Sxeseis ek tk mesa apo istoria kyprou

27

description

Μια κοινή έρευνα Ελληνοκύπριων και Τουρκοκύπριων νέων

Transcript of Sxeseis ek tk mesa apo istoria kyprou

• Εισαγωγή

• 1. Βρετανική Αποικιοκρατία – Η απαρχή των πολιτικών κοινοτήτων

• 2. Το οργανωμένο εργατικό κίνημα και οι ταξικοί αγώνες

• 3. Οι αγώνες ενάντια στην αποικιοκρατία και οι δικοινοτικές συγκρούσεις

• 4. Ο αγώνας για επανένωση και συνολική διευθέτηση του Κυπριακού μετά το 1974

Ειδικές ευχαριστίες

4-5

6-16

17-21

22-45

46-52

53

Περιεχόμενα

3

4 5

Η παρούσα έρευνα αποτελεί μια κοινή προσπάθεια Ελληνοκυπρίων

και Τουρκοκυπρίων νέων ερευνητών να σκιαγραφήσουν την ιστορία των δύο κοινοτήτων μέσα

από το ιστορικό πλαίσιο που ξεκινά από την απαρχή της Βρετανικής

κατάκτησης της Κύπρου το 1878 και φτάνει μέχρι τις μέρες μας.

Οι σχέσεις των δύο κοινοτήτων σαφώς έχουν διαπεράσει μέσα

από τραγικές περιόδους της ιστορίας της Κύπρου και οι οποίες

έχουν σημαδέψει την επίσημη αλλά και ανεπίσημη ιστορική

μνήμη των δύο κοινοτήτων. Την ίδια στιγμή, οι σχέσεις των δύο κοινοτήτων ήταν σχέσεις κοινής ειρηνικής συνύπαρξης στις ίδιες γειτονιές αλλά και στο μετερίζι

κοινών κοινωνικών και πολιτικών αγώνων κυρίως για τις κοινωνικές κατακτήσεις. Αυτή η έρευνα τολμά

να αγγίξει και τις δύο πτυχές της ιστορίας με το μεγαλύτερο δυνατό

ρεαλισμό και ωριμότητα που απαιτούν η απόσταση του χρόνου

αλλά και η ανάγκη να εξαχθούν ορθά ιστορικά συμπεράσματα μέσα

από την πολύπαθη ιστορία της Κύπρου.

Ο ευρύτερος στόχος των ερευνητών της παρούσας

έρευνας δεν ήταν να εξωραΐσουν βέβαια την πραγματικότητα αλλά

ούτε και το αντίθετο. Βασικός στόχος της προσπάθειας ήταν η

καλλιέργεια νέων γενιών οι οποίες να μπορούν να δουν κατάφατσα την ιστορία του τόπου τους και

να αντλήσουν κατά το δυνατότερο βαθμό ορθά συμπεράσματα για το μέλλον όλων των κατοίκων

αυτού του νησιού. Συμπεράσματα ανέπαφα από τις συναισθηματικές

επιδράσεις και στερεότυπα που αναπόφευκτα έχουν καλλιεργήσει

η παιδεία, η οικογένεια και το ευρύτερο πολιτικό περιβάλλον ένθεν και ένθεν της πράσινης

γραμμής.

Το εγχείρημα δεν ήταν εύκολο ούτε θεωρούμε ως απόλυτα τα

ευρήματα και συμπεράσματα της έρευνας. Όμως το γεγονός του ότι

νέοι και από τις δύο κοινότητες κατάφεραν μέσα από συζήτηση

και εξεύρεση από κοινού πηγών έρευνας για πολύ ευαίσθητα

θέματα της κοινής τους ιστορίας να ολοκληρώσουν αυτή τη

δουλειά,

Συμπεράσματα μέσα από τα οποία μπορεί ο καθένας να αναλύσει τους λόγους που οδήγησαν τις δύο κοινότητες να διαχωρίζονται μέχρι σήμερα από συρματοπλέγματα και στρατούς.

Ο ρόλος του εκάστοτε κατακτητή του νησιού, των ηγεσιών των δύο κοινοτήτων, του ξένου παράγοντά, των μητέρων πατρίδων, του εθνικισμού-σοβινισμού και όλων των βασικών πολιτικών και κοινωνικών παραγόντων του νησιού είχαν αδιαμφισβήτητα τον αντίκτυπο τους στις σχέσεις των δύο κοινοτήτων. Αυτές οι σχέσεις όμως έχουν περάσει μέσα από συμπληγάδες για να καταλήξουν τελικά στο σημείο όπου το 2003, μετά από μια επανασύνδεση των δύο κοινοτήτων έπειτα από 29 χρόνια διαχωρισμού, να καταφέρνουν να αποδεικνύουν ξανά ότι είναι και σχέσεις ειρηνικής συνύπαρξης με ανάλογη προοπτική για το μέλλον.

αυτό προσδίδει μια εγγύηση για την ζυγισμένη οπτική γωνία μέσα από την οποία έχει γραφτεί η έρευνα αυτή. Μια γωνία που δύσκολα μπορεί να βρεθεί εάν κάποιος σκεφτεί το ευρύτερο χάσμα που υπάρχει στις συνειδήσεις του μέσου Ελληνοκύπριου και του μέσου Τουρκοκύπριου.

Το Κυπριακό Πρόβλημα είναι βέβαια πολυδιάστατο θέμα και θα ήταν λάθος να το θέσουμε μόνο μέσα από τον στενό κλοιό των σχέσεων Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Άσχετα εάν αυτή η έρευνα δίνει έμφαση στη δικοινοτική διάσταση, η ιστορική εξέλιξη του πολιτικού προβλήματος αποτελεί σημαντικό κομμάτι του περιεχομένου της.

Μέσα από σκληρή δουλειά για ολοκλήρωση αυτής της έρευνας, όπως και ισχύει και για πολλά άλλα παρόμοια εγχειρήματα, αυτό που πρέπει να ειπωθεί είναι ότι η εργασία δεν είναι κάτι άλλο από μια ακόμη προσπάθεια που έρχεται να προστεθεί στην προσπάθεια καταγραφής της ιστορίας του τόπου μας.

Εισαγωγή

6 7

Η εγκαθίδρυση της Βρετανικής αποικιοκρατίας στην Κύπρο και οι

νέοι πολιτειακοί θεσμοί

Η Βρετανία ανέκαθεν ήθελε μια βάση στην Ανατολική Μεσόγειο. Με το τέλος του Ρωσοτουρκικού πολέμου το 1878 η

Βρετανία ανησυχεί μετά την επιτυχία της Ρωσίας στον πόλεμο ότι θα είναι πολύ

δύσκολο να διασφαλίσει τα συμφέροντα της στην περιοχή. Έτσι η Βρετανία

υπογράφει με το Σουλτάνο Αμυντική Συμφωνία για να καταλάβουν και να

έχουν υπό τον έλεγχο τους την Κύπρο. Η Κύπρος περνά στα χέρια των Βρετανών

οι οποίοι έχουν ως μόνη υποχρέωση την πληρωμή φόρου για την κατοχή του νησιού. Ο Σουλτάνος βάζει επίσης ως

όρο ότι η συμφωνία θα τερματιστεί μόνο όταν η Ρωσία επιστέψει μερικές από τις

κατακτημένες περιοχές στην Τουρκία.

Ο πρώτος κυβερνήτης, ο Ύπατος Αρμοστής Σερ Γκάρνετ Γουίσλεϋ, αποβιβάζεται στην Κύπρο στις 22/07/1878. Την 1η Αυγούστου

η Βρετανία ζητά συμπληρωματική συμφωνία με την οποία θα μπορούν

να νομοθετούν στο νησί χωρίς την ανάμιξη της Πύλης. Παρά τις αλλαγές, το νησί εξακολουθεί να είναι μέλος της

Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι μη Οθωμανοί δεν υπάγονται στη δικαιοδοσία

των Κυπρίων δικαστών αλλά του Βρετανού Υπάτου Αρμοστή. Επίσης με βάση το διεθνή

κανονισμό, οι Κύπριοι ήταν Οθωμανοί υπήκοοι και δεν είχαν δικαίωμα κατοχής

αγγλικού διαβατηρίου παρά μόνο να έχουν ένα ταξιδιωτικό έγγραφο το οποίο

τους χαρακτήριζε ως «κάτοικους της

Η κοινωνική και οικονομική κατάσταση

Μέσα από αυτή την πολιτική αλλαγή το νησί δεν περνά μόνο από την Οθωμανική περίοδο στην Αγγλοκρατία αλλά και από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Η ε/κ αναπτυσσόμενη αστική τάξη βρίσκει έτσι τον τρόπο να εδραιώσει τις θέσεις της και να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στις μετέπειτα πολιτικές εξελίξεις, γιατί η πλειοψηφία των αστών ακολουθεί μια πιο φιλελεύθερη πολιτική.

Τα πρώτα 50 χρόνια της Αγγλοκρατίας παρατηρείται μια καθυστέρηση στην αγροτική περιοχή το οποίο αποτελεί κατάλοιπο της φεουδαρχίας και της παρεμπόδισης από τους κατακτητές της ανάπτυξης τόσο στον οικονομικό τομέα όσο και στον πολιτικό.

Ο πληθυσμός της Κύπρου ήταν αναγκασμένος να πληρώνει 92 χιλιάδες λίρες το χρόνο φόρο στο Σουλτάνο για αποπληρωμή του χρέους του Οθωμανικού δανείου που έγινε το 1885 από τη Βρετανία. Το 1914 ο φόρος μειώνεται σε 42 χιλιάδες μετά από διαβήματα του Κυπριακού πληθυσμού. Το 1927 καταργείται και αντικαθιστάται με την ετήσια υποχρέωση των 10 χιλιάδων λιρών ως συμμετοχή της Κύπρου στα αμυντικά έξοδα της αυτοκρατορίας. Λόγω τον πιο πάνω βαριών φορολογιών, τα δημόσια οικονομικά δεν είναι σε θέση να προωθήσουν έργα για ανάπτυξη. Οι δυσβάστακτοι φόροι που πληρώθηκαν μέχρι το 1906 υπολογίζονται στα 2,5 εκατομμύρια λίρες και μέχρι το 1927 υπολογίζονται ότι ξεπέρασαν τα 3,5 εκατομμύρια λίρες.

Κύπρου». Με αυτό τον τρόπο οι Κύπριοι δεν είχαν δικαίωμα προστασίας από τις Βρετανικές προξενικές αρχές στο

εξωτερικό.

Το 1881 ο πληθυσμός της Κύπρου ανέρχεται σε 186 χιλιάδες από

τους οποίους οι 137 χιλιάδες είναι Ελληνοκύπριοι, οι 45 χιλιάδες είναι

Τουρκοκύπριοι και οι υπόλοιπες 4 χιλιάδες είναι Μαρωνίτες, Λατίνοι και

Αρμένιοι.

Βρετανική Αποικιοκρατία – Η απαρχήτων πολιτικών κοινοτήτων1.

Η ανύψωση της βρετανικής σημαίας στην Κύπρο το 1878 σηματοδοτεί την έναρξη της Αγγλοκρατίας στην Κύπρο

Το αποικιακό Σύνταγμα του 1878 και οι βασικοί πολιτειακοί θεσμοί

Το 1882 οι Βρετανοί δίνουν αποικιακό Σύνταγμα στην Κύπρο βάση του οποίου

θα ασκούσαν τον ηγετικό τους ρόλο στο νησί. Η σύνταξη του Συντάγματος ήταν τέτοια ώστε ο διαχωρισμός Ε/κ και Τ/κ

(πριν χριστιανών και μουσουλμάνων) μέσα από τους διάφορους θεσμούς, να οδηγεί

στην αποτελεσματική εφαρμογή του δόγματος «διαίρει και βασίλευαι» την οποία

ήξεραν καλά να υλοποιούν και στις άλλες αποικίες τους. Οι κυριώτερες εξουσίες

διαχωρίζοντας ως εξής:

-Όσο αφορά τη δικαιοσύνη, δημιουργείται το Ανώτατο Δικαστήριο στη Λευκωσία και τα επαρχιακά δικαστήρια στις 5 πόλεις με

πρόεδρο Άγγλο και αντιπροέδρους ένα Ελληνοκύπριο και ένα Τουρκοκύπριο.

-Οι Βρετανοί έδωσαν μια υποτιθέμενη δημοκρατική νομιμοποίηση μέσω του

θεσμού του Νομοθετικού Συμβουλίου στο οποίο εκπροσωπούνταν η τοπική αστική τάξη ενώ στο τέλος της ημέρας το πάνω

χέρι είχαν πάντα οι Βρετανοί. Το Νομοθετικό Συμβούλιο του 1882 αποτελείται από 18

μέλη. Τα 6 μέλη είναι διορισμένα από την αγγλική δημοσιοϋπαλληλική τάξη και τα υπόλοιπα 12 είναι εκλεγμένα, δηλαδή 9 Ε/Κ και 3 Τ/Κ με νικώσα ψήφο αυτή του

Βρετανού Προέδρου. Με αυτό τον τρόπο διασφαλιζόταν η επικράτηση των θέσεων

των Βρετανών αφού οι Τ/κ έτειναν να συντάσσονται μαζί τους ως μειονότητα,

εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις.

-Η Εκτελεστική Εξουσία ασκείται από τον Ύπατο Αρμοστή που είναι διορισμένος από

τη Βρετανία. Αργότερα το 1925 θα πάρει τον τίτλο του Κυβερνήτη.

-Στις μεγάλες πόλεις και κωμοπόλεις, η τοπική διοίκηση ανατέθηκε στα Δημοτικά

Συμβούλια όπου οι δυο κοινότητες έβγαζαν αντιπροσώπους ανάλογα με την

αριθμητική τους δύναμη. Έτσι Τ/Κ δήμαρχος υπήρχε μόνο στη Λεύκα και μια φορά

στη Λευκωσία. Στα χωριά οι δυο βασικές κοινότητες είχαν δικά τους τοπικά όργανα με ξεχωριστούς μουχτάρηδες και αζάδες.

8 9

Οι Βρετανοί με σκοπό να αποκτήσουν συμμάχους στην περιοχή, επιτρέπουν την εκμετάλλευση του λαού από ανώτερους

κληρικούς και τσιφλικάδες.

Αποδεδειγμένα ο Κυπριακός λαός ήταν σε χειρότερη θέση την περίοδο της

Αγγλοκρατίας από ότι στην Οθωμανική περίοδο.

Παρά τα οικονομικά μέτρα, η αστική τάξη η οποία ασχολείται με το εμπόριο,

την τοκογλυφία και τη μικροβιοτεχνία, ενδυναμώνεται. Εμφανίζεται ωστόσο

μια νέα τάξη, η εργατική τάξη και αναπτύσσονται τα μεσαία στρώματα των

διάφορων βιοτεχνών.Σιγά- σιγά, κατά τη διάρκεια του Α’

Παγκόσμιου Πολέμου και μετά, η ζήτηση των Κυπριακών προϊόντων αυξάνεται.

Οι αγρότες για να αντεπεξέλθουν δανείζονται από τους τοκογλύφους. Με

το τέλος του πολέμου, η Ευρώπη αυξάνει την παραγωγή αγροτικών προϊόντων

με αποτέλεσμα να πέσει η ζήτηση των κυπριακών και οι αγρότες να μην έχουν να

πληρώσουν τους τοκογλύφους, οι οποίοι εισπράττουν τα οφειλόμενα κατάσχοντας όποια περιουσία είχαν οι αγρότες. Αυτό αφήνει ως μόνη λύση στους αγρότες να

καταφύγουν στην πόλη όπου αρχίζουν να εργάζονται ως μεροκαματιάρηδες και

να ενισχύουν την εργατική τάξη η οποία προέρχεται κυρίως από την αγροτιά και

τους μεταλλωρύχους.Αρχίζουν έτσι να αποκτούν ταξική

συνείδηση. Δουλεύουν πολλές ώρες και κάτω από συνθήκες εκμετάλλευσης.

Παράλληλα, ενδυναμώνεται η αστική τάξη η οποία κατάφερε κατά τη διάρκεια του

πολέμου να συσσωρεύσει πολλά κέρδη.

Η άνοδος του εθνικισμού στην Κύπρο – Το αίτημα της Ένωσης

Κατά την πρώτη περίοδο της Αγγλοκρατίας, οι τσιφλικάδες προέβαλαν το αίτημα για ένωση, με βάση τα δικά τους συμφέροντα, παράλληλα με το αίτημα της κατάργησης των φόρων.

Την περίοδο 1888-99, η αντίδραση των Κυπρίων προς τα αντιλαϊκά μέτρα των Άγγλων προκαλεί παλλαϊκά συλλαλητήρια. Το 1881 οι φιλελεύθεροι καταφέρνουν να νικήσουν την εκλογική μάχη στην Αγγλία και οι Κύπριοι με επιστολή τους προς αυτούς εκφράζουν το αίτημα τους για ένωση με την Ελλάδα και δέχονται ψυχρολουσία αφού η απάντηση είναι αρνητική. Το 1882 δημιουργείται η κίνηση των ενωτικών, η οποία προκαλεί την αντίδραση των Τ/κ, οι οποίοι ζητούν να μην αλλάξει η νομοθεσία γιατί θα χάσουν τα δικαιώματα τους. Η όλη κατάσταση προκαλεί αντιδράσεις και οι Τ/κ εκφράζουν παράπονα για την αριθμητική τους εκπροσώπηση στο Νομοθετικό Συμβούλιο. Το 1902 οι Τ/κ βουλευτές ζητούν από τους Βρετανούς να μην γίνει ένωση με την Ελλάδα και να επιστραφεί η Κύπρος υπό Οθωμανική διοίκηση.

Παρόλα αυτά, μερίδα Ε/κ και Τ/κ, από τη μετριοπαθή αστική τάξη, συνεχίζουν να συνεργάζονται στα θέματα της οικονομίας και στον αγώνα για κατάργηση της φορολογίας, κάτι που οι εθνικιστές και των δυο πλευρών το βλέπουν με κακό μάτι.

Την περίοδο του 1900-09 η ε/κ πλευρά ταλανίζεται γύρω από το «αρχιεπισκοπικό ζήτημα» το οποίο υπόβοσκε μια γενικότερη πολιτική

αντιπαράθεση μεταξύ των «διαλλακτικών και των «αδιάλλακτων» οι οποίες αποτελούσαν

τις δύο κυριότερες πολιτικές τάσεις της εποχής. Η ρήξη ξεκινά με αφορμή την

ανάγκη για εκλογή του νέου Αρχιεπισκόπου με το θάνατο του Αρχ. Σοφρωνίου. Η όλη σύγκρουση εξελίχτηκε πίσω από τους δύο

Μητροπολίτες Κιτίου και Κυρηνείας, οι γνωστοί ως «Κυριλλάτσος» και «Κυριλλούι»

αντίστοιχα. Ο πρώτος εκπροσωπούσε την παράταξη που επιδίωκε να συγκρουστεί

άμεσα με τους Βρετανούς για το θέμα της Ένωσης (αδιάλλακτοι) ενώ ο δεύτερος την

παραδοσιακή μετριοπαθή πτέρυγα που έτεινε να συνεργάζεται και να συμβιβάζεται

με τον εκάστοτε κατακτητή (διαλλακτικοί). Μετά από μια δεκαετία εσωτερικών πολιτικών

προστριβών εντός της ε/κ κοινότητας τελικά εκλέγεται ο Κιτίου Κύριλλος το 1910

και επικρατεί για πρώτη φορά το αίτημα της Ένωσης ως το επίσημο αίτημα της ε/κ

πλευράς.

Το 1912 γίνονται αιματηρά δικοινοτικά επεισόδια με στόχο τη διάσπαση της ενότητας

των Ε/κ και Τ/κ. Τον Απρίλη οι Ε/κ βουλευτές παραιτούνται και οργανώνονται μεγάλα συλλαλητήρια. Εξαγγέλλεται για ακόμα

μια φορά η πρόθεση για ένωση με την Ελλάδα κάτι που προκαλεί για ακόμα μια

φορά τη δυσαρέσκεια των Τ/κ. Τον Μάη, ο Ύπατος Αρμοστής απαγορεύει την ανάρτηση

της ελληνικής σημαίας το οποίο οδηγεί σε συγκρούσεις σε διάφορες περιοχές, μεταξύ μικρών υποκινούμενων ομάδων

από εξτρεμιστές των δύο κοινοτήτων και του κατακτητή για να διασπαστεί ο λαός.

Ως αποτέλεσμα έχουμε την επέμβαση της αστυνομίας στη Λεμεσό με 4 Ε/κ νεκρούς και 1 Τ/κ. Μετά από αυτές τις συγκρούσεις οι Τ/κ

αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα χωριά τους και να μειωθούν τα μεικτά χωριά. Το αίτημα της ένωσης σπρώχνει τους Τ/κ για

ακόμα μια φορά στα χέρια των Άγγλων και προκαλείται διάσπαση στον Κυπριακό λαό.

Μετά τους πολέμους του 1912-3 η Αγγλία προσαρτά την Κύπρο αφού η Οθωμανική Αυτοκρατορία τάσσεται εναντίον της στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έτσι καταργείται η μεταξύ τους συμφωνία μονόπλευρα το 1878 και διευθετείται το θέμα με τις συμφωνίες των Σεβρών το 1919 και της Λοζάνης το 1923. Έτσι το 1914 η Οθωμανική Αυτοκρατορία παραιτείται από όλα τα δικαιώματα της στο νησί, ακόμα και το φόρο. Για ακόμα μια φορά οι Ε/κ βουλευτές και ο Αρχ. Κύριλλος εκφράζουν με υπομνήματα τη θέση τους για ένωση με την Ελλάδα και το 1918-9 δύο αποστολές φτάνουν στο Λονδίνο και στο Παρίσι με για να εκφράσουν το αίτημα τους για κατάργηση των φόρων και ένωση με την Ελλάδα. Οι Τ/κ αντιδρούν και οι εξτρεμιστές ιδρύουν κόμματα για ένωση με την Τουρκία. Η ελληνική αντιπροσωπεία στο Παρίσι αρνείται να υποστηρίξει το αίτημα των Ε/κ για ένωση, κάτι που δίνει όπλο στους αντιπάλους τους.

Το 1915 η Αγγλία προτείνει στον Βενιζέλο προσάρτηση της Κύπρου στην Ελλάδα αν η τελευταία πολεμήσει στο πλευρό των συμμάχων. Τότε οι Τ/κ αλλάζουν στάση και ζητούν να παραχωρηθεί η Κύπρος στην Αίγυπτο. Η προσφορά της Βρετανίας προς την Ελλάδα απορρίφθηκε από την κυβέρνηση Ζαΐμη η οποία ήταν φιλογερμανική. Η Ελλάδα ωστόσο μπαίνει τελικά στον πόλεμο το 1916 αλλά η Βρετανία υπογράφει μυστικά συμφωνία με τη Γαλλία ότι για να παραχωρήσει την Κύπρο ή να αποχωρήσει από αυτή πρέπει πρώτα να πάρει την έγκριση της Γαλλίας. Άρα αποδεικνύεται ότι η Βρετανία δεν έχει πότε αληθινή πρόθεση να παραχωρήσει την Κύπρο στην Ελλάδα.

10 11

Το 1920 με τη συνθήκη των Σεβρών λαμβάνεται η απόφαση να δοθεί η

Κύπρος στην Ελλάδα μετά από 15 χρόνια και αφού γίνει πρώτα δημοψήφισμα.

Η απόφαση αυτή δεν τηρήθηκε αφού η Βρετανία ανακοίνωσε ότι δεν θα αποχωρήσει από την Κύπρο. Με τη

συνθήκη αυτή οι Οθωμανοί υπήκοοι γίνονται Βρετανοί υπήκοοι και τους δίνεται

η δυνατότητα μετά από δύο χρόνια να δηλώσουν ποια υπηκοότητα θέλουν. Αν προτιμούσαν την Οθωμανική θα έπρεπε να εγκαταλείψουν την Κύπρο. Περίπου 5

χιλιάδες Τ/Κ από τις 61 χιλιάδες φεύγουν για την Τουρκία, πολλοί από τους

οποίους επέστρεψαν όμως μετά λόγω των άσχημων συνθηκών στην Τουρκία.

Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου

Λίγα χρόνια μετά ιδρύεται το Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου το 1926. Το ΚΚΚ τοποθετεί καθαρά το πρόβλημα σε ταξική βάση αυτονομίας, να είναι δηλαδή η Κύπρος ανεξάρτητο κράτος, κάτι το οποίο θα μπορούσε να κερδίσει υποστηρικτές και από την Ε/Κ και από την

Τ/Κ πλευρά.

