TWV «aun(pwviwv» TOU SEUTE"-pou irayKooniou TCOAEHOU dTOTEXeoav KOIVO dvriK£i(j£vo 8i£K8iiaio£wg TWV8uo ujiEpSuvdnEwv. Movo KOTU TO SEUTEDO JUDO Tfjg SEKOETIOI; TOU '70,8T]AaSii OE TCEVTE %p6via fiEoa, OKTW x^pE? — 'AyKOAa, Ai9iO7ti'a, 'Acpya-

18

Page 14: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

vurrdv, NOTIOC ' YEHEVTJ, Mo^anpiioi, Adoq, KaujcoT^T) Kai BvETvdji — Jipo-a£%(bpT|cjav OTO aooiaXioruco orpaTOTOSo. Oi imwytec, OUTEC. TOU oooia-XIOTIKOU OTpaTOTtfiSou OTIC, 6id(popE<; x®PGC, TH? "Amo 'AvaToXfjc,, 'Aippi-Kfjc, Kai KEvrpiKfjc, 'AnEpucfjc, dvdyKaoE TOV KajtiTaXiariKo KOOUO vd PUX-o0fj vd jipoa8£OT| OTO auoTrma okovonucfix; TIC, ojtouSaioTEpa; TMV xcop&vTOU TplTOU KOOJiOU Kttl Vtt ETIICTOUOTI TT|V TE/VoXoyiKTl dvdTtTU^fj TOUq.

Eivai Td X.£yon£va «Schwellenlanden>, HETO^U TWV oitoicov TsXEUTaia f| Ilop-ToyaHa.

^U 1960 KOI 1985 TO TCOOOOTO T^C; pio^irixaviKfi^ Trapaycoyfji; TOJV EVEi xwpfflv ma TtXaioia Tfjg KcmiTaXiaTiKfjc, Ttapaycoyfji; dvfjXOE dTto

10,1% OE 14,7%. To 64,1% Tfj^ pioixTixavudic, Tiapaycoyfji; oXmv TMV Tpuo-Koanm&v xcopSv KQTO TO 1980 TtapVJxOTi ano TIEVTE fiovo x^pEg, TWV OTCOICOVoi SEIKTEI; dvaTtru^Eco^ icpooEyyi^ouv autoui; Tmv dvETnuynEvrov /copSv(Bpa^dfa, 'ApyEvrivri, N. Kopsa, ME^IKO, 'IvSia). Oi ^&peq amiq EXOUVEJIIOTIC. Suvd^Ei TII; 7tpou7to0£a£i<; yid TTJV Simioupyia auroyEvoiii; £p£uvr|-TIKOU 5uvaniKou, TU>V aXXcov OUCOQ f| frvammfy] £OTT)pix6T|K£ aTtoKXEiariKdOE Offset-TfixvoXoyia. KXaaauco 7tapd8£iyna TEToiaq xwpai; dvai f| Aiyu-TTTOI;, f| OTroia EP^ETOI 8£ijT£pr| (XETd Tf|v Bpa^iWa OE Ttapaytoyrj oTiXcovHETa^u rav TpuoKooniKfiv xcopwv. 'H TEToia onox; TEXvoXoyiKf) dvaTtru^r)OTII; i&ptc, amiq, HE TO vd aq>r\vr\ TO 7toX,iTiKO TOU? 7tp6)3Xr)na

0£ia» TOU KpaTouc), EIXE odv dTtoTE^Eona TTJV £vraor| TWV KOIVO)VIK&)V Ttpo-v. 'H vOTOXft>pr|OT| Tfjq dypOTiKfii; Ttapaycoyfjg EV 6v(>£i Tfj<; «dvaim5-

£<p£p£ Tf)v £^a0Ha)or| Tdiv nEydXcov orpcondTOV TOU jrXr)0uonoO KOITTJV ouyKEvrprooTJ TOU^ OTQ Tipodoria TMV n£yaXou7t6A,£(ov. AiitXa dito TOE^MTEpiKo xpsoc, yid Tf)v SiaTpotpTi, f) okoXoyiKTi KpioT] Kai f] ETiavaoTa-uKOJtoiT|OT| TWV dvaXXoifi)T(ov ISEoXoyiKuv TOU; Sonffiv EXapav TtpcoTEuouoaoTjuaoia ox; rcpoc. TII; OXEOEI; TOUI; Ttpoi; TO auoTtma. To 90% TTJI;HO)toioun£vr|(; EVEpyaai; &no TO nEydXa n>.r|0uoniaKd oTTpiTOKooniKcov xop&v filvai TO ^uXo, Tipayjia TTOU or|(iaiv£i on 8£v uitdpxEism TOU Jtapovroq TpOTtoi; acoTT|piag TC&V nsydXcov 8aorav ETII TOU 7tXavr)TT|.'H KTTivoTpocpiKT| Ttapayoyrj TOV fir|TpoJt6X£0)v Ttpoi; dvTinETcbjtioT) TMVau^rmEvwv E^aycoycov icpoi; T(Q x^PE5 auT£? draxiTEi Jtpoo0£Ta TTJVoTpo^TJ jiEydXcov okoXoyiKcov EKTdoEcov npoq 8rmioupyia cp0r|vd)v KayEiSv, EVM 1s! \ir\n (pT(bx£ia drco TTIV SM,T| ^ispiTCOIEI Td uraxpxovra i8£oX,oyiKd KivTJ(j.aTa (n.%. «ioXaniicr] d8£Xq>6Tr|c» OTI<;X^psi; Tfj<; MEOTJI; 'AvaToWjc,, ounqxova HE TTJV iSfioXoyia Tfjq 6710105 f)7iapaTTipoOn£VT| KoivtovaKf) dOXioTT)!; 6(p£iX£Tai OTTJV «?K7tTOKrr|» dn' TOKopdvi Kai TOV «K^ovion6 iffe Jiiorr|9>).

19

Page 15: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

'H Offset-TEXVoXoyia Kai TO %pso? -rife SiaTpocpfjc; dTcoteXouv TO KupiaoKeXt] uJiEpxpEcooECQi; TCOV %o)pwv auTwv, oi bnolsq fj8r| npo roXXou ibr\-Xcoaav irA/npriv dSuvajjia £i;o<pXiio£<ix; TOW. 'Qg Tpomx; «0£paji£ia<;» £K JIE-poug TC&V 8av£ioT(5v slvai f| uraxyroyii TCOV rteXatwv toug xcopcov orfjv 8is6vfjTpdnE^a KOI TO 8i£6v£<; VOUIOHOTIKO TafieTo, TO>V OTIOICOV oi wauvrayep)UTtopoOv vd 6EQ)pr|6oCv naXXov OTEPEOTUTCEI;: «^Xa9pd» UTtoTturicni TOU vo-

i;, TTEplKOJtE^, t8lO)TlKOTOlT|CTTl TCQV KpaTtKWV S7U%£lpT]a£COV (KOI 711-

ug a£ &k\o$anic, ETaipEiE^), HEi'mar) TCOV KOIVCOVIKWVicapo/cov Kai «XiTOTT|9>. "Ori oi iv dvaTtTu^Ei auTEq %wp£<; XEuoupyoOv odvEva El8oi; «dnopTia£p» Kd0E rtapouoia^6n£vr|i; Kpiotig aiiq KaTtiTaXia-nKEi;

i;, eivai pE^aia <pav£po. TTCO tig auvOfjica; 8|i(og QUTEI; 6 Kam-adv ouarrma elvai npoyavEq cm dvrtnETWJti^Ei TEpdona TtoXm-

Kai okovoniKfjg ipuoEox; TtpopXfj^aTa, £711' Tffiv OTtoitov —j §EV dvai Ttpo JtoXXou fjSr] TO jiovo ouornna orov KOOJIO

— dSuvaTEi 6Xoo%£pwi; vd KaTaarfj Kupiog Kat vd £7ciXuor|.Td Ttpo|3XiinaT<x auTd tijq PIOITI^ EKKanuaXiaTiKOTtoiTiCTTic; TWV TPITOKO-

v, UTtfjp^av dvayKaoriKEi; OUVETOIE^ Tfjg JtoXitiKfji; TOU »|A)-ou. 'E(p ' 6aov SriXaSri i\i TTJ; AUOEO^

«dvdax£CTT| TOO KonnouvionoO», KOI oi 8uo nsyaXfii; 8w-£up£&r|Kav dvayKaonEvs; vd «dva7tro^ouv» Kara Td Sia auarrinaTd

TCOV Tig \ir\; xwps? nov S7up6oK£ivro a' QUTE^, Jtpayna itouUTtfjp^E KOI yid Ttg 8uo XdOoi;, dcpou nETEfJaXfi TO 7tp6pA,r|naTCQV nrj dvETTTuyfiEvwv as Koivo npo^\r]\ia ^7n.piaKjr|5 TTJI;

7tapaTT|poOn£, ^TI TOOO oi TOV KamTakoTiKO ^jnlE^aoEi; TpOTto%rap£i;, ooo KI auTEi; Jtou Sid^av TOV ooaiaXiemico (HE ^ai-

p£OT| TT|V Kiva Kai Tnv Koupa), TEXIKWI; KOVEVQ dno Td KOivmviKd TOU$S^v KaTdcpEpav vd Xuaouv. ATiA.a8rj 8sv KOTdcpEpav vd

TE^voXoyiKd, iv& Td obpianEva ^ninETpa TCOU ^Tuxav OEKoivfflvaKoui; TOUEig ^Ttco^ Tfji; 6y£iai;, EV awvSuaoum JIE TO

8t|noypa<piK6 TtpopXtma TCOU sSrinioupyoOaE f) oTpEpXf) dXav Trjv KaTdoTaoii TOUQ CTE HEI^OV TtpopXrma -a\q dv0pco7t6TT|TOi; JtspavauoTrm<xT(i)v. ME%PI arJuEpa E^EI d7to8£i%9fj acKpaw;, OTI KOVEVQ &no TOujtdpxovra ouaT%aTa novo TOO SEV Ertapm yid ir\v £7ci?i,i)ar| TWVq>uo£(og KoXoooiaicov TtpopXrindTcov icou ^8rmtoupyii0T|KKai TTOU Papuvouv TOUC; TtdvTEi; et, foou. Rd vd iSou^E Jtoio KOOTOI; nitopouvvd EVExouy-^tvTaycoviciTiKEg KaTaoTdaEig TroXmKfji; Kupiap%iai;, Eivai OTO

TOUTO dvayKttt'a ^iid 7tap£v0£ar|:

To TE^EIOV Kai TO dvandpTT|Tov 8sv (inopd vd TO TITTJOTI KQVE^ aTiq Ka-

20

Page 16: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

TaordoEu; -rife dvOpmmvri^ ouv0pKT|(;. ' Yitdpxa d>OTooo \ua ircpioxii, 5itouTO Xd0o$ — ooo dvOpamwog dSuvaTO KI av Eivai — SEV E%EI OEOTI. 'HTIEplOXT) CHJTT| Elvai f| TC)V HUOTIKWV UItT|p£aiG)V. Oi JiUOTlKE^ OTlT|p£OlE<;

Eivai TOOO itaXaiES OK; 0son6<;, ooo Kai r\ vr\q E^OUOIOI;, Tfjq &itoia<;ditOTEXouv Tity Boor). 'H dvaYKaiOTT|g rav nuotiKfflv uirripEaiGJv OTOV x&poTfJ5 8ioiicr|OTi<; sivai aidfj ouvsrtEia TOU yEyovoTOC, OTI f| ^eor| SEV nitopEivd Ka0opto0fj nXTJpox; \& vonoui;, 5tiXa8t| OTI TO vono0£TiKO ^rlxdvr|^la jiiagKoiva)via<; SEV ETtapm yid vd KaX.uv|/r| TI^V XEiToupyia TTI;. Oi vonoi noklzc,yopiq Eivai SUVUTOV vd xpTiainoranouvrai fj KOI vd KaXurtTouv TO i5to TO

. Fid vd itdpcons X.^. 2va TiapdSEiyna Ttou 6X01 ^Epouv, TO draxpa-KaTOiKiou; io^uEi KCU yid TOV EyidrmaTia. TlStq Xourov 0d Ppfj

f) Ertiormri E^ouoia Td TEK^ripia KOTCOIOU &yKkr\ii(tto$, nod uTidp^ouv OTOOTCITI TOU SyicXTmaTia; 'Ejrioti^ot Tporcoi undpxouv, aural 6\£mq \i6vo OEdKpafeg TCEpircTtboEii; slvai SUVUTOV vd %pT)oino7toiri0oOv, SIOTI ETtiBdXXouvvonino)? TTJV drtoSEi^r) TWV EuXoycov drtoSEi^Etov, Ttouvd 8o0ouv dcpou SEV OTr)pC£ovrai OE vonoug. 'ESS Xoutov slvai

6... «KoT^aK»: TO OIKIOKOV aouXo Eivai amxpalJiaoTo, OTQV o\m; amoTat yid vd ouAlr)(p0fj 6 vnamoc,, TOTE ou§£ig slvai SuvaTOV vd E%T|

'H cpiXooocpia TOU «KoT^aK» Eivai pa0UTdTT|g ormaoiai; yidTTJV 80(111 T^v HUOTlKfflV UJlT|p£OlfflV. '0 «KoT^aK» SfiV yVCOpl^El dTtOTUXlES

OTO spyo TOU, OTtco^ SEV yvcbpi^E naXtiOTEpa Kai 6 «Zopco»: K<x0£ cpopd TtouTtapavonEi, Eivai uitoxpEfflHEvog vd EitiToyxavr]. AUTO dKpiBwq Eivai, fj n<xX-Xov otpsiXEi vd dvai Kai TO 0£^i£Xid)§£(; uitap^iaico dycona Kd0E HUOTIKTII;UTtripEoiag: OTI dnayopEUETai vd Kdvr| Xd0r| Kai vd yvtopi'iji dnoTu%i£i;.'EitEiSrj oi (IUOTIK&; uirripEoiEi; duoTEXouv TO «\iam i&v KupEpv^oEeovw, TOOTtoioSr^itOTE Xd0oc; TOUI; yivETai Ttdvra cpavspo, SIOTI dvravaid.a ansoaOTTJV Elriormri ItoXlTlKTl 10 X^P01?- Ot HUOTlK£q UTtTlpEOlEi; dvttl ETOl U-

TtoxpEconEVEi; vd ditoTsXouv yfapo itpayjiaTOTtonioEeoq TOU dvOpcoitivox; dvs-cpiKTOu: vd TtpaynaTOTtoiouv TO dXdvOaoTov. 'Aito TI' HUOTIKEI; UTtripEofec;ditaiTEi KavEiQ duoXuTov Pa0(io oo8apOTTiTo<; Kai (lEyioTE? SOOEU; itpayna-Tiicfjt; oocpiaQ. Oi paoiXriaSfii; naXrioTEpa Etxav dbq nuoTiKoounpouXoui; Tigmo E^EXOUOEI; Ttpoo(OTtiK6tr|T£i; TMV %<ap5>v mvq — vonona0£ii;, np(piXooocpoui; K.XJI. Iraug Kaipou; jxai; (0d iSoujiE mo KOTO yia-ri)TOU «!tp<XKTOpo9> ppioKETai noXu %anr)Xd OTT|V K

; KUTO 0£cop(av Eivai itoXu 8ia<pop£TiKfjc; ucpfji;. Xmpig «npd-v SEV Eivai 8uvaT6v vd uitdp^r) Kfiv ioTopia. Xopfc; «npd-

(n.%. «ra^iKou9>) 6%i novo Eivai dSuvaro vd XaTOupyrjori KOIVW-VIKO f) ^COTJ (iiai; x^P^j dXXd slvai 6Xoox£prai; d8uvatr| f| onoia ETtiKoivco-v(a rav Xawv HETO^U TOU<;. "Eva? (lEyaXoc; ouyypacp^ai;, EVO? HOUOIKO?,

21

Page 17: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ojiouSaiog ^wypdcpog, £vag SiaKEKpmEvog r\Qonoi6c,,prinaTiag, elvai K<XT ' dvdyKT|v «7tpdKTOp£g» SIOTI a' amove, atripi^ETai f|£7ciKOiva>via tfflv XaSv Kai n' aircoug TEXEVtai f| icruopia. "Evag jiEydXogKaXXiT£XVT]g SEV «8iV£i» fiovo OTOV Xao TOD dXXd KUI cruoug aXXoug Xaoug,Ttpayna TIOU a^naivsi OTI «Ttai'pv£i» KI OTTO auToug dnoi|5aicog. '6 Xpiatoi;, 6 M. "AyyE^oi;, 6 NTooTOyi&paia) K.'kn. slvai tdpaSsiynata «7tpaKT6pcov» TIOU EXOUE dwo rf\v iatopia. Ms fiXXa Xoyia, «7ipd-KTOpa9> (i£,a\.pov\i£vr\<; TTJ^ 7tepurta>a£C)g TOU dnXoO £ 10601) 6pydvou, TIOU6d na<; djtaoxoXTJcrq oe aU.it] 0Ecrr|) 8sv uTtopsi vd slvai 6 oTtoioaS^noTE,SIOTI aurrj f| i5ioTriTa dTuaitEi kavoiTiTE^ avro TOO HEOOU opoo. 'AKO[ir\i6 ankcx; «7rpdKTOpa9> piai; nuoiiKf)^ umipEai'ac; ditaiTEnai vd ?xi £(iy£V£ia

^, vd uTropfj vd ^fj HE XETITOHEPEIEI; KoXXiTEXviKfji; wpfj^ T:OU SEVoq avOpcoiro^, vd E%T| ipo\i£pr\n KOI,

q, Vd \tf\V 71UJTEW1 7COTE TOU Tig EJIMpdVElEi;. MOVO ETOl filvai SuVOTOV

|» syicupEi; 7tXr|po(popi£g Kai vd djroKTTJari Tig fjXEynEVEi; ^KEWEgitou 0d poriGrjoouv TTJV UTtripEaia TOO Kai KOT' CTEKTaor) TTJV ETII-

I 7toA,iTiKT| rfjg y&puc, TOU. "Evag TipdKTOpag TtpEJtEi vd unopfj vd OKE-ouv6£Ta, Tcpfiyna nou ormaivEi OTI 7tp£7CEi vd 8ia0£TT| nsydXa Jtood

Kai EuicXaoiag jtvEUfiaTog, SOTE vd \a\\i TO Ttpdy-n£oa cmo dvE^XEyKTEg moTEig KOI 7tpoXf|\)/£ig. Kai Pfipaicog vd lyt\6 ETtacpfjg HE m -ri\q <a£xvrig KOI TWV ypanndT(ov», SIOTI a' aotfj

TTJV TOpioxil ucpicnmai f\a Tfjg Ka6' EOUTO «npaKT6p£uar|g».AUTO Sucog oXa, Sorco Kai ^v owov|/£i Smog TO dva^^pajaE i&&, djtOTeXoOv

rrjv 6£(opi'a. STTJV npafy] Td Ttpdy^aTa Tiapouoid^ovrai IXacppffig SiacpopE-TIKO.

SilHEpa oi TOpioooTEpEg nuoriKEg uirnpEofeg Ifyow TT^V X£y6|i£Vt] «ypanm-KT\» 6pyava>o£Q)g, 8 X0811 arripf^ovrai OE 600 TO SUVOTOV mo TroX-Xsg jiiKpEg ojidSEg 7iXr|po(popio8oTav, Tig 6jtofeg ^X£y%ouv SHEOU. KOTU TOVTtspaonEvo aiwva Td TtpdynaTa 8ev Elxav auTrj TIIV \iop(fT\. Oi "AyyXoi, nsoaOTig «auTOKpaTopiK£g» T(ov dvriXfjfag, ESojiTiaav TO 8iKTua rav HUOTIKCOVUJtT|p£OlSv TOUg, KOTO TOV iSlOV TpOJtO 7COU daKOlkTaV T11V OTl'crrmTI TtoXlTlKT)

Toog, 8r)Xa8r| Tfjg WE'HHEOOU 8ioiKfja£cog». Fid vd TOpiopiaGounE on^v 'EX-XdSa, ETrfjpav TC.X. HEpiKoug 7tp6T|v dpxovroxwpiaTEg (Dorfbourgeois), rougEikpEitioav, naOaivovrdg Toug vd TOTd^ouv T<X ppaKo^covia Kai TO Tciapou-Xia, vd udOouv vd cpopavs TtaTtouToia KOI vd SEVOUV THV ypafhxTa, Kai raugEotTioav HEyaXojipEitEig dig «£0viK£g Td^£ig», Exovrag vd Kdvouv ^ovo n'auToug. Td rcpaynaTa dx«v nid dvriaTOixia \iz TT)V dpxiTEKTOvncrj auTOKpa-TOplKTJ PlTplVa TWV faplfflV EKSIVCOV KTlplCOV TtOU OUVaVrfi dKOUT) KOVEig OTig

22

Page 18: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

7ip<or|v KtT|0£ic, Trfe BpETTavucfjc, aoTOKpaTopiac,. Kern jiEpiicoo odv TO KTI-pio TOO ^£vo8o%£iou Tfjc, «M£ydXr|c, Bp£Traviac;» o' E^ac,...

METaTtoXELiiKcflc, LIE TOO? 'AiiEpiKavouc, TO TtpdyLUXTa aXXa^av piqued.Malk>v f|aav ojcoxpEWLLEva GOTO 7roM,ouc, Xoyouc, v' dXXd^ouv. KaTd Ttpffi-TOV, SlOTl OI 'AfiEplKaVOi £UpE0T|KaV OTTJV 8uO%£pfj 0EOT) Vtt «KpaTTJOOOV»

Evav KOOLIO LIE drreipia 7tpoBXT]LidTcov, BiaioTiiTwv Kai XaOmv TOO drcoiKio-KpttTlKOO TiapEMJoVTOC, dLLEOCflC, LIETO TOV TtoXfiLlO, KOI KOTO SfiUTEpOV, SlOTl

£7up£7t£ vd dXXd^ouv oi Li£"6o8oi. Msoa OTTJV TtaXaidv EJiapor) Tfjq Eupcbmi^,TO JipoBXTJLiaTa EXoovro duXd: fiv oi «£0viK^ Td|£u;» SEV Td KaTdcpEpvav,?Lmaivav Td TixpEKiocpopa dirooTcdoLiaTa TWV dTtoiKioKparav KOI EXoav TO7tp6BXT|Lia. 'H «8uvaTOTiic» aurri SEV LiTtopoOoE vd owsxtoOfj yid noU.o\x;Xoyouq. 'Eva oi TtakiiEc, O^EOEII; SuTiKfjg E\)p&nr\<; Kai Pcoooi'ac, dv£q)£po-VTO yEcojtoXiTiKaiq o£ «T07tiKfj(; (poa£a)9> ^TjTTiLiaTa «ouvopiaKfJ9> oT|Liaaiac,(BaXKavaa Kai MEOTJ 'AvaToXii, avaToJuKT) EupcbTrr) Kai 'Aoia), Tfflpa 6«oooiaXioLi69> Kai f| «8r|LioKpaTia» dvraywviiJovTO ^Jti JiXavtiTiKoO ^mTCE-8ou — fifyav 8r|X. 6XiKf| (Global) yEomoXiTiKfj KOI OTpaTtiyiicrj ormaoia.A6y(p TOW dvnaTtoiKioKpaTiKSv KivtmdTcov ^K TOO JtoXELioo, oi «^9viK£qTd^£i9> KaLiLiid ^yy6T|aT| Kupiapxiag SEV TiapEi^av TtXfov, iv& ouv TOI^ fiX-Xoig (KUI Ttspav TWV 7toX£(iiKmv KivSuvcov) f| «XoyiKii rav Kavovio(p6pa)v»SEV LiTtopouoE vd £<papiioo&fi Kai &, auiac, Tfi^ SrijiOKpaTiKfii; SOLITJI; TfjgdtLiEpiKavucfjc, Koivcoviai; Kai TOO poiou Tfjc, SrjLiooioTTiTag. "Apa i\ ita-yKooLiioo EJtiJtESoo 6pydva)OTi rav HOOTIKCOV UTCTIPEOIWV EJIPETIE v' dXld^T)rcpoc, iiid mo Eviaia Kai an£OT| Liopcpii. KaTapyfjOriKav XOITIOV ETOI oi «E-OVIKEI; (poaioyvcoLii£9> Kai dvr' aorcov ^KXtjOrioav oi Oopcopoi, oi TiEpiiruE-

i;, oi TtXCorpE?, oi vinlucaTijfjSEC,, oi KaOapioTpifiq 8t|Liooio)v ujrr|p£ai<5vit. ME Xiya Xoyia 6 «Xao9>. "Eip' i^fji; SEV 9d aKouys JC^EOV 6 Oupcopoc,

TOV Ka&riyr|TTi Ilav/Liioo, dXXd 6 Ka0Tiyr|Tiic, TOV Oupcopo."ETOI BsBaia TO TtpdyiiaTa Eyivovrav mo ditoTE^EOLiaTiKd, JtpoosSiSav

Eviaia aoToSovaiiia OTII; aLispiKaviKEc, LIOOTIKEQ uTtTjpEaiE^, LIT) l^apTCOLiEVE^&TOI duo Sk'kK, yriyEVEi^ uitripEoiE^, Kai fifyav Kai T6 £7ti TtXfiov npooov, OTI§TOl E0ETOV KOI TIC, KOTO TOJIOO? LIOOTIKE^ UTqpEofec. OTtO TOV EXEy^O TOOi;,

8iOTi KaTEt^av TO 6A.IKO (TTJV «Bdor)») dTto TO OTCOIO oi iSiEc, «dvrXoooav».EE LiEpiKEi; LidXiora KpiaiLiEc. y,&p£<;, 5nax; TT|V 'EA.A,d8a Kai rf\v N. Kopra,Kai 1s! /prmaToSoTiioTi TC&V vromcov LIUOTIK&V ikripEouov EyivoTav fiiiEoadrc' TOO^ dLiEpiKavouc, KOI o^i dico Tig KoBEpvrjoEic,. STTJV 'EXXdSa Ei8iKd8EV orrfjpxE Kai Xoyog TtEpi TOU dvn6£Too, SIOTI TO 0£Lia f|Tav dtTtXffic, Sia-SiKaoiaKo: dvri vd Traipvouv Td diiEpiKaviKd A.£(pTd oi KuBEpvrjasic, Kai vd%pr)LiaTo8oToov LIE LiEpoc, drc' aoTd TTIV KYI1, TTJV xprjLiaToSoToooav ajiEoaoi 'AiiEpiKavoi Kai fj^Epav KioXai; T( TOOC, yivoTav... ETOV Tporco aoTov

23

Page 19: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

6pyavwa£(bc; TWV oi dfieptKaviKe^ HUOTIKECJ wtripEcriEcj iniw^av nkr\paK, miax; TETOIEC; ^ETsX^oav OVTO)^ Epyo Gaunaoro. 'H KaiaKpauyii JTOU urazpx£iyi' auTa; £7ti raxyKoaniou ETtutfiSou SEV ocpEiX^xai OTICJ iSisc; dXXd a£ KOTIaM,o: OTI oi dfispucaviKEi; HUOTIKEC; uirnpEofe? dv&apav vd «oTtipi^ouv»Hid £7tioT|Hr| KpaTlKT] TtoXlTlKrj TtOU OUTE KttV UTCfjp%£ WCj TETOWX. "O7ICQCJ

1!. SouXfiid TWV (lUOTiKmv UTCT)pEoiwv Elvai vd cnrnpi-TfjV EJCIOT1HT1 JIoXlTlKT] TfflV KupEpVtlOEfflV. 'H 'AnEplKI] 0\10X;

d SEV djt£Krr)O£ ramjet K,&i£pm\. 'H E^COTEPIIOI rr|<;TIKI] 6jrfjp^£ 6 «dvrtKonnouviCTn69>, Ttpayfia TCOU odv swoia arTip^erai oro«nfj £ivat» Kai 6%i OTO «£lvai». To OTI §EV dvai Eva npay^a Kdn, SEVarmaivEi xauToxpovcog Jico^ Elvai Kai avayicacraKd KOTI (on TO «n^ 6v» SEVEivai ic. . noTT^pi, SEV aimafvEi mbc, elvai K<x6' EQUTO KOTI). «'AVUKOHHOU-

adv JIO^ITIIOI SEV ormaivEi rak; Eivai ovrcoq Kdnoia 7toA,iTiKii. Kaia' auTo TO KEVO EdpEOriKav dvayKaanEVEi; vd SouXEyouv oi HUOTIKE^

Tfjg 'An£piKfji;. "EnpEJiE vd arnpi^ouv KaOEorwTa Kparav TUOUE(pKido9TiKav T£%VTiTd Kai £K TOO UTiSsvoq Jipo SiaKoaifflv grow,

UvGflKEg KOI X™

OVTCOq OTJUEpa O£ KOTl — fiptt Ka( XCOplQ KaHflld TIpOOTtTlKTl

Tfji; TtayKoama? vatftc, JtpayndT(ov, Jipayna no\> 6d £ar\]iawe TT\V, E^coTEpucfj^ TtoXiTiicfj?. "OXa Td \a&r\j Kai JtapEXGoOas; dva-TOU OTtoiKioKpaTiKoO 7iap£X06vToi; SHEIVOV onoK, f\aav KOI 6

«dvriKonnoi)vian6(;» UTtfjp^E TO npoayflna aicoviai; 5iaTTipiio£cb<; TWV. 'HTrpayjaaTiKOTTiTa fjiav (puaiKO vd nf|v ounpipd^ETai n' afar) ?f\v 0£0)pia,OTCOTE jtpo£Ki)\|/av odv KCT ' dvdyKTiv £(papn6oi(i£i; oi dnXEi; XUOEI^ rfj^ PIOI;Kai TWV jipa^iKornindTtov, Td OTtoia 5(p£dav vd KaXu\|/ouv oi Spaorppio-TTITEI; TCOV HUOTiKMV ujrripEoiwv. Kai yid vd TO TIOUHE mo djtXd: 2va KpdToqTI.X. TTOU SEV sl^E SGviKo Kopjio yid vd ujtdp^Ti adv TETOIO, ETTPETO vd Sia-TtipTiOfj SIOTI SEV uirfjp%£ Kdnoia JtoXmicri TtpooTcrircri Kai oi ouv9f|ic£? Jtouvd npopXETtouv ir\v \i£m$oKf\. !0 novo<; Tpoiro^ vd SiarripriOfi odvKpaTiKi] §7ti(pdv£ia f|Tav i^ EyKaGiSpucrnPwpiva; (r| ormaoia Tfji; W:j\c, 9d JtpoKU\|/Ti EJtdVTOX; TWV «£9VIKWV KUP£PVT10£Q)V» TOU TtapEXOoVTOQ KOTl TETOIO 9d

d(pou auTEq 9d £(i£vav %a>pu; Ti'q «£9viK£9> iSEoXoyiE^ itou TIC; arqpi^av,ETOI KI Eva npopXrma «£9viKfjcj TauT6-uT|Tacj» OE no^kovi;

xcbpoucj TTJC; N. 'AjiEpiKfjc;, Tfi<; 'AcppiKfjc; KOI Tfji; naKpivfjcj'Aaiacj) Kai, HEOO OE Eva Ka9£OTcb^ SiKaiaKfjcj 8uonop(piacj — JT.X. niyna(piX£A.£u9£pa)v IuvrayndT(ov Kai yr|y£vou<; «£9iniKou SiKaiou», sic; TDOTIOVMOTE vd dvaipfj TO 2va TO aXXo —, E^avrXTior) oXwv TWV TDOTIWV Jtou 9dUTiopouoav vd KpaTrjoouv tf|V ounnopia OTTJV E^ouaia KOI vd TTJV EXfiyxouv

24

Page 20: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

. Kai 6 Kakmspoc, ipoTtog eXeyxou ^TOV pspaia f| iSia f| av\i-tr|<; cpuoT), npoc, TTJv ojtoiav 0X0 Kai mo TtoXu 0d IpuOi^ETO djto

irjv KaTdxpt|aT| E^ooofaq. NonijiOTriTa SEV wtfjpxe yi' aotrj, 81611 f| TtoXi-TiKrj ar|naaia TOO «dvriKomiouvia|K>0» K<XT ' dvdyKT)v itepwbpi^e TTJV omnavXmoupyia nici^ «£0viicfte iSEoXoyia;)). Msaa otov ISEoXoyiKO xcopiono TOUKOODOO, 6 KoivcoviKOi; poXoi; TOU TtoXiTiKou amoKaOopionoO \iiac, «S0viKfj(;I8£0?ioy{ag» SEV nitopoOoE vd elvat Kdti to ETtiSicoKonEvo. To iSio IOXUE, miyid TOIJC; iSiou^ Xoyoui; Kai aiov ooaiaXiotiKO Koa|io ojtcoi; T<X yEyovotadiiESEi^av. '0 poXoi; 0^0^ rav «£9viK(ov Kup£pvfio£o)v» §EV urcopoOaE vdU7tdp^T| EUKoXoi; Kttl EUTUXlfc (iEOa OTl OUvOfJKe^ TOU \|A)XPOU TtoXfiHOU,

SlOTl Ol dVTtOTOlXE? OO|3l£TlK£<; UTTtlpEOlEi; fjOOV ll7tOXp£(0^£V£g VO £Vl-

o%uouv td «£6viKa» Kai «d7t£X£u6£pamKd» Kivr|(iaTa rmv 8ia<p6pa)v xwp&vKai vd £^ou8£T£ptbvouv ETCH tr|v 8p<zaT| twv avnoTOi/wv dufipiKaviKfiv 8idTOW «£0viKSv» ounnopiffiv. 'H TaKTiKti auirrj EUpioKS nKi\pe<; s8a(poi;, SIOTIOJKOI; EiTta^iE f ) ' AHEPIKTJ §EV EupfJKE Kaipo vd 8ianop(p(boT| Kdnoia icoXinKiiyid id jipopXrinaTa TTJ^ dTtoiKioKpaiiai; itou tfji; ^KXrjpoSoT^&riKav. 'HdvuTtap^ia XOITCOV £mof|nou E^COTEPIKTII; 710X1110)5(«dvTiKonnouviono9> — 6 ortoioi; (idXioia OTTJV iSia TIIVOK, OE armEia Ttapavoiai; — OE laTopiKT] SidXEKto §EV EoiinaivE TITIOTETiEpiaooTEpo dito nid iSfioXoyia «KpaTf|naTo<;»), TO 7tXfj0o<; TCOV KoivraviKfivnpopXrmdTmv TIOU ESrmioupyoOoE f| EyKa6i8puor| TMV aum^opimv OTI^ Katdtojtoug x^P£? Kai ^ SiapKM^ au^avon£VT| dSuvajiia EmXuoEdx; TOIX; X6ya>TWV E^oicXiariKfflv Sanavfiv, KOT ' E^OXTIV SE f\) Tfjc; oopiETiKfji; TtoXi-TlKfj^, KaT£aTT)(iaV TO EpyO TMV dUEplKOVlKWV HUOTlKfflV U7tT|pEOl(OV TITOVIO

KO( EV jioXXoii; dKaTOp9(OTO. Iloioi; Tpoitoi; TOUI; E^IEVE vd Td KaTaq)£pouv;'0 Tpojtog, Ka0' 6 dnoXuTcoi; dvayKaio^, uirfjp^E ra0apd'E8w 8T)nioupyn0T|K£ ^ETaTtoXEniKd Eva djio TO jiEyaXuTEpyid TII; SUTIKEI; KoivroviE^, ayvaaTO OE oXt] TTJV 7ipor|you(X£vr| ioTopia, nouKOVTEUEI oiinEpa vd KaTaXuar) oXr| TT|V KOIVCOVIKTI 8onf| TOU SUTIKOO KO-anou Kai Eivai TO JtpwTO Jtpoi; EmXuari OTI; VEE? auvGfiKEi;: TO itpopXrinaTOO mxpavoHOU xprJuaTOi;. At|Xa8f|:

"Ai; uno0£oa)H£ OTI Kdjcoia oriynri r| «£0vncp» aunnopia \i\ac, xtbpai; TIIE-^OHEVT) ami ^ocoTEpiKou? KOIVCOVIKOU; Xoyouq, EjtiSicoKouaa vd oTa0£po-7roif|aT| TTJV E^ouoia TT|I; fj yid 6jtoiov8rJ7toT£ aXXov Xoyo, ETCIXEIPEI vdXapd^T) «8iKTJ» TT|5 «£0viKfj» JioXiTiKii (ouvii0o)(; Pspaia ETTPOKEITO JiEpid7tXfi<; SiaTT)pf|0£ax; TOU OCOKOU KOI TWV KEKTrmEvov — f| ucpf) TWV «£0vaKfflvKup£pVTJa£(ov» f|Tav ano TTJV inoyr\; drcoiKioKpaTiai; OTTOX; <S(p£iX£ vdElvai, 8r)Xa8r| Ttdvra KoivwviKd PEUCTH, xcopiq no\anc&T£pa o-cr|piynaTa, n.%.Pionr)xavia<;, aTa0£pou aXXou KscpaXaiou K.XTI. — Sid xpT|aino7toirja£a><;

25

Page 21: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

KOr' OtXJldV OX(1)V TCOV XaiKlOTlKfflV KttTO TCeplTCTOKJTI KlVTlndTCOV TCOU

psov dTto TIC. yEvuccoTEpEc. ouvOfjKEc; PX. KcmoTEpco). IIoioc. Eivai 6 Tpoiroc.TCOU HTcopouv vd E'TcixEiprjoouv oi HUOTIKEC. UTCTIPEOIEC., yid vd vc\v dvayrcd-oouv vd \ir\v TO icavr); — Ei/tE vd TTJV dicsiXiioouv HE rcoXEHO, n^oep \i\ac;aXXr|Q yEiTovucfjc, xropac, (oi «£0viK&; d(popn£c.» uraipxouv ckpOovEC. duo TOdTCOlKlOKpdTlKO TCap£X06v, EVffl 01 «£6viK£C.» GV\i.\10p\£C, £%OUV ODfKpEpOV

oTfjv dvuTcap^ia \iiat; Siavoriarii; nov 6d EODVTOVI^E IK, xwpsg ioToplKd: 6«Xa6c» ETtpETtE vd ^EpT) OTi E^ouofa slvai oi «£KXoy£9> KOI ayi onaXXou EiSoui; E^ouoia Jtou §EV xpEid^ETai Tic, EKXoys;...),Kano\£<; avrutoXiTEimKEc, 6nd5£i; d7toora6£poTtoiT|aTi5 TCOU 9d TTJV JtapfiXuavHE ^ooTEpiK^ Tapaxrj, SITE sV dvdyKT) KOI JJE EjicpuXio TtoXEno. Ixr\v Kevrpi-KTJ 'AHEPIKTJ, SXXtooTE, oi dnspiKaviKE^ \i\)cnK£q UTtripsoiEg d.yav TOU?StKoug TOU? OTpctTouc. 8iTcXa drco io\>q inic^ow; orparoug TMV KupEpyrj-CTECOV (PX. TC.X. H-U. Wehler: «Grundziige der amerikanischen Aussenpolitik1750-1900», 1983, osX. 26). npEirsi vd otm£i(ba(one, STI oi oXri Tf] VOTIO'AnEplKTJ Oi E7IIOT1HOI OTDaTOl Ttai OOV TOV p6Xo TCOXlTlKfflV KOHHOTCOV Kttl

TtoXXd Ttpa^iKOTrnnaTa Elvai EKCppaoTi KOIVCOVIKWV ai-nmaTcov TCOU £'ic<ppd-8id TWV Siatpopcov OTpaTiconKmv Td^Ecov. FsviKd 5\uoc, 6 poXoc. ToO

OE oXfic. Tig xwpE? Tfiv «EOviKfflv Kup6pvf|a£a)v» filvai r|0^r|H£vog,5iOTi dTtoTEXsi TO Kupi(OT£pov JocoTEpiKO aTT|piyna Tfjq &;oixjiac. (avf\v 'EX-XdSa TC.%., OTCOU TWV Tcpa^iKOTnmdTCOv O^K EOTIV dpiOnoc, KaO' 6Xt| TTJVvEOEXXrjviicn ioropi'a, 8upf|Kan£ Tf|v EKcppaori «Euaia6r|Toq xc&poc. TWV £V6-TcXcov SuvdiiEcov)), 5id Ttjg OTtoiai; i\) «i£p6rriToc;» OTO ysyovoi; dvaiTcpotpaviii;). 'AXXd OTCOU 6 TCoXiTiKog p6Xog TOU OTparou ElvaiEKEI £lvai TIU^TIHEVOI; KQI 6 poXoi; TOU TcapaicpdTouc,.TOIOV TOUTOV x^po fJTav ££ dvdyKT|(; UTCOXPEWHEA'EG oi HUOTIKVd XPTIOIHOTCOITIOOUV, OTCfiX; Kttl TIC, dva<p£p0£lO£C. 8l)VaT6TT|T£i; TOKTlKfiV

TCOU auToc. Tcpoo£<p£p£, dcpou Ka0£ fiXXt) 5uvaTOTT|Ta, 8riXa8f| 6 dXXriXo^XEy-XOq TCOV X<»pSV 8ld TWV ((I0VIKC&V 8l£K8lKrjO£0>V», H£°a °TO KaOEOTCOi; TOU

\|A)xpou TcoXsnou 0d (iTtopouoE vd 68r|yiiaT| OE ysviKmT£pr|v ouppa^t).'AXXd ETCiotina KovSuXia yid TETOIOU EiSouq ETCixEipiloEig OUTE vd ^yKpi-

9ouv HTtopouoav, OUTE dico «a8r|XEp> TcriyEi; vd icpoKuxj/ouv, SIOTI TcpoKsuaiTCEpi KoXoaaiafcov TtooSv. '0 poXoi; TTJ^ rspouoiac, Kai TOU TUTCOU aXXcoorE

TJ slvai YVCOOTOI;. 'ETCOHEVCOI;, yid vd KivriOouv oi HUOTIKE?. UTCO Tig JtapaTcdvo) ouvOflKEi;, f|Tav dvdyicr) vd UTcapxt) fiq>0ovoXP%a c^lv &yopd, TO OTCOIOV vd (anopouv vd EXsyxouv OHEOQ

8i%o)5 vd Sivouv Xoyapiaono OE KavEvav. To XP^l^ aUTo SEV fJTav SUVQTOVPspaia vd TcpoKuyr], Ei^ OTCO TTJV EjiTcopia vapKconKwv, naupri dyopd o-TcXcov (auTix ouvT^9cog Eivai avdyKT) vd ouvuTtdpxouv UTCO TOV EXsyxo TCSV

26

Page 22: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

iSioov oroncov, 8uHi SiE^dyovrai Ttdvra arqv iSia ntpiayfy), TOXVTOI; siSoix;XaGpEnrcopio Kai £v yevei emxEipfjoecov TOU UTIOKOOJXOU. Kai Pepma, dcpouTO 7tp6pA,T|na Eivai JtoJuTuco, TTJV Suvaio-niTa EUKoXou «^eitA,unaTO9> TOO%pr\\iaioq usaw TO>V nsydtaov TparcE^cov (id Jtood elvm (puaucd Tspdcma Kaioi ^iiKpeg SEV Suvavrai). "Ovrox;, KCITCX eitiafinoui; uTroXoyionou^ EiSiKwv, TOraxpdvo^o xpfjua TIOU KUKA,ocpop£i OTOV KOOHO dvEp^ETai OTO 1/9 TOU xpi]-UttTOi; ToO TrayKooniou suTcopiou. Movo OT^V 'A\i£p\.Kf\i TOTIOOOV TWV KUK^ocpopouvTov vapKoSo^apicov vd dvepxETai £Tr|ai(Qc; aid100 fife

ZKOTUO^ \iaq sSS slvai Pe^aia vd dvcwpepOoOne avc\v no\mKr\aTWV TtpayndTcov Kai 6^1 vd doxoXT|0oO|i£ dva^uTiKfig n' aoTd. 'H 8iaKivr|-ot) TOU «£H7iopsunaio9>, f) pOOnioT) Tffc «dyopag», f) KaTaKTriaT) vswv dyo-prav (TI.X. f) iaitrnviKri dyopd Tcapouoid^si dvrioTdasii;, Ttap' oXov TIOU 6pu6nog Tfj^ Tcapaycoyfji; EKSI E%EI HETapdXsi OE xpovio jipopXrina TTIV %pr\ai\, EVM oi dyopsg TWV omonapaycoymv x<op<&v — IlaKicjTdv,

MaXaioia, x^pE^ rife MsaT)i;'AvamKr\<; Kai £v nspsi Tfjq AaTiviKfjq 'Afis-piKfji; (OE nspiKEi; dn' auTEq TO Ttapdvojio XPflU" d7toT£A,£i novijio auora-TIKO OTOIXEIO TOU KpaTiKoO TtpouTtoXoyiojioO) — 5sv itapouaid^ouv n£ya

O SvSiacpepov) Kai noK'kic, XEJITOHEPEIEI; o^ETiKd n' auTd,Kai oi ckpox; XEHTEmXETtToi TpoTtoi «^£7iXunaTO9> TWV

nou unopouv vd \m; draxaxoWjaouv £8w.i] (iovo oi (iovinoi vapKonavEii; UTtoXoyi^ovrav yupw ord 5

oi EUKaipiaKoi TETOIOI dvEp/ovrai ord Tpidvra.1983 Kai 1985 oi urnipEoisq TOU dnEpimvucou orpaTOU EupE&nKavHEVEI; v' djtoXuaouv 60.000 oTpanmTEi; K, amaq Tfjq ipr\ae<iK, vapKfflTiKffiv.

OavEpo slvai STI f) KaTaTroXEHTian TOU XaOpEnnopiou vapKOTmov Ppi-OKETOI OTU TtpoypdnnaTa oXcov TWV dnEpiKavwv Ilpo£8pa)v, cnrnv ouoia

Xoya) Tfjq TtoXmKfjc; uqjfjq Tmv icpay^dTCOv, TI'TIOTE TO dno-O SEV (iTtopouv vd e'cpapnoaouv. Elvai 8 X0811 npocpavEg, oi 8i£p-

yaoiE^ TOU Tn^naTOi; 8i6^£ax; vapKcoTiKmv TMV HUOTIKOJV UTrnpEovSv (DEA,Drug Enforcement Administration), vd \ii\v oujirciTtrouv KOT ' dvdyicriv HE TOOKOTtounEva tr\q ^TtiormTi^ KpaTiKfjq KowwviKfii; itoXiTucfjq, f^ 6noia ETOIfilvai uJto%p£Q)p.£VT| vd TtEpiopi^ETai avf\v ^ayyeXta oTaupocpopiKou TTVEU-\unoq Kai OTpaTWOTiKOTcoiTJciEwq TWV ouv£i8iio£0)v. Tooo d><; upoi; TIQ KU-PEPVTJOEH; allow xrapwv (tic, Qnoisc, Kai nEpiKax; uTtopsT vdVTCK; TE^ OE «KOIVO dya>va» KaTaTioXEnnorn; TOU itavroq EiSougpiou), ooo Kai &q npoc, Trjv ^ooTEpiiai no'kmKf\d Tfji; iSpuoECtx; «Club»Kai «ouA,X6ya)v» KoivmviKfjq aamipiai;! 'Qc, npoq TOV KpaTiKO \ir\%avia\ioKtti TT\V £7ldv8p(OOT| TOU TtpOOOmiKoO TWV ETClXElpTJOECOV, io/UEl TO OUOTT|Ha

27

Page 23: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

TWV «Tests» (jtoXwdoKEC, iaTpiKEc; e^ETdoEK; Tfjg TO!;EWC, 200 EKOT. 8oAla-piwv £TT|oia)c, yid TOV Kpanico TtpoujtoXoyiano — 50 novo yid TIC, dvdyicec,TOU oTpaTou), £V<p f| e^aywyii (papnaKEimicwv Jtpoiovrwv TWV nsydXwvBionT|%aviwv, TOW Eivai djiapaiTT|Ta yid TTJV KatEpyaaia TWV vapKWTiKwv(yEyovoc, yid TO OTCOIO Evrova SianapTuprj0T|ic£ JtpoocpdTwc, Kai f| KoXonBiapX. F.A.Z., 16.10.89), Sis^dyErai dv£VO%XfJTWc. 8id JtpTOU NoEjiBpiou TOO 1986. £E OXETIKT) Srmooia rtapaTppr|OT],OE OE wpianEVEi; TouXaxiarov oraoTcapaywyou^ %wp£i; vdTEToia Jtpoiovra, UTtiip^E f| drtdvrr|oii, OTI 0d f|Tav £n£\i$a<n\V «£0viiaiKupiap%ia» TWV Y/opoov auTWV av TO^ UJCESEIKVUE f| 'AnspiKii Tioid itpo'id-vra jtpETtEi vd Eioaydyouv Kaf Ttoid QXI!...

To yid JipWTT] cpopd ^(pavi^onEvo QOTO TtpopXrifia OTT|V Eupwramcrj ioropia— TO npoft'kmia TOO KOIVWVIKOO KOOTOUI; 8id TWV vapKWTiKwv —, jioXXoiouyypacpEii; jrpo07ta0oOv vd TO Xuaoov 8id Tfjg KoivwvioXoyiKfji; (pXoapiai;(KoopaonEVEi; KOIVWVIE; Tfj? KaTavdXworic. itoo SEV E^OUV TI aXXo vd Kd-vouv), f| oooia ojiw^ TOO npo^k^moq Eivai KaOapwc, TtoXuiKfj. 'H \ir\ OOyK£KplH£Vr|C, E^WTEplKf)^ noXlTlKfj^ JiETaTIoXEHlKd Kttl f| U7t£pH8-

Tpr| 7tpoo7rd0£ia TWV HOOTIKWV urnipEoiwv vd KpaTf|oouv arik&q \im TO^T]noKmKr\, Tig dvdyKaoE vd Srinioopyriaoov TO

i;, novou kavoo vd KaX6v)/T| Tig dvd-TWV 8paoTT)pioTriTwv Toog. To XPfl^a a^To oiifiEpa dTtoTEXEi dvano-

OTcaaTov nEpog TWV KE^aXaiwv Tfjc, KamTaXiaTiKfii; Ttapaywyfig. "Eva niKpoSstyna TOO TIWI; SIOKIVEITOI r\a TWV TtoliTiKwv TtpayndTwv\iac, (f| Kopocpii TOO nayopouvoo Jtoo ank&c, «£OKaa£» CJTTJVETUOTJUOO TtoXiTiKfjg) Eixa^iE HE TO «'IpdvyKair|T». Tfjg aoTfji; «dpyjJ9> KOITWV iSiwv n£068wv Eivai oi Tpojioi Tfjg nrj <pav£pfjc. TtoXuiKfji;, TCOU Eivai f|Ka0' EaoTO noXiTiKTJ Tfjg EJIOTJJC, \iaq. "Eva Ttpayna itoo itpEJtEi i8iaiT£pa vdar)H£iw0fj OTO ar||Mo TOUTO slvai TO i£,r\c,: av f| Bdor| Tfjg noXmicfjQ — JtooOTCWC, ElTtanE ElVai f| HUOTllC^ TCoXlTlKTJ, fj TroXlTlKTJ TWV (lOOTlKCQV 07Tr|p£-

aiwv KOI TWV aonBooXiwv KOI o^i r) (pavEprj JtoXiTiKTJ Jtoo oo^r|T£iTai OTOKoivopooXia — Eivai 67toxp£wn£vr| vd KivfjTai \ii TETOIOUI; Tpojtooi; KaiH£068ouc;, sivai ^avEpo OTI Td opia 0£(iiToo KOI d0£|i(TOo OTO ETtiTOSa TfjgETnOI^HOU TtO^lTlKfjg TWV KopEpVTJOEWV TEpETCEl vd |a£TaTO7li^WVTai K00E <pO-

pd OE E^aipETiKwg nsydXa rapiOwpia Eopo^wpiag. TE^wvEia, okovo|j.iK£goTcripEaiEi;, TpaTtE^EC,, 'AoTovonfei; K.XTT. np£7C£i vd PpiaKWvrai OTO «vor|-\iay>, TtpoKEinEvoo vd 8i£V£pyfJTai dKwXoTwq i^ TOO EI§OUC, icoXiTiioi. Kaircpocpavwi; Td TioXiTiKd Trpoowita rcoo TtpoioTavrai TWV UTCTIPECJIWV aoTwv,jtpsrtEi iniar\c, vd Sia0ETOOv ^tEydXa 7t£pi0wpia EuXoyioiag... DpoKEiTai \ii

28

Page 24: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

cBla Xoyia irepi tvoc, VEOU E'ltumiuoviKou icXd8ou TIOU dpy^Ei vd dvaTtrua-OETai iiti rav r|U£pcov uag, Tifc «KoivcovioXoyia$ TOU TIOX.ITIKOU oKavSd-A,ou». «'ETttorr|uoviK6<; Ktax5o9> Elvai Pe"|3aia idEovd^cov xapaKtriptouoi;,Sum OTOUI; xcbpoug TCOV KOIVCOVIKCOV £"TtioTr|ucov Kupiap^sT TtoXu f| cpavraoiaKai XEITIEI f| ^Epfj ^KEIVT) XoyiKii Ini TOU avriKEiusvou TIOU xapaKTT]pi-i^El aUOTTIpOTEpEi; ETtlCTTJUEi;. Ol KOlV(OVloX6yOl 6\UD$ EmjiEVOUV OTOV %W-

po TOU JtoXiTiKou OKavSdXou vd P^EKOUV ?vav VEO KXd8o Tfiq imcvf\-[ir\c, TCOV. "ETOI, ^ Kartiyopia TOU TtoXmicou OKav8dXou, dTto ioTopi-Kfjg (puoEco^ KaTnyopia rtou Eivai, fimSwoKETai vd dvaXuOfj \ii tf\v TtEpimpi-

I dirtticfj KoivcovaoXoyiKcov opwv (K.X. Oficopia rfji; «dTtoKA,ivouoTii; ou-TOU Durkheim), £vcp &q amoXoyia ytd TTJV ouv£i8r|TTi TIEVIO

TCOV ditoTEXEOndTCOv itpopdXXETai TO EioEti «VEOV TOU idd8ou». (Fid iiqVEWTEpEi; dTt6\|/£i5 JiEpt oKavMXcov, PX.. TO auXXoytKo £pyo: R. Ebbighausen— S. Neckel: «Anatomie des politischen Skandals», Frankfurt 1989).£pcbtr|<ni it./., yiaTi TQ oKdvSaXa afinEpa slvat TOGO itoXXd uir\v(,<nr\V xcopcov OXETIKO HE akteq inv^ic,, f\i elvai: 8£v ElvatTtEptoaoTEpa, dXXd Eivai f| ioxupr] XEuoupyia Tfj? «8Tm6ataq yva>UT|$»OTOUI; Kaipoui; ua? (apa §va IrttTEuyna tfjc; «AriuoKpaTiag» fococ^ Ttou T<XKdvsi cpavEpd. "Av p^paia SEV £txau£ TO itapdSayna TCOV rkwtcov OTT|V'AvayEWTioi] Kai TOU 'Eppkou TOU Sou, itou mix; yd^iouq TCOV TOU^ EKavavcpavEpd (auvEitcoi; UE TtA.r|pT| HETO%TI Trfe «Kotvf)q yvcbnr|c;»), TOTE 6 itapaTtd-vco iaxupionoi; 6d ^VEI^E Kcmoia itoooord dXTiOotpavsia^. Td XEiToupyouvraitooooTd tfjc] «KOIVTJ^ yvcbnt|<;» OE aid piouiixaviKcog dvEirtuyuEvri KOIVCO-vta Eivai 6Ttcoa8ifaoT£ jiiKpoTEpa, napd TTJV OTtoia XEiroupyta TOU TUTIOU,itapd OE Sktec, ino%K, Ttou r\I ^coii fJTav ditlouoTEpri KOI apaTtEpiaooTEpo (pcoTEivii. "Av opjiEpa t| SrmooioTri^ itai^Ei UEyaXuTEpov poXo,Eivai aKpipfik; SIOTI KditoiEg VOUOTE/IEIE^ E'mpdAlouv Td oKdv8aX,a vd Kpu-fkovrai. Kai oi VOUOTE^EIE^ auTEi; uitopouv didcoc; vd ouvov|/io0ouv OTTJV£XX£i\|ni ^coTEpiKfji; TtoXiTiicfjg Tfjc; AUOECOI; cb? Ttpoi; TIC; %cop£i; TOO TpuouKOOUOU. 'H onoXoyfa uiag TETOUXI; EXXEivj/Ti^ KOI f\j TT|<; UEcpopoXoyiEi; KOI E^oTtXiououi; GETEI itpo^avoog KOI 0sua vo\tt\i6rr\io<; Tfjq

E^ o5 Kai T\i 1s) 5Xr| TtoXiTiKii Sispyaoia vdir\v uoptpi^ ii\q uuoTiKfli; £Tti%£ipT|aT|i;, Ttpayna Ttou KOVEI rnv dva-

TCOV OTtOlCOV OKav8dA.COV TtoXu TtlO £Tt£lO08iaKTJ. ETO OTUJEIO Sk-

TOUTO TlpETtEl VO TtpOOT£0fi, OTl f| «dltOKdXu\|/T|» OKavSdXfflV &EV A,£l-

Toupya oi^uEpa OTT^V KOIVTJ yvcbur] 600 dcprjvETai vd uTtovor|0fi (r| uETaito-XEUIKTJ ioropia Eivai je\iari] &no oKdv8a>.a dA,X.d TE^IKCO^ f) TtoXimrj ^corj

iCei vd Eivai f| i'Sia...), SIOTI SEV itpoKEuai itEpi SiatpcoTioEco^ TtouOE Tto .iTiKr| ouvEiSTjor), dA,Xd rapi «yvcbo£CO(;»

29

Page 25: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

novov KUKXcov — Spa KOI dTtooTtaonauKfji; yvraarjc; TOW uicoXoiraov.

Td JtavTocj EiSoug oKdvSaXa U7rn,p!;av XEiToupyucfjcj armaoiac; yid rf\v HE-TaTtoXEniKTJ 5onT) TOU SUTIKOU Koajiou mi GMpEiXav vd E vu7tdp%ouv oi 6X6-KXT)pov TOV SIOIKTITIKO [ir|Y,avian6 TIBV xcopwv, EITE £(paivovrav EITE oyi.AIOTI dcpou TO Ttapdvono xpfj^a wcpEiXs vd UTtapxT) yid TT|v TEXEOT] if\q£TtlOT]HOU TtoXlTlKfji; — OTTOia TEXog JldVTCOV aUTT) KttTO TtEplTtTCOOT) E^EST)-

XCOVETO — , (flcpsiXav vd undp/ouv Kai dvrioToixoi «v6(ii(ioi» Tpoitoi fj 8u-vaTOTT)T£(; KaXuy r\c, TOU. iTiaviox; oi KuB£pvr)0£ic; £i/av Tp67toui; EXsyxouKai TroWiEg (popEg EupiaKovrav Ttpo dTtpooTtTou. '0 «dvriKoj4ioi>vion69>, 6

oniac, EITHXHE jroXXanXan; TipOEKUfs adv KaTdoTaoT] <xvayKT)<; Kaiadv iSfioXoyia Tfjc; awrofuac; |i£ TTJV oitoiav f| !A|a£piKT] dvEXaBE

TOV xatt>5T] ajroiKUXKO KOOJIO, Elvai [iid Ewoia aiMonoTucfji; VKpfjcj OJHOC;Kai oi aipEOEii; TOU nEoaicova. Mid Ewoia 8T)Xa5T) Ttou

] TtoXXd Tt£pi£%6n£va, dvaXoycocj TWV npaKTiKdiv dvayKmv,OTTJV 67toiav njcopouoav £7tioT|Cj vd ^WPEOOUV TtoXXd. MiddjtoTEXEi Kai f| Ewoia TTJCJ «KaTajtoX£|iT)OT)c; TTJC; TponoKpaTiag», Ttou dito-TEX.EI TO i8£oXoyiKo uTtoBaOpo Tfj^ TEXfiUTaiocj Kupicog SEKaitEvraETiac,. NOT)-

Td TtpdyfiaTa Eivai aKpiBtocj TauTOOTjua: r\a TOU «dv6(iouU» TtOU TlpETtEl HE dvaXoyOUi; TpOTlOUi; Vd dvTlH£TCOTtl00fj. 'QCJ TOOO yi'

auTTJ SEV 9d fJTav laatc, SOKOTIOI; §vai; iSiavtEpoi; "kojog.

dvaX.u6n£VT) f| TponoKpatia oTmaivEi TO E^fji;: TtoiviKoitoiT)OT)OTO oucTTina Tmv SiEGvwv OXECJEOV TCQV £9viKO)v ditaiTfjoEcov TMVXaffiv. A£8on£vou OTI f| ditoiKioKpaTia ETtfiSia^E OUVEISTITMCJ TT)VTtpopXimaTcov (iETa^u Tmv 8ia(p6pcov £OvoTT)TQ)v, Eva nETaitoXEniKMcj KapniaHEpiUva SEV SXT)<p9T)K£ yid TTJV TpOTtoTtoiT)ari aurav TMV itpoBXT)n<xTG)v, Eivai(pavEpo OTI povo f| HT) <BnoXoyT)H£VT| OKEVI/T] TTJC; Sid iffc

TO)V EV Xoyco TtpopXTindTO)v 9d nitopouoE vd TO. Kupia 7t£pio%TJ Tfjcj «TponoKpaTia9> auTfj^ Eivai 6

' AvaraXfj^ Kai TTJCJ MEaoyEi'ou. Kai f| ioTopia apxiCfii dnEawi;TOV TtoXEno. KaTd TTJV ETtoxrj EKsivr) — ETIOYJJ PI^IKOU xcopionou TOU KO-

OE 8uo iSEoXoyiKd crtpaTOTiESa — , yid TTJV EoB. "EvcoaTj SEV UTtfjpxEviKMv KivtindTCov. KaTd TT^V oTaXiviKT) dvriXT)V|/r| rav

v, 8iKaioXoyT)H£vr| SXXcooTE £K TWV 0uv9r|Kfflv TOU itoXfinou, IOY.UETO dc^icona «Jtac; \ir\' wSv, Ka9' fmrnvw. 'QaTooo, fj lop. "Evo)or|aKOTtouoa vd TtapanEpiaT) TOUCJ "AyyXoucj dito Tpv MEOT) 'AvaToXf|, EiSsatT)v i8pucjT| TOU KpoToucj TOU 'lopaTJX nid xpT)ai(XT| EUKaipia yi' auTO Kai£<pp6vrio£ dnEococj vd TOU icponT|6£uoT| oitXa fiEoco TTJCJ ToExooXoBaiciac;. 'H

30

Page 26: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

i5puoT) TOU lopaT|A.raKou Kpdroug 9d E^fjirrc TOV dpaBiKO e'Gvaano, duo TOVOTCOIOV 6d TcpoEKUTtrav aiyoupa TcoXuiKd anipiynaTa yid rrjv ZoB. "Evcoaiiarov ^COTIKO auro xcopo, £vq> oi "AyyXoi, TaXavreuonsvoi HETO^U 'loparjA,Kai TWV auncpEpovTcov Toug OTOV dpaBiKO Koa|K>, aiyoupa 0d direSuvanou-VTO atiiv EV Xoyco 7tEpioy.iv 'H itp6BX£\|/i] ujrfjpi;E TOOO OCOOTTJ, MOTE EiSucdOTTJV TCEplOXTI Tfig MEOTig 'AvaTOWjg f| UTCOOTTJpl^ll TWV EOVIKWV KlVimdTWV

HETd TOV OdvaTo TOU I.iakw vd drcopfj dvaKi]puyn£vr| dp^ii, dvE^apTT|Tax;TOU yEyovoTO^ OTI 710X^01 f|y£T£? dpapiKO)v x^pwv £8icoKav d^iXiKTa TQKonnouvioTiKd KivnuaTa TGJV xcopwv TOUI;. 'H AiyuitTO^, f| Eupia, TO 'IpaK,f| AiBui] Kai f| VOTIO; 'YEHEVT) inrfip^av oi KupiEi; TtEpiox^ EvSiacpEpovroqyid TOUC, aoBiETiKouq, f| SE AiyuTcroc, ouv TOII; aXXoii; (i5i(o^ (i£Td TO 1967)X6y(p Kai tfjc. au^avonEvrii; Emppofjg Tfj<; Kiva; OTTJV TtspioxTJ Tfji; MEOT)I;

i;. 'Edv OKstpOfj KOVEI^ OTI OE fiid okovonia \ii\]d orrjv Tcapaycoyrj, OTCCOQ f| ooBiETiKTJ EV ouyKpioEi Ttpog rnv

§UTIKT|, f| Tiapaycoyii TtETpEXai'ou HETO^U Tffiv ETMV 1940 Kai 19878iaq>opa Td^Eax; HETO^U 31 Kai 624 8io£KaTomiup{cov TOWCOVEivai <pav£p6 OTI yid ^id rcapaTtspa auI;r)OT| tfji; BionrixaviKfj^ Ttapaycoyfj^6 x&poc. Tfji; MEOTII; 'AvaToXfii; 0d nETEBdtaTo Kai yid TI^V EoB. "Evcoor) OE^OTiKfig orinaoiai; x^po ooo Kai yid TI^V Auoi]. ITapaSEiyna rcpo^ TOUTOElvai f| i5ia f| 'A^EpiKii, TCOU and TCETpEkiiojiapaycoyoc. ^topa HET£pXT|6T|K£OE i<hpa Eiaaycoyiic. TCETpE^aiou (ARAMCO). 'QoTooo oi ooBiEtucoi SEV

aurn, dXXd dpKEo&nKav finkSx; OTTJV ouvnipT|OT| TCOV £6vionwv TCOUmoupyouoE OTOV dpapiKO KOO^O r\a f| SUTIKTJ JCOA.ITIKT|. 'ETOI novo duuvriKd Tig x^P£? no*> EitpooKEivro o ' auToui;, Evw r\; icpoi; TI^V PLO ujifjp^E TOOO yakapf\, COOTE vd \ir\v SrmioupyiioTi y£-

viKtoTEpa JtpopWJuaTa OTOV x^po tfj? AUOTJI;. Oi dpapiKoi ^Gviojioi ETOISEV 9d dTcoTEXouoav ditA-cog Eva pdpo; yid TO ouvoX.0 tfj? SuTiKfjg 7cohTiici}<;,

, §£5on£vcov TCOV SEOHCOV TCOU £7t£"paA,£ f| ioTopia Kai f| yEcoypacpiKrjcbpionEvcov EupcoitaiKcov xwpwv rcpoi; TOU^ y&povc, Tfjg MEOT]C; "Ava-

0d dTcspaivav sva JtpopXrma Kai yid Tig T5i£<; rig EOCOTEPIKEI; KaTa-SuTiKfji; TcoXiTiKfji;. ' Yico rig ouv0fJK£c, auTEg, Kai UTCO dvdXoyEg

TCOU ETtiKpaTouoav OE aXkec, TCEpio/Eg TOU TcXav^Tn (KEvrpiKrj 'AiispiKri,"ATCCO ' AvaToWj K.A.TC.), sivai cpavspo OTI f| ' AnspiKi] cog f)y£Ti8a Suvani] TO()SUTIKOU KOOJIOU 5sv 0d nicopouoE yid HEydXo 5idoTT|(ia vd TO Pyd^i] rapaH£oa OTO KXijia TOU \|/uxpou TcoXEnou. Kai f| KaTdpyr|or| auTou TOU KXijiaTogfJTav TO TcpcoTO TCOU Ev5i£(p£p£ Toug aopiETiKoug. "OvTcog: f| '8ia0£TOuoa Kdicoia ouyKEKpinEvn TcoXvciKTJ dvriXT|V(fri yid TIIV

jj Kai HE dTcoicXEioTiKii Tiiv Eyvoia E^aocpaWoEcog TOU TCETpsXaiou,

31

Page 27: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

(bvojaaos TT\V 6A,t| noXmicii KaTdaraari -rife MECJII<; 'AvaToWfe «rpO(j,OKpa-ii'a» Kai dv£0£0£ rr\v avTinETflrnioTJ Tt]<; crtoui; dvnoToixom; iponow; TOWHUOTIK&V urnipEouov. Eivai Pe|3aia KXaaaiKrj KOI auTovoiyni f\, OTIyid vd EXsy^T) KOVEU; Eva «irapdvono» aucmina Eivai dvdyKT] vd OUHHETEXT)6 18105 a' auro. Kai £8(5 dKpip&x; Eivai TCOU dTtOTEXa f| 'EAld8a TOV 8ia-

To «56vna Tpounav» KOI f| yeviKd)T£pT| KT|5E(iovia ifig Eupcoirrii; and rrjv'AnEpiKii Eivai yvwcrro on OTTipix6r)Kav ornv TtEpiJcrmori rf\q 'EM,dSo<; Kaiir\c, ToupKia?. I,Tf\v JIEV 'EA.X.d5a Xoytp TWV TtEpiitoo yvaxraov (PX. yi' auidmo K<rao) KOI OTTIV ToupKia Xoyw TOW dTiairnoEcov TOO ZidXiv yid vaimKE?p\xo£iq K.XTC., TIQ OTIOVEI; naiaiwoav oi VQUTIKE^ doK-noEii; TOU OwpiiKToO«Miooupi» TO cpGivojccopo TOU '46. Trnpa n EKgpSioav f| 'EXXd8a KHI f)Toupxia HE rf\v Tiapanovii touq OTTJV «'EX6u0£pia» KCU TTJV «A^noKpaiia»,Etvai Eva 98Jia TtEpiiTfji; csu^TJTr|crri^. Eivai 6( (01; dvdyKT) vd i§oun£ n&c,EicXripoSoTiiOTiKav aura; oi 5uo xwpsi; crtd TtXaicux TTJ^ tiEiaTroXEniKfiq Au-oTig, TtporanEvou vd KaTaXdpconE Kai Toug poXouq Ttou KdOE (popd ujto%p£Q)-TiKd dvaXaupdvouv Kara xi^ 8ianopq>6o£i5 TTJ<; H£%pi T(bpa 8uriKfj(; 710X1-TlKffc.

'H 'EXMSa Kai f| ToupKia yid rrjv TtaXaid EupoTtaiKii TtoXmiq djroiE-Xouaav ankSx; yEcoypacpiKEi; EKKXCJEK;, oi 67ioi£g &no KOIVOU CTuyKporouoavEviaiav yEfflnoXmicrjv 6vTOTT]Ta odv djtot^XEOna TOU KpijiaiKoC'0 no'kE\io<; auToq, 6 OTIOIOI; HE TOU<; 8uo JiayKoaniom; TioXEjioix;

p^E 6 O7Cou8aioT£po<; OTT|V VEMTEPTIioTopia Tfj? Eup(ojn](;, 8ion KaTtipyriaE TO ouarnna Tfjg «'l£pag

£um«x%iac;» (ouoiaoriKd Eivai f) dp^fj TOU TEXouc; Tfj^ novap/iai; TUV 'Ay-Poupycov) Kai £(p£p£ Tiq noXniKEg dvaSiaTd^Eii; OT^V ouvGEor) TWV supama-IKWV Kparav Ttou SiErripfi&rioav &c, TOV SEUTEPO icayKoonio TtoXfino. ' YTtfjp-

HE icpotiyounEvom;, SIOTI ujrfjp^E TCO-Tov £Xpr|oino7coniOTiKav yid JtpcbTT|

cpopd uTixavoKivriTa aiSEpEvia TtXoia Kai VEOU TUTCOU 6nka (Paixhans-Hau-bitze), TO onota £7t£Tp£\j/av OTOUI; Pwooouq vd pouXid^ouv EV dKapEi TOVJtaXaiou TUTCOU OTO^O TMV ToupKcov OTTJV Eivamri Kai vd TcpoKa^Eoouv ETCITTJV dvdm^T) Tav SuTiKmv 8uvdn£(ov. TKOOTIOE KOVTO OTO Eva EKaTonnu-pio Ou^aTa (TO BaTEpXd) TC.%. £ty£ TtEpiTiou 50.000. I^^iziatrnq: 'Ava(p£po-(i£ nspiKEi; XEitTOHEpEiEi; yi ' aurov, 6%i jiovo 8ioTi 6d \iaq xp£iaa9ouv yidTTJV KaTavoTioT) Ka7roicov TpE^ovKov ^t|Tr)ndT(ov, dXM Kai yum auTOQ 6

Eivai ayvcooTo^ EV 'EX.Xd8i, dq>ou SEV nvrmovEUETai KOV atd o^o-'Qq «iaTopia» yi' autd HETO^U 1821 Kai 1921 Eivai — yid TTJV

32

Page 28: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

I" AUKEIOU — ETTI F1AZOK TIB 1984 oi rcpo TOU '21 «KOIVOTIKE<;» OXE-asig!...).

Oi draoTEpE^ aiiieg TOU Kpma'iKou rcoXsnou dvdyovrai 01(5 n£Tappu6(ii-OTIKEC; 7tpoa7id0£i£<; TOU Ma^nouT TOU B', liq onolzc, 7ipayn<XT07ro{T]0£ 6yuioi; TOU ' ApSouX ME^IT 6 A' 8«x TOU «XaTi Espicpw TOU FKiouXxavE. AidTOU 8iaTdyn<XTO<; aurau EKTIPUOOETO 0pt|OK£UTiK^ iaoTT|c; yid oXoui; TOUC;UTtr|K6ou<; Tfj<; AuTOKpaTopiaq. To Ka9£aT(ix; CXUTO 8i£utc6Xuv£ Tf|v

| 5i£ia5ucT) rav 8uTiKcov SuvdnEcov &$ jtpooTaTfSwvTIOU f| Pmooia EI8E adv UTCOVOHEUOT) TMV 8iK(5v TT| aun<p£p6vr(ov,

dcp' 06, pdo£i TiaXaioTEpmv auv6T|Kwv, f|Tav TipooTOTii; TMV 6p0o86^cov."Ocav TW 1852 f| 8uTiicf| 'EKK^oia ^TrfipE ax; Ttpovonio m KXaSid Tfl;TtopTag dno TOV Tdcpo Tfj^ Bt)9X££n, TOV ETtojaEvo xpovo f| Ptooofa EKfjpu^ETOV 7i6X£|io Kaid TOU SouXTdvou (TQ TOW «KX,£i8iwv» KO( TQ O^ETIKO HE TTJVjtEpiouoia Tfiv 'Op6o86^cov EKEI &Ko\a\V E%OUV pu9nia9fi). navrcx; ra1854,8r|X. SiapKouvroi; TOU itoA-Enou auToO, 6 ydXXoi; nnxaviKO*; 0. AEOCE\(/ouv£(po)VT|OE 8id au|i|k)A,aiou HE TOV dvripaoiXEa Tfj^ Aiyujrtou TTJV KaTa-OKEUT) Tfji; Sicbpuyaq TOU EOUE^, Jtou 0d fipx^e Wyo HETO TOV TtoXeno. "Evcu;

'kayoc, yid TOV TtoXsno OUTOV dno EupOTiaiKfj^ JiXEUpai; fJTav Kai f|i KOIVCOVIKTJ KaTdoTaoT) Tfjq EupmjrriQ, f) oTOia Efye ^K8r)X(o6fj Hyo

7tp(v HE TTJV ^jtavdoTaari TOU 1848-9. 'ATO TOV TroXsno OUTOV, TIOU Elvai 6Ttpamx; «n6XE^og Qiaeaxp GTT\V 'loTOpia, itpo£Ku\|/av yid 5Xou^ C^lM? ^aiOHpEXElEq, TtEpaV TfflV yEVlKOJV 8iaHOp(pd)O£0)V TUOU £(p£p£ OTI1V

Tfj^ EupcoTtrn;. Fid TT|V Pcooaia, 7ipo£Ku\|/£ f) dvayKt)H£Tappu0nia£cov yid Tfjv 'OGconaviKf] AuTOKpaTopia Hid TE^VIKTI JtapdTa-OT| ^(ofj^' yid TTJV FaXXia ^iriTEU^ri TWV noXmK&v ^XEyEcov TOU NaTtoXsovra(TOU F') Kai yid TTIV ' AyyXia Hid ayavr\q dyopd, STCOU, ^E nidv ^mpdpuvari5% CTI TWV Tcpoiovrcov TT|q, Od uTtopouoE fivETa f) o(ppiy(B8T|g |ilo^Tlxav{aTT|? vd <xvTiaTa9nior| rauq u\|/riXouq TEXcovsiaKou^ 8ao|iouq TCOU ^TtspaXavoi aXXs? £upco7iaiK£<; %fflp£? Jtpoi; Tcpooraoia TMV SIKCOV Touq Ttpoiovrcov. ToKupiatTEpo onax; dnoTEXEona TOU TioXsHOU auTou f|Tav f^ ^aoqxiXicrri ysco-TtoXiTiKaX TCQV voTioavaToXiKwv ouvopcov tfjQ Eup(07rr|5, dtpiivovra^ ndvro>^aXuTO TO TtpopXrma T<OV voTioSuTiKcov auvopcov TTJ^ Pwoaiaq. 'H 'EXXdSaKOI f| ToupKia Tcbpa aTtotEXouaav Eviaia yECOTtoXuiKii 7i£pioxf| Tf|g Eupa>-m]<;, f| ojtoia ETtpETtE vd 8iaTT|pT|0fi KOTd naoav nEXXovnicfj dvaSidTa^T) TWVBaXKavitov. 'ErtsTyov KaTEOTT] TO 7tp6pXrma (i£ TT|V HET<X djio Xiya xpovia8r|(iioupyia Tfjq BouXyapiaq. "Ovrax; HE TOU^ paXKaviKoui; JioXsixou^ f| 'EX-Xd8a aui;ii0T|K£ Jtp6q Boppav, oi EyyurjoEi^ 6\iax; Tfji; Popsiai; undp^eibg TT]^adv Kpdroix; 0d dvTiyovro ord dTtOTsXEOHOTa TOU Kpina'iKou icoXfiHOu Sid

Ttapouoiai; o' af>Tf\; nouaouXnaviicfjq HEIOVOTTITOI; Tfji;

33

Page 29: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

®pdKT|<;! 'EvS SriXaSi] oi dyraXXaya; jdr)0uo^cov ord idaicna Tfjg np&r\v'OQa\ia\nK?iq AuTOKparopiai; djtOT£k>uv (iidv ouvsxfj fiexpi TOV fmspcovHac; KaTdoTaor) (TOpiTtrcoori BouA-yapiag), fiXXore onaXd Kai aM-oTE dva>-

i «niKpaaumKfj<; KataaTpo<pfjc;», f| oicoia ^e TO

Havucrj fiEiovoTTiTa ifji; 0paKT|(; ditotsJiEi fi6vi|j.o 0£|j.a dnT|%avia^ CJTOUI;Wyou^ rav dviSficov t)M\v(i)v TIO^ITIKWV, ot OTIOIOI ppioKouv a ' amr\aTraxupEuatoi) £K9£iaanoC T»V «5TinoKpaTiKfiv dp£ifflv» ifjg 'EXXaSog, dXXddyvooOv JiXrjpw^, 5n dxpipSg f] UTtap^ autfi^ if); neiovoTriTog EKEI dito-TE^EI nty 7ipouJt60£oti Tf\q 8tKfjq TOV v|/r|q>o6ipiKfj(; 8paoTTipi6TTiTog, Ka0 'o EyyuT|0T| TTJI; 'EXXd8oq odv Kparou^! 'H uTiap^r) xfji; HEIOVOTTITO^ auifji;orinaivEi latopiKd TO E^fj^: Sv TOTE fjOfiXav dn<pvapr|Tn6fj TO djioTE^EOnaTaTfjc; yEionoA-iTiKfj; ormaoia^ TOU KpinaiKoi) TCO^EHOU, EITE HE dTcaiTTJcjEK; TMV7iapaK£i|i£vcov oXapiKfiv Kparav EITE HE u7roKivr)(jr| TTJI; Pcooaia^, TOTE 6dmnTcov vd E^TI vd dvainETcomoTi dm) KOIVOU 'EA,Xd8a KOI ToupKia, tcai 6%iTO dn(pi|J6A,ou KaTaoKEufj^ Kparac; 'EXXdSa. Msoa CTTO auvoXo TCJV OKE-

f| ToupKia vd rtapaxcopriar] TO vr|otd TOU Aiyaiou OTTIV 'EXXd8a, TtpoKEi-HEVOU vd JtapanEivn OTTIV dvaToXiKii Gpaicr).

iv auvrojiia ETOI, OTI i5) 'EXXd8a KQI f| ToupKia ditETEXsoav OEW-ysmypacpiKE^ EKTUOEK; yid TTJV EupcoTtatKii jtoXmicn, d-o ' auT% SKaraiKoOoav avGpcoTroi fj TtpopaTa. Trjv

6d ETtipouaav dvayKaoTiKd KOI (XETO TOV p ' rtayKoofiioMovo Jiou T(bpa, \£ TT|V KaTO%upcoor| TCOV voTioSuTiKwv ouvopcov Tfjg lop.'EvcbaEoc; Kai apa TT^V TtXtipr) EyKaTdA,£i\|/TJ TOU^ CTTII; «£X.£u0£pi£9> TOUSUTIKOU KOOHOU (6 lTdXiv (iJiopEi vd fJTav dXA,£pyiK6g HE TTJV «AT}noicpa-Tia», urtfjp^E Q\JL<K, 5vaq drco Touq n£ya>,UT£pou? aTpaTriyiKoui; voe? TtouEyvcbpujE 6 auy^povog KOOHOI;), 6 xapaKTfjpac; amoq £(pdvr|K£ mo KaGapd,<JX£86v nT]xotviKd 0d EA.£y£ KOVEI^. "ETOI n.%. \\£ Td ysyovoTa rife MEOTI^'AvaToXfji; TO 1967 E^pEia^oTav Eva «oTa0£po» Ka0£aTa)q OTfjv 'EXMSa yid•tic, dvdyKE? TWV dnEpiKaviKtov PCKJEMV. S18ou XOITIOV jxid 8iKTaTop(a cmjv'EXXdSa dKpipwi; 8uo nfjvs; rtpv'v. Kai 5Tav TO 1974 6 uTtoupyoi; E^CDTEPIKMVXEvpu Ki'oiyKEp EjuTuxaivri Ti'q oun^toviEg KaTaTiauoEcoi; TCOV ^0po7ipa^itovHETa^u AiyuTtrou Kai 'loparjX. (18 'lav. 1974) Kai Supia^ Kai 'lopaiiX, (31Maiou 1974), dKpipw; 8uo (ifjvE^ HETU EJiavaKdnTtTEi HEOCO TMV «dvriaTaoia-KWV» (!) Kai f| «At]HOKpaTia» oTrjv 'EXXdSa. "OTI Pspaia TO cTpancoTiKd

OTOV yivouv 0sp.aTa «auvomXifflv» 0£(opoOvTai JioXmica); TE-Eivai mac, nakr\6c, Kavova^. 'AnoSEi^r] n.%. TO KurcpiaKO, TO

34

Page 30: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

orcoiov K<XT' dvdyKTiv ESrmioupyrjOiiKE JIETO m nEoavaToXucd, Suki duoTt|v inoyf\O PixdpSou TOO AfiovroKapSou fJTav oacpwg yvcooTrj f| ormaoiaTfjg Kikpou yid Stag tic, EitixEipTJoEig Tfjg EupcfrTttig OTTJV JtEpioyji Tfjg

'AvaToXfjg. 'Em 15 xpovia TO KurcpiaKo drtOTEXa 0E ia av, 8ian£aoX.apf)0£a>v Kai Eraxcpcov, jtapajiEVEi oncog ax;

TIKO TtpopXruia-fiXuTo (cog JtoX.mK6 Elvai f)§T) X.UHEVO, 8ioTi SEV 6(pio~caTaid)Q TETOIO npoftkr\\ia dcpou UTtayopEUETai duo auyKEKpmEVEC, dvdyKEi;, KQ^EI;f\, To>v ortoicov f| X.OOT) uTtdyETai CTE y£viK(OT£pa nkaiaia TIOU ini TOUTtapovroi; SEV EXOUV dKonri SuxnopqxB&fi.). To 1980 Td TcpopXtJuaTa cpsuyouvduo TTJV MECTT] 'AvaToA,r| KOI nETaTOTri^ovrai OTOV itspaiKo Kokno. "Apa

oKpaTia» aTfjv 'E^d8a, iv& dvri9£Ta EVO «toxup6» Ka0£-, OTTIV ToupKia. 'ISou JtpdynaTi f| AiKTaropia OTTJV ToupKia!... "Av f|

«Ati(iOKpaT{a» (i£Td TaOTa SEV £Jtav£K<xmire KUI naki ditOTOnmq OTIIV Toup-Kia, omoc. OTTIV 'EXXdSa, dvcu dKpipmc; yiaT{ \& TTJV «ia>.aniKii ETiavdoTa-OTI» TOU 'Ipdv ot ouvOfjKEi; Eivat aio0TiTd)<; SiacpopETiKEi; iiaKponpoQiaiuoqano EKEIVEI; Tfjg n£ooyEiaKfi,g TtEpioyjjc,. AriXaSfj CTTIV iSia TT^V ToupKia.

noC (i£ Tii; TPEXOUOEC, noXttiKE^ StanopcptoaEig auTd £%ouvwdTrc&TaTOV 7iap£X06v», nitopounE vd T<X E^ETdownE X

i;. 'AllO TtlV T£%VlKf| EU^EpElO TMV 7rpayH<XTG)V PXETtOflE, OTl TOGO f|

ooo Kai f| ToupKia drcoTEXouv GECopriTiKfii; cpuoeax; o/rjuaTa, TIOUSEV jcpoypannaTf^ETai f) XPTJOT) TOW; ETU naKpo^poviou pdoEcoi; dXXd andTig dvayKEc, ir& aTiynfig. Fid TO dvriGETo dTtaiTEuai Pspaia f| uraxpijn KO-TIOIOU TtpoypdnnaTog, TO oicoiov, OKVK, EITIOUE, nETaJtoXEniKmg SEV Jtap£ox£-OTI 6 xpovog vd uTtdp^. Kai oi Suo auTEg xropEc., TOpav dito Tig «ouvray-(iaTiK£g» pupiVEg Kai Tig «£KXoy£g», Kparrj0riKav OTd TiXaioia Tfjg Auoscogoncog aKpipdig uTnip^av: HE ouvsxf) KOIVQMKTJ SiKTOTopia, oitou Evag ou-vraynaTapyjig ETidvco ?vag KOTO) SEV EI^E ormaoia. EiSiKdoTEpa oniv TOpi-Ttrcoari Tfjg 'EXMSog, cpaivETai auTO Ka0apd Kai JIETO TTJV SiKtaTOpia. Tddbi;u|4iEva JipopXfJuaTa TWV dpapiKrov £0vion(5v, nou dvayKaoTlKd 0d £|i(pa-vi^ovrav HETO TO ysyovoTa Tfjg Msarig 'AvaToXfjg ^Eoa orig SiaSiKaaisgTOW naKpo^povicov «ouvomXi(5v» — Kai Td oitoia, dKpiprag dcpou UTrfjpxavTUTtiKd oi «ouvondi£g» SEV r|Tav SUVCTOV jrapd vd rcoiviKOJtoiT|0ouv cbg«Tpo|K5KpaTia» — , aTtaiToiJoav Kai dvaXoyoug Tporcoug dvrin£Ta)TtioT|g. 'I-Sou XOITCOV f| «KoivopouX£UTiKi^» 'EXMg cbg Eva ElSog EJCITEXEI'OU Tfjg HE-aoyEiaKfjg TponoKpanag. Fid vd E^EyxOfj f| TponoKpaiia rfjg |J£crr|g 'Ava-ToWjg, xpEid^ovrai dvdXoyEg «Ttpoopda£ig», STjXaSTJ (M «cpdoapapiKii»Kai «dvTiiiopaT|XivTi» 'EXXdSa y£|adTTi TtpdKTOpEg TCOU vd OUHHETE^OUV OE

£7iix£ipr|o£ig. *H dp^ri TCOV npayndTcov dvdyETai p^aia

35

Page 31: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

arf\v «dvrioTaoT]» KGTO tfjv TtEptoSo Tfjc; Xouvracj: "EXXr|V£Cj «dy(ovioT£i;»EKTOtiSEUovrai OE oTpaTOTrcSa Tfjc; MEOT|CJ 'AvaToXfjc,, naBaivovrac, Tipooco-Tta, 6pyava>o£icj KOI KaTaordaac;, KOTO TOV iSiov Tpojto TOU Korea TTJV £TOYJJTOU «dvriKOHHOuvaoHoO» KOI TOU yuxpou TO^HOU oi mo «£v9£pnoi nap^i-ar£cj» fjaav oi d^ia>naTouxoi TTJCJ KYII.

Td JtpdynaTa auTd SEV Td dvacpsponE £800 d>cj KpfoEicj — dM,ou 9dm6 KCtTCO —, SlOTl £%OUV \11OV CUTlOKpaTlKfji; (pUOEWCj

TiTa OTTJV nETajtoXEnucrj no)imKr\. 'H (OE aKptBfii; cdv inoyf\. METC^U tponou Kaf TpojiOKpaTiacj umxp/Eif) E^fjcj Siacpopd: TPOHOCJ Elvai TO d8i£^o8ov ai(iid E^ouoia OTOV Xao, ^EOO) TOU SIOIKTITIKOU KQI i8EoXoyiKoutoq. To (paivojiEvo Eivai EyyEVECj OTI^V (puar) TTJCJ ££ouofa£ Kai Ttavdpxaiov(yi' auTO KOI X£^E OTI %p£id^£Tai 6 «8ia(pcoTiajj.o9> Ttpoc; E^Eyxo OUTOU TOU(poBou...). TponoKpaTia, dvri0£Ta, dvai f| 8id TWV SiaTEOfiiHEvrnv HECTCOVdvTiSpacn] TOU laou. Td HECTQ aura lapaKnipi^oviai CTUvrj9coi; «Biaia», 6^18ioTi TOU^ XEITCEI f| vomnoTT|Ta (TO «HETPOV» iv TrpoKEinEvm K^ovf^ETai),dXXd yiaT{ Eivai UTtoxpEto^va vd S^Ep/tonai Tfjcj n£pio%fj(5 TOU «^mKpaToO-VTOCJ 8iKa(ou», d(pou auTO xpT]oino7toi£iTai dno TTJV E^oucria 7tp6^ aooioriTOU SIKOU TT|<; Tpojaou (6 poXoi; TTJI; iSEoloyfac; cuviaraTai aKpiBwc; CTTO vdKokmtr] auTTJ TTJV TO^ 7tpayndTcov). Ti dKpiBEarspa Elvai «vonmo» Kai TI\ir\J OXECTEICJ Tpojiou Kai TponoKpaTiai; SEV 9<x \iac, djtaoxoXi^CTT| iM>,SIOTI Elvai TO HEyioTOv 9£na Kd0£ TtoXiTucfjg 0£copta(; (EVO 0E|ia Ka06Xou«VOHVKO», 6Xk& 0sna <piXooo<piag KOI aXXou EiSoucj dvaXucEcov —KCOV, KOIVCOVIKCOV, KOT' E^OX^V iCTTOplKCOV K.X.71.). AuTO TtOU 9£Xo(l£

dvai, OTI T] n£Ta7toA,£niKrj inoyr\E JioXniKd odv \iiaOi i8£oX,oyi£i; TTJCJ HETanoXEniKfjcj Eitoxfjg, OUTECJ TOU \|A)%poO TuoXEjiou, fjoavKai yid TO Suo oTpaTOJt£8a i8£oA,oyi£i; Tponou. Kai yid HEV TOV SUTIKOKOOHO iaxu£ ° «dvriKonnouvion69>, yid SEV TOV dvaraXiKov TO «yuxia-Tp£ia» (r| Sia<popd Eivai dv£7taio9T)TTi...). 'H avriSpaor) cbcj «Tpo|j.oKpaTia»SEV apytjOE vd ^K8T|Xa)9fi: crrnv \iev «Auor|» HE evorikei; 6ndS£Cj Spdorig KOI(poiTTjTiKecj E^syEpoEi?, OTTJv SE «'AvaToXi]» Sid X.aiKwv KivrmdTwv. KaiOTOV HEV dvaToXiKo KOOHO £xPTl°¥O7tol11&Tiaav Ta tdvKq, OTOV SUTIKO 8-HCOCJ, Ttou oi OXEOEII; fjoav 7toA,ujdoKcbT£p£cj, ETIPEJIE vd xpT]oiH07toni0oOvaXXscj H£9o8oi. Msoa a' OUTEI; TtpoEKuyE Kai 6 poXo^ TTJC; 'EAldSoc, yid TIIVTpiTOKOoniicfj TpoHOKpana Tfjc; HEOoyEiaKfji; TtEpioxfjq.

Kpivovracj dito TO TtoXmKO ditoTEXEOHa TCOU orig H£p£Cj nacj TtapaTtipou-HE, TiJtoTE TO f)6iKcocj §mXrj\|/iHo SEV 9d HtopouoE vd KatTiyoprjcni KavEfcjOTICJ H£068ouc; auTEc;. To dvri0ETO ndXiara. KOTO TO TsX^uTaia Tpidvra %p6-wa OUVETE^O^T) TOOO ioropiKo £pyo, 600 TOTE orfjv 7ipoT)youH£Vt| ioropia.

36

Page 32: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Elvai JipcoTTi cpopd Jiou oXr| f| dv0pcoji6TT|Ta KaTaXapaivsi, OTI unopEi vdETcixEipriori vd £f|on /.topic; TtoXeuo. "Apa Kd0E U£9o8oc; Jtou OUVETEIVE OETOUTO TO ditoT£A£oua KaTa^iourai dvayKaorucd ^K TCOV uoTEpcov. To itpo-pXtjua oucoc; UE Tf|v Ellr|viKr| TpouoKpaua Elvai aXXo: OTI TEAIKCOC; £!;£cpuy£TOO dp%lKOU TT|C; OK07COU Kttl U£T£PXTJ0T| OTJUEpa OTO UOVO VOUIUO Kttl KOl-

VCOVIKCO^ dvayKaio UEOOV 5ioiKT)TiKfji; jipoXf|\j/£coq! Kai OE TOUTOOE 6 TauTOXpoviauoi; 8uo TipayudTcov: f| y£vucti>T£pr|TtOU TtpOElTtaUE KOI f| XoUVTtt. MfiTtt^U TMV <HJKOl)U£VO)V OTf|V

«dy(oviaTc6v», ujrfjp^av jioXloi nov KaTOTtiv smaoav Td nooTa.Kai 8ioiKTiTiKd. AUTOI djr£KOjrr|Kav die' rf\v 6pydvcoari,TI^EOV [ir\ vorma, r| opydvcocr) oncoq EUEIVE, 8£8ou£voi> OTI fJTavno^iTiKfji; ijcpfj; Kai TOpiEXdnpavE TroXu JtspiaooTEpoui;.'AKpifSfix; TOUTOI oi«7t£plOo6T£pOl» ElVai 710U dltETEXEOaV TOV puOniOTlKOV CpOpEtt TfJ5 UETO TT|V

Xouvra TtoXitiicfii;. ripooExovrai; Kavsii; ia Tipoocona TIOU Kd0E cpopd dno-TEXoOv OTOY.OIX;, EUKoXa 0d SiamoTcboii, OTI TipoKEvrai Ttspi JtpoacoTtcov d-yvcboTcov OTO jcXaTu KOIVO, \ii uyriXEi; KOIVCOVIKECcpt|H£p{8cov, Bioufixavoi K.XTI.), KOI TCOV 67toicovElvai yvcooTfj uovo OTI<; opyavcooEii;, 8r|Xa8r| OE jiEpicopiauEvo KUKA.O ^Tca'io-VTCOV. "Apa f| TponoKpaTia OTT|V 'EXXdSa SEV E%EI KoivcoviKf) pdor| —6TOTE 0d £7ip£jt£ vd ouvo5£U£Tai duo 3X1&; KOIVCOVIKEC; ^cpdvEiEc; TIOU 0dcocpEiXav vd ^VTOTcf^covrai OTOV %copo TTJI; iSEoXoyiai; (TI./. oiUEVOI cb<; TpouoKpdTEc; OTOV dpaBiKO KOOUO EXOOV m'aco TOUC;0pr|OK£UTiK<x KivfmaTa) — dXXd novo KOIVCOVIKTJV oK07t^oTT|Ta, 5r)A,a8TJpu0(iioTiKf|v X£iToupyiKOTT|Ta KA£ioTcov KuicXcoudTcov. 'AKpipcoc; a" a^TOouvwraiTai Kai f^ %pr)oinoTr|Td vt\^. Eric; TtoXuiKEc; KOI KOIVCOVIKEC; ouv0fj-KEC; Tfjc; 'EXXdSoc; XeiToupyEi odv §va EWOJIO 600 Kai d;tapaiTT|TO uerpoKoivcoviKiic; JipoX.f|V|A£coc;, 8ioti EVEpyEi UE yvcbori JtpayudTcov Jtou SEV slvaiyvcoord. '0 «napc;ion69> TCOV Ttpoicripu^Ecov Eivai TO KOT' Mcpaoiv jdaiaio

aXlou si8ouc; ^yKXrmdTCOv, Sraoc; KoivcoviKfjc; Axojto8uoiac;, d-c;, dppipiouou K.'kn. 'H 'EA,Xd8a, ^K X.6ycov ioTopiKcov, djcETE^EOE

TtpcoTOTtopiaKov x&po ^cpapnoyfjc; TCOV im. rr\q JioXmicfjc; d-ya0cov drcoTEXeaiidTcov TTJC; TpouoKpatiac; (jt.%. TOpiTtrcoori I16XK KOI 8iacpo-pcov r|y£Tcov TOU lncpuXiou). "EKTOTE, ouyKEKaXufiusvcoc; fj nrj, f) TpouoKpa-TIO dTtOTEXfil OUOTOTIKOV OTOl%8lOV TOU XXr|VlKOU KpOTOUC;. Kai 8^V JtpETOl

vd ^xviETai, OTI TO KpdToc; auTO SyKa0i8pu0r|K£ odv ?va Kparoc; Tpojiou,KOTO Tf|v Ewoia nou dvaXuaauE itpor|youu£vcoc;. SUVETICOC; ouSric; Xoyog Sicb-^ECOC; Tfjc; TponoKpaTiac; urcdp%£i. 'E7t£i8f| auTii TEXEITOI OE ^TtiJtESa ^ou-oiac;, IO^UEI 6 vouoc; Kd0£ KXEIOTOU dvaXoyou KUKAxb(iaToc;: OKOTCovovraioi OKOTC&oavTEc; Kai 0d OKOTCoOouv oi OKOTCOVOVTEC;. "OXoi 5r|Xa8f| slvai UE

37

Page 33: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

orr]v «Ai'crta» Kai f| Ttpoacopivrj daq>dA£idTOUC, £lvai dTtAcoc, ouvdpTT|or| TTJC, itpoaEKTiKfjc. Kai U7c£u0uvou TCOV oufiTtE-pupopac.. "Apa dvai U7to%pc)H£voi vd EVEpyouv IIE dndAuTOv aioOrpa EU0u-vr|c. Kai ini EyKArinaTiKcov TCEPITTOQOECOV yid TIC, dnofec, SEV dvai... Ttpocopi-OHEVO TO EAArjvuco Skaio. EuvETttoc. SEV wpicjTaTai svoyji. OUTE aAAcoorE,Aoycp n\c, dp%fj6£v TtoAmoig uipfjg TOU HETarcoAEniKoO spdroug, slvai Su-vaTov vd ouXXr|(p0ouv. Oi doTuvoniKoi ou§Eva Xoyo E^OUV vd tenpaivouv,«£KT£A(5vTac, ^vToA£9>, 5i6n Ka0(aTavrat npoccamKa ujtoAoyoi, d<pou ETOIUJtOOTT|p{^OUV Hldv TO^T) SlKOlOU 7UOU S^Et TOV T07IO OTO %dAlQ JtOU TOV £^£1.

EV 'EAAdSi Elvai 6 E'mSuoiaov vd Kavt) TO «K<x0ijKov» TOUTiXaioia Tfjc, EAA-qyiKfji; StodcTjaT]^. '0 doTuvo^itKoi; TCOU, 8iaKiv8uv£U£i doKOTttoi; ra( KOAUTCTEI TTJV £va%f\U

TOU, 6 6710105, ETtEiSrj (kpifJaic, 7tpo6p%£Tai dTto TO iSia «Kuidfi>naTa» \i£ auraTfJ5 «Tpo)iOKpaTia9>, EY.EI Kd0£ Aoyov vd itf\v 0EAT) vd auAAr|(p0oOv oi «rpo-|ioKpdT£9>. Kai Sv KOTd TO 0£<x0i}vai 5(bor| rnv «4vroATi», dito TO aAAoHEpoi; E^EI Kd0£ Aoyo vd 5rmioupyr)cjr| tiq 7tpou7to0£a£ii;, <BOTE oi «rpo|io-KpdT£9> vd 8ia<puyouv. AUTO TtpETtEi vd TO yvcopi^ouv oi dicAoi doruvojiiKOi."Ojcco? oi dpn68i£C. djiEpiKaviKEi; U7tr|p£ai£g fjaav UJIOXPECOHEVEC, icaArioTEpavd nf\v «yv(opi^ouv» TOUC, vofiou^ TWV TEAWVEIMV, MOTE vd Ei;aa<paAi££Tai TOTtapdvono xpfjua yid TOUC. Aoyouc TUOU TtpoEircanE, rum dvat KOI OTT|V 'EA-AdSa U7coxp£(on£voc 6 urcoupyoc 8iKaiooTJvr|c fj 8r|nooiac TO^ECOC vd nfjvUTEOpfj Vd TtldoT) TtOTE TOUC «TpO|iOKp<XT£9>. AlOTl Sv TOUq §7tiaV£, 0d ^Ktt-

TapyouoE ntdv a^)yK£Kpl^£VT| JIOAITIKT] — auTfjv TUOU TOU aocpaXi^Ei TTIV0£or| KOI TIIV i5i6iT|Ta. Kai aKpi^S? dTcaSrj oi «Tpo^ioKpdT£g» yvwpi^ouvauTO TO £1801; Tfjc, TtoAiTucfjc, yvcopi^ouv OTI oi «£KAoy£9> UTIO TIC EXXriviKE^ouvOfiKEi; Kaumdv voninoTT|Ta 8sv OUVIOTOUV Kai i^pouv TCOIEI; slvai oiTtapdnETpoi TCOU £KH£TaAA£U£Tai 6 «uTtoupy6^» yid vd 7tpopdAT| TT)V iSiOTrjTdTOU (be, VOUOTUTTOV OAXo0l TWV K00apd TtpOOCOTClKfiv TOU CTUH(p£pOVTO)V, £-

Kai ditoAap&v, yi' OUTO dKpipwi; oi «TponoKpdT£9> Eivai 6, icapdycov KoivroviKfig dvTiArjyEcoi; arii; TPEXOUCTCC, ouvOfjKE^

TOU

Tcbpa OK, npoq «nap^iono» TWV «TponoKpaTrov» — oi 6710101, OTIHEICOTEOV,SEV £up£0t|Kav TCOTE oTfjv dvayKT) vd Siappr^ouv nidv TpdTtE^a (Ttpayna TCOUarmatvEi, OTI, KIVOUHEVOI oi i'Sioi end «8ioiKr)TiKd £7ti7t£8a», SEVTti^ouv OIKOVOHIKO TtpopArjua yid TTJV opydvcoaii TOUI;) —^ouv, fj (iaAAov 0d TipETtEi Tooa xpovia v& T° £%ouv SiaTtioTcooEi, OTI oiHEHOvmnEVEi; EVEpyEisc, Svavriov TtpoafflTtmv, oao ETnpEpArmEVE; Kai av sl-vai f|0iK(5i;, SEV dpKouv vd Auoouv TO KOIVCOVIKO Ttp6pAr|na TTJ; '

38

Page 34: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Aioti TO TipopXrind TT^ SEV etvcti KOIVOWIKO dXXd ioTopuco. Oi rcepi KOI-vowKfjc; Sucaioouvric;, Kpaiom; Sucaiou K.XJI. dTuoyeig E/OUV vorma, oiav idKpdTT} Eivai ioTopiKok; (Mai^a. To £XXr|viK6 o\m; Kpmoq slvai dvdirnpoEK KaTaoKEufjc;. "Apa 5%i id rcpooama dXXd oi 0£O|K>i Eivai rcou E%OOVorinaoia. 'H dXXayfj o\i<oc, auT&v 5ev TtpoKiktEi dTto KoivcovioA,oyiKa; «GE(o-pr\aeic,» <xAld &no TtpoidoEi; i\ iaiopiKcav jrpoojtiiKmv.

oi HE KoivamoXoYiKEi; KarriyopiE^ OKEJITOHEVOI — 6%i novo oi,Xd Kai K<x0£ fiXXo^ OK£7iT6| £vog "Ek'krivac, — 0d E^OUV

fjSri d;t6 xpovia SiaTcioicboEi, on td «yKdA.o7t» Kai oi «n£ipiicj£i9> OE oXsi;TII; SiccpavaEic; tfji; KoivcovncfjQ (,QT}$, iSiaiiEpa SE OE ^KEIVT|V Tfjg JtoXuiKfj^,TtpooSiSouv CTOV xmpo «'EH.aq» vc\v TipaKTiKfj armaafa 6pvi0fflvo^... OiwKotvtovaoXoyiKEQ TtpoTdoEigw Sivouv dnXfi^ ipoep^ GIOVC, «Kiv8uvoX6yoi>9>yid T^V Siarnptiori \iiac, KaTdaraariq TIOU f| XOOT] TTH; §EV ppioKEtai oirnv...KoivcovioXoyia. ' AXXd HE oXa ToOia, iM> dva(pu£Tai Kai TO HEI^OV Epffltrma:OTav 6 dpnEvioi; uTtopfj vd SEI^VTI dv£vdxXr|Toq, Tpv TtoXuiKii dvo)pin6TT|TdTOU, f| KaTdaraoT) TTJV 'EXXd5a §EV dvai adv vd TtpooSiSi) yEvuccoTspaKai novoorjuavra vo^aTa OTII; EWOIEI; TTJI; «6rmoKpaTia9> Kai rf\c, «EXEU-0sp{a9> — auTWv itou E^UHVOUV oXa TO SUTIKO ZuvrdynaTa; 'H «At£0vfj(;'AnvnoTiaw \|>d%v£i vd Ppfj KaKOTcoiipEiq OTC ocbuaTa TWV dv0pama)v —oTicoq TtEpiTtou OTO £oxx — , 00 710)1; vd niiv undpxouv aXXoi Tponoi KOKO-7toiT|OTte dv0p«7HOV Kai KOlVtOVlJbV...

"Av oi KaTaordoEii; TTJ? 'EXXdScx; no? poiiOoCv i8iaiT£pa yid T^VTOW d5i£^68cov TTJI; SUTIKTI^ TtoXiTiKfji;, Eivai yiari avrr\i Ttdvra TO7110 KOVTIVO 7tp6^ TT^V EtJpCOTtT) TplTOKOOHlKO KpOTO . "Otl Ta d8l£^o8a aUTO

HE Ttiv VEO iafy] TtoXitiKfflv JtpaynaTcov 6X0 Kai mo TtoXu 0d (paivovrai, Eivai£V TEXfil KOTl TO TtoXu KoX6. 'H dnEplKaVlKT^ KoXlTlKT] HETOJIoXEHlKd EUpE-

0T|K£ HE TT)V XP£OKJT|, 6TI 6 KaTUTOXlOHO? OOV OUOTTlUa WIOTEXPEOUTO VO

X£iTOi)pyiior|». "AXXr| Xuori yid T{<; SUTIKE^ KoivcoviEi; SEV U7ifjp%£. Kai r\, jrapd TO TiavroEiSE^ KOOTO^ nov auvEin^yETO atkii r\, TO

KaTdq)Ep£. AUTO uitfjp^E noXu KaXo Kai yid TOV oooiaXioTiKO KOOJIO, SIOTIouaiaoTira iao5uvanouo£ \ii Eva VEO iorapiKo Pfjua, HE ma 0£H£Xwo8TidXXayfj OTO iSEoXoyiKo orEpEcona TMV dvOpcbraav TIOU mic, nspsi; na; Tia-paTTipoO|i£. 'H ypanniKfj dvriXT|\)/Ti Tf)<; iorapiaq HE TOV ^iXoaocpiKo TTJI;

o odv U7i6pa0po, nitopounE vd TroOfiE OTI OTTIV OKEXJ/T] Tfjq ouy-dvOptoiroTTiTai; OTO^WPTIOE opiaTucd. AEV Eivai 6 oooiaXionoi; f|

^7tavaoTaTiKro<; 8id8oxT| KaTdoraoi] TOU KaTruaXionoC, OUTE 6 KanuaXi-OHQI; f| ^K7tpoo(B7CTiaT| TOU KUKOU OTOV KOC^O.

ndvco dno nioov aiwva f| dv0pco7t6TT|Ta E^OE HE TT|V TtXavt] ouyKpiat)

39

Page 35: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

oooialiouou Kai KarmaA-iouou. 'AXXd Td EiSr| SEV auyKpivovrai 8uki SEV£lvai ouosiSfj. '0 ooaiakouoi; 7tpoaTtd9r|O£ vd cpKidi;T| dv0pamou<; (TOV«oooiaXioTiKo av6pcoTto»), Svco 6 KaraiaXiouoi; cpKidvsi ditXcoi; aoroKtvpTa.To vd cpKidvri auToicivT|Ta 8£v or|uaiv£i OTI SEV OUVTEA.EI OE uia «ooaiaXi-oriKOTtoir|or|» Tf|c; Ttapaycoyfjc; oitcoi; rf\v djiavrci 6 oooiaXiauog (I&ETIE moKOTO)), dAM uovo OTI odv KOIVCOVIKO ouoTtjua slvai m.6 JtpooyEicouEvo KOIrtpaKTiKo. AuoTuxcoi;, fiv SEV £ixau£ TO rcapaSayna TCOV 0pr|OK£i»v, 6d jiTto-pouoauE vd TtouuE OTI f| Ewoia Tfj; \xalj\c, 6d urtopouoE vd S^a(pavio9fi dnoTTJV ioTopia KOI vd dvriKaTaoTaOfi djto TO «etTonov» TCOV auvrayndTcov KaiTOU 5ia<pamonou. '0 KarciTaXiouoi; 5iatunrtavi^£i KaTd Kopov auTd tdTcpdy^aTa odv iSsoXoyia, yiaTi ^EPEI TCCOI; KOTO Jtpa^iv TCPETCEI vd ficpap^tooT)aM/nv TaKTiKii. To A,d0oi; TOU oooiaXiouou SEV Elvai OTI EStmioupynoE TT|VISsoXoyia TOU «oooiaA.ioTiKoC dv9pcbTtou». To XdBoc; TOU Eivai OTI TT|V Tti-OTE\|/£. "Ori 5T|Xa8T| £7ipooraz0r|O£ vd uHdor) EK VEOU Eva ITOTOTIKO iSOE uidv £7107,11, Tf)v £Tto%r| ri\q TExvoXoyt'ag, OTIOU oi av6pcojtoirtapd Cjtoxpcou£voi fjoav vd SiaKivSuvsuoouv TTJV £coi TOU^ yid vdoouv. 'IrtTioTiKO SEV Elvai TO rtapdSayna TOU A. Hennecke orpvFEpnavia Kai rfi^ «oraxavcocpiKfi5 Kivr|OTi9> OTT^V Eop. "Evcoori TtaXr|6T£pa;AUTE? ofico^ Eivai iS£oX.oyi£<; uaM,ov dGXiiTiKcov ouXXoycov Ttou npoETOiud-£ovrai yid TtpcotaOXtjiiaTa, rcapd iSEoXoyfei; u£ T{Q OTIOIEI; urcopoCv vd Sou-XE\)/OUV Koivcovfe^. £TO OTIHEIO OUTO 6 KartiTaXiou,6i; uitfjp^E noXu m.6 itpo-ayEicouEvo Kai ouucpcovo JIE TO dvOpcomva ouotrjua napaycoyfji;. Oi SvGpco-jtoi OTOV oooiaXioTiKO KOOUO E%OUV a^ESov ^ExdaEi TI 0d rtfj «cbpdpio» Kai«Epyaoia». 'H ypacpEioKpaua dvai 6 SEUTEPEUCOV Xoyoi;, yiaTi ypacpEioKpa-Tia UTtdpxEi Kai OTT^V AUOTJ. HpcoTEucov XcSyo^ Eivai r\a f^ oooiaXioTiKtiiSEoXoyia, oitco^ 4cpapn6o9r|K£ cb^ Tcbpa, rtou urto TO ouvGrijia TT\C, KOIVCOVI-Kfj^ iooTrjTOi; STCpooTtdfrrjoE vd K,al£iyr] TI^V EK cpuascoi; Siacpopd TCOV dv-0pci)Ttcov Kai vd E^IOCOOTI TOV TcpoiKiajiEVO u£ TOV drcpoiiaoTO, fj uaXXovdKpipEOTEpa: orriv ouvaio6t|OT| Siacpopa^ TOU rcpcoTou — icou TOU /pEidt^E-Tai adv KfvT|Tpo 5r|uioupyiK6TTiTaq — vd dvriTtapa6EOT| sva KoXXsKTipioTi-KO iSscoSEi; odv £K<ppaoT| TOU (q'EviKou oi)ucp£povT(x;». 'AXXd OKOTCOI; Tfi<;KoivcoviKfji; spyaoiai; —oitcoi; Kai f| jtpayudTcooii TT)q— SEV Eivai vd ^ioco-0fj 6 pXaKaq u^ TOV KOUTO Kai 6 SpyanKOi; us TOV TEuitEXr], dXXd, unortpayuoTiKEq auvOfJKEi; KoivcovaKfjc; iaotriTa^ TOU oooiaXionou, vd KaOopi-o6fi ^TtaKpipco^ r\d TOUCJ. Kai f| KOIVCOVHCTJ dvayvcbpior) OUTOU TOUTtpdynaTog WyETai «dnoipri». 'H EWOIO TOU «itpoiiaou£vou» Ttou X£"u£ EScoSEV EXEI vd Kdvr| u£ TT^V Ewoia TOU VITOEIKOU <(U7i£pav9pcbTtou», itou SEV TOUXpeidc^ETai if| ioropia, dXXd UE TTIV KOIVCOVIKC&CJ Ttpoo8icopiou£vr| KaTdoraoriTOU 7tpOVOUlOU%OU dTOUOU — EITE SlOVOOUUEVOU, EITE ETClXElprjUaTia, EITE

40

Page 36: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

EpydTT) — TtOU HETpO Tt]<; dKplP^ 8 81 TTJV KOlVfiWKrj TOU TtpOOCpOpd. '0

KaitiTaXionoc,, (be, auotrma TU%o8uoKTiKfjc, ufpfjc, Smog uirfjp^e OTI^V ap%r\, eupe0r)Ke mo Kovrd aro 8£8o^£vo Tfjc, (puaucfjc, Siacpopai; rav dv0pd>-

TKOV Kai' apa mo Kovrd OTIC, Ka0r)H£piv£c, auv0fjKec, Xevroupyiag TOJV KOIVCO-VUBV Ttapaycoyfjc,. Kai oro OTJUEIO TOUTO, itpiv TtpojJoune OE Ei8iKCQT£p£c,di;ioXoyr|oeic,, n&c, sv8ux(p£~p8i vd SisuKpiviioconE Tfjv ewoia T&V Ttpaynd-TCOV:

"Ag Trdptojis JT.X. TT)v Ewoia «7aaTO». '0 ypannanKoc, 6pionoi; TOU md-TOU Elvai: «dvrtK£in£vov Ttpoi; xpfjoiv yid TO KaGrmepivo <payriT6». 'H dvri-

OTI^V JtpayiiaTiKOTTiTa ujtap^rj TOU dvriKEinEvou auroO elvav ou-Eva ^uXivo KauKi aicoviag xpiiorig fj nid oTpaTWOTiKi] Kapapdva. Td

o\mq yid TOV KamTakono SEV unopoOv vd elvai ETOI, SIOTI K,6pionou OKOICOI; TOU K<x6e Ttapaycoyou fj KaTaaKEuaorfj eivai vd TOpiopiar)vf\v %pr\ar\U dvuranevou end %epia TOU dyopacmj, TtpoKEijiEvou vdH£yiarorton]crr| TO KepSoi; JTOU 0d TOU £7iiTp8\)/r| vd em.p'ubcrri odv £7tix£ipT|-or). "Apa 6 KaTaaicEuaoTTJc, 0d KUTTd^r) KOT' ap^iF vd ysXdori TOV dyopa-orrj oao mo KO\V ^Tiopsl. Td opta Ttou urtopEi vd TO Kdvr| Ka0op(^ovraidrto TTJV OXEOTI TOU HE TOV 8iTtX,av6 KaTaoKEuaoti], Ttpayna Ttou vormaTiKWi;OTinaivei aTto lie, 8V y£V£i ouv0fJK£i; ouyKEKpinEvou oTaSiou rtapaymyfji;(OTT^V TCEpiTtTcoar) re./. fiovoTHoMou 8sv uitdpxEi Tpoitoq eXsy%ou Tfj? Ttoio-TTlTOg KOI Tffc 6KHSTaXXeUOSCOg TOU «Tt£XdTT|»). 'A(pOU XOUIOV 0£ KU0E TtE-

pijtT(oor| 6 KaTaoKEuaoTTJg 8sv rcouXdei TO dvnmnevo tfj^ FpannaTiKfji;OTOV TteXatri, yid vd nt|v TOV %dor| avaicaMmTEi aXXouq TpoTtoug £m8pd-

eTtdvct) TOU KQI Kd0£Tai TC.%. KOU ^coypacpi^ei TO maTO. Me TTJV Ttpd^Tja6tr| f| ewoia «maTO» £^a(pa\ao0r|K£ TtXeov drc' TO KEcpdXi TOU dyo-

paoTfj. Kai drto TTJV Koivovia. Tcbpa TO maTO 8ev Eivai TI^EOV avrimnEvoyid (pai, dXXd «epyo Te%vr|q» Ttou OEpva fia^i TOU fiXXec, KoivcoviKeg Siaouv-Seoei? KOI ounjtaponapTouvra. 'H Oeot) TOI) mdTou 8ev eivai ma OTTJVKou^iva (oitou iti0avov yid TTJV ypannaTucrj ipr\a\\d UTtdp%T| eva SXXomaTo dito vduXov), dA,Xd OTO epjidpi JIE T^djii drt' e^co, yid vd q>aiveTai. TomaTO eyivE ma «KupiaKdTiKo» (KOI STOI yivovrai «KupiaKdTiKa» Kai jtoXXdfiXXa TtpdyjiaTa TCOU £%ouv vd KUVOUV ne KOIVCOVIKO Prestige, KOUOTOUHI,Ttajtouroia K.XTC.). TOUTT) f) swoia TOU «KupiaKdmxou» slvai nokv 8iaq>ope-Tirai dno TTJV dvrioToi%ri TETOIO TOU nEoai'cova Tt.%., oitou 6 avOpamoc, gpa^eTO KaX.6 TOU TtouKdfiioo, yid vd nan\ Kupiaicrj OTTJV 'EtacXrioia. TwpaTO «KupiaK<mKO» 8p? Ka0e fiEpa, SIOTI 6 KaTaaKeuaoTTJc, TOU mdTou 8evnauei vd £m8ia>Kr|, TO Ttiaro Ttou TtouXr|O£ OTOV TteXatr) KU( TCOU ^£p£i n&c,Elvai aro pdqn vd TOU TO n£TapdA,r| oe... OKOuniSia SriXaSTJ vd TOV dvayra-OT| vd Ttdpr) SXXo. 'AvaTiruooei Xoinov TT|V T£%voXoyfa KOI oXouq TOUI;

41

Page 37: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

TtOU 6d TOU £TllTp£\|/OUV V<X TtpOO(p£pT| Jlld KaXuTEpT) TtOl6TT|Ta Ttld-

TOU, HE mo u\|niXd «Standards» Kai \is KaXuTEpEc; £(i)ypa(pi£<;. Ttopa 0X01 —HnxavoXoyoi Ttou (pKidvouv Hnxava;, ^coypd(poi, HovrsXiaTEi;, ndvaT^Ep TtouEpEuvouv TTJV dyopd (Sr|Xa8rj Ttou E^EPEUVOUV TO fepjidpia TMV OTCITUQV),8uxKoaHT|T£<; itou fKidvouv -de, BupivEg TC&V naya^uov mi STTOU 9d TtpooxpEp-0fj TO E'HTtopEuna (IE TTJV TtpcoToyEvfj <piXoaoq)iK(0£ oT)[iaoia TOU oKoumSiou,Kai roo^TiTpiE^ HE TO yXuKa xanoy£^a — Spyd^ovrai yid TOV 1810 OKOTIO: vdKaTatpEpouv vd BydXouv TO Ttiaro am) TO pd(pi TOU dyopaoTfj, yid vd \vf\vXp£OKOTtf|CTri 6 KaTacjKEuaoTTic; TOU Ttidrou. 'H Ewoia TOU cpaynTou usaa OEoX' auTd Eivai 6A,iKmq dvuTrapKTT). 'H ypamumicfj EWOIO TOU 6pionouioXUEi jtXfiov novo yid TO maTO TOU atcuXou... fEva KOKO: "OTtax; BXETtojiE,f) Ewoia «OKOUTti'8i» Elvai BaoiKO OTOIXEIO TTJ; KamTaliaTiKfi^ rtapaycoyfi;,Spa Kaf f| EK TauTti<; n6Xuvori TOU TtEpiBdXXovroq. AUTO ar|naiv£i OTI 6

j? Ttapaywyfji;, Sid ifjs i8ia<; Tf)g dvaTiTU^Eox; -ri]<; Bionr|%aviKr)i;

ucfji; T\]<; ouvE/aai;. 'H TETOIU SuvaTOTqTa &q T0>paE^aipETlKd 7t£pUOplOH£VT|, SlOTl 6 ^£<pp£VOq dviayfflVlOHOi; TWV E^OTt

— 6 onotoi; EOEpvE dvayKaoriKd moco TOU Kai 6A,r| Tqv UTtoXoiTtr)Xavi'a — dTtXouoTOTa SEV (iTcopoOoE vd ETtiTpEyr) rf\v maplyr\u TE-TOIOU djiapaiTTJTOU

AEV Eivai f| OECTTJ ^8w TIOU HJtopoun£ vd <xa%oXi]0oi>H£ HE itapairepa XETITO-ini TMV dvcoTEpa), ortox; it.%. Ttro^ yivETai (iEoa oTiiv 5ia8iKaa(a aurfj

«a£pBiTOia» Kai aXXa; «dvriK£9> vd ditoKToCv Siaxpoviicii arma-oia (Td dvaTOHiKd KaOianaTa OTTJV ETtoxrj nai; X.%. £up£9r|Kav HE TTJV dvd-

TOU auTOKiv^TOU KOI TT)v SouXfiid TOU ypacpsiou, Kai 6%i HS Ti^ no-OE OTuX «POKOKO» fj «Aou8oBiKou»...), Ttmi; Sid Tfji; M68a£, nou

Eivai TO BaoiKO o^na 5ia0EO£ox; TOU «£HTtop£unaT09>, f| SiaSmzoia OKOU-mSoTtoifjoEcoi; EVTEIVETOI 8id TCQV «dva)T£po)v Td^£(ov», oi 6itoi£i; dyopd^ouvdKpiBd pou%a Kai JIE TO «dTT)H£Xr|TO» wpoq 8sv Td TtpooExouv TtKoivcoviKfj^ ia%uo<; (OTOV BaGjio Ttou SEV TO EITHXHE fjSri 0d TOmo KOTO, OTI Si^X. 6 KartiTaXioHo; yid vd uTtdp^r) HE TTIV or)H£pivii TOUHopcpii dTtaiTEt KoXoaoiaia noad BXamai;...), Kai n&q f| SiaSiKaoia Ttapa-ycoyfji; 68r|y£i OTOV EV ysvsi TtapaXoyiono EJII oXcov TWV aXXtov ETtiitESrav,Ttpayna Ttou E^avayKd^Ei Tr|v Auorr) TIIV ^6vr\] Ttou E^EI vd £Tti8£i^T|Evavri oXcov rav aXXcov vd Eivai HOVO f) XoyiKf| TWV OTtXrav —ax; Tcbpa — K.Xit. Ma; EvSiEcpspE crnXok; vd otiHewoatOHE Hia

yoviHt) auv0r|KT| Ttou £%ouv Td vorpaTa [isca am auoTtiHa Tfjg KaTtvtaXi-oTiKfJQ rtapaywyfji;. EE Hid okovonia KpaTiKou TtpoypaHHa^ioHoO, f) Ewoia

42

Page 38: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

«7n<XTO» ppioKETai KUT ' dvdyKT|v TIIO Kovrd arov ypannamo T^ 6pianooTEprmEvn an' oXa m raxparaivco. Kai av u7to0£"(HOH£ maq Gvf\v apyf\-%a f| 7ioioTT|Ta cjuntpcova \i£ TV; dvdyKEg TOU ypannatiKou opionoO, HE TOVKaipo xdvETai KI amr\m XEI'TCOUV id Kivriipa — oXa erava 8 X0811 rtouauvioToOv TT|V cpavraoTiiq Sidaiacrn TCJV Tipayndxcov Kai nso<p ifj^ oTtoiai;dvEX,KUETai f| Simioupyuq SpaoTT]pi6Tr|Ta TOU dvOpdmou Kaid xrjv Epya-cria. Aurrjv if|v £%EI 6 Kannakia\i6^.

Bepaia OE Hid JtpaynaTOJtoiTicjT) TOU TtapaSEiaou ETCI ifjq Ffji;, EITE «oo-maXioTiKO? av9po)7io9> .EyEiai amoq EITE 67t(oo8ii7ioT£ akhowq, Kai OTTOUf) dXXoTpicooTi ToO dvGpmjtou dTto rnv spyaofa 0d E^EIJCE svrEXok;, auTO TIOU6 Kaniiakianoc, EyKaOtSpuEi &q KaTavayKaofid HE TTJV «4Xeu0£pTi dyopd» (TOvd E^avdij 6 fivOpcoTtoq Td Jt£pi0a>pia rav SuvaTornTcov TOU Kd0£ cpopd) 0dTTpOEKUTTCE O.(f' EaUTOU dTIO T[\V sl£U0£pTl TCpOaipEOT] T&V dv0p(OJCCOV. ' AA,Xd

KOTU TO TpE%ov oTa8io TOU TtoXiTiaHoO TOuXdxvcrtov, TQ TtpdynuTa d7t£%ouvdno TOUTT|V TTJV i5£(b§Ti KaTdoTaoT] voT)ndT(flv. Kdnoiot 0d

vd Ka0api'^ouv TOUI; Sponoug Kai TO drtoxcopTiTVipia navta. Ndf)7C00EOCOHE TOUTOO? ^PHEVOO^ OTQ TtXttTOVlKd ^KEtVO iTCtTOStt 07COU 8£V 0d

SouXfiuouv ^E Kdnoia ouv£i8TioiaKTi dA,XoTpi(oari, slvai fia^ov Suxarpoqni\iiac, (puaiKfji; Td^ri^ 7tpayndTcov. IIoW TtspioooTEpo, ooo dTtaiToCnE vdau|4i£T£%ouv iSEoXoyiKd OE Kditoio rapt dvGpamou iSfiSSE^. Tic,86o£ii; i§£o?ioyiac; 6 KamTaXion6i; uq Ka-rripyTioE Ttpo itoXXoO' 6%iTtooooTd <OTpofJXr|naTianoO», yid vd nitopoov oi av0po)7toi vd

VEOI, aKOHT) Kaf jtETd vf\\, vd SouXfiuouv (KOI vd 8ou-I...). KdTcoia dvdXoya iSEoXoyiKfji; (puoEco^ rtpopXrjfiaTa 6 KamTaXiOHOi;

Td E^UOE £m TOO TtopovTog HE TOU^ ^Evou^ EpyaTEi;, 8T]Xa8rj Kai TtdXi Ttpa-KTiKd (TO ISEoXoyiKo |nixdvT|na TOpi IOOTTITOI; KOI «dv0pcomvcov SiKaicond-T(ov» HTtopsT vd SouXsuTi dTOpioTtaoTO, yum oi ^EVOI spydTE^, TtpoiovraaXXov iSfioXoyiKfflv KOOHOV, ppidKovrai dTt' amo dnoKOHHEvoi), 6 oooia-Xia|i6<; o\i<i>q dva^EVETai vd TO Xuat). STO Ecoq Tcbpa ardSio tfjg dvOpcomvti^ioropiai;, f| dvdyKTi noid^Ei vd TtapEHSivE f| yevEaioupyo^ avcia rfj? STI-HioupyiKOTnTa^ TOU dvOpcoTtou. AUTO aXXmoTE Eivai TO vorma Tfj^ TE%VO-Xoyncfji; l7tavdoTacrr)(; Kai TOU «Sia(pomanou», 6 6710101; odv Kivrma GTT\VKOIVWVIKTI TOU aTmaoia UTrfjp^E Hia drco Tt' u\|/r|X6T£p£g Kopu<p£g TCOU fjy-yio£ 6 SUTIKOI; avOpaitoi;, adv cpdooo^iKri apxtj o\m; («£^ouoia TOU dv-0pa>Jiou £7ii tfjg OuoT]9>) ujrfjp^E nia dTto Tig iisyakmspzi; urtapoucpEg JIGU£7i£v6T|0£ 6 dv0p(bmvog vou? (<&£ OE TCOIOV Pa0no 6 Sv0po)7tog iinopti. vdfiXEy^T) liq rcpouJto0£O£i(; Tfj? ipuaiKfj^ Kai pioXoyiKfji; UTtdp^Ecbi; TOU, oiaaq— 0£copr|TiKd — HJtopEi Kai 6(p£t'X£i vd EXEy^T] -tic, KOIVCOVIKE , Eivai Eici TOUraxpovToc; naXXov TtpopXrma idm\<; raxpd ETtiaTrmovncfji; aTia.vtr\ar\q).

43

Page 39: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Mitopsi Pspaux vd Ep0T| £Tco%f| TCOU f| dv0pamivr| Epyaaia 9d $;onouo0fj HETO TcdTT|na KOUHTCUQV, aunTC£piXanpavo(i£vr|? Kai ifj^ yevETiKfji; TEXVO^O-yiag, TO rcpopXrina S iax; slvai Katd rcoaov unopsi f| ®U"OTI vd ETciTpEfr) EvaTETOIO Jipayna. 'H dv0pa>Tcivr| 9avraoia SEV ditEKXEioE |M TETOUX raTdcrta-OT) TOO dv0pamivou JtoXiTiofioO, OTCGX; n<% rcEi0£i f| £8(5' A;coKdXu\|/T| TOU 'loxiwT), novo itou f| oiHOid^Ei ]iallav vd auncptovfi HE TV; EVOpanaTtKE^ &n6ysic, TOO 'Icodwri TiapdHE T(<; aioioSo^feg TMV (piXooo^iKCJv dp^wv TOU «Aia(po)Tionou»... Kai auTO

OTI r\| TOU dv6p(i)7tou 0d TtapanEvr) raxvra ouiitpufjg \i£KOTdaTaoT) dvdyicrig — aoTfji; 8r|Xa8ii nov 6d ditoTpEyT] TTIV nA,ripr|

] TOO dvOpCOJCOU dltO Tl V JCpOUIt60£CJTl TOU OUOT| HEOffl T«V... KOU-

To TtpopXt^a tfjg TE/voXoyia^ orjuspa SEV Elvai OTI 6 SvQpamoq 8id tfjqJtou SEV unopsi vd sWy^ti, dA,Xd OTI f| £v

KaTdoTaar) Tfjq dvOpojtOTriTaQ EupiaKETai OE itpo)Toyova£^£A.{^E(0^ 0%£TlKd (i£ Tpv £JtlOTT|HOVlKf| £7ClSoOT| TOU dv6p(OJtOU. 'H

rav «Koiv(oviKmv £7cicrcr|nwv» sujcoSi Ei io/upd orJuEpa TTJV dva-ywyi] OTO dp^Eyovo vorma TWV Ttpay^idTwv, rcou §EV slvai Jtapd 6 KOIVO)-VIKO^ TpOTtoc; KaTavorioEox; 5id TWV 0pT|OK£imv: 6 Tffc dpOoSo^ia^ TCOU pXs-7C81 TTJV TEXEICOOT) TOU «7tpOO(a7tOU» CTTO «rikf\pG>lKl» (f| PtOOOia S^El «OOOia-

dTto TT)V £Jto%ii TOU 7iatpidp%ou <D(OTiou), 6 TOU IIpo-rcou P^ETCEI TTJV OXEOT) HE TOV ©EO n£oxp Tfji; ^pyaaia? (KOI

HE Tf|v 9eo>p{a TOU IIpoKaOopianoO ^inopet avETa vd 5£%£TaiTOU EpydTT) 7caXr|6T£pa fj TOU ormspivou urcavaTtTUKTOu) KOI

Kai A,uTp(ooT)q, 5nox; ouvavriiTai OTT)V) AaTWlKTJ 'AnEplKTJ, KOI TCOU djCOTEXfit EVa dOTEtpEUTO KOlTttOHa

yid TTJV TE%VT|. Oi ar|(j£ptvoi XaTtvoajiEpiKdvoi E%OUV TOUI; 6v|/r|X6T£poui;SelKte? dvaX(papf|TQ)v, £%ouv 6\m; Kai jiio dito Tig SuvaTarrcpa; XoyorejcvfegTOU KOOHOU (6 «io7i<xvian6c; Tfjq 8iaoEopoi;» HE TOV OpdvKO Spof|0r|a£ d-(pdvraoTa yi' OUTO). '0 HE^IKUVOI; 7ioii]Tf]i; Octavio Paz EOUVCOXI/IOE %apa-KTTipiariKd TO dp/iKo TOUTO voTijia Twv TcpaynaTCOv: «'0 pop£ioa^i£piKav6i;

TOV Koofio adv KOTI TCOU uTtopd vd TeX£ta)0fj..., i^lc, TOV dvrinETO)-adv KQTI TCOU nicopEi vd 6Sr|yr|Ofj OTT)V XuTpa)ar|». Elvai EKTO^ TWV

TcXaim'cov TOUTOU TOU pipWou f) rcapanEpa ou^rJTT|ar| ETCI TMV dnEpavrcova^Trov 0£ndT£ov (PX. o^ETiKffli; Kai TO pipXio ^05 «'H dvaToXiKii MEooyEiogdx; £upo)7taiKT| iaTopi'a», 'AOfjvai 1984), KO^O 6\uaq 9d fJTav oi XfiyonEVEq«KoivcoviKE(; E7tiorfjn£9> vd jiTcopouaav vd IXdpaivav cm^ SiawnaEu; TCOV

a$ (paivETai Tccbg i>Tcfjp%av

44

Page 40: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

5uo PV^IKOK; 8id<pop£<; KaTavoTJaac; TOU Map^ionoO: EKEIVT] TCOU spXenE TT\\a TOU TtpoX£TaptaTou» adv TO slSo^ £mvo TTJC; ia6tT|Ta<; TIOU

aTCEXdnpavav oi Pu^avriva; XOOTTITEC; into TOUC; TpouXXoui; TOU auTOKpdTOpa"louoTivuxvou Kai mdv aXXr|, TIOU rf\v «5iKTaTopia TOU TipoX£TapidTou» ifjvEpXETiE adv OTOIXEIO ndxn<; Kai TioXEnou KOI TIOU fj0sX£ vd TTJV dvrutapa-Td^r) ot£ nidv aXXr) SiKTdTopia. To SEUTEPO auTo £l8o<; 9d njcopouaanE vdTO ovondoconE «£upo)7caiK6». ETO Tcpwra EiSoi; KaTavoT)OTi<;, f| Ewoia Tfj?KaTaTtiEOTii; Kai dv£^£u0£p(a^ SEV EuSoKijiEi 600 EUKoXa 0£Xouv vd \iac,Kdvouv vd moT£yci)|i£ — KUI oco avsu optwv ETtESico^av OTO TtpoocpaTO

— oi ^MIKEC, i8£oXoyi£i; TMV Kaiptov jia?. To TCVEUHO rfji; dvaTO-^si icavEva KOIVQJVIKO jiETpo TtEpiopianoO tij? E^EU-

TOU aTOfiou, SIOTI SEV uirfjp^E TCOTE TO TcpopXrina «<x7t£A.£u0£pa>a£a)$»dno KOTI. '0 XpioTiavionoi; ax; p(n\iaiKf\, SriXaSi] ax; «Bu£d-VTIO» OTtax; TO 6vo|id^ouv oi iarapiKof, UTrfjp^E dTtoTEXEona KUI Ttpoiov£X£U0£pO5 TtpOaipECTEOX; Kttl OUnPoXfji;. AfiV f)TttV TtpOKTlKd TITtOTE

8uvaT6v, SIOTI 6 «XpioTiavaa|i6i;», nsoa atfjv'AvaToXf|<; KQI TO>V IS

U, f)TttV duUVTlKO OptO dltOKlElOHOU KQl O%1 ^TCEKTdoEOJg. IV aUTO

| EWOIU -rite rtvEunaTucfji; £|ouoiai; £ka$e nsoa a' auro TCOU ETIE-vd XEYETOI «Kaiaapo7ta7aono9> TTJV TtparuEuouaa armaoia TCOU E-

Xa|3E. '0 ay&vac, nETa^u TrvEuiiaTiKfji; KQI Koonucifc E^ouoiai; SEV EkafaJIOTE lie, noptpEi; OTTJV 'AvaToX^ — KCU OUTE f]Tav SuvaTov vd A,<X|}T| — Ttou

OTTJV AUOT|. ITTJV ElKOVU TOU aUTOKpaTOpQ 'loUOTlViaVOU OTT|V Ptt-

TO TtoSia TOU 'Ayi'ou Ma^ijiiavou (KQI 6X1)1; Tfji; SE^IQI; asipai; TWVppioKovrai TOuXd%ioTov Ep8onT|VTa JCOVTOIX; uTtpoord dito TO

TtoSia TOU auTOKpdTOpa Kai TTII; dKoXou0ia^ TOU. Kma §vav nuaTf]pio Tpo-TCO GHOI;, TO owjia TOU ' Ayiou dm) TOV dyKSva Kai HETO ppioKETai OTO iSio£m'7C£8o \ii EKEIVO TOU 'louoTiaviavou. "OXo TO TipopXrma TTJ^ TioXiTiKfj^cpiXooocpiag Tfj<; 'AvaToXfji; — 8T|Xa§Ti TO TtpopXrma Tfji; «IloXiT£ia9) TtouTUpO£KU\|/£ dlCO T11V ETtOXn TfflV dpXaifflV OOCplOTWV KOI 8lTJpK£O£ &C, TTJV

KaTaXucrr) TOU JtpwTou painaiKou Kparou^ — ppioKETai OTO n£yaXo(pu£i;TOUTO Euprina TOU £XXr|vopa>naiou KaXXiT£%vr|. OUTE i] KOC\UKT\E f|TrvEunaTiKT) ^ouoia (iTtopouv vd... KOTamEoouv, SIOTI supioKovrai OTO 1810£TtlTt£5o! AfiV UTtdpXOUV «TCOXlTtK£<; dTCO<pda£l9>, OUOiaOTlKd TilUOTE TO «V£0»

— OUTE Kai KavEva^ KaTaKTTjTiKog iroXEHoi; OTT|V ioropia TOU Bu^avriou.FIpoKEuai yid TOV Pa0|ao KowawKfji; EXsuOEpia^ itou 6Sr|y£i dvayKaoTiKdarf\v 7toXtTiKT| TcapdXuoT) Kai KOWO)VIKTI dKivr|oia. AEV UTtdpxouv wdicofd-asi9>, dmXouaraTa yiaTi SEV jiicopouv vd TtpaynaToitoir|0ouv. Ka06Xou Xot-irov Ttapd^Evo SEV Eivai Ka0a>g icaparripouv ouy%povoi loropiKoi (pX. it.%.

45

Page 41: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

K-P. Matschke: «Die Schlacht bei Ankara und das Schicksal von Byzanz»,Weimar 1981), OTI TO Bu^dvrio SEV uTtopEciE vd «em^n» u£TaJ;u dpxouevou

T&V vcaXiKcov ArjuoKpaTicov KOI Tfjq (p£ou8ap%iai; rfj^ 'Ava-c;. 'AKOUT| KI av ETCTI T£0fj TO TtpoBXtiua, f| SuvaTOTnTa «£7nk>yfi9> SEV

, SIOTI SEV uitfjpxav oi KOIVOMKE^ Jipou'7to0£a£i<; yi' OUTO. Ktinoux;vd «d7toq>acTicn]», KOI amoq 6 K&nowq SEV U7tf)p%£. '0 AuTOKpdTo-

pac, Kai 6 IIaTpidpxT)c; fjaav aTtXoi SiaxEipiora; uiag KOTaoTdaECog 5£5o-H£vr|5, row SEV %p£idc9TiK£ vd 6pic6fj TOTE EK VEOU. 'H KOTdaTaor) autrifJTav £K£ivr| Tt]5 «an£or|? Ar|uoKpaT(o9> KOI rf\q BwonaTiKfj? IOOTTITO^ TOUOTOHOU OTHOI; STiuioupyriOTiKE iaropiKd (diro Toug d>.£^av8pivoug XPOVOU?KOI HEXPI TO TE^OI; Tfjg Tta^aiag pcouaiKfjg EJtoxfji;) Kai ^E TTJV dmriav 6XptoTiavtauoc; ETIPEJIE vd ouuBaSian. ErinEpa JtoO TfiXoc; itdvtwv i\-Kpana [tau; Eivai TETOIO, (BOTE KOI oi Ttto sMaaovEg JtvEuuaTiKEg doTmavro-TTITE^, TtoW 5e TtEpiaooTEpo oi KpaTiKoi d^iconaToOxoi, «£Jti(puXdaoovTai»vd ypd(pouv Ttpog \ir\> Ttov, Elvai tpuaiKo vd undp^ouv 5uoKoXtE;

icjEeoi; HEPIKWV itpayndTcov TOU raxpEXGovroc;, Td OTtota MCJTOOO dro>-TtapoOoEi; EUTOipfei; Tfjg «'AvaToXfJ9> (dve^apTnTco^ «Ka0£aTCDT09>)

Kttl TtOU XpSldo9t]K£ f\J UTtavdltTU^T) TWV OpUEVlCOV KOI TWV O^Ep-

v, yid vd uitdp^ouv ax; Z,&GE<; £U(pdva£<; (&c, noio BaGno 8r|A,a§Tii ujtfjp^av OTO TtpoocpaTO TtapfiXGov xovc, TtoXmKd EXsuGEpoi, SOTE

vd urcopoOv vd dvaoTaTOivouv TOCTO ETtiKivSuva TOV KOOHO oXov).STTJV aXXnloypacpia i&\v IlaTpiapxSv, 7tapaTT|p£t 6 S. Runciman(B?i. «Kindlers Kulturgeschichte Europas», Band 8,1983, osX.. 143), iSjtdpxouvypdnnaTa Ttpoi; TEA-dox; doTJuavrow; ucpioTanEVOui; TWV Kai yid TE^EICOC; SEU-TEpEuovra 0£uaTa TUTIIKOC. Ma auTrj dKpiBfiq Eivai f| Iwoia T^^ pwonaTiicfiQiaoTT|TO<; ro>u aTtoTE^Ei iSiov rfj^ fjaaovoi; 'AvaToWjg EK KaTaaKEufji;. "OXaTO UTtoXoiTta (TO p.r| i%vog paToianou Ka6' o ,r|v TTIV SidpKEia TOU Bu^avu-vou, oi icseq 7ti9av6TT)T£c; ^cofji; yid oA,ou<; (dTtoyovoi uuarov ydp.cov (iTtopou-oav dTto TTJV Ttpcbtriv fjSri y£V£d vd SioiKTJaow TTJV auTOKpaTopi'a oXr|) KaiEV ysvEi TO 8i£0viaTiK6v iSfiSSEg TOU £M.r|vicj|K>u, PX. E. d. aek. 221 K.E.)Eivai djtA,£<; auvsTteisg tfj? piconaTiKfji; auTfji; iSEoXoyiag. "OTI auTd oXaE^a^av KOTO TOV 20ov ai. if\v ovonaoia «oooiaXicjn6g» — Kai nou Bgpaia0d auvExiaouv vd ucpiOTavrai, 67ioia8r|7tOT£ EKSoxrj rtEpi oooiaXionou Kaiav 8£x0oOu£ yid TO (ie71ov —, Eivai dKpip«g EVCK; EUTtXouTicnoi; iffe EV-voiag TOU aoaiaA-ioTiKou iSEcbSoug yid TT^V KaJtiTa^toTiKT] auv£i8r|crr| TOUHEM.OVTOC;. '0 KaTtuaXianoi; EiSE OTTIV 'AvoroXii, pwaoiKrj Kai uVj, «pap-papOTTiT£9> — Kaf Ei8£ TtoXo KaKd Kai 6A.£0pta, £7t6|a£vo SE fJTav vd 8r|-HioupyrjaT] TcoX-Enoug Kai TtayKoaniEi; KaTaoTpocpsi; dcpou EP^ETIE KaKd. Todv0pa)7riaTiK6 iSEtoSE? TOU aoaiaXianou, SJHOQ TOUTO TO pXEicouE vd drto-

46

Page 42: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

TEWj novinii auv£i8iiaiaKT| KaTdKTt|OT| Tfj<; dvaToXiKffe EupcoTCT|c;, Elvai TOouaicoScoi; nokmi^io TCOU Koni^ouv TO yEyovoTa T&V Kaipcov icpocj TT\VAuat|. 'H AuoT| Qitei vd £opT<xi,r| yid Tf|v 5fj0EV «£7nTi)xia» TOOTTIC; EV OXECTEI Tcpog TOV UTtdp^avra aoaiaX.iano, f| SiaEupcoTrr) SEV raxpajcXavfiTai djco TETOWX (KOI TCO^U TCEpiaaoTEpo ano tic, 8u-TIKEI; dvdyKEQ EacoT£piKfj<; KaTavdtaooT)c;): SEV djt£ OTI £jri6una TOV

(OTCOTE Kdrcoiov VEOV «TpiTO KOOHO» EHPETCE vd ppfj vdnovo OTI ETTI^TITEI vd Ppfj vsa SESofiEva yid TO 8iKO TT|I;

ISscoSEc;. To i5£(55£i; OUTO Elvai EKEIVO Jtou EKOVE TOUI; n£yd-'kovc, paooou^ ouyypacpEii; TCO^U iipo TOU aoaiaXionoO vd TtEpiypdcpouv TOVTtolEHO aTig aE^iSEi; TCOV HE yKpi^a xpconaTa, ^pm\ima 9W\|/tiQ KOIKai 6^1 fi£ TOUI; EopTaaTiKow; xpconaTioHoui; TOU «£0viKoO fjpcoop> Kcri«dp£Tfj<; TTJ; vficrigw KOTO TOU «£x0poO»... AuTEi; dvai 7rv£i>naTiic£<;

aA-Xcov i§£oA,oyiKcov KOO^COV KOI o^i TOU «oooiaXionou». 'AnkStc, a'£7t£v8i50Ti(Tav ai vox iSEoXoyiKd TCEpi£%6n£va KoivcoviKfji; ucpfii;. Kai

0d ODVEXIOOUV vd Elvai TETOKX KOI HE TOV... 7toXuKonnaTian6. 'Eni TOUTtapovroi; pE^aia f) Auar|, EXOUOQ uio0£TT|cj£i TTJV 0£otv TOU «£jt6jtTou» (5id-(popa «TC£pio5iKd yid rnv Eupcb7rr|», OTKOI; 6 «Merkur», n./., dvapcoTicovrai,«av TcpETOi T) Aooi] vd Poii0iiaii TOV rKop|^taTaa>(p»!...), 0pianpoXoyEi £op-Td^ouoa tr\v «U7i£po%ti» TOU 7toXuKon(J.aTioHou — TCpayp.a dno Tco^-X^g drco-

KaTavoT|To yid Tfjv 8iKT) TTJI; EOCOTEPIKT) icaTavdXcooT]. "Oiunc, TO rcpo-na SEV ppioKETai aTTJv TUO>.UIKII ovyKXior) TCOV ownmaTCOV — OUTCOI;

fj aM,ax; Ttpo TtoXXoO S£8on£vr|, Xoyco rfj<; Eviaicn; dvairnj^Ecog tfjc; TE^VO-Xoyiac; —, akha OTTJV rtokTicmKcoi; i8£oA.oyiK^. Fid TOUTO aKpipco; KaicbpianEVEc; KIVTIOEI^, OTCCOI; K.I. f\i Ki'vr|aii» TCOV 0pT)OK£icov(cbq 7to^.iTioTiKcov Kupi'coi; opyavioHCOV Kai 6%i npocpavcoi; cog dmyco^ 0pr|-OKEUTIKCOV oT^HEpa...), oi jio>,iTiaTiK£i; avTaXXaysi; HETO^U 8iavooun£vcovKai KaXXiTE/vcov K.'kn., E^OUV vd Ttai^ouv s^ taou ^EyaXov poXo JIE TOKOHHOTO Kai TOIX; TCO^ITIKOUI; dp%iiyoug.

Kai av P^paia Td VEQ \ir\vonma tr\<; dvaToXiKfjg EupcbTnn; E%OUV KdicoiEi;m0av6TT|T£c; fjp£na vd KaTavor)0oOv drco TTJV SUTIKT) (yi' auTrjv 6 aooiata-0 161; TcapajiEVEi ndvra Ko^a' yid Tf|v dvaToXiKii P^EJIOHE v' dicoTE^fj dv-

£<; 7tp6^ SlEpEUVTIOT)...), aUTO OCpfiiX-ETttl C7TO O,Tl f| 68r|y65

TOU oT|H£pivoO SUTIKOU KOCJUOU filvai f| 'AHEPIKTJ. 'H OTioia, TtapdTd oera EiTtanE —Kai 0d auv£xiacon£ mo KOTCO—, adv JioA.U£0viKO Kai rto-XucputaTiKO KpdToq TCOU Eivai E/EI TcpouTco0£O£K; auvTovioHou Kai Kaiavor\-OECOI; ETci TCOV icpayndTCOv auTfiv. To jiETaTco^EHiKO iaTopiKO £pyo xfjc; 'A-(lEplKfjq ElVttl TEpdaTlO Ktti ElVttl <x8iav6T]TT] KO0E ISfitt EUpCOTCaiKfji; 6XOKA.T1-

pcoar|<; iQpiq TT]V Tcapouoia f) £Tcippor| TCOV 8uo jjEydXcov 8uvdn£cov a' auTf|.

47

Page 43: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

EiSucd t) Jtapouoia Tfjg 'AnEpiKfjc; OTTJV SUTIKT] Eupamr),pi£6n£VT| EOMTEpiKCQi; OTOV doTEpiono TOW «|i£ydX(ov 5uvdn£cov» (!) Eivai 6jtpoujto0£TiKO(; opog Ka0£ Ewoiaq EupamaiKfjg oXoKXtipcoorig. 'H EupawrrijtpooEcpEps Td uitaTa OTTIV ioTopia if\q dvOpcfljiOTTiTac;. Kai ET^EI &KO\a\djtpoocpept) OTOV fkx0no Jtou 0d djtOT£X£cr| ^ffipo ouyKEpaonou TWV 8uo u-jtspSuvdnEcov. Movo Jtou auro SEV E^avrXEtTai o~vf\\a TTJI; Ewoiac;EOK, OUTE OTTIV KXaooiKT) \ia<; Ewota Tfjg «iooppojtoiTiTiKf)9> oxoivopa-oiai;. 'H EuptoitaiKTi 6X.oicA.T]pcooT| Jt£pvd£i dvayKaoTtKd djto TdKOI TT^V MEOOYEIO, 8T]Xa8ri dito x^pou^ itou f| EupaitT) ETtayE Jtpovd GEcopfj SiKoug TT|<; KOI Jtou orinspa EJI ' ou8£vi JI^EOV nitopouv vd OECO-pt|0ouv dniymg EupcoitaiKoi. OUTE fiXXtooTE ujtfjpi;av JIOTE TETOIOI oi E^ u-itapxf)? «8i£0vsi9> TOUTOI xwpoi. 'AKpipSg X6ya> auTfji; TT)Q «8i£0viK6TT)T6i;»Tcov JtpooscpEpav Tooa jtoXXd OTT|V ioropia KOTO TO JtapsX06v.

'H JtioTT) OTO Jtpoocoito, f) dTOniKTJ x£ipa<p£TT|OT| Kai r| SVEU «v6fiou»OTO aio0rma mai; sviaiai; ouXXoyiicfii; EuOuvrig Elvai oi «aooiaXi-^Jt£v8uO£ig TTJ^ JtoXlTlOTlOii; JIpOlOTOptO^ Tfj^ dvOToXlKfj^ E^pffiJta-

IKfj^ T]Jt£lpOU. Td EJtl Tt)g JtoXlTlKfjg dltOTE^EOHaTa TfflV JtoXlTlOTlKWV TOU-

TCOV «dpxwv» Elvai ama itou ^Epo^E Kai itpo TOU oooiaXio^O Kai HET'auTOv: r| napakvai] Tfjg Koivowia^ Kai 6 &q dvrioTdOniona $;a)0£v <paivo-(isvog «6X.OK^p(OTian69>. AEV Eivai Tu^aio OTI orii; 8unK£q KaTavorjoEiq,f) Ptooaia djto TTJV inoyr\ Todpcov H£%pn; Jtpo oWyou, EITE HE ?va KonjiaEUE HE jtoXXd, £%EI \iovi\Hix, KaOsoTffli; «6X.oKXr|pa)TionoO». '0 «6XoKXT]p(o-Tio(xo9> ujtap^Ei' OHVK, 6^1 odv Ka0£OTW(; dv£X£u0£piai;, dXXd odv TT)V itpo-oitd0£ia £K£i'vr| djtocpuyfji; rfj^ JtXrjpouq KoivamKfjq itapdA,uor|i;, OE nid TE-XVoXoyiKffii; dvajiTUooonEVT] EJIO^TI, npoc, vf\v ojtoiav 68riyET f) jtoXitiori-KOII; KtT)0£ioa KoivwviKri xeipcKpeTT)OTi TOU dTojiou. (To pXEJtonE oXosva: oi

Koivwvfe; EcpKia^av Koivcovisg jtoXirav). AUTO TOvd XUOTI 6 AEVIV, Jtou £auv£xio0riK£ Kai n£Td dit ' auTOv. To c

dvrippoitov auTfji; Tfjg KaTaoTdoEcog slvai dKpip&i; 6 Todpog fj TO. ZTOU<; 8ioiKr|TiKou<; TOUTOU^ x^P0^ uJtdp%£i ETOI ouyK£vrpo)Tion6<;

KOI dSiaqxxvEia, KOTO Jtooov SUCQI; aura ormaivouv ovrcog KOIVCOVIKTIV dv£-X£u0£pia — Kai otyjv Poooia iSiaiTEpa — Elvai Eva 0^na uito E^ETaor]. AEVEXO^IE EJtdpKEia ouy^povcov EJtiorrinoviKSv dvaXuoEtov OTTJV Auor] ytd TOKOTO Jtooov KOI OE Jtoiov Pa0(i6 oi (i£Tappu0nioTiK£g ditaitrioEiQ rav dva-ToXiKwv xcopmv ormaivouv djtoppi\)rri TOU oooiaXionou &q iSEoXoyiaq dv-OptojtiOTiKou Jt£pi£%on£vou. OuoiaoTiKa oi dv0pa)JtioTiK£<; d^teq ifj? «6p0o-86|ou 'AvaToXfJ9>, nou EIJIOUE jipoTiyounEvcoi;, ditoTEXouv itapcoxrinEVEi; EV-VOIEI; rf\<; ioTopiai; Kai ndXiora, uito d)pionEvr)v OJUIKT],

48

Page 44: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

0Ed>pr|<jr| TOO ormEpivou dvOpamou. 'H ^XeuGspta TOU aw\iovifji; AuoEWi;, TCOU TOGO «dicoKXiv£i» dico rf\v fiXEuOspia TOU Tcpoaamou Tfj<;' AvaToXfjc;, OTtcoq OeXons vd XEJIE HE TI<; «6p068o^e9> Katavofjoeig fiag, slvaif| £X£u0£pia feKEtvT) TCOU pyfjKE dico md auyK£Kpm£vr| dv0pG)TtioTiKii 8ia5i-Kaoia: £K£ivr|v TOO Ka.imakia\iov Kai TTJI; dvaTtru^Eeoq rfji; T£%voXoyia<;.'Ami TTJV 8ia5iKaoiav SriXaSi] EKEIVTI TIOU yid 7ip<BTTi (popd EtauGspaxjETOOEI; TuvsunaiiKEi; Suvdnag TOU dvGpamou HEOW tfjg EmaninTi^, IBOTE vdTOV KaTacrcTJoT) Ttpdynan KEvrpo KCU OKOTO TOU KOOHOU. KavEva^ ak\oc,TtoXiTionoc; SEV £5a)0£ TETOIQ dvOpcomoiiKd &noi£kia\iaia GTf\v iaiopia."Apa §EV E^OUE nEtpa vd KpivconE, av ot TEpdaitEg TOOTEI; ^mTEu^a^ TOUdv9po)7tou (amic, ?>r\k. tfj? £7iioT%T|£, itou Elvai f| Kai' £^o%f|v dv6pa)m-OTIKTJ SpacmipioTTiTa TOU dvOpcbjrou) 6d HJtopouaav vd EmiEuxOoOv KUTCOdno KOTIOIO aXXo £!8oc; «£X£u6£p{a^». Oi ^syyoKojiKic, KOIVCOVIE^ tfj^ Auani;Eupf^Kav dKpipSi; EKEIVO TO eI5o? EXEuGEpicn;, rtou auviEXoOoE o-cf|v dvdTtru-^TI TOU dvOpromoTiKoO lm.iv!rf\imoc, Tfjq 4jn.aTfjp.T)i;. AEV TO IKO^II IDJkoc,TioXiTionog auTO KQI UTIO (Dikec, ouv&fjKE;, yid vd EXW^E ^ETpo Kpim\c,. AUTOTCOU TtapaTTipounE dvriOETa Elvai, OTI 01 dv6pa)7aoTiK£5 d^fei; ri\q "Avato-Xfjq, OOO TCXOUOIE^ KO0' EttUTE^ ElvdU Kttl ICTTOplKd UTtfip^aV, 8fiV ElVdl OKpl-

Pfiq itedveq TCOU nTcopouv vd ouvrovaofiouv HE nid TEXvoXoyucrj Koivtovi'a.Kai dKpipS^ TOUTO Elvai TO avriavOpcomvo, SIOTI ot dvctToXiKa; KOIVCOVIE^E^OUV TTJV TExvoXoyia. 'H T£%voXoyia EXEI Siicfj TTJI; f^Oiicp. A^v Elvai f|f|0lKfi TOU Pu^aVTlVOU HETaTCpUTT), TOU «oiK£l00£Xffl9> HETEXOVTO? O£ \i\.&

y£vtK(OT£pT) ISEoXoyia, dXXd f\| ^Oncrj TOU £pydTT| (TOUdTto TOV fiXXov) n£aa OE \ua KuXvonEvn X<Dpi8a EpyooTaoiou pionrixjcapayoyyfji;. 'ESra f| ~f\QiKf\d SEV Elvai «Tcpoaip£OT|», dXXdauyKEKpinEvou? KaGopionoui;. 'A(popa anEoa orov SwtXavov Kai 6%i orov«cruvdv6pa)Tco»...

Elvai P^paia Eva SXXo 0£na, &c, TCOIOV Pa0no KOI TCOIOV Evraari 6 Kam-TaXionoi; odv okovoniKO ouoTrma %pr|oinoTcoi£i UTCEP fj KOTO TOU dv0pa>-TCOU TO ElSo^ TOUTO Tfj<; ouvE^apTcbuEVTiQ f)6iKfi^. Kai Elvai TOUTO TO Tcpo-pXrma, SIOTI TO dvOpwrnoTiKov fiTciTEuyjia TTJI; T£%voXoy(ai; TO 48rmioupyr|-aav 6 ayio? MrcovapEvroupai;, 6 KapTEOioi;, 6 AdinicviTq KOI 6 NEUTCOV,rcpoTou UTcdp^r) KaiciTaXionoi;. To 9£na XOITCOV Elvai vd ISounE, TCMI; oiTCOXlTlOTlKEi; TOUTED VOOTpOTClE^ flTCOpOUV OTJUEpa dTCO KOIVOU VO TE0OUV

OTTJV UTnipEoia TOU dvOpomou KOI Tf|v TCEpaiTEpco Tcpoaycoyii Tfjg ioropiag,KOI o^i OTOUC; EopTaonoug Kai T(? «Kpioeu;». IlpoKEiTai Pspaia rapi TOUEpyou Tfjg Siavoriorn;.

AuoroxS^, HE TII; TpE^ouoEg SianopcprooEii; TOU KOOHOU na<;, Tcpo£KU\|/£Eva 6<p0aXno(pav£5 ysyovog: OTI SEV uTcfjp^av oi jiEyaXoi (piXooocpoi Kai TO

49

Page 45: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

TtvEunamd pEujiaTa Ttou vd rig itpoayopEuoouv. 'Yitfjp^E BsBaiaEva TtX.f|0oi; SEUTEPEUOUOTJC; 8iav6T|ar]$ vd Tig uitoSExOfj (KQI TOUTO ormaivEiOTI oi K,Eki£,£i<; £7t£BX.Ti0T|oav £K TOW jipaynaTcov HE KCTI dvdXoyof| °Avay£wt]OT|), oyj. ojiax; KUTIOIOI n£ydX.oi 8iavoT)T£<; Ttou 0dvd auv8£0ouv novooT|navTa \i<oL,i TOUI;, 8710? n.%. 6 BoX.Taipoc; HE TOV 8ia-tpcoTiano. Ilp(OTaya)vioT£5 OE TOUTED tic, s!;£X,ii;£i<; uirfjp^av oi oicoTtr|X,oiav0pa>Ttoi TG>V EpyaoTTipicov. OuoiKd Td TtpdyjaaTa sxouv TI<; £^T)yT|0£i<; TCOV,dcpou oi nETaitoXEfiiKEi; iSEoXoyfei;, UTtfipcav 6>.OKXTipa)TiK£g (BX,. itio KOTCO),dvai oncog dvayKT) vd TtoOfiE, OTI 0dTav dSuvaro vd (pavraa0fj icavefi; yidTtoW jiid KaTdoTaari, OTIOU U.E rrjv SiaoTTmiiai TT)X,£opaoT| 0d £l%£ OTO OTIITITOU Ka0T)H£piv£^ TtWoEig EyK£{pdX.ou vj/uxpoTtoXsniKfji; ucpfji; Kai aTto TTJV<DJir\d 0d Ep^EitE nw; Kaum'a dito rk, nEydXa; SUVQUEH; SEV nitopEi vdXpT)OlH07tOlT|OT| TOUg TtUpauXoUQ TT)Q. Tl ElSoU^ dv0p(OTtOTT|Ta 0d fJTttV aUTTJ;

AuT6 Xoirtov Ttou nag 7,P£ui££Tai givat oi KaTavoi^aEii; TOU TtapsMJovroi;Kai 6%i EopTaonoi KOI «ctotoppi\|/£i9>. Ei8iKd ndXioTa Td ivoTlTOUTa tf\q«Totalitarismusforschung» TtpEitEi vd SCBOOUV dTtdvrr|OT| OE TOUTO TO Eptotri-|ia: yiaTi f| 8iKTaTopia ETII ETdA.iv EStooE Td KoX.oooiaia aTtoT£X£anaTa TtouEScooE (vd ^KBionTixavioT) EVOV T£p<kmo oyKO T£%voXoyiicfii; uiKOI ndXioTa v ' avisfy] OE 8idorr|fia n6X.ii; 8uo SEKOETIMV TOVEVaVTlOV TOU TtoX-EHO TtOU EyVCOplOE &C, TCOpa f) ioTOpitt), £V(5 TO iSlO OUOTT|-

|ia (av 8£x0ouH£ Td «d^icbnaTa», ou^qxova p.s TO oitoia f| 8iKTaTop(a EymTaiotf|v i'Sia TT)V cpuoT] TOU «nap£ionou4.£vivio|ioC» w? ouornnaTOi;) 8sv HTIO-PEOE vd X.UOTJ aHa TtpoBXrmaTa TMV dvaToXiKfiv Koivwvifiv HETO TOV iTd-

Mai; xpEid^ovrai KOOTOIE*; EUKPIVEOTEPEI; ETI' aOTWV ditoxi/Eii;, SIOTI f| EI-pTJvri SEV nitopEi vd oTT|pi^£Tai novo OTII; aun(pcovi£<; TMV dcpoTtXiojicov,aKka Kai OTII; i8£oX.oyiK£g SiaaacpiioEig. '0 KaniTaXioHoi; SEV dvai oiyoupaf) (ioviHT| KttTaoTaori aTtdv0po)Ttriq XtOTtoSuoiai; Ttou TrepiypdipEi r\-OTIKTJ (piX.oX.oyfa dito TOV AEVIV KI £86). AEV dvai OHCDI; Kai 6 ooaiaX,ionoi;if) KaTdoraoti oTpaTOTtEScov nou TOOO BoX.iK<x £KaX.X.i£pyT]0£ f| SUTIKTJ tpiX,o-X.oyia. 'H ooaiaX.ioTiKOTtoiT|OTi Tfjq KamTaXioTiKfj? Ttapaytoyfji; — (iid 8ia-SiKaoia Ttou ap^ioE dito TTJV £Tto%T) TOU "EvyK£X.<; f)8T| (BX.. S. L. Wygodski:«Der gegenwartige Kapitalismus», Koto 1972, o£X, 281 K.E.) — dvai HETO TOVit6X£(xo y£yovo<; SESOJXEVO KOI 6(p0aX.no<pav£i;. "Apa f| Baoncrj 0EOT) TOU

ou TtEpi uXncfji; E^a0X.icba£0)i; T&V na^oiv E^EI Ttd\(/£i Ttpo 7toX.X,ou vduT], Evop oi EyKaiviao0£io£i; n£Tappu0^o£i^ OTOV oooiaX.iaTiKo KOOJIO

QTIO TTJV SX.X.TI HEpid dvai f| kavn (Kai opioTucrj) aTt68£i^T|, OTI f) ypamiiKT)dvTiX.Ti\(fTi Tfji; ToTopiai; — i8iaiT£pa KOTQ rf|v X-svivioTiKfj trig Ttp6BX£\|/r|— £%EI oXiKd ^£7t£pao0f). '0 ooouxX,iono<; Kai 6

50

Page 46: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

PplOKOVTai TOOO KOVtti 6 EVOJC, \li TOV O.'k'koV Kttl ElVOl TOCO

ox; itpoi; TT]V KOWT\| Toug svavri TCOV TtpopXrmdTcov tfj^ uSpoysiou,WOTS aTtOTsXsi didfjv oiT|or| fiv \ir\a f| man), on 07tdp%£i f) no-kraXEia dvanovfji;, TIOTE TO eva ouaTrma 9d ETtiKpaTrjoT], yid vd ijjari f|dv6pa)7t6TT]Ta \IE Xiyarrcpo ayxog. '0 coaiakia^oq djt£8eix6T| yid i^epiKsg

(Kiva, Koupa) ocoTfipioi; (6 Kdcrcpo E'XUOE TtoXM JtpopA-rJuaTa OTIIV, TIOU aX-^Ei; X^PEI; Tfji; AaTiviKfjq 'A^EpiKfj^ KapTEpouv dKOfia [i£ Td

«ax£8ia por)9£ia5» Kat uc, «5iaaK£\|/£i9> vd A.UOOUV). Elvai OUVEJK&Q v' d-Tropfj KOVEII;, yiom' f|'AI^EPIKT) ^jiopEi vd E^TI avripp^oEii; yid OTtoioSTJTioTE

tKapdyoua r\i i&pa, d^ou nsoa OTO io%0ovKavsvav KivSuvo SEV ouwaTa KOTI TETOIO yid tr\v

. "laa-ioa: 6d £^,£y£ KavEfi; OTI EXEI Kd0£ aunq)£-pov cbpianEVEi; TotiXd%iaTov xffipsi;, |i£oa ord nXaiata TTJI; SuTiKfji; Emp-pofj<;, vd Tig poTiGtioT] vd jtEipanaTicGouv HE 07ioio5ii7iOT£ cfuoTtma fj TPOTIOvo^ouv K(ndM.T|Xo vd TOU; HEIWOTI Td EKPT|KTIK<X KoivcoviKd jipoplrJuaTaTtOU dVTl(I£T(OJll^OUV.

Td Jtapandvco Ka96^.ou pEpaia §EV arinaivouv, OTI Td HEiovEKTTJuaTa KO(Ttov 5uo ouoTTindTtov — auTd TIOIJ TO Ka0' Eva yid TO akho dvE^uE — SEVfoxuoav OVTCOI; orrjv 7ipaynaTiKOTr)Ta. Kai noW icEpiaooTEpo yid TOV K<X-m.iak\.G\i6, nou odv c5UOTr||aa arripi£6n£vo OT{; «OTaTioTiK£p> Kai Td <acpo-ypd^inaTa» r| 8uaKivriaia dvai 8£8on£vr|.' AXka Kai OTOV dvaTokico KOOHO6 (xovoKomiaTiKoq aooiaX.io(a.6i; SEV £!%£ KaGoXou EUTU/EI^ ETriTTTwaEig OE

x™Pol)G T°0 JtvEunaTog, OTTOU, uTtoTiGETai, 6 nap^i-odv Epya^Eio dvdXuor|i; JipOE^Ei — Kai TipEitEi vd JipOEXTi. '0 aooia-

Kia\n6<; OTHV Peoooia, E^ovrai; moco TOU rnv 0r]T£ia cmi; TtoXuioniKEi; Ka-TaaTdoEii; nou TrpOEiraxus, UTriip^E mo £UK(VT)TOI; ISEoXoyiKd OTOU^ x™Pou?Tfji; T£^VT|I;, XoyoTExviag, ioTOpiag K.'kii. STTJV avaiokiKr\, dvri-0ETa, HE TT|V dSuomTniTTi «Ta£iKf) KaTav6r)OTi» TMV 7tpayndTO)v ifj^ Eupcma-

i\uKip\a$ — Kai 6%i jiovo K, aiTiag rfjq 8iaip£or|<; TOU yEpnaviKouoToug Sioui; x&povc, Sv noK'koic, Soyna. "ETOI n.%. OE

Sidcpopa pipWa ioroptag TMV dvaToXiKoyEpnavwv T<X Ttdvra SIEKIVOUVTO ^vEiSEi nuoTT|p{ou HEaa OE Evav (lETacpuoiKKw; undpxovra ^avixaiono «7rpoo-SEUTIKWV 8uvdn£cov» KOI «<xvTi5paar|9>. "Eva Ei8o<; 7io8oo(paipou ifj? IOTO-piaq SriXaSri, OTCOU f| ^.EJiTonEpEia E^avs TIIV ar\\iaaia tr\c,7tT|yf| yvmoTii;.

STOV SEUTEpo TOUO Tfjg jtavEmoTTiniaKfii; oEipag «r£viKf)i; 'l(«Allgemeine Geschichte der neuesten Zeit, 1917 — Gegenwart», BspoXivo1988. IIpETtEi dKonri vd KOUHE on yid TT|V oooiakoTiicn cpdoXoyfa r\-pia EI^E Suo novo «TOpi65ou^»: TIIV Jtpo TOU 1917 Kai Trjv (IETO), TIOU KOKWI;

51

Page 47: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

<p£p£i aikov TOV TvrAo yurri Sfiv TtpoKEVtai dKpiBcoc. TtEpi 'loTOpiac. oAAaHfiAAov TtEpi XaiKou /povucou TTJC. AEyonEvric, «£7ctKaipou iaropiac,»(Zeitgeschichte), SiaBd^Ei KUVEI? drrjv ask. 133, on on^v 'EAAd8a Tcp 1938,TtdXi oi «aKOT£iv£g SuvdfiEic. TfJ5 dvri8paar|9>, EyKaOiSpuoav nid «novapj£o-(paoioTiKTJ 5iKTaTOpia» \\i dpYJiyo TOV BaaiAr|a KAPOAO TOV B ' mi u-7iapY,r|y6 TOV METO^Q. To TtpoBXT^a £8co Ssv elvai, OTI a' Eva ETCIOTIHOTtavEmorriniaKo auyypanna, UTO TTJV ISiaiTEpri syKpicrn ndXiora TOU u-TtoupyoO 7tai8£ia^, dvoKaAUTtTEi KCIVEIC. TETOIOU EiSoix; dvaKpiBsiEi;. To Ttpo-BArina Eivai OTI 6 (poiTT)TT)i; 5£v naipva i§£a ano TIC, i5£OAoyiK£c. BupivEi;TtoXAcov SUTIKCOV Kpcucov KOI apa 8fiv TOU TtpoKwrci f) dvayKT) vd nd0r| yidTOV pOAO TCOV OUVOpCOV JtOAA&V SuTlKCOV KpOTCOV yid TTJV OlKOVOm'tt TTJ?

