Ysterografo Magazine_Issue 139

32
υγ. γυναίκες

description

Weekly magazine _ wOmEN_issue

Transcript of Ysterografo Magazine_Issue 139

Page 1: Ysterografo Magazine_Issue 139

υγ. γυναίκες

Page 2: Ysterografo Magazine_Issue 139
Page 3: Ysterografo Magazine_Issue 139

Φω

τΟ: Σω

ΚΡΑτΗ

Σ Σω

ΚΡΑτΟ

ΥΣ

ΣΚΕΨΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΑ

ΦΩ

ΤΟ: Π

ΟΛΥ

Σ Π

ΕΣΛ

ΙΚΑ

Σ

Page 4: Ysterografo Magazine_Issue 139

E D I T O R I A LΜΕ ΤΗΝ ΕΛΕΝΗ ΞΕΝΟΥ

Την βρήκα το μεσημέρι να τακτοποιεί τα παλιά άλμπουμ. «Τι σε έπιασε έτσι ξαφνικά;». «Θέλω να συγυρίσω τις φωτογραφίες μου», μου είπε, κοφτά, μα ένιωσα πως εκείνο που εννοούσε - το ίδιο κοφτά - ήταν πως ήθελε να συγυρίσει τις αναμνήσεις της. Να τις τοποθετήσει κάτω από τα διάφανα πλαστικά για να τις κοιτάει συμφιλιωμένη πια, πως ό,τι έζησε άξιζε τον κόπο να το ζήσει. Και ό,τι μπορεί να μην άξιζε ήταν τουλάχιστον προστα-τευμένο, δηλαδή παγωμένο σε μια στιγμή, χωρίς τη δυνατότητα να ξεφύγει από το περιορισμένο του κάδρο. Την παρατηρούσα μέσα από τα μαυρόασπρα περιστατικά της. Με κείνα τα υπέ-ροχα φουστάνια που φορούσε (τα έραβε πάντα στην Άρτεμη), που ’χανε σφίξιμο στη μέση και λοξές ραφές, τα ταίριαζε με το κατάλληλο κραγιόν και έφτιαχνε τα μαλλιά της να ακουμπούν με χάρη στις βάτες. «Σαν σταρ του σινεμά ήσουν», της λέω και κείνη το αρνείται σουφρώνοντας τα φρύδια, μα στο βάθος το ξέρει πως εκείνη η γοητεία της ήταν που τη γλίτωσε, πολλές φορές, από την καθημερινότητα. Αυτά τα φουστάνια τα ξέρω, ακόμα τα φυλάει, έστω κι αν δεν τη χωράνε πια - ήταν τόσο λεπτή όσο ένα μοντέλο - ούτε και είναι στη μόδα, μα δεν το λέει η καρδιά της να τα πετάξει. «Τι τα θες όλα αυτά;» «Έτσι, εσένα τι σε νοιάζει, δικά μου είναι, κάποια στιγμή μπορεί να τα φορέσεις εσύ, πού ξέρεις;» Ήξερα. Πως δεν ήθελε να τα πετάξει γιατί εκεί μέσα στους εκκεντρικούς γιακάδες και στους κεντημένους ποδόγυρους, εκεί τις έκλεινε, εκεί στις ραφές σαν σταυροβελονιά, και τις χαρές και τις λύπες της. Εκεί τη με-τρούσε την περηφάνια της, στα ψηλά τακούνια και στην όρθια πλάτη, στο ψηλό λαιμό με τα μεγάλα κοσμήματα που έφερνε ο αδελφός της από την Αίγυπτο και στις παράξενες ασημένιες ζώ-νες που τις περνούσε στους γοφούς, να κάνουν - αν χρειαζόταν - θόρυβο, πιο πολύ από το θόρυβο των σκέψεων της. Στα μάτια της περνούσε μαύρο χοντρό μολύβι που τόνιζε τα βλέφαρα και συγκρατούσε το βλέμμα στο ύψος, όπου κανείς δεν μπορούσε να το διαπεράσει. Ό,τι δεν ήθελε να φανεί, το έκρυβε με καλο-χτενισμένες περούκες, πότε ξανθιές και πότε πιο σκούρες, με μακριές φούστες μέχρι το πάτωμα, πότε καρό και πότε ριγωτές, με στενά μπλουζάκια που ’χανε περίεργα κουμπιά, πότε μικρά και πότε μεγάλα και περπατούσε πάντα περήφανα, σφηνώνο-ντας στα ψηλά στιλέτα τα στραβά της δάχτυλα και ό,τι άλλο στραβό της τύγχαινε στη ζωή. «Ήμουν πάντα περιποιημένη»,

μου επανέλαβε καθώς τη βοηθούσα να βάλει σε σειρά τις φω-τογραφίες. Κι αυτό δεν ήταν η πρώτη φορά που μου το ’λεγε. Το ήξερα, το είχα εμπεδώσει στα χρόνια, άλλοτε σαν προτροπή για να μάθω τι σημαίνει αυτοπεποίθηση κι άλλοτε σαν μομφή που άφηνα τον εαυτό μου απεριποίητο, που πάει να πει -στη δική της ερμηνεία- πως πρόδιδα τι με ταλαιπωρούσε αφήνοντας έτσι έκθετη, στα τσαλακωμένα μου ρούχα, την κλονισμένη μου θηλυκότητα. Εκείνη αυτό δεν το συγχωρούσε. Δεν έδινε κανένα δικαίωμα. «Κι εσύ, να μη δίνεις δικαίωμα». Ακόμα μου το λέει και εννοεί πως τις αδυναμίες μου πρέπει να ’μαι επιλεκτική, σε ποιους να τις μοιράσω. Εγώ κάποτε αντιδρούσα, «δεν θέλω να κρύβομαι» φώναζα «και αυτό που εσύ λογαριάζεις για αδυνα-μία εγώ το βαφτίζω δύναμη», φώναζα, μα ύστερα σιωπούσα συγκαταβατικά, γιατί δεν ήθελα να λογαριαστώ μαζί της, δεν πρόκειται να καταλάβει πως εμένα όταν στενεύουν τα περιθώ-ρια μου δεν με σώζουν τα στενά φουστάνια, σκεφτόμουν. «Κά-ποια μέρα θα καταλάβεις», επέμενε κι ύστερα πέρασαν χρόνια και σταμάτησε να επιμένει. «Aς είναι, βρες τον τρόπο τον δικό σου», έλεγε και το μόνο που μου ζητούσε ήταν καμία ωραία φωτογραφία μου για να τη βάλει στην καινούρια κορνίζα, εκεί δίπλα από τη δική της, με τα μαύρα βλέφαρα και τα υπέροχα ίσια μακριά μαλλιά.Εκείνο το μεσημέρι τακτοποιήσαμε όλες τις φωτογραφίες. Και τις είδα έτσι ξανά μαζεμένες. «Είσαι πανέμορφη» της είπα. «Πάντα ήσουν». Και τον εννοούσα και τον ενεστώτα και τον αόριστο. Δεν ήταν μόνο στα χαρακτηριστικά της όμορφη. Ήταν και κάτι παραπάνω. Και το διέκρινα μέσα από τα ενσταντανέ. Σε κάθε της ηλικία ήταν γυναίκα. Δηλαδή δεν την παραχωρούσε τη θηλυκότητά της ακόμα κι αν μέσα της ένιωθε αδύναμη ή τσαλα-κωμένη. Δεν έδινε δικαίωμα. Και τώρα το έμαθα πια. Πως εκεί-νο που εγώ της χρέωνα για αδυναμία ήταν τελικά δύναμη. Το κατάλαβα στα χρόνια, αφού είχα περιφέρει ήδη τον εαυτό μου με σκισμένα τζιν και αμάνικα μπλουζάκια. Πως θέλει δύναμη να κρύβεις τη λύπη με ψεύτικα βλέφαρα και κόκκινα κραγιόν και τους φόβους κάτω από μακριές φούστες με κεντημένους ποδόγυρους. Θέλει δύναμη γυναίκας.

ΥΓ. Προχθές είχε τα γενέθλιά της. Και ήθελα να φορέσω τα καλά μου. Της το χρωστούσα.

υγ.

Page 5: Ysterografo Magazine_Issue 139

postcardΟ Σωκράτης Σωκράτους φωτογραφίζει μικρές καθημερινές στιγμές

Η Μαίρη και η Ελένη, αδελφές, στην οδό Πατησίων στο ταξί.

Page 6: Ysterografo Magazine_Issue 139

Στο «κλαράκι σπάζει» την πιο πρόσφατη ποιητική του συλλογή, ο Βάκης Λοϊζίδης, συνόδευσε εικαστικά τα 47 χαϊκού που περιλαμ-βάνει με εικαστικές δημιουργίες των δύο μικρών παιδιών του. Πέτυχε έτσι να συνδυάσει το διανοητικό προβληματισμό και τη λυρικότητα μιας ανεπιτήδευτης γλωσσικής έκφρασης με τη γνή-σια παιδικότητα στην εικαστική έκφραση. Τελικά αποδείχτηκε ότι εκείνη η απόπειρα προϊδέαζε για την πρώτη εικαστική απόπειρα και του ιδίου, αυτή που παρουσιάζεται από την περασμένη Τετάρ-τη στην γκαλερί Opus 39. Πρόκειται για μια πρωτότυπη εικαστική έκφραση που δεν κρύβει τις ακριβείς λογοτεχνικές καταβολές της. Ο Λοϊζίδης παρουσιάζει έργα μικτής τεχνικής με κύριο θέμα το αλφάβητο, το οποίο αντιμετωπίζεται ως ιδεόγραμμα, δηλαδή ως γραπτό σήμα που παριστά μια ιδέα. Η όλη σύλληψη «προδί-δει» την εξαιρετική ικανότητα του ποιητή να σμιλεύει τη λυρική δύναμη με τη σμίλη του αισθητικού μινιμαλισμου, που αποδεικνύ-εται και με τη μοναδική του ικανότητα στην απόδοση του χαϊκού: «Αυτοκτόνησε/ κύμα ψηλό, πριν πιάσεις/ στεριά και σπάσεις» ή

«Κλαράκι σπάζει/ πουλάκι κάνει χάζι/ αχ να ’χα φτερά».

Λευκωσία, γκαλερί Opus 39 (22424983). 4-16 Mαρτίου

Εικαστικά χαϊκού

ΠυρΕτός ςτό ςΕλιλόιντ

Φρέσκος αέρας εκσυγχρονισμού πνέει στις «Κινημα-τογραφικές Μέρες – Κύπρος 2009». Από το ερχόμε-νο Σάββατο και μέχρι τις 21 Μαρτίου σε Λεμεσό και Λευκωσία θα προβάλλονται ταινίες από την παγκό-σμια κινηματογραφική παραγωγή, που διέπρεψαν σε σημαντικά διεθνή φεστιβάλ. Η κυριότερη διαφορά σε σχέση με τις προηγούμενες έξι διοργανώσεις έγκειται στην αντικατάσταση του μοντέλου του καλλιτεχνικού διευθυντή με τριμελή καλλιτεχνική επιτροπή, η οποία δείχνει αποφασισμένη να ενισχύσει την ταυτότητα της διοργάνωσης, κηρύσσοντας… ανένδοτο αγώνα ενά-ντια στη συμβατική κατασκευή της κινηματογραφικής αφήγησης. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει συνολικά 14 ταινίες, με έντονη γεύση Μέσης Ανατολής, ανάμεσα στις οποίες και οι νέες των Κύπριων σκηνοθετών Χρήστου Γεωργίου («Μικρό Έγκλημα») και Γιάννη Ιωάννου («Γεια σου Αμερική»). Διαβάζοντας το πρόγραμμα μάς πιάνει μια μικρή ανυπομονησία, καθώς περιλαμβάνονται κινηματογραφικά διαμάντια όπως η ταινία κινουμένων σχεδίων του Ισραηλινού Ari Folman «Waltz With Bashir», που πραγματεύεται τη βουβή συνενοχή του ισραηλινού στρατού στη σφαγή των Παλαιστινίων στα στρατόπεδα Σάμπρα και Σατίλα. Επίσης: «Η Σιωπή της Λόρνα» των Βέλγων αδελφών Dardenne, «Four Nights With Anna» του Jerzy Skolimowski, «Διόρθωση» του Θάνου Αναστόπουλου και «Wendy & Lucy» της Kelly Reichardt, «Lemon Tree» του Eran Riklis κ.ά. Το φεστιβάλ περιλαμβάνει επίσης εκπαιδευτικό πρόγραμμα, αφιέρωμα στον Ιάπωνα δημιουργό Hayao Miyazaki.

Λευκωσία- Πάνθεον, Λεμεσός - Ριάλτο. 14- 21 Μαρ-τίου. 77772552 & 77777745

Αγαπητή σύνταξη,

Εδώ και 3 χρόνια μπανίζω, στην τελευταία σελίδα του ‘Υ.Γ.’, την ξεκάθαρη προτροπή, «μας ενδιαφέρουν και τα δικά σας ‘υστερόγραφα’». Κυριακή μπαίνει, Κυριακή βγαίνει και συνεχώς το γυροφέρνω να αναμετρηθώ με την πρόκληση, αλλά…πότε ο Γιάννης δεν μπορεί, πότε ο κώλος του πονεί. Τη βδομάδα που μας πέρασε, πλάκωσαν οι μούσες μα-ζεμένες. Βοήθησε και μια ίωση, που με έριξε στο κρεβάτι για ένα τριήμερο, και είπα αμ’ έπος αμ’ έργον. Γνώριζα πως το περιοδικό κατεβαίνει κάθε εβδομάδα στα περί-πτερα με καθορισμένο θέμα. Έστειλα μέιλ, ζητώντας να μάθω ποιο θα είναι αυτό – μην σας στείλω κείμενο άλλα ντ’ άλλων. ‘Αγαπητέ μου’, ήρθε η απάντηση στο πι και φι, ‘στο επόμενο τεύχος θέμα μας είναι οι γυναίκες. Αν αυτό σε βοηθά…’ Μάλιστα, σκέφτηκα. Πήγε να παντρευτεί ο χωριάτης και ‘μίτσιανεν’ η νύχτα. Ε, λοιπόν, δεν με βοηθά, δεν με βοηθά, δεν με βοηθά. Κι όχι μόνο δεν με βοηθά, αλλά με βραχυκυκλώνει κιόλας. Και με πνίγει και το δίκιο μου. Άτιμο timing, καταραμένη συγκυρία. Θα μπορούσα να σας γλυκάνω με χίλια δυο καλούδια. Με ωραιότατες πραγματείες για τoν αδιέξοδο μεταμοντερνισμό του Τσάρλι Κκάουφμαν, με θεσπέσιες συγκριτικές του Δημήτρη Παπαϊωάννου και της Πίνα Μπάους, με υψιπετείς πολεμικές για τον Μιχαήλ Μαρ-μαρινό, με εξαίσιους φιλιππικούς εναντίον του Νίκου Θέμελη, με ζωηρές αγιογραφίες του Κωστή Παπαγιώργη ή του Ευγένιου Αρανίτση, με νόστιμους κόλαφους για τον Κοέλο και για τον Φίλιπ Ροθ, με ευθύβολα σημειώματα για τον Άγγελο Μακρίδη ή τον Γλαύκο Κουμίδη. Με, με, με. Ων ουκ έστιν αριθμός!Κι ακόμα, αν θα θέλατε κάτι πιο λοξό, κάτι πιο πειραγ-μένο: Χίλιες πεντακόσιες λέξεις γιατί κανείς δεν πρέπει να χρησιμοποιεί πια τη λέξη ‘μούχρωμα’, χίλιες λέξεις για τη διερεύνηση της σχέσης της ‘Αίγιας φούξιας’ με το βλάχικο πορνό, πεντακόσιες λέξεις για αυτούς που υπο-γράφουν τα άρθρα τους με τον τίτλο ‘Δρ.’ μπροστά από το όνομά τους, δύο χιλιάδες λέξεις για την ποικιλομορφία των ενδείξεων σε διάφορες οθόνες ΑΤΜ ανά την κόσμο τη στιγμή που αναμένεις την ανάληψή σου και πως αυτή η ένδειξη αντιστοιχεί ευθέως στη βερσιόν του καπιταλι-σμού που διακονεί η χώρα στην οποία έχει την έδρα της η τράπεζα, ένα ολόκληρο τεύχος για τους οδοντίατρους. Φευ! Αντί του μάννα, χολή. Μου φορτώνετε το ένα και μοναδικό θέμα για το οποίο κανείς δεν μπορεί να πει απολύτως τίποτα. Το σκάνδαλο των σκανδάλων, για το οποίο ο πολιτισμός δεν μπορεί να κάνει καμιά σωτήρια σκέψη. Για το ‘αυτογκόλ της ύπαρξης’, που έκανε λόγο ο ποιητής, για ‘την εκπυρσοκρότηση της αυτάρκειας’, που έκανε λόγο ένας άλλος, όχι ποιητής. Δεν έχω τίποτα να γράψω, λοιπόν, όχι. Διαβάστε Βοκ-κάκιο και Απολλιναίρ, δείτε Αλμοδοβάρ και Κασσαβέτη, ακούστε Λέοναρντ Κόεν και Ζερζ Γκένσμπουργκ. Κι άμα καταλάβετε, άμα βγάλετε άκρη, καθίστε τον κώλο σας κάτω και γράψτε τα εσείς. Θα το διαβάσω με πολύ ενδι-αφέρον, σας διαβεβαιώ. Έχω ως αρχή μου να γηράσκω αεί διδασκόμενος. Ξενοφών Διογένους

Αγαπητέ κ. Διογένους,

Η έφεσή σας στις παροιμιώδεις εκφράσεις είναι αξι-οσημείωτη. Μία που λέει, ‘δώστου πελλού αγγούρι να σου λαλεί εν ζαβό,’ την ξέρετε;

με τον γιωργο σαββινιδηO

Page 7: Ysterografo Magazine_Issue 139

• «ανταλλάξαμε μηνύματα με τον τύπο που γνώρισα προχτές στο μπαρ και εξενέρωσέ με εντελώς»• «ρε φίλε, έστειλέ μου ένα μήνυμα και με έκα-νε έξω φρενών. Αν ήταν μπροστά μου, ήταν να τη δέρω»• «προψές κατά τες 3 έστειλέ μου ένα τέλειο ποίημα στο κινητό, έκλαια με λυγμούς, ήταν τέλειο»• «επέλλανέ με στα μηνύματα, άρχισα να τον φο-ούμαι».

Κάπως έτσι, μέσα από τα μηνύματα SMS, εκτυλίσ-σονται οι ιστορίες της καθημερινότητάς μας, οι συ-νηθισμένες και οι σπάνιες. Πριν χαθούν λοιπόν για πάντα οι ιστορίες της παρόρμησής μας, της απογο-ήτευσης, του ενθουσιασμού και της έντασης, θα τις μαζέψουμε και μαζί θα τις επεξεργαστούμε και θα τις κάνουμε θεατρικό έργο. Το SMStories αποτελεί ένα εγχείρημα ομαδικής θεατρικής συγγραφής, παίρνοντας ως πρώτη ύλη τα μηνύματα SMS.

Σε πρώτο στάδιο, στείλτε μας τα μηνύματα που στείλατε ή/και παραλάβατε, τις αποδείξεις από τις digital ιστορίες σας.

Προσοχή: • Μην αλλάξετε τίποτα στα μηνύματα. Στείλτε τα όπως τα παραλάβατε, με το είδος γραφής που χρη-σιμοποιήσατε.• Δεν υπάρχει μέγιστος ή ελάχιστος αριθμός μη-νυμάτων που μπορείτε να συμπεριλάβετε σε μια «ιστορία». • Σημαντικό είναι να είναι αληθινά. Αν είναι ψεύτι-κα, δεν θα το ξέρει κανένας εκτός από εσάς, αλλά θα το ξέρετε.

Αφού μαζέψουμε τα μηνύματα…

Περιληπτικά, η διαδικασία είναι η εξής: • Όσοι ενδιαφέρεστε να λάβετε μέρος στη συγγρα-φική διαδικασία, στείλτε μας ένα email με ψευδώ-νυμο και email επικοινωνίας.• Τυχαίος διαχωρισμός σε ομάδες, • Μαζί θα διαλέξουμε τις καλύτερες ιστορίες και • Θα τους δώσουμε πίσω τη σάρκα και τα οστά που τους έκλεψε το μικρό θορυβώδες κουτάκι, εσείς θα γράφετε, cut/paste και εγώ θα διορθώνω. • Η πρόοδος της συλλογικής συγγραφής θα βρί-σκεται κάθε Κυριακή στο Υ.Γ.• Τελικός στόχος είναι η δημιουργία ενός θεατρι-κού έργου με τίτλο SMStories.

Σημειώστε: Προηγούμενη εμπειρία στη συγγραφή δεν χρειάζεται. Στόχος είναι η ομαδική συγγραφή ενός θεατρικού κειμένου, από μια ομάδα αγνώστων (μεταξύ τους), καθοδηγούμενων από ένα άτομο που δεν ξέρουν και με ένα άγνωστο αποτέλεσμα. Σημασία έχει η ενεργή εμπλοκή σας στη διαδικασία, μέσω email και της εφημερίδας. Οι συνιστώσες του πειράματος είμαστε εμείς.

Τελευταία μέρα υποβολής συμμετοχών (SMS ή/και μελών της συγγραφικής ομάδας) είναι η 12η Απρι-λίου, 2009.Για επικοινωνία: [email protected]Τα κείμενά σας θα τα επεξεργάζεται η θεατρολόγος Ελλάδα Ευαγγέλου

SMStories

Μια εγκατάσταση με γλυπτά από τσιμέντο, ζωγραφική και αυθεντικές παλιές πινακίδες ανασυρμένες από το δρόμο «μεταμόρφωσε» πλήρως την γκαλερί Ζουμπουλάκη, στην Πλατεία Κολωνακίου. Είναι η νέα έκθεση με τίτλο «Ηλεκτρικό σπίτι» του εικαστικού Χάρη Κοντοσφύρη, πρόθεση του οποίου ήταν να μοιάζει «με την επόμενη μέρα ενός τυφώνα». Αυθεντικές επιγραφές αποκαθηλωμένες από την Ομόνοια και το Παγκράτι σκηνογραφούν το δρόμο της έκθεσης, της σύγκρουσης, της υποκρισίας, της αδιαφορίας, της απώθησης και της έλξης για το μέλλον. Στα κείμενα που συνοδεύουν την έκθεση, ο Κοντοσφύρης αναφέρεται στον «κάθετο χρόνο» και σημειώνει ότι μέσα από την εγκατάστασή του «ο χρόνος δεν κυλάει πια. Αναβλύζει». Ο εικαστικός επιχειρεί να ανακαλέσει την εφηβεία των αισθήσεων, του έρωτα, του κοινωνικού φόβου, μαζί με τις παιδικές αναμνήσεις. Στο πλαίσιο ενός επίκαιρου προβληματισμού, προσκαλεί το θεατή να εισέλθει στο μυαλό ενός εφήβου, λίγο πριν την «εξέγερση». Aποδίδει μια αφήγηση της πνευματικής αλλοτρίωσης, του κοινωνικού μετεωρισμού, της ψυχολογικής και ψυχαναλυτικής ανασυγκρότησης και ασχολείται με τα ζητήματα της «(μη) ένταξης» και της «οικογενειακής αποκοπής». Είναι η εφηβεία που χάνεται, η οποία με τη σειρά της «πάτησε» πάνω στη χαμένη παιδικότητα, γεγονός που αναπαρίσταται μέσα από δεκάδες ατάκτως ερριμμένα έμψυχα τσιμεντένια παιχνίδια, εγκαταλειμμένα στη γωνιά της γκαλερί. Ο καλλιτέχνης χρησιμοποιεί τα τελευ-ταία 20 χρόνια ως βασικό υλικό στη δουλειά του το τσιμέντο, ακριβώς για το λόγο ότι πρόκειται για ένα σύγχρονο υλικό που κουβαλά τρομερές προκαταλήψεις κι έχει τεράστια επιρροή στην καθημερινότητά μας.

Αθήνα, Γκαλερί Ζουμπουλάκη, Χάρης Κοντοσφύρης «Ηλεκτρικό σπίτι», 17 Φεβρουα-ρίου- 21 Μαρτίου, +30 2103608278

Ελεγεία της χαμένης εφηβείας

Μόσχα, 23 Οκτωβρίου 2002, Θέατρο Ντούμπροβκα. Κατά τη διάρκεια του μιούζικαλ «Nordost» Τσετσένοι αυτονομιστές καταλαμβάνουν το θέατρο, συλλαμβάνουν ομήρους για τρεις μέρες 850 θεατές, με αποτέλεσμα, τελικά, το θάνατο 170 εξ αυτών. Για τους Τσετσένους επρόκειτο για μια δράση στο πλαίσιο του «απελευθερωτικού αγώνα» τους. Για τους Ρώσους η σύγκρουση επρόκειτο για μια «αντιτρομοκρατική επιχείρηση». Ο Γερμανός συγγραφέας και δραματουργός Torsten Buchsteiner, επηρεασμένος από τα γεγονότα, έγραψε το έργο «Nordost» κατά το οποίο τρεις γυναίκες αυτόπτες μάρτυρες, μια Τσετσένα «μαύρη χήρα», μια Ρωσίδα όμηρος και μια Λεττονή γιατρός, πα-ρουσιάζουν σε παρόντα χρόνο, η καθεμιά από τη δικιά της σκοπιά, όλα τα πε-ριστατικά αυτής της μαύρης σελίδας στην πρόσφατη ρωσική ιστορία. Το έργο αυτό, με τις πολλές απαιτήσεις κι ακόμη περισσότερες πολιτικές και ηθικές «παγίδες» αποτελεί την επόμενη πρόκληση για το φιλόδοξο Θέατρο Versus της Λεμεσού, που έχει αποδείξει ότι δεν φοβάται τις προκλήσεις, ειδικά όσον αφορά το σύγχρονο πολιτικό και υπαρξιακό θέατρο – δεν ξεχνάμε την «4.48 Ψύχωση» της Σάρας Κέιν. Με αφορμή ένα τραγικό συμβάν με πολλές προεκτάσεις – ανθρωπιστικές, κοινωνικές, πολιτικές, ηθικές, θρησκευτικές κ.λπ. κ.λπ. - αλλά και με ανοιχτές ακόμη τις πληγές αποτολμάται μια σκηνική αναπαράσταση που εμπλέκει τρεις γυναίκες, οι οποίες διασταυρώνουν τις μαρτυρίες τους. Την παράσταση σκηνοθετεί ο Μαρίνος Ανωγυριάτης και παί-ζουν οι Γιολάντα Χριστοδούλου, Νάτια Χαραλάμπους και Βίβιαν Νικολαΐδου.

«Nordost», Θέατρο Versus. Παραστάσεις στο Θέατρο Ένα Λεμεσού από τις 11 Μαρτίου, 99459816

Η τρομοκρατία της αλήθειας

Page 8: Ysterografo Magazine_Issue 139

Έξω απ’ το Λύκειο Παλουριώτισσας, καθοδόν προς το σπίτι της Κυριακής, υπάρχει ένα άγαλμα της Αθηνάς Παλλά-δος. Αρχαιοπρεπέστατο, με όλα τα αξεσουάρ που κουβαλά συνήθως η θεά στήθηκε εκεί υποθέτω για να θυμίζει στα παιδιά την ελληνικότητα της παιδείας και της ταυτότητάς μας. Το άγαλμα έχει φυσικά την τύχη που έχουν συνήθως τα μνημεία σε δημόσιους χώρους και δη αυτά που κοσμούν σχολεία. Οι μαθητές κάνουν πλάκα μαζί του. Το βάζουν να κρατά και να κάνει διάφορα. Να πίνει κόκα-κόλα, να καπνίζει τσιγάρο, να «ποζάρει» με μια τσάντα Prada ή με μια ξεραμένη ανθοδέσμη. Από βαρεμάρα, από καθαρόαιμη εφηβική αντιδραστικότητα στο σύστημα κι ό,τι το αντιπρο-σωπεύει ποιος ξέρει, πάντως η θεά απολαμβάνει απ’ τους μαθητές ειδικής μεταχείρισης. Η Κυριακή έχει καιρό που παρακολουθεί και καταγράφει φωτογραφικά αυτό το «δρώμενο». Βλέπει σ’ αυτό ένα σχόλιο πάνω στο ειδικό βάρος με το οποίο ακουμπά το ένδοξο αρχαιο-ελληνικό μας παρελθόν στο τώρα και στη διαμόρφωση της ταυτότητάς μας. Βλέπει επίσης μ’ ενδιαφέρον τον τρόπο που ένα στατικό άγαλμα αποκτά ζωή, ενέργεια και διαφορετικό νόημα μέσα από μια απλή χειρονομία. Αυτή είναι κι η κεντρική ιδέα πίσω από το έργο της με τίτλο «Water», ένα ολιγόλεπτο βίντεο στο οποίο παρακολουθούμε να ξεχύνεται βίαια και με δύναμη νερό απ’ την πύλη του γνωστού μνημείου αφιερωμένο στην Ελευθερία. Εδώ, ένα δημόσιο έργο στατικό, σύμβολο της θυσίας αγωνιστών, άρα και της απώλειας/απουσίας της ανθρώπινης ζωής, μετατρέπεται μέσα απ’ το βίαιο ξέσπασμα του υγρού στοιχείου σε πηγή ενέργειας και ζωής, σε αποδεικτικό στοιχείο μιας παρουσίας. «Σε αρκετά από τα έργα μου προσπάθησα να εστιάσω στη σχέση μεταξύ μνημείου και μνήμης», γράφει η καλλιτέχνις σε σημείωμά της. Αυτό που την ενδιαφέρει ιδιαίτερα είναι ο τρόπος που σ’ αυτή τη σχέση δυο έννοιες αντίθετες, αυτή της απουσίας και της παρουσίας, έρχονται σε αντιπαράθεση για να γίνουν τελικά οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. «Πάνω απ’ όλα η δουλειά μου σε σχέση με τη μνήμη εμπνέεται από τον τρόπο που ο Λακάν αντιλαμβάνεται το “κενό”», συνεχίζει για να προσθέσει πως το κενό, αυτή η αρνητική οντότητα, αυτή η απουσία απ’ την ύπαρξη, θα μπορούσε τελικά να αποτελέσει ένα είδος καλέσματος για ύπαρξη, άρα για παρουσία. Το «Water» είναι ένα απ’ τα κεντρικά έργα που παρουσιάζονται στην ατομική έκθεση της Κυριακής στο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Διάτοπος, το οποίο εμπεριέχει τα θέματα εκείνα που καθορίζουν τελευταίως την εικαστική της δουλειά: Την ενασχόλησή της με την έννοια της μνήμης, με το πώς προσδιορίζεται τελικά η συλλογική, όπως και η προσωπική ταυτότητα, αλλά και τον προβληματισμό της σχετικά με την έννοια του ορίου, πνευματικού και σωματι-κού κι όλα αυτά κάτω απ’ τη γενική σκεπή δυο αντιθέτων, της παρουσίας-απουσίας. Από δω προκύπτει άλλωστε κι ο τίτλος της έκθεσης, «Presence in Absence». Η Κυριακή, ως γνωστόν, είναι περισσότερο καθιερωμένη στη συνείδησή μας σαν σχεδιάστρια μόδας. Ωστόσο, η δημι-ουργός τα τελευταία χρόνια παράλληλα με τις κολεξιόν της ψηλαφά διερευνητικά τη σχέση μεταξύ εικαστικών τεχνών και design –πρόσφατα μάλιστα στην εξίσωση έχουν προστεθεί άλλες δυο τέχνες, αυτή του χορού και της μουσικής, γι’ αυτό και η έκθεσή της πλαισιώνεται από τη χοροθεατρική παράσταση της Αλεξάνδρας Βάγιερσταλ, όπως και από τα μουσικά κομμάτια που έχουν συνθέσει ειδικά οι Μάριος Τακκούσιης, Βάκια Σταύρου και Γιώργος Χατζηπιερής. Στο Διάτοπο, τα έργα που παρουσιάζει επιστρατεύουν ως βασικές εικαστικές τεχνικές στοιχεία από την παραδοσιακή κυπριακή χειροτεχνία. Το μπλέξιμο με νήμα με βελονάκι για παράδειγμα γίνεται το μέσο με το οποίο η δημιουργός φτιάχνει αυτές τις συνθέσεις όπου η κλωστή γίνεται αφορμή για να «υφανθεί» μια πλοκή και να ξεδιπλωθεί μια ιστο-ρία. Και συνήθως αυτό συμβαίνει στην επιφάνεια αντικειμένων που η Κυριακή έχει μαζέψει μέσα στα χρόνια, όπως στην επιφάνεια ενός ταπισερί, «λάφυρο» από ένα ταξίδι της, όπου η ήδη υπάρχουσα παράσταση με τις λίμνες και τα δέντρα γίνεται το φόντο για μια νέα αφήγηση. Η καλλιτέχνις τοποθετεί εκεί χαρακτήρες, ζώα, αράχνες, λουλούδια για να συνθέσει έναν κόσμο ονειρικό, παραμυθένιο, αλλά ταυτόχρονα ιδιαίτερα οικείο. Με το οικείο και τις εικόνες που ορίζουν τη συλλογική μας μνήμη πειραματίζεται και στη σειρά από έπιπλα, τα οποία ανακατασκευάζει, χρησιμοποιώντας για ταπετσαρία μνημεία-σύμβολα, όπως ο κολοσσός του Μακαρίου, τα οποία συνδέει με φωτογραφίες απ’ τη δική της ζωή, με φωτογραφίες της οικογένειάς της με φόντο το κατεχόμενο χωριό του συζύγου της, την Ακανθού. Γι’ αυτό και κοιτάζοντας τη δουλειά της συνολικά έχει κανείς την αίσθηση ότι αυτό που φτιάχνει τελικά η Κυριακή είναι μνημεία. Μνημεία που χωράνε στις διαστάσεις του προσωπικού, τα οποία ωστόσο έχουν τη δύναμη να μιλάνε για όλα εκείνα που συγκροτούν και καθορίζουν αυτή την αίσθηση της «κυπριακότητας»: Η τεχνική με βελονάκι, το μαύρο βελούδο που χρησιμοποιούνταν για τα κεντήματα με κουκούλι μεταξοσκώληκα, τα παλιά έπιπλα που θα μπορούσαν να θυμίσουν το σαλόνι μιας γιαγιάς. Και αντιλαμβάνεσαι πως όλα αυτά που η δημι-ουργός «κουβαλάει» απ’ το παρελθόν με μια δόση νοσταλγίας είναι ακόμα πολύ βαθιά ριζωμένα μέσα μας, στο παρόν μας, ίσως επειδή μεγαλώσαμε μαζί τους. Η απουσία τους, λοιπόν, απ’ τη ζωή μας δεν θα μπορούσε να δηλώσει τίποτε άλλο απ’ την κραυγαλέα παρουσία τους. Το μόνο που χρειάζεται είναι η διαμεσολάβηση της μνήμης, το νήμα δηλαδή εκείνο της αφήγησης που έχει τη δύναμη να τα φέρει όλα μαζί, έπιπλα, ταπισερί, κουζινικά σκεύη, όπως και την έννοια της παρουσίας με αυτήν της απουσίας.

Η έκθεση της Κυριακής Κώστα στο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης ΔΙΑΤΟΠΟΣ θα διαρκέσει μέχρι τις 4 Απριλίου. Η χοροθεατρική παράσταση της Αλεξάνδρας Βάγιερασταλ με συντελεστές την Ευαγγελία Ράντου και τον Χρίστο Παπαδόπουλο θα πραγματοποιη-θεί την Τρίτη, 10 Μαρτίου, στις 8.00μ.μ. Για περισσότερες πληροφορίες στο τηλ. 22 766117

Η ΔΥ Ν Α Μ Η Τ Η Σ Μ Ν Η Μ Η Σ Περισσότερο γνωστή ως σχεδιάστρια μόδας, η Κυριακή Κώστα εντούτοις εξερευνά εδώ και καιρό τα όρια μεταξύ τέ-χνης και design. Αυτό κάνει και στην ατομική της έκθεση μέσα από έργα που μιλoύν για τη σχέση απουσίας/παρουσίας, όπως και για τη δύναμη της μνήμης. | Της ΕλΕνΑς ΠΑρΠΑ / ΦΩΤΟ: ΠΟλΥς ΠΕςλΙΚΑς

ΚΥρΙΑΚη ΚΩςΤΑ

Page 9: Ysterografo Magazine_Issue 139
Page 10: Ysterografo Magazine_Issue 139

H αίθουσα με το σκονισμένο παρκέ θα ’ναι ένα ποτάμι και μια ερημωμέ-νη γη. Προσπαθώ να φανταστώ το σκηνικό και να μετατρέψω το χωρίς εικόνα έργο σε τοπίο. Παρακολουθώ τη Μαρία Καρσερά στη σκηνοθετική καρέκλα να καθοδηγεί τους δυο ηθοποιούς που τυχαίνει να βρίσκονται στις πρόβες και τα γραφόμενα του Άριελ Ντόρφμαν με παρασέρνουν. Όσο τους ακούω βυθίζομαι ακόμα περισσότερο στο ποτάμι που «Οι χή-ρες» έχουν για σκηνικό. Στο πάτωμα δυο μαύρες ευθυγραμμισμένες αυ-τοκόλλητες ταινίες διαχωρίζουν νοερά τη γη απ’ το νερό. Στη θέση τους τοποθετώ ένα θολό, γκρίζο ποτάμι που ρέει μαζί τούς έντονα φορτισμέ-νους διαλόγους. Ο Ντόρφμαν χειρίζεται με δύναμη και ακαριαίο λυρισμό το συναισθηματικό κόσμο, που κινείται ανάμεσα σε λόγια απελπισίας, ελπίδας, δικαίωσης και λύτρωσης. Το αφήνω λοιπόν έτσι το ποτάμι, με τη μαυρίλα να το στοιχειώνει μέχρι να φύγω, έχοντας τα λόγια της Ρόζας – μιας απ’ τις ηρωίδες του έργου - στο μυαλό μου, όταν αρχίζει να πιστεύει πως το ποτάμι θα φέρει πίσω και τους δικούς της άντρες νεκρούς: «Κάτι αλλάζει στο ποτάμι. Κάτι συμβαίνει με το νερό. Στο χρώμα, την υφή, τη μυρωδιά του…». Το έργο, όπως μου εξηγεί η σκηνοθέτις του, Μαρία Καρσερά, ξεκίνησε την πορεία του στα μέσα της δεκαετίας του ’70, ως ποίημα, μετά το πραξικόπημα της 11ης Σεπτεμβρίου το ’73 στη Χιλή, όταν ο σοσιαλιστής πρόεδρος Αλιέντε δολοφονείται και η κυβέρνησή του ανατρέπεται από το στρατιωτικό πραξικόπημα του Πινοσέτ. Ο συγγραφέας του έργου, ο Άριελ Ντόρφμαν, ήταν τότε ένας απ’ τους στενούς συνεργάτες του προέδρου. «Μάλλον μου χάρισαν τη ζωή, γιατί κάποιος έπρεπε να ζήσει και να δι-ηγηθεί αυτά που έγιναν», λέει χρόνια μετά, μπροστά στο Παλάθιο ντε λα Μονέδα στο ντοκιμαντέρ του «Υπόσχεση στους Nεκρούς». Ο Ντόρφμαν έζησε για χρόνια με ενοχές, γιατί εκείνη τη μέρα θα ’πρεπε κι ο ίδιος να ’χε σκοτωθεί. «Νιώθω σαν να είχα πάντα μια δανεική ύπαρξη. Είχα την αίσθηση ότι ζούσα σαν φάντασμα». Νιώθει ακόμα υποχρέωση σ’ αυτούς που σκοτώθηκαν για να σωθούν άλλες ζωές. Μέσα απ’ το έργο του, λοιπόν, δεν προσπαθεί μόνο να συμβιβαστεί με τις ενοχές του. Κρατά τη δέσμευσή του να διηγηθεί αυτά που έγιναν και την ίδια ώρα πραγματεύεται σε ποιο βαθμό μπορεί να επιτευχθεί εθνική συμ-φιλίωση μέσα από έναν εμφύλιο σπαραγμό. Πράγμα καθόλου εύκολο. Γιατί οι μνήμες είναι σαν ένα ποτάμι που δεν σταματά ποτέ να κυλά…«Ξέρεις, η δικαίωση είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο που όταν το απομονώσεις από τις όποιες φιλοσοφικές του έννοιες λειτουργεί σ’ ένα καθημερινό επίπεδο προσωπικής πάλης», μου λέει η Μαρία Καρσερά. Αναρωτιέμαι ποια η δική της προσωπική δικαίωση: «Έρχεται πάντοτε μέσα από τη δουλειά που κάνω εγώ η ίδια με τους γύρω μου, είτε είναι στον επαγγελ-ματικό χώρο, στην οικογένειά μου ή στις διαπροσωπικές μου σχέσεις. Τη δικαίωση τη νιώθεις καθημερινά όταν καταλαβαίνεις ακόμα και από μια λέξη του άλλου ότι τον έχεις κερδίσει. Η δικαίωση είναι αποτέλεσμα της στάσης ζωής που έχει ο καθένας μας απέναντι στους άλλους...». Το ποίημα λοιπόν, όπως και το θεατρικό που εξελίχθηκε σχεδόν μια δε-καετία αργότερα, τοποθετεί σε πρώτο πλάνο στη σκηνή τη Σοφία, τη γριά που ηγείται μιας ομάδας γυναικών οι οποίες περιμένουν τους αγνοούμε-νους άντρες τους. «Σαν φιγούρα, σχεδόν άυλη, είναι η Σοφία πλάι στο ποτάμι. Μια γυναίκα που υπερβαίνει τα ανθρώπινα και περιμένει να επι-στρέψει ο πατέρας, ο σύζυγος και τα δυο παιδιά της. Ξέρει πως θα τους

φέρει το ποτάμι. Νεκρούς. Και μαζί της μια ομάδα που θυμίζει αρχαίο χορό γυναικών, κάθε μια απ’ αυτές περιμένει το δικό της άντρα, αδελφό, σύζυγο, γιο, πατέρα…», εξηγεί η Μαρία Καρσερά. Η Σοφία, η Τερέζα, η Ρόζα, η Μαριλούζ, η Κατερίνα, η Γανίνα, η Αλε-χάντρα, εφτά γυναίκες που μετρούν τις απώλειές τους, έχουν ανοιχτές τις πληγές τους, άλλες ελπίζοντας, άλλες περιμένοντας ακόμα, ζητώντας δικαίωση, ψάχνοντας τη λύτρωση. «Αντιφατικές καταστάσεις, η ελπίδα και η λύτρωση. Θες να κλείσει ένα κεφάλαιο, αλλά την ίδια ώρα δεν θες να πιστέψεις πως τελειώνει. Αυτό ακριβώς νιώθουν οι γυναίκες», λέει η Μαρία. Πώς αλήθεια βιώνει η ίδια τις απώλειές της; «Η κάθε “απώλεια” είναι ένα συν για μένα. Ποτέ δεν ερμηνεύω τη λέξη στην κυριολεξία αλλά την επενδύω με ό,τι θετικό κουβαλά μια εμπειρία. Η απώλεια είναι κορύφωση. Είναι ένα γεγονός που οδηγεί σ’ ένα άλλο και που η εμπειρία του παρελθόντος σε κάνει πιο έτοιμο και δυνατό για το επόμενο».Συνεχίζουμε την κουβέντα μας για το έργο και γι’ αυτές τις γυναίκες που περιμένουν με αγωνία την επιστροφή των αντρών τους. «Οι στιγμές του περίμενε είναι πάρα πολλές ... Η ζωή όλη είναι ένα περίμενε», μου λέει. Της ζητώ να παρακολουθήσουμε την πορεία των γυναικών. «Αντιστέκο-νται απέναντι στη βίαιη εξουσία που ασκείται από το δικτατορικό καθε-στώς. Είναι αδιάλλακτες ακόμα κι όταν ένας λοχαγός φτάνει στην περιοχή για να βάλει την τάξη. Αυτό που ζητούν οι γυναίκες είναι ξεκάθαρο. Θέλουν ζωντανούς ή νεκρούς τους αγνοούμενούς τους. Ζητούν να απο-κατασταθεί η δικαιοσύνη. Ο λοχαγός, όμως δεν μπορεί να αντιμετωπίσει ούτε να διεισδύσει στο μεγάλο κεφάλαιο που ονομάζεται δικαιοσύνη. Οι γυναίκες απαιτούν μέχρι το τέλος αυτό που τους ανήκει ηθικά κι ο λοχα-γός όσο κι αν προσπαθήσει δεν θα μπορέσει να σταματήσει το ρου του ποταμού». Αυτό που σε τελική ανάλυση ζητούν οι γυναίκες είναι αυτό που πάντα ήθελε ο Ντόρφμαν: Να πάψει να υπάρχει ατιμωρησία για να υπάρξει εθνική συμφιλίωση. «Είναι ένα έργο που με ταράζει. Όσο κι αν έχω προσπαθήσει είναι αδύ-νατο να αποστασιοποιηθώ», παραδέχεται η σκηνοθέτις του. Υπάρχουν συγκλονιστικές στιγμές, δακρύζω στις πρόβες», λέει και ψάχνει, έχοντας μπροστά της το κείμενο του Ντόρφμαν, τη σκηνή 11. «Να εδώ, όταν το ποτάμι φέρνει το πρώτο πτώμα. Η Σοφία λέει: «Αυτό το πτώμα είναι ο πατέρας μου. Ο Μιγκουέλ είναι ο πατέρας μου, αλλά και ο Εμιλιάνο ο γιος μου είναι πατέρας μου κι ο Αλόνσο κι αυτός πατέρας μου είναι…». Και τότε αρχίζουν ν’ ακούγονται τα ονόματα όλων των αγνοουμένων σαν χείμαρρος απ’ το στόμα των γυναικών. Σαν ένα ποτάμι που ρέει τα ονό-ματα των νεκρών. Κι όταν τελειώνει ο χείμαρρος των ονομάτων ακολουθεί μια καταπληκτική σκηνή όπου ανοίγει ένα σακί και σιτάρι απλώνεται παντού. Εκεί σιωπηλά οι γυναίκες μαζεύουν το κάθε σπυρί λες και είναι ο κάθε αγνοούμενος…». Οι γυναίκες αγωνίζονται μέχρι το τέλος. Όταν όλα, λίγο πριν πέσει η αυλαία, παγώνουν. Όταν το μόνο που ακούγεται είναι ένα κοτσύφι, ίσως κάποιος φυσικός ήχος, ενώ το ποτάμι ρέει φέρνοντας μαζί του το επό-μενο πτώμα…

Πρεμιέρα το Σάββατο 14 Μαρτίου, στο Δημοτικό Θέατρο Λατσιών. Παραστάσεις κάθε Σάββατο στις 20.30 και κάθε Κυριακή στις 18.30. Τηλ. 77772717.

Π λ ά ι σ τ ο π ο τ ά μ ιΚάπου, σ’ ένα ερημωμένο τόπο, ο Άριελ Ντόρφμαν δίνει λόγο στη γυναικεία δύναμη και γράφει τις «Χήρες». Η Μαρία Καρσερά σκηνοθέτις της παράστασης κάνει τις συστάσεις με ένα έργο που αναζητά το δίκαιο. | ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΣΚΟΡΔΗ / ΦΩΤΟ: ΠΟΛΥΣ ΠΕΣΛΙΚΑΣ

ΜΑΡΙΑ ΚΑΡΣΕΡΑ

Page 11: Ysterografo Magazine_Issue 139
Page 12: Ysterografo Magazine_Issue 139

Δώδεκα ηθοποιοί αναλύουν τη γυναικεία ιδιοσυγκρασία, μετρώντας τις δυνάμεις, τις ευαισθησίες και τις αντοχές τους, με αφορμή το ρόλο τους στο έργο του Άριελ Ντόρφμαν «Χήρες». | ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΠΟΛΥΣ ΠΕΣΛΙΚΑΣ / ΚΕΙΜΕΝΑ: ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ

ΓΥΝΑΙΚΕΣ

Page 13: Ysterografo Magazine_Issue 139
Page 14: Ysterografo Magazine_Issue 139

Απόγευμα στο σπίτι της. Καθόμαστε στο γραφείο, ένα γραφείο πνιγμένο στα βιβλία, εκεί στο υπόγειου του σπιτιού. Μ’ αρέσει να την ακούω να μιλά. Δεν θέλω να διακόπτω. Την αφήνω να συμπυκνώνει τις έννοιες στις φράσεις της. «Η γυναίκα κατανοεί με διαφορετικό τρόπο τη ζωή. Έχει τη δύναμη να επαναπροσδιο-ρίζει το νόημα της ζωής επειδή ακριβώς είναι φορέας ζωής. Αυτό θα ’λεγα πως είναι και το κοινό σημείο όλων των ηρωίδων που έχω υποδυθεί». Σ’ αυτό το έργο υποδύεται τη Σοφία Πουέντες, μια γριά γυναίκα που περιμένει πετρωμένη δίπλα στο ποτάμι τους άντρες, ζωντανούς ή πεθαμένους. «Δεν είναι ένας ρόλος» μου εξηγεί «είναι ένα σύμβολο αρχετυπικό. Συμβολίζει την αιώνια γυναίκα που περιμένει το αρσενικό να γυρίσει από τον πόλεμο, από τη μάχη, από την άγρα τροφής. Είναι το θηλυκό που μυρίζεται και περιμένει το συμπλήρωμά του για να αποκατασταθούν οι νόμοι της φύσης και η ισορροπία του κόσμου». «Όσο μεγαλώνει ο άνθρωπος φοβάται λιγότερο τη ζωή και τις δοκιμασίες της και περισσότερο το θάνατο», λέει χαμηλόφωνα. Αυτή είναι μια δική της παραδοχή. «Από την άλλη η Σοφία Πουέντες, λέει πως ζωντανοί και πεθαμένοι μπορούν να είναι πέτρες πάνω στον ίδιο τοίχο, που δεν θα επιτρέψουν στη βία να υπερισχύσει». Πώς νιώθει άρα-γε για το χρόνο; διερωτώμαι. «Αφαιρεί αλλά και προσθέτει, τίποτα δεν είναι απόλυτο»

Αννίτα Σαντοριναίου

Page 15: Ysterografo Magazine_Issue 139

Τι αφαιρεί, τη ρωτώ: «Αθωότητα, στιλπνότητα, νιάτα. Προσθέτει όμως εφόδια. Αντοχές, σθένος, σοφία…άλλου είδους αντιστάσεις». Δεν πιστεύει πως η δημιουργικότητα είναι γένους θηλυκού, δεν είμαστε άλλωστε σε μια περίοδο φεμινισμού που να διακηρύσσει τέτοιους αφορισμούς, έχουμε περάσει σε μια πιο ώριμη - ισχυρίζεται - φάση. «Η φύση σοφά δημιούργησε τα αντίθετα που έλκονται». – Υπάρχει ωστόσο το γυναικείο ένστικτο; υποστηρίζω και κείνη προτιμά να μιλήσει γι’ αυτό μέσα από το ρόλο της. « Η Σοφία δι-ηγείται πώς γνώρισε τον άντρα της. Πριν προλάβει να τον κοιτάξει της δένει τα μάτια με ένα κόκκινο μαντίλι και την παρασύρει σε έναν άγνωστο χορό. Αργότερα ανακαλώντας εκείνη τη στιγμή θα πει πως: «από τότε ακόμη και τυφλή ή μέσα στο σκοτάδι μπορώ να αναγνωρίσω τον Μιγκουέλ, τον άντρα μου». Αυτή η αλληγορία φανερώνει τη δύναμη του γυναικείου ενστίκτου». «Η γυναίκα είναι πιο ευέλικτη όσον αφορά στις σχέσεις εξουσίας. Μπορεί να αντιμετω-πίσει και τους δύο “ρόλους”, εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου, με περισσότερη πλαστι-κότητα. Ακόμη και εξουσιαζόμενη μια γυναίκα μπορεί να αποφύγει πολλές παγίδες… η γυναίκα είναι πιο εύπλαστη σε αντίθεση με τον άντρα που είναι πιο μονότροπος». Η γυναίκα είναι πιο ευέλικτη…Το κρατάω σαν επίλογο όπως κρατάω και την εικόνα της όπως πάντα υπέροχα θηλυκή.

Αννίτα Σαντοριναίου

Page 16: Ysterografo Magazine_Issue 139
Page 17: Ysterografo Magazine_Issue 139

Κάνει κρύο και η Νιόβη τυλίγεται με το κασκόλ της μέχρι τα χείλια. Την κοιτάω και νιώθω πως ζυγίζει τις σκέψεις και τις λέξεις της, λες και θέλει να τις προστατέψει από την υπερβολή. «Ό,τι πληγώνει μια γυναίκα, στο τέλος την εξυψώ-νει, την τοποθετεί πιο ψηλά» μου λέει ξαφνικά και το κρατάω γιατί μ’ αρέσει. «Νομίζω πως τελικά ο άντρας είναι πιο ευάλωτος» λέει μετά και με ξαφνιάζει. Έτσι πιστεύεις; «Ναι, έτσι, μένει μόνο να ανακαλύψει εκείνο τον δυναμισμό που στη γυναίκα είναι - εκτιμώ - έμφυτος. Μια γυναίκα σίγουρα κουβαλά περισσότερα όπλα». Μιλά για όπλα, και είμαι έτοιμος να ρίξω στη μάχη ένα δικό μου, προσπαθώντας να την παρασύρω στο θέμα της γυναικείας πολυπλοκότητας και να υποστηρίξω πως ο άντρας είναι συνήθως πιο διάφανος. Δεν καταφέρνω ωστόσο να την εκπλήξω: «Μπορεί να ’ναι πιο ξεκάθαρος, αλλα όχι διάφανος. Μια γυναίκα είναι όντως πιο πολύπλοκη, όπως ένα δέντρο που οι ρίζες του διακλαδώνονται. Η σχέση ανάμεσα στη γυναίκα και στον άντρα σήμερα, έχει αλλοιωθεί. Η γυναίκα πάει πάρα κάτω, ο άντρας κάπου σταματά. Σκέψου…Ο τοκετός, η γέννηση, δεν υπάρχει μεγαλύτερο βήμα προς τα εμπρός, προς τη ζωή... «Μέσα σε μια γυναίκα κρύβεται ένας επιθεωρητής κι αυτός είναι άντρας» επιχειρηματολογώ και κείνη γελά αντιτάσ-σοντας πως «και ο άντρας κουβαλά μέσα του μια γυναικεία πλευρά. Όσο προσβλητική κι αν ακούγεται σε έναν άντρα η φράση “έκλαψε σαν μωρό”, είναι αυτό ωστόσο που τον ολοκληρώνει σαν άνθρωπο». Είναι έτοιμη να αποχωρήσει. Ο χρόνος μας τελειώνει. Θέλω να τη ρωτήσω για ποιο από τα δύο αγωνίζεται τελικά μια γυναίκα: «για να κερδίσει ή γιατί έχει δίκαιο;». Και για τα δύο, μου απαντά. «Θα επαναστατήσει όταν η αυτονομία της καταπατείται. Είναι φορές όμως που το παρακάνει στην προσπάθειά της να κερδίσει ό,τι της έχουν στερήσει τόσα χρόνια. Και όταν μια γυναίκα φτάσει στα άκρα πολλές ισορροπίες ανατρέπονται…». Έχει απόλυτο δίκαιο, σκέφτομαι καθώς την κοιτώ να απομακρύνεται με το ίδιο ζυγισμένο της βήμα. Μόνο τα πλούσια σγουρά μαλλιά της δείχνουν ατίθασα.

Νιόβη Χαραλάμπους

Page 18: Ysterografo Magazine_Issue 139
Page 19: Ysterografo Magazine_Issue 139

Καταφθάνει με κόκκινα μαλλιά. Ξαφνιάζομαι. Ξέρω τι σκέφτεσαι μου λέει. Στη φωτογράφηση ήταν μαύρα. Γελάμε. Και κάνουμε έτσι μια γυναικεία αρχή. Παλιά ένιωθα πως σκέφτομαι περισσότερο αντρικά, παραδέχεται. Και τι σημαίνει αυτό; απορώ. Θεωρούσα πως οι άντρες έχουν μια ευθύτητα, μια πιο συγκεκριμένη κατεύθυνση, είναι πιο εσω-στρεφείς. Και τώρα το πιστεύεις; Τώρα δεν πιστεύω τόσο πολύ στις διαχωριστικές γραμμές και στα κλισέ. Μεγαλώνοντας αναίρεσα πολλά και έμαθα περισσότερα. Συγκρίνει συνέχεια τον εαυτό της, στο πριν και στο μετά του. Υπήρξε κάποια στιγμή στη ζωή σου που άλλαξες; Ναι βέβαια. Παλιά ήμουν πιο αυτοκαταστροφική. Μετά αυτό σιγά-σιγά μετατράπηκε σε αυτοσεβασμό, σε δεκτικότητα. Νομίζω εκείνο που με καθόρισε περισσότερο ήταν η γέννηση του παιδιού μου. Η μάνα μου θυμάται ακόμα, όταν 24 χρόνων περίπου της είχα πει, «φεύγω τώρα για Αθήνα και ή θα κάνω καριέρα ή θα κάνω παιδί». Ήθελα να κάνω παιδί. Ήταν μια συνειδητή απόφαση. Όχι δεν μετανιώνω. Για τίποτα δεν με-τανιώνω. Γιατί αυτή είναι η ζωή μου. Κάθε στιγμή, κάθε λεπτό της έχει σημασία. Πώς μπορώ να πετάξω οτιδήποτε όταν νιώθω πως μεγαλώνω καλά. -Τι σημαίνει μεγαλώνω καλά; Σημαίνει αποδέχομαι και τον εαυτό μου και τους άλλους. Παιδεύτηκα πολύ στο παρελθόν. Παιδεύτηκα με τις αντοχές μου, μου πήρε χρόνια να απαλλαγώ από την αίσθηση πως φταίω για τα πάντα. Μπορείς να πεις ότι είναι κι αυτά μέσα στη γυναι-κεία πολυπλοκότητα. Δεν ξέρω. Εκείνο που ξέρω είναι πως το θέατρο σίγουρα λειτούργησε ψυχοθεραπευτικά σε μένα. Και ακόμα λειτουργεί. Ευγνωμονώ την ώρα και τη στιγμή που αποφάσισα να γίνω ηθοποιός. Για μένα το πιο σημαντικό πια είναι να είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου κι άμα είσαι ειλικρινής είσαι και με την τέχνη σου και με τους αν-θρώπους γύρω σου. Αν λειτουργώ με το ένστικτό μου; Νομίζω ότι είναι εμφανές. Και ναι πιστεύω πως η ευαισθησία είναι δύναμη αλλά δεν θε-ωρώ πως η παραδοχή της ευαισθησίας είναι μόνο γυναικείο προνόμιο. Ομολογώ πως περνώ ακόμα φάσεις που τιμωρώ τον εαυτό μου, που τον αφήνω να παιδεύεται με ανασφάλειες, μετά όμως μου περνά δεν είναι όλες οι γυναίκες που τα παθαίνουν αυτά; Μικρή έγραφε. Ήταν η εκτό-νωσή της. Σε κάποια φάση όμως ένιωσε πως είτε θα αρχίσει να μιλά είτε θα τρελαθεί. «Και από τότε δεν σιωπώ…» Η πιο μεγάλη τέχνη είναι να μάθεις να ακούς, αυτό πιστεύει. Κι αυτό η γυναίκα έχει ένα προνόμιο να το εξασκήσει. Αφουγκραζόμενη το κλάμα του μωρού της, την πρώτη έκφρασή μας για επικοινωνία. Θέλει να αφήνει τα πράγματα να την αγγίζουν, καταλήγει και έτσι της λέω να μου δώσει ένα παράδειγμα: Διαδρομή Λευκωσία-Λεμεσός. Ακούει στο αυτοκίνητο για πρώτη φορά ένα τραγούδι. Αρχίζει να το σιγοτραγουδά: «Η μοναξιά μου έχει προφίλ παλιάς αγάπης, μοσχοβολά πίσω από το αφτί το άρωμά της, ξαπλώνει δίπλα μου, μου λέει το φως να σβήσω και μου σερβίρει τον καφέ μόλις ξυπνήσω…». Το τραγουδά και…κλαίει. | Ε.Ξ.

Ερμίνα Κυριαζή

Page 20: Ysterografo Magazine_Issue 139
Page 21: Ysterografo Magazine_Issue 139

Έχει καθυστερήσει μερικά λεπτά. Πίνω ήδη το τσάι μου και ετοιμάζω το μαγνη-τόφωνο. Καταφθάνει σχεδόν λαχανιασμένη. «Με συγχωρείς». «Μην το σκέφτε-σαι». Παραγγέλνει κι αυτή τσάι. Φοράει ρούχα χρωματιστά. Μοιάζει σαν μικρό παιδί. Της το λέω. Γελά. «Αυτές τις μέρες με τρελαίνει ένας πονοκέφαλος που δεν περνά με τίποτα» λέει. Όχι, δεν είναι κρύωμα. «Ίσως κρατάς μέσα σου πράγματα κρυμμένα που σε μπλοκάρουν», της λέω και δεν ξέρω γιατί μου βγήκε αυτή η διαπίστωση. Ίσως, ίσως να πρέπει να κάνω ένα διάλειμμα, παραδέχεται. «Μπορεί να πρέπει να σκέφτομαι λιγότερο» (χαμογελά). Αυτή την αίσθηση μού έδινε πάντα η Λέα. Ότι σκέφτεται και την παραμικρή της κίνηση. Τη μελετά, την εκλογικεύει, την ξεψαχνίζει, σε σημείο που μπορεί και να το παρατραβά γρα-τσουνώντας έτσι τον δημιουργικό αυθορμητισμό της. «Μπορώ να εκλογικεύσω τα πάντα» ομολογεί και είμαι σίγουρη πως το αισθάνεται ταυτόχρονα σαν δύναμη μα και σαν αδυναμία. Παιδεύεται. Αυτό νιώθω όταν την ακούω να μιλά για κείνα που έκανε και για κείνα που θα ’θελε να κάνει. Λες και έχει μιαν άγκυρα και ένα φτερό δεμένα στο σώμα της. Κάτι την απογειώνει και κάτι την ίδια ώρα τη γειώνει. Είναι χαμηλών τόνων χωρίς αυτό να της στερεί από την εκφραστικότητά της. Αντιθέτως προσδίδει περισσότερο στην αλήθεια της. «Όταν ήμουν μικρή ήμουν πάρα πολύ εσωστρεφής. Δεν έχεις ιδέα πόσο». Μπορώ να υποψιαστώ. «Ντρεπόμουν. Προτιμούσα να μένω σπίτι και να φτιάχνω πράγματα με τα χέρια μου – γλυπτά, κοσμήματα με ευτελή υλικά, είχα μετρημένους φίλους, δεν ήθελα να βγαίνω, καμία επαναστατική εφηβική διάθεση, ούτε ξενύχτια και δισκοθήκες – αυτά τα είχα ζήσει μικρή στα παρασκήνια, ακολουθώντας τους δικούς μου - ήμουν περίεργο, πολύ κλειστό παιδί». Κι ύστερα ήρθε το θέατρο. Στην αρχή σαν παιχνίδι. Και στη συνέχεια σπουδάζοντας το συνειδητοποίησε ότι το θέατρο ήταν ο μόνος τρόπος που είχε για να εκφραστεί, να νικήσει την εσωστρέφειά της. «Ίσως να ήταν και η άρνησή μου να με αποδεχτώ, μου ήταν πιο εύκολο να γίνω κάποιος άλλος. Όπως και να ’χει, το ότι αυτή τη στιγμή επικοινωνώ μαζί

σου και είμαι άνετη, το οφείλω στο θέατρο». Όση ώρα μιλά για την τέχνη της, αφήνει την εντύπωση πως μέσα της γίνονται μικρές εκρήξεις οι οποίες ωστόσο δεν αφήνουν κρότο. Τις κρατά αθόρυβες. Μέχρι να πειστεί πως υπάρχει λόγος για το…μπουμ. «Θέλω να υπάρχει λόγος για να κάνω κάτι. Να έχω, δηλαδή, κάτι να πω. Αν όχι, προτιμώ να μείνω σπίτι κι ας μην είμαι τόσο παραγωγική. Γίνονται τόσα γύρω μας χωρίς λόγο. Δεν θέλω να προσθέσω κι άλλα. Γι’ αυτό ψάχνω τόσο πολύ πριν κάνω μια δουλειά, ιδιαίτερα όταν πρόκειται να σκηνοθετήσω». Και ο λόγος που κάνει θέατρο; «Δεν ξέρω. Είναι αυτό που με γεμίζει, αλλά ακόμα και μετά από τόσα χρόνια δεν μπορώ να σου πω στα σίγουρα ότι τελικά κάνω γι’ αυτό το χώρο. Εμένα μπορεί να μου αρέσει αλλά δεν είμαι σίγουρη ότι του αρέσω εγώ. Πάντα νιώθω μια ανεπάρκεια. Ίσως όμως να ’ναι και πιο υγιές. Η επάρκεια οδηγεί και σε ένα τέλμα, δεν είναι έτσι;». Συμφωνώ μαζί της. Έχεις αλλάξει στα χρόνια; «Έχει αλλάξει η σχέση μου με το χρόνο», μου απαντά. «Τα πράγματα, τώρα, νιώθω πως γίνονται πιο γρήγορα παρελθόν». Παραδέχεται πως παλιά ήταν πιο έντονη, τώρα έγινε πιο συγκαταβατική. «Όχι δεν έχω παραδώσει τα όπλα, απλά νιώθω ότι κάποια πράγματα δεν αλλάζουν και αντί να πολεμώ για να αλλάξουν, καλύτερα να διαχωρίζω τη θέση μου». Διακρίνει γύρω της μια έλλειψη επικοινωνίας. Και τη θυμώνει ακόμα που νιώθει πως πρέπει να υποστεί μια ατεκμηρίωτη κριτική. «Από παιδί ένιωθα πως βρίσκομαι μέσα σε μια γυάλα. Ο καθένας μπορούσε να σχολιάσει ποικιλοτρόπως την οικογένειά μου, χωρίς να μπει στον κόπο να διασταυρώσει ή να τεκμηριώσει την κριτική του. Κι αυτό με ισοπέδωνε. Με καταργούσε. Με ανάγκαζε να προσπαθώ πάντα να αποδείξω κάτι. Τώρα πια δεν θέλω να αποδείξω τίποτα. Σου αρέσω καλώς. Δεν σου αρέ-σω; Δικαίωμά σου. Άφησέ με όμως να κάνω τη δουλειά μου. Ίσως φταίω κι εγώ που τρώγομαι. Τι να πω;» «Εμπιστεύσου ακόμη περισσότερο το ένστικτό σου», της λέω. «Εκείνη τη δύναμη της γυναικείας σου διαίσθησης». Χαμογελά. «Ίσως και να ’χεις δίκαιο», μου λέει. Και παραγγέλνει ακόμα ένα τσάι. | Ε.Ξ.

Λέα Μαλένη

Page 22: Ysterografo Magazine_Issue 139

«Πες μου μια στιγμή που αντιστάθηκες» τη ρωτώ. «Δεν είναι μια στιγμή είναι όλη μου η ζωή», απαντά. «Δεν φοβάμαι τους ανθρώπους, ούτε τη σύγκρουση μαζί τους…», συνεχίζει, προλαβαίνοντας την επόμενη ερώτησή μου. «Ο φόβος προέρχεται από τις τύψεις και τις ενοχές… Έμαθα να ζω και να επιβιώνω μόνη μου, δρω για μένα και τα παιδιά μου και απ’ εδώ αντλώ το δυναμισμό μου». «Είναι εύκολο να εξουσιαστείς;», τη ρωτώ προσπαθώντας να διαπεράσω το αυστηρό, το τόσο αποφασιστικό, πειθαρχημένο περίβλημά της. «Αν δεν έχω εγώ τον έλεγχο χάνομαι… ποτέ δεν ένιωσα την ασφάλεια τού να αφεθώ στην εξουσία κάποιου άλλου. Ίσως αν το απέναντι αρσενικό, μου την παρείχε να το έκανα, αλλά δεν έχω νιώσει ποτέ τέτοια ασφάλεια ώστε να αφεθώ… για μια

ώρα, για μια μέρα, για ένα χρόνο στις αποφάσεις κάποιου άλλου.Το θηλυκό δεν είναι το αδύναμο», συνεχίζει και με προλαβαίνει ξανά, πριν προλάβω ν’ αντιδράσω. «Η γυναίκα έχει περισσότερες αντιστάσεις, είναι πιο μαχητική, σε αντίθεση με τον άντρα που παραιτείται πιο εύκολα. Μια γυναίκα μπορεί να διατηρήσει τη θηλυκότητά της ακόμη και όταν συμπεριφέρεται σκλη-ρά. Μια γυναίκα είναι πολλά πράγματα μαζί…». Και οι ευαισθησίες, αυτές οι μοναδικές γυναικείες ευαισθησίες; «Αυτό που είναι ευαίσθητο σε μια γυναίκα είναι οι κεραίες της, διαισθάνεται πράγματα που δύσκολα ένας άντρας θα μπορούσε να διαισθανθεί. Και σε διαβεβαιώνω πως ποτέ δεν πέφτει έξω�».

Έλενα Ευσταθίου

Η γυναίκα υπομένει διαφορετικά Κατερίνα; Δεν απαντά αμέσως. Την παρατηρώ. Φοράει αθλητικές φόρμες και ένα άσπρο μάλλινο κασκόλ. Το πρόσωπό της μοιάζει παιδικό. Και με τις ασημένιες κουκκίδες από το μακιγιάζ μοιάζει να λάμπει. «Δεν πιστεύω στην ισοτιμία», μου απαντά. «Πιστεύω περισσότερο στις ίσες ευκαιρίες μέσα από τις οποίες ο καθένας αναλαμβάνει το ρόλο του. Αρκεί να υπάρχει διαθε-σιμότητα. Και το συναπάντημα γυναίκας και άντρα είναι η αναζήτηση της ανθρώ-πινης τελειότητας». Ό,τι την ενοχλεί ή την αναστατώνει φέρνει στην επιφάνεια τις ανασφάλειές της, παραδέχεται. «Είναι φορές που νιώθω σαν αναβράζον δισκίο. Μάλλον έχω πολλά να λύσω», μου λέει και γελά. Τη ρωτώ για τους φόβους της και αν τους μετατρέπει σε δημιουργία. «Η δημιουργία ξεκινά από τη συνύπαρξη. Όπως τα ρούχα μιας γυναίκας και ενός άντρα που μπλέκονται ανακατεμένα πριν από την ερωτική πράξη. Ακόμα και η συνύπαρξη ενός μοναχού με το Άλλο είναι μια στιγμή δημιουργίας…». Διερωτώμαι αν όλα αυτά έχουν να κάνουν με τη γυναικεία

Κατερίνα Λούρα

Page 23: Ysterografo Magazine_Issue 139

Μπορεί να ’ναι κι οι ρόλοι που μέχρι σήμερα έχει υποδυθεί. Ίσως κι αυτός ο χαμηλός τόνος στη φωνή της, η γλυκιά αγωνία με την οποία σε κοιτά όταν μιλά… ίσως να ’ναι όλα αυτά μου με έκαναν να πιστεύω πως η Ιωάννα είναι φτιαγμένη από εύθραυστα υλικά. «Έχω πιάσει τον εαυτό μου να λέει «ας γεννιόμουν άντρας», μου απαντά όταν την ρωτώ αν έχει ζήσει στιγμές καταπίεσης επειδή γεννήθηκε γυναίκα. Κουνά το κεφά-λι καταφατικά… «και σε προσωπικό και σε επαγγελματικό επίπεδο», απαντά. «Ζούμε ακόμα σε μια κοινωνία που ο άντρας είναι πιο δυνατός, πιο προνομιούχος. Καμιά γυναίκα δεν πρέπει να επιτρέψει στον εαυτό της να παραδοθεί σ’ αυτή την ανισότητα. Ούτε εγώ το επέτρεψα». Όσο την ακούω να μιλά ο τόνος της φωνής είναι σταθερός, ένας λόγος σίγουρος. Αρχίζω να αναθεωρώ τις σκέψεις που έκανα για τα «εύθραυστα υλικά». Η Ιωάννα έχει παλέψει, έχει δώσει πολλούς μέχρι σήμερα αγώνες. «Μια γυναίκα μπορεί να ανατρέ-ψει το ρόλο ή τη σφραγίδα αν θες της εξουσιαζόμενης φτάνει να της δοθεί η ευκαιρία αν και πολλές φορές μετατοπίζει το ρόλο αυτό στα παιδιά της. Το σίγουρο είναι πως η κάθε μια αγωνίζεται για να κερδίσει αυτά που κοινωνικά δεν τους χαρίστηκαν. Για το δίκαιο».Μιλάμε για το έργο, για το ρόλο της, για την καταπιεσμένη σύζυγο ενός γαιοκτήμονα που υποδύεται, για την απουσία που βιώνουν οι γυναίκες στην κοιλάδα. Κι’ ύστερα ομολογεί πως... «ζω καθημερινά με μια απουσία. Είτε αφορά ένα θέμα υγείας ή την απουσία της αδελφής μου που χάθηκε πρόσφατα, η απουσία ενός παιδιού που λείπει στο εξωτερικό… η απουσία ενός συντρόφου. Εγώ προσωπικά ζω με την απουσία». Η Ιωάννα είναι τόσο ειλικρινής που με αφοπλίζει.

Ιωάννα Σιαφκάλη

ευαισθησία. Μου χαρίζει μια υπέροχη φράση: «Ευαισθησία είναι το υλικό που σε κάνει να τρέχεις πιο ζωντανά και γυναικεία ευαισθησία σημαίνει να μπορείς να κοιμάσαι ήσυχα και όμορφα δίπλα στον άντρα. Θυμάμαι τα λόγια μιας θεατρικής ηρωίδας: ένας άντρας οφείλει να είναι τέλειος».Οι γυναικείοι ρόλοι που έχεις υποδυθεί έχουν τελικά κάτι που τους ενώνει; «Ναι βέβαια. Την ανάγκη τους να υπάρχουν με έρωτα». Οι πρόβες ξεκινούν. Στο έργο υποδύεται το χαρακτήρα ενός 18χρονου κοριτσιού τη Φιντέλια που στα λατινικά σημαίνει «πίστη». Λίγο πριν φύγει προλαβαίνει να μου πει μόνο αυτό: «Όταν μι-λάμε για τη γυναίκα φέρνω στο μυαλό μου την εικόνα της μητέρας μου, το δόσιμό της μέσα στην οικογένεια, τη μεγαλοσύνη της, τη διάθεσή της να ακούει. Σήμερα η γυναίκα έχει καταργήσει αυτό τον κώδικα, όχι από επιλογή αλλά από άμυνα. Δεν ακούμε πολύ…Αντιδρούμε. Εμένα δεν με αφορά πια η αντίδραση αλλά η επανά-σταση. Η πρώτη κρύβει φόβο, η δεύτερη επιλογή».

Κατερίνα Λούρα

Page 24: Ysterografo Magazine_Issue 139
Page 25: Ysterografo Magazine_Issue 139

Τη διαβεβαιώνω πως δεν θα αργήσουμε πολύ, είναι αγχωμένη γιατί η κόρη της ανέβασε πυρετό - δεν λέει να φύγει η βρογχίτιδα, πρέπει να την πάει ξανά στον γιατρό - και διαπι-στώνω πως η Λουκία έχει αλλάξει από την τελευταία φορά που είχαμε βρεθεί. Πριν γίνει δηλαδή μάνα. Τη βρίσκω πιο ώριμη, πιο όμορφη, μ’ ένα αποφασιστικό, χωρίς αμηχανία, χαμόγελο. Και σίγουρη πια πως κοιτάζοντας την κόρη της στα μάτια, κοιτά τον κόσμο με περισσότερη ευαισθησία. «Προσωπική μου δύναμη, τα θεμέλια, οι βάσεις μου είναι η οικογενειακή ευτυχία και γαλήνη. Είναι το κίνητρο που μου δίνει δύναμη να αντιμετωπίζω την καθημερινότητά μου και τις πιθανόν δύσκολες στιγμές της ζωής. Άμα σκεφτείς πως εμείς είμαστε αυτές που φέρνουμε στον κόσμο ένα παιδί, τότε πώς μπορείς να μιλάς για γυναικεία αδυναμία; Η γυναίκα μπορεί να μην επιδεικνύει τη δύναμή της αλλά όταν χρειαστεί είναι απίστευτα τα αποθέματα που διαθέτει. Αν θες πες το κι έτσι. Πάλεψα σαν «άντρας» τόσο στην επαγγελματική όσο και την προ-σωπική μου ζωή. Εμείς οι γυναίκες το ’χουμε αυτό. Αν θέλουμε να προστατέψουμε τη γυναικεία φύση μας, τότε γινόμαστε σαν λέαινες που όταν νιώσουν να απειλούνται τα παιδιά τους βγάζουν τα νύχια τους έτοιμες να επιτεθούν». Της ζητώ να μου μιλήσει για τους φόβους, τις απειλές της δικής της ζωής. «Έχω βάλει στην αναμονή τις προσωπικές μου ανασφάλειες. Φοβάμαι περισσότερο για την κόρη μου. Θέλω να είναι καλά, κάνω όνειρα γι’ αυτήν, για την οικογένειά μου». Και το μεγαλύτερό της όνειρο; «Να ’μαστε καλά. Είναι υπέροχο να ξυπνάμε κάθε μέρα καλά, να είμαστε υγιείς και να χαμογελάμε». | Χ.Σ.

Λουκία Πρωτοπαπά

Page 26: Ysterografo Magazine_Issue 139

Πάλεψες ποτέ σαν άντρας, τη ρωτώ; Με κοιτά, καταλαβαίνω πως δεν της αρέσει η μεταφορά που χρησιμοποίησα, «πάλεψα σαν γυναίκα», μου απαντά. «Όταν σε πνίγει το δίκαιο τότε παλεύεις. Όχι γιατί είσαι άντρας, ούτε επειδή είσαι γυναίκα, αλλά γιατί είσαι άνθρωπος κι είναι υποχρέωσή σου να το κάνεις. Η πάλη δεν είναι «αντρίκια», όπως πολλοί τη χαρακτηρίζουν, υπόθεση… Η πάλη χρειάζεται κότσια. Δεν χρειάζεται να πει πολλά. Η αγωνιστική στάση της ταιριάζει. Το λέει κι η ίδια, όταν της ζητώ να αναλύσει την ψυχοσύνθεση των δυο γυναικών που υποδύεται. Η μια επιλέγει να αγωνιστεί, η άλλη όχι… «Δεν είμαι ήσυχος άνθρωπος με την έννοια του παθητικού. Είμαι διεκδικητική και ναι, έχω παλέψει για πολλούς λόγους… Δεν μου πάει η σιωπή, η ανέχεια». Δεν χρειάστηκε να συνομιλήσω πολύ μαζί της για να καταλάβω πως οι ατομικές διεκδικήσεις της έχουν κοινωνική προέκταση. Μιλά με πάθος για τα δικαιώματα των γυναικών. Για την ανάγκη ανάκτησης της γυναικείας αξιοπρέπειας και την πραγματι-κή της θέση στην κοινωνία, «αυτήν που της αρμόζει» δηλαδή, για την αναγκαιότητα στήριξης της γυναίκας από την πολιτεία, για την ανάγκη δημιουργίας μέσων που να βοηθούν τη γυναίκα μάνα να είναι την ίδια ώρα γυναίκα καριέρας. «Αν είμαστε άνθρωποι που αγαπάμε τη ζωή δεν μπορούμε παρά να έχουμε στο επίκεντρο τη γυναίκα».Η δυναμική της προσωπικότητα είναι επηρεασμένη από τις πεποιθήσεις και τον τρό-πο διαπαιδαγώγησής της. Τις ευαισθησίες σου τις κρύβεις, τη ρωτώ; Της φαίνεται αδιανόητη μια ζωή χωρίς αυτές. «Φυσικά και δεν τις κρύβω. Δυναμικός δεν σημαίνει σκληρός. Σημαίνει ευαίσθητος. Είναι έννοιες αλληλένδετες. Αν δεν είχα ευαισθησίες δεν θα συμμετείχα σε οργανωμένα σύνολα, δεν θα είχα τις πεποιθήσεις που έχω». Γι’ αυτό επιμένει να τις μετουσιώνει σε δράση. «Δεν θα μπορούσα να τις αντιμετώπιζα παθητικά. Αν το έκανα θα ήμουν αποσυρμένη στο μικρόκοσμό μου και θα δάκρυζα βλέποντας βραζιλιάνικα…. Ναι, έχουμε μια παραπανίσια ευαισθησία εμείς οι γυναίκες. Αλλά όχι αδυναμία. Η «γυναικεία αδυναμία» είναι μια πλάνη. Ένας κοινωνικός ρόλος που ενισχύει την ανισότητα. Και ξέρεις κάτι; Οι άντρες αδικούνται. Το πρότυπο του άκαμπτου, νταή και συναισθηματικά αμέτοχου άντρα, απέχει πολύ απ’ την πραγματικότητα. Θεωρείται αδυναμία να κλάψει ένας άντρας. Είναι το γλυκύτερο πράγμα που θα μπορούσα να δω. Γιατί ακριβώς είναι ανθρώπινο. | Χ.Σ.

Η συνάντηση με τη Μάρα ήταν επεισοδιακή. Έκλεβα λίγο από το χρόνο της, μιλούσαμε, ύστερα ξανάρχισε τις δοκιμές κι ύστερα πάλι βρισκόταν απέναντί μου. Είναι ευκαιρία να την παρακολουθήσω όση ώρα υποδύεται τη Ρόζα, μια γυναίκα με διαισθητικές ικα-νότητες, μια «σύγχρονη Κασσάνδρα» σύμφωνα με την ίδια. «Ο άνδρας είναι πιο εγκε-φαλικός ενώ η γυναίκα πιο διαισθητική, η δεύτερη θα πάει αμέσως στο συμπέρασμα. Προσωπικά τρομάζω με τον εαυτό μου τις φορές που συνειδητοποιώ τη δύναμη του εν-στίκτου… ακόμη και τα όνειρα μου μού δίνουν ενδείξεις για πράγματα που έρχονται… και πιστεύω πως όλες οι γυναίκες διαθέτουν αυτό το χάρισμα, έστω κι αν ορισμένες από μας επιλέγουν να το προσπερνούν», μου λέει. Της ζητώ να μου μιλήσει για τον εαυτό της. Γι’ αυτό το «αντράκι» που δείχνει να κρύβει

μέσα της. «Η μητέρα μου περίμενε γιο και ήρθα εγώ… έπαιζα μπραντεφέρ με τα αγό-ρια της γειτονιάς και τα νικούσα. Από μικρή ήμουν πολύ ριψοκίνδυνη». «Ακόμη τρο-μάζεις τους άντρες δηλαδή;», τη ρωτάω και ξεκαρδίζεται στα γέλια: «Α ναι, φοβούνται τις πολύ δυναμικές γυναίκες οι άντρες, δεν μπορούν να τις χειριστούν και πολύ καλά… δυστυχώς… μάλλον προτιμούν τα εύκολα. Το ισάξιό τους τούς απομακρύνει. Χρειάζεται ένας άντρας χωρίς ανασφάλειες για να τα βγάλει πέρα, αυτό μου δίδαξε η ζωή». Τη φωνάζουν ξανά, προλαβαίνω να τη ρωτήσω: «Αν μπορούσες να δημιουργήσεις ένα δικό σου γυναικείο ρόλο πάνω στη σκηνή πώς θα ήταν αυτός;». Ξαφνιάζεται: «Θα ήταν ένας ρόλος με απόλυτη ελευθερία», απαντά και κάνει να φύγει «και το σκηνικό;» την καθυστερώ, «με πολλά χρώματα» μου λέει χαμογελώντας και απομακρύνεται.

Χριστίνα Χριστόφια

Μάρα Κωνσταντίνου

Page 27: Ysterografo Magazine_Issue 139
Page 28: Ysterografo Magazine_Issue 139
Page 29: Ysterografo Magazine_Issue 139

Δεν εμπιστεύεται μια σκέψη αν αυτή δεν προϋποθέ-τει κίνηση. Το παραδέχεται και σκέφτομαι πως δεν μπορεί στη δική της περίπτωση να ’ναι κι αλλιώς. Στις πρόβες παρακολουθούσε ήσυχα, από μια γωνία της αίθουσας και ύστερα σε ανύποπτο χρόνο επενέ-βαινε για να διορθώσει την κίνηση των ηθοποιών. Η κουβέντα μας ξεκίνησε, κάπως έτσι λοιπόν, από τη συμφιλίωση του λόγου και της κίνησης και από εκεί βρήκα αφορμή να την παρασύρω στη σχέση της γυναίκας με το σώμα της. Η απάντησή της με ξάφνιασε: «Η εποχή μας με τον κατακλυσμό από εικόνες αναγκάζει τη γυναίκα να αποστασιοποιείται από το σώμα της. Αντίθετα βοηθά τους άντρες να νιώσουν πιο καλά με το δικό τους και αυτό έχει να κάνει και με τα πρότυπα ομορφιάς που το ένα φύλο δανείζεται από το άλλο». «Και η δική σου σχέση με το σώμα σου;», ρωτάω: «Μου πήρε καιρό… αλλά σήμερα ακούω τι μου λέει και πολλές φορές καθο-ρίζει τη διάθεσή μου. Σαν επαγγελματίας αλλά και σαν γυναίκα στην προσωπική μου ζωή, ό,τι εκπέ-μπω και ό,τι λαμβάνω ξεκινά από το σώμα, από ένα ζωντανό σώμα… γιατί σήμερα βλέπω γύρω μου και πολλά «νεκρά» σώματα, μαραμένα… Πρέπει ν’ αρ-χίσουμε να αφουγκραζόμαστε τα σώματά μας».Την παρατηρώ ασυναίσθητα να κάθεται στην καρέκλα απέναντί μου και να μετακινεί συνεχώς το σώμα της λες και η κίνηση είναι η σκέψη της. Τη ρωτώ για τις ευαισθησίες. «Η ευαισθησία δεν είναι αποκλειστικά γυναικεία υπόθεση αλλά πολλές φορές ένα γυναι-κείο τέχνασμα, η ευαισθησία δεν έχει φύλο. Προ-σωπικά πιστεύω έντονα πως μέσα σε κάθε γυναίκα υπάρχει ένας άντρας και αντίστροφα… υπάρχουν στιγμές που νιώθω ότι ενεργώ με τη μια πλευρά, π.χ. χθες στις πρόβες πήρα μια μπάλα και άρχι-σα να κλωτσώ, ήθελα να ξεθυμάνω». Με κάνει και γελώ. Και ύστερα τη ρωτώ για τις σχέσεις εξουσίας. «Το θέμα της εξουσίας μού είναι πολύ γνώριμο, βιώνω την εναλλαγή ανάμεσα στον εξουσιαστή και στον εξουσιαζόμενο σε σχέση με την επαγγελματική και προσωπική μου ιδιότητα. Στον εργασιακό χώρο ξέρω να έχω τον έλεγχο και πώς να ασκώ εξουσία, αντίθετα μόλις φτάσω σπίτι νιώθω ανήμπορη έστω να πάρω και μια απλή απόφαση… Στη δεύτερη περίπτωση νιώθω να εξουσιάζομαι, ακόμη και πως εγώ το ζητώ, βιώνω αυτήν την αντίθεση ανάμεσα στα δύο πολύ έντονα…». Σηκώθηκε και περπάτησε προς την έξοδο. Το περ-πάτημά της μου άφηνε την αργοπορημένη υποψία πως μέσα σε κάθε σώμα αμφίρροπες δυνάμεις συ-γκρούονται και συμφιλιώνονται.

Έλενα Αντωνίου

Page 30: Ysterografo Magazine_Issue 139

Το εξώφυλλο είναι φωτογραφία του Πόλυ Πεσλίκα

ΥΓ. 8/3/2009ΚΑΘΕ ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟ

ΕΚΔΟΤΗΣ-ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣΝΙΚΟΣ ΠΑΤΤΙΧΗΣ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΣΥΝΤΑΞΗΣΕΛΕΝΗ ΞΕΝΟΥ

ART DIRECTORΙΩΑΝΝΑ ΠΑΤΤΙΧΗ

ΑΡΧΙΣΥΝΤΑΚΤΡΙΑΧΡΙΣΤΙΝΑ ΣΚΟΡΔΗ

ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΕΚΔΟΣΗΣΕΛΕΝΑ ΠΑΡΠΑ

ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΙΜΑΡΙΝΑ ΣΙΑΚΟΛΑΣΩΚΡΑΤΗΣ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣCHARLIE MAKKOSΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΤΤΗΣ

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ OMAΔΑΑΝΤΡΕΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥΠΟΛΥΣ ΠΕΣΛΙΚΑΣΛΕΥΤΕΡΗΣ ΤΑΠΑΣ

ΜΟΝΙΜΟΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣΜΑΡΙΑΝΝΑ ΚΑΡΑΒΑΛΗΚΩΣΤΑΣ ΜΑΝΤΖΑΛΟΣ ΜΑΡΙΑ Θ. ΜΑΣΟΥΡΑFILEP MOTWARYΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΒΒΙΝΙΔΗΣΝΙΚΟΛΑΣ ΣΠΑΡΣΗΣΑΛΕΞΗΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣΓΙΑΝΝΗΣ ΤΟΥΜΑΖΗΣΣΩΤΗ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥΓΙΩΡΓΟΣ ΤΡΙΛΛΙΔΗΣΙΩΑΝΝΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣΤΕΛΛΑ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΥ

ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΚΕΙΜΕΝΩΝΜΑΡΙΑ ΖΕΡΒΟΥΜΑΡΙΑ ΚΑΠΑΤΑΗΜΑΡΙΑ ΚΑΛΛΙΜΑΧΟΥ

ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΙ ΧΡΩΜΑΤΩΝ &ΕΚΤΥΠΩΣΗ:PROTEAS PRESS LTD

Σ’ αυτό το τεύχος συνεργάστηκαν δημιουργικά:Κυριακή ΚώσταΜαρία ΚαρσεράΑννίτα ΣαντοριναίουΜάρα ΚωνσταντίνουΚατερίνα ΛούραΝιόβη ΧαραλάμπουςΛέα ΜαλένηΙωάννα ΣιαφκάληΛουκία ΠρωτόπαπαΕρμίνα ΚυριαζήΧριστίνα ΧριστόφιαΈλενα ΕυσταθίουΈλενα Αντωνίου

Μας ενδιαφέρουν τα δικά σαςΥστερόγραφα. Οι δικές σας ιδέες για θέματα και οι δικές σας απόψεις. Τα περιμένουμε στην ηλεκτρονική διεύθυνση:[email protected]

30

ΜΕ ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ

R E A L S T O R I E S

Μέσα Φεβρουαρίου, 10 το βράδυ, στο κέντρο της Αθήνας. Η φίλη μου τους τελευταίους έξι μήνες, Αλόμα, μου συστήνει τα κορίτσια, νεαρές τραβεστί που «με βοηθάνε και τις βοηθώ»: Την Τάνια, τη Ρόζα, την Γκάλα. Με ήθελε μάρτυρα «σε κάτι παράνο-μο που με απασχολεί». Με πιάνει αμέσως από τον ώμο - χωρίς καν «καλησπέρα»: «Περίμενε και θα δεις τι θα συμβεί τώρα». Σε λίγα λεπτά φτάνει ο φύλακας της πολυκατοικίας στην οποία μένει, θέλει να κλειδώσει την είσοδο, η Αλόμα διαμαρτύρεται, με τραβά από το χέρι και μου δείχνει τη φωτογραφική μου μη-χανή: «Αυτή είναι η περιουσία μου� Θέλετε να με βγάλετε από την περιουσία μου;». Ο νεαρός άντρας κάτι θέλει να πει, αλλά με κοιτά και φεύγει. Μιλά στο κινητό του. Στεκόμαστε στη στοά. Κοιτάω τη Ρόζα και της λέω ότι έχει πολύ ωραία μάτια, ανοιχτό πράσινο χρώμα, «υπέροχο είναι�». Αυτή χαμογελά. Και αμέσως, γυρνά το κεφάλι στην Αλόμα με καχυποψία. «Όχι» της λέω «δεν θέλω να πάω μαζί σου. Απλώς, ήθελα να σου πω ότι έχεις ωραία μάτια». Η Αλόμα ανεβαίνει στο ιδιότυπο γραφείο της, ένα μικρό καμαράκι στο δεύτερο όροφο. Μένω μόνος με τις κοπέλες και δυο-τρεις άντρες που μας κοιτούν από το δρόμο, μας πλησιά-ζουν. Μου δείχνουν πρόσωπα, συγκρίνουν στήθη, ζητάνε τιμές. «Όχι» τους λέω «δεν δουλεύουμε σήμερα». Φεύγουν, έρχονται οι επόμενοι, απομακρύνονται κι αυτοί. Η Αστυνομία φτάνει σε δέκα λεπτά. Μου ζητούν ταυτότητα. Τη βγάζω από το πορτοφόλι μου, τους τη δείχνω. «Και τι ήρθατε να κάνετε εδώ;». «Να φω-τογραφίσω την Αλόμα» απαντώ. Την ίδια στιγμή, αυτή κατεβαί-νει με το ασανσέρ. Αναστατώνεται. Παίρνει τις κοπέλες αγκαλιά, ξαπλώνουν στο πάτωμα, σηκώνουν το χέρι ψηλά σχηματίζοντας με τα δάχτυλα το σήμα της νίκης. «Δεν θα μας βγάλετε από εδώ�» ουρλιάζει. Ο αστυνομικός με ξανακοιτά. Μετά, την Αλόμα. «Θα σας πάω όλους Αυτόφωρο� Μόλις βγείτε από εδώ, θα σας

πάω όλους μέσα». Φεύγει. Ανεβαίνουμε με την Αλόμα ξανά στον δεύτερο. Κάθομαι σε ένα μικρό καναπέ, ανάμεσα στα κορίτσια. Αλλά τι να περιμένουμε; Τη σύλληψη; «Να πάμε στην είσοδο» της λέω «κι ό,τι θέλει ας γίνει». Η Αλόμα φωνάζει, θέλει να κάνει μήνυση, θέλει να είμαι μάρτυρας στο δικαστήριο. «Να είμαι ό,τι θες. Αλλά, έλα τώρα να κατέβουμε. Δεν μπορούν να μας κάνουν τίποτα». Στην είσοδο δεν βρίσκεται κανείς. «Θα ξανάρθουν» επι-μένει η Αλόμα. «Έλα» της λέω «μην το σκαλίζεις, πάμε στην πιάτσα να σε φωτογραφίσω και εκεί. Άσ’ το γι’ απόψε. Πάμε να κάνουμε τη δουλειά μας». «Και θα το αφήσω έτσι; Εγώ θα τους κάνω μήνυση� Μήνυση�».Έντεκα το βράδυ στη Λεωφόρο Αθηνών. Η κίνηση είναι μεγάλη. Οι κοπέλες παίρνουν το πόστο τους, τα πρώτα αυτοκίνητα αρχί-ζουν να πηγαινοέρχονται, κορνάρουν, σταματούν λίγο πιο κάτω, επιστρέφουν, έρχονται άλλα. Νταλίκες, Mercedes, μηχανάκια με πιτσιρίκια επάνω που γιουχάρουν, άντρες να ρωτάνε από το ανοικτό τζάμι «πόσο πάει;», παρέες αγοριών που ζητούν «ομαδι-κό». Μικρό παζάρι: «Τόσο;», «Εντάξει, τόσα και τελειώσαμε, πιο κάτω δεν πέφτω». Τα κορίτσια κάθονται στη θέση του συνοδη-γού, επιστρέφουν σε είκοσι λεπτά, επόμενος πελάτης. Η Αλόμα με παρακαλάει να φύγω, της χαλάω το μεροκάματο με τα φλας, «Οι περισσότεροι είναι οικογενειάρχες, φοβούνται, σε παρακα-λώ». Την καταλαβαίνω. Μένω για λίγο ακόμη. Ένα φορτηγό στα-ματά μπροστά της, ο οδηγός φαίνεται από το τζάμι: Με ανοιχτό πουκάμισο, νεαρός, γεροδεμένος, με ελαφρά ξυρισμένο μούσι. Μάλλον συμφωνούν. Γυρνά και μου κλείνει το μάτι. «Γράψε, αγόρι μου αφού θες γι’ αυτή τη μέρα της γυναίκας, ότι οι γυναί-κες φαίνονται από το μυαλό, όχι από το γεννητικό όργανο. Όπως και οι άντρες. Γι’ αυτό κι εγώ, γεννήθηκα και θα πεθάνω άντρας. Έστω κι αν τώρα, με βλέπεις με φουστάνια…».

EΝΑ ΒΡΑΔΥ ΜΕ ΕΝΑΝ ΑΝΤΡΑ (ΠΟΥ ΤΑ ΒΡΑΔΙΑ ΝΤΥΝΕΤΑΙ ΓΥΝΑΙΚΑ)

Page 31: Ysterografo Magazine_Issue 139
Page 32: Ysterografo Magazine_Issue 139