Par. Arch. Sites (GR)

104
π αρ . a rch. s ites. διάλεξη σχολή αρχιτεκτόνων μηχανικών εμπ αθήνα μάρτιος 2012 δ ήμητρα β ογιατζάκη

description

Dissertation Project, March 2012National Technical University AthensSupervisor: Professor P. Tournikiotis parasitic relationships and architecture through the myth of the Wolf and Red Riding Hood*text in Greek

Transcript of Par. Arch. Sites (GR)

Page 1: Par. Arch. Sites (GR)

παρ.

arch.

sites.

διάλεξησχολή αρχιτεκτόνωνµηχανικώνεµπαθήναµάρτιος 2012

δήµητραβογιατζάκη

Page 2: Par. Arch. Sites (GR)
Page 3: Par. Arch. Sites (GR)
Page 4: Par. Arch. Sites (GR)

παρ. arch. sites.διάλεξη 9ου εξαµήνουσχολή αρχιτεκτόνων µηχανικών εµπ

φοιτήτρια: Βογιατζάκη Δήµητραεπιβλέπων: Π. Τουρνικιώτηςσυνεπιβλέπουσα: Α. Βοζάνη

ακ. έτος: 2011-2012

παρουσιάστηκε την 16η Μαρτίου στις 17:30 µε κριτές τους Δ. Παπαλεξόπουλο, Ι. Τερζόγλου

Page 5: Par. Arch. Sites (GR)

στο Θεόκλητο

Page 6: Par. Arch. Sites (GR)

σηµείωση:

Οτιδήποτε συνοδεύει το κυρίως κείµενο βρίσκεται σε σηµείωση στη βάση της σελίδας. Οτιδήποτε το τεκµηριώνει, βρίσκεται στο τέλος του τεύχους.

Ο σχολιασµός των εικόνων [όπου υπάρχει ξεχωριστά σηµειώνεται µε αστερίσκο *] βρίσκεται στο τέλος του τεύχους, στην αντίστοιχη ενότητα.

Page 7: Par. Arch. Sites (GR)

“That perhaps is your task — to find the relation between things that seem incompatible yet have a mysterious affinity, to absorb every experience that comes your way fearlessly and saturate it completely so that your poem is a whole, not a fragment; [...]

But how are you going to get out, into the world of other people? That is your problem now, if I may hazard a guess — to find the right relationship, now that you know yourself, between the self that you know and the world outside.” ²

* A Letter to a New Poet

“ Je dis le loup, car tous les loupsNe sont pas de la même sorte : Il en est d’une humeur accorte, Sans bruit, sans fiel et sans courroux, Qui, privez, complaisants et doux, Suivent les jeunes demoiselles Jusque dans les maisons, jusque dans les ruelles.Mais, hélas ! qui ne sait que ces loups doucereux De tous les loups sont les plus dangereux ! ” ¹

* Charles Perrault Petit Chaperon rouge [moralité]

Histoires ou Contes du temps passé [1697]

Page 8: Par. Arch. Sites (GR)

µια άπειρη πολυπλοκότητα, που εξαρτάται από την ικανότητα του βλέµµατος *

Page 9: Par. Arch. Sites (GR)

εισαγωγή

- Τί είναι παράσιτο;

Το ερώτηµα ξεπροβάλλει διαρκώς, πριν, κατά τη διάρκεια και πιθανώς µένει µετέωρο, ώστε να αναδυθεί ξανά, µετά το πέρας της έρευνας. Η εµµονή αυτή αντανακλά µια αγωνιώδη προσπάθεια να οριστεί το υποκείµενο της διεργασίας, ώστε να είναι σε θέση να εγκληθεί µε το όνοµά του, να µπει κάτω από το µικροσκόπιο, να αναλυθεί, να τακτοποιηθεί εν τέλει, στη συνείδηση µας. Φτάνοντας στο τέλος της εργασίας και σχεδιάζοντας την αρχή της, διαπιστώνω πως το ενδιάµεσο των δύο άκρων είναι το παράγωγο της συνεχούς αντίθεσης ανάµεσα σε αυτήν τη θεωρία που θέλει να αναλύει, να συστηµατοποιεί, να θέτει ερωτήµατα και την πραγµατικότητα που υπάρχει για να ξεφεύγει από αυτά και να εκπλήσσει.

Ας σταθούµε όµως λίγο παραπάνω στην ασύγχρονη φύση της εργασίας. Είναι ενδιαφέρον πως, καθώς στο τέλος γράφεται η αρχή, έχει κανείς την ευκαιρία να ταξιδέψει πίσω στο χρόνο, στη στιγµή όπου γεννήθηκε για πρώτη φορά το θεµελιώδες ερώτηµα. Τί είναι παράσιτο; Ή καλύτερα, ποιό ήταν το παράσιτο που µε έφερε εδώ;