TcoXiTiKfjg Kai Tfj^ ioTopiac. yEviKCOTEpa. Kai oi XEITTOHEPEIE^ airca; nai^ouvU^IOTO poXo yid rf\v Ka0 ' ujc60£oiv Jtpo%copr|n£vr| yvcoor] evoq aomaXioTfj

. Fid cbplCHEVEC. %COp£g 6 1 Tfjq £V EUpEia EWOitJ EUpCOJtaiKfji; TtE-

, iSiavrcpa 8s iKEivf]c, TCOV BaXKavicov, oi AEJITOHEPEIEC;, Kai apa f|yvcbor], SEV Eivai uovo <x7iapaiTT|T£c. yid TT|V KatavorioTi TTJI; VECO-

, dAAd Kai f| djtoKAEiariKfi TtpouTtoOEorj TT)^ Ka0' OAOU.'ISiaiTEpa rfj^ EupconaiKfjg (TI. . poAoc. TCOV BaAKavicov Kai TEVXOI; TOU BE-POAI'VOU). KdpoXo BaoiAT)a f| 'EAAd8a 8ev nicopouoE vd EY_TI. Tov SXXrivaBaaiATja 0d nitopouoE vd TOV AEVE Ficopyo, HaoAo, KcboTa, FiavTEAfj fj Kai"louonviavo dKona, KdpoAo Kai OpsiSEpiKo O\IGK, TIOTE. Movo OE nid orco-

H TOpioSo Tfjq ioTopiag ujrfjp^E BaoiXriai; ^EVO ovona, 6 "00cov. 'AnoKI ETtEiTa 6Xoi oi BaaiAr|fi8£i; cocpEiXav vd E%OUV ovonaia EXAr|vo7tp£-

, afyupcova HE tic; dvuTtoxcbpriTEi; immyic, TTJC. «£0vncfJ9> iSEOAoyiai;.Kai TO vd nd0r| KavEiq, OTI fj 'EAAdSa Elvai sva KpaTOij-ipavraofia TOUojcoiou r| «£0viKT|» iSfioAoyia f|Tav TOCO BapBapt), COOTE dKpiBcoi; vd nTtopfjvd TO KpaTdt) adv Kpcrroc. dvujtapKTO, TO yiari oXcov aurcov TCOV TtpayndTCOv,itou dnoaKOJtouoav Kai Jtoiov poAo ETOI^OV jifioa arf\v yEViKCOTEpT) iaTopia,Eivai f) mo J:poxcopTin£VT| yvcooT) nou njtopfiT vd drtoKTfjoT] KOVEI' yid TT]VSuiAconaTiKrj ioropia rf\c, EupcoTtrji;, ooaiaAiaTfji; fj nfj. Fid 5X ' aikd 8(ico<;6 (poiTTiTrji; ifjcj dvaToAiKfjc. Fspnaviai; OUTE Kfiv iSEd^ETO. To «KdpoAoi; B '»(paVEpCOVEl TT|V aUTdpKEia TTiq ((OOOiaAlOTlKfji; 0£COpT)OTli;» TCOV KOHHOTIKCOV

EJCIAEKTCOV Jtou Eypa^av TO BiBAio. AT)Aa8rj §va aunTtrcona TOU |K>voKO(4ia-

Kai SEV rcporaTai BsBaia yid novaSiKfj AETITOHEPEIO. Oi aoBiETiKoi £m-OTTIHOVEI; HE Tic. iSiaiTEpEc. £7i£v8uo£ii; TTJI; iSiaiTspag TCOV icrropiac. em. TOU«aooiaXiajiou» — Kai apa TT]V EiSiKcoTEpr) EKEI'VTI aio0t|ar| TIOU SEV K,a-VTAElTttl OTtACOg aTT|V dVElpfiVEUTTl «7ldATl TCOV TCX^ECOV)) — , 6%l ^OVO

TTjoaV TTJV TtVEUHaTlKfj OUVE^Eia TOU lOTOplKOC TCOV 7tap£X06vTOg,

52

Page 48: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

TtpooEScooav o' auTity JtoXXd via 7t£pi£%6u£va (as TO §pyaX£io Tfji;OTIKTJI; £p£uvT|g. Kai 8£"v EWOOUHE TI^ OYj|uaTOJtouio£i<; IKEIVS; TOU «IOTO-PIKOU uXionou» TIOU dvaKaXujtTEi «8ia(pGmonou<;» OT^V EJIO^TI TOU 'Onrj-pou, dXXd TT|V 9£(opia TOU uu9ioropiinaTO<; X.^. oicax; aurn £ouv£xio9r]K£|i£T<x TO 1917, fj TTIV KaTavorjOTi Tfji; dyioypaqHKfjq T£%vnq OTO ououBSEi;pipXio TOU Ka9r|yr|Tfj A. Ai%dTC(0(p «'0 av6po)7toq O"CT)V TtaXaid pcooaiicriA.oyoT£xv(a». 'Avr{0£Ta, OTO oTtouSaiOTaTO KOTO TO fiXXa niKpo XE^IKO TWVH. Sachs - E. Badstiibner - H. Neumann «'H xpioiiaviiai EkovoypacpiaKOTO XE^iKoypacpiiaiv 8idTa^T|», 3r) &c8. AayCa 1988, oXr) i\advai TrapnEVT] dTio rr|v dvrioToi%r| Spsuva TWV SUTIKWV xcopav. Kai TOUTO

n&c, SEV wrap^a dvTiaToi%T| oooiaXioTaKi] EpEuva TOU aSouq,^ OTI 6 ioTOpiKog TOUTOI; y&poc, yid Tig EV crtEvfj Ewoia Eup(07taiK£<;

TOU ooaiaXiauou («07tiov TOU Xaou») dvai jrepiTTog! Kai \iem |i£v OaunaTa TOU dyiou 'Avtcoviou, KavEvai; pEfktia aopapoi; avSpcoTtoi;SEV doxoXfiiTai arjuepa (av uTtdp^ouv TETOIO EiSr) «7tioTc5v», auTd TipETOioi'youpa vd dvaij|Tr|9ouv OTT|V oTinspivn 'EXXdSa TOU AiydXEO))' TO vdKaTaXapaivri 6 105 KOVEVOI; amd Jtou P^ETOI OTII; EKicXrioiE^ KOI TIOU Kpa-TOUV 6X6idT|po TO vorifia Tfji; iotopia^, dvaToXncfjq Kai SuTiicfji;, slvai fi-KPOK, djiapa(TT|TO TipoKEinevou vd PEXTICOOTI tic, jirixavEi; TMV auTOKivf|T(avKa( T<X KonmouTEp. Aiaypaq)!] Tfjg Epsuvag bti TMV TtpayndTcov aurav or)-

yi&ymi — Kai OTOV qraoxaivri 6 av9pco7iog, cpTCOxaivei Kai 6 aoaia-na^i. '0 novoKonnananoc; SEV ujnjp^E novo uXiKrj qrabxEia. ToXd9o<; TOU, OTI 9£Xr|a£ vd dXXd^ti oDvonTiKd TO vorma TOU icoXi-

TIOTIKOU raxpEABovroc; T^ dv9pco7t6TTiTag, nap' 6X0 JTOU EjiEvav TO navrayupro vd TO 9u(ii^ouv OTOU<; dv9pdmoui;. Xpsid^ETai \i\\nax; vd ot|U£id)or|iSiauEpa KavEii; TOV ^£ya poXo TOU Bamavou yid tic, (npo<; oTiyn^v TOU-M^IOTOV) EUTUXEI^ TpojiEi; TOW KaipSv not;; TOUTO^ 6 IldTtai; — TOU oitoiou01 7t£p{ MEOOyElOU dVTlXrj\|/£l^ Elvai dltO Ti£ qXOTElVOTEpE^ 7TOU 8ia9£T£l

f| AuoT| ETti f^yETiKou EmitESou —. Elvai f) SEUTEPT) KoXoooiaiaJtou E^ya^E TOV icapovra aicava TOUTOI; 6 6pyavicj(i6i; JIETO TOV

IllO TOV 12OV. TOU IlioU TTJV (XETaTIoXEHlKTl noXlTlKTl HJtOpOUHE VO THV

9£(opiia(on£ mq TOV 9£H£ko W9o yid TTJV dvdoa TIOU TrfjpE f| dv9po)7COTT]TaOTOV Kaipo nac,... (Fid T^V fiETETtEua jtoXtmrj TOU BaTiKavou, PA,. NiKoSrj-Hou, nT)Tpo;toXiTou AsvivyKpavr, Kai NopyKopovr: «Johannes XXIII (Papsteiner Kirche im Aufbruch)», BEpoXivo 1984).

'AvacpEpajiE T<X irapajrava) 6%i novo yid vd nounE OTI Kai n£aa OTOV oooia-XIOTIKO KOOJIO U7rdp%ouv 8id<pop£<; KaTavor^oEii; TOU oooiaXionou, AXXd OTIHE TTJV 7toXu8uvania TIOU £n<pavio9r|K£ iorapiKd ^Eoa OTO 1810 TO oooiak-

53

Page 49: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

CTTIKO CTTpaToraSo (TC.X. Kiva) Kai Tf|v Tauioxpovri uEiaTtoXEuiKTJTOO KaTcrraXiouou adv ouoniuaT05, TtoXXd 0£0)pt|TiKd aynuaTa TOO TtapEX-00VT05 KaT£OTT|oav 6pioTiKG)5 EKTOI; ipr\a£®c,. To ouyxpovo OTdSio Tf)5iCTTopiag, Ka0d>5 apxioE vd 8iauop<pcov£Tai, Eivai Eva OTTO la yoviuoruEpaTIOU yvcopi^ouE Kai ETiiBdXXa pi^iKd VEOU5 Tpo7iou5 aKeyr\q. Kai TTJV Kaid-aTaCTT) auTf) uag TT|V 7rpoo£(p£pav oi TtupauXoi Kai TO NATO. "Ooo Tiapd-^EVO KI av aKouyEiai aiko, TO NATO UTtfjp^s f| mo EUEPYETUCTI KaTdoTaariTOUTTH; TTJ? %Aimaq yid TTJV dv0po)7t6Tr]Ta. FiaTi alXafy §va uovijto JivEOuaTTJ^ AUCTEOX; dm) rqv £no%r\v CTTaupocpopimv: TO TWEUHO rfji; TUKfji; EJiiTEU^rn;. To TtvEuna OUTO SEV Dccppa^ETai uovo OTO ijtTtOTiKd uuOipfjuaTa ToO UEcaiwva, dXM, uico TTJV EWOUX Tfjq ioTopiKfii; dva8uo£(0i; TOU«aTOnou», cp0dv£i n£xpt THV EHO^TI wv «Laisser Faire» Kai trfe «Emx£ipTi-(j.aTiKfj^ £XEU0£pia9> TOJV Kaipwv ua<; (OCTO auifi KUT ' ovoua imdpxEi CTE uidETtoyjj 7to?iu£0viKmv). AEV Eivai 6 oimoq TOTIOI; £§c5, yid vd CTU^T|TTia(on£TtapaTiEpa yi' amo TO jcvEOna, TO onoiov 5iKai(bv£Tai T£X.iK<x (iovo EK TWVuoTEpcov, <x<poO ooa icapE^aBE f| EupcbTTT] dmS Toug aXkovq TtoA-iTionoug(S0p0o8o^ia Kai 'IoA.au — Eivai ma raipo<; vd Td.i8oi5n£ odv uid TIIO Eviaia6XoTT|Ta m TipdynaTa aikd) Td 7tpof|yay£ CTE VEEI; ICTTOPIKE; 7rpaynaTO7toiT|-CTEK; yid TTJV dv0pco7TOTT|Ta. Eivai 7tpo)TT| (popd TIOU £8r|uioi)pyii0T|K£ £vaqTTO^lTlCTUOi; KOIVO Krfjua TTJg dv0pC07t6TT|Taq. ETOV ItO^lTlCTUO OUTOV U7ldp%£l

6 jtoXui; ioTopiKOi; no^Ooi; TOU Eupamaioo, undpxEi ouax; 6 TdoOroc;, oijipdJTEi; uXEi; Kai oi uovoKaXXi£py£i£q TOU CTTjuepivou unavajtTUKTOU. "O iTO Ttcog UTidp^ouv, dXXd TO OTI undp%ouv E^EI ar\\iaaia.. "Apa 0X01 SIKUIOU-vrai vd ouuu£T<iCT7,ouv CT ' auTOv. Md TO OTI U7tdp%ouv, dvE^apTtiTOx; 71(05,SEV CTT)uaiv£i Kai CTUUHETOXTJ; — "Oy.1 fatpiftaq, yian TO JtpoBXTma gyrationOTO it crr|u.aiv£i «7iXouToq». "Eva^ uEydXoi; ydXXo^ 91X600905 Elite on u-Ttdpxouv uovo 8uo Tipdyuaia TCOU napdyouv: 6 avOpoito^ KOI f| Ffj. KaiorjuEpa SEV icapdyouv 6X01 oi fivOpamot, dXXd wpiouEVEi; uovo KoivcoviEg.Ifyoupa TO TTETpsXaio SEV 0d fjiav TtXouToq, OJCWQ SEV fjiav Kai OTO roxpEX-06v, av SEV uirfjpxav TO auTOKivriia. STOV a7ioT£X£CTu:6 TOU JtXouTou JipoT|-yEiTai 6jio)CT5T|7tOTE TO uuaXo, uovo OTI f) Ffj SEV £860T|K£ CTE mpionEvouquovo dv0pamouc;. "Av TO JtEipEXaio SEV cbioiEXfj jiXoura yid TOV OTjUEpivo(pEXXd^o, 0d diuoT£X£OT| Jii0avov yid TOV dTtoyovo TOU UOTEP ' dno EKOTOXpovia. 'AXXd TOTE 10005 vd nf|v TO EXTj-'MnopEi psBaia H£xpi TOTE TOTTETpsXaio vd Ttdyt] v' dmoTEXfj itTiyq EVEpyEia^ — Kai auio slvai oiyoupo—, OTKOC; £7ta\|/£ v' aTtoTEXfj Kai 6 Mpac, yid. lit^K&iiq ouyKoivwvfec;. To0£Ha Ofacoc SEV ii'0eiat ETCTI. Kaiiot SEV yvcopi^ouE dKpiBro^ ii; ^iXoodcpiKE^dpx£? M TMV oTtoicov CTTr)pix0T|K£ TM 1941 f| «AdanticrCharta», nitopouuEvd Ttoi5n£, OTI 07105 e860T|Kav oi 7ip6)T£5 5XE5 TOU rcXaviiTT| Kifjua TfJ5 dv-

54

Page 50: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

0pcoji6Tr|Ta<;, ETOI dKpiBwg £866r)K£ a ' afar) Kai f| £7iiaTT|noviKfj OK£\|/T|."OX,oi 5r|)i,a8ii 6<p£iXouv Kai 8iKaio5vrai vd aumiETdaxouv o' avrf\. "Av oiTtpaiTEi; CXsi;, TO vEpo Kai 6 d£pa<; sivai KOIVO KTfjua Tfj<; dv0pa)7toTT|Tac;, TO1810 Eivai KO{ f| OuoiKf]. Kara TOV 1810 8r|X. Tpoito TIOU f| NOTP Nran, SEV

o Kifjua Twv FdMxov, f\O TdT^ MaxdX TWV 'IvS&v,

'H X.oyiKT| TWV arinEpivcov ndvaT^Ep Kma TOUTO noid^Ei (i£ rf\vTCQV q>£ou8apxwv TOU lEoafwvof;: O7i(og o{ tpEouSdpxE? 8fiv [iTtopoOoav vdKcrraWtBouv OTI av yivoTav 6 X,ao<; mo TI^OUOIOI; 0d yivovrav KOU oi 18101Tt^ouowoTepot, dcpoO 6 KporuKoi; nkomoq 6 ' dv£(3aw£, ETOI Kai oi at|H£pivo((idvaT^Ep SEV noid^Ei vd KaTaXaBaivouv, OTI, av dvajcTUxOouv oiujtavditTUKTOi, Kaf oi 18101 oi ar|H£pivoi JiXouoioi 0d yivouv Td(pou 0d dvEBfj 6Xo<; 6 TdouTO? TOU jr^aviiTT|. To n&q 8EV nitopoOnE vd T6^EptofiE' TO (j.6vo TIOU ^inopof^z vd ^EpcojiE slvoi, OTI auTO 0d aunfiii. Kai ^6-vo TO X£<PT<X itou ^oSEuovrat yid vd auvTT)pr)0oOv arikiix; OTTJV ^cof) oi ar|-HEpivoi urtavdjcTUKTOi laoi vd Xoyapidot) KOVEII;, 0d Bpfj §va aoTpovonuc6H£y£0oi; Ttou (J.EVEI dva io7io{r|TO |i£oa OTO nXaioia TOU 8i£6vou<; KEtpaXaiou.

IrjUEpa TCOU f) dvdTcru^ri rife T£%voXoyiai; 7tpoo8i8£i 6X0 Kai irEpicjcro-TEpo EJidpKEia EVEpyEia^ OTOU<; BionrixaviKa dvETtruynEvoug, EVW KOT ' dvd-

0d TtpoKuv)/Ti okovonia K£(paA,ai(ov dTto TOV 7t£piopio(i6 Tmv E^OTC^I-v, f| dvaTcru^T] TWV uraxvaTtTUKTcov, EUE «KonnouviaT£9> 0£Xouv vd XE-

yavrai EITE «KajiiTaXiaT£9>, npoBdXXEi odv \izllpv ^mTay^ia. "OTOV TO d£-ponXdva OTTIV EupdmT) 0d KivoOvrai HE 7ropr|viiai fj f|>.iaKr| EVEpyaa, TO vdKivoOvrai Td TpaKTEp HE TtETpE^aio OTO KouBaT 0d npoKu\(fri

Kai TI<; EuoiravEi; auTEq TIPOOJITIKE^, OTKOI; Eiicane, naq TII; TtpooEtpEps TO...NATO! To 67IOIOV i8pu0r|K£ ^IEV ex; TtolEniKOi; opyaviofio^ (KOI apa d-

OTOV Tpirov KOOJIO), OTTJV ouoia o|ifi><; X£iToupyr|0£ \i£.ianok£-odv 6 mo (pdEipTjviKOi; ouXXoyog TIOU ^TiopouoE vd UTidp^T). 'H rtu-

PT|VIKTJ dvdTTTU^TI TMV OOBlETlKMV, T) 8T|HlOUpyia T&V 8lT)7I£lp(OTlKCOV JIDpaU-

Xcov Kai TCQV TiupTjviKrav UTioBpuxicov, KaT£OTT|oav rcaoa 7ioX,£niKf|TOU NATO av£u vofjuaTOi;. "Av 6 TiyETTj^ ma; TWV U7i8p8uvdn£0)v dTtEvav TiupTjviKo TioXEfio, auTO 9d TO EKQVE Bspaia «EV dvo^aTi TOO XaoO» TOU.Ilroi; 6no)i; (mopouoE vd TO Kdvr|, d<pou KOTI TETOIO 0d EorJuaivE

TOU 18100 TOU Xaou; KavEvog etSouc; vonino7ioiT|aT| SEVyid TT|V STinioupyia EVOQ 7tupr|viKOu TO^EHOU. Oi 8uo

ap^ioav ouoiaoTiKa vd ouvEpyd^mvrai yid TII; Siacpopa; TOU<; UTIO TIQ dp^Ei;f|8r| Tfj<; SsKaETiai; TOU '60/0 XpouTOtbcp Tpia xpovia dTtEiXoOoE HE 7iupT|-VIKTJ KaTaOTpO(pTJ HE TO yEyOVOTO TOU BEpoXlVOU, dXXd T1710TS 8£V EKOVE,

55

Page 51: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

icai 01 dnepiKavoi dit£a6pT)oav TO ysyovrita ifjg Kou~pa<;, 6%i yum dicaXt]-aav (is" TIIV TtupriviKii TOW; Suvajiri, dXXd dKpipax; yiati SEV vf\v %pT\ai\io-Ttoir|aav Ka06Xou anty TtEpiox^ Tf\q KapaiptKfjq. To NATO TtapEjiEivE ETCTIeVag cpiXEipriviKOCj 6pyavianocj, TIOU OUVETEXEOE id ^Eyioia yid tr\v itoXi-iiKr\I Kai rf\v Pionrixaviiai dvaTTTU^r] tfj^ Sutucfj^ Eupcbirric;. OiEupcoitaioi, Ttaipvovracj IEOO) iffiv TtoXusOviKSv rqv 6 X11 TE/voXoyia rf\'AnEpiKfjg (oi iSioi 8£v f\rav KOI §EV Eivai dicona OE Qzcr\d ETcevSuoouvid KE(pdXaia no\> djtauEi ^id TETOIOI TExvoXoyia) KOI nrj OVTEI; KQT' dvaXo-yfav aonnEtoxot oid E^oSa TOO NATO Xoytp Tfjg sviaiai; EupwrcaiKfji;TcoXuiKfii;, (b8r)yTJ9TiKav OVTCOI; OE ord8ia e&i\\i£pia$ fiyvcaata aro nap£X,96v(dico anoyr] KOIVCOVIKCOV do(paXia£0)v 7t.%. i^ 'A^EpiKi^ 0d HJtopoOoE vdUTta^Gfj oit; TpuoKoaniKEi; y&pEq... — pX. X.^. Kai H. Wasser: «Die Verei-nigten Staaten von Amerika», Ullstein 1984, asX. 478 K.E.). To

TtOU 7tpOO£(p£p£ f| HETajtoXEHlKtj Sldta^Tl TOU KOOJiOU OT11V

upcoTnii; ^tav r\i TOU iaioptKoO %da\iaw<; «Boppa-NoTOi)»,TCOV Piofuixavucd ar\\iEpa dvEKiuynEvoov %a)p&v, Kai tfjv ataOEpo-

TT)Ta TOO KamTaXtajj.oO 65 CTUoTiinaTOi; 8id TOU VEOU TroXiiiKoO Jtpooava-Ttou ETTpon^EUCTav oio EpyuTtKO Kivrma oi OEcopfeg TOU 'Aviovio

'AXXd fj8T| f| «Eup(i)7rri TOU POUTUPOU» jiapouaid^ETai iaTopiKd OK, TtoXi-TIKO oxfjua dTsXa;. '0 atjvoXo^ EupoTiatKoi; x»po; (PX. CTXETIKO Kai TOpipXio nag «'AvdXuar| Tfli; VEOEX. doriKfji; i8£oXoyiag», A ' EK8. 1975, OEX.93 K.E.) Eivat ioTopiKd Kai yEcoTcoXmKd TtpocopianEVOi; vd dTtoTEXEori %&po

do£0)Q TMV 8uo Koonwv Ttou £oC>H£, 8r)Xa5Ti £vav %&po dvayKacmKfjstbg TCOV. To TtpopXrina TTJI; EupcoTtrig adv maia; iaTOpiKfji; ovro-

i Pfipaia cmo TOU vd Eivai novo itpopXrina OXEOEO^ ^ETa^u«8uTiKfjp> KOI «dvaToXiKf)9> EupWTtrig KaTd tic, EWOIEI; TOU TpExovroq XE-^iXoyfou. Eivai EJti'oTig Ttp6pXT]na oKavSivauiK&v xcopwv Kai iSicog BaXKa-vicov. Movo aTto Tig au(4i£Tp£<; 8ia(iop(|)(oo£ig Kai ouXXEiToupyi'a oXwv TMVEupwTtaiKcov x(bpa)v — iSumaTa §£ EKEI'VOU ii\q Mfiooyaou — elvai SUVUTOVTO Ttp6pXt)na Tfjc; EuptBTtrii; vd Ppfj TTJV Xuor) TOU. "0%i f) Ttapayatyn, dXXdf| ioTopiKii XEUoupyia Eivai TIOU SIVEI vor^na aTd TtpdynaTa. To yEpjiaviKo^Trma, TIOU SEV Eivai P^paia TO novo TETOIO ^r)Trma OTOV Koajio dXXd TOTtpcoTo OE ioTopiKrj TtpOTEpaiOTTjTa ( fiXXa TEToia Eivai auTO TCOV 'AXpavcovOTO BaXKdvia n.%., Tfji; Kopsai; fj Tfjg TauXdv8r|g — y&poi OTOUI; OTIOIOUQf) «ArmoKpaTia» Gpia^pEUEi 5id OUVEXOUCJ EficpuXiou itoXEnou...), 0d Ppfj d(p '^auTou TTJV Xuor| TOU a£ (iid TEToia EupcoTtr|. Mid ioTopiKfii; XnToupyouoaEupcoTtr) 6%i novo 0d nTtopfj vd SExOfj \tsaa vr\q ^iid SuvaTtj Kaf SviaiaFspnava'a, dXXd 0d EXT) Kd0£ Xoyo vd rnv SrinioupyiiaTi. IE nid Eupcbmi TCOV

56

Page 52: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Tpuov Kpcraov ('AyyXiac,, raXXiac,, FEpnaviac,) oraoc. UTtfjp^E c&c, Tcopa, CTE"\u.Kpf\| 8r|Xa5fi, f| TEpnavia Xoyto TOO OVKOU TTIC, lacoc, vd Srmiovpyfj«Kiv8uvo». ' AXXd TipETCEi dnECTCoc. vd TO cnmEubCTconE: f| TETOia dvuXr|\|ni TCOVTcpayjidTcov UTidyETai OTf]v dpy_aioXoyia rr\q rcoXiTiKfjc. ioTopiac, KCII CTUYKE-

OTIC, TtEpi «n£ydXcov 8uvd|i£cov» dvriXf|\|/£ic. TOU L. von Ranke. "0-8sv ujtdp%ouv «n£ydX£i; Suvdn£ic,» OTT)V EupWTn] — KQI OUTE

TtpoKEiTai vd 8n(iioupyT|0oOv KOTO Td Klaaaiica JtpOTUTca — , &<&, dvri0£Ta,OTOUI; JcaXaiOTEpoui; aimvEg oitou ^XEiToupyoucjav ^lEydXoi %wpoi TTJI; ECpo-jca'iKfjg TiEpioxfji; (EfipcoTtaiicrj Pcoooia, Aikrcpoouyypiicrj Movap%ia, MEOO-yeioi; ^ETd Tfjc, oOconavaKfj^ auTOKpaTopiag K.Xn.), f) Tsp^avia 6%iKivSuvo SEV <x7tOT£A,ouo£ yid KavEva, dXXd fJTav ano mvq moTtoXiTioTiKd %a>pouc, Tfjg Ef>p&Kt]<;. KaTa TOV N. Postman ndXioTa (BX. «DieVerweigerung der H6rigkeit», asX. 53), TO nioo (600 BEBaia (utopoOnE vdi)io0£TT|CHOH£ dpi0nT)TiK£5 dvaXoyiE^ yi ' airrd TQ irpdynaTa) TCOV TtoXmaTi-KWV KaTOKTTioEcov Ttji; E\>p6>Kr\c, 6q>£iX£Tai oToug FEpnavooi;. Tda^aTa TOU 8£UT£pou JtayKoa^iou JtoXEnou, aXXcooTE, ETpoTcojtoiricjavTO 8£8on£va EKEIVU Jtou 0d HETEBaXav TI^V dvaToXiKT] EupcoTtr] OE EVOTpuou Kocjfiou yid TOUI; rEp^iavou^. SE ^id dpyaviKcoq XEuoupyouaa Eupcb-7tr| 8X01 arjuEpa E/OUV vd itai^ouv poXovx; nEyaXou?, emote, dKpiBccw; KCU OEEva BioXoyiKO opyavtono SEV uJtoKaOiaTcnai X.%. 6 poXoi; TOU ncmou andTOV poXo TOU oTondxou. ©EXofiE vd JIOUHE: 6 u7t£pTovia|i6c. TCOV TrpoBXt]-ndTcov TTJC. dvaToXiKfjg Eupcbjnic; KpuBsi Tt)v cuiouaia KOI TTJV ouv£i8r|TiidvaBoXii TipoBXrmcmanou yid %&povq if\c, EupcoTiaiKfji; TCEptoYjjc, Ttou E^OUVvd ETiiTEXfiaouv nsyaXuTEpo ioTOpiKo spyo yid md TipayncmicrjX£ipacp£Tr|OT| OTOUI; Kaipoui; note,.

AEV unopoCnE oTa jiXafoia TOU BipXiou TOUTOU vd £7t£KTa0oun£ iiEpiaao-TEpo E7i ' auTcov. 'H XaToupyia pmq EupcbjtTn; cb^ EVKXIOU CTUVEKTIKOO SECTHOUTCOV 8uo afJuEpa CTuaTT)|idTcov 0d xpEiaoOfj TCEPICTCTOTEPO TTJV iaTOpia rrapd•cr|V noXiTiKii 0£copia (TUOIO ioTOpiKO TrpoBXtina \inopd vd Xuor| aurq;). KafUovo ETCTI 0d £jnTp£\|/r| CTToug 8uo |i£y<xXouc. Tqv dvaXriyr) TTJI; Koivfj^ TOUC,EU0UVT1? (auTo 8EV Elvai uovo 0Efia «8iaBouX£UCT£cov»...) yid TO aXXa nsydXaKpofikf\iima. TfJ5 dv0p(07c6Tr|Tai;. AUTO oncoc, TCOU oXoEva 7tapaTT|poun£ Elvai6%i f| CTTpocprj Ttpoi; TI^V iCTTopia TCOU njtopEi vd Scoot) T£<; XUOEK;, dXXd Ttpo<;TT^V TtoXlTlKt) OECOpltt TCOU 8£V UTCOKpUTCTEl TCttpd 1T\V TC£plCOplOH£VT| 67ITIKTJ

TOU «^0viKou KpdToup). 'H rioXcovia fj f) RouyKooXaBia ETCI TtapaSEiynaTi0scopoOv OTI rfvai TO KoivcoviKo CTUCTTT|na TCOU £u0uv8Tai yid TTJV KaTaaTaorjTOU<;, av ojacoi; dvaTpE^t] K<XVE{C, OTfjv ioropia 0d liq Bpfj K, ICTOU npoBXri-

Y,COP£C, Kttl UTCO (JUCTTfj(iaTa SiaCpOpETlKd. 'Ev TCpOKElJiEVCp 8T)Xa8f)

57

Page 53: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

yEworai TO epcbrrina, yiaii 6 aoaiaXianoc; ditESwoE auyKpirad nsyaXuTEpad7iOT£X,£anaTa OTT|V BoiAyapia &n' O,TI orrjv riouyKoaXafKa Kai yiarf 6

'EXld8a Kai TTJV Toupria obSfjyricjE CTTIIV 6XoK .T)-) Kai KoivcflviKT| dveXEu08pia. To 7ip6p>,r|na SEV Eivai v'

draxvTT|6fi 8id tfj? 7ioX,mKfjq 0£copiac;, 8id TTJ<; «5TmoKpaTtap> Kai TOU «6-XoKXT)pcoTianoO», dXM 5id if\c, ioiopiai;. Oi raxpomiSei; i&v «s9viKav ETII-Xoywv» Kaf tr|v toiopia dyvooiiv, KOI tic, XETtrsg EOCOTEPIKEI; EupamatKEQiooppojiis; (jtpo'iovra KI auxd ioiopiai;) HEOU OTO EuaiaGriTO TOUTO usta-pariKo aTd5io ifji; EupcoTtaiKfj^ iatopiac; Eivai dvayKaonsvEi; vd napaft'ke-nouv. MTtopEi id^a 6 OCyypoi; vd Kipu^ «Koivopoi)X,£unan6» Kai vd Kdvr)aiTT]OTi TipoaxtopriaEa)^ TOU OTT)V EOK; AUTO XUVEI Ttpop^rinaTa f\-yst; Kai yiaTi 6 Ouyypoi; Kai o^i 6 Poujidvoi;, 6 onoux; Eivai supcoTiaio^

Ttpiv oi armEpivoi EupcoTtaioi KaToiKT)aouv TOV supcoTcaiKov x^po; Kaivd KavT| Kan TrapaTiX^cjio Kai 6 AucnpiaKog (OTOV Pa0n6 TIOU 5e-

i, OTI or| 8pivri 8uTiicf| EupmTtr) 9d ouvexior] vd slvai f| Tta-Xetd dyeWSa x^pi? Tf|v 'Anspiiai), dyvomvrai; TOV Noppriyo, TOV OivXav-86, TOV Iour)86 Kai TOV 'E^psTO HE TOW; 67ioiou? dTioTsXei eva SXko ouaua-SEI; ouoTtifia Xsirrfi*; iooppomag (isoa arnv ujtap^ouaa dKont] SiaipEar] TffcEupa)7iT|^; Kai HJIOPEI vd KOVEI KOTI dvdXoyo KI 6 FiouyKooXdpoi; KaTap-ySvrag TOV «KOHHOUVIOHO» TOU; Kai TOTE yiari 6 FiouyKoaXdpo? KI 5%i Kai6 'A^pavog; Kai 6 ToupKog;

Eivai (pavspo OTI HE nq TtapmTtiSEi; tf\c, «S0vncfjg> \|/copiaor|(; TO jcpdynaTaoSriyouvrai nalXov OTO ^doi;. Kai 8id Tfjq JtoXuiKfji; «cpdooo-

9> Kai «6XoKXT)pcoTionou», o%i novo Xuor) 8svdnoKToOv, dM.d TtEpiTrXEKOvrai dKOjia TtEpioooTEpo. To aucrrrma T^I; SUTI-Kfi(; ArinoKpanag TtoM aTis/Ei duo TOU vd Eivai f| 7ipaynaT07ioiT)OT| TOUIlapaSEioou £7ti tfjc; Ffj^ fj f| jiayiKfj pdpSoi; oXcov TMV TrpopXrindTcov. "Avoi HETappuGniaEii; E(pdvT)Kav sm TOU raxpovux; dvayKais^ novo CTO OUOTTI-(xa TOU urtapKTOu oooiaXianou, OUTO KaGoXou SEV crmaiva OTI Td aucrufj-HaTa TWV SUTIKWV StinoKpaTidiv SEV E^OUV dvayKT] (OTHO^ 6d 8£i o)H£ moKOTO) dvaXoyrov Kai paGawv usTappuGnioEcov. ITOV SUTIKO KOOHO uTtdp-xouv HEya^-UTspa Ttpop^naTa &n' O,TI OTOV dvarakKO, doxETax; fiv dKojiriSEV (paivwvrai. '0 dvaraliKOi; KOCTHOI; ^TiopEi vd KXEior) Td ouvopd TOU, vdTpoTiOTioirjori OTTOX; vojj.i^£i TO ouoTtind TOU Kai vd UTcdp^T) auTdpicn^ (auTOaM.axjT£ EyivE d)Q Tcbpa). '0 SUTIKOC; KOOHOI; ^id TETOia SuvaTOTtiTa 8ev TTJVE^EI. Kai auTO armaivEi OTI E%SI TEpdaTia TtpopXrinaTa, TO 67toia ankoK, iniTOU jiap6vTO<; E^EI a^Xou<; TpoTtoug vd TO Xuvri, 8r|X,a8ii vd TO KpaTfj aXuTa...Tpoitoi; yi' auTO ujnjp^E f) 8iaypa(pr| Tfjg ioTOpiKfjq yvcbaECOi; and ir\v \iicr\] ouva8rior| Kai f) uTtoKaTdoTacT] TTJI; 8id Tfjg apxtji; TTJI; tavroupyiac;

58

Page 54: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

TOW «dv0po)7tiv(ov 8iKaia)Luna)v». 'AAM oi^LiEpa TCOU 6 KOOLIO^ E/EI KaTaorf)Jtp6 JIOAIOU TtoXuKEVrplKOC., YVfflpi^OLlE OTl 8EV UTCdpXEl EfociSa Vd ETClKpa-

Tf|aT| EVa Ktti EViaiO LlETpO <«XV0p(I)TCl'V(OV 8lKaiCOLldTa)V». 'YTldp/OUV TOOa

£i8r| «av0pamiva)v 8iKai(OLtdT(ov» Kai TOGO £i§r| «Sr|LioKpaTia9> orov KOOLIO,oooi Elvai Kai oi Xaoi — 8r|X.a§fj oi TcoXrnoTiKEc. EVOTTITEC, TCOU ouyKpoTouvTTIV TtayKooLiia ioTopia. ITO OTILLEIO TOUTO f) «7toXiTiKTJ 0£copia» 8sv EXEI vdLiag TtpOOCpEpTl TIJTOTE. 'H EipTJVT) 8EV ttTtaiTEl E^ayyE^lEi; TTEpi EipTJVT)<;,

naTiKEi; KaTaoTdoEig Eiprjvr|c,. "Oao m akma jipoB>.TJLiaTa OT<XTOO SUTIKOU KOOLIOU jtapctLiEvouv TETOIO, |i£aa OE (iid

6iapKou<; Cq)£OT|i; SEV 0d (XTtoBoCv novo dpdoTaKTO Bdpoi; yid TTJVdA,M Kai 6 Kupioc, Ttapdyovrai; EVOX^TIOTII; TCOV auvoLidiwv rav LiEydXrov.AIOTI §T]LiioupyoOv 8uo KctTaoTaaEic. dvri0£TiKoC voTJLiaToi;: d<p ' EVOC, LIEVf) ouyK^ioTi TWV U7r£p8uvdLL£(ov ditaiTEi LtEiooT) TOO 7toX.iTiKoC pdpouc. TWVaX^cov (TC.%. dSECLiEUTtov), d(p ' ETEpou OLKOI; TOUTOI Xoyw TTJI; ujtdp^EWi; TWVdX.UTO)V TtpoBXT|LldTO)V TOUq SXo Kttl JTIO TOM 0d £7Il5ld)KOUV

7toA.iTiKfjc. TCOV Jtapouaiai; tiEaa ariq SiaSiKaafec. ravBsBaia, TtoX^Eg i&pec, TOU ar)Li£pivoO Tpirou KOOLIOU Kai i8ia Tfj? 'Acppi-

KTJI;, 0 ' dpyrjoouv TtoXu OKOLITI vd Bpouv TO SpoLio Toug. 0d xp£iao0fj vd7i£ipaLiaTio0ouv aKOLiT) LIE «aoaiaA.ioLiouc,» KOI «Ka7tiTaXioLiou9>, LIE 8iKTa-Topfei; Kaf 6T)LioKpaTi£g KOI TtoXXd OTancoTiKd 7ipa^iK07if|LiaTa, WOTUOU vd0£Ll£X.l(boOUV TTJV UTtap^fj TOUi; Kai Vd BpOUV TOV (pOpEO TOU^ adv KpdTT|.

IloXXd die ' auTd SEV fjaav napd TtporiyouLiEVEi; ^KTETatLEVEc, (PUTEIEI; r\-TpO<p£ia ((pdpLlEC,) TffiV djIOlKlOKpaTfiV, JtOU TO OUVOpd TOUg Ll£T£BA.T10TlKaV

EV ouvEXEia OE «KpaTiKa ouvopa» TWV oocov ETU/E vd 7t£piA,aLiBdvouv. TdSjtEiyovra OLUOC, EK TMV dXuTtov 7tpoBX,T|LidTeov OT<X rcXaiaia Tfj? AuoEtog dvaiSaa E^OUV vd Kdvouv LIE LIKX 6XoKXtipo)Li£VT| ICTTOPIKTI XEiraupyia TOU EU-pa)7caiKou xcbpou. Kai Td TtpoBWJLiaTa auTd cb? yvtooTOv BpioKovrai TtEpii;Tfi; MEooyEiou, LIE Jtpo£%ouoa TtpoTEpaiOTTiTa TO TtpoB^Lia Tffiv Ba^Ka-vicov. 'ATCO TO oitoiov, dKpiBwi; X6ya> rfj^ mKTfi.^ 7toX,iTiKfj(; auvOEOEdx; TOUKai UTCO Tiiv U7t60£ari OTI OUTQ LiTtopouv v ' ditoTEXEoouv y&po auvEpyaoiai;Tfflv un£p5uvdLi£0)v oraoc. dKpiBt&i; KOI f| UTtoXoiTtri Eupa>7rr|,a%£56v TO 7tpoBX.f|LiaTa TOU LiEooysiaKou

Td Batacdvia ^ooB£Ho0r]Kav dTto TO TtpooKrjvio Tfi,c, ioropfai; Kai drco TTJVKoivii ouv£i5r|OTi TCOV dv0pd)7tcov, dKpipmQ £7i£i5rj f) EupcoTtti a ' aikd £Kdt|-KE dv£Jtavop0(bTCO(;. To TI, TO nG>q Kai TO yum Eivai 0£LiaTa rr\q ioTopia;,TOO 8£v Ltac; £v5iacp£pouv auni TII oTiynfj. lT]Liaciia E^EI OTI T<X Ba^KdviaTtapatisvouv orJLiEpa Evai; EKKPELIIIC. xropog Tfji; Eupffljtai'Kfjg TtEpioCTi; LIEjdr|0a>pa £Kpt|KTiKfflv Ttpop^riLidTcov. Td VOTIO oijvopa TBV Ba^Kaviov Ka-

59

Page 55: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

vsva cwto TO KpdTT] TIOO ppiaKOVTai £KaT£pco0£v TOW; SEV ^ujtripSTEi. NddXXd!;ouv Sitax; e^TmioupyrjOTiKav, SEV E^EI vorina. AIOTI SEV uitdpxEi svaKplTllplO, dKplpcOq ETOlSlI UTldpXOW TIOXM (ttUTO aAlcOOTE ElVOl Kttt TO

voT)|ia tf)5 «paX.Kavo7tofT|O7|<;»). To vd xdoouv onax; OUTO Tity armaaia TOUQKOTO cpuaioXoyiKov TpoTto, ifflopaX16n£vov dro Eva TpOTto iaropiKfii; CTU-v£pyaoia<; T«V paXKawKffiv Xamv, slvai QIJTO Ttou djiauouv oiKaTaoTdoEi; TMV Kaipmv HCK;.

IIoC Ta^a ocpEiA-ETai f| KaKo6ainov(a trfe riouyKoaXapia? Xoyou"O/i Jtpoqxnvcoi; CTT^V EXXeiij/T] KOivopou)i£UTionoC. 'O^EiXEtat OTO ysyovoi;,5n oi l£p(3oi dn£K6jrr)oav ano TTJV Msooyao, 7tap£(i£ivav £Va<; dyponKoqKaoc, nov SEV EXEI (puoiKEi; Sts^oSou^ vd dvanTo|T| Tiqpio Kai TO £|o8a tfji;yiouyKooXapucfji; KoivoTipa^ia^ Td TtXripavouv oi ZXopEvoi. Td TcpdyjxaTaSEV Eivai imoOEOT) KOIVCOVIKOU oDOTTJuaToq, 8ion s8Tinioupyii0T|oav yid vdXEuoupyoOv ETOI. To nEXrma Tfjq TtaXaiai; Eupcbjrrn; i\Tav vd araoOriaT) T^VP(oooia duo Tity MEooyEio. Oi Zsppoi Kai oi BoCXyapoi fjoav 6p068o^oiKai urniyovro OTIIV acpaipa TOO pcoootKou Kai 671 TOU SuTiKOEuptonaiKoOjtoXmonoO. AUTOI XOITOV £7tp£Jt£ vd aTOKOJcouv dno TT|V MEOOYEIO KaiToOto dKpipaq STCETEU/GTIKE HE TT^V KaTacKEUii -rife 'EXXaSo-TOUpKiKfjg 8id-Ta^t^; OTOV xaptTl- 'H ©EoaaXovaKTi, dito aKou8ai6T£pr| no\r\Vvirov Jiou fJTav, Eyivs EXXrjviKTi «oi)H7tpa)T£uouaa», EJIEIVE %(opii;

, KaTdXX,r)XTi novo yid yiopTEi;, £K0£OEiq (npoi; HVIIHTIV KUTIOIOU;) Kai Jtap£Xdo£i<;. Kai KOT<X TOV Tpono auTov EKOTTTIKE Kai f|

Hova8iicf| SiE^oSoi; Tfj<; avaToXucfjc; Eup(07rr|(; (TWV OKavSivapiKav xwpwvounTtEpiXanpavonEvcov) npog TOO^ %6poix; TT\<; avaTokicfjc; MsooyEiou, TTJI;MEOTI? 'AvaToXfj^ Kai TOU UTioXoijtou \ir\O KOOHOU (PX. ir.%. Fl.Lichttrager: «Immer wieder Serbien», Berlin MCMXXXIII). Oi HEV riou-yKooXdpoi EHEIVUV ETOI vd dvsni^ouv ti? EGviKE^ TCOV crrmafei; Kai vd XuvouvTO npopXrma Tfjq KpaTiKfji; TCOV EVOTTITOI; 8id TTJ<; «^ocoT£piKfj^ TtoXiTioi^),oi BouXyapoi vd i8puoouv Tii; Pio^r|xavi£c; TCOV OTTIV 6%i EUVOIKCOTEPTI yi'amove, Jt£pioxt| r^ Mai5pT)i; 0aXdaar|<;, EVCO f) 'EXXd8a, yid Touq P6p£iouq7iXT)6uo(iou^ TT)Q nou SEV (iTiopouoE vd 8ia0p£\|/Ti, EUP^KE TT|V «npaKTiKcb-T£pT)» Xuat) vd Touq aKopTtiori odv spydTEq SE^IU KI dptoTEpd. '0 7iXr|0u-ojioi; TTJC; voTiaQ dvaToXiKfji; EupcoTni^, fjyouv TCOV BaXravicov (ounTtEpiXan-pavonEvtn; Tfji; Otiyyapiai;, Evoq nEpoix; rf\<; orjUEpivfii; 'EXXdSa^ Kai EVO<;novo nspoui; TTJI; EupcoitaiKfii; ToupKia?) Eyyi^a Td 100 EKaTonnupia, svavri|i6vo TCOV jiEpiJtou 70 TCOV Tpicov Popfiicov xtopcov Tfjg aTiLiEpivfj^ dvaToXiKfigEupcoTtrii; (IloXcoviac;, TcExooXopaKiag Kai dvaT. Fspnavia*;). ITOVowEJtcoq TIOU nid iaTopiKTJ auToSuvania tr\c, EupcoTnic; 0d ujtEppfi TOTOU (XETaitoXEHiKoO 8i%aonoO Kai 9d £7ciTp£\|/t| Kai Tity XUCTT) TtoXXcov rtpo-

60

Page 56: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ov TOU LiEooyEiaKou xa>pou, 6d draxvrnori dvayraia Kai TTJV auvrovridv<X7tToi;r| 6X6idr|pr|c; TTJC; dvaToXiicfjc, Eup«>7rr|c., Bopaa^ Kai vonac.. Fid vdEmTEUx&fj OLIOX; OUTO Kai yid vd UTOpfkxOfj TO /.doLia TCOV LiEydXwv SuvdiiewvETii Tffiv BaXKavimv (puaioXoyiKd, slvai dvdyiai vd (pKia/Gfj auTo TCOU IOTO-piKd KaT£OTpd(pr|KE: Liid Evaaia MaKESovia, TCOU SEV 0d dicoTEXfj «£OviKT|8i£KSiKT|or|» ravEvog BaXKavaKoO Xaou (T| rtpoocpuyrj OTO napekQov Kai TOVBu^avrivo E0VIKO TpayE^acpo fJTav f| Eiaax6£ioa TOV ropaatiEvo aiffiva «LIO-8a» oTd Ba^Kdvia, TCPOKEILIEVOU vd TrpoKuyouv TO «KpdTT)-g6vr|»...) Kai CTTJVOTtoiav 6d auLiLi£T£xouv 6Xa TO paXKaviKd Kparri &, icou, TTJI; ToupKia^OT)Li7C£pdaLiBavoLi£vr|i;. "Eva £1801; 'EXBETia^ Tffiv Ba^Kavicov 8r|A,a8ii, Jtou0d LiJtopoOoE vd E^T) KOI yXwoaa SioiKTitiKfjq owEwoiiaEto^ m dyyXiKd!®d LiTtopouoE ^EBaia vd avapa)TT|0fj KUVEI^, yiaTi TtpEiiEi vd imdp^ouv dpay£VEEI; 8iaLiop<pa)a£ig; AEV 0d LiitopoCcE vd uitdp^ri f) «auv£pyaoia TMV Xamv»Xffipiq auTEi;. 'E8w JtpoKEiTai yid Eva pfflLiavriKo cpdooocpiKo ipwrmia. 'H«Eup(OTcr| TCQV X.amv», f| «d8£X(p6TT|Ta TWV Xamv», 6 «ooaiaXioLi69> K.XJI.Elvai <i<pr|pr|Li£va voriLiaTa, dvri9ETa rrpoi; vr\v TtpayLiaTiKOTriTa Kd9£ IOTO-PIKTJI; diiTOipiag. '0 y.pumavioLio'c, 67rfjp^£ yid xdie-ciEg ?va Ka0oXiKO tSfio-

, OLKOI; oi 8ia<pops; TWV XaSv SEV fjp0r|aav n' auro. To 1810 Kai 6ioi;. TcrcEpa duo §;i SEKOETIEI; iaTopiKfjq itpaKTiKfj^, BXETIOLIE cm

oi £0viaLioi Ttap^LiEivav OTO T8io STCITCESO rtou i^oav KOI icpiv. Kai aurfj Eivaif) (puoiKfj TO^TI TcpayLidTcov. "Eva «i8£m8£9> TCOU 0d LIETEPO^E TOU^ Xaouq oeEviaio KoicdSi 0d fJTav dvnav0pamivo Ka{ dvriioTopiKO. '0 IXofiivot; TC.Y..£%EI vd JCOI^TI LiEyaXuTEpo pok> GTT\V ioropiKTJ XEiTOupyia LIIO^ KEvrpiKfji;Eupa)7tT|5, tiEoa OE Liid sviaia KaT£u0ovor) TTJ^ EupcoTcaiKfji; ioropia^, andO,TI vd doxoXfJTai LIE TOOI; KOKKaXoLusvoix; LisyaXoi'SEaTiaLioui; TOU Izpftovf\E TOU^ 7tpCOT|V KaTOlKOKAECpTEi; TOU KOOOoBo. T6 vd ^X£U0£pC00fj dl['

auTd Ka06Xou SEV or|LiaiV£i nax, 0d 7td\)/T| vd dvai FiouyKooXaBo^ TO d-VT10ETO — 0d LlTtOpEOT] VO TtpOOfpEpT) OOV TETOIOC, 0,Tl TCODO 5EV LUTOpEl. T6

1810 dKpipdi? KOI 6 EEpBoi;. '0 KprjTiKoq fj 6 'Errtaviioioc, otfiv 'EXXd8aEXOUV TtoXu dXXoiamKa TtpdyiiaTa vd TtpoocpEpouv OE LIKX (puoiicri TO^TITtpaytidT(ov dno O,TI vd do%oXoCvrai LIE TO diioipata dA.A,r|Xo7tapdjrova TWV«KpaTffiV» O^ETlKd LIE TTJV TOUpKlKIl Ll£lOVOTT|Ta TTJi; 0paKT|C, KOI TTJV £XXr|-

viicn TTJC, K(ov/7toXt|^ (KOITOI OK, EiTtatiE T<x JipdyiiaTa Eivai dvoLioioyEvfj: f|TOUpKlKTJ Ll£lOVOTr|Ta dvTl7CpOO(07t£U£ KOTCOIOV lOTOplKO p6Xo ttx; TCOpO' T|

£XXt|viicn Ttfe K(ov/7toXr|5 SEV Sv8i£(p£pe KavEvav...). To 1810 Kai 6 METOO-C,: dvri vd LiiXdr) TT^V yXdkraa TOU Kai vd elvai UTCOXPECDLIEVOC, vd do%o-

LIE TOV KuTipio TCOU Eivai TOOO LiaKpud, 0d LucopEOT] vd ouv£pyao0fjLIE oooug TOV KaTaXapaivouv Kai vd doxoXfJTai LIE TOV Kurcpio arco5r|LiaiK6 svSiacpEpov (odv Liid «8idoTaor| TOU £XXr|vioLiou»,

61

Page 57: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

7iXr|po<pop£iTai Kai Ttftpa yid TOUC. "EXXrjVEc, TTJC, 'Auspucfj? fj Tfvr|c.). <I>uoiKrj iafyr\v KOI ouvrr|pr|TiKrj TCQV Xacov elvai EKEIVTI rrouTOUC, £7llTp£Tt£l TT)V §UVaTOTT)Ta TTJC. TIpaKTlKfjC, XpTjOlUOTriTOC, KOI 6%l fj

£7iipdM,ouca TTJV dxpfjoTEUoii TOUC. OTTO d0£uiT£c. iSEoXrui/isc. fj ioropiKEc.XpEiEC, nou SEV io^uouv JtXsov.

Mid TEToia KaTdoTaori OTU Ba^Kdvia, TTOU Elvai f] KOTaoTpacpEioa cpu-oioXoyiKTJ, sivai f) 7rpou7i60£OT] Tfjc, apoEox; TOU VI/UXPOU TtoXEjiou a ' auTd,f) ODV0TJKT) yid TTJV OTanaTT)u£VT| taTOpiKTJ X.£iToupy£a TOU %cbpou, npoi;6(psXoi; 6^1 uovo TWV UEydXcov — yid TOU? OTKHOUC. OUTO 0d dnoTEXEaouvTOV yoviucoTEpo iccoc; %&po ioTopiKfji; auvEpyaaiac, — Kai Tfj? Ewoi'a? TTJ?EupconaiKfji; 6XoKXf|pQ)ar|i;, aXka Kai Tfjc, £upuT£pr|c. (XEooyEiaKfji; jtEpioxfj?yEviKMTspa, rjyouv EKEIVTIC. TTJI; MEOT)? 'AvaToXfji;. 'H Spar) TOU TtvEuuaTo?Toi5 yuxpou TIO^EUOU — nou £K5r]Xa)V£Tai iaTOpiKd KOTO TI? apyiq TOU 19ouai. Kupitoi;... — Kai f) 1801 TTJ? Eupo)7iaiKfj? oXoicXrjpaorii; jispvoOv dvayKa-CTTiKd duo TOV x«po TWV Ba^Kavi'cov Kai Tfjg 'AvaToXiKfjc. MEooyEiou. "OTIpEpaia aid ioTopiKfj XEiTOUpyia TWV Ba^Kavirov KOTO tic, dvdyKE? TMV Kai-pffiv 0d dTtaiTfjar) TTJV auTovo|iia cbpiouEvov rtEpioyj&v (Ttpayna TTOU 0ddvTiaTa0nioTfj dno TO ysviKMTEpo oyekoc, nou 0d npoicuyri) Kai OTI TOEm0£TiKo o^fjua Tfj? 'EXXd8oi; OTOV xdpir) 9d ^psiaoOfj v ' dXXd^r), EivaiTipotpavEi;. EiSiKd (idXioTa yid TO 8iavot|TiKfj(; KaTaoKEufjg KpaTo? «'EM.d-8a» 0d d7taiTT|0oOv ouoia>8£ig «KpaTiKfjc, cpuoso)?)) 0uaieg unsp TOU ek'kr\vi-ouou (71.7. X.iyooT£\|/ri uEpiKWV DcXoyucfiv £§pSv, KpaTiKmv auTOKivrJTCOVKtti «£9viKO)V £OpT(OV»!!...), 7IpOK£l|l£VOU Vd djIOKTT)OT| TTJV lOTOplKTJ TOU

X£iTpoupyiKOTr|Ta 6 K&poc, Tfjg voTio-dvaToXncfji; EupWTrrn;.Ti vd KoivcouE ouco?; Nd ^OUHE ax; XaOpETripdTEi; TTJ? ioropia? EI<; TO 8ir|-

VEKEC, naXXov SEV Eivai SUVOTOV. Tov «Zopnna» TOV ^opaxxv Ka{ Oi Rou-yKOoXdpoi UE Tl? E0VIKE? TO)V (pOpEOlE? OTOV SpOUO, UE TTJV yiOpTTJ TWV

Mouosiwv tfj? OpavKtpoupTTji;, d(pou 8iKoc, TOU? yppoc, Eivai... Md a' aura9d £itav£X0(ou£ mo Kara.

'H jioXiTiKf) SiaipEor) TOU KOOUOU Ttpoujrfjp^E ^Tti Tffiv Ba>.Kavi(ov £K£ivr|?TTJ? Eupcbmi?. Kai U7tdp%£i OKOUTI Kai OE aXXa u£pt|, oraoc OTTJV Kopsa KaiTTJV Kiva. To vd dvapa)TT|0aiu£ ofjuspa, Troia ano T{<; HEyaXsi; SuvdnEi?«£K£p8lO£» TOV VU%p6 TIO^EUO (TIpOKElTOl yid TO V£0 «£7tlOTriHOVlK6» £p(b-

Tnua, md Kai TtpEJtEl vd 8iKaiok>yr|0ouv noXXoi nio0oi TOU rtapEXOovTo?...),Eivai £pd)Tr|ua SVEU vorjuaTO?. Tian Kauuia SEV TOV K£p8io£- ankix,yioav Kai oi 8uo vmo TO pdpo? TOU TiapaXoyiouou TOO. Oi UEV ouno TTJV dvayKT) TWV duEocov UETappuOuioscov TCOU dTto SEKUETIE? £%ouvdvayKt), oi SE duEpiKavoi dito TO x<xoc. TWV TipopXrmdTWV OTOV Tpiro KOOUO

62

Page 58: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Kai Td Kiv%aT<x TOW Xafiv itou fJTav dSuvato vd SXeyi^ouv. TEXucaig oidnEpucavoi dTto TO Bdpog Taiv HETaTcoXfiniKSv UTto%pea>a£CQV TCOU dv£XaBav£^r)nui)9r|Kav odv xdbpa — Tcpayna TCOU SEV E%EI Kavsig yid vd TO 8iaTuaT(i>-ar], itapd vd piqti fiid p.and OTO S^ooia okovoniKd Toug.

'Em T&V f|n£pfflv nag dreSsi/j^i, on Kavsva dico Td Suo ouoTTJuaTa SevnnopEi vd UTtdp^T] ioTopiKd auToSuvano Kai vd KapTEpfj TCOTE 0dTO aXX.o. Kai auTO ormaivsi, OTI Kai TO 5uo ouoTtinaTa Elvai ivd auvuicdp^ouv OE sva yovino HEGOV opo. '0 KaiaTaXionoi; E^EI avdyKT)vd TtdpT] dno TOV ooaiaXiono rnv ewoia TTJI; Kowwvucfiq dnepinvrioiai; TCOU

TOV avGpcoTco Kai 6 oooiaXianoi; vd Tidpri dTto TOVio lie, ne966oui; itou Kdvouv Tig na^sg vd 6ouXsuouv. '0 KaTtua-

EUTUxw? fl 5uoTUxSi;, slvai TO novo <&<; Ttbpa yvaoTO auoTTina OTrjvioTOpia uito TO oitoiov dTtoSiSsi 6 Tpoitog TE/voXoyiKfig itapaycoyfji;. "OooKai fiv TtpoxwpTioT) 6 av6pa)Ttog, oi ILO&C, dvaXoyiKd 6d icapanEvouv itdvrana^Eg. Kai oi na^EQ yid vd 8ouX.£\|K>uv aTtauouv EITE iSEo^oyia; oBou (oTtogOTOV nEoaicova) SITE iSEoXoyiEi; dvdyicru;. '0 KaTtuaXianog E%EI TOUTEI; Tig8£UT£p£g. Kai yi' UUTO odv ouornna elvai Ttio itapaycoyiKog. AUTO psBaiaKaOoXou 8ev ormaivsi on SEV SIEHETUI dito Tig TEpdonsg yvtooTEg dvncpd-o£ig odv ouoTT^na Kai on SEV %pf\(,£i djiEomv (X£Tappi)0(iio£cov, itoXu ^Eya-XuTEpcov ait ' O,TI 6 Tps^tov oooiaXionog. Kai f) nEyaXuTEpt) dvriepaofi TOUEivai dKpiBmg 6 Tpoitog TIOU uitapxa

"Av oi Ttpocpr|T£i£g Ttspi TO() HEXlovrog TOU KaitiTaXionou TEXiKfig SIEXJ/EU-o0r|Kav KOTO niv ETtavaoTanKT) Toug otinaoia, auro OUVEBTIKE yiari OTTI-

OE nid swoia TCOU EitayE iSfioXoyiKd vd uicdpxT|: arnv «EpyaTiKii». IiinEpa SEV uTcdpxouv rcpoXETdpioi Kai KE^aXaioKpdTsg- uTcdp^ouv

TcoXu£0viK£g Kai «Xaog» UTCO TTJV nopcprj 68T|ySv auTOKivnTtov. 'Hm] &Mfa HETaicoXEjiiKd TT|V ovonaoia «AtmoKpana» Kai E-

Kd9io£ EV EiSEi rapioTEpag EV nEow T&V 8uo (^EyaXuTEpwv KQKWV: TOU Xi-TXEpionou dito Td Ssqid Kai TOU ETaXivio(iou dito T' dpioTEpd. 'Eici TOUTcapovrog i\» afari uitdpxEi Kdvovrag KaTd%pT|aTi Suo Ttpay-ndTwv: TWV dTto9£ndT(ov Tflg ioTopiag TOU SUTIKOU dv0po)Ttionou Kai TOWTtpayndtcDv EKEIVCOV TCOU SEV ETtiSE^ovrai Evav tpopoXoyiKO «ouvT£X£OTf|»yid vd (iicouv OTO «TtpoypdnnaTa itapayoyfig», oitog dEpag, TtouXid,SiavoounEvoi K.Xit. (iTa (puoiKd Ttpoiovra EKOTaTdqane Kai TougTaioug auToug, Sion moia Ttpoiovra Elvai. 'H o^mi] 0£(opia TOU K. Mav-yai\i Eit' auTou TOU SESojiEvou ouoiaonKd atripi^ETai...).

Fid nag itpoowitiKd SEV ri0STai 0sna KaTapyrjoewg TOU KaitvraXionou d>gitapaycoyfig, Sion 8EV uicdpxei aXXo yvcooTO OTTIV ioTOpia itou

63

Page 59: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

vd kavo7coiT]O£ OE TETOIOV paOjio ^coiKes &VO.JKEC, TOU dv6pcojtou. To Ttpo-slvai fiv 6 av6p(OJtog jiTtopei vd £rjor| jiovo «£7t° fipTow. 'H ka-

T<5v £(OTtKaJv dvayKciv slvai Pfipaia kavo7toir|OT| dvayKfiv, f|iSfioXoyia ojiax; ne TTJV orcoiav jrspiTuWooovrai 5sv Siacpspei TWV pwnaii-Kffiv «apT(ov Kai 0£andTcov». 'H dnT|%avia TOU usTcwrotaniKou KajcvraXi-o>iou HE Tig {§££<; Eivai ioco^ f| HEyaXoTEpii TOO. Km X^yovrai; «i8££9> SEVEWOOUHE Jtpocpavw^ a^TEq JIDU auvr£X.oOv orfjv PEXTIWOTI(TCEpi TCDV onoicov 6d dcxoXtiOounE KaTonEpa)), dXXd &KEIVEC; TIOU£6tav 6 avOpcoTtoi; 6rav SEV OKECPTETOI id auTOKivnta KOI vf\v Disco. 'ArtoTi]v nia HEpid 6 Kamiakia\i6q xPei 8TCtl T^ ^8e?X0Ti OTI TOV PEX.TIWVOUV adv auortma, QTCO TTJV aU,r\ oi i!5i£i;(B0oun£V£i; Tipoi; Td Kdwo 8r|nioupyoCv KoivoviKd aivc\nata KQI djtaiTf|-CEII;. To ISsmSE^ yid TOV KamToXiano 6d f|Tav vd EyswK&vrav naGrmaTi-KOI Kai (puoiKof SVEO xfuxfji; KOI od>naToq, (xovo HE KoiacaXa Kat (xua-X6. "EXa 6 0*; Jtoi5 f^ cpuari dXXoia? 9£Xr|a£ t6v avOpcono! Tid vd Pyd-\r\ naOrmaTiKo<; T(^ v££q iSEEi;, TtpEJtsi vs dvaTpa^fj raxiSuSOEV OE sva

firov Kai \|A)%iKfi<; Ttpoocpopa^. 'E5w O^IOK,Kai TO... tamo OTinEio... To npo^^a TWV ISscov Elvai TO HE-

itou E^EI vd dvrinETComcrri 6 KarciTaXtanoi; OTO nfiXXov. 'Em TOUTO jiav£Jtiarf|(xia, T(I; pipXio0fJK£$ Kai TO nouasia KaTaq>^p-

VEI 6 KamTaXiano? vd KpaTdti TO KOIVWVIKO OTayov6|i£Tpo OXETIKO HE t(<;i5££q. Td nouoaa Kai oi pipXioOfjKEc;, iSiaiTEpa SE oi XEyonevEi; 5av£i-OTIKEI;, 5nou Jtaipva KOVEII; TO pipXio dno TOV 6raxM.T]Xo d(poo TtpSTa TO

OTI£ KapTEXe^ Kai xwpi? vd TO mdar| npiv aro /Epi TOU, OKOTIOUV 6%i5td8ooT| dXXd OTOV nspiopiono Kai TOV SXEy^o Tfj^ yvmoriQ (PX. d-

yi' auTd OTO itpooEXEi; Pipxio 105). 'AXXd ^OUHE OE nidTtoO TO axoMo 6d KaTapyr|9fj d>q QsG\i6<; yv(oar|q. To TtoXu vd fiEi-

vt| TO ArmoTiKO adv xfipoi; nia? Tiplorry KoivcoviKoniToq TOU dvfipcb-TTOU. 'And £KEI Kai TOpa 6 orcoiog ak'koq nop^coTiKog poXoq TOU 070-

6d avriKaTaoraGfj duo tity auTonopcpwoT) X6y(p ifjq dvdTrru^rii; TCOVneowv O7tou5fji;. Td pipXia 6d uTtdpxouv OE fiiKpocpiXn Kai

HE gva auoTTjua auTonaTionoO dmac, aid Tt|X£(pa)va 6d \mopf\ vd8iapd^T| TO TUXOV pipXio arf|v i8ieoTiKf| TOU 606vr). '0 HEXXovriKO^ poXogTOU KaOriyriTfi Ilav/niou Od Eivai TtpSTa EKEWO<; TOO oicT|vo0£TT| vr\kEopa-cn\q. Kai EWOEITUI, OTI jiEaa OE (jid TETOUX KOTdoTaori TtpayndTtov, Kai 6poXoc; Tfjg «Koivfjg yv(bnr|9> Od Xdpt| aXXa JtEpiExonsva dno TO'H (iEXXovriKT) SiaipEOT) TOU KOC^OU SEV 6d Elvai HETOKai «£KH£TaXX£uon^vo)v», dXXd HETO^U ETIOIOVTCOV Kai dvaXepapTJTCov. 'H

6d yivr) rtpoocoitiKri Eu9uvr| TOU Ka9£v6c;. "H8t| f) TO^TI TWV

64

Page 60: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

άναλφαβήτων πτυχιούχων Πανεπιστημίου σήμερα διεθνώς πυκνώνει... Αυτά δεν είναι θέματα τοϋ απωτέρου άλλά τοΰ πολύ κοντινού μέλλοντος.

Δέν είναι τυχαίο δτι ή μεγαλύτερη βιομηχανική συγκέντρωση σήμερα, μετά τήν βιομηχανία δπλων, παρατηρείται στόν τομέα των μέσων μαζικής έπικοινωνίας. Πρόκειται γιά τούς χώρους της κατ' εξοχήν έξουσίας... Τό «βιβλίο» ώς βιομηχανικό προϊόν (τά μέσα μαζικής επικοινωνίας αποτελούν τόν έν ευρεία έννοια «χώρο τοϋ βιβλίου», από τόν όποιον καί ιστορικά προέρχονται) απετέλεσε ανέκαθεν τόν μεγαλύτερο βιομηχανικό κλάδο, προϋποθέτοντα βιομηχανίες χάρτου, τυπογραφικών καί άλλων μηχανών μέ όλους τούς επί μέρους κλάδους πού αύτές συνεπάγονται, δίκτυα πρακτο-ρείων καί βιβλιοπωλείων, μαζικά μέσα μεταφοράς καί ψυχαγωγίας (κινη-ματογράφους, θέατρα, ορχήστρες) κ.λπ. Καί τοϋτα όλα, θεωρητικώς, διότι, υποτίθεται, υπάρχουν μερικοί πού έχουν τήν «λόξα» νά γράφουν... Λέμε «θεωρητικώς», γιατί ή έννοια «συγγραφέας» πού συνεπάγεται όλα τά παρα-πάνω, έρχεται τελευταία στήν όλη διαδικασία σήμερα καί γιά νά ύπάρξη στοιχειωδώς έχει ανάγκη συνδικαλιστικών συλλόγων!... Ή παλαιά έννοια τοΰ εκδότη (πού άπό θεσμός διαδόσεως τοϋ βιβλίου, όπως υπήρξε ιστορικά, μετεβλήθη σέ μέτρο έλεγχου του) αντικαθίσταται σήμερα άπό έκείνην τών πολυεθνικών τών μέσων μαζικής επικοινωνίας. Ή έννοια τοϋ μικροΰ εκ-δότη καί Ιδίως τοΰ βιβλιοπώλη θά διατηρηθούν τόσο μόνο, όσο καί τό βιβλίο ύπό μορφή τυπωμένου χαρτιού. Δηλαδή όχι ιστορικώς πολύ... Πι-θανόν βέβαια μιά τέτοια κατάσταση άναπτύξεως της γνώσης καί τών τρό-πων έπικοινωνίας ανθρώπων καί κοινωνιών — ή οποία ωστόσο βρίσκεται κατ' άναγκαϊον τρόπο στήν εξέλιξη της ήλεκτρονικής τεχνολογίας —, νά άπαιτήση όχι μεγαλύτερη ανάπτυξη τών σημερινών πολυεθνικών, άλλά μεγαλύτερη άνάπτυξη τών παραγωγικών δυνάμεων ολοκλήρου τοϋ πλανή-τη. Πραγμα πού μέ τή σειρά του προϋποθέτει μιά ριζικώς διάφορη πολιτική κατάσταση τοϋ κόσμου. Σημασία πάντως έχει, ότι οί γνωστές διαδικασίες γνώσης είναι προωρισμένες ν ' αλλάξουν μορφή. Νά μπορή κανείς νά δια-βάζη ό,τι θέλει καί νά πληροφορήται άμεσα τό κάθε τί, χωρίς νά καρτερή κάποιοι νά τοΰ τό «προσφέρουν». Πώς θά τά βγάλη πέρα ό καπιταλισμός σέ μιά τέτοια τάξη πραγμάτων;... Κοντά σ ' αύτά πρέπει βέβαια νά προσθέ-σωμε καί τό γεγονός, ότι σέ μιά τέτοια κατάσταση καί ό τρόπος δημιουρ-γίας τών ιδεών θ ' άλλάξη. Οί ίδέες δέν θά είναι τά κινοΰντα αίτια κλειστών κοινωνιών — πραγμα πού προϋποθέτει αγνόηση όλων τών υπολοίπων, δη-λαδή τόν ιμπεριαλισμό καί τόν πόλεμο πρός τά έξω —, άλλά οί τρόποι συντονισμού τών κοινωνιών μέσα σέ γενικώτερα ιστορικά πλαίσια δηλ. παγκοσμίως. Τό «σύμπτωμα τοΰ Κολόμβου», καθώς τό περιγράφει ό Ντο-στογιέφσκυ γιά τίς δυτικές κοινωνίες (βρίσκει ένας μιάν ιδέα, όλοι οί άλλοι

65

Page 61: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τρέχουν άπό πίσω- βρίσκει μετ' άπό λίγο ένας άλλος τήν αντίθετη, επίσης όλοι οί άλλοι τρέχουν παρομοίως...), όσο δημιουργικό καί άν υπήρξε ώς τώρα, στό μέλλον θά λάβη άλλες μορφές γονιμότητας. Τό «σύμπτωμα» τούτο προέκυψε άπ' τήν άντίθεση τών «εθνικών κρατών» στά πλαίσια τής Δύσης, πραγμα πού τελικώς δέν εκφράζει παρά μία καί ενιαία ιστορική διαδικασία. Σήμερα, όπως θά δοϋμε πιό κάτω, μέσα στήν «όλικότητα» πού έπιδιώκει ό καπιταλισμός σάν σύστημα, καί ό «στοχασμός» σάν λειτουργία άρχίζει νά λαβαίνη μορφές μετριώτερες καί πιό κοντινές στό νόημα μιας παγκόσμιας ιστορίας. 'Αναγκαστικά καί ή γνώση θά λάβη διάφορα περιε-χόμενα άπό τά μέχρι τώρα — Ιδίως τά μεταπολεμικά.

Μεταπολεμικώς ή γνώση καί ή άγνωσία έπροχώρησαν κατά τόν πιό αρ-μονικό καί άξιοθαύμαστον τρόπο. Ή μέν γνώση ήγγισε έπίπεδα άγνωστα στό παρελθόν τής άνθρωπότητας, ένφ ή άγνωσία μετέπεσε σέ βάθη πού θά έζήλευαν οί παπάδες όλων τών αιώνων. Άπό μιάν άποψη είναι βέβαια φυσικό. Ή έξειδικευμένη γνώση πού άπαιτεΐ ή σύγχρονη παραγωγή καί επιστήμη, όπως καί οί έπιπτώσεις πού μπορεί αυτή νά έχη στίς σφαίρες τής υπόλοιπης ζωής, δέν μπορούν ν ' άποτελέσουν θέματα μαζικής συνείδησης. Ή «παραγωγή» άρα μπορεί νά δουλέψη άπερίσπαστη, άφοΰ μερικώς καί συγκεχυμένος μπορεί νά γίνη άντιληπτό τό νόημα τών προβλημάτων πού δημιουργεί. Ή τέτοια τροπή τών πραγμάτων έστηρίχθηκε μεταπολεμικά στήν ιδεολογία τής «άνάπτυξης» (Wachstum). 'Ανάπτυξη πάει νά πή, κατ' άρχήν, δημιουργία όσο τό δυνατόν μεγαλύτερης μικροαστικής τάξης, ώστε νά παραμερισθή τό πρόβλημα άνακατανομής τοΰ εισοδήματος (ένα πρό-βλημα μεταπολεμικά οξύ). Πρακτικά τά νοήματα σημαίνουν: «δουλέψτε νά "άναπτυχθοΰμε" καί, άφοΰ γίνομε έτσι όλοι πλουσιώτεροι, θά γίνετε κι εσείς πλουσιώτεροι».

Τά πράγματα επί τών ήμερών μας δέν έπιβεβαιώνουν αυτή τήν θεωρία, ή όποία ωστόσο υπήρξε επαρκής, μετά άπό τίς καταστροφές τοΰ τελευταίου πολέμου, γιά τήν δημιουργία μιας «κοινωνίας τής κατανάλωσης». Κατανά-λωση σημαίνει τήν προγραμματισμένη κοινωνικοποίηση τής παραγωγής, «προγραμματισμένη δέ κοινωνικοποίηση» τής παραγωγής σημαίνει ότι οί εργαζόμενοι έγιναν «πλουσιώτεροι», χωρίς όμως ή διαφορά μεταξύ πλούτου καί φτώχειας κοινωνικά ν ' άλλάξη. Στήν ούσία ή φτώχεια ώς οικονομικό καί κοινωνικό φαινόμενο μεγάλωσε. Αυτό παρατηρείται ιδιαίτερα επί τών ήμερών μας στήν 'Αμερική μέ τήν νέα κοινωνική κατηγορία τών Working Poor (φτωχών εργαζομένων). Κατά τό τέλος τής δεκαετίας τοΰ '60 υπήρχαν οί Yuppies (Young Urban Professionals). Αυτοί ήσαν νέοι άνθρωποι καλο-πληρωμένοι μάνατζερ, ειδικοί τών κομπιούτερ καί τοΰ προγραμματισμού,

66

Page 62: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

οι όποιοι ζοϋσαν πολυτελώς στις πόλεις, έπαιρόμενοι γιά τό χρήμα τους καί επιβαλλόμενοι μέ τήν μόδα τής τελευταίας στιγμής (στά κομμωτήρια υπάρχει ακόμα τό Yuppies — κόψιμο τών μαλλιών). Στίς αρχές τής παρού-σης δεκαετίας ύπήρξαν οί Dinks (Double Income, No Kinds). Επρόκειτο γιά εργαζόμενα ζευγάρια οικογενειών, τά όποια έκέρδιζαν μέν αρκετά γιά νά ζήσουν οί δύο καλά, όχι όμως καί γιά νά δημιουργήσουν οικογένεια. Σήμερα πρόκειται γιά τήν «νέα» άνακάλυψη τών κοινωνιολόγων τών «φτω-χών εργαζομένων», πού άποτελεϊ καί τήν πλειονότητα τών βιομηχανικών εργατών. Δέν πρόκειται γιά κάποια περιθωριακή τάξη ή γιά κατοίκους γκέττο, άλλά γιά άνθρώπους πού εργάζονται 40 μέχρι 80 ωρες εβδομα-διαίως. 'Ωστόσο όμως δέν κερδίζουν τά όσα χρειάζονται νά ζήσουν. Τό φαινόμενο συνδέεται μέ τήν τεράστια μεταπολεμική άνάπτυξη τών πολυ-θενικών, ή οποία ουσιαστικά κατήργησε τήν (μεσαία) μικροαστική τάξη πού ήταν αρχικά τό έπίτευγμα τής ιδεολογίας τής «άνάπτυξης». Ή μητρική εταιρεία δέν μπορεί νά πληρώση μεγάλους μισθούς, διότι μέσα στόν κα-πιταλιστικό καταμερισμό εργασίας άντιμετωπίζει τόν συναγωνισμό μέ τά μεροκάματα άλλων εργατών, όπως τής Κορέας π.χ., 'Ιαπωνίας, 'Ισπανίας κ.λπ. Έτσι ό μέσος όρος οικογενειακού εισοδήματος είναι σήμερα στήν 'Αμερική ό ίδιος μ ' έκεΐνον τοΰ 1973, μέ τήν διαφορά, ότι ένώ τότε άρ-κοΰσε νά δουλεύη ένας, σήμερα πρέπει νά δουλεύουν καί οί δύο γονείς. Καί παρά τό γεγονός ότι ό πληθωρισμός κυμαίνεται μόνο γύρω στό 2-4% τόν χρόνο, μέ τό σταμάτημα τών «Lewittown» (μαζική παραγωγή σπιτιών άμέ-σως μετά τόν πόλεμο, βλ. σχετικώς Ε. Fawcett - Τ. Thomas: «Die Ameri-kaner heute», 1983, σελ. 185 κ.έ.) τό νοίκι τών σπιτιών γιά τίς νέες οικο-γένειες καλύπτει τό 50% τοΰ εισοδήματος των. Τό πρόβλημα τών «φτωχών εργαζομένων» (πού είναι διάφορο άπό τήν εργατική έξαθλίωση πού έλεγε ό Μάρξ) είναι ένα πρόβλημα πού θά άντιμετωπίσουν λίγο-πολύ όλες οί ανεπτυγμένες χώρες, πέραν δηλαδή τοΰ άλλου είδους «πτώχειας» πού ύπάρ-χει ήδη γιά τούς έργαζομένους μέ τό ιδεολογικό καθεστώς τής «άνάπτυξης» καί τών ύψηλών ρυθμών. Ό σημερινός εργαζόμενος τών βιομηχανικών κέντρων καταναλίσκει τουλάχιστον 10-12 ώρες τήν ήμέρα γιά τήν καθη-μερινή δουλειά του. Σύν οκτώ ώρες πού θά κοιμηθή, τοϋ μένουν καί 2-3 ώρες τήν ήμέρα νά άσχοληθή μέ τά έαυτοΰ καί τής οικογενείας του. Τά μεροκάματα είναι βεβαίως ύψηλά, όπως (στήν Ευρώπη) καί οί κοινωνικές άσφαλίσεις. Τό πρώτο ύποβάλλεται άπ' τήν σκοπιμότητα νά άγοράζωνται τά όλο καί πιό πολλά παραγόμενα προϊόντα (αύτη ακριβώς είναι ή έννοια τής «προγραμματισμένης κοινωνικοποίησης»: ό εργαζόμενος νά ύποχρεοΰ-ται νά καταναλώση δ,τι άπό άλλους προγραμματίζεται ό ίδιος νά παρά-γη...), ένώ τό δεύτερο αποτελεί μέρος τοΰ κεφαλαίου παραγωγής, άφοΰ ό

67

Page 63: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

εργαζόμενος πρέπει νά είναι υγιής γιά νά μπορή νά δουλέψη. Ή κοινωνι-κοποίηση τής υγείας, μάλιστα, μέ τό νά μεταφερθή στό Κράτος (δηλαδή στήν τσέπη τοϋ ίδιου τοϋ εργαζόμενου άπό τούς φόρους), επιτρέπει τήν μεγιστοποίηση τοΰ κέρδους τής παραγωγής, χωρίς ιδιαίτερες έπιβαρύνσεις γιά τά κοινωνικά προβλήματα πού δημιουργεί είς βάρος τής ύγείας τοΰ εργαζομένου. Φυσικά ό εργαζόμενος έ'χει κι ένα μήνα τόν χρόνο γιά δια-κοπές στίς «φτωχές χώρες τοϋ Νότου», πραγμα πού ύποβάλλεται άπ' τήν άντίληψη, όχι πιθανόν πώς παρήγαγε άρκετά κατά τούς ύπόλοιπους ένδεκα μήνες, άλλά άπό τήν άναγκαιότητα νά δουλεύη ή βιομηχανία «ελευθέρου χρόνου» (πούλμαν, άεροπορικές έταιρεΐες, σιδηρόδρομοι, ξενοδοχειακές έπιχειρήσεις, βιομηχανίες ειδών τουρισμού κ.λπ.). Οί «φτωχειές χώρες τοΰ Νότου» — γιά τίς όποιες οί τουριστικές μάζες τίποτε άπό τήν ιστορία τους δέν ξέρουν καί συνεπώς έλάχιστα καταλαβαίνουν άπ' ό,τι βλέπουν γύρω τους — είναι ένα άπό τά ισχυρότερα σλόγκαν γιά τήν έν γένει ιδεολογία τής «άνάπτυξης» («έστε εύτυχεΐς πού μπορείτε νά απολαμβάνετε...»). Κατά κανόνα ό τουρίστας, έμποδισμένος γιά δύσκολους προβληματισμούς, μέ τόν Sex-Tourismus, τίς ντελικατέσσες καί τόν ήλιο τοϋ Νότου μένει ευχα-ριστημένος καί τις διακοπές τίς άνακαλύπτει σάν μιά ουσιώδη διάσταση τής ζωής του, χωρίς αυτό νά σημαίνη ότι μέ τόν χρόνο δέν θά ύπάρξουν καί μέ τόν τουρισμό δύσκολοι ιδεολογικοί προβληματισμοί. Σέ κάποιο πιό προχωρημένο στάδιο τών σημερινών πραγμάτων, ό τουρισμός θά άποβή ουσιώδες στοιχείο μορφώσεως καί πιθανόν νά χρειασθή νά άδειάσουν τά Μουσεία άπό τό σημερινό τους βάρος. 'Υπό τίς μέχρι τώρα συνθήκες τής άνθρωπότητας, πολλά πράγματα γιά νά σωθοΰν δέν είχαν βέβαια ειμή τόν χώρο τοϋ Μουσείου. "Οταν όμως ή μορφωτική κατάσταση τής άνθρωπό-τητας άναγκαστικά θά προχωρήση καί στήν συνείδηση τής πλειονότητας τών άνθρώπων ένα παληό τζαμί, ένα βουδδιστικό τέμπλο καί μιά καθεδράλ θά είναι τής αύτής πολυτιμότητος πολιτιστικές άξίες, τότε καί ό ρόλος τοΰ Μουσείου — καθώς καί όσα συνδέονται μ' αυτό («γκαλερίστ», ιστορικοί τής τέχνης κ.λπ.) — θά λάβη τήν σημασία τής χρήσιμης άποθήκης. Πολλά πράγματα θά χρειασθή νά άποκατασταθοΰν έστω καί δι' ομοιωμάτων στούς τόπους πού έδημιουργήθηκαν, διότι άπλούστατα ένα μνημείο στήν φυσική του λειτουργικότητα έχει περισσότερα νά πή στόν νοήμονα έπισκέπτη άπ' όσα κάθε φορά αφήνει τό σταγονόμετρο τοΰ «είδικοΰ» καί τοΰ ιστορικού τής τέχνης. Καί όλα τοΰτα, τά όποια βέβαια προϋποθέτουν υπέρογκα έξοδα, ριζικές ιστορικές καί κυρίως ιδεολογικές μεταβολές στήν κατάσταση τοΰ κόσμου, θά προκύψουν ώς φυσικές μορφωτικές άνάγκες τοΰ μέλλοντος. Τά θέματα κουλτούρας έχουν ήδη άρχίσει νά παίζουν μεγαλύτερο ρόλο άπ' τήν «άνάπτυξη» στήν συνείδηση τών προηγμένων κοινωνιών καί τό «κρά-

68

Page 64: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τος προνοίας» τοΰ περασμένου αιώνα υποχωρεί δλο καί περισσότερο στήν κοινή συνείδηση πρό τοϋ «κράτους παιδείας». Τό μόνο «διεθνές δίκαιον» πού θά ίσχύη στό μέλλον θά είναι τό «διεθνές τουριστικόν δίκαιον» ώς μορφωτική προϋπόθεση τής άνθρωπότητας. Καί μόνο μέσα στή συνείδηση τοΰ «δικαίου» αύτοΰ, στό άπώτατον μέλλον καθώς λέμε, θά κατανοηθή πλήρως ή κατάσταση νηπιότητας πού πέρασε ή ανθρωπότητα μέ τό ψυχρό πόλεμο. Γιατί βέβαια πρέπει νά ποΰμε καί τοΰτο: άν τά μουσεία πολλών χωρών μέ αρχαίους θησαυρούς έπιβάλλεται σήμερα νά άδειάζουν — πράγ-μα φυσικά άπολύτως άναγκαΐο, μιά καί ή μόνη ασφάλεια τών θησαυρών αύτών είναι ή πολιτιστική σχέση πού έχουν οί άνθρωποι μαζί τους (καί στίς χώρες αυτές κάτι τέτοιο δέν υπάρχει) —, πρέπει έπίσης (αυτός δηλ. θά είναι ένας άπό τούς βασικούς κανόνες τοΰ «διεθνούς τουριστικού δικαίου» τοΰ μέλλοντος) καί ό κάτοικος τοΰ Σουδάν πού θά γεννηθή ϋστερ' άπό εκατό χρόνια νά μπορή νά ίδή τά παλαιά κτίρια τής Έρφούρτης, τής Γκότα ή τοϋ Άϊζεναχ. Έχει ήδη δικαίωμα γι ' αύτό κι άς μή γεννήθηκε άκόμα. Σ ' αύτόν, μέσα στήν συνείδηση τοΰ «διεθνοΰς» τουριστικοΰ του δικαίου, θά είναι τελείως άκατανόητο, ότι ό «μονοκομματισμός» καί ό «πολυκομματι-σμός» τοΰ αιώνος μας άγωνίσθηκαν τόσο πολύ γιά τήν «Δημοκρατία», ώστε δέν τούς έμεινε δεκάρα μέ τούς έξοπλισμούς καί άφησαν άπό κοινοΰ (ή ευθύνη, πολύ όρθώς, θά τοΰ φανή ενιαία) τά άναγεννησιακά κτίρια νά καταντήσουν έρείπια... Αύτό πού θά έχη γι ' αύτόν σημασία είναι ότι θά τοϋ λείπη, ό,τι ένδεχομένως δέν μπόρεσε νά σωθή.

Ή βιομηχανία «έλεύθερου χρόνου» δέν θά άποτελή άπλόν «συντελεστή» τής παραγωγής άλλά μιά ηύξημένη δυνατότητα μορφώσεως, πού δέν θά περιορίζεται σέ 3 ή 4 εβδομάδες τόν χρόνο. Οί μελλοντικές γενηές τουρι-στών στήν Ελλάδα π.χ. δέν θά καρτερούν νά βροΰν τό άρχαΐον κλέος πού διαβάζουν στά βιβλία τους, θά άπαιτήσουν όμως νά καταλάβουν σάν νόημα αύτό πού θά τούς προσφέρεται σάν 'Ελλάδα. Τό ίδιο γιά τήν Τουρκία ή τό Καμερούν. "Οχι νά «πληροφορηθή» άπό τούς μεταφραστές τών τουρι-στικών γραφείων όπως γίνεται σήμερα, άλλά νά καταλάβη ό ίδιος άπό όσα βλέπει γύρω του. Βλέποντας π.χ. τίς άναστηλωτικές προσπάθειες τών Τούρ-κων γιά τά άρχαΐα μνημεία τής Μικρας 'Ασίας, νά καταλάβη μεταξύ τών άλλων καί τό πνεΰμα άνοχής πού διεΐπε τίς σχέσεις των κατά τήν προη-γούμενη πολυεθνική τους ιστορία, παρατηρώντας δε τήν έλεεινή κατάστα-ση τών μνημείων τοΰ έλληνικοϋ χώρου νά καταλάβη ότι οί σημερινοί «Έλληνες» καμμία άπολύτως σχέση δέν έχουν μέ ό,τιδήποτε άπό τό άρχαΐο παρελθόν. Συνεπώς ότι ό ελληνικός χώρος καμμία νομιμότητα δέν διαθέτει στίς σύγχρονες διεθνείς σχέσεις. Παρεμπιπτόντως θά μποροΰσε νά προσθέ-ση κανείς έδώ, ότι ό «άγώνας γιά τήν Δημοκρατία» καί ή «καλλιτεχνία»

69

Page 65: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

προσέφεραν άθελήτως πολλά γιά τήν άποσαφήνιση τούτων τών χρησίμων νοημάτων σήμερα. Μέ τό νά γίνη ή 'Ακρόπολη θέμα τών Ζορμπαδοτρά-γουδων («'Ακρόπολη ωραία») καί αντικείμενο τοϋ ίεροΰ μένους τών «άγω-νιστών» τής Δημοκρατίας, καθώς περιγράφει ή Ο. Φαλάτσι σέ κάποιο βιβλίο της (νά άνατιναχθή ό Παρθενώνας γιά νά άποκατατασταθή ή «Δη-μοκρατία»!...), εύρήκε τήν φυσική της κατάσταση ώς μαρμαράδικου. Κι αύτό είναι καλό. Πιστεύομε όντως κι έμεΐς ότι οί άποστεωμένες κολώνες πρέπει νά φύγουν τελείως άπό έκεϊ πάνω καί νά φκιαχθή ένας Παρθενώνας άπό νάϋλον γιά τίς μελλοντικές μορφωτικές άνάγκες τής άνθρωπότητας...

Οί όποιες, καθώς λέμε, δέν ύπάρχουν άκόμα, άλλά θά προκύψουν. Ό έλεγ-χος τών πολυθενικών διά τών συνδικάτων θά φέρνη όλο καί μεγαλύτερο περιορισμό τοϋ χρόνου έργασίας, τόν όποιον θά έπαυξάνη θεωρητικά ή τεχνολογική έξέλιξη καί ή άνακατανομή έργασίας ύπό ένα διάφορο κλίμα διεθνών σχέσεων, όπου ή έργασία τής βιομηχανικής παραγωγής θά κατα-νέμεται όλο καί περισσότερο καί σέ άλλους λαούς. 'Από όσο μποροΰμε νά κρίνωμε σήμερα, όχι μόνο ή βιομηχανία κουλτούρας, άλλά καί ή κοινω-νική άναδιαμόρφωση τής παιδείας γενικώτερα θά άποτελέσουν τίς θεμελιώ-δεις προϋποθέσεις τής παραγωγής. "Οπως άρκούντως έξηγήσαμε πριν, ή παραγωγή τών άγαθών προϋποθέτει τήν διάθεσή τους. Αύτή ή διάθεση όμως πραγματοποιείται σέ έπίπεδα ψυχολογικά, πνευματικά καί μαζικής κουλτούρας (διαδικασία «σκουπιδοποιήσεως»). Ή λειτουργία τής τέχνης (ζωγραφική, γλυπτική, μουσική κ.λπ.) δέν έξυπηρετεΐ άπλώς Ιδεολογικές άνάγκες σήμερα, άλλά είναι τόσο άναπόσπαστο στοιχείο τής παραγωγής, όσο καί οί μηχανές πού παράγουν τά προϊόντα. Σ ' αυτούς άκριβώς τούς χώρους θά διεξαχθή ό «πόλεμος τών άστρων» τοϋ μέλλοντος! Καί σ ' αυτήν τήν βιομηχανία θά διατεθούν τά μεγαλύτερα κεφάλαια — ένα πράγμα πού άρχισε ήδη στά μέσα έπηρεασμού τής ιδεολογίας. Καθόλου τυχαίο δέν είναι, ότι τό κέντρο βάρους τών τεχνών αύτών μετατοπίζεται σήμερα όλο καί πιό πολύ στό πιό άνεπτυγμένο κράτος τοϋ κόσμου, δηλαδή στήν 'Α-μερική. Στούς χώρους μουσικής γιά νέους καί στούς χώρους μόδας, μέ τήν υπάρχουσα μεγάλη άμερικανική παράδοση στόν κινηματογράφο σάν μέσο μαζικής κουλτούρας, κανένα κράτος τοϋ κόσμου σήμερα δέν μπορεί νά άντισταθή (βλ. π.χ. καί Κ. von Beyme: «Vorbild Amerika?», 1986, σελ. 186). Οί χώροι μόδας καί χοροϋ, πού είναι άδελφοί κοινωνικώς χώροι, είναι τά κατ' εξοχήν «έμπόλεμα πεδία» διότι άποτελοϋν έκφράσεις κοινωνικών ά-νταγωνισμών. Ή μόδα έχει νά κάνη μέ τό ντύσιμο τών άνθρώπων, τό όποιον προέκυψε ιστορικά σάν μιά διαδικασία έξουσίας. Οί άνθρωποι δέν ντύθηκαν άπό αίσθημα ντροπής, λόγω τοϋ «φύλλου τής συκής», διότι καί

70

Page 66: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

πολλοί φυσικοί λαοί τής 'Αφρικής παραμένουν γυμνοί, άλλά αισθάνονται τήν ανάγκη τοΰ «ντυσίματος» κάνοντας στό κορμί τους τατουάζ. Τό τα-τουάζ αύτό είναι στοιχείο διακρίσεως, τόσο φυλετικής — νά ξεχωρίζουν άπό άλλα φΰλα —, όσο καί ίεραρχικώς μεταξύ τους. 'Ακριβώς τήν ίδια άνάγκη μέ τά ροΰχα αισθάνθηκαν καί οί βασιληάδες μέ τά ροΰχα καί τίς πολυτελείς χλαμύδες τών πρώτων κοινωνιών. Νά μιμηθή κανείς στό ντύ-σιμο τόν βασιληά ούτε εύκολο ήταν, διότι δέν είχε τά μέσα, ούτε καί έπιτρεπτό γιατί ήταν στοιχείο «ανυπακοής». Στόν ίεραρχικώς δομημένον μάλιστα δυτικόν μεσαίωνα ύπήρχαν καί σαφείς διατάξεις γιά τά ροΰχα πού έπρεπε νά φοράη κάθε τάξη (κι αύτό κράτησε σχεδόν ώς τά μέσα τοΰ περασμένου αιώνα). Άλλά βέβαια ή κοινωνική διεκδίκηση ώθοΰσε πάντα τούς άποκάτω νά «άνταγωνίζωνται» έκεΐ ποΰ μποροΰσαν τούς άποπάνω. Καί όσο πιό πολύ οί άποπάνω προσπαθοΰσαν ν ' άλλάξουν, τόσο διαδίδονταν καί ή «μόδα», ώσπου νά καταντήση στούς καιρούς μας ένα μόνιμο στοιχείο έπανάστασης τοΰ «νέου» κατά τοΰ «παληοΰ», όπως επίσης καί ένα στοιχείο «τοποθέτησης» τοΰ άτομου ώς πρός τήν «ομάδα». Μέσα σ ' αύτή τήν δια-δικασία δουλεύει ακριβώς καί ή κατανάλωση τών προϊόντων. Οίκοθεν νοεί-ται βέβαια, ότι όσο πιό συντηρητική ή ομάδα, τόσο περισσότερο άπουσιά-ζει καί η μόδα (π.χ. στρατός, παπάδες κ.λπ.) Ή μεταπολεμική διάδοση τοΰ μπλοΰ-τζίν κατήργησε ώς μέτρο τήν παράδοση τοΰ κλασσικού κοστουμιοΰ καί έλευθέρωσε νέες δυνάμεις στήν βιομηχανική παραγωγή ενδύσεως (σπουδαιότατος όρος ύπήρξε έπίσης καί ή τεχνολογική άνάπτυξη τών συν-θετικών ύφασμάτων), άντικαθιστώντας τό «μέτρημα» τοΰ παληοΰ ράφτη μέ τήν δημιουργική φαντασία τοΰ μαθηματικού, τοΰ ζωγράφου καί τοΰ «μο-ντελίστ». Σήμερα τό κοστούμι ούτε σάν ένδυμα θεάτρου δέν άπαιτεΐται, μένοντας άπλώς στερεότυπη άμφίεση τών πολιτικών, τών δυτικών παπάδων καί τών ήλικιωμένων ύπαλλήλων Τραπεζών... Καί φυσικά, γιά νά δείξη ή μόδα τήν έλξη της, άπαιτεϊ κατάλληλες αρχιτεκτονικές κατασκευές, φωτι-σμούς καί αισθητικές, όπως π.χ. τήν αυστηρή γεωμετρία φωτισμού καί όγκων τής σύγχρονης «μεταμοντέρνας» διακόσμησης τών μεγάλων κατα-στημάτων, μέ γενικό φόντο τήν αυστηρή σκληρότητα τοΰ άσπρου χρώμα-τος. Τά μεγάλα αύτά καταστήματα σήμερα στίς διάφορες πρωτεύουσες τοΰ κόσμου, είναι χώροι δημοσίων σχέσεων καί σχολεία συμπεριφοράς, καί έπειτα «μαγαζιά». Αύτά όλα τά πράγματα προϋποθέτουν καί μεταδίδουν ταραχώδη οργασμό σέ πάμπολλους άλλους τομείς τής παραγωγής. Καί πολύ άπέχουν βέβαια άπό τήν άτμόσφαιρα τοΰ γνωστού μας «έμπορικοΰ», όπου μέ τόν σκόπιμο σκοτεινοκίτρινο φωτισμό έμενες μέ τό καρδιοχτύπι, άν τό σακάκι πού προβάρησες μέσα στόν καθρέφτη, θά φαίνεται τό ίδιο έξω καί στό φώς... Σέ κοινωνίες πού ή μόδα συνδυάζεται χωρίς τίς άνάλογες

71

Page 67: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

προϋποθέσεις, είναι σχεδόν κανόνας αισθητικός οί άνθρωποι νά φαίνωνται σάν ένήλικες όρθοβάται ένδεδυμένοι... (Όρθώς συνεπώς τά χωρικά στρώ-ματα τής πρωτευούσης σ ' έμάς προτιμούν έξ ένστικτου γιά σιγουριά τό λαδωμένο κοστούμι καί τήν γραβάτα...). Τά μοντέρνα φαρδιά ροΰχα, γιά τά όποια θά μιλήσωμε εύθύς άμέσως, υποκρύπτουν καί βαθύτατες λεπτές κοι-νωνικές σχέσεις, διότι τονίζουν τό πρόσωπο, τήν προσωπικότητα καί όχι τίς σωματικές «καμπύλες». Τό ίδιο έκαναν καί οί χλαμύδες τών άρχαίων, πού διατηροΰνται σήμερα στίς άμφιέσεις τών παπάδων (τά ράσα δηλ. κα-θολικά κι ορθόδοξα είναι επιβίωση τής αρχαίας ένδυμασίας). Ό μή τονι-σμός τών σωματικών καμπύλων προϋποθέτει κατ' αρχήν κοινωνική ισό-τητα τών δύο φύλων καί έπειτα, ότι ό καθένας προσπαθεί νά έπικοινωνήση μέ τόν άλλο μέσω τής προσωπικότητάς του πρώτα καί μετά μέ όλα τάλλα. Αύτά βέβαια άπέχουν άρκούντως άπό τήν δικήν μας έννοια τοΰ «τυλίγμα-τος», γιά τήν οποίαν οί γυναίκες καθόλου δέν φταίνε, άφοΰ είναι θύματα τής «έθνικής ιδεολογίας». Μέσα στό έθν: .ό κομφούζιο καί στήν έλλειψη κοινής πολιτιστικής άγωγής, γιά νά παντρευτή μιά γυναίκα πρέπει βέβαια κάποιον νά «τυλίξη». Ποιές φρικτές βιολογικές έπιπτώσεις έχει μιά τέτοια κατάσταση, μόλις είναι άνάγκη νά πούμε. Ένώ ένας 'Ολλανδός π.χ. πού θά παντρευτή μιά Κινέζα ξέρουν ότι δέν έχουν τίς ίδιες παραδόσεις, ότι είναι υποχρεωμένοι σέ κάποιες άμοιβαΐες ύποχωρήσεις καί θά κυττάξουν νά στηρίξουν τόν γάμο τους στό άνθρώπινο στοιχείο τής σχέσεώς των, στήν Ελλάδα όλοι ξέρουν πώς είναι «"Ελληνες». Έλα όμως πού τά πράγ-ματα δέν συμβαδίζουν μέ τήν θεωρία. Τά χωριά τής πρωτευούσης, όπως καί τά χωριά κατά περιοχές, έχουν τεράστιες πολιτιστικές διαφορές. Τόν πρώ-το χρόνο ό γάμος, σπρώχνοντας ή μή, «καλά» πάει. Δέν άργεΐ όμως ν ' άρχίση ή άσυνεννοησία. Γιά τήν οποίαν φυσικά οί παντρεμένοι μας «Έλ-ληνες» δέν ξέρουν τί φταίει κι άρχίζουν νά τά βάζουν μέ τούς πεθερούς καί τίς πεθερές, τίς κουνιάδες καί τούς κουνιάδους... Επόμενο λοιπόν είναι άπό τά πρώτα χρόνια τοΰ γάμου νά έξαφανισθή αύτό πού ώρισε ή φύση σάν άπαραίτητο στοιχείο γιά τήν γέννηση τών άνθρώπων, δηλ. τήν ψυχική έλξη καί τό «θείον μένος» στόν έρωτα. Καί άφοΰ βέβαια χάνεται τό στοι-χείο πού μεταδίδει τίς ψυχικές καί πνευματικές ιδιότητες στόν άνθρωπο καί αύτοί βγαίνουν σάν προϊόντα... συζυγικής συνήθειας, έπόμενο στήν Ελλά-δα είναι νά γεννιώνται μόνο... ψηφοφόροι. Νά λοιπόν ότι τά «έλαττώματα τής φυλής», πού μονίμως επικαλούμαστε ώς χαρακτηριστικόν τής «έθνι-κής» μας συνεχείας, βγαίνουν κατ' εύθεϊαν άπό τήν περικεφαλαία τοϋ Πε-ρικλέους... Καί νά γιατί ή μόδα, άφοΰ δέν έχει τά κοινωνικά προαπαιτού-μενα, είτε φαρδιά, είτε στενή θά μένη «έν συνόλω» μονίμως άκομψη...

Βασικό προσδιοριστικό στοιχείο τών «γραμμών» τής μόδας είναι καί ό

72

Page 68: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

χορός. Χαρακτηριστική είναι ή περίπτωση με τό στύλ τοϋ Κριστιάν Ντιόρ στά αμέσως μετά τόν πόλεμο χρόνια. Σέ μιά κοινωνία ταλαιπωρημένη άπ' τίς καταστροφές τοϋ πολέμου, ό Ντιόρ έπεχείρησε νά μεταδώση τήν άνε-μελιά τής «Μπέλλ-Έπόκ», μέ φαρδιές φοΰστες άντικαπιταλιστικής νοοτρο-πίας (άφοΰ ήθελαν πολύ ύφασμα καί ραπτικά). Δέν πρόφθασαν όμως νά γίνουν μόδα, γιατί ήρθε τό «Ρόκ». Τό «Ρόκ», ήθελε έλεύθερα χέρια καί πόδια, όπως έλευθερία κινήσεων γιά όλο τό σώμα. Τό «μίνι» ήταν τό εν-δεδειγμένο ένδυμα γ ι ' αύτό τόν σκοπό, πού ήταν καί καπιταλιστικώς συμ-φερώτερο (λίγο ύφασμα). Άπό εδώ καί πέρα ή μόδα πρέπει νά λαβαίνη ύπ' όψη καί τίς άνάγκες τοΰ χοροΰ. Τό «Τουΐστ» άργότερα, όπου ό καθένας έχόρευε χωριστά τόν ϊδιο ρυθμό καί μέ τήν ϊδια έλευθερία κινήσεων, επέ-βαλε στήν μόδα τό «γιούνι-σέξ». Οί σκοπιμότητες αύτές τής έλευθερίας τοΰ σώματος φαίνονται καθαρά καί στήν σύγχρονη μόδα, μέ τούς φαρδιούς ώμους καί τά ευρύχωρα παντελόνια. Ή δ η σιγά-σιγά άρχίζει νά «έπιβάλλε-ται» καί τό έξωτερικό ένδυμα τής μελλοντικής μόδας, πού προβλέπεται ώς τό 2000 νά είναι ένα μίγμα άπό όλες τίς μεταπολεμικές μόδες (βάτες, πλε-χτές κάλτσες τύπου «λέκινκ» καί χοντρόσολα παπούτσια μέ κοντά τακού-νια (γιά τόν χορό), όπως γιά ένα διάστημα έμφανίσθηκαν γύρω στό '70). "Ολο αύτό τό κατασκεύασμα θά σκεπάζεται μ' ένα πολύ εύρύχωρο παλτό, μέ φαρδιούς ώμους καί άπό άγγλικό κασμίρι, καί μέ έμπριμέ μεταξωτό κασκόλ. Αύτό ήδη άρχισε ν ' άποτελή τήν χειμωνιάτικη μόδα, μέ προοπτι-κές μελλοντικών έπενδύσεων!...

Αύτά τά όλίγα περί «μόδας» (τό θέμα κοινωνιολογικώς είναι τεράστιο), προκειμένου νά καταλάβωμε σέ ποιούς «έπιστημονικούς χώρους» θά διε-ξάγωνται οί μελλοντικοί πόλεμοι. Πολέμους πού θά τούς καταλαβαίνη ή άνθρωπότητα, ή μάλλον θά τούς ύφίσταται, χωρίς νά τούς φοβάται. Ή «σίκ» ρωσσική μόδα μέ τήν έπιμονή στά «τρουά-κάρ» καί τά χωνικά ψηλά καπέλα, θά παραμένη πάντα ένα στοιχείο «έλεγκάνς» γιά τίς «ύψηλές» δυτικές κοινωνίες. Ή δ η τό γράμμα «μιάχ-κισνάκ» έχει γίνει μπόκολα, πέ-ραν τών T-Shirts μέ τό κυριλλικό αλφάβητο, ένώ ό υπέργηρος καί χονδρού-λης στρατηγός... Ποπώφ, μέ όλα τά παράσημα τής δόξης του, δυσφορεί σφόδρα όταν ή ώραία δεσποινίς τοΰ προσφέρη τό τσιγάρο «Μάλμπορο» στίς ρεκλάμες τών ευρωπαϊκών μεγαλουπόλεων. Δέν ήταν δυνατόν οί άφο-πλισμοί νά μήν έχουν τεράστιο εμπορικό ένδιαφέρον... Καί σέ όλ' αύτά πρέπει βέβαια νά προσθέσωμε καί τήν έπιβλητική αισθητική τοΰ 'Ισλάμ. "Ηδη τά δυτικά παντελόνια τών γυναικών, άπό λεπτό ύφασμα, φαρδιά έπά-νω καί μέ στενό σουφρωτό ρεβέρ κάτω (συνήθως προτίμηση τών κυριών τών «άνωτέρων» τάξεων) είναι ισλαμικής προελεύσεως...

Ό λ α τοΰτα — καί είμαστε άκόμα στήν άρχή — είναι φανερό πώς έπι-

73

Page 69: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

βάλλουν μιά πολύ σύνθετη αισθητική γιά τίς μελλοντικές κοινωνίες καί, δεδομένων όλων τών άλλων φορέων τής ιδεολογίας, μέσφ τών οποίων προ-βάλλονται, έπίσης μιά ώξυμμένη νοητική άγωγή.

Εύέλικτες κοινωνίες σέ συνεχή διαμόρφωση όπως ή αμερικανική μπορούν νά πειραματίζονται μέ μεγάλες έπιταχύνσεις στούς χώρους τής μαζικής κουλτούρας, άπαραίτητη δέ προϋπόθεση αύτών τών πειραμάτων, είναι καί ό έλεγχος τών πολύ χρησίμων χώρων «ύποκουλτούρας» («πάνκι», χίππυς κ.λπ,). Οί ευρωπαϊκές κοινωνίες, κοινωνίες μακροτέρων παραδόσεων, είναι φυσικό νά στερούνται αύτής τής εύχερείας τών τόσο υψηλών έπιταχύν-σεων. Οί όποιες σύν τοις άλλοις απαιτούν καί τά ογκώδη έκεϊνα κεφάλαια πού απαιτεί κάθε βιομηχανία. Πολλοί χώροι τής σύγχρονης τέχνης είναι περισσότερο θέμα κεφαλαίων παρά έμπνεύσεως. Καί στόν βαθμό πού έπεν-δύονται λεφτά, τά αποτελέσματα οφείλουν νά προκύψουν. Ή βιομηχανι-κώς παραγόμενη τέχνη είναι ή επί ιδεολογικού καί ψυχολογικού επιπέδου συσκευασία τοϋ εμπορεύματος. Ή μεγάλη κοινωνική δυναμικότητα τής τέχνης αύτής έγκειται άκριβώς στό γεγονός, ότι μπορεί νά έπιβάλλεται μέσω τών κινημάτων πού έμφανίζονται ώς άντίθεσή της. Ή «Τζάζ» καί τό «Ρόκ» π.χ. είναι έπαναστατικά κοινωνικώς κινήματα μέσα στήν σύγχρονη μουσική παράδοση, μεταδημιουργημένα ώς μόδα όμως έμφανίζονται σάν ή πιό κατεστημένη μορφή της. Πρόκειται γιά τούς αρχικώς έμφανιζόμε-νους ώς χώρους «ύποκουλτούρας» πού αναφέραμε.

Οί εύκολες όμως αύτές διαχειρήσεις στόν τομέα τής μαζικής κουλτούρας διά τής τέχνης, προϋποθέτουν ένα άντίβαρο σέ άλλους χώρους καί συγκε-κριμένα στόν τομέα τών ίδεών. Σέ μιά παραγωγή πού στηρίζεται στόν προγραμματισμό, οί Ιδέες δέν είναι άπλώς πράγματα όχληρά, άλλά καί επικίνδυνα. Οί χρήσιμες άπό τίς Ιδέες είναι μόνο όσες έχουν νά κάνουν μέ τήν παραγωγή καί αύτές είναι προφανώς οί ιδέες τής έπιστήμης. Αύτές άκριβώς προσπαθεί ό σύγχρονος καπιταλισμός νά ξεχωρίση άπό όλες τίς άλλες καί νά τίς κάνη αυτοσκοπό. Ή επιστήμη, ώς γνωστόν, σήμερα είναι ή άλλη όψη τής παραγωγής καί όλα σχεδόν τά έπιστημονικά ιδρύματα χρηματοδοτούνται καί έλέγχονται άμεσα άπό τίς πολυθνικές. Καί έννοούμε βέβαια τίς θετικές επιστήμες. Οί έπιστήμονες αύτοί αποτελούν σήμερα διεθνώς μιά ένιαία τάξη οιονεί ιερατείου, στούς οποίους οί πολιτικοί καί οί διευθυντές τών πολυθενικών ύπακούουν τυφλά. Τό πρόβλημα είναι, ότι, δεμένη όπως βρίσκεται σήμερα ή φυσικομαθηματική έρευνα μέ τήν παρα-γωγή, ό λόγος τών έπιστημόνων αύτών δέν φθάνει ποτέ πρός τά κάτω. Φυσικοί σάν τόν 'Αϊνστάιν ή τόν Βάϊτσζεκερ, πού νά θέλουν νά συζητούν δημόσια γιά τήν εύθύνη της έπιστήμης των, κατά τήν σημερινή τάξη πραγ-

74

Page 70: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

μάτων δλο καί πιό πολύ θά ύπάγωνται στίς ιδιόρρυθμες εξαιρέσεις. Καί αύτό έχει τήν έξήγησή του. "Οπως ή παραγωγή έχει γίνει άπρόσωπη, έτσι άπρόσωπη τείνει νά γίνη καί ή επιστήμη. Στά σημερινά αύτοκίνητα π.χ. άπό δεκαετία σέ δεκαετία έπέρχονται έπαναστατικές άλλαγές —καί πολύ περισσότερο σέ άλλα είδη ήλεκτρονικής τεχνολογίας. Κανένας όμως δέν ξέρει τούς έφευρέτες αύτών τών άλλαγών. Ξέρει μήπως κανείς ποιός συγκε-κριμένα βρήκε τούς καταλύτες γιά τά σημερινά αύτοκίνητα ή ποιός βρίσκει τήν «νέα γραμμή» άπ' τά μοντέλα τών αύτοκινήτων; Ή τεχνολογική πα-ραγωγή, ώς εκφράζουσα τό πνεύμα μιας έποχής, τείνει νά γίνη άπρόσωπη καί συντεχνιακή όπως άκριβώς καί τό άνώνυμο χτίσιμο τών καθεδράλ στόν μεσαίωνα. Τό ίδιο άκριβώς καί ή επιστήμη. Τά άποδιδόμενα σήμερα «Νό-μπελ» στούς θετικούς έπιστήμονες, τών οποίων οί άνακαλύψεις είναι ύψι-στης σημασίας πράγματα γιά τήν γνωστική κατάσταση τοϋ άνθρώπου, ούδέναν έντυπωσιάζουν ή παρακινούν νά άσχοληθή είδικώτερα μέ τό νόη-μα τους. Ό λ α διακινούνται οιονεί σ ' ένα πνεύμα συντεχνίας καί αύτή ή τάξη πραγμάτων φαίνεται καθαρά στόν χαρακτήρα τών μεγάλων έργων άρχιτεκτονικής. Ό παλαιός μπουρζουά αισθανόταν τήν άνάγκη έπικοινω-νίας καί έξώδευε λεφτά νά στολίση τό σπίτι του ή τήν Τράπεζά του άπ' έξω. "Ήταν ένας τρόπος έπιβολής άλλά καί μιά άνάγκη έπικοινωνίας, πού έδινε ένα πρότυπο ζωής καί μιά παιδαγωγική αισθητική υπόδειξη στόν εργάτη, άνεξαρτήτως τών άλλων αισθημάτων πού τόν πότιζε... Τό σημερινό κτίριο μιας Τραπέζης ή μιας πολυεθνικής, μονοκόμματο καί άδιαπέραστο μέ τό τζάμι καί τόν όγκο του, άδιαφορεΐ γιά τόν άπ' έξω. Είναι ένας κόσμο καθ' εαυτός στό μέσα του καί ή έπιβολή μιας άδιάσειστης ισοπεδωτικής έξουσίας γιά τούς άπ' έξω. Μιά άπαγορευτική ύπόδειξη πραγμάτων πού δέν μπορούν νά μετακινηθούν. Καθόλου τυχαίο δέν είναι ότι τό στύλ αύτό επεκράτησε ιδιαίτερα στήν μεταπολεμική άρχιτεκτονική τοΰ άνατολικοΰ Βερολίνου. Έτσι άκριβώς διακινούνται τά πράγματα καί στόν τομέα τής έπιστημονικής έρεύνης. "Αν στήν έποχή τοΰ Μάρξ ήταν ό έργάτης ή έμ-ψυχη προέκταση τής μηχανής, σήμερα τείνει νά γίνη ό θετικός έπιστήμο-νας. Καί ή σκέψη τοΰ έπιστήμονα είναι άκριβώς ιδιοκτησία τοΰ παραγωγού όπως καί ή μηχανή, ήτοι τής πολυθενικής ή τοΰ κράτους. Ό χ ι τής κοι-νωνίας. Δεδομένου ότι σήμερα υπάρχει στενή άλληλεξάρτηση στόν έπι-στημονικό τρόπο έργασίας — διότι ύπάρχουν έπίκοινα προβλήματα τής παραγωγής πού έχουν νά λύσουν οί έπιστήμες —, είναι εύκολη ή παρακο-λούθηση τοΰ έπιστήμονα καί ή κρατική έπιβολή έπ' αύτοΰ. Έτσι λοιπόν ή «έπιστήμη» αύτονομεϊται κοινωνικά, κλείνεται σέ ένα κτίσμα άπό άτσάλι καί γυαλί καί λειτουργεί όπως ό οργανισμός μιας εταιρείας πετρελαίου ή μιας τραπέζης. Καί βέβαια στόν ιδεολογικό τομέα αύτονομεϊται έναντι

75

Page 71: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

όλων τών άλλων περιοχών τοΰ πνεύματος, όποτε, άφοΰ αύτή είναι ή καθ' εαυτό παραγωγή, μπορεί νά προβληθή ώς πνευματικός αυτοσκοπός, τόν όποιον όλες οί περιοχές τοϋ πνεύματος οφείλουν νά ύπηρετήσουν. Καθό-λου συνεπώς παράξενο ότι ή έπιστήμη προβάλλεται καθαρά ώς ή καθ' έαυτό πνευματική λειτουργία, τήν οποίαν ό καλλιτέχνης, ό φιλόσοφος, καί ό συγγραφέας οφείλουν υπομονετικά νά προσδεχθοΰν ("Ετσι π.χ. στό Feuilleton τής F.A.Z. τής 3ης Νοεμβρίου 1989).

Ό συγγραφέας τούτων τών γραμμών ύπάγεται σέ όσους πιστεύουν ότι όντως ή έπιστήμη τής μέτρησης άποτελεΐ τήν κορυφή στήν πυραμίδα τής άνθρώπινης πνευματικής δημιουργίας. "Οτι δηλαδή όλην τήν ιστορία τής ανθρωπότητας μπορούμε νά τήν θεωρήσωμε σάν ένα προοίμιο, προκειμέ-νου νά κατακτήση ό άνθρωπος τήν επίγνωση τής μαθηματικής έπιστήμης. Καί επειδή αύτή έχει άμεση υπαρξιακή σχέση μέ τήν ίδια τήν άνθρώπινη υπόσταση, μπορούμε νά θεωρήσωμε ότι όλες οί άλλες έπιστήμες συμπερι-λαμβάνονται συλλήβδην μέσα σ ' αύτή. Δηλαδή καλύτερα: έχουν τόσην εγκυρότητα, όσο μπορούν στίς συνθέσεις των νά λαβαίνουν ύπ' όψη τό κοσμοείδωλο τών μαθηματικών. Κι αύτό δέν ισχύει μόνο γιά τίς κοινωνικές λ.χ. έπιστήμες (π.χ. «κριτική θεωρία», πού λίγο έπηρεάσθηκε άπό θεωρη-τικά μοντέλα τών θετικών επιστημών), άλλά γιά τίς κατ' εξοχήν μεταφυ-σικές όπως ή αισθητική. Ποια ιστορικά περιστατικά συνετέλεσαν γιά νά άνακαλύψη ό άνθρώπινος νούς τό «είναι» ώς μέτρηση — περιστατικά πού έχουν άμεση σχέση μέ τήν ιστορία τοΰ νεώτερου ελληνισμού —, δέν είναι θέμα πού μπορούμε νά έξετάσωμε έδώ. Σημασία έχει ότι ολόκληρη ή άν-θρωπότητα έχει τήν εύθύνη καί τήν ύποχρέωση γιά τήν συντήρηση καί άνάπτυξη τών θετικών έπιστημών, πού άποτελοΰν τήν ύψηλότερη πνευμα-τική κατάκτηση τοΰ άνθρωπου. Ό τεχνολογικά άνεπτυγμένος μέ τήν σκέ-ψη του καί ό εισέτι μή άνεπτυγμένος μέ τίς πρώτες ύλες του. Καί προσω-πική γνώμη τοΰ γράφοντος τοΰτες τίς γραμμές είναι, ότι καμμία «άβαρία» γιά τήν άνάπτυξη τής έπιστήμης δέν πρέπει νά θεωρήται μεγάλη. "Ο,τι είναι δυνατόν νά άναπτύσσεται σέ όλους τούς χώρους τών έπιστημών (δια-στημική έρευνα, πυρηνική ενέργεια, γενετική τεχνολογία κ,λπ.), πρέπει νά άναπτύσσεται χωρίς κανένα ένδοιασμό καί χωρίς λογαριασμούς ύλικών έξόδων καί μόχθου. Καμμιά φορά βέβαια δυσκολεύεται νά καταλάβη κανείς τήν «οικολογική νοοτροπία» μερικών, οί όποιοι τρώνε μέ μεγάλη άνεση τά σνίτσελ καί τίς μπριζόλες, άπαιτοΰν όμως νά μήν γίνωνται Ιατρικά πειρά-ματα σέ γάτες καί κουνέλια πού καλλιεργήθηκαν γι ' αύτόν τόν σκοπό. 'Εκτός βέβαια καί άν ό «άνθρωπισμός» αύτών τών άνθρώπων τής μοντέρνας ευαισθησίας προϋποθέτει δύο άπάνθρωπες εκδοχές: ότι πρέπει νά σταμα-

76

Page 72: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τήση ή φαρμακευτική έρευνα ή δτι οί πολυθενικές χημείας πρέπει νά πει-ραματίζονται μέ τούς πληθυσμούς τών ύπαναπτύκτων χωρών (ένδεχομένως αύτό νά γίνεται σέ μερικές χώρες...), γιά νά μήν υποφέρουν οί ποντικοί τών έργαστηρίων...

Βέβαια σέ τέτοιους άνεύθυνους συναισθηματισμούς δέν χρειάζεται νά δώση κανείς είδική βαρύτητα. Είναι όμως άλλο άνάπτυξη τής έπιστήμης καί άλλο ό κοινωνικός έλεγχος αύτής τής άνάπτυξης. Ό τέτοιος έλεγχος σημαίνει, πρώτον, ότι ή άνάπτυξη πρέπει νά γίνεται μέ ρυθμούς πού νά μπορή νά τούς άφομοιώση τό κοινωνικό σώμα καί, δεύτερον, ότι οί έχοντες στά χέρια τους τήν επιστημονική δύναμη (πολυεθνικές, κυβερνήσεις κ.λπ.) πρέπει νά έξασφαλίζουν τήν κοινωνική συγκατάθεση γιά τόν βαθμό χρη-σιμοποίησή της. Μέ άλλα λόγια: είμαστε ύπέρ παντός βαθμού τελειοποιή-σεως καί άναπτύξεως τοΰ αύτοκινήτου ή τοΰ άεροπλάνου· τό αύτοκίνητο όμως τό θέλομε τελικώς νά μάς ύπηρετή καί όχι νά τό άγοράζωμε σώνει καί καλά, επειδή έτσι προβλέπεται στούς στατιστικούς πίνακες τής κατα-σκευάστριας έταιρείας. Τό πώς μπορεί νά άφομοιωθή κοινωνικά ή άνάπτυ-ξη τής έπιστήμης είναι ένα θέμα πνευματικής καταστάσεως (άπορρέον άπό κοινωνικές, οικονομικές κ.λπ. συνθήκες), γιά τήν οποίαν ό καλλιτέχνης ή ό συγγραφέας έκτελοΰν μιάν παράλληλη καί αύτοδύναμη λειτουργία καί καθόλου δέν ύποχρεοΰνται νά «ύπηρετοΰν» τήν έπιστήμη, όπως θέλουν νά μάς κάνουν νά πιστέψωμε τά συγκαιρινά θεωρήματα. Οί έπιστήμονες είναι «κατασκευαστές κουλτούρας» όπως άκριβώς οί καλλιτέχνες καί οί συγγρα-φείς. Άλλά σέ πολύ μικρότερο βαθμό, άκριβώς έπειδή ή έπιστήμη σήμερα, όση ιδιοφυΐα καί άν άπαιτή ή έρευνα, είναι τελικώς ένα προτσές καθορι-σμένης διαδρομής. Τό πρόβλημα άν δέν λυθή τώρα, θά λυθή αύριο. Καί άν λυθή στήν Αμερική, μεθαύριο θά άκολουθήση στήν Ροσσία ή άντι-στρόφως. Χαρακτηριστική είναι ή περίπτωση μέ τήν τελευταία κρίση τής Μέσης Ανατολής, όπου ή έπιστημονική προσπάθεια άνέπτυξε νέες μεθό-δους παραγωγής ενεργείας, μέ άποτέλεσμα τήν μείωση τής έξάρτησης τής βιομηχανικής παραγωγής άπό τίς χώρες τοΰ OPEC καί τήν μείωση τοΰ εισοδήματος τών τελευταίων άπό 280 δίς δολλάρια πού ήταν τό 1980 σέ 97 τό 1987 (καί 100 τό 1988).

Άπό τήν δομή οργανώσεως λοιπόν πού έχει σήμερα ή έπιστήμη στό κύκλωμα παραγωγής, μπορούμε νά πούμε ότι ή κοινωνική εύθύνη τοΰ θε-τικοΰ έπιστήμονα είναι πολύ μικρότερη άπό έκείνην τοΰ καλλιτέχνη ή τοΰ διανοουμένου. Ά ρ α τό άξίωμα ότι ή έπιστήμη είναι ή άνώτερη μορφή εύθύνης τής πνευματικής δημιουργίας είναι μιά μισή άλήθεια, πού σκοπό έχει νά κρύψη μιά πολύ μεγαλύτερη κοινωνική καί πολιτική λαθροχειρία: τήν δίωξη πού υπέστησαν μεταπολεμικώς οί ίδέες καί πού ύφίστανται ό-

77

Page 73: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

λοένα. 'Εννοείται βέβαια δτι ό διανοούμενος μπορεί νά μήν ξέρη καλά τίς «εσωτερικές άναγκαιότητες» μεταξύ έπιστήμης, παραγωγής καί πολιτικής, άλλά αύτός είναι άκριβώς ό ορισμός τοΰ διανοουμένου: τοΰ άνθρώπου πού μιλεί γιά πράγματα πού «δέν ξέρει καλά» καί πού δέν ύποχρεοΰται νά τά ξέρη καλά (νά μήν τά άγνοή όμως έπιβάλλεται, άν δέν είναι μόνο «λόγιος τών έμπνεύσεων»), δηλαδή πού είναι υποχρεωμένος νά άγνοή τήν έντέλεια τών «έσωτερικών άναγκαιοτήτων», γιά νά έχη άξία καί κοινωνικήν γονι-μότητα ή σκέψη του. Οί άναγκαιότητες πού άποτελοΰν άφετηρία τοΰ δια-νοουμένου οφείλουν νά είναι διαφορετικές άπό τήν γνώση τών «έσωτερι-κών άναγκαιοτήτων» τών πραγμάτων γιά τά όποια όμιλεΐ (γιά τήν ιδιόρρυθ-μη τούτη λειτουργία τοΰ διανοουμένου, βλ. π.χ. J. Α. Schumpeter, μν.έ. σελ. 235 κ.έ.).

Ή 'Αμερική, καθώς είπαμε, ένδιαφέρθηκε πρωτίστως μεταπολεμικά γιά τήν ισχυροποίηση τοΰ καπιταλισμού ώς συστήματος, πράγμα πού ύπήρξε υψίστης ιστορικής σημασίας προσφορά, άφοΰ μέ τό πρόσχημα τοΰ «έξω-τερικοΰ κινδύνου» άπεσόβησε πολλούς έσωτερικούς κινδύνους στό σύστη-μα τών δυτικών κοινωνιών. Τούς οποίους σήμερα μπορούμε νά θεωρήσωμε οριστικά ξεπερασμένους.

Αύτά όμως έγιναν μέ μία πρωτοφανή δίωξη τών ιδεών, ή όποία, έν συν-δυασμοί μέ τίς περί λαθρεμπορίου καί ύποκόσμου έμπειρίες τών άμερικα-νικών μυστικών ύπηρεσιών, έλαβαν έπίπεδα εξευτελιστικά τής ιδιότητος τοΰ άνθρώπου καί τοΰ διανοουμένου ιδιαίτερα. Παρά τίς έμπειρίες τών δικτατοριών καί τοΰ πολέμου, πολλοί άνθρωποι στήν Εύρώπη δέν ευρέθη-καν σύμφωνοι μέ τήν κατανάλωση τής «Δημοκρατίας» ύπό μορφήν συ-σκευασμένου προϊόντος. Ή παράδοση τής Δημοκρατίας στήν Εύρώπη έχει κατ' ανάγκην ερευνητική μορφή, σάν κάτι πού πρέπει κάθε μέρα νά πραγ-ματωθή γιά νά ύπάρξη καί όχι σάν ένα εύρημα έφησυχασμοΰ. Καί τοΰτο απλούστατα, διότι ή κάθε δυνατή μορφή Δημοκρατίας στόν εύρωπαϊκό χώρο είναι στενά δεμένη μέ τήν ίδέα τοΰ σοσιαλισμοΰ. Μιά ιδέα πού ούτε έπαψε ούτε πρόκειται νά πάψη νά ίσχύη γιά τίς ευρωπαϊκές κοινωνίες, (αύτό είναι τό βαθύτερο νόημα τών θεωριών τοΰ Γκράμσι) γιά τόν άπλού-στατο λόγο, ότι είναι ή ίδέα πού αντιθέτει τόν άνθρωπο σάν κέντρο βάρους έναντι τών «προγραμμάτων παραγωγής».

Δέν είναι μέσα στά πλαίσια τούτου τοΰ βιβλίου νά άσχοληθοΰμε έκτενώς μέ τό θέμα τής μεταπολεμικής κατάστασης τών ίδεών στήν Εύρώπη. Οί πρώτες μεταπολεμικές γενηές τών διανοουμένων, πάντως, άπήτησαν μιάν εκτενέστερη συζήτηση γιά τά θέματα κουλτούρας, ξεκινώντας άπό τό γνω-στό άξίωμα τοΰ Μπρέχτ: «τότε σώζονται οί παιδείες τών λαών, όταν μ'

78

Page 74: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

αύτές σώζονται πρώτα οΐ άνθρωποι». Μέ άλλα λόγια δηλαδή, όχι οί άνθρω-ποι γιά τήν κουλτούρα — κανένα είδος «έλληνοχριστιανισμοΰ»! —, άλλά ή κουλτούρα γιά τούς άνθρώπους. Σημειωτέον ότι καί στήν 'ίδια τήν 'Α-μερική τά θέματα ετέθησαν μέ μεγαλύτερη οξύτητα άπό εύρύτατα στρώμα-τα νεολαίας καί διανοουμένων (βλ. π.χ. P. Jacobs - S. Landau: «The News Radicals», γερμ. μετ. 1969). Κορύφωμα αύτών τών διαδικασιών ύπήρξαν οί φοιτητικές έξεγέρσεις στό τέλος τής δεκαετίας τού '60, πού κύρια άφορμή έλαβαν άπό τήν επίμονη έπιδίωξη ύπαγωγής τής έρευνας τών παν/μίων στίς άνάγκες τής παραγωγής, δηλ. τήν «χειραγώγιση» τής έπιστήμης πού λέγα-με προηγουμένως (βλ. καί W. Hochkeppel(Hsg): «Die Rolle der neuen linken in der Kulturindustrie», 1972, σελ. 15 κ.έ.). Αύτά όλα βέβαια σέ μιά εποχή, τήν εποχή τοΰ ψυχρού πολέμου καί τοΰ «άντικομμουνισμοΰ», πού δέν ήθελε αντιπάλους σέ κανένα έπίπεδο. Οί διανοούμενοι συνεπώς θά έμεταβάλλο-νταν σέ είδος μονίμων υποδίκων τών μυστικών υπηρεσιών, ένα είδος μίγ-ματος καθεστωτικών «έχθρων» καί κατηγορουμένων τοΰ κοινού ποινικού δικαίου. Ποιό περίπου ήταν τό πνεΰμα πού έπανεβίωσε στίς πρώτες δεκαε-τίες γενικά τής μεταπολεμικής Ευρώπης, καταλαβαίνει κανένας άπό τοΰτο τό χαρακτηριστικό άπόσπασμα έκείνου τοϋ καιρού:

«Αυτός ό έφιάλτης είναι τόσο παληός δσο καί ή Δύση: Ό , τ ι οφείλει νά γράψη ό ποιητής καί δ,τι δχι, έπ ' αύτοϋ άποφασίζει τό συμφέρον τοϋ κρά-τους. Ή εύπείθεια καί ή ευπρέπεια πρέπει νά διατηρηθούν. Οί θεοί είναι πάντα καλοί. Γιά τούς κρατικούς άξιωματούχους καί τούς προϊσταμένους, οφείλει νά μήν είπωθή δημόσια τίποτε τό δυσμενές. Οΐ ήρωες πρέπει νά έξυμνοΰνται σέ κάθε περίπτωση. Τά εγκλήματα τών αρχόντων δέν είναι κανένα αντικείμενο γιά ποίηση, άλλά ένα θέμα γιά συμβούλια επίτροπων πίσω άπό κλειστές πόρτες. Ή νεολαία δέν πρέπει νά διαφθαρή! Καμμιά παράσταση άχαλινώτων παθών, μέ εξαίρεση μόνο εκείνων, γιά τά όποια συμφωνεί ή κρατική εξουσία. Ή ειρωνεία δέν επιτρέπεται. Έκθηλυσμός δέν πρέπει νά συμβαίνη. Οί ποιητές είναι γεννημένοι ψεύτες καί γ ι ' αύτό πρέπει νά ύπαχθοϋν στήν σπείρα τής προπαγάνδας. Οΐ υπηρεσίες λογοκρισίας δέν υποδεικνύουν μόνο τά θέματα· είναι άκόμα αρμόδιες γιά τήν μορφή τοϋ γραψίματος καί τίς επιθυμητές άποχρώσεις τοΰ κειμένου. Αύτό πού απαιτεί-ται πάση θυσία είναι ή αρμονία: «συνεπώς καλλιλογία, εύφωνία, ύψηλή ευπρέπεια καί καλομετρημένα» — μ ' ένα λόγο, πάντα τό θετικό. Οί επιβλα-βείς εξορίζονται ή άποκόβονται, τά έργα τους απαγορεύονται, λογοκρίνο-νται καί κατακρεουργοϋνται».

(Η. Μ. Enzensberger: «Einzelheiten II» (Poesie und Politik, 1962), σελ. 113).

Δέν είναι τυχαίο, ότι μέσα σέ τοΰτο τό μεταπολεμικό κλίμα — πού είναι ένα κλίμα γενικό, έκεΐνο τοΰ Μακαρθισμοΰ (ό Τσάρλυ Τσάπλιν έπέρασε

79

Page 75: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

δικαστήριο γιατί έδειχνε στά φίλμ του βιομηχανικούς έργάτες ταρίφας καί στάνες μέ πρόβατα) — εύρήκε τήν αίτία έμπνεύσεών του καί ό Ούμπέρτο Έκο μέ τό «Όνομα τοϋ Ρόδου». Ή μεταπολεμική λογοκρισία δέν είχε βέβαια άνάγκη νά στήση φωτιές καί έξορίες. Μέ τήν άποτελεσματικότητα τών μυστικών ύπηρεσιών — γιά τίς όποιες λαθρέμποροι κοκαΐνης καί δια-νοούμενοι άποτελούσαν τήν αύτήν τάξη χρησίμου περιθωρίου — εύρήκε νέο είδος «παιδαγωγικής»: τούς μετέβαλε άνελεήτως σέ παράσιτα, ώστε νά μήν μπορούν νά γράψουν. "Ετσι επί παραδείγματι πρωτογενή έργα τής μεταπολεμικής βιβλιογραφίας έγράφηκαν στά τραίνα, στό γόνατο δηλαδή όπως θά λέγαμε έλληνικά, καί οί συγγραφείς τους αισθάνονται υποχρεω-μένοι σ ' αύτά νά ζητήσουν συγγνώμη άπό τόν άναγνώστη γιά τίς άνακρί-βειες τής άπό μνήμης άναφερομένη βιβλιογραφίας (βλ. R. Schwendler: «Theorie der Subkultur», 1973, σελ. 353), ένώ σέ άλλους χώρους τής πνευ-ματικής παραγωγής, όπως π.χ. στόν κινηματογράφο, πολλοί έδιάλεξαν σάν μόνη δυνατή λύση νά ζοϋν άπό τό εισόδημα τής γυναίκας τους!!! (βλ. Κ. Eder: «Filmwirtschaft und Filmkritiker», «Kiirbiskern», 4/72, σελ. 650). Οί ώργανωμένες καί ελάχιστα πρωτότυπες αύτές μέθοδοι «χειραγωγήσεως» τής μεταπολεμικής διανόησης είχαν σάν φυσικό άποτέλεσμα τήν κατ' ούσίαν περιθωριοποίησή της, ώστε μάλιστα εξέχοντες εκπρόσωποι τής άκαδημαϊκής διανοήσεως, όπως π.χ. ό Η. Schelsky, νά ιδούν σ ' αύτή μιά καθαρώς παρασιτική κάστα (βλ. «Die Arbeit tun die anderen», 2η έκδ. 1975). Πολύ βέβαια γιά νά σταματήση κανένας νά γράφη, δέν χρειάζεται. Ά ν χάση κανείς μία ή δύο άπό τίς πρώτες δημιουργικές δεκαετίες τής ζωής του (τό γράψιμο δέν υπάγεται καθόλου στά εύκολα «έπαγγέλματα»...), είναι προφανές πώς ό,τι κι άν γράψη μετά θά είναι νεράκι άβλαβές καί ύγιεινό. Καί μέσα στίς έκμηδενιστικές συνθήκες ζωής του κάποια «ουρίτσα» πιθα-νόν θά προκύψη πού θά τόν έξισώση ένδεχομένως, άν όχι μέ τόν λαθρέ-μπορα ναρκωτικών, πράγμα πού θά ήταν τό «ιδεώδες» (!), πάντως μέ κάποια μορφή τυχοδιωκτισμού. Άκριβώς ή στιγμή αύτή είναι καί ή στιγμή μεγα-λοφροσύνης γιά τό σύστημα: άνοίγούν διά μιας οί πύλες τής άναγνώρισης όπως οί κρουνοί τών ούρανών, οί έμφανίσεις στά Talkshow διαδέχονται ή μία τήν άλλη, μιά καί ή τηλεόραση διανοητικώς είναι φαινόμενο τελείως άβλαβές (βλ. π.χ. Ν. Postman, μν. έ., σελ. 9), καί ή δόξα καλπάζει μέ τήν ίδια γρηγοράδα όπως γιά τά μισοναρκωμένα λιοντάρια τοΰ τσίρκου ή τίς ξεδοντιασμένες άρκοΰδες τών πανηγυριών. Άπό έδώ καί πέρα ό διανοού-μενος, ώς θέαμα μέσα στό κατάλληλο διαφημιστικό ντεκόρ, έχει τήν αύτήν έμπορική άξία μέ τόν ποδοσφαιριστή πού γύρω-γύρω άπό τά πόδια του διαφημίζονται τά λάστιχα «Ντούνλοπ». «Μυαλωμένος», όπως έγινε, ούδέν πρόβλημα πλέον δημιουργεί... Στήν Αμερική μάλιστα πρός τήν δόξα ά-

80

Page 76: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

νεβαι'νει κανείς μέ ασανσέρ: άπό κάποια στιγμή καί πέρα, ή ιδιότητα τοϋ «περιθωριακού» διανοουμένου είναι κάρτα προσκλήσεως σέ δεξιώσεις τής πιό ύψηλής κοινωνίας, όπως τοΰτο συνέβη κατ' έπανάληψη στά κρίσιμα χρόνια τής δεκαετίας τοϋ '60 στή Ν. 'Υόρκη. Είδικά μάλιστα γιά τούς «μαύρους πάνθηρες» οικοδεσπότης ήταν ούτε λίγο ούτε πολύ ό διεθνούς φήμης μαέστρος Λέοναρντ Μπερνστάϊν (βλ. Ε. Scheuch: «Kulturintelligenz als Machtfaktor», 1974, σελ. 41). Είναι έξ άλλου άπαραίτητο, καθώς είπαμε, μεγάλοι χώροι τής διανόησης νά ώθοϋνται πρός τό «περιθώριο», διότι αύτό είναι ή χρυσή άγελάδα γιά τήν μόδα, δηλ. τόν κυριώτερο μάνατζερ τοΰ έμπορεύματος. Τώρα, άν μέσα σ ' αύτά όλα παρουσιασθή έξαφνα κανένας άνοικονόμητος ογκόλιθος τύπου Παζολίνι, ό κόσμος στήν παντοδύναμη εποχή μας δέν χάλασε... Ό Παζολίνι ήταν στ ' άλήθεια έπικίνδυνος, γιατί άνασκάλευε στούς πιό άρχέγονους μύθους τών κοινωνιών — κι αύτά τά πράγματα όταν μποϋν στόν δρόμο κινούνται μέ τήν ταχύτητα τραίνου σέ κατήφορο πού τοϋ χαλάσαν τά φρένα. Σίγουρα ή πιό ευτυχής κατάσταση γιά τόν άνθρωπο είναι άνέκαθεν ό ύπνος...

Ή ιδεολογική Σαχάρα τής μεταπολεμικής μας Δημοκρατίας δέν άποτελεΐ πλέον κοινωνιολογικής άλλά στατιστικής φύσεως αντικείμενο μετρήσεων. Κοινωνιολογικώς θεωρείται ώς γεγονός δεδομένη. Τό μέτρο είναι ό χώρος τής λεγόμενης «ψυχαγωγικής λογοτεχνίας» (Unterhaltungsliteratur). 'Ιδού μερικά μεγέθη: Κόνσαλικ — 130 βιβλία σέ 67 έκατομ. άντίτυπα σ ' όλον τόν κόσμο. Β. Κάρτλαντ — 435 βιβλία σέ 430 έκατομ. άντίτυπα. Ε. Βλύτον — 700 βιβλία («Χάννι καί Νάννι» κ.λπ.) σέ πάνω άπό 500 έκατομ. άντίτυπα βάσει τών στατιστικών τής UNESCO (ιδιωτικοί οργανισμοί είναι βέβαια άδύνατο νά «πιάσουν» τέτοια νούμερα...). Ό Χ. Ρόμπινς σέ πάνω άπό 100 έκατομ. άντίτυπα («Οί μάνατζερ» κ.ά.), ή έφευρέτις τής «Άντζελίκ» "Αννα Γκολόν μέ πάνω άπό 65 έκατομ. άντίτυπα, ό Λ. Λαμούρ, πού στά προηγού-μενα έπαγγέματά του ήταν πρωταθλητής τοΰ μπόξερ καί ξυλοκόπος, μέ τά «Γουέστερν» βιβλία του πάνω άπό 175 έκατομ. άντίτυπα. Ό έπί τοϋ θέματος συνάδελφος του Γ. Φ. Οϋνγκερ μέ 130 έκατομμύρια, άκολουθοΰν ό φόν Ντένικεν, Β. Χάϊνριχ καί άλλοι πολλοί ών ούκ έστι τελειωμός. Πώς γρά-φονται αύτά τά βιβλία, έξήγησε σχετικά ό Κόνσαλικ σέ μιά μπροσούρα πού εκδόθηκε άπό τόν έκδοτικό οίκο Μπέρτελσμαν μέ τόν τίτλο «Ό συγ-γραφέας καί τό έργο του»: «Τό γράψιμο είναι άπλούστατο: κάθεται κανείς στήν γραφομηχανή, τυλίγει σ ' αύτή μιά κόλλα χαρτί, άνασαίνει βαθιά καί άρχίζει νά γράφη». 'Αλλά καί μέ τήν εύκολία αύτή 700 βιβλία; Ό Πλά-τωνας, πού είχε τούς δούλους νά τόν θρέφουν, μόλις καί κατάφερε κι έγρα-ψε 10 μέτρια στόν όγκο τους βιβλία... Θέμα κριτικής γιά τά βιβλία αύτά

81

Page 77: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

δέν τίθεται βέβαια, διότι έπί τοΰ προκειμένου ίσχύει ή λογική τών αριθμών: «μποροΰν νά λαθεύουν μισό δίς άναγνώστες;». Πρό τοΰ όλοκληρωτισμοΰ αύτών τών άστρονομικών αριθμών «γνώσης» είναι κανείς ύποχρεωμένος νά κύψη τήν κεφαλήν, ωστόσο τό έρώτημα παραμένει: μπορεί τάχα κανείς νά φαντασθή φύσεις ύπόλευκες καί εύπαθεΐς τύπου Καντίου νά συνερευνούν δίπλα-δίπλα στά ράφια μιάς βιβλιοθήκης μέ τόν «συνάδελφο» τους τόν Μπόξερ, προκειμένου νά γράψουν τά βιβλία τους; Μπορεί δηλαδή ή Εύ-ρώπη νά ζήση χωρίς ιδέες ή μέ ίδέες πού βελτιώνουν μόνο αύτοκίνητα; Καί δέν συζητούμε βέβαια γιά τήν ναρκωμένη Εύρώπη τής «άνάπτυξης», άλλά γιά τήν ώς χθές ξεχασμένη Εύρώπη τής άνησυχίας καί τών αιρέσεων. Καί γι ' αύτήν πού θά προκύψη, όταν ή Εύρώπη άνακαλύψη όλόκληρον τόν εαυτό της. 'Υπάρχουν φυσικά στήν Εύρώπη μουσικές σχολές καί ζωγρα-φικές παραδόσεις, άλλά ή μέν ζωγραφική άπετέλεσε διϊστορικές έμπραγ-ματώσεις άλλων πολιτισμών, όπως τοΰ Βυζαντίνου καί τοΰ 'Ισλάμ γιά χι-λιάδες χρόνια, ένώ ή μουσική άποτελεΐ μονοσήμαντες όργανικότητες άλ-λων πολιτιστικών χώρων, όπως π.χ. τής 'Αφρικής τοΰ τάμ-τάμ ή τής βαθιάς πνευματικότητας τής Άπω Ανατολής. Αύτό πού έμάθαμε νά βλέπωμε ώς τώρα στήν Εύρώπη ήταν ή δημιουργία τών Ιδεών. "Ετσι μάς ύπέδειξε άλ-λωστε καί ό Π. Βαλερύ...

Πρέπει βέβαια νά ποΰμε, ότι μεταξύ τών «μπέστ σέλλερς» ύπάρχουν μερικά θεμελιωμένα στήν ερευνά τους, πού προσφέρουν πολύ περισσότερη ούσία άπό τά άντίστοιχα τών «ειδικών» τών σεμιναρίων. Γενικά τά βιβλία τσέπης έκατακρίθηκαν κατ' άρχήν, στίς σειρές όμως αύτές είδαν τό φώς άνατυπώσεις καί έργα πολύτιμα, πού ή κατοχή τους σέ παληότερους και-ρούς ήταν προνόμιο ώρισμένων. Οί εξαιρέσεις όμως δέν άλλοιώνουν σέ τίποτε τό νόημα τοΰ κανόνος καί τών μεγάλων άριθμών, τό όποιον είναι: κατά τί άραγε μποροΰν νά διαφέρουν οί «πλειοψηφίες» σέ άλλους χώρους άπό τίς μεταπολεμικές πλειοψηφίες στούς χώρους τής «άνάγνωσης»; Πού είναι ή Δημοκρατία;...

'Υπήρξαν λοιπόν πολλοί οί τρόποι γιά νά παραλύση μεταπολεμικά ό ρόλος τοΰ συγγραφέα καί τής διανόησης. Άπό τίς πέντε στήλες τής έξω-τερικής πολιτικής μιάς χώρας (Διπλωματία, Οικονομία, Στρατός, 'Ιδεο-λογία καί Παράνομη Δραστηριότητα (Untergrundtatigkeit) — βλ. H.-U. Wehler, μν.έ., σελ. 24), μέσα στήν έτοιμη ιδεολογία τοΰ «άντικομμουνι-σμοΰ», είναι φανερό ότι ή διπλωματία καί ή ιδεολογία (περιοχές επικαλυ-πτόμενες), υπήρξαν πλεονάζουσες καί μποροΰσαν κάλλιστα νά άντικατα-σταθοΰν άπ' τήν παρανομία. Πολλές φορές άλλωστε άμερικανοί διπλωμά-τες ήσαν μέχρι τήν τελευταία στιγμή άκατατόπιστοι γιά τά διαλαμβανόμε-να στίς χώρες πού ύπηρετοϋσαν. "Ετσι ώς διανόηση έμειναν τά «σεμινά-

82

Page 78: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ρια», oi «δεξαμενές έγκεφάλων» καί δ,τι μπορούσε νά χρηματοδοτηθή επί-σημα καί νά έλεγχθή. Διανόηση συνεπώς πού δέν ήταν διανόηση άλλά μιά «διεπιστημονική» πολυλογία, ή όποία σκοπό άπλώς είχε νά δικαιολογήση θεωρητικά έκ τών ύστέρων ό,τι κατά τύχη έμάθαινε άπ' τίς εφημερίδες πώς έλαβε χώρα... Σήμερα τά πράγματα τής διανόησης έλαβαν σαφείς διαγρα-φές, όπως εύκολα μπορεί νά καταλάβη κανείς άπό ένα χρήσιμο πρόσφατο βιβλίο τοΰ γάλλου συγγραφέα Γκύ Σορμάν: «Les Vrais Penseurs». Δέν ύπάρ-χουν πλέον μεγάλοι συγγραφείς τύπου Σάρτρ καί Χάϊντεγγερ, διότι δέν χρειάζονται. Άντί γι ' αύτούς ένας ενιαίος διάλογος έπί παγκοσμίου έπι-πέδου μεταξύ συγγραφέων μικροΰ βεληνεκούς, άγνώστων στούς πολλούς, οί όποιοι μποροΰν μέ κατάλληλα άρθρα σέ έφημερίδες καί μέ μικρές μπρο-σούρες νά δημιουργούν χρήσιμα πολιτικά προβλήματα τής βραχυπροθε-σμίας. "Οχι συγγραφείς πού δημιουργοΰν ιστορία, όχι Κάντιοι καί Καρτέ-σιοι μέ άκτϊνα δράσης τόν αίώνα, άλλά έπιτυχημένοι καί επιτήδειοι έκλα-ϊκευτές, πού μέ τήν πρωτοτυπία τους μποροΰν νά δημιουργοΰν εύκολα κα-ταστάσεις, άν πρόκειται μ' αύτές νά τροποποιηθή π.χ. τό 0,5% τών έκλο-γικών ποσοστών μιάς χώρας. Ό συγγραφέας ώς χάμπουργκερ!...

Σέ όλα αύτά όμως — πού τά άναφέρομε άπλώς ώς διαπιστώσεις καί όχι ώς κρίσεις —, θά ήταν λάθος άν έβλεπε κανείς μόνο άρνητικές καταστάσεις. Γιατί κρύβουν ένα βαθύτατο θετικό νόημα τών πραγμάτων: άκόμη καί στό έπίπεδο τών «άληθινών στοχαστών» τής σήμερον — πού θά ηΰχετο κανείς νά είναι έκεΐνο τών Σάρτρ τών διαφόρων χωρών —, είναι πρώτη φορά ποΰ ή δυτική διανόηση έπιδιώκει συνειδητά τόν ίσοεπίπεδο διάλογο μέ τήν διανόηση άλλων πολιτιστικών κόσμων γιά μιά έπίκοινη ιστορική λειτουρ-γία. Καί τοΰτο — πρέπει νά τονισθή άλλη μιά φορά — οφείλεται στό μεγάλο ιστορικό έργο τής 'Αμερικής νά ένιαιοποιήση μεταπολεμικά τόν καπιταλισμό στά μεγάλα βιομηχανικά κέντρα (άρα νά τόν βγάλη άπό τήν «εθνική» φαγούρα τής προϊστορίας του) καί νά τόν θεμελίωση ώς παγκό-σμιο σύστημα παραγωγής. Τό έργο βέβαια έκόστισε άκριβά σέ άλλους τομείς (αύτούς πού συζητοΰμε), άποτελεΐ όμως τήν πιό εύοίωνη ιστορική προοπτική τών καιρών μας, διότι σημαίνει ότι ό καπιταλισμός θά ύπάρξη άνοικτός σέ τροποποιήσεις καί βελτιώσεις. Καί ένας «καπιταλισμός μέ άνθρώπινο πρόσωπο», ένας σοσιαλιστικοποιημένος καπιταλισμός πού θά ένσωματώση τίς πρώτες ύλες διά μιάς νέας κατανομής έργασίας έπί παγκο-σμίου επιπέδου (πράγμα πού σημαίνει πώς κανένα κράτος δέν θά είναι άρμοδιώτερο νά έπιβάλλη στό άλλο, ποιό κοινωνικό σύστημα θά διαλέξη γιά ν ' άνταποκριθή στίς ύποχρεώσεις του μέσα σέ μιά παγκόσμια κατανο-μή έργασίας), θά είναι ίσως τό μοναδικό σύστημα πού θά έπικρατήση

83

Page 79: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

παγκοσμίως. Ό ορισμός τοΰ μέλλοντος θά είναι: «σοσιαλισμός ίσον ή κοινωνική τελειοποίηση τοΰ καπιταλισμού». Στό σημείο αύτό ή σύγκλιση τών «συστημάτων» θά ύπαρξη άναγκαστική. Δέν είναι οί δίκη ν σιδηρού κανόνος «κρίσεις» τής καπιταλιστικής παραγωγής πού ώδήγησαν σέ πολλά άδιέξοδα στό παρελθόν είναι ή έπαρχιακή νοοτροπία πού δέν μπόρεσε νά διακρίνη ότι ό τεχνολογικός τρόπος παραγωγής είναι στήν σημασία του πανανθρώπινος καί όχι ίδιον ώρισμένων μόνον κοινωνιών. Καί γ ι ' αύτό οί «άληθινοί στοχαστές» τής σήμερον είναι μιά σπουδαίας σημασίας ιστορι-κή κατάσταση: διότι δείχνουν ότι οί έποχές τής κλειστής κοινωνικής ο-πτικής, όπου ό κάθε διανοούμενος έσκέπτετο μόνο μέ τά δεδομένα τής κοινωνίας του έπειδή κατ' ούσίαν άγνοοΰσε όλες τίς άλλες, έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Ή άνάπτυξη τών άνεπτυγμένων έχει έγγίσει πρό πολλού τά όριά της (βλ. π.χ. D. Meadows κ.ά.: «Die Grenzen des Wachstums», Ham-burg 1973), ή δέ έννοια «άνάπτυξη» στό μέλλον θά περιλαμβάνη άναγκα-στικά καί όσους μέχρι τώρα άπέκλειε. Αύτοί έχουν νά προσφέρουν τό νέο γιά μιά παραπέρα άνάπτυξη. Άλλά μέσα στήν κατάσταση αύτή οφείλει κανένας νά εύελπιστη, ότι τό μέτρο χρήσης τής διανόησης δέν θά είναι ή άμεση χρησιμότητα έν ονόματι «άνωτέρων σκοπών», δηλαδή ή κατ' ού-σίαν διώξή της όπως έσυνέβηκε ώς τώρα καί στά δύο στρατόπεδα τοΰ κόσμου μας. Καί οί άνάγκες μεταρρυθμίσεων σέ ώρισμένους τομείς είναι πολύ μεγαλύτερες καί πολύ πιό άμεσες στόν δυτικό κόσμο άπ' ό,τι στόν άνατολικό. Έπρεπε νά συμβοΰν οί γρήγορες άλλαγές στόν άνατολικό κό-σμο, γιά νά καταλάβωμε σέ ποιά έπίπεδα ιδεολογικής νηπιότητας έζησε ή άνθρωπότητα έπί μισόν αιώνα μετά τόν πόλεμο. Τί έγινε μέ τά νέα συνθή-ματα τών χωρών τοΰ άνατολικοΰ κόσμου, καί τί θά γίνη άν αύριο τό πρωί όλόκληρη ή Αφρική λ.χ. γίνη «σοσιαλιστική»; Είναι μιά ώραία κατάστα-ση νά πληροφορήται κανείς τήν «έθνική επανάσταση» κάποιου λαοΰ άπό τήν τηλεόραση καί μετά νά γυρίζη άπό τό άλλο πλευρό νά κοιμάται ήσυ-χος... Είναι άλλωστε καί ό μόνος τρόπος χειραφέτησης τών «έθνικών» συνειδήσεων τών εισέτι ιστορικά άνωρίμων καί ή μόνη δυνατότητα νά καταλάβουν, ότι είτε μέσω τοΰ «σοσιαλισμού», είτε μέσω τοΰ «καπιταλι-σμού», είτε κάποιος άλλος «δρόμος» (ποιός;) στό κοινό ιστορικό ρεΰμα καταλήγει πού διανύει ή άνθρωπότητα. Και τοΰτο είναι, ότι αύτό πού προέ-χει σήμερα είναι νά βρουν τόν τρόπο όλοι οί λαοί νά δουλέψουν, προσφέ-ροντας σέ μιά μικρή άνθρωπότητα, όπως βρισκόμαστε στόν πλανήτη, καί όχι τό τί «σύστημα» θά έχουν. Σιγά-σιγά θά τό χωνέψουν.

Αύτά βέβαια όλα ύπό τήν προϋπόθεση, ότι ή συνεργασία τών μεγάλων — άναγκαστική όπως προείπαμε άπό τήν τακτική τοΰ ψυχροΰ πολέμου — δέν

84

Page 80: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

θά μεταβληθη σέ άδιαφορία γιά τά προβλήματα τών άλλων λαών καί της άνθρωπότητας καί δέν θά όδηγήση σέ νέα συνειδησιακά περιεχόμενα τών μή ανεπτυγμένων καί σέ μεγαλύτερα άπό τά μέχρι τώρα ιστορικά άδιεξοδα. Ή ύλική δύναμη καί οί όποιες «άποφάσεις», όπως πολύ καλά ξέρομε άπό τήν περίπτωση τής άποικιοκρατίας, δέν έπαρκοϋν γιά νά άντισταθμίσουν τήν άντίδραση τών κοινωνικών συνειδητοποιήσεων, όταν αύτές ύπάρξουν.

Ή έποχή πού διανύομε θά σημειωθή σάν άπό τίς δημιουργέστερες τής ιστορίας, γιατί στό βαθύ νόημά της δέν είναι παρά ή προσπάθεια άρσης τοΰ σχίσματος τών δύο τμημάτων τοΰ έλληνοχριστιανικοΰ κόσμου άνωθεν τής Μεσογείου, πού έσημειώθηκε έδώ καί 1200 χρόνια έπί πατριάρχου Φωτίου (βλ. σχετικώς καί τό βιβλίο μας « Ή άνατολική Μεσόγειος ώς ευρωπαϊκή ιστορία», τόμ. Α ' , 1984). Αύτό σημαίνει, σέ ιστορική διάλεκτο, «τέλος τοΰ ψυχροϋ πολέμου». Σημαίνει δηλαδή τό άνοιγμα μιας νέας ιστο-ρικής έποχής, μιάς έποχής άσυλλήπτων δυνατοτήτων καί ριζικής μεταβο-λής τών ιστορικών παραστάσεων τοΰ άνθρώπου. Κατ' ούσίαν τό τέλος τής ιστορίας όπως τήν ξέρομε.

Άλλά βέβαια στίς μεγάλες τοΰτες στιγμές της ιστορίας τής άνθρωπότητας είναι άνάγκη καί ή «Δύση» νά έγκαταλείψη τήν θέση «έπιτηρητοΰ» γιά τά συμβαίνοντα καί νά άρθρώση τόν θετικό της λόγο πρός τήν άνθρωπότητα. Τελικώς τά προβλήματα τοΰ άνατολικοΰ κόσμου δέν είναι περισσότερα άπό αύτά πού ξέρομε. Θέλομε τώρα νά μάθωμε, άν υπάρχουν καί προβλή-ματα στόν δυτικό κόσμο. Καί ποιά. Μεγάλη άνάγκη άπό «περεστρόϊκα» έχομε σίγουρα. 'Ιδού λοιπόν πού οί άνατολικές χώρες άπετίναξαν τόν «ο-λοκληρωτισμό» καί διεκδικοΰν νά έπιλέξουν τό δικό τους είδος Δημοκρα-τίας, πού βέβαια δέν θά είναι μιά «δημοκρατία ύποδείξεων» άφοΰ δέν δια-θέτομε τόν «χρυσοΰν κανόνα», άπό ποιό σημείο «πλουραλισμοΰ» καί πέρα ή δημοκρατία μεσουρανεί. Μπορεί κάλλιστα καί ή Δημοκρατία νά έχη ποιότητες, όπως όλα τά είδη. Μιά μορφή δημοκρατίας άλλωστε πού θάπρε-πε νά έπικρατήση γιά όλον τόν κόσμο δέν είναι δημοκρατία άλλά ολοκλη-ρωτισμός. Οί άνατολικές χώρες διεκδικοΰν νά ορίσουν τό δικό τους είδος δημοκρατίας — καί είναι τοΰτο μιά απαίτηση νόμιμη. Είναι λοιπόν ώρα νά ίδοΰμε κατά πόσον μπορεί καί ή «Δύση» νά φανή συνεπής πρός τίς ιδεολογικές της διακηρύξεις τόσων δεκαετιών. 'Εκδημοκρατισμός, όποιος κι άν είναι αύτός, σημαίνει πρώτα άπ' όλα διέξοδο πρός τήν άγορά πρώτων ύλών, στήν οποίαν έπικρατεί ή πληρωμή μέ «σκληρό νόμισμα». Ή πρέπει λοιπόν ή Δύση νά τούς δώση τά λεφτά (τίς «ντεβίζες»), ή νά βρή τό θάρρος τοΰ λόγου νά τούς πή ότι τό πρόβλημά τους δέν μπορεί νά λυθή στά «έθνικά» πλαίσια άλλά στά πλαίσια ένός συνόλου εύρωπαϊκοϋ προβλήμα-

85

Page 81: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τος. Δίπλα άπό τόν Πολωνό υπάρχει καί ό Γιουγκοσλάβος καί δίπλα άπό τόν Λιθουανό (ό όποιος άκόμα δέν ξέρει άν είναι Ρώσσος ή Πολωνός — ωστόσο διεκδικεί τήν «έθνική» του άνεξαρτησία προκειμένου νά καταπιέζη τούς Πολωνούς...) ύπάρχει ό 'Αλβανός. Νοείται άραγε μιά κατάσταση ε-νιαίας Εύρώπης, τής όποιας ένα τμήμα άνω τών 170 έκατομ. θά συνέχιση έπ' άπειρον νά άποτελή λευκή κόλλα στήν συνείδηση τών άλλων λαών; Δυστυχώς, είτε τό θέλομε είτε όχι, ή έννοια τής εύρωπαϊκής ολοκλήρωσης περνάει άναγκαστικά άπό τούς χώρους τής Μεσογείου. Τελικώς ό μεταπο-λεμικός χωρισμός τής Εύρώπης — πού δέν ίσχύει μόνο στήν περιοχή τής βόρειας Εύρώπης άλλά καί έκείνη τών Βαλκανίων — θά άποβή ένα μεγάλο εύτύχημα γιά τό μέλλον τής Εύρώπης. Γιατί θά τήν όδηγήση στήν συνεί-δηση τής όλότητος της. Ή Εύρώπη τών δύο τελευταίων αιώνων δέν ύπήρξε καμμιά ενιαία έννοια στήν ιστορία καί στήν έξωευρωπαϊκή συνείδηση, άλλά μόνο ή Εύρώπη τών τριών βιομηχανικά άνεπτυγμένων χωρών 'Αγ-γλίας, Γαλλίας, Γερμανίας. Πρόκειται δηλαδή περί μιάς ιστορικής καθό-δου τής έννοιας τής Εύρώπης, πού έπεκυρώθηκε καί κατά πράξιν μετά τόν πόλεμο. Τίποτε τό συγκλονιστικό νέο δέν ύπάρχει σ ' αύτή τήν περίοδο τής εύρωπαϊκής ιστορίας, έν συγκρίσει πρός τό παρελθόν. "Ολη ή ιστορία τής Εύρώπης κατά τόν τελευταϊον ένάμισυ αιώνα περιλαμβάνεται άκριβώς στήν μικρή μπροσούρα τοΰ Λένιν «Ό ιμπεριαλισμός, τό τελευταίο στάδιο τοΰ καπιταλισμού». Αύτή είναι όλη κι όλη ή εύρωπαϊκή ιστορία σ ' αύτό τό διάστημα. Μέ άποκορύφωμα βέβαια τούς δύο παγκοσμίους πολέμους, πού ξεκίνησαν άπ' τά Βαλκάνια. Ή τεχνολογία έφυγε πολύ ενωρίς άπό τήν εύρωπαϊκή ήπειρο πρός τούς δύο σημερινούς μεγάλους. Κανένα πνευματι-κό γεγονός καθολικής σημασίας δέν ύπάρχει κατά τήν περίοδο αύτή, έν συγκρίσει π.χ. μέ τήν Μεταρρύθμιση ή τήν 'Αναγέννηση — τότε δηλαδή πού ή Εύρώπη δέν ήταν τρία κράτη άλλά κάτι περισσότερο. Αύτό τό «λίγο» πού λείπει (άπ' τήν ιστορία καί τήν κοινή συνείδηση) καί πού μαζί μέ τίς όχι άκόμα πλήρως άνεπτυγμένες χώρες 'Ισπανία καί Πορτογαλία άντιπρο-σωπεύει περίπου 330 έκατομ. ευρωπαίων, δηλαδή κάτι περισσότερο άπ' τό διπλάσιο τής 'Αγγλίας, Γαλλίας καί δυτ. Γερμανίας μαζί, είναι άκριβώς αύτό πού χρειάζεται γιά νά όλοκληρωθή νοηματικά καί ιστορικά ή λέξη «Εύρώπη». Χωρίς αύτό ή έννοια «Εύρώπη» θά είναι άπλώς... ΕΟΚ — δη-λαδή κάτι τό όχι καί τόσο ιδιαίτερης σημασίας, άφοΰ μία καί μόνη χώρα όπως ή 'Ιαπωνία μπορεί άνετα νά τό συναγωνισθή. Αύριο θά ύπάρξη ή Κίνα κ.ο.κ...

Τό είδος τής «πλουραλιστικής» μας Δημοκρατίας θά ήταν όντως ένα ύπο-κατάστατο τοΰ Παραδείσου έπί τής Γής, άν δέν συνέβαινε νά έχωμε ένα

86

Page 82: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

πολύ παράξενο φαινόμενο: τήν συχνότητα τών καρδιακών προσβολών με-ταξύ τών πολιτικών τών δυτικών χωρών. "Οχι βέβαια όλων... Έχομε έδώ μιά πρακτική έπιβεβαίωση τής λαϊκής έμπειρίας τής άνθρωπότητος, πού τοποθετεί τό πνεύμα τού άνθρώπου στόν έγκέφαλο καί τήν ψυχή του στήν καρδιά. Ή Δημοκρατία μας είναι καρδιολογικής ύφής! Ή ψυχή τών άν-θρώπων στήν εποχή μας τής προηγμένης κοινωνικής χειραφετήσεως ήγ-γισε τά όρια τής άντοχής της...

Νά πούμε πώς τοΰτο ήταν τό άκριβώτατο τίμημα, προκειμένου οί άνθρω-ποι νά ζήσουν μέ άλλοιώτικες έγνοιες στήν χιλιετία πού έρχεται, ότι δέν θά γράφωνται πιά βιβλία σάν τό «The Real War» τοΰ πρώην προέδρου τών Ηνωμένων Πολιτειών Ρίτσαρντ Νίξον καί ούτε θά υπάρχουν άνθρωποι πού νά σκέπτονται έτσι, είναι ένα πράγμα πού δικαιούται νά έλπίζη κανείς. Μόνο διαβάζοντας κανείς τό βιβλίο αύτό (πού έκδόθηκε τό 1980 καί ήταν ήδη ξεπερασμένο άπ' τήν πραγματικότητα κατά τόν χρόνο γραφής του), μπορεί νά καταλάβη τό άπελπι πολιτικό έργο πού είχαν νά έκτελέσουν μεταπολεμικά οί άμερικανικές μυστικές υπηρεσίες καί πού άναφέραμε προηγουμένως. Καί ό κ. Νίξον έχαρακτηρίσθηκε σάν ένας άπ1 τούς «στρα-τηγικότερους» προέδρους τών ΗΠΑ! «Στρατηγική» χωρίς καμμιά πολιτική φιλοσοφία — άρα έπιτρέπουσα άπεριορίστως τήν ύποτίμηση τής νοημο-σύνης τοΰ άναγνώστη μέ τό πλήθος τών ήθελημένων άνακριβειών — καί πού όταν έτέθηκε διά τών όπλων στήν πράξη έσήμανε τήν μεγαλύτερη άποτυχία τής άμερικανικής έξωτερικής πολιτικής...

Είναι πρώτη φορά στόν καιρό μας πού βλέπομε τήν άμερικανική πολι-τική χωρίς νά τήν άκοΰμε. Μέχρι τώρα τήν άκούγαμε χωρίς νά τήν βλέ-πομε. Ά ν τύχαινε καί καμμιά φορά νά φανή στά τρέχοντα θέματα, θά ήταν ύπό τήν μορφή τής κατακραυγής ή τής άποτυχίας. Μιά πολιτική πού έτή-ρησε αύτό πού κατ1 αρχήν διεκήρυξε, νά διατηρήση μιά οικονομική τάξη πραγμάτων μεταξύ τριών-τεσσάρων άνεπτυγμένων κρατών (καί αύτό όπως είπαμε ήταν ιστορικά θετικό, πολύ όμως άπέχει άπό τοΰ νά σημαίνη κα-τοχύρωση τής «δημοκρατίας στόν έλεύθερο κόσμο»· ούτε ή 'Ελλάδα, ούτε ή Τουρκία, ούτε ό Λίβανος, ούτε τό Έλ Σαλβατόρ, ούτε ή Κολομβία καί ή Χιλή έχουν δημοκρατία καί έλευθερία), μεταβάλλοντας σέ λανθάνον χάος όλον τόν ύπόλοιπον πλανήτη. Μιά πολιτική πού έξήντλησε τά όριά της καί πού άναγκαστικά πρέπει νά στραφή πρός τήν ιστορία — στόν βαθμό πού δέν διατίθεται νά μεταβάλη τόν κόσμο σέ ολοκαύτωμα — καί μετά πρός τά «προγράμματα» τών μάνατζερ. Τά προβλήματα τής ιστορίας έχουν τοΰτο τό χαρακτηριστικό: ότι είναι άπλούστερα διότι έχουν προτε-ραιότητες, δηλαδή ύποβάλλουν συγκεκριμένη αιτιοκρατική τάξη (τά «προ-γράμματα» άντίθετα δέν έχουν κάτι τέτοιο, διότι είναι όλα «έπείγοντα»).

87

Page 83: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Καί ή άρχή της τάξεως αύτης είναι οί ύπάρχουσες έκκρεμότητες μέσα στήν ίδια πρώτα τήν ευρωπαϊκή περιοχή — δηλαδή έκείνη τής Μεσογείου καί κατ' έπέκταση τής Μέσης 'Ανατολής. Τό πρόβλημα είναι ιστορικώς ταυ-τόσημο. Πολιτική γιά τήν τελευταία αύτή περιοχή δέν μπορούμε βέβαια έπ' ούδενί νά θεωρήσωμε τήν άέναη ύποθήκευση τής ύπαρξης ένός μικρού κράτους σάν τό 'Ισραήλ...

88

Page 84: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Β '

Ακριβώς τόσα καί όχι λιγώτερα μας έχρειάζονταν γιά νά άναλύσωμε τό ιστορικόν μέγεθος τοΰ κ. Παπανδρέου. Λοιπόν:

Στήν 'Ελλάδα Καραμανλή είχαμε, νέον Καραμανλή άνεύρομεν Τσουδερό είχαμε, Τσουδερό άκοϋμε, Πάγκαλο είχαμε, Πάγκαλο έχομε, Τσαλδάρη είχαμε, Τσαλδάρη εχομε. Παπανδρέους είχαμε, εχομε καί θά εχωμε άπό πρώτη γραμμή, Ράλληδες είχαμε, Ράλληδες εχομε, Βενιζέλους είχαμε, Βε-νιζέλους εχομε. Κανελλόπουλους είχαμε, εχομε καί θά εχωμε (τό όνομα είναι πολύ διαδεδομένο...), Μερκούρηδες είχαμε, Μερκούρηδες αποκτήσα-με. Μας έλειψαν ίσως μερικά ονόματα μή συνήθη, όπως τό Πλαστήρας, όχι όμως καί «εθνικής » σημασίας ονόματα όπως τό «Αβέρωφ» — άφ' ότου ό νεομακαρίτης κ. Ευάγγελος Άποστολάρας έτσι βρήκε νά αίωνίση τό όνομά του —, διότι όλοι οι κάτοικοι τοϋ Μετσόβου ονομάζονται έκτοτε «Αβέρωφ». Καί γεννάται τό έρώτημα: ύπάρχει άραγε χώρα στόν κόσμο πού νά παρουσιάζη τέτοιο είδος πολιτικής... νομενκλατούρας; Καί ύπάρχει κρά-τος στόν κόσμο, όπου, όταν ό άρχηγός τής οικογενείας γιά κάποιον λόγο θεωρή σκόπιμο νά μήν βάλη ύποψηφιότητα σ ' ένα μέρος, αφήνει τήν έδρα στόν γυιό του, τήν νύφη του ή τήν πεθερά του (πού βγαίνουν βέβαια!), κατά τόν ίδιο τρόπο πού τό αφεντικό τοϋ μαγαζιού άφήνει τόν παραγυιό-άνηψιό του στόν πάγκο όταν πάη διακοπές; Τί είδος «Δημοκρατίας», «πλουραλι-σμού» καί «ελευθέρων εκλογών» είναι αύτό πού έ'χομε στήν Ελλάδα, όταν οί βουλευτές διαπραγματεύωνται έκ τών προτέρων τήν προσχώρηση τους σ' ένα κόμμα ύπό τόν όρο «νά βγοΰν»; Πώς γίνεται νά ξέρουν άπό πρίν ότι είναι δυνατόν νά «βγοΰν» ή νά «μήν βγοΰν»;

Δίπλα λοιπόν άπό τά υπάρχοντα είδη Δημοκρατίας, όπως τής «μπανά-νας» π.χ., πρέπει εντός της ευρωπαϊκής περιοχής νά προσθέσαμε καί τήν «Δημοκρατία τοΰ Ζορμπά». Πρόκειται γιά τό είδος Δημοκρατίας, όπου ή

89

Page 85: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

«Δημοκρατία» είναι έκ των προτέρων δεδομένη — κάτι δηλαδή σάν τόν λαγό τοϋ καπέλλου, δπου ψηφίζεις 'Αριστερά καί βγαίνει Δεξιά, ψηφίζεις Δεξιά καί βγαίνει Κέντρο, ψηφίζεις Κέντρο καί βγαίνει Χούντα!... Καί πίσω άπ ' δλα αύτά τά ϊδια πάντα ονόματα! Πώς τάχα μπορεί νά έξηγηθή αύτό τό είδος «πλουραλισμοϋ», πού θά έπρεπε ϊσως νά μιμηθούν καί δσες ανατολικές χώρες ψάχνουν νά βρουν έ'να δικό τους είδος Δημοκρατίας; Βεβαίως οι «αιτιολογίες» ύπάρχουν: οΐ «Έλληνες» είναι υπανάπτυκτοι, κα-θυστερημένοι κ,λπ., κ.λπ. Μά τό πρόβλημα είναι: ύπάρχουν τάχα Έλληνες ή μόνο «Ελλάδα»; "Αν ύπάρχη μόνο «Ελλάδα», ήγουν κατοικίσιμος γεω-γραφικός χώρος, τότε στην περίπτωση της Ελλάδος έχομε τό κλασσικώ-τερο παράδειγμα περί τοϋ νοήματος των «εκλογών» ως μέσου πολιτικής κυριαρχίας: μή ύπάρχοντος λαοΰ, ή έκλογική πλειοψηφία ήταν ταυτόσημη τής «εθνικής ένότητος». Ένώ δηλαδή στήν κοινοβουλευτική ιστορία ή δημιουργία εθνικής ένότητος είναι αύτή πού συνεπήχθη τό κοινοβούλιο (βλ. π.χ. Κ. Kluxen: «Geschichte und Problematik des Parlamentarismus», 1983, σελ. 183), στήν Ελλάδα αντίθετα ήταν ή πλειοψηφία στίς εκλογές πού συνεπήγετο τήν «ένότητα τοϋ έθνους»! "Ανευ μικρας ιστορικής ανα-δρομής καθίσταται ακατανόητο δλο τό ανά τούς αιώνας έκλογικό πανηγύρι στήν 'Ελλάδα:

Ή Ελλάδα ως κράτος ύπήρξε έξ αρχής ό Λίβανος τών Βαλκανίων. Έ ν α κράτος δηλαδή ιστορικής σκοτοδίνης, χωρίς κανέναν φορέα εθνικής υπάρ-ξεως (τά ιστορικά αίτια τά έξετάσαμε άλλοΰ: βλ. τό βιβλίο μας «Έπί τής Δομής τοϋ νεοελ. Κράτους», β ' έκδ. 1990). Μιά άπλή ματιά στά κατά και-ρούς ελληνικά Συντάγματα είναι ικανή, γιά νά δείξη τήν έλλειψη θεμελίων έξ αρχής αύτοΰ τοϋ Κράτους. Τό πρώτο Σύνταγμα τής Επιδαύρου, τό πρώτο πραγμα πού ορίζει (§ α ' ) σάν φορέα τοϋ Κράτους είναι ή θρησκεία. 'Αναγκαστικά δηλαδή μιά καί αύτοί πού έπανεστάτησαν κατά τών Τούρ-κων έπρεπε νά έχουν κάτι πού νά τούς ξεχωρίζη. 'Αλλά τότε θρησκείες υπήρχαν πολλές καί αμέσως ή ϊδια παράγραφος, γιά νά άποφύγη τόν έμ-φύλιο πόλεμο πού ήταν ήδη μιά πραγματικότης, ορίζει στήν δεύτερη φρά-ση, δτι «ή Διοίκησις ανέχεται καί πασαν αλλην θρησκείαν». Τό νέο κράτος έπρεπε νά τό λένε βέβαια «Ελλάδα», δεν ύπήρχε δμως κανένα χαρακτη-ριστικό τών «Ελλήνων», άφοϋ ή σύνθεση τοϋ πληθυσμού ήταν 'Αρβανίτες, Τούρκοι, "Ελληνες, Βλάχοι, Σλάβοι, Πομάκοι, Γύφτοι κ.λπ. 'Αμέσως λοι-πόν τό ιδιο Σύνταγμα στήν § β ' δίνει καί τόν ορισμό τοϋ «Έλληνος»: «δσοι αυτόχθονες πιστεύουσιν είς Χριστόν». Ποιός δμως είδε ποτέ τήν πίστη καί ποιός τήν μέτρησε; Ή τ α ν αύτό κριτήριο εθνικής ύπάρξεως, υστέρα άπό τεσσάρων αιώνων συμβίωση μέ μιά συγγενή θρησκεία, τήν οποίαν είχε άποδεχθή τό μεγαλύτερο μέρος τοϋ πληθυσμού τής δυτικής Ελλάδος; Καί

90

Page 86: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

σέ ποιόν Χριστό, τόν ορθόδοξο ή τόν καθολικό; "Αρα λοιπόν δεν ύπηρχε θέμελο στηρίξεως αύτού του κράτους καί αποφυγής τοΰ έμφυλίου πολέμου (ό όποιος έκράτησε τότε δέκα ολόκληρα χρόνια καί έσταμάτησε μέ πρω-τοβουλίες των ευρωπαϊκών δυνάμεων). Μεγάλη σημασία εχει τό «αυτόχθο-νες» της παραπάνω παραγράφου, πού φανερώνει επίγνωση της «λιβανοει-δοϋς» μορφής της 'Ελλάδος σέ δσους συνέταξαν τό Σύνταγμα. Όντως στό «Σύνταγμα τοϋ "Αστρους», πού είναι ταυτόχρονο μέ τό άλλο, ορίζεται στήν § ιβ ' : « Έ Διοίκησις πολιτογραφεί αλλοεθνείς ύπό τόν δρον νά άποκτή-σωσιν εντός πενταετούς διαστήματος άκίνητα κτήματα εν τη Έπικρατεία». Δηλαδή, στήν συνείδηση αυτών πού απέκτησαν τήν «Επικράτεια», αύτή ήταν ενας χώρος γιά ξεπούλημα καί άρχισαν νά καλούν γιά «επενδύσεις», δπως θά λέγαμε στήν σημερινή διάλεκτο, δηλαδή γιά λεφτά. Τό «αλλοε-θνείς» δέν σημαίνει βέβαια τούς εκτός της Επικρατείας «αλύτρωτους» πει-ναλέους, αλλά πάντα τούς «εις Χριστόν πιστεύοντας» πού μπορούσαν νά έχουν λεφτά, ανεξαρτήτως εθνικότητος. Κατά τόν τρόπον αύτόν καί ενας συγγενής τοϋ Σουλτάνου πού ήταν πρόθυμος νά δηλώση «εις Χριστόν πιστεύων», μπορούσε νά ερθη στήν «Επικράτεια» καί νά έπενδύση.