Με την εμφάνιση του εργαρτικού κινήματος μπαίνουν οι βάσεις για μεθόδευση του λαϊκού αγώνα. Το ΚΚΚ γεννιέται τη στιγμή που ο λαός ζητά διέξοδο από το χάος το

οποίο προκάλεσαν οι αστοί, οι τσιφλικάδες και οι ενωτικοί. Έτσι το ΚΚΚ δίνει τη λύση της αυτονομίας και ανεξαρτησίας για να μπορέσει να μαζέψει γύρω του όλο τον κυπριακό λαό

και να βάλει τέρμα στην πολιτική ελευθερία του λαού χωρίς διακρίσεις. Από τότε το ΚΚΚ έβλεπε το Τ/Κ στοιχείο ως αναπόσπαστο κομμάτι του κυπριακού λαού για το μέλλον μιας

κοινής πατρίδας.

Το 1927 στο συνέδριο του Κόμματος γίνεται νύξη για τη δημιουργία «αντι-ιμπεριαλιστικού μετώπου Ελλήνων και Τούρκων με αποκλειστικό σκοπό το διώξιμο του εγγλέζικου

ιμπεριαλισμού από τον τόπο μας». Η δράση του ΚΚΚ για αφύπνιση των μαζών προκαλεί την αντικομμουνιστική υστερία των ενωτικών που όμως δεν πετυχαίνει τίποτα.

Στις εκλογές του 1930 το ΚΚΚ αγκαλιάζεται από τις μάζες και εξασφαλίζει το 16% των ψήφων, ποσοστό πολύ ψηλό για τις συνθήκες της εποχής, αφού δικαίωμα ψήφου είχαν

μόνο οι κληρικοί ή οι ιδιοκτήτες καταστημάτων, με αποτέλεσμα η μεγάλη μάζα του λαού (10,000) να μην έχουν δικαίωμα ψήφου. Μεταξύ αυτών και στελέχη του ΚΚΚ.

Το λογότυπο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου το οποίο με την ίδρυση του το 1926, έθεσε σε νέα βάση τη συνείδηση του Κυπριακού λαού. Πλέον ο Κυπριακός λαός δεν χωρίζεται μόνο σε χριστιανούς και μουσουλμάνους αλλά και σε εργάτες και αστούς.

Τα Οκτωβριανά – Η αποτυχία της διαιρετικής πολιτικής των Βρετανών

Ο κυπριακός λαός συνεχίζει να παραμένει δυσαρεστημένος από την πολιτική των

Βρετανών οι οποίοι τόσο στο ζήτημα της Ένωσης όσο και στα κοινωνικά θέματα τους

είχαν απογοητεύσει.

Σε μια προσπάθεια των Βρετανών να ικανοποιήσουν το λαϊκό αίσθημα αυξάνουν

τον αριθμό των Ε/κ στο Νομοθετικό Συμβούλιο από 9 σε 12, ο αριθμός των Τ/Κ μένει

στους 3 και αυξάνονται την ίδια στιγμή οι διορισμένοι από τον κυβερνήτη σε 9. Την ίδια στιγμή οι Βρετανοί αποφασίζουν την

επιβολή εκπαιδευτικού νόμου με τον οποίο οι εκπαιδευτικοί θα διορίζονταν και θα

πληρώνονταν από τον κυβερνήτη.

Αυτό δίνει αφορμή για νέο ξέσπασμα των ενωτικών με σκοπό να προωθήσουν τις

θέσεις τους. Η εξτρεμιστική δεξιά αρχίζει ένα μεθοδευμένο αντικομουνιστικό αγώνα

για να κερδίσει το χαμένο έδαφος. Με αυτό τον τρόπο, σε μια περίοδο όπου το ΚΚΚ και οι δημοκρατικές δυνάμεις

κάνουν αγώνα ενάντια στους κατακτητές η ακροδεξιά εξαπολύει αγώνα για πάταξη

των κομμουνιστών, για εδραίωση των συμφερόντων τους και όχι για να εκδιωχθεί ο

κατακτητής.

Η Εθνική Οργάνωση Κύπρου δραστηριοποιείται ιδιαίτερα μετά τις

30/09/1930 όταν γίνεται η νέα επιβολή τελωνιακού δασμολογίου από την κυβέρνηση.

Αυτό γίνεται στην ουσία παράνομα αφού είχε απορριφθεί από τη Βουλή. Η πλειοψηφία των βουλευτών καταψήφισε στην πλειοψηφία

της τον νόμο αυτό αφού 1 Τ/κ βουλευτής συντάχθηκε με τους Ε/κ κατά της νέας

επιβολής, γεγονός που ανέτρεπε τη πάγια στρατηγική των Βρετανών του «διαίρει και

βασίλευε» στο Νομοθετικό Συμβούλιο.

Επίσης την ίδια περίοδο η Αγγλία αποφασίζει να διαθέσει το περίσσευμα της Κύπρου για την εξόφληση ενός δανείου της Αγγλίας από τους τοκογλύφους.

Όλα αυτά εντείνουν την αγανάκτηση του λαού και οι ενωτικοί το εκμεταλλεύονται. Έτσι δημιουργείται μια σειρά γεγονότων η οποία μας οδηγεί στα Οκτωβριανά.

Ο μητροπολίτης Κιτίου Νικόδημος Μυλωνάς, φανατικός ενωτικός, μετά την καταψήφιση του νομοσχεδίου παραιτείται από βουλευτής και με διάγγελμα του στρέφεται ενάντια στην αγγλική κυριαρχία και προβαίνει σε αντικομουνιστική προπαγάνδα, καλώντας τον κόσμο σε αυθαιρεσίες. Οι ενωτικοί υιοθετούν πλήρως την τακτική του και αποφασίζουν να μην πληρώνουν φόρους και να μποϊκοτάρουν τα Αγγλικά προϊόντα. Επίσης προσπαθούν να πιέσουν και άλλους βουλευτές να παραιτηθούν.

Η τυχοδιωκτική στάση του προκαλεί αγανάκτηση. Οι 8 Ε/Κ βουλευτές συνέρχονται στην αρχιεπισκοπή και τον κατηγορούν ότι διέσπασε την ενότητα του σώματος. Εκείνος καταφεύγει στη Λεμεσό και στις 20 Οκτωβρίου σε συγκέντρωση την οποία έκαναν οι ενωτικοί κηρύσσει την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Με το φόβο να μην χαρακτηριστούν προδότες οι υπόλοιποι 8 βουλευτές παραιτούνται στις 21 Οκτωβρίου και ανακοινώνουν την απόφαση τους σε μια συγκέντρωση 5 χιλιάδων ατόμων, την οποία διοργάνωσαν οι ενωτικοί στις 5:30 το απόγευμα.

Γι’ αυτή την επιτυχία κτυπούν τις καμπάνες της Λευκωσίας και των προαστίων. Μέσα στη σύγχυση που επικρατεί για τα αντιλαϊκά μέτρα γίνεται λόγος να

12 13

δοθεί και ενωτικό δημοψήφισμα στον τότε κυβερνήτη Στορρς. Ο Διονύσιος

Κυκκώτης κηρύσσει επανάσταση με την ελληνική σημαία στο χέρι. Ο λαός

αντιδρά και η κατάσταση ξεφεύγει από τα χέρια των «ηγετών», οι οποίοι

εγκαταλείπουν πανικόβλητοι την πορεία και συγκεντρώνονται πάλι μόνο για να

δώσουν το ψήφισμα στον κυβερνήτη. Επομένως τα Οκτωβριανά αποτελούν

αυθόρμητη λαϊκή εξέγερση ενάντια στα άδικα μέτρα του κατακτητή παρά

τις προπαγανδιστικές ενέργειες της ακροδεξιάς.

Με το ξέσπασμα των ταραχών επεμβαίνει η αστυνομία και πυροβολεί ενάντια στο

πλήθος αδιάκριτα. Αυτό οδηγεί στην καταστολή της εξέγερσης χωρίς καμιά συνέπεια για τους κατακτητές αφού το

πλήθος ακέφαλο και χωρίς καθοδήγηση καθώς ήταν, υποχωρεί. Την επόμενη

μέρα επιβάλλεται στρατιωτικός νόμος και λαμβάνεται σειρά καταπιεστικών και

ανασταλτικών μέτρων σε όλη την Κύπρο. Γίνονται πολλές συλλήψεις και εξορίες. Ανάμεσα τους και ο Γ.Γ. και ο Β.Γ.Γ. του

ΚΚΚ (Βάτης και Σκελέας) και άλλα 2 ανώτατα στελέχη.

Οι αποικιοκράτες χρησιμοποίησαν τα Οκτωβριανά για να κτυπήσουν το λαϊκό κίνημα, του οποίου η δράση άρχισε να τους ανησυχεί. Διαλύουν την Εργατική

Λέσχη Λευκωσίας και φυλακίζουν αρκετούς κομμουνιστές. Το Κόμμα μπαίνει

στην παρανομία και διεξάγει έντονο αγώνα.

Η περίοδος που ακολουθεί, γνωστή και ως Παλμεροκρατία, διαρκεί για 9 χρόνια. Η δεξιά τρομοκρατημένη

από τα καταπιεστικά μέτρα διαλύεται και διαδραματίζει προδοτικό ρόλο

συνεργαζόμενη με τους Βρετανούς. Σε αντίθεση, το ΚΚΚ συνεχίζει τον αγώνα

ενάντια στους κατακτητές με αποτέλεσμα

να συνεχιστούν οι διώξεις και φυλακίσεις ενάντια δεκάδων στελεχών του. Στον αγώνα αυτό παίρνουν μέρος και Τ/κ κομμουνιστές οι οποίοι επίσης διώκονται.

Η δημιουργία της οργανωμένης εργατικής τάξης

Την δεκαετία του 1910 έγιναν οι πρώτες προσπάθειες για την δημιουργία των συντεχνιών, χωρίς όμως να έχουν καθαρά ταξικό χαρακτήρα και χρησιμοποιούνταν από διάφορους πολιτικούς παράγοντες της εποχής ως εκλογικά επιτελεία. Η νίκη της Μεγάλης Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης του 1917 στη Ρωσία, αποτέλεσε σταθμός και για τους κύπριους κομμουνιστές, που ανέλαβαν με πίστη και αυτοθυσία τη διαφώτιση, κινητοποίηση και οργάνωση της εργατικής τάξης και την διάδοση των σοσιαλιστικών ιδεών στην Κύπρο.

Το έδαφος ήταν γόνιμο εφόσον εκείνα τα χρόνια βρισκόταν υπό διαμόρφωση η εργατική τάξη, που ζούσε κάτω από άθλιες συνθήκες, άγριας εκμετάλλευσης. Έτσι στις αρχές του 20ου αιώνα άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα εργοστάσια και ν’ αναπτύσσετε το εμπόριο. Σιγά- σιγά αναπτύχθηκαν οι καπιταλιστικές σχέσεις. Την δεκαετία του 1920 λειτουργούν τα πρώτα μεταλλεία. Στα εργοστάσια και στα μεταλλεία δούλευαν μαζί Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι. Ήταν πλέον αισθητή η ανάγκη να οργανωθούν οι εργαζόμενοι σε ταξικές συντεχνίες, αλλά και να αποκτήσουν την δική τους πολιτική έκφραση.

Στις 15/8/1926 πραγματοποιείται το ιδρυτικό συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου ( ΚΚΚ), βασισμένο στις αρχές του μαρξισμού- λενινισμού και αποτέλεσε το μοναδικό οργανωμένο σύνολο το οποίο δεν διαχώριζε τις δύο κοινότητες, Ελληνοκύπριους και

Τουρκοκύπριους. Το πρώτο καθήκον που έθεσε το ΚΚΚ ήταν η οργάνωση των

εργαζομένων, όχι μόνο στο πολιτικό τους Κόμμα αλλά και στις συνδικαλιστικές

και επαγγελματικές τους οργανώσεις. Με την ίδρυση του ΚΚΚ οι εργαζόμενοι, οι αγρότες, η προοδευτική διανόηση αποκτούν το δικό τους

αυτόνομο Κόμμα. Το ΚΚΚ την δεκαετία του 1920 αναλαμβάνει την πρωτοβουλία ίδρυσης του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος και έτσι

έχουμε και τις πρώτες συντεχνίες αυτή την περίοδο.

Από τα πρώτα του βήματα το συνδικαλιστικό

κίνημα συνδέθηκε άμεσα με την μαρξιστική- λενινιστική αντίληψη, αφού πλέον όλοι

οι αγώνες από το 1920 και μετά γίνονταν κάτω από τα λάβαρα των ταξικά

συνειδητοποιημένων συντεχνιών, των μαρξιστικών συντεχνιών και του ίδιου του

ΚΚΚ. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι στον αγώνα για οργάνωση και σωστή καθοδήγηση

των εργαζομένων συμμετείχαν και

Τουρκοκύπριοι, αφού το ίδιο το ΚΚΚ από την ίδρυση του είχε ως στόχο τις διεκδικήσεις

των δικαιωμάτων του συνόλου του κυπριακού λαού.

Την δεκαετία του 1920 ιδρύεται το Εργατικό Κέντρο σε διάφορες πόλεις, το οποίο ήταν

ένα ενιαίο καθοδηγητικό κέντρο. Από την πλευρά της αστικής τάξης και

των Βρετανών σίγουρα δεν ήθελαν την ίδρυση συντεχνιών υπό την καθοδήγηση του ΚΚΚ. Επίσης το ΚΚΚ αναλαμβάνει την πρωτοβουλία να ίδρυση αγροτικούς συλλόγους, την δεκαετία του 1920-1930 και επιτυγχάνεται η ίδρυση της Παγκύπριας Αγροτικής Οργάνωσης. Σταθμός στην ιστορία του συνδικαλιστικού κινήματος ήταν η 16η Μαΐου 1939, όπου υπογράφηκε η πρώτη συλλογική σύμβαση στην ιστορία του συνδικαλιστικού κινήματος. Το 1940 ιδρύονται και αναγνωρίζονται 62 συντεχνίες τοπικού και επαγγελματικού χαρακτήρα. Τα αιτήματα που τέθηκαν από το συνδικαλιστικό κίνημα, τα οποία απαντούσαν στις κοινωνικές ανάγκες και ήταν επαναστατικά για την εποχή τους όπως: •Το 8ώρο. •Η αύξηση των μεροκάματων. •Κοινωνική ασφάλιση. •Απόσβεση των αγροτικών χρεών. •Η μείωση της φορολογίας και η κατάργηση της αγγαρείας. •Η ισότητα των δύο φίλων, η προστασία της μητρότητας, η ίση πληρωμή για δουλειά ίσης αξίας. •Δωρεάν παιδεία για τους φτωχούς, η μείωση διδάκτρων, αθλητισμό για όλους. •Απαγόρευση εργασίας κάτω από 14 χρονών.

Στο δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 1930 η εργατική τάξη αυξάνεται αριθμητικά και αποκτά περισσότερη συνείδηση του ρόλου και της δύναμης της.

14

Ο «Νέος Άνθρωπος» είχε το δικό του ρόλο να διαδραματίσει ανάμεσα στον

κυπριακό λαό, αφού ένας από τους στόχους του ήταν να εξαλειφτεί κάθε

μορφή φυλετικό μίσος που υπήρχε ανάμεσα στους κατοίκους του νησιού και

από την πρώτη στιγμή η εφημερίδα του κόμματος τόνιζε τη σημασία της ομόνοιας

και της συνεργασίας ανάμεσα στους Ελληνοκύπριους και του Τουρκοκύπριους.,

στον αγώνα του κυπριακού λαού για αποτίναξη του αποικιακού ζυγού.

Ταυτόχρονα τόνιζε των ταξικό διαχωρισμό

Το αποκορύφωμα της πολιτικής για να καταργήσουν την επαναστατική,

για την εποχή, φωνή στον τύπο, από την αποικιοκρατική κυβέρνηση, ήταν η

εισαγωγή ενός νέου νόμου «περί τύπου» τον Μάιο του 1930. Ο νόμος αυτός

προνοούσε ότι για να εκδίδει κάποιος έπρεπε να καταθέτει εγγύηση 200 λιρών. Για το ΚΚΚ το ποσό αυτό ήταν υπέρογκο, έτσι στην έκδοση της 16ης Ιουλίου 1930

δημοσιεύετε έκκληση της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΚ, όπου καλεί τα μέλη να γίνουν εγγυητές, μέρους του ποσού των 200 λιρών και υπήρχε κατάλογος

δηλώσεων. Μέσα σε αυτές τις δυσμενείς συνθήκες στις 27 Αυγούστου 1930

κυκλοφορεί το τελευταίο οριστικά πια, δισέλιδο φύλλο του « Νέου Ανθρώπου».

‘Β Παγκόσμιος Πόλεμος -Η αλλαγή των πολιτικών

συνθηκών και η συμμετοχή Ε/κ και Τ/κ στον πόλεμο.

Το ξέσπασμα του πολέμου βρήκε

την Κύπρο κάτω από τη σκιά της Παλμεροκρατίας, όπου μετά την

εξέγερση του Οκτώβρη το 1931 οι αποικιοκράτες επέβαλαν ένα στυγνό

δικτατορικό καθεστώς, που καταργούσε τα ελάχιστα δημοκρατικά δικαιώματα και τις ελευθερίες των Κυπρίων. Το ΚΚΚ δέχτηκε

εξοντωτικά κτυπήματα. Οι ηγέτες του Βατής και Σκελέας εξορίστηκαν, δεκάδες

στελέχη βασανίστηκαν, φυλακίστηκαν ή εξορίστηκαν σε απομονωμένα χωρία.

Το ίδιο το κόμμα τέθηκε εκτός νόμου, απαγορεύτηκαν έντυπα και βιβλία

μαρξιστικού περιεχομένου. Παρά τα κτυπήματα το ΚΚΚ δε διαλύθηκε, αντίθετα

αναδιοργάνωσε και ανέπτυξε το συνδικαλιστικό κίνημα στις συνθήκες της

Παλμεροκρατίας.

της κοινωνίας σε αντίθεση με τον εθνικό διαχωρισμό που προωθούσαν οι αποικιοκράτες και οι αστικοί εθνικιστικοί κύκλοι. Τέλος η εφημερίδα πρόβαλλε τη θέση του κόμματος υπέρ της ανεξαρτησίας της Κύπρου, υπό μία εργατοαγροτική κυβέρνηση. Θα μπορούσε κανείς να χαρακτήριζε πολύπλευρο το ρόλο της, αφού διαφώτιζε, οργάνωνε και καθοδηγούσε τις μάζες. Μέσα από άρθρα, μελέτες και σχόλια ανέλυε σε βάθος την πολιτική και κοινωνικό- οικονομική κατάσταση. Η κριτική πολλές φορές γινόταν με την μορφή σάτιρας στη στήλη «σφυροδρεπανιές». Θα ήταν παράληψη να μην υπήρχαν αναλύσεις για την κατάσταση στις άλλες χώρες, κυρίως από την Ελλάδα με αναδημοσιεύσεις από το Ριζοσπάστη, ειδήσεις για την Σοβιετική Ένωση και το Κομμουνιστικό κίνημα διεθνώς. Επίσης προωθούσε τον διεθνισμό και τις αναλύσεις ιδεολογικών θεμάτων.

Μία τολμηρή αλλά και σημαντική κίνηση από το κόμμα του εργαζόμενου λαού να κυκλοφορεί το δικό του εκφραστικό όργανο την εποχή της Βρετανικής αποικιοκρατίας. Εύλογα θα μπορούσε κάνεις να θέσει το ερώτημα ποια ήταν η αντίδραση και η λασπολογία της εποχής προς το εκφραστικό όργανο του Κομμουνιστικού Κόμματος; Καταρχάς εννέα μέρες μετά την έκδοση του « Νέου Ανθρώπου», η εφημερίδα « Αλήθεια» χαρακτηρίζει την νέα εφημερίδα ως όργανο « του ανύπαρκτου Κομμουνιστικού Κόμματος». Στην διάρκεια της σύντομης ζωής του ο «Νέος Άνθρωπος» αναγκάστηκε να αναστείλει την έκδοση του μερικές φορές, αφού ο εκδότης της Χαράλαμπος Σολομωνίδης, οδηγείτο στα δικαστήρια και αρκετές φορές στην φυλακή.

Η εφημερίδα « Νέος Άνθρωπος» Η πρώτη έντυπη μορφή σοσιαλιστικής εφημερίδας στην Κύπρο ήταν ο «Πυρσός», ο οποίος κυκλοφόρησε το Δεκέμβρη του 1922. Εκδότης του «Πυρσού» ήταν ο Πάνος Φασουλιώτης. Η εφημερίδα « Νέος Άνθρωπος» εμφανίζεται όταν πλέον η εφημερίδα « Πυρσός» έκφραζε τις προσωπικές απόψεις του Φασουλιώτη και όχι τις απόψεις του μαρξιστικού πυρήνα. Έτσι την 1η Ιανουαρίου 1925 εκδίδεται η εφημερίδα « Νέος άνθρωπος» που έμελλε να διαδραματίσει πολύ σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου, στην προώθηση της πολιτικής του, στην διάδοση των σοσιαλιστικών ιδεών και στην ταξική συνειδητοποίηση και οργάνωση των εργαζομένων.

Ο « Νέος Άνθρωπος» κυκλοφορεί τετρασέλιδος και ήταν 15θήμερη εφημερίδα. Κάτω από τον τίτλο της εφημερίδας διαβάζουμε « όργανο των εργατών-αγροτών και φτωχών βιοπαλαιστών- υπό τον πολιτικό έλεγχο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου». Στην πρώτη έκδοση δημοσιεύεται το πρόγραμμα της εφημερίδας στο οποίο αναφέρονται οι λόγοι για του οποίους εκδίδεται και οι σκοποί που θα υπηρετήσει. Το πρόγραμμα στην ουσία ήταν μια συνοπτική παρουσίαση του προγράμματος του ίδιου του ΚΚΚ. Κύριος αρθρογράφος της εφημερίδας ήταν ο Γιάννης Παπαγγέλου- Λευκής.

Η μεγάλη ιστορική απόφαση της 16ης Ιουνίου 1943.

Το ΑΚΕΛ ως αντιφασιστικό κόμμα ανέλαβε από την αρχή πρωτοβουλίες για ενεργή συμμετοχή, του κόμματος αλλά και του κυπριακού λαού, στον αντιφασιστικό πόλεμο. Δύο μήνες μετά την ίδρυση του αναπτύσσει μία έντονη και πλατειά αντιφασιστική εκστρατεία σε όλες τις πόλεις και τα χωριά, διαφωτίζοντας το λαό με ομιλίες και διαλέξεις, οργανώνοντας αντιφασιστικές επιτροπές. Στις 20 Μαΐου 1942 το ΑΚΕΛ με υπόμνημα της Κεντρικής Επιτροπής ( ΚΕ) προς την Κυβέρνηση, καταθέτει τις απόψεις του « για την συμβολή του κυπριακού λαού στον αντιφασιστικό συμμαχικό πόλεμο», ζητούσε την κατάργηση του απολυταρχικού καθεστώτος και τονίζει ότι η Κύπρος θα απολαύσει την ελευθερία της. Μέσα σ’ αυτά τα δεδομένα γράφετε μία λαμπρή σελίδα στη δράση του κόμματος των κυπρίων εργαζομένων. Απόφαση ιστορικής σημασίας, όπως χαρακτηρίστηκε και ήταν στην πράξη, η απόφαση της ΚΕ του ΑΚΕΛ της 16ης Ιουνίου 1943. Η απόφαση αυτή καλούσε μαζικά σε κατάταξη τα στελέχη και μέλη του κόμματος στο συμμαχικό στρατό, ενάντια στο χιτλεροφασισμό. Και τα 17 μέλη της ΚΕ δήλωσαν ετοιμότητα να καταταχτούν, καθώς και εκατοντάδες στελέχη, μέλη και φίλοι του κόμματος, τόσο Ελληνοκύπριοι όσο και Τουρκοκύπριοι, έδωσαν το παρόν τους στο κάλεσμα της ΚΕ. Πώς όμως πάρθηκε αυτή η ιστορική απόφαση; Συνεδρίασε η ΚΕ του ΑΚΕΛ, με θέμα «η ενεργότερη συμμετοχή του κόμματος εις την πολεμική προσπάθεια», η ΚΕ αποφάσισε ομόφωνα:

1.Να γίνει έκκληση προς όλα τα μέλη του κόμματος για εθελοντική κατάταξη στις ένοπλες δυνάμεις.

2.Το ζήτημα να τεθεί στις συνελεύσεις των κομματικών ομάδων, στις επαρχιακές συνδιασκέψεις και τέλος στη παγκύπρια συνδιάσκεψη, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 27 Ιουλίου 1943 για να εγκρίνει τον κατάλογο των εθελοντών. Ακολούθως αποφασίστηκε ορισμένα μέλη της ΚΕ να μην πάνε εθελοντές και να παραμείνουν στην Κύπρο στα κομματικά τους καθήκοντα, καθώς επίσης τα ακόλουθα μέλη της ΚΕ να γραφτούν στον κατάλογο: Αντρέας Φάντης, Μάρκος Μαρκουλλής, Κώστας Παρτασίδης, Μίνως Περδίος, Γεώργιος Λέρνης, Χρίστος Σαββίδης, Πρόδρομος Παπαβασιλείου, Γεώργιος Λεβέντης, Κώστας Σιακαλλής, Βάσος Βασιλείου, Χρίστος Κατσιαρύνης.

15

16 17

Οι βρετανοί θέλοντας να αποφύγουν την αντιπαράθεση με τον Άξονα από την μία

και με το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα των αποικιακών λαών από την άλλην,

χαλάρωσαν τα καταπιεστικά μέτρα στις αποικίες, κατ’ επέκταση και στην Κύπρο.

Το ΚΚΚ αξιοποίησε τα νέα δεδομένα που δημιούργησε ο Πόλεμος, για να

ξεφύγει από την παρανομία και να μαζικοποιηθεί. Έτσι τέθηκε επικεφαλής των πρώτων μαζικών απεργιακών αγώνων της

εποχής, μαζί με την Παγκύπρια Εργατική Ομοσπονδία ( ΠΕΟ), που ιδρύθηκε

το 1946, και τους συμπατριώτες μας Τουρκοκύπριους δίνουν τους αγώνες για

τα εργατικά τους δικαιώματα.

Ταυτόχρονα άρχισε να ωριμάζει η ιδέα της δημιουργίας μίας νόμιμης πολιτικής έκφρασης του ΚΚΚ, που θα επέτρεπε να

μπει δυναμικά στο πολιτικό προσκήνιο και να διεξάγει πιο αποτελεσματικά τους κοινωνικούς και πολιτικούς του αγώνες.

Τον Απρίλιο του 1940 στο 4ο παράνομο συνέδριο του ΚΚΚ εγκρίθηκε η εισήγηση για δημιουργία μίας νόμιμης πολιτικό-μαζικής οργάνωσης. Έτσι στις 14 Απριλίου 1941 στη σύσκεψη της Σκαρίνου ιδρύθηκε το Ανορθωτικό Κόμμα Εργαζομένου Λαού ( ΑΚΕΛ). Ακολούθως το 1944 συγχωνεύετε το ΚΚΚ με το ΑΚΕΛ. Η δράση του ΑΚΕΛ ενόχλησε την βρετανική κυβέρνηση από την πρώτη στιγμή. Ήταν έτοιμη να πάρουν κατασταλτικά μέτρα, χωρίς να αποκλείουν την παραγραφή του κόμματος και την απέλαση ηγετικών στελεχών.

16 Ιουνίου 1943. Το ΑΚΕΛ καλεί τα μέλη του Κόμματος για εθελοντική κατάταξη στο στρατό για να συμμετέχουν στις συμμαχικές δυνάμεις κατά τον ‘Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Αθρόα υπήρξε η ανταπόκριση. Έντεκα από τα 17 μέλη της Κ.Ε. και περίπου 800 μέλη σπεύδουν να καταταχθούν. Θα τους ακολουθήσουν και πολλοί άλλοι.

Τo Οργανωμένο Εργατικό Κίνημα και οι ταξικοί αγώνες2.

Η ίδρυση των πρώτων συντεχνιών της δεκαετία του 1930

Μετά τα Οκτωβριανά το 1931, το Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου (ΚΚΚ) έλαβε

τότε πρωτοβουλία για υλοποίηση του στόχου του για κοινό αντιαποικιακό αγώνα με την δεξιά αλλά και τους Τ/κ. Ακριβώς αυτή η

στάση του ΚΚΚ για κοινό μέτωπο με τους Τ/κ, πήγαζε από την θέση του ότι πέραν από την

απαλλαγή από τον αποικιακό ζυγό και την ανεξαρτησία-αυτονομία σε κοινό μέτωπο

με τους Τ/κ, οι εργαζόμενοι σαν αυτόνομη πολιτική οντότητα θα έπρεπε να διεξάγουν ταξικό αγώνα ενάντια στην εκμετάλλευση

από τη ντόπια πλουτοκρατία, θέση άγνωστη για την τότε εποχή αφού ο κόσμος ήταν

γαλουχημένος μόνο με την ιδέα την Ένωσης. Η θέση αυτή του ΚΚΚ διαφαίνεται μέσα από άρθρο του ‘Νέου Άνθρωπου’, στις 15 Ιούνη

1926 που λέει: ‘η σωστή λύση του Κυπριακού θα επιτευχθεί μόνο με ένα αγροτοεργατικό

μέτωπο Ελλήνων και Τούρκων’ και ‘οσοδήποτε μικρή και αν είναι η τουρκική μειονότητα δεν

μπορεί να μείνει αμέτοχη στον αγώνα μας υπέρ ευρύτερων πολιτικών ελευθεριών. Δεν μπορεί να νοηθεί καν ένας τέτοιος αγώνας

άνευ της ενεργούς αναμίξεως του τουρκικού στοιχείου’.

Την περίοδο εκείνη, επίσης, οι Βρετανοί είχαν παρατηρήσει την οργανωμένη εργατική τάξη,

η οποία έκανε την εμφάνισή της στην κυπριακή κοινωνία μόλις λίγα χρόνια πιο πριν. Έτσι ο

Βρετανός Πρωθυπουργός εξέδωσε εγκύκλιο στις 17 Αυγούστου 1930 που καθόριζε τον

έλεγχό των συντεχνιών και λίγους μήνες αργότερα δημοσιεύτηκε νομοσχέδιο που καθόριζε το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα

λειτουργούσαν. Παρόλα τα αυστηρά μέτρα που πήγαζαν από το νόμο

οι συντεχνίες έγιναν νόμιμες και μέσα από την καθοδήγηση των στελεχών του παράνομου ΚΚΚ άρχισαν την ταξική, συνδικαλιστική τους δράση. Λόγω αυτού ακριβώς του ταξικού χαρακτήρα που πήραν οι συντεχνίες, αποτέλεσαν κοινό τόπο δράσης Ε/κ και Τ/κ.

Οι συντεχνίες λόγω των προνοιών του νόμου αυξήθηκαν, όπως και τα μέλη τους, κυρίως προς το τέλος της δεκαετίας του 1930. Συγκεκριμένα το 1937 υπήρχαν 6 συντεχνίες με 367 μέλη, το 1938 14 συντεχνίες, το 1939 46 συντεχνίες με 2544 μέλη και το 1940 αυξήθηκαν σε 62 συντεχνίες με 3389 μέλη. Η αύξηση των συντεχνιών και των μελών τους οφείλεται στη οργανωτική ανασυγκρότηση του παράνομου ΚΚΚ, που έγινε το 1935, ενώ ο μικρός αριθμός τους στην αρχή της δεκαετίας στην διάλυση του μηχανισμού του Κόμματος όταν είχε κηρυχθεί παράνομο, όπως προαναφέρθηκε, το 1931 με τα Οκτωβριανά. Έτσι η δεκαετία του 1930 ήταν η περίοδος κατά την οποία υπήρξε αύξηση των συντεχνιών, παράλληλα με την αύξηση της εργατικής τάξης αφού την περίοδο αυτή αναπτύσσεται η παραγωγή στα μεταλλεία, η οικοδομική βιομηχανία και η ελαφρά βιομηχανία (παραγωγή οινοπνευματωδών, τσιγάρων, η βυρσοδεψία κ.α.).

Οι κοινοί αγώνες που έδωσαν οι συντεχνίες είχαν καθαρά ταξικό χαρακτήρα. Τα αιτήματά τους αφορούσαν εργασιακά θέματα, όπως για παράδειγμα οι Ελληνοκύπριοι, Τουρκοκύπριοι και Αρμένηδες υποδηματεργάτες που το 1935 σε

18 19

συγκέντρωσή τους στην Λευκωσία ζητούσαν δεκάωρη εργασία, αύξηση

των μεροκάματών τους καθώς και αναγνώριση της συντεχνίας τους. Επίσης

οι μαχητικοί απεργιακοί αγώνες των οικοδόμων με αίτημα τους την εφαρμογή

ενιάωρης εργασίας και μετά από τρεις μήνες οκτάωρης. Οι κοινοί συνδικαλιστικοί

αγώνες οδήγησαν και στην υπογραφή συλλογικών συμβάσεων όπως η σύμβαση

που υπεγράφη στις 31 Μαΐου 1935, από τις πρώτες συλλογικές συμβάσεις, μεταξύ

της συντεχνίας εργατών πελεκάνων και μερικών εργοδοτών που προνοούσε την ασφάλιση των εργαζομένων σε

αναγνωρισμένη ασφαλιστική εταιρεία για εργασία εκτός τους εργαστηρίου καθώς

και πληρωμή μισού ημερομισθίου και ιατρική περίθαλψη από τον εργοδότη στον

εργάτη σε περίπτωση ατυχήματος εντός του εργαστηρίου.

Ένας άλλος κοινός αγώνας Ε/κ και Τ/κ ήταν οι διαδηλώσεις ανέργων το 1940

με αίτημά τους από την κυβέρνηση το άνοιγμα δουλειών. Οι διαδηλωτές

χτυπήθηκαν άγρια από αστυνομικούς του αποικιοκρατικού καθεστώτος και αρκετοί

από αυτούς φυλακίστηκαν. Οι αγώνες αυτοί παρά την σφοδρότητα με την οποία αντιμετωπίστηκαν από τους αποικιοκράτες

είχαν αποτέλεσμα αφού ανοίχτηκαν ‘ανακουφιστικά έργα’ από την κυβέρνηση,

με αποτέλεσμα άνεργοι εργάτες Ε/κ και Τ/κ να βρουν δουλειά. Με φυλάκιση,

επίσης, τιμωρήθηκαν και απεργοί εργαζόμενοι στον σιδηρόδρομο (ο

σιδηρόδρομος λειτούργησε στην Κύπρο από το 1905 μέχρι το 1952 εκτελώντας την

γραμμή Αμμόχωστος, Λευκωσία, Καλό Χωριό Λεύκας, Ευρύχου, μεταφέροντας

επιβάτες και εμπορεύματα).

Όπως αναφέρει δημοσίευμα της εφημερίδας Ανεξάρτητος στις 10 Ιούλη του 1941, οι απεργοί καλέστηκαν στην αστυνομία, όπου στην παρουσία του διευθυντή του σιδηρόδρομου, τους αναγνώστηκε διάταγμα του κυβερνήτη για να επιστρέψουν στις εργασίες τους. Οι απεργοί αρνήθηκαν δηλώνοντας ότι θα επιστρέψουν στις εργασίες τους μόνο όταν ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους. Την επομένη μέρα οι απεργοί Ε/κ, Τ/κ καθώς και Αρμένηδες προσήχθησαν στο δικαστήριο, όπου τα μέλη της απεργιακής επιτροπής, Αχμέτ Μουσταφά, Ζαχαρίας Αντωνίου και Στεφάν Καραπετιάν τιμωρήθηκαν με φυλάκιση ενός χρόνου και οι υπόλοιποι απεργοί σε είκοσι λίρες πρόστιμο ή τρεις μήνες φυλάκιση.

Η ίδρυση ΠΣΕ-ΠΕΟ

Οι συντεχνίες που δημιουργήθηκαν την δεκαετία του 1930 παρόλη την πλούσια δράση τους, με απεργιακούς αγώνες και κατακτήσεις, παρουσίαζαν κάποια σημαντικά προβλήματα αφού ήταν διάσπαρτες γεωγραφικά, χωρίς εμπειρία και συντονισμό. Αποφασίζεται, έτσι η συνένωσή τους και για αυτό πραγματοποιήθηκε στο Βαρώσι η πρώτη συνδικαλιστική συνδιάσκεψη το 1939, χωρίς αποτέλεσμα λόγω της επέμβασης της αποικιοκρατικής αστυνομίας. Μια δεύτερη προσπάθεια έγινε το 1941 στην Λευκωσία με τη πραγματοποίηση της δεύτερης συνδικαλιστικής συνδιάσκεψης, γέννημα της οποίας ήταν η Παγκύπρια Συνδικαλιστική Επιτροπή (ΠΣΕ).

Η ΠΣΕ κατά την διάρκεια της δράσης της έδωσε αγώνες για τους εργαζόμενους. Όπως οι απεργίες του Μάρτη του 1944

που οδήγησαν στην καθιέρωση της ΑΤΑ, επιδομάτων ασθενείας, οικογενειακού

επιδόματος, 10ήμερης άδειας με απολαβές κ.α.

Το 1945 η ΠΣΕ κηρύσσεται παράνομη από την αποικιακή κυβέρνηση και 18 στελέχη της φυλακίζονται. Αυτό που φόβιζε του

αποικιοκράτες ήταν η συνδικαλιστική δράση της ΠΣΕ που με την καθοδήγηση του ΚΚΚ και

του ΑΚΕΛ, που ιδρύθηκε στις Απρίλη του 1941 συνεχίζοντας την δράση του παράνομου ΚΚΚ. Έτσι το 1946 ιδρύεται η ΠΕΟ για να συνεχίσει την δράση της ΠΣΕ συνενώνοντας Ε/κ και Τ/κ

εργαζόμενους.

Τον Νιόβρη του 1941 οι διάφορες συντεχνίες ενώνονται κάτω από μια ενιαία καθοδήγηση, την Παγκύπρια Συντεχνιακή Επιτροπή.

Οι μεγάλοι απεργιακοί αγώνες του 1948

Μια μεγάλη σελίδα στους αγώνες των εργαζομένων της Κύπρου υπήρξαν οι απεργίες των μεταλλωρύχων το 1948. Από τη μια με την οργάνωσή τους και την αποφασιστικότητά τους οι μεταλλωρύχοι κατάφεραν να κατακτήσουν τα αιτήματά τους, αλλά έδειξαν και ότι μπορούν Ε/κ και Τ/κ εργαζόμενοι να δώσουν μαζί ταξικό αγώνα.

Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είχαν επαναρχίσει την λειτουργία τους τα μεταλλεία που ανήκαν στην Κυπριακή Μεταλλευτική Εταιρεία (ΚΜΕ), Αμερικάνικων συμφερόντων με όρους άθλιους για τους εργαζόμενους.

Σε συνδιάσκεψη εργατών στις 28 Σεπτέμβρη 1947 της εταιρείας, αποφασίστηκε να υποβληθεί υπόμνημα στο οποίο να κοινοποιούν στην εταιρεία τα αιτήματά τους. Έτσι στα μέσα του Νιόβρη 1947 τα αιτήματα των εργατών στα μεταλλεία εγκρίθηκαν σε κοινές συνελεύσεις Ε/κ και Τ/κ εργατών κάτω από την καθοδήγηση της ΠΕΟ και της Κ.Ε. των τ/κ συντεχνιών (ΚΤΙΒΚ). Η ΠΕΟ και η Κ.Ε. των τ/κ συντεχνιών είχαν υπογράψει συμφωνία καλών σχέσεων και συνεργασίας. Στη συμφωνία αναφέρεται ότι συμφώνησαν: ‘Να διαδηλώσουν την κοινή επιθυμία τους όπως δημιουργήσουν σχέσεις στενής συνεργασίας και αμοιβαίας βοήθειας στη δράση τους για την οικονομική και κοινωνική πρόοδο της εργατικής τάξης’.

Τα αιτήματα ήταν κοινά και αφορούσαν μείωση των ωρών εργασίας, αύξηση των μεροκάματων ανάλογα με τον κλάδο του κάθε εργαζόμενου, κατάργηση των χρεώσεων εργαλείων και υλικών στους εργάτες, να πληρώνονται οι υπερωρίες 1 προς 11/4 τις καθημερινές και 1 προς 2 τις Κυριακές. Επίσης στα αιτήματά τους οι εργαζόμενοι στα μεταλλεία έθεσαν το θέμα των αργιών. Ε/κ και Τ/κ στο κοινό αίτημά τους απαίτησαν 3 μέρες αργία για τα Χριστούγεννα, 3 μέρες για το Πάσχα και έξι για το Ραμαζάνι.

20 21

Τα αιτήματα αυτά υποβλήθηκαν στην εργοδοσία, η οποία στις 23 Δεκέμβρη το 1947 δέχτηκε τετραμελή αντιπροσωπεία

των εργατών για να συζητήσουν.

Στην συνάντηση ο εκπρόσωπος της εργοδοσίας, διευθυντής της εταιρείας,

προσπάθησε να διασπάσει τους εργαζόμενους δίνοντας επαίνους

στους Τ/κ και κατηγορώντας του Ε/κ συνάδερφούς τους ότι επέτρεψαν στους εργάτες να έχουν αιτήματα

από την στιγμή που θα έπρεπε να είναι ‘πολύ ευχαριστημένοι’. Στην εταιρεία εργάζονταν 2000 Ε/κ και 700 Τ/κ στα

μεταλλεία του Μαυροβουνιού και του Ξερού. Σύσσωμοι οι εργαζόμενοι

απορρίπτουν τη στάση της εργοδοσίας σε συνελεύσεις των δύο συντεχνιών και αντιπροσωπεία τους ξανασυναντάτε με

την εργοδοσία στις 7 Γενάρη 1948. Η εργοδοσία δεν αλλάζει στάση και έτσι

στις 11 του ίδιου μήνα, σε σύσκεψη στο Μαυροβούνι των κεντρικών καθοδηγήσεων αποφασίστηκε

πενθήμερη απεργία για να διερευνήσουν τις διαθέσεις της εργοδοσίας και για

να προετοιμαστούν για ένα απεργιακό αγώνα διαρκείας. Η απόφαση αυτή

βρίσκει τους μεταλλωρύχους, Ε/κ και Τ/κ αδερφωμένους, έτοιμους για να

δώσουν τον αγώνα τους με πειθαρχεία και αποφασιστικότητα. Αυτό το κλίμα

μεταφέρθηκε σε όλη την μεταλλευτική περιοχή (Λεύκα, Σολιά, Μαραθάσα,

Τυλληρία και Μόρφου) μέχρι και τις 13 του Γεννάρη, μέρα έναρξης της απεργίας.

Η εταιρεία σε αντίποινα για την απεργία κόβει το γάλα που δινόταν στα παιδιά

των μεταλλωρύχων και διώχνει τους άρρωστους εργάτες της από το νοσοκομείου στην Πεντάγεια. Οι

μεταλλωρύχοι σε ένδειξη διαμαρτυρίας κατεβάζουν σε διαδήλωση στη Λεύκα

και το Ξερό τα παιδιά τους, Ελληνόπουλα και Τουρκόπουλα, από τα σχολεία, τα

οποία με τα συνθήματά τους γραμμένα στα ελληνικά και τούρκικα, δείχνουν

την αγανάκτηση του, επειδή η Κυπριακή Μεταλλευτική Εταιρεία εκδικητικά προς

τους γονείς τους, τους έκοψε το ένα

ποτήρι γάλα που τους έδιναν κάθε μέρα. Τα συνθήματά του έλεγαν ‘Η εταιρεία μας έκοψε το γάλα’, ‘ Η εταιρεία έδιωξε τους άρρωστους γονείς μας από το νοσοκομείο’ κ.α.

Ο απεργιακός αγώνας των μεταλλωρύχων με την υποδειγματική πειθαρχεία αλλά και την αδερφοσύνη μεταξύ των Ε/κ και Τ/κ εργατών, δεν άφησε ασυγκίνητη και την υπόλοιπη κυπριακή κοινωνία. Χαρακτηριστικά λεωφορειούχοι μετέφεραν δωρεάν τους απεργούς και τις οικογένειές τους και γιατροί και νοσοκόμοι πρόσφεραν δωρεάν τις υπηρεσίες τους, καθώς επίσης και δικηγόροι ακόμα και κουρείς.

Η εταιρεία εκδικητικά έστειλε απολυτήρια σε 130 μεταλλωρύχους. Στην αρχή απέφυγε να στείλει απολυτήρια σε Τ/κ με την ελπίδα ότι θα τους έφερνε στο πλευρό της αλλά όταν είδε ότι αυτό το τέχνασμα απέτυχε έστειλε και σε Τ/κ εργάτες απολυτήρια. Η εργοδοσία είχε και την δικαιοσύνη στο πλευρό της αφού καθημερινά μεταλλωρύχοι, Ε/κ και Τ/κ, σύρνονταν στα δικαστήρια, όπου τους επιβάλλονταν ποινές φυλάκισης μέχρι και δώδεκα μήνες.

Ο αγώνας των μεταλλωρύχων κράτησε για 124 μέρες, από τις 13 του Γενάρη μέχρι και τις 16 του Μάη. Ο απεργιακός αγώνας που έδωσαν, οι μεταλλωρύχοι είχε σαν αποτέλεσμα να υποχωρήσει η εταιρεία και να συμφωνηθεί αύξηση στα μεροκάματα, την πληρωμή 1,5 μεροκάματου στις υπερωρίες, να μην χρεώνονται τα εργαλεία οι εργάτες κ.α. Ο αγώνας, όμως, αυτός είχε και πιο γενικά οφέλη, όπως η απόκτηση συνδικαλιστικής πείρας, η καλλιέργεια πνεύματος αλληλεγγύης στους αγώνες της εργατικής τάξης, αλλά και την περαιτέρω σφυρηλάτηση των σχέσεων Ε/κ και Τ/κ. Η απεργία των μεταλλωρύχων, το 1948, έδωσε το έναυσμα και για άλλους αγώνες. Ακολούθησαν την ίδια χρονιά οι απεργίες των αμιαντορύχων, που κράτησε 29 μέρες (από τις 2 μέχρι και τις 31 του Αυγούστου) και των οικοδόμων που διήρκησε 118 μέρες (από τις 26 του Αυγούστου μέχρι και τις 12 του Δεκέμβρη).

Ο αγώνας των μεταλλωρύχων έδειξε ότι για την εργατική τάξη, εχθρός της είναι η πλουτοκρατία που εκμεταλλεύεται την εργασία της και όχι η εθνική καταγωγή του εργαζόμενου.

Γενικά οι δεκαετίες του 1930 και 1940 ήταν μια περίοδος κατά την οποία το μικρό σε ηλικία εργατικό κίνημα στην

Κύπρο έδωσε αγώνες ενάντια στην Βρετανική αποικιοκρατία αλλά και

την πλουτοκρατία. Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι εργάτες

έδειξαν πως όταν λειτουργούν

μέσα σε πνεύμα αλληλεγγύης και συμπαράστασης και δίνουν μαζί ταξικό αγώνα, μπορούν να πετύχουν το στόχο τους για ένα καλύτερο μέλλον στην κοινή τους πατρίδα.

Οι απεργιακοί αγώνες κορυφώνονται το 1948 με τις απεργίες των μεταλλωρύχων, των οικοδόμων και των αμυαντωρύχων.

22 23

Οι αγώνες της αριστεράς και η διεθνής αλληλεγγύη στον αγώνα

του κυπριακού λαού

Με την κατάρρευση του αποικισμού αρχίζει να διαμορφώνεται μια νέα

παγκόσμια δύναμη. Το στρατόπεδο των νέο-ανεξάρτητων εθνικών κρατών, που

μαζί με το σοσιαλιστικό στρατόπεδο και το εργατικό κίνημα στις καπιταλιστικές

χώρες αποτέλεσαν τον κορμό των αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων.

Η άνοδος και οι σημαντικές επιτυχίες του εθνικοαπελευθερωτικού, αγώνα των

υπόδουλων λαών δεν άφησαν ασυγκίνητο τον κυπριακό λαό. Άσκησαν σημαντική

επίδραση και βοήθησαν στην ανάπτυξη του κυπριακού εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα

εναντίον των Βρετανών Αποικιστών.

Στην Κύπρο διαμορφώθηκαν δυο κέντρα απελευθερωτικής πάλης. Από τη μια η Δεξιά και η αστική τάξη, οι οποίες

συνασπίστηκαν γύρω από την Eθναρχία με επικεφαλής τον εκάστοτε Αρχιεπίσκοπο

και από την άλλη οι εργαζόμενοι και τα προοδευτικά στοιχεία της αστικής τάξης

που συνασπίστηκαν γύρω από το AKEΛ. H Eθναρχία αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στα πλαίσια της λεγόμενης ελληνοβρετανικής

φιλίας και την ανάγκη συνεπούς αγώνα κατά των Βρετανών. Ιδεολογικά η Δεξιά και η Εθναρχία χαρακτηρίζονταν από άκρατο εθνικισμό και φανατικό αντικομουνισμό, ο

οποίος ενισχυόταν από το εμφυλιοπολεμικό και μετεμφυλιοπολεμικό κλίμα στην

Ελλάδα.

Το ΑΚΕΛ συνδύαζε τον αγώνα για ελευθερία με την πάλη για δημοκρατικές κατακτήσεις.

Απέρριπτε τον εθνικισμό-σοβινισμό που οδηγούσε σε αντιπαράθεση με τους T/

κύπριους και επέμενε στη θέση για ενότητα δράσης όλων των αντιαποικιακών δυνάμεων

σε μια δημοκρατική βάση συνεργασίας και αμοιβαίου σεβασμού.

Στόχος του AKEΛ δεν ήταν ποτέ να μονοπωλήσει την αντιαποικιακή πάλη,

ούτε και να αμφισβητήσει τον πατριωτισμό καμιάς πολιτικής δύναμης. Ήταν η πολιτική

που ακολουθούσε η ηγεσία της Δεξιάς που επέφερε την διάσπαση των δυνάμεων του

λαού πράγμα που αντικειμενικά βοηθούσε τους Βρετανούς αποικιοκράτες και

αποδυνάμωνε την πάλη του κυπριακού λαού για ελευθερία.

Με συλλαλητήρια, παλλαϊκές συγκεντρώσεις, υπομνήματα και ψηφίσματα προς τη

βρετανική και την Ελληνική κυβέρνηση το ΑΚΕΛ κινητοποιούσε διαρκώς τον λαό στην

πάλη για εθνική αποκατάσταση.

Αξίζει να αναφερθούν μερικά παραδείγματα πριν την δεκαετία του 1950:

•Με την ευκαιρία της επίσκεψης του ειδικού απεσταλμένου του βρετανικού υπουργείου

των Αποικιών, Σερ Κόσμο Πάρκινσον, στην Κύπρο το 1944, το ΑΚΕΛ οργάνωσε

πλατειά κινητοποίηση του λάου με την όποια διαδηλώθηκε η απαίτηση του κυπριακού λαού

να αποκατασταθεί εθνικά.•Στο πρώτο παγκόσμιο Συνδικαλιστικό

Συνέδριο που συνήλθε στο Λονδίνο το 1945 η συντεχνιακή αντιπροσωπεία της Κύπρου έθεσε μπροστά στο Συνέδριο το ζήτημα της Ένωσης

της Κύπρου με την Ελλάδα και ζήτησε την υποστήριξη του παγκόσμιου συνδικαλιστικού

κινήματος.•Η αποστολή Εθνικής Πρεσβείας στο

εξωτερικό το 1946 για την προώθηση του κυπριακού εθνικού ζητήματος έγινε υστέρα

από παλλαϊκές κινητοποιήσεις και την επίμονη απαίτηση του λάου.

H Δεξιά και η Εθναρχία απέρριπταν την ιδέα της ενιαίας πάλης του λαού και διεκδικούσαν την μονοπώληση του αγώνα καλλιεργώντας τη διάσπαση.

Με την ίδρυση του ΑΚΕΛ το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα του κυπριακού λάου άρχισε να σημειώνει καταπληχτική άνοδο. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του λάου έμπαινε μια νέα μαχητική δύναμη, η εργατική τάξη, με επικεφαλής το κόμμα της, το ΑΚΕΛ.

Επανειλημμένα το ΑΚΕΛ έθεσε ζήτημα συγκρότησης Εθνικού Μετώπου στο όποιο να συμμετέχουν όλα τα κόμματα και οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου που αγωνίζονται για την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, η ακόμη και συμμετοχής των αιρετών Δημάρχων στο Εθναρχικό Συμβούλιο, όμως οι πατριωτικές προτάσεις του ΑΚΕΛ δεν έγιναν δεκτές.

Ήταν η εποχή που στην Εθναρχία επικρατούσε η άποψη ότι το Κυπριακό θα λυθεί μέσα στα «ελληνοβρετανικά πλαίσια φιλίας». Παρά την εχθρότητα και την άρνηση που συναντούσε, το ΑΚΕΛ, συνέχισε την πάλη του με σύνθημα την ενότητα του λάου και την προβολή του κυπριακού στον Ο.Η.Ε.

Το ΑΚΕΛ έβλεπε την πάλη του κυπριακού λαού να εντάσσεται στην γενικότερη αντιαποικιακή, αντιιμπεριαλιστική πάλη των λαών που αναπτυσσόταν εκείνα τα χρόνια.

Ενωτικό Δημοψήφισμα 1950

Μετά την αποτυχία της Διασκεπτικής, αφού παρά το γεγονός πως το ΑΚΕΛ δεν δίστασε να συζητήσει ένα καθεστώς αυτοκυβέρνησης ως μεταβατικό στάδιο για την αυτοδιάθεση, οι Βρετανοί αποικιστές δεν είχαν ειλικρινή διάθεση να παραχωρήσουν κάτι τέτοιο, το ΑΚΕΛ αποχώρησε και σεβόμενο το αίσθημα της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού προώθησε το αίτημα της αυτοδιάθεσης.

Το Σεπτέμβριο του 1949 η Αριστερά προτείνει στη Δεξιά την αποστολή κοινού ενωτικού υπομνήματος στα Ηνωμένα Έθνη αλλά η πρόταση απορρίπτεται και οι λαϊκές οργανώσεις κινούνται μόνες τους. Το Νοέμβριο το ΑΚΕΛ εκδίδει τη διακήρυξη «Κατηγορώ τη Βρετανία» και αποστέλλει υπόμνημα στον ΟΗΕ, με το οποίο καταγγέλλονται τα καταπιεστικά μέτρα των Άγγλων αποικιοκρατών και κατηγορείτε η Βρετάνια ότι “αρνείται στο λαό μας το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης παρά τις σαφείς υποχρεώσεις που ανέλαβε, σύμφωνα με το καταστατικό του ΟΗΕ, να σέβεται την αρχή της ισοτιμίας και την αυτοδιάθεση των λαών”. Το υπόμνημα υπογράφουν οι δήμαρχοι των πόλεων Αμμοχώστου, Λεμεσού, Λάρνακας και Μόρφου, το ΑΚΕΛ και οι λαϊκές οργανώσεις. Επίσης αναφέρει ότι “απευθύνουμε θερμή έκκληση σε όλους τους φιλελεύθερους λαούς να βοηθήσουν τον κυπριακό λαό στον αγώνα του για την εθνική του λευτεριά . Ζητούμε για το λαό μας το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης που σημαίνει την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα”.

Οι αγώνες ενάντια στην αποικιοκρατία και οι δικοινοτικές συγκρούσεις3.

24 25

και στην πάρα πέρα άνοδο του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος του κυπριακού λάου.

Την ίδια στιγμή το ΑΚΕΛ παρέμεινε σύμμαχος των Τ/κ, αφού τρεις μέρες μετά το δημοψήφισμα εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία τόνιζε πως «κοινός εχθρός είναι οι Βρετανοί αποικιοκράτες οι οποίοι καταπιέζουν Έλληνες και Τούρκους» και εξέφραζε απόλυτο σεβασμό προς τους Τ/κ.

Η διεθνοποίηση του Κυπριακού μετά το δημοψήφισμα του 1950

Αμέσως μετά το Δημοψήφισμα το ΑΚΕΛ έκανε συγκεκριμένες προτάσεις για την

αξιοποίηση του. Πρότεινε την αποστολή κοινής πρεσβείας στο εξωτερικό για να θέσει το Κυπριακό μπροστά στον Ο.Η.Ε.

Πρότεινε την σύμπτυξη πατριωτικού Μετώπου στην Κύπρο που να κινητοποιήσει

το λαό στην πάλη για την Ένωση. Γιαμια ακόμη μια φοράοι προτάσεις του ΑΚΕΛ απορρίφτηκαν από την Εθναρχία και τη

Δεξιά.

Υστέρα από αυτό το ΑΚΕΛ συνέβαλε στην συγκρότηση και αποστολή Λαϊκής ‘Εθνικής πρεσβείας, η όποια επισκέφτηκε διάφορες χώρες για διαφωτιστική δουλειά. Η δράση

της Λαϊκής Εθνικής πρεσβείας έβγαλε για πρώτη φορά το κυπριακό από τα

«ελληνοβρετανικά πλαίσια φιλίας» και το τοποθέτησε μπροστά στην παγκόσμια κοινή

γνώμη.

Την αποστολή Λαϊκής Εθνικής πρεσβείας ακλούθησαν τηλεγραφήματα, προς τον

Ο.Η.Ε. υποστηριχτικά του Δημοψηφίσματος της 15ης του Γενάρη. Για πρώτη φορά το Κυπριακό προβαλλόταν στον ΟΗΕ με ντοκουμενταρισμένο έγγραφο που

στάλθηκε προς όλες ανεξαίρετα τις αντιπροσωπείες του Ο.Η.Ε. Η Λαϊκή Αντιπροσωπεία του ΕΑΣ μεταβαίνει

στο εξωτερικό και με τις ενέργειες της επιτυγχάνεται για πρώτη φορά η ανακίνηση

του Κυπριακούστην Πολιτική Επιτροπή τουΟΗΕ εκ μέρους του αντιπροσώπου της

Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας.

Η ελληνική κυβέρνηση, που έπρεπε πρώτη να θέσει το Κυπριακό στον Ο.Η.Ε.

σαν Ελληνική Εθνική διεκδίκηση, όχι μόνον αρνιόταν να το πράξει, αλλά

και αντιδρούσε στις προσπάθειες των υποστηριχτών της κυπριακής υπόθεσης να

το ανακινήσουν.

Τέλος ζητά τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την ένωση κάτω από την επίβλεψη των

Ηνωμένων Εθνών.

Παράλληλα τον Δεκέμβριο οργανώνει παλλαϊκές συγκεντρώσεις σε όλη

την Κύπρο κάθε σαββατοκύριακο για την υπογραφή ενωτικού ψηφίσματος,

ενώ εξαγγέλλει Παγκύπριο ενωτικό συλλαλητήριο για την άνοιξη του 1950.

Προχωρώντας έτσι στην εξαγγελία του για διοργάνωση δημοψηφίσματος μέσα στον λαό με αίτημα την εθνική αποκατάσταση,

το ΑΚΕΛ κατάφερε να μαζέψει δεκάδες χιλιάδες υπογραφές από τις πρώτες μέρες

της εκστρατείας.

Η Εθναρχία βλέποντας την πρωτοβουλία να περνά οριστικά στα χέρια της

Αριστεράς αποφασίζει να προκηρύξει δικό της δημοψήφισμα για τις 15 Ιανουαρίου

1950. Η προκήρυξη αναφέρει ότι το δημοψήφισμα θα γίνει “προς διαδήλωσιν

της αμετατρέπτου, σταθεράς θελήσεως του Κυπριακού λαού διά την ένωσιν μετά της

Ελλάδος”.

Αμέσως με προκήρυξη του το ΑΚΕΛ και το ΕΑΣ στις 10/12/1949 ανακαλούν τις

δικές του συγκεντρώσεις και υποστηρίζουν το δημοψήφισμα της Εθναρχίας. Το

ΑΚΕΛ ρίχτηκε με όλες του τις δυνάμεις για την επιτυχία του ιστορικού Ενωτικού Δημοψηφίσματος της 15ης του Γενάρη

1950, με αποτέλεσμα να εξασφαλιστεί το 95.71% εκείνων που ψηφίσαν, υπέρ της

Ένωσης. Το ιστορικό αυτό δημοψήφισμα αποτελεί τον πιο σημαντικό σταθμό στην

μακρόχρονη πάλη του κυπριακού λάου για εθνική

αποκατάσταση. Το πνεύμα της εθνικής ενότητας που επιδείχτηκε συνέβαλε στην

καταπληκτική επιτυχία του δημοψηφίσματος

Το ΑΚΕΛ συνέχισε την πατριωτική του δράση συσπειρώνοντας και κινητοποιώντας τον λαό ενάντια στους δικτατορικούς ανελεύθερους νόμους της αποικιοκρατίας για εθνική ελευθερία. Εκατοντάδες λαϊκοί αγωνιστές, μέλη του Κόμματος και άλλοι, φυλακίστηκαν και τους επιβλήθηκαν χρηματικά προστύμματα για τη δράση τους για εθνική αποκατάσταση.

Κάνοντας κάθε δυνατή υποχώρηση το ΑΚΕΛ επεδίωκε τη συσπείρωση όλων των δυνάμεων του λάου στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Όπως ομολογούσαν οι Βρετανοί για αυτή την περίοδο «Οι κομμουνισταίείναι αυτοί οι οποίοι ανέπτυξαν ολόκληρο μηχανισμό αγώνος εναντίον της καθεστωτικής τάξεως, τας μαζικάς διαδηλώσεις, τας πολιτικάς απεργίας, την αναγραφήσυνθημάτων, τη στασιαστική προπαγάνδα και τα υπερμεγέθη υπομνήματα».

Τα χρόνια μετά το Ενωτικό Δημοψήφισμα υπήρξαν πολύ σκληρά για τον κυπριακό λαό. Σκληρά, φυσικά και για το ΑΚΕΛ, το Κόμμα του κυπριακού λαούαλλά καμιά καταπίεση δεν ήταν τόσο ισχυρή που να εξαναγκάσει τον κυπριακό λαό και την αγωνιστική πρωτοπορία του να εγκαταλείψουν τον αγώνα για τη ζωή και την εθνική λευτεριά.

Το Σεπτέμβρη του 1954 η Ελληνική Κυβέρνηση Παπάγου δέχεται να πάρει το κυπριακό αίτημα για από-αποικιοποίηση και ένωση στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών.

26 27

Αμερικανική όμως πρόταση για απόσυρση του αιτήματος και αναβολή της συζήτησης

εν ευθέτω χρόνο βρίσκει σύμφωνη την Ελλάδα αφού η συζήτησή του θα οδηγούσε

σε σύγκρουση των Συμμαχικών Δυνάμεων Αγγλίας, Τουρκίας και Ελλάδας.

Υπέρ της συζήτησης του ζητήματος τάχθηκαν το κίνημα των Αδεσμεύτων και

οι χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Εξάλλου η Ελλάδα έθεσε το ζήτημα

φοβούμενη μια αντίστοιχη πρωτοβουλία από την Πολωνία.

Στο εσωτερικό μέτωπο στην Ελλάδα, διοργανώνονται μαζικές διαδηλώσεις

υπέρ του Κυπριακού αιτήματος από την Ενωμένη Δημοκρατική Αριστερά (ΕΔΑ).

Ήδη από την περίοδο του 1940 το Κυπριακό αποτελούσε κατ’ αποκλειστικότητα υπόθεση

της Αριστεράς με το ΕΑΜ να είναι η μόνη δύναμη που να συμπεριλαμβάνει στα αιτήματά της την προσάρτηση της

Κύπρου. Ιδιαίτερα έκρυθμη όμως κατέστη η ατμόσφαιρα όταν ο λαός της ΕΔΑ και σύσσωμης της Αθήνας σε κλίμα έντονα

ακόμα μετεμφυλιακό διαδήλωνε κατάτων συμμάχων της χώρας και κατακτητών της

Κύπρου με σύνθημα «Η Ελλάδα έξω από το ΝΑΤΟ».

Έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ

Στην Ελλάδα για την κυβέρνηση Παπάγου η επίλυση του Κυπριακού ισοδυναμούσε με υπέρβαση των αδιεξόδων της εσωτερικής και εξωτερικής του πολιτικής. Ήδη από το 1953 τέθηκε το ζήτημα επίλυσης του ζητήματος με τη βία, θέση που γνώριζε έντονη απήχηση μεταξύ κυβερνητικών και παραστρατιωτικών κύκλων. Στην Κύπρο παράρτημα της «Οργάνωσης Χ» ενέδρευε από το 1948 ενώ Εθναρχία και δεξιάσυμφωνούσαν για το πλαίσιο του αγώνα, ταυτόχρονα αντιβρεττανικού και αντικομουνιστικού.

Το 1955 η ηγεσία της Δεξιάς επιδιώκοντας με μια δραστική κίνηση να περάσει εξ ολοκλήρου η πρωτοβουλία των κινήσεων του αγώνα στα χέρια της και να ωθήσει στο περιθώριο την Αριστερά, στρέφεται προς τη λανθασμένη για τις συνθήκες της Κύπρου μορφή της ένοπλης πάλης. Γίνεται επιπρόσθετα το λάθος να ανατεθεί η στρατιωτική ηγεσία του ένοπλου αγώνα στον Γεώργιο Γρίβα Διγενή, άνθρωπο με φασιστικές αντιλήψεις, δεδηλωμένο αντικομουνιστή και σοβινιστή. Παρά τον ηρωισμό και την αυτοθυσία που έδειξαν μέλη και στελέχη της EOKA, ο ένοπλος αγώνας οδήγησε το Κυπριακό σε επικίνδυνα αδιέξοδα. Αδιέξοδα τα οποία αξιοποίησε ο βρετανικός ιμπεριαλισμός και το ΝΑΤΟ για να επιβάλουν λύση που εξυπηρετούσε τα δικά τους συμφέροντα.

Αρχικά συγκροτείται το ΕΜΑΚ (Εθνικό Μέτωπο Απελευθέρωσης Κύπρου) και

στη συνέχεια σε σύσκεψη στην Αθήνα στις 7.3.1955 ιδρύεται η Εθνική Οργάνωση

Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ).

Το AKEΛ διαφώνησε με την ένοπλη τακτική και με ανακοίνωση του πρόβλεψε

ότι “μονάχα ζημιά θα προκαλέσει στον Κυπριακό αγώνα”. Το AKEΛ στάθηκε

με επιμονή και συνέπεια στη θέση για μαζικό-πολιτικό αγώνα και στην ανάγκη να

συμμετέχει σ’αυτόντοσύνολοτουλαούμεενωμένεςτις δυνάμεις του.

Η στάση του ΑΚΕΛ προς τους Τ/κ φαίνεται από την απόφαση της δεύτερης

ολομέλειας της Κ.Ε. τον Γενάρη του 1955, πριν ακόμα αρχίσει τη δράση της η ΕΟΚΑ η οποία μεταξύ άλλων τόνιζε τα εξής:«το

πατριωτικό μέτωπο πρέπει ευθύς εξ αρχής να ξεκαθαρίσει τόσο την τακτική

του αγώνα στο σημερινό στάδιο όσο και την τακτική έναντι της τουρκικής μειονότητας. Και αυτή η τακτική δεν μπορεί να είναι άλλη από την τακτική φιλίας και συνεννόησης στον κοινό αγώνα, μακριά από οικονομικούς πολέμους η άλλες προβοκάτσιες…

Το κόμμα μας καταδικάζει τον οικονομικό πόλεμο η οποιαδήποτε προστριβή ή ρήξη μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων της Κύπρου. Μια τέτοια πολιτική αναμφίβολα υποβάλλεται από στοιχειά εχθρικά τόσο προς τους Έλληνες όσο και προς τους Τούρκους και εξυπηρετεί τα συμφέροντα των αποικιστών… Στους Τούρκους της Κύπρου τείνουμε χέρι φιλίας και συνεργασίας γιατί κοινά είναι τα συμφέροντα μας και κοινός ο αγώνας μας».

Ο αγώνας της ΕΟΚΑ (1955-59) αν και σημαδεύτηκε από τον ηρωισμό εκατοντάδων νέων με στόχο των αντιαποικιακό αγώνα και την Ένωση, τελικά δεν οδήγησε στο ποθητό αποτέλεσμα. Ο χαρακτήρας του αγώνα και οι πολιτικοί στόχοι της ηγεσίας του οδήγησαν στο να χυθεί αίμα για πρώτη φορά μεταξύ των δύο κοινοτήτων ενώ έδωσαν την αφορμή στον ιμπεριαλιστικό δάκτυλο να εμπλέξει για πρώτη φορά την Τουρκία στο Κυπριακό.

28 29

Ο ένοπλος αγώνας της Εκκλησίας και της δεξιάς, η οποία στρατολογούσε παιδιά από κατηχητικά σχολεία και χριστιανικά ιδρύματα όπως η ΟΧΕΝ και η ΠΕΟΝ, πέραν από αντιαποικιακός ήταν ταυτόχρονα και αντικομουνιστικός. Στην πραγματικότητα δεν υπήρχε πρόθεση για παλλαϊκό ξεσηκωμό κατά των Άγγλων, αφού με τον αποκλεισμό των κομμουνιστών και των Τ/κ ο αγώνας της ΕΟΚΑ άφηνε στο περιθώριο πέραν του 50% του πληθυσμού και τους θεωρούσε εξ αρχής εχθρούς. Για τον Γρίβα, γνωστός από την οργάνωση «Χ», οι κομμουνιστές, κατά πρώτο λόγο, και οι Τούρκοι, κατά δεύτερο, ήταν μεγαλύτεροι εχθροί από τους Άγγλους. Ακόμη ήταν φυσικό επόμενο ένας αγώνας με κύριο στόχο την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα να απέκλειε την τουρκοκυπριακή μειονότητα.

Η αντικομουνιστική στάση της ΕΟΚΑ φαίνεται εκτός από πολλά φυλλάδια που είχε εκδώσει ο Γρίβας και από την προκήρυξη του ΕΜΑΚ (Εθνικό Μέτωπο “Απελευθέρωσης Κύπρου) προδρόμου της ΕΟΚΑ. Όταν στις 25 Ιανουαρίου 1955 οι Βρετανοί συνέλαβαν το πλοιάριο «Άγιος Γεώργιος» σταανοικτάτης Πάφου, συνελήφθη και ο ΣωκράτηςΛοϊζίδης, στενόςσυνεργάτης του Γρίβα. Στο χαρτοφύλακα του βρέθηκε ένα έγγραφο με τον τίτλο «Το καταστατικόν του ΕΜΑΚ».

Το καταστατικό ζητούσε από όλο τον λαό, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους να μείνουν εκτός αγώνα και μεταξύ άλλων ανέφερε:«Δενθα δεχθώμενκομμουνιστάς εις το ΕΜΑΚ κυρίως διά λόγους σκοπιμότητος» και επέβαλλε την άποψη πως: «εάνοι κομμουνισταί ενδιαφέρονται ειλικρινάδιά την Ένωσιν, δεν θα θελήσουν να αναμιχθούν εις τον απελευθερωτικόν μας αγώνα. Αυτή είναι η περίπτωσης να αποδείξουν ειλικρινώς εάν θέλουν τηνΈνωσιν... Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ΑΚΕΛ και οι οπαδοί του δεν πρέπει να αναμιχθούν εις τον επαναστατικόν μας αγώνα, διότι n συμμετοχή των και αχρείαστος είναι και ζnμίαν θα κάμει».

Στις 17 Απριλίου 1955 ο Γρίβαςέγραφε στο ημερολόγιό του ότι είχε συντάξει

προειδοποίηση προς το AKEΛ να μην παρέμβει στο έργο της EOKA, “αλλιώς θα πέσει λεπίδι”. Στο «Χρονικόν του Αγώνος ΕΟΚΑ 1955 - 1959» ο Γρίβας αναφέρει σαφέστατα τη βασική προϋπόθεση για να μπορέσει κάποιος να ενταχτεί στις τάξεις της ΕΟΚΑ «Η μύησης νέων προσώπων θα περιορισθεί εις τους εθνικόφρονας, οι οποίοι είναι δεδοκιμασμένοι και άξιοι εμπιστοσύνης».

Είναι δεκάδες οι μαρτυρίες αλλά και οι επιστολές του ιδίου του Γρίβα που ξεκάθαρα δείχνουν πως ο αγώνας δεν ήταν απλά αντιαποικιακός αλλά βασικοί στόχοι ήταν τόσο η Αριστερά όσο και οι Τ/κ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η επιστολή του Γρίβα προς τον Άνθιμο τον Ιανουάριο του 1958 που καθόριζε τους κομμουνιστές και τους Τ/κ ως αντιπάλους οι οποίοι έπρεπε να εξοντωθούν. «Δια τους κομμουνιστάς έπρεπε να είχε εφαρμοστεί η αρχή την οποία υπέδειξα ευθύς εξαρχής… δηλαδή να κτυπηθούν, να ταπεινωθούν, ώστε να μην δύνανται να προβληθούν επί του πολιτικού ούτε επί του αγωνιστικού πεδίου. Έτσι θα εξεμηδενίζοντο πολιτικώς και κατ΄αυτόν τον τρόπο θα εφαρμόζετο και η αρχή ην προτείνετε και υμείς δηλαδή να αντιμετωπίζομενκεχωρισμένως τους αντιπάλους μας. Αντί να κάνουμε αυτό τουναντίον αφήσαμε τους κομμουνιστάς να ενισχυθούν ώστε να προβληθούν σήμερον ως σοβαρός αντίπαλος και να ενωθούν με τους δύο άλλους αντιπάλους μας άγγλους και τούρκους συνεργαζόμενοι μετά τούτων».

Στην πραγματικότητα πέρα από την αντικομουνιστική φιλοσοφία τόσο του Γρίβα όσο και της ηγεσίας της Δεξιάς τότε, γνώριζαν πολύ καλά ότι την επομένη του αντιαποικιακού αγώνα θα αναφυόταν και το ζήτημα της εξουσίας. Η απαλλαγή της Κύπρου από την αποικιοκρατία θα άφηνε ένα «κενό εξουσίας» το οποίο σίγουρα δεν ήταν διατεθειμένοι να επιτρέψουν στην αριστερά να το διεκδικήσει. Ήταν αποφασισμένοι να καταπνίξουν την επιρροή του ΑΚΕΛ, του πιο μαζικού και οργανωμένου πολιτικού Κόμματος του τόπου, ώστε να μην έχει λόγο και ρόλο στα πολιτικά πράγματα.

Η ιδρυτική διακήρυξη του ΕΜΑΚ – ΕΟΚΑ και ο αποκλεισμός της αριστεράς και των Τουρκοκυπρίων

Η απαρχή της σύγκρουσης μεταξύ Ε/κ και Τ/κ – η απαρχή της διχοτόμησης

Ο ιμπεριαλισμός από μόνος του δεν μπορούσε να υλοποιήσει τους στόχους του, που από το Μάρτη του 1954 προσανατολίσθηκε στο διαμελισμό της Κύπρου μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας .

Κάτι τέτοιο απαιτούσε την εκμετάλλευση κάποιων εσωτερικών συγκυριών, κάποιων δυνάμεων που θα του έδιναν τη δυνατότητα να υποδαυλίσει τις διακοινοτικές σχέσεις. Βασικός σύμμαχος του ιμπεριαλισμού υπήρξε ο άκρατος σωβινισμός και ο αρρωστημένος εθνικισμός, που με τις ενέργειες και τη δράση τους υποβοηθούσαν στην ολοκλήρωση των διχοτομικών σχεδίων σε βάρος του κυπριακού λαού.

Το Επικουρικό Σώμα

Μετά την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ η Βρετανοί αποικιοκράτες προχώρησαν στην εφαρμογή έκτακτων μέτρων για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση. Θέλοντας να προκαλέσουν ρήξη στις σχέσεις των δυο κοινοτήτων, ένα από τα μετρά που εφάρμοσαν ήταν η «Επικουρική Αστυνομία». Το καλοκαίρι του 1955 ο Βρετανός κυβερνήτης σερ ΡόμπερτΆρμιταζ συγκροτεί το βοηθητικόαυτό σώμα της αποικιακής αστυνομίας που σχεδόν στην ολότητα του αποτελείτο από τουρκοκύπριους κυρίως από τα φτωχότερα στρώματα, χωρίς καμιά μόρφωση. Το σώμα αυτό χρησιμοποιήθηκε από τους άγγλους για την αντιμετώπιση διαδηλώσεων, παραβιάσεων του κατ’ οίκον περιορισμού, σε έρευνες και συλλήψεις, θέλοντας να δημιουργήσουνένα αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων.

Ο ένοπλος αγώνας αποτέλεσε την ταφόπετρα του ελληνοτουρκικού συμφώνου φιλίας. Μετά την τριμερής Διάσκεψη του Λονδίνου τον Αύγουστο του 1955 η Τουρκία καθιερώθηκε ως ισότιμο «ενδιαφερόμενο μέρος» στο Κυπριακό. Κατάληξη της τριμερούς οι ανθελληνικοί βανδαλισμοί στην Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη το Σεπτέμβρη του 1955 και η αρχή του τέλους του ελληνισμού της Τουρκίας. Η Τουρκία για πρώτη φορά επίσημα διεκδικεί

30 31

λόγο στο Κυπριακό και χαράζει γραμμή για γεωγραφικό διαχωρισμό των δύο κοινοτήτων, άφιξη τουρκικού στρατού και εποίκων με τελικό στόχο την προσάρτηση της Κύπρου στην Τουρκία. Το ρήγμα στις σχέσεις Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων που για αιώνες έζησαν μαζί αρμονικά, ήταν ένα από τα πρώτα αποτελέσματα της έναρξης του ένοπλου αγώνα της ΕΟΚΑ.

Επιπλέον η Τουρκία προπαγάνδιζε συνεχώς υπέρ της διχοτόμησης και οργάνωσε και εξόπλισε τις τρομοκρατικές σοβινιστικές

οργανώσεις που εξουδετέρωσαν κάθε τουρκοκυπριακή φωνή που επιθυμούσε

την ειρηνική και φιλική συμβίωση των δυο κοινοτήτων. Το 1956 δημιουργείτε η οργάνωσηΒολκάν (Ηφαίστειο) και γύρο στα τέλη του 1957 θα την αντικαταστήσει

η παραστρατιωτική οργάνωση Τ.Μ.Τ. (Τουρκοκυπριακή Οργάνωση Αντίστασης),

η οποία είχε ως στόχο την συνένωση όλων των εθνικιστικών στοιχείων στην

τουρκοκυπριακή κοινότητα με το σύνθημα «Ya taksim ya ölüm» (διχοτόμηση ή

θάνατος),τον οικονομικό έλεγχο της τουρκοκυπριακής κοινότητας «Από Τούρκο

σε Τούρκο» και την επίθεση κατά των τούρκων κομμουνιστών.

Στις 26 Μαΐου 1956 καταγράφετε το πρώτο περιστατικό εναντίον ενός τουρκοκύπριου

αστυνομικού μέλους του «Επικουρικού», στην Αφάνια, όπου δολοφονήθηκε από

τους εξαγριωμένους συγκεντρωθέντες με την υποψία πως ήταν υπεύθυνος για τον εμπρησμό του τοπικού καφενείου. Οι Τ/κ

εθνικιστές δεν άργησαν να απαντήσουν με λεηλασίες σε ελληνοκυπριακή συνοικία στη

Λευκωσία και η κατάσταση κλιμακώθηκε ραγδαία.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, περίπου 2.700 Τ/κ από 36 χωριά και 1.900

Ε/κ από τη Λευκωσία και οκτώ χωριά εκτοπίστηκαν. Η Λευκωσία μοιράστηκε σε

ελληνική και τουρκική από τη γειτονιά του Αγίου Λουκά και την περιοχή Ömeriye αντίστοιχα, ενώ στήθηκαν συρματοπλέγματα στο κέντρο της πόλης. Το 1958, οι Τ/κ ανακήρυξαν ξεχωριστό δήμο στο βόρειο τμήμα της πόλης.

Επιπλέον, αυτή την περίοδο παρατηρείται αυξημένη εθνικοποίηση της καθημερινής ζωής, που συνέτεινε στον διχασμό. Σημαίες, εθνικιστικά συνθήματα και σύμβολα πολλαπλασιάζονται, ενώ στο εθνικιστικό παραλήρημα και των δυο κοινοτήτων συμπεριλαμβάνετε και η αλλαγή τοπωνυμίων.

1958 Η δράση της ΤΜΤ και ο εξαναγκασμός διαχωρισμού των δυο κοινοτήτων

Στη διάρκεια της δεκαετίας 1950 - 1960 η σοβινιστική τουρκοκυπριακή ηγεσία, σε συνεργασία με την αντιδραστική κυβέρνηση Μεντερές προσπαθεί να καθυποτάξει την τ/κ κοινότητα και να διασπάσει την ενότητα του κυπριακού λάου. Το 1958, με τις τρομοκρατικές της ομάδες οργανώνει, με την έμπνευση και βοήθεια των Βρετανών, βανδαλισμούς και επιθέσεις εναντίων των Ε/κ.

Ωστόσο παρ’ όλες τις διασπαστικές προσπάθειες, Τ/κ και Ε/κ συνεχίζουν ως το 1958 να ζουν ειρηνικά και να συνεργάζονται. Χιλιάδες Τ/κ ανήκουν σε διάφορες συνδικαλιστικές, αγροτικές και άλλες οργανώσεις της αριστεράς μαζί με Ε/κ και αγωνίζονται από κοινού για τα κοινά δίκαια. Αυτό αποτελούσε ένα σοβαρό εμπόδιο στα διασπαστικά σχέδια και τις επιδιώξεις του ιμπεριαλισμού και των Τούρκων πρακτόρων του.

Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις οξύνθηκαν τους πρώτους μήνες του 1958. Το ραδιόφωνο της Άγκυρας μιλούσε

καθημερινά για το αδύνατο της ειρηνικής συμβίωσης Ελλήνων και Τούρκων Κυπρίων

και για το διαμελισμό του νησιού.

Ωστόσο, εκατοντάδες Τ/κ εργάτες πήραν μέρος στις πρωτομαγιάτικες εκδηλώσεις της κυπριακής εργατικής τάξης το 1958.

Μαζί με δεκάδες χιλιάδες ελληνοκύπριους εργάτες, αδελφωμένοι στους δρόμους της

κυπριακής πρωτεύουσας, με επικεφαλής τις εθνικές τους σημαίες - ελληνικές και

τουρκικές και τα κόκκινα λάβαρα της Πρωτομαγιάς, διαδήλωναν την απόφαση τους να παλέψουν ενωμένοι για τα κοινά

ιδανικά της εργατικής τάξης.

Κατά τη νύκτα της ίδιας εκείνης Πρωτομαγιάς ορδές έξαλλων Τ/κ

σοβινιστών λεηλατούν και καίνε τον Τούρκικο Προοδευτικό αθλητικό-μορφωτικό

σύλλογο Λευκωσίας κατηγορώντας τα μέλη του ότι «πουλήθηκαν στους Έλληνες». Το έγκλημα έγινε μπροστά στα μάτια της αποικιακής αστυνομίας, χωρίς όμως να συλληφθεί κανείς. Ο εμπρησμός του οικήματος του συλλόγου έδωσε το σύνθημα των επιθέσεων για την εξόντωση των προοδευτικών, δημοκρατικών Τ/κ.

Στις 22 Μαΐου 1958 έγινε η πρώτη δολοφονική απόπειρα εναντίον του Αχμέτ Σατή, Τ/κ συνδικαλιστή, υπεύθυνου του Τουρκικού Γραφείου της ΠΕΟ. Τρεις ένοπλοι Τ/κ τον πυροβόλησαν μπροστά στην πόρτα του σπιτιού του και στη συνέχεια την σύζυγο του που προσπάθησε να τον προστατεύσει με το σώμα της. Ευτυχώς σώθηκαν και οι δύο παρά τα σοβαρά τραύματα τους και αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στην Αγγλία για να σωθούν.

Το 1958 η πρώτη φάση της διχοτόμησης ήταν γεγονός. Ο σωβινισμός και από τις δύο πλευρές και ο ρόλος των Βρετανών έφεραν τις δύο κοινότητες να διαχωρίζονται από συρματοπλέγματα.

32

Σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την άνανδρη δολοφονική απόπειρα οργανώθηκε την

άλλη μέρα στη Λευκωσία μεγάλη εργατική συγκέντρωση.

Ωστόσο η απόπειρα εναντίον του Σατή ήταν μόνο η αρχή.Στις 24 Μαΐου, δύο

μέρες μετά την απόπειρα κατά του Αχμέτ Σατή, σε δημόσιο δρόμο, στο κέντρο

της τουρκικής συνοικίας της Λευκωσίας ένοπλοι Τ/κ πυροβόλησαν τον Τ/κ

ΦαζίλΟντούρ (Σελλά) και όταν το θύμα έπεσε αιμόφυρτο, τον μαχαίρωσαν στην

πλάτη και συνέχισαν να τον πυροβολούν, για να βεβαιωθούν ότι δε θα επιζήσει όπως

όμως επέζησε. Ο Σελλά ήταν υπεύθυνος της δημοκρατικής εφημερίδας «Ινκιλαπψί».

Τρεις μέρες μετά τη δολοφονία, στις 27 Μαΐου 1958, κυκλοφόρησαν φυλλάδια της

τ/κτρομοκρατικής οργάνωσης Τ.Μ.Τ., που ομολογούσε ότι ο φόνος του ΦαζίλΟντούρ

ήταν έργο της. Στα ίδια φυλλάδια αναφέρεται επίσης και η απόπειρα κατά

του Σατή. Τέλος η Τ.Μ.Τ. προειδοποιούσε τους Τ/κ μέλη των κοινών οργανώσεων

να τις αποκηρύξουν «δημοσίως» αν θέλουν να ζήσουν. Ακολούθησαν δεκάδες πολιτικές δολοφονίες Τ/κ

συνδικαλιστών που στον ένα ή τον άλλο βαθμό δραστηριοποιούνταν σε εργατικές συντεχνίες μαζί με Ε/κ. Επίσης υπάρχουν

πολλές άλλες περιπτώσεις λιγότερο σοβαρές, που σχετίζονται με εκφοβισμούς,

τρομοκράτηση, ξυλοδαρμούς κλπ. Με τις δολοφονίες και τους εκφοβισμούς οι εθνικιστές Τ/κ εξανάγκασαν εκατοντάδες Τ/κ εργαζόμενους να αποχωρήσουν από

τις ενιαίες συνδικαλιστικές αγροτικές και άλλες οργανώσεις. Πολλοί άλλοι αναγκάστηκαν να εκπατρισθούν και να

ζήσουν στο εξωτερικό.

Η ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας – Ο δικοινοτικός χαρακτήρας του νέου κράτους

Στις 11 του Φλεβάρη του 1959 στη Ζυρίχη, ερήμην του κυπριακού λαού, υπογράφτηκε η συμφωνία της Ζυρίχης. Η ίδια συμφωνία προνοούσε και για υπογραφή των Συνθηκών Εγγύησης και Συμμαχίας, κάτι που έγινε στις 19 του Φλεβάρη του 1959. Οι πιο πάνω συμφωνίες, μαζί με τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης, αποτέλεσαν το σύμπλεγμα των συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου, που ήταν ένας συμβιβασμός ανάμεσα στον πόθο του ελληνισμού για αυτοδιάθεση, την πολιτική της Τουρκίας για διχοτόμηση και τη βρετανική επιδίωξη για συνέχιση της αποικιοκρατίας με παραχώρηση περιορισμένης αυτοκυβέρνησης.

Η ανεξαρτησία του 1960 ήταν μια ανεξαρτησία κολοβή υπό την κηδεμονία του αποικιοκράτη Βρετανού και των λεγόμενων «μητέρων πατρίδων», Ελλάδας και Τουρκίας, με τη στρατιωτική παρουσία και των τριών ΝΑΤΟϊκών χωρών στο νησί και τα εγγυητικά, παρεμβατικά δικαιώματα. Στο τέλος της ημέρας, αυτή η ανεξαρτησία άφηνε όλους τους υπόλοιπους ικανοποιημένους εκτός από τον άμεσο ενδιαφερόμενο, τον κυπριακό λαό.

Το ΑΚΕΛ με υπόμνημα του αλλά και μέσω των Δημάρχων του που κλήθηκαν στη σύσκεψη του Λονδίνου συμβούλεψε τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο να μην υπογράψει τη συμφωνία Ζυρίχης – Λονδίνου καθώς η συμφωνία αυτή καθεαυτή θα διαιώνιζε την παρουσία ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στην Κύπρο, θα έθετε την Κύπρο υπό την κηδεμονία

των εγγυητριών δυνάμεων και θα επέβαλλε ένα δοτό σύνταγμα για τον κυπριακό

λαό. Παράλληλα το ΑΚΕΛ συμβούλεψε τον Μακάριο να σταματήσει τον ένοπλο

αγώνα και να συνεχίσει αγώνα μαζικό και παλλαϊκό.

Με βάση τις συμφωνίες καθιερωνόταν ένας συνεταιρισμός Ε/κ και Τ/κ. Οι

Τουρκοκύπριοι κατείχαν το 30% στη Βουλή, το Υπουργικό Συμβούλιο και τη Δημόσια

Υπηρεσία καθώς καιτο 40% στο Στρατό και την Αστυνομία. Οι συμφωνίες προνοούσαν

Ε/κΠρόεδρο και Τ/κΑντιπρόεδρο με δικαίωμα veto (αρνησικυρίας) για πολιτικά

οικονομικά και αμυντικά ζητήματα. Προνοούσαν διαχωρισμό των Δημαρχείων

στις κυριότερες πόλεις καθώς και χωριστή ψηφοφορία και πλειοψηφία των

βουλευτών κάθε κοινότητας στη Βουλή για την ψήφιση του Προϋπολογισμού του

κράτους. Δημιουργήθηκαν δύο Κοινοτικές Συνελεύσεις, μια ε/κ και μια τ/κ, που η

καθεμιά είχε ευθύνη για τα θρησκευτικά,

Μακάριος και Κουτσιούκ καλούνται στο Λονδίνο για να επικυρώσουν με την υπογραφή τους το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας στη Ζυρίχη.

Το Σύνταγμα του 1960

Από το πρώτο μέχρι το τελευταίο άρθρο της, η συμφωνία της Ζυρίχης ρύθμιζε ζητήματα που ενέπιπταν στην αποκλειστική εσωτερική αρμοδιότητα του μελλοντικού κυπριακού κράτους. Επιπρόσθετα, το 1/4 περίπου των άρθρων του Συντάγματος χαρακτηρίστηκαν ως «θεμελιώδη», δηλαδή ως άρθρα που σε καμία περίπτωση δεν μπορούσαν να τροποποιηθούν. Εκείνα ακριβώς τα άρθρα που οδηγούσαν στα γνωστά αδιέξοδα και στη δημιουργία αντιπαράθεσης μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Η στέρηση ενός λαού από το δικαίωμά του να τροποποιεί το σύνταγμα, ήταν μια πρωτοφανής πρακτική. Μόνο σε περιπτώσεις κυρώσεων για εγκλήματα ενάντια στην ανθρωπότητα επιβάλλονταν τέτοιου είδους περιορισμοί, σε μικρή όμως κλίμακα και με αποκλειστικό στόχο την αποφυγή επανάληψης επιθετικών ενεργειών (π.χ. Γερμανία, Ιαπωνία μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο).

Η Συμφωνία της Ζυρίχης παραβίασε κατάφωρα την αρχή της μη επέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις των κρατών. Ρύθμιζε ζητήματα που αφορούν το πολίτευμα και την πολιτειακή δομή της Κυπριακής Δημοκρατίας, το δικαστικό της σύστημα, την τοπική αυτοδιοίκηση και γενικά, ζητήματα που από τη φύση τους δεν υπόκεινται σε διεθνή νομική ρύθμιση και μάλιστα στην απουσία του άμεσα ενδιαφερόμενου λαού.

Συνθήκη Εγκαθίδρυσης

Η Συνθήκη Εγκαθίδρυσης τυπικά «εγκαθίδρυσε» την Κυπριακή Δημοκρατία και στην πράξη ρυθμίζει το καθεστώς των βρετανικών βάσεων στο νησί. Αναλογικά είναι από τις μεγαλύτερες σε έκταση βάσεις στον κόσμο (99 τετραγωνικά μίλια), τις μόνες που θεωρούνται κυρίαρχες, τις μόνες που δεν πληρώνουν στο κράτος που τις «φιλοξενεί» και από τις λίγες που είναι αορίστου χρόνου. Σύμφωνα με τη Συνθήκη, οι βάσεις δεν αποτελούν μέρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά παραμένουν υπό

33

34 35

εκπαιδευτικά και πολιτιστικά θέματα της κοινότητάς τους, ενώτο Σύνταγμα προνοούσε ρύθμιση του θέματος των χωριστών δημαρχείων από τις δύο Κοινοτικές Συνελεύσεις.

Η λύση της Ζυρίχης ασφαλώς δεν ήταν απόλυτα σύμφωνη με τις φιλελεύθερες και δημοκρατικές αρχές. Το θετικό για τον κυπριακό λαό δεν ήταν το περιεχόμενο της συμφωνίας αλλά η αποφυγή της διχοτόμησης με τη δημιουργία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η αποικιοκρατία τερματιζόταν και για πρώτη φορά οι Κύπριοι αποκτούσαν το δικαίωμα να εκλέγουν τους ανθρώπους που θα τους κυβερνούσαν. Ωστόσο η δυσλειτουργία του κράτους από τη μια και ο ξεκάθαροςδιαχωρισμός των δυο κοινοτήτων που απέτρεπε την συνένωση τουλαούμέσα από τις συνταγματικέςπρόνοιες της Ζυρίχης θα οξύνουν τις αντιπαραθέσειςμεταξύΕ/κ και Τ/κ τα επόμεναχρόνια, που ενισχυόμενες από τις σοβινιστικέςδυνάμειςεκατέρωθεν και τον ξένο δάκτυλο θα οδηγήσουνσε νέες περιπέτειες τον κυπριακό λαό.

Η δράση των εθνικιστικών οργανώσεων στις δύο κοινότητες

Έπειτα από τις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου και τα πρώτα βήματα οικοδόμησης της Κυπριακής Δημοκρατίας, οι εθνικιστικές- σοβινιστικές δυνάμεις και από τις δύο κοινότητες επιδιώκουν από πολύ νωρίς την υπόσκαψη του νέου κράτους και τη σύγκρουση των δύο κοινοτήτων.

Η υπόσκαψη ξεκίνησε με την καταγγελία των Συμφωνιών από τον Γρίβα και το Ενωτικό Μέτωπο μόλις δυο βδομάδες μετά την υπογραφή του νέου Κυπριακού Συντάγματος.

την κυριαρχία της Βρετανίας η οποία ασκεί εξουσία πάνω στα πρόσωπα μέσα

στις βάσεις και έχει δημόσια νομική ιδιοκτησία πάνω στο έδαφος που αυτές

καλύπτουν. Δεν υπάρχει καμιά άλλη περίπτωση διεθνώς όπου οι βάσεις

θεωρούνται κυρίαρχες.

Συνθήκη Εγγύησης

Η Συνθήκη Εγγύησης τυπικά εγγυάται την ανεξαρτησία, εδαφική ακεραιότητα και ασφάλεια της Κυπριακής Δημοκρατίας,

καθώς και τα θεμελιώδη άρθρα του συντάγματος. Σε περίπτωση

παραβίασης της Συνθήκης, Ελλάδα, Τουρκία και Βρετανία υποχρεούνται να

διαβουλεύονται, και αν δεν καταστεί δυνατή μια κοινή ενέργεια καθεμιά

από αυτές έχει δικαίωμα να ενεργήσει με μόνο σκοπό την επαναφορά της

κατάστασης που δημιουργεί η Συνθήκη. Είναι ακριβώς αυτή η πρόνοια που

έτυχε κακόβουλης ερμηνείας για να δικαιολογηθεί η τουρκική εισβολή το

1974.

Συνθήκη Συμμαχίας

Η Συνθήκη Συμμαχίας προνοεί για κοινή άμυνα Κύπρου, Ελλάδας και Τουρκίας,

με τη δημιουργία στο νησί στρατιωτικών αποσπασμάτων της ΕΛΔΥΚ και της

ΤΟΥΡΔΥΚ. Τραγική ειρωνεία ήταν το γεγονός ότι οι μόνοι από τους οποίους κινδύνευε και τελικά υπέστη επίθεση η Κύπρος ήταν ακριβώς εκείνοι με τους

οποίους είχε συμβατικούς δεσμούς για κοινή άμυνα.

Συμφωνία κυρίων

Η συμφωνία κυρίων, που έμεινε μυστική και δεν παρουσιάστηκε στο Λονδίνο

για υπογραφή, πρόβλεπε υποστήριξη εισόδου της Κύπρου στο ΝΑΤΟ και

παρέμβαση των δυο πρωθυπουργών «επί τω σκοπώ όπως τεθούν εκτός νόμου το

κομμουνιστικό κόμμα και η κομμουνιστική δράσις», όπως ίσχυε δηλαδή στην

Ελλάδα και στην Τουρκία.

Ένα κράμα εθνικιστικού κατεστημένου τάσσεται ξεκάθαρα από την αρχή εναντίων του Μακαρίου και σε όσους ήταν ταγμένοι

υπέρ της υλοποίησης των προνοιών του νέου Συντάγματος.

Την ίδια στιγμή στις δυνάμεις του Μακαριακού στρατοπέδου οργανώνονται

οι πρώτες ένοπλες ομάδες οι οποίες στην πορεία θα βρεθούν ενάντια στους Τουρκοκύπριους και κάποιες απ’ αυτές

και στο νέο κράτος. Στη σύσταση αυτών των ομάδων παίζουν άμεσο ρόλο ο Υπουργός Εσωτερικών Πολύκαρπος

Γιωρκάτζης, ο Νίκος Σαμψών και ο Βάσος Λυσσαρίδης. Την όλη προσπάθεια

ευνοεί και ο ιμπεριαλιστικός δάκτυλος ο οποίος επιδιώκει την υπόσκαψη της

Κυπριακής Δημοκρατίας. Το ΑΚΕΛ από νωρίς καταδικάζει την ασύδοτη δράση

των ενόπλων δυνάμεων έπειτα από σειρά δολοφονιών και εκβιασμών πολιτικών

αντιπάλων.

Η ίδια κατάσταση επικρατεί και στην τ/κ κοινότητα με πρωτοστάτη τον Ντεκτάς που

δεν διστάζει να βρεθεί και αντιμέτωπος με δημοκρατικούς Τ/κ και ακόμη και με την

Άγκυρα για να υλοποιήσει τα διχοτομικά του σχέδια. Οι τ/κ εθνικιστικές δυνάμεις

με πρωτοστάτη την ΤΜΤ εξοπλίζονται την περίοδο 1960-3 μέσω της Τουρκίας.

Στην αντίπερα όχθη των εθνικιστικών δυνάμεων βρέθηκαν οι Αϊχάν Χικμέτ και Μουζαφέρ Κιουρκάν οι οποίοι

συγκρότησαν το Δημοκρατικό Κόμμα και την έκδοση της εφημερίδας Τζιουμχουριέτ

οι οποίοι τάσσονται υπέρ της οικοδόμησης του Κυπριακού κράτους. Πολύ νωρίς

όμως, τον Απρίλη του 1962 δολοφονούνται από τα φασιστικά στοιχεία της ΤΜΤ και έτσι

ο Ντεκτάς επιβάλλεται πλήρως και πάλι εντός της τ/κ κοινότητας.

Έπειτα, με επικεφαλής τις ομάδες Γιωρκάτζη, υλοποιείται το σχέδιο Ακρίτας το οποίο έχει στόχο την τροποποίηση των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου και την πραγμάτωση της Ένωσης μέσω δημοψηφίσματος.

Το 1963, το νεαρό κυπριακό κράτος βρίσκεται σε πλήρες πολιτικό αδιέξοδο. Από τη μια η αδιαλλαξία της τ/κ ηγεσίας στο να συμμορφωθεί με το σύνταγμα σε ζητήματα όπως η Τοπική Αυτοδιοίκηση και η ψήφιση των φορολογιών και από την άλλη η άρνηση της ε/κ ηγεσίας να δώσει στους Τ/κ πολλά από αυτά που κέρδισαν μέσα από τις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου, έπειτα και από τις εισηγήσεις των 13 σημείων του Μακαρίου. Πάντα βέβαια, υπονομευτικό ρόλο συνεχίζει να παίζει ο ιμπεριαλιστικός παράγοντας και ιδιαίτερα οι Βρετανοί.

Η δημιουργία των τ/κ θυλάκων – Η πρώτη φάση της διχοτόμησης

Το πολιτικό αδιέξοδο καθιστούσε το κυπριακό κράτος σε ένα ηφαίστειο ενεργό έτοιμο να εκραγεί. Με αφορμή μιας συμπλοκής τον Δεκέμβρη του 1963 στην οδό Ερμού στη Λευκωσία μεταξύ Ε/κ αστυνομικού και δύο Τ/κ οι οποίοι αρνήθηκαν να τους ελέγξει με αποτέλεσμα να σκοτωθούν οι τελευταίοι, άρχισαν αμέσως διαδηλώσεις στην τ/κ κοινότητα και συγκρούσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων.

36 37

Κατά τα επεισόδια οι ε/κ ένοπλες δυνάμεις υπερέχουν των τ/κ και σε πολλές

περιπτώσεις προβαίνουν σε βαρβαρότητες κατά του άμαχου πληθυσμού όπως αυτές

των ομάδων του Σαμψών στην περιοχή της Ομορφίτας.

Το απόγευμα των Χριστουγέννων η ΤΟΥΡΔΗΚ αναλαμβάνει ένοπλη δράση η οποία οδηγεί στη συνένωση περιοχών

που ελέγχονταν από τ/κ δυνάμεις και δημιουργούν τον πρώτο ενιαίο θύλακα με κάποια σημαντική στρατηγική έκταση

μεταξύ Λευκωσίας-Κερύνειας. Στη σύγκρουση ρόλο «φύλακα» παίρνουν και οι Βρετανοί με τις ευλογίες της Ελλάδας

και της Τουρκίας οι οποίοι συμβάλουν στην κατοχύρωση των διχοτομικών τετελεσμένων

με τη χάραξη της πράσινης γραμμής, διαχωρίζοντας τους θύλακες που βρίσκονταν κάτω από τ/κ έλεγχο.

Στις 15 Ιανουαρίου του 1964 ο τ/κ ηγέτης Φαζίλ Κιουτσιούκ ζητά το διαμελισμό

της Κυπριακής Δημοκρατίας και ανακοινώνει την αποχώρηση των τ/κ

δημοσίων υπαλλήλων από τις θέσεις τους. Την ίδια στιγμή συνεχίζεται η

περαιτέρω ενίσχυση των τ/κ θυλάκων με τον εξαναγκαστικό διωγμό των Ε/κ από

χωριά που πλειοψηφούσαν Τ/κ και το αντίστροφο. Εξαναγκάζονται 20 χιλιάδες

Τ/κ περιπου να εγκαταλείψουν τα μικτά χωριά και να εγκλειστούν στα καντόνια τα

οποία βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο της ΤΜΤ. Μέσα στα καντόνια επιβάλλονται

πολύ αυστηροί κανονισμοί μετακίνησης και επαφής των Τ/κ με τις περιοχές που

ελέγχονταν από την Κυπριακή Δημοκρατία.

Η τρέχουσα κατάσταση πραγμάτων ήταν κοινωνικά ανυπόφορη για τους Τ/κ. Στο πλαίσιο του εγκλεισμού τους στους

θύλακες το κατά κεφαλή εισόδημα

τους έπεσε στις 150 λίρες ενώ των Ε/κ ήταν το διπλάσιο. Χωρίς κανένα βιοποριστικό μέσο επιβίωναν μόνο μέσω των χρημάτων και των ειδών που έρχονταν μέσω της Τουρκίας αφού οποιαδήποτε συναλλαγή με τους Ε/κ είχε απαγορευτεί.

Κάθε προοδευτική φωνή αντίστασης στην τ/κ κοινότητα αποσιωπείται με κάθε μέσο. Αυτή την περίοδο πολλοί Αριστεροί Τ/κ αναγκάζονται να μεταναστεύσουν για να επιβιώσουν από τις απειλές της ΤΜΤ ενώ όσοι επιλέγουν το δύσκολο δρόμο έχουν να πληρώσουν βαρύ τίμημα – τρανταχτό παράδειγμα η δολοφονία του ήρωα της Αριστεράς Ντερβίς Αλί Καβάζογλου.

Η κυβέρνηση Μακαρίου ενώ σταδιακά προσπαθεί να λάβει μέτρα επανεγκατάστασης των Τ/κ στα μικτά χωριά, η δράση της ε/κ και της τ/κ δεξιάς εμποδίζουν το εγχείρημα να πετύχει. Επίσης, η επαναφορά του ζητήματος της Ένωσης εκ μέρους του Μακαρίου δημιουργεί μια αντιφατική στάση ως προς την υποστήριξη των δομών και θεσμών της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η δράση του Ντερβίς Αλί Καβάζογλου ανάχωμα στις επιβουλές για διχοτόμηση - Η δολοφονία του με τον Κώστα Μισιαούλη

Ο Ντερβίς Αλί Καβάζογλου ήταν ένας αφοσιωμένος, θαρραλέος, ικανός και τίμιος υπέρμαχος της ελληνοτουρκικής φιλίας, που διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο στην ανάπτυξη του προοδευτικού δημοκρατικού κινήματος ανάμεσα στις μάζες των Τ/κ. Μαζί με

άλλους προοδευτικούς δημοκρατικούς ηγέτες, όπως τον Σελλά, τον Χικμέτ και τον Γκιουρκάν, ο Καβάζογλου πάλεψε

ενάντια στον σκοταδισμό και τον φασισμό που επέβαλαν στους Τ/κ τα εγκληματικά

σοβινιστικά όργανα.

Από τις στήλες της προοδευτικής Τουρκοκυπριακής εφημερίδας «Ινκιλαπψί»

που ήταν βασικός συντάκτης και που έκλεισε το 1955ο Χάρντινγκ, στις στήλες της

δημοκρατικής, προοδευτικής εφημερίδας Τζιουμχουριέτ, ο Ντερβίς Καβάζογλου

διαφώτιζε τις μάζες των Τ/κ

καταγγέλλοντας τους πραγματικούς εχθρούς του, πράγμα που τονέκανε ταυτόχρονα κύριο στόχο των πρακτόρων της Τ.Μ.Τ.

Ο Καβάζογλου δεν περιοριζόταν μόνο στην δημοσιογραφία αλλά ανάπτυσσε και πλούσια πολιτική και οργανωτική δραστηριότητα. Στο τ/κ συνδικαλιστικό κίνημα όπως και στο τ/κ προοδευτικό πολιτικό κίνημα, ο Καβάζογλου άφησε ανεξίτηλη τησφραγίδα του. Ως μέλος της Κ.Ε. του ΑΚΕΛ όργωνε την Κύπρο μεταφέροντας τις θέσεις του κόμματος για την ανάγκη της κοινής πάλης Ε/κ και Τ/κ, ενάντια στον εθνικισμό - σοβινισμό, ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τα συνωμοτικά του σχέδια κατά του κυπριακού λαού.

Ο Καβάζογλου καθώς και ο γιατρός Ιχσάν Αλί είχαν επικηρυχτεί από την Τ.Μ.Τ. και 101 μέλη της οργάνωσης υπόγραψαν δήλωση ορκισμένοι

να τους σκοτώσουν. Μετά τα γεγονότα του 1958 αναγκαστικέ να ζει στον ελληνικό τομέα ωστόσο οισυνεχείς απειλές κατά της ζωής του και οι δολοφονίες άλλων Τ/κ κομμουνιστών δεν τον πτόησαν ούτε τον αποθάρρυναν,

αφού ήξερε πως ο αγώνας ενάντια στο φασισμό ήταν μονόδρομος. Αναγκασμένος να ζει σε συνθήκες παρανομίας και απομόνωσης από τις μάζες των Τ/κ συνέχισε τη δράση του με δηλώσεις, φυλλάδια και ομιλίες από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση.

Οι ομιλίες και τα φυλλάδια που δημοσίευε, είχαν βαθιά απήχηση στις μάζες των Τ/κ, έτσι πολύ γρήγορα ο κύκλος των προοδευτικών Τ/κ πύκνωνε γύρω από τον Καβάζογλου και έτσι το κίνημα εναντία στους Ντενκτάς – Κουτσιούκ άρχισε να φουντώνει.

Η δράση και το τραγικό τέλος των Ντερβίς Αλί Καβάζογλου και Κώστα Μισιαούλη αποτελεί σημείο αναφοράς των σχέσεων των δύο κοινοτήτων στην Κύπρο. Στη δύσκολη δεκαετία του 1960 μέσα από τη θυσία τους είχαν αποδείξει ότι ο αγώνας πρέπει να είναι κοινός από τις δύο κοινότητες και όχι αγώνας της μιας κοινότητας έναντι της άλλης.

38 39

Ο Ντερβίς Αλί Καβάζογλου ήταν ο ενσαρκωτής και ο σημαιοφόρος της

ειρηνικής συμβίωσης Ελλήνων και Τούρκων Κυπρίων και της κοινής πάλης ενάντια στον κοινό εχθρό όλου του λαού, τον

ιμπεριαλισμό. Ο Καβάζογλου λίγες μέρες πριν τη δολοφονία του σε μια από τις

ομιλίες του στηλίτευε τους κύκλους που επιδίωκαν τον διαχωρισμό Ε/κ και Τ/κ και με τη μισαλλοδοξία τους έσπερναν τα ζιζάνια

του εθνικισμού:

«Οι ιμπεριαλιστές τα κατάφεραν να οδηγήσουν τους νέους της Κύπρου,

Έλληνες και Τούρκους, στα βουνά για να πολεμούν ο ένας τον άλλο. Αυτοί οι νέοι

που ως τα χτες ακόμα δούλευαν μαζί στα ίδια εργαστήρια και γραφεία, στα ίδια

μεταλλεία, αυτοί που πότιζαν με τον ιδρώτα τους την ίδια γη για να τους δώσει ψωμί

για τα παιδιά τους. Αυτοί οι ίδιοι νέοι που αγωνίζονταν χέρι με χέρι για να κάμουν τη ζωή τους καλύτερη και να οδηγήσουν

τη χώρα τους στην πρόοδο, αυτοί που στα κοινά αθλητικά γήπεδα συναγωνίζονταν με ευγενική άμιλλα για την ωραία νίκη,

σήμερα δυστυχώς κουρδίζονται από τους ιμπεριαλιστές να σκοτώνει ο ένας τον άλλο. [...] Οι ιμπεριαλιστές για να

προωθήσουν τους απαίσιους σκοπούς τους δημιούργησαν το μύθο και το ψεύδος πως είναι τάχα αδύνατο να συνυπάρξουν

ειρηνικά οι δυο κοινότητες στην Κύπρο. Και με τη βοήθεια των πρακτόρων

τους ξεσπίτωσαν κάπου 20 χιλιάδες Τούρκους και τους μάντρισαν σε τόπους

που δεν διαφέρουν από στρατόπεδα συγκέντρωσης. Σήμερα χιλιάδες Τούρκοι

ζουν σαν νομάδες σε αντίσκηνα και στο ύπαιθρο μακριά από τα σπίτια τους, τα

χωριά τους, τα χωράφια τους, τις ειρηνικές τους ασχολίες. Τα τουρκικά σχολεία είναι κλειστά και χιλιάδες παιδιά στερούνται τη

μόρφωση τους. Μια δράκα φασίστες,

βοηθούμενοι από τους ιμπεριαλιστές και χρησιμοποιώντας όπλα και φασιστικές μεθόδους άρπαξαν την ηγεσία της τουρκικής κοινότητας. Αυτοί είναι υπεύθυνοι για τα βάσανα του τ/κ πληθυσμού. Η φασιστική αυτή ομάδα εμποδίζει τον τουρκικό πληθυσμό να εκφράσει τα αληθινά του αισθήματα και τις σκέψεις του που στρέφονται ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Δεν είναι υπερβολή να συγκρίνουμε αυτά τα στρατόπεδα των τ/κ προσφύγων με τα χιτλερικά στρατόπεδα συγκέντρωσης του Μπούχενβαλτ και άλλων.

Στο σκοτάδι της νύκτας

πυροβολούν και δολοφονούν

δημοκρατικούς δημοσιογράφους

και προοδευτικούς παράγοντες της κοινότητας μας. Συλλαμβάνουν, απαγάγουν και

φυλακίζουν όσους τολμούν

να μιλήσουν ελεύθερα και να

εκφράσουν τις σκέψεις τους.

Τους βασανίζουν με μεσαιωνικά

όργανα χιτλερικής επινόησης.

Είμαστε σε θέση να αποδείξουμε

με στοιχεία αδιάψευστα αυτά τα τρομερά πράγματα».

Στις 11 του Απρίλη 1965 έπεσαν από το δολοφονικά βόλια της φασιστικής ΤΜΤ οι ήρωες της ελληνοτουρκικής φιλίας Ντερβίς Αλή Καβάζογλου και Κώστας

Μισιαούλης. Οι φασίστες έστησαν καρτέρι στους δύο αγωνιστές και τους

δολοφόνησαν άνανδρα στον παλιό δρόμο Λευκωσίας-Λάρνακας κοντά στην Κόσιη.

Καβάζογλου και Μισιαούλης ταξίδευαν με αυτοκίνητο από τη Λευκωσία στη Λάρνακα.

Ήταν Κυριακή πρωί 10.30 η ώρα μέσα στο δημόσιο δρόμο που το αυτοκίνητο

τους έπεσε στην ενέδρα των πρακτόρων της ΤΜΤ. Τα εκτελεστικά όργανα του

ιμπεριαλισμού με ριπές αυτόματων όπλων θέρισαν κυριολεκτικά τον Καβάζογλου και το Μισιαούλη. Τα πτώματα των δύο συντρόφων βρέθηκαν, αγκαλιασμένα

μέσα στο αυτοκίνητο από άντρες περιπόλου των Ηνωμένων Εθνών που περνούσε από τον τόπο του εγκλήματος ύστερα από 2-3 ώρες.

Ο Κώστας Μισιαούλης που δολοφονήθηκε μαζί με τον Ντερβίς Καβάζογλου γιατί τον μετέφερε με δικό του αυτοκίνητο στην Λάρνακα ήταν στέλεχος του ΑΚΕΛ και της ΠΕΟ. Υπήρξε εθελοντής στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με το σύνθημα του ΑΚΕΛ για κατάταξη στον στρατό ενάντια στο φασισμό. Ήταν αφοσιωμένος μαχητής στον αγώνα για ειρηνική συμβίωση και υπέρμαχος της ελληνοτουρκικής φιλίας. Ήταν αυτή η ανιδιοτελής προσφορά του που τον οδήγησε στη θυσία μαζί με τον σύντροφο του Ντερβίς Καβάζογλου.

Η άνανδρη δολοφονία του Καβάζογλου και του Μισιαούλη προκάλεσε τέτοια οργή και αγανάκτηση ανάμεσα στην τ/κ κοινότητα σε όλο το νησί ακόμα και στο εξωτερικό, που οι δολοφόνοι της ΤΜΤ δεν τόλμησαν να ομολογήσουν το έγκλημα τους και δοκίμασαν να ενοχοποιήσουν την ε/κ πλευρά. Δεν παρέλειψαν ωστόσο να μιλήσουν για τον Καβάζογλου «τον κομμουνιστή που ήταν ανεπιθύμητος στην τουρκική κοινότητα»

Η θυσία τους συμβολίζει αιώνια την ελληνοτουρκική φιλία και συνεργασία, ενάντια στον κοινό εχθρό τον ιμπεριαλισμό. Φλογίζει για πάντα τις καρδιές όλων των πατριωτών, όλων των αντιιμπεριαλιστών και έγινε πηγή έμπνευσης, δύναμης και πίστης στον αγώνα για τα ιδανικά της ελευθερίας και της ειρηνικής συμβίωσης μεταξύ Ε/κ και Τ/κ.

Ο Ντερβίς Αλί Καβάζογλου αποτέλεσε τη μοναδική προσωπικότητα που έμεινε να συνδέει την κοινή πορεία των δύο κοινοτήτων μέσα από τη δράση του τη δύσκολη περίοδο της δεκαετίας του 60 μέχρι και τη δολοφονία του από την ΤΜΤ.

40

Οι επιδιώξεις για επιβολή διχοτόμησης και Νατοποίησης της

Κύπρου

Τα επεισόδια του 1963, που κατάφεραν να χαράξουν την πρώτη φάση της

διχοτόμησης της Κύπρου, προσπάθησε να εκμεταλλευτεί άμεσα ο ιμπεριαλιστικός

παράγοντας για να θέσει την Κύπρο κάτω από τον έλεγχο του. Μια σειρά από

προσπάθειες του ΝΑΤΟ να θέσει την Κύπρο υπό τον έλεγχο του μέσω της εμπλοκής

των εγγυητριών δυνάμεων (Ελλάδα, Τουρκία, Βρετανία) συνιστούν το πολιτικό σκηνικό κατά τα επόμενα χρόνια. Από την άλλη ο Μακάριος μαζί με το ΑΚΕΛ και τις δημοκρατικές δυνάμεις που τον στηρίζουν

τάσσεται ξεκάθαρα κατά αυτών των σχεδιασμών ακόμα κι’ αν χρειάζεται να

φτάσει σε σύγκρουση και με την Ελλάδα. Σε αυτή την προσπάθεια βρίσκονται

υπό το πλευρό του Μακαρίου και του κυπριακού λαού η Σοβιετική Ένωση και οι σοσιαλιστικές χώρες. Γενικότερα οι ΗΠΑ και Βρετανία προσπαθούν να θέσουν το

Κυπριακό εκτός του ΟΗΕ ώστε να δοθεί μια λύση στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.

Ο Μακάριος το 1964 αποφασίζει τη δημιουργία της Εθνικής Φρουράς για να

προστατεύσει την Κυπριακή Δημοκρατία από τις προσπάθειες διαμελισμού της. Την Ε.Φ. ενισχύουν με οπλισμό κύρια η Αίγυπτος και η Σοβιετική Ένωση ενώ με

την παρέμβαση Ελλάδας, Γιωρκάτζη και Αγγλοαμερικάνων διορίζεται Αρχηγός ο Γρίβας, ο άνθρωπος που ήταν ταγμένος

κατά του Κυπριακού κράτους και της ανεξάρτητης κυπριακής πολιτικής. Από

την αντίθετη κατεύθυνση, η Ελλάδα και οι Αγγλοαμερικάνοι στέλνουν την ελληνική

μεραρχία στην Κύπρο που μάλλον περιόρισε την κυριαρχία του κυπριακού

κράτους παρά την ενίσχυσε. Κι’ αυτό λόγο του ότι το στράτευμα στην Ελλάδα έλεγχαν

οι κύκλοι που μετέπειτα ανέτρεψαν τη δημοκρατία και έβαλαν τη χώρα στο γύψο της Χούντας και του ΝΑΤΟ.

Την ίδια στιγμή ο Γρίβας ξεκινά ένα αγώνα κατά του Μακαρίου επαναφέροντας το ζήτημα της Ένωσης, ενισχύοντας έτσι και τις διχοτομικές φωνές στην τ/κ κοινότητα.

Νέα φάση των δικοινοτικών συγκρούσεων αποτέλεσαν τα αιματηρά γεγονότα στη Μανσούρα τον Αύγουστο του 1964.

Ο Γρίβας προελαύνει της επίθεσης κατά του

τ/κ προγεφυρώματος στη Μανσούρα όπου αποτελούσε χώρο ελλιμενισμού τουρκικών πλοίων και εξοπλισμού των

Τ/κ. Η επίθεση πάλι ενορχηστρώθηκε από τους παραστρατιωτικούς κύκλους

των Αθηνών παρά την αντίθεση της επίσημης κυβέρνησης. Την ίδια στιγμή

ο Γρίβας εγκαταλείπει την επίθεση στην κορύφωση της και αφήνει τον

Μακάριο να τη διαχειριστεί. Τα γεγονότα αποτέλεσαν μάλλον προσπάθεια για

αποσταθεροποίησης του Μακαρίου παρά επιχείρηση για κατάληψη του τ/κ προγεφυρώματος. Ακολούθησε ο βομβαρδισμός της Τυλληρίας

από τουρκικά αεροπλάνα οι οποίες προκάλεσαν τον τραυματισμό και

θάνατο πολλών αμάχων. Τα γεγονότα τερματίζονται με την απόφαση του Σ.Α. του

ΟΗΕ και την καταλυτική παρέμβαση της ΕΣΣΔ και των σοσιαλιστικών χωρών.

Σχέδιο Άτσεσον

Διαχρονικά η επιδίωξη της Δύσης ήταν η πολιτική επίλυση του Κυπριακού εκτός των πλαισίων του ΝΑΤΟ και όποτε τους δινόταν η ευκαιρία, έπειτα και από την επιρροή των εγγυητριών δυνάμεων, εμπλέκονταν άμεσα στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού. Αυτές οι προσπάθειες είχαν άμεσο στόχο να καταστίσουν την Κύπρο παράρτημα του ΝΑΤΟ και όσων ντόπιων και ξένων θα ήθελαν να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα του.

Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί και το σχέδιο Άτσεσον το οποίο κατατέθηκε από τον Αμερικανό ΥΠΕΞ Ντην Άτσεσον το 1965 για να γίνει αποδεκτό μεμιάς από τον Γρίβα αλλά και την Τουρκία ενώ είχε απορριφθεί από τον Μακάριο, το ΑΚΕΛ και την επίσημη ελληνική κυβέρνηση. Το σχέδιο προνοούσε μεν την ένωση με την Ελλάδα αλλά και την εγκατάσταση μεγάλης τουρκικής βάσης της Τουρκίας στην Καρπασία.

Ο ίδιος ο Άτσεσον παραδέχτηκε μετά από δύο χρόνια ότι ο πραγματικός στόχος ήταν η διχοτόμηση της Κύπρου ενώ αργότερα σχέδια της ΕΟΚΑ ‘Β θα θυμίζουν υλοποίηση αυτού του σχεδίου. Τελικά το σχέδιο Άτσεσον υλοποιήθηκε στη χειρότερη του μορφή με την τουρκική εισβολή το 1974.

Γεγονότα στην Κοφίνου 1967 Μια καθοριστική φάση των εξελίξεων της δύσκολης δεκαετίας του 60 αποτέλεσαν τα γεγονότα της Κοφίνου. Στην περιοχή Κοφίνου-Άγιος Θεόδωρος-Μαρί το 1967 οι Τ/κ εξτρεμιστές σταδιακά κατέλαβαν διάφορα υψώματα και παρεμπόδιζαν τη διακίνηση στο δρόμο Λευκωσίας – Λεμεσού, έχοντας στόχο την παρεμπόδιση οχυρωματικών έργων της Ε.Φ. σε περιοχή της Λάρνακας όπου υπήρχε συνοικία Τουρκοκυπρίων.

Παρά την πολιτική θέληση για ειρηνικό συμβιβασμό μεταξύ των δύο πλευρών, στις 15 Νοεμβρίου με αφορμή ανταλλαγής πυρών, η Ε.Φ. καταλαμβάνει τα υψώματα στην περιοχή . Τότε, κατά τις συγκρούσεις δολοφονούνται πολλοί ένοπλοι αλλά και άμαχοι. Συνολικά δολοφονήθηκαν 45 Τ/κ και 15 Ε/κ.

Την επόμενη ημέρα η αθηναϊκή Χούντα ζητά τον τερματισμό των περιπολιών της Αστυνομίας της Κ.Δ. για τις οποίες έγινε η μεγάλη μάχη. Τα γεγονότα εντός και εκτός Κύπρου σε αυτή την περίπτωση φανερώνουν γενικότερα μια συμπαιγνία μεταξύ όλων των παιχτών του παιχνιδιού που ήθελαν εδραίωση του διχασμού και της διαίρεσης. Η ελληνική Χούντα από τη μια και η Τουρκική κυβέρνηση από την άλλη ενεργούν με τρόπο που φανερώνει αυτή την πραγματικότητα.

Ως αποτέλεσμα των γεγονότων ήταν η ανάκληση της ελληνικής μεραρχίας και του Γρίβα από την Κύπρο καθώς και η αναγνώριση της αυτοδιοίκησης των Τ/κ στις περιοχές που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο τους. Σε αντάλλαγμα η Τουρκία σταμάτησε τη δεδομένη στιγμή τις βλέψεις της για εισβολή στο νησί.

Αναβίωση Ενωτικού αιτήματος

Αποτελεί μια δυσάρεστη πολιτική τροπή των πραγμάτων στην Κύπρο η επαναφορά

του αιτήματος της Ένωσης από όλες σχεδόν τις πολιτικές δυνάμεις εντός της ε/κ πλευράς. Ενώ η κάθε παράταξη στράφηκε

ξανά προς το αίτημα της Ένωσης για διαφορετικούς λόγους και τρόπο, το

αποτέλεσμα ήταν η περαιτέρω ενίσχυση της τ/κ προπαγάνδας και της επιβολής των

στόχων των ιμπεριαλιστικών κέντρων.

Μια σειρά από ομιλίες του Μακαρίου μεταξύ της περιόδου 1964-1967 αλλά και

η ομόφωνη απόφαση της Βουλής τον Ιούνη του 1967 επαναφέρουν επίσημα το στόχο της Ένωσης ως τον τελικό πολιτικό στόχο

της ε/κ πλευράς. Είτε αυτή η τροπή έγινε για να αντιμετωπιστεί η υπονομευτική δράση

του Γρίβα και της ακροδεξιάς είτε για ιδεαλιστικούς στόχους, το αποτέλεσμα δεν

ήταν σίγουρα υπέρ των συμφερόντων του Κυπριακού λαού. Να σημειωθεί πως μόνο το ΑΚΕΛ ήταν το Κόμμα που μεταγενέστερα άσκησε αυτοκριτική για τη στροφή του Κόμματος προς το ενωτικό ζήτημα τη συγκεκριμένη περίοδο.

41

42 43

Η υπονόμευση της Κυπριακής Δημοκρατίας και ο δρόμος προς

την τελική καταστροφή

Μετά τα γεγονότα της Κοφίνου όπου η ε/κ πλευρά πλέον βρίσκεται σε ακόμη

πιο δύσκολη θέση, εγκαταλείπεται ξανά εκ μέρους του Μακαρίου η πολιτική της «‘Ενωσης» και γίνεται η γνωστή στροφή

από την πολιτική του «ευκταίου» στην πολιτική του «εφικτού». Παράλληλη στάση τηρεί και το ΑΚΕΛ. Μια πολιτική

δηλαδή που στόχο άμεσο είχε τη διαφύλαξη της κυριαρχίας της

Κυπριακής Δημοκρατίας.

Σε αυτό το πλαίσιο ξεκινούν δικοινοτικές συνομιλίες μεταξύ Κληρίδη και

Ντεκτάς από τον Φεβράρη του 1968 υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Οι

συνομιλίες κινήθηκαν ομαλά τα πρώτα χρόνια.

Στο πλαίσιο των συνομιλιών το 1972 ανακοινώθηκε συμφωνία στη Νομοθετική

Εξουσία ενώ βρισκόταν στα πρόθυρα συμφωνίας η Εκτελεστική και Δικαστική

εξουσία. Δυστυχώς η εξτρεμιστική δράση της ΕΟΚΑ ‘Β ενάντια στον Μακάριο και την Κυπριακή Δημοκρατία οδηγούν την

τουρκική πλευρά σε υπαναχώρηση των θέσεων της, έπειτα και από τις επιδιώξεις

των αγγλοαμερικάνων για τορπιλισμό των διαπραγματεύσεων αφού η πιθανή

επίλυση του Κυπριακού στο πλαίσιο μιας ομοσπονδίας δεν διασφάλιζε για αυτούς

ότι η Κύπρος θα γινόταν προέκταση του ΝΑΤΟ και άρμα των ιμπεριαλιστικών

συμφερόντων.

Η υπονόμευση του Μακαρίου εντός και εκτός Κύπρου ολοένα και εντεινόταν αλλά

δεν μπορούσε να υπερνικήσει τη λαϊκή

Μακαρίου, το εκκλησιαστικό πραξικόπημα, απαγωγές στελεχών της κυβέρνησης,

βομβαρδισμοί σταθμών της αστυνομίας και άλλων κυβερνητικών κτιρίων, κλοπές

οπλισμού από την Ε.Φ. κ.α. Την ίδια στιγμή ετοιμάζονται σχέδια πραξικοπήματος

με στόχο τη βίαιη ανατροπή του Μακαρίου ενώ το μέλλον της Κύπρου

προδιαγράφεται στη διάσκεψη του ΝΑΤΟ στη Λισαβόνα το 1971.

Η υποχωρητική και συγχωρητική στάση του Μακαρίου σε πολλές περιπτώσεις,

επιδιώκοντας να μη δυναμιτίζει περαιτέρω την εκ των έσω σύγκρουση, ίσως να έδινε

περαιτέρω αποθράσυνση και εκτόπισμα στην ΕΟΚΑ ‘Β. Την ίδια στιγμή οι σύμβουλοι

του, ο Τύπος, το ΑΚΕΛ, ο Σοβιετικός Πρέσβης του απεκάλυπταν σειρά

προσπαθειών ανατροπής του ενώ των συμβούλευαν για να πάρει πιο δραστικά

και αποφασιστικά μέτρα ενάντια στην ΕΟΚΑ ‘Β.

στήριξη του αφού 1968 κερδίζει τις Προεδρικές εκλογές με το ποσοστό του 95,45%. Ακολουθούν μια σειρά από προσπάθειες εξόντωσης του ιδίου και υπονόμευσης της Κυπριακής Δημοκρατίας από την ΕΟΚΑ ‘Β και τη Χούντα. Μεταξύ αυτών δύο προσπάθειες δολοφονίας του ίδιου του

Σταδιακά η ΕΟΚΑ ‘Β και η Χούντα των Αθηνών θέτουν υπό τον έλεγχο τους την Ε.Φ. και τμήμα της αστυνομίας. Ο Μακάριος πλέον στηρίζεται μόνο από τις λαϊκές δυνάμεις που δείχνουν τη στήριξη τους με ποικιλόμορφους τρόπους.

Ο Μακάριος στην προσπάθεια του να επανακτήσει τον έλεγχο του κράτους δημιουργεί το εφεδρικό σώμα και εισάγει όπλα από την Τσεχοσλοβακία για ενίσχυση του σώματος και της αστυνομίας. Το σώμα κατάφερε να σημειώσει σειρά επιτυχιών εξάρθρωσης της ΕΟΚΑ ‘Β από τις οποίες πολύ σημαντική ήταν η σύλληψη του Υπαρχηγού της Οργάνωσης Σταύρου Σύρου και η αποκάλυψη του Σχεδίου «Απόλλων» το οποίο απεκάλυπτε ξεκάθαρα τα σχέδια πραξικοπήματος από την ΕΟΚΑ ‘Β.

Διάσκεψη ΝΑΤΟ στη Λισαβόνας

Για το ΝΑΤΟ η Κύπρος θα μπορούσε να αποτελέσει βασικό προπύργιο των συμφερόντων τους αφού υπήρχαν ήδη στο νησί οργανωμένες βάσεις όπου δούλευαν μερικές εκατοντάδες μέλη της ΣΙΑ για να λειτουργούν τα κατασκοπευτικά τους σχέδια στην ευρύτερη περιοχή.

Το 1971, στη Διάσκεψη του ΝΑΤΟ στη Λισαβόνα τροχοδρομήθηκαν επίσημα τα σχέδια του ΝΑΤΟ για την Κύπρο τα οποία ήταν καθοριστικά για την τελική τραγωδία της Κύπρου το 1974. Σχέδια που στοχο είχαν να εντάξουν την Κύπρο στο άρμα του ΝΑΤΟ. Στη Διάσκεψη, όπου πρωταγωνιστικό ρόλο είχαν η Ελλάδα και η Τουρκία, αποφασίστηκε σχέδιο που προνοούσε την εγκατάσταση βάσεων του ΝΑΤΟ στην Κύπρο και μια κολοβωμένη ανεξαρτησία με ευρεία αυτονομία των δύο κοινοτήτων. Ο Μακάριος ενημερώθηκε λίγο αργότερα για τα αποτελέσματα της Διάσκεψης από τον Πρέσβη της ΕΣΣΔ στη Λευκωσία.

Σχέδιο Απόλλων

Το σχέδιο πραξικοπήματος ΑΠΟΛΛΩΝ, αποτελεί ένα από τα σχέδια πραξικοπήματος της ΕΟΚΑ ‘Β που είχαν στόχο την ανατροπή του Μακαρίου. Το σχέδιο ήρθε στην επιφάνεια μετά από τη σύλληψη του Υπαρχηγού της ΕΟΚΑ ‘Β Σταύρου Σταύρου Σύρου από το εφεδρικό σώμα. Το σχέδιο απεκάλυπτε σχέδια πραξικοπήματος μέσω της κατάληψης όλων των πόλεων της Κύπρου εκτός της Κερύνειας. Αυτό το σχέδιο φέρνει ξεκάθαρα στην επιφάνεια τους πραγματικούς στόχους της ΕΟΚΑ ‘Β και του Γρίβα οι οποίοι στο όνομα της Ένωσης ήταν έτοιμοι να αποδεχτούν διχοτομική λύση η οποία να δίνει ένα κομμάτι του νησιού στην Τουρκία. Η εξαίρεση της Κερύνειας από τις περιοχές που θα καταλάμβανε πραξικοπηματικά η ΕΟΚΑ ‘Β δεν είναι άσχετη με το σχέδιο Άτσεσον αλλά και με τις ενέργειες και εντολές της Χούντας κατά την τουρκική εισβολή του 1974.

Ανατίναξη Αστυνομικού σταθμού Λυκαβηττού από την ΕΟΚΑ ΄Β στο κέντρο της Λευκωσίας. Μια από τις πολλές τρομοκρατικές ενέργειες με στόχο την υπόσκαψη του Μακαρίου και της Κυπριακής Δημοκρατίας.

44 45

Η τελική τραγωδία της Κύπρου με το δίδυμο έγκλημα του

Πραξικοπήματος και της Εισβολής του 1974

Ακόμη και μετά το θάνατο του Γρίβα τον Γενάρη του 1974, η ΕΟΚΑ ‘Β με πλήρη στήριξη από τη Χούντα των Αθηνών και τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες, συνεχίζει απτόητη την

υπονομευτική δράση της ενάντια στο Μακάριο και την Κυπριακή Δημοκρατία.

Στις 15 Ιουλίου του 1974 φτάνει στο αποκορύφωμα της δράσης της με τη διενέργεια τουπραξικοπήματος της Χούντας και της ΕΟΚΑ

‘Β. Αρχικά, η ΕΟΚΑ ‘Β προελαύνει σε όλες τις πόλεις πλην της Πάφου. Ενώ πανηγυρίζουν για το θάνατο του Μακαρίου και οι αξιωματικοί της

Χούντας πίνουν σαμπάνιες στην ίδια είδηση, ο Μακάριος απευθύνεται στο λαό από την

Πάφο μέσω ενός πρόχειρου ραδιοσταθμού ανακοινώνοντας ότι είναι ζωντανός και καλεί

το λαό σε αντίσταση. Έπειτα, ο ίδιος καταφεύγει στο Λονδίνο μέσω των βρετανικών βάσεων και

καλεί το λαό σε αντίσταση.

Επικεφαλής της πραξικοπηματικής κυβέρνησης τίθεται ο Νίκος Σαμψών, ένα άτομο το

οποίο ήταν ιδιαίτερα μισητός προς τους Τουρκοκυπρίους λόγω της δράσης τους

εναντίον τους ενώ ήταν γνωστός ως ο «δολοφόνος της Ομορφίτας».

Την ίδια στιγμή ξεκινά η αντίσταση από τις δημοκρατικές δυνάμεις ενάντια στην ΕΟΚΑ ‘Β

οι οποίες πληρώνουν βαρύτατο τίμημα σε αυτή τους την προσπάθεια με χιλιάδες συλληφθέντες

και νεκρούς.

Σε διεθνές επίπεδο, στο Σ.Α. του ΟΗΕ οι ΗΠΑ μιλούν για αυτοσυγκράτηση λόγω

της «αβέβαιης κατάστασης» στην Κύπρο ενώ η ΕΣΣΔ ζητά την άμεση καταδίκη του

πραξικοπήματος καταδεικνύοντας την υπαιτιότητα του ΝΑΤΟ και της ελληνικής

Χούντας.

Ανενόχλητος σχεδόν ο τουρκικός στρατός συντελεί τη δεύτερη φάση του εγκλήματος στις 20 Ιουλίου εισβάλλοντας στο νησί από τα παράλια της Κερύνειας. Την ίδια στιγμή στα στρατεύματα της Ε.Φ. υπό τις εντολές των Ελλήνων αξιωματικών βρίσκονταν στο νότιο μέρος του νησιού για να «εξουδετερώσουν τους τ/κ θύλακες» ενώ καταλάμβανε η Τουρκία το βόρειο μέρος. Επίσης η ΕΟΚΑ ‘Β προστρέχει σε σειρά εγκλημάτων και λεηλασιών ενάντια σε Τουρκοκύπριους τα οποία ήταν καθοριστικά στην εξέλιξη των σχέσεων των δύο κοινοτήτων. Για την απόκρουση της εισβολής στέλνονται μερικές μονάδες στρατιωτών της Ε.Φ. χωρίς πολεμοφόδια και σημαντική ενίσχυση οι οποίες κυριολεκτικά θυσιάστηκαν στο βωμό της πατρίδας.

Γενικώς η έγνοια της Χούντας και ΕΟΚΑ΄Β ήταν πώς να κυριαρχηθεί ο νότος παρά το πώς να διασωθεί ο βορράς ενώ στις 22 Ιουλίου ο Σαμψών ανακοινώνει την «Ένωση της Κύπρου με την μητέρα Πατρίδα». Αυτή δεν ήταν μια σειρά ενεργειών αφελών ανθρώπων βέβαια. Ήταν μια ξεκάθαρη σειρά κινήσεων που είχε στόχο τη διχοτόμηση του νησιού στο όνομα της Ένωσης καθιστώντας την Κύπρο μια προέκταση της Χούντας και του ΝΑΤΟ.

Η Χούντα δίνει τα λάβαρα της εξουσίας στις 23 Ιουλίου στον Καραμανλή και στην

Κύπρο ο Σαμψών στο Γλαύκο Κληρίδη, αφού έτσι αποφάσισαν και τα Νατοϊκά συμφέροντα τα οποία εξυπηρετούσαν.

Παράλληλα ξεκινούν συνομιλίες μεταξύ των εγγυητριών δυνάμεων στη Γενεύη για να φθάσουν σε συμφωνία για την τρέχουσα κατάσταση στην Κύπρο. Η

πραγματικότητα όμως ήταν ότι ο στόχος ήταν να δοθεί περαιτέρω χρόνος στην

Τουρκία για να προετοιμαστεί στρατιωτικά

και να υλοποιήσει τη δεύτερη φάση της εισβολής στις 13 Αυγούστου την οποία βάφτισε «ειρηνευτική επιχείρηση».

Ήταν μακάβρια η τελική έκβαση αφού στο τέλος η Τουρκία έφτασε να κατακτήσει το 37% του νησιού και να αφήσει πίσω της 200,000 Ε/κ και Τ/κ πρόσφυγες και χιλιάδες νεκρούς και αγνοούμενους.

Εγκλήματα ΕΟΚΑ Β κατά Τ/κ – Θηριωδίες τουρκικού στρατού κατά Ε/κ

Κατά τον Ιούλη και Αύγουστο του 1974 σημειώθηκαν τεράστια εγκλήματα από τις

εθνικιστικές οργανώσεις των δύο κοινοτήτων και του τουρκικού στρατού εναντίων άμαχου

πληθυσμού, Ε/κ και Τ/κ. Πολλά από αυτά άρχισαν να γίνονται γνωστά μετά το άνοιγμα

των οδοφραγμάτων το 2003 και την ουσιαστική διερεύνηση για την τύχη των αγνοουμένων από τη

Διερευνητική Επιτροπή για τους Αγνοούμενους. Αυτά τα εγκλήματα γίνονταν γνωστά στην κάθε κοινότητα μόνο από την πλευρά που δεν έθιγε

τα συμφέροντα της. Ήταν εγκλήματα όμως που μέσω της επίσημης ιστορικής μνήμης της κάθε

κοινότητας εμποδίζουν μέχρι και σήμερα την αποκατάσταση της πλήρους εμπιστοσύνης για μια

μελλοντική κοινή συμβίωση και συνύπαρξη.

Η ΕΟΚΑ ‘Β, εκτός από τη συμμετοχή της στο προδοτικό πραξικόπημα, προέβηκε σε σειρά εγκλημάτων κατά των Τ/κ που βρίσκονταν σε τ/κ θύλακες και χωριά. Χαρακτηριστικές είναι

οι μαζικές σφαγές, βασανισμοί και βιασμοί στα χωριά Αλόα,

Μάραθα, Σαλαντάρη και Τόχνη. Το έγκλημα της Τόχνης μάλιστα

υπήρξε η αφορμή για τη συμφωνία μετακίνησης του Τουρκοκυπριακού

πληθυσμού που ζούσε στο νότιο μέρος της Κύπρου στον κατεχόμενο

βορρά. Το σύνολο της δράσης της ΕΟΚΑ Β αποτέλεσε και τη

δικαιολογία για ανταπάντηση με αντίστοιχες θηριωδίες του τουρκικού

στρατού και Τ/κ εξτρεμιστών κατά Ε/κ αμάχων. Πολλές είναι οι μαρτυρίες για τις θηριωδίες του

τουρκικού στρατού κατά Ε/κ αιχμαλώτων και γυναικόπαιδων. Βιασμοί, εν ψυχρώ εκτελέσεις,

μαζικές σφαγές και κάθε

είδους εγκλήματα αποτελούν το σύνολο του ατελείωτου αιματοκυλίσματος.

Την ίδια στιγμή πρέπει να σημειωθούν ότι μέσα στο μακελειό του 1974 υπάρχουν και ιστορίες Ε/κ και Τ/κ που διέσωσαν τις ζωές ανθρώπων από την άλλη κοινότητα. Δυστυχώς αυτές οι στιγμές είναι λιγότερο γνωστές από τα εγκλήματα τις θηριωδίες στην επίσημη ιστορική μνήμη της κάθε κοινότητας.

Πολλά από αυτά τα εγκλήματα τα οποία ξεκινούν από το 1963, έρχονται στην επιφάνεια από τις έρευνες της Διερευνητικής Επιτροπής για τους Αγνοουμένους που ολοένα συνεχίζει την ταυτοποίηση Ε/κ και Τ/κ αγνοουμένων και φέρνει στο φως της επιφάνειας τις πιο μαύρες στιγμές της σύγχρονης κυπριακής ιστορίας. Αυτές οι πικρές ιστορικές αλήθειες πρέπει να γνωστοποιηθούν στις δύο κοινότητες καθώς και αυτοί που τις συντέλεσαν με στόχο την ουσιαστική παραδειγματική εκμάθηση της ιστορίας και την αποφυγή επανάληψης της.

Οι ΕΟΚΑβήτατζιδες συνενώθηκαν με τους χουντικούς και συμμετείχαν ενεργά στο πραξικόπημα. Επιδόθηκαν σε συλλήψεις, βασανισμούς και εκτελέσεις δημοκρατικών πολιτών.

Εκατοντάδες οι αγνοούμενοι της εισβολής του 1974. Χιλιάδες οι χαροκαμένες ψυχές των συγγενών και φίλων τους σε όλη την Κύπρο.

46 47

Μετά το πραξικόπημα, την εισβολή και την κάθοδο των κατοχικών στρατευμάτων

στην Κύπρο, είχαμε τη βίαιη μετακίνηση του πληθυσμού, οι Τουρκοκύπριοι στο

Βόρειο μέρος, οι Ελληνοκύπριοι στο Νότο. Έπειτα ξεκίνησε ο εποικισμός από την

Τουρκία σε οργανωμένη βάση. Όλα αυτά δημιούργησαν μια κατάσταση, η οποία

έθετε ένα προβληματισμό: με ποιο τρόπο μπορεί να επανενωθεί η χώρα και ο λαός της. Ουσιαστικά, σχεδόν αμέσως μετά την

εισβολή άρχισαν να γίνονται σοβαρές σκέψεις για λύση ομοσπονδίας. Αρχικά

για περιφερειακή, πολύπεριφερειακή για να καταλήξουν τέλος στη δικοινοτική

ομοσπονδία με τις δύο περιφέρειες.

Σχέδια επίλυσης του Κυπριακού (ιστορικός συμβιβασμός η ΔΔΟ)

Επίσημα η ομοσπονδία έγινε αποδεκτή το 1977, μετά από την πρώτη συμφωνία υψηλού επιπέδου του Μακαρίου με τον

Ντενκτάς. Αυτή η συμφωνία προνοούσε δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία. Ο

ιστορικός συμβιβασμός επαναβεβαιώθηκε και στις συμφωνίες Κυπριανού-Ντεκτάς το

1979.

Έπειτα ακολούθησαν σειρά σχεδίων τα οποία τελικά απορρίφθηκαν από τις δύο

πλευρές όπως το Αγγλο-Αμερικανο-Καναδικό σχέδιο και οι Δείκτες Γκουαγιάρ.

Σημαντική προσπάθεια αναλήφθηκε από τον Γ.Γ. του Ο.Η.Ε. Μπουτρος Γκαλι επί προεδρίας Γιώργου Βασιλείου με την

παράθεση της Δέσμης Ιδεών Γκάλι.

Προσπάθειες επαναπροσέγγισης στα χρόνια της κατοχής

Από το 1974 η υιοθέτηση του όρου επαναπροσέγγιση από την Αριστερά

σήμανε μια ολοκληρωμένη πολιτική ανάπτυξης σχέσεων με την Τουρκοκυπριακή

Κοινότητα και αποτελεί ένα ουσιώδες στοιχείο για τη λύση του Κυπριακού και

την επανένωση της Κύπρου. Η Αριστερά θεωρεί αναγκαία την αποκατάσταση των

επαφών και της εμπιστοσύνης των δύο κυπριακών κοινοτήτων θέτοντας τρεις

βασικούς στόχους:

1. Οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο κοινοτήτων, εμπιστοσύνη όχι

σαν γείτονες, αλλά ως συγκάτοικοι και συνδιαχειριστές του κοινού τους σπιτιού.

Ο αγώνας για επανένωση και συνολική διευθέτηση του Κυπριακού μετά το 19744.

Ο Γκάλι τον Ιούνιο του 1992 με την Δέσμη Ιδεών παρουσίασε για πρώτη φορά και χάρτη, ο οποίος άφηνε στους Τ/κ το 29% του κυπριακού εδάφους. Ο Πρόεδρος Βασιλείου αποδέχτηκε να συζητήσει τις προτάσεις Γκάλι, όμως ο Ντεκτάς παρ’ όλες τις πιέσεις των μελών του Σ.Α. του ΟΗΕ τις απόρριψε. Τελικά, οι Ιδέες ενταφιάστηκαν και από την ε/κ πλευρά με την εκλογή του Γλαύκου Κληρίδη το 1993, αφού αυτό αποτελούσε δέσμευση προς το ΔΗΚΟ το οποίο τον στήριξε στο 2ο γύρο των Προεδρικών εκλογών.

Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία

Η ομοσπονδία επιλέγηκε διότι μεν οι Ελληνοκύπριοι, ήθελαν ένα ενιαίο κράτος, η Τουρκοκυπριακή πλευρά ήθελε δύο χωριστά κράτη και το μόνο σημείο που θα μπορούσε να αποτελέσει τη χρυσή τομή μεταξύ αυτών των δύο διαμετρικά αντίθετων θέσεων, δηλαδή ο μόνος αποδεκτός συμβιβασμός, θα ήταν η ομοσπονδία. Δηλαδή ένας συμβιβασμός μεταξύ των κεντρομόλων δυνάμεων και των φυγόκεντρων δυνάμεων.

Στην ουσία η ΔΔΟ προνοεί την ύπαρξη δύο περιφερειών τουλάχιστον οι οποίες διοικούνται από την κάθε πλευρά αντίστοιχα. Παρόμοια παραδείγματα ανά τον κόσμο ήταν η Τσεχοσλοβακία, Τανζανία, Βέλγιο κ.α. Χρειάζονται όμως κοινά χαρακτηριστικά, όπως μια κυριαρχία, προσωπικότητα και ιθαγένεια. Επίσης χρειάζεται η ύπαρξη δύο περιφερειών με δικά τους ομοσπονδιακά σημεία εξουσίας π.χ. δικαστήρια, βουλές κλπ.

Δικοινοτική σημαίνει αποτελεσματική συμμετοχή της κάθε πλευράς στους κεντρικούς ομοσπονδιακούς θεσμούς (π.χ. Υπουργικό Συμβούλιο, Βουλή, σώματα ασφαλείας κλπ). Την ίδια στιγμή πρέπει να συνυπάρχουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά και τα κοινοτικά.

Ανακήρυξη του ψευδοκράτους

Σημαντική φάση των πολιτικών εξελίξεων μετά το 1974 αποτέλεσε η ανακήρυξη του ψευδοκράτους από την τ/κ πλευρά στις 15 Νοεμβρίου το 1983. Η ανακήρυξη της λεγόμενης «Τουρκικής Δημοκρατίας Βορείου Κύπρου» ποτέ δεν αναγνωρίστηκε από άλλο κράτος διεθνώς εκτός από την Τουρκία αλλά αποτέλεσε βάση στις προσπάθειες παγίωσης των τετελεσμένων της εισβολής και κατοχής με στόχο την επίσημη διχοτόμηση του νησιού.

Η ίδρυση του ψευδοκράτους υπό το όνομα «Τουρκική Δημοκρατία Βορείου Κύπρου» αποτέλεσε καθοριστικό σταθμό στις προσπάθειες της Τουρκίας για παγίωση των δεδομένων της διχοτόμησης του νησιού.

2. Οικοδόμηση της πεποίθησης ότι η Κύπρος αποτελεί την κοινή πατρίδα των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων, το κράτος της οποίας αποτελεί εκείνη την ασπίδα προστασίας που παίζει καταλυτικό ρόλο στην επιβίωσή τους ως οντότητα.

3. Οικοδόμηση κοινού μετώπου πάλης Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων στη βάση του κοινού στόχου της επανένωσης του νησιού στο πλαίσιο μιας διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας.

Επιδιώκοντας την υλοποίηση των πιο πάνω στόχων η πολιτική επαναπροσέγγισης της Αριστεράς όλα αυτά τα χρόνια προβάλλει και προωθεί εκείνα τα στοιχεία και τους παράγοντες που στηρίζουν και νομιμοποιούν τη συμβίωση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, ενώ παράλληλα αντιτίθεται και απορρίπτει την αποδοχή των κατοχικών και διχοτομικών

δεδομένων. Επίσης αντιμάχεται σε ότι έχει ως στόχο την απομάκρυνση από τη λύση και ενισχύει τους συγκρουσιακούς παράγοντες, με πρωτεύουσα σημασία την πάλη κατά του εθνικισμού και του σοβινισμού.

Η συμβολή της ΕΔΟΝ στην προώθηση και αποδοχή της επαναπροσέγγισης είναι πρώτιστης σημασίας. Αξιοσημείωτο γεγονός είναι ότι λίγους μήνες μετά το μαύρο Ιούλη του 1974 ακούγεται για πρώτη φορά «Oι Tούρκοι της Κύπρου δεν είναι εχθροί μας, οι Tούρκοι της Κύπρου είναι αδελφοί μας».

Στα χρόνια που περνούν, μέσα σε πολύ αντίξοες συνθήκες, η ΕΔΟΝ καταφέρνει και αναπτύσσει σχέσεις με τουρκοκυπριακές οργανώσεις,

48 49

όπως είναι η Oργάνωση Eπαναστατικής Nεολαίας (DGD), η Oμοσπονδία

Τουρκοκυπρίων Φοιτητών και Nεολαίας στην Τουρκία (KÖGEF), και αργότερα η οργάνωση νεολαίας του Tουρκικού

Pεπουπλικανικού Kόμματος, στο εξωτερικό μέσα από την ΠOΔN και την ΔEΦ.

Αποκορύφωμα αυτών των επαφών είναι οι κοινές αντιπροσωπείες Eλληνοκυπρίων

και Tουρκοκυπρίων στα Παγκόσμια Φεστιβάλ Nεολαίας και Φοιτητών μετά

το 1978. Οι σχέσεις που αναπτύσσονται κωδικοποιούνται σε κοινές διακηρύξεις

και συνεργασίας με στόχο την επίλυση του Κυπριακού και την επανένωση της Κύπρου.

Κατά τη δεκαετία του 1990 η επαναπροσεγγιστική δράση της ΕΔΟΝ

περνά σε ένα πιο μαζικό επίπεδο, αφού γίνεται κατορθωτή η οργάνωση

εκδηλώσεων στην Κύπρο, κυρίως σε φοιτητικούς χώρους όπου υπάρχει αριθμός

Τουρκοκυπρίων φοιτητών. Τη δεκαετία του ’90 πραγματοποιείται για πρώτη φορά και

το δεκαήμερο επαναπροσέγγισης,

ένας θεσμός που συνεχίζεται μέχρι σήμερα με επιτυχία. Επίσης από το 2000 ξεκίνησε ο θεσμός των Δικοινοτικών Φεστιβάλ Nεολαίας στο Λήδρα Πάλας με συνδιοργανωτές της ΕΔΟΝ και το Τμήμα Νεολαίας του Ρεπουμπλικανικού Τουρκικού Κόμματος.

Τον Απρίλιο του 2003, με τη μερική άρση των περιορισμών στη διακίνηση από και προς στα κατεχόμενα, από το κατοχικό καθεστώς, δόθηκε μια νέα δυναμική στην επαναπροσέγγιση. Τα νέα δεδομένα έδωσαν ουσιαστική ώθηση στην πολιτική της επαναπροσέγγισης, αφού αναβαθμίστηκε η δυνατότητα

οργάνωσης μαζικών κοινών εκδηλώσεων και ανάληψη πολλών δικοινοτικών πρωτοβουλιών. Αυτά τα δεδομένα αξιοποιούνται από την ΕΔΟΝ για τη μαζικοποίηση του κινήματος της επαναπροσέγγισης, που παίρνει νέες διαστάσεις με τη συμμετοχή πλέον εκατοντάδων και χιλιάδων νέων και από τις δύο κοινότητες.

Το άνοιγμα των οδοφραγμάτων το 2003 – οι αλλαγές στις σχέσεις και επαφές των δύο κοινοτήτων

Η μερική άρση των περιορισμών στην ελεύθερη διακίνηση από και προς τα κατεχόμενα μέρη της Κυπριακής Δημοκρατίας, στις 23 Απριλίου 2003, εισήγαγε μια νέα εποχή στη μακρόχρονη και ταραχώδη ιστορία του εθνικού προβλήματος στην Κύπρο.

Η επαναπροσέγγιση αποτέλεσε βασική πολιτική κατεύθυνση των προοδευτικών δυνάμεων στις δύο κοινότητες μετά το 1974. Στόχος η επανένωση της Κύπρου και του λαού μέσω της επανασύνδεσης των απλών ανθρώπων μετά τα τραγικά γεγονότα που προκάλεσαν οι «μητέρες πατρίδες», οι σοβινιστικές δυνάμεις και ο ιμπεριαλισμός.

Αυτό το μέτρο ήταν το αποτέλεσμα, κατά κύριο λόγο, της εξέγερσης των Τ/κ ενάντια στο καθεστώς Ντενκτάς,

από το 2002 μέχρι τις αρχές του 2003, που περιέλαβε μαζικά συλλαλητήρια, μαχητικές διαδηλώσεις και απεργίες, χωρίς προηγούμενο στην ιστορία των

Τουρκοκυπρίων.

Το άνοιγμα των οδοφραγμάτων και το μαζικό συναπάντημα Τουρκοκυπρίων

και Ελληνοκυπρίων κατέρριψε ένα μύθο, στον οποίο μύθο η Τουρκία και ο Ντενκτάς στήριζαν την «ειρηνευτική

επιχείρηση» της Τουρκίας το 1974, ότι δηλαδή αν αφεθούν να ζήσουν μαζί οι κοινότητες θα χυθεί αίμα. Όχι μόνο δε χύθηκε αίμα αλλά εκτυλίχθηκαν πολύ

συγκινητικές στιγμές ενός μαζικού συναπαντήματος στο κοινό αίσθημα

της κοινής πατρίδας, που χτίστηκε στους αιώνες της συμβίωσης των δύο

κοινοτήτων.

Τα αρνητικά συναισθήματα της μιας κοινότητας για την άλλη, που μπορεί

να υπήρχαν, όπως η δυσπιστία και αισθήματα ρεαλιστικών απειλών,

όπως το αίσθημα ότι η άλλη κοινότητα απειλεί την ευημερία μας ή την πολιτική μας εξουσία,

η συμβολικών απειλών όπως ότι οι άλλοι αποτελούν απειλή για την ταυτότητά μας,

μετά το άνοιγμα των οδοφραγμάτων έχουν σε μεγάλο βαθμό καταρριφτεί.

Όλα τα πιο πάνω μετατρέπουν σε ανυπόστατο τον ισχυρισμό ότι το άνοιγμα των

οδοφραγμάτων «τσιμεντώνει τη διαίρεση». Βεβαίως οι κίνδυνοι υπάρχουν εφόσον

υπάρχει ακόμα ο κίνδυνος να θεωρηθεί τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό ότι

η διάνοιξη των οδοφραγμάτων αποτελεί και τη λύση του κυπριακού προβλήματος. Αυτό

δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Το Κυπριακό θα λυθεί με τον τερματισμό της

κατοχής και την επανένωση της Κύπρου κάτω από τη σκέπη μιας δικοινοτικής διζωνικής

ομοσπονδίας.

Η ΕΔΟΝ και το υπόλοιπο Αριστερό Κίνημα στην Κύπρο συνεχίζοντας τον πολύχρονο και πρωτοπόρο αγώνα της πολιτικής της επαναπροσέγγισης, μετά το άνοιγμα των οδοφραγμάτων αναβάθμισε τη δράση της όσο αφορά την επαναπροσέγγιση, αφού τώρα υπάρχει η δυνατότητα οργάνωσης μαζικών κοινών εκδηλώσεων και ανάληψης πολλών δικοινοτικών πρωτοβουλιών, με αποτέλεσμα τη περαιτέρω μαζικοποίηση του κινήματος της επαναπροσέγγισης και της καθολικής παραδοχής της, τουλάχιστον λεκτικά, από όλες σχεδόν τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου.

Η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Η ε/κ πλευρά θέλοντας να ενισχύσει τη θέση της σχετικά με την επίλυση του Κυπριακού προβλήματος επιδίωξε την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ε.Ε. Αυτή τη θέση υιοθέτησε και το ΑΚΕΛ από το 1995 επειδή θεωρούσε ότι οι διεθνείς συγκυρίες επέβαλλαν την αξιοποίηση του καπιταλιστικού θεσμού της Ε.Ε. με στόχο την επίλυση του Κυπρικαού. Η Ε.Ε. ήταν ένας χώρος όπου θα μπορούσε να διευρυνθεί το πεδίο διεξαγωγής του αντικατοχικού αγώνα ενώ θα έθετε πιέσεις στην Τουρκία σε σχέση με τη δική της πορεία ένταξης στην Ε.Ε.

Η Κύπρος εντάχθηκε τελικά στην Ε.Ε. την 1η Μαιου του 2004 έπειτα από μια δεκαετία ενταξιακών διαπραγματεύσεων οι οποίες ξεκίνησαν επί προεδρίας Γιώργου Βασιλείου. Στο πλαίσιο της ένταξης, τα δικαιώματα Ευρωπαίου πολίτη απέκτησαν και οι Τ/κ οι οποίοι κατείχαν ταυτότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Επίσης, σύμφωνα με το πρωτόκολλο 10 που συμφωνήθηκε με την ένταξη, η Κύπρος εντάχθηκε ολόκληρη παρά την αναστολή του κεκτημένου στο βόρειο κατεχόμενο τμήμα της.

Σε πολιτικό επίπεδο, η ένταξη μπορεί να έδωσε ευρύτερο πεδίο στον αγώνα για λύση και επανένωση αλλά αρκετές φορές αποδείχτηκε ότι η ένταξη δεν ήταν αρκετή από μόνη της για να αλλάξουν τα δεδομένα για μια λύση προς το πραγματικό συμφέρον του κυπριακού λαού, Ε/κ και Τ/κ.

50 51

Το Σχέδιο Ανάν

Εν’ όψει της ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε., ο διεθνής παράγοντας τροχοδρόμησε μια

διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού ώστε να αποφευχθεί η ένταξη με άλυτο το Κυπριακό.

Η νέα διαδικασία κορυφώθηκε με την παράθεση του 1ου σχεδίου Ανάν από τον

τότε Γ.Γ. του ΟΗΕ Κόφι Ανάν τον Δεκέμβρη του 2002.

Το Σχέδιο Ανάν είχε θετικές πρόνοιες για να αποτελέσει την λύση του κυπριακού

στα πλαίσια διζωνικής, δικοινοτικής, ομοσπονδίας όμως περιείχε πολλές

ασάφειες και κενά και πέραν απ’ αυτό

δεν διασφαλίζονταν οι εγγυήσεις για τους

μηχανισμούς της λύσης του κυπριακού. Βέβαια

υιοθετήθηκαν όλα τα σημεία που έθεσε η

τουρκική πλευρά όπως στο ζήτημα των εποίκων

όπου συμφωνήθηκε πως όχι μόνο δεν θα έφευγαν

αλλά θα αποτελούσαν αυτοί τη πλειοψηφία στο βορρά και όχι οι

Τουρκοκύπριοι.

Το τελικό Σχέδιο Ανάν δεν ήταν αποτέλεσμα μόνο του ξένου παράγοντα

αλλά και συνεπακόλουθο της δεκαετούς

διακυβέρνηση του Γλαύκου Κληρίδη και της δεξιάς. Μια δεκαετία που αποτελούσε ένα

συνονθύλευμα αντικρουόμενων κινήσεων στο Κυπριακό. Από τη μια απορρίφθηκαν οι Ιδέες Γκάλι, έπειτα στις κρυφές συνομιλίες το 1995 στο Παρίσι έγιναν περαιτέρω παραχωρήσεις

με τη λογική του «όλα στο τραπέζι» ενώ την ίδια στιγμή η κυβέρνηση θόλωνε το λαό με

πατριωτικά συνθήματα.

Η πυραυλολογία και οι χιλιάδες πύραυλοι που εκτοξεύονταν καθημερινά από τα κανάλια, για το μείζων ζήτημα των S-300, η στρατικοποίηση του κυπριακού προβλήματος και τα γεγονότα της Δερύνειας όξυναν ακόμη περισσότερο την κατάσταση οδηγώντας στην ένταση και στην ηφαιστειολογία.

Βέβαια, τα λάθη συνεχίστηκαν και με την ανάληψη της προεδρίας από τον Τάσσο Παπαδόπουλο όπου στις τελικές διαπραγματεύσεις, στόχος του δεν ήταν η διαπραγμάτευση για καλυτέρευση του σχεδίου αλλά η απόρριψη του. Αφού

το τελικό σχέδιο κρινόταν ως ανεπαρκή, οδηγήθηκε και το ΑΚΕΛ προς την υποστήριξη του ΟΧΙ στο σχέδιο.

Το τελικό σχέδιο το οποίο τέθηκε σε δημοψήφισμα τον Απρίλη του 2004 τελικά απορρίφθηκε από την ε/κ πλευρά με 76% ενώ εγκρίθηκε από την τ/κ πλευρά με 65%.

Η μεγάλη πλειοψηφία της τα/κ κοινότητας το 2003-3004 τάχθηκε υπέρ του σχεδίου Ανάν ενώ ζητούσε άμεση απαλλαγή της εθνικιστικής της ηγεσίας που επιβλήθηκε πλήρως στα κατεχόμενα από τη δεκαετία του 50

Συνομιλίες Χριστόφια-Ταλάτ

Μετά το σχέδιο Ανάν, η επόμενη σημαντική εξέλιξη στο Κυπριακό αποτέλεσε η

συμφωνία της 8ης Ιουλίου το 2006 γνωστή ως συμφωνία Γκαμπάρι για λύση της

Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας η οποία επαναβεβαίωσε την δέσμευση των

δυο κοινοτήτων και τροχοδρομούσε μια νέα διαδικασία συνομιλιών για επίλυση

του Κυπριακού. Τη συμφωνία επικύρωσαν οι τότε ηγέτες των δύο κοινοτήτων Τάσος

Παπαδόπουλος και Μεχμέτ Αλί Ταλάτ.

Αυτή η συμφωνία τελικά τέθηκε σε υλοποίηση με την εκλογή του Δημήτρη Χριστόφια στην Προεδρία της Κυπριακής Δημοκρατίας το

2008. Τότε αρχικά δημιουργήθηκαν τεχνικές επιτροπών και ομάδες εργασίας οι οποίες

μελετούσαν διάφορες πτυχές της λύσης και μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ

των δύο πλευρών. Έπειτα συμφωνήθηκε μεταξύ των δύο πλευρών η βάση της λύσης

που ήταν η ΔΔΟ με μια κυριαρχία, μια εθνικότητα, μια διεθνή προσωπικότητα ενώ επιβεβαιωνόταν η πολιτική ισότητα μεταξύ

των δύο κοινοτήτων.

Τελικά, οι απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ των ηγετών Δημήτρη Χριστόφια και Μεχμέτ Αλί Ταλάτ ξεκίνησαν τον Σεπτέμβρη του 2008.

Αυτές οι διαπραγματεύσεις αποτέλεσαν σημαντικό σημείο καμπής της φάσης του Κυπριακού διότι αφενός διεξάγονταν εξολοκλήρου μεταξύ των δύο κοινοτήτων υπό την αιγίδα του ΟΗΕ ενώ το αποτέλεσμα ήταν αρκετά σημαντικό. Βασικά κεφάλαια του Κυπριακού όπως η εσωτερική διακυβέρνηση, οικονομία και θέματα Ευρωπαϊκής Ένωσης έφτασαν πολύ κοντά σε

τελική συμφωνία παρά το ότι υπήρχαν σημαντικές διαφορές σε περιουσιακό, εδαφικό και εγγυήσεις. Επίσης πολλές πτυχές της λύσης κατάφερναν να δώσουν την προοπτική για μια λύση η οποία θα βασίζεται στην από κοινού συνεργασία και συνύπαρξη των δύο κοινοτήτων σε διάφορα επίπεδα όπως στο ζήτημα της σταθμισμένης ψήφου ( η κάθε κοινότητα να ψηφίζει τους αντιπροσώπους και της άλλης κοινότητας). Δυστυχώς οι διαπραγματεύσεις έφτασαν σε τέλμα με την εκλογή του Ντερβίς Έρογλου ως ηγέτη της τ/κ κοινότητας το 2010. Ενώ δέχτηκε τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων, απορρίπτοντας τόσο τη βάση των συνομιλιών όσο και τα συμφωνηθέντα Χριστόφια-Ταλάτ, δεν υπήρχε περιθώριο περαιτέρω συνέχισης αυτής της διαδικασίας.

Οι συνομιλίες Χριστόφια-Ταλάτ οδήγησαν σε συγκλίσεις σε σημαντικά Κεφάλαια του Κυπριακού αλλά η εκλογή του ακροδεξιού Ντερβίς Έρογλου το 2010 δημιούργησε ένα τραγικό πισωγύρισμα στο διακοινοτικό διάλογο

52

Ο εθνικισμός και οι σύγχρονες προκλήσεις για την κοινή

συμβίωση

Η σημερινή εθνικιστική – σοβινιστική δράση και ανάσυρση ιδεολογημάτων

του παρελθόντος, θυμίζουν επικίνδυνα τις καταστάσεις λίγο πριν την τραγωδία

του ’74. Ο σοβινισμός είναι ότι πιο σάπιο άφησε πίσω της η ιστορία, ότι πιο σάπιο γεννά η καπιταλιστική κοινωνία. Τέτοιου είδους ενέργειες μας οδηγούν πίσω σε

σκοταδιστικές εποχές, τότε που δρούσε η Ε.Ο.Κ.Α. Β΄ και η Τ.Μ.Τ. Όσοι καπηλεύονται

την πατρίδα δίνουν επιχειρήματα στην Τουρκία να διαφημίζει το δήθεν αδύνατο

της συμβίωσης Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων προωθώντας την διχοτομική

πολιτική της. Εξίσου επικίνδυνη όμως αποδεικνύεται και η ανοχή που επιδεικνύεται

απέναντι στον εθνικισμό ή ακόμα και η ενθάρρυνση του με ενέργειες όπως η εξίσωση Γρίβα και Μακαρίου από τον

Αρχιεπίσκοπο της Ελλάδας, η κατάθεση στεφάνων στους 22 καταδρομείς που

συμμετείχαν στο πραξικόπημα από τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου. Ο εθνικισμός

– σοβινισμός δεν έχει μόνο αμαρτωλό παρελθόν. Πρόσφατα παραδείγματα είναι η επίθεση ενάντια σε Τ/κ μαθητές της Αγγλικής σχολής, οι τραμπουκισμοί στην οδό Λήδρας, η οργανωμένη εμφάνιση της Χρυσής Αυγής

μέσα στο φοιτητικό κίνημα, οι βεβηλώσεις μνημείων λαϊκών αγωνιστών όπως για

παράδειγμα στο μνημείο του Μισιαούλη στο Τσέρι, οι βανδαλισμοί σε οικήματα

των Λαϊκών Οργανώσεων, τα εθνικιστικά συνθήματα στα αμφιθέατρα και στις πορείες

του φοιτητικού κινήματος, η εξτρεμιστική δράση των Γκρίζων Λύκων στα κατεχόμενα.

Ειδικές ευχαριστίες στους:

Συγγραφείς και ερευνητές της μελέτης:

Αγγελική ΓρούταΑνθή ΤτίκκουΓιαζγκιουλού Γκιουρμπουτάκ Ηλίας ΔημητρίουΚεμάλ Γκιουλερτζάν Μαρίνα ΛαζάρουΝατάσια ΑναστασίουΟζγκιέ ΕφέντιΧαράλαμπος ΑριστοτέλουςΧάρε ΕμίνογλουΧάρης Ιωακημίδης Χρυσόστομος Πασιαρδής

Μεταφράσεις: Νικόλας ΦράγκουΧασάν Γιλντιρίμ