Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

30
Επιστροφή Κεφάλαιο 1 Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος Tα φάρμακα του κεφαλαίου αυτού περιγράφονται στις παρακάτω κατηγορίες: 1.1 Φάρμακα κατά του έλκους 1.1.1 Εξουδετερωτικά της γαστρικής έκκρισης ( αντιόξινα ) 1.1.1.1 Αμιγείς ουσίες 1.1.1.2 Σταθεροί συνδυασμοί 1.1.2 Ανασταλτικά της γαστρικής έκκρισης 1.1.2.1 Αντιχολινεργικά 1.1.2.2 Εκλεκτικοί ανταγωνιστές των μουσκαρινικών υποδοχέων 1.1.2.3 Η 2 - ανταγωνιστές 1.1.3 Αναστολείς της αντλίας πρωτονίων 1.1.4 Κυτταροπροστατευτικά 1.1.4.1 Κολλοειδείς ενώσεις βισμουθίου / αργιλίου 1.1.4.2 Προσταγλανδίνες 1.1.5 Θεραπεία εκριζώσεως του Helicobacter pylori 1.2 Φάρμακα επιδρώντα στην κινητικότητα του πεπτικού συστήματος 1.2.1 Αντιχολινεργικά 1.2.1.1 Αμιγείς ουσίες 1.2.1.2 Σταθεροί συνδυασμοί 1.2.2 Απλά σπασμολυτικά 1.2.3 Ευκινητικά 1.3 A ντιδιαρροϊκά 1.3.1 Αδρανείς προσροφητικές ουσίες 1.3.2 Ανασταλτικά της εντερικής κινητικότητας 1.3.3 ∆ιάλυμα δεξτρόζης - ηλεκτρολυτών από το στόμα 1.4 K αθαρτικά 1.4.1 Αυξάνοντα τον όγκο των κοπράνων 1.4.2 Μαλακτικά των κοπράνων 1.4.3 ∆ιεγείροντα την εντερική κινητικότητα 1.4.4 Αλατούχα και ωσμωτικώς δρώντα 1.4.5 Σταθεροί συνδυασμοί 1.5 Φάρμακα κατά των ιδιοπαθών φλεγμονωδών νόσων του εντέρου 1.5.1 Αμινοσαλικυλικά 1.5.2 Κορτικοστεροειδή 1.5.3 Ανοσοκατασταλτικά 1.5.4 ∆ιάφορα άλλα φάρμακα 1.6 Φάρμακα παθήσεων δακτυλίου 1.7 Φάρμακα παθήσεων ήπατος - χοληφόρων - παγκρέατος 1.7.1 Φάρμακα ηπατοπαθειών και παθήσεων χοληφόρων 1.7.2 Παγκρεατικά ένζυμα 1.7.3 ∆ιάφορα άλλα φάρμακα 1.8 ∆ιαγνωστικές ουσίες 1.1 Φάρμακα κατά του έλκους Tα χρησιμοποιούμενα στην αντιμετώπιση του πεπτικού έλκους φάρμακα στοχεύουν στην καταπολέμηση των αιτιοπαθογενετικών μηχανισμών πρόκλησής του, όπου εξακολουθεί να ενοχοποιείται η διαταραχή δύο βασικών παραγόντων: - των επιθετικών (υδροχλωρικού οξέος και πεψίνης) και - των αμυντικών (βλέννα, διττανθρακικά, αντίσταση του βλεννογόνου στη δίοδο ιόντων H+, προσταγλανδίνες, κλπ.). Tελευταίως όμως στην αιτιοπαθογένειά του άρχισε να εμπλέκεται λοιμώδης παράγοντας, το Helicobacter pylori (H.p.). Tο τελευταίο αυτό συνυπάρχει σε μεγάλη συχνότητα με το γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος (η συνύπαρξη αυτή στη χώρα μας φθάνει το 70-90%) και αποδείχθηκε ότι είναι υπεύθυνο για τις υποτροπές. H εκρίζωσή του φαίνεται να αποτελεί την τελική λύση στη θεραπεία του έλκους. Γενικώς το έλκος μπορεί να επουλωθεί αυτομάτως σε ποσοστό που υπερβαίνει και το 30%. H χρήση, εντούτοις, αντιελκωτικών φαρμάκων είναι απολύτως ενδεδειγμένη για: - την ταχεία απαλλαγή του ασθενούς από τα ενοχλήματα, - τη συντόμευση του χρόνου επούλωσης του έλκους, - την πρόληψη των υποτροπών και, - στο μέτρο του δυνατού, την πρόληψη των επιπλοκών (αιμορραγία, διάτρηση). Στο πλαίσιο των ανωτέρω περιλαμβάνεται η αντιμετώπιση των γαστροδωδεκαδακτυλικών βλαβών από ελκογόνα φάρμακα (κυρίως μη-στεροειδή αντιφλεγμονώδη - MΣAΦ), τα έλκη εκ stress, τα ανθεκτικά στη θεραπεία έλκη και τα έλκη από άλλα αίτια. Kύριος εκπρόσωπος των φαρμάκων με ελκογόνο δράση είναι τα MΣAΦ. Για την πρόληψη των βλαβών του γαστροδωδεκαδακτυλικού βλεννογόνου μπορούν να χρησιμοποιηθούν, κυρίως, τα κυτταροπροστατευτικά και τα αντιπροσταγλανδινικά (βλ. 1.1.4 ) καθώς και οι H2-ανταγωνιστές. Eνδείξεις για τη χορήγηση τους αποτελούν άτομα υψηλού κινδύνου (ηλικίας άνω των 65 ετών, με ιστορικό έλκους ή επιπλοκών του) που έχουν απόλυτη ένδειξη χορήγησης MΣAΦ. Στα ανθεκτικά έλκη (ποσοστό 5-10%) θα πρέπει να αναζητούνται οι παράγοντες της μη επούλωσης (μη συμμόρφωση του ασθενούς στις δοθείσες οδηγίες, κάπνισμα, χρήση MΣAΦ ή οινοπνεύματος, προδιάθεση για πεπτικό έλκος, ενδοκρινικά αίτια, κλπ.). Σελίδα 1 από 30 Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1 18/9/2010 http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

description

Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

Transcript of Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

Page 1: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

Επιστροφή Κεφάλαιο 1

Φάρµακα παθήσεων πεπτικού συστήµατος

Tα φάρµακα του κεφαλαίου αυτού περιγράφονται στις παρακάτω κατηγορίες: 1.1 Φάρµακα κατά του έλκους 1.1.1 Εξουδετερωτικά της γαστρικής έκκρισης (αντιόξινα) 1.1.1.1 Αµιγείς ουσίες 1.1.1.2 Σταθεροί συνδυασµοί 1.1.2 Ανασταλτικά της γαστρικής έκκρισης 1.1.2.1 Αντιχολινεργικά 1.1.2.2 Εκλεκτικοί ανταγωνιστές των µουσκαρινικών υποδοχέων 1.1.2.3 Η2-ανταγωνιστές 1.1.3 Αναστολείς της αντλίας πρωτονίων 1.1.4 Κυτταροπροστατευτικά 1.1.4.1 Κολλοειδείς ενώσεις βισµουθίου/ αργιλίου 1.1.4.2 Προσταγλανδίνες 1.1.5 Θεραπεία εκριζώσεως του Helicobacter pylori 1.2 Φάρµακα επιδρώντα στην κινητικότητα του πεπτικού συστήµατος 1.2.1 Αντιχολινεργικά 1.2.1.1 Αµιγείς ουσίες 1.2.1.2 Σταθεροί συνδυασµοί 1.2.2 Απλά σπασµολυτικά 1.2.3 Ευκινητικά 1.3 Aντιδιαρροϊκά 1.3.1 Αδρανείς προσροφητικές ουσίες 1.3.2 Ανασταλτικά της εντερικής κινητικότητας 1.3.3 ∆ιάλυµα δεξτρόζης-ηλεκτρολυτών από το στόµα 1.4 Kαθαρτικά 1.4.1 Αυξάνοντα τον όγκο των κοπράνων 1.4.2 Μαλακτικά των κοπράνων 1.4.3 ∆ιεγείροντα την εντερική κινητικότητα 1.4.4 Αλατούχα και ωσµωτικώς δρώντα 1.4.5 Σταθεροί συνδυασµοί 1.5 Φάρµακα κατά των ιδιοπαθών φλεγµονωδών νόσων του εντέρου 1.5.1 Αµινοσαλικυλικά 1.5.2 Κορτικοστεροειδή 1.5.3 Ανοσοκατασταλτικά 1.5.4 ∆ιάφορα άλλα φάρµακα 1.6 Φάρµακα παθήσεων δακτυλίου 1.7 Φάρµακα παθήσεων ήπατος - χοληφόρων - παγκρέατος 1.7.1 Φάρµακα ηπατοπαθειών και παθήσεων χοληφόρων 1.7.2 Παγκρεατικά ένζυµα 1.7.3 ∆ιάφορα άλλα φάρµακα 1.8 ∆ιαγνωστικές ουσίες

1.1 Φάρµακα κατά του έλκους Tα χρησιµοποιούµενα στην αντιµετώπιση του πεπτικού έλκους φάρµακα στοχεύουν στην καταπολέµηση των αιτιοπαθογενετικών µηχανισµών πρόκλησής του, όπου εξακολουθεί να ενοχοποιείται η διαταραχή δύο βασικών παραγόντων: - των επιθετικών (υδροχλωρικού οξέος και πεψίνης) και - των αµυντικών (βλέννα, διττανθρακικά, αντίσταση του βλεννογόνου στη δίοδο ιόντων H+, προσταγλανδίνες, κλπ.). Tελευταίως όµως στην αιτιοπαθογένειά του άρχισε να εµπλέκεται λοιµώδης παράγοντας, το Helicobacter pylori (H.p.). Tο τελευταίο αυτό συνυπάρχει σε µεγάλη συχνότητα µε το γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος (η συνύπαρξη αυτή στη χώρα µας φθάνει το 70-90%) και αποδείχθηκε ότι είναι υπεύθυνο για τις υποτροπές. H εκρίζωσή του φαίνεται να αποτελεί την τελική λύση στη θεραπεία του έλκους. Γενικώς το έλκος µπορεί να επουλωθεί αυτοµάτως σε ποσοστό που υπερβαίνει και το 30%. H χρήση, εντούτοις, αντιελκωτικών φαρµάκων είναι απολύτως ενδεδειγµένη για: - την ταχεία απαλλαγή του ασθενούς από τα ενοχλήµατα, - τη συντόµευση του χρόνου επούλωσης του έλκους, - την πρόληψη των υποτροπών και, - στο µέτρο του δυνατού, την πρόληψη των επιπλοκών (αιµορραγία, διάτρηση). Στο πλαίσιο των ανωτέρω περιλαµβάνεται η αντιµετώπιση των γαστροδωδεκαδακτυλικών βλαβών από ελκογόνα φάρµακα (κυρίως µη-στεροειδή αντιφλεγµονώδη - MΣAΦ), τα έλκη εκ stress, τα ανθεκτικά στη θεραπεία έλκη και τα έλκη από άλλα αίτια. Kύριος εκπρόσωπος των φαρµάκων µε ελκογόνο δράση είναι τα MΣAΦ. Για την πρόληψη των βλαβών του γαστροδωδεκαδακτυλικού βλεννογόνου µπορούν να χρησιµοποιηθούν, κυρίως, τα κυτταροπροστατευτικά και τα αντιπροσταγλανδινικά (βλ. 1.1.4) καθώς και οι H2-ανταγωνιστές. Eνδείξεις για τη χορήγηση τους αποτελούν άτοµα υψηλού κινδύνου (ηλικίας άνω των 65 ετών, µε ιστορικό έλκους ή επιπλοκών του) που έχουν απόλυτη ένδειξη χορήγησης MΣAΦ. Στα ανθεκτικά έλκη (ποσοστό 5-10%) θα πρέπει να αναζητούνται οι παράγοντες της µη επούλωσης (µη συµµόρφωση του ασθενούς στις δοθείσες οδηγίες, κάπνισµα, χρήση MΣAΦ ή οινοπνεύµατος, προδιάθεση για πεπτικό έλκος, ενδοκρινικά αίτια, κλπ.).

Σελίδα 1 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 2: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

για πεπτικό έλκος, ενδοκρινικά αίτια, κλπ.). Tα χρησιµοποιούµενα φάρµακα, µε βάση και τον µηχανισµό δράσης τους, ταξινοµούνται στις εξής κατηγορίες: - Στα εξουδετερωτικά της γαστρικής έκκρισης (αντιόξινα) - Στα ανασταλτικά της γαστρικής έκκρισης και - Στα κυτταροπροστατευτικά.

1.1.1 Eξουδετερωτικά της γαστρικής έκκρισης (αντιόξινα) Tα αντιόξινα, ασθενείς ή ισχυρές βάσεις, εξουδετερώνουν το υδροχλωρικό οξύ της γαστρικής έκκρισης. ∆ιακρίνονται σε ευαπορρόφητα (διττανθρακικό νάτριο) και δυσαπορρόφητα (ενώσεις αργιλίου, µαγνησίου, ασβεστίου). Ως αντιόξινο χρησιµοποιείται επίσης και η µαγαλδράτη (σύµπλοκη ένωση αργιλίου και µαγνησίου). Tα αντιόξινα παρά την ικανοποιητική σχετικώς επουλωτική δράση (συγκρίσιµη µε την των H2-ανταγωνιστών) και το χαµηλό κόστος ελάχιστα χρησιµοποιούνται σήµερα. Oι λόγοι είναι η ανάγκη συχνής χορήγησής τους, µε αποτέλεσµα την µη εύκολη συµµόρφωση του ασθενούς, το µεγάλο ποσοστό ανεπιθύµητων ενεργειών (διάρροια ή δυσκοιλιότητα) και η µη ταχεία υποχώρηση των ενοχληµάτων σε σχέση µε τους H2-ανταγωνιστές και τους ανταγωνιστές της αντλίας πρωτονίων. Σε γενικές γραµµές µπορεί να υποστηριχθεί ότι: - H επουλωτική τους επίδραση στο γαστρικό έλκος, αν δεν είναι ανύπαρκτη είναι ελάχιστη ή αµελητέα. - Aντίθετα, στο δωδεκαδακτυλικό έλκος έχουν σαφή επουλωτική δράση όταν χορηγούνται συχνά και σε µεγάλες δόσεις, που όµως δεν είναι άµοιρες ανεπιθύµητων ενεργειών και µάλιστα σε υψηλό ποσοστό. - Στην κλινική πράξη η χρήση τους παραµένει περισσότερο µε την έννοια της συµπτωµατικής ανακούφισης κυρίως του πόνου, παρά µε εκείνη της επούλωσης του έλκους. - Tα εναιωρήµατα γενικά έχουν ισχυρότερη εξουδετερωτική δράση από τα δισκία. - Oι ανεπιθύµητες ενέργειες είναι γενικά περιορισµένες. Σε ορισµένες όµως συνθήκες, όπως π.χ. σε νεφρική ανεπάρκεια, µπορεί να είναι σοβαρές. Στα αντιόξινα περιλαµβάνονται κυρίως ορισµένες ενώσεις του αργιλίου, µαγνησίου, ασβεστίου και βισµουθίου. Oι τελευταίες έχουν ασθενή εξουδετερωτική δράση και ενοχοποιούνται στην πρόκληση εγκεφαλοπαθειών, γι' αυτό δεν χρησιµοποιούνται σήµερα. Ως αντιόξινα οι ενώσεις του ασβεστίου, µπορούν να προκαλέσουν "σύνδροµο γάλακτος-αλκάλεως", γαστρική υπερέκκριση (πιθανώς από υπερέκκριση γαστρίνης) και έντονη δυσκοιλιότητα. H χρήση τους παραµένει πολύ περιορισµένη. Oρισµένα επίσης "ευαπορρόφητα" αντιόξινα, όπως π.χ. το διττανθρακικό νάτριο, δεν συνιστώνται εξαιτίας της συστηµατικής τους δράσης και του κινδύνου πρόκλησης αλκάλωσης µε υποκαλιαιµία. Θα πρέπει να τονιστεί ότι όλα σχεδόν τα σκευάσµατα των αντιοξίνων περιέχουν άλλοτε άλλη ποσότητα νατρίου, στοιχείο που θα πρέπει να λαµβάνεται υπόψη σε περιπτώσεις που επιβάλλεται άναλος ή πτωχή σε νάτριο δίαιτα. Tα περισσότερο χρησιµοποιούµενα αντιόξινα είναι οι ενώσεις του αργιλίου και µαγνησίου και κυρίως τα υδροξείδιά τους. H συνηθέστερη ανεπιθύµητη ενέργειά τους είναι η δυσκοιλιότητα ή η διάρροια αντίστοιχα, στοιχείο που δικαιολογεί εν µέρει τον µεταξύ τους συνδυασµό. H προσθήκη στα σκευάσµατα των αντιοξίνων άλλων συστατικών, όπως τοπικών αναισθητικών κλπ. δεν φαίνεται να ενισχύει την αποτελεσµατικότητά τους. Aντίθετα, προσθήκη σιµεθικόνης ή αλγινικού οξέος φαίνεται να τα καθιστά περισσότερο αποτελεσµατικά σε περιπτώσεις συνύπαρξης µετεωρισµού ή γαστρο-οισοφαγικής παλινδρόµησης αντίστοιχα.

1.1.1.1 Aµιγείς ουσίες APΓIΛIOY Y∆POΞEI∆IO Aluminium Hydroxide Eνδείξεις: Γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος και γενικά καταστάσεις γαστρικής υπερέκκρισης, αιµορραγική γαστρίτιδα (έλκη εκ stress), οισοφαγίτιδα από γαστρο-οισοφαγική παλινδρόµηση, γαστρίτιδες, δυσπεπτικά ενοχλήµατα. Eπίσης προφυλακτικώς και θεραπευτικώς σε νεφρολιθίαση από φωσφορικά άλατα και στον δευτεροπαθή υπερπαραθυρεοειδισµό των υποβαλλόµενων σε χρόνια αιµοκάθαρση. Aντενδείξεις: ∆εν υπάρχουν απόλυτες (βλ. αλληλεπιδράσεις και προσοχή στη χορήγηση). Aνεπιθύµητες ενέργειες: ∆υσκοιλιότητα είναι η συνηθέστερη. Σπανίως αναφέρονται ναυτία και έµετοι. Σπανιότατα και σε µακροχρόνια χορήγηση ένδεια φωσφόρου. Eπίσης έχει περιγραφεί εντερική απόφραξη από σχηµατισµό κοπρολίθων, ιδιαίτερα σε ηλικιωµένα άτοµα µε δυσκοιλιότητα. Aλληλεπιδράσεις: Aναστέλλει, σε σύγχρονη χορήγηση, την απορρόφηση των τετρακυκλινών (πλην της δοξυκυκλίνης και ίσως και της µινοκυκλίνης). Eπίσης µπορεί να µειώσει ή να καθυστερήσει την απορρόφηση πολλών φαρµάκων όπως αντιχολινεργικών, σιµετιδίνης, καρβενοξολόνης, σαλικυλικών, διγιτοξίνης, κινιδίνης, ισονιαζίδης, αλάτων σιδήρου, φαινοβαρβιτάλης κ.ά. Aκόµα µπορεί να αυξήσει τα επίπεδα της κινιδίνης στο αίµα ή αντίθετα να ελαττώσει εκείνα την σαλικυλικών. Προσοχή στη χορήγηση: Σε νεφρική ανεπάρκεια και µακροχρόνια λήψη υπάρχει αυξηµένος κίνδυνος εµφάνισης συνδρόµου ένδειας φωσφόρου, µυοπαθειών, εγκεφαλοπαθειών (αναφέρονται µάλιστα και θάνατοι) ή επιβάρυνσης του ανοϊκού συνδρόµου των υποβαλλόµενων σε χρόνια αιµοκάθαρση. Eπίσης σε άτοµα µε έντονη δυσκοιλιότητα ή που βρίσκονται σε άναλο δίαιτα. Σε ανάγκη λήψης και άλλων φαρµάκων η λήψη τους να γίνεται µε χρονικό µεσοδιάστηµα 2 ωρών. Tα δισκία προτιµώνται σε ανάγκη αναστολής απορρόφησης του φωσφόρου. ∆οσολογία: Συνήθης δοσολογία 500 mg - 1 g, µε τη µορφή εναιωρήµατος ή µασώµενων δισκίων, 1-2 ώρες µετά από τα κύρια γεύµατα και το βράδυ πριν από την κατάκλιση. Oι δόσεις µπορούν να αυξηθούν ανάλογα µε τις εκάστοτε ανάγκες όχι όµως για µακρό χρονικό διάστηµα. Σταθερότητα-Φύλαξη: Nα διατηρείται σε δροσερό µέρος και σε αεροστεγή συσκευασία. Tα εναιωρήµατα να ανακινούνται καλά πριν από κάθε χρήση. Mορφές-Περιεκτικότητες: tablets 400 mg capsules 475 mg Iδιοσκευάσµατα: PEPSAMAR/Smith-Kline Beecham: tab 400 mg* x 50, 389 ALU-CAP/IΦET: caps 475 mg x 120

Σελίδα 2 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 3: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

* Sodium polyhydroxy aluminium monocarbonate.

MAΓAΛ∆PATH Magaldrate Eνδείξεις: Όπως του υδροξειδίου του αργιλίου πλην της νεφρολιθίασης και του δευτεροπαθούς υπερπαραθυρεοειδισµού. Aντενδείξεις: ∆εν αναφέρονται απόλυτες. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Σπανίως µπορεί να προκαλέσει διάρροια, δυσκοιλιότητα, ναυτία, µετεωρισµό. H χρόνια χρήση της σε ασθενείς µε νεφρική ανεπάρκεια µπορεί να οδηγήσει σε υπερµαγνησιαιµία. Aλληλεπιδράσεις: Mειώνει την απορρόφηση πολλών φαρµάκων. Συνιστάται η λήψη άλλων φαρµάκων να γίνεται 1-2 ώρες µετά τη λήψη της µαγαλδράτης. Προσοχή στη χορήγηση: Nα χορηγείται µε προσοχή σε ασθενείς µε νεφρική ανεπάρκεια και πυλωρική στένωση. ∆οσολογία: Συνήθης δόση 400-800 mg µε τη µορφή γέλης ή µασώµενων δισκίων 1 ώρα µετά τα κύρια γεύµατα και πριν την νυκτερική κατάκλιση. Oι δόσεις µπορούν να αυξηθούν ανάλογα µε τις εκάστοτε ανάγκες. Mορφές-Περιεκτικότητες: chw. tablets 400 mg oral suspension 400 mg/5 ml gel single dose oral 800 mg Iδιοσκευάσµατα: FELFAR/Φαραν: chw.tab 400 mg x 50, 833, oral.susp 400 mg/5ml x 200 ml, 2041 RIOPAN/Nycomed: chw.tab 400 mg x 50, 1041, gel.sd.or 800 mg/sach x 20, 1543 MAΓNHΣIOY Y∆POΞEI∆IO Magnesium hydroxide Eνδείξεις: Όπως του υδροξειδίου του αργιλίου πλην του δευτεροπαθούς υπερπαραθυρεοειδισµού. Προτιµάται σε άτοµα µε δυσκοιλιότητα. Bλ. επίσης 1.4.4. Aντενδείξεις: Kοιλιακοί πόνοι και έµετοι αδιευκρίνιστης αιτιολογίας. Aνεπιθύµητες ενέργειες: ∆ιάρροια σε υπερδοσολογία. Σπανιότατα σχηµατισµός κοπρολίθων από ανθρακικό µαγνήσιο. Aλληλεπιδράσεις: Mειώνει την απέκκριση ισχυρών βάσεων, όπως της κινιδίνης, ενώ ευνοεί την απορρόφηση της βαρφαρίνης. Προσοχή στη χορήγηση: Σε νεφρική ανεπάρκεια κίνδυνος εµφάνισης νευρολογικών, νευροµυικών και καρδιαγγειακών διαταραχών (µέχρι και ανακοπής) από υπερµαγνησιαιµία. ∆οσολογία: Συνήθης δόση 300-900 mg, µε τη µορφή εναιωρήµατος ή και µασώµενων δισκίων, 1-2 ώρες µετά τα κύρια γεύµατα και το βράδυ πριν από την κατάκλιση. Παιδιά µεγαλύτερα του έτους 1/4-1/2 της δόσης του ενηλίκου. Σταθερότητα-Φύλαξη: Bλ. Yδροξείδιο του αργιλίου. Mορφές-Περιεκτικότητες: oral suspension 425 mg/5 ml Iδιοσκευάσµατα: MILK OF MAGNESIA/Smith Kline Beecham: oral.susp 425 mg/5 ml x 340 ml, 440

1.1.1.2 Σταθεροί συνδυασµοί Tο οξείδιο του µαγνησίου και το τριπυριτικό µαγνήσιο έχουν βασικά τις ίδιες ενδείξεις µε τις του υδροξειδίου του µαγνησίου. Xρησιµοποιούνται σχεδόν κατά κανόνα σε συνδυασµό µε υδροξείδιο του αργιλίου (βλ. 1.1.1.1). Για προσθήκη σιµεθικόνης και αλγινικού οξέος σε αντιόξινα σκευάσµατα βλ. εισαγωγή. Mακροχρόνια λήψη τριπυριτικού µαγνησίου µπορεί σπανιότατα να προκαλέσει νεφρολιθίαση από πυριτικά άλατα. ∆οσολογία: Συνήθης δόση 2-4 δισκία ή 10-20 ml εναιωρήµατος 1-2 ώρες µετά τα κύρια γεύµατα και πριν από τη νυκτερινή κατάκλιση. Oι δόσεις γενικώς εξατοµικεύονται ανάλογα µε την περιεκτικότητα του ιδιοσκευάσµατος σε δραστικά συστατικά. Iδιοσκευάσµατα: Aluminium Hydroxide Gel + Magnesia Magma (10%MgO) + Oxetacaine OXAINE-M/Wyeth: oral.susp (817.4+142.4 +2) mg/ml x 300 ml Aluminium Glycinate + Magnesium Oxide Heavy NOVALOX/Santa: tab [300+100] mg x 50 Aluminium Glycinate + Magnesium Oxide Light NOVALOX/Santa: oral susp. [100+33.33] mg/ 5 ml x 300ml Aluminium Hydroxide Gel + Magnesia Magma (10%MgO) ALUDROX/Wyeth: oral susp (307+103) mg/ 5 ml x 300 ml Aluminium Hydroxide + Magnesium Carbonate Co-Dried Gel REGLA PH/Darci-Pharma: chw.tab 450 mg x 60 Magnesium Hydroxide + Aluminium Hydroxide Gel, Dried ALUDROX/Wyeth: tab (233+83.5) mg x 60 Aluminium Hydroxide Gel + Magnesium Hydroxide Gel 30% MAALOX/Rhone Poulenc Rorer: oral susp. (200+174) mg/5 ml x 500ml Magnesium Hydroxide + Dimeticone Activated + Aluminium Hydroxide + Magnesium Carbonate Co-Dried Gel SIMECO/Wyeth: tab (25+282+85) mg x 60 Magnesium Hydroxide + Dimeticone Activated+ Aluminium Hydroxide SIMECO/Wyeth: oral susp [25+215+80] mg/ 5 ml x 300ml MAALOX PLUS/Rhone Poulenc Rorer: tab (200+25+200) mg x 50, oral susp (40+5 +45) mg/ml x 355 ml Aluminium Hydroxide Gel + Magnesium Oxide Light REGLA PH/Darci Pharma: oral susp (330 +137.5) mg/5 ml x 200 ml Calcium Carbonate + Magnesium Stearate TUMS/SmithKline Beecham: chw.tab (600 + 125) mg/tab x 30, 570

1.1.2 Aνασταλτικά της γαστρικής έκκρισης Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται, µε τη σειρά της κλινικής τους εφαρµογής, τα αντιχολινεργικά, οι

Σελίδα 3 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 4: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται, µε τη σειρά της κλινικής τους εφαρµογής, τα αντιχολινεργικά, οι εκλεκτικοί ανταγωνιστές των µουσκαρινικών υποδοχέων, οι H2-ανταγωνιστές και οι ανταγωνιστές της αντλίας πρωτονίων.

1.1.2.1 Aντιχολινεργικά Tα κλασικά αντιχολινεργικά δεν έχουν θέση σήµερα στην αντιµετώπιση του έλκους λόγω σοβαρών ανεπιθυµήτων ενεργειών και, κυρίως, λόγω αναποτελεσµατικότητας. Για λοιπές χρήσεις τους βλ. 1.2.1.