Φυσικά οί πρώτοι μεταξύ τών αλλοεθνών πού θά έβλεπαν τήν επιχείρηση μέ ενδιαφέρον, πλήν βεβαίως τών άνά τήν όθωμανικήν αύτοκρατορίαν καί έκτός αυτής ελληνοφώνων «εις Χριστόν πιστευόντων», θά ήσαν καί οί "Αγγλοι, καί αύτοί «εις Χριστόν πιστεύοντες», οί όποιοι, άφοΰ ήσαν οί πλουσιώτεροι καί έμπορικώτεροι, κατά άπολύτως νόμιμον καί φυσικόν τρόπο θά άπέβαιναν καί οί σπουδαιότεροι κεφαλαιούχοι της «βιομηχα-νίας». Συνταγματικώς δέν υπήρχε κώλυμα γιά κανέναν. 'Αλλά βέβαια, αυ-τός πού επενδύει τά λεφτά του, είναι φυσικό νά εχη καί τήν μέριμνα νά μήν τά χάση. Είναι δηλαδή φυσικό νά άπαιτή νά υπάρχουν κάποιοι νόμοι πού νά τοϋ κατοχυρώνουν τά κεφάλαια, ή, επειδή τότε ό ελληνικός Λίβανος ήταν αμπέλι ξέφραγο (αύτό άλλωστε τό άνεγνώριζαν καί τά ίδια τά Συντάγ-ματα τότε διά τοϋ δρου «Χέρσος Ελλάς»), νά συμμετέχη στήν διοίκηση, γιά νά μπορή νά έλέγχη τόν κόπο καί τήν περιουσία του. "Αν βεβαίως προϋπάρχουν οί νόμοι, ό καθένας πού θά έπενδύση σκέφτεται τά ύπέρ καί τά κατά καί αναλόγως ενεργεί. "Οταν δμως ένα πράγμα βγαίνη στό σφυρί, καί μάλιστα επισήμως διά «Συντάγματος» ώς χέρσος τόπος, άλλος τρόπος δέν ύπάρχει έκτός άπό τόν έλεγχο της διοίκησης. Αύτό έδημιούργησε τότε ένα πρόβλημα. Οί μέν έλληνόφωνες επενδυτές τοΰ εξωτερικού (οί «ετερό-χθονες») ανέλαβαν καί τά διοικητικά πόστα (άλλωστε αύτοί ήσαν καί οί μορφωμένοι τοϋ καιροϋ), οί «αυτόχθονες» δμως ήθελαν μέν τά λεφτά τών άλλων, αλλά νά τά διοικούν αύτοί. Ούδέν βέβαια τό λογικώς άντιφατικόν σέ μιά επιχείρηση Λιβάνου σάν αύτή της τότε 'Ελλάδος, μόνο πού τά

91

Page 87: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

πράγματα δέν θά μπορούσαν νά συμβαδίσουν μέ τις προθέσεις. Έδημιουρ-γήθηκε λοιπόν έκτοτε ένας διοικητικός καί κοινωνικώς εμφύλιος πόλεμος πού διαρκεί ακόμη ώς τά σήμερα, περί τοΰ ποιός θά πρωτοφάη τί, άκολου-θώντας τό σχήμα μιας μαθηματικής καμπύλης μέ «μάξιμα» καί «μίνιμα». "Ενα άπό τά σπουδαιότερτα «μάξιμα» αύτοΰ τοΰ διαρκούς πολέμου ήταν ή σχετική συζήτηση στήν «Βουλή» κατά τίς αρχές Γενάρη τοΰ 1844, δπου, άφοΰ άπερρίφθη ή αίτηση τοΰ νομοΰ Λακωνίας γιά φορολογική ασυδοσία (διότι κατά τό «αΐτιολογικόν» αύτή είχε κατοχυρωθη δ ι ' εΐδικοϋ διατάγμα-τος μεταξύ Λακώνων καί Σουλτάνου...), έσυζητήθη έν συνεχεία τό θέμα τοϋ... κορβανά. 'Υπέρ της έκδιώξεως δλων τών μορφωμένων καί ικανών άπό τίς δημόσιες θέσεις ύπηρξαν, μέ εισήγηση τοΰ Ρήγα Παλαμήδη καί τοΰ Μακρυγιάννη, οί Πλαπούτας, Δεληγιάννης, Γρίβας, Κορφιωτάκης κ.α. Κατά τοΰ μέτρου αύτοΰ διετέθη ή πλειοψηφία της τότε Βουλής καί οί «άριστεΐς» αύτής, Πετσάλης, Περαιβός, Σϊμος, Ζωγράφος, Βελέντζας, Ά -ξελός, Ρέντης, άκολουθούμενοι άπό τό «βαρύ πυροβολικόν της Συνελεύ-σεως», τούς άντιπροέδρους Κωλεττη καί Μαυροκορδάτο καί τόν ίδιον τόν πρωθυπουργό Μεταξά.

Ό Παλαμήδης μεταξύ άλλων υπεστήριξε «πεισμόνως» στόν λόγο του τό εξής (δπως θά ΐδή ό άναγνώστης πρόκειται γιά αύτό τοΰτο τό «ψητό», νά βάλουν δηλ. στό χέρι τίς ξένες έπενδύσεις):

«Έμεϊς δέν στερούμε τούς έτερόχθονας παρά τήν ένέργειαν της έξουσίας... "Ας έπιχειρήσωσι ιδιωτικά εργα, άς καλλιεργήσωσι γαίας, δς μετέλθωσι έμπόριον καί βιομηχανίας, εϊς τά Ύπουργήματα δμως δέν τούς δεχόμεθα... "Ας τραβηχθοϋν δι' όλίγα χρόνια νά κανονίσωμεν ήμεϊς μόνοι τήν ύπηρε-σίαν μας. Πρόκειται ΝΑ ΡΙΨΩΜΕΝ ΒΑΛΣΑΜΟΝ εις τάς πληγάς μας καί όχι τρεμεντΐνα».

Καί ό Μακρυγιάννης μέ τήν σειρά του, όπλοφορών καί συγγραφεύς — δηλαδή έχων τήν άφαιρετικήν δύναμη τοΰ λόγου καί έξησκημένος μέ τήν άκρίβειαν τών στόχων —, συνοψίζει τό δλον κατηγορηματικότατα:

«"Αν είναι νά μείνωμε ΗΜΕΙΣ νηστικοί, δς πάη στό διάβολο ή έλευθερία. Έφαγαν αύτοί, δς φάμε καί ΕΜΕΙΣ τώρα».

(Βλ. Κων. Μ. Γράψα, Διευθυντοΰ της έλλ. Βουλής: «'Ελληνική πολιτική εγκυκλοπαίδεια», τεΰχ. Α ' ( Ή πρώτη έθνική Συνέλευσις 1843-1844), 'Αθή-ναι 1947, σελ. 21).

Νά λοιπόν δτι στήν Ελλάδα δέν χρειαζόμαστε «έξεταστικές επιτροπές» γιά

92

Page 88: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τίποτε. Τά πάντα είναι άρχήθεν δεδομένα... Οί «πληγές» τοϋ Παλαμήδη δέν είχαν κλείσει είκοσι τρία χρόνια μετά τήν επανάσταση, καί δπως φαίνεται στήν Ελλάδα δέν κλείνουν ποτέ άνάλογες «πληγές»... Καί γιά τόν «ηρωα» Μακρυγιάννη, «άς πάη στό διάβολο ή έλευθερία» — δηλ. καί ή 'Ακρόπολη καί τά άρχαΐα καί τά πάντα, αν πρόκειται νά μήν φάγωμεν ήμεϊς... Νά τό τόσο μίσος γιά τούς «φραγκολεβαντίνους», μέ τίς ρεντικόττες, πού μας «έμόλυναν τόν πολιτισμό» της πανδαισίας... 'Αλλά καί άν ύποθέσωμε πώς έτρωγαν, τί μπορούσαν νά φάνε σέ δέκα χρόνια άπό τήν άφιξη τοΰ Όθωνα καί σ ' ένα κράτος ρημαγμένο άπό τόν εμφύλιο, χωρίς φράγκο στά ταμεία, χωρίς δάνεια καί... «άμερικανικές βάσεις» (τό άγγλικό είχε μισοναυαγήσει καθ' όδόν...), χωρίς μόρφωση καί παραγωγή, χωρίς τίποτε; Ό Όθωνας ήθελε κράτος καί τό κράτος χρειάζεται έναν ώρισμένο βαθμό γραφειοκρα-τίας. "Ωφειλαν οί Βαυαροί νά δημιουργήσουν «κίνητρα», προκειμένου νά έρθη κόσμος γιά νά φκιάξουν διοικητικά αύτό τό κράτος, νά «φάνε» δμως μόνο έν μέτρω θά τά κατάφερναν οί «έτερόχθονες», διότι οί Βαυαροί έδει-ξαν πώς έννοοΰσαν δντως νά φκιάσουν κράτος. Καί άν συνεπώς άκόμη «έτρωγαν», τά δικά τους έτρωγαν, ή έν πάση περιπτώσει κάτι πού δέν τό στερούσαν άπό άλλους. Ά λ λ ά ό Μακρυγιάννης έμυριζόνταν τόν άέρα: έβλεπε τίς «ένέσεις» τών Βαυαρών, διέκρινε τό «έπενδυτικό ένδιαφέρον», έστω καί μικρό τών φιλελλήνων, άκουγε γιά τίς προθέσεις τών «έθνικών εύεργετών». Αύτά δλα τοΰ ήταν βάσανο άνυπόφορο! Δέν «έτρωγαν», «θά έτρωγαν» ίσως — κι αύτή ή ιδέα τοΰ Μακρυγιάννη τοΰ κοψοχόλιαζε τά σωθικά σάν τόν φόβο μικροΰ παιδιοϋ... «Δι' ολίγα χρόνια» μόνο, λέει ό Παλαμήδης. Αύτό καί μόνον δείχνει καλά τήν ίδέα περί Κράτους τών τότε «αυτοχθόνων»...

Έ ν τώ μεταξύ, στήν ίδια Συνέλευση κατά τήν συνεδρία της 20/1/44 άπεδείχθη, δτι δλοι αύτοί οί... βαλσαμοζήτες ήσαν φοροφυγάδες όλκής, δέν είχαν πληρώσει ποτέ φόρο στό Δημόσιο καί κατά πρόταση τοΰ πλη-ρεξουσίου Έρμουπόλεως Περίδη άπαιτήθηκε νά μήν καταλαμβάνουν δη-μόσιες θέσεις. Έ ξ αύτοΰ τοΰ λόγου μάλιστα τότε έξεδόθησαν καί οί «νόμοι τοΰ Σόλωνος» στήν Σΰρο — μήπως καί «διδαχθούν» οί τότε λυμεώνες τοΰ δημ. προϋπολογισμοΰ δηλαδή άπ ' τούς «αρχαίους προγόνους»!!! (Τό βι-βλίο αύτό εξεδόθη τώ 1844 στήν 'Ερμούπολη άπό τόν Ν. Παπαδούκα, ό όποιος τέσσερα χρόνια αργότερα θά προβή καί σχολιασμό τοΰ Συντάγμα-τος τοΰ 1844. Τό βιβλίο αύτό έπανεξεδόθη προσφάτως. Πρέπει νά σημειω-θή, δτι ή Σΰρος, ή όποία έτήρησε ούδέτερη στάση στήν 'Επανάσταση τοΰ '21, άνεμιγνύετο έν συνεχεία στίς καταστάσεις τοϋ τότε κράτους μέ τήν συνείδηση αύτονόμου περιοχής, πράγμα πού έξηγεϊ καί τήν εξόχως κριτι-κή της στάση — τής περιπτώσεως τοΰ Ροΐδη συμπεριλαμβανομένης). Φυ-

93

Page 89: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

σικά ή πρόταση κατεψηφίσθη... "Αλλοθι τών «αυτοχθόνων» ήταν, ότι πολ-λοί πολεμιστές τοϋ '21 περιέπεσαν έν συνεχεία σέ φτώχεια. Ό βαθύτερος λόγος δμως δέν είναι δτι τούς έγκατέλειψε τό Κράτος, παρ' δλον πού ήταν φυσικό σέ μιά κατεστραμμένη χώρα άπό μακροχρόνιους έμφυλίους πολέ-μους νά υπάρχουν πολλοί φτωχοί. Ή σαδιστική εγκατάλειψη τοϋ έπικρα-τήσαντος κράτους σέ μερικούς αγωνιστές οφείλεται κατά κύριον λόγο στήν έκβαρβάρωση τών τότε ήθών λόγφ τής θρησκευτικής εγκαταλείψεως τών κατοίκων τοϋ έλλαδικοϋ χώρου ανά τούς προηγούμενους αιώνες. Άπεδεί-ξαμε τά αϊτια τών εμφυλίων πολέμων (βλ. προμνημονευθέν βιβλίο μας). Οί έπικρατήσαντες Χριστιανοί, καθότι καί μειονότης, έφέρθηκαν μέ άπέρα-ντον σκληρότητα ώς κράτος πρός τούς πρώην μωαμεθανούς συναγωνιστές των στόν αγώνα, πού ήταν καί ή πλειονότης. Χαρακτηριστική είναι ή περίπτωση τής γυναικός τοϋ Ό . 'Ανδρούτσου (Ελένης, γνωστής ώς «Ό-δυσσέαινας», τό γένος Καρέλη), ή οποία άνετράφη στήν αυλή τοϋ Ά λ ή Πασα καί παντρεύτηκε τόν 'Οδυσσέα έκεϊ. "Ολη της τήν ζωή έκανε δίκες γιά τούς άρπαγέντες θησαυρούς τοΰ άνδρα της (βλέπομε: κι εδώ πάλι «θη-σαυροί»...), τούς οποίους φυσικά ουδέποτε πήρε, δταν δέ έχασε καί τόν γυιό της σέ ήλικία δώδεκα ετών στό Μόναχο, δπου τόν είχαν πάρει γιά δωρεάν σπουδές, άφέθηκε στήν έγκατάλειψη καί πέθανε φτωχή καί λησμονημένη. Ό 'Οδυσσέας δμως ήταν μωαμεθανός "Ελληνας. Ή μάνα του ήταν μπέησ-σα, όπως άναφέρεται καί στόν άνδριάντα του στήν πλατεία τής Πρεβέζης... Ή «προδοσία» του ύπήρχε μόνο στήν φαντασία τών έχθρων του καί ή φρίκη τοΰ θανάτου του στόν θρησκευτικό βαρβαρισμό τους... Τό ίδιο συ-νέβηκε καί γιά πολλούς άλλους αγωνιστές, δταν επεκράτησε τό χριστια-νικό κράτος. Ό χ ι ό "Οθωνας καί ή βασιλεία ή ή Διοίκηση μέ τούς «ετε-ρόχθονες»· ό «χριστιανισμός» έτιμώρησε πολλούς άγωνιστές τοΰ '21...

Αύτές δμως οί λεπτομέρειες στά χέρια τοΰ Μακρυγιάννη ήσαν μαντηλάκια στά χέρια θαυματοποιοΰ... Μαζί μέ τόν Παλαμήδη, καίτοι μειοψηφία στήν Συνέλευση, τά κατάφεραν. "Οντως: άπεκλείσθησαν άπό τίς δημόσιες θέσεις δλοι οί ικανοί καί μορφωμένοι, είδικά οί πτυχιούχοι ανωτάτων σχολών δι ' ιδιαιτέρας συνεδρίας τής 19/1/44, καί οί οπωσδήποτε έχοντες σχέση μέ Γράμματα καί Τέχνες. 'Από εδώ καί πέρα ό δρομοδείκτης τής Ελλάδος θά ήταν σαφής: οί πολλοί θά έπιχειροΰσαν τά «ιδιωτικά έργα» καί κάποιοι στά «Ύπουργήματα» θά «έκανόνιζαν» τά... βάλσαμα... Γιατί θά έπρεπε οί ξένοι νά ένδιαφερθοΰν περί τοΰ αντιθέτου, δταν οί ιθαγενείς μέ δλα τά παράσημά τους ήθελαν τήν Ελλάδα σώνει καί καλά Λίβανο; Κι ώστόσο ό Όθων πολύ ένδιαφέρθηκε...

Ό Μακρυγιάννης, πού θά μας άπασχολήση καί σέ άλλες θέσεις, ήταν,

94

Page 90: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

σημειωτέον, ένας άπό τούς πλουσιώτερους ανθρώπους τοΰ καιρού του καί καθόλου νήστης, διότι κατείχε ένα άπό τά σπουδαιότερα λαθρεμπόρια σχε-τικά μέ τόν ελληνικό χώρο, μέ ιδιαίτερα υψηλές «ταρίφες» τήν έποχή έκείνη τοΰ «φιλελληνισμού». Καί τά κατάφερε ώς μειοψηφία, διότι κατείχε τό παρακράτος. 'Ακριβώς λίγους μήνες πρίν (7/βριο τοϋ '43) ζήτησε τό «Σύνταγμα» άπό τόν Όθωνα (καί βλέπομε ποιά ήταν ή έννοια αύτοϋ τοΰ «Συντάγματος»: τό πρώτο πράγμα πού έπακολουθεΐ μετά είναι τό... βάλσα-μο!), γιά νά τό πετύχη δέ άνοιξε τίς φυλακές καί ελευθέρωσε όλους τούς άπατεώνες καί εγκληματίες τοΰ κοινοΰ ποινικού δικαίου — μέ τό πρόσχημα δτι ήσαν «αντιστασιακοί» κατά τής «βαυαροκρατίας» —, τών όποιων έχρί-σθη «στρατηγός». Τά άμέσως μετά τό «Σύνταγμα» τοΰ «στρατηγού» χρόνια είναι όντως τά πιό άπαλυντικά τής άποζητούσης τό βάλσαμο πληγής: λη-στοκρατία άπό άκρου εις άκρην, χάος, άπαγωγές ξένων, άμείλικτη δίωξη τοΰ πνεύματος (ό Καΐρης πεθαίνει στό μπουντρούμι), βασιλεία τοΰ Παπου-λακισμοΰ καί άνοιχτές πλέον συνωμοσίες τοΰ «στρατηγού» μέ τόν Πολωνό στρατηγό Μίλβιτς. Ό Μακρυγιάννης τά ήθελε δλα... Ή άβυσσαλέα αύτή κατάσταση στίς προθέσεις τοΰ Μακρυγιάννη τόν ωθεί σέ τακτικές τής «ψυχολογίας τών μαζών», δπως αύτή ήταν τότε διαθέσιμη μέσω τών μονα-στηριών καί τών καλογήρων: μέ τήν έπακολουθήσασα έξαψη τοΰ λαϊκι-σμού διά τοΰ παπουλακισμοΰ καί τοΰ Φλαμιάτου, τίς επιδιώξεις του ό Μακρυγιάννης τίς μεταβάλλει σέ «Όράματα», δηλαδή τίς ύποστασιοποιεΐ κοινωνικά μέσα στά έσχατολογικά περιεχόμενα τής λαϊκής ψυχολογίας τών μεγάλων μαζών. Ούτε «οπτασίες» ούτε «παραληρήματα» ύπάρχουν σ ' αύτά, άλλά πολύ έκλογικευμένες καταστάσεις διά τής ύποβολής τής ψυχο-λογίας τής «λαϊκής βάσης». «Όράματα» πού τά «βλέπει» γιά νά τά πή, νά τά διαλαλήση, καί δχι νά τά κρατήση θεολογικώς «μυστικά». Μέσα σ ' αύτά βλέπει τόν έαυτό του βασιληα (!) καί μιλάει συνεχώς γιά «καπετάλι παστρικόν» καί «μονέδα», πού τά βλέπει στό εργολαβικό χτίσιμο εκκλη-σιών (ό Όθωνας τότε έκλεινε διαρκώς μοναστήρια)... Κάθε φορά ποΰ θά «ίδή» τόν Όθωνα, «πνίεται είς τά κλάματα», διότι δέν μπορεί νά τόν φα-ντασθή νά λέη τίποτε άλλο στούς άλλους έλληνες συνεργάτες του στά ανάκτορα (τούς οποίους ό Μακρυγιάννης φθονεί θανασίμως καί τούς άπο-καλεϊ «ξιπόλητους», «νηστικούς» καί «γυμνούς») άπό τό «Φάγε, χόρτασε δώρα τοΰ ένοΰς άφεντός». Ό Μακρυγιάννης είναι ή σπουδαιότερη κοινω-νιολογική περίπτωση τοΰ νεοελληνικοΰ κράτους: μας δείχνει δτι ή μόνη νοητή έννοια τοΰ «έθνους» είναι έκείνη τής παντί τρόπω έξαργυρωσίμου έργολαβίας...

"Ενα πράγμα πού θά μάς χρειασθή πολύ στήν κατανόηση τών επομένων,

95

Page 91: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

άλλά καί στήν τροπή πού πήρε έκτοτε ή πολιτική ζωή τοΰ τόπου, είναι τό εξής: "Οτι ό "Οθων ύπεχρεώθη νά παραχωρήση Σύνταγμα σέ ένα κράτος πού ούτε κάν ύπήρχε στά μάτια του σάν τέτοιο. Παρέλαβε ένα κράτος διαλύσεως, έκβαρβαρωμένο άπό τούς έμφυλίους, καί τοΰ όποιου οί κάτοι-κοι έστεροϋντο καί τής παραμικρής ύποψίας «έθνικής ένότητος». Δέν είναι τυχαίο ότι καί οί δύο άνθρωποι τότε πού θέλησαν νά ύπάρξη ελληνικό κράτος, ό Καποδίστριας καί ό Ό θ ω ν , άκόμη μέχρι σήμερα μέσα στίς λαϊκιστικές αντιμετωπίσεις της ιστορίας μας κρίνονται ώς «άπολυταρχι-κοί». "Οτι τά πράγματα δέν ήσαν ώριμα γιά Σύνταγμα τότε, τό άποδεικνύει ή έξέλιξη τών πραγμάτων πού επέβαλε έκτοτε αύτό τό «Σύνταγμα». Ό "Οθων ύπεχρεοΰτο νά παραχωρήση Σύνταγμα σέ μιά κατάσταση πλήρους άπουσίας «εθνικής συνειδήσεως» καί μέ έπίγνωση τοϋ τί αύτό έσήμαινε γιά τίς προθέσεις τοΰ Παλαμήδη καί τοΰ Μακρυγιάννη. Καί άποφασίζει νά ίδρύση τήν «έθνική συνείδηση» διά διατάγματος! "Οντως, τό άρθρο 60 τοϋ Συντάγματος του ορίζει ρητώς καί σαφώς:

«Οί βουλευταί άντιπροσωπεΰουσι τό έθνος καί ΟΥΧΙ ΜΟΝΟΝ τήν έπαρ-χίαν ύπό τής οποίας έκλέγονται».

Διότι οί βουλευτές δέν είχαν συνείδηση ότι άντιπροσωπεύουν κάποιο κρα-τικό όλον, άλλά, μέσα στίς παραδόσεις τοΰ κλεφταρματωλισμοΰ, μόνο τήν έπαρχία πού τούς έξέλεγε. Ή Βουλή δηλαδή ήταν ένα μόνιμο πεδίο εμφυ-λίου πολέμου, ή δέ «κοινοβουλευτική άντίληψη» τών βουλευτών ήταν ά-πλώς έκείνη τοΰ βιλαετίου καί τοΰ λημεριοΰ. Καί άν βέβαια οί βουλευτές δέν είχαν καμμιά έθνική συνείδηση, καθένας μπορεί νά φαντασθη τί γινό-ταν μέ τόν κόσμο πού τούς «ψήφιζε». Τό άρθρο αύτό ούδέποτε έκτοτε έξαλείφθη άπό τά έλληνικά Συντάγματα, μέχρι καί τοΰ σημερινοΰ (άρθρ. 51, § 2), διότι ούδέποτε υπήρξαν ενδείξεις, ότι ήρθησαν οί λόγοι πού τό υπαγόρευσαν. Ή έννοια «Κράτος», μέσα στήν άντίληψη τών διαχειριζομέ-νων τίς ύποθέσεις του, είχε πάντοτε τήν έννοια τοΰ «βαλσάμου» τοϋ Πα-λαμήδη. Έννοοϋμε δηλαδή έως καί σήμερον...

Τώρα βέβαια θά μποροΰσε σήμερα νά άναρωτηθη κανείς — μιά καί ή διάταξη παραμένει —, εάν οί βουλευτές άντιπροσωπεύουν τό «έθνος», τότε τί άντιπροσωπεύουν οί ποιητές, οΐ διανοούμενοι, οί συγγραφείς καί οί καλλιτέχνες. Τέτοιο ερώτημα όμως στήν Ελλάδα ούτε έτέθηκε, ουτε πρό-κειται νά τεθή. Ά φ ο ϋ τό «έθνος» είναι τελοσπάντων κάτι πού έχει νά κάμη μέ τό κράτος, σύμφωνα μέ τό διάταγμα, ένώ σύμφωνα μέ τίς συνταγές «ανακούφισης» τοϋ Παλαμήδη καί τοΰ Μακρυγιάννη ή διανόηση έπρεπε νά πάψη νά έχη οποιαδήποτε σχέση μέ τό κράτος, άπλούστατα τό ερώτημα

96

Page 92: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

δέν μπορούσε νά τεθή. Έτσ ι λοιπόν προέκυψε ή εξής πολιτική άλχημεία έν Ελλάδι: τό ζητούμενον, δηλ. τό «έθνος», έθεωρήθη δεδομένον, όπως στά Μαθηματικά. Άφοϋ υπήρχε ό βασιληάς, υπήρχε καί τό διάταγμα, τό διά-ταγμα μετωνόμαζε τούς κλεφταρματωλούς σέ βουλευτές, οί βουλευτές τά πρωτοπαλλήκαρα σέ κομματάρχες, οί κομματάρχες τόν φτωχόκοσμο σέ «λαό» καί τό μόνο πού ύπελείπετο μέσα σέ όλ ' αύτά ήταν ή «πλειοψηφία». Εύθύς καί έξησφαλίζετο ή πλειοψηφία, άμέσως ύπήρχε ή κυβέρνηση, ο-πότε υπήρχαν όντως οί βουλευτές, οί ύπουργοί, ό βασιληας καί συνεπώς τό «έθνος»! Ά ρ α λοιπόν πάν ό,τι μπορούσε νά έξασφαλίση τήν «πλειοψη-φία», ήταν εθνικώς άναγκαΐο. Έ ξ ού καί άκρως αυτονόητη ή ιστορία τής καλπονοθείας καί τών πραξικοπημάτων έν Ελλάδι - τό πάση θυσία πρόβλη-μα ήταν ή εξασφάλιση τής πλειοψηφίας, άνευ τής οποίας έκινδύνευε τό «έθνος» — δηλαδή τό κράτος, άξιώματα λεφτά μισθοί, έργολαβίες, μέ μιά λέξη τό... «βάλσαμο»... Νά λοιπόν γιατί μέχρι σήμερα γίνεται τόσος κοπε-τός γιά τήν «πλειοψηφία». Πρόκειται περί τοΰ «έθνους», δηλ. περί τοΰ «ανωτάτου άγαθοΰ»... Καί νά γιατί άρχίσαμε στίς μέρες μας μέ τήν λέξη «κάθαρση» καί καταλήξαμε μονίμως στήν πρακτική άριθμητική τοΰ «σύν ένα», «πλήν δύο» κ.λπ. Ό κ. Φλωράκης, όπως θά ϊδή ό αναγνώστης, πιστώς τηρών τήν συνταγή περί «βαλσάμου» τοΰ Μακρυγιάννη, εύρήκε έναν νά «καθαρίση» — καί νά έκκαθαρίση: τόν συγγραφέα τούτων τών γραμμών! Θά ίδοΰμε πώς.

"Αν λοιπόν τό πρόβλημα μπορούσε νά λυθή διά τών «πλειοψηφιών», ανε-ξαρτήτως πώς, ούδείς άπό τούς επενδυτές καί κυρίως οί Άγγλο ι μπορούσαν νά έχουν άντίρρηση ώς πρός τό οίκόπεδον «Ελλάς». ( Ά π ό τοΰ 1864 «πλειοψηφία» καί «δημοκρατία» ταυτίζεται πλέον μονίμως). Πλήν τών Ά γ -γλων ήσαν βέβαια καί άλλοι εύρωπαϊοι έπενδυτές, όπως Γάλλοι π.χ., άλλά πολλοί δέν εύρισκαν τήν επένδυση ιδιαιτέρως ένδιαφέρουσα. Ενός «εμπο-ρεύματος», τοΰ οποίου οί μετοχές ήσαν ιδιαίτερα άνεβασμένες τότε, τό άποκλειστικό μονοπώλιο κρατοΰσε ζηλότυπα ό Μακρυγιάννης...

Διά τής «εις άτοπον έπαγωγής» λοιπόν καί μέ τήν ύπόθεση ότι τό «έθνος» είναι τό μονίμως ζητούμενον, ή Ελλάδα έγινε ένα άπό τά πρώτα «κοινο-βουλευτικά» κράτη τοΰ κόσμου. Τό πάν ήταν ή «πλειοψηφία»! Ή Ελλάδα μετά τήν Γαλλία άποτελεϊ τήν άρχαιότερη ευρωπαϊκή περιοχή (λέμε «πε-ριοχή» διότι ή Ελλάδα τότε δέν ήταν κανένα άποτελεσμένο κράτος) μέ γενικό δικαίωμα ψήφου. Γιά τούς άνδρες καθιερώθηκε αύτό τώ 1877 (Γαλ-λία 1848, Αγγλία 1918, Δανία 1915, Σουηδία 1921 — βλ. D. No'hlen: «Wahl-recht und Parteiensystem», 1986, σελ. 31). Καί ένφ τό δικαίωμα ψήφου τών γυναικών στίς άλλες χώρες — μέ έξαίρεση καί πάλι τήν Γαλλία — άκο-

97

Page 93: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

λουθεϊ κανονικά μερικά χρόνια μετά τό γενικό δικαίωμα ψήφου τών άν-δρών, στήν Ελλάδα εισάγεται μόλις τώ 1952. Είναι ακριβώς τότε ποϋ ή γλάστρα μέ τό «βάλσαμο» χρειάζεται ίσχυρές δόσεις ποτίσματος καί «πλειοψηφιών», καί άν ήταν δυνατόν έπρεπε νά ψηφίζουν, όχι μόνο οί γυναίκες (πού μέχρι σήμερα πολλές ύπογράφουν μέ σταυρό άκόμη), άλλά τά νήπια καί οί πεθαμένοι καί ίσως καί τά κατοικίδια ζώα. Είναι δηλ. ή εποχή μετά τόν έμφύλιο, όπου οί ταγματασφαλϊτες έμπαιναν στό σπίτι καί ζητούσαν τό έκλογικό βιβλιάριο- καί άν άβλεπαν ότι δέν είχες ψηφίσει, σέ έκτελοϋσαν έπί τόπου. Τό βασικό ήταν νά πήγαινε κανείς νά ψηφίση, διότι τό τί θά έβγαινε άπό τίς έκλογές ήταν έκ τών προτέρων γνωστό: τό άεί ζητούμενον «έθνος»!... Δέν ξέρουν άραγε σήμερα οί βουλευτές, όταν δια-πραγματεύωνται έκ τών προτέρων τήν εκλογή τους, προκειμένου νά προ-σχωρήσουν σ ' ένα κόμμα;...

"Αν όντως στήν Ελλάδα διεξήγοντο έκλογές όχι μέσφ χωροφυλάκων καί «δικαστικών άντιπροσώπων», άλλά μέσφ ούδετέρων άντιπροσωπειών ή τοΰ ΟΗΕ λ.χ., τότε θά διεπιστώναμε ότι παρά τά συνταγματικά ντεκρέτα τοϋ βασιλέως Όθωνος καί οσαδήποτε «Συντάγματα», ή Ελλάδα ούδέποτε θά μπορούσε νά άποκτήση κυβερνητική πλειοψηφία. Ή σημερινή λοιπόν κατάσταση είναι ένα γεγονός, κοινωνικής καί πολιτικής πραγματικότητος γιά τόν ελληνικό χώρο, μιάν άλήθεια ύπέρ τοϋ λαοϋ δηλαδή, ή όποία, έάν ή Ελλάδα διατηρούσε διϊστορικά καί άλλην έννοια πλήν εκείνης τοΰ οικοπέδου (θά τό έξετάσωμε είδικώτερα αύτό πιό κάτω μέ τήν έννοια «αύ-θαίρετα»), θά είχε προκύψει πολύ πρίν- πρός όφελος όχι μόνον τοΰ ελλη-νισμού, άλλά καί όλων τών άλλων.

"Οτι λοιπόν προέκυψε τώρα, είναι τό πρώτο σκαλί στό μέγα ιστορικό μέγεθος τοΰ κ. Παπανδρέου. "Εστω καί άν προέκυψε όχι οϊκεία βουλήσει. Διότι, άφοΰ ό κ. Παπανδρέου έδειξε ότι δέν κατεβαίνει εύκολα άπό τήν έξουσία, πρέπει νά συμπεράνωμε ότι πολλά άπό τά διαληφθέντα κατά τήν τελευταίαν οκταετία — καί έσυνέβησαν άκριβώς τόσα πολλά, ώστε νά είναι άπολύτως αναγκαία ή έξεύρεση νέων λύσεων γιά τό οΐκόπεδον «Ελλάς» —, έσυνέβησαν ώς μή συνειδητές επιδιώξεις τοΰ ίδίου. Ό επτανήσιος εθνικός ποιητής τών ίταλών Ούγος Φώσκολος διευκρινίζει γιά τόν ήρωα κάποιου έργου του: «ό κ. τάδε είναι ζωντανός, έμεϊς όμως τό φανταζόμαστε έδώ πεθαμένον γιατί μας ενδιαφέρει ή ψυχή του». "Οχι λοιπόν μέ τά πράγ-ματα, άλλά καί μέ τήν ψυχή τών άνθρώπων ώς πρός τά πράγματα είναι κάτι πού θά μας άπασχολήση έδώ. Γιατί, άμα παραβιάζεται ή ψυχή τοΰ ανθρώ-που γιά πράγματα έπί τών όποιων δέν έχει ό ϊδιος πεισθή λογικά, όταν βιάζεται δηλ. ψυχοθυμικά, δέν είναι ποτέ καλό γιά τήν ύγεία τοϋ άνθρώπου. Καί αύτό ισχύει τόσο γιά τόν κ. Παπανδρέου, όσο καί γιά τήν κ. Μερκούρη

98

Page 94: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

πού εϊναι ή γνησιωτέρα Έλληνίς... Ό χ ι γιατί τό έγραψε, άλλά γιατί είναι... "Οτι λοιπόν πολλά πράγματα συνέβησαν «άθελήτως», ότι τά έδημιούργη-σαν οί συνεργάτες καί τό κόμμα — τό όποιον όντως τήν φορά αύτή ήταν ό «λαός» — είναι ακριβώς ή κολοσσιαίας σημασίας προσφορά τοΰ κ. Παπανδρέου στήν νεοελληνική ιστορία καί τήν ιστορία γενικώτερα. Διότι άκριβώς έδείχθη, ότι ό «λαός» αύτός δέν έχει ξεφύγει ούτε χιλιοστόν άπό τίς ιατροφαρμακευτικές άντιλήψεις τοΰ Παλαμήδη καί τοΰ Μακρυγιάννη. Καί έπειδή σήμερα τά κράτη δέν μπορούν νά ζήσουν πλέον διά «βαλσά-μων», γ ι ' αύτό άκριβώς δέν είναι καί κανένας γιά τίποτε ένοχος. Τά «άτοΰ» τών πατριδοκάπηλων έχουν πλέον καταρρεύσει. Τό κόμμα τοΰ κ. Παπαν-δρέου ύπήρξε τό κόμμα τών «αύτοχθόνων» τοΰ 20ου αιώνος — καί εύγνω-μονοΰμεν τόν κ. Παπανδρέου πού τό έδημιούργησεν...

Στήν Ελλάδα λοιπόν διά τών κυβερνητικών «πλειοψηφιών», έχομε μιά συνεχή κοινωνική παραμόρφωση — καί άρα καταστρατήγηση πάσης έν-νοιας «άνθρωπίνων δικαιωμάτων» — έπί ένάμισυ σχεδόν αιώνα. Ά λ λ ά ή παράγραφος 2 τοΰ άρθρου 51, τής όποιας ή ήλικία είναι όπως είπαμε άκρι-βώς 146 ετών, δέν θά μπορούσε νά ίσχύση έπί τόσον διάστημα ώς συνεχής καλπονοθεία, έάν δέν περιεβάλλετο καί άλλες καταλληλότατες πρός τούτο «διατάξεις» στό «Σύνταγμα». Καίτοι έδώ δέν μπορούμε νά άσχοληθοΰμε αναλυτικώς μέ τό σύνολον τοϋ «Συντάγματος» γιατί δέν γράφομε κανένα βιβλίο συνταγματικής ιστορίας, μέ τίς λίγες «διατάξεις» πού θά μας χρεια-σθούν θά άποδειχθή πλήρως ότι τό έλληνικόν Σύνταγμα είναι μόνο συντα-γή «ιατροφαρμακευτικής περιθάλψεως» κατά τήν έννοια τοΰ Παλαμήδη καί τυπικώτατο δείγμα κρατικής καταργήσεως πάσης έννοιας «άνθρωπίνων δι-καιωμάτων». Αύτό τό όποιον μάς άπασχολεΐ έδώ δέν είναι ότι βάσει αύτοΰ τοΰ «Συντάγματος» έπιζητεϊ μέ τόση έπιμονή ό κ. Μητσοτάκης τήν «πλειο-ψηφία»· είναι ότι ό κ. Παπανδρέου θέλησε νά μάς είσαγάγη τόν «σοσια-λισμό». Τό σκανδαλώδες συνεπώς δέν είναι τό «Σύνταγμα», άλλά οί διεκ-δικήσεις βάσει τοΰ «Συντάγματος». Καί όχι φυσικά μόνον αύτές τών πολι-τικών, άλλά κυριώτατα αύτές τών άλλων «αξιωμάτων». 'Ιδίως οί άνώτεροι δικαστικοί οφείλουν νά μάς εξηγήσουν περί ποιάς άπονομής δικαιοσύνης, μεριμνοΰν, βάσει ποιάς έννοιας νομιμότητος κυνηγάνε τούς «τρομοκράτες», πώς δικαιολογούνται τελοσπάντων άλλα πράγματα πού τούς άφοροΰν...

"Αν χρειάζεται νά έμβαθύνωμε σήμερα στήν ούσία τών συνταγματικών μας καταστάσεων, είναι γιατί μάς τό επιβάλλουν ήδη οί διαμορφώσεις της τρεχούσης ιστορίας. Καί αύτό δέν μπορούν νά μάς τό προσφέρουν τά «πο-λιτικά προγράμματα», άλλά ή ιστορική κατανόηση, οί άπαρχές καί οί αιτίες τών πραγμάτων πού ζοΰμε. Αύτές άποτελοΰν καί τό μέτρο κρίσεως

99

Page 95: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

γιά κάθε «πολιτικό πρόγραμμα». Πως λειτουργούν σήμερα τά Συντάγματα, ποϋ βρισκόμαστε εμείς, άν μπορούμε νά συνεχι'σωμε μέ «έπιδιορθώσεις» ή άν πρέπει νά άποδεχθοϋμε τήν εκδοχή ριζικωτέρων λύσεων πρός όφελος τοϋ όσου έλληνισμοΰ άπόμεινε, είναι πράγματα πού μόνο άπό τήν ιστορική κατανόηση τών «καταβολών» μας μπορούν νά προκύψουν. Γ ι ' αύτό άκρι-βώς έδώ άποφεύγομε κάθε είδος «θεωρητικής ερμηνείας» καί δικολαβισμοϋ, διότι μάς ένδιαφέρει ή «πράξη». Καί ή διαπίστωση βέβαια, ότι αύτή ή «πράξη» μόνο μέ κάποιο έπιβαλλόμενο είδος νέων λύσεων μπορεί νά άντι-μετωπισθή.

Τό άρθρο-κλειδί γιά τήν κατανόηση ολοκλήρου τοΰ Συντάγματος είναι άκριβώς τό πρώτο άρθρο περί «'Οργανώσεως τής Διοικήσεως», δηλ. τό 101. Διά τοΰ άρθρου αύτοΰ καταργούνται συλλήβδην όλα τά πρώτα άρθρα τοΰ Συντάγματος τά άφορώντα στά «άνθρώπινα δικαιώματα» τοΰ έλληνα «πο-λίτη». "Οτι τό σύστημα είναι «άποκεντρωτικόν» σημαίνει πώς όχι μόνον ή «νομοθετική εξουσία» (δηλαδή ή Κυβέρνηση σάν συμπολίτευση-αντιπολί-τευση) γίνεται γιά τά πάντα άνεύθυνη, άλλά καί αύτό τό ίδιο τό κυβερνών κάθε φορά κόμμα. Διότι διά τής § 3 ή ευθύνη περί τών «άνθρωπίνων δικαιω-μάτων» μεταφέρεται στούς Νομάρχες! Καί ή μέριμνα τών όποιων βέβαια, σάν κομματικά όργανα πού είναι, δέν είναι τά «άνθρώπινα δικαιώματα» τών «πολιτών», άλλά μόνο ή έξασφάλιση τής «πλειοψηφίας» έν όψει άφανείας τοΰ... «έθνους». Οί «άποφασιστικές» κατά Σύνταγμα άρμοδιότητες τών Νο-μαρχών καθορίζονται διά νόμων καί διαταγμάτων άκριβώς έπί εκείνων τών «άνθρωπίνων δικαιωμάτων», πού κατά τά πρώτα 25 άρθρα τοΰ Συντάγματος άποτελοΰν άποκλειστική αρμοδιότητα καί εύθύνη τών 'Υπουργών! Οί ει-δικές αύτές «άρμοδιότητες» τών Νομαρχών είναι άκριβώς γιά θέματα παι-δείας (π. διατ. 472/83), γιά θέματα ύγείας (470/83) καί θέματα πολιτιστικής ταυτότητος κάθε περιοχής (443/83). Γιά τά θέματα λοιπόν έκεΐνα πού συ-νιστούν κατά νόημα τήν έννοια τοΰ «πολίτη» καί γιά τά όποια οφείλει κανείς νά άπευθύνεται κατ' εύθεΐαν στόν ύπουργό καί τήν κυβέρνηση, στήν 'Ελλάδα ύποχρεοΰται συνταγματικώς νά άπευθύνεται στόν πρόεδρο τής Κοινότητος. Στόν ύπουργό δέν μπορεί, διότι κατά Σύνταγμα αρμόδιος είναι πρώτα ό νομάρχης. Πρίν όμως άπ ' αύτόν ύπάρχει ό δήμαρχος, καί πρίν άπό τόν δήμαρχο ό πρόεδρος τής Κοινότητος. Παραπέρα όμως άπό τόν πρόεδρο τά πράγματα ούδόλως μπορούν νά πανε, διότι μεταξύ προέδρου καί «πολίτη» μεσολαβεί ό χωροφύλακας καί ό παπάς! Δηλαδή δέν πρόκειται περί «άποκεντρώσεως», άλλά περί τής πλέον μεσαιωνικής «συγκεντρώ-σεως». Προκειμένου λοιπόν νά έξασφαλίζεται ή κατά Σύνταγμα «άποφασι-στική άρμοδιότης» τών «περιφερειακών οργάνων» μέ έπικεφαλής τόν κομ-

100

Page 96: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ματικό κάθε φορά Νομάρχη, καθένας μπορεί νά φαντασθή τό μέγεθος γρα-φειοκρατίας καί νομικοειδοϋς τραγελάφου πού άπαιτεΐται. Καί δεδομένου ότι ό νομικοειδής τραγέλαφος δίνει άπειρες δυνατότητες στούς νομάρχες γιά τήν έξασφάλιση καί τής προσεχούς «πλειοψηφίας» (κατά τό μέτρο βέβαια πού είναι σύμφωνοι καί οί «δικαστικοί άντιπρόσωποι»), ήγουν γιά τήν έξασφάλιση τοΰ «έθνους», οί ύπουργοί καί τά μέλη τών οικογενειών τους, μένουν πάντα γενεαλογικώς άπερίσπαστα γιά τίς επόμενες έκλογές... Τά μέτρα αύτά υπήρξαν πάντα κατά πράξιν αναγκαία, προκειμένου νά ε-πιτυγχάνεται ή «έθνική ένότης». Μόνη της ή § 2 τοΰ άρθρ. 51 δέν θά μποροΰσε προφανώς νά σταθή, έάν δέν περιεβάλλετο καί άπό κάποιες άλ-λες πρακτικότερες πρός τόν σκοπό αύτό διατάξεις. Ούτω πώς διά τών κυβερνητικών «πλειοψηφιών» έχομε μιά συνεχή κοινωνική παραμόρφωση (έννοοΰμε δηλαδή όχι ότι δέν ύπάρχει, άλλά ότι άκριβώς δέν φαίνεται) καί μιά άντίστοιχη καταστρατήγηση κάθε εννοίας «άνθρωπίνων δικαιωμάτων» έπί ένάμισυ σχεδόν αιώνα.

Τί σημαίνει π.χ. ότι οί νομάρχες είναι άρμόδιοι γιά τήν πολεοδομική φυσιογνωμία τών τόπων πού ύπηρετοΰν; Σημαίνει άπλούστατα έναν άνευ όρίων βιασμό τών πολιτιστικών φυσιογνωμιών τοΰ ελλαδικού χώρου. Δέν πρέπει βέβαια νά ξεχνάμε ότι οί άπαιτήσεις «έθνικής ένότητας» τοΰ ελλη-νικού χώρου (κατά νοητικήν προέκταση τό «βάλσαμο» τοΰ Παλαμήδη) επέβαλαν στό παρελθόν καταστροφή τζαμιών, μιναρέδων καί παντός ό,τι μποροΰσε νά θυμήση χρόνια «σκλαβιάς». Τό ίδιο καί γιά τίς περιοχές εκείνες πού είχαν πολιτιστικές παραδόσεις καί φυσιογνωμίες άλλων ιστο-ρικών καταβολών. Γιά νά ισοπεδωθούν όλ ' αύτά, καλύτερος τρόπος άπό τό «άποκεντρωτικό σύστημα» μέ «γενικήν άποφασιστικήν άρμοδιότητα» τών Νομαρχών δέν ύπήρχε. Μέ άπλά λόγια: άν γίνη ένας σεισμός λ.χ. στήν Κεφαλλωνιά, ό Νομάρχης άπ ' τό Καρπενήσι πού είναι έκεϊ θά τηλεφωνή-ση στόν φίλο του άπό τό διπλανό χωριό πού τέλειωσε τήν «Αρχιτεκτόνων» καί θ ' άρχίσουν νά χτίζουν. Οί μόνοι αρμόδιοι κατά τό Σύνταγμα! Δέν συζητοΰμε βέβαια γιά νόμους, αύτούς π.χ. πού θά καθώριζαν τήν κατά τό άρθρ. 102, § 5 «έποπτείαν» τοΰ Κράτους έπί τών οργανισμών, διότι άπλού-στατα όρίζεται στό άρθρο αύτό νά μήν ύπάρχουν τέτοιοι νόμοι. Λέει αύ-τολεξεί: «Τό Κράτος άσκεΐ έπί τών οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως έποπτείαν, μή έμποδίζουσαν τήν πρωτοβουλίαν καί έλευθέραν δράσιν αυ-τών». Τί θά πή αύτό, ποιό είναι τό μέτρο; Οί νόμοι είναι μέτρα, μόνο πού οί έκφράσεις έδώ δέν τά έπιτρέπουν. Οί νομάρχες μποροΰν λοιπόν νά χτί-ζουν άπερίσπαστοι, άν δέ ύπάρξη καί καμμιά όλιγοκέφαλη κατάσταση τοΰ τύπου «Έλλάς-Έλλήνων-Χριστιανών»,"τότε στήν μέν Λευκάδα χτίζονται εργατικά «πανγκαλόους» σέ στύλ μυκονιάτικης άρχιτεκτονικής — χωρίς

101

Page 97: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

νά μπορή νά 'πή κανείς τίποτε —, στήν δέ Κεφαλλωνιά, δίπλα άπό τό μπαρόκ καμπαναριό τοϋ Ά γ . Γερασίμου, ξεπετάγονται φρικτά τερατουρ-γήματα άτέχνων βυζαντινών μιμήσεων, γιά τά όποια ό κ. Τρίτσης μέ τόν κ. 'Αρσένη ακόμη δέν βρήκαν καιρό νά βάλουν μιά μπουλντόζα νά τά πετάξη άπό 'κει. ·Τό πάν είναι ή «έθνική φυσιογνωμία», έστω κι άν δέν ύπάρχη τίποτε πού νά τήν όρίζη. Σημασία έχει νά έξομοιωθή ή Κέρκυρα μέ τά Κράββαρα καί ή Ρόδος μέ τήν Καλαμπάκα. "Οσο πιό πολλά κτήρια ερειπώνουν σέ τόπους πού δέν θυμίζουν «άγνό έλληνισμό» τοϋ ήσσονος τόνου τής «νεομαρτυρικής άγωγής» καί τής κοινωνικής καταπίεσης, τόσο πιό άπαραίτητες καί κατωχυρωμένες οί «άποφασιστικές άρμοδιότητες» τών περιφερειακών οργάνων, μέ τούς νομάρχες επικεφαλής, καί τόσο πιό πο-λύτιμο τό έργο τους! Είπαμε ότι έδώ έρμηνεύομε τό Σύνταγμα πρακτικά...

Πιθανόν αύτά όλα νά μήν έχουν νά κάνουν μέ τήν έννοια τών «άνθρωπίνων δικαιωμάτων» άνά τήν ελληνική έπικράτεια, είναι όμως «συνταγματικές ρυθμίσεις» άπόλυτα σύμφωνες μέ τό ιδεολογικό κλίμα τοΰ «ήσσονος τό-νου» πού προείπαμε. Διότι καί έδώ ή νεοελληνική ιδεολογία εύρήκε τόν τρόπο της, τήν πραγματικότητα μιας ιστορικής χρεοκοπίας νά τήν μετα-βάλη στήν έννοια τής «πνευματικής ύπεροχής» μιας έθνικής κλειστότητος. Τά άνύπαρκτα ύποτυπώδη βυζαντινά κτίσματα έπί τοΰ παραμελημένου «θέ-ματος» τής νοτιοβαλκανικής 'Ελλάδος ή έλλαδική ορθοδοξία τά έκαμε φιλοσοφία γιά νηπίους, πού καί τόν ρόλο της κατωχύρωναν, καί οικονο-μικώς άνέξοδη ήταν. Οί μικρές βυζαντινές εκκλησίες, πού φανερώνουν φτώχεια καί ιστορική παρακμή — μιά κατάσταση πού ζή άπό τό παρελθόν καί δέν έχει τίποτε τό νέο νά προσφέρη —, είναι, λέει, δείγμα τής γαλήνιας σχέσης τής ψυχής τοϋ ορθοδόξου μέ τήν γύρω του φύση! "Οχι άποτέλεσμα ιστορικής καί οικονομικής χρεοκοπίας, άλλά... φιλοσοφία! Μά οί έκκλη-σίες πού έφκιαχνε τό Βυζάντιο, όσο ήταν Βυζάντιο, ήσαν όγκοι αύτοκρα-τορικής νοοτροπίας καί καθόλου φιλοσοφίας τοΰ «ήσσονος τόνου». Καί ήταν υποχρεωμένο νά δουλέψη έτσι, γιατί ή άρχιτεκτονική τοΰ 'Ισλάμ πού είχε νά άντιμετωπίση έφκιαχνε πραγματικά φρούρια. Ό Σινάν πού έφκιαξε τό μπλέ τζαμί γιά νά «ςεπεράση» τήν Ά γ ι ά Σοφιά, είναι φανερό ποιάν έννοια άρχιτεκτονικοΰ όγκου είχε στό κεφάλι του γιά τούς βυζαντινούς. Καί στήν Καθεδράλ τοΰ Μονρεάλε (πού ήταν προηγούμενο τζαμί) ή σ ' έκείνη τής Κεφαλοϋς καθόλου δέν προδίδεται ή φιλοσοφία τοϋ «ήσσονος τόνου». Μιλοΰμε γιά τούς χώρους όπου τό Βυζάντιο έδινε τόν κατ' έξοχήν άγώνα υπάρξεως, καί αύτοί δυστυχώς δέν είναι ούτε στήν Κ ων/ πολη ούτε στόν Μυστρά, άλλά στήν νότια 'Ιταλία. Καθόλου τυχαίο δέν είναι πώς ό,τι σώθηκε ιστορικά άπ ' αύτό πού λέμε «Βυζάντιο» βρίσκεται είτε στήν Ίτα-

102

Page 98: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

λία είτε στό σλαβικό ημισφαίριο. Ό Μυστράς βρίσκεται στήν ιστορική καμπύλη μιας χρεοκοπίας καί γ ι ' αύτό έστάθηκε τόσο πρόσφορος γιά τήν άρχιτεκτονική τοϋ «ήσσονος τόνου». Στόν Μυστρα δέν υπήρχαν τά μάρ-μαρα, τό χρυσάφι, τά μέσα καί τά λεφτά, γιά νά φκιασθοΰν μεγαλοπρέπειες. Τούβλα καί πηλός ύπήρχαν καί άπλό χρώμα γιά ζωγραφιές. Καί μ ' αύτά έπρεπε νά φκιασθή ό,τι έφκιάσθηκε. 'Ιδού όμως ότι ή χρεοκοπία ύπήρξε τό χρήσιμο τέχνασμα τής ελλαδικής ορθοδοξίας γιά νά γεμίση όλον τό κόσμο φθηνά, μικρά (όχι πάντα βέβαια) καί κακόγουστα στίς άγονες μιμή-σεις τους κτίσματα καί νά εδραίωση τήν έξουσία της σάν κρατική έκκλη-σία. 'Ανοίγοντας κανείς έναν σύγχρονο τουριστικό κατάλογο καί βλέπο-ντας στίς σελίδες πληροφοριών γιά τούς τουρίστες, βλέπει γιά τήν περιοχή 'Αθηνών λ.χ. νοσοκομεία 10, τράπεζες 50, υπουργεία 20 κ.λπ. Γυρίζοντας τίς σελίδες γιά τίς έκκλησίες, ό κατάλογος είναι άνευ τέλους — καί ό μεγαλύτερος: 1.500 έκκλησίες μόνο στήν περιοχή 'Αθηνών! Ά ν ύπολογί-ση κανείς μόνο μέ 100 τετραγωνικά τήν κάθε μία, εύκολα βρίσκει πόσες χιλιάδες στρέμματα Γής παρέμειναν άναξιοποίητα... Αύθαίρετες καί φθη-νιάρικες άπομιμήσεις τοΰ «ήσσονος τόνου»... Έ καταστροφή συνεπώς τοΰ ό,τίνος δέν μοιάζει «βυζαντινό» συμφέρει πολλαπλώς — άρχιτεκτονικά σχέδια δέν χρειάζονται καθότι έτοιμα άπ ' τόν ΙΟον αι., τοΰβλα καί πηλός βρίσκονται παντοΰ, «πιστοί» γιά νά χτίσουν μέ φθηνά μεροκάματα έπίσης, καί τά οφέλη έξουσίας άπ ' τήν προκύπτουσα φυσιογνωμία προφανή. Οί νομάρχες λοιπόν δέν έχουν παρά νά έφαρμόσουν πιστώς τό νόημα τοΰ άρθρου 101...

Καί όσο γιά τήν παρ. 2 τοΰ έν λόγω άρθρου, όπου ή διοικητική διαίρεση διαμορφώνεται βάσει τών «συγκοινωνιακών συνθηκών», ή ερμηνεία είναι σχεδόν αυτονόητη. Τό πρόβλημα δέν είναι νά άναρωτηθή κανείς, πώς γίνεται καί σ ' ένα «εύρωπαϊκό» κράτος δύο αιώνων κανονίζεται ή μοίρα τών διαφόρων περιοχών άνάλογα μέ τά «δημόσια έργα» (τί αύτό σημαίνει, ξέρομε καλά...) καί όχι άντιστρόφως. Τό πρόβλημα είναι, τά Κύθηρα π.χ. νά ύπαχθοΰν στόν νομό Αττικής (!) ή Λευκάδα στόν νομό Πρεβέζης κ.λπ., ή ώρισμένα νησιωτικά συμπλέγματα τοΰ Αιγαίου, ένοχλητικά άπό τό ιστο-ρικό παρελθόν τους, νά ύπαχθοΰν στήν εγκατάλειψη τών «αγόνων γραμ-μών», οί κάτοικοι τους νά σκορπισθοΰν στίς τέσσαρες άκρες τοΰ κόσμου σάν έργάτες, αύτά δέ νά λάβουν τήν σημασία «οικοπέδων». Ό λ α άνάλογα τών «συγκοινωνιακών συνθηκών»... Ό άκριβοδίκαιος άρχαϊος Λυκούργος θά μπορούσε ίσως ν ' άναρωτηθή, κατά ποιάν λογική τά νησιά νά φέρνουν τά λεφτά στήν 'Ελλάδα (ή «έπιχειρηματική» έκφραση «τά χελιδόνια τοΰ Βορρά» είναι χαρακτηριστική — «φυσικά» φαινόμενα φέρνουν τά λεφτά στήν 'Ελλάδα!), τά λεφτά νά τά μαζεύη ή «'Εθνική Τράπεζα» στήν Αθήνα

103

Page 99: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

καί οί νησιώτες νά αναζητήσουν σέ άλλας γαίας τήν τύχη τους· άλλά αύτά βέβαια είναι «συνταγματικές λεπτομέρειες» έπουσιώδεις... Θά έπανέλθωμε ωστόσο πιό κάτω. Έπί τοΰ παρόντος αρκούν οί λίγες τούτες παρατηρήσεις γιά ένα καί μόνο άρθρο τοΰ έλληνικοΰ Συντάγματος. Τοϋ άρθρου εκείνου πού ανακατώνει τόσο ύπέροχα τίς κοινοβουλευτικές άρχές τής «Μάγκνα Χάρτα» μέ εκείνες τοΰ τουρκοκρατούμενου κοινοβίου, ώστε τελικώς νά βγαίνη άπό τόν κοπετό σάν άναμαδημένος βασιληάς ό εκάστοτε πρόεδρος τής Δημοκρατίας ώς μόνος «ρυθμιστής τοΰ πολιτεύματος». Μέ τήν τελευ-ταία κρίση τόν ρόλο αύτόν τοΰ Προέδρου ώς ύποκαταστάτου τοΰ βασιληά τόν είδαμε καλά. Άκριβώς καί έν διαλύσει κράτη όπως ό Λίβανος π.χ. άπό έναν πρόεδρο άναζητοΰν τήν σωτηρία τους... "Οτι έν τέλει οί κυβερνήσεις τοΰ ΠΑΣΟΚ, παρά τίς τροποποιήσεις τοΰ Συντάγματος, κατάφεραν τόν «συμβολικό» ρόλο τοΰ Προέδρου νά τόν ένισχύσουν κατά πράξη αντί νά τόν μειώσουν, όπως επεδίωκαν, είναι τό δεύτερο μέγα σκαλί τοΰ ιστορικού μεγέθους τοϋ κ. Παπανδρέου. Ή μαρτυρολογική ψυχοσύσταση τοΰ νεοέλ-ληνα θά βρίσκη πάντα τήν διέξοδο της σ ' έναν «σωτήρα», ένω ή κοινωνική καί πολιτική ύπανάπτυξη πού έπιβάλλει τό Σύνταγμα ώς «καταστατικός χάρτης» μπορεί άνετα νά συνεχίζεται έπ ' άπειρον. Μέ «σοσιαλισμό» ή όχι, δέν έχει σημασία...

Ά π ό τά τελευταία μεγάλα γεγονότα τής άνατολικής Ευρώπης προέκυψε ένα μεγάλο μάθημα Δημοκρατίας γιά τήν άνθρωπότητα. "Οτι δηλαδή, όταν οί ήγεσίες αποτυγχάνουν στό έργο τους, δέν «βγαίνουν στήν σύνταξη» γιά νά άπολαμβάνουν έν καλοπεράσει τό ύπόλοιπον τοΰ βίου τους, άλλά ότι οφείλουν νά δώσουν λογαριασμό καί νά υποστούν τίς συνέπειες της κακής διοικήσεώς τους. Ό χ ι μέ διαμαρτυρίες τοΰ δρόμου, άλλά πρακτικώτερα κάπως: τί τουαλέττες έχουν στό σπίτι τους, πόσο άκριβά είναι τά ψυγεία καί ή τηλεόρασή τους κ.λπ. Ό λαός μπαίνει στό σπίτι, άκριβώς γιά νά ίδή ό ίδιος τά ουσιώδη αύτά πράγματα... Καί όταν διαπιστωθή αύτό πού δέν θάπρεπε νά άναμένεται, τότε δέν έμφιλοχωρεϊ κανενός είδους «ερμηνεία διατάξεων» καί κανενός είδους αναμονή, άλλά οί υπόλογοι κρατούνται ύπό περιορισμό έως ότου άπολογηθοΰν. Αύτή είναι καί θεωρητικώς ή σωστή τάξη πραγμάτων, διότι, όταν αύτά οδηγηθούν στήν άμεση σχέση έξουσίας καί λαοΰ, τά συντάγματα καί οί νόμοι παραμερίζονται. Οί «νόμοι» είναι οί εγγυητικές πράξεις παραχωρήσεως τής έξουσίας άπό τόν λαό. Ό τ α ν λοι-πόν ό λαός άναλαμβάνη ό ίδιος νά έλέγξη, άνεξαρτήτως γιά ποιόν λόγο, οί νόμοι είναι υποχρεωμένοι νά πανε περίπατο. Δέν έχει νόημα δηλαδή νά τούς έπικαλεσθή κανείς. Στήν πολιτική θεωρία αύτό είναι τό γνωστό πρό-βλημα, κατά πόσον μιά έπανάσταση δημιουργεί δίκαιο (τούτο θά μάς άπα-

104

Page 100: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

σχολήση πιό κάτω ιδιαίτερα). Καί στόν μέν κοινοβουλευτισμό θεωρητικά, ή έννοια τής τέτοιας έπαναστάσεως αίρεται μέ τόν κάθε τέσσερα χρόνια έλεγχο διά τών έκλογών, έκεΐ δέ ποϋ δέν ύπάρχει αύτό τό μέτρο, άλλά ή συνείδηση τής Δημοκρατίας λειτουργεί κατ ' άλλον πολιτικό τρόπο, έρχε-ται στιγμή σέ περίπτωση κακοδιοίκησης πού γίνεται έλεγχος στίς... τουα-λέττες. Καί τά δημόσια έγγραφα μιάς περιόδου δέν επιχειρεί καμμιά κυβέρ-νηση νά καταστρέψη, διότι αύτά δέν άνήκουν στίς κυβερνήσεις άλλά στόν λαό καί τήν ιστορία, (κι αύτό έπίσης θά μάς άπασχολήση πιό κάτω ιδιαί-τερα). Στήν άνατολική Γερμανία π.χ. είδαμε τήν φύλαξη τών δημοσίων εγγράφων νά τήν άναλαμβάνη ό ίδιος ό λαός, όχι οί «ύπηρεσίες» όποιες κι άν αύτές είναι, πράγμα πού άντιστοιχεΐ στήν σωστή τάξη πραγμάτων καί στήν συνείδηση πολιτικοποιημένων πολιτών. Αύτά τά λίγα προκειμένου νά ρωτήσωμε: έγιναν άραγε ποτέ στήν Ελλάδα άνάλογα πράγματα; 'Υπάρ-χουν πολιτικοί πού διοίκησαν γιά μισόν αιώνα κοντά καί τό μόνο τους κατόρθωμα ήταν ή βασιλεία τής υπανάπτυξης καί τής παντός είδους κα-κομοιριάς. Τούς ζήτησε ποτέ κανένας λογαριασμό; Μπήκε ποτέ κανένας σπίτι τους νά έλέγξη τίς τουαλέττες καί τό κρεβάτι πού κοιμώνται; Καί τόν άνώτερο δικαστικό, ό όποιος έχει πλήρη συνείδηση ότι λειτουργεί μέσα σέ μιά ούσιαστική άνυπαρξία νόμων (σκοπός τούτου τοΰ βιβλίου είναι νά δείξη τεκμηριωμένως άκριβώς αύτό τό πράγμα), τόν ρώτησε ποτέ κανένας πώς δικαιολογεί τό άξίωμά του καί τόν παχύ μισθό πού παίρνει;

'Αναφέραμε τά παραπάνω, όχι προφανώς γιά λόγους «κηρύγματος», άλλά άκριβώς γιά νά δείξωμε, ότι ή άνυπαρξία άναλόγων όρων έν 'Ελλάδι, δη-λαδή ή άνυπαρξία λαοΰ κατά τήν ιστορική έννοια τοϋ όρου (ύποκειμένου πολιτικής βουλήσεως), καθιστά τήν 'Ελλάδα έναν χώρο «άνοικτών» δυνα-τοτήτων σήμερα καί συνεπώς κανένα είδος πατριδοκαπηλείας δέν μπορεί νά άναπληρώση τήν διαπίστωση αύτή. Αύτές οί «προϋποθέσεις» δέν μπο-ρούν νά είναι προνόμια τής έλληνικής πολιτικής καί μόνιμες συνθήκες «ιατροφαρμακευτικής περιθάλψεως» κατά τήν έννοια τοΰ Παλαμήδη. Συ-νιστούν έπίσης τούς νομίμους λόγους καί άλλων άποφάσεων μέσα στίς τρέχουσες διαμορφώσεις τοϋ διεθνούς δικαίου. Οί έλληνες πολιτικοί δέν βρέθηκαν ποτέ στήν άνάγκη νά δείξουν κάποιο πρότυπο ήθους καί συμπε-ριφοράς, διότι άνέκαθεν ήξεραν ότι δέν ύπήρχε κάποιος στόν όποιον θά-πρεπε νά τό δείξουν. 'Ερώτησαν προσφάτως τόν πρώην ύπουργό εξωτερι-κών τοΰ Ντούμπτσεκ, πού ώς ιδιώτης έχει καθηγητική έδρα στήν Αυστρία, άν τώρα πού τά πράγματα επήραν τόν δρόμο τών δικών τους οραμάτων διατίθεται νά μπή στήν πολιτική καί νά βοηθήση. Καί ή άπάντηση: « Ό χ ι , γιατί είμαι κοντά στά έβδομήντα (69) καί πιστεύω ότι οί άνθρωποι στήν

105

Page 101: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ήλικία αύτή πρέπει νά αποχωρούν άπό τήν πολιτική». 'Οποία... φάπα γιά τήν άνεγκέφαλη κόχη μας!... 'Υπάρχει έλληνας πολιτικός πού θά μποροΰσε νά δώση άνάλογη άπάντηση; Ούτε υπήρξε, ούτε ύπάρχει, ούτε πρόκειται νά ύπάρξη, διότι άπλούστατα στήν 'Ελλάδα ή πολιτική είναι έννοια κλη-ρονομικής διαδοχής. "Οχι μόνο στόν καιρό μας, άλλά ιδίως παληότερα, όπου ή μεταβίβαση εκλογικών εδρών άπό πατέρα σέ γυιό συνέβαινε διά... διαθήκης! Είναι τόσο συνηθισμένοι άλλωστε οί νεοέλληνες στήν κατάστα-ση τής πολιτικής έπαιτείας («άπεργία» άπό βδομάδα σέ βδομάδα καί άπό μήνα σέ μήνα — «άπεργία» αύτό θά πή στήν 'Ελλάδα: άλλη έκφραση τής λέξης «επαιτεία»...), ώστε άνάλογα προβλήματα δέν ύπάρχει λόγος νά τε-θοΰν. Τό βλέπομε έξ άλλου πολύ καθαρά: οί πολιτικοί πού μπορούν νά ικανοποιούν (μέ μικροδόσεις, μικροαπαλλαγές, τιμαριθμικές μικροαναπρο-σαρμογές κ.λπ.) τό άκατανίκητο αίσθημα ροπής τών νεοελλήνων πρός τήν επαιτεία, έρχονται πρώτοι σέ σταυρούς... 'Ανεξαρτήτως βέβαια τοΰ πόσο καί τί μπορεί μιά τέτοια πολιτική τελικά νά κοστίση...

Τό «βάλσαμο» τοΰ Παλαμήδη ενέχει πρωτίστως τήν έννοια τής επαιτείας. Ή επαιτεία είναι ή καθ' εαυτό διεκδίκηση, διότι καί ό άπλός έπαίτης αύτό άκριβώς μέ τούς τρόπους του έπιχειρεΐ: νά σέ καταπιέση ψυχολογικά. Συ-νεπώς ή έπαιτεία είναι μιά παράνομη πράξη, διότι σοΰ παραβιάζει τήν προσωπικότητα σάν πολίτη καί σέ εξαναγκάζει νά δώσης. Είναι βέβαια ένα άλλο θέμα, ότι μέσα στίς νοήσεις μας τής «ορθοδόξου άγωγής» ή έπαιτεία άπό άντισυνταγματική πράξη έγινε «άρετή τοΰ έλέους». Τό θέμα της έπαι-τείας στήν κοινωνιολογική του σημασία είναι βαθύτατο καί δέν θά μάς άπασχολήση είδικώτερα έδώ. Ή διαφορά μεταξύ «απεργίας» καί «επαι-τείας» είναι ή έξής: ενώ ή άπεργία είναι μιά εκλογίκευση άπαιτήσεων μέσα σέ μιά κοινωνικώς καθωρισμένη τάξη πραγμάτων (π.χ. ό άπεργός οφείλει νά λάβη ύπ' όψη τά συμφέροντα τοΰ εργοδότη, διότι άλλως πώς υπονο-μεύει τά δικά του), ή έπαιτεία δέν έχει λογικό έλεγχο άλλά σκοπεί μόνο στήν άμεση κάλυψη τής στιγμής (π.χ. τόν επαίτη δέν τόν ενδιαφέρει, άν ό συναισθηματικά φερόμενος συνάνθρωπος του έχη μόνο μιά δραχμή, τήν οποίαν δίνει καί γίνεται έτσι φτωχότερος άπ' τόν επαίτη). Συνεπώς ή έπαι-τεία είναι μιά είδική καί πολύπλοκη μορφή κλοπής, τήν τεχνική τής οποίας έχει περιγράψει άρκούντως παρ' ήμϊν ό Καρκαβίτσας. Τό αύτό νόημα έπαιτείας έχουν καί οί έλληνικές άπεργίες, άφοΰ δέν άποσκοποΰν στήν επίλυση λογικώς έπεξεργασθέντων αιτημάτων, άλλά άπλώς στήν κάλυψη αναγκών τής στιγμής (π.χ. «τιμαριθμητική αναπροσαρμογή») εις βάρος όλων τών άλλων. Τώρα βέβαια ύπάρχει τό ερώτημα: μά καί τί νά κάμη ό «άπεργός»; Άκριβώς τίποτ' άλλο δέν μπορεί νά κάμη, όπως τίποτ' άλλο

106

Page 102: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

δέν κάνει καί ό επαίτης άπ ' τό νά έπαιτή. ("Αν ό επαίτης μποροΰσε νά φιλοσοφήση έπί τής φτώχειας του, τότε θά γίνονταν επαναστάτης. 'Εξ ου καί ή μεγάλη άποικιοκρατική μέριμνα τοϋ παρελθόντος γιά τόν χώρο τής ιδεολογίας τών ύπό κυριαρχία λαών...). "Ετσι καί ό σημερινός άπεργός στήν 'Ελλάδα δέν μπορεί νά βρή τί τοϋ «φταίει», διότι άν τό εύρισκε θά έβλεπε ότι φταίχτης είναι ό ίδιος καί θά έψαχνε γιά άλλες λύσεις. Καί δέν μπορεί νά τό βρή, ούτε καί ύπάρχει περίπτωση νά τό βρή όσο κι άν τοΰ τό υποδείξουν, διότι άπλούστατα δέν ύπάρχει ή έθνική συνοχή σάν φορέας τής «φιλοσοφίας» του. Στήν αύτήν κατάσταση έπαίτη βρίσκεται καί ό κλέ-βων μέσφ «συνταγματικών κατοχυρώσεων» καί «νομοτύπως». Τό νόημα τής έπαιτείας δέν αλλάζει· άλλάζει άπλώς ή μορφή μέσα στό «κρατικό όλον». Ό κλέβων μέσφ τοΰ πόστου (καί έμπροθέτως αύτός είς βάρος τών άλλων, όπως καί ό άπλός άπεργός) προϋποθέτει άκριβώς τήν μή ύπαρξη «έθνικής ένότητος» — τό ξέρει δηλαδή αύτό — καί άντί νά άπλώση τό χέρι, βάζει άπλώς τό «Σύνταγμα» ή τό πόστο νά τοΰ τά φέρη. Ή έπαιτεία, τελικώς, άπό κοινωνικής φύσεως φαινόμενο, μέσα στήν σύγχρονη δομή τών διακρατι-κών σχέσεων έχει μεταβληθή σέ ιστορική κατηγορία μέ κύριο χαρακτη-ριστικό τήν «έθνική πυκνότητα» τών λαών (γι ' αύτό, είπαμε, καί ή τόση προσοχή στόν τομέα τής ιδεολογίας καί τών λαϊκιστικών κινημάτων...). Ό κλέβων «νομοτύπως» ένα μπορεί νά ίσχυρισθή, ότι «έξυπηρετεϊ» μιά γενι-κώτερη τάξη πραγμάτων. Ά π ό τήν άλλη όμως μεριά δυσκολεύει τά ίδια πράγματα, άκριβώς γιατί μέ τήν ύπαρξή του τά κρατεί στάσιμα. Είναι δηλ. σάν τήν σαβούρα τών καϊκιών: κρατάνε τήν «ισορροπία» άλλά εμποδίζουν τήν ταχύτητα... Ή βαθύτατη συνείδησή του πάντως είναι αύτή τοΰ ιστο-ρικού έπαίτη. "Οσο καί άν «μετέχη» λ.χ. σέ μιά «διεθνή ένωση βιομηχά-νων» τό αίσθημα τής επαιτείας δέν μπορεί νά τόν έγκαταλείψη, άφοϋ δέν είναι σέ θέση νά παράγη. Ειδικά γιά τούς πολιτικούς, τό αίσθημα τούτο τό εξέφρασε παληότερα ό Π. Κανελλόπουλος λίγο πρίν πεθάνη: «Οί έλληνες πολιτικοί ύφίστανται στήν διεθνή πολιτική σκηνή αύτό πού κάνουν οί ίδιοι στόν λαό τους». Γιατί άραγε θάπρεπε νά είναι διαφορετικά;...

Γιά νά ίδοΰμε πώς τά πράγματα διαιωνίζονται έν 'Ελλάδι άπό τήν έποχή τοΰ Παλαμήδη καί πιό πρίν, είναι άνάγκη νά ρίξωμε ακόμη μιά ματιά σέ μερικά άρθρα τοΰ σημερινού «Συντάγματος». Τό άρθρο 77 π.χ. λέει: «Η ΑΥΘΕΝΤΙΚΗ έρμηνεία τών νόμων ΑΝΗΚΕΙ στήν νομοθετική ΛΕΙΤΟΥΡ-ΓΙΑ». Τό άρθρο αύτό είναι ή επίσημη διακήρυξη, ότι στήν 'Ελλάδα δέν ύπάρχουν νόμοι. Δηλαδή ότι αύτή έπί τών ήμερων μας έχει μεταβληθή άποκλειστικά σέ «βαλσαμοποιεΐον»...

Πρόβλημα «αύθεντικής ερμηνείας» τών νόμων προέκυψε, όπως ήταν φυ-

107

Page 103: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

σικό, τήν εποχή τοΰ Μακρυγιάννη καί εξ αιτίας τοΰ Μακρυγιάννη. Χωρίς τίς ιστορικές κατανοήσεις αύτών τών πραγμάτων δέν είναι μόνο άδύνατο νά κατανοηθή τό σημερινό Σύνταγμα καί όλες οί καταστάσεις πού αύτό ενέχει, άλλά είναι έξ ίσου άδύνατο νά καταλάβη κανείς τήν ύπόσταση τής Ελλάδος σάν κράτους στίς σύγχρονες διεθνείς σχέσεις καί πολλά άλλα πράγματα (π.χ. πόσο είναι σέ θέση νά κατοχύρωση δικαιώματα μειονοτή-των, τίς «εθνικές διεκδικήσεις» — «οίκοπεδικές» μάλλον πρέπει νά τίς λέμε...—, τά «πολιτικά προγράμματα», τίς «Αλλαγές» κ.λπ.).

Διάταξη περί «ερμηνείας» τών νόμων περιέχει μόνο τό Σύνταγμα τοϋ 1844 καί κανένα άπό τά προηγούμενα. Τό Σύνταγμα τής Τροιζήνος καθο-ρίζει διά τοΰ Κεφ. Ε ' (άρθρ. 36-42) τίς τρεις εξουσίες καί διά δύο άρθρων άκόμα, τών 73 καί 75 τοΰ επομένου Κεφαλαίου «περί Βουλής», τίς πάρα πολύ καθαρές σχέσεις τών τριών εξουσιών μεταξύ τους. Δέν είχε βέβαια τεθή ακόμη τότε ανοιχτά ή ένοπλος απαίτηση περί... «βαλσάμου». Τά πράγ-ματα αρχίζουν νά γίνωνται συνταγματικώς δύσκολα μέ τό «βάλσαμο»...

Ό σκοπός πού ζητούσε ό Μακρυγιάννης τό «Σύνταγμα» ήταν βέβαια γνωστός στόν "Οθωνα, άλλά νά παραχωρήση «Σύνταγμα» όπως τό ήθελαν οί «Δημοκράτες» πάλι δέν ήταν δυνατόν. 'Αξίζει λοιπόν νά ίδοΰμε πώς ό φουκαράς ό βασιληάς τότε προσπάθησε νά περισωθή καί νά περισώση κάτι άπό τά άνοιχτά στόματα καί τίς γιομάτες πιστόλες τών Μακρυγιάννη καί Παλαμήδη, καί όλου τοΰ συρφετού τών καθαρμάτων, τών όποιων «ήγεϊτο» ό «στρατηγός». "Οτι τελικά δέν τά κατάφερε καί τόν έδιωξαν μετά άπό λίγα χρόνια είναι ιδιαίτερης σημασίας γιά τήν κατανόηση τοΰ άμυντικού χαρα-κτήρα πού είχε τό τότε Σύνταγμα ώς πρός τόν κρατικό προϋπολογισμό (καί άφοϋ τό «αίτημα» δέν ικανοποιήθηκε όπως προσδοκούσαν, επόμενο ήταν νά συνεχίσουν ώσπου νά φύγη τό εμπόδιο...). Αύτά όλα θά μάς χρειασθούν ειδικώς πολύ, προκειμένου νά ίδοΰμε καί πώς «διϊστορικώς» αύτά όλα (ο-δήγησαν στήν πλήρη επικράτηση τοΰ Μακρυγιαννισμοΰ, ό όποιος έπί τών ήμερων μας φέρει διάφορες πολιτικές ονομασίες...

Στό «περί συντάξεως τής Πολιτείας» Κεφάλαιο τοΰ Συντάγματος τοΰ 1844, ορίζεται διά τοΰ άρθρου 15, ότι ή νομοθετική εξουσία αποτελείται άπό τόν Βασιληά, τήν Βουλή καί τήν Γερουσία. Τό δικαίωμα προτάσεως νόμων άνήκε κατά τό άρθρ. 16 καί στούς τρεις. Στό άμέσως επόμενο άρθρο 17, ορίζεται:

«Ούδεμία πρότασις, άφορωσα αϋξησιν τών εξόδων τοϋ προϋπολογισμού διά μισθοδοσίαν ή σύνταξιν, ή έν γένει δι' δφελος προσώπου, πηγάζει έκ τής Βουλής ή τής Γερουσίας».

108

Page 104: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

'Αξίζει νά προσέξωμε τήν φράση «αΰξησιν τών εξόδων τοΰ προϋπολογι-σμοΰ»: τά οικονομικά τοΰ κράτους ήσαν περιορισμένα καί συνεπώς δέν ύπήρχε νόμιμος τέτοια άντικειμενική δυνατότητα. Ή φράση αύτή έτροπο-ποιήθηκε «έλαφρώς» στήν συνέχεια τής συνταγματικής μας ιστορίας, όπως θά ίδοΰμε.

Τά έπόμενα τέσσαρα άρθρα τοΰ Κεφαλαίου αύτοΰ δέν είναι τίποτε άλλο, είμή μόνον άμυντικά δικαιώματα τοΰ βασιληά, δηλαδή προσπάθειες γιά τήν κατοχύρωση αύτοΰ τοΰ άρθρου. Τό άμέσως έπόμενο άρθρο 18 λέει: «Έάν πρότασις νόμου άπορριφθή ύπό μιας τών τριών νομοθετικών δυνά-μεων (άρα καί τοΰ ιδίου τοϋ βασιληά — σημ. γράφοντος), δέν παρουσιά-ζεται έκ νέου είς τήν αύτήν βουλευτικήν σύνοδον». Μέχρις έδώ, τά πράγ-ματα λένε τό έξής ώς πρός τίς προθέσεις τοΰ "Οθωνα: ό Μακρυγιάννης καί ό Παλαμήδης θέλουν νά καταβροχθίσουν τό πάν. Καί πρός τοΰτο βέβαια, μέ τά «πρωτοπαλλήκαρα» καί τίς κουμποΰρες, θά γίνεται στήν Βουλή καί τήν Γερουσία τοΰ... «βαλσάμου» τό κάγκελο. Έάν συνεπώς άποκλείσω έκ τών προτέρων τίς δύο αύτές πηγές πού δέν θά μπορώ νά έλέγξω, θά μπορώ ό ίδιος νά βάζω κάποιο φρένο στά σαγόνια τοΰ Μακρυγιάννη καί τοΰ «στρατοΰ» του. 'Αλλά ό "Οθωνας, βαυαρός ων καί ξέροντας άπό γραφειο-κρατία (άλλωστε έρχόμενος καί θέλοντας νά φκιάση κράτος έπήρε μαζί του τούς πιό διάσημους νομομαθείς τής χώρας του καί όχι άρωματοποιούς...), γνωρίζει ότι μπορεί νά προκύψουν «παραθυράκια» άπό άλλους νόμους καί άπό τήν έν γένει διαδικασία τής νομοθεσίας. 'Αμέσως λοιπόν έπακολουθεΐ τό άρθρο 19: « Ή έπίσημος ερμηνεία τών νόμων άνήκει είς τήν νομοθετικήν έξουσίαν». Έχοντας άκόμη τήν εκτελεστική έξουσία (άρθρ. 20) καί τίς κατά τό άρθρ. 21 δικαστικές άποφάσεις «έν ονόματι» του, άφού διώριζε ό ίδιος τούς δικαστικούς (άρθρ. 86), μποροΰσε βάσιμα νά έλπίζη ότι δέν θά άπαιτοϋσε ό Μακρυγιάννης νά τοΰ πηγαίνη ό ίδιος ό Όθωνας τά λεφτά στό σπίτι, εύθύς ώς έφθαναν άπό τό Μονάχο! Ά λ λ ο υ είδους λεφτά βέβαια ό Λίβανός μας τότε δέν μποροΰσε νά έχη...

Είναι έκπληκτικό καί πιθανόν μοναδικό στά παγκόσμια χρονικά δη-μιουργίας κράτους: καί τά έπτά άρθρα πού συγκροτούν τό «Περί συντάξεως τής Πολιτείας» Κεφάλαιο τοΰ πρώτου Συντάγματος, σκοπούν άπλώς νά προασπίσουν τόν δημόσιο προϋπολογισμό άπ ' τίς ρεμοΰλες καί τίποτ' άλλο. Πιστεύομε ότι μέ τέτοιες άναγκαστικές προϋποθέσεις συγκρότηση κράτους καί σύνταξη τέτοιου «Καταστατικού Χάρτου» χώρας δέν έχει ξα-ναγίνει ποτέ στόν κόσμο. Τέτοια άρθρα δέν υπάρχουν στά προηγούμενα Συντάγματα τοΰ έλληνικοΰ κράτους. Ό Λίβανός μας βέβαια τότε δέν είχε καθόλου λεφτά (είδαμε ότι βγήκε έπισήμως στό σφυρί...) καί ύπήρχε ή άμυδρή έλπίδα, ότι μέ τόν Καποδίστρια κάτι θά μποροΰσε νά γίνη (ό Κα-

ί 09

Page 105: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ποδίστριας ήταν αποφασισμένος γ ι ' αύτό, όπως δείχνει ή πολιτεία του καί ή δολοφονία). Ή λίγη μαγιά πού πήγε νά φκιασθή μέ διάφορες «ενέσεις» καί μιά ύποτυπώδη διοίκηση πού έτεινε νά ύπάρξη κατά τήν πρώτη δεκαε-τία τοΰ "Οθωνα — μόλις πήγε νά φκιασθή ή μαγιά δηλαδή — άμέσως άναψαν τά κουμπουρομάχαιρα τοΰ Μακρυγιάννη, τοΰ Παλαμήδη καί τοΰ Καλλέργη. "Εκτοτε λοιπόν έπαναλαμβάνονται μονίμως σέ όλα τά έλληνικά Συντάγματα μέχρι καί τοΰ σημερινοΰ οί δύο αύτές διατάξεις (τά άρθρ. 17 καί 19) τοΰ 1844. Καί ό μέν "Οθωνας βρέθηκε άναγκασμένος νά τίς φκιάξη μόνο γιά τούς λωποδύτες τοΰ τότε. Έκτοτε όμως τά κατοπινά Συντάγματα, πλέον προσαρμοσμένα, άναγνωρίζουν σιωπηρώς καί a priori όλους τούς εκάστοτε εγκλεισμένους στά σύνορα τής Επικρατείας ώς άπατεώνες καί λωποδύτες, καί έπί τών δύο αύτών θεμελίων βάσεων άνυψοΰται όλον τό συνταγματικό οικοδόμημα τών «συντακτικών χαρτών» μας, όπως καί τό άντίστοιχο νομοθετικό τέτοιο διά τών «αύθεντικών έρμηνειών», τών «ερμη-νειών» έπί τών «έρμηνειών» κ.ο.κ.

Πρόκειται νά άποδείξωμεν τώρα, πώς συνέβη έπί τών ήμερών μας καί ό «Μακρυγιαννισμός» καί ό «Σοσιαλισμός» ήρθαν ισόπαλοι στόν άγώνα δρό-μου κατά τοΰ δημοσίου προϋπολογισμού.

"Οπως ήδη θά άντελήφθη ό άναγνώστης, τά πράγματα διά τών «έρμη-νειών» έπί τών «έρμηνειών» δέν ήταν δυνατόν παρά νά οδηγήσουν άνα-γκαίως στήν έπικράτηση τοΰ Μακρυγιαννισμοΰ (πού κατά καιρούς έπαιρνε διάφορα ονόματα: «συντηρητισμός», «λαϊκό κόμμα», «φιλελευθερισμός», «ριζοσπαστισμός», «έθνική παράταξη» — αύτή κι άν ήταν!...—, «σοσιαλι-σμός» κ.λπ.). Ή τ α ν άλλωστε καί τό μόνο ιστορικώς έφικτό, άφοΰ ό Μα-κρυγιαννισμός μέ τήν έκδίωξη τοΰ Όθωνα άπεδείχθη ή «επικρατούσα δύ-ναμη» τοΰ έλληνικοΰ χώρου. "Οτι λοιπόν καί ό Γεώργιος έκράτησε στό Σύνταγμά του τίς διατάξεις τοΰ Όθωνα, ήταν άναγκαΐο. Πώς τώρα σιγά-σιγά μετεβλήθησαν τά πράγματα (μέ τήν «Λειτουργία»), θά τό ίδοΰμε έφε-ξής. Τά πάντα δηλαδή θά ήσαν καλά καί άγια, άν δέν είχαμε έναν παρά-γοντα έναντίον μας: τόν Χρόνο! Στό σημείο όμως τούτο πρέπει νά μάς συγχωρήση ό άναγνώστης πού θά κάνωμε μιά παρέκβαση τών έν άρχή. Είπαμε ότι στό βιβλίο τούτο δέν μάς ενδιαφέρουν οί θεωρητικές συζητή-σεις καί δέν άσχολούμαστε μέ κανενός είδους «συνταγματική θεωρία». Προσπαθοΰμε νά έρμηνεύσωμε κατά πράξιν τά πράγματα, δηλαδή τόν πυ-ρήνα τοΰ έλληνικοΰ μας Συντάγματος στήν ιστορική του διαμόρφωση (ά-νευ τής οποίας τίποτε δέν «ερμηνεύεται» καί τίποτε δέν είναι δυνατόν νά κατανοηθή). Πρέπει όμως στό σημείο τούτο, καί πρός κατανόηση τών εννοιών, νά θέσωμε ένα θεωρητικό έρώτημα:

110

Page 106: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

"Αν δλα τά σύγχρονα Συντάγματα στηρίζωνται στά «δικαιώματα τοΰ άνθρώ-που», αύτό σημαίνει δτι τά κόμματα δέν είναι εργαλεία στήν άσκηση τής κρατικής έξουσίας, άλλά μηχανισμοί εκφράσεως τοϋ κοινωνικού γίγνεσθαι. Καί ώς τέτοια «συνεργούν είς τήν διαμόρφωση τής πολιτικής βουλήσεως τοϋ λαοϋ». "Ετσι π.χ. ορίζεται στό άρθρο 21 τοϋ γερμανικοϋ Συντάγματος (βλ. π.χ. καί W. Sorgel: «Konsensus und Interesse», Klett-Verlag, 1969. Γιά ιήν παραπέρα συνταγματική προβληματική βλ. π.χ. Η. von Mangoldt: «Das Bonner Grundgesetz», Berlin 1950, Leibholz-Rinck: «Grundgesetz», Koln 1966, Maunz-Diiring: «Grundgesetz», Miinchen 1966 καί G. Dahm: «Deutsches Recht», Kohlhammer 1963. Γιά έπί μέρους θέματα, σέ διάφορα λεξικά, π.χ. στό «Handbuch des Deutschen Staatsrechts». 'Αναφέρομε τά παλαιότερα αύτά έργα μέχρι τής περιόδου τών φοιτητικών. Νεώτερα βλ. τό σχολιασμένο διδακτικό εγχειρίδιο, G. Binder: «Grundwissen-Grundgesetz», Ε. Klett-Verlag 1988).

Αύτά δλα σημαίνουν δτι στά σύγχρονα Συντάγματα δέν αντιπαρατίθεται ένας κάποιος «λαός» σάν παθητικό αντικείμενο έναντι τής κρατικής έξου-σίας που τήν αποτελούν τά κόμματα, άλλά δτι τά ίδια τά κόμματα συμμε-τέχουν σάν εκφράσεις κοινωνικών ομάδων στήν άσκηση τής έξουσίας. "Ας ΰποθέσωμε λοιπόν δτι έν 'Ελλάδι έκατό χιλιάδες οπαδοί τοϋ Μακρυγιάννη (ή ίσως καί λιγάκι περισσότεροι...) θέλουν νά φκιάσουν κόμμα μέ έμβλημα ένα... «κλαράκι βάλσαμο». Επισήμως δηλαδή. Κατά ποίαν λογική, καί κατά ποίαν συμφωνία μέ τά 21 πρώτα άρθρα περί «άνθρωπίνων δικαιωμάτων» τοϋ Β' μέρους, τό νϋν άρθρο 73 § 3 — δηλαδή τό άρθρ. 17 τοϋ 1844 — τούς τό άπαγορεύει; 'Αναφέρομε μόνο μία περίπτωση... (Παράκλησις: Θά επιθυμού-σαμε τήν άπάντηση συνταγματικώς νά μας τήν δώση ό κ. Κύρκος, ό όποιος προσφάτως είπε στήν Βουλή, δτι πρέπει νά σπεύσωμε νά πάρωμε «υλικό ευκαιρίας», τώρα ποϋ φεύγουν οί βάσεις, πρός ύπεράσπιση τών «έθνικών συνόρων». Καί καλά, τά «σύνορα» νά τά «ύπερασπίσωμε» — δσο «υπερασπί-ζονται» αύτά μέ δπλα. 'Εντός τών «συνόρων» δμως, τώρα ποϋ οί τοίχοι πέφτουν, τί θά γίνεται; Αιωνίως «τοΰ Μακρυγιάννη»;...).

Ά π ό τήν παραπάνω θεωρητική ερώτηση θά προκύψουν οί παρακάτω έν-νοιες πού θά μάς απασχολήσουν, άλλά καί ή διαπίστωση, ότι γιά τό βαλ-σαμοκήπιόν μας ό μεγαλύτερος εχθρός είναι ό χρόνος. Ή διάταξη τοΰ "Οθωνα ρίζωσε γιά καλά — κυρίως γιά τούς άλλους λόγους πού θά ίδοΰμε — στά συνταγματικά μας πεπρωμένα. Ά λ λ ά ό κόσμος δέν ήταν δυνατόν νά μείνη στό 1844, ή κοινωνική εξέλιξη έπροχώρησε, έπρεπε νά μπούμε στήν ΕΟΚ. Νά ξύσωμε τό συνταγματικό μας πουρί, αδύνατον, διότι ήταν άκριβώς τό πουρί πού έκρατοΰσε τούς τοίχους πλέον. 'Επήραμε λοιπόν τά 21 πρώτα άρθρα τοΰ Β ' μέρους τοΰ Συντάγματος μας — ή «εγχείρηση» έγινε άκριβώς μεταξύ θρησκείας καί Μακρυγιαννισμοΰ στόν «καταστατικό μας Χάρτη» — κατ ' άντιγραφήν όπως τά είχαν οί «εταίροι» μας καί τά

III

Page 107: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

προσθέσαμε σέ «δ,τι είχαμε». Ή έγχείρηση έπέτυχε απολύτως, ό ασθενής δμως ώδηγήθηκε στόν... κ. Ζολώτα. Ό παλαιός θεραπευτής κ. Ζολώτας, ό όποιος έντόπισε αμέσως καί τό αίτιον τής χειροτέρευσης («έχάθηκαν οί παλαιές άρετές», είπε σέ κάποιον λόγο του, δηλαδή φταίνε άκριβώς τά 21 πρώτα άρθρα...), άνέλαβε πλέον άναγκαστικά, άφοΰ ή συνομοσπονδία αφρι-κανών μάγων είχε έκδόσει ολίγον πρίν διακοίνωση, δτι άδυνατεί πλήρως νά θεραπεύση άσθενή πού δέν είχαν ξαναδεί ποτέ μπροστά τους. Τοιούτου είδους μεταμοσχεύσεις άπό εύρωπαϊκά Συντάγματα, είπαν, ήσαν στίς επι-κράτειες τους άγνωστες... (Άλλά καί έτέραν διάγνωσιν έποιήσατο ό κ. Ζολώτας κατά τήν διάρκειαν τής θεραπευτικής άγωγής: «Έδημιουργήσαμε νέα κίνητρα γιά έπενδύσεις», είπε σέ συνέντευξη πρός τούς δημοσιογρά-φους. Καί προσέθεσε: «Βέβαια καί πρίν ύπήρχαν κίνητρα, άλλά ξέρετε γιατί δέν έρχονταν; — Γιατί τά άντικίνητρα ήσαν μεγαλύτερα άπ1 τά κί-νητρα...»! (Δηλαδή, έάν καλώς διεφωτίσθημεν: Ξέρετε τώρα γιατί δέν είναι νύχτα; — Διότι είναι μέρα!...). Μά αύτό τάχα δέν ήταν καί τό κατ' ούσίαν πρόβλημα τοΰ Μακρυγιάννη; Μεγαλύτερα κίνητρα άπό αύτά πού έδωσαν τά Συντάγματα τής Επιδαύρου, μέ τό νά βγάλουν όλη τήν «Επικράτεια» άνευ όρων στό σφυρί, δέν είναι δυνατόν νά άποκτήσωμε. Άλλά ούτε τότε ήρθαν οί έπενδύσεις. Έάν έρχονταν καί «έπεφτε χρήμα», ίσως δέν έξεγεί-ρετο ό Μακρυγιάννης. Δέν ήρθαν όμως καί (σύν τόν "Οθωνα πού ήθελε νά βάλη τάξη στίς ύπόλοιπες «επιχειρήσεις»...) ό «ήρωάς» μας έξηγέρθη... Φαίνεται δτι οί έπενδυτές κάπου αλλού άναζητοΰν τά κίνητρα άπό έκεΐ πού τά προσφέρομε έμεΐς, ή μάλλον πού τά προσφέραμε μέχρι τώρα...).

Ό χρόνος λοιπόν μάς νίκησε καί έπρεπε νά μπούμε στήν ΕΟΚ. Πήραμε έτσι θέλοντας καί μή τά πρώτα 21 άρθρα καί τά κολλήσαμε προεκτατικώς πώς, έν εϊδει τεταμένης χειρός επαιτείας διά τά ΜΟΠ... Καί πάλι δηλαδή ή «μακρυγιαννική ούσία» τοΰ Συντάγματος ώς όλου θά έμενε. Έδώ πρέπει νά κάνωμε τήν έξης διευκρίνηση:

«Άνθρώπινα δικαιώματα» γενικώς περιέχουν όλα τά έλληνικά Συντάγ-ματα (διότι έγιναν μετά τά εύρωπαϊκά, πού αύτά εισήχθησαν κατόπιν επα-ναστάσεων). Είναι άλλο πράγμα δμως τά «άνθρώπινα δικαιώματα» ώς αμυ-ντικά δικαιώματα τοΰ άτομου έναντι τοΰ κράτους καί άλλο πράγμα τά «άνθρώπινα δικαιώματα» ώς δεσμευτικές ύποχρεώσεις τοΰ κράτους έναντι τοΰ άτομου. Παραδείγματος χάριν: όταν τό Σύνταγμα τής Τροιζήνος κατο-χυρώνει τήν έκφραση έλευθερίας γνώμης (άρθρ. 20, 25, 26) — καί μάλιστα πολύ πιό «φιλελεύθερα» άπό τό σημερινό πού άπαγορεύει τήν άπ ' εύθείας πρόταση πρός τήν Βουλή καί άπαγορεύει ούσιαστικά τήν έκπαίδευση μέ τήν άπαγόρευση ιδιωτικών άνωτάτων σχολών (περί τοΰ τελευταίου όμως

112

Page 108: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

στό προσεχές βιβλίο μας) — θεμελιοΐ ένα αμυντικό δικαίωμα τοϋ ατόμου, δηλαδή τό κράτος δέν μπορεί νά τόν έμποδίση. Ό τ α ν όμως τό σημερινό Σύνταγμα στό άρθρο 5 όμιλή περί «έλευθέρας άναπτύξεως τής προσωπικό-τητος», αύτό σημαίνει καί δεσμευτική ύποχρέωση τοΰ κράτους νά παρέξη στό άτομο τά μέσα γ ι ' αύτό. Ή διαφορά είναι άρκούντως κολοσσιαία, διότι συνεπάγεται τήν κοινωνική διαδικασία πού οδηγεί άπό τό ένα στό άλλο. 'Ενώ στήν πρώτη περίπτωση τό δικαίωμα πηγάζει άπό τό κράτος, στήν δεύτερη περίπτωση πηγάζει άπό τό άτομο — καί συγκεκριμένα άπό τήν άξιοπρέπεια τοΰ άνθρώπου ώς αύταξία, τήν όποία άναγνωρίζει τό κρά-τος ώς δέσμευση του.

Δέν μπορούμε στά πλαίσια τούτου τοΰ βιβλίου νά μποΰμε σέ παραπέρα συζήτηση έπί τών θεμάτων αύτών, πού δέν είναι καθόλου «νομικής φύ-σεως», άλλά ιστορικής καί ιδιαίτερα φιλοσοφικής (τά «δικαιώματα» δέν τά φκιάνουν οί «συνταγματολόγοι» καί οί «νομικοί», άλλά οί κοινωνικές δια-δικασίες, δηλ. οί ποιητές, οί μουσικοί, οί λογοτέχνες, οί φιλόσοφοι κ.λπ. Μιά παραπέρα συζήτηση συνεπώς θά ήταν έκτός θέματος καί θά μάς (οδη-γούσε σέ τελείως διαφορετικούς χώρους, θά ήταν άλλωστε καί περιττή, άφοΰ έλήφθη «ειδική πρόνοια» άπό τό 1844 γιά τέτοιου είδους κόσμο στήν Ελλάδα...). Σκοπός μας έδώ είναι νά δείξωμε πώς ύπήρξαν οί «συγκολλή-σεις» καί τίς... έπιπτώσεις. "Ενα άλλο παράδειγμα τέτοιας «συγκολλήσεως» είναι τό άρθρ. 15, § 2, όπου διά τής «πολιτιστικής άναπτύξεως» διεκδικείται μέν ό έλεγχος τών «προϊόντων τοϋ λόγου καί τής τέχνης», άλλά ούδεμία ύποχρέωση πρός προαγωγή των (άρα πρός τήν «έλευθέραν άνάπτυξιν τής προσωπικότητος» τοΰ άτομου τοΰ άρθρ. 5, πού είναι κατ' άντιγραφήν τό πρώτο τοΰ γερμανικού Συντάγματος). Ούτε καί χρειάζεται ή διεξοδική ά-ναφορά στίς «συγκολλήσεις», προκειμένου νά δειχθούν οί μεταπτώσεις τοΰ άσθενοΰς μας... Τό άρθρο 5 π.χ. άρκεϊ.

Τό άρθρο αύτό, όπως είπαμε, έχει ώς βάση μιά σύνθετη έννοια (έπί τής οποίας έπίσης δέν μπορούμε νά διαλάβωμε έδώ είδικώτερα), πού λέγεται «άξιοπρέπεια τοΰ άνθρώπου». Τό Σύνταγμα τοΰ "Οθωνα, πού άποτελεΐ τήν βάση τής πολιτικής μας κατάστασης, δέν είχε σκοπό νά άμφισβητήση αύτήν τήν έννοια, προέρχεται όμως ώς «καταστατικός χάρτης» άπό άνάγκες άντιμετωπίσεως αναξιοπρεπών προθέσεων. Είναι δηλαδή ένα «Σύνταγμα» κατάλληλο γιά έκβιαστές καί λωποδύτες. Πώς τώρα ή βάση τοΰ Συντάγ-ματος μας πού έμεινε άναλλοίωτη θά μποροΰσε νά συνδυασθή με τά περί «άξιοπρεπείας τοΰ άνθρώπου», πού έπρεπε νά έκφράζουν οί «συγκολλή-σεις», προκειμένου νά πάρωμε τά ΜΟΠ; 'Εδώ προέκυψε τό μέγα μεταπο-λεμικό μας πρόβλημα, πού ώδήγησε στήν κατάσταση πού ζοΰμε σήμερα,

113

Page 109: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

δηλαδή στήν διάλυση τής 'Ελλάδος ώς κράτους καί ή όποία πλέον δέν μπορεί νά άποτραπή. Κανείς δέν φταίει συγκεκριμένα· ήταν μιά κατάσταση αναπόφευκτη, πού άπλώς καθυστερούσε νά έκδηλωθή. Τό σαραβαλιασμένο συνταγματικό μας κάρο — άνευ ούσιώδους έπισκευής άπό τό 1844 —, τό όποιον μετέφερε έπί έκατόν πενήντα τόσα χρόνια όλους τούς ένθεν τών συνόρων έγκλειομένους ώς άπατεώνες καί δυνάμει λυμεώνες τοΰ δημόσιου προϋπολογισμοΰ, επόμενο ήταν μέ τό δυσβάστακτο βάρος περί «άξιοπρε-πείας τοΰ άνθρώπου» τοΰ άρθρ. 5 καί τών άλλων «συγκολλήσεων» (πού ήταν όπως είπαμε γερμανικές συνταγματικές «άναλήψεις», μιά καί ή Γερ-μανία θά ήταν καί ό κύριος χρηματοδότης τών ΜΟΠ — ό κ. Ζολώτας άλλωστε στήν τελευταία επίσημη διάσκεψη τοΰ Στρασβούργου εύρίσκετο μονίμως παρά τό πλευρόν τοΰ γερμανού Καγκελαρίου καί μόνον αύτοΰ...) νά διαλυθή είς τά έξ ών συνετίθετο. 'Ιδού πώς έγινε τό πράγμα:

Τό άρθρο 19 περί «επισήμου έρμηνείας τών νόμων» τοΰ Συντάγματος τοΰ 1844 προϋπέθετε τήν ύπαρξη μιας ισχυρής κεντρικής έξουσίας, όπως ήταν αύτή τής μοναρχίας τοΰ "Οθωνα. Καί είδαμε ποιά ήταν ή σημασία του: νά κλείνη τά «παραθυράκια» πρός ρεμούλα. Δέν είναι μάλιστα καθόλου τυ-χαίο, ότι καί μερικές άλλες «γενικής φύσεως» οικονομικές διατάξεις, πού κατά νόημα ύποτίθεται ότι είναι γενικές, εύρίσκονται ειδικά στό «περί Βουλής καί Γερουσίας» κεφάλαιο. Π.χ. αρθ. 52: «Ούδείς φόρος έπιβάλλεται ούδ ' ΕΙΣΠΡΑΤΤΕΤΑΙ, έάν προηγουμένως δέν ψηφισθή παρά τε τής Βου-λής καί τής Γερουσίας, καί κυρωθή ύπό τοΰ Βασιλέως». 'Ερμηνεία: τό φορομπηχτικόν τουρκικής νοοτροπίας σύστημα τών πρώην οπλαρχηγών καί νΰν «βουλευτών», έπρεπε νά σταματήση. "Αρθρ. 54: «Ούδεμία σύνταξις ή αμοιβή δίδεται έκ τοΰ δημοσίου ταμείου, άνευ νόμου». 'Ερμηνεία: Οί βουλευτές δέν πρέπει νά βλέπουν τήν βουλευτική τους ιδιότητα ώς... κου-τάλα. Γ ι ' αύτό άκριβώς οί διατάξεις αύτές ύπάρχουν ειδικώς στό «περί Βουλής καί Γερουσίας» κεφάλαιο. Στό επόμενο μάλιστα «περί Βουλής» κεφάλαιο, ορίζεται διά τών άρθρων 67-68 καί ή συγκεκριμένη «ταρίφα» τών βουλευτών.

Έπεξήγησις: "Ολα στό πρώτο ελληνικό Σύνταγμα αναφέρονται «πέριξ τών βουλευτών», ώς πρός τά ύπόλοιπα δέ, δηλ. ώς πρός τίς «γενικές αρχές» του, είναι αρκετά προοδευτικό γιά τήν έποχή του, άφοϋ βάση έχει τήν γαλλική «Χάρτα» τοϋ 1830. 'Ωστόσο, είναι έλαφρώς θλιβερό νά βλέπη κανείς σέ διάφορα βιβλία τό έντελώς άνυποψίαστον άπό ιστορικής καί πολιτικής ά-πόψεως τών διαφόρων «έρμηνειών» καί ώς μόνην πηγή «έρμηνείας» τίς προ-σωπικές ιδεολογικές απόψεις τοϋ «έρμηνεύοντος». Καθόλου τυχαία, δπως θά ίδοΰμε.

114

Page 110: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

"Ετσι, π.χ. στόν τόμο «'Ελλάς» τής «νέας παγκοσμίου 'Εγκυκλοπαίδειας» τής «Μορφωτικής 'Εταιρείας» (1959), αναφέρεται: «Τό Σύνταγμα τοϋ 1864 έχει έκδηλον τήν δημοκρατικήν πνοήν τών γεγονότων τής έκθρονίσεως τοϋ Όθωνος. Εις αύτό αντιπροσωπεύεται ή πολιτική άνοδος τοΰ νεοελληνικού άστισμοΰ καί ό περιορισμός τής δυνάμεως τής ολιγαρχίας τών «τζακιών». Είναι ή έποχή ΠΟΥ ΥΨΩΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΚΑΜΙΝΑΔΕΣ ΤΗΣ ΕΛ-ΛΗΝΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ. Καί τό φιλελεύθερον πνεϋμα τοΰ πολιτεύμα-τος έκδηλώνεται μέ τήν συνταγματικήν καθιέρωσιν τής αμέσου καί καθολι-κής ψηφοφορίας τών πολιτών». Αύτά στήν σελ. 954' στήν σελ. 957 ακολου-θεί: «Άπό τοΰ 1834 καί έπειτα, ό ρυθμός είς τάς έκδηλώσεις τής δημοσίας καί πνευματικής ζωής τής Ελλάδος, ύπήρξεν έξαιρετικά βραδύς. Ή χώρα μας κατετάγη μεταξύ τών λεγομένων «καθυστερημένων» χωρών! Ή ψυχο-λογία καί ή ιδεολογία τής Συγκυριαρχίας (Λογιωτατισμός, Βυζαντινισμός, έχθρότης πρός τάς φυσικός καί θετικάς έπιστήμας, προγονοπληξία καί είς τό πεδίον τοΰ Δικαίου ή αποκλειστική λατρεία τοϋ Corpus Juris Civilis κ.λπ.) έθεσαν παντοϋ τήν άναχρονιστικήν σφραγίδα των».

'Εξήγηση μεταξύ τών δύο «αποφάνσεων»: Καμμία. Δέν μποροΰμε νά έπιβαρύνωμε οικονομικώς τό βιβλίο, ούτε καί νά κατα-

χρασθοϋμε τοΰ χρόνου τοΰ αναγνώστη, προβαίνοντας σέ κρίσεις ή σταχυο-λογοϋντες άπό άλλα βιβλία «συνταγματικών έρμηνειών». Έλπίζομε ότι θά καταστοΰν σαφή άρκετά πράγματα άπό τά άκολουθοϋντα.

Καί ό μέν "Οθων, έφυγε, οί διατάξεις δμως περί «έπισήμων έρμηνειών» έμειναν. Ό Μακρυγιαννισμός, πού απεδείχθη ή προεξάρχουσα πολιτική δύναμη τοΰ χώρου, θά έμενε καί ή έπικρατοΰσα έκφρασή του. (Βεβαίως μία άπό τίς βασικές αίτιες έκθρονίσεως τοΰ "Οθωνα ήταν καί ή στάση του στόν κριμαϊκό πόλεμο. Οί σχέσεις Βαυαρίας καί Ρωσσίας τότε ήσαν διαφορε-τικής φύσεως, διότι ή Βαυαρία ήταν βασίλειο. Μέσα σ ' αύτές τίς σχέσεις εμφιλοχωρούσε καί ή Πολωνία — έξ ου καί οί συνωμοσίες τοΰ «ήρωά» μας μέ πολωνούς φυγάδες...). Οί "Αγγλοι, οί όποιοι τήν ένθρόνηση τοΰ Γεωρ-γίου τήν πλήρωσαν πανάκριβα, μέ τήν παραχώρηση τών Έπτανήσων (μιά «λύπη» πού ούτε τούς πέρασε έκτοτε, ούτε πρόκειται νά τούς περάση...), δέν είχαν βέβαια σκοπό ν ' άντιμετωπίσουν τά ίδια τά οθωνικά καί μέ τόν Γεώργιο. Καίτοι τό Σύνταγμα τοΰ ' 64 περιέχει όλες τίς διατάξεις τοΰ "Ο-θωνα, ό Γεώργιος άφησε τούς «ύπηκόους» του στίς δημοκρατικές συνήθειές τους μέ τά λημέρια καί εισήγαγε μάλιστα καί τήν «δεδηλωμένη». 'Από έδώ καί πέρα τώρα θά άρχιζε τό χάος τών «έρμηνειών», τών «έρμηνειών» έπί τών «έρμηνειών» κ.ο.κ., δηλαδή ό Μακρυγιαννισμός ώς μόνιμη τρωκτική έπιδίωξη κατά τοϋ δημοσίου προϋπολογισμού. Ό «λαός» μέσα σέ ό λ ' αύτά βέβαια δέν έπαιξε ποτέ κανέναν ρόλο. Οί διανοούμενοι, οί άξιοι καί ικανοί, έμεναν μονίμως ύπό δίωξη, σύμφωνα μέ τά «έπιτάγματα» τών Μακρυγιάννη

115

Page 111: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

καί Παλαμήδη. Διαβάζοντας κανείς τόν Ροΐδη άποκομίζει πιστή τήν είκόνα τής καταστάσεως. Χρεοκοπίες, πολεμικές ήττες τω '97 (ό στρατός πεινα-λέος καί γυμνός, ό ρόλος τών «στρατηγών» όμως πρώτος καί καλύτερος μέσα σ ' όλ ' αύτά), διαρκής κοινωνική κρίση οδηγούν τήν κατάσταση στό άπροχώρητο μέ τό 1909. Τό αναθεωρητικό Σύνταγμα τοϋ 1911, παρά τόν «προοδευτικό» χαρακτήρα πού πολλοί θέλουν νά τοΰ άποδίδουν (τί «πρόο-δος», όταν οί κοινωνικές καταστάσεις πού έπιβάλλουν τίς βασικές διατά-ξεις παραμένουν; Ή προσθήκη άρθρων δέν είναι αναθεώρηση, δηλαδή μεταβολή ούσίας, άλλά μόνο πρόσθετος «ερμηνεία»...), δέν άποτελεϊ άνά-σχεση στήν πρόοδο τοΰ Μακρυγιαννισμοΰ. Ή μόνη «πρόοδος» μέ τό Σύ-νταγμα αύτό ήταν ή κατάργηση τοΰ κυάμου (μαΰρο-κόκκινο) καί ή εισα-γωγή τοΰ ψηφοδελτίου, μέσα σέ μιά συνεχιζόμενη κατάσταση άγραμματω-σύνης, άφοΰ μόλις τό ϊδιο Σύνταγμα εισήγαγε υποχρεωτική τήν πρωτοβάθ-μια έκπαίδευση.

Βασικά, όσο πιό πολύ έπικρατοΰσε ή άποδυνάμωση τής κεντρικής έξου-σίας — αύτή πού προϋπέθεσε υπάρχουσα ό Όθωνας στά άρθρα του — είναι φανερό πώς τόσο πιό πολύ θά κυριαρχοΰσε τό πνεϋμα πού αύτά τά άρθρα ήθελαν νά άντιμετωπίσουν, δηλαδή ό Μακρυγιαννισμός. "Οντως σέ περιό-δους «δημοκρατικές», όπως άρέσκονται νά τίς ονομάζουν οί έπί Ιδεολογι-κού έπιπέδου μακρυγιαννιζόμενοι (καί κατ' άνάγκην «λαϊκιζόμενοι») συ-νταγματικοί ερμηνευτές, οί έπιχειρήσεις κατά τοΰ προϋπολογισμοϋ κατά-γουν τεράστιες «ερμηνευτικές» νίκες. "Ετσι π.χ. στό Σύνταγμα τοΰ '27, ύπάρχει ή «ερμηνευτική δήλωσις έπί τοΰ άρθρ. 28 (τό βλέπομε: οί "έρμηνεύσεις" τώρα δέν είναι άπαραίτητες μόνο γιά τούς νόμους, άλλά καί γιά τά ϊδια τά Συντάγματα!): «Διά τοΰ όρου "Κυβέρνησις" νοείται ένταΰθα καί εϊς έκαστος τών 'Υπουργών κεχωρισμένως»! Ό Μακρυγιάννης λοιπόν έν πλήρει δόξη σέ «δημοκρατικούς» συνταγματικούς καιρούς...

Νομίζομε, ότι τό βασικό νόημα αύτοΰ πού θέλομε νά ποΰμε, προέκυψεν ήδη. Δέν μποροΰμε νά έπεκταθοΰμε περισσότερο έδώ (τά τής «συνταγμα-τικής» μας ιστορίας μποροΰν νά πληρώσουν καί βιβλιοθήκην όλόκληρον), διότι τά παραπάνω μάς άρκοΰν νά άποδείξωμε τό θεώρημά μας, δηλ. τήν ισοπαλία «Μακρυγιαννισμοΰ» καί «Σοσιαλισμοΰ» έπί τών ήμερών μας. Ή φράση «νομοθετική έξουσία», γιά τήν «αύθεντική έρμηνεία» τών νόμων, διατηρείται μέχρι καί τών Συνταγμάτων τής Χούντας. Μετά τήν Χούντα, ή «έξουσία» στό Σύνταγμα βαφτίζεται «λειτουργία». Τώρα «έρμηνεύει» ή «νομοθετική λειτουργία». Πώς αύτό; — «Γιά λόγους Δημοκρατίας», γιά νά μειωθή ή αυταρχική έννοια τής λέξης μετά άπό τήν «τυραννία», θά μπο-ροΰσε νά μάς πή ένας «συνταγματικός όπαδός» τοΰ Μακρυγιάννη ίσως. Δέν

116

Page 112: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

μπορούμε δυστυχώς νά τοϋ άπαντήσωμε διότι τά έξοδα τούτου τοϋ βιβλίου επιβαρύνουν τόν εκδότη... Θά τοΰ ποϋμε όμως τήν πραγματική αίτία (χωρίς φυσικά νά έλπίζωμε ότι θά μεταπεισθή):

Μετά τήν Χούντα ήσαν στόν ορίζοντα τά ΜΟΠ. Καί στήν Δεξιά έλειψαν οί «αύθεντικές ερμηνείες» έπί όκταετίαν, πράγμα έξόχως σοβαρό. Τά ΜΟΠ έπρεπε νά εισρέουν άκωλύτως. Μόνο πού έπέβαλαν τήν έστω καί συγκολ-λητικώς ανάληψη τής άγνωστου έννοιας «αξιοπρέπεια τοϋ άνθρώπου», πού είχαν όλα τά ευρωπαϊκά Συντάγματα καί έπί τής οποίας έβασίζετο καί ή νομολογία τής ΕΟΚ, στήν οποίαν μπορούσαν νά προσφύγουν καί άπλοΐ πολίτες. Τό πρόβλημα κατέστη μέγα καί τραγικόν. Ένώ πρίν δηλαδή ό κ. Τσαλδαροσοφούλης διά πάσαν «αύθενπκήν έρμηνείαν» έπί συνταγματικού θέματος μπορούσε αύτοστιγμεϊ νά τηλεφωνήση στόν νωματάρχη τοΰ πλη-σιέστερου άστυνομικοϋ τμήματος, τώρα τό πράγμα δέν ήταν δυνατόν, διότι μποροΰσε μέ μιάν άναφορά π.χ. νά πάθουν έμπλοκή οί λογιστικοί κομπιού-τερ στίς Βρυξέλλες. Ή έννοια τής «έρμηνείας» έχανε πλέον τό χωροχρο-νικόν άσυνεχές ή «κατά περίπτωσιν» τής εποχής τοΰ Μακρυγιάννη καί έμεταβάλλετο σέ συνεχή έπαγρύπνιση. Ή «νομοθετική έξουσία» έγινόταν έτσι χαμελαίοντας, ό όποιος αίωρεΐτο έπί τοΰ χάους δύο άντιτιθεμένων κορυφών: άπό τήν μιά μεριά ένα συνταγματικό καί νομολογικό κατασκεύα-σμα πού έβασίζετο έπί τής γενικευμένης λωποδυσίας ώς κοινωνικής άρχής, καί άπό τήν άλλη οί «συγκολλήσεις» μέ έννοιες άγνωστες, ού μήν άλλά καί άναγκαϊες. Μέ τό ένα μάτι άπ ' έδώ, μέ τό άλλο άπ ' έκεΐ. Καί τοΰτο συνεχώς — άρα έπρόκειτο περί διαρκούς «λειτουργίας»! Έχρειάζονταν λοιπόν οί πάσης φύσεως «ειδήμονες», οί όποιοι διαρκώς θά μεριμνοΰσαν μήν γίνη πουθενά κανένα λάθος. Έάν είχαμε βέβαια νά κάνωμε όπως παληά μέ έναν βασιληά, τότε οί έντός Βουλής, όπλοφοροΰντες ή όχι, θά τά έφερναν «βόλ-τα». Τώρα είχαμε νά κάνωμε μέ έννοιες άγνωστες καί δαιδαλώδεις γιά τίς όποιες οί έντός Βουλής ούτε άρκοϋσαν ούτε έπαρκοΰσαν. Δέν έμενε λοιπόν άλλη λύση άπό τίς «έπιτροπές». «Εισηγητικές» έπιτροπές, «γνωμοδοτικές» έπιτροπές, «νομοπαρασκευαστικές» έπιτροπές, «συντονιστικές έπιτροπές», «ειδήμονες» άπό 'δώ, «σύμβουλοι» άπό 'κει. Τό μηχάνημα τής «λειτουρ-γίας» έμπήκε άργά άλλά σταθερά μπροστά...

"Εως ότου έπεράτωσεν ό κ. Παπανδρέου τίς περί «Χέρσου Ελλάδος» έντρυφήσεις του έπί τών πρώτων Συνταγμάτων τής Επιδαύρου. «Χέρσος» πάει νά πή, ότι άφοΰ άνεβοΰμε στήν έξουσία, δέν ύπάρχει λόγος νά ξανα-κατεβούμε... Ά ρ α λοιπόν δέν χρειαζόμαστε κανέναν ίσχυρόν πρόεδρο, ό-ποιος αύτός μπορεί νά είναι, ιδιαίτερα μάλιστα άξιον (;) άλλά άπλώς έναν καλόν κομματικό μηχανισμό. Έκτός λοιπόν άπ ' τούς «συμβούλους», θά έπρεπε τώρα νά καταβροχθίζουν έν μέρει καί οί κομματικοί οπαδοί, ή

117

Page 113: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

«Αντίσταση». 'Ιδού λοιπόν ή «Λειτουργία» ώς πράγμα θηριώδες, μοχθη-ρόν καί μονόφθαλμον — εκατοντάδες εκατομμυρίων, δεκάδες δισεκατομ-μυρίων, τρισεκατομμύρια... Ό «Σοσιαλισμός» ήρθε μέ τόν «Μακρυγιαννι-σμό» ισοπαλία. Καί έπί τέλους μέσα σ ' αύτόν τόν άρμαγεδδώνα άνεκαλύ-φθη καί ένας άπατεών: Ό Κοσκωτάς!...

"Ετσι λοιπόν τό κάρο διαλύθηκε, μόνο καί μόνο έπειδή έλαφρώς προσέ-κρουσε σέ μιάν άγνωστη ιδέα!

Ό «σοσιαλισμός» πού μάς έφερε ή «άντίσταση», δέν ήταν άγνωστο πράγμα στήν 'Ελλάδα· ήταν άκριβώς ή πλήρης διϊστορική πραγμάτωση τής «Δημοκρατίας» τοΰ Μακρυγιάννη. Νά μπούμε τώρα σέ άλλου είδους «συνταγματικές λεπτομέρειες» σχετικά μέ αύτόν τόν «σοσιαλισμό», όπως έπί παραδείγματι μέ τίς αναθεωρητικές «προτάσεις» τοΰ ΠΑΣΟΚ σχετικά μέ τό Σύνταγμα τοΰ '75 — όπως καί μέ άνάλυση τών πολλών προθέσεων πού αύτές κρύβουν —, θά ήταν άνευ σημασίας. Διότι θά έσήμαινε ότι προσπαθούμε νά έντοπίσωμε κάποιο κακό, ή κάτι νά άποτρέψωμε γιά τό μέλλον. Άλλά άπό ύπάρξεως τής 'Ελλάδος σάν κράτους τίποτε δέν ύπήρξε χειρότερο άπό αύτό πού ήταν πρίν. Καί αύτό θά πρέπει νά τό καταλάβουν όχι μόνο οί νομίζοντες πώς κάτι μπορεί νά χειροτερεύση — ένδεχομένως οί ύπάρχοντες γενίτσαροι —, άλλά καί οί κινδυνολόγοι. Τίποτε δέν μπορεί νά χειροτερεύση, διότι ή 'Ελλάδα σάν κράτος εύρέθηκε έξ άρχής στήν χειρότερη κατάσταση πού μποροΰσε νά βρεθή κράτος τότε. Δηλαδή ή έξέλιξή μας μέ τήν Εύρώπη ύπήρξε πολύ καλύτερη άπό όσο έπέτρεπαν οί άντικειμενικές δυνατότητές μας. Τί βρήκαν οί εύρωπαΐοι μπροστά τους έδώ; — 'Εκβαρβάρωση, άγραμματωσύνη, μοχθηρία, άπατεωνία καί έγκλη-ματικότητα. Αύτά περίπου ήσαν τά χαρακτηριστικά μας σάν κράτος. Φυ-σικά υπήρξαν άνθρωποι άξιοι καί προσπαθήσαντες, αύτό όμως πού τελικώς έφαίνετο ήταν αύτό πού δέν μποροΰσε νά κρυφτή: ή έλλειψη κοινωνικής σπονδυλικής στήλης.

Καί άκριβώς μέσα σ ' αύτή τήν έλλειψη ό Μακρυγιαννισμός, δηλαδή ή χρήση τής πολιτικής για προσωπικά όφέλη, ύπήρξε ή προεξάρχουσα διά-σταση πού έδείχναμε στους άλλους. Τί ήταν αύτό δηλαδή πού μάς έστέ-ρησαν οί εύρωπαΐοι, πού είμαστε είς θέσιν νά διεκδικήσωμε καί δέν τό πήραμε; "Οχι τί πιστεύομε έμεϊς άπό τόν έαυτό μας, άλλά τί έβλεπαν οί άλλοι σ ' έμάς, είναι αύτό πού μετράει. Κι αύτό βγαίνει άπό τήν ιστορία πού δέν ξέρομε. Δέν είναι ένα καί δύο τά βιβλία τών ξένων περιηγητών πού άναφέρουν τήν άπορία: πώς είναι δυνατόν αύτός ό κόσμος νά έχη τέτοιες ιδέες γιά τόν έαυτό του, όταν αύτοί πού τόν διοικούν δέν ξέρουν καν γράμ-ματα; Καί ένας τέτοιος ήταν καί ό Μακρυγιάννης. Τό γεγονός ότι μαθαίνει

118

Page 114: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

γράμματα στόν μέσον τής ζωής του, έπειδή τοϋ χρειάσθηκαν κατά τήν διεκδίκηση τής έξουσίας, είναι άκριβώς τό χαρακτηριστικό τοΰ άπυθμένου βάθους τών φιλοδοξιών καί τών προθέσεων. Καί είναι άσφαλτο δείγμα βαρβαρισμοΰ, άν όχι ό ϊδιος ό ορισμός του. Τό ίδιο δέν κάνει μήπως σήμερα ένας πού σπούδασε γιατρός καί γίνεται ύπουργός οικονομικών; Ούτε στήν 'Ελλάδα, ούτε έκτός 'Ελλάδος ό ελληνισμός ήταν είς θέσιν νά άντιμετωπίση κάτι άπό τίς ιστορικές τροπές τών νεωτέρων καιρών. Διότι δέν τίς ήξερε. "Οπως άκριβώς δέν μπόρεσαν καί οί Τοΰρκοι καί τόσοι άλλοι λαοί. Ή τ α ν άντίθετα ή έπαφή τους μέ τήν νεώτερη ιστορία, ή αύτής μ ' έκείνους, πού έδειξε τήν πραγματική κατάστασή τους.

"Αρα δέν κρίνομε έδώ τόν «σοσιαλισμό», γιά νά τόν κατακρίνωμε. Διότι έν τέλει ό «σοσιαλισμός» έκαμε ένα μέγα καλό: συντελώντας στό νά φανούν άκόμα μιά φορά καλά οί κοινωνικές προϋποθέσεις τοΰ έλληνικοΰ χώρου — καί είπαμε πώς δέν άναζητοΰμε «φταιξίματα» — συνετέλεσε στό νά ύπάρξουν έξ άντικειμένου νέες προβληματικές, θ ά ήταν αθέμιτο νά πούμε πώς δέν ύπήρξαν άνθρωποι πού δέν προσπάθησαν στήν 'Ελλάδα, έστω κι άν έκαναν μέσα στό μέτρο τών δυνατοτήτων τους κακό άντί καλό. 'Υπήρ-ξαν κάποια κτήρια, κάποιες βιτρίνες (ασχέτως τοΰ πώς φκιάσθηκαν), κά-ποιες προσπάθειες μεταφράσεως βιβλίων καί κάποιες επιδιώξεις μόρφω-σης. Αύτά όμως άρχισαν πολύ άργά. Καί ήταν άδύνατο νά δώσουν κάποιο άποτέλεσμα, γιατί έστηρίζονταν σέ ψεύτικες ιδεολογίες. Τώρα πλέον είναι άργά νά μοιρολογούμε. Ή 'Ελλάδα, έπειδή εξυπηρέτησε κάποιους ιστο-ρικούς σκοπούς, είχε καλύτερην τύχη άπό αύτήν πού έπέτρεπαν οί δυνα-τότητές της. Σήμερα δέν εξυπηρετεί τίποτε πιά σάν κράτος καί πρέπει νά άναζητήσωμε τίς νέες καταστάσεις πού μποροΰν νά ύπηρετήσουν άκόμα τόν έλληνισμό. "Οσο έπιμένομε νά μεταφέρωμε ένα κράτος σάν (κατ' ά-νάγκην) απροσάρμοστο έρμαιο στήν σύγχρονη ιστορία, τόσο πιό πολύ θά ύποφέρη ό κόσμος του. Πρέπει νά άντικρύσωμε μέ θάρρος καί μέ άπαίτηση τό μέλλον. Ά λ λ ά γιά νά τό πετύχωμε αύτό, πρέπει νά ίδοΰμε γιατί ή 'Ελ-λάδα δέν μπορεί νά ύπάρχη καθ' εαυτή πρώτα σάν κράτος καί έπειτα έν σχέσει πρός τούς άλλους λαούς καί τήν ιστορία. Καί ό «σοσιαλισμός» μάς βοηθεί άπείρως πρός τοΰτο, διότι άκριβώς ώνομάσθηκε έτσι, διότι έστη-ρίχθηκε όντως στόν «λαό» καί τόν άφησε νά έκδηλωθή σάν ύπάρχουσα πραγματικότητα. Οί αιτιολογίες ένδιαφέρουν ίσως τούς θρησκευτικούς καί «έθνικούς» κατηχητές. 'Εδώ μάς ένδιαφέρει μόνο τό άποτέλεσμα καί οί παράμετροι έκεΐνες πού ένέχουν μελλοντική ιστορική άξιοποίηση. Είναι λάθος νά πιστεύεται ότι ό «σοσιαλισμός» δέν προσέφερε στόν τόπο καλό. Οί καταστάσεις πού κρύβουν κάνουν κακό καί όχι αύτές πού φανερώνουν. Γ ι ' αύτό κι έμεΐς έδώ δέν διαπνεόμαστε άπό καμμιάν διάθεση κριτικής,

119

Page 115: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

άλλά μόνο άναλυτικής κατανοήσεως τών πραγμάτων. Καί είναι άκριβώς, γιατί μπορούμε νά άποδείξωμε μέ ντοκουμέντα ώρισμένα πράγματα.

Ή «Αλλαγή» δέν μποροΰσε νά είναι τίποτε άλλο άπό μιά άκόμη «αυθε-ντική έρμηνεία» σέ όλο τό υπάρχον καί τίποτε πιό πολύ. Καί ούτε μποροΰ-σε ό σοσιαλισμός νά τροποποιήση 200 χρόνια ύπαρξης ένός κράτους έν στιγμή μία. Πώς νά τροποποιηθή π.χ. ή διάταξη περί «αύθεντικής έρμη-νείας»; "Επρεπε προηγουμένως ή Δικαιοσύνη νά είχε κάποτε θέσει στό παρελθόν τό πρόβλημα πού τής δημιουργεί αύτή ή διάταξη. Καί τό πρό-βλημα αύτό είναι, ότι άπλούστατα αύτή δέν είναι καθόλου άνεξάρτητη άπό τήν έκάστοτε νομοθετική καί έκτελεστική έξουσία, άλλά δουλεύει πάντοτε πολύ αγαστά μαζί τους. Δηλαδή είναι ή Δικαιοσύνη πού στηρίζει όλα τά ύπόλοιπα. Πώς μπορεί μιά Δικαιοσύνη νά είναι άνεξάρτητη, όταν ή «αύ-θεντική έρμηνεία τών νόμων» άνήκει σέ κάποιον άλλον; Αύθεντικώτερον τοΰ αύθεντικοΰ δέν μπορεί νά ύπάρξη, πράγμα πού σημαίνει, ότι όχι μόνο ή Δικαιοσύνη άνεξάρτητη δέν μπορεί νά είναι, άλλά ούτε κάν Συνταγμα-τικό Δικαστήριο είναι δυνατόν νά ύπάρχη στήν 'Ελλάδα, όπως στά άλλα κράτη. Καί τά πράγματα, νομίζομε, τό έπιβεβαιώνουν.

Φκιάξαμε ωστόσο ένα δικαστήριο μεταχουντικά πού τό είπαμε «ειδικό». Γιατί, όμως, άφοΰ σύμφωνα μέ τό άρθρο 73, «συνταγματικό» δέν θά μπο-ροΰσε ποτέ νά είναι; Πρέπει έδώ νά προσθέσωμε, ότι ή «Λειτουργία», πού είπαμε προηγουμένως, κατέστη καί άπό έναν πρόσθετον λόγο άναγκαία: ότι ή μεταχουντική «Δημοκρατία», «σοσιαλιστική» καί μή, έδούλεψε μέ ένα σπουδαίο εργαλείο: τό νομοθετικό μηχάνημα τής Χούντας. Ειπώθηκε με-ταχουντικά ότι «ή 'Επανάσταση δέν δημιουργεί Δίκαιο» καί βάλαμε τούς Συνταγματάρχες φυλακή (οί όποιοι καί γιά άλλους λόγους έπρεπε νά μπουν, βλ. παρακάτω), έκρατήσαμε όμως τό πολύ ωραίο νομοθετικό μηχά-νημα πού έφκιαξαν, τό όποιον, άφοΰ είχε δημιουργηθή, κατά τήν νομοθε-τική δεξιότητα τοΰ «άποφασίζομεν καί διατάσσομεν», έρχόταν «κουτί» μέ τήν κατάσταση τών «αύθεντικών έρμηνειών». Ά λ λ ά έπειδή όπως είπαμε υπήρχαν τά... ΜΟΠ, έφκιάξαμε καί μιά «ύπέρτατη Λειτουργία» τής «Λει-τουργίας». Έκτός άπό τόν φυσικό δισταγμό μας ώς πρός τήν άγνωστην έννοια «άξιοπρέπεια τού άνθρώπου» καί τήν δειλή συγκατάβασή μας διά τοΰ άρθρ. 5, (τό άρθρ. 5 τελικά λέει: «θά προσπαθήσωμεν»!...), τά ΜΟΠ επέβαλαν καί άλλες τυπικότητες, όπως π.χ. τό άρθρ. 28 (τό όποιον θά δείξωμε πιό κάτω ότι είναι άκυρον). Πώς νά συνδυασθή τό άρθρ. 28 μέ τόν πολιτικό μας Μακρυγιαννισμό, πού επέβαλε ή ούσία τοΰ Συντάγματος μας, καί ό όποιος έπί ίδεολογικοΰ έπιπέδου άντανακλοΰσε πατροπαραδότως ώς έθνική κλειστότητα — άντιδυτικός λαϊκισμός; Είς περίπτωση λοιπόν κά-

120

Page 116: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ποιας περιπλοκής, έπρεπε νά ύπάρχη κάποιος κόκκορας μέ «κϋρος», νά έπωμισθή τό «πολιτικόν κόστος», ήγουν νά μήν κλονισθούν τά συνταγμα-τικά μας θέμελα τοϋ Μακρυγιαννισμοΰ. Καί ό κόκκορας αύτός (ονομάσθηκε «ειδικό δικαστήριο». Τώρα βέβαια θά άναρωτηθή κανείς, ποιάν άξία θά μπορούσαν νά έχουν οί όποιες άποφάσεις ενός όποιου δικαστηρίου ώς πρός τούς ύποχρεωτικούς κανόνες τοϋ διεθνοΰς δικαίου, σέ μιά χώρα διανοητι-κής κατασκευής όπως ή Ελλάδα. Θεωρούμε ματαίαν τήν έρώτηση. Οί φοβίες μέ τό άρθρ. 28 ήταν σχετικά μέ τό Αίγαϊο καί τό NATO... Κυρίως λοιπόν τό «είδικό» δικαστήριο έμενε γιά εσωτερική κατανάλωση — λόγφ άπροβλέπτων περιπλοκών μέ τό χουντικό μηχάνημα — καί ίδίως, έπειδή όπως έν τοις έμπροσθεν εξηγήσαμε τό πάν ήταν ή «πλειοψηφία» καί πολλοί νέοι «σοσιαλιστές» καί «αγωνιστές» πολιτικοί είσήρχοντο στήν άρένα ώς είς «τόπον χέρσον», γιά τήν ανοιχτή περίπτωση καμμιάς άφόρητης καλπο-νοθείας διαρκείας, (άρ. 58). Άλλωστε σέ ανάλογη περίπτωση έπί Βούλγα-ρη τόν περασμένο αίώνα εισήχθη ό θεσμός. Ή Δεξιά, τής όποιας έπινοή-σεις άποτελοΰν όλα αύτά στό νέο Σύνταγμα, έβλεπε στόν «σοσιαλισμό» έναν σοβαρό βουλευτικόν άντίπαλο καί είχε καί πλήρην γνώση τοΰ μηχα-νισμού τών «πλειοψηφιών». Ή θηριώδης «Λειτουργία» μεταχουντικά όμως μετέστη σέ τέτοιο είδος μελάσσας, πού τελικώς γιά τίποτε δέν χρειάσθηκε τό «Δικαστήριο». Ούτε άλλωστε ήταν δυνατόν νά άρη τό δικαστήριο αύτό κάποιαν περίπτωση «δυσερμηνείας» άλλων δικαστηρίων, όπως ορίζει τό άρ. 100, διότι τά μέλη τοΰ δικαστηρίου αύτοΰ είναι τά ϊδια πού θά έξέδιδαν τίς ύπό «έρμηνείαν» άποφάσεις στά άλλα δικαστήρια.

'Ελλείψει λοιπόν άνωτάτου συνταγματικοΰ οργάνου έμείναμε καί πάλι στά... οθωνικά, άλλά τήν φορά αύτή χωρίς "Οθωνα. Άντ ί γιά "Οθωνα, ή «Λειτουργία», μέ άποκλειστικήν συνταγή τήν τοΰ... «βαλσάμου». Καί άφοΰ τό κράτος σάν τέτοιο δέν ύπόκειται σέ νόμους — τούλάχιστον σ ' αύτούς πού άναφέρονται στήν ορολογία ώς «subjektiv-offentliche Rechte» —, έπεται πώς διά τών «αύθεντικών έρμηνειών» τίποτε άπό τά νοούμενα τοΰ άρθρ. 5 δέν ισχύει έν Ελλάδι. Άφοΰ οί νόμοι είναι ύπόθεση «αύθεντικών έρμη-νειών» κάθε φορά, είναι άπολύτως δυνατόν ό «νομοθέτης», μεθιστάμενος γιά κάποιον άπρόβλεπτον λόγο στήν κατάσταση τοΰ φανερά ποινικώς υ-πολόγου (διότι άλλως πώς δέν ύπάρχει ένοχή άφοΰ ό Μακρυγιαννισμός ώς «Λειτουργία» δέν παίρνει λεφτά άδούλευτα...), νά δίνη τίς «αύθεντικές έρ-μηνεϊες» πού νά τόν άθωώνουν. Πώς μπορεί νά μετονομασθή μιά τέτοια «αύθεντική έρμηνεία»; — Μά, ύποθέτομε, «κυβέρνηση έθνικής συνεργα-σίας» καί «σωτηρίας», λόγου χάριν... Οί «ερμηνείες» δέν είναι άνάγκη νά είναι πάντοτε γραπτές· μποροΰν νά άπορρέουν άμεσα άπό τήν πράξη...

121

Page 117: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Είναι άνάγκη νά άναφέρωμε άκόμα μερικές χαρακτηριστικές τρέχουσες λεπτομέρειες, προκειμένου νά καταλάβωμε ότι δέν υπάρχουν πλέον πλαίσια νομιμότητος τής Ελλάδας σάν κράτους στίς σύγχρονες διεθνείς σχέσεις. Οί «κίνδυνοι» γιά τό «έθνος» δέν ύπάρχουν έκτός Βουλής· όλοι οί «κίνδυ-νοι» είναι έντός αύτής, καί αύτοί δέν είναι τίποτε περισσότερο άπό τίς άνίατες ιστορικές καταβολές τής Ελλάδος σάν κράτους.

Εύκολα μπορεί κανείς νά προσέξη, ότι γύρω στίς δέκα πέντε είναι πε-ρίπου οί «έρμηνεΐες» πού έπί δύο αιώνες τώρα παραλλάζουν άπό Σύνταγμα σέ Σύνταγμα, ένώ όλη ή «κληρονομημένη ούσία» τών προηγουμένων πα-ραμένει καλώς έχουσα. Ά π ό τό Σύνταγμα τοΰ "Οθωνα πού είχε 107 άρθρα μέχρι τούς τραγέλαφους τοΰ Παπαδόπουλου πού τά άνέβασε σέ 140, ό άριθμός τών άρθρων τών έλληνικών Συνταγμάτων κυμαίνεται γύρω στά 120 κατά μέσον όρο. Οί μεταβαλλόμενες κάθε φορά «έρμηνεϊες» είναι συνάρ-τηση τοΰ άν ύπάρχη άνώτατος έπόπτης τών «αύθεντικών έρμηνειών» ή όχι. Ειδικά ένδιαφέρουσα μέ τοΰτο τό Σύνταγμα είναι ή περίπτωση τοΰ άρθρ. 93, § 4 μέ τήν «τυπική» καί «ουσιαστική» αντισυνταγματικότητα τών νό-μων. Τό πρόβλημα προέκυψε, διότι ή «άποκατασταθεΐσα Δημοκρατία» έ-κάθησε σέ ένα πάρα πολύ μαλακό μαξιλάρι: τό νομοθετικό μηχάνημα τής Χούντας. Καταργήθηκαν μερικοί μή βολικοί νόμοι γιά τήν... «Λειτουρ-γία» καί όλο τό ύπόλοιπο νομοθετικό μηχάνημα τής Χούντας ώνομάσθη-κε «νίκη τής Δημοκρατίας». Προσυπεγράφησαν λοιπόν οί νόμοι ώς κοι-νωνικώς ισχύοντες, άλλά μιά τέτοια λαθροχειρία, έν συνδυασμω μάλι-στα μέ τίς εύρωπαϊκές «συγκολλήσεις», δέν παύει νά είναι μιά έκλογι-κώς διακινδυνευμένη πράξη. Ή λαθροχειρία ώνομάσθη «τυπική άντισυ-νταγματικότητα». Αύτό πάει νά πη, ότι είναι μέν δυνατόν ένας νόμος νά έφκιάσθηκε σέ μιά μή συνταγματική εποχή, άν όμως τόν έφκιαξε κάποιος σοφός Σόλων λ.χ. ή άλλως πώς «έξυπηρετή», μπορεί νά παραμένη έπ ' άπειρον έν ισχύει, έως ότου προκύψη κατά περίπτωση (!) θέμα τής άντι-συνταγματικότητός του στήν πράξη, δηλ. καί πάλι θέμα «έρμηνείας». Μόνο πού τήν φορά αύτή τήν «έρμηνεία» δέν τήν δίνει ή «Λειτουργία», άλλά ό συγκεκριμένος δικαστής πού θά προσκρούση στόν νόμο. Τό άρθρ. 93, § 4 μεταβιβάζει άκριβώς τήν ευθύνη τής «έρμηνείας» στόν δικαστή καί μπορεί αύτός νά μήν έφαρμόση έναν προσυπογεγραμμένον άπό τήν «Δημοκρατία» τέτοιον νόμο («τυπική άντισυνταγματικότης»), άν τόν κρίνη καί ούσία ά-ντισυνταγματικόν. Ουτε όμως καί μετά άπ ' αύτό ύποχρεοΰται ή «Λειτουρ-γία» νά άποκτήση τήν εύαισθησία ή ύποχρέωση νά άσχοληθή μέ τήν «αύθεντική έρμηνεία» τοΰ νόμου, γιά τήν οποίαν καταβροχθίζει τό χρήμα. Ό νόμος μπορεί κάλλιστα νά παραμένη έν ισχύει καί ένας άλλος δικαστής νά τόν βρή συνταγματικόν! Διά παν αλλο πρόβλημα, έφ' όσον κανείς είναι

122

Page 118: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

εκατομμυριούχος, μπορεί νά άπευθυνθή στό «ειδικό δικαστήριο»... Νά λοιπόν ή «άνεξαρτησία τής Δικαιοσύνης» καί πώς οί δικαστές στη-

ρίζουν όλα τά ύπόλοιπα, άφοΰ δέχονται τέτοιους ρόλους τέτοιων νόμων καί τέτοιων «ερμηνειών»: τήν άρμοδιότητα τής «αύθεντικής έρμηνείας» τήν έχουν άλλοι, αύτοί δέ οφείλουν νά «έρμηνεύσουν» στήν αίθουσα. Καί άν τήν ίδια στιγμή ποΰ ό δικαστής κρίνει τόν νόμο άντισυνταγματικό γίνη μιά Χούντα πού άναγνωρίζει τόν νόμο ώς κανονικώς ισχύοντα, ό δικαστής είναι ύπόλογος έναντι τής... «νέας νομοθετικής Λειτουργίας». Θά μποροΰσε όμως χωρίς τέτοιους τραγέλαφους νά υπάρξουν οί λεζάντες τών «ήρώων δικαστικών» πού σώζουν τό «κΰρος τής Δικαιοσύνης»;... Δέν άποδίδουν Δικαιοσύνη οί δικαστές, γιατί δέν τό μπορούν μόνο «δικαστικές άποφά-σεις» έκδίδουν, δηλ. μιά συνεργία στήν ενοχή τών πραγμάτων...

Ό Μπρεχτ είπε κάποτε, «άλλοίμονο στίς χώρες πού έχουν άνάγκη άπό ήρωες». Καί άποτελούμε τό παράδειγμα έπιβεβαίωσης. Θά ήταν λάθος άν πίστευε κανείς, ότι ό συνταγματικός καί δικολαβικός τραγέλαφος μπορεί ποτέ νά καταστήση τήν Ελλάδα βιώσιμο κράτος στόν σύγχρονο κόσμο. "Οσες «συγκολλήσεις» κι άν κάνωμε άπό ξένα δίκαια. Τίποτε δέν πρόκειται νά «κολλήση», όπως τίποτε δέν κόλλησε καί στό παρελθόν. Διότι ό λόγος είναι άπλούστατος: κανένα κράτος δέν έφκιάσθηκε ύπό τύπον «'Ανωνύμου Εταιρείας», όπως έφκιάσθηκε ή Ελλάδα έξ άρχής. Τίποτε δέν μπορεί νά ίσχύση άπό τίς «συγκολλήσεις», διότι ή κοινωνική μας κατάσταση παρέ-μεινε μονίμως στό 1844. Καί σήμερα ποΰ ό κόσμος θ ' άρχίση νά μετράη τίς «έρμηνεϊες τής Λειτουργίας» μέ τίς τρύπες τοΰ ζωναριού του — αύτό οφείλει νά γίνη —, τά παραπάνω νοήματα θά προκύψουν πιό σαφή...

"Οχι μόνο δέν πρόκειται νά «ένσωματωθοΰμε» ποτέ στήν Εύρώπη, άλλά ήδη μέ όλ ' αύτά άποτελούμε ένα έπικίνδυνο κοτέτσι καί γιά τίς διπλανές μας χώρες. Γιατί θά ήταν λάθος άν πίστευε κανείς, ότι αύτά όλα άποτελοΰν «εσωτερικές καταστάσεις» τής Ελλάδος. Δυστυχώς ύπό τήν τρέχουσα δο-μή τοΰ σύγχρονου κόσμου καί τών διακρατικών σχέσεων, είναι άκριβώς οί ίδιες οί έσωτερικές μας καταστάσεις πού δημιουργούν τά έξωτερικά προ-βλήματα. Καί ιδού πώς διασυνδέονται τά πράγματα:

'Αναφέραμε προηγουμένως τό αρθ. 28 τού Συντάγματος, πού καθιστά τίς διεθνείς συνθήκες έσωτερικό δίκαιο τού έλληνικοΰ κράτους. Οί συνθήκες αύτές στηρίζονται σέ διεθνώς παραδεδεγμένες έννοιες «άνθρωπίνων δικαιω-μάτων» (τά αναπαλλοτρίωτα δηλαδή εκείνα δικαιώματα τοΰ άτομου, τά άπορρέοντα άπό τήν άγνωστή μας έννοια τής «άτομικής άξιοπρεπείας») καί πού ισχύουν γιά όλους τούς άνθρώπους, άνεξαρτήτως άλλων διαχωριστι-κών (χρώματος, φυλής, θρησκείας κ.λπ.). 'Αναπαλλοτρίωτα θέλει νά 'πή,

123

Page 119: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

δτι τά δικαιώματα αύτά ούδέποτε παύουν νά παραμένουν έν ισχύει (ώς δικαιώματα γιά τό άτομο καί ώς ύποχρέωση γιά τούς άλλους), όποιες καί άν είναι οί άλλες συνθήκες. Καί άκριβώς σάν τέτοια άποτελούν υποκείμενα τών διεθνών συμβάσεων, τούλάχιστον γιά δσες χώρες συμμετέχουν σ ' αύ-τές. "Ενας έγκληματίας πού προβαίνει στήν ειδεχθέστερη πράξη, διατηρεί τά τέτοια δικαιώματά του καί μετά άπ ' αύτή. Καί αύτό άκριβώς άπετέλεσε τήν αίτία καταργήσεως τής θανατικής ποινής. "Οπως δηλαδή ή κοινωνία δέχεται (καί σιωπηρώς κατά πράξιν τό δέχονται όλες...), ότι μέ τήν εξάπλω-ση τού αύτοκινήτου σάν μέσου τής καθημερινής ζωής υπάρχει ένας ύψηλός άριθμός θανάτων, άλλά δέν καταργεί τά αύτοκίνητα διότι τά όφέλη πού προκύπτουν γιά τήν έν γένει προαγωγή τής ζωής είναι μεγαλύτερα άπ ' τίς άπώλειες, έτσι καί στήν περίπτωση τοϋ δολοφόνου δέχεται, ότι ή διατή-ρηση τών άνθρωπίνων δικαιωμάτων καί μετά τό έγκλημα προσφέρει περισ-σότερα στήν κοινωνία σάν βάση ζωής, παρά άν τού τά στερούσε μέ τήν θανάτωση γιά σωφρονιστικούς λόγους. Σ ' αύτές τίς κατανοήσεις βέβαια οί κοινωνίες φθάνουν μόνες τους, μέσα άπό τήν ίδια τους τήν ιστορία καί κοινωνική τους άνάπτυξη, καί δέν άποτελοΰν αύτές άπλες ύποθέσεις δα-νείων. Αύτά τά πράγματα, γιά τίς κοινωνίες τούλάχιστον πού τά βρήκαν, δέν βγήκαν άπό δικολαβίστικες νομοθετήσεις «έρμηνειών» καί φιλελεήμο-νες προθέσεις, άλλά άποτελοΰν κοινωνικές κατακτήσεις, δηλαδή έργο τών διανοουμένων, τών φιλοσόφων καί μιάς ιστορικής εξελίξεως έν γένει, τίς όποιες άπλώς ό νομοθέτης καλείται νά διατυπώση ώς νόμους. Γ ι ' αύτό καί μερικοί στήν Εύρώπη, όταν τούς τελειώσουν τά λεφτά γιά διακοπές, φρο-ντίζουν νά πάνε ένα-δυό μήνες «φυλακή» σέ κάποιο σανατόριο νά συλλέ-ξουν ώραϊες άναμνήσεις (έν άντιθέσει δηλ. πρός έμάς έδώ, όπου όταν οί φυλακισμένοι κάνουν καμμιά άπεργία, έπειδή κάποιο «γραναζάκι» τής «Λειτουργίας» έφαγε τά λεφτά καί τούς ταΐζουν σκουληκιασμένο φαγητό, βγαίνουν οί φύλακες μέ λωστούς καί στυλιάρια νά τούς «συνετίσουν»...). Τά γράφομε λίγο «χονδρά» καί μαθηματικώ τω τρόπω, διότι θέλομε νά δείξωμε ότι οί παντός είδους «κίνδυνοι» («έθνικοί» καί μή) βρίσκονται μόνο έντός Βουλής καί πουθενά άλλου έκτός.

Τό άρθρο 28 πού άναφέραμε, άκριβώς αύτές τίς έννοιες έχει ώς βάση. Δυστυχώς όμως στίς ελληνικές συνθήκες τό άρθρο αύτό είναι άκυρο. Τού-λάχιστον ή βασική § 1 αύτοΰ τοϋ άρθρου δέν μπορεί νά ίσχύση έν Ελλάδι, διότι λείπει άπό τό έλληνικό Σύνταγμα τό λεγόμενο «Petitionsrecht». «Pe-titionsrecht» πάει νά 'πή, νά έχη κανείς τό δικαίωμα σάν άτομο νά άποταθή ό ίδιος γιά κάτι στήν κυβέρνηση πού τόν κυβερνάει. Αύτό όμως άπαγορεύε-ται ρητώς έν Ελλάδι μέ δύο άρθρα τοΰ έλληνικοΰ Συντάγματος, τό 69 καί τό 73, § 1. Έάν βέβαια ύπήρχε κάποιο τέτοιο δικαίωμα, τότε θά έπρεπε νά

124

Page 120: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

δημιουργηθη στήν Βουλή μιά υπηρεσία λήψεως αναφορών, τής οποίας τά μηνιαία έξοδα θά ήσαν δεκαπλάσια τών έτησίων έξόδων τής ΔΕΗ — όποτε δέν θά έμενε τίποτε γιά τήν «Λειτουργία»... Ά λ λ ά καί πάλι ό παράγοντας χρόνος δουλεύει έναντίον μας στό κοτέτσι, άφοΰ ή σύγχρονη έξέλιξη τών διακρατικών σχέσεων καθιστά τό έργο τών «έρμηνειών» μας άνευ σημα-σίας.

Τό άρθρ. 69, τό όποιον εισήχθη έπί "Οθωνος (άρθρ. 50) στά Συντάγματά μας ώς μέτρο άποφυγής τών κουμπουριών στήν Βουλή τοΰ τότε, παρέμεινε έκτοτε (μέ τάς δεούσας φυσικά έκσυγχρονιστικάς «έρμηνείας») καί ορίζει: «Ουδείς έμφανίζεται αύτόκλητος ένώπιον τής Βουλής, διά νά άναφέρη τί προφορικώς ή έγγράφως». Τό «ή έγγράφως» σημαίνει ότι τό βασικό νόημα τοΰ άρθρου είναι απολύτως άπαγορευτικό. Μετά τίς έκλογές δηλαδή παύει πάσα έπικοινωνία μεταξύ Βουλής καί «λαοΰ», πλήν τών «λόγων» στήν πρώτη! Οί κάνοντες άπεργία πείνης στά προπύλαια, οί όποιοι συνήθως είναι άρκούντως νομικά κατατοπισμένοι, δέν δημοσίευσαν ποτέ άπάντηση τής έλληνικής Βουλής στά δημόσια έγγραφα πού έκθέτουν πρός κοινήν θέα. Καί αύτοί άκριβώς, πού είναι οί βασικοί φορείς τοΰ «Petitionsrecht» όπως θά ίδοΰμε (βλ. G. Binder, μν.έ., σελ. 33), δείχνουν τήν κατά πράξη άνυπαρξία του. Τό άρθρο βέβαια «ερμηνεύει», ότι άν θέλη κανένας κάτι, πρέπει νά τό έπιδιώξη μέσω κάποιου βουλευτή (πράγμα πού σημαίνει ότι πρέπει νά είναι «ψηφοφόρος» πρώτα (άρθρ. 51, § 5) — καί κατά τήν πρώτη «εισηγητική έκθεση» τοΰ '75 (έδ. V, 1) μόνο αύτοί μπορούν νά έκφράσουν «θέληση»!...), ή θά παραδώση τήν άναφορά του στόν Πρόεδρο (πώς, όμως, άφοΰ ό Πρόεδρος ούτε τούς είς τά προπύλαια βλέπει;). Τότε ή Βουλή διατηρεί προαιρετικώς τό δικαίωμα (καί όχι τήν ύποχρέωση κατά τό άρ-θρο) νά διαβιβάση τήν άναφορά στούς υπουργούς, οί όποιοι καί πάλι «ύ-ποχρεοΰνται» («ήθικώς» όμως πάντα — βλ. καί έρμηνευτική δήλωση τοϋ άρθρ. 9 τοΰ «έκκαθαριστικοΰ Συντάγματος» τοΰ '52) νά δίδουν... «έρμη-νείας» («οσάκις ζητηθούν» προσθέτει καί πάλι «έρμηνευτικώς» τό άρθρο-

μά όταν κανένας φθάση σέ τέτοιες άναφορές, δέν είναι σάν νά ζητή καί οπωσδήποτε διευκρινίσεις;). Οί «ερμηνεύσεις» λοιπόν έπί τών «έρμηνεύ-σεων» δείχνουν ότι προσπαθοΰμε νά κατοχυρώσουμε όσο καλύτερα μπο-ροΰμε τό κοτέτσι μέ τό όσο μυαλό διαθέτομε, μόνο όμως πού καί πάλι ό παράγοντας χρόνος μάς τά χαλάει:

Σήμερα πολλοί ξένοι ζοΰν σχεδόν όλη τους τήν ζωή έξω άπό τίς πατρίδες τους. Καί τά άνθρώπινα δικαιώματά τους δέν τά άποκτοΰν στήν ξένη χώρα λόγω τών «ειδικών συμβάσεων περί άλλοδαπών», άλλά τά διατηροϋν σάν πρόσωπα, άνεξαρτήτως τών οιωνδήποτε συμβάσεων. Αύτοί συνήθως δέν ψηφίζουν στίς χώρες ποϋ βρίσκονται, είναι όμως άπολύτως δυνατόν νά

125

Page 121: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

στραπατσαρισθοΰν σέ πολλές περιπτώσεις τά δικαιώματά τους αύτά. Πού θά βρουν τόν βουλευτή νά αποταθούν στήν Κυβέρνηση, άφοΰ δέν έχουν τά πολιτικά τους δικαιώματα στήν χώρα ποΰ ζοΰν; Ούτε ό βουλευτής ύπο-χρεοΰται νά τούς άκούση, άφοΰ κατά τό Σύνταγμα «εκφράζει τήν βούληση» τών ψηφοφόρων του (άς μήν ξεχνάμε δά καί τό «ΟΥΧΙ ΜΟΝΟΝ ΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ» τοΰ "Οθωνα...). Έδώ ζοΰν τόσοι ξένοι, άφρικανοί, φιλιππινέζοι καί άλλοι. Αύτοί δέν είναι άνθρωποι στήν Ελλάδα, δέν έχουν άνθρώπινα δικαιώματα έπειδή δέν ψηφίζουν; Καί ό βαρυποινίτης τών φυλακών, ό στερημένος τών πολιτικών του δικαιωμάτων, καί άρα ό μή έχων νομίμως τό δικαίωμα νά άπευθυνθή στόν βουλευτή ή τόν Πρόεδρο, παύει νά έχη άνθρώπινα δικαιώματα; Τί θά κάνη αύτός, όταν τόν πλακώσουν μέ τά στυ-λιάρια; Μά άκριβώς έξ αίτιας τέτοιων άκραίων καί «περιθωριακών» περι-πτώσεων — διευκρινίζουν οί θεωρίες — μπαίνει τό «Petitionsrecht» στά Συντάγματα. Διότι σέ τέτοιες περιπτώσεις χρειάζεται ή δέσμευση άναγνώ-ρισης τών άνθρωπίνων δικαιωμάτων. Καί ή «Διεθνής 'Αμνηστία» στίς φυ-λακές ψάχνει, όχι στά καφενεία...

Συναφές πρός τό άρθρ. 69 είναι καί τό άρθρ. 73, § 1, πού ορίζει ότι «τό δικαίωμα προτάσεως νόμων ανήκει στήν Βουλή καί τήν Κυβέρνηση» (πάλι τό «ανήκει» όπως καί στήν «Λειτουργία», παρ' όλο πού σ ' αύτή τίποτε δέν μπορεί νά άνήκη, τούλάχιστον γραμματολογικώς, διότι είναι αφηρημέ-νο ούσιαστικό καί άρα ούχί φορεύς ιδιοκτησίας...). «'Ανήκει» βέβαια κα-τά τούς νόμους τής «έσωτερικής λογικής» τοΰ κοτετσιοΰ, διότι σέ μία Δημοκρατία, ό καθένας μπορεί νά προτείνη νόμους μέ τούς όποιους θέ-λει νά διοικήται (βλ. καί G. Dahm, μν.έ.). Καί τέτοιους μπορεί νά είσηγη-θή — καί έχει δικαίωμα πρός τοΰτο — καί ό μανάβης της γειτονιάς. Ό -πως κι άν τούς καταλαβαίνη. Αύτό πού άνήκει στήν Βουλή είναι ή ύπο-χρέωση (καί όχι ή «προαίρεση») τής επεξεργασίας τοΰ νόμου πού θά προ-τείνη ό μανάβης τής γειτονιάς. 'Αλλά γιά νά μποροΰσε νά τό κάνη αύτό ό μανάβης, θά έπρεπε νά ύπάρχη καί τό «Petitionsrecht». Καί τά δύο λοιπόν αύτά άρθρα, συζυγή κατά νόημα, έσωτερικήν άλληλουχία καί πρακτική, άποδεικνύουν ότι στήν Ελλάδα δέν ύπάρχει άναγνώριση «άνθρωπίνων δι-καιωμάτων».

'Αλλά έδώ άκριβώς είναι ποΰ δημιουργοΰνται καί τά έξωτερικά προ-βλήματα: άφοΰ συνταγματικώς άποδεικνύεται ότι ή Ελλάδα δέν μπορεί νά κατοχυρώση λόγω τής έσωτερικής νομοθεσίας της τά άνθρώπινα δι-καιώματα τών μειονοτήτων, δικαίως τά άλλα κράτη έχουν λόγους (καί νόμιμον δικαίωμα, άφοΰ οί διεθνείς συμβάσεις άνεγνωρίσθησαν ώς εσω-τερικό δίκαιο, προκειμένου νά πάρωμε τά ΜΟΠ...) νά άνησυχοΰν καί νά

126

Page 122: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

μεριμνούν γ ι ' αύτές. Καί άφοΰ τά «άνθρώπινα δικαιώματα» μάς είναι έν-νοια άγνωστη (καθ' δ άπορρέουσα άπό άλλην έπίσης άγνωστη...), άπο-δεικνύεται πώς έρμηνεύεται τό νόημα τών «έθνικών μας διεκδική-σεων» στήν νόηση τών γειτονικών μας κρατών: δχι έπειδή ύπάρχουν άν-θρωποι έκεϊ πού μάς ένδιαφέρουν δήθεν, άλλά έπειδή ύπάρχουν... οικόπε-δα! Οίκοπεδικής δηλαδή φύσεως είναι οί σχέσεις μας μέ τίς μειονότητες έν γένει, όπως τούτο έπακριβώς τεκμαίρεται άπό τόν «συντακτικόν» τής πολιτείας μας χάρτη... 'Ιδού λοιπόν ή έπιθετικότης μας είς βάρος τών γειτόνων. "Η λοιπόν μόνο «ψηφορόροι» καί κανένα «Petitionsrecht» (άρα καί έν άδίκω τελοΰντες έναντι άλλων κρατών ένεκα τών μειονοτήτων), ή «Petitionsrecht» χωρίς «έρμηνευτικές» λαθροχειρίες καί κατ' άνάγκην γε-νική άναδιαμόρφωση τής έθνικής μας ύποστάσεως (πού θά προκύψη αύτο-μάτως).

Τόν όρο «Petitionsrecht» τόν έχρησιμοποιήσαμε άμετάφραστον. "Οχι τυ-χαία. Όπως θά πρόσεξε ό άναγνώστης, έδώ άσχολούμαστε μέ «ειδικές ερμηνείες». Γιά τά περί «αύθεντικής έρμηνείας τών νόμων», δέν άνατρέξαμε βέβαια στό ρωμαϊκό δίκαιο («Ejus est Interpretare Legem Cujus est Conde-re»), άλλά άκριβώς έπειδή έδώ δέν μάς ένδιαφέρει ή συνταγματική θεωρία, στίς πολύ πρακτικώτερες καί άμεσα κατανοητές καταστάσεις τοΰ καιρού ποΰ έθεσμοθετήθη. Τό πρόβλημα πού μάς ένδιαφέρει είναι νά δείξωμε, κατά ποιόν τρόπο τό έλληνικό Σύνταγμα — τό όποιον προέκυψε ύπό τό κράτος ίδιαζουσών συνθηκών (μιά κοινωνική στάση καί πρός άντιμετώπιση τών ειδικών προθέσεων τών «επαναστατών») — μετεβλήθη έν συνεχεία σέ έναν μηχανισμό άποκοπής τής κοινοβουλευτικής λειτουργίας άπό τήν κοινωνία καί, μεταφερόμενο στήν ούσία του άτόφιο άπό Συντάγματος είς Σύνταγμα, άπετέλεσε τόν θεμέλιο λίθο μιάς μέσω τοΰ Κοινοβουλίου συνεχούς πολι-τικής δικτατορίας. Στήν Ελλάδα δικτατορία δέν είναι τά πραξικοπήμα-τα — πού όπως θά δείξωμε άπορρέουν άπό τήν ίδια τήν φύση τοΰ Συντάγ-ματος —, άλλά άκριβώς οί... «έκλογές».

Γιά τίς άποδείξεις πού θέλομε οί «νομικές» άναλύσεις δέν μποροΰν άπό τήν φύση τους νά προσφέρουν τίποτε. Είναι άντίθετα ή ιστορική προσέγ-γιση πού οδηγεί στήν καθαρότητα τών εννοιών. Ή νομική έπιστήμη, δπως σωστά παρετηρήθη (βλ. π.χ. Πρακτικά συζητήσεων γιά τό Σύνταγμα τοΰ '68, σελ. 415), είναι μεταξύ τών έπισυημών ή πλέον «έθνική» (καί θά πα-ραμείνη γιά πολύ άκόμα). "Αρα κάθε άνάλογη έρμηνεία άναγκαστικά ενέ-χει τήν «έπαγγελματική παραμόρφωση» — ένα σύνδρομο καί πολλών άλ-λων συναφών χώρων. Ουτε καί θά μποροΰσε ή νομική έπιστήμη νά έξη-γήση τέτοια πράγματα (καί άπόδειξη είναι ό «δικηγορισμός» πού έπικρατεϊ

127

Page 123: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

στήν δικαστική μας κατάσταση), διότι ή 'Ιστορία, έπί τής οποίας άναγκα-στικά έδράζεται, εϊναι στόν τόπο μας σάν έρευνα άνύπαρκτη. "Αν τό μόνιμο ιστορικό δίδαγμα ήταν ότι έπρεπε νά άποτελούμε «έθνος» (βλ. παρακάτω), μέ τήν ίδια προϋπόθεση έπρεπε κατ' άνάγκην νά «νομοθετούν» καί οί νομικοί. Αύτός ήταν ό ένας λόγος πού μάς έπέβαλε τήν άποφυγή τοΰ νο-μικιστικοΰ όρου «δικαίωμα τοΰ άναφέρεσθαι». Ό άλλος ήταν, ότι θέλαμε νά άναλύσωμε τό «Petitionsrecht» στά ύπό τίς ελληνικές συνθήκες συστα-τικά του στοιχεία καί δέν θά θέλαμε νά χρησιμοποιήσωμε όρους «συνειρ-μών». Ό όρος άλλωστε «δικαίωμα άναφορας» είναι καί άδόκιμος, διότι ένθυμίζει στρατιωτική νοοτροπία — ό «κατώτερος» άναφέρει καί ό «ανώ-τερος» άποφασίζει χωρίς κατ' άνάγκην εξηγήσεις (καί τέτοια είναι ή ση-μασία τοΰ «άναφέρεσθαι» σ ' εμάς) —, ένω «Petition» θά ' πή άναφορά μέ άπαίτηση καί άντίστοιχη ύποχρέωση άπαντήσεως. Έτσ ι προέκυψε ιστο-ρικά ό όρος («Petition of Rights») καί έτσι ύπάρχει καί στήν μαθηματική λογική («Petitio Principii») ώς άναγκαστική εΰρευση της «αρχής άναφορας» ενός συλλογισμού (έλεγχος τής «ήγουμένης»). Σέ κάθε περίπτωση δηλαδή «Petitio» σημαίνει άποτέλεσμα...

Δέν είναι όμως άκριβώς έτσι τά πράγματα μέ τό δικό μας «δικαίωμα τοΰ άναφέρεσθαι». Τό «Petitionsrecht» στήν Ελλάδα δέν είναι κανένα δικαίωμα άναφοράς, άλλά «δικαίωμα εύχής». Μπορεί δηλαδή κανείς νά ύποβάλη μιάν «εύχή» γιά κάτι πού θάθελε — καί πάλι μέσω ένός βουλευτοΰ —, άλλά άκριβώς ή εύχή σάν τέτοια καθόλου δέν ύποχρεοϊ σέ άπάντηση. «Εύχές» λοιπόν καί «επιθυμίες» μποροΰν μόνο οί "Ελληνες νά άπευθύνουν πρός τήν Βουλή τους καί έτσι άκριβώς έρμηνεύεται τό «δικαίωμα τοΰ άναφέρεσθαι» στά διάφορα βιβλία συνταγματικού δικαίου (βλ. π.χ. Α. Γ. Ράϊκου: «Παρα-δόσεις συνταγματικού δικαίου», τόμ. Α ' , 1980 (8η έκδ.), σελ. 234-5: «Ά-ναφορά είναι ή έκφρασις εύχής διά τήν λήψιν ένός ώρισμένου νομοθετικού ή διοικητικού μέτρου, ή διά τήν άποχήν άπό μιας ώρισμένης ένεργείας»), Δέν είναι συνεπώς άπαιτήσεις έπί δικαιωμάτων, πού σάν τέτοιες πρέπει νά άπαντηθοΰν, άλλά εύχολογικές διατυπώσεις, πού μποροΰν εϊτε νά άγνοη-θοΰν, εϊτε νά προβληθούν, κατά τό μέτρο πού αύτό έξυπηρετεΐ τόν μεσο-λαβητή-βουλευτή. Ειδικώς μάλιστα ή μεσολάβηση τοΰ βουλευτή σημαίνει, ότι ή άναφορά δέν έχει κάνη μέ ατομικά καί «υποκειμενικής φύσεως» δι-καιώματα, γιά τά όποια καί ιστορικώς ένομοθετήθη (βλ. π.χ. R. Schnur (Hsg): «Zur Geschichte der Erklarung der Menschenrechte», Darmstadt 1964), άλλά μέ συλλογικές προθέσεις ευχολογίου, καθόσον οί βουλευτές γιά «συλλογικά» κυρίως αιτήματα ένδιαφέρονται, πού θά τούς φέρουν ψή-φους, καί όχι γιά μεμονωμένα τέτοια πού έχουν άπλώς νά κάνουν μέ κά-ποιες άρχές «δικαιωμάτων» καί... φιλοσοφίας τοΰ δικαίου. 'Υπάρχει μήπως

128

Page 124: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

κανένας βουλευτής πού έκανε ποτέ επερώτηση γιά τούς απεργούς τών προ-πυλαίων;

Ό άπαγορευτικός χαρακτήρας τοϋ δικοΰ μας «δικαιώματος άναφοράς» μό-νο ιστορικώς είναι δυνατόν νά κατανοηθή. Τό δικαίωμα αύτό έμπήκε στόν «Νόμο τής Επιδαύρου», ώς όντως «Petitionsrecht». Τό κεφ. Β ' , § β ' , έδ.ια', άναφέρει: «Καθένας δύναται νά άναφέρηται πρός τό Βουλευτικόν έγγράφως προβάλλων τήν γνώμη του περί παντός πράγματος». Στό Σύνταγμα τής Τροιζήνος, όμως, δηλαδή σέ έλάχιστο χρονικό διάστημα, γίνεται διά τοΰ άρθρου 15 μιά ούσιώδης μεταβολή: «προβάλλων τήν γνώμην του περί πα-ντός ΔΗΜΟΣΙΟΥ πράγματος». Τά άτομικά συνεπώς παράπονα καί οί διεκ-δικήσεις ήσαν τόσο πολλά — πράγμα φυσικό σέ μιά θολή καί άνολοκλή-ρωτη έπαναστατική κατάσταση —, ώστε άναγκαστικά ύπήρξεν ό πρώτος περιορισμός. Ά λ λ ά έδώ δέν πρέπει νά μάς διαφύγη ένας άλλος ούσιώδης παράγων, πού είχε άμεσα νά κάνη μέ τό θεμελιωδέστερο τών «άνθρωπίνων δικαιωμάτων» καί πού έδινε τροφή στίς διαρκείς ύποβολές: ή θρησκευτική διαίρεση τών τότε 'Ελλήνων. Ή κατάσταση αύτή άνάγκασε τήν Αντιβα-σιλεία χρόνια μετά, τώ 1835, παρά τήν έν τώ μεταξύ έπικράτηση τοΰ χρι-στιανικού κράτους διά τών έμφυλίων πολέμων, νά άναγνωρίση τά έθιμα — όπως αύτά κατά περιοχές είχαν διαμορφωθή — σέ «πηγήν δικαίου» καί όχι άκριβώς τόν «γραπτόν νόμο» τής 'Εξαβίβλου, παρ' ό,τι αύτός είχε είσαχθη σάν έπίσημη νομολογία τοΰ κράτους. Τό Β. Δ. τής 23/2/1835 ορίζει: «Τά έθιμα, όσα πολυχρόνιος καί άδιάκοπος συνήθεια ή άποφάσεις δικαστικαί (δηλ. καί έκεϊνες τοΰ Καδή —σημ. γράφοντος) καθιέρωσαν, υπερισχύουν όπου έπεκράτησαν» (βλ. Δ. Θ. Τσάτσου: «Εισηγήσεις συνταγματικού δι-καίου», Θεσ/νίκη 1980, σελ. 90). Έάν συνεπώς τά έθιμα ήσαν ενιαία, δε-δομένου ότι τέτοια έξέφραζε ή Έξάβιβλος, δέν θά ύπήρχε λόγος τής διά διατάγματος διακρίσεως. Κάποια συνεπώς ούσιώδης άνωμαλία ύπήρχε στά «έθιμα», πού έκανε τήν έφαρμογή τής 'Εξαβίβλου δύσκολη. Μόνο κατά τίς μετά τόν β ' παγκόσμιο πόλεμο μέ τήν βοήθεια άγγλικών νομικών άποστο-λών (βλ. R. Clogg: «Σύντομη 'Ιστορία τής νεώτερης Ελλάδας» Αθήνα 1989, σελ. 233) καί διά τοΰ αύταρχικοΰ κράτους τοΰ έμφυλίου συνθήκες έπιχειρεΐται διά τοϋ Ν. Δ. 7/10 Μαΐου 1946 ή δειλή εισαγωγή στόν άστικόν κώδικα τοϋ όρου, ότι «τό έθιμον δέν καταργεί νόμον» (αύτόθι, σελ. 91). Χωρίς τίς λεπτομέρειες αύτές καί χωρίς τήν κατανόηση, ότι τό πρώτον έλληνικό Σύνταγμα ήταν «συμφωνητικό» πρός ληστάρχους, άπό τούς ί-διους έκμαιευμένο (ή νομική ορολογία είναι «Σύνταγμα-Συνάλλαγμα»), κά-θε δομική μελέτη τής έλληνικής συνταγματικής ιστορίας είναι άκατανόη-τη. Διά τοΰ άρθρου 101 ό "Οθων καταργεί κάθε διοικητικό δικαστήριο (βλ.

129

Page 125: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Κ. Ζηλεμένου: «Τό Σύνταγμα, πηγή τοΰ διοικητικοΰ δικαίου έν Ελλάδι», 'Αθήναι 1970, σελ. 65 κ.έ.), αναθέτων τίς διαφορές τοΰ «άμφισβητούμενου διοικητικοΰ» στά άπλα δικαστήρια (ήγουν στά «κατ' έθιμον»), άφοΰ προη-γουμένως διά τών άρθρων 87 καί 88 χωρίζει τούς δικαστές σέ ισοβίους καί μή, όλων ύπ ' αύτοΰ διοριζομένων, τών ισοβίων συνυπολογιζομένων μετά τών Γερουσιαστών, οί όποιοι βάσει τοΰ άρθρ. 70 ήσαν πρόσωπα τής δικής του έμπιστοσύνης. Καί έπειδή ή άρχή αύτή άπεδείχθη μέ τήν άνάπτυξη τής γραφειοκρατίας καί τής ελληνικής κακοδιοίκησης άκρως πρόσφορη γιά τήν άνυπαρξία δικαιοσύνης καί τόν πληθωρισμό τών «συντακτικών πρά-ξεων» καί «διαταγμάτων», διετηρήθη διϊστορικώς άναλλοίωτη, μέχρι καί τής σημερινής «άρμοδιότητος» τών ειρηνοδικείων γιά τήν συνταγματικό-τητα τών χουντικών νόμων. Τί αύτά φορολογικώς σημαίνουν καί πώς ή κοινοβουλευτική ρεμούλα, συζυγώς μετά τής διοικητικής λωποδυσίας, ά-ναγνωρίζονται καί συνταγματικώς ύπό τήν όνομασίαν «κριτή ριον άρμοδιό-τητος», θά ίδοΰμε έν τοις έφεξής. Ό τ ι αύτά όλα σημαίνουν άνυπαρξία κατ ' ούσίαν τοΰ «Petitionsrecht» ώς «άνθρωπίνου δικαιώματος» έκ γενετής τοΰ νεοελληνικοΰ κράτους, είναι φανερό: όταν κανείς είναι ύποχρεωμένος νά άναπτύξη τήν γραφειοκρατία ώς μέσον άντιμετωπίσεως συγκεκριμένων σκοπών τής λησταρχίας (θά ίδοΰμε ποιών άκριβώς), σημαίνει ότι ξεχωρίζει τό κράτος άπό κάθε άπαίτηση κοινωνικών δικαιωμάτων. Αύτό πού γιά τόν "Οθωνα άπετέλεσε κατάσταση άνάγκης, έγινε ή μόνη διοικητική άρχή τοΰ νεοελληνικοΰ κράτους.

Σημείωσις έκτός κειμένου: Μιά καί ή συζήτηση γίνεται περί «άνθρωπίνων δικαιωμάτων», θά θέλαμε νά ρωτήσωμε: πότε τελικώς θά ύπαρξη επαρκές λάδι γιά τίς τυπογραφικές μηχανές στήν 'Ελλάδα, ώστε νά μήν «τρώνε» τά κείμενα; Στό ώραΐο βιβλίο τοϋ κ. Τσάτσου πού άναφερόμεθα, θίγεται ένα κολοσσιαίο θέμα (πού κι έμας θά άπασχολήση πιό κάτω), άπό τό όποιον, έπειδή άκριβώς εξαρτάται σήμερα δλη ή υπόσταση τοϋ κόσμου, εξαρτάται ή δομή τών συγχρόνων κοινωνιών καί άρα καί τό δίκαιο: τό πρόβλημα τοϋ ρόλου τής επιστημονικής εξειδικευμένης γνώσεως. 'Εκεί όμως τό κείμενο είναι τυπογραφικά σακατεμένο (σελ. 182-3). Καί ό εκδότης τό κυκλοφόρησε τό βιβλίο καί μάλιστα διδακτικό! Έν πάση περιπτώσει, αύτά δέν είναι θέ-ματα «αστικών άποζημιώσεων» (δν ή γίδα έφαγε τό κλίμα!), άλλά έχουν άμεση σχέση μέ τά «άνθρώπινα δικαιώματα», τοϋ αναγνώστη ιδίως. Άπό δσα ξενόγλωσσα βιβλία έτυχε τελοσπάντων νά πιάσωμε στό χέρι μας, εύ-ρήκαμε περιπτώσεις άλλαγής τοΰ κειμένου έκ μέρους τοΰ εκδότη, άλλά άπό κάτω ύπήρχε ή παραπομπή, δτι αύτό έγινε μέ πρωτοβουλία τοϋ έκδοτη. 'Ανάλογα πράγματα μ' αύτά πού κάνουν οί... μηχανές στήν 'Ελλάδα έπειδή τούς λείπει τό γράσσο, ομολογουμένως δέν βρήκαμε. Γι ' αύτοΰ τοϋ είδους δμως τά «άνθρώπινα δικαιώματα» — καί τό νά ύπάρχη γράσσο γιά τίς μη-

130

Page 126: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

χανές είναι τό πρώτο πού έθεσμοθέτησαν όλες οί ευρωπαϊκές επαναστάσεις —, κανένας βουλευτής δέν βρέθηκε ποτέ νά ύποβάλη μιάν... εύχή στό Κοι-νοβούλιο. Παρ' ό,τι τά θέματα είναι κυριολεκτικώς ιατρικής φύσεως. "Οπως δέχεται τούλάχιστον ό πολιτισμός μας, ή ύπαρξη τοϋ άνθρώπου είναι διττή, άπό σώμα καί ψυχή (κατά Πλάτωνα τριπλή: σώμα, ψυχή καί πνεϋμα). Καί γιά μέν τίς αρρώστιες τοϋ σώματος — πού κατ' έξαίρεση παρουσιάζονται — αρμόδιοι είναι οί γιατροί, γιά τίς άρρώστιες τής ψυχής όμως οί άντίστοι-χοι γιατροί είναι αύτοί πού γράφουν. Ό πολιτισμός μας μάλιστα δέχεται ότι ό άνθρωποις παρουσιάζεται έκ γενετής ψυχικά «άρρωστος» καί άπό πολύ νωρίς τόν στέλνει στό «θεραπευτήριο» πού λέγεται σχολείο (ό άνθρωπος γεννιέται μέ ένστικτα όπως καί τά ζώα, μόνο πού σ ' αύτόν τά ένστικτα μποροΰν νά λάβουν πελώριες καταστροφικές διαστάσεις έπειδή διαθέτει τήν λογική. Σ ' αύτό άκριβώς τό σημείο παρουσιάζεται ή άνάγκη τής «αγωγής»... Είναι αλλο βέβαια πρόβλημα, ότι τά σχολεία τελικώς προηγούνται κατά τι τών έπιτεύξεων τής γενετικής τεχνολογίας στήν κατασκευή «ανθρώπων»...). Καί όπως τά εργαλεία τοϋ φαρμακοποιοϋ είναι οί ζυγαριές άκριβείας καί οί υποδιαιρέσεις τοΰ χιλιοστογράμμου, έτσι είναι τά κόμματα, οί τελείες καί οί λέξεις γιά τόν συγγραφέα.

Ποιάν οικονομική σημασία καί ποιό άντίστοιχο μέγεθος μποροΰν νά α-ντιπροσωπεύουν οί λέξεις — καί μάλιστα οί απλές προθέσεις τής Γραμμα-τικής καί όχι λέξεις πολύπλοκες —, μποροΰμε νά καταλάβωμε άπό τά εκα-τομμύρια πού πληρώνει ό φορολογούμενος πολίτης γιά τίς «συνταγματικές έπιτροπές», προκειμένου νά διατυπωθή στό Σύνταγμα ή σχετική διάταξη τοϋ άν πρέπει ή Δικαιοσύνη νά «άπονέμεται ΥΠΟ ή ΔΙΑ τών Δικαστηρίων». "Οταν οί μηχανές «τρελλαίνωνται» στά τυπογραφεία μέ τά βιβλία, τό πρό-βλημα είναι θέμα «αστικής αποζημιώσεως» τύπου γίδας... Έ ν προκειμένω παραμένει άγνωστον πώς αντιμετωπίζεται «νομοθετικώς» ή περίπτωση τοϋ φαρμακοποιοϋ πού άφήνει τήν ζυγαριά άλάδωτη καί σκοτώνει με τά παρα-σκευάσματά του μερικές χιλιάδες ανθρώπους... Αύτά όλα είναι άκρως χαρα-κτηριστικά τής συνταγματικής μας υποστάσεως καί τής «νομοθετικής» μας ύπάρξεως καθόλου. Θά μποροΰσε βέβαια νά άντιλεγή, ότι ή έννοια «συγγρα-φέας» είναι έλαφρώς άγνωστη στήν 'Ελλάδα, έξ ού καί ή δικαιολογημένη σχετική νομοθετική «άσάφεια». Όπως σωστά παρατηρήθηκε μέ τήν περί-πτωση τών 'Επτανησίων λογίων, ένώ ή έννοια «συγγραφέας» είναι δεμένη μέ συλλογικά φαινόμενα, μέ έκφράσεις κοινωνικών διαδικασιών καί άρα με συγκεκριμένους κινδύνους (πιέσεις, διώξεις, εξορίες, φυλακίσεις κ.λπ.) στήν 'Ελλάδα είναι μόνο γνωστή ή έννοια τοϋ «Διδασκάλου τοΰ Γένους» (βλ. Ε. Μουτσοπούλου: «Δομή καί άναδόμησις τοΰ χώρου κατά Π. Βράϊλαν — Άρμένην» (άνάτυπον), 'Αθήναι 1969). Ή διαφορά μεταξύ «Διδασκάλου τοΰ Γένους» καί «συγγραφέα» είναι ίδια όπως μεταξύ προφήτη ή θαυματουργοΰ 'Αγίου καί γιατρού. Ένώ ό θαυματουργός "Αγιος θεραπεύει διά τής προσευ-χής (καί άν ό άρρωστος δέν γίνη καλά, φταίει ή «ελλιπής πίστη» τοϋ ίδίου), ό άρρωστος έχει δικαίωμα νά απαίτηση νά γίνη καλά άπό τήν θεραπευτική

131

Page 127: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

αγωγή τοϋ γιατρού. Καί πολύ περισσότερο βέβαια, αν ό γιατρός τοϋ χορη-γήση κάποιο παρασκεύασμα άλάδωτης ζυγαριάς καί τόν ξεκάνη... Πώς λοι-πόν νά άποκτήσουν σαφήνεια οί συνταγματικές μας διατάξεις περί «έλευθε-ρίας εκφράσεως» λ.χ. καί νά μήν χρήζουν «διαρκούς έρμηνείας», όταν τά όντα στά όποια αναφέρονται είναι άγνωστα; Συνεχίζομε:

Ή έπί 125 χρόνια λοιπόν «νομοθετική προσπάθεια» τοϋ έλληνικοΰ κράτους — σύν τίς άκαταπόνητες επιδιώξεις τής «έθνικής ιδεολογίας»... — ήταν γιά νά ύπάρξη άπλώς μιά ενιαία φυσιογνωμία! Πρέπει νά προσθέσωμε, ότι τά έθιμα τών δύο θρησκειών δέν ήσαν αισθητώς διαφορετικά, κατά τόν ϊδιο δηλαδή τρόπο πού καί σήμερα αναγνωρίζονται ώς ελληνικά τά έθιμα τών μωαμεθανών πομάκων. Στήν Ή π ε ι ρ ο λ.χ. (πού έβγαλε τόσες σπουδαίες έλληνικές φυσιογνωμίες στά Γράμματα, όπως π.χ. καί τόν μεγάλο έλληνα εκδότη τής Βενετίας Ν. Γλυκύ, τοΰ οποίου ό παππούς ώνομάζετο Μεχμέτ έφέντης) στούς μικτούς γάμους ή διαφορά συνίστατο στό ταψί: νά τρώη ό χριστιανός άπ ' τήν μεριά τοΰ χοιρινοΰ καί ό μωαμεθανός σύζυγος άπ ' τήν μεριά τοΰ έρκρίου. Ή σ α ν όμως οί μεγάλες θρησκευτικές άντιμαχίες τότε πού έκαναν καί τίς εθιμικές διαφορές μεγάλες, ιδιαίτερα δέ οί διά μέσου τής θρησκείας πολιτικές επιδιώξεις.

Πόσο τεράστια σημασία έπαιζαν αύτά τά πράγματα γιά τίς συνταγματι-κές διατυπώσεις, μπορούμε νά καταλάβωμε άπό ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα: τήν «ένωση» τών Έπτανήσων τώ 1864. Τά Επτάνησα, ώς συστατικό στοιχείο τής μεσογειακής καί κατ ' έπέκταση τής εύρωπαϊκής ιστορίας, είχαν άναπτύξει μιάν δική τους διάσταση τοΰ μεσογειακοΰ χρι-στιανισμού, ή δέ σχέση τους μέ τό Πατριαρχείο ύπεβάλλετο άπό τήν ιστο-ρική τους λειτουργία καί όχι άπό λόγους θρησκευτικούς (βλ. γ ι ' αύτά σέ άλλα βιβλία μας). Χαρακτηριστικό τής πολύπλοκης ιστορικής δράσεως τών Έπτανήσων είναι καί τό γεγονός, ότι οί σπουδαιότεροι Ά γ ι ο ι τής νεώτερης 'Ορθοδοξίας βρίσκονται σ ' αύτά. Οί Ά γ ι ο ι αύτοί ύπήρξαν κο-λοσσιαίες πολιτικές φυσιογνωμίες πρακτόρων — μέ τήν ύψηλήν έννοια τοΰ όρου πού έδώσαμε έδώ — καί όχι «ταπεινές φυσιογνωμίες» θαυματουρ-γών πρός άγροίκους (περί τής ιστορικής των άποκαταστάσεως είναι, εύνοή-τως, πολύ λίγα πράγματα γνωστά). Τό θέμα άνέκυψε καί πάλι οξύτατο μέ τήν «ένωση». Τό θρησκευτικό καθεστώς τών Έπτανήσων ήταν ολικώς άγνωστο στήν τότε Ελλάδα καί παρέμεινε τέτοιο σχεδόν ώς τό 1960, όπου ό Κ. Μαχαιράς στό βιβλίο του «Ναοί καί Μοναί τής Λευκάδος» δημοσιεύει γιά πρώτη φορά τό Διάταγμα τοΰ Μεγάλου Προνοητή Θαλάσσης Αύγ. Σαγρέδου, μέ τό όποιο φαίνονται οί ούσιώδεις διοικητικές σχέσεις Βενετίας καί νησιών. Ό χ ι μόνο τά κτίσματα τών έκκλησιών (μονόκλιτα κτίσματα φραγκισκανοΰ ρυθμοΰ στό έσωτερικό καί μπαρόκ ά π ' έξω) καί ή θρησκευ-

132

Page 128: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τική τέχνη τών νησιών δέν είχαν τίποτε κοινό μέ τό στύλ της νεώτερης... βυζαντινολογίας πού θά έγκαθιδρύετο μέ διαβατήριο τούς «νόμους τών αειμνήστων Αύτοκρατόρων», άλλά ούτε κάν τό τυπικό τής Λειτουργίας (Ritus). Μέγα λοιπόν προέκυψε τό θέμα στήν Βουλή καί τεράστιες οί κοι-νωνικές άναστατώσεις (στήν Κεφαλλωνιά ιδιαίτερα) μέ τήν «Ένωση». Αύ-τό έδωσε αφορμή γιά μιά σπουδαία «συνταγματική» λεπτομέρεια, πού τε-λικώς έθεσε καί τίς βάσεις γιά τίς «πρώτες καμινάδες» (!) στήν Ελλάδα πού είπαμε προηγουμένως: μετά τήν έξωση τού "Οθωνα καί τήν τελική έπικρά-τηση τοΰ Μακρυγιαννισμοΰ ώς μονίμου πιά κοινωνικής κατηγορίας — μέ σημαιοφόρον τοΰ «έμβλήματος» τότε τόν άρχηγόν τών «πεδινών» Δημ. Βούλγαρη (βλ. πιό κάτω) — ματαία, όπως ήταν φυσικό, ύπήρξε καί κάθε προσπάθεια έκπονήσεως νέου Συντάγματος. Καίτοι ό Γεώργιος έξελέγη άπό τίς 18 Μαρτίου 1863, αύτό έκράτησε έως καί τοΰ 'Ιουλίου 1864, όποτε, μέ τήν βοήθεια τοΰ Έπ. Δεληγιώργη, ό όποιος μέ τό «Κομιτάτο» του έπηρέαζε τίς λαϊκές μάζες καί ήταν βουλευτής Μεσολογγίου — όπου ό αρχιστράτηγος τοϋ έλληνικοΰ στρατού σέρ Ρίτσαρντ Τσώρτς είχε πάντα μεγάλη λαϊκή βάση (ό ίδιος έξελέγετο στίς Συνελεύσεις βουλευτής Αιτω-λικού) —, «συμμετέσχον» στήν έκπόνηση τοΰ νέου Συντάγματος καί οί επτανήσιοι νομομαθείς. Τό όποιον έτσι έτελείωσε καί έψηφίσθη σέ δυό-μισυ μήνες μέσα (17 'Οκτ. 1864). Τό πόση ν συνταγματική ούσία έβαλαν οί «φραγκολεβαντΐνοι» σ ' αύτό, άποδεικνύεται άπό τό γεγονός ότι είναι τό μακροβιώτερον τοΰ έλληνικοΰ κράτους. Τό κύριο βάρος οί Επτανήσιοι τό έρριξαν, όπως ώφειλαν (τά ύπόλοιπα άλλωστε δέν ήταν καί δυνατόν νά τά καταλάβουν, όπως άποδεικνύει ή κατόπιν τύχη τους μέ τήν «ένωση»), στήν βάση τοΰ Συντάγματος, δηλαδή στίς «γενικές διατάξεις» περί τών σχέσεων άτομου καί κράτους. Σημειωτέον ότι οί άντίστοιχες συνειδητοποιήσεις στά Επτάνησα ήσαν σέ τέτοιον βαθμό άνεπτυγμένες, ώστε, όπως παρατηρεί ό 'Ανδρέας 'Ιδρωμένος (βλ. «Τό Σύνταγμα τής Ελλάδος μετά Ερμηνείας», 'Αθήναι 1908, σελ. 51) μέ έλάχιστες χώρες τής τότε Εύρώπης θά μποροΰσε νά συγκριθή: «Τοσαύτη ήτο ή πρός τήν ατομική ν έλευθερίαν εύλάβεια τοΰ 'Ιονίου νομοθέτου. Έ ν ολίγοις δέ τών Εύρωπαϊκών κρατών καί σήμερον έτι άπαντώνται παρόμοιαι διατάξεις. Διότι μόνον έν Βελγίφ, έτι δ ' έν Γερ-μανία καί τοι χώρα μή κοινοβουλευτική, παρατηρείται ό αύτός πρός τήν άτομικήν έλευθερίαν σεβασμός».

Μιά διάταξη λοιπόν έπρεπε πάση θυσία νά άλλάξη: ή περί θρησκείας. "Οντως- τό «άπαραλλάκτως» πού έλεγε γιά τούς 'Αποστολικούς καί Συνο-δικούς κανόνες τό άρθρο 2 τοΰ Συντάγματος τοΰ 1844 δέν μποροΰσε έπ ' ούδενί νά μείνη, άφοΰ όλα ήσαν άλλαγμένα καί τίποτε δέν «έμοιαζε» μέ τά Επτάνησα, καί στό Σύνταγμα τοϋ 1864 έγινε «άπαρασαλεύτως» (έ.ά. σελ.

133

Page 129: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

26). Πού διατηρείται έκτοτε μέχρι καί τοϋ σημερινού (αρθρ. 3, § 1), έστω κι αν δέν ύπάρχουν πλέον 'Επτάνησα...

Μικρή βέβαια ή «λεξούλα», τεράστια δμως ή σημασία της. Τελικώς ούτε καί τό «άπαρασαλεύτως» έσωσε τά 'Επτάνησα. Ή θρησκεία «έσάλεψε» εκεί καί μάλιστα... έκ θεμελίων. Τό «άποκεντρωτικό» σύστημα τών νομαρχών τοΰ άρθρ. 101 καί πρωτοπαλλήκαρα τούς έξ 'Αθηνών άρχιερεΐς, τά άνεπα-νάληπτα έργα μιάς εύρωπαϊκής διαστάσεως τοΰ' μεσογειακού χριστιανι-σμού άρχισαν νά μαζεύωνται στήν «πρωτεύουσα», γιά νά χαθοΰν έν συνε-χεία στίς ιδιωτικές συλλογές καί τούς πλειστηριασμούς τών «Γκαλερύ». Καί έπειδή τά τέμπλα, τά όποια δέν είχαν άπλώς «λατινογενείς» έπιδράσεις άλλά έξ ίσου γοτθικές καί υπήρχαν σάν αύτοτελείς διαστάσεις τοΰ μεσο-γειακού πολιτισμού, δέν ήταν δυνατόν νά ξερριζωθοϋν, παρεδώθηκαν στό πΰρ τό εξώτερον. Οί σεισμοί ύπήρξαν μιά έπί πλέον πρόφαση. Δέν μιλούμε έδώ γιά «περιουσιακές» καταστροφές (τελικώς τούς πύργους τής Μάνης τούς έσωσαν οί Γερμανοί καί τά «άρχοντικά» τοΰ Πηλίου ό νεοπλουτισμός τών «άνελθόντων» τών 'Αθηνών), άλλά γιά καταστροφές πολιτιστικών θη-σαυρών πού δέν είναι δυνατόν νά ξαναγίνουν. Καί τό βιολί συνεχίζεται- όλο τό πάν ή ομοιομορφία (γιά τήν «πλειοψηφία»...). Βέβαια ύπάρχει τρόπος ή έλλαδική μας κάψα νά άλλάξη νοοτροπία μέ τά πολιτιστικά άπομεινάρια — καί θά τόν πούμε πιό κάτω, έστω καί σάν προσφορά άνταποδόσεως (πρώτα στόν έαυτό της) —, άλλά βλέπομε ήδη τόν... Μακρυγιαννισμό ά-ναπεπταμένον. Παρ ' όλον τοΰτο όφείλομεν νά τόν ποΰμε. Οί μικρολεξοΰ-λες λοιπόν στό Σύνταγμα καί τά «διατάγματα» έχουν τεράστιο κοινωνικό περιεχόμενο καί χωρίς τήν ιστορική αίσθηση έπ ' αύτών τών πραγμάτων είναι άδύνατο νά κατανοηθή ό,τιδήποτε άπό τήν συνταγματική μας ιστορία. 'Ιδίως, πώς συμβαίνει μέσα σέ έλάχιστο χρονικό διάστημα τό «Petitions-recht» άπό πραγματικό «δικαίωμα άναφοράς» νά μεταβάλλεται στά ελλη-νικά Συντάγματα σέ διοικητική άπαγορευτική άρχή. Καί ή τακτική αύτή, πού είναι καί ή άποκλειστική αιτία τής πολιτικής μας κακοδαιμονίας μέχρι σήμερα, έστήριξε μέν τήν άπεγνωσμένη ύπαρξη ένός έλληνικοΰ κράτους διά τοΰ πλήρους διαχωρισμού Βουλής καί Κοινωνίας, έμείωσε όμως ώς τό πλήρες μηδέν κάθε ιστορική οντότητα τοΰ 'Ελληνισμού. Οί συνταγματικές διαμορφώσεις τοΰ «δικαιώματος τοΰ άναφέρεσθαι» είναι ό μέσω τής Διοί-κησης θωρακισμός τής Βουλής ώς Χούντας. Καί είναι σύμπτωμα όλων τών τριτοκοσμικών χωρών. Συνεπώς καί νά θέλουν οί «πατέρες τοΰ έθνους» μας νά ισχυρισθούν κάτι άλλο, τούς τό άποκλείει ή ίδια ή τρέχουσα ιστορία...

Ό "Οθωνας βέβαια ήξερε πολύ καλά τά «έθιμα» γιά τά διατάγματά του καί

134

Page 130: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ήξερε έπίσης πολύ καλά καί τίς προθέσεις τής «Δημοκρατίας» μέ τό «Σύ-νταγμα» (θά τά ίδοΰμε πιό κάτω μέ νούμερα). 'Αμέσως λοιπόν ξεχωρίζει κατά άπαγορευτικήν σημασία στό Σύνταγμα τό «δικαίωμα τοΰ άναφέρε-σθαι» στά δύο συστατικά του: τό πολιτικό δικαίωμα διά τοΰ άρθρου 50 στό «Περί Βουλής καί Γερουσίας» κεφάλαιο καί τό άτομικό διά τοΰ άρθρου 7 στό περί «Δημοσίου Δικαίου τών Ελλήνων». Ό νομικίστικος όρος «δη-μόσιο δίκαιο» είναι αύτό πού λέμε σέ άπλούστερη γλώσσα «άτομικές έλευ-θερίες» ή «άνθρώπινα δικαιώματα». 'Από έδώ καί πέρα αύτά δέν θά είχαν νά κάνουν μέ τήν «έξουσία», άλλά μόνο μέ τήν Διοίκηση. 'Από τήν άποψη τοΰ Όθωνα, καί μέσα στίς συνθήκες πού είδαμε (καί πού θά ίδοΰμε), ή τέτοια τροπή τών πραγμάτων ήταν άναγκαία. Μέ τό ενδιάμεσο τής Διοί-κησης καί όχι τής άμέσου έπαφής μέ τήν «έξουσία», θά άποφεύγονταν οί έπαναστάσεις κάθε τρεις καί λίγο (καί θά ίδοΰμε πόσες άκριβώς έγιναν). "Εκτοτε όμως αύτή ή «μπάρα» έμεινε μονίμως, μεταβάλλοντας καί ύπό άβασίλευτον καθεστώς τήν Βουλή σέ... ψηφοκρατία, ήγουν σάν μιά μόνιμη κοινοβουλευτική δικτατορία. Τό μικτό λοιπόν «δικαίωμα τοΰ άναφέρεσθαι» (πολιτικό καί άτομικό), πού τό Σύνταγμα τής 'Επιδαύρου είχε άδιαφορο-ποίητο — κατ' άνάληψη άπό ξένες διατάξεις, όπου αύτό έφέρετο έξ ίσου άδιαφοροποίητο μέ μακρά προϊστορία (Cahiers de Doleance) —, ό "Οθωνας έν όψει τών χατζαριών τοΰ Παλαμήδη άναγκάσθηκε νά χωρίση στά συστα-τικά του (καί πιθανόν σ ' αύτό νά προηγούμεθα πολλών κρατών δέν μπο-ρέσαμε δυστυχώς νά βρούμε σχετική ιστορική έργασία). Διά τοΰ άρθρου 50 σκοπεΐται ή προληπτική άντιμετώπιση ληστανταρσίας στήν Βουλή: «Ούδείς αύτόκλητος έμφανίζεται ένώπιον τής Βουλής ή τής Γερουσίας». "Αρα καί ούδέν «πρωτοπαλλήκαρο» μέ τούς οπλοφόρους συντρόφους του... Καί διά τοΰ άρθρου 7 κατοχυροΰται πάλι άπαγορευτικά τό άτομικό δικαίω-μα άναφοράς: «"Εκαστος (θά ίδοΰμε άμέσως πιό κάτω τί άκριβώς αύτή ή λέξη κρύβει), ή καί πολλοί όμοΰ έχουσι τό δικαίωμα νά άναφέρωνται έγ-γράφως είς τάς άρχάς, τηροΰντες τούς νόμους τοΰ κράτους». Ή άπαγόρευ-ση σ ' αύτό είναι διπλή: «τηροΰντες τούς νόμους τοΰ κράτους» — πού έπρεπε πρώτα νά τούς ξέρουν (καί δέν ήσαν όλοι γραμματισμένοι τότε) — καί έπειτα καί πάλι όχι «αυτοκλήτως», δηλαδή έγγράφως καί παροπλισμέ-νοι.

Πρίν όμως άναφερθοΰμε άναλυτικώτερα στήν λειτουργία αύτής τής «συ-νταγματικής ρύθμισης», χρειάζεται νά ίδοΰμε πώς «ύποστασιοποιήθηκε» στήν πράξη έκ μέρους τοΰ κράτους αύτό τό πρός τήν Διοίκηση άτομικό «δικαίωμα άναφοράς»: μετεβλήθη σέ πηγή εσόδου γιά τόν κρατικό προϋπο-λογισμό, δηλαδή σέ «χαρτόσημο»! «Τοΰ φιλελευθέρου τούτου θεσμού, πα-ρατηρεί ό 'Ιδρωμένος (έ.ά., σελ. 64), πολλάκις παρ' ήμΐν έγένετο χρήσις,

135

Page 131: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ίδία έν έτει 1874 κατά τής αντισυνταγματικής πορείας τής κυβερνήσεως Δ. Βούλγαρη». Καί συμπληρώνει: «Κατά τόν νόμον περί Χαρτοσήμου, πασα άναφορά πρός άρχήν τινά τοΰ Κράτους πλήν τών δικαστικών ύπόκειται είς τέλος λεπτών πεντήκοντα κατά φύλλον. Ά λ λ ά κατά τάς οδηγίας τοΰ 'Υ-πουργείου τών Οικονομικών διηυκρινήθη ότι είς τό τέλος χαρτοσήμου ύπάγονται άναφοραί όρώσαι ιδιωτικά, ούχί δημόσια συμφέροντα». Μετά τήν λεπτομέρεια πού παρετηρήσαμε στήν σχετική διάταξη μεταξύ τών συνταγμάτων Επιδαύρου καί Τροιζήνος, καταλαβαίνομε, καί άπό τήν ίδια τήν φιλοσοφική διατομή μεταξύ άτομικοΰ καί δημοσίου συμφέροντος (ο-ρισμοί άκόμη δέν ύπάρχουν), ποιό μέγεθος διοικητικής αύθαιρεσίας είς βάρος τοΰ άναφερομένου υίοθετοΰσε ή άσάφεια τών «οδηγιών» τοΰ ύπουρ-γείου οικονομικών. Ό «προϋπολογισμός» τότε, όπως καί πάντα στήν 'Ελ-λάδα, ήταν τό προέχον καί άκριβώς ώς πρός τήν ψήφισή του άπό τήν κυβέρνηση Βούλγαρη έγένονταν οί διαμαρτυρίες. Τά πράγματα ήσαν καί πρό ένός αιώνος (1874) πολύ έπίκαιρα, ή μάλλον άκριβώς τά ίδια. Ό Βούλ-γαρης, ώς μόνην πλειοψηφία στήν Βουλή γιά τήν ψήφιση τοΰ προΰπολο-γισμοΰ, έθεωροΰσε τόν γαμπρό του, τρεις δεσποτάδες πού έδημιούργησαν τά «Σιμωνιακά» καί μερικούς βουλευτές πού ό κόσμος ώνόμασε «στηλΐτες». "Οταν γιά τήν «πλειοψηφία» ώρκισε βουλευτές τών όποιων ούτε κάν είχε έπικυρωθή ή έκλογή, ό κόσμος καί οί φοιτητές πετάχθηκαν στούς δρόμους. Τότε άκριβώς τραυματίσθηκε καί ό επτανήσιος πολιτευτής Ρόκκος Χοϊδάς, εισαγγελέας Εφετών άκόμη, στόν άγώνα του κατά τής φαυλοκρατίας (άρ-γότερα αύτοκτόνησε, κατά λάθος ή έκ προθέσεως, στήν φυλακή...). Τά σκάνδαλα στόν Τύπο ευρίσκονταν στήν ημερησία διάταξη. Ό γαμπρός τοΰ Βούλγαρη ύπουργός Νικολόπουλος, πρώην δικαστικός, καί ό υπουργός Βαλασόπουλος είχαν πάρει χρήματα, προκειμένου νά προχειρίσουν μέσω τής 'Ιεράς Συνόδου πρόσωπα τελείως άκατάλληλα γιά τίς επισκοπές Πα-τρών, Κεφαλληνίας καί Μεσσηνίας. Ύστερ ' άπό όλ ' αύτά ό βασιληάς έδιωξε τήν Κυβέρνηση Βούλγαρη. Αργότερα έπί κυβερνήσεως Κουμουν-δούρου (15 Όκτ . 1875) άμέσως έμπήκε ή διαδικασία τής «κάθαρσης» γιά τά σκάνδαλα τοΰ Βούλγαρη. Οί ύπουργοί πού πήραν τά λεφτά έμπήκαν φυλακή, οί δεσποτάδες έπλήρωσαν διπλάσια πρόστιμα τών όσων είχαν πληρώσει ώς δωροδοκία καί λίγο άργότερα είσήγετο σέ δίκη ολόκληρη ή κυβέρνηση τοΰ Βούλγαρη. Σιγά-σιγά βέβαια τά πράγματα άτόνησαν, όπως ήταν φυσικό, μιά καί ή προεξάρχουσα κοινωνική δύναμη ήταν καθώς εξη-γήσαμε ό μακρυγιαννισμός πού παραμένει ώς σήμερα (τότε έγραψε καί ό Τρικούπης τό «Τίς πταίει;»). Εκείνο όμως πού έχει σημασία άπό «συνταγ-ματικής» άπόψεως ώς πρός τίς «έρμηνεΐες», ήταν ότι ύπέρ τοΰ Βούλγαρη διετέθη ό καθηγητής Ν. I. Σαρίπολος, κρίνοντας ότι όρθώς ή κυβέρνηση

136

Page 132: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Βούλγαρη «έρμήνευε» τό αρθρ. 56 τοΰ Συντάγματος. 'Εναντίον τοΰ καθη-γητή διετέθη τότε όλη ή νομική σχολή διά γνωμοδοτήσεως τής 11/4/75, ή όποία ώθησε τούς φοιτητές σέ έξέγερση είς βάρος τοΰ Σαρίπολου, καί ό καθηγητής παραιτήθηκε. Δέν λέμε βέβαια ότι ό σοφός συνταγματολόγος προσπαθούσε νά καλύψη τούς ύπουργούς τοΰ Βούλγαρη. Λέμε τί κάνουν οί «έρμηνεΐες». "Αν βάζαμε καί σήμερα τόν Σαρίπολο νά μάς έξηγήση τούς λόγους του, θά μποροΰσε νά μάς γράψη άλλους δέκα τόμους «συνταγμα-τικής θεωρίας», διά τών όποιων νά άπεδεικνύετο ή γνώμη του θεωρητικώς άψογος. Δέν είναι ή θεωρία τοΰ Σαρίπολου πού δέν συμβάδιζε μέ τήν πράξη· ήταν ή πράξη πού δέν συμβάδιζε μέ τήν θεωρία τοΰ Σαρίπολου. Τοΰτο τό γενικώτερα δικαιακώς άσύμβατον μεταξύ «θεωρίας» καί «πρά-ξεως» θά γίνη τό κρατικό μας χαρακτηριστικό...

"Αν λοιπόν οί «έρμηνεΐες» περί τής «συνταγματικότητος» τής άντισυνταγ-ματικότητος τοΰ έλληνικοΰ Συντάγματος όδηγοΰν έναν Σαρίπολο σέ τέ-τοιες καταστάσεις — καί συζητούμε γιά τόν ίδρυτή τής συνταγματικής έπιστήμης στήν Ελλάδα —, καθένας μπορεί νά φαντασθή τί γίνεται μέ τήν «άρμοδιότητα» περί συνταγματικότητος πού αναγνωρίζει τό Σύνταγμα στούς ειρηνοδίκες τών πρωτοδικείων καί τούς κλητήρες τών ειρηνοδι-κείων. Καί τί γίνεται ή τί γινόταν μέ τίς «έρμηνεΐες» τών γραφέων τών διαφόρων υπηρεσιών, προκειμένου νά «κρίνουν» κατά τίς υποδείξεις τοΰ υπουργείου καί νά χαρτοσημάνουν τήν αίτηση...

Μποροΰμε λοιπόν νά πούμε ότι ούδέποτε ίσχυσε — καί ούτε τώρα ίσχύει — τό «δικαίωμα άναφοράς» στήν Ελλάδα. Δυστυχώς τά βιβλία συνταγμα-τικοΰ δικαίου δέν μάς λένε πώς καί γιατί τό έδ. ια ' τοΰ Συντάγματος τής 'Επιδαύρου χωρίζεται στά άρθρα 7 καί 50 τοΰ Συντάγματος τοΰ "Οθωνος (πρβλ. τά σημερινά 10 καί 69). Χωρίς όμως τίς ιστορικές λεπτομέρειες γιά τίς «άνεπαίσθητες μεταβολές» τών συνταγματικών πραγμάτων, είναι άδύνα-το νά κατανοηθή ό,τιδήποτε άπό τήν συνταγματική ιστορία τής Ελλάδος καί ιδιαίτερα γιά τήν θεμελιώδη λειτουργία αύτών τών δύο διατάξεων στήν πολιτική ζωή. Μ ' αύτές άκριβώς κόβεται μέσω τής Διοίκησης ή σχέση μεταξύ Βουλής καί Κοινωνίας, δίπλα άπό τό κράτος λειτουργεί μονίμως τό παρακράτος, δίπλα άπό τήν οικονομία μονίμως ή παραοικονομία, δίπλα άπό τήν παιδεία ή παραπαιδεία κ.ο.κ. "Ολα διπλά καί διχασμένα έξ ύπο-στάσεως. Οί διατάξεις αύτές λειτουργοΰν ώς νόμοι διχασμού μεταξύ κρα-τικής βιτρίνας καί πραγματικότητος, ώς σύμπτωμα μιάς μόνιμης κοινωνι-κής παθολογίας. Γ ι ' αύτό καί καθόλου τυχαίο δέν είναι πού τό «άναφέρε-σθαι» στήν ίδια τήν νομική ορολογία έκφράζεται μέ συνειρμικές έκφράσεις

137

Page 133: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

παθολογικής ιατρικής καί δουλικοΰ ελέους («αίτηση θεραπείας», «χαριστι-κή προσφυγή», βλ. Πρ. Δαγτόγλου: «Γενικό διοικητικό δίκαιο», τεΰχ. α ' , 1977, σελ. 222). Κάπως άλλοιως δέν θάταν δυνατό.

Καί ώς πρός τό πολιτικό του μέρος, εξηγήσαμε πρίν ότι τό «δικαίωμα τοϋ άναφέρεσθαι» δέν είναι δυνατόν τεχνικά νά ίσχύη στόν τόπο μας. Οί άλλοδαποί, οί καταδικασμένοι καί γενικά όσοι δέν έχουν πολιτικά δικαιώ-ματα στόν τόπο μας ούτε βουλευτή μποροΰν (ή δικαιούνται) νά βροΰν, ούτε νά προσπεράσουν τά συντάγματα χωροφυλάκων, πού κλείνουν μονίμως όλες τίς εισόδους τής Βουλής, γιά νά φθάσουν ώς τό «Προεδρεΐον». Ή έλληνική Βουλή είναι ή μόνη πού έχομε δει ώς τά σήμερα, ή όποία γιά τήν λειτουργία της άπαιτεϊ γύρω-γύρω άπό τό κτήριο ταξιαρχίες ολόκληρες μηχανοκινήτων τής Χωροφυλακής καί τής 'Αστυνομίας. Καί άν σκεφθούμε τίς αίτιες τοϋ "Οθωνα γιά τό άρθρ. 50 καί έπί πλέον τό γεγονός, ότι οί φοβίες τοΰ "Οθωνα ούδέποτε έπαψαν υφιστάμενες έως καί προχουντικά ποΰ ή Βουλή κατελήφθη, έννοοΰμε άπόλυτα τόν διχασμό καί δλα τά προηγού-μενα. "Εχομε δηλαδή μιά μόνιμη πολιτική καί κοινωνική κατάσταση ιστο-ρικής διαρκείας. Ή «πρόνοια» λοιπόν τοΰ Όθωνα γιά τούς πιστολέρος τοΰ καιροΰ του, έγινε σύν τω χρόνω προνόμιο γιά τήν Βουλή, πού δέν τήν έπιβαρύνει στό παραμικρό. 'Απόδειξη τά μηχανοκίνητα. Μήπως όμως ι-σχύει τό «άναφέρεσθαι» ώς άτομικό δικαίωμα ώς πρός τήν Διοίκηση; 'Εδώ πάλι μάς τά χαλάει ή λέξη «έκαστος». (Βλ. νΰν άρθρ. 10). Τί ήμιτελής κατά νόημα καί σαφήνεια είναι αύτή ή λέξη; «Έκαστος», τί έκαστος; Έκαστος πολίτης; Έκαστος "Ελληνας; Έκαστος χριστιανός, ημεδαπός ή ξένος; "Ε-καστος έκ τών έγκλειομένων κάθε φορά στό κράτος ή καί τών Ελλήνων πού ήσαν έκτός καί είχαν άλλες ύπηκοότητες; (Αύτοί μποροΰσαν νά προ-βάλουν καί «λυτρωτικές» άναφορές πρός τήν Κυβέρνηση, δηλ. νά δημιουρ-γήσουν προβλήματα στις διεθνείς σχέσεις, έφ' δσον συμπεριελαμβάνοντο στό «έκαστος»), «Καθένας» καί «καθείς» λένε τά πρώτα συντάγματα, «έκα-στος» τό τοΰ "Οθωνα. 'Αλλά τίποτε άλλο δέν μποροΰσε νά μπή τότε σάν συμπλήρωμα. Είναι άκρως χαρακτηριστικό ένα φαινόμενο στίς εξηγήσεις τών έλληνικών Συνταγμάτων: δταν πρόκειται γιά νομικιστικής φύσεως δια-τάξεις, οί έξηγητές συγκρίνουν εύκολα μέ τις διατάξεις άλλων χωρών, όπως Γαλλίας ή 'Αγγλίας. "Οταν δμως άντιμετωπίζουν άφηρημένες ιδιότητες πού έχουν νά κάνουν μέ τίς έννοιες «λαός» καί «έθνος», τότε οί παραλλη-λισμοί καί οί συγκρίσεις έπιδιώκονται μέ τό Βελγικό ή Ελβετικό Σύνταγ-μα. Καθόλου βέβαια τυχαία. Διότι ή Ελλάδα — καί αύτή ή συζήτηση διαρκεί ώς σήμερα στίς συνταγματικές επεξεργασίες — ούτε "Εθνος ήταν, ούτε Λαό είχε. Λαό μέν δέν είχε, γιατί οί μέν γηγενείς ήταν ένα μΐγμα άλβανοελληνοσλαβισμοΰ καί Τούρκων, ένώ διαρκώς συνέρρεαν νέοι, "Ε-

Ι 38

Page 134: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

θνος δέ δχι, καθ' δ πρώην Αυτοκρατορία. Μπορούμε νά ποΰμε «Έθνος», τήν 'Αγγλική Κοινοπολιτεία; 'Υπάρχει ένας ένιαΐος πολιτιστικός φορέας, άλλά «έθνος» δέν ύπάρχει. "Επειτα, ειδικά ή Ελλάδα, προήρχετο άπό ένα χώρο τής πρώην οθωμανικής Αύτοκρατορίας, στήν οποίαν ίσχυε τό καθε-στώς τών διομολογήσεων, καί πολλοί ξένοι ήσαν άξιωματούχοι τοΰ οθω-μανικού στρατού. 'Ανάλογες καταστάσεις έπικρατοΰσαν καί στήν τότε 'Ελλάδα. Αύτές όμως ήταν άδύνατο νά διατυπωθούν μέ άκρίβεια σέ συνταγ-ματικούς κανόνες, καθ' ό διαρκώς μεταβλητές. Τό «έκαστος» λοιπόν δέν μποροΰσε νά έχη κανένα γραμματικό ύποκείμενο, διότι δέν είχε καί κανένα στήν πράξη. Έπρεπε νά μείνη έτσι μετέωρο καί νά συνέχιση νά ύπάρχη σάν τέτοιο ώς τά σήμερα. Ή ίδιότης τοΰ «Έλληνος» έπρεπε νά καθορισθή μέ νόμους (!), όπως καθορίσθηκε καί αύτή τής «έθνικής συνείδησης» διά διατάγματος. Πράγματι· αύτή είναι ή «τροποποίηση» τοΰ άρθρ. 3 κατά τό 1864: τά διά νόμου «χαρακτηριστικά τοΰ πολίτου», πού έλεγε τό Σύνταγμα τοΰ 1844, γίνονται τώρα «προσόντα». «Χαρακτηριστικό» είναι κάτι τό πα-ραμόνιμο, ένώ «προσόν» θέμα γραφειοκρατικής τυπικότητος...

Πρέπει νά διευκρινήσωμε, ότι, θεωρητικά, όλες οί διατάξεις πού έχουν νά κάνουν μέ άφηρημένα νοήματα (ίσότης, έλευθερία κ.λπ.) δέν είναι με-ταξύ τους ξεκομμένες, άλλά συνδέονται άναγκαστικά άπό τήν ϊδια τήν φύση τών νοημάτων. 'Ακριβώς σ ' αύτά τά νοήματα έμφανίζεται ή διάκριση μεταξύ «άτομικοΰ» καί «πολιτικού» δικαιώματος, διότι κατά τούς φιλοσο-φικούς ορισμούς (Χόμπς, Διαφωτιστές, Κάντ κ.λπ.) δριον τοΰ «άτομικοΰ» δικαιώματος είναι τό «πολιτικόν» δικαίωμα (ή έλευθερία ένός φθάνει έως έκεΐ πού δέν παρακωλύει τό άντίστοιχο δικαίωμα γιά τούς άλλους). Τό «δικαίωμα τοΰ άναφέρεσθαι» λ.χ. συνδέεται μέ τό δικαίωμα έλεύθερης έκ-φρασης γνώμης, μέ έκεϊνο τής έλευθερίας τοΰ Τύπου (πού είναι άλλο πράγ-μα), αύτά πάλι μέ έκεϊνο τοΰ «συνέρχεσθαι» (αύτό προέρχεται άπό τίς με-σαιωνικές συντεχνίες (Zunft), οί όποιες, σάν τεχνικά σωματεία, είχαν άνα-γκαίως καί πνευματικήν ύπόσταση (νόου χάου)· τό δικαίωμα αύτό, ώς κα-θαρά πολιτικό καί εύκολα μετατρεπόμενο σέ έπαναστατική άρχή, είχε πε-ριπέτειες στήν νεώτερη εύρωπαϊκή ιστορία. Καί φυσικά ούτε λόγος γ ι ' αύτό στό σύνταγμα τήν έποχή τής κουμπουροκρατίας τοΰ Όθωνα...), μέ τό δικαίωμα «ίσότητος» έναντι τών νόμων κ.λπ. "Οταν μία άπό αύτές τίς δια-τάξεις πάσχη, πάσχουν καί όλες οί άλλες πού έχουν νά κάνουν μέ τά ϊδια νοήματα.

Οί αφηρημένες έννοιες περί «δικαιωμάτων» παρουσιάσθηκαν όντως προ-βληματικές σ ' έμάς, σχετικά μέ τούς καθορισμούς «Έλληνος» καί «πολί-του», στό άρθρο 3 περί νομικής καί πολιτειακής ϊσότητος, τοΰ όποιου συνέπεια είναι τό τοΰ «άναφέρεσθαι» (δπως καί αύτό έκείνου). «Διάφορος

139

Page 135: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

είναι ή έννοια τών έν τώ αρθρω όρων Έλληνος καί πολίτου», αναφέρει ό 'Ιδρωμένος στό προαναφερθέν βιβλίο του (σελ. 34). Τό «Έλλην» είναι προσωπικό δικαίωμα καθ' ό «έθνικόν» (στό βαθμό πού τό καταλαβαίνει κανένας είναι), ένώ τό «πολίτης» είναι συλλογικό τέτοιο, δηλ. «πολιτεια-κό», έπειδή έχει νά κάνη καί μέ τούς άλλους. Ά ρ α λοιπόν στό «περί ίσότητος» άρθρο καί μέσα στίς κοινωνικές συνθήκες τοϋ τότε («αύτόχθονες-έτερόχθονες»), ή διαφορά θά έφαίνετο. Καί ή μέν ίδιότης τού «'Έλληνος» θά μποροΰσε νά καθορισθή μέ νόμους, καθότι άτομική, ή δέ τοϋ «πολίτη», δηλαδή τό καθ' έαυτό εσωτερικό κοινωνικό πρόβλημα, θά έμενε διά παντός άλυτο μετατρεπόμενο άπλώς σέ κυβερνητικές πλειοψη-φίες. Μιά καί ή έννοια «Έλλην» ύπήρξε άνέκαθεν έννοια «διασποράς», τό αύτό πρόβλημα ύπάρχει καί σήμερα: ύπάρχουν περισσότεροι «Έλληνες» στό εξωτερικό πού δέν είναι «πολίτες» (γιατί έτσι άν ψήφιζαν θά κατηρ-γεΐτο αύτομάτως πάσα έννοια «εθνικής κυριαρχίας» γιά τήν Ελλάδα...). Ή σύγχρονη έννοια τοΰ «Έλληνος» γ ι ' αύτούς είναι καθαρώς συναλλαγμα-τική, τής ιδιότητος των μάλιστα καί συνταγματικώς κατοχυρωμένης ώς πρός τήν «μητέρα πατρίδα» (μέσω τών παπάδων, βλ. άρθρ. 108). Ή έννοια τής «μητρός» τήν έποχή τοΰ "Οθωνα ήταν άκόμα πιό μπερδεμένη άπ ' ό,τι σήμερα, διότι ύπήρχε ή ερεθιστική αίσθηση γιά τούς αύτόχθονες τών «ε-θνικών εύεργετών», πού θά ίδοΰμε άναλυτικώτερα πιό κάτω.

Αύτά πρός στιγμήν ώς πρός τίς δυσκολίες τής πρώτης μόνο λέξεως τοΰ νΰν άρθρου 10. Ή πονηρή λεξούλα «έκαστος» λύνει — ύποτίθεται — καί τό πρόβλημα «άναφοράς» τών αλλοδαπών στόν τόπο μας, μεταβάλλοντάς το όμως σέ «άτομικόν» ώς πρός τήν Διοίκηση. Ένας 'Ολλανδός π.χ. δέν έχει ποϋ νά «άναφερθή», βάσει τοϋ άρθρ. 5, § 2, άν ίδή νά καταστρατηγούνται σέ μιά περίπτωση τά «άνθρώπινα δικαιώματα» μιάς φιλιππινέζας ύπηρέ-τριας. Τοΰ μένει μόνο ό ΟΗΕ, διότι όλη ή έλληνική Διοίκηση είναι άναρ-μοδία (βλ. κατωτέρω) γιά κάτι τέτοιο. Ά λ λ ά μέ νομικίστικες μεθόδους καί «έρμηνεΐες» δέν γίνεται βέβαια κανένας «εύρωπαίος» καί ούτε καμμιά ού-σιώδη διασύνδεση άποκτά μέ τήν διεθνή κοινωνία κρατών. Ή διαφορά μεταξύ «άνθρωπίνων δικαιωμάτων» καί «δικαιώματος τοΰ άναφέρεσθαι» εί-ναι όση άκριβώς καί ή άπόσταση 'Ηλίου καί Γής. Γιατί τό μέν «άναφέ-ρεσθαι» είναι θέμα... Δικονομίας, τά δέ άλλα θέματα τής ιστορίας καί τών φιλοσόφων. Τό βλέπομε: οσάκις ή διά τοΰ Συντάγματος έκφραζομένη Α-πηρχαιωμένη κοινωνική μας κατάσταση τυχαίνει νά έρθη σέ έπαφή μέ νοήματα, άμέσως δημιουργείται τερατογένεση καί άμέσως παρίσταται πρό-βλημα «έπιτροπών» καί «έρμηνειών». Τό άπηρχαιωμένον τοΰ πράγματος, έν άντιθέσει πρός ξένα σύγχρονα Συντάγματα, συνίσταται άκριβώς στήν διά-

140

Page 136: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

σπαση τοϋ «Petitionsrecht» σέ δύο συνταγματικά άρθρα γιά τούς λόγους πού εξηγήσαμε. Τήν μόνη φορά ποΰ ίσχυσε τό «Petitionsrecht» χωρίς διατυπώ-σεις στήν Ελλάδα, ήταν τό 1863 ποϋ τό ελληνικό στέμμα είχε βγει στόν πλειστηριασμό: ένας αμερικανός τουρίστας, ονόματι Φούγκ, κάνει άπ ' εύ-θείας άναφορά στήν έλλ. Βουλή νά έκλεγή βασιλεύς τής 'Ελλάδος!

Πώς τώρα τό «πρός τήν Διοίκηση» τέτοιο τροποποιείται άπό τήν έποχή τοϋ "Οθωνα διά τοΰ Συντάγματος τοΰ 1911, γιά νά φθάσωμε στήν (άπό τήν Χούντα είλημμένη) σημερινή διατύπωση τής «ήτιολογημένης άπαντή-σεως» τοΰ άρθρου 10, είναι θέματα πού δέν μποροΰν νά μάς άπασχολήσουν έδώ παραπέρα. Αύτό πού μάς ένδιαφέρει νά ίδοΰμε είναι, ότι κατά πράξη ουτε τέτοιο δικαίωμα υφίσταται. 'Ιδίως δέ, πώς διά τής μεταχουντικής προ-σθήκης τής § 3 ή Βουλή ανακηρύσσεται καί συνταγματικώς μιά διοικητι-κώς ώχυρωμένη Χούντα. Ή διάταξη περί «διώξεως τοΰ υποβάλλοντος τήν άναφοράν διά τυχόν έν αύτή ύπαρχούσας παραβάσεις» έμπήκε στό Σύνταγ-μα τοΰ 1911, έξηγεΐ ό καθηγητής Κων/νος Γεωργόπουλος (βλ. «Έλληνικόν συνταγματικόν δίκαιον», τεΰχ. Γ ' , 1970, σελ. 166), «πρός προστασίαν τοΰ άναφερομένου», δεδομένου ότι ύπό τό πρόσχημα, ότι τό περιεχόμενο τής άναφοράς συνιστοΰσε παράβαση νόμων (π.χ. υβριστικό), μποροΰσε ή άρχή νά μήν άπαντήση. Αύτό συνέβαινε παληότερα καί άλλοΰ. Πολύ περισσό-τερο βέβαια, θεωρητικά, υφίσταται ή ύποχρέωση της άρχής πρός άπάντη-ση μέ τήν προσθήκη τοΰ 'Ανδρουτσόπουλου περί «ήτιολογημένης άπαντή-σεως». Είναι όμως άκριβώς έτσι τά πράγματα, τούλάχιστον κατά θεωρίαν; "Αν δέν ύπήρχαν οί λόγοι τής διοικητικής αύθαιρεσίας πού έπέβαλαν τήν διάταξη τοΰ 1911 καί ή δαιδαλώδης έλληνική διοικητική νομοθεσία, θά μποροΰσε ϊσως κανείς μή γηγενής νά τό ύποθέση. Κατά πράξη τά πράγματα ούδόλως είναι έτσι: ή ύποχρέωση τής άρχής ύφίσταται, έφ' όσον αύτή κρίνει έαυτήν άρμοδία γιά άπάντηση. 'Εφ ' όσον κάτι τέτοιο δέν τό κρίνει — καί είναι προφανώς άδύνατο νά τό κρίνη μέσα στόν έλληνικό γραφειο-κρατικό πολύποδα χωρίς δικηγόρο (ήγουν... «τρέχα γύρευε») —, ή άναφορά «ούδεμίαν δημιουργεί δι ' αύτήν ύποχρέωσιν ή συνέπειαν, ούδέ καν τήν ύποχρέωσιν όπως διαβιβάση τήν τοιαύτην άναφοράν είς τήν κατά νόμον άρμοδίαν έπ' αύτής άρχήν» (Κ. Γεωργοπούλου, έ.ά., σελ. 165-6). 'Ασφα-λώς· μιά υπηρεσία δέν μπορεί νά έπιβαρύνη τόν προϋπολογισμό της μέ τό νά διαβιβάζη άσχετες πρός αύτήν άναφορές. Θά ίδοΰμε όμως περιπτώσεις στό βιβλίο τοΰτο, ποΰ οί αρχές είναι άπολύτως άρμόδιες πρός άπάντηση, καθ' ό μοναδικές, ώστόσο όμως κρίνουν εαυτές αναρμόδιες διά τής σιω-πής... Καί διά τής προστεθείσης μεταχουντικά § 3, όπου οί άρχές ύποχρεοΰ-νται ν ' άπαντοΰν μόνον «έφ' όσον τοΰτο προβλέπεται ύπό τοΰ νόμου», ή μόνη «αρμοδιότητα» τών δημοσίων υπηρεσιών συλλήβδην γίνεται ή σιω-

141

Page 137: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

πή. Ή παράγραφος αύτή έξυπονοεΐ βέβαια ένα «αμυντικό» δικαίωμα τού Κράτους. Ά ν π.χ. κάποιος ζητήση νά μάθη πόσους πυραύλους εκτοξεύει ή Ελλάδα ετησίως στό διάστημα γιά έπιστημονικούς σκοπούς, μπορεί ή ύπηρεσία νά μήν άπαντήση διότι προδίδει «κρατικό μυστικό». Είναι έπίσης δυνατόν τό υπουργείο συγκοινωνιών π.χ. ν ' άρνηθή ν ' άπαντήση ποιός είναι ό κάτοχος ένός αυτοκινήτου πού χτύπησε κάποιον στόν δρόμο καί τόν έγκατέλειψε, έφ' όσον ύπάρχει τό νούμερο, διότι δέν έχει προηγηθή ή άστυνομική έρευνα (άν λ.χ. τό αύτοκίνητο ήταν κλεμμένο) καί μπορεί σκέτη ή πληροφορία νά βλάψη τόν κάτοχο (π.χ. δυσφήμιση). "Οχι όμως έπειδή δέν ύπάρχει ειδικός νόμος γιά τήν συγκεκριμένη περίπτωση μέ τό όνομα τοΰ παθόντος! Ή § 3 δέν ένεργεΐ άνασχετικά μόνο ώς πρός τόν άναφερόμενο, ό όποιος, μήν ξέροντος άν ύπάρχη κάν νόμος γιά τήν περί-πτωση καί πώς αύτός ύπάρχει, δέν μπορεί νά προσμετρήση καί τό μέγεθος τής ένδεχομένης «δίωξης», άλλά καί ώς πρός τόν ύπάλληλο ή τόν Δ/ντή, ό όποιος δέν θά ξέρη άν ύπάρχη νόμος πού νά τόν ύποχρεώνη γιά τήν συγκεκριμένη ιδιάζουσα περίπτωση. Καί φυσικά τό καλύτερο καί άπλού-στερο είναι νά μήν άπαντα καμμιά ύπηρεσία. Ή άκρη διά τών έν συνεχεία «έρμηνειών» μπορεί νά βρεθή ίσως, μά είναι άκριβώς τότε ποΰ καί τό Σύνταγμα μεταβάλλεται σέ «ερμηνευτική» πατσαβούρα ώς πρός τό «Δημό-σιο Δίκαιο». Τό Σύνταγμα, ώς «καταστατικός χάρτης» καί γενικώτατος νόμος, οφείλει κατ' άνάγκην νά είναι στίς «ερμηνείες» του άπλό — δηλαδή ό δυνατόν απλούστερος καί κατανοητότερος άπό όλους νόμος. Άλλά, ό-πως είδαμε, τό δικό μας Σύνταγμα ούτε κάν στίς λέξεις του δέν μπορεί νά είναι τέτοιο. Στίς «εισηγητικές έκθέσεις» γιά τό Σύνταγμα τοΰ 1975 δέν ύπήρξε καιρός ώς πρός τίς διατάξεις αύτές. Έγιναν οί συγκολλήσεις καί οί μικροεπισκευές δίκην άγορανομικοΰ κώδικα καί όλη ή προσοχή έδόθη-κε — άν προσέξη κανείς — στά περί Βουλής, περί Προέδρου τής Βουλής, περί Προέδρου, περί αρμοδιοτήτων τοΰ Προέδρου, περί έκλογής τοΰ Προέ-δρου, περί κανονισμού τής Βουλής κ.λπ. Καί εύνοήτως: μέριμνα έχρειάζετο γιά τό ξαναστήσιμο τών πραγμάτων πού «έκλόνισε» ή Χούντα. Τά περί «Δημοσίου Δικαίου» δέν έπαθαν καμμιά ζημιά, γιατί ούτε καί πρίν τήν Χούντα ύπήρχαν «άνθρώπινα δικαιώματα». Αύτά θά ήσαν θέμα απλών συ-γκολλήσεων καί «έρμηνειών».

Νά ποΰμε ότι οί διοικητικές συνθήκες πού επέβαλαν τήν «άναθεώρηση» τοΰ 1911 ώς πρός τό «άναφέρεσθαι» ήρθησαν στό μεταξύ, μάς τό άπαγο-ρεύει ή ύπανάπτυξη τοΰ έλληνικοΰ χώρου. Τελικώς τά περί «άναφοράς» είναι πολύ άπλα: μιά άναφορά γιά ό,τιδήποτε δέν πρέπει νά πληροί, ειμή τίς ίδιες συνθήκες πού πρέπει νά πληροί καί μιά διαμαρτυρία στίς έφημε-ρίδες: ξερή περιγραφή έπί τοΰ άντικειμένου, χωρίς ύποκειμενικές κρίσεις,

142

Page 138: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

αξιολογήσεις καί ύβρεις. Καί στήν περίπτωση αύτή ή δποια ύπηρεσία, έφ' δσον συντρέχει λόγος, μπορεί νά άπαντήση δτι δέν μπορεί νά άπαντήση. Δηλαδή σέ κάθε περίπτωση οφείλει νά άπαντήση. Τά πράγματα όμως δέν είναι έτσι σ ' έμάς. Ούτε κατά θεωρητικήν διατύπωση στό Σύνταγμα, ούτε κατά πράξη. Ή μόνη έρμηνεία τών τοΰ Συντάγματος γιά τό άτομικόν «δι-καίωμα τοΰ άναφέρεσθαι» είναι άκριβώς ό κανονισμός τής Χωροφυλακής τής έποχής τοΰ Βούλγαρη: «καθείς διατηρών τό δικαίωμα νά παραπονεθή άκολούθως, είναι ύπόχρεως νά ύπακούη άπολύτως είς τάς προσκλήσεις ή διατάξεις τής Χωροφυλακής». «Τά αύτά δέχεται καί ή νομολογία», προσθέ-τει ό 'Ιδρωμένος, άναλύοντας τήν έν 'Ελλάδι συνταγματική κατοχύρωση τής «προσωπικής έλευθερίας» (μν.έ., σελ. 55). Τά πράγματα δυστυχώς έχουν μείνει πλήρως άναλλοίωτα καί ούτε ήταν δυνατόν ν ' άλλάξουν. Στίς συ-ζητήσεις τοΰ '68 γιά τό σημερινό άρθρο 5, §§ 1 καί 3, άπό τούς δύο πού έλαβαν τόν λόγο, ό τότε ύπουργός Δικαιοσύνης Ί . Τριανταφυλλόπουλος, άναφερόμενος στίς έλληνικές συνθήκες είπε: «Δέν έχουν καί πολλήν πρα-κτικήν άξίαν. Καταντοΰν νά είναι άπλώς εύχαί». Ή συζήτηση δέν έγένετο βέβαια μέ τό όραμα τών «ψήφων», γιατί δέν τίς είχαν άνάγκη. Συζητοΰσαν γιά τήν πραγματική συνταγματική ούσία τών πραγμάτων. Καί δυστυχώς αύτή είναι. Ή «ελεύθερη άνάπτυξη τής προσωπικότητος» σάν «ιδιωτική πρωτοβουλία» τοΰ καθενός καί χωρίς καμμιά δέσμευση παροχής συγκεκρι-μένων μέσων άπό τό Κράτος, είναι, όπως έξηγήσαμε, συνταγματικώς, ή προβληματικώτερη τών προβληματικών έπιχειρήσεων. Καί έπειδή αύτά είναι άνέκαθεν γνωστά καί μή όμολογούμενα, γ ι ' αύτό «έπεράσθηκαν» έν τάχει στίς μεταχουντικές «εισηγήσεις». Ά λ λ ά φυσικά δχι άτιμωρητί: τό κάρο διαλύθηκε οριστικώς. Μπορούμε νά πούμε δτι τά μεταχουντικά Συ-ντάγματα ήσαν άπλώς Συντάγματα ύπό προθεσμίαν. Σήμερα καμμία «τρο-ποποίηση» δέν μπορεί νά νομιμοποιήση τήν 'Ελλάδα σάν κρατική ύπόστα-ση στίς σύγχρονες διεθνείς σχέσεις. Είναι συνεπώς περιττό νά καταξοδεύω-με τόν κρατικό προϋπολογισμό, γιά νά άντιμετωπίζωμε τίς διαρκείς αιτιά-σεις τοΰ εύρωπαϊκοΰ δικαστηρίου ώς μόνιμοι κατηγορούμενοι τών εύρω-παϊκών αιθουσών...

Στό κείμενο τοΰτο, όπως είπαμε, ένδιαφερόμαστε γιά τίς «ειδικές ερμη-νείες», δηλαδή τίς πραγματικές καί όχι «συνταγματικές». Καί τό γεγονός ότι ύπάρχουν καί άλλες πολλές, είναι άκριβώς ή απόδειξη τής δικολαβί-στικης ύφής (πού δέν πρέπει νά έχουν τά συντάγματα). Ά ν ε υ άναφοράς είς τήν «Αρχήν» — ήγουν έκείνην τής λωποδυσίας, βάσει τής όποιας ύπήρξε τό «πρωτογενές» ελληνικό Σύνταγμα τοΰ 1844 — είναι άδύνατο νά κατα-νοηθή ό,τιδήποτε άπό τήν πολιτική καί κοινωνική σημασία τής έλληνικής

143

Page 139: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

συνταγματικής πραγματικότητος. "Οτι δηλαδή τά «Συντάγματα» δέν είναι παρά οί «καταστατικοί χάρτες» κλίκων, οί όποιες προσπαθούσαν, μέσα στίς διαρκώς κοινωνικώς καί φυλετικώς μεταβαλλόμενες έλληνικές συνθήκες, νά κρατηθούν πάση θυσία στούς θώκους καί τήν ρεμούλα. Έ ξ ου καί ό μέγας άριθμός τών «πολιτικών έκτροπών» στήν σύγχρονη ιστορία τής Ε λ -λάδος. Τό Σύνταγμα ήταν πάντα μιά προτροπή πρός πραξικόπημα, διότι διά τοΰ «κοινοβουλευτισμού» καί τών «έρμηνειών» δέν αποσκοπούσε, είμή στό νά κατοχυρώση κοινωνικές δικτατορίες ερήμην πάσης λαϊκής συμμετοχής.

Καί αύτό άκριβώς, δηλαδή τό νά παραμένη πάντοτε ώς νόημα μιά επι-δίωξη άμεταθέτων κοινωνικών τελών, συνιστά άκριβώς καί τήν έναντι τής ιστορικής έξελίξεως παλαιότητά του. Έχε ι παρατηρηθή, ότι τά ελληνικά Συντάγματα άπό τής Επιδαύρου καί έντεΰθεν δέν άποτελοΰν «ιστορικώς γραμμική ν συνταγματική ν συνέχεια» (βλ. Δ. Λ. Κυριαζή-Γουβέλη: «Περί τό συνταγματικόν δίκαιον», Αθήναι 1964, σελ. 122). Πρόκειται περί οικο-νομικής έκφράσεως τοΰ έκλεκτοΰ έρευνητοΰ: έάν διά τοΰ όρου «γραμ-μική συνέχεια» νοήται τό σύνολο τοΰ άπό Συντάγματος είς Σύνταγμα «έρ-μηνειών», τότε όχι μόνο ώρισμένα, άλλά όλα τά έλληνικά Συντάγματα μεταξύ τους παρουσιάζουν «ίστορικήν άσυνέχεια». Κατά τόν ίδιο τρόπο πού «άσυνεχής» παρουσιάζεται καί ή νεοελληνική ιστορία, σάν ιστορία ένός «Etat Tampon». Αύτό όμως πού παρουσιάζουν όλα τά έλληνικά Συ-ντάγματα άπό τό τοΰ Όθωνος καί έντεΰθεν, είναι ή συμπαγέστατη «κοινω-νική συνέχεια», ό άναλλοίωτος πυρήνας πού μεταφέρεται άπό Συντάγματος είς Σύνταγμα, καί τήν οποίαν άποδεικνύει ή διαρκώς επαναλαμβανόμενη πολιτική ιστορία τής νεωτέρας Ελλάδος. Ό «πυρήνας» αυτός διατηρείται ολικώς άναλλοίωτος έως καί τοΰ σημερινού, όπως έν κατακλείδι θά ίδοΰμε.

Πολλά άπό τά όσα άναφέραμε δέν είναι νέα στήν συνταγματική μας ιστο-ρία, παρά τίς μεγάλες μεταχουντικές δόσεις «Δημοκρατίας» μέ τήν οποίαν περιεβλήθησαν. Είναι όμως «νέα», ώς πρός μερικές τρέχουσες έρμηνεϊες πού έπιχειροΰμε έδώ. Οί έννοιες περί «τυπικότητος» καί «ούσιαστικότητος» τών νόμων είναι παλαιότατες στήν συνταγματική ιστορία, άρα καί στήν δική μας. Βασικά ή προϊστορία τους ανάγεται πολύ παληότερα άπό έκεΐ ποΰ τήν τοποθετοΰν οί κοινωνιολογικής ύφής θεωρήσεις τοΰ νεωτέρου κράτους (χειραφέτηση τής δημιουργημένης άστικής τάξεως ώς πρός τήν κεντρική έξουσία- βλ. Δ. Θ. Τσάτσου, μν.έ. σελ. 70). «Τυπικός» είναι ό νόμος τοΰ προτεστάντη έκλέκτορα, πού δέν παραδέχεται τόν «ούσιαστικό» νόμο τοΰ κανονικοΰ δικαίου (βλ. τό βιβλίο μας « Ή άνατολική Μεσόγειος ώς εύρωπαϊκή ιστορία», τόμ Α ' , 1984, σελ. 221 κ.έ.). Καί άφοΰ έτσι ή «τυπικότης» τών νόμων συναναφαίνεται μέ τήν δημιουργία τοΰ νεωτέρου

144

Page 140: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

κράτους, είναι φυσικό νά παραμένη αύτή πάντοτε κατά νόημα «ό ιδιαίτερος τύπος έκδηλώσεως τής βουλήσεως τής Πολιτείας» (βλ. Ν. Ν. Σαρίπολου: «Σύστημα συντ. δικαίου», τόμ. Β ' έκδ. Γ ' (1918), σελ. 29). Κατά πόσον τώρα «οί τυπικοί νόμοι είσί κατά κανόνα καί ούσιαστικοί νόμοι συγχρό-νως», είναι ένα άλλο ζήτημα. Ά ν όντως ύπάρχη ή κατά Jellinek κοινωνιο-λογική έννοια τού λαού στήν οποίαν παραπέμπει ό Σαρίπολος (αύτ. σελ. 41), τότε τά πράγματα είναι έτσι, διότι ή «τυπικότης» τοΰ νόμου άποτελεΐ πολιτικήν έκφραση ένός κοινωνικοΰ γίγνεσθαι. "Αν όμως ό «λαός» δέν ύπάρχη;... Ύποθέτομε ότι τότε ή «τυπικότης» τών νόμων μεταβάλλεται όχι σέ κάποιο είδος «ούσιστικότητος», άλλά σέ «κανονιστικούς νόμους» καί «διατάγματα», δηλαδή στήν γνωστή μας κοινοβουλευτική λοβιτούρα. Καί αύτή είναι άκριβώς ή ισχύουσα κατάσταση μέ τήν «άποκατασταθεϊσα» μεταχουντικά «Δημοκρατία»: ένώ τό χουντικό Σύνταγμα τοΰ '68 έκανε λόγο στό άρθρ. 118 περί μή έφαρμογής «πράξεων» καί «διαταγμάτων», τό Σύνταγμα τοΰ '75 στό άρθρ. 93 — μιά καί έκράτησε τούς «βολικούς» χουντικούς νόμους — κάνει λόγο περί μή έφαρμογής νόμου. Ή διαφορά είναι ή έξης: ένώ τό Σύνταγμα τοΰ '68 προέβλεπε τήν λειτουργία συνταγ-ματικού δικαστηρίου, πράγμα πού σημαίνει ότι ή άντισυνταγματικότης δέν συνεπήγετο κατ' άνάγκην τήν άκύρωση (βλ. Κ. Γεωργοπούλου, μν.έ., τεΰχ. β ' , σελ. 83), μέ τό «ειδικό» μόνο δικαστήριο τοΰ Συντάγματος τοΰ '75 ή συνταγματικότης τών νόμων έπανέρχεται στό νόημα τοΰ άρθρ. 101 τοΰ Συντάγματος τοΰ Όθωνα! Έ ν προκειμένω δηλαδή μέ τούς «νόμους» ήταν επόμενο, ή τυπική καί ούσιαστική άντισυνταγματικότητα — πού ίσχύει τόσο γιά τούς τυπικούς όσο καί γιά τούς ούσιαστικούς νόμους — νά μπερ-δεύωνται ώς έννοιες τόσο στήν κάθε περίπτωση, ώστε γιά τό πλήθος τών χουντικών νόμων νά μήν ύπάρχη άλλη λύση, είμή ή «άρμοδιότης» τοΰ ειρηνοδίκου Κριεκουκκίου μετά τοΰ κλητήρος! Άλλά, όπως θά ίδοΰμε, ή έκ τών προτέρων άνακηρυγμένη πρόθεση τοΰ Συντάγματος τοΰ '75, ύπήρξε μόνο ή πλήρης έφαρμογή τών άρχών τοΰ Παλαμήδη καί τοΰ Μακρυγιάννη. Θά τό ίδοΰμε πιό κάτω· έπί τοΰ παρόντος μάς ένδιαφέρει νά κρατήσωμε τήν διαπίστωση τοΰ κ. Δαγτόγλου, ότι τό Σύνταγμα όχι μόνο γνωρίζει τήν έννοια τοΰ άντισυνταγματικοΰ νόμου, άλλά καί τήν δικαστική άκύρωσή του. Καί συμπληρώνει ό κ. Δαγτόγλου: «Αντισυνταγματικός νόμος μπορεί άναμφισβήτητα νά προξενήσει ζημιά». Έδώ όμως είναι ποΰ προσωπικώς διαφωνοΰμε: ζημιά — τί ζημιά; Ζημιά ύφίστανται τά πράγματα πού συνή-θως έχουν μιάν άξία. Άφοΰ «ή Ελλάδα ποτέ δέν πεθαίνει», ήταν δυνατόν νά περάση άπό τόν νοϋ βουλευτή, άπό Μακρυγιάννη καί έντεΰθεν, έστω καί σάν υπόνοια ή ιδέα τής οποιασδήποτε ζημιάς; Γιά ποιό πράγμα;...

145

Page 141: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Έδώ καθώς είπαμε δέν μας ένδιαφέρει ή ασχολία μέ συνταγματικές θεω-ρίες, άλλά ή διαπίστωση τής έγγενοΰς άσαφείας τών νοημάτων τοϋ έλλη-νικοΰ Συντάγματος καί ή κοινωνιολογική έξήγησή τους. Χωρίς τό δεδο-μένο ότι τό έλληνικό Σύνταγμα έφκιάσθηκε έξ άρχής ώς «καταστατικός χάρτης» κλίκας έρήμην τής κοινωνίας — πρώτα ώς μέσον άντιμετώπισης λησταρχικών προθέσεων καί έν συνεχεία ώς μέσον χειροδικίας έπί τοΰ κρατικοΰ προϋπολογισμού — είναι αδύνατη ή κατανόηση τής πολιτικής ιστορίας τής Ελλάδος. Καί έξω άπό αύτήν τήν κατανόηση, δέν ύπάρχει κανένα άλλο είδος πολιτικής ιστορίας. Τώρα ποΰ ή Ελλάδα πνέει ιστο-ρικώς τά λοίσθια — καί πολύ έκράτησε αύτή ή άνομη ιστορία κοντά δυό αιώνες! — μποροϋμε νά τά λέμε σάν ιστορία πιά.

Δέν είναι ένα καί δύο τά άσαφή νοήματα. Είναι γενικώς ολόκληρη ή συνταγματική δομή καί ολόκληρο τό νομοθετικό οικοδόμημα. Καί είναι νά άπορή κανείς μέ τήν έλλειψη πραγματολογικής βάσεως τών «έρμηνειών», άκόμα κι όταν τό έπιδιώκουν. Έ ν α άλλο μαργαριτάρι συνταγματικής άσα-φείας , άμεσα άπορρέον άπό τήν έννοια τής λοβιτούρας είναι τό λεγόμενο «τεκμήριο άρμοδιότητος», σύμφωνα μέ τό όποιον «έρμηνεύθηκε» τό άρθρο 44 τοΰ Συντάγματος τοΰ 1864. Αύτό έλεγεν άπλώς ότι ό βασιληάς δέν έχει άλλες άρμοδιότητες άπό αύτές πού τοΰ άπονέμει τό Σύνταγμα. Σκεπτόμενος κανείς ότι τό Σύνταγμα τοΰ 1844 ήταν άκριβώς ένα «Σύνταγμα-Συνάλλαγ-μα», τό όποιον προέκυψε μετά άπό μιά άνταρσία άκριβώς γιά τόν σκοπό αύτό, μένει ή άπορία, ποιό είναι τό νέο πού κομίζει σ ' αύτό άκριβώς τό σημείο τό Σύνταγμα τοΰ 1864. Άφοΰ καί τό ένα Σύνταγμα καί τό άλλο στόν περιορισμό τής βασιλικής έξουσίας άφοροΰν, πώς σ ' αύτό τοΰ '64 (πού ό εισηγητής του Ν. I. Σαρίπολος τό θεωρούσε τής Ιδίας ύφής («συμβόλαιο») μέ τό προηγούμενο, διαφωνώντας ώς πρός τοΰτο μέ τόν γυιό του), άπό τήν άπλή άναγνώριση αύτοΰ τοΰ πράγματος προκύπτει τεκμήριο; Καί γιατί «είδικώτερο τεκμήριο», άφοΰ διά τοΰ νέου άρθρου 21 («οί έξουσίες πηγά-ζουν άπό τό έθνος») τό σύστημα κατοχυρώνεται πιά ώς βασιλευομένη κοι-νοβουλευτική «δημοκρατία»; Χωρίς όμως άναγωγή είς τήν «Αρχήν», δη-λαδή έκείνην τής μονίμου «επιδιώξεως» ώς πρός τόν προϋπολογισμό, πάσα προσπάθεια λογικής κατανοήσεως καί ούχί άπλών «έρμηνειών» άποβαίνει ματαία. Τό «τεκμήριο» αύτό δέν «τεκμαίρεται» έκ τοΰ άρθρου 44, άλλά έκ τοΰ έκ τοΰ άρθρου 14 τοΰ ιδίου Συντάγματος. Καί είναι διατυπωμένο κατά τόν πλέον ταχυδακτυλουργικόν τρόπο πού μπορεί νά φαντασθή άνθρώπινος νοΰς. Ά ς τό παρακολουθήσωμε μέσφ τής εξελίξεως τών ιστορικών δεδο-μένων. Είναι δέ γενικώτερα σκόπιμη ή κάπως ίστορικώτερη τών πραγμά-των τοΰ Τύπου έξέταση, γιατί αύτά — άπό τήν ίδια τους τήν πολιτική φύση — είναι άρκούντως αποδεικτικά τών πραγμάτων πού άναλύομε:

146

Page 142: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Τό αρθρ. 10 τοϋ 1844 δέν προέβλεπε κανένα απολύτως μέτρο περί Τύπου. Κατά πόσον τώρα ή άπαίτηση Συντάγματος ήταν καί μιά έπιδίωξη τών τότε μεγάλων δυνάμεων γιά νά έλέγχουν τήν πολιτική τοΰ "Οθωνα, δέν θά μάς άπασχολήση έδώ. Ή «Έλπίς» πάντως τοϋ Λεβίδη, πού στό πρώτο της φύλλο είχε έμβλημα τήν παροχή Συντάγματος, ένάμισυ μήνα μετά (τήν 24/ 12/1836) έπιδιώκει νά μήν έπικρατήση μιά τέτοια άποψη, παρ' όλο πού ό πρέσβυς σέρ Έντμουντ Λάϊονς πολύ τό ήθελε. Συνταγματικές διατάξεις γιά τόν Τύπο τότε δέν έχρειάζονταν, διότι δέν είχε νόημα έκ τών πραγμάτων κάτι τέτοιο. Ό Τύπος άντιμετωπίζετο άπό τήν εποχή τοΰ Καποδίστρια μέ νόμους («Ψήφισμα» τής 26/4/31 καί οί τρεις νόμοι τοΰ Όθωνα: 18/9/33, 23/9/33 καί τής 5/12/37 τοΰ Πολυζωΐδη, πού θά τόν καταργήση ό Βενι-ζέλος). Δέν ύπήρχε βέβαια άκόμη τότε ή «κοινοβουλευτική θητεία» ώς έπιχείρηση κατά τοΰ προϋπολογισμού, άρα κανένας κομματικός Τύπος πού νά άπαιτή κάποιαν συνταγματική «ρύθμιση», όπως συμβαίνει άπό Γεωργίου καί έντεΰθεν ποΰ ή διαδικασία τοΰ «έθνους» έχει προχωρήσει. Οί γενικές συνθήκες ήσαν τέτοιες, πού τά τοΰ Τύπου μόνο μέ τήν αύστηρότητα τών νόμων μπορούσαν νά άντιμετωπισθοΰν. Λέμε, συνήθως, μέ όλον μας τόν άνεξέλεγκτον συναισθηματισμό καί προβάλλοντες ανεξέταστα τίς σημερι-νές μας στρεβλές συνειδήσεις πρός τά πίσω, περί «αύταρχισμού» καί «τυ-ποκτόνων» νόμων, άλλά τά πράγματα δέν άντιστοιχοΰν στά σημερινά μας μέτρα. Διότι, άφοΰ δέν ύπήρχε καμμία ένιαία περί έθνους καί κράτους συνείδηση, ό Τύπος ήταν τότε έκφραση τών συμφερόντων τών μεγάλων δυνάμεων, πράγμα πού μέ τόν συνειδησιακό τοπικισμό συνδυασμένο καθι-στούσε άδύνατον τόν άποτελεσμό κεντρικής διοίκησης. Πολλές εφημερί-δες έξεδίδονταν τότε καί σέ ξένες γλώσσες ταυτόχρονα, πού πάει νά πή ότι ζητοΰσαν νά βροΰν απήχηση στό έξωτερικό κυρίως.

Αύτά τά καταλαβαίνομε καλύτερα μέ τήν χαρακτηριστική περίπτωση τής Ύδρας, πού ήταν τό κέντρο τοΰ διά τοΰ Τύπου άντικαποδιστριακοΰ άγώνα μέ έπιτελάρχη τόν Πολυζωΐδη. Ό όποιος τότε ζητεί άπόλυτη έλευ-θεροτυπία άπό τόν Καποδίστρια, άλλά έξ χρόνια άργότερα ό ίδιος σάν ύπουργός θά κάμη τόν παραπάνω νόμο «περί έξυβρίσεων έν γένει καί περί Τύπου», πού είναι καί ό πιό άνελεύθερος άπό όλους. Ό Πολυζωΐδης δέν άρκέσθηκε μ ' αύτόν στίς έφημερίδες μόνο, άλλά σέ κάθε είδους τυπωμένο χαρτί, περιοδικά, βιβλία κ.λπ., μή εξαιρώντας ούτε κάν τήν διακίνηση έντύπων στά ψιλικατζίδικα («ρωποπωλεΐα»!). Είναι ό ίδιος άνθρωπος μέ τήν δίκη τοΰ Κολοκοτρώνη, καί άρα δυοΐν θάτερον: είτε ήταν καί ό ίδιος «αύταρχικός», όπως ό Όθωνας καθώς λέμε ή ό Καποδίστριας πού τόσο πολέμησε, ή κάποιες άλλες συνθήκες έπέβαλλαν νά μήν μπορή νά γίνη

147

Page 143: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

διαφορετικά. Τό δεύτερο φυσικά συμβαίνει, τό όποιον είδε όταν έγινε ό ίδιος ύπουργός τοΰ "Οθωνα. Καί ό νόμος του έμεινε, διότι παρέμεναν πάντα καί οί συνθήκες πού τόν έπέβαλαν, δηλαδή ή αδυναμία υπάρξεως τής Ε λ -λάδος ώς ενιαίου κράτους. Ό Τύπος ακολούθησε τήν γενική καχεξία τών πραγμάτων, τήν άπορρέουσα άπό τήν ίδια τήν άντικειμενική κατάσταση καί τόν νόμο τρΰ Πολυζωΐδη (σήμερα βέβαια, ύπό μιά διαφορετική τών έλλαδικών πραγμάτων διαμόρφωση, θά μποροΰσε καί ό έλληνικός Τύπος, μέ μιάν σύγχρονη συγκέντρωση καί ένιαΐον φορέα, νά άποκτήση μιάν δυναμική πολιτική προβολή στόν γενικώτερον χώρο τής Μεσογείου καί τών Βαλκανίων. Ή συγκέντρωση, φυσικά, ούδόλως έμποδίζει τήν φυσιο-γνωμικήν πολλαπλότητα, όπως ήδη γνωρίζομε άπό τά μεγάλα έκδοτικά τράστ). Ή "Υδρα, τό σπουδαΐον αύτό πειρατικό καί ναυτικό κέντρο τής Μεσογείου (ό Λάζαρος μάλιστα είχε καί τό δεξί μάτι σκεπασμένο κανονι-κά...), έκράτησε όλον τόν άγώνα κατά θάλασσα, άλλά δέν αισθανόταν «Ελ-λάδα», διότι δέν ώφειλε κάτι τέτοιο. Ούτε καί ή Σΰρος, πού άποτελοϋσαν κοινοπραξία. Έζητοΰσαν Σύνταγμα άπό τόν Καποδίστρια γιά τούς ίδιους λόγους πού ήθελε καί ό Μακρυγιάννης, μόνο ότι αύτοί είχαν λόγους, άφοΰ έπλήρωσαν ό,τι είχαν καί δέν είχαν (πάνω άπό δέκα έκατομ. δραχμές τοΰ καιρού) γιά τόν άγώνα. Νά τά πάρουν όμως πώς άπό τόν Καποδίστρια, πού πλήρωνε ό ίδιος γιά τόν προϋπολογισμό; Μόνο άργότερα ό Δημ. Βούλγα-ρης κατάφερε καί άποζημιώθηκε γιά δυό καράβια στήν κανονική τους τιμή, ή όποία ήγγισε σχεδόν τό μισό τοΰ προϋπολογισμοΰ. Καί ότι ό Μιαούλης έκαψε τόν στόλο, είναι κι αύτό έπίσης γνωστό. Στίς συνθήκες όμως αύτές άδυναμίας «εθνικής» συνειδήσεως — άκρως φυσιολογικής — καί άποκε-ντρωτικών τάσεων, ούτε νόημα είχαν συνταγματικές ρυθμίσεις (πού προ-ϋποθέτουν κάποιον μείζονα βαθμό «κοινωνικής συμφωνίας»), ούτε νόμοι λιγώτερο αύταρχικοί μπορούσαν νά ύπάρξουν.

Μέ τήν λειτουργία τοΰ «κοινοβουλευτισμού» όμως στά ένδιάμεσα χρόνια καί τήν «πρόοδο τοΰ έθνους» τά πράγματα άλλαξαν. Ή πολιτική τών με-γάλων δυνάμεων διεξήγετο τώρα κυρίως διά τοΰ κομματικού τύπου, ό αντα-γωνισμός τών ιδίων δυνάμεων διά τών οικονομικών «έπενδύσεων» τοΰ έλ-ληνισμοΰ τής διασποράς έπρεπε κατ' άνάγκην νά έχη πίσω του έντυπα καί κοντά σ ' αύτά ύπήρχαν καί οί πολύ σοβαρές εφημερίδες τοΰ ελληνισμού τής διασποράς, ό όποιος άπό τής Β ' Εθνοσυνελεύσεως καί έντεΰθεν συμ-μετείχε άμεσα στίς πολιτικές διαδικασίες τοΰ «κέντρου» (διά τοΰ μέτρου αύτοΰ ήρχοντο καί οί «έπενδύσεις» τότε — άκριβέστερον οί «έθνικές ευερ-γεσίες» —, άφοΰ όπως ήθελαν ό Μακρυγιάννης μέ τόν Παλαμήδη ήταν βέβαια άδύνατο). Οί Σαρίπολος, Ρενιέρης καί I. Δεληγιάννης είχαν έκλεγεί στό Κάιρο, οί Ραγκαβής καί Ράλλης στήν Άνδριανούπολη κ.λπ. Έ ν τώ

148

Page 144: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

μεταξύ, μέ τήν ένσωμάτωση τών Έπτανήσων έδημιουργεΐτο ένα κακό δε-δομένο γιά τήν λειτουργία καί τοΰ ύπολοίπου Τύπου στήν Ελλάδα: ή μετοχή τοΰ Τύπου στήν άμεση διαμόρφωση τής πολιτικής ζωής καί ή ελευθεροτυπία έκεΐ ήσαν τόσο ανεπτυγμένα, ώστε οί "Αγγλοι νά τό φέρνουν οί ί'διοι ώς μοναδικό παράδειγμα στήν Εύρώπη κατά τίς έναντίον των αι-τιάσεις γιά άπολυταρχική πολιτική. Καί έπί πλέον μέ τά Επτάνησα ύπήρχε καί τό γενικώτερο αξεπέραστο πρόβλημα τής Διοικήσεώς των (ή Ελλάδα, ώς γνωστόν, δέν άπέκτησε ποτέ άστικόν κώδικα μέχρι τήν έποχή τοΰ Με-ταξά, εξαιρουμένης τής έκ τών πραγμάτων έπικρατήσεως τοΰ γαλλικού έμπορικοΰ δικαίου σέ ώρισμένες έμπορικές περιοχές (βλ. γιά τούς λόγους στό βιβλίο μας «Έπί τής Δομής» κ.λπ.) Μέ τήν «ένωση» τό πρόβλημα κατέστη έκρηκτικό. 'Ύστερα άπό έπανειλημμένες συγκροτήσεις ειδικών έπιτροπών, ή μόνη δυνατή λύση πού βρέθηκε ήταν ή άτόφια άνάλήψη τοΰ ίταλικοΰ άστικοΰ κώδικα. 'Υπεβλήθη ή πρόταση τω 1870 στήν Βουλή, άλλά ώς είκός, έμπήκε έκτοτε στό ράφι. Μέ τά Επτάνησα έπεκράτησαν «άποτελεσματικώτερες λύσεις»...). Τελικώς μέ τήν «έπαύξηση » τοΰ Κρά-τους άπό τοϋ 1864 καί έντεΰθεν καί μέ τίς διαμορφώσεις τής διεθνοΰς πολιτικής έπ ' αύτοΰ, ό έλληνισμός διέθετε περί τίς 130 έφημερίδες (μερικές μάλιστα, όπως αύτές τής Τεργέστης, εύρίσκονταν στό πιό ύψηλό έπίπεδο έπί εύρωπαϊκοΰ έπιπέδου), έξ ών 60 περίπου έξεδίδονταν στήν 'Αθήνα τών 60.000 κατοίκων τότε (καμμιά εικοσαριά στά Επτάνησα, 10 στήν Πάτρα, άλλες τόσες στήν Ερμούπολη κ.λπ.). Ή διαρκής άπόκρυψη τής 'Ιστορίας (βασικός λόγος γιά τήν «έφημεριδομανία» τών Ελλήνων...), ή σκοτεινότη-τα τής διεθνοΰς πολιτικής έπί τής Ελλάδος ώς άδιαμορφώτου κράτους «Συνθηκών» καί ή μόνιμη «στόχευση» τοΰ προϋπολογισμοΰ διά τοΰ «κοι-νοβουλίου», θά μετέβαλαν άναγκαίως τήν τακτική τών κουμπουριών σέ έκείνην τών πεννών (στά γερμανικά ύπάρχει ή σχετική έκφραση τοΰ Re-volverjournalismus). Ά ρ α λοιπόν καθίστατο άπολύτως άναγκαίον τό συ-νταγματικόν μέτρον τής προληπτικής λογοκρισίας. Έ τ σ ι τό άρθρ. 14 τοΰ '64 παίρνει ολόκληρο τό άρθρ. 10 τοΰ '44, άλλά συμπληρώνει (προσοχή στήν διατύπωση!):

«'Επιτρέπεται δέ κατ' έξαίρεσιν ή κατάσχεσις μετά τήν δημοσίευσιν ένεκα προσβολής κατά τής χριστιανικής θρησκείας, ή κατά τοϋ προσώπου τοΰ βασιλέως· άλλ' έν τοιαύτη περιπτώσει έντός εΐκοσιν τεσσάρων ωρών άπό τής κατασχέσεως ΟΦΕΙΛΟΥΣΙ ΚΑΙ Ο ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΥΣ νά ύποβάλη τήν ύπόθεσιν είς τό δικαστικόν συμβούλιον... 'Ανακοπή κατά τοϋ βουλεύματος έπιτρέπεται είς μόνον ΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΕΝΤΑ ΤΟ ΚΑΤΑΣΧΕΘΕΝ, ουχί δέ καί είς τόν Εισαγγελέα».

149

Page 145: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Παθητική μετοχή μέ αντικείμενο στήν αιτιατική — φαινόμενο πρωτάκις έμφανιζόμενο... Ά λ λ ά ποιό είναι τό γραμματικό ύποκείμενο τοϋ «όφείλου-σιν»; Ποιοί είναι αύτοί πού «όφείλουσι»; Καί τί «όφείλουσι»; Διαβάζοντας κανείς τόν Ν. Ν. Σαρίπολο (τόμ. Γ ' , 4η έκδ. 1923, σελ. 129) μένει μέ τήν έντύπωση, ότι αύτοί πού «όφείλουσι» είναι κάποιες υπέρτερες καί άδηλες «άρχές» (δικαστικόν συμβούλιον), άποτελούμενες άπό τούς προέδρους ό-λων τών παρθεναγωγείων τοΰ τότε, τών όποιων άποκλειστική μέριμνα ήταν ή φύλαξη τής «τιμής» τών παρθένων καί τής διαφθοράς τών «χρηστών ήθών» τής νεότητος. Μά είναι δυνατόν νά είναι έτσι τά πράγματα, όταν πρόεδρος τής τριμελοΰς «προσωρινής Κυβερνήσεως» μετά τήν έξωση τοΰ "Οθωνα, πού έξέδωσε τό «ψήφισμα τοΰ Έθνους» ήταν ό Δημ. Βούλγαρης, τοΰ οποίου τήν δραστηριότητα ώς κοινοβουλευτικοΰ πρωθυπουργού τώ 1875 είδαμε πρίν; Δυστυχώς ούδεμία συνταγματική «θεωρία» καί κανένα σύγγραμμμα δέν μπορεί νά μάς διαφώτιση έπί τοΰ έλλείποντος γραμματι-κού ύποκειμένου τοΰ «όφείλουσι», άλλά μόνο ή άναδρομή στήν ιστορία. Παρακολουθούμε λοιπόν τήν τροπή τοΰ «όφείλουσι καί ό είσαγγελεύς» άπό Συντάγματος είς Σύνταγμα:

Σύνταγμα τοΰ 1911: «όφείλουσι καί ό είσαγγελεύς». Σύνταγμα τοΰ 1925 (έτι «δημοκρατικώτερον» άνευ άττικών καταλήξεων): «οφείλουν καί ό Εί-σαγγελεύς», Σύνταγμα τοΰ 1927: «οφείλει καί ό Είσαγγελεύς», Σύνταγμα τοΰ 1952: «οφείλει ό Είσαγγελεύς».

'Ιδού λοιπόν: τό ρήμα «οφείλει» άποκτά στό έλληνικό Σύνταγμα γραμ-ματικό ύποκείμενο ύστερ' άπό 88 ολόκληρα χρόνια. Έ ν τώ μεταξύ όμως δέν διορθώνεται τό άδηλον ύποκείμενο πρός τό ρήμα, άλλά τό ρήμα πρός τό ύποκείμενο. Καίάποκτά πλήρην καθαρότητα ή φράση στό Σύνταγμα τοϋ 1952. Γιατί τότε; — Διότι τό Σύνταγμα τοΰ 1952 δέν είναι Σύνταγμα, άλλά «κανόνας» γιά στρατοδικεία. Πρόκειται γιά τό Σύνταγμα έπί τοΰ «προ-σχεδίου» τοΰ όποιου συζητήθηκε άν έπρεπε νά μπή (στό άρθρ. 3-4 κατά τό «προσχέδιο») ή ίσότης τών Ελλήνων όχι μόνο «ενώπιον τοΰ νόμου», άλλά «ένώπιον τοΰ νόμου καί τοΰ Κράτους» (βλ. Χ. Σγουρίτσα: «Κριτική τοϋ "σχεδίου συντάγματος τής Ελλάδος"», Αθήναι, ά.χ. (1946), σελ. 15). Πρό-κειται μέ άλλα λόγια γιά τήν έποχή ποϋ οί βουλευτές θά συναλλάσσονταν μέ τόν κλητήρα τών άνακτορικών σταύλων, ώς πρός τούς διορισμούς καί τίς παραιτήσεις, χωρίς ν ' άντικρύσουν ουτε κάν τήν σκάλα. Καί άφοΰ έτσι χάνεται τό πραγματικό ύποκείμενο τοΰ «όφείλουσι», μετατρέπεται τό ρήμα στόν ενικό! «Οί βουλευτές» λοιπόν ήσαν τό «κατά τό νοούμενον» γραμμα-τικό ύποκείμενο στήν διάταξη τοΰ 1864, όπερ μεθερμηνευόμενον δηλοί: έάν ό βασιληάς δέν συγκατετίθετο κάποια στιγμή στίς άπαιτήσεις τής Βουλής, τότε οί βουλευτές θά μποροΰσαν νά βρίζουν τό πρόσωπο του (αύτό άπη-

150

Page 146: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

γορεύετο κατά τό άρθρο), άλλά μέ τέτοιου είδους σκυθικά έλληνικά, ώστε νά μήν θεμελιοΰται κατηγορία είς βάρος τους. Όπότε έτσι προέκυπτε θέμα. Τί θέμα; — «Έρμηνείας» προφανώς άπό τήν «νομοθετική» (καί εξαιρουμέ-νου τοϋ βασιληά έμενε μόνο ή Βουλή), ήγουν τό «κριτήριο άρμοδιότη-τος»!!! Σέ μιά τέτοια λοιπόν περίπτωση οί βουλευτές «όφείλουσι» κ.λπ. Τί «όφείλουσι»; — Νά άθωώσουν έαυτούς μέσω τοϋ δικαστικοΰ μηχανήματος (οί εισαγγελείς δέν άπηύλαυον τότε ίσοβιότητος κατά τό άρθρ. 90 — βλ. Ίδρωμένον, σελ. 299 είδικώτερα- ό Όθων είχε λόγους νά παραπέμψη τό ζήτημα στίς καλένδες, όπως έξηγήσαμε) καί νά επαναλάβουν τά ίδια, έως ότου ό βασιληάς ένδώση! Έ ν ολίγοις δηλαδή, ό «κοινοβουλευτισμός» στήν Ελλάδα εισάγεται διά τοΰ άρθρου 14 τοϋ 1864 ώς άρχή τής μονίμου κοινωνικής άναταραχής διά τοΰ πεζοδρομίου, προκειμένου νά ίκανοποιοΰ-νται τά βουλευτικά «αιτήματα» χωρίς έλεγχο. Τήν ίδια έκείνη έποχή τοΰ «κριτηρίου» θά ψάξη νά βρή ό Τρικούπης «τίς πταίει»...

Τέτοια είναι ή ειλικρίνεια γλωσσικών διατυπώσεων καί νοημάτων στό έλληνικό Σύνταγμα ώς σήμερα. Είναι άραγε δυνατόν μέ τέτοιες «νοητικές μέριμνες» καί χατζηαβατισμούς στά μυαλά τών «νομοθετών» νά ύπάρξη κατοχύρωση «άνθρωπίνων δικαιωμάτων» καί συνόψιση έξελίξεων καί έν-νοιών, πού νά χαρακτηρίζουν τήν Ελλάδα σάν δημοκρατική χώρα; Μπο-ροΰν στίς νοοτροπίες αύτές, τίς ιστορικώς διαπιστούμενες καί ολοένα έν ισχύει, νά κολλήσουν «διατάξεις» κατ1 άντιγραφή άπό ξένα Συντάγματα; "Αν οί «άναλήψεις» είναι δύσκολες γιά πολλούς λαούς σήμερα, προκειμέ-νου νά φκιάξουν ένα τρακτέρ, προκειμένου νά φκιάξουν ένα δίκαιο — πού προϋποθέτει πάντα καί μιάν άντίστοιχη κοινωνική τάξη — παραμένει κάτι τό ολικώς άδύνατο. Καί προκειμένου γιά τήν Ελλάδα δέν είναι μόνο τό Σύνταγμα, άλλά όλη ή Νομοθεσία στήν ίδια κατάσταση έγγενοϋς άσα-φείας, πράγμα πού είναι άπό πολλές άπόψεις φυσικό. Καίτοι δέν είναι μέσα στούς σκοπούς τοΰ παρόντος, γιά νά μήν φανή ότι ύπερβάλλομε λέγοντας ότι έχομε άδιόρθωτες δυσκολίες μέ τήν έννοια τής «άξιοπρέπειας τοΰ άν-θρώπου» — πού άπλώς άντανακλώνται στό Σύνταγμα —, πρέπει νά άναφέ-ρωμε τήν νομική έννοια τών συστατικών αύτής στοιχείων, πού είναι ή «τιμή» καί ή «ύπόληψη» ώς στοιχεία τοΰ «δικαιώματος τής προσωπικότη-τος», όπως λένε τά βιβλία.

Τρικυμιώδες κομφούζιο στίς έλληνικές νομικές διατυπώσεις καί χάος στά δικαστήρια, όπου οί κατά πλειονότητα έκδικαζόμενες ύποθέσεις είναι γιά κλοπές, άπάτες, ύπεξαιρέσεις, ακάλυπτες έπιταγές, παντός είδους λω-ποδυσίες κ.λπ. Διότι οί έννοιες προσκρούουν σέ θεμελιώδεις ιστορικές καί κοινωνικές αδυναμίες, πού ύπερβαίνουν κάθε καλήν θέληση καί τοΰ πιό

151

Page 147: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

άριστου νομικού. «Τιμή», λέει, είναι τό αγαθόν όνομα, τό όποιον θεμελιοΰ-ται έπί τής «ηθικής αξίας» τοΰ προσώπου, ένώ «ύπόληψη» τό άντίστοιχον πού θεμελιοΰται έπί τής «κοινωνικής αξίας» αύτοΰ. "Οτι καί οί δύο έννοιες είναι κοινωνικοΰ περιεχομένου, είναι βέβαια προφανές. Πώς όμως διαχω-ρίζονται σέ μιά κοινωνία πού έχει φορέα τήν θρησκεία, καί συνταγματικώς μάλιστα κατοχυρωμένη; Αύτό είναι άκριβώς τό στοιχείο πού ξεπερνάει τήν οποίαν σοφία καί βούληση τοΰ νομοθέτη. Μπορεί νά ύπάρξη ή ήθική σάν ξεχωριστή φιλοσοφική έπιστήμη σέ μιά τέτοια κοινωνία, ώστε νά θεμελιώ-ση νομικώς τίς έννοιες έκεΐνες τοΰ άστικοΰ δικαίου, πού προέρχονται άπό μία ιστορική διαδικασία χωρισμού Εκκλησίας καί Κράτους; Τό έρώτημα — όπως καί ή άπάντησή του — δέν είναι καθόλου «νομικό θέμα». Είναι θέμα ιστορίας, φιλοσοφίας καί κοινωνικών διεργασιών, έπί τών οποίων δέν μποροΰμε νά διαλάβωμε έδώ είδικώτερα. Ά λ λ ά δέν μπορεί νά έχη έξ άντι-κειμένου ό δικαστής μέτρο μεταξύ «ήθικής» καί «κοινωνικής» άξίας νά δικάση, όταν στά σχολεία διδάσκονται υποχρεωτικά τά θρησκευτικά καί δίπλα ή «Ήθική» σάν «ξεχοριστό μάθημα» καί όχι σάν προαίρεση μεταξύ αύτής καί τών θρησκευτικών. Τό διανοητικό κομφούζιο δηλαδή είναι θε-μελιωδέστατο έκ γενετής. Στίς εύρωπαϊκές κοινωνίες όμως ποΰ γεννήθηκε τό άστικό δίκαιο, ή «ήθική» δέν είναι «μάθημα» άλλά άντικατάσταση τής θρησκείας στό σχολείο. Δηλαδή ή «ήθική άξία» τοΰ άνθρώπου κανονίζεται άπό τό κράτος καί δέν μπορεί νά διαφορισθή άπό τήν «κοινωνική άξία» σέ όσες κοινωνίες ή πολιτισμούς δέν ξέρουν καί δέν έζησαν ιστορικά τήν διάκριση μεταξύ κοινωνίας καί κράτους. Ά ρ α ή παντός είδους «άνάληψη» καί «άντιγραφή» οδηγεί άναγκαστικά στό κομφούζιο, στό χειρότερο κομ-φούζιο. Τό αύτό βεβαίως ισχύει καί γιά τήν «συμπεριλαμβάνουσα έννοια» τής «άξιοπρεπείας τοΰ άνθρώπου». Καί άν ύπάρχουν «κοινωνικής» φύσεως δυσκολίες γιά τήν κατανόηση τής έννοιας αύτής, άσφαλώς οί άντίστοιχες «νομοθετήσεις» δέν μποροΰν νά τήν ύπερβαίνουν ώς φιλοσοφία τοΰ δι-καίου... Νά τί δίνει ώς εξήγηση ό Ν. Χωραφάς (καί συζητούμε τήν στιγμή αύτή γιά τόν κορυφαϊον τών ποινικολόγων τής Ελλάδος) γιά τήν «διευκρί-νηση» τής έννοιας τής προσβολής τής «ύπολήψεως» ώς «κοινωνικής ά-ξιας»: «ό ισχυρισμός ότι ό Α έμπορος ύφασμάτων δέν δύναται νά διακρίνη τά βαμβακερά άπό τά μάλλινα ύφάσματα» («Γενικαί άρχαί τοΰ ποινικοΰ Δικαίου», Αθήναι 1958, σελ. 276). Σωστό άραγε ή λάθος; — Απλούστατα δέν είναι «νομικό» θέμα, διότι δέν είναι νοητικώς καταλήψιμο. Είναι άπλώς άναχρονιστικόν καί έκτός πραγματικότητος. Θά μποροΰσε νά άντιληφθή τό κενόν περιεχομένου τών ορισμών ό μακαρίτης καί ολίγον δυσφυής, πλήν όλως εύγενής τή φυσιογνωμία κ. Χωραφάς, έάν είχε χορέψει τσάρ-λεστον μέ παπούτσια «Adidas» καί είχε κάνει καί μιά μεταπτυχιακή σπουδή

152

Page 148: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

στούς οίκους μόδας τοϋ Πιέρ Γκαρντέν. Κάτι τέτοιο όμως ό κ. Χωραφάς, παρά τίς άλλες τολμηρές πλήν όμως πλήρως άβλαβεΐς συνήθειές του — γιά τίς όποιες μάλιστα άδίκως καί ό Ψαθάς είχε γράψει ένα άρθρο μέ τίτλο «Μαχμούτ ό μακρυχέρης» —, δέν θά τό μποροΰσε, διότι προηγεΐτο πολύ τής έποχής του. Οί έννοιες στό μυαλό τοΰ μέ έλληνικά κριτήρια μεγάλου αύτοΰ ποινικολόγου — τόν όποιον καί έμεΐς είχαμε τήν εύτυχία νά παρα-κολουθήσωμε μερικές φορές — εύρίσκονται δυστυχώς στήν έποχή τής άγγλικής πλεκτοβιομηχανίας τοΰ 18ου αιώνος. Κατά τήν μεταπολεμική έποχή τών πολυεθνικών καί τών έκρηκτικών έπαναστάσεων στήν μόδα (οί όποιες όλο καί πιό πολύ «πιέζουν» στήν παραγωγή τών ρούχων), πράγματι ούδείς «έμπορος υφασμάτων» είναι σέ θέση νά ξεχωρίση τά βαμβακερά άπό τά μάλλινα. Ό π ω ς καί ούδείς μπακάλης είναι σέ θέση νά διακρίνη τό «Ρόλ» άπό τό «Κλίν», άν τά ίδή έξω άπ ' τό κουτί τους. Διότι άπλούστατα σήμερα δέν ύφίσταται ούτε «έμπορος ύφασμάτων», ούτε «μπακάλης» ή άλλου είδους «έμπορος» κατά τήν κλασσική έννοια τοΰ όρου. Υφίστανται μόνο μεταπω-λητές τών πολυεθνικών, τών οποίων ή «γνώση» (άρα ή «τιμή» καί ή «ύπό-ληψη») ούδόλως έξαρτάται άπό κάποιο «έμπόρευμα» πού έπιλέγουν οί ίδιοι, άλλά μόνο άπό τήν διαφήμιση καί τό μάρκετινγκ. Τί άκριβώς πουλάνε; — Κυριολεκτικώς «γουρούνι στό σακκί», τής ύπολήψεώς των συνισταμένης — μιά καί μιλούμε γιά τήν Ελλάδα τών... καπέλλων — στό νά μήν άλλά-ζουν στά τρόφιμα τίς ήμερομηνίες λήξεως πού έχει τό έργοστάσιο. Είναι τό μόνο πού έχει νά δικάση ώς «ύπόληψη» ό δικαστής έν Ελλάδι...

Τά πράγματα όμως αύτά δέν είναι εύκολο νά «διατυπωθούν» νομικώς, διότι δέν είναι κοινωνικώς κατανοήσιμα. Ό χ ι μόνο λόγω τής μή τεχνολο-γικής άναπτύξεως καί συνεπώς έλλείψεως άντιστοίχων παραστάσεων, άλλά κυρίως λόγω τοΰ διχασμοΰ μεταξύ πολιτικής καί κοινωνίας πού έπιβάλλει τό ίδιο τό Σύνταγμα ώς «καταστατικός χάρτης», όπως έξηγήσαμε, καί συ-νεπώς στήν καθιέρωση τής παραοικονομίας ώς επισήμου τρόπου επιβίω-σης. Καί όταν κανένας έχη δύο καί τρεις «δουλειές» άπό τίς όποιες ζή, τότε είναι άναγκαστικώς «ιδιοκτήτης» καί δέν ξέρει... πώς ζή... Τό πρόβλημά μας είναι μόνο οί έννοιες!

«Ce que Ton con?oit bien, s' annonce clairement», είχε 'πεί ό Μπουαλώ. Ή δική μας σύγχυση μέ τίς έννοιες, πού άπλώς άντανακλάται στίς «νομικές» κατασκευές μας, δέν προέρχεται κατ' εύθείαν άπ ' τόν εγκέφαλο, άλλά άπό τήν πραγματικότητα μέσω τοΰ έγκεφάλου. Ό λ α μάς τά χαλάει ό παράγων «χρόνος». Ή ίδια άκριβώς «νομική» σύγχυση επικρατεί καί μέ τίς «ύπεξαι-ρέσεις» στό δικαστήριο.

Ό δικαστής άκούει τόν κατήγορο, εξετάζει τούς μάρτυρες καί τούς δι-

153

Page 149: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

κηγόρους, καί προχωρεί στόν κατηγορούμενο. "Ηδη δμως μέ τήν διαδικα-σία αύτή ή δίκη έμπήκε στόν δρόμο τής κακοδικίας. Διότι ό δικαστής έξέχασε νά κάνη στόν ένάγοντα ένα έρώτημα, τό όποιον καί ό ίδιος αγνοεί: Ποΰ βρήκε ό ενάγων τά λεφτά, γιά νά τοΰ τά κλέψη ό έναγόμενος; Φυσικά άπ ' τήν «δουλειά» του καί τίς «ίκανότητές» του. Ό λαϊκισμός είναι φρικτή διανοητική κατάσταση στόν τομέα τούτον καί πολλοί πολιτικοί βρίσκουν σκόπιμο νά τονίζουν στούς ψηφοφόρους των τήν «ταπεινή» τους καταγωγή. "Οχι γιατί μπορεί σάν κατάσταση νά μήν ύπάρχη — φυσικά στίς πλείστες περιπτώσεις ύπάρχει καί δή έπιλεγμένη —, άλλά γιατί άλλες είναι οί έπί ίδεολογικοΰ έπιπέδου συνειρμικές καταστάσεις πού άνακαλεί. "Οταν ό Σουηδός καί άλλοι άνεπτυγμένοι λαοί έπαψαν νά γεννούν, μεταξύ τών άλ-λων λόγων καί άπό τήν πλήρη συναίσθηση τών άπαιτήσεων πού έχει ένας άνθρωπος ν ' άναπτυχθή στόν σύγχρονο κόσμο, ή γενετική προϋπόθεση τοΰ "Ελληνα παραμένει άκόμα τό... «σαΐνι». Καί φυσικό είναι ό δικαστής νά μήν ρωτάη. Τά λεφτά τοΰ ενάγοντος είναι «δικά» του, γιατί προέρχονται άπ ' τήν «δουλειά» του. Μόνο όμως πού όποιος δουλεύει, κάτι παράγει. Καί τί παράγει ό ένάγων, όταν ή χώρα δέν παράγη τίποτε; 'Εδώ είναι ποΰ ή έννοια τής «ύπολήψεως» μεταξύ κλαπέντος καί κλέψαντος μπερδεύεται γιά τά καλά... Δέν έχομε λοιπόν νά κάνωμε μέ κάποιο ίεροσπουδαστήριο λε-πτεπιλέπτων έννοιών, άλλά μέ μιά πάρα πολύ απλή κατάσταση... όρνιθώ-νος. "Οπως δηλαδή ό πτηνοτρόφος ρίχνει καλαμπόκι καί οί κόττες τρέχουν όλες μαζί νά πρωταρπάξουν (οί κοκκόροι αρπάζουν βέβαια περισσότερο, άλλά δέν παύουν πρός τούτο νά παραμένουν όρνιθες...), τό αύτό έπικρατεί καί μέ τήν κοινωνική ζωή μας. Μόνο πού τώρα τά κακαρίσματα ονομάζο-νται «δίκες», «δίκαιο», «δικαιοσύνη» καί ένίοτε, ολίγον πρό τών έκλογών, «πολιτικά προγράμματα». 'Εξ ου τό «άσαφές» καί «δαιδαλώδες» (κατ' άνά-γκην άφοΰ λείπουν κοινωνικώς τά νοήματα καί δέν ξέρει ποιός κλέβει ποιόν καί καταφεύγουν στά δικαστήρια) τής Νομολογίας μας.

«Τιμή» καί «Ύπόληψη» ονομάζονται σήμερα άπό κοινοΰ «Recht auf Arbeit» («Droit au Travail»). Πώς όμως αύτό νά άποτελέση «διάταξη» σέ μιά χώρα τής ύποαπασχόλησης, τοΰ «ψιλικατζίδικου» καί πού τίποτε δέν παράγει; Καί μέσα σέ έναν συνταγματικώς καθιερωμένον διχασμό Βουλής καί Κοινωνίας έπί πλέον, πώς είναι δυνατόν νά ισχύσουν τά άρθρα 2 καί 5, § 1, τά σχέσιν έχοντα μέ τήν «άξία τού άνθρώπου;» Άξία έχει ό άνθρω-πος, όταν διαβιώνη άξιοπρεπώς. 'Ισχύει δμως αύτό στήν Ελλάδα; Οί συ-νεχείς άπεργίες (οί έπαιτεΐες πού λέγαμε προηγουμένως) δέν έπιτρέπουν θετικήν άπόφανση περί τούτου. "Οχι βέβαια ότι δέν ύπάρχει πληθώρα ζητιάνων στούς δρόμους, άλλά ή σκοπίμως καλλιεργούμενη καί έπιτρεπό-μενη παραοικονομία λύνει ώς ένα βαθμό τό πρόβλημα τής πείνας, μή δη-

154

Page 150: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

μιουργώντας απαιτήσεις έπί τοΰ κρατικοΰ προϋπολογισμού, ό όποιος έτσι παραμένει άθικτος γιά τίς διοικητικές ύψηλομισθίες (διοικητές, άνώτεροι δικαστικοί κ.λπ.) καί γιά τίς άλλες ευνόητες χρήσεις πού ξέρομε... 'Ωστό-σο, ό κόσμος διαρκώς απεργεί, δημιουργώντας έτσι ένα δικό του δίκαιο έπί τοΰ προϋπολογισμού, όχι τόσο γιατί δέν μπορεί νά ζήση, άλλά γιατί δέν μπορεί νά άνταποκριθή στά έξοδα τής ιδεολογίας! Ό σ ο παράξενο κι άν φαίνεται, ή «έθνική» ιδεολογία κοστίζει πανάκριβα στόν κοσμάκη. Προ-κειμένου νά εξασφαλίζονται οί ψήφοι διά τοΰ ποδοσφαίρου καί τής άγραμ-ματωσύνης, τά έξοδα τοΰ κοσμάκη αύξάνουν έτσι, ώστε δέν μπορεί νά τά καταφέρη ούτε καί μέ τήν παραοικονομία. Θέλει χιλιάδες κάθε βράδυ γιά τά σκυλάδικα, χιλιάδες γιά τό ΠΡΟ-ΠΟ καί τά εισιτήρια τοΰ γηπέδου, χιλιάδες γιά τά βίντεο νά παρακολουθή τά μάτς καί τούς προεκλογικούς λόγους, χιλιάδες γιά τά ιδιωτικά σχολεία καί τά φροντιστήρια, άν άπαιτή-ση νά μάθη τά παιδιά του κάποια στοιχειώδη Γράμματα. Τά όποια παιδιά θέλουν έπίσης χιλιάδες γιά τά ναρκωτικά καί τίς Disco. 'Επίσημη ιδεολο-γία ή «λιτότης» καί έπιτακτική άνάγκη ή κοινοβουλευτικότης. Ό κύκλος δέν τετραγωνίζεται ειμή μόνο γιά τής άπεργίας-έπαιτείας καί τής διαρκοΰς κλοπής. Καί αύτό συνταγματικώς ονομάζεται στήν Ελλάδα «άξιοπρέπεια τοΰ άνθρώπου»... Οί «άναλήψεις» άπό άλλα Συντάγματα είναι θεωρητικώς πράγματα εύκολα' ή πράξη είναι πού τά διαψεύδει.

Τελικώς οί έννοιες τών συγχρόνων δυτικών Συνταγμάτων δέν μποροΰν νά χωρέσουν στήν ένεργεία λογική καί νοηματική δυνατότητα τών κοινω-νικών μας καταστάσεων. Ά π ό τήν άποψη συνεπώς αύτή είναι μάταιον, άν μή κωμικό, όπως πιό κάτω άναλυτικώτερα θά ίδοΰμε, νά προβάλλεται σάν ισχυρισμός τής έπί τών Βαλκανίων έξωτερικής μας πολιτικής, ότι μπορού-με νά άποτελέσωμε γιά τούς άλλους «γέφυρα πρός τήν Εύρώπη». 'Εννοούμε δηλαδή τήν χρεοκοπημένη «πολιτική φιλοσοφία» τής Δεξιάς. Ή κοινωνι-κή μας κατάσταση εύρίσκεται ιστορικώς στό «έμπορομεσιτικό» στάδιο, δηλαδή σ ' αύτό πού εύρίσκετο ή Εύρώπη τόν 17ον καί 18ον αιώνα μέ τόν μερκαντιλισμό. Βάση τής κοινωνικής μας ύποστάσεως, άρα καί κοινωνικής μας φιλοσοφίας, είναι τό «έμπόριο» καί τό «χρήμα», όπως άκριβώς στήν Εύρώπη πρό δύο αιώνων. Ό χ ι ή «έργασία» πού άποτελεϊ τήν βάση τής καπιταλιστικής κοινωνίας, τήν βάση τών μαρξιστικών άναλύσεων καί έν γένει τήν βάση τής σύγχρονης τεχνολογικής παραγωγής. Είναι άλλο πράγ-μα ή έργασία σάν «δουλειά» έπιβίωσης καί άλλο ή έργασία σάν φορέας καί δομή τών κοινωνικών σχέσεων. Ή έργασία σήμερα σάν νόημα είναι τό πιό πολύπλοκο πράγμα πού ύπάρχει, τό βαθύτερο τών φιλοσοφικών προβλη-μάτων καί ή βάση τών πολιτικών έξελίξεων τοΰ συγχρόνου κόσμου. Καί ή έργασία σάν τέτοια οντότητα δέν βγαίνει άπό τούς προγραμματισμούς

155

Page 151: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τών υπουργείων — πράγμα πού δλες οί υπανάπτυκτες χώρες προσπαθούν —, άλλά άποτελεΐ ιστορική διεργασία πού πρέπει κανείς μόνος του νά διατρέξη καί όχι κατά μιμητισμούς. Έδώ βρίσκεται καί τό νόημα τής σύγχρονης ιστορίας, δηλαδή πώς θά ένσωματωθοϋν όμαλά στήν παραγωγή όλες οί χώρες τοϋ κόσμου. Δέν είναι τόσο αύτονόητο, ότι μπορούμε μέ μιάν άπλή «διάταξη» νά καλύψωμε τό έν προκειμένω συνταγματικό μας κενό. Τό όποιον ύπάρχει όχι άπό κάποιους διαλογισμούς τών έκάστοτε ύπουργών οικονομικών καί έργασίας — πού γνωρίζομε βέβαια ποιοι είναι —, άλλά άπό λόγους άντικειμενικής άδυναμίας. Γιατί γιά νά θεσμοθέτησης τό «δι-καίωμα έργασίας» (καί όχι τό «δικαίωμα έπί τής έργασίας» — αύτό ύπάρχει: είναι όλοι οί συνδικαλιστικοί σύλλογοι πού προβάλλουν «αιτήματα» καί κάνουν τίς άπεργίες), πρέπει πρώτα νά κατέχης τήν έργασία σάν νόημα καί νά τήν διαθέτης σάν κοινωνική πραγματικότητα. Ούτε τό ένα έχομε, ουτε τό άλλο. Νοητικά ή «έργασία» άποτελεϊται άπό δύο μερικώτερες έννοιες: τό «άποτέλεσμα έργασίας» (Arbeitsgegenstand) καί τό «προϊόν έργασίας» (Produkt). Τό Arbeitsgegenstand είναι αύτό πού άντιστοιχεΐ στήν άντίληψη τών παλαιών «φυσιοκρατών» καί είναι κυρίως αύτό πού βγάζει ό άνθρωπος άπό τήν Γή, γιά νά ζήση ώς έπιβίωση (άγροτικά προϊόντα, ξύλο, κάρβουνο, καί «πρώτες ύλες» γενικά). Αύτά είναι άναπαλλοτρίωτα καί έπ ' αύτών κυ-ρίως ώς έννοιών έδομήθηκαν τά «συστήματα» τών μεγάλων ευρωπαίων φιλοσόφων, περί «ελευθερίας», «ιδιοκτησίας» κ.λπ. (βλέπε συναφώς στά έλληνικά τό προμνημονευθέν βιβλίο τοΰ Δ. Λ. Κυριαζή-Γουβέλη, σελ. 31-39, έπί τών σχετικών απόψεων τοΰ Fichte). Σχετικά μέ τίς σημερινές βιο-μηχανικές «πρώτες ύλες» τά πράγματα καί πάλι θεωρητικώς μπερδεύονται, όπως θά ίδοΰμε. Ή έργασία ώς «άποτέλεσμα» έλαβε μεγάλες φιλοσοφικές διαστάσεις στό παρελθόν, διότι μέ τήν άνάπτυξη τοΰ καπιταλισμού καί τόν μεγάλο ρόλο τοΰ κράτους άφ' ένός μέν ή γεωργική παραγωγή έπρεπε νά είναι ύψηλή, γιά νά μπορή νά διατρέφεται καί τό έργατικό προλεταριάτο τών πόλεων, άπό τήν άλλη όμως οί τιμές καθωρίζονταν άκριβώς άπό τίς κοινωνικές καταστάσεις τοΰ τελευταίου (άπεργίες, έπαναστάσεις κ.λπ.) καί όχι άπό τίς ίδιες τίς άνάγκες τής γεωργικής παραγωγής. Αύτό έφαίνετο τυπικά σάν μιά πράξη «προσβολής» τής ιδιοκτησίας καί βεβαίως ύπονο-μεύσεως τών συμφερόντων τών φεουδαρχικών τάξεων καί τών παπάδων, στούς όποιους άνηκε ή Γή. Είναι φανερό ότι μέσα στίς διαδικασίες αύτές οί έννοιες Κράτος, 'Ιδιοκτησία, Κυριαρχία κ.λπ. εύρίσκονταν σέ συνεχή μετασχηματισμό καί είναι άκριβώς τήν έποχή αύτή ποΰ έκπονοΰνται τά μεγάλα θεωρητικά συστήματα τών φιλοσόφων, μέ κορυφή τό μνημειώδες έργο τοΰ Κάντ. Ή περαιτέρω άνάπτυξη τής Τεχνολογίας στήν 'Αγγλία θά έπιφέρη καί νοητικό μετασχηματισμό τών έννοιών, θεωρώντας βάση τών

156

Page 152: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

κοινωνικών σχέσεων δχι πλέον τό «άποτέλεσμα» της έργασίας καί τήν πρόσοδο, άλλά τήν έργασία καθ' έαυτήν καί τόν μισθό (Lohnarbeit). Είναι ή έποχή τοϋ Α. Smith καί τοΰ D. Ricardo, άπό τούς οποίους ξεκινάνε οί θεωρίες τοΰ Μάρξ. Οί παπάδες, οί γεωκτήμονες καί οί γραφειοκρατικοί ύπάλληλοι θεωροΰνται πιά τάξεις άχρηστες, διότι δέν παράγουν τίποτε. Τό κράτος καί ή έξουσία άπό τήν άλλη μεριά στήν Γαλλία ύφίστανται τερά-στιες έπεξεργασίες σάν νοήματα καί σάν πραγματικότητες καί ή έννοια τής 'Ιστορίας ώς προϊόν κοινωνικών διεργασιών θά άποτελεσθή στό φιλοσο-φικό σύστημα τοΰ Hegel, άπό όπου οί Μάρξ καί Ένγκελς θά αποκόψουν τόν έπαναστατικό πυρήνα.

"Ισως στό σημείο τοΰτο νά βρίσκεται φιλοσοφικώς καί τό άσθενές ση-μείο τών μαρξιστικών θεωριών. Ή έργασία τήν έποχή αύτή έχει μεταποιη-θή σάν νόημα οριστικά στήν έννοια τοΰ «προϊόντος» (Produkt) μέ κοινόν φορέα άνταλλαγής κατά Μάρξ τόν χρόνο έργασίας. Ή μεταβολή όμως αύτοΰ τοΰ παράγοντος είναι πού θά άλλοιώση ιστορικά καί τό κοινωνικό νόημα τοΰ θεωρητικοΰ μαρξισμοΰ. Διότι τό «Produkt» δέν είναι άκριβώς τό προϊόν πού παράγει ό άνθρωπος σάν «έργατική δύναμη», σάν «εργάτης», άλλά τό προϊόν πού μέσω τής τεχνολογίας παράγει τό πνεϋμα τοϋ άνθρώ-που σάν άπρόσωπη δύναμη. Καί αύτό τό πράγμα τό βλέπομε μόνο στίς μέρες μας. Τί είδους «ιδιοκτησία» νά κατηγορήση κανείς σέ ένα τέτοιο προϊόν; Ποιός είναι τελικώς ό «ιδιοκτήτης» ένός «προϊόντος» ώς πνευμα-τικής ενεργείας; Τί άποκτά ή «έργατική τάξη» διά τών «μέσων παραγωγής», όταν μιά έφεύρεση αύριο τό πρωί μπορεί νά τά άχρηστεύση ή νά τούς μεταβάλη ριζικώς τήν σημασία; Τό «Ρόλ» καί τό «Κλίν» σήμερα δέν είναι «προϊόντα έργασίας» κατά τήν κλασσική έννοια τοΰ όρου («έργατικής δύ-ναμης»), άλλά άπλά καί μόνο προϊόντα χημικών τύπων. Πιστεύομε ότι στό σημείο αύτό βρίσκεται τό άσθενέστερο σημείο τοΰ μαρξισμοΰ σάν κοινω-νικής θεωρίας. 'Ενώ δηλαδή τό κοινωνικό περιεχόμενο τοϋ μαρξισμοΰ δουλεύει άκόμα φιλοσοφικά μέ έννοιες τής κλασσικής έποχής («ιδιο-κτησία», «έργατική παραγωγή», «έλευθερία» κ.λπ.), τό ίδιο τό «προϊόν» έχει μπή στίς κοινωνικές διαδικασίες μιας μουσικής συμφωνίας. Ά λ λ ά μιά μουσική συμφωνία ή ένα ποίημα δέν μπορεί νά είναι έκ φύσεως κανενός συγκεκριμένη καί «άτομική» ιδιοκτησία. Καί άν ύποθέσωμε ότι κατάσχει κανένας τά βιολιά μιάς ορχήστρας, καθόλου δέν σημαίνει ότι τοιουτοτρό-πως άποκτά «ιδιοκτησία» έπί τής συμφωνίας. Τά βιολιά είναι τά «μέσα παραγωγής» τοΰ «προϊόντος». Πιστεύομε ότι τήν μικρή αύτή λεπτομέρεια προσπαθεί νά διορθώση σήμερα ό Μαρξισμός. Ή άνάπτυξη τής τεχνολο-γίας δέν ήταν τήν έποχή τοΰ Μάρξ (καί άκόμη ώς τόν δεύτερον παγκόσμιο πόλεμο) τόσο άνεπτυγμένη, ώστε νά ύπαχθοΰν νοητικά τά «μέσα παραγω-

157

Page 153: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

γης», δηλαδή οί μηχανές πού ήταν ιδιοκτησία τών καπιταλιστών, στήν ίδια τάξη μέ τό «προϊόν» πού αύτές παρήγαν καί πού έθεωρεΐτο «άποτέλεσμα» — τούλάχιστον στήν φιλοσοφική του σημασία — τής «εργατικής δύναμης» (Arbeitsgegenstand). Σήμερα γνωρίζομε ότι αύτά τά πράγματα δέν ισχύουν. Τά «μέσα παραγωγής» καί τό «προϊόν» είναι τής ίδιας τάξεως πνευματικά άντικείμενα καί άνήκουν άδιαφοροποιήτως σέ όλους έξ ίσου.

Συζητούμε βέβαια γιά τήν νοητική σημασία τών πραγμάτων καί δέν θέλομε καθόλου νά πούμε, ότι δέν ύπάρχουν άκόμη άνθρωποι πού κάνουν διακοπές μέ κότερα καί άλλοι μέ ποδήλατο. Θέλομε όμως νά σημειώσωμε τήν νοηματική σημασία τών πραγμάτων καί αύτό πού γράψαμε πρίν: ότι ή μελλοντική διαφορά τών άνθρώπων θά είναι μεταξύ μορφωμένων καί άναλφαβήτων — κατά τίς φυσικές δυνατότητες εκάστου — καί όχι μεταξύ εκμεταλλευτών καί έκμεταλλευομένων άπό έπιγενομένες κοινωνικές αιτίες. (Μέσα σ ' αύτήν τήν τάξη πραγμάτων βλέπομε καί τόν ρόλο τοΰ Αιγαίου, τής άνεπανάληπτης αύτής φυσικής δημιουργίας, ώς έκεϊνον τοΰ Παν/μίου χωρίς καθηγητές, όπως θά έξηγήσωμε παρακάτω).

Ή «έργασία» συνεπώς σήμερα είναι πνευματικής φύσεως γεγονός καί σάν τέτοιο ύποχρεοΰται τό κράτος νά προαγάγη καί νά κατοχυρώση. «Δι-καίωμα έργασίας» σημαίνει «δικαίωμα μορφώσεως», διότι τό μυαλό είναι αύτό καθ' έαυτό τό μόνο όργανο πού παράγει. 'Ασχέτως άν σήμερα άκόμη ή άνάπτυξη δέν βρίσκεται στό στάδιο τής γενικής προαγωγής τοΰ μυαλού (αύτό προϋποθέτει καί μιάν ριζικώτερη δομή τών σχέσεων έπί ολοκλήρου τοΰ πλανήτη· έδώ προκύπτει καί τό θέμα πού είπαμε πρίν: οί «πρώτες ύλες» σάν προϊόντα τής σύγχρονης τεχνολογικής παραγωγής σέ ποιόν άνήκουν), άλλά μόνο ειδικά έκείνου τοΰ τομέα πού αύξάνει τήν σημερινή παραγωγή, δηλαδή τής έπιστήμης, τήν οποίαν προσπαθεί νά διαχώριση άπό τούς άλλους χώρους τής πνευματικής παραγωγής. Είναι μιά προσπάθεια φασι-σμοΰ, πού πιστεύομε πώς σύντομα οί διαρρυθμίσεις τοΰ κόσμου θά επιβά-λουν τό ξεπέρασμά της. 'Αλλά, γιά νά φθάση μιά κοινωνία νά βλέπη τήν έργασία στήν πραγματική της φύση καί όχι στό κούνημα σωματικών με-λών, γιά νά καθορίση συνεπώς τήν ουσιώδη φύση τών άπαιτήσεων καί τών «άπεργιών» (νά μήν ζητάη ελεύθερο χρόνο γιά νά πάη στό γήπεδο, άλλά γιά νά κάτση νά διαβάση — ό,τι ζητήση ό άνθρωπος νά μάθη, τό μαθαίνει καί μόνος του· άρκεΐ νά τό θελήση, οπότε βρίσκει καί τόν τρόπο, πού ύπό τίς τρέχουσες κοινωνικές συνθήκες άπαιτεΐ βέβαια θυσίες πολλές καί με-γάλες...), πρέπει νά περάση άντίστοιχα στάδια πού θά τήν οδηγήσουν σ ' αύτό. Δέν είναι ύπόθεση άντιγραφής καί «άνάληψης» στήν νομοθεσία, γιατί μπορεί νά μήν συμβαδίζουν σ ' αύτό όλα τάλλα. Αύτοΰ έγκειται καί τό πολιτικό πρόβλημα τοΰ συγχρόνου κόσμου. Καμμιά φορά μάλιστα οί «ά-

158

Page 154: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ναλήψεις» όδηγοΰν σέ μόνιμες γελοιοποιήσεις, όπως άκριβώς συμβαίνει μ ' έμάς έπί διακόσια χρόνια τώρα. Οί άπαιτήσεις πρός τό κράτος γιά τήν κατοχύρωση τής παραγωγής ώς πνευματικού προϊόντος, είναι προφανώς πολύ διαφορετικές άπό έκεϊνες τής παροχής «επιδομάτων». Ή έννοια δη-λαδή τής «άξιοπρεπείας τοϋ άνθρώπου» δέν μπορεί νά ύπάρξη ενιαία γιά όλες τίς κοινωνίες, άρα ούτε καί ή έννοια τών «άνθρωπίνων δικαιωμάτων». Άλλά, έπειδή δέν μπορεί νά ύπάρξη σήμερα κανενός άλλου είδους έξέλιξη στόν κόσμο πού νά έμπραγματώνη τόν άνθρωπο ώς πνευματική ύπόσταση, πλήν έκείνης τής τεχνολογικής παραγωγής — αύτή είναι πού όδηγεϊ τόν άνθρωπο στήν αύτοσυνείδηση τής πνευματικής του ύπάρξεως καί όχι μόνο τής ψυχικής (όπως έκαναν οί θρησκείες φ.ε.) —, γ ι ' αύτό τίθεται τό πρό-βλημα τοΰ «έκσυγχρονισμοΰ» επείγον γιά τίς πιό πολλές κοινωνίες τοΰ πλανήτη μας καί συνεπώς ή ένιαία έμβάθυνση έπί τής έννοιας τοΰ «άνθρω-πίνου δικαιώματος». Άλλά «έκσυγχρονισμός» δέν θά πή «άνάπτυξη», όπως τό άκοΰμε στά έκλογικά μπαλκόνια, ή όπως μέσα στις «έθνικές» άκόμα προλήψεις των τό καταλαβαίνουν πολύ λαοί. Εκσυγχρονισμός σημαίνει κυρίως άνεύρεση ιστορικής χρησιμότητος, άπό τήν οποίαν σάν άφετηρία «σπουδής» μπορεί κανείς συλλογικά νά άνελιχθή στήν πνευματική δομή τοΰ συγχρόνου κόσμου. Ό τ α ν άκοΰμε τόν κ. Μητσοτάκη νά έντοπίζη τήν έξωτερική μας πολιτική σέ «σύμφωνα μή έπιθέσεως» καί «σεβασμού τών συνόρων» μέ τίς γειτονικές μας χώρες, μπορούμε νά πούμε ότι ή «τιμή» καί ή «ύπόληψή» μας σάν συστατικά στοιχεία τής «άξιοπρέπειάς» μας θά δια-τελούν πάντα έν κινδύνω. "Οταν οί άλλοι μάς ύπογράψουν τά «σύμφωνα» πού θέλομε, τί θά γίνη μέ τό «Arbeit» — στό όποιο όπως είπαμε περιλαμ-βάνονται ή «τιμή» καί ή «άξιοπρέπεια» σήμερα — καί μέ τίς άντίστοιχες συνταγματικές «διατάξεις», σέ μιά χώρα τής υποαπασχόλησης, τοΰ «ψιλι-κατζίδικου» καί τής ουδεμιάς παραγωγής; Ποΰ συνίσταται ή παραγωγικό-της τής Ελλάδος σήμερα, σέ τί άκριβώς καί ποΰ βρίσκονται οί σχετικές συζητήσεις; Δυνατόν βέβαια τά κακαρίσματα νά μεταποιηθούν σέ μέτρον άριστοτελικής σαφήνειας στό Σύνταγμα δέν είναι, δέν είναι όμως έξ ϊσου δυνατόν νά μείνωμε πάντα στό «όφείλουσι καί ό είσαγγελεύς»...

Θά ήταν βέβαια μάταιο — άλλωστε τά όσα έσημειώσαμε μάς άρκοΰν γιά τά επόμενα — νά έπιχειρούσαμε μέ τούς περί... ύφασμάτων ορισμούς τής «ύπολήψεως» νά άσχοληθοΰμε μέ καταστάσεις τοΰ ποινικοΰ Κώδικα. Γιά ένα μόνο άρθρο θά κάνωμε κουβέντα: τήν μεταχουντική τροποποίηση τοΰ 157, τό όποιον βρίσκεται σέ στενή συνάφεια μέ τό άρθρο 101 τοΰ Συντάγ-ματος.

'Εξηγήσαμε στά πρίν τήν σημασία αύτοΰ τοΰ άρθρου. Καί θά συ^φωνή-

159

Page 155: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

σωμε μέ τόν κ. Τσάτσο, ότι μέ τό άρθρο 101 «κατοχυρώνεται γιά πρώτη φορά ή γενική καί άποφασιστική άρμοδιότητα τών περιφερειακών ΚΡΑ-ΤΙΚΩΝ οργάνων» (βλ. μν.έ. σελ. 59), άλλά άκριβώς αύτά τά όργανα σάν τέτοια δίνουν «συγκεντρωτική» σημασία στήν πρακτική λειτουργία τοϋ άρθρου, τήν όποία έξηγήσαμε. Ώ ς πρός τήν «πρώτη φορά» μπορεί κανείς νά διατηρήση ώρισμένες έπιφυλάξεις. "Οχι μόνο διότι ή σημασία τοΰ άρ-θρου έσυζητήθηκε κανονικά κατά τίς συζητήσεις τής Βουλής τής Χούντας ώς πρός τό πρακτικό της νόημα, άλλά (χωρίς νά άνατρέξωμε στήν μελέτη τών διαμορφώσεων αύτοΰ τοΰ άρθρου σέ άλλα Συντάγματα, τούς νόμους πού έκάστοτε τό άκολουθοΰσαν καί νά έπιβαρύνωμε άσκόπως τίς σελίδες μας βιβλιογραφικώς) έπειδή τό άποδεικνύει ή «φυσιογνωμία» τοΰ έλληνι-κοΰ τοπίου τής έπαρχίας. Αύτά διϊστορικά έγιναν μέ τήν «άποκέντρωση» καί τήν «αύτοδιοικήση», δηλαδή μέ τόν πλήρη διοικητικό φασισμό τοΰ «κέντρου». Καί έδώ όπως είπαμε ένδιαφερόμαστε γιά εξηγήσεις πραγματι-κές καί όχι «συνταγματικές». "Οταν μπορή νά άποδείξη ή πραγματικότητα άπό μόνη της, οί βιβλιογραφίες είναι περιττές. Άλλωστε ό άνευ συγκεκρι-μένου μέτρου έλεγχος, δηλ. «ώς νόμος ορίζει» τών κεντρικών ύπηρεσιών, άποδεικνύει τήν συγκεντρωτική ύφή τών πραγμάτων. Τό θέμα πού μάς ένδιαφέρει είναι, γιατί αύτό έγινε — δηλαδή ποιοί ήσαν οί λόγοι πού έπέβαλαν (οργανωμένη «συγκέντρωση» — μετά τήν Χούντα. Αύτό έχει νά κάνη άμεσα καί μέ τήν σχεδόν ταύτόχρονη τροποποίηση τοΰ άρθρ. 157 τοΰ κεφ. Δ ' τοΰ ποινικοΰ κώδικα, τό όποιον προέβλεπε ποινές σχεδόν ισοβίου καθείρξεως γιά περιπτώσεις «βίας ή δ ι ' απειλών βίας... είς τήν Βουλήν ή είς μέλος τί αύτής». "Ηγουν γιά τήν ιερότητα τοΰ «λειτουργήματος»... Διά τοΰ νόμου 410/76 (βλ. φύλ. Έφ. τής Κυβερ. άριθ. 208/10-8-76), άρθρ. 3, τό παλαιόν άρθρο τροποποιείται ώς έξής: «είς τήν Βουλήν ή τήν Κυβέρνησιν ή είς μέλος αύτών».

"Ενας τώρα έξησκημένος μέ τήν μαθηματική θεωρία Συνόλων, θά έδέ-χετο καί πάλι έναν λογικό κόλαφο τοΰ τύπου «όφείλουσι καί ό είσαγγε-λεύς»: άφοΰ τό ύποσύνολο τών μελών τής Κυβερνήσεως περιλαμβάνεται στό ύπερσύνολο τών μελών τής Βουλής, δέν άρκοΰσε ή πρώτη διατύπωση; Πρός τί ή πρόσθετος «ειδική μνεία» μέ τό «ή τήν Κυβέρνησιν»; Αΐ μ ' δέν άρκοΰσε όμως, γιατί τώρα ή κυρία ιδιότητα τών ύπουργών ήταν αύτή τοΰ πρώην τρομοκράτη. Πρώην τρομοκράτες θά κατελάμβαναν τά πόστα (οί έκάστοτε κυβερνήσεις ξέρουν πάντα «τί τούς γίνεται» — έν προκειμένω αύτές τίς Ν. Δ. — καί μεριμνοΰν δεόντως γιά τήν κοινοβουλευτική «δια-δοχή»), μέ κύρια «άρμοδιότητα» τήν τών «έρμηνειών» — άρα έναντίον τών οργανώσεων πού τούς άνέδειξαν καί οί οργανώσεις άπ ' έξω. Αΐ, δέν έχρεια-ζόταν μιά κάπως «είδικώτερη» μέριμνα «χειρουργικής τομής» καί θωρακί-

160

Page 156: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

σεως; Έγινε λοιπόν ή προληπτική «επέμβαση» κατά τόν τύπο «όφείλουσι καί ό είσαγγελεύς» — δπως βλέπομε ή Λογική καί ή Γραμματική στήν ελληνική Νομοθεσία παραμένουν έσαεί άδιαπτώτως αναλλοίωτες —, μόνο πού τώρα «βασιληας» θά εβγαινε αυτοδικαίως ή οργάνωση! 'Ιδού λοιπόν ή εύλογος αύξηση της τρομοκρατίας, από τήν Βουλή καί μόνον προερχο-μένη... "Αν μάλιστα σκεφθούμε δτι ό «βασιλεύς» έχρίσθη εσχάτως διά των μπαζούκας «Αύτοκράτωρ Πάσης 'Αθήνας καί Περιχώρων», ασφαλώς τήν μέλλουσαν τροποποίηση τοΰ 410 πρέπει νά τήν άναμένωμεν από... αέρος...

Ή εσωτερική σύνδεση από «πολιτειακής απόψεως» μεταξύ άρθρου 157 τοΰ ποιν. κωδικός καί αρθρ. 101 τοΰ Συντάγματος (δηλ. ή συγκεντρωτική αύτοϋ σημασία ώς πρός τήν «κεντρική κυβέρνηση» καί τίς εκλογές), απο-δεικνύεται καί έκ τούτου: ότι μέ τήν πλήρη «θωράκιση» διά της § 1 τοΰ 157 «καί της Κυβερνήσεως», αμέσως επέρχεται τροποποίηση καί της § 2 γιά τά συμβούλια τοπικής αυτοδιοικήσεως (βλέπομε: Βουλή καί συμβούλια πανε μαζί ώς πρός τίς «θωρακίσεις» όταν τό ένα θωρακίζεται, τό άλλο άποθωρακίζεται...): ενώ πρίν ή διάταξη στόν Π.Κ. γιά τήν περίπτωση απει-λής κατά μέλους των συμβουλίων αυτών προέβλεπε ανώτατο όριο ποινής (τά τρία χρόνια, άρα καί καθόλου), τώρα ορίζεται κατώτατο (ό ενας χρό-νος). Δηλαδή, όποιος τολμάει στό χωριό, άς κουνηθή! "Οντως· μέ τόν λαϊκισμό τοΰ «σοσιαλισμού» — δηλαδή έπιπροστιθεμένης καί της ιδεολο-γικής τρομοκρατίας —, ή έπαρχία απέβη ό κύριος εκλογικός παράγων γιά τήν «Δημοκρατία» καί τήν «Νίκη»...

Νομίζομε ότι τελειώσαμε μέ τίς «θεωρητικές αναζητήσεις». Περισσότερες γιά τά συμπεράσματά μας, δέν μας χρειάζονται. Μένει ακόμη νά ασχολη-θούμε γιά λίγο μέ τίς σχέσεις εξουσίας έκ τοΰ «λαοϋ» καί τοΰ «έ'θνους», αλλά επειδή αύτό θά τό έξετάσωμε πρακτικώς, ή μάλλον οπτικώς — ήγουν χειροπιαστά —, μπορούμε νά άρχίσωμε μέ τήν συνόψιση τών συμπερασμά-των μας. Ή Ελλάδα, δέν είναι επιδεκτική καμμιάς βελτιώσεως καί προσαρ-μογής (ύπό τήν παρούσα κρατική της υπόσταση) στό μέλλον της ευρωπα-ϊκής ιστορίας καί τών μεσογειακών λαών. Διότι της λείπει ό σκελετός. Καίτοι ώς κράτος προηγείται δλων τών βαλκανικών κρατών — της 'Αλ-βανίας μάλιστα εναν σχεδόν αιώνα —, συγκρινόμενη μέ οποιοδήποτε από αύτά βρίσκεται πολύ πίσω στίς κοινωνικές της επιτεύξεις. "Οσο μικρές καί άν αυτές ύποτεθοΰν γιά τά άλλα κράτη. Οικονομικές δυσκολίες, μειονοτικά προβλήματα καί παντός είδους δυσμορφίες, έχουν όλα τά κράτη τών Βαλ-κανίων. Έκατάφεραν όμως ενα: νά μήν τό μεταβάλουν σέ κοτέτσι. Καί τοΰτο ακριβώς δείχνει τήν ικανότητα ενός μίνιμουμ προσαρμογής, πού μπορεί απλώς νά συνίσταται στήν συζήτηση τουλάχιστον τών προβλημά-

161

Page 157: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

των καί στήν ερευνά διεξόδων. Ή Ελλάδα επιμένει πάντα στους ίδιους αστερισμούς, ζώντας σέ μιά πρωτοφανή πολιτική παράνοια. Σοφία είναι καί τό νά ξέρης, ότι δέν έχεις τίποτε νά πής. Αύτό δέν άποτελεΐ περίπτωση γιά πολλούς έλληνες πολιτικούς. Σέ πρόσφατη ομιλία τών πολιτικών άρ-χηγών γιά τήν εξωτερική πολιτική, ό κ. Φλωράκης — πάρα πολύ σωστά καί ιστορικώς σκόπιμα — έθεσε ανοιχτά τό πρόβλημα τών ύπαρχουσών μειονοτήτων στήν Ελλάδα, ακριβέστερα μερικών άπ ' αύτές στήν βόρεια 'Ελλάδα, πράγμα πού αποτελεί τό βασικό σημείο αναφοράς παντός πολι-τικού τών Βαλκανίων, όταν ή συζήτηση πρόκειται γιά τήν εξωτερική πο-λιτική. Γιατί ακριβώς οΐ μειονότητες είναι οι φορείς συνδέσμου τών κρα-τών, όπως καί οί φορείς τοΰ χωρισμού των στήν πολιτική. Ό κ. Μητσο-τάκης αρνήθηκε επισήμως νά άπαντήση καί ζήτησε μόνο νά μεταβληθή ή 'Ελλάδα σέ ένα «κράτος ιδιωτικών συμφωνητικών» μέ τά γύρω κράτη («σύμφωνα» μη έπιθέσεως καί «σεβασμού τών συνόρων»!), μέ τήν διαβε-βαίωση ότι ή 'Ελλάδα μπορεί νά άποτελέση γιά τά ύπόλοιπα βαλκανικά κράτη τόν «φορέα» πρός τήν ΕΟΚ καί τήν Εύρώπη. Καί ώς πρός μέν τήν ΕΟΚ, θά έπρεπε νά γνωρίζη ό κ. Μητσοτάκης, ότι όλα τά κράτη ξέρουν νά... πουλάνε καλαμπόκια· άσχέτως άν δέν τό κάνουν. Στό σημείο αύτό δέν χρειάζονται κανενός είδους διδασκαλία καί βοήθεια. Διότι βέβαια τό κα-λαμπόκι τό πούλησε ή 'Ελλάδα σάν κοινωνική κατάσταση καί όχι σάν κάποιο κόμμα. "Αν άνατρέξωμε στό παρελθόν, θά βρούμε πάρα πολλές καί χειρότερες περιπτώσεις καλαμποκιού... Ώ ς πρός τήν Εύρώπη όμως; Καρ-τερεί ό ατόφιος Γερμανός τοΰ Επταπυργίου καί τοΰ Βανάτου ή ό άλλος Ρουμάνος μέ τούς πατροπαράδοτους «δεσμούς αίματος» μέ τήν Γαλλία, νά πάρη δάσκαλο στίς σχέσεις του μέ τήν Εύρώπη τήν Ελλάδα; Καρτερεί ή Βουλγαρία, τής όποιας ή ύπαρξη στήν Εύρώπη, ανατολική καί δυτική, είναι σχεδόν ή μεγαλύτερη όλων τών βαλκανικών κρατών; Καρτερεί ό 'Αλβανός μέ τίς άπό αιώνων άμεσες σχέσεις του μέ τήν 'Ιταλία ή ό Γιου-γκοσλάβος , πού κατά τά 2/3 ήσαν πρώην ύπήκοοι τής Αύστροουγγρικής Μοναρχίας; Τί είδους «φορέα» θά μπορούσε νά άποτελέση ή 'Ελλάδα, πού άν ύποτεθή ότι κλείνουν γιά έναν μόνο μήνα τά σύνορά τους τά άλλα βαλκανικά κράτη ώς πρός εμάς, θά πρέπει ή 'Αμερική νά έπαναλάβη αύτό πού έκαμε παληά στό δυτικό Βερολίνο; "Η μήπως πολιτιστικόν φορέα; Έγράψαμε παληά, πρίν «μπούμε» στήν ΕΟΚ (βλ. τό βιβλίο μας «'Ανάλυση τής νεοελ. άστικής Ιδεολογίας», 1975, σελ. 93 κ.έ.), ότι ΕΟΚ γιά τό είδος τής ελληνικής Δεξιάς μας δέν μπορούσε νά σημαίνη τίποτε άλλο άπό «φτερούγα» καί «άποκούμπι». Λόγον ύπάρξεως δηλαδή, γιά τήν συνέχιση τών ίδιων μεθόδων καί νοοτροπιών — τών άπό καταβολής αιωνίων... Καί θελήσαμε φυσικά νά πούμε, ότι αύτό δέν θά καθίστατο πρακτικώς εφικτό.

162

Page 158: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Νά λαθέψωμε δέν ήταν δυνατόν βέβαια, άλλά δέν ήταν δυνατόν καί νά φαντασθούμε ότι αύτό θά συνέχιζε νά άποτελή τό «σύνθημα», τό ίδιο σύν-θημα, τήν ίδια επιδίωξη, μετά τίς κοσμογονικές άλλαγές τών καιρών μας. Γιά τόν κ. Μητσοτάκη δέν άλλαξε τίποτε... "Οτι όχι μόνο ή Δεξιά μας άλλά καί όλη μας ή πολιτική υπόσταση διά τών άλλων κομμάτων έχει άνάγκη άπό «περεστρόϊκα», όλοι οΐ πολιτικοί άρχηγοί μας τό γνωρίζουν καλώς. "Ενα όμως δέν ομολογούν: ότι είναι άνάγκη κάποτε δημοσίως νά τό συζη-τήσουν. Μέχρι τότε είναι λογικό ή «Νέα Δημοκρατία» μας νά ζητάη «ιδιω-τικά συμφωνητικά» καί «πλειοψηφίες»... Ά λ λ ά νομίζομε ότι είναι καιρός ή σέ πολύν κόσμο συνειδητή μεταχουντική διάλυση τής 'Ελλάδος νά ά-ποτελέση σιγανό θέμα δημοσίων συζητήσεων καί προπαρασκευής. "Ετσι θά άποφευχθούν οί παντός εί'δους φθορές καί γενικώτερες πολιτικές περι-πλοκές στόν χώρο τών Βαλκανίων. Αύτό μάλιστα θά μπορούσε νά γίνη καί μέ άνοικτή συμμετοχή πολιτικών ή διανοουμένων καί τών γειτονικών μας χωρών. Μήπως μέ συζητήσεις δέν λύνονται σήμερα καί τά προβλήματα στήν άνατολική Εύρώπη; Δέν μπορούμε πλέον νά εθελοτυφλούμε μέ τόν έαυτό μας. Τά πάντα σήμερα, εντός τής ευρωπαϊκής περιοχής τούλάχιστον, παίζονται στόν χώρο τών «άνθρωπίνων δικαιωμάτων». Καί τό νά έθελοτυ-φλή κανείς γ ι ' αύτά οπουδήποτε τής Εύρώπης, σημαίνει ότι τά ύπονομεύει στήν ϊδια του τήν χώρα. Πολύ περισσότερο, όταν δέν ύπάρχη πιά λόγος γιά στρουθοκαμηλισμούς καί άναζητώνται οί βάσεις κάποιων σταθερωτέ-ρων ιστορικών προοπτικών. Ή 'Ελλάδα έχει πάψει πρό πολλού νά άπο-τελή κάποιο «μήλον τής έριδος». Σήμερα απλώς είναι ένα έκκρεμές γιά όλους πρόβλημα, τό όποιον δέν παύει νά έπιβεβαιούται άπό τήν προϊστορία του. Καί οί βιτρίνες δέν άλλάζουν σέ τίποτε τήν ούσία. Έ ν πάση περιπτώ-σει, ή συνταγματική κατοχύρωση τών «άνθρωπίνων δικαιωμάτων» καί τοΰ «Petitionsrecht» κατέστησαν έκ τών ών ούκ άνευ άνάγκη μετά τόν δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο καί όλες οί δυτικές χώρες άναγκάσθηκαν νά τά βάλουν στά Συντάγματά τους (βλ. σχετικώς καί Κ. Θ. Εύσταθιάδου: «Διεθνές Δί-καιον», 'Αθήναι 1977, σελ. 395 κ.έ.). Αύτό όμως δέν σημαίνει ότι δέν είναι γνωστό τό πού έμπήκαν σάν πραγματικότητες καί ποΰ σάν βιτρίνες. Συνε-πώς οί βιτρίνες μας δέν άποτελοΰν λόγον έπαναπαύσεως καί πολύ περισ-σότερο νομιμότητος πολιτικής μέ τούς «ψήφους». Ά μ α δέν κατέχης κοι-νωνικώς τήν γνώση τί θά 'πή «θετική επιστήμη» (καί συνεπώς τί «εργασία» πού λέγαμε προηγουμένως), πώς μπορείς νά «νομοθετήσης» τόν μέσφ τοΰ Κράτους συνδυασμό τοΰ «άνθρωπίνου δικαιώματος» τοΰ άτομικοΰ έπιστή-μονα νά κάνη έρευνα μέ εκείνο τοΰ άπλοΰ άνθρώπου νά ζήση; Πολύ πε-ρισσότερο βέβαια, άν δέν έχης πίσω σου Λουθήρους, Γαλλικές 'Επαναστά-σεις καί Δικαστήρια τής Νυρεμβέργης, δηλαδή τά συστατικά στοιχεία τοΰ

163

Page 159: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

πολιτικού νοήματος τών «άνθρωπίνων δικαιωμάτων». Σ ' αύτό άκριβώς τό σημείο βρίσκεται καί ένα άπό τά γενικώτερα ιστορικά προβλήματα τής εποχής μας. Ώ ς σήμερα ύπήρξε ή δικαιολογημένη εν πολλοίς μέριμνα νά διαφυλαχθή τό «νόου χάου». Δέν ξέρομε όμως άν έμφανισθή μιά διαφορε-τική άνάγκη, ώς ποιόν βαθμό θά άπέδιδαν οί προσπάθειες άλλων χωρών νά τό πάρουν.

Αυτά τά πράγματα δέν άντανακλοϋν μόνο στίς δυστοκίες τών «ερμη-νειών» μας, άλλά καί στόν έξωτερικό χαρακτήρα τών συνταγματικών μας καταστάσεων. Παρά τίς όποιες «άναλήψεις», τό πρώτο πράγμα πού ξεχω-ρίζει στό ελληνικό Σύνταγμα, ιδιαίτερα στό σημερινό (θά ιδούμε ποιές ύπήρξαν οί «σταθερές ιδεολογικές βάσεις» τής Ν.Δ. τότε), έν άντιθέσει πρός τά τών άλλων χωρών, είναι άκριβώς ό επιθετικός του χαρακτήρας. Σχεδόν μορφή άστυνομικής διάταξης πρός τούς ιθαγενείς. "Οτι βέβαια τίποτε δέν τηρείται άπό τά «υπογεγραμμένα» έν Ελλάδι, αύτό είναι άλλο θέμα οικονομίας τής έσωτερικής πολιτικής πού δέν μας ένδιαφέρει. Γιά τίς επιφάνειες συζητούμε. Χτυπητός είναι έν προκειμένω ό «άμυντικός» ώς πρός τό Κράτος χαρακτήρας όλων τών εύρωπαϊκών Συνταγμάτων καί ά-κρως φειδωλή καί μετρημένη ή σαφής των γλώσσα. Στήν Ιταλία π.χ., βάσει τοΰ αρθρ. 71 τοΰ ίταλικοΰ Συντάγματος, ό μισός άριθμός τών οπαδών τοΰ Μακρυγιάννη πού ύπεθέσαμε στήν άρχή, θά μπορούσε νά διεκδικήση νά φκιάση κόμμα μέ έμβλημα τό γνωστό «κλαράκι»... Τό δικαίωμα προτά-σεως νόμων τό διατηρούν βέβαια οί άπλοΐ πολίτες, διότι διαφορετικά θά ύπήρχε άπλώς μιά κοινοβουλευτική Χούντα όπως σ ' εμάς, συνταγματικώς άνεγνωρισμένη! Καί επειδή αύτό τό πράγμα στήν Ελλάδα επισήμως άπα-γορεύεται, ενώ ό Μακρυγιάννης διατηρεί πάντα τήν άπολύτως άπόλυτη πλειοψηφία (είδικώτερα: οί προληπτικές διατάξεις τοΰ Όθωνα γιά τούς βουλευτές μετεβλήθησαν διά τών «έρμηνειών» καί σύν καιρώ — αρθρ. 73, §§ 1 καί 4 — σέ άποκλειστικό τους προνόμιο!), έχομε τούς διαφόρους ύποτροπιασμούς στά... καλαμπόκια.

"Οτι τά πλαίσια νομιμότητος τής Ελλάδος ώς κράτους έχουν πλέον στίς σύγχρονες διεθνείς σχέσεις πρό πολλού διαρρ^γή, είναι πολλαπλώς άπο-δείξιμο. Ούδεμία «συνταγματική ερμηνεία» χρειαζόμαστε γιά τήν κατάστα-ση τών «άνθρωπίνων δικαιωμάτων» στήν 'Ελλάδα, διότι αυτή δέν άποδει-κνύεται άπό συγκεκριμένες μόνο περιπτώσεις καί μέ ώρισμένους έπίσης τρόπους. 'Αποδεικνύεται άπό κάθε περίπτωση καί μέ τρόπους κάθε άλλο παρά «νομικούς». Θά μπορούσε επί παραδείγματι νά άναρωτηθή κανείς, «μά δέν είναι έπί τέλους καλό νά μπορή ό κάθε δικαστής νά άποφανθή γιά τήν άντισυνταγματικότητα ένός νόμου; Δέν είναι πιό «έλεύθερη» ή Δικαιοσύνη,

164

Page 160: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

παρά άν υπήρχε ένα διορισμένο συνταγματικό δικαστήριο;». Γιά νά μήν ίσχύη αύτή ή λογική σέ ομοσπονδιακές χώρες όπως ή 'Ελβετία καί ή 'Αμερική (βλ. π.χ. Γ. Μαραγκοπούλου. «Οί συνταγματικοί θεσμοί εις τάς ήνωμένας πολιτείας τής 'Αμερικής», 'Αθήναι 1947, σελ. 38 κ.έ.), πάει νά πή πώς δέν θάναι καλή Λογική. Καί όντως δέν είναι. Γιατί άπό τόν ειρη-νοδίκη Κριεκουκκίου, πού λέγαμε προηγουμένως, λείπει ή πολιτική εύθύνη πού έχει ό συνταγματικός δικαστής. Καί αύτό άκριβώς είναι τό στοιχεΐον πού κατοχυρώνει τήν συνταγματικότητα τών νόμων έναντι τής έκτελεστι-κής έξουσίας. Ή εύθύνη τοΰ συνταγματικού δικαστή, όπως κι άν αύτός έκλέγεται, είναι μία: νά ύποχρεώση τό κράτος στήν τήρηση τών συνταγ-ματικών θεσμών καί μέτρων. Καί οί μέν άποφάσεις του είναι μέν «νομικώς» άμετάκλητες, δέν είναι όμως καί κοινωνικώς τέτοιες. Πίσω άπό τήν άπό-φαση τοΰ συνταγματικοΰ δικαστή καιροφυλακτεί ό Σάρτρ στήν Γαλλία, ό Χορκχάϊμερ στήν Γερμανία καί ό Μπέρτραν Ράσσελ στήν 'Αγγλία. Πίσω δέ άπό αύτούς ύπάρχουν οί φοιτητές... Σέ περίπτωση συνεπώς κακοδικίας τοΰ συνταγματικού δικαστή, τόν λόγο θά άναλάβουν αύτοί κι άς μήν ξέρουν «νομικά»! Συμβαίνει δέ τό παράξενο αύτό, διότι τό Σύνταγμα άποτελεϊ (δι-ϊστορικά) «κωδικοποίηση» τών δικών τους άπόψεων, τής δικής των «εργα-σίας» μέ τήν κυριολεκτική έννοια τοΰ όρου. Καί τοΰτο τό παράξενο άπορ-ρέει άπό ένα άλλο πιό πολύ παράξενο διά τήν «καθ' ήμάς» νοοτροπία: νά «εκπροσωπούν τό έθνος» αύτοί καί όχι οί βουλευτές, τών όποιων δουλειά είναι άπλώς νά τό ύπηρετοΰν καί τίποτ' άλλο (βλ. ιταλικό Σύνταγμα π.χ., αρθρ. 98). Βέβαια καί οί συνταγματικοί δικαστές έχουν πίσω τους τούς χωροφύλακες, άλλά ή δουλειά τοΰ συνταγματικού δικαστή συνίσταται ά-κριβώς στό νά μή φθάσουν τά πράγματα σ ' αύτό τό σημείο. Κριτήρια τών συνταγματικών δικαστών δέν είναι οί «κώδικες» καί οί «πανδέκτες», καί γ ι ' αύτό είναι τό κϋρος τους μεγάλο. "Οχι ή «Διοίκηση», άλλά ή πολιτική εύθύνη — είναι ό,τι κατοχυρώνει τήν λειτουργία ενός Συντάγματος.

Καί γιά νά τό πούμε κάπως θεωρητικώτερα, ήγουν μέ λιγώτερες λέξεις: μεταξύ τοΰ συνταγματικού δικαστή καί τής άπόφασής του έμφιλοχωρεϊ μιά έννοια ολικώς άγνωστη στό νοΰ τοΰ όποιου «έλληνορθόδοξου» ειρηνοδίκη — τό «δικαίωμα αντιστάσεως» (Widerstandsrecht). Καί τό όποιον επιβάλλει σάν άναγκαστική προϋπόθεση τήν ουσιαστική λειτουργία τοΰ «Petitionsre-cht».

Γιά τήν άκρως ιστορικά πολύπλοκη αύτή έννοια τής «άντιστάσεως» — πού άριθμεϊ ζωή πολλών αιώνων στόν βίο τών δυτικών κοινωνιών —, δέν μπορούμε δυστυχώς νά πούμε τίποτε εδώ παραπέρα. 'Αρκούμαστε νά ποΰ-με μόνο, ότι είναι έξ υφής άγνωστη στόν έλληνα δικαστικό, ώς μή λαβοΰ-σα ποτέ χώραν στό ιδεολογικό στερέωμα τοΰ «καισαροπαπισμοΰ» ή τής

165

Page 161: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

«συναλληλίας». "Η γιά νά τό έκφράσωμε «κοινωνιολογικώτερα» κάπως: γιά νά έχης «δικαίωμα αντιστάσεως» καί όχι τό «ξέρεις, ρέ, ποιός εϊμ' εγώ», πρέπει νά έχης άπό πίσω σου τόν Σάρτρ ώς κοινωνική λειτουργία καί όχι... μπουζούκια. Μά καί τότε τί είναι αύτό πού «κατοχυρώνει» τό δικό μας (πάντα άκροτελεύτιο καί ήρωϊκό) άρθρο 120, § 4; — Είναι άκόμα μιά καταστρατήγηση κάθε «ανθρωπίνου δικαιώματος», πού λέγεται «κριτήριον άρμοδιότητος» γιά τήν κακήν ώρα... "Οτι, δηλαδή ήταν καί τό 114 παληό-τερα: νά βγαίνη κανένας νά σκοτώνεται στούς δρόμους, χωρίς νά ξέρη γιατί...

Περιττόν βέβαια νά προσθέσωμε, ότι ό ειρηνοδίκης Κριεκουκκίου έξ εν-στίκτου, ήγουν τελείως τεθολωμένος άπό τίς πλήρως άκατάληπτες γ ι ' αυ-τόν «ερμηνείες» πού άκουσε στό Παν/μιο, ξέρει πολύ καλά πώς είναι ο-λικώς άναρμόδιος νά άποφανθή επί συνταγματικών θεμάτων. Καί άφοΰ τούς νόμους τούς «προσυπέγραψε ή Πολιτεία», είναι γ ι ' αύτόν όλοι συνταγμα-τικώς έν τάξει!

'Εξαιρέσεις υπάρχουν φυσικά: είναι οί «δικαστές-ήρωες» μέ τούς «άτσά-λινους χαρακτήρες», πού θά ορθώσουν τό «άνάστημά» τους νά υπερασπί-σουν τό «κάστρο τής Δικαιοσύνης» καί άλλα πράγματα πολλά... Ά λ λ ά άς μήν συνεχίσωμε τούς συλλογισμούς μας επί τοΰ προκειμένου. "Οτι ύπάρ-χουν τέτοιοι «δικαστές-ήρωες» άπεδείχθη έκ τών πραγμάτων πώς είναι πολύ καλό καί γιά τόν ελληνισμό θά άποβή πολύ καλύτερο στό μέλλον. 'Επί τέλους έμάθαμε καί τί χρειάζεται τό ελληνικό Σύνταγμα γιά νά λειτουργή-ση «δημοκρατικά»: έναν Πρόεδρο καί έναν 'Επίσκοπο, οί όποιοι νά άλλη-λολειτουργοϋνται, νά άλληλοορκίζωνται, νά άλληλοονομάζωνται καί νά άλληλολιβανίζωνται. Καί φυσικά νά συνεορτάζουν μετά γιά τήν «νίκη τής Δημοκρατίας»...

Ή σαφήνεια καί ή πραγματική έρμηνεία τών συνταγματικών διατάξεων είναι, καθώς είπαμε, πρόβλημα χρόνου. Τήν φορά αύτή έμάθαμε τήν ση-μασία τοΰ πρώτου κεφαλαίου τοΰ δευτέρου τμήματος τοΰ Συντάγματος μας. Ό νΰν Πρόεδρος μας θά μείνη σάν ό μακροβιώτερος στήν ιστορία τής ελληνικής πολιτικής ζωής καί ϊσως ό πιό έμφορτος πραγματικών νοημά-των. Διότι έκατάφερε κάτι τό μοναδικό: τήν «προεδρευομένην Δημοκρατία» νά τήν μεταβάλη σέ «βασιλευομένην» άνευ στέμματος. Μόνο μέ τίς εύχές τοΰ άρχιεπισκόπου...

Τελικώς μπορούμε νά ποΰμε, ότι στήν Ελλάδα ούτε τώρα ούτε ποτέ ίσχυσαν «άνθρώπινα δικαιώματα», «Συντάγματα» καί «Δικαιοσύνη». Οί «κώδικες» ήσαν τό άλφαβητάρι τοΰ Καδή καί ή «νομολογία» μας τό καύ-σιμο τής «Λειτουργίας». Έ κ κατασκευής τών πραγμάτων. "Ολη ή ύπόλοι-

166

Page 162: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

πη ούσία μας συνίστατο στό νά καλύπτεται τό «έθνος» μέ τά προσευχητά-ρια.

Τό «έθνος»! Ή λέξη πού βρίσκεται στήν βάση κάθε μορφής λωποδυσίας στήν πολιτική καί κοινωνική ζωή τοΰ νεωτέρου έλληνικοΰ κράτους, έως καί τοΰ καλαμποκιού συμπεριλαμβανομένου. Ή λέξη πού σέ μιά χώρα μειονοτήτων σάν τήν 'Ελλάδα ισοδυναμεί μέ καταφανή άχρήστευση κάθε εννοίας «άνθρωπίνων δικαιωμάτων», άλλά πού δέν μπορεί νά πάψη νά μπαί-νη στό Σύνταγμα, γιατί δέν ύπάρχει τίποτε άλλο έν ονόματι τοΰ όποιου θά μπορούσαν νά διεξαχθοΰν οί εκλογές. Τό πρώτο άρθρο τοΰ έλληνικοΰ Συντάγματος άποτελεΐται άπό μιάν αύθαιρεσία καί ένα ψέμμα. Αύθαιρεσία είναι ή § 1, πού άπορρέει άπό τό ψέμμα έν συνδυασμώ τών δύο άλλων παραγράφων. Ή § 2 ορίζει: «θεμέλιον τοΰ πολιτεύματος είναι ή λαϊκή κυριαρχία». Ψέμμα! Διότι άμέσως ή § 3 ορίζει: «άπασαι αί έξουσίαι πηγά-ζουν έκ τοΰ λαοΰ καί ύπάρχουν ύπέρ αύτοΰ καί τοΰ έθνους». Έάν «αί έξουσίαι» ύπάρχουν καί «ύπέρ τοΰ έθνους», τότε ό έβραϊος-έ'λληνας, ό τοϋρ-κος-έλληνας, ό πομάκος-έλληνας, ό σλάβος-έλληνας κ.λπ. πού έψήφισαν στίς εκλογές δέν έχουν καμμιά κυριαρχία ούτε κανένα δικαίωμα μετά άπ ' αυτές, διότι δέν συμπεριλαμβάνονται στό «έλληνικό έθνος». Τό ιδιο δέν μπορεί νά συμπεριληφθή σ ' αύτό τό «έθνος» καί ό τουρκοκύπριος μέ τήν «ένωση», διότι ζή μέν στήν Κύπρο μέ τούς ελληνοκύπριους, άλλά συμπε-ριλαμβάνεται στό δικό του έθνος, τό τουρκικό, άφοΰ άκόμα δέν ύπάρχει κανένα κυπριακόν έθνος.

"Αν πάλι έμπαινε στό Σύνταγμα μόνο τό «ύπέρ τοΰ λαοΰ», τότε θά άπο-κτοΰσαν πραγματικά δικαιώματα οί μειονότητες, πού θάρχιζαν νά ξεπετά-γονται ή μία μετά τήν άλλη, καί ξαφνικά θά άπεδεικνύετο πώς δέν ύπάρχει «έθνος», δηλαδή δέν θά είχαν καμμιά νομιμότητα οί έκλογές καί τό κοινο-βούλιο σέ ένα κράτος, πού στήν μέν πράξη θά άπετελεΐτο άπό μειονότητες, ένώ «στά χαρτιά» δέν θά ήταν ομοσπονδιακό. Ά π ό έδώ άρχίζει ή πολιτική λωποδυσία — ώς πρώτη συνταγματική άρχή δηλαδή — καί είναι άκριβώς ή ίδια μέ τήν τοΰ 1821. "Ολο τό πάν νά φκιασθή μιά έξουσία, διότι ή πρώτη διαπίστωση μετά τό διώξιμο τών Τούρκων ήταν «τί καλά πού ήταν οί Τούρκοι»! Καμμία βάση ύπάρξεως Κράτους· άρα ή πολιτική άλχημεία ώς μόνιμη πολιτική άρχή. Καί άφοΰ καμμιά προοπτική δέν ύπήρχε καί κανέ-νας κρατικός φορέας ώς βάση, πίσω άπό αύτή τό... «βάλσαμο» ώς άναγκα-στική πρακτική έκδοχή.

"Οταν λέμε ότι τό «έθνος» είναι ή μόνιμος «εισαγωγή», τό προοίμιον, διά πάσαν μορφή κρατικής λωποδυσίας καί ότι τό «καλαμπόκι» δέν ύπήρξε απλώς ένέργεια κόμματος ή προσώπων, άλλά έκ τών προτέρων νομοθετη-

167

Page 163: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

μένη κρατική έπιταγή, άπό τίς ίδιες δηλαδή τίς «συνταγματικές ρυθμίσεις» μας αμέσως μετά τήν Χούντα, ύπάρχουν τά πράγματα πού μας τό αποδει-κνύουν, καίτοι ώς «τεκμήρια» δέν είναι καθόλου απαραίτητα. 'Ιδού πώς ό Κ. Ε. Παπακωνσταντίνου απέδιδε τίς πραγματικές ερμηνείες τών σχετικών συνταγματικών «ρυθμίσεων»:

« Ή άνάγκη δπως ύποβληθή ό Λαός, εις λελογισμένας θυσίας εις τό παρόν, διά τήν διασφάλισιν εότυχεστέρου μέλλοντος, δέν επιδέχεται σοβαράν άμ-φισβήτησιν. Ό σ ο ν δέ μεγαλύτερα είναι ή προθυμία προσφοράς θυσιών, τόσον αποδεικνύεται έναργέστερον ότι ό Λαός έχει τήν δύναμιν νά έπιβιώστ) τής παρεμβαλλόμενης δοκιμασίας καί, πέραν τούτου, νά διαδραματίση, μι-κράν ή μεγάλη ν, αποστολή ν εις τόν κόσμον. Ή διάθεσις τής θυσίας άπε-τέλεσεν άνά τούς αιώνας, τήν άφετηρίαν τής προβολής καί τής διακρίσεως εις τήν διεθνή κοινωνίαν.

Διά τόν λόγον τοϋτον, άκριβώς, ό συντακτικός νομοθέτης — παρά τάς αντιρρήσεις, μιας πτέρυγος τοΰ Κοινοβουλίου — εδέχθη δτι "απασαι αί έξουσίαι πηγάζουν έκ τοΰ Λαοΰ καί ύπάρχουν ύπέρ αύτοϋ καί τοΰ Έ -θνους..."». (βλ. Κ. Ε. Παπακωνσταντίνου: «Αί στεθεραί ιδεολογικοί βάσεις τοΰ νέου Συντάγματος», Άνάτυπον έκ τής «'Επιθεωρήσεως Δημοσίου Δι-καίου καί Διοικητικού Δικαίου», τόμ Ι Η ' (1975), τεΰχ. 4, σελ. 339).

Θά ιδούμε πιό κάτω ότι καί ό Βούλγαρης τά αύτά «ύψιπρεπή νοήματα» έχρησιμοποιούσε στά «Διαγγέλματά» του (οί «λεγόμενες θυσίες» ύπήρξαν τό αμετάθετο αίτημα πάσης έλληνικής κυβερνήσεως άπό Επιδαύρου καί έντεύθεν), άλλά, όταν παίρνης τά ταμεία γεμάτα άπό τήν Χούντα (καλά ή κακά) καί διακηρύσσης ώς «σταθερή ιδεολογική βάση» τήν «προσφορά θυσιών», πώς ονομάζεται αύτό στήν κοινή γλώσσα; Έτσ ι λοιπόν, άφοΰ τήν «λιτότητα» καί τά «καλαμπόκια» έπρόφθασαν καί τά έπραγματοποίησαν άλλοι, τηρώντας πιστώς τίς «σταθερές ιδεολογικές βάσεις» τών συνταγμα-τικών έπιταγών, δέν έμενε γιά τούς νέους προεκλογικούς άγώνες ειμή μόνο ή «μεγάλη άποστολή είς τόν κόσμον». "Οντως, ό κ. Μητσοτάκης στήν Θεσ/νίκη είπε πώς θά άναστήση τόν 'Αρχιμήδη καί θά μας κάμη... πυρη-νική δύναμη... Περί τών αύτών «άποστολών» ώμίλει καί ό Μακρυγιάννης, μόνο πού άγνοοΰσε τά... ήλεκτρόνια. Τίποτα καινούργιο δέν ύπάρχει στήν συνταγματική ιστορία τής Ελλάδος. Τά ίδια πράγματα, οί ίδιες επιδιώξεις, οί άμεταλλάκτως επαναλαμβανόμενες «ιδεολογικές βάσεις» καί τά έπακο-λουθοΰντα βραχυκλώματα συνιστούν τήν ούσία τής πολιτικής ιστορίας τής νεωτέρας Ελλάδος. Πού πρέπει ήδη νά άλλάξη. Ή «αύταρχικότης» καί ή δολοφονία τοΰ Καποδίστρια, οί «δικτατορικές αύθαιρεσίες» γιά τίς όποιες κατηγορούνται όλοι οί έλληνες βασιλείς, ή συνεχής πολιτική κακοδαιμο-νία, τά πραξικοπήματα, ή πληθώρα τών «νέων Συνταγμάτων» μετά άπό κάθε 168

Page 164: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

πραξικόπημα, καί τό διαρκές εξωτερικό χρέος καθ' όλη τήν διάρκεια τής νεοελληνικής ιστορίας, είναι άκριβώς ή άπόδειξη άδυναμίας ύπάρξεως τής 'Ελλάδος σάν κράτους. Ή 'Ελλάδα ένομιμοποιήθηκε καί κρατήθηκε σάν κράτος, μόνο καί μόνο επειδή κατέστη άναγκαία γιά τίς τροπές τής εύρω-παϊκής πολιτικής μετά τόν Μέγα Ναπολέοντα, ερήμην πάσης έννοιας «έλ-ληνικοΰ λαοΰ» πολιτικώς, πού στήν πραγματικότητα δέν υπήρχε. Ά π ό έκεΐ καί πέρα, ή «Δημοκρατία» καί οί έκλογές — καί αύτό τό βλέπομε μέχρι σήμερα — ουδεμία νομιμότητα συνέστησαν γιά κανένα πολίτευμα. Καί ούτε συνιστοΰν. Ούτε «βασιλευομένης», ούτε «προεδρευομένης», ουτε «προεδρικής Δημοκρατίας». "Ισως θά πρέπει νά δοκιμάσωμε καί τήν «προε-δρική» — οπότε οί άπεργοί θά πηγαίνουν κατ' ευθείαν στά Ανάκτορα — γιά νά τό καταλάβωμε.

Δέν πρόκειται νά παρακολουθήσωμε έδώ τίς σχετικές συζητήσεις μεταξύ «λαοΰ» καί «έθνους» γιά τό ίσχΰον Σύνταγμα, διότι δέν μας χρειάζονται. Ά ν άρχίζαμε θεωρητικές περί έθνους συζητήσεις, διατρέχοντες καί θεμελιώδη έργα τής σχετικής βιβλιογραφίας, ή συζήτηση θά μας έπήγαινε άσκόπως μακρυά. Ή δική μας περί «έθνους» έννοια είναι άπλούστερη. Καί στόν μέν «θεωρητικό» τομέα λίγο-πολύ τήν είδαμε (καί θά τήν όλοκληρώσωμε πιό κάτω) —: γιά νά καταπιέζωμε τίς μειονότητες καί νά βγάζωμε τήν άπαραί-τητη «εθνική πλειοψηφία» —, στόν δέ πρακτικόν μπορούμε κυριολεκτικώς νά τή ψαύσωμε, διατρέχοντες τήν νεοελληνική ιστορία εντός 30 δευτερο-λέπτων. Οί νομίζοντες ότι χρειάζεται περισσότερο άπατώνται οίκτρώς καί άδίκως ματαιοπονούν στό σκότος τών βιβλίων. Τά πράγματα κρέμωνται στόν... Ήλιο :

Εύρισκόμεθα εις τήν όδόν Παν/μίου καί προχωροΰμεν πρός τά Προπύ-λαια. Μπροστά-μπροστά τό άγαλμα τοΰ Γλάδστωνος. Τά δάκτυλα τοΰ δε-ξιού χεριού κομμένα, άλλά ξανά κολλημένα καί ολόλευκα σάν δάκτυλα παρθένου πριγκιπίσσης τών άνακτόρων τών Βλαχερνών. Προχωροΰμεν. Δεξιά κάποια τεφροδόχος μέ «ονόματα πεσόντων» (γιατί;) καί άριστερά κάποιο «άγαλμα τής νίκης» (ποιας;), άμφότερα άνευ σημασίας. Προχωροΰ-μεν έτι' στό μέσον τό συντριβάνι. Τό συντριβάνι σάν σύμβολο εκφράζει τό άνακύκλισμα τής ζωής. Τό νερό, πάντα ίδιο, υψώνεται καί πέφτει, διαρκώς άνανεώνοντας τόν εαυτό του. Είναι τό άγαπημένο σύμβολο τών λαών τής μακρινής Ανατολής στούς κλειστούς χώρους, όπως ήταν καί τό φίδι πού δαγκάει τήν ούρά του σύμβολο τών άρχαίων μυστικών. Τό δικό μας συντρι-βάνι δέν έχει νερό αύτή τήν έποχή, είναι όμως κανονικός σκουπιδοτενεκές γεμάτος σύριγγες άπ ' τά ναρκωτικά. Προχωρούμε λίγο άκόμα. Μπροστά μας δυό μικρά άγαλμάτια καθημένων μορφών (οικονομία στά έξοδα!), τά

169

Page 165: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

όποια άκριβώς περιεργαζόμεθα λόγω τής προφανούς προθέσεως οικονο-μίας. Έπί τών αγαλματίων αυτών εύρίσκομεν πλήρως έπιβεβαιουμένην τήν λαϊκήν ρήση «τό φτηνό κρέας τό ζουμί του πίνει», πλήν καί άλλα πράγματα εξόχου «έθνικής» σημασίας. Δεξιά ό Κοραής, κυρτωμένος άπ ' τό διάβα-σμα, μέ άναπεπταμένες τίς δέλτους του έπί τοΰ άριστεροΰ πέτου. Οί δέλτοι κάποτε στραπατσαρίσθηκαν — άσφαλώς σέ κάποια διαδήλωση γιά τήν «Δημοκρατία» —, άλλά πάντως ξανακολλήθηκαν όπως κι όπως. Αύτό όμως πού λείπει άπό τόν Κοραή είναι άκριβώς τό σπουδαιότερο γι1 αύτόν σω-ματικό μέλος: τά δάχτυλα τοΰ δεξιού χεριού πού γράφει. Είναι έτσι κομ-μένα, σάν νά πρόκειται γιά τορναδόρο πού τοΰ τά «πήρε» ό τόρνος καί έμεινε έτσι κοκκαλωμένος πηγαίνοντας στό υπουργείο εργασίας νά βγάλη σύνταξη. Κατά τά άλλα ή μύτη τοΰ Κοραή άκόμη κρατιέται.

Κυττάζομε τώρα άριστερά. Πρόκειται γιά τόν Καποδίστρια, τό όνομα τοΰ όποιου φέρει καί τό Παν/μιο (άφοΰ μέ δική του πρωτοβουλία χτίσθηκε μέσω τοΰ κληροδοτήματος Δομπόλη). Τό «φερώνυμο» αύτό ί'δρυμα άπέκτησε τελευταίο τό άγαλμα τοΰ ιδρυτή του, τω 1932 δηλαδή, καί μόνο καί μόνο έπειδή δέν μπορούσε νά γίνη άλλοιώς. Τό άγαλμάτιον είναι προϊόν εράνου καί τοΰτο φαίνεται στήν τελείως φθηνιάρικη κατασκευή καί έπεξεργασία. Ή πέτρα ούτε σάν ποιότητα μοιάζει μέ αύτή τών άλλων άγαλμάτων, ούτε σάν έπεξεργασία. Τοΰ Κοραή είναι όντως γλυπτό· είναι σμιλευμένη ή κα-ρέκλα, τά ροΰχα καί πολλές λεπτομέρειες. Ά π ό πίσω τό άγαλμα τοΰ Κα-ποδίστρια είναι μιά άνεπεξέργαστη σχεδόν πέτρα, χωρίς λεπτομέρειες, ά-πλώς «μιά ιδέα», καί μπροστά κάθεται ό Καποδίστριας μέσα σ ' ένα άπλό παλτό συνταξιούχου συμβολαιογράφου ελαιουργείου τοΰ 18ου αιώνος. Στά-ση ή πιό άφύσικη, πού ήθελε τά λιγώτερα λεφτά! Ή «φτώχεια» τοΰ έλλη-νικοΰ κράτους είναι καταφανής γιά τό άγαλμα τοΰ ιδρυτή του («τοΰ Δήμου Πειραιώς άρνηθέντος οιανδήποτε είσφοράν», λέει ό Πρόεδρος τής ζητείας καθηγητής Γ. Ματθαιόπουλος), διότι άπλούστατα ούτε τέτοιο κράτος όνει-ρεύθηκε ό Καποδίστριας, ούτε σέ τέτοιο κράτος έχει θέση τό άγαλμά του. Καί αύτό φαίνεται στό πρόσωπο: λείπει ολόκληρη ή μύτη, καί κατά τέτοιον τρόπο, σάν νά πρόκειται γιά άπαρατημένο πτώμα νεκρού πού τό άνεκάλυ-ψαν οί ποντικοί. Ή μύτη τών άγαλμάτων είναι τό χαρακτηριστικό στοιχείο καί ό κύριος στόχος τοΰ βανδαλισμού άπό τήν ελληνική άρχαιότητα. Ή μύτη τοΰ Καποδίστρια καί τά δάχτυλα τοΰ Κοραή — καί οί δύο αύτοί άνθρωποι δέν έπαψαν ώς τά σήμερα νά προσφέρουν στό «έθνος»: ή κατά-ντια τών άγαλμάτων τους δείχνει άκριβώς τήν σχέση τοΰ σημερινού «έ-θνους» μέ τό παρελθόν του. Τοΰ «έθνους» ύπέρ τοΰ όποιου ύπάρχουν οί έξουσίες στήν Βουλή! Ποιό έθνος;...

Προχωροΰμεν πρός τήν εϊσοδον τού Παν/μίου, μέ τήν όση ν «εθνική

170

Page 166: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

εμπειρία» άποκτήσαμε ώς τώρα (ήδη διατρέξαμε τήν νεοελληνική ιστορία κατά 15 δευτερόλεπτα, τώρα μας μένουν τά άλλα 15). Έδώ άντικρίζομε υπάτες έθνικές μεγαλοπρέπειες. Τά τεράστια άγάλματα τοΰ Πατριάρχη δε-ξιά καί τοΰ Ρήγα αριστερά, σέ ύψηλότατα βάθρα, μεγαλύτερα καί άπό αύτό τοΰ Γλάδστωνος (αύτό είναι άσέβεια, όπως θά δείξωμε), μέ απέραντη δου-λειά στό σκάλισμα καί στίς λεπτομέρειες. 'Ιδίως στό άγαλμα τοΰ Πατριάρ-χη. Σπουδάζομε λοιπόν τά νοήματα τοΰ φαναριωτικοΰ κράτους. Ό Πα-τριάρχης όταν πέθανε ήταν 72 χρονών, ενώ ό εικονιζόμενος μόλις πού φθάνει τά 40 (καί μέ τά γένεια) . Στητός καί κατά τέτοιον τρόπο πού νά θυμίζη τόν άρχαϊον Περικλή. Τό στήθος του προτεταμένο μποΰστο καλο-θρεμμένης βοσκοπούλας, στητό καί πεταχτό νά φαίνεται. Καί άπό κάτω ένα σώμα («ήρωϊκές» καί ιδεολογικές γάρ οί άνάγκες στόν νού τού καλλιτέχνη), πού θά τό ζήλευαν όλες οί τουρίστριες πού ψάχνουν γιά «καμάκια» στό Σύνταγμα. Ά λ λ ά έδώ άρχίζουν καί οί δυσκολίες:

'Εμείς ομολογούμε ότι τέτοιον δεσπότη δέν έχομε 'δει ποτέ στήν ζωή μας. Αύτό πού ξέρομε νά προεξέχη στούς δεσποτάδες είναι ή κοιλιά καί όχι τό στήθος (καί μάλιστα στά 72!). Καί έπί τής όποιας κοιλιάς επανα-παύονται τά σύμβολα τοΰ Βυζαντίνου, ό δικέφαλος καί ό Χριστός, μέ μα-κρυές καδένες. Ό δικός μας όμως δέν έχει τέτοια. Γιατί, άν είχε, μέ τέτοιο στήθος, θά έπρεπε νά κρέμωνται τόν άέρα! Πώς νά τά μπαλώση λοιπόν ό καλλιτέχνης, πού ήξερε πώς έφκιαχνε ιδεολογίες καί όχι πραγματικότητες; Τά μπάλωσε όμως: τοΰ κρέμασε ένα σταυρό, όσο τοΰ έπέτρεπε τό μποΰστο, ό όποιος έτσι κρέμεται όπως στό στήθος νιόπαντρης γυναίκας. "Ολα έκεΐ μπερδεμένα καί στοιβαγμένα, προκειμένου νά βγή ό συμβολισμός τοΰ «ή-ρωϊσμοΰ» τής ιδεολογίας. Καί μιά ουσιώδης λεπτομέρεια: άπαραίτητο στοι-χείο τοΰ «συμβόλου» τό σχοινί. Τό όποιον είναι δύσκολο νά καταλάβη κανείς ποΰθε βγαίνει άπό τό άγαλμα, άλλά κρέμεται ξαφνικά στήν δεξιά άκρη. "Ενα κομματάκι άπ ' τό σχοινί έσπασε σέ μιά μεριά. Καί έκεΐ άκρι-βώς φαίνεται ή ψιλολεπτομέρεια, πού δείχνει τό πάντα ενεργό τής ιδεολο-γίας. Τό κομματάκι είναι κολλημένο μέ τέτοιαν τελειότητα, ώστε μόνο ό χρόνος στό μάρμαρο δείχνει τήν διαφορά. Οί «δέλτοι» τοΰ Κοραή, άντί-θετα, είναι κολλημένες μέ UHU καί λάσπη... Μπροστά στό άγαλμα τοΰ Πατριάρχη, ώς εικός, κάτι μισοσβυσμένες καί άκατάληπτες έπιγραφές, γιά τίς όποιες, καθώς λέγεται, μήν ξέροντας νά τίς συντάξουν οί τοΰ «ιδρύμα-τος» τότε, κατέφυγαν στούς φιλολόγους τών γερμανικών Παν/μίων... Πάμε τώρα στόν Ρήγα (μένουν άκόμη 7,5 ' ' ) . Τό κεφάλι τοΰ Ρήγα είναι σωστά δοσμένο: σλαβορουμάνικη φυσιογνωμία τής μείζονος Βλαχομπογδανίας τοΰ Δουνάβεως, ούδεμίαν σχέση έχουσα μέ τίς ώραΐες έκεϊνες κεφαλές μερικών βοσκών, πού άνεκάλυψαν οί Αμερικάνοι μεταπολεμικά στήν

171

Page 167: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Πίνδο καί τίς έβαζαν δίπλα άπ ' τό κεφάλι τοΰ Έρμη, σέ κάποιες «νεοελ-ληνικές ιστορίες» πού έξέδιδαν, προκειμένου νά άποδείξουν τήν άδιάσπα-στη συνέχειά μας άπό τήν αρχαιότητα ώς τά σήμερα!... Ά π ό έκεΐ καί πέρα όμως τά τοΰ Ρήγα είναι χάος σκοτεινό, διότι επιδιώκεται τό νόημα μιας επαναστατικής φυσιογνωμίας τών Βαλκανίων (τά Βαλκάνια είχε ό Ρήγας στό νοΰ του καί κανένα είδος... «προπυλαίων») νά μετατραπή σέ «εθνικό ήρωα» γιά τίς άνάγκες τού πρώτου άρθρου τοΰ Συντάγματος. Έ ν α ένδυμα λοιπόν άναδιπλωμένο στή μέση, πού άν τό ίδής βράδυ (άλλά καί μέρα, όπως θά ίδοΰμε) δέν σοΰ έπιτρέπει άκριβώς νά πής άν πρόκειται περί τής άρχαίας... Ασπασίας ή περί μεγάλου δραγουμάνου τής Πύλης. Τό κράτος όμως τότε έστηνόταν μέ τά άγάλματα ώς φαναριωτικό κράτος καί κάπως έτσι σκοτεινά έπρεπε νά είναι ό Ρήγας στό φώς τοΰ 'Ηλίου. Ποιός άλλος νά μπή; Προκειμένου νά βγούμε άπό τήν ύποκειμενική μας άδυναμία ώς πρός τήν μορφή, άποφασίσαμε νά ρωτήσωμε μιά διερχομένη κυρία: «μήπως ξέρετε, κυρία μου, τί παριστάνει αύτό τό άγαλμα;» — «Ποιά, καλέ, αύτή; — Ή Μπουμπουλίνα!...» (Μετά τήν άκρως ικανοποιητική αύτή άπάντηση έκάναμε καί άλλες «δημοσκοπήσεις», δέν τίς λέμε όμως γιατί άναμένομε νά μάς τίς ποΰν οί δημοσιογράφοι στίς έφημερίδες, προκειμένου νά ξέρομε καί μέ ποσοστά τήν κατοχύρωση τών «άνθρωπίνων δικαιωμάτων» άπ ' τό Σύ-νταγμα...). Έτσ ι έντύνονταν οί άνθρωποι τον 19ον αι.;

Στήν βάση τοΰ άγάλματος τοΰ Ρήγα ή άλυσίδα, κατ' άντιστοιχίαν πρός τό σχοινί τοΰ Πατριάρχη (ή ψυχολογία τοΰ «μάρτυρος» έν διαρκεία, άρα υπομένετε άν δέν έχετε νά φάτε...), καί άπό κάτω ή μεγίστη φράση: «αύ-τός μέν ώλετο, σπέρμα δ ' έβλαστεν μέγα». Μέγα, μέγα τό σπέρμα λοι-πόν... Τί τώρα ύπάρχει πίσω άπό όλ ' αύτά; — Τό κτήριο τοΰ Πανεπιστη-μίου, θά έλεγε ένας μυωπικός. Μέγα τό λάθος όσο καί τό σπέρμα! Κατά τούς νόμους τής Λογικής, τά αποτελέσματα έπονται τών αίτιων, έδώ όμως τά πράγματα όφείλομε νά τά ίδοΰμε ολίγον φουτουριστικά. Τό άποτέλεσμα τών... άγαλμάτων βρίσκεται μπροστά άπ ' τά άγάλματα: τά ύπαρξιακά θύ-ματα τής «ιδεολογίας», στρεβλές ύπάρξεις καί ζητιάνοι έπί τοΰ πεζοδρο-μίου, πού προσπαθούν μέ λαχεία, κάστανα καί κουλούρια νά επιβιώσουν ώς τίς επόμενες έκλογές βάσει τοΰ αρθρ. 51 § 5... Μέ ένα λόγο, έπί τοΰ πεζοδρομίου ύπάρχουν τά «άνθρώπινα δικαιώματα» καί ή «άξιοπρέπεια τοΰ άνθρώπου» πού κατοχυρώνει τό ελληνικό Σύνταγμα, μέσω τής καπηλείας τών άγαλμάτων. Γιατί άλλο λόγο ύπάρξεως βέβαια, Ιδιαίτερα στήν σημε-ρινή έποχή, τό έλληνικό Σύνταγμα δέν έχει. "Οσο κι άν διεκδική ό κ. Μητσοτάκης τόν ρόλο τοΰ... Εύρωδιδασκάλου γιά τούς άλλους βαλκανι-κούς λαούς (καί σάν τέτοιος βέβαια οφείλει νά γνωρίζη, ότι ή γραβάτα παραμένει πάντα έλεύθερη, άκόμα κι όταν βγαίνη κανείς στήν Τηλεόραση

172

Page 168: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

νά πείση γιά τήν άνάγκη τών «άπολύτων πλειοψηφιών» μέ τό σακάκι στόν ώμο...).

Αύτή είναι ή «ιστορία τοΰ νεοελληνικού έθνους» καί τό πολιτικο-κοινω-νικό περιεχόμενο του σέ 30 δευτερόλεπτα. Δέν μάς χρειάζονται οί εντρυ-φήσεις στά βιβλία. Καί ώμιλήσαμε περί καπηλείας, διότι βέβαια περί τέ-τοιας πρόκειται. Καί ώς πρός τόν Ρήγα, καί ώς πρός τόν Γρηγόριο. Ώ ς πρός μέν τόν Ρήγα, διότι τοΰ άλλάξαμε όλη τήν ιστορική ύπόσταση καί τόν έκάναμε «έθνικό ήρωα». Ό Ρήγας, φύση παρορμητική τοΰ στιγμιαίου αισθήματος, έσκέφτετο γενικά τό πρόβλημα τής Βαλκανικής μέσα σέ μιά λύση συνυπάρξεως μέ τούς Τούρκους. Καί είχε τούς άπώτατους ψυχικούς του λόγους, διότι έφερνε εντός του τό έγκλημα πού έκανε, σκοτώνοντας τόν Τούρκο στό χωριό του. Καί ότι ψυχικά ήσαν τά κίνητρα τοΰ Ρήγα, άπο-δεικνύει όχι μόνο ή άσάφεια τών σχεδίων του, άλλά καί ή άντιφατικότητα τής πολιτικής του, πού ύπήρξε καί ή αίτία τοΰ θανάτου του (στήν Αυστρία ών κλείνει συμφωνίες μέ τόν Ναπολέοντα!...). Ό Ρήγας όμως είχε δύο άκαταμάχητα προσόντα γιά άγαλμα μπροστά στό ΓΤαν/μιο: ότι ήταν καί διανοούμενος, καί «μάρτυς». Καί ήταν κυρίως καί φαναριωτικώς άνατε-θραμμένος (γιά τήν φαναριώτικη φυσιογνωμία τοΰ κράτους τοΰ καιρού). Ό Καραϊσκάκης π.χ. γιά όλ ' αύτά δέν έκανε. Επίσης καί ό Πατριάρχης, ό όποιος πέθανε σάν ένας συνεπής καί άφοσιωμένος πράκτορας τών Ρώσσων. Ό «άλιεύς», λέει, βρήκε μετά άπό δέκα μέρες τό πτώμα του στόν Βόσπορο καί τό μετέφερε στήν 'Οδησσό. Καί γιατί όχι στήν Κων/πολη ή κάπου έκεΐ κοντά; Ά ν ήταν διακινδυνευμένο γιά τήν Κων/πολη, δέν ήταν γιά τόν φτωχόν «άλιέα» άκόμα πιό έπικίνδυνο τό μακρινό ταξίδι γιά τήν 'Οδησ-σό μέ ένα τέτοιο «εύρημα»; Ενδιαφέρθηκαν λοιπόν οί Ρώσσοι νά μαζέ-ψουν άμέσως τόν άνθρωπο τους καί, όταν άργότερα έφκιαξαν τήν Βουλ-γαρία — κόβοντας έτσι τίς μέσω 'Ελλάδος έπεκτατικές βλέψεις τών τό-τε δυτικών δυνάμεων πρός τήν Μαύρη Θάλασσα —, έχάρησαν τό «εύρημα» στό... «βαλσαμοποιεΐον» τών Αθηνών, νά τύχη τής καταλλήλου αξιο-ποιήσεως (Τά άμφια στήν Μητρόπολη έφυγαν ήδη μπροστά-μπροστά άπό τήν πόρτα ποΰ ήσαν καί μεταφέρθηκαν κάπως... στερεώτερα στήν δεξιά κολώνα).

Ή μόνη λοιπόν πηγή τοΰ «Έθνους» στό Σύνταγμα, βάσει τοΰ όποιου γίνονται οί εκλογές καί καταπιέζονται οί μειονότητες στήν 'Ελλάδα, βγαί-νει άπό αύτά τά άγάλματα καί άπό πουθενά άλλοΰ. Ά λ λ ά ή μύτη τοΰ Καποδίστρια μάς άπαγορεύει νά πιστέψωμε τίς διαβεβαιώσεις ή καί τούς εύγενεϊς πόθους τοΰ Ματθαιόπουλου κατά τά άποκαλυπτήρια (διαβεβαιώ-σεις: «Αί χιλιάδες τών καθ' έκάστην έκεΐθεν παρερχομένων φοιτητών θά

173

Page 169: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

άναμιμνήσκωνται...» καί ευσεβείς πόθοι: «...καί θά μανθάνουν ότι "διά τήν Πατρίδα ύπάρχομεν καί ύπέρ αύτής ζήν όφείλομεν"»).

Ύποθέτομεν λοιπόν ότι είναι ώρα νά άδειάσουν τά Προπύλαια άπό τούς σκοτεινούς τούτους συμβολισμούς καί τίς ιστορικές λαθροχειρίες. Τό μόνο άγαλμα πού ύπάρχει δικαίως έκεΐ είναι τοΰ Γλάδστωνος. Οί "Αγγλοι, μήν έχοντας δικό τους «έλληνα» διανοούμενο νά στήσουν όπως π.χ. οί Γάλλοι τόν Κοραή, έστησαν τήν πραγματικότητα. Γιατί χωρίς τόν Γλάδστωνα — ό όποιος σημειωτέον ήταν ό πιό φιλολογικά καταρτισμένος πρωθυπουργός τής 'Αγγλίας, τύπος μεσογειακός καί πού ούδέποτε θά παραχωρούσε τά Επτάνησα άν μπορούσε νά κάνη άλλοιώς — ούτε προπύλαια θά ύπήρχαν, ούτε όδός Παν/μίου, ούτε πεζοδρόμιο «άνθρωπίνων δικαιωμάτων». Τουλά-χιστον όπως ύπάρχουν... Σ ' αύτό λοιπόν τό άγαλμα οφείλει νά μεριμνήση ή πρυτανεία νά ύπάρχουν κάθε πρωί φρέσκα λουλούδια — μόνη ή μέριμνα γιά τά δάχτυλα δέν έπαρκεΐ —, τά δέ ύπόλοιπα νά τά βγάλωμε άπό 'κει. Τοΰ μέν Καποδίστρια, θά τό πετάξωμε, καθότι άνευ αξίας. Τοΰ Κοραή, έστω καί όπως είναι, θά τό μεταφέρωμε στό... «Μουσείο τής 'Ακροπόλεως». Καί τά δυό μεγάλα θά τά μεταφέρωμε στήν Μητρόπολη 'Αθηνών, έως ότου διευκρινισθή τό ιστορικό νόημά τους. Στό Σύνταγμα έν τω μεταξύ θά γρά-ψωμε άπλώς: «Άπασαι αί έξουσίαι πηγάζουν έκ τοΰ ποδοσφαίρου καί ύ-πάρχουν ύπέρ τών έκλογών».

Μόνο έτσι θά καταστούμε σεβαστοί στόν σύγχρονο κόσμο. 'Αναγνωρί-ζοντες τήν άλήθεια καί άποδεχόμενοι τίς συνέπειες. Ό ελλαδικός χώρος σήμερα καί ό έλληνισμός έχουν πολλά άλλα πράγματα νά προσφέρουν, παρά νά άσχολοΰνται μέ τίς άπεγνωσμένες μικροεπισκευές τών «άγαλμά-των»... Δυστυχώς, ενώ τά πράγματα είναι πάρα πολύ άπλά, οί «συνταγμα-τικές θεωρίες» μάς τά μπερδεύουν άνεπιτρέπτως. Τό παράξενο είναι ότι επιδιώκουν νά δώσουν «νομικήν άξια» σέ έννοιες πού άπό τήν φύση τους καμμιά τέτοια δέν έπιδέχονται. Γιατί οί έννοιες «λαός» καί «έθνος» δέν είναι, καί ούτε πρέπει νά είναι άπό τίς επιδεκτικές ορισμού. "Αν μπορούσαν νά όρισθοΰν όλες οί έννοιες, άν δέν ύπήρχαν δηλαδή οί «άρχικές» έννοιες τών έπιστημών πού νά άποκτοΰν κάθε φορά νέο περιεχόμενο άνάλογα μέ τίς έξελίξεις τής ζωής καί τής ιστορίας, δέν θά ύπήρχε έπιστήμη καί έρευνα καθόλου. Καί αύτό ισχύει γιά όλες τίς έπιστήμες. Ή έννοια «λαός» είναι έξ ορισμού άόριστη («λαός» συγκεκριμένου είδους ζώων, φυτών κ.λπ.) καί παίρνει τά έκάστοτε περιεχόμενά της άπό τήν συγκεκριμένη χρήση. Έτσ ι π.χ. στήν μαρξιστική φιλολογία «λαός» άλλοτε μέν είναι τό σύνολο τών βιομηχανικών έργατών, άλλοτε καί τό σύνολο τών άγροτών, άλλοτε κοντά σ ' αύτά καί τό σύνολο τών ύπαλλήλων καί άλλοτε τό σύνολο τών κατοίκων μιας χώρας. Γιά τούς Γάλλους επαναστάτες οί εύγενεΐς δέν ήταν λαός, ούτε

174

Page 170: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ή «μπουρζουαζία» γιά τόν Λένιν. Γιά μιά Βουλή «λαός» είναι κυρίως οί ψηφοφόροι. Ά λ λ ά «λαός» δέν είναι μόνο αύτοί. Γίνεται έτσι λόγος στό Συνταγματικό Δίκαιο γιά διπλή έννοια λαού, ή «εύρεΐα» καί ή «στενή». Καί «στενή» είναι τό σύνολον τών πολιτών μιας χώρας (βλ. καί Κ. Γεωργοπού-λου: «Στοιχεία συνταγματικού δικαίου», Αθήνα 1968, σελ. 9), τί είναι όμως «εύρεΐα» δέν είναι εύκολο νά όρισθή. Διότι αύτή είναι θέμα συνδυασμένης θεωρήσεως καί άλλων έπιστημών, όπως ιστορίας, κοινωνιολογίας, λογοτε-χνίας, θρησκειολογίας κ.ά. Στήν εύρεΐα συνεπώς έννοια τοΰ «λαοΰ» ύπει-σέρχεται καί ή έξ ίσου εκείνη άόριστη καί κατά τούς ίδιους τρόπους κατά περίπτωση όριζομένη τής τοΰ «έθνους». Ά λ λ ά έδώ ύπεισέρχεται ένας νέος παράγοντας, πού καθιστά τήν άδυναμία όρισμοΰ προφανή: ότι ή έννοια τοΰ «έθνους» είναι ή έννοια τής πολιτισμικής πραγμάτωσης στήν ιστορία — ή έννοια τοΰ «άντικειμενικοΰ πνεύματος» τοΰ Hegel —, ή άξιολόγηση καί κατανόηση (μέ τήν φιλοσοφική έννοια τοϋ όρου, Ver-stehen) τής οποίας γίνεται πάντοτε άπό τό παρόν. Δηλαδή καμμία έννοια παρελθόντος καί «έθνους» δέν ύπάρχει, άν δέν ύπάρχη «παρόν» στούς λαούς. Γ ι ' αύτό άκρι-βώς καί μόνο άξιολογικώς (δηλαδή κάτι πού κυρίως «δέν είναι» καί όχι κάτι πού «είναι») μπορεί νά «όρισθή» τό έθνος. Καί έτσι άκριβώς άπαντα καί ή αρχική έννοια στήν Παλαιά Διαθήκη, όπου πρωτοσυναντάται ό όρος. Καί μάλιστα στόν πληθυντικό. «Έθνη» είναι αύτά πού δέν είναι τό «έθνος» (τών Εβραίων). Ό όρος δηλαδή είναι στοιχεΐον άποκλεισμοΰ καί άρνήσεως μέσα άπό μιά άξιολογική οργάνωση τοΰ παρόντος. "Ετσι είναι καί στόν Ισοκράτη.

Στά δικά μας Συντάγματα ή έννοια τοΰ «έθνους» δέν έμπήκε βέβαια ώς άπόρροια κάποιων άναλόγων φιλοσοφικών προεργασιών — οί όποιες καί έξ άντικειμένου δέν ύπήρχαν —, άλλά, άφοΰ δέν ύπήρχε ένας φορέας σέ ένα κράτος τών παντός εί'δους μειονοτήτων, άκριβώς επειδή έπρεπε νά έπινοηθή κάποιος, ευρείας έλαστικής δυνατότητος, προκειμένου αύτό νά ύπάρξη. "Η λοιπόν «έθνος» καί καταπίεση μειονοτήτων — όπότε έχομε τό κράτος —, ή «λαός» καί μειονότητες, όπότε έχομε διοικητική άνυπαρξία «έλληνικοΰ κράτους». Ή άσάφεια τών «συνταγματικών θεωριών» — οί όποιες άναζητοΰν πάντα τήν «νομική σημασία» τών έννοιών καί όχι τό τί πράγματι αύτές θεσμοθετούν — παραμένει προφανώς μέχρι σήμερα, όπως καί τό άντίστοιχο χρήσιμο κομφούζιο τών «συνταγματικών διατάξεων». Ή βαθύτερη σημασία τών πραγμάτων μοιάζει π.χ. νά μήν άπασχολή τόν κ. Ράϊκο στό πλήρες μέν άλλά «νομικοτεχνικής ύφής» βιβλίο του πού μνη-μονεύσαμε. Καί άπορεΐ διότι ό τότε Πρόεδρος Κ. Τσάτσος επέμεινε γιά τό «έθνος» στό άρθρ. 1. Ά λ λ ά οί παλαιότεροι, όπως διαπιστώνομε, ήσαν καί ολίγον πονηρότεροι περί τά σχετικά. Καί όσο μάλιστα πιό πίσω πάμε, τόσο

175

Page 171: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

μεγαλύτερες πονηριές βρίσκομε — πράγμα φυσικό. Καθόλου άσκοπες, ό-πως τίς χαρακτηρίζει ό κ. Ράϊκος (σελ. 86), δέν ύπήρξαν οί συζητήσεις περί «λαού» καί «έθνους» (καί μετά τήν Χούντα), διότι φανερώνουν μιάν ούσιώ-δη πραγματικότητα: τήν δομική αδυναμία υπάρξεως ελληνικού κράτους. Έάν οί έξουσίες δέν ύπήρχον «ύπέρ τοΰ έθνους» — τό όποιον άποτελεΐ ή 'Εκκλησία —, δέν θά ήταν δυνατόν νά γίνουν οί ορκωμοσίες στήν Βουλή. Χωρίς τό «έθνος» θά έπρεπε ό εκάστοτε Πρόεδρος καί Πρωθυπουργός νά ώρκίζοντο καί ενώπιον τοΰ Ραββίνου καί τοΰ Ίμάμη. Καί θά ήταν δυνατόν στίς «εθνικές γιορτές» νά παιανίζωνται τρεις τούλάχιστον «εθνικοί ύ-μνοι»;... "Οχι λοιπόν οί «νομικές ερμηνείες» άλλά οί ιστορικές καί κοινω-νιολογικές κατανοήσεις άποτελοΰν τά μέτρα καί στά σταθμά τών συνταγ-ματικών μας καταστάσεων. Τό νά έπιδιώκεται νά δοθή «νομικό ύπόβαθρο» στήν ολικώς άόριστη άπό έλληνικής άπόψεως έννοια τοΰ «έθνους» διά τοΰ «άποδήμου έλληνισμοΰ» (σελ. 88), είναι τούλάχιστον φιλοσοφικόν έλάττω-μα. Διότι τήν «συνταγματική ύπαρξη» τοΰ έλληνισμοΰ αύτοΰ δέν τήν δίνουν οί «διατάξεις» τών 'Αθηνών, άλλά οί παπάδες... Καί κάτι άκόμη: ούδόλως άντιφατική είναι ή διατύπωση τοΰ αρθρ. 3, § 1 τοΰ γαλλικοΰ Συντάγματος (σελ. 87), έφ' όσον λάβει κανείς ύπ' όψη ότι ή Γαλλία είναι ή χώρα, όπου τό «έθνος» έλαβε τήν σημασία τής συνεχούς πολιτικής βουλήσεως («Nation est le plebiscite de tous les jours», είχε 'πει ό Ε. Renan). Συνεπώς, ότι «ή έθνική κυριαρχία άνήκει στόν λαό», πάει νά 'πή: έάν άποφασίζουν οί Γάλλοι νά μετατρέψουν τήν "Οπερά τους (πού άποτελεΐ συστατικό πολι-τισμικό στοιχείο τής έννοιας τοΰ «έθνους» των) σέ καφωδεϊον, ούδείς μπο-ρεί έκ τών προτέρων νά τούς ένοχλήση. 'Ασχέτως βέβαια ώς ποιό βαθμό μπορούν ν ' άποφασίσουν κάτι τέτοιο, πράγμα πού δέν άποτελεΐ θέμα «συ-νταγματικής θεωρίας» ούτε τού παρόντος. Πάντως συγκρίσεις μέ τά τοΰ δικού μας «έθνους» δέν υπάρχουν. Καί όσο γιά τό γεγονός ότι ό κ. Παπαν-δρέου στίς σχετικές συζητήσεις συμπεριέλαβε εις τήν εύρεΐαν έννοια τοΰ λαοΰ «"καί τάς μεθαυριανάς γενεάς" καί έτσι κατεσκεύασεν μίαν έννοιαν Λαού, ή όποία είναι άγνωστος εις τό Δημόσιον Δίκαιον» (σελ. 89), άσφα-λώς ό κ. Παπανδρέου δέν είπε πώς θέλει νά έκλεγή γιά μιά τετραετία μόνο, ούτε ίσως ότι σέ κάτι σάν τήν Ελλάδα χώρες ό «λαός» δέν μπορεί νά λάβη τήν σημασία τοΰ... άκκορντεόν, άλλά δέν βλέπομε πού ύπάρχει θεωρητικά τό λάθος, δηλαδή ποιά είναι ή άντίστοιχη έννοια «είς τό Δημόσιον Δί-καιον». Ό Κ. Γεωργόπουλος πάντως, παραπέμπων στόν 'Αριστοτέλη, βέ-βαιοι άκριβώς αύτό πού είπε ό κ. Παπανδρέου (μν.έ., σελ. 10).

'Αλλά έν πάση περιπτώσει πολυλογούμε άνευ άντικειμένου, διότι ή έννοια τοΰ «έθνους» σ ' έμάς είναι άπλουστάτη. «Έθνος» είναι τό χερούλι τής

176

Page 172: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

κουτάλας. Καί εμφανίζεται κάθε φορά πού θά γίνη επίθεση κατά τοΰ δη-μοσίου προϋπολογισμού, έως καί τοΰ αραβοσίτου συμπεριλαμβανομένου. 'Εννοούμε έξ αρχής τοΰ νεοελ. κράτους. Εύθύς μετά τήν έξωση τοΰ Όθωνα επακολουθεί τό «Ψήφισμα τοΰ "Εθνους», διά τοΰ οποίου έξαγγέλεται «ώς κοινή άπόφασις τοΰ ελληνικού Έθνους», νά γίνη προσωρινή Κυβέρνηση μέ Πρόεδρο τόν Δημ. Βούλγαρη, ό όποιος θά συνεκάλει τήν «Συνέλευσιν τών πληρεξουσίων τοΰ Έθνους». Τό βλέπομε: «"Εθνος», «Έθνος», «Έ-θνος»...

Θέλομε τώρα νά ίδοΰμε τί έκαμαν αύτές οί Κυβερνήσεις μέ τό «Έθνος», ώσπου νάρθη ό Γεώργιος; — Στό τέλος τοΰ 1862 τό δημόσιο ταμείο είχε 900.000 δραχμές (ισοδυναμία σέ χρυσό γαλλικού φράγκου). Μέ τήν «Επα-νάσταση» άμέσως οί 500.000 έκαναν φτερά, σύν 200.000 δρχ. περίπου άπό τήν ρεμούλα δημητριακών στίς δημόσιες άποθήκες. Καί άπό αύτό πού έμεινε, έφηρμόσθη ή εξής «κοινωνική» πολιτική: χήρα τοΰ Παπανικολή, 120 δρχ. μηνιαία σύνταξη· χήρα τοΰ 'Ανδρούτσου, 200 δρχ. τόν μήνα. «Βοηθήματα» εις άτομα «βοηθήσαντα κατά τήν έπανάστασιν» τοΰ «Έ-θνους», 34.000 δραχμές. «Ειδικές αποζημιώσεις» γιά δυό πρωτοπαλλήκαρα 5.000 καί 3.000 δραχμές αντιστοίχως. «Βοηθήματα» σέ πρώην γερουσια-στές, 15.000 δρχ., «έπαναστάται Δημοσιογράφοι» 14.250. Γιά τήν διάλυση τών οπλοφόρων τοΰ Γρίβα, 30.000 δρχ. "Εξοδα ταξιδιού Ρούφου καί Δελη-γιώργη στό Μεσολόγγι πρός «έξευμενισμόν τοΰ Γρίβα» 52.500 δραχμές. Γιά άποζημίωση ξένων υπηκόων, παθόντων κατά τήν νύκτα τής 'Επανα-στάσεως (πού Κύριος οίδε τί καί πόσοι έπαθαν μέ τό μακρυγιαννικόν μένος) 9.835 δρχ. (όσο δηλαδή καί τά δυό πρωτοπαλλήκαρα περίπου!). Καί πάει λέγοντας ώς τά σήμερα... Σέ ένα χρόνο καί κάτι δηλαδή, ό «πόθος τής Δημοκρατίας» άδειασε καί τό λίγο πού υπήρχε καί τόν ισολογισμό τοΰ «"Εθνους» έκλήθηκαν μετά άπό λίγο νά τόν πληρώσουν τά Επτάνησα... Κατά πόσον τώρα ήσαν όλοι έμπλεοι ένθουσιασμοΰ μέ τήν «Ένωση», καταλαβαίνομε άπό τούτο, τό κομμάτι ενός γράμματος — καί όχι μόνο άπό αύτό βέβαια — πού έστειλε ό ιππότης 'Ανδρέας Παπαδόπουλος-Βρετός, Λευκάδιος ό ϊδιος, στίς 4/11/1858 άπό τήν Βενετία στόν Γλάδστων:

«Είμαι 'Εξοχώτατε, εις εκείνων τών 'Ιονίων, οί'τινες μετέβησαν έν 'Ελλάδι μή δυνηθέντες πλέον νά ύποφέρωσι τόν συνταγματικόν δεσποτισμόν τών λόρδων μεγάλων άρμοςών τής Αυτής Βρετανικής Μεγαλειότητος. Είμαι λοι-πόν υπήκοος τοΰ βασιλείου τής 'Ελλάδος, άλλά σπεύδω νά τό ειπώ, είμαι έναντίος είς τό φρόνημα τής 'Ενώσεως τών 'Ιονίων νήσων μέ τήν 'Ελλάδα, επειδή εξαιρουμένης τής Λευκάδος, αί άλλαι νήσοι δέν θέλουν κερδίσει τίποτε... Έσκόπευον μάλιστα νά συγχαρώ διά τοΰ τύπου τούς συμπολίτας μου περί τών ελευθεριών, άς σήμερον αύτοί χαίρουσι καί αί όποϊαι έάν

177

Page 173: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ύπηρχον εις τόν καιρόν μου, βεβαίως δέν ήθελον παραιτήσει τό πάτριον έδαφος, ίνα τρέξω κατόπιν μιας χιμαιρικής ελευθερίας έν Ελλάδι».

(Τήν εξαίρεση γιά τήν Λευκάδα τήν κάνει λόγφ τής μεγάλης παραγωγής αλλαντικών πού ύπήρχε έκεΐ — πρόκειται γιά τό φημισμένο ιταλικό σα-λάμι τύπου «κατσιατόρε» —, γιά τήν οποίαν προμηθευόταν τό κρέας, άπό τήν ήπειρωτική 'Ελλάδα. Τήν πολιτική σημασία τοΰ «δεσποτισμού» τήν άνελύσαμε άλλοΰ. Βλ. τό βιβλίο μας «Έπί τής Δομής» κ.λπ., σελ. 158).

Πρέπει όμως πρός τά παραπάνω νά έξηγήσωμε καί μιάν ούσιώδη άπό ιστορικής απόψεως λεπτομέρεια. Ό Θεόδ. Γρίβας (μέ τό «Γρίβα μ ' σέ θέλει ό βασιληάς, τί νά μέ θέλ' ό κερατάς») άνήκε στήν μεγάλη αίτωλα-καρνανική φάρα τών Γριβαίων, πού είναι κλάδος τής άλβανοβενετικής οικογενείας τών Μπουαίων (περί τής οικογενείας τών Μπούα, βλ. καί Κ. Σάθα: «"Ελληνες στρατιώται έν τή Δύσει», στήν σειρά «Βιβλιοθήκη ιστο-ρικών μελετών», άρ. 210, τών έκδόσεων Διονυσίου Ν. Καραβία, 'Αθήναι MCMLXXXVI). Καί οί μέν χριστιανοί έξ αύτής μετώκησαν στήν 'Ιταλία, οί δέ μωαμεθανοί καί ήμιχριστιανοί έμειναν στήν "Ηπειρο καί Στερεά, δηλαδή τήν τότε «'Αλβανία». (Τέτοιας συνθέσεως στρατού ήγεΐτο ό Γρί-βας, βλ. καί Ν. Δραγούμη: «Ίστορικαί άναμνήσεις» έκδ. 1973, τόμ. Α ' , σελ. 187 έν συνδυασμώ πρός τόμ. Β ' , σελ. 221). Καί όπως έξηγήσαμε άλλοΰ (βλ. τό βιβλίο μας «Έπί τής Δομής τοΰ νεοελληνικού Κράτους», β ' έκδ. 'Αθή-ναι 1990, μετά συμπληρώματος), ύπήρχαν εγγενείς καί άξεπέραστες δυσκο-λίες — διατηρηθεΐσες μέχρι τών ήμερών μας στόν νομό Θεσπρωτίας — σχετικά μέ τίς επιδιώξεις τών 'Αθηνών διά τών «νόμων τών άειμνήστων αυτοκρατόρων». 'Αντιπολίτευση σ ' αύτά τά πράγματα παρέμενε πάντα ή δυτική 'Ελλάδα, τήν οποίαν έναν σπουδαίο ρόλο έπαιζε ό Γρίβας.

Οί κοινωνιολογικές αύτές καταστάσεις σάν άπό αιώνων ιστορικά δεδο-μένα άποτελοΰσαν, όπως ήταν φυσικό, καί τούς φορείς τής ευρωπαϊκής επί τής 'Ελλάδος πολιτικής. Οί "Αγγλοι στήν άρχή έχρησιμοποίησαν τά κοι-νωνικά αύτά δεδομένα τής δυτικής Ελλάδος στήν άντίθεσή τους πρός τήν ρωσσική πολιτική, άργότερα όμως, άφοΰ ήδη εγκαθιδρύθηκε τό χριστια-νικό κράτος στήν 'Αθήνα άλλά μέ καθολικόν βασιληά (πράγμα πού άπο-τελοΰσε έγγύηση ότι δέν θά έπικρατήσουν πλήρως «ορθόδοξες» τακτικές καί πού προκάλεσε πολλές φορές τήν άντίδραση τοΰ τσάρου — κατά ώ-ρισμένες έκτιμήσεις μάλιστα ό Καλλέργης παρασύρθηκε στήν στάση του τό 1843 άπό τον ρώσο πρεσβευτή Γαβριήλ Κατακάζη (ρωσσική οικογένεια άπό τήν Μάνη), ό όποιος έτσι έπεσε στήν δυσμένεια τοΰ Νικολάου τοΰ Α' ) , ή έξ άντικειμένου άδυναμία ενσωμάτωσης τής δυτικής στερεάς Ελλάδος

178

Page 174: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τούς δημιουργούσε εμπόδια γιά τήν ανάρρηση τοΰ Γεωργίου ώς δικοϋ των νέου βασιληά. «Εκπρόσωπος» τών άγγλικών τότε έπιδιώξεων, διαδεχθείς τόν Μαυροκορδάτο (τυφλόν όντα τότε) στήν άρχηγία τοΰ «αγγλικού κόμ-ματος» ήταν ό Βούλγαρης, ό όποιος διεξήγαγε καί άντικανονικά άπό κοι-νοβουλευτικής απόψεως τό δημοψήφισμα ύπέρ τοΰ 'Αλφρέδου, όχι όμως άντίθετα πρός τήν θέληση μεγάλων στρωμάτων τοΰ πληθυσμοΰ, έστω καί αν όχι μέ τήν «πλειοψηφία» πού έφερε ό Βούλγαρης. Ό Βούλγαρης, πού χαρακτηρίζεται ώς «πολιτικός μηδαμινής άξίας» καί ό «έμπαθέστερος πρός τούς άντιπάλους του» είχε βέβαια τίς δικές του αντιλήψεις γιά όλ ' αύτά (έκ πεποιθήσεως έλάχιστα πεπεισμένος γιά τήν χρησιμότητα τών κοινοβου-λευτικών άρχών), πού έκδηλώθηκαν άργότερα έπισήμως — όταν ήρθε ό Γεώργιος... Οί "Αγγλοι «έμποδιζόμενοι» άπό τίς διεθνείς συνθήκες (πρωτό-κολλο τοΰ Λονδίνου τοΰ 1830) δέν έδέχθηκαν τήν άνάρρηση τοΰ 'Αλφρέ-δου (άποκλείοντας έτσι καί τήν άντίστοιχη τοΰ έγγονοΰ τοΰ τσάρου κόμη-τος Leuchtenberg, έκ μητρός Γάλλου, τό γένος Εύγενίου Μπωαρναί, γυιοΰ τής Ίωσηφίνας Βοναπάρτη — συνεπώς άκρως άμφίβολο άν θά ερχόταν νά τόν σκοτώσουν στήν 'Αθήνα...), άλλά εύρέθηκαν σχεδόν ύποχρεωμένοι μέ τό άποτέλεσμα νά βροΰν πλέον βασιληά τής δικής των άρεσκείας. Μέσα στήν κατάσταση έκείνη τών λεπτών διαπραγματεύσεων στίς εύρωπαϊκές αύλές, έπρεπε νά περιορισθούν οί «άστάθμητοι» παράγοντες καί κυρίως νά ύποχρεωθή ό Γρίβας, ό όποιος είχε ξεκινήσει τήν έναντίον τοΰ Όθωνα επανάσταση στήν Βόνιτσα, νά διαλύση τόν στρατό του, είτε μέ λεφτά εϊτε άλλως πώς. Σημειωτέον ότι ό άδελφός τοΰ Γρίβα, 'Αλέξης Γρίβας ή Γαρ-δικιώτης, ύπηρετοΰσε ώς στρατηγός πιστά τόν Όθωνα (καί άνέλαβε μάλι-στα τω 1857 νά έξομαλύνη βιαίως τίς σχέσεις τοΰ άδελφοΰ του μέ τόν βασιληά), ό δέ γυιός τοΰ Θεοδώρου Γρίβα ήταν μεταξύ τής επιτροπής πού πήγε στήν Κοπεγχάγη νά προσδεχθή τόν Γεώργιο. Ό εριστικός λοιπόν χαρακτήρας τοΰ Γρίβα, ό όποιος εύρισκε έδαφος στήν δυτική Στερεά, όπως καί ή οικογενειακή διάσπαση, πρέπει νά άναχθοΰν σέ βαθύτερα αίτια τών σχέσεων τής δυτικής 'Ελλάδος μέ τό «ένιαίον» κράτος, δηλαδή νά θεωρη-θούν μάλλον σάν άδυναμία ένσωματώσεώς της σ ' αύτό, παρά σάν αύτή καθ' εαυτή, αντίθεση τον Γρίβα μέ τόν θεσμό τής βασιλείας. 'Ανάλογες καταστάσεις διασπάσεως οικογενειών ύπάρχουν άρκετές, όπως π.χ. τών Μαυρομιχαλαίων. Ό Πέτρος Μαυρομιχάλης ώρίσθηκε ήγεμών τής Μάνης άπό τόν εξάδελφο του, βαλή τών νήσων τοΰ Αιγαίου, Σουκιούρ Μπέη, γυιό τοΰ 'Ιωάννη, άδελφοΰ τοΰ πατέρα του, ό όποιος είχε καρατομηθή μέ τά όρλωφικά (ότι ό πατέρας πολεμάει κατά τοΰ Σουλτάνου καί ό γυιός γίνεται βαλή ς καί μπέης, αύτό βέβαια οφείλεται άπλώς στό γεγονός, ότι... ή σοφία τών «μυστικών ύπηρεσιών» τών παρελθόντων αιώνων δέν είχε άνακαλύψει

179

Page 175: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

άκόμα τά «πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων» καί «διαγωγής». Τό ϊδιο έκαναν καί οί ευρωπαίοι, άφομοιώνοντας άναλόγως όσους «γόνους» συνέλαβαν κατά τήν μάχη τής Βιέννης...). Ή έκ θρησκευτικών πάντως λόγων διάσπαση τοΰ κοινωνικού σώματος τοΰ τότε έλληνισμοΰ πρέπει νά λαμβάνεται πάντα ύπ' όψιν, διότι άκριβώς σ ' αύτή οφείλονται πολλά φαι-νόμενα «άγριότητος» καί «άδιεξόδων», άνεξήγητα άλλοιώς. Πόσο τεράστιο ρόλο έπαιξαν αύτά τά πράγματα καί τί είδους μέσα ήσαν, φανερώνει καί ή «διήγηση» περί τών «άγίων Αναστασίου καί Δανιήλ», τήν οποίαν ό Σ. Ζαμπέλιος φέρει εις τά «Άσματα Δημοτικά» (σελ. 170-200) έκ χειρογράφου τής Μονής Μυρτιωτίσσης τής Κέρκυρας (μέ τόν ύπέροχον κόλπο σήμερα φυσικής, ήγουν φιλοσοφικής καλλιεργείας τοΰ σώματος, τήν οποίαν στό βάρβαρο λεξιλόγιο μας καλούμε «γυμνισμό»): μωαμεθανός Έλλην , άγας σέ μιά περιοχή τής Αλβανίας, προσπαθεί νά πάρη, νά κόψη άπ ' τούς χριστια-νούς τοΰ τόπου του έναν ώραϊον καί προικισμένον νέο. Ό νέος δέν δέχεται καί ό άγάς τόν θανατώνει (Άγιος Αναστάσιος). Οί χριστιανοί όμως κα-ταφέρνουν νά προσηλυτίσουν τόν γυιό τοΰ άγά, νά τοΰ τόν κλέψουν, νά τόν στείλουν στήν Βενετία καί τήν Κων/πολη (Άγιος Δανιήλ), όπότε ό άγάς καί ή μάνα τοΰ παιδιοΰ τρελλαίνονται... Αύτό πού δέν φαίνεται στήν «διή-γηση» είναι ή γλώσσα, στήν οποίαν γίνεται κάποια στιγμή ένας διάλογος τών «άγίων» πρίν άγιάσουν, κι αύτή βέβαια είναι ή ελληνική...

Τά πράγματα αύτά πρέπει πάντα νά συνυπολογίζωνται σιίς άκρως μπερ-δεμένες καταστάσεις τής ελλαδικής ιστορίας καί Ιδιαίτερα τής πολιτικής, όπως είναι ή ιδιαίτερα κρίσιμη καί εξόχως πολύπλοκη τής έποχής πού μάς άπασχολεϊ. Έ άντίθεση πάντως τοΰ Γρίβα τήν έποχή αύτή μοιάζει νά είναι περισσότερο γιά τίς καταστάσεις πού έπεκράτησαν μέ τήν έξωση τοΰ Ό -θωνα, παρά σχετικά μέ κάποιους άνυποχώρητους «ιδεολογικούς» λόγους. Γ ι ' αύτό καί δέχεται μέ πάρα πολύ λίγα λεφτά νά διαλύση τόν στρατό του, πράγμα εξόχως δύσκολο προκειμένου περί άνθρώπων πού ζοΰσαν άπό... τ ' «άρματα». Οί 30.000 δρχ. πού πήρε γ ι ' αύτό άντιπροσώπευαν μηδαμινό ποσό, άν σκεφθοΰμε ότι οί έτήσιες αποδοχές πού καθώρισε ό Βούλγαρης γιά τόν εαυτό του ώς προέδρου τής 'Επιτροπής, ύπογράφοντας μόνος του τά διατάγματα, ήσαν 25.000 δρχ. ( Ό Κανάρης, μόλις άκουσε τό ϋψος τών «άποδοχών» πού καθώριζε ό Βούλγαρης, ύποχώρησε άπ ' τήν δική του άμοιβή σάν έντιμος άνθρωπος πού ήταν, άλλά άρνήθηκε νά συνυπογράψη τά «διατάγματα», ό δέ Μπενιζέλος Ροΰφος (καταγόμενος άπό τήν ιταλική οικογένεια τών διασήμων άρχιτεκτόνων πού διεκόσμησαν καί τό Κρεμλίνο (βλ. τό βιβλίο μας «'Επί τής Δομής» κ.λπ., σελ. 132), κλάδος τής όποιας είχε έγκατασταθή τόν 15ον αί. στήν Αθήνα καί άπό τοΰ 1688 στήν Πάτρα), δέν είχε επιστρέψει άκόμη άπό τήν Πάτρα, όπου είχε πάει γιά τήν Έπα-

180

Page 176: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

νάσταση. Έ κ χαρακτήρος ήταν άνθρωπος ειλικρινής καί άνευ απαιτήσεων. "Ετσι ό Βούλγαρης πρόφθασε καί τά βασικά διατάγματα τά υπέγραψε μόνος του! "Αν πάντως κρίνωμε άπό τό «λογικό» υψος πού καθώρισε ό Βούλγαρης ώς «έπίσημη» (μόνο) άμοιβή, πρέπει νά συμπεράνωμε ότι οί 30.000 γιά τόν σκοπό πού τά πήρε ό Γρίβας δέν ήσαν πολλές. Τίς 52.500 δρχ. όμως δέν κατάφερε νά τίς πάρη ό Γρίβας νά «έξευμενισθή» (στό θέμα τών «άπαιτή-σεων» τόν είχε κυριολεκτικά ξεμυαλίση ό Μακρυγιάννης...), διότι στό με-ταξύ πέθανε (ή χήρα του άργότερα έβγαλε σύνταξη). Τί έγιναν οί 52.500 δέν ξέρομε. Καί επικρατούν δύο έκδοχές: ότι πέθανε άπό κρυολόγημα κατά τήν διαδρομή Βονίτσης-Μεσολογγίου έπειδή έβρεχε, πράγμα μάλλον άπί-θανο. Ή άλλη είναι ότι κάποιοι πρόφθασαν καί τόν πέθαναν. Πάντως φαίνεται ότι ό Δεληγιώργης μέ τόν Ρούφο έφρόντισαν μέ τίς 52.500 νά έπέλθη ό γενικός «έξευμενισμός» πού άπαιτούσαν οί στιγμές. Ό Δεληγιώρ-γης μέ τίς εξαιρετικά λεπτές του διαχειρήσεις στά πολύ κρίσιμα ζητήματα έκείνης τής διετίας ύπήρξε ό κύριος συντελεστής άποκαταστάσεως τής βασιλείας στήν Ελλάδα (ούτως ή άλλως άλλη λύση δέν ήταν δυνατή μέσα στήν γενικώτερη τροπή τής ιστορίας καί τά κοινωνικά δεδομένα τοΰ τό-που). Είχε συμπεθερέψει καί στό χωριό τοΰ Βούλγαρη... Ό Βούλγαρης ήταν μπροστά, γιατί, άσχολούμενος διαρκώς μέ τίς «άμοιβές», τό πετσί του άντεχε. Τίς κρίσιμες όμως διαχειρήσεις τίς είχε ό Δεληγιώργης μέ τό «Κο-μιτάτο» του. "Αν προσέξη κανένας τίς έπεμβάσεις του στήν Συνέλευση, θά ίδή ότι σπανίως έπεμβαίνει γιά θέματα πού άπασχολοΰν τήν «πλειοψηφία» τών «άρχηγών» (φόροι, έσοδα, συντάξεις κ.λπ.), έπεμβαίνει όμως άποφασι-στικά σέ θέματα πού έχουν άμεση σημασία μέ τήν έξωτερική πολιτική έν σχέσει πρός τό άναμενόμενο γεγονός τοΰ Γεωργίου, όπως π.χ. νά μήν έπιβαρυνθή ό ελληνικός προϋπολογισμός (ήγουν τά άγγλικά ταμεία) μέ τά έξοδα άποζημιώσεως γιά τήν περιουσία τοΰ "Οθωνα, πώς θά σωθή τό ύ-πουργεϊο Εξωτερικών άπό μιά τεχνητή κρίση πού είχαν δημιουργήσει οί Γάλλοι, καί, λίγους μήνες πρίν έρθη ό Γεώργιος, σκηνοθετώντας άπό κοι-νού μέ τόν Βούλγαρη (μέσω καί τοΰ Δεωτσάκου, πού διηύθυνε ένα άπό τά δύο τάγματα πού είχε κρατήσει ό Γρίβας γιά τόν εαυτό του μετά τήν διά-λυση τοϋ στρατοΰ καί πέρασε έν συνεχεία στήν ύπηρεσία τοΰ Βούλγαρη) μιά πολύνεκρη έπανάσταση, πού σκοπό είχε νά άδειάση όλο τό λεκανο-πέδιο 'Αττικής άπό κάθε στρατιωτικό συνασπισμό καί νά διοχετευθούν οί οπλοφόροι πρός τήν Στερεά καί τήν Πελ/νησο (18-21 Ιουνίου). Ή τ α ν μιά άπαραίτητη προϋπόθεση, προκειμένου νά σταθή πρακτικά ό Γεώργιος.

Ό Δεληγιώργης ύπήγετο στίς σιωπηλές μεγάλες δυνάμεις καί τίς εύαί-σθητες φύσεις τών λεπτών διαχειρήσεων. Ό Βούλγαρης είχε τότε άλλα πράγματα έπείγοντα μ ' έκείνην τήν Συνέλευση: παρασυρμένος στό στοι-

181

Page 177: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

χεΐο του δπως τό σκουπιδακι στόν χείμαρρο, ήσχολεΐτο μέχρι τήν τελευ-ταία, πώς θά βγάλη 80 δρχ. τόν μήνα σύνταξη σ ' έναν φίλο του δημοσιο-γράφο, επειδή δυό χρόνια πρίν τόν έκρυψε γιά λίγο μέ τήν επανάσταση! Ή καταψήφιση αύτής τής σύνταξης ύπήρξε καί ή τελευταία πράξη έκείνου τοΰ Κοινοβουλίου. 'Ιδού γιατί άρκεϊ σέ όλα τά έλληνικά Συντάγματα οί περί άπαγορεύσεως συντάξεων διατάξεις νά ύπάρχουν στό «Περί Βουλής καί Βουλευτών» κεφάλαιο: διότι τυχόν άλλο δικαίωμα γιά τούς εκτός συ-νυπολογίζεται είς εκείνο τής «ήμετερότητος»...

"Αν ψάξη κανένας σέ πολλά βιβλία ιστορίας νά βρή βαθύτερες διεργασίες καί κάποιους άκριβέστερους καθορισμούς καί πολιτικές διαχειρήσεις κατά τό διάστημα έκείνης τής περιόδου τής Β ' 'Εθνοσυνελεύσεως, έν συν-δυασμώ μέ άλλες λεπτομέρειες τής γενικώτερης διπλωματικής ιστορίας, θά ματαιοπονήση άπλώς. Κάποιες γενικές άδόμητες καί δικονομικής μορφής γνώσεις άναφαίνονται μερικές φορές, χαρακτηριστική είναι ή άντίληψη περί τών σχέσεων βασιληά καί 'Εκκλησίας, άλλά τό όλον έχει τήν μορφή ενός κουβαριού δίχως άρχή καί τέλος. Καί αύτό άκριβώς άντικατοπτρίζει τόν πλήρη κοινωνικό κερματισμό καί άπουσία έθνικής συνείδησης, μέ κυρία διάσταση αύτή τής άτομικής διεκδίκησης. Ούτε στήν πρώτη ούτε στήν δεύτερη 'Εθνοσυνέλευση συζητήθηκαν θέματα άφηρημένα, ίδέες σάν αύτές πού βρίσκει κανείς σέ έθνοσυνελεύσεις άλλων — στήν γαλλική π.χ. ή τήν γερμανική τοΰ '48 — καί πού θά μπορούσαν νά άποτελέσουν στα-θερές μελλοντικές επιδιώξεις κάποιου "Εθνους. 'Ιδιαίτερα στήν δεύτερη, όπου συμμετέσχον καί πολλοί μορφωμένοι, τέτοια θέματα δέν άπαντιώνται. Δέν είναι άποκλειστικός λόγος ή τότε οικονομική έξαθλίωση· είναι ή κοι-νωνική έλλειψη διεργασιών καί προβλημάτων. Τελικώς ή άντίληψη περί τής εύπορίας τών δυτικών κοινωνιών είναι μιά έσφαλμένη άντίληψη. Ή εύπορία αύτή άρχίζει όντως νά πραγματοποιήται σάν κοινωνική κατάκτη-ση μόλις στίς πρώτες δεκαετίες τοΰ αιώνα μας. Τότε άρχίζει ό λαός νά άποκτα μέ τήν πρόοδο τής τεχνολογίας σχετικές άνέσεις (όπως ζεστό νερό π.χ. πού είναι άπό τίς σοβαρές άνάγκες στά βόρεια κλίματα. Οί μάζες μέ τίς μεγάλες κοινωνικές άνακατατάξεις πού έφερνε ή πρόοδος τοΰ καπιτα-λισμοΰ ύπέφεραν. Στήν Paulskirche τής Φρανκφούρτης, όταν οί βουλευτές έθεταν τό θέμα τής «Pressefreiheit» (έλευθεροτυπίας), ό λαός άπό κάτω φώ-ναζε πώς ήθελε «Fressfreiheit» (φαγητό). Οί βιωτικές συνθήκες τοΰ άπλοΰ λαοΰ στήν Ελλάδα ήσαν καλύτερες. Δέν βρίσκεται λοιπόν τό πρόβλημα στήν κοινωνική φτώχεια τών μεγάλων μαζών, άλλά άλλοΰ: στήν έλλειψη ηγεσίας σάν έκφρασης κάποιων ιστορικών καί κοινωνικών διαδικασιών. Γ ι ' αύτό καί οί γνώσεις — κι αύτό παρατηρείται μέχρι καί τών ήμερών μας,

182

Page 178: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

πού τό πρόβλημα είναι μιας γενικώτερης ιστορικής κατηγορίας πρόβλημα — ήσαν γνώσεις τής άτομικής μαθήτευσης, γνώσεις αγωγής καί περιβάλ-λοντος, όχι έκφραση κοινωνικής διαδικασίας καί συνεπώς κοινωνική δύ-ναμη. Ή σ α ν δηλαδή γνώσεις πού δέν άνεγεννώντο μόνες τους στό έπίπεδο κάποιας διανόησης, άλλά άπαιτούσαν άπλώς τόν έκσυγχρονισμό τοΰ δια-βάσματος, τήν «ένημέρωση». Πλούτος στίς «άνώτερες» τάξεις, όταν έγινε ή πρωτεύουσά μας, υπήρχε πολύς. Δέν ήταν όμως προκύψας πλούτος, άλλά συμμαζεμένος πλούτος. Δέν ήταν ό άπό κοινωνικές διαδικασίες πλούτος μιάς τάξεως (γι ' αύτό καί οί «λαϊκές φτώχειες» μεταξύ Ελλάδος καί Ευ-ρώπης δέν συγκρίνονται), άλλά άσυνεχής πλούτος άτόμων καί οικογενειών. Γ ι ' αύτό καί οί «έπενδύσεις» (πού πολύ πάλι τίς άκοϋμε) ούδέποτε άπέδω-σαν γιατί δέν είχαν πού νά έπενδυθούν, σέ κάποιο είδος κοινωνικής συ-νείδησης. Οί Σΐνες καί οί 'Αβέρωφ ήσαν εύρωπαϊκού μεγέθους μεγαθήρια, όπως καί πολλοί άλλοι (οί Σϊνες π.χ. ήσαν οί ιδρυτές τής κεντρικής Τρα-πέζης τής Αύστροουγγρικής Μοναρχίας). Αύτά όμως μόνα φαίνεται ότι δέν έφθαναν. Κάπως άνάλογα είναι τό πράγμα καί μέ τίς ιδέες. Ό σκοταδισμός, άπό τήν έποχή τοΰ Πυθαγόρα καί έντεΰθεν, είναι γενική άρχή τών κοινω-νιών καί τοΰ κόσμου μας (καί σήμερα μάλιστα στήν έποχή τής εξειδικευ-μένης γνώσης είναι γιά τίς μεγάλες μάζες κατάσταση), ή μόρφωση όμως είναι άλλο πράγμα πού πρόερχεται άπ ' τήν κοινωνική διαμόρφωση καί όχι άπ ' τά βιβλία. Είναι δηλ. μιά διαδικασία πολιτισμού πού περιλαμβάνει καί τόν «άδιάβαστον». Δέν είναι συνεπώς ή άγραμματωσύνη τών άμορφώτων άλλά ή μόρφωση τών γραμματισμένων, πού έχει σάν κοινωνική ποιότητα τήν σημασία. Γ ι ' αύτό έχομε καί τόσες «θεωρητικές δυσκολίες» μέ τίς συνταγματικές καί νομικές μας κατασκευές, πού τελικώς δέν άπεικονίζουν μονίμως ειμή μόνον τήν άρχική κατάσταση: τήν έλλειψη κοινωνικού κορ-μού τής 'Ελλάδος σάν κράτους.

Ύποθέτομε λοιπόν ότι πρέπει ν ' άρχίσωμε κάποτε νά μιλούμε μέ πραγμα-τικώτερους όρους γιά τήν «εθνική» μας ιστορία καί μέ λιγώτερην «επιεί-κεια», πού είναι πάντα σ ' αύτά τά θέματα τό προοίμιο στό συνειδητό ψεύ-δος. Είναι μέγα ψέμμα ότι τό πρώτο Σύνταγμα τό θέλησε κάποιος «λαός» έκ λόγων «δημοκρατίας». Ό Όθωνας, τοΰ όποιου άποκλειστικό μέλημα ήταν πώς θά τά έφερνε βόλτα μέ τά εξωτερικά δάνεια πού είχε τότε ή 'Ελλάδα, τούς τόκους των καί τά δημόσια έλλείματα, ήταν άγαπητός άπ ' τόν λαό. Καί έκανε θυσίες, άσχέτως μέ τήν όποια διοίκησή του (τυχαίο άραγε είναι ότι αύτός κι ό Καποδίστριας κατηγορήθηκαν γιά «αύταρχι-σμό»; Μόνο μέ τήν δεύτερη 'Εθνοσυνέλευση, πού άπεκαλύφθη «τί καλό πράγμα πού είναι οί εκλογές» σέ ένα σύνολο κοινωνικής διάσπασης, κα-

ί 83

Page 179: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ταργεΐται ή Γερουσία καί ή Ελλάς μπαίνει οριστικά στόν δρόμο τοΰ «κοι-νοβουλευτισμού» καί τής ύπαναπτύξεως...). Τό «Σύνταγμα» τό ήθελαν επει-γόντως άλληλοφατριαζόμενες κλίκες, μέ άποκλειστικό σκοπό τήν ρεμούλα — πράγμα πού έπιβεβαίωσε ή έκτοτε πραγματικότης. Ό π ω ς έβεβαίωνε ό Ν. I. Σαρίπολος στούς λόγους του, ό κόσμος τότε δέν πεινούσε στήν Ε λ -λάδα. Έ ν συγκρίσει μέ τά προβλήματα τοϋ συγκεντρωμένου προλεταριά-του στίς εύρωπαϊκές βιομηχανικές μεγαλουπόλεις, ό κόσμος έδώ έπερνοΰσε φτωχά, άλλά δέν πεινούσε. "Ολοι κάτι έκαλλιεργοΰσαν, είχαν τά πρόβατά τους, τά ψάρια τους, τό μικροεμπόριό τους, τά κατάφερναν. Τό «Σύνταγμα» τό ήθελε μόνο μιά μειονότητα κλικών, γιατί δέν ήθελαν κουμαντάντε σ ' αύτά πού έπεδίωκαν. Καί δέν έπαψαν άπό τήν άρχή νά θέλουν «συμφωνη-τικά», χωρίς κάν νά περιμένουν νά ίδοΰν τί θά έκανε ό Όθωνας. Ά π ό τό 1833 μέχρι τό 1843, έγιναν επτά στάσεις, μιά ληστανταρσία καί ή μεγάλη τοΰ Μακρυγιάννη. Δηλαδή σέ δέκα χρόνια, έννιά επαναστάσεις, πάει νά 'πή μία τόν χρόνο. Καί ή μεγάλη τοΰ 1843 — πού άνάγκασε τόν "Οθωνα νά παραχωρήση σ ' έκεΐνο τό χάος «Σύνταγμα» (τό ίδιο χάος πού δολοφό-νησε τόν Καποδίστρια) — δέν έγινε λόγω κάποιας «αύταρχικής διοίκησης» καί τών άλλων πραγμάτων πού δέν βαριούνται νά γράφουν οί ιστορικοί, άλλά μέ έναν καί μόνο σκοπό: πώς θά βουτηχθή ή Εθνική Τράπεζα, πού είχε φκιάξει ό "Οθωνας ένα χρόνο πρίν μέ ξένα λεφτά! Γιά νά γλυτώση τήν Τράπεζα ό Όθωνας παραχωρεί τό «Σύνταγμα», άλλά είναι άκριβώς μέ τήν ύπαρξη τοΰ «πειρασμοΰ» τής Τραπέζης πού μετά τό «Σύνταγμα» οί έπανα-στάσεις αύξάνουν σέ ένταση (άπόπειρες δολοφονίας κ.λπ.).

Ό "Οθωνας κατάλαβε άπό τήν πρώτη στιγμή, ότι δέν μπορεί νά ύπάρξη οικονομική άνάπτυξη στήν χώρα χωρίς Τράπεζα καί κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια, στηριζόμενος στό ένδιαφέρον τοΰ Γ. Σταύρου, τοΰ Έΰνάρδου καί τοΰ πρώτου προέδρου τοΰ Ελεγκτικού Συνεδρίου Άρτέμωνος Regny, νά τήν ίδρυση. Τά χρήματα δέν επαρκούσαν (στήν άρχή προεβλήφθη κε-φάλαιο 2.600.000 δρχ., μετά όμως ώρίσθηκε τό 1.500.000 δρχ.) και ό Όθω-νας άρχισε νά ζητή δεξιά κι άριστερά, κυρίως στόν πατέρα του καί τούς συγγενείς του στήν Βαυαρία. Έγραφε στόν πατέρα του:

« Ή αγάπη τήν οποίαν τρέφει πρός έμέ ό 'Ελληνικός Λαός καί ή ήσυχία τής Χώρας κινδυνεύουν, άν δέν κατορθώσωμεν νά ίδρύσωμεν τήν Τράπεζαν. Δώδεκα ώς δεκαπέντε χιλιάδες άνθρωποι, άπό διαφόρους επαρχίας ζητούν δάνεια... Χιλιάδες Ελλήνων θά σας ευλογούν άν τούς βοηθήσετε καί αύτήν τήν φοράν».

Άλλοΰ:

184

Page 180: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

«Είργάσθην χωρίς διακοπήν δώδεκα ώρας διά τήν τελικήν διατύπωσιν τοΰ Καταστατικού τής Τραπέζης... "Εως τάς 10 καί 1/2 τό βράδυ δέν έφαγα τίποτε όλην τήν ημέρα ούτε πρόγευμα, ουτε γεϋμα. 'Εργαζόμενος συνεχώς, έλαβον μόνον ολίγον ψωμί, νερό καί λεμονάδα».

Καί λίγο πρίν βγάλη τό διάταγμα τής ιδρύσεως της (30/3/1841):

«Πρό ολίγου απεφάσισα νά ιδρύσω τήν Έθνικήν Τράπεζαν τής Ελλάδος, όμοίαν περίπου μέ τήν Έθνικήν τής Βαυαρίας... Δέν ύπάρχει πλέον, αγαπητέ μου πατέρα, άνάγκη νά σας ξαναγράψω διά τήν σπουδαιότητα αύτοϋ τοΰ 'Ιδρύματος. Σας συνιστώ θερμώς καί σεις νά συμμετάσχετε εις αύτό καί νά παρακινήσετε δσον τό δυνατόν περισσότερους άπό τούς συγγενείς μου καί γενικώς άπό τούς Βαυαρούς νά κάμουν τό ίδιον. Τό παράδειγμα σας θά είναι τόσο μάλλον χρήσιμον, καθ' δσον ή 'Ελλάς έχει, πρωτίστως, ανάγκην ξένων κεφαλαίων, καί είμαι υποχρεωμένος κυρίως εις τήν Βαυαρίαν νά α-ποθέσω τάς έλπίδας μου. Μία ένθάρρυνσις προφορική ή έμπρακτος άπό μέρους τοΰ πολυαγαπημένου Βασιλέως είναι απαραίτητος».

Πράγματι, ό Λουδοβίκος πείθεται καί άγοράζει 200 μετοχές, άλλά ή Τρά-πεζα άργησε άκόμη ένα χρόνο νά λειτουργήση, διότι άπό τίς 5.000 μετοχές πού προέβλεπε τό καταστατικό, μόνο 1.000 μπόρεσε νά άγοράση τό ελλη-νικό κράτος, άφοΰ πρώτα δανείσθηκε πρός τούτο 250.000 δρχ. άπό τόν Έΰνάρδο, ό όποιος άγόρασε καί γιά τόν εαυτό του 300 μετοχές.

Αύτά βέβαια τά παρακολουθούσαν οί «ήρωές» μας άπ ' έξω, άλλά δέν τούς άρεσαν καθόλου. Ή ιδέα τής εισροής χρημάτων άπό τό εξωτερικό τούς ένθουσιάζε, ή ίδέα ιδρύσεως Τραπέζης όμως τούς άρρωστοΰσε. Γιατί είχαν στά χέρια τους όλο τό τοκογλυφικό έμπόριο καί καταλήστευαν τόν κό-σμο γιά τά καλά. Ή οικονομική ζωή τής χώρας είχε παραλύσει καί ή τοκογλυφική καταλήστευση ήταν κάτι πρωτοφανές. Μέσφ τοΰ λησταρχι-σμοΰ καί τής κουμπούρας, όποιος ήθελε νά κάνη κάτι έπρεπε ή νά κατα-λήξη στούς τοκογλύφους ή νά τούς δεχθή «μετόχους». Στό άκουσμα τής ιδρύσεως Τραπέζης, έπόμενο ήταν λοιπόν νά τούς πιάνη νευρική κρίση. 'Ιδού τί γράφει ή έφημερίδα τής έποχής «Ζέφυρος» στό φύλλο της τής 12/ 11/1841, μέ καταφανές τό ύφος τής αγανάκτησης καί τής δηλητηριώδους ειρωνείας:

«Καθώς ό άκανθόχοιρος ταράτ. "ται είς κάθε κτύπον, τοιουτοτρόπως καί οί έντιμοι καί ευσυνείδητοι τοκογλύφοι μαίνονται οσάκις άκούουν δτι συσταί-νεται χρηματική τράπεζα' τήν φοράν δμως ταύτην ό Θεός νά φυλάξη τούς τοκογλύφους άπό τήν άποπληξίαν καί πρό πάντων άπό τήν αύτοχειρίαν.

185

Page 181: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Λέγουν δτι εϊδον ένα νέγρον νά βαστα σχοινί σαπουνισμένον ή οσονούπω σύστασις τής Τραπέζης αποτελεί τήν φήμην ταύτην πιθανήν».

Τούς «έντιμους» καί «εύσυνειδήτους τοκογλύφους», τά «πρωτοπαλλήκαρα» καί τούς άρχηγούς, ή Τράπεζα λοιπόν τούς έξαγρίωνε, διότι τούς έπαιρνε τό χρυσοχοεϊον άπ ' τά χέρια. Στά όνειρα καί τά «όράματά» τους άρχισε νά έναλλάσσεται ό νέγρος μέ τήν Παναγία, ή «δημοκρατική τους συνείδη-ση» νά βρίσκεται βαθύτατα πληγωμένη, καί ένα χρόνο άπό τής ιδρύσεως τής Τραπέζης επαναστατούν (αύτοί τόν τόκο τόν είχαν 40-50%, ένώ ή Τράπεζα τόν κατέβασε σέ 8-12%). Τό «κίνημα» έγινε άκριβώς μ ' ένα νόμο τής 12/7/43 περί άνοικτών πιστώσεων! Ό Όθωνας, προκειμένου νά γλυ-τώση τήν Τράπεζα πού μέ τόσον κόπο έκανε, παραχωρεί τό «Σύνταγμα», όπότε οί «άντιπρόσωποι τοΰ Έθνους» άπό έδώ καί πέρα θά κυττάξουν νά μεταβάλουν τήν «Βουλή» σέ άντικλείδι γιά τίς κάσσες τής Τραπέζης. Τίς χωρίς χασομέρεια «προγραμματικές δηλώσεις» τίς είδαμε άπό στόματος Παλαμήδη καί Μακρυγιάννη. Ό Ν. I. Σαρίπολος, πατέρας τοΰ γνωστοΰ μας συνταγματολόγου καί έξοχος νομομαθής τοΰ καιρού του, έτελείωνε τούς λόγους του στήν «Βουλή» στερεοτύπως: «Θέλετε νά μήν πληρώνετε φόρους καί νά παίρνετε μισθόν».

Σημειωτέον ότι μικρή γεύση περί «Τραπεζών» ύπήρχε άπό τό πρόσφατο παρελθόν, δεδομένου ότι κάποιες μικρές προσπάθειες πού πρόφθασε νά κάνη ό Καποδίστριας γιά τήν ίδρυση Τραπέζης «έξανεμίσθηκαν» άμέσως μετά τόν θάνατο του στό πϊ καί φϊ, ώστε ό "Οθωνας ν ' άναγκασθή νά τήν κλείση. Έ Εθνική Τράπεζα λοιπόν άπό 'δώ καί πέρα θά άποτελοΰσε τό μόνιμο περιεχόμενο τών ύποσυνειδήτων, πράγμα πού ήξεραν οί μεγάλες δυνάμεις τοΰ καιρού, άφοΰ ύπήρχαν καί ξένα κεφάλαια μέσα, καί φρόντιζαν νά βάζουν άνθρώπους σάν τόν βενετικής καταγωγής Μάρκο Ρενιέρη (Renier), πού δέν ήσαν αύθεντίες ίσως στά οικονομικά (καθηγητής τοΰ γαλλικού δικαίου ήταν), ήξεραν όμως πού βρίσκεται ό κίνδυνος.

Αύτό άπεδείχθη κάλλιστα τω 1862 μέ τήν εκθρόνιση τοΰ "Οθωνα. Εύθύς ώς οί τρεις μεγάλες δυνάμεις έδιάβασαν τό «Διάγγελμα τοΰ "Εθνους» τοΰ Βούλγαρη (όχι τήν προκήρυξη τοΰ Δεληγιώργη πού είναι μιά μέρα πρίν), άμέσως κατάλαβαν περί ποίου έπρόκειτο. Κατά έναν μυστήριο τρόπο, ή μεγάλη φατριαστική έπανάσταση τοΰ 'Ιουνίου τοΰ 1863 — πού υπήρξε μία άπό τίς πιό πολυαίμακτες τής νεοελληνικής ιστορίας (δηλ. μεγίστης σφο-δρότητος...) — έγινε πέριξ τοΰ κτηρίου τής Εθνικής Τραπέζης. Σάν νά μήν ύπήρχαν άλλες πλατείες καί άλλα μέρη στήν 'Αθήνα. Έκεΐ ρήμαξαν όλα τά γύρω μαγαζιά καί στό τέλος έμπαιναν στά Ξενοδοχεία καί λήστευαν τούς πελάτες. Καί ή Τράπεζα πού ήταν καί ό κύριος στόχος έσώθηκε, διότι ό

186

Page 182: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ιδρυτής της Γ. Σταύρος έκαμε διάβημα πρός τούς πρεσβευτές τών τριών μεγάλων δυνάμεων, οί όποιες έβγαλαν ναυτικά άγήματα καί τήν περικύκλω-σαν. "Οχι προσκαίρως, άλλά «έπί πολλούς μήνας έφρούρησαν τό κατάστη-μα τής Έθν. Τραπέζης», γράφει ό I. Βαλαωρίτης (βλ. «'Ιστορία τής Έθν. Τραπέζης τής Ελλάδος», τόμ. Α ' , 'Αθήνα 1902, σελ. 39). Τό γεγονός λοιπόν ότι κατάφερε ό Όθωνας νά σώση τήν Τράπεζα έπί είκοσι χρόνια είναι μάλλον θαύμα. "Ενα χρόνο μετά τήν ίδρυση «Σύνταγμα» καί άμέσως μετά τήν εκθρόνιση ή... πολιορκία!

Είναι χαρακτηριστικό γιά τήν συμπαγέστατη «έθνική κλειστότητα» καί τό νόημα τής «άπολύτου έθνικής κυριαρχίας», πού ενείχε έκεΐνο τό «Διάγ-γελμα» τοΰ Βούλγαρη, παρ' όλο πού τά λεφτά ήσαν ξένα δάνεια. Καί τό όποιον άρχιζε μέ τίς πιό σκοτεινές, άφηρημένες καί άπύθμενες λέξεις τοΰ... «έθνικοΰ λεξιλογίου» ώς έξής:

«Συμπολΐται! Σύστημα πολιτικής, ταπεινώνον τήν ΕΘΝΙΚΗΝ ΑΞΙΑΝ, έπάγον δέ τήν ΚΑΤΑΠΤΩΣΙΝ ΤΩΝ ΗΘΩΝ, σύστημα κυβερνήσεως ΑΘΕΤΗΣΑΝ τό πρός τούς ΝΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ καί τάς ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙ-ΤΩΝ ΣΕΒΑΣ, εί'πετο νά διεγείρη καθ' έαυτοϋ ΤΑΣ ΠΕΠΟΙΘΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ».

Νάτο πάλι τό «Έθνος»! Βλέπομε λοιπόν ότι οί «ιστορικοί δεσμοί» Ελλάδος καί 'Αμερικής είναι

βαθύτατοι. Δέν είχαν μόνο οί 'Αμερικανοί τό «Φάρ Ούέστ», όπου «έσηκώ-νονταν» ολόκληρες Τράπεζες· είχαμε κι έμεϊς τό δικό μας καί πολύ καλύ-τερο. Ή μόνη διαφορά ήταν ότι γιά τό δικό μας δέν υπήρχε 'Αστυνομία, διότι ή έπιχείρηση ήταν «έθνική». Καί έτσι μείναμε μόνο λιγάκι πίσω στήν τεχνολογία... Δυστυχώς τήν λέξη «Φάρ Ούέστ» δέν μπορέσαμε νά τήν βρούμε σέ κανένα βιβλίο ελληνικής «συνταγματικής θεωρίας». Λέμε «θεω-ρία», γιατί συνταγματικής ιστορίας βιβλία στήν Ελλάδα δέν έχομε. «Ιστο-ρία», σημαίνει αίσθηση τής πραγματικότητος. Κρίνοντες άπό τήν έξέχου-σα περίπτωση τοΰ 'Αλεξάνδρου Σβώλου, πού θά μάς άπασχολήση πιό κάτω, τέτοιαν αίσθηση στούς έλληνες συνταγματολόγους δέν δικαιούμαστε νά ύποθέτωμε. Ή περίπτωση τοΰ Ν. I. Σαρίπολου δέν ύπήρξε μοναδική.

Καί τό βλέπομε: μέχρι τών ήμερών μας ή «έθνική κλειστότητα» είναι τό μόνιμο διαπραγματευτικό χαρτί γιά τήν χρήση τοΰ άντικλειδίου. «Έθνική άξία» (;), «κατάπτωση τών ήθών» (!), «σέβας πρός τάς πεποιθήσεις τοΰ έθνους» (!) — τά πιό κενά περιεχομένου νοήματα. Ό Μακρυγιάννης σάν «άντιπρόσωπος τοΰ Έθνους» στήν «Βουλή» τοΰ '44, θά προτείνη πρός άποφυγή τής «καταπτώσεως τών ήθών», «νά ψηφισθή, ώστε πάντες νά πε-

187

Page 183: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ριορισθώμεν είς τά ροΰχα τής Πατρίδος μας καί δχι ξένων Επικρατειών»! Τόν ϊδιον αυτόν καιρό ό φιλολογικός άπατεών Κων. Σιμωνίδης — ένα έπάγγελμα πού θά διαπρέψη στόν τόπο μας — έξέδιδε τά άγνωστα άκόμη βυζαντινά κείμενα παρεμβάλλοντας ολόκληρα κεφάλαια δικά του καί έκ-δίδοντας «βιογραφίες» βυζαντινών πού δέν είχαν ζήσει ποτέ. Άφοΰ τό κράτος έπρεπε νά είναι «βυζαντινό», ήσαν καί αύτά αναγκαία. Ή «έθνικο-φροσύνη» καί τό «έθνος» ώς λωποδυτικές έπιχειρήσεις, χάνονται βαθύτατα στίς ρίζες τοΰ νεωτέρου κράτους μας. Καί κατά τούς πιό άξεδιάλυτους τρόπους.

Τό «κράτα Ρόμμελ καί χαθήκαμε» τής Κατοχής δέν μάς έπιτρέπει νά ύποθέσωμε, ότι οί καταστάσεις αύτές ήρθησαν ποτέ στό ελληνικό κράτος. Ή 'Ελλάδα μεταπολεμικώς, περιθωριοποιηθεϊσα οριστικά μέσ' τήν εξέλι-ξη τοΰ συγχρόνου κόσμου καί μή δυναμένη τίποτε νά παράγη, επόμενο ήταν νά μεταβληθή σέ κατ' άνάγκην «βαλσαμοποιεΐον» κατά τήν κυριο-λεκτική έννοια τοΰ όρου. Τό «βάλσαμο» πιά δέν ήταν βάλσαμο κατά τήν έννοια τοΰ Παλαμήδη — «βοηθητικό» άφ' έαυτής ύγιαινούσης «πληγής» —, άλλά έπιτακτική άνάγκη έπιβίωσης. Ή ψεύτικη έξ άρχής περί «ελλη-νισμού» ιδεολογία στά πλαίσια τοΰ κράτους, δηλαδή ή προσπάθεια νά βγή άπό αύτό κάποιο ομοιογενές είδος «'Ελλήνων» καί ό πλήρως καταστροφι-κός ρόλος τής 'Εκκλησίας πρός τοΰτο, ό διαρκώς συρρέων ελληνισμός στά όρια τοΰ κράτους άπό άλλες ιστορικές διαδικασίες καί ή έλλειψη μιας κρατικής έπιστασίας ώς πρός τίς κοινωνικές κατανομές καί τήν άφομοίω-ση, μετέβαλαν τήν όλη κατάσταση σέ συνθήκη ζούγκλας, όπου τό άποκλει-στικό πρόβλημα ήταν άπλώς ή έπιβίωση καί τίποτ' άλλο. Ό καθένας γενίτσαρος γιά τόν διπλανό ώς μόνη συνθήκη ύπάρξεως. 'Εξ άντικειμένου δηλαδή, ή 'Ελλάδα δέν μπορούσε νά παρακολουθήση κανένα είδος εξέλι-ξης, ούτε καί νά άναλάβη οποιαδήποτε θετική ιστορική λειτουργία. Ό ρόλος της συνίστατο σέ αύτό πού θά μπορούσε μόνο νά τής άναγνωρισθή νά παίξη. "Οπερ καί έγένετο. Οί πολιτικοί θά ήσαν άπλώς «ύπάλληλοι» σ ' αύτό τό έργο. Θέλοντας καί μή. Άκόμη δηλαδή καί τήν στιγμή πού έπρο-τίθεντο νά κάμουν κάτι γιά τό δικό τους πρώτα πολιτικό συμφέρον, οί δομές τοΰ κράτους καί κυρίως ή άνυπαρξία έθνικής ταυτότητας — καί αύτό ση-μαίνει άνυπαρξία διανόησης — θά τούς έβγαζαν τόν τελικό λογαριασμό λαθεμένον. Ή «Αλλαγή» τοΰ κ. Παπανδρέου είναι μόνο τό τελευταίο πα-ράδειγμα. Ή νεοελληνική ιστορία είναι ή διαρκής επανάληψη τής ιδίας κατάστασης. Ούτε καί είναι δυνατόν νά γίνη διαφορετικά, όσο ή 'Ελλάδα διατηρεί τήν παρούσα κρατική της κατάσταση.

Ακούμε βέβαια σήμερα στίς προεκλογικές έρεσχηλίες περί «μέτρων»,

188

Page 184: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

«προγραμμάτων», «υποδομών» κ.λπ. Μάλιστα εσχάτως ό κ. Μητσοτάκης έστήριξε τίς προεκλογικές του έκστρατεϊες στό «δαιμόνιο τής φυλής». Θά ήταν φυσικά λάθος, αν ύπεστηρίζαμε, ότι στήν νεοελληνική ιστορία, δη-λαδή αύτή ν τοΰ έλλαδικοΰ κράτους, δέν ύπήρξαν προσπάθειες καί πρόσω-πα πού άντιπροσώπευαν ούσιαστικές δυνάμεις. Θά ήταν παράξενο άν έλέ-γαμε, ότι μία ύπερδισχελιετής ύπαρξη ένός πολιτισμοΰ δέν είχε νά δείξη κάποιες αναλαμπές μέσα στήν έρειπίωσή της ώς «έθνικοΰ κράτους». Καί θά ήσαν ίσως άρκετές γιά τήν δημιουργία ένός συγχρόνου κράτους, άν ύπήρχε ή έθνική πρός τοΰτο συνείδηση. Ειδικά γιά τήν Ελλάδα δέν θά ήταν ίσως ή ίκανή συνθήκη αύτή μόνο. Θά ήταν όμως ή αναγκαία. Καί δέν θά ήταν οπωσδήποτε ίκανή, διότι έπρεπε νά κερδιθοΰν ιστορικές εξελίξεις καί ή συνείδηση άλλων πολιτιστικών διεργασιών (δηλαδή τό ϊδιο πρόβλη-μα πού ύπάρχει καί σήμερα καί πού άποτελεΐ μιάν γενικώτερη ιστορική κατηγορία). "Επειτα ή 'Ελλάδα ύπήγετο σέ ένα γενικώτερο χώρο (τών Βαλκανίων καί τής Μέσης Ανατολής) καί άπό μόνη της, μέσα στούς γενικώτερους πολιτικούς, καί ιστορικούς συσχετισμούς, δέν ήταν δυνατόν νά πετύχη καμμιάν άτομική λύση. Σίγουρα ύπήρξαν καί προσπάθειες καί γνώσεις. Δέν ήσαν όμως ούτε οί μέν επαρκείς, ούτε οί δέ κατάλληλες. Στό ιδεολογικό οικοδόμημα τής 'Ελλάδος δέν μπόρεσαν νά χωρέσουν οί κοι-νωνικές καταστάσεις τών 'Επτανήσων. Πόσο μάλλον άλλες καταστάσεις τών εύρωπαϊκών διαδικασιών πρός τεχνολογική άνάπτυξη.

Συνεπώς τά περί «δαιμονίου τής φυλής» είναι μάλλον επινοήσεις βαλκα-νικής ύφής, διότι τό «δαιμόνιο» τών λαών είναι διαφορετικό άπό τήν άτο-μική εύφυΐα τών άνθρώπων, πού τέτοιαν έχουν όλοι οί λαοί. 'Υπολογίζεται σήμερα ότι ένα έκατομμύριο περίπου έπιστημόνων έρευνητών άπό τόν τρί-το κόσμο δουλεύουν στούς πιό προχωρημένους τομείς έρεύνης τών βιομη-χανικά άνεπτυγμένων κρατών. Τό φαινόμενο είχε θίξει σ ' εμάς παληότερα σέ κάποια κείμενά του ό καθηγητής τής Φυσικής Θ. Κουγιουμτζέλης. "Α-ραβες, 'Ινδονήσιοι, 'Ινδοί, Κινέζοι (σήμερα οί Παλαιστίνιοι κατέχουν τίς πιό υψηλές θέσεις ώς μάνατζερ στά ζητήματα πετρελαίου), 'Αφρικανοί κ.λπ. μετέχουν στούς πιό προχωρημένους τομείς έρεύνης. «Δαιμόνια» έ-χουν όλες οί φυλές καί ιδιαίτερα οί 'Εβραίοι, πού έβγαλαν κορυφές στήν ιστορία τοΰ εύρωπαϊκοΰ πολιτισμού. Καί τίς έβγαλαν, διότι ή διασπορά τούς ενσωμάτωσε στίς εύρωπαϊκές κοινωνίες. Τό ίδιο καί οί 'Αρμένιοι, όπως καί γενικά οί λαοί τών διασπορών. "Οταν κανείς πηγαίνη ώς ξένος νά ζήση μονίμως σέ μιά χώρα, άν όχι στήν πρώτη, στήν δεύτερη πάντως γενεά καί στίς επόμενες θά κυττάξη κατ' άνάγκην νά μελετήση τόν πολι-τισμό, γιά νά μπορέση νά ένσωματωθή. Αύτό τό καταλαβαίνομε καί άπό τίς έδώ καταστάσεις. Ή «γενηά τοΰ '30» π.χ., πού ήταν κατά πλειονότητα

189

Page 185: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

«ετερόχθονες», τό πρώτο πράγμα πού μελέτησαν ήταν ή «γηγενής κουλτού-ρα» (Σολωμός κ.λπ.). Ή νεώτερη «φιλολογία» μας, όπως καί «κριτική», περισσότερο ένα είδος «πατριδογνωσίας» είναι (πραγμα πού άντανακλα καί στό «τραγούδι»...). Οί "Ελληνες μάλιστα αναλογικά μέ άλλους λαούς έβγα-λαν πολύ λιγώτερους μέ κριτήρια παγκοσμιότητος, πράγμα πού έξηγεϊται απλά: ή μέριμνα τοΰ αρθρ. 108 τοΰ Συντάγματος γιά τήν «μητέρα πατρίδα» δέν τούς άφήνει νά ένσωματωθοΰν, λόγω τοΰ συναλλάγματος, καί έτσι οί ίδιοι μέ τούς παπάδες καί τίς «κοινότητές» τους μένουν πάντα σέ μιά πε-ριθωριακή κατάσταση στίς ξένες κοινωνίες, ασχολούμενοι μέ τίς «μπίσνες» καί (μεταπολεμικώς λόγω Ζορμπά) μέ τίς ταβέρνες... Στήν ιατρική π.χ. ένα μέγεθος σάν τοΰ κ. Γιακούμπ στό έξωτερικό δέν έχομε... Άλλά καί οί ύπάρχοντες "Ελληνες έρευνητές τοΰ έξωτερικοΰ, καί νά θέλουν νά έρθουν στήν 'Ελλάδα, δέν μπορούν. Ούτε ύποδομή γιά νά δουλέψουν ύπάρχει, ούτε κοινωνικώς άφομοιώσιμο τό άποτέλεσμα τής δουλειάς των είναι. Καί όταν θά πάρωμε τά «δάνεια», όχι γιά νά φάμε, άλλά γιά νά άναπτυχθοΰμε μέσω τοΰ «δαιμονίου» μας καί νά καταστούμε «αύτάρκεις» στά βασικά είδη δια-τροφής μας, οί άλλοι θά φκιάχνουν παπούτσια μέ τό 1/5 τής τιμής τών δικών μας. Τίς «βιομηχανίες» μας έτσι θά τίς βάλωμε πάλι στίς «προβλη-ματικές» καί θά ζητήσωμε νέο «δαιμόνιο» καί νέα «δάνεια». Καί πάει λέ-γοντας... Έδώ ή Ελλάδα δέν μπόρεσε νά άφομοιώση έναν Ζαμπέλιο πο-λιτικά καί τόν έκανε «έλληνοχριστιανισμό» (κανένα είδος «εθνικής ιδεο-λογίας» δέν έννοοΰσε ό Ζαμπέλιος μ ' αύτό' ήταν άντίθετος πρός κάθε έννοια κρατικής Ελλάδος καί γ ι ' αύτό δέν δέχθηκε νά γίνη καί «βουλευ-τής», όταν τοΰ τό πρότειναν) καί... άγάλματα. Πώς θά μπορέση σήμερα νά άφομοιώση τόν άτομικό έπιστήμονα; Τό «θά σάς δώσωμε καί κομπιοΰτερ» τοΰ κ. Μητσοτάκη δέν είναι παρά τό «θά σάς φκιάσωμε καί ποτάμια» τής έποχής τοΰ Βούλγαρη...

Ύποθέτομεν λοιπόν ότι τό μόνο πού μπορεί έπί τοΰ παρόντος ή Ελλάδα ώς κρατική ύπόσταση (καί στούς «λόγους» καί στήν πολιτική της σύνταξη καί στά «προγράμματα» καί σέ όλα) είναι νά έπαναλαμβάνη έαυτήν, έπαυ-ξάνοντας άπλώς τό μέγεθος τής κωμικότητος τών πραγμάτων. Γιατί θά ήταν λάθος, άν ύπέθετε κανείς ότι ύπήρξε κάτι τό ούσιώδες νέο στήν πολιτική ιστορία τής Ελλάδος, πλήν μιας διαρκώς αυξούσης κωμικότητος. Τά ά-γάλματα τοΰ Ρήγα δέν σταματούν στήν έποχή πού στήθηκαν. Μόνο πού άν τά παληά ενείχαν κάποιες «ύψιπετεΐς» επιδιώξεις «έξουσιών», τά σημε-ρινά μιμήματά τους δέν έχουν παρά τήν ταπεινή φιλοδοξία κατοχύρωσης τοΰ μηνιαίου μισθολογίου — κάποιων «ιδρυμάτων» καί κάποιου προσθέτου επιδόματος. Καί τήν άνάλογη «αισθητική άξία» βέβαια... Ό πιστεύων ότι

190

Page 186: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τό «έθνος» σταματά στό άγαλμα τοΰ Πατριάρχη, άπατάται οίκτρώς. Ό διερχόμενος τήν όδό 'Ακαδημίας κατατρύχεται «έθνικώς» κυκλοδιώκτως:

Μπροστά-μπροστά στό παρκάκι τοΰ πρώην νοσοκομείου, ό Παλαμάς συνεπαρμένος μέ ύφος 82 αρχαίων φιλοσόφων. Γιατί άραγε ό Παλαμάς, άφοΰ έχομε τόσους άλλους μεγάλους ποιητές; Μά βέβαια έπειδή καθόταν δίπλα έπί τής 'Ασκληπιού! Δηλαδή όπου έχουν κατοικήσει ποιητές ύπάρ-χουν παντοΰ τά άγάλματά τους; Έ ν άντιθέσει πρός τά ονόματα τών δρόμων, μέ τήν «διανόηση» μοιάζει νά μήν έχωμε άνάλογο πληθωρισμό («15.Θ00 δρόμοι» μέ τό όνομα... Καραϊσκάκη στήν περιοχή πρωτευούσης, πού νά βρουν λογαριασμό καί άκρη τά ταχυδρομεία;...). Πρέπει νά χτυπηθή πολύ κανείς άπό τό καυσαέριο καί νά καθίση στό παγκάκι νά πάρη μιάν άνάσα, γιά νά «έννοήση» τά τοΰ... Παλαμά. Άμέσως μόλις σηκώση τό κεφάλι, τοΰ έρχεται κατακέφαλα τό «δίδαγμα»:

«Αύτόν τόν λόγο θά σας πώ δέν έχω άλλον κανένα μεθΰστε μέ τ ' αθάνατο κρασί τοΰ εικοσιένα»

Τά ρητά βέβαια, όπως τό «μέγα σπέρμα» τοΰ Ρήγα έπί παραδείγματι, μπαί-νουν στά άγάλματα μπροστά. Γιά νά τά μελετά μαζί μέ τό εικονιζόμενο πρόσωπο ό θεατής καί μέ τήν έπενέργεια τής αισθητικής λειτουργίας νά «έμβαθύνη» καί νά «διδάσκεται». Ά ν καί βέβαια τά άγάλματα, έν άντιθέσει πρός τίς πλάκες τών νεκροταφείων, πρέπει μόνο διά τής συμβολικής καί τής αισθητικής των δράσεως νά λειτουργούν. Βλέποντας π.χ. κανείς τό άγαλμα τοΰ Βίκτωρα Εμμανουήλ στήν 'Ιταλία, καταλαβαίνει τόσα περί "Εθνους, όσα καί άν έδιάβαζε μιά βιβλιοθήκη. Ά λ λ ά αύτά βέβαια προϋπο-θέτουν, ότι τά άγάλματα «λειτουργοΰν», δηλαδή ότι όντως άποτελοΰν στοι-χεία κάποιας συνείδησης έθνους... Ά ν είναι όλα... Μπουμπουλΐνες, αι, τότε βέβαια έπείγει νά καταπιή κανείς όπως-όπως τό «δίδαγμα» σάν χάπι καί... δέν πειράζει, άς μήν 'δή καί καθόλου τόν εικονιζόμενο. Ένώ λοιπόν μέ τά άγάλματα κατευθύνονται οί άνθρωποι πρός τά... ρητά, έδώ κατευθύνο-νται τά «ρητά» πρός τούς περαστικούς, άκριβώς τήν ώρα πού θά τούς «πιάσουν τά νεφρά» τους άπ ' τήν πεζοπορία καί θά θελήσουν ν ' ανασά-νουν, ή όταν θάχουν ραντεβού στό παγκάκι (όπότε ή «ιδεολογία» θά τούς ένοχλή μέ τά γνωστά άποτελέσματα...).

Καί άν τώρα μεθύση κανείς έλαφρώς μέ τό «άθάνατο κρασί» καί θελήση νά πάη παραπέρα, είναι τότε πού γίνεται πραγματικά τύφλα, διότι θά ύπο-χρεωθή νά καταβρόχθιση οκάδες γλυκισμάτων. Ό «εθνικός μπουφές» είναι βαρύ πράγμα... Στό μέσον τοΰ πάρκου ό Περικλής μέ πέλματα γερά όσο

191

Page 187: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

και ή «ιδεολογία» καί γάμπες μυκονιάτη ναυτεργάτου έπί τουρκοκρατίας. Ώ ς γνωστόν, οί γάμπες (ίδίως στίς γυναίκες), τά δάχτυλα καί τά αυτιά έχουν άμεση σχέση μέ τό «μέσα είναι» τοΰ άνθρωπου... Άφήνομε λοιπόν τόν Περικλή μέ τήν πίκρα πού μάς πότισε καί προχωρούμε δεξιόθεν. Ά -μέσως μπροστά μας τό έκκλησάκι — πού κάπου έκεΐ κοντά βέβαια θά έπρεπε νά είναι (υπόλειμμα τοΰ νοσοκομείου, μιά καί ή «έθνική πολιτική» τά έφερνε πάντα δύσκολα βόλτα μέ τίς άσπιρΐνες...) — καί λίγο πιό κάτω, στό μέσον, τό κυριολεκτικά άχώνευτο «ντεσέρ» τής έθνικής μας πανδαι-σίας: ένα δοχείο άπό τό όποιον βγαίνει μιά Αθηνά πού μέσα άπ ' τό κεφάλι της βγαίνει ό Παρθενώνας!

Ούδεμία βέβαια άμφιβολία ύπάρχει, ότι τό άγαλμα έγινε μέ ό,τι περίσ-σεψε λογιστικώς άπό τίς... γάμπες τοΰ Περικλή. Ά λ λ ά ήταν οπωσδήποτε άναπόφευκτο νά όρισθή ώς αισθητικός σύμβουλος ό προϊστάμενος τής κουζίνας τής Λέσχης Αξιωματικών; Δέν θά μπορούσε τελοσπάντων μιά άλλη «Patisserie» νά προσφέρη κάτι γιά τήν τελείωση αύτής τής έθνι-κής δημιουργίας; Τό άγαλμα δέν λαθεύει βέβαια στήν «συμβολική» ύ-πόστασή του — αύτή τής τούρτας γιά «έθνικές γιορτές» — άλλά, ομο-λογούμε, «έθνικώς» εξεταζόμενο παρουσιάζει αισθητές ζαχαροπλαστι-κές έλλείψεις: μέσα άπό τόν Παρθενώνα, έπρεπε νά βγαίνη ό Πατριάρχης, μέσα άπό τόν Πατριάρχη ό Παπαφλέσσας κρατώντας τό πανώ «αύτοδυνα-μία»!

"Αν θελήσωμε νά σπουδάσωμε τήν «έθνική μας μνημείωση» καί λίγο παραπέρα, όπως στό Σύνταγμα π.χ. μέ τίς... αίολοδωρικές άπομνημειώσεις, τότε θά καταλάβωμε ότι μόνη σωτηρία μάς άπομένει ή... τεχνολογία. Νά προσαρμόσωμε ροδίτσες δηλαδή στά τσαρούχια τών εύζώνων άπό κάτω — σήμερα μέ τά κυλιόμενα πατίνια τών παιδιών τό πρόβλημα έχει λυθή τε-χνολογικώς —, ώστε μέ τό μεγαλοπρεπές «έν-δυό» τών εύσταλών νέων νά βελτιώσωμε κάπως τά θερινά έσοδα τοΰ προϋπολογισμού μας...

Τά πράγματα τής νεοελληνικής κρατικής ιδεολογίας δέν έπιδέχονται σο-βαρή ν άντιμετώπιση, καί όποιος έπιδιώκει νά τά παρουσιάση ώς καταστά-σεις σοβαρότητος οφείλει νά αισθάνεται μέσα του άμαρτωλός. Τό πρόβλη-μα πλέον είναι, άν μπορούν νά διατηρηθούν τέτοια πού είναι καί άν, ώς συνταγματικώς κατωχυρωμένη ιδεολογία, μποροΰν νά δικαιολογούν τά υ-πέρογκα έξοδα τών κοινοβουλευτικών σκηνοθεσιών μέσα στήν πολιτική καί ιστορική διάταξη τοΰ συγχρόνου κόσμου.

Δέν ύπάρχουν συγκεκριμένοι ύπεύθυνοι, ούτε άναζητεΐ κανείς τέτοιους. Ή αναζήτηση υπευθύνων προϋποθέτει υπονοούμενη τήν ύπαρξη κάποιων διεξόδων. Ά λ λ ά οί καταστάσεις τής Ελλάδος, όπως αύτή έστί καί ύφίστα-

192

Page 188: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ται, καμμία διέξοδο δέν παρέχουν. Πολλές φορές οί λόγοι τών πολιτικών — άλλά καί πολλών άνθρώπων — άφήνουν νά έννοηθή, ότι τό πρόβλημα έγκειται σέ κάποια «άναμόρφωση» θεσμών. Καί έπ ' αύτοΰ στηρίζουν τίς πολιτικές των διακηρύξεις. "Ομως τό πρόβλημα δέν είναι κάποιοι θεσμοί, ή γενικά οί θεσμοί (ποιοι;), άλλά ή άναμόρφωση τοΰ όλου. Μέσα σέ μιά γενική κατάσταση δυσμορφίας, είναι καί τό κάθε τί στήν ύπόστασή του δύσμορφο. Καί ή οποιαδήποτε «άναμόρφωση» δέ αλλάζει τήν γενικήν ει-κόνα. Σίγουρα ύπάρχουν κάποια ανώτατα όργανα καί θεσμοί, πού θά είχαν ίσως τήν βούληση νά λειτουργήσουν. Τό μόνο πού καταφέρνουν είναι, τό βάρος άπό τήν μιά μεριά τοΰ «καραβιοΰ» νά τό μεταφέρουν στήν άλλη, καί έκεΐ ποΰ έμπαζε άπό τήν μιά μεριά τώρα νά μπάζη άπό τήν άλλη. Τό διαρκές ιστορικό αδιέξοδο τής 'Ελλάδος δεικνύει, ότι ή λειτουργία τών όποιων τέτοιων θεσμών συνίσταται άπλώς σ ' αύτό τό είδος τής έναλλακτι-κότητας. Θά ήταν περιττό ν ' άσχοληθοΰμε ειδικά μέ μερικούς άπό αύτούς. "Αν ωστόσο θέλαμε νά περιορισθούμε ώς πρός τό νόημα σέ μιά ορίζουσα άπόφανση, θά μπορούσαμε νά πάρωμε ώς συμπεριληπτικόν παράδειγμα τίς σχετικές συζητήσεις τοΰ άρθρου 107 τοΰ Συντάγματος τής Χούντας (καί νΰν 95 τοΰ σημερινοΰ):

'Υπουργός τών 'Εξωτερικών:

«Δέν θά πρέπει νά παραβλεφθή δτι ή διαδικασία τοΰ Συμβουλίου Επικρα-τείας άποτελεΐ μίαν τροχοπέδην διά τήν διοίκησιν. "Εχω έκ πείρας μίαν πικράν άνάμνησιν τοΰ Συμβουλίου τής Επικρατείας. Είχον τήν εϋκαιρίαν, ώς πρέσβυς τής 'Ελλάδος εις τό έξωτερικόν, νά συλλάβω έναν ύφιστάμενόν μου, ό όποιος διέπραξεν μίαν πλαστογραφίαν. Έπ ί τής πλαστογραφίας δέν ύπήρχεν ούδεμία αμφιβολία, τοσούτον μάλλον καθ' δσον, ό ίδιος ό ύπάλ-ληλος ώμολόγησε τήν πράξιν αυτήν. Ή πλαστογραφία ένεφέρετο είς αρκε-τά σημαντικόν ποσόν. Έπείσθην δμως νά μήν δώσω συνέχειαν, μέ τήν προϋπόθεσιν δτι θά ΰποβάλη τήν παραίτησίν του διά νά μήν ύποστή τήν μείωσιν έκ τής απολύσεως. Ύπέβαλεν τήν παραίτησίν του, άλλά μετ' ολίγας ημέρας προσέφυγεν είς τό Συμβούλων τής 'Επικρατείας, μέ αποτέλεσμα τοΰτο νά ακύρωση τήν άπόφασιν τοΰ υπουργού τών 'Εξωτερικών τής εποχής εκείνης, διά τής όποιας έγένετο δεκτή ή παραίτησις τοΰ υπαλλήλου αύτοΰ. Καί οΰτω έπανήλθεν είς τό Ύπουργεΐον τών 'Εξωτερικών. Έχομεν τοιαύτας περιπτώσεις συνηθεστάτας, διότι τό Συμβούλων τής 'Επικρατείας, κατά κα-νόνα αποδίδει μεγάλην σημασίαν είς τό τυπικόν μέρος καί παραβλέπει τό ούσιαστικόν».

'Υπουργός Παιδείας:

193

Page 189: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

«Συμβαίνει παρόμοιον καί είς τό Ύπουργεΐον Παιδείας, όπου έχει επανέλθει εις τήν ύπηρεσίαν ένας πλαστογράφος καί άπατεών».

"Εχομε δηλαδή τήν περίπτωση του Ν. I. Σαρίπολου μέ τόν Βούλγαρη ώς μία μονίμως έπαναλαμβανόμενη κατάσταση στήν ιστορία τής έλληνικής Διοίκησης. Ανάλογες περιπτώσεις ισχύουν γιά τόν Άρε ιο Πάγο καί άνά-λογες καί γιά τό Ελεγκτικό Συνέδριο. Είναι περιττές οί άναφορές. Γιά τό τελευταίο αύτό δίκαια θά μπορούσε νά άναρωτηθή κανείς, τί είδους έλεγ-χους άσκεΐ, δηλαδή ποιά είναι ή λειτουργικότητά του σάν θεσμού, μέσα σέ μιά μονίμως χρεοκοπημένη Οικονομία καί σέ ένα άδιάπτωτο κάθεστώς λοβιτούρας τοΰ νεοελληνικού κράτους. «Νομικές» άπαντήσεις είναι δυνα-τές πολλές, ή ούσιαστική όμως είναι μία: ότι τό Ελεγκτικό Συνέδριο, άπό μέτρον προνοίας πού είχε ίδρυθή έπί Όθωνος γιά τίς γνωστές καταστάσεις, μετεβλήθη σέ κρατικόν θεσμό κατοχυρώνοντα (κατ' άνάγκην) τίς «σταθε-ρές ιδεολογικές βάσεις» τών έλληνικών Συνταγμάτων. "Ετσι, ένφ τό αρθρ. 54 είς τό «Περί Βουλής καί Γερουσίας» κεφάλαιο τοΰ Συντάγματος τοΰ "Οθωνα σκοπεί προφανώς στήν άνάσχεση τής βουλευτικής λοβιτούρας (γΓ αύτό κιόλας περιλαμβάνεται στό κεφάλαιο αύτό ώς έξηγήσαμε), διϊστορι-κώς μεταβάλλεται σέ άπαγόρευση δικαιώματος παντός Έλληνος έπί τοΰ Δημοσίου Προϋπολογισμού (πρβλ. σημερινό αρθρ. 73, τό όποιον παραμέ-νει στό περί «Νομοθετικής Λειτουργίας τής Βουλής» κεφάλαιο γιά διαδι-κασιακούς λόγους — έπειδή τά Νομοσχέδια τά ύποβάλλουν υπουργοί), τοΰ δικαιώματος άρνησικυρίας τοΰ "Οθωνα μεταφερομένου διά τοΰ αρθρ. 98, έδ.γ' στό 'Ελεγκτικό Συνέδριο. Συνεπώς καί νά θέλη τό 'Ελεγκτικό Συνέ-δριο σάν θεσμός νά άνταποκριθή σέ κάποιους σκοπούς τοΰ ορισμού του (καί αύτοί μέ μιά λέξη είναι νά σταματήση ή λοβιτούρα), δέν τό μπορεί, διότι μεταβάλλεται διά τοΰ «Συντάγματος» σέ έναν άντισυνταγματικό θε-σμό: νά καταργή τό δικαίωμα κυριότητος τοΰ «πολίτη» έπί τοΰ «προϊόντος» τής εργασίας του. Τό δικαίωμα συντάξεως τοΰ κάθε ανθρώπου σήμερα σέ ορθώς ύπάρχον καί νοούμενο κράτος δέν είναι θέμα «γνωμοδοτήσεως» κα-νενός οργάνου, έπειδή υπάγεται στίς περί «άνθρωπίνων δικαιωμάτων» άρ-χές. Είναι δηλαδή θέμα πραγματολογικό καί όχι «γνωμοδοτικό». Ό κάθε άνθρωπος ύποχρεοΰται νά παράγη ώς σέ μιάν ώρισμένη ήλικία. Ά ν αύτό δέν τό κάνη, τότε έξαιρεϊ έαυτόν άπό τήν περί «άξίας τοΰ άνθρώπου» άρχή, διότι μόνο μέσφ τής πρός τούς άλλους προσφοράς — τής «εργασίας» πού λέγαμε προηγουμένως — άποκτά τήν ιδιότητα τής «άξιοπρεπείας». Καί έφ' όσον αύτό τό κάνει καί συντηρεί έτσι άλλους πού δέν είναι σέ θέση άκόμη νά ζήσουν άφ' εαυτών (τούς νεογέννητους καί τούς άναπαράγοντας τήν «έργατική δύναμη» διά τής σπουδής), οφείλουν καί αύτοί νά τόν συντηρή-

194

Page 190: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

σουν δταν δέν θά μπορή νά δουλεύη. Τό πράγμα δέν έχει νά κάνη μέ «σοσιαλιστική ιδιοκτησία» έπί τοΰ «προϊόντος», άλλά είναι βιολογικής καταβολής, τής κοινωνίας νοουμένης ώς φυσικής όντότητος άναπαραγού-σης έαυτήν.

Καίτοι έδώ δέν μποροΰμε νά έπεκταθοΰμε περισσότερο έπί τοΰ θέματος, μιά τελευταία παρέκβαση είναι άναγκαία. Διότι οί κοινωνίες πού δέν πα-ράγουν εύρίσκονται σέ βαθύτατη ιδεολογική κρίση, άκριβώς έπειδή μέ τήν κατανάλωση οί ιδεολογίες των έχουν λάβει τήν μορφή κοινωνικής άνηθι-κότητος. Τό πρόβλημα είναι γενικώτερο καί συνίσταται στό έρώτημα, κατά ποιόν τρόπο μπορούν αύτές οί χώρες νά προσδεθούν σέ ένα παγκόσμιο σύστημα κατανομής εργασίας. "Ως ποιόν βαθμό μπορούν οί ιδεολογίες των ν1 άλλάξουν, ή, άλλοιώς, ώς ποιόν βαθμό μπορεί νά έπενδυθή ή βιομηχα-νική άνάπτυξη σέ τέτοιες ιδεολογίες (π.χ. πώς θά μπορούσε νά ύπάρξη ένα βιομηχανικώς άνεπτυγμένο 'Ισλάμ σάν ιδεολογία).

Ή λεγόμενη σήμερα «σύνταξη» δέν είναι παρά μία κοινωνική ύποστα-σιοποίηση τοΰ «σεβασμοΰ τών τέκνων πρός τούς γονείς», πού άποτελεΐ μιά θεμελιώδη «άρχή» τοΰ πολιτισμοΰ μας. Κοινωνικώς ή σχέση τών νέων πρός τούς παλαιοτέρους δέν είναι γιά όλους τούς λαούς ίδια. Ό «σεβασμός» αύτός άποτελοΰσε στό παρελθόν «φυσικό δικαίωμα» τών γονέων, γιατί χω-ρίς αυτόν δέν θά μποροΰσαν νά έπιβιώσουν στά γεράματα. Ό τέτοιος «σε-βασμός» π.χ. στήν έποχή τοΰ 'Αβραάμ έμετράτο άπό τό πόσες πατάτες θά πήγαινε τό παιδί στόν πατέρα. Τό πατριαρχικό σύστημα προέκυπτε σάν κατάσταση άνάγκης πού έξησφάλιζε αύτόν τόν «σεβασμό». Ή τεκνογονία άποτελοΰσε έτσι τήν άναγκαία συνθήκη γιά έπιβίωση, πού τό πατριαρχικό σύστημα τήν καθιστοΰσε καί ίκανή. Ή στειρότητα ήταν κυριολεκτική «κατάρα Θεοΰ» — καί έτσι άκριβώς τήν παριστάνουν οί Γραφές —, πού συνεπήγετο πάρα πολλές προσευχές. Οί «προσευχές» καμμιά φορά «έπια-ναν», διότι τά ψυχικά έν γένει καί ιδίως στίς γυναίκες είναι δρώντες συντε-λεστές στό σέξ καί, άν ή «πίστη» ήταν μεγάλη, παραμερίζονταν οί αναστο-λές ή άλλοι παράγοντες καί τό «θαύμα» έγινόταν. Ή «ομορφιά» βέβαια μέσα σ ' αύτές τίς καταστάσεις έπαιζε ενισχυμένο ρόλο, ώς ένδεικτικόν στοιχείο καρπερότητος καί «ψυχικού κινήτρου», καί άρα «εύτυχίας». 'Υπό τίς συνθήκε αύτές ό γάμος δέν ήταν καί τόσο εύκολη ύπόθεση, ή μάλλον, κυριολεκτώντας, ήταν ολόκληρη ή «ούσία» τής ζωής. Ή τραγωδία π.χ. ένός πού θά παντρευόταν μιά όμορφη γυναίκα καί θά τοΰ έβγαινε στείρα, ήταν προφανής. Καί τά παιδιά σάν προϊόντα «εύτυχίας» πολλές φορές έ-συνδέονταν μέ θρησκευτικές παραστάσεις, «άφιερώνονταν» στόν Θεό σάν «βουλήσεις» θείες, άπό όπου προέκυπταν ώραΐα λογοτεχνικά έργα (Θυσία τοΰ 'Αβραάμ) κ.λπ. Ή τεκνογονία ώς δυνατότητα έπιβίωσης ίσχύει σήμερα

195

Page 191: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

κατ' εξοχήν στόν τρίτο κόσμο. Μέ τήν εξέλιξη βέβαια τών κοινωνιών αύτά τά πράγματα άλλαξαν καί άλλαξαν καί τά νοήματα. Μέ τήν ανακάλυψη τής έργασίας ώς φορέως τής κοινωνικής ύπαρξης (καί τούτο γιά πρώτη φορά συμβαίνει στήν «Πολιτεία» τοΰ Πλάτωνα), στίς σημερινές κοινωνίες τής παραγωγής ό σεβασμός είναι έλεύθερη προαίρεση τοΰ άτομου, διότι είναι σεβασμός πρός τήν κοινωνική έννοια τοΰ προσώπου. Ή έννοια αύτή δέν ύπάρχει άφηρημένα καί μεταφυσικά, άλλά άποκλειστικώς καί μόνο κοινω-νικά ώς άλληλοσεβασμός πρός τό πρόσωπο άνεξαρτήτως ήλικίας. "Ετσι άκριβώς ήταν καί στήν άρχαιότητα, διότι ό «γέρος» σ ' αύτή εθεωρείτο σοφός ώς πρός τήν πείρα (αύτό άπαιτοΰσε σεβασμό, όχι τό... μπαστούνι), έπειδή ώς πολίτης συμμετείχε πάντα στά κοινά ( Έ πολιτική σοφία έθεω-ρεΐτο μία άπό τίς τρεις βάσεις τοΰ άρχαίου πολιτεύματος καί απαιτείτο ώς ίδιότης τών γερόντων). Σεβασμός πρός τό πρόσωπο δέν σημαίνει ότι πρέπει νά σέβεται ό μικρός τόν μεγάλο, άλλά καί ό μεγάλος τόν μικρό, διότι καί οί δύο έχουν προσωπικότητα κοινωνικώς συναρτωμένη διά τής έννοιας τής έργασίας. Τό ίδιο άκριβώς καί ό σεβασμός πρός έναν άγνωστο στό λεω-φορείο, διότι, μέσα στόν σύγχρονο καταμερισμό έργασίας ύποτίθεται πώς κάτι κάνει κι αύτός γιά τήν δική μας ζωή (πού δέν τό ξέρομε συγκεκριμένα, άλλά έχομε γ ι ' αύτό έγγυητή τό κράτος). Τό ίδιο σεβόμαστε τόν Πλάτωνα ή τόν Μπετόβεν, διότι άναγνωρίζομε (όσο μποροΰμε νά τό καταλάβωμε), ότι κάτι έκαναν γιά τήν ζωή μεγάλων συνόλων άνθρώπων καί γιά τήν δική μας. Ό σεβασμός δέν είναι ύποχρέωση — δέν γεννιέται κανένας χρεωμένος νά σέβεται — άλλά προσφορά μέ μέτρο τήν άνταπόδοση. Καί σάν τέτοιος επιδρά ήθικά καί πνευματικά τόσο σ ' αύτόν πού τόν άπονέμει, όσο καί σ ' αύτόν πού τόν δέχεται. Καί ό νόμος άναγνωρίζει τήν ύποχρέωση τών γο-νέων πρός τά τέκνα, όχι έπειδή είναι «δικά» τους, άλλά έπειδή έχουν δι-καιώματα ώς πρόσωπα άπό τήν στιγμή ποΰ θά γεννηθοΰν. Δικαιώματα πού άπαιτοΰν καθ' έαυτά σεβασμό, άδιακρίτως ήλικίας. Ό σεβασμός δηλαδή είναι μία διαρκώς κατακτωμένη κατάσταση, όπως είναι όλες οί πολιτιστι-κές κατακτήσεις, τής «Δημοκρατίας» συμπεριλαμβανομένης.

Ό σεβασμός ώς θεσμοθετημένη ύποχρέωση τών «μικρών» πρός τούς «μεγάλους» είναι βέβαια ένας κοινωνικός καί ιδεολογικός φασισμός, άκρως άπαραίτητος καί άποδοτικός σέ κοινωνίες πού δέν παράγουν, δηλαδή πού ζοΰν άνευ «έργασίας». Είναι δέ άπαραίτητος, διότι λύνει κοινωνικής φύ-σεως προβλήματα. Άφοΰ τό παιδί έγεννήθηκε χρεωμένο νά «σέβεται», έπεται πώς δέν ύπάρχει πρόβλημα κοινωνικών άσφαλίσεων, ώστε αύτές νά καταστούν πολιτικώς ένοχλητικές, διότι ό,τι λείπει άπ ' τό ταμείο τό άνα-πληρώνει ό «σεβασμός» (οί πατάτες τοΰ Αβραάμ...). Ή έννοια συνεπώς τής κοινωνικής διεκδίκησης ώς έκλογικευμένου αιτήματος χάνεται καί μένει

196

Page 192: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

άπλώς τό νόημα τής άπεργίας-έπαιτείας πού άναφέραμε. Ούτε καί προκύ-πτει ή άνάγκη κάποιου τέτοιου έκλογικευμένου αιτήματος, διότι δέν ύπάρ-χει τό άντικείμενο (άφοΰ λείπουν οί άντίστοιχες κοινωνικές διαδικασίες) έπί τοΰ όποιου θά άναφερθή. Συνεπώς ή κοινωνική διεκδίκηση διά τοΰ «σεβασμού» μένει στό ϊδιο επίπεδο πού μένει καί ή κοινωνική περίθαλψη μέ τά... 'ξωκκλήσια (τά τάματα ώς υποκατάστατα τών φαρμάκων...).

Ή ιδεολογία προφανώς αναπαράγει μέ όλα τά μέσα τήν άνάγκη τοΰ «σεβασμού» —στό σχολείο μέ τό «ξεχωριστό μάθημα» τής «ήθικής» («τίμα τόν πατέρα σου καί τήν μητέρα σου»), στό τραγούδι («ποτέ τήν μάνα μήν πικραίνεις») κ.λπ. Μέ τήν διδασκαλία τής «ήθικής» μπορεί βέβαια νά έπέρ-χωνται ώρισμένες κομφουζιώδεις καταστάσεις στόν χώρο τοΰ Δικαίου, ό-πως δείξαμε, άλλά αύτό δέν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι ό σεβασμός άποκτά μεταφυσικήν βαρύτητα καί γίνεται «σέβας» (τό είδαμε στό «Διάγ-γελμα τοΰ Έθνους»). Τό όποιον βέβαια «σέβας» διεκδικεί έξ ολοκλήρου ή Εκκλησία, άφοΰ είναι άναγκαστικά ό φορεύς τοΰ «Έθνους». Έτσ ι λ.χ. ή σκεβρωμένη γρηά στό λεωφορείο θά σηκωθή μόλις ' δή τόν ταυραντισμένο 35χρονο ίερέα, τοΰ όποιου τό Elan Vital είναι τόσο, ώστε χρειάζεται νά κάνη κάθε πρωΐ τρεις ώρες τροχάδην σέ βράχους καί κορφοΰλες προκει-μένου νά καταστή κοινωνικά άνεκτός κατά τό ύπόλοιπον τής ήμέρας. Καί είναι ύποχρεωμένος νά κάτση, διότι τό «σέβας» είναι πλέον κοινωνική άρχή. Ή έξαθλίωση σπρώχνει τίς γρηές πρός τά ράσα, τά ράσα πρός τό «σέβας», τό «σέβας» πρός τό ΙΚΑ σύν τόν γυιό — καί πάλι άπ ' τήν άρχή. Τό ϊδιο άκριβώς κι ένας γέροντας, πού μπορεί νάχη περάσει τή ζωή του στό ΠΡΟ-ΠΟ καί τήν πρέφα, άπαιτεϊ νά σηκωθή ένας τριαντάχρονος, πού μπορεί νά δουλεύη άπ ' τό πρωΐ, χωρίς βέβαια στόν τελευταϊον νά γεννηθή ή άπορία, λόγφ «ήθικής» τοΰ σχολείου, τί μπορεί νά έκανε ό γέρος γ ι ' αύτόν πρίν ακόμα γεννηθή. "Οπως θά ίδοΰμε, στήν Ελλάδα ειδικά, είναι καί άπό άλλους λόγους άδύνατες τέτοιες λογικές. Οί ούτως ή άλλως μάταιες βέβαια.

'Αναγκασθήκαμε στήν κάπως άναλυτική τούτη παρέκβαση, γιά νά δεί-ξωμε πώς τά φυσικά πράγματα, πού δέν είναι καθόλου «νομικά», οί «συνταγ-ματικές διατάξεις» τά άνατρέπουν άρδην. Ένώ τό δικαίωμα «συντάξεως» είναι ώς φυσικό δικαίωμα θέμα πραγματολογικό, κατά τά καθ' ήμάς γίνεται θέμα νομολογικών γνωμοδοτήσεων. Ά π ό ούσιαστικής βέβαια άπόψεως ορθώς (έξ ού καί ή άναγκαιότης όλων τών παραπάνω): άφοΰ ή Ελλάδα δέν παράγει τίποτε καί ζή διαρκώς μέ «δάνεια» καί ξένα λεφτά, δέν μπορεί νά κατοχύρωση, καί μάλιστα συνταγματικώς, «δικαιώματα τών πολιτών» έπί ξένων χρημάτων.

197

Page 193: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Ά π ό όλα λοιπόν τά παραπάνω απορρέει καί ή σημασία τής λειτουργίας τών «ανωτάτων θεσμών», ιδιαίτερα δέ τοΰ Ελεγκτικού Συνεδρίου. Καί όπως βλέπομε, αποτελούν τέτοιο διαλεκτικό κύκλωμα άνευ διεξόδων, ώστε ή «λύση» διά τοΰ συνθήματος τής «άναμορφώσεως τών θεσμών», άπό όπου κι άν προέρχεται, νά έγγίζη σχεδόν τά όρια τοΰ... ποινικού κώδικος. Δέν πρόκειται περί «άναμορφώσεως» τών οιωνδήποτε θεσμών, άλλά περί άνα-διαμορφώσεως τής Ελλάδος σάν κράτους. Τότε μόνο μπορούν νά ύπάρ-ξουν άνθρώπινα δικαιώματα καί ή όποια κατοχύρωσή· τους, όταν ό ελλη-νικός χώρος βρή έναν τρόπο ιστορικής χρησιμότητος. Ά λ λ ά αύτός δέν βρίσκεται ούτε στά «πολιτικά προγράμματα», ούτε στίς προεκλογικές εξαγ-γελίες.

Β ' , I I

Μέχρις έδώ έζητήσαμε νά έξηγήσωμε τίς άντιφάσεις τών έλληνικών Συ-νταγμάτων, άνατρέχοντες στίς συνθήκες δημιουργίας καί στήν ίστορικήν ύπόσταση τοΰ νεοελληνικού κράτους, καί όχι διά θεωρητικών έννοιών. Έάν έπί παραδείγματι έθέλαμε θεωρήσει βάση τών άναλύσεών μας γιά τό «Δημόσιο Δίκαιο» (τά «άνθρώπινα δικαιώματα») αύτό πού χρησιμοποιείται στίς νομικές άναλύσεις ώς νομιμοποίηση τών σχέσεων έξουσίας καί άτο-μου, δηλαδή τό λεγόμενο «δημόσιο συμφέρον», θά καταλήγαμε σχετικά μέ τά έλληνικά πράγματα σέ πολλαπλοΰν άδιέξοδο. Πρώτον μέν γιατί ή έν-νοια αύτή δέν είναι έννοια νομική καί ούτε μπορεί νά όρισθή μέ άνάλογους τρόπους. Τό «δημόσιο συμφέρον» είναι έννοια φιλοσοφίας τοΰ πολιτισμού καί συνεπώς έκ φύσεως ρευστή, διότι έξαρτάται μέ ποιόν τρόπο τήν προ-σεγγίζει κανείς. Στίς έπαναστατικές θεωρίες — πού έχουν άμεσα στόχο τήν ύπάρχουσα εξουσία — ή έννοια αύτή άμφισβητεΐται τελείως. Ή σκοτει-νότης τοΰ «δημοσίου συμφέροντος» είναι στενά δεμένη στίς νεώτερες πο-λιτικές θεωρίες τοΰ άστικοΰ κράτους μέ άλλα έπίσης άόριστα νοήματα τών φιλοσόφων, όπως π.χ. ή «Volonte Generate» τοΰ Ρουσσώ, πού σάν τέτοια συμπεριελήφθησαν στά Συντάγματα. Οί συνταγματικές ερμηνείες σέ άλλες

198

Page 194: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

χώρες προέρχονται μεθοδολογικώς κατά μέγα μέρος άπό τό γεγονός αύτό — καί ώς πρός τούτο συνιστούν στοιχείο γονιμότητος —, οί κατά μίμηση τους όμως άντίστοιχες στήν Ελλάδα συγκαλύπτουν άπλώς τό βασικόν έρμηνευτικό γεγονός: ότι άπό τόν τρόπο τής κατασκευής τής Ελλάδος ώς κράτους, καμμία έννοια «δημοσίου συμφέροντος» δέν ήταν δυνατόν νά προκύψη ώς συλλογική συνείδηση. Πιό κάτω θά τό ίδοΰμε καλύτερα. Ε -πίσης δέν είναι δυνατόν νά κάνωμε καί περί «ιδιωτικού δικαίου» λόγο στήν 'Ελλάδα, διότι τό ιδιωτικό συμφέρον προϋποθέτει τήν ισότητα έναντι τοΰ νόμου, πράγμα πού στήν 'Ελλάδα δέν ισχύει, άφοΰ αύτή είναι στήν πραγ-ματικότητα ένα κράτος μειονοτήτων καί δέχεται ώς «πηγή τών έξουσιών» ένα καί μόνο «"Εθνος», δηλαδή τό άόριστο «έλληνικόν». Ή νεώτερη τροπή «διά τοΰ Λαοΰ» είναι έπίσης μιά θεωρητική κατασκευή, διότι προϋποθέτει σιωπηρώς ότι ή «λειτουργία» τοΰ «Έθνους» στό παρελθόν υπήρξε τόση καί τέτοια, ώστε νά προκύψη ή χρειαζούμενη σήμερα έννοια τοΰ «ομοιογενούς λαοΰ». Τά πράγματα βλέπομε νά τό διαψεύδουν. 'Αντί λοιπόν άλλου μέτρου στίς άναλύσεις μας έπιλέξαμε τήν ίδια τήν πραγματικότητα. Αύτό, όχι μόνο διότι θά μάς έξοικονομοΰσε χρόνο ώς πρός τίς «θεωρίες», άλλά έπειδή θά μάς έξυπηρετοΰσε καί ώς πρός τίς άναφορές μας στήν τρέχουσα πολιτική, πού ήταν έξ άρχής τό κυρίως θέμα μας.

Όφείλομε όμως νά όμολογήσωμε έξ άρχής, ότι τόν κ. Παπανδρέου τόν έκτιμοΰμε ώς πολιτικό. Τόν έκτιμοΰμε άπό μόνο τό γεγονός, ότι είναι ό μόνος έλληνας πολιτικός πού άσχολεΐται μέ τήν πολιτική, ή πού έπεδίωξε τούλάχιστον ν ' άσχοληθή μέ τό δύσκολο τούτο θέμα. Καί γιά τούτο τόν θεωρούμε σάν προσωπικότητα ξεχωριστόν. Καί έφερε τήν μεγίστη τών πολιτικών 'Αλλαγών στήν 'Ελλάδα, συνισταμένη σέ τούτο: ότι άντί νά κρύψη καταστάσεις, άφησε τίς ύπάρχουσες νά έκδηλωθοΰν. Σήμερα πιά γνωρίζομε ότι στήν Ελλάδα κανενός είδους 'Αλλαγή δέν είναι δυνατή κι ότι αύτή κείται πέραν τοΰ «σοσιαλισμού», τοΰ «φιλελευθερισμοΰ», οιασδή-ποτε «μεταρρύθμισης» καί «πολιτικού προγράμματος» έν γένει. Δηλαδή έν ολίγοις, ό κ. Παπανδρέου έδωσε στόν ελληνισμό τήν ιστορική πνοή πού τοΰ έλειπε διακόσια χρόνια τώρα καί πού οί άνάγκες τών μπαλκονιών τών ελληνικών πολιτικών μηδαμηνοτήτων τοΰ στεροΰσαν. "Επειτα ό κ. Παπανδρέου είναι άνθρωπος πού διαβάζει. Ό συγγραφέας τούτων τών γραμμών έχει τό κρυφό καμάρι τής ύποψίας, ότι ό κ. Παπαν-δρέου τόν τίμησε μελετώντας τό βιβλίο του «'Ανάλυση τής νεοελληνικής άστικής Ιδεολογίας» τό '75, άπό τό όποιον ένεπνεύσθη άρκετά γιά τήν άνάγκη ένός συνθήματος 'Αλλαγής. Μόνο βέβαια ότι έμεΐς τήν 'Αλλαγή τήν εννοούσαμε ολίγον διαφορετικά: ότι έπρεπε άπό τότε νά ύπάρξη ή

199

Page 195: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

διαδικασία αφομοίωσης τών αριστερών δυνάμεων, πρός κάτι τό πλέον ιστο-ρικά πρόσφορο (βλ. κατωτέρω), καί ότι τά πράγματα της 'Αλλαγής θά ήσαν τέτοια, ώστε ή Ελλάδα μέ τήν σημερινή της κατάσταση νά μπορούσε νά άρθρώση κοινωνικά λόγο. Δηλαδή νά προσδεχθή γονίμως καί ένεργώς τίς στό μεταξύ επελθούσες άλλαγές. 'Αλλά δέν πειράζει' αύτό φυσικά μπορεί νά γίνη καί μέσω τής άνοιας τών γηπέδων μέ μιά κάπως μεγαλύτερη δυ-σκολία (τόν έλλαδισμό καί τήν ταβέρνα δέν πρέπει νά τά υποτιμούμε σάν παράγοντες άντιστάσεων). Σημασία έχει ότι έφθάσαμε είς τήν άνάγκη τών 'Αλλαγών, καί τήν έθνικήν αύτή εύεργεσία μάς τήν προσέφερε ό κ. Πα-πανδρέου. Μικρή ν άμφιβολία διατηρούμε μόνο ώς πρός τήν θυμική ν διά-θεση τοΰ κ. Παπανδρέου μέ όλ ' αύτά, διότι ό κ. Παπανδρέου έδειξε καί τό άσθενές του σημείο (μέσω τοΰ όποιου άλλωστε καί έξ άντικειμένου έπραγματοποιήθησαν αύτές οί 'Αλλαγές), ότι δηλαδή δέν έννοοΰσε ποσώς νά κατεβή άπό τήν έξουσία. Πρός τοΰτο είχε άνάγκη νά στηριχθή στόν έν ευρεία έννοια «λαό», ό όποιος όμως έτσι έδειξε τίς πραγματικές διαθέσεις του ώς πρός τήν ιστορική κατάστασή του (αύτό πού έπιμόνως έκρυβαν οί «αύτοδυναμίες» τής Δεξιάς κατά τό παρελθόν), καθιστώντας άναπότρεπτη πλέον καί τήν πραγματοποίηση τών 'Αλλαγών. Τό νά μήν αίσθανώμαστε καθόλου εύρωπαϊοι καί νά θέλωμε σώνει καί καλά νά συμπεριφερώμεθα σάν «εύρωπαϊοι», είναι βέβαια τό άκρον άωτον άνυπαρξίας πάσης έννοιας «άνθρωπίνων δικαιωμάτων». Τήν «ένταξή» μας στήν Εύρώπη κατά τό δε-καπενταετές διάστημα μετά τήν Χούντα τήν άντιληφθήκαμε κατά ένα καί μόνον τρόπο: ώς έλλειψη λαϊκής κυριαρχίας («έθνικής άνεξαρτησίας» ά-πλούστερον) καί άντιδυτισμόν. Τά πράγματα έχουν βεβαίως τίς εξηγήσεις των, στίς όποιες θά άναφερθοΰμε πιό κάτω καί γιά τίς όποιες ό έν ευρεία έννοια «λαός» δέν είναι ό κύριος αίτιος, άλλά σημασία έχει ότι έφάνησαν. 'Ακόμη μιά φορά. Καί έπειδή συνεχίζουν νά υφίστανται πάντα άναλλοιώ-τως καί τά αύτά, είναι βεβαίως σκόπιμο νά έπιδιώξωμε νά μήν τά έντάξωμε στά μελλοντικά προβλήματα τής βαλκανικής περιοχής. Ό τ ι δηλαδή αύτό θά είναι κέρδος. Φυσικά δέν ύπαγόμαστε καθόλου είς τούς νομίζοντας ότι 'Ιστορία είναι ή πραγματοποίηση τής «βούλησης τών λαών», πιστεύομε όμως ότι καί χωρίς αύτή δέν είναι δυνατόν νά άποτελεσθή ιστορικό έργο διαρκείας. Οί καταστάσεις τών άνατολικών χωρών τό δείχνουν καθαρά καί θά ήταν σφάλμα νά υποθέταμε, ότι άνάλογες δέν έχομε στόν δυτικό μας κόσμο. Ή «'Ελλάδα» ώς παλαιόν «μήλον τής έριδος» καί ώς τρέχουσα νοοτροπία είναι τό πιό άδιάψευστο παράδειγμα.

Τί άκριβώς είναι λαϊκισμός δέν μπορούμε νά πούμε, όπως δέν μπορούμε νά ποΰμε τί άκριβώς είναι θρησκεία. Μπορούμε όμως νά ποΰμε ότι ό λαϊκι-

200

Page 196: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

σμός συνίσταται στό σύνολο απλών καί διαχεομένων στόν λαό ιδεών, τών οποίων ή συνισταμένη δίνει αύτό πού θά μπορούσαμε νά άποκαλέσωμε «ϊδιογνωμία» ένός λαοΰ. Παραδείγματος χάριν, όλες οί τριτοκοσμικές καί ύπανάπτυκτες χώρες έχουν έντονα λαϊκιστικά κινήματα, συνιστάμενα ά-πλώς στήν «γενική ϊδέα» κινδύνου πού διατρέχει ή ιδεολογία τους (καί πού οί ίδιοι ζοΰν σάν κατάσταση «έξάρτησης») άπό τήν έπαφή μέ τόν τεχνο-λογικό πολιτισμό. Συγκεκριμένως νά έντοπίσουν πού βρίσκεται αύτός ό κίνδυνος δέν μπορούν, διότι δέν έχουν τούς άντίστοιχους κοινωνικούς φο-ρείς, δηλαδή τίς κοινωνικές διαδικασίες πού θά τούς οδηγούσαν σέ συγκε-κριμένες συνειδητοποιήσεις. Έτσ ι οί ίδέες παραμένουν ώς «διαχεόμενες άντιλήψεις», στόν λαό, προσφερόμενες εκάστοτε σάν «τρόποι επαφής» τών κομμάτων μαζί του (γιά τίς νεώτερες άντιλήψεις περί λαϊκισμού, βλ. Η. Dubiel (Hsg): «Populismus und Aufklarung», Suhrkamp 1986). Ώ ς σύνολο «διαχεομένων ίδεών», όπως άκριβώς καί οί θρησκείες, ό λαϊκισμός μπορεί νά άποτελέση παράγοντα «ολοκλήρωσης» πολιτικά (βλ. καί «Le Monde Diplomatique», No 420 / Mars 1989, σελ. 3: «Integrisme et Laicite»), χωρίς όμως συγκεκριμένη κατεύθυνση άλλου είδους (κοινωνική ή ιστορική). Μπορεί νά είναι ύπέρ τοΰ καπιταλισμοΰ, μπορεί (ό ίδιος λαϊκισμός) καί κατά. 'Ανάλογα μέ τόν «τρόπο έπαφής» τοΰ λαϊκιστικού ήγέτη. Ύπάρχουν πλήρως φασιστικά λαϊκιστικά κινήματα στήν λατινική 'Αμερική πού είναι «σοσιαλιστικά». Αύτό όμως πού έχει ιδιαίτερη κοινωνιολογική σημασία γιά τόν χώρο τής Εύρώπης είναι ότι ό λαϊκισμός παίζει ώς παράγων σπου-δαΐον ρόλο στίς πολιτικές άναλύσεις τοΰ Α. Γκράμσι καί αύτή ή θεώρηση εύρήκε μιάν σπουδαίαν έπένδυση στήν καλλιτεχνική συνθετική δύναμη τοΰ Παζολίνι, μέ τόν μεγάλον ρόλο πού διέκρινε στό «περιθώριο» γιά τήν πολιτική διαμόρφωση τών συγχρόνων μεγαλουπόλεων. Στό «περιθώριο» αύτό ώργανώθηκε κατ' άνάγκην καί ή καταιγιζόμενη άπό τήν τακτική τοΰ ψυχρού πολέμου διανόηση, όπως περιγράψαμε στήν άρχή (βλ. Α ' μέρος), μετατραπείσα στήν ούσιώδη πολιτική δύναμη τών καιρών διά τών «οικο-λογικών κινημάτων» καί τών άλλων μικρών ομάδων, πού άπετέλεσαν καί τούς κύριους φορείς τών άλλαγών στόν άνατολικό κόσμο.

Δέν θά άσχοληθοΰμε περισσότερο μέ τόν λαϊκισμό, γιατί μέ τόν δικό μας τά πράγματα είναι άπλούστερα. Αύτός ύπήρχε άνέκαθεν δεδομένος στό ιδεολογικό στερέωμα τής «έλληνορθοδοξίας» καί κατά τούς νεώτερους αιώ-νες είχε μόνιμη σημαία τήν ιδεολογική κληροδοσία τοΰ Λουκά Νοταρά. Πράγμα άλλωστε καί φυσικό: όταν κανένας ξερριζώνεται άπό τήν «πατρώα Γή» του — άλλος άπ ' τήν Σιγκαπούρη, άλλος άπ' τό Σουδάν, άλλος άπ ' τήν Αιθιοπία, άλλος άπ ' τήν Σμύρνη, τήν Κων/πολη, τήν 'Οδησσό κ.λπ.

201

Page 197: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

— καί έρχεται στήν 'Αθήνα νά παριστάνη τόν ψηφοφόρο μ ' ένα έλληνικό διαβατήριο πού αλλάζει σήματα κάθε δέκα χρόνια (άλλοτε ή κορώνα, άλ-λοτε ό φοίνικας, άλλοτε τό κλαρί έληάς κ.λπ.), καί ξέρη ή νομίζη τελο-σπάντων τί τοΰ φταίει, τί είδους «εύρωπαΐος» καί «δυτικόφρων» νά αισθά-νεται; Καί τό κυριώτερο: όσο κοντά κι άν βρίσκεται στίς δυτικές άξίες — ένας εύαγγελιστής τής Μικράς 'Ασίας έπί παραδείγματι —, πώς θά τίς καταξιώση μέσα του, όταν γιά νά έπιβιώση στήν «νέα» του «πατρίδα» πρέ-πει νά γίνη συνειδητά κλέφτης καί μέ τήν όλη του ύπαρξη καί συμπεριφορά νά ζή πάντα είς βάρος κάποιου ή κάποιας μερίδας άλλων; Τά πράγματα δέν τά κρίνομε ήθικώς εδώ- προσπαθοΰμε νά βροΰμε μόνο τήν κοινωνική έξή-γησή τους, παραβλέποντας τά ίστορικώτερα αίτια καί τίς άναλύσεις. Σάν υπάρχουσες καταστάσεις μόνο. Τά πράγματα έλειτουργοΰσαν δομικώς έτσι έξ άρχής, πρίν άκόμη δημιουργηθή έλληνικό κράτος καί πρίν άρχίσουν οί μεγάλες συρροές μέ τίς άνταλλαγές τών πληθυσμών. Κάποιοι έζοΰσαν είς βάρος κάποιων άλλων, άπό αίτια άλλα, διότι ό πρό τής έπαναστάσεως «αύτόχθων» έλληνισμός δέν ήταν παρά οί γηγενείς καί οί ζορμπάδες (έτσι έλέγοντο οί μωαμεθανοί Έλληνες, οί όποιοι κατέβηκαν μέ τά όρλωφικά άπό τήν 'Αλβανία έναντίον τών χριστιανών ομογενών τους στήν κυρίως Ελλάδα καί Πελ/νησο). Αύτό όμως τό στοιχείο, τό τοΰ άδιεξόδου δηλαδή, μέ τίς διάφορες έσωτερικές δράσεις καί άλληλοεπιρροές πού δέν μποροΰμε νά έξετάσωμε τώρα έδώ, ήταν καί τό μονίμως παραγωγόν τής λαϊκιστικής διαστάσεως τοΰ άντιδυτισμοΰ. Τόν όποιον ό κ. Παπανδρέου υιοθέτησε ώς πολιτικόν σύνθημα τής «εθνικής ανεξαρτησίας». Αύτό άκριβώς οί Έλλη-νες κατάλαβαν σάν «'Αλλαγή» καί ήταν ή μόνη πού ποθοΰσαν.

Θά ήταν άνακριβές έάν λέγαμε, ότι ό κ. Παπανδρέου δέν προέβη σέ λαϊκές παροχές όπως κάθε λαϊκιστής ηγέτης. Καί δέν θά ήταν δυνατόν, διότι ό κ. Παπανδρέου παρεδώθηκε τόσο στόν «λαό», ώστε νά τόν άφήση πλήρως νά έκδηλωθή σέ όλα τά έπίπεδα — καί νά ξέρωμε τούλάχιστον σήμερα τί μάς γίνεται. Σ ' αύτό τό σημείο ό κ. Παπανδρέου προσέφερε μιάν άνυπολόγιστη προσφορά, διότι γνωρίζομε ότι όχι μόνο «εύρωπαϊοι» δέν αισθάνονται οί "Ελληνες, άλλά ούτε καί κανένα πολιτικό σύνθημα ή «πρό-γραμμα» μπορεί νά άλλάξη σέ κάτι τήν κατάσταση καί τίς διαθέσεις των. Καί αύτά όλα οφείλουν νά μάς οδηγήσουν κατ' άνάγκην σέ ούσιωδώς νέες ποιοτικώς σκέψεις. 'Αλλά καί άπό τεχνικούς λόγους θά ήταν άνακριβής ό ισχυρισμός, ότι ό κ. Παπανδρέου δέν προέβη σέ λαϊκές παροχές καί δέν εισήγαγε σέ πολλούς τομείς δημοκρατικές διαδικασίες: άφοΰ έπρεπε νά σπάση κατεστημένες νοοτροπίες καί συμφέροντα, προκειμένου νά στερεω-θή σάν κόμμα, ό μόνος τρόπος ήταν νά άφήση, σέ ώρισμένους τούλάχιστον τομείς, νά λειτουργήσουν δημοκρατικές διαδικασίες καί νά «δράση ό

202

Page 198: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

λαός». Ά λ λ ο ς τρόπος γ ι ' αύτό δέν ύπήρχε. Είναι άλλο θέμα πού θά ιδούμε παρακάτω, τί είδους ήσαν αυτές οί παροχές ποιοτικώς. Σημασία έχει ότι τό κόμμα τοΰ κ. Παπανδρέου, ύποχρεωμένο νά ένεργήση σάν φορέας πο-λιτικής χειραφέτησης μεγάλων κοινωνικών ομάδων, έδειξε ότι τά μέχρι τώρα συνταγματικά καί νομικά πλαίσια ύπάρξεως τοΰ έλληνικοΰ κράτους (κράτος-παρακράτος, οίκονομία-παραοικονομία, ύπη ρεσίες-παραΰπη ρε-σίες καί ή έν γένει διχαστική υπόσταση πού τόσο έξυπηρέτησε τήν πα-λαιάν πολιτική ζωή) δέν έπαρκοΰν πλέον γιά τήν συνέχισή του.

Στόν έσωτερικόν λοιπόν τομέα ό κ. Παπανδρέου ύπήρξε μέγας πολιτικός, κατά τήν γνώμη μας ό μεγαλύτερος τής νεοελληνικής ιστορίας. Δέν ύπο-σχέθηκε λόγια καί οράματα. Είπε άπλώς: «κάμετε ό,τι θέλετε, άρκεΐ νά μέ ψηφίζετε». Ή λαϊκή κυριαρχία ύπήρξε πλήρης καί θά ήταν λάθος ή κα-κοβουλία, άν τό άμφισβητοΰσε κανείς. Καί άπόδειξη τής πλήρους λαϊκής κυριαρχίας είναι ώρισμένα πράγματα, γιά τά όποια κατηγοροΰν οί μή έν-νοοΰντες τίς κυβερνήσεις τοΰ κ. Παπανδρέου. "Ενα άπό αύτά είναι καί τά τηλέφωνα. Μά αύτό άκριβώς καλείται δημοκρατία καί διαφάνεια, ό,τι γί-νεται νά φαίνεται. Τά τηλέφωνα είναι τωρινή κατάσταση; Χωρίς τίς παρα-κολουθήσεις τηλεφωνημάτων, χωρίς άνοιγμα τής άλληλογραφίας, χωρίς περίπτερα καί θυρωρούς, τό έλληνικό κράτος θά είχε καταρρεύσει πρό πολλοΰ. Τυχαίο άραγε είναι ότι οί άνώτεροι άξιωματοΰχοι τών μυστικών υπηρεσιών προέρχονται άπ ' τά ταχυδρομεία; Αύτά κρατάνε τήν «δημοκρα-τία» καί τά «άνθρώπινα δικαιώματα» στήν 'Ελλάδα. Καί μάλιστα μεταπο-λεμικώς άποκλειστικώς καί μόνον αύτά. Τά τηλέφωνα καί τά ταχυδρομεία δέν είναι μέσα επικοινωνίας, ούτε καί μπορούν νά συμπεριληφθούν στίς διεθνείς συμβάσεις τών άναλόγων οργανισμών. Είναι τά έπίσημα μέσα στηρίξεως τοΰ κράτους. Πότε αύτά θά σταματήσουν νά έχουν αύτόν τόν ρόλο; — Μά όταν άκριβώς καί ή 'Ελλάδα σταματήση νά ύπάρχη σάν κράτος άνευ προϋποθέσεων. "Οταν δηλαδή έρθουν έδώ οί «έταΐροι» μας νά φκιάξουν ιδιωτικά ταχυδρομεία καί τηλέφωνα. Τό νόημα τών οργανισμών αύτών δέν καθορίζεται διά νόμων καί έκ «κρατικών» σκοπιμοτήτων — νά γράφωμε κασέτες καί νά μπαίνωμε στίς κρεβατοκάμαρες άνοίγοντας τά γράμματα, προκειμένου νά μήν διαταραχθή ή διαδικασία τών «έκλογών» —, άλλά άπό τόν σκοπό τους πού είναι ή έπικοινωνία. Ό π ω ς άκριβώς πού ύπό τόν όρο «τηλεόραση» σήμερα στήν 'Ελλάδα έννοοΰμε άποκλειστικά καί μόνο τήν ιδιωτική τηλεόραση, τήν οποίαν άπό εύνοήτους λόγους (αυ-τούς δηλ. πού θέλομε τόν κρατικόν ΟΤΕ) άπέκλειαν μέχρις πρό ολίγου καιρού σχεδόν οί πάντες. Ά λ λ ά διά τών «συντακτικών πράξεων» συνε-χίζομε βέβαια νά πληρώνωμε τέλη υποχρεωτικά γιά τήν δημόσια. Τέλη

203

Page 199: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

— καί οπωσδήποτε ύποτυπώδη αναλογικά μέ τά δικά μας — ύπάρχουν βέβαια καί στό εξωτερικό. Ή μικρή διαφορά είναι μόνο οί έπενδύσεις πού κάνει τό κράτος γιά τήν πληθύν καί τό ποιοτικό άνέβασμα τών προγραμ-μάτων, προκειμένου νά άντιμετωπίση τόν άνταγωνισμό τής ιδιωτικής. Έδώ καί νομοθετημένο χαράτσι, καί συνέχεια ποδόσφαιρο καί προεκλογικές διαφημίσεις. Δέν είναι όμως αύτό παραβίαση τοΰ οικογενειακού άσύλου — νά άνοίγης γ ι ' αύτό πού πληρώνεις καί νά εισβάλλουν μόνο κομματικές έπιλογές; (κρατικές δέν μπορούμε νά τίς ποΰμε, βέβαια, διότι δέν ξέρομε ποιές τάξεις καί πώς συμμετέχουν στήν διαμόρφωση τών προγραμμάτων). Λέγεται αύτό κατοχύρωση άνθρωπίνων δικαιωμάτων; Επομένως δυό λύ-σεις ύπάρχουν: ή νά ΐδιωτικοποιηθή καί ή κρατική τηλεόραση, ή, άφοΰ πρέπει νά καταβάλλωνται τά λεφτά — ένώ τά κρατικά προγράμματα δέν ύπάρχουν —, νά δηλώση ό καθένας στήν ΔΕΗ ποιά τηλεόραση θέλει νά πληρώνη καί βάσει αύτοΰ νά είσπράττωνται τά συνήθη ύποχρεωτικά τέλη. Μόνο έτσι θά ύπάρξη πληροφόρηση καί θά άρθή ή άντισυνταγματικότης τοΰ άρθρου 51 τοΰ Συντάγματος. Διαφορετικά πώς ύποχρεοΰται νά ψηφίζη κανείς άπληροφόρητος, μόνο μέσω τοΰ ποδοσφαίρου; Αύτό είναι τό νόημα τοΰ άρθρ. 51; Κατά τόν ϊδιο τρόπο θά κατοχυρωθή καί τό δικαίωμα τής έπικοινωνίας, άν γίνουν ιδιωτικά άπό ξένες έταιρεΐες ή άλλους ιδιώτες τά ΕΛ.ΤΑ καί ό ΟΤΕ.

Μέχρι τότε θά ύπάρχουν μόνο κασέτες, ύποκλοπές καί κλοπές... Καί ή μεγάλη προσφορά τοΰ κ. Παπανδρέου έγκειται άκριβώς στό ότι

άφησε τό υπάρχον κράτος νά έκδηλωθή όπως άκριβώς ύπήρχε. Ό κ. Τό-μπρας δέν έκαμε τίποτε καινούργιο. Προσέθεσε άπλώς τόν παράγοντα τής έντιμότητος σέ μιάν ύπάρχουσα καί πασίγνωστη κατάσταση. "Ολα αύτά είναι Δημοκρατία. 'Αλισβερίσι είναι άντίθετα νά έρμηνεύης τό «Σύνταγμα» άποκλειστικώς ώς κουτάλα καί αύτό νά τό λές «σέβας πρός τό "Εθνος». Καί έπειδή αύτά όλα στόν καιρό μας τών διαφανειών δέν θά μπορούσαν πλέον νά κρυβοΰν — δηλαδή ή Ελλάδα θά έπαυε ούτως ή άλλως νά είναι κράτος διεθνών Συνεδρίων —, θεωροΰμε μεγάλον πολιτικό τόν κ. Παπανδρέου διότι τά έπιτάχυνε.

Είναι βέβαια ένα άλλο πράγμα, άν ό Παπανδρέου ύπήρξε καί τόσο με-γάλος πολιτικός μέ τήν έξωτερική πολιτική. Είναι όμως δυνατόν νά ύπάρ-χη μεγάλη έξωτερική πολιτική γιά ένα κράτος τοΰ οποίου ό έν «στενή έννοια» λαός έχει έξ άντικειμένου ώς μοναδικόν τρόπο έπιβίωσης τό κλέ-ψιμο; "Οτι άπό άπόψεως γεωπολιτικής άπό Μεγάλου Ναπολέοντος καί έντεΰθεν ό γεωγραφικός χώρος «Ελλάς» έπαιζε τόν μεγαλύτερο ρόλο στήν παγκόσμια ιστορία μέχρι καί τών ήμερών μας, είναι γνωστό. Δέν θά άνα-λύσωμε τώρα αύτόν τόν ρόλο. Καί ότι επίσης ή Ελλάδα μεταπολεμικώς

204

Page 200: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

άποτελοΰσε τό ένα άπό τά δύο στηρίγματα τής 'Αμερικής στήν Εύρώπη (τοΰ άλλου όντος ή δυτική Γερμανία), είναι κι αύτό έπίσης γνωστό. 'Από άπόψεως γεωστρατηγικής, ή διαφορά μεταξύ Ελλάδος καί Τουρκίας έγκει-ται στό γεγονός, ότι ένώ ή Τουρκία είχε τόν ρόλο τής άμυντικής σημασίας παράγοντος ώς πρός τήν Μαύρη Θάλασσα καί τήν νότια περιοχή τής Ρωσσίας, ή Ελλάδα διά τοΰ Αιγαίου είχε καί τήν έπιπρόσθετον σημασία τού στηρίγματος μιας ένεργοΰς πολιτικής ώς πρός τήν Μέση 'Ανατολή. Αύτό είχαν τήν άτυχία νά μήν τό καταλάβουν καί οί Συνταγματάρχες (τούς έπέτρεπε όμως ή «ελληνοχριστιανική» ιδεολογική τους συγκρότηση; Ή περίπτωση τοΰ 'Αγγελή φανερώνει καλά τό συνειδησιακό αδιέξοδο...), οί όποιοι άπαγόρευσαν στά άμερικανικά άεροπλάνα νά πετάνε άπ ' τήν Ε λ -λάδα μέ τόν πόλεμο τής Μέσης 'Ανατολής (τό είχαν κάνει καί όλα τά άλλα κράτη τότε), μέ άποτέλεσμα τό μόνο στήριγμα τών 'Αμερικανών νά μείνουν οί 'Αζόρες. Τό έπαχθές «ισόβια» (καί όχι βέβαια γιατί κατέλυσαν καμμιά «Δημοκρατία» στήν 'Ελλάδα!) μάς φανερώνει καλά τήν σημασία τών πραγ-μάτων...

Τό «έθνική άνεξαρτησία» καί τό «έξω τό NATO» τοΰ κ. Παπανδρέου δέν ήταν κάτι τό ούσιωδώς διάφορο άπ ' τήν πολιτική τών Συνταγματαρχών. "Οτι βέβαια τό μεσανατολικό πρέπει νά βρή μιά ιστορική λύση, δηλαδή μιά λύση διαρκείας καί γονιμότητος, είναι φανερό άπό τήν έποχή τοΰ... σουλτάνου Σαλαντίν. Τά πράγματα όμως όπως ύπήρξαν ώς τώρα είχαν άπλώς τό νόημα, ότι «έξω οί βάσεις» έσήμαινε τράβηγμα στό σχοινί τοΰ βρόχου όλης τής δυτικής βιομηχανικής παραγωγής καί τής Εύρώπης ιδιαί-τερα. Δηλαδή μέ τήν προΰφισταμένη τάξη πραγμάτων, τά συνθήματα τοΰ κ. Παπανδρέου γιά τήν παγκοσμίως βασικώτερη άπό τίς βάσεις τοΰ NATO, ούτε κάν τούς Ρώσσους δέν έξυπηρετοΰσαν, οί όποιοι μέ τήν μεσανατολική πολιτική τους έσεβάσθηκαν πλήρως τό δικαίωμα επιβίωσης τών εύρωπα-ϊκών κοινωνιών.

Πέραν όμως άπ ' αύτά, γιατί άραγε οί άμερικανικές βάσεις στήν Κούβα δέν έμπόδισαν τόν Φιντέλ Κάστρο γιά τήν έθνική του άνεξαρτησία; «'Ε-θνική άνεξαρτησία» ώς πρός ποιόν καί τί; Τί δηλαδή θά έκάναμε μ ' αύτή πού έμποδιζόμαστε τώρα νά κάνωμε; Καί πώς συνδέεται ή «έθνική άνεξαρ-τησία» μέ τίς βάσεις; Τά νοήματα είναι διαφορετικά. Γιατί οί βάσεις δέν έμποδίζουν τήν έθνική άνεξαρτησία τών 'Ολλανδών ή τών Νορβηγών καί γιατί αύτές δέν έμπόδισαν τήν βιομηχανική μεταπολεμική άνάπτυξη τής 'Ιταλίας; Γιατί δέν έμποδίζουν τήν άνάπτυξη τής 'Ισπανίας καί τής Πορ-τογαλλίας; Αύτοί πού μάς στερούν τήν «έθνική άνεξαρτησία», πώς γίνεται νά τό καταφέρνουν; Σέ ποιά δεδομένα στηρίζονται; Καί τά δεδομένα αύτά έχουν οπωσδήποτε σχέση μέ τίς βάσεις; "Αν λείψουν δηλαδή αύτές, μέ τά

205

Page 201: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ϊδια δεδομένα θά έπιτύχωμε κάτι γιά τό όποιο τώρα μάς έμποδίζουν; Γιατί ή έθνική τους άνεξαρτησία δέν προσέδωσε στους Γιουγκοσλάβους αύτό πού ή «έθνική ύποδούλωση» μέ τίς βάσεις στερεί άπό τούς "Ελληνες;

Τώρα πού οί βάσεις σιγά-σιγά φεύγουν είναι πιστεύομε καιρός νά συζη-τηθούν καί τέτοια έρωτήματα. Καί έπειδή ή διάταξη τής Ελλάδος θ ' άλ-λάξη, άκριβώς γιατί δέν χρειάζονται πλέον οί βάσεις, γιά νά καταλάβωμε καί τά πόσα έξόχως πολύτιμα προσέφεραν οί βάσεις γιά τό «έθνος» καί τήν ψηφοθηρικήν δραστηριότητα. Όφείλομε νά όμολογήσωμε ότι ή «συμμα-χική πολιτική» τής Δεξιάς, καίτοι ή άλλη ποδοσφαιρική όψη τής «έθνικής άνεξαρτησίας» άφοΰ περιείχε τήν διά τοΰ «έθνους» έννοια τοΰ... άζημιώτου, ύπήρξε, έστω καί Παλαμηδικώς, πολύ πιό ιστορικά προσγειωμένη. Ό κ. Παπανδρέου καί στό σημείο τούτο υπέκυψε στόν «λαό». «Έθνική άνεξαρ-τησία» δέν είναι παρά ό λαϊκισμός τής ψυχολογίας τοΰ «νεομάρτυρα». Είναι ή ψυχολογία (ή τόσο βολική γιά τήν Αριστερά!) πού έκαλλιέργησε ή ορθοδοξία ώς αγωγή τών κάθε φορά συμμαζευομένων στά όρια τοΰ έλ-ληνικοΰ κράτους, έπειδή, όπως έξηγήσαμε, δέν είχε τίποτε άλλο νά τούς προσφέρη. Ό «μάρτυρας», έν άντιθέσει πρός τόν «ήρωα», υποφέρει πάντα άπό αιτίες άφαντες καί μή λογικές (προφανώς, άφοΰ τό πρόβλημά του είναι ψυχολογικό). Τό «μαρτύριο» του άποτελεΐ έξιλέωση, άπολαμβανόμενο έπί προσωπικοΰ έπιπέδου, πού άποκλείει τήν λογική άναγωγή. "Ενα περιστα-τικό πού έπιζητεΐ τήν διάρκειά του στό μπουζούκι ή τό γήπεδο, προκειμέ-νου νά συνεχισθή σάν είδος «άναβαθμοΰ» πού «τελειώνει» τόν «μάρτυρα», διότι μέσα άπό τίς διαδικασίες αύτές βρίσκεται τελικά ένας κόκκορας πού φταίει! (Καθόλου τυχαίο δέν είναι πού τά λαϊκά τραγούδια σάν «ψυχοσύν-θεση» είναι όλα τά ΐ'δια· οί ρίζες χάνονται βαθιά στήν νεώτερη θρησκευτική άγωγή...). Αύτή τήν ψυχολογία εύρήκε ό κ. Παπανδρέου νά κάμη σύνθημα. Καί «πέρασε βαθιά στόν λαό», γιατί άκριβώς τό κόμμα του ήταν ό «λαός» σάν φορέας αύτής τής ψυχολογίας. Ό κ. Παπανδρέου ήταν ό «τροπαιοφό-ρος άγιος» τής μεταπολεμικής ζωής μας... Τώρα βέβαια ποιούς κινδύνους μπορούσε νά κρύβη μιά πολιτική πού έστηρίζετο σέ διάχυτα καί άσαφή λαϊκά αισθήματα, μία φασιστική δηλαδή κατ' ούσίαν πολιτική, μόλις πού είναι άνάγκη νά ποΰμε. Ό άντιδυτισμός καί τό «έξω οί βάσεις» ύπήρχαν σάν ιδεολογία καί πρό τοΰ κ. Παπανδρέου. ('Ιδεολογία καί γιά τήν ί'δια τήν Δεξιά, ύπό τήν άπόχρωση τοΰ «θεματοφύλακα» καί τής «ρίζας»), Ό κ. Παπανδρέου άπλώς έφρόντισε νά τήν μεταβάλη σέ εκλογικά ποσοστά.

'Αλλά, είδικά τήν έποχή τοΰ ΠΑΣΟΚ, καί γιά έναν άλλον λόγο τό σύνθημα «έξω οί βάσεις» συντελοΰσε στήν διατήρηση τοΰ ψυχροπολεμικού κλίμα-τος καί καθόλου τής Ειρήνης. Διότι τά χρόνια αύτά οί συζητήσεις γιά τούς

206

Page 202: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

αφοπλισμούς προχωρούσαν — δπως άποδεικνύουν τά γεγονότα τών καιρών μας — καί ένας πρωθυπουργός μιας χώρας οφείλει νά είναι πληροφορη-μένος έπί τής γενικής καταστάσεως τοΰ κόσμου. Άλλοιώς τί πολιτική νά κάνη; Ή έξωτερική πολιτική δέν προκύπτει άπ ' τό «κεφάλι», ούτε άπό τίς άναγκαιότητες τής έσωτερικής. Έ φ ' όσον λοιπόν οί διαπραγματεύσεις τών άφοπλισμών προχωρούσαν ουσιωδώς, καθόλου δέν θά έξυπηρετούντο άν ό κάθε τριτοκοσμικός ή «άδέσμευτος» τίς έβλεπε σάν εύκαιρία προβολής τών δικών του «εθνικών» αιτημάτων καί χάραξη τής «δικής» του πολιτικής. Διότι ένας άπό τούς βασικούς λόγου πού οί διαπραγματεύσεις κατέστησαν άναπότρεπτες ήταν άκριβώς ή άνάπτυξη άλλων κέντρων πολιτικής ίσχύος έπί τοΰ πλανήτη ("Απω 'Ανατολή, 'Ινδία, Κίνα κ.λπ.), πράγμα πού σημαίνει ότι οί δύο σημερινοί μεγάλοι μόνο άπό κοινού θά μπορούσαν νά άντιμε-τωπίσουν καί νά κουμαντάρουν. Ή άνάπτυξη συνεπώς κατά τήν διάρκεια τών διαπραγματεύσεων «ισχυρών» έξωτερικών πολιτικών άπό κάτι σάν τήν Ελλάδα χώρες (όπου οί έσωτερικές έκλογές ούτε καν στοιχείο τυπικής νομιμότητος δέν συνιστούν γιά έξωτερική πολιτική, μιά καί κανένας δέν είναι ύποχρεωμένος γιά τήν συνεισφορά στά... «βάλσαμα») άντέβαινε σέ έναν ούσιώδη λόγο τών ίδιων τών διαπραγματεύσεων. Ή μήπως έλυσε ή έλληνική έξωτερική πολιτική κανένα έλληνικό πρόβλημα άπό τό '21 κι έδώ;...

Τό πόσο ή πολιτική τοΰ κ. Παπανδρέου ύπηρετοΰσε τό πνεύμα τοΰ ψυχροΰ πολέμου καί καθόλου τών άφοπλισμών άποδεικνύει τό γεγονός, ότι έτυχε καί τής άμερίστου ύποστηρίξεως τής παλαιάς σκληροπυρηνικής πο-λιτικής τής 'Ανατολικής Γερμανίας. Ή τά μάλα προσκειμένη στήν DDR (καί χρηματοδοτούμενη) κομμουνιστική εφημερίδα τής Δυτικής Γερμανίας «Volkszeitung», στό φύλλο No 13 τής 24/3/89, είχε ολόσωμη φωτογραφία τοΰ κ. Παπανδρέου μέ τήν ψήφο εμπιστοσύνης μετά τά σκάνδαλα, όπου τόν παρίστανε σάν τόν «ήρωα-μάρτυρα», τόν «"Αγιο Γεώργιο» τών Βαλκανίων γιά τήν «Ειρήνη», ύπονομευόμενον άπό τίς «σκοτεινές δυνάμεις». Κατά πόσον ή κατά νόημα ψυχροπολεμική αύτή πολιτική εύρέθηκε μέσα στό κλίμα τής έποχής της, τό άπέδειξαν τά κατοπινά γεγονότα. Τά συνθήματα πού θέλησε νά πραγματοποιήση ό κ. Παπανδρέου τό 1989, καί ό τρόπος, ήσαν καταστάσεις καί συνθήματα τοΰ 1960. "Οχι τοΰ λήγοντος εικοστού αιώνος.

"Ας άφήσωμε βέβαια τό γεγονός, ότι οί πύραυλοι τοΰ «μικρού» καί «μέ-σου» καί «μεγάλου» βεληνεκοΰς δέν ήσαν τίποτε άλλο, όπως είπαμε καί άλλοΰ, παρά όροι πολιτικής συνεννόησης καί λεξιλογίου, όπως άκριβώς ήσαν τά «ένζυμα» καί τά «άζυμα» στήν πολιτική ορολογία τοΰ μεσαίωνος. Καί τά δύο σύμφωνα, δέν θά ήταν δυνατόν νά καταργηθοΰν άπό μιά στιγμή

207

Page 203: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

στήν άλλη (ώστε νά μπορούν νά δεχθούν τέτοια καίρια χτυπήματα δπως «έξω οί βάσεις» στήν Ελλάδα), ιδιαίτερα δέ τό NATO πού έσερνε πίσω του όλη τήν βιομηχανία τής δυτικής παραγωγής (μέ τά γνωστά φυσικά προβλήματα καταστροφής τοΰ περιβάλλοντος κ.λπ.). Ά λ λ ά πιθανόν ούτε καί συμφέρει άκόμη ή κατάργηση τής πολιτικής σημασίας αύτών τών οργανισμών, άφοΰ παρατηρούμε ότι οί άζερμπαϊτζανοί καί οί λιθουανοί πιστεύουν πώς είναι μόνοι τους στόν κόσμο (αύτών έμεϊς προηγούμεθα στήν νοοτροπία όπως λέμε!) μή μπορώντας νά καταλάβουν ποιά προβλή-ματα ή νοοτροπία τους μπορεί νά έξαπολύση σέ άλλες περιοχές τοΰ πλα-νήτη. Ώσπου λοιπόν νά καταλάβουν οί «έθνικές συνειδήσεις» ότι τά προ-βλήματά τους δέν μπορούν νά λυθούν παρά άπό καταστάσεις πού θά προ-κύψουν άπό τήν διαδικασία ολοκλήρωσης τών συνεννοήσεων τών δύο με-γάλων, καί ότι δέν είναι μόνο θέμα δημοψηφισμάτων καί έκλογών, ή πο-λιτική σημασία τών οργανισμών αύτών θά παραμένη άπαραίτητη. Ά ρ α καί άπό τήν άποψη αύτή ύπήρξαμε οί άζερμπαϊτζανοί τής Μεσογείου... Ά λ -λωστε τά πολεμικά αύτά συγκροτήματα ύπήρξαν έπιστημονικοί οργανι-σμοί, πού στηρίζονταν στήν τεχνολογία καί όχι στούς «ναύτες» καί τούς «στρατιώτες». Οί «ναύτες» καί οί «στρατιώτες» ήσαν όροι τής καθημερινής πολιτικής ρητορείας, ένώ ό πραγματικός κίνδυνος τών νετρονίων βρίσκε-ται σέ τόπους ήμιάγνωστους καί άκατοίκητους — άπό άνθρώπους, πουλιά καί ψάρια...

Ά λ λ ά πάλι καί μέ τήν έξωτερική του αύτή πολιτική ό κ. Παπανδρέου ύπήρξε μέγιστος πολιτικός, διότι έδειξε δύο πράγματα πού συμπίπτουν κατά νόημα είς ένα καί τό αύτό. Παρά τά σκάνδαλα έβγήκε ένισχυμένος άπό τίς έκλογές, πράγμα πού δείχνει ότι τόν έλληνικό λαό τίποτε άλλο δέν τόν ένδιαφέρει παρά μόνο τό νόημα τής «εθνικής ανεξαρτησίας». Καί αύτό σημαίνει ότι ή Ελλάδα ώς τό ύφιστάμενο κράτος δέν χωράει πιά στά πλαίσια τής σύγχρονης ιστορίας. Καί τό άλλο πράγμα — όπερ ταύτόν — είναι, ότι ό κ. Παπανδρέου έθεσε μέ τήν πολιτική του διεθνώς τό πρόβλημα τής 'Ελλάδος ώς άνεγκέφαλου κοτετσίου. Πρόβλημα πού οπωσδήποτε χρειάζεται κι αύτό λύση.

Ό κ. Ρόμπερτ Κάπλαν — άμερικανός δημοσιογράφος στήν Αθήνα, όπως ό ίδιος ύπογράφει — έξ αίτιας τής πολιτικής τοΰ κ. Παπανδρέου έγραψε ένα πολύ ένδιαφέρον άρθρο στό διεθνές περιοδικό «Reader's Di-gest» τοΰ Φεβρουαρίου τοΰ 1988, μέ τίτλο «Ποΰ τό πάει ό "Ελληνας πρω-θυπουργός;» (βλ. γερμ. έκδοση, σελ. 63-70). Βεβαίως, αύτό πού δέν άνεκα-λύψαμε στό άρθρο είναι ή προσωπική γνώμη τοΰ κ. Κάπλαν, περί τοΰ «ποΰ θά ήταν δυνατόν νά τό πάη» ό οποιοσδήποτε έλληνας πρωθυπουργός. Κατά

208

Page 204: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τά άλλα ό κ. Κάπλαν εκφράζει εξόχως ένδιαφέρουσες ιστορικά άπόψεις καί άξιολογώτατες σκέψεις. Διαμαρτύρεται έπί παραδείγματι, ότι ό κ. Παπαν-δρέου «διέλυσε τήν 'Εκκλησία πού άποτελεΐ τήν σπονδυλική στήλη τοΰ έλληνικοΰ κράτους» καί τόν καλεί σέ άμεσον συνετισμό. Καθησυχάζοντας έν τω μεταξύ καί όλους τούς υπολοίπους, ότι ούδείς λόγος άνησυχίας ύπάρ-χει, δεδομένου όλα τά προβλήματα τής Ελλάδος μποροΰν νά βροΰν έν άνάγκη τήν λύση τους καί έκτός Ελλάδος: «Amerika und Europa sollen die Geldeinfuhr stoppen»! 'Αλλά μιά τέτοια λύση, παρατηρεί μέ έλαφράν θλίψη ό κ. Κάπλαν, θά άντέκειτο πρός τά άνθρωπιστικά ιδεώδη καί μόνον ώς «τελικό μέτρο» θά μποροΰσε νά χρησιμοποιηθή.

Προσωπικώς δέν ξέρομε, άν ό κ. Κάπλαν γνωρίζη άλλο κράτος τής ΕΟΚ, στό όποιο νά λειτουργοΰν Συντάγματα καί Κοινοβούλια καί ή 'Εκ-κλησία νά άποτελή τήν «σπονδυλική στήλη τοΰ κράτους»· τό γεγονός πάντως ότι θά ήταν δυνατόν νά είχαμε περίπτωση Μπιάφρας έντός τής εύρωπαϊκής περιοχής, καί δή γιά «ίσότιμον» μέλος τής ΕΟΚ, θά ήταν οπωσδήποτε ένα περιστατικό καί μή άνθρωπιστικώς σοβαρό. Άθελα ό κ. Κάπλαν μάς άνέξεσεν πληγές πρό τής εύφορίας τών προεκλογικών μας παραδείσων. Μήπως μιά δυνάμει Μπιάφρα δέν ύπήρξε ή 'Ελλάδα άπό τό '22 κι έδώ; Πότε λύθηκε τό περίφημον «σιτικόν»; Ποτέ! Άπλώς περάσθηκε μεταπολεμικά σέ ξένους προϋπολογισμούς καί άπεσιωπήθηκε, έπειδή άλ-λαξαν τά μεγέθη. Ό τ α ν ολόκληρος ό προϋπολογισμός τής 'Ολλανδίας λ.χ. άποτελή μικρόν κλάσμα τών ετησίων εσόδων τής «General Motors», τί νόημα έχει νά συζητή κανείς γιά άραβοσίτους καί σιτάρια όρνιθώνων; Ούτε φυσικά καί βρέθηκε ποτέ πολιτικός νά τό συζητήση, άφοΰ δέν παρεμβάλ-λετο στά... «εκλογικά προγράμματα», διότι άμέσως μετά τά «σχέδια Μάρ-σαλ» καί τίς «βοήθειες» άκολούθησαν τά ΜΟΠ. Ακόμα καί στήν κατοχή, πού οί δρόμοι ήσαν γεμάτοι πτώματα, τό «κράτα Ρόμμελ καί χαθήκαμε» πάλι έμπόδισε τίς βυζαντινές λαότητες τοΰ νεοελληνικού κράτους νά άνα-ρωτηθοΰν γιατί πεθαίνουν. Ή τ α ν καί έξ άγωγής άδύνατο. Τό Βυζάντιο, άφοΰ συγκέντρωσε ώς ρωμαϊκή αύτοκρατορία τά 2/ 3 τοΰ παγκόσμιου πλού-του τοΰ καιρού του, διατηρήθηκε άκριβώς τόσο, όσο χρειάσθηκε γιά νά φάη τά συγκεντρωμένα. Ά ρ α λοιπόν πάντα κάποιος έπρεπε νά δίνη, καί γιά τήν Κατοχή φταίνε οί δυνάμεις κατοχής. Σίγουρα οί δυνάμεις κατοχής πήραν ό,τι βρήκαν στίς άποθήκες — εμπόλεμοι ήσαν καί τό ίδιο έκαναν σέ όλες τίς χώρες —, άλλά δέν έπεσε παντού πείνα όπως έπεσε στήν 'Ελ-λάδα. Στίς ελληνικές όμως σιταποθήκες δέν βρήκαν καί πολλά, καταφεύ-γοντας άμεσα στήν παραγωγή. Δυστυχώς, άπό τό 1926 ποΰ ό κ. Ζολώτας άνεκάλυπτε στήν Λειψία τήν 'Ελλάδα «στόν δρόμο τής έκβιομηχανίσεως» μέχρι καί τοΰ δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, ή βιομηχανικώς επίδοξη

209

Page 205: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

χώρα μας εϊχεν άνάγκη νά είσάγη ετησίως 400.000 τόννους σιτάρι, γιά νά γεμίζη άπλώς τίς κοιλιές. Καί τό σιτάρι αύτό τό έξησφάλιζε ή 'Αγγλία. Μέ τόν άποκλεισμό της όμως τό 40/41 ή εισαγωγή σταμάτησε τελείως, μέ άποτέλεσμα οί κοιλιές νά προσεγγίσουν άποτόμως τήν διάμετρον ύπερκο-ρεσμοϋ, ην ένοράτο ό κ. Ζολώτας είς τάς περί «άναπτύξεως» διατριβάς του. (Τί άλλο ήταν δυνατόν νά ίδή κανείς στήν 'Ελλάδα μετά τό '22, έκτός άπό έργατική δύναμη καί «ιδιωτικά έργα» κατά τήν έννοια τοΰ Παλαμήδη;...)

Ό κ. Κάπλαν λοιπόν μάς ύπενθύμισε ότι ή άπειλή τοΰ δευτέρου παγκο-σμίου πολέμου γιά τήν 'Ελλάδα έπικρέμαται εισέτι. Καί τώρα ποΰ τά ΜΟΠ θά χρειασθοΰν ίσως γιά άλλους σκοπούς, όσο «δεσμευμένα» καί άν είναι — καί ορθώς βέβαια διότι ύπάρχουν καί ιστορικές προτεραιότητες —, θά άρχίση πιθανόν πάλι προβληματική περίοδος γιά τών ομφαλό τών Εύρωελ-λήνων. Μή ύπάρχοντος λοιπόν τοΰ ειδικού στίς ομφαλοσκοπήσεις 'Αγίου Γρηγορίου τοΰ Παλαμά, έκλήθη ό κ. Ζολώτας νά έπιληφθή τών προβλη-μάτων διά τών γνώσεών του... Ώ ς πρώτην δέ διαπίστωση, όπως είδαμε, έκαμε, ότι έχάθηκε ή παλαιά καλή ίδιότης τοΰ «πτωχοΰ άλλ ' εντίμου "Ελ-ληνος»... 'Αλλά ό νοημοκτήτωρ κ. Κάπλαν δέν μάς άφήνει ούτε μέ τό... ζωνάρι καί τίς «σταθερές ιδεολογικές βάσεις» τοΰ Συντάγματος μας νά τά φέρωμε βόλτα: Ό κ. Ζολώτας είναι καθηγητής τής Οικονομίας, όπως είναι καί ό κ. Παπανδρέου. Καί οί γνώσεις τοΰ κ. Παπανδρέου είναι τούλάχιστον κατά 15 χρόνια πιό μοντέρνες άπό αύτές τοΰ κ. Ζολώτα. Πώς λοιπόν οί γνώσεις τοΰ κ. Ζολώτα είναι καλύτερες καί πιό άποτελεσματικές άπό αύτές τοΰ κ. Παπανδρέου; Ή έπιστήμη δέν είναι έπιφοίτηση· μέ τήν Φυσική τοΰ 18ου αί. δέν μπορεί νά φκιάξη κανείς Τηλεόραση. "Αν τίς προσθέταμε, ίσως, πιθανόν νά μπορούσε νά βγή τό άποτέλεσμα, θά μπορούσε νά σκεφθή κανείς. 'Αλλά καί έδώ ό κ. Κάπλαν μάς στερεί κάθε αισιοδοξίας. Θύματα πάντα τοΰ έκμοντερνισμοΰ, έκάμαμε τό μοιραίον λάθος νά άντικαταστήσω-μέ τήν άκριβεστάτην λέξη τοΰ «κολλυβισμοΰ», πού είχαμε ιστορικώς στό λεξιλόγιόν μας οίκείαν, μέ τόν σκοτεινόν όρο «Οικονομία»: τί άθροισμα νά βγάλουν οί «συν-διασκέψεις τών οικονομολόγων», όταν τό όλον πρόβλημα έξαρτάται άπό τό άν θά ρίξη ό πτηνοτρόφος τό καλαμπόκι στό κοτέτσι; Καί όσο γιά τήν «σπονδυλική στήλη» άδίκως άνησύχησε ό κ. Κάπλαν όσο ύπάρχουν τά λάβαρα — καί τέτοια έχομε πληθώρα (αύτά άλλωστε δέν βγάλαμε καί στά μπαλκόνια;) —, ουδείς κίνδυνος γιά τούς... σπονδύλους ύπάρχει...

Ό κ. Παπανδρέου λοιπόν δέν ύπήρξε τόσο μεγάλος πολιτικός στήν έξω-τερική πολιτική — ούτε καί ήταν άπαραίτητο —, ύπήρξε όμως παμμέγι-στος στήν έσωτερική. Είναι πρώτη φορά ποΰ ή έξουσία μεταβιβάσθηκε

210

Page 206: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

δντως στόν λαό. Καί μιά καί είδαμε τί σημαίνει «ή έξουσία στόν λαό», ξέρομε τώρα άκριβώς τί πρέπει νά γίνη. Αύτή είναι ή άνυπολογίστου ση-μασίας προσφορά τοΰ κ. Παπανδρέου στήν παγκόσμια ιστορία. Καί τό έννοοΰμεν κυριολεκτικώς.

Βεβαίως θά μάς άρεσε γιά λόγους φιλοσοφικούς νά μήν είχε παντρευτή, άλλά έν τέλει ό ύποκειμενικός ήρωϊσμός τών άνθρώπων είναι ένα δευτε-ρεύον πράγμα προσωπικής βιοθεωρίας. 'Αλήθεια είναι πώς μέ τόν πρόσφα-το γάμο του είναι πάντα σίκ καί περιποιημένος, ένώ πρίν συχνά τά παντε-λόνια του ήταν μέ «γόνατα», χωρίς «τσάκιση» καί άνέδιδαν ένίοτε κάποιαν άπόχρωση έμπορευομένου. Ή «πάστρα καί ή άρχοντιά» ήσαν τά έθνικά προτερήματα τής θηλυκότητας στόν τόπο μας καί ειλικρινά δέν μποροΰμε παρά νά συγχαροΰμε τήν νεαρά του σύζυγο γιά τήν γυναικεία σοφία της...

"Οσο τώρα γιά τά «έθνικά οράματα» καί «προγράμματα» τής Νέας Δημο-κρατίας, είναι μάλλον άσκοπη χασομέρεια νά άσχοληθή κανείς. Τώρα μέ τήν κατάργηση τοΰ Λιβάνου, δέν θά ήταν άλλο τίποτα δυνατόν παρά πώς θά μεταφερθοΰν οί άντίστοιχοι ρόλοι ολίγον άριστερώτερον έπί τοΰ χάρ-του. Τά «κίνητρα» γιά τίς ξένες έπενδύσεις, τά «μπλέ προγράμματα» τής αισιοδοξίας πού τίποτε άλυτο δέν άφήνουν, ιδιαίτερα δέ ό ρόλος τού «εύ-ρωδιδασκάλου» πού φιλοδοξοΰμε μέ καμάρι γιά τούς ύπολοίπους βαλκα-νίους, δέν είναι παρά ή μύχια καί άπελπις προσδοκία εκπληρώσεως τών «σταθερών ιδεολογικών βάσεων» τών συνταγματικών μας διακηρύξεων. Δέν άποδεικνύει μέ τά λόγια καί τίς εξαγγελίες της ή «Νέα Δημοκρατία», ότι διαθέτει κάποιο σύνολο ίδεών γιά τήν πολιτική ύφή τοΰ παρόντος κόσμου καί τήν θέση τής 'Ελλάδος σ ' αύτόν. Μόνιμος ισχυρισμός της είναι ή «χρεοκοπία τοΰ σοσιαλισμοΰ», σάν νά πρόκειται γιά ένα γεγονός πού είναι αύτονόητη άπόρροια τών έκλογικών της προγραμμάτων. Ό σο-σιαλισμός άπέθανεν, άρα ζήτω ό νεοφιλελευθερισμός. Καί τό τί μέν είναι νεοφιλελευθερισμός, αύτό ή ΝΔ δέν είναι είς θέση νά τό ξέρη, άφοΰ όντως πρόκειται γιά μιά πολιτική πειραματική (ορισμένων εύρωπαϊκών κομμάτων. 'Αλλά ούτε καί περί τών άντιλήψεών της έπί τοΰ «σοσιαλισμού» μποροΰμε νά αίσιοδοξήσωμε, άφοΰ δέν μοιάζει νά διακρίνη τί προσέφερε ό παλαιός «ύπαρκτός σοσιαλισμός» γιά τήν πρόοδο τοΰ σοσιαλισμού μέσα στίς ίδιες τίς «φιλελεύθερες» κοινωνίες. Καί ομιλεί περί «χρεοκοπίας συστημάτων» έκεΐ ποΰ θά ώφειλε νά ίδή πολιτικές άναγκαιότητες τής ενιαίας ιστορικής δομής τοΰ συγχρόνου βιομηχανικοΰ κόσμου. Αύτά έχουν σχέση μέ πολλά άλλα πράγματα πού έμμέσως μπορούν νά συναχθοΰν, κυρίως δέ μέ τό ότι ή ΝΔ δέν φαίνεται νά καταλαβαίνη πώς ή έποχή τών μεγάλων κομμάτων καί τών «αύτοδυναμιών», ειδικά στήν 'Ελλάδα, δέν έξυπηρετεΐ πιά κανενός

211

Page 207: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

είδους «εθνικό συμφέρον». Σήμερα δέν χρειάζονται πιά μεγάλα κόμματα, άλλά μεγάλοι πολιτικοί σχηματισμοί πολλών μικρών κομμάτων. Έ Δεξιά έχει έναν ύγιή γιά τήν παράταξή της πυρήνα, τό κόμμα τοΰ κ. Στεφανόπου-λου. Καί γιά νά ίδοΰμε πώς στήν πραγματικότητα εκφράζεται «ιδεολογικά» ή Δεξιά σήμερα, θά ήταν ίσως άπαραίτητο νά βγοΰνε καί οί συνταγματάρ-χες άπό τήν φυλακή νά ιδρύσουν τό δικό τους κόμμα. Τότε άκριβώς θά ξέραμε τί έκλογικά ποσοστά έκφράζει καί ή ΝΔ. Καί τούτο θά ήταν κέρδος γιά τήν Δεξιά, δεδομένου ότι θά διεσκέδαζε τήν εντύπωση τοΰ φιλελευθέ-ρου εύρωπαϊκοΰ χώρου (καί τής άντίστοιχης φιλολογίας), ότι πρόκειται άπλώς περί πολιτικοΰ χώρου έκφραζομένου διά τών όπως-όπως... «πλειο-ψηφιών». Ό κ. Μητσοτάκης στούς λόγους του ομιλεί περί 'Ελλάδος ωσάν νά πρόκειται περί νεογεννήτου κράτους πού άναζητεϊ τό «μέλλον» του καί όχι περί ένός παρωχημένου γεωγραφικού σχήματος πού πρέπει νά μετα-βληθή. Ύπέρ τοΰ έλληνισμοΰ...

Στήν έξωτερική πολιτική έπί τών Βαλκανίων ή Δεξιά όχι μόνο καμμιά ύπηρεσία δέν μπορεί νά προσφέρη (άκόμη δηλαδή καί άν τά έχη γραμμένα στό χέρι όπως παίρνουν οί πιλότοι τίς οδηγίες πτήσεως), άλλά μόνο πε-ριπλοκές νά δημιουργή μέ τό «Έθνος». Πρόσφατο παράδειγμα έχομε τούς έλληνόφωνους 'Αλβανούς. Ό «έλληνοχριστιανισμός» δέν τούς άφήνει νά ένσωματωθοΰν στό κράτος πού ζοΰν. 'Από μήνα σέ μήνα φθάνουν τά «λά-βαρα τής Λευτεριάς»! Καί αύτό βέβαια έχει σάν συνέπεια νά μήν μπορή τό καθεστώς τής γειτονικής χώρας νά προβή στίς μεταρρυθμίσεις πού θέλει. Έ ν τω μεταξύ είναι άπολύτως άνακριβής ό ισχυρισμός, ότι οί ελληνόφωνοι τής 'Αλβανίας καταπιέζονται. Ή γερμανική ραδιοφωνία έκαμε δημοσκο-πήσεις στήν 'Αλβανία (ή όποία σημειωτέον έχει τόν ύψηλότερο άριθμό νέων σέ όλη τήν Εύρώπη — έπ' αύτοΰ τί έχει άραγε νά πή ή Δεξιά μας;...) γιά τήν Παιδεία, τήν Διοίκηση, τόν τρόπο ζωής κ.λπ. Διευθυντές νοσοκο-μείων καί άνώτεροι κρατικοί ύπάλληλοι έδιναν τίς συνεντεύξεις έλληνικά καί άπό αύτά μετέφραζε γερμανικά ό διερμηνέας. Καί λέμε στήν γερμανική ραδιοφωνία, δηλαδή διεθνώς καί έλευθέρως. Ποΰ είναι λοιπόν ή καταπίε-ση; Έδώ οί πομάκοι, οί γιουγκοσλάβοι, βούλγαροι, τούρκοι κ.λπ. μπορούν νά μιλούν τήν μητρική τους γλώσσα στόν στρατό, στό σχολείο ή στόν δρόμο; Ή έλληνική Δεξιά είναι ή άκαταλληλότερη πολιτική όμάδα, γιά νά άνακατευθή σέ θέματα πολιτικής τών Βαλκανίων σήμερα, ενώ ή 'Αλ-βανία, μέσα στίς μέλλουσες εύρωπαϊκές καί μεσογειακές άνακατατάξεις, θά χρειασθή περισσότερο στούς 'Ηπειρώτες καί Άκαρνάνες άπ ' ό,τι ή Πελ/ νήσος. Δέν φιλελευθεροποιούνται καθεστώτα βαλκανικά διά τής έπιθετικής πολιτικής...

Έ ν πάση περιπτώσει, αύτό πού δέν μοιάζει νά έχη έννοήση ή Δεξιά μας

212

Page 208: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

είναι τό γεγονός, ότι άπό τό σύγχρονο πολιτικό λεξιλόγιο έχει πρό πολλού καταργηθή ή λέξη «λαός». Καί όχι βέβαια μόνο ή Δεξιά. Λαός σήμερα στό πολιτικό λεξιλόγιο δέν είναι αύτό πού καθοδηγείται, άλλά αύτό πού έκφρά-ζεται. Καί «κόμμα» στόν κόσμο ήδη σήμερα δέν είναι αύτό πού «καθοδη-γεί», όπως στήν έποχή τοΰ Λένιν, άλλά τό πράγμα πού έκφράζει κοινωνικές διαδικασίες. Ά λ λ ά ή Δεξιά δέν έχει νά έκφράση τέτοια πράγματα καί γ ι ' αύτό ό άρχηγός της — μετά άπό ένα άρθρο τοΰ Spiegel «περί δεινοσαύρων» στήν έλληνική πολιτική σκηνή (κατά τήν γνώμη μας μάταιο μιά καί τό πρόβλημα τής Ελλάδος δέν έγκειται στήν άλλαγή σκηνικού) — βλέπομε νά «καθοδηγή νεώτερες γενηές» στήν πολιτική άπό τηλεοράσεως. Άκρι-βώς δηλαδή καλά καί στοργικά σάν ένας «έλληνοχριστιανικός» πατέρας... Δέν πρέπει οί έλληνοχριστιανοί θεατές νά έχουν έμπιστοσύνη;

Καί έν προεκλογική άνάγκη, κάθε σύνθημα είναι βέβαια καί μιά σανίδα σωτηρίας, όπως π.χ. τά ιδιωτικά Παν/μια, τά όποια άπαγόρευσε συνταγ-ματικώς ή Δεξιά διά τοΰ άρθρ. 16, § 8. Βεβαίως ή διάταξη είναι πλήρως άντισυνταγματική, άλλά αύτό πού άποκρύπτει ή Δεξιά μας μέ τό «νέο» σύνθημα είναι άκριβώς αύτό πού τρέμει: ότι δηλαδή μέ τήν ίδρυση τέτοιων παν/μίων θά χάση οριστικώς κάθε έλπίδα έξουσίας (καί γ ι ' αύτό κιόλας τά άπαγόρευσε τότε). Διότι τά Παν/μια αύτά δέν θά είναι βέβαια «θετικών έπιστημών» (άφοΰ τά αύτοκίνητα παράγονται ήδη στήν Γαλλία καί τήν Γερμανία, γιά ποιόν λόγο δέν θά πρέπει νά έχουν κάπου οί Γερμανοί καί οί Γάλλοι νά κάμουν μπάνιο τό καλοκαίρι;), άλλά «θεωρητικών», ήγουν γιά τίς... «έρμηνεϊες». Τότε όμως τί θά γίνη μέ τήν «αυτοδυναμία», τήν «εύρω-διδαχή» καί τήν φωτογραφία τοΰ κ. Κουτσόγιωργα; Γιατί, τό τί μέν είναι ό κ. Κουτσόγιωργας, προσωπικώς δέν μάς ένδιαφέρεν μάς άρκεϊ σάν άπλή περίπτωση άνωνύμου έλληνισμοΰ. Ό τ ι όμως ύπάρχει ένα δικαίωμα πού λέγεται «δικαίωμα προσωπικότητος» καί τό όποιον ορίζει νά μήν μπορής νά προβής σέ αύθαίρετη χρησιμοποίηση τής φωτογραφίας τοΰ άλλου καί νά τήν κάνης προεκλογικό πλακάτ, όποιος καί άν αύτός είναι — καί μά-λιστα άποτεινόμενος σέ ένα λαϊκιστικό καί άνουν κοινό (άν προϋπετίθετο ή ίκανότητά του νά κρίνη, θά άπετείνετο κανείς σ ' αύτό μέ τέτοιες μεθό-δους;) —, αύτό είναι θεμελιώδης γνώση παντός έπιδόξου... «εύρωδιδασκά-λου». Πολύ φοβούμεθα ότι οί «νέες ιδέες» γιά τήν ΝΔ συνίσταται στίς ίδιες πάντα παλαιές νοοτροπίες άν μή μεθόδους...

Έάν ερωτούσε κανείς τόν άρχηγό τής ΝΔ — άλλά καί οποιονδήποτε άλλον άπό αύτό τό κόμμα — πώς άντιλαμβάνεται τόν ρόλο τής Ελλάδος (ήγουν πιό συγκεκριμένα: τής παρούσης Ελλάδος) σέ μιάν Εύρώπη τοΰ μέλλοντος, ζητώντας άπάντηση σέ συγκεκριμένα έρωτήματα καί μή άρκού-μενος στήν περιγραφή «οραμάτων», άσφαλώς δέν θά λάβαινε άπάντηση

213

Page 209: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

(καί αύτό είναι έπιδεκτικόν πειραματικού έλεγχου). Άντ ί λοιπόν νά κατα-τρίβεται κανείς μέ άφηρημένα νοήματα, θά έλέγαμε ότι τό ούσιώδες γιά τήν Νέα Δημοκρατία θά ήταν ή ακριβής γνώση περί τοΰ καθορισμού τής προε-κλογικής περιόδου. Σύμφωνα μέ τά σύγχρονα στατιστικά στοιχεία, ή εξά-πλωση τών επιδημιών στόν πληθυσμό (π.χ. μέ φωτογραφίες-πλακάτ) άκο-λουθεί σέ διάστημα δύο εβδομάδων τήν έξίσωση:

F(x)= 0,005 (15χ2-χ3), μέ χ μεταξύ 1 καί 15 Ή συνάρτηση αύτή παρουσιάζει ένα όλικό μάξιμουμ διά χ= 10. Ά ρ α μιά εβδομάδα προεκλογική περίοδος άρκεΐ καί συνεπώς τό πρόβλημα τής έπι-βαρύνσεως τοΰ δημοσίου προϋπολογισμού είναι καθορίσιμο. Τό έρώτημα πλέον είναι άν ή παραπάνω συνάρτηση πρέπει νά γίνη περιοδική, ή μήπως άρκοΰν οί έσωτερικές μεταξύ τών κομμάτων έκλογές, οί κοινώς άποκαλού-μενες συνεργασίες. Τά «προγράμματα» πρέπει μάλλον νά θεωρηθούν περιτ-τά... Καί φυσικά οί άνθυγιεινές «εθνικές» μονομανίες! Καί όσο γιά τήν Αριστερά, δηλαδή συγκεκριμένως γιά τό ΚΚΕ, ύποθέτομεν ότι θά άναγκα-σθή έκ τών πραγμάτων νά άποκτήση τήν διορατικότητα — πράγμα πού διά πρώτην φοράν θά συμβή —, νά μήν άναγκασθή νά χρίση συναρχηγόν του μελλοντικώς καί τόν Άρχιεπίσκοπον Αθηνών. "Ας άφήσωμε αύτή τήν δεξιότητα είς τόν κ. Παπανδρέου διά τήν τρέχουσαν προεκλογικήν περίο-δον. Διότι τό ΚΚΕ ύπήρξεν άνέκαθεν ή κυρία πηγή παραγωγής τοΰ πολι-τικού λαϊκισμού έν Ελλάδι. Σήμερα πιά έκ τών πραγμάτων οί μεγάλοι «ιδεολογικοί φορείς» ώς κόμματα έχουν περιπέσει είς άνενέργειαν. Διότι ή ενιαία δομή τοΰ τεχνολογικού μας κόσμου έμίκρυνε τίς μεγάλες κοινωνικές διαφορές τοΰ παρελθόντος κατά τέτοιον τρόπο, ώστε τά «όλικά» συνθήματα «νίκη τοΰ λαοΰ», «νίκη τής Δημοκρατίας», «πάλη τών λαϊκών τάξεων» κ.λπ. νά στερούνται όχι περιεχομένου — αφελείς καί «νεομάρτυρες» θά ύπάρ-χουν έπί πολύ άκόμη έν Ελλάδι —, άλλά οιουδήποτε κοινωνιολογικού περιεχομένου. Καί τοΰτο σημαίνει ότι είναι μέν δυνατόν νά έξασφαλίζω-νται τοιουτοτρόπως κάποια «σταθερά» έκλογικά ποσοστά, νά ώθοΰν όμως καί τίς καταστάσεις πρός τήν ίστορικήν άχρηστίαν. 'Ιστορική χρησιμότης διά τό ΚΚΕ σημαίνει ένα καί μόνον: άποδοχή τών όρίων τοΰ μικρού έκεί-νου πολιτικού σχηματισμοΰ, τά όποια θά προκύψουν — καί είναι πιά πρός τοΰτο καιρός — άπό τήν άναγνώριση τής ιστορικής άλήθειας ένώπιον τοΰ λαοΰ, άλλά καί τών άλλων λαών. Ή άλήθεια είναι πάντα κέρδος, τό δέ ούσιαστικόν κέρδος είναι τό πραγματικό.

Ή Αριστερά στήν 'Ελλάδα ούδεμία ιδεολογική βάση άπέκτησε ποτέ, διότι δέν έπρόφθασε ιστορικά νά τήν άποκτήση. Τό κομμουνιστικόν κόμμα είναι τό κυριολεκτικό δημιούργημα τής πολιτικής έν 'Ελλάδι λωποδυσιας ώς γενικευμένης κοινοβουλευτικής καί διοικητικής άρχής. Κανένα είδος

214

Page 210: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

εργατικών διεκδικήσεων καί κοινωνικών άγώνων δέν τό έδημιούργησεν, άλλά ένα καί μόνο γεγονός, τό όποιον καθώρισε καί τήν ήμερομηνία γεν-νήσεως τοΰ κομμουνιστικού κόμματος στήν 'Ελλάδα: ή δυστυχία τών μι-κρασιατών προσφύγων.

Ώ ς γνωστόν, τό προσφυγικόν πρόβλημα παρέμεινε τελικώς έν 'Ελλάδι άλυτον. Δηλαδή έπακριβέστερον διευθετήθηκε μόνον έν μέρει, όσο τό έρ-γον τής άποκαταστάσεως τών προσφύγων διεξήγετο μέσω τής Κοινωνίας τών Εθνών (δηλαδή τών Αμερικανών) διά τής Ε.Α.Π. ('Επιτροπής 'Απο-καταστάσεως Προσφύγων). Καί τοΰτο κατά τά έξι μόνον χρόνια πού διήρ-κεσε ή λειτουργία αύτοΰ τοΰ οργανισμού (1924-1930). "Οσοι δηλαδή έπρό-φθασαν, τόν Κύριον άπήλαυσαν. Οί υπόλοιποι μέχρι τά σήμερα κάθονται άκόμη σέ παραπήγματα. Τό έλληνικόν κράτος όχι μόνον δέν είχε καμμιά δυνατότητα άμέσως μετά τόν πρώτον παγκόσμιον πόλεμο νά άντιμετωπίση άνάλογα προβλήματα, άλλά οί έλληνικές κυβερνήσεις εύρήκαν πρωτογε-νές πεδίον έφαρμογής τών άρετών τής ελληνικής πολιτικής, τρώγοντας όχι μόνον τά λεφτά τών άμερικανών καί τών διεθνών οργανισμών πού έστέλ-λοντο γιά τούς πρόσφυγες, άλλά καί τίς ίδιες τίς περιουσίες τών προσφύγων πού έπροβλέπετο νά άποδοθοΰν σ ' αύτούς βάσει τών διεθνών συνθηκών περί άνταλλαγής τών πληθυσμών. Τό τί ρόλο έπαιζαν αύτά τά πράγματα γιά τήν έλληνική πολιτική άποδεικνύει ένα καί μόνο γεγονός: ό Βενιζέλος πρός επίρρωση τών μεγάλων πολιτικών του οραμάτων έχάρισε τό 1930 στήν Τουρκία όχι μόνο τό σύνολο τών περιουσιών τών μικρασιατών 'Ελ-λήνων, άλλά καί εκείνο τών Κωνσταντινουπολιτών, άνταλλαγέντων καί μή! Αύτό ώνομάσθηκε «σύμφωνο ελληνοτουρκικής φιλίας».

'Εξέρχεται βέβαια τών όρίων τοΰ παρόντος ή ιστορία τής έλλαδικής πολιτικής λοβιτούρας ώς πρός τό προσφυγικόν, έπί τής όποιας άλλωστε ύπάρχει καί ίκανή βιβλιογραφία. "Οτι τό προσφυγικόν έκτονώθηκε μέσω τής ΕΑΠ ώς οξύ κοινωνικό πρόβλημα πού μποροΰσε νά μεταβληθή, είναι βέβαια γεγονός (γι ' αύτό καί μίλησαν τότε περί «ελληνικού θαύματος»), ότι όμως έλύθηκε, προφανώς όχι. 'Εκτός άπό τά δάνεια τών διεθνών οργανι-σμών (άνω τών 15 έκατ. χρυσών λιρών 'Αγγλίας), ύπήρξε καί βοήθεια σέ ύλικό. "Ενας βασικός λόγος γ ι ' αύτό ήταν ότι οί διάφορες εύαγγελικές άποστολές είχαν άναπτύξει έντονη δραστηριότητα στήν Μικράν 'Ασία προπολεμικά καί πολύς κόσμος άπό τούς πρόσφυγες ήταν θρησκευτικά προσκείμενος τους. Αύτά ύποτίθεται ότι θά έμοιράζονταν μέσω τών «νομαρ-χιακών έπιτροπών» στούς ξερριζωμένους, βάσει τοΰ άρθρ. όμως 101 — τοΰ πάντα χρήσιμου αύτοΰ άρθρου — έκαναν λάθος στόν δρόμο καί έμαζεύοντο στούς κοινοβουλευτικούς «προσφυγοπατέρες» τής πρωτευούσης καί τούς κομματάρχες τους, δεδομένου ότι ένα 30% πού άποτελοΰσαν οί νεοφερμέ-

215

Page 211: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

νοι ήταν ένα σοβαρό έκλογικό ποσοστό. Ένας άπό τούς λόγους τής δικτα-τορίας τοΰ Πάγκαλου κατά τής κυβερνήσεως Δημητρακοπούλου ήταν καί ή έπικρατούσα ρεμούλα σχετικά μέ τά βοηθήματα των προσφύγων. Έ ν τω μεταξύ μ ' αύτούς έπεδιώχθησαν καί «έθνικής φύσεως» τέλη: καί πρό τής συνθήκης τοΰ Νεϊγύ είχαν άρχίσει νά έγκαθίστανται, δηλαδή νά σπρώχνω-νται στήν βόρεια Ελλάδα προκειμένου νά άποκτηθή ή «φυλετική» ομοιο-γένεια, κυρίως διά τών άγροτικών οικογενειών. Οί άλλοι πού έμειναν άπ ' τήν ΕΑΠ έστοιβάχθησαν ολίγον χειρότερα άπ ' τά στρατόπεδα συγκεντρώ-σεως σέ ξυλοτενεκεδένιες καλύβες καί τρώγλαις στά προάστια τών μεγα-λουπόλεων, όπου ύπάρχουν μέχρι καί σήμερα. Νά έγκατασπαροΰν άνά τήν χώρα καί νά έπέλθη κανονική άφομοίωση ήταν βέβαια λιγάκι δύσκολο, διότι έπρεπε νά μοιρασθούν άναλόγως καί τά λεφτά. Έ ν τω μεταξύ τό πρόβλημα τών «συνταγματικών έρμηνειών» ήγγιζε τόν κολοφώνα του διά τοΰ αρθρ. 119 τοΰ 1927.

Αι, τώρα ποΰ θά πήγαινε όλος αύτός ό κόσμος έκλογικά μέ τά τόσα προβλήματά του, κατά τίς ύψηλές άρχές περί... «Δημοκρατίας» τής «μητέ-ρας πατρίδας;» 'Ιδού λοιπόν οί προϋποθέσεις δημιουργίας τοΰ κομμουνιστι-κού κόμματος. Λέγεται αύτό «ιστορία ταξικών άγώνων»; Τό ποιόν ρόλο έπαιξε ό μικρασιατικός ελληνισμός, τόσο στήν ήγεσία τοΰ κομμουνιστικού κόμματος, όσο καί στήν «λαϊκή» του βάση, είναι άρκετά γνωστό. Ά λ λ ά άκριβώς· έπειδή έτσι είναι τά πράγματα καί όχι άλλως, έπειδή δηλαδή άλλες είναι οί γενεσιουργές αίτιες τοΰ έλληνικοΰ κομ. κόμματος καί κανένα είδος «κοινωνικών συνειδητοποιήσεων», «διαδικασιών» καί «ταξικής πά-λης», γ ι ' αύτό άκριβώς παρατηρείται τό μοναδικό στήν διεθνή ιστορία τοΰ σοσιαλιστικού κινήματος φαινόμενο, τό ΚΚΕ νά μήν έχη βγάλει ούτε ίχνος σοσιαλιστικής διανόησης. Μόνο «άγωνιστές»! Πρόκειται συνεπώς περί ένός καθαρά «έλληνοχριστιανικοΰ» κόμματος, πού μέ βάση τόν λαϊκι-σμό χαρίζει ελπίδες μέσω άφηρημένων συνθημάτων («ταξική πάλη», «παλ-λαϊκή νίκη» κ.λπ.). Τέτοιες άκριβώς ήθελαν καί οί πρόσφυγες...

Τώρα βέβαια είναι κάπως άργά σέ μιά μετασοσιαλιστική έποχή νά άπο-κτήση αύτό πού οί συνθήκες δημιουργίας του δέν τοΰ κατέστησαν άπαραί-τητο, δηλαδή διανόηση πού θά μποροΰσε νά τό συντονίση μέ τά τρέχοντα νοήματα τών καιρών. Ά ρ α είναι ένα κόμμα μάλλον γιά όλους περιττό σάν «μεγάλο» κόμμα καί ιδιαίτερα πρός τίς τρέχουσες καταστάσεις τής Εύρώ-πης. "Ολα τά σοσιαλιστικής καταγωγής κόμματα στήν Εύρώπη σήμερα στηρίζουν τήν πολιτική τους δράση στήν συνείδηση τής κοινωνικής διεκ-δίκησης μέσα άπό τήν έννοια τής βιομηχανικής καί τεχνολογικής άνάπτυ-ξης. Τέτοια συνείδηση σ ' έμάς δέν μπορεί νά ύπάρχη, διότι δέν έχομε τά δεδομένα. Ά ρ α λοιπόν καί τό ΚΚΕ δέν μπορεί παρά νά παραμένη μέ τόν

216

Page 212: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

χαρακτήρα ένός τριτοκοσμικού τέτοιου κόμματος μέ σύνθημα τόν αιωνίως άνεκπλήρωτον «αγώνα». Αύτό όμως είναι τό δημιουργούν έν Ελλάδι τής ψυχολογίας τοΰ «νεομάρτυρος» καί τοΰ «έλληνοχριστιανισμοΰ», δηλαδή τοΰ λαϊκισμοΰ ώς γενικού φορέως τής πολιτικής μας ζωής. Ά λ λ ά τώρα οί συνθήκες γιά τήν 'Ελλάδα έχουν μεταβληθή.

Μένει βέβαια μιά απορία: τότε τί ήταν τό ΕΑΜ καί ό έμφύλιος, άφοΰ δέν ύπήρχαν ώς έκφραση κοινωνικών συνειδητοποιήσεων; Δυστυχώς, άφοΰ τό ΚΚΕ δέν είχε τίς δέουσες προϋποθέσεις τοΰ τίτλου του, επόμενο ήταν νά μήν μπορέση νά διευκρίνιση ποτέ καί στούς οπαδούς του — στόν έλληνικό λαό γενικώτερα — τήν άλήθεια. Καί χαιρόμεθα πού μποροΰμε πλέον νά τήν θίξωμε έμεϊς, ειδικά στό βιβλίο τοΰτο, μιά καί οί συνθήκες είναι ώριμες γι1

αύτό: Δυστυχώς τό ΕΑΜ δέν ύπήρξε κανένα δημιούργημα τοΰ ΚΚΕ, τής «ά-

ντίστασης» καί τοΰ «λαοΰ». Ύπήρξε άπλώς μιά άναγκαία πολιτική έπιλογή τών δυνάμεων κατοχής, δηλαδή τών ί'διων τών Ναζί, μέσα στούς διεθνείς τότε πολιτικούς συσχετισμούς καί τήν τροπή τοΰ πολέμου. Είναι δηλαδή οί ί'διοι οί Ναζί πού επιδίωξαν τήν δημιουργία τοΰ ΕΑΜ, πού τό έχρημα-τοδότησαν καί τοΰ προμήθευσαν τά όπλα. Άκριβώς τό ϊδιο έκαναν καί οί 'Ιάπωνες, ένισχύοντας τά κομμουνιστικά κινήματα τών ύπό τήν κατοχή τους χωρών στήν "Απω Ανατολή καί ιδιαίτερα έκεΐνα τής 'Ινδοκίνας, όπου ύπήρχον τεράστια στρατηγικής σημασίας συμφέροντα τών δυτικών δυνά-μεων (όχι μόνο μεταξύ Αγγλίας, Αμερικής καί Ρωσσίας, άλλά καί άλλων εύρωπαϊκών χωρών, βλ. π.χ. W. Pahl: «Wetterzonen der Weltpolitik», 8η έκδ., Leipzig 1941, σελ. 222 κ.έ.). Μιά συνέπεια τών καταστάσεων εκεί-νων ύπήρξε καί ό κατοπινός πόλεμος τοΰ Βιετνάμ. (Τήν ίσοζυγή γεωστρα-τηγική σημασία τοΰ έλληνικοΰ εμφυλίου καί τοΰ πολέμου στό Βιετνάμ δέχεται καί ή έπίσημη σοβιετική ιστοριογραφία, βλ. τό βιβλίο μας «Ανά-λυση τής νεοελ. άστικής ιδεολογίας» , Αθήναι 1975, σελ. 129, ύποσ. 1). 'Εντός τών πολέμων, ώς γνωστόν, συμβαίνουν οί μεγαλύτερες διαμορφώ-σεις τής κατοπινής πολιτικής. Στίς 12 'Ιουλίου 1941 κλείεται ή Άγγλοσο-βιετική Συνθήκη συνεργασίας έναντίον τής Γερμανίας, ένώ άπό τοΰ Μαρ-τίου τοΰ ϊδιου χρόνου είναι έν ισχύει ό νόμος τοΰ Προέδρου Ροΰσβελτ περί «ένοικιοδανεισμοΰ» («Lead Lease Act»), ό όποιος θά ίσχύση γιά τήν ΕΣΣΔ άπό Αύγ. 1941. Άκριβώς ένα δίμηνο μετά τήν Άγγλοσοβιετική Συνθήκη συγκροτούνται μέ διαφορά ελαχίστων ήμερών ό ΕΔΕΣ καί τό ΕΑΜ στήν 'Ελλάδα (9.9.1941 καί 27.9.1941 άντιστοίχως). Οί οργανώσεις αύτές, καί ιδιαίτερα τό ΕΑΜ, περιλαμβάνουν μέσα τους πλήθος μικροτέρων οργανώ-σεων (βλ. π.χ. Χρ. Χρηστίδη: «Χρόνια Κατοχής», Αθήναι 1971, σελ. 503

217

Page 213: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

κ.έ.), πραγμα πού έχει ιδιαίτερη σημασία γιά τήν ύπαρξη καταδοτών μέ δεδομένην τήν άείποτε ύπάρχουσα διάσπαση τοΰ έλληνικοΰ κοινωνικού σώματος. Οί Γερμανοί άπ ' δ λ ' αύτά «δέν βλέπουν» τίποτε. Ούτε είναι γνωστή καμμιά ώργανωμένη έπιχείρηση τών δυνάμεων κατοχής κατά τών άνταρτών. Άντ ί γ ι ' αύτό εξοπλίζουν τούς ταγματασφαλϊτες καί τούς «εύ-ζώνους» τών κατοχικών κυβερνήσεων, πράγμα πού σημαίνει — δεδομένου ότι ήξεραν τό ποιόν αύτών τών «ύψηλοφρόνων ιδεολόγων» καί τό γεγονός ότι είχαν όλον τόν κόσμο εναντίον τους — ότι εμμέσως παρέχουν στίς άντιστασιακές οργανώσεις καί όπλα. Αύτό φαίνεται καθαρά στήν βόρεια 'Ελλάδα, όπου χρησιμοποιώντας τίς βαλκάνιες νοοτροπίες καί ψυχοσυν-θέσεις έξοπλίζουν άφειδώς μειονοτικές «έθνικές» οργανώσεις, όπως τήν ΠΑΟ καί τά σώματα τοΰ Μιχαλαγά, γιά νά «πολεμήσουν» κατά τών συμ-μάχων των Βουλγάρων! Οί "Αγγλοι, έχοντας άλλη αίσθηση στίς σχέσεις τους πρός τούς σοβιετικούς γιά τήν βόρεια 'Ελλάδα, καί παρά τήν προσω-ρινή Συνθήκη, στίς έθνικιστικές αύτές ομάδες «προβάλλοντας διάφορα προσχήματα, δέν τούς έστελναν καμμιά βοήθεια. Τελικά ό ΕΑΑΣ έπικρά-τησε κι έκεΐ πέρα» (παρατηρεί ό Χρ. Χρηστίδης [σελ. 506], χωρίς περαι-τέρω σχόλια).

'Εν τω μεταξύ τά πράγματα μέ τό άνατολικό μέτωπο δέν εξελίσσονται τόσο ρόδινα γιά τούς Γερμανούς, καί τό μόνο πράγμα πού σκέπτεται ένας έμπόλεμος είναι, σέ περίπτωση ήττας, πώς ή κατάσταση τών νικητών του θά είναι τέτοια, ώστε νά άποφύγη ό ίδιος τούς χειρότερους όρους. Ή κλασσική άντίθεση 'Αγγλίας-Ρωσσίας γιά τό «μήλον τής έριδος» είναι, παρά τίς πρόσκαιρες «συνθήκες», γεωπολιτικώς δεδομένη.

Τό 'ίδιο γνωστές είναι καί οί έγγενεΐς άντιθέσεις μεταξύ 'Αγγλίας, Ρωσ-σίας καί 'Αμερικής στούς 'Ιάπωνες, σχετικά μέ τίς καταστάσεις τοΰ ινδικού ώκεανοΰ. Οί άμερικανοί διά τοΰ πολέμου άποκτοΰν στό πλέγμα τών δυτι-κών σχέσεων τήν πλήρη κυριαρχία έπί τοΰ ίνδικοΰ (βλ. W. Pahl, ό.π., σελ. 331). Καί όντως- οί δυνάμεις τοΰ άξονα τότε δέν λάθεψαν γιά τίς μετά τόν πόλεμο διαμορφωθησόμενες πολιτικές συσχετίσεις. Ούτε καί ήταν δυνατόν νά λαθέψουν, διότι τά θέματα τής έξωτερικής πολιτικής, δηλ. τών διεθνών σχέσεων, έχουν καθωρισμένες άναγκαιότητες πού πηγάζουν άπ ' τήν προ-ϊστορία τους. Ειδικά στό «μήλον τής έριδος», δπως καί στήν Κίνα, τά πράγματα διεμορφώθησαν έτσι, ώστε νά παίξουν τόν πρώτο ρόλο στούς άμέσως μετά τόν πόλεμο χρόνια πολιτικούς άνασχηματισμούς. Ό σ α χρό-νια τό έρώτημα τής ανατολικής Εύρώπης έμενε άδιευκρίνιστο, τόσα κρά-τησε καί ό έμφύλιος στήν 'Ελλάδα...

Βεβαίως αύτά τά πράγματα δέν ήταν άπαραίτητο — ούτε ήταν καί σέ θέση

218

Page 214: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

άλλωστε — νά τά ξέρουν οί δικοί μας «ήρωες» έδώ. Αύτοί πολεμούσαν γιά τό «δίκηο τοΰ λαοΰ», τήν «έργατιά» καί τό «παλλαϊκό κίνημα». Αιματοκύ-λισαν τόν κόσμο γιά καλά μέ τήν δική τους «επανάσταση τής μπουτάρας» (τίποτ1 άλλο δέν ήταν γιά τούς «άγωνιστές» όλ ' αύτά, όπως παρέμειναν καί έκτοτε έτσι..), μέσα στήν οποίαν ούτε κάν ήξεραν τί τούς γίνεται, ούτε καν τίποτε μπορούσαν γενικώτερα νά καταλάβουν. Ά ν ήσαν κοινωνικώς δυνα-τές τέτοιου είδους κατανοήσεις, ή 'Ελλάδα θά είχε πάψει βέβαια πρό προλ-λοΰ νά είναι καί κοτέτσι. Μόνο πού οί κατανοήσεις αύτές δέν προκύπτουν άπό «πληροφορίες» ή άπό άρθρα εφημερίδων... "Οτι οί «ήρωες» μας καί οί «ήγεσίες» γενικώτερα ούτε ήξεραν τί τούς γίνεται, ούτε τίποτε ήλεγχαν, άποδεικνύεται άπό τό γεγονός τής πληθώρας τών «άλυτων μυστηρίων» πού βρίσκει κανείς σέ διάφορα βιβλία μέ τόν έπίδοξον τίτλο «ιστορία τοΰ έμφυλίου» (τί είδους «ιστορία» είναι δυνατή;...) καί τής άπελπιστικά γλοιώ-δους έκείνης εικόνος τών «χαφιέδων», τών «σπιούνων», τών «προδοτών», τών «άλληλορουφιάνων», τών «προβοκατόρων» καί άλληλοανιδέων πού αναδίδει αύτή ή έποχή. "Ισως ποτέ άλλοτε στήν 'Ιστορία δέν έμφανίσθηκε ό «Έλλην» κυριολεκτικώς ώς «άντικείμενο άνευ άξιας»... Ή πολιτική ευ-τέλεια καί ή άγνοια, πού βρίσκουν τήν φυσική διέξοδο τους στήν εμπάθεια, είναι οί σημαίες τοΰ έλληνικοΰ έμφυλίου. Καί αύτά όλα έλαβαν τήν μεγα-λειώδη ονομασία «Αντίσταση»!... Κατά τόν ίδιο δηλαδή τρόπο ποΰ οί καταστάσεις τών άλβανικών βουνών έγιναν «έπη» καί «έθνικές γιορτές», κατάλληλες γιά «έθνικές κλειστότητες», τίς «έκλογές» καί τίς μισθοδο-σίες... "Οπως βλέπομε έχομε δύο «έθνικές γιορτές», όσοι είναι καί οί «ε-χθροί» μας: οί 'Ιταλοί άπό τήν μιά μεριά καί οί Τοΰρκοι άπό τήν άλλη... Πρός Βορράν δέν χρειαζόμαστε «έθνική γιορτή» γιατί είχαμε μέχρι τώρα τό NATO, ούτε καί πρός Νότον διότι ύπάρχει Θάλασσα... Καί μιά καί δέν έχομε πιά «ήρωες» άπό τήν Αλβανία, βγάζομε στήν «γιορτή» τούς άναπή-ρους τών τροχαίων άτυχημάτων. Τό πάν ή έξέδρα! Έδώ παρακαλιέμαστε νυχθημερόν νά κατεβούν λίγο τά μιλλιγκράμ τοΰ μονοξειδίου καί έχομε σέ κάθε «έθνική γιορτή» τά Μιράζ νά μάς ραντίζουν άπό πάνω μέ τόννους άπό Μάρτη σέ 'Οκτώβρη...

Αλήθεια, έπετέθηκαν ποτέ οί 'Ιταλοί έναντίον τής 'Ελλάδος; Καί μάς βούλιαξαν πράγματι τήν «Έλλη»; Τήν τελευταία αύτή δέν ήταν έπί παρα-δείγματι δυνατόν νά τήν βούλιαξε ή... «Θεομήτωρ» — όπως άκριβώς δη-λαδή καί έπί Αύτοκράτορος 'Ηρακλείου —, «νίκας κατά βαρβάρων δωρού-μενη»;... Ποιός θά άπαλύνη αύτούς τού... «πόνους» μας τών «έθνικών γιορ-τών»; Ά λ λ ά έπί τέλους μ ' αύτές γεννάται καί ένα σοβαρό ευρωπαϊκό πρό-βλημα: είναι δυνατόν τίς λυγεράτες κοπέλλες νά τίς διαλέγωμε γιά τά τάγ-

219

Page 215: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ματα τών ενόπλων δυνάμεων καί τίς παρελάσεις καί στήν «'Ολυμπιακή» νά έχωμε μεσήλικες άεροσυνοδούς πού δέν τίς χωράει ό διάδρομος άπ' τά... «ψωμάκια»; Είναι αύτό νοοτροπία «μέλους» πρός «εταίρους» πού ταξι-δεύουν; Πίσω άπ ' τούς κομπιούτερ σήμερα — καί έχομε κατά νούν κυρίως τό «έκλογικό πρόγραμμα» τού κ. Μητσοτάκη — κάθονται πάντα στεγνές, όμορφες καί άεράτες κοπέλλες. Ποΰ θά τίς βρούμε αύτές γιά τούς δικούς μας κομπιούτερ, άν όλες τίς ωραίες τίς διαλέγωμε γιά τά σώματα Στρατού, 'Αεροπορίας, Ναυτικού, Πυροσβεστικής καί Χωροφυλακής; Τόσο πολλές «ώραΐες» μέ τήν διατροφή μας τελοσπάντων δέν έχομε... 'Ιδού όπου μιά φορά άκόμη ό συνδυασμός... ήλεκτρονικής καί «έθνους» μάς τά κάνει λο-γική σαλάτα... Καί έπί τέλους έπέστη πιά καιρός νά έγκαταλείψωμε τήν «νοοτροπία τών βουνών»: οί ώραΐες κοπέλλες στούς στρατώνες, σημαίνει Φασισμός!... Δέν μπορεί νά τάχη όλα τό «έθνος»!...

Πρός τήν κατεύθυνση αύτή δυστυχώς δέν μπορεί νά μάς βοηθήση καί ή ήγεσία τής 'Αριστεράς, όπως δέν μπόρεσε σέ τόσα άλλα. Μιά όμως καί ή 'Ελλάδα εύρίσκεται πρό νέων ιστορικών πεπρωμένων, άνάγκη ήταν νά ίδοΰμε τά πράγματα χωρίς μύθους. Καί τοΰτο σημαίνει βοήθεια πρός τήν νέα καμπή...

'Αλλά ένα βασικό πρέπει άκόμη νά μνημονεύσωμε: τήν περίπτωση τοΰ πράγματι κορυφαίου συνταγματολόγου μας 'Αλεξάνδρου Σβώλου. Μέ τόν εμφύλιο διετέλεσε μέλος τής Κυβερνήσεως τών Βουνών. Καλά ή κακά, σκόπιμα ή μή, δέν μάς ένδιαφέρει. Αύτό πού θά θέλαμε νά σημειώσωμε, άναθυμούμενοι τήν περίπτωση τοΰ Ν. I. Σαρίπολου, είναι ή αιώνια διαφο-ρά στόν τόπο μας μεταξύ «συνταγματικής θεωρίας» καί ιστορικής πραγμα-τικότητος...

Β ' , I I I

Συμπεριληπτικώς μποροΰμε νά παρατηρήσωμε ότι όσο αύξάνει ιστορικά ή κρίση τοΰ νεωτέρου έλληνικοΰ κράτους, τόσο αύξάνει ό άριθμός τών Συ-

220

Page 216: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

νταγμάτων. Κατά τόν προηγούμενον αιώνα προσαρτήθηκε μόνο ή Θεσσα-λία καί έχομε δύο μόνο Συντάγματα. Κατά τόν παρόντα έχομε πολλές «προσαρτήσεις», άλλά καί μεγάλες κρίσεις, καί έτσι εχομε επτά. Μετά άπό κάθε μεγάλη κρίση καί ένα Σύνταγμα! Τό κοινωνικό καί ιστορικό αδιέξοδο έπιχειρεΐται νά ξεπερασθη μέ χαρτιά. Δεν είναι άραγε αύτό ενδεικτικό περί τοΰ βασικώς αδυνάτου ύπάρξεως της Ελλάδος ώς κράτους; Πληθωρισμός Συνταγμάτων καί Νόμων γιά τά «ανθρώπινα δικαιώματα», δεν μπορεί βέ-βαια νά σημαίνη παρά δ,τι καί ό πληθωρισμός τοΰ χρήματος γιά τήν άξία του.

Σήμερα, τουλάχιστον πολιτικά, ή ανθρωπότητα τείνει νά πραγματοποιήση σέ ενα άνώτερο έπίπεδο, ό,τι ύπήρξε καί στό παρελθόν αρκετές φορές πραγματοποιημένο, δηλαδή μιάν υπερεθνική ύπαρξη μέ βάση τόν άνθρωπο ώς πραγματούμενη ατομικότητα χωρίς άλλα χαρακτηριστικά. Οί θρησκευ-τικές ύπάρξεις της ανθρωπότητας στό παρελθόν (Βυζάντιο, μεσαιωνικός Χριστιανισμός στήν Δύση, 'Ισλάμ κ.λπ.) τέτοιου είδους «νοήματα» ήσαν. Ή ευεργετική κατάσταση των πυραύλων μας έπέβαλε νά ξαναγυρίσωμε στά ίδια πράγματα, πού είναι καί τά φυσικά — άπό δλα τά βιολογικά εϊδη, μόνο ό άνθρωπος πολεμάει τό είδος του —, μέ μιάν ανώτερη κατανόηση. Ά λ λ ά ή κατάργηση των πυραύλων ώς μέσον συνεννόησης δέν είναι κά-ποιο σπουδαίο επίτευγμα. Τελικώς σημαίνει ότι παραδεχόμαστε τήν άνά-γκη νά ύπάρχουν στήν Φύση δένδρα — πραγμα πού δηλοΐ ότι ή άνθρω-πότητα άπό κάποια μεγάλα άκρωτήρια παρανοϊκότητος πέρασε. Ή δου-λειά πού υπολείπεται είναι τεράστια σέ όγκο. Καί θά παραμένη τέτοια δσο ένας 'Ιρλανδός δέν ξέρει τίποτε γιά τόν Γιαπωνέζο ή ό Γιαπωνέζος γιά τόν 'Ιρλανδό. Ή γνώση στήν 'Ιστορία παραμένει πάντα τό πιό δυσκατάκτητο. 'Επί τοΰ παρόντος επείγει ή κατανόηση της περί «προσώπου» άντίληψης των δύο χριστιανικών μας κόσμων, ανατολικού καί δυτικού. "Οπως είπαμε, οί βλέποντες κάποιες «ύπεροχές» καί «ήττες» στίς διαμορφούμενες κατα-στάσεις των καιρών μας, δέν βλέπουν καλά. Πολλές άπό τίς πλέον προχω-ρημένες ανακαλύψεις στόν τομέα της μικροηλεκτρονικής καί της διαστη-μικής τεχνολογίας έγιναν πρώτα άπό Ρώσσους. Μέ τήν δίκη τοΰ Ρόζεν-μπεργκ άπεδείχθη δτι οί σοβιετικοί έπιστήμονες είχαν φθάσει στήν ανα-κάλυψη της άτομικής βόμβας πρίν άπό τόν πόλεμο καί, δταν μεταπολεμικά έκλήθηκε κάποιος σοβιετικός επιστήμονας νά κάνη μιά διάλεξη στήν 'Αγ-γλία, έμειναν δλοι μέ τό στόμα άνοιχτό βλέποντας νά άναλύη στόν πίνακα εξισώσεις γιά τίς όποιες οί "Αγγλοι είχαν φκιάξη καμμιά έξηνταριά πρό-σθετες «μυστικές υπηρεσίες», γιά νά τίς «διαφυλάξουν» ώς «κρατικά μυστι-κά». Χρειάζεται νά έπαναλάβωμε δηλαδή, ότι ή σύγχρονη τεχνολογία σάν

221

Page 217: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

στάδιο πολιτισμού συνιστά μονόδρομο, όπου δέν μπορεί νά ύπάρξη αντα-γωνισμός, άλλά μόνο συναγωνισμός καί αμιλλα, όπως άκριβώς μέ τό χτί-σιμο των καθεδράλ τοΰ μεσαίωνα. Τά κτήρια είναι διαφορετικά1 τά νοήμα-τα είναι τά ίδια. Ά λ λ ά ό συναγωνισμός ώς έννοια είναι πολύ πιό δύσκολη άπό τόν ανταγωνισμό, τοΰ όποιου τό άρχικό νόημα τελικώς δέν είναι ειμή έκεΐνο της φυσικής βίας. Αύτά άκριβώς συγκροτοΰν καί τήν ιστορική συν-θετότητα των καιρών μας. Ακόμη καί τά Βαλκάνια τοΰ περασμένου αιώνα είχαν μετοχή τήν θεωρία της σχετικότητας διά της πρώτης γυναίκας τοΰ "Αϊνστάιν πού ήταν γιουγκοσλάβα, ομοίως άτομικός φυσικός καί συνεργά-τις του. (Τά «υπανάπτυκτα» Βαλκάνια μέ «σουφραζέττες» τοΰ τότε νά σπου-δάζουν πυρηνική φυσική στήν Ελβετία...).

Μπορεί τώρα μέσα σέ όλ ' αύτά νά χωρέση άκόμη ή Ελλάδα σάν κράτος; "Οπου καί νά κυττάξωμε, στήν κοινωνική της σύνθεση, στό δίκαιο, στήν διοίκηση, στήν οικονομία, τό βλέπομε καλά: λείπει κάθε προϋπόθεση ύ-πάρξεως κράτους. Καί έξωτερικώς άπό τό 1821 κι εδώ δέν παρατηρούμε παρά μιά διαδικασία μαζώματος, ή όποία συνεχίζεται άκόμη μέ τους ση-μερινούς ποντίους. "Αν τώρα θελήσωμε νά πληροφορηθούμε κάτι άκόμη περί Ελλάδος καί άνοίξωμε έ'να Λεξικό, όπως π.χ. στήν γνωστή σειρά «Hermes-Lexikon» τό μικρό τετράτομο έργο γιά τά κράτη τοΰ κόσμου, βλέπομε ότι οί "Ελληνες άπό Μεγάλου Αλεξάνδρου καί έντεΰθεν ύπήρξαν ένας λαός διαρκώς υπόδουλος, τήν μεγαλύτερη δέ ύποδούλωσή τους τήν υπέστησαν άπό τούς «βυζαντινούς»! Μποροΰμε όμως νά συνεχίσωμε μέ τέτοια νοήματα;

Ή γεωγραφική διάταξη τών τελευταίων αιώνων — καί ασφαλώς όσοι δέν μπόρεσαν νά τήν διακρίνουν λίγα πράγματα καί άπό ιστορία θά κατάλαβαν — ήταν: πρωτεύουσα της Αγγλίας τό Λονδίνο καί πρωτεύουσα τοΰ Λον-δίνου ή Ελλάς. Τά πράγματα ύπήρξαν άναγκαστικής ύφής καί αρα «πέραν τοΰ καλοΰ καί τοΰ κακοΰ». Ό τ ι όμως ύπήρξαν καί εξόχως παρανοϊκά μποροΰμε νά τό καταλάβωμε άπό τό γεγονός ότι ώθησαν τόν Κεμάλ Ά -τατούρκ νά ζητήση νά «έξευρωπαίση» τήν Τουρκία άπό τήν Άγκυρα. Νά άφήση δηλαδή τήν Κων/πολη, πού ήταν μέσ' τήν καρδιά τής Ευρώπης ώς ιστορικής κατηγορίας, καί νά ζητήση τόν «εξευρωπαϊσμό» άπό έκεϊ ποΰ δέν ήταν δυνατόν νά γίνη. Καί ευτυχώς βέβαια πού ό «έξευρωπαϊσμός» σταμάτησε μόνο στήν κατάργηση τοΰ άραβικοΰ αλφαβήτου καί δέν προ-χώρησε καταστροφικώτερα... Εύτυχώς γιά τήν Εύρώπη λέμε... Καί ότι φυ-σικά ή ευρωπαϊκή ιστορία τοΰ μέλλοντος θά σταματήση νά γράφεται μέ βάση τίς ληξιαρχικές πράξεις τών δημάρχων της Βρέμης καί τής Λίλλης,

222

Page 218: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

αύτό είναι πλέον ή βέβαιον. Μιά κάποια εύρυχωρία μας χρειάζεται ήδη. Ό Βολταϊρος σίγουρα δέν ήξερε τί θά πή «ιστοριογραφία»... "Οτι τό μέλλον τής ευρωπαϊκής ιστορίας εύρίσκεται πέριξ τής Μεσογείου, όπως άκριβώς καί τό παρελθόν, είναι τόσο προφανές ώστε νά μήν χρειάζεται ίδιαιτέραν συζήτηση.

Άλλά , αν πάψη ή Ελλάδα νά ύφίσταται σάν κράτος, σάν τί θά ύφίσταται; Θά ύφίσταται άκριβώς σάν αύτό πού ύπήρξε άνέκαθεν, σάν αύτό πού έκ φύσεως είναι καί πού έδωσε τά τόσα πολύτιμα πράγματα στό παρελθόν: ώς γεωγραφική καί μόνον έννοια μέ πολλές εστίες έλληνισμοϋ. Οί δρόμοι τής Ευρώπης πρός τήν Ανατολική Μεσόγειο είναι δύο: άπ ' τήν μεριά τής Αδριατικής καί ή γραμμή Βελιγραδίου Θεσ/νίκης. "Οταν λέμε «δρόμοι» δέν έννοοΰμε βέβαια «άσφαλτο», άλλά τήν άρχαία «όδό». Στά λεξικά αύτή ή λέξη έχει μιάν ύπέρμετρη πληθώρα συνθετικών καί παραγώγων, πού όλα έχουν νά κάνουν μέ βασικές έννοιες τής ζωής. Όδός ή παζάρι δέν είναι τό μέρος πού άνταλλάζει κανείς εμπορεύματα, όπως στήν Τράπεζα ή τό Χρηματιστήριο π.χ. άνταλλάζει λεφτά, άλλά οί «αρτηρίες» πέριξ τών ο-ποίων συγκεντροΰται ή ζωή πού άπορροφα τά προϊόντα. Στό παζάρι δέν πάει κανένας γιά ν ' άγοράση μόνο. Πάει καί γιά ν ' άνταλλάξη ζωή — κάτι νά ίδή, κάτι νά προσδεχθή, κάτι ό ίδιος νά δώση μέ τήν παρουσία του. Γιά νά γίνη «κόσμος» δηλαδή. Τό αύτό άκριβώς έννοοΰμε, όταν λέμε «δρόμος» μεταξύ Μονάχου Μεσολογγίου λ.χ. Πρόκειται γιά τήν «άρτηρία» πού δέν διαπέρνα απλώς τελωνεία καί σύνορα άλλά κατά μήκος τής οποίας υπάρ-χουν τά ιστορικά καί πολιτισμικά κέντρα «παραγωγής ζωής» πού άπορ-ροφα τά προϊόντα. Κάπως έτσι λειτούργησαν οί «έμπορικές όδοί» παληό-τερα στόν χάρτη. Συνεκτικό ιστό μεταξύ τους οί παραπάνω «δρόμοι» είχαν αύτό πού έπαψε νά ύπάρχη: μιά έν ευρεία έννοια Μακεδονία. Καί έξ αίτιας αυτής τής έμπορικότητος καί λειτουργίας έδημιουργήθηκε σ ' αύτήν περιο-χή τό συνονθύλευμα έκεΐνο τών λαών καί τών φυλών, τό όποιον οί ευρω-παϊκές δυνάμεις τοΰ παρελθόντος, μή βοηθούμενες άπό τίς ιστορικές συν-θήκες νά άξιοποιήσουν διαφορετικά, πίστεψαν πώς έπρεπε νά «λύσουν» διά τών συνόρων, δημιουργώντας ένα επιζήμιο, ώς έδείχθη, καί γιά τόν έαυτό τους χάος πού κρατιέται έκτοτε διά τής διαρκούς καταστολής. Ή Θεσ/νίκη άπό φυσικός «συλλέκτης» έμπορικής ζωής τών βορείων Βαλκανίων άπέ-κτησε ενδοχώρα τά Κύθηρα καί τά Γιάννενα, ένας παραπλήσιος «συλλέ-κτης» στήν ανατολική μεριά τής Αδριατικής, τό Καστελλόριζο...

"Ο,τι ύπάρχει άπό έκεΐ καί κάτω — άς ποΰμε άπό τήν Λαμία περίπου καί κάτω, γεωγραφικώς καί ιστορικώς εξεταζόμενο —, είναι απλώς όδική προέ-κταση τών παραπάνω «δρόμων» πού είπαμε. Ή πολυτιμότης τής Πελ/νή-

223

Page 219: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

σου συνίσταται άκριβώς σ ' αύτήν την ιστορική λειτουργία. Ά π ό τήν Λα-μία καί κάτω, μόνο ή άρχαία Αθήνα μπόρεσε «κάτι» νά δημιουργήση. Ά λ λ ά ή Αθήνα ήταν ή Βενετία τής άρχαιότητος, πού ενδοχώρα της ήταν τό Αιγαίο. Αύτό έπαψε οριστικά γεωπολιτικώς άπό τούς χρόνους τοΰ Α -λεξάνδρου καί εντεύθεν. Ά π ό έκεϊ καί έπειτα ή Πελ/νησος, λόγω τής φυσικής μονώσεώς της εντός τής Μεσογείου ήταν άπλώς ένας χώρος «βά-σεων» τρόπον τινά, ένας ένδιάμεσος χώρος ύπό διαδοχικές κατοχές, μέ όχι συνεχή μεσαιωνική ιστορία, πράγματα πού μας φανερώνουν τήν σημερινή του πολυτιμότητα ώς χώρου. Ά π ό τήν Πελ/νησο δέν έχομε καμμίαν ιδιαί-τερη πολιτισμική δημιουργία — φυσική συνέπεια τής διαρκώς εναλλασ-σόμενης ιστορίας της —, έχομε όμως ώς έκ τούτου μιάν καταπλήσσουσα προσαρμογή πρός τά έκάστοτε ιστορικά δεδομένα. Έ Βενετία κατά τούς νεώτερους αιώνες, δέν άρκέσθηκε μόνο στήν διατήρηση τών Βάσεών της έκεΐ, άλλά κατέβαλε καί ιδιαίτερες προσπάθειες νά διατηρήση άσβεστον τό χριστιανικό φρόνημα. Οί μεγάλες πόλεις τής Πελ/νήσου οφείλουν νά γίνουν τά κοσμοπολιτικά κέντρα πού ήσαν, όπως καί ή ίδια ένας χώρος γονίμων έπενδύσεων γιά όλη τήν μεσογειακή περιοχή.

Γιά τό Αιγαίο επί τοΰ παρόντος δέν μπορεί τίποτε νά είπωθή, διότι αύτό άποτελεΐ πλεούμενο σέ πρωτοφανή δεκακυμία έν κρανίοις. Ούδείς μπορεί νά άντιληφθή πώς προέκυψε ή «έλληνοτουρκική διένεξη» γιά τό Αιγαίο· ούδείς μπορεί νά άντιληφθή τί δουλειά έχουν ή Ελλάδα καί ή Τουρκία μέ τό Αίγαϊο καί πώς άνακατώνονται σ ' αύτό. Ούδείς μπορεί νά καταλάβη γιατί τό Αιγαίο άδειασε καί ούδείς μπορεί νά άντιληφθή γιατί ό EOT δέν σταματά πλέον νά συζητή περί «έργων υποδομής».

Έ ν τω μεταξύ άπό τήν άλλη μεριά μέ τό «δίκαιον τής θαλάσσης», τό «διεθνές δίκαιον», τούς «έναερίους χώρους», τούς «αιγιαλούς», τά «χωρικά ύδατα», τίς «υφαλοκρηπίδες», τούς «ειδικούς» καί τά «σεμινάρια», κοντεύο-με νά πάθωμε κυριολεκτικήν σύνθλιψη έγκεφάλου. Αύτά όλα προέρχονται άπό ένα καί μόνο γεγονός: ότι οί ομιλούντες περί θαλάσσης δέν είναι είς θέση νά γνωρίζουν ότι τό νερό έχει ποιότητες καί δέν είναι όλη ή θάλασσα τό ίδιο. "Οτι δηλαδή τά διάφορα πελάγη άποτελοΰν διαφόρου είδους βιο-αίσθητικές ενότητες κι ας φαίνωνται όλα τό ίδιο. Δέν μπορούν νά ξεχω-ρίσουν ποΰ τό νερό σχηματίζει βουνό καί ποΰ πεδιάδα, ποΰ δάσος καί ποΰ ξέφωτο, καί γ ι ' αύτό καταφεύγουν στά άνευ περιεχομένου νοήματα καί στά βιβλία. Ά λ λ ά ούτε κι έκεΐ βλέπουν τά πράγματα, διότι τούς εμποδίζουν άλλες τρέχουσες έννοιες, όπως «'Ελλάς», «Τουρκία» κ.λπ. "Αν όμως άνοιξη κανείς οποιονδήποτε χάρτη μεσαιωνικής ιστορίας σέ οποιανδήποτε γλώσ-σα τοΰ κόσμου, θά ίδή νά σχηματίζωνται άνά τούς αιώνες οί πιό παράξενοι

224

Page 220: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

σχηματισμοί επί τοΰ χώρου τοΰ Αιγαίου. Αύτό όμως δέν μποροΰν νά τό «διαβάσουν», τό θεωρούν «παρελθόν τής ιστορίας» καί εισάγουν έννοιες καί «παραγράφους» τοΰ διεθνούς δικαίου πού ούδεμίαν εφαρμογή μποροΰν νά έχουν. Διότι αύτοί οί συνεχείς επί τοΰ Αιγαίου σχηματισμοί κατά τήν ιστορία τής Μεσογείου δείχνουν άκριβώς ότι τό Αίγαϊο δέν έχει νά κάμη μέ τίποτε τό «παράκτιο». Τά όριά του είναι καθαρό θέμα διαβήτη (τής Εύβοιας συμπεριλαμβανομένης). Τό Αιγαίο ύπήρξε ένας αύτοδύναμος ορ-γανισμός τής Μεσογείου, μία αύτοτελής διάσταση τής εύρύτερης εύρωρω-μαϊκής περιοχής καί ώς έκ τούτου διεθνής. Ή άνατολική Μεσόγειος είναι τόσο έλληνική, τουρκική ή εύρωπαϊκή, όσο είναι καί άραβική. Καί αύτή τήν λειτουργία της τής τήν δίνει τό κυριώτερο μέρος της πρός άνατολάς, πού είναι τό Αίγαϊο. Μέ τήν διαφορά ότι γιά νά λειτουργήση τό Αίγαϊο έτσι, δηλαδή γιά νά δείξη τήν διεθνή του σημασία ώς διασυνδετική περιο-χή κόσμων, χρειάζεται καί κάτι άλλο: τό 'Ιόνιον Πέλαγος ώς ζώσαν ολό-τητα. Τώρα γιατί τά πράγματα είναι έτσι, είναι ερώτημα άνευ σημασίας. Είναι σάν νά ρωτάμε, γιατί ό άνθρωπος έχει δύο πόδια κι όχι τρία. Καί όπως όταν έχωμε τόν άνθρωπο χωρίς πόδια στό καροτσάκι, έχομε πάλι τόν «άν-θρωπο» άλλά τόν άνθρωπο τής ιατρικής καί όχι τών δασών, έτσι έχομε καί τό Αίγαϊο θέμα «νομικών έννοιών» διότι έχομε καταστρέψει τίς οργανικές δομές τής Μεσογείου. 'Εάν καλώς ή κακώς, άναγκαίως ή μή, καί τί αύτά έξυπηρέτησαν δέν μας ένδιαφέρει τώρα. Σημασία έχει ότι τήν 'Αδριατική, πού είναι ό φυσικός πνεύμων τής κεντρικής Εύρώπης πρός τήν Μεσόγειο άφοΰ εισχωρεί τόσο βαθιά σάν θάλασα στήν καρδιά τής εύρωπαϊκής ήπεί-ρου, μπορεί νά τήν ίδή κανείς κατά δύο τρόπους: είτε σάν «νερό», όπου τό καράβι μεταφέρει τίς κονσέρβες άπ ' τήν Τεργέστη στήν 'Αλεξάνδρεια, καί φορτώνει άπ ' έκεΐ χουρμάδες, είτε σάν συνεχή διαδικασία, σάν «δρόμο» πού λέγαμε πρίν, όπου οί κονσέρβες καί οί χουρμάδες μεταφέρονται μέσω ενδιαμέσων λειτουργιών (διά τής πολλαπλής δράσεως τοΰ 'Ιονίου μέσφ Κρήτης, άπό έκεΐ μέσω Κύπρου κ.λπ.) μέ μικρότερο κόστος καί πολύ με-γαλύτερο πολιτικό καί πολιτιστικό κέρδος λόγφ τής φυσικής δράσεως τοΰ μεσογειακοΰ όργανισμοΰ. "Οταν λέμε 'Ιόνιο, δέν έννοοΰμε μόνο τήν μεσο-γειακή βάση τής άδριατικής θαλάσσης, άλλά κυρίως κάτι πού — μέσω μιας αυτονόμου 'Ηπείρου καί δυτικής Στερεάς — έχει σχέση καί μέ τήν «Μα-κεδονία», δηλαδή τήν φυσική προϋπόθεση λειτουργίας τοΰ άλλου «δρό-μου» πρός τό Αίγαΐον. Τά πράγματα στήν φυσικήν των τάξη.

Δέν θά μποΰμε σέ παραπέρα λεπτομέρειες γιά τήν λειτουργία τοΰ μεσο-γειακού όργανισμοΰ. Κατά έναν μυστήριον τρόπο, ό χώρος τοΰτος στήν ευρωπαϊκή βιβλιογραφία κατέχει τήν μικρότερη θέση. Έ ν τω μεταξύ, όλο τό έμπόριο τής κεντρικής Εύρώπης πρός Νότον διεξάγεται μέσω τής Γιου-

225

Page 221: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

γκοσλαβίας, αν δέ άπό κάποιες ταραχές (άπολύτως έν πολλοίς δικαιολο-γημένες μέ βαλκανικά κριτήρια) σταματήσουν τά φορτηγά γιά μακρύτερο διάστημα, γιά νά λυθή τό πρόβλημα πρέπει νά γίνη... τρίτος παγκόσμιος πόλεμος. Ά λ λ ά ύποθέτομε πώς ή άπαίτηση τών λαών τής υπολοίπου ανα-τολικής Εύρώπης νά ζήσουν κάπως καλύτερα θά δημιουργήσουν κάποιες συνθήκες γιά όλους εύνοϊκές. Καί θέλομε νά πούμε ποιες είναι οί εύκαιρίες πού δέν πρέπει νά χάση ό ελληνισμός. Ά λ λ ά γιά τοϋτο βέβαια χρειάζονται οί πραγματικοί όροι συννενόησης καί όχι οί παγιωμένες έννοιες τών προε-κλογικών συνθημάτων. Τό 'Ιόνιο καί τό Αίγαϊο, ή Ήπειρος καί ή δυτική Στερεά, αντλούν τήν όντότητά τους γιά τόν έλληνισμό όχι άπό τά «εθνικά» συνθήματα, άλλά άπό τήν φυσική τους λειτουργία, πού τήν αποδεικνύει τό ιστορικό παρελθόν καί οί ανάγκες τοΰ μέλλοντος. Τό Αιγαίον ύπήρξε πά-ντα μιά ιστορικώς αυτοδύναμη διασυνδετική περιοχή, τής όποιας ή λει-τουργία διεκόπη μόνον προσωρινώς γιά λίγο διάστημα άπό τήν οθωμανική κατάκτηση (άλλά καί τότε μέ μέγιστον βαθμό αυτοδυναμίας). Καί άκριβώς άπό τούτη ν τήν αυτοτελή λειτουργία τοΰ Αιγαίου ώφελεΐτο ή Μικρά Α σ ί α (καί γενικώτερα ή Μέση Ανατολή) καί ή ήπειρωτική 'Ελλάς. Αύτό άκρι-βώς σημαίνει ότι τό Αίγαϊο δέν είναι ούτε τουρκικό, ούτε έλληνικό, άλλά μιά αύτοδύναμη μορφή μεσογειακού έλληνισμοΰ — καί τέτοια φυσικά πρέ-πει νά παραμείνη, διότι άλλως πώς τά πάντα χάνουν τήν σημασία τους γιά τούς πάντες —, όπως άκριβώς ήταν γιά χιλιετίες άπό τήν άλλη μεριά τό 'Ιόνιο. «Μορφή μεσογειακοΰ έλληνισμοΰ» δέν σημαίνει τίποτα τό «έλλη-νικό», άλλά μόνο μορφή καί τρόπο ιστορικής λειτουργίας. Είναι δηλαδή ελληνισμός «συγκλίσεων» καί τίποτε τό αμιγές ή «έθνικόν». Αύτά έχουν νόημα έκεΐ ποΰ μποροΰν νά στήνωνται χαρακώματα, ένώ ή λειτουργία τοΰ νερού είναι πράγμα διαφορετικό. Δέν θέλει «άπολυτότητες» άλλά τήν εύ-χέρεια έκείνη τής ιστορικής διάρκειας, άπό τήν ίδια τήν δομή τοΰ μεσο-γειακοΰ χώρου, πού καμμιά φορά άθελά του χαμογελάει κανείς όταν τήν συναντά σέ βιβλία σάν «Corruption du Levant». Καί αύτά όλα σημαίνουν ότι αύτοί πού σκέφθηκαν πώς ή Κύπρος είναι μιά καλή πρώτη «ψαλιδιά» γιά τόν χωρισμό τοΰ Αιγαίου — στερώντας έτσι άπό όλους τήν διεθνικό-τητά του —, είναι άκατάλληλοι γιά νά διοικούν τόν κόσμο καί πρέπει νά ύποβιβασθοΰν στό νηπιαγωγείο. Στήν 'Ελλάδα καί τήν Τουρκία, δηλαδή στίς φυσικές διεξόδους τοΰ εύρωπαϊκοΰ εμπορίου πρός τήν Μέση Ανατο-λή, θά έκαναν άπροσμέτρητο κακό, βλάπτοντας έτσι κι όλους τούς άλλους. "Ηδη τό Κυπριακό ή 'Ελλάδα καί ή Τουρκία τό έχουν πληρώσει άρκετά...

Ά λ λ ά έκτός αύτών, λέμε, τά νησιά έχουν ρόλους πανεπιστημιακής μορ-φώσεως νά παίξουν μέσα στίς άνάγκες τοΰ μέλλοντος. Δέν μποροΰν νά

226

Page 222: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

μείνουν στίς τουριστικές σκοπιμότητες καί στό Greek Love της έποχής τοΰ Καγκελαρίου Έρχαρτ, δηλαδή στόν νεοανακαλυπτόμενον Ζορμπά τοΰ Νό-του. Παρ ' ότι βέβαια ό πολιτισμός μας δέχεται — καί τοΰτο είναι σέ μεγάλο βαθμό σωστό — ότι ή συγκράτηση στό σέξ είναι προϋπόθεση καί συνέπεια άνώτερης πνευματικής ζωής (βλ. π.χ. Η. Schelsky: «Soziologie der Sexualitat», Rowohlt, D. Enz. Nr. 2), δεδομένου ότι ό έρωτας γίνεται διά τοΰ εγκεφάλου κυρίως, έπεται ότι οί μορφωτικές καταστάσεις τοΰ μέλλοντος θά έπιβάλουν καί νέες ανάγκες περί τοΰ τουριστικοΰ σέξ, μή άρκούμενες πλέον είς εκείνες τοΰ Ζορμπά. "Ηδη ή παλαιά σεμνοτυφία, πού επέβαλε τό «ξέσπασμα» άμα τη καθόδω έκ τοΰ άεροπλάνου, έχει ήδη ύποχωρήσει πρός μιάν παραμόνιμον φιλοσοφικήν θεώρηση τοΰ άνθρωπίνου σώματος ώς φυ-σικής δημιουργίας. "Οτι πλέον τά τουριστικά μας πράγματα δέν μποροΰν νά άνταποκριθοΰν στήν έκτοτε έξέλιξη, άποδεικνύει καί ή πλήρης αποτυ-χία τοΰ έλληνικοΰ τουρισμού. 'Ενώ ή φιλοσοφική θεώρηση πού λέμε έπεν-δύει σήμερα τεράστια κεφάλαια επί τοΰ άνθρωπίνου σώματος, οί δικές μας τουριστικές άντιλήψεις έχουν μείνει στήν έποχή μέ τίς «φουρνιές» πούλμαν συνταξιούχων (τοΰ εύκολου τουριστικοΰ χρήματος) καί συζητάμε πάντα γιά «ύποδομή». Τί ύποδομή όμως; Τά νησιά τήν έχουν τήν ύποδομή καί αύτή είναι οί βράχοι καί οί ωραίες ακρογιαλιές. Δέν είναι τά Ξενοδοχεία (γιά νά «πέφτη» τό χρήμα μαζεμένο!). Οί βράχοι καί τό φως πρέπει νά ένταχθοΰν στίς σύγχρονες αισθητικές αντιλήψεις καί όχι γιά νά καταστρα-φοΰν μέ τίς «ύποδομές» καί τίς «μελέτες».

Γιά νά δείξωμε ότι τά πράγματα χωλαίνουν είς τούς «διευθυντικούς» μας έγκεφάλους καί πουθενά άλλοΰ, θά φέρωμε ένα θλιβερό παράδειγμα: τήν Μύκονο. Βγαίνοντας κανείς άπ ' τό πλοίο καί βαδίζοντας στόν δρόμο, θά ίδή άριστερά πολυτελή καταστήματα μέ γούνες καί δεξιά έξ ίσου πολυτε-λείς «Χρυσοτέκ». Βεβαίως οί τουρίστες πάντα κάτι άγοράζουν ώς ψυχικόν συμπλήρωμα τών διακοπών. Ά λ λ ά ποιές κυρίες θ ' άγοράσουν γοΰνες τό καλοκαίρι στήν Μύκονο μέ 50° ύπό σκιάν; Ή κυρία Ροκφέλλερ άσφαλώς όχι. Αύτή θά πάη στήν Μόσχα ν ' άγοράση γοΰνες άπό λύκους Σιβηρίας, στό Παρίσι ή τό Λονδίνο, άν δέν τήν φθάνουν οί οίκοι μόδας στήν Αμε-ρική. Τίς γοΰνες θά τίς άγοράση ό έκατομμυριοΰχος σύζυγος, όχι όμως γιά τήν κυρία — ή όποία παραθερίζει στήν Καραϊβική κατά κάποιους ανάλο-γους τρόπους —, άλλά γιά τά 2-3 δεσποινίδια πού νοίκιασε γιά τίς θερινές διακοπές του στήν θαλαμηγό. Ά π ό έδώ όμως φαίνεται καί ή ποιότητα τοΰ τουρισμού πού έχομε έμεϊς κατά νοΰν. Διότι τίς γοΰνες τίς προτιμοΰν μέν οί κυρίες τοΰ Κολωνακίου τόν Μάη, όχι όμως καί οί εύπορες μεσαίες άστικές τάξεις στήν Ευρώπη — αύτές δηλαδή πού έρχονται καθ' υπόθεση στήν Μύκονο. Οί γοϋνες ώς μόδα φοριώνται άπό δυό είδών τάξεις: ή πολύ

227

Page 223: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ψηλά — όποτε πρέπει νά είναι πανάκριβες —, ή άπό εργάτες καί τσιγγά-νους... Καί άπό την έλλαδική άριστοκρατία τήν άνοιξη! Ά ρ α λοιπόν δέν έχομε έμεΐς τήν... δέουσα έγκεφαλική ύποδομή καί μας λείπει ή «ύποδομή». Δέν είναι όμως αύτή πού φέρνει τά λεφτά. Ποιοι κρατάνε τόν τουρισμό στά νησιά; Ό χ ι οί ντόπιοι βέβαια, άλλά οί ξένοι πού κάνουν επιχειρήσεις σ ' αύτά. Σκέτες οί φλοκάτες δέν μποροΰν νά κρατήσουν τουρισμό, ούτε καί ή... μπριζόλα στά κάρβουνα (πού ψήνεται χωρίς κόπο καί φέρνει τό μεγάλο κέρδος). Ό τουρίστας δέν έρχεται νά φάη τό δευτέρας διαλογής κρέας πού έξάγει στήν 'Ελλάδα, γιατί στόν τόπο του έχει τήν πρώτη ποιότητα. "Ερ-χεται νά φάη φασολάκια, μπάμιες, κολοκυθάκια, σαλάτες κ.λπ. Αύτά όμως θέλουν πολλή δουλειά, ένώ δέν άφήνουν τό εύκολο κέρδος τής μπριζόλας...

Αύτά όμως — όπως καί άλλα πολλά παρόμοια — είναι άθεράπευτες «έθνικές» πληγές. Πίσω άπ ' όλα αύτά κρύβεται τό «έθνος», καί δέν μποροΰν ν ' άλλάξουν καί κάτι νά σωθή έκτός άν καταστραφή τό «έθνος». Ό κα-θένας μπορεί νά πάη τό καλοκαίρι ν ' άνοιξη σούπερ μάρκετ σ ' όποιο νησί θέλει ή νά νοικιάση τήν επιχείρηση ενός ρεστωράν. Στήν μία περίπτωση νά πουλάη ξυραφάκια 2.000 δρχ. τό ένα καί στήν άλλη οί τουρίστες νά τήν γλυτώνουν, άν κατά τύχη τό πρωΐ πέρασε ή άγορανομία. Ά λ λ ά μέ άγορα-νομίες καί χωροφύλακες δέν γίνεται τουρισμός. Κανείς δέν μπορεί νά πή τίποτε, άφοΰ είμαστε όλοι «Έλληνες» καί προέχει ή «ιδιωτική πρωτοβού-λια». Τό ίδιο καί ό «Έλλην», ό όποιος αγοράζει οικόπεδα στά νησιά προ-κειμένου νά έπενδύση.

Θά λέγαμε λοιπόν, ότι πάν περιουσιακό στοιχείο πού βρίσκεται στά νησιά άπό μή νησιώτες, χτισμένο είτε άχτιστο, πρέπει πάραυτα νά άπαλ-λοτριωθή άνεξαιρέτως συνθηκών. Τό αύτό καί διά πασαν «ιδιοκτησία» σέ άπόσταση 50 χιλιομέτρων άπό τών ακτών επί τής ήπειρωτικής χώρας. Έάν αύτό είναι «νομικώς» δύσκολο, τότε οί εύγενεΐς νέοι θά ρημάζουν τίς «βίλ-λες» κατά τακτά διαστήματα, έως ότου έγκαταλειφθοΰν. Καί τοΰτο γιά τόν εξής λόγο: ναί μέν είμαστε όλοι «Έλληνες», άλλά πουθενά άλλοΰ στόν κόσμο δέν υπάρχει ή έννοια «αυθαίρετα». Τί θά πή «αύθαίρετα»; Θά πή ότι δέν υπάρχουν τίτλοι κυριότητος. Καί φυσικά δέν μποροΰν νά ύπάρχουν τίτλοι μέ τό διαρκές «πήγαιν'-έλα» τών φυλών. Τί τίτλο νά έχη αυτός πού πήρε τά οικόπεδα στήν Θεσπρωτία ώς «έθνικόφρων» (ήγουν καλός ψηφο-φόρος) άπό αύτόν πού διώχθηκε ώς μή «έθνικόφρων»; Έ ν τω μεταξύ όμως έν 'Ελλάδι καταντήσαμε όλοι «έτερόχθονες» καί δεδομένου ότι τό πρόβλη-μα Γής δέν λύθηκε ποτέ, διότι δέν ήταν δυνατόν μέ τό «πήγαιν'-έλα» νά λυθή (έννοοΰμε άπό έποχής Επιδαύρου· ώς γνωστόν ή Γή στήν οθωμανική αύτοκρατορία άνήκε μόνο στόν Σουλτάνο συμβολαιογραφικώς), μποροΰμε νά ποΰμε ότι τά πάντα είναι αύθαίρετα. Συνεπώς μποροΰν ν ' άπαλλοτριω-

228

Page 224: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

θοΰν δποια κι αν είναι, καί ειδικά στά νησιά έπιβάλλεται τό συντομώτερον. Διότι αύτός πού «επένδυσε» σάν επιχείρηση, χωρίς νά είναι άπό έκεΐ καί χωρίς νά τόν άπασχολή αν μπορή νά καταλάβη την πολιτιστική παράδοση (στά νησιά αύτό παίζει τεράστιον ρόλο), απέδειξε τό αντεθνικό του φρό-νημα. Βέβαια κι αύτός δίκηο έχει. Ά ν καταδιωκόμενος άπό τόν Νάσερ μπόρεσε καί πήρε λίγες λίρες μαζί του, θά κύτταζε τό πολιτιστικό φόντο στήν 'Ελλάδα; Δέν είπαμε ότι ή 'Ελλάδα μπόρεσε ποτέ ν ' άναπτύξη πο-λιτική προστασίας τών πληθυσμών της σέ άλλα κράτη. Κι αύτό τό βλέπομε άκόμη σήμερα μέ τούς έλληνόφωνες τής Αλβανίας. Πρέπει όμως κι αύτός ό «έπενδυτής» νά καταλάβη (έφ' όσον βέβαια ύπάγεται στήν κατηγορία τοΰ «μείζονος έλληνισμοΰ» πού λέμε- άν δέν ύπάγεται, τότε είναι καί ποινικώς ύπόλογος ώς άδίστακτος άετονύχης όλκής...), ότι αύτά πού λέμε είναι βοη-θητικά γιά νά ξαναγυρίση στόν τόπο του. "Οσο άκόμη είναι καιρός... Ά ν οί καταστάσεις διαμορφωθοΰν κατά τήν φυσική τους λειτουργία, θά τό καλέσουν τά ίδια τά πράγματα μέ όσες δυνατότητες άπομένουν. Σήμερα πιά δέν θά μπορή νά χρησιμοποιήται άπό ιμπεριαλιστικές τακτικές είς βάρος τών γηγενών, γιά νά τόν ξαναδιώξουν. Ό έλληνισμός καί ό εβραϊσμός (πού είναι διαφορετικά πράγματα άπ ' τήν ελλαδική «Μ. Ιδέα» καί τόν σιωνι-σμό) ύπήρξαν οί σπουδαιότεροι καταλύτες γιά τήν λειτουργία τοΰ μεσο-γειακού όργανισμοΰ ώς μεσογειακής διάστασης...

Γιά νά λάβη τόν διεθνικό του χαρακτήρα ώς έλληνισμός τό Αίγαϊο, είναι άνάγκη νά καθαρίση πρώτα ώς έννοια άπό κάθε είδους «εθνική» λαθροχει-ρία (είτε ελληνική, είτε τουρκική). Καί έπειδή ώς λέμε ή σημασία του είναι φύσεως ιστορικής καί μορφωτικής (μέσα στήν έννοια τοΰ «διεθνοΰς του-ριστικοΰ δικαίου» πού άνελύσαμε), δέν μπορεί νά μετατραπή — έτσι σιγά καί πονηρά ώς γίνονται τά πράγματα — σέ θέρετρο μέ βίλλες πλουσίων ευρωπαίων. Θά άπαγορευθή κάθε μορφή ιδιοκτησίας, γιά νά έξασφαλισθή ή διεθνής μετοχή στό μορφωτικό αγαθό. Τό Αίγαϊο είναι χώρος παραγωγής θρησκειών, καί μιά νέα θρησκεία οφείλει νά ξεπεταχθή άπό 'κει.

Πώς τώρα θά όργανωθή ή μορφωτική δράση τοΰ μεσογειακοΰ αύτοΰ όργανισμοΰ ώς σύγχρονο καταναλωτικό αγαθό, δέν μποροΰμε νά διαλάβω-με έδώ, διότι είναι θέμα πολλαπλών παραγόντων καί καταστάσεως τών διεθνών σχέσεων. "Οτι πάντως μιά υπηρεσία ύπό τήν ονομασία «Αποδυ-τήρια», ύποχρεωτική γιά πάντα μή γηγενή άπό Απριλίου έως 'Οκτωβρίου σέ κάθε νησί, θά παραστή ίσως άναγκαία, είναι προφανές. Είναι γνωστό ότι τό πρώτο πράγμα πού έπεδίωξαν οί μεταπολιτεύσεις στήν 'Ισπανία, άμέσως μετά τήν πτώση τοΰ Φράνκο, ήταν νά κερδίσουν τήν χαμένη από-σταση σχετικά μέ τήν Γαλλία καί Γιουγκοσλαβία ώς πρός τήν φυσικήν

229

Page 225: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

καλλιέργεια τοΰ σώματος. Τίς μεγάλες προσπάθειες πού κατεβλήθησαν μπορεί κανείς νά τίς πληροφορηθη άμερολήπτως άπό σχετικές στατιστικές τών ειδικών τουριστικών οδηγών. Οί Γιουγκοσλάβοι επίσης δέν ένίσχυσαν μόνο αύτή τήν κατεύθυνση τοΰ τουρισμοΰ, άλλά καί έχάριζαν βίλλες πού έφκιαχνε τό κράτος σέ διάφορες στάρ, προκειμένου νά τό πετύχουν. Ή Αδριατική είναι σαφώς μειονεκτοΰσα, ώς πρός τό Αίγαϊο. Τό Αιγαίο, έκ φύσεως προορισμένο νά άποτελέση χώρον ανωτέρας πανεπιστημιακής ά-ντιλήψεως ώς πρός αύτά, δέν έχει ανάγκη άναλόγων «σ-τρατηγικών». Ή άναγωγή στήν φυσικήν απλότητα τών πραγμάτων αρκεί. "Οτι βέβαια τό Αίγαϊο ώς «μορφωτική κατάκτηση» (καί όχι ώς «τουρισμός»), ένσωματου-μένη ώς ψυχική διάσταση καί όχι ώς κατανάλωση στίς άνάγκες τής συγ-χρόνου παραγωγής, θά άπαιτήση βιομηχανικά κεφάλαια, είναι αύτονόητο. Μόνο μέ τέτοια μποροΰν νά άπογειοΰνται ελικόπτερα καί νά πλέουν δεξα-μενόπλοια, προκειμένου νά ποτίσουν δένδρα καί κήπους σέ πολλά ξερο-νήσια, όπου οί φοιτητές τών σχολών καλών τεχνών καί οί ζωγράφοι θά μελετοΰν τήν σπουδή τοΰ άνθρωπίνου σώματος, άνεξαρτήτως φυλής καί χώρας, οί δέ άλλοι καλλιτέχνες θά ζητοΰν νά έμπνευσθοΰν γιά τίς νέες κατακτήσεις τοΰ χώρου των. Αύτά δέν λέγονται «τουρισμός», άλλά ανώτε-ρες έλευσινιακές μυήσεις στόν χώρο τοΰ πνεύματος γιά τίς σύγχρονες βιομηχανικές κοινωνίες.

'Αλλά αύτά δέν μπορούν νά γίνουν μέσα σέ μιά «εθνική» κατάσταση κοτετσιοΰ καί τήν άντίστοιχη «ήθική» της. Μόνο στήν Ελλάδα ήταν δυ-νατόν νά μεταβληθή τό Αιγαίο ώς έννοια σέ ένα σύνολο «άγονων γραμ-μών». Στήν Γιουγκοσλαβία, ή 'Εκκλησία, έχουσα τούς ίδιους «ιερούς κα-νόνες» μέ τήν δική μας, δέν έθεώρησε μέ τίποτε άπό τά σχετικά έαυτήν θιγείσα, ούτε καί έβλάβη. Ούτε ό «γιουγκοσλαβισμός» διεφθάρη, όπως δέν έφθάρη ό «ίσπανισμός» καί ό «γαλλισμός». 'Αλλά βέβαια στίς χώρες αύτές ή 'Εκκλησία δέν έχει τήν μέσω τοΰ κράτους σημασία τοΰ επιχειρησιακού όργανισμοΰ, ούτε καί στίς διαφορές της μέ τό κράτος καταφεύγει στό Πα-τριαρχείο, δίνοντάς του τήν σημασία τοΰ «έθνικοΰ θεσμοΰ»... Γιά τίς μορ-φωτικές άνάγκες τής άνθρωπότητας όμως ή ελλαδική 'Εκκλησία δέν θάχη λόγο νά πή, διότι άκριβώς αύτά σημαίνουν καί τήν κατάργησή της ώς «έθνικοΰ» οργανισμού... Άλλωστε τό Αίγαϊο ουτε καί θρησκευτικώς είναι έλλαδικόν.

Δέν συζητούμε εδώ περί «άδειών» καί «νόμων», άλλά περί τής βιομηχα-νικής οργανώσεως τών πραγμάτων ώς τέτοιων. Περί αύτονόμου βιομηχα-νίας καί όχι περί έλλαδικοΰ συναλλάγματος, άφοΰ λέμε ότι τό κοτέτσι θά λήξη καί ό ελληνικός χώρος θά βρή τρόπο παραγωγικής απασχόλησης. Ά π ό έκεΐ καί πέρα τά «οικολογικά» κόμματα στήν Εύρώπη — όπως καί

230

Page 226: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

οί αύτοκινητοβιομηχανίες μέ τά «Camping Busse» γιά τίς άκτές της ήπει-ρωτικής 'Ελλάδος καί οί βιομηχανίες ιδιωτικών σκαφών (βλ. πιό κάτω) — θά βρουν τρόπο νά άξιοποιηθή ή Φύση καί νά διατηρηθή γιά τίς μέλλουσες γενεές στήν Μεσόγειο. Είναι ή προϋπόθεση καί τών μακροχρονίων συμ-φερόντων τους άλλωστε. "Οτι μόνο έτσι, δηλαδή μέσα άπό τίς φυσικές άναδιατάξεις τοΰ χώρου καί έφ' όσον μεταβληθούν τά πράγματα σέ νοή-ματα καί άνάγκες, είναι δυνατόν νά σωθή ή Φύση στήν 'Ελλάδα, είναι αύτονόητο. Ή έννοια «αύθαίρετα» καί ή συνεπομένη φυσική καταστροφή είναι άμεση συνέπεια τοΰ «έθνους». Σέ μιά χώρα όπου ή Γή άποτελοΰσε ιδιοκτησία τοΰ Σουλτάνου καί έν συνεχεία άμέσως ύποθηκεύτηκε έξ άδιαι-ρέτου διά τών ξένων δανείων, ή έννοια «αύθαίρετα» είναι κοινή γιά όλα τά πληθυσμιακά στρώματα (παρά τίς διατάξεις τών πρώτων συνταγμάτων περί «άποκτήσεως περιουσίας». Ποιός θά πουλούσε;). Καί έκ τών «ανω» κυρίως προέρχεται σάν κατάσταση, παρά τίς «άναδασώσεις». Κάθε δέκα χρόνια περίπου πρέπει κανείς νά ύπολογίζη μέ τριακόσιες βουλευτικές βίλλες άνά τά παράλια. Καί μέ «βουλευτικά» σέ δασικούς πνεύμονες. Ό κ. Παπαν-δρέου, ό όποιος έμφανίζεται μέ τήν συνοδεία ιερέων στούς προεκλογικούς του λόγους, άδίκως κατηγορήθη άπό τόν κ. Κάπλαν. Δέν τό ήθελε ό ίδιος, τό κόμμα τό είχε άνάγκη. Έχρειάζονταν νέες περιοχές γιά νά γίνουν «ύ-ποδομές» καί νά «άξιοποιηθοΰν» γιά τήν «άνάπτυξη» τής χώρας. Οί παληές ήσαν κατειλημμένες... Τό όλον νόημα βρίσκεται στό «Γκόλφ», πού παίζει ό κ. Καραμανλής μέ τόν κ. Ράλλη στήν Κέρκυρα... Καί κοντά σ ' αύτά πρέπει νά βάλωμε τούς πανεπιστημιακούς, τούς νέους επιχειρηματίες κ.λπ. Μποροΰμε νά βροΰμε ποιοι άγοράζουν στό Πήλιο καί στήν Μάνη ή τίς άλλες περιοχές. Οί ξένοι είναι τό λιγώτερο. Στήν Χαλκιδική μπορεί κανείς βλέποντας τίς βίλλες τών παν/μιακών νά καταλάβη ποΰ έσπούδασαν! Δέν είναι ό κοσμάκης στήν Δραπετσώνα πού χτίζει τίς παράγκες (άφοΰ τόν γέλασαν μέ τίς «άποκαταστάσεις»)- είναι ή βιομηχανία τοΰ «έθνους» πού βάζει τίς φωτιές. Καί αύτά τά πράγματα δέν μποροΰν νά διορθωθοΰν όσο υπάρχει «έθνος». "Οσες «άναδασώσεις» κι άν γίνουν. Τό άπαγορεύει τό «Σύνταγμα»... Άφοΰ οί επί τουρκοκρατίας χρήσεις έγιναν έν συνεχεία κυ-ριότητες, είναι φανερό ότι ή μόνη «ιδιοκτησία» πού άπέμενε ήταν τό «έ-θνος». Κι αύτό καταστρέφει ολοένα τήν Φύση καί τά νησιά, γιά νά τά μεταβάλη σέ οικόπεδα... Είναι μιά διαδικασία τών πραγμάτων άναπότρε-πτη. Καί θά διαρκέση όσο ύπάρχουν τό «έθνος» καί οί «ερμηνείες». Τό νομικόν χάος μέ τά «αύθαίρετα», όπου άν χτισθή τό βράδυ τό πρωΐ δέν μπορεί νά γκρεμισθή, όπου οί «αιγιαλοί» μπαινοβγαίνουν στήν θάλασσα καί όχι ή θάλασσα σ 1 αύτούς (έξαρταται ό καθορισμός τους άπό τό πόσα «αύθαίρετα» θά χτισθοΰν, όπότε τά πράγματα δέν είναι πλέον νομικές έν-

231

Page 227: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

νοιες άλλά ζητήματα «πολιτικού κόστους»...), όπου δέν υπάρχουν μπουλ-τόζες γιατί... κάποια διάταξη τοΰ υπουργείου υγείας τό απαγορεύει, καί όλο τό σχετικό κομφούζιο, είναι ένα δικαιακό κομφούζιο πού σκοπίμως καλ-λιεργείται, γιά νά μποροΰν οί εκάστοτε «άνώτερες τάξεις» νά βουτάνε πε-ριοχές. Καί αν δέν ύπάρχουν καί μερικά άλλα παράνομα στήν περιοχή ή τά «αύθαίρετα» σάν κατάσταση, ή νομοθετημένη παρανομία φαίνεται (οπό-τε πάλι ύπάρχει «κόστος» καί μπορεί νά τούς τά κάψουν!). Οί εκάστοτε «άνώτερες τάξεις», σύντομα μεταβαλλόμενες (άλλοτε άπό κόμματα, άλλοτε άπό «πολιτικά προγράμματα» καί άλλοτε άπό «διεθνείς συγκυρίες»), έχουν άνάγκη καί άπό σύντομη έξεύρεση βιλλών. Καί αύτό μόνο μέ τό χάος μπορεί νά έπιτευχθή. «Επιχειρηματίας» ή «νέος βιομήχανος» χωρίς βίλλα; «Μεγαλοεπιχειρηματίας»: — δηλαδή κάτι γρήγορα νά μαζευτή γιά ίσως καί μέχρι τά εγγόνια... Σ ' αύτό άκριβώς βρίσκεται ή νομιμότης τής παρανόμου εννοίας «αύθαίρετα». Μπορεί όμως μέ τά «προγράμματα αναπτύξεως» καί τίς «έθνικές» αισιοδοξίες αύτό νά σταματήση ποτέ;

Άλλά , δεδομένου ότι τά όσα λέμε δέν είναι καθόλου συναλλαγματικές έννοιες τύπου «γκαρσονιών» καί ζορμπάδων, ή ιστορική δράση τοΰ μεσο-γειακού έλληνισμοΰ πρέπει νά προκύψη. Όμως αύτό άπαιτεΐ καί κάτι άλλο: νά επιστραφούν οί μή διεθνούς σημασίας πολιτιστικοί θησαυροί στούς τόπους πού ήσαν. Ή πρωτεύουσα, πάντα «έθνικά» καί «στοργικά» σκεπτό-μενη, άδειασε τίς διάφορες περιοχές, άπ ' ό,τι ύπήρχε, γιά νά τό «σώση». "Οτι έμεινε λοιπόν άπό τήν «σωτηρία», πρέπει τώρα νά τό δώση πίσω. Δηλαδή, όπως θά λέγαμε σέ γλώσσα πιό οικεία στόν ποινικόν κώδικα, νά τό έπιστρέψη... Ό γενιτσαρισμός ώς μισθοδοσία είναι πιά φαινόμενο τοΰ παρελθόντος. Τώρα μας χρειάζονται άλλα.

Τό πρόβλημα τών πολιτιστικών θησαυρών τής μεσογειακής άρχαιότη-τος είναι βέβαια ένα διεθνές πρόβλημα. Τό κατά πόσον οί χώρες πού τούς έχουν είναι είς θέση νά τούς συντηρήσουν, είναι επίσης ένα άλλο καί μεγαλύτερο. Ή γενική μόλυνση τοΰ περιβάλλοντος, ή ρύπανση τής ατμο-σφαίρας μέ χημικές ούσίες, ή γενική κλιματολογική αλλαγή καί πολλοί άλλοι παράγοντες έχουν θανατηφόρες έπιπτώσεις επί τών θησαυρών αύτών. Τά σύγχρονα μουσεία συνιστοΰν ιδιαίτερες οικονομικές μονάδες γιά τήν συντήρησή τους. Απαιτούν μιάν υψηλότατη τεχνολογία, προηγμένες τε-χνολογικές μεθόδους προστασίας, λεπτότατα όργανα παρακολουθήσεως καί ελέγχου τών περιβαλλοντολογικών συνθηκών. Οί χώρες πού τούς έ-χουν δέν τά διαθέτουν βέβαια αύτά. Ά λ λ ά δέν διαθέτουν καί τό κυριώτερο προστατευτικό μέσον τών άρχαίων πολυτιμοτήτων: τήν πολιτιστική σχέση μαζί τους. "Οχι ότι δέν τούς «καταλαβαίνουν»· δέν έμφανίζονται απλώς

232

Page 228: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

αναγκαίοι στήν καθημερινή τους ζωή. Ά ν τ ί γιά ιστορικούς τής τέχνης, έχουν συνήθως οικονομολόγους.

Δυστυχώς, τό «έθνος» μέχρι τώρα δέν έπέτρεψε οί έπί ελληνικού εδάφους άρχαϊοι θησαυροί νά καταστούν άντικείμενο τοΰ διεθνούς δικαίου. Οί τοΰρ-κοι μέ τίς έλληνικές άρχαιότητες εύρήκαν τήν δέουσα λύση: άνέθεσαν τήν συντήρησή τους άπ ' εύθείας σέ ξένες άρχαιολογικές έταιρεΐες καί διεθνείς οργανισμούς, οί όποιοι, όσα μέν πρέπει νά σωθοΰν σέ ξένα μουσεία, τά μεταφέρουν έκεΐ1 όσα μποροΰν νά παραμείνουν, τά άναστηλώνουν. "Ετσι π.χ. ό σημερινός έπισκέπτης μπορεί νά άπολαμβάνη τίς ύπέροχες άναστη-λώσεις τής 'Εφέσου καί τής Περγάμου. Στήν Ελλάδα δυστυχώς τό «έθνος» δουλεύει μ ' αύτά τά πράγματα διαφορετικά, καί δουλεύει πολύ πρίν άπό τό '21 έτσι. Μεγάλη καταστροφή οί διάσπαρτες στήν περιοχή 'Αθηνών άρ-χαιότητες ύπέστησαν τω 1777, όπου ό τότε βοεβόδας Χατζή 'Αλής Χασε-κής, προκειμένου νά άντιμετωπίση τούς μωαμεθανούς Έλληνες τής 'Αλ-βανίας μέ τά όρλωφικά, έχτισε ένα τεράστιο τείχος γύρω άπό τήν πόλη, χρησιμοποιώντας μεγάλες ποσότητες άρχαίου ύλικοΰ καί άγαλμάτων γιά νά πετύχη τό σέ τρεις σχεδόν μήνες μέσα έπεϊγον χτίσιμο του. "Ο,τι έμεινε συνέχισε νά χρησιμοποιήται γιά τήν επισκευή καταστροφών καί ό,τι έσώ-ζετο φαίνεται ότι εύρισκε τήν δέουσα άξιοποίησή του — καί πολύ σωστά — δι ' έκποιήσεως στούς τότε φιλέλληνες. Χάρις στήν μανία αύτών τών άνθρώπων έσώθηκαν πολλά πράγματα τότε, καί σ ' αύτή τήν δραστηριό-τητα φαίνεται ότι διέπρεψε, πρίν άπό τήν Επανάσταση άκόμη, καί ό Μα-κρυγιάννης. Δέν θά λέγαμε ότι είναι ένας άπό τούς θεμελιωτές τής άρχαιο-λογικής επιστήμης στήν Ελλάδα, άλλά πάντως οί γνώσεις του περί τά άρχαϊα θά πρέπει νά ήσαν εξόχως ειδικές. Κατά τό 1821, όταν ξέσπασε ή Επανάσταση δηλαδή, ό Μακρυγιάννης ήταν 27 ετών καί είχε, παρά τό νεαρόν τής ήλικίας του, μιά μυθώδη σχεδόν περιουσία. Δυστυχώς δέν δια-θέτομε αύτή τή στιγμή τήν δυνατότητα (τό άρχεϊο μας) νά άναφερθώμε σέ νούμερα, άλλά, κατά προχείρους ύπολογισμούς τοΰ παρελθόντος, ό Μα-κρυγιάννης κατά τήν ώρα τής 'Επανάστασης διέθετε περίπου τό τρίτο ώς προσωπική περιουσία σέ γρόσια άπό ό,τι έπλήρωσε τό Ά γ ι ο "Ορος νά άγοράση τά προνόμιά του άπό τόν Σελήμ τόν Β ' (ό όποιος προηγουμένως τοΰ είχε κατάσχει όλη τήν κτηματική περιουσία). Επρόκειτο γιά ένα τε-ράστιο ποσόν τής έποχής, τό όποιον πολλοί ιστορικοί βεβαιώνουν σάν τέτοιο. "Οπως καί άν ήταν, επρόκειτο γιά σύμβαση μεταξύ κρατών. Όποιες καί άν ύπήρξαν οί νομισματικές μεταβολές έκτοτε στήν οθωμανική αύτο-κρατορία, ή άναλογία ώς πρός τήν περιουσία νεαρού ιδιώτη δέν έπαυε νά είναι σημαντική (αύτό θά ήταν εύκολα διαπιστώσιμο διά συναλλακτικής μελέτης). Καί ό Μακρυγιάννης τήν εμπορική δραστηριότητά του τήν ά-

233

Page 229: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

σκησε στό πασαλίκι τοΰ Ά λ ή πασα (γιά τά ελάχιστα χρόνια πού λέμε), στό όποιον τό φορολογικό σύστημα επίβλεψης ήταν εξόχου άκριβείας. Ά π ό τίς δραστηριότητες τοΰ Μακρυγιάννη οί φορολογικές υπηρεσίες τοΰ Ά λ ή δέν πήραν είδηση ποτέ. Τί είδους έμπόριο ήταν αύτό πού έκανε ό Μακρυγιάννης, πού τόν έκανε νεαρό πλούσιο καί πού κανείς δέν τό πρό-σεξε; Ύποθέτομε ότι τά πράγματα είναι φανερά καί οί ιστορικοί θά μπο-ρέσουν εύκολα νά μας τά έπιβεβαιώσουν. Ά π ό τούς τότε άγωνιστές μόνο ό Μακρυγιάννης βρέθηκε μέ τόσα λεφτά, γιά νά άγοράση έκτάσεις στήν Αθήνα (όπως προέβλεπαν τά Συντάγματα) πού έχουν άκόμα τό όνομά του. "Αρα λοιπόν οί θαυμασμοί του γιά τίς φλέβες τών άγαλμάτων καί τήν άκρίβεια τών σωματικών τους μελών, προέκυπταν άπό ακριβή γνώση καί βαθύτατη σχέση μαζί τους. Καί όταν χολώνεται τόσο πολύ μέ τούς συντρό-φους του, πού έβλεπε νά τά καταστρέφουν καί τούς λέει «διά ταΰτα έπο-λεμήσαμεν», έννοοΰσε κάτι γιά τόν ίδιον άπολύτως προφανές: τόσο κεφά-λαιο, θά αφήναμε στους Τούρκους;... Γιατί άλλο θ ' άξιζε κανείς νά πολε-μήση, όταν άκόμη καί 23 χρόνια μετά τήν 'Επανάσταση διαθέτει άνεξαρ-γύρωτους τίτλους «άντίστασης»; Γιά τήν «Έλευθερίαν» είδαμε πάντως ότι δέν ήταν...

Είναι γνωστό ότι τό Χρηματιστήριο έργων Τέχνης σήμερα δουλεύει μέ έξόχως ύψηλά οικονομικά μεγέθη. Ό λόγος είναι άπλός: ή μεταφορά τών έργων τέχνης άπό τόπου σέ τόπο γιά τίς έκθέσεις, άπαιτεί μυθώδη υψη άσφαλειών, ειδικές μεθόδους μεταφοράς, ειδικά μέτρα προστασίας κ.λπ. Τά αεροπλάνα πρέπει νά έχουν μηχανές πού νά προξενούν ώρισμένο ϋψος παλμών στό έργο τέχνης, τά αύτοκίνητα πρέπει νά έχουν ειδικές άναρτή-σεις καί είδική έσωτερική διαρρύθμιση, ώστε τό έργο νά μήν πάλλεται κατά τήν μεταφορά, όσο λίγο καί άν αύτό είναι. Ή άτμόσφαιρα στά μέσα μεταφοράς πρέπει νά παραμένη σταθερή καί άνεπηρέαστη άπό τίς έξωτε-ρικές συνθήκες ταξιδιοΰ. Αύτά καί άλλα πολλά, πού επιβάλλουν τεράστια έξοδα, άπαιτεί ή διακίνηση τών έργων τέχνης. Καί αύτά βέβαια όλα, μιά καί ένας πίνακας δέν τρώγεται λ.χ., διότι ή λεγομένη αισθητική άξία τών έργων τέχνης μεταφράζεται σέ οικονομικά μεγέθη, επειδή τό ΰπ' αύτών μυθολογούμενο μέσα στό άξιολογικό σύστημα τοΰ πολιτισμού συνιστά παραγωγική δύναμη μεταβαλλόμενο σέ πνεύμα. Αύτό δηλαδή θά 'πή «μορ-φωτική άξία».

Δυστυχώς όμως μέ τό δικό μας «έθνος» (καί κράτος) τά πράγματα δέν έχουν φθάσει σ ' αύτό τό σημείο. Οί άρχαιότητες αποτελούν άκόμη «θη-σαυρούς» κατά τήν έννοια τοΰ Μακρυγιάννη, έστω καί άν όχι κατά τόν ίδιο τρόπο (άς πούμε σάν εισιτήρια). Δέν είναι νοήματα, πού σάν τέτοια μπο-

234

Page 230: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ρουν νά επενδυθούν σέ άλλα νοήματα καί ν ' άνεβάσουν τήν άξία τους άνεβάζοντας τήν ζωή, δηλαδή εκτελώντας τόν προορισμό τους. Καί οί «θησαυροί» φυλάγονται πάντα μέ φύλακες, ώς γνωστόν, δηλαδή μέ χωρο-φύλακες πού κατά περίπτωση ονομάζονται καί «ύπηρεσία διώξεως άρχαιο-καπηλείας». Τά άγάλματα όμως άντιπροσωπεύουν ϊσως θησαυρούς, άλλά θησαυροί δέν είναι. Καταλήγουν άναγκαστικά στά χέρια όσων έχουν άλλη άντίληψη γ ι ' αύτά — άς τό πούμε απλούστερα: βίωση —, όπως καί στήν έποχή τοΰ Μακρυγιάννη. Καί πολύ σωστά. Ποιό λοιπόν είναι τό άποτέλε-σμα; Ό Ρέμπραντ νά ταξιδεύη φανερά καί μέ ειδικές άποστολές, ενώ τά έλληνικά άγάλματα νά γεμίζουν τά τριαξονικά, δίπλα άπ ' τούς τενεκέδες μέ τίς παστές σαρδέλλες, καί νά φεύγουν χέρια, μασέλες καί κεφαλές... Ά λ λ ά τά άρχαΐα άγάλματα είναι όσα ανακαλύπτουν κάθε φορά οί άρχαιο-κάπηλοι; Στίς περισσότερες περιοχές τής Ελλάδος, σέ ένα μέτρο βάθος ύπάρχουν άγάλματα. Ποιά λοιπόν λύση μπορεί νά ύπάρχη γιά τόν ύπέδα-φον αύτόν πλούτο, πού τό «έθνος» μας ελάχιστα είναι σέ θέση νά διαφυ-λάξη; Ύποθέτομε λοιπόν ότι είναι καιρός τούτος ό βαρβαρισμός, πού διά-φορες άδικες έννοιες τοΰ διεθνούς δικαίου όπως «έθνική κυριαρχία» κ.λπ. έξωραΐζουν τήν πραγματικότητά του, νά πάψη. Οί έλληνικές άρχαιότητες πρέπει νά κηρυχθούν διεθνές άγαθό, παρούσες καί μέλλουσες, καί νά πά-ψουν νά έχουν οποιαδήποτε σχέση μ ' αύτές οί οποιεσδήποτε έλληνικές υπηρεσίες. Εϊτε «ύπουργεϊα πολιτισμού» λέγονται αύτά, είτε όπως άλλοιώς. Μέ τήν πρόοδο τής τεχνολογίας θά έντοπίζωνται άγάλματα καί άλλοι πο-λιτιστικοί θησαυροί σέ βάθος δέκα μέτρων καί περισσότερο. Θά είναι λύση γ ι ' αύτούς ή «οργάνωση τών ύπηρεσιών» καί τά... τριαξονικά; Ή κωμωδία τοΰ «έθνους» μας έκράτησε έγκληματικώς περισσότερο άπό όσο έπρεπε. Σήμερα λοιπόν πού αύτό πιά τίποτε δέν άντιπροσωπεύει, είναι ώρα καί οί άρχαιότητες νά προστατευθούν άποτελεσματικά. Δηλαδή φανερά καί ύπεύ-θυνα, άφοΰ εμείς δέν μποροΰμε νά κάνωμε τίποτε γ ι ' αύτές.

Είπαμε: ή άνέκαθεν δυσκολία μας ήταν νά μετατρέψωμε τήν πραγματικό-τητα σέ νοήματα. Γιά νά μάθωμε κάτι γιά τόν άρχαΐον μας πρόγονο τόν "Ομηρο, πρέπει ν ' άνοίξωμε κάποιο γερμανικό, γαλλικό ή άγγλικό βιβλίο. Καί τούτο σημαίνει πώς ό "Ομηρος κάπου άκόμα ύπάρχει σάν έγνοια καί κάπου άκόμα δρα. "Εννοιες καί λειτουργίες θά μας έλεγεν ό "Ομηρος είναι τά άγάλματα, πού ή άξία τους άνεβαίνει όταν σ ' αύτά προστίθενται άκόμα έννοιες. Ποιός όμως νά βρή τίς σύγχρονες έννοιες, πού συνιστούν τήν προστασία τών άγαλμάτων μεταβάλλοντάς τα σέ μοναδικότητες; Αύτό εί-ναι τό αιώνιο πρόβλημά μας!

Ζούμε σέ μιά άπό τίς μεγαλύτερες στιγμές τής παγκόσμιας ιστορίας.

235

Page 231: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Τείχη έπεσαν, ελπίδες γεννήθηκαν, ψυχές έπαλαν. Ποιός τάχα έσκέφθηκε νά χαρίση πρός τήν άνθρωπότητα ένα διάσημο έλληνικό άγαλμα, νά στηθή άκριβώς μπροστά στήν πύλη τοΰ Βραδεμβούργου έκεΐ ποΰ ήταν τό τείχος, μέσα σ ' ένα εξαίρετο μαυσωλείο αιώνων, σύμβολο τής Ειρήνης καί στή-ριγμα τοΰ άνθρώπου; Θά ύπήρχε μεγαλύτερη καλλιτεχνική άξία πού θά μποροΰσε νά τό ξεπεράση στόν αίώνα τόν άπαντα;

Ά λ λ ά όχι. Τά άγάλματα είναι νά βρίσκωνται στήν 'Ολυμπία καί τούς Δελφούς, νά τά φυλάνε οί άγροφύλακες μαζί μέ τά γίδια, γιά νά κόβωνται εισιτήρια... Καί τό σκοτισμένο «έθνος» μας σάν ιστορία νά άναζητή τήν μαζοχιστική του γελοιοποίηση στούς... ολυμπιακούς άγώνες. Μικρές δό-ξες... Γιατί γελοιοποίηση; Γιατί άπλούστατα οί άρχαΐοι "Ελληνες τούς νικητές τούς στεφάνωναν στό κεφάλι κι όχι στά πόδια — κι άς έτρεχαν μέ τά πόδια. Καί τούτο ήθελε νά πή πώς μόνο ένα τρόπο έχει ό άνθρωπος νά γίνη οπουδήποτε νικητής. Αύτόν άκριβώς πού μας λείπει. Μά γιά τούτο άκριβώς πρέπει καί τά άγάλματα νά ανακηρυχθούν σέ άγαθό διεθνών έγ-γυήσεων. Είναι πιά καιρός νά βροΰμε κάποιον λογαριασμό μέ τό «έθνος». Μπορεί νά μήν έχη τήν πρωτοτυπία τών ίδεών — πού άπαιτεί βέβαια βαθύτατην αίσθηση τών νοημάτων τής τέχνης — δέν έχει όμως ούτε καί τήν έννοια τής οφειλής. Γιατί μιά ένέργεια σάν τήν παραπάνω δέν θά ήταν παρά ή οφειλή μιας μικρής άντιπροσφοράς. "Εναντι δηλαδή τών όσων άνεπαναλήπτων μνημείων τοΰ εύρωπαϊκοΰ πολιτισμού κατέστρεψε τό «έ-θνος» συνειδητά στά Επτάνησα καί πού τόσο θά λείψουν άπό τό μέλλον τοΰ αύτονόμου αύτοΰ Κράτους...

236

Page 232: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ΤΟ ΘΕΜΑ

Τά δσα ακολουθούν είναι οί άποδείξεις τών όσων προηγήθησαν. Καί επειδή ώς αποδείξεις θά ύπήρχαν πολύ άπλα, μας διευκόλυναν νά άποφύ-γωμε τίς θεωρητικές συζητήσεις καί νά μείνωμε στό κυρίως νόημα τών πραγμάτων. Ή ούσία τών πραγμάτων είναι άπλούστερη άπό τίς συζητήσεις έπ ' αύτών.

Τό πρόβλημα τής βιωσιμότητος τής Ελλάδος ώς κράτους δέν είναι νέο. Είναι συμφυές μέ τήν ίδια τήν ϋπαρξή του έξ άρχής. Κατά τόν μεσοπόλεμο έσυζητήθηκε άνοιχτά άπό μιά μερίδα διανοητών — μεταξύ τών όποιων προεξάρχων ό καθηγητής Κ. Σφυρής —, άφοΰ λίγες δεκαετίες πρωτύτερα, μέ τούς βαλκανικούς πολέμους, ή γεωπολιτική σημασία τοΰ βαλκανικού χώρου ώθήθηκε ώς μείζον θέμα στό προσκήνιο τών πανευρωπαϊκών συζη-τήσεων (βλ. συνοπτικώς Ο. Bauer: «Der Balkankrieg und die Deutsche Welt-politik», Berlin 1912). Ή γεωπολιτική σημασία τών Βαλκανίων μέ τή βιο-μηχανική άνάπτυξη τής κεντρικής Εύρώπης παρέμεινε μέχρι τοΰ δευτέρου παγκοσμίου πολέμου ένα διαρκές έρώτημα (βλ. F. Thierfelder: «Der Balkan im europa'ischen Raum», Berlin 1941, σελ. 142 κ.έ.), διότι ή σημασία τοΰ ιδίου χώρου ώς πρός τήν μεσογειακή διάσταση τής συνόλου εύρωπαϊκής πολιτικής διά τοΰ «άνατολικοΰ ζητήματος» μετέθετε κάθε άλλη σημασία του σέ δεύτερη μοίρα. Διά τής δημιουργίας τής 'Ελλάδος ώς κράτους κάθε άλλη σημασία τοΰ βαλκανικοΰ χώρου έχάνετο τελείως, πλήν έκείνης τών γεωστρατηγικών ισορροπιών, ή δέ βασική άρτηρία τής κεντρο-άνατολικής Εύρώπης πρός Νότον, δηλαδή ό έμπορικός δρόμος Βελιγραδίου-Σόφιας-Θεσ/νίκης, είς τό όποιον συμμετείχε καί τό Δέλτα τοΰ Δούναβη, άχρη-στεύετο (βλ. Fl. Lichttrager, μν.έ., σελ. 175 κ.έ.).

"Οτι αύτή ή τάξη πραγμάτων άνταπεκρίθη σέ ώρισμένες άναγκαιότητες τής εύρωπαικής ιστορίας, είναι ή έπαρκής άπόδειξη τής τεχνικής φύσεως τών καταστάσεων ώς πρός τήν 'Ελλάδα. Κομμένη ή 'Ελλάδα άπό τόν

237

Page 233: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

μείζονα βαλκανικό χώρο ποΰ ύπήγετο, όχι μόνον δέν θά είχε τίποτε νά «μεταδώση» πρός Νότον (τοΰ ύπάρχοντος σ ' αύτόν «έλληνισμοΰ» χρησι-μοποιούμενου γιά άλλου είδους πολιτικές χρήσεις), άλλά θά κατέστρεφε καί κάθε είδους ιστορικόν δεσμό τής άνατολικής Μεσογείου — άρα καί τής Μέσης 'Ανατολής — μέ τήν ύπόλοιπην Εύρώπη. 'Ιδιαίτερα μάλιστα τής 'Ιταλίας, ή όποία, ώς άλλη προέκταση τής ήπειρωτικής Εύρώπης πρός Νότον, έχανε τούς ιστορικούς δεσμούς της μέ τήν άνατολική μεριά τής 'Αδριατικής καί τήν άνατολική Μεσόγειο γενικώτερα. Αύτή ή τάξη πραγ-μάτων άντιστοιχοΰσε πρός δύο άρχές: τήν άρχή τοΰ «έθνικοΰ κράτους» — άρχή καθολική τών τελευταίων αιώνων— καί τών σχέσεων τής δυτικής εύρωπαϊκής πολιτικής ώς πρός τήν Ρωσσία, πού ήταν άποτέλεσμα τών άναγκαιοτήτων τής βιομηχανικής άναπτύξεως τής δυτικής Εύρώπης. Μέσα στίς άναγκαιότητες αύτές, ό χώρος τής πρώην οθωμανικής αύτοκρατορίας, θά ύπεβιβάζετο κατ' άνάγκην σέ έναν χώρο ιμπεριαλιστικής χρήσεως, είς τόν όποιον ή άνακάλυψη τών μηχανών έσωτερικής καύσεως θά προσέδιδε τήν πρώτιστη σημασία.

Μέ αύτά όλα έχομε βεβαίως σήμερα τό άγαθόν τής τεχνολογικής άνα-πτύξεως, ένώ ή άρχή τοΰ «έθνικοΰ» κράτους (βλ. τό βιβλίο μας « Ή άνα-τολική Μεσόγειος ώς εύρωπαϊκή ιστορία», τόμ. Α ' , σελ. 162) ένίσχυσε τήν ιδέα τοΰ έλληνισμοΰ μέσα στήν παρηκμακυΐα κατάσταση τής έκκλησιαστι-κής ορθοδοξίας ώς όθωμανικοΰ θεσμοΰ, γεγονός πού άποδεικνύεται άπό τήν συγκέντρωση τών καταθέσεων τοΰ ελληνισμού τής άνατολικής λεκά-νης τής Μεσογείου στήν 'Εθνική Τράπεζα τής Ελλάδος κατά τόν περα-σμένον αίώνα. "Οτι όμως οί ιστορικές αυτοτέλειες τών διαφόρων τμημάτων τοΰ έλληνισμοΰ διεμόρφωσαν χαρακτήρες καί καταστάσεις πού ήκιστα ήρμοζαν γιά τήν συνθήκη ένιαίου κράτους, είναι κάτι πού άποδεικνύει ή άπό τοΰ 1821 καί έντεΰθεν ιστορία. Ό πρώτος διχασμός — τόν όποιον δέχεται καί ή ιστοριογραφία τών γειτονικών μας βαλκανικών χωρών (καλό θά ήταν νά γίνωμε γνώστες κι αύτών τών λεπτομερειών...) — ώφείλετο στό γεγονός ότι έπί τοΰ πρώτου κράτους δέν ύπήρχε μιά έθνότης, άλλά δύο: "Ελληνες καί 'Αλβανοί, μέ προεξάρχοντας τούς δευτέρους, οί όποιοι, οί-κειωθέντες άπό αιώνων τόν ελληνικό πολιτισμό χωρίς τίς άποκλειστικές θρησκευτικές του «έκπροσωπήσεις», είναι οί κύριοι συνεχιστές του έπί τής δυτικής 'Ελλάδος. Μέ τούς βαλκανικούς πολέμους ό βασικός διχασμός γίνεται πολυχασμός. Τω 1920, ήτοι πρό τής μικρασιατικής καταστροφής καί μόνο μέ τίς βαλκανικές προσκτήσεις, οί έπίσημες στατιστικές έδιναν ένα ποσοστό άναλφαβήτων — δηλαδή μή γνωριζόντων διά γραφής τήν ελληνική, άφοΰ είχαν άλλες μητρικές γλώσσες — 50%. 'Από τό 30% επί-σης πού άντιπροσώπευαν οί έκ Μικρασίας γιά τόν πληθυσμό τής τότε

238

Page 234: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Ελλάδος, πολλοί αγνοούσαν τήν έλληνική (βλ. Richard Clogg: «Σύντομη ιστορία τής νεώτερης Ελλάδας», έλλ. έκδ. 1984, σελ. 176). Συνεπώς ευρι-σκόμαστε πρό τής εικόνος κράτους, ποΰ τουλάχιστον ώς τόν δεύτερο πα-γκόσμιο πόλεμο (καί τίς επακολουθήσασες έντονες προσπάθειες «έθνικής ομοιογενείας») τό μεγαλύτερο ποσοστό τοΰ πληθυσμού του άγνοεΐ τήν έπίσημη γλώσσα τοΰ κράτους. Παρά τίς τεράστιες προσπάθειες τών ελλή-νων φιλολόγων τοΰ περασμένου αιώνα, τό «γλωσσικό» ποτέ δέν θά πάψη νά έπενδύεται σέ κοινωνικά περιεχόμενα. Θά καταστή — παρά τίς προλη-πτικές συνταγματικές διατάξεις περί γλώσσης τοΰ 1911, τών οποίων τά αίτια προϋπάρχουν — μείζον κοινωνικό πρόβλημα μετά τούς βαλκανικούς πολέμους, όπου γιά μέν τούς νέους πληθυσμούς τών βαλκανίων περιοχών ό «δημοτικισμός» θά άποβή κοινωνικής σημασίας κίνημα μέ σκοπό τήν ένσωμάτωσή τους, ένώ γιά τίς έγχώριες διοικοΰσες τάξεις θά λάβη ιδεο-λογικό περιεχόμενο άναγωγής στό βυζαντινό παρελθόν, στήν αύτοκρατο-ρικήν «ένιαιότητα» τοΰ Ί . Δραγούμη. Ό Π. Κανελλόπουλος θά γράψη τώ 1933 σέ ένα τεύχος τοΰ «Αρχείου», ότι τό νόημα τής δημοτικής είναι έκεϊνο τοΰ «προϊόντος τοΰ λαϊκού πνεύματος καί τοΰ συμβόλου τής ιστο-ρικής τοΰ έθνους συνεχείας». Δέν θά έπεκταθοΰμε περισσότερο στό θέμα τής γλώσσας.

Τά παραπάνω όμως είναι άρκετά νά καταλάβωμε — προστιθεμένων βέβαια καί τών άλλων συνθηκών (φυλετική καί θρησκευτική άνομοιογένεια, διαρ-κείς πληθυσμιακές μεταβολές κ.λπ.) —, ότι ή όλη «δικαιακή» ύπόσταση τοΰ νεοελληνικού κράτους θά έξηντλεΐτο στούς «διοικητικούς τρόπους» πού θά μποροΰσαν νά τό συντηρήσουν. Είναι οί ιστορικοί όροι πού προσ-δίδουν τό βάθος στίς νομικές «έρμηνεΐες». Τό άνοιγμα τών έπιστολών π.χ. καί οί παρακολουθήσεις τής ιδιωτικής έπικοινωνίας άποτελοΰν «μέτρα κρατικής άσφαλείας», έπισήμως συζητηθέντα στήν έλληνική Βουλή, άπό τήν έποχή τοΰ Όθωνος (βλ. Ν. Δραγούμη, μν.έ., τόμ. Β ' , σελ. 196-7). Τίποτε άπό τά τωρινά δέν είναι νέο, όσο καί άν φαίνεται ή άκούγεται σάν τέτοιο. Ή άστυνομικοκρατία, πού είναι συνυφασμένη στήν ίδια τήν Διοί-κηση καί δέν περιορίζεται στά αστυνομικά τμήματα, συνιστά τήν καρίνα υπάρξεως τοΰ νεοελληνικοΰ κράτους. Καί είναι συνέπεια τής μή βιωσιμό-τητός του έξ άρχής, δηλαδή τής μή ύπάρξεως έθνικοΰ κορμοΰ, τής όποιας ή πληρέστερη έκφραση είναι ό διαρκής πόλεμος μεταξύ «αυτοχθόνων» καί «ετεροχθόνων». Ό πόλεμος αύτός ύπάρχει έξ άρχής καί διαρκεί άκόμη ώς σήμερα, διότι δέν ήταν πρόβλημα καταγωγής (καί στήν Γερμανία ή τήν Γαλλία π.χ. προσήλθαν μεταπολεμικά κύματα «έτεροχθόνων» χωρίς νά δη-μιουργηθή κοινωνικό πρόβλημα), άλλά ιδεολογίας (βλ. τό βιβλίο μας «Έπί

239

Page 235: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τής Δομής» κ.λπ.). Δέν ύπήρξε συνεπώς κάποια έννοια «γενικού συμφέρο-ντος», έπί τής οποίας θά μπορούσε νά άνιδρυθή κάποια έννοια κράτους, καί γ ι ' αύτό άκριβώς ούδόλως προϋπεθέσαμε κάποια τέτοια έννοια στίς προη-γηθείσες έξετάσεις μας. Τό όλον «κρατικόν πρόβλημα» συνίστατο στόν έλεγχο καί κατοχή τοΰ διοικητικού μηχανήματος. Δηλαδή στήν Ελλάδα έχομε άνέκαθεν «Διοίκηση» καί ποτέ Κράτος, διότι άκριβώς ή έννοια τοΰ Κράτους, οπωσδήποτε καί άν ήθελεν όρισθή, προϋποθέτει μιάν έννοια «γε-νικού συμφέροντος». Τό «γενικό συμφέρον» άπορρέει άπό τίς συλλογικές καί ένιαΐες έκεϊνες πολιτιστικές καί ήθικές άντιλήψεις, πού συνιστούν κατά περιεχόμενο τήν λεγόμενη «κοινωνική συνείδηση» (τήν «Conscience Col-lective» κατά Durkheim, βλ. παρ' ήμΐν τό άξιόλογο έργο τοΰ Γ. Μιχαηλί-δου-Νουάρου: «Ζωντανό δίκαιο καί φυσικό δίκαιο», 'Αθήναι 1982, σελ. 198, 299, 309, 403 κ.έ.). Ά λ λ ά άκριβώς στήν Ελλάδα ούδέποτε ύπήρξε τέτοιο πράγμα, λόγω τής ιστορικής αύτοτελείας τών διαφόρων τμημάτων τοΰ έλ-ληνισμοΰ. Καί αύτό άκριβώς είναι ό,τι έκφράζεται διά διαμάχης μεταξύ «αύτοχθόνων» καί «ετεροχθόνων» στά όρια τοΰ νέου κράτους διϊστορικά. Τήν έμφυλιοπολεμική αύτή κατάσταση τήν άπεικονίζουν μέν τό δικαιακόν χάος καί ή «άχρησία τών νόμων», άλλά δέν τήν έξηγοΰν διότι άκριβώς σκοπός τους είναι νά τήν καλύπτουν. Αύτό τούλάχιστον ύπήρξε καί τό «συλλογιστικό δεδομένο», προκειμένου νά είσαγάγη ό "Οθωνας τό «δικαίω-μα τοΰ άναφέρεσθαι» ύπό τίς συνθήκες πού είδαμε, καί πού έκτοτε έμεινε ή πρυτανεύουσα άρχή τής έλληνικής διοικήσεως (ιδίως κατά τήν «κοινο-βουλευτική» περίοδο τοΰ Γεωργίου πού άκολούθησε...). Τό «δίκαιον» έν Ελλάδι άντλεΐ τό νόημά του άπό τό ότι υπάρχει διοίκηση καί καθόλου άπό κάποιαν έννοια «δικαιοσύνης», πού θά προϋπέθετε τήν ύπαρξη τής ίδιας «κοινωνικής συνείδησης» μέ έκείνη τοΰ «γενικοΰ συμφέροντος» (στό προ-μνημονευθέν έργο, οί έννοιες τής «δικαιοσύνης» καί τοΰ «γενικοΰ συμφέ-ροντος» φέρονται ώς διαφορετικές παρ' ότι ένέχουν τά ίδια πολιτιστικά κατηγορήματα καί άπορρέουν άπό τήν ίδια «κοινωνική συνείδηση», βλ. σελ. 292-3 καί 308). Αύτό φαίνεται καθαρά στό έπίπεδο τοΰ κράτους, πού ταυτόσημο μέ τήν Διοίκηση, είναι αύτό τοΰτο τό «δίκαιο». Ούτε καί θά μποροΰσε νά είναι διαφορετικά. Ά ν σέ άλλες χώρες τό Κράτος προϋπήρξε τών Συνταγμάτων, στήν 'Ελλάδα τό Κράτος προέκυψε εκ τών... Συνταγμά-των. Τά πρώτα Συντάγματα τής 'Επιδαύρου κ.λπ. σκοπό άκριβώς είχαν νά υποκαταστήσουν τό άνύπαρκτο κοινωνικό Consensus πρός δημιουργία ε-νός Κράτους. Τό αύτό άντιμετώπισαν μεταπολεμικά καί πολλές χώρες τοΰ τρίτου κόσμου, μέ τά αύτά άκριβώς συμπτώματα, άφοΰ ένα κράτος πού οφείλει νά προκύψη άπό «καταστατικές» συμφωνίες θά είναι κατ' άνάγκην ένα άσταθές κράτος. Ειδικά στήν 'Ελλάδα, μποροΰμε νά τό παρατηρήσωμε

240

Page 236: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

αύτό μέσω τών «έκλογικών προγραμμάτων»: τά πάντα διακηρύσσονται έν ονόματι τοΰ κράτους — γιά τό κράτος. Ή Χούντα άπαιτεί «γύψο», δηλ. θυσίες· οί «βασικές κατευθύνσεις» αμέσως μεταχουντικά καί a priori ήσαν, όπως είδαμε, οί θυσίες· ό «σοσιαλισμός» άπαιτεί «λιτότητα», ήγουν καί πάλι θυσίες, ένω ό «φιλελευθερισμός» διατείνεται νά τίς πραγματοποιήση. Αύτά όμως όλα ύπέρ τοΰ κράτους καί όχι κάποιας έννοιας «γενικού συμ-φέροντος» ή κάτι παρεμφερούς — όπότε θά έπρεπε νά τό ορίσουν —, άφοΰ έκ τών πραγμάτων δέν ύπάρχει. Ή μή ένιαία κοινωνική συνείδηση διά τοΰ «αύτοχθονισμοΰ»-«έτεροχθονισμοΰ» επιβάλλει τήν διάσταση μεταξύ (άνυ-πάρκτου) πολιτικής κοινωνίας καί κράτους, μέ άποτέλεσμα τό κράτος νά μεταβάλλεται σέ σκοπό. Ούτε καί άλλωστε μποροΰν τά κόμματα νά προσ-διορίσουν τούς σκοπούς τών κοινωνιών, διότι αύτοί προσδιορίζονται μέσω άλλων διαδικασιών καί άπλώς τά κόμματα, υποτίθεται, τούς ξέρουν καί άναλαμβάνουν νά τούς πραγματοποιήσουν. Ά λ λ ά οί χώροι διά τών όποιων προσδιορίζονται οί σκοποί τών κοινωνιών στήν Ελλάδα είναι ολικώς ά-νύπαρκτοι. Σήμερα τά πράγματα είναι ευκόλως άποδείξιμα, πέραν τών... «νόμων».

Ή σημερινή συνταγματική κατοχύρωση τής «άξιοπρεπείας τοΰ άνθρώπου» δέν έχει μόνο τήν έννοια κατοχύρωσης τής ύλικής δυνατότητος έπιβιώσεώς του — αύτό πλέον γιά τίς μεταβιομηχανικές κοινωνίες δέν συζητήται —, άλλά, όπως ήδη έξηγήσαμε, τής κατοχύρωσης τής πνευματικής άναπτύ-ξεώς του ώς αύταξίας, δηλαδή ώς μιας μοναδικής καί άνεπαναλήπτου όντό-τητος. Καί επειδή μέ αύτήν τήν πρόοδο ή έννοια τής «πλειοψηφίας» τής έργατικής τάξεως έναντι μιας διοικούσης «μειοψηφίας» έπαψε νά ύπάρχη, ό ρόλος τών «περιθωριακών μειονοτήτων» στίς διεργασίες τοΰ κράτους έγινε, όπως βλέπομε μέ τίς καταστάσεις τών άνατολικών κρατών, προεξάρ-χων. Βεβαίως, άν τίς άνεπτυγμένες κοινωνίες τίς ένδιαφέρη τόσο ειδικά τό πνεΰμα, είναι διότι έκ πείρας γνωρίζουν ότι μόνο αύτό παράγει... Καί επειδή ή σύγχρονος περί ήθικής άντίληψη συνίσταται στό νά προσφέρη ό άνθρω-πος πρός τούς άλλους ό,τι έκ φύσεως περισσότερο μπορεί, σημαίνει ότι καί ή «άξιοπρέπεια τοΰ άνθρώπου» πού προβλέπουν όλα τά Συντάγματα έχει μονοσήμαντον νόημα: εκείνο τής απεριορίστου παιδείας καί μορφώσεως εκάστου, σύμφωνα μέ τίς άτομικές προσληπτικές του ικανότητες. Τό κρά-τος συνεπώς δέν έμφανίζεται ώς ό εγγυητής τών «δεικτών άναπτύξεως», άλλά διά τών δεικτών αύτών έγγυητής άλλων συνταγματικών σκοπουμένων, έκ τών όποιων άπορρέει καί ή έννοια τοΰ Συντάγματος καθόλου. 'Εδώ όμως άναφύεται καί τό μείζον έρώτημα σχετικά μέ τίς έλλαδικές μας καταστά-σεις: μπορεί ή 'Ελλάδα νά μορφώση;

241

Page 237: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Τό ερώτημα αύτό δέν καθίστατο μόνον άναγκαΐο στά πλαίσια τούτου τοΰ βιβλίου έπειδή άποτελεΐ τό ύπατον κριτήριο πάσης συνταγματικής ή νο-μικής «ερμηνείας», άλλά έπειδή καί τά όσα θά άκολουθοΰσαν έχουν νά κάνουν μέ τό «Ύπουργεΐον Πολιτισμοΰ». «Πολιτισμός» πάει νά 'πή τό καθ' εαυτό πράγμα πού μορφώνει, δηλαδή πού δίδει υπόσταση στά νοή-ματα τών συγχρόνων Συνταγμάτων. Μόνο τό «σχολείο» σήμερα — όπως καί πάντα — δέν μορφώνει. "Οχι γιατί αύτό έγινε ένας άπλός θεσμός μέσα στά πλαίσια τοΰ συγχρόνου κράτους, έστω καί μέ πρωταρχικήν σημασία, άλλά γιατί στό «σχολικό πρόγραμμα» δέν μπορεί μιά κοινωνία νά βάλη τίποτε άλλο έκτός άπό τά ιδεολογήματα καί τούς στόχους τοΰ πολιτισμού της. "Εχει όμως ή σύγχρονη 'Ελλάδα έναν πολιτισμό; "Εχει μουσική καί τέχνες μέ τίς όποιες μπορεί νά παιδαγωγίση τόν άνθρωπο καί νά τόν προα-γάγη σέ ένα μορφωτικόν τέλος; Καί ποιό θά μποροΰσε νά είναι αύτό τό τέλος γιά τήν 'Ελλάδα ώς εύρωπαϊκή χώρα; Ά λ λ ά κυρίως: πώς θά μποροΰ-σε νά έλεγχθή αύτό τό τέλος — ήγουν ή έσχατη «συνταγματική νομιμό-τητα» — μέ τρόπους τής... καθ' ήμέραν «τέχνης»; 'Ιδού τά έν συντομία άκροτελεύτια ερωτήματα.

Τό πρόβλημα έλλείψεως μουσικής φυσιογνωμίας τής 'Ελλάδος προέκυ-ψε κατά τόν παρελθόντα αιώνα μέσα στήν όλην συζήτηση γιά τήν πολι-τιστική ταυτότητα τοΰ νέου κράτους (Φαλλμεράΰερ κ.λπ.). Καί προέκυψεν όξύ μέσα στούς κόλπους τής έκκλησιαστικής κυρίως μουσικής μέ τήν ένωση τών Έπτανήσων, διότι οί 'Επτανήσιοι είχαν στίς έκκλησίες τήν τετραφωνία, ενώ παραλλήλως καί οί έκκλησίες τών ένοριών τοΰ έξωτερι-κοΰ άρχισαν νά παρακολουθοΰν τήν πολυφωνική παράδοση. Τό πρόβλημα, όπως είναι αύτονόητο, δέν ήταν δυνατόν νά λυθή μουσικολογικά καί κοι-νωνιολογικά ή ιστορικά, άλλά «διοικητικά»: τώ 1871 ό Πατριάρχης "Αν-θιμος ό έξ 'Εφέσου ιδρύει «σύλλογον» στήν Κων/πολη πρός «καθαρισμόν» τής Μουσικής (ό ϊδιος Πατριάρχης είχε επιχειρήσει καί πρίν κάτι τέτοιο), ένώ τω 1874 ιδρύεται στήν Αθήνα άντίστοιχος «'Εκκλησιαστικός Μουσι-κός Σύλλογος» γιά τόν ίδιον σκοπό. Πώς έννοοΰσε τόν «καθαρισμό» ό τελευταίος αύτός, καταλαβαίνομε άπό κάποια άρθρα τοΰ Ά λ . Ραγκαβή: περί τής ψαλμωδίας νά αποφαίνονται ώς μόνοι αρμόδιοι οί ιερείς καί οί διάκονοι (διότι μέχρι τότε άρμόδιοι ήσαν οί επίτροποι!)... Βεβαίως οί 'Ε-πτανήσιοι προσεπάθησαν νά άμυνθοΰν πρός αύτά τά «μέτρα» καί νά δια-τηρήσουν τό περιεχόμενο τής θρησκευτικής των ζωής, ιδρύοντας «μουσι-κοσχολές» στήν Κεφαλλωνιά ύπό τήν Δ/νση τών Τζαννη και Λαυράγκα, άλλά όλα τούτα άπέβησαν ματαιότητες.

Πώς άκριβώς τά πράγματα είχαν μέ τήν άρχαία μουσική (άπό έκεΐ προέ-κυπτε καί τό πρόβλημα τοΰ «εθνοκεντρισμού» στήν μουσική) μποροΰμε μεν

242

Page 238: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

πολλά νά συμπεράνωμε βάσει τών διασωθέντων, άλλά καί τίποτε μέ βεβαιό-τητα νά άποφανθοΰμε περί τής καθημερινής της καταστάσεως, διότι δέν έχομε κάτι πού νά μας τήν άναπαράγη ακουστικά. Πάντως, χωρίς νά κά-νωμε σοβαρό λάθος, μποροΰμε νά πούμε ότι καί μέ τήν άρχαία μουσική συνέβηκε ό,τι συνέβηκε καί μέ όλον τόν άρχαϊο έλληνικό (άκριβέστερον: μεσογειακόν) πολιτισμό: μοιράστηκε στά τρία. Διά μέν τοΰ Καθολικισμού πρός τήν δυτική Εύρώπη, διά τής 'Ορθοδοξίας πρός τόν έλληνορωμαϊκόν κόσμο καί διά τοΰ 'Ισλάμ πρός τόν περσοαραβικόν. Ουδόλως παραβλεπο-μένων τών ιστορικής φύσεως ειδικών συνθηκών, θά ήταν μάλλον άστεϊο νά ύποθέταμε, ότι άν ζοΰσε ό Πίνδαρος ή ό Αισχύλος καί τόν ρωτούσαμε γιά τίς συμφωνίες τοΰ Μπετόβεν θά μας έλεγε πώς αύτή δέν είναι «έλλη-νική» μουσική. "Οχι συγκρίνοντας τό πεντάγραμμο μέ τό βυζαντινό «πα-γουδαβί» ή τό γρηγοριανό μέλος — είναι προφανές νά ύπάρχη ή ιστορική διαφορά ήγουν «μουσικολογική» —, άλλά διά τής πραγματοποιήσεως τών ιδίων αισθητικών σκοπών πού άπορρέουν άπό τά ίδια (καί μέσω τής θρη-σκείας) πολιτιστικά ιδεώδη. 'Εφ ' όσον ό σύγχρονος εύρωπαϊκός πολιτι-σμός δέν είναι παρά ή διά τής 'Αναγεννήσεως παραπέρα πραγμάτωση αρχαιοελληνικών ιδεωδών — φυσικά μέ νέες εμπειρίες καί συγχωνεύσεις, αύτές τών εύρωπαϊκών λαών, άνευ τών όποιων δέν θά υπήρχε τό παραπέρα καί άρα ούδεμία διατήρηση τοΰ άρχαίου παρελθόντος — δέν μπορεί παρά καί ή μουσική νά διατηρή άνάλογες λειτουργίες. "Αν ή μουσική στήν άρχαία Ελλάδα είχε τήν παιδευτική σημασία νά βοηθή στήν έμβάθυνση τοΰ κειμένου, χωρίς νά γίνεται ή ίδια αύτοσκοπός, άκριβώς καί ή μουσική στούς «γάμους τοΰ Φίγκαρο» λ.χ. βοηθεΐ στήν σύλληψη κάποιων βαθύτε-ρων βιοτικών κατανοήσεων καθολικής σημασίας. Δέν είναι τά αύστηρώς μουσικολογικά κριτήρια (δηλ. τό «πεντάγραμμο»), πού μπορεί νά τονίσουν τίς διαφορές, άλλά τά ιστορικής φύσεως κριτήρια πού βοηθούν στίς κοινές κατανοήσεις. 'Υπάρχουν βεβαίως διαφορές: ό Αισχύλος π.χ. έγραφε ό ίδιος τήν μουσική τών έργων του, ένώ στήν εύρωπαϊκή μουσική τό κείμενο καί ή μουσική γράφονται ξεχωριστά. Τό ίδιο όμως γίνεται καί μέ τά δικά μας τραγούδια σήμερα.

Άνάλογες ιστορικές κατανοήσεις έχομε καί γιά τήν ισλαμική μουσική. Ό "Αγ. 'Ιωάννης ό Χρυσόστομος — ό όποιος άσφαλώς είχε γνωρίσει τούς προγόνους τών κατοπινών δερβισών («είσί τινές τών ένταΰθα, οΰς ούδέ τήν ήμετέραν άγάπην άγνοεΐν οίμαι, οί'τινες καταφρονοΰντες μέν τοΰ Θεού, τά δέ τοΰ πνεύματος λόγια ώς κοινά ήγούμενοι, φωνάς άτάκτους άφιάσι, καί τών μαινομένων ούδέν άμεινον διάκεινται, όλω τω σώματι δονούμενοι, καί περιφερόμενοι, καί αλλότρια τής πνευματικής καταστάσεως έπιδεικνυόμε-νοι τά ήθη...») — δέν θά μας ήρνεϊτο, ότι ό «χορός τής κοιλιάς» είναι

243

Page 239: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

επιβίωση έκ τοΰ αρχαίου ελληνικού θεάτρου, δπως αύτή τήν έλαβαν κατά «κρουματικήν» διαμόρφωση τά αιρετικά κινήματα τών Μελιτιανών στήν 'Αλεξάνδρεια καί τών Δονατιστών στήν Β. 'Αφρική. "Οτι αύτοί οί τελευ-ταίοι έπαιζαν πολλή μουσική καί πολύ έχόρευαν, τό ξέρομε καί άπό τόν 'Αγ. Αυγουστίνο. Ή άρχαία μουσική είχε έκκοσμικευθή πολύ κατά τούς ελληνιστικούς χρόνους, γιατί καί ό 'Αγ. 'Ιερώνυμος παραγγέλει «ουδέ νά άπαλύνωμεν ώς οί τραγωδοί, τόν λάρυγγα διά γλυκέος φαρμάκου, όπως άκούωνται έν τή έκκλησία θεατρικά μέλη καί άσματα, άλλά διά τοΰ φόβου τοΰ Θεοΰ, διά τήν έπιστήμην τών Γραφών...». Ή άρχαία έλληνική μουσική έκαλλιεργήθηκε ιδιαίτερα άπό τούς Πέρσες κατά τήν έποχή τών έλληνι-στικών χρόνων καί παραδόθηκε έν συνεχεία στους Άραβες, άποτελέσασα έτσι τήν κλασσική μουσική τοΰ 'Ισλάμ, πού παρέλαβαν καί οί Τούρκοι.

"Οτι πάντως ή άρχαία μουσική, άν όχι άναλλοίωτος ώστόσο αύστηρά πι-στή, διατηρήθηκε στήν έκκλησιαστική ψαλμφδία, τεκμαίρεται άπό τήν μορφωτική μέθοδο τοΰ Χριστιανισμού πού ήταν ίδια μέ τής άρχαίας 'Ελ-λάδος, δηλαδή όχι σκέτη «μουσική γιά τήν μουσική», άλλά διά τής μου-σικής κατανόηση τών κειμένων. Καί νέα μουσική δέν δημιουργήθηκε άπό τόν Χριστιανισμό. "Ισα-ϊσα, έπειδή ή Έκκλησία έστάθηκε αύστηρά στόν λόγο τοΰ άποστόλου Παύλου «ούχί διά τών χειλέων άλλά έν τή καρδία», μποροΰμε νά ποΰμε ότι διά τοΰ αποκλεισμού παντός νεωτερισμού ώς άρχής ύπήρξε ίκανή διατήρηση τής άρχαίας μουσικής διά μέσου τών αιώνων. Ή τέτοια διατήρησή της στήν δυτική Έκκλησία χρονολογείται μέχρι καί τοΰ Που αιώνος, ιδιαίτερα ένισχυθεΐσα κατά τήν έποχή τών είκονομαχιών μέ τούς φυγόντας στήν Δύση βυζαντινούς. Ά π ό τόν 9ον αί. όμως παίρνει τό όργανο πού έχρησιμοποιεΐτο στίς τελετές τών βυζαντινών άνακτόρων καί άπό τοΰ 12ου έπηρεάζεται άπό τήν μετάπτωση τοΰ μουσικού αισθήματος πού έφεραν οί σταυροφορίες διά τών τραγουδιών τών τροβαδούρων. Ή δυτική Έκκλησία είχε τήν δυνατότητα πρός τήν έλευθέραν έξέλιξη. Ούσα ό μόνος πολιτιστικός οργανισμός τής Δύσης, μπορούσε νά διαφυλάσση πιστότερα καί αύστηρότερα τίς άρχαΐες έλληνορωμαϊκές παραδόσεις δι-ϊστορικά.

Ή άνατολική, άντίθετα, ήταν ύποχρεωμένη νά άμύνεται διαρκώς έναντι τών άλλοιώσεων — λόγω τών διαρκών πολέμων καί τής διαρκούς πολιτι-στικής μίξεως —, πράγμα βέβαια πού τελικά δέν μπόρεσε νά άποφύγη. Καί τοΰτο τό βλέπομε άπό τό γεγονός, ότι κάθε φορά πού σημειώνεται κάποια ιστορική, κοινωνική ή άλλη αλλαγή στόν χώρο τής Ανατολής, έχομε τήν έμφάνιση μεγάλων μουσικών μορφών. Περίπου κατά τήν έμφάνιση τοΰ 'Ισλάμ τήν μεγάλη μορφή τοΰ εβραίου Ρωμανοΰ τοΰ Μελωδοΰ. Κατά τίς

244

Page 240: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

είκονομαχίες τήν Όκτώηχο τοΰ άραβα Ά γ . 'Ιωάννου τοΰ Δαμασκηνού, μέ τίς σταυροφορίες τούς Τζέτζη καί Κουκουζέλη καί μέ τίς κρίσιμες κατα-στάσεις τοΰ ΙΔ' αϊ., όχι μόνο τήν μυστική θεολογία τοΰ Ά γ . Γρηγορίου, άλλά καί τήν παράλληλη προσπάθεια μουσικής θωρακίσεως μέ τόν Μ. Βρυέννιο. Κατά τήν τουρκοκρατία έχομε τούς δύο Χρυσάφεις, χωρίς τελι-κώς νά καταφέρη, τούλάχιστον κατά τήν έποχή τοΰ δευτέρου (1600 περί-που), νά άποφύγη τήν τουρκοπερσικήν έπίδραση. Ή διαρκής προσπάθεια συντηρήσεως — πού κατά πράξιν σημαίνει καί διαρκή άλλοίωση — θά έπιβάλη τήν άνάγκη τής συνεχούς προσφυγής πρός τά πίσω, τήν διαρκή προσφυγή πρός τά άρχαία κείμενα, όπως δείχνει καί τό έργο τοΰ Βρυέννιου. Προκύπτει δηλαδή διαρκές πρόβλημα «ρίζας»... Διά τοΰ τρόπου αύτοΰ έ-χομε καί τήν σωτηρία πολυτίμων μουσικών κειμένων τής άρχαιότητος, όπως επίσης καί μίαν πολιτιστικήν προφύλαξη γιά τήν περαιτέρω άνάπτυ-ξη τοΰ άρχαίου έλληνικοΰ πολιτισμού στά πλαίσια τής Δύσης, στήν οποίαν συμμετέχει καί τό έλεύθερον τμήμα τής 'Ορθοδοξίας άπό Αναγεννήσεως καί έντεΰθεν, δηλ. ή Ρωσσία.

Ή μονωδία δέν στεροΰσε προφανώς κατανυκτικότητος τήν ψαλμωδία, διότι έπί 'Ιουστινιανού π.χ. τό όλον προσωπικό τής Ά γ . Σοφίας ήταν 425 άτομα, έξ ών τά 325 έψελναν. Μεταξύ αύτών καί 40 γυναίκες. 'Υπήρχαν δέ δύο χοροί, ό ένας μέσα στό 'Ιερό, ό άλλος έξω, πού έψελναν κατά χορωδίες («πριμεκήριοι»), τών οποίων οί μαέστροι έλέγονταν «δομέστιχοι». Ό «μέ-γας» μεταξύ αύτών ήταν ό «κουραπαλάτης» τοΰ αύτοκράτορα, ό όποιος, ώς γνωστόν, διατηρούσε πάντα καί τόν τίτλο τοΰ άρχιερέως. Έπί 'Ηρακλείου ό άριθμός τών βασικών ψαλτών ήταν 25 (τόσοι καί έπί'Ιουστινιανού), τών αναγνωστών 160 καί τών ύποδιακόνων 70. Μέσα σέ τόσο πλήθος φωνών, τό αισθητικό άποτέλεσμα θά ήταν προφανώς άνάλογο τής πολυφωνίας. Κατά ώρισμένες μάλιστα άπόψεις ή πολυφωνία δέν ήταν άγνωστη στήν έκκλησιαστική μουσική τών πρώτων αιώνων. 'Οπωσδήποτε πάντως τό βα-σικό παιδευτικό έργο τής άρχαίας μουσικής διατηρήθηκε στήν έκκλησια-στική καί επηρέασε καί τήν μορφολογία τής νεώτερης δημοτικής μουσικής (τό μόνο κοινό έχουσα μ ' αύτή. Διότι όπως έσημείωσε ό Ροΐδης, άπό άπόψεως περιεχομένου τά δημοτικά τραγούδια είναι άκριβώς ό άντίποδας τοΰ θρησκευτικοΰ χριστιανικοΰ ψυχισμοΰ. Βλ. «Σκαλαθύρματα», Αθήναι 1986, σελ. 164-5).

Ένω όμως ό μουσικός παιδευτικός κανών άναγεννάται μέσα στήν διαπλά-τυνση τής μουσικής εμπειρίας τής άνθρωπότητας πού έπέρχεται διά τών μεσογειακών διεργασιών τής Άναγγενήσεως (διά τής Βενετίας καί 'Ιταλίας κατ' άρχήν καί διά τής Αύστροουγγρικής Μοναρχίας μέσω τοΰ γονίμου

245

Page 241: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

γερμανικού εδάφους έν συνεχεία), άναγεννώσης έν ταυτώ καί τήν εκκλη-σιαστική μουσική τοΰ υπολοίπου χριστιανικού κόσμου (τών Ρώσσων προ-φανώς καί τών άλλων χριστιανικών λαών ουδόλως νομιζόντων ότι ή άνα-γέννηση τής έκκλησιαστικής μουσικής συνιστά άναγκαστικά καί άπώλεια τής παράδοσης, αυτής ούσης αιωνίως στούς αγιορείτικους «τροχούς» τοΰ «άναξ νεανές νανά άγια»!...), ή έλλειψη έσωτερικής δύναμης τής έλληνικής ορθοδοξίας καί ή μορφωτική καθίζηση τών επομένων αίώνων συνεπάγεται καί μίαν πτώχευση τής έκκλησιαστικής μουσικής πρός τόν κοσμικόν άμα-νέ. Διότι ή τήρηση τοΰ άποστολικοΰ «έν καρδία» ώς διοικητικής άρχής σέ ένα μορφωτικά καθιζημένο κοινό, προϋποθέτει καί τήν άπλούστευση τής μουσικής, προκειμένου αύτό νά συλλάβη κανένα λόγο άπ ' τόν ψαλμό καί νά... «οίκοδομηθή». Στά πλαίσια τοΰ νέου κράτους δέν ύπήρξαν προφανώς οί προϋποθέσεις βελτιώσεως τών πραγμάτων, διότι υπήρχαν ούσιωδέστερες καταστάσεις νά άντιμετωπισθοΰν, δηλαδή ή διοικητική κατοχύρωση τής πνευματικής έξουσίας. Αύτό, όπως έγράψαμε άλλου, δέν ήταν εύκολο. Έ εμμονή συνεπώς πρός τόν πτωχευμένον μουσικό θρησκευτικό τύπο καί τόν φαναριωτικό τονισμό τών χαρακτηριστικών τοΰ κράτους καθίσταται θε-σμός. Καί ή τάση αύτή, πού τόσο έκριναν πνευματικοί άνθρωποι τοΰ πε-ρασμένου αιώνα καί ιδιαιτέρως ό Ροΐδης, επόμενο ήταν νά ένταθή μέ τήν ένωση τών Έπτανήσων. Μέ τούς βαλκανικούς πολέμους καί ιδιαίτερα μέ τήν επικράτηση τοΰ λαϊκιστικού στοιχείου μετά τήν μικρασιατική κατα-στροφή ή έκκλησιαστική λειτουργία μεταβάλλεται σέ δικτατορικόν φόλ-κλορ. Στό σημείο τούτο πρέπει νά πούμε, ότι μέ τήν έλευση τών μικρασια-τών προέκυψαν τόσες διαφορές — πράγμα πού άποδεικνύει πλήρως αύτό πού προηγουμένως είπαμε: ότι ή ιστορική δράση τοΰ μεσογειακού όργα-νισμοΰ έπιβάλλει τήν πλήρην αύτοτέλεια στά διάφορα τμήματα τοΰ έλλη-νισμοΰ διϊστορικά —, ώστε νά μήν είναι δυνατόν νά τελεσθή λειτουργία στίς έκκλησίες. "Οντως, ένα χρόνο μετά, τω 1923, ή Έκκλησία διασπάται καί τό πρόβλημα λύνεται καί πάλι... «διοικητικά»: οί «παλαιοημερολογί-τες» τίθενται ύπό διωγμό, πού διαρκεί ώς τά σήμερα! Ή μορφή έτσι τής «ομοιογενούς» Εκκλησίας — αύτής δηλ. πού έπρεπε νά άποτελή τόν φορέα τοΰ Κράτους, γιά νά τό έχη προϋπόθεση τής ύπάρξεώς της (βλ. καί Α-Μ. Wittig: «Die orthodoxe Kirche in Griechenland», Wiirzburg 1987) διετή ρήθη μέν, τό τυπικό τής λειτουργίας όμως, μέ τήν πρόφαση πλέον τοΰ ένισχυ-μένου βυζαντινισμού, δηλαδή ότι έτσι τά άκουγε ό... αύτοκράτωρ μέ τούς εύνούχους τοΰ χαρεμιοΰ, έγινε οριστικά άμανές καί τύπος (Τά σχετικά μέ τά χαρέμια καί τά έργα τών αύτοκρατειρών βρίσκει κανείς μέ γλαφυρότητα στήν γνωστή ιστορία τοΰ Σλουμπερζέ. Οί εύνοΰχοι έπαιζαν στό Βυζάντιο τόν ύπατον διοικητικό ρόλο μετά τόν αύτοκράτορα, ώστε διάφορες οίκο-

246

Page 242: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

γένειες πατρικίων νά ευνουχίζουν έκ γενετής τά παιδιά τους γιά νά προω-θηθούν στά άνώτερα άξιώματα. Διάσημοι στρατηγοί δπως ό Νικηφόρος Ουρανός, ό Ναρσής, ό Νικηφόρος Λογοθέτης, ό μέγας δρουγγάριος (ναύαρχος) Στέφανος καί πολλοί πατριάρχες ήσαν ευνούχοι).

"Ετσι βέβαια κοπήκαμε κατά τί περισσότερο άπ ' τά Βαλκάνια, μέ τόν καιρό δέ θά έκοβόμαστε καί μουσικά, δεδομένου ότι ή μουσική άγωγή τών νέων πληθυσμών συνέπιπτε πολύ μέ τήν ήδη άνατολικοποιηθεΐσα έκκλη-σιαστική ρινφδία. Σ ' αύτήν τά μπουζούκια θά εύρισκαν έναν σπουδαϊον ήχοαισθητικόν σύμμαχον καί θά έπέβαλαν τούς τραγουδιστές ώς κοσμι-κούς ψάλτες, έτσι ώστε ή Ελλάδα, καίτοι χώρα βαλκανική, νά παρουσιά-ζεται ένα ξεκομμένο πράγμα. Διατρέχοντας κανείς ραδιοφωνικώς τά Βαλ-κάνια, διακρίνει τήν κατά περιεχόμενο συνέχεια τής εύρωπαικής μουσικής πρός Νότον. Εύθύς ώς περάση τά έλληνικά σύνορα, όλα ξαφνικά κόβονται καί είναι σάν νά βρίσκεται σέ χώρα τής Μέσης 'Ανατολής. Ή «έλληνι-κότης» συνεπώς τής λαϊκής μουσικής συνίσταται στό ότι άποτελεΐ τήν «ένόργανη» προέκταση τής άνατολικοποιηθείσης εκκλησιαστικής ριν-ωδίας. Γ ι ' αύτό καί δέν διακρίνονται «άποχρώσεις» κατά περιοχές στό λαϊκό τραγούδι, όπως στίς λαϊκές μουσικές όλων τών χωρών (π.χ. «χαρα-κτήρας» όπως στήν δημοτική μουσική. Βλ. άναλυτικώτερα τήν Εισαγωγή στήν β ' έκδ. τοΰ βιβλίου μας «'Ανάλυση τής νεοελ. άστικής ιδεολογίας»). "Ολα τά λαϊκά είναι τά ίδια — μορφολογικώς καί κατά περιεχόμενο: μό-νιμη χρήση τοΰ πρώτου προσώπου (έγώ, έσύ, έμεΐς), ό άλλος ώς ύποκει-μενικό συναίσθημα τοΰ έγώ (άγάπη μου, λατρεία μου), μόνιμη άναγωγή τών «θλίψεων» σέ κάποιον φταίχτη (παληοντουνιά, παληοζωή) — άρα ούδεμία παιδαγωγική δράση! — καί άπόλυτη ταύτιση τοΰ ύποκειμένου μέ τό ίστο-ρούμενον πάθος. Τό «λαϊκό» δηλαδή δέν έχει καμμιά αισθητική βάση, άλλά τά χυδαία αισθήματα τοΰ πεζοδρομίου πού επιβάλλει μιά δεδομένη κατά-σταση ζωής. Τούς «πόνους» καί τούς «καημούς», πού σέ καμμιά τέχνη δέν μεταποιεί (ούδεμία τών παθών «κάθαρσις»!) άλλά άπλώς άναπαράγει σάν μόνιμο ύλικό του. Μέ τήν μουσική μας εξέλιξη δηλαδή έφθάσαμε στό αντίθετο «τέλος» τής άρχαιοελληνικής μουσικής άγωγής καί τών άποστο-λικών παραγγελιών, άκριβώς γιά νά «διαφυλαχθή» μέ τήν... διοίκηση τό «έν καρδία» τών Γραφών. Καί μπορεί ένα μπουζούκι νά παίξη τόν έθνικό ύμνο; Τότε τί κράτος είμαστε, όταν τό έθνικό όργανο δέν μπορή νά παίξη τόν έθνικό ύμνο;

"Εχομε συνεπώς 4 μουσικές φυσιογνωμίες στήν 'Ελλάδα: μία τών Έπτα-νήσων, μία τής δυτικής ήπειρωτικής 'Ελλάδος, μία τοΰ Αιγαίου καί τής Θράκης καί μία τής μπουζουκορινωδίας. "Ολες μέ τόν ένα τρόπο ή τόν

247

Page 243: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

άλλον είναι έλληνικές ή έλληνικών απαρχών, άλλά καμμία δέν μοιάζει μέ τήν άλλη. Καί δεδομένου δτι άκούγεται μόνο ή μία, έπεται ότι καμμιά μουσική παιδεία δέν υπάρχει έν Ελλάδι γιά τήν κατοχύρωση τής «αξιο-πρέπειας τοΰ άνθρώπου», πού αναγκασθήκαμε νά άντιγράψωμε γιά τά... ΜΟΠ.

"Οτι βέβαια ή όπως-όπως ύπαρξη τραγουδιών δέν σημαίνει μουσική (καί μουσικώς συγκρινόμενα τά μπουζούκια μας μέ τήν κλασσική τουρκική δείχνουν τήν ποιότητά τους, ένώ άντίθετα ή δημοτική μουσική είναι γνω-στό πώς παρουσιάζει μέγα ένδιαφέρον γιά τήν μελέτη τής εξέλιξης τής άνατολικής μουσικής) είναι προφανές. Διότι στήν τέχνη γενικά δέν έχει σημασία ό φορμαλισμός (ένα Παρθενώνα π.χ. μποροΰμε νά φκιάξωμε), άλλά τά περιεχόμενα πού έπιβιώνουν μ ' αύτήν. Μόνο τό αίσθημα τής μουσικής είναι έγγενές σέ άνθρώπους καί ζώα καί παράγεται αυτομάτως. "Οταν οί άνθρωποι δουλεύουν πολλοί μαζί (στίς ναυτικές ιδία δουλειές, π.χ. τράτα) γεννιέται αύτομάτως ή διάθεση γιά τραγούδι, γιά νά αμβλύνεται ή κούραση άπό τήν μονοτονία τής δουλειάς. Στά τραγούδια τής γερμανικής υπαίθρου, υπάρχουν άντιστοιχίες μέχρι καί γιά τίς λεπτομέρειες τών άγρο-τικών έργασιών. 'Επίσης, άπό πείρα ό άνθρωπος ξέρει, ότι καί τά ζώα όταν δουλεύουν έχουν ανάγκη μουσικής καί γ ι ' αύτό τούς κρεμάει κουδούνια, ένώ άλλα, όπως τά πρόβατα (τά όποια «έργάζονται» γιά τόν βοσκό μέ τό νά τρώνε! — μόνο έτσι θά βγάλουν καλύτερα προϊόντα), ό ρυθμικός ήχος τοΰ κουδουνιοΰ ή ή φλογέρα (άρχαΐος αύλός) τά άποκοιμίζει καί τρώνε άσυναισθήτως, όπως άκριβώς καί μέ τό νανούρισμα τής μητέρας τό μωρό. Οί έχοντες κάποιαν εξοικείωση μέ ζώα, θά γνωρίζουν άσφαλώς, ότι όταν τό άλογο έκτελή μιάν δύσκολη δουλειά, π.χ. ένα βαρύ φόρτωμα σέ άνή-φορο, τότε φροντίζει νά βρή έναν ρυθμικό ήχο τοΰ κουδουνιοΰ, πρός τόν όποιον συντονίζει όλες τίς σωματικές κινήσεις. Τό ίδιο καί τά βώδια, στά όποια τό κουδούνι είναι άκριβώς βαρύ καί άργό όπως οί κινήσεις των, γιά νά μποροΰν νά συντονισθούν.

Δέν είναι λοιπόν ό ήχος πού κάνει τήν μουσική, ούτε καί τά περιεχόμενα πού αύτή «έκφράζει». Είναι τά περιεχόμενα πού κερδίζονται μ ' αύτήν τό γεγονός πού τήν σημασιολογεΐ. Μποροΰμε νά πούμε ότι κερδίζονται κά-ποια περιεχόμενα ή κερδίθηκαν στό παρελθόν μέ τήν δική μας λαϊκή μου-σική; Δυστυχώς δέν μποροΰμε νά τό ισχυριστούμε, διότι ή μουσική μας ώς τέχνη κοινωνικού περιεχομένου δέν διαφορίζεται άπό τήν λογοτεχνία μας, όπως θά ιδούμε πιό κάτω, πού είναι ύποχρεωμένη μόνο νά «καταγράφη» καί νά «καταγγέλη», χωρίς όμως νά μπορή νά προσέγγιση κανένα περιεχόμενο.

Γενικά ό πολιτιστικός τύπος δέν συνιστά αναγκαία καί πολιτιστική συ-

248

Page 244: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

νείδηση. Έχε ι συνείδηση αύτός πού χορεύει σήμερα τόν «χορό τής κοι-λίας», τών «τελών» πού ζητούσε ό αρχαίος συνάδελφος του μέ τήν όρχη-στρική; Ό «χορός τής κοιλιάς» έχει φανερές τελετουργικές χειρονομίες θρησκευτικής καταγωγής. Καί τό αύτό συμβαίνει μέ τόν νεκρόν τύπο σέ όλην τήν πολιτιστική κλίμακα. Πολιτιστικοί θεματοφύλακες μεγάλων «κληρονομιών» είναι σχεδόν οί πάντες πέριξ τής Μεσογείου, σημασία ό-μως έχει πόσο ύπάρχει ή βίωση τής κληρονομιάς, πού προϋποθέτει πάντα ένα παρόν γιά νά ύπαρξη. Οί Κόπτες τής Αιγύπτου λ.χ., όπως καί οί άλλες θρησκευτικές μειονότητες τής Μέσης 'Ανατολής, είναι θεματοφύλακες τε-ραστίων πολιτιστικών παραδόσεων. Αύτές όμως τίς κρατάνε ώς τύπο γιά λόγους «έθνικής» αύτοσυντήρησης. Ούσιαστικά γιά τήν «ταυτότητά» τους έμαθαν άπό τίς μελέτες τών 'Αγγλογάλλων τόν περασμένο αίώνα στήν Αίγυπτο... Τό πρόβλημα είναι καί δικό μας. Οί γνώσεις μας περί άρχαίας Ελλάδος καί Βυζαντίου προέκυψαν άπό τήν άσχολία τών εύρωπαίων μ ' αύτά τά πράγματα. "Αρα δέν τίθεται μόνο θέμα ώς πρός τήν σχέση μας μέ τήν άρχαία Ελλάδα, άλλά καί μέ τό Βυζάντιο. Ό άκούων σήμερα τήν λειτουργία στήν Έκκλησία, άκολουθεΐ τά ϊδια παιδευτικά τέλη μέ τούς βυζαντινούς; Στόν τύπο ύπάρχει ούσία, όταν αύτός συνειδητά εξελίσσεται καί έπανακτά τό παρελθόν. Γιατί μόνο τά νέα συνειδησιακά περιεχόμενα, τά άντιστοιχούντα στήν τρέχουσα ζωή, συντηρούν τό παρελθόν. Αύτό δέν συμβαίνει μόνο μέ τό παράδειγμα τής Εύρώπης, όπου μέ τά νέα συνειδη-σιακά περιεχόμενα κατακτάται ή προβληματική τής άρχαίας έλληνικής παιδείας, άλλά καί μέ τόν ίδιον τόν Χριστιανισμό, ό όποιος έδωσε νέα περιεχόμενα στήν πνευματικότητα τοΰ άρχαίου όντολογικοΰ στοχασμού (άλλα πράγματα τά παραμέλησε σάν κοινωνική φιλοσοφία πού ήταν ό ίδιος καί πού στό Βυζάντιο τούλάχιστον δέν άλλαξε ποτέ) καί έτσι τήν συντή-ρησε. Τό ίδιο συνέβηκε καί μέ πολλά πράγματα τοΰ τυπικοΰ τής λειτουρ-γίας, πού κρατοΰν άπό τήν άρχαιότητα, όπως τό ράντισμα, ό άγιασμός τοΰ ύδατος (όπου άντί γιά τόν δαυλό άπό τήν θυσία πού έσβυναν μέσα οί άρχαΐοι, ό Χριστιανισμός βυθίζει τήν πνευματική συμβολικότητα τοΰ σταυρού), κοπή τών μαλλιών κατά τήν βάφτιση, θυμίαμα (κατάλοιπο τής χρήσεως ναρκωτικών πού έκαναν οί άρχαΐοι στίς ιεροτελεστίες των) κ.ά. "Ολη ή ιεροτελεστία είναι ή πνευματικοποίηση τοΰ συμβολισμού τής άρ-χαίας θυσίας, ή όποία σάν τέτοια είναι άρχαιότατο καί βαθύτατα ριζωμένο έθιμο στήν συλλογική ψυχικότητα τής άνθρωπότητας. Ό άνθρωπος στήν άρχή δέν είχε τήν πνευματική διαφορά ζωικού καί άνθρωπίνου κόσμου καί άνθρωποποιοΰσε τά ζώα, πράγμα πού βρίσκεται άκόμα στόν κόσμο τών πρωτογόνων (totem) καί στόν κόσμο τών παιδιών (βλ. Β. Bavink: «Ergeb-nisse und Probleme der Naturwissenschaften», 9η έκδ., Ziirich 1949, σελ. 559

249

Page 245: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

κ.έ.). 'Αποδίδοντας τήν δική του ψυχικότητα στά ζώα (σ ' αύτό βρίσκεται καί ή ίδέα τής μετεμψύχωσης) έβλεπε στήν θυσία τόν έξαγνισμό τών δικών του ψυχικών παθών. Ή 'Αγία Τράπεζα είναι ό αρχαίος βωμός, κατάλοιπον δέ τών άρχαίων ιεροτελεστιών είναι ό άναγεννητικός συμβολισμός τής φωτιάς πού διατηρεί ή καθολική Έκκλησία πρίν άπό τήν λειτουργία τής 'Αναστάσεως τοΰ Πάσχα, πράγμα πού έμεΐς δέν έχομε (αύτό δείχνει τήν ίσχυρή ιστορική διατήρηση τών άρχαίων πολιτιστικών στοιχείων άπό τήν δυτική Έκκλησία, όπως άναφέραμε καί μέ τήν περίπτωση τής μουσικής). Τά νοήματα συνεπώς τών άρχαίων πολιτισμών προσεγγίζονται διά τών μεταξύ κατακτηθεισών ιστορικών έμπειριών, ειδικά δέ τά τής άρχαίας έλλ. φιλοσοφίας μέσω τών νεωτέρων συνειδησιακών περιεχομένων τών κινημά-των τής 'Αναγεννήσεως καί τοΰ Ουμανισμού.

Συνεπώς ή σχέση μας μέ τό «παρελθόν» δέν προκύπτει αύτομάτως άπό τούς «τύπους» (ή γλώσσα βέβαια είναι ένας σοβαρός παράγοντας, πού μόνη δέν άρκεϊ άλλά ύπό διαφορετικές συνθήκες μπορεί νά άποβή σπουδαίος έρμηνευτικός συντελεστής τών άρχαίων νοημάτων), διότι μας λείπουν τά νεώτερα συνειδησιακά περιεχόμενα έπ ' αύτοΰ. Καί τοΰτο έχει άμεση σχέ-ση μέ τήν τρέχουσα φιλοσοφία τών πολιτικών μας προγραμμάτων, διότι τό δικό μας θρησκευτικό φολκλόρ δέν έχει τόσην άμεση σχέση μέ τήν ορ-θοδοξία τών ύπολοίπων βαλκανικών λαών, όπως ύποθέτομε (καί μάλιστα τόσο ζηλότυπα ώς... «άνόθευτοι»!). Ή όρθοδοξία τών Βαλκανίων άπέκτησε ώς ιστορική έμπειρία μιάν άλλη πνευματικότητα, στήν οποίαν οφείλεται καί ή μεγάλη της λογοτεχνική παραγωγή. Ό Σλαβισμός, πού άποτελεϊ τό κύριο μέρος τής άνατολικής Εκκλησίας, έλαβε διά τοΰ κινήματος τοΰ Ρωμαντισμοΰ νέα ιστορικά περιεχόμενα, ολοσχερώς άγνωστα στόν νεοελ-ληνισμό, άπό τά όποια καί ήντλησε ή Όρθοδοξία ώς ιστορικό σώμα τήν δυνατότητα τών νεωτέρων διαμορφώσεών της ώς πρός τόν δυτικόν Χρι-στιανισμό (Βλ. Ε. Benz: «Die Ostkirche» etc., στήν σειρά Orbis Academicus, Band III/I, Miinchen 1952, σελ. 388). Ό σ ο τώρα γιά τό άν κέρδισε ή έχασε ή βυζαντινή ψαλμωδία μέ τήν πολυφωνία τής ρωσσικής έκκλησίας, άρκεΐ νά άκούση κανείς κάποιο κοντσέρτο βυζαντινής μουσικής άπό κάποια ρωσσική χορωδία. Θά ήταν γενικώτερα σκόπιμο, τώρα μέ τήν ιδιωτική τηλεόραση, νά προβούμε σέ γενικώτερες εκκλησιαστικές μουσικές συγκρί-σεις, τόσο άπό ύμνους καί τροπάρια τής χορωδίας τών καλογήρων τοΰ Ζαγκόρσκ π.χ., όσο καί άπό τίς λειτουργίες άλλων βαλκανικών χωρών, ή άκόμη καί άπό τό άκραιφνώς ορθόδοξο τυπικό τών Ουνιτών τής Ούκρα-νίας, ώστε νά κατατοπισθοΰμε καλύτερα περί τών... ιστορικών μας «δυνα-τοτήτων» πέραν τής πολυλογίας τών μπαλκονιών. Τό νά άνακαλύψωμε πού διαφέρομε σέ αύτά πού νομίζομε πώς μοιάζομε είναι μιά πολύ προχωρη-

250

Page 246: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

μένη καί χρήσιμη γνώση. Δυστυχώς, μάλλον κανέναν ρόλο δέν μπορούμε νά παίξωμε στά Βαλκάνια όπως είμαστε, διότι δέν φκιασθήκαμε ιστορικά γιά κάτι τέτοιο. Γιά τό μόνο πού μποροΰμε νά καυχηθούμε είναι ότι θελή-σαμε (μέχρι προσφάτως) νά μεταβάλλωμε τό Πατριαρχείο άπό ύπερεθνικό θεσμό (μέ τόν μικρό συμβολικό του σήμερα ρόλο) σέ λεπτομέρεια τών «έθνικών αναγκών» μας καί ότι καί μιάν άλλη ύπερεθνική λειτουργία άτο-νήσαμε, τό Ά γ ι ο ν "Ορος. Τό όποιον πιστέψαμε ότι μπορούσε νά συντη-ρηθή πρακτικά άπό ένα μικρό καί προβληματικό κράτος όπως ή Ελλάδα (βλ. καί Ε. Feigl: «Athos, Vorholle zum Paradies», Wien 1982).

Ποιός είναι ό ρόλος πού γνωρίζει ό άλλος κόσμος γιά τήν Έκκλησία τής Ελλάδος ώς κρατικοΰ θεσμοΰ, τό είδαμε άπό τά λόγια τοΰ άμερικανοΰ δημοσιογράφου πού άναφέραμε. Ά λ λ ά ποιό κράτος μπορεί νά συνυπολο-γίση στήν πολιτική του γιά ό,τιδήποτε τόν παράγοντα Ελλάδα, όταν γνω-ρίζη ότι ή πολιτική στό κράτος αύτό έξαρτάται άπό έξωπολιτικούς κοινω-νικούς παράγοντες καί μάλιστα άκρως πολιτικά έπικινδύνους; Πώς τάχα έξηφανίσθη ό κ. Τρίτσης άπό τήν πολιτική σκηνή; Είναι άραγε όλως άμέτοχοι οί μηχανισμοί τής Εκκλησίας σ ' αύτό; Ποιά είναι ή έλευθερία τοΰ πολιτικού στόν τόπο μας — καί άρα ή πολιτική του άξιοπιστία πρός τούς πολιτικούς άλλων χωρών—, όταν ή πολιτική του ύπόσταση πηγάζει άπό έξωπολιτικά κοινωνικά Ιδεολογήματα; Θά ήταν λάθος άν πιστεύαμε ότι οί άλλοι μποροΰν νά πεισθοΰν στίς πολιτικές μας έξαγγελίες, χωρίς νά λαβαίνουν ύπ ! όψη τους τά άλλα πράγματα πού χαρακτηρίζουν τήν κοι-νωνική μας ύπόσταση. Ύποθέτομε ότι τά όρια τής Ελλάδος ώς έθνοθρη-σκευτικοΰ κράτους έχουν πρό πολλοΰ έξαντληθή. Μέ τήν έμμονή στούς έξωτερικούς τύπους άποκλείεται νά πείσωμε κανέναν — όχι μόνο ώς πρός τήν σχέση μας μέ τήν άρχαία Ελλάδα, άλλά καί πρός τό ίδιο τό Βυζάντιο — γιά τόν άπλούστατο λόγο, ότι συνείδηση τοΰ παρελθόντος καί μετοχή σ 1 αύτό προϋποθέτει συνείδηση τών έν τω μεταξύ ιστορικώς κατακτηθει-σών κατανοήσεων, τήν οποίαν έμεΐς δέν έχομε.

Ή βαρύνουσα σημασία τής έκκλησιαστικής μουσικής μας άγωγής γιά τήν όλη μουσική μας ύπόσταση είναι προφανής, διότι ή μουσική είναι άμεσα δεμένη μέ τήν διαμόρφωση τών άρχεγόνων έκείνων αισθημάτων πού θεραπεύουν οί θρησκευτικές άνάγκες. Θά ήταν όμως λάθος άν ύπέθετε κανείς, ότι ή δράση τής Εκκλησίας δέν επεκτείνεται καί σέ άλλους χώρους τής τέχνης, όπως ή λογοτεχνία. Μόνο πού αύτή, έπειδή είναι νοητικώτερης πνευματικής ύφής, έπιβάλλει άλλου είδους τακτικές, όπως π.χ. τούς άφο-ρισμούς! Οί άφορισμοί τοΰ Ροΐδη, τοΰ Λασκαράτου Kofi τοΰ Καζαντζάκη παληότερα — όλως «κατά τύχην» κορυφαίων φυσιογνωμιών τών Γραμμά-των μας — είναι χαρακτηριστικοί. Σκοπός, δηλαδή, αύτοί νά έξοβελισθοϋν

251

Page 247: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

μέ άλλα ψυχολογικά μέσα άπό τήν γενική κοινωνική συνείδηση, ώστε νά μήν δράσουν καί άρα νά μήν άναγεννηθοΰν στόν ϊδιο χώρο. Ούτως καί έγένετο. Ευτυχώς όμως — καί τοϋτο είναι τό μέγα κέρδος τών πραγμάτων — βάσει αύτών τών αποτελεσμάτων μπορούμε σήμερα νά κρίνωμε καί κατά πόσον ή Ελλάδα πληροί τίς προϋποθέσεις ένός συνταγματικώς πολιτικού κράτους. Καί πάλι ό παράγων χρόνος ένήργησε έναντίον μας, διότι τά διαπιστευτήρια τους οί διάφορες χώρες πρός τούς άλλους δέν τά δίνουν μέ τίς «ερμηνείες τοΰ δικαίου» των, άλλά μέ άλλα πράγματα άντικειμενικωτέ-ρων μετρήσεων, όπως ή μουσική, ό γραπτός λόγος καί ή πνευματική πα-ραγωγή γενικώτερα. Αύτές είναι οί μείζονες άποδείξεις τών συνταγματικών θεωρημάτων σήμερα, διότι αύτή ή άναθεματισμένη έννοια περί «αξιοπρέ-πειας τοΰ άνθρώπου» μέ τέτοια πράγματα μετράται καί όχι μέ «έρμηνεΐες» καί «ύπουργικές άποφάσεις». Συμβαίνει δέ αύτό γιατί δέν είναι ή ϊδια νο-μική έννοια, ήγουν θέμα «ορισμού», άλλά πολιτιστική. Καί σάν τέτοια τείνει νά γίνη ό φορέας τών συγχρόνων διεθνών σχέσεων καί νά άποτελέση βάση μιας γενικώτερης συνεννόησης στόν σύγχρονο κόσμο.

Μποροΰμε όμως στήν 'Ελλάδα νά μιλήσωμε καθόλου περί λογοτεχνίας; Τό δύσκολο έρώτημα «Τί είναι λογοτεχνία», είμαστε ύποχρεωμένοι στήν θέση τούτη νά τό παρακάμψωμε. Ά ν ώστόσο έθέλαμε θεωρήσει δεδομένον έναν ορισμό τοΰ W. Benjamin: «"Ενα έργο πού δείχνει τήν σωστή κατεύθυνση διαθέτει επίσης άναγκαστικά καί κάθε άλλη ποιότητα» («Versuche iiber Brecht» (Der Autor als Produzent), 1966, σελ. 95 κ.έ.), τά συμπεράσματα πού θά καταλήγαμε γιά τήν «νεοελληνική λογοτεχνία» θά ήσαν πολύ άπαισιό-δοξα. Ποιάν κατεύθυνση νά δείξη ένα λογοτεχνικό έργο μέσα στό νεοελ-ληνικό κοινωνικό κομφούζιο; Χωρίς ιστορικό συνειδέναι (πράγμα πού φαί-νεται άπό τήν νεοελληνική ιστορική έρευνα) ποιάν κατεύθυνση μπορεί νά δείξη ό λογοτέχνης; Μέσα σέ μιά κοινωνία συνεχοΰς ιστορικής διασπά-σεως (όπως έδημιουργήθη ιστορικά), μπορεί ό λογοτέχνης νά άνασυνθέση κάποιαν πραγματικότητα; Συνεπώς ή βαθύτερη ούσιά τής «λογοτεχνίας» μας κατ' άνάγκην μορφολογικά συνίσταται στό Reportage. Στήν άποσπά-σματική δηλαδή «οπτική» μιας μερικής συνείδησης — αύτής τοΰ συγγρα-φέα —, πού άναγκαστικά θά δώση τό μέρος μιας διασπασμένης πραγμα-τικότητος. Γιά νά δώση κάποιο «όλον» πρέπει νά άναχθή στούς «εθνικούς» ιδεολογικούς μύθους, άφοΰ άλλη βάση δέν ύπάρχει, οπότε δέν είναι πιά λογοτεχνία. Πρόκειται συνεπώς περί μιας συνεχοΰς «οπτικής», χωρίς κο-ψίματα (αύτά πού επιτρέπουν στόν συγγραφέα νά βάλη τίς ίδέες του, προ-κειμένου νά άνασυνθέση τήν «σωστή κατεύθυνση» ή τήν οποίαν άλλη πραγματικότητα ώς οντότητα τέχνης). «Φωτογραφίες» λοιπόν χωρίς «κα-

252

Page 248: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τεύθυνση» είναι δυνατόν νά συστήσουν τήν ποιότητα τής λογοτεχνικής μας παραγωγής, διότι λογοτεχνία χωρίς ιστορικό συνειδέναι — αύτό πού μο-νίμως λείπει άπό τά κοινωνικά δεδομένα τοΰ νεοελληνικού χώρου — είναι κατ' άνάγκην περιγραφή. Ούτε κάν ήθογραφία δέν μπορεί νά είναι σέ μιά κοινωνία διεσπασμένων ήθών. Ή «νατουραλιστική» αύτή κατάσταση τής «λογοτεχνίας» μας καταλήγει έπί τών ήμερών μας σέ καθαρά Reportages τύπου «Ζ», έργα τής «καταγραφής» καί τής «καταγγελίας», όπου κανένας πληροφορείται κάτι περισσότερα άπ' ό,τι θά μάθαινε διαβάζοντας μιάν έφημερίδα καί οπωσδήποτε λιγώτερα άπ ' ό,τι μελετώντας μιάν περί 'Ελ-λάδος ξενόγλωσση διατριβή... Καίτοι δέν μποροΰμε νά προβοΰμε έδώ σέ άναλύσεις, τυχαία ερμηνευτικά παραδείγματα άρκοΰν: σέ γνωστό λογοτε-χνικό έργο τών ήμερών μας, ένα τρυφερό παιδί πηγαίνει στό πρώτο του ραντεβοΰ μέ τό ποδήλατο κρατώντας ένα γαρύφαλλο, τήν ίδια στιγμή όμως ένα φορτηγό τό πολτοποιεΐ. Λοιπόν; Πρέπει άραγε νά καταργήσωμε τά φορτηγά; Μήπως τά ποδήλατα; Πρέπει νά σταματήσουν νά πηγαίνουν οί άνθρωποι ραντεβοΰ; Πρός ποιάν κατεύθυνση «ζητείται ή έλπίς» καί ποΰ βρίσκεται τό «έπέκεινα» τοΰ περιστατικού; Σέ ένα σύγχρονο παληότερο λογοτέχνημα, ένας νεαρός βοσκός στήν Σαλαμίνα, βοσκώντας τά πρόβατά του συζητεί μέ έναν γέρο (πατέρα του, άν δέν μάς άπατα ή μνήμη) γιά τήν φύση τοΰ πολέμου. Καί ή «έξήγηση» τοΰ γέρου είναι, ότι ό πόλεμος μοιάζει μέ νεροποντή! Φυσικό δηλαδή γεγονός είναι ό πόλεμος. "Οχι κοινωνικό, τοΰ οποίου οί άνθρωποι όφείλουν νά βροΰν τά αίτια γιά νά τόν άποφύγουν. Νά άναρωτηθή κανείς μετά άπ ' αύτό, άν έχη κάν νόημα ή πολιτική, είναι προφανώς έρώτημα μάταιο. Ούτε καί περί τοΰ ρόλου τοΰ κοινοβουλίου μπορεί προφανώς νά σκεφθή κανείς, διότι ήδη ή διάσταση μεταξύ φυσικών καί κοινωνικών φαινομένων είναι νοητικώς δεδομένη. Καί σέ κοινωνίες υποανάπτυκτες πού δέν έχουν έπιστήμη γιά νά θέσουν τούς φυσικούς νό-μους στήν ύπηρεσία τής κοινωνίας, ή διάσταση ίδεολογικώς παραμένει είς τό διηνεκές άγεφύρωτη. Καί έτσι άντανακλάται καί στήν λογοτεχνία. «Λο-γοτεχνικώς» τό άεροπλάνο πού πετάει δέν μπορεί παρά νά είναι «πουλί»... Ό προβληματισμός δέν μπορεί νά πάη παραπέρα, διότι δέν πάνε τά πράγ-ματα κοινωνικώς. 'Ωστόσο έχομε «λογοτεχνία». Καί έχομε καί «ιστορίες τής λογοτεχνίας», καί έχομε καί «λογοτεχνική κριτική». Τί άραγε είναι αύτό πού λέμε «λογοτεχνία»;

«Λογοτεχνία» σήμερα γιά τίς ύποανάπτυκτες κοινωνίες είναι άπλώς ένας «δείκτης ύπαναπτύξεως» καί άκριβώς ώς τέτοιος μελετάται. Στήν κατηγο-ρία αύτή ύπάγεται καί ή δική μας λογοτεχνία. Συμβαίνει αύτό, διότι άπό κοινωνιολογικές μελέτες καί άναλύσεις έγινε γνωστό, ότι ένα μόνιμο χα-ρακτηριστικό τής πολιτικής ύποαναπτύξεως πολλών χωρών τοΰ τρίτου

253

Page 249: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

κόσμου είναι ή μετατροπή τοΰ πολιτικού προβληματισμού σέ «λογοτε-χνία». Έπειδή στίς κοινωνίες αυτές λείπει ή επιστημονική σκέψη, ώς μό-νος τρόπος «έκφράσεως» μένει ή λογοτεχνική περιγραφή. Ά π ό τήν οποίαν μποροΰν νά προκύψουν καί μέτρα κοινωνιολογικής μελέτης. Στίς λογοτε-χνίες αύτές, βασικά νοήματα τής πολιτικής θεωρίας γίνονται θέματα «πε-ριγραφών» καί «διάλογοι» μυθιστορημάτων. Ή ήλεγμένη επιστημονική γνώση — πού προϋποθέτει μιά δυναμική διαρκούς εξελίξεως καί πού ύφέρ-πει στίς λογοτεχνίες τών ανεπτυγμένων χωρών —, γίνεται άμετακίνητο θέμα «άπόψεων» καί «πίστεων» τοΰ μυθιστοριογράφου, μεταφυσικό πλαίσιο δημιουργίας αισθημάτων μέσα στίς «συλλογικές» λαϊκές απαιτήσεις τής ύποαναπτύξεως. Εκτονώσεις δηλαδή πού δέν όδηγοΰν σέ καμμιά πολιτική συνείδηση. Αύτά τά πράγματα άκριβώς ή έπιστήμη τής λογοτεχνίας (Litereturwissenschaft) καί ή κριτική μελετούν, κατά τόν ίδιον τρόπο πού μελετούν άλλα φαινόμενα στίς κοινωνικώς λειτουργούσες λογοτεχνίες. Μέσα στήν μονίμως θολή «έθνική συνείδηση» δημιουργούνται έτσι διά τής «λογοτεχνίας» βασικές «μεταβλητές», πού διά της ψυχολογίας τών μαζών καί τών μέσων κοινωνικού έπηρεασμοΰ εύκολα τίθενται στήν υπηρεσία έπιθυμητών πολιτικών διαχειρήσεων. Ή φιλμοποίηση τοΰ «Ζ» π.χ. σ ' έμάς έκαλλιέργησε τόν μύθο τής «άντίστασης» καί οικονόμησε τά πράγματα διά «συμβόλων» έως καί τών ήμερών μας. Έ ν τω μεταξύ, έπειδή ή Ελλάδα βρίσκεται καί πάλι σέ... «κρίση», είναι προφανώς μάταιο νά άναζητήση κανείς κριτήρια κοινωνικής προαγωγής τών πραγμάτων διά τής «άντιστα-σιακής λογοτεχνίας», ήγουν λογοτεχνικής άποτιμήσεως. Πρόκειται περί... «καταγραφών».

Βεβαίως ή λογοτεχνία τών ύπαναπτύκτων είναι άνάλογος τοΰ βαθμοΰ ύπαναπτύξεως καί ύπάρχουν λογοτεχνίες «ύπό άνάπτυξη» (καί όχι άκριβώς «ύπαναπτύκτων») χωρών, όπου οί αισθητικές πραγματώσεις των ύπήκουν στά κριτήρια τής λογοτεχνικής δημιουργίας καί ώς τέτοιες διαβάζονται διεθνώς. Χαρακτηριστική είναι ή περίπτωση τής λατινικής Αμερικής, ή όποία διαθέτει σήμερα μία άπό τίς άξιολογώτερες λογοτεχνίες τοΰ τρίτου κόσμου. Γενικά όμως στίς χώρες αύτές ήγεμονεύουν πολιτικές κλίκες καί όχι πολιτικές ελίτ, ένώ κατά κανόνα οί «έθνικές φυσιογνωμίες» είναι ποιη-τές καί καλλιτέχνες. Αύτά είναι οιονεί «στάνταρτ» χαρακτηριστικά πολλών ύποαναπτύκτων χωρών, όπου οί λογοτεχνίες αύτές αναπτύσσονται. Στίς λογοτεχνίες αύτές άντιμετωπίζονται θέματα πού γιά τούς άλλους είναι καί άλλως πώς γνωστά — άπό κοινωνική, πολιτική καί ιστορική μελέτη — καί έξ αύτοΰ άκριβώς άποκτοΰν τήν σημασία τους τά λογοτεχνικά έργα ώς «δίοδοι» έπικοινωνίας. Ώ ς γνωστόν, τό πρώτον χαρακτηριστικόν τής τέ-χνης γενικά είναι ότι αύτή εκπονείται ώς «γλώσσα» έπικοινωνίας.

254

Page 250: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

"Εχει δμως ή νεοελληνική λογοτεχνία ώς σύνολο θέματα έπικοινωνίας; Γιά νά περιορισθούμε μόνο στήν πρόσφατη, μποροΰμε μέ λίγα λόγια νά τό άποκλείσωμε άπλά: άντικείμενο τής νεοελληνικής λογοτεχνίας άπό τούς βαλκανικούς πολέμους κι εδώ, ιδιαίτερα δέ άπό τό '22, γίνεται μονίμως ή «έλλαδικότητα». Μιά έννοια άγνωστη δηλαδή, πού κανέναν έκτός Ελλά-δος δέν μπορεί νά ένδιαφέρη. Καί άν ύπάρχη κάποιο εΐδικώτερο ένδιαφέ-ρον γ ι ' αύτή, είναι άκριβώς ώς μέτρον μή μεταδοσιμότητος, δηλαδή ώς μή λογοτεχνία. Ειδικά στήν 'Ελλάδα, ύπάρχει ένα ιδιάζον άλλά καί άπολύτως αύτονόητο «λογοτεχνικό» χαρακτηριστικό: τό «έθνος»! 'Ενώ δηλαδή αύτό αποτελεί τήν πηγή κρατικής ύποστάσεως άπό 'Επιδαύρου καί έντεΰθεν, ώς έννοια ούδέποτε άπετέλεσε θέμα έπιστημονικής έπεξεργασίας. Μόνο μετά τούς βαλκανικούς πολέμους, λόγω τής ούσιώδους φυλετικής μεταβολής, θά άποτελέση διασκορπισμένα θέμα μερικών μονογραφιών όλίγων μόνον σε-λίδων. Πέραν αύτών θά παραμείνη μόνιμο θέμα τής «λογοτεχνίας» — με-μιγμένο φυσικά μέ όλην τήν θολότητα τών ειδώλων τοΰ μή ενιαίου «έθνι-κοΰ παρελθόντος» — καί ό μόνιμος άξονας τής λογοτεχνικής παραγωγής τής «γενηάς τοΰ ' 30». Μποροΰμε συνεπώς νά πούμε, ούτε κάν στούς "Ελ-ληνες ή νεοελληνική λογοτεχνία δέν είναι κατανοητή καί μεταδόσιμη, άφοΰ βάση έχει τίς υποκειμενικές περί «έθνους» αισθήσεις τοΰ μεμονωμέ-νου λογοτέχνη. Περί «έθνους», όπως καί περί Θεού, κανένας δέν ξέρει περισσότερα άπό τόν άλλον γιά νά τού τά «μεταδώση»...

Ά π ό τόν «Δωδεκάλογο τοΰ Γύφτου» μέχρι καί τών τελευταίων ποιημά-των τής «γενηας τοΰ '30» — ιδιαίτερα δέ στά μυθιστορήματά της (π.χ. «Άργώ» τοΰ Θεοτοκά) —, τό «έθνος» ώς «άνέρευση» είναι ό κεντρικός άξονας όλης τής λογοτεχνικής παραγωγής. 'Ιδιαίτερα θά φανή, πώς τό ιδεολογικό περί «έθνους» κομφούζιο άντανακλα στίς λογοτεχνικές κατα-στάσεις, μέ τήν δικτατορία τοΰ Μεταξά καί τόν έν συνεχεία έμφύλιο. Ή περί «έθνους» άντίληψη — άρα ούδόλως κάτι τό άντικειμενικά δεδομένο καί παραδεκτό, άρα καί κανένα θέμα έπιστήμης — είναι ή βάση ποΰ χτί-ζονται τά φιλολογικά μετερίζια καί διεξάγονται οί φιλολογικοί αγώνες (ό Μελάς μέ τούς άλλους λ.χ. Βλέπε άναλυτικώτερα γ ι ' αύτά τό βιβλίο μας «Ανάλυση τής νεοελ. άστικής ιδεολογίας» (άπό τό 1880 ώς σήμερα), Α -θήναι 1975). Τελικώς τό μηδέποτε καθορισθέν «Έθνος» (στούς παλαιοτέ-ρους ύπό τήν ονομασία τής «Μ. Ιδέας» καί τής «έθνικής ολοκλήρωσης», στούς νεωτέρους ύπό έκείνην τής «έλληνικότητας») θά προσλάβη μετεω-ρολογικά χαρακτηριστικά ώς στοιχεία μονιμότητος (ήλιακόν φώς, άέρας, θαλάσσιον πλαγκτόν [χρώμα τής θάλασσας] κ.λπ.), καί τοΰτα μάλιστα ά-διαμορφώτως (π.χ. τό καλοκαιριάτικο μεσημέρι στά Επτάνησα καί τήν Σικελία είναι πολύ άλλοιώτικη «αίσθηση» άπό έκεϊνο τής Μυκόνου καί τής

255

Page 251: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Ύδρας, ένώ είναι γνωστόν ότι τόν κατανυκτικώτερον συνδυασμό μεσογεια-κών χρωμάτων τόν έχει ό Νείλος...). Επομένως καί τό «φώς» μιά υποκει-μενική αίσθηση παραμένει καί «έθνικώς» φευγαλέα... "Οτι βέβαια τέτοια περί «έθνους» χαρακτηριστικά μόνο έν Ελλάδι ήταν δυνατόν νά έπιδιω-χθοΰν, είναι αυτονόητο. Έ συνειδησιακή διάσπαση όμως έπί τοΰ φορέως αύτοΰ τής λογοτεχνικής μας παραγωγής, τοΰ «έθνους», οδηγεί σέ ένα άλλο συμπέρασμα: ότι ή λογοτεχνία άπό έποχή σέ έποχή καί γενεά σέ γενεά παραμένει άμετάδοτη· ότι δηλαδή δέν ύπάρχει καμμιά λογοτεχνία.

Πράγματι, τό μονίμως παρατηρούμενο στήν ιστορία τής νεοελληνικής λογοτεχνίας δέν είναι ή διαμάχη ίδεών, άλλά ή διαμάχη «γενεών». Διά τοΰ όρου αύτοΰ δέν νοείται στήν Ελλάδα ή λογοτεχνική παραγωγή έπί προ-βλημάτων συγκεκριμένης περιόδου, άλλά πόλεμος λογοτεχνικών ομάδων μέ σκοπό τόν παραμερισμό άλλων. "Ο,τι συμβαίνει δηλαδή καί στόν χώρο καταλήψεως τής διοικήσεως διά τών έπονομαζομένων κομμάτων. Δεδομέ-νης τής έξ ιστορικών αιτίων διαρκούς κοινωνικής διάσπασης, καί τά δύο φαινόμενα είναι παράλληλα καί κατανοητά. Δέν ύπάρχει κοινότης προβλη-μάτων καί κοινωνικών κατανοήσεων, διότι άκριβώς δέν ύπάρχει ενιαία συνείδηση τοΰ «έθνους». Οί φαναριώτες σκοπούν νά εκτοπίσουν τούς έπτα-νησίους (λόγος καταχρηστικός γιά τούς τελευταίους, γιατί αύτοί δέν «έγκα-θιδρύθησαν» ποτέ) καί ή «γενηά τοΰ '30» όλους τούς άλλους. Ή κάθε γενεά θέλει νά έπιβάλη τήν δική της άντίληψη περί «έθνους», καμμιάν σχέση έχούσης μέ τήν άντίληψη τής άλλης, πράγμα πού σημαίνει, άκριβώς, ότι δέν υπάρχει καμμιά έννοια έθνους, δηλαδή ό «φορεύς» τής λογοτεχνίας.

Αύτές οί τακτικές άποκτοΰν μιάν άμεσότητα στή «γενηά τοΰ '30», πού είναι στήν πλειονότητα τους «ετερόχθονες». Έ οίκείωση τοΰ «αυτόχθονος» χώρου θά γίνη «πατριδογνωσιακά» (τί ύπάρχει· ό μέν Παλαμάς γίνεται εύκολα θέμα κριτικής, άφοΰ ό κόσμος πού άντιπροσωπεύει δέν ύπάρχει πιά, ένώ ό Σολωμός σάν «άλλη περίπτωση» θέμα Recuperation). Καί αύτό πού άνακαλύπτει ή «γενηά τοΰ ' 30» ώς σύμβολο τού «αύτοχθονισμοΰ» είναι ή φυσιογνωμία τοΰ Μακρυγιάννη. Αύτήν άκριβώς καί έπιβάλλει ώς «έθνική φυσιογνωμία», γιά νά ύπάρξη ώς πρός αύτή άκριβώς τό κάτι άλλο. 'Από έκεΐ καί πέραν τό «έθνος» είναι γιά τήν γενηά αύτή ένας σωρός τριμμάτων, πού άλλοτε επιχειρεί κάποιες συγκολλήσεις του μέ εύρωπαϊκά βοηθητικά υλικά καί άλλοτε, όταν αύτά άποτυγχάνουν, ψάχνει άπό κάτω μήπως καί βρή τίποτε. Τελικώς αύτό πού βρίσκει είναι φώς, έλληνικός άέρας καί βουκολικό χρώμα — δηλαδή τίποτε. Αύτό τό ιδεολογικό τίποτε θά έπιτρέ-ψη τήν ταύτιση «έλληνικότητας» καί «λαϊκής ψυχής». Καί τής όποιας ταυτίσεως θά ύπάρξουν περαιτέρω ιδεολογικές άξιοποιήσεις μέ τήν μουσι-κή, πού δέν μας ενδιαφέρουν τή στιγμή αύτή. Βεβαίως ή «γενηά τοΰ '30»

256

Page 252: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

είχε δικαίωμα γιά τήν εξεύρεση καί επιβολή τοΰ συμβόλου τοΰ Μακρυγιάν-νη. Ό όποιος βαφτίζει τόν γυιό του Όθωνα μέ τήν άφιξη τοΰ Όθωνα καί, όταν τό γραμμάτιο μένη άνεξαργύρωτο, γίνεται άντιοθωνιστής καί «δημο-κράτης». Καί καταγινομένη μέ τήν φολκλορική ζωγραφική — χωρίς νά θέλωμε νά έπιβεβαιώσωμε τήν έκφρασθεϊσαν ύπόνοια, ότι μέλη τής γενηάς αύτής είχαν στήν κατοχή τους πίνακες τοΰ Θεόφιλου καί ένδιαφέρονταν γιά τήν άποτίμησή τους — ασφαλώς θά ήξερε καί άλλες λεπτομέρειες γιά τόν Μακρυγιάννη. "Οπως λόγου χάριν ότι τίς «ζωγραφιές» (ήγουν τούς τοπογραφικούς χάρτες) πού έφκιαξε καθ' ύπόδειξή του ό Ζωγράφος — καί πού ή άθεράπευτη κριτική μας έχαρακτήρισε ώς ζωγραφικό έργο! — τούς πούλησε όλους στό έξωτερικό (μόνιμη έπιδίωξη τοΰ Μακρυγιάννη ήταν νά άνακατεύη μονίμως τίς ξένες δυνάμεις στά εσωτερικά τής χώρας του, πράγ-μα πού σημαίνει άκριβώς ότι δέν ύπέστη ποτέ κάποια ένιαία συνείδηση περί «έθνους» έν Ελλάδι) καί μόλις πού κατάφερε ό Γεννάδιος νά άγοράση άπό τό έξωτερικό μιά σειρά — αύτήν πού έπί τέλους διαθέτει καί ή Ελλάδα ώς έθνικό κειμήλιο στήν Εθνική Πινακοθήκη! Καί δέν θέλομε φυσικά νά πούμε, ότι ή είκόνα τοΰ Μακρυγιάννη δέν άντεπεκρίνετο στά χαρακτηρι-στικά τοΰ «αύτοχθονισμοΰ», πού εύρήκε εδώ ή «γενηά τοΰ '30», άλλά νά σημειώσωμε μιάν ούσιωδέστατη λεπτομέρεις ώς πρός τόν φορέα τής λο-γοτεχνικής μας παραγωγής: ότι γιά νά ύπάρξη έχει άνάγκη σκηνικών, διότι άκριβώς ώς συνειδησιακή πραγματικότητα τό «έθνος» είναι άνύπαρκτο. Πρόκειται άπλώς περί έπιβολής κάποιας «άντίληψης περί έθνους», καί είναι τούτο πού κοινωνικώς καί όχι λογοτεχνικώς θά έπιβάλη τήν «λογο-τεχνική γενηά». Είναι γνωστό ότι τό μυθιστόρημα ώς λογοτεχνικόν είδος είναι τό κατ' έξοχήν συνδεδεμένο μέ τήν ιστορική διαμόρφωση τοΰ έθνους κατά τούς νεώτερους αίώνες, άρχής γενομένης άπό τόν Δόν Κιχώτη. Έ ν άντιθέσει πρός τούς παλαιότερους αίώνες, δέν είναι τά ιδεολογικά οράματα πού καθορίζουν τήν λογοτεχνική παραγωγή, όπως π.χ. τήν ποίηση τοΰ μεσαιώνος, άλλά συγκεκριμένα προβλήματα κοινωνικών καί ιστορικών διαδικασιών, τά όποια άπαιτοΰν καί άπό τήν λογοτεχνία πνευματική καί όχι άπλώς έμπνευστική άντιμετώπιση, όπως τούτο γίνεται καί άπό τίς έπί μέρους έπιστήμες πού άρχίζουν σιγά-σιγά νά έμφανίζωνται. 'Αρχής γενο-μένης άπό τήν φιλολογική ερμηνεία έπί τών κειμένων τής άρχαιότητος καί τών παλαιοτέρων πηγών. Μέσα στήν ίστορικήν αύτή διαδικασία άναπτύσ-σεται καί τό μυθιστόρημα ώς πεζός λόγος. Τό μυθιστόρημα δημιουργεί τύπους, γιά νά προσέγγιση μέ πνευματικά μέσα κοινωνικές καί ιστορικές καταστάσεις. Τό μυθιστόρημα ώς λογοτεχνικόν είδος είναι τό κοινωνιολο-γικώτερον φιλολογικό προϊόν. 'Αλλά στήν ιστορία τοΰ εύρωπαϊκοΰ μυθι-στορήματος ύπάρχει δεδομένη ή προΰπόθεσή του, ή όποία έξελίσσεται

257

Page 253: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ιστορικά καί τό δημιουργεί: ή ενιαία περί έθνους συνείδηση. Στην Ελλάδα αύτό άκριβώς δέν ύπάρχει, πράγμα πού χαρακτηρίζει τό σύνολο τής λογο-τεχνικής παραγωγής. "Οχι μόνο τό μυθιστόρημα, άλλά καί ή ποίηση έχει κοινό τό θέμα τής «έλλαδικότητας», ήγουν τήν συνειδησιακή άνυπαρξία έθνους, πού θά τήν έγκλείση τελικώς στήν περιοχή περιθωριακής καί λο-γοτεχνικώς άμεταδότου καταστάσεως συναισθημάτων. Δέν θά προβούμε σέ περαιτέρω άναλύσεις, διότι τά όσα λέμε έλπίζομε νά είναι σαφή. Θά φέ-ρωμε άπλώς ένα συμπεριλαμβανόντως άποδεικτικό τών άνωτέρω στοιχείο: μπορεί άραγε νά ύπάρξη λογοτεχνία, όταν ή περί Έθνους συνειδησιακή πραγματικότης — δημοσιευμένη στήν άλβανική εφημερίδα «Σκιπερία» τού 1907 — μιας όχι μόνο τών κορυφαιοτέρων μορφών τών έλληνικών Γραμ-μάτων, άλλά καί τοΰ άνθρώπου μέ τίς εύρύτερες κοινωνικές συνειδητοποιή-σεις τοΰ νεοελληνικού χώρου, είναι ή άκόλουθη;

'Αξιότιμε κ. Άποστολόπουλε, "Ελαβα τό γράμμα σου μαζί μέ τό φύλλο τής «Σκιπερίας» καί σ ' έφχα-

ριστώ πολύ. Είχα δει καί τό άρθρο σου μέσα στό «Νουμά» όπου άναφέρνεις τ ' όνομά

μου, κι είχα σκοπό κάτι ν ' απαντήσω. Μά μέ τίς τόσες μου δουλιές δέν κατόρθωσα ώς τώρα κι είναι άβέβαιο αν θά τό κατορθώσω.

Είναι χρόνια τώρα πού έχω τήν ιδέα — κι' ένα ταξίδι πού έκανα πέρσυ ώς τά Γιάννινα μου τή στερέωσε — πώς οί Τούρκοι, οί 'Αρβανίτες, κι' οί "Ελληνες είναι αδέρφια κι' ένα έθνος. 'Ατυχίες ιστορικές μας χώρισαν, μά είναι καιρός πιά νάν τό καταλάβουμε πώς είμαστε ένα αίμα. Τά περασμένα ξεχασμένα. "Α δέν τό καταλάβουμε, μας είναι γραμένο κι οί τρεις μας εθνι-κώς νά χαθούμε' θά μας ρουφήξουν οί Σλάβοι καί θά μας ρουφήξουνε γλή-γορα. "Αν όμως είμαστε ενωμένοι, άν δίχως εγωισμούς βοηθούμε ό ένας τόν αλλο όσο μποροΰμε, τότες έχουμε ελπίδα ν ' άντισταθοϋμε σήμερα στούς οχτρούς μας τούς Σλάβους, καί μιά μέρα ίσως νά καταντήσουμε ένα έθνος κι ίσως ένα κράτος μέ δύναμη καί μέ τιμή στόν κόσμο.

Τίς ιδέες μου άφτές τίς είπα καί τίς λέω όπου μπόρεσα κι' όπου μπορώ. Είναι τώρα τρία τέσσερα χρόνια, έγραψα ένα γράμμα στόν «Πύρρο» όπου πρότεινα ώς πρώτη άρχή πώς ή αρβανίτικη πρέπει νά κηρυχτεί ώς άλλη εθνική μας γλώσσα στήν 'Ελλάδα καί πώς τοΰ Διαδόχου τά παιδιά, τά μικρά βασιλόπουλά μας, πρέπει νά μάθουν αρβανίτικα. Σέ πολλούς φίλους είπα καί πώς τό Δομπόλειο τό κληροδότημα έπρεπε νά χρησιμεφτεΐ στό νά γίνει 'Αρβανίτικο Πανεπιστήμιο ή στούς Κορφοΰς ή δπου άλλου είναι καταλλη-λότερο κέντρο. Δυστυχώς στήν 'Ελλάδα δέν έγινε τίποτα ώς τώρα.

Κι' οί τρεις μας πρέπει νά καταλάβουμε πώς έχουμε αμοιβαία προνόμια μά κι' άμοιβαΐα χρέη. Δέν ξέρω αρκετά καλά τά αρβανίτικα φρονήματα, έπειδής δυστυχώς ώς τώρα δέν έτυχε νά γνωρίσω αρκετούς 'Αρβανίτες, μήτε είχα τήν έφκαιρία νά σπουδάσω τά άρβανίτικα πολιτικά άπό εφημερίδες κτλ.

258

Page 254: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

"Ετσι δέ μπορώ νά πώ τί χρέη καί τί προνόμια έχουμε όσοι μας είμαστε 'Αρβανίτες. Όσοι μας όμως είμαστε Ρωμιοί, χρέος μας είναι μέ τά σκολιά μας, τά νοσοκομεία μας, τούς προξένους μας, τούς παπάδες μας, νά βοηθή-σουμε κάθε εθνική απαίτηση κι' ανάγκη τοΰ 'Αρβανίτη. "Α θέλει μαθήματα στή γλώσσα του, μαθήματα στή γλώσσα του πρέπει νάν τοΰ δώσουμε. "Α θέλει εκκλησιές καί παπάδες στή γλώσσα του, πρέπει νάν τόνε βοηθήσουμε ν ' αποχτήσει. Ό,τι δικό μας, άς είναι καί δικό του. Χρειάζεται δηλαδή άπό μέρος μας αντίθετη πολιτική παρά πού άκολουθήσαμε μέ τούς Βουργάρους. Τέλος όσοι άπό μας — βλέπεις, λέω άπό μας — είμαστε Τούρκοι, πρέπει νά παραδεχτούμε πώς είμαστε ίσοι μέ τούς άλλους — τούς Ρωμιούς καί τούς 'Αρβανίτες — πώς άν έτυχε νάχουν οί άλλοι χωριστή θρησκεία, άφτό δέν πρέπει νά μας κάνει εμάς τούς Τούρκους τούς άλλους νάν τούς νομίζουμε σκύλους κι άπιστους.

Μέ τέτιες ιδέες πού έχω λοιπόν εννοείς πώς διάβασα μέ μεγάλη λύπη καί στενοχώρια τό άρθρο τής «Σηπερίας» ΑΛΒΑΝΟΦΟΒΙΑ, ό^ως μέ λύπη θά διάβαζα κι' όσες ανοησίες θυμωμένες απάντησαν τ ' άλλα φύλλα τά έλλη-νικά. "Οχι! Τέτιοι πολέμιοι δέν πρέπει νά γίνουνται, πολέμοι πού βάζουν άρματα στων όχτρώνε μας τά χέρια. "Αν κανείς σέ παραφορας στιγμές πει ή γράψει τίποτα πικρό, άς κάνει ό άλλος πώς δέν ακούει, άς δίνει τόπο τής όργής, άς γυρίζει μάλιστα καί τ' άλλο τό μάγουλο.

Έγώ είμαι 'Αρβανίτικης καταγωγής. ΠΑΛ φαίνεται θά πεϊ κόπανος (δυ-στυχώς δέν ξέρω άρβανίτικα), είμαι σά νά ποϋμε Λέκας Κοπανάς. Όντας 'Αρβανίτης άπό αίμα μου, θεωρώ πώς είμαι καί 'Αρβανίτης καί Ρωμιός καί Τούρκος, τό κακό καθενός τους κακό καί δικό μου καί τό καλό καθενός τους καί καλό δικό μου.

Άλέξ. Πάλλης

Ή συνειδησιακή άνυπαρξία περί "Εθνους δέν είναι άπλώς ένα σύμπτωμα τοΰ νεοελληνικού κράτους, άλλά άναγνωρίζεται διίστορικά καί στήν πρό τοΰ '21 πνευματική παραγωγή τοΰ έλληνισμοΰ. Πράγμα άπολύτως φυσιο-λογικό, διότι ένώ ή περί Έθνους διαδικασία έχει σχεδόν όλοκληρωθή κατά τόν 19ον αϊ., ό χώρος τής άνατολικής Μεσογείου καί τών Βαλκανίων ζή ύπό φεουδαρχικές συνθήκες, μέ τίς γενικές εκείνες θρησκευτικές ιδεολο-γικές δομές πού χαρακτηρίζουν τήν μεσαιωνική έποχή γενικώτερα. Δέν είναι τυχαίο ότι οί επτανήσιοι διανοητές, προκειμένου νά άντιμετωπίσουν τήν κατάσταση αύτή τής άεθνίας καί νά άνασύρους κάποιαν έννοια ελλη-νισμού, προβάλλουν διαρκώς ιδεολογικά τήν λέξη «Γένος». Αύτό όμως δέν λύνει πρακτικά κανένα πρόβλημα, διότι τά διάφορα τμήματα τοΰ ελληνι-σμού είναι συνειδησιακώς διακεκομένα. Καί αύτό είναι τό κατ ' έξοχήν πρόβλημα τής λογοτεχνικής δραστηριότητος στά πλαίσια τοΰ «έθνικοΰ» κράτους, διότι δέν ύπάρχει τό ύπεδάφος ένός ενιαίου πνευματικού καί ίστο-

259

Page 255: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ρικοϋ παρελθόντος, έπί τοΰ οποίου θά μπορούσε νά ρίζωση εθνική λογο-τεχνική δημιουργία. Αύτό βέβαια πού τελικώς δείχνουν όλα αύτά, είναι αύτό καθ' εαυτό τό άδύνατον ύπάρξεως ενιαίου έθνικοΰ κράτους.

'Ανοίγοντας λόγου χάριν τήν 'Ιστορία τοΰ Ζαβίρα — ένα βιβλίο πού γιά νά έκδοθή έστήθηκε πόλεμος μεταξύ Πελ/νήσου, Θεσσαλίας καί 'Ηπεί-ρου! (μιά άκόμη άπόδειξη έλλείψεως έθνικής συνειδήσεως, τήν οποίαν άπλώς οί ιστορικές συγκυρίες βοηθούν νά φανή στά ακαδημαϊκά περιβάλ-λοντα τοΰ νέου κράτους) — είναι πολύ εύκολο ειδολογικά, ήγουν κατά περιεχόμενο τής πνευματικής δραστηριότητος, νά μετρηθή τό μέγεθος τής ιστορικής έτερότητος τών τμημάτων τοΰ ελληνισμού πού θά συγκροτήσουν τό «έθνικόν» κράτος. Τά μέρη τοΰ Αιγαίου, τής δυτικής 'Ελλάδος καί τά οπωσδήποτε έχοντα σχέση μέ τίς πνευματικές διεργασίες τής Δύσης, συ-ντηρούν μίαν συνείδηση έλληνισμοΰ τής όποιας τό κύριο γνώρισμα είναι ή πνευματικότης, ό διάλογος μέ ίδέες. Τό πνευματικό κέντρο τοΰ έλληνι-σμοΰ είναι ή Βενετία καί όχι ή Κων/πολη. 'Από έκεΐ καί πέρα — καί καλό θά ήταν οί φιλόλογοι νά μάς τά έδιναν καί στατιστικά αύτά τά πράγματα — οί λόγιοι, άκόλουθοι τών πνευματικών κατευθύνσεων τής έκκλησιαστι-κής των ήγεσίας, δέν γράφουν βιβλία- σπαγγοδεμένα τετράδια καί μνημο-νεύματα γράφουν, πού τά κλείνουν στά σεντούκια. Αύτά γιά τούς κατοπι-νούς θά άποτελέσουν λαδωμένα «οικογενειακά κειμήλια» καί γιά τά μονα-στήρια — όσα άπ ' αύτά έχουν ένδιαφέρον — «έθνική κληρονομιά». Πού θά τά δώσουν «ταπεινόφρονα» καί... έλέφ Θεοΰ στήν δημοσιότητα κάποτε σάν «ύποκειμενικές» κρίσεις αύτών πού τάγραψαν, σάν «κείμενα σωζόμενα» (άρα καί χωρίς δυνατότητα έλέγχου πού έπήλθεν συνειδητές άλλοιώσεις) πού θά συντηρήσουν μύθους καί θά κάμουν τήν ιστορία είδος μονίμου φιλολογοδιφικής άσχολίας. Βιτρίνας άνευ νοητικοΰ λόγου. 'Αλλά έτσι ύπάρχει καί ό έλληνισμός έπί τουρκοκρατίας: ώς τύπος, σύμβολο καί διοι-κητική επιφάνεια. Άκριβώς αύτά μεταφυτεύονται καί στό νέο κράτος. Οί "Ελληνες ήσαν μεγάλοι διερμηνείς (γιά τό δυτικό τουλάχιστον τμήμα τής αυτοκρατορίας), ήξεραν γλώσσες ευρωπαϊκές καί μή, μπορούσαν νά τά βγάζουν πέρα σέ δυσκολώτατες διπλωματικές άποστολές. "Ενα όμως δέν μπόρεσαν, γιατί δέν έχρειάζετο ύπό τίς συνθήκες τής έξησφαλισμένης έ-ξουσίας: νά δημιουργήσουν καί νά συντηρήσουν πνευματικά.

"Οχι ότι έφταιγαν οί Τούρκοι. Τά τυπογραφεία καί τίς θυελλώδεις έκδο-τικές δραστηριότητες τοΰ Κ. Λουκάρεως δέν τίς εμπόδισαν οί Τούρκοι, όπως δέν έμπόδισαν καί τίς κατοπινές εκδοτικές δραστηριότητες τοΰ Πα-τριαρχείου. Άπλώς δέν ήσαν άναγκαϊα πράγματα γιά τίς αναγκαιότητες τοΰ διοικητικοΰ Status. Καί έκεΐ άκόμη πού οί καταστάσεις ύπεχρέωναν τήν έλληνική διοίκηση γιά μιάν επαφή μέ τίς πνευματικές καταστάσεις τής

260

Page 256: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Δύσης, όπως στίς παραδουνάβιες ήγεμονίες, χρηματοδοτεί έκδόσεις, μετα-φράσεις βιβλίων, έξώπετσες φιλολογίες καί καλλισκάλιστες βιβλιοθήκες κατά μίμηση τών εύρωπαϊκών προτύπων, ίδιογενή όμως πνευματική παρα-γωγή δέν κατορθώνει νά δημιουργήση. Ετούτα θά δώσουν «ώθήσεις», άν θέλωμε, άλλά καμμιάν αύτοκίνηση... Είναι τώρα άλλο θέμα, θέμα άναγκαιο-τήτων τής «εθνικής» φιλολογίας, ότι στίς καταστάσεις αύτές τών ήγεμο-νιών — τόσο μακρυά δηλαδή άπό τόν ελλαδικό χώρο —, θά καταβληθή φιλολογική προσπάθεια νά εντοπισθούν «άπαρχές πνευματικών κινημά-των» τοΰ ελλαδικού έλληνισμοΰ.

Ό χαρακτηρισμός τών «άπαρχών» αύτών ώς «Διαφωτισμού», μέ κριτή-ρια ιστορικής καί κοινωνιολογικής μεθόδου, θά άπεδεικνύετο ίσως έλα-φρώς βεβιασμένος, θά μποροΰσε όμως έπαρκώς νά αίτιολογηθή μέσα στά πλαίσια ένός άλλου φαινομένου πού διέπει τίς πνευματικές καταστάσεις τοΰ νεωτέρου κράτους έξ άρχής. Λόγω τοΰ γεωπολιτικοΰ ρόλου τής Ε λ -λάδος καί τής άρρύθμου τεχνικής κατασκευής της (άκριβώς γιατί οί διε-θνείς συσχετισμοί τοΰ καιρού δέν επέτρεπαν τίποτε άλλο), τά «πνευματικά ρεύματα» έρχονται άπό τήν δυτική Εύρώπη καί κυρίως άπό τήν Γαλλία, όπου, όμως, δυστυχώς γιά τήν λογοτεχνική μας κατάσταση, οί κοινωνικές, πνευματικές καί πολιτικές διαδικασίες, βρίσκονται σέ μιάν άκρως λεπτε-πίλεπτη καί προωθημένη κατάσταση διεργασιών, άπορρέουσα άπό τίς ει-δικές συνθήκες σχηματισμοΰ τοΰ έθνους, οί όποιες είναι ολοσχερώς άσχε-τες μέ τά κοινωνικά καί ιστορικά δεδομένα τοΰ έλληνικοΰ χώρου. 'Οπωσ-δήποτε λοιπόν καί άν γίνωνται οί «συναρμογές», παραμένουν πάντα άνευ δραστικής δυνάμεως καί άπήχησης, δηλαδή χωρίς λογοτεχνικούς άπογό-νους. Μέ τήν άνατολική Εύρώπη πάλι, όπου οί περί έθνους προβληματι-σμοί παίρνουν περιεχόμενα οίκειότερα πρός τά βαλκάνια δεδομένα, ή 'Ελ-λάδα, λόγω τοΰ άρνητικοΰ της ρόλου ώς πρός τόν βαλκανικόν χώρο, βρί-σκεται τελείως άπομονωμένη. Ή φιλολογία τής κεντρώας Εύρώπης θά παραμείνη άντικείμενο «μόρφωσης» καί «σπουδής», κατάλληλο γιά άκαδη-μαϊκές έπιφάνειες καί τήν διοικητική συντήρηση.

Ή μεθοδολογία τής φιλολογικής μας έπιστήμης είναι γιά πολλά θέματα «έθνικών» προβληματισμών πού δέν μάς κατατοπίζει. Πώς άραγε νομοθε-τούμε γιά τίς πνευματικές καταστάσεις τοΰ Μιλλιέτ τών χριστιανών, ειδι-κεύοντας στό τών 'Ελλήνων, όταν δέν γνωρίζωμε (δηλαδή άπό τήν δική μας έπιστημονική έρευνα) πώς αντιμετωπίζει ή έθνική ιστοριογραφία τών άλ-λων Μιλλιέτ, τά ίδια φαινόμενα, μηδέ τών Τούρκων εξαιρουμένων; 'Υπάρ-χει π.χ. κίνημα Διαφωτισμοΰ γιά τόν εβραϊσμό καί τόν άρμενισμό τής οθωμανικής αύτοκρατορίας; Γιατί μόνο ό έλληνισμός; Καί γιατί άραγε

261

Page 257: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

εκτός άπό τήν δυτική Ελλάδα ("Ηπειρος κ.λπ.) καί τών όσων μεσογειακών λωρίδων βρίσκονται σέ έπαφή μέ τήν Δύση, άλλα «κέντρα» τοΰ έλληνισμοΰ (Κων/πολη, Πόντος, Σμύρνη κ.λπ.) δέν μπόρεσαν νά βγάλουν φυσιογνω-μίες σάν τόν Κοραή, τόν Λ. Άλλάτιο, τόν Εύ. Βούλγαρη καί άλλους; Είναι αύτοί «έθνικές φυσιογνωμίες» ή ύπερεθνικές συνειδήσεις, ένταγμένες σέ ειδικές ιστορικές λειτουργίες τοΰ μεσογειακοΰ χώρου; Καί τό παραπάνω έρώτημα είναι σωστό γιά τούς χώρους πού άναφέραμε, ή·άπλώς παραποιοΰ-με έτσι τήν μεγάλη διϊστορική τους σημασία; Πρόκειται δηλαδή γιά αμι-γείς έλληνισμούς πού μποροΰν νά άντιστοιχηθούν σέ μιάν κρατική άντί-ληψη έθνους — άς ποΰμε κάτι σάν τήν «έθνική αίτία» πού έπιβάλλει στούς ήπειρώτες καί τούς μικρασιάτες νά χτίζουν κολοσσιαία «πνευματικά κέ-ντρα» στήν όδό Σίνα καί τήν Ν. Σμύρνη, έξοδεύοντας τοΰ κόσμου τά λεφτά, καί στούς πελοποννησίους νά μαζεύουν όλους τούς ήρωες τοΰ '21 στήν κεντρική πλατεία τής Καλαμάτας —, ή πρόκειται γιά έλληνισμό «συγκλί-σεων», όπως άκριβώς άπαιτούσε ή λειτουργία τοΰ μεσογειακού όργανι-σμοΰ, ό όποιος τόσο πιό πολύ μπορούσε νά διαρκέση στίς συνθήκες τής άνατολικής λεκάνης τής Μεσογείου, όσο λιγώτερο «έθνικά» μποροΰσε νά ύπάρξη; Είναι ένας ελληνισμός σάν έκεϊνον τής δυτικής Ελλάδος (ό ό-ποιος καί πάλι όχι «έθνικά», άλλά άναπτυσσόμενος μέσα στίς πνευματικές διεργασίες τής Δύσης παράγει ό,τι παράγει), ή ένας έλληνισμός πού έχει ανάγκη άπό τό τυπικό μιάς παράδοσης καί όχι τής «εθνικής δημιουργίας»; — δηλαδή καλύτερα: ποΰ ή δημιουργία του συνίσταται στήν συντήρηση καί όχι στήν πνευματική «παραγωγή»; Θά χρειασθή νά έμβαθύνωμε πολύ στήν ύφή τής ελληνιστικής έποχής καί στήν έκτοτε ιστορία — πράγμα πού τά «έθνικά» μας όμματογυάλια δέν τό έπιτρέπουν —, γιά νά βρούμε άπά-ντηση στά έρωτήματα αύτά. Γιατί παρά τήν δράση τής Εύαγγελικής Σχο-λής στήν Σμύρνη (ίσως είναι τό τυπικώτερο έρώτημα), οί θρησκευτικές άποστολές τών περασμένων αιώνων βρίσκουν κατ' έξοχήν πεδίο δράσης στήν Μικρά 'Ασία; Ή Εύαγγελική Σχολή παράγει ή συντηρεί; Βιβλία καί περιοδικά παράγει βέβαια, άλλά ποιά είναι ή σημασία καί έπιστημονική άποτίμησή τους είναι τό έρώτημα. Γιατί άραγε ό ελληνισμός τής Αιγύπτου, ό όποιος ευρέθηκε ύπό τήν αιγίδα της 'Αγγλίας — ήγουν πέραν τής προ-στασίας τών «εθνικών πτερύγων» —, μπόρεσε σέ ελάχιστα χρόνια (άπό τό 1850 περίπου) καί έδωσε μιά τόσο σφίζουσα πνευματική ζωή; Μήπως αύτό θά έπρεπε νά μας προβληματίση, όσο βέβαια τό έπιτρέπουν οί «έθνικές» μας έπιφάνειες τών «έκλογών» καί τών έπισημοτήτων, ώς πρός κάποιαν μέλλουσα χρήση τοΰ έλληνισμοΰ στόν μεσογειακό χώρο καί έκεϊνον τών βαλκανίων; Ά π ό τήν Αίγυπτο ξέρομε μόνο τόν Καβάφη, λόγω τής «λογο-τεχνικής» μας ψώρας, άλλά οί αίγυπτιώτες έδωσαν κυρίως επιστημονικό

262

Page 258: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

έργο (πού είναι καί τό σημάδι πνευματικής ζωής). Δέν έννοοΰμε τοΰ Γ. Σκληροΰ, άλλά τών Τ. Νερούτσου Μπέη, Δ. Μόσχου, Χ. Νομικοΰ, Γ. Πεντάκη, Ε. Μιχαηλίδη κ.ά., πού πρόκειται γιά πρωτοποριακό έργο σέ μιά έποχή ποΰ καί ή ευρωπαϊκή έπιστήμη άρχίζει νά κάνη τήν γνωριμία της μέ τόν βαθύτερο πνευματικό κόσμο τής Μέσης 'Ανατολής. "Αν στήν Ε λ -λάδα ξέρωμε μόνο τόν Καβάφη, αύτό βέβαια μπορεί νά έχη σχέση μέ τήν «κριτική» άσχολία τής «εθνικής» μας κατσαρόλας, άλλά προφανώς όχι μέ τόν ίδιον. Σάμπως καί έχη προϋποθέσεις ό αύτόχθων κριτικός νά νοήση τά παράπαν τούς «έπιλέκτους Έλληνες έν Μηδεία κι έν Περσίδι» τοΰ Καβάφη, ή σώνει καί καλά ό Καβάφης νά έχη ψυχικήν σχέση μέ τήν έξοδο τοΰ Μεσολογγιοΰ!...

Στά παραπάνω ερωτήματα ή φιλολογική μας έρευνα δέν μας διαφωτίζει — τούλάχιστον προσωπικά δέν τό μπορέσαμε αύτό —, οπότε κατ' ανάγκην ή «έθνική» μας αύτοσυναίσθηση παραμένει ελλιπής. Παρά ταΰτα όμως έπιμένομε πάντα νά έχωμε «μεγάλη λογοτεχνία» καί άκόμη μεγαλύτερους ποιητές. Τί είναι λοιπόν όλ ' αύτά; — Δυστυχώς τίποτε περισσότερο άπό ένα μέτρο ύπαναπτύξεως, διότι τό σταθερόν χαρακτηριστικό τής Ελλάδος είναι νά ύπάρχη διά τής «λογοτεχνίας» ώς κρατικόν κατασκεύασμα άλαλον καί άφυσιογνώμητον. Σέ οποιοδήποτε συλλογικό έργο τής ευρωπαϊκής πνευματικής ζωής καί άν κυττάξη κανείς, είτε λογοτεχνίας, είτε θεάτρου, εϊτε μουσικής κ.λπ., ή Ελλάδα, έν άντιθέσει πρός άλλα βαλκανικά κράτη, ούδέ κάν μνημονεύεται. Έννοοΰμε βέβαια ή νέα Ελλάδα, τής όποιας, όπως είπαμε, ή σχέση όχι μόνο πρός τήν άρχαία, άλλά καί πρός τό Βυζάντιο, τελεί πάντα ύπό έρωτηματικό. Καί πιθανόν έπί τής έν λόγω ανυπαρξίας νά έχρειάζετο κανείς μιάν «ειδήμονα» έξήγηση. "Αν ύπάρχουν καί μερικά άρθρα, όπως λ.χ. τοΰ Λίνου Πολίτη σέ μερικά συλλογικά έργα τής παγκό-σμιας Λογοτεχνίας, είναι άπλώς πληροφοριακής ύφής κείμενα ώς πρός ένα φαινόμενο περιθωριακής φολκλορικής σημασίας. 'Απλή ένημέρωση γιά κάτι τί τό αλλότριο. 'Από έκεΐ καί πέρα ύπάρχει τό έργο — καί ή μελέτη γ ι ' αύτό — επωνύμων δημιουργών (στό Μόναχο λ.χ. ύπάρχει σύλλογος φίλων μουσικής τοΰ Σκαλκώτα), άλλά πάντα ύπό τήν αίρεση τοΰ κατά πόσον θά μποροΰσε νά θεωρηθή «έλληνικό», δηλαδή έκφραση κάποιας συλλογικής έν Ελλάδι συνείδησης. Πράγμα άλλωστε αυτονόητο, άφοΰ μιά τέτοια «συλλογικότητα» δέν ισχύει ούτε γιά αύτό πού θά μπορούσαμε νά άποκαλέσωμε «νεοελληνική λογοτεχνία». Καί αύτό καλύτερα άπό κάθε τί άλλο τό άποδεικνύει ή κατάσταση τής «νεοελληνικής κριτικής» — είς τόν όποιον κλάδο θά μπορούσαμε νά ύπαγάγωμε καί έκεϊνον τής «ιστορίας τής νεοελληνικής λογοτεχνίας», όπως αύτό επεκράτησε ώς μεταπολεμική «μά-

263

Page 259: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

θηση». Τό κοινόν μεταξύ «κριτικής» καί «ιστορίας» είναι τούτο: ότι ούδό-λως αισθάνονται ύποχρεωμένες νά επιδείξουν καί νά προτείνουν κριτήρια, νά πουν δηλαδή βάσει ποίων κριτηρίων «κρίνουν» καί «ιστορούν». Καί τούτο οφείλεται στό γεγονός πού είπαμε, ότι δηλαδή ή «λογοτεχνία» είναι κοινωνιολογικής προσδιωρισμένη κατάσταση «γενεών». "Αρα ό κριτικός δέν έχει ανάγκη θεωρίας καί οπτικής, άλλά άπλώς νά «ξέρη», νά είναι πληροφορημένος γιά τά πρόσωπα κυρίως. Τό έργο είναι κάτι δευτερεύον! Κατά παράξενο τρόπο, σ ' αύτό πού θά μπορούσε νά κυριολεκτήση κανείς τό νόημα τής κριτικής στήν Ελλάδα είναι αύτό πού οί κριτικοί έβιάσθη-καν νά άποκλείσουν ώς τέτοια (βλ. τό βιβλίο μας «'Ανάλυση» κ.λπ., σελ. 80), δηλαδή ή άντίστοιχη πανεπιστημιακή έρευνα πού έχει έδραίαν τήν ίστοριοδιφική βάση (Ζώρας, Τωμαδάκης, Μπουμπουλίδης κ.ά.). Ά π ό έκεΐ καί πέρα, ό,τι ύπάρχει ώς κριτική είναι άπλώς τό άπαραίτητο ντεκόρ γιά τόν πίνακα «λογοτεχνία τών γενεών». Καί είναι τόσο άνύπαρκτη ή χρήση άποδεικτικών μεθόδων σ ' αύτή, ώστε θέλοντας καί μή νά όμολογή κανείς ώς απολύτως εύλογο τό «κριτήριο» πού βάζει ό Δημ. Τσάκωνας σέ κάποιο βιβλίο του γιά τήν «γενηά τοΰ '30»: τά πολιτικά κόμματα! — «άκρα Δεξιά», «Κέντρο», «Αριστερά», «Κόμμα τών Προοδευτικών» κ.λπ.

Ά λ λ ά ύπάρχη μία περίπτωση κριτικής ποΰ πρέπει νά άναφερθοΰμε ιδιαί-τερα, γιατί είναι μεστή πολλαπλών συμπερασμάτων. Είναι δηλαδή τέτοια, πού άκριβώς έξ αίτιας τής μονίμως συγκεχυμένης περί «Έθνους» συνείδη-σης, όταν έπιχειρή νά έφαρμόση κριτήρια ξαστοχεϊ κατ' άνάγκην. Περι-πτώσεις κριτικής μέ κριτήρια καί μεθόδους, προσωπικώς τουλάχιστον ξέ-ρομε μόνο δύο: τήν θεωρία τών αισθητικών μοντέλλων τοΰ Γ. Αποστολά-κη γιά τό δημοτικό τραγούδι καί μιά κριτική πού έγραψε ό Εύ. Λεμπέσης γιά τόν Σκαρίμπα. Καί σ ' αύτή θέλομε ειδικά νά άναφερθοΰμε, άκριβώς έπειδή τά έφαρμοζόμενα κριτήρια είναι κοινωνιολογικά. Ό Λεμπέσης εί-ναι ξεχωριστή πνευματική περίπτωση τοΰ μεσοπολέμου καί άκραΐον όριο. Ή διαφορά του μέ τούς πανεπιστημιακούς τοΰ καιρού του έγκειται στό ότι «τό πνευματικόν κυκεώνα τής πρώτης μεταπολεμικής Εύρώπης καί δή έν Γερμανία», όπου κατά τήν έκφρασή του εύρέθηκε, προσπάθησε τούλάχι-στον νά τόν τιθασεύση. Τό μειονέκτημα όμως τοΰ Λεμπέση είναι ότι πι-στεύει στήν Ελλάδα, χωρίς αύτή ή έννοια νά τόν άπασχολήση κοινωνιο-λογικώς βαθύτερα. Ή βασική παρανόησή του είναι — καί τούτο προσδίδει στό έργο του θεωρητικής μόνο άξίας περιεχόμενο —-, ότι αύτό πού άπό τήν μεταπολεμική κοινωνιολογική έρευνα τοΰ τρίτου κόσμου γνωρίζομε σήμε-ρα ώς αϊτιοκρατικήν κλεπτοκρατία, γιά τόν Λεμπέση ονομάζεται «άρχουσα τάξις». Αύτή είναι ή βασική παρανόηση πού όδηγεΐ καί σέ πολλές άλλες. Τό Ressentiment π.χ. δέν έχει νόημα ώς έργαλεΐο μεθόδου σέ χώρες σάν

264

Page 260: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τήν Ελλάδα. Αύτό πού χαρακτηρίζει τίς σημερινές τριτοκοσμικές χώρες, άλλά στήν 'Ελλάδα ισχύει έξ άρχής λόγφ τής λιβανοειδοΰς μορφής καί τής άεθνούς ύποστάσεώς της, είναι ή άδιαφορία τών λαϊκών μαζών καί κανένα αίσθημα Ressentiment. Αύτό άποτελεΐ ένα ούσιώδες ιστορικό πρόβλημα. "Ολες οί τριτοκοσμικές σήμερα χώρες, δηλαδή οί λαοί τους, δέν έκδηλώ-νουν κανένα είδος Ressentiment γιά τίς ήγεσίες των — πού πάρα πολύ καλά ξέρουν — άλλά βαθύτατη άδιαφορία, ή όποία έκφράζεται διά πλήρους ούδετεροποιήσεως έναντι τοΰ Κράτους. Ούδείς ενδιαφέρεται, ούδείς δου-λεύει, μεριμνώντες άπλώς μέσα σέ ένα διαρκές κοινωνικό Konflikt πού διεξάγεται πέριξ τοΰ κράτους καί τής διοικήσεως πώς θά βουτήξη ό ένας άπό τόν άλλον (ό λαός άπό τήν ήγεσία καί αντιστρόφως). Αύτό στήν 'Ελλάδα άποτελεΐ διαρκή κατάσταση, έκδηλουμένη μέ τίς «απεργίες». Οί όποιες, άκριβώς έπειδή δέν ύπάρχει παραγωγή, δέν εκφράζουν πολιτικώς συγκροτημένα αιτήματα, άλλά τήν έκ πολιτικής άδιαφορίας — συνεπώς κανένα αίσθημα Ressentiment, πού πολιτικώς ενώνει — έπαιτητική εκδή-λωση πού προείπαμε, μέσα σέ μιά κατάσταση κοινωνικής συνανοχής («θά διοικής ύπό τήν προϋπόθεση ότι θά τρώω»), Ό κάθε άπεργός άπεργεΐ γιά τόν έαυτό του, έκδικητικά, καί άν μπορούσε θά έκλεβε· δέν λειτουργεί πολιτικά ύπό τήν ίδεολογικήν έκλογίκευση ενός κοινοΰ (άρα ενωτικού) κοινωνικού συναισθήματος Ressentiment.

Ή λογοτεχνική κριτική στήν 'Ελλάδα γιά τούτο «σώζεται»: διότι δέν χρησιμοποιεί κριτήρια καί έπιστημονικές μεθόδους, άλλά «ψυχολογικές εμβαθύνσεις». Γιατί τά κριτήρια επιδέχονται έλεγχο, δηλαδή έπί τής κρι-τικής μπορεί νά ύπάρξη κριτική, έπ ' αύτής καί τών μεθόδων της άλλη κ.ο.κ., δηλαδή διάλογος καί επιστήμη. Τήν ειδική περίπτωση τοΰ Λεμπέση τήν άπομονώσαμε άκριβώς γ ι ' αύτό, άλλά καί γιά έναν πρόσθετο λόγο: γιά νά δείξωμε ποΰ όδηγεΐ ή χρήση άφηρημένων κριτηρίων, προερχομένων έκ μελετών. Τό Ressentiment κοινωνιολογικώς είναι ιδεολογική καί όχι κατη-γορία τής άτομικής ψυχολογίας, όπως τήν θεωρεί ό Λεμπέσης — ή μάλλον όπως τήν έφαρμόζει στήν περίπτωση τοΰ Σκαρίμπα —, καίτοι ή καταγωγή της άνάγεται στήν «ψυχολογία τών μαζών», πού είναι επίσης κοινωνιολο-γική καί όχι ψυχολογική έννοια. Συνεπώς δέν έχει τίποτε νά κάνη μέ τήν «ψυχή» τοΰ συγγραφέα. Ή έννοια τοΰ Ressentiment, όπως καί ή άντίστοιχη τοΰ Consensus, αναπτύχθηκαν κυρίως μέ τίς περί κράτους θεωρίες μετά τόν πρώτον παγκόσμιο πόλεμο, έξ αίτιας τών έπακολουθησάντων επαναστατι-κών γεγονότων. Τό Ressentiment είναι κοινωνιολογική κατηγορία συγκε-κριμένης ιστορικής διαδικασίας, συνεπαγόμενη καί τήν κατάκτηση (ορι-σμένων άντιστοίχων ιδεολογικών περιεχομένων. Έτονίσθηκε δέ γιά ιδεο-λογικούς λόγους πολύ ή «ψυχολογική» καί «βιολογική» του σημασία άπό

265

Page 261: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

αστούς διανοουμένους (Gumblowicz, Ratzenhofer, Oppenheimer κ.ά. μέχρι καί τήν σημερινή «θεωρία τών συγκρούσεων» πού είδαμε στήν άρχή), διότι οί εύρωπαϊκές έπαναστατικές έλίτ έξεπέρασαν ούσιωδώς παραδεδομένους τρόπους τής άστικής σκέψης στίς θεωρήσεις των, πράγμα πού τήν άνάγκα-ζε νά βρίσκη διαρκώς όλο καί νέα θεωρητικά σχήματα. Αύτά μετά τόν δεύτερο πόλεμο έβοήθησαν πολύ (συνεπικουρούντων καί τών φοιτητικών κινημάτων) στήν σοσιαλιστικοποίηση τής παραγωγής. Τούτα όμως όλα είχαν σάν συνέπεια τήν ενίσχυση τών αστικών τάξεων, άκριβώς έπειδή αύτές υπήρχαν μέ ιστορικές ρίζες καί γ ι ' αύτό καθόλου αίσθανόμενες νά κινδυνεύουν άπό τά «θεία τραγιά», όπως θεωρεί ό Λεμπέσης μέ τόν Σκα-ρίμπα. "Ισα-ίσα ό φιλελευθερισμός ήταν ή θεωρία πού έπέτρεπε σ ' αύτές νά άνανεώνται μέσω αύτών τών τρόπων. Τόν μόνο άλλωστε καί κοινωνιο-λογικώς δυνατόν. Σέ μιά κοινωνία όμως πού ήξερε τήν φάρα καί τήν δη-μογεροντία καί σ ' ένα κρατικό κατασκεύασμα σάν τό έλληνικό, ό Λεμπέ-σης ομιλεί περί «άρχούσης τάξεως» βιομηχανικών προϋποθέσεων καί έν ονόματι αύτής καταδικάζει τόν Σκαρίμπα — άποδίνοντας στό «θείο τραγί» του σκοτεινά ένστικτα Ressentiment — καί άποκαλώντας τον «δημόσιο κίνδυνο έπί τυπωμένου χαρτιού». 'Αλλά ή «ψυχολογία τοΰ άρνητισμοΰ», όπως καί τά χαρακτηριστικά τοΰ βλακός, είναι άκριβώς τά χαρακτηριστικά τής «άρχούσης τάξεως» καί καθόλου τών ήρώων τοΰ Σκαρίμπα. Ό Μακρυ-γιάννης είναι ή κλασσική περίπτωση τής ψυχολογίας τοΰ έλληνικοΰ Res-sentiment. Οί ήρωες τοΰ Σκαρίμπα, άντίθετα, πού είναι κοινωνιολογικές κατηγορίες στά δεδομένα τοΰ έλληνικοΰ περιβάλλοντος, καί όχι άτομικοί ήρωες σκανδιναβών συγγραφέων, επαναφέρουν στά φυσικά της δεδομένα μιάν «άρχουσα τάξη» κοινωνικού καί ίστορικοΰ εκφυλισμού. Τά τών «άρ-χουσών τάξεων» δέν μοιάζει ό Λεμπέσης νά τά κατάλαβε ώς βίωμα καλά. Ό «έρωτας πίσω άπ ' τόν φράκτη» ήταν άκριβώς ή πολυτέλεια πού είχαν οί άρχουσες τάξεις τής Εύρώπης, έν σχέσει μέ τόν βιομηχανικό εργάτη. Αύτές είχαν τά άλογα, τά πάρκα, τίς ιππασίες, γιά νά κάνουν έρωτα στήν έξοχή. Καί αύτό έκαναν. Ό φυσικός γυμνισμός ήταν έφεύρεση καί χαρα-κτηριστικό τών άνωτέρω τάξεων, διότι μόνον αύτές είχαν τήν δυνατότητα νά τόν πραγματοποιήσουν στήν φύση. "Οχι οί εργάτες οί διπλοκουμπωμέ-νοι στά στενά βαριά τους ροΰχα, γιά νά μποροΰν νά δουλεύουν... "Αλλωστε οί έρωτες «πίσω άπ ' τούς φράκτες» καί στίς γωνίες τών σοκακιών (ιδιαί-τερα τούτο γιά τά παιδιά τών λαϊκών στρωμάτων πού δέν έχουν τήν κοι-νωνικότητα έξ άγωγής καί τήν ζητοΰν μόνα τους στόν δρόμο) είναι αύτά πού άναπτύσσουν ψυχικά τόν άνθρωπο... Ό έρωτας στίς άνέσεις καί τά «σαλόνια» πού άντιπαραθέτει ό Λεμπέσης στόν Σκαρίμπα, δέν είναι άκρι-βώς τό χαρακτηριστικό τών «άρχουσών τάξεων» άλλά ένα κοινωνιολογικό

266

Page 262: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

σύμπτωμα δλων τών «διοικητικών» (καί δχι «άρχουσών») τάξεων τοΰ τρίτου κόσμου: τών σεξουαλικών στεγανών. Τήν λεπτή άλλά ούσιώδη διαφορά πρέπει νά τήν ίδοΰμε όμως έν συνδυασμώ μέ κάποιες άλλες κατανοήσεις. Σέ πολλές «ύπό άνάπτυξιν» χώρες συμβαίνει τό έμπόριο τών Galery καί τών μαγαζιών μέ «Antiques» νά άνθη παραδόξως. Πώς γίνεται άραγε στήν Ε λ -λάδα — γιά νά περιορισθούμε μόνο στά καθ' ήμάς —·, σέ μιά χώρα τόσο γενικής ένεγραμμάτου καί άλλης άμορφωσιάς, νά βρίσκεται τό «άνώτερο» έκεΐνο γούστο πού συντηρεί τέτοια εμπόρια; Καί πώς συμβαίνει νά είναι οπτικώς έτσι ύπερπληρωμένα τά τών «Antiques», σχετικά μέ άλλα τοΰ έ-ξωτερικοΰ; Βέβαια δέν βρίσκει κανείς σ ' αύτά τόν λεπτότατον έκεϊνον τόνο φινέτσας πού βρίσκει σέ αντίστοιχα καταστήματα τής Κοπεγχάγης, τοΰ Λονδίνου, τοΰ Παρισιοΰ, τοΰ Μονάχου κ.λπ. Βρίσκει όμως στήν «γραμμή» τους τό πληθωριστικό καί χτυπητό τοΰ εύκολου πλούτου, τήν φυσιογνωμία τοΰ έπενδεδυμένου χρήματος. 'Αγορασμένα βέβαια σέ καλά μαγαζιά τοΰ εξωτερικού, άλλά μέ έντονες φαναριωτοβαλκανικές «προτιμήσεις» τών εύ-ρωπαϊκών επιμορφώσεων καί έπιχρισμάτων. Πρόκειτα πάντως γιά πολύ άνθοϋσα αγορά, άγνωστον άν καί φορολογικώς διαπιστουμένη. Καί άνθεϊ άκριβώς, όχι λόγω ύπερβάλλοντος αισθητικού ζήλου τής «άρχούσης τά-ξεως» τοΰ Λεμπέση, άλλά άκριβώς λόγω τής άμφιβόλου κοινωνικής ύπάρ-ξεώς της. Λόγω δηλαδή τής κοινωνικής ρευστότητός της, πού τήν καθιστά «διοικητική» καί ούχί «άρχουσα». Πρόκειται περί τριτοκοσμικής κατηγο-ρίας. Ή «άνοδος» καί ή «πτώσις» έν διαστήματι μόλις δεκαετιών, άν μή βουλευτικών περιόδων, μεταφέρουν τά έπιπλα καί τούς πίνακες σχεδόν άπό σπίτι σέ σπίτι, άν μή άπό χέρι σέ χέρι! Έδώ είναι πού ό μεσολαβών έμπορος μπορεί όντως νά γίνη πλούσιος, διότι αύτά μεταφέρονται ώς χρη-ματιστικές άξίες καί όχι ώς αισθητικά άντικείμενα, ώς σύμβολα κοινωνι-κών «Standards», τής καλλιτεχνικής άποτιμήσεώς των έπαφιεμένης έξ ολο-κλήρου στήν «έμπιστοσύνη» τοΰ μεσολαβοΰντος. Έ ρευστότης αύτή (προερχόμενη άπό τό γεγονός τής υπάρξεως τής «άρχούσης τάξεως» μέσω τοΰ κράτους καί τοΰ ρόλου τοΰ στρατού σ ' αύτό, ό όποιος ύπάρχει πολι-τικά αύτονομημένος διότι οί χώρες δέν μποροΰν νά άναλάβουν τήν οργά-νωση του — πράγμα πού δημιουργεί διαρκή άστάθεια δικαίου καί άρα αποδυνάμωση τής «ιδιοκτησίας») έπιβάλλει συντεχνιακές μεθόδους τοΰ «παντί τρόπω κρατήματος» σέ όλα τά έπίπεδα, ιδιαίτερα δέ στόν έρωτα καί τόν γάμο πού είναι μιά φυσική δυνατότης διατηρήσεως. Καί άκριβώς λόγω τής διοικητικής καί όχι πολιτικής ύποστάσεως τών «άρχουσών τάξεων» στίς ύπανάπτυκτες χώρες, τά σεξουαλικά στεγανά διαστρωματοΰνται σέ όλον τόν διοικητικό μηχανισμό καί παίζουν μεγάλον κοινωνικό ρόλο. Ή καταθλιπτική μονοτονία τής γραφειοκρατίας στίς χώρες αύτές, ή μισθοδο-

267

Page 263: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τική στενότης καί δσα θά μπορούσαν νά φέρουν τόν διοικητικό μηχανισμό σέ απεργίες καί αναστατώσεις, άναπληροϋνται μέ τίς... άπολαύσεις τοΰ έσωτερικοΰ διοικητικού σέξ. Τό όποιον σύν τοις άλλοις άποτελεΐ καί ένα σπουδαίο μέσον έλέγχου τοΰ διοικητικού μηχανισμού (σ ' έμάς όπως είδαμε τό μέτρο έπεκτείνεται στούς στρατώνες καί τήν χωροφυλακή...).

Μέσα στό «Θείο Τραγί» ό Σκαρίμπας — πού έβλεπε τά τής «πρωτευού-σης» τήν ίδια πάνω-κάτω έποχή πού έβλεπε καί ό Λεμπέσης τούς «βλάκες» του — έβαλε πολλήν κοινωνιολογικήν ούσία τών παραπάνω. Ά λ λ ά ό Λε-μπέσης, μέ μιά παρανοημένη άντίληψη τής έννοιας τοΰ Ressentiment (αυ-τής δηλ. πού τόν κάνει νά έξηγή τήν ιδεολογική καί καθόλου ψυχολογική περίπτωση τοΰ Μπακούνιν ή τοΰ Τολστόι διά τής «ύπερβολικής ζωτικό-τητος» πού δέν άντεχε ή τάξη τους!) έθέλησε νά τά σβύση διά τής «έρω-τικής άνέσεως» τών «σαλονιών». Ά λ λ ά τό Ressentiment ούτε ψυχολογική έννοια είναι, ούτε ό Σκαρίμπας πάσχει άπό αύτό τό σύνδρομο. Απόδειξη ότι δέν είναι έννοια ψυχολογική, είναι ένα πρόσφατο γεγονός τών καιρών μας: ότι μεταπολεμικά τό Ressentiment — γιά λόγους πού δέν θά μάς εν-διέφεραν τώρα — άναπτύχθηκε μεταξύ τών Etablierten τάξεων τής Εύρώπης καί τής Αμερικής (καθηγητών Παν/μίου, άνεγνωρισμένων συγγραφέων, διασήμων σκηνοθετών κ.λπ.) καί όχι άπό «φθονοΰντας άνερχομένους πλη-βείους». Καί ότι ό Σκαρίμπας δέν ύπάγεται σ ' αύτό τό σύνδρομο άποδει-κνύεται έπίσης άπό τό ότι τά προβλήματα πού θέτει ξεπερνοΰν κατά πολύ τήν νοητικήν ύπόσταση τής «άρχούσης τάξεως» τών Αθηνών. Τό πρόβλη-μα πρωτευούσης καί έπαρχίας πού θέτει ό Σκαρίμπας, είναι ή de facto άπόδειξη συνειδησιακής άνυπαρξίας έθνους, ή αίωνία κατάσταση μεταξύ «αύτοχθόνων» καί «ετεροχθόνων». Ή «επαρχία» τοΰ Σκαρίμπα είναι ή «ελ-ληνικότητα τοΰ άερόφωτος» τής πρωτευούσης — ή άπεγνωσμένη προσπά-θεια τής πνευματικής «άρχούσης» τάξεως ή συντεχνίας τών Αθηνών άπό κάπου ιδεολογικά νά πιασθή. Καί μή βρίσκοντας ή ίδια τίποτε ή ούδενός υπάρχοντος, κάνει τήν έπαρχία τοΰ Σκαρίμπα άέρα καί φώς καί τήν ονο-μάζει «έλληνικότητα». Καί έδώ είναι ποΰ επαναστατεί ό Σκαρίμπας. "Ολα τοΰτα μέσα στίς συνθήκες τοΰ «τρίτου έλληνικοΰ πολιτισμού» θά δώσουν τό γλοιώδες έκείνο κλίμα πού θά περιγράψη λίγο μόλις μετά ό Λεμπέσης μέ τούς «βλάκες» του. Γιατί μέ τούς «βλάκες» του — τών οποίων τήν κεντρική ίδέα άντλεΐ άπό τήν κοινωνιολογική άνάλυση τών εύφυϊών τοΰ Μανχάϊμ — άκριβώς τήν «άρχουσα τάξη» τής πρωτευούσης περιγράφει. Καί έδώ βρίσκεται ή ειρωνεία τών πραγμάτων — δικαιολογημένη ώστόσο κοινωνιολογικώς άπό τό συνειδησιακόν περί «έθνους» κομφούζιο —, ότι ό Λεμπέσης κατακρίνει τόν Σκαρίμπα γιά τό ίδιο πράγμα πού κατακρίνει καί ό ίδιος. Οί «βλάκες» του είναι τό περιβάλλον μέσα στό όποιον ό ίδιος

268

Page 264: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ύπάρχει και' βλέπει κάθε μέρα μπροστά του. Διότι διαφορετικά δέν υπάρ-χουν βλάκες κοινωνιολογικής. Στίς βιομηχανικά προηγμένες κοινωνίες ή βλακεία ώς κοινωνιολογική έννοια, όπως τήν αναλύει ό Αεμπέσης, έχει έκλείψει πρό πολλού. Ό βιομηχανικός τρόπος παραγωγής έχει βρει αύτήν άκριβώς τήν δυνατότητα, τήν διαβάθμιση τής βλακείας νά τήν κάνη πα-ραγωγή καί κοινωνικόν όφελος. Ό «βλάκας» τοΰ Λεμπέση είναι ό Καρα-γκιόζης ώς διοικούσα φυσιογνωμία, ώς «άρχουσα τάξις». Ά λ λ ά έναντι αύτοΰ έξεγείρεται καί ό Σκαρίμπας. Ά π ό τί Ressentiment νά διακατέχεται; Μήπως άλλωστε δέν πουλούσε τά παράσημα πού τοΰ δίνανε στά παληα-τζίδικα ώς τήν τελευταία στιγμή;...

"Αν ή περίπτωση τών Σκαρίμπα μάς άπησχόλησε ιδιαίτερα, δέν ή-ταν μόνο γιατί εκφράζει μιάν ούσιώδη «συνειδησιακή στιγμή» μέ τίς κα-ταστάσεις τοΰ «έθνους», άλλά γιατί είναι καί ή περίπτωση κριτικής — πού άκριβώς ίσως γι1 αύτό — ύποδεικνύει τά κριτήρια καί τίς μεθόδους τών συμπερασμάτων της. Καί όταν αύτό γίνεται, όταν δηλαδή μπαίνουν επι-στημονικά μέτρα κρίσης σ ' αύτά πού κανένας κρίνει, τότε μπορεί νά ύ-παρξη διάλογος καί νά άναλυθοΰν πολύ περισσότερα άπό όσα ό ϊδιος λέ-γει. Ά ν ή κριτική ξέρη πράγματα γιά τήν... «ψυχή» τοΰ καλλιτέχνη πού κανένας άλλος δέν ξέρει, τί διάλογος νά γίνη καί τί κριτική; Ή όλη κα-τάσταση είναι πλέον ύπόθεση «μύησης»... "Οτι πάντως οί ίδέες τοΰ Λεμπέ-ση ήσαν καταδικασμένες άπό τήν ϊδια τήν φύση τους νά μείνουν μετέω-ρες στά δεδομένα τής έλλαδικής πραγματικότητος, είναι προφανές καί πρα-κτικώς δεδομένο. Ά λ λ ά αύτό καθόλου δέν σημαίνει πώς δέν χρησίμευ-σαν: μέ τά άφηρημένα νοήματα «άρχουσα τάξις», «ομάδα τών έπιλέκτων» κ.λπ. πού έμπαζαν ώς ανεξέλεγκτες κοινωνικώς πραγματικότητες, έδωσαν τά έπιτήδεια προμηθεύματα σέ όλους τούς ταγματασφαλϊτες καί δωσίλο-γους πού έβγαλε τό ανακάτωμα τής κατοχής καί τοΰ έμφυλίου, νά οικο-δομήσουν άκόμη μιά φορά τό «έθνος» στό «σέβας», στίς «συντακτικές πράξεις» καί τήν περσικήν μεγαλοπρέπεια τών ιερατικών άμφιέσεων. Αύ-τά άφ ' ένός. Ά φ ' έτέρου οί «ψυχολογικές» κατευθύνσεις, όπως τίς διε-τύπωσε μέ τό βάρος τής αύθεντίας του ό Λεμπέσης, έδημιούργησαν καί τίς άπαραίτητες προϋποθέσεις ποΰ θά έκινεΐτο κατ' άντιστοιχίαν καί τό πνευ-ματικό κλίμα τών παραπάνω μεταπολεμικών καταστάσεων διά τής «κρι-τικής». Ό Σκαρίμπας μιλάει πρακτικά: «έκάματε τήν επαρχία μπαίγνιο σας», καί ό Λεμπέσης τοΰ άπαντάει: «έχεις Ressentiment, είσαι κομπλεξι-κός». Τά πράγματα έσυζητήθηκαν πολύ τότε καί έσυνέχισαν μεταπολεμι-κά μόνο έτσι. Δέν τά κρίνωμε γιά νά τά κατακρίνωμε, άλλά γιά νά τά κατανοήσωμε. Γιατί παρά τήν μή πλήρη εύστοχία τους έδρασαν άγαθά: τίς άλλες έπισημάνσεις τοΰ Λεμπέση δέν τίς έχομε πλέον σήμερα ώς κοι-

269

Page 265: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

νωνιολογικό δεδομένο άλλά άς ιστορική κατάσταση... Καί αύτό είναι κα-λό.

Τίποτε περισσότερο γιά τήν άνυπαρξία πολιτισμού καί τέχνης στήν Ε λ -λάδα δέν θά έχρειάζετο νά προσθέσωμε. Καί ό πολιτισμός, όπως έξηγήσα-με, έκφράζει τό ούσιώδες μέτρο τών συνταγματικών «έρμηνειών» καί κα-τοχυρώσεων. Τών ύπαναπτύκτων τό χαρακτηριστικό δέν είναι ότι δέν έ-χουν αύτό πού οί ί'διοι νομίζουν ώς λογοτεχνία, άλλά ότι έχουν μόνον αύτό καί τίποτ' άλλο. Μέσα στόν όρον αύτόν δέν χωρούν μόνο τά ποιήματα καί τά μυθιστορήματα, άλλά καί όλη τους ή άλλη πνευματική παραγωγή (ή «λαογραφία», ή ιστοριογραφία, ή κριτική, τό θέατρο καί ό κινηματογράφος καί όλα τους δηλαδή τά προϊόντα μιάς άσαφούς έθνικής συνείδησης καί σκοτισμένης κοινωνικής συναισθήσεως μέ φορέα τήν «καταγραφή»...). "Ο-σο μεγαλύτερη ή υπανάπτυξη, τόσο πιό άποκλειστική καί στατιστικώς ή «λογοτεχνία». Πλήν τών εισέτι άναναπτύκτων φυλών, πού άποτελούν αντι-κείμενο τής έθνολογίας καί όχι άλλων έπιστημών, τό άνώτερον όριο στήν στατιστική κλίμακα τής ύπαναπτύξεως μεταξύ τών ιστορικών λαών τό κα-τέχει, ή μάλλον τό καθορίζει ή 'Ελλάδα.

Έάν μελετήση κανείς στατιστικά τήν πνευματική παραγωγή άλλων λαών διά τών βιβλίων — καί αύτό δέν είναι δύσκολο γιατί ή άναλογία τηρείται καί στούς βιβλιοπωλικούς καταλόγους μεγάλων έκδοτικών οίκων —, θά παρατηρήση, ότι μεταξύ τών εύρωπαϊκών τούλάχιστον χωρών, τό ποσοστό τής Λογοτεχνίας κυμαίνεται περίπου σέ ένα 30%. Μεταπολεμικά πού ή Λογοτεχνία πέρασε κυρίως στά βιβλία τσέπης καί συγκεντρώθηκε σέ ώρισμένους εκδοτικούς οίκους, οί στατιστικές προσεγγίσεις είναι εύκο-λώτερες (σ ' αύτές συνυπολογιζομένης καί τής «ψυχαγωγικής λογοτεχνίας» καί τοΰ σοβαρού κοινωνικώς κλάδου τών Comics). Τό ύπόλοιπον 70% κα-λύπτεται άπό μελέτες έπιστημονικοϋ περιεχομένου — κοινωνιολογίας, ι-στορίας, φιλοσοφίας, ψυχολογίας κ.λπ. 'Εξαιρούμε βέβαια τούς καθαρώς έπιστημονικούς εκδοτικούς οίκους.

'Εάν παρατηρήση κανένας τήν «φυσιογνωμία» τής 'Ελλάδος στίς διε-θνείς της παρουσιάσεις, όπως στήν διεθνή έκθεση βιβλίου τής Φρανκφούρ-της, όπου ή εκάστοτε Κυβέρνηση διά τών καταλόγων τοΰ 'Υπουργείου Πολιτισμού δίνει τήν «επίσημη εικόνα» τής πνευματικής καί πολιτιστικής κατάστασης τής χώρας, τό ποσοστό «λογοτεχνίας» κυμαίνεται περίπου γύ-ρω στό 98%. Αύτό ίσχυε έπί ΠΑΣΟΚ (κατάλογοι ύπάρχουν ήδη άρκετοί καί μποροΰν νά μελετηθοΰν), ώσπου έπί κυβερνήσεως «έθνικής σωτηρίας» τοΰ κ. Τζαννετάκη νά φθάσωμε τό άπόλυτον όριο τοΰ 100%! "Οντως στόν κατάλογο πού παρουσίασε τό «Ministry of culture, department of letters»

270

Page 266: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ύπό τόν τίτλο «Modern Greek literatur, 1984-1988», τό μόνο πού παρουσιά-ζεται είναι αποκλειστικά «λογοτεχνία». Είδική επιλογή δηλαδή, διότι άν βάζαμε καί όλα τά ποιήματα, θά άναποδογυρίζαμε τά θεμέλια τής διεθνούς στατιστικής έπιστήμης. Ύπό τόν όρον βέβαια «Literatur» ούδόλως στίς άλλες χώρες έννοεΐται άποκλειστικά ή λογοτεχνία, έμεϊς όμως τί άλλο νά βάζαμε; Νά έχρησιμοποιούσαμε κάποιον ύπότιτλο, μέσα, «έπιστήμης»; Δέν ήταν δυνατόν διότι ή έπιστήμη άνευρίσκεται καί στά διεθνή ειδικά περιο-δικά, καθότι είναι διεθνής τρόπος έπικοινωνίας. Μπορούσαμε νά άναστα-τώσωμε τό διεθνές έπιστημονικό καθεστώς μέ τό νά άρχίσουν οί διάφοροι επιστήμονες νά διαμαρτύρονται στά έπιστημονικά ιδρύματα πού έκδίδουν τίς μεγάλες επιστημονικές έπιθεωρήσεις, ότι δέν βρίσκουν σ ' αύτές αύτά πού τό έπίσημον έλληνικόν κράτος θά έμφάνιζε ώς «έπιστήμη»; Τά πράγ-ματα μέ τήν «έπιστήμη» άκολουθούν δυστυχώς τούς νόμους τών συνήθων ζωοπανηγύρεων, όπου όσο κ ι ' άν θέλης δέν μπορεί νά μετονομάσης τά κοτόπουλα σέ άγελάδες καί νά τά πουλήσης σάν τέτοια. Ό «άέρας» τής «κυβερνητικής άλλαγής» μας ύπεχρέωσε νά μείνωμε αύστηρά σ ' αύτό πού είχαμε άπό λόγους «ύπηρεσιακής συνεπείας». «Poetry», «Novels», «Short Stories» καί όλίγην σάλτσα «κριτικής» ύπό τόν άορίστου περιεχομένου τίτλον «Essays» (ότι βέβαια διά τοΰ όρου αύτοΰ στά διεθνή λογοτεχνικά δεδομένα χαρακτηρίζονται δευτερευούσης φύσεως έργασίες γιά δευτερεύο-ντα θέματα, είναι γνωστό). Μέ άλλα λόγια ή επίσημη «πνευματική» μας φυσιογνωμία είναι άκριβώς αύτή πού ήταν καί πρίν τόν πόλεμο: «ρίζες», άέρας, φώς καί «έλληνικότητα»... — άκριβώς ή ίδια αίσθηση (σέ ένα διε-θνές κλίμα) μέ ένα πολύ ωραίο άλμπουμ γιά τίς φορεσιές τών άρχαίων άτζέκων τοΰ Περοΰ, πού είναι πρόθυμος νά τούς άναγνωρίση κανείς μέγα έθνογραφικό ένδιαφέρον, άλλά βιάζεται νά πάη παραπέρα νά ίδή τίποτ' άλλο.

Ά λ λ ά μέ αύτά τά... άγκιστρα τί νά ψαρέψη κανείς στόν ώκεανό τοΰ Πυθαγόρα καί τών Προσωκρατικών; Καί τί σ ' έκεϊνον τοΰ Φωτίου καί τοΰ Ψελλού; (Τοΰ οποίου τά χειρόγραφα τά έσωσαν οί καταλανοί τόν μεσαίωνα καί εκδόθηκαν έπί τέλους άπό τίς βιβλιοθήκες τής Μαδρίτης;)...

'Ωστόσο πρέπει νά είμαστε εύχαριστημένοι πού τά πράγματα έφθασαν καί ώς έκεΐ μεταξύ 1984-88, άν σκεφθοΰμε ότι όλα αύτά τά χρόνια τό πολιτι-στικό μας θερμοκήπιο έποτίζετο άποκλειστικά μέ... καλλιτεχνία. Τελικώς έμείναμε μέ τήν έντύπωση, ότι τά σκάνδαλα έβλαψαν τό ΠΑΣΟΚ. Πρόκει-ται γιά λάθος: ό... «πολιτισμός» τό έχαντάκωσε πολιτικά. "Οτι βέβαια αύτά τά χρόνια τής οκταετίας ή «τέχνη» άνεπτύχθη, είναι γεγονός. Ό χ ι φυσικά όπως άνεπτύχθηκε έπί σοσιαλισμοΰ στήν 'Ισπανία, όπου τείνει νά προσ-

271

Page 267: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

λάβη διαστάσεις βιομηχανικού κλάδου οικονομικώς — στήν Ελλάδα άπό πολλούς λόγους δέν θά ήταν δυνατή μιά τέτοια άνάπτυξη —, άλλά κατά τούς νόμους τής άγοράς πού προεξηγήσαμε: ή νέα «άρχουσα τάξις» έπί ΠΑΣΟΚ, σκοπώντας νά τά πάρη άπό τήν παληά τής Δεξιάς, νά ξεκρεμάση δηλαδή άπό τούς τοίχους τούς πίνακες καί νά προμηθευθή τίς «Antiques», έδημιούργησε τίς κατάλληλες συνθήκες «ρευστοποιήσεως» στήν άγορά γιά τήν «άνάπτυξη» τής «τέχνης». Μόνο όμως πού ό πολιτισμός, έπειδή μ ' αύτόν κατ' ούσίαν διεξάγεται πολιτική (ήγουν είναι αύτό τούτο τό νόημά της), ύπό ύπουργικήν μορφή έχει τό μειονέκτημα νά δείχνη παρά νά κρύβη κρισιμότητες. Έ ν α μικρό φάλτσο στόν χώρο τής πολιτιστικής πολιτικής είναι ίκανό νά δείξη πρός τούς άλλους, μέσα στήν φυσική φθορά πού έχει κάθε κυβέρνηση στήν έξουσία, άν αύτή ή κυβέρνηση είναι άκόμη πολιτικά βιώσιμη ή όχι. Καί τό νά παρουσιάζη κανείς στήν έπίσημη βιτρίνα «λο-γοτεχνία» καί μόνον, ένώ άπό τήν άλλη μεριά νά ρίχνη τό σύνθημα γιά «'Ολυμπιάδες», είναι τό άκρον άωτον τής πολιτικής κακοφωνίας. Πάει νά πή δηλαδή ότι ή κυβέρνηση αύτή ένδιαφέρεται αποκλειστικά καί μόνον γιά «εκλογές», επιδιώκοντας νά μεταβάλη λεπτούς πολιτικούς θεσμούς διε-θνούς σημασίας — τών οποίων ή οργάνωση σύν τοις άλλοις κοστίζει καί έκατομμύρια δολλάρια, πού βέβαια μέ κάποια ξένα «κονδύλια» θά πρέπει νά πληρωθούν — σέ «έθνικά» παραμύθια γιά τίς κάλπες καί άλλοθι έκλο-γικά.

Διότι ώς πρός τό άθλητικόν μέρος, ότι ή άμείλικτη γελοιοποίησή μας είναι έκ τών προτέρων δεδομένη, δύναται διά τής «λογοτεχνίας» καί μαθη-ματικής ν ' άποδειχθή. Δικαίωμά μας φυσικά είναι (καί πρόβλημα τών έμβαθύνσεών μας) τά πράγματα γενικής παιδείας καί άθλητισμού νά τά νομίζωμε άσύνδετα, μόνο όμως ότι αύτά δέν είναι. Ά ν τά άγωνίσματα έξηρτώντο μόνο άπό τά μούσκλα καί τήν γυμναστική, όλες οί χώρες θά έβγαιναν πρωταθλήτριες, γιατί όλες διαθέτουν δυνατότητα νά προπονούν άνθρώπους. Ά λ λ ά κάτι άλλο φαίνεται πώς είναι αύτό πού χαρίζει τίς νίκες στούς αγώνες. Καί αύτό τό άλλο, πού οί άρχαΐοι ήμών «πρόγονοι» τό ήξεραν, είναι αποκλειστικά καί μόνον ή ψυχή. Γ ι ' αύτό, όπως είπαμε, τούς κρεμούσαν τά στεφάνια στό κεφάλι καί όχι στά μούσκλα. "Ισης δυνάμεως καί αποδόσεως σωματικά μέλη στούς άθλητές μπορούν νά φκιάξουν όλες οί χώρες. Αύτό τό «άλλο» όμως είναι πού δέν μποροΰν νά φκιάξουν όλες μέ τήν ίδια εύκολία καί αύτό τό «άλλο» είναι πού μετριέται μέ τούς ολυ-μπιακούς αγώνες. Ά λ λ ά τί τούς θέλομε τούς πειραματισμούς άφοΰ έχομε τήν «λογοτεχνία»; Νά ξοδευθούν έκατομμύρια δολλάρια, γιά νά φανή αύτό πού δέν μπορή νά κρυβή; Τί μποροΰν νά κάνουν τά γήπεδα καί ή προπό-νηση σέ τσαλαπατημένες ψυχές σάν πεταμένα δοχεία Κόκα Κόλας, άπό τό

272

Page 268: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

σχολείο, τόν παπα, τόν χωροφύλακα, τήν προεκλογική βαρβαρότητα καί τόν θηλυπρεπή καημό τοΰ μπουζουκιού; Ά π ό τό κλάμμα τοΰ μπουζουκιοΰ ώς τό θριαμβικόν χαμόγελο τοΰ άλματος έπί κοντώ καί τής σφαιροβολίας, ή απόσταση είναι αστρονομικού μεγέθους. Χωρίς «ποίησιν» (έννοοΰμε ε-κείνη τοΰ Ροΐδη), χωρίς μουσική παιδεία, χωρίς θρησκεία, χωρίς πεζό λόγο, καί άρα χωρίς έρωτα, πώς νά κερδηθοΰν τά έπαθλα; Πρός τί λοιπόν ή κατασπατάληση δισεκατομμυρίων δολλαρίων ώς πολιτική άπαίτηση, ά-φοΰ στούς όποιους αγώνες τό «μή όρατόν» πάντα στεφανοΰται; Αύτό τό «μή όρατόν», πού σ ' έμάς είναι όρατότατον, είναι καί τό ούσιώδες μέτρο τών γενικωτέρων πολιτικών έκτιμήσεων... 'Ήτοι τών ουσιωδών.

Στό βιβλίο τοΰτο — γ ι ' αύτό άλλωστε καί τό γράψαμε — έθέσαμε θέμα διαλύσεως τής Ελλάδος, ήγουν ιστορικής άναδιαρθρώσεως τοΰ ελληνι-σμού. Πότε στήν ιστορία ύπήρξε ή 'Ελλάδα κράτος μέ πατερίτσα καί κοινοβούλιο; Ούδέποτε! Αύτό πού ξέρομε ώς «'Ελλάδα» είναι πολλά καί δυναμικά κέντρα έλληνισμοΰ, λειτουργούντα άπό Γλασκώβης έως 'Υεμέ-νης καί άπό Μασσαλίας έως Αζερμπαϊτζάν. Καί έτσι άκριβώς έλειτούρ-γησε ό ελληνισμός καί στήν βυζαντινή αύτοκρατορία. Τό λάθος μ ' αύτή είναι ότι θεωρούμε τήν πολιτιστικήν διάσταση τοΰ έλληνισμοΰ — πού είναι άλλο πράγμα — ταυτόσημη μέ κάποιο είδος έλλήνων. "Οτι δηλαδή τήν έκάμαμε «έθνικό» χαρακτηριστικό καί έγίναμε ύπανάπτυκτοι (ή έπειδή γίναμε ύπανάπτυκτοι τήν έθεωρήσαμε έτσι, όπερ ταύτόν). Ά λ λ ά καί έλλη-νες νά μήν ύπήρχαν άπό τήν τουρκοκρατία κι έδώ, ή έννοια τοΰ έλληνι-σμοΰ θά προήγετο άπό άλλους, όπως καί όλως έγινε. Δέν θά έπιμείνωμε τώρα παραπέρα στό θέμα αύτό, πού είναι θέμα άλλου βιβλίου- λέμε άπλώς τί δείχνει τό ιστορικό παρελθόν. Τό όποιον παρελθόν είναι άδύνατον νά κατανοήσωμε, άν δέν άντιληφθοΰμε ότι έστηρίχθηκε σέ μιά τέτοια ιστο-ρική λειτουργία τοΰ ελληνισμού.

Ή 'Ελλάδα ώς κράτος άντιστοιχεΐ στήν οριζόντια οπτική τής έννοιας «Εύρώπη» κατά τόν άξονα Παρίσι-Μόσχας. 'Εμείς έδώ τήν βλέπομε καθέ-τως, πού είναι καί ή φυσιολογική. Τήν οπτική αύτή τήν χαλάει άκριβώς τό κράτος «'Ελλάς», διότι λόγω τής τερατογενοΰς ύποστάσεώς του (άπο-δεικνυομένης έκ τών έννοιών «πολιτισμοΰ» καί «λογοτεχνίας»...) καταργεί τήν διεθνικήν ιστορική λειτουργία τοΰ μεσογειακού οργανισμού, άνευ τοΰ όποιου δέν ύφίσταται νοηματικώς ή έννοια τής Εύρώπης ώς όλου. Λειτουρ-γία τοΰ μεσογειακοΰ οργανισμού πάει νά πή καί μέ τό 'Ισλάμ μαζί, άνευ τοΰ όποιου δέν όλοκληροΰνται τά πράγματα (ούτε εκείνα τής Εύρώπης). Καί αύτό σημαίνει ότι ύπό τήν παρούσα κατάσταση τοΰ κόσμου ή συνερ-γασία τών δύο μεγάλων δυνάμεων έντός τοΰ μεσογειακοΰ όργανισμοΰ είναι

273

Page 269: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

προϋπόθεση όλων τών υπολοίπων (τών «συνασπισμών» πλέον έκφυλιζομέ-νων προοδευτικώς). Ά π ό έκεΐ καί πέρα μας χρειάζονται όσο τό δυνατόν πιό μεγάλοι όγκοι καί όσο πιό πολύ ένεργεϊς μικρές δυνάμεις. Ό έλληνι-σμός είναι έκ κατασκευής τό άρχήθεν έμφυές ένζυμον λειτουργίας τού μεσογειακού οργανισμού, πού άπολύτως τίποτε δέν έξυπηρετεϊ σήμερα σάν κράτος, άν πρέπει ό μεσογειακός οργανισμός νά δραστηριοποιηθή ιστορι-κά. Μας χρειάζεται μιά μεγάλη κεντρική Εύρώπη, μιά μεγάλη δυτική Εύ-ρώπη (τής Αγγλίας νοουμένης ώς μεσογειακής προεκτάσεως, ήγουν συν-δέσμου άπό τήν άλλη μεριά πρός τήν σκανδιναβική Εύρώπη) καί μιά με-γάλη βαλκανοτουρκική περιοχή. Μέσα σέ όλ ' αύτά ή έννοια «'Ελλάς» περιττεύει. Τά Βαλκάνια είναι σταθερότατη περιοχή (έξηγήσαμε γιατί στά προηγούμενα), έφ' όσον στηριχθούν πολύ ή λίγο στίς έθνότητες πού τά άποτελούν. "Ετσι έδούλεψαν σταθερότατα έπί 2.000 χρόνια, καί έγιναν ά-σταθή καί ή μπαρουταποθήκη τής εύρωπαϊκής ήπείρου, άφ1 ής στιγμής έμπήκε σ ' αύτά ή «εύλογία» τοΰ έθνικοΰ κράτους (γι ' αύτό καί είπαμε ότι ό κ. Λαντσβέργης καί οί μουλλάδες στό Αζερμπαϊτζάν νά μήν βιάζωνται, διότι είναι κι άλλος κόσμος τοΰ όποιου τά άνάλογα προβλήματα πρέπει νά λυθούν μέσα σέ φυσιολογικές λειτουργίες. Καί πού άν δέν λυθοΰν, ούτε καί τά δικά τους «έθνικά» θά λυθοΰν). Τό πρώτο πράγμα πού θά λυθή μέ μιά έπαναδραστηριοποίηση τοΰ μεσογειακού οργανισμού είναι ή ύπέρβαση τοΰ χάσματος «Βορρά-Νότου» μέσα στήν ϊδια τήν Εύρώπη (πρόβλημα πού άντανακλά στήν ϊδια τήν δομή τών ευρωπαϊκών μεσογειακών χωρών καί τής 'Ιταλίας ιδιαίτερα) καί άνευ τής λύσεως τοΰ όποιου δέν θά ύπάρξη ή εύχέρεια έπιλύσεως άλλων δυσκολωτάτων προβλημάτων τής μεσογειακής περιοχής, όπως αύτά τής Μέσης Ανατολής καί τοΰ ισλαμικού κόσμου γενικώτερα, διότι τό τέτοιο χάσμα έστί μεθερμηνευόμενον πολιτική άντί-ληψη «έθνικοΰ κράτους», ήτοι «τί παίρνω» καί όχι «τί δίνω». Δέν θά έπε-κταθοΰμε περισσότερο έπί τών πραγμάτων αύτών, τών όποιων ώρισμένα σημεία έπιδιώξαμε νά θίξωμε στά προηγούμενα. Έπειδή βρίσκονται έν τω γίγνεσθαι, τροφοδοτούν άπείρως τό βασικό υποστατικό μέ τό όποιον γρά-φονται βιβλία ιστορίας, ήγουν τήν φαντασία. Διά τής «καθέτου» οράσεως πού λέγαμε πρίν, έμφανίζεται ή έλλειψη ενός πρακτικού παράγοντος γιά τήν λειτουργικότητα τοΰ μεσογειακού χώρου ώς διασυνδετικού εύρυτέρων πολιτιστικών περιοχών, πού λέγεται «οθωμανική αύτοκρατορία». Δέν μπο-ροΰμε όμως αύτόν τό παράγοντα νά τόν ξαναφκιάξωμε, διότι μας λείπουν τά «ύλικά». Καί τοΰτο λόγω τής διεθνοΰς σημασίας πού έλαβε ή Μεσόγειος μεταπολεμικά, μέ τήν αναγκαστική παρουσία τής Αμερικής σ ' αύτή. Αύτή τήν τάξη πραγμάτων ούτε νά τήν παραβλέψωμε μποροΰμε, ούτε καί συμ-φέρει, άφοΰ άπεδείχθη παράγων ειρήνης καί προόδου καί είναι άκρως

274

Page 270: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

απαραίτητη γιά μιά διεθνή σημασία τοΰ μεσογειακού χώρου. Ά ρ α μόνο μέ υποκατάστατα μποροΰμε νά σκεφθοΰμε. Λογικώς όμως «διεθνοποίηση τής Μεσογείου» σημαίνει «διεθνοποίηση τής Ελλάδος», διότι αύτή σάν κρά-τος κρατάει σχεδόν όλη τήν άνατολική Μεσόγειο. Ά λ λ ά «διεθνοποίηση έθνικοΰ κράτους»; Αύτό ώς έννοια είναι άντιφατικό. Ύπό οιεσδήποτε άλ-λες συνθήκες, θά έπέλθουν κατ' άνάγκην μεταβολές. Σημασία λοιπόν έχει, ποιές αύτές μπορεί νά είναι. Καί νομίζομε πώς οί καλύτερες γιά όλους είναι αύτές πού άποδεικνύει τό ιστορικό παρελθόν ώς φυσιολογικές. Σέ κάθε άλλη περίπτωση δέν μένει παρά νά συζητοΰμε αιωνίως γιά «ύφαλοκριπίδα» καί τό άν θά μπή ή Τουρκία στήν ΕΟΚ! Κι έμεϊς νά προβάλλωμε τό Veto λόγω τής κατοχής στήν Κύπρο. Δηλαδή πράγματα πολιτικώς ύπανάπτυκτα καί ούδόλως «εύρωπαϊκά»...

Γεννάται λοιπόν τό πρόβλημα, μήπως αύτά θά έπρεπε νά άποτελέσουν θέματα εύρυτέρων συζητήσεων, μιά καί τό γενικό κλίμα σήμερα επιβάλλει μάλλον αύτές παρά τόν στρουθοκαμηλισμό. Μήπως άντί νά φυλάμε γερά τά σύνορα, νά ζητούμε «ιδιωτικά συμφωνητικά», νά τρέχωμε στά γήπεδα καί νά χειροκροτούμε στά μπαλκόνια (πράγματα άλλων έποχών καί άνα-γκαιοτήτων), θά έπρεπε νά διαπλατυνθοΰμε διά τής έννοιας τοΰ έλληνι-σμοΰ; "Ολοι διαπλατύνονται, έμεϊς θέλομε σώνει καί καλά «έθνική άντιπρο-σωπεία». Καί δέν μιλούμε γιά τίποτ' άλλο, άδιάφορο τό τί γίνεται στόν άλλον όλον κόσμο, παρά γιά «προγράμματα», «υποδομές», «επενδύσεις» καί «άνάπτυξη», πού όλο τήν χάνομε στό «παρά λίγο». Ή Ελλάδα κατάντησε χώρα τών άγίων καί τών «οικονομολόγων». Πώς γίνεται τώρα καί οί άνε-πτυγμένοι καί πλούσιοι νά βάζουν άλλες προτεραιότητες στά «προγράμμα-τά» τους καί όλοι οί άδέκαροι καί πειναλέοι νά μιλάνε συνέχεια περί «Οι-κονομίας»; Ά π ό μιάν άποψη βέβαια είναι φυσικό: άφοΰ πεινάνε, λεφτά ονειρεύονται, δηλαδή σκέφτονται μέ τήν κοιλιά όπως κι έμεϊς. Μήπως όμως τελικώς ή Οικονομία δέν λύνει ποτέ καί πουθενά κανένα πρόβλημα; Είναι άραγε ή Οικονομία έπιστήμη; Τί πάει νά πή Οικονομία; — Ή Οι-κονομία είναι ή απλούστερη τών επιστημών καί θέλει νά 'πή, ότι όποιος δουλεύει πρέπει νά τρώη. Ή «διακύμανση τών τιμών» είναι πού κάνει τήν Οικονομία περίπλοκη άριθμομαγειρική έπιστήμη. Αύτό όμως δέν είναι θέμα οικονομικό. Ή Οικονομία στηρίζεται στό αύτονόητον γεγονός, ότι πρέπει νά ύπάρχουν λεφτά. Πώς όμως βγαίνουν τά λεφτά, ή Οικονομία δέν είναι σέ θέση νά προσδιορίση. Καί τούτο είναι φυσικό: ή έξεύρεση χρη-μάτων, πού είναι έργο τής πολιτικής, είναι άλλο πράγμα άπό τήν διαχεί-ρησή τους, πού είναι έργο τής Οικονομίας. Ποιά είναι ή δική μας πολιτική πού θά μάς προμηθεύση τό χρήμα; Δεδομένου ότι τό «χρήμα» είναι πνευ-

275

Page 271: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ματικής σημασίας φαινόμενο (παρήχθη διά των ιδεών πού μετεμόρφωσαν τίς κοινωνίες καί έθεσαν συνεκτικό τους δεσμό τήν πνευματική έννοια τής έργασίας, καθ' ά προεξηγήσαμε), έπεται ότι άν δέν έχης τίς άντίστοιχες ίδέες, δέν μπορείς νά έχης καί τό χρήμα. Δηλαδή έν ολίγοις, ή πτωχεία κοινωνικών ιδεών είναι καί οικονομική φτώχεια. "Οντως· οί κοινωνίες πού δέν έχουν σήμερα χρήματα είναι άκριβώς αύτές πού δέν έχουν τίς άντίστοι-χες ιδέες γιά παραγωγή. Δέν λέμε οπωσδήποτε «βιομηχανική», διότι ώς παγκόσμιο φαινόμενο ή παραγωγή δέν περιορίζεται μόνο στίς μηχανές. Ή παραγωγή άπό μαγειρευμένες μπάμιες — άλλά καλομαγειρευμένες καί ύ-γιεινές —, είναι έξ ίσου παραγωγικόν γεγονός όσο καί ένα άεροπλάνο. Ούτε καί είναι άλλωστε τυχαϊον, ότι τό καλομαγειρευμένο φαΐ είναι άνα-πόσπαστον στοιχείο τής έννοιας τοΰ άεροπλάνου. "Οτι μάλιστα είναι καί προϋποθετικόν τής όλης έννοιας, τό άντιλαμβανόμεθα άπό τό γεγονός ότι οί άεροπορικές εταιρείες αύτό διαφημίζουν καί όχι τά φτερά ή τίς τουρ-μπίνες... 'Επίσης καί ή φαντασιακή οργάνωση τοΰ «σέξ», όπως αύτό τό συνέλαβαν ώρισμένα τουριστικώς προηγμένα μέρη τής 'Ινδοκίνας καί τής Καραβαϊκής, είναι έξ ίσου σοβαρός κλάδος τής παραγωγής όσο καί ή μικροηλεκτρονική. 'Αντίθετα οί ύποανάπτυκτοι καί οί ενδεείς στίς ιδέες, έπιμένουν πάντα στίς «έπενδύσεις». Καί έτσι μένουν πάντα φτωχοί, όπως έμείναμε κι έμεϊς άπό έποχής 'Επιδαύρου καί έντεΰθεν έπειδή μείναμε α-ποκλειστικώς στίς «έπενδύσεις».

'Αλλά γιά νά έρθουν οί «έπενδύσεις» πρέπει νά βροΰν νά επενδυθούν σέ ιδέες (ιδιαίτερα στούς τομείς πού μόλις άναφέραμε, όπως θά άναπτύξωμε πιό κάτω). «'Επενδύσεις» σκέτες, δηλαδή ώς μεταφερόμενο χρήμα, έχομε πού καλούμε άπό τό '21 κι έδώ συνέχεια, άλλά ούδέποτε ήρθαν. 'Αφ ' ένός μέν γιατί ή άγορά ήταν μικρή, άφ ' έτέρου δέ, λόγω τής άνυπαρξίας «λαού», τό πολιτικό κόστος γιά μιά πολιτικά εύαίσθητη περιοχή όπως τής 'Ελλά-δας θά ήταν γιά τήν έπενδύουσα χώρα δυσαναλόγως μεγάλο. «Λαός» πάει νά πή τόν ιδεολογικό συνεκτικό δεσμό πού θά έκανε τούς κατοίκους τοΰ ελλαδικού χώρου νά δουλέψουν, νά κατοχυρώσουν τά έπενδεδυμένα κεφά-λαια καί νά... «άναπτυχθούν». Σέ όλον τόν περασμένο αίώνα ό φαναριωτι-σμός τής επιφάνειας δέν έκανε τίποτε άλλο παρά νά φωνάζη γιά «έπενδύ-σεις». 'Εκυκλοφόρησαν μάλιστα καί ογκώδη βιβλία πού προέβαλλαν τόν έλληνικό χώρο στό έξωτερικό ώς ένα είδος νέας άνακαλύψεως τοΰ Κολόμ-βου έπί τών Βαλκανίων. "Ενα τέτοιο είδος φαναριωτικού κοντσέρτου είναι τό «La Grece telle qu'elle est» τοΰ Π. Μωραϊτίνη: κατατοπιστικό ρεπορτάζ σάν αύτά πού διαβάζει κανείς στίς μεγάλες εφημερίδες γιά ένδιαφέρουσες χώρες έπενδύσεων. Ά λ λ ά οί «έπενδύσεις» δέν ήρθαν, διότι οί καταστάσεις τοΰ «λαοΰ» ήσαν όποιες καί σήμερα... Τελικώς όλος αύτός ό θόρυβος τών

276

Page 272: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

«επενδύσεων» θά βρή τόν «έθνικό» προορισμό του στόν θεσμό τής βασι-λείας, ό όποιος θά φιλοδοξήση τούλάχιστον νά στηριχθή πολιτικά, κατο-χυρώνοντας άποτελεσματικά διά τοΰ στρατοΰ τόν ρόλον τοΰ μισθαρχίδη γιά τούς έπιγενομένους τών μεγάλων δραμάτων τής εύκολίας. Μιά δουλειά πού κουτσά-στραβά κράτησε ώς τά σήμερα... Παραβλεπομένου βέβαια τοΰ γεγονότος μέσα σέ όλ ' αύτά, ότι δέν μπορούσαν νά ύπάρξουν ειδικές «έ-θνικές» γιά τήν Ελλάδα λύσεις, διότι αύτή ύπήγετο — καί έννοοΰμε καί έπί τών ήμερών μας — σέ έναν εύρύτερο χώρο τής μεσογειακής περιοχής.

Τό ίδιο καί μέ τήν «άνάπτυξη». Τί άνάπτυξη; Ό κ. Παπανδρέου έκαμε άνάπτυξη. 2,8% αύξήθηκε τό άκαθόριστο έθνικό εισόδημα μόνο τω 1988 καί 3,7% αύξήθηκε ό δείκτης τής βιομηχανικής παραγωγής. Περιττόν νά τά άρνούμεθα, γιατί ύπάρχουν σέ κείμενα διεθνούς έγκυρότητος (βλ. π.χ. στήν γνωστή σειρά «L' etat du monde '89-'90», σελ. 476). Καί τί λοιπόν έκαμε ή «άνάπτυξη»; Καί τί έκαμε ή «πρόοδος τών κοινωνικών κατακτή-σεων» πού έπετεύχθη μ ' αύτή τήν άνάπτυξη καί πού όντως ύπήρξε; Αύτό πού έχομε ώς δεδομένο είναι μιά γενική καθίζηση τών πάντων — κοινω-νική, μορφωτική, πολιτιστική κ.λπ. —, πού ώδήγησε στήν πλήρη ύποβάθ-μιση τής κοινωνικής ζωής. Καμμιά σημασία γ ι ' αύτό δέν έχουν τά σκάν-δαλα, γιατί σκάνδαλα πάντα καί στό παρελθόν ύπήρξαν, τό μεγαλύτερο δέ καί σκανδαλωδέστερον ότι δέν ύπήρξε μεταπολεμικά καμμιά άνάπτυξη (έ-νας αναπτυσσόμενος δέν διώχνει τούς εργάτες πού τοΰ χρειάζονται...). "Ε-χομε λοιπόν τήν «άνάπτυξη» καί ταυτόχρονα έχομε καί τήν άνάπτυξη τής ύπανάπτυξης! Τί τήν επικαλούμαστε συνεπώς διαρκώς;

Ύποθέτομε λοιπόν ότι τά συνθήματα μάς σωθήκανε. Ή Οικονομία είναι πρόβλημα ιδεών καί δχι χρημάτων. Κι αύτές πρέπει νά βροΰμε. Ά π λ ή ν άπόδειξη τοΰ γεγονότος δτι ή Οικονομία δέν είναι θέμα χρημάτων άποτελεΐ ή διαπίστωση, ότι σέ κοινωνίες πού βρήκαν άλλους τρόπους παραγωγής χρήματος άπ' τούς σημερινούς, π.χ. δουλοκτητικές, ή Οικονομία ώς κλά-δος τής πνευματικής δραστηριότητας τοΰ άνθρώπου είναι άγνωστη. Δέν θά έπεκταθοΰμε περισσότερο στό θέμα, γιατί σκοπός μας έδώ είναι τό νόημα τών έκλογικών συνθημάτων καί όχι ή Οικονομία. Έ Οικονομία, όπως ή Κοινωνιολογία καί ή Ψυχολογία — «κλάδοι» επίσης άγνωστοι στό παρελ-θόν —, είναι τρόποι μελέτης κοινωνικών καταστάσεων πού προϋποθέτουν συγκεκριμένα δεδομένα. Σέ κοινωνίες πού αύτά δέν ύπάρχουν, ή Οικονομία άποτελεΐ πανάκεια τών μονίμως άλύτων προβλημάτων τους. Σέ αύτό άκρι-βώς έγκειται καί ή ύποανάπτυξή τους. Γιά τήν περί Οικονομίας ιδέα στόν τόπο μας, χαρακτηριστικό είναι ένα γεγονός δχι πολύ παληό: όταν ή νο-μική σχολή 'Αθηνών χωρίσθηκε σέ νομικό καί οικονομικό τμήμα, γύρω

277

Page 273: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

στίς αρχές τής δεκαετίας τοΰ '60, πολλοί φοιτηταί άφηναν τό νομικό καί μετεγράφονταν στό οικονομικό γιά νά γίνουν πλούσιοι στό μέλλον!...

Ό προεξάρχων ρόλος τής Οικονομίας στήν κοινωνική νόηση τών όσων δέν έχουν λεφτά, είναι άκριβώς άποτέλεσμα τού γεγονότος ότι δέν έχουν λεφτά. Σέ πολλές ύπανάπτυκτες χώρες είναι άποτέλεσμα τοΰ άποικιοκρα-τικοΰ άγώνος έν συνδυασμώ μέ τόν ρόλο τοΰ σοσιαλισμού γ ι ' αύτόν κατά τό παρελθόν. Ά π ό τήν άγνοια τοΰ Μαρξισμοΰ καί τήν μή μετοχή στίς διαδικασίες τοΰ βιομηχανικοΰ προλεταριάτου, ή μόνη «μαρξιστική άρχή» πού προέκυψε γιά τίς χώρες αύτές ήταν ότι ή «βάση »(ή «Οικονομία») ήταν συντελεστική γιά όλα τά ύπόλοιπα. Μιά άρχή αύτονόητη γιά κοινωνίες πείνας (βλ. σχετικά καί τό βιβλίο μας «Έπί τής Δομής τοΰ Νεοελ. Κρά-τους», β ' έκδ. 1990, σελ. 146). Γιά τήν Ελλάδα όμως, χώρα τοΰ εύρωπαϊκοΰ περιθωρίου καί πού ή γεωστρατηγική της σημασία δέν έπέτρεπε νά μετα-βληθή σέ καθαρώς άποικιακή, είναι ή άντίληψη τών άναλλοιώτων μερκα-ντιλιστικών σχέσεων, συνδυασμένων πάντα μέ τήν κλοπή, πού ύπερτονίζει τόν οίκονομικόν παράγοντα. Κατά τόν περασμένο αίώνα μέ τίς «επενδύ-σεις» ύπάρχουν πειράματα άλλά όχι «προγράμματα». Τά «προγράμματα» άρχίζουν κυρίως μέ τήν μικρασιατική καταστροφή. Οί μικρασιάτες, άντι-προσωπεύοντας τό 30% περίπου τοΰ τότε πληθυσμού καί ύποχρεωμένοι νά ζήσουν στό περιβάλλον τών άγροτοκτηνοτροφικών σχέσεων τής ήπειρω-τικής Ελλάδος, άναπτύσσουν τέχνες καί έπιτηδεύματα ύπηρεσιών, δηλαδή «βιομηχανία» τής έσωτερικής άγοράς. Αύτά, έν συνδυασμώ μέ τά «έργατικά χέρια», θά θεωρηθούν προϋποθέσεις «βιομηχανικής άναπτύξεως» άπό τίς τότε διοικητικές τάξεις καί ό πατροπαράδοτος κολλυβισμός θά μετονομα-σθή σέ «Οικονομία». Χαρακτηριστικός έκπρόσωπος τών νέων τάσεων καί φιλοδοξιών είναι ό κ. Ζολώτας. Προσέχοντας κανένας τό προσεγμένο δω-ρικό ύφος καί τήν πελεκημένη φράση τών πρώτων έργων του, όταν πρω-τοδιωρίσθηκε στήν Θεσ/νίκη, μπορεί εύκολα νά καταλάβη τό μέγεθος τών προσδοκιών πού επέτρεπαν οί τότε καταστάσεις. Τώρα άν ή Ελλάδα παρά ταύτα έμεινε ύποανάπτυκτη καί οί τότε προσδοκήσαντες καί όντες έκτοτε μονίμως στά πράγματα σπεύδουν άκόμη σήμερα νά τήν «σώσουν», είναι άπόδειξη ότι ή «Οικονομία» δέν αποτελεί λύση κανενός προβλήματος. Μέσα σέ όλα τοΰτα, ένα είναι τό εύτύχημα (πού καί τοΰτο άποτελεΐ έπίνοια τών ξένων καί όχι τών γηγενών): ότι οί καταστάσεις διεμορφώθησαν έτσι, ώστε όλες οί «βιομηχανικές» δραστηριότητες νά συγκεντρωθοΰν στό λε-κανοπέδιο τής Αττικής καί νά παραμείνη έτσι άνέπαφο τό μόνο βιομηχα-νικό κεφάλαιο πού διαθέτει ή Ελλάδα ώς μεσογειακή έκταση: ή ώραία φύση τής έλληνικής υπαίθρου, πού είναι ή ομορφότερη τής Μεσογείου. Καίτοι ή Ελλάδα διαθέτει ένα άπό πλουσιώτερα μεσογειακά ύπεδάφη (βλ.

278

Page 274: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

π.χ. «Die Lander der Erde», Pahl-Rugenstein, 8η έκδ., Koln 1986, σελ. 205-6), oi ευρωπαίοι έφρόντισαν νά προμηθεύωνται τίς άντίστοιχες ύλες άπό άλλου, μή πειθόμενοι στά κελεύσματα τών ελλήνων άναπτυξιολόγων καί «ειδικών». Και έτσι έσωσαν τήν έλληνική φύση. Πλήν τού γεγονότος ότι ή Ελλάδα άποτελοΰσε μιά άμφισβητούμενη περιοχή στίς διεθνείς σχέσεις, στήν έπίνοια αύτή πρέπει νά διακρίνωμε τόν λεπτόν συναισθηματικό ν δε-σμό πού ενώνει τούς εύρωπαίους μέ τόν ελληνικό χώρο. Άκριβώς λοιπόν αύτό τό διασωθέν περιβάλλον πρέπει σήμερα νά ένσωματωθή ώς άπείρακτη φύση στήν βιομηχανική παραγωγή. Ά λ λ ά εύκολο αύτό ύπό τίς σημερινές συνθήκες τής Ελλάδος καθόλου δέν είναι. "Οπως τίποτε δέν ήταν εύκολο ώς τώρα καί όπως δείχνει ή αποτυχία τοΰ μέχρι τώρα τουρισμού. Δέν συζητοΰμε γιά καμμιά κατάσταση γκαρσονιών καί άποχωρητηρίων, άλλά γιά μιά κατάσταση ύψηλοΰ κοσμοπολιτικοΰ πνεύματος καί μορφώσεως (θά έπανέλθωμε σ ' αύτό στά άκολουθοΰντα κείμενα). Κυρίως όμως συνειδητή σχέση μέ τό επιτελούμενο έργο, πράγμα πού σημαίνει μιά σωστή πρώτα σχέση τών γηγενών μέ τόν χώρο. Αύτοί μέ τήν σημερινή διάταξη πραγ-μάτων, όλοι «έτερόχθονες» παντοΰ καί ούδένα δεσμό διατηροΰντες μέ τό έλληνικό περιβάλλον, μόνο νά καταστρέψουν μποροΰν. 'Υπάρχει άλλη χώρα στόν κόσμο, όπου τό ρήμα «κατοικώ» άντικαταστάθηκε μέ τό ρήμα «κατοικοεδρεύω»; 'Υπάρχει άλλη χώρα πού δέν διαθέτει στατιστικές τοΰ μονίμου πληθυσμοΰ της; Καί πώς είναι δυνατόν σέ μιά τέτοια θρησκευτική χώρα νά λειτουργή ή άρχαιόθεν βάση τής έκκλησιαστικής διοικήσεως, πού είναι ή ένορία; Διότι ή 'Ελλάδα έχει στατιστικές τοΰ συνόλου πληθυ-σμοΰ (αύτό μπορεί νά τό κάνουν καί ξένοι οργανισμοί), όχι όμως καί τοΰ μονίμου, δηλαδή πόσοι κατοικοΰν σέ έναν τόπο. Γιατί αύτό; Μά γιά τί άλλο; — νά διεξάγωνται «άρμοδίως» οί εκλογές! Γιατί μόνο άν «κατοικοε-δρεύη» κανένας κάπου είναι σίγουρο ότι «κατοικεί» κι έκεΐ καί μπορεί νά ψηφίση μόνο μιά φορά. "Αλλως πώς είναι δυνατόν νά «κατοικεί» κάπου καί νά «έδρεύη» κάπου άλλοΰ, όπότε βέβαια ψηφίζει δυό φορές καί... βάλε! (είναι δυνατόν νά «έδρεύει» καί σέ περισσότερα μέρη). "Ολοι οί κομματάρ-χες «κατοικούν» στά χωριά τους, άλλά «έδρεύουν» στίς πόλεις ή τήν πρω-τεύουσα, όπου άσχολοΰνται μέ τούς ψήφους καί τίς μπίζνες. Μπορεί λοιπόν μέσα στήν γενική κατάσταση τοΰ «κατοικοεδρεύειν» καί τήν διαρκή έσω-τερική μετανάστευση νά ύπάρξη οποιοσδήποτε δεσμός καί ένδιαφέρον μέ τό περιβάλλον; Είδικά γιά τούς «κατοικοΰντες» καί «έδρεύοντες», ήγουν μή «κατοικοεδρεύοντες», ιδιαίτερα μάλιστα γιά τούς κομματάρχες, οί τόποι άπό τούς όποιους προέρχονται άποτελοΰν άπλώς προσχήματα τών δραστη-ριοτήτων τών «εδρών» τους. Στήν Αθήνα οί περισσότεροι, μεταξύ τής πλειονότητος τών συμπατριωτών τους — οί όποιοι έπίσης «έδρεύουν» —,

279

Page 275: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ασχολούνται ν ' «αναπτύξουν» τόν τόπο τους μέ «ύποδομές» κατά τόν καλύτερο τρόπο πού συμφέρει τό κόμμα καί τήν προβολή τους. Καί τόν χαλάνε βέβαια. Τί νά κάνουν οί νόμοι, όταν άλλοιώς δουλεύουν οί κατα-στάσεις; «Άνάπτυξη» καί «ύποδομές» ή κυβέρνηση, «άνάπτυξη» καί «ύπο-δομές» καί οί κομματάρχες γιά τήν περιοχή. Τί άλλο;

Ά λ λ ά ένσωμάτωση τής ελληνικής φύσης στήν βιομηχανική παραγωγή, όπως τό έννοοΰμε έδώ, δέν σημαίνει κάτι πού «τό έχομε καί τό παραχω-ρούμε» παθητικά καί ύπηρετικά. Σημαίνει «κεφαλαιοποίηση» αύτοΰ τοΰ πράγματος, δηλαδή συνυπολογισμό αύτοΰ τοΰ παράγοντος στόν προγραμ-ματισμό τής εταιρείας πού φκιάχνει τό εκδρομικό άεροπλάνο, τό κότερο, τό πούλμαν-ξενοδοχεΐο ή τό Camping-buss. Παθητικός τουρισμός οδηγεί σέ καταστάσεις σάν τήν «Κόστα Μπράβα» ή μερικές μεριές στήν νότια Γαλλία καί τήν άδριατική 'Ιταλία. Ά λ λ ά σήμερα ή άνάπτυξη τών παρα-πάνω βιομηχανιών καθιστά τόν τουρισμό όλο καί άτομικώτερον. Ά ρ α συνυπολογισμός τής φύσης στίς προοπτικές άναπτύξεως αύτών τών βιομη-χανιών σημαίνει όσο τό δυνατόν λιγώτερο προκατασκευασμένη καί άνέπα-φη φύση. Αύτά όλα σύν τήν διαρκή έλάττωση τοΰ χρόνου έργασίας οδη-γούν σέ μιά κατάσταση μονίμου τουριστικής ζωής. Αύτή όμως γιά νά άντιμετωπισθή άπό έλληνικής απόψεως χρειάζεται ύψηλά «στάνταρ» μορ-φώσεως καί πραγματικώς έργαζομένους έγκεφάλους. Ό χ ι «οικονομολό-γους» καί «προγραμματιστές». "Οσο διαρκοΰν αύτοί, θά μπαίνουν μόνο φωτιές γιά «αύθαίρετα». Μά θά μάς δοθή εύκαιρία νά έπανέλθωμε σ ' αύτά πιό κάτω.

Ή 'Ελλάδα ώς συνεχιζομένη κατάσταση «Έθνους» προξενεί σέ όλους ζημιά — πρώτα-πρώτα στούς ίδιους τούς Έλληνες — καί σέ κανέναν ω-φέλεια. Μέ κανένα είδος εσωτερικής φιλοσοφίας καί μέ κανένα πολιτικό σύνθημα δέν μποροΰν νά καλυφθούν τά πράγματα, διότι ή ύπανάπτυξη τοΰ έλληνικοΰ χώρου δέν οφείλεται σέ κάποιες «ιδιάζουσες» συνθήκες, πού θά μποροΰσαν νά άρθοΰν μέ μέτρα. Διότι μετράται μέ τά χαρακτηριστικά τής ύποαναπτύξεως ώς ιστορικής κατηγορίας. Αύτό πάει νά πή ότι τό πρόβλη-μα δέν λύνεται μέ «μέτρα», διότι αύτά θά μποροΰσαν νά τά λάβουν όλες οί χώρες.

Στά ελληνικά έκυκλοφόρησε πρόσφατα ένα πολύ ωραίο βιβλίο τοΰ Γάλ-λου συγγραφέα Guy Sorman: « Ό νέος πλοΰτος τών Εθνών» (έκδόσεις «Ροές», Αθήναι 1988). Τίτλος του μποροΰσε νά είναι καί «Βίβλος τής ύπαναπτύξεως». Πρόκειται γιά ένα πρακτικό βιβλίο χωρίς «θεωρητικές» παρωπίδες, πού έντοπίζει τά πράγματα στά άπλα στοιχεία τους καί όχι σέ «άναλύσεις» καί προλήψεις ιδεολογικές. Έάν έδιάβαζαν αύτό τό βιβλίο οί

280

Page 276: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

έλληνες πολιτικοί μας, θά έκαταλάβαιναν πόσο μάταια είναι τά συνθήματά τους. Σέ όλους τούς ύπαναπτύκτους, ό «φιλελευθερισμός» καί ό «κρατικός προγραμματισμός» άποτελοϋν μονίμως εναλλακτικά συνθήματα διαδοχής στήν έξουσία, τά όποια όπου έπεκράτησαν καί όπως καί άν έφηρμόσθησαν ώδήγησαν μονίμως στόν συνδυασμό «άνάπτυξης», φτώχειας γιά τούς πολ-λούς, καί κλεπτοκρατίας (σελ. 27). Τίποτε δέν ύπάρχει τό ιδιαζόντως έλ-ληνικό, κάτι πού νά μήν άνευρίσκεται σέ άλλες χώρες. Τό βιβλίο πουθενά δέν άναφέρει τήν Ελλάδα· είναι γραμμένο γιά άλλες χώρες τοϋ τρίτου κόσμου καί είναι ένα βιβλίο γεωπολιτικής κοινωνιολογίας. Καί όμως· σέ κάθε σελίδα ό άναγνώστης άνακαλύπτει μονίμως έλληνικά χαρακτηριστι-κά. Δέν ύπάρχει κεφάλαιο καί χώρα, τής όποιας τά χαρακτηριστικά ύπα-ναπτύξεως, ολικώς εϊτε μερικώς, νά μήν άπαντώνται στήν Ελλάδα, ή κα-τηγορίες τής κοινωνικής μας ζωής πού νά μήν βρίσκονται στήν καθημε-ρινή πραγματικότητα άλλων χωρών τοΰ τρίτου κόσμου. Τί χρειάζεται νά προσθέση κανείς γιά τά «προγράμματα» τών πολιτικών μας κομμάτων; Κλείνοντας κανείς τό βιβλίο αύτό, μοιραία καταλήγει στό καταθλιπτικό έρωτηματικό: πώς γίνεται καί οί κοινωνίες πού μετέβαλαν τήν θρησκεία σέ ιδιωτική ύπόθεση τών άτόμων νά είναι οί άνεπτυγμένες πού σέβονται τό άτομο, πού τό κατοχυρώνουν δικαιακά καί κοινωνικά καί πού οδηγούν στόν πλούτο, ένφ οί κοινωνίες τής ύπανάπτυξης, τής φτώχειας καί τής κακομοιριάς, νά έντοπίζουν τήν «έθνική» τους ύπαρξη καί τήν «σωτηρία» στήν θρησκεία; Πώς γίνεται δηλαδή ή 'Ελλάδα καί ή Ζανζιβάρη νά είναι τό ϊδιο πράγμα; "Οτι βέβαια δέν φταίνε οί θρησκείες άλλά οί έκκλησίες, είναι φανερό: καθολική είναι ή Γαλλία, καθολικό είναι καί τό Περού. Καί ότι οί θεωρίες τοΰ Μάξ Βέμπερ έχουν χάσει πρό πολλοΰ τήν σημασία τους, όχι μόνο μέ τήν άνάπτυξη τοΰ ορθοδόξου σώματος τών Ρώσσων, άλλά καί μέ τήν άνάπτυξη πού πέτυχε ή 'Αμερική μεταπολεμικά σέ μερικές χώρες τής Ά π ω Ανατολής, είναι γεγονός (βοηθητικό οπωσδήποτε γιά τήν διεύ-ρυνση τών ιδεολογικών μας οριζόντων). Πώς λοιπόν γίνεται ή τόσο κοντά στούς ανεπτυγμένους 'Ελλάδα, παρά τά όποια «προγράμματα» καί τούς εορτασμούς, νά μένη πάντα τό πιό τυπικό πρότυπο ύπαναπτύξεως ώς ιστο-ρικής κατηγορίας;

Ύποθέτομε ότι ή άπάντηση, ειδικά γιά τήν 'Ελλάδα, δέν μπορεί νά είναι παρά μόνον μία: ότι τήν θεωρούμε καί τήν θεωρήσαμε ώς τώρα κράτος, ένώ αύτή είναι μόνο γεωγραφική περιοχή. Καί μόνο σάν τέτοια, μόνο δηλ. άν πάψη νά έχη τά τυπικά γνωρίσματα κράτους, μπορεί νά γίνη ή οποιαδήποτε ύπόθεση άνάπτυξης.

Τελικώς αύτές οί έννοιες «άνάπτυξης» καί «ύπανάπτυξης» είναι παρωχη-

281

Page 277: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

μένοι τρόποι ιστορικής νοήσεως, πού δέν έκφράζουν ακριβείς σημα-σίες, καί πρέπει νά καταργηθούν. Είναι όροι πού λένε ή ύπονοούν, ότι κάποιοι κάτι έπί πλέον έχουν πού δέν τό έχουν οί άλλοι. Προϋποθετι-κή τους ιδεολογική βάση έχουν πάντα τίς διαχωρίζουσες έννοιες τού Μάξ Βέμπερ. Άλλά είπαμε ότι αύτές έχουν μόνο τήν σημασία τής χρησί-μου έπιστημονικής έρεύνης καί δέν μποροΰν νά άποτελέσουν πολιτικήν άρχή. Έάν στήν 'Ιαπωνία έπήγαιναν οί εύρωπαϊκές μεγάλες δυνάμεις τοΰ καιροΰ καί όχι οί άμερικανοί, καί οί γιαπωνέζοι σήμερα θά ήσαν ύπα-νάπτυκτοι ή σέ κάποιο «στάδιο άναπτύξεως». Διότι γιά τούς τότε εύρω-παίους πού έστήριζαν τήν άνάπτυξή τους σέ πρώτες ύλες πού δέν είχαν, ή συνειδητή έπιδίωξη μή άνάπτυξης τοΰ ένός ήταν προϋπόθεση γιά τήν ά-νάπτυξη τοΰ άλλου. Ά λ λ ά αύτά είναι παρωχημένα ιστορικά στάδια. Σή-μερα τό πρόβλημα είναι πώς θά μπορέσουν όλοι νά «άναπτυχθοΰν», πού πάει νά πή ιστορικά νά χρησιμεύσουν. Σέ παλαιότερες έποχές ό κόσμος έχωρίζετο σέ ιστορικώς δρώντες καί ιστορικώς άδρανεϊς. Καί τό μεγαλύ-τερο μέρος τοΰ πλανήτη ύπήγετο στήν δεύτερη κατηγορία. Ά λ λ ά τότε δέν ύπήρχε ή άντίληψη περί τής οργανικής διασυνδέσεως τών πραγμάτων έπί πλανητικού έπιπέδου. Σήμερα είναι ή πληθώρα τών μή άνεπτυγμένων πού έμποδίζει τήν παραπέρα άνάπτυξη τών άνεπτυγμένων. Συνεπώς μέ σύγχρο-να πολιτικά κριτήρια ή έννοια τής «ύπαναπτύξεως» πρέπει νά άντικαταστα-θή μέ έκείνην τής «ιστορικής χρησιμότητος». Τό μή ιστορικά χρήσιμος (καί άρα «υπανάπτυκτος») σημαίνει εύθύνη καί τών άνεπτυγμένων γ ι ' αύτό, έπειδή δέν μποροΰν νά βροΰν τήν ιστορική χρησιμότητα τοΰ ύπαναπτύ-κτου.

Ά λ λ ά τήν τελευταίαν αύτή γιά τήν 'Ελλάδα τήν έχομε. Καί άπορ-ρέει άπό τό γεγονός, ότι σύμφωνα μέ τίς μέχρι τώρα διατάξεις τών πραγ-μάτων, ή δυτική Εύρώπη καμμία φυσιολογική ιστορική καί πολιτική πρό-σβαση πρός τά Βαλκάνια δέν έχει. Ή 'Ελλάδα πού έφκιάσθηκε σάν έ-να σύνορο άποκλεισμοΰ τών ύπολοίπων Βαλκανίων άπό τόν μεσογεια-κό χώρο βάσει άλλων ιστορικών συνθηκών, σήμερα λειτουργεί ώς έ-να έμπόδιο προσβάσεως διά τοΰ ιδίου χώρου πρός αύτά. Πράγμα άλλω-στε πού είναι φυσικό. Ούτε ή Αδριατική ουτε ή άνατολική Μεσόγειος είναι διασυνδετικοί χώροι, διότι αύτοί έχουν σχεδόν καθορισθή ώς σύνορα κρατών! Τό βλέπομε άλλωστε άπό τήν «έλληνοτουρκική διένεξη»... Χωρίς όμως τήν πλήρη αύτονομία τών 'Επτανήσων καί χωρίς μιάν ομοσπονδιακή λειτουργία τής 'Ηπείρου — δηλαδή όπως ύπήρξαν τά πράγματα έπί 2000 χρόνια στήν 'Ιστορία — δέν μπορεί νά λάβη ή Αδριατική τήν ση-μασία τοΰ διασυνδετικού χώρου κόσμων. "Οπως καί χωρίς τήν πλήρη αύ-τονομία τοΰ Αιγαίου, δηλαδή τήν διεθνοποίησή του, καμμιά έπιρροή έκ

282

Page 278: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τοΰ Νότου δέν ύπάρχει έπί τών Βαλκανίων ώς μείζονος εύρωπαϊκής περιο-χής·

Έ ν πάση περιπτώσει, μπορεί ή Ελλάδα νά παρουσιάζη όλα τά χαρακτη-ριστικά μιας χώρας τής κεντρώας 'Αφρικής, όπως τά περιγράφει ό G. Sorman, άλλά στήν κεντρική 'Αφρική δέν βρίσκεται. Τό νά ύπάρχη ώς διαρκής κατάσταση γελοιότητος τόσο κοντά στήν Εύρώπη, πιστεύομε πώς δέν είναι καλό. Καί πιστότερη εικόνα κρατικής γελοιότητος άπό τά στοι-χεία πού ακολουθούν, νομίζομε όντως πώς δέν μπορεί νά ύπάρξη.

ΣΧΟΑΙΟΝ ΚΑΤΑΤΟΠΙΣΤΙΚΩΝ:

Τά τεκμήρια πού άκολουθούν έλπίζομε νά δείξουν καθαρά τήν όλην ύπό-σταση του έλλαδικού κράτους ώς μεθοδευμένου καί συνεχούς μηχανισμού έγκλήματος. 'Αναφέρονται βέβαια στό πρόσωπο τοΰ γράφοντος, άλλά ή λεπτομέρεια αύτή θά μπορούσε άνετα νά παραλειφθή χωρίς ν ' άλλάξη τό παράπαν τό νόημά τους. Ώ ς σημασίες είναι άπρόσωπα, διότι άκριβώς δέν είναι παρά ή διά κρατικών δικαιακών μέσων διεκδίκηση κάποιων «άνθρω-πίνων δικαιωμάτων». Τό γεγονός τής επωνυμίας των είναι άπλώς βοηθητικό γιά τήν ερμηνευτική προσθήκη κάποιων λεπτομερειών, ιδιαίτερα χρησί-μων γιά τήν κατανόηση τής άπρόσωπης άκριβώς σημασίας των. Αύτό ύπήρξε καί τό μέτρον έπιλογής των. Δέν είναι όλα όσα έτυχε νά έχωμε στά χέρια μας — ύπήρχε κίνδυνος έκτός τής γελοιότητος ή είκόνα νά άποπνέη καί δυσοσμία —, άλλά τόσα μόνον, όσα ήσαν άπαραίτητα γιά μιά άχνή σχεδιαγράφηση τοΰ όλου, επακριβώς πιστής όμως στά όσα μέχρι τώρα έκθέσαμε.

Τά στοιχεία πού άκολουθούν δέν είναι προϊόν συνειδητής έπιδίωξης. Είναι άποτέλεσμα «έθνικής ύπομονής» καί καλοπιστίας κυρίως. "Οσο πα-ράξενο καί άν αύτό άκούγεται, σέ ένα καθεστώς γενικευμένης κοινωνικής λωποδυσίας, ή καλοπιστία μεταβάλλεται σέ προτέρημα! Ύπό τήν προϋπό-θεση βέβαια ότι έχει κανένας τήν άντοχή νά ύποστή τίς έπώδυνες συνέπειές της. Τό πράγμα έξηγεΐται άπλά. Είπαμε προηγουμένως ότι ύπάρχει διαφορά μεταξύ έξυπνάδας καί πονηριάς. Ή έξυπνάδα είναι ούσιαστικά πρόβλεψη, δηλαδή μιά νοητική οργάνωση τοΰ μέλλοντος πού είναι φυσική σέ κάθε άνθρωπο καί πού άπαιτεί άνάπτυξη, δηλαδή προσπάθεια, καλλιέργεια καί μελέτη. Είναι άλλο πράγμα άπό τήν φυσική εύφυΐα, γιατί ένας εύφυής μπορεί νά τήν πετύχη σέ μικρότερον βαθμό άπό έναν λιγώτερο εύφυή. "Ας πούμε ένα είδος μικροπολιτικής τοΰ καθ' ήμέραν βίου, πού δέν προνοεί

283

Page 279: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

μόνο γιά αύριο άλλά καί γιά μεθαύριο. Ά π ό τήν φύση της συνεπώς είναι σιγανή διαδικασία, πού πάει μέν μακρυά άν βοηθή καί τό μυαλό, άλλά πού προϋποθέτει πρίν άπ ' αύτό καί τήν ψυχική άντοχή.

Ή πονηριά, άντίθετα, είναι ένα φαινόμενο καθαρά κοινωνιολογικό καί έμφανίζεται σέ καταστάσεις γενικής λωποδυσίας. Ό άλλος δηλαδή γίνεται πονηρός, γιατί θεωρεί έκ τών προτέρων τόν άλλον λωποδύτη καί έτσι αισθάνεται ό ίδιος άπέναντί του. Συνεπώς δέν άκούει ποτέ αύτό πού τοΰ λέει, ούτε τό πιστεύει, άλλά πίσω άπό τά λεγόμενά του ψάχνει νά βρή «άλλα». Καί άνάλογα μέ αύτό πού θά καταλάβη — τό όποιον βέβαια έξαρ-τάται πολύ καί άπό τόν βαθμό τής δικής του ένδιαθέτου λωποδυτικής κα-ταστάσεως έναντι τοΰ άλλου — συμπεριφέρεται. Συνεπώς, ένας καλοπίστως φερόμενος, έχει όλη ν τήν άνεση μέ λίγην προσοχή νά τόν σπουδάση! Καί τόσο καλύτερα μάλιστα, όσο περισσότερο τήν δική του καλόπιστη συμπε-ριφορά τήν έπενδύει μέ κάποιο μικρό ή μεγάλο κάλυμμα άφελείας. Τότε ό άλλος διευκολύνεται νά συμπεριφερθή όπως αισθάνεται.

Οίκοθεν βέβαια νοείται, ότι μέσα σέ μιά γενικευμένη κατάσταση λωπο-δυτικής ύφής αύτό πού ισχύει γιά τό άτομο ισχύει κατά μείζονα βαθμό γιά τό Κράτος. Ό σ ο πιό άμεσα καί «άφελώς» διεκδικεί κανείς τά «δικαιώματά» του ώς «Έλλην πολίτης» τόσο πιό πολύ τό Κράτος... έκπλήσσεται μέ τήν «περίπτωση» καί τόσο πιό πολύ διευκολύνεται ό ίδιος, όχι μόνο γιά κοι-νωνιολογικής σημασίας παρατηρήσεις ώς πρός τήν Διοίκηση, άλλά καί ζωολογικής ώς πρός τούς ύπαλλήλους της ένίοτε... Αφέλεια όμως ώς πρός τίς καταστάσεις τοΰ έλληνικοΰ κράτους, καί ειδικά πρός τήν διοίκηση — αύτό όφείλομε νά τό τονίσωμε πρός μείζονα κατανόηση μερικών «άποχρώ-σεων» έκ τών άκολουθούντων —, είναι νά έμφανίζωνται τά πράγματα καί μέ κάποιαν δόση «άδολου έλληνοφρονήσεως». Τότε ό υπάλληλος έκδηλώ-νεται καλύτερα, διότι έχει τήν φυσική προδιάθεση νά πιστέψη ότι έχει ένώπιόν του... «βλήμα». Καί δεδομένου ότι ό ίδιος θά είναι βαλκανικής μέν άλλά συγκεκριμένης συνειδησιακής προελεύσεως (δυστυχώς οί ειδικές στατιστικές έπί τής έλλ. διοικήσεως άναμένουν άκόμη τήν δημοσιότητα...), άρα καί μέ φυσικήν προδιάθεση πρός άναγούλα γιά κάθε τί τό «έλληνικόν», ή υπηρεσία διεξάγεται άνετώτερον, άνεξαρτήτως αιτήματος καί έλληνο-πλήκτου ψηφοφόρου — ήγουν «πολίτου».

Ώ ς πρός τό θέμα τής «έθνικής ύπομονής» τώρα, είπαμε έξ άρχής ότι ό συγγραφέας τούτων τών γραμμών είχε κάπως «άσταθή» μέσα του τά αισθή-ματα έλληνικότητος, όταν ήρθε φοιτητής στήν Αθήνα. Περισσότερη εύ-κρίνηση τούτης τής έννοιας τής «άσταθείας» καί τοΰ ποιοΰ της θά άπαι-τοΰσαν ίσως έξομολογήσεις προσωπικού ήμερολογίου, πού άσφαλώς δέν

284

Page 280: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

θά είχαν τήν θέση τους έδώ. Βασικά πάντως αύτή ή «άστάθεια» ύπήρξε μιά έγκαιρη προσωπική κατάκτηση, οφειλόμενη πιθανόν σέ μιάν γενικώτε-ρη καρτεσιανή διάθεση μέ πράγματα, πρόσωπα καί καταστάσεις. Έ ν πά-ση περιπτώσει, έτυχε νά βρεθούμε μ ' αύτήν ώς φοιτητές, άλλά έλα-φράς μορφής. Καί καρτερούσαμε πώς καί πώς μέ τήν φοιτητική μας ζωή νά «στερεωθούμε» κάπως καί νά αισθανθούμε κι έμεϊς τήν λύτρωση τοΰ έσωτερικοΰ βαπτίσματος. Μάταιη προσδοκία. Τό πρόβλημα δέν ήταν ότι τό Παν/μιο τότε μύριζε άκόμα ξυνόγαλο- τό πρόβλημα ήταν ότι δέν είχε κάν τήν εύπρέπεια τής παραδοσιακής στάνης. Ή όλη κατάσταση, «πνευ-ματική» καί μή μέ τόν «έθνικόν» αύτόν θεσμό, ώμοίαζε έκείνην άφρικανι-κοΰ καννιβαλικοΰ σφαγείου. Γιατί καί τό νά στραβώσης (άπό πίνακος) είναι έπιστήμη. Είναι άλλο νά στραβώνης τόν άλλον μέ ακτίνες Λέηζερ π.χ. καί νά μήν τό καταλαβαίνη καθόλου, καί άλλο νά τόν κυνηγάς μ ' ένα άναμμένο παλούκι νά τοΰ βγάλης τό μάτι όπως ό 'Οδυσσέας τόν Πολύφη-μο. Ύποθέτομε ότι ένας άπό τούς βασικώτατους «κοινωνιολογικούς» λό-γους τών καταστάσεων μέ τό «15%» ήταν τότε τό άπό έδρας ξυνόγαλο... Πρός μείζονα σαφήνεια ώς πρός τήν «έθνική άστάθεια», πρέπει νά προσθέ-σωμε καί τοΰτο: ό συγγραφέας τούτων τών γραμμών δέν ξεκίνησε μέ τά «γράμματα» γιά νά γίνη ώς «πτυχιούχος» πλουσιώτερος· εξεκίνησε μέ συ-νείδηση τοΰ άκριβώς άντιθέτου, όπερ καί έγένετο. Καί τό άναφέρομε γιά νά ποΰμε, ότι τά «γράμματα» τοΰ ήταν μιά ζέουσα εσωτερική ύπόθεση, νά συμπληρώσωμε δέ άμέσως τό εξής: ότι αύτό ήταν καί τό θανάσιμο σφάλμα. Τό νά ζητάς νά μορφωθής στό Παν/μιο καί όχι νά συμμετάσχης στόν «φοιτητικόν συνδικαλισμό», στά πανώ, τά συνθήματα καί τίς «φοιτητικές έκλογές», πού είναι τά «βαρόμετρα» γιά τίς πολιτικές, — αι, δέν ύπάρχει θανασιμώτερον. Δέν αρκεί λοιπόν νά μήν θέλης εσύ νά άσχοληθής μέ τά πράγματα1 είναι άκριβώς τά ί'δια πού δέν στό έπιτρέπουν. 'Ιδιαίτερα μάλι-στα γιά τούς έξ έπαρχίας φοιτητές, διότι αύτοί πρέπει νά «τροχισθοΰν» στίς... πνευματικές χοάνες τοΰ κρατικού ιδεολογικού γυφτοπάζαρου. Ό χ ι μόνο οί βουλευτές, άλλά καί οί φοιτητές ιδίως πρέπει «νά άντιπροσωπεύουν τό έθνος καί ούχί τήν έπαρχίαν έκ τής όποιας προέρχονται»... Καί οί ύπο-πτοι... μορφώσεως βέβαια φαίνονται, γιατί έχουν καί μερικά οιονεί «στά-νταρ» χαρακτηριστικά: παράμεροι καί έξεταστικοί, μή εύκόλως ένθουσιώ-ντες καί «συμμετέχοντες», καί κυρίως κριτικά μιλοΰντες. Συνδυασμένα τώ-ρα αύτά μέ «βιβλία» καί «άλλα ένδιαφέροντα», συνιστοΰσαν πλήρη τήν εικόνα τοΰ ύποπτου!

Γιά τά τοΰ Παν/μίου δέν χρειάζονται έπιπροσθέσεις, καίτοι πολλά θά μποροΰσαν νά εϊπωθοΰν άκόμη, γιατί ό «έθνικός» αύτός θεσμός έξήντλησε ήδη πρό πολλού τά όρια ύπάρξεώς του. Παντοΰ σήμερα τά παν/μια στόν

285

Page 281: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

κόσμο παράγουν γνώση' μόνον τά ελληνικά παράγουν «έθνικό πολιτισμό», ήγουν μισθοδοσίες, άξιώματα καί διοικητικές «λειτουργικότητες» (πάντα ταϋτα καί νομοθετικώς ρυθμισμένα — παληότερα π.χ. καθηγητές τής Μα-θηματικής 'Αναλύσεως ύπέγραφαν ισολογισμούς Τραπεζών!...). Σήμερα ποΰ ή ιδιωτικοποίηση τής παραγωγής είναι διεθνές φαινόμενο, όπως καί άν αύτή νοήται, ό σπουδαιότερος παραγωγικός κλάδος, πού είναι ή γνώση, δέν είναι δυνατόν νά παραμείνη μιά κρατική προβληματική έπιχείρηση γιά λόγους «εθνικούς». Καί έπειδή ό πνιγμένος άπό τά μαλλιά του πιάνεται, είδαμε ότι καί ή Δεξιά μας σήμερα άναγκάζεται νά παραδεχθή τήν σωστή τάξη πραγμάτων, όπως άλλωστε τήν ώριζαν μέ τήν ίδρυση ιδιωτικών παν/ μίων καί τά πρώτα Συντάγματα.

Ώ ς πρός τά ύπόλοιπα, τά πράγματα ήσαν όπως πάντα. Ένας μηχανισμός ιδεολογικών συμβολισμών διαστροφής σέ όλα τά έπίπεδα. Οί «έθνικοί ή-ρωες», οί «κοινωνικοί ήρωες» τών κομμάτων, οί Πατριάρχες πού «έσωσαν» άλλά πού ή έκπροσώπησή τους έν Ελλάδι έγινόταν άπό όλους τούς δεσπο-τάδες μαζί... κ.λπ. Ή συνταγή τοΰ έθνομαγειρείου σταθερή: άγραμματωσύ-νη καί σύνθημα. Πέραν άπό αύτά ή «λογοτεχνία» καί ή «ποίηση» (πού μόλις τότε έγινόταν «έθνικό κτήμα» μέ τήν μουσική), άλλά μιά λογοτεχνία καί ποίηση φευγαλέα καί άραιονόητη, «περιεχομένων» άσυλλήπτων στήν όποια σημασία τους χωρίς τά «λογοτεχνικά περιοδικά» καί τήν «κριτική». Μιά παραγωγή ύπαινιγμών γιά μονοκόμματα αισθήματα, άκριβώς γιατί έπήγαζαν άπό μιά κερματισμένη κοινωνική πραγματικότητα καί ιστορική συνείδηση. Αύτό πού έλειπε τό άναπλήρωνε τό μονολιθικό «δόσιμο» τοΰ λογοτέχνη. Κλείνοντας κανείς τό «Έγκλημα καί Τιμωρία» π.χ. νοιώθει άμεσα τήν άνάγκη νά τρέξη νά ίδή τί είπαν οί φυσιοκράτες, ό Κάντ, ό Χέγκελ καί ό Μάρξ γιά τήν «ιδιοκτησία». Έδώ δέν έχομε τέτοια. "Ολες οί άναλύσεις τοΰ λογοτέχνη ξαναγυρίζουν μέσω τής «κριτικής» στό πρόσωπο τοΰ λογοτέχνη. Καί μέσω τών διαδικασιών αύτών έχομε τά άλλα συμπα-ρομαρτοΰντα πού είπαμε γιά τίς ύπανάπτυκτες κοινωνίες (Δέν ύπάρχουν «έλληνικές ιδιαιτερότητες» ώς πρός αύτά). Καί βέβαια, ό Καρυωτάκης καί ή Πολυδούρη μονίμως. "Οχι όμως γιά τήν ποιητική τους άξία μόνο. Μέ τήν ρωμαντική ερωτική περίπτωσή τους προσφέρονται σέ «ερμηνείες», σέ ψυ-χικές νοσηρότητες «περιγραφών», σέ ψυχολογικές διαστροφικές άναθλά-σεις, πού μέ τήν ψυχολογία τών «άνεπαισθήτων δράσεων» θά εισχωρήσουν στήν έρωτική ψυχοσύσταση τών νέων, γιά νά κάνουν τούς νεαρούς μαλα-κούς καί τά κορίτσια άγονα σάν άλμυροσκασμένους ξερόβραχους σέ κα-λοκαιριάτικη κάψα. Ή «σεμνοτυφία» καί μή φυσικότητα τής προσωπικής έπαφής στούς νέους δέν είναι καμμιά «ελληνοχριστιανική» άποκλειστικό-τητα, άλλά ή ψυχολογία τών ειδικών συμπεριφορών τών ύπαναπτύκτων πού

286

Page 282: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

μελετά ή κινηματογραφική έπιστήμη διεθνώς... Ό τ ι τά μέσα πού παράγουν τό άποτέλεσμα, ήγουν τήν ύπανάπτυξη, είναι καί αύτά ύπανάπτυκτα, είναι άκριβώς τό θέμα τών συγχρόνων κοινωνιολογικών μεθόδων.

Χαρακτηριστικό τής «πνευματικής παραγωγής» τών ύπαναπτύκτων κοι-νωνιών είναι ή «έρμητικότητα». Τά βιβλία δέν γράφονται άνοιχτά πρός τούς άλλους, έντασσόμενα μέσα σέ κάποιον διάλογο καί διατηρούντα κά-ποιον χαρακτήρα σχετικότητος ώς προϊόντα έρεύνης (δηλ. διαλόγου). Τά βιβλία είναι «άπόλυτα», γραμμένα «νά πούν» στούς άλλους, νά τούς «μυή-σουν» κατ' άποκλειστικότητα καί νά ζητήσουν τήν πνευματική καθυπότα-ξη. Έμβλημά τους ή πειρατική σημαία τοΰ «αύτός έφα», πού δέν είναι βέβαια παρά ή προέκταση τών «αποκλειστικοτήτων» καί τών «στεγανών» πού χαρακτηρίζει τήν όλη μηχανική δομή τών κοινωνιών αύτών. "Ας ποΰμε ένα είδος «έθναρχών» καί «σωτήρων» στόν πνευματικό χώρο. «Αυθεντιών» παντοΰ...

"Οτι βέβαια τό «ένεστώς» τοΰ τότε έχασε πάσαν σημασία γιά τόν ύποφαι-νόμενο, έντός καί έκτός Πανεπιστημίου, είναι προφανές. Μιά λοιπόν καί ώρισμένα χρόνια έπρεπε νά περάσουν έν ειδει πουργατορίου, τό πρόβλημα ήταν νά μή χαθούν τούλάχιστον καί ποιοτικά, όσο οί καταστάσεις έπέτρε-παν. Έστράφηκε λοιπόν όσο μπορούσε στήν μελέτη τοΰ «πνευματι-κού παρελθόντος» τοΰ νέου κράτους (μέσω βιβλιογραφίας καί βιβλιοθη-κών), ούδόλως παραλείποντας βέβαια καί τήν έκ τοΰ σύνεγγυς πρακτική μελέτη τοΰ περιβάλλοντος, άφοΰ ήταν σ ' αύτόν άγνωστο καθ' ό έπαρχιώ-της. Καί ένα τοΰ έκαμε τήν μεγίστην έντύπωση στήν έλληνοδιφική του τούτην ένασχόληση: ή έκπολιτιστική δράση τής Εκκλησίας, άραγε, μέ τούς μεγάλους τίτλους καί όλα τά μέγιστα (πράγματα συνειδησιακώς άγνω-στα στόν ίδιον), σέ τί άκριβώς συνίστατο μέσα στήν έκβαρβάρωση πού διεΐπε τήν καθημερινή ζωή τοΰ άπλοΰ κόσμου; Καί πώς είναι δυνατόν έκβαρβαρωμένοι λαοί νά «συμμετέχουν» στά άκραίως ύψηλότατα ιδεώδη πού διακονοΰν οί ήγεσίες τους; "Ολα μεγάλα στήν άκοή καί στήν ματιά μηδαμινώτατα. Κάπου τό πράγμα έπαιρνε τήν χροιά δυσώδους σκοτεινό-τητος. Οί καταστάσεις έπήραν έτσι τόν δρόμο τής μακρόχρονης περιέρ-γειας καί τής ύπομονής καί τής πολλής έπιφύλαξης. Είπαμε έκ τοΰ «σύνεγ-γυς», έκ τοΰ πολύ σύνεγγυς, άλλά ποτέ μέσα. Καί έδώ βρίσκεται τό όλον πρόβλημα:

Ύπάρχουν δύο πράγματα διακεκριμένα: τό φακέλωμα καί ό τρόπος φακε-λώματος. Τό φακέλωμα ώς λειτουργία (περί αύτοΰ κατωτέρω) είναι έργο ή μάλλον έπιταγή τοΰ Θεού- ό τρόπος φακελώματος όμως είναι έργο τών άνθρώπων. Δηλαδή είναι όπως άκριβώς καί μέ μιά μπριζόλα: είναι άλλο νά

287

Page 283: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τήν τρως δπως τήν πουλάει ό χασάπης καί άλλο στό έστιατόριο. Τό νά ρωτήσωμε γιατί ό άνθρωπος είναι υποχρεωμένος νά τρώη μπριζόλα, δέν έχει νόημα γιατί δέν ύπάρχει απάντηση. Τό νά διαμαρτυρηθούμε όμως άν μάς σερβίρουν μιά κακομαγειρευμένη μπριζόλα, αύτό όφείλομε νά τό κά-νωμε γιατί πληρώνομε. Καί ένδεχομένως μπορεί νά κάνωμε καί καλό στό ξενοδόχο, βοηθώντας τον νά βελτιώση τήν έπιχείρησή του. Ά π ό άπόψεως «ούσίας», είτε φας τήν μπριζόλα όπως ένας καννίβαλος εϊτε στό ρεστωράν πολυτελείας, είναι ένα καί τό αύτό: ό οργανισμός παίρνει αύτό πού χρειά-ζεται καί ό μεταφυσικός σκοπός τοΰ πράγματος ύπηρετεΐται. Ά λ λ ά τό ρεστωράν, καίτοι καννιβαλικής καταγωγής, είναι έννοια πολιτισμοΰ. Καί αύτό άκριβώς μάς ένδιαφέρει έδώ: τό έλληνικόν κράτος δέν μπορεί νά φκιάση βιομηχανία- μήπως όμως τούλάχιστον μπορεί νά φακελώση; Σ ' αύτό ή άποτυχία είναι άκόμη μεγαλύτερη, όπως θά φανή, διότι είναι «δο-μικής» ύφής...

Τά όσα άκολουθοΰν άναφέρονται στήν περίπτωση ενός άνθρώπου, ό όποιος ούδεμίαν κομματική δραστηριότητα άνέπτυξε πουθενά (νά συμμε-τέσχε σέ διαδήλωση, νά ύπήρξε μέλος νεολαίας κόμματος, νά έλαβε μέρος σέ φοιτητικές έκλογές, νά ψήφισε ποτέ σ ' αύτές, νά έπροπαγάνδισε ύπέρ κόμματος — τά τής Αριστεράς τοΰ τότε άνέδιδαν μιάν άνυπόφορη μπόχα «έλλαδικότητος» (πού δέν χρειάζεται νά συζητήσωμε τώρα παραπέρα...), άρα καί ένστικτώδους έπιφυλακτικότητος λόγφ τής «έθνικής άναιμίας» πού προείπαμε —, νά ένήργησε τελοσπάντων μέσα στόν «συλλογικό» φοιτητι-κό ψυχισμό). "Οταν κανένας είναι «περίεργος» μόνο καί έξ ιδιοσυγκρασίας θέτη προϋπόθεση αύτοΰ πού θά δεχθή κάποιο μέτρο αντικειμενικότητας αύτοΰ πού μπορεί ό ϊδιος νά προσφέρη — άρα άπαιτώντας πολλά άπό τόν εαυτό του καί έλπίζοντας πολύ λίγο στά έξω άπ ' αύτόν —, τότε καί πολλά πράγματα παύουν νά γίνωνται όσο αύτονόητα φαίνονται, οί μικρολεπτομέ-ρειες δυσκολεύουν τήν ζωή (καί τό νά κάνη κανένας τά εύκολα δύσκολα είναι πολύ δυσχερές κατόρθωμα...) καί τά προκατασκευασμένα σχήματα «δράσης» καθόλου εύκολα δέν είναι. Ή «κατά σύμπτωση» συνεπώς είκόνα έκ τών άκολουθούντων, είναι ή είκόνα ένός κράτους άνευ ένιαίου «έθνικοΰ ψυχισμοΰ» (τό βασικώς άπαραίτητο γιά τήν... μεταφυσική λειτουργία τού «φακελώματος»), κρίνοντας χωρίς ούσιαστική δυνατότητα «έπεξεργασίας στοιχείων», μηχανικά μόνο μέσω τών διατρήτων του «υπηρεσιών». Διατρή-των άπό τί; — Μά άκριβώς άπό αύτό πού λέμε: άπό τήν έλλειψη ένιαίου έθνικοΰ ψυχισμού καί συνεπώς άπό τήν ύπαρξη κενών... Καί αύτά όλα — τά όποΐα άντανακλοΰν στούς «φακέλους», πού είναι έν τέλει τό έσχατον ύποστατικό τής ιστορίας, άκριβώς έπειδή δέν φαίνονται άλλά γι1 αύτόν τό λόγο μένουν — οφείλονται σέ ένα καί μόνο γεγονός: ότι ή έννοια «Ελλάς»

288

Page 284: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ύπήρξε άπλώς ή μετονομασία μιας γεωγραφικής έκτασης σέ κράτος. Πού άκριβώς ύποχρεωμένο νά σταθή διά τής «νομοθεσίας» καί μέ μιάν βάρβαρη θεοκρατική ιδεολογία μεσαιωνικής ύφής, άναγκαστικά ήταν ύποχρεωμένο νά δεχθή γιά τήν «ύπηρεσιακή διευκολύνση» τό μόνο δυνατόν είδος μετα-φυσικής φιλοσοφίας: άν σοϋ λείπη τό χέρι, πρέπει νά είσαι εύχαριστη-μένος πού έχεις τό άλλο, άν σού λείπουν καί τά δύο, πρέπει νά εί-σαι εύχαριστημένος πού έχεις τά πόδια, άν σού λείπουν καί τά πό-δια, πρέπει νά είσαι εύχαριστημένος πού έχεις τά μάτια, κι άν δέν έχης ούτε τά μάτια, πρέπει νά είσαι εύχαριστημένος πού άναπνέεις!... Μά άκρι-βώς αύτή ή φιλοσοφία είναι καί ή πλήρης απόδειξη άνυπαρξίας έθνικοΰ κορμού καί παντός «έθνικοΰ». Μπορεί ένα τέτοιο κράτος νά λέγεται «ευ-ρωπαϊκό»; Καί εξυπηρετεί σήμερα τίποτε; Τήν αναγκαιότητα τοΰ ιστορι-κώς γενομένου, ύποχρεοΰται κανείς νά τήν κατανοήση, άκριβώς έπειδή έγινε. Αύτό όμως πού δέν μπορεί νά άποφύγη είναι ή κρίση γ ι ' αύτό, γιατί τότε δέν ύπάρχει ιστορία. Καί ή κρίση βοηθάει πάντα τό παρόν, γιατί γίνεται μέσα άπό τό παρόν. Σάν ένα μερικό λοιπόν στοιχείο κρίσεως, δί-νομε καί τήν άκολουθοΰσα... Image. Καί φυσικά, ώς εξηγήσαμε, σάν έθνικό χρέος. "Οπως εύκολα θά διαπίστωση ό αναγνώστης, ό συγγραφέας τούτου τοΰ βιβλίου έλαβε τήν «ύπηρεσιακή έντολή» νά τό γράψη στίς 29 τοΰ περασμένου Μάη, άλλά μόνο πολύ άργότερα μπόρεσε ν ' άρχίση τήν γρα-φή του. Ύπήρξαν πάρα πολλά τά νομικής φύσεως θέματα πού προέκυψαν καθ' όδόν (άπό τόν ποινικό κώδικα, τόν άστικό κώδικα κ.λπ.), άλλά πού ή επεξεργασία τους ήταν ολοσχερώς άδύνατη στίς συνθήκες γραφής τοΰ βιβλίου (τόσο άπό έλλειψη χρόνου, όσο — καί κυρίως — άπό τήν τεχνική έλλειψη βοηθημάτων). Είναι ώστόσο άπό τή φύση του τό «Detail» πού δίνομε έδώ τόσο κεντρικό, ώστε πιστεύομε πώς εύκολα ό άναγνώστης θά μπορέση νά συμπληρώση μόνος του καί χωρίς ιδιαίτερες προσπάθειες τό όλον...

Τό μόνιμο έρώτημα παραμένει πάντα ενα: σ ' αύτό τό κράτος θέλησε ή «άντίσταση» νά στηρίξη τήν «Δημοκρατία» καί ιδιαίτερα τό ΠΑΣΟΚ τόν « Σοσιαλισμό» καί τήν «'Αλλαγή»; Τό έρώτημα δέν έχει τό νόημα τής άπορίας (γιά πολλά πράγματα είναι δοσμένες οί άπαντήσεις άπό τό 1821 κι έδώ...), άλλά τής διαπιστώσεως ότι τίποτε πλέον δέν μπορεί νά στηριχθή στό έπιλεγόμενον άκόμη «έλληνικόν κράτος»...

Μέσα στό πανόραμα τών τελευταίων τριάντα έτών, μιά φορά διέτρεξε πραγ-ματικό κίνδυνο ό γράφων: όταν άπολύθηκε άπό τό θεμέλιον τής ελλαδι-κής ύπαναπτύξεως, τό κοινώς καλούμενον «στρατός», τόν Αύγ. τοΰ 1977 (βλ. κατωτέρω). Καίτοι ύπηρετήσας στό πυροβολικό (όπου στό στρατόπε-

289

Page 285: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

δο Θηβών άκουγε κανένας άπό τό θάλαμο ώς τό μαγειρείο καμμιά δεκα-ριά γλώσσες, άλλά όχι φωναχτά...) — άρα ήδη εύρισκόμενος στό Έξωτε-ρικό —, ήθελε οπωσδήποτε νά συνέχιση τό ταξίδι. Πώς μπορούσε όμως κανείς νά βγάλη Διαβατήριο; Κατ' άνάγκην λοιπόν άρχισε τό άνέβα-κα-τέβα στήν 'Ασφάλεια έπί μήνες (άπό μιάν άποψη ήταν μέγα ευτύχημα ότι ή Χούντα μάς βρήκε στόν στρατό...). Οί περιγραφές τώρα είναι περιττές. Τελικώς ευρέθηκε ή έξής λύση: Θά έπαιρνα Διαβατήριο, άν ύπέγραφα μιά Δήλωση, ότι δέν θά τούς πείραζα στό Έξωτερικό καί ότι δέν έλαβα στόν στρατό... ρούβλια! Ή πρόταση μοΰ φάνηκε τόσο ώς θεία μεσολάβηση, ώστε ήμουν έτοιμος νά οργανώσω είδική δοξολογία παίρνοντάς το... Ώ ς πρός μέν τό «πείραγμα» ήξερα ότι δέν θάχα καιρό γιά τά καφενεία — έκεΐ δηλ. ποΰ διεξήγετο κατ' έξοχήν ή «άντίσταση». Συνέχιζα νά τά παρακο-λουθώ πάντα κατά τήν συνήθειά μου «έκ τοΰ σύνεγγυς», άλλά καί πάντα όπως είπαμε άπ ' έξω. Γιά λόγους μάλιστα μείζονος πειστικότητος τών προθέσεών μου, τούς έκανα καί μιάν πρόβλεψη πού θά έπαληθεύετο λίγα χρόνια μετά: ότι μόνο άπό έξωτερικήν έπέμβαση θά ήταν δυνατόν νά πέ-σουν (όπως καί κάθε τριτοκοσμική Χούντα άλλωστε...). "Οσο τώρα γιά τά ρούβλια, ή ύπόθεση είναι άρκετά κωμική γιά νά μάς άπασχολήση έδώ, οφειλομένη άπλώς στήν κατατρομοκράτηση πού έπαθε ό άξιωματικός τοΰ Α2 μέ τόν φάκελο τοΰ νέου «στρατιώτη». Μήν ξεχνάμε ότι ήταν ή έποχή ποΰ οί στρατιώτες έρριχναν ζάχαρη στά κανόνια... Καί τό παραμικρό συ-νεπώς έπρεπε νά έλέγχεται «ύπηρεσιακά», μέ σήματα, άναφορές κ.λπ. 'Α-κόμη κι ένας έφεδρος πού τυχαία συνάντησα πρίν λίγα χρόνια στό "Αγιο "Ορος δέν είχε άκόμη ξεχάσει τίς τότε «εντολές» καί ήταν καταφανής ή έκπληξη πού μ ' έβλεπε στήν... θύρα τοΰ Παραδείσου. Καί ότι ό στρατός είναι «εύαίσθητος χώρος», είναι γνωστό. Τό πρόβλημα είναι γιατί δέν είναι τόσο «εύαίσθητοι» καί οί έκάστοτε ύπουργοί τών Στρατιωτικών. Αύτό όμως θά τό ιδούμε. Καί ότι κάποιοι «έπιβεβαρημένοι» ύπηρετοΰσαν σέ είδικές Μονάδες, είναι αύτονόητο. Στίς Μονάδες αύτές οί στρατιώτες προέρχονται ώς έπί τό πλείστον άπό χειμαζόμενες έν Ελλάδι μειονότητες καί άρα ά-γράμματες (τούρκικες, γιουγκοσλάβικες, βουλγάρικες κ.λπ.). Κάθε συνε-πώς προσπάθεια προπαγάνδας άπό τούς «επικίνδυνους» γραμματισμένους είς βάρος τοΰ «έθνους» είναι ματαία... Έ ν πάση περιπτώσει, άφοΰ υπήρχε καί «κάτι» άπ ' τόν στρατό, ήθελε καί ή 'Ασφάλεια καλοΰ-κακοΰ μιά εξα-σφάλιση ότι δέν είμαστε πράκτορες τής KGB! Ά λ λ ά αύτό ήταν τό πρό-βλημα; "Ισα-ισα πού άν ήμαστε πράκτορες τής KGB κανέναν κίνδυνο δέν θά διέτρεχε τό «έθνος», γιατί θά ξέραμε ότι «ή Ελλάς άνήκει είς τήν Δύ-σιν»...

290

Page 286: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

"Ολα τοΰτα δέν θά μπορούσε σήμερα νά μήν τά ίδή κανείς μέ διάθεση κατανοητική —καί προσωπικώς στήν δική μας νόηση είναι άπόλυτα συ-νυφασμένα μέ κάθε διάθεση καλωσυνής συγκατάβασης καί άμεροληψίας (αύτό θά μπορέσουν κάποιοι νά τό διακρίνουν) —, γιατί άλλοιώς δέν θά ήταν δυνατόν νά προκύψουν, άπρόσωπα σάν σημασίες καθώς είπαμε, ώς μιά γενικότερη προσφορά. Αύτό άκριβώς καθώρισε καί τήν ήπιότητα γρα-φής τούτου τοΰ βιβλίου, πράγμα γιά τό όποιον ένδεχομένως μερικοί άνα-γνώστες πού έζησαν ανάλογα πράγματα νά μάς κατακρίνουν. 'Αλλά έμείς δέν τά κρατήσαμε όλα τοΰτα μέσα μας σάν αισθήματα, άλλά σάν έκλογι-κεύσεις πού άπαιτοΰσαν ύπομονή. Γιά νά δειχθή ότι στήν 'Ελλάδα δέν έφταιγαν οί «μή έθνικόφρονες» άλλά ότι φταίει ή ίδια στόν έαυτό της, έπρεπε νά περάσουν κάποια χρόνια. Καί μέσα σ ' αύτά νά βρή κανένας τήν ύπομονή νά χρησιμοποιήση έτσι προσεκτικά τά στοιχεία, ώστε νά προκύ-ψη ή άντικειμενικώς ύπάρχουσα κατάσταση πού έκρυβόταν πίσω άπό τήν «έθνικοφροσύνη». Σήμεραπιάξέρομε έπακριβώςτήνήμερομηνίαάπ' όπου άρχισαν νά ύπάρχουν στήν 'Ελλάδα «έθνικόφρονες» καί «μή»: είναι ή 25η Μαρτίου 1821. Καί αύτό έπρεπε νά τό δείξωμε μέσα άπό τήν ίδια τήν καταστατική συγκρότηση τοΰ Κράτους. "Αν ώστόσο ύπάρξουν καί μερικοί άνθρωποι πού θά τά ήθελαν άλλοιώς γραμμένα, τί νά κάμωμε; Τά βιβλία δέν είναι... κοινοβούλια. Οί ίδέες στά βιβλία γράφονται γιά νά διαρκέ-σουν καί όχι γιά νά ξεχασθοΰν τήν άλλη μέρα. Καί οί ίδέες στά βι-βλία διαρκούν, όσο πιό κοντά στήν πραγματικότητα βρίσκονται. Έπει-δή τελικώς μόνο ή εκάστοτε πραγματικότητα διαρκεί στό χρόνο. Ά ν τώ-ρα αύτή είναι τέτοια, ώστε οί ίδέες γ ι ' αύτήν νά «σκανδαλίζουν» τόν άνα-γνωστικόν όφθαλμόν ώρισμένων, τί νά κάνη αύτός πού τίς γράφει; Νά τίς δώση ώς προσωπικά «ψυχολογικά βιώματα», νά τίς ώραιΐση, νά τίς δώση σάν «θλίψη καί καταγραφή», όταν ξέρη ότι πρόκειται περί ένός μεθοδευ-μένου κοινωνικού έγκλήματος συνεχιζομένου; Μιά τέτοια έκ τών προτέρων αποτυχημένη προσπάθεια συγγραφικώς, δέν θά ίσοδυναμοϋσε μέ κάποιο είδος συνενοχής, όταν μάλιστα πρόκειται γιά ένα κράτος ήδη ιστορικά ληξιπρόθεσμο; Προτιμήσαμε λοιπόν τήν ήπια άντικειμενικότητα τής λο-γικής περιγραφής, γιά τήν οποίαν πρέπει νά μάς κρίνη επιεικώς ό άναγνώ-στης τής σήμερον, άν άποκτά σμικρυμένην τήν θηριώδη διάσταση τών ύπαρξασών καταστάσεων. Θά άποκτήση άλλωστε Ιδίαν άντίληψη μέ τά εφεξής.

Πώς τά πράγματα εξελίχθησαν έν συνεχεία — γιά τούτο άλλωστε καί ή πολύ σύντομη περιγραφή τους ώς έδώ —, θά φανή άπό τό επακολουθούν «Story», στά κείμενα τοΰ όποιου ύπάρχουν οί κατάλληλες έπεξηγήσεις.

291

Page 287: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Τό βασικόν πλέον πρόβλημα πού μέ τόν χρόνο προέκυψεν όξύ, ήταν τό τής «ύπηκοότητος». Ά ν τό «έστί πολίτης» σημαίνη μόνο διοικητικές απο-λαβές (μισθοί καί προαγωγές), τό «έστίν ύπήκοος» σημαίνει βέβαια ρεμού-λα («έκλογές», υπουργεία, θέσεις, κονδύλια κ.λπ., τά όποια άνευ τής ύπάρ-ξεως «ύπηκόων» δέν είναι δυνατόν νά υπάρξουν...). Μέ τήν έννοιαν λοιπόν τοΰ «ύπηκόου» κάποιοι άναγκαστικά εισπράττουν. Καί τόσο μάλιστα κα-λύτερα — πράγμα αύτονόητον —, όσο πιό «άνέξοδος» παραμένει ό «ύπή-κοος»!

Θά πή κανείς βέβαια, μά καί οί «υπήκοοι» έχουν τόν τρόπο τής «κοινω-νικής διεκδίκησης» καί τών «συλλόγων» (π.χ. «Φυλακισθέντων καί έξορι-σθέντων άγωνιστών τής περιόδου 1967-74»!!!). Ναί, άλλά έδώ είναι καί τό όλον πρόβλημα τής έπαιτείας πού λέγαμε: άν έχης πίσω σου Καντίους καί Έγέλους, θά κάμης τήν κοινωνική διεκδίκηση καί θά πής «νά, έδώ τά στηρίζω». Ά ν έχης συναξάρια παπάδων καί μακρυγιαννικά «οράματα» — ήγουν πράγματα πού μόνο μερικοί ξέρουν νά «έρμηνεύουν» — ποΰ θά τά στηρίξης; 'Ιδού ή καταγωγή τής «έθνικοφροσύνης»...

Μή έχων λοιπόν λόγους νά συμμετάσχη ό ύποφαινόμενος στά θριαμβικά αισθήματα «άποκαταστάσεως» τών άρχαίων έλληνικών ιδεωδών στήν αιω-νία κοιτίδα τους, ήγουν εκείνων τοΰ άρχαίου Σόλωνος, υπέβαλε μέ βάση τό «νέον» Σύνταγμα μιά αίτηση τακτοποιήσεως τής... έθνικής του έκκρε-μότητος, πού τήν παραθέτομε πρώτη πρός διευκόλυνση καί τών ύπολοίπων (τά όποια παρατίθενται κατά λόγον νοηματικής συνοχής καί όχι χρονολο-γικώς).

Τό άν τελικώς «άνήκωμεν είς τήν Δύσιν» καί πόσο άνήκομε, θά τό συ-μπεράνη μόνος ό άναγνώστης στό τέλος. Ένα έρώτημα όμως θά θέλαμε άκόμη νά θέσωμε: καί τόν Φράνκο στήν 'Ισπανία οί «ξένοι» τόν έβαλαν καί ό Χίτλερ τόν έγκαθίδρυσε. Τόν έμπόδισε όμως άπό έκεΐ καί πέρα κα-νένας νά κάμη τήν σημερινή 'Ισπανία μιάν άνεπτυγμένη χώρα; 'Ο Σοάρες έπήρε τήν Πορτογαλλία σέ χειρότερη μοίρα άπ ' ό,τι έπήραν ό κ. Καρα-μανλής καί ό κ. Παπανδρέου τήν ίδια έποχή τήν Ελλάδα. Καί τήν έκαμε μιά χώρα πού κατατάσσεται σήμερα μεταξύ τών άνεπτυγμένων χωρών. Έ ν τω μεταξύ εμείς έχομε καί πάλι πρόβλημα πώς... «θά βγοΰμε άπό τήν κρί-ση», χωρίς νά έχωμε κατασταλάξει τί χρειαζόμαστε περισσότερο γ ι ' αύτό τό «βγάλσιμο» — περισσότερους άγιους ή περισσότερους «σωτήρες». Μπο-ρεί όντως ή κοινωνική κατάσταση τής Ελλάδος, όπως παρουσιάζεται άπό τά στοιχεία πού παραθέτομε καί τά όσα άλλα, νά χωρέση πολιτιστικά στήν Εύρώπη; Εξυπηρετεί δηλαδή τί ή διατήρηση τής έσωτερικής δομής τών πραγμάτων;...

292

Page 288: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

'Αριθμ. Πρωτ. 5387/30-1-85 Αίτησις

Γερασίμου Σπ. Κακλαμάνη, κατοίκου 'Αθηνών, όδός 'Ασκληπιού 177 τηλ.: 6432561, περί συνταξιοδοτήσεώς του,

Πρός τήν άρμοδίαν έπιτροπήν τοΰ 'Υπουργείου Πολιτισμοΰ καί 'Επιστημών,

Διεύθυνσιν Γραμμάτων, Έρμου 17, 'Αθήναι.

'Αξιότιμοι Κύριοι,

Διά τής παρούσης λαμβάνω τήν τιμήν νά υποβάλω Ύμΐν τό αίτημα τής συνταξιοδοτήσεως μου, τοΰ αιτήματος τούτου έρειδομένου έπί τοΰ κατωτέρω σκεπτικού ιστορικώς αναπτυσσομένου:

'Επιστρέψας έκ Παρισίων κατά τά τέλη 1971, όπου είχον μεταβή ευθύς μετά τήν άπόλυσίν μου έκ τοΰ στρατοΰ κατά τήν διάρκειαν τής Δικτατορίας, έστερήθην τοΰ Διαβατηρίου μου καί τής «άδειας ασκήσεως επαγγέλματος» ώς καθηγητοΰ, έπειδή ήρνήθην διαφόρους προτάσεις συνεργασίας μετά τοΰ τότε καθεστώτος. Κατά Φεβρουάριον 1972 συμμετέσχον εις διαγωνισμόν τοΰ ΙΚΥ, τυχών τριετοΰς υποτροφίας διά τήν συνέχισιν τών σπουδών μου είς τό Έξωτερικόν, τήν οποίαν δέν απεδέχθη ν, άφ' ενός μέν λόγω τών άνωτέρω συνθηκών, άφ' ετέρου δέ λόγω άπαιτουμένης εγγυήσεως έπί άκινήτου πολ-λαπλής άξίας.

Τής άρνήσεώς μου παρατεινομένης, έλαβον τελικώς τό διαβατήριον μου τέλη τοΰ 1973 καί μονοετοΰς μόνον ισχύος (δηλ. όσον έχρειάζετο νά εγκα-ταλείψω τήν χώραν καί εΰνοήτως τύχω διαβατηρίου άλλης χώρας), όχι όμως καί άδειαν διδασκαλίας, τήν οποίαν οιονεί μαγικώ τω τρόπφ έλαβον άκριβώς μίαν έβδομάδαν πρό τής μεταπολιτεύσεως τοΰ '74. Πάντα ταΰτα δύνανται ύπηρεσιακώς καί σήμερον νά έξακριβωθοΰν. Δέν έπαυον βεβαίως διά δια-φόρων ενεργειών μέσα εις τά πλαίσια τοΰ τότε καθεστώτος νά επιδιώκω τήν τεκμηρίωσιν τής καταστρατηγήσεως τών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως ένεφανίζετο είς τήν περίπτωσιν μου, δι ' εγγράφων άναφορών καί άλλων αναλόγων, μέ τήν ελπίδα, ότι είς κατοπινούς έλεγχους ήθελεν κατανεμηθή ευθύνη καί δι ' εγκλήματα μορφής ώς ή άνωτέρω, δεδομένου ότι διά τής τοιαύτης τακτικής άπέτυχον νά εκπληρώσω οίους έπιστημονικούς σκοπούς δι' εαυτόν έθεσα (σημειωτέον ότι ή έλευσίς μου έν έτει 1971 σκοπόν είχεν τήν έκποίησιν κληρονομικοΰ άκινήτου μου πρός άποπεράτωσιν τών σπου-δών μου, τό όποιον βεβαίως έξεποίησα, ούχί πρός τόν σκοπόν αύτόν, άλλά πρός άπλήν έπιβίωσιν λόγω τής άναγκαστικής άνεργίας, είς ήν είχον κατα-δικασθή). Εύτυχώς όμως ή δυστυχώς τοιαύτης μορφής εγκλήματα δέν άνε-ρεύθησαν άπό τάς έπομένας κυβερνήσεις.

Οίκοθεν νοείται, ότι έν τω μέτρω τών δυνατοτήτων μου ουδόλως έμεινα

293

Page 289: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

άνενεργός κατά τής Χούντας. Πιστεύων δτι ή «πολιτική άντίστασις» έχει πλήν τών κομμάτων καί άλλους κοινωνικούς τρόπους νά έκφρασθή, εξέδωσα κατά Σ/βριον 1972 μαθηματικόν σύγγραμμα μετ' εκτενούς προλόγου, τό όποιον ουσιαστικά κατήργει τήν βιομηχανίαν σκοταδισμού, οϊαν είχεν ε-γκαθιδρύσει τό καθεστώς έκεϊνο είς τά σχολεία, ή τουλάχιστον ήναντιοΰτο πρός αύτήν εμφανώς καί σφόδρα. 'Υποθέτω, τό βιβλίον μου αύτό (άγνωστον προφανώς σήμερον καί εμφανώς άγνοηθέν, έστω καί ώς «βοηθητικόν» τής Μ.Ε., άπό τάς κατοπινός κυβερνήσεις) είναι τό μοναδικόν δείγμα μή άμεσου πολιτικής αντιστάσεως, εξαιρουμένων ώρισμένων νομικής φύσεως συγγρα-φών διά τά «Συντάγματα» τής Χούντας καί μερικών «κινήσεων» γνωστών λογοτεχνών (αϊ όποϊαι όμως άνεγνωρίσθησαν έκ τών υστέρων, καίτοι τής αυτής τάξεως ένέργειαι ώς τό βιβλίον μου).

Βεβαίως τά κοινωνικά καί άλλα αίτια τών δικτατορικών κυβερνήσεων τών κοινωνιών δέν εξαντλούνται εις τήν ΰπαρξιν συγκεκριμένης δικτατορίας. "Ηδη είς τόν νουν μου ήρχισεν νά σχηματίζεται ή άνάγκη έγγυτέρας εξε-τάσεως διαφόρων μορφών τοΰ κοινωνικού βίου τών νεοελλήνων. Έ ν σχεδόν έτος μετά τήν Δικτατορίαν εξέδωσα τό βιβλίον μου «'Ανάλυση τής νεοελ-ληνικής αστικής ιδεολογίας (άπό τό 1880 ώς σήμερα)». Τό ύφος βέβαια τοΰ βιβλίου αύτοΰ φέρει επηρεασμούς έκ τής προϊστορίας του τών χρόνων εκεί-νων, είχεν όμως τήν τύχην τό βιβλίον αύτό, όχι μόνο νά τροφοδοτήση ευρύτατα ιδεολογικούς όλους τομείς τών 10 διαρρευσάντων χρόνων άλλά καί έπί πολλών θεμάτων νά άποβή οιονεί προφητικό. Τοΰτο σημαίνει ότι έχρη-σιμοποιήθη ύπό τής Πολιτείας έπί ένίων ζητημάτων. Πρώτον μέν, ύπήρξεν τό μόνον βιβλίον, τό όποιον προεϊδεν τήν έν συνεχεία έξέλιξιν τής ελλη-νικής γλώσσης, γεγονός όπερ διηυκόλυνεν τάς κατοπινάς νομοθετικός ρυθ-μίσεις τοΰ γλωσσικού προβλήματος. Δεύτερον δέ, διά τής επισημάνσεως ώρισμένων εκπαιδευτικών ιδιορρυθμιών παρέσχεν τήν εύχέρειαν επεμβά-σεως τοΰ Κράτους έπί κοινωνικής σημασίας εκκρεμοτήτων τής λαϊκής εκ-παιδεύσεως. (Π.χ. διά πρώτη φοράν αί «Λύσεις» καί τά αλλα σχολικά βοη-θήματα παρέχονται ύπό τοΰ Κράτους είς τούς μαθητάς, άφοΰ πλέον τοΰτο άπετέλεσεν άντικείμενον σπουδής είς τό άνωτέρω βιβλίον μου καί κατεδεί-χθη ή τεραστία οικονομική έπιβάρυνσις τοΰ συνόλου διά τής οιονεί βιομη-χανίας τών «βοηθημάτων», τά όποια διεκινοϋντο παραπαιδευτικώς καί άδε-σπότως). Άλλά καί άλλα θέματα έκ τοΰ βιβλίου τούτου απετέλεσαν φορείς έν εύρυτέρα έννοια «εκπαιδευτικής πολιτικής» διά τών κρατικών μέσων ε-νημερώσεως, τά όποια διά λόγους οικονομίας χρόνου τήν στιγμήν αύτήν άντιπαρέρχομαι.

Σημειώσεως άξιον είς πάντα ταΰτα είναι τό γεγονός, ότι ουδέποτε παρε-σχέθη δυνατότης μνείας ή προβολής τοΰ βιβλίου μου επισήμως. Καί τοΰτο, ώς δύναμαι νά υποθέτω, οφείλεται είς ατελείς παραστάσεις περί τής φύσεως τής πνευματικής εργασίας. Ένώ δηλαδή ή συγγραφή βιβλίων ώς τό άνωτέ-ρω είναι πράξις εξόχως πολιτική, διαχωρίζεται συνήθως ή πνευματική εργασία

Page 290: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

άπό τό πρόσωπον πού τήν δημιουργεί. Είς τήν ίδικήν μου περίπτωσιν, είναι γεγονός, ότι ή μέριμνα όλοκληρώσεως ένός συγγραφικού έργου πού είχα κατά νοϋν δέν μοϋ έπέτρεψεν νά επιδιώξω εμπράκτως τήν διά τής πολιτικής έπένδυσίν του. Άλλά είναι αυτονόητον, ότι βιβλία «κοινωνικών πιέσεων» ώς τό άνωτέρω, όχι μόνον διευκολύνουν τάς προϋποθέσεις πολιτικών αλλα-γών, άλλά τίθενται έξ άντικειμένου είς τήν ύπηρεσίαν τών πλέον προοδευ-τικών έκ τών κομμάτων. 'Επικρατεί βεβαίως ή πλάνη, ότι ό πρακτικώς ά-σχολούμενος μέ τήν πολιτικήν αντιμετωπίζει άμεσώτερον τάς άντιφάσεις καί τήν τριβήν τής πραγματικότητος. Δέν άντιμετωπίζει όμως είς μικρότερον βαθμόν τά πράγματα ταϋτα ό θεωρητικώς άνερευνών τήν αύτήν πραγματι-κότητα, διότι αί αντιφάσεις είς τήν θεωρίαν παρουσιάζονται οιονεί έρεβώ-δεις καί άπαιτοϋν κολοσσιαία ποσά πνευματικής προσπαθείας πρός συνα-γωγήν πρακτικού συμπεράσματος, μέ βλάβην ενίοτε καί αύτής τής σωματι-κής υγείας τοΰ ερευνητού. Άπό συγγραφικής απόψεως ύφίσταται τεραστία διαφορά μεταξύ «επισημάνσεως» ή περιγραφής καταστάσεων καί θεωρητι-κής άνερευνήσεως πρακτικώς υπαρχόντων προβλημάτων.

Έ ν πάση περιπτώσει, μετά διετιαν περίπου άπό τής εκδόσεως τοΰ προη-γουμένου βιβλίου μου, εξέδωσα καί δεύτερον, τό όποιον επίσης άντιμετω-πίσθη ώς προϊόν «κοινωνικού πειραματόζωου», αλλ' ουχί είς τήν αύτήν έκτασιν, διότι τό βιβλίον τοΰτο έχρειάζετο έξ άρχής άλλην έπεξεργασίαν ή οποία όμως δέν ήτο εφικτή ύπό τάς συνθήκας έκδόσεώς του. Πάντως ευθύς μετά έγένοντο ώρισμέναι επερωτήσεις είς τήν τότε Βουλήν, όπως π.χ. περί τής κρατικής μερίμνης διά τήν χορήγησιν άδειων «μηχανικών» αυτοκινή-των, ό δέ τότε αρμόδιος ύπουργός άπήντησεν ότι «τό κράτος δέν μπορεί νά κάμη τίποτε, διότι ό τομέας αύτός υπάγεται εις τήν σφαΐραν "ιδιωτικής πρωτοβουλίας"».

Βεβαίως κατά τό διάστημα τοΰτο επεδίωξα καί τόν διορισμόν μου ώς καθη-γητού τής Μ.Ε. Έπιθυμών νά μεταβώ είς τήν άλλοδαπήν, ύπέβαλον αΐτησιν διορισμού μου είς Γυμνάσιον τής Δ. Γερμανίας, καίτοι βεβαίως έκ τών προ-τέρων έγνώριζον, ότι ό τομέας εκπαιδεύσεως τών ομογενών, τελεί ύπό τήν ηύξημένην μέριμναν τοΰ Κράτους. Ύποβαλών πρώτην φοράν αϊτησιν καί λαβών αριθμόν πρωτοκόλλου, έπληροφορήθην μετά μήνας, ότι ή αίτησις παραδόξως έχάθη, αναγκασθείς έκ δευτέρου είς τήν ύποβολήν τής αύτής αιτήσεως καί λαβών ομοίως αριθμόν πρωτοκόλλου, άλλά ή όποία φεϋ, έχάθη έξ ίσου παραδόξως μέ τήν πρώτην. Ζητήσας ν ' αποταθώ είς τό «γραφεΐον παραπόνων», έλαβον τήν εξής άπάντησιν: «τό γραφεΐον αύτό έκλεισε, διότι τώρα έχομε Δημοκρατία καί οί πολϊται δέν έχουν παράπονα. Αύτό έλειτουρ-γοΰσε έπί Δικτατορίας», άπαιτήσας δέ μετά ταΰτα νά επισκεφθώ τόν άρμό-διον ύπουργόν, εύρέθην πρός τής εξής επικλήσεως: «μά δέν σκέφθεσθε, κύριέ μου, καθηγητής έσεϊς, τήν πτωχήν ύπάλληλον, πού θά τιμωρηθή;». Έννοών βεβαίως ρτι ή περίπτωσις τής υπάρξεως ομογενών έν Εύρώπη δέν ήτο θέμα τό όποιον ήδύνατο άπλώς μόνο νά στραφή κατά συγκεκριμένου

295

Page 291: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

πολιτικού κόμματος, δέν έθεώρησα σκόπιμον νά επιδιώξω τήν διά θορύβου προβολήν τών αιτημάτων μου. Πάντως ύπέβαλον μετά ταϋτα κατ' έκεϊνον τόν καιρόν αΐτησιν διορισμού μου εις οιονδήποτε Γυμνάσιον τής χώρας. Πρό διετίας, περίπου έλαβον έγγραφον τοΰ υπουργείου Παιδείας, δι ' ού είδοποιούμην, ότι «μή αποδεχθείς τόν διορισμόν πού μοΰ έκοινοποιήθη, μόνο μετά διετίαν έχω δικαίωμα υποβολής αιτήσεως νέου διορισμού». Άλλά έγώ ουδέποτε έλαβον «κοινοποίησιν διορισμού». Θά ήνόει βεβαίως ή αρμο-δία ύπηρεσία δημοσίευσιν τινά είς τήν έφημερίδα τής Κυβερνήσεως, ήν εισέτι άγνοώ, πλήν όμως έγώ δέν διαβάζω εφημερίδας. Οϋτε καί είναι ιατρι-κώς δυνατή ή έπί έτη ολόκληρη συγκέντρωσις τής προσοχής τοΰ άνθρώπου έπί ενός αντικειμένου — έν προκειμένω είς τήν έφημερίδαν τής Κυβερνή-σεως. Ή μέριμνα τής προσωπικής πληροφορήσεως τών πολιτών άπό «κο-παδηδόν» «ομαδικούς καταλόγους», δέν απαλλάσσει τό Κράτος τής δημο-κρατικής υποχρεώσεως νά άνακοινώνη προσωπικώς είς τόν καθ' ένα τό συνταγματικώς κατωχυρωμένο δικαίωμα παροχής εργασίας (αρθρ. 22, παρ. I), καθ' όν τρόπον πράττει διά τήν κλήτευσιν είς τό στράτευμα ή τήν άπο-στολήν τοΰ λογαριασμού τής ΔΕΗ.

Γνωρίζω βεβαίως, ότι ή ίδιότης μου ώς συγγραφέως δέν συνάδει πρός τό έργον μου ώς καθηγητού τής Μ.Ε., διότι τό άνώριμον τής ήλικίας τών μικρών μαθητών, οί'τινες ένδεχομένως θά άνεκάλυπτον τά κείμενά μου, θά ήτο δυνατόν νά τούς όδηγήση εις εσφαλμένα συμπεράσματα ώς πρός τήν σημασία των. 'Εκτός τούτου καί ή προθεσμία ύποβολής νέας αιτήσεως έχει παρέλθει, λόγω ορίου ήλικίας.

Είναι όμως φανερόν, ότι ή τοιαύτη προσπάθεια οιονεί αύτοκατανοήσεως τής περιπτώσεως μου, μή ύπαρχούσης καμμιας κρατικής μερίμνης ώς πρός τό ύπόλοιπον έργον μου, είναι πρόξενος είς έμέ ουχί μικρας οικονομικής ζη-μίας, ύπολογιζομένης προχείρως τουλάχιστον είς τό ποσόν τό είσπραχθέν ύπό συναδέλφων μου άπό τοΰ κρατικού προϋπολογισμού, μισθοδοτουμένων έπί είκοσαετίαν. Τό σύνολον τών χρημάτων τούτων έγώ άπώλεσα, ένώ αντι-θέτως, έξ ιδίων πόρων καί ανευ ούδεμιάς κρατικής παροχής ή θέσεως πού νά μοϋ έπιτρέπη κάτι τέτοιο, προσέφερον έργον είς τό σύνολον ικανής σημασίας. Καί δέν έννοώ μόνον τό ήδη εκδοθέν έκ 4 βιβλίων, άλλά καί τό άλλο τόσον άνέκδοτον, τό όποιον θά ϊδη τό φώς είς τά άμέσως προσεχή χρόνια. Καίτοι τό αρθρ. 15 τοΰ Συντάγματος ορίζει, ότι «ή ραδιοφωνία καί ή τηλεόρασις σκοπούν είς τήν άντικειμενικήν καί έπί ΐσοις όροις μετάδοσιν τών προϊόντων τοΰ λόγου καί τής τέχνης», ουδέποτε αύται ήσχολήθησαν μέ τό έργον μου, ώστε, τουλάχιστον, διά τής ομαλής διακινήσεως τών βιβλίων μου, νά δυνηθώ νά άνταποκριθώ είς τάς άνάγκας τοΰ συγγραφικοΰ μου έρ-γου, τό όποιον, πλήν τών άλλων, συνεπάγεται καί τεραστίας έπιβαρύνσεις βιβλιογραφικής ενημερώσεως. "Εχω αντιθέτως τό θλιβερόν προνόμιον νά βλέπω θέματα έκ τών βιβλίων μου άναπτυσσόμενα άπό τών κρατικών μέ-σων ενημερώσεως, ώς καί πολιτικήν έκμετάλλευσιν (ήγουν πλήρην κοι-

Page 292: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

νωνικοποίησιν) άλλων, ουδέν δυνάμενος νά πράξω άφοΰ τά πράγματα λαμ-βάνουν τοιαύτην έπίσημον μορφήν ώς τακτική. Θά ήδυνάμην νά άναφέ-ρω πληθώραν περιπτώσεων, κομίζων βεβαίως καί άδιασείστους αποδεί-ξεις (έξ ων ή τελευταία πρός εβδομάδος περίπου, όπου άνεπτύχθη ώς άντι-κείμενον «έκλαϊκεύσεως» θέμα αποτελούν πρό ολίγων μόλις ετών ζήτη-μα τής διεθνούς έρεύνης!), άλλά τοιούτον τί δέν θεωρώ άπαραίτητον, άφοΰ θά έπρεπε νά αναφερθώ είς συγκεκριμένα περιστατικά καί συνεπώς εις συ-γκεκριμένα πρόσωπα. 'Αρκούμαι άπλώς — τοΰτο καί πρός μείζονα διασά-φησιν τών επομένων — εις τινα συμπληρωματικά έπί τοΰ άναφερθέντος βιβλίου μου: "Οτε τοΰτο έκυκλοφόρησεν έν έτει 1975, τυπικώς ουδεμία «ά-ντικειμενική συνθήκη» συνέτρεχεν ενός νέους γλωσσικοΰ, τής γλώσσης κα-τωχυρωμένης ούσης συνταγματικώς άπό τοΰ 1911 καί πρό πολλοΰ ήδη ό-δευούσης πρός κάλυψιν τοΰ μεγάλου χάσματος παρ' ήμΐν μεταξύ όμιλου-μένης καί γραφομένης (διότι μικρόν ύφίσταται καί πρέπει νά ύφίστα-ται δι ' όλας τάς έξειλιγμένας γλώσσας). Δι' ώρισμένους όμως λόγους, ούς δέν δύναμαι ώδε άναλυτικώς νά έκθέσω, είς ήμας τό γλωσσικόν ένεφανίζετο ώς έν πρόβλημα τής μελλούσης ιδεολογίας καί ώς έκ τούτου τό άνερευνή-σαμεν ιστορικώς, πολιτιστικώς καί κοινωνιολογικώς, συνδέσαντες αύτό μέ τήν ΰπαρξιν «ποιητικών γενεών» καί τοΰ λαϊκισμού, καί θεωρήσαντες έξ όλων τούτων καί τάς επιπτώσεις του είς τήν παιδείαν. Έξ όσων γνωρίζω, ουδέποτε ύπήρξεν άνάλογον έργον είς τά έλληνικά. Πάντα ταΰτα βεβαίως, έπιδιώκοντες νά έπισημάνωμεν, ότι έάν είς παλαιοτέρας έποχάς — ότε τά πράγματα ομολογουμένως διεκινοΰντο μετά μεγαλυτέρας προσοχής — τό γλωσσικόν είχεν επιπτώσεις είς τήν έσωτερικήν μόνον πολιτικήν, έπανα-βίωσίς του έπικειμένης τής εντάξεως εις τήν ΕΟΚ θά συνεπήγετο μοιραίας πολιτιστικός μεταβολάς, καθιστώσας τόν έλληνικόν χώρον ιστορικώς έκ-κρεμή, ούχί βεβαίως έντός τών πλαισίων τής Δύσεως, άλλ' οπωσδήπο-τε έντός εκείνων τής Εύρώπης. Τό γεγονός ότι έπραγματοποιήθησαν τά άντίθετα τούτων καί άπό ίδεολογικόν, όπερ άνεμένετο τό γλωσσικόν (πρός τοΰτο χρειάζεται απαραιτήτως ή Καθαρεύουσα), μετετράπη είς κοινωνι-κόν πρόβλημα άπεργιών καί πληθωρισμοΰ καλλιεργοΰν τόν άκρατον άντι-δυτισμόν καί τήν «φοβίαν τής ρίζης» αποδεικνύει καλύτερον παντός άλλου ποίας εύρύτητος ύπήρξεν ή χρησιμοποίησις τοΰ βιβλίου μας είς τά έπιχει-ρηθέντα.

Βεβαίως αΐ ίδέαι αποτελούν «κτήμα κοινόν» καί προσωπικώς είμαι άκρα-τος οπαδός τής έν λόγω «κοινοκτημοσύνης». Θά έξήρχετο όμως τών πλαι-σίων τοΰ παρόντος ή έξέτασις περί τοΰ πότε καί πώς ή «κοινοκτημοσύνη» αύτη ισχύει — ύπό ποίους όρους δηλ. κοινωνικοποιούνται αί ίδέαι μή με-ταβαλλόμενοι εις προπαγάνδαν, ήγουν μονομερή πληροφόρησιν άπ' ευ-θείας είς τόν λαόν, δημιουργοΰσαι ούτω κοινωνικούς διχασμούς ή πολυχα-σμούς —, άν ό άνθρωπος «άποκτά» τελικώς ιδέας ποίας καί πώς, τίς ή άκριβής σχέσις μεταξύ «άντικειμενικών συνθηκών» καί ιδεών (έάν αί «άντι-κειμενικαί συνθήκαι» ήσαν ό μόνος έπαρκής όρος δημιουργίας τών ιδεών,

297

Page 293: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

έπρεπε αύται νά εμφανίζονται είς δλους μαζί!), ποίος έν τέλει ό ρόλος τοΰ προσώπου είς τήν σχέσιν ταύτην. Γνωρίζω προσέτι, ότι ό συγγραφεύς δέν είναι αρμόδιος διά τήν χρησιμοποίησιν τών ιδεών του, τάς όποιας ούδέ τό ήθικόν δικαίωμα έχει νά μήν άνακοινώση ύπό αϊρεσιν τοΰ τρόπου χρήσεώς των.

Άνεφέρθην εκτενώς πώς είς τά άνωτέρω, ίνα καταδειχθή μόνον μέσω αύτών ό τρόπος τής εμπραγμάτου βλάβης μου, συνισταμένης είς τοΰτο: μο-νομεροΰς ούσης χρήσεως τό βιβλίον μου τυχόν (καί συνεπώς είς πασαν περίπτωσιν έξ άνάγκης «άγνοηθέν»), οί βιβλιοπώλαι, γνωρίζοντες έπακριβώς τήν σημασίαν τοΰ έργου μου καί παρακολουθοΰντες τήν τοιαύτην τακτικήν, προσηρμόσθησαν ευκόλως πρός ταύτην, δεδομένου ότι τό σώμα τών βιβλιο-πωλών-έκδοτών είς τήν 'Ελλάδα, κατ' έξαίρεσιν πρός άλλας εύρωπαϊκάς χώρας, είναι καθ' ολοκληρίαν κρατικώς προσανατολισμένον, όπως τοΰτο άκόπως τεκμαίρεται έκ τής ιδίας τής δομής τών σχολικών βιβλίων, είς ά α-ναφέρονται ή βιβλιογραφοΰνται οί ίδιοι άκριβώς συγγραφείς, οϊτινες καί τάς προθήκας τών βιβλιοπωλείων καλύπτουν. Τήν στιγμήν μάλιστα αύτήν ούδέ έκδότην εύρίσκω διά τήν έπανέκδοσιν τών βιβλίων μου, πρό πολλοΰ έξη-ντληθέντων, μέ τήν αίτιολογίαν ότι δέν είναι γραμμένα είς τό... άτονικόν! Άλλά τοΰτο προφανώς άποτελεΐ καταναγκασμόν άποξενώσεως έκ τοΰ έργου μου.

Ύφίσταται όθεν διά τών άνωτέρω ούσιαστική καταστρατήγησις θεμελιωδών διατάξεων τών ανθρωπίνων δικαιωμάτων καί δή εκείνου τής έλευθερίας έκ-φράσεως ώς συγγραφέως, ουχί δι ' άμέσου στερήσεως τής προσωπικής έλευ-θερίας ή διά παραβάσεως τών περί τύπου νόμων, ώς θά έσυνέβαινεν διά τήν δημοσίευσιν μιας επιστολής π.χ., άλλά δι' έμμέσου κοινωνικοΰ καταπιε-σμοΰ πρός άποξένωσιν έκ τοΰ έργου μου, όστις ώς μέθοδος είναι καί απο-τελεσματικότερος. 'Αλλ' ή τοιαύτη τακτική οίκοθεν νοείται, ότι δημιουργεί ανωμαλίας τινάς καί ώς πρός τό εύρωπαϊκόν δίκαιον, είς ό ή 'Ελλάς, μερικώς εισέτι, άλλά πάντως μετέχει.

Θά ήδυνάμην μόνον άπό τής θέσεως ταύτης νά προσθέσω, ότι έάν διά τά προηγούμενα βιβλία μου ή περιγραφείσα τακτική είχεν μόνον δι' έμέ επι-ζήμιους συνεπείας, τό πράγμα δέν δύναται νά εξελίχθη ούτω καί μέ τό νέον μου βιβλίον, άναφερόμενον,είς τήν τρέχουσαν διεθνή θέσιν τής 'Ελλάδος. Ώ ς τοιοΰτον ενδιαφέρει καί όμορους λαούς, οϊτινες θά ήδύναντο νά παρα-νοήσουν τά έν αύτώ, έφ' όσον ή 'Ελλάς, άποφεύγουσα διά τών άνωτέρω τρόπων τήν έπ' αύτοΰ συζήτησιν, δέν θά ήτο είς θέσιν νά άντιπροβάλη τάς όρθάς καί έπεξειργασμένας απόψεις.

Δήλον όθεν έκ πάντων τών άνωτέρω, ότι ούδέν οίκονομικόν έσοδον πλήν τών βιβλίων μου διαθέτων, ούδέ καί κατοικίαν δύναμαι νά διαθέτω, ώς προ-βλέπει τό Σύνταγμα διά τοΰ άρθρ. 21, παρ. 4. 'Αλλ' έάν διά πάντα "Ελληνα «κατοικία» δηλοϊ κυρίως «στέγην», δι ' έμέ δηλοΐ πρωτίστως «έπαγγελματι-

298

Page 294: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

κήν στέγην», διότι άνευ τών βιβλίων μου συγκεντρωμένων δέν δύναμαι νά έργασθώ.

Διά πάντα ταϋτα καί ύπό τήν προϋπόθεσιν άποδοχής τοΰ αιτήματος μου:

Παραιτούμενος τών οικονομικών άπολαβών, όσας νομίμως επεδίωξα καί δέν ήδυνήθην έκ τοΰ Δημοσίου νά λάβω, υποβάλλω Ύμΐν τήν παροϋ-σαν αΐτησιν συνταξιοδοτήσεώς μου διά ποσού ουχί ελάσσονος τοΰ μη-νιαίως άπολαμβανομένου ύπό τών τής «αύτής σειράς» συναδέλφων μου διω-ρισμένων καθηγητών. Διά τοΰ τρόπου αύτοΰ, τό μέν κράτος έπανορθοΐ κα-ταφανή έκκρεμότητα, κερδίζον έν ταύτώ καί τά όσα χρήματα ώς καθηγη-τής δέν έχω εισπράξει, έγώ δέ αποκτώ μικράν ίκανοποίησιν έναντι τών όσων έως τούδε είς τό σύνολον — άρα έμμέσως καί είς τό κράτος — έ-χω προσφέρει, δυνάμενος ούτω νά ολοκληρώσω τό περαιτέρω έργον μου άνευ τών τεραστίων δυσχερειών, όσας μέχρι τώρα δι' αύτό αντιμετώπι-σα. Προφανώς είναι πολλοί περισσότεροι οί λόγοι, ους θά ήδυνάμην νά επικαλεσθώ διά τήν νομιμότητα τής άπαιτήσεώς μου, ήτις μή ίκανο-ποιουμένη, καί λόγφ τής φύσεως τοΰ έργου μου, συνεπάγεται σύν τοις άλ-λοις καί ίκανόν έμπόδιον διά τήν έλευθέραν άνάπτυξιν τής προσωπικότη-τός μου, — δικαίωμα καί τούτο συνταγματικώς κατωχυρωμένον (αρθρ. 5, παρ. I). Τήν παροϋσαν ύποβάλλω Ύμΐν ύπό τήν ιδιότητα τοΰ συγγρα-φέως. 'Εκτός τών άλλων ένδεχόμενη ίκανοποίησις τοΰ αιτήματος μου, θά συνεπήγετο έκδηλον πολιτικόν καί άλλον όφελος διά τήν παροϋσαν Κυ-βέρνησιν, δι ' ήν εσχάτως έχει δημιουργηθή ή έντύπωσις, ότι χειρίζεται τό δημόσιον χρήμα άμοίβουσα ούχί κατ' άξίαν, άλλά διά τήν δημιουρ-γίαν κομματικής «Νομενκλατούρας». Ή περίπτωσίς μου, δυναμένη εύκό-λως ν ' άπομονωθή, δύναται ν ' άποτελέση ίσχυρόν άντιρρητικόν παράδειγ-μα πλήρους κοινωνικής δικαιοσύνης, δεδομένου ότι καί ουδεμίας ιατρικής περιθάλψεως τυγχάνω, — δικαίωμα όπερ κτάται καί ό έσχατος τών 'Ελλή-νων.

Ίκανοποίησις τής παρούσης αίτήσεώς μου ούδέν «προηγούμενον» δημιουρ-γεί, διότι έγώ δέν επέλεξα έν άρχή «έλεύθερον επάγγελμα», ώς τό τοΰ πο-λιτικού μηχανικού ή δικηγόρου φ.ε. καί έν συνεχεία έκτραπέντος είς άλλο-τρίους δραστηριότητας, άλλ' έξ άρχής τό τοΰ δημοσίου υπαλλήλου, ήτοι οί μισθοί μου προϋπελογίσθησαν στατιστικώς έπί τοΰ δημοσίου προϋπολο-γισμού τών επομένων χρόνων άμα τή εισαγωγή μου είς τό Πανεπιστήμιον. "Οτι τών συνθηκών έξαναγκαζουσών παρητήθην έως τούδε μέρους τούτων, δέν συνιστά προφανώς — καί δέν θά ήδύνατο νά συνιστά — όλικήν παραί-τησιν έκ τοΰ άρχικοΰ δικαιώματος.

Θέμα ήλικίας διά τήν περίπτωσιν μου (είμαι 45 ετών) δέν δύναται επίσης νά τεθή, διότι ύπάρχουν ήδη περιπτώσεις νεωτέρων έμοϋ λογοτεχνών, οί όποιοι, τελούντες ύπό είδικάς καί δυσχερείς ώς έγώ συνθήκας, συνταξιοδο-τούνται. Ή περίπτωσις μάλιστα ενός κατ' έπιστήμην θεραπεύοντος τόν

299

Page 295: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Λόγον, δέν δύναται ειμή ν ' άποτελέση ίσχυράν ένδειξιν υψηλής έπινοίας δικαιότητος.

Βέβαιος ών έκ πάντων τών εκτεθέντων, δτι μετά σαφήνειας ήθελεν διακρι-βωθή τό δίκαιον καί εύλογον τοΰ αιτήματος μου, δέν δύναμαι είμή νά ευελ-πιστώ εις ταχεΐαν άποδοχήν τούτου, ήγουν είς κάτι κατεπειγούσης σημασίας δι ' έμέ.

Μικρόν τί θά ώφειλον ίσως νά προσθέσω περί τής συντάξεως τοΰ παρό-ντος κειμένου: καίτοι είμαι κεκηρυγμένος οπαδός τής ύγιώς όμιλουμένης γλώσσης, ήν καί είς τά βιβλία μου φιλοτέχνως θεραπεύω, έχρησιμοποίησα έδώ έλαφρώς διάφορον αύτής χαρακτήρα, διότι έπρόκειτο περί τεχνικών όρων, ή προσπάθεια μεταπλάσεως τών όποιων ήδύνατο νά όδηγήση είς άσάφειαν τής ώς πρός τό αίτούμενον λογικής καθαρότητος. Βέβαιος, ότι καί τοΰτο ήθελεν δεόντως έκτιμηθή, μετά τιμής διατελώ.—

Έν 'Αθήναις τή 29η 'Ιανουαρίου 1985 Ό Αϊτών

Γ.Κ.

ΣΧΟΛΙΟΝ:

"Οταν πρίν λίγα χρόνια έτέθη ύφ ' ήμών τό θέμα τών έγκατελειμμένων οικημάτων καί οί εύγενεΐς νέοι τών μοτοσυκλεττών — τούς οποίους σεμνυ-νόμεθα νά συγκαταλέγωμε μεταξύ τών άναγνωστών μας — άρχισαν νά τά καταλαμβάνουν, έμάθαμε άπό δημοσιογραφικές έρευνες, ότι ό άριθμός τους υπερβαίνει τίς εκατό χιλιάδες. Οί εύγενεΐς νέοι, έπάγοντες σπουδαίες έθνι-κές υπηρεσίες γιά τόν εκσυγχρονισμό τής μεσαιωνικής κοινωνίας μας, κουραζόμενοι νά τά καθαρίζουν, νά τά εύπρεπίζουν — προστατεύοντας τήν δημόσια ύγεία άπό τίς εστίες αύτές μολύνσεως — καί νά τά έπισκευάζουν (γλυτώνοντας άνθρώπινες ζωές άπό τά έξωτερικά χαλάσματα), οφείλουν νά ρυθμίσουν τό θέμα καί νομοθετικώς. Δηλαδή — γιά λόγους πού άμέσως θά ιδούμε — νά τά θεωρούν ιδιοκτησία τους διά τής καταλήψεως, ιδιαίτερα τά άνήκοντα σέ οργανισμούς, καί νά τά δίδουν «αντιπαροχή», εξασφαλί-ζοντας έτσι συλλογικώς, δηλ. οί οργανώσεις των, συγχρόνους χώρους ά-ναπτύξεως τής τέχνης (π.χ. μουσική ρόκ) καί τών πολιτιστικών σχέσεων μέ τήν διεθνή νεολαία, πού μελλοντικώς θά προκύψουν άναγκαΐες. Οί εύ-γενεΐς νέοι είναι οί μόνοι πού μπορούν έτσι νά συντελέσουν σέ μιάν πραγ-ματική μελλοντική άνάπτυξη τής χώρας. Ουδόλως πρέπει νά δέχωνται νά

300

Page 296: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

συζητοϋν έπί «νομικών θεμάτων» μέ οιονδήποτε γ ι ' αύτά τά πράγματα, διότι δέν ύφίσταται νομική βάση ιδιοκτησίας έν 'Ελλάδι. Ή κατάσταση τών οικημάτων αύτών δέν οφείλεται μόνο σέ φορολογικούς λόγους, όπως έξηγήσαμε (βλ. τό βιβλίο μας «Έπί τής Δομής» κ.λπ., σελ. 177 κ.έ.), άλλά καί σέ άλυτες καταστάσεις τοΰ κληρονομικού καί οικογενειακού δικαίου — πλήρως ιστορικώς θεμελιουμένων —, διά τών οποίων άκριβώς σκοπεΐται ή κλοπή τών ιδιοκτησιακών στοιχείων άπό τό κράτος. Ό Όθωνας άπαι-τοϋσε τότε τό μεγαλύτερο μέρος τών κεφαλαίων τής Έθνικής Τραπέζης νά διατεθη γιά τήν άνάπτυξη τής Γεωργίας, όπως άρμοζε σέ μιά βαλκανική χώρα σάν τήν 'Ελλάδα, όμως αύτό άπεδείχθη άδύνατον, προτιμηθέντος τοΰ έμπορίου (άνευ παραγωγής, δηλαδή τό εύκολο χρήμα), διότι δέν υπήρχε έγγειος ιδιοκτησία. Επρόκειτο δηλαδή περί καταλήψεων! Ά ρ α οί εύγενεΐς νέοι οφείλουν νά γνωρίζουν, ότι δέν ύφίσταται «νομική λύση» τοΰ προβλή-ματος — συνεπώς νά άποκλείουν καί οιανδήποτε «μεσολάβηση» άναλόγου ύφής —, διότι δέν είναι δυνατόν ένα άποτέλεσμα κλοπής (διά τών καταλη-ψιών) καί ένα συνεπώς προϊόν κλοπής (άπό τό κράτος) νά λάβη νομικές κατοχυρώσεις καί διασαφήσεις ώς «ιδιοκτησία». Ή νομική θολούρα δέν οφείλεται μόνο στίς τριτοκοσμικές καταστάσεις περί κράτους πού είδαμε, άλλά καί σέ καθαρά «ελληνικούς» λόγους. Άφοΰ σέ ένα περιωρισμένης εκτάσεως «έθνικόν» κράτος πηγαινοέρχονται άκόμη μέχρι σήμερα πληθυ-σμιακά σύνολα, άφοΰ ό έκτός συνόρων πληθυσμός είναι περισσότερος άπό τόν έντός καί μπορεί έλεύθερα νά «επαναπατρίζεται» (θεωρητικώς) καί ά-φοΰ όλοι αύτοί μποροΰν έλεύθερα εσωτερικά νά μεταναστεύουν (είτε βάσει κοινωνικών διαδικασιών είτε μόνοι τους γιά λίγα χρόνια), έπεται ότι δέν μποροΰν νά ύπάρξουν κανενός είδους νομικές εύκρίνειες περί «ιδιοκτη-σίας». Ό καθένας δηλαδή είναι ύποχρεωμένος νά τά κλέβη άπό τόν άλλον (καί όσο τά κρατήση!). Αύτά δημιουργοΰν τίς ψυχικές έρειπιώσεις πού είπαμε (καί όσο πιό μεγάλη ή περιουσία, τόσο πιό μεγάλη ή έρειπίωση — γ ι ' αύτούς όλους τούς λόγους οί «άνώτερες τάξεις» δέν μπόρεσαν ποτέ νά βγάλουν κάτι έν Ελλάδι...) καί πολλοί αναγκάζονται στό τέλος νά τά χαρίσουν σέ «κοινωφελή ιδρύματα», δηλαδή στό κράτος. 'Οπότε έδώ έχομε τήν άλλη περίπτωση τής μέσω τοΰ κράτους τριτοκοσμικής κλοπής, ή ο-ποία είναι μέν διαρκέστερη ώς κρατική, όχι όμως καί ύπέρ κάποιας στα-θερής παραγωγικής τάξης (γι ' αύτό καί πρέπει νά μήν έμπιστεύεται κανείς τίς μαρξιστικές καί άλλες άνάλογες άναλύσεις πού ισχύουν γιά βιομηχα-νικές χώρες), λόγω τής «τριτοκοσμικής ρευστότητος» στά έπίπεδα τοΰ κρά-τους πού αναλύσαμε. Είναι δηλαδή σταθερή ώς κατάσταση, άλλά όχι ύπέρ κάποιας σταθερής τάξης (αύτός είναι καί ό λόγος πού οί περισσότεροι "Ελληνες έχουν «μεγάλο» οικογενειακό παρελθόν...). Όφείλομε προσέτι νά

301

Page 297: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

σημειώσωμε γιά τούς εύγενεΐς νέους, δτι αύτά δλα τά πράγματα είναι καί ίδεολογικώς μέσω τοΰ «έλληνοχριστιανισμοΰ» καί της «έλλαδορθοδοξίας» ώς νοήματα έπιβεβαρυμένα. Δυστυχώς, παρά τούς τόνους μελάνι καί τίς «διατριβές» γ ι ' αύτά τά πράγματα, άκόμη δέν καταφέραμε νά άποκτήσωμε μιάν νοητική καθαρότητα έπί τοΰ «κοινοβιακοΰ συστήματος». Καί ώς πρός μέν τό Βυζάντιο, δηλ. μέχρι τόν ΙΟον περίπου αιώνα, αύτά τά πράγματα έχουν ιστορικό ένδιαφέρον (καίτοι αύτός ό θεσμός έκεΐ ύπήρξε ύποτυπώ-δης), γιατί δέν περιορίζονται μόνο στούς βυζαντινούς. Τίποτε δμως δέν έχουν νά κάνουν μέ τίς «κοινότητες» έπί τουρκοκρατίας, διότι αύτές είναι κοινωνίες πού στηρίζονται αποκλειστικώς στήν κλοπή (ληστεία) καί δευ-τερευόντως στήν δποια άλλη παραγωγή. Καί γ ι ' αύτό δέν μποροΰν νά έχουν άλλο σύστημα διοικήσεως. "Ας πάρωμε π.χ. τήν περίπτωση τών νησιών τοΰ Αιγαίου, ποΰ βασική τους δουλειά ήταν ή πειρατεία. Πειρατεία κατ' άρχήν πάει νά πή, άξιώτατοι καί πανέξυπνοι άνθρωποι, δεμένοι μέ τό νερό σάν τά ψάρια καί μεταφυσικά δεμένοι μέ τήν θάλασσα — μεταξύ τους έπροσφωνοΰνταν «σύντυχοι», δηλαδή άνθρωποι τής ίδιας τύχης μέσ' τό καΐκι καί τόν κίνδυνο τών κυμάτων —, πού άν βρίσκονταν ύπό άλλες ήγεσίες καί συνθήκες, θά μποροΰσαν νά είχαν μεγαλουργήσει. ("Οταν τούς έβαλε ή Ρωσσία ύπό τήν προστασία της [βλ. τό παραπάνω βιβλίο μας, σελ. 67 καί 135] έκράτησαν μέ τούς ναπολεοντείους πολέμους δλη τήν Εύρώπη άπό σιτηρά. Γ ι ' αύτό πιστεύομε δτι καί σήμερα ύπό άλλες συνθήκες ό χώρος τοΰ Αιγαίου μπορεί νά άποβή διεθνώς χρήσιμος). "Εκαναν βεβαίως πάντα καί έμπόριο, άλλά ή κύρια δουλειά τους ήταν τό κοΰρσος. "Οταν τώρα έπιαναν τήν... «πρέζα» — έτσι ώνόμαζαν τά πλοία πού έπιαναν —, δέν έκαναν βέβαια τήν μοιρασιά ενώπιον συμβολαιογράφων, ούτε κατέφευγαν στό Διεθνές Δικαστήριο τής Χάγης. Στά τσουβάλια τά έρριχναν φίρδην-μίγδην καί ξαναγύριζαν στόν τόπο τους. 'Αλλά ουτε καί έκεΐ ήταν δυνατή κάποια ιδιωτική μοιρασιά, γιά προφανείς λόγους. Γιά νά μπορέσουν συνε-πώς νά συντηρηθοΰν έσωτερικά οί μικρές κοινωνίες τών νησιών, έπρεπε άναγκαστικά οί... «πρέζες» νά πηγαίνουν στήν κοινότητα. Νά άνήκουν δηλαδή σέ δλους κατά κάποιαν ιεραρχική τάξη καί μέ άκριβοδικαιότατον διαιτητή, άν ήθελε ό ίδιος νά γλυτώση... 'Ακριβώς αύτή τήν δουλειά, αύτόν τόν ρόλο, τόν είχε άναλάβει ή Έκκλησία! «Θεολογικώς» δηλαδή ένεργοΰ-σε ώς ένα είδος κλεπταποδόχου — καί μάλιστα μέ πολύ αίμα... —, κοινω-νικώς όμως ώς άναγκαΐος θεσμός τών μικρών κοινωνιών. Αύτή ήταν ένα είδος άνωνύμου Τραπέζης ή μάλλον Ταμιευτηρίου, πού έχρηματοδοτοΰσε τήν άπό κοινοΰ κατασκευή νέων καραβιών (δταν έχρειάζετο, τά πολλά προήρχοντο άπό τό «σήκωμα» διότι τά νησιά δέν είχαν ξυλεία), διάφορα κοινοτικά (δημόσια) έργα καί κυρίως έπιστατοΰσε γιά τήν κατευναστική

302

Page 298: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

κατανομή παίρνοντας τό μερτικό της. Οίκοθεν βέβαια νοείται ότι ή κοι-νωνική διάρθρωση τών νησιών (τοΰτο ισχύει κατ1 έξοχήν γιά όλα τά νη-σιά) ήταν αυστηρώς καθωρισμένη καί οί σχέσεις τής κοινωνικής ήθικής στό έπακρον άνεπτυγμένες. Τόν αύτόν βαθμό έπεξηργασμένης ήθικής έ-χουν όλες οί άνάλογες ομάδες άνθρώπων (π.χ. τήν έσωτερική ήθική συνέ-πεια τής Μαφίας θά τήν έζήλευαν όλα τά ήθικοδιδασκαλεΐα τοΰ κόσμου). Τό Καστελλόριζο, ή Κάσος, άλλά κυρίως ή Ύδρα καί οί Σπέτσες, ήσαν τά διάσημα κέντρα του καιρού. "Οταν τύχαιναν καλές «πρέζες», ή εύημερία άνέβαινε, άλλά ταυτόχρονα καί ό πληθωρισμός τών άγαθών έφερνε κάποιο είδος κοινωνικής άναταραχής, μέ άποτέλεσμα νά μήν είναι πάντα ήρεμα τά εσωτερικά τών νησιών.

Τά αύτά συνέβαιναν καί έπί τοΰ ήπειρωτικοΰ έδάφους μέ τούς κλεφταρ-ματωλούς, μόνον ότι έδώ ή 'Εκκλησία ήρκεϊτο σέ «είδος» κυρίως καί όχι σέ χρήμα, δηλαδή σέ ζώα άπό τίς ζωοκλοπές καί έμπορεύματα άπ ' τά καραβάνια, μέ τά όποια καί έπλήρωνε καί τούς είς είδος φόρους στήν Πύλη. Τά μοναστήρια ήσαν άνδρα ληστάρχων, γιά τά όποια οί άμαρτίες πού «άφίεντο» ήσαν κυρίως φύσεως «ψυχικής» καί όχι δολοφονικής. Με-ταξύ τών «παλληκαριών» ήσαν καί πολλοί καλόγηροι καί παπάδες, οί ό-ποιοι γύριζαν κανονικά άρματωμένοι όπως όλοι οί άλλοι. Ό Παπαφλέσας δέν άρματώθηκε γιά τήν 'Επανάσταση· ήταν καί πρίν έτσι... Τά άρματω-λίκια, όπως καί τά νησιά, έλειτουργοΰσαν μέσα σέ μιά συνείδηση ευρύτε-ρης τοπικότητος, μέσω τής οποίας έξεφράσθη στό νέο κράτος καί ή ανυ-παρξία έθνικής συνείδησης. Αύτά όλα είς βάρος τοΰ έμπορίου καί τών διεθνών σχέσεων τοΰ καιροΰ, άλλά, όπως είπαμε, καί μέσα σέ ένα άπεσταγ-μένο καθεστώς εσωτερικής ήθικής. Πράξεις κοινωνικής άδικίας γιά τήν «περιοχή» οί λήσταρχοι δέν τίς έπέτρεπαν, κατά τόν αύτόν τρόπο πού καί ό άρχηγός ένός κλάδου τής Μαφίας τιμωρεί άμειλίκτως πάσαν έσωτερικήν ζαβολιά... Αύτά έν ολίγοις.

"Οταν όμως ένας τέτοιος διοικητικός μηχανισμός μπή «φορέας» ένός κρά-τους — όπως έμπήκε ή 'Εκκλησία άπό τό 1830 κι έδώ —, τί είδους κράτος είναι δυνατόν νά φκιασθή; "Ολα τά προηγούμενα διεμόρφωσαν έτσι τήν έξέλιξη τοΰ δικαίου έν Ελλάδι, ώστε κυρίως νά μήν χαθή ό εισπρακτικός ρόλος. Οί κρατικοί τρόποι θά ήσαν άδιάφοροι, όπως ήταν καί τό πρό τοΰ '21 αίμα... Έπιπροστιθεμένων τώρα τών τριτοκοσμικών συνθηκών εξαρτή-σεως, οί καταστάσεις οικονομικής καί κοινωνικής ρευστότητος θά ήσαν τέτοιες, ώστε ή έννοια «ιδιοκτησία» νά μεταβάλλεται μόνο σέ κρατικόν έσοδο καί τίποτ' άλλο. "Οσο πιό γρήγορα «κυλάνε» καί φεύγουν περιου-σίες, τόσο πιό πολύ τό κράτος εισπράττει (φόροι μεταβιβάσεως, φόροι

303

Page 299: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

κληρονομιάς, συμβολαιογραφικά καί χαρτόσημα, δίκες, δικηγόροι, μέτρα, κλητήρες — αύτά όλα είναι κρατικά έσοδα). Καί μέσα στίς άλυτες κατα-στάσεις πού δημιουργεί ή έλληνική νομοθεσία, επέρχεται πολλές φορές ή πλήρης κατάρρευση ή άδιαφορία τών όσων τά έχουν, ώστε στό τέλος νά τά χαρίζουν σέ «κοινωφελή ιδρύματα», άλλα νά τά παίρνουν οί Τράπεζες, Εφορείες, 'Οργανισμοί κ.λπ. δηλαδή μέ τόν ένα τρόπον ή τόν άλλον πάντα τό κράτος. Δυστυχώς μάς λείπουν οί κοινωνιολογικές μελέτες καί οί στα-τιστικές, ώστε νά μπορέσωμε καί μέ νούμερα νά προδιορίσωμε τήν... εύ-ρωπαϊκή μας διάσταση, ώστόσο ό γράφων τούτες τίς γραμμές δέν ήχθη τυχαία στίς παρατηρήσεις αύτές: άπό τό πρώτο έτος ώς φοιτητής εύρέθηκε μέ ένα σεβαστό κατά τό ήμισυ έξ αδιαιρέτου κληρονομικό μερίδιο. Καί γιά μέν τό αγροτικό μέρος ούδέποτε μπόρεσε νά άποκτήση σαφή άντίληψη, πλήν ώρισμένων μεγαλυτέρων κτημάτων, τό δέ άστικό άπετελεΐτο άπό έξ οικήματα, έξ ων τά τρία περίπου τής τάξεως τών 15-20 έκατομ. σημερινών δραχμών τό ένα. Ή τ α ν συνεπώς άρκετά εύρύς ό... ορίζοντας, ώστε νά μπορέση τούλάχιστον νά ίδή ώρισμένα πράγματα. Πρέπει βέβαια νά όμο-λογήση, ότι ούδέποτε άπέκτησε ένδιαφέρον γιά όλ ' αύτά, ουδόλως λυπάται πού δέν έχει άπολύτως τίποτε ό ΐδιος άπ ' αύτά, ούδέποτε μετάνοιωσε πού δέν έπερισπάσθη άπό τά ένδιαφέροντά του γιά νά γίνη «επιχειρηματίας», όντας άπολύτως εύχαριστημένος πού δίπλα άπό μερικά ιδιαίτερα πού έκανε ώς φοιτητής μπορούσε νά έχη άκόμη μιά μικρή οικονομική δυνατότητα, πού τοΰ έξοικονομούσε χρόνο γιά έκεΐνα πού κυρίως τόν ενδιέφεραν: τά βιβλία καί τό διάβασμα...

Συζητούμε όμως γιά τήν έποχή ποΰ είχαν άρχίσει νά «άποδίδουν» τά μέτρα τής «βιομηχανικής άναπτύξεως». Δεδομένου ότι ή διαμόρφωση τών τιμών άποτελεΐ στήν «ελεύθερη» οικονομία μας πάντα κρατική έπιλογή — είχαμε καί τότε «φιλελευθερισμό» καί τούς ίδιους περίπου άνθρώπους, μόνο λίγο νεώτερους στά χρόνια —, οί τιμές τών άγροτικών προϊόντων διεμορ-φώθησαν έτσι, ώστε ή τιμή τους νά άντιπροσωπεύη κλάσμα μόνον τών εργατικών πού άπαιτοΰσε ή παραγωγή τους. Οί άγροτικές περιουσίες εκ-μηδενίσθηκαν ολοσχερώς σάν τέτοιες, ό κόσμος άρχισε νά μαζεύεται στήν 'Αθήνα γιά τήν «άνάπτυξη», ή νά φεύγη γιά τό συνάλλαγμα, καί ή επαρχία μαράζωσε οριστικά, μεταβαλλομένη σέ «οικόπεδα» καί άπαρατημένα σπί-τια. "Ολος ό πληθυσμός τών Κυθήρων π.χ. πήγε στήν Αύστραλία — άρα άναγκαίως ό ώραΐος αύτός οίκοπεδικός χώρος έπρεπε νά ύπαχθή στόν νομό Πλατείας Συντάγματος! — καί τά άλλα νησιά άδειασαν. Καί μπορεί μέν ή άνάπτυξη νά μήν έγινε, ή έπαρχία όμως δέν έπαψε νά χρησιμεύη κι έτσι: τήν ξεπουλάμε σάν οικόπεδα, γιά νά 'κονομήσωμε τά έξοδα τών προεκλο-γικών «άγώνων», δημιουργώντας ένα ιδιοκτησιακό καθεστώς σ ' αύτή πού

304

Page 300: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

μόνο νά δυσχεράνη ίστορικώτερες διευθετήσεις μπορεί... "Ενα όμως τό διόλου παράξενο σ ' αύτά: μπορεί μέν ή επαρχία νά μαράζωσε, άλλά κα-θόλου δέν σημαίνει ότι καί τό μαράζωμα δέν ύπήρξε έσοδο: ή επαρχία γέμισε έκκλησιές!... Δυστυχώς οί στατιστικολόγοι άργοΰν...

Ύπήρξε συνεπώς «άνάπτυξη». Ό χ ι ίσως άκριβώς βιομηχανική, άλλά οπωσδήποτε στίς μεθόδους: άντί νά τοΰ κόβης τοΰ άλλου τό κεφάλι στήν πλώρη σάν τόν Πινόση (διαβόητου κουρσάρου άπό Σουέζ έως Γιβραλτάρ), τόν ρίχνει στίς σκουριές τής 'Ελευσίνας καί τοΰ πουλάς ό,τι έχει γιά νά κάνης έκλογές καί τά δέοντα κτίσματα... Είναι άλλωστε καί χριστιανικώ-τερον. Τοιαύτης «παραδόσεως» καί κρατικής πρακτικής 'Εκκλησία θέλει ό κ. Kaplan; "Αν μπορούσε νά σήκωνε τό ράσο, τό γιαταγάνι θά εύρισκε άπό κάτω... Δέν συζητοΰμε φυσικά περί προσώπων έδώ, άλλά περί θεσμών.

ΕΠΕΞΗΓΗΣΕΙΣ:

'Αναφέραμε τά περί «ιδιοκτησίας» προηγούμενα, προκειμένου νά έμβαθύ-νωμε στήν τόση ν μέριμνα «γιά τό βιός» στήν 'Ελλάδα, τούτου ώς άπολύτως άπαραιτήτου γιά τό παράδειγμά μας. Τής εργασίας ούσης άγνώστου ώς έννοιας καί ώς πραγματικότητος, όντως «τό βιός» πολλές φορές σώζει καί βιολογικά. Έάν δέν είχαμε πράγματι τήν πενιχρή οικονομική βάση άπό τό άκίνητο πού αναφέρομε στήν αίτηση — τό όποιον βέβαια γιά άλλους λόγους έκποιήσαμε —, όπως καί μερικά λαθραία ιδιαίτερα, ό μόνος τρόπος έπιβιώσεως μεταξύ 1972-74 ήταν νά γίνωμε κυριολεκτικώς διαρρήκτες! Θά ήταν όμως λάθος νά ύπέθετε κανείς ότι αύτό συνέβη παρεμπιπτόντως, δη-λαδή λόγω τής πολιτικής εκτροπής. Διότι έχομε ένα χαρτί πού παραθέτομε, άπό τόν ίδιον τόν Επίτροπο Διοικήσεως τότε, ήγουν ύπηρεσιακώς τόν Πρωθυπουργό, πού μάς άποκλείει κάτι τέτοιο. Καί είναι άπολύτως ειλικρι-νής ή δήλωση, διότι ή μή δυνατότης διεκδικήσεως άνθρωπίνων δικαιωμά-των στήν Ελλάδα προκύπτει άπό τήν ίδια τήν νομική δομή τών Συνταγ-μάτων, όπως τά αναλύσαμε, καί άποτελεΐ κατάσταση. Δηλαδή δέν ήταν κάτι πού έξηρτάτο άπό τήν τότε Κυβέρνηση, ή τήν οποιαδήποτε κάθε φορά Κυβέρνηση, διότι ήταν κάτι πού έκτεινόταν πολύ πρό τής Χούντας καί συνεχίζεται καί μετά. 'Ακριβώς δέ έπειδή ή κατάσταση διεξάγεται έγγύς τής έννοιας τοΰ Κράτους, ήγουν είς τήν περιοχήν τής εξουσίας, θά μάς δοθή ή δυνατότης νά τό διευκρινίσωμε άμέσως.

305

Page 301: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Άφοΰ τελοσπάντων έτηρήσαμε καταλεπτώς δ,τι ύποσχεθήκαμε στήν 'Α-σφάλεια, ερχόμενοι γιά τελείως ιδιωτικούς λόγους στήν Ελλάδα καί δίνο-ντας τό Διαβατήριο μας γιά άνανέωση, διεπιστώσαμε δτι πάλι «κάποιο μικρό πρόβλημα» ύπήρχε μ ' εμάς στήν όδό Μεσογείων. Γιά νά μήν τά πολυλογούμε, τό «μικρό πρόβλημα» ήταν ότι τό πλοκάμι τής έξουσίας άρχισε νά περισφίγγεται γύρω άπό τόν λαιμό μας, δηλ. δτι έπρεπε νά δεχθούμε νά «χρησιμοποιηθούμε» (κοινώς «νά βοηθήσωμε»). Σ ' αύτό δέν ύπάρχει άπολύτως τίποτε τό μή νόμιμο, ούτε καί κάτι πού νά έπιβαρύνη ιδιαίτερα τήν Χούντα (καίτοι δπως θά ίδή ό άναγνώστης είμαστε οί μόνοι έν Ελλάδι άντιστασιακοί, δέν μιλούμε «άντιστασιακά» έδώ άλλά επιστη-μονικά). Κατά τήν μεταφυσική τάξη πραγμάτων τοΰ κόσμου μας, δχι μόνο τά δσα πρό τής Χούντας έπώδυνα συνέβησαν ύπήρξαν άπολύτως νόμιμα, όχι μόνο οί έπί Χούντας διαδικασίες έξ ίσου νόμιμες, άλλά ό μεταφυσικώς μή νομιμοποιούμενος είμαστε έμεϊς πού δέν δεχθήκαμε. 'Αλλά δέν θά έδε-χόμαστε, όποια καί άν ήταν ή κυβέρνηση καί όσο νόμιμο καί άν ήταν έκείνη τήν στιγμή τό αίτημα, τό έν πάση περιπτώσει περιποιοΰν τιμή καί οπωσδήποτε εύθύνη γιά κάθε πολίτη. 'Ανεξαρτήτως Κυβερνήσεως λέμε. Καί πρέπει νά σημειώσωμε άκόμη, ότι είχαμε τά δσα βάσανα είχαμε καί τίς βαρείες συνέπειες, άλλά «υπηρεσιακώς». Ή συμπεριφορά τών ύπαλλή-λων άπέναντί μας ύπήρξε άψογος. Ή σ α ν υποχρεωμένοι άλλωστε γ ι ' αύτό, άπό τήν ίδια τήν ύφή τών πραγμάτων. Διότι είναι άλλο πράγμα νά βγαίνης στό πεζοδρόμιο («εθνικώς» ή «ύπερεθνικώς» καί «ίδεολογικώς» αίσθανόμε-νος — άδιάφορο) έπιδιώκοντας νά φάς κλωτσές ή κάτι άνάλογο, μέ σκοπό νά τό έξαργυρώσης μετά σέ τίτλους καί άπολαβές, καί άλλο νά στά «δίνουν στό χέρι» καί νά άρνήσαι (άνεξαρτήτως γιατί). 'Επίσης, τελείως διαφορε-τικό έννοιολογικώς πράγμα είναι πώς «τά δίνει» ή 'Ασφάλεια στό χέρι. "Αν έχη ποΰ νά πατήση, βγάζη βούρδουλες γιά νά τά πάρης. "Αν δέν έχη , σέ καταδικάζει στόν έκ πείνης θάνατο (δπως στήν περίπτωσή μου) κ.λπ. Αύτές τίς μεθόδους ή 'Ασφάλεια τίς έχει πάντα άνεξαρτήτως «Δημοκρατίας» ή «Δικτατορίας», διότι είναι ή δουλειά της νά τίς έχη. Βεβαίως κάθε χώρα έχει τά «φακελώματα» πού τής άρμόζουν. Οί «διαλογές» στίς άνεπτυγμένες χώρες γίνονται μέ ύποτροφίες, μέ σεμινάρια, μέ άλλα λεπτεπίλεπτα πράγ-ματα καί έκεΐ δείχνει ποιός «άντέχει» καί ποιός δχι. Σέ χώρες λίγο μακρυ-γιαννικές ό... βούρδουλας ένίοτε είναι κάπως άποτελεσματικώτερη καί σέ καμμιά λατινοαμερικάνικη λίγο πιό άμεσα τό πιστόλι στόν κρόταφο... Αύ-τά σάν έννοιες καί «λειτουργίες» είναι τελείως διαφορετικά, καί πρέπει νά τά καθαρίσωμε γιά νά μήν γίνωμε «άντιστασιακοί»...

Δέν μποροΰμε βέβαια μέσα στά πλαίσια τούτου τοΰ βιβλίου νά άσχολη-θοΰμε θεωρητικώς μέ τήν μεταφυσική ύπόσταση τής έξουσίας, πού στήν

306

Page 302: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

οντολογική του σημασία είναι ενα έρώτημα αδιέξοδο δπως άκριβώς καί τό «γιατί» ύπάρχει ό κόσμος, τόσο δμως φανερό δσο καί ή ϊδια ή ύπαρξη τοΰ κόσμου. Ή έξουσία είναι τό πράγμα εκείνο πού έχει άνάγκη νά τρώη τούς καλύτερους άπ1 τούς άνθρώπους ύπέρ τών άνθρώπων, ή δέ άρχέγονη συμ-βολική της σημασία χάνεται στήν μυθολογική ύπόσταση τοΰ αρχαίου Μι-νώταυρου. Ή Κοινωνία ώς έξουσιαστική ύπόσταση είναι ό Μινώταυρος. Τούς καλύτερους δέν έχει άνάγκη νά φάη γιά νά ύπάρξη; Πώς άλλοιώς έπιβιώνουν οί κοινωνίες; Δέν πρέπει αυτοί πού τίς κυβερνάνε νά είναι θεοί καί βασιληάδες καί άπ ' αύτούς δέν άπαιτοΰν; Φιλοσοφικά, είπαμε, συζη-τάμε τώρα... Τήν διαλογή πάντως γιά τόν... Μινώταυρο, τήν κάνουν οί μυστικές ύπηρεσίες καί οί 'Ασφάλειες. Συνεπώς κακώς τά παρανοούμε αύτά τά πράγματα καί πρέπει άκόμα μιά φορά νά ποΰμε, ότι αύτοί πού έκτελοΰν αύτές τίς δουλειές έκτελοΰν έργο φιλοσοφικό καί πρέπει νά διαβάσουν άρχαία έλληνική μυθολογία (παρ' όλον πού γ ι ' αύτές τίς έρμηνεϊες έδώ φέρομε προσωπικώς τήν εύθύνη...). Οί καλύτεροι κάθε φορά δέν είναι αύτοί πού φαίνονται ίσως στίς κυβερνήσεις καί τά άξιώματα, άλλά κάπου ύπάρ-χουν πάντα οί καλύτεροι, έστω καί άφανεΐς, γιατί ή δομή τής έξουσίας σάν κατάσταση βρίσκεται στήν συνενοχή πού προκύπτει άπό τήν μύηση. Ή ένοχή είναι πάντα απαραίτητη, διότι ή έξουσία έχει άνάγκη άπό άπόλυτες έγγυήσεις (αύτό άπαιτεί ή φύση τοΰ «λαού» καί λόγω αύτής τής άπολυτό-τητος ύπάρχουν κοντά σέ όλ ' αύτά καί τά... κουμπούρια ή τά δηλητήρια). Ή δομή τής έξουσίας έχει βαθύτερα θέμελα άπό τίς κυβερνήσεις. 'Αλλά ιδεολογία καί μύηση είναι άκριβώς ένας έξαιρετικά δύσκολος συνδυασμός, όχι γιά όλους ύποφερτός, γιατί ή ιδεολογία είναι θέμα τής καθημερινότη-τας ένώ ή μύηση αιώνων. Στήν φιλοσοφική της πρακτική ή πολιτική θεω-ρία είναι άκριβώς ή πάλη τών δύο αύτών στοιχείων. Δέν θά έπιμείνωμε τώρα περισσότερο σ ' αύτά. Στήν πολιτική πάντως ή ύπαρξη παθών δέν άποκλείεται- αύτό πού άπολύτως άπαγορεύεται είναι τό συναίσθημα. Ό διατηρών συναίσθημα στήν πολιτική είναι σάν νά καταπίνη φαλτσέτα... Τί θά κάμη ό πρωθυπουργός, ό όποιος είναι ύποχρεωμένος νά άνατινάξη ένα τραίνο πού μεταφέρη δπλα, όταν μέσα σ ' αύτό ταξιδεύη ή οίκογένειά του;... Οί λεπτομέρειες αύτές λαμβάνονται βέβαια ύπ' όψη κατά τά «συλλεκτικά» προγυμνάσματα...

Συνεπώς τά όσα είχαν σχέση μέ τήν 'Ασφάλεια δέν τά είδαμε σάν κάτι τό άθέμιτο. "Ισα-ϊσα είχαμε πλήρη ν συνείδηση τοΰ πόσο δύσκολο είναι τό έργο τών άνθρώπων πού έκτελοΰν αύτές τίς εξαιρετικά λεπτές καί πολύπλο-κες διαδικασίες. 'Αλλά ούτε καί σάν ένέργεια τής Χούντας, διότι γνωρίζαμε ότι πρόκειται περί «διαδικασίας», πράγμα πού μάς έπιβεβαιώνει καί τό

307

Page 303: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

επίσημο έγγραφο. Βέβαια, άν μποροΰσαν νά προκύψουν όφέλη γιά τήν Χούντα, θά ήταν κάτι εύλογο. Μέ τήν Χούντα όμως προέκυψε κάτι άλλο, πού είναι άκριβώς ένδεικτικόν τοΰ πρίσματος ύπό τό όποιον έβλέπαμε έμεϊς τήν όλη κατάσταση: ότι ύπό στρατοκρατικόν καθεστώς θά μποροΰσαν νά προκύψουν εύκολώτερα οί «εγγυήσεις» πού άπαιτοΰσε ή διαδικασία καθ' έαυτήν. Διαδικασία πού όπως είπαμε άπό τήν φύση της είναι διεθνής. Ά λ -λά έδώ είναι καί τό είδικώτερον πρόβλημα, όσον άφορα στά καθ1 ήμάς (βλ. καί τό σχόλιον τοΰ παρακάτω έγγράφου άπό 29/4/85): πόσο οί ειδικές έλληνικές συνθήκες επιδρούν στούς τρόπους τής «συλλεκτικής διαδικα-σίας» ώς πρός τόν παράγοντα άνθρωπο. Δυστυχώς, έπειδή ή έλληνική έξουσία ύπάρχει ιστορικώς άνευ νομίμου βάσεως, άπλώς στό Σύνταγμα καί τήν Νομοθεσία άντανακλωμένης, τά «αιτούμενα» είναι τέτοια, ώστε μέ αύτά νά έξαφανίζεται άκριβώς ή έννοια τής έξουσίας. Δέν θά έπιμείνωμε τώρα περισσότερο σ ' αύτό, θά ποΰμε άπλώς ποΰ συνίστατο ή ίδιαιτερότης τής προσωπικής μας περιπτώσεως: στήν «έθνική άστάθεια» πού δέν μπορέσαμε νά θεραπεύσωμε ποτέ, πράγμα πού σημαίνει ότι τόν γύρω χώρο μας δέν τόν άντιμετωπίζαμε «συναισθηματικώς δεδομένον», άλλά σάν χώρο σπουδής καί κατανόησης. Δηλαδή όχι «ποιητικά». Ά ρ α δέν ύπήρχαν τά περιθώρια προσδοκιών, αισθημάτων, έξωτερικών φιλοδοξιών καί «δραστηριοτήτων», πού προϋπέθεταν ψυχολογικώς δεδομένα οί «υπηρεσιακές διαχειρήσεις». Ειδικά έκεϊνον τόν καιρό τά διαβαστικά πράγματα είχαν γιά μάς άπόλυτην προτεραιότητα — κάνοντας μάλιστα καί πολύ δυσανάλογον άγώνα γ ι ' αύτά πρακτικώς — καί εϊποντο τά τοΰ «έθνους». Γιά τό «έθνος» βέβαια ήταν φυσικό τά πράγματα νά έχουν τήν άντίστροφη τάξη. Παρά λοιπόν τίς ισχυρές «ένέσεις» τής Ασφάλειας, ή «έθνική» μας κατάσταση μετεβλήθη σέ σκοτοδίνη, ώσπου νάρθη ό σοσιαλισμός γιά νά μάς ρίξη σέ κώμα! Άφοΰ έτσι ή «έθνική μας ύγεία» καί μέ τά τρία γνωστά συστήματα στόν κόσμο, ήγουν «φιλελευθερισμού» πρό τής Χούντας, Χούντας καί «σοσια-λισμού» έπήγαινε άπ ' τό κακό στό χειρότερο, σκεφθήκαμε πώς κάπου άλλοΰ βρίσκεται τό πρόβλημα. Καί αύτό έθεωρήσαμε έκτοτε έπεΐγον χρέος μας νά δώσωμε κάποτε άποδεδειγμένο στούς συνανθρώπους μας.

"Οτι βέβαια είναι άλλο πράγμα ή Ασφάλεια μέ κάποιον τρόπο της νά κάμη σύντομα τήν δουλειά της καί άλλο τό έπί χρόνια βάσανο μέ κατα-πιεστικές μεθόδους (φυλακές καί καταδίκες), σέ μιά ειδικά κρίσιμη περίοδο τής όλης ζωής ένός άνθρώπου, είναι φανερό. "Οτι μετά δέν μποροΰσα νά γραφώ στόν «σύλλογο άντιστασιακών», είναι έπίσης προφανές άφοΰ άλλα μέ άπασχολοΰσαν καί «έθνικώς» δέν αισθανόμουν μέσα μου τόσο καλά... Καί δέν έχω βέβαια τίποτε μέ τήν Χούντα, διότι έπί Χούντας τά πράγματα έκράτησαν δύο χρόνια. 'Επί «σοσιαλισμού» μέ νόμους τής Χούντας έκρά-

308

Page 304: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τησαν πέντε! "Αλλωστε ό Παπαδόπουλος είπε καί τήν μεγάλη έθνική αλή-θεια: ότι «είς τήν μορφωτικήν κλίμακα κατά τάς διεθνείς στατιστικός έρ-χόμεθα κάτωθι τών Κογκολέζων», καταχειροκροτηθείς άπό τήν 'Ακαδημία 'Αθηνών. Έμεΐς μετά είπαμε ότι είμαστε «εύρωπαΐοι»...

2) Στήν προηγούμενη αίτηση ύπάρχει μιά μικρή άνακρίβεια, επουσιώδης οπωσδήποτε, οφειλομένη στό γεγονός ότι κατά τήν σύνταξη τής αίτησης δέν είχα πρόχειρο τό χαρτομάνι, διότι τά νοήματα έγραφα. Λίγο πρίν πέση ή Χούντα έλαβα ένα άλλο ουσιώδες χαρτί, πού θά ίδή ό άναγνώστης πιό κάτω. Τήν «άδεια» τήν έλαβα πολύ άργότερα καί τήν παραθέτω έδώ γιά νά φανή ό νόμος στόν όποιον στηρίζεται. Συνταγματικώς έξεταζομένη ή «ά-δεια διδασκαλίας» θά μάς πήγαινε πολύ μακρυά, άλλά άφοΰ ό νόμος είναι κατοχικός έπεται πώς ή διδασκαλία οφείλει πάντα νά είναι «έθνικόφρων». Πώς συνδυάζεται αύτό σήμερα μέ τήν συνταγματική κατοχύρωση τής «ε-λευθερίας» τής έπιστήμης καί τής έρευνας; Μέχρι τώρα πού τά παν/μια ήσαν «έθνικοί θεσμοί» οί νόμοι αύτοί ήσαν «φυσιολογικοί» (καί δέν άμφι-βάλλομε ότι θά ύπάρχουν κι άλλοι παρόμοιοι έπί Παγκάλου, Κονδύλη, Πλαστήρα κ.λπ.), άλλά τώρα μέ τήν ίδρυση ιδιωτικών παν/μίων ύποθέτομε ότι οί άνάλογοι νόμοι θά πρέπει νά καταργηθούν. Ό τ ι τώρα ή «Δημοκρα-τία» μας έχει άπαραιτήτως τήν άνάγκη τέτοιων γιά νά λειτουργήση εύδο-κίμως ώς πρός τά «ανθρώπινα δικαιώματα» — καί έννοοΰμε πάντα, ήγουν καί έπί «σοσιαλισμού» —, θά τό ίδοΰμε καί παρακάτω.

3) 'Αφού τότε έφθασα μέχρι τήν κορυφή τής Διοικήσεως καί ήταν άναρ-μοδία, δέν είχα βέβαια τίποτε άλλο νά κάνω ειμή μόνο προσευχές στόν Θεό. Μερικά άπό τά μεσολαβήσαντα έκτοτε «χαρτιά» παραθέτομε πιό κάτω σχεδόν άσχολίαστα. Έμπήκαμε βέβαια καί φυλακή, διότι δέν είχαμε νά πληρώσωμε κάποια «χρέη πρός τό Δημόσιο» (μιά κυκλοφοριακή παράβα-ση!). Πώς όμως θά πληρώναμε τό Δημόσιο, άφοΰ δέν εισπράτταμε τίποτε άπό τό Δημόσιο; Έκληθήκαμε και «επισήμως» μιά φορά γιά τήν «ύπόθεση» (ανεπισήμως ήσαν μπόλικες) καί έν τέλει ήρθε καί ή καταδίκη. Ύπεβάλαμε βέβαια καί προσφυγή δευτεροβαθμίως, άλλά έν τω μεταξύ άπεκατεστάθη ή «Δημοκρατία» (θά ίδοΰμε πώς) καί έκτοτε άγνοήται μέχρι σήμερα ή τύχη τής «έθνικοφροσύνης» μας. Είμαστε σήμερα, δέν είμαστε; — Άκόμη δέν τό ξέρομε...

Ώ ς πρός τό ΙΚΥ, άπό όσο μποροΰμε νά κρίνωμε έκ τών ύστερων, αύτό ώφείλετο στήν άντικειμενακότητα τής τότε Διοικήσεως του καί στό γεγονός ότι δέν είχε άκόμη άνακινηθή ό... φάκελος. Ή τ α ν σχεδόν μόλις είχα γυ-ρίσει. Συμπληρώσαμε τότε μιά έντυπη «δήλωση νομιμοφροσύνης» (αύτές

309

Page 305: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

πού ύπήρχαν γιά δλες τίς δημόσιες υπηρεσίες μέ τά ωραία έρωτήματα: «Πόσες κατοικίες άλλάξατε άπό τόν καιρό πού γεννηθήκατε; Πόσες φορές έχετε καταπιή στήν ζωή σας; 'Υπήρξατε έσεΐς ή ό παππούς τοΰ προπάππου τοΰ παπποΰ σας μέλος οργανώσεως κ.λπ., σχέσιν έχούσης μέ τήν έθνική άσφάλειαν;»), γράφοντας παντοΰ άθώος, άθώος, άθώος, καί τήν ϊδια αίτηση συμπληρώσαμε καί γιά τό 'Υπουργείο. Γιά τήν μιά περίπτωση ήταν καλή, γιά τήν άλλη έν τω μεταξύ όχι. Ή άπαίτηση έγγυήσεως γιά τό ΙΚΥ μπο-ροΰσε καί νά παρακαμφθή. Τήν τελευταία έπαφή μέ τό ΙΚΥ τήν παραθέ-τομε.

Μέ τήν «αποκατάσταση» (τοΰ «Συντάγματος» έννοοΰμε) καί μέ πολύ βαρειά καρδιά έδώσαμε τήν «άπόφαση» τοΰ πρωτοβαθμίου σέ μιάν εφημερίδα. Λέμε βαρειά, γιατί όπως πληροφοριακώς έκ τών ύστέρων έμάθαμε ό άνθρω-πος πού ύπέγραφε άπό κάτω θά πρέπει κάποτε νά είχε ύποστή κάποια παραπλήσια πράγματα μέ τά δικά μας. Τί νά κάναμε όμως; Ή «άντίσταση» είχε ήδη πάρει τόν δρόμο της (ήδη κάποιοι πολιτικοί μας έσυναχώθηκαν, λέει, τότε καί τοΰτο απετέλεσε «άντιστασιακόν τίτλο»...) καί ύπεθέσαμε ότι θά έπρεπε ίσως νά είχε ύπ' όψη τους ό Τύπος κάποια πράγματα σάν τά δικά μας... Καί σήμερα ποΰ δημοσιεύομε τά χαρτιά αύτά, πάλι πιεζόμενοι τό κάνομε. 'Αφήνει όμως κάποια περιθώρια, μέ όλα όσα άκολουθοΰν, ή «Δη-μοκρατία» μας; 'Υπάρχει κάποια διέξοδος πουθενά;... Δέν πρέπει έπί τέλους κάποτε νά δειχθή φανερά ή έγκληματώδης νομοθετική καί διοικητική κα-τάσταση τοΰ ληξιπρόθεσμου αύτοΰ ιστορικού τερατουργήματος πού λέγε-ται «Ελλάς» καί πού κρατιέται μόνο μέ τίς «έκλογές»; "Οτι καταδικασθή-καμε λίγο πρίν άπό τήν «άποκατάσταση», σημαίνει βέβαια ότι πουθενά δέν ένδώσαμε ούτε χιλιοστό. Καί άκριβώς αύτό πιστέψαμε ότι θά μπορούσε νά άποτελέση κάποιο μέτρο γιά πολλές «άντιστασιακές» τότε καταστάσεις...

Μετά τήν «άποκατάσταση» έκάναμε κάποιες «συνταγματικές» ένέργειες (ά-ρα όχι μέσφ «συλλόγων»), μήπως καί μπορούσαμε νά έπιτύχωμε κάτι ώς πρός τά ματαιωθέντα πλάνα μας. 'Υποβάλλαμε π.χ. ένα μαθηματικό βιβλίο μας πρός έγκριση. Τό βιβλίο δέν ήταν βέβαια γιά μαθητές, άλλά μπορούσε νά γίνη. Αύτή τήν φορά τό «έθνικό αγκίστρι» έβγαλε... ένδιαφέρον παπού-τσι: τό βιβλίο άπερρίφθη βέβαια, άλλά στόν κατάλογο τών άπορριφθέντων — πού μάς είχε τρόπον τινά «τιμής ένεκεν» πρώτον άπορριφθέντα — έφι-γουράριζαν τά πιό καλά ονόματα τοΰ μαθηματικοΰ τότε κόσμου. Μερικοί άπό τούς συναδέλφους μας αύτούς έπήραν άργότερα παν/μιακές έδρες. "Ηγουν τό «έθνος» μας δέν έπαψε ούδ' έπί στιγμή νά τηρή πιστώς τίς υποθήκες τής πρώτης «Εθνοσυνελεύσεως»... Τό «έθνικόν» λοιπόν αύτό

310

Page 306: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

γεγονός δίδομε σήμερα στήν δημοσιότητα καί προτείνομεν νά παιανισθή ό εθνικός ύμνος... Ποιά έν τω μεταξύ μαθηματικά έμειναν; — Μά ύποθέτομε αύτά μέ τά όποια άπογειώνομε σήμερα τούς πυραύλους καί είμεθα «ισότιμα μέλη»... Μετά ταύτα έμπήκαμε σέ περιοχές τής κυρίως άποκαταστάσεως τής «Δημοκρατίας» μας άπό τό Κράτος τής Δεξιάς. Έκάναμε μιάν (ελα-φρώς έλληνοχριαστιανική) αίτηση νά διορισθούμε σ ' ένα Γυμνάσιο τοΰ Έξωτερικοΰ. Ό χώρος βέβαια ήταν «εύαισθητότερος» έκείνου τών «ενό-πλων δυνάμεων», διότι πρόκειται περί «ομογενών», ήγουν διά «καπετάλι παστρικόν». Γιά νά μήν άλλοιωθή λοιπόν τό φρόνημά τους καί πάψουν νά πιστεύουν ότι ή 'Αθήνα είναι καλύτερη άπό τήν Νέα 'Υόρκη (άλλωστε παληότερα τραγουδούσαμε καί έθνικώς πώς: «Λόντρα, Παρίσι, Βιέννη μπρός στήν 'Αθήνα καμμιά σας δέν βγαίνει...»), οί άποσπάσεις τών καθη-γητών γίνονται μέ αύστηρώς έπιστημονικά κριτήρια, δηλαδή έπιλέγονται είδικώς έκεϊνοι πού θέλουν ν ' άλλάξουν αύτοκίνητο καί ένδιαφέρονται γιά μιά καλή Μάρκα... Πώς όμως νά άντιμετωπισθοΰν οί «έθνικές» αύτές επι-ταγές τοΰ αρθρ. 108 μέ μιά «τρελλή» αίτηση; "Αρχισαν λοιπόν οί αιτήσεις νά χάνωνται, νά μπερδεύωνται οί αριθμοί πρωτοκόλλου, νά μήν βρίσκονται τά συνημμένα κ.ο.κ. Κανονικό δηλ. κράτος Δεξιάς. Τελικώς «τσακώσαμε» μία, όπότε τό 'Υπουργείο μάς άπήντησε: μάς παρέπεμψε στήν έν Βόννη Πρεσβεία καί τούς παπάδες (άρθρ. 108!), ή Πρεσβεία στό 'Υπουργείο, τό 'Υπουργείο στήν Πρεσβεία καί... ούτω πώς ικανοποιήθηκε κι αύτό τό αί-τημά μας.

Αύτά άπό τήν «έθνική» μας ατομική ιστορία έπί «νεοφιλελευθερισμού». Έπ ί «σοσιαλισμού» τά πράγματα έγιναν κάπως πιό... λειτουργικά, μόνο πού τ ' άποτελέσματα έμειναν «συνταγματικώς» τά ίδια.

4) Καί όσο γιά τήν προφητεία τοΰ «γλωσσικού» πού άναφέρεται στήν αίτηση, δέν ήταν προφητεία άλλά... λογαριασμός. 'Αφού ή Χούντα κατήρ-γησε πολλούς μύθους τοΰ παρελθόντος καί ή κοινωνία μας έλειτουργοΰσε πάντα διχαστικά (Όλυμπιακός-Παναθηναϊκός), κάτι άλλο έπρεπε νά βρε-θή. Καί τό πιό πρόσφορο ήταν τό γλωσσικό. Μόνο βέβαια πού έμείς τό φαντασθήκαμε κάπως άλλοιώς (άν π.χ. τό «άρματωλός» θέλει ψιλή ή δα-σεία, όπως στήν έποχή τοΰ Φιλήντα, όπότε θά ύπήρχε καί κάποια περιέρ-γεια, ήγουν κέρδος άπό τήν άσχολία). Έπεκράτησαν άλλες μέθοδοι πρα-κτικώτερες· άκριβώς δηλαδή έκείνες πού λέμε μέσα στήν αίτηση ότι δια-χρονικώς θά ώδηγοΰσαν έκτός ΕΟΚ. 'Υπάρχει σήμερα κανείς πού συνε-χίζει νά πιστεύη ότι είμαστε άκόμα μέσα; Κοινοποίηση έξωπετάξεως βέ-βαια δέν πρόκειται νά μάς κάνη ποτέ ή ΕΟΚ. Μένει εμείς νά βροΰμε ποΰ βρισκόμαστε ώς πρός τό κατώφλι...

311

Page 307: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

5) Μιά τελευταία παρατήρηση: Στήν αίτηση δέν μιλούμε γιά τούς βιβλιο-πώλες, άλλά γιά τήν σχέση τοΰ κράτους πρός τούς βιβλιοπώλες. Πώς αύτοί πρέπει νά όργανωθοΰν καί άπό ποιο ύπουργεϊο πρέπει νά απαιτήσουν, δηλ. πώς θά χειραφετήσουν τήν σχέση τους ώς πρός τόν «πολιτισμό» θά τό ίδοΰμε πιό κάτω.

312

Page 308: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Σ Χ Ο Λ Ι Ο Ν Ε Φ ' Ο Λ Η Σ Τ Η Σ Υ Λ Η Σ :

Καί... έγένετο ήμερα τρίτη, καί έγένετο ήμερα τετάρτη, ώσπου ήρθε ή... «κάθαρση» καί ό κ. Φλωράκης γιά πρώτην φοράν στήν κυβέρνηση, κρα-τώντας άμειλίκτως τό... έθνικό σερβιτσάλι. Δέν είπε όμως στόν κ. Μητσο-τάκη νά πάρη τουλάχιστον κάποια νέα Μάρκα καθαρτικού καί... τό πλή-ρωμα τής σκούνας άρχισε πάλι τά παληά. Ποΰ νά βρή ό κ. Μητσοτάκης τίς νέες «πρέζες», άφοΰ ό «σοσιαλισμός» έρήμαξε κυριολεκτικά τό... αρχι-πέλαγος; Έτσ ι λοιπόν άρχισαν νά έκσφενδονίζωνται οί γάντζοι δεξιά κι άριστερά, μήπως καί πιάσουν τίποτε, καί έτσι ήρθε στά χέρια μας κι αύτό τό μικρό τσιγκελάκι πού παραθέτομε. Είναι ύψιστης... «πρεζικής» σημα-σίας ώς πρός τά νοήματα.

Έμεΐς βέβαια είπαμε ότι τά λησταρχικής σημασίας τελωνεία πρέπει νά κλείσουν. Ή νά κλείσουν δηλ. ή οί ύπάλληλοι νά φορέσουν βράκες καί φυσεκλίκια — όπερ καί τουριστικώς άποδοτικόν —, γιά νά μήν προδίδεται τό «έθνικόν νόημα». Διότι, ό,τιδήποτε κι άν κυττάξη κανένας σπίτι του, δέν θά βρή ουτε ένα πράγμα άπολύτως πού νά είναι ελληνικό. Έ θά είναι εισαγόμενο, ή φκιαγμένο μέ εισαγόμενη τεχνολογία. Πιάτα, τασάκια, κα-ρέκλες, κουρτίνες καί ό,τιδήποτε χρησιμοποιεί (καί κατά 80% τρώει) προέρχεται άπ ' έξω. Άφοΰ λοιπόν δέν παράγομε τίποτε, τί «προστατεύουν» τά τελωνεία; Ά ρ α λοιπόν δέν προστατεύουν, άφοΰ δέν ύπάρχει παραγωγή, άλλά κλέβουν τόν κόσμο νέτα-σκέτα. Είναι δηλαδή οί... βαρκοΰλες τής έθνικής ναυαρχίδος.

Τό τσιγκελάκι πού παραθέτομε είναι γιά λίγο χαρτί πού μας παρεχώρησε «άτελώς» ό... σοσιαλισμός (τώρα τό μέτρο καταργήθηκε) γιά ένα βιβλίο. Τό βιβλίο μας όμως αύτό (σέ ελάχιστα αντίτυπα σάν ιδιωτική έκδοση, περίπου 700) έξυσε λιγουλάκι τό όνοματάκι τής σκούνας μέ τήν λέξη «Έλλαδίτσα» καί άπό κάτω βγήκαν πράγματα όχι καί τόσο «έθνικώς ευπρεπή». Ούτε κάν δική μας δηλαδή δέν ήταν ή άνευ νηολογίου σκούνα... Αύτό ό κ. Μητσο-τάκης ώς νέος καραβοκύρης δέν τό ξέχασε, ώς φαίνεται, καί κατά παρά-βαση τοΰ έσωτερικοΰ τής σκούνας κανονισμοΰ (πρώτο τρίμηνο), μάς έξα-πέλυσε ΰστερ' άπό 4 χρόνια τό τσιγκελάκι. Αύτό όμως έμεΐς τό χρεώνομε στόν κ. Φλωράκη, διότι ένώ ήξερε τό είδος τής παλαιάς ναυσιπλοίας,

405

Page 309: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

καίτοι παρακοιμώμενος τοΰ νέου κυβερνήτη, δέν είπε λέξη γιά τήν όρθή χρησιμοποίηση τών τσιγκελιών, πού κατά τά συμφωνηθέντα θά έχρησιμο-ποιοΰντο καί ολίγον έσωτερικώς τής σκούνας... Τήν φορά λοιπόν αύτή «έκκαθαρίσθημεν» ώς λαθρέμποροι. Ά ρ α είμεθα «λαθρέμποροι έθνικοί ποιητές». Έτσι θά μάς άνεκάλυπτε κάποιος άρχειοδίφης άπό τόν Ά ρ η , άν έτύχαινε νά κυττάξη τά έπίσημα άρχεΐα τοΰ κράτους μας. "Οπως βλέπομε, ή «ενίσχυση» πού είχαμε ζητήσει γιά κάποιο βιβλίο μας, παρεγράφη διά τής σιωπής. Ή «παράβασή» μας όμως κατά τοΰ κράτους στό ίδιο πάνω-κάτω διάστημα όχι...

Πώς τώρα λαθρέμποροι; Έδώ τά πράγματα πάνε λίγο «εθνικώς» βαθύ-τερα. Αφελής τίς θά ένόμιζε ότι τό φθηνότερο κατά τά τέλη χαρτί (διότι βέβαια καί τό χαρτί είναι εισαγόμενο), τό παρείχε τό κράτος πρός «ενίσχυ-ση τών Γραμμάτων». Είναι όμως δυνατόν σέ καθεστώς... σκούνας νά έπι-κρατοΰν προθέσεις άγιότητος;

Κλασσικόν μέτρον λογοκρισίας κατά τοΰ Τύπου ύπήρξε ή καταβολή έγγυήσεως. Δηλαδή προκειμένου νά βγάλη ένας μιάν έφημερίδα, έπρεπε νά προκαταβάλη κάποιο τεράστιο ποσόν καί έάν διά τών δημοσιευμάτων «προέκυπτε βλάβη», τότε τό ποσόν έπήγαινε ύπέρ άποζημιώσεως τοΰ «πα-θόντος». Όπότε ή έφημερίδα έπρεπε νά ξανακαταβάλη τό ίδιο ποσόν, ή άν δέν είχε νά κλείση. Αναλόγου σημασίας μέτρο είναι καί τό «δημοσιογρα-φικό χαρτί». Μέ τόν νόμο τοΰ Μεταξά περί Τύπου (στόν όποιον βασίζεται τό Δ. 9020/71 πού γράφει τό τσιγκελάκι —• τό βλέπομε: κάθε φορά ποΰ ή σκούνα θά έκστρατεύση, ή σημαία είναι καί κάποιος χουντικός νόμος. Κατά τά άλλα τό αρθρ. 2, § 1 τοΰ Συντάγματος τηρείται άπολύτως «ίσοτί-μως» έντός ΕΟΚ...), τό μέτρο αύτό «εύεργεσίας τοΰ «φθηνού» χαρτιοΰ έγινε σπαθί δαμασκηνό (γι ' αύτό άλλωστε καί τό μεγαλύτερο μέρος αύτοΰ τοΰ νόμου είναι γιά τό μέτρο αύτό «εύεργεσίας»...). Τώρα όμως όχι μόνο χρη-ματικής σημασίας, άλλά καί ποινικής. "Ολοι οί τής Αριστεράς έπί Μετα-ξά, ήγέτες ή σημαίνοντα πρόσωπα, είχαν ποινικές καταδίκες γιά άπάτες, υπεξαιρέσεις, πορτοφολικές καταστάσεις στά τράμ κ.λπ. Τόν αύτόν όμως χορό έπρεπε νά σύρουν καί οί δημοσιογράφοι. Μέ τήν «κρατικήν μέριμνα» γιά τήν άνάπτυξη τής έλευθεροτυπίας — καί ή δικτατορία τοΰ Μεταξά ήταν άκρως λαϊκιστική ώς γνωστόν — αύτό θά έπετυγχάνετο μέ τό «φθηνό χαρτί». Δηλαδή: άν ή άρτίως λειτουργούσα άσφάλεια τοΰ Μανιαδάκη έμά-θαινε ότι στό τυπογραφείο κείται κάποιο «δημοσίευμα», τότε πρό τής κυ-κλοφορίας θά μπορούσαν νά «λείψουν» κάμποσα φύλλα άπό τήν έκδοση, όπότε ευθύς ένέπιπτε ή άσφάλεια νά έλέγξη, άν όντως τό παρασχεθέν χαρτί έχρησιμοποιήθη όλο γιά τήν έκδοση. Καί άφοΰ θά έλειπαν κατ' άνάγκην μερικά κιλά, δρα ό έκδοτης ήταν... λαθρέμπορας! Έ ύπόθεση πλέον ήταν

406

Page 310: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

τελωνειακής φύσεως. Μπορούσε βέβαια έν συνεχεία ό εκδότης άπό τήν φυλακή, νά ύποβάλη «μήνυση κατ ' άγνωστων» πού τοΰ έκλεψαν πρό τής κυκλοφορίας τά φύλλα, άλλά αύτό σέ τίποτε δέν άλλοίωνε τά πράγματα ώς πρός τά τελωνεία, πού είναι οί κέρβεροι...τής «έθνικής σκούνας» καί ου-δεμιάς παραγωγής. Καί φυσικά στούς λαθρεμπόρους οί ποινές μπορεί νά είναι καί διάλυση τής όλης έπιχείρησης (αφαίρεση «αδείας ασκήσεως ε-παγγέλματος» κ.λπ....). Ίδιαιτέραν μνεία περί συγγραφέων ό νόμος — τόν όποιον συνοπτικώς άναφέρομε έδώ — δέν έκαμε, διότι άφοΰ τούς αριστε-ρούς καί τούς συναφείς άντιπολιτευομένους τούς κυνηγούσε τό «Ηθών» (άλλη ελληνοχριστιανική ιστορία αύτή...), βιβλία μποροΰσαν νά γράψουν μόνον οί... δημόσιοι ύπάλληλοι. Ούτε άλλωστε καί τό βιβλίο, καθ' ά προε-ξηγήσαμε, είχε ποτέ καμμιά κοινωνική λειτουργία στήν Ελλάδα. Άλλω-στε σέ μιά άρτίως λειτουργοΰσα άστυνομία, δέν έχρειάζετο καί τέτοια νο-μοθετική περίσπαση, διότι τά... «ρωποπωλεΐα» έλειτουργοΰσαν εύρύθμως άπό παλαιότερες έποχές.

Αύτές οί περί λαθρεμπορίας καταβολές φαίνονται στό τσιγκελάκι, άλλά προσέτι καί ή άκτοπλοϊκή κατεύθυνση τής σκούνας μας έπί κυβερνήσεως «έθνικής σωτηρίας» καί «καθαρισμού». Τό έντυπο είναι μόνο γιά «'Εφημε-ρίδες — Περιοδικά», γράφει όμως βιβλίο. Είμαι λοιπόν Δ/ντής άνευ προ-σωπικοΰ. Καί τό κείμενο άρχίζει βέβαια μέ τήν έκ τών προτέρων ένοχή τής... «άγνοιας» τών νόμων άνοικτής θαλάσσης... Ή έγγύηση, λέει, είναι προσωπική. Μά έμεΐς δέν καταθέσαμε καμμιάν έγγύηση, ούτε μάς ζητήθη-κε κάτι τέτοιο. Δέν γνωρίζομε άν διά τοΰ έγγράφου αύτοΰ στοιχειοθετήται μήνυση κατά τοΰ κ. Νομάρχου, διότι μάς φέρει μή τηρήσαντες εγγυήσεις πού έδώσαμε. Έ ά ν μάς έζητεΐτο ή όποια έγγύηση, άπλώς θά παίρναμε... άλλο άτμόπλοιο, διότι δέν θάχαμε νά τήν δώσωμε. Ά ρ α ή «ύπ' άριθ. 202/ 87» είναι έγγύηση... κεφαλική, τήν οποίαν ό ύπάλληλος έθεώρησε αύτο-νόητη όπως σέ κάθε καθεστώς... σκούνας! Εμείς όμως στό έπισφαλές κε-φάλι μας άλλη σκέψη είχαμε: άφοΰ τό Σύνταγμα λέει κατ' άντιγραφή περί «ενισχύσεως Γραμμάτων» καί τό ύπουργείο Πολιτισμοΰ δέν έχει λεφτά, τελοσπάντων κάποιες μικροβοήθειες θά πρέπει νά παρέχη τό κράτος. Κά-πως έτσι πήγαμε καί όχι ώς δυνάμει λαθρέμποροι. Τό βλέπομε: φέρτα έτσι, φέρτα άλλοιώς πάντοτε βγαίνει κανένας ένοχος, έφ * όσον ζητήσει νά διεκ-δικήση κάτι συνταγματικώς μέσφ τής ελληνικής νομοθεσίας. Τό ίδιο καί μέ τήν περίπτωση τών γιατρών. Καί ούδεμία άλλη «έρμηνεία» χωράει, έκτός άπό αύτή πού λέμε: ότι οί νέες κατ' άντιγραφή διατάξεις προ-σκρούουν πάντα στήν νομοθεσία σκούνας. Δέν είναι δηλαδή δυνατόν νά ύπάρξη κατοχύρωση «άνθρωπίνων δικαιωμάτων» στήν Ελλάδα, καί τό παρατράγουδο βγαίνει κάθε φορά ποΰ θά γίνη προσπάθεια γιά κάτι τέτοιο.

407

Page 311: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Τί «βιβλίο παραλαβών» νά έχη ένας ποιητής ποΰ παίρνει λίγο χαρτί νά βγάλη μερικά ποιήματα; Ά ν τό δεχθή σάν αυτονόητο, άμέσως είναι ένο-χος, διότι τό παίρνει βάσει μιάς νομοθεσίας καμωμένης γιά λαθρεμπόρους. Τά α), β), γ), δ), ε) δέν είναι παράλογα μέσα στήν λογική τής σκούνας πού λέμε, διότι είναι μέτρο λογοκρισίας ποινικοποιημένο ώς λαθρεμπορία. Γ ι ' αύτό θέλει τό β) καί τό ε) μαζί. Αύτό μπορεί νά φαίνεται κωμικό, άλλά καθόλου τέτοιο δέν είναι διότι κρύβει μιά ολόκληρη ιστορική καί κοινω-νική πραγματικότητα, δηλαδή αύτό πού είπαμε: ή μέν βάση τής συνταγ-ματικής μας ιστορίας είναι ύπό συνθήκες λησταρχίας, άρα καί όλη ή νο-μοθεσία (τό ένα μετά τό άλλο συνεχώς καί άδιακόπως σάν χιονόμπαλα), ένώ τυπικά πρέπει νά φαινώμαστε διαφορετικά. Δηλαδή τό κράτος μπερ-δεύεται μέσα στήν ίδια του τήν άντίφαση: ή νά τά δίνη λαϊκιστικά καί χαριστικά γιά λόγους πολιτικής σκοπιμότητος, ή νά τά καταργη. Καί στήν μία περίπτωση καί στήν άλλη δέν ύπάρχει ουσιαστική νομιμότης. Στήν μεν πρώτη, διότι τό κράτος παραβαίνει τήν τυπικότητα τών νόμων του, στήν δέ δεύτερη, διότι δέν μπορεί νά άποδείξη αύτό πού άναγκάσθηκε νά άντι-γράψη στό Σύνταγμα διά τοΰ άρθρ. 16, δηλαδή ότι ή προαγωγή τής έπι-στήμης καί τής τέχνης άποτελοΰν υποχρέωση τοΰ Κράτους. Αύτή ή διά-ταξη είναι έπίσης νέα, δέν ύπάρχει σέ προηγούμενα Συντάγματα. Είναι, όπως είπαμε στήν άρχή, λόγω ΜΟΠ...

Μέσα σ ' αύτή τήν δομική άντίφαση, τά «τρελλά» πού λέει τό δ) — βεβαιώσεις Ταχυδρομείου καί «δικά σας μέσα», δηλαδή πράγματα άδύνατα (ποιών ταχυδρομείων έξ άλλου; Ά π ό Αμπελοκήπων μέχρι 'Ομονοίας υ-πάρχει μόνο ένα ένδιάμεσο ταχυδρομείο, τής 'Ιπποκράτους, πού άν τό μελετήση κανένας, καταλαβαίνει πολύ καλά μέ ποιά μέσα ζητή νά στηρι-χθή τό Κράτος καί γιά ποιόν λόγο πρέπει νά ιδιωτικοποιηθούν τά Ταχυ-δρομεία. Στά δήθεν παράλογα (τέτοιο φαίνεται καί τό τσιγκελάκι μας) κρύ-βεται ή ούσιαστικότης τών πραγμάτων...) — είναι άπολύτως αύτονόητα. Μόνο όμως πού άπό τόν βαθμό τής «τρέλλας» (ούτε σέ καννιβαλικές δικτα-τορίες δέν ύπάρχουν τέτοια έκ τών ύστέρων μέτρα- αύτά είναι οριστικές καταδίκες όπως άκριβώς στήν σκούνα οί Αποκεφαλισμοί...) καταλαβαίνει κανένας τό καθ' εαυτό άδύνατο τής ύπάρξεως τής 'Ελλάδος σάν Κράτος. Ούτε κάν ή λέξη «κατάπτωση» δέν είναι ψυχοσυνειρμικώς τυχαία, διότι πράγματι ώς κρατική διοίκηση ή περίπτωση βρίσκεται στό έσχατον έπί-πεδον καταπτώσεως. Χρειάζεται νά άναλυθή ολόκληρη ή νομοθεσία (!), όταν άπό ένα καί μόνο χαρτί μπορεί νά φανή ολόκληρη ή άλήθεια καί ή είκόνα; Καί τέτοια είναι σχεδόν όλα τά χαρτιά τής διοικήσεως, άν άνατρέ-ξη κανένας στούς νόμους πού τά στηρίζουν.

408

Page 312: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Θέλομε νά διαβεβαιώσωμε άκόμη μιά φορά πρό τοΰ τέλους, ότι ύπήρξαμε έπιεικείς στά όσα λέμε μέ τό άφαντάστως πολυώδυνο βιβλίο τοΰτο. Περισ-σότερο ή λογική καί όχι ή άχλύ της έπιστημοσύνης περισσότερο ό λόγος καί όχι ή καλλιέπεια, ήταν ή δύσκολη άσκηση τής γραφής του. Ούτε καί θά μπορούσε νά είναι ό λόγος μας περισσότερο άφατικός, άπό όσο μιλοΰ-σαν τά 'ίδια τά στοιχεία. Δέν είχαμε νά παρουσιάσωμε καμμιά πραγματικό-τητα, γιατί μιλοΰσαν αύτά. Ή άναγκαστική όμως έτσι χρέωση κάποιων έγκυρων τούλάχιστον προτάσεων, άν όχι λύσεων γ ι ' αύτή, ήταν άκριβώς τό δυσυπόφερτο καί γ ι ' αύτό έπίμοχθο δικό μας έργο.

409

Page 313: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

• Ε Κ Θ Ε Γ Σ ETT·'•

• ,- 5Μ2ΠΙ0Ν ΤΟΥ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ. THHLIA

ΕδΖΣΙΣ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ilKAIOIVMil ΜΜΚΒ VmWOMI HO**· Λ*

i u S T -x ^ t o y f 2 I; Μ* I ifflO.

J - 'Γερασίμου Σ πυρίδωνος Κακλαμάνη, κατοίκου 'Αθηνβν, δδδς 'Ασκληπιού ' i j j i ' τ . τ . Ι Ι47Ι

ΚΑΤΑ •ίΤης ύ π ' ί ρ ι θ . ΛΟ-666/8-5-89 κοινής Ιποφάσεως των ύπουργων Οικονομι-

κών καί Πολιτισμού, κοινοποιηθείσης μοι διά τοΰ ίπ ' ίρΓθ.Π. 3693 4πδ 29-5-89 (προεκλογική περίοδος) έγγράφου τοΰ ύπουργείου Οίκονο-μικων, καθ'5 έκ των συνημμένων προκύπτει,

HE ΤΟ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΟΙ: αρά τάς ύπ'έμοΰ ύποβληθείσας προτάσεις ε[ς τδ 'Υπουργεΐον Πο-

ν,λιτισμοΰ διά τήν διδρθωσιν τοΰ Ν.Δ. 214/73 καί των πολλών Ελλων -. ύπο^ληθέντων Ιδιαιτέρων στοίχείων,δι"ών κετεφαίνετο ή άνάγκη άμέ-

σου τροποποιήσεως τον έν λδγω νδμου, μοί έκοινοποιήθη ή έλαφρως ^άκατανδητος αύτή άπόφασις.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ Προσφεύγω ένώπιον Ύμων καί έξαιτοϋμαι τήν 'Υμετέραν κρίσιν, ούχί περί τοΰ £ν ή άπδφασις είναι νομότυπος, άλλά έάν είναι συνταγμα-τικώς έν τάζε ι . Παρακαλώ, δπως ή έφεσις έκδικασθή άνυποστήρικτος.-

3ν Αθήναις τή 24ΐ Ηαΐου 1990 ' ' ' Ό έψεσι βάλλων

ΓΞΡ . Σ · ΚΑΚΔΑΙΙΑΙίΗΣ

/ ' Ζ7 ' ^ ' - - a t / ··· • I . ' . . . . / / -• · - , -J,„0..ui ο-β L·-^--^ , ν ^ «Λ &«»_2&ss · ·

•./jhUL.-'t" -- ' ' '" -,· λ.) 'Επιμελητής • t r , i ir ·*Λ.|*<"- - __ » , ; ;1ινάφν •*-< ' - f v S ^ Nixttoo; i Kowtooi

• ^ Λ Vj ' ' Λ

ι

410

Page 314: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

Μήν θέλοντας ν ' άφήσωμε τόν άναγνώστη χωρίς ένα ώραΐο τέλος τοΰ «story» μας — αύτό άλλωστε επιδιώκεται καί στά αστυνομικά μυθιστορή-ματα — σπεύδομε έστω καί κυριολεκτικώς έπί τοΰ πιεστηρίου νά έπισυνά-ψωμε τό τελευταίο «ανθρώπινο δικαίωμα» πού μάς άπέμεινε, δηλαδή μιά φωτοτυπία (ούτε κάν πρωτότυπο). Εύρήκαμε λοιπόν έναν δικαστικόν έπι-μελητή, προκειμένου νά έκτελέσωμε τάς περαιτέρω έντολάς τής διοική-σεως.

Καί είπεν ό έπιμελητής: «Μά λίγο τό βλέπω γιά έφεση!» Τί νά έλεγα όμως; "Οτι άκριβώς τό «πολύ», δηλαδή προσθέτοντας νόμους έπί νόμων, παραγράφους έπί παραγράφων, διατάγματα έπί διαταγμάτων καί «ερμη-νείες» έπί «έρμηνειών», είναι αύτό άκριβώς πού δημιουργεί τό πλήρες κενό έντός τοΰ οποίου λειτουργεί ό δικαστής ώς καδής (ήγουν άνευ συνταγμα-τικών δεσμεύσεων άλλά διά τής έαυτοΰ σοφίας); Άφοΰ τελοσπάντων ό «έφεσιβάλλων» τέτοιες έφέσεις ήξερε νά κάνη, ήγουν άνάλογες τών κρα-τικών του αποδοχών (διά δικηγόρου τά έξοδα πλησιάζουν έκεϊνα τοΰ δι-καστηρίου τής Νυρεμβέργης — αύτονόητον άλλωστε...), φτωχό καί άλει-τούργητο έπρεπε νά δοθή καί τό χαρτί. Κι άφοΰ βέβαια είναι «λίγο», πράγ-μα γιά τό όποιο ούδόλως άμφιβάλλομε καί ημείς οπτικώς, αύτό πάει νά πή ότι θά... άναμένωμεν είς τό άκουστικόν μας έως συντελείας τοΰ αιώνος. Ούτω πώς τελείωσε καί ή ιστορία μας ώς εύρωελλήνων...

411

Page 315: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ΕΠΙΛΟΓΙΚΟΝ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:

Τά πράγματα γιά τόν ρόλο τοΰ κράτους έπιδέχονται περαιτέρω άνάλυση, άλλά έμεϊς θά σταματήσωμε έδώ. Στην 'Ελλάδα δέν ύπάρχει κράτος, ούτε καί ύπήρξε ποτέ. Ύπήρξε μόνο έξ άρχής μιά ιστορικώς δοτή κατάσταση, έκφραζομένη μέ τήν «Διοίκηση». Καί στήν οποίαν οί εκάστοτε διοικού-ντες, θέλοντας καί μή, είναι ύποχρεωμένοι νά ύποκύπτουν. Τοΰτο, άπλού-στατα, διότι ή «έλληνική Επανάσταση» κατάφερε όχι νά ξεγελάση, άλλά άπλώς νά γίνη άνεκτή άπό τούς εύρωπαίους. Σέ μιάν έποχή ποΰ ή Εύρώπη έβίωνε τήν 'Ελλάδα σάν μιά δική της ύπόθεση πολυτίμων νοημάτων — μιά καί οί άρχαΐοι δέν... έφιλοσόφησαν γιά συγκεκριμένες φυλές —, ένας συρ-φετός ιστορικά άσυντόνιστου κόσμου έδώ άνεφώνησε: «έμεΐς είμαστε οί άπόγονοι τών άρχαίων 'Ελλήνων». Αύτό δέν τό είπαν οί προεπαναστατικοί λόγιοι, οί όποιοι άπλώς έζητοΰσαν μέσα στήν άναβίωση τοΰ άρχαίου ελ-ληνισμού στά εύρωπαϊκά δεδομένα νά πορισθοΰν κάτι καί νά τό μεταδώ-σουν κ ι ' έδώ. Ό Εύγ. Βούλγαρης έτόνισε: «έκ πλουτούντων πενόμενοι». Οί «άπόγονοι» είπαν άλλα, όμως δέν έξηπάτησαν έγιναν μόνον άνεκτοί, γιατί ή γεωγραφική έκταση 'Ελλάς έχρειάζετο άπλώς στούς εύρωπαίους. Καί τούς παρεχωρήθη ή... «αύτοδιοίκηση».

"Οπως έδείξαμε, δέν ύπάρχει στόν κόσμο μελέτη γιά ύπανάπτυκτη χώρα, τήν οιανδήποτε, πού νά μήν βρίσκη τήν αντιστοιχία της στίς κοινωνικές καταστάσεις τής 'Ελλάδος. Μόνον ότι στήν 'Ελλάδα ύπάρχουν κι άλλα πράγματα, πού οί κοινωνιολογικές άναλύσεις δέν φθάνουν. Ή σήψη τής νεοελληνικής κοινωνίας δέν είναι ή συνήθης σήψη μιας κοινωνίας υφιστα-μένης τήν υπανάπτυξη. Οί κοινωνικές νοοτροπίες μας έδώ διεμορφώθησαν πολύ πρό τοΰ Καπιταλισμού καί τής «έξάρτησης».

Ποιές μπορεί νά είναι οί «διοικητικές άρχές» μιάς ήγεσίας, ιδιαίτερα μάλιστα άν αύτή τυχαίνη νά είναι καί ή «πνευματική», που διοικεί σέ κοινωνίες πειρατών ώς διαχειριστής τής κοινής λείας; Μέ τήν πειρατεία δέν μπορεί νά κρατηθή κοινωνική ίεράρχιση, ειμή μόνο μέ άνάλογες πει-ρατικές διοικητικές μεθόδους. Ό πλοΰτος μέ τήν πειρατεία είναι άπρόβλε-πτον γεγονός, άρα καί ή «κοινωνική άνοδος». 'Αλλά έτσι διαρρηγνύεται ή κοινωνική τάξη, έπάνω στήν οποίαν στηρίζει τό «κύρος» καί τόν ρόλο της

413

Page 316: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

μιά διαχειριστική έξουσία, δπως ή Έκκλησία στίς «κοινότητες». Ό χθε-σινός πάμπτωχος, άνάλογα μέ τήν λεία ποΰ θά πέση, γίνεται ό σημερινός έκατομμυριοϋχος. Έτσ ι δμως διαλύεται ή κοινωνική διάταξη, πάνω στήν όποια στηρίζεται ή δομή τής έξουσίας. Γιά νά κρατηθή συνεπώς αύτή διατηρώντας τήν έσωτερική ίεράρχιση, έχει ανάγκη νά χρησιμοποιή έπί κοινωνικοΰ έπιπέδου τούς σιδηροΰς κανόνες σπείρας, αναλόγου πειρατικοΰ περιεχομένου: νά έξουδετερώση τόν άπρόβλεπτον πλοΰτο, ύπονομεύοντας τό ίδιο τό άτομο. Καί τά μέσα γ ι ' αύτό είναι γνωστά, γιατί είναι κοινά σέ κάθε κλειστό κοινωνικό σύστρεμμα: ή ρουφιανιά, ή οικογενειακή ύπονό-μευση, ή συκοφαντία, ή δολοφονία έν τέλει, άν τά άλλα δέν έπαρκοΰν, καί ό,τι άλλο μπορεί νά εμπόδιση τήν «κοινωνικήν άνοδο» παρά τόν άποκτη-μένον πλοΰτο. Ά ν μάλιστα ή «άρχή» αύτή συμβαίνη νά είναι καί «πνευ-ματική ήγεσία», τότε όλα τά παραπάνω καταντούν άπολύτως αποτελεσμα-τικά, όσο πιό μεγάλη άγραμματωσύνη καί καθεστώς πνευματικής πτώχειας καί προλήψεων έπικρατοΰν... Ό σκοταδισμός συνεπώς ύπήρξε κοινωνική άνάγκη ιστορικής επιβίωσης, γιατί μόνο μ ' αύτόν οί «έσωτερικοί κανονι-σμοί» τοΰ συστρέμματος άποκτοΰσαν τήν σιδηράν σταθερότητα πού άπαι-τοΰσε ή συντήρησή του. Ή «κλειστότητα στήν πληροφόρηση», πού άπλώς σάν κοινωνική κατάσταση λέγεται σκοταδισμός, είναι ίδιον όλων των κλει-στών κυκλωμάτων — άπό τά άνακτοβούλια καί τά ιερατικά κογκλάβια, μέχρι τίς δικτατορίες, τά πολιτικά κόμματα καί τούς ποδοσφαιρικούς συλ-λόγους. Ή «δυσμένεια» είναι ή συμπεριληπτική έκφραση τών «τακτικών» μέ τίς όποιες άντιμετωπίζεται τό άτομο μέσα σέ κάθε κλειστή όμάδα. Πού είναι πιό «άνυποχώρητες» καί επιβεβλημένες, όσο πιό «κλειστή» είναι ή δραστηριότητα τής ομάδας....

Είναι σίγουρα «έθνική ύπερβολή» νά σπαταλώνται κονδύλια, γιά νά «έμ-βαθύνουν» οί μαθητές στό «κοινοτικό τους παρελθόν»... Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν αύτή ή «έμβάθυνση» γίνεται μέ γνώμονα τόν Μάξ Βέμπερ καί τόν Αύγουστο Κόντ!... Τά πράγματα απλούστερα είναι.

Μιά κάποια «φιλολογική ύπερβολή» ένέχουν άκόμη καί οί πολλές έκεΐνες άναλύσεις πολλών έρευνητών, πού έπισυνάπτουν άτέρμονες βιβλιογραφι-κές στίς μελέτες των, προκειμένου νά εξηγήσουν διάφορα φαινόμενα τής νεοελληνικής κοινωνίας. Έ φειδώ στήν βιβλιογραφική χρήση έπιβάλλε-ται άπό μόνο τό γεγονός, ότι ή νεοελληνική κοινωνία μόνο καταχρηστικώς μπορεί νά φέρη τήν κυριολεκτικήν έννοια τοΰ όρου. Γιατί είναι μιά τεχνη-τώς φκιασμένη κοινωνία κατ' άρχήν. Καί έπειτα, γιατί τά συμπτώματα τής κοινωνικής μας σήψης είναι ύπόθεση ιστορικής άγωγής καί καθόλου «τρι-τοκοσμικό άποτέλεσμα» τής εξάρτησης. Άπλώς μ ' αύτήν εντάθηκαν καί

414

Page 317: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

έγιναν άμετακίνητες κοινωνικές κατηγορίες. Σήμερα δέν υπάρχει κανένας βέβαια πού νά δυσανασχετή μέ τήν κοινωνική μας σήψη καί μέ δλα τά παραπάνω χαρακτηριστικά τών κοινωνικών μας καταστάσεων. Ή έντιμό-της είναι ένα μή παραδεκτόν φαινόμενο πού διαταράσσει τήν δημόσια τάξη. Ή έντιμότης οφείλει νά είναι ιδιωτική ύπόθεση καί νά μήν έκδηλώ-νεται κοινωνικώς — αύτό ίσχύει κατ' έξοχήν στούς χώρους τής πολιτικής —, διότι ό άλλος είναι διαπαιδαγωγημένος άπό τήν «πνευματική» του προ-ϊστορία νά άναμένη τόν δόλο, τήν συκοφαντία καί τήν ύπονόμευση. "Ο,τι άποκλίνει άπό αύτά, είναι φυσικό νά τόν σκανδαλίζη.

Ύπό τίς συνθήκες «έθνικοΰ κράτους», καί μάλιστα μέ τήν ϊδια κοινωνική δομή — τήν «πνευματική ήγεσία» ώς βάση —, επόμενο ήταν τό «ιστορικό παρελθόν» νά όδηγήση στό χάος. Σέ μιά έποχή βιομηχανικής άναπτύξεως καί λογοκρατίας, δέν μποροΰσε ή κοινωνία τοΰ νεοελληνικοΰ κράτους νά οίκοδομηθή ώς «κοινότητα». Ή «πνευματική ήγεσία» ώς κράτος δέν ύπέ-δειξε στούς υποτακτικούς της τόν γάιδαρο καί τό λυχνάρι, πού ήσαν οί ιστορικές της κατακτήσεις. Τούς μίλησε γιά «σιδηροδρόμους» καί «καμι-νάδες», καί όλα τοΰτα τά διεξεδίκησε έναντι αύτών πού τά πέτυχαν μέ... φούμαρα: «αρχαίο παρελθόν», «βυζαντινά μεγαλεία», «μεταφυσικές σωτη-ρίες» καί άλλα άνάλογα. Καί αύτά όλα, λέμε, σέ μιάν έποχή ποΰ ή άρχαία προβληματική είχε πρό πολλοΰ καταστή καθημερινότητα τών δυτικών κοι-νωνικών διαδικασιών καί ποΰ ή μυθολογία τών «προγόνων» ήταν άδύνατο νά πείση.

"Ετσι ή «ήγεσία» άρκέσθηκε στόν άλλο μΰθο, πού οί ξένοι δέν είχαν λόγο νά μήν τής έπιτρέψουν — τό αντίθετο μάλιστα: τόν τοΰ «σωτήρα τοΰ έθνους». Τής επέτρεψαν δηλαδή νά γίνη κράτος, παρ' ότι οί ίδιοι έγνώ-ριζαν πώς ούτε κι αύτό ειν ' άλήθεια. 'Εσωτερικώς έπεκράτησαν κι έδώ οί άρχές τής ιδεολογικής πειρατείας. "Οτι ή 'Ορθοδοξία ήταν ό ιστορικός φορέας βάσει τοΰ όποιου οί Σουλτάνοι άνεγνώρισαν τήν βαλκανικήν αύ-τοτέλεια τοΰ χριστιανικού Μιλλιέτ (όπως άλλωστε καί τών άλλων εκκλη-σιαστικών μειονοτήτων τής Μικράς Ασίας), είναι μιά ιστορική πραγμα-τικότης. Καί ότι στήν έποχή τών πρώτων Πατριαρχών (Γενναδίου κλπ.) ή έλληνική παιδεία ύπήρχε ακόμη ώς μιά δυνάμει κατάσταση, δηλαδή ώς κεκτημένη γνώση, είναι κι αύτό έπίσης άλήθεια. Ά λ λ ά αύτά είναι ύστατες καταστάσεις μιας πολυεθνικής έλληνομόρφου αύτοκρατορίας. Τό πρόβλη-μα είναι άπό έκεΐ κι έπειτα. Διετήρησε όντως ή Έκκλησία κάτι άπ ' όλ ' αύτά; Ά ν ρωτήσωμε ποΰ είναι τά κείμενα καί τά τεκμήρια τής παιδείας πού «διετήρησαν», παίρνει κανείς τήν άλλόκοτη «έθνική» άπάντηση: «αύτά δέν ήσαν άπαραίτητα, γιατί ύπήρχαν... ώς αίματολογικώς κατακτημένες ού-σίες»! 'Ωστόσο είναι προφανές ότι μέ τό «σύστημα τών κοινοτήτων» καί

415

Page 318: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

οί διϊστορικές κοινωνικές πραγματώσεις τοΰ Χριστιανισμού — δρα καί της 'Ορθοδοξίας πρίν άπ ' τίς «κοινότητες» — άπεσβέσθησαν. Μέ τά πειρατικά εμβλήματα τής «έθνικής» ιδεολογίας, ενα άποκρύπτεται έπιμόνως (τοΰ ό-ποιου ή κατανόηση σήμερα είναι ιδιαίτερης ιστορικής σημασίας): ότι έπί Τουρκοκρατίας, ό όσος έλληνισμός απέμεινε, διετηρήθηκε κατ' ούσίαν άπό όσα τμήματα εύρέθηκαν σέ στενή έπαφή μέ τήν Δύση καί πέραν άπό τήν «προστασία» τής 'Εκκλησίας ώς όθωμανικοΰ θεσμοΰ.

Έ ν πάση περιπτώσει, ή έλλαδική Έκκλησία ούτε είχε ούτε ήταν δυνατόν νά άποκτήση ρίζες έπί τοΰ έλλαδικοΰ έδάφους σάν άνατολικός θεσμός πού ήταν. Καί στόν ρόλο της ώς «έθνικοΰ κορμοΰ», ήταν φυσικό νά καταφυγή σέ ιδεολογικές μεθόδους καί πρακτικές έλάχιστα άνταποκρινόμενες στήν πνευματική άξιοπρέπεια ένός θρησκευτικοΰ όργανισμοΰ. Μέ τήν πρόσφα-τη περίπτωση τής «έκκλησιαστικής περιουσίας» — δηλαδή τήν άπαίτηση τοΰ «σοσιαλισμού» γιά... βουλευτικά —, ένα φαινόμενο πέρασε όλικά άπα-ρατήρητο: στίς έρμηνεϊες νόμων καί συνταγμάτων γιά τήν «κατοχύρωση», ή εκκλησιαστική διανόηση απεδείχθη έξοχου νομικής κατάρτήσεως (άλ-λωστε πολλοί ιερωμένοι σπουδάζουν καί νομικά πέραν τοΰ κανονικού δι-καίου). Γιά τούς ύπόλοιπους νόμους όμως πού άφοροΰν τήν καθημερινή ζωή τοΰ κόσμου καί προσδιορίζουν τήν ποιότητα τής κοινωνικής ζωής, έκαμε ή Έκκλησία ποτέ κανέναν άγώνα; Βέβαια θά ρωτήση κανένας, κατά πόσον μπορούσε νά κάνη σάν «φορέας τοΰ έθνους». Αύτό όμως άκριβώς έρωτάμε κ ι ' έμεΐς... Σήμερα πάντως, έκτός άπό μεγάλες χειρονομίες, ή Έκκλησία δέν έχει τίποτε άλλο νά προσφέρη. Ά λ λ ά μόνο χειρονομίες σέ μιά κοινωνία άνεμομαζώματος, πού τίποτε δέν είναι σέ θέση νά παράγη άλλά πού είναι έκ τών πραγμάτων άναγκασμένη νά ύπάρχη μέσα σέ έναν νοητικό δομημένον κόσμο τεχνολογίας, είναι ό ορισμός τής πλήρους ύπα-ναπτύξεως. Τόσο κοντά στήν Εύρώπη!... Αύτό άκριβώς, νομίζομε, άποτελεΐ πρόκληση γιά τίς σημερινές καταστάσεις τοΰ κόσμου. Ή Ελλάδα έχει ήδη εξαντλήσει τά όριά της σάν κράτος ευρωπαϊκό καί σάν Κράτος. Ή έλλαδική κοινωνία μέ τίς «ήγεσίες» της, πολιτικές καί πνευματικές, άπο-τελεΐ πλέον άνοικονόμητη ίστορικήν εκκρεμότητα.

Ή Εύρώπη δέν έχει νά κερδίση ώς πρός τήν θρησκευτική ύπόσταση τών Βαλκανίων άπό τήν έλλαδική Έκκλησία ώς κρατικό θεσμό, δηλαδή ώς εισπρακτική επιχείρηση «άκριτικών κοσμαποστολών». Ή 'Ορθοδοξία τών Βαλκανίων έτσι σκληρύνεται, γιατί σέ όλες τίς Έκκλησίες είναι γνωστή ή άπώλεια τού αποστολικού χαρακτήρος τής ελλαδικής Εκκλησίας. Στίς φωτογραφίες τής διπλωματικής ιστορίας τής Ελλάδος δέν φιγουράρουν

416

Page 319: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

πολιτικοί άλλά δεσποτάδες... "Οσο λοιπόν ύπάρχει ή έγνοια γιά κάποιο ϊχνος διατήρησης τοΰ ελλη-

νισμού στό μέλλον, τοΰτο μόνο κατά τό μέτρο ποΰ αύτός μπορεί νά ένταχθή οργανικά στίς ιστορικές εύρωπαϊκές διαδικασίες είναι δυνατόν νά έπιτευ-χθή. Τό παρελθόν άποτελεΐ λαμπρό δίδαγμα πέραν πάσης «έθνικής» μυθο-λογίας. Έχομε στατιστικές γιά τό πόσος έλληνισμός έχάθηκε στήν 'Ανα-τολή; Ποΰ λοιπόν είναι τό έργο «συντήρησης»; 'Αντίθετα- ύπό τόν δυτικόν Χριστιανισμό εύρέθηκαν μόνο μικρές εστίες ελληνισμού, οί όποιες όμως όχι μόνο κατώρθωσαν νά διατηρήσουν τόν χαρακτήρα τους, άλλά κυριο-λεκτικώς είπεΐν έξεπροσώπησαν αύτήν τήν ιδίαν τήν έννοια τοΰ ελληνι-σμού. Κι άς μιλούσαν κι άλλες γλώσσες (στά νησιά τοΰ Αιγαίου π.χ. τήν έποχή τοΰ Κοραή έμιλοΰσαν περισσότερο ιταλικά άπ ' ό,τι ελληνικά...). Είναι ιστορική άμάθεια καί συνειδητώς καλλιεργούμενη πλάνη, ότι ό δυ-τικός Χριστιανισμός άφομοιώνει. Τό αντίθετο άποτελεΐ σύμπτωμά του, πού τό άποδεικνύει καί όλη του ή ιστορία: νά διατηρή καί νά ένισχύη τήν ιδιαιτερότητα. Αύτό τό πλήρωσε μέ επαναστάσεις καί περιπέτειες, άλλά καί μέ τήν τελική προώθηση ένός πολιτιστικού κόσμου. Μιά έξεταστική άπλώς ματιά στό σύνολο τών μεγάλων περιστατικών τής δυτικής ιστορίας — μηδέ τοΰ Διαφωτισμοΰ εξαιρουμένου! — τό αποδεικνύει. Καί άν τό έν Ελλάδι «ποίμνιο» είχε έστω καί πολλοστημόριο'ν αγωγής γιά τήν ορθόδο-ξη παράδοση, ώσάν αύτήν πού καλλιεργεί ό δυτικός Χριστιανισμός γιά τούς Ουνίτες, δέν θά ήταν τό πιό άθρήσκευτον άλλά τό πιό πρωθημένο θρησκευτικό ποίμνιο τοΰ κόσμου. Τό νόημα τής 'Ορθοδοξίας συνεπώς δέν θά μικρύνη, άν ή έλλαδική Έκκλησία πάψη νά όργανώνη παρελάσεις...

Κάποια τέτοια πράγματα τοΰ παρελθόντος, ύποθέτομε, πρέπει νά λαβαίνουν ύπ' όψη τους οί Έλληνες μελετητές τών έλλαδικών πραγμάτων, πρίν κα-ταλήξουν στήν πολλή ν χρήση τής εύρωπαϊκής βιβλιογραφίας. Ή λειτουρ-γία τοΰ κράτους έξάρτησης — μέ πρωταρχικόν παράγοντα τίς μυστικές του ύπηρεσίες — στρέφεται πάντα έναντίον τοΰ ατόμου. Αύτό είναι βασικά τό θεμελιώδες πρόβλημα τής ύπανάπτυξης καί όχι οί «οικονομικοί παράγο-ντες». Τό άριστοτελικόν «τόδε τί», πού στά κοινωνικά πράγματα είναι πά-ντα τό άτομο, ύποκαθίσταται μέ «προγράμματα», τά όποια, μέσα στήν πο-λιτική δυσλειτουργία τών ύπαναπτύκτων χωρών, στρέφονται μονίμως κατά τοΰ συγκεκριμένου άτομου. Ή «έθνικοφροσύνη» στούς ύπαναπτύκτους εί-ναι εγγενής κατάσταση, γιατί έχει τήν μορφή τοΰ κομματικοΰ άνταγωνι-σμοΰ. Τά πρόσωπα πού άναφαίνονται μέ τήν μιά κατάσταση άχρηστεύο-νται μέ τήν άλλη. Ή «Δημοκρατία», έπειδή δέν άποτελεΐ κοινωνική κατά-κτηση, είναι ύπόθεση κομματικοΰ ποδοσφαίρου — «σωτηρίας» καί «έρμη-

417

Page 320: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

νειών». Στίς χώρες μάλιστα πού έχουν μονίμως Χούντα, ό κάθε αρχηγός καί ή νέα κλίκα έξολοθρεύουν άκριβώς τούς άντιστοίχους της προηγουμέ-νης. Στίς ύπαναπτύξεις μέ «Σύνταγμα» τά πράγματα τελούνται διαφορετικά άλλά κατ' ούσίαν τά ίδια. "Αν θελήσαμε κάτι νά δείξωμε μέ τό βιβλίο τούτο, είναι ότι πίσω άπό τά συνθήματα, τίς έξαγγελίες καί τά «προγράμ-ματα», οί καταστάσεις τοΰ κράτους παραμένουν πάντα ίδιες καί σταθερές. 'Αλλά γιά τό πρωτοφανές στραπατσάρισμα τοΰ άτομου καί τής έννοιας τοΰ «προσώπου» κατά τίς περιπετειώδεις διακυμάνσεις τής έλλαδικής ιστορίας, γιά τούτην τήν κοινωνική άναισθησία πού χαρακτηρίζει τήν έννοια τοΰ προσώπου στόν τόπο μας, ύπάρχουν πρόσθετοι λόγοι κοινωνικής προϊστο-ρίας. Τό κράτος έμεσουράνησε στίς έπιδόσεις του σάν κράτος έξάρτησης, διότι εξέφραζε τακτικές «οίκεΐες», καί ή κοινωνία δέν μπόρεσε ποτέ ν ' άμυνθή, διότι απλούστατα οί κατά καιρούς «Έλληνες» καμιά κοινωνία δέν άποτελοΰσαν. Αύτά τά πράγματα, νομίζομε, πρέπει σήμερα νά συζητηθούν φωναχτά καί ν ' άποτελέσουν τήν συνείδηση τοΰ Μέλλοντος Ελληνισμού. Έμεΐς άπλώς προσπαθήσαμε νά δείξωμε κάποια πράγματα μή κοινά.

"Οτι έμείναμε μέ όλα μας τά «ανθρώπινα δικαιώματα» συνοψισμένα σέ μιά φωτοτυπία, μέ τά δεδομένα τοΰ έλλαδικοΰ κράτους είναι βέβαια πολύ. Τά «πλήρη» δικαιώματά μας θά τά είχαμε, καθώς είπαμε, άν έγγραφόμαστε σέ κάποιον «σύλλογο». 'Αλλά έδώ ήταν καί ή δική μας «παραξενιά»: έθέ-λαμε νά ξέρωμε τί άτομικά σάν «πολίτες» μπορούσαμε νά διεκδικήσωμε. Αύτός ήταν βέβαια ό δρόμος τής ταλαιπωρίας, γιατί άκριβώς στά κράτη πού δέν έχουν ιδεολογική καί άρα κοινωνική νομιμότητα είναι εύκολώτερη ή ικανοποίηση «συλλογικών» παρά άτομικών αιτημάτων. "Οσο παράξενο κι άν αύτό άκούγεται, είναι ή πραγματικότης. Γιατί άκριβώς ή «συλλογι-κότης» παρακάμπτει τό άτομον, πού άποτελεΐ τό σκάνδαλον γιά τήν κρα-τική δυσμορφία. Πολλά θεοκρατικά κράτη τής Μέσης 'Ανατολής καί πολ-λά κράτη τοΰ δύσμορφου σοσιαλισμού μονίμως προγράμματα «συλλογικό-τητας» έπιδιώκουν, πού καταναλώνονται σάν είδος κοινωνικής προνοίας τοΰ κράτους. Αύτοΰ άκριβώς έγκειται καί ή δυσμορφία. Ή ίσχύς τών αν-θρωπίνων δικαιωμάτων προκύπτει, όταν κανένας ενεργή μόνο ώς άτομο. Συλλογικά διεκδικούνται τά δικαιώματα, άλλά άτομικά έκπληρώνονται. Αύτό είναι τό νόημά τους σάν «άρχών». Οί φιλοσοφίες τοΰ φιλελευθερι-σμοΰ έχουν βάση τό άτομο, προκειμένου νά νομιμοποιηθούν ώς συλλογικές διεκδικήσεις. Ή συλλογική διεκδίκηση δέν είναι παρά ή έγγύηση τής άτομικής κατοχύρωσης, πού είναι τό σκοπούμενο. Ή «συλλογικότητα» άντίθετα σέ κάτι σάν τήν Ελλάδα χώρες είναι ό μόνος τρόπος πολιτικής νομιμότητας, πού στίς άκραΐες μορφές του γίνεται λαϊκισμός. Οί «σύλλο-γοι» πρός άντιμετώπιση ανθρωπίνων δικαιωμάτων σέ τέτοιες χώρες είναι

418

Page 321: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

άποτέλεσμα τοΰ γεγονότος ότι τά κράτη αύτά στηρίζονται μόνο στήν «έ-θνική ιδεολογία», πού έχει μονίμως τήν μορφή ιδεολογικής βίας κατά τοΰ άτομου, μετατρεπόμενη άπλώς σέ πολιτική βαρβαρότητα σάν σύνολη κοι-νωνική έκφραση, όταν συντρέχη καί ή περίπτωση ολικής άνυπαρξίας έθνι-κοΰ φορέως. Τά πάντα στήν πολιτική τών χωρών αύτών, ανακηρύσσονται «έθνικές ύποθέσεις» (άρα δέν ύπάρχουν άτομικές διεκδικήσεις, ούτε νόμοι νά τίς προβλέπουν) καί «ρυθμίζονται» μέσω τοΰ κράτους (ύπό «κοινοβου-λευτικές» συνθήκες, ύπό τής «έθνικής άντιπροσωπείας»), Έ φ ' όσον μιά κατάσταση μετατραπεί σέ «κοινωνικό αίτημα» (δηλ. όταν ή μή νομιμότης τής έξουσίας ύπερβή κοινωνικώς τά όρια) τότε συσκέπτεται τό «κράτος» γιά τήν έξεύρεση τών «γενικών μέτρων», τά όποια άκριβώς σκοπό έχουν όχι νά άποκαταστήσουν τήν ισχύ κάποιων άνθρωπίνων δικαιωμάτων, άλλά τό άκριβώς άντίθετο: μέσα στήν γενικότητά τους, τίς περιπτώσεις πού προέκυψαν άπό τήν έγγενή δικαιακή δυσμορφία τοΰ κράτους, νά τίς αλλο-τριώσουν στόν «μέσο όρο» πού προϋποθέτει ή «συλλογική διεκδίκηση» καί νά έξομοιώνεται ή πραγματική περίπτωση καταστρατήγησης μέ τήν τυπική τέτοια. Έτσ ι καθόλου βέβαια δέν αίρεται ή δικαιακή δυσμορφία τοΰ κρά-τους πού έδημιούργησε τίς περιπτώσεις καταστρατήγησης, άλλά καταστρέ-φονται φυσικώς τά πρόσωπα ώς φορείς άναλόγων περιπτώσεων (ό διαφω-νών μέ τό «έθνικό μέτρο», άρα καί μέ τήν «έθνική ιδεολογία» πού νομιμο-ποιεί τήν έξουσία σ ' αύτό τό έργο, είναι άπλούστατα «άντεθνικόφρων»). Νομικά μέσα διεκδικήσεως έκ μέρους τοΰ ατόμου (ήγουν Δίκαιο) δέν ύπάρ-χουν, διότι αύτά τά ήρε ή «συλλογική διεκδίκηση», ένώ ή διαφορά κατ' άτομα θά ήταν αντίθετη πρός τήν «άμεροληψία» τοΰ «έθνικοΰ μέτρου»... Τό νομικό έποικοδόμημα τοΰ κράτους παραμένει έτσι αναλλοίωτο καί ή τα-κτική αύτή («ίδεολογικώς» αύτονόητη) μεταβάλλεται σέ μέσον αύτοσυντή-ρησής του. Γιά νά χρησιμοποιήσουμε κατά συναφές νόημα έναν όρο τοΰ Νορβηγού J. Galtung, πρόκειται γιά τήν «Strukturelle Gewalt» («δομική βία») στόν ιδεολογικό τομέα... Μέ άλλα λόγια στίς χώρες τών «έθνικών ιδεολογιών» (μέ τυπικόν διεθνές παράδειγμα τήν δική μας) ύπάρχουν μόνο «μέτρα», χωροχρονικώς παραγόμενα καί πραγματοποιούμενα, άλλά όχι γε-νικές (ήγουν μή περιστασιακά μεταβαλλόμενες) άρχές δικαίου (πού ονομά-ζονται έτσι γιατί σκοπός τους είναι νά περιλαμβάνουν άφηρημένα — χωρίς προκαθωρισμένο μέτρο τήν μερική «συλλογικότητα» — όσο τό δυνατόν πιό πολλές άτομικές περιπτώσεις). Ή έννοια τοΰ «συλλόγου», «συνδικά-του» κλπ. στίς χώρες τής δικαιακής δυσμορφίας έχουν άκριβώς σάν συνέ-πεια νά ύποκαθιστοΰν τήν έλλειψη τής δικαιακής άρχής μέ τό θετικό ή πολιτειακό δίκαιο, δηλαδή νά μεταποιούν τήν πολιτική σημασία τής άρχής σέ νομικοτεχνική διαδικασία. Είναι άλλο πράγμα τό δικαίωμα έργασίας

419

Page 322: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

(πού είναι ιστορική καί κοινωνική κατηγορία) καί άλλο ή περί ανεργίας νομοθεσία (πού είναι ύπόθεση «κυβερνητικών πρωτοβουλιών»...). Καί άν μέν ύπάρχη ή άρχή, δηλαδή ή κοινωνική κατοχύρωση τοΰ ατόμου, τότε οί «πρωτοβουλίες» εμβαθύνουν τήν άρχή καί βελτιοΰνται οί 'ίδιες ώς πο-λιτική. "Αν αύτή δέν ύπάρχη, τότε οί «πρωτοβουλίες» παραπέμπουν στήν... ιδεολογία — ήγουν, απλούστερα παρ' ήμίν, στό «έθνος»...

Είχαμε λοιπόν βάσιμους λόγους μή «συλλογικοποιήσεως» τής περιπτώ-σεώς μας. Δέν έξωμοιάσαμε τίς βλάβες μας μέ τίς βλάβες άλλων, γιατί δέν είχαμε μέτρο τών άντιστοίχων προθέσεων... Ή περιέργεια μας ήταν νά ίδοΰμε τί άτομικά μπορούσαμε νά έπιτύχωμε γιά ένα πλήρως κοινωνικώς θεμελιωμένο αϊτημά μας ύπό τήν ιδιότητα τοΰ «πολίτου». "Αν πάλι καί μ ' αύτήν τίποτε, καθόλου κακό δέν θά ήταν — ύπό τήν προϋπόθεση όμως ή τέτοια ίδιότητά μας νά μεταβαλλόταν σέ ιδίωμα προαιρετικόν ύπό έπίση-μον κρατική άναγνώριση... Πιστεύομε όντως ότι ή γενίκευση αύτής τής άρχής σήμερα γιά κάθε "Ελληνα καί κάθε μειονότητα τοΰ ελλαδικού εδά-φους άποτελεΐ ένα αίτημα συντελεσμένου καιρού. Τά έλληνικά Διαβατήρια οφείλουν νά γίνουν πολύχρωμα.

Ποΰ έγκειται ή ούσιώδης διαφορά τών καιρών μας σχετικά μέ προηγούμε-νους, τό είπαμε ήδη: στούς «αληθινούς στοχαστές». Οί «άληθινοί στοχα-στές» δηλοΰν τήν πολιτική διαχείριση τοΰ μεταπολεμικοΰ κόσμου έπί ορ-γανικής βάσεως καί όχι διοικητικής. Αύτό είναι μιά έμπειρία άγνωστη στούς πολιτικούς τρόπους τής παλαιάς Εύρώπης. Καί ότι τό οργανικό είναι άπό τήν φύση του προωρισμένο νά διαρκέση περισσότερο άπό κάθε τι τό λογικό, είναι προφανές. Στούς οργανισμούς όμως τό κάθε τί έχει κάποιαν λειτουργία νά έκτελέση καί δέν ύπάρχουν πράγματα περιττά. 'Αντίθετα, τά περιττά τόν οργανισμό τόν βλάπτουν. Δυστυχώς, σέ μιάν οργανική διαχεί-ριση τοΰ κόσμου, ή Ελλάδα άποτελεΐ «λογικήν περιττότητα»... Δέν είμα-στε φυσικά ή μόνη χώρα, είμαστε όμως μεταξύ τών έπειγουσών. Έμεΐς μπορεί νά αίσθανώμαστε υπερήφανοι γιά τούς «άρχαίους προγόνους» μας, άν όμως ύστερ' άπό εκατό ή διακόσια χρόνια προβάλλωνται ταινίες γιά τήν σημερινή κοινωνική καί πολιτική κατάσταση τής Ελλάδος, οί από-γονοι μας θά ντρέπονται γιά τήν αναισθησία μας... "Ολη τούτη ή άνυπό-φορη ύπαρξιακή δυσμορφία τοΰ ελλαδικού χώρου πού ύφιστάμεθα, δέν είναι δυνατόν παρά σέ κάποιο είδος οργανικής περιττότητας νά οφείλεται... Ά ρ α ούτε μέ προγράμματα, ούτε μέ ήθικά κηρύγματα καί «πρωτοβουλίες» μπορεί νά άντιμετωπισθή, άλλά μέ κάποιους άλλους λιγώτερο «έθνοπρε-πεΐς» καί περισσότερο υπεύθυνους καί ιστορικά συντονισμένους τρόπους. Ή όργανικότης τοΰ κόσμου ύποβάλλεται άπό τήν βάση τής σύγχρονης

420

Page 323: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ζωής, πού είναι ή Τεχνολογία. Ή Τεχνολογία δέν είναι «έφεύρεση» άλλά «ιστορικός αιών» γιά τήν ανθρωπότητα. Καί έπειδή είναι τέτοια καί ένιαία, οδηγεί σέ οικουμενικές διαχειρήσεις έπί τοΰ πλανήτη. Έ οικουμενικότη-τα, σάν οργανικής ύφής φαινόμενο πού είναι — τοΰτο βρίσκεται πολλα-πλώς έπιβεβαιωμένο στό ιστορικό παρελθόν —, έχει άνάγκη νά συντηρή καί νά τονίζη τήν ιδιαιτερότητα, γιατί μέσφ αύτής άντλεΐ τήν λειτουργία της ή ίδια. Τά φαινόμενα τών θρησκειών, πού είναι φαινόμενα οικουμενι-κότητας, άρκοΰν γιά παράδειγμα. Ά λ λ ά ή οίκουμενικότης, όπως λέμε, έχει ύφή οργανικής λειτουργίας καί κάθε μέλος οφείλει κατ' άνάγκην νά έκτε-λή έργο. Έργο θετικό καί αύτοτελές. Τό «μή καρπόν φέρον» έκκόπτεται καί άποβάλλεται άπό τόν ίδιον τόν οργανισμό. Νά άνατρέψωμε τήν φυσική τάξη τοΰ κόσμου δέν είναι βέβαια δυνατόν. "Αν έχωμε κάποιαν ιδιαιτερό-τητα νά έντάξωμε στόν σύγχρονο κόσμο, τότε πρέπει νά μάς άπασχολή ό τρόπος. Καί ό μέχρι τώρα τρόπος τής... Πλατείας Συντάγματος σίγουρα δέν έπαρκεΐ.

421

Page 324: Η ΕΛΛΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ Γερ.Κακλαμανη

ΕΝΙΑ ΔΙΟΡΘΩΤΕΑ (ERRATA)

Σελ. 142 στίχ. 12 Αντί: ξέροντος νά γραφή: ξέροντας Σελ. 144 στίχ. 16 άντί: τοϋ νά γραφή: των Σελ. 216 στίχ. 2 άντί: Δημητρακοπούλου νά γραφή: Μιχαλακοποΰλου Σελ. 397 στίχ. 31 άντί: προσκείμενον νά γραφή: προκείμενον Σελ. 414 στίχ. 2 άντί: λεία νά γραφή: λεία Σελ. 443 στίχ. 30-31 άντί: geschichtliche νά γραφή: geschichtlichen Σελ. 450 στίχ. 10 άντί: solche νά γραφή: solches