Εκείνο το “παράσιτο” ήταν ένα συνονθύλευµα διακριτών αντικειµένων, ερεθιστικών για την φαντασία και τη λανθάνουσα κλίση κάθε φοιτητή προς το διαφορετικό, το µη-κανονικό, το ασυνήθιστο, άρα και το εν δυνάµει πρωτοπόρο. Μια διάλεξη του τότε θα κατέγραφε µια λίστα πραγµάτων. Η διάλεξη του τώρα επιχειρεί να βρει τον κοινό τους όρο, δηλαδή, την αναλογία αυτή που κρύβεται πίσω από την επίµονη ανάκληση της ίδιας πάντα λέξης, παρµένης -αυθόρµητα- από το νεφέλωµα των ιδεών, για να τα περιγράψει. Τί είναι, λοιπόν, όντως το παράσιτο;

9

Page 10: Par. Arch. Sites (GR)

Το ξεκαθάρισµα της πολύπλοκης -πολύτροπης θα λέγαµε- παρασιτικής λειτουργίας το οφείλω σε µεγάλο βαθµό σε ένα βιβλίο, από το οποίο -κρίνοντας από τον τίτλο και µόνο- δεν µπόρεσα να κρυφτώ και στο οποίο επανέρχοµαι σε πολλά σηµεία στο κείµενο αυτής της εργασίας‧ το Παράσιτο του Michel Serres¹ .

Με το βιβλίο αυτό ανοίχτηκε ένα ευρύτατο πεδίο, µέσα στο οποίο οτιδήποτε έπεφτε µπορούσε να θεωρηθεί και να αναλυθεί υπό τη λογική των παρασιτικών σχέσεων. Σε έναν κόσµο, όµως, που κατακλυζόταν από µονόδροµαi ανύσµατα, χρειάστηκε ένα επιπλέον εργαλείο, ένας εννοιολογικός αλγόριθµος διαλογής των αντικειµένων που θα έµπαιναν στη δική µου λίστα παρασίτων και εκείνων που θα έµεναν εκτός.

Η ανάγκη αυτή µας επαναφέρει ξανά στο αρχικό ερώτηµα, το οποίο ξαφνικά τριχοτοµείται, αφού πέραν του τί είναι παράσιτο, χρειάζεται να διευκρινίσουµε έναν παράγοντα-κλειδί που θα ορίζει το θεωρούµενο υπο-σύνολο, και φυσικά τη βούληση, το ενεργό βλέµµα του γράφοντος, που επιλέγει - διαλέγει. Συνοπτικά, το τριµερές αυτό ερώτηµα-σχήµα, που παραπέµπει στην ίδια τη λειτουργία του παρασιτισµού, περιγράφει τη δοµή της εργασίας που αναπτύσσεται στις επόµενες σελίδες.

Προβλεπόµενο από το ακαδηµαϊκό πεδίο της εργασίας αυτής, αλλά και συνεπές µε τη φύση του παρά-σίτου, το αντικείµενο ως προς το οποίο περιγράφεται και εξετάζεται το παρασιτικό υποσύνολο µας, είναι η αρχιτεκτονική, η επιστήµη των χώρων. Ακολουθώντας την ευθεία που έρχεται να ενώσει τα δύο µέρη -παράσιτα και αρχιτεκτονική- διαφαίνεται µια πολυδιάστατη απόκλιση που γεννά µε τη σειρά της, σαν άλλο fractal², ένα λαµπρό παρασιτικό χοροστάσιο αναγνώσεων.

Καθώς τα βέλη στρέφονται ανεξέλεγκτα προς το µέρος µας και ο παρασιτικός βρόγχος σφίγγει για να δεχθεί κάποιο λαιµό, έρχεται η ώρα να ανασκευάσουµε για τελευταία φορά το ερώτηµα µας.

10

i εδώ αναφερόµαστε στην στοιχειώδη παρασιτική λογική “παίρνω µα δέν δίνω” που ενώνει τους όρους µιας σχέσης µε ένα προσανατολισµένο ευθύγραµµο τµήµα [άνυσµα] κατά τη κατεύθυνση του παρασίτου.

Page 11: Par. Arch. Sites (GR)

- Ποιός είναι το παράσιτο;

Ενδόµυχα ελπίζω η εργασία αυτή να απαντήσει στο ερώτηµα λειτουργώντας σαν καθρέφτης. Όχι ένας καθρέφτης που θα αποκρούσει την πορεία του βέλους προς τον επόµενο υποψήφιο εχθρό, αλλά σαν µέσο για να δει ο καθένας εντός του, τον δικό του µικρό παράσιτο.

11

Page 12: Par. Arch. Sites (GR)

12

“Μπαίνοντας στο δάσος συνάντησε τον Λύκο” *

Page 13: Par. Arch. Sites (GR)

πρόλογος

- “Je m’en vais par ce chemin ici et toi par ce chemin-là, et nous verrons qui plus tôt y sera.." ¹

Η Κοκκινοσκουφίτσα κοίταξε το Λύκο προσεκτικά, καθώς εκείνος ολοκλήρωνε τη φράση του. Παρατήρησε τα µάτια του που έλαµπαν, την ήρεµη αναπνοή του. Αναγνώρισε στο πρόσωπό του οικείους σχηµατισµούς. Ύστερα από µια στιγµή σιωπής, έλαµψαν σε απάντηση και τα δικά της µάτια. Ξεκίνησε να τρέχει.

Είναι το τέλος του µεσηµεριού µιας ανοιξιάτικης µέρας και ο ήλιος ρίχνει πλάγια τις τελευταίες δυνατές ακτίνες µέσα στο Δάσος, πιστεύοντας πως τίποτε δεν θα ταράξει το τέλος της βάρδιας του. Καθώς το φώς εναλλάσσεται µε τη σκιά κάτω από το πυκνό φύλλωµα των δέντρων και η υγρασία φορτώνει την ψύχρα και τη ζέστη µε τη ζωντάνια µιας ανάσας, η Κοκκινοσκουφίτσα τρέχει µέσα και έξω από το µονοπάτι που της υπέδειξε ο Λύκος, σταµατώντας που και που για να µαζέψει ένα λουλουδάκι ή να θαυµάσει ένα µικρό ζώο. Δεν έχει µπει ποτέ στο Δάσος ασυνόδευτη και παρόλο που έχει ακούσει για τους κινδύνους που αυτό κρύβει, εκείνη νιώθει πως έχει τον έλεγχο και πως αυτήν την ευκαιρία πρέπει να την εκµεταλλευτεί. Πότε θα την αφήσει ξανά η µαµά της µόνη, να εξερευνήσει όλα αυτά τα υπέροχα µέρη; Τίποτε όµως δεν την σταµατά αφού πρέπει να νικήσει το στοίχηµα που πριν λίγο έβαλε.

Κάµποσες σκοτεινές συστάδες δέντρων παραπέρα ο Λύκος, ακολουθώντας το µόνο διαµπερές µονοπάτι του Δάσους, αυτό που οδηγεί άµεσα και γρήγορα στην καλύβα της Γιαγιάς, δεν χρειάζεται να ιδρώσει για να φτάσει πρώτος στον προορισµό του. Λίγες στιγµές προτού ο ήλιος παραδώσει τη σκυτάλη στο φεγγάρι, δίχως να έχει δει τίποτε το παράξενο να συµβαίνει στην επικράτεια του, χτύποι ακούγονται στην ξύλινη πόρτα της καλύβας...

13

Page 14: Par. Arch. Sites (GR)

14

από το µύθο στο παράσιτο λειτουργικός ορισµός του παρασίτου, µέσα από το παράδειγµα του µύθου. Η απόκλιση και ο τρίτος όρος ως αρχές της παρασιτικής λειτουργίας.

παρ ερώτηµα ονόµατος µύθου διδαχή- έννοια ξένου - περί παρασίτου - τρεις ορισµοί για το παράσ ι τ ο - αποκλ ε ί ε τα ι - µ ο ν ο π ά τ ι α - χω ρ ι κ ή κ α ι ε ν ν ο ι ο λ ο γ ι κ ή από σ τ α σ η - ανταλλαγή ρόλων - διαφορά - απόκλιση - αποκλεισµός - ο τρίτος όρος - από το παράταιρο στο π α ρ ά σ ι τ ο - ο µ ε γ ά λ ο ς ερωτηµατικός - είδη φιλοξενίας - το ένα είδος ακραία µορφή και απειλή για το άλλο - νόµοι και κανόνες - ενεργητικότητα κανόνα - µ ε τ α τ ροπή παρά τα ι ρου σ ε παράσιτο - παράταιρη η θέση όχι το όνοµα - ερώτηµα θέσης arch

Page 15: Par. Arch. Sites (GR)

Αν ποτέ συναντήσετε έναν πολύπλοκο άνθρωπο, ρωτήστε τον σε ποιό τραπέζι τρώει.^

^ M.Serres, Το Παράσιτο, µετφ. Ν. Ηλιάδης, εκδ.Σµίλη, Αθήνα, 2009, σ.210.

15

Page 16: Par. Arch. Sites (GR)

16

“Fairy Tales”, Μiwa Υanagi βλ. σ.48

Page 17: Par. Arch. Sites (GR)

παρ.

“Αφού ο µύθος κλέβει τη γλώσσα, γιατί να µην κλέψουµε κι εµείς το µύθο;”i Στην προκειµένη περίπτωση βρισκόµαστε απέναντι από το παραµύθι της Κοκκινοσκουφίτσας. Ή, όπως ορθότερα θα έπρεπε να ονοµάζεται, του Λύκου και της Κοκκινοσκουφίτσας. Το όνοµα που του δόθηκε το 1697 από τον Charles Perrault¹, κρύβει κάποια µεροληψία υπέρ της µιας πλευράς πιστεύω, η οποία για λόγους αντικειµενικής παρουσίασης θα πρέπει εδώ να αποκατασταθεί. Βέβαια, όπως έχει πει και ο Claude Levi-Strauss, “δεν υπάρχουν παρά µόνο εκδοχές αυτού του παραµυθιού” ², η αλήθεια όµως είναι ότι στις περισσότερες που έχουν µια συγγενική πλοκή µε αυτήν που εισηγήθηκε ο Perrault, η Κοκκινοσκουφίτσα κρατά παντού τον πρωταγωνιστικό ρόλο σε ό,τι αφορά τον τίτλο. Αλοίµονο αν λογοκρίναµε τους παραγωγούς των παραµυθιών να ονοµατίζουν µε ακριβή τρόπο τις ιστορίες τους, θα καταλήγαµε σίγουρα σε µεγαλόπνοα αποτελέσµατα. Φανταστείτε τι θα συνέβαινε, για παράδειγµα, στην Οδύσσεια. Οφείλουµε όµως να παρατηρήσουµε, πως αν η Οδύσσεια λεγόταν Πηνελόπεια, σε σχέση µε τον πρώτο γυναικείο ρόλο - όπως συνέβη στην Κοκκινοσκουφίτσα - κάπου θα υπήρχε µια αστοχία.

Η αστοχία δεν έγκειται σε σφάλµα αριθµητικής υπεροχής των στίχων που αναφέρονται στο ένα ή το άλλο πρόσωπο αλλά σε κάτι βαθύτερο. Η ονοµασία στις προσωποπαγείς ιστορίες στρέφει την προσοχή του κοινού - την προσανατολίζει θα λέγαµε - προς το υποκείµενο το οποίο υφίσταται το κυρίως διδακτικό δράµα, κάτι που δεν µειώνει την ένταση ασφαλώς του δράµατος που βιώνουν οι υπόλοιποι χαρακτήρες.

17

i ... αναρωτήθηκε ο Roland Barthes το 1973, στην εναρκτήριο διάλεξη του στο Κολέγιο της Γαλλίας [R. Barthes, Μυθολογίες - Μάθηµα, µετφ. Καίτη Χατζηδήµου, Ιουλιέττα Ράλλη, εκδ. Κέδρος, 1979] Ίσως βέβαια, να µην εννοούσε ακριβώς να χρησιµοποιήσουµε το γνωστό παραµύθι της Κοκκινοσκουφίτσας προκειµένου να “διαβάσουµε” εντός του παρασιτικές ποιότητες. Δεδοµένης της ροπής του προς το “µη-κανονικό” όµως, µπορούµε να καταχραστούµε λίγο ακόµη την ευστοχία των παρατηρήσεων του χωρίς τύψεις.

Page 18: Par. Arch. Sites (GR)

Θα πει κανείς πως στην περίπτωση της Κοκκινοσκουφίτσας τα πράγµατα είναι απλά και η ένσταση επί του ονόµατος άτοπη. Η Κοκκινοσκουφίτσα ακολουθεί µια διαδροµή η οποία περιπλέκεται και περνά δοκιµασίες οι οποίες διδάσκουν το κοινό και ειδικά τις νεαρές δεσποινίδες να είναι συνετές και υπάκουες. Κατά µια έννοια η Κοκκινοσκουφίτσα αγγίζει ακόµη και τον Οδυσσέα, περιπλανώµενη σε ένα δάσος γεµάτο κακοτοπιές και πειρασµούς, έχοντας στο νου της έναν προορισµό, ο οποίος έχει συληθεί από ξένους.

Προτού όµως θριαµβολογήσουµε υπέρ της Κοκκινοσκουφίτσας, προτού φαντασιωθούµε την σκηνή , κατά την οποία η Κοκκινοσκουφίτσα, µέσω του Κυνηγού, δικαιώνεται και η τάξη βασιλεύει, ας σταθούµε λίγο περισσότερο στην έννοια του ξένου, η οποία πιστεύω θα δώσει µια διαφορετική φορά στο βέλος του λογισµού µας.

Λέγοντας ξένος ασφαλώς εννοούµε τον Λύκο, το λυσσαλέο ξάδελφο του υπάκουου σκύλου, ο οποίος παραµόνευε µέρα και νύχτα, χειµώνα και καλοκαίρι, έξω από τον φράχτη που ορίζει την καλύβα της Γιαγιάς, αναµένοντας µια ευκαιρία να µπει µέσα, να εισβάλλει, να κυριεύσει. Αναµφίβολα κάτι τέτοιο πρόκειται για εγκληµατική πράξη και καθώς συνοδεύεται από το κατασπάραγµα της άτυχης γριάς, µετατρέπει αυτόµατα το Λύκο, εκτός από απρόσκλητο ξένο της Kαλύβας, του οίκου Κοκκινοσκουφίτσα και Σία, σε ξένο της κοινωνίας, σε υπόλογο του Νόµου, τον οποίο στη συνέχεια θα έρθει να εφαρµόσει ο Κυνηγός. Όπως και σε κάθε εγκληµατία, στο Λύκο διαβάζεται και αποδίδεται µια λογική επεξήγηση του κινήτρου, του λόγου που τον ώθησε στην πράξη αυτή. Στο Λύκο λοιπόν αποδίδεται η πείνα, η βουλιµική πείνα που ακολουθεί τον παραλογισµό του αρπακτικού‧ η ανεξέλεγκτη και εκτός του Νόµου πείνα. Είναι βέβαιο πως ο Λύκος µύριζε τις πίτες της Γιαγιάς, έβλεπε την οικογένεια να µαζεύεται, να τρώει. Όλα τούτα ερέθιζαν πολύ το σκοτεινό και άλογο πόθο του να προβεί στα αποτρόπαια εγκλήµατα.

Υπάρχει όµως κάτι, ένα µικρό γιατί, που δεν εξηγείται από την πείνα του Λύκου. Και αυτή η µικροσκοπική αµφιβολία έρχεται να ταράξει όλο το κατασκεύασµα του µύθου. Αν ο Λύκος απλώς πείναγε αθεράπευτα, γιατί δεν µετατρεπόταν σε υπάκουο σκυλί που θα τρεφόταν από την πηγή απευθείας, διαρκώς, χωρίς κόπο, κίνδυνο,

18

Page 19: Par. Arch. Sites (GR)

αγωνία; Και αν ακόµη για λόγους γενετικής υπερηφάνειας αυτό δεν ήταν δυνατό, αν δηλαδή ήθελε να επιτεθεί σε άνθρωπο, γιατί δεν κατασπάραξε την Κοκκινοσκουφίτσα τη στιγµή που τη συνάντησε στο δρόµο; Το αποτέλεσµα θα ήτανε το ίδιο. Γιατί το παραµύθι να περιπλεχθεί τόσο; Και τέλος, αν ο Λύκος δεν πείναγε “απλώς”, τότε τί τον έφερε στο κατώφλι της Γιαγιάς;

Η απάντηση κρύβεται ακριβώς πίσω από την έννοια του ξένου. Ο Λύκος δεν ήταν ξένος ανέκαθεν, έγινε ξένος όταν η οικογένεια της Γιαγιάς έχτισε την Καλύβα µες το δάσος του, έκλεισε τον κήπο µε έναν φράχτη και τον εκτόπισε. Με την πράξη τους αυτή έντυσαν το πρόσωπο του Λύκου µε µια ιδιότητα που δεν είχε ποτέ πριν στο ίδιο του το σπίτι. Τον µετέτρεψαν σε ανεπιθύµητο. Έστω και από µια γωνιά του δάσους, αυτό ήταν αρκετό για να εντείνει την ατµόσφαιρα. Ο Λύκος έχασε την κυριαρχία του, τον οίκο του εκ των έσω. Περιπλανώµενος γύρω από το φράχτη ουσιαστικά τονίζει το γεγονός πως το πεδίο του Δάσους δεν είναι πια ουδέτερο. Τα µυθικά πράσινα εκτάρια που απλώνονται γύρω από την Καλύβα της Γιαγιάς φορτίζονται ως περιθώριο που περιβάλλει µια ιδιοκτησία. Η πράξη του λοιπόν, είναι µια θεµελιώδης πράξη επανάστασης. Ζητά, όχι τροφή, αλλά να ανακτήσει τον οίκο του, να µπει στην Καλύβα και να την καταλύσει ως το πιο βαθύ σηµείο της, το κρεβάτι της Γιαγιάς, να φορέσει τα ρούχα της και να αποδείξει ποιος είναι ο κυρίαρχος. Κατ’ αυτήν την ανάγνωση είναι ο Λύκος εκείνος που προσοµοιάζει περισσότερο στο προφίλ του Οδυσσέα, του περιπλανώµενου που βρίσκει το παλάτι του γεµάτο από παρείσακτους να τρώνε και πίνουν στο όνοµά του. Του Οδυσσέα που αναγκάζεται να ντυθεί τα ρούχα του ξένου για να µπει στο ίδιο του το σπίτι και να ανακτήσει τη συζυγική εστία του σκοτώνοντας έναν-έναν τους µνηστήρες.

Παρατηρούµε λοιπόν πως µε ένα απλό ερώτηµα κλονίζεται η πίστη ανάµεσα στα δύο πολωµένα άκρα της σύγκρουσης.

- Ποιός είναι ο καλός και ποιός ο κακός;

- Ποιός ο ξένος, ο εισβολέας και ποιός ο οικοδεσπότης;

- Ποιός είναι ο Νόµος εκείνος που θα µας οδηγήσει στην άκρη, µέσα στο σκοτεινό Δάσος;

19

Page 20: Par. Arch. Sites (GR)

Ας διαλέξουµε έναν διαφορετικό δρόµο ανάγνωσης του µύθου, από το τέλος προς την αρχή. Διαβάζοντας το ηθικό δίδαγµα του παραµυθιού ii, όπως το εισηγήθηκε ο Perrault, χρόνια πριν εµφανιστεί ο Κυνηγός των αδελφών Grimm να αποδώσει τη δική του δικαιοσύνη, διαπιστώνουµε πως το πρόσωπο στο οποίο επ ικεντρώνετα ι ο δηµ ι ουργός εν τέλε ι , δεν ε ίνα ι η Κοκκινοσκουφίτσα, αλλά ο Λύκος. Ο Λύκος που µπορεί να είναι πολλών ειδών, πολύτροπος, ικανός να ακολουθεί τις δεσποινίδες και να τρυπώνει στα σπίτια τους. Παρατηρούµε εδώ, πως η εκδοχή της Κοκκινοσκουφίτσας ως αθώο και ηθικό ον, αποδεικνύεται ακόµη και για τον Perrault αδιάφορη, κάτι σαν άψυχη πορσελάνινη κούκλα, ενώ όλο το ενδιαφέρον εντοπίζεται στην προσωπικότητα του Λύκου, που µε µια µικρή µεταφορά, φεύγει από το Δάσος και συνιστά απειλή για τα σπίτια µας. Καταλήγουµε ξανά, και µε µεγαλύτερη ασφάλεια στο ίδιο συµπέρασµα. Η πείνα δεν αποτελεί τίποτε παρά ένα πρόσχηµα, το διακύβευµα στην ιστορία µας είναι ο οίκος και η κυριαρχία, και σε αυτή την µάχη τα πρόσωπα είναι πολλά αλλά ο Νόµος ένας.

Αυτός του παρασίτου.

20

ii το γαλλικό κείµενο δίνεται πριν την εισαγωγή και η µετάφραση του στη σελίδα 71

Page 21: Par. Arch. Sites (GR)

περί παρασίτου

Εκατοντάδες χρόνια πριν την εµφάνιση της Κοκκινοσκουφίτσας, ο Λουκιανός¹ αφιερώνει ένα από τα πλέον σκωπτικά έργα του, το “Περί παρασίτου, οτί τέχνη η παρασιτική”² στους άεργους που κάθονται να φάνε στο τραπέζι άλλων, και γίνεται ο πρώτος που χρησιµοποιεί την έννοια του παρα-σίτου για να περιγράψει ανθρώπινες συµπεριφορές. Στόχος του ήταν να θίξει πρόσωπα και πράγµατα της εποχής και ειδικότερα φιλοσόφους, πολιτικούς, “ήρωες” και στρατιωτικούς που θεωρούσε ότι, παρά τα φαινόµενα, ήταν όλοι υπηρέτες µιας κοινής τέχνης, την οποία ονόµασε παρασιτική. Σύµφωνα µε το Λουκιανό λοιπόν:

“Παρασιτική είναι η τέχνη των ποτών και των φαγητών και όσων πρέπει να πει και να πράξει κανείς προκειµένου να τα αποκτήσει, σκοπός της δε, είναι το ευχάριστο.”³

Ο Λουκιανός, όπως και ο Perrault, προθέτει το ζήτηµα της πείνας και της ικανοποίησης της, πίσω όµως και από αυτό, θεµελιώνει µε δεξιότητα την σχέση µονόδροµης ωφέλειας που τείνουν να αναπτύσσουν τα υποκείµενα µεταξύ τους ως αποτέλεσµα µιας εµπρόθετης συµπεριφοράς, που δεν προκύπτει όµως αιτιακά από την ανάγκη της σίτισης4. Δεν αυτοαναιρείται, το αντίθετο, ο Λουκιανός, σαν καλός παραµυθάςi “κλέβει τη γλώσσα” και της αποδίδει τη δική του σηµασία. Αφορµάται από το θέµα “-σιτώ” και το χρησιµοποιεί ως κυριολεξία, µε τόσο έκδηλο και προφανή τρόπο, που αποκαλύπτεται ο µεταφορικός του χαρακτήρας. Θα µπορούσαµε να πούµε πως η λειτουργία της σίτισης γίνεται υπερβατική, αφού δεν αποτελεί ένα απλό προκάλυµµα αλλά επιστρέφει στην ουσία της, ως θεµελιώδης λειτουργία του οργανισµού. Οφείλουµε να τρώµε προκειµένου να διατηρηθούµε στη ζωή, και η απόλυτη ανάγκη αυτής της φυσικής οικονοµίας είναι που γεννά την πρωταρχική απαίτηση, αυτή που εξελίσσεται στην πολύπλοκη παρασιτική αλυσίδα.

21

i Σύµφωνα πάντα µε τον ορισµό του R.Barthes [Μυθολογίες - Μάθηµα, µετφ. Καίτη Χατζηδήµου, Ιουλιέττα Ράλλη, εκδ. Κέδρος, 1979] για το µύθο βασισµένο στη µεταγλώσσα. Ο Λουκιανός παίρνει ένα σηµαινόµενο κυριολεξίας και το µετατρέπει σε σηµαίνον για ένα δεύτερο σχήµα που θεωρούµενο µαζί µε το πρώτο, αποκτά µυθική ταυτότητα.

Page 22: Par. Arch. Sites (GR)

Η αρπαγή, το κυνήγι, η “κτηνωδία” κατά τα ανθρώπινα µεγέθη, που βασιλεύει στη φύση, είναι µια µόνο µέθοδος απόκτησης του θηράµατος, της απαραίτητης τροφής. Ο παρασιτισµός είναι µια άλληii. Η σηµαντικότερη διαφορά τους είναι πως τα παράσιτα δεν θανατώνουν υποχρεωτικά τον οργανισµό που προσβάλλουν, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις αναπτύσσουν µεθόδους προστατευµένης προσάρτησης, που τους επιτρέπουν να τρέφονται από το σώµα και τα βιολογικά του στοιχεία, ώστε να επιβιώνουν. Από τη θεµελιώδη αυτή διαφορά προκύπτουν και οι υπόλοιπες, όπως, πως ένας µόνο προσβαλλόµενος οργανισµός αρκεί για να θρέψει πολλά παράσιτά, αντίθετα από ότι συµβαίνει µε την αρπαγή, ή πως τα παράσιτα έχουν πολύ περιορισµένο εύρος στόχων, αφού η δράση τους απαιτεί οργανική και λειτουργική εξειδίκευση, σε αντίθεση µε τα αρπακτικά, που είναι πιο ευέλικτα στην επιλογή θηραµάτων.

Η στενή, διαρκής, εξαρτησιακή σχέση που αναπτύσσουν τα παράσιτα µε τους οργανισµούς που προσβάλλουν, όπως και η ιδιαίτερη διαδικασία που ακολουθούν προκειµένου να “εισβάλλουν και να αποικίσουν”5 το σώµα τους, περιγράφεται εξαίρετα από τη γλώσσα της βιολογίας6. Ο υποδοχέας του παρασίτου, αυτός που παραδίδει, εν αγνοία του, το είναι του στον ξένο-εχθρό ονοµάζεται ξενιστής του παρασίτου. Παράσιτο και ξενιστής διατρέχουν σαν ρόλοι, πέρα από το ζωικό βασίλειο, το σύνολο των ανθρωπίνων σχέσεων και η παρατήρηση της λειτουργίας τους επαναπροσδιορίζει τις σχέσεις φιλοξενίας σε φιλοσοφικό επίπεδο7. Ο Michel Serres το 1980 κατέγραψε µια εκτενή προβληµατική επί του θέµατος στο βιβλίο του “Το Παράσιτο”8, θεµελιώνοντας ουσιαστικά, τον παρασιτισµό ως την πλέον αρχέγονη9 και αναπότρεπτη10 κοινωνική σχέση, αυτήν της µονόπλευρης ωφέλειας11. Οι παρατηρήσεις του Serres δηµιούργησαν έναν νέο τρόπο θεώρησης του κοινωνικού στερεώµατος, αφού µε τον πολυδιάστατο χαρακτήρα του ο παρασιτισµός µπορεί να κρυφτεί ακόµα και στις πιο αγνές προθέσεις.

22

ii Αν και ο M. Serres διατείνεται πως “το κηνύγι είναι η απόκλιση ενός πεινασµένου από τον παρασιτισµό.” M.Serres, ο.π., σ.332

Page 23: Par. Arch. Sites (GR)

Έχουµε σχολιάσει ήδη τον κλονισµό ανάµεσα στους όρους Λύκος και Κοκκινοσκουφίτσα. Αυτό που στον κοινό λογισµό µετράται ως καλό και αγαθό, µετατρέπεται µε ένα απλό “περί ξένου” ή “ερχόµενο από τον ξένο”12 ερώτηµα , σε αρπαγή και καταπάτηση. Χωρίς πολλή δυσκολία µπορούµε πλέον να διαπιστώσουµε πως κανείς δεν είναι καλός ή κακός, στα πλαίσια µιας µανιχαϊστικής λογικής, αλλά πως όλες οι τιµές χωρούν κάτω από τη στέγη µιας κοινής µεταβλητής. Καθένας από τους πρωταγωνιστές του παραµυθιού σε έναν βαθµό παρασιτεί στον άλλο και το γεγονός αυτό µας δηµιουργεί ένα γενικευµένο σύστηµα παρασιτικών σχέσεων.

23

ο “κακός αέρας” του παρασίτου *

Page 24: Par. Arch. Sites (GR)

Η Κοκκινοσκουφίτσα, σύµφωνα µε τον κλασικό ορισµό του Λουκιανού, πάει να φάει δίπλα στη13 Γιαγιά. Η Γιαγιά, σύµφωνα µε το βιολογικό ορισµό, έχει εισβάλλει και αποικίσει κανονικότατα το Δάσος του Λύκου. Τέλος ο Λύκος εκφράζει πάνω του, σε όλο της το µεγαλείο, τη φιλοσοφική εκδοχή του παρασιτισµού. Είναι ο όρος εκείνος που παρεµβάλλεται στην πλοκή και περιπλέκει το µύθο, παίρνει τα πάντα χωρίς να έχει τίποτε, µε τρόπο πολύπλοκο και πονηρό, µεταµφιέζεται και υποκρίνεται, απορροφά τους υπόλοιπους όρους διεισδύοντας στο χώρο τους και καταλύοντας τις σχέσεις τους14. Από αρπακτικό µετατρέπεται σε βιολογικό παράσιτο και πάλι πίσω, σε ζωική µεταφορά µιας ανθρώπινης συµπεριφοράς15. Όσο ο Λύκος ξεµακραίνει από την Κοκκινοσκουφίτσα, τόσο την πλησιάζει, φορτίζοντας την µεταξύ τους απόσταση µε περισσότερες σηµασίες από όσες της είχαµε αρχικά δώσει.

24

Page 25: Par. Arch. Sites (GR)

2525

!"

!"

!"

#$!%&

#$!%&

'()'()

'()'()

'()'()

!"#"$%&%'() $*($+%) $&, µ-., &/) 0,''%1,$',234&$")

*+,- ./ "+,- 01*2/ 345

*+,- ./ "+,- 01*2/ 345

*+,- ./ "+,- 01*2/ 345

/*6-7,1 346 0+368 469

/*6-7,1 346 0+368 469

*/:,µ;+22,4/- 345 3<=35

Page 26: Par. Arch. Sites (GR)

26

Λ

ΚαλύβαΚφΑΠΟΣΤΑΣΗ

Λ

Κφ

Ορθός Δρόµος

Περιπλάνηση

Καλύβα

ΚαλύβαΛ

Κφ

ΣηµείοΣυνάντησης

Η γεωµετρική απόσταση µεταξύ του Σηµείου Συνάντησης και της Καλύβας εκφράζει και την απόσταση φύσης - ανθρώπου

οι δύο κόσµοι χαράσσονται σαν µονοπάτια στο δάσος

η Κοκκινοσκουφίτσα παίρνοντας τη θέση του Λύκου, αποκλινει από τον ορθό δρόµο και χάνεται στη φύση

Page 27: Par. Arch. Sites (GR)

αποκλείεται

“ Όσο πιο πολύ κυνηγάµε τόσο πιο κυνηγηµένοι είµαστε. Όσο πιο πολύ αποκλείουµε, τόσο πιο αποκλεισµένοι είµαστε. Κι όµως περνάµε τη ζωή µας αποκλείοντας. Οι γονείς µας είχαν αποκλειστεί από τον παράδεισο.”1

Εν αρχή ήν η απόσταση, η γεωγραφική ή πολιτισµική απόσταση, η κάθε είδους απόσταση, δεν µας ενδιαφέρει ιδιαίτερα από που θα την ξετρυπώσει κανείς. Καθώς η Κοκκινοσκουφίτσα ξεκινά να πάει στη Γιαγιά, οφείλει να διανύσει ένα µονοπάτι από χώµα, χαραγµένο για να ενώσει δύο σηµεία που δεν είναι δύσκολο να διακρίνουµε µες τη δοµή του µύθου. Το πρώτο, τοποθετείται εκεί ακριβώς που συναντάται το µικρό κορίτσι για πρώτη φορά µε το Λύκο‧ το δεύτερο, κάµποσες ανάσες παρακάτω, είναι η Καλύβα της Γιαγιάς, ο πολυπόθητος προορισµός, το καταφύγιο του ανθρώπου µέσα στο σκοτεινό και επικίνδυνο Δάσος. Η απόσταση των δύο σηµείων δεν εκφράζει µονάχα το γεωµετρικό τους τόπο αλλά και την εννοιολογική απόσταση ανάµεσα στην επικράτεια του Λύκου, τη φύση και την επικράτεια του Ανθρώπου.

Σύµφωνα µε τον M. Serres, ο παρασιτισµός είναι µια άνιση ροή ενέργειας από τον έναν όρο µιας σχέσης προς τον άλλον. Ως τέτοια υπάρχει παντού, αφού ικανή και αναγκαία συνθήκη εµφάνισής του είναι τα δύο µέλη µιας σχέσης - οι εκφραστές των ενεργειών που ανταλλάσσονται - να µην ταυτίζονται, δηλαδή, να έχουν µια ελάχιστη απόσταση, µια απόκλιση, να µην είναι ίδιοι2. Πάνω σε αυτήν την θέση, η θεωρία µπορεί να γενικευτεί, να γίνει πιο ευέλικτη. Το παράσιτο δεν είναι πια µόνο ο ένας από τους δύο όρους µιας σχέσης, αυτός που “παίρνει µα δε δίνει” αλλά κυριότερα και ευρύτερα, είναι η ίδια η απόκλιση τους ως τρίτος όρος3, ο παράγοντας εκείνος που παρεµβάλλεται στη σχέση και ενυπάρχει στις κάθε είδους αποκλίσεις χωρίς ποτέ να είµαστε σίγουροι αν αυτός τις προκαλεί η αν αυτές τον προ[σ]καλούν. Θα µπορούσαµε να πούµε πως ουσιαστικά µονάχα η οριακή θέση αυτού του παράγοντα, του τρίτου όρου, είναι η ταύτιση του µε το ένα από τα µέλη της, αρχόµενης από τη βιολογία, δυάδας4 [ξενιστή-παρασίτου].

27

Page 28: Par. Arch. Sites (GR)

Η κρίσιµη απόφαση που παίρνει η Κοκκινοσκουφίτσα να ακολουθήσει το “παιχνίδι” του Λύκου, να περιπλανηθεί, ουσιαστικά προδιαγράφει τη σύναψη µιας συµφωνίας, µιας ανταλλαγής ρόλων5

ανάµεσα τους. Οι δύο ενέργειες που ανταλλάσσονται, τυπώνονται στο χώρο σαν µονοπάτια. Το ένα, ο ορθός δρόµος που χαράσσεται από τον κανόνα του ανθρώπου, η ελάχιστη και θεωρητικά βέλτιστη διαδροµή, ξεκάθαρη, δίχως εµπόδια και απώλειες. Το άλλο, η απόκλιση από τον κανόνα αυτό, η περιπλάνηση δίχως σκοπό, η σκοτεινή παρέκκλιση. Ο Λύκος µπήκε από το πουθενά στον ορθό δρόµο, ντύθηκε τα ρούχα του ανθρώπου και αποικησε το σπίτι του. Η Κοκκινοσκουφίτσα χάθηκε στα άδυτα του Δάσους , περιπλανήθηκε, βρέθηκε στη θέση του ερωτώµενου. Τόσο απλά, ο Ξενιστής έγινε Παράσιτο και αντίστροφα.

Ο Λύκος δρα κα ι παρεµβάλλε τα ι στην πορε ί α τη ς Κοκκινοσκουφίτσας αλλά ως “ξένος”, επωµίζεται ταυτόχρονα και το ρόλο του αποκλίνοντος από τον κόσµο της. Συνδυάζει το δρων πρόσωπο και τη γενεσιουