Theseis T129

148
Σ’ αυτό το τεύχος......................2 Editorial Η αγορά του κράτους. Η ακαταμάχητη έλξη του κρατικού καπιταλισμού ........4 Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος, Γιάννης Μηλιός και Σπύρος Λαπατσιώρας Η ορθολογικότητα των «ανορθολογικών» ευρωπαϊκών πολιτικών .........15 Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος, Γιάννης Μηλιός και Σπύρος Λαπατσιώρας To δημόσιο χρέος στον σύγχρονο καπιταλισμό: Το πλαίσιο μιας προοδευτικής πρότασης για τη Ζώνη του ευρώ...........29 Βασίλης Δρουκόπουλος Η κρίση ως καταστροφή και αναγκαιότητα, αλλά και ως ευκαιρία..........65 Martonio Mont’Alverne Barreto Lima Σύνταγμα και πολιτική. Ο υλισμός του συντάγματος................. 71 Δημήτρης Καραλής Σύγχρονος ανθρωπισμός και πειθαρχική εξουσία: Για μια γενεαλογική κριτική των επιστημών του ανθρώπου ...................83 Isaak I. Rubin Μελέτες για τη θεωρία του χρήματος στον Μαρξ (Μέρος τέταρτο)................105 Σταύρος Τομπάζος Ντανιέλ Μπενσαΐντ: Ο Μαρξ της εποχής μας. Μεγαλείο και κακοδαιμονίες ενός κριτικού εγχειρήματος (Βιβλιοκριτική)................141 129 ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2014 Το κράτος της αγοράς Theseis129a1.indb 1 3/10/2014 3:14:09 πμ

description

Περιοδικό Θέσεις, Τεύχος 129

Transcript of Theseis T129

Page 1: Theseis T129

Σ’ αυτό το τεύχος......................2

EditorialΗ αγορά του κράτους. Η ακαταμάχητη έλξη του κρατικού καπιταλισμού ........4

Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος, Γιάννης Μηλιός και Σπύρος Λαπατσιώρας

Η ορθολογικότητα των «ανορθολογικών» ευρωπαϊκών πολιτικών.........15

Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος, Γιάννης Μηλιός και Σπύρος Λαπατσιώρας

To δημόσιο χρέος στον σύγχρονο καπιταλισμό:Το πλαίσιο μιας προοδευτικής πρότασης για τη Ζώνη του ευρώ...........29

Βασίλης ΔρουκόπουλοςΗ κρίση ως καταστροφή και αναγκαιότητα, αλλά και ως ευκαιρία..........65

Martonio Mont’Alverne Barreto Lima

Σύνταγμα και πολιτική. Ο υλισμός του συντάγματος.................71

Δημήτρης ΚαραλήςΣύγχρονος ανθρωπισμός και πειθαρχική εξουσία:Για μια γενεαλογική κριτική των επιστημών του ανθρώπου...................83

Isaak I. Rubin Μελέτες για τη θεωρία του χρήματος στον Μαρξ (Μέρος τέταρτο)................105

Σταύρος Τομπάζος Ντανιέλ Μπενσαΐντ: Ο Μαρξ της εποχής μας.Μεγαλείο και κακοδαιμονίες ενός κριτικού εγχειρήματος (Βιβλιοκριτική)................141

129

ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2014

Το κράτος της αγοράς

Theseis129a1.indb 1 3/10/2014 3:14:09 πμ

Page 2: Theseis T129

2 Θέσεις #129

Σ’ αυτό το τεύχος...

… των Θέσεων η Συντακτική Επιτροπή (Η αγορά του κράτους. Η ακαταμάχητη έλξη του κρατικού καπιταλισμού) αναλύει τους περιορισμούς που τίθενται για μια κυ-βέρνηση της Αριστεράς από τη «στεγανότητα» των αστικών κρατικών μηχα-νισμών (και συνακόλουθα πολιτικών), την οποία μπορεί μόνο να διαπεράσει και να αμφισβητήσει «η εξουσία του δρόμου», δηλαδή τα κινήματα και οι πρωτοβουλίες που δρουν πέρα από τα όρια της «αγοράς του κράτους» (αλλά και του «κράτους της αγοράς»).

Ακολουθούν δύο μελέτες των Δημήτρη Π. Σωτηρόπουλου, Γιάννη Μηλιού και Σπύρου Λαπατσιώρα, εκ των οποίων η πρώτη αποκωδικοποιεί το κοινωνικό περιεχόμενο των ακολουθούμενων οικονομικών και κοινωνικών πολιτικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Η ορθολογικότητα των «ανορθολογικών» ευρωπαϊκών πο-λιτικών), ενώ η δεύτερη διατυπώνει μια πρόταση για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους στη Ζώνη του ευρώ, η οποία θέτει ως προϋπόθεση αλλά και ως αποτέλεσμα την ευνοϊκή για την εργασία μετατόπιση των ταξικών συ-σχετισμών (To δημόσιο χρέος στον σύγχρονο καπιταλισμό: Το πλαίσιο μιας προοδευτικής πρότασης για τη Ζώνη του ευρώ).

Στη συνέχεια ο Βασίλης Δρουκόπουλος σκιαγραφεί τη συνεχιζόμενη κρίση ως καταστροφή και αναγκαιότητα, αλλά και ως ευκαιρία, ενώ ο Martonio Mont’Alverne Barreto Lima ασκεί κριτική από μαρξιστική σκοπιά στις ιδεαλιστικές προ-σεγγίσεις στη συνταγματική θεωρία, έχοντας ως σημείο αφετηρίας το Ομο-σπονδιακό Σύνταγμα της Βραζιλίας του 1988 (Σύνταγμα και πολιτική. Ο υλισμός του συντάγματος). Ακολούθως, δημοσιεύεται το άρθρο του Δημήτρη Καραλή, Σύγχρονος ανθρωπισμός και πειθαρχική εξουσία: Για μια γενεαλογική κριτική των επιστη-μών του ανθρώπου, το οποίο εξετάζει κριτικά τη «γενεαλογική» περίοδο του έργου του Μισέλ Φουκώ.

Η ύλη του τεύχους ολοκληρώνεται με τη δημοσίευση του τέταρτου και τελευταίου μέρους του δοκιμίου του Isaak I. Rubin, Μελέτες για τη θεωρία του χρήματος στον Μαρξ, το οποίο αναλύει τον χαρακτήρα της οικονομικής θεω-ρίας του Μαρξ, ως χρηματικής θεωρίας της αξίας, και τη βιβλιοκριτική από τον Σταύρο Τομπάζο του βιβλίου του Ντανιέλ Μπενσαΐντ: Ο Μαρξ της εποχής μας. Μεγαλείο και κακοδαιμονίες ενός κριτικού εγχειρήματος.

«Θ.» 1.10.14

Theseis129a1.indb 2 3/10/2014 3:14:09 πμ

Page 3: Theseis T129

3 Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2014

Theseis129a1.indb 3 3/10/2014 3:14:09 πμ

Page 4: Theseis T129

Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣΗ ΑΚΑΤΑΜΑΧΗΤΗ ΕΛΞΗ

ΤΟΥ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ

Editorial

Theseis129a1.indb 4 3/10/2014 3:14:09 πμ

Page 5: Theseis T129

5 Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2014

“They sentenced me to twenty years of boredom 

For trying to change the system from within”

Leonard Cohen - First We Take Manhattan

1. Δύσκολα ερωτήματα

Όσο περνάει ο χρόνος και διαφαί-νεται η ισχυρή πιθανότητα αν όχι

βεβαιότητα μιας κυβέρνησης της Αρι-στεράς, τόσο πληθαίνουν τα ερωτήμα-τα για τις κομβικές επιλογές που θα καθορίσουν την πολιτική και κυρίως την κρατική διαχείριση. Ιδίως επειδή η Αριστερά έχει επανειλημμένα κα-ταγγείλει την άρχουσα τάξη που χρη-σιμοποιεί το κράτος ως εργαλείο ταξι-κής επιβολής και ταυτόχρονα ιδεολο-γικού προσεταιρισμού και αφομοίω-σης των κυριαρχούμενων κοινωνικών στρωμάτων. Τίθενται λοιπόν σήμερα ερωτήματα και απορίες που έως πριν μερικά χρόνια ανήκαν στην πολιτική «Δευτέρα Παρουσία», σε συνθήκες ανατροπής των καπιταλιστικών σχέ-σεων και εργατικής εξουσίας.

Όταν όμως ο «υλισμός του αστάθ-μητου» αγνόησε τα προαπαιτούμενα της αριστερής περιοδολόγησης και η «ανατροπή» έχει τεθεί επί τάπητος σε συνθήκες ευρύτατης απονομιμοποί-ησης των πολιτικών ιδεολογικών μη-χανισμών ως επακόλουθο της κρίσης, είναι αδύνατο να παραπέμψει κανείς στις (αριστερές) ελληνικές καλένδες ζητήματα όπως:

Πώς μπορεί να διαχειριστεί η Αρι-στερά τη σχέση κράτους, κεφαλαίου

και κυριαρχούμενων τάξεων στην κρί-ση;

Ποιο πρόσημο θα αποκτήσουν οι κρατικές παρεμβάσεις στην κρίση, ποιο περιθώριο υπάρχει για την υπε-ράσπιση των συμφερόντων των εργα-ζόμενων τάξεων με την αξιοποίηση των κρατικών μηχανισμών;

Πόση αυτονομία μπορεί να απο-κτήσει ο κρατικός μηχανισμός που έχει εγκαθιδρυθεί και λειτουργεί στο συγκεκριμένο συσχετισμό δύναμης κεφαλαίου-εργασίας;

Πόσο μπορεί να μετασχηματιστεί ο ρυθμιστικός ρόλος του κράτους απέ-ναντι στην αγορά και πόση έκταση μπορεί να λάβει ο «οικονομικός ρόλος του κράτους» ειδικά στην περίοδο της μεγάλης κρίσης που έχει ανατρέψει δεδομένα δεκαετιών;

Ποιο αποτέλεσμα μπορεί να πετύ-χει μια κυβέρνηση της Αριστεράς που θα επιχειρήσει να αναμορφώσει, να «εκδημοκρατίσει» στεγανούς μηχανι-σμούς οι οποίοι μέχρι σήμερα έχουν εμφανίσει σημαντική αντοχή στις προσπάθειες μετασχηματισμού τους;

Τελικά, ποιες είναι οι επιλογές πολιτικής που διατίθενται για μια κυ-βέρνηση της Αριστεράς που θα επιδι-ώξει να εκφράσει και να προωθήσει τα συμφέροντα των «από κάτω» στον κοινωνικό ανταγωνισμό, και πόσο συνδέονται αυτές με μια έστω ριζική και εκ βάθρων «εσωτερική» παρέμβα-ση στους μηχανισμούς, μια παρέμβα-ση που θα καταστεί εφικτή επειδή η Αριστερά θα έχει στα χέρια της τους μοχλούς της κυβερνητικής εξουσίας;

Οι απαντήσεις στα παραπάνω ποι-κίλουν, ενώ μερικά τα έχει απαντήσει με τον τρόπο της η ίδια η ιστορία.

Theseis129a1.indb 5 3/10/2014 3:14:09 πμ

Page 6: Theseis T129

6 Θέσεις #129

2. Εύκολες απαντήσεις

Υπάρχει βασικά εκείνη η σχολή σκέψης (και πρακτικής) στο εσω-

τερικό της Αριστεράς που ενώ χρειά-στηκε περίπου δυο δεκαετίες για να «αναλύσει» και να «ερμηνεύσει» την κατάρρευση του «υπαρκτού», εξακο-λουθεί και σήμερα να θεωρεί ότι «[…] παρά τα όποια προβλήματα των σοσι-αλιστικών χωρών, το διαμορφωμένο σοσιαλιστικό σύστημα στον 20ό αιώνα απέδειξε την ανωτερότητα του σοσι-αλισμού έναντι του καπιταλισμού, τα τεράστια πλεονεκτήματα που παρέχει για την εργασία και τη ζωή των εργα-ζομένων».1

Αυτή η εξαιρετικά ανθεκτική σχο-λή σκέψης και «πολιτικής», που δεν περιορίζεται αποκλειστικά στα τείχη του ΚΚΕ, έχει τα περισσότερα από τα

1 Από μόνιμο «αφιέρωμα» στον ιστό-τοπο του Ριζοσπάστη (http://www.rizospastis.gr/photoGrouping.do?for mat=detail&grouping=8) με τίτλο Εκεί που οικοδομήθηκε ο σοσιαλισμός με σύ-ντομο κείμενο αναφοράς που εκθειάζει την «κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής» στην ΕΣΣΔ η οποία «απελευθέρωσε τον άνθρωπο από τα δε-σμά της μισθωτής σκλαβιάς, άνοιξε το δρόμο για την παραγωγή και την ανά-πτυξη των επιστημών, με στόχο την ικα-νοποίηση των λαϊκών αναγκών». Το κεί-μενο πλαισιώνεται από σειρά σοσιαλ-ρε-αλιστικών φωτογραφιών με χαρούμενες εργάτριες, πειθήνια παιδιά, αφοσιωμέ-νους επιστήμονες και ξένοιαστους εργά-τες που κάνουν διακοπές σε μαγευτικά θέρετρα, που σε οδηγούν να ψάχνεις τον πολιτικό όφι που προδοτικά πλάνεψε τους σοσιαλιστικούς πρωτόπλαστους για να απομακρυνθούν από αυτόν τον «κομ-μουνιστικό παράδεισο».

παραπάνω ζητήματα λυμένα με απλές συνταγές που ο κοινός παρονομαστής τους είναι η νομή της κρατικής εξουσί-ας: Αυτής που επί δεκαετίες μεριμνού-σε ώστε να έχουν «όλοι εξασφαλισμένη εργασία, δημόσια δωρεάν ιατρική πε-ρίθαλψη και Παιδεία, παροχή φθηνών υπηρεσιών από το κράτος, κατοικία, πρόσβαση στην πνευματική και πολι-τιστική δημιουργία» (στο ίδιο).

Αρκεί λοιπόν η νομοθέτηση της «κατάργησης των καπιταλιστικών σχέ-σεων παραγωγής» για να μετατραπεί το κράτος από «εργαλείο της άρχουσας αστικής τάξης» σε αποθεματικό κοι-νής ωφέλειας για τον εργαζόμενο, με «ολίγη καταστολή» βεβαίως για τους αμετανόητους νοσταλγούς του «πα-λαιού καθεστώτος», που προφανώς ήταν στην υπηρεσία του (ταξικού αλλά ταυτόχρονα και εθνικού) εχθρού.2

Ποιο είναι όμως το ειδοποιό εκεί-νο στοιχείο που διασφάλισε την «εξα-φάνιση του καπιταλισμού» από τους κοινωνικούς σχηματισμούς που χτί-στηκαν στο όνομα του μαρξισμού και για λογαριασμό του; Ποια είναι η αναγκαία και ικανή συνθήκη για τη δημιουργία του επίγειου παράδεισου, που στη θύμησή του ακόμη και σή-μερα «αναπέμπουν δεήσεις» οι πρω-θιερείς του ελληνικού «PRI - Partido Revolucionario Institucional» και κάθε νόμιμου ή μη κληρονόμου του;

Παρά τις αναγκαίες αναφορές στην «προοπτική της ταξικής πάλης της ερ-γατικής τάξης», το ζήτημα της εξουσί-

2 Ενδεικτική είναι εδώ η σωρεία ομολογι-ών των επιφανών «προδοτών» στις δίκες της Μόσχας (1936-38) που δεν παρέλει-παν να «δηλώσουν» τη συνεργασία τους με «ξένες μυστικές υπηρεσίες».

Theseis129a1.indb 6 3/10/2014 3:14:09 πμ

Page 7: Theseis T129

7 Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2014

ας τελικά εντοπίζεται στο κράτος που θα καταληφθεί: το «εργατικό κράτος», το «παλλαϊκό κράτος» του «ύστερου σοσιαλισμού», το «αναγκαίο κράτος» του ώριμου σοσιαλισμού ή του κομ-μουνισμού, που μάλιστα σε κάποια φάση είχε οριστεί στη σοβιετική περι-οδολόγηση για το «2000». Το «κράτος» ως συνώνυμο της «κατάργησης του καπιταλισμού», σημαίνει την υποκα-τάσταση της αγοράς από τον «σοσιαλι-στικό προγραμματισμό», τη «μη αντα-γωνιστική επίλυση των ζητημάτων που ανακύπτουν στην προσπάθεια ικανο-ποίησης των κοινωνικών αναγκών».

Μένει βέβαια να εξηγηθεί η μεγά-λη ευκολία με την οποία πραγματοποι-ήθηκε η κατάρρευση των «σοσιαλιστι-κών κοινωνιών» και ιδίως η επάνοδος της αγοράς πρώτα στην κοινωνία και κατά δεύτερο λόγο θεσμικά με την αποκατάσταση ρυθμίσεων και κανό-νων ανταγωνισμού. Και το «παράδο-ξο» συμπλήρωμά της, η ανθεκτικότατη επιβίωση της «σοσιαλιστικής» μονο-πωλιακής ρύθμισης, ως λαϊκής ιδεολο-γίας του «κομμουνιστικού αντίπαλου δέους» στα κείμενα και την πρακτική των αριστερών ιδεολογιών της «ανα-τροπής» των κυρίαρχων σχέσεων εξου-σίας.

3. Νομικές μορφές

Η «ανατροπή των κυρίαρχων σχέ-σεων εξουσίας» στις κοινωνίες

της μετάβασης σε μεγάλο βαθμό πε-ριορίστηκε στη νομή της κρατικής μη-χανής και τη νομιμοποίησή της μέσα από ένα πλέγμα κοινωνικών σχέσεων εξουσίας κρατικού καπιταλισμού, που απλά φόρεσε στις αγορές τη μά-

σκα του «σοσιαλισμού» και «έκρυψε» καλά τον κεφαλαιακό ανταγωνισμό μέσα στο πέπλο του «πλάνου» και της μονοπωλιακής ρύθμισης. Τόσο «απο-τελεσματικά» ώστε το οικονομικό και κοινωνικό αδιέξοδο που βγήκε κραυ-γαλέα στην επιφάνεια οδήγησε «νο-μοτελειακά» στην «παλινόρθωση» του κλασικού καπιταλισμού και την ανοι-χτή νομιμοποίηση της αγοράς, απαλ-λαγμένης από τα δεσμά του «πλάνου» και των αναποτελεσματικών κομματι-κών ισορροπιών.

Παρόλα αυτά, 60 και πλέον χρόνια αναγκαστικής ή μη, κριτικής ή άκρι-της «υπεράσπισης του σοσιαλισμού» με υπαρκτό ή ανύπαρκτο πρόσημο, σε συμπολίτευση ή αντιπολίτευση προς τα εξαμβλωτικά μορφώματα των «εθνικοαπελευθερωτικών λαϊκών δη-μοκρατιών» έχουν αφήσει ανεξίτηλα ίχνη σε όλο το αριστερό φάσμα. Και έναν λίγο πολύ κοινό παρονομαστή: τη λατρεία του «δημόσιου» κεφαλαί-ου και τη απέχθεια προς το ιδιωτικό κεφάλαιο. Ένα «δημόσιο» κεφάλαιο αλλά και ένα Δημόσιο (κράτος) που – στη μέση αριστερή συνείδηση – δεν είναι πλέον εκφραστής του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου αλλά του «κοι-νού συμφέροντος».

Η νομική μορφή ως ερμηνευτικό όπλο στον κοινωνικό ανταγωνισμό!

Αρκεί άραγε η «επέλαση των τιμί-ων και αγνών αντιπροσώπων», των εκφραστών της πολιτικής βούλησης για προώθηση της «αυθεντικής ανα-τροπής», ώστε να αλλάξει ο προσανα-τολισμός και να εγκαινιαστεί η πορεία μετάβασης; Απαλλαγμένης από ανε-λεύθερες πρακτικές (ο «δημοκρατι-κός δρόμος»), δόλιους συμβιβασμούς

Theseis129a1.indb 7 3/10/2014 3:14:09 πμ

Page 8: Theseis T129

8 Θέσεις #129

(«πίστη στο λαό») και κάθε είδους υπαναχωρήσεις στα κελεύσματα του μεγάλου κεφαλαίου («η συμμαχία του μικρού κεφαλαίου με την εργασία»);

Η ιστορία έχει δείξει την αποτυχία του κρατικού καπιταλισμού να προ-χωρήσει έστω και κατ’ ελάχιστον την υπόθεση του κοινωνικού μετασχημα-τισμού. Όμως αναδείχθηκαν μήπως μονιμότεροι εναλλακτικοί θεσμοί, έξω από τους κρατικούς θεσμούς και τα παρακλάδια τους, που να πέτυχαν κάτι σε αυτή την κατεύθυνση; Κοινωνικός έλεγχος έξω από τους παραδοσιακούς θεσμούς αντιπροσώπευσης του κράτους του κεφαλαίου μόνο για μικρό χρονικό διάστημα ευδοκίμησε, χάρη στη δυνα-μική συγκεκριμένων κοινωνικών κινη-μάτων και την παροδική αδυναμία των αστικών θεσμών να τα ενσωματώσουν στην κανονική λειτουργία τους.

Αντιθέτως στον «υπαρκτό σοσιαλι-σμό» υπήρξε συχνά καθαρή σύγκρουση της εργασίας με το (κρατικό) κεφάλαιο και στη συνέχεια καταστολή με γνώμο-να το «δημόσιο συμφέρον» και την προ-στασία του «σοσιαλισμού» από τους εχθρούς και τους προδότες. Κάπως σαν το κλασικό αστικό κράτος, που ως θεματοφύλακας του γενικού συμφέρο-ντος αντιπαραθέτει την κοινωνία απέ-ναντι στα «μεμονωμένα συμφέροντα», το ειδικό απέναντι στο γενικό, την ιδι-οτέλεια της «συντεχνίας» απέναντι στη συντεταγμένη «κοινή ωφέλεια».

4. Σημαία ευκαιρίας

Αποτελεί όμως «λυδία λίθο αριστε-ροσύνης», που αφενός ελέγχει

την αυθεντικότητα της όποιας αρι-στερής πρότασης, αφετέρου προκρί-

νει την πλέον δόκιμη εφαρμογή της, η αξιοποίηση της κρατικής μηχανής; Υφίσταται ένας τέτοιος δρόμος (κοι-νωνικής) «ανασυγκρότησης» (ίσως μάλιστα και πορείας προς τον «σο-σιαλισμό»), όπου το κεφάλαιο απλά υποστέλλει την τάση συσσώρευσης και κυριαρχίας του, για να περιοριστεί απλώς στον ρόλο του «μικρού κεφα-λαίου», που συνοδεύει για λόγους ευ-ελιξίας – ίσως και ιστορικής συνέχειας – την πορεία του κρατικού μηχανισμού προς την άμβλυνση των κοινωνικών αντιθέσεων και την εγκαθίδρυση της «κοινωνίας της αρμονίας»;

Αρκεί η Αριστερά να υψώσει τη ση-μαία του «δημοσίου», ώστε με αυτό τον τρόπο να διασφαλίσει αμαχητί την επίλυση της βασικής αντίφασης κεφά-λαιο-εργασία, έχοντας ως μαγικό ρα-βδί το «συμφέρον της κοινωνίας» και όπλο τη «δίκαιη» χρήση μέρους των κερδών του κεφαλαίου προς το συμ-φέρον του κοινωνικού συνόλου;

Είναι πράγματι εχθρός του «δημο-σίου» το ιδιωτικό, ο ανταγωνισμός, η αγορά, ή πρόκειται για εκδοχές ενός αναλλοίωτου στον πυρήνα του συ-στήματος; Ας φανταστούμε την υπε-ρίσχυση του «δημοσίου» σύμφωνα με το ακόλουθο σχήμα: Τη δημιουργία μιας δημόσιας εταιρίας ανά κλάδο ή δραστηριότητα, η οποία θα αναλάβει την εκμετάλλευση του φυσικού πλού-του, την αξιοποίηση της δημόσιας πε-ριουσίας, την εμπορία των δημόσιων αγαθών, τη διαχείριση στρατηγικών τομέων της οικονομικής δραστηριό-τητας, κ.ο.κ. Ταυτόχρονα, δημόσιοι διοικητικοί μηχανισμοί θα μεριμνούν για τη ρύθμιση των αγορών, κατά τρόπο που θα αποφεύγει τα ιδιωτικά

Theseis129a1.indb 8 3/10/2014 3:14:09 πμ

Page 9: Theseis T129

9 Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2014

μονοπώλια, ενσωματώνοντάς τα στην κρατική ρύθμιση.

Αρκεί μια τέτοια ρύθμιση για να εξασφαλίσει τα συμφέροντα της ερ-γασίας απέναντι στο κεφάλαιο, να δι-ευκολύνει την αυτοοργάνωσή της και τη διεκδίκηση δικαιωμάτων και ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης; Της επιτρέπει να αυξήσει την ισχύ της στην παραγωγή και την κοινωνία, να διαμορφώσει θεσμούς κοινωνικού ελέγχου;

Ή αντίθετα υπάρχει ο κίνδυνος να υψωθεί απλώς μια «δημόσια» σημαία ευκολίας και να θεωρηθεί ότι λύνονται οι αντιφάσεις πριν καν αναδυθούν στο φως της ημέρας;

Επειδή λοιπόν πρέπει να εστιάζου-με στις πραγματικές συγκρούσεις και αντιθέσεις, πέρα από την ταχυδακτυ-λουργία της «νομικής επίλυσής» τους, πρέπει ακριβώς να θυμόμαστε ότι το «δημόσιο» περιβάλλον ήταν εκείνο που επικράτησε για δεκαετίες στον «υπαρκτό σοσιαλισμό», μεταφέρο-ντας την αγορά και τον ανταγωνισμό στο εσωτερικό της κρατικομονοπωλι-ακής ρύθμισης, που αρχικά «πουλή-θηκε» για «σοσιαλισμός» για να με-ταμορφωθεί τάχιστα σε κλασικό κα-πιταλισμό με την «κατάρρευση». Και επίσης ότι άρκεσε ένα απλό τρυκ της «μετοχοποίησης» των κρατικών εται-ριών για να μετατραπούν σε ιδιωτικές και να περάσουν πάραυτα και με τη νομική έννοια στα χέρια εκείνων που πραγ-ματικά νέμονταν έτσι κι αλλιώς την εξουσία, μέσα στον «σοσιαλιστικό» δεσποτισμό του εργοστασίου. Ενώ οι «πανίσχυρες σοσιαλιστικές δομές», τις οποίες ακό-μη και σήμερα post mortem διαφημί-ζουν τα κακόηχα λαϊκοδημοκρατικά

φερέφωνα, απλά διεκδίκησαν και αυ-τές ένα μέρος από την πίτα εξουσίας και χρήματος που συνεισέφεραν οι κομματικοί διαχειριστές στο «μεγάλο φαγοπότι» του ιδιωτικού πλέον κεφα-λαίου.

Οι κρατικοί μηχανισμοί του αστι-κού κράτους δεν μετασχηματίστη-καν από την είσοδο επαναστατών σε αυτούς στη Ρωσία του ’17, ούτε από την κατάληψή τους από «εθνικοαπε-λευθερωτές-πατριώτες» στις λαϊκές δημοκρατίες του Μεταπολέμου και εξής. Χωρίς την ανάδυση νέων εναλ-λακτικών θεσμών κοινωνικής αλλη-λεγγύης και κοινωνικού ελέγχου με ορίζοντα μια κοινωνία των αναγκών, οι μηχανισμοί ασμένως αφομοίωσαν κάθε αμφισβητία, τον οποίο μετασχη-μάτισαν σε πιστό διαχειριστή και οπα-δό της συνέχειάς τους. Και ουδέποτε αρνήθηκαν ένα «αριστερό» πρόσημο, προκειμένου να διασφαλίσουν την εξουσία τους πάνω στην κοινωνία και τις αντιφάσεις της.

5. Η αγορά του κράτους

Η άνοδος της Αριστεράς και η πιθα-νή μελλοντική εκλογική επικρά-

τησή της, θα φέρει στην επιφάνεια τις δυσκολίες και τους περιορισμούς ενός εγχειρήματος που λειτουργεί σε κα-θεστώς κοινωνικής απονεύρωσης, με αναιμικούς μηχανισμούς κοινωνικού ελέγχου και με διαδικασίες εν λευκώ ανάθεσης σε νέους διαχειριστές, οι οποίοι όμως είναι αδύνατο, μέσα μόνο από νομικές μορφές, να επιλύουν προς το συμφέρον των «από κάτω» τα προβλήματα της υπόγειας κίνησης των κοινωνικών αντιφάσεων.

Theseis129a1.indb 9 3/10/2014 3:14:09 πμ

Page 10: Theseis T129

10 Θέσεις #129

Η ιστορία δεν είναι νέα. Με κά-ποιο τρόπο, όσο και αν οι συνθήκες δεν είναι ποτέ οι ίδιες, ένα αρνητικό σενάριο έχει παιχτεί ξανά και ξανά στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης αλλά και αλλού: Η ήδη μεγάλη αγορά του δημοσίου έρχεται πολύ σύντομα αντιμέτωπη με τους «εξωτερικούς περιορισμούς» έλλειψης πόρων, πε-ριορισμένων δεξιοτήτων χειρισμού ανταγωνιστικών καταστάσεων, δελε-αστικών προσφορών για «αυξημένη αποδοτικότητα», αλλά και τον ανα-πόφευκτο προσωπικό πλουτισμό των διαχειριστών. Πρόκειται για περιορι-σμούς που η αποδοχή τους και η ενσω-μάτωση στην κυρίαρχη διαχειριστική πολιτική σταδιακά αποτέλεσαν «μονό-δρομο».

Αυτό που εξωτερικά προέκυψε ως διαφθορά και αξιοποίηση των μηχα-νισμών προς ίδιο όφελος των διαχει-ριστών της εξουσίας δεν ήταν παρά η μύτη του παγόβουνου. Βάση για την τελική επικράτηση του «μονόδρομου» υπήρξε πάντα η διατήρηση της ταξι-κής στεγανότητας των κρατικών μη-χανισμών, με τη «φιλολαϊκή» διαχεί-ριση να παράγει η ίδια τα συμπτώμα-τα ακύρωσης και ανατροπής της, με απώτατο εκφυλιστικό σύμπτωμα την ακύρωση του εγχειρήματος μέσα από την αποδοχή του δόγματος ότι η «κα-λύτερη κοινωνική πολιτική είναι μια υγιής οικονομική πολιτική», ή «πρώτα να μεγαλώσει η πίτα και μετά θα τη μοιράσουμε δίκαια».

Ο μόνος τρόπος να ελεγχθεί, να περιοριστεί και τελικά να ανατραπεί η αστική εξουσία είναι η παρέμβαση στην ίδια τη σχέση του κεφαλαίου, με όπλο τους κοινωνικούς συσχετισμούς

και αιχμή του δόρατος την πολιτική. Αυτή μπορεί να ανατρέψει την κυρί-αρχη λογική που διαπερνά απ’ άκρου εις άκρο το κράτος της αγοράς, το κράτος του κεφαλαίου. Μια πολιτική που δεν αρκείται σε απλή αντιστρο-φή των όρων, την τοποθέτηση δηλαδή της αγοράς του κράτους στη θέση της ανταγωνιστικής αγοράς και την προ-σποίηση ότι με αυτό τον τρόπο δαμά-ζεται το κράτος της αγοράς.

Γιατί όσο οι αξίες επιβάλλονται στις ανάγκες, όσο αποτιμάται χρημα-τικά η κάθε επιδίωξη, το κάθε δικαίω-μα, η κάθε διεκδίκηση της εργασίας, ακόμη και η «αριστερή» διαχείριση αργά ή γρήγορα θα υποκύψει στις «αναγκαιότητες» και τα «κελεύσμα-τα» της συγκυρίας. Η αγορά του κρά-τους με «αριστερό» πρόσημο ή χωρίς είναι πρώτα και κύρια αγορά που λειτουργεί με κώδικες και πρόσημο «δημόσιου» χαρακτήρα, με κύριο χα-ρακτηριστικό τη στεγανοποίηση των μηχανισμών, τον εξοβελισμό των αντι-φάσεων και την επίκληση του «κοινω-νικού συμφέροντος» ως διαβατήριου για την απονεύρωση των κοινωνικών αντιστάσεων.

Χωρίς την έντονη κοινωνική αμ-φισβήτηση που θα επιδιώξει να ανα-δειχθεί μέσα από νέους θεσμούς και δράσεις, που θα αμφισβητήσουν αρχι-κά τη μοναδικότητα και στη συνέχεια την πρωτοκαθεδρία του συλλογικού κεφαλαιοκράτη, το κράτος με αριστε-ρή διαχείριση και «δημόσιο» προσανα-τολισμό δεν πρόκειται να αποτελέσει παρά μια παραλλαγή του κράτους της αγοράς. Μια αγορά που θα αξιοποιή-σει προσωρινά το κράτος, αναδεικνύ-οντας αυτή τη ρύθμιση ως ιστορική

Theseis129a1.indb 10 3/10/2014 3:14:09 πμ

Page 11: Theseis T129

11 Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2014

παρένθεση που θα πείσει και τους τελευταίους δύσπιστους για το «τέλος της ιστορίας».

6. Ethical markets?

Το συμπέρασμα που προκύπτει από τα παραπάνω είναι ότι το

κράτος του κεφαλαίου, ο συλλογικός κεφαλαιοκράτης του καπιταλιστικού κοινωνικού σχηματισμού, δεν είναι ένα ουδέτερο χρήσιμο δοχείο που κατά περίπτωση (και βούληση) γεμίζει με αριστερό ή δεξιό περιεχόμενο. Το κρά-τος είναι ένας μηχανισμός στα χέρια του κεφαλαίου που μεριμνά ώστε το συμφέρον του κυρίαρχου μπλοκ εξου-σίας να εμφανίζεται ως το συμφέρον του κοινωνικού συνόλου, όλης της κοινωνίας. Ανάλογα με την ιστορική περίοδο και τη φάση στη διαδικασία συσσώρευσης του κεφαλαίου, το κρά-τος έχει διαφορετικό πρόσημο: είναι άλλοτε παρεμβατικό και «κοινωνικό» στην αρχική συσσώρευση που γίνεται με αξιοποίηση του δημόσιου πλούτου και των δημόσιων επενδύσεων, και άλλοτε ρυθμιστικό και περιορισμένο στη διαφύλαξη του ανταγωνισμού και την πειθάρχηση της εργασίας που έχει χαλαρώσει από τα ενδοτικά κοινωνικά συμβόλαια.

Σε όλη αυτή τη διαδικασία οι μη-χανισμοί είναι πάντα στεγανοί, στον πυρήνα τους μη διαπερατοί από τις κοινωνικές διεκδικήσεις. Η ιστορία έχει δείξει ότι το τελευταίο ισχύει ανε-ξάρτητα από το πρόσημο του διαχειρι-στή, διότι οι «εξωτερικοί περιορισμοί» έχουν αποδειχθεί ισχυρότεροι των ευ-γενών προθέσεων. Και πάλι ιστορικά έχει προκύψει ότι οι έστω και σύντομες

περίοδοι ανατροπών και ριζικών αλ-λαγών (η Κομμούνα, η Ρώσικη Επανά-σταση, κλπ.) στηρίχθηκαν σε ένα μο-ντέλο δυαρχίας, όπου η «εξουσία του δρόμου» αναπτύχθηκε και στάθηκε αντίπαλο δέος απέναντι στην εξουσία των κρατικών μηχανισμών, προκειμέ-νου να ανατρέψει την εξουσία του κε-φαλαίου. Με την απουσία συνέχειας βεβαίως να εξηγείται με την αφομοί-ωση της «εξουσίας του δρόμου» από τους κυριευμένους κρατικούς μηχα-νισμούς. Οι οποίοι πρόσφεραν στους διαχειριστές (πρώην επαναστάτες) εύκολο καταφύγιο για μια εκ των άνω επιβολή (και συχνά καταστολή), αντί της επίπονης προσπάθειας για συστη-ματική αποσυναρμολόγηση της μικρο-φυσικής της καπιταλιστικής εξουσίας.

Όμως η δυαδική εξουσία δεν μπο-ρεί να θεωρείται «στιγμιαίο» εγχεί-ρημα για την κατάληψη των μηχανι-σμών. Διότι το κράτος της αγοράς το μόνο που μπορεί να προσφέρει είναι παραλλαγές της αστικής ηγεμονίας, με τον «μονοπωλιακό καπιταλισμό» να κλείνει φιλήδονα το μάτι στους θιασώτες της αγοράς του κράτους. Η μόνη εγγύηση για τη ριζική ανατροπή της αστικής κυριαρχίας και την πορεία προς την κοινωνία των αναγκών είναι η μονιμότητα της δυαδικής εξουσίας, η αντιπολίτευση των νέων θεσμών ορ-γάνωσης της κοινωνίας προς τις δομές των κρατικών μηχανισμών, ακόμη και αν αυτοί βρίσκονται κάτω από αριστε-ρή διαχείριση.

Είναι εξαιρετικά κρίσιμο για την επιτυχία οποιουδήποτε εγχειρήματος αλλαγής των κοινωνικών συσχετισμών να αμφισβητηθεί πρακτικά μέσα στην κοινωνία η λειτουργία και ο ρόλος των

Theseis129a1.indb 11 3/10/2014 3:14:09 πμ

Page 12: Theseis T129

12 Θέσεις #129

ανταλλακτικών αξιών και του χρήμα-τος, υπέρ των αξιών χρήσης και των αναγκών. Από τη στιγμή που εμπο-ρευματοποιείται η οποιαδήποτε πα-ραγωγή, η κρατική παρέμβαση απλά ορίζει τους όρους της ανταλλαγής, τους κανόνες του ανταγωνισμού, τον σεβασμό των αξιών. Προστατεύει το κεφάλαιο στον πυρήνα του, ανεξάρ-τητα από τις προθέσεις και το τυχόν αριστερό πρόσημο των διαχειριστών της. Το στοίχημα για την ανατροπή βρίσκεται στη δημιουργία συνθηκών αμεσότητας των ανταλλαγών που εμ-φανίζονται πλέον ως αξίες χρήσης, μονάδες ικανοποίησης των αναγκών πριν και χωρίς τη διαμεσολάβηση του γενικού ισοδύναμου που τις μετατρέ-πει σε αξίες.

Η κρίση εκτός από τις πολιτικές ανατροπές έφερε και μια σχετική αποστασιοποίηση των πολιτών από τα παραδοσιακά πρότυπα της οικο-νομίας των αγορών. Έφερε πιο κοντά την άμεση ανταλλαγή προϊόντων και υπηρεσιών με βάση τις ανάγκες χω-ρίς τη διαμεσολάβηση χρήματος, το οποίο για μεγάλες μερίδες του πλη-θυσμού έχει εξαφανιστεί με τη μαζική ανεργία και την ανθρωπιστική κρίση. Όμως οι άνθρωποι παρά την ανέχεια εξακολουθούν να είναι φορείς των ίδιων γνώσεων, δεξιοτήτων και πα-ραγωγικών δυνατοτήτων που είχαν και πριν τη μαζική απαξίωση όλων των παραπάνω. Η άμεση ανταλλαγή υπηρεσιών έχει δειλά προχωρήσει από μόνη της. Εκεί όμως που χρειάζεται μαζική στράτευση και ενεργή προστα-σία είναι η εκκίνηση της παραγωγικής μηχανής, από το σημείο που η παρα-δοσιακή επιχειρηματική στρατηγική

καταρρέει ελλείψει αποδοτικότητας. Ιδίως μετά από μακρές περιόδους πο-λιτικού εφησυχασμού, κατά τον οποίο πειραματικά εγχειρήματα συνεταιρι-στικής παραγωγής ή ανάληψης της δι-αχείρισης από τους άμεσους παραγω-γούς έχουν ατονήσει ή μετατεθεί στο χώρο της ουτοπίας.

Ο λόγος της απουσίας άμεσης ανταλλαγής σε μια παραγωγή που θα στοχεύει στην ικανοποίηση των ανα-γκών και όχι στην κυκλοφορία εμπο-ρευμάτων, εν μέρει μόνο εξηγείται από την εχθρότητα των «από πάνω» ή των αστικών θεσμών. Σημαντικό ρόλο έχει διαδραματίσει και η εχθρό-τητα κάποιων αριστερών προφητών που είτε παραπέμπουν τα ζητήματα στη «σοσιαλιστική ανάσταση», είτε αφορίζουν την άμεση οικοδόμηση της δυαρχίας ως ρεφορμιστική αυταπάτη και τροχοπέδη για την κατάληψη της εξουσίας.

Σήμερα υπάρχουν οι προϋποθέσεις για δημιουργία ή συντονισμό σημα-ντικών δικτύων άμεσης ανταλλαγής προϊόντων και υπηρεσιών ώστε να μην λείπουν τα βασικά αγαθά από όσους έχουν γίνει θύματα της κρατικής δια-χείρισης της κρίσης, της μαζικής ανερ-γίας, της κατάρρευσης των επίσημων θεσμών κοινωνικής προστασίας. Και παράλληλα να οικοδομηθούν μηχα-νισμοί άμεσης οργάνωσης των παρα-γωγών, λειτουργίας των υποδομών που το κεφάλαιο εγκαταλείπει λόγω ελλειμματικής απόδοσης, πολιτικής χειραφέτησης κοινωνικών στρωμάτων που η κρίση έχει ωθήσει σε μια ακόμη διαδικασία ανάθεσης προς τους «συ-νεπείς» διαχειριστές, την οποία το κε-φάλαιο και το κράτος του δεν θα έχει

Theseis129a1.indb 12 3/10/2014 3:14:09 πμ

Page 13: Theseis T129

13 Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2014

μεγάλη δυσκολία να αφομοιώσει. Πολλοί θα αντιτείνουν ότι έτσι δη-

μιουργούνται παράλληλες αγορές, στην καλύτερη περίπτωση «ethical markets», άλλη μια πορεία προς το άγνωστο με αμφίβολο αποτέλεσμα. Μπορούν να γίνουν όμως ανοιχτοί μηχανισμοί, διαπερατοί από την τα-ξική πάλη και πρόπλασμα αντίπαλου δέους για δημιουργία δυαρχίας, μιας μόνιμης αντιπολίτευσης της εργασίας

προς το κράτος και το κεφάλαιο.Εναλλακτικά, μπορεί κανείς βέ-

βαια να εμπιστευθεί τους όρκους τι-μής ορισμένων επίδοξων αριστερών διαχειριστών που διατείνονται ότι μόνοι αυτοί διαθέτουν το μαγικό φίλ-τρο «αλλαγής του συστήματος από τα μέσα».

Όμως, όπως έλεγε και ο Λένιν, η εμπιστοσύνη είναι καλή, ο έλεγχος όμως καλύτερος!

Theseis129a1.indb 13 3/10/2014 3:14:09 πμ

Page 14: Theseis T129

Theseis129a1.indb 14 3/10/2014 3:14:09 πμ

Page 15: Theseis T129

15 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

Η ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ «ΑΝΟΡΘΟΛΟΓΙΚΩΝ» ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ

των Δημήτρη Π. Σωτηρόπουλου, Γιάννη Μηλιού και Σπύρου Λαπατσιώρα

Theseis129a1.indb 15 3/10/2014 3:14:09 πμ

Page 16: Theseis T129

16 Θέσεις #129

1. Εισαγωγή

Πέρασε ήδη μια πενταετία από την κατάρρευση της αγοράς των ενυπόθηκων δανείων υψηλού κινδύνου (των subprimes) στις ΗΠΑ, που έδωσε το έναυσμα για το ξέσπασμα της παγκόσμιας κρίσης υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου και της κρίση της Ζώνης του Ευρώ (ΖτΕ). Η τελευταία ουσιαστικά εισήλθε σε μια δεύτε-ρη, λιγότερο αισιόδοξη φάση. Οι τυπικές μακροοικονομικές τάσεις που χαρα-κτήρισαν την πρώτη ιστορική φάση της ΖτΕ (διαφορές στους ρυθμούς ανάπτυ-ξης και πληθωρισμού μεταξύ των χωρών-μελών, επίμονες ανισορροπίες στις τρέχουσες συναλλαγές και άρα στις χρηματοοικονομικές ροές, ανατίμηση της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας, ιδιαίτερα στις χώρες με πάνω από το μέσο όρο ρυθμούς ανάπτυξης και έλλειμμα στις τρέχουσες συναλλαγές, και η δημιουργία ενός αλληλένδετου και διογκωμένου τραπεζικού συστήματος) συζη-τήθηκαν ευρέως τα τελευταία χρόνια, καίτοι η συζήτηση ήταν συχνά συγκεχυμέ-νη και αντιφατική.

Η κρίση της ΖτΕ μοιάζει να αποτελεί παραλλαγή ενός έργου που είχε ξανα-παιχτεί στις αρχές της δεκαετίας του 1990, με την αποσύνθεση του Μηχανισμού Συναλλαγματικών Ισοτιμιών στο τότε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα.1 Στην πραγματικότητα, όμως, τόσο οι πρωταγωνιστές όσο και το σκηνικό (θεσμικό πλαίσιο) διαφέρουν στην παρούσα συγκυρία. Όσο κι αν δεν γνωρίζουμε ποια θα είναι η τελευταία πράξη του έργου, ο χαρακτήρας και η μακρά ιστορία του σχε-δίου της ΖτΕ, καθώς και το ότι αποτελεί μηχανισμό που οργανώνει τα στρατηγι-κά συμφέροντα των καπιταλιστικών ελίτ, κάνουν παρακινδυνευμένη την όποια πρόβλεψη κατάρρευσής του.

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική-Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) αποτελεί μία ιδιόμορ-φη νομισματική ένωση, δεδομένου ότι απουσιάζει μια κεντρική αρχή με τα τυ-πικά χαρακτηριστικά ενός ενιαίου καπιταλιστικού κράτους και επιπλέον η Ευ-ρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) δεν λειτουργεί ως δανειστής τελευταίας κατα-φυγής για τις χώρες-μέλη της ΖτΕ (δεν δανείζει άμεσα τα κράτη της ΖτΕ).Είναι αξιοσημείωτες, επίσης, δύο άλλες ιδιομορφίες: Πρώτον, το ότι η ΟΝΕ δημιουρ-γεί ένα πλαίσιο συνύπαρξης που αυξάνει τον κίνδυνο χρεοστασίου (default), με σκοπό να επιβάλλει προγράμματα δημοσιονομικής λιτότητας. Δεύτερον, επιδι-ώκει να επιτύχει την εξάλειψη του λεγόμενου «ηθικού κινδύνου», ως της μόνης οδού για να επιβληθεί σε διαφορετικούς κοινωνικούς σχηματισμούς το νεοφιλε-λεύθερο μοντέλο διακυβέρνησης, που προωθεί επιθετικά τα συμφέροντα του κεφαλαίου, με βάση τον κανόνα ότι οι κρατικές και Ευρωπαϊκές πολιτικές δεν πρέπει να παρακωλύουν τη λειτουργία των αγορών, ούτε καν σε περιόδους κρί-σης, αλλά πρέπει να είναι πάντα συμπληρωματικές προς τις αγορές (Sotiropou-los et al 2013).

Το παρόν άρθρο συνοψίζει κριτικά τις θεωρητικές ρίζες των κυρίαρχων πολι-τικών για τη διαχείριση της κρίσης και εξετάζει τις προϋποθέσεις για μια εναλ-

1 Βλ. Sotiropoulos (2012), Sotiropoulos et al. (2013, κεφ. 6, 10).

Theseis129a1.indb 16 3/10/2014 3:14:09 πμ

Page 17: Theseis T129

17 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

λακτική στρατηγική ενάντια στη λιτότητα.

2. Δύο αφηγήσεις περί κρίσης. Το πλαίσιο συζήτησης

Οι δύο διαφορετικές θεωρητικές προσεγγίσεις για την κρίση μπορεί να παρουσι-ασθούν συνοπτικά με βάση την ακόλουθη ταυτότητα του ισοζυγίου πληρωμών. Για λόγους απλοποίησης θα θεωρήσουμε ότι το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών CA είναι ταυτόσημο με τις καθαρές εξαγωγές (το εμπορικό ισοζύγιο, NX). Σύμ-φωνα με τους διεθνώς χρησιμοποιούμενους συμβολισμούς, Υ είναι το Καθαρό Εγχώριο Προϊόν, C η συνολική (ατομική) κατανάλωση, Ι οι καθαρές ιδιωτικές επενδύσεις και G οι δημόσιες δαπάνες.

Y – (C + I + G) = NX ≡ CA = SH + SF + PB (1)

Ας εξετάσουμε τώρα τη δεξιά πλευρά της παραπάνω ταυτότητας: SH είναι η καθαρή αποταμίευση των νοικοκυριών, SF είναι η καθαρή αποταμίευση των επιχειρήσεων και PB η καθαρή αποταμίευση του δημόσιου τομέα. Οι καθαρές αποταμιεύσεις είναι ως απόλυτο μέγεθος ίσες με την καθαρή εκροή κεφαλαίου στο εξωτερικό Κ (που σημαίνει αγορά αλλοδαπών περιουσιακών τίτλων [SH + SF + PB] + K = 0). Είναι προφανές πως όταν οι καθαρές αποταμιεύσεις είναι αρνη-τικές, έχουμε εισροή καθαρού κεφαλαίου από το εξωτερικό.

2.1. Η επίσημη εκδοχή για τη μετακρισιακή εποχή

Η επίσημη νεοφιλελεύθερη εκδοχή υποστηρίζει πως όταν μια οικονομία αντιμε-τωπίζει ελλείμματα στις τρέχουσες συναλλαγές (εμπορικά ελλείμματα) ή μειώ-σεις στα πλεονάσματά της, τα αίτια πρέπει να αναζητηθούν στην ασύνετη και σπάταλη συμπεριφορά τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα. Με αυτή την έννοια, οι ανισορροπίες στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών στην ΖτΕ συνι-στούν «κακή» μακροοικονομική εξέλιξη και πρέπει να διορθωθούν. Είναι ενδια-φέρον πως πριν από την κρίση η επίσημη ερμηνεία για το ίδιο ακριβώς φαινόμε-νο ήταν πολύ διαφορετική. Οι ανισορροπίες στις τρέχουσες συναλλαγές θεωρού-νταν επιθυμητές, ως μέσο που εξασφάλιζε την πραγματική σύγκλιση των επιπέ-δων ανάπτυξης ανάμεσα στις χώρες του «πυρήνα» και εκείνες της «περιφέρει-ας» της ΟΝΕ.2 Είναι ενδεικτικό ότι ακόμη και τον Μάρτιο 2008, ο Πρόεδρος της ΕΚΤ J.-C. Trichet διαβεβαίωνε ότι «τα θεμέλια της οικονομίας στη ΖτΕ παραμέ-νουν ισχυρά και οι οικονομίες της ζώνης δεν έχουν σημαντικές οικονομικές ανι-σορροπίες» (αναφέρεται σε Mayer 2012: 100). Με άλλα λόγια, πριν το 2008 οι μακροοικονομικές ανισορροπίες δεν ήταν αντιληπτές ως «ανισορροπίες».

Η επίσημη εκδοχή της μετακρισιακής εποχής άρχισε να υποστηρίζει σταδια-κά ότι οι οικονομίες με ελλείμματα ήταν οι κυρίως υπεύθυνες για τις ανισορρο-

2 Αναλυτικά για αυτή την ασυνέχεια στον επίσημο λόγο βλ. Sotiropoulos et al. (2013: 184-6).

Theseis129a1.indb 17 3/10/2014 3:14:09 πμ

Page 18: Theseis T129

18 Θέσεις #129

πίες, διότι ο ιδιωτικός ή ο δημόσιος τομέας (ή αμφότεροι) επιδίδονταν σε καθα-ρό εξωτερικό δανεισμό (και άρα αρνητικά επίπεδα αποταμίευσης). Πρόκειται για έναν προσχηματικά ηθικιστικό τρόπο σκέψης, που θεωρεί ότι οι οικονομίες με ελλείμματα είναι «σπάταλες», «ανεύθυνες», «ανεξέλεγκτες», ξοδεύουν «πε-ρισσότερα από όσα παράγουν».

Στον πυρήνα του παραπάνω επιχειρήματος υπάρχει μια συγκεκριμένη ανά-γνωση της αιτιακής σύνδεσης στην προαναφερθείσα ταυτότητα του ισοζυγίου πληρωμών (1): Ας την αποκαλέσουμε ανακλαστική αιτιότητα. Αρνητικές τιμές του CA (ή NX) θεωρούνται ως αποτέλεσμα καταναλωτικών δαπανών (βελτίωση του βιοτικού επιπέδου) που υπερβαίνουν τις παραγωγικές δυνατότητες της οικονο-μίας (C+I+G > Y). Με αυτό το σκεπτικό, το έλλειμμα των τρεχουσών συναλλαγών οφείλεται στο ότι ο υπερβολικός εξωτερικός δανεισμός ενθαρρύνει την εσωτερι-κή ζήτηση σε επίπεδα που ξεπερνούν την παραγωγική ικανότητα Y, ή, εναλλα-κτικά, αποκρύπτει τις δομικές καθυστερήσεις στην ανταγωνιστικότητα και στην παραγωγικότητα. Σύμφωνα με την ίδια πάντα συλλογιστική, η συμμετοχή στην ΟΝΕ διευκόλυνε τον εξωτερικό δανεισμό και άρα συνέβαλε στην υποτίμηση των κινδύνων της υπερχρέωσης.

Σχήμα 1Ερμηνεία της κρίσης στο πλαίσιο της «ανακλαστικής αιτιότητας»

Για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης και την εξισορρόπηση στις τρέ-χουσες συναλλαγές συνιστώνται αποπληθωριστικές πολιτικές στις χώρες με ελ-λείμματα («ασύμμετρες» πολιτικές στο πλαίσιο της ΟΝΕ). Αυτό έχει ως αποτέλε-σμα τη συμπίεση των μισθών και των δημοσίων δαπανών (άρα των κοινωνικών παροχών) και την ιδιωτικοποίηση δημοσίων αγαθών. Οι ανισορροπίες στα ισοζύ-για θεωρούνται «κακές» στις χώρες με ελλείμματα και η επίθεση στα συμφέρο-ντα των εργαζομένων θεωρείται η πλέον κατάλληλη οικονομική απάντηση. Η ύφεση που προκαλείται από τα μέτρα που υιοθετούνται αποτελεί το βασικό μέσο που θα υποκινήσει τις απαραίτητες νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις και

Theseis129a1.indb 18 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 19: Theseis T129

19 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

θα επαναφέρει τις «σπάταλες χώρες» στο σωστό δρόμο της οικονομικής «αρε-τής». Η λογική της πολιτικής επιλογής για την ύφεση εκφράζεται συνοπτικά στο επόμενο σχήμα (γνήσια παραλλαγή της κυρίαρχης αφήγησης αποτελεί και η λο-γική της εξάρτησης η οποία εξακολουθεί να έχει αρκετούς αποδέκτες στην Αρι-στερά: δανεισμός και εμπορικά ελλείμματα ως μέσο συγκάλυψης της παραγωγι-κής αποδιάρθρωσης. Στον πυρήνα κάθε πολιτικής πρότασης επιστροφής σε εθνικό νόμισμα με τους δεδομένους πολιτικούς όρους βρίσκεται αναγκαστικά ένα ισοδύναμο ρητό ή άρρητο πρόγραμμα υποτίμησης της εργασίας).

2.2 Μια εναλλακτική ερμηνεία: Το σχήμα της δομικής αιτιότητας

Μια εναλλακτική πολιτική πρόταση πρέπει να συνδέεται με μια εναλλακτική θε-ωρητική ερμηνεία της κρίσης. Αυτό αποτελεί καίριο πολιτικό ζήτημα και όχι βυ-ζαντινολογία διαφωνούντων διανοητών.

Η επίσημη θεώρηση περί κρίσης δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί τη δυναμική του σύγχρονου καπιταλισμού. Αντιμετωπίζει τη χρηματοοικονομική πλευρά της ταυτότητας του ισοζυγίου ως παθητική αντανάκλαση του εμπορικού ισοζυγίου ή των αυτόνομων επενδυτικών αποφάσεων δημόσιων και ιδιωτικών οικονομικών παραγόντων. Αυτή η συλλογιστική αγνοεί την πραγματική λειτουργία του χρη-ματοοικονομικού συστήματος και τον ιδιαίτερο ρόλο που διαδραματίζει στο σύγ-χρονο καπιταλισμό.

Κάθε εναλλακτική ερμηνεία οφείλει να λαμβάνει υπόψη της δύο κεντρικές παραμέτρους.3 Πρώτον, την αυτονομία του χρηματοοικονομικού ισοζυγίου που δεν είναι απλό παραπροϊόν των τάσεων του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (εμπορικού ισοζυγίου). Δεύτερον, το γεγονός ότι οι ανισορροπίες στο χρηματοοι-κονομικό ισοζύγιο δημιουργούν μια ιδιαίτερη δυναμική τόσο στις χώρες με ελ-λείμματα όσο και στις χώρες με πλεονάσματα. Στην περίπτωση μιας νομισματι-κής ζώνης με τα χαρακτηριστικά της ΖτΕ, η εξισορρόπηση του ισοζυγίου πληρω-μών αποκλειστικά με βάση τη διαμεσολάβηση της αγοράς, είναι πολύ πιθανό να αποκτήσει τα χαρακτηριστικά μιας τυπικής κρίσης του ισοζυγίου πληρωμών, που οφείλεται σε αιφνίδια αντιστροφή των ροών χρηματοδότησης. Η χρηματο-οικονομική πλευρά του ζητήματος δεν πρέπει να υποτιμάται σε μια εποχή με υψηλές διεθνείς χρηματιστικές ροές. Αυτό δίνει αναγκαστικά μια άλλη διάστα-ση στη συζήτηση. Η κατανομή των χωρών της ΖτΕ σε οικονομίες με ελλείμματα και πλεονάσματα στις τρέχουσες συναλλαγές δημιουργεί ένα πλαίσιο ιδιόμορ-φης συμβίωσης. Τα αίτια και οι συνέπειες αυτής της κατάστασης συνδέονται με το θεσμικό πλαίσιο που οικοδομήθηκε για να καταστήσει αυτή τη συμβίωση δυ-νατή.4

3 Για μια αναλυτική εξέταση βλ. Sotiropoulos et al. (2013). Μια παρέμβαση με παρόμοια προοπτική στο πλαίσιο των κυρίαρχων οικονομικών συναντάται σε Turner (2013).

4 Για μια πιο αναλυτική παρουσίαση του επιχειρήματος, βλ. Sotiropoulos et al. (2013), Milios και Sotiropoulos (2010), Milios και Sotiropoulos (2013).

Theseis129a1.indb 19 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 20: Theseis T129

20 Θέσεις #129

Για να αναδείξουμε αυτή την πλευρά, πρέπει να αναδιατυπώσουμε την ταυ-τότητα (1) ως εξής:

καθαρή εισροή κεφαλαίων = καθαρές εισαγωγές εμπορευμάτων (2)

Η αιτιότητα σε αυτή την ταυτότητα είναι δομική: Καθορίζεται από τη δυνα-μική της καπιταλιστικής ανάπτυξης και τον τρόπο που αυτή η ανάπτυξη αντα-νακλάται στη λειτουργία των χρηματαγορών από την πλευρά των χρηματοοικο-νομικών αναπαραστάσεων. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ευθείες λειτουργι-κές σχέσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές της ταυτότητας.

Σε μια ιστορική διαδικασία όπως η διαμόρφωση της ΖτΕ στην οποία εντάσσο-νται χώρες με διαφορετικές προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης, προκύπτουν αναγκαστικά ανισορροπίες στο χρηματοπιστωτικό ισοζύγιο.5 Αυτή είναι η βασι-κή συνθήκη που καθιστά τη συμμετοχή σε μια νομισματική ένωση θελκτική για οικονομίες με διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης. Κάτι τέτοιο σημαίνει βέβαια ότι, με όλους τους άλλους παράγοντες σταθερούς, οι καθαρές εισαγωγές (ή το εμπορικό ισοζύγιο) αποτελεί το μέγεθος που κατά πάσα πιθανότητα θα προσαρ-μοστεί στις χρηματοπιστωτικές ροές κεφαλαίου κατά τη διαδικασία της πραγ-ματικής σύγκλισης (των επιπέδων ανάπτυξης και των ποσοστών κέρδους) των οικονομιών – και όχι το αντίθετο. Οι ανισορροπίες στο εμπορικό ισοζύγιο και στην πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία αποτελούν άμεσες συνέπειες της οι-κονομικής συμβίωσης στη ΖτΕ. Πρόκειται για αντίφαση που απορρέει από την ίδια τη δομή της ΖτΕ και συνδέεται άμεσα με την ισχυρή καπιταλιστική ανάπτυ-ξη (πριν από την κρίση) στις χώρες με ελλείμματα.

3. Σχετικά με την πολιτική σημασία της θεωρητικής συζήτησης

Η συζήτηση γύρω από τις αιτιακές σχέσεις στην ταυτότητα του ισοζυγίου πληρω-μών έχει σημαντικές πολιτικές προεκτάσεις.

3.1. Ανακλαστική αιτιότητα και απαξίωση της εργασίας

Η θέση ότι οι ανισορροπίες στο χρηματοοικονομικό ισοζύγιο προσαρμόζονται με ευέλικτο τρόπο (αντανακλούν) στις αντίστοιχες ανισορροπίες του εμπορικού

5 Στην περίοδο προ της κρίσης, οι σωρευτικές μεταβολές στο δημόσιο χρέος ήταν συνήθως αμελητέες. Η δυναμική του δημόσιου χρέους εξαρτάται από τις προοπτικές ανάπτυξης στην ΟΝΕ και από τα ιστορικά χαρακτηριστικά των επιμέρους δημόσιων οικονομικών. Χώρες με υψηλό χρέος και προοπτικές σημαντικής ανάπτυξης μπορούν εύκολα να συμβιβάσουν φορολογικές απαλλαγές για το κεφάλαιο με τη μη χειροτέρευση του χρέους. Αυτό ήταν ένα από τα βασικά αποτελέσματα της πρώτης φάσης της ΖτΕ (βλ. Sotiropoulos et al. 2013, κεφ. 10).

Theseis129a1.indb 20 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 21: Theseis T129

21 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

ισοζυγίου συνεπάγεται, σε όλες τις εκδοχές της (δεξιόστροφες ή αριστερόστρο-φες), ένα πρόγραμμα απαξίωσης της εργασίας6. Η μακροοικονομική εξισορρόπηση αφορά τις οικονομίες με έλλειμμα που πρέπει να εφαρμόσουν προγράμματα «ασύμμετρης» προσαρμογής, μειώνοντας τη διεθνή αξία της εργασίας. Σε αυτό το σημείο συνοψίζεται η επίσημη πολιτική της ΖτΕ για την αντιμετώπιση της κρί-σης: υφεσιακές πολιτικές που υποκινούν νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις εμπεδώνοντας ένα θεσμικό περιβάλλον λειτουργικότητας όσον αφορά τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Σε αυτό το πλαίσιο, οι κυρίαρχες πολιτικές ελίτ της Ευρώπης εμφανίζουν την οποιαδήποτε απόκλιση από τη λιτότητα και από τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις ως «ηθι-κό κίνδυνο», δηλαδή ως ασύνετη και λαϊκιστική πολιτική.

Ο θεμελιακά ασύμμετρος τύπος πολιτικών που ακολουθήθηκαν ως τώρα (με το βάρος της προσαρμογής μιας οικονομίας σε βαθιά κρίση να πέφτει κυρίως στην πλευρά της εργασίας) είναι σύμφωνος με τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική της ΟΝΕ (έμφαση στον «ηθικό κίνδυνο»). Επιλέγει να χρησιμοποιήσει το δημό-σιο χρέος ως επιχείρημα για τη λιτότητα, τη χαμηλή φορολογία για το κεφάλαιο, τις ιδιωτικοποιήσεις, και την απαξίωση της εργασίας (ευνοϊκότερες συνθήκες για την καπιταλιστική εκμετάλλευση). Με αυτή την έννοια, οι εν λόγω πολιτικές έχουν σχεδιασθεί για να μην επιτύχουν τους διακηρυγμένους δημοσιονομικούς στόχους τους. Έχουν ως στρατηγικό ορίζοντα τη «βιώσιμη» αναδιοργάνωση της οικονομικής και κοινωνικής ζωής προς όφελος του κεφαλαίου. Αυτό είναι το μή-νυμα του Σχήματος 2 που απεικονίζει ορισμένες μακροοικονομικές μεταβολές των τριών τελευταίων ετών (οι τιμές του 2013 αποτελούν εκτιμήσεις) όσον αφο-

6 Η διάκριση σε «εσωτερική» και «εξωτερική» υποτίμηση επισημαίνει δύο διαφορετικές διαδρομές για το ίδιο πάντα αποτέλεσμα: την επίθεση στην εργασία. Με άλλα λόγια, η «εξωτερική» υποτίμηση με επιστροφή σε εθνικό νόμισμα, παρά τις σημαντικές αντιφάσεις σε άλλα επίπεδα που έχει η εφαρμογή της, είναι στην ουσία της μία στρατηγική ανάκτησης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας με επίθεση στην εργασία σε διαφορετικό πολιτικό πλαίσιο ηγεμονίας των δυνάμεων της «πατρίδας» και του «έθνους». Στις σχετικές συζητήσεις συχνά αναφέρεται το παράδειγμα της Αργεντινής. Η αναλογία είναι παραπλανητική για πολλούς λόγους τους οποίους δεν θα αναπτύξουμε στο παρόν άρθρο. Ωστόσο χρειάζεται να γίνει μία βασική επισήμανση. Η ανάπτυξη στην Αργεντινή βασίστηκε σε ένα «πατριωτικό» μοντέλο ενίσχυσης των συμφερόντων της αστικής τάξης μέσα από συντριπτική μείωση των πραγματικών μισθών (λόγω πληθωρισμού) και κουρέματος του ιδιωτικού χρέους των επιχειρήσεων. Η μετακρισιακή αυξημένη επένδυση προήλθε, λοιπόν, από τα υψηλά κέρδη του κεφαλαίου και την απομείωση των δανειακών του υποχρεώσεων. Και όλα αυτά σε ένα πολύ διαφορετικό διεθνές οικονομικό περιβάλλον από το σημερινό. Από αυτή την έννοια δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι η περίπτωση της Αργεντινής παρουσιάζει ορισμένα στοιχεία ομοιότητας με το πλαίσιο των μνημονιακών πολιτικών (τηρουμένων πάντα των αναλογιών τόσο στη χρονικότητα όσο και στην ένταση). Το πραγματικό στοίχημα για την ελληνική Αριστερά δεν είναι, λοιπόν, η επανάληψη του παραδείγματος της Αργεντινής αλλά η ουσιαστική σύγκρουση με τις δυνάμεις του κεφαλαίου στην κατεύθυνση δημιουργίας ενός νέου παγκόσμιου προτύπου οικονομικής οργάνωσης (ή, τέλος πάντων, στοχασμό επάνω σε αυτή την κατεύθυνση).

Theseis129a1.indb 21 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 22: Theseis T129

22 Θέσεις #129

ρά στο μοναδιαίο κόστος εργασίας, στο κρατικό χρέος και στην ανεργία στις χώ-ρες της ΖτΕ (εκτός Λουξεμβούργου). Αυτό που τα κράτη και οι Ευρωπαίοι αξιω-ματούχοι εμφανίζουν ως «success story» είναι στην πραγματικότητα μια ιστο-ρία καταστροφής για την πλειοψηφία της κοινωνίας.

Σχήμα 2Μεταβολές στο (ονομαστικό) μοναδιαίο κόστος εργασίας, στο δημόσιο χρέ-

ος (ως ποσοστό του ΑΕΠ) και στην ανεργία σε σχέση με την τελική ζήτηση, 2010-2013, χώρες ΖτΕ

Πηγή: AMECO database (δικοί μας υπολογισμοί, τα στοιχεία για το 2013 αποτε-λούν εκτιμήσεις)

Η οικονομική ύφεση (μείωση της τελικής ζήτησης) χρησιμοποιείται ως μέσο για να επιβληθούν ευνοϊκές συνθήκες αξιοποίησης του κεφαλαίου (μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας και της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμί-ας), χειροτερεύοντας τις κοινωνικές συνθήκες αναπαραγωγής της εργασίας και αυξάνοντας παράλληλα το δημόσιο έλλειμμα και τα επίπεδα ανεργίας. Ταυτό-

Theseis129a1.indb 22 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 23: Theseis T129

23 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

χρονα, το υψηλό δημόσιο έλλειμμα χρησιμοποιείται ως μέσο για δημοσιονομική πειθαρχία και περαιτέρω νεοφιλελευθεροποίηση του καπιταλιστικού κράτους. Εν μέσω της ύφεσης, μια χώρα με έλλειμμα στις τρέχουσες συναλλαγές δεν μπο-ρεί να μειώσει σε ρεαλιστικά επίπεδα εξυπηρέτησης το δημόσιο χρέος της με μο-ναδικά μέσα την απαξίωση της εργασίας και τη δημοσιονομική πειθαρχία. Αυ-τές οι πολιτικές δεν επιτρέπουν τη δημιουργία καθαρών αποταμιεύσεων του κράτους, ούτε μειώνουν τα κόστη εξυπηρέτησης του χρέους. Η εξισορρόπηση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών με βάση τις ασύμμετρες πολιτικές σε χώ-ρες με ελλείμματα θα απαιτήσει πολύ χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρξει πα-ρατεταμένη περίοδος ύφεσης ή πενιχρής οικονομικής μεγέθυνσης, που θα επι-φέρει μεγάλη επιδείνωση στις συνθήκες ζωής και στην ποιότητα της δημοκρατί-ας. Δεν πρόκειται δηλαδή για πολιτική προσαρμογής, αλλά για μια συντηρητική πολιτική επίθεση με αυταρχική κρατική παρέμβαση.

Θα ήταν εσφαλμένο να θεωρήσουμε ανορθολογική ή μυωπική την κυρίαρχη πολιτική από πλευράς ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και ΕΚΤ. Αν πραγματοποιού-νταν ριζική επέμβαση στην κρίση, το χρέος και η ύφεση δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν πλέον ως εργαλεία για την απαξίωση της εργασίας και την εμπέδωση των συντηρητικών μεταρρυθμίσεων. Αυτό θα υπονόμευε τον κανόνα του «ηθικού κινδύνου» ως μοντέλου διακυβέρνησης προς το συμφέρον του κε-φαλαίου και θα δημιουργούσε τον πραγματικό «κίνδυνο» να ανατραπούν τα μέ-τρα λιτότητας και οι νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις. Αυτό ακριβώς θα ήταν ανορθολογικό από την ταξική οπτική της καπιταλιστικής εξουσίας.

Χωρίς να υπεισέλθουμε σε λεπτομέρειες, είναι αναμενόμενο ότι στο άμεσο μέλλον θα εφαρμοστεί ο ίδιος κανόνας: Οι πολιτικές απέναντι στην κρίση θα βρίσκονται πάντα ένα βήμα πίσω από τις επιταγές των αγορών. Παρά τις αντι-φάσεις της, αυτή η διαδικασία μπορεί να εξασφαλίσει τον κύριο στόχο του ευ-ρωπαϊκού καπιταλισμού: Τη δημιουργία του λευκού «Κινέζου εργαζόμενου» στην ΕΕ. Τα ενδεχόμενα μελλοντικά σχέδια και οι χρηματοοικονομικοί μετασχη-ματισμοί (τραπεζική ένωση, αναδιαρθρώσεις χρέους με διάφορες μεθόδους, έκ-δοση ευρωομολόγων ή ακόμα και ευρωπαϊκών έντοκων γραμματίων) δεν θα επι-τρέψουν την απάλυνση των σκληρών βιοτικών συνθηκών των εργαζομένων, αλλά θα εξυπηρετούν τον προαναφερθέντα στρατηγικό στόχο. Το πραγματικό επίδικο αντικείμενο στην ευρωπαϊκή κρίση δεν είναι η αντίθεση Βορρά-Νότου ούτε η σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ δανειστών και οφειλετών, αλλά η θεμε-λιακή αντίφαση του καπιταλισμού: η αντίφαση κεφαλαίου και εργασίας.

3.2. Η δομική αιτιότητα και η ανάγκη για ένα πολιτικό πρόγραμμα ενάντια στη λιτότητα

Η ευρωπαϊκή ατζέντα, που χρησιμοποιεί την ύφεση για την υποκίνηση των με-ταρρυθμίσεων, θεμελιώνεται σε μια (αναγκαστικά) εσφαλμένη θεωρητική ερ-μηνεία της κρίσης. Πρόκειται για πολιτικό πρόγραμμα που προσαρμόζει το οι-κονομικό και κοινωνικό πλαίσιο της ΖτΕ στα συμφέροντα του κεφαλαίου και

Theseis129a1.indb 23 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 24: Theseis T129

24 Θέσεις #129

αναδιοργανώνει ριζικά τις συνθήκες αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης.Το πολιτικό πρόγραμμα ενάντια στη λιτότητα απαιτεί μια εναλλακτική θεω-

ρητική ερμηνεία που να αποστασιοποιείται ριζικά από την «ορθόδοξη» αναδει-κνύοντας το χρηματοπιστωτικό χαρακτήρα του σύγχρονου καπιταλισμού. Οι αντιφάσεις της ΖτΕ είναι το αποτέλεσμα μιας ιδιαίτερης μορφής συμβίωσης στο νεοφιλελεύθερο πλαίσιο, που προωθεί τα καπιταλιστικά συμφέροντα καθιστώ-ντας τις οικονομίες πιο ευάλωτες απέναντι στα διάφορα χρηματοοικονομικά συμβάντα. Στο αντίποδα του ισχύοντος μοντέλου διακυβέρνησης οφείλει να οι-κοδομηθεί μια πολιτική πρόταση που να επιδιώκει επεκτατική και συμμετρική μακροοικονομική προσαρμογή θέτοντας ως προτεραιότητα την υπεράσπιση των συμφερόντων των εργαζομένων. Δεν πρόκειται απλά για εναλλακτική τεχνο-κρατική πρόταση, αλλά για μια συνολικά διαφορετική αντίληψη σχετικά με την οικονομική πολιτική και τις απαντήσεις στην κρίση.

Στο σημείο αυτό αξίζει να θυμηθεί κανείς το επιχείρημα που διατύπωσε ο Polanyi (2001) το 1944. Σε μια συγκυρία που είχε πολλές ομοιότητες με τη σημε-ρινή, ο συγγραφέας υποστήριξε ότι ο φιλελευθερισμός χρειάζεται σε εποχές κρί-σης ένα είδος «συντηρητικού παρεμβατισμού» που να επιτρέπει την αναπαρα-γωγή του. H εκτίμηση του Polanyi εξακολουθεί να είναι ορθή. Στις μέρες μας, τα καπιταλιστικά κράτη, συμπεριλαμβανομένων και των ευρωπαϊκών, δεν μοιάζουν αποδυναμωμένα. Επεμβαίνουν με καθοριστικό τρόπο για να αποκα-ταστήσουν τη δυναμική των αγορών και για να χρηματοδοτήσουν τη διαδικασία διαμόρφωσης μηχανισμών και θεσμών που θα επιδιώκουν την περαιτέρω μείω-ση των κοινωνικών εισοδημάτων και των δημοσίων παροχών (μειώνοντας τα κό-στη αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης). Εντούτοις, αυτός ο αυταρχικός τρόπος παρέμβασης δείχνει ενδεχομένως και την κατεύθυνση των εναλλακτι-κών λύσεων στο πρόβλημα της ύφεσης και της υπερχρέωσης. Η συντηρητική κρατική παρέμβαση δεν παύει να αποτελεί μια μορφή «κρατικού παρεμβατι-σμού» που δημιουργεί μηχανισμούς και θεσμούς, οι οποίοι μπορεί να χρησιμο-ποιηθούν και για την εφαρμογή εναλλακτικών πολιτικών.

4. Η ΕΚΤ ως όχημα για μια προοδευτική εναλλακτική πολιτική7

Όπως προαναφέραμε, οι πολιτικές λιτότητας όχι μόνον αδυνατούν αλλά ούτε καν επιδιώκουν να επιλύσουν το πρόβλημα του υπερβολικού εξωτερικού χρέους στη ΖτΕ. Οι στρατηγικές λιτότητας χρησιμοποιούν το κρατικό χρέος ως μέσο για την ενίσχυση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών στην Ευρώπη.

Από τεχνική άποψη, υπάρχουν τρεις εναλλακτικές λύσεις για το πρόβλημα του χρέους: (i) Σημαντικά μακροχρόνια πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία

7 Η παράγραφος αυτή, αλλά και το άρθρο συνολικότερα, αποτελεί κατά κάποιον τρόπο προοίμιο για τη διεξοδικότερη συζήτηση για το χρέος στο άρθρο μας «Δημόσιο χρέος στον καπιταλισμό. Το πλαίσιο μιας προοδευτικής πρότασης», στο παρόν τεύχος των Θέσεων.

Theseis129a1.indb 24 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 25: Theseis T129

25 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

όμως δεν είναι επιτεύξιμα ενόσω υπάρχει μείωση εισοδημάτων, οικονομική ύφεση και συρρίκνωση της ζήτησης λόγω των προγραμμάτων λιτότητας (όντας υφεσιακά), (ii) ονομαστικά ποσοστά ανάπτυξης που να είναι υψηλότερα από τα επιτόκια εξυπηρέτησης του χρέους, κάτι που επίσης δεν μπορεί να επιτευχθεί στις παρούσες (μετακρισιακές) οικονομικές και θεσμικές συνθήκες της ΟΝΕ, (iii) «ανορθόδοξες» πολιτικές και αναδιάρθρωση του χρέους (στα ζητήματα αυτά θα αναφερθούμε διεξοδικά σε άλλο άρθρο του τεύχους).

Οι προοπτικές ανάπτυξης είναι περιορισμένες και αβέβαιες, ιδίως στη σημε-ρινή πολιτική συγκυρία της ΖτΕ. Οι μεταρρυθμίσεις που βασίζονται στην ύφεση μπορεί να ικανοποιούν τα συμφέροντα του κεφαλαίου, αλλά αδυνατούν να οδη-γήσουν σε πορεία ανάπτυξης, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα. Συνεπώς μια αποτε-λεσματική λύση για το πρόβλημα του κρατικού χρέους απαιτεί την προαναφερ-θείσα αναδιάρθρωσή του μέσα από αντισυμβατικές πολιτικές.

Η περίπτωση της Ελλάδας δίνει ένα εξαιρετικό παράδειγμα για το ότι ένα συμ-βατικό «κούρεμα» του χρέους μπορεί να αποτελεί ακατάλληλο μέτρο για τη βιωσι-μότητα του χρέους, ιδίως όταν πραγματοποιείται σε συνθήκες ύφεσης και δεν προστατεύει τα ασφαλιστικά ταμεία και τις τραπεζικές καταθέσεις ιδιωτών. Εκτός αυτού, το γεγονός ότι στη ΖτΕ τα τραπεζικά χαρτοφυλάκια κατέχουν μεγά-λο μέρος των τίτλων του δημοσίου χρέους, οι παραδοσιακού τύπου διαγραφές μέ-ρους του χρέους εξασθενούν τον χρηματοοικονομικό τομέα των υπερχρεωμένων χωρών. Και δεν αποκλείεται, η διαγραφή δημόσιου χρέους σε περισσότερες από μία οικονομίες να προκαλέσει νέα χρηματοοικονομική κρίση. Οι κυβερνήσεις πρέπει να αναζητήσουν πόρους για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Αυτό θα εξουδετέρωνε τις όποιες θετικές συνέπειες των διαγραφών χρέους, ανοίγοντας το δρόμο για ακραίες νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Η όποια εξωτερική «βοήθεια» και «επιτήρηση» θα συνδεόταν αναγκαστικά με ένα νέο πρόγραμμα λιτότητας.

Εάν εξαιρέσουμε την αρκετά ιδιόμορφη περίπτωση των μικρών υπερχρεωμέ-νων οικονομιών της ΖτΕ, η διαγραφή του χρέους σε όλη την ΖτΕ δεν είναι ρεαλι-στική πρόταση, δεδομένου ότι το ευρωπαϊκό δημόσιο χρέος ανέρχεται συνολικά σε 9,2 τρις ευρώ, κάτι που σημαίνει ότι μια μείωση κατά 50% θα έφτανε στα 4,6 τρις ευρώ. Εκτός αυτού, η διαγραφή προσκρούει στην έντονη αντίσταση των ερ-γατικών στρωμάτων στις δανειοδότριες χώρες. Και βέβαια αυτή η λύση θα δημι-ουργούσε περιπλοκές λόγω της ανάγκης εξωτερικής εποπτείας στις χώρες με χρέη. Αυτό είναι ένα κρίσιμο ζήτημα για τις δυνάμεις που επιδιώκουν μια προο-δευτική και ριζοσπαστική έξοδο από την κρίση, για τις οποίες η αναδιάρθρωση χρέους δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να συνδέεται ή να προϋποθέτει «προα-παιτούμενα» που οδηγούν στην υιοθέτηση πολιτικών λιτότητας.

Ένα προοδευτικό πολιτικό πρόγραμμα για την Ευρώπη οφείλει να επιδιώκει την αναδιάρθρωση του κρατικού χρέους στο πλαίσιο μια ευρείας πολιτικής αλλα-γής που θα δημιουργεί περιθώρια για εναλλακτικές πολιτικές, οι οποίες να αντι-τίθενται στη λιτότητα. Αυτή η στρατηγική πρέπει να επικεντρώνεται στο ρόλο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Υπάρχουν δύο βασικοί λόγοι για

Theseis129a1.indb 25 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 26: Theseis T129

26 Θέσεις #129

αυτή την επιλογή. Πρώτον, η ΕΚΤ αποτελεί το μόνο θεσμό που έχει τη δυνατότη-τα να κάνει ισχυρές επεμβάσεις στις αγορές κρατικού χρέους. Δεύτερον, η ΕΚΤ δεν αντιμετωπίζει ουσιαστικά το ενδεχόμενο αδυναμίας πληρωμών και δεν εί-ναι δυνατόν να κηρύξει χρεοστάσιο. Είναι πλήρως αξιόπιστη, κάτι που συνδέε-ται με την ικανότητά της για αυτο-ανακεφαλαιοποίηση (π.χ. εκδίδοντας επιτα-γές στον εαυτό της). Σε κάθε περίπτωση όμως είναι αναγκαία μια ριζική μεταβο-λή στον πολιτικό προσανατολισμό της ΕΚΤ και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνον εάν δημιουργηθεί νέος συσχετισμός πολιτικών δυνάμεων στην Ευρώπη.

Μετά από την κρίση, οι νομισματικές πολιτικές των περισσότερων αναπτυγ-μένων καπιταλιστικών οικονομιών θεωρούνται ευρέως ως «ανορθόδοξες». Αυτό καθιστά την ΕΚΤ ανορθόδοξη με διττή έννοια:

Πρώτον, η ΕΚΤ σχεδιάστηκε εξ’ αρχής ως ανορθόδοξη κεντρική τράπεζα, δε-δομένου ότι δεν υποστηρίζεται από μια ενιαία δημοσιονομική αρχή. Η θεμελια-κή αντίληψη των οργάνων της ΖτΕ είναι ότι ο έλεγχος του πληθωρισμού αποτελεί το αποτελεσματικότερο μέσο για να επιτευχθεί πλήρης απασχόληση, δημοσιονο-μική και νομισματική σταθερότητα. Οι αποφάσεις για τα βραχυπρόθεσμα επι-τόκια θεωρούνται ως το βασικό εργαλείο νομισματικής πολιτικής. Κάθε προ-σπάθεια να δοθούν ευρύτερες αρμοδιότητες στην κεντρική τράπεζα θεωρείται «πολιτικοποίηση» που θα υπονομεύσει την αποτελεσματικότητά της.

Δεύτερον, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όπως και οι λοιπές κεντρικές τράπεζες ακολούθησαν μετά την κρίση «ανορθόδοξες» νομισματικές πολιτικές, εφαρμόζοντας το ευρύτερο φάσμα πολιτικών που τους επέτρεπε ο προϋπολογι-σμός τους. Ωστόσο, μια ανορθόδοξη νομισματική πολιτική μπορεί να είναι δρα-στική μόνον εάν υλοποιείται από συμβατικές κεντρικές τράπεζες. Αυτό δηλώνει ότι η ΕΚΤ, προκειμένου να μην παραβιάσει το νεοφιλελεύθερο θέσφατο του «ηθικού κινδύνου», έχει αυτοπαγιδευτεί σε παρεμβάσεις μεγάλου μεγέθους αλλά πολύ περιορισμένων αποτελεσμάτων. Καλείται να παίξει έναν ανορθόδοξο ρόλο ενώ στερείται των πάγιων θεσμικών εργαλείων μια παραδοσιακής κεντρι-κής τράπεζας.

Η ΕΚΤ διεύρυνε τον προϋπολογισμό της, συμμετέχοντας σε αναχρηματοδο-τήσεις μεγάλης κλίμακας. Αυτό σημαίνει ότι δόθηκε στο χρηματιστικό τομέα ρευστότητα που αντιστοιχεί στην ποσοτική χαλάρωση (quantitative easing) που πραγματοποίησε η Fed και η Bank of England. Η μόνη διαφορά είναι ότι, σε αντίθεση με τις τράπεζες αυτές, η ΕΚΤ έχει πολύ στενά όρια για αγορά κρατικών ομολόγων. Γι’ αυτό το λόγο, οι ανορθόδοξες νομισματικές πολιτικές στη ΖτΕ παίρνουν τη μορφή βραχυπρόθεσμων και μεσοπρόθεσμων repos (Long-term refinancing operations, Outright Monetary Transactions).

Αυτά τα μέσα παροχής ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό τομέα απορρο-φήθηκαν αρχικά από τραπεζικά συστήματα στη λεγόμενη ευρωπαϊκή «περιφέ-ρεια». Ωστόσο, η ρευστότητα αναζητά ασφαλείς προορισμούς και πιθανώς μετα-φέρεται στις «κεντρικές» οικονομίες, όπως δείχνουν οι μειώσεις των καταθέσε-ων και οι συσσωρευμένες ανισορροπίες στο διευρωπαϊκό σύστημα πληρωμών

Theseis129a1.indb 26 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 27: Theseis T129

27 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

(TARGET2). Μεγάλα τμήματα αυτής της ρευστότητας επανακάμπτουν ως κατα-θέσεις μιας ημέρας (overnight) στην ΕΚΤ. Συνάπτονται τραπεζικά δάνεια στις οικονομίες που γνωρίζουν ύφεση, ενώ οι τράπεζες των χωρών αυτών εκτίθενται όλο και περισσότερο στο κρατικό χρέος που δεν μπορεί να εξαγοραστεί από την ΕΚΤ. Είναι προφανές ότι το πρόγραμμα για περιορισμένη αγορά ομολόγων από την ΕΚΤ και για παροχή ρευστότητας στον τραπεζικό τομέα δεν είναι επαρκή μέ-τρα για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της ύφεσης και της χαμηλής ανάπτυ-ξης. Τα διαφορετικά πιστωτικά επίπεδα που διαμορφώνονται στη ΖτΕ υπονο-μεύουν τα αποτελέσματα των νομισματικών επεμβάσεων της ΕΚΤ (οι οποίες εί-ναι βέβαια και αρκετά φειδωλές: η ΕΚΤ ενδιαφέρεται περισσότερο για τον «ηθι-κό κίνδυνο» που αποτελεί το θεμέλιο του ευρωπαϊκού μοντέλου διακυβέρνησης).

Η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ δεν είναι αρκετά επεκτατική ούτε επαρκώς ανορθόδοξη (στενά περιθώρια αγοράς κρατικών ομολόγων) και εφαρμόζεται σε ένα ετερογενές πλαίσιο που υπονομεύει τη δραστικότητά της και δεν έχει σημαντικά αποτελέσματα στη ζήτηση, στην ανάπτυξη και στην απασχόληση. Αυτή η κατάσταση προσφέρεται μόνο για τη συνέχιση των πολιτικών λιτότητας που αναδιοργανώνουν τις ευρωπαϊκές κοινωνίες με βάση το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα και τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Μία ριζική μετατόπιση των πολιτικών συσχετισμών είναι δυνατή να μεταλλάξει τον οικονομικό ρόλο της ΕΚΤ, ο οποίος θα εξακολουθήσει να παραμένει δεσπόζων υποστηρίζοντας ωστόσο πολιτικές σε μία διαφορετική κατεύθυνση. Κρίσιμη συνθήκη, όπως ακριβώς θα υποστηρίξουμε αλλού, αποτελεί το μπλοκάρισμα της δραστικότητας των χρηματαγορών και η μεταβολή στη σχέση επιτοκίων και μεγέθυνσης.

Βιβλιογραφία

Mayer, T. (2012), Europe’s Unfinished Currency: The Political Economics of the Euro, New York: Anthem Press.

Milios, J., Sotiropoulos, D. P. (2010), “Crisis of Greece or crisis of Euro? A view from the European ‘periphery’”, Journal of Balkan and Near Eastern Studies, 12 (3): 223-240.

Milios, J., Sotiropoulos, D. P. (2013), “Eurozone: die Krise als Chance für die kapitalistische Offensive”, PROKLA, 171 (2): 317-334.

Polanyi, K. (2001), The Great Transformation: The Political and Economic Origins of Our Time, Boston: Beacon Press Books.

Sotiropoulos, D. P. (2012), “Revisiting the 1992-93 EMS crisis in the context of international political economy”, Economics Discussion Paper (Kingston University). http://eprints.kingston.ac.uk/23864/1/Sotiropoulos-P-23864.pdf.

Sotiropoulos, D. P., Milios, J., Lapatsioras, S. (2013), A Political Economy of Contemporary Capitalism and Its Crisis: Demystifying Finance, London and New York: Routledge.

Turner, P. (2013), “Caveat Creditor”, BIS Working papers, no. 419. http://www.bis.org/publ/work419.pdf.

Theseis129a1.indb 27 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 28: Theseis T129

Theseis129a1.indb 28 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 29: Theseis T129

29 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ ΣΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ:ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΜΙΑΣ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣΓΙΑ ΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

των Δημήτρη Π. Σωτηρόπουλου, Γιάννη Μηλιού και Σπύρου Λαπατσιώρα

Theseis129a1.indb 29 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 30: Theseis T129

30 Θέσεις #129

1. Εισαγωγή

Το χρέος του ελληνικού δημοσίου δεν είναι βιώσιμο, με δεδομένο τον σημερινό τρόπο λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και τη θεσμική οργάνωση της Ζώνης του ευρώ (ΖτΕ). Στην πραγματικότητα δεν υπήρξε έστω και μία στιγμή μετά το ξέσπασμα της κρίσης στη ΖτΕ που το χρέος του ελληνι-κού δημοσίου να ανάπτυξε έστω μια «τάση» βιωσιμότητας. Η χρεοκοπία (ακρι-βέστερα: το χρεοστάσιο) του ελληνικού δημοσίου διατάραξε την παγκόσμια οι-κονομική ισορροπία με έναν διπλό τρόπο. Πρώτον, αποκάλυψε τις αδυναμίες στην αρχιτεκτονική του ίδιου του εγχειρήματος του ευρώ, ύστερα από μία πρώτη φάση υπέρμετρης και αδικαιολόγητης αισιοδοξίας.1 Δεύτερον, υπήρξε η πρώτη κρατική χρεοκοπία αναπτυγμένης καπιταλιστικής οικονομίας αρκετές δεκαετί-ες μετά από τις αντίστοιχες χρεοκοπίες της Δυτικής Γερμανίας του 1948 και 1953 στον απόηχο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου (βλ. επίσης Πίνακα 1).2 Διέρρηξε, λοι-πόν, την πεποίθηση που είχε σταδιακά αποκτήσει καθεστώς νόρμας στη διεθνή πολιτική οικονομία: κανένας δεν θα μπορούσε να φανταστεί, έστω και σαν υπό-θεση εργασίας, χρεοκοπία αναπτυγμένου καπιταλιστικού κράτους και, ιδιαίτε-ρα, μέλους της ΖτΕ. Ενδεικτικές είναι π.χ. οι πρόσφατες δηλώσεις ευρωπαίων αξιωματούχων αμέσως μετά την χρηματοπιστωτική κατάρρευση στις ΗΠΑ.

Το παρόν κείμενο, αποτελεί ουσιαστικά συνέχεια του προηγούμενου που δη-μοσιεύεται επίσης στο παρόν τεύχος των Θέσεων3 και επιχειρεί να σκιαγραφή-σει τους όρους της συζήτησης από μία αριστερή σκοπιά και να παρουσιάσει τον ορίζοντα μιας ενδεχόμενης πολιτικής πρότασης. Η αντιμετώπιση του υψηλού δημόσιου χρέους σε μία σειρά από χώρες της ΖτΕ (βλ. ενδεικτικά την πρώτη στή-λη του Πίνακα 5 για τα τρέχοντα επίπεδα δημόσιου χρέους) αποτελεί πρόβλημα πρωτίστως πολιτικό. Οι όποιες τεχνικές λεπτομέρειες είναι απλώς τα παρελκό-μενα της αναμέτρησης διαφορετικών κοινωνικών δυνάμεων στο αστάθμητο φό-ντο της ταξικής πάλης. Η κρίσιμη παράμετρος, επομένως, είναι η κινητοποίηση της εργασίας και όχι η τεχνική επάρκεια ενός αφηρημένου σχεδίου.

Οι συστημικές δυνάμεις (εντός και εκτός Αριστεράς) αποσιωπούν το πολιτικό σκέλος διότι στην πραγματικότητα απαντούν σε ένα διαφορετικό ερώτημα. Θα μπορούσαμε σχηματικά να πούμε ότι απαντούν στο ακριβώς αντίστροφο ερώτη-μα από εκείνο που οφείλει να συζητήσει η Αριστερά.

1 Στο ζήτημα αυτό έχουμε αναφερθεί διεξοδικά από τα πολύ πρώτα βήματα της κρίσης. Για περισσότερα βλ. Μηλιός και Σωτηρόπουλος (2011), Sotiropoulos et al. (2013).

2 Βλ. Buiter και Rahbari (2013: 20). Αυτός ενδεχομένως να ήταν και ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν είχε προβλεφθεί εξαρχής μηχανισμός διαχείρισης χρεοκοπίας δημόσιου το-μέα εντός της ΖτΕ.

3 Σωτηρόπουλος, Μηλιός, Λαπατσιώρας, «Η ορθολογικότητα των “ανορθολογικών” οικο-νομικών πολιτικών», Θέσεις 129, Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2014.

Theseis129a1.indb 30 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 31: Theseis T129

31 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

Πίνακας 1Κρατικές χρεοκοπίες και αναδιαρθρώσεις, 1975-2012.

Πηγή: Buiter και Rahbari (2013: 12)

Χώρες ΈτηΑλγερία 1991Αγκόλα 1985

Κεντροαφρικανική Δημοκρατία 1981, 1983Ακτή Ελεφαντοστού 1983, 2000, 2011

Αίγυπτος 1984Κένυα 1994, 2000

Μαρόκο 1983, 1986Νιγηρία 1982, 1986, 1992, 2001, 2004

Νότια Αφρική 1985, 1989, 1993Ζάμπια 1983

Ζιμπάμπουε 2000Ινδονησία 1998, 2000, 2002Μιανμάρ 2002

Φιλιππίνες 1983Σρι Λάνκα 1980, 1982

Ελλάδα 2012Πολωνία 1981Ρουμανία 1981, 1986

Ρωσία 1991, 1998Τουρκία 1978, 1982

Αργεντινή 1982, 1989, 2001Μπελίζ 2012Βολιβία 1980, 1986, 1989Βραζιλία 1983

Χιλή 1983Κόστα Ρίκα 1981, 1983, 1984

Δομινικανή Δημοκρατία 1982, 2005Ισημερινός 1982, 1999, 2008

Γουατεμάλα 1986, 1989Ονδούρα 1981Τζαμάικα 2010

Μεξικό 1982Νικαράγουα 1979

Παναμάς 1983, 1987Παραγουάη 1986, 2003

Περού 1976, 1978, 1980, 1984Άγιος Χριστόφορος και Νέβις 2012

Ουρουγουάη 1983, 1987, 1990, 2003Βενεζουέλα 1983, 1990, 1995, 2004

Αφρική

Ασία

Ευρώπη

Λατινική Αμερική

Theseis129a1.indb 31 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 32: Theseis T129

32 Θέσεις #129

Για τις καθεστωτικές δυνάμεις, η απάντηση στο πρόβλημα του χρέους θα πρέπει να είναι τέτοια ώστε να μην θίγονται τα στρατηγικά συμφέροντα του κεφαλαίου: λύση στο πλαίσιο των δεδομένων συσχετισμών ώστε να μην με-τατοπισθούν προς τη «λάθος» κατεύθυνση. Η Αριστερά, αντίθετα, οφείλει να υποδεικνύει τη «λάθος» (για το κεφάλαιο) κατεύθυνση των συμφερόντων της εργασίας και να αναζητά πολιτικές οι οποίες θα έχουν ως προϋπόθεση αλλά και ως αποτέλεσμα την ευνοϊκή για την εργασία μετατόπιση των ταξικών συσχετι-σμών. Το παρόν άρθρο επιδιώκει να καταθέσει έναν στοχασμό σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο.

Οι συγγραφείς έχουν διατυπώσει πολλές φορές και με πολλούς διαφορε-τικούς τρόπους την ιδιαιτερότητα του σύγχρονου καπιταλισμού.4 Η πολιτική οικονομία του χρέους οφείλει να λαμβάνει υπόψη της ότι η δραστικότητα των χρηματαγορών αποτελεί κρίσιμη προϋπόθεση για την οργάνωση και αναπα-ραγωγή της αστικής κυριαρχίας. Σε αυτό το πεδίο (και εντελώς αντίθετα από ό,τι υποστηρίζεται από πολλές πλευρές), χώρες με εθνικά νομίσματα που δεν χρησιμοποιούνται ως διεθνή μέσα συναλλαγών είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στην εποπτεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος και στα αστάθμητα συμβάντα που αναγκαστικά συνοδεύουν τη λειτουργία του τελευταίου. Η δημοσιονομι-κή πειθαρχία που επιβάλλουν οι αγορές θα γίνεται περισσότερο αισθητή και τα περιθώρια απόκλισης από την κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη μορφή διακυβέρνησης πολύ περιορισμένα. Η ένταξη σε μια νομισματική ζώνη από την άλλη πλευρά μετασχηματίζει το πρόβλημα, δίνοντάς του περισσότερο πολιτική διάσταση. Οι όροι αλλά και οι δυνατότητες είναι διαφορετικές. Η ΖτΕ εμπεδώνει ένα πολι-τικό πλαίσιο δημοσιονομικής πειθαρχίας στους όρους του νεοφιλελευθερισμού (Σύμφωνο Σταθερότητας), ακριβώς γιατί οι νομισματικοί μηχανισμοί που συνο-δεύουν το ευρώ διαθέτουν την εμβέλεια, που στερούνται τα εθνικά νομίσματα, να επεμβαίνουν και να μπλοκάρουν τη δραστικότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Το νομισματικό πλαίσιο της ΖτΕ ισοδυναμεί, συνεπώς, με μηχα-νισμό αναπαραγωγής συντηρητικών πολιτικών στην παρούσα φάση, ο οποίος θα μπορούσε ενδεχομένως να χρησιμοποιηθεί για την υποστήριξη εναλλακτικών πολιτικών, εφόσον οι ταξικοί συσχετισμοί που εγγυώνται την τρέχουσα μορφή του, μεταβληθούν ριζικά.

Εφόσον η Αριστερά δεν βρίσκεται ένα βήμα πριν την αμφισβήτηση της κεφα-λαιοκρατικής εξουσίας, τρεις είναι οι στρατηγικές της επιλογές όσον αφορά το ζήτημα του χρέους και του χαρακτήρα της δημοσιονομικής πολιτικής. Ο πρώτος είναι να φαντασιώνεται λογιστικές λύσεις που δεν λαμβάνουν υπόψη τους το πραγματικό πλαίσιο της σύγχρονης καπιταλιστικής εξουσίας (εδώ π.χ. εντάσσε-ται η συζήτηση για την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα). Ο δεύτερος είναι να υπο-ταχθεί πλήρως στο πεδίο των συσχετισμών δύναμης και να φαντασιώνεται μια πιο «έξυπνη» και «αποτελεσματική» διακυβέρνηση. Η άλλη εναλλακτική είναι να αναζητήσει εκείνη την πολιτική στρατηγική που, χωρίς να αγνοεί τους όρους

4 Βλ. π.χ. Μηλιός και Σωτηρόπουλος (2011), Sotiropoulos et al. (2013).

Theseis129a1.indb 32 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 33: Theseis T129

33 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

της σύγκρουσης και τη μορφή της αστικής κυριαρχίας, ανιχνεύει τον πραγματι-κό ορίζοντα των συμφερόντων της εργασίας και θέτει ως προϋπόθεση και αποτέ-λεσμα την κινητοποίησή τους. Το παρόν άρθρο έχει τη φιλοδοξία να οριοθετήσει τη συζήτηση εντός της τελευταίας στρατηγικής.

2. Το πλαίσιο της κυρίαρχης συζήτησης: Η θεμελιώδης ασυμμετρία στην περίπτωση του κρατικού χρέους

Μια σύντομη αναφορά στο κυρίαρχο πλαίσιο συζήτησης κρίνεται αναγκαία για δύο βασικούς λόγους. Αφενός, χρειάζεται να έχουμε υπόψη μας τη λογική του «αντιπάλου» ώστε να την ερμηνεύσουμε και να τοποθετήσουμε την κατάλλη-λη «οριοθέτηση στη συγκυρία» της πολιτικής και ιδεολογικής αντιπαράθεσης. Ο άλλος σημαντικός λόγος είναι ότι η πλειοψηφία της Αριστεράς (και αυτό δεν αποτελεί ελληνική πρωτοτυπία), σε όλες ανεξαιρέτως της εκδοχές της, δυστυ-χώς υιοθετεί ρητά ή άρρητα το ίδιο κυρίαρχο πλαίσιο ανάλυσης.5

Κάθε μορφή χρέους αποτελεί μία τυπική συμφωνία μεταξύ ενός δανειστή και ενός δανειζόμενου. Ο πρώτος καταβάλλει ένα αρχικό ποσό (PV) στον δεύτε-ρο, και ο δεύτερος με τη σειρά του υπόσχεται την τακτική καταβολή τόκων (ct) για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (n έτη), μετά τη λήξη του οποίου δεσμεύεται να επιστρέψει ακέραιη την ονομαστική αξία του συμβολαίου (C). Αυτό πρακτι-κά σημαίνει ότι ο κάτοχος του χρεογράφου (πιστωτής) αποκτά δικαίωμα σε μία δέσμη μελλοντικών πληρωμών ενώ το χρεόγραφό του αποκτά κάποια παρούσα αξία για τον ίδιο ακριβώς λόγο, δηλαδή για το γεγονός ότι αποτελεί προεξόφλη-ση μελλοντικών χρηματοροών. Η παρούσα αξία του συμβολαίου δίνεται από τον παρακάτω τύπο:

(1)

Για όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με τα βασικά σύμβολα, η παραπάνω σχέ-ση (1) πολύ απλά καθορίζει την παρούσα αξία του χρεογράφου ως προεξόφληση όλων των μελλοντικών προσδοκώμενων πληρωμών. Πράξη χρεοκοπίας (χρεο-στασίου) αποτελεί κάθε συμβάν που μεταβάλλει (μειώνει ή και ακυρώνει) τις τρέχουσες και μελλοντικές πληρωμές (ct και C) και κατά συνέπεια επηρεάζει (μειώνει) την παρούσα αξία του συμβολαίου.

Στην περίπτωση που ο δανειζόμενος είναι μία επιχείρηση (ή ένα νοικοκυ-ριό), το παραπάνω χρεόγραφο υπόκειται στο αστικό δίκαιο και την εφαρμογή

5 Ο αναγνώστης θα πρέπει να έχει υπόψη του ότι το παρόν κείμενο, καίτοι δεν εμπλέκε-ται άμεσα στις τρέχουσες αντιπαραθέσεις, αποτελεί ουσιωδώς ένα κείμενο πολεμικής.

1 1 1

nt

t nt

c CPVr r

Theseis129a1.indb 33 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 34: Theseis T129

34 Θέσεις #129

του εγγυώνται οι αντίστοιχοι κρατικοί θεσμοί. Στην περίπτωση, όμως, που ο δανειστής είναι το κράτος (στις διεθνείς χρηματαγορές) τα πράγματα είναι δι-αφορετικά από την άποψη ότι η τυπική εγγύηση του αστικού δικαίου χάνει τη σημασία της. Το κράτος μπορεί να επιλέξει να (αυτο-) συμμορφωθεί με τους όρους του χρεογράφου, αλλά στην αντίθετη περίπτωση δεν υπάρχει αντίστοιχος μηχανισμός, σε διεθνές επίπεδο, για την τυπική επιβολή των όρων. Στη σχετική βιβλιογραφία, αυτό ονομάζεται ως θεμελιώδης ασυμμετρία στην περίπτωση του κρατικού δανεισμού. Στο αφηρημένο και παραπλανητικό αυτό πλαίσιο ανάλυ-σης (όπου κράτη, επιχειρήσεις και λοιπές οικονομικές και πολιτικές οντότητες αντιμετωπίζονται ως συμπαγείς παράγοντες που δρουν στη βάση υπολογισμών κόστους/οφέλους επιδιώκοντας τη βέλτιστη πάντα κατάσταση) προκύπτει το εξής ερώτημα: Γιατί τα κράτη συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του δανειστή πολύ περισσότερο από ό,τι θα περίμενε κανείς;6

Στο σημείο αυτό η βιβλιογραφία είναι ανεξάντλητη αλλά η βασική ιδέα είναι ότι τα στρατηγικά οφέλη από μια ενδεχόμενη χρεοκοπία (παύση πληρωμών) εί-ναι πολύ λιγότερα από τις προσδοκώμενες ζημιές. Το επιχείρημα αυτό έχει μία βάση. Για παράδειγμα, είναι προφανές ότι μία χρεοκοπία θα επηρεάσει το εγ-χώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο όχι μόνο είναι συνήθως εκτεθειμένο στο δημόσιο χρέος αλλά πολύ περισσότερο θα συναντήσει πολλά εμπόδια στη σύνδεσή του με τις διεθνείς αγορές (στην περίπτωση μιας αναπτυγμένης οικονο-μίας, το σημείο αυτό συνεπάγεται υψηλά κόστη για τον ιδιωτικό τομέα τα οποία θα έχουν σημαντικές μακροοικονομικές επιπτώσεις). Επίσης, κανείς οφείλει να συνυπολογίσει τις πολιτικές και οικονομικές συνέπειες ενός χρεοστασίου καθώς οι διαπραγματεύσεις θα συνεχίσουν σε βάθος χρόνου μετά το συμβάν. Ο κατά-λογος των υπολογισμών κόστους-οφέλους θα μπορούσε να είναι μεγάλος, αλλά το συνολικότερο πλαίσιο της συζήτησης δεν αποκαλύπτει τον καθοριστικό παρά-γοντα, που δεν είναι άλλος από τη δομή της αστικής εξουσίας.

Όπως έχουμε τονίσει πολλές φορές στο παρελθόν,7 στις αναπτυγμένες κα-

6 Ακόμα και στην περίπτωση που η έκδοση χρέους υπόκειται στο διεθνές δίκαιο, ή σε δί-καιο μιας άλλης χώρας, η τυπική εξουσία των όποιων δικαστικών μηχανισμών είναι πολύ περιορισμένη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρόσφατη δικαστική απόφαση από δικαστήριο των ΗΠΑ υπέρ των holdouts (δηλαδή όσων αρνήθηκαν τη συμφωνία που συνήψε το Δημόσιο της Αργεντινής με τους βασικούς πιστωτές του) του χρέους της Αργε-ντινής. Η εν λόγω απόφαση οπωσδήποτε δημιουργεί κάποια νέα οικονομικά δεδομένα, αλλά τυπικά δεν μπορεί να «αναγκάσει» το κράτος της Αργεντινής σε καμία ενέργεια.

7 Βλ. Μηλιός και Σωτηρόπουλος (2011: 333): «Εντελώς σχηματικά θα μπορούσαμε να πού-με ότι ο νεοφιλελευθερισμός αντιστοιχεί περισσότερο σε μια αναδιάταξη ή αναδιαμόρ-φωση των σχέσεων ανάμεσα στα καπιταλιστικά κράτη (άνισοι κρίκοι-τμήματα της ιμπε-ριαλιστικής αλυσίδας), τα ατομικά κεφάλαια (τα οποία συγκροτούνται ως τέτοια πάντα σε αναφορά μ’ ένα συγκεκριμένο εθνικό συνολικό κεφάλαιο) και τις “απελευθερωμένες” πλέον χρηματαγορές. Η εν λόγω αναδιάταξη προϋποθέτει μια κατάλληλη μορφοποίηση όλων των επιμέρους “συστατικών” της διαδικασίας, με τρόπο που να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις αναπαραγωγής του νεοφιλελεύθερου καπιταλιστικού υποδείγματος. Από

Theseis129a1.indb 34 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 35: Theseis T129

35 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

πιταλιστικές οικονομίες οι διεθνείς αγορές δεν περιορίζουν την πολιτική ισχύ των κρατών, αλλά αναδιαμορφώνουν το πλαίσιο της αστικής κυριαρχίας. Η νέα συνθήκη διακυβέρνησης (αναπαραγωγής της καπιταλιστικής εξουσίας) λαμβά-νει, συνεπώς, τη μορφή «κράτος+αγορά» (το επιχείρημα αυτό οικοδομείται στο πλαίσιο μιας συγκεκριμένης λογικής για το αστικό κράτος, η οποία έρχεται σε ρήξη τόσο με τις εργαλειακές αντιλήψεις όσο και με τις διάφορες ιστορικιστικές εκδοχές). Το ισοζύγιο κόστους-οφέλους αποκτά συγκεκριμένη μορφή μόνο στο πλαίσιο της σύγχρονης δομής της αστικής εξουσίας. Ανεξάρτητα από το αποτέ-λεσμα του ισοζυγίου κόστους-οφέλους, η οργανική ενσωμάτωση της οικονομίας στις διεθνείς αγορές αποτελεί κρίσιμη συνθήκη για την οργάνωση της εξουσίας. Από την άλλη, είναι επίσης σαφές ότι ο επαναπροσδιορισμός της σύνδεσης με τις διεθνείς αγορές (εθνική περιχαράκωση) είναι ικανός να υποκινήσει τις πιο αντιδραστικές μορφές διακυβέρνησης στο βαθμό που δεν συνοδεύεται από ριζι-κή αναδιάταξη των κοινωνικών συσχετισμών.

3. Βιωσιμότητα χρέους: το γενικό πλαίσιο

Στην ενότητα αυτή θα επιχειρήσουμε να αναπτύξουμε λίγο περισσότερο το πα-ραπάνω επιχείρημα δίνοντας έμφαση στη διαχείριση του δημόσιου χρέους. Προ-φανώς, η τελευταία είναι συνδεδεμένη με το κόστος και την αποτελεσματικό-τητα χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα. Η δυναμική εξέλιξη του δημόσιου χρέους περιγράφεται από την παρακάτω εξίσωση (η οποία αφορά μία συγκεκρι-μένη χρονική περίοδο t):8

(2)

όπου st είναι το πρωτογενές πλεόνασμα ως ποσοστό του ΑΕΠ στο τέλος της τρέ-χουσας περιόδου t, r τοπραγματικό επιτόκιο που αντιστοιχεί στο ήδη σωρευμένο δημόσιο χρέος, γ είναι ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ – αμφότερα για την τρέχουσα περίοδο t, dt-1 το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ στην αρχή της περιό-δου, dt είναι το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ στο τέλος της τρέχουσας περιόδου,sf οι προσαρμογές αποθεμάτων-ροών στο τέλος της τρέχουσας περιόδου και Ητ η μεταβολή της νομισματικής βάσης από την Κεντρική Τράπεζα (seignorage) ως

αυτή την άποψη, ο νεοφιλελευθερισμός αποτελεί μία ιστορικά συγκεκριμένη μορφή ορ-γάνωσης της καπιταλιστικής εξουσίας όπου η “κυβερνησιμότητα” (governmentality) μέσω των αγορών παίζει έναν καθοριστικό ρόλο».

8 Για μία πιο αναλυτική επεξήγηση των όρων της ταυτότητας (2) ο αναγνώστης μπορεί να δει: Λαπατσιώρας και Σωτηρόπουλος (2011), Λαπατσιώρας, Μηλιός και Σωτηρόπουλος (2011).

111t t t t

rd s d sf H

Theseis129a1.indb 35 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 36: Theseis T129

36 Θέσεις #129

ποσοστό του ΑΕΠ. Σύμφωνα με την εξίσωση (2), η οποία αποτελεί μία απλή μαθηματική ταυτό-

τητα αλλά με σύνθετες αλληλεξαρτήσεις μεταξύ των όρων της, το χρέος μπορεί να μειωθεί με τους εξής τυπικούς τρόπους (ή τους μεταξύ τους συνδυασμούς): (i) με μακροχρόνια πρωτογενή πλεονάσματα (s>0), (ii) με πραγματική μεγέθυν-ση μεγαλύτερη από το επιτόκιο που αντιστοιχεί στο σύνολο του σωρευμένου χρέ-ους (γ>r), (iii) με πωλήσεις κρατικής περιουσίας, (iv) με αναδιαμόρφωση των όρων δανεισμού (επιμήκυνση, μείωση ή αναβολή της καταβολής τόκων9) ή και διαγραφή μέρους της ονομαστικής αξίας10 και τέλος με αύξηση της νομισματι-κής βάσης, δηλαδή νομισματοποίηση του (ή τμήματος) του χρέους. Υπογραμ-μίζουμε ότι έχουμε παραλείψει τις επιδράσεις που ασκούν οι μεταβολές των συναλλαγμα-τικών ισοτιμιών στην αύξηση ή μείωση του χρέους. Αυτό αν και απαιτείται για μια ολο-κληρωμένη ανάλυση της μορφής που εχουν οι καπιταλιστικές σχέσεις εξουσίας και διεθνούς οργάνωσης του συντονισμού της και της διευθέτησης των εγγενών ανταγωνισμών, δεν βλάπτει ωστόσο την γενικότητα της ανάλυσης και των θεω-ρητικών συμπερασμάτων που επιχειρούμε εδώ: Πρώτο, για λόγους απλότητας της παρουσίασης. Δεύτερο, διότι τα θεωρητικά συμπεράσματα που αντλούμε διατηρούν την ισχύ τους και τρίτο, επειδή εστιάζουμε στο χρέος των κρατών της Ευρωζώνης (ΖτΕ) που σε πολύ μεγάλο βαθμό έχει εκδωθεί σε «εγχώριο» νόμισμα – ευρώ – και οι διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών του ευρώ με άλλα νομίσματα ασκούν ενα αρκετά δευτερεύοντα ρόλο.

Στη γενική περίπτωση μιας οικονομίας με υψηλό αλλά διατηρήσιμο ακόμα χρέος,11 η οικονομική πολιτική θα πρέπει τουλάχιστον να αποτρέπει (στο μεσοπρό-θεσμο διάστημα) την περαιτέρω αύξησή του (με τους όρους του μαθηματικού συμβολισμού που χρησιμοποιούμε θα πρέπει dt – dt-1 = 0, διαφορά την οποία συμβολίζουμε ως Δd=0). Κατά συνέπεια, ως βασική συνθήκη διατηρησιμότητας του δημόσιου χρέους στο ίδιο επίπεδο, αν παραλείψουμε τις μεταβολές των ρο-ών-αποθεμάτων, sf, είναι η παρουσία πρωτογενών πλεονασμάτων και έκδοσης νέου χρήματος να είναι κατ’ ελάχιστο ίση με τη μεταβολή του ήδη υπάρχοντος

9 Στην κατηγορία αυτή εντάσσεται κάθε άλλο μέσο που μειώνει την παρούσα αξία των μελλοντικών δόσεων του δημόσιου χρέους.

10 Στο σημείο αυτό χρειάζεται μία βασική επισήμανση η οποία έχει ιδιαίτερη σημασία για τη συνέχεια του άρθρου. Οι κεντρικές τράπεζες διαθέτοντας το μονοπώλιο στην έκδο-ση νομισματικής κυκλοφορίας (με πρακτικά μηδενικό κόστος), με ένα (έστω και μικρό) επιτόκιο εμφανίζουν κατά βάση κέρδη τα οποία επιστρέφουν στη γενική κυβέρνηση. Τα έσοδα αυτά από τη «νομισματοποίηση» (seignorage) είναι ένα είδος δημόσιων εσόδων τα οποία έχουν αυξηθεί σημαντικά κατά τη μετακρισιακή περίοδο, λόγω της ρευστότη-τας που έχει διοχετευθεί στον ιδιωτικό τομέα. Παρ’ όλα αυτά τα έσοδα της Κεντρικής Τράπεζας δεν επιστρέφουν σε κανονικούς ρυθμούς προς το δημόσιο και παραμένουν στην Κεντρική Τράπεζα ως αντιστάθμιση απέναντι σε ενδεχόμενες απώλειες. Για τον λόγο αυτό δεν τα συμπεριλαμβάνουμε στην εξίσωση (2).

11 Στο σύγχρονο πλαίσιο λειτουργίας των χρηματαγορών δεν μπορεί να υπάρξει ασφαλής ορισμός του «διατηρήσιμου» χρέους (για περισσότερα βλ. Wyplosz 2011).

Theseis129a1.indb 36 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 37: Theseis T129

37 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

χρέους, d, ως ποσοστού του ΑΕΠ λόγω των επιτοκίων και του ρυθμού μεγέθυν-σης. Θεωρώντας ότι η μεταβολή της νομισματικής βάσης είναι μηδενική, δηλαδή ΔH=012, συμβολίζουμε αυτό το ελάχιστο με smin. Αυτή η συνθήκη συμβολικά δίνεται από την παρακάτω σχέση13 (υποθέτουμε επιπλέον για λόγους απλοποίησης και χωρίς βλάβη της γενικότητας ότι sf=0 και ότι ):

(3)

Για το σύνολο των αναπτυγμένων χωρών του καπιταλισμού, η προσδοκώμε-νη μακροχρόνια τάση της πραγματικής μεγέθυνσης δεν φαίνεται ικανή να υπερ-βεί τα αντίστοιχα μακροχρόνια πραγματικά επιτόκια (αυτό είναι φανερό από την πρώτη και τις δύο τελευταίες στήλες του Πίνακα 214). Από αυτή την άποψη, η εξίσωση (3) – ειδικά για τις χώρες της ευρωζώνης και την τρέχουσα θεσμικά κατοχυρωμένη στόχευση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ στη συγκράτηση του πληθωρισμού, με άλλα λόγια στην πολύ μικρή, οιωνεί αμελητέα, επίδρα-ση της νομισματοποίησης στη δυναμική του δημόσιου χρέους των κρατών με-λών – προσδιορίζει ένα ελάχιστο ύψος πρωτογενούς πλεονάσματος το οποίο θα τείνει στο εξής να αποκτήσει το καθεστώς κρίσιμης δημοσιονομικής συνθήκης. Στο πλαίσιο των παρόντων κοινωνικών συσχετισμών στις αναπτυγμένες χώρες του καπιταλισμού, η συνθήκη αυτή είναι καλοδεχούμενη από την πλευρά του αστικού μπλοκ (και σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως απώλεια «εθνικής κυριαρχίας» στο πλαίσιο της ΖτΕ), διότι ισοδυναμεί με διαρκή συνθήκη εμπέδωσης της δημοσιονομικής λιτότητας με συγκεκριμένη στόχευση, προώθησης των συντηρητικών αναδιαρθρώσεων της κρατικής διοίκησης, υπο-νόμευσης των κοινωνικών παροχών και ενίσχυσης της στρατηγικής των ιδιωτι-

12 Αυτή η επιλογή προκύπτει, αφενός μεν, για λόγους απλοποίησης της ανάλυσης, αφε-τέρου δε, επειδή στην ευρωζώνη, στην οποία επικεντρώνουμε σε αυτό το κείμενο, κα-νένα κράτος μέλος δεν έχει ως επιλογή την μεταβολή της νομισματικής βάσης. Αποτελεί ωστόσο μία ουσιώδη απλοποίηση της θεωρητικής γενικότητας της ανάλυσης. Η σημασία της γίνεται εύκολα αντιληπτή αν αναλογιστούμε για παράδειγμα τους όρους κάτω από τους οποίους η Ιαπωνία μπορεί να κινείται σε υψηλότατο δημόσιο χρέος ως πρός το ΑΕΠ (πάνω από 240% για το 2014) με την παρουσία αρνητικών πρωτογενών πλεονασμάτων (δηλαδή πρωτογενών ελλειμμάτων) χωρίς να αμφισβητείται εμπράκτως η «βιωσιμότητά του». Η σημασία του επίσης είναι καθοριστική όχι μόνο ιστορικά αλλά για τις εγγενείς τάσεις εξέλιξης της τρέχουσας διεθνούς κατάστασης.

13 Για την παραγωγή της σχέσης (3) από τη σχέση (2) ο αναγνώστης μπορεί να δει: Λαπα-τσιώρας και Σωτηρόπουλος (2011), Λαπατσιώρας, Μηλιός και Σωτηρόπουλος (2011)

14 Έτσι και αλλιώς οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ στην παρούσα φάση είναι μάλλον αρκετά αισιό-δοξες για τις περισσότερες χώρες του πίνακα.

min01rd s d

Theseis129a1.indb 37 3/10/2014 3:14:10 πμ

Page 38: Theseis T129

38 Θέσεις #129

κοποιήσεων15. Μία τυπική χώρα π.χ. με δημόσιο χρέος της τάξης του 100% του ΑΕΠ (d=1), προσδοκώμενη μακροχρόνια πραγματική μεγέθυνση 2% (γ=0.02, η οποία έτσι και αλλιώς είναι αρκετά αισιόδοξη πρόβλεψη για το άμεσο μέλλον) και πραγματικό μέσο επιτόκιο εξυπηρέτησης του χρέους 3% (r=0.03), θα πρέπει να έχει σαν μακροχρόνιο στόχο να εμφανίζει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 1% του ΑΕΠ (s=0.01) για να αποτρέψει, τουλάχιστον, τη διόγκωση του χρέ-ους, με μηδενικές πραγματικές μεταβολές της νομισματικής βάσης. Το νούμερο αυτό για τις περισσότερες χώρες του Πίνακα 2 προϋποθέτει σημαντική δημοσι-ονομική προσαρμογή και λήψη «έκτακτων» μέτρων που θα έχουν σαν τάση να αποκτήσουν το καθεστώς μονιμότητας.16

Προφανώς σε περιπτώσεις πραγματικής μεγέθυνσης μεγαλύτερης του πραγ-ματικού επιτοκίου, η συνθήκη διατηρισιμότητας μπορεί να ικανοποιείται και με πρωτογενή ελλείμματα. Αυτό το ενδεχόμενο δεν συνεπάγεται αναγκαστικά δη-μοσιονομική χαλάρωση και δεν αφορά την τυπική περίπτωση μιας αναπτυγμέ-νης οικονομίας (ιδιαίτερα όταν αυτή δεν ανήκει σε κάποια νομισματική ένωση).

Γενικά το πρωτογενές δημόσιο ισοζύγιο ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι ανελαστι-κό (βλ. Πίνακα 3) και μία ριζική και γρήγορη βελτίωσή του προϋποθέτει σημαντι-κή μεταβολή στους όρους αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης. Το πρωτογε-νές πλεόνασμα εξαρτάται από τη σχέση δημόσιων εσόδων (φορολογία) και δα-πανών.17 Σε ένα πλαίσιο συσχετισμών υπέρ του κεφαλαίου, η αύξηση των εσό-δων δεν είναι τόσο ελαστική και βασίζεται κυρίως στη φορολόγηση της εργασί-ας. Η μείωση των κρατικών δαπανών στρέφεται σε βάρος των κοινωνικών παρο-χών (και ενδεχομένως σε βάρος των χρήσιμων κρατικών υποδομών για την οικο-νομική μεγέθυνση).

15 Η προώθηση αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων, εις βάρος των μισθωτών στρωμάτων και των πλατιών στρωμάτων της κοινωνίας δεν συνδέεται κατ’ ανάγκη με την παρουσία πρωτογενών πλεονασμάτων. Συνδέεται με το κοινωνικό και πολιτικό συσχετισμό δυνά-μεων και το θεσμικό πλαίσιο διανομής του πρωτογενούς εισοδήματος (μισθοί και κέρδη), της δευτερογενούς αναδιανομής (ποιοι πληρώνουν ποιους φόρους και σε ποιους κατευ-θύνονται και σε τι ύψος οι δημόσιες δαπάνες) και με τη κατανομή ισχύος. Κάτω από κα-τάλληλους κοινωνικούς και πολιτικούς συσχετισμούς είναι δυνατό, θεωρητικά και εμπει-ρικά/ιστορικά, τα πρωτογενή πλεονάσματα να συνδέονται με πραγματική αναβάθμιση της θέσης των μισθωτών στρωμάτων έναντι του κεφαλαίου. Ωστόσο οι συνθήκες κρίσης δεν αποτελούν κατάλληλο έδαφος για την ανάπτυξη αυτών των συσχετισμών, όπως επι-χειρηματολογούμε και στη συνέχεια του κειμένου. Πρόκειται για ευρύτερο θέμα ωστόσο, για το οποίο το παρόν κείμενο αποτελεί προϋπόθεση.

16 Το επιχείρημα αφορά τη μακροχρόνια τάση των εν λόγω μεταβλητών και όχι τις περιοδι-κές τους διακυμάνσεις ή τις τιμές που μπορεί να αποκτούν κατά την κρίση (και οι οποίες πολλές φορές μπορεί να δίνουν παραπλανητική εικόνα).

17 Προς το παρόν δεν λαμβάνουμε υπόψη τα κέρδη της Κεντρικής Τράπεζας που επιστρέ-φουν στο δημόσιο.

Theseis129a1.indb 38 3/10/2014 3:14:11 πμ

Page 39: Theseis T129

39 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

Πίνακας 2Βασικά δημοσιονομικά μεγέθη για επιλεγμένες

αναπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες.

Πηγή: ΔΝΤ και AMECO (Αύγουστος 2014, F = πρόβλεψη).

πληθω

-τεκμ

αρτό

ρισμ

όςεπ

ιτόκ

ιο(H

CPI

) %20

1320

14F

2015

F20

16F

2017

F20

1320

17F

2013

2017

F20

1320

14F

Αυσ

τραλ

ία2,4

2,6

2,7

2,9

3,0

-3,0

-0,5

28,8

31,4

Αυσ

τρία

0,4

1,7

1,7

1,6

1,4

0,2

1,0

74,2

76,1

3,5

1,6

Βέλγιο

0,2

1,2

1,2

1,3

1,4

0,4

1,9

99,8

96,9

3,2

0,9

Καν

αδάς

2,0

2,3

2,4

2,4

2,2

-2,6

-0,9

89,1

84,2

∆αν

ία0,4

1,5

1,7

1,7

1,7

0,0

-0,9

45,2

47,0

3,4

1,0

Φιλαν

δία

-1,4

0,4

1,1

1,5

1,6

-2,6

-1,9

57,0

61,9

1,8

1,4

Γαλλία

0,3

1,0

1,5

1,7

1,8

-2,2

0,6

93,9

93,6

2,5

1,0

Γερμ

ανία

0,5

1,7

1,6

1,4

1,4

1,7

1,9

78,1

63,8

2,7

1,1

Ελλά

δα-3,9

0,6

2,9

3,7

3,5

1,5

4,5

173,8

153,7

2,4

-0,8

Ιρλα

νδία

-0,3

1,7

2,5

2,5

2,5

-3,4

3,0

122,8

116,8

4,0

0,6

Ιταλ

ία-1,9

0,6

1,1

1,3

1,2

2,0

4,9

132,5

127,6

4,1

0,7

Ιαπωνία

1,5

1,4

1,0

0,7

1,0

-7,6

-4,0

243,2

246,1

0,9

2,5

Ολλαν

δία

-0,8

0,8

1,6

1,7

1,8

-1,9

-0,3

74,9

73,2

2,5

0,7

Νορ

βηγία

0,8

1,8

1,9

2,0

2,0

9,2

5,9

29,5

29,5

3,1

1,9

Πορ

τογα

λία

-1,4

1,2

1,5

1,7

1,8

-0,7

2,8

128,8

119,1

3,4

0,4

Ισπαν

ία-1,2

0,9

1,0

1,1

1,2

-4,2

0,4

93,9

104,3

4,0

0,1

Σουη

δία

1,5

2,8

2,6

2,5

2,4

-0,8

0,4

41,4

35,7

1,7

0,5

Ελβετία

2,0

2,1

2,2

2,0

2,0

1,1

1,9

49,4

44,3

0,5

Ηνω

μένο

Βασ

ίλειο

1,8

2,9

2,5

2,4

2,3

-4,5

1,4

90,1

90,7

3,5

1,9

ΗΠΑ

1,9

2,8

3,0

3,0

2,9

-4,1

-1,9

104,5

105,6

3,7

1,7

πρω

τογενές

πρα

γματικό ΑΕΠ

πλεόνασ

μαδη

μόσιο χρ

έος

% μεταβ

ολή

% του

ΑΕΠ

% του

ΑΕΠ

Theseis129a1.indb 39 3/10/2014 3:14:11 πμ

Page 40: Theseis T129

40 Θέσεις #129

Πίνακας 3Στοιχεία του δημοσιονομικού ισοζυγίου σε μία σειρά από χώρες (% του ΑΕΠ)

Πηγή: AMECO (Αύγουστος 2014).

2000

2010

2013

2000

2010

2013

2000

2010

2013

2000

2010

2013

Βέλγιο

49,0

48,7

52,0

46,6

45,3

47,6

17,0

15,5

17,1

49,1

52,6

54,7

∆αν

ία55,8

55,0

56,2

50,1

48,4

50,4

30,3

29,6

31,8

53,7

57,7

57,1

Γερμ

ανία

46,2

43,7

44,7

42,7

39,2

40,2

12,8

11,0

12,2

45,1

47,9

44,7

Ιρλα

νδία

36,1

34,9

35,9

32,5

29,4

31,0

13,4

10,5

13,2

31,1

65,5

42,9

Ελλά

δα43,4

40,4

45,8

36,6

33,9

36,3

9,7

8,0

9,8

47,2

51,4

58,5

Ισπαν

ία38,2

36,7

37,8

35,1

33,7

34,3

10,2

9,5

10,3

39,2

46,3

44,8

Γαλλία

50,2

49,5

52,8

45,8

44,3

47,6

12,0

10,5

12,4

51,7

56,6

57,1

Ιταλ

ία45,0

46,1

47,7

41,7

42,6

43,8

14,3

14,6

15,3

45,9

50,5

50,6

Κύπ

ρος

34,7

40,9

40,3

29,6

35,5

34,6

11,1

11,1

11,6

37,1

46,2

45,8

Ολλαν

δία

46,1

46,3

47,3

40,6

39,4

40,1

11,6

12,0

10,9

44,2

51,3

49,8

Αυσ

τρία

50,1

48,3

49,7

45,1

43,9

45,1

13,1

12,8

13,7

51,9

52,8

51,2

Πορ

τογα

λία

38,3

41,6

43,7

33,6

34,7

37,8

9,5

8,8

11,8

41,6

51,5

48,7

Φιλαν

δία

55,4

53,0

56,0

47,1

42,4

45,4

21,1

16,0

16,9

48,3

55,8

58,5

Σουη

δία

58,7

52,3

51,5

52,0

45,9

45,0

22,5

19,2

18,5

55,1

52,3

52,9

Ηνω

μένο

Βασ

ίλειο

39,9

39,8

41,3

37,5

36,6

37,1

16,3

15,4

14,9

36,4

49,9

47,1

Νορ

βηγία

57,7

55,6

54,9

20,0

20,7

19,1

42,3

44,6

44,0

Ελβετία

35,2

34,1

34,3

14,7

14,7

14,8

35,6

33,9

34,3

ΗΠΑ

34,5

30,6

32,6

28,3

24,1

26,1

14,5

10,4

12,7

33,7

42,6

38,8

Ιαπωνία

31,3

32,4

33,5

26,9

27,9

30,0

8,7

7,8

8,4

38,8

40,7

42,5

Καν

αδάς

44,1

38,5

35,7

31,2

18,2

14,8

41,1

44,1

Συνολικά

έσο

δαΤρ

έχου

σα φορ

ολογική

Φορ

ολογία

εισοδ

ήματος

Συνολική

δαπ

άνη

Γενική

κυβ

έρνηση

επιβάρ

υνση

και π

εριουσ

ίας

Γενική

κυβ

έρνηση

Theseis129a1.indb 40 3/10/2014 3:14:11 πμ

Page 41: Theseis T129

41 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

Κάθε δημοσιονομική προσαρμογή, ιδιαίτερα όταν αυτή πραγματοποιείται υπό συνθήκες ύφεσης, αποτελεί μία ευθεία (άμεση και έμμεση18) επίθεση στα συμφέροντα της εργασίας. Είναι, επίσης, ισχυρά αντι-κυκλική (δεν ευνοεί τη μεγέθυνση). Γενικά ο μακροχρόνιος περιορισμός του χρέους δεν μπορεί να βασί-ζεται στο δημοσιονομικό ισοζύγιο. Βραχυχρόνια μία σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή, ιδιαίτερα όταν πραγματοποιείται σε φάση ύφεσης, θα έχει αρνη-τικές επιπτώσεις στη δυναμική του χρέους.

Η ελληνική περίπτωση είναι η πλέον χαρακτηριστική. Καθιστά φανερό, όπως έχουμε ήδη υποστηρίξει, ότι αντίθετα με αυτό που υποστηρίζει η πλειοψη-φία των σχετικών αναλύσεων (που δυστυχώς τείνουν να ορίσουν και το έδαφος αντιπαράθεσης στο εσωτερικό της Αριστεράς), οι πολιτικές λιτότητας που εφαρ-μόζονται σε μία σειρά από χώρες στο εσωτερικό της ΟΝΕ δεν είναι «ανορθολο-γικές». Ο σκοπός τους δεν ήταν ποτέ το χρέος. Χρησιμοποίησαν το τελευταίο ως φόβητρο για την εμπέδωση αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων που σαν απώτερο στόχο είχαν τη ριζική μεταβολή των κοινωνικών όρων αναπαραγωγής της εργα-τικής δύναμης (μισθός, κοινωνικές παροχές, σύνταξη κλπ.). Με άλλα λόγια, οι πολιτικές της λιτότητας αποτελούν στρατηγικές επιλογές και, κατ’ επέκταση, κρίσιμη πολιτική συνθήκη για την εμπέδωση της νεοφιλελεύθερης κοινωνικής ρύθμισης και τη συντριβή της προσδοκιών της εργασίας.19

Η εξίσωση (4) που ακολουθεί, υπαινίσσεται μία πολιτική συνθήκη συγκεφα-λαίωσης του ταξικού συσχετισμού, η οποία χρειάζεται τη διαμεσολάβηση ενός κρίσιμου κόμβου για την αναπαραγωγή της: του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Παρότι το σημείο αυτό είναι ιδιαίτερα σύνθετο για να εξαντληθεί στο πλαίσιο του παρόντος άρ-θρου,20 θα επιχειρήσουμε να συνοψίσουμε τον τρόπο με τον οποίο οι «αγορές» εποπτεύουν τα δημόσια οικονομικά (υιοθετώντας ως πλαίσιο αναφοράς, αλλά όχι ερμηνείας, την αφήγηση των κυρίαρχων οικονομικών).

Το δημόσιο, ασκώντας τη μονοπωλιακή του θέση στην επιβολή φόρων, προσ-δοκά την είσπραξη μιας σειράς μελλοντικών πρωτογενών πλεονασμάτων St. Στο πλαίσιο αυτό, το δημόσιο μπορεί να αναζητήσει δάνεια από τις αγορές για να καλύψει τον προϋπολογισμό του. Στη γενική περίπτωση, το τρέχον χρέος D μπο-ρεί να θεωρηθεί ως διατηρήσιμο, πάντα με προϋπόθεση της απουσία πραγματι-κής νομισματικής επέκτασης,21 μόνο εφόσον καλύπτεται από την παρούσα αξία των μελλοντικών πρωτογενών πλεονασμάτων σε μεγάλο βάθος χρόνου (i είναι

18 Η μείωση της εσωτερικής ζήτησης έχει έμμεσες συνέπειες στο γενικό ύψος των μισθών.19 Το σημείο αυτό το έχουμε τονίσει πολλές φορές στο παρελθόν, από την πρώτη κιόλας

στιγμή της κρίσης, βλ. Milios και Sotiropoulos (2010).20 Για μια ολοκληρωμένη ανάλυση του τρόπου λειτουργίας του σύγχρονου χρηματοπι-

στωτικού συστήματος ο αναγνώστης μπορεί να ανατρέξει σε Μηλιός και Σωτηρόπουλος (2011), Sotiropoulos et al. (2013).

21 Αυτό αποτελεί, μέσα σε σχετικά όρια, συνθήκη συγκρότησης του νεοφιλελεύθερης μορ-φής οργάνωσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ωστόσο παρά τη σημασία του δεν τροποποιεί τα συμπεράσματα που αξάγουμε εδώ.

Theseis129a1.indb 41 3/10/2014 3:14:11 πμ

Page 42: Theseis T129

42 Θέσεις #129

ένα «κατάλληλο» προεξοφλητικό επιτόκιο):22

(4)

Η παραπάνω μαθηματική σχέση αποτελεί μία πρώτη προσέγγιση, σε αφη-ρημένη μορφή, αυτού που συμβαίνει στην πραγματικότητα στις αγορές κεφα-λαίου. Οι αγορές, στο πλαίσιο συγκεκριμένων στρατηγικών αναπαράστασης της καπιταλιστικής πραγματικότητας (αμετάκλητα σημαδεμένων από τον πυρήνα της αστικής ιδεολογίας), επιχειρούν να ποσοτικοποιήσουν το αποτέλεσμα των μελλοντικών δημοσιονομικών πολιτικών (και άρα να προλέξουν στη βάση των τρεχουσών συσχετισμών τα μελλοντικά αποτελέσματα της ταξικής πάλης) και να το συγκρίνουν με το τρέχον ύψος του χρέους.

Πρόκειται για μία σχέση, ωστόσο, η οποία αποτελεί μόνο πρώτη προσέγγιση στο ζήτημα του τι πότε μπορεί να θεωρηθεί «βιώσιμο» το χρέος ενός κράτους. Για να προσεγγίσουμε θεωρητικά την πραγματικότητα των αγορών κεφαλαίου πρέ-πει να εισάγουμε μία ουσιώδη τροποποίηση της οποίας τη σημασία μας βοηθά να συνειδητοποιήσουμε το ακραίο και θεωρητικό παράδειγμα που ακολουθεί. Ας υποθέσουμε ότι ένα κράτος - μέλος της ΖτΕ έχει ύψος χρέους 200% του ΑΕΠ αλλά όλο αυτό το χρέος έχει εξαιρετικά μακροχρόνιες λήξεις. Ας υποθέσουμε δη-λαδή, ότι αποπλήρωνεται ένα πρώτο τμήμα αυτού του χρέους για πρώτη φορά μετά από 50 χρόνια. Σε όλο αυτό το διάστημα η μόνη χρηματοδοτική ανάγκη του δημοσίου, πέραν των πρωτογενών δημοσίων δαπανών θα αφορά την καταβολή των τόκων που δημιουργεί αυτό το χρέος. Αυτό το χρέος, πέραν αυτών των τό-κων θα είναι σαν να μην υπάρχει. Το κράτος θα μπορεί να εκδίδει ομόλογα μεγά-λης διάρκειας όπου κριτήριο «βιωσιμότητας» θα αποτελεί όχι το υπάρχον χρέος (το D της σχέσης 4) αλλά η ικανότητά του δημοσίου να αποπληρώνει τους τόκους που δημιουργεί αυτό το χρέος και η ικανότητά του να αποπληρώσει αυτό που προτίθεται να δημιουργήσει μαζί με τους τόκους του. Σε αυτήν την περίπτωση η σχέση (4) πρέπει να τροποποιηθεί ουσιαστικά. Δεν θα προχωρήσουμε στην κα-τεύθυνση της προφανούς τροποποίησής της ωστόσο. Αρκούμαστε να εξάγουμε το βασικό θεωρητικό συμπέρασμα το οποίο η σχέση (4) παρά την ατέλειά της μας βοηθά να προσεγγίσουμε.

Οι αγορές ποσοτικοποιούν τα δυνητικά αποτελέσματα των κατευθύνσεων της δημοσιονομικής (και φυσικά και της νομισματικής) πολιτικής και τα συγκρί-νουν με την κατανομή στο χρόνο του ύψους των υποχρεώσεων και αναγκών ενός κράτους και τα αποτελέσματα αυτής της σύγκρισης συνιστούν το πυρήνα των κριτηρίων για το χαρακτηρισμό

22 Για την παρουσίαση της σχετικής συζήτησης και της βασικής βιβλιογραφίας βλ. Wyplosz (2011).

0

01

tt

t

SDi

Theseis129a1.indb 42 3/10/2014 3:14:11 πμ

Page 43: Theseis T129

43 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

του χρέους ως «βιώσιμου» ή μη.23

Προφανώς, όλες οι εκτιμήσεις που αφορούν το μέλλον της ταξικής πάλης, δεν είναι πάντα ασφαλείς, ενώ επιπλέον υπόκεινται σε διαρκείς μεταβολές. Από την άποψη αυτή, είναι μάταιο να περιμένει κανείς από αυτή τη σύγκριση μία ασφαλή εκτίμηση της διατηρισιμότητας (ή «βιωσιμότητας») του χρέους. Οι εκτιμήσεις των παραγόντων της αγοράς πάντα θα διατυπώνονται υπό πιθανο-κεντρική εκδοχή («πιθανότητα x% το χρέος να είναι διατηρήσιμο για συγκεκρι-μένο χρονικό ορίζοντα»), η οποία θα είναι εξαιρετικά ευμετάβλητη στα τυχαία συμβάντα που διαρκώς θα αναδύει η παγκόσμια συγκυρία της ταξικής πάλης. Βέβαια, οι όποιες εκτιμήσεις για το μέλλον, είναι πάντα εκτιμήσεις εντός ενός συγκεκριμένου πλαισίου ερμηνείας της καπιταλιστικής πραγματικότητας. Ο κρίσιμος παράγοντας στη χρηματοπιστωτική τιμολόγηση δεν είναι οι τυχόν υπο-θέσεις που γίνονται από τους ετερογενείς παράγοντες των αγορών, αλλά το ενιαίο ερμηνευτικό υπόβαθρο που συνέχει τελικά όλες αυτές τις υποθέσεις και διαμορφώνει τις συνθή-κες δημοσιονομικής πειθάρχησης.24

Επιστρέφοντας στο απλό πλαίσιο που εξασφαλίζουν οι βοηθητικές για τους συλλογισμούς μας εξισώσεις (3) και (4), διαπιστώνουμε ότι είναι συμπληρωμα-τικές. Η τιμολόγηση (και άρα η ερμηνεία της δυναμικής της ταξικής πάλης) που παρέχει η (4) αποτελεί κρίσιμη προϋπόθεση για την οργάνωση της (3) υπό νε-οφιλελεύθερη ηγεμονία. Ή, για να το πούμε εναλλακτικά, η συνθήκη λιτότη-τας που υπαινίσσεται η (3) δεν θα μπορούσε αναγκαστικά να αποβεί υπέρ των συμφερόντων του κεφαλαίου εάν δεν υπήρχε η υψηλή εποπτεία των αγορών. Η εξίσωση (2) αποτυπώνει και περιγράφει την ιστορική δυναμική του χρέους. Είναι «στραμμένη» προς το παρελθόν, ενώ οι μεταβολές στους όρους της είναι πάνω-κάτω «γραμμικές», χωρίς ιδιαίτερες εκπλήξεις (βλ. χαρακτηριστικά τα μεγέθη στους Πίνακες 2 και 3). Από αυτή την άποψη δεν μπορεί να ερμηνεύσει τις κρίσεις ρευστότητας (liquidity) και αξιοπιστίας (solvency) όταν αυτές προ-κύπτουν. Η εξίσωση (4) βλέπει προς το μέλλον. Υπακούει σε διαφορετική χρο-νικότητα από αυτήν της (3). Η συνθήκη (4) μεταφράζει σε ποσοτικές εκτιμήσεις τις μελλοντικές οικονομικές και πολιτικές τάσεις στο πλαίσιο πάντα μιας συγκε-κριμένης ερμηνείας. Είναι ακριβώς η τελευταία – στο απλό πλαίσιο που δεν λαμβάνουμε υπόψη τον χρόνο, δηλαδή τa πραγματικά στοιχεία οργάνωσης της συγκυρίας – που σκοπεύει στον ορισμό των όρων της τιμολόγησης και άρα την υπαγωγή της (3) στις στρατηγικές του κεφα-λαίου. Είναι η τελευταία, η (4) που αναπαριστά τους μηχανισμούς πειθάρχησης.

Το νομισματικό πλαίσιο της ΖτΕ (με τον δεσπόζοντα ρόλο της ΕΚΤ) διαθέτει την εμβέλεια να παρέμβει και να τροποποιήσει τη δραστικότητα της εξίσωσης (4) (διαμορφώνοντας τη σχέση μεταξύ γ και r). Από την άλλη, η ΖτΕ δεν αποτελεί πολιτική οντότητα με τα χαρακτηριστικά ενός κράτους. Έτσι, ο μοναδικός ικα-νός μηχανισμός επιβολής των κυρίαρχων πολιτικών (και άρα η βασική συνθήκη

23 Δες και Λαπατσιώρας 2013.24 Το πλαίσιο αυτό δεν αποτελεί έναν καλορυθμισμένο μηχανισμό που λειτουργεί με βέλ-

τιστο τρόπο. Κάθε άλλο.

Theseis129a1.indb 43 3/10/2014 3:14:11 πμ

Page 44: Theseis T129

44 Θέσεις #129

κυβερνησιμότητας) είναι η οργάνωση οικονομικών στρατηγικών που δεν επεμ-βαίνουν στο μηχανισμό της εξίσωσης (4) (και άρα είναι συμπληρωματικές των αγορών). Αυτό ερμηνεύει χαρακτηριστικά και το πλαίσιο των οικονομικών πα-ρεμβάσεων μετά την εκδήλωση της κρίσης του 2008. Οι όποιες κεντρικές οικο-νομικές παρεμβάσεις πάντα υπήρξαν ημιτελείς ως προς την αντιμετώπιση του προβλήματος διότι μόνο σε αυτή την περίπτωση ο μηχανισμός των αγορών θα μπορούσε να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στην προώθηση και εμπέδωσή τους (οι αντιφάσεις των Ευρωπαϊκών Συνόδων και οι όποιες θεσμικές υστερήσεις εί-ναι απλά πολύ δευτερεύουσες όψεις που δεν επαρκούν για να ερμηνεύσουν το φαινόμενο). Δεν πρόκειται, λοιπόν, για ακολουθία λαθών όπως πολύ συχνά υπαινίσσονται πολλοί αναλυτές, αλλά για την εφαρμογή ενός συγκεκριμένου πολιτικού προτύπου κυβερνησιμότητας, ιδιαίτερα αποτελεσματικού για τα συμ-φέροντα του κεφαλαίου.

Σχήμα 1Σωρευμένη συμβολή (% ΑΕΠ) στο δημόσιο χρέος

σε μία σειρά από χώρες της ΖτΕ για την περίοδο 1995-2007.

Πηγή: Sotiropoulos et al. (2013: 208).

Theseis129a1.indb 44 3/10/2014 3:14:11 πμ

Page 45: Theseis T129

45 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

Στο σημείο αυτό μπορούμε να διατυπώσουμε το καταληκτικό συμπέρασμα της ενότητας (που θα είναι χρήσιμο για την ανάλυση στη συνέχεια του άρθρου). Μία αναπτυγμένη καπιταλιστική οικονομία (που για την αναπαραγωγή της προ-ϋποθέτει οργανική ένταξη στον διεθνή καταμερισμό και στις διεθνείς αγορές) μπορεί να εξασφαλίζει κατάλληλο δημοσιονομικό χώρο για την οργάνωση ουσι-αστικής κοινωνικής πολιτικής25 μόνο στο βαθμό που «χαλαρώσει» η εποπτεία της (4) επάνω στην (3), ή αλλιώς, η εποπτεία των αγορών επάνω στα δημόσια οικονομικά. Δηλαδή μόνο στο βαθμό που η οργάνωση της δημοσιονομικής πολι-τικής είναι σχετικά αποδεσμευμένη από την τιμολόγηση των αγορών. (3).

4. Οι όροι του προβλήματος26

H δραστική αντιμετώπιση του υψηλού δημόσιου χρέους στις αναπτυγμένες κα-πιταλιστικές χώρες δεν μπορεί να βασίζεται σε δημοσιονομική προσαρμογή (η οποία τείνει να είναι ισχυρά υφεσιακή κατά τη βραχυχρόνια περίοδο και άρα να οξύνει ακόμη περισσότερο το πρόβλημα) και μόνιμα υψηλά πρωτογενή πλεονά-σματα.

Η λύση δεν μπορεί, επίσης, να έρθει με αποκρατικοποιήσεις και πώληση δη-μόσιας περιουσίας, παρότι το υψηλό χρέος μπορεί εκβιαστικά να χρησιμοποιη-θεί ως δικαιολογία για τις τελευταίες. Στρατηγικά η Αριστερά είναι αντίθετη στην εκποίηση της δημόσια περιουσίας και οφείλει να έχει ως πρωταρχικό στόχο τη σταδιακή αντικατάσταση του «κρατικού» ελέγχου από δημοκρατικές μορφές κοινωνικού ελέγχου (η συζήτηση στο σημείο αυτό δεν έχει καν ξεκινήσει στο εσω-τερικό της Αριστεράς). Όμως και από «τεχνική» άποψη, η μαζική πώληση δημό-σιας περιουσίας σε περίοδο ύφεσης είναι συντριπτικά υπέρ των επιχειρηματι-κών συμφερόντων ενώ επιδρά αρνητικά στο αξιόχρεο του δημοσίου, αφού συρ-ρικνώνει τα περιουσιακά του στοιχεία (τα όποια λειτουργούν τρόπον τινά ως ένα είδος εγγύησης). Στις περισσότερες περιπτώσεις ευρωπαϊκών οικονομιών με υψηλό χρέος, τα περιουσιακά στοιχεία του δημοσίου δεν επαρκούν ποσοτικά για έναν δραστικό περιορισμό του προβλήματος (βλ. Pâris και Wyplosz 2013).

Κατά συνέπεια, ο στόχος της αποδέσμευσης από την παγίδα λιτότητας (που αναγκα-στικά επιβάλλει ένα υψηλό επίπεδο χρέους) μπορεί να ικανοποιηθεί τυπικά μόνο μέσα από

25 Ως ικανή, αλλά όχι ως αναγκαία συνθήκη. Π.χ. ενώ τα επιτόκια δανεισμού για όλη την πρώτη φάση της ΖτΕ ήταν ιδιαίτερα χαμηλά για την ελληνική οικονομία, αυτό δεν οδήγησε σε περιορισμό της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, εξαιτίας της εξαιρετικά χαμηλής φορολογίας του κεφαλαίου. Το Σχήμα 1 καταγράφει τη σωρευμένη συμβολή των παρα-γόντων της εξίσωσης (2) στο ύψος του δημόσιου χρέους για μία σειρά από χώρες της ΖτΕ κατά την περίοδο 1995-2007. Παρά τα ιδιαίτερα ευνοϊκά επιτόκια της πρώτης φάσης της ΖτΕ, το συνολικό ύψος του δημόσιου χρέους παρέμενε στα ίδια επίπεδα. Για μία πιο συ-νολική ανάλυση δες και Λαπατσιώρας και Σωτηρόπουλος (2011), Λαπατσιώρας, Μηλιός και Σωτηρόπουλος (2011)

26 Η παράγραφος αυτή συνοψίζει τη συζήτηση που γίνεται σε Pâris και Wyplosz (2013).

Theseis129a1.indb 45 3/10/2014 3:14:11 πμ

Page 46: Theseis T129

46 Θέσεις #129

μη-συμβατικές λύσεις, δηλαδή από πολιτικές οι οποίες επηρεάζουν έναν από τους τρεις βασικούς όρους της εξίσωσης (1) μειώνοντας την παρούσα αξία του δημό-σιου χρέους: τις δόσεις ct, μεταβάλλοντας την περίοδο αποπληρωμής n, ή την ονομαστική τιμή του χρέους C. Με άλλα λόγια, απαιτούνται μορφές παρέμβα-σης κατάλληλες να εξασφαλίσουν είτε πιο ευνοϊκούς όρους αποπληρωμής, είτε κούρεμα των δανεικών υποχρεώσεων του δημοσίου. Στο σημείο αυτό χρειάζο-νται τέσσερις βασικές επισημάνσεις.

Πρώτον, οποιαδήποτε μείωση της παρούσας αξίας χωρίς το κούρεμα της ονο-μαστικής τιμής του χρέους C, μπορεί να περιορίζει μερικώς το πρόβλημα, αλλά στρατηγικά δεν χαλαρώνει την επιτήρηση των αγορών (δηλαδή την επενέργεια της εξίσωσης 4). Από αυτή την άποψη, δεν αποτελεί μακροπρόθεσμη οικονομι-κή συνθήκη για την ασφαλή οικοδόμηση προνοιακών πολιτικών (ιδιαίτερα όταν η όποια λύση προσφέρεται μαζί με το «προαπαιτούμενο» της λιτότητας).

Δεύτερον, ένας επιπρόσθετος παράγοντας που κανείς θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του είναι ο κεντρικός ρόλος που διαδραματίζουν τα κρατικά χρεόγραφα των αναπτυγμένων χωρών, όχι μόνο ως βάση της τραπεζικής μόχλευσης, αλλά πολύ περισσότερο ως βάση πολλών σύνθετων χρηματοπιστωτικών προϊόντων (και της ρευστότητας του σκιώδους τραπεζικού τομέα) και ως κυρίαρχο περιου-σιακό στοιχείο των θεσμικών επενδυτών (ασφαλιστικά ταμεία κλπ.). Μία δρα-στική μεταβολή στην παρούσα αξία των χρεογράφων αυτών όχι μόνο δεν μπορεί να επιλύσει το πρόβλημα του χρέους (αφού στην πραγματικότητα θα επιβαρύνει τελικά το δημόσιο), αλλά είναι ικανή να υποκινήσει ένα νέο διεθνές χρηματοπι-στωτικό επεισόδιο. Ένα σημαντικό κούρεμα των κρατικών χρεογράφων θα αφή-σει εξαιρετικά εκτεθειμένο τον τραπεζικό τομέα (ανάγκη ανακεφαλαιοποίησης τραπεζών) και τα ασφαλιστικά ταμεία και θα αναγκάσει το κράτος σε σημαντι-κές οικονομικές παρεμβάσεις, οι οποίες θα αναιρέσουν το αρχικό κούρεμα και ενδεχομένως θα οδηγήσουν κρίση αξιοπιστίας (solvency) και άρα σε επιτήρη-ση. Κάποιος θα μπορούσε να αντιπροτείνει το επιλεκτικό κούρεμα του δημό-σιου χρέους που κατέχει ο ιδιωτικός μη-τραπεζικός τομέας. Για το μέγεθος των κουρεμάτων που απαιτούνται στη ΖτΕ, οι μακροοικονομικές επιπτώσεις μιας τέτοιας πολιτικής στα επίπεδα της απασχόλησης και της ανάπτυξης θα ήταν καθοριστικές, υποκινώντας ενδεχομένως μία νέα ύφεση. Επιπλέον, όπως φαί-νεται από τον Πίνακα 4, για τις περισσότερες χώρες οι εγχώριοι μη-τραπεζικοί πιστωτές δεν κατέχουν σημαντικό μερίδιο του χρέους.

Τρίτον, στη ΖτΕ δεν υπάρχει πολιτικό έδαφος για σημαντικές δημοσιονομικές μεταβιβάσεις, κατάλληλες για τη ριζική αντιμετώπιση του προβλήματος στις χώρες που υπάρχει ανάγκη. Αυτό θα προϋπόθετε ομοσπονδιακές δομές εθνικού κράτους, όπως ακριβώς συμβαίνει στην περίπτωση των ΗΠΑ. Επιπλέον, στο βαθμό που πρόβλημα χρέους αντιμετωπίζουν αρκετές πλέον χώρες της ΖτΕ, η λογική των μεταβιβάσεων δεν θα αποτελούσε από μόνη της λύση σε συνολικό επίπεδο, απλά θα μετέφερε χρεόγραφα (και άρα τον πυρήνα του προβλήματος) μεταξύ χαρτοφυλακίων διαφορετικών χωρών. Επιμέρους μεταβιβάσεις δεν θα

Theseis129a1.indb 46 3/10/2014 3:14:11 πμ

Page 47: Theseis T129

47 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

πρέπει να αποκλειστούν, αλλά στις υπάρχουσες συνθήκες το μέγεθός τους δεν μπορεί να είναι τέτοιο που να οδηγεί απευθείας στην άμεση αντιμετώπιση του χρέους.

Τέταρτον, οι παραδοσιακές πολιτικές ανοικτής αγοράς, παρότι είναι χρήσιμες και θα πρέπει να αποκτήσουν οργανικό ρόλο στη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ,27 δεν επαρκούν για την επίλυση του προβλήματος σε όσες χώρες βρίσκο-νται ήδη με υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους. Μπορεί να βελτιώνουν τη διαφο-ρά r-γ (δηλαδή τη σχέση μεγέθυνσης και κόστους δανεισμού) στη σχέση (3), αλλά αφήνουν τα δημόσια οικονομικά λίγο-πολύ το ίδιο εκτεθειμένα στην επίβλεψη των αγορών, διότι δεν μεταβάλλουν το μέγεθος της ονομαστικής επιβάρυνσης C. Επιπλέον, όπως σημειώνουν και οι Pâris και Wyplosz (2013) και οι De Grauwe και Ji (2013), δημιουργούν έσοδα για την ΕΚΤ τα οποία μοιράζονται αναλογικά στους «μετόχους» της και άρα υποκινούν έμμεσες μεταβιβάσεις προς τις μη-χρεωμένες χώρες, δηλαδή μεταβιβάσεις προς τη λάθος κατεύθυνση.

Πίνακας 4Κάτοχοι δημόσιου χρέους (%) για το 2012

Πηγή: Pâris και Wyplosz (2014: 12).

27 Στο σημείο αυτό συγκλίνει πλέον και η συντριπτική πλειοψηφία των συντηρητικών ανα-λυτών, ιδιαίτερα από τη στιγμή που το πρόβλημα άγγιξε την Ιταλία.

Κάτοικοι στην

αλλοδαπή

μη-χρηματο- οικονομικές επιχειρήσεις

χρηματο- οικονομικές επιχειρήσεις

Νοικοκυριά

Βέλγιο 46,5 1,9 49,9 2,4

Γερμανία 52,9 38,0 0,0

Εσθονία 64,0 1,7 34,2 0,0

Ιρλανδία 63,4 0,1 27,4 0,1Ιρλανδία 63,4 0,1 27,4 0,1

Ισπανία 38,1 2,5 57,5 1,9

Γαλλία 55,7 1,2 42,9 0,2

Ιταλία 35,1 1,8 53,9 9,2

Λουξεμβούργο 1,7 95,8

Μάλτα 5,8 60,8 31,7

Ολλανδία 52,6 1,3 45,1 1,0

Αυστρία 73,6 4,7 21,1 0,5

Πορτογαλία 66,1 1,5 28,8 3,9

Σλοβακία 47,4 1,1 51,4 0,0

Φιλανδία 82,1 2,8 14,5 0,6

Theseis129a1.indb 47 3/10/2014 3:14:11 πμ

Page 48: Theseis T129

48 Θέσεις #129

Η μόνη ουσιαστική λύση σε επίπεδο ΖτΕ οφείλει να μειώνει σημαντικά για ένα σύνολο χωρών το ονομαστικό ύψος του χρέους C, το οποίο πρέπει να εξυπηρετηθεί σε ένα ορισμένο χρονικό ορίζοντα,28 δηλαδή να περιορίζει τη δραστικότητα της (4) επά-νω στην (3), και να κινείται πέρα από τους τέσσερις παραπάνω περιορισμούς (ενας προφανής ακόμη περιορισμός που δεν αναφέρουμε αλλά τον προϋποθέ-τουμε είναι το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της ΕΚΤ και η συνακόλουθη εξαιρε-τικά περιορισμένη δυνατότητα νομισματοποίησης του χρέους. Αυτός δεν προκύ-πτει μόνο από τον τρέχοντα πολιτικό συσχετισμό δυνάμεων αλλά και από συνθε-τότερες ανάγκες οργάνωσης του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος). Μία τέτοια λύση προϋποθέτει αναμφισβήτητα την αλλαγή του ρόλου της ΕΚΤ. Η τελευταία είναι ο μοναδικός θεσμός που μπορεί να κόβει επιταγές στον εαυτό της (αυξάνο-ντας κατά βούληση το ενεργητικό και το παθητικό χωρίς να αντιμετωπίζει το εν-δεχόμενο αδυναμίας πληρωμών), που έχει ικανό μέγεθος χαρτοφυλακίου για την απορρόφηση κατάλληλης ποσότητας χρεογράφων και που τελικά μπορεί να βραχυκυκλώνει την επενέργεια των αγορών, μεταβάλλοντας (ευνοϊκά για την άσκηση κοινωνικών πολιτικών) τη σχέση μεταξύ της μακροχρόνιας πραγματικής μεγέθυνσης γ και του πραγματικού κόστους δανεισμού r.29

5. Η βασική ιδέα

Δεν είναι λίγοι οι συντηρητικοί αναλυτές που, αναγνωρίζοντας το αδιέξοδο της λιτότητας και της υπερχρέωσης μιας σειράς ευρωπαϊκών οικονομιών, αρχίζουν να τονίζουν τον κεντρικό ρόλο που θα πρέπει να διαθέτει η ΕΚΤ στη διαχείριση του προβλήματος. Ενδεικτική είναι η σχετικά πρόσφατη πρόταση των Pâris και Wyplosz για μία «πολιτικά αποδεκτή αναδιάρθρωση χρέους στη ΖτΕ» (PADRE: “Politically Acceptable Debt Restructuring in the Eurozone”30), η οποία έχει αρχίσει να έχει αποδέκτες σε διάφορες πολιτικές κατευθύνσεις.

Η βασική ιδέα είναι απλή: Η ΕΚΤ οφείλει να λειτουργεί ως παραδοσιακή (συμβατική) Κεντρική Τράπεζα παρεμβαίνοντας χωρίς περιορισμούς στην αγο-ρά δημόσιων χρεογράφων (δανείζοντας, δηλαδή, τα ευρωπαϊκά κράτη). Η εν λόγω διαδικασία νομισματοποίησης του χρέους στην απαιτούμενη κλίμακα (βλ. στη συνέχεια τον Πίνακα 5 για τα οικονομικά μεγέθη ενός βασικού σεναρίου) είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε πληθωρισμό (οι πληθωριστικές πιέσεις, βέ-

28 Ολες οι προτάσεις που παρουσιάζουμε στις επόμενες ενότητες οργανώνουν κατάλληλα την χρονική κατανομή των χρηματοδοτικών αναγκών και υποχρεώσεων.

29 Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο περιορισμός της δραστικότητας των αγορών δεν επιδρά μόνο στο r αλλά πολύ περισσότερο επιτρέπει τη μεταβολή στην ίδια τη διάρθρωση του δημόσιου ισοζυγίου: δηλαδή στη σχέση μεταξύ των κοινωνικών δαπανών και της φο-ρολογίας του πλούτου. Για μία ακόμη φορά θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι το κείμενο περιγράφει την αναγκαία αλλά όχι την ικανή συνθήκη για εναλλακτικές δημοσιονομικές πο-λιτικές.

30 Βλ. Pâris και Wyplosz (2014).

Theseis129a1.indb 48 3/10/2014 3:14:11 πμ

Page 49: Theseis T129

49 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

βαια, θα είναι πολύ πιο ασθενείς στο σημερινό περιβάλλον της ύφεσης και του αυξημένου κινδύνου αποπληθωρισμού). Για τον λόγο αυτό, η ΕΚΤ θα πρέπει να αντικαθιστά τα κρατικά χρεόγραφα με δικά της, δηλαδή να δανείζεται από τον ιδιωτικό τομέα. Στην περίπτωση αυτή το πραγματικό κόστος δανεισμού του δη-μοσίου θα ισούται με το επιτόκιο που θα πληρώνει η Κεντρική Τράπεζα προς τον ιδιωτικό τομέα. Για την ΖτΕ το επιτόκιο αυτό μπορεί μακροχρόνια να διαμορφώ-νεται στο επίπεδο του 3%-3,5%.

Οι Pâris και Wyplosz προτείνουν ένα υποθετικό σενάριο στο οποίο η ΕΚΤ αποκτά το 50% του χρέους των 18 χωρών της ΖτΕ (στο τέλος του 2013 η ποσότη-τα αυτή ισοδυναμούσε σε 4,5 τρισεκατομμύρια ευρώ). Κάθε χώρα συμμετέχει αναλογικά με το μερίδιό της στην ΕΚΤ. Η τελευταία μετατρέπει το χρέος αυτό σε διηνεκή ομόλογα (perpetuities) μηδενικού επιτοκίου και εκδίδει αντίστοιχης ποσότητας δικά της δεκαετή ομόλογα (στην ουσία τους ευρωομόλογα) για να απορροφήσει τις ενδεχόμενες πληθωριστικές πιέσεις που πιθανότατα να δημι-ουργήσει η τεράστια παροχή ρευστότητας που θα προκύψει με την αγορά του χρέους. Η ΕΚΤ θα επιβαρυνθεί από τα επιτόκια των ομολόγων της. Οι συγγρα-φείς υπολογίζουν ότι σε πολύ μεγάλο βάθος χρόνου οι απώλειες αυτές θα απορ-ροφηθούν από τα έσοδα νομισματοποίησης (seignorage) της ΕΚΤ (ιδιαίτερα όταν ο μέσος ρυθμός μεγέθυνσης σταθεροποιηθεί σε επίπεδα υψηλότερα από το κόστος δανεισμού της ΕΚΤ).

Η πρόταση αυτή (τις τεχνικές λεπτομέρειες της οποίας δεν αναπτύσσουμε διεξοδικά στο παρόν άρθρο) είναι ενδεικτική της εμβέλειας και της δραστικότη-τας της ΕΚΤ. Στη συγκεκριμένη μορφή της παρουσιάζει, ωστόσο, μία πολύ βα-σική αδυναμία: επιμένοντας στην αρχή της αναλογικότητας και των μη-μεταβιβάσεων μεταξύ των χωρών μελών, δεν επαρκεί για τη δραστική περιστο-λή του χρέους στις χώρες που αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα. Στο βα-σικό τους σενάριο για παράδειγμα, και παρά την τεράστια παροχή ρευστότητας από την ΕΚΤ, το ελληνικό δημόσιο θα παραμείνει με χρέος 106% του ΑΕΠ, ενώ το ιταλικό και το ιρλανδικό με 80% του ΑΕΠ. Επομένως, η ουσιαστική αντιμετώ-πιση του προβλήματος στις υπερχρεωμένες οικονομίες προϋποθέτει επιπρόσθε-τα κουρέματα ή και δημοσιονομικές μεταβιβάσεις, ενδεχόμενα δηλαδή που οι συγγραφείς προσπαθούσαν να αποφύγουν εξαρχής με την πρότασή τους. Η επό-μενη ενότητα αναπτύσσει ένα εναλλακτικό σενάριο το οποίο αντιμετωπίζει την παραπάνω βασική αδυναμία.

6. Ένα εναλλακτικό σενάριο

Στο εναλλακτικό σενάριο που προτείνουμε, η ΕΚΤ αποκτά (ολόκληρο) το χρέος και των 18 χωρών της ΖτΕ που βρίσκεται πάνω από το 50% του ΑΕΠ της κάθε χώ-ρας και το μετατρέπει σε ομόλογα μηδενικού κουπονιού (zero coupon bonds). Οι αντίστοιχοι υπολογισμοί στο βασικό μας σενάριο φαίνονται στον Πίνακα 5. Η πρώτη στήλη παρουσιάζει τα επίπεδα χρέους στα τέλη του 2013, η δεύτερη στήλη

Theseis129a1.indb 49 3/10/2014 3:14:11 πμ

Page 50: Theseis T129

50 Θέσεις #129

τα επίπεδα μετά την παρέμβαση της ΕΚΤ και η τρίτη το μέγεθος της αρχικής μεί-ωσης. Οι χώρες αναγνωρίζουν (ονομαστικό) προεξοφλητικό επιτόκιο e γα το χρέ-ος που θα αποκτήσει η ΕΚΤ (e = 1% στο βασικό μας σενάριο) και δεσμεύονται να επαναγοράσουν το χρέος αυτό όταν θα έχει μειωθεί στο 20% του ΑΕΠ. Η τέταρτη στήλη δείχνει τους προσδοκώμενους μακροχρόνιους ονομαστικούς ρυθμούς με-γέθυνσης (οι οποίοι ποικίλουν μεταξύ των χωρών) και η έκτη τα έτη που θα χρει-αστούν μέχρι τα χρεόγραφα που κατέχει η ΕΚΤ να φτάσουν στο 20% του ΑΕΠ, οπότε και θα επαναγοραστούν από τις αντίστοιχες χώρες μέλη.

Πίνακας 5Το εναλλακτικό σενάριο

Στους παραπάνω υπολογισμούς το προεξοφλητικό επιτόκιο για τα ομόλογα μηδενικού κουπονιού e είναι 1%, το επιτόκιο στο οποίο δανείζεται η ΕΚΤ 3,5%, το προεξοφλητικό επιτόκιο για τη νομισματοποίηση της ΕΚΤ i είναι 4%, το μέσο μακροχρόνιο επίπεδο πληθωρισμού π είναι 2%, ο πραγματικός μέσος όρος μεγέθυνσης της ΖτΕ 1,5% (περισσό-τερα για τους παραπάνω υπολογισμούς βλ. Παράρτημα 1).

Η βασική ιδέα της εναλλακτικής αυτής πρότασης βασίζεται στο γεγονός ότι το χρέος που αποκτά αρχικά η ΕΚΤ (το κατώφλι του 50% του ΑΕΠ στο βασικό μας σενάριο μπορεί να είναι διαφορετικό) τοκίζεται με επιτόκιο μικρότερο από τη μακροχρόνια μεγέθυνση (g>e) και έτσι σταδιακά θα μειώνεται σε σχέση με το

δις € % του ΑΠΕ δις € % του ΑΕΠ δις € % του ΑΕΠ

Βέλγιο 387 101,5 173 50,0 214 56,1 0,025 70Γερμανία 2147 78,4 1244 50,0 903 33,0 0,02 51Εσθονία 2 10,0 2 10,0 0 0,0 0,05 0Ιρλανδία 203 123,7 75 50,0 128 78,2 0,035 56Ελλάδα 319 175,1 83 50,0 236 129,6 0,035 76Ισπανία 961 93,9 465 50,0 496 48,5 0,035 36Γαλλία 1925 93,5 936 50,0 989 48,0 0,025 59Ιταλία 2069 132,6 709 50,0 1360 87,2 0,026 94Κύπρος 18 111,7 8 50,0 11 66,3 0,04 41Λετονία 9 38,1 9 38,1 0 0,0 0,045 0Λουξεμβούργο 11 23,1 10 23,1 0 0,0 0,04 0Μάλτα 5 73,0 3 50,0 2 27,5 0,04 11Ολλανδία 443 73,5 274 50,0 169 28,1 0,025 23Αυστρία 233 74,5 142 50,0 91 29,0 0,02 38Πορτογαλία 214 129,0 75 50,0 138 83,5 0,035 58Σλοβενία 25 71,7 16 50,0 9 26,3 0,04 10Σλοβακία 40 55,4 33 50,0 7 10,0 0,04 10Φιλανδία 110 57,0 88 50,0 22 11,5 0,025 10

ΖτΕ (18) 9121 95,0 4346 4.776 49,7

αρχικό χρέος το 2013 χρέος μετά την παρέμβαση της ΕΚΤ μείωση χρέους

μακρο- χρόνιος ρυθμός

ανάπτυξης g

(εκτίμηση)

έτη μέχρι την

επαναγορά

Theseis129a1.indb 50 3/10/2014 3:14:11 πμ

Page 51: Theseis T129

51 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

ΑΕΠ. Το χρονικό διάστημα μέχρι την τελική επαναγορά (η οποία ισοδυναμεί με ένα μακροχρόνιο put option) ποικίλει από χώρα σε χώρα και εξαρτάται από τη σχέση μεταξύ των παραμέτρων g και e.

Η βασική διαφορά της εναλλακτικής αυτής πρότασης από την πρόταση Pâris και Wyplosz βρίσκεται στο ότι η αρχική πράξη της ΕΚΤ μειώνει το δημόσιο χρέος σε όλες τις οικονομίες της ΖτΕ σε διατηρήσιμα επίπεδα χωρίς να χρειάζονται επιπρόσθετες μεταβιβάσεις. Το σενάριο που παρουσιάζουμε μπορεί να αποκτήσει αρκετές παραλλαγές και αποτελεί κατά βάση μία επισήμανση των δυνατοτήτων στη διαχείριση του χρέους που θα προκύψουν από μία αλλαγή στον προσανατολισμό της ΕΚΤ.

Προφανώς η ΕΚΤ εξακολουθεί να καταγράφει απώλειες διότι δανείζεται από τον ιδιωτικό τομέα με επιτόκιο (3,5%), σημαντικά υψηλότερο από το προεξο-φλητικό επιτόκιο του χρέους των χωρών (1%). Οι απώλειες αυτές θα χρηματο-δοτούνται εν μέρει από την ανατίμηση της αξίας των χρεογράφων που κατέχει στο ενεργητικό της η ΕΚΤ (στη βάση του επιτοκίου e) και εν μέρει από τα έσοδα νομισματοποίησης (seignorage). Στο βασικό μας σενάριο η παραίτηση από τα έσοδα νομισματοποίησης ισχύει μόνο εφόσον και για όσο χρόνο μια χώρα συμμε-τέχει στο μηχανισμό διαχείρισης του χρέους.31 Έτσι, η Εσθονία, η Λετονία και το Λουξεμβούργο που έχουν δημόσιο χρέος μικρότερο από το κατώφλι του 50% δεν συμμετέχουν στον προτεινόμενο μηχανισμό και λαμβάνουν κανονικά τα μερί-σματα από τα κέρδη της ΕΚΤ που τους αντιστοιχούν (τα οποία έτσι και αλλιώς είναι αμελητέα). Η Σλοβενία, η Σλοβακία και η Φιλανδία έχουν αρχικό χρέος με-γαλύτερο από 50% αλλά μικρότερο από 70%, γεγονός που σημαίνει ότι μπορούν να επαναγοράσουν το χρέος που αποκτά η ΕΚΤ αμέσως. Στους υπολογισμούς μας υποθέτουμε ότι συμμετέχουν στον μηχανισμό (απολαμβάνοντας τους ευνο-ϊκούς του όρους) για μία δεκαετία.

Το Σχήμα 2 παρουσιάζει τις εκτιμήσεις για τις απώλειες της ΕΚΤ ενώ το Σχή-μα 3 παρουσιάζει την αντίστοιχη εικόνα για τις σωρευμένες απώλειες. Σταδιακά τα έσοδα από τη νομισματοποίηση (seignorage) θα αυξάνουν ενώ από κάποιο σημείο και μετά (γύρω στο 2050) θα αντισταθμίζουν πλήρως τις απώλειες. Επει-δή οι χώρες θα επαναγοράζουν τα ομόλογά τους από την ΕΚΤ σε συγκεκριμένα διαστήματα (όπως αυτά υπολογίζονται στον Πίνακα 5) παύοντας να συμμετέ-χουν στον μηχανισμό, οι πραγματικές σωρευτικές απώλειες θα είναι μικρότερες (βλ. Σχήμα 3): θα προσεγγίσουν το μέγιστο των 1,8 τρισεκατομμυρίων ευρώ γύρω στο 2050 ενώ η ΕΚΤ πολύ γρήγορα (πρακτικά μετά τη δεκαετία του 2060) θα περάσει σε σωρευτικά κέρδη.

31 Οι μεταβιβάσεις μεταξύ των χωρών αφορούν τα έσοδα της ΕΚΤ που καταβάλλονται συ-νολικά και όχι αναλογικά για την κάλυψη των απωλειών της. Με άλλα λόγια οι μεταβιβά-σεις είναι έμμεσες, πολύ μικρές σε μέγεθος και διαρκούν για όσο χρονικό διάστημα μία οικονομία ωφελείται από την παρέμβαση της ΕΚΤ στο σχέδιο διαχείρισης του χρέους.

Theseis129a1.indb 51 3/10/2014 3:14:11 πμ

Page 52: Theseis T129

52 Θέσεις #129

Σχήμα 2Οι εκτιμώμενες ετήσιες απώλειες της ΕΚΤ σε δισεκατομμύρια ευρώ

(οι υπολογισμοί δικοί μας, με αρνητικό πρόσημο οι απώλειες).

Σχήμα 3Σωρευμένες απώλειες της ΕΚΤ σε δισεκατομμύρια ευρώ

(οι υπολογισμοί δικοί μας).

Theseis129a1.indb 52 3/10/2014 3:14:12 πμ

Page 53: Theseis T129

53 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

Το μέγεθος των 1,8 τρις δεν είναι αδιανόητο για την ΕΚΤ. Αρκεί κανείς να σκεφτεί ότι πριν την εκδήλωση της κρίσης, τον Ιούλιο του 2007, ο ισολογισμός της ΕΚΤ ήταν περίπου 1,2 τρις ευρώ για να φτάσει στο τέλος του 2013 τα 2,4 τρις, 50% αύξηση, αντίστοιχη σε μέγεθος με το συνολικό κόστος σε βάθος δεκαετιών του βασικού μας σεναρίου. Επίσης, οι διάφορες τονώσεις ρευστότητας που κατά καιρούς κάνει η ΕΚΤ έχουν ύψος της τάξης του 1 τρις ευρώ χωρίς τον παραμικρό κίνδυνο πληθωρισμού.

Το πρόβλημα το οποίο παρουσιάζουμε είναι πολυπαραμετρικό, από την άπο-ψη ότι οι «τεχνικές» τροποποιήσεις του βασικού σεναρίου μπορεί να είναι πάρα πολλές. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το βασικό μας σενάριο εμφανίζει τον πολιτικό ορίζοντα των δυνατοτήτων που μπορεί να έχει μία παρέμβαση μεγάλου μεγέθους της ΕΚΤ: βραχυκυκλώ-νοντας την επενέργεια των χρηματαγορών και εξασφαλίζοντας ένα ζωτικό δημοσιονομικό περι-βάλλον για την οργάνωση ριζοσπαστικών πολιτικών (πάντα ως αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθή-κη). Στην πρόταση την οποία αναπτύσσουμε, η ΕΚΤ αναλαμβάνει να διαχειρι-στεί για μεγάλο διάστημα σημαντικό τμήμα του χρέους της ΖτΕ χωρίς στρατηγι-κού χαρακτήρα μεταβιβάσεις και χωρίς κούρεμα χρέους.

7. Προεκτάσεις - εναλλακτικές

Η παραπάνω πρόταση ενέχει αρκετές τεχνικές λεπτομέρειες τις οποίες δεν προ-λαβαίνουμε να αναπτύξουμε διεξοδικά στην παρούσα εκδοχή του άρθρου. Ο αναγνώστης θα πρέπει να κρατήσει τα στρατηγικά χαρακτηριστικά της, καθώς και τη συνολικότερη φιλοσοφία που τη διέπει: χωρίς σημαντικές δημοσιονομι-κές μεταβιβάσεις, η ΕΚΤ είναι δυνατό να αφανίσει κρίσιμο τμήμα του χρέους των ευρωπαϊκών οικονομιών, με κόστος που είναι άμεσα διαχειρίσιμο. Η διάρκεια της χρονικής περιόδου μέχρι την τελική επαναγορά χρέους ποικίλει για κάθε χώρα και είναι συνδυασμός διαφορετικών παραγόντων, οι βασικότεροι από τους οποίους είναι: ο μέσος ρυθμός μεγέθυνσης, το ύψους του χρέους που υπερβαίνει το 50% του ΑΕΠ και φυσικά το προεξοφλητικό επιτόκιο (το οποίο έχει υποτεθεί το ίδιο για όλες τις χώρες). Σε ορισμένες περιπτώσεις ο χρονικός αυτός ορίζοντας μπορεί να μοιάζει αρκετά μεγάλος (π.χ. 94 έτη για την Ιταλία, 76 για την Ελλάδα και 74 για το Βέλγιο στο βασικό μας σενάριο), ωστόσο το ζήτημα είναι καθαρά λογιστικό (και άρα δευτερεύουσας σημασίας) από τη στιγμή που η ΕΚΤ έχει ήδη περάσει σε κέρδη ενώ έχει παύσει κάθε επιβάρυνση για όσες χώρες βγαίνουν από το μηχανισμό.

Το παραπάνω σενάριο όπως είναι διατυπωμένο αποτελεί μια γενική, στρα-τηγικού τύπου απάντηση στο ζήτημα του δημόσιου χρέους και της λιτότητας στο βαθμό που συνδέεται με αυτό. Ωστόσο για τη συγκεκριμένη οργάνωση μίας στρατηγικής απάντησης, οφείλει να ληφθεί υπόψη και η χρονική κατανομή της εξυπηρέτησης του εναπομεί-ναντος χρέους. Το ζήτημα της χρονικής κατανομής των πληρωμών οφείλει να είναι βασική προϋπόθεση σε κάθε σχετική συζήτηση. Για παράδειγμα, ένα υποτιθέ-μενο γενικό και άμεσο κούρεμα κατά 50% στο χρέος του ελληνικού δημοσίου

Theseis129a1.indb 53 3/10/2014 3:14:12 πμ

Page 54: Theseis T129

54 Θέσεις #129

(ανεξάρτητα από το ποιος είναι ο δανειστής: ιδιωτικός τομέας, EFSF, ΔΝΤ, κρά-τη της ΖτΕ) μειώνει τις πληρωμές σε χρεολύσια και τόκους για το διάστημα 2015-2019 από περίπου 80 δις σε 40δις ευρώ, περίπου κατά 10 δις ευρώ κατά έτος. Αυτό σημαίνει, επομένως, ότι εξακολουθεί να υπάρχει ανάγκη για πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 4% του ΑΕΠ ή νέο δανεισμό. Το ίδιο πρόβλημα είναι ακόμα μεγαλύτερο για χώρες όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Γαλλία, η Ολλανδία και το Βέλγιο που τα χρεολύσια σε αυτό το διάστημα είναι πάνω από 50% του συνολικού κρατικού χρέους σε ομόλογα και τίτλους οι οποίοι δύναται να είναι αντικείμενο αγοραπωλησίας στις αγορές κεφαλαίου (στη συνέχεια θα αναφερό-μαστε σε αυτό το χρέος ως διαπραγματεύσιμο χρέος – εξαιρούμε τα βραχυπρόθεσμα μέσα συνολικής διάρκειας ωρίμανσης μικρότερης ή ίσης του έτους, όπως για παράδειγμα τα έντοκα γραμμάτια του δημοσίου). Στις περιπτώσεις αυτές τα πρωτογενή πλεονάσματα (και άρα τα μέτρα λιτότητας) θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα υψηλά παρά το όποιο κού-ρεμα. Το σενάριο που παρουσιάσαμε ήδη λαμβάνει υπόψη του σε σημαντικό βαθμό το πρόβλημα της κατανομής των πληρωμών αλλά δεν το απαντάει συ-γκεκριμένα.

Μία ενδιαφέρουσα εναλλακτική του προηγούμενου σεναρίου μας, η οποία επιπλέον μειώνει δραστικά το συνολικό κόστος (από πλευράς ΕΚΤ), αλλά και τον συνολικό χρονικό ορίζοντα του προγράμματος, ενώ διευρύνει τις ευνοϊκές δημο-σιονομικές συνθήκες για την ανατροπή της λιτότητας σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα μπορούσε να έχει ως εξής:

Ας υποθέσουμε ότι δεν υπάρχουν σημαντικές μεταβολές στη δημοσιονομική πολιτική των χωρών της ΖτΕ μέχρι το 2020 ενώ μετά το 2020 θα έχουμε δημοσι-ονομικά πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 0,5-1% του ΑΕΠ.32 Με αυτές τις υποθέσεις και με δεδομένους τους εκτιμώμενους ρυθμούς μεγέθυνσης και τα μακροπρόθεσμα επιτόκια, σχεδόν κανένα κράτος - μέλος δεν μπορεί να επιτύχει το στόχο της μείωσης του χρέους στο 60% του ΑΕΠ το 2030 – αντίθετα μάλιστα το δημόσιο χρέος παρουσιάζει αυξητικές τάσεις. Το αποτέλεσμα αυτό για ένα σύνολο χωρών της ΖτΕ φαίνεται στο Σχήμα 4 ως σενάριο 0. Όλες οι οικονομίες της ΖτΕ επηρεάζονται αρνητικά στη μακροχρόνια περίοδο από τη σχέση ρυθμών μεγέθυνσης και επιτοκίων με αποτέλεσμα το χρέος να αυξάνει σχετικά στις πε-ρισσότερες περιπτώσεις (εκτός Ολλανδίας, Εσθονίας, Σλοβακίας και Βελγίου).

Σε μία πρώτη εναλλακτική, η οποία περιγράφεται στο Σχήμα 4 ως σενάριο 1, η EKT αναλαμβάνει τα χρεολύσια και τους τόκους που αντιστοιχούν σε αυτό το τμήμα του χρέους για την επόμενη πενταετία: 2016-2020. Υπολογίζουμε ότι το

32 Το γεγονός ότι η Γαλλία παρουσίασε προϋπολογισμό ο οποίος διατηρεί ελλείμματα υψη-λότερα από τα προγραμματισθέντα με βάση τις συμφωνίες που υπήρχαν έως τώρα απο-τελεί ένα δείκτη ότι οι υποθέσεις σχετικά με τη δυναμική του χρέους που υιοθετούμε ως βάση σύγκρισης είναι αισιόδοξες και επομένως η δυναμική της εξέλιξης είναι πολύ πι-θανό να κινείται σε δυσμενέστερες κατευθύνσεις από αυτές που υποθέτουν οι τρέχουσες κυρίαρχες πολιτικές.

Theseis129a1.indb 54 3/10/2014 3:14:12 πμ

Page 55: Theseis T129

55 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

ποσό αυτό αποτελεί το 55% του χρέους για κάθε χώρα.33 Η αγορά γίνεται στην ονομαστική αξία. Για τις χώρες που έχουν δανειστεί από την Τρόικα, ο υπολογι-σμός γίνεται επί του συνόλου του διαπραγματεύσιμου και του θεσμικού χρέους (διακρατικά χρέη, χρέη πρός EFSF-ESM, ΔΝΤ). Στην περίπτωση αυτή η άμεση μείωση του χρέους θα έχει επίδραση στα μακροπρόθεσμα επιτόκια μετά το 2021 μειώνοντάς τα κατά 0,3 έως 0,5% (μικρότερη επίδραση από αυτή που υποθέτει ο ΟΟΣΑ από τη βελτίωση του ύψους του χρέους, από τη βάση δεδομένων του οποίου αντλούμε τις εκτιμήσεις για τους μακροπρόθεσμους ρυθμούς μεγέθυν-σης, επιτόκια και σταθμίσεις κινδύνων δανεισμού για κάθε κράτος - μέλος). Για τις χώρες με υψηλό δείκτη χρέους και χρηματοδοτικές ανάγκες, υποθέτουμε ότι η ίδια επίδραση θα είναι άμεση κατά 0,3% από το 2016. Στο σενάριό μας δίνουμε δυνατότητα συμμετοχής σε αυτή τη συμφωνία σε όλες τα κράτη-μέλη της ΖτΕ, ανεξαρτήτως ύψους χρέους και δικαίωμα να αποχωρήσουν από τη συμφωνία μετά το 2030 (από το 2031) ακόμη και αν ο λόγος του χρέους που έχει περιέλθει στην ΕΚΤ είναι μικρότερος του 20%, που υποθέταμε στο προηγούμενο σενάριο. Ωστόσο, εύλογα θα μπορούσαμε να προσθέσουμε ότι όταν επιλέγουν την απο-χώρηση από τη συμφωνία δεν πρέπει το χρέος να υπερβαίνει κατά πολύ το στόχο του 60%. Όπως φαίνεται αναλυτικά στις εκτιμήσεις μας στο Σχήμα 4, τα αποτε-λέσματα στο ύψος και τη δυναμική του χρέους είναι σημαντικά σε σχέση με το προηγούμενο σενάριο ενώ συγχρόνως αυξάνουν άμεσα οι δυνατότητες δημοσι-ονομικών χειρισμών Οι χώρες θα επαναγοράσουν (όπως και προηγουμένως) το χρέος από την ΕΚΤ όταν αυτό μειωθεί στο 20% του ΑΕΠ. Η διάρκεια μέχρι την επαναγορά δίνεται στον Πίνακα 6, στη συνέχεια.

Σημαντική επέκταση του προηγούμενου σεναρίου, πάντα στην κατεύθυνση αύξησης των δυνατοτήτων άσκησης δημοσιονομικών πολιτικών, η οποία περι-γράφεται ως σενάριο 2 στο Σχήμα 4, θα μπορούσε να είναι η εξής: για το ίδιο χρο-νικό διάστημα (2016-2020) η EKT αναλαμβάνει και την πληρωμή των συνολικών τόκων που αντιστοιχούν στο εναπομείναν χρέος (δηλαδή στο χρέος που περίσσε-ψε από το προηγούμενο swap του σεναρίου 1) των κρατών της ΖτΕ, κεφαλαιο-ποιώντας και προσθέτοντας τους τόκους στο ήδη σωρευμένο χρέος του σεναρίου 1. Στην περίπτωση αυτή το χρέος μειώνεται ακόμα πιο δραστικά (με περισσότε-ρες απώλειες από πλευράς ΕΚΤ) (βλ. Πίνακα 6). Τα σενάρια 1 και 2 δημιουργούν σημαντικές τάσεις μείωσης του χρέους αντίθετα με το πρώτο (σενάριο 0) που έχει αυξητικές τάσεις, δηλαδή με την υπόθεση ότι ακολουθούνται οι τρέχουσες ευρωπαϊκές πολιτικές. Επιπρόσθετα αυξάνουν τις δυνατότητες δημοσιονομικών χειρισμών, δηλαδή οργανώνουν αναγκαίες προϋποθέσεις για την ακύρωση των

33 Αυτό το μέγεθος προκύπτει ως εξής. Ο υπολογισμός του τμήματος του διαπραγματεύσι-μου χρέους που λήγει την πενταετία 2016-2020, δεν αποτελεί ίδιο ποσοστό για κάθε κρά-τος που συμμετέχει τη συμφωνία. Για κάποιο κράτος το ποσοστό αυτό είναι μεγαλύτερο. Η ΕΚΤ αναλαμβάνει το χρέος για κάθε κράτος σε ποσοστό ίσο με αυτό το μεγαλύτερο πο-σοστό. Τα στοιχεία για την κατανομή των χρεολυσίων ανά έτος τα έχουμε αντλήσει από τα Υπουργεία Οικονομικών και την Κεντρική Τράπεζα κάθε κράτους.

Theseis129a1.indb 55 3/10/2014 3:14:12 πμ

Page 56: Theseis T129

56 Θέσεις #129

πολιτικών λιτότητας. Η περίοδος επαναγοράς εξακολουθεί να παραμένει σχετι-κά με τα άλλα κράτη μεγαλύτερη για Ελλάδα, Ιρλανδία, Ιταλία και Πορτογαλία, αλλά σημαντικά μειωμένη σε σχέση με το βασικό σενάριο που αναπτύξαμε στην παράγραφο 6, όπως φαίνεται στον Πίνακα 6 που ακολουθεί.

Πίνακας 6Ετη στα οποία το χρέος επί του ΑΕΠ που θα κατέχει η ΕΚΤ

είναι μικρότερο του 20%

Ετος όπου το υπόλοιπο στην ΕΚΤ <20% ΑΕΠΣενάριο 1 Σενάριο 2

AUT 2027 2038BEL 2037 2046EST 2016 2016

EA-18 2032 2044FIN 2016 2016

FRA 2029 2040DEU 2016 2025GRC 2064 2069IRL 2052 2061ITA 2050 2060

NLD 2023 2030PRT 2050 2057SVK 2021 2028SVN 2031 2042ESP 2031 2046

Πηγές: AMECO, OECD 2014, Υπουργεία Οικονομικών και Κεντρικές Τράπεζες των αντίστοιχων κρα-τών, IMF, δικοί μας υπολογισμοί. Δες και υποσημειώσεις 33, 34. Με έντονα πλάγια γράφονται τα έτη που το ύψος του χρέους που κατέχει η ΕΚΤ μειώνεται κάτω του 20%, ενώ υπογραμ-μίζεται το έτος 2016 η παρουσία του οποίου σε ένα κελί δείχνει ότι το χρέος που κατέχει η ΕΚΤ είναι μικρότερο του 20% από την αρχή της συμφωνίας. Θυμίζουμε ωστόσο στον αναγνώστη ότι κάθε κράτος θα μπορούσε να διατηρήσει τη συμφωνία με την ΕΚΤ μέχρι το 2030. Τα έτη που το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι κάτω από 60%, παρουσιάζο-νται στο Σχήμα 4 το οποίο ακολουθεί.

Τον πίνακα αυτόν ο αναγνώστης (όπως και τους άλλους πίνακες όπου εμπε-ριέχονται εξαιρετικά μακροχρόνιες εκτιμήσεις μεγεθών όπως τα επιτόκια και οι ρυθμοί μεγέθυνσης), πρέπει να τον χειριστεί κυρίως ως εργαλείο σύγκρισης των σεναρίων και όχι ως εργαλείο που αποτυπώνει με ακρίβεια τις εξελίξεις – στην καλύτερη περίπτωση ανιχνεύει και αναπαριστά μία εγγενή δυναμική τάση που διατρέχει τις οικονομίες των κρατών - μελών με βάση τις τρέχουσες εκτιμήσεις για το μέλλον οι οποίες εδράζονται στα αποτελέσματα που γεννά η τρέχουσα

Theseis129a1.indb 56 3/10/2014 3:14:12 πμ

Page 57: Theseis T129

57 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

συγκυρία. Επομένως, πρέπει κυρίως να ληφθεί ως εργαλείο που επιτρέπει τη σύγκριση των δυνατοτήτων – δυνητικών οριζόντων μεταβολής της συγκυρίας και άσκησης πολιτικής – που ενέχονται στις προτάσεις που έχουμε παρουσιάσει (όπως και αυτές των Pâris και Wyplosz ή του πίνακα 5).34

Στη συνέχεια παρουσιάζουμε για τα κράτη της ΖτΕ τη δυναμική του χρέους για τα σενάρια 0 (χωρίς κούρεμα), 1 (με κούρεμα χρεολυσίων και των αντίστοι-χων τόκων για το διάστημα 2016-2020) και 2 (ό,τι στο σενάριο 1 και επιπρόθετα επιβάλλοντας κούρεμα και των τόκων για το ίδιο διάστημα του υπόλοιπου χρέ-ους που δεν έχει «κουρευτεί»), με τις ίδιες υποθέσεις του Πίνακα 6, δες υπο-σημείωση 34, πλην της Μάλτας, Λετονίας, Λουξεμβούργου και Κύπρου για τις οποίες δεν είχαμε όλα τα δεδομένα που απαιτούνται για να «τρέξει» η εκτίμηση. Ωστόσο, η γενικότητα των συμπερασμάτων επηρεάζεται ελάχιστα αν λάβουμε υπόψη ότι το συνολικό χρέος αυτών των κρατών στο σύνολο του χρέους της ΖτΕ είναι κάτω του 0,5%.

Παρατηρούμε από το Σχήμα 4, ότι με βάση το σενάριο 2 τα κράτη - μέλη προ-σεγγίζουν σχετικά γρήγορα ένα ύψος δημόσιου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ γύρω στο 60% (εκτός της Ισπανίας που βρίσκεται στα όρια του 70%). Αυτό το σε-νάριο έχει το χαρακτηριστικό της μεγαλύτερης διάρκειας εξόδου από τη συμφω-νία σε σχέση με το σενάριο 1 (όπως φαίνεται στον Πίνακα 6). Ωστόσο το σενάριο 1 οδηγεί σε μεγαλύτερο ύψος χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ, ενώ γενικότερα η δυ-ναμική συσσώρευσης του χρέους έχει χειρότερα χαρακτηριστικά σε σχέση με αυτά του σεναρίου 2. Και τα δύο σενάρια σε σχέση με τη συνέχιση της τρέχουσας πολιτικής παρουσιάζουν πολύ καλύτερα αποτελέσματα.

34 Εκτιμήσεις για τους μακροχρόνιους ρυθμούς μεγέθυνσης, τα μακροπρόθεσμα επιτό-κια και παράγοντες που καθορίζουν τα spread των επιτοκίων για κάθε κράτος, έχουμε αντλήσει από τον ΟΟΣΑ, OECD (2014), OECD Economic Outlook, Vol. 2014/1, OECD Publishing, http://dx.doi.org/10.1787/eco_outlook-v2014-1-en. Τα πρωτογενή πλεονάσματα για την περίο-δο μέχρι το 2020 τα έχουμε προσαρμόσει με βάση τα αναμενόμενα αποτελέσματα για το 2014 και τις εκτιμήσεις για το 2015 σύμφωνα με την AMECO. Τα αναμενόμενα αποτε-λέσματα για το 2014 σταθμίστηκαν με μεγαλύτερο βάρος σε σχέση με τις εκτιμήσεις για το 2015. Στη συνέχεια υποθέσαμε ότι δεν υπάρχει αλλαγή πολιτικής. Αυτή η υπόθεση δι-καιολογείται στο βαθμό που το κύριο ερώτημα αφορά τη σύγκριση των χαρακτηριστικών και των δυνατοτήτων των σεναρίων που παρουσιάζουμε μεταξύ τους και δεν συνιστά προφανώς εκτίμηση για ένα μέγεθος που είναι ανοιχτό στις εξελίξεις της συγκυρίας. Με την ίδια λογική, για να καταστούν τα σενάρια συγκρίσιμα μεταξύ τους ως προς τα βασι-κά χαρακτηριστικά του «κουρέματος» του χρέους έχουμε υποθέσει για την περίοδο μετά το 2020 πρωτογενή πλεονάσματα θετικά γύρω από το 1% χωρίς αυτό να συνιστά πρόταση οικονομικής πολιτικής ή εκτίμηση των εξελίξεων, απλά βολική παραδοχή. Έχουμε επίσης υποθέσει ότι δεν λαμβάνει χώρα νομισματοποίηση του χρέους και ο πληθωρισμός είναι ενιαίος στο 2%.

Theseis129a1.indb 57 3/10/2014 3:14:12 πμ

Page 58: Theseis T129

58 Θέσεις #129

Σχήμα 4Η δυναμική του δημόσιου χρέους που προκύπτει από τα Σενάρια 0, 1 και 2

90Αυστρία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

80

90Αυστρία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

70

80

90Αυστρία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

60

70

80

90Αυστρία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

40

50

60

70

80

90Αυστρία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

40

50

60

70

80

90

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Αυστρία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σ ά 0 Σ 1 Σ 2

40

50

60

70

80

90

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Αυστρία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν. 1 Σεν. 2

110Βέλγιο, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

90

110Βέλγιο, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

70

90

110Βέλγιο, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

50

70

90

110Βέλγιο, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

30

50

70

90

110Βέλγιο, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

30

50

70

90

110

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Βέλγιο, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν 1 Σεν 2

30

50

70

90

110

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Βέλγιο, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν. 1 Σεν. 2

15Εσθονία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

15Εσθονία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

10

15Εσθονία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

5

10

15Εσθονία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

0

5

10

15Εσθονία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

0

5

10

15

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Εσθονία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν 1 Σεν 2

0

5

10

15

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Εσθονία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν. 1 Σεν. 2

80Φιλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

70

80Φιλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

60

70

80Φιλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

50

60

70

80Φιλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

40

50

60

70

80Φιλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

40

50

60

70

80

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Φιλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν 1 Σεν 2

40

50

60

70

80

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Φιλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν. 1 Σεν. 2

110Γαλλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

100110

Γαλλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

8090

100110

Γαλλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

60708090

100110

Γαλλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

5060708090

100110

Γαλλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

5060708090

100110

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Γαλλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν 1 Σεν 2

5060708090

100110

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Γαλλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν. 1 Σεν. 2

80Γερμανία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

70

80Γερμανία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

60

70

80Γερμανία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

40

50

60

70

80Γερμανία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

30

40

50

60

70

80Γερμανία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

30

40

50

60

70

80

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Γερμανία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν 1 Σεν 2

30

40

50

60

70

80

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Γερμανία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν. 1 Σεν. 2

Ελλάδα, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠΕλλάδα, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

140

Ελλάδα, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

90

140

Ελλάδα, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

40

90

140

Ελλάδα, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

40

90

140

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Ελλάδα, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν 1 Σεν 2

40

90

140

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Ελλάδα, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν. 1 Σεν. 2

140Ιρλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

120

140Ιρλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

100

120

140Ιρλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

60

80

100

120

140Ιρλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

40

60

80

100

120

140Ιρλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

40

60

80

100

120

140

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Ιρλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν 1 Σεν 2

40

60

80

100

120

140

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Ιρλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν. 1 Σεν. 2

Theseis129a1.indb 58 3/10/2014 3:14:12 πμ

Page 59: Theseis T129

59 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

80Ολλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

70

80Ολλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

50

60

70

80Ολλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

40

50

60

70

80Ολλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

20

30

40

50

60

70

80Ολλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

20

30

40

50

60

70

80

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Ολλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν 1 Σεν 2

20

30

40

50

60

70

80

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Ολλανδία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν. 1 Σεν. 2

160Ιταλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

140

160Ιταλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

120

140

160Ιταλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

80

100

120

140

160Ιταλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

60

80

100

120

140

160Ιταλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

60

80

100

120

140

160

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Ιταλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν 1 Σεν 2

60

80

100

120

140

160

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Ιταλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν. 1 Σεν. 2

160Πορτογαλλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

140

160Πορτογαλλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

120

140

160Πορτογαλλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

80

100

120

140

160Πορτογαλλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

60

80

100

120

140

160Πορτογαλλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

60

80

100

120

140

160

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Πορτογαλλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν 1 Σεν 2

60

80

100

120

140

160

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Πορτογαλλία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν. 1 Σεν. 2

80Σλοβακία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

60

80Σλοβακία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

40

60

80Σλοβακία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

20

40

60

80Σλοβακία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

0

20

40

60

80Σλοβακία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

0

20

40

60

80

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Σλοβακία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν 1 Σεν 2

0

20

40

60

80

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Σλοβακία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν. 1 Σεν. 2

90Σλοβενία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

80

90Σλοβενία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

60

70

80

90Σλοβενία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

50

60

70

80

90Σλοβενία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

30

40

50

60

70

80

90Σλοβενία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

30

40

50

60

70

80

90

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Σλοβενία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν 1 Σεν 2

30

40

50

60

70

80

90

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Σλοβενία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν. 1 Σεν. 2

130Ισπανία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

110

130Ισπανία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

90

110

130Ισπανία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

70

90

110

130Ισπανία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

50

70

90

110

130Ισπανία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

50

70

90

110

130

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Ισπανία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν 1 Σεν 2

50

70

90

110

130

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Ισπανία, ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν. 1 Σεν. 2

110Ζ.τ.Ε., ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

100110

Ζ.τ.Ε., ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

8090

100110

Ζ.τ.Ε., ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

708090

100110

Ζ.τ.Ε., ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

5060708090

100110

Ζ.τ.Ε., ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

5060708090

100110

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Ζ.τ.Ε., ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν 1 Σεν 2

5060708090

100110

2015 2016 2017 2018 2019 2020 2030 2040 2050

Ζ.τ.Ε., ∆ημόσιο χρέος % του ΑΕΠ

Σενάριο 0 Σεν. 1 Σεν. 2

Ο υπολογισμός της δυναμικής του χρέους στη ΖτΕ γίνεται με τα αθροιστικά μεγέθη του χρέους, του ΑΕΠ, των πρωτογενών πλεονασμάτων και των χρεολυσίων ενώ για τους ρυθμούς μεγέθυνσης και τα μα-κροπρόθεσμα επιτόκια χρησιμοποιούμε τις εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ, όπως στην υπο-σημείωση 34.

Theseis129a1.indb 59 3/10/2014 3:14:13 πμ

Page 60: Theseis T129

60 Θέσεις #129

Φυσικά μπορεί να υπάρχουν και άλλες επεκτάσεις ή τροποποιήσεις που να στοχεύουν στην ίδια κατεύθυνση. Ένα τμήμα των απωλειών της ΕΚΤ μπορεί να νομισματοποιηθεί απευθείας (χωρίς να αποστειρωθεί) καθώς οι πληθωριστικές πιέσεις στο σημερινό περιβάλλον της ύφεσης δεν πρόκειται να είναι ισχυρές. Τα παραπάνω μειώνουν ακόμη περισσότερο τόσο το κόστος του προγράμματος όσο και τη συνολική του διάρκεια. Ανάλογα με το επίπεδο των κοινωνικών συσχετι-σμών, η πρότασή μας θα μπορούσε να συνδεθεί και με τη φορολόγηση των πάρα πολύ πλούσιων Ευρωπαίων: των προσώπων υπερβολικά υψηλής καθαρής αξίας (UHNW: ultra high net worth individuals). Ο Πίνακας 7 παρέχει στοιχεία για τους πάρα πολύ πλούσιους στην Ευρώπη (αυτούς που έχουν καθαρή περιουσία πάνω από 30 εκ. ευρώ σε αγοραίες τιμές). Σε μία συνολική περιουσία περίπου 4 τρις, θα μπορούσε να επιβληθεί ένας σημαντικός εφάπαξ φόρος, αναπτυξιακός και κοινωνικής αλληλεγγύης, επί του συνόλου της περιουσίας, καταβλητέος σε μερικά έτη (π.χ. εντός δεκαετίας). Εκτός από τους πάρα πολύ πλούσιους υπάρ-χουν βέβαια και οι πολύ πλούσιοι, που θα μπορούσαν και αυτοί να συμβάλλουν μέσω της κατάλληλης οργάνωσης των μηχανισμών αναδιανομής. Το πεδίο των σχετικών τροποποιήσεων είναι μεγάλο αλλά βέβαια, όπως έχουμε τονίσει, δεν πρόκειται για τεχνικό αλλά για πολιτικό ζήτημα.

Πίνακας 7Στοιχεία προσώπων με υπερβολικά υψηλή καθαρή αξία

(UHNW: ultra high net worth individuals), σε μία σειρά από χώρες της ΖτΕ.

Πηγή: World Ultra Wealth Report 2013, Wealth-X and UBS.

UHNW* Συνολικός πλούτος (δισ. $)

UHNW* Συνολικός πλούτος (δισ. $)

% μεταβολή του

πληθυσμού

% μεταβολή του

συνολικού πλούτου

Ευρώπη 58065 7675 53440 6950 8,7 10,4

Γερμανία 17820 2345 15770 2050 13,0 14,4

Γαλλία 4490 525 4100 475 9,5 10,5

Ιταλία 2075 235 1940 220 7,0 6,8

Ισπανία 1625 195 1520 180 6,9 8,3

Ολλανδία 1290 175 1205 160 7,1 9,4

Πορτογαλία 870 100 785 90 10,8 11,1

Βέλγιο 810 95 750 85 8,0 11,8

Ιρλανδία 580 65 570 65 1,8 0,0

Αυστρία 565 70 530 60 6,6 16,7

Ελλάδα 505 60 455 50 11,0 20,0

Φιλανδία 400 45 405 45 -1,2 0,0

2012-20132013 2012

Theseis129a1.indb 60 3/10/2014 3:14:13 πμ

Page 61: Theseis T129

61 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

8. Επίλογος

Στο παρόν άρθρο παρουσιάσαμε μια «τεχνική λύση» για το πρόβλημα της υπερ-χρέωσης στη ΖτΕ, η οποία έχει ως προϋπόθεση όχι τη συνέχιση των πολιτικών λιτότητας, αλλά την κατάργησή τους και την ενδυνάμωση επομένως της ισχύος, της διαπραγματευτικής θέσης και του εισοδήματος των δυνάμεων της εργασίας. Η λύση που προτείνουμε (και η οποία σε «τεχνικό» επίπεδο επιδέχεται πολλές παραλλαγές) αξιοποιεί τις δυνατότητες που έχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπε-ζα να βραχυκυκλώνει την παρέμβαση των χρηματαγορών για να εξασφαλίσει ένα ζωτικό δημοσιονομικό περιβάλλον για την οργάνωση κοινωνικών πολιτικών. Η ΕΚΤ αναλαμβάνει να διαχειριστεί για μεγάλο διάστημα σημαντικό τμήμα του χρέους της ΖτΕ, χωρίς στρατηγικού χαρακτήρα μεταβιβάσεις και χωρίς «πραγ-ματικό» κούρεμα της ονομαστικής αξίας του χρέους παρόλο που ό,τι κάνει λει-τουργεί ως τέτοιο.

Η λύση που προτείνουμε, πέρα από τις τεχνικές της λεπτομέρειες, έχει κυρί-αρχα πολιτικό χαρακτήρα: οι πολιτικές της λιτότητας, τις οποίες η πρότασή μας θέτει στο περιθώριο, αποτελούν στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου, κρίσιμη πολιτική συνθήκη για την εμπέδωση της νεοφιλελεύθερης κοινωνικής ρύθμισης και τη συντριβή της προσδοκιών της εργασίας. Επομένως η λύση που διατυπώ-νεται εδώ προϋποθέτει αλλά και προωθεί ένα νέο κοινωνικό και πολιτικό συσχε-τισμό δύναμης υπέρ των συμφερόντων της εργασίας.

Θεωρούμε ότι η παρούσα συγκυρία είναι ευνοϊκή για τη διατύπωση και πολι-τική προώθηση μιας τέτοιας εναλλακτικής πρότασης. Διότι η συνεχιζόμενη και επιδεινούμενη υπερχρέωση πολλών χωρών της ΖτΕ έχει καταστήσει πλέον προ-φανές ότι το πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά ούτε με δημοσιο-νομική προσαρμογή (η οποία τείνει να είναι ισχυρά υφεσιακή κατά τη βραχυχρό-νια περίοδο και άρα να οξύνει ακόμη περισσότερο το πρόβλημα) και μόνιμα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, ούτε μέσω αποκρατικοποιήσεων.

Βιβλιογραφικές αναφορές

Buiter, W. και Rahbari, E. (2013) “Why do Governments Default, and Why don’t They Default More Often”, CERP, Discussion Paper no. 9492, διαθέσιμο: www.cepr.org/pubs/dps/DP9492.asp

De Grauwe, P and Yuemei Ji (2013), “Fiscal implications of ECB’s bond-buying programme”, VoxEU.org: http://www.voxeu.org/article/fiscal-implications-ecb-s-bond-buying-programme

Mayer, T. (2012), Europe’s Unfinished Currency: The Political Economics of the Euro, New York: Anthem Press.

Μηλιός, Γ. και Σωτηρόπουλος, Δ. Π. (2011) Ιμπεριαλισμός, Χρηματοπιστωτικές Αγορές, Κρίση, Αθήνα: Νήσος.

Theseis129a1.indb 61 3/10/2014 3:14:13 πμ

Page 62: Theseis T129

62 Θέσεις #129

Milios, J., Sotiropoulos, D. P. (2010), “Crisis of Greece or crisis of Euro? A view from the European ‘periphery’”, Journal of Balkan and Near Eastern Studies, 12 (3): 223-240.

Λαπατσιώρας, Σ. και Σωτηρόπουλος, Δ. Π. (2011) «Η αριθμητική του χρέους... όχι μόνο για αρχάριους», Θέσεις, τ. 116, σελ. 89-116.

Λαπατσιώρας, Σ.. Μηλιός, Γ. και Σωτηρόπουλος, Δ. Π. (2011) «Ταξίδι μέσα στην ήττα: Πολιτικές αντιμετώπισης της κρίσης ή πολιτικές αξιοποίησης της κρίσης; Σκέψεις για μια αριστερή στρατηγική», Θέσεις, τ. 116, σελ. 17-146.

Λαπατσιώρας, Σ., 2013, «Πολιτική Οικονομία του Δημόσιου Χρέους», Συνέδριο του ιδρύμα-τος Ν. Πουλαντζά με τίτλο Η κρίση χρέους και οι προκλήσεις της ανάπτυξης, 29-30 Νοεμβρίου 2013, Πάντειο (πρακτικά υπό έκδοση)

Pâris, P. και Wyplosz, C. (2013) To end the Eurozone crisis, bury the debt forever, Vox-Eu.org: http://www.voxeu.org/article/end-eurozone-crisis-bury-debt-forever

Pâris, P. και Wyplosz, C. (2014) Political Acceptable Debt Restructuring in the Eurozone, Geneva Reports on the World Economy, Special Report 3, διαθέσιμο: http://graduateinstitute.ch/files/live/sites/iheid/files/sites/international_economics/shared/international_economics/prof_websites/wyplosz/Geneva%20Reports/Geneva%20Special%20Report%203.pdf.

Sotiropoulos, D. P., Milios, J., Lapatsioras, S. (2013), A Political Economy of Contemporary Capitalism and Its Crisis: Demystifying Finance, London and New York: Routledge.

Wyplosz, C. (2011) “Debt Sustainability Assessment: Mission Imposible”, Review of Economics and Institutions, 2(3): 2-37.

Παράρτημα 1

Στην περίπτωση που η οικονομία μεγεθύνεται με ρυθμό g ενώ το προεξοφλητικό επιτόκιο για το χρέος είναι e, σε n έτη η σχέση μεταξύ του χρέους που κατέχει η ΕΚΤ και του ΑΕΠ θα δίνεται από την παρακάτω λόγο:

0

0

11

n

n

D eY g

(Π.1)

Στο βασικό μας σενάριο υποθέτουμε επαναγορά όταν το ύψος της (Π.1) γίνει 20%. Αυτό προϋποθέτει αριθμό ετών που δίνονται από την παρακάτω σχέση (D0

Theseis129a1.indb 62 3/10/2014 3:14:13 πμ

Page 63: Theseis T129

63 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

είναι η αρχική μείωση του χρέους και Υ0 το αρχικό ΑΕΠ):

0

00

0

ln 0,2 ln10.2 ...

11 ln1

n

n

DYD e

neY gg

(Π.2)

Οι υπολογισμοί του n στη βάση των υποθέσεων του βασικού μας σεναρίου φαίνονται στη στήλη 6 του Πίνακα 5.

Το ετήσιο εισόδημα νομισματοποίησης (seignorage) Rt της ΕΚΤ δίνεται από την παρακάτω σχέση, όπου Ct είναι η κυκλοφορία ρευστών διαθεσίμων το έτος t:35

(Π.3)

Αν υποθέσουμε ότι η νομισματική κυκλοφορία αυξάνει με σταθερό ρυθμό μ κάθε έτος, ο μέσος πληθωρισμός είναι π και η μέση μακροχρόνια πραγματική ανάπτυξη είναι γ (για το σύνολο της ΖτΕ) θα ισχύει: 1+μ = (1+π)(1+γ)α, διότι ως βασι-κή υπόθεση στη σχετική βιβλιογραφία ισχύει: Ct = k∙Yt

α∙Pt, όπου Pt είναι το επίπε-δο των τιμών, k και a σταθερές που καθορίζονται από το θεσμικό πλαίσιο. Η σχέ-ση (Π.3) διαμορφώνεται τελικά ως εξής:

(Π.4)

Υπολογίζεται ότι a=0.8 και C0=927 δισεκατομμύρια στο τέλος του 2013.

35 Για περισσότερα σχετικά με τους υπολογισμούς που ακολουθούν βλ. Pâris και Wyplosz 2014 και Buiter και Rabhari (2012).

1t t tR C C

1 11 0 0 01 1 1t t t

t t tR C C C C C

Theseis129a1.indb 63 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 64: Theseis T129

Theseis129a1.indb 64 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 65: Theseis T129

65 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

Η ΚΡΙΣΗ ΩΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ,ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΩΣ ΕΥΚΑΙΡΙΑ

του Βασίλη Δρουκόπουλου

Theseis129a1.indb 65 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 66: Theseis T129

66 Θέσεις #129

«...αντίθετα από τη ματαιόδοξη χίμαιρα της “ελεύθερης αγοράς”, ο νεοφιλελεύθε-ρος καπιταλισμός έχει ανάγκη το μεγάλο συγκεντρωτικό κράτος για να του διανοί-γει το δρόμο και να εφαρμόζει τις παραφροσύνες του», John Harris, “Beware the clunking fist of power”, The Guardian Weekly, 10/1/2014: 19.

Η Ελλάδα βιώνει μια καταστροφική βαθύτατη κρίση χωρίς προηγούμενο με ποι-κίλες πτυχές και εκφάνσεις. Αυτή η κρίση δεν είναι θεόπεμπτη ούτε οφείλεται σε λιμούς, καταποντισμούς, σεισμούς, πλημμύρες, εκρήξεις ή και σε ένοπλες συρ-ράξεις. Είναι αποτέλεσμα πολλών αλληλοεξαρτώμενων παραγόντων: ενός συν-δυασμού της παγκόσμιας (και ιδιαίτερα της ευρωπαϊκής/ελληνικής) συγκυρίας και της οικονομικής πολιτικής που επιβλήθηκε, από το εσωτερικό και το εξωτερι-κό, και ακολουθήθηκε στη χώρα και που συνεχίζει να επιβάλλεται και να εφαρ-μόζεται ασφυχτικά. Ο συνδυασμός αυτός ξεδιπλώνεται στο πλαίσιο του καπιτα-λιστικού τρόπου παραγωγής και ορίζει τις συντεταγμένες της εξέλιξής του.

Μερικά από τα κύρια μεγέθη της ελληνικής οικονομίας που έχουν επηρεα-στεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια είναι όσα σχετίζονται με τη συσσώρευση και χρησιμοποίηση του πραγματικού κεφαλαίου. Όπως είχα την ευκαιρία να επιση-μάνω πριν ενάμιση περίπου χρόνο («Η αποσάθρωση του παραγωγικού ιστού», Η Αυγή, 6/1/2013) οι καίριες αυτές μεταβλητές δεν αποτελούν συχνά αντικείμενο σχετικών σχολίων και αναλύσεων. Επανέρχομαι λοιπόν σ’ αυτό το θέμα όχι μόνο δημοσιοποιώντας τα πιο πρόσφατα στοιχεία αλλά και, ιδίως, τονίζοντας γιατί, εκτός από την καταστροφή μεγάλου τμήματος του εργατικού δυναμικού μέσω της ανεργίας και της υποαπασχόλησης, η απαξίωση ενός σημαντικού μέρους του πραγματικού κεφαλαίου αποτελεί βασικό παράγοντα της εκκαθαριστικής λειτουργίας της κρίσης. Ο πίνακας που ακολουθεί παρουσιάζει τα πιο πρόσφα-τα στοιχεία που διατρέχουν την περίοδο 2008-2013 καθώς και τις προβλέψεις για το 2014 και 2015.

Ετήσιες % μεταβολές ανά έτος

2008 2009 2010 2011 2012 2013 2014 2015

Συνολικές Επενδύσεις -14,3 -13,7 -15,0 -19,6 -19,2 -12,8 -2,7 4,4

Καθαρό Κεφαλαιακό Απόθεμα

2,9 1,6 0,4 -0,9 -2,0 -2,9 -2,7 -2,2

Δυνητικό Προϊόν 1,2 -0,3 -1,8 -3,0 -3,2 -3,5 -3,0 -2,8

Σημείωση: Όλες οι εκτιμήσεις βασίζονται σε σταθερές τιμές του 2005 και προέρχο-νται από τις εκδόσεις: European Commission, European Economic Forecast - Spring 2014, European Union, 2014, OECD, Economic Outlook, No. 95, May 2014 και τη βάση δεδομένων AMECO (τελευταία ενημέρωση: 5/5/2014).

Theseis129a1.indb 66 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 67: Theseis T129

67 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

Όπως φαίνεται στον πίνακα η έντονη μείωση της ετήσιας μεταβολής των συ-νολικών επενδύσεων προβλέπεται (οι προηγούμενες προβλέψεις είχαν οικτρά διαψευστεί) ότι θα ανακοπεί εφέτος και θα αλλάξει πρόσημο τον επόμενο χρόνο. Ταυτόχρονα όμως προβλέπεται ότι το καθαρό κεφαλαιακό απόθεμα θα συνεχί-σει την πτωτική του πορεία πράγμα που σημαίνει ότι οι μειωμένες νέες επενδύ-σεις δεν επαρκούν για την αναπλήρωση των αποσβέσεων. Επίσης, το δυνητικό προϊόν όπου αποτυπώνεται η δυνητική παραγωγή στη χώρα και που εξαρτάται από τους διαθέσιμους οικονομικούς πόρους και την ολική παραγωγικότητα, εξακολουθεί να συρρικνώνεται. Στην ίδια θεματική αναφέρεται και η πρόσφατη μελέτη του Laurence M. Ball, “Long-term damage from the great recession in OECD countries”, WP 20185, NBER, May 2014 όπου με μια πρωτότυπη με-θοδολογία υπολογίζεται ότι, ως το 2015 για την Ελλάδα, η απώλεια του δυνητι-κού προϊόντος λόγω της κρίσης θα ανέρχεται στο 35%, το υψηλότερο ποσοστό απ’ όλες τις εξεταζόμενες χώρες. Ο συγγραφέας συμπερασματικά καταλήγει ότι οι χώρες με μεγάλες απώλειες (Ελλάδα, Ιρλανδία, Ουγγαρία, Τσεχία, Ισπανία) έχουν και τις πιο αρνητικές προοπτικές όσον αφορά το μελλοντικό δυνητικό προ-ϊόν. Με άλλα λόγια, η βαθύτατη κρίση σημαδεύει ανεξίτηλα τους οικονομικούς πόρους και την τεχνολογική πρόοδο και άρα την παραγωγική ικανότητα της χώ-ρας για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.

Σ’ αυτό το σημείο ας θυμηθούμε τον στίχο της Κικής Δημουλά από το ποίημα «Αρχαίο θέατρο Αιγές-Αιγείρα» από τη συλλογή Δημόσιος Καιρός, Ίκαρος, Αθήνα, 2014, σ. 33: «Το παρελθόν/αναγνωρίζει τον εαυτό του/μόνον ερειπωμένον». Δυ-στυχώς, δε θα μιλάμε μόνο για το παρελθόν αλλά για πολύ καιρό ακόμα στο μέλ-λον θα αναφωνούμε παραφράζοντας: «Το παρόν/ αναγνωρίζει τον εαυτό του/ μόνον ερειπωμένον/ ως και κατά το παρελθόν». Τέλος, ας σημειωθεί ότι σύμφω-να με την Eurostat το επίπεδο της χρησιμοποίησης της δυναμικότητας του μετα-ποιητικού τομέα – ο οποίος έχει ήδη συνθλιβεί – στην Ελλάδα το πρώτο εξάμηνο του 2014 κυμάνθηκε γύρω στο 67% (έναντι περίπου 80% σε ΕΕ και Ευρωζώνη). Αυτό σημαίνει ότι το 1/3 περίπου του υφιστάμενου παραγωγικού κεφαλαίου πα-ραμένει ανενεργό και βέβαια αυτό το γεγονός αποθαρρύνει μια σημαντική ανά-καμψη των επενδύσεων.

«[...] δε βλέπεις πόσοι/διάττοντες αυτοκτονούν κάθε βράδυ;/ Και η μέρα βέβαια περνάει κρίση./ Αλλά εκείνη τουλάχιστον τη συντηρεί/ ανελλιπώς η καθημερινότη-τα.» Κική Δημουλά, «Ο αντίκτυπος» από τη συλλογή Δημόσιος Καιρός, Ίκαρος, Αθή-να, 2014: 36-7.

Η απομείωση του πραγματικού κεφαλαιακού αποθέματος σε περιόδους κρί-σεων δεν είναι μονοδιάστατα καταστροφική αλλά ταυτόχρονα, και ας φαίνεται από πρώτη ματιά αντιφατικό, προϋπόθεση για την επάνοδο μιας νέας ανοδικής φάσης στην τροχιά του οικονομικού κύκλου, μιας και στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής διαρκείς οικονομικές κρίσεις δεν υφίστανται. Δηλαδή, η κρίση δρα

Theseis129a1.indb 67 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 68: Theseis T129

68 Θέσεις #129

ως όρος αυτοσυντήρησης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής μέσω της ανά-καμψης της κερδοφορίας. Όπως μας θυμίζει ο Μαρξ (Θεωρίες για την Υπεραξία) όταν η παραγωγική διαδικασία σταματήσει ή περιοριστεί τότε το πραγματικό κεφάλαιο καταστρέφεται, τουλάχιστον προσωρινά. Η κερδοφορία καταρρέει. Οι μηχανές που δεν λειτουργούν δεν αποτελούν κεφάλαιο. Οι πρώτες ύλες που παραμένουν αχρησιμοποίητες ούτε κι αυτές αποτελούν κεφάλαιο. Η εργασία που δεν μετατρέπεται σε αντικείμενο εκμετάλλευσης αντιστοιχεί με χαμένη πα-ραγωγή. «Έτσι τόσο η αξία χρήσης όσο και η αξία ανταλλαγής τους πάει κατά διαβόλου». Βέβαια το γεγονός ότι μηχανές, κτήρια εργοστασίων κλπ. δεν ενερ-γούν ως κεφάλαιο δεν σημαίνει απαραίτητα ότι έχουν καταστραφεί οριστικά και αμετάκλητα, ιδίως αν η κρίση διαρκέσει σύντομο χρονικό διάστημα. Υπάρχει η πιθανότητα κάποια απ’ όλα αυτά να επιστρέψουν σε λειτουργία είτε από τους ιδιοκτήτες που επλήγησαν από την κρίση, αλλά τελικά διατήρησαν και επανα-λειτούργησαν την επιχείρησή τους, είτε να πουληθούν σε τρίτους σε χαμηλή τι-μή.1 Τότε, η αξία χρήσης επανέρχεται αλλά η ανταλλακτική αξία έχει απομειω-θεί. Αν όμως οι σπασμοί της κρίσης δεν λήξουν γρήγορα, τότε το να διατηρηθούν τα μηχανήματα στη «ναφθαλίνη» σημαίνει στην πραγματικότητα την τελική αποσυναρμολόγησή τους και την ουσιαστική τους εξάλειψη όχι μόνον επειδή θα έχουν σκουριάσει, αλλά και επειδή θα έχουν ξεπεραστεί από τη νεώτερη τεχνο-λογία.

Η πτώση της αξίας του παγίου κεφαλαίου συμβάλλει στη αντιστροφή της πτωτικής τάσης του ποσοστού του κέρδους ακόμα και αν δεν υπάρχει αύξηση της ζήτησης. Ακόμα όταν αυτή η πτώση της αξίας συνοδεύεται από την εμφάνι-ση νέων εταιρειών, τη μεταφορά παλιών σε πιο κερδοφόρους κλάδους, τη μετε-γκατάσταση οικονομικών μονάδων, τις νέες διατάξεις και κανονισμούς για όλο το φάσμα των οικονομικών δραστηριοτήτων που στοχεύουν στην αύξηση της υπεραξίας, τις αλλαγές στους νόμους που διέπουν την εκπαίδευση, την εργα-σία, το κοινωνικό κράτος και αποβλέπουν στην αναδιοργάνωση του εργατικού δυναμικού και των συνθηκών απασχόλησης, τότε η νέα συσσώρευση του κεφα-λαίου προβλέπεται ότι θα ενισχύσει την κερδοφορία. Με αυτό τον τρόπο το κε-φάλαιο, ποιοτικά και ποσοτικά, ανασυντάσσεται-αναδομείται και εξασφαλίζει την οικονομική του επέκταση στη νέα ανοδική φάση του κύκλου. Η κρίση έχει προετοιμάσει τη διεύρυνση της παραγωγής (Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο, Τόμος 3). Κα-τακτώνται νέες αγορές και επανακτώνται οι παλιές. Όμως ας μη λησμονούμε ότι η συσσώρευση του κεφαλαίου δεν είναι απλά και μόνο η επανεπένδυση της υπεραξίας αλλά είναι πρώτα απ’ όλα η διευρυμένη αναπαραγωγή της ταξικής σχέσης (Peter F. Bell, and Harry Cleaver, “Marx’s crisis theory as a theory of class-struggle” στο P. Zarembka (ed.), Research in Political Economy, Vol. 5, JAI Press, Greenwich, Conn., 1982: 255), μιας και το κεφάλαιο δεν είναι απλά ένα αντικείμενο, χρήμα και μηχανές αλλά μια κοινωνική σχέση. Αυτή τη σχέση πρέ-πει να λάβει σοβαρά υπόψη του ο ΣΥΡΙΖΑ και να μη διολισθήσει σε μια άκρατη

1 Αποπληθωριστής ακαθάριστου πάγιου κεφαλαίου: 2000=100, 2008=103,4 και 2013=99,5.

Theseis129a1.indb 68 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 69: Theseis T129

69 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

εργαλειακή προσέγγιση που δεν θα απέχει και πολύ από τη θεώρηση του «κεφα-λαίου» ως φετίχ, όταν μιλάει για «παραγωγική ανασυγκρότηση» ως αντιφάρμα-κο για την εξουδετέρωση και αναστροφή των αποτελεσμάτων της εξουθενωτικής λιτότητας. Η καταστροφή που προηγήθηκε και συνεχίζει να συντελείται ας μην αποτελέσει μόνο για το κεφάλαιο την ευκαιρία ανασυγκρότησής του, αλλά ας λειτουργήσει ως παράθυρο ευκαιρίας για μια σύγχρονη ριζοσπαστική αριστερή πολιτική.

Τέλος, τα εύλογα ερωτήματα που τίθενται και που ασφαλώς δεν είναι τα μο-ναδικά:

1. Έχει προχωρήσει η απαξίωση του πραγματικού κεφαλαίου στην ελληνι-κή οικονομία σε τέτοιο βαθμό ώστε να διευκολυνθεί η ανασυγκρότησή του και η επιστροφή του στην επαρκή ενίσχυση της κερδοφορίας;

2. Ποιες μερίδες κεφαλαίου θυσιάζονται για την ευημερία του κεφαλαίου ως συνόλου έτσι ώστε να αποφευχθεί η αυτοκτονία του;

3. Έχουν εξασφαλιστεί ικανοποιητικά όλες εκείνες οι υπόλοιπες προϋπο-θέσεις που θα συνδράμουν στην πλήρη επανενεργοποίηση του κεφαλαί-ου (π.χ. αποκατάσταση της επενδυτικής «εμπιστοσύνης») και στη επά-νοδο μιας «φυσιολογικής» οικονομικής κατάστασης μετά τη διαλυτική και ολέθρια έκβαση της κρίσης που διανύουμε;

4. Ποια είναι τα όρια της κατασταλτικής διαχείρισης της κρίσης από την κρατική εξουσία και τους συμμάχους της με προεξάρχοντα τον φόβο της αποσταθεροποίησης του συστήματος και της πολιτικής αναδιοργάνω-σης και ριζοσπαστικοποίησης των εργαζόμενων;

Η σφαιρική διατύπωση των απαντητικών επιχειρημάτων παραμένει σε εκ-κρεμότητα.

Ως κατάληξη αποτολμώ να παραθέσω ένα εύγλωττο απόσπασμα που εκφρα-στικά συνοψίζει και αποτυπώνει την ουσία αρκετών σημείων απ’ όσα προηγήθη-καν:

«Αν κοιτάξουμε πίσω από τις ειρηνικές σκηνές που τα μέλη της αστικής μας τάξης δημιουργούν και αν δούμε τον τρόπο με τον οποίο πράγματι ενεργούν [τότε] βλέ-πουμε ότι αυτοί οι στιβαροί πολίτες θα κατεδάφιζαν τον κόσμο αν αυτό τους ωφε-λούσε. Ενόσω τρομοκρατούν τον καθένα με φανταστικές ιστορίες για την προλετα-ριακή αρπακτικότητα και εκδικητικότητα, οι ίδιοι μέσω των ανεξάντλητων δοσολη-ψιών και δράσεων βίαια διακινούν πλήθη ανθρώπων, υλικών και χρήματος σε όλα τα πλάτη και μήκη της γης και καθώς κινούνται διαβρώνουν ή ανατινάζουν τα θε-μέλια της ζωής του καθενός. Το μυστικό τους – ένα μυστικό που έχουν καταφέρει να αποκρύψουν ακόμα και από τους εαυτούς τους – είναι ότι πίσω από το πρόσωπό τους αποτελούν την πιο βίαια καταστροφική άρχουσα τάξη της ιστορίας» Marshall Berman, All That Is Solid Melts Into Air: the experience of modernity, Verso, London, 1983: 100.

Theseis129a1.indb 69 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 70: Theseis T129

Theseis129a1.indb 70 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 71: Theseis T129

71 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Ο ΥΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

του Martonio Mont’Alverne Barreto Lima

μετάφραση Δημήτρης Δημούλης

Theseis129a1.indb 71 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 72: Theseis T129

72 Θέσεις #129

Έχουν περάσει πάνω από εικοσιπέντε χρόνια από τη θέσπιση του Ομοσπονδια-κού Συντάγματος της Βραζιλίας το 1988. Και ακούγονται ακόμη φωνές που θεω-ρούν το κείμενό του εξωπραγματικό.1 Αυτή η άποψη ενισχύθηκε από τις διαδε-δομένες, στις αρχές της νέας χιλιετίας, θέσεις ότι τα Συντάγματα πρέπει να πά-ψουν να καθοδηγούν τον νομοθέτη (τέλος του «διευθυντικού Συντάγματος» – «Constituição dirigente») και το κράτος δεν πρέπει πλέον να παρεμβαίνει στην οικονομία. Επρόκειτο για θέσεις και επιδιώξεις μεγάλης τόλμης και εμβέλειας για την επικράτηση των οποίων αγωνίστηκαν σκληρά πολιτικοί και διανοούμε-νοι μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου και τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Κατάφεραν δε να καταστούν αναξιόπιστες όχι μόνον οι μαρξιστικές ιδέες, αλλά και εκείνες που απλώς υπερασπίζονται τον κρατικό παρεμβατισμό και τον οργανωτικό ρόλο του κράτους στην οικονομία με βάση τις συνταγματικές προβλέψεις και χωρίς να θίγουν την οικονομία της αγοράς.

Στην πραγματικότητα αυτές οι θέσεις απλώς επαναλαμβάνουν τα όσα υπο-στηρίζονταν στη δεκαετία του 1990. Την περίοδο εκείνη, το Σύνταγμα της Βρα-ζιλίας αναθεωρήθηκε με σκοπό να εκφράσει τις θέσεις περί «τέλους της Περιό-δου Vargas»2 και περί αναποτελεσματικότητας του κρατικού ελέγχου και παρέμ-βασης στην οικονομία. Σ’ αυτό το πλαίσιο ήταν περίπου φυσική συνέπεια να υιοθετηθεί μια κριτική στάση απέναντι στο Σύνταγμα. Υποστηριζόταν ότι η Συ-ντακτική Εθνοσυνέλευση του 1987/88 πήγε πολύ μακρύτερα απ’ ό,τι έπρεπε και υποσχέθηκε τα αδύνατα. Η Εθνοσυνέλευση έφερε την ευθύνη για τη θέσπιση ενός Συντάγματος όχι μόνο ξεπερασμένου αλλά και ανεφάρμοστου. Αυτό δε αποδιδόταν στο ότι ο συντακτικός νομοθέτης δεν είχε κατανοήσει ορθά τη βρα-ζιλιανή και διεθνή πραγματικότητα που έδειχνε σαφή σημάδια μετασχηματι-σμού ήδη την εποχή θέσπισης του Συντάγματος.

Αυτή η γενική αντίληψη υιοθετήθηκε από σημαντικά ονόματα με καθοριστι-κή συμβολή στη συνταγματική κουλτούρα της Βραζιλίας και έχει τις εξής βασι-κές θέσεις:

α) Καίτοι το Σύνταγμα έκανε το «ανθρωπίνως δυνατό», η εφαρμογή του στην πράξη δεν εξαρτάται τόσο από τον δημιουργό του όσο από την κανονιστική φύση του, άρα από τους εφαρμοστές του. Με άλλη διατύπωση, η εφαρμογή του Συ-ντάγματος επαφίεται, βασικά, στα δικαστήρια και όχι στην πολιτική και στους πολιτικούς.

β) Αυτή η αντίληψη έχει ως αποτέλεσμα να θεωρείται το Σύνταγμα ως ένα σύ-

1 Το κείμενο του Συντάγματος στα πορτογαλικά σε http://www.planalto.gov.br/ccivil_03/constituicao/constituicao.htm. Αγγλική μετάφραση σε http://www.servat.unibe.ch/icl/br00000_.html (ΣτΜ).

2 Αναφορά στην περίοδο διακυβέρνησης από συνασπισμό δεξιών και νεοφιλελεύθερων κομμάτων υπό τον Πρόεδρο Καρντόζο (1995-2002) που, μεταξύ άλλων, πραγματοποίη-σαν ιδιωτικοποιήσεις και αποδόμησαν τα μέτρα κρατικής παρέμβασης στην οικονομία και προστατευτισμού της εγχώριας παραγωγής, σε αντίθεση με τις πολιτικές που υιοθέ-τησε ο Getulio Vargas (1930-1945) και, εν μέροι, οι διάδοχοί του (ΣτΜ).

Theseis129a1.indb 72 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 73: Theseis T129

73 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

νολο ορθολογικών κανόνων, οι οποίοι μπορεί να αναλυθούν με τη μορφή λογι-κών φράσεων, επιτρέποντας να εξαχθούν αυτόνομα συνταγματικά νοήματα, δηλαδή νοήματα που αναφέρονται ειδικά και αποκλειστικά στο συνταγματικό δίκαιο και στο Σύνταγμα.

Στο παρόν σύντομο κείμενο θα επιχειρηθεί η διατύπωση μιας υλιστικής κρι-τικής σε αυτές τις θέσεις, με σκοπό:

α) Να κατανοηθεί το Σύνταγμα ως μια πολιτική απόφαση βασισμένη στην πραγματικότητα και ληφθείσα από τις πολιτικές δυνάμεις που δρούσαν στη Συ-ντακτική Συνέλευση.

β) Να αμφισβητηθεί η αυτονομία του Συντάγματος και των κανόνων του σε σχέση με την πολυπλοκότητα των πολιτιστικών, οικονομικών, πολιτικών και κοι-νωνικών φαινομένων.

Στην αναζήτηση μιας εναλλακτικής θεωρητικής πρότασης προσφέρει σημα-ντικά εργαλεία η σκέψη του Μαρξ. Μας επιτρέπει να κατανοήσουμε τις προκλή-σεις που αντιμετωπίζει το Σύνταγμα στην πραγματοποίηση των βασικών σκο-πών που θέτει το ίδιο: την οικοδόμηση μιας κοινωνίας δίκαιης, ελεύθερης και αλληλέγγυας, την κοινωνική ανάπτυξη, την εξάλειψη της φτώχειας και των κοι-νωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων, καθώς και την εξυπηρέτηση του γενι-κού καλού χωρίς καμιά διάκριση.3

1. Το Σύνταγμα αποτελεί στιγμή πολιτικού ρεαλισμού

Το Ομοσπονδιακό Σύνταγμα του 1988 δεν έχει τίποτε το εξωπραγματικό ή ιδεα-λιστικό. Το ίδιο ισχύει για τις πολλαπλές συνταγματικές αναθεωρήσεις που έγι-ναν στα εισοσιπέντε χρόνια ισχύος του. Σε αυτή την οπτική, δεν πρέπει να προ-σεγγίσουμε τη Συντακτική Εθνοσυνέλευση και το Σύνταγμα με βάση τις επιδιώ-ξεις τους, τα κίνητρα και τις υποκειμενικές πλευρές. Η Συντακτική πρέπει να κατανοηθεί με βάση την ιστορική ανάλυση των ατόμων και ομάδων που έδρα-σαν και των συγκεκριμένων γεγονότων που τη διαμόρφωσαν. Το δε Σύνταγμα πρέπει να αναλυθεί με τη μορφή που έχει θεσπισθεί, αναζητώντας την αντικει-μενική σημασία των επιλογών του, π.χ. του ομοσπονδιακού συμφώνου, της συ-γκεκριμένης μορφής διάκρισης εξουσιών και προβλέψεων για ρυθμιστική πα-ρέμβαση του κράτους στην οικονομία.

Αυτές οι επιλογές έγιναν από τις διάφορες κοινωνικές δυνάμεις, από τα πο-λιτικά κόμματα, από τις κοινωνικές ομάδες και τάξεις που μέχρι σήμερα δρουν με σκοπό να προωθήσουν τα συμφέροντά τους. Αυτή η θεώρηση δείχνει την επι-καιρότητα της μαρξικής θέσης ότι η ιστορία συνιστά την ιστορία πάλης των κοι-νωνικών τάξεων.4

Στη δεκαετία του 1990 ηττήθηκε ξεκάθαρα η εργατική τάξη και ορισμένα με-

3 Αυτοί οι σκοποί αναφέρονται στο άρθρο 3 του Ομοσπονδιακού Συντάγματος του 1988 (ΣτΜ).

4 Bolsinger, Eckhard, The Autonomy of the Political: 7.

Theseis129a1.indb 73 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 74: Theseis T129

74 Θέσεις #129

σοστρώματα και μισθωτοί. Η υιοθέτηση αυστηρών νομικών ρυθμίσεων με σκο-πό τη λεγόμενη προσκαιροποίηση της εργασίας και την «ευκαμψία» της εργατι-κής νομοθεσίας, καθώς και η ιδιωτικοποίηση τομέων της εθνικής οικονομίας που παλιότερα θεωρούνταν στρατηγικοί, στη Βραζιλία και διεθνώς, είχαν δυ-σμενέστατα αποτελέσματα για τη μάζα των εργαζομένων. Είναι ιδιαίτερα αξιο-σημείωτη σε αυτό το πλαίσιο η απορρύθμιση των χρηματιστικών αγορών που είχε σχεδιασθεί ήδη στη δεκαετία του 1980 και προκάλεσε, τη στιγμή που γράφε-ται αυτό το κείμενο, την κοινωνική τραγωδία στην ενοποιημένη από το κοινό νό-μισμα Ευρώπη, παράλληλα με τις κοινωνικές καταστροφές που προκάλεσε στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε πολλές χώρες του λεγόμενου πρώτου κόσμου.

Πώς να ερμηνεύσουμε αυτή την κατάσταση χωρίς να εξετάσουμε την πάλη των τάξεων, στην οποία γνώρισαν ήττες οι εργαζόμενοι, τουλάχιστον στις τελευ-ταίες δεκαετίες; Δεν είναι δυνατό να εξετάσουμε το Σύνταγμα μιας ορισμένης κοινωνίας χωρίς να λάβουμε υπόψη αυτή την πραγματικότητα. Ο Μαρξ και όσοι αποδέχονται με κριτικό πνεύμα τις ιδέες του, δεν ισχυρίζονται βεβαίως ότι η ερ-γατική τάξη θα βγει νικηφόρα σε όλες τις συγκρούσεις, στις οποίες θα συμμετά-σχει. Ο ισχυρισμός ότι η ιστορία αποτελεί την ιστορία της ταξικής πάλης έχει συ-γκεκριμένο νόημα ενώ η πρόβλεψη ότι θα νικήσει η τάδε ή η δείνα τάξη αποτελεί άσκηση μελλοντολογίας.

Οι διατάξεις του Ομοσπονδιακού Συντάγματος του 1988 δείχνουν με σαφή-νεια τις υλιστικές αντιπαραθέσεις εάν εγκαταλειφθεί η ιδεαλιστική προσέγγιση του Συντάγματος. Στο ίδιο συνταγματικό κείμενο κατοχυρώνονται, για παρά-δειγμα, η προάσπιση του κοινωνικού ρόλου της ιδιοκτησίας και οι περιορισμοί που επιβάλλονται στην απαλλοτρίωση της παραγωγικής μεγάλης έγγειας ιδιο-κτησίας με σκοπό την αγροτική μεταρρύθμιση, σε αντίθεση με τις ευρείες απαλ-λοτριώσεις που σημειώθηκαν στο παρελθόν στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες.

Στο πλαίσιο μιας πάλης αιώνων γύρω από την αγροτική ιδιοκτησία εγγράφε-ται και το ότι δεν εκδόθηκε ως σήμερα ο ρυθμιστικός νόμος που προβλέπει το άρθρο 185, παρ. 1 του Συντάγματος («ο νόμος θα διασφαλίσει την ειδική μετα-χείριση της παραγωγικής ιδιοκτησίας και θα θέσει κριτήρια για την πλήρωση των προϋποθέσεων σχετικά με τον κοινωνικό της ρόλο»). Παρομοίως δεν ψηφίσθηκε ο εκτελεστικός του Συντάγματος νόμος που απαιτείται για να επιβληθεί ομο-σπονδιακός φόρος στις μεγάλες περιουσίες σύμφωνα με το άρθρο 153, VII του Συντάγματος.

Η κοινωνική ομάδα που κατέχει μεγάλες περιουσίες και οι μεγαλογαιοκτή-μονες δεν επιθυμούν βεβαίως να υλοποιηθεί ένα μέτρο που θα έπρεπε να είναι στοιχειώδες και αυτονόητο στον καπιταλισμό. Το να γνωρίζει το κράτος ποια και πόσα είναι τα περιουσιακά στοιχεία του καθενός είναι αναγκαία προϋπόθεση για να ελέγξει τη φοροδιαφυγή. Και βέβαια δεν εκπλήσσει το ότι ο φόρος εισο-δήματος μέχρι σήμερα επιβαρύνει στη Βραζιλία κυρίως τους μισθωτούς και τα μικροαστικά στρώματα των πόλεων και όχι τα πλουσιότερα στρώματα. Οικονο-

Theseis129a1.indb 74 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 75: Theseis T129

75 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

μολόγοι ποικίλων κατεθύνσεων επικρίνουν ομόθυμα το βραζιλιανό κράτος για την ανικανότητά του να κάνει τις ορθές επιλογές σχετικά με το ποιος πρέπει να πληρώνει φόρους, ποια είδη εισοδήματος πρέπει να φορολογούνται και πώς θα διαπιστωθούν τα εισοδήματα του καθενός για να καθορισθεί ακολούθως ο φό-ρος.

Όσον αφορά την κοινωνική οργάνωση, το Σύνταγμα προβλέπει ότι ο άντρας και η γυναίκα είναι ίσοι όσον αφορά τους ρόλους τους στην κοινωνική οργάνωση (παράγραφος 5 του άρθρου 226: «Τα δικαιώματα και καθήκοντα που συνδέονται με τη συζυγική κοινωνία ασκούνται εξίσου από τον άνδρα και τη γυναίκα»). Με το να αναγνωρίζει την τυπική ισότητα, το Σύνταγμα επιβεβαιώνει έμμεσα την κοινωνική ανισότητα ανδρών και γυναικών. Δεν εκπλήσσει το ότι μετά τη θέση σε ισχύ του Συντάγματος μια σειρά νόμων επαναλαμβάνει την αρχή της ισότητας ανδρών και γυναικών, με πιο πρόσφατο παράδειγμα το νόμο 11.340, της 7.8.2006, που είναι γνωστός ως «νόμος Μαρία ντα Πένια».5 Τόσο ο συντακτικός όσο και ο κοινός νομοθέτης γνωρίζουν το εύρος της ανδρικής εξουσίας επί των γυναικών. Γνωρίζουν επίσης τα πολλαπλά εμπόδια που αντιμετώπισε το κίνημα γυναικών, το οποίο ισχυροποιήθηκε από τον 19ο αιώνα και προσπαθεί να επιτύ-χει την αναγνώριση των γυναικών ως πολιτών της ίδιας κατηγορίας με τους άν-δρες.

Ο διαχωρισμός «που υπάρχει ανάμεσα στο δημοσιονομικό και στο οικονομικό Σύνταγμα», αποτελεί άλλο παράδειγμα. Το δημοσιονομικό «αποσκοπεί στο να εγγυηθεί τα ιδιωτικά κεφάλαια και τη μακροοικονομική ισορροπία εις βάρος του οικονομικού Συντάγματος».6 Το οικονομικό Σύνταγμα είναι καθοδηγητικό του νομοθέτη, παρεμβατικό και κοινωνικού προσανατολισμού. Αυτός ο εκούσι-ος διαχωρισμός που έγινε τόσο από τον συντακτικό όσο και από τον κοινό νομο-θέτη οδηγεί σήμερα σε πολιτικές «δημοσιονομικής ισορροπίας», εγγύησης των ξένων επενδύσεων στη Βραζιλία με υψηλότερους δείκτες κερδοφορίας για το χρηματιστικό κεφάλαιο, εις βάρος του παραγωγικού τομέα της οικονομίας που δημιουργεί θέσεις εργασίας και έχει δομές επίτευξης κερδοφορίας λιγότερο αρ-πακτικές απ’ ό,τι το χρηματιστικό κεφάλαιο.

Το Σύνταγμα δίνει στις ομοσπονδιακές αρχές αρμοδιότητα για την εκμετάλ-λευση πυρηνικών εγκαταστάσεων και υπηρεσιών και αναγορεύει σε κρατικό μο-νοπώλιο την «έρευνα, εξόρυξη, εμπλουτισμό, επανεπεξεργασία, βιομηχανοποί-ηση και εμπόριο των πυρηνικών μετάλλων και των παραγώγων τους» με βάση το άρθρο 21, εδάφιο XXIII. Αλλά ταυτόχρονα ο συντακτικός νομοθέτης επέβαλε πε-ριορισμούς στη δράση του βραζιλιανού κράτους σε διεθνές επίπεδο, προβλέπο-ντας ότι «οποιαδήποτε πυρηνική δραστηριότητα σε εθνικό έδαφος πρέπει να αποβλέπει σε ειρηνικούς σκοπούς και απαιτεί τη συγκατάθεση του ομοσπονδια-κού Κοινοβουλίου» (άρθρο 21, XXII, a).

5 Νόμος για την καταπολέμηση της βίας εναντίον γυναικών (ΣτΜ).6 Bercovici, Gilberto, Luis Fernando Massonetto, A Constituição Dirigente Invertida: A Blind-

agem da Constituição Financeira e a Agonia da Constituição Econômica: 58-59.

Theseis129a1.indb 75 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 76: Theseis T129

76 Θέσεις #129

Οι περιορισμοί ενισχύθηκαν με την προσχώρηση της Βραζιλίας στο Σύμφωνο για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων (Treaty on the Non-Proliferation of Nuclear Weapons - NPT), με την ιδιότητα «κράτους που δεν κατέχει πυρηνικά όπλα» (non-nuclear-weapon state). Αυτό συνέβη το 1998 με το Νομοθετικό διάταγμα 65, της 2.7.1998 και την ακόλουθη έκδοση του προεδρικού διατάγματος 2.864 της 17.12.1998.

Παρά τις προσπάθειες που έγιναν, το Σύμφωνο μη διάδοσης υπό την αιγίδα της International Atomic Energy Agency (IAEA), δεν επέφερε τη μείωση των πυρηνι-κών οπλοστασίων ούτε μπόρεσε να εμποδίσει τη μυστική χρήση τεχνολογίας για την κατασκευή και βελτίωση πυρηνικού εξοπλισμού. Επίσης επικρίθηκε λόγω της μονομέρειας που δείχνει σχετικά με τις επιφυλάξεις (safeguards) προς όφελος ορισμένων χωρών.7

Είναι γνωστό ότι ο έλεγχος του πλήρους κύκλου παραγωγής και επλουτισμού του ουρανίου επιτρέπει την παραγωγή του ουρανίου 235 και άρα την κατασκευή πυρηνικών όπλων. Σε διεθνές επίπεδο μόνο λίγοι global players κατέχουν τέτοιο οπλισμό. Και σε αυτό το θέμα δημιουργείται μια τεράστια ανισότητα μεταξύ κρατών. Στο πλαίσιο της Realpolitik, το Σύμφωνο διαχωρίζει τα κράτη σε κατό-χους και μη κατόχους πυρηνικών όπλων και αποβλέπει ουσιαστικά στη διατήρη-ση αυτής της κατάστασης. Αυτό δημιουργεί κλίμα έντασης και καχυποψίας, με αποτέλεσμα την τεράστια συγκέντρωση εξουσίας στα χέρια των κατόχων πυρη-νικών όπλων, τόσο σε στρατιωτικό όσο και σε ενεργητικό επίπεδο. Δεδομένου ότι ο έλεγχος επί της παραγωγής πυρηνικής ενέργειας για ειρηνικούς σκοπούς συνδέεται με τον έλεγχό της για στρατιωτικούς σκοπούς, το NPT δυσχεραίνει την ανάπτυξη πολλών χωρών που χρειάζονται την πυρηνική ενέργεια ως εναλλακτι-κή λύση, δεδομένου ότι δεν έχουν πρόσβαση στις παραδοσιακές φυσικές πηγές ενέργειας (πετρέλαιο, υδραυλική ενέργεια).

Παρουσιάσαμε συνοπτικά ορισμένες επιλογές του συντακτικού νομοθέτη καθώς και του κοινού νομοθέτη μετά τη θέση σε ισχύ του Συντάγματος του 1988. Σε όλες τις περιπτώσεις πραγματοποιήθηκαν πολιτικές επιλογές, στον πυρήνα των οποίων βρίσκεται η αντιπαράθεση μεταξύ τάξεων, οικονομικών και πολιτι-κών ομάδων καθώς και εθνικών και διεθνών δυνάμεων.

Εν όψει αυτού, είναι αδύνατο να αποδεχθούμε την ιδεαλιστική προσέγγιση του Συντάγματος. Η υλιστική προσέγγιση μπορεί να προσφέρει μια συγκεκριμέ-νη ανάλυση αυτής της θεσμικής πραγματικότητας, με βάση την παρατήρηση των συγκρούσεων που αρθρώνονται εσωτερικά και εξωτερικά. Δεν είναι δυνα-τόν να θεωρήσουμε ότι οι γυναίκες και οι άνδρες που συντάσσουν το Σύνταγμα και τους νόμους αδιαφορούν για τα όσα συμβαίνουν στην εσωτερική και εξωτε-ρική πολιτική που επηρεάζει τη χώρα τους. Πώς να πιστέψουμε ότι οι νομοθέτες της Βραζιλίας εγκαταλείπουν την πολιτική προσέγγιση, υιοθετώντας έναν αφε-λή ιδεαλισμό; Ακόμη και εάν κάποιος το υποστηρίξει αυτό, η πολιτική ιστορία της Βραζιλίας (και οποιασδήποτε άλλης χώρας) θα τον διαψεύσει.

7 Elbaradey, Mohamed: The Age of Deception: 10 επ.

Theseis129a1.indb 76 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 77: Theseis T129

77 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

Η βασική διαπίστωση είναι ότι εξακολουθεί να διαπιστώνεται η σύγκρουση συμφερόντων με αναφορά σε μια από τις αντίπαλες τάξεις. Είναι όμως ορθό να υποστηρίξουμε ότι η υλιστική θεωρία, με την «ξεπερασμένη» θεωρία περί ταξι-κής πάλης, είναι κατάλληλη για να ερμηνεύσει την τόσο περίπλοκη σημερινή κοινωνική κατάσταση;

Ένας σημαντικός λόγος για την υιοθέτηση των εργαλείων του μαρξικού υλι-σμού με σκοπό την κατανόηση της σημερινής πραγματικότητας είναι η ανάγκη να απαλλαγούμε από την θεώρηση που συνδέει την πολιτική και την ιστορική εξέλιξη μιας χώρας με ηθικού τύπου προτάγματα. Εάν θεωρήσουμε ότι αυτές οι διαδικασίες δεν αποβλέπουν στο «γενικό καλό και στην κοινωνική ευημερία του συνόλου», αλλά είναι εργαλεία κυριαρχίας των μεν επί των δε, η υλιστική θεω-ρία μας επιτρέπει να κατανοήσουμε μια ιστορική πορεία που χαρακτηρίζεται από την επιδίωξη εξουσίας και κυριαρχίας, τόσο εντός όσο και εκτός των κρατι-κών συνόρων. Το βασικό στοιχείο που χαρακτηρίζει την υλιστική θεωρία είναι συνεπώς η αντιπαράθεση, η σύγκρουση. Οι εσωτερικοί και εξωτερικοί ανταγω-νισμοί είχαν ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένας πολιτιστικός και οικονομικός μηχανισμός – καθώς και ένας νομικός μηχανισμός, όπως ιδιαίτερα επισημαίνει ο Φρήντριχ Ένγκελς8 – με σκοπό τη στερέωση των δομών εξουσίας σε εσωτερικό και εξωτερικό επίπεδο.

Αυτό δικαιολογεί τη διαπίστωση ότι η δημοκρατία δεν χαρακτηρίζεται από τη συναίνεση αλλά από την αντιπαράθεση ιδεών και θέσεων καθώς και από την κοινωνική σύγκρουση.9 Όπου δεν υπάρχει σύγκρουση δεν μπορεί να υπάρξει δη-μοκρατική προοπτική. Γι’ αυτό το λόγο, επισημαίνει ο Jacques Texier, πρέπει να αντιληφθούμε ότι οι Μαρξ και Έγκελς είχαν δύο βασικές επιδιώξεις. Πρώτον, τη διαμόρφωση μιας επαναστατικής φιλοσοφίας και δεύτερον (αλλά σε καμιά πε-ρίπτωση «δευτερεύον»10) τη συγκρότηση μιας νέας δημοκρατίας από τη στιγμή που η εργατική τάξη θα επικρατούσε στην ταξική σύγκρουση.

Το Ομοσπονδιακό Σύνταγμα του 1988 στη Βραζιλία ενσωμάτωσε τις κοινωνι-κές συγκρούσεις της χώρας. Πρόκειται για ένα ιστορικά προσδιορισμένο κείμε-νο συγκρούσεων και διαφωνιών που μπορεί να εντοπισθούν με σχετική ευκολία. Προσπάθησα να δώσω παραδείγματα αυτής της πραγματικότητας, αναφερόμε-νος σε τέσσερις περιπτώσεις συγκρούσεων συμφερόντων σε εσωτερικό και εξω-

8 Engels, Friedrich, Brief an H. Starkenburg: 366. Βλ. και Engels, Friedrich, Einleitug zu Marx’ “Klassenkämpfe in Frankreich“: 525

9 Chauí, Marilena: Entrevista a Juarez Guimarães, in: Leituras da Crise: 61. Η συγγρα-φέας προσθέτει: «Η δημοκρατία δεν αποτελεί καθεστώς συναίνεσης, αλλά καθεστώς δράσης των και επί των συγκρούσεων. Αυτό δημιουργεί μια νέα δυσχέρεια στις ταξι-κές κοινωνίες. Πώς να τοποθετηθούμε απέναντι σε συγκρούσεις που δεν εκφράζουν απλώς αντιθέσεις, αλλά παίρνουν τη μορφή της αντίφασης; Η αντίθεση σημαίνει ότι η σύγκρουση μπορεί να επιλυθεί χωρίς μετασχηματισμό της δομής της κοινωνίας. Αντιθέ-τως, η αντίφαση επιλύεται με δομική μεταλλαγή» (σσ. 61-62).

10 Texier, Jacques, Democracia e revolução em Marx e Engels: 15.

Theseis129a1.indb 77 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 78: Theseis T129

78 Θέσεις #129

τερικό επίπεδο.Από την άλλη πλευρά, δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι ορισμένα τμήματα

της εργατικής τάξης και των μικροαστών κατάφεραν να ενσωματωθούν στο συ-νταγματικό κείμενο ορισμένες από τις διεκδικήσεις τους, εξασφαλίζοντας την κατοχύρωσή τους. Η λεπτομερής κατοχύρωση κοινωνικών δικαιωμάτων στα άρ-θρα 6 έως 11 του Συντάγματος εκφράζει προνομιακά την επιτυχία των λαϊκών κοινωνικών δυνάμεων. Η κατανόηση εκείνης της συνταγματικής στιγμής συνδέ-εται με την παρουσία της ταξικής πάλης, σε αντίθεση με τον συνταγματικό ιδε-αλισμό. Οι συνταγματικές κατοχυρώσεις είναι αποτέλεσμα της ισχύος που είχε το λαϊκό κίνημα στη Συντακτική Συνέλευση, εξασφαλίζοντας ορισμένα δικαιώ-ματα.

Το παρόν κείμενο παρουσιάζει γεγονότα και σκέψεις που δείχνουν τους λό-γους χρήσης της υλιστικής θεωρίας για την κατανόηση της υφής και λειτουργίας των συνταγματικών κειμένων, στη Βραζιλία και σε οποιαδήποτε άλλη χώρα. Οι κοινωνικοί σχηματισμοί του λεγόμενου αναπτυγμένου καπιταλισμού βιώνουν την αναίρεση λαϊκών κατακτήσεων που είχαν επιτευχθεί στη διάρκεια ενός αιώ-να, με αποτέλεσμα τη χειροτέρευση των συνθηκών ζωής των εργαζομένων από την εμφάνιση της κρίσης του 2008 (και είναι περίεργο το ότι ορισμένοι εκπλήσ-σονται με αυτή την κρίση).

Η κρίση συνδέεται με ορισμένα γεγονότα:- Την απορρύθμιση των χρηματιστικών αγορών παρά τις διαρκείς προειδο-

ποιήσεις εκ μέρους διεθνών οργανισμών και οικονομολόγων σχετικά με τους κιν-δύνους που δημιουργεί το «ελεύθερο κεφάλαιο»,

- την ενθάρρυνση της κατανάλωσης διαρκών αγαθών με βάση τους μηχανι-σμούς προώθησης της πολιτιστικής βιομηχανίας,11 που απευθύνεται κυρίως σε όσους δεν είναι σε θέση να πληρώσουν υψηλές δόσεις, δηλαδή στο μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού (με αποτέλεσμα την εμφάνιση του subprime), – την τα-χεία, ανεξέλεκτη και διαρκή διεθνή κίνηση μεγάλου όγκου κεφαλαίων, πάντοτε υπό την προστασία των κυβερνώντων που απολαμβάνουν γενναιόδωρων επιχο-ρηγήσεων με σκοπό τη χρηματοδότηση των «δημοκρατικών» προεκλογικών εκ-στρατειών.12

Πρόκεται για αντικειμενικά δεδομένα που δεν εξαρτώνται με κανένα τρόπο από υποκειμενικές βουλήσεις και επιθυμίες, παρά τα όσα ισχυρίζονται διάφο-

11 Horkheimer, Max, Theodor W. Adorno, Dialetik der Aufklärung. Σε αυτή τη διάσημη με-λέτη, οι θεμελιωτές στης Σχολής της Φρανκφούρτης περιγράφουν τις διαρκείς προσπά-θειες της «πολιτιστικής βιομηχανίας» να επιβάλλει και να πουλήσει τα προϊόντα της που έχουν μικρή ή μηδαμινή σχέση με την τέχνη και τον πολιτισμό. Η πολιτιστική βιομηχανία προσπαθεί να καταργήσει τα προσωπικά σχέδια ζωής των ανθρώπων, αντικαθιστώντας τα από τα προϊόντα της, που καθίστανται λόγος ύπαρξης των ανθρώπων (στο ίδιο: 16).

12 Ο Alex Demirović (Bürgerliche Demokratie – Ein historischer Kompromiss?: 503), επικαλούμε-νος αναλύσεις του Πουλατζά, ασκεί κριτική στη δυτική δημοκρατία: «μια ταξική δημο-κρατία που παρουσιάζεται σαν να ανήκει σε όλους».

Theseis129a1.indb 78 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 79: Theseis T129

79 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

ρες θεωρητικές σχολές. Είναι χιμαιρικό να αναμένει κανείς ότι το χρηματιστικό κεφάλαιο και οι συνέταιροί του θα αυτοελεγχθούν χωρίς την επέμβαση μιας οι-κονομικής και πολιτικής δύναμης που να προέρχεται από το κράτος και να είναι αποφασισμένη να δράσει ρυθμιστικά στο εσωτερικό ή και στο εξωτερικό, υιοθε-τώντας μια καθολικευτική προοπτική. Ας μην ξεχνάμε ότι η ιδέα να ενταχθεί η έννοια της κρατικής δράσης σε μια καθολικευτική προοπτική έχει επίσης μαρξι-στική προέλευση. Πρόκειται για μαρξικό επιχείρημα που συναντάται από το 1848.

Η δύναμη των υλιστικών επιχειρημάτων που κατορθώνουν να αναλύουν το συγκεκριμένο και να αρθρώνονται με αυτό φαίνεται να επιβάλλει στο συνταγ-ματισμό να υιοθετήσει τις μαρξικές θεωρητικές αφετηρίες, όντας αναγκαίο να εξετασθεί η σημασία της πολιτικής στο συνταγματικό δίκαιο σε όλη την έκταση και την πολυπλοκότητά της.

2. Το Σύνταγμα είναι πρωταρχικά πολιτικό κείμενο

Οι Μαρξ και Ένγκελς προσεγγίζουν την πολιτική ως σύγκρουση μεταξύ κοινωνι-κών τάξεων και επιχειρούν να ερμηνεύσουν την ιστορία με βάση αυτή τη σχέση έντασης. Δεν επιδιώκουν απλώς να παρουσιάσουν μια ορθολογική ερμηνεία που να πάρει θέση δίπλα σε διάφορες άλλες σχετικά με τα συμβάντα του πολυ-τάραχου 19ου αιώνα. Βασική επιδίωξή τους είναι να δημιουργήσουν ένα σύνθε-το κοσμοθεωρητικό σύστημα (Wetlanschauung) που να αποβλέπει στη διεξαγωγή μιας παγκόσμιας επανάστασης υπό την ηγεσία της εργατικής τάξης. Οι κατηγο-ρίες του πολιτιστικού, του οικονομικού, του νομικού, του πολιτικού κλπ., βρί-σκονται στο κέντρο των ενδιαφερόντων τους, υιοθετώντας μια προοπτική ολι-στική και όχι απλώς περιγραφική. Από εδώ πηγάζει ο επαναστατικός φιλοσοφι-κός λόγος που συναντάται στο ατομικό έργο του Μαρξ και του Έγκελς καθώς και στις κοινές τους εργασίες.

Είναι σαφής η κεντρικότητα της πολιτικής για την υλιστική θεωρία. Η κεντρι-κότητα αυτή δεν προκύπτει από τη βούληση των φορέων της πολιτικής δράσης, αλλά από τις ιστορικές διαδικασίες, των οποίων οι άνθρωποι είναι υποκείμενα αλλά και αντικείμενα. Η σχέση μεταξύ ενεργητικότητας και παθητικότητας των ατόμων στην ιστορική διαδικασία αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση για την απελευθέρωσή τους. Πρόκειται για τη κατανόηση και την υπέρβαση της αλλο-τρίωσης.

Η «αλλοτρίωση» συναντάται ήδη στον Ρουσσώ και στον Χέγκελ. Ο θεωρητι-κός του δικαίου Friedrich Müller επισημαίνει ότι η αλλοτρίωση αποτελεί «κε-ντρική κατηγορία» στον Ρουσσώ αρκετά πριν από τον Μαρξ.13 Ο Müller ισχυρί-ζεται ότι ο Ρουσσώ διαπίστωσε την αλλοτρίωση στην Ευρώπη του Διαφωτισμού. Επισημαίνει ότι εκείνο που επικρίνεται ως «αδυναμία» του Ρουσσώ να εκφράσει τις πολιτικές του απόψεις αποτελεί, στην ουσία, το ισχυρό του σημείο, δεδομέ-

13 Müller, Friedrich: Entfremdung: 60.

Theseis129a1.indb 79 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 80: Theseis T129

80 Θέσεις #129

νου ότι οι αναλύσεις του είναι απαλλαγμένες από το βάρος των ιστορικο-μετα-φυσικών παραδοχών.

Ως καλός κληρονόμος του εγελιανού συστήματος, ο Μαρξ προχώρησε περισ-σότερο και έδωσε την κατάλληλη ονομασία σε εκείνο που ο Χέγκελ αποκαλούσε «απόλυτο». Το «απόλυτο» είναι στην ουσία του η περίπλοκη λειτουργία μιας πραγματικότητας που έχει τόσο βαθιές ρίζες στις κοινωνίες μας, ώστε χρειάστη-καν χρόνια μελέτης και έρευνας για να αντιληφθεί ο Μαρξ τη σημασία της υπε-ραξίας για τη συσσώρευση και την κυκλοφορία του κεφαλαίου. Τα χρόνια αδιά-κοπης μελέτης του Μαρξ στο Βρετανικό Μουσείο του έδωσαν στοιχεία για την πολιτική και οικονομική κίνηση του κεφαλαίου, για την επέκταση της αγγλικής βιομηχανίας σε σύγκριση με άλλες χώρες και για τη σχέση της βιομηχανίας με τις κακουχίες της μεγάλης πλειοψηφίας. Αυτό επέτρεψε τη συγγραφή του Κεφαλαί-ου. Με το έργο του, ο Μαρξ δεν μας προσφέρει μόνον την πιο εύστοχη κριτική του καπιταλισμού που έχει διατυπωθεί ως σήμερα, αναδεικνύοντας επίσης την ικανότητά του να προσαρμόζεται σε κρίσεις και να ξεπερνά τις εγγενείς αντιφά-σεις του. Είναι επίσης σημαντικό το ότι ο Μαρξ συνάγει την κριτική της καπιτα-λιστικής κοινωνίας όχι μόνον από την ανάλυση του τρόπου κίνησης του κεφαλαί-ου, αλλά και από πολύτιμες αναλύσεις φιλοσοφίας και θεωρίας της ιστορίας.

Αυτές οι αναλύσεις απέκτησαν νέα δυναμική χάρη στην απαλλαγή τους από τη μεταφυσική. Η υλιστική θεωρία επέτρεψε την εφαρμογή τους σε άλλα γνω-στικά αντικείμενα, όπως η οικονομία, η πολιτική και το δίκαιο. Πρόκειται για συγκεκριμένους παράγοντες που χρησιμοποιούνται για να ηγεμονεύσει ένας δε-δομένος συνασπισμός εξουσίας πάνω σε άλλους στις ταξικές κοινωνίες. Αυτοί οι παράγοντες πρέπει να γίνουν νοητοί στην αλληλοσύνδεσή τους και όχι αυτόνομα ούτε με βάση αφηρημένες έννοιες. Σε αφηρημένο επίπεδο, τα προβλήματα εξα-φανίζονται ή περιορίζονται σε ιδεαλιστικές προσομοιώσεις των διλημμάτων που αντιμετωπίζουν οι κοινωνίες χωρίς να συμβάλλουν στην υπέρβαση των ανθρώ-πων με σκοπό να γίνουν «κύριοι του εαυτού τους».14

Πώς είναι δυνατό να κατανοήσουμε το Σύνταγμα με ικανοποιητικό τρόπο εάν παραμείνουμε σε κανονιστικό ή σημασιολογικό επίπεδο; Και πού αποσκο-πούν αυτές οι θεωρητικοποιήσεις – εάν υποτεθεί ότι μπορεί να οδηγήσουν κά-που; Η υλιστική θεωρία δεν ασχολείται με αφηρημένες υποθέσεις αλλά αναζητά την απάντηση σε άλλα σημεία. Η αποσαφήνιση και ανάλυση των διαπιστώσεών

14 Ο Μαρξ αναφέρει στα Οικονομικο-φιλοσοφικά Χειρόγραφα ότι η βασική διαφορά μεταξύ των ανθρώπων και των λοιπών ζώων είναι ότι οι άνθρωποι αποτελούν ένα «ειδολογικό ον» (Gattungswesen). Διαφοροποιούμενος από τα ζώα, ο άνθρωπος δεν έχει ως μόνη ανάγκη τη σίτιση και την αναπαραγωγή. Πουλώντας την εργασιακή του δύναμη, χωρίς να γνωρί-ζει το τι σημαίνει για τον καπιταλιστή, το ανθρώπινο ον αλλοτριώνεται διττά. Λησμονεί το ότι είναι ευφυές ζώο και πουλά την εργασιακή του δύναμη χωρίς να αντιλαμβάνεται τι μπορεί να επιτύχει εάν ανακτήσει τον έλεγχό της. Συνέπεια αυτού είναι το ότι ανάγεται σε ζώο που ικανοποιείται μόνο με τη σίτιση και την αναπαραγωγή (Marx, Karl, Ökono-misch-philosophische Manuskripte: 516 επ.).

Theseis129a1.indb 80 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 81: Theseis T129

81 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

μας μπορεί να δείξει υπό ποιες προϋποθέσεις η υλιστική θεωρία μπορεί να χρη-σιμοποιηθεί με επιτυχία στην ανάλυση του συνταγματικού δικαίου. Και αυτό πρέπει να γίνει γνωρίζοντας ότι οι ηθικιστικές ερμηνείες δεν είναι ποτέ αφελείς.

Βιβλιογραφία

Bercovici, Gilberto, Luis Fernando Massonetto (2006). A Constituição Dirigente Inver-tida: A Blindagem da Constituição Financeira e a Agonia da Constituição Econômi-ca. Boletim de Ciências Econômicas, vol. XLIX, Coimbra: 57-77.

Bolsinger, Eckhard (2001). The Autonomy of the Political – Carl Schmitt’s and Lenin’s Political Re-alism. Greenwood Press: Westport: Connecticut/London.

Demirović, Alex (1992). Bürgerliche Demokratie – Ein historischer Kompromiβ? Zu ei-nigen Problemen der Staatstheorie Nicos Poulantzas. Archiv für Rechts und Sozialphiloso-phie. V. 187, 4: 495-518.

Elbaradey, Mohamed (2011). The Age of Deception – Nuclear Diplomacy in Treacherous Times. Metropolitan Books/Henry Holt and Company: New York.

Engels, Friedrich (1954). Brief an H. Starkenburg. In Marx, K., F. Engels. Briefe über das Kapital. Dietz Verlag: Berlin: 365-367.

Engels, Friedrich (1963). Einleitung zu Marx “Klassenkämpfe in Frankreich“. In Marx Engels Werke, Bd. 22. Dietz Verlag: Berlin: 506-527.

Guimarães, Juarez (2006). Leituras da Crise – Diálogos sobre o PT, a democracia brasileira e o socialismo. Marilena Chauí, Leonardo Boff, João Pedro Stedile, Wanderley Guil-herme dos Santos entrevistados por Juarez Guimarães. Fundação Perseu Abramo: São Paulo.

Horkheimer, Max, Theodor W. Adorno (1997). Dialektik der Aufklärung. Wissenschaftli-che Buchgesellschaft: Darmstadt.

Marx, Karl (1968). Ökonomisch-philosophische Manuskripte aus dem Jahre 1844. Marx Engels Werke, Ergänzungsband. Dietz Verlag: Berlin.

Müller, Friedrich (1985). Entfremdung – Folgeprobleme der anthropologischen Bergründung der Staatstheorie bei Rousseau, Hegel, Marx. Duncker & Humblot: Berlin.

Texier, Jacques (2005). Democracia e Revolução em Marx e Engels. UFRJ: Rio de Janeiro.

Theseis129a1.indb 81 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 82: Theseis T129

Theseis129a1.indb 82 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 83: Theseis T129

83 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ:ΓΙΑ ΜΙΑ ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

του Δημήτρη Καραλή

Theseis129a1.indb 83 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 84: Theseis T129

84 Θέσεις #129

Εισαγωγή

«Οι άνθρωποι είναι προϊόντα κάθε είδους εξωτερικών παραγόντων ή υπάρχει μια κοινή ανθρώπινη φύση για όλους;». Στο ερώτημα αυτό κλήθηκαν από το Fons Elders να απαντήσουν το 1971 δύο σημαντικοί διανοούμενοι, ο Noam Chomsky και ο Michel Foucault. Ωστόσο, από τους δυο διανοητές μόνο ο Τσόμ-σκι απάντησε άμεσα στο ερώτημα. Συγκεκριμένα υποστήριξε ότι όλοι οι άνθρω-ποι διαθέτουν ένα σύνολο «σχηματοποιήσεων» ή «έμφυτων οργανωτικών αρ-χών» που ενώ από την μία περιορίζει τις επιλογές τους, από την άλλη, όμως, τους μετατρέπει σε προικισμένους με συνείδηση και λογική φορείς δράσης που μπορούν να είναι δημιουργικοί και ικανοί να αντισταθούν στην εξουσία.1 Επομέ-νως ο Τσόμσκι υποστήριξε ευθέως ότι υπάρχει ανθρώπινη φύση και επιχείρησε να την ορίσει.

Από την άλλη βέβαια, ούτε ο Φουκώ αρνείται να απαντήσει ευθέως στο ερώ-τημα του Elders λέγοντας ότι πρόκειται περί ενός άτοπου ερωτήματος. Όμως, σε αντίθεση με τον Τσόμσκι, επιχείρησε να μειώσει την σημασία του, θέτοντας ένα νέο ζήτημα: Το αν η θεωρητική έννοια «ανθρώπινη φύση» αποτελεί μια επι-στημονική έννοια ή, αντίθετα, πρόκειται για έναν εξω-επιστημονικό όρο που δεν έχει παρά μια επιστημολογική λειτουργία.2 Ουσιαστικά δηλαδή, ο Φουκώ προτίμησε αντί να αμφισβητήσει άμεσα την αξία των προβληματισμών σχετικά με την ύπαρξη της ανθρώπινης φύσης, να θέσει το ζήτημα του ρόλου που έχουν διαδραματίσει οι θεωρητικές έννοιες «άνθρωπος» και «ανθρώπινη φύση» στην ιστορία της δυτικής σκέψης.

Αν και πολλά μπορούν να ειπωθούν για τη συγκεκριμένη επιλογή που έκανε ο Φουκώ στη συζήτησή του με τον Τσόμσκι, ένα είναι σίγουρο: ότι οι θεράποντες των κοινωνικών επιστημών θα πρέπει όντως να διερευνήσουν το ποιες είναι οι συνέπειες που έχει η χρήση των εννοιών «ανθρώπινη φύση» και «άνθρωπος» από τις επιστήμες του ανθρώπου. Θα πρέπει δηλαδή να εξετάσουν μήπως ο αν-θρωποκεντρισμός τους τις έκανε να υιοθετήσουν μια μεροληπτική στάση και να δίνουν το status του αληθούς σε κανονιστικές μυθοπλασίες, σε ρυθμιστικά ιδε-ώδη, τα οποία συγκροτήθηκαν μια συγκεκριμένη εποχή και εξυπηρετούν συγκε-κριμένες δομές εξουσίας, συγκεκριμένα συμφέροντα.

Βέβαια, ο μελετητής μπορεί να μελετήσει με πολλούς τρόπους το συγκεκρι-μένο ζήτημα.3 Στην παρούσα εργασία επιλέχθηκε η διερεύνηση της γενεαλογι-

1 Chomsky N., Foucault M., «Ανθρώπινη φύση: Δικαιοσύνη εναντίον εξουσίας», σε Foucault M., Η μικροφυσική της εξουσίας, Ύψιλον, Αθήνα, 1991: 13-14.

2 Chomsky N., Foucault M., ο.π.: 14-15.3 Έτσι, για παράδειγμα, μπορεί να μελετήσει κανείς το ζήτημα διερευνώντας τον μεταδο-

μιστικό φεμινισμό της Butler και τη φουκωική αρχαιολογία (βλ τα άρθρα μας Καραλής Δ., «Αντί για ελευθερία του έμφυλου υποκειμένου, ελευθερία από το έμφυλο υποκείμε-νο: ο μεταδομιστικός φεμινισμός της Judith Butler», Θέσεις, τ., 122, Ιανουάριος-Μάρτι-ος:117-139 και Καραλής Δ., «Απομυθοποιώντας τον σύγχρονό ανθρωπισμό: Η αρχαιολο-

Theseis129a1.indb 84 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 85: Theseis T129

85 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

κής κριτικής στον ανθρωπισμό4 που έκανε ο Φουκώ στο έργο του Επιτήρηση και Τιμωρία.5 Βασικός δε στόχος της μελέτης είναι να γνωρίσουμε την μεταδομιστική κριτική στον ανθρωπισμό η οποία αναδύθηκε πρώτα στην Γαλλία του ’60 και να δούμε εάν μπορεί να μας επιτρέψει να μελετήσουμε το ζήτημα του ανθρωπι-σμού με υλιστικό, μη μεταφυσικό τρόπο.

Πράγματι, η υπόθεση εργασίας μας είναι ότι μπορούμε να αποφύγουμε να εξετάσουμε τον κοινωνικό ρόλο που διαδραματίζει ο ανθρωπισμός αποδεχόμε-νοι a priori την εικόνα που δίνουν οι υποστηρικτές του, αν μελετήσουμε το γενε-αλογικό έργο του Φουκώ. Γι’ αυτό και αντί να επιχειρήσουμε να ανακαλύψουμε την αλήθεια για τον άνθρωπο και την ανθρώπινη φύση, θα επιχειρήσουμε, μέσω της μελέτης του γενεαλογικού έργου του Φουκώ, να διερευνήσουμε το εάν οι αν-θρωποκεντρικές επιστήμες του ανθρώπου αποτελούν μέρος ενός πλέγματος γνώσης - εξουσίας που παράγει, ταυτόχρονα, και τα «καλά» και τα «κακά» υπο-κείμενα που «πρέπει» να «σωφρονιστούν».

1. Αναζητώντας διέξοδο από τα αδιέξοδα του δομισμού στη νιτσεϊκή γενεαλογία

Το 1966 ο Jacques Derrida αναστάτωσε τους κύκλους της γαλλικής διανόησης και η αιτία δεν ήταν άλλη από την έκδοση του βιβλίου του Γραμματολογία (De la grammatologie, 1967). Επρόκειτο για ένα βιβλίο στο οποίο ασκείτο κριτική στο δο-μισμό από σκοπιά όμως εντελώς διαφορετική από αυτήν των μέχρι τότε αντιπά-λων του συγκεκριμένου θεωρητικού ρεύματος. Ενώ, δηλαδή, οι τελευταίοι τον μέμφονταν για τον αντιανθρωπισμό του, ο Derrida υποστήριξε ότι η βασική αδυναμία του ήταν ότι δεν πρότεινε ένα πραγματικά αντιανθρωπιστικό τρόπο σκέψης και, κατά συνέπεια, δεν μπόρεσε να έρθει σε ρήξη με τη μεταφυσική σκέψη που επί αιώνες κυριαρχεί στη Δύση.6

Για τον Derrida, μια κριτική ανάλυση των έργων των ηγετικών μορφών του

γική κριτική των επιστημών του ανθρώπου», Θέσεις, τ. 126, Ιανουάριος -Μάρτιος, 2014: 97-121.

4 Στην παρούσα εργασία ως ανθρωπιστικό ορίζουμε κάθε θεωρητικό λόγο (discourse) στο εννοιολογικό σύστημα του οποίου συναντάμε τις έννοιες «ανθρώπινη φύση» και «άνθρω-πος».

5 Στο σημείο αυτό θα θέλαμε να αναφέρουμε ότι, όπως και τα δύο άρθρα που προαναφέ-ραμε παραπάνω, έτσι και η παρούσα εργασία είναι μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας χαρτογράφησης (και κριτικής ανάλυσης) των απόψεων που έχουν διατυπώσει για τον αν-θρωπισμό ο δομισμός και ο νεονιτσεϊκός μεταδομισμός.

6 Johnson C., Ντεριντά, Ενάλιος, Αθήνα 2000: 11-13, 62-64. Βλ. επίσης Κακολύρης Γ., Ο Ζακ Ντεριντά και η αποδομητική ανάγνωση, Εκκρεμές, Αθήνα 2004: 202-209, όπου αναλύε-ται διεξοδικά η κατά Derrida δομική συγγένεια του δομισμού με το λόγο ενός σημαντι-κού εκπροσώπου του δυτικού φωνολογοκεντρισμού και ανθρωπισμού, τον Jean Jacques Rousseau.

Theseis129a1.indb 85 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 86: Theseis T129

86 Θέσεις #129

δομισμού Levi-Strauss και Saussure δείχνει ότι τόσο η δομιστική ανθρωπολογία του πρώτου όσο και η δομιστική γλωσσολογία του δεύτερου αποτελούν σχηματι-σμούς λόγου που αποδέχονται άκριτα βασικές θέσεις της μεταφυσικής παράδο-σης της δυτικής σκέψης. Έτσι, για παράδειγμα, αποδέχονταν ως ορθή τη θέση ότι η γραφή έχει δευτερεύοντα ρόλο σε σχέση με τον προφορικό λόγο. Επομένως οι δύο θεωρητικοί λόγοι που ίδρυσαν οι Levi-Strauss και Saussure, παρά την κριτική που άσκησαν στον ανθρωπισμό, ανήκουν εντέλει στη μεγάλη δυτική πα-ράδοση του φωνολογοκεντρισμού. Με άλλα λόγια, δέχονται άκριτα τη θέση του Πλάτωνα και του Rousseau ότι, ενώ η φωνή, όντας πιο κοντά στην αλήθεια της συνείδησης του υποκειμένου, αποτελεί την εγγύηση της παρουσίας και της αυ-θεντικότητας, η γραφή αντιπροσωπεύει το τεχνητό και την απουσία.7 Η αιτία είναι ότι λανθασμένα κατανοούσαν τον γραπτό λόγο ως μια προέκταση της φω-νής, που η ανθρώπινη νόηση χρησιμοποιεί ως μια βοηθητική τεχνολογία.8

Για τον Derrida, λοιπόν, ο δομισμός δεν κατόρθωσε να αποδομήσει τα δίπο-λα στα οποία βασίζεται η δυτική μεταφυσική και, κατά συνέπεια, να έλθει σε ρήξη με τον ανθρωποκεντρικό τρόπο σκέψης. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο ίδιος δεν αξιοποιεί στο έργο του σημαντικές τοποθετήσεις του σημαντικού αυτού δια-νοητικού ρεύματος που κατά τα άλλα επικρίνει. Έτσι, για παράδειγμα, οικειο-ποιείται την δομιστική θέση ότι, σε αντίθεση με ότι ισχυρίζεται η φαινομενολο-γία και ο υπαρξισμός, την αλήθεια δεν θα την ανακαλύψουμε εάν εξετάσουμε την εμπειρία, διότι το νόημα οποιασδήποτε εμπειρίας καθορίζεται από τη σχέση που έχουν όλα τα στοιχεία με αυτό που καθιστά την εμπειρία δυνατή, δηλαδή τη δομή.9 Από την άλλη όμως είναι σαφές ότι αποστασιοποιείται από τον δομισμό, γιατί θεωρεί ότι δεν προσπάθησε ποτέ να υποβάλει σε έλεγχο την αξία της αλή-θειας. Πιο συγκεκριμένα θεωρεί ότι ο δομισμός δεν αποτελεί την κριτική σκέψη

7 O Derrida θέλει να ανατρέψει την άποψη αυτή του φωνολογισμού (στον οποίο ανήκει και ο στρουκτουραλισμός) και να υποβάλει τη σκέψη «ότι η υποτιθέμενη παραγωγή της γραφής, όσο πραγματική και μαζική και αν είναι, ήταν εφικτή μόνο υπό μια προϋπόθε-ση: ότι πρωταρχική, “φυσική” κτλ. γλώσσα δεν υπήρξε ποτέ, ότι ποτέ δεν ήταν άθικτη, ανέγγιχτη από τη γραφή, ότι ανέκαθεν η ίδια ήταν γραφή». Derrida J., Περί Γραμματολο-γίας, Γνώση, Αθήνα 1990: 101-102.

8 «Στη γλωσσολογία όπως και στη μεταφυσική, ο φωνολογισμός αποτελεί αναμφίβολα τον αποκλεισμό ή την υποβάθμιση της γραφής. Αποτελεί όμως και τη χορηγία εξουσίας σε μια επιστήμη η οποία θεωρείται ότι αποτελεί το πρότυπο για όλες τις επονομαζόμενες επιστήμες του ανθρώπου. Σύμφωνα και με τις δύο αυτές έννοιες, ο δομισμός του Lévi-Strauss αποτελεί φωνολογισμό. Όσο για τα πρότυπα της γλωσσολογίας και της φωνολο-γίας, αυτό που έχω ήδη ανασύρει, δεν θα με αφήσει να κινηθώ στην όψη μιας δομικής ανθρωπολογίας για την οποία οι ασκήσεις της φωνολογικής επιστήμης ασκούν μια δε-δομένη σαγήνη». Derrida J., ό.π.: 132. Βλ. επίσης Christopher Johnson., ό.π.: 44-49. Κακολύρης Γ., ό.π.: 258-263, Habermas J., Ο φιλοσοφικός λόγος της νεωτερικότητας, Αλεξάν-δρεια, Αθήνα 1993: 205-207, 224-226.

9 Culler J., On Deconstruction: Theory and Criticism after Structuralism, Cornell University Press, Νέα Υόρκη 1982: 85-89.

Theseis129a1.indb 86 3/10/2014 3:14:14 πμ

Page 87: Theseis T129

87 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

που έχουμε ανάγκη γιατί δεν αμφισβήτησε την ύπαρξη ενός θεμελίου της γνώ-σης. Με άλλα λόγια, πιστεύει πως, παρά τις διακηρύξεις του για το τέλος του ανθρώπου, ο δομισμός δεν μπόρεσε να έρθει πραγματικά σε ρήξη με τον ανθρω-πισμό, γιατί δεν εντόπισε το σφάλμα των υπαρξιστών και των φαινομενολόγων στο ότι επιχείρησαν να απαντήσουν στο ερώτημα «ποιο είναι το θεμέλιο της γνώ-σης», αλλά στο ότι η απάντησή τους δεν ήταν «το σύστημα των απρόσωπων δο-μών».10

Αν και, χωρίς αμφιβολία, δεν έπαιξε μικρό ρόλο στην υποχώρηση του δομι-σμού και στην ανάδυση αυτού που συνήθως αποκαλούμε μεταδομισμό, η προ-σπάθεια του Derrida στη Γραμματολογία να συγκροτήσει μια μέθοδο ανάγνωσης των κειμένων διαφορετική από την κυρίαρχη, συνδέεται με το ιστορικό συμβάν που συνηθίζουμε να αποκαλούμε Μάη του 1968 που αποτέλεσε τον καταλύτη των εξελίξεων. Κι αυτό γιατί η εργατική και φοιτητική εξέγερση του Μάη του ’68 έκανε πολλούς Γάλλους διανοούμενους να αντιληφθούν ότι ο τελευταίος αδυνα-τεί να συλλάβει το φαινόμενο εξουσία. Συγκεκριμένα, τους έκανε να συνειδητο-ποιήσουν ότι η εξουσία δεν μπορεί να μελετηθεί με δομικό τρόπο, διότι είναι ταυτόχρονα και κάτι το ασταθές, το εύθραυστο, και κάτι που διαθέτει μια απί-στευτη ικανότητα αντίστασης στην ανατροπή.11 Γι’ αυτό άλλωστε και o Michel Φουκώ, δηλαδή ένας στοχαστής που μέχρι τότε θεωρούνταν ηγετική φυσιογνω-μία του «γαλλικού δομισμού», άρχισε στις αρχές της δεκαετίας του ’70 να ιδιο-ποιείται την νιτσεϊκή αντίληψη για την αλήθεια και την εξουσία.12

10 Πράγματι, σύμφωνα με τον Derrida, για να μπορέσουμε να ξεφύγουμε από τη μεταφυ-σική, θα πρέπει να κατανοήσουμε πως είναι μάταιη η αναζήτηση του θεμελίου της γνώ-σης, γιατί κάτι τέτοιο δεν υπάρχει. Επίσης, θα πρέπει να θεωρήσουμε θετικό το γεγονός αυτό, γιατί σημαίνει ότι έχουμε τη δυνατότητα να δημιουργήσουμε, να πειραματιστού-με, να μετασχηματίσουμε σε τελική ανάλυση τη ζωή. Θα πρέπει, όπως ο Nietzsche, να πούμε το μεγάλο ναι στη ζωή, ζωή η οποία είναι πολύ πολύπλοκη για να γίνει κατανοητή από τις μεταφυσικές φιλοσοφίες που πιστεύουν ακράδαντα στην αξία της γνώσης. Βλ. Royle N., Jacques Derrida, Routledge, Λονδίνο 2003: 21-25.

11 Για τον Μάη του ’68 και το ρόλο που διαδραμάτισε στην πτώση του δομισμού και την ανάδυση μιας έντονα επηρεασμένης από τον Nietzsche μεταδομιστικής σκέψης βλ. Descombes V, Το ίδιο και το άλλο. 45 χρόνια Γαλλικής φιλοσοφίας (1933-1978), Praxis, Αθήνα, 1984: 203-206· May T., The philosophy of Foucault, Acumen, Λονδίνο 2006: 61-65.

12 Βέβαια, ήδη το 1962 ο Deleuze, στο πολύ σημαντικό βιβλίο του Ο Nίτσε και η φιλοσοφία (Nietzsche et la philosophie, 1962), είχε δει τον Γερμανό στοχαστή ως τον εισηγητή μιας αντί-ληψης για την εξουσία εντελώς διαφορετικής από αυτή των παραδοσιακών μεταφυσι-κών φιλοσοφιών του όντος. Συγκεκριμένα τόνισε ότι η νιτσεϊκή φιλοσοφία είναι μια κρι-τική φιλοσοφία της βούλησης που δεν αντιλαμβάνεται την εξουσία ως κάτι που το κατέ-χει κάποιο υποκείμενο, αλλά ως το σύνθετο σύνολο ενεργών και αντενεργών δυνάμεων που το παράγει και αυτό και τις αξίες του. Ταυτόχρονα απέδωσε τη διαφορετική αυτή αντιμετώπιση του φαινομένου της εξουσίας από τον Νίτσε στο ότι, σε αντίθεση με τον Καντ, δεν περιόρισε την κριτική του στην ψευδή επιστήμη (τη δογματική μεταφυσική) και την ψευδή ηθική (ετερονομία), αλλά άσκησε κριτική στην ίδια την ηθική και τη γνώ-

Theseis129a1.indb 87 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 88: Theseis T129

88 Θέσεις #129

Πράγματι, μέσα στο πολιτικό και διανοητικό κλίμα που περιγράφτηκε παρα-πάνω, ο Φουκώ στράφηκε από την αρχαιολογία στην νιτσεϊκή γενεαλογία. Πρώ-το δείγμα της στροφής του αυτής ήταν η διάλεξη που έδωσε το 1971 στο College de France, με τίτλο Η Τάξη του Λόγου καθώς εκεί συνδέεται ρητά η έννοια της γνώ-σης με τον έλεγχο και την εξουσία. Ωστόσο, ήταν σε μεταγενέστερα έργα του, όπως για παράδειγμα το Επιτήρηση και Τιμωρία: Η γέννηση της φυλακής (Surveiller et punir: Naissance de la Prison, 1975), όπου διατύπωσε με σαφήνεια μια νιτσεϊκή, γε-νεαλογική θεωρία περί εξουσίας.

Όντως, στο Επιτήρηση και Τιμωρία (αλλά και σε άλλα έργα της γενεαλογικής του περιόδου), ο Φουκώ υποστηρίζει ότι δεν πρέπει να μιλάμε για Εξουσία, αλλά για σχέσεις εξουσίας, οι οποίες δεν εντοπίζονται αποκλειστικά σε ορισμένους πολι-τικούς φορείς, αλλά διαποτίζουν ολόκληρη την κοινωνία και συνιστούν ένα δί-κτυο σχέσεων. Επομένως για τον γενεαλόγο Φουκώ το εξουσιαστικό φαινόμενο δεν μπορεί να γίνει κατανοητό βάσει των παραδοσιακών θεωρήσεων. Αντιθέ-τως, πιστεύει ότι είναι αναγκαία μια ανάλυση των σχέσεων εξουσίας όπου: α) η εξουσία δεν θα εκλαμβάνεται ως ιδιοποίηση, αλλά ως σύνολο στρατηγικών, β) δεν θα αποδίδεται η ικανότητά της να καθυποτάσσει σε έναν σφετερισμό, αλλά σε συγκεκριμένες κάθε φορά τακτικές, τεχνικές, λειτουργίες, γ) δεν θα μελετά-ται ούτε με βάση το μοντέλο του συμβολαίου που διασφαλίζει μια παραχώρηση ούτε και της κατάκτησης που σφετερίζεται κάποιο πεδίο, αλλά με αυτό της αδιάκοπης διαμάχης.13 Δηλαδή κατά τη γνώμη του, η εξουσία είναι κάτι που ασκείται, παρά κατέχεται, και που δεν είναι το αποκτημένο ή διατηρημένο προ-νόμιο της άρχουσας τάξης, αλλά το συνολικό αποτέλεσμα των στρατηγικών θέ-σεών της, το οποίο φανερώνει τη θέση εκείνων που κυριαρχούνται.14 Γι’ αυτό

ση. Ουσιαστικά δηλαδή, η νιτσεϊκή φιλοσοφία μάς προσφέρει τη δυνατότητα να συλλά-βουμε την εξουσία με διαφορετικό τρόπο από αυτόν της φιλελεύθερης παράδοσης, γιατί ήταν η φιλοσοφία που πρώτη έθεσε το ερώτημα σε τι θεμελιώνονται η επιστήμη και η ηθική, τι είναι εκείνο που τους δίνει το κύρος που έχουν για μας. Deleuze G., Ο Νίτσε και η φιλοσοφία, Πλέθρον, Αθήνα 2002: 65-70.

13 Foucault M., ό.π.: 38-39. Για μια αναλυτική παρουσίαση της φουκωικής ανάλυσης της εξουσίας και του σε τι διαφέρει τόσο από τις φιλελεύθερες όσο και από τις μαρξιστικές (επικεντρώνοντας στην αλτουσεριανή εκδοχή του μαρξισμού) θεωρήσεις του εξουσιαστι-κού φαινομένου, βλ Σίμος Χρ., «Το ζήτημα της εξουσίας στον Αλτουσέρ και τον Φουκώ», Θέσεις, τ. 94, Ιανουάριος - Μάρτιος 2006: 97-101.

14 Χωρίς αμφιβολία, ο Φουκώ προωθεί μια σχεσιακή σύλληψη της εξουσίας. Όπως όμως επισημαίνουν οι Μπέτζελος και Σωτήρης, ο ίδιος «θέτει ένα όριο σε αυτό το εγχείρημα», γιατί, σε αντίθεση με τον Μαρξ, δεν αντιλαμβάνεται τα σώματα ως σχέσεις, αλλά «ως τα “ύστατα” σημεία ανάλυσης της κοινωνικής πραγματικότητας». Παρά δηλαδή τη διακη-ρυγμένη επιθυμία του Γάλλου στοχαστή να προβεί σε μια σχεσιακή ανάλυση τόσο των μορφών εξουσίας, όσο και ολόκληρης της πραγματικότητας, τελικά στοχάζεται το κοινωνικό πεδίο με όρους κοινωνικών πρακτικών, με όρους επομένως σχέσεων μεταξύ δυνάμεων, και όχι κοινωνικών σχέσεων, γιατί έχει αναγάγει το σώμα σε ύστατο αντικείμενο ανάλυσης. Για αυτό και δεν αντιλαμβάνεται «την ειδικότητα της εκμεταλλευτικής σχέσης που είναι η

Theseis129a1.indb 88 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 89: Theseis T129

89 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

άλλωστε πιστεύει ότι η εξουσία δεν επιβάλλεται μόνο ως υποχρέωση σε όσους την «υφίστανται», διότι τους περιβάλλει, τους χρησιμοποιεί ως διάμεσο και στη-ρίζεται πάνω τους. Κυρίως όμως γι’ αυτό δεν την αντιλαμβάνεται σαν κάτι που εντοπίζεται στο κράτος και που αρκείται στο να αντιγράφει τη μορφή του Νόμου ή της κυβέρνησης, αλλά σαν ένα σύνολο σχέσεων, σαν δίχτυ που έχει βαθιές ρί-ζες στο κοινωνικό σύνολο.15

Για τον Φουκώ οι σχέσεις εξουσίας είναι σχέσεις που δεν είναι μονοσήμαντες γιατί δομικά παράγουν σημεία αναμέτρησης, εστίες αστάθειας όπου ενέχονται κίνδυνοι σύγκρουσης, πάλης ή τουλάχιστον αναστροφής των συσχετισμών δύνα-μης.16 Επίσης δεν είναι το αντίθετο της γνώσης, γιατί εξουσία και γνώση αλληλο-εξαρτώνται, γιατί δεν υφίσταται ούτε εξουσία χωρίς συσχετισμένη σύσταση ενός πεδίου γνώσης, ούτε και γνώση που δεν προϋποθέτει και δεν αποτελεί σχέσεις εξουσίας. Γι’ αυτό και σε αντίθεση με ό,τι πιστεύουν οι κυρίαρχες επιστημολογι-κές παραδόσεις, τη γνώση (η οποία μπορεί να είναι είτε χρήσιμη στην εξουσία είτε ανυπότακτη) δεν την παράγει το υποκείμενο, αλλά οι σχέσεις εξουσίας, οι οποίες δημιουργούν τόσο το υποκείμενο της γνώσης, όσο και τις πιθανές μορφές και τα πιθανά πεδία γνώσης.17

2. Γνώση και πειθαρχική εξουσία: Επιτήρηση και τιμωρία

2.1. Εισαγωγικά

Σε προηγούμενο άρθρο είχαμε υποστηρίξει ότι στο αρχαιολογικό του έργο ο Φου-κώ δεν μπόρεσε να θέσει (και άρα να εξετάσει) το ζήτημα του ποιες ήταν οι πο-λιτικές συνέπειες που είχε το γεγονός ότι οι επιστήμες του ανθρώπου είναι αν-θρωποκεντρικές. Επίσης, ισχυριστήκαμε ότι μεγάλο ρόλο σ’ αυτό διαδραμάτισε το ότι, σε αντίθεση με την γενεαλογία, η αρχαιολογία δίνει έμφαση στους κατα-ναγκασμούς, στις απαγορεύσεις και στους αποκλεισμούς. Τέλος, υποστηρίξαμε ότι, σε αντίθεση με τον αρχαιολόγο, ο γενεαλόγος Φουκώ διερεύνησε το ποιες είναι οι σχέσεις που υφίστανται ανάμεσα στις κοινωνικές επιστήμες, την πίστη στην ύπαρξη της ανθρώπινης φύσης και συγκεκριμένες εξουσιαστικές πρακτι-κές, γιατί είχε υιοθετήσει μια νεονιτσεϊκή αντίληψη για την εξουσία και τις σχέ-

κεφαλαιακή σχέση», αλλά, αντιθέτως, συλλαμβάνει «τη σχέση αστικής τάξης και προλε-ταριάτου ως μια εξωτερική σχέση μεταξύ ανεξάρτητων δυνάμεων». Βλ Σωτήρης, Π., Μπέ-τζελος, Τ., «Σώματα, Λόγοι, Εξουσίες: Ξαναγυρνώντας στην περίπτωση Φουκώ», Θέσεις, τ. 89, Οκτώβριος-Δεκέμβριος, 2004: 104-105.

15 Foucault M., ό.π.: 40.16 Πράγματι ο Φουκώ πιστεύει ότι όπου υπάρχει εξουσία υπάρχει και αντίσταση (βλ Fou-

cault M., ό.π.: 40, Δοξιάδης Κ., Υποκειμενικότητα και εξουσία: Για τη θεωρία της ιδεολογίας, Πλέθρον, Αθήνα 1992: 56).

17 Foucault M., Επιτήρηση και τιμωρία: Η Γέννηση της φυλακής, Ράππας, Αθήνα 1976: 40-41, Smart B, ό.π.: 178,-179 .

Theseis129a1.indb 89 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 90: Theseis T129

90 Θέσεις #129

σεις της με την αλήθεια.18 Λόγω όμως του ότι ξέφευγε από τα όρια εκείνης της εργασίας, δεν διερευνήσαμε αναλυτικά το πώς αντιμετώπισε το συγκεκριμένο ζήτημα. Αυτό θα το προσπαθήσουμε σε αυτό το κεφάλαιο του παρόντος άρθρου, διερευνώντας την προσπάθεια του Φουκώ στο Επιτήρηση και Τιμωρία να δείξει ότι οι ανθρωποκεντρικές επιστήμες του ανθρώπου αποτελούν ένα από τα βασικά στηρίγματα του νεωτερικού19 συστήματος απονομής δικαιοσύνης (και, κατά συ-νέπεια, της νεωτερικής «πειθαρχημένης» κοινωνίας και των υποκειμενικοτήτων που αυτή παράγει).

Στόχος λοιπόν αυτού του κεφαλαίου της παρούσας εργασίας δεν είναι άλλος από την παρουσίαση και κριτική ανάλυση της προσπάθειας του γενεαλόγου Φουκώ να δείξει: Πρώτον, ότι η ανάδυση, στις αρχές του 19ου αιώνα, των αν-θρωποκεντρικών επιστημών του ανθρώπου συνδέεται άρρηκτα με την ανάδυση –την ίδια εποχή – ενός συστήματος απονομής δικαιοσύνης που αντί να τιμωρεί τον εγκληματία βασανίζοντας δημόσια το σώμα του, προσπαθεί να τον «σωφρο-νίσει», δηλαδή να διαμορφώσει την υποκειμενικότητά του βάσει των κυρίαρχων κανονιστικών προτύπων, χρησιμοποιώντας μια σειρά μηχανισμών που καθι-στούν δυνατή την διαρκή επιτήρηση της συμπεριφοράς του. Δεύτερον, ότι η σύνδεση αυτή δεν είναι παρά ένα σύμπτωμα του άρρηκτου δεσμού που υφίστα-ται ανάμεσα στις ανθρωποκεντρικές επιστήμες του ανθρώπου και τις τεχνολογί-ες εξουσίας των σύγχρονων «πειθαρχημένων» κοινωνιών.

2.2. Το σύγχρονο σωφρονιστικό σύστημα ως οργανικό στοιχείο της νεωτερικής «εγκαθειρκτικής», «πειθαρχημένης» κοινωνίας

Όπως στις Λέξεις και τα Πράγματα, έτσι και στο Επιτήρηση και Τιμωρία ο Φουκώ υπο-στηρίζει ότι στα τέλη του 18ου αιώνα έλαβαν χώρα μια σειρά από σημαντικές αλλαγές που άλλαξαν το πώς σκεπτόμαστε και το πώς δρούμε στη σύγχρονη Δύση. Σε αντίθεση όμως με τις Λέξεις και τα Πράγματα όπου η διαμόρφωση της σύγχρονης σκέψης αποδίδονταν στον Καντ και στους μετακαντιανούς,20 στο Επι-τήρηση και Τιμωρία γίνεται δεκτό ότι διανοούμενοι του Διαφωτισμού που ανήκουν στην κλασική εποχή21 (αρχές 17ου - τέλη 18ου αιώνα) συνετέλεσαν στην αποδόμη-

18 Για όλα τα παραπάνω βλ Καραλής Δ., «Απομυθοποιώντας τον σύγχρονό ανθρωπισμό, ό.π.: 117-118.

19 Όπως και στην προηγούμενη εργασία μας, έτσι και στην παρούσα εργασία όταν χρησι-μοποιούμε τους όρους νεωτερικό και νεωτερικότητα εννοούμε αστικό/καπιταλιστικό και καπιταλισμό αντίστοιχα, γιατί, όπως έχει δείξει ο Simon Choat, o Φουκώ της γενεαλο-γικής περιόδου αντιλαμβάνεται αυτό που στο Οι Λέξεις και τα Πράγματα ονόμαζε σύγχρονη εποχή (δηλαδή η εποχή που ξεκινά από τα τέλη του 18ου αιώνα και μετά) ως την περίοδο όπου κυρίαρχός τρόπος παραγωγής είναι ο καπιταλιστικός. Βλ. Choat S., Marx Through Post-Structuralism: Lyotard, Derrida, Foucault, Deleuze. Continuum, Λονδίνο 2010: 110-111.

20 Βλ Foucault M., Οι Λέξεις και τα Πράγματα: Μια αρχαιολογία των επιστημών του ανθρώπου, Γνώση, Αθήνα 1996: 443, 467-468.

21 Αξίζει στο σημείο αυτό να επισημάνουμε ότι ο Φουκώ ναι μεν ακολουθεί στο Επιτήρηση

Theseis129a1.indb 90 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 91: Theseis T129

91 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

ση του ποινικού συστήματος του Παλαιού καθεστώτος, διατυπώνοντας τη θεω-ρία ότι η εκτέλεση της ποινής δημόσια δεν αποτρέπει, αλλά υποκινεί τη διάπρα-ξη νέων εγκλημάτων, επειδή, όντας μια πράξη που συγγενεύει με το έγκλημα που τιμωρεί, εξοικειώνει τους θεατές με το τελευταίο και τους κάνει να θεωρούν τους μεν ανθρώπους του νόμου ως εγκληματίες, τον δε βασανισμένο ως θύμα που αξίζει τον οίκτο ή και τον θαυμασμό (όταν αντέχει τα βασανιστήρια). 22

Πράγματι, σύμφωνα με τον Φουκώ την περίοδο του Διαφωτισμού αρκετοί διανοούμενοι, όντας έντονα επηρεασμένοι από τις θεωρίες περί κοινωνικού συμβολαίου, άρχισαν να εκλαμβάνουν το έγκλημα όχι ως επίθεση στο πρόσωπο του μονάρχη (όπως γινόταν αντιληπτό μέχρι τότε), αλλά ως παραβίαση των όρων του κοινωνικού συμφώνου η οποία θέτει σε κίνδυνο τη συνοχή ολόκληρης της κοινωνίας.23 Ως εκ τούτου, προτάθηκε μια νέα μεθοδολογία τιμωρίας, η οποία στόχευε αφενός στη διόρθωση της βλάβης που η κοινωνία υπέστη, αφετέρου στην επανένταξη του εγκληματία, σωφρονισμένου, στους κόλπους της. Δόθηκε επίσης πολύ μεγάλη προσοχή στο να υφίσταται μια λογική αντιστοιχία μεταξύ των ποινών και των εγκλημάτων, μεταξύ των διαβαθμίσεων του κολασμού και των τύπων των αδικημάτων, η οποία θα καθιστούσε δυνατή την εξατομικευμένη μεταχείριση κάθε παραβάτη.

Αν και πολλοί αντέδρασαν στις μεταρρυθμίσεις που πρότειναν οι διαφωτι-στές, τελικά οι όποιες αντιστάσεις κάμφθηκαν. Αυτό όμως, κατά τον Φουκώ, δεν αποτελεί απαραίτητα δείγμα προόδου. Κατά τη γνώμη του, δεν θα πρέπει να αποδεχτούμε άκριτα την (κυρίαρχη μέχρι και σήμερα) θέση ότι το πέρασμα από το προνεωτερικό καθεστώς κολασμού στο νεωτερικό οφείλεται στην ηθική πρόοδο που, υποτίθεται, επέφερε η επικράτηση του ανθρωπισμού των διαφωτι-στών. Αντιθέτως, θα πρέπει να εξετάσουμε την ορθότητα της παραπάνω θέσης πραγματοποιώντας μια μελέτη της ιστορίας του σωφρονιστικού συστήματος, η οποία: Πρώτον, δεν θα επικεντρώνεται μόνο στα κατασταλτικά αποτελέσματα των κολαστικών μηχανισμών, αλλά και στα θετικά αποτελέσματα που η δράση τους επιφέρει. Δεύτερον, δεν θα αντιμετωπίζει τις κολαστικές μεθόδους είτε σαν τα παράγωγα των κανόνων δικαίου είτε σαν εκφάνσεις κοινωνικών δομών, αλλά σαν τεχνικές. Τρίτον, θα αναζητήσει την κοινή μήτρα από την οποία παρή-χθησαν το ποινικό δίκαιο και οι επιστήμες του ανθρώπου και θα εξετάσει εάν

και Τιμωρία την περιοδολόγηση που έκανε στις Λέξεις και τα Πράγματα, αλλά δεν αποκλείει την περίπτωση όψεις της σύγχρονης εποχής να επηρεάστηκαν και από το έργο στοχαστών που ανήκαν στην κλασική εποχή. Σύμφωνα δε με τον Merquior, αυτό είναι δείγμα του ότι στο Επιτήρηση και Τιμωρία ο Φουκώ «δεν αποδίδει με τόση απερισκεψία έμφαση στις απόλυτες ρήξεις», Merquior J., Foucault, Πατάκης, Αθήνα 2000: 164.

22 Foucault M., ό.π.: 17-19, Smart B, «M. Foucault: Υποκείμενα εξουσίας, αντικείμενα γνώσης», Σύγχρονη κοινωνιολογική θεωρία, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 1999: 180-181.

23 Foucault M., ό.π.: 122, Smart B, ό.π.: 181, Gros F., Μισέλ Φουκό, Νήσος, Αθήνα 2007: 83.

Theseis129a1.indb 91 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 92: Theseis T129

92 Θέσεις #129

υπάγονται σε μια επιστημολογικο-δικαστική διαδικασία διαμόρφωσης. Τέταρ-τον, θα διερευνήσει κατά πόσο η ενασχόληση του ποινικού συστήματος με την ψυχή του εγκληματία και η παρεμβολή της επιστημονικής γνώσης στη δικαστική πρακτική οφείλονται σε μια αλλαγή του τρόπου με τον οποίο επενδύεται το σώμα από τους συσχετισμούς εξουσίας.

Όντως, για τον Φουκώ η μελέτη του ποινικού συστήματος δεν πρέπει να επι-κεντρώνεται στη μελέτη των νομικών θεωριών, αλλά στις σχέσεις εξουσίας και γνώσης που περιβάλλουν τα σώματα και τα υποτάσσουν, μετατρέποντάς τα σε αντικείμενα γνώσης. Επομένως πρέπει να συνυπολογίζει ότι το σώμα υπάγεται άμεσα σε ένα πολιτικό πεδίο, καθώς οι σχέσεις εξουσίας το επενδύουν, το δαμά-ζουν, το υποχρεώνουν σε συμμετοχή σε τελετουργίες. Επίσης, θα πρέπει να λά-βει υπόψη ότι η πολιτική αυτή επένδυση του σώματος συνδέεται με την οικονο-μική του χρησιμότητα,24 ότι δηλαδή το σώμα δεν μπορεί να μετατραπεί σε μια δύναμη χρήσιμη για την παραγωγή (και τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης), εάν δεν καθυποταχθεί. Και αυτό γιατί μόνο τότε θα μπορέσει να συσχετίσει την επικράτηση του μοντέρνου ποινικού συστήματος (και άρα φαινόμενα που τόσο έχουν εξυμνηθεί, όπως ο μετριασμός της ποινικής αυστηρότητας, η κατάργηση των βασανιστηρίων και η αξιοποίηση μιας σειράς επιστημόνων) με τον ριζικό μετασχηματισμό των εξουσιαστικών μηχανισμών που επέφερε η επικράτηση του καπιταλισμού.

Ουσιαστικά για τον Φουκώ αυτό που πραγματικά άλλαξε ήταν το αντικείμε-νο της κολαστικής πράξης. Πλέον το ποινικό σύστημα δεν έχει σαν στόχο το σώμα, αλλά την ψυχή του εγκληματία.25 Ουσιαστικά δηλαδή, στη νεωτερικότη-τα η δικαιοσύνη δεν ενδιαφέρεται μόνο για το εάν ο κατηγορούμενος διέπραξε το έγκλημα που του καταλογίζουν, αλλά και για το ποιος είναι ο κατηγορούμε-νος. Κι αυτό γιατί δεν δικάζει μόνο νομικά αντικείμενα προσδιορισμένα από τον Ποινικό Κώδικα, αλλά στοιχεία της προσωπικότητας όπως πάθη, ένστικτα και διαστροφές.

Βέβαια, η δικαιοσύνη στη νεωτερικότητα ασχολείται με το ποιος είναι ο δρά-στης, επειδή θέλει να εντοπίζει τις αιτίες που οδήγησαν τον εγκληματία στο να το πράξει.26 Κι αυτό γιατί θέλει να ανακαλύψει ποιος θα ήταν ο καλύτερος τρό-πος για να σωφρονιστεί ο τελευταίος. Αυτό όμως έχει σαν αποτέλεσμα να εισχω-ρούν μια σειρά από αξιολογικές, διαγνωστικές και προγνωστικές κρίσεις για το πρόσωπό του στη δομή της ποινικής διαδικασίας. Γι’ αυτό άλλωστε στη νεωτερι-κότητα η επιβεβαίωση της ενοχής έχει μετατραπεί σε ένα επιστημονικό - δικονο-

24 Για τα παραπάνω βλ. Foucault M., ό.π.: 38, Gros F., ό.π.: 84, Mills S., Michel Fou-cault, Routledge, Λονδίνο και Νέα Υόρκη 2003: 43, 82.

25 Foucault M., ό.π.: 27, 35, Merquior J., ο.π., : 152, Smart B., ό.π.: 171 .26 Foucault M., ό.π.: 28, Gros F., ό.π.: 80, Smart B., ό.π.: 172. Επομένως η δικαιοσύνη

στην νεωτερικότητα δεν θέλει να εξετάζει μόνο το ποιος νόμος τιμωρεί το έγκλημα που κάθε φορά δικάζει.

Theseis129a1.indb 92 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 93: Theseis T129

93 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

μικό σύμπλεγμα.27 Για αυτό επίσης έχουν συγκροτηθεί ορισμένες γνώσεις, διά-φορες τεχνικές, επιστημονικές θεωρίες που συνδέθηκαν στενά με την πρακτική της κολαστικής εξουσίας.28

Βέβαια, για τον Φουκώ o «τόπος» όπου η κολαστική εξουσία αξιοποιεί κατά κύριο λόγο τις νέες γνώσεις και τεχνικές δεν είναι άλλος από τη φυλακή. Κατά τη γνώμη του, στο όνομα της ανάγκης να αναμορφωθούν ηθικά οι εγκληματίες εκεί, έχουν εγκαθιδρυθεί συστήματα αδιάκοπης επιτήρησης. Αυτό δε, κατά τη γνώμη του, διαφοροποιεί τη σύγχρονη φυλακή από μια σειρά προγενέστερων θεσμών εγκλεισμού (όπως π.χ. τα ολλανδικά και φλαμανδικά πτωχοκομεία και οι αγγλικές φυλακές του 18ου αιώνα29). Γι’ αυτό και επισημαίνει ότι η πραγματι-κά πρώτη σύγχρονη φυλακή ήταν ένα «σωφρονιστικό κατάστημα» που ιδρύθηκε στην Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ το 1790, γιατί στην τελευταία συναντάμε τα χαρα-κτηριστικά που έχουν και σήμερα οι φυλακές στη Διαφωτισμένη Δύση, δηλαδή την ηθική διαπαιδαγώγηση, την εργασία των κρατουμένων ως μέσο που επιτρέ-πει την επανένταξή τους και ως πηγή κέρδους για το κράτος και, το κυριότερο, τους ατομικούς φακέλους και τη διεξοδική παρακολούθηση του κάθε κρατουμέ-νου χωριστά.

Ουσιαστικά οι φυλακές στη νεωτερικότητα αποτελούν προνομιακό χώρο εφαρμογής των «πειθαρχικών μεθόδων» που πρότεινε το Πανοπτικό30 του Ben-tham. Ωστόσο, το Πανοπτικό του Bentham, δεν είναι κάτι που αφορά μόνο τις φυλακές. Αντιθέτως είναι η επιτομή μιας διαδεδομένης τάσης στις καπιταλιστι-κές κοινωνίες, δηλαδή της πειθαρχικής ορμής.31 Επομένως, ακριβώς όπως το

27 Foucault M., ό.π.: 30-31.28 Για τον Φουκώ η ποινική δικαιοσύνη στη νεωτερικότητα δεν μπορεί να λειτουργήσει,

εάν δεν εγγράφεται σε μη δικαστικά συστήματα. Κι αυτό, γιατί χωρίς τη διευκόλυνση της διείσδυσης μιας σειράς μη δικαστικών στοιχείων στα ενδότερα της ποινικής επιχεί-ρησης, δεν είναι δυνατόν ούτε η τελευταία να μην είναι απλά και μόνο μια νόμιμη τιμω-ρία, αλλά μια επιχείρηση σωφρονισμού, ούτε ο δικαστής να απαλλαχθεί από την ενοχή ότι είναι ο μόνος που τιμωρεί.

29 Foucault M., ό.π.: 161, Merquior J., ό.π.: 155.30 «Το Πανοπτικόν είναι η μέθοδος επιτήρησης των φυλακισμένων που πρότεινε ο Άγγλος

ωφελιμιστής Bentham. Η φυλακή έχει σχήμα κυκλικό, με τα κελιά των κρατουμένων ανοιχτά προς το εσωτερικό του χώρου, ώστε ένας μοναδικός δεσμοφύλακaς που βρίσκε-ται στο κέντρο του κύκλου να μπορεί να επιτηρεί τη συμπεριφορά συγχρόνως όλων των τροφίμων της φυλακής. Αυτή η διαρκής επιτήρηση, πιστεύει ο Bentham, θα εθίσει στα-διακά τους φυλακισμένους σε κόσμια και χρηστή συμπεριφορά, επιτυγχάνοντας έτσι την ηθική τους αναμόρφωση». Κιτρομηλίδης Π., Πολιτικοί στοχαστές των νεότερων χρόνων, Πο-ρεία, Αθήνα 1998: 142-143.

31 Για τον Φουκώ, ταυτόχρονα με τη συγκρότηση και εξάπλωση μιας σειράς πειθαρχικών ιδρυμάτων όπου γενική πρακτική αποτελούσε ένα συγκεκριμένο μοντέλο πειθαρχίας, συντελέστηκε και μια αποϊδρυματοποίηση, κατά την οποία οι πειθαρχικοί μηχανισμοί άρχισαν να διαρρέουν από τον χώρο των ιδρυμάτων και να διεισδύουν σε χώρους και πληθυσμούς μη ιδρυματικούς.

Theseis129a1.indb 93 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 94: Theseis T129

94 Θέσεις #129

«όραμα» της φεουδαλικής κοινωνίας ήταν η εγκαθίδρυση μιας καθαρής κοινό-τητας, το όραμα του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού είναι η συγκρότηση «πει-θαρχημένης κοινωνίας».32

Όντως, για τον Φουκώ η σύγχρονη κοινωνία είναι μια «πειθαρχημένη» κοι-νωνία όπου οι εξουσίες που ασκούν έλεγχο πάνω στα άτομα λειτουργούν βάσει μιας διπλής μεθόδου: ο ένας της άξονας είναι η δυαδική διαίρεση και ο στιγμα-τισμός (π.χ. επικίνδυνος/ακίνδυνος, ανώμαλος/φυσιολογικός)· ο άλλος είναι η «διαφορική κατανομή», η καταναγκαστική τοποθέτηση (ποιο είναι το άτομο· πού πρέπει να βρίσκεται, κ.ο.κ.). Επομένως, κατά τη γνώμη του, η σύγχρονη κοινωνία είναι μια «πειθαρχημένη» κοινωνία, η οποία στηρίζεται σε ένα Σύστη-μα εξουσίας που θέλει να πειθαρχήσει (και, κατά συνέπεια, να γνωρίσει) αυτούς πάνω στους οποίους ασκείται, επικαλούμενο τόσο το συλλογικό καλό όσο και το καλό του κάθε ατόμου ξεχωριστά.

2.3. Ο ρόλος των επιστημών του ανθρώπου στην «πειθαρχημένη» κοινωνία

Η πειθαρχία στις νεωτερικές κοινωνίες, λόγω του ότι έχει την επιτήρηση ως βάση της, επιφορτίζει πάντα κάποιους με το ρόλο του επιβλέποντα. Η ιεραρχική πα-ρατήρηση έχει γίνει κανόνας σε τόπους (υποτίθεται) ριζικά διαφορετικούς, όπως στο εργοστάσιο, στο σχολείο και στο στρατό. Εξάλλου η κοινωνία της πειθαρχίας δεν λειτουργεί μόνο βάσει επίσημων ελέγχων και κανονισμών, αλλά στηρίζεται και σε ένα είδος μικρο-ποινικότητας που είναι συνυφασμένη με μια εξονυχιστι-κή εξέταση του τρόπου με τον οποίο φέρονται οι άνθρωποι.33

Το παραπάνω πολύπλοκο δίκτυο επιτήρησης και πειθαρχίας έχει σαν στόχο να συγκροτήσει τον τύπο ανθρώπου που έχει ανάγκη η αστική κοινωνία, δηλαδή ένα oν υπάκουο, σκληρά εργαζόμενο, κατεχόμενο από τύψεις συνειδήσεως και ευπροσάρμοστο σε όλες τις σύγχρονες μορφές οργάνωσης της παραγωγής. Εξάλ-λου, ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να επιτευχθεί η ευπείθεια δεν είναι παρά η άσκηση ηθικής πίεσης διαμέσου της αντιπαραβολής καλών και κακών πολι-τών, νέων ή ενηλίκων: το καλύτερο έδαφος για την πειθαρχία είναι αυτό της κα-νονικοποιητικής κρίσης. Οι καπιταλιστικές κοινωνίες έχουν εμμονή με την έν-νοια της νόρμας, του μέτρου, του προτύπου, από το στρατό και το σχολείο μέχρι τη διατήρηση των προτύπων στην παραγωγή βιομηχανικών προϊόντων και την έμφαση που τα νοσοκομεία δίνουν στα κανονιστικά πρότυπα υγείας.34

Τόσο η κανονικοποιητική κρίση όσο και η επιτήρηση γίνονται εμφανείς κατά τη διάρκεια των εξετάσεων. Οι εξετάσεις αποτελούν βασικό συστατικό της πει-

32 Το όραμα αυτό βέβαια δεν έχει υλοποιηθεί πλήρως, μπορούμε όμως να μιλούμε για «πειθαρχημένη» κοινωνία. Για τα παραπάνω βλ. Merquior J., ό.π.: 156, Habermas J., ό.π.: 136.

33 Foucault M., ό.π.: 231, Merquior J., ό.π.: 159-160, Barker Ph., ό.π.: 61-62. 34 Foucault M., ό.π.: 244-245, Merquior J., ό.π.: 160, Gros F., ό.π.: 86, Barker Ph., ό.π.:

58.

Theseis129a1.indb 94 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 95: Theseis T129

95 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

θαρχίας, αφού στην περίπτωσή τους η ανάγκη επιτήρησης και το δικαίωμα στο να τιμωρείς διαπλέκονται βαθιά. Εκεί η στενή διασύνδεση γνώσης και εξουσίας είναι απόλυτα ορατή. Όμως η εξέταση δεν είναι μόνο κάτι που συναντάμε στη λειτουργία των εκπαιδευτικών μηχανισμών.35 Ο Φουκώ επισημαίνει ότι, αν και η εξέταση αποτελεί μια πρακτική που την εφαρμόζουν συνέχεια οι σύγχρονοι ια-τροί, στο παραδοσιακό νοσοκομείο ήταν κάτι που σπάνια εφαρμοζόταν. Γενι-κεύοντας ακόμη περισσότερο, επισημαίνει ότι στη νεωτερικότητα παρατηρείται το φαινόμενο σε πολλές σφαίρες της κοινωνικής ζωής να χρησιμοποιούνται φά-κελοι και αναφορές. Εν συνεχεία τονίζει την αντίθεση μεταξύ του χρονικού, το οποίο επικεντρωνόταν στις άξιες να μνημονευτούν πράξεις των αριστοκρατών, και του φακέλου, που καταμετρά ως άξιες λόγου τις συμπεριφορές που υποτίθε-ται πως αποκλίνουν από τον κανόνα.36 Υποστηρίζοντας ότι οι πειθαρχικές μέθο-δοι «χαμήλωσαν το κατώφλι της ατομικότητας η οποία θεωρείται άξια περιγρα-φής» με το να τοποθετήσουν τον απλό άνθρωπο στη θέση του ηρωικού ευγενή, ο Φουκώ κατ’ ουσίαν λέει ότι από την αρχή της ύπαρξής τους οι επιστήμες του αν-θρώπου συμμάχησαν με την αντικειμενικοποιητική ματιά της πειθαρχικής, κα-νονιστικής εξέτασης.37 Τονίζει μάλιστα ότι το λίκνο των κοινωνικών επιστημών δεν είναι παρά τα αρχεία των κλινικών και των σωφρονιστικών ιδρυμάτων.38 Με άλλα λόγια, κατά τη γνώμη του, βασική προϋπόθεση για την ύπαρξη των επι-στημών του ανθρώπου υπήρξαν (και συνεχίζουν να είναι) οι μέθοδοι ελέγχου και επιτήρησης της αστικής κοινωνίας.

Κατά τον Φουκώ, η συγκρότηση των επιστημών του ανθρώπου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη συγκρότηση στη νεωτερικότητα ενός «εγκαθειρκτικού συστή-ματος» στο οποίο, όπως είδαμε στην προηγούμενη ενότητα, η φυλακή δεν είναι παρά το κομμάτι του, όπου παίρνει την πιο καθαρή μορφή του.39 Επομένως απο-τελεί τμήμα του συνεχούς των πειθαρχικών μηχανισμών που διασφαλίζουν ότι θα ζούμε κάτω από ένα «καθεστώς καθολικής κυριαρχίας του κανονιστικού» υπό την εξουσία μιας σειράς λειτουργών της επιτήρησης, που υποτίθεται ότι ξέρουν την αλήθεια για το τι είναι κανονικό και τι αποκλίνον, όπως δάσκαλοι, γιατροί, κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχίατροι40 κ.ο.κ.

Ο Φουκώ απομυθοποιεί λοιπόν τις επιστήμες του ανθρώπου με το να αναδεί-ξει τη «χαμερπή» (με τη νιτσεϊκή έννοια) καταγωγή τους. Ουσιαστικά δηλαδή,

35 Foucault M., ό.π.: 246, Gros F., ό.π.: 87. 36 Foucault M., ό.π.: 249-251. 37 Foucault M., ό.π.: 252-254, Gros F., ό.π.: 87-88, Merquior J., ό.π.: 161, Habermas J.,

ό.π.: 336-337, Barker Ph., ό.π.: 56.38 Όπως το θέτει πολύ ωραία ο Barry Smart, για τον Φουκώ οι πρώτες ενδείξεις της γέν-

νησης των επιστημών του ανθρώπου δεν ήταν παρά το ότι ξαφνικά «τα συγκεκριμένα χα-ρακτηριστικά του παρατηρούμενου ατόμου κωδικοποιούνται κατά διαφορικό τρόπο σε γραπτές αναφορές και φακέλους (ιατρικούς, εκπαιδευτικούς, στρατιωτικούς κ.ά.) και οργανώνονται σε γενικά μητρώα και συσσωρευτικά συστήματα». Smart B., ό.π.: 186.

39 Foucault M., ό.π.: 401, Smart B., ό.π.: 192-193.40 Merquior J., ό.π.: 163 O’ Farrell C., ό.π.: 104.

Theseis129a1.indb 95 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 96: Theseis T129

96 Θέσεις #129

τις απομυθοποιεί με το να καταδεικνύει ότι δεν είναι το αποτέλεσμα του μόχθου γενναίων πνευμάτων που, ξεπερνώντας τις προκαταλήψεις της εποχής τους, βρήκαν την αλήθεια, αλλά των σχέσεων εξουσίας που αναδύθηκαν στα τέλη του 18ου αιώνα. Επίσης τις απομυθοποιεί και με έναν άλλο τρόπο: με το να δείχνει ότι οι επιστήμες του ανθρώπου αποτελούν τον λόγο αλήθειας, εκείνον που επε-κτείνει το πεδίο επιρροής της εξουσίας. Έτσι, για παράδειγμα, δείχνει ότι οι επι-στήμες του ανθρώπου επιτρέπουν στην εξουσία να κρίνει τα άτομα όχι μόνο για το εάν παραβαίνουν το νόμο, αλλά για τον τρόπο ζωής, τον χαρακτήρα τους, την «ψυχή» τους. Το ερμηνεύει δε αυτό με τρόπο που αναδεικνύει πόσο προβλημα-τικός είναι ο ανθρωποκεντρισμός των επιστημών του ανθρώπου: υποστηρίζει ότι οι επιστήμες του ανθρώπου, με το να ορίζουν κάποια στοιχεία ως ανθρώπινα και κάποια άλλα ως μη ανθρώπινα, συγκροτούν έννοιες (π.χ. παραβατικότητα, «εγκληματική φύση»), κατηγορίες και δίπολα (όπως φυσικό-παθολογικό) τις οποίες οικειοποιείται το σύστημα εξουσίας για να νομιμοποιεί ως επιστημονικά νόμιμες τις αποφάσεις του για τα υποκείμενα (που σε τελευταία ανάλυση το ίδιο έχει παραγάγει).

Ουσιαστικά, σε έργα όπως το Επιτήρηση και Τιμωρία, ο Φουκώ αντιλαμβάνεται τις επιστήμες του ανθρώπου ως τον αληθή λόγο που διασφαλίζει την ένταξη των αποφάνσεων και των τιμωρητικών δράσεων της κρατικής εξουσίας σε ένα σώμα μηχανισμών σχηματισμού και κανονικοποίησης υποκειμένων. Επομένως, στη γενεαλογική του περίοδο, άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο τις αντιμετώπιζε στο παρελθόν. Η αλλαγή όμως αυτή δεν συνίσταται, όπως θα ήθελαν οι ουμανιστές κριτικοί του δομισμού, στην απόρριψη των απόψεων που είχε διατυπώσει για το θέμα, κατά την αρχαιολογική του περίοδο. Έτσι, για παράδειγμα, στα έργα της γενεαλογικής του περιόδου, δέχεται και αξιοποιεί την αρχαιολογική θέση ότι ερωτήματα όπως «πώς έγινε δυνατό το πέρασμα από μια ιδεολογική σε μια επι-στημονική σύλληψη του κοινωνικού γίγνεσθαι», «μπόρεσαν όντως οι επιστήμες του ανθρώπου να ανακαλύψουν την αλήθεια για την ανθρώπινη φύση», είναι ερωτήματα άνευ νοήματος, γιατί το θεμέλιο των κοινωνικών επιστημών, δηλα-δή ο άνθρωπος, είναι μια πρόσφατη εφεύρεση της μοντέρνας επιστήμης (μόλις του 19ου αιώνα), που προορίζεται να σβήσει μαζί της.41 Αντιθέτως αυτό που αλ-λάζει είναι ότι πλέον θέτει και ένα νέο ερώτημα: «πώς οι επιστήμες του ανθρώ-που, λόγω του ανθρωποκεντρισμού τους, βοηθούν στο να καταστεί δυνατό να ιδιοποιείται για τους δικούς του σκοπούς το σύστημα εξουσίας το αίτημα συ-γκρότησης μιας δίκαιης πολιτείας, βασισμένης στην αλήθεια;».42 Η αιτία δε αυ-

41 ΒλFoucault M. ο.π.: 19, Eribon D., Μισέλ Φουκώ. Φιλόσοφός, δανδής και ταραξίας, Lector, Αθήνα, 2009: 168.

42 Όπως βλέπουμε εδώ, και στην περίπτωση του Φουκώ επιβεβαιώνεται μια από τις βα-σικές υποθέσεις της (αλτουσεριανής) «συμπτωματικής ανάγνωσης»: ότι πολλές φορές η συνεισφορά ενός στοχαστή δεν έγκειται στο ότι απαντά σωστά στο παλιό ερώτημα, αλλά στο ότι αφενός καταδεικνύει πως το παλιό ερώτημα είναι άτοπο και αφετέρου θέτει και-νούργια ερωτήματα.

Theseis129a1.indb 96 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 97: Theseis T129

97 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

τής της αλλαγής είναι ότι δεν δίνει πλέον έμφαση στους καταναγκασμούς και στις απαγορεύσεις, αλλά στην ικανότητα της εξουσίας να παράγει γνώσεις και υποκειμενικότητες.

Για τον γενεαλόγο Φουκώ δεν οφείλεται στην κατασταλτική δράση του κρά-τους η υποταγή της πλειοψηφίας στο Σύστημα. Επίσης δεν πρέπει να αποδοθεί η ύπαρξη μιας μειονότητας «απροσάρμοστων» στη βία του Συστήματος και/ή σε ελεύθερη επιλογή (οι τρελοί, οι εγκληματίες, κ.ο.κ. δεν είναι ένα δυνάμει επα-ναστατικό υποκείμενο, όπως πίστευε η Νέα Αριστερά τη δεκαετία του ’60). Αντιθέτως, κατά τη γνώμη του, τόσο οι υποκειμενικότητες που είναι φορείς των κυρίαρχων αξιών, όσο και εκείνες που αναπτύσσουν μια συμπεριφορά που εκλαμβάνεται ως «αφύσικη», αποκλίνουσα, έχουν παραχθεί από τις διάχυτες στη νεωτερικότητα σχέσεις εξουσίας και τα καθεστώτα αλήθειας που συνδέονται μαζί τους. Γι’ αυτό και θεωρεί ότι οι επιστήμες του ανθρώπου όχι μόνο δεν αντι-τάσσονται στις σχέσεις εξουσίας, αλλά, αντιθέτως, με το να παρουσιάζουν την ύπαρξη μιας αναλλοίωτης στο χώρο και το χρόνο ανθρώπινης φύσης ως επιστη-μονικά επιβεβαιωμένο γεγονός, τις βοηθούν να παράγουν αφενός πειθαρχημέ-να υποκείμενα χρήσιμα για το σύστημα και αφετέρου μια κατηγορία «ανώμα-λων», «κακών» υποκειμένων.43

Βέβαια, o γενεαλόγος Φουκώ δεν αντιμετωπίζει τις ανθρωποκεντρικές επι-στήμες του ανθρώπου (αλλά και τους διάφορους ανθρωπισμούς γενικότερα) ως ιδεολογίες44 αλλά, όπως αναφέραμε και παραπάνω, ως καθεστώτα αλήθειας45

43 Πιο συγκεκριμένα, ο Φουκώ πιστεύει ότι τα στοιχεία εκείνα που παρουσιάζονται από τις επιστήμες του ανθρώπου ως εκφάνσεις της ανθρώπινης φύσης μετατρέπονται σε κα-νονιστικά πρότυπα βάσει των οποίων αφενός διαμορφώνονται υποκειμενικότητες πει-θαρχημένες και αφετέρου καθίσταται δυνατή η συγκρότηση εννοιών όπως «αφύσικο», «ανώμαλο» και «αποκλίνον» και των «επικίνδυνων» υποκειμένων, τη συμπεριφορά των οποίων οι έννοιες αυτές «περιγράφουν».

44 Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι στα γενεαλογικά του έργα απομακρύνθηκε από την «αρ-χαιολογική του θέση» (θέση που, ως γνωστόν, συμμεριζόταν και ο Althusser), ότι ο αντι-ανθρωπισμός δεν μπορεί παρά να διακρίνεται ριζικά από τον ανθρωπισμό, να είναι το αποτέλεσμα μιας θεωρητικής ρήξης. Αντιθέτως και κατά τη γενεαλογική του περίοδο εξακολουθεί να δέχεται ότι για να καταστεί δυνατό να έρθουμε σε ρήξη με τον ανθρω-πισμό δεν αρκεί να επισημάνουμε τα λάθη του, αλλά πρέπει, βασισμένοι σε μια θεωρη-τική δομή στην οποία δεν θα έχουν θέση έννοιες όπως Άνθρωπος και ανθρώπινη φύση, να παραγάγουμε καινούργια αντικείμενα μελέτης και, κατά συνέπεια, να θέσουμε και-νούργια προβλήματα.

45 Αν και, αναμφίβολα, η επιλογή του Φουκώ να αντιμετωπίσει τις επιστήμες του ανθρώ-που σαν καθεστώτα αλήθειας και όχι σαν ιδεολογίες είναι ορθή, από την άλλη η παντελής εγκατάλειψη από τον ίδιο του όρου ιδεολογία (τον οποίο, παρεμπιπτόντως, χρησιμοποι-ούσε κατά την αρχαιολογική περίοδο) δεν ήταν ίσως και τόσο εύστοχη επιλογή. Σύμφωνα μάλιστα με τους Μπέτζελο και Σωτήρη, ανάμεσα στα άλλα αυτό είχε σαν αποτέλεσμα: Πρώτον, η φουκωική προσέγγιση του ζητήματος «γιατί οι άνθρωποι “τις περισσότερες φορές αναπαράγουν τις κοινωνικές σχέσεις (συμπεριλαμβανομένης και της καθυπότα-

Theseis129a1.indb 97 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 98: Theseis T129

98 Θέσεις #129

που αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου πλέγματος εξουσίας – αλήθειας που παρά-γει υποκειμενικότητες. Αυτό όμως δεν τον διαφοροποιεί μόνο από τον Althusser,46 αλλά και από το αρχαιολογικό του έργο. Βέβαια, και στο τελευταίο όχι μόνο δεν απέδωσε, όπως ο Althusser, στον μεν αντιανθρωπισμό το στάτους της επιστήμης στις δε επιστήμες του ανθρώπου αυτό της ιδεολογίας, αλλά, αντι-θέτως, επιδίωξε να διερευνήσει τη στενή σχέση που υφίσταται μεταξύ της επι-θυμίας να πούμε/βρούμε την αλήθεια και την εξουσία.47 Από την άλλη όμως, ακριβώς επειδή παρέβλεπε ότι οι επιστήμες του ανθρώπου, όντας καθεστώτα αλήθειας στενά συνδεδεμένα με τις υφιστάμενες σχέσεις εξουσίας, συμμετέ-χουν στη διαμόρφωση των σύγχρονων υποκειμενικοτήτων, δεν αντιλήφτηκε κάτι πολύ σημαντικό: ότι με το να μας δίνει ο αντιανθρωπισμός τη δυνατότητα να κρατήσουμε μια κριτική στάση έναντι όλων όσων θεωρούμε αλήθεια, μας επιτρέπει ταυτόχρονα να αμφισβητήσουμε τον τρόπο με τον οποίο μας έχουν δι-αμορφώσει οι σχέσεις εξουσίας.48

Πράγματι, η φουκωική γενεαλογία όχι μόνο καθιστά αντικείμενο κριτικής ανάλυσης όλα όσα θεωρούμε αυτονόητες αλήθειες, αλλά αναδεικνύει και τον ρόλο που αυτές διαδραματίζουν στη διαδικασία μετατροπής μας σε υποκείμενα που αποδέχονται ως φυσική την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων. Επομένως, αν οι-κειοποιηθούμε το γενεαλογικό του έργο για να αναλύσουμε τις ανθρωποκεντρι-

ξής τους) με τη θέλησή τους”» να είναι ανεπαρκής, γιατί δεν διαθέτει την έννοια της φα-ντασιακής φόρτισης και της υποκειμενικής εγγραφής που εμπεριέχει η έννοια της ιδεο-λογίας (βλ Μπέτζελος Τ., Σωτήρης Π., ό.π.: 100. Δεύτερον, να μην κατορθώσει ο Γάλλος στοχαστής να συγκροτήσει μια «θεωρία της πολιτικής πρακτικής, ως εκείνης της συμπύκνω-σης πρακτικών που αφορούν τη διαχείριση αντιφάσεων και κοινωνικών συμμαχιών, και η οποία είναι πάντοτε ένας συνδυασμός ανάμεσα στην πειθαρχία και την παραγνώριση» (βλ Μπέτζελος - Σωτήρης, ό.π.: 103).

46 Ως γνωστόν, ο Althusser υποστήριζε ότι ο ώριμος Μαρξ θεμελίωσε μια αντιανθρωπιστι-κή επιστήμη της ιστορίας, τον ιστορικό υλισμό, που καταδεικνύει ότι όλοι οι επιμέρους ανθρωπισμοί, δεν είναι παρά ιδεολογίες που, λόγω του ότι βασίζονται σε μια «προβλη-ματική» (δηλαδή σε ένα σύνολο εννοιών) στην οποία οι όροι «άνθρωπος» και «ανθρώπινη φύση» παίζουν βασικό ρόλο, επιτελούν τις εξής λειτουργίες: Πρώτον, εμποδίζουν το να μελετηθεί επιστημονικά το ιστορικό γίγνεσθαι με το να θέτουν φιλοσοφικά ψευδοπρο-βλήματα, όπως αυτό του Υποκειμένου της Ιστορίας και δεύτερον, συγκροτούν τα άτο-μα σε υποκείμενα τα οποία λειτουργούν με τρόπο που εξυπηρετεί τον καπιταλισμό (Βλ Althusser L., Απάντηση στον Τζον Λιούις, Θεμέλιο, Αθήνα 1977: 98, Harnecker M., «Ο Αλ-τουσέρ και ο “θεωρητικός αντιανθρωπισμός” του Μαρξ», Θέσεις, τ. 87, Απρίλιος-Ιούνιος 2004: 101-102 ).

47 Για τα παραπάνω βλ, Eribon, D., ό.π.: 167-168.48 Για αυτό άλλωστε, σε αντίθεση με τον Σίμο (βλ Σίμος Χ., ό.π.: 102), θεωρούμε ότι η

φουκωική γενεαλογία μας προσφέρει μια «προωθητική-προτρεπτική επιχειρηματολογία για αντίσταση στην εξουσία» (μόνο που δεν είναι του τύπου «η εξουσία είναι κάτι κακό, άδικο κ.ο.κ.», αλλά του τύπου «αυτά που θεωρούμε ως αυτονόητες αλήθειες είναι πα-ράγωγα των σχέσεων εξουσίας και, κατά συνέπεια, όχι κάτι το “αυτονόητο”, αλλά κάτι που μπορούμε να το αλλάξουμε αντιστεκόμενοι στις υφιστάμενες σχέσεις εξουσίας»).

Theseis129a1.indb 98 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 99: Theseis T129

99 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

κές επιστήμες του ανθρώπου, δεν θα αρκεστούμε στο να διερευνήσουμε το πώς η παρουσίαση κάποιων θέσεων (του τύπου «τα άτομα είναι ορθολογικώς δρώ-ντες που επιδιώκουν τη μεγιστοποίηση του οφέλους τους») από τον ανθρωπισμό σαν αυτονόητες αλήθειες νομιμοποιεί τη βία που ασκεί το κράτος πάνω στα «κακά» υποκείμενα που δεν αποδέχονται τις κυρίαρχες απόψεις. Αντιθέτως, θα εξετάσουμε και το πώς αυτό συνεισφέρει σημαντικά στο να ρυθμίζεται η συμπε-ριφορά της πλειοψηφίας των ατόμων με τρόπο βολικό για το υπάρχον Σύστημα εξουσίας. Για αυτό, άλλωστε, για παράδειγμα, μια γενεαλογική ανάλυση του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού θα έθετε το ζήτημα του πώς η παρουσίαση ορισμένων απόψεων περί μακροοικονομίας, απασχόλησης, αγοράς εργασίας και ανεργίας από την Τρόικα, το ελληνικό κράτος, τους «οργανικούς» διανοού-μενους, τα κυβερνητικά κόμματα και τα ΜΜΕ ως επιστημονικά ορθές49 και αλη-θείς,50 βοήθησαν στο να συναινέσει τον Ιούνιο του 2012 η πλειοψηφία των πολι-τών στην πρόταση να συνεχιστούν οι λεγόμενες «μνημονιακές πολιτικές».

Όντως, μια γενεαλογική ανάλυση του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού μπορεί να βοηθήσει στην κατανόηση φαινομένων που εμφανίζονται εκ πρώτης όψεως ως παράδοξα και ακατανόητα, όπως η επιτυχία των μνημονιακών κομ-μάτων να κερδίσουν τις εκλογές του Ιουνίου του 2012 και να σχηματίσουν κυβέρ-νηση παρά το ότι οι μνημονιακές πολιτικές κάθε άλλο παρά βελτίωσαν την ελλη-νική οικονομία.51 Αυτό γιατί, λόγω του ότι αναδεικνύει τον ρόλο της βούλησης για αλήθεια στην διαμόρφωση των υποκειμενικοτήτων, θα διατύπωνε ενδιαφέ-ρουσες και πρωτότυπες υποθέσεις εργασίας. Έτσι, για παράδειγμα, θα διατύ-πωνε την υπόθεση εργασίας ότι μεγάλο ποσοστό του εκλογικού σώματος στήριξε

49 Πράγματι, η φουκωική γενεαλογία μπορεί να μας βοηθήσει να αμφισβητήσουμε όχι μόνο τις κυρίαρχες απόψεις σε θέματα όπως η σεξουαλικότητα, το φύλο και οι φυλετικές σχέσεις, αλλά και την κυρίαρχη οικονομική λογική (και, κατά συνέπεια, να μετασχημα-τίσουμε τις υφιστάμενες οικονομικές σχέσεις). Αυτό άλλωστε, όπως εύστοχα επισημαί-νει ο Lemke, φαίνεται και από την κριτική ανάλυση του νεοφιλελευθερισμού που πραγ-ματοποίησε ο Φουκώ στις παραδόσεις του στο College de France την ακαδημαϊκή περί-οδο 1978-79, βλ Lemke T., “‘The Birth of Bio-Politics’ – Michel Foucault’s Lecture at the Collège de France on Neo-Liberal Governmentality”, Economy & Society, τομ. 30, τ. 2, 2001: 190-207, Foucault M., Η γέννηση της βιοπολιτικής: Παραδόσεις στο Κολλέγιο της Γαλλίας (1978 - 1979), Πλέθρον, Αθήνα, 2012.

50 Μια γενεαλογική ανάλυση του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού θα έθετε επίσης το ζήτημα του πώς οι απόψεις διαφόρων Ελλήνων κοινωνικών επιστημόνων περί «εξαρτη-μένης», «καθυστερημένης», «υποανάπτυκτης», «οιονεί ανατολικής και βαλκανικής» Ελ-λάδας έχουν καταστεί αληθείς λόγοι που νομιμοποιούν τις νεοφιλελεύθερες, «εκσυγχρο-νιστικές» πολιτικές των ελληνικών κυβερνήσεων από τη δεκαετία του ’90 και μετά.

51 Ενδεικτικό της αποτυχίας του Μνημονίου είναι ότι η εφαρμογή του έχει οδηγήσει σε μια σωρευτική μείωση του ΑΕΠ της τάξης του 25%. Ωστόσο, οι μνημονιακές πολιτικές έχουν αδιαμφισβήτητα πετύχει κάτι: την αλλαγή των συσχετισμών δυνάμεων κεφαλαίου-ερ-γασίας υπέρ του πρώτου.

Theseis129a1.indb 99 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 100: Theseis T129

100 Θέσεις #129

τα μνημονιακά κόμματα,52 γιατί έχουν καταστεί αυτονόητες αλήθειες νεοφιλε-λεύθερες θέσεις του τύπου «η Ελλάδα χρεοκόπησε γιατί έχει τεράστιο δημόσιο τομέα», «οι ιδιωτικοποιήσεις φέρνουν ανάπτυξη», «η ελαστικοποίηση των εργα-σιακών σχέσεων είναι ο μόνος τρόπος για να πεισθούν να προσλάβουν κόσμο οι εργοδότες και, κατά συνέπεια, να μειωθεί η ανεργία».

Το γενεαλογικό έργο του Φουκώ είναι λοιπόν χρήσιμο, γιατί καταδεικνύει τις στενές σχέσεις εξουσίας - αλήθειας. Γι’ αυτό άλλωστε καταδεικνύει ότι κανένας ανθρωποκεντρικός λόγος δεν μπορεί να είναι πραγματικά ριζοσπαστικός, γιατί η επίκληση της ανθρώπινης φύσης αποτελεί πάντα κάλεσμα: α) ρύθμισης της συμπεριφοράς μας βάσει των χαρακτηριστικών που έχουν «αυθαίρετα» οριστεί ως στοιχεία της ανθρώπινης φύσης, β) «αποκλεισμού» όσων η συμπεριφορά αποκλίνει από όσα έχουν οριστεί ως στοιχεία της ανθρώπινης φύσης.

Πράγματι, σύμφωνα με τον Φουκώ θα πρέπει να τηρήσουμε κριτική στάση έναντι όλων των ανθρωπιστικών λόγων.53 Μήπως όμως έτσι υπάρχει ο κίνδυνος να υιοθετήσουμε μια αντιδιαφωτιστική, πολιτικά αντιδραστική, θέση; Αν και πολλοί έχουν επιχειρήσει να δώσουν απάντηση σε αυτό το ερώτημα, εμείς δεν θα το επιχειρήσουμε γιατί θεωρούμε πως το ίδιο το ερώτημα είναι παραπλανητι-κό. Όπως το θέτει και ο ίδιος ο Φουκώ, το ζήτημα δεν είναι αν πρέπει να ταχθού-με υπέρ ή εναντίον του Διαφωτισμού.54 Το ζήτημα είναι άλλο: εάν η άκριτη απο-δοχή του ανθρωπιστικού λόγου οδηγεί στην εγκατάλειψη του βασικού αιτήματος του γαλλοκαντιανού διαφωτισμού, δηλαδή του αιτήματος οι πολίτες να μην ετε-ροπροσδιορίζονται, γιατί συνεπάγεται ένα είδος παράδοσης σε μια σειρά κανο-νιστικών προτύπων.55

Βέβαια, ο Φουκώ δεν πιστεύει ότι είναι δυνατόν τα άτομα κάποια στιγμή να

52 Μια γενεαλογική ανάλυση θα έθετε το ερώτημα μήπως η (αμφισβητούμενη και κάθε άλλο παρά δεδομένη) ηγεμονία των μνημονιακών δυνάμεων βασίζεται στο ότι έχουν κα-ταφέρει να πείσουν ένα μέρος της κοινής γνώμης για το ότι: Πρώτον, η οικονομία υπα-κούει σε «φυσικούς» μηχανισμούς, τη λειτουργία των οποίων περιγράφει επιστημονικά η νεοκλασική θεωρία, και δεύτερον, οποιαδήποτε εναλλακτική οικονομική πρόταση εί-ναι κάτι το «παράλογο», το «λαϊκίστικο», που εάν εφαρμοστεί θα προκαλέσει οικονο-μική καταστροφή, γιατί δεν λαμβάνει υπόψη τις «ανάγκες», τους «φυσικούς τρόπους λειτουργίας» της οικονομίας, λόγω ιδεοληψιών ή/και επιθυμίας εξυπηρέτησης «συντε-χνιακών» συμφερόντων.

53 Πράγματι, όπως ο αρχαιολόγος (βλ Merquior, ό.π.: 86-87) έτσι και ο γενεαλόγος Φουκώ αποδέχεται την αλτουσεριανή θέση ότι εάν στο εννοιολογικό σύστημα ενός σχηματισμού λόγου συναντάμε τις κατηγορίες άνθρωπος και ανθρώπινη φύση, τότε αυτός αναγκα-στικά θα υιοθετεί μεταφυσικές αντιλήψεις για το ιστορικό γίγνεσθαι και το υποκείμενο.

54 Ο Φουκώ δεν απορρίπτει τον Διαφωτισμό, γιατί πιστεύει πως, σε αντίθεση με τον ου-μανισμό, μπορεί να αποτελέσει τη βάση για να αναστοχαστούμε ποιοι είμαστε. Βλ. Fou-cault M., Τι είναι Διαφωτισμός, Έρασμος, Αθήνα 1986: 21.

55 Πράγματι, ο φουκωικός αντιανθρωπισμός δεν είναι ένα είδος αντιδιαφωτισμού, αλλά ένα εγχείρημα που διατηρεί από τον Διαφωτισμό το φιλοσοφικό ήθος που αυτός αποπνέ-ει, δηλαδή μια διαρκή κριτική της ιστορικής μας εποχής.

Theseis129a1.indb 100 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 101: Theseis T129

101 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

μην ετεροπροσδιορίζονται. Αντιθέτως, θεωρεί ότι πάντα θα είναι ενταγμένα σε ένα δίκτυο σχέσεων που θα τους θέτουν όρια στο ποια είναι. Αυτό όμως δεν απο-τελεί λόγο παραίτησης και απογοήτευσης. Αντιθέτως, αποτελεί την αφετηρία για την ανάπτυξη μιας πολιτικής δράσης που θα οδηγήσει σε μια αναδιαπραγ-μάτευση των ορίων που μας έχουν τεθεί56 – και άρα του εαυτού μας και της αλή-θειας μας.57 Γιατί την ικανότητα να δουλέψουμε πάνω στον εαυτό μας, να τον καταστήσουμε έργο τέχνης, μπορεί να την αποκτήσουμε μόνο εάν έχουμε συνει-δητοποιήσει ότι αυτό που είμαστε δεν είναι το προϊόν ούτε κάποιας φύσης ούτε των επιλογών που ελεύθερα έχουμε κάνει, αλλά των σχέσεων εξουσίας που έχουν (κυριολεκτικά!) ενσωματωθεί πάνω μας.58

Ο φουκωικός αντιανθρωπισμός δεν είναι λοιπόν ασύμβατος με την ελευθε-ρία. Από την άλλη όμως, είναι σαφές ότι στο γενεαλογικό του έργο ο Φουκώ υπο-τίμησε την ικανότητα ορισμένων «παρεκκλινουσών», «αφύσικων» (σύμφωνα με τον κυρίαρχο λόγο) υποκειμενικοτήτων να αποδομούν τις πολιτικές εκείνες που επιχειρούν να οριοθετήσουν το ανθρώπινο.59 Κι αυτό γιατί υποτίμησε τη σημα-

56 Γι’ αυτό και θεωρούμε ότι η φουκωική γενεαλογία μπορεί να βοηθήσει στην προσπάθεια να στοχαστούμε μια «προοπτική που να επιδιώκει να ανατρέψει το συνολικό πλέγμα των οικονομικών, ιδεολογικών και πολιτικών σχέσεων» (για να χρησιμοποιήσουμε μια φράση του Σίμου, ο οποίος, εμμέσως πλην σαφώς, υποστηρίζει – κατά την γνώμη μας κακώς – ότι η συνεισφορά του Φουκώ περιορίζεται στο ότι θέτει ζητήματα που δεν «σχετίζο-νται άμεσα με τις εκάστοτε παραγωγικές σχέσεις, όπως οι διαφυλικές ή οι σεξουαλικές σχέσεις», γιατί, υποτίθεται, δεν κατάφερε να μιλήσει για την εξουσία ως ένα κοινωνικό φαινόμενο – βλ Σίμος Χ., ο.π.: 102). Κατά τη γνώμη μας η αμφισβήτηση από την φου-κωική γενεαλογία όλων όσων θεωρούμε αυτονόητη αλήθεια, μας δίνει τη δυνατότητα να στοχαστούμε και να δράσουμε με τρόπο που οδηγεί στην αποσταθεροποίηση (και τον ριζικό μετασχηματισμό) των υφιστάμενων εξουσιαστικών σχέσεων (και κατά συνέπεια και του συνολικού πλέγματος των «οικονομικών, ιδεολογικών και πολιτικών σχέσεων»), γιατί μας επιτρέπει να αμφισβητήσουμε τις ταυτότητες που αυτές μας έχουν επιβάλει.

57 Όντως, όπως εύστοχα έχει επισημαίνει και ο Γαβριηλίδης, η φουκωική θέση ότι οι υπο-κειμενικότητές μας έχουν διαμορφωθεί από την εξουσία και ότι υιοθετούμε πολλές φο-ρές την οπτική της ακόμα και όταν νομίζουμε ότι της αντιστεκόμαστε, δεν οδηγεί σε πα-ραίτηση από την πολιτική δράση αλλά μας βοηθά να δούμε με νέο τρόπο, και με λιγότε-ρες αυταπάτες, τις παλιές διακρίσεις και συγκρούσεις στις οποίες συμμετείχαμε και να αναδείξουμε νέες. (Βλ Γαβριηλίδης Α., «Η επικαιρότητα του Μισέλ Φουκώ», Θέσεις, τ. 96, Ιούλιος-Σεπτέμβριος, 2006: 43).

58 Foucault M., ό.π.: 24. Βλ. επίσης Foucault M., «Για τη γενεαλογία της ηθικής», στο Εξουσία, γνώση και ηθική, Ύψιλον, Αθήνα 1987: 97-98.

59 Όπως εύστοχα επισημαίνουν οι Μπέτζελος και Σωτήρης, ο Φουκώ «παρά την αναφο-ρά του στις αντιστάσεις σε πολύ μικρό βαθμό στέκεται στη θετική παραγωγική πλευρά των αντιστάσεων, στη δυνατότητα να αναπαράγουν αντίπαλες ιδεολογικές πρακτικές ή αντιπάλους λόγους. Κάτι που με την σειρά του επιτείνει τη δυνατότητα να μπορούν να παραχθούν ή να προϊδεαστούν εναλλακτικές κοινωνικές πρακτικές και τρόποι παραγω-γής. Ενώ δηλαδή επικαλείται την αντίσταση, εντούτοις τα πραγματικά περιθώρια που της αφήνει ως μηχανισμού παραγωγής εναλλακτικών σχηματισμών λόγου και ανταγωνι-

Theseis129a1.indb 101 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 102: Theseis T129

102 Θέσεις #129

σία που έχει το γεγονός ότι, σύμφωνα με την ίδια του την θεωρία, το υποκείμενο διαθέτει την ικανότητα να δράσει εναντίον της εξουσίας και να μετασχηματίσει τον εαυτό του ακριβώς επειδή βασικό χαρακτηριστικό των σχέσεων εξουσίας δεν είναι η καταστολή, αλλά η παραγωγή υποκειμενικοτήτων.60 Παρόλα αυτά όμως, το γενεαλογικό έργο του Φουκώ το οικειοποιήθηκαν πολλοί από όσους επιθυ-μούν την ανατροπή των υφιστάμενων κοινωνικών ιεραρχιών.61 Κι αυτό γιατί η φουκωική γενεαλογία καταδεικνύει ότι οι κοινωνικές ταυτότητες στις οποίες βασίζονται οι ιεραρχίες αυτές δεν αποτελούν κάτι το «φυσικό» και το αυτονόητο, αλλά είναι το αποτέλεσμα συγκεκριμένων ρηματικών και λογοθετικών πρακτι-κών που μπορούν να μετασχηματιστούν.

Επίλογος

Στο παρόν άρθρο εξετάσαμε την κριτική στον ανθρωπισμό που έκανε ο Φουκώ στο Επιτήρηση και Τιμωρία. Διαπιστώσαμε ότι δεν αρκείται στο να εξετάσει τι υπο-στηρίζουν οι διάφοροι ανθρωπιστικοί λόγοι και να εντοπίσει τα λάθη τους. Αντι-θέτως επιχειρεί να αλλάξει τους όρους της συζήτησης θέτοντας ένα ζήτημα που οι ουμανιστές στοχαστές δεν μπορούσαν να θέσουν: το ζήτημα του ρόλου που διαδραματίζει ο ανθρωπισμός στη διαδικασία μετατροπής των ατόμων σε υπο-κείμενα, τα οποία αποδέχονται ως φυσική την αστική τάξη πραγμάτων γιατί εκλαμβάνουν ως κανονιστικά πρότυπα τα χαρακτηριστικά που, υποτίθεται, ότι αποτελούν τη βαθύτερη ουσία του «ανθρώπου».

Ουσιαστικά η μεγάλη συνεισφορά του γενεαλόγου Φουκώ έγκειται στο ότι δεν μελετά τον ανθρωπισμό με τους όρους που ο τελευταίος έχει θέσει. Αντιθέ-τως, τον αντιμετωπίζει ως έναν λόγο που αποτελεί μέρος ενός πλέγματος εξου-σίας- γνώσης που συγκροτεί τα άτομα ως υποκείμενα. Τον αντιμετωπίζει δηλα-δή ως μέρος ενός περιορισμένου και περιοριστικού πολιτισμικού καθεστώτος που ορίζει το ανθρώπινο. Γι’ αυτό και ουδόλως τον ενδιαφέρει το ποιος ορισμός της ανθρώπινης φύσης είναι πιο ορθός ή έστω πιο προοδευτικός. Γι’ αυτό επίσης θεώρει αναγκαία τη συγκρότηση μιας θεωρίας που, με το να αντιμετωπίζει την ιστορία ως μια διαδικασία χωρίς Υποκείμενο, αποδομεί όλα τα δίπολα στα οποία βασίζεται η συγκρότηση τόσο των «καλών» υποκειμένων που έχουν εσωτερικεύ-σει τις κυρίαρχες αξίες, όσο και των «κακών» υποκειμένων που, λόγω της απο-κλίνουσας συμπεριφοράς τους, υφίστανται βίαιους αποκλεισμούς.

στικών γνωμώνων είναι πολύ μικρά», Μπέτζελος Τ., Σωτήρης Π., ό.π.: 101.60 Βλ. Weberman D., “Are Freedom and Anti-humanism Compatible? The Case of Fou-

cault and Butler”, Constellations, τομ. 7, τ. 2, 2000: 255-56. 61 Το πιο χαρακτηριστικό, ίσως, παράδειγμα οικειοποίησης της γενεαλογίας του Φουκώ

από την φεμινιστική θεωρία αποτελεί το έργο της Judith Butler. Βλ ενδεικτικά Butler J., Αναταραχή του φύλου. Ο φεμινισμός και η ανατροπή της ταυτότητας, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2009.

Theseis129a1.indb 102 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 103: Theseis T129

103 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Althusser Louis , Απάντηση στον Τζον Λιούις, Θεμέλιο, Αθήνα 1977.Barker, Philip, Michel Foucault: An Introduction, Edinburgh University Press, Εδιμβούργο

1998.Butler, Judith, Αναταραχή του φύλου. Ο φεμινισμός και η ανατροπή της ταυτότητας, Αλεξάνδρεια,

Αθήνα 2009.Choat, Simon, Marx Through Post-Structuralism: Lyotard, Derrida, Foucault, Deleuze. Continu-

um, Λονδίνο 2010.Culler, Jonathan, On Deconstruction: Theory and Criticism After Structuralism, Cornell Univer-

sity Press, Νέα Υόρκη 1982.Γαβριηλίδης, Άκης, «Η επικαιρότητα του Μισέλ Φουκώ», Θέσεις, τ.χ 96, Ιούλιος- Σεπτέμ-

βριος, 2006: 39-49.Δοξιάδης, Κύρκος, Υποκειμενικότητα και εξουσία. Για τη θεωρία της ιδεολογίας, Πλέθρον, Αθήνα

1992.Deleuze, Gilles, Ο Νίτσε και η φιλοσοφία, Πλέθρον, Αθήνα 2002.Derrida, Jacques, Περί Γραμματολογίας, Γνώση, Αθήνα 1990.Descombes, Vincent, Το Ίδιο και το Άλλο: 45 χρόνια γαλλικής φιλοσοφίας, Praxis, Αθήνα 1984.Eribon, Μισέλ Φουκώ. Φιλόσοφός, δανδής και ταραξίας, Lector, Αθήνα, 2009.Foucault, Michel, Επιτήρηση και τιμωρία: Η Γέννηση της φυλακής, Ράππας, Αθήνα 1976.---, Τι είναι Διαφωτισμός, Έρασμος, Αθήνα 1986.---, Εξουσία, γνώση και ηθική, Ύψιλον, Αθήνα 1987.---, Η Τάξη του Λόγου, Ηριδανός, Αθήνα, χ.χ.ε.---, Οι Λέξεις και τα Πράγματα: Μια αρχαιολογία των επιστημών του ανθρώπου, Γνώση, Αθήνα 1996.Gros, Frederic, Μισέλ Φουκό, Νήσος, Αθήνα 2007.Habermas, Jurgen, Ο φιλοσοφικός λόγος της νεωτερικότητας, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1993.Harnecker, Marta, «Ο Αλτουσέρ και ο “θεωρητικός αντιανθρωπισμός” του Μαρξ», Θέσεις,

τ. 87, Απρίλιος-Ιούνιος, 2004, σελ 91-106.Johnson, Christopher, Ντεριντά, Ενιαλός, Αθήνα 2000.Κακολύρης, Γεράσιμος, Ο Ζακ Ντεριντά και η αποδομητική ανάγνωση, Εκκρεμές, Αθήνα 2004.Καραλής, Δημήτρης, «Αντί για ελευθερία του έμφυλου υποκειμένου ελευθερία από το έμ-

φυλο υποκείμενο: Ο μεταδομιστικός φεμινισμός της Judith Butler», Θέσεις, Ιανουάριος - Μάρτιος 2013, τ. 122: 117-139.

---, «Απομυθοποιώντας τον σύγχρονο ανθρωπισμό: Η αρχαιολογική κριτική των επιστη-μών του ανθρώπου», Θέσεις, τ., 126, Ιανουάριος - Μάρτιος, 2014: 97-121.

Κιτρομηλίδης, Πασχάλης, Πολιτικοί στοχαστές των νεότερων χρόνων, Πορεία, Αθήνα 1998.Lemke, Thomas, “‘The Birth of Bio-Politics’ – Michel Foucault’s Lecture at the Collège

de France on Neo-Liberal Governmentality”, Economy & Society, τομ. 30, τ. 2, 2001: 190-207.

May, Todd, The philosophy of Foucault, Acumen, Λονδίνο 2006.Merquior, Jose, Foucault, Πατάκης, Αθήνα 2000.Smart, Barry, Μ. Foucault: υποκείμενα εξουσίας, αντικείμενα γνώσης», σε Πετμεζίδου

Theseis129a1.indb 103 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 104: Theseis T129

104 Θέσεις #129

Μ. (επίμ), Σύγχρονη Κοινωνιολογική Θεωρία, τομ. Β, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 1999: 167-223.

Σίμος Χρήστος, «Το Ζήτημα της εξουσίας στον Αλτουσέρ και τον Φουκώ», Θέσεις, τ. 94, Ια-νουάριος – Μάρτιος, 2006: 81-104.

Σωτήρης, Παναγιώτης, Μπέτζελος, Τάσος, «Σώματα, Λόγοι, Εξουσίες: Ξαναγυρνώντας στην περίπτωση Φουκώ», Θέσεις, τ. 89, Οκτώβριος-Δεκέμβριος, 2004: 75-110.

Visker, Rudi, “Michel Foucault, philosopher? A note on genealogy and archaeology”, Parrhesia, τομ. 5, τ. 2, 2008: 9-18.

Weberman, David, “Are Freedom and Anti-humanism Compatible? The Case of Fou-cault and Butler”, Constellations, τομ. 7, τ. 2, 2000: 255-271.

Theseis129a1.indb 104 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 105: Theseis T129

105 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ ΣΤΟΝ ΜΑΡΞ*

(ΜΕΡΟΣ Δ΄)

του Isaak I. Rubin

μετάφραση Δημήτρης Δημούλης και Τάσος Κυπριανίδης

* Το ρωσικό χειρόγραφο εντοπίστηκε πρόσφατα και το κείμενο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά σε γερμανική μετάφραση στον τόμο Beiträge zur Marx-Engels-Forschung NF, Sonderband 4, 2012. Οι συμπληρώσεις και υποσημειώσεις μεταξύ αγκυλών είναι της γερμανικής έκδοσης. Τα έργα των Μαρξ και Ένγκελς παραπέμπονται με βάση την έκδοση Marx-Engels-Werke, Berlin (Ost), Dietz Verlag, με τη συντομογραφία MEW. Τα Μέρη Α΄, Β΄ και Γ΄ δημοσιεύθηκαν στα τεύχη 123, 125 και 126 των Θέσεων, αντίστοιχα. Η δημοσίευση του χειρογράφου ολοκληρώνεται με το παρόν μέρος Δ΄

Theseis129a1.indb 105 3/10/2014 3:14:15 πμ

Page 106: Theseis T129

106 Θέσεις #129

VII. Κυκλοφοριακό μέσο

Ο Μαρξ μεταβαίνει στην κυκλοφοριακή διαδικασία ξεκινώντας από την ιδεατή πράξη εκτίμησης της αξίας του εμπορεύματος που προηγείται αυτής. Σε ποιο βαθμό μπορεί να πραγματοποιηθεί το εμπόρευμα σε συμφωνία με την προηγη-θείσα εκτίμηση της αξίας του, ή αλλιώς σε ποιο βαθμό μπορεί να προσεγγίσει η αγοραία τιμή την αξία, αποδεικνύεται μόνο στην πραγματική κυκλοφοριακή δι-αδικασία. Οι αποκλίσεις της αγοραίας τιμής από την αξία θα είναι τόσο μεγαλύ-τερες, όσο ισχυρότερα έχει αποκλίνει η πραγματική κατανομή της εργασίας με-ταξύ των επιμέρους παραγωγικών κλάδων από την αναλογική κατανομή της κοι-νωνικής εργασίας. Μια δεκάωρη ανάλωση εργασίας του παραγωγού μπορεί να αναχθεί στην αγορά σε πεντάωρη κοινωνική εργασία, δηλαδή το προϊόν της δε-κάωρης ατομικής και συγκεκριμένης εργασίας μπορεί να πωληθεί στην αγορά σε τιμή που αντιστοιχεί μόνο σε πεντάωρη κοινωνική και αφηρημένη εργασία. Αυτό μπορεί να προκύψει επειδή τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή λείπει για το δεδομένο προϊόν η κοινωνική ανάγκη (η οποία εκφράζεται στη δυνάμενη να πληρώσει ζήτηση), ή επειδή η έκταση της παραγωγής του συγκεκριμένου προϊό-ντος έχει υπερβεί ποσοτικά το μέτρο της υπάρχουσας ανάγκης, ή πάλι επειδή ο συγκεκριμένος παραγωγός εργάζεται κάτω από τεχνικά καθυστερημένες συνθή-κες με συνέπεια η ατομική ανάλωση εργασίας του να υπερβαίνει τη μέση κοινω-νικά αναγκαία εργασία.1

Ο Μαρξ χρησιμοποιεί κατά τη διερεύνηση της λειτουργίας του χρήματος ως κυκλοφοριακού μέσου την ίδια μέθοδο όπως και κατά τη διερεύνηση της λει-τουργίας του χρήματος ως μέτρου της αξίας. Με την πρώτη ματιά φαινόταν ότι το χρήμα διαθέτει καθεαυτό την ιδιότητα να μετρά την αξία των εμπορευμάτων. Ο Μαρξ έδειξε ότι αυτή την ιδιότητα την απέκτησε ως αποτέλεσμα μιας μακρό-χρονης διαδικασίας ολόπλευρης εξίσωσης όλων των εμπορευμάτων μεταξύ τους μέσω του χρήματος, δηλαδή ως αποτέλεσμα «μιας ολόπλευρης δράσης των εμπορευμάτων», η οποία αντιπροσωπεύει στην πραγματικότητα μια ολόπλευρη δράση όλων των εμπορευματοπαραγωγών. Την ίδια οδό διαβαίνει ο Μαρξ κατά την ανάλυση του κυκλοφοριακού μέσου. Με την πρώτη ματιά το χρήμα φαίνεται να κατέχει καθεαυτό την ιδιότητα του κυκλοφοριακού μέσου: αγοράζει εμπο-ρεύματα κάθε είδους σαν να τα έθετε εξ ιδίων σε κίνηση. Ο Μαρξ συνάγει όμως αυτή την «πραγμοειδή» ιδιότητα του χρήματος από την ίδια την κίνηση των εμπορευμάτων, η οποία με τη σειρά της αντανακλά και η ίδια συγκεκριμένες πράξεις και αλληλοσυσχετίσεις των εμπορευματοπαραγωγών. Σε συμφωνία με αυτό, ο Μαρξ αναλύει κυρίως την κίνηση ή τη «μεταμόρφωση των εμπορευμά-των» και μόνο μετά από αυτό μεταβαίνει στην «κυκλοφορία του χρήματος».

Ο Μαρξ ξεκινάει την ανάλυση της διαδικασίας κυκλοφορίας των εμπορευμά-των διακρίνοντας δυο όψεις: «αλλαγή του περιεχομένου (μεταβολισμός)» και «αλλαγή της μορφής (μεταμόρφωση)». «Στο μέτρο που η ανταλλακτική διαδικα-

1 ΜΕW 23, σ. 121.

Theseis129a1.indb 106 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 107: Theseis T129

107 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

σία μεταφέρει εμπορεύματα από το χέρι για το οποίο δεν είναι αξίες χρήσης στο χέρι για το οποίο είναι αξίες χρήσης, αποτελεί κοινωνικό μεταβολισμό»,2 δηλαδή κίνηση υλικών πραγμάτων. Η «υλική διάσταση» αυτής της διαδικασίας συνίστα-ται στο γεγονός ότι 1) κατ’ αρχάς λαμβάνει χώρα μια πραγματική «ανταλλαγή εμπορεύματος με χρυσό», «ενός κοινού εμπορεύματος και του χρηματικού εμπορεύματος»,3 που και τα δυο με τη μορφή συγκεκριμένων υλικών πραγμά-των κινούνται σε αντίθετες κατευθύνσεις, δηλαδή το εμπόρευμα από τα χέρια του πωλητή σε εκείνα του αγοραστή, ο χρυσός από τα χέρια του αγοραστή σε εκείνα του πωλητή, και 2) αμέσως μετά επαναλαμβάνεται η ίδια αντίρροπη κί-νηση εμπορεύματος και χρυσού, δηλαδή ο αρχικός πωλητής ξοδεύει τώρα τον χρυσό του και λαμβάνει ως αντάλλαγμα προϊόντα που ο ίδιος έχει ανάγκη. Ως αποτέλεσμα αυτής της συνολικής διαδικασίας αντικαθιστά «το προϊόν ενός χρή-σιμου τρόπου εργασίας […] το άλλο».4 «Ως προς το υλικό περιεχόμενό της, η κί-νηση Ε-Ε, ανταλλαγή εμπορεύματος με εμπόρευμα, είναι ο μεταβολισμός της κοινωνικής εργασίας, στο αποτέλεσμα του οποίου αναιρείται η ίδια η διαδικασί-α»5 (δηλαδή η κοινωνική πλευρά της διαδικασίας).

Όπως διακρίνεται από τα τελευταία λόγια, η υλική-τεχνική πλευρά της κυ-κλοφοριακής διαδικασίας, η οποία συνίσταται στη διακίνηση των πραγμάτων (των εμπορευμάτων και του χρυσού) από χέρι σε χέρι, αποκρύπτει από μας την κοινωνική διάσταση η οποία αποτελεί το καθεαυτό αντικείμενο διερεύνησης του Μαρξ. Τα πράγματα ενδιαφέρουν τον Μαρξ ως «φορείς» των παραγωγικών σχέ-σεων των ανθρώπων, δηλαδή όχι από την πλευρά των υλικών-τεχνικών ιδιοτή-των τους, αλλά από τη σκοπιά της κοινωνικής μορφής τους ή των κοινωνικών ιδιοτήτων τους, τις οποίες υιοθετούν μόνο εφόσον υφίστανται συγκεκριμένες παραγωγικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Τα πράγματα που εμφανίζονται στην κυκλοφοριακή διαδικασία και που ξεχωρίζουν με την πρώτη ματιά μόνο μέσω των υλικών ιδιοτήτων τους (ο χρυσός και τα υπόλοιπα εμπορεύματα), δια-φέρουν στην πραγματικότητα το ένα από το άλλο μέσω των κοινωνικών μορφών τους. Ο χρυσός εμφανίζεται στην ανταλλακτική διαδικασία ως ένα προϊόν εργα-σίας που είναι ήδη εξισωμένο με όλα τα άλλα εμπορεύματα, που μπορεί να ανταλλαγεί άμεσα με οποιοδήποτε εμπόρευμα, και ως εκ τούτου εκπληρώνει την ιδιαίτερη κοινωνική λειτουργία του γενικού ισοδύναμου ή της έκφρασης της αφηρημένα κοινωνικής εργασίας. Αντιθέτως, το εμπόρευμα στέκεται απέναντι στον χρυσό ως προϊόν εργασίας που δεν έχει εξισωθεί ακόμη με τα άλλα προϊό-ντα, ή αλλιώς ως προϊόν ατομικής και συγκεκριμένης εργασίας. Εφόσον το εμπόρευμα και ο χρυσός διαφέρουν ως προς τις διαφορετικές κοινωνικές μορ-φές, για το λόγο αυτό η ανταλλαγή εμπορεύματος με χρυσό δεν σημαίνει την αντικατάσταση ενός υλικού πράγματος με ένα άλλο, αλλά και τη μεταβολή της

2 ό.π., σ. 119.3 ό.π. 4 ό.π.5 ό.π., σ. 120.

Theseis129a1.indb 107 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 108: Theseis T129

108 Θέσεις #129

κοινωνικής μορφής των ίδιων των πραγμάτων (μεταμόρφωση). Αυτή ακριβώς είναι «η αλλαγή μορφής ή μεταμόρφωση του εμπορεύματος, η οποία διαμεσο-λαβεί τον κοινωνικό μεταβολισμό»6 που ενδιαφέρει τον Μαρξ, ο οποίος έθεσε τον στόχο «να ερευνήσει την όλη διαδικασία από την πλευρά της μορφής»,7 δη-λαδή από την πλευρά της κοινωνικής μορφής και όχι από την πλευρά των υλικών ιδιοτήτων των εργασιακών προϊόντων.

Ο Μαρξ δεν μπορεί όμως να μείνει σε αυτό. Διότι η κοινωνική μορφή των πραγμάτων αποτελεί αντανάκλαση μιας συγκεκριμένης κοινωνικής μορφής ορ-γάνωσης της εργασίας, δηλαδή συγκεκριμένων παραγωγικών σχέσεων των αν-θρώπων. Η κυκλοφοριακή διαδικασία δεν αναπαριστά μόνο την υλική κίνηση των πραγμάτων (μεταβολισμός) και τη μεταβολή της κοινωνικής μορφής τους (μεταμόρφω-ση των εμπορευμάτων), αλλά και την κίνηση των παραγωγικών σχέσεων μεταξύ των μεμονωμένων εμπορευματοπαραγωγών που συμμετέχουν στην ανταλλαγή. Η αντιπαράθεση της κοινωνικής μορφής εμπορεύματος και χρήματος αντικατο-πτρίζει την αντιπαράθεση διαφορετικών κοινωνικών δράσεων που εκτελούνται από τον πωλητή και τον αγοραστή. «Αυτές οι δυο αντίθετες μεταμορφώσεις του εμπορεύματος πραγματοποιούνται σε δυο αντίρροπες κοινωνικές διαδικασίες του εμπορευματοκατόχου και αντανακλώνται σε δυο αντίθετους οικονομικούς χαρακτήρες του ιδίου. Ως φορέας της πώλησης γίνεται πωλητής, ως φορέας της αγοράς αγοραστής».8 Όπως γνωρίζουμε από τη θεωρία του φετιχισμού του εμπορεύματος, η διαφοροποίηση της παραγωγικής σχέσης μεταξύ των εμπο-ρευματοπαραγωγών, η οποία συνίσταται στο γεγονός ότι εκτελούν αντίθετους ρόλους στην πράξη της ανταλλαγής (του πωλητή και του αγοραστή), βρίσκει την «πραγμοποιημένη» έκφρασή της στη διαφοροποίηση των κοινωνικών μορφών των προς ανταλλαγή πραγμάτων (εμπόρευμα και χρήμα). Η διαφοροποίηση των προϊόντων της εργασίας σε εμπόρευμα και χρήμα είναι το αποτέλεσμα της μετα-βολής των παραγωγικών σχέσεων μεταξύ των εμπορευματοπαραγωγών και της εκτόπισης της φυσικής ανταλλαγής. Αφότου όμως παγιοποιήθηκαν ή «πραγμο-ποιήθηκαν» οι αλλαγμένες ανταλλακτικές σχέσεις στη μορφή της λειτουργίας ως χρήματος ενός ξεχωριστού εμπορεύματος (του χρυσού), η ύπαρξή του στα χέρια ενός συγκεκριμένου εμπορευματοκατόχου ορίζει το ρόλο του στην πράξη ανταλ-λαγής ως αγοραστή, ενώ αντιθέτως, η ύπαρξη άλλων εμπορευμάτων εκτός από το ξεχωριστό εμπόρευμα (δηλαδή απλών εμπορευμάτων) στα χέρια ενός εμπο-ρευματοκατόχου ορίζει τη θέση του στη δεδομένη πράξη ανταλλαγής ως πωλη-τή.

Αν όμως οι κοινωνικές μορφές του εμπορεύματος και του χρήματος είναι το αποτέλεσμα μιας συγκεκριμένης κοινωνικής δομής της οικονομίας και των πα-ραγωγικών σχέσεων των ανθρώπων, τότε και η θέση ενός ατόμου στη δεδομένη συγκεκριμένη πράξη ανταλλαγής ορίζεται από την κοινωνική μορφή του πράγ-

6 ό.π., σ. 119.7 ό.π.8 ό.π., σ. 125.

Theseis129a1.indb 108 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 109: Theseis T129

109 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

ματος που του ανήκει. Στο εσωτερικό της κυκλοφοριακής διαδικασίας, οι εμπο-ρευματοκάτοχοι έρχονται αντιμέτωποι «με την αντιθετική μορφή του αγοραστή και του πωλητή, ο ένας προσωποποιημένο προϊόν ζάχαρης, ο άλλος προσωπο-ποιημένος χρυσός. Όπως το προϊόν ζάχαρης γίνεται χρυσός, έτσι και ο πωλητής γίνεται αγοραστής».9 Η αλλαγή του «κοινωνικού χαρακτήρα»10 των εμπορευμα-τοκατόχων πραγματοποιείται παράλληλα με την αλλαγή της κοινωνικής μορφής των πραγμάτων. Για να γίνει κατανοητή η διαδικασία που μόλις περιγράψαμε είναι ανάγκη να αποσαφηνιστούν οι χαρακτηριστικές ιδιαιτερότητες της πρώ-της.

Για το λόγο αυτό δεν πρέπει να απορούμε με το γεγονός ότι ο Μαρξ στη συ-γκεκριμένη περίπτωση, καθώς και στα λοιπά μέρη του συστήματός του, προσα-νατόλισε την προσοχή του με ιδιαίτερη ένταση στη διερεύνηση εκείνου του τύ-που παραγωγικών σχέσεων που δίνει στην κυκλοφορία του χρήματος την ιδιαί-τερη μορφή της. Μια τέτοια ανάλυση των παραγωγικών σχέσεων των ανθρώπων βρίσκουμε στη γνωστή κυκλοφοριακή θεωρία Ε-Χ-Ε του Μαρξ.

Ο ερευνητής που αρχίζει την ανάλυσή του με τις εξωτερικές φαινομενικότη-τες της κυκλοφορίας του χρήματος, δεν βλέπει σε αυτήν παρά «ένα πλήθος αγο-ρών και πωλήσεων που κατά τύχη λαμβάνουν χώρα η μια δίπλα στην άλλη».11 Καθεμιά από αυτές τις πράξεις που αντιπροσωπεύει μια ανταλλαγή εμπορεύ-ματος με χρήμα δεν διαφέρει σε απολύτως τίποτε από την άλλη. Η ίδια πράξη η οποία αναπαριστά από την πλευρά του πωλητή μια πώληση, Ε-Χ, είναι από την πλευρά του αγοραστή μια αγορά, Χ-Ε. Σε καθεμιά από αυτές τις πράξεις, το χρήμα παίζει τον ρόλο του αγοραστικού μέσου που διαδοχικά πραγματοποιεί τις τιμές των διαφόρων εμπορευμάτων, τα οποία ιδωμένα το καθένα ξεχωριστά εμ-φανίζονται ακίνητα.12 Αφού αγοραστεί για ένα συγκεκριμένο ρούβλι ένα εμπό-ρευμα Ε, ο πρώην πωλητής αγοράζει για το ίδιο ρούβλι ένα άλλο εμπόρευμα Ε2, ενώ ο πρώην κάτοχός του αγοράζει και πάλι για το ίδιο ρούβλι το εμπόρευμα Ε3, κ.ο.κ. Όλες αυτές οι πράξεις ανταλλαγής είναι διακριτές η μια από την άλλη, και δεν συνδέονται με τίποτε μεταξύ τους. Σε καθεμιά τους εμφανίζεται ένα άλλο εμπόρευμα που δεν έχει τίποτε κοινό με το προηγούμενο. Κάθε εμπόρευμα πωλείται μόνο μια φορά, δηλαδή ανταλλάσσεται μια φορά με χρήμα και μετα-φέρεται αμέσως στην καταναλωτική σφαίρα του αγοραστή. Η συνολική ανταλ-λακτική διαδικασία αναπαρίσταται στη μορφή ενός χαοτικού πλήθους πράξεων αγοράς - πώλησης που λαμβάνουν χώρα τυχαία η μια δίπλα στην άλλη ή ακολου-θούν η μια την άλλη, χωρίς τίποτε να τις συνδέει.

Για να βρούμε κάποια νομοτέλεια μέσα σ’ αυτό το φαινομενικό χάος, πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας από το χρήμα και τα εμπορεύματα καθεαυτά προς τον εμπορευματοπαραγωγό. «Οι στιγμές της μεταμόρφωσης του εμπορεύ-

9 MEW 13, σ. 76.10 ό.π.11 ό.π., σ. 79.12 ό.π., σσ. 79-80.

Theseis129a1.indb 109 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 110: Theseis T129

110 Θέσεις #129

ματος είναι ταυτόχρονα πράξεις του εμπορευματοκατόχου – πώληση, ανταλλα-γή του εμπορεύματος με χρήμα. αγορά, ανταλλαγή του χρήματος με εμπόρευ-μα, και ενότητα αυτών των δυο πράξεων: πώληση προκειμένου να γίνει αγο-ρά».13 Ευθύς ως καταστήσουμε τον εμπορευματοπαραγωγό αφετηρία της διε-ρεύνησής μας, ταξινομούνται οι πράξεις ανταλλαγής σε μια συγκεκριμένη, νο-μοτελειακή, αναγκαία ακολουθία: αρχικά η πώληση Ε-Χ, και μετά η αγορά Χ-Ε, όπου η πώληση γίνεται ακριβώς με στόχο να δοθεί η δυνατότητα να ενεργοποιη-θεί μια αγορά, ή αλλιώς η νομοτελειακή ακολουθία της μιας πράξης μετά την άλλη πηγάζει από την εσωτερική συσχέτιση των δυο. Αυτή η εσωτερική συσχέτι-ση όμως ορίζεται με τη σειρά της από τον θεμελιακό χαρακτήρα της εμπορευμα-τικής οικονομίας.

Αν οι εμπορευματοπαραγωγοί συνδέονται μεταξύ τους με τον κοινωνικό κα-ταμερισμό εργασίας και παράγουν εμπορεύματα για την αγορά, τότε την παρα-γωγική διαδικασία ακολουθεί αναγκαστικά μια κυκλοφοριακή διαδικασία. Μόνο η τελευταία δίνει στον εμπορευματοπαραγωγό τη δυνατότητα, να απο-κτήσει στη θέση των εμπορευμάτων που ο ίδιος κατασκεύασε και δεν χρειάζε-ται, «άλλα μέσα παραγωγής και διαβίωσης»14 που του είναι αναγκαία. Όσο δεν τα αποκτά δεν μπορεί να ανανεώσει την παραγωγική διαδικασία, διότι δεν έχει τα αναγκαία γι’ αυτήν μέσα παραγωγής, τα οποία είχε αναλώσει στην προηγού-μενη παραγωγική περίοδο, καθώς και τα τρόφιμα για να θρέψει τον εαυτό του και την οικογένειά του κατά τη διάρκεια της παραγωγικής περιόδου που ακο-λουθεί. Όμως για να έχει τη δυνατότητα να αποκτήσει τα αναγκαία μέσα παρα-γωγής και διαβίωσης της επιλογής του, πρέπει προηγουμένως να μετατρέψει τα εμπορεύματα που κατασκεύασε σε χρήμα, δηλαδή να τα πουλήσει στην αγορά. «Η κοινωνική διαίρεση της εργασίας κάνει την εργασία του παραγωγού τόσο μο-νόπλευρη όσο πολύπλευρες είναι οι ανάγκες του. Ακριβώς για το λόγο αυτό το προϊόν του χρησιμεύει μόνο ως ανταλλακτική αξία. Όμως γενική κοινωνικά έγκυρη μορφή ισοδυναμίας αποκτά μόνο με το χρήμα, και το χρήμα βρίσκεται σε ξένη τσέπη».15 «Ένας άνθρωπος που έχει παραγάγει δεν διαθέτει την επιλογή αν θα πουλήσει ή όχι, πρέπει να πουλήσει».16 Αυτό σημαίνει ότι η αναγκαία ολο-κλήρωση της παραγωγικής διαδικασίας βρίσκεται στην πράξη πώλησης του εμπορεύματος. Και για να έχει ο παραγωγός τη δυνατότητα να αποκτήσει μια νέα παραγωγική διαδικασία, πρέπει αναγκαστικά να εμφανιστεί μετά την πρά-ξη της πώλησης του εμπορεύματός του στο ρόλο του αγοραστή των αντίστοιχων μέσων παραγωγής και διαβίωσης. Η κυκλοφοριακή διαδικασία με τη μορφή της νομοτελειακής ακολουθίας δυο πράξεων (Ε-Χ και Χ-Ε), αποτελεί αναγκαίο ενδι-άμεσο μέλος μεταξύ δυο παραγωγικών διαδικασιών, επειδή ολοκληρώνει την πρώτη και προετοιμάζει τη δεύτερη. Η κυκλοφοριακή διαδικασία εισέρχεται

13 MEW 23, σ. 120.14 ό.π., σ. 120.15 ό.π., σ. 120.16 MEW 26.2, σ. 503.

Theseis129a1.indb 110 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 111: Theseis T129

111 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

στη γενική διαδικασία αναπαραγωγής, ως τμήμα αυτής, και η νομοτελειακή πο-ρεία της τελευταίας προϋποθέτει τη νομοτελειακή εκτέλεση της πρώτης. Ο ίδιος ο μηχανισμός της εμπορευματικής οικονομίας δίνει στη συνολική διαδικασία αναπαραγωγής αναγκαστικά και πέρα από τη θέληση των μεμονωμένων ατό-μων, την ακόλουθη μορφή: 1) Παραγωγική διαδικασία, 2) Κυκλοφοριακή διαδι-κασία: α) Πώληση Ε-Χ και β) Αγορά Χ-Ε, 3) Παραγωγική διαδικασία, κ.ο.κ. Η περιοδική παλμική κίνηση της αναπαραγωγικής διαδικασίας εμπεριέχει την πε-ριοδική παλμική κίνηση της κυκλοφοριακής διαδικασίας στη σωστή ακολουθία των δυο πράξεών της, Ε-Χ και Χ-Ε, «δυο αντίρροπων και αλληλοσυμπληρούμε-νων κινήσεων».17

Σε πρώτη ανάγνωση, η εσωτερική συσχέτιση των δυο κυκλοφοριακών πράξε-ων (Ε-Χ και Χ-Ε) που υπεισέρχονται σε μια και την αυτή διαδικασία αναπαραγω-γής και αλληλοσυμπληρώνονται αποκρύπτεται, διότι αυτές οι δυο πράξεις εμ-φανίζονται σε χωριστή, απομονωμένη μορφή. Διότι ακριβώς σε αυτό συνίστα-ται η ιδιαιτερότητα της χρηματικής ανταλλαγής, ότι δηλαδή «διασπά την άμεση ταυτότητα μεταξύ της εκχώρησης του δικού του και της απόκτησης του ξένου εργασιακού προϊόντος μέσα στην αντίθεση πώλησης και αγοράς».18 Αυτή η διά-σπαση των δυο πράξεων εμφανίζεται στα εξής: 1) Στην πράξη της αγοράς ο δικός μας εμπορευματοπαραγωγός που προηγουμένως είχε πουλήσει το εμπόρευμά του στο άτομο Α εισέρχεται τώρα σε παραγωγική σχέση με ένα άλλο άτομο Β, 2) η πράξη της αγοράς μπορεί να λάβει χώρα σε άλλο τόπο και όχι εκεί όπου έχει συντελεστεί η πράξη της πώλησης και 3) η πράξη της αγοράς μπορεί να λάβει χώρα με χρονική υστέρηση και όχι κατ’ ανάγκη αμέσως μετά την πράξη της πώ-λησης. Λαμβάνει χώρα μια προσωπική, χωροταξική και χρονολογική ρήξη μετα-ξύ των δυο πράξεων της κυκλοφοριακής διαδικασίας. «Κάθε μεμονωμένη πώλη-ση ή αγορά υφίσταται όμως ταυτόχρονα ως μια εξ ίσου ισχυρή και μεμονωμένη πράξη, της οποίας η συμπληρωματική πράξη μπορεί να διαχωρίζεται χρονικά και χωροταξικά από αυτήν […] στην πραγματική κυκλοφορία μια οποιαδήποτε πράξη Χ-Ε ακολουθείται από μια οποιαδήποτε Ε-Χ, το δεύτερο κεφάλαιο στη ζωή ενός εμπορεύματος ακολουθείται από το πρώτο κεφάλαιο στη ζωή ενός άλ-λου».19 Αυτή η ρήξη μεταξύ των δυο πράξεων της διαδικασίας ανταλλαγής απο-δίδει σ’ αυτήν τη μορφή μιας «ατελείωτα τυχαίας συνεύρεσης και ακολουθίας ατάκτως ερριμμένων μελών διαφόρων συνολικών μεταμορφώσεων».20 «Η πραγ-ματική κυκλοφοριακή διαδικασία δεν εμφανίζεται λοιπόν ως συνολική μεταμόρ-φωση του εμπορεύματος, ως η κίνησή της μέσω αντιτιθέμενων φάσεων, αλλά ως απλή συσσώρευση πολλών αγορών και πωλήσεων, που τυχαία εξελίσσονται παράλληλα ή ακολουθούν η μια την άλλη».21

17 MEW 23, σ. 125.18 ό.π., σ. 127.19 MEW 13, σ. 75.20 ό.π.21 ό.π.

Theseis129a1.indb 111 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 112: Theseis T129

112 Θέσεις #129

Αυτή η χαοτική εικόνα της κυκλοφοριακής διαδικασίας δεν μας μεταφέρει όμως μια ορθή παράστασή της διότι «σε αυτήν έχει εξαλειφθεί ο μορφολογικός προσδιορισμός της διαδικασίας»,22 δηλαδή ο νομοτελειακός κοινωνικός χαρα-κτήρας της. Προκειμένου να αποκαλυφθεί αυτός, ο Μαρξ προσπάθησε, όπως συνήθιζε, να βρει πίσω από αυτή την κίνηση των πραγμάτων συγκεκριμένες πα-ραγωγικές σχέσεις των ανθρώπων. Θέτοντας ως αφετηρία της έρευνάς του την οικονομική δραστηριότητα των εμπορευματοπαραγωγών, με την κανονική, ρυθμική ακολουθία της παραγωγικής διαδικασίας που της προσιδιάζει, καθώς και των δυο πράξεων της κυκλοφοριακής διαδικασίας (Ε-Χ-Ε), βρήκε το αποφα-σιστικό σημείο γύρω από το οποίο περιστρέφεται ο άτακτος χορός των εμπορευ-μάτων στην αγορά. Το σημείο αυτό δεν πρέπει να το αναζητήσουμε στα ίδια τα πράγματα αλλά στις παραγωγικές σχέσεις των ανθρώπων και μάλιστα στις πρά-ξεις του εμπορευματοπαραγωγού και στις αλληλοσυσχετίσεις με τον κόσμο των υπόλοιπων εμπορευματοπαραγωγών. Παρά την ατομική, χωροταξική και χρο-νολογική ρήξη μεταξύ των δυο πράξεων της κυκλοφορίας, ο Μαρξ βρήκε και στις δυο ένα σταθερό κέντρο: τη μορφή του εμπορευματοπαραγωγού που λαμ-βάνει μέρος και στις δυο πράξεις της κυκλοφορίας (Ε-Χ και Χ-Ε)23 και τις εγκλεί-ει με αυτό τον τρόπο και τις δυο στη γενική αναπαραγωγική διαδικασία που ολο-κληρώνεται με την οικονομική δραστηριότητά του. Χωρίς να αρνηθεί την τερά-στια σημασία που έχει η διάσπαση της ανταλλαγής σε δυο αντίθετης κατεύθυν-σης πράξεις της αγοράς και της πώλησης, και ασκώντας δριμεία κριτική24 σε εκείνους τους οικονομολόγους που παραμελούν αυτή τη ροπή, ο Μαρξ αποκά-λυψε ταυτόχρονα επίσης μια σχετική «εσωτερική ενότητα» των πράξεων της δι-αδικασίας ανταλλαγής που «στέκονται αυτόνομα η μια απέναντι στην άλλη».25 Η ενότητα αυτή συνίσταται στο γεγονός ότι και οι δυο πράξεις Ε-Χ και Χ-Ε ανα-παριστούν αλληλοσυμπληρούμενα, αν και διακριτά μεταξύ τους μέλη της ενιαί-ας κυκλοφοριακής διαδικασίας Ε-Χ-Ε. Από αυτή την οπτική, μια τυχαία εμπορι-κή πράξη αγοράς-πώλησης δεν μας φαίνεται πια ως μεμονωμένη πράξη, αλλά λαμβάνει τη θέση της στο γενικό σύστημα κυκλοφορίας των εμπορευμάτων. Στο μέτρο που αυτή η εμπορική πράξη αντικρίζεται από τη σκοπιά του αγοραστή ως Χ-Ε, ολοκληρώνει την προηγηθείσα πράξη της πώλησης, στην οποία ο τωρινός αγοραστής εμφανίστηκε ως πωλητής, προετοιμάζοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τη δυνατότητα ανανέωσης της παραγωγικής διαδικασίας. Αν ειδωθεί όμως από την πλευρά του πωλητή, ως Ε-Χ, ολοκληρώνει την περατωθείσα διαδικασία της πα-ραγωγής και υποχρεωτικά πρέπει να βρει με τη σειρά της την ολοκλήρωσή της στη διαδικασία Χ-Ε που ακολουθεί, ακόμη και αν η τελευταία καθυστερεί χρονι-

22 ό.π.23 Για το λόγο αυτό υποθέτει η «συνολική μεταμόρφωση ενός εμπορεύματος […] τέσσερα

άκρα και τρία personae dramatis» διότι ένα από αυτά (τα δρώντα πρόσωπα) λαμβάνει μέρος και στις δυο πράξεις της κυκλοφορίας (MEW 23, σ. 125).

24 MEW 13, σσ. 77-78.25 MEW 13, σ. 127.

Theseis129a1.indb 112 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 113: Theseis T129

113 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

κά για κάποιο χρόνο και λαμβάνει χώρα σε έναν διαφορετικό τόπο. Παρότι δια-χωρισμένες χωροταξικά και χρονικά, οι δυο αντιτιθέμενες πράξεις Ε-Χ και Χ-Ε είναι εντούτοις συνδεδεμένες μεταξύ τους ως αναγκαία συστατικά μέλη της ενι-αίας αναπαραγωγικής διαδικασίας. Δεν είναι όμως μόνο συνδεδεμένες μεταξύ τους αλλά και με τις άλλες κυκλοφοριακές πράξεις. Επειδή καθεμία από τις αναφερθείσες πράξεις προκύπτει ως αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης (της ανταλλαγής) δυο οικονομικών δραστηριοτήτων, για το λόγο αυτό υπεισέρχεται ταυτόχρονα στην αναπαραγωγική διαδικασία τόσο της δεδομένης οικονομικής δραστηριότητας όσο και της αντίθετής της. «Ταυτόχρονα […], ενώ αυτό (το εμπόρευμα -Ι.Ρ.) εγκαινιάζει το πρώτο ήμισυ της κυκλοφορίας και ολοκληρώνει την πρώτη μεταμόρφωση, ένα δεύτερο εμπόρευμα εισέρχεται στο δεύτερο ήμι-συ της κυκλοφορίας, ολοκληρώνει τη δεύτερη μεταμόρφωσή της και εγκαταλεί-πει την κυκλοφορία, ενώ αντιθέτως το πρώτο εμπόρευμα εισέρχεται στο δεύτε-ρο ήμισυ της κυκλοφορίας, ολοκληρώνει τη δεύτερη μεταμόρφωσή του και εγκαταλείπει την κυκλοφορία, ενώ ένα τρίτο εμπόρευμα εισέρχεται στην κυκλο-φορία, διέρχεται το πρώτο ήμισυ της πορείας του και ολοκληρώνει την πρώτη μεταμόρφωσή του. Η συνολική κυκλοφορία Ε-Χ-Ε ως συνολική μεταμόρφωση ενός εμπορεύματος είναι λοιπόν πάντοτε ταυτόχρονα το τέλος της συνολικής με-ταμόρφωσης ενός δεύτερου και η αρχή της συνολικής μεταμόρφωσης ενός τρί-του εμπορεύματος».26 Οι μεταμορφώσεις των μεμονωμένων εμπορευμάτων εί-ναι αλληλοδιαπλεκόμενες. «Το κυκλοφοριακό σύστημα που περιγράφει η σειρά μεταμορφώσεων κάθε εμπορεύματος εξαφανίζεται λοιπόν σε βαθμό που δεν δι-ακρίνεται πλέον μέσα στα κυκλοφοριακά συστήματα των άλλων εμπορευμά-των. Η συνολική διαδικασία παριστάνεται ως εμπορευματική κυκλοφορία».27 Είναι αναγκαίο να κατανοήσουμε απόλυτα ότι κάθε ανταλλαγή προϊόντων ένα-ντι χρήματος δεν εντάσσεται στην έννοια της εμπορευματικής κυκλοφορίας. Η ανταλλαγή γίνεται κυκλοφορία μόνο υπό τον όρο ότι 1) επαναλαμβάνεται περιο-δικά και ταυτόχρονα 2) λαμβάνει την ειδική κοινωνική μορφή Ε-Χ-Ε η οποία προϋποθέτει ότι η παραγωγή της συγκεκριμένης οικονομικής δραστηριότητας εκδηλώνεται με στόχο να εισπράξει χρήμα για την αγορά μέσων παραγωγής και διαβίωσης, που είναι αναγκαία για τη συνέχεια της παραγωγής. Όπου αυτό δεν συμβαίνει μπορεί να υπάρχει χρηματική ανταλλαγή αλλά καμία εμπορευματική κυκλοφορία με τη μορφή που είναι χαρακτηριστική για την εμπορευματική οι-κονομία. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα από την οικονομία του ύστερου Μεσαίω-να. Ένας χωρικός πουλούσε ένα μέρος των δημητριακών του στην πόλη έναντι χρήματος, το οποίο όμως απέδιδε στον φεουδάρχη γαιοκτήμονά του ως εισφο-ρά. Αυτός αγόραζε με αυτό από έναν έμπορο πολυτελή είδη τα οποία είχε φέρει ο έμπορος από την Ανατολή. Έχουμε μπροστά μας μια σειρά από εμπορικές πράξεις αγοράς και πώλησης ή χρηματικής ανταλλαγής, αλλά καμία εμπορευ-ματική κυκλοφορία στη μορφή Ε-Χ-Ε. Ο χωρικός πουλάει τα δημητριακά του

26 MEW 13, σ. 74.27 MEW 13, σ. 126.

Theseis129a1.indb 113 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 114: Theseis T129

114 Θέσεις #129

αλλά το χρήμα που εισπράττει το αποδίδει στον φεουδάρχη. Την πράξη Ε-Χ δεν ακολουθεί στην οικονομική δραστηριότητα του χωρικού η πράξη Χ-Ε. Από την άλλη πλευρά, ο φεουδάρχης ολοκληρώνει την πράξη Χ-Ε, αλλά αυτή δεν συνιστά στην οικονομική δραστηριότητά του την ολοκλήρωση της πράξης Ε-Χ, επειδή ο φεουδάρχης δεν αποκόμισε το χρήμα από την πώληση προϊόντων της οικονομι-κής δραστηριότητάς του, αλλά ως εισφορά του χωρικού, δηλαδή την έλαβε ως φεουδάρχης αλλά όχι ως εμπορευματοπαραγωγός. Η φεουδαρχική μορφή των παραγωγικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων δημιουργεί μια ιδιαίτερη μορφή ανταλλαγής,28 που διαφοροποιείται από τη μορφή Ε-Χ-Ε, η οποία είναι χαρα-κτηριστική για την εμπορευματική οικονομία με τις παραγωγικές σχέσεις μετα-ξύ των ανθρώπων ως εμπορευματοκατόχων. Μόνο στην κοινωνική μορφή Ε-Χ-Ε γίνεται η ανταλλαγή εμπορευματική κυκλοφορία, και μόνο ως «διαμεσολαβη-τής της εμπορευματικής κυκλοφορίας αποκτά το χρήμα τη λειτουργία του κυ-κλοφοριακού μέσου».29 Συνήθως, η λειτουργία του χρήματος ως κυκλοφοριακού μέσου γίνεται αντιληπτή απλά ως ο ρόλος του χρήματος ως εργαλείου ανταλλα-γής. Τώρα βλέπουμε ότι αυτό είναι λάθος. Το χρήμα εκπληρώνει το ρόλο του κυ-κλοφοριακού μέσου μόνο σε μια συγκεκριμένη κοινωνική μορφή της οικονομίας (που είναι η εμπορευματική μορφή) και στη μορφή της ανταλλαγής που είναι συνδεδεμένη με αυτήν (που είναι Ε-Χ-Ε). «Το χρήμα φαίνεται λοιπόν ως απλό μέσο ανταλλαγής των εμπορευμάτων, όχι ως ανταλλακτικό μέσο εν γένει, αλλά ως ανταλλακτικό μέσο που χαρακτηρίζεται από την κυκλοφοριακή διαδικασία, δη-λαδή ως κυκλοφοριακό μέσο».30 Το χρήμα όμως μπορεί σε ένα άλλο κοινωνικό περιβάλλον που διακρίνεται από έναν άλλο χαρακτήρα των παραγωγικών σχέσε-ων μεταξύ των ανθρώπων, να χρησιμεύσει ως ανταλλακτικό μέσο χωρίς να εκ-πληρώνει τη λειτουργία του κυκλοφοριακού μέσου με την έννοια που το παρου-σιάσαμε.

Ο Μαρξ συνάγει λοιπόν από τον συγκεκριμένο τύπο παραγωγικών σχέσεων των ανθρώπων ως εμπορευματοπαραγωγών τη συγκεκριμένη μορφή της εμπο-ρευματικής κυκλοφορίας (Ε-Χ-Ε), η οποία με τη σειρά της καθορίζει τη συγκε-κριμένη λειτουργία του χρήματος ως κυκλοφοριακού μέσου και μια συγκεκριμέ-νη μορφή κίνησης του χρήματος. Η αδιάκοπη περιοδική επανάληψη της διαδι-κασίας αναπαραγωγής που είναι οργανωμένη στη βάση της εμπορευματικής οι-κονομίας, προϋποθέτει ότι ο εμπορευματοπαραγωγός παράγει περιοδικά ένα εμπόρευμα, το ρίχνει περιοδικά στην κυκλοφορία, δηλαδή το πωλεί έναντι χρή-ματος, και περιοδικά αγοράζει με το εισπραχθέν χρήμα τα προϊόντα που χρειά-

28 Αποτέλεσμα του αναφερθέντος χαρακτήρα της μεσαιωνικής ανταλλαγής ήταν η εκροή χρήματος (πολύτιμων μετάλλων) από την Ευρώπη προς την Ανατολή, που άλλοτε με μι-κρότερη, άλλοτε με μεγαλύτερη ένταση διήρκεσε όλο τον Μεσαίωνα. Πρβλ. Werner Sombart: Der moderne Kapitalismus, τ. I, 4η έκδοση Μόναχο-Λειψία, 1921, σσ. 418, 420, 423.

29 MEW 23, σ. 128.30 MEW 13, σ. 77.

Theseis129a1.indb 114 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 115: Theseis T129

115 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

ζεται για την ανανέωση της παραγωγής. Η ανάλωση του χρήματος με τέτοια μορφή από τον εμπορευματοπαραγωγό προϋποθέτει εκ των προτέρων την επα-νάληψη της παραγωγικής διαδικασίας και την επαναπώληση των νεοκατασκευ-ασθέντων εμπορευμάτων και συνεπώς την επιστροφή στον εμπορευματοπαρα-γωγό του χρήματος με το αποτέλεσμα της πράξης Ε-Χ ώστε να απομακρυνθεί εκ νέου από αυτόν στην πράξη Χ-Ε. Με άλλα λόγια το χρήμα πάλλεται περιοδικά, εισρέει περιοδικά σε μια δεδομένη οικονομική δραστηριότητα και εκρέει περιο-δικά από αυτήν. «Επειδή όμως πρέπει να παράγονται διαρκώς νέες αξίες χρή-σης ως εμπορεύματα και συνεπώς να ρίχνονται ξανά στην κυκλοφορία, η σχέση Ε-Χ-Ε επαναλαμβάνεται και ανανεώνεται από μέρους των ίδιων εμπορευματο-κατόχων. Το χρήμα που ξοδεύουν ως αγοραστές επιστρέφει στα χέρια τους ευ-θύς ως εμφανίζονται εκ νέου ως πωλητές εμπορευμάτων. Η διαρκής ανανέωση της κυκλοφορίας εμπορευμάτων αντανακλάται στο γεγονός ότι το χρήμα δεν ρέει απλώς από το ένα χέρι στο άλλο στη συνολική επιφάνεια της αστικής κοινω-νίας, αλλά περιγράφει ταυτόχρονα ένα σύνολο μικρών κυκλοφοριακών συστη-μάτων που έχουν άπειρα διαφορετικά σημεία εκκίνησης και επανέρχονται στα ίδια αυτά σημεία, προκειμένου να επαναλάβουν εκ νέου την ίδια κίνηση».31 Επειδή πρόκειται για απλή και όχι διευρυμένη αναπαραγωγή, δηλαδή για ανα-παραγωγή στα αρχικά μέτρα, ένα και το αυτό χρηματικό ποσό εισρέει περιοδικά στη δεδομένη οικονομική δραστηριότητα και εκρέει περιοδικά πάλι από αυτήν (υπό την προϋπόθεση μιας αμετάβλητης αξίας των εμπορευμάτων και του χρή-ματος).

Επειδή κάθε πώληση είναι ταυτόχρονα μια αγορά, και αντιστρόφως, γι’ αυτό και κάθε εισροή χρήματος σε μια συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα (στην πράξη Ε-Χ) σημαίνει ταυτόχρονα την εκροή της ίδιας ποσότητας χρήματος από άλλες οικονομικές δραστηριότητες (στην πράξη Χ-Ε). Αντιστρόφως, κάθε εκροή χρήματος από τη συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα σημαίνει την εισροή του σε άλλες οικονομικές δραστηριότητες. Με άλλα λόγια, το χρήμα ρέει διαρ-κώς από κάποιες οικονομικές δραστηριότητες προς άλλες, όπου σε καθεμιά από αυτές παραμένει για το σύντομο χρονικό διάστημα (που διαρκώς μπορεί να εί-ναι συντομότερο ή μακρύτερο) μεταξύ της στιγμής της πράξης πώλησης Ε-Χ και της στιγμής της πράξης αγοράς Χ-Ε που έπεται αυτής. Το χρήμα κατά συνέπεια κυκλοφορεί ακατάπαυστα στην κυκλοφοριακή διαδικασία, και ως προς αυτή

31 ό.π., σσ. 80-81. Η «επιστροφή του χρήματος στην αφετηρία» που προσιδιάζει στην εμπορευματική οικονομία υπογραμμίζεται συχνά από τον Μαρξ, μεταξύ άλλων στον 2ο τόμο του Κεφαλαίου στα γνωστά σχήματα αναπαραγωγής του συνολικού κοινωνικού κε-φαλαίου και των συστατικών του. Βέβαια σε άλλο σημείο ο Μαρξ εξασθενεί φαινομενι-κά τον ισχυρισμό του υποδεικνύοντας ότι αυτή η τάση για επιστροφή του χρήματος στην αφετηρία του δεν εμφανίζεται σε όλες τις μεμονωμένες περιπτώσεις της απλής εμπο-ρευματικής κυκλοφορίας (βλ. MEW 13, σσ. 82-83). Αλλά κατά τη γνώμη μας δεν έχει την πρόθεση να αντιστρέψει τη γενική σημασία της αναφερθείσας τάσης της εμπορευματι-κής οικονομίας.

Theseis129a1.indb 115 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 116: Theseis T129

116 Θέσεις #129

ακριβώς την ιδιότητά του είναι κυκλοφοριακό μέσο. Αν θεωρήσουμε την επονο-μαζόμενη «εθνική οικονομία»,32 η οποία αποτελείται από συγκεκριμένο αριθμό αλληλοσυνδεδεμένων ατομικών οικονομιών, τότε στη συγκεκριμένη εθνική οι-κονομία κυκλοφορεί σε συνθήκες απλής αναπαραγωγής και απουσίας εξωτερι-κού εμπορίου ένα συγκεκριμένο χρηματικό ποσό, το οποίο ρέει από συγκεκριμέ-νες οικονομικές δραστηριότητες σε άλλες και παραμένει αμετάβλητο (με την εξαίρεση των φθαρμένων νομισμάτων) στη δεδομένη κυκλοφοριακή σφαίρα. Μόνο στη μορφή της εμπορευματικής κυκλοφορίας Ε-Χ-Ε αποτελεί το άθροισμα του κυκλοφορούντος χρήματος ένα ορισμένο και σταθερό (υπό αμετάβλητες συνθήκες) μέγεθος, η ανάλυση του οποίου ανήκει στο ποσοτικό ζήτημα του χρή-ματος.

Οι θεμελιακές ιδιαιτερότητες της χρηματικής κυκλοφορίας ορίζονται από τον χαρακτήρα της εμπορευματικής κυκλοφορίας στη μορφή Ε-Χ-Ε: η διαρκής κυκλοφορία του χρήματος στο κυκλοφοριακό σύστημα, η περιοδική εισροή του σε κάθε οικονομική δραστηριότητα και τελικά η λειτουργία που εκπληρώνει το χρήμα σε κάθε μεμονωμένη πράξη αγοράς και πώλησης. Εδώ συναντάμε μια ιδιότυπη χροιά της μαρξικής χρηματικής θεωρίας η οποία μέχρι στιγμής δεν έχει προσεχθεί πολύ. Η διαδικασία αντικατάστασης ενός εμπορεύματος (βαμβάκι) από τον χρυ-σό (χρήμα), του χρυσού όμως από ένα άλλο εμπόρευμα (μια βίβλο) αναπαρίσταται από τον Μαρξ ως μια διαδικασία αλλαγής της μορφής του πρώτου εμπορεύματος (βαμβάκι). Εδώ ακριβώς βρίσκεται η κεντρική ιδέα της μαρξικής θεωρίας της «μεταμόρφωσης του εμπορεύματος», για την καλύτερη αποσαφήνιση της οποίας παραθέτουμε μερικά αποσπάσματα από τον Μαρξ.

Τι παρατηρούμε άμεσα στην πράξη της αγοράς - πώλησης; «Το άμεσα αντι-ληπτό φαινόμενο είναι η αλλαγή χεριών ή θέσεων μεταξύ εμπορεύματος και χρήματος, 20 πήχεις ύφασμα και 2 λίρες στερλίνες, δηλαδή η ανταλλαγή τους».33 Αλλά πίσω από το εξωτερικό φαίνεσθαι της αντικατάστασης ενός εμπορεύματος από ένα άλλο, ο Μαρξ ανακαλύπτει μια διαδικασία μεταβολής της μορφής του πρώτου πράγματος, μια κίνηση, «στην οποία το εμπόρευμα υφίσταται αρχικά ως ιδιαίτερη αξία χρήσης, μετά απογυμνώνεται από αυτή την υπόσταση, κερδί-ζει ως ανταλλακτική αξία ή γενικό ισοδύναμο μια ύπαρξη απαλλαγμένη από κάθε διασύνδεση με τη φυσική της υπόσταση, την οποία πάλι αποποιείται και τελικά απομένει ως πραγματική αξία χρήσης για μεμονωμένες ανάγκες. Με αυτή την τελευταία μορφή εκπίπτει από την κυκλοφορία στην κατανάλωση».34 Στο κυκλοφοριακό σύστημα Ε-Χ-Ε (βαμβάκι-χρυσός-βίβλος), ο χρυσός και η βί-βλος δεν είναι τίποτε άλλο από μορφές που αποκτά το βαμβάκι. Κατά την πώλη-ση του βαμβακιού πραγματοποιείται μια «μεταπήδηση της εμπορευματικής

32 Ο Ρούμπιν εννοεί προφανώς εδώ τον όρο «εθνική οικονομία», ο οποίος χρησιμοποιείτο στις εργασίες γερμανών οικονομολόγων εκείνης της περιόδου.

33 MEW 23, σ. 122.34 MEW 13, σ. 70.

Theseis129a1.indb 116 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 117: Theseis T129

117 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

αξίας από το σώμα του εμπορεύματος στο σώμα του χρυσού».35 «Τα σώματα [των εμπορευμάτων], οι αξίες χρήσης, μεταπηδούν προς την πλευρά του χρήμα-τος, η ψυχή τους όμως, η ανταλλακτική αξία, στον ίδιο τον χρυσό».36 Το ύφασμα «μετατρέπει […] αρχικά την εμπορευματική μορφή της στη χρηματική μορφή», η οποία «στη συνέχεια γίνεται το πρώτο άκρο της τελευταίας μεταμόρφωσής της Χ-Ε, της μετατροπής της και πάλι σε βίβλο».37 Στη δεύτερη πράξη Ε-Χ (την αγορά της βίβλου) συνεχίζεται ακόμη αυτή η κίνηση του υφάσματος, αλλά με την αλ-λαγμένη μορφή του χρήματος: «[Το εμπόρευμα] διατρέχει το δεύτερο κυκλοφο-ριακό μισό όχι πλέον με το δικό του φυσικό δέρμα, αλλά με το δέρμα του χρυ-σού».38 Η συνολική διαδικασία Ε-Χ-Ε αναπαριστά μια αλλαγή μορφής ή μια με-ταμόρφωση του πρώτου εμπορεύματος, του υφάσματος.

Σε πρώτη όψη, αυτή η θεωρία της μεταμόρφωσης του εμπορεύματος πρέπει να φαίνεται παράξενη και μάλιστα να αντιβαίνει στην πραγματικότητα. Σε μας φαίνεται ότι στην πράξη Ε-Χ ο χρυσός αντικαθιστά το ύφασμα, και όχι ότι είναι μια μεταλλαγμένη μορφή του υφάσματος. Είμαστε πεπεισμένοι ότι ταυτόχρονα με την πράξη Ε-Χ, δηλαδή με την πώληση του υφάσματος, αυτό εκπίπτει της δι-αδικασίας της κυκλοφορίας και μεταβαίνει στη σφαίρα της κατανάλωσης. Ο Μαρξ όμως ισχυρίζεται πως, μολονότι «η μορφή χρήσης του υφάσματος μεταπί-πτει από την κυκλοφορία στην κατανάλωση»,39 εντούτοις το ύφασμα ως εμπό-ρευμα ή ανταλλακτική αξία συνεχίζει ακόμη την κίνησή του στην κυκλοφορία με τη μορφή του χρυσού. Μόνον όταν αυτός ο χρυσός που εισπράχθηκε για το ύφα-σμα ξοδευτεί για τη βίβλο, μόνο τότε μεταβαίνει πραγματικά το ύφασμα από τη σφαίρα της κυκλοφορίας στη σφαίρα της κατανάλωσης.

Αυτοί οι ισχυρισμοί του Μαρξ για τη «μετάλλαξη» του υφάσματος σε χρυσό και βίβλο, που σε πρώτη ματιά δεν είναι απολύτως κατανοητοί, αποκτούν ένα απολύτως πραγματικό νόημα από την οπτική της θεωρίας του φετιχισμού του εμπορεύματος. Η συνολική διαδικασία μεταμόρφωσης του εμπορεύματος, που περι-γράφει ο Μαρξ, οφείλει να αντιμετωπιστεί ως κίνηση των παραγωγικών σχέσεων των ανθρώ-πων που δεν συμπίπτει με την κίνηση των πραγμάτων, παρότι είναι τελικά στενά συνδεδεμένη με αυτήν. Από «αντικειμενική» σκοπιά (δηλαδή από τη σκοπιά της κίνησης των αντικειμένων) φυσικά και δεν λαμβάνει χώρα κάποια ενσάρκωση του υφάσμα-τος σε χρυσό ή σε μια βίβλο, αλλά το ύφασμα αντικαθίσταται απλά από χρυσό, και αυτός από τη βίβλο. Αλλά από τη σκοπιά εκείνων των παραγωγικών σχέσεων των οποίων φορείς είναι αυτά τα αντικείμενα καταλήγουμε σε άλλο συμπέρα-σμα. Ο εμπορευματοπαραγωγός μας έχει κατασκευάσει το ύφασμα με μια συ-γκεκριμένη ανταλλακτική αξία, η οποία ήδη στην ίδια την παραγωγική διαδικα-

35 MEW 23, σ. 120.36 MEW 13, σσ. 73-74.37 MEW 23, σ. 13038 ό.π., σ. 129, βλ. επίσης MEW 13, σ. 80.39 MEW 23, σ. 129.

Theseis129a1.indb 117 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 118: Theseis T129

118 Θέσεις #129

σία έχει λάβει μια συγκεκριμένη αποτίμηση αξίας σε χρυσό.40 Ήδη από το ίδιο το γεγονός της παραγωγής του υφάσματος, ο εμπορευματοπαραγωγός εισέρχεται σε συγκεκριμένη παραγωγική σχέση με άλλους εμπορευματοπαραγωγούς: διεκ-δικεί την απόκτηση οποιωνδήποτε άλλων αξιών χρήσης που έχουν ίση αξία με το ύφασμά του. Η ανταλλακτική αξία του υφάσματος είναι ακριβώς η έκφραση αυ-τής της δυνατότητας για τον παραγωγό της, να εισέλθει σε μια τέτοια παραγω-γική σχέση ανταλλαγής. Αλλά μέχρι στιγμής πρόκειται μόνο για μια δυνατότη-τα, μια δυνητική παραγωγική σχέση ανταλλαγής. Από τη στιγμή πώλησης του υφάσματος, δηλαδή της ανταλλαγής του με χρυσό, έρχεται με ενεργητικό τρόπο στην επιφάνεια η δυνητική παραγωγική σχέση μεταξύ του συγκεκριμένου εμπο-ρευματοπαραγωγού και των άλλων: το προϊόν του καταβροχθίζεται από την αγορά και εκείνος ως κάτοχος του χρυσού μετατρέπεται σε ενεργό εταίρο της παραγωγικής σχέσης ανταλλαγής. Αυτή την παραγωγική σχέση την πραγματο-ποιεί επίσης με την αγορά της βίβλου. Μια και η αυτή παραγωγική σύνδεση με-ταξύ του συγκεκριμένου παραγωγού και των άλλων, η οποία θεμελιώνεται στο γεγονός της παραγωγής από αυτόν ενός προϊόντος (του υφάσματος) ως εμπο-ρεύματος,41 διατρέχει αλληλοδιαδεχόμενες φάσεις: από δυνητική μετατρέπεται σε ενεργή, ώστε να πραγματοποιηθεί στη συνέχεια. Η ενότητα αυτής της παρα-γωγικής σύνδεσης και στις τρεις φάσεις αποδεικνύεται από το γεγονός ότι κάθε προηγηθείσα φάση προϋποθέτει κατ’ ανάγκην την επόμενη, αυτή όμως δεν εί-ναι δυνατή χωρίς την πρώτη. Η συνέχεια των διαφόρων φάσεων της παραγωγικής σχέσης των εμπορευματοκατόχων αντανακλάται στη συνέχεια των πραγμάτων ως φορέων αυτών των αλληλοδιαδεχομένων φάσεων.42 Επειδή οι άνθρωποι στην εμπορευματική κοινωνία συνδέονται μεταξύ τους μέσω πραγμάτων, για το λόγο αυτό σε κάθε φάση της παραγωγικής σχέσης των ανθρώπων αντιστοιχεί μια ιδιαίτερη κοινωνική μορφή των πραγμάτων: «εμπορευματική μορφή» (ύφασμα), «απογύμνωση της εμπο-ρευματικής μορφής» (χρυσός) και «επιστροφή στην εμπορευματική μορφή» (βί-βλος).43 Επειδή από την άλλη πλευρά οι διαφορετικές φάσεις της παραγωγικής σχέσης των ανθρώπων αντιπροσωπεύουν μια συγκεκριμένη ενότητα, για το λόγο αυτό και οι υλικά διαφορετικοί φορείς αυτών των φάσεων (ύφασμα, χρυ-σός, βίβλος) απεικονίζουν απλά και μόνο διαφορετικές μορφές μιας και της αυ-τής αξίας.

Τώρα μας γίνεται κατανοητός ο λόγος για τον οποίο το ύφασμα με την πώλη-σή του συνεχίζει ακόμη ως αξία την ύπαρξή του με τη μορφή του χρήματος και δεν αποχωρεί ακόμη από τη σφαίρα της κυκλοφορίας. Φυσικά, το υλικό σώμα του υφάσματος μεταφέρεται με την πώλησή του από τη σφαίρα της κυκλοφορί-

40 Βλ. παραπάνω στην ενότητα για το «Μέτρο των αξιών».41 Εδώ όπως και παντού στην αξιακή και χρηματική θεωρία υποτίθεται μια κατάσταση

ισορροπίας στην κοινωνική παραγωγή και συνεπώς η πώληση των εμπορευμάτων στην αξία τους.

42 Ακριβέστερα στη συνέχεια της κοινωνικής μορφής των πραγμάτων.43 MEW 23, σ. 126.

Theseis129a1.indb 118 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 119: Theseis T129

119 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

ας στη σφαίρα της κατανάλωσης. Όμως έχει άραγε ήδη τερματιστεί η παραγω-γική σχέση, φορέας της οποίας ήταν το ύφασμα, δηλαδή η παραγωγική σχέση μεταξύ του κατασκευαστή του υφάσματος και των άλλων εμπορευματοπαραγω-γών, η οποία θεμελιώνεται στο γεγονός ότι ο πρώτος έχει παραγάγει το ύφασμα ως εμπόρευμα για την αγορά; Αυτή η παραγωγική σχέση όχι μόνο δεν έχει τερ-ματιστεί με την πώληση του υφάσματος, αλλά κατά κάποιο τρόπο μόλις τώρα έχει έρθει ενεργά στο προσκήνιο, έχει αποκτήσει μια κοινωνικά σημαντική μορ-φή. Αυτό σημαίνει ότι η ανταλλακτική αξία ως έκφραση αυτής της παραγωγικής σχέσης συνεχίζει να υφίσταται επειδή «παγιώνεται» ή «πραγμοποιείται» στον χρυσό. Μόνο με την αγορά της βίβλου πραγματοποιεί και ολοκληρώνει ταυτό-χρονα ο παραγωγός του υφάσματος την παραγωγική σύνδεσή του με όλους τους εμπορευματοκατόχους, η οποία είναι συνδεδεμένη με τις συνθήκες παραγωγής του βαμβακιού. Για το λόγο αυτό, το ύφασμα ως ανταλλακτική αξία εξέρχεται από την σφαίρα της κυκλοφορίας και εισέρχεται στη σφαίρα της κατανάλωσης μόλις με την αγορά της βίβλου.

Όταν κατά την πώληση το ύφασμα λαμβάνει τη μορφή του χρυσού, ο χρυσός συνιστά μια μεταλλαγμένη μορφή του υφάσματος. Στην κυκλοφορία, ο χρυσός απει-κονίζει πάντοτε μια μεταλλαγμένη μορφή ή τη χρηματική μορφή των εμπορευμάτων. Ο Μαρξ τονίζει ιδιαίτερα αυτή τη σκέψη. Ο χρυσός εισέρχεται βεβαίως στην κυκλοφορία στις απαρχές της παραγωγής του ως απλό εμπόρευμα, το οποίο αντικρίζει τα υπόλοιπα και μπορεί να ανταλλαγεί με αυτά σε μια πράξη άμεσης εμπορικής ανταλλαγής.44 Σε μια τέτοια πράξη εμφανίζονται επίσης τόσο ο χρυσός όσο και το ύφασμα με την ίδια κοινωνική μορφή, και η αξία καθενός από αυτά εκφρά-ζεται στο άλλο. Αλλά αν παραβλέψει κανείς αυτά τα σημεία εισόδου νέου χρυ-σού στην κυκλοφορία και τα θεωρήσει ως αδιάκοπα επαναλαμβανόμενη και συ-νεχιζόμενη διαδικασία, τότε ο χρυσός δεν εμφανίζεται πια ως απλό εμπόρευμα, αλλά ως χρήμα, δηλαδή ως εμπόρευμα που έχει ήδη εξισωθεί με όλα τα άλλα εμπορεύματα. Εδώ εκφράζεται η αξία του υφάσματος με μονόπλευρο τρόπο, δηλαδή μόνο σε χρυσό, ενώ η αξία του χρυσού δεν εκφράζεται στην ποσότητα υφάσματος για την οποία αγοράζεται, αλλά μόνο στο σύνολο όλων των εμπορευ-μάτων, δηλαδή στο γενικό επίπεδο τιμών. Σε κάθε συγκεκριμένη κυκλοφοριακή πράξη ο χρυσός εμφανίζεται ως μεταλλαγμένη μορφή κάποιου άλλου εμπορεύ-ματος. Κάθε εμπορευματοκάτοχος (εκτός από τον βιομήχανο χρυσού) μπορεί να εμφανιστεί στην πράξη Χ-Ε στο ρόλο του αγοραστή μόνο εάν έχει ήδη πουλήσει εκ των προτέρων το εμπόρευμά του, και συνεπώς ο χρυσός αναπαριστά στα χέ-ρια του ήδη τη «μορφή του αλλοτριωμένου εμπορεύματός του».45 Ο εμπορευμα-τοκάτοχός μας μπορεί να πουλήσει το ύφασμά του σε έναν άλλο εμπορευματο-κάτοχο μόνο υπό τον όρο ότι αυτός έχει ήδη πουλήσει το εμπόρευμά του, π.χ. το σιτάρι. Τούτο σημαίνει ότι στη συγκεκριμένη πράξη Ε-Χ (πώληση του υφάσμα-τος) ο χρυσός εμφανίζεται ήδη ως μεταλλαγμένη μορφή ή χρηματική μορφή του

44 MEW 13, σ. 72.45 MEW 23, σ. 123, βλ. επίσης MEW 13, σσ. 72-73.

Theseis129a1.indb 119 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 120: Theseis T129

120 Θέσεις #129

σιταριού. Μετά την ολοκλήρωση αυτής της πράξης πώλησης του υφάσματος, ο ίδιος χρυσός γίνεται μεταλλαγμένη μορφή του υφάσματος, όσο δεν δαπανάται για τη βίβλο, κ.ο.κ. «Η κίνηση του μεταμορφωμένου εμπορεύματος είναι λοι-πόν η κίνηση του χρυσού».46

Με την πρώτη ματιά, ο ισχυρισμός του Μαρξ για τον χαρακτήρα του χρυσού ως μεταμορφωμένου εμπορεύματος μας φαίνεται εξίσου παράξενος και ακατα-νόητος όσο και ο ισχυρισμός που εξετάσαμε πιο πάνω ότι το εμπόρευμα συνεχί-ζει να υπάρχει μετά την πώλησή του με τη μορφή του χρυσού. Ο πρώτος ισχυρι-σμός αποτελεί λογική συνέπεια του δεύτερου και όπως και αυτός μας αποκαλύ-πτει το νόημά του μόνο όταν μεταφραστεί από τη γλώσσα των σχέσεων μεταξύ πραγμάτων στη γλώσσα των παραγωγικών σχέσεων των ανθρώπων. Από την οπτική των πραγμάτων, ένα χρυσό ρούβλι είναι ένα χρυσό ρούβλι, εντελώς ανε-ξάρτητα από την προέλευσή του, από την πώληση σιταριού ή σιδήρου. Στον χρυ-σό «δεν διακρίνεται […] αν είναι μεταμορφωμένος σίδηρος ή μεταμορφωμένο σιτάρι».47 Αλλά ο χαρακτήρας εκείνων των παραγωγικών σχέσεων ανταλλαγής, στις οποίες προσχωρεί αυτός που κατέχει το συγκεκριμένο χρυσό ρούβλι εξαρτά-ται σε σημαντικό βαθμό από το αν έχει αποκομίσει το ρούβλι αυτό από την πώ-ληση σιταριού ή σιδήρου. Η εξάρτηση των πράξεων του κατόχου χρυσού που εμφανίζεται στην πράξη Χ-Ε με τον ρόλο του αγοραστή, από την προηγηθείσα πράξη Ε-Χ στην οποία το ίδιο άτομο ήταν πωλητής, σημαίνει ακριβώς ότι στην πράξη Χ-Ε ο χρυσός εμφανίζεται ως μεταλλαγ-μένη μορφή ενός συγκεκριμένου εμπορεύματος. Αυτή η πρόταση μας βοηθάει να απο-σαφηνίσουμε τον μηχανισμό της αγοραίας ανταλλαγής.

Ας υποθέσουμε ότι έχουμε σε συγκεκριμένο χρονικό σημείο ένα στιγμιότυπο της κατάστασης της αγοράς. Από τη μια πλευρά βρίσκουμε πωλητές, εμπορευ-ματοκατόχους και από την άλλη αγοραστές, κατόχους χρήματος. Οι τελευταίοι εμφανίζονται ως ενεργά συμμετέχοντες στην ανταλλαγή, επιλέγουν από τις δι-αθέσιμες επιλογές και κατά τα φαινόμενα αυθαίρετα τα εμπορεύματα που επι-θυμούν. Η ζήτηση που αντιπροσωπεύεται από το χρηματικό ποσό που βρίσκεται στα χέρια όλων των αγοραστών (π.χ. ένα εκατομμύριο χρυσά ρούβλια) μας φαί-νεται ως η πρωταρχική και τα πάντα ορίζουσα δύναμη της αγοραίας ανταλλα-γής. Επειδή αυτή αποτελεί το καθοριστικό μέγεθος, η ζήτηση από μέρους της είναι φαινομενικά απροσδιόριστη τόσο από την ποιοτική όσο και την ποσοτική της πλευρά. Από την ποιοτική πλευρά, επειδή αντιπροσωπεύεται από ένα συ-γκεκριμένο άθροισμα ομοειδών, αφηρημένων χρηματικών μονάδων (ρούβλια), από τις οποίες η καθεμιά μπορεί να στραφεί προς την αγορά οποιωνδήποτε εμπορευμάτων, και συνεπώς δεν εμπεριέχει στο εσωτερικό της κανένα χαρα-κτηριστικό συγκεκριμένης, καθορισμένης ζήτησης. Από την ποσοτική πλευρά, επειδή το ποσό ενός εκατομμυρίου ρουβλίων εισέρχεται στο αγοραίο κυκλοφορι-ακό σύστημα ως έτοιμο, εκ των προτέρων προσδιορισμένο μέγεθος, η προέλευ-ση του οποίου μας είναι άγνωστη.

46 MEW 13, σ. 80.47 ό.π., σ. 75.

Theseis129a1.indb 120 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 121: Theseis T129

121 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

Η απεικόνιση του μηχανισμού της αγοραίας ανταλλαγής που παραθέσαμε είναι στο μέγιστο βαθμό μονόπλευρη και εσφαλμένη, επειδή αποσπά από αυτόν ένα μέλος του (τη ζήτηση) και δεν ενδιαφέρεται για την ανάλυση των παραγό-ντων από τους οποίους έχει διαμορφωθεί. Μια τέτοια ανάλυση μας δείχνει κυ-ρίως ότι οι αγοραστές έχουν αποκτήσει το χρηματικό ποσό που αντιπροσωπεύει τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή τη ζήτησή τους από την προηγηθείσα πώληση των εμπορευμάτων. Αυτό το χρηματικό ποσό αντιπροσωπεύει κατά συνέπεια τη μεταλλα-χθείσα μορφή ή τη χρηματική μορφή της παραγωγής των εμπορευματοκατόχων, που εμφανί-στηκαν στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή με το ρόλο των πωλητών.48 Οι τρέχουσες πράξεις αγοράς Χ-Ε αποτελούν συμπλήρωση των προηγηθεισών πράξεων πώλησης Ε-Χ, η τρέχουσα ζήτηση προσδιορίζεται τόσο από την ποσοτική, όσο και από την ποι-οτική πλευρά της από την προηγηθείσα διαδικασία παραγωγής. Προφανές είναι κυρίως ότι η έκταση της ζήτησης από την πλευρά των αγοραστών εξαρτάται από την ποσότητα εμπορευμάτων ή ανταλλακτικών αξιών που είχαν προηγουμένως παραγάγει και πραγματοποιήσει στην αγορά στις προηγηθείσες πράξεις πώλη-σης Ε-Χ. Επιπλέον, ο χαρακτήρας και η έκταση της παραγωγής καθενός εμπο-ρευματοκατόχου ασκούν επίδραση και στην ποιοτική πλευρά της ζήτησης που εξωτερικεύουν στην αγορά. Αυτό είναι αυτονόητο, στο μέτρο που αφορά σε ζή-τηση μέσων παραγωγής, πρώτων υλών, μηχανών, βοηθητικών υλικών κλπ. Ανά-λογα αν ένας συγκεκριμένος εμπορευματοκάτοχος εισέπραξε το χρήμα του από την πώληση σιδήρου ή σιταριού, θα προσανατολίσει κατ’ ανάγκη ένα μέρος του εισπραχθέντος χρήματος στην αγορά του ενός ή του άλλου μέσου παραγωγής, που χρειάζεται για την ανανέωση της εργασιακής διαδικασίας. Το υπόλοιπο του εισπραχθέντος ποσού το δαπανά για την αγορά μέσων κατανάλωσης. Η ποιότη-τα και η ποσότητα των μέσων κατανάλωσης που θα αγοράσει εξαρτώνται κυρίως από το ύψος του επονομαζόμενου υπολοίπου (Restsumme), όμως το μέγεθος αυτό εξαρτάται με τη σειρά του από την έκταση και το είδος της παραγωγής του.

Κατά συνέπεια, η έκταση και ο χαρακτήρας της ζήτησης εξαρτώνται από την έκταση και τον χαρακτήρα της παραγωγής, οι πράξεις της αγοράς Χ-Ε στην πραγματικότητα συμπληρώνουν τις προηγηθείσες πράξεις πώλησης Ε-Χ, και ο χρυσός που εμφανίζεται στις πράξεις Χ-Ε είναι μια μεταλλαγμένη μορφή ή χρη-ματική μορφή της παραγωγής που πραγματοποιήθηκε στις πράξεις Ε-Χ. Σε ένα χρυσό ρούβλι δεν μπορεί να διακρίνει κανείς αν είναι μεταλλαγμένος σίδηρος ή μεταλλαγμένο σιτάρι, αλλά η μοίρα του από δω και πέρα εξαρτάται σε σημαντι-κό βαθμό από αυτό. Το ίδιο χρυσό ρούβλι αποτελεί για τον αγρότη το μεταλλαγ-μένο σιτάρι του, όταν όμως μεταφερθεί στον υφαντή τότε αποτελεί το μεταλ-λαγμένο ύφασμά του, και στη συνέχεια τη μεταλλαγμένη βίβλο. Στο λαμπερό, σκληρό, αμετάβλητο χρυσό ρούβλι εγχαράσσεται η σφραγίδα των παραγωγικών σχέσεων, φορέας των οποίων είναι στη συγκεκριμένη περίπτωση. Και εδώ, όπως και στα υπόλοιπα τμήματα της θεωρίας του, ο Μαρξ αποκαλύπτει πίσω

48 Υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι στην αγορά συναντώνται μόνο εμπορευματοπαραγω-γοί.

Theseis129a1.indb 121 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 122: Theseis T129

122 Θέσεις #129

από τα παγιοποιημένα πράγματα τις κινητές - δυναμικές, ρέουσες παραγωγικές σχέσεις των ανθρώπων. Οι πραγμοειδείς οικονομικές κατηγορίες αποκτούν μια εξαιρετική ευκαμψία, επειδή αντανακλούν στο εσωτερικό τους όλο το πολύμορ-φο και μεταβλητό ουράνιο τόξο των κοινωνικών σχέσεων των ανθρώπων.

Η θεωρία του Μαρξ για τη λειτουργία του χρήματος στο ρόλο του κυκλοφορι-ακού μέσου, καθώς και η θεωρία του για το μέτρο της αξίας αφήνουν να διαφα-νεί ο βαθιά κοινωνιολογικός χαρακτήρας τους στο γεγονός ότι θεωρούν δεδομένο έναν συγκεκριμένο τύπο παραγωγικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων ως εμπο-ρευματοκατόχων. Για τη γενικά διαδεδομένη άποψη, ο χρυσός εκπληρώνει πα-ντού τη λειτουργία του μέτρου της αξίας, όπου προ της πράξης της ανταλλαγής ένα προϊόν εξισώνεται νοητικά με μια συγκεκριμένη ποσότητα χρυσού, και επί-σης εκπληρώνει παντού τη λειτουργία του κυκλοφοριακού μέσου, όπου ανταλ-λάσσονται πραγματικά το ένα με το άλλο, αλλά αυτά δεν ισχύουν για τη μαρξική θεωρία. Για την επικρατούσα οπτική, ο χρυσός εκπληρώνει και τις δυο αναφερ-θείσες λειτουργίες σε οποιαδήποτε πράξη της τυχαίας ανταλλαγής, όταν είναι απλά ένα γενικά χρησιμοποιούμενο μέσο για τη σύγκριση και την ανταλλαγή δι-αφορετικών προϊόντων (π.χ. χρηματική ανταλλαγή μεταξύ φυλών με επικρα-τούσα τη φυσική οικονομία, τυχαία ανταλλαγή στα όρια μιας κοινωνίας εμπο-ρευματικής παραγωγής, κλπ.). Για τη μαρξική οπτική όμως, εδώ πρόκειται απλά για τη διαδικασία δημιουργίας και ανάπτυξης του χρήματος, και όχι για τις λειτουργίες που του προσιδιάζουν στην κανονική διαδικασία εμπορευματο-παραγωγής. Εδώ δεν υπάρχει ακόμη λειτουργία μέτρου της αξίας, διότι δεν υπάρχει αξία ως ρυθμιστής της παραγωγής. Εδώ δεν υπάρχει ακόμη κυκλοφορι-ακό μέσο, διότι δεν υπάρχει ακόμη κυκλοφορία εμπορευμάτων ως αναγκαίο συ-στατικό της αναπαραγωγικής διαδικασίας. Ο χρυσός εκπληρώνει τη λειτουργία του κυκλοφοριακού μέσου μόνο εκεί όπου την παραγωγική διαδικασία ακολου-θεί σταθερά η κυκλοφοριακή διαδικασία με τις δυο φάσεις της (Ε-Χ και Χ-Ε), ως αναγκαία προϋπόθεση για την ανανέωση της παραγωγής. Εύκολα παρατηρεί κανείς ότι και οι δυο αναφερθείσες λειτουργίες προϋποθέτουν την αναπτυγμένη εμπορευματική οικονομία, όπου η παραγωγή προσανατολίζεται εκ των προτέ-ρων προς την ανταλλαγή (εξ ου η εκ των προτέρων εκτίμηση της αξίας του εμπο-ρεύματος και η λειτουργία του χρυσού ως μέτρου της αξίας), και από την άλλη η ανταλλαγή συνιστά μόνο ένα ενδιάμεσο στάδιο της συνολικής αναπαραγωγικής διαδικασίας (εξ ου και η μεταμόρφωση του εμπορεύματος και η λειτουργία του χρυσού ως κυκλοφοριακού μέσου).

VIII. Το χρήμα ως θησαυρός

Όταν η κυκλοφορία των εμπορευμάτων με τη μορφή Ε-Χ-Ε λαμβάνει χώρα κατά το μάλλον ή ήττον χωρίς διακοπή, και σε κάθε πράξη πώλησης Ε-Χ ακολου-θεί γρήγορα η πράξη αγοράς Χ-Ε που τη συμπληρώνει, το χρήμα μεταφέρεται γρήγορα από το ένα χέρι στο άλλο και εκπληρώνει τη λειτουργία του κυκλοφορι-

Theseis129a1.indb 122 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 123: Theseis T129

123 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

ακού μέσου. «Μόλις η μεταμόρφωση διακοπεί, η πώληση δεν ολοκληρωθεί με ακόλουθη αγορά»49, το χρήμα παραμένει επί μακρόν στα χέρια του πωλητή και εκπληρώνει τη λειτουργία του θησαυρού.

Η δημιουργία θησαυρών προέκυψε ιστορικά πολύ νωρίς. Ήδη πριν μετατρα-πούν τα ευγενή μέταλλα σε χρήμα, συσσωρεύονταν ευχαρίστως ως συγκεκριμέ-νο χρηστικό αντικείμενο (δηλαδή ως πολυτελές αντικείμενο), που λόγω της αν-θεκτικότητάς του προσφέρεται κάλλιστα για τη διατήρηση του πλούτου. Στο μέ-τρο που αναπτύχθηκε η ανταλλαγή και το χρήμα, η συσσώρευση ευγενών μετάλ-λων δεν αποτελούσε μόνο τη συγκέντρωση ανθεκτικών και υψηλής αξίας χρηστι-κών αντικειμένων στα χέρια του κατόχου τους, αλλά «μια πάντα άμεσα διαθέσι-μη, απόλυτα κοινωνική μορφή πλούτου».50 Μόνο μετά από αυτή τη στιγμή μπο-ρούμε να μιλάμε για θησαυρό, όχι με την έννοια ενός συνόλου συγκεκριμένων χρήσιμων αντικειμένων, αλλά με την έννοια μιας «κοινωνικής εξουσίας», που είναι συγκεντρωμένη στα χέρια ενός «ατόμου - ιδιώτη»,51 του κατόχου συγκεκρι-μένων αντικειμένων (του χρυσού). Όσο διαρκεί η κυριαρχία της δουλοκτητικής ή της φεουδαρχικής οικονομίας, το χρήμα δεν αποτελεί φυσικά ακόμη τη μοναδι-κή «κοινωνική εξουσία», όπως και τα μέλη της κοινωνίας δεν είναι ακόμη «άτο-μα-ιδιώτες», που συμπεριφέρονται το ένα προς το άλλο ως μεταξύ τους ανεξάρ-τητοι και με ίσα δικαιώματα εμπορευματοκάτοχοι. Τα μέλη της κοινωνίας είναι ακόμη μεταξύ τους συνδεδεμένα με τις σχέσεις της φεουδαρχικής εξουσίας, του νόμου της δουλοπαροικίας, κλπ. Αλλά όταν ο κάτοχος του χρήματος αναγκαστεί να αντιμετωπίσει τον πρίγκιπα ή τον φεουδάρχη γαιοκτήμονα διαθέτει βέβαια, εξαιτίας αυτής της καθυστέρησης των κοινωνικών σχέσεων, σημαντικό πλεονέ-κτημα συγκριτικά με τον κάτοχο αξιών χρήσης, στην περίπτωση που η κοινωνική θέση και των δυο είναι ίδια. Ακριβώς η κυριαρχία της φυσικής οικονομίας και η ανεπαρκής ανάπτυξη της ανταλλαγής καθιστούν τον μετασχηματισμό μιας οποιασδήποτε αξίας χρήσης σε χρήμα αδύνατο και στην καλύτερη περίπτωση προβληματικό.52 Αντίστοιχα ισχυρή είναι η επιδίωξη του πωλητή να διακρατήσει το εισπραχθέν χρήμα ως θησαυρό, ως κοινωνική ισχύ η οποία δεν υποκαθιστά πράγματι ακόμη όλες τις άλλες κοινωνικές σχέσεις, αλλά ήδη τις διευρύνει, τις διορθώνει και σταδιακά τις αποσυνθέτει. Ο Άντολφ Βάγκνερ που περιγράφει τη διαδεδομένη στην Ανατολή (κυρίως στην Ινδία) συνήθεια συσσώρευσης θησαυ-ρών, λέει: «Ο θησαυρός εκπληρώνει για τη μάζα των “απλών” ανθρώπων τη λει-τουργία ταμιευτηρίου για την περίπτωση έκτακτης ανάγκης, πληθωρισμού, για την εξασφάλιση της διαβίωσης […] Για τους πλούσιους, τους αριστοκράτες, τους πρίγκιπες ο θησαυρός χρησιμεύει ως μέσο κοινωνικής και πολιτικής κυριαρχίας, και συγκεκριμένα για να κάνουν δώρα,53 να πληρώνουν για εκδουλεύσεις, να δι-

49 MEW 23, σ. 144.50 ό.π., σ. 145.51 ό.π., σ. 146.52 MEW 25, σσ. 612-613.53 Αυτά «τα δώρα χρησιμεύουν συνήθως στον δωρίζοντα για να ενισχύσει την κοινωνική

Theseis129a1.indb 123 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 124: Theseis T129

124 Θέσεις #129

ατηρούν υπαλλήλους, να διεξάγουν πολέμους, να πληρώνουν φόρους, κλπ.».54 Στην αρχαία και τη φεουδαρχική κοινωνία, ο «επαγγελματίας θησαυριστής» με-τατρέπεται συχνά σε τοκογλύφο και συμβάλλει με τη δραστηριότητά του σε ακό-μη μεγαλύτερη αποσύνθεση των οικονομικών μορφών που προσιδιάζουν σε αυ-τές τις κοινωνίες».55

Η αποθησαύριση συνιστά στην αναπτυγμένη εμπορευματική κοινωνία μια από τις κανονικές, διαρκείς και αναγκαίες λειτουργίες της εμπορευματικής κυ-κλοφορίας. Ενώ η τελευταία προϋποθέτει από τη μια πλευρά τη συνέχεια του κυκλοφοριακού συστήματος Ε-Χ-Ε, από την άλλη αυτή η ίδια διαρρηγνύει το κυ-κλοφοριακό σύστημα αυτό σε δυο πράξεις Ε-Χ και Χ-Ε, και με αυτό τον τρόπο δημιουργεί τη δυνατότητα και δια μέσου αυτής μάλιστα την αναγκαιότητα μιας διαρκούς αναβολής της δεύτερης πράξης. Κάθε εμπορευματοκάτοχος οφείλει να εμφανιστεί με τη σειρά στο ρόλο του πωλητή και του αγοραστή, αλλά ταυτό-χρονα οφείλει να διακρατήσει επί μακρόν ένα μέρος του χρήματος που εισέπρα-ξε από την πώληση, χωρίς να το απελευθερώσει στην κυκλοφορία. Όπως είδαμε παραπάνω, ο εμπορευματοπαραγωγός ξοδεύει το χρήμα που εισέπραξε κατά την πώληση για την αγορά μέσων κατανάλωσης και μέσων παραγωγής. Για τους δυο αυτούς σκοπούς οφείλει μεταξύ άλλων να διατηρεί χρήμα επάνω του με τη μορφή αποθεματικού ταμείου ή θησαυρού.

Ο εμπορευματοπαραγωγός πραγματοποιεί τις πωλήσεις των προϊόντων του περιοδικά, μετά την ολοκλήρωση καθεμιάς παραγωγικής διαδικασίας. Οι περί-οδοι πώλησης ορίζονται κατά συνέπεια από τις περιόδους παραγωγής. Για πα-ράδειγμα, ο χωρικός πουλάει το μεγαλύτερο μέρος των προϊόντων κατ’ έτος το φθινόπωρο, στη βιομηχανία είναι συντομότερες οι παραγωγικές περίοδοι, αλλά για πάθε εμπορευματοπαραγωγό αποτελούν δεδομένο μέγεθος. Οι δαπάνες του εμπορευματοπαραγωγού για μέσα κατανάλωσης εξαρτώνται από τον χαρακτή-ρα των διαφόρων αναγκών και την περιοδική επανάληψή τους.56 Οι δαπάνες αυ-τές ενεργοποιούνται περιοδικά, για ορισμένες ανάγκες (π.χ. τροφή) συχνότερα, μόλις ολοκληρωθεί η παραγωγική διαδικασία, για άλλες ανάγκες (για παράδειγ-

του θέση, να αγοράσει την υποστήριξη ή την ουδετερότητα ενός ισχυρού γείτονα, κ.ά. Στα μέσα του 18ου αιώνα, ένας από τους Ινδούς πρίγκιπες που διατηρούσε τον θρόνο με τη βοήθεια αγγλικών στρατευμάτων έδωσε στον υποκινητή αυτών των στρατιωτικών δυνάμεων, κάποιον Κλάιβ, ένα “δώρο” 2 με 3 εκατομμύρια χρυσά ρούβλια» (Macauley [Thomas Babington:] Critical and historical essays [τ. 1], Λονδίνο, 1907, σ. 518). Η ιστορία της Ινδίας είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα. Δεν είναι περίεργο ότι τέτοια «δώρα» γίνονταν αντικείμενο εκβιασμού από την πλευρά των αποδεκτών των «δώρων». «Σύμ-φωνα με κατάλογο που παραδόθηκε στο κοινοβούλιο, στην εταιρία (πρόκειται για τη γνωστή Εταιρία Ανατολικών Ινδιών, στην υπηρεσία της οποίας ήταν και ο αναφερόμενος Κλάιβ - Ι.Ρ.) και τους υπαλλήλους της δώρισαν οι Ινδοί από το 1757 έως το 1766 έξι εκα-τομμύρια λίρες στερλίνες!» (MEW 23, σ. 781)

54 [Adolph] Wagner: Theoretische Sozialökonomik… II, τμ. 2, τ. 2, Λειψία, 1909, σ. 377.55 MEW 25, σσ. 609-611.56 MEW 13, σ. 104.

Theseis129a1.indb 124 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 125: Theseis T129

125 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

μα ένδυση, στέγαση) σπανιότερα. Αυτό σημαίνει ότι ο εμπορευματοπαραγωγός οφείλει, μετά την ολοκλήρωση της παραγωγικής διαδικασίας και την πώληση της παρτίδας του εμπορεύματος που κατασκευάστηκε, να κρατήσει επάνω του από το χρήμα που εισέπραξε: 1) Το ποσό που είναι αναγκαίο για τη σταδιακή κατά την επόμενη παραγωγική περίοδο δαπάνη τροφίμων (διατροφή), και 2) ένα αντίστοιχο ποσό για τη σταδιακή συγκέντρωση ενός ταμείου που θα δαπα-νηθεί εφάπαξ μετά την πάροδο περισσότερων παραγωγικών περιόδων. Αν η πα-ραγωγική διαδικασία διαρκεί τρεις μήνες αλλά ο παραγωγός ανανεώνει την έν-δυσή του μια φορά το χρόνο με δαπάνες 200 ρουβλίων, τότε πρέπει από τα ποσά που εισπράττει από την πώληση των προϊόντων κάθε παραγωγικής περιόδου να βάζει στην άκρη ένα ποσό 50 ρουβλίων για το σκοπό αυτό.

Ακριβώς τέτοια αποθεματικά ταμεία πρέπει να δημιουργηθούν με ποσά που προορίζονται για την αγορά μέσων παραγωγής υπό την ευρεία έννοια του όρου. Αν ο μισθός καταβάλλεται στον εργάτη κάθε εβδομάδα, αλλά το βασικό κεφά-λαιο (τα μηχανήματα) ανανεώνεται όμως μετά από την πάροδο πέντε ετών, ο καπιταλιστής πρέπει μετά από κάθε παραγωγική περίοδο που διαρκεί τρεις μή-νες να βάζει στην άκρη στο αποθεματικό ταμείο 1) το ποσό που ισούται με το 12πλάσιο του εβδομαδιαία καταβαλλόμενου μισθού, και 2) το ποσό που ισούται με το 1/20 της αξίας της φθοράς της μηχανής. Στην καπιταλιστική οικονομία στην οποία το κεφάλαιο για μέσα παραγωγής λαμβάνει τεράστιες διαστάσεις, αυτά τα ποσά που μπαίνουν στην άκρη για την «απόσβεση» ή την αντικατάστα-ση είναι πολύ σημαντικά. Στην απλή εμπορευματική οικονομία αυτή η απομεί-ωση των διαφόρων ποσών για μέσα παραγωγής στις περιόδους ανάλωσης δεν είναι τόσο μεγάλη, υφίσταται όμως. Για το λόγο αυτό και στην απλή εμπορευμα-τική παραγωγή είναι αναγκαία η συγκέντρωση συγκεκριμένων, αν και όχι τόσο εκτεταμένων αποθεματικών ταμείων, τόσο για τις ανάγκες της κατανάλωσης, όσο και για εκείνες της παραγωγής. Μια ακόμη μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ της απλής εμπορευματικής οικονομίας και της καπιταλιστικής υφίσταται στον τρόπο που συσσωρεύονται τα αποθεματικά ταμεία. Όταν υπάρχει ένα αναπτυγ-μένο πιστωτικό, ιδίως όμως τραπεζικό σύστημα, τότε μπορούμε να μιλάμε για «συσσώρευση» θησαυρών μόνο με τη μεταφορική και όχι με την κυριολεκτική έννοια του όρου.57 Ο εμπορευματοπαραγωγός δεν «συσσωρεύει» ο ίδιος αποθε-ματικά ποσά, αλλά τα δίνει στην τράπεζα, η οποία αξιοποιεί την περιστασιακή απραξία του για να τα δώσει ως πίστωση σε άλλους εμπορευματοπαραγωγούς που στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή έχουν ανάγκη διαθέσιμου χρήματος. Ο Μαρξ στη θεωρία του χρήματος αγνοεί όμως την ύπαρξη του πιστωτικού συστή-ματος και υποθέτει μια πραγματική συγκέντρωση, δηλαδή ότι ο κάθε εμπορευ-ματοπαραγωγός διατηρεί ένα συγκεκριμένο χρηματικό ποσό που χρησιμεύει ως αποθεματικό ταμείο. Κατά συνέπεια, ακόμα και όταν υποθέτουμε ότι ένας εμπορευματοπαραγωγός σκοπεύει να δαπανήσει το συνολικό χρηματικό ποσό που εισέπραξε κατά την πώληση των εμπορευμάτων, χωρίς υπόλοιπο, για την

57 ό.π., σ. 110-111.

Theseis129a1.indb 125 3/10/2014 3:14:16 πμ

Page 126: Theseis T129

126 Θέσεις #129

αγορά καταναλωτικών και παραγωγικών μέσων, θα διακρατήσει προσωρινά στα χέρια του ένα μέρος αυτού του χρήματος ως αποθεματικό ταμείο. Ένα συγκεκρι-μένο μέρος αυτού του χρήματος θα δαπανηθεί σταδιακά από αυτόν στην επόμε-νη περίοδο και αποτελεί για το λόγο αυτό τα «μετρητά» του. Πρόκειται για «απο-θεματικό ταμείο σε νόμισμα»58 ή για «νόμισμα σε αναστολή» προσωρινά, το οποίο ακόμη και αν δεν δαπανάται στη συγκεκριμένη στιγμή, εντούτοις κατ’ αρχήν δεν εξέρχεται της σφαίρας της κυκλοφορίας. Αυτό το «αποθεματικό τα-μείο σε νόμισμα» μπορεί να θεωρηθεί ως «συστατικό στοιχείο της συνολικής πο-σότητας χρήματος που βρίσκεται διαρκώς σε κυκλοφορία»,59 και για το λόγο αυτό δεν συνιστά θησαυρό υπό την έννοια του «χρήματος» σε αντιπαραβολή με το «νόμισμα», δηλαδή δεν έχει απομακρυνθεί από την κυκλοφοριακή σφαίρα. Ένα τέτοιο ρόλο «χρήματος» που έχει απομακρυνθεί από την κυκλοφορία εκπλη-ρώνουν τα χρηματικά ποσά τα οποία μόλις μετά από ένα κατά το μάλλον ή ήττον μακρύ χρονικό διάστημα δαπανώνται για καταναλωτικά και παραγωγικά μέσα (για παράδειγμα μετά την φθορά του βασικού κεφαλαίου), και για το λόγο αυτό εξέρχονται προσωρινά από το «ρεύμα της κυκλοφορίας» και παραμένουν εν ηρεμία ή «στερεοποιούνται» ως θησαυρός. Πρόκειται για το «αποθεματικό τα-μείο αγοραστικών μέσων», ο σχηματισμός του οποίου είναι μια αναγκαία συνέ-πεια της λειτουργίας του χρήματος ως αγοραστικού μέσου, δηλαδή ως κυκλοφο-ριακού μέσου. Στο μέτρο που εξαπλώνονται οι επιχειρηματικές δραστηριότητες με πίστωση και η λειτουργία του χρήματος ως μέσου πληρωμής, αναγκάζεται ο εμπορευματοπαραγωγός να συσσωρεύει σταδιακά ποσά που είναι αναγκαία για την πληρωμή των χρεών του μέσα σε συγκεκριμένη προθεσμία. Δημιουργείται ένα «αποθεματικό ταμείο μέσων πληρωμής», που θεμελιώνεται στη λειτουργία του χρήματος ως μέσου πληρωμής. Και τα δυο αποθεματικά ταμεία (των μέσων αγοράς και πληρωμής) συγκροτούν έναν θησαυρό ή το «χρηματικό αποθεματικό ταμείο» σε αντιδιαστολή προς το επονομαζόμενο «αποθεματικό ταμείο σε νόμι-σμα».60

Μέχρι στιγμής έχουμε υποθέσει ότι το χρήμα που αφαιρείται προσωρινά από την κυκλοφορία ως αποθεματικό ταμείο αναγκαστικά ρίχνεται πάλι στην κυκλο-φορία σε κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Με άλλα λόγια, έχουμε υποθέ-σει ότι σε τελική ανάλυση όλο το χρήμα που εισπράττει ο εμπορευματοπαραγω-γός από την πώληση των προϊόντων δαπανάται για την αγορά άλλων προϊόντων. Είναι όμως δυνατό, ο εμπορευματοπαραγωγός να κρατήσει ένα μέρος αυτού του χρήματος για τον εαυτό του με την πρόθεση να μην το στείλει ποτέ πια στην κυ-κλοφορία. Σε μια τέτοια περίπτωση δεν έχουμε πια να κάνουμε με μια προσωρι-νή διακοπή (βραχυχρόνια στο αποθεματικό ταμείο σε νόμισμα και περισσότερο μακροχρόνια στο χρηματικό αποθεματικό ταμείο) μεταξύ των πράξεων Ε-Χ και Χ-Ε, αλλά η συνολική κυκλοφορία λήγει με την πράξη Ε-Χ, την οποία δεν ακο-

58 ό.π., σ. 104.59 ό.π., σ. 114.60 Το «χρήμα» αντιδιαστέλλεται εδώ προς το «νόμισμα».

Theseis129a1.indb 126 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 127: Theseis T129

127 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

λουθεί σε καμιά περίπτωση η πράξη Χ-Ε. Το χρήμα που εισπράχθηκε από την πώληση Ε-Χ μετατρέπεται σε θησαυρό, τον οποίο σε διάκριση προς το χρηματικό αποθεματικό ταμείο μπορούμε να ονομάσουμε «συσσωρευμένο θησαυρό». Αυτή ακριβώς είναι η συσσώρευση θησαυρών.

Ας εξετάσουμε όμως τις τεχνικές και κοινωνικές συνθήκες παραγωγής κάτω από τις οποίες είναι δυνατή η συσσώρευση θησαυρών ως λίγο ή πολύ σταθερό φαινόμενο. Προκειμένου ένας εμπορευματοπαραγωγός να διακρατήσει ένα μέ-ρος των εισπράξεών του από την πώληση του προϊόντος στη μορφή ενός συσσω-ρευμένου θησαυρού, είναι αναγκαίο να αφήνουν αυτές οι εισπράξεις κάποιο πλεόνασμα πέραν του ποσού που απαιτείται για την αγορά μέσων κατανάλωσης και παραγωγής. Ο εμπορευματοπαραγωγός δεν μπορεί να περιορίσει την αγορά νέων μέσων παραγωγής, διότι η αναπόφευκτη συνέπεια θα είναι ο περιορισμός της έκτασης της μελλοντικής παραγωγής, και συνεπώς η μείωση των μελλοντι-κών εισπράξεων ή του εισοδήματος. Στην πραγματικότητα, ένας εμπορευματο-παραγωγός μπορεί να περιορίσει τις ανάγκες του και να μειώσει τις δαπάνες για αγορά μέσων κατανάλωσης. Πράγματι, μια τέτοια περικοπή της ατομικής κατα-νάλωσης ασκείται ευρέως στην οικονομική δραστηριότητα των χωρικών και των τεχνιτών, αλλά είναι φυσικά περιορισμένη σε στενό πλαίσιο. Η συχνότερη μορ-φή «οικονομίας» στην ατομική κατανάλωση, που χαρακτηρίζει τα πρώτα στάδια συσσώρευσης πλούτου στην προκαπιταλιστική εποχή, δεν συνίσταται τόσο στον περιορισμό της ατομικής κατανάλωσης, όσο στην αποφυγή της επέκτασής της που θα ήταν εφικτή στο συγκεκριμένο επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων. Η παραγωγικότητα της εργασίας του εμπορευματοπαραγωγού έχει ήδη φθάσει σε τέτοιο επίπεδο ανάπτυξης που η τιμή πώλησης των προϊόντων του μετά την κά-λυψη των δαπανών για την αγορά συνηθισμένων χρηστικών αντικειμένων και αναγκαίων παραγωγικών μέσων, αφήνει πλεόνασμα. Οι τεχνικές συνθήκες πα-ραγωγής επιτρέπουν κατά συνέπεια τη δυνατότητα διεύρυνσης της ατομικής κατανάλωσης, αλλά η κοινωνική μορφή της παραγωγικής διαδικασίας, και ειδι-κότερα η ανάπτυξη της χρηματικής ανταλλαγής και της «κοινωνικής ισχύος» του χρήματος, ενθαρρύνει τον εμπορευματοπαραγωγό να διατηρήσει αυτό το χρήμα με τη μορφή θησαυρού. Με αυτό τον τρόπο δημιουργούνται θετικές προϋποθέ-σεις για τη συσσώρευση θησαυρών στην περιγραφείσα πρωτόγονη μορφή: ένα συγκεκριμένο επίπεδο ανάπτυξης της παραγωγικότητας της εργασίας και η ανάπτυξη του χρήματος ως «πάντα άμεσα διαθέσιμη, απόλυτα κοινωνική μορ-φή του πλούτου»,61 η οποία για τον λόγο αυτό είναι πάντοτε επιδιώξιμη για τον εμπορευματοπαραγωγό. Συνεπεία του πρώτου όρου, ο εμπορευματοπαραγωγός αποκομίζει μετά την πώληση των προϊόντων και την κάλυψη των αναγκαίων δα-πανών ένα συγκεκριμένο χρηματικό πλεόνασμα, ενώ ο δεύτερος όρος τον εν-θαρρύνει να ακυρώσει τη διάθεση αυτού του πλεονάσματος για τη διεύρυνση της ατομικής κατανάλωσης. Το αποτέλεσμα είναι να διατηρηθεί το χρηματικό πλεόνασμα ως «συσσωρευμένος θησαυρός». Η συσσώρευση θησαυρών που έχει

61 MEW 23, σ. 145.

Theseis129a1.indb 127 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 128: Theseis T129

128 Θέσεις #129

λάβει διαρκή χαρακτήρα, δείχνει ότι η οικονομική δραστηριότητα του συγκεκρι-μένου εμπορευματοπαραγωγού έχει επεκταθεί πέρα από τα όρια που υπαγο-ρεύονται από την αναγκαιότητα ικανοποίησης των ατομικών του αναγκών και εκείνων της οικογένειάς του. «Στην πραγματικότητα όμως, η συσσώρευση χρή-ματος για χάρη του χρήματος είναι η βαρβαρική μορφή της παραγωγής για χάρη της παραγωγής, δηλαδή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνικής εργασίας πέρα από τα όρια των συμβατικών αναγκών».62

Στην καπιταλιστική οικονομία, η συσσώρευση θησαυρών μετατρέπεται σε συσσώρευση κεφαλαίου και αλλάζει ολότελα τον χαρακτήρα της. Ο καπιταλι-στής, όπως και ο αποθησαυριστής, δεν αναλώνει το πρόσθετο εισόδημά του (ή το αναλώνει σε αμελητέο βαθμό) για τη διεύρυνση της ατομικής κατανάλωσής του, αλλά το «συσσωρεύει» (πρόκειται για το επονομαζόμενο συσσωρευμένο τμήμα της υπεραξίας σε διάκριση προς το «χρησιμοποιηθέν»). Αλλά σε αντίθεση με τον αποθησαυριστή δεν αφαιρεί αυτό το πρόσθετο χρήμα από την κυκλοφο-ρία, αλλά το ξαναστέλνει πίσω: είτε διευρύνει την παραγωγή του, δηλαδή αγο-ράζει νέα μέσα παραγωγής και εργασιακή δύναμη, ή πάλι δίνει το χρήμα, συνή-θως διαμεσολαβημένο από τράπεζες, ως πίστωση προς άλλους καπιταλιστές για να διευρύνουν τη δική τους παραγωγή. Ακόμη και για το σύντομο χρονικό διά-στημα κατά το οποίο το χρήμα αυτό δεν χρησιμοποιείται ακόμη για τη δική του επιχειρηματική δραστηριότητα, δεν το κρατάει για τον εαυτό του αλλά το μετα-βιβάζει στον τρεχούμενο τραπεζικό λογαριασμό του και λαμβάνει για αυτό τον αντίστοιχο τόκο. Το σύγχρονο τραπεζικό σύστημα δίνει στον καπιταλιστή τη δυ-νατότητα να διασφαλίσει για τον εαυτό του αυτή την «κοινωνική εξουσία», που δίνεται από το χρήμα (δηλαδή τη δυνατότητα να εμφανιστεί σε μια οποιαδήποτε χρονική στιγμή ως ενεργά συμμετέχων στις παραγωγικές σχέσεις), χωρίς να δια-τηρεί ο ίδιος το χρήμα. Ο καπιταλιστής συγκεντρώνει στα χέρια του την κοινωνι-κή «εξουσία του χρήματος», χωρίς να κρατάει στα χέρια του τα ίδια τα αντικεί-μενα που κατέχουν τις ιδιότητες του χρήματος. Στα πρωτόγονα στάδια της ανά-πτυξης όμως, με την «πραγμοποίηση» των παραγωγικών σχέσεων των ανθρώ-πων που προσιδιάζει στην εμπορευματική παραγωγή, η συγκέντρωση της κοι-νωνικής «εξουσίας του χρήματος» στα χέρια μεμονωμένων εμπορευματοπαρα-γωγών είναι δυνατή μόνο με τη μορφή πραγματικής συγκέντρωσης πραγμάτων – χρήματος (χρυσού). «Για τον βαρβαρικά απλό εμπορευματοκάτοχο, ακόμη και έναν δυτικοευρωπαίο χωρικό, η αξία είναι αναπόσπαστη από τη αξιακή μορφή, και συνεπώς ο πολλαπλασιασμός της αξίας είναι πολλαπλασιασμός του θησαυ-ρού από άργυρο και χρυσό».63 Αντικείμενο της συσσώρευσης είναι κατά κάποιο τρόπο «το χρήμα σε φυσική κατάσταση», στη μορφή χρυσών ή αργυρών νομι-σμάτων ή ράβδων, που μπορούν να μετατραπούν σε χρήμα. Στην Ανατολή είναι ευρέως διαδεδομένο το έθιμο να θάβουν το χρήμα στη γη,64 στην Ευρώπη έκρυ-

62 MEW 13, σ. 111.63 MEW 23, σ. 147.64 MEW 13, σ. 108.

Theseis129a1.indb 128 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 129: Theseis T129

129 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

βαν το χρήμα σε κουμπαράδες, κάλτσες, κλπ. Αυτή η πρωτόγονη μορφή συσσώ-ρευσης θησαυρών ήταν ευρέως διαδεδομένη στα προκαπιταλιστικά και πρώιμα καπιταλιστικά στάδια της κοινωνίας, και τη συναντάμε έως σήμερα σε κύκλους μικροαστών, ιδιαίτερα της αγροτιάς.

Δίπλα στη συσσώρευση θησαυρών με τη μορφή νομισμάτων ή ράβδων χρυ-σού υπάρχει η συσσώρευση «θησαυρών αισθητικής μορφής», στη μορφή χρυσών ή αργυρών εμπορευμάτων, συγκεκριμένων χρηστικών ή πολυτελών αντικειμέ-νων (μαχαιροπίρουνα, κοσμήματα, κλπ.). Το γεγονός ότι αυτά τα αντικείμενα είναι φτιαγμένα από το ίδιο υλικό που χρησιμεύει ως χρήμα, τα ξεχωρίζει από τον κύκλο των υπόλοιπων χρηστικών αντικειμένων. Ενώ στην άμεση μορφή τους είναι συγκεκριμένα χρηστικά αντικείμενα, εντούτοις, 1) μπορούν σε οποιαδή-ποτε χρονική στιγμή να μετατραπούν σε χρήμα και 2) η χρησιμοποίησή τους ως αξιών χρήσης προσφέρεται ως ο πλέον εντυπωσιακός και εμφανής δείκτης της κοινωνικής εξουσίας του χρήματος, που βρίσκεται συγκεντρωμένη στα χέρια του ιδιοκτήτη τους. Όταν «ο εμπορευματοκάτοχος σε συγκεκριμένο επίπεδο της παραγωγής κρύβει τον θησαυρό του, τότε πηγαίνει παντού όπου με σιγουριά μπορεί να φανεί στους άλλους εμπορευματοκατόχους ως rico hombre (πλούσι-ος, σ.τ.μ)».65 Ενώ συχνά συναντάμε στο αγροτικό ή μικροαστικό περιβάλλον «σπαγκοραμμένους» τύπους που μαζεύουν τους θησαυρούς τους «φασούλι το φασούλι», με τίμημα την παραίτηση από τα απολύτως αναγκαία για τον εαυτό τους, σε υστερότερα στάδια ανάπτυξης της αστικής τάξης εμφανίζονται οι δα-πάνες για αντικείμενα πολυτελείας. Σε περιόδους ηρεμίας κύκλοι της μεσαίας αστικής τάξης επεξεργάζονται ειδικά πρότυπα για την πολυτέλεια: Δημιουργεί αμηχανία να κατέχει κανείς λιγότερα χρυσά αντικείμενα από αυτά που συνηθί-ζεται στον συγκεκριμένο κοινωνικό κύκλο, αλλά είναι ταυτόχρονα απωθητικό να επιδεικνύεται ένας υπερβολικός αριθμός πολυτελών αντικειμένων, που προφα-νώς δεν αντιστοιχεί στην περιουσιακή κατάσταση της συγκεκριμένης οικογένει-ας. Η δραστική μεγέθυνση του προτύπου μετατρέπει τη χρήση πολύτιμων αντι-κειμένων από μια μορφή συλλογής θησαυρών σε ένδειξη λεηλασίας των υπαρχό-ντων θησαυρών, σε «βουλιμία», «μανία σπατάλης». Μια τέτοια υπερβολική χρήση πολυτελών αντικειμένων είναι συνήθως διαδεδομένη σε κύκλους της αστικής τάξης που έχουν πλουτίσει γρήγορα, σε ταχέως ανερχόμενος – «νεό-πλουτους». Ενώ κατά την ανατροπή από τον φεουδαρχισμό στον καπιταλισμό η μικρή και μεσαία αστική τάξη ζει τη ζωή της με «πουριτανικό»66 τρόπο και κατα-

65 ό.π., σ. 112.66 «Όσο ο αποθησαυριστής συνδέει τον ασκητισμό του με έντονη εργατικότητα, είναι από

θρησκευτική άποψη προτεστάντης και ακόμη περισσότερο πουριτανός» (MEW 13, σ. 108). Αυτά τα λόγια του Μαρξ βρήκαν λαμπρή επιβεβαίωση στο γνωστό έργο του Μαξ Βέμπερ για τη σχέση μεταξύ πουριτανισμού και «πνεύματος του καπιταλισμού». Ο Ζό-μπαρτ στο βιβλίο του Ο Αστός περιόρισε απολύτως ορθά τα «συμπεράσματα» του Βέμπερ, ο οποίος είχε σαφώς υπερτιμήσει το ρόλο του πουριτανισμού στη δημιουργία και ανά-πτυξη του καπιταλισμού. [Βλ. Werner Sombart: Der Bourgeois. Zur Geistesgeschichte des

Theseis129a1.indb 129 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 130: Theseis T129

130 Θέσεις #129

δικάζει τους φεουδάρχες ευγενείς για τη βουλιμία και τη μανία σπατάλης, τα ανώτερα στρώματα της αστικής τάξης που έγιναν πλούσια πολύ γρήγορα κατα-βάλουν προσπάθεια να την επισκιάσουν με τη λάμψη του τρόπου ζωής τους.67

Ο χρυσός που βγήκε από την κυκλοφορία με τη μια ή την άλλη μορφή (απο-θεματικό ταμείο νομισμάτων ή χρήματος, συσσωρευμένος πλούτος, θησαυρός σε αισθητική μορφή), δεν διαχωρίζεται με κάποιο ανυπέρβλητο σύνορο από τον χρυσό που βρίσκεται στην κυκλοφορία. Χρυσός μεταφέρεται καθημερινά από τη σφαίρα της κυκλοφορίας στη μορφή του θησαυρού, και αντιστρόφως. Όταν οι δυο διαδικασίες αλληλοαναιρούνται μεταξύ τους, τότε παραμένει αμετάβλητη η αναλογία μεταξύ του χρυσού που βρίσκεται στην κυκλοφορία και του θησαυρού. Αν απαιτείται περισσότερο χρήμα για τη σφαίρα της κυκλοφορίας (για παρά-δειγμα ως αποτέλεσμα της μεγέθυνσης των κυκλοφοριακών συστημάτων των εμπορευμάτων ή της αύξησης των τιμών), ένα τμήμα του χρυσού εισρέει από τη μορφή του θησαυρού στη σφαίρα της κυκλοφορίας. Το αντίστροφο, δηλαδή η μεγέθυνση του θησαυρού, λαμβάνει χώρα όταν οι συνθήκες είναι αντίστροφες. Με αυτό τον τρόπο, ο θησαυρός εκπληρώνει το ρόλο μιας δεξαμενής, από την οποία η σφαίρα της κυκλοφορίας μπορεί να αντλήσει πρόσθετη χρηματική ποσό-τητα που έχει ανάγκη και στην οποία μπορεί να απορρίψει την πλεονάζουσα χρηματική ποσότητα. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται η προσαρμογή των χρη-ματικών όγκων που βρίσκονται στην κυκλοφορία στις ανάγκες της εμπορευμα-τικής κυκλοφορίας, ώστε το χρήμα «ποτέ να μην πλημμυρίζει τα κανάλια κυκλο-φορίας του».68 Στη μεταλλική κυκλοφορία, η ποσότητα του χρήματος που βρί-σκεται σε κυκλοφορία ρυθμίζεται αυτόματα, με την επίδραση του αυθόρμητου μηχανισμού της χρηματικής κυκλοφορίας.

Η συσχέτιση ανάμεσα στον θησαυρό και τη σφαίρα της κυκλοφορίας έχει όμως άνισο χαρακτήρα για τα διάφορα μέρη του χρυσού που βγαίνουν έξω από την κυκλοφορία. Το αποθεματικό ταμείο σε νόμισμα εισρέει σταθερά στην κυ-κλοφορία σε χρονικά διαστήματα που ορίζονται από τον χαρακτήρα και τη λει-τουργία του (για παράδειγμα όταν μια μηχανή φθείρεται ή όταν προκύπτει μια προθεσμία πληρωμής). Ο συσσωρευμένος θησαυρός (στην καπιταλιστική οικο-νομία, τα τραπεζικά αποθεματικά), εισρέει συνήθως μερικώς στην κυκλοφορι-ακή σφαίρα σε στιγμές που υπάρχει ενισχυμένη ανάγκη της κυκλοφοριακής σφαίρας για χρήμα, για παράδειγμα σε στιγμές μέγιστης οικονομικής ανάκαμ-ψης, όταν αυξάνεται η ποσότητα των κυκλοφορούντων εμπορευμάτων και ταυ-τόχρονα και η τιμή τους. Τέλος, η πλέον μακρινή και αδύναμη σχέση είναι εκεί-νη που συνδέει την κυκλοφοριακή σφαίρα με τον θησαυρό αισθητικής μορφής, δηλαδή με χρυσά και αργυρά εμπορεύματα. Μόνο σε περιόδους κοινωνικών κα-

modernen Wirtschaftsmenschen. Μόναχο, Λειψία 1923].67 Για την πολυτέλεια των νεόπλουτων σε κύκλους της αστικής τάξης τον 18ο-19ο αιώνα

βλ. Werner Sombart: Der moderne Kapitalismus. τ. Ι, 4η έκδοση, Μόναχο, Λειψία 1921, σσ. 727 κ.ε. [έως 749].

68 MEW 23, σ. 148.

Theseis129a1.indb 130 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 131: Theseis T129

131 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

ταιγίδων, πολέμων, επαναστάσεων κλπ. μετατρέπονται σε σημαντικό βαθμό τέτοια αντικείμενα πολυτελείας σε χρήμα.69

Η μετάβαση του χρήματος από τη μορφή του θησαυρού στην κυκλοφοριακή σφαίρα και αντιστρόφως σημαίνει μια αλλαγή της κοινωνικής λειτουργίας ή της μορφής του, ενώ η φυσική μορφή του παραμένει στην πλειονότητα των περι-πτώσεων αμετάβλητη. Τα ίδια χρυσά νομίσματα μπορούν να χρησιμεύσουν σή-μερα ως κυκλοφοριακό μέσο, αύριο ως αποθεματικό ταμείο και στη συνέχεια ως συσσωρευμένος θησαυρός. Εφόσον ο τελευταίος δεν αποτελείται από νομίσμα-τα αλλά από ράβδους χρυσού ή άργυρου, μπορούν οι τελευταίες να εισέλθουν με την ίδια μορφή ως ράβδοι στη σφαίρα της διεθνούς κυκλοφορίας, ή πάλι μπο-ρούν εύκολα να κοπούν σε νομίσματα για τις ανάγκες της εσωτερικής κυκλοφο-ρίας. Ομοίως μπορούν σε περίπτωση ανάγκης να μετατραπούν εύκολα τόσο σε χρυσά όσο και σε αργυρά εμπορεύματα. Η ικανότητα των ευγενών μετάλλων να μεταβάλλονται από τη μορφή των νομισμάτων σε εκείνη των ράβδων, και από αυτήν στη μορφή πολυτελών αντικειμένων, και αντιστρόφως, τα μετατρέπει σε υλικό που προσφέρεται στον μέγιστο βαθμό για την υλοποίηση της λειτουργίας του χρήματος, το οποίο «πρέπει διαρκώς να μεταβάλλεται από έναν μορφολογι-κό προσδιορισμό σε έναν άλλο».70

Τα συμπεράσματα του Μαρξ για τη λειτουργία του χρήματος ως θησαυρού αναφέρονται κατά κύριο λόγο σε εκείνη την πρωτόγονη μορφή συσσώρευσης θη-σαυρών που αντιστοιχεί στις συνθήκες απλής εμπορευματικής παραγωγής. Για το λόγο αυτό μας προσφέρουν συγκριτικά λίγο υλικό για την κατανόηση της οικο-νομικής λειτουργίας και του χαρακτήρα του θησαυρού στις συνθήκες της καπι-ταλιστικής οικονομίας με το πολύ αναπτυγμένο και εξαιρετικά σύνθετο πιστωτι-κό σύστημα που διαθέτει. Αλλά από την άλλη πλευρά, τα αναφερθέντα συμπε-ράσματα του Μαρξ μας προσφέρουν εξαιρετικά ενδιαφέρον κοινωνιολογικό υλι-κό, το οποίο κατά κανόνα δεν έχει προσεχθεί και γι’ αυτό το λόγο είναι ανάγκη να παραμείνουμε σε αυτό αναλυτικότερα.

Πιο πάνω στο κεφάλαιο για το κυκλοφοριακό μέσο είδαμε ότι το χρήμα τότε μόνο εκπληρώνει μια συγκεκριμένη λειτουργία (του κυκλοφοριακού μέσου) όταν υπάρχουν μεταξύ των εμπορευματοκατόχων (που διαδοχικά εκπληρώνουν τον ρόλο του πωλητή και του αγοραστή) συγκεκριμένες παραγωγικές σχέσεις, καθώς και μια συγκεκριμένη μορφή κυκλοφορίας εμπορευμάτων (το κυκλοφο-ριακό σύστημα Ε-Χ-Ε). Τώρα πρέπει να δείξουμε την ίδια σχέση μεταξύ διαφό-ρων κοινωνικών φαινομένων (των παραγωγικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώ-πων, των μορφών εμπορευματικής κυκλοφορίας και των λειτουργιών ή μορφών του χρήματος) και στο παράδειγμα της λειτουργίας του χρήματος ως θησαυρού. Πιο πάνω έχουμε ήδη επισημάνει ότι το χρήμα μετατρέπεται σε θησαυρό «όταν διακόπτεται η διαδικασία μεταμόρφωσης του εμπορεύματος» και «δεν μετα-

69 ό.π., βλ. επίσης MEW 13, σσ. 112-113.70 MEW 13, σ. 130.

Theseis129a1.indb 131 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 132: Theseis T129

132 Θέσεις #129

σχηματίζεται η πώληση σε αγορά».71 Λαμβάνει χώρα μια ρήξη μεταξύ Ε-Χ και Χ-Ε και συνεπώς μεταβάλλεται ο χαρακτήρας της ίδιας της κυκλοφορίας του εμπορεύματος: «το χρήμα απολιθώνεται έτσι σε θησαυρό, και ο εμπορευματοπωλη-τής σε αποθησαυριστή».72 Έχουμε μπροστά μας μια διαδικασία ταυτόχρονης και παράλληλης αλλαγής του κοινωνικού χαρακτήρα των ανθρώπων, των εμπορευμάτων και των πραγμάτων. Θέλουμε να δούμε σε τι συνίσταται αυτή η αλλαγή των παρα-γωγικών σχέσεων των ανθρώπων, δηλαδή σε τι διαφοροποιείται η θέση του απο-θησαυριστή στην κοινωνική παραγωγική διαδικασία από τη θέση του εμπορευ-ματοκατόχου που δεν συσσωρεύει θησαυρό.

Η λειτουργία του χρήματος ως κυκλοφοριακού μέσου στο συνεχές κυκλοφο-ριακό σύστημα Ε-Χ-Ε προϋπέθετε ότι κάθε ατομική παραγωγική δραστηριότητα αγοράζει προϊόντα έναντι του συνολικού ποσού προς το οποίο είχε πουλήσει προ-ηγουμένως τα δικά της προϊόντα, δηλαδή προϋπέθετε ισορροπία μεταξύ παρα-γωγής και κατανάλωσης καθεμιάς ατομικής οικονομικής δραστηριότητας. Εντούτοις, η συσσώρευση θησαυρού από τον συγκεκριμένο εμπορευματοκάτοχο αρχίζει ακριβώς όταν διαταράσσεται η ισορροπία μεταξύ παραγωγής και κατα-νάλωσής του, όταν η πρώτη υπερβαίνει το μέτρο της δεύτερης, όταν ρίχνονται στην κυκλοφορία περισσότερα εμπορεύματα από όσα αφαιρούνται από αυτήν στη μορφή εμπορευμάτων, ενώ η συνολική διαφορά αφαιρείται από την κυκλο-φορία στη μορφή του χρήματος και φυλάσσεται στον θησαυρό. «Ο εμπορευμα-τοκάτοχος που τώρα έχει γίνει αποθησαυριστής πρέπει να πουλάει όσο γίνεται περισσότερα και να αγοράζει όσο γίνεται λιγότερα».73 Το πλεονάζον βάρος της παραγωγής έναντι της κατανάλωσης σημαίνει μια αλλαγή της θέσης που κατα-λαμβάνει η συγκεκριμένη ατομική οικονομική δραστηριότητα στη συνολική κοι-νωνική διαδικασία της παραγωγής. Η μεταβολή της ποσοτικής σχέσης μεταξύ πωλητών και αγοραστών σημαίνει μια ποιοτική μεταβολή των παραγωγικών σχέσεων που συνδέουν τον συγκεκριμένο εμπορευματοκάτοχο με τους άλλους.

Όταν λοιπόν πουλήσει το εμπόρευμά του ο αποθησαυριστής,74 η πράξη αυτή της πώλησης Ε-Χ δεν διακρίνεται φαινομενικά ως προς την εξωτερική πλευρά της κατά τίποτε από ανάλογες πράξεις πώλησης που ολοκληρώνονται από εμπο-ρευματοκατόχους που δεν συσσωρεύουν θησαυρούς. Στην ουσία όμως υπάρχει μεταξύ τους μια βαθιά διαφορά. Ο εμπορευματοκάτοχος ως μέλος του κυκλο-φοριακού συστήματος Ε-Χ-Ε, πουλάει την παραγωγή του, η οποία αμέσως μετά καταναλώνεται επίσης από αυτόν σε αλλαγμένη μορφή (δηλαδή μετά την πώλη-σή της και την αγορά μέσων κατανάλωσης και παραγωγής με το εισπραχθέν χρή-

71 ό.π., σ. 104, MEW 23, σ. 144.72 MEW 23, σ. 144.73 MEW 13, σ. 106.74 Εδώ πρόκειται φυσικά μόνο για εκείνο το εμπόρευμα, την αξία του οποίου αποθησαυρίζει

μετά την πώληση. Στο μέτρο που πουλάει ένα μέρος των εμπορευμάτων του με σκοπό να αγοράσει άλλα εμπορεύματα για το χρήμα που εισέπραξε, δεν εμφανίζεται ως αποθησαυριστής αλλά ως απλός συμμετέχων στο κυκλοφοριακό σύστημα Ε-Χ-Ε.

Theseis129a1.indb 132 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 133: Theseis T129

133 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

μα),75 άρα εκπληρώνει τον ρόλο του αγοραστή μετά από εκείνον του πωλητή. Ο αποθησαυριστής αντιθέτως, πουλάει το εμπόρευμα για ένα ποσό που αντιπρο-σωπεύει το πλεόνασμα της παραγωγής του έναντι της κατανάλωσης, εμφανίζε-ται δηλαδή με τον μονόπλευρο κοινωνικό ρόλο του πωλητή και ταυτόχρονα του αποθησαυριστή.76 Επειδή η πράξη της πώλησης Ε-Χ εμφανίζεται σε απομονω-μένη μορφή, διακρίνεται από την πράξη της πώλησης Ε-Χ που υπεισέρχεται στο συνεχές κυκλοφοριακό σύστημα Ε-Χ-Ε, όχι μόνο ως προς τις συνθήκες προέλευ-σής της και το αντικειμενικό αποτέλεσμά της, αλλά και ως προς το υποκειμενικό κίνητρο που την καθοδηγεί. Στο κυκλοφοριακό σύστημα Ε-Χ-Ε, η πώληση λαμ-βάνει χώρα ειδικά με σκοπό την αγορά που ακολουθεί και συνεπώς έχει το στόχο να αντικαταστήσει μια αξία χρήσης A1 διαμέσου του χρήματος X με μια άλλη αξία χρήσης A2. O τελικός στόχος του κυκλοφοριακού συστήματος Ε-Χ-Ε βρίσκε-ται στην κατανάλωση. Αντιθέτως, κατά τη συσσώρευση θησαυρού, δεν πραγμα-τοποιείται η πώληση Ε-Χ με τον στόχο να αποκτηθεί χρήμα για την αγορά, αλλά αποκλειστικά για να μετατραπεί το Ε σε Χ, για να αποκτηθεί ένα χρηματικό ισο-δύναμο αντί του εμπορεύματος. «Το εμπόρευμα πωλείται όχι για να αγοραστεί εμπόρευμα αλλά για να αντικατασταθεί η εμπορευματική με χρηματική μορφή. Από απλή διαμεσολάβηση του μεταβολισμού, αυτή η αλλαγή μορφής γίνεται αυ-τοσκοπός».77 Όπως βλέπουμε, η μετατροπή του χρήματος από κυκλοφοριακό μέσο σε θησαυρό προϋποθέτει ένα σύμπλεγμα κοινωνικών φαινομένων που αντιπροσωπεύουν μια ταυτόχρονη και παράλληλη αλλαγή της σχέσης μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης, των παραγωγικών σχέσεων των εμπορευματοκα-τόχων, των κινήτρων που οδηγούν την ανταλλαγή, των μορφών της εμπορευμα-τικής κυκλοφορίας και των λειτουργιών ή των μορφών του χρήματος.

Σε πρώτη ματιά μπορεί να φανεί ότι το τελικό αίτιο της μετάβασης από το κυκλοφοριακό σύστημα Ε-Χ-Ε στη συσσώρευση θησαυρού βρίσκεται στη μετα-βολή των κινήτρων τα οποία οδηγούν τον εμπορευματοκάτοχο που μετέχει στην ανταλλαγή. Μια τέτοια αντίληψη που αναζητά το τελικό αίτιο μιας αλλαγής στα οικονομικά φαινόμενα στην ψυχή των οικονομικώς δρώντων ατόμων, είναι πε-ρισσότερο από ξένη για τον Μαρξ. Πιστός στη μέθοδο του ιστορικού υλισμού, ο Μαρξ υπογραμμίζει με έμφαση πως το γεγονός ότι στους συμμετέχοντες στην ανταλλαγή αναδύεται ένας νέος τύπος οικονομικού κινήτρου είναι το ίδιο απο-τέλεσμα της αλλαγής των παραγωγικών σχέσεων των ανθρώπων. Η επιδίωξη να μετατραπεί το εμπόρευμα σε χρήμα, μπορεί να γίνει αυτόνομο κίνητρο ανταλ-λαγής μόνο υπό τον όρο ότι έχει ήδη συμβεί η απομόνωση της χρηματικής μορ-φής του προϊόντος από την εμπορευματική μορφή του, ότι οι εμπορευματοκάτο-χοι έχουν ήδη απονείμει με τις πράξεις τους σε ένα εμπόρευμα τον χαρακτήρα του χρήματος που διαθέτει την ικανότητα γενικής άμεσης ανταλλαξιμότητας. «Η εμμονή πλουτισμού σε διαφορά από την εμμονή για ειδικό φυσικό πλούτο ή

75 Εδώ εννοείται τόσο η ατομική όσο και η παραγωγική κατανάλωση.76 Στο μέτρο που εμφανίζεται ως πωλητής δεν αποτελεί αποθησαυριστή.77 MEW 23, σ. 144.

Theseis129a1.indb 133 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 134: Theseis T129

134 Θέσεις #129

αξίες χρήσης, όπως ρούχα, κοσμήματα, κοπάδια, κλπ., είναι μόνο δυνατή μόλις εξατομικευτεί ο γενικός πλούτος σαν τέτοιος σε ένα ιδιαίτερο πράγμα και με αυτό τον τρόπο μπορεί να διατηρηθεί ως μεμονωμένο εμπόρευμα. Το χρήμα εμ-φανίζεται λοιπόν εξίσου ως αντικείμενο και ως πηγή της μανίας πλουτισμού».78 Αν η μανία πλουτισμού είναι ήδη το αποτέλεσμα της δημιουργίας του χρήματος, τότε αυτό αναδεικνύει αντίστροφα κατ’ ανάγκη μια νέα κινητήρια δύναμη ανταλλαγής, την επιδίωξη ανταλλαγής του εμπορεύματος με χρήμα με στόχο τη συσσώρευση θησαυρού. «Με την πρώτη ανάπτυξη της ίδιας της εμπορευματι-κής κυκλοφορίας, αναπτύσσεται η αναγκαιότητα και το πάθος να κρατηθεί το προ-ϊόν της πρώτης μεταμόρφωσης, η αλλαγμένη μορφή του εμπορεύματος ή της χρυσής κούκλας της».79

Αυτός ο νέος τύπος οικονομικού κινήτρου έγκειται στο ότι ο εμπορευματοπα-ραγωγός δεν πραγματοποιεί την ανταλλαγή με σκοπό να λάβει τα «μέσα συντή-ρησης», ανταλλάσσοντας μια αξία χρήσης με κάποια άλλη, όπως συμβαίνει στο κύκλωμα Ε-Χ-Ε, αλλά με σκοπό να λάβει και να κρατήσει τη χρηματική μορφή του εμπορεύματός του. Επιθυμεί μόνον να πραγματοποιήσει μια «αλλαγή μορ-φής», δίνοντας στο προϊόν του μια διαφορετική μορφή (τη μορφή του χρήματος) και ο ίδιος να εμφανισθεί με άλλο κοινωνικό χαρακτήρα, ως υποκείμενο της «κοινωνικής ισχύος του χρήματος», που έχει την ικανότητα να δρα σε οποιαδή-ποτε χρονική στιγμή ως ενεργητικός φορέας των σχέσεων παραγωγής. Η αποτα-μίευση δημιουργεί το πρώτο ρήγμα στην απλή εμπορευματική οικονομία (του χειρώνακτα και του αγρότη), η οποία θεμελιώνεται στην ιδέα των «μέσων συ-ντήρησης». Σκοπός της οικονομίας καθίσταται πλέον η ανταλλακτική αξία καθε-αυτή και όχι ως μέσο για την απόκτηση μιας αξίας χρήσης. «Το θεμελιακό είναι ότι σκοπός καθίσταται η ανταλλακτική αξία καθεαυτή και δι’ αυτής η αύξησή της».80 Η επιδίωξη αύξησης της ανταλλακτικής αξίας είναι κοινή στον αποταμι-ευτή και τον καπιταλιστή.81 Αλλά υπάρχει μια βαθιά διαφορά μεταξύ τους. Ο καπιταλιστής έχει τη δυνατότητα να αυξήσει την αξία του, με το να την τοποθε-τήσει στην κυκλοφορία σε αναπτυγμένες καπιταλιστικές κοινωνίες που έχουν μια τάξη μισθωτών εργαζομένων. Ο τύπος κίνησης του κεφαλαίου είναι Χ-Ε-(Χ+χ), δηλαδή η «αυτοαξιοποίηση» της αξίας στη διαδικασία κυκλοφορίας που περιλαμβάνει και τη διαδικασία παραγωγής. Στην προκαπιταλιστική περίοδο ο αποταμιευτής έχει μια μοναδική διέξοδο για αύξηση της ανταλλακτικής αξίας. Την επανάληψη της αγοραστικής πράξης Ε1-Χ1, Ε2-Χ2, Ε3-Χ3 κ.ο.κ., κρατώντας στα χέρια του τις ποσότητες χρήματος και αυξάνοντάς τις σταδιακά. Αντί την «αυτοαξιοποίηση» της αξίας έχουμε εδώ μια κυριολεκτική «συσσώρευση», δη-λαδή την επισώρευση και άθροιση των χρηματικών ποσών, Χ1+Χ2+Χ3 κ.ο.κ. Ενώ ο καπιταλιστής ρίχνει το χρήμα στην κυκλοφορία, ο αποταμιευτής το «σώζει»

78 MEW 13, σ. 110.79 MEW 23, σ. 144.80 MEW τ. 13: 110.81 MEW τ. 23: 168.

Theseis129a1.indb 134 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 135: Theseis T129

135 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

από την κυκλοφορία με το να το κρατά και να το εμποδίζει να εκπληρώσει τη λει-τουργία του ως μέσου κυκλοφορίας.

Αυτό δεν σημαίνει ότι το χρήμα ως αποταμίευση δεν εκπληρώνει κανένα κοι-νωνικό ρόλο, ότι η αποθησαύριση χρήματος, ιδίως εάν ταφεί στη γη, απομακρύ-νει το χρήμα από το δίκτυο των κοινωνικών σχέσεων και επιφέρει το, έστω και παροδικό, τέλος των κοινωνικών του λειτουργιών; Ορισμένοι οικονομολόγοι ισχυρίζονται ότι το αποθησαύρισμα εκπληρώνει συγκεκριμένη «οικονομική λει-τουργία» μόνον από τη στιγμή που θα παραδοθεί σε άλλο άτομο με τη μορφή δανείου82 και δεν έχει λειτουργία ενόσω απομακρύνεται από την κυκλοφορία. Ο Μαρξ προέβλεψε αυτό το ερώτημα και το απάντησε. Η προσοχή του δεν στρέφε-ται στον θαμμένο χρυσό, αλλά στην κοινωνική σχέση παραγωγής, της οποίας εί-ναι φορέας. «Ο θησαυρός δεν θα ήταν παρά ένα άχρηστο μέταλλο, η χρηματική ψυχή του θα έφευγε από μέσα του και θα μετατρεπόταν σε τέφρα της κυκλοφο-ρίας, θα ήταν μόνο μια σωρός, εάν δεν βρισκόταν σε διαρκή σχέση έντασης με την κυκλοφορία».83 Ο Μαρξ εκφράζει μεταφορικά μια σκέψη που γίνεται κατα-νοητή αν λάβουμε υπόψη τη θεωρία του για την πραγμοποίηση των παραγωγι-κών σχέσεων μεταξύ ατόμων. Αυτές οι κοινωνικές σχέσεις είναι η «ψυχή» των πραγμάτων, τα οποία χωρίς τις εν λόγω σχέσεις μετατρέπονται σε «τέφρα», σε ένα «σώμα» χωρίς «κοινωνικό νευρικό σύστημα».84 Στην εμπορευματική κοινω-νία η «κοινωνική ισχύς» που επιτρέπει τη σύναψη παραγωγικών σχέσεων ανταλ-λαγής ανήκει στο άτομο που κατέχει ένα «διακριτό αντικείμενο, που μπορεί να γίνει ατομική ιδιοκτησία του καθενός. Η κοινωνική ισχύς του χρήματος καθίστα-ται με τον τρόπο αυτό ιδιωτική ισχύς του ιδιώτη».85 Η συγκέντρωση αυτής της κοινωνικής ισχύος στα χέρια τους, τους επιτρέπει να αφαιρούν το χρυσό από το πλαίσιο της διαδικασίας κυκλοφορίας. «Ο κοινωνικός πλούτος ως υπόγειος και παροδικός θησαυρός σχετίζεται με μια τελείως κρυφή ιδιωτική σχέση με τον ιδι-οκτήτη εμπορευμάτων».86 «Η κοινωνική σύνδεση στη συμπαγή μορφή της (που για τον εμπορευματοπαραγωγό συνίσταται στο εμπόρευμα, η κατάλληλη ύπαρ-ξη του οποίου είναι το χρήμα), διασώζεται από την κοινωνική κίνηση».87 Με το να θάψει τον θησαυρό, ο ιδιοκτήτης του δεν ξεφεύγει από το δίκτυο των κοινω-νικών σχέσεων που τον συνδέουν με την κοινωνία των εμπρευματοπαραγωγών. Παραιτούμενος από αναγκαία μέσα διαβίωσης και επιλέγοντας τη ζωή του ερη-μίτη, δεν μπορεί να συγκριθεί με τον ερημίτη που καταφεύγει στην έρημο μα-κριά από τους ανθρώπους. Ο ιδιοκτήτης του χρυσού ακόμη και αν τον θάψει στη γη δεν παύει να κατέχει την κοινωνική ισχύ που χαρακτηρίζει τον χρυσό. Αυτή η ισχύς βρίσκεται σε λανθάνουσα κατάσταση και θα εμφανισθεί ενεργά όταν

82 Βλ. π.χ. Steinberg, Das Geldkapital, 1922: 7.83 MEW τ. 13: 109.84 MEW τ. 13: 109.85 MEW τ. 23: 146.86 MEW τ. 13: 108.87 MEW τ. 13: 109.

Theseis129a1.indb 135 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 136: Theseis T129

136 Θέσεις #129

υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες. Ο αποθησαυριστής θα μετατραπεί σε τοκο-γλύφο, έμπορο ή βιομηχανικό καπιταλιστή. Αλλά και πριν από αυτό εκφράζει στην πραγματικότητα έναν συγκεκριμένο κοινωνικό τύπο παρά την αντικοινωνι-κή επίφαση. Ο θησαυρός του αποκτήθηκε με ορισμένες κοινωνικές δραστηριό-τητες, ήτοι από διαδοχικές πράξεις πώλησης που δεν συνοδεύθηκαν από αντί-στοιχες πράξεις αγοράς.88 Επιδιώκει συνεχώς να επαναλάβει αυτές τις πράξεις. Το παράθεμα του Μαρξ που θεωρεί ότι το αποθησαύρισμα βρίσκεται σε «διαρκή ένταση» με την κυκλοφορία εννοεί φυσικά τον αποθησαυριστή. Ο θησαυρός μπορεί να ταφεί στη γη, αλλά η «χρηματική ψυχή» του, η «διαρκής ένταση» με την κυκλοφορία89 εξακολουθεί να ζει στον ιδιοκτήτη του, ως επιδίωξη για συνεχή επανάληψη των πράξεων πώλησης και συσσώρευσης.

Ο Μαρξ συνάγει την τάση για επανάληψη της συσσώρευσης («απεριόριστος χαρακτήρας» της συσσώρευσης) από τον κοινωνικό χαρακτήρα του χρήματος ως αντικειμένου της συσσώρευσης. «Ποιοτικά ή με βάση τη μορφή του το χρήμα δεν γνωρίζει όρια, είναι δηλαδή γενικός εκπρόσωπος του υλικού πλούτου, δεδο-μένου ότι είναι πάντοτε και άμεσα χρησιμοποιήσιμο. Αλλά ταυτόχρονα κάθε υπαρκτό ποσό χρημάτων είναι ποσοτικά περιορισμένο, ήτοι αποτελεί ένα μέσο αγοράς περιορισμένης εμβέλειας. Αυτή η αντίφαση μεταξύ ποσοτικού ορίου και ποιοτικής απεριοριστίας του χρήματος επαναφέρει διαρκώς τον αποθησαυριστή στη σισύφεια εργασία της συσσώρευσης».90 «Η αποθησαύριση δεν έχει συνεπώς εγγενές όριο, δεν έχει ίδιον μέτρο, αλλά αποτελεί ατελεύτητη διαδικασία, η οποία βρίσκει στο εκάστοτε αποτέλεσμά της το κίνητρο της έναρξής της».91 Η κοινωνική φύση του χρήματος ως γενικού ισοδυνάμου δεν προκαλεί μόνο τη συσσώρευση του χρήματος ως νέου κινήτρου για ανταλλαγή, αλλά και υποστηρί-ζει διαρκώς αυτό το κίνητρο μέσα από το αποτέλεσμά του. Δημιουργεί μια τάση επανάληψης των πράξεων συσσώρευσης και επιβεβαίωσης των κινήτρων της. Η επανάληψη και επιβεβαίωση ορισμένου κοινωνικού κινήτρου σημαδεύει την όλη ψυχολογία του αποθησαυριστή. Ο επαναληπτικός χαρακτήρας της συσσώρευσης μετατρέ-πει το υποκείμενό της σε έναν ορισμένο κοινωνικό τύπο ή οικονομικό χαρακτήρα.

Ο Μαρξ περιγράφει με αδρές γραμμές την ψυχολογία του αποθησαυριστή. Είναι γεμάτος από αντιφάσεις και αποτέλεσε συχνά αντικείμενο λογοτεχνικών αναπαραστάσεων. Ο αποθησαυριστής ασχολείται «μόνο με τον πλούτο στην ακοινωνική του μορφή και γι’ αυτό τον αποκρύπτει από τα μάτια της κοινωνίας. Ζητά το εμπόρευμα στη διαρκώς κυκλοφορήσιμη μορφή του και ακολούθως το αποσύρει από την κυκλοφορία».92 Το θεμέλιο αυτής της αντίφασης βρίσκεται στην αντίφαση μεταξύ «λειτουργικής» και «υλικής» ύπαρξης του χρήματος, με-

88 Υπενθυμίζουμε ότι ο Μαρξ έχει υπόψη του έναν εμπορευματοπαραγωγό που μετέτρεψε σε θησαυρό την τιμή πώλησης των εμπορευμάτων του.

89 MEW τ. 13: 109.90 MEW τ. 23: 147.91 MEW τ. 13: 110.92 MEW τ. 13: 111.

Theseis129a1.indb 136 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 137: Theseis T129

137 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

ταξύ κοινωνικής σχέσης παραγωγής και πραγμώδους φορέα της. Η ανάγκη να διατηρήσει το πράγμα στην «ιδιωτική» κατοχή του για να μπορεί να εμφανισθεί ο αποθησαυριστής ως υποκείμενο «κοινωνικών» σχέσεων, προσδίδει στη συσσώ-ρευση πλούτου αντιφατικό χαρακτήρα.

Η επαναληπτικότητα των πράξεων συσσώρευσης και τα κίνητρά τους καθι-στούν το υποκείμενό τους συγκεκριμένο κοινωνικο-οικονομικό χαρακτήρα. Αυτή η σχέση διαφοροποιεί τον κοινωνικό ρόλο του αποθησαυριστή από εκείνο του απλού εμπορευματοπαραγωγού που συμμετέχει στο κύκλωμα Ε-Χ-Ε. Ο πω-λητής ή ο αγοραστής στο κύκλωμα Ε-Χ-Ε πραγματοποιεί συγκεκριμένη «κοινω-νική δράση» ή εκπληροί μια «οικονομική λειτουργία».93 Αλλά η εκπλήρωση της δεδομένης λειτουργίας, π.χ. του πωλητή, προϋποθέτει ήδη αναγκαία την πλή-ρωση της αντίθετης λειτουργίας, του αγοραστή, από το ίδιο πρόσωπο. Άρα ο κα-θένας ασκεί διαδοχικά διαφορετικές λειτουργίες. Αυτοί οι ρόλοι δεν «δημιουρ-γούν συνεπώς πάγιους χαρακτήρες, αλλά αλλάζουν συνεχώς πρόσωπα στα πλαί-σια της εμπορευματικής κυκλοφορίας».94 Σε αντίθεση με «τους εξαλειφόμενους και διαδοχικά αναλαμβανόμενους από τους ίδιους παράγοντες της κυκλοφορίας ρόλους», υπάρχουν οικονομικοί ρόλοι «που επιδέχονται μεγαλύτερη αποκρυ-στάλλωση»,95 δηλαδή παγιώνονται σε συγκεκριμένα πρόσωπα, καθιστάμενοι ει-δική τους οικονομική λειτουργία και σφραγίζοντάς τους επί μακρόν. Σ’ ένα από τα αρχικά κεφάλαια δείξαμε ότι η αντίθεση μεταξύ αγοραστών και πωλητών αποτελεί μια πρώτη, σπερματική μορφή κοινωνικής διαφοροποίησης των εμπο-ρευματοπαραγωγών. Αλλά αυτό συνιστά μόνο διαφοροποίηση των οικονομικών λειτουργιών και όχι των ατόμων, δεδομένου ότι κάθε εμπορευματοπαραγωγός ασκεί διαδοχικά και βραχυπρόθεσμα αμφότερες τις λειτουργίες. Επειδή όμως η οικονομική λειτουργία δημιουργεί την τάση επανάληψης πράξεων του ίδιου χα-ρακτήρα και όχι του αντιθέτου, ένα συγκεκριμένο άτομο μετατρέπεται σε συ-γκεκριμένο οικονομικό τύπο. Αυτή η ικανότητα αποκρυστάλλωσης διαφοροποι-εί τη συσσώρευση πλούτου μέσα από την τάση παγίωσης ορισμένου τύπου οικο-νομικών κινήτρων και διαρκούς επανάληψης της ίδιας πράξης. Η συσσώρευση πλούτου δημιουργεί τον «επαγγελματία αποθησαυριστή», παγιώνοντας τη δια-φοροποίηση οικονομικών λειτουργιών σε διαφοροποίηση ατόμων. Η δεδομένη οικονομική σχέση παραγωγής των εμπορευματοπαραγωγών, δηλαδή η κοινωνική τους δρά-ση δημιουργεί συνθήκες για τη διαρκή αναπαραγωγή και επανάληψή της από το ίδιο πρόσωπο και έτσι σημαδεύει τόσο τα άτομα ως συμμετόχους μιας δράσης όσο και τα πράγματα που εμφανίζονται ως συνδετικοί κρίκοι μεταξύ ατόμων. Η συσσώρευση πλούτου ως σειρά επαναλαμβανόμενων πράξεων «παγιώνεται» ή «αποκρυσταλλώνεται»: 1) στη λειτουργία του χρήματος ως θησαυρού, 2) στον κοινωνικό τύπο του αποθησαυριστή με την ειδική ψυχολογία του. Ο κοινωνικός χαρακτήρας των ανθρώπινων δράσεων καθορίζει τον κοινωνικό τους τύπο και

93 MEW τ. 23: 125.94 MEW τ. 23: 125.95 MEW τ. 23: 149.

Theseis129a1.indb 137 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 138: Theseis T129

138 Θέσεις #129

την ψυχολογία τους αφενός και την κοινωνική μορφή των πραγμάτων αφετέ-ρου. Επιφέρει τη διαφοροποίηση των οικονομικών λειτουργιών, δηλαδή των σχέσεων παραγωγής αφενός και των πραγμωδών κατηγοριών αφετέρου. Η με-τατροπή των απλών εμπορευματοπαραγωγών σε αποθησαυριστές αποτελεί το πρώτο βήμα στην πορεία που οδηγεί από την κοινωνία ίσων εμπορευματοπαρα-γωγών στην καπιταλιστική κοινωνία με τη βαθιά διαφοροποίηση των ατόμων που εκφράζεται στον ταξικό χωρισμό της κοινωνίας.

Η μετάβαση από τον «φευγαλέο ρόλο» του αγοραστή και πωλητή στον «απο-κρυσταλλωμένο» ρόλο του αποθησαυριστή έχει μια ενδιαφέρουσα παράλληλη αντιστοιχία στη μετάβαση από τον «φευγαλέο» ρόλο του χρήματος ως μέσου κυ-κλοφορίας στην «πεπηγμένη», «αποκρυσταλλωμένη» μορφή του θησαυρού. Ο Μαρξ διακρίνει σαφώς μεταξύ χρήματος στη «ρευστή μορφή του» και χρήματος ως «κρυστάλλινου προϊόντος της κυκλοφορίας».96 Το πρώτο είναι μέσο κυκλοφο-ρίας, το δεύτερο θησαυρός αλλά και μέσο πληρωμής. Για να δείξει σαφώς τη δι-αφορά τους, ο Μαρξ κάνει μια εκφραστική παρομοίωση με τη διαδικασία απο-κρυστάλλωσης και, γενικά, μετάβασης της ύλης από την υγρή στη στερεά κατά-σταση. Το μέσο κυκλοφορίας συγκρίνεται με το θησαυρό όπως η «υγρή μορφή του πλούτου» με την «πετρώδη».97 «Για να ρέει διαρκώς το χρήμα ως νόμισμα, το νόμισμα πρέπει πάντα να πήζγνηται σε χρήμα».98 Το μέσο κυκλοφορίας «παγιώ-νεται [...] σε χρήμα».99 Η μετάβαση από το μέσο κυκλοφορίας στο θησαυρό αποκαλείται «παγίωση», ενώ ο θησαυρός «διαχέεται» κατά την αντίστροφης φο-ράς μετάβασή του στην κυκλοφορία.100 Φυσικά σε ορισμένες περιπτώσεις όλες αυτές οι συγκρίσεις του Μαρξ είναι προφανείς επειδή ο χρυσός όντως κινείται ή «ρέει» ως μέσο κυκλοφορίας, ενώ ως θησαυρός παραμένει ακίνητος ή «παγιω-μένος» στην αρχική μορφή της συσσώρευσης. Αλλά πρέπει να παρατηρήσουμε ότι ο Μαρξ χρησιμοποιεί τις ίδιες συγκρίσεις και για τις περιπτώσεις στις οποίες δεν μπορεί να γίνει λόγος για πραγματική ακινησία ορισμένου υλικού αντικειμέ-νου. «Αποκρυστάλλωση» σημαίνει στον Μαρξ συνήθως ότι ορισμένη κοινωνική λειτουργία παγιώνεται σε ένα πράγμα και ένας κοινωνικός χαρακτήρας σε ένα πρόσωπο. Πρέπει συνεπώς να θεωρήσουμε ότι ο Μαρξ θεωρεί το μέσο κυκλοφο-ρίας ως «ρευστή» μορφή του χρήματος όχι μόνο διότι το πράγμα που εκπληρώνει αυτή τη λειτουργία όντως κινείται, αλλά κυρίως επειδή οι οικονομικές λειτουρ-γίες του πωλητή και του αγοραστή έχουν «φευγαλέο» χαρακτήρα, δεδομένου ότι

96 MEW τ. 13: 134.97 MEW τ. 13: 111.98 MEW τ. 13: 104. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Μαρξ βλέπει στην αξία και τον «πεπηγμένο

χρόνο εργασίας» ή την «αποκρυστάλλωση» της εργασίας (σσ. 16-18). Αναλυτικά για την έννοια της «αποκρυστάλλωσης στον Μαρξ» βλ. [σε αυτό το σημείο το χειρόγραφο έχει καταστραφεί – Σημείωση της γερμανικής έκδοσης].

99 MEW τ. 13: 114.100 MEW τ. 13: 114.

Theseis129a1.indb 138 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 139: Theseis T129

139 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

ασκούνται διαδοχικά και βραχυπρόθεσμα από διαφορετικά πρόσωπα.101 Ο θη-σαυρός αποτελεί αντιθέτως μια «πεπηγμένη», «αποκρυσταλλωμένη» μορφή του χρήματος όχι μόνον διότι είναι ακινητοποιημένος στη γη ή στο χρηματοκιβώτιο, αλλά και διότι η οικονομική λειτουργία του θησαυρού έχει την τάση να «αποκρυ-σταλλώνεται» ή να παραμένει μακροπρόθεσμα στην κατοχή ενός συγκεκριμένου ατόμου. Τόσο εδώ όσο και σε άλλα τμήματα του μαρξικού συστήματος, η διαφο-ρά στην κοινωνική μορφή των πραγμάτων αντανακλά τη διαφορά στις κοινωνι-κές σχέσεις των ανθρώπων.

101 Γι αυτό το λόγο το μέσο κυκλοφορίας αποτελεί μόνο τη «στιγμιαία» χρηματική μορφή του εμπορεύματος. Βλ. το κεφάλαιο για τα μέσα κυκλοφορίας.

Theseis129a1.indb 139 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 140: Theseis T129

Theseis129a1.indb 140 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 141: Theseis T129

141 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

Ντανιέλ Μπενσαΐντ: Ο Μαρξ της εποχής μας.Μεγαλείο και κακοδαιμονίες ενός κριτικού εγχειρήματος (Τόπος 2013)

του Σταύρου Τομπάζου

Theseis129a1.indb 141 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 142: Theseis T129

142 Θέσεις #129

Αυτό το βιβλίο του Ντανιέλ Μπενσαΐντ δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1995 στα γαλλικά. Είναι το πρώτο και ένα από τα πιο σημαντικά βιβλία του, ίσως το πιο σημαντικό, πάνω στο έργο του Μαρξ. Είναι το αποτέλεσμα μιας μακροχρό-νιας δουλειάς που κράτησε κυριολεκτικά δεκαετίες. Είχα την τύχη να παρακο-λουθήσω τα σχετικά σεμινάρια του Μπενσαΐντ πάνω στο έργο του Μαρξ καθ’ όλη τη δεκαετία του 1980 στο Πανεπιστήμιο Paris VIII.

Το συγκεκριμένο βιβλίο οργανώνεται γύρω από τρεις βασικές θέσεις που δι-ατυπώνονται ήδη από την εισαγωγή:

1. Η ιστορία είναι αβέβαιη, δεν υπόσχεται και δεν εγγυάται τίποτα.2. Ο αγώνας δεν κρίνεται εκ των προτέρων και δεν επανορθώνει οπωσδή-ποτε τις αδικίες.3. Η επιστήμη δεν υπαγορεύει το «καλό», στο όνομα της αλήθειας.

Θα τις παρουσιάσω επιγραμματικά.

1. Η αβέβαιη Ιστορία

Υπάρχει στον Μαρξ μια τελεολογική αντίληψη της ιστορίας; Υπάρχει ένα υπο-χρεωτικό ιστορικό happy end, η ανθρώπινη, κομουνιστική χειραφέτηση παρά τις όποιες «παρεκτροπές», «παρακάμψεις» ή «εκφυλισμούς» στην ιστορική πο-ρεία; Η κριτική του Πόππερ αποδίδει στον Μαρξ μια ντετερμινιστική αντίληψη της ιστορίας. Σύμφωνα με αυτή την κριτική, ο Μαρξ παρέμεινε εγκλωβισμένος σε μια αντίληψη της ιστορίας βασισμένη στους νόμους της αυστηρής αιτιοκρατί-ας, όπως αυτή διαμορφώθηκε από τα επιτεύγματα της φυσικής επιστήμης της εποχής του. Κάποιοι στον χώρο του αγγλοσαξονικού, αναλυτικού μαρξισμού, όπως π.χ. ο J. Elster, υιοθετούν την κριτική του Πόππερ.

Ωστόσο, και οι δύο αναγνωρίζουν στον Μαρξ μια θεωρία της ανοικτής έκβα-σης των ταξικών αγώνων, μιας δηλαδή ασυμβίβαστης θεωρίας με την αντίληψη της κλειστής, τελεολογικής και ντετερμινιστικής αντίληψης της ιστορίας. Το συ-μπέρασμά τους είναι ότι ο Μαρξ είναι ένας ασυνεπής διανοητής που μια λέει το ένα και μια το άλλο.

Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν κάποια αποσπάσματα στον Μαρξ, κάποιες εκ-φράσεις, συνήθως πολεμικού ή διδακτικού τόνου, τις οποίες θα μπορούσε να επικαλεστεί κανείς για να εγκλωβίσει τον Μαρξ στη μηχανική επιστημολογία της εποχής του και να τον ακυρώσει για τη δική μας εποχή, όπου η ίδια η φυσική επιστήμη αποκαθιστά την αβεβαιότητα, την τυχαιότητα, την ενδεχομενικότητα στα ίδια τα φυσικά φαινόμενα, χωρίς βέβαια να καταργεί τους φυσικούς νό-μους. Ωστόσο, το να επικεντρώνεται κανείς σε αυτά τα αποσπάσματα, αγνοώ-ντας τη θεωρητική πρακτική του Μαρξ, είναι σαν να κρίνει την ουσία ενός αν-θρώπου από τις περιστασιακές ατέλειες στην ενδυμασία του.

Ο Μπενσαΐντ μας παραπέμπει καταρχήν στη Γερμανική Ιδεολογία, όπου ο Μαρξ

Theseis129a1.indb 142 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 143: Theseis T129

143 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

γελοιοποιεί κυριολεκτικά τη σχηματική ερμηνεία των B. Bauer και M. Stirner της εγελιανής φιλοσοφίας της ιστορίας, σύμφωνα με τους οποίους η ιστορική πραγματικότητα εμφανίζεται σαν μια διαδοχή ιδεών, όπου η πιο πρόσφατη δι-ορθώνει την προηγούμενη για να φθάσουμε τελικά στη «γη της επαγγελίας», δη-λαδή την «αυτοσυνείδηση». Ο Μαρξ χαρακτηρίζει «θρησκευτική» αυτή την αντί-ληψη που μειώνει τις προηγούμενες ιστορικές περιόδους σε φάσεις προετοιμα-σίας της παρούσας φάσης ή σε ατελείς μορφές της. Άλλωστε, μια τέτοια αντίλη-ψη θα οδηγούσε αναπόφευκτα στην αποδοχή του τετελεσμένου γεγονότος. Αν δεν κυριαρχεί στον Μαρξ μια ντετερμινιστική αντίληψη της ιστορίας, αλλά μια θεωρία της «ανοιχτής» ταξικής πάλης, δεν υπάρχει ούτε η ιδέα της γραμμικής προόδου που του αποδίδεται. Και πράγματι, τίποτα δεν είναι πιο ξένο στον Μαρξ από μιαν απόπειρα να διατυπώσει τον «νόμο της προόδου» κατά το πρό-τυπο του J. S. Mill ή του A. Comte.

Η κριτική του Μαρξ αποτελεί αντίθετα μιαν αποδόμηση της ιστορικής «Oδύσ-σειας» που αναπτύσσεται περαιτέρω στα Grundrisse και το Κεφάλαιο. Αυτή η απο-δόμηση προϋποθέτει μια «νέα αφήγηση της ιστορίας» και την εισαγωγή «καθο-ριστικών εννοιών, όπως η έννοια του αντι-καιρού και της μη επικαιρότητας» (σ. 34). Ο Μαρξ αναπτύσσει στα Grundrisse την «άνιση σχέση» και την «άνιση ανά-πτυξη» ανάμεσα στην οικονομική παραγωγή και την καλλιτεχνική δημιουργία, στις παραγωγικές σχέσεις και τις νομικές σχέσεις.

Συνεπώς, το παρόν είναι μια σύνθετη χρονικότητα. Περιλαμβάνει το παρόν των παρόντων πραγμάτων, το παρόν των παρελθόντων πραγμάτων και το πα-ρόν των μελλοντικών πραγμάτων, όπου όχι ο «νόμος της προόδου», αλλά η έκ-βαση μιας πολύμορφης σύγκρουσης, φιλοσοφικής, οικονομικής, κοινωνικής, πολιτικής, με τους αναβαθμούς αβεβαιότητας και τυχαιότητας, μη προβλεψιμό-τητας, που περιέχει, καθορίζει την πορεία. Υπ’ αυτό το πρίσμα, ο σταλινισμός δεν είναι απλώς ένα ατύχημα της ιστορίας, μια παρεκτροπή, μια εξαίρεση, για-τί ο σκοπός αυτού του τύπου υποβάθμισής του είναι, εν τέλει, η διάσωση μιας υποτιθέμενης αυστηρής, ιστορικής αιτιοκρατίας. Υπό το ίδιο πρίσμα, όμως, ο σταλινισμός δεν ήταν ούτε προβλέψιμος, ούτε αναπόφευκτος, αλλά αποτέλεσε κι αυτός το αποτέλεσμα μιας μάχης με ανοιχτή έκβαση.

Σε αυτό το σύνθετο, τρισδιάστατο παρόν, ο Μπενσαΐντ ανιχνεύει όμως και την παρουσία των απόντων πραγμάτων, όπως θα έλεγε και ο Ζακ Ντεριντά, στον οποίο ο πρώτος αναφέρεται συχνά. Ο Ντεριρντά για να ερμηνεύσει την επι-μονή των κυρίαρχων τάξεων στο «ιερό κυνήγι» του κομμουνισμού που δεν έπα-ψε ποτέ, ούτε καν κατά τις πρόσφατες δεκαετίες του θριαμβεύοντος καπιταλι-σμού, αμφισβητεί την αυτο-ταυτοχρονία του παρόντος, εισάγοντας την έννοια της «φασματικότητας»:

«Αν υφίσταται κάτι σαν φασματικότητα – γράφει – υπάρχουν λόγοι να αμφιβάλλουμε για την καθησυχαστική τάξη των παρόντων, και κυρίως για το σύνορο ανάμεσα στο πα-ρόν, την τωρινή πραγματικότητα ή την παρουσία του παρόντος και όλων όσα μπο-

Theseis129a1.indb 143 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 144: Theseis T129

144 Θέσεις #129

ρούμε να του αντιτάξουμε: την απουσία, τη μη παρουσία, την αναποτελεσματικό-τητα, την ανεπικαιρότητα, τη δυνητικότητα ή το είδωλο εν γένει κτλ. Αρχικά μπο-ρούμε να αμφιβάλλουμε για την αυτο-ταυτοχρονία του παρόντος.»1

Ανάμεσα σε ένα έμπρακτο ή απτό παρόν και την ετερότητά του θέτει πρόβλη-μα αυτό το συνδετικό «και». Η ετερότητα δεν είναι απλώς μια απροσδιόριστη απουσία που δεν θα άξιζε καν να αναφερθεί, αλλά μια προσδιορισμένη, παρούσα απουσία που στοιχειώνει το έμπρακτο παρόν και ως εκ τούτου το επικαθορίζει. Πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς τις φοβίες και τις εμμονές της εποχής μας που, όσο και να εξορκίζει τα φαντάσματά της, στενάζει ακόμη ανήσυχα;

2. Ο αγώνας δεν κρίνεται ποτέ εκ των προτέρων

Είναι λογική συνέπεια αυτής της αντι-τελεολογικής, αντι-θεολογικής αντίληψης της ιστορίας, ότι οι επαναστάσεις δεν έρχονται ποτέ στην ώρα τους. Δεν εγγρά-φονται στην ομαλή ροή των γεγονότων. Είναι συχνά πρόωρες ή αργοπορημένες, πάντα ριψοκίνδυνες, με αβέβαιη έκβαση. Ποτέ δεν είμαστε πραγματικά έτοιμοι για την επανάσταση λέει ο Μπενσαΐντ. Αν οι επαναστάσεις είχαν αυστηρό ρα-ντεβού με την ιστορία θα εγγράφονταν στην ομαλή ροή του χρόνου, σε μια φυσι-κή τάξη πραγμάτων. Οι επαναστάσεις, όμως, διακόπτουν τον ομοιογενή και κενό χρόνο για να αναθεωρήσουν τα ημερολόγια, για να αναταράξουν τις βεβαι-ότητες και τα αυτονόητα και για να νοηματοδοτήσουν εκ νέου τον ιστορικό κό-σμο. Είναι κατά κάποιο τρόπο εκτός χρόνου διότι αυτές δημιουργούν το χρόνο. Κινούνται πάντοτε με τον άνεμο του «ίσως».

Αν η φιλοσοφία είναι μια γκριζομάλλα κυρία, αν είναι η φιλοσοφία σαν την κουκουβάγια που ξεκινάει το πέταγμά της πάντα το σούρουπο, όταν ο κουρνια-χτός έχει καταλαγιάσει και τα πράγματα έχουν κριθεί, η επαναστατική πολιτική έχει μια γεύση τρικυμίας στα χείλη. Όπως η Μαρίνα του Οδυσσέα Ελύτη, στους κινδύνους των βράχων με τη χτενισιά της θύελλας αποχαιρετάει το αίνιγμά της.

Αν και η φιλοσοφία και η πολιτική εγγράφονται διαφορετικά στο χρόνο, υπάρχει χώρος και για τις δύο, λέει ο Μπενσαΐντ, γιατί η αλλαγή του κόσμου εί-ναι συνυπόστατη με την ερμηνεία του.

Επειδή η πολιτική παρέμβαση συναρθρώνεται με τη θεωρία των κοινωνικών τάξεων, η τελευταία δεν θα μπορούσε να απουσιάζει από το έργο του Μπενσα-ΐντ. Αυτή η θεωρία είναι όμως άκρως αντι-κοινωνιολογική, στρέφεται δηλαδή κατά της θετικής ή θετικιστικής κοινωνιολογίας, η οποία άλλωστε αναπτύχθηκε ως μια «επιχείρηση αποπολιτικοποίησης» και ως «αντίδοτο στην πάλη των τάξε-ων» σε μια μετα-επαναστατική περίοδο (σ. 132, υποσ. 10). Στον Μαρξ δεν βρί-σκει κανείς ένα θετικό ορισμό της εργατικής τάξης, υπενθυμίζει ο Μπενσαΐντ. Ο Μαρξ δεν φωτογραφίζει ένα κοινωνικό φαινόμενο που το ονομάζει «τάξη»,

1 Ζακ Ντεριντά, Φαντάσματα του Μαρξ, Εκκρεμές, Αθήνα, 1995, μετάφραση Κωστή Παπα-γιώργη, σ. 54.

Theseis129a1.indb 144 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 145: Theseis T129

145 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

εγκλωβίζοντάς το έτσι στην ακινησία της εκάστοτε εικόνας του. Η εργατική τάξη δεν είναι μια εμπειρική πραγματικότητα, αλλά μια διαδικασία που διαμορφώ-νεται στην αντιπαλότητα και την πάλη της ενάντια στην κεφαλαιοκρατική τάξη. Το ζήτημα δεν είναι η ανάπτυξη ταξινομικών κριτηρίων, όπως στη βιολογία. Το θέμα δεν είναι αν ο επιστάτης είναι μάλλον εργάτης παρά κεφαλαιοκράτης ή το αντίθετο. Η εξάλειψη της γκρίζας ζώνης και μια προσπάθεια ακριβούς ταξινό-μησης της ταξικής ταυτότητας της άλφα ή βήτα κατηγορίας βάσει άκαμπτων, θετικών κριτηρίων είναι απλώς χάσιμο χρόνου. Ο μισθωτός εργάτης δεν κατα-τάσσεται στην τάξη του βάσει της ίδιας λογικής που το δελφίνι κατατάσσεται στα θηλαστικά. Κι ας εκπλήσσεται ο Schumpeter (δεν είναι ο μόνος) που ο Μαρξ, για τον οποίο η ανθρώπινη ιστορία είναι η ιστορία της πάλης των τάξεων, αποφεύγει να ορίσει τις κοινωνικές τάξεις με τα θετικά κριτήρια της πανεπιστη-μιακής κοινωνιολογίας.

Ο Μαρξ δεν ορίζει τις έννοιες, όπως τα λεξικά ορίζουν τη σημασία των λέξε-ων. Διερευνά τους όρους της πάλης, της σύγκρουσης ανάμεσα σε έννοιες (τις κοινωνικές τάξεις σ’ αυτή την περίπτωση) που δεν έχουν νόημα έξω από την σύ-γκρουσή τους και το κάνει σ’ όλο το μήκος και πλάτος του έργου του, ιδιαιτέρα όμως στο Κεφάλαιο: πάλη των τάξεων στην παραγωγή αξίας και υπεραξίας, πάλη των τάξεων στην κυκλοφορία της αξίας, πάλη των τάξεων στη διαδικασία της συνολικής αναπαραγωγής του κεφαλαίου ως ενότητας της παραγωγής αξίας και της κυκλοφορίας της αξίας.

Βέβαια το Κεφάλαιο διακόπτεται στη μέση μιας ανολοκλήρωτης φράσης ενός τελευταίου κεφαλαίου πάνω στις κοινωνικές τάξεις που τελείωσε πριν καλά-κα-λά αρχίσει. Και να τελείωνε όμως αυτό το κεφάλαιο πάλι ημιτελές θα ήταν, διό-τι είναι αδύνατο να ολοκληρωθεί μια θεωρία των τάξεων, χωρίς μια θεωρία του κράτους και της πολιτικής που επίσης απουσιάζουν από το Κεφάλαιο.

Η πολιτική (όπως και η γλώσσα και ο πολιτισμός) είναι αναπόσπαστο μέρος της πάλης των τάξεων, είναι οργανικά συνδεδεμένη με την πάλη των τάξεων, χωρίς όμως να αντικαθρεφτίζει μηχανικά τη συγκυρία της κοινωνικής αντιπαλό-τητας ή σύγκρουσης. Η πολιτική είναι η ίδια μια γλώσσα που δεν εκφράζει πιστά τους μεταβαλλόμενους, συγκεκριμένους όρους της κοινωνικής αντιπαράθεσης:

«Διαρθρωμένη σαν γλώσσα, λειτουργεί με μεταθέσεις και συμπυκνώσεις των κοι-νωνικών συγκρούσεων. Έχει τα όνειρα, τους εφιάλτες και τα ολισθήματα της γλώσ-σας της» (σ. 146).

Η πολιτική έχει και τις παράνοιές της, τις καταθλίψεις και τις ψυχώσεις της, έστω κι αν ο Μπενσαΐντ αποφεύγει να χαρακτηρίσει τον φασισμό και τον σταλι-νισμό ως παθολογικές καταστάσεις. Όμως, είναι αδύνατο να κατανοήσει κανείς τη «λογική» του ολοκαυτώματος. Η λογική ερμηνεύει απλώς τις αιτίες και τις προϋποθέσεις μιας ιστορικο-ψυχιατρικής παθολογίας.

Αυτή η προσέγγιση επιτρέπει στον Μπενσαΐντ να πάρει τις αποστάσεις του,

Theseis129a1.indb 145 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 146: Theseis T129

146 Θέσεις #129

τόσο από τον αγγλοσαξονικό, αναλυτικό μαρξισμό, όσο και από κοινωνιολογικές αναλύσεις τύπου A. Gorz και Ulrich Beck. Αντίθετα, όμως, δεν εγκατέλειψε ποτέ τον Λένιν, κυρίως για τη θεωρία του κόμματος και της στρατηγικής που ανέπτυξε και εφάρμοσε. Ο Μπενσαΐντ συνέδεε αυτή τη θεωρία του Λένιν με την προβληματική του Μαρξ σχετικά με τον φετιχισμό του εμπορεύματος. Αν οι κοι-νωνικές μας σχέσεις είναι αδιαφανείς, αν οι κοινωνικές μας σχέσεις είναι υπο-κείμενο που μετατρέπει τον εργάτη σε ανόργανη ύλη του, αν αυτή εμφανίζεται σαν μια δεύτερη φύση και εκλαμβάνεται σαν διαχρονική και υπεράνω κριτικής, τότε πώς αυθόρμητα η επαναστατική τάξη από το τίποτα θα γίνει το παν; Αυτό το μυστήριο, «αισθητό-υπεραισθητό πράγμα» που ονομάζεται εμπόρευμα, αυτό το πράγμα με τη «μεταφυσική σοφιστεία» του και τις «θεολογικές παραξενιές» του που αλλοτριώνει τον εργάτη, για να ηττηθεί χρειάζεται σχέδιο, λογική και υπολογισμό.

«Λογική και υπολογισμός», αρχιτέκτονας και πολιτικός μηχανικός, επιπλέον ένα μόνο οικοδομικό υλικό χρειάζονται για να κατασκευαστεί ένα σωστό οδό-φραγμα, όπως έλεγε o August Blanqui στο Μύηση στη Χρήση των όπλων, πριν ο Λέ-νιν «ανακαλύψει» το επαναστατικό κόμμα και τους επαγγελματίες επαναστά-τες.2

Το οικοδομικό υλικό υπάρχει σε αφθονία στο Παρίσι: Πρόκειται για την πέ-τρα του λιθόστρωτου που υπάρχει μέχρι σήμερα, συνήθως κάτω από την άσφαλ-το, αλλά και στην πρωταρχική του μορφή σε κάποιους δρόμους που παραμέλησε ο εκσυγχρονισμός. Οι διαστάσεις της πέτρας είναι γνωστές, λέει ο Blanqui. Πλάτος, μήκος και βάθος 25 πόντοι. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του, για να αποκλειστεί μια λεωφόρος πλάτους 12 μέτρων με ένα σωστό οδόφραγμα χρειά-ζονται 144 κυβικά μέτρα τείχους, δηλαδή 9.216 πέτρες, δηλαδή 192 σειρές ή 48 μέτρα δρόμου. Με 4-5 μέτρα δρόμου παραπάνω έχουμε και κάποιο πλεόνασμα πέτρας, η οποία, σύμφωνα πάντα με το στρατιωτικό εγχειρίδιο του Blanqui, εί-ναι «εξίσου αποτελεσματική όσο και η βόμβα». Η τελευταία άλλωστε «είναι επι-κίνδυνη στη χρήση και δαπανηρή, ενώ η πέτρα δεν στοιχίζει τίποτα και υπάρχει σε αφθονία».

Αυτή η «αριθμητική της εξέγερσης» έχει μια παράξενη αισθητική και ένα κω-δικοποιημένο μήνυμα, ανεξάρτητα από τη δηλωμένη πρόθεση του Blanqui να γράψει ένα εγχειρίδιο τεχνικού χαρακτήρα. Στο βιβλίο La discordance des temps (Παράταιροι χρόνοι) που μπορεί να διαβαστεί ως συμπλήρωμα του βιβλίου Ο Μαρξ της εποχής μας, ο Μπενσαΐντ αφιέρωσε σε αυτήν την «αριθμητική» ένα κεφάλαιο3 σπάνιας ενόρασης, στο πνεύμα των Θέσεων για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας του Walter

2 Société encyclopédique française, Editions de la Tête de Feuilles. Συλλογή: “Future Antérieur”. Ημερομηνία συγγραφής: 1869, δύο χρόνια πριν την Κομμούνα. Ημερομη-νία έκδοσης: 1972.

3 “En flânant sur les macadams : la ville insurgée de Blanqui à Bengamin”, La discor-dance des temps, Essais sur les crises, les classes, l’histoire, Les Éditions de la Passion, Paris, 1995.

Theseis129a1.indb 146 3/10/2014 3:14:17 πμ

Page 147: Theseis T129

147 Οκτώβριος /Δεκέμβριος 2014

Bengiamin. Η πέτρα συμβολίζει τη σιωπηλή διάρκεια της επανάστασης και τη συνέχειά της: Αυτές οι καταφρονημένες πέτρες, από το 1830 στην επανάσταση του 1848 και την παρισινή Κομμούνα του 1871, από την Κομμούνα στον Μάη του 1968, δεν φιλοξένησαν και δεν ένωσαν τα ξεραμένα αίματα πολλών γενεών αντίστασης; Το οδόφραγμα συμβολίζει την αντίσταση βέβαια, αλλά και το σχέ-διο, τη στρατηγική, τη γνώση, τον αναγκαίο υπολογισμό, την αναπόφευκτη ερ-γαλειακότητα της οργανωτικής μορφής του επαναστατικού κόμματος που κα-νείς δεν ανέπτυξε καλύτερα από τον Λένιν. Η ομοιόμορφη άσφαλτος, αντίθετα συμβολίζει τον καπιταλιστικό εκσυγχρονισμό με τις φωτεινές βιτρίνες της «δια-βολικής περιστροφής του εμπορεύματος» και τους αγοραίους έρωτες χωρίς έρω-τα στα πεζοδρόμιά της. Συμβολίζει τον ομοιογενή και κενό χρόνο.

Η άσφαλτος φαίνεται. Η πέτρα κρύβεται.Η άσφαλτος ξεχνά. Η πέτρα θυμάται.Η άσφαλτος φθείρεται. Η πέτρα αντέχει.Η άσφαλτος υποτάσσεται. Η πέτρα ανθίσταται. Η άσφαλτος εργάζεται. Η πέτρα ονειρεύεται. Η άσφαλτος συνδέει τις φωτεινές πόλεις του εμπορεύματος. Η πέτρα ανήκει στο σκοτεινό κόσμο υπόγειων γαλαριών, εκεί που συχνάζουν οι τυφλοπόντικες και πε-ριμένει ανυπόμονα την ώρα της.

Σ’ αυτό το κεφάλαιο, η κριτική των ντετερμινιστικών αντιλήψεων της ιστορί-ας και η ανάδειξη των βαθέων, ιστορικών οριζόντων της αντίστασης από την μια πλευρά και η αντίληψη της πάλης των τάξεων και της επαναστατικής στρατηγι-κής του Μπενσαΐντ από την άλλη ενώνονται σε μια αδιαχώριστη ενότητα.

3. Περί μεθόδου και επιστήμης

Η μέθοδος δεν αποτελεί βέβαια ξεχωριστή ενότητα, αν και στο βιβλίο που εξετά-ζουμε ο Μπενσαΐντ της αφιερώνει ένα μεγάλο μέρος. Η μέθοδος είναι η πρακτι-κή της θεωρίας που εκτυλίσσεται και στο συγκεκριμένο βιβλίο και στο σύνολο του έργου του: Συνήθως τη λέμε διαλεκτική, ο Μαρξ την έλεγε καμιά φορά «γερ-μανική επιστήμη». Ο Μπενσαΐντ πρόσθεσε ακόμη ένα επίθετο πριν την «επιστή-μη»: «ανατρεπτική, γερμανική επιστήμη». Διευκρινίζει ότι πρόκειται για την «επιστήμη τρίτου τύπου» κατά τον Σπινόζα, την «επιστήμη της μη αυστηρής αι-τιοκρατίας» κατά τον Leinniz, τη «διαλεκτική επιστήμη» κατά τον Χέγκελ, τις οποίες ο Μαρξ συνοψίζει με τον όρο «γερμανική επιστήμη». Είναι σίγουρα ανα-τρεπτική αυτή η επιστήμη, διότι είναι η μόνη που διακηρύσσει το αξιακό της υπόβαθρο και βλέπει τα πράγματα από τη σκοπιά του, είναι η μόνη που αντέχει την παραδοχή και τη διακήρυξη της ηθικής της δέσμευσης. Αυτή η ανατρεπτική επιστήμη καταλήγει σε ένα συμπέρασμα που ο Μπενσαΐντ συνοψίζει, στο βιβλίο του Le Pari mélancolique (Το Μελαγχολικό Στοίχημα) του 1997, ως εξής:

Theseis129a1.indb 147 3/10/2014 3:14:18 πμ

Page 148: Theseis T129

148 Θέσεις #129

«Αν είναι αδύνατο να προβλέψει κανείς τις μορφές αγώνα που θα εφεύρει ο αιώνας που έρχεται [...] είναι ωστόσο σημαντικό να βεβαιώσουμε [...] ότι ο φαύλος κύ-κλος του φετιχισμού και η διαβολική περιστροφή του εμπορεύματος είναι δυνατό να σπάσουν, ότι η επίγεια αιωνιότητα δεν υπάρχει περισσότερο απ’ ότι η επουρά-νια, ότι υπάρχει συνεπώς αναγκαστικά μια λύση, μια διαφυγή, μια έξοδος. [...] Δεν ξέρουμε βέβαια πώς θα επιτευχθεί αυτό το πέρασμα, ούτε κι αν θα επιτευχθεί ποτέ, όμως ξέρουμε από αξιόπιστη πηγή ότι είναι δυνατό: διότι το θέμα είναι αν-θρώπινο, δεν εξαρτάται από καμιά υπερβατικότητα, διότι η οικονομία, το χρήμα, η ιστορία, η επιστήμη, το κράτος και άλλα είδωλα είναι δικές μας δημιουργίες και όχι κηδεμόνες-θεοί μας».

Πρέπει λοιπόν να προσανατολιστούμε και να κινηθούμε προς τον ορίζοντα. Αυτός ο στρατηγικός, ρυθμιστικός ορίζοντας του «στοχευμένου στόχου» είναι

ταυτόχρονα, επιπλέον ή αδιαχώριστα, ένας «ηθικός ορίζοντας, ο μόνος νοητός, χωρίς τον οποίο η θέληση παραιτείται, το πνεύμα αντίστασης συνθηκολογεί, η πίστη αποτυγχάνει, η παράδοση χάνεται και η αίσθηση ευθύνης και συνέπειας απέναντι σε άγνωστους χάνει τον λόγο ύπαρξής της».4

4 Daniel Bensaïd, Le Pari  mélancolique. Métamorphoses de la politique, politique des métamor-phoses, Fayard, Paris, 1997 : 290-291.

Theseis129a1.indb 148 3/10/2014 3:14:18 πμ