1.1.2.2 Eκλεκτικοί ανταγωνιστές των µουσκαρινικών υποδοχέων Oι εκλεκτικοί ανταγωνιστές των µουσκαρινικών υποδοχέων έχουν συγκρίσιµη επουλωτική δράση µε την των H2-ανταγωνιστών. Oι ανεπιθύµητες όµως ενέργειες, καίτοι ασθενέστερες εκείνων των κλασικών αντιχολινεργικών, έχουν περιορίσει σηµαντικώς τη χρήση τους. Mπορούν να χρησιµοποιηθούν, σε συνδυασµό µε H2-ανταγωνιστές, σε επιλεγµένες περιπτώσεις ή για τη συντήρηση του επουλωτικού αποτελέσµατος. H πιρενζεπίνη, τρικυκλική ένωση δοµικώς όµοια της ιµιπραµίνης, αποτελεί τον κύριο εκπρόσωπο. Σε µικρές δόσεις δρα ως εκλεκτικός ανταγωνιστής των M1 µουσκαρινικών υποδοχέων των τοιχωµατικών κυττάρων του στοµάχου µε αποτέλεσµα τη µείωση της γαστρικής έκκρισης (βλ. επίσης εισαγωγή 1.1). ΠIPENZEΠINH ∆IY∆POXΛΩPIKH Pirenzepine Dihydrochloride Eνδείξεις: Γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος, γενικώς καταστάσεις γαστρικής υπερέκκρισης. Aντενδείξεις: Γλαύκωµα κλειστής γωνίας, υπερτροφία προστάτη, κύηση (ιδιαιτέρως το 1ο τρίµηνο), γαλουχία. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Ξηροστοµία (13.5%), κατάργηση προσαρµογής (6.5%), δυσκοιλιότητα (2.6%) οι συχνότερες. Eπίσης αναφέρονται ναυτία, έµετοι, διάρροια, ανορεξία, ζάλη, κεφαλαλγία, σύγχυση, επίσχεση ούρων, αδυναµία, ίλιγγος, µείωση της libido. Aλληλεπιδράσεις: Mε H2-ανταγωνιστές εµφανίζει συνεργική δράση στην αναστολή της γαστρικής έκκρισης. Eνισχύει την αντιµουσκαρινική δράση της προκαρβαζίνης. Προσοχή στη χορήγηση: Σε νεφρική ανεπάρκεια και σε ηλικιωµένα άτοµα να µειώνεται η δόση. Σε παιδιά δεν υπάρχει κλινική εµπειρία. ∆οσολογία: Συνήθως 50 mg 2-3 φορές ηµερησίως για 4-6 εβδοµάδες (σε ανθεκτικές περιπτώσεις µέχρι 3 µήνες). Tο φάρµακο να λαµβάνεται 30 περίπου λεπτά πριν από τα γεύµατα. Mορφές-Περιεκτικότητες: tablets 25 mg Iδιοσκευάσµατα: GASTROZEPIN/Boehringer Ingelheim: tab 25 mg x 30, 1271

1.1.2.3 H2-ανταγωνιστές Oι H2-ανταγωνιστές αποτελούν σταθµό στη θεραπευτική αντιµετώπιση του έλκους, χάρις στα ιδιαίτερα πλεονεκτήµατά τους, όπως: - η προκαλούµενη ταχεία υποχώρηση των ενοχληµάτων, - η ταχεία επούλωση του έλκους (σε 4-8 εβδοµάδες), - η πολύ καλή ανοχή από τους ασθενείς (περιορισµένες ανεπιθύµητες ενέργειες) και - η εύκολη συµµόρφωση των ασθενών (χορήγηση εφάπαξ ή δις ηµερησίως). Oι χρησιµοποιούµενοι στην κλινική πράξη H2-ανταγωνιστές είναι η σιµετιδίνη, ρανιτιδίνη, φαµοτιδίνη, νιζατιδίνη και ροξατιδίνη. Tα φάρµακα αυτά δεσµεύουν τους H2-υποδοχείς της ισταµίνης στη µεµβράνη των τοιχωµατικών κυττάρων του στοµάχου, αναστέλλοντας έτσι την έκκριση οξέος. Aν και η ισχύς της ανασταλτικής τους δράσης ποικίλλει, εντούτοις το ποσοστό επούλωσης του έλκους στο ίδιο χρονικό διάστηµα και µε τις ανάλογες δόσεις είναι συγκρίσιµο. Όλοι οι H2-ανταγωνιστές είναι ασφαλείς και µε περιορισµένες ανεπιθύµητες ενέργειες, οι οποίες συνήθως υποχωρούν µε τη διακοπή του φαρµάκου. H σιµετιδίνη φαίνεται να χαρακτηρίζεται από µεγαλύτερο ποσοστό ανεπιθυµήτων ενεργειών και περισσότερες αλληλεπιδράσεις µε άλλα φάρµακα εξαιτίας του τρόπου µεταβολισµού της. Mε εξαίρεση τη νιζατιδίνη, που αποβάλλεται από τους νεφρούς, οι H2-ανταγωνιστές µεταβολίζονται στο ήπαρ. H σιµετιδίνη είναι κυρίως εκείνη που µεταβολίζεται µέσω του κυτοχρώµατος P450, δεσµευόµενη µε αυτό. Aποτέλεσµα είναι η αδρανοποίηση του ενζυµικού µηχανισµού. Tούτο έχει ιδιαίτερη σηµασία στις ενδεχόµενες αλληλεπιδράσεις µε άλλα φάρµακα που µεταβολίζονται µε τον ίδιο µηχανισµό. H ρανιτιδίνη συνδέεται 5-10 φορές ασθενέστερα µε το κυτόχρωµα P450, ενώ η φαµοτιδίνη και η νιζατιδίνη ελάχιστα ή καθόλου. H ροξατιδίνη µεταβολίζεται από τις εστεράσες του λεπτού εντέρου, του ήπατος και του πλάσµατος αποβαλλόµενη κυρίως από τους νεφρούς. H φαρµακοκινητική τους επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες, όπως είναι κυρίως η νεφρική λειτουργία και η ηλικία. Σε διαταραχή της νεφρικής λειτουργίας η δόση των H2-ανταγωνιστών πρέπει να µειώνεται αναλόγως (βλ. πίνακα 1.1). Eκτός της χρήσης τους στο πεπτικό έλκος και τις λοιπές καταστάσεις γαστρικής υπερέκκρισης οι H2-ανταγωνιστές απευθύνονται στην αντιµετώπιση της οισφαγίτιδας από γαστρο-οισοφαγική παλινδρόµηση καθώς και άλλων καταστάσεων (βλ. ενδείξεις επιµέρους ουσιών). H θεραπεία συντηρήσεως µε µικρότερες δόσεις µπορεί να ελαττώσει τη συχνότητα των υποτροπών αλλά δεν επηρεάζει τη φυσική πορεία του έλκους όταν η θεραπεία διακοπεί οπότε θα πρέπει να γίνει απόπειρα εκρίζωσης του H.p. ∆εν συνιστάται να γίνεται θεραπεία των ενοχληµάτων της κοινής δυσπεψίας ιδιαίτερα στα ηλικιωµένα άτοµα εξαιτίας του κινδύνου καθυστέρησης της διάγνωσης ενός καρκίνου του στοµάχου. Σε πολλές περιπτώσεις οι H2-ανταγωνιστές βοηθούν στην επούλωση διαβρώσεων που προκαλούνται από MΣAΦ ή από έλκη εκ stress.

ΠΙΝΑΚΑΣ 1.1

Σελίδα 4 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 5: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

α: ή 40 mg/2η ηµέρα, β: ανά 2η ηµέρα

ΣIMETI∆INH Cimetidine Eνδείξεις: Γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος. Γενικώς καταστάσεις γαστρικής υπερέκκρισης (σύνδροµο Zollinger-Ellison και βραχέος εντέρου, µαστοκύτωση). Πρόληψη ελκών εκ stress. Eξελκώσεις, διαβρώσεις του ανώτερου πεπτικού σωλήνα µετά λήψη ασπιρίνης ή MΣAΦ Oισοφαγίτιδα από γαστρο-οισοφαγική παλινδρόµιση. Πρόληψη εισρόφησης γαστρικού περιεχοµένου στις αεροφόρους οδούς κατά τη διάρκεια της αναισθησίας για χειρουργικές επεµβάσεις ή κατά τον τοκετό. Πρόληψη µεταβολικής αλκάλωσης από παρατεινόµενη γαστρική αναρρόφηση. Aντενδείξεις: Γνωστή υπερευαισθησία ή µη ανοχή στο φάρµακο. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Γενικώς το φάρµακο είναι καλώς ανεκτό και σπανίως δικαιολογείται διακοπή της θεραπείας. Oι συχνότερα (=1%) αναφερόµενες είναι ήπια και παροδική διάρροια (πολύ σπανίως σοβαρή), ζάλη, ελαφρά υπνηλία και εξανθήµατα. Σπανιότατα έχουν αναφερθεί αρθραλγίες, µυαλγίες ή επιδείνωση συµπτωµάτων από τις αρθρώσεις σε άτοµα µε προϋπάρχουσα αρθρίτιδα ή πολυµυοσίτιδα, αίσθηµα κόπωσης, κεφαλαλγία, φωτοευαισθησία, δυσκοιλιότητα, λευκοπενία, ακοκκιοκυτταραιµία, θροµβοκυτοπενία, αυτοάνοση αιµολυτική ή απλαστική αναιµία. Σε ηλικιωµένα άτοµα αναφέρονται επίσης διαταραχές από το νευρικό σύστηµα (παραισθήσεις, παραλήρηµα, σύγχυση ή διέγερση, απάθεια, σπασµοί, περίοδοι άπνοιας, δυσαρθρία, αταξικό βάδισµα, διπλωπία). Σε ενδοφλέβια χορήγηση µεγάλων συνήθως δόσεων και για µεγάλο χρονικό διάστηµα έχουν περιγραφεί γυναικοµαστία µε υπερπρολακτιναιµία. Eπίσης µείωση του αριθµού των σπερµατοζωαρίων (µε φυσιολογική όµως λειτουργικότητα), της libido ή και πλήρης ανικανότητα, διαταραχές του καρδιακού ρυθµού, βραδυκαρδία ή και ανακοπή (µετά από ταχεία ενδοφλέβια χορήγηση), πρώιµες ή όψιµες αντιδράσεις υπερευαισθησίας, πυρετός, διάµεση νεφρίτιδα, ηπατίτιδα, παγκρεατίτιδα. Eπίσης αναφέρονται αύξηση των τρανσαµινασών, αλκαλικής φωσφατάσης και κρεατινίνης, που συνήθως είναι αναστρέψιµες παρά τη συνέχιση χορήγησης του φαρµάκου. Aλληλεπιδράσεις: Στον πίνακα 1.2 αναφέρεται το ποσοστό µείωσης της κάθαρσης διαφόρων φαρµάκων, σε σύγχρονη χορήγησή τους µε σιµετιδίνη. Eκτός αυτών αναφέρονται και πολλές άλλες, όπως: η ενίσχυση της δράσης ορισµένων βενζοδιαζεπινών, ινδοµεθακίνης, µορφίνης, φαινοβαρβιτάλης, χλωροπροµαζίνης, οινοπνεύµατος και πιθανώς, της διγοξίνης, η µείωση της δράσης του ακετυλοσαλικυλικού από µείωση της απορρόφησής τους. Tα αντιόξινα και η µετοκλοπραµίδη µειώνουν σηµαντικώς τη βιοδιαθεσιµότητα της σιµετιδίνης. Mε αλκυλιούντες παράγοντες ή αντιµεταβολίτες υπάρχει αυξηµένος κίνδυνος αιµατολογικών διαταραχών. Προσοχή στη χορήγηση: Σε ηλικιωµένα άτοµα ή πάσχοντες από σοβαρά νοσήµατα (νεφρική ή ηπατική ανεπάρκεια, λοιµώξεις, διαταραχές του αιµοποιητικού κλπ.) να µειώνεται η δόση αναλόγως µε την περίπτωση. Σε απότοµη διακοπή του φαρµάκου υπάρχει αυξηµένος κίνδυνος υποτροπών και επιπλοκών (διάτρηση, αιµορραγία). H ενδοφλέβια χορήγηση να διενεργείται βραδέως και όπου είναι δυνατό να προτιµάται η στάγδην συνεχής έγχυση (υπάρχει ασυµβατότητα µε πολλά φάρµακα, όπως, βαρβιτουρικά, ατροπίνη, αµινοφυλλίνη, αµπικιλλίνη, χλωραµφενικόλη, κλινδαµυκίνη, ερυθροµυκίνη, πενικιλλίνες, τετρακυκλίνες κ.ά.). Xορήγηση αντιόξινων, όταν αυτή κρίνεται αναγκαία, να γίνεται στα ενδιάµεσα χορήγησης του φαρµάκου. Kύηση-γαλουχία: ∆εν υπάρχουν δεδοµένα για ασφαλή χορήγηση. Tο φάρµακο αποβάλλεται στο µητρικό γάλα. Nα σταθµίζεται το αναµενόµενο όφελος σε σχέση µε τους πιθανούς κινδύνους για το έµβρυο ή θηλάζον βρέφος αντιστοίχως. Σε παιδιά κάτω των 16 ετών δεν υπάρχει επαρκής κλινική εµπειρία.

ΠΙΝΑΚΑΣ 1.2

Σελίδα 5 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 6: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

α: Aλληλεπίδραση και µε ρανιτιδίνη αλλά σε πολύ µικρότερο βαθµό, β: Aπό µείωση της σωληναριακής αποβολής, γ: Aπό µείωση του µεταβολισµού, δ: Mε άγνωστο µηχανισµό. A: Mειώνει την απορρόφησή της.

∆οσολογία: Aπό το στόµα: Γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος 200 mg 3 φορές ηµερησίως µετά τα κύρια γεύµατα και 400 mg πριν τη νυκτερινή κατάκλιση ή 400 mg 2 φορές την ηµέρα ή 800 mg εφάπαξ πριν τη νυκτερινή κατάκλιση αναλόγως µε την περίπτωση. Σε περίπτωση ανθεκτικών ελκών 400 mg 4 φορές ηµερησίως. Συνήθης διάρκεια θεραπείας 4-8 εβδοµάδες. - Oισοφαγιτίτιδα από γαστρο-οισοφαγική παλινδρόµιση 400 mg 4 φορές ηµερησίως για 8-12 εβδοµάδες και 400 mg εφάπαξ ή δις ηµερησίως ως δόση συντήρησης. - Σύνδροµο Zollinger - Ellison. H δόση εξατοµικεύεται αναλόγως της αναγκαιούσας για τη µείωση της γαστρικής έκκρισης. Συνήθης δόση 2 g/24ωρο, η οποία µπορεί να αυξηθεί. - Σύνδροµο βραχέος εντέρου 1 g/ 24ωρο σε κατανεµηµένες δόσεις. Παρεντερικώς: Eνδοµυϊκώς ή βραδέως ενδοφλεβίως 200 mg/4-6 ώρες. Σε στάγδην διαλείπουσα έγχυση 200-300 mg αραιωµένα σε 50ml διαλύµατος δεξτρόζης 5-10% ή χλωριούχου νατρίου 0.9% που εγχέονται σε 20-30 λεπτά κάθε 4-6 ώρες. Σε συνεχή στάγδην χορήγηση το φάρµακο αραιώνεται σε συµβατά διαλύµατα και χορηγείται µε ρυθµό 37.5-75 mg/ώρα. Mέγιστη παρεντερική δόση 2 g/24ωρο. Για παιδιά συνιστώµενη δόση 20-30 mg/kg/24ωρο (p.o ή παρεντερικώς). Σταθερότητα-Φύλαξη: Nα φυλάσσεται σε θερµοκρασία δωµατίου. ∆ιαλύµατα παρασκευαζόµενα για παρεντερική χορήγηση διατηρούνται σταθερά, σε θερµοκρασία δωµατίου, για 48 ώρες. Mορφές-Περιεκτικότητες: tablets 200 mg, 300 mg f.c. tablets 200 mg, 400 mg inject. solution 200 mg/2 ml-amp, 300 mg/3 ml-amp Iδιοσκευάσµατα: ALKASTOM/Panvifarm: tab 200 mg x 50, 1788, 300 mg x 50, 2776 BESIDIN/Coup: tab 200 mg x 50, 1788 TAGAMET/Vianex: f.c.tab 200 mg x 50, 2235, 400mg x 25, 2279, inj.sol 200 mg/2 ml-amp x 10, 1229 TAMPER/Gap: tab 200 mg x 50, 1788, 300 mg x 30, 1892, inj.sol 300 mg/3 ml-amp x 6, 884 GRINOLON/Relyo: tab 200 mg x 50, 1788

PANITI∆INH Υ∆ΡΟΧΛΩΡΙΚΗ Ranitidine Hydrochloride Eνδείξεις, Aντενδείξεις: Bλ. Σιµετιδίνη και εισαγωγή. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Kεφαλαλγία (3%). Σπανιότερα (<1%) ζάλη, αδιαθεσία, δυσκοιλιότητα ή διάρροια, ναυτία, κοιλιακά άλγη, εξανθήµατα. Σπανιότατα έχουν αναφερθεί κνησµός, βραδυκαρδία, οπτικές διαταραχές, γυναικοµαστία, αιµατολογικές διαταραχές, όπως λευκοπενία ή θροµβοκυτοπενία, ηπατίτιδα, αύξηση της γ-GT και κρεατινίνης του ορού. Aλληλεπιδράσεις: Mειώνει την απορρόφηση της κετοκοναζόλης και δίνει ψευδώς θετικές αντιδράσεις παρουσίας λευκώµατος στα ούρα µε Multistix. Tα αντιόξινα δεν επηρεάζουν την απορρόφησή της. Προσοχή στη χορήγηση: Σε σοβαρή νεφρική ή ηπατική ανεπάρκεια να µειώνεται ανάλογα η δόση. Kύηση και γαλουχία βλ. Σιµετιδίνη. Για την ασφάλεια και αποτελεσµατικότητα στα παιδιά δεν υπάρχει επαρκής κλινική εµπειρία. ∆οσολογία: Aπό το στόµα: Γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος 150 mg 2 φορές την ηµέρα ή 300 mg εφάπαξ πριν από τη νυκτερινή κατάκλιση για 4-8 εβδοµάδες. Σε περιπτώσεις ανθεκτικών ελκών χορηγούνται 300 mg 2 φορές την ηµέρα. ∆όση συντήρηρης 150 mg πριν από τη νυκτερινή κατάκλιση. Πρόληψη ελκών από MΣAΦ: 150 mg 2 φορές την ηµέρα. Oισοφαγίτιδα από γαστρο-οισοφαγική παλινδρόµηση συνήθως 150 mg 2-4 φορές ηµερησίως, αναλόγως της βαρύτητας για χρονικό διάστηµα µέχρι και 12 εβδοµάδων. Σύνδροµο Zollinger - Ellison: µέχρι και 3 g/24ωρο αναλόγως µε την περίπτωση. Συνήθης δόση 600-900 mg/24ωρο. Σε παιδιά ηλικίας 8-18 ετών οι χρησιµοποιηθείσες δόσεις κυµαίνονται από 50-150 mg δύο φορές την ηµέρα. Bλ. επίσης προσοχή στη χορήγηση. Παρεντερικώς: Bραδέως ενδοφλεβίως (σε 5-6 λεπτά) 50 mg/6-8 ώρες αραιωµένα σε 20 ml διαλύµατος δεξτρόζης 5-10% ή χλωριούχου νατρίου 0.9%. Σε στάγδην διαλείπουσα έγχυση 25 mg/ώρα για 2 ώρες και επανάληψη µε µεσοδιαστήµατα 6-8 ωρών. Σε συνεχή στάγδην έγχυση το φάρµακο αραιώνεται σε ικανό όγκο και χορηγείται µε ρυθµό 6.25 mg/ώρα. Xειρουργικές επεµβάσεις: εφάπαξ 150 mg 2 ώρες πριν από την έναρξη της γενικής αναισθησίας. Tοκετός: προφυλακτικώς 150 mg πριν την έναρξη και στη συνέχεια 150 mg/6ωρο. Mορφές-Περιεκτικότητες: tablets 150 mg c. tablets 150 mg, 300 mg ef. tablets 300 mg f.c. tablets 150 mg, 300 mg s.r.f.c. tablets 150 mg syrup 75 mg/5 ml inject. solution 50 mg/2 ml-amp, 50 mg /5 ml-amp Iδιοσκευάσµατα: ALPHADINE/Μινερβα: f.c.tab 150 mg x 20, 2537

Σελίδα 6 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 7: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

ALPHADINE/Μινερβα: f.c.tab 150 mg x 20, 2537 BAROXAL/Remek: f.c.tab 150 mg x 20, 3017 BINDAZAC/Norma: c.tab 150 mg x 20, 2537, 300 mg x 10, 2498, syr 75 mg/5 ml x 300 ml, 3187 BLUMOL/Μεντινοβα: c.tab 150 mg x 20, 2537, f.c.tab 300 mg x 10, 2498 BRIXORAL/Ζηκιδης: f.c.tab 150 mg x 20, 2537, syr 75 mg/5 ml x 300 ml, 3187 EZOPTA/Biomedica-Chemica: c.tab 150 mg x 20, 2537 EPADOREN/Demo: c.tab 150 mg x 20, 2537, inj.sol 50 mg/2 ml-amp x 5, 1228, syr 75 mg/5 ml x 300 ml, 3187 ZANTAC/Glaxo Wellcome: f.c.tab 150 mg x 20, 3017, 300 mg x 10, 3001, ef.tab 300 mg x 10, 2999, inj.sol 50 mg/2 ml-amp x 5, 1534 ZOLIDEN/Uni-Pharma: f.c.tab 150 mg x 20, 2537, 300 mg x 10, 2498 ZURFIX/Φοινιξφαρµ: f.c.tab 150 mg x 20, 2537 GALEBIRON/Biomedica-Chemica: f.c.tab 150 mg x 20, 2537 GAPROXEN/Gap: f.c.tab 150 mg x 20, 2537, 300 mg/tab x 10, 2498, inj.sol 50 mg/5 ml-amp x 5, 1228 GERTOCALM/Φαραν: f.c.tab 150 mg x 20, 2537 LOMADRYL/Χρισπα Αλφα Φαρµ/κη: c.tab 150 mg x 20, 2537, 300 mg x 10, 2498, syr 75 mg/5 ml x 300 ml, 3187 LUMAREN/Elpen: c.tab 150 mg x 20, 2537, inj.sol 50 mg/2 ml x 5, 1228 NIPODUR/Ανφαρµ: f.c.tab 150 mg x 20, 2537, 300mg x 20, 4394 NITISED/Πετσιαβας: f.c.tab 150 mg x 20, 2537 ODANET/Farmanic: f.c.tab 300 mg x 10, 2500 PTINOLIN/Help: f.c.tab 150 mg x 20, 2537, inj.sol 50 mg/2 ml-amp x 5, 1228 RANITIDINE/BIOSTAM/Βιοσταµ: f.c.tab 150 mg x 20, 2537 RESTOPON/Bros: c.tab 150 mg x 20, 2537, 300 mg x 20, 4394 ROTHONAL/Vilco: c.tab 150 mg x 20, 2537 SEMUELE/Doctum: s.r.f.c.ta 150 mg x 20, 2537 SMARIL/Coup: tab 150 mg x 20, 2537 SPECINOR/Specifar: f.c.tab 150 mg x 20, 2537 SYNTHOMANET/Remedina: f.c.tab 150 mg x 20, 2800 TUPAST/Kleva: f.c.tab 150 mg x 20, 2537, 300 mg x 10, 2498 VERLOST/Rafarm: c.tab 150 mg x 20, 2537

PANITI∆INH BIΣMOYΘIO KITPIKO (N) Ranitidine Bisbuth Citrate Eνδείξεις: Θεραπεία εκρίζωσης H. pylori σε περιπτώσεις γαστροδωδεκαδακτυλικού έλκους (θεραπεία επούλωσης και πρόληψης υποτροπών), σε συνδυασµό µε αντιµικροβιακό. Aντενδείξεις: Yπερευαισθησία στα συστατικά του φαρµάκου, βαριά νεφρική ανεπάρκεια (κάθαρση κρεατινίνης < 25 ml/min). Aνεπιθυµήτες ενέργειες: Tο φάρµακο γενικώς είναι καλώς ανεκτό. Έχουν αναφερθεί σπάνιες περιπτώσεις αντιδράσεων υπερευαισθησίας µε κνησµό, εξανθήµατα και αναφυλακτικές εκδηλώσεις καθώς επίσης διάρροια, κοιλιακά ενοχλήµατα, επιγαστραλγία, κεφαλαλγία, αναιµία, αύξηση των τρανσαµινασών. Eπίσης είναι δυνατόν να παρατηρηθούν οι ανεπιθύµητες ενέργειες της ρανιτιδίνης (βλ. σχετικώς). Aλληλεπιδράσεις: Bλ. Pανιτιδίνη και Tρικαλιούχο δικιτρικό βισµούθιο. Προσοχή στη χορήγηση: Σε ηλικιωµένα άτοµα, νεφρική ανεπάρκεια (βλ. αντενδείξεις), πορφυρινουρία. Σε ηπατική ανεπάρκεια δε συνιστάται τροποποίηση της δόσης. Σε παιδιά δεν υπάρχει εµπειρία. H συνολική διάρκεια χορήγησης του φαρµάκου να µην υπερβαίνει τις 16 εβδοµάδες. Nα επισηµαίνεται στους λαµβάνοντες το φάρµακο η µέλαινα χρώση της γλώσσας και των κοπράνων. Kύηση-Γαλουχία: ∆εν υπάρχουν δεδοµένα για ασφαλή χορήγηση και ως εκτούτου δε συνιστάται. Σε πειραµατόζωα µικρές ποσότητες ρανιτιδίνης και βισµουθίου ανευρίσκονται στο γάλα. Στον άνθρωπο δεν υπάρχουν δεδοµένα. Nα αποφεύγεται η χρήση του σε θηλάζουσες. ∆οσολογία: Συνήθης δόση 400 mg 2 φορές την ηµέρα σε συνδυασµό µε αντιµικροβιακό (π.χ. κλαριθροµυκίνη 1-1.5 g ή αµοξυκιλλίνη 2 g) για 2 εβδοµάδες και ακολούθως συνέχιση της αγωγής στην ίδια δόση µε µόνο το φάρµακο ή µόνο µε ρανιτιδίνη για άλλες 2 εβδοµάδες. Mορφές-Περιεκτικότητες: f.c. tablets 400 mg Iδιοσκευάσµατα: PYLORID/Glaxo Wellcome: f.c.tab 400 mg x 28, 7946

ΦAMOTI∆INH Famotidine Eνδείξεις, Aντενδείξεις: Bλ. Σιµετιδίνη και εισαγωγή. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Σπανίως έχουν αναφερθεί διάρροια, δυσκοιλιότητα, κεφαλαλγία, ζάλη. Aκόµα σπανιότερα εξανθήµατα, κνίδωση, ανορεξία, κόπωση, µυϊκές κράµπες, διαταραχές της ισορροπίας, ανικανότητα, ξηροστοµία, ναυτία ή και έµετοι, διαταραχές των ηπατικών ενζύµων, µικρή αύξηση χολερυθρίνης, των ηωσινοφίλων, χολοστατικός ίκτερος, κατάθλιψη, άγχος, σύγχυση, παραισθήσεις, τοξική επιδερµική νεκρόλυση. Aλληλεπιδράσεις: ∆εν αναφέρονται ιδιαίτερες. Tο φάρµακο δεν επιταχύνει την απορρόφηση της αιθυλικής αλκοόλης από τον στόµαχο. Eπίσης η παρουσία τροφών στον στόµαχο δεν επηρεάζει τη βιοδιαθεσιµότητα του φαρµάκου. Προσοχή στη χορήγηση: Σε σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια να µειώνεται η δόση (βλ. πίνακα 1.1). Σε ηπατική ανεπάρκεια δεν απαιτείται µείωση της δόσης. Στα παιδιά δεν υπάρχει εµπειρία. Kύηση-Γαλουχία: Bλ. Σιµετιδίνη. ∆οσολογία: Aπό το στόµα: Γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος 40 mg εφάπαξ πριν από τη νυκτερινή κατάκλιση για 4-8 εβδοµάδες. ∆όση συντήρησης 20 mg πριν από τη νυκτερινή κατάκλιση. Oισοφαγίτιδα από γαστρο-οισοφαγική παλινδρόµηση 20-40 mg 2 φορές την ηµέρα, αναλόγως της βαρύτητας. ∆όση συντήρησης 20 mg 2 φορές την ηµέρα. Σύνδροµο Zollinger-Ellison µέχρι 800 mg/24ωρο, αναλόγως µε την περίπτωση. Συνήθως χορηγούνται 20 mg/ 6ωρο αναπροσαρµοζόµενης της δόσης αναλόγως των εκάστοτε αναγκών. Παρεντερικώς: Bραδέως ενδοφλεβίως (σε 2 λεπτά) 20 mg/12ωρο αραιωµένα σε 5-20 ml διαλύµατος δεξτρόζης 5-10% ή χλωριούχου νατρίου 0.9%. Σε στάγδην διαλείπουσα έγχυση 20 mg/12ωρο αραιωµένα σε

Σελίδα 7 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 8: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

δεξτρόζης 5-10% ή χλωριούχου νατρίου 0.9%. Σε στάγδην διαλείπουσα έγχυση 20 mg/12ωρο αραιωµένα σε 100 ml για διάστηµα µεγαλύτερο των 30 λεπτών κάθε 12 ώρες. Mορφές-Περιεκτικότητες: c. tablets 20 mg, 40 mg f.c. tablets 20 mg, 40 mg ly. pd. injection 20 mg/vial Iδιοσκευάσµατα: ANSILAN/Cosmopharm: f.c.tab 20 mg x 20, 2358, 40 mg x 10, 2330 BANATIN/Remedina: c.tab 20 mg x 50, 5186, f.c.tab 40 mg x 10, 2330 CEPAL/Demo: c.tab 40 mg x 10, 2330 ESSELDON/Ανφαρµ: f.c.tab 20 mg x 20, 2358, 40 mg x 20, 4101 GASTEROGEN/Φαραν: c.tab 20 mg x 20, 2358 IMPOSERGON/Rafarm: c.tab 40 mg x 10, 2330 MOSTRELAN/Χρισπα Αλφα Φαρµ/κη: c.tab 20 mg x 20, 2358, 40 mg x 20, 4101 PANALBA/Help: f.c.tab 20 mg x 20, 2358, 40 mg x 10, 2330, PEPTAN/Vianex: f.c.tab 20 mg x 20, 2947, 40 mg x 10, 2913, ly.pd.inj 20 mg/vial x 5, 1500 SEDANIUM-R/Coup: c.tab 40 mg x 10, 2330 VEXURAT/Μεντινοβα: f.c.tab 20 mg x 20, 2358, 40 mg x 10, 2330

NIZATI∆INH Nizatidine Eνδείξεις: Γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος. Oισοφαγίτιδα από γαστρο-οισοφαγική παλινδρόµηση. Aντενδείξεις: Bλ. Σιµετιδίνη. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Yπνηλία, εφιδρώσεις, κνίδωση. Eπίσης πολύ σπανίως έχουν αναφερθεί κεφαλαλγία, καταβολή, εφιάλτες, θωρακικά άλγη, µυαλγίες, εξανθήµατα, ρινίτιδα, φαρυγγίτιδα, βήχας, παροδική αύξηση των τρανσαµινασών και χολερεθρίνης, ηπατίτιδα, διανοητική σύγχυση, θροµβοκυτοπενία, ηωσινοφιλία, πυρετός, ναυτία, αναφυλακτικές εκδηλώσεις. Σε ταχεία ενδοφλέβια χορήγηση µπορεί να παρατηρηθούν βραδυκαρδία ή και ταχυκαρδία. Aλληλεπιδράσεις: Λόγω της ελάχιστης σύνδεσής της µε το κυτόχρωµα P450 δεν αλληλεπιδρά µε θεοφυλλίνη, διαζεπάµη, χλωροδιαζεποξίδη, µετοπρολόλη, βαρφαρίνη, λοραζεπάµη, φαινυτοΐνη και λιδοκαΐνη. Προσοχή στη χορήγηση: Σε ηπατική και κυρίως νεφρική ανεπάρκεια να µειώνεται η δόση (βλ. πίνακα 1.1). Σε παιδιά δεν υπάρχει επαρκής εµπειρία. Kύηση-Γαλουχία: Bλ. Σιµετιδίνη. ∆οσολογία: Aπό το στόµα: Γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος 300 mg πριν από τη νυκτερική κατάκλιση ή 150 mg δις της ηµέρας για 4-8 εβδοµάδες αναλόγως µε τη περίπτωση. ∆όση συντήρησης 150 mg ηµερησίως, κατά προτίµηση πριν από τη νυκτερική κατάκλιση. Oισοφαγίτιδα από γαστρο-οισοφαγική παλινδρόµηση 150 mg δις της ηµέρας για χρονικό διάστηµα µέχρι 12 εβδοµάδων. Παρεντερικώς: Σε στάγδην διαλείπουσα έγχυση 100 mg/8ωρο αραιωµένα σε 50 ml διαλύµατος δεξτρόζης 5-10% ή χλωριούχου νατρίου 0.9% εγχεόµενα σε 15 λεπτά τρις ηµερησίως. Σε συνεχή στάγδην έγχυση 300 mg αραιωµένα σε 150 ml συµβατού διαλύµατος εγχέονται µε ρυθµό 10 mg/ ώρα. H ηµερήσια δόση να µην υπερβαίνει τα 480 mg. Σταθερότητα-Φύλαξη: Nα φυλάσσεται σε θερµοκρασία δωµατίου προστατευµένο από την επίδραση ισχυρού φωτός. Tα για παρεντερική χορήγηση παρασκευαζόµενα διαλύµατα διατηρούνται σταθερά σε θερµοκρασία δωµατίου για 48 ώρες. Mορφές-Περιεκτικότητες: capsules 150 mg, 300 mg inject. solution infusion 100 mg/4 ml Iδιοσκευάσµατα: AXID/Φαρµασερβ Λιλλυ: caps 150 mg x 14, 2777, 300 mg x 7, 2777, inj.so.inf 100 mg/ 4 ml-amp x 5, 1321

POΞATI∆INH Roxatidine Eνδείξεις: Γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος. Aντενδείξεις: Nεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου. Bλ. επίσης Σιµετιδίνη. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Aναφέρονται σε συχνότητα 1.7-4.1%. Eξανθήµατα (τα συχνότερα), δυσκοιλιότητα, διάρροια, ναυτία, έµετοι, δυσφαγία, κεφαλαλγία, ζάλη, αϋπνίες. Σπανίως επίσης αναφέρονται ίλιγγος, διαταραχές της όρασης, κνησµός, µυαλγίες, αρθραλγίες, αύξηση ή µείωση της καρδιακής συχνότητας, παροδική µείωση της libido, αύξηση των ηπατικών ενζύµων, λευκοπενία, θροµβοκυτοπενία. Aλληλεπιδράσεις: Λόγω πολύ µικρής συγγένειας µε το κυτόχρωµα P450 δεν αναφέρονται κλινικώς σηµαντικές αλληλεπιδράσεις µε διαζεπάµη, θεοφυλλίνη, κλπ. Eπίσης µπορεί να µειώσει την απορρόφηση της κετοκοναζόλης ή να ενισχύσει τη δράση της µιδαζολάµης. Προσοχή στη χορήγηση: Σε νεφρική ανεπάρκεια να µειώνεται η δόση (βλ. πίνακα 1.1) και σε ηπατική να αποφεύγεται η χορήγηση (δεν υπάρχει εµπειρία). Σε παιδιά κάτω των 14 ετών δεν υπάρχει κλινική εµπειρία. Kύηση-Γαλουχία: Bλ. Σιµετιδίνη. ∆οσολογία: Συνήθης δόση 150 mg πριν από τη νυκτερική κατάκλιση ή 75 mg δις της ηµέρας για 4-8 εβδοµάδες, αναλόγως µε την περίπτωση. Σε ασθενείς µε ιστορικό υποτροπών του έλκους η χορήγηση του φαρµάκου µπορεί να παραταθεί µε δόση 75 mg κάθε βράδυ. Λοιπά: Bλ. Σιµετιδίνη. Mορφές-Περιεκτικότητες: co.r.f.c. tablets 75 mg, 150 mg Iδιοσκευάσµατα: ROXANE/Lavipharm: co.r.f.c.t 75 mg x 14, 3028, 150 mg x 14, 5411

1.1.3 Aναστολείς της αντλίας πρωτονίων Oι ανταγωνιστές της αντλίας πρωτονίων αποτελούν, µετά τους H2-ανταγωνιστές, νέο σηµαντικό σταθµό στην εξέλιξη της θεραπείας του έλκους. Tα σηµαντικά τους πλεονεκτήµατα, σε σχέση µε τους H2-ανταγωνιστές, συνίστανται: - στην ισχυρότερη ανασταλτική τους δράση στην έκκριση του υδροχλωρικού οξέος, - στη σηµαντική µείωση του χρόνου επούλωσης του έλκους και

Σελίδα 8 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 9: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

- στη σηµαντική µείωση του χρόνου επούλωσης του έλκους και - στο γεγονός ότι, συνδυαζόµενα µε αντιµικροβιακά φάρµακα, επιτυγχάνουν εκρίζωση του H.p. σε πάσχοντες από πεπτικό έλκος (βλ. 1.1.5). Στη κατηγορία αυτή ανήκουν οι υποκατασταθείσες βενζιµιδαζόλες οµεπραζόλη, λανσοπραζόλη και παντοπραζόλη. Oι ουσίες αυτές αποτελούν ισχυρούς αντιεκκριτικούς παράγοντες, αναστέλλοντας τη δράση του ενζύµου H+K+/ ATPάση, που ευρίσκεται στη µεµβράνη των τοιχωµατικών κυττάρων του στοµάχου. Tο ένζυµο αυτό θεωρείται ως "αντλία οξέος" ή "αντλία πρωτονίων", απ'όπου και η ονοµασία της κατηγορίας. H αντλία πρωτονίων αποτελεί το τελικό στάδιο στην έκκριση του υδροχλωρικού οξέος. O µεταβολισµός τους γίνεται στο ήπαρ και επηρεάζεται από το κυτόχρωµα P450. Σχετική, ίσως, εξαίρεση αποτελεί η παντοπραζόλη, που εµφανίζει µικρότερη συγγένεια µε το τελευταίο. H σχέση τους µε το κυτόχρωµα P450 έχει σηµασία για τις ενδεχόµενες αλληλεπιδράσεις µε άλλα φάρµακα. Σε ηπατική ανεπάρκεια πάντως, όπως και σε ηλικιωµένους, δεν απαιτείται συνήθως µείωση της δόσης. Eκτός της χρήσης τους στο πεπτικό έλκος οι ανταγωνιστές της αντλίας πρωτονίων χρησιµοποιούνται ως φάρµακα εκλογής σε βαριές οισοφαγίτιδες, που συνήθως, δεν ανταποκρίνονται στους H2-ανταγωνιστές. Για χρήση τους στην εκρίζωση του H.p. βλ. 1.1.5.

OMEΠPAZOΛH Omeprazole Eνδείξεις: Eνεργό γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος (θεραπεία επούλωσης και πρόληψης υποτροπών) - Θεραπεία επούλωσης ανθεκτικών, σε άλλα θεραπευτικά µέσα, ελκών - Θεραπεία εκρίζωσης H.p. σε συνδυασµό µε αντιβιοτικά - Oισοφαγίτιδα από γαστρο-οισοφαγική παλινδρόµηση (θεραπευτικώς και πρόληψη υποτροπών). Σύνδροµο Zollinger-Ellison. Πρόληψη εισρόφησης γαστρικού περιεχοµένου στις αναπνευστικές οδούς κατά τη διάρκεια της γενικής αναισθησίας για χειρουργικές επεµβάσεις. Aντενδείξεις: Γνωστή υπερευαισθησία στο φάρµακο ή στα συστατικά των διαφόρων ιδιοσκευασµάτων. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Nαυτία, κεφαλαλγία, διάρροια, δυσκοιλιότητα, µετεωρισµός, εξανθήµατα. Σπανίως έχουν αναφερθεί κνησµός, κνίδωση, φωτοευαισθησία, αλωπεκία, αρθραλγίες, µυική αδυναµία, µυαλγίες, ζάλη, παραισθήσεις, σύγχυση ή διέγερση, κατάθλιψη, ψευδαισθήσεις, ξηροστοµία, στοµατίτιδα, παγκρεατίτιδα, αύξηση των ηπατικών ενζύµων, χολερυθρίνης, γυναικοµαστία, λευκοπενία, θροµβοκυτοπενία, περιφερικό οίδηµα, θάµβος οράσεως, διαταραχές της γεύσης, ιδρώτες, αγγειονευρωτικό οίδηµα, πυρετός, βρογχόσπασµος, διάµεση νεφρίτιδα. Σε χορήγηση µεγάλων δόσεων (π.χ. στην αντιµετώπιση του συνδρόµου Zollinger-Ellison) έχουν αναφερθεί σε ικανή συχνότητα, κεφαλαλγία (6.9%), διάρροια (3%), κοιλιακά άλγη (2.4%) και µεµονωµένες περιπτώσεις ανάπτυξης καλοήθων αδενικών γαστρικών πολυπόδων, που υποστρέφουν µε τη διακοπή της θεραπείας. Aλληλεπιδράσεις: H οµεπραζόλη µεταβολίζεται από το σύστηµα του κυτοχρώµατος P450 και εποµένως µπορεί δυνητικά να επιδρά στον µεταβολισµό φαρµάκων που επίσης µεταβολίζονται µέσω αυτού του συστήµατος. ∆εν µεταβάλλει την φαρµακοκινητική της από του στόµατος χορηγούµενης προπρανολόλης, θεοφυλλίνης, λιδοκαΐνης και κινιδίνης. Aλληλεπιδρά µε το R εναντιοµερές της βαρφαρίνης και εποµένως η πηκτικότητα του αίµατος θα πρέπει να ελέγχεται τακτικά όταν τα δύο φάρµακα χορηγούνται ταυτόχρονα. Eπιβραδύνει σηµαντικά τον µεταβολισµό της διαζεπάµης και αυξάνει τα επίπεδά της στο αίµα, όµως αυτό δεν αποτελεί µεγάλο πρόβληµα στην καθηµερινή κλινική πράξη. Άρρωστοι που παίρνουν θεραπευτικά φαινυτοΐνη είναι δυνατόν να αναπτύξουν τοξικότητα από το φάρµακο, εφόσον παίρνουν ταυτόχρονα οµεπραζόλη. Προσοχή στη χορήγηση: Παρατεταµένη αναστολή της έκκρισης του υδροχλωρικού οξέος προκαλούµενη από µακρά χορήγηση οµεπραζόλης έχει ως αποτέλεσµα υπεργαστριναιµία. Σε προκλινικές τοξικολογικές µελέτες σε ποντίκια, αυτό έχει ως αποτέλεσµα υπερπλασία των κυττάρων του στοµάχου που προσοµοιάζουν προς τα εντεροχρωµατινικά και ανάπτυξη καρκινοειδών όγκων. Tέτοιες βλάβες δεν έχουν παρατηρηθεί σε ανθρώπους. Kύηση-Γαλουχία: πρέπει να σταθµίζεται η ωφέλεια από την χορήγηση σε σχέση µε τον πιθανό κίνδυνο. ∆εν είναι γνωστό αν το φάρµακο αποβάλλεται στο γάλα. Nα σταθµίζεται το ενδεχόµενο διακοπής ή µη του θηλασµού. Xορήγηση στα παιδιά: ∆εν υπάρχει εµπειρία. ∆οσολογία: Aπό το στόµα: Γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος για θεραπεία επούλωσης 20 mg εφάπαξ ηµερησίως για 2-4 (δωδεκαδακτυλικό έλκος) ή 4-8 εβδοµάδες (γαστρικό έλκος). Aνθεκτικά έλκη για θεραπεία επούλωσης 40 mg εφάπαξ ηµερησίως µέχρι 8 εβδοµάδες (βλ. επίσης εισαγωγή 1.1). ∆όση συντήρησης για πρόληψη υποτροπών στις ανωτέρω ενδείξεις συνήθως 10-20mg εφάπαξ ηµερησίως. Oισοφαγίτιδα από γαστρο-οισοφαγική παλινδρόµηση 20 mg ηµερησίως για 4-8 εβδοµάδες. Σε οισοφαγίτιδα ανθεκτική σε H2-ανταγωνιστές 20 mg δις της ηµέρας (ή 40 mg εφάπαξ) για µακρό χρονικό διάστηµα (µέχρι και µηνών). Σύνδροµο Zollinger-Ellison: Oι δόσεις εξατοµικεύονται αναλόγως της περίπτωσης. Πάντως έχουν χορηγηθεί δόσεις > 40 mg ηµερησίως µέχρι και 5 έτη. Συνήθης ηµερήσια δόση 80-120 mg εφάπαξ ή σε 2 δόσεις. Πρόληψη εισρόφησης γαστρικού περιεχοµένου στις αναπνευστικές οδούς 40 mg το εσπέρας της προηγούµενης της εγχείρησης ηµέρας και 40 mg 1-4 ώρες πριν από την εγχείρηση. Σταθερότητα-Φύλαξη: Nα διατηρείται σε θερµοκρασία δωµατίου. . Mορφές-Περιεκτικότητες: e.c. capsules 20 mg Iδιοσκευάσµατα: BELIFAX/Φαρµατεν: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 EZIPOL/Kleva: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 ELKOSTOP/Φοινιξφαρµ: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 ELKOTHERAN/Bros: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 ESELAN/Ανφαρµ: e.c.caps 20 mg x 14, 6993 GERTALGIN/Φαραν: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 GLAVERAL/Help: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 LANEX/Νειαδας: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 LENAR/Biomedica-Chemica: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 LOZAPRIN/Coup: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 LOPROC/Norma: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 LOSEC/Astra: e.c.caps 20 mg x 14, 7920 MALORTIL/Specifar: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 ODAMESOL/Farmanic: e.c.caps 20 mg x 14, 6336

Σελίδα 9 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 10: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

ODAMESOL/Farmanic: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 ODASOL/GENEPHARM/Genepharm: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 OFNIMAREX/Ζηκιδης: e.c.caps 20mg x 14, 6336 OMEPROL/MEDICHROM/Medichrom: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 PENRAZOL/Elpen: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 PIP ACID/Farmanic: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 RYTHMOGASTRYL/Rafarm: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 SIERAL/Vilco: e.c.caps 20 mg x 14, 6336 UFONITREN/Proel: e.c.caps 20 mg x 14, 6336

ΛANΣOΠPAZOΛH Lansoprazole Eνδείξεις: Eνεργό γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος. Oισοφαγίτιδα από γαστρο-οισοφαγική παλινδρόµηση. Σύνδροµο Zollinger-Ellison. Aλληλεπιδράσεις: Λόγω του τρόπου µεταβολισµού θα πρέπει να αναµένονται αλληλεπιδράσεις µε άλλα φάρµακα, όπως φαινυτοΐνη, βαρφαρίνη, διαζεπάµη, αντισυλληπτικά από του στόµατος, κλπ. Σύγχρονη χορήγηση αντιόξινων δεν επηρεάζει την απορρόφησή της. Προσοχή στη χορήγηση: Σε βαριά ηπατική ανεπάρκεια οι στάθµες της στο αίµα αυξάνουν, εντούτοις δε συνιστάται µείωση της δόσης. Σε ήπια νεφρική ανεπάρκεια δεν απαιτείται τροποποίηση της δόσης. Σε σοβαρή όµως νεφρική ανεπάρκεια (κάθαρση κρεατινίνης < 30 ml/min) δεν υπάρχουν τεκµηριωµένες µελέτες που να βεβαιώνουν για την ασφαλή χορήγηση του φαρµάκου. Σε ηλικιωµένα άτοµα δεν απαιτείται τροποποίηση της δόσης. Πάντως καλό είναι να αποφεύγεται δόση άνω των 30 mg ηµερησίως. Στα παιδιά καθώς και για µακροχρόνια χορήγηση (> 8 εβδοµάδων) δεν υπάρχει επαρκής εµπειρία για ασφαλή χρήση του φαρµάκου. Σε κύηση να αντισταθµίζεται το προσδοκώµενο όφελος. Nα διακόπτεται η γαλουχία. ∆οσολογία: Θεραπεία επούλωσης 30 mg εφάπαξ ηµερησίως το πρωΐ πριν από το πρόγευµα για 2-4 και 4-8 εβδοµάδες για δωδεκαδακτυλικό και γαστρικό έλκος αντιστοίχως. Λοιπά: Bλ. Oµεπραζόλη. Mορφές-Περιεκτικότητες: e.c. capsules 15 mg, 30 mg Iδιοσκευάσµατα: LAPRAZOL/Vianex: e.c.caps 15 mg x 14, 3922, 30 mg x 14, 7908

ΠANTOΠPAZOΛH (N) Pantoprazole Eνδείξεις: Eνεργό γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος. Mέτριας και σοβαρής µορφής οισοφαγίτιδα από γαστρο-οισοφαγική παλινδρόµηση. Aλληλεπιδράσεις: Λόγω της µικρής του σχετικώς συγγένειας µε το κυτόχρωµα P450 οι αλληλεπιδράσεις µε άλλα φάρµακα δεν αναµένεται να έχουν ιδιαίτερη κλινική σηµασία. Προσοχή στη χορήγηση: Σε ηλικιωµένα άτοµα ή µε σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια να µην υπερβαίνεται η ηµερήσια δόση των 40 mg. Στα παιδιά καθώς και για µακροχρόνια χορήγηση (> 8 εβδοµάδων) δεν υπάρχει κλινική εµπειρία για ασφαλή χρήση του φαρµάκου. Kύηση, γαλουχία: Nα σταθµίζεται η αναµενόµενη ωφέλεια µε τους πιθανούς κινδύνους. ∆οσολογία: ∆ωδεκαδακτυλικό έλκος για θεραπεία επούλωσης συνήθης δόση 40 mg ηµερησίως για 2-4 εβδοµάδες. Γαστρικό έλκος για θεραπεία επούλωσης 40 mg ηµερησίως για 4-8 εβδοµάδες. Oισοφαγίτιδα από γαστρο-οισοφαγική παλινδρόµηση συνήθως 40 mg για 4-8 εβδοµάδες. Λοιπά: Bλ. Oµεπραζόλη. Mορφές-Περιεκτικότητες: e.c. tablets 40 mg Iδιοσκευάσµατα: Pantoprazole sodium sesquihydrate: CONTROLOC/Synthelabo Lavipharm: e.c.tab 40 mg x 14, 8284- x 28, 16153 ZURCAZOL/Nycomed: e.c.tab 40 mg x 14, 8284- x 28, 16153

1.1.4 Kυτταροπροστατευτικά Στην επούλωση του πεπτικού έλκους σηµαντικό ρόλο παίζουν η κινητοποίηση και ενίσχυση µηχανισµών, που ασκούν κυτταροπροστατευτική δράση. Στην κατηγορία αυτή, αν και µε διαφορετικό µηχανισµό δράσης η καθεµία, περιλαµβάνονται διάφορες κολλοειδείς ενώσεις του βισµουθίου ή και του αργιλίου, ορισµένες προσταγλανδίνες και διάφορες άλλες ουσίες.

1.1.4.1 Kολλοειδείς ενώσεις βισµουθίου /αργιλίου Tο τρικαλιούχο δικιτρικό βισµούθιο (ή υποκιτρικό βισµούθιο) αποτελεί σύµπλοκη ένωση βισµουθίου και κιτρικού οξέος. Tο φάρµακο ευνοεί την επούλωση του πεπτικού έλκους ασκώντας τοπική προστατευτική δράση. Tα τελευταία χρόνια έχει δοθεί µεγαλύτερη έµφαση στο φάρµακο χάρις στη χρήση του, σε συνδυασµό µε αντιµικροβιακά, στη θεραπεία εκρίζωσης του H.p. φάρµακα (µετρονιδαζόλη, αµπικιλλίνη, αµοξυκιλλίνη, κ.ά.) σε τριπλά σχήµατα. Aν και η δράση του είναι τοπική, εντούτοις µικρή ποσότητα (0.2%) απορροφάται και εναποτίθεται στους διάφορους ιστούς και κυρίως στον εγκέφαλο. H αποβολή του γίνεται από τους νεφρούς σε διάστηµα µεγαλύτερο του τριµήνου. Σε θεραπεία πάντως 4 εβδοµάδων τα επίπεδά του στο αίµα δεν υπερβαίνουν τα 50 µg/L (όρια ασφαλείας). Σε νεφρική ανεπάρκεια υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης εγκεφαλοπάθειας. H βραδεία αποβολή του φαρµάκου και η εναπόθεσή του στους ιστούς αποκλείουν τη χρήση του για µακρά θεραπεία συντήρησης (πρόληψη υποτροπών). H σουκραλφάτη είναι σύµπλοκη ένωση υδροξειδίου του αργιλίου µε θειωµένη σακχαρόζη, αδιάλυτη στο ύδωρ και το οινόπνευµα. Στο όξινο περιβάλλον του στοµάχου πολυµερίζεται µετατρεπόµενη σε εντόνως κολλώδη και ιξώδη γέλη, ενώ η εξουδετερωτική του οξέος ικανότητα είναι αµελητέα. H σχηµατιζόµενη γέλη προσκολλάται στο επιθήλιο του

Σελίδα 10 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 11: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

η εξουδετερωτική του οξέος ικανότητα είναι αµελητέα. H σχηµατιζόµενη γέλη προσκολλάται στο επιθήλιο του γαστρικού βλεννογόνου και τις ελκωτικές επιφάνειες σχηµατίζοντας προστατευτική στιβάδα. H απορρόφηση του φαρµάκου από το έντερο είναι πολύ µικρή (3-5%) και η αποβολή του γίνεται από τους νεφρούς. Σε νεφρική ανεπάρκεια υπάρχει κίνδυνος από τις αυξηµένες τιµές του αργιλίου στο αίµα (βλ. εισαγωγή Aντιόξινων). H επουλωτική ικανότητα και των δύο φαρµάκων θεωρείται συγκρίσιµη µε εκείνη των H2-ανταγωνιστών.

TPIKAΛIOYXO ∆IKITPIKO BIΣMOYΘIO Tripotassium Dicitrato Bismuthate Eνδείξεις: Γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος. Aντενδείξεις: Kύηση, βαριά νεφρική ανεπάρκεια. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Σπανίως αναφέρονται ναυτία, ξηροστοµία, δυσκοιλιότητα, επιγαστρική δυσφορία, επίταση του πόνου του έλκους, εξανθήµατα. Σπανιότατα και σε επανειληµµένους κύκλους θεραπείας µε υψηλές δόσεις, περιγράφεται εγκεφαλοπάθεια. Nα σηµειωθεί η παροδική αµαύρωση οδόντων και γλώσσας καθώς και µέλαινα χροιά των κοπράνων κατά τη διάρκεια λήψης του φαρµάκου. Aλληλεπιδράσεις: Mε αντιόξινα, τροφές ή γάλα σχηµατίζονται χηλικές ενώσεις του βισµουθίου, που µειώνουν την αποτελεσµατικότητά του. H προκαλούµενη επίσης αύξηση του pH εµποδίζει την κατακρήµνιση του βισµουθίου στις ελκωτικές βλάβες. Προσοχή στη Xορήγηση: Σε άτοµα µε νεφρική ανεπάρκεια (βλ. εισαγωγή). Σε ανάγκη λήψης αντιόξινων η χορήγησή τους να γίνεται ½ ώρα πριν ή 2 ώρες µετά τη χορήγηση του βισµουθίου. Eπίσης το φάρµακο να λαµβάνεται 1 ώρα πριν ή 1 ώρα µετά τη λήψη τροφής. ∆οσολογία: H συνήθης δόση είναι 300 mg 4 φορές την ηµέρα ή 600 mg 2 φορές. Σε ανθεκτικά έλκη µπορούν να χορηγηθούν 300 mg 6 φορές ηµερησίως. Mορφές-Περιεκτικότητες: c. tablets 300(120) mg Iδιοσκευάσµατα: DE-NOL/Γερολυµάτος: c.tab 300(120) mg x 28, 1782

ΣOYKPAΛΦAPTH Sucralfate Eνδείξεις: Γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος. Aντενδείξεις: ∆εν υπάρχουν γνωστές. Bλ. προσοχή στη χορήγηση. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Tο ποσοστό είναι χαµηλό (4.7%) λόγω έλλειψης, ουσιαστικώς, συστηµατικής δράσης. H δυσκοιλιότητα είναι η συνηθέστερη (2.2%). Eπίσης σε ποσοστό < 1% αναφέρονται ξηροστοµία, διάρροια, ναυτία, επιγαστρική δυσφορία, εξανθήµατα, ζάλη, µετεωρισµός, κεφαλαλγία, αϋπνίες. Aλληλεπιδράσεις: Mπορεί να µειώσει τη βιοδιαθεσιµότητα της βαρφαρίνης, διγοξίνης, θεοφυλλίνης, νορφλοξασίνης, ρανιτιδίνης, σιµετιδίνης, σιπροφλοξασίνης, τετρακυκλίνης, φαινυτοΐνης και πιθανώς και άλλων εξαιτίας των προσροφητικών ιδιοτήτων της. Προσοχή στη χορήγηση: Σε νεφρική ανεπάρκεια, βλ. εισαγωγή. Σε ανάγκη συγχορήγησης αντιόξινων ή άλλων φαρµάκων να µεσολαβεί µεσοδιάστηµα 2 περίπου ωρών από τη χορήγησή της. Nα χορηγείται 1 ώρα πριν ή 2 ώρες µετά τα γεύµατα για την αποφυγή δέσµευσής της από τις πρωτεΐνες των τροφών. Σε παιδιά δεν υπάρχει επαρκής εµπειρία. Kύηση-Γαλουχία: ∆εν υπάρχουν δεδοµένα για ασφαλή χορήγηση. Nα σταθµίζεται το αναµενόµενο όφελος σε σχέση µε τους ενδεχόµενους κινδύνους για το έµβρυο ή θηλάζον βρέφος. ∆οσολογία: Συνήθης δόση 1 g 4 φορές την ηµέρα. Σε ανθεκτικές περιπτώσεις µέχρι 8 g/24ωρο σε κατανεµηµένες λήψεις. ∆ιάρκεια θεραπείας 4 εβδοµάδες ή µέχρι να επουλωθεί το έλκος. Mέγιστη διάρκεια θεραπείας 12 εβδοµάδες. Σταθερότητα-Φύλαξη: Nα φυλάσσεται σε θερµοκρασία δωµατίου. Mορφές-Περιεκτικότητες: tablets 1000 mg granules oral single dose 1000 mg/sach oral suspension 1000 mg/5 ml suspension single dose 1000 mg/5 ml Iδιοσκευάσµατα: DOLISEC/Hoechst Marion Roussel: tab 1000 mg x 28, 1583, gr.or.sd 1000 mg/sachet x 28, 2189 PEPTONORM/Uni-Pharma: tab 1000 mg x 30, 1325, gr.or.sd 1000 mg/sachet x 30, 1799, oral susp 1000 mg/5 ml x 150ml, 1704, sus.sd 1000 mg/5 ml x 30 sachets, 1834

1.1.4.2 Προσταγλανδίνες Aπό τις προσταγλανδίνες στη γαστρεντερολογία χρησιµοποιείται κυρίως η µισοπροστόλη, που είναι συνθετικό ανάλογο της προσταγλανδίνης E1. Σε µικρές δόσεις έχει κυτταροπροστατευτική δράση και σε µεγαλύτερες αντιεκκριτική. Eίναι γνωστό ότι βασική αιτία των βλαβών του γαστρικού βλεννογόνου που προκαλούν τα MΣAΦ είναι η αντιπροσταγλανδινική τους δράση. Oι παραπάνω ιδιότητες της µισοπροστόλης ευρίσκουν εφαρµογή στη θεραπεία του έλκους καθώς και στην πρόληψη των, από MΣAΦ, προκαλούµενων βλαβών. Σηµαντική είναι επίσης η δράση του φαρµάκου στη µήτρα (σύσπαση των λείων µυικών ινών) µε εκτρωτικό αποτέλεσµα (10-15% αποβολές στο 1ο τρίµηνο της εγκυµοσύνης).

MIΣOΠPOΣTOΛH Misoprostol Eνδείξεις: Γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος και θεραπεία βλαβών του γαστροδωδεκαδακτυλικού βλεννογόνου που προκαλούνται από µη στεροειδή αντιφλεγµονώδη φάρµακα. Aντενδείξεις: Γνωστή υπερευαισθησία στο φάρµακο, κύηση. Aνεπιθύµητες ενέργειες: ∆ιάρροια, σε ποσοστό 10%. Άλλες σπανιότερες ανεπιθύµητες ενέργειες είναι: ναυτία, κεφαλαλγία, ζάλη, κοιλιακή δυσφορία, έµετοι, δυσκοιλιότητα, αδυναµία, εξάνθηµα, κράµπες, ξηροστοµία, πυρετός, ηωσινοφιλία, αύξηση στάθµης ηπατικών ενζύµων. Aλληλεπιδράσεις: ∆εν έχουν αναφερθεί µέχρι τώρα αλληλεπιδράσεις µε φάρµακα. Προσοχή στη χορήγηση: Σε άτοµα µε στεφανιαία νόσο ή αγγειοσκληρυντική εγκεφαλοπάθεια λόγω της πιθανότητας πτώσης της πίεσης από τη χορήγηση του φαρµάκου. Eάν µια γυναίκα συλλάβει κατά τη διάρκεια

Σελίδα 11 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 12: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

πιθανότητας πτώσης της πίεσης από τη χορήγηση του φαρµάκου. Eάν µια γυναίκα συλλάβει κατά τη διάρκεια θεραπείας µε µισοπροστόλη, πρέπει να διακόψει τη λήψη του φαρµάκου. ∆οσολογία: Συνήθης δόση για το πεπτικό έλκος: 800 mcg/24ωρο σε 2 ή 4 δόσεις, µετά τη γεύµατα, για 4-8 εβδοµάδες. Mορφές-Περιεκτικότητες: tablets 200 mcg Iδιοσκευάσµατα: CYTOTEC/Vianex: tab 200 mcg x 42, 2980

1.1.5 Θεραπεία εκριζώσεως του Helicobacter pylori Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται κατά βάση οι ανταγωνιστές της αντλίας πρωτονίων και κυρίως η οµεπραζόλη. Tα φάρµακα αυτά, σε συνδυασµό µε αντιµικροβιακά, χρησιµοποιούνται στην εκρίζωση του H.p. σε πάσχοντες από πεπτικό έλκος (βλ. εισαγωγή 1.1) για την πρόληψη των υποτροπών. H πρόληψη αυτή, στο πλείστον των περιπτώσεων, συνεπάγεται ίαση του έλκους. Eίναι γνωστό ότι µετά επιτυχή επούλωση του έλκους και ανεξαρτήτως του χρησιµοποιηθέντος φαρµάκου, το ποσοστό υποτροπής εντός του έτους είναι υψηλό (40-80%). Ως εκτούτου απαιτείται µακρά θεραπεία συντήρησης µε H2-ανταγωνιστές ή ανταγωνιστές της αντλίας πρωτονίων για την πρόληψη των υποτροπών. Στο πρόβληµα αυτό έδωσε λύση, τα τελευταία χρόνια, η εξαρχής θεραπεία εκρίζωσης του H.p., που κατεξοχήν ενοχοποιείται για τις υποτροπές του έλκους. Στην εκρίζωση αυτή κυρίαρχη θέση καταλαµβάνουν, κυρίως, οι ανταγωνιστές της αντλίας πρωτονίων και κυρίως η οµεπραζόλη καθώς και η ραντιδίνη-βισµούθιο κιτρικό. Tα φάρµακα αυτά, σε συνδυασµό µε αντιµικροβιακά, χρησιµοποιούνται στην εκρίζωση του H.p. σε πάσχοντες από πεπτικό έλκος (βλ. εισαγωγή 1.1) για την πρόληψη των υποτροπών. H πρόληψη αυτή, στο πλείστον των περιπτώσεων, συνεπάγεται ίαση του έλκους. Παραδείγµατα τέτοιων σχηµάτων είναι τα ακόλουθα: Kλασικό τριπλό σχήµα (διάρκειας 2 εβδοµάδων): Tripotassium dicitrato-bismuthate 300 mg x 2 + Metronidazole 500 mg x 2 + Amoxycillin 1 g x 2 ή Tetracycline 500 mg x 4 Nεώτερα τριπλά (διαρκείας 7-14 ηµερών) Omeprazole 20 mg x 2 + Clarithromycin 250 mg x 2/500 mg x 2 + Amoxycillin 1 g x 2 ή Metronidazole 500 mg x 2 ή Ranitidine-bismuth citrate 400 mg x 2 + Clarithromycin 500 mg x 2 +Amoxycillin 1 g x 2 ή Metronidazole 500 mg x 2 ή Ranitidine-bismuth citrate 400 mg x 2 + Oxytetracycline 500 mg x 2 + Metronidazole 400 mg x 2 Tετραπλά (διαρκείας 7 ηµερών) Omeprazole 20 mg x 2 + Tripotassium dicitrato-bismuthate 300 mg x 2 + Metronidazole 500 mg x 2/x 3 +Amoxycillin 1 g x 2 ή Tetracycline 500 mg x 4

1.2 Φάρµακα επιδρώντα στην κινητικότητα του πεπτικού συστήµατος Στην κατηγορία αυτή περιγράφονται τα αντιχολινεργικά, τα απλά σπασµολυτικά και τα ευκινητικά ή προκινητικά φάρµακα που έχουν παρεµφερείς προς τα προηγούµενα ενδείξεις.

1.2.1 Aντιχολινεργικά Tα αντιχολινεργικά ανταγωνίζονται, ως γνωστό, τη µουσκαρινική δράση της ακετυλχολίνης στις τελικές απολήξεις του παρασυµπαθητικού των εξωκρινών αδένων και των λείων µυικών ινών. Tα φάρµακα αυτά εµφανίζουν σε άλλοτε άλλο βαθµό περιφερικές, κεντρικές και οφθαλµικές δράσεις. Tο αποτέλεσµα των περιφερικών δράσεων συνίσταται σε ταχυκαρδία, µείωση των εκκρίσεων (ρινικών, βρογχικών, γαστρεντερικών, δακρύων, σιέλου) και αναστολή της κινητικότητας του γαστρεντερικού σωλήνα. Tα αντιχολινεργικά µε προέχουσες τις παραπάνω δράσεις βρίσκουν εφαρµογή στις σπαστικές κυρίως καταστάσεις του πεπτικού. Tο αποτέλεσµα της κεντρικής δράσης χαρακτηρίζεται από διέγερση του πνευµονογαστρικού και της αναπνοής και καταστολή ορισµένων κινητικών µηχανισµών που σχετίζονται µε την εξωπυραµιδική οδό. Tα φάρµακα µε τις παραπάνω δράσεις χρησιµοποιούνται κυρίως ως αντιπαρκινσονικά. Tέλος, το αποτέλεσµα της δράσης στον οφθαλµό συνίσταται στην πρόκληση µυδρίασης, παράλυσης της προσαρµογής και αύξησης της ενδοφθάλµιας πίεσης (βλ. 11.3.1). Tα φάρµακα που κυρίως χρησιµοποιούνται στις παθήσεις του πεπτικού είναι τα φυσικά αλκαλοειδή της ευθάλειας καθώς και τα ηµισυνθετικά και συνθετικά τους τεταρτοταγή αµµωνιακά παράγωγα. Aπό τα φυσικά αλκαλοειδή τα περισσότερο χρησιµοποιούµενα είναι η ατροπίνη (dl-υοσκυαµίνη), η υοσκίνη ή σκοπολαµίνη και τα ολικά αλκαλοειδή της ευθάλειας. Aπό τα ηµισυνθετικά ή συνθετικά τεταρτοταγή αµµωνιακά παράγωγα προτιµώνται η οµατροπίνη και η προπανθελίνη. Tα φάρµακα της κατηγορίας αυτής πλεονεκτούν των φυσικών αλκαλοειδών στο ότι στις συνηθισµένες θεραπευτικές δόσεις στερούνται κεντρικής δράσης γιατί διέρχονται δύσκολα τον αιµατοεγκεφαλικό φραγµό. Mειονέκτηµά τους αποτελεί η περιορισµένη και ασταθής απορρόφηση από το γαστρεντερικό σωλήνα. H σηµασία των αντιχολινεργικών στη θεραπεία του έλκους είναι αµελητέα και δεν χρησιµοποιούνται πλέον. H επουλωτική τους ικανότητα είναι αµφισβητήσιµη ακόµα και σε µεγάλες δόσεις, πράγµα αδύνατο στην πράξη αφού στις δόσεις αυτές δεν γίνονται ανεκτά εξαιτίας των σοβαρών ανεπιθύµητων ενεργειών τους.

1.2.1.1 Aµιγείς ουσίες

ATPOΠINH Atropine Eνδείξεις: Πυλωρόσπασµος, άλλες σπαστικές καταστάσεις του γαστρεντερικού σωλήνα, κολικοί χοληφόρων και ουρητήρων, ακτινολογική και ενδοσκοπική µελέτη του πεπτικού. Λοιπές ενδείξεις βλ. 2.3.7, 11.3.1, 15.2.8 και 17. Aντενδείξεις: Γλαύκωµα κλειστής γωνίας, υπερτροφία προστάτη, αποφρακτικές καταστάσεις του γαστρεντερικού σωλήνα (πυλωρική στένωση, ειλεός κλπ.), εντερική ατονία ηλικιωµένων ή καχεκτικών ατόµων, γαστρο-οισοφαγική παλινδρόµηση, αχαλασία του οισοφάγου, βαριά ελκώδης κολίτιδα, οξεία αιµορραγία, µυασθένεια, σοβαρές διαταραχές του καρδιαγγειακού συστήµατος, βρογχικό άσθµα,

Σελίδα 12 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 13: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

αιµορραγία, µυασθένεια, σοβαρές διαταραχές του καρδιαγγειακού συστήµατος, βρογχικό άσθµα, υπερευαισθησία στο φάρµακο. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Oι θεραπευτικές δόσεις συνοδεύονται σχεδόν πάντοτε από άλλοτε άλλου βαθµού ανεπιθύµητες ενέργειες ανάλογα µε την ανοχή του ατόµου. Mε δόση 0.5 mg συνήθως παρατηρούνται ελαφρά ξηρότητα βλεννογόνων στόµατος και ρινός, βραδυκαρδία. Mε 1 mg: επιδείνωση των παραπάνω, αίσθηµα προκαρδίων παλµών, ταχυκαρδία, δυσκολία στην εγγύς όραση µε αδυναµία προσαρµογής (µυδρίαση), ξηρότητα (ανιδρωσία) και ερυθρότητα δέρµατος. Mε 5 mg: προστίθενται δυσκολία στην οµιλία και κατάποση, κεφαλαλγία, αϋπνία, αδυναµία. Mε 10 mg: στην όλη εικόνα προστίθενται αταξία, διέγερση, διαταραχές του προσανατολισµού, παραισθήσεις, παραλήρηµα, κώµα. Eπίσης αναφέρεται οστρακιοειδές εξάνθηµα και πυρετός, ιδιαίτερα στα παιδιά. Aλληλεπιδράσεις: Eπεµβαίνει στην απορρόφηση αρκετών φαρµάκων από αναστολή στην κινητικότητα του γαστρεντερικού σωλήνα. Mε τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, νευροληπτικά, αντιισταµινικά, αντιχολινεργικά αντιπαρκινσονικά υπάρχει συνεργική δράση στην εµφάνιση ανεπιθύµητων ενεργειών. Προσοχή στη χορήγηση: Στην κύηση και γαλουχία, σε παιδιά και ηλικιωµένα άτοµα (περισσότερο ευαίσθητα από τους ενηλίκους). Σε χρόνια χορήγηση συνιστάται περιοδικός οφθαλµολογικός έλεγχος (κίνδυνος γλαυκώµατος). Σε υψηλή θερµοκρασία του περιβάλλοντος κίνδυνος υπερπυρεξίας και θερµοπληξίας (ιδιαίτερα για τα παιδιά και τους ηλικιωµένους). Oδηγοί, χειριστές µηχανηµάτων και γενικώς άτοµα των οποίων η εργασία απαιτεί εγρήγορση να ενηµερώνονται για ενδεχόµενους κινδύνους από τις ανεπιθύµητες ενέργειες. Eµφάνιση παραληρήµατος µε ταχυκαρδία ή πυρετό υποδηλώνει δηλητηρίαση. Iδιαίτερη προσοχή απαιτείται σε σύγχρονη χορήγηση αντιµυασθενικών (βλ. επίσης αλληλεπιδράσεις). ∆οσολογία: Eνήλικοι 0.3-1.2 mg κάθε 4-6 ώρες, παιδιά 0.01 mg/kg κάθε 4-6 ώρες. Γενικά οι δόσεις εξατοµικεύονται ανάλογα µε την περίπτωση και την ανοχή του ατόµου. Στην ακτινολογική ή ενδοσκοπική µελέτη του πεπτικού 1 mg πριν από την εξέταση. Tο φάρµακο χορηγείται από το στόµα και περεντερικώς (υποδορίως, ενδοµυικώς, ενδοφλεβίως). Σταθερότητα-Φύλαξη: Nα προστατεύεται από την επίδραση του φωτός. Mορφές-Περιεκτικότητες: inject. solution 1 mg/1 ml-amp Iδιοσκευάσµατα: ΑΤΡΟΠΙΝΗ ΘΕΙΙΚΗ/DEMO/Demo: inj.sol 1 mg/1 ml-amp x 50, x 100 amp, 60 (τιµή ανά amp)

EYΘAΛEIAΣ AΛKAΛOEI∆H Belladona Total Alcaloids Eνδείξεις: Σπαστικές καταστάσεις του ανώτερου γαστρεντερικού σωλήνα, δυσµηνόρροια. ∆οσολογία: Eνήλικοι 0.6-1 ml βάµµατος 3-4 φορές την ηµέρα. Παιδιά 0.03 ml/ kg 3 φορές την ηµέρα. Λοιπά: Bλ. Aτροπίνη. Iδιοσκευάσµατα: Eλληνική Φαρµακοποιΐα.

OMATPOΠINH (omatropine methylbramide) Homatropine Eνδείξεις: Γενικώς όπως της ατροπίνης. Σπαστικές καταστάσεις του ανώτερου κυρίως γαστρεντερικού σωλήνα και των χοληφόρων. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Γενικώς όπως της ατροπίνης. Στις συνηθισµένες θεραπευτικές δόσεις στερείται συνήθως ανεπιθύµητων ενεργειών από το KNΣ. ∆οσολογία: 2.5-10 mg 4 φορές την ηµέρα. Παιδιά 3-6 mg 4 φορές την ηµέρα. Bρέφη 0.3 mg αραιωµένα σε νερό, 5-6 φορές την ηµέρα. Λοιπά: Bλ. Aτροπίνη. Mορφές-Περιεκτικότητες: oral solution drops 4 mg*/ml Iδιοσκευάσµατα: NOPAR/Uni-Pharma: or.so.d 4 mg/ml x 15 ml, 312

YOΣKINH BOYTYΛOBPΩMIOYXOΣ [ή Σκοπολαµίνη βουτυλοβρωµιούχος (Scopolamine butylbromide)] Hyoscine Butylbromide Eνδείξεις: Γενικώς όπως της ατροπίνης. Λειτουργικές διαταραχές του πεπτικού σωλήνα (πυλωρόσπασµος, ευερέθιστο έντερο). Kωλικοί χοληφόρων και ουρητήρων (προτιµάται η ενέσιµη µορφή). Aκτινοδιαγνωστικός έλεγχος του πεπτικού σωλήνα. ∆οσολογία: Aπό το στόµα: Eνήλικοι 20 mg 3 φορές την ηµέρα. Παιδιά 6-12 ετών 10 mg 3 φορές την ηµέρα. Παρεντερικώς: Σε οξείες επώδυνες καταστάσεις και ενδοσκοπήσεις του πεπτικού σωλήνα 20 mg ενδοµυϊκώς ή ενδοφλεβίως. H δόση µπορεί να επαναληφθεί µετά 30 λεπτά εφόσον κριθεί απαραίτητο. Aπό το ορθό: Eνήλικοι 10 mg και παιδιά 7.5 mg 3-4 φορές την ηµέρα. Λοιπά: Bλ. Aτροπίνη. Mορφές-Περιεκτικότητες: f.c. tablets (10+500) mg s.c. tablets 10 mg suppositories 7.5 mg, 10 mg, (10+800) mg inject. solution 20 mg/1 ml-apm Iδιοσκευάσµατα: BUSCOPAN/Boehringer Ingelheim: s.c.tab 10 mg x 20, 509, f.c.tab (10+500) mg x 20, 1073, supp 7.5 mg x 6, 302, 10 mg x 6, 332, inj.sol 20 mg/1 ml-amp x 6, 589

1.2.1.2 Σταθεροί συνδυασµοί Kυκλοφορούν διάφοροι συνδυασµοί βενζοδιαζεπίνης και αντιχολινεργικού. Θεωρούνται πιθανώς αποτελεσµατικοί στο ευερέθιστο έντερο και γενικά σε σπαστικές καταστάσεις του γαστρεντερικού σωλήνα. H χρήση τους δε συνιστάται γιατί είναι προτιµότερο να χορηγούνται, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, χωριστά τα δύο φάρµακα στις εκάστοτε απαιτούµενες δόσεις.

Σελίδα 13 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 14: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

1.2.2 Aπλά σπασµολυτικά Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται τα σπασµολυτικά, των οποίων η δράση ασκείται απευθείας στις λείες µυικές ίνες. H µεµπεβερίνη µε δράση ανάλογη της παπαβερίνης, προκαλεί χάλαση των συνεσπασµένων λείων µυικών ινών του παχέος εντέρου. Στερείται ατροπινικών ιδιοτήτων και γενικότερα ανεπιθυµήτων ενεργειών. Προτιµάται σε περιπτώσεις ευερέθιστου εντέρου ή εκκολπωµατικής νόσου H οκταµυλαµίνη µε δράση και αυτή ανάλογη της παπαβερίνης, προκαλεί χάλαση των λείων µυικών ινών. Σε µεγάλες δόσεις µπορεί να εµφανίσει αντιχολινεργικές δράσεις. Προτιµάται σε ήπιες σπαστικές καταστάσεις του πεπτικού κυρίως σωλήνα. H τριµεµπουτίνη, χηµικώς ανάλογη της µεµπεβερίνης, χαρακτηρίζεται από ήπια σπασµολυτική δράση. Tελευταίως αυτή φαίνεται να ασκείται µέσω υποδοχέων των οπιοειδών. Tα νεότερα πιναβέριο και οτιλόνιο είναι εκλεκτικοί ανταγωνιστές των ιόντων ασβεστίου. Aσκούν σπασµολυτική δράση στο παχύ, κυρίως, έντερο, δρώντας στις λείες µυικές ίνες. H δράση τους οφείλεται στην αναστολή εισόδου ιόντων ασβεστίου διαµέσου της µεµβράνης των κυττάρων των λείων µυικών ινών. Όπως προκύπτει από τον µηχανισµό δράσης τους τα φάρµακα αυτά στερούνται αντιχολινεργικών ιδιοτήτων. H απορρόφησή τους από το έντερο είναι πολύ µικρή. H φλουρογλυκινόλη είναι ένα µη ατροπινικό σπασµολυτικό των λείων µυικών ινών διαφόρων οργάνων (εντέρου, ουροφόρων και χοληφόρων οδών). Προτιµάται σε περιπτώσεις ευερέθιστου εντέρου.

MEMΠEBEPINH Mebeverine Eνδείξεις: Σύνδροµο ευερέθιστου εντέρου, εκκολπωµατική νόσος παχέος εντέρου και γενικά σπαστικές καταστάσεις του τελευταίου. Aντενδείξεις: Παραλυτικός ειλεός, πορφυρία, υπερευαισθησία στο προϊόν. Aνεπιθύµητες ενέργειες: ∆εν αναφέρονται ιδιαίτερες. Προσοχή στη χορήγηση: Σε καταστάσεις παραλυτικού ειλεού ή ατονίας του εντέρου. Σε κύηση και γαλουχία. ∆οσολογία: Συνήθως 100 mg 3-4 φορές την ηµέρα κατά προτίµηση 20 λεπτά πριν από τα γεύµατα. Mορφές-Περιεκτικότητες: s.c. tablets 100 mg, 135 mg Iδιοσκευάσµατα: DUSPATALIN/Solvay Pharma: s.c.tab 100 mg x 50, 1578, 135 mg x 50, 1032 GASTROMINS/Bros: s.c.tab 100 mg x 50, 1263

OKTAMYΛAMINH Octamylamine Eνδείξεις: Ήπιες σπαστικές καταστάσεις του γαστρεντερικού σωλήνα, χοληφόρων και ουρητήρων. Aντενδείξεις: Γλαύκωµα κλειστής γωνίας, υπερτροφία προστάτη, αποφρακτικές καταστάσεις του γαστρεντερικού σωλήνα, αχαλασία οισοφάγου, µυασθένεια, υπέρταση, σοβαρές καρδιοπάθειες, υπερευαισθησία στο φάρµακο. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Ξηροστοµία, διαταραχές της όρασης, ανιδρωσία, έµετοι, διαταραχές του καρδιακού ρυθµού, κεφαλαλγία. Σε υπερδοσολογία τα παραπάνω είναι πιο έντονα και προστίθενται διέγερση, αταξία, σύγχυση, αύξηση της αρτηριακής πίεσης, κώµα. Aλληλεπιδράσεις: Eνισχύει τη δράση των συµπαθητικοµιµητικών, των αναστολέων της MAO, των τρικυκλικών αντικαταθλιπτικών, των αντιισταµινικών και αντιπαρκινσονικών. Προσοχή στη χορήγηση: Σε κύηση και γαλουχία, επειδή δεν είναι εξασφαλισµένη η ασφάλειά του. Bλ. επίσης και Aτροπίνη. ∆οσολογία: Συνήθως 75-200 mg 2-3 φορές την ηµέρα, ανάλογα µε την περίπτωση. Παιδιά: το 1/4-1/2 της δόσης του ενηλίκου. Mορφές-Περιεκτικότητες: oral solution drops 50 mg Iδιοσκευάσµατα: OCTINUM-D/Φαρµαλεξ: or.so.d 50 mg x 10 ml, 369

OTIΛONIO Otilonium Eνδείξεις: Σπαστικές καταστάσεις και γενικώς δυσκινησίες του γαστρεντερικού σωλήνα. Ως υποβοηθητικό στην ενδοσκόπηση ανώτερου και κατώτερου πεπτικού. Aντενδείξεις: Kύηση, γαλουχία (δεν είναι τεκµηριωµένη η ασφάλειά του) και παιδιά (δεν υπάρχει επαρκής κλινική εµπειρία). Aνεπιθύµητες ενέργειες: Tο φάρµακο γενικώς είναι καλώς ανεκτό και οι ανεπιθύµητες ενέργειες δεν διαφέρουν εκείνων του εικονικού φαρµάκου. Προσοχή στη χορήγηση: Σε πάσχοντες από γλαύκωµα. ∆οσολογία: Συνήθως 40 mg 2-3 φορές την ηµέρα κατά προτίµηση 20-30 λεπτά πριν από τα γεύµατα. Mορφές-Περιεκτικότητες: f.c. tablets 40 mg Iδιοσκευάσµατα: DORALIN/Menarini: f.c.tab 40 mg x 30, 3015

ΠINABEPIO Pinaverium Eνδείξεις: Συµπτωµατική αντιµετώπιση ευερέθιστου εντέρου. Ως υποβοηθητικό στην προετοιµασία ακτινολογικού ελέγχου γαστρεντερικού σωλήνα. Aντενδείξεις: ∆εν πρέπει να χορηγείται όταν υπάρχουν εγκαύµατα και εξελκώσεις στον φάρυγγα και στον οισοφάγο καθώς και σε ασθενείς µε γαστρικό έγκαυµα. Aποφρακτικές νόσοι του γαστρεντερικού (π.χ. αχαλασία, πυλωρο-δωδεκαδακτυλική στένωση), παραλυτικός ειλεός, εντερική ατονία των ηλικιωµένων ή των βαρέως πασχόντων ασθενών. Σοβαρής µορφής ελκώδης κολίτιδα, βαριά µυασθένεια, γνωστή υπερευαισθησία στο φάρµακο. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Mπορεί να προκαλέσει επιδείνωση δυσκοιλιότητας, ξηροστοµία, αίσθηµα γαστρικού φόρτου.

Σελίδα 14 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 15: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

φόρτου. Προσοχή στη χορήγηση: Bλ. Oτιλόνιο. ∆οσολογία: Συνήθης δοσολογία 50 mg 3 φορές την ηµέρα κατά τη διάρκεια των γευµάτων. H δόση µπορεί να διπλασιασθεί εάν αυτό κριθεί απαραίτητο. H διάρκεια θεραπείας εξατοµικεύεται. Mορφές-Περιεκτικότητες: f.c. tablets 50 mg Iδιοσκευάσµατα: DICETEL/Solvay Pharma: f.c.tab 50 mg x 50, 1583

TPIMEMΠOYTINH Trimebutine Eνδείξεις: Συµπτωµατική θεραπεία των πόνων που συνδέονται µε λειτουργικές διαταραχές του γαστρεντερικού σωλήνα και των χοληφόρων οδών. Aντενδείξεις: Σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Tο φάρµακο είναι καλώς ανεκτό και δεν αναφέρονται ιδιαίτερες ανεπιθύµητες ενέργειες. Προσοχή στη χορήγηση: Bλ. Oτιλόνιο. ∆οσολογία: Συνήθως χορηγούνται αρχικώς 100 mg/4ωρο ή 200 mg/8ωρο για 6 ηµέρες και ακολούθως 100 mg/6ωρο ή 200 mg/12ωρο για 20 περίπου ηµέρες. Tο σχήµα µπορεί, σε ικανοποιητική ανταπόκριση, να επαναλαµβάνεται περιοδικώς. Mορφές-Περιεκτικότητες: s.r.f.c. tablets 300 mg capsules 200 mg granules oral single dose 154 mg/sach Iδιοσκευάσµατα: IBUTIN/Galenica: s.r.f.c.ta 300 mg x 20, 2713, caps 200 mg x 30, 2648, gr.or.sd 154 mg/sachet x 20, 1992

ΦΛOPOΓΛYKINOΛH+TPIMEΘYΛOΦΛOPOΓΛYKINOΛH (N) Phloroglucinol+Trimethylphloroglucinol ∆οσολογία: Θεραπεία εφόδου: 1-3 φύσιγγες το 24ωρο EΦ ή EM. Θεραπεία συντήρησης: Tα δισκία ή τα υπόθετα αντικαθιστούν την θεραπεία εφόδου µε δοσολογία 6 δισκίων ή 3 υποθέτων το 24ωρο, σε ίσα κατανεµηµένες δόσεις. Λοιπά: βλ. Πιναβέριο Mορφές-Περιεκτικότητες: s.c. tablets (80+80) mg suppositories (150+150) mg inject. solution (40+0.04) mg/amp Iδιοσκευάσµατα: SPASFON/Demo: s.c.tab. (80+80) mg x 30, 803, supp (150+150) mg x 10, 818, inj.sol. (40+ 0.04) mg/amp x 6 amp-4 ml, 666

1.2.3 Eυκινητικά Στα ευκινητικά ή προκινητικά περιλαµβάνονται ορισµένα παράγωγα της βενζαµίδης, όπως η µετοκλοπραµίδη, δοµπεριδόνη, σισαπρίδη και αλιζαπρίδη. H µετοκλοπραµίδη, κυρίως, αλλά και η δοµπεριδόνη χαρακτηρίζονται από αντιντοπαµινεργικές δράσεις, που όµως στερείται η σισαπρίδη. H αλιζαπρίδη χρησιµοποιείται σχεδόν αποκλειστικώς ως αντιεµετικό και ως εκτούτου δεν περιγράφεται στην κατηγορία αυτή. H δράση της µετοκλοπραµίδης συνίσταται σε διέγερση της κινητικότητας του γαστρεντερικού σωλήνα χωρίς επηρεασµό της γαστρικής, χολικής ή παγκρεατικής έκκρισης. H επίδραση στη κινητικότητα του παχέος εντέρου και της χοληδόχου κύστης είναι ελάχιστη και χωρίς κλινική σηµασία. Στον ανώτερο γαστρεντερικό σωλήνα η δράση της χαρακτηρίζεται από: - αύξηση της πίεσης του κατώτερου οισοφαγικού σφιγκτήρα, που είναι δοσοεξαρτώµενη. - αύξηση του τόνου και του εύρους σύσπασης του πυλωρικού άντρου. - χάλαση του πυλωρικού σφιγκτήρα και του δωδεκαδακτυλικού βολβού. - ενίσχυση της περισταλτικότητας δωδεκαδακτύλου και νήστιδας. Aποτέλεσµα των δράσεων αυτών είναι η επιτάχυνση της κένωσης του στοµάχου και η ταχύτερη διάβαση του περιεχοµένου του στο λεπτό έντερο. Aπό τις δράσεις του φαρµάκου στο KNΣ προκύπτουν κυρίως οι ανεπιθύµητες ενέργειες από την εξωπυραµιδική οδό και από την προκαλούµενη υπερπρολακτιναιµία (γυναικοµαστία, αµηνόρροια, κλπ.). H δοµπεριδόνη, χηµικώς συγγενής των βουτυροφαινών, χαρακτηρίζεται από ευκινητικές και αντιεµετικές ιδιότητες. Σε σχέση µε την µετοκλοπραµίδη διέρχεται δυσκολότερα τον αιµατο-εγκεφαλικό φραγµό και ως εκτούτου προκαλεί σπανιότερα εξωπυραµιδικές εκδηλώσεις. H σισαπρίδη, µε χηµική δοµή παρόµοια της µετοκλοπραµίδης, στερείται αντιντοπαµινεργικών ιδιοτήτων (και ως εκτούτου αντιεµετικής δράσης και εξωπυραµιδικών εκδηλώσεων) και χαρακτηρίζεται από δράση αφορώσα και στο παχύ έντερο. H δράση της στο γαστρεντερικό σωλήνα συνίστανται σε αύξηση της πίεσης του κατώτερου οισοφαγικού σφιγκτήρα κατά 20-50% και ενίσχυση της κινητικότητας του στοµάχου, του λεπτού και του παχέος εντέρου. H δράση της αυτή, στο παχύ κυρίως έντερο, ευθύνεται για την προκαλούµενη διάρροια. O µηχανισµός δράσης της δεν είναι απολύτως γνωστός. Φαίνεται πάντως ότι δρα εµµέσως διευκολύνοντας την έκλυση ακετυλχολίνης από τις τελικές απολήξεις του παρασυµπαθητικού στο µυεντερικό πλέγµα του Auerbach.

METOKΛOΠPAMI∆H Metoclopramide Eνδείξεις: Aντιµετώπιση συµπτωµάτων (ναυτίας, εµέτων, αισθήµατος βάρους, πληρότητας ή διάτασης του στοµάχου) που οφείλονται σε βραδεία κένωση του στοµάχου ή σε καθυστερηµένη διάβαση στο λεπτό έντερο για διάφορους λόγους. Eπίσης αντιµετώπιση συµπτωµάτων γαστρο-οισοφαγικής παλινδρόµησης και εµέτων µετά από χηµειοθεραπεία, για την πρόληψη εισρόφησης γαστρικού περιεχοµένου στις αναπνευστικές οδούς

Σελίδα 15 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 16: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

µετά από χηµειοθεραπεία, για την πρόληψη εισρόφησης γαστρικού περιεχοµένου στις αναπνευστικές οδούς στη γενική αναισθησία ή και κατά τη διάρκεια του τοκετού. Eπίσης στον ακτινολογικό και ενδοσκοπικό έλεγχο του ανώτερου πεπτικού. Aντενδείξεις: Aιµορραγία, απόφραξη ή διάτρηση του γαστρεντερικού σωλήνα και γενικώς καταστάσεις όπου η αύξηση της κινητικότητας θεωρείται επικίνδυνη. Φαιοχρωµοκύτωµα (υπάρχει κίνδυνος υπερτασικής κρίσης λόγω έκλυσης κατεχολαµινών από τον όγκο). Aνεπιθύµητες ενέργειες: Eξωπυραµιδικές εκδηλώσεις (ιδιαίτερα σε νεαρά άτοµα), υπνηλία, εύκολη κόπωση, κατάθλιψη, κακόηθες σύνδροµο από νευροληπτικά και επιµένουσα δυσκινησία. Yπέρταση και διαταραχές καρδιακής αγωγής ιδιαίτερα σε ενδοφλέβια χορήγηση. Γαλακτόρροια, διόγκωση και ευαισθησία των µαστών στις γυναίκες, γυναικοµαστία στους άνδρες. Aλληλεπιδράσεις: Oι ενδεχόµενες αλληλεπιδράσεις της µετοκλοπραµίδης µε άλλα φάρµακα οφείλονται κατά βάση στη δράση της στην κινητικότητα του γαστρεντερικού σωλήνα. Έτσι µε φάρµακα που απορροφώνται στον στόµαχο µπορεί να παρατηρηθεί καθυστέρηση ή και µείωση της απορρόφησής τους, όπως λ.χ. διγοξίνης ή σιµετιδίνης (λόγω ταχείας κένωσής του) ή, αντίθετα, ευνοεί την απορρόφηση άλλων από το λεπτό έντερο, όπως παρακεταµόλης, τετρακυκλικών, λεβοντόπα και οινοπνεύµατος. Aντιχολινεργικά και ναρκωτικά αναλγητικά ανταγωνίζονται τη δράση του φαρµάκου στον γαστρεντερικό σωλήνα. Mε ηρεµιστικά, κατασταλτικά, υπνωτικά, ναρκωτικά και οινόπνευµα παρατηρείται συνεργική κατασταλτική δράση. Προσοχή στη χορήγηση: Σε παιδιά και ηλικιωµένα άτοµα γιατί είναι περισσότερο ευαίσθητα στην εµφάνιση εξωπυραµιδικών εκδηλώσεων. Σε πρόωρα και τελειόµηνα περιγράφεται µεθαιµοσφαιριναιµία σε ενδοµυική χορήγηση (1-2 mg/kg την ηµέρα για 3 ή και περισσότερες ηµέρες). Σε επιληψία συνιστάται αποφυγή λήψης φαρµάκων προκαλούντων εξωπυραµιδικές εκδηλώσεις. Σε κατάθλιψη υπάρχει κίνδυνος επιδείνωσής της. H επίδραση της µετοκλοπραµίδης στην κένωση του στοµάχου και ο διάφορος βαθµός απορρόφησης των τροφών από το έντερο µπορεί, σε διαβητικούς υπό ινσουλίνη, να απαιτήσουν τροποποίηση της δόσης. Σε νεφρική ανεπάρκεια να µειώνεται η δόση. Σε οδηγούς, χειριστές µηχανηµάτων και γενικώς άτοµα των οποίων η εργασία απαιτεί εγρήγορση να υπάρχει ενηµέρωση για τους ενδεχόµενους κινδύνους από την προκαλούµενη υπνηλία. Στον άνθρωπο δεν υπάρχουν καλώς ελεγχόµενες µελέτες που να τεκµηριώνουν την ασφαλή χορήγηση του φαρµάκου στην κύηση. Σε γαλουχία προσοχή λόγω των µεγάλων συγκεντρώσεων του φαρµάκου στο γάλα. ∆οσολογία: Aπό το στόµα: Eνήλικοι 10 mg 3-4 φορές την ηµέρα 30 λεπτά πριν από τα γεύµατα. Παιδιά 6-14 ετών 2.5-5 mg 3 φορές την ηµέρα. Παρεντερικώς: Στον ακτινοδιαγνωστικό ή ενδοσκοπικό έλεγχο του ανώτερου πεπτικού χορηγούνται ενδοµυικώς ή ενδοφλεβίως 10 mg ολίγον πριν την εξέταση. Στην πρόληψη των εµέτων από σισπλατίνη χορηγούνται 1-2 mg/kg βάρους (αναλόγως και της δόσης της σισπλατίνης) βραδέως (σε 15 λεπτά) ενδοφλεβίως αραιωµένα σε 50 ml ισοτόνου διαλύµατος δεξτρόζης ή χλωριούχου νατρίου, 30 λεπτά πριν από τη χορήγηση του φαρµάκου και στη συνέχεια µετά 2,4,7,10 και 13 ώρες από τη χορήγηση της αρχικής δόσης. Aκολούθως µπορεί να µειωθεί αναλόγως και του ελέγχου των συµπτωµάτων. Στις λοιπές καταστάσεις η δοσολογία είναι ανάλογη της από του στόµατος. Aπό το ορθό: Eνήλικοι 20 mg 1-2 φορές την ηµέρα. Παιδιά κάτω από 20 kg 0.5 mg/kg/24ωρο σε 2-3 δόσεις. Σταθερότητα-Φύλαξη: Nα προστατεύεται από την επίδραση του φωτός. Yδατικά διαλύµατα 1% υπό καλές συνθήκες φύλαξης µπορούν να διατηρηθούν σταθερά για 5 χρόνια. Aραιωµένα διαλύµατα για παρεντερική χορήγηση µπορεί να διατηρηθούν µέχρι και 48 ώρες προστατευµένα από την επίδραση του φωτός. Mορφές-Περιεκτικότητες: tablets 10 mg syrup 5 mg/5 ml oral solution drops 2.6 mg/ml suppositories 10 mg, 20 mg inject. solution 10 mg/2 ml-amp Iδιοσκευάσµατα: PRIMPERAN/Synthelabo Lavipharm: supp 10 mg x 5, 245, 20 mg x 5, 286 Metoclopramide hydrochloride monohydrate: PRIMPERAN/Synthelabo Lavipharm: tab 10 mg x 20, 316, syr 5 mg/5 ml x 125 ml, 341, or.so.d 2.6 mg/ml x 25 ml, 222, inj.sol 10 mg/2 ml-amp x 6, 398

∆OMΠEPI∆ONH Domperidone Eνδείξεις, Aντενδείξεις: Bλ. Mετοκλοπραµίδη. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Tο φάρµακο είναι γενικώς καλά ανεκτό. Aναφέρονται εξωπυραµιδικές εκδηλώσεις και γαλακτόρροια κυρίως σε µεγάλες δόσεις. Eπίσης έχουν αναφερθεί µειωµένη libido, δυστονία και αλλεργικές εκδηλώσεις. Aλληλεπιδράσεις: Σε περιφερικό επίπεδο ανταγωνίζονται τη δράση των αντιχολινεργικών. Προσοχή στη χορήγηση: Σε ταυτόχρονη χορήγηση αντιχολινεργικών. Σε κύηση, γαλουχία. Σε ηπατική και νεφρική ανεπάρκεια µείωση της δόσης. H χρήση στα παιδιά να περιορίζεται στην αντιµετώπιση του εµέτου µετά χηµειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία. ∆οσολογία: Aπό το στόµα: 10 mg 3-4 φορές την ηµέρα, πριν από τα γεύµατα και το βράδυ πριν από την κατάκλιση. Aπό το ορθό: 30 mg 4-8 φορές την ηµέρα ή 60 mg 2-4 φορές. Παιδιά: Aπό το στόµα: 0.2-0.4 mg/kg κάθε 4-8 ώρες. Aπό το ορθό: 2-4 ετών 30 mg 2 φορές την ηµέρα, 4-6 ετών: 30 mg 3 φορές την ηµέρα και άνω των 6 ετών: 30 mg 4 φορές την ηµέρα. Mορφές-Περιεκτικότητες: f.c. tablets 10 mg oral solution 5 mg/5ml suppositories 30 mg, 60 mg Iδιοσκευάσµατα: CILROTON/Janssen-Cilag: f.c.tab 10 mg x 30, 850, oral.sol 5 mg/5 ml x 200 ml, 725, supp 30 mg x 6, 607, 60 mg x 6, 1010

ΣIΣAΠPI∆H Cisapride Eνδείξεις: Oισοφαγίτιδα από γαστρο-οισοφαγική παλινδρόµηση (σε έντονες οισοφαγίτιδες σε συνδυασµό µε H2-ανταγωνιστές ή οµεπραζόλη), δυσπεψία µη ελκωτικής αιτιολογίας, γαστροπάρεση, δυσκοιλιότητα.

Σελίδα 16 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 17: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

H2-ανταγωνιστές ή οµεπραζόλη), δυσπεψία µη ελκωτικής αιτιολογίας, γαστροπάρεση, δυσκοιλιότητα. Aντενδείξεις: Aποφρακτικές καταστάσεις του γαστρεντερικού σωλήνα. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Περιλαµβάνουν υδαρείς κενώσεις, βορβορυγµούς και σπάνια κεφαλαλγία. Eπίσης σπασµοί, εξωπυραµιδικές εκδηλώσεις, διαταραχές της ηπατικής λειτουργίας. Σοβαρή πιθανή παρενέργεια η κοιλιακή αρρυθµία. Aλληλεπιδράσεις: Tα αντιµικροβιακά κλαριθροµυκίνη και ερυθροµυκίνη αναστέλλουν τον µεταβολισµό της και αποφεύγεται η ταυρόχρονη χορήγηση (κίνδυνος αρρυθµίας). Eπίσης αναστέλλουν τον µεταβολισµό της το αντικαταθλιπτικό νεφαζοδόνη, τα αντιµυκητιασικά παράγωγα της ιµιδαζόλης µερικά αντι-ιικά φάρµακα, ανταγωνιστές των πρωτεασών και το αντιισταµινικό τερφεναδίνη. Eνισχύει την κατευναστική δράση του οινοπνεύµατος και των βενζοδιαζεπινών. Eνισχύει τη δράση των αντιπηκτικών. Προσοχή στη χορήγηση: Kύηση: πρέπει να σταθµίζονται τα οφέλη από την χορήγηση του φαρµάκου σε σχέση µε τους δυνητικούς κινδύνους, ιδιαίτερα στο πρώτο τρίµηνο. Θηλασµός: δεν συνιστάται η λήψη του φαρµάκου στη διάρκεια του θηλασµού. Σε περιπτώσεις ηπατικής ή νεφρικής ανεπάρκειας συνιστάται µείωση της δόσης. Eπίσης ιδιαίτερη προσοχή σε περιπτώσεις ειλεού. Nα αποφεύγεται η ταυτόχρονη χρήση φαρµάκων που µειώνουν τον µεταβολισµό της (βλ. αλληλεπιδράσεις) καθώς και φαρµάκων ή καταστάσεων που προκαλούν επιµήκυνση του διαστήµατος QT. ∆οσολογία: Eνήλικοι και παιδιά άνω των 12 ετών: 5-10 mg 3-4 φορές την ηµέρα 15 λεπτά πριν τα γεύµατα. Mορφές-Περιεκτικότητες: tablets 5 mg, 10 mg oral suspension 5 mg/5 ml Iδιοσκευάσµατα: BOZAKTRAL/Χρισπα Αλφα Φαρµ/κη: tab 10 mg x 50, 3683 Cisapride monohydrate: ALIMIX/Janssen-Cilag: tab 5 mg x 30, 1506, 10 mg x 50, 4603, oral.susp 5 mg/5 ml x 200 ml, 2016, 5 mg/5 ml x 20 sach x 10 ml, 2194 CEFANYL/Φαραν: tab 10 mg x 50, 3683 CEVILOR/Μεντινοβα: tab 10 mg x 50, 3683 DOLYZINAX/Genepharm: tab 10 mg x 50, 3683 ELPEGON/Elpen: tab 5 mg x 30, 1204, 10 mg x 50, 3683, oral.susp 5 mg/5 ml x 200 ml, 1613 EPASAN/Ζηκιδης: tab 10 mg x 50, 3683 KINUSSEN/Kleva: tab 10 mg x 50, 3683 LAMAFER/Bros: tab 10 mg x 50, 3683, oral.susp 5 mg/5 ml x 200 ml, 1613 LIREBIN/Help: tab 5 mg x 30, 1204, 10 mg x 50, 3683, oral.susp 5 mg/5 ml x 200 ml, 1613 MINSK/Ανφαρµ: tab 10 mg x 50, 3683 NASTILOX/Φαρµατεν: tab 10 mg x 50, 3683, oral.susp 5 mg/5 ml x 200 ml, 1613 RUVETINE/Rafarm: tab 10 mg x 50, 3683, oral.susp 5 mg/5 ml x 200 ml, 1613 SAPRIMIX/Κοπερ: tab 10 mg x 50, 3683 SPABUCOL/Φοινιξφαρµ: tab 10 mg x 50, 3683

1.3 Aντιδιαρροϊκά Tα περισσότερα οξέα διαρροϊκά σύνδροµα υποχωρούν µε τη λήψη συνήθων διαιτητικών µέτρων και σπανίως θέτουν ιδιαίτερα διαγνωστικά προβλήµατα ή απαιτούν ειδική θεραπεία. Aκόµα και σε περιπτώσεις µικροβιογενούς διάρροιας η χορήγηση αντιµικροβιακών πρέπει να αποφεύγεται (εκτός εξαιρέσεων) γιατί υπάρχει κίνδυνος δηµιουργίας ανθεκτικών στελεχών και εµφάνισης ανεπιθύµητων ενεργειών, που δεν είναι αµελητέες. Συµπτωµατική αντιµετώπιση ενός οξέος ή χρόνιου διαρροϊκού συνδρόµου επιβάλλεται σε περιπτώσεις που δηµιουργούνται εµφανή κλινικά προβλήµατα ή διαταραχές της ισορροπίας ύδατος και ηλεκτρολυτών ή εφόσον παρατείνεται πέραν του 24ωρου και πάντα κατά την κρίση του θεράποντος ιατρού. Για τη συµπτωµατική αντιµετώπιση της διάρροιας µπορούν να χρησιµοποιηθούν, ανάλογα και µε την περίπτωση: α) Aδρανείς προσροφητικές ουσίες (ενεργός άνθρακας, καολίνης, πηκτίνη, ορισµένα υδρόφιλα κολλοειδή). β) Φάρµακα ανασταλτικά της εντερικής κινητικότητας (διφαινοξυλάτη, λοπεραµίδη, κωδεΐνη, οπιούχα) και γ) ∆ιάλυµα δεξτρόζης και ηλεκτρολυτών από το στόµα. Xρήση αντιχολινεργικών, µε αµελητέα αντιδιαρροϊκή δράση, δικαιολογείται µόνο σε περίπτωση που η διάρροια συνοδεύεται από κολικοειδή άλγη.

1.3.1 Aδρανείς προσροφητικές ουσίες Ως προσροφητικές ουσίες χρησιµοποιούνται αµιγώς ή σε διάφορους συνδυασµούς, ο ενεργός άνθρακας, ο καολίνης και διάφορες σιλικόνες. Aπό τις σιλικόνες η διµεθικόνη χαρακτηρίζεται κυρίως από την ικανότητα προσρόφησης αερίων και φαρµάκων. O καολίνης µαζί µε την πηκτίνη αποτελούν έναν εξαιρετικώς δηµοφιλή και παραδοσιακό συνδυασµό για τη συµπτωµατική αντιµετώπιση της διάρροιας. H δράση της πηκτίνης που συχνά συνδυάζεται πιστεύεται ότι οφείλεται στην παραγωγή λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου που παράγονται από τη διάσπασή της από τα βακτηρίδια του εντέρου. Γενικώς, οι αναφερθείσες ουσίες χορηγούνται για τη συµπτωµατική ανακούφιση και διαφόρων άλλων καταστάσεων του πεπτικού όπως εντερίτιδες, κολίτιδες, τροφικές δηλητηριάσεις, µετεωρισµός, δυσπεπτικά ενοχλήµατα κλπ. Tο γεγονός ότι µπορούν να προσροφήσουν πολλά φάρµακα (αλκαλοειδή της ευθάλειας, λινδοµυκίνη, σαλικυλικά, βαρβιτουρικά, φαινοθειαζίνες, άλατα σιδήρου, δακτυλίτιδα, παρακεταµόλη, προποξυφαίνη, αγχολυτικά, αντικαταθλιπτικά, καθαρτικά κλπ.) θα πρέπει να λαµβάνεται σοβαρά υπόψη και να αποφεύγεται η ταυτόχρονη χορήγησή τους.

KAOΛINH + ΠHKTINH Kaolin + Pectin Eνδείξεις: Oξέα διαρροϊκά σύνδροµα (εντερίτιδες, κολίτιδες, τροφικές δηλητηριάσεις). Aντενδείξεις: Yποψία αποφρακτικού ειλεού. Παιδιά κάτω των 3 ετών. Aλληλεπιδράσεις, Προσοχή στη χορήγηση: Προσροφά διάφορα φάρµακα, όπως αλκαλοειδή της ευθάλειας, λινκοµυκίνη, κλπ. ∆οσολογία: Aνάλογα µε την περιεκτικότητα σε καολίνη και πηκτίνη των διαφόρων ιδιοσκευασµάτων. Συνήθως 30 ml/ 6ωρο ανάλογα και µε την ηλικία.

Σελίδα 17 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 18: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

30 ml/ 6ωρο ανάλογα και µε την ηλικία. Mορφές-Περιεκτικότητες: oral suspension (986+22) mg/5 ml Iδιοσκευάσµατα: KAOPECTATE/Pharmacia & Upjohn: oral. susp (986+22) mg/5 ml x 180 ml, 350

ANΘPAKAΣ ENEPΓOΣ Charcoal Activated Eνδείξεις: Συµπτωµατική αντιµετώπιση δυσπεπτικών ενοχληµάτων εξαιτίας της παρουσίας αέρα στον πεπτικό σωλήνα. Λόγω της προσροφητικής του δράσης σε τοξίνες και δηλητήρια χορηγείται σε δηλητηριάσεις από τοξικές ουσίες που εισέρχονται από τον πεπτικό σωλήνα και σε οξέα διαρροϊκά σύνδροµα. Ως αντίδοτο βλ. κεφ. 17. Aντενδείξεις: ∆εν αναφέρονται. Aνεπιθύµητες αντιδράσεις: Tεφρόχρους χροιά των κοπράνων. Aλληλεπιδράσεις, Προσοχή στη χορήγηση: Προσροφά πολλά φάρµακα, όπως σαλικυλικά, βαρβιτουρικά, φαινοθειαζίνες, άλατα σιδήρου, αντιχολινεργικά, δακτυλίτιδα, παρακεταµόλη κ.ά. ∆οσολογία: 250-300 mg 3-4 φορές την ηµέρα. Nα µη χορηγείται συγχρόνως µε άλλα φάρµακα. Nα αποφεύγεται ταυτόχρονη λήψη µε γάλα διότι µειώνεται η προσροφητική του δύναµη. Mορφές-Περιεκτικότητες: powder 50 g Iδιοσκευάσµατα: CARBOMIX/IΦET: powder 50 g x 1

ANΘPAKAΣ ENEPΓOΣ + ∆IMEΘIKONH Charcoal activated +Dimeticone Eνδείξεις: Συµπτωµατική αντιµετώπιση µετεωρισµού - δυσπεψίας προερχοµένων από την παρουσία αερίων στον πεπτικό σωλήνα. Λοιπά: Bλ. Άνθρακας ενεργός. ∆οσολογία: Mία ερυθρά και µία κυανή κάψουλα πριν από τα γεύµατα. Mορφές-Περιεκτικότητες: e.c. capsules (κόκκινες) (140+45) mg + caps (µπλε) (140+45) mg Iδιοσκευάσµατα: CARBOSYLANE/Φαρµασερβ Λιλλυ: e.c.caps + caps (140+45) mg x 48 + (140+45) mg x 48, 1394

∆IMEΘIKONH Dimeticone Eνδείξεις: Bλ. Eνεργός άνθρακας + ∆ιµεθικόνη. Aντενδείξεις, Aνεπιθύµητες ενέργειες: ∆εν αναφέρονται. Aλληλεπιδράσεις, Προσοχή στη χορήγηση: Nα αποφεύγεται η ταυτόχρονη χορήγηση µε άλλα φάρµακα. ∆οσολογία: 80-160 mg 3 φορές την ηµέρα. Mορφές-Περιεκτικότητες: chw. tablets 80 mg Iδιοσκευάσµατα: CEOLAT/Solvay Pharma: chw.tab 80 mg x 30, 375

1.3.2 Aνασταλτικά της εντερικής κινητικότητας Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται τα οπιοειδή και διάφορα άλλα, όπως η διφαινοξυλάτη και λοπεραµίδη. O όρος "οπιοειδή" (opioids), περιλαµβάνει όλες τις ουσίες φυσικές και συνθετικές, συµπεριλαµβανόµενων και ουσιών µε δράση ανταγωνιστική της µορφίνης. H χρήση τους ως αντιδιαρροϊκών οφείλεται στην ανασταλτική τους δράση στην κινητικότητα του γαστρεντερικού σωλήνα και την πρόκληση δυσκοιλιότητας. H λοπεραµίδη είναι παράγωγο της αλοπεριδόλης και από άποψη χηµικής δοµής µοιάζει µε τη µεπεριδίνη. Στις συνήθεις θεραπευτικές δόσεις έχει σηµαντικώς µικρότερη επίδραση στο KNΣ από εκείνη της αλοπεριδόλης ή µεπεριδίνης. O τρόπος δράσης της µοιάζει µε εκείνον και των οπιούχων, ενώ παραλλήλως µειώνει και τις εντερικές εκκρίσεις. Mολονότι δεν έχουν περιγραφεί φαινόµενα εξάρτησης από τη χρήση του φαρµάκου, εντούτοις δεν µπορεί να αγνοηθεί ο ενδεχόµενος κίνδυνος. Στη χρήση της κωδεΐνης και των οπιούχων θα πρέπει να λαµβάνονται σοβαρά υπόψη οι ενδεχόµενοι κίνδυνοι που αναφέρονται στο ειδικό κεφάλαιο (βλ. 4.10). H κωδεΐνη προτιµάται των οπιούχων σε περιπτώσεις που απαιτείται περισσότερο µακροχρόνια χρήση γιατί προκαλεί δυσκολότερα εξάρτηση. Γενικώς τα φάρµακα αυτά θα πρέπει να αποφεύγονται σε περιπτώσεις διάρροιας από ελκώδη κολίτιδα και οξεία µικροβιακή ή αµοιβαδική δυσεντερία γιατί ευνοούν την επιδείνωση των ελκωτικών βλαβών του εντέρου µε αυξηµένο κίνδυνο εµφάνισης τοξικού µεγακόλου. Eπίσης πρέπει να αποφεύγονται σε ηπατική ανεπάρκεια. Tα οπιούχα συνιστώνται κυρίως για νοσοκοµειακή χρήση.

KΩ∆EΪNH Codeine Eνδείξεις: Σοβαρές διάρροιες που δεν ανταποκρίνονται σε άλλα απλούστερα θεραπευτικά µέσα (βλ. επίσης εισαγωγή). Λοιπές ενδείξεις βλ. 3.3.1. Aντενδείξεις: Ψευδοµεµβρανώδης κολίτιδα, εκκολπωµατική νόσος. Aνεπιθύµητες ενέργειες, Aλληλεπιδράσεις: Bλ. 4.10. Προσοχή στη χορήγηση: Σε ελκώδη κολίτιδα, ευερέθιστο έντερο, ηπατική ανεπάρκεια. ∆οσολογία: 40-120 mg/24ωρο σε 3-6 δόσεις. Παιδιά άνω των 4 ετών 1-3 mg/kg/ 24ωρο. Λοιπά: Bλ. 4.10. Iδιοσκευάσµατα: ∆ιατίθενται από το Yπουργείο Yγείας Πρόνοιας.

ΛOΠEPAMI∆H Loperamide Eνδείξεις: Συµπτωµατική αντιµετώπιση οξείας και χρόνιας διάρροιας.

Σελίδα 18 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 19: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

Eνδείξεις: Συµπτωµατική αντιµετώπιση οξείας και χρόνιας διάρροιας. Aντενδείξεις: Παιδιά ηλικίας κάτω των 2 ετών, υπερευαισθησία στο φάρµακο. Oξεία διάρροια που οφείλεται σε ελκώδη κολίτιδα ή σε λήψη αντιβιοτικών. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Eίναι ασυνήθεις στις συνιστώµενες θεραπευτικές δόσεις. Eντούτοις, έχουν αναφερθεί ξηροστοµία, ζάλη, κεφαλαλγία, ναυτία, γαστρικές διαταραχές, κολικοειδή κοιλιακά άλγη, ερυθρότητα δέρµατος, συχνουρία (βλ. επίσης προσοχή στη χορήγηση). Aλληλεπιδράσεις: ∆εν αναφέρονται ιδιαίτερες. Προσοχή στη χορήγηση: Σε άτοµα στα οποία η πρόκληση δυσκοιλιότητας είναι ανεπιθύµητη (π.χ. ηπατική ανεπάρκεια), σε µικροβιακές ή παρασιτικές λοιµώξεις του εντέρου (κίνδυνος διάτρησης), σε φλεγµονώδεις παθήσεις, όπου απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή και παρακολούθηση εξαιτίας του κινδύνου πρόκλησης τοξικού µεγάκολου. Στην εγκυµοσύνη, µολονότι δεν έχει αποδειχθεί τερατογόνος δράση, εντούτοις συνιστάται να σταθµίζεται το αναµενόµενο όφελος σε σχέση µε τους ενδεχόµενους κινδύνους. Σε αποτυχία ελέγχου της διάρροιας µέσα σε 2 µέρες από τη χορήγησή της, προκειµένου για οξεία διάρροια, ή µέσα σε 10 ηµέρες προκειµένου για χρόνια συνιστάται η διακοπή του φαρµάκου. ∆οσολογία: Aρχική δόση 4 mg και στη συνέχεια 2 mg µετά από κάθε ασχηµάτιστη κένωση. Σε χρόνιες διάρροιες 2-4 mg 1-2 φορές την ηµέρα. Mεγίστη ηµερήσια δόση 16 mg. Παιδιά: 6-8 ετών 1mg 2 φορές την ηµέρα, 9-12 ετών 2 mg 4 φορές την ηµέρα. Στα παιδιά γενικά προτιµάται η χορήγηση του φαρµάκου µε τη µορφή διαλύµατος ή σιροπιού, η δε διάρκεια λήψεως δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 3-5 ηµέρες. Mορφές-Περιεκτικότητες: capsules 2 mg syrup 1 mg/5 ml Iδιοσκευάσµατα: IMODIUM/Janssen-Cilag: caps 2 mg x 6, 295, syr 1 mg/5 ml x 60 ml, 445 NEO-ENTEROSEPTOL/Specifar: caps 2 mg x 18, 621

OΠIOY AΛKAΛOEI∆H Opium Alcaloids Eνδείξεις: Bλ. Kωδεΐνη. ∆οσολογία: Eνήλικοι: Eφάπαξ χορήγηση 1-2 ml βάµµατος οπίου*. Παιδιά: 1-5 ετών 0.25-0.5 ml, 6-12 ετών 0.5-1 ml. Λοιπά: Bλ. εισαγωγή καθώς και Mορφίνη (4.10). Σταθερότητα-Φύλαξη: Nα διατηρείται σε αεροστεγή συσκευασία. Iδιοσκευάσµατα: Σκευάσµατα Eλληνικής Φαρµακοποιΐας.

* Περιεκτικότητα σε µορφίνη 0.95-1.05%.

1.3.3 ∆ιάλυµα δεξτρόζης - ηλεκτρολυτών από το στόµα Tο διάλυµα δεξτρόζης µε ηλεκτρολύτες για χορήγηση από το στόµα παρουσιάζει ορισµένα πλεονεκτήµατα. Περιέχει κάλιο σε ικανή ποσότητα για την αντικατάσταση των απωλειών, διττανθρακικό νάτριο για τη διόρθωση της οξέωσης και χλωριούχο νάτριο. Tο τελευταίο και το ύδωρ του διαλύµατος απορροφώνται καλύτερα από το έντερο παρουσία δεξτρόζης. Mορφές-Περιεκτικότητες: powder oral single dose 5.90 g/sachet Iδιοσκευάσµατα: ALMORA/Elpen: pd.or.sd 5.90 g/sachet x 15, 599

1.4 Kαθαρτικά Tα καθαρτικά, ανάλογα µε τον τρόπο δράσης τους, διακρίνονται κυρίως στα αυξάνοντα τον όγκο των κοπράνων, τα µαλακτικά, τα διεγείροντα την εντερική κινητικότητα και τα αλατούχα και ωσµωτικώς δρώντα. Xρήση καθαρτικών δικαιολογείται κυρίως: α) Για την αντιµετώπιση οξείας δυσκοιλιότητας από οποιαδήποτε παθολογική ή µη κατάσταση. β) Σε οξείες επίσης καταστάσεις που επιθυµείται αποφυγή προσπάθειας (π.χ. οξύ έµφραγµα του µυοκαρδίου). γ) Για διαγνωστικούς ή θεραπευτικούς (χειρουργικές επεµβάσεις, δηλητηριάσεις κ.ά.) σκοπούς. Γενικά χρήση καθαρτικών πέραν της εβδοµάδας δε συνιστάται, εκτός από σπάνιες περιπτώσεις χρόνιας δυσκοιλιότητας. H αντιµετώπιση της τελευταίας θα πρέπει να αποσκοπεί στην καταπολέµηση της αιτίας. Στις περισσότερες περιπτώσεις η εφαρµογή της κατάλληλης δίαιτας µε προσθήκη ικανής ποσότητας φυτικών ινών και υγρών καθώς και ο φυσιολογικότερος τρόπος διαβίωσης αρκούν για την καταπολέµησή της. Mακροχρόνια χρήση καθαρτικών συνεπάγεται επιδείνωση της δυσκοιλιότητας, δηµιουργία εξάρτησης και εµφάνιση σοβαρών ανεπιθύµητων ενεργειών συχνά µη αναστρέψιµων.

1.4.1 Aυξάνοντα τον όγκο των κοπράνων Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται διάφοροι φυσικοί πολυσακχαρίτες, όπως πίτυρο σιτηρών, υδρόφιλα κολλοειδή από σπόρους ορισµένων φυτών (ψύλλιο) ή συνθετικοί (µεθυλοκυτταρίνη) που δρούν στο λεπτό και το παχύ έντερο. Θεωρούνται τα "αθωότερα" γιατί διεγείρουν τον εντερικό περισταλτισµό µε τον αυξηµένο τους όγκο. Προτιµώνται για την καταπολέµηση της απλής δυσκοιλιότητας, όπως κατά τη διάρκεια της εγκυµοσύνης ή και µετά τον τοκετό. Πρέπει να αποφεύγονται σε υποψία εντερικής απόφραξης ή σε εντερική ατονία. Tο περισσότερο αποτελεσµατικό είναι το πίτυρο σιτηρών και λαµβάνεται µε τα γεύµατα σε χυµούς φρούτων ή ύδωρ. Tα υπόλοιπα προτιµώνται σε περιπτώσεις δυσανεξίας των αρρώστων στο πίτυρο σιτηρών. Tο καθαρτικό αποτέλεσµα εµφανίζεται 12-24 ώρες µετά τη λήψη τους.

1.4.2 Mαλακτικά των κοπράνων Kύριος εκπρόσωπος της υποκατηγορίας αυτής είναι η παραφίνη ή παραφινέλαιο (paraffin liquid, mineral oil), ένα σύµπλοκο µίγµα κεκορεσµένων υδρογονανθράκων, πετρελαϊκής προέλευσης.

Σελίδα 19 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 20: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

ένα σύµπλοκο µίγµα κεκορεσµένων υδρογονανθράκων, πετρελαϊκής προέλευσης. Tο φάρµακο χορηγούµενο σε υποκλυσµό χαρακτηρίζεται από αµελητέα απορρόφηση. Aντιθέτως, σε χορήγηση από το στόµα µπορεί να απορροφηθεί µέχρι και 30% της χορηγούµενης δόσης, ανευρισκόµενο στον εντερικό βλεννογόνο, τους επιχώριους λεµφαδένες, το ήπαρ και τον σπλήνα. Στο έντερο επαλείφει τα κόπρανα εµποδίζοντας την επαναρρόφηση του ύδατος. Έτσι η αύξηση του όγκου των κοπράνων από την κατακράτηση ύδατος και η προκύπτουσα αύξηση της γλοιότητάς τους διευκολύνουν την αφόδευση. Προτιµάται κυρίως σε άτοµα µε αιµορροϊδοπάθειες ή άλλες επώδυνες καταστάσεις της πρωκτικής περιοχής (βλ. ενδείξεις). H έναρξη δράσης του εµφανίζεται συνήθως µετά 6-8 ώρες. Tο παραφινέλαιο µπορεί, ενδεχοµένως, να συνδυασθεί και µε άλλα υπακτικά-καθαρτικά, όπως το υδροξείδιο του µαγνησίου ή τα διεγερτικά της εντερικής κινητικότητας.

ΠAPAΦINH YΓPH Parafin Liquid Eνδείξεις: Xρόνια δυσκοιλιότητα, ιδιαίτερα σε άτοµα µε αιµορροϊδοπάθειες ή άλλες επώδυνες καταστάσεις του δακτυλίου και του ορθού. Mετεγχειρητικές καταστάσεις ή µετά από τοκετό. Kαταστάσεις, όπου επιθυµείται αποφυγή προσπάθειας κατά την αφόδευση (έµφραγµα µυοκαρδίου, κήλες, κύηση, κλπ.). Aντενδείξεις: Bλ. κατωτέρω ανεπιθύµητες ενέργειες. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Σε παρατεταµένη χορήγηση (άνω των 2 εβδοµάδων) προκαλεί διαταραχή στην απορρόφηση των λιποδιαλυτών βιταµινών A, D, E και K. Mεγάλες δόσεις µπορεί να προκαλέσουν κνησµό του δακτυλίου και αιµορροϊδοπάθειες. Σε ηλικιωµένα, καταβεβληµένα ή µε ψυχικές διαταραχές άτοµα ή ακόµα και µε δυσχέρεια στην κατάποση (π.χ. γαστρο-οισοφαγική παλινδρόµηση, εκκόλπωµα Zenker κλπ.) υπάρχει κίνδυνος εισρόφησης και πρόκλησης βαριάς λιπώδους πνευµονίας (συχνά θανατηφόρου). Eπίσης έχουν αναφερθεί κοκκιωµατώδεις αντιδράσεις λεµφαδένων, ήπατος και σπληνός από απορρόφηση του φαρµάκου καθώς και ερεθισµός του δακτυλίου. Aλληλεπιδράσεις: Σε σύγχρονη χορήγηση µε δοκυσάτη µπορεί να προκληθεί αύξηση της απορρόφησής του από βλάβη του εντερικού επιθηλίου που προκαλεί η δοκυσάτη. Eπίσης µειώνει την απορρόφηση των λιποδιαλυτών βιταµινών, αλλά και άλλων φαρµάκων, όπως αντιεπιληπτικών και από του στόµατος αντισυλληπτικών. Aναφέρεται ακόµα µείωση της δράσης σουλφοναµιδών και ανθελµινθικών φαρµάκων. Προσοχή στη χορήγηση: Nα λαµβάνεται το εσπέρας πριν από την κατάκλιση και κατά προτίµηση µε κενό στόµαχο. Nα αποφεύγεται η χρόνια χορήγησή του, ιδιαιτέρως σε εγκύους. ∆οσολογία: Συνήθως 15-45 ml εφάπαξ. Παιδιά 10-15 ml. Mορφές-Περιεκτικότητες: oral emulsion 1411.25 mg/5 ml oil oral 100% v/v gel oral 80.90% Iδιοσκευάσµατα: AGAROL PLAIN/Warner-Lambert: oral.emul 1411.25 mg/5 ml x 200 ml, 538 NUJOL/Schering Plough: oil.or 100% v/v x 240 ml, 605 PARAFIN LIQUID/NORMA/Norma: oil.or x 200 ml, 451 PARAFINE OIL/NI-THE/Ni-The: oil.or x 200 ml, 451 PARAGEL/Santa: oil.or 100% x 200 ml, 496, gel.oral 80.90% x 200 g, 609

1.4.3 ∆ιεγείροντα την εντερική κινητικότητα Tα φάρµακα της κατηγορίας αυτής διεγείρουν την εντερική κινητικότητα, κυρίως του παχέος εντέρου και µειώνουν την απορρόφηση ύδατος και ηλεκτρολυτών. Σε αυτήν ανήκουν η δισακοδύλη, το καστορέλαιο, η σέννα και το πικοθειικό νάτριο. H κατάχρηση των φαρµάκων της οµάδας αυτής από χρόνια χρήση δηµιουργεί τα σοβαρότερα προβλήµατα εξαιτίας κυρίως της εξάρτησης την οποία δηµιουργούν και των σοβαρών ανεπιθυµήτων ενεργειών που συνεπάγονται. Xρήση των παραπάνω φαρµάκων δικαιολογείται µόνο για την αντιµετώπιση οξείας δυσκοιλιότητας (π.χ. από λήψη φαρµάκων, παρατεταµένη παραµονή στο κρεββάτι, κλπ.), την προετοιµασία του εντέρου για διαγνωστικές εξετάσεις ή την αντιµετώπιση χρόνιας δυσκοιλιότητας που δεν ανταποκρίνεται σε διαιτητικά µέτρα ή άλλα αθωότερα καθαρτικά. Στην τελευταία αυτή περίπτωση η χορήγησή τους δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 10 ηµέρες. Σε αντίθετη περίπτωση ο κίνδυνος πρόκλησης ατονίας του εντέρου και υποκαλιαιµίας (µε αποτέλεσµα επίταση της δυσκοιλιότητας) είναι σηµαντικά αυξηµένος. Xρήση τους στα παιδιά ή κατά τη διάρκεια της εγκυµοσύνης θα πρέπει να αποφεύγεται. H εµφάνιση του καθαρτικού τους αποτελέσµατος ποικίλλει: της δισακοδύλης εµφανίζεται µετά 6-10 ώρες ή 30-60 λεπτά µετά τη χορήγησή της (από το στόµα ή το ορθό αντίστοιχα), του καστορελαίου µετά 2-8 ώρες, της σέννας µετά 8-12 ώρες και του πικοθειικού νατρίου µετά 10-14 ώρες. Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται και τα διεγείροντα το παρασυµπαθητικό αντιχολινεστερασικά φάρµακα (νεοστιγµίνη, προστιγµίνη κλπ.). H χρήση τους σήµερα για την καταπολέµηση χρόνιας δυσκοιλιότητας αντενδείκνυται. Σπανίως µπορούν να χρησιµοποιηθούν σε ορισµένες µόνο περιπτώσεις παραλυτικού ειλεού (π.χ. µετεγχειρητικώς). Bλ. επίσης 4.7.

∆IΣAKO∆YΛH Bisacodyl Eνδείξεις: Aντιµετώπιση για βραχύ χρονικό διάστηµα, χρόνιας δυσκοιλιότητας που δεν ανταποκρίνεται σε άλλα αθωότερα καθαρτικά. Προετοιµασία του εντέρου προεγχειρητικώς ή για διαγνωστικές εξετάσεις (ενδοσκοπικές ή ακτινολογικές). Aντενδείξεις: Bαριές φλεγµονώδεις παθήσεις του εντέρου, υπόνοια ειλεού, οξεία χειρουργική κοιλία αδιάγνωστης αιτίας, σοβαρή αφυδάτωση. Nα µη δίνονται υπόθετα σε ραγάδες ή έλκη του πρωκτού. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Aναφέρονται κολικοειδή άλγη της κοιλίας, τεινεσµός ή πρωκτίτιδα (σε χρόνια χρήση υποθέτων). Σπανίως σοβαρή διάρροια µε ηλεκτρολυτικές διαταραχές (συνήθως σε υπερδοσολογία). Σε χρόνια χορήγηση κίνδυνος εξάρτησης, πρόκλησης συνδρόµου προσοµοιάζοντος µε εκείνο του ευερέθιστου εντέρου, υπονατριαιµία, υποκαλιαιµία, αφυδάτωση, υπεραλδοστερονισµός, εντεροπάθεια µε απώλεια λευκώµατος, στεατόρροια, οστεοµαλάκυνση και ακτινολογική εικόνα του παχέος εντέρου προσοµοιάζουσα µε εκείνη της ελκώδους κολίτιδας ή του µεγάκολου. Aλληλεπιδράσεις: Σύγχρονη λήψη του φαρµάκου µε αντιόξινα, σιµετιδίνη, γάλα ή άλλα αλκαλικά πόµατα

Σελίδα 20 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 21: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

Aλληλεπιδράσεις: Σύγχρονη λήψη του φαρµάκου µε αντιόξινα, σιµετιδίνη, γάλα ή άλλα αλκαλικά πόµατα µπορεί να οδηγήσει σε γαστρεντερικό ερεθισµό από πρώιµη απελευθέρωση του φαρµάκου στον στόµαχο ή το δωδεκαδάκτυλο. Προσοχή στη χορήγηση: Σε ηλικιωµένα άτοµα υπάρχει κίνδυνος ορθοστατικής υπότασης ή πρόκλησης εντερικής ατονίας και υποκαλιαιµίας, ιδιαίτερα όταν λαµβάνονται και άλλα φάρµακα προκαλούντα υποκαλιαιµία (διουρητικά, κορτικοειδή). Σε ανάγκη λήψης και άλλων φαρµάκων να µεσολαβεί χρονικό διάστηµα 1½ - 2 ωρών µεταξύ της δισακοδύλης και εκείνων. Tα δισκία να καταπίνονται ως έχουν και να µη µασώνται εξαιτίας της τοπικής ερεθιστικής δράσης του φαρµάκου. Σε σκόνη είναι ερεθιστικό των επιπεφυκότων, λοιπών βλεννογόνων και δέρµατος. Nα αποφεύγεται η µακροχρόνια λήψη του. ∆εν υπάρχουν δεδοµένα για την ασφάλεια της χορήγησής του κατά τον θηλασµό. ∆οσολογία: Aπό το στόµα: Eνήλικες και παιδιά άνω των 10 ετών: 5-10mg εφάπαξ το βράδυ. Για µικρότερα παιδιά: 5mg µε σύσταση γιατρού. Aπό το ορθό: Eνήλικοι και παιδιά (άνω των 10 ετών) 10 mg. Mορφές-Περιεκτικότητες: e.s.c. tablets 5 mg suppositories 10 mg Iδιοσκευάσµατα: DULCOLAX/Boehringer Ingelheim: e.s.c.tab 5 mg x 30, 360, supp 10 mg x 6, 238

KAΣTOPEΛAIO Castor Oil Eνδείξεις: Προετοιµασία του εντέρου για ακτινολογικό κυρίως έλεγχο. Aντενδείξεις: Aποφρακτικές καταστάσεις του εντέρου, πολύ καταβεβληµένα άτοµα, κύηση. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Nαυτία, έµετοι, κολικοειδή κοιλιακά άλγη, διάρροια, αφυδάτωση µε ηλεκτρολυτικές διαταραχές, σπανίως αλλεργικές αντιδράσεις. Προσοχή στη χορήγηση: Σε ηλικιωµένα και καχεκτικά άτοµα (κίνδυνος ορθοστατικής υπότασης και ηλεκτρολυτικών διαταραχών), έµµηνο ρύση. Nα µη χορηγούνται το βράδυ (έναρξη δράσης σε 2-6 ώρες). ∆οσολογία: 15-60 ml, παιδιά κάτω των 2 ετών 1-5 ml, άνω των 2 ετών 5-15 ml. Nα λαµβάνεται κατά προτίµηση µε κενό στόµαχο (µε γάλα ή χυµούς φρούτων). Mορφές-Περιεκτικότητες: oil solution oral 99.9%w/w oil oral 100% v/v Iδιοσκευάσµατα: CASTOR OIL AROMATIC/Ni-The: oil.sol.or 99.9% w/w x 50 g, 277 ΚΙΚΕΛΑΙΟ ΕΦ ΙΙΙ (CASTOR OIL)/ΝΟΡΜΑ/ Norma: oil.or 100% v/v x 50 ml, 277

ΠIKOΘEIIKO NATPIO Sodium Picosulphate Eνδείξεις, Aντενδείξεις: Γενικώς όπως της δισακοδύλης. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Koλικοειδή άλγη της κοιλίας, ηλεκτρολυτικές διαταραχές, κίνδυνος εξάρτησης και γενικά οι ανεπιθύµητες ενέργειες των διεγερτικών του εντέρου καθαρτικών. Προσοχή στη χορήγηση: Nα αποφεύγεται κατά τη διάρκεια της εγκυµοσύνης, σε µικρά παιδιά, καθώς και η µακροχρόνια χρήση του. ∆οσολογία: Aπό το στόµα: Ενήλικοι 5-15 mg κατά προτίµηση το βράδυ. Παιδιά κάτω των 5 ετών 2.5 mg, 6-12 ετών 2.5-5 mg. Mορφές-Περιεκτικότητες: capsules 7.5 mg toffee 5 mg oral solution drops 7.5 mg/ml Iδιοσκευάσµατα: GUTTALAX/Boehringer Ingelheim: or.so.d 7.5 mg/ml x 15 ml, 382 LAXATOL/Roche: tof 5 mg x 24, 471, caps 7.5 mg x 24, 480

ΣENNA Senna Eνδείξεις, Aντενδείξεις: Bλ. ∆ισακοδύλη. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Kολικοειδή κοιλιακά άλγη, διάρροια (σε υπερδοσολογία), κόκκινη χρώση των ούρων σε αλκαλική αντίδραση, αλλεργικές εκδηλώσεις σε ευαίσθητα άτοµα. Eπίσης αναφέρονται µεταβολική αλκάλωση ή οξέωση καθώς και µελάνωση του παχέος εντέρου. Πρόκειται για εναπόθεση χρωστικής στον βλεννογόνο του ορθού και του τυφλού, χωρίς όµως ιδιαίτερη κλινική σηµασία. Eµφανίζεται σε µακροχρόνια χορήγηση (άνω των 4 µηνών) και υποχωρεί εντός 3-6 µηνών από της διακοπής του φαρµάκου. Προσοχή στη χορήγηση: Στη γαλουχία (αποβάλλεται µε το µητρικό γάλα). Nα αποφεύγεται παρατεταµένη χορήγηση, ιδιαίτερα σε ηλικιωµένα άτοµα και παιδιά (κίνδυνος εξάρτησης, υποκαλιαιµίας και εντερικής ατονίας). ∆οσολογία: 12-24 mg σεννοσιδών A + B το βράδυ πριν από την κατάκλιση. Παιδιά 6-12 ετών 12 mg. Για προετοιµασία του εντέρου 150 mg εφάπαξ το απόγευµα της προηγούµενης της εξέτασης ηµέρα. Παιδιά 1 mg/kg. Mορφές-Περιεκτικότητες: s.c. tablets 12 mg syrup 10 mg/5 ml Iδιοσκευάσµατα: X-PREP/R+N Φαρµακευτικά: syr 10 mg/5 ml x 75 ml, 456 PURSENID/Novartis: s.c.tab 12 mg x 20, 260

1.4.4 Aλατούχα και ωσµωτικώς δρώντα Στην κατηγορία αυτή υπάγονται τα άλατα του µαγνησίου, διάφορα τρυγικά άλατα και ορισµένοι ηµισυνθετικοί πολυσακχαρίτες (λακτουλόζη και λακτιτόλη). Tα αλατούχα καθαρτικά χρησιµοποιούνται σε περιπτώσεις που απαιτείται ταχεία κένωση του εντέρου για

Σελίδα 21 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 22: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

Tα αλατούχα καθαρτικά χρησιµοποιούνται σε περιπτώσεις που απαιτείται ταχεία κένωση του εντέρου για διαγνωστικούς ή θεραπευτικούς σκοπούς. H έναρξη του καθαρτικού τους αποτελέσµατος εµφανίζεται 2-4 ώρες µετά τη χορήγησή τους. H τελευταία θα πρέπει να συνοδεύεται από ικανή λήψη υγρών. Tα άλατα του µαγνησίου αντενδείκνυνται σε νεφρική ανεπάρκεια. H λακτουλόζη πρακτικώς δεν απορροφάται από τον γαστρεντερικό σωλήνα. Στο έντερο διασπάται από ορισµένα βακτηρίδια σε διάφορα οξέα και διοξείδιο του άνθρακα, τα οποία οξινοποιούν το εντερικό περιεχόµενο και αυξάνουν την ωσµωτική του πίεση µε αποτέλεσµα την αύξηση του κατακρατούµενου ύδατος. Tο όξινο pH επιπλέον διευκολύνει τη δέσµευση της αµµωνίας του αίµατος, ιδιότητα που βρίσκει εφαρµογή στην αντιµετώπιση της ηπατικής εγκεφαλοπάθειας. H έναρξη δράσης της εµφανίζεται 24-48 ώρες µετά τη χορήγησή της. Σε διαβητικούς θα πρέπει να χορηγείται µε προσοχή λόγω της ικανής περιεκτικότητας απορροφήσιµων σακχάρων. H λακτιτόλη µε δράση ανάλογη της λακτουλόζης δεν απορροφάται στο λεπτό έντερο. Στο παχύ διασπάται από διάφορα βακτηρίδια σε οξεικό, προπιονικό και βουτυρικό οξύ. Έτσι µειώνεται το pH, ενισχύεται η κινητικότητα του εντερικού τοιχώµατος και η έκκριση υγρών µε παράλληλη δέσµευση της αµµωνίας του αίµατος. H γλυκερίνη µε ωσµωτική κυρίως δράση, χορηγούµενη µε τη µορφή υποθέτων προκαλεί κένωση του ορθού σε ½, περίπου, ώρα. Tα άλατα του µαγνησίου θα πρέπει να χορηγούνται µε ιδιαίτερη προσοχή σε πάσχοντες από νεφρική ανεπάρκεια. Eπίσης τα περιέχοντα νάτριο µπορεί να είναι επικίνδυνα σε πάσχοντες από συµφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, ενώ τα φωσφορικά άλατα µπορεί να µειώσουν το ασβέστιο του αίµατος.

ΛAKTOYΛOZH Lactulose Eνδείξεις: Xρόνια δυσκοιλιότητα, δυσκοιλιότητα µετά από τοκετό, χειρουργικές επεµβάσεις (ιδιαίτερα αιµορροϊδεκτοµή), βαριούχο υποκλυσµό µε κατακράτηση βαρίου και γενικά σε καταστάσεις που απαιτείται αποφυγή προσπάθειας κατά την αφόδευση. Eπίσης στην πρόληψη και θεραπεία της ηπατικής εγκεφαλοπάθειας. Aντενδείξεις: Kαταστάσεις στις οποίες απαιτείται δίαιτα ελεύθερη γαλακτόζης ή λακτόζης. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Kοιλιακή δυσφορία, µετεωρισµός, ερυγές, ναυτία, έµετοι, ήπια κολικοειδή άλγη της κοιλίας ή άλγος στην περιοχή του δακτυλίου, διάρροιες (σε µεγάλες δόσεις) και σπανίως µικρή απώλεια βάρους (σε µακροχρόνια χορήγηση). Aλληλεπιδράσεις: Σε σύγχρονη χορήγηση λακτουλόζης και νεοµυκίνης ή άλλων αντιµικροβιακών φαρµάκων υπάρχει το ενδεχόµενο µεταβολής της εντερικής χλωρίδας του εντέρου, που είναι υπεύθυνη για τη διάσπαση του φαρµάκου (υπάρχουν αντικρουόµενες απόψεις). Προσοχή στη χορήγηση: Σε διαβητικούς εξαιτίας της περιεκτικότητας και άλλων απορροφήσιµων σακχάρων (γαλακτόζης, λακτόζης κ.ά). Σε ηλικιωµένα άτοµα µε κακή γενική κατάσταση και χρόνια λήψη του φαρµάκου συνιστάται περιοδικός έλεγχος των ηλεκτρολυτών. Σε άτοµα µε ηπατική εγκεφαλοπάθεια να αποφεύγεται η λήψη και άλλων καθαρτικών γιατί δυσχεραίνεται η εξατοµίκευση της δοσολογίας. Eπίσης να λαµβάνεται υπόψη το ενδεχόµενο πρόκλησης υποκαλιαιµίας µε επιβάρυνση της εγκεφαλοπάθειας. Eνδοσκοπικές επεµβάσεις και ηλεκτροπηξία: η καθοιονδήποτε τρόπον χρήση ηλεκτρικού ρεύµατος, στη διάρκεια µιας ενδοσκοπικής επέµβασης, ενέχει τον θεωρητικό κίνδυνο έκρηξης, εξαιτίας της παρουσίας ικανής ποσότητας υδρογόνου. Στην εγκυµοσύνη και γαλουχία δεν υπάρχουν δεδοµένα, µολονότι στα πειραµατόζωα δεν παρατηρήθηκαν δυσάρεστα συµβάντα στο έµβρυο. Nα σταθµίζεται εποµένως το αναµενόµενο όφελος σε σχέση µε τους ενδεχόµενους κινδύνους. ∆οσολογία: Ως υπακτικό-καθαρτικό συνήθης δόση 30-45 ml την ηµέρα που µπορούν να φθάσουν µέχρι και 60 ml. Σε ηπατική εγκεφαλοπάθεια από το στόµα (µπορεί να χορηγηθεί και µε ρινογαστρικό καθετήρα) 30-45 ml 3-4 φορές την ηµέρα. Γενικά η δόση εξατοµικεύεται ανά 2 ηµέρες ώστε να προκαλούνται 2-3 πολτώδεις κενώσεις ηµερησίως. Παιδιά: 2-90 ml την ηµέρα ανάλογα µε την ηλικία και το αποτέλεσµα. Aπό το ορθό: Yποκλυσµός 300 ml λακτουλόζης σε 700 ml ύδατος (ή και ισοτόνου διαλύµατος χλωριούχου νατρίου) σε περιπτώσεις ηπατικής εγκεφαλοπάθειας. Συνιστάται η συγκράτηση του υποκλυσµού για 20-60 λεπτά, που µπορεί να επαναλαµβάνεται, ανάλογα µε το αποτέλεσµα, κάθε 4-12 ώρες. Σταθερότητα-Φύλαξη: ∆ιατηρείται σε θερµοκρασία δωµατίου. Σε µεγαλύτερες θερµοκρασίες δυνατή η µεταβολή της χροιάς του (επί το σκοτεινότερο) ή και απώλεια της διαύγειάς του χωρίς όµως απώλεια της δραστικότητάς του. Σε χαµηλή θερµοκρασία (ψύξη) γίνεται ιξώδες. Mορφές-Περιεκτικότητες: syrup 3.335 g/5 ml oral powder 100% Iδιοσκευάσµατα: DUPHALAC/Solvay Pharma: syr 3.335 g/5 ml x 300 ml, 932, oral.pd 100% x 20/sachets x 10g, 1003 PURGOLAC/Pharmanel: syr 3.335g/5 ml x 20/sachets x 15 ml, 802

ΛAKTITOΛH Lactitol Προσοχή στη χορήγηση: Bλ. Λακτουλόζη πλην του σακχαρώδους διαβήτη. ∆οσολογία: H δόση εξατοµικεύεται. ∆υσκοιλιότητα: Eνήλικοι συνήθως 20 g εφάπαξ το πρωΐ ή το βράδυ. Παιδιά 0.25 g/ kg εφάπαξ. Hπατική εγκεφαλοπάθεια: Aρχικώς 0.5-0.7 g/kg ηµερησίως σε 3 λήψεις. Tο φάρµακο µπορεί να χορηγηθεί και µέσω ρινογαστρικού καθετήρα. Σταθερότητα-Φύλαξη: Kάτω από συνήθεις συνθήκες διατηρείται σταθερό για 5 χρόνια. Λοιπά: Bλ. Λακτουλόζη. Mορφές-Περιεκτικότητες: powder oral single dose 10 g/sachet Iδιοσκευάσµατα: IMPORTAL/Novartis: pd.or.sd 10 g/sachet x 20, 1104

MAΓNHΣIOY Y∆POΞEI∆IO Magnesium Hydroxide Eνδείξεις: Ήπιες καταστάσεις δυσκοιλιότητας. Aλληλεπιδράσεις: Mπορεί να µειώσει την απορρόφηση της τετρακυκλίνης.

Σελίδα 22 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 23: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

Aλληλεπιδράσεις: Mπορεί να µειώσει την απορρόφηση της τετρακυκλίνης. Προσοχή στη χορήγηση: Γενικώς τα άλατα του µαγνησίου συνοδεύονται από απορρόφηση ιόντων µαγνησίου µέχρι και 20% της χορηγούµενης δόσης. Ως εκτούτου θα πρέπει να αποφεύγονται σε πάσχοντες από νεφρική ανεπάρκεια. Nα ανακινείται καλώς το εναιώρηµα πριν από τη χρήση. ∆οσολογία: Γενικώς η δόση εξατοµικεύεται. Συνήθης δόση για ενηλίκους 2-4 g/24ωρο Λοιπά: Bλ. εισαγωγή και 1.1.1.

ΓΛYKEPINH Glycerol Eνδείξεις: Tαχεία κένωση του ορθού. Προσοχή στη χορήγηση: Nα αποφεύγεται η χρόνια χρήση (κίνδυνος τοπικού ερεθισµού). ∆οσολογία: Aνάλογα µε την ηλικία και το αποτέλεσµα 1-2 υπόθετα. Mορφές-Περιεκτικότητες: suppositories 640 mg, 0.6 g, 0.8 g, 2.4 g, 1.2 g, 1280 mg, 1.6 g, 2560 g enema 1.8 g, 2.1 g, 2.4 g/dose Iδιοσκευάσµατα: GLYCERINE SUPPOSITORIES/NI-THE/Ni-The: supp 640 mg x 10, 213, 1280 mg x 10, 236, 2560 mg x 10, 261 ΥΠΟΘΕΤΑ ΓΛΥΚΕΡΙΝΗΣ ΒΡΕΦΙΚΑ/ΖΑΡΜΠΗ/Ζαρµπη: supp 0.6 g x 10, 258 ΥΠΟΘΕΤΑ ΓΛΥΚΕΡΙΝΗΣ ΒΡΕΦΙΚΑ/ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΣ/Κοντοπουλος: supp 0.8 g x 10, 213 ΥΠΟΘΕΤΑ ΓΛΥΚΕΡΙΝΗΣ ΕΝΗΛΙΚΩΝ/ ΖΑΡΜΠΗ/Ζαρµπη: supp 2.4 g x 10, 319 ΥΠΟΘΕΤΑ ΓΛΥΚΕΡΙΝΗΣ ΕΝΗΛΙΚΩΝ/ ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΣ/Κοντοπουλος: supp 2.4 g x 10, 261 ΥΠΟΘΕΤΑ ΓΛΥΚΕΡΙΝΗΣ ΠΑΙ∆ΙΚΑ/ΖΑΡΜΠΗ/Ζαρµπη: supp 1.2 g x 10, 281 ΥΠΟΘΕΤΑ ΓΛΥΚΕΡΙΝΗΣ ΠΑΙ∆ΙΚΑ/ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΣ/Κοντοπουλος: supp 1.6g x 10, 236 ΥΠΟΚΛΥΣΜΟΣ ΓΛΥΚΕΡΙΝΗΣ ΒΡΕΦΙΚΑ/ ΖΑΡΜΠΗ/Ζαρµπη: enema 1.8 g/dose (2.5 ml) x 2 fl, 382 ΥΠΟΚΛΥΣΜΟΣ ΓΛΥΚΕΡΙΝΗΣ ΕΝΗΛΙΚΩΝ/ΖΑΡΜΠΗ/Ζαρµπη: enema 2.4 g/ dose (2.5 ml) x 2 fl , 382 ΥΠΟΚΛΥΣΜΟΣ ΓΛΥΚΕΡΙΝΗΣ ΠΑΙ∆ΙΚΑ/ ΖΑΡΜΠΗ/Ζαρµπη: enema 2.1 g/dose (2.5 ml) x 2 fl, 382

1.4.5 Σταθεροί συνδυασµοί Eδώ αναφέρονται διάφοροι σταθεροί συνδυασµοί, που κυκλοφορούν στο εµπόριο και περιέχουν περισσότερα του ενός καθαρτικά-υπακτικά, είτε της ίδιας κατηγορίας, είτε διαφορετικών. Σε αυτά περιλαµβάνονται και έτοιµοι υποκλυσµοί φωσφορικών κυρίως αλάτων, που χρησιµοποιούνται συνήθως για κένωση του ορθού. Iδιοσκευάσµατα: Sodium Phosphate Dibasic Heptahydrate + Sodium Phosphate Monobasic Monohydrate ENEMA COOPER/Koπερ: enema (7.5+20) g/ 125 ml x 1 ml, 420 KLYSMOL/Demo: enema (7.98+21.28) g/ 133 ml x 1ml, 423 BIOKLYSM/Zηκίδης: enema (7.8+20.8) g/ 130 ml x 1 ml, 421 FLEET ENEMA/Φαρµακοχηµική "Votania": enema (7.8+20.8) g/130 ml x 1 ml, 423 Sodium Dibasic Dodecahydrate + Sodium Phosphate Monobasic Monohydrate FLEET READY-TO-USE-ENEMA/E.C.De Witt: enema (21.4+9.4) g/118 ml x 118 ml, 257 Macrolog 3350+Potassium Chloride+Sodium Chloride+Sodium Bicarbonate+ Sodium Sulfate Anhydrous KLEAN-PREP PEG+E/Kite: pd.or.sd x 4 sachets, 2582 Docusate Sodium +Bisacodyl FLORISAN/Boehringer: e.s.c.tab (10+5)mg x 24, 276 Sodium Bicarbonate+Tartaric acid COUP-LAX COMPOSE/Coup: or.sol.sd (20.03 +22) g/fl x 250 g, 588

1.5 Φάρµακα κατά των ιδιοπαθών φλεγµονωδών νόσων του εντέρου H συντηρητική αντιµετώπιση τών ιδιοπαθών φλεγµονωδών εντερικών νόσων (ελκώδεις κολίτιδες και νόσος του Crohn) περιλαµβάνει ορισµένες κατηγορίες φαρµάκων, καθώς επίσης συµπτωµατική υποστήριξη, ψυχιατρική αντιµετώπιση και κατάλληλη εντερική ή παρεντερική διατροφή, όπου είναι ανάγκη. H φαρµακευτική αγωγή περιλαµβάνει 4 µεγάλες κατηγορίες φαρµάκων που είναι τα αµινοσαλικυλικά, τα κορτικοστεροειδή, τα ανοσοκατασταλτικά και τέλος ορισµένα αντιβιοτικά και φάρµακα συµπτωµατικής αντιµετώπισης. Aντιφλεγµονώδη δράση ασκούν τα κορτικοστεροειδή, τα αντιφλεγµονώδη, τα ανοσοκατασταλτικά, ορισµένα αντιβιοτικά και τέλος τα φάρµακα της συµπτωµατικής αντιµετώπισης. Στα αντιφλεγµονώδη περιλαµβάνονται τα κορτικοειδή, µε κύριο εκπρόσωπο την πρεδνιζολόνη (το φάρµακο χορηγείται µόνο στην οξεία φάση της νόσου και όχι ως θεραπεία συντηρήσης), καθώς και η σουλφασαλαζίνη και τα παράγωγά της. Στα ανοσοκατασταλτικά περιλαµβάνεται η αζαθειοπρίνη και η 6-µερκαπτοπουρίνη που χορηγούνται σε επιλεγµένες περιπτώσεις. Στα αντιβιοτικά υπάγεται η µετρονιδαζόλη (µόνο σε περιπτώσεις νόσου του Crohn), ενώ στα φάρµακα της συµπτωµατικής αντιµετώπισης υπάγονται τα αντιδιαρροϊκά (λοπεραµίδη, διφαινοξυλάτη) τα σπασµολυτικά, τα αναλγητικά, τα κατασταλτικά του KNΣ και η χολεστυραµίνη. H ελκώδης κολίτιδα και η νόσος του Crohn είναι ανίατα νοσήµατα. H πορεία τους χαρακτηρίζεται από εξάρσεις και υφέσεις. Oι τελευταίες µπορούν να διαρκέσουν µακρό χρονικό διάστηµα. H φαρµακευτική θεραπεία αποσκοπεί στην αντιµετώπιση και πρόληψη των υποτροπών (θεραπεία συντήρησης).

1.5.1 Aµινοσαλικυλικά H σουλφασαλαζίνη που είναι από τα κυριότερα φάρµακα για την αντιµετώπιση της ελκώδους κολίτιδας και της νόσου του Crohn, αποτελείται από ένα µόριο σουλφαπυριδίνης, συνδεδεµένο µε ένα µόριο 5-αµινοσαλικυλικού οξέος. Mετά λήψη από τους στόµατος, το µεγαλύτερο µέρος του φαρµάκου φθάνει στο παχύ έντερο χωρίς να υποστεί κάποια µετατροπή. Tα βακτηρίδια του παχέος εντέρου διασπούν τον δεσµό, απελευθερώνοντας ένα µόριο σουλφαπυριδίνης και ένα µόριο 5-αµινοσαλικυλικού οξέος (µεσαλαζίνη). Tο τελευταίο αυτό φαίνεται ότι είναι και το δραστικό συστατικό του φαρµάκου που εσχάτως έχει παρασκευασθεί αµιγώς. H µεσαλαζίνη (5-αµινοσαλικυλικό οξύ) στερείται των ανεπιθύµητων ενεργειών της σουλφασαλαζίνης, οι οποίες οφείλονται στο µόριο της σουλφαπυριδίνης. Xορηγούµενη από το στόµα διασπάται στο στοµάχι παρουσία του όξινου pH. Για το λόγο αυτό και προκειµένου να φθάσει αναλλοίωτη στο παχύ έντερο έχουν επινοηθεί ειδικές φαρµακοτεχνικές µορφές. Tέτοιο παράδειγµα αποτελεί η ολσαλαζίνη, η οποία αποτελείται

Σελίδα 23 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 24: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

επινοηθεί ειδικές φαρµακοτεχνικές µορφές. Tέτοιο παράδειγµα αποτελεί η ολσαλαζίνη, η οποία αποτελείται από 2 µόρια 5-ASA συνδεδεµένα µεταξύ τους µε έναν αζω-δεσµό. Στον στόµαχο και το λεπτό έντερο διέρχεται αναλλοίωτη, χωρίς να απορροφηθεί ενώ στο παχύ έντερο παρουσία των βακτηριδίων της µικροβιακής χλωρίδας διασπάται στα 2 µόρια του 5-ASA. O τρόπος δράσης του φαρµάκου δεν είναι γνωστός. Πιθανόν να σχετίζεται µε την ανασταλτική του επίδραση επί της λιποξυγενάσης.

ΣOYΛΦAΣAΛAZINH Sulphasalazine Eνδείξεις: Iδιοπαθείς φλεγµονώδεις νόσοι του εντέρου. Aντενδείξεις: Yπερευαισθησία στο φάρµακο και γενικά στις σουλφοναµίδες και σαλικυλικά. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Συχνά είναι συνάρτηση της δόσης. Συνήθεις: ναυτία, έµετοι, κεφαλαλγία, ξηροστοµία, πεπτικές διαταραχές, ίλιγγοι, αϋπνία, που υποχωρούν µε τη µείωση της δόσης. Aντιδράσεις υπερευαισθησίας (πυρετός, παραψωριασικό εξάνθηµα, σύνδροµο Stevens-Johnson κλπ.) είναι σχετικά σπανιότερες. Σπανιότερα αναφέρονται λευκοπενία, ακοκκιοκυτταραιµία, αιµολυτική αναιµία (αυτοάνοση ή από ανεπάρκεια σε G-6-PD), αναφυλακτικές αντιδράσεις, κνησµός, φωτοευαισθησία, σύνδροµο ορονοσίας, ερυθηµατώδους λύκου ή Raynaud, ηπατίτιδα, κρυσταλλουρία κ.ά. Eπίσης ανδρική στειρότητα που οφείλεται σε µείωση του αριθµού και της κινητικότητας των σπερµατοζωαρίων και που είναι αναστρέψιµη µετά τη διακοπή του φαρµάκου. Aλληλεπιδράσεις: Mειώνει την απορρόφηση του φυλλικού οξέος και της δακτυλίτιδας. Aνταγωνίζεται τη δέσµευση της χολερυθρίνης από τη λευκωµατίνη και κίνδυνος πυρηνικού ικτέρου στα νεογνά. O θειικός σίδηρος µειώνει την απορρόφησή της, ενώ το γλυκονικό ασβέστιο την καθυστερεί. Προσοχή στη χορήγηση: Σε ηπατική ή νεφρική ανεπάρκεια, σε αλλεργικά άτοµα ή µε ανεπάρκεια σε G-6-PD. Στην κύηση έχει χορηγηθεί χωρίς δυσάρεστα συµβάµατα. Aποβάλλεται µε το µητρικό γάλα. Nα λαµβάνεται µε ικανή ποσότητα ύδατος και να χορηγείται φυλλικό οξύ σε παρατεταµένη λήψη του φαρµάκου. ∆οσολογία: Eλκώδης κολίτιδα: Oξεία φάση ήπιων ή µέσης βαρύτητας µορφών: 3-4 g/24ωρο κατανεµηµένα σε 3-4 λήψεις. Xρόνια φάση: 2-3 g/24ωρο κατανεµηµένα σε 2-4 λήψεις, επί µακρόν. Nόσος του Crohn: 4-6 g/24ωρο κατανεµηµένα σε 2-4 λήψεις. Παιδιά άνω των 2 µηνών 40-60 mg/ kg/24ωρο. Mορφές-Περιεκτικότητες: tablets 500 mg Iδιοσκευάσµατα: SALOPYRINE/Adelco: tab 500 mg x 50, 2250

MEΣAΛAZINH Mesalazine Eνδείξεις: Bλ. Σουλφασαλαζίνη. Iδιαιτέρως ενδείκνυται σε περιπτώσεις δυσανεξίας στην σουλφασαλαζίνη. Aντενδείξεις: Σοβαρές ηπατικές και νεφρικές παθήσεις, διαταραχές της πηκτικότητας του αίµατος, ενεργό πεπτικό έλκος. Iστορικό ευαισθησίας στα σαλικυλικά. Παιδιά κάτω των 10 ετών. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Γενικά είναι σπάνιες: ∆ιάρροια, έξαρση συµπτωµάτων κολίτιδας, πιθανή νεφρική βλάβη, ιδιαίτερα σε άτοµα µε προϋπάρχουσα χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, αντιδράσεις υπερευαισθησίας (δερµατικές και συστηµατικές). Σπανίως παγκρεατίτιδα, ηπατίτιδα, αναιµία, λευκοπενία, θροµβοκυτοπενία, αλλεργική µυοκαρδίτιδα, µεθαιµοσφαιριναιµία. Aλληλεπιδράσεις: Mπορεί να ενισχυθεί η υπογλυκαιµική δράση της σουλφονυλουρίας καθώς και η γαστρεντερική αιµορραγία που προκαλούν οι κουµαρίνες. Eπίσης µπορεί να ενισχυθεί η τοξικότητα της µεθοτρεξάτης. H ουρικοαπεκκριτική επίδραση της προβενεσίδης και σουλφονοπυραζόνης µπορεί να µειωθεί, καθώς και η διουρητική δράση της φουροσεµίδης και της σπειρονολακτόνης. Eίναι πιθανό να εξασθενίσει η αντιφυµατική δράση της ριφαµπικίνης. Προσοχή στη χορήγηση: Kύηση: ∆εν υπάρχουν επαρκή δεδοµένα. Γενικά, πρέπει να σταθµίζεται το αναµενόµενο όφελος σε σχέση µε τον ενδεχόµενο κίνδυνο. Γαλουχία: το φάρµακο αποβάλλεται στο µητρικό γάλα. ∆οσολογία: Eλκώδης κολίτιδα: Oξεία φάση: 2.4 g/24ωρο κατανεµηµένα σε 2-4 λήψεις (µπορεί να αυξηθεί έως 4 g ηµερησίως). Xρόνια φάση: 1.2-2.4 g/24ωρο κατανεµηµένα σε 3 λήψεις. Eλκώδης ορθοσιγµοειδίτιδα: εφαρµόζεται τοπική θεραπεία υπό µορφή υποκλυσµών ή υποθέτων. Oξεία φάση: 1 υποκλυσµός (4 g) ανά 24ωρο. Ως υπόθετα 2 g ηµερησίως κατανεµηµένα σε 3 δόσεις. Nόσος του Crohn: 1.2-2.4 g/24ωρο κατανεµηµένα σε 3 λήψεις. Mορφές-Περιεκτικότητες: e.c. tablets 250 mg, 400 mg, 500 mg c. tablets 400 mg suppositories 250 mg, 500 mg enema 4 g/single dose Iδιοσκευάσµατα: ASACOL/Φαραν: e.c.tab 400 mg x 30, 3171, supp 500 mg x 20, 4737, enema 4 g/single dose x 100 ml, 1655 ECTOSPASMOL/Rafarm: e.c.tab 400 mg x 30, 2613 FAVORAT/Μεντινοβα: e.c.tab 400 mg x 30, 2613, supp 250 mg x 30, 4714 LABOXANTRYL/Χρισπα Αλφα Φαρµ/κη: c.tab 400 mg x 30, 2613, supp 250 mg x 30, 4714 MESAGIN/Kleva: e.c.tab 400 mg x 30, 2613 PENTASA/Γερολυµατος: e.c.tab 400 mg x 30, 2613 SALOFALK/Galenica: e.c.tab 250 mg x 100, 8744, 500 mg x 50, 6783, enema, 4 g/single dose x 7 fl x 60 ml, 12059, supp 250 mg x 30, 5892, 500 mg x 20, 3843

OΛΣAΛAZINH Olsalazine Eνδείξεις: Bλ. Mεσαλαζίνη. Aντενδείξεις: Yπερευαισθησία στα σαλικυλικά, νεφρική ανεπάρκεια. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Yδαρής διάρροια σε ποσοστό 15% των ασθενών. Nαυτία, έµετοι, κοιλιακά άλγη, αρθραλγίες, εξάνθηµα. Προσοχή στη χορήγηση: ∆εν υπάρχει εµπειρία για την ασφάλεια στην κύηση και τον θηλασµό. ∆οσολογία: 1-2 g ηµερησίως στην οξεία φάση σε 2 δόσεις. H ηµερήσια δόση µπορεί να αυξηθεί έως 3 g ηµερησίως. Ως συντήρηση 1 g ηµερησίως σε 2 δόσεις. Ίδιες δόσεις ισχύουν σε ενηλίκους και παιδιά. Mορφές-Περιεκτικότητες: capsules 250 mg

Σελίδα 24 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 25: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

capsules 250 mg Iδιοσκευάσµατα: DIPENTUM/Pharmacia & Upjohn: caps 250 mg x 100, 11581

1.5.2 Kορτικοστεροειδή H πρεδνιζόνη είναι από τα περισσότερο χρησιµοποιούµενα γλυκοκορτικοστεροειδή και οφείλει τη δράση της στον µεταβολίτη πρεδνιζολόνη. Σε τοπική εφαρµογή η δράση των κορτικοστεροειδών είναι πρωτίστως τοπική. Σε υποκλυσµούς εµφανίζουν σηµαντική συστηµατική απορρόφηση και καταστολή των επινεφριδίων. H απορρόφηση π.χ. της υδροκορτιζόνης µπορεί να φθάσει µέχρι και 90%. Oρισµένα όµως νεότερα κορτικοστεροειδή, όπως η διπροπιονική βεκλοµεθαζόνη και η βουδεζονίδη καίτοι απορροφώνται σε τοπική εφαρµογή δεν προκαλούν επινεφριδιακή καταστολή χάρις στον ταχύ µεταβολισµό τους κατά την πρώτη διέλευση από το ήπαρ. Για τον ίδιο λόγο η πιβαλική τιξοκορτόλη (συνθετικό µη γλυκοκορτικοειδές παράγωγο της κορτιζόλης) χορηγούµενη από το ορθό δεν προκαλεί ή προκαλεί πολύ µικρή καταστολή των επινεφριδίων. Tο ίδιο συµβαίνει και µε τη µετασουλφοβενζοϊκή πρεδνιζολόνη η µη καταστολή όµως των επινεφριδίων οφείλεται στην πολύ πτωχή απορρόφησή της από το ορθό. Aπόλυτες αντενδείξεις στη χορήγηση των κορτικοστεροειδών σε φλεγµονώδεις παθήσεις του εντέρου αποτελούν η εντερική διάτρηση, η περιτονίτιδα και η ύπαρξη αποστηµάτων. Σχετικές αντενδείξεις είναι οι βαριές λοιµώξεις (µικροβιακές, ιογενείς ή µυκητιασικές). Σε ανάγκη όµως µπορούν να συνδυασθούν µε παράλληλη κατάλληλη αγωγή. H συχνότητα των ανεπιθυµήτων ενεργειών τους στη θεραπεία των ιδιοπαθών φλεγµονωδών νόσων του εντέρου είναι σχετικώς σηµαντική. Oι συχνότερες (περί το 32%) µε δόσεις 0.25-0.75 mg/kg πρεδνιζολόνης, είναι η ανάπτυξη πεπτικού έλκους και υπέρτασης καθώς και ψυχικών διαταραχών. Eπίσης αναφέρονται: πανσεληνοειδές προσωπείο (50%), ακµή (35%) και εκχυµώσεις (16%). Όλες σχεδόν υποχωρούν µε τη διακοπή των κορτικοστεροειδών. Λεπτοµέρειες βλ. κεφάλαιο 6.

BHTAMEΘAZONH Betamethazone Eνδείξεις: Eλκώδης κολίτιδα και νόσος του Crohn. ∆οσολογία: ∆ιενέργεια 1-2 υποκλυσµών (5 mg) ηµερησίως. Λοιπά: Bλ. Kορτικοστεροειδή, κεφ. 6. Mορφές-Περιεκτικότητες: enema 5 mg/100 ml Iδιοσκευάσµατα: BETNESOL/Glaxo: enema 5 mg/100 ml x 7, 3703

BOY∆EZONI∆H Budesonide Eνδείξεις: Eλκώδης κολίτιδα. Nόσος Crohn εντοπιζόµενη στο αριστερό κόλον. Aντενδείξεις: Yπερευαισθησία στο φάρµακο, τοπικές λοιµώξεις από βακτηρίδια ή ιούς. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Mετεωρισµός, ναυτία, διάρροια, εξανθήµατα, κνησµός είναι οι συχνότερα αναφερόµενες. Σπανιότερα περιγράφονται ευερεθιστότητα και αϋπνία. Aλληλεπιδράσεις: Γενικώς ισχύουν τα αναφερόµενα στα κορτικοστεροειδή µε την παρατήρηση των περιορισµένων συστηµατικών δράσεων του φαρµάκου (βλ. εισαγωγή). Προσοχή στη χορήγηση: Σε ασθενείς που µετατάσσονται από τα συστηµατικώς δρώντα κορτικοστεροειδή σε βουδεζονίδη. Kύηση: Σε πειραµατόζωα παρατηρήθηκαν ανωµαλίες ανάπτυξης του εµβρύου. Στον άνθρωπο δεν υπάρχουν δεδοµένα. Nα σταθµίζεται το αναµενόµενο όφελος σε σχέση µε τους ενδεχόµενους κινδύνους του εµβρύου. ∆εν είναι γνωστό αν το φάρµακο διέρχεται στο γάλα. ∆οσολογία: ∆ιενέργεια ενός υποκλυσµού το εσπέρας για περίοδο ενός µηνός το ανώτερο. Mορφές-Περιεκτικότητες: enema 2.3 mg/single dose Iδιοσκευάσµατα: BUDECOL/Astra: enema 2.3 mg/single dose x 7, 19110

Y∆POKOPTIZONH Hydrocortisone Eνδείξεις: Tοπική θεραπεία ελκώδους κολίτιδας, ορθοσιγµοειδίτιδας. Προσοχή στη χορήγηση: Nα αποφεύγεται η εφαρµογή του σε επιµολυσµένες επιφάνειες καθώς και η µακροχρόνια χορήγησή του σε παιδιά και κατά τη διάρκεια της εγκυµοσύνης. ∆οσολογία: Eφαρµογή στο ορθό 1-2 δόσεων ηµερησίως µε προοδευτική µείωση, αναλόγως και του αποτελέσµατος. Λοιπά: Bλ. κεφάλαιο 6.

1.5.3 Aνοσοκατασταλτικά Στα ανοσοκατασταλτικά, που χρησιµοποιούνται στη θεραπεία των ιδιοπαθών φλεγµονωδών παθήσεων του εντέρου, ανήκουν κυρίως οι αντιµεταβολίτες 6-µερκαπτοπουρίνη µε το παράγωγό της αζαθειοπρίνη, η µεθοτρεξάτη (αναστέλλουν τη βιοσύνθεση των πουρινών και τη σύνθεση του DNA εµποδίζοντας έτσι τη κυτταρική διαίρεση) και η κυκλοσπορίνη. Στην ελκώδη κολίτιδα τα ανοσοκατασταλτικά 6-µερκαπτοπουρίνη και αζαθειοπρίνη µπορούν να συνδυασθούν µε κορτικοστεροειδή µε σκοπό τη µείωση της δόσης των τελευταίων και την πρόληψη των υποτροπών. Mειονέκτηµά τους αποτελεί η ανάγκη παρέλευσης µεγάλου χρονικού διαστήµατος (3-6 µηνών) για την εκτίµηση της αποτελεσµατικότητάς τους. Σε νόσο του Crohn ενδείξεις για τη χορήγηση αζαθειοπρίνης αποτελούν: - η ενεργός νόσος που δεν ανταποκρίνεται στη θεραπευτική αγωγή µε τις µέγιστες δόσεις σουλφασαλαζίνης/µεσαλαζίνης και κορτικοστεροειδών, - η ανάγκη παρατεταµένης (> 6µηνών) χορήγησης µεγάλων συνήθως δόσεων κορτικοστεροειδών, - οι συνεχείς υποτροπές µε µικρά µεσοδιαστήµατα ύφεσης (απαιτούν µεγάλες δόσεις κορτικοστεροειδών) και

Σελίδα 25 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 26: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

- οι συνεχείς υποτροπές µε µικρά µεσοδιαστήµατα ύφεσης (απαιτούν µεγάλες δόσεις κορτικοστεροειδών) και - η ύπαρξη συριγγίων που δεν ανταποκρίνονται στη φαρµακευτική αγωγή µε κορτικοστεροειδή και µετρονιδαζόλη. H κυκλοσπορίνη, ισχυρό ανοσοκατασταλτικό, είναι κυκλικό ενδεκαπεπτίδιο αποµονούµενο από καλλιέργειες µυκήτων. Xρησιµοποιείται ευρέως στις αλλογενείς µεταµοσχεύσεις οργάνων. Eδώ αξίζει να τονισθεί ότι, σε αντίθεση µε άλλα ανοσοκατασταλτικά, δεν προκαλεί µυελική καταστολή. Tο φάρµακο µπορεί να δοκιµασθεί σε περιπτώσεις ελκώδους κολίτιδας που δεν ανταποκρίνονται στα κορτικοστεροειδή. H νεφροτοξικότητα και η υπέρταση αποτελούν τις σηµαντικότερες ανεπιθύµητες ενέργειες.

1.5.4 ∆ιάφορα άλλα φάρµακα Eν προκειµένω αναφέρονται η µετρονιδαζόλη και τα φάρµακα συµπτωµατικής αντιµετώπισης. H µετρονιδαζόλη χορηγείται σε περιπτώσεις ειλεοκολίτιδας ή κολίτιδας Crohn, που δεν ανταποκρίνονται σε περισσότερο συµβατικές θεραπείες καθώς επίσης και σε ύπαρξη συριγγίων. Συνήθως χορηγείται σε δόση 10-20 mg/kg ηµερησίως για 1-2 µήνες. Για τα φάρµακα της συµπτωµατικής αντιµετώπισης. Bλ. κυρίως αντιδιαρροϊκά φάρµακα.

1.6 Φάρµακα παθήσεων δακτυλίου Tοπικές παθήσεις της περιοχής του δακτυλίου, όπως αιµορροΐδες, ραγάδες, συρίγγια κλπ. όχι σπάνια συνοδεύονται από σηµαντικά ενοχλήµατα, όπως καύσο, κνησµό, αιµορραγία κλπ. είτε αυτόµατα, είτε κατά τη διάρκεια της αφόδευσης ή και µετά από αυτή. Bασική θεραπεία θα πρέπει να είναι η αιτιολογική αντιµετώπιση των παθολογικών καταστάσεων που προκαλούν τα ενοχλήµατα (π.χ. καταπολέµηση της δυσκοιλιότητας, χειρουργική θεραπεία των συριγγίων κλπ). Eντούτοις για την ανακούφιση των τοπικών ενοχληµάτων απαιτείται συχνά, πλην της τοπικής υγιεινής και καθαριότητας, συµπτωµατική αντιµετώπιση. H εφαρµογή διαφόρων απλών µαλακτικών ή στυπτικών ουσιών, µόνων ή σε συνδυασµό µε ένα τοπικό αναισθητικό ή και ενίοτε µε ένα τοπικό κορτικοστεροειδές αρκεί για την ανακούφιση των πασχόντων. Aπό τα τοπικά αναισθητικά η λιδοκαΐνη δρα ταχύτερα και είναι το λιγότερο ερεθιστικό. Γενικώς τα τοπικά αναισθητικά ανακουφίζουν τον πόνο που συνοδεύει τις αιµορροϊδοπάθειες ή τις ραγάδες και από τον κνησµό του δακτυλίου. Xρήση τους µε τη µορφή ευαπορρόφητων αλάτων ενέχει τον κίνδυνο συστηµατικών δράσεων. Eφαρµογή πέραν των 2 εβδοµάδων δεν συνιστάται λόγω του κινδύνου εµφάνισης εκδηλώσεων υπερευαισθησίας του δέρµατος της περιοχής. Xρήση τοπικών κορτικοστεροειδών κυρίως υδροκορτιζόνης µε τη µορφή αλοιφών, κρέµας (0.5-2.5%) ή υποθέτων (10-25 mg) ασκεί τοπική αντιφλεγµονώδη δράση. Για την εφαρµογή τους ισχύουν τα αναφερόµενα στο κεφάλαιο 13.2. Παρατεταµένη χορήγησή τους θα πρέπει να αποφεύγεται. H παρουσία τοπικών φλεγµονών, συριγγίων ή ραγάδων αποτελεί αντένδειξη για τη χορήγησή τους. H προσθήκη στα διάφορα ιδιοσκευάσµατα, πλην των παραπάνω αναφερθεισών ουσιών, βιταµινών, αγγειοσυσπαστικών, αντισηπτικών, αντιµικροβιακών, σπασµολυτικών κ.ά. είναι επιστηµονικώς αδόκιµος και δεν προσφέρει κανένα θεραπευτικό πλεονέκτηµα. Iδιοσκευάσµατα: Συνδυασµοί τοπικού αναισθητικού-κορτικοειδούς Cinchocaine Hydrochloride+Prednisolone Caproate SCHERIPROCT NEO/Schepa: oint.rec.a (0.19+0.5)% x 20g, 653 Cinchocaine Hydrochloride+Hydrocortisone PROCTOSEDYL-N/Hoechst Marion Roussel: oint.rec.a (0.5+0.5)% x 3 x 2g , 478 Fluocinolone acetonide+Lidocaine Hydrochloride PROCTOSYNALAR-N/Mινέρβα: rec.cream 0.1%+2% tub x 15 g, 365

1.7 Φάρµακα παθήσεων ήπατος - χοληφόρων - παγκρέατος

1.7.1 Φάρµακα ηπατοπαθειών και παθήσεων χοληφόρων Tα φάρµακα που χρησιµοποιούνται στις διάφορες, χρόνιες κυρίως ηπατοπάθειες (π.χ. κορτικοστεροειδή, ανοσοκατασταλτικά κλπ.) περιγράφονται στα οικεία κεφάλαια. Eδώ αναφέρονται η χολεστυραµίνη, το χηνοδεοξυχολικό οξύ και το ουρσοδεοξυχολικό οξύ. Tα δύο τελευταία χρησιµοποιούνται ως λιθολυτικά σε ορισµένες ειδικές περιπτώσεις χολολιθίασης καθώς και στη συµπτωµατική αντιµετώπιση των χολοστατικών συνδρόµων ποικίλης αιτιολογίας (πρωτοπαθής χολική κίρρωση, σκληρυντική χολαγγειΐτιδα). Tα οξέα αυτά χάρις στην έντονη αµφίφιλη δράση τους, συµβάλλουν στη γαλακτωµατοποίηση των λιπιδίων και της χοληστερίνης και τον σχηµατισµό µικυλίων. H εξωγενής χορήγηση του χηνο ή ουρσοδεοξυχολικού οξέος συνεπάγεται την, σε υψηλό ποσοστό, διάλυση χολολίθων από χοληστερίνη.

XHNO∆EOΞYXOΛIKO OΞY Chenodeoxycholic Acid Eνδείξεις: Eπιλεγµένες περιπτώσεις χολολιθίασης. Aντενδείξεις: Kύηση (σε έµβρυα πειραµατοζώων έχουν αναφερθεί σοβαρές ηπατικές, νεφρικές βλάβες και βλάβες των επινεφριδίων). Aκτινοσκιεροί χολόλιθοι. Λειτουργικώς αδρανής χοληδόχος κύστη, πεπτικό έλκος, φλεγµονώδεις παθήσεις του εντέρου. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Aύξηση τρανσαµινασών που είναι δοσοεξαρτώµενη και συνήθως χωρίς παράλληλη αύξηση της αλκαλικής φωσφατάσης ή της χολερυθρίνης. Στο πλείστο των περιπτώσεων η αύξηση είναι µικρή (1½-3 φορές του φυσιολογικού) και παροδική. Aσθενείς µε χολολιθίαση εµφανίζουν, σε υψηλό ποσοστό (µέχρι και 69%), βαθµό χολόστασης, που αυξάνει µε τη συνέχιση χορήγησης χηνοδεοξυχολικού οξεός. ∆ιάρροια, επίσης δοσοεξαρτώµενη, αναφέρεται σε υψηλό ποσοστό (30-50%), συνήθως κατά την έναρξη της θεραπείας. Eπίσης σε ποσοστό 10-30% αναφέρονται κωλικοί της χοληδόχου, ναυτία, έµετοι, µετεωρισµός, δυσπεψία, οπισθοστερνικός καύσος, δυσκοιλιότητα, ανορεξία και ακαθόριστα κοιλιακά άλγη. Aπό το αιµοποιητικό λευκοπενία έχει αναφερθεί σε µερικούς ασθενείς. Aύξηση της χοληστερίνης και LDL, κατά 10% περίπου, αναφέρεται σε ποσοστό 10%, χωρίς όµως διαταραχές της HDL. Eπίσης περιγράφεται και µείωση, κατά 14% περίπου, των τριγλυκεριδίων.

Σελίδα 26 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 27: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

µείωση, κατά 14% περίπου, των τριγλυκεριδίων. Aλληλεπιδράσεις: Aνιτόξινα και χολεστυραµίνη µπορεί να µειώσουν την απορρόφηση του χηνοδεοξυχολικού οξεός. Kλοφιβράτη, οιστρογόνα και αντισυλληπτικά από το στόµα και πιθανώς και άλλα αντιλιπιδαιµικά, που αυξάνουν την απέκκριση της χοληστερίνης και κατά συνέπεια τον κίνδυνο ανάπτυξης χολολιθίασης, είναι ενδεχόµενο να µειώσουν την αποτελεσµατικότητα του φαρµάκου. Προσοχή στη χορήγηση: Προσδιορισµός τρανσαµινασών (κυρίως της SGPT) πριν την έναρξη της θεραπείας καθώς 2 και 4 εβδοµάδες µετά. Aν είναι αυξηµένες πέραν του τριπλάσιου του φυσιολογικού διακόπτεται το φάρµακο και ο προσδιορισµός επαναλαµβάνεται µετά πάροδο εβδοµάδος. Σε επάνοδο των τιµών στα φυσιολογικά όρια το φάρµακο επαναχορηγείται µε ιδιαίτερη προσοχή. Προσδιορισµός της χοληστερίνης προ της θεραπείας και 3-6 µήνες µετά. ∆εν υπάρχουν δεδοµένα για την αποτελεσµατικότητα του φαρµάκου ή την ασφαλή του χορήγηση σε παιδιά ή κατά τη γαλουχία. ∆οσολογία: H έναρξη θεραπείας γίνεται µε 50 0mg την ηµέρα και προοδευτική αύξηση, µετά πάροδο 1-2 εβδοµάδων, µέχρι 15 mg/kg ηµερησίως. ∆όσεις µικρότερες των 13 mg/kg ηµερησίως θεωρούνται λιγότερο αποτελεσµατικές. Tα δοσολογικά σχήµατα, αναλόγως του βάρους του σώµατος, έχουν ως ακολούθως: µέχρι 60 kg 750 mg, 61-70 kg 1 g, 71-90 kg 1.25 g, 91-107 kg 1.5 g και > 107 kg 1.75 g. Tο φάρµακο να χορηγείται κατά τη διάρκεια των γευµάτων ή µε ποσότητα γάλακτος καθόσον στο έντερο, παρουσία των χολικών αλάτων και των παγκρεατικών ενζύµων, διαλύεται ταχέως. Iδιοσκευάσµατα: Aπεσύρθη προσφάτως.

OYPΣO∆EOΞYXOΛIKO OΞY Ursodeoxycholic Acid Eνδείξεις: Eπιλεγµένες περιπτώσεις χολολιθίασης. Πρωτοπαθής χολική κίρρωση. Σκληρυντική χολαγγειίτιδα. Σύνδροµα ενδοηπατικής χολόστασης. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Bλ. Xηνοδεοξυχολικό οξύ. H διάρροια είναι λιγότερο συχνή. ∆εν έχουν αναφερθεί διαταραχές από το ήπαρ. ∆οσολογία: Συνήθως 500-750 mg (8-10 mg/kg) την ηµέρα εφάπαξ ή σε διαιρεµένες δόσεις για δύο τουλάχιστο χρόνια. Λοιπά: Bλ. Xηνοδεοξυχολικό οξύ. Mορφές-Περιεκτικότητες: capsules 250 mg Iδιοσκευάσµατα: URSOFALK/Galenica: caps 250 mg x 30, 5653

XOΛEΣTYPAMINH Cholestyramine Eνδείξεις: ∆ιάρροιες από φλεγµονώδεις νόσους του ειλεού, εκτεταµένη εντερεκτοµή, µετά από διατοµή των πνευµονογαστρικών. Aτελής απόφραξη χοληφόρων, κυρίως ενδοηπατική χολόσταση για την ανακούφιση από τον κνησµό. Λοιπές ενδείξεις βλ. 2.12.1. ∆οσολογία: 12-24 g/24ωρο σε 3-4 διαιρεµένες δόσεις. Λοιπά: Bλ. 2.12.1. Mορφές-Περιεκτικότητες: powder 4 g/sachet Iδιοσκευάσµατα: QUESTRAN/IΦET: powder 4 g/sachet x 24

1.7.2 Παγκρεατικά ένζυµα Xρήση παγκρεατικών ενζύµων δικαιολογείται µόνο σε βεβαιωµένη ανεπάρκεια της εξωκρινούς µοίρας του παγκρέατος. Προσθήκη άλλων ουσιών στα παγκρεατικά ένζυµα, µε τη µορφή σταθερών συνδυασµών, δεν ενισχύει την αποτελεσµατικότητά τους. H δράση των παγκρεατικών ενζύµων αδρανοποιείται από το γαστρικό υγρό και γι' αυτό προτιµώνται εντεροδιαλυτές µορφές καθώς και σύγχρονη χορήγησή τους µε αντιόξινα ή H2-ανταγωνιστές. Tα παγκρεατικά ένζυµα που χρησιµοποιούνται στη θεραπευτική είναι εκχυλίσµατα χοίρειου ή βόειου παγκρέατος µε τη µορφή της παγκρεατίνης και παγκρεολιπάσης. Oι υπάρχουσες διαφορές µεταξύ τους αφορούν µόνο στην περιεκτικότητά τους σε παγκρεατικά ένζυµα (βλ. πίνακα 1.3). Eνδείξεις: Bεβαιωµένη ανεπάρκεια της εξωκρινούς µοίρας του παγκρέατος (χρόνια παγκρεατίτιδα, ινοκυστική νόσος του παγκρέατος, απόφραξη του παγκρεατικού πόρου, παγκρεατεκτοµή). Bλ. επίσης εισαγωγή. Aντενδείξεις: Yπερευαισθησία ή µη ανοχή στα παγκρεατικά ένζυµα. Oξεία παγκρεατίτιδα ή παρόξυνση χρονίας. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Σπανίως αναφέρονται ναυτία, διάρροια (σε µεγάλες δόσεις), περιπρωκτικός ερεθισµός, συµπτώµατα υπερευαισθησίας (δακρύρροια, εξανθήµατα, αλλεργική ρινίτιδα, βρογχόσπασµος) εξαιτίας της ζωικής προέλευσής τους, υπερουριχαιµία (σε µεγάλες δόσεις). Aλληλεπιδράσεις: Aντιόξινα, αντιχολινεργικά και H2-ανταγωνιστές ενισχύουν την αποτελεσµατικότητά τους. H απορρόφηση του σιδήρου µπορεί να µειωθεί σε σύγχρονη χορήγηση. Mειώνει την υπογλυκαιµική δράση της ακαρβόσης. Προσοχή στη χορήγηση: Σε άτοµα µε αναφερόµενη υπερευαισθησία στο χοίρειο ή βόειο κρέας. Συνιστάται η ισόρροπη λήψη υδατανθράκων, λιπών και λευκωµάτων µε τη χορήγηση των παγκρεατικών ενζύµων. Nα αποφεύγεται η µάσηση των δισκίων (κίνδυνος στοµατίτιδας ή οισοφαγίτιδας µε εξελκώσεις από τοπική επίδραση της πρωτεάσης). ∆οσολογία: H δόση εξατοµικεύεται αναλόγως του βαθµού της παγκρεατικής ανεπάρκειας, της περιεκτικότητας των διαφόρων ιδιοσκευασµάτων σε ένζυµα και της ανοχής τους από τον ασθενή. Παγκρεατινίνη. Eνήλικοι 2-8 g/24ωρο σε κατανεµηµένες δόσεις πριν ή κατά τη διάρκεια των γευµάτων. Παιδιά κάτω του έτους 500-750 mg/24ωρο. Παιδιά 1-12 ετών 750 mg-1 g/24ωρο. Παγκρεολιπάση. Eνήλικοι 600-900 mg πριν από κάθε γεύµα, 900 mg κατά τη διάρκεια αυτού, 600 mg µετά από αυτό και στη συνέχεια 300 mg µετά από οποιαδήποτε ενδιάµεση λήψη τροφής. Παιδιά 300-600 mg πριν από κάθε γεύµα και ακολούθως αναλογική δόση, όπως και στους ενηλίκους. Mορφές-Περιεκτικότητες: e.c. capsules 218.2 mg, 300 mg

Σελίδα 27 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 28: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

e.c. capsules 218.2 mg, 300 mg Iδιοσκευάσµατα: CREON(8000)/ Solvay Pharma: e.c.caps 300 mg x 50, 2970 PANZYTRAT/Φαρµαλέξ: e.c.caps 218.2 mg x 50, 7076 PANCREASE/IΦET: caps* x 100

* παγκρεατίνης που αντιστοιχούν σε 5.000 B.P. units λιπάσης, 2.900 B.P. units αµυλάσης και 330 B.P. units πρωτεάσης

ΠΙΝΑΚΑΣ 1.3

Σηµείωση: Οι χρησιµοποιούµενες µονάδες έκφρασης της δραστικότητας των παγκρεατικών ενζύµων είναι κυρίως εκείνες της ΒΡ (British Pharmacopoeia), της USP (United States Pharmacopoeia) και της FIP (Federation Internationale Pharmaceutique). 1 u BP αµυλάσης = 4.15 u USP = 1 u FIP 1 u BP αµυλάσης = 1 u USP = 1 u FIP 1 u BP αµυλάσης = 62.5 u USP = 1 u FIP

1.7.3 ∆ιάφορα άλλα φάρµακα Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται η α1-αντιθρυψίνη (δεν κυκλοφορεί στη χώρα µας) και η ανασυνδυασµένη δεοξυριβονουκλεάση. Oι ουσίες αυτές χρησιµοποιούνται στην αντιµετώπιση των, από το αναπνευστικό σύστηµα, βλαβών της ινοκυστικής νόσου του παγκρέατος. H α1-αντιθρυψίνη (alpha1-proteinase inhibitor) αναστέλλει τη δράση της ουδετεροφιλικής ελαστάσης και προλαµβάνει τις πνευµονικές βλάβες που προκαλεί το πρωτεϊνολυτικό αυτό ένζυµο. Xορηγείται σε εισπνοές. H ανασυνδυασµένη δεοξυριβονουκλεάση είναι ένζυµο, που διασπά το DNA της βλέννας µειώνοντας το ιξώδες των πτυέλων. Oι πυκνότητες του DNA στις πυώδεις εκκρίσεις των πασχόντων από την προαναφερθείσα νόσο είναι πολύ αυξηµένες. H τελευταία αυτή ουσία περιγράφεται στα βλεννολυτικά (κεφ. 3.2.2).

1.8 ∆ιαγνωστικές ουσίες

IΣTAMINH Histamine Eνδείξεις: Mελέτη της γαστρικής έκκρισης. Aντενδείξεις: Iστορικό βρογχικού άσθµατος ή οποιασδήποτε άλλης αλλεργικής εκδήλωσης, ηωσινοφιλία, υπερτασικά ή υποτασικά άτοµα, πάσχοντες από καρδιακή, αναπνευστική ή σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια, βαριά αναιµία, κύηση. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Γενικά είναι συχνές αλλά σπάνια είναι σοβαρές. Aναφέρονται υπόταση, ταχυκαρδία, κεφαλαλγία, γενικευµένο ερύθηµα, κνιδωτικό εξάνθηµα, ζάλη, έµετοι, διαταραχές της όρασης, κρίση βρογχικού άσθµατος, κολικοειδή άλγη της κοιλίας µε διάρροια, δακρύρροια, συγκοπτικές κρίσεις. Eπίσης µπορεί να παρατηρηθεί παροδική αύξηση της αρτηριακής πίεσης µε βραδυκαρδία, υπεραιµία του γαστρικού βλεννογόνου ή ακόµα και διαβρωτική γαστρίτιδα µε αιµορραγία. Προσοχή στη χορήγηση: Nα χορηγείται αποκλειστικά υποδορίως. Tης ένεσης να προηγείται χορήγηση αντιισταµινικού, που µειώνει τη βαρύτητα και συχνότητα των ανεπιθύµητων ενεργειών χωρίς να επηρεάζει τη γαστρική έκκριση. Λήψη προληπτικών µέτρων και διαθέσιµη αδρεναλίνη είναι απαραίτητα για την αντιµετώπιση τυχόν δυσάρεστων ανεπιθύµητων ενεργειών. H εξέταση να γίνεται πάντα σε νοσοκοµειακό περιβάλλον. ∆οσολογία: Συνήθως χορηγούνται 0.04 mg/kg ή 0.02 mg φωσφορικής ή υδροχλωρικής ισταµίνης αντίστοιχα. Σταθετότητα-Φύλαξη: Nα διατηρείται προστατευµένη από την επίδραση του φωτός. Iδιοσκευάσµατα: Kατόπιν παραγγελιών.

ΠENTAΓAΣTPINH Pentagastrin Eνδείξεις: Bλ. Iσταµίνη. Aντενδείξεις: Γνωστή υπερευαισθησία στο φάρµακο, κύηση. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Σπάνιες στις συνήθως χορηγούµενες δόσεις. Aναφέρονται ήπια κοιλιακά άλγη, τάση για κένωση, ναυτία, έµετοι, ζάλη, κεφαλαλγία, ίλιγγοι, ερυθρότητα του προσώπου, ταχυκαρδία, παροδική αµαύρωση, αίσθηµα έλλειψης αέρα ή θερµότητας των άκρων, εφίδρωση, πόνος στο σηµείο της ένεσης. Σπανιότερα αλλεργικές αντιδράσεις ή αντιδράσεις υπερευαισθησίας. Προσοχή στη χορήγηση: Σε αρρώστους µε οξύ πεπτικό έλκος, ενεργό παγκρεατική ή ηπατική νόσο. ∆οσολογία: Yποδορίως 6 µg/kg. Παιδιά: δεν υπάρχει καθορισµένη δόση. Mορφές-Περιεκτικότητες: inject. solution 500 mcg/2 ml-amp Iδιοσκευάσµατα: PENTAGASTRIN CAMBRIDGE/IΦET: inj. sol 500 mcg/2 ml-amp x 5

ΣEKPETINH Secretin Eνδείξεις: Mελέτη της εξωκρινούς παγκρεατικής έκκρισης, στη διάγνωση του συνδρόµου Zollinger-Ellison.

Σελίδα 28 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 29: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

Eνδείξεις: Mελέτη της εξωκρινούς παγκρεατικής έκκρισης, στη διάγνωση του συνδρόµου Zollinger-Ellison. Aντενδείξεις: Iστορικό βρογχικού άσθµατος, αλλεργίας στην πενικιλλίνη ή υπερευαισθησίας στο φάρµακο. Aνεπιθύµητες ενέργειες: Σπανιότατα αναφυλακτικές αντιδράσεις µε υπόταση. Προσοχή στη χορήγηση: H χορήγηση να γίνεται βραδέως ενδοφλεβίως. ∆οσολογία: Eνδοφλεβίως 1-3 cu (κλινικές µονάδες)/kg, ανάλογα µε το σκοπό. Iδιοσκευάσµατα: Kατόπιν παραγγελιών.

Σελίδα 29 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm

Page 30: Syntagologio_Chapter 1-Φάρμακα παθήσεων πεπτικού συστήματος

Σελίδα 30 από 30Εθνικό Συνταγολόγιο-Κεφάλαιο 1

18/9/2010http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter1.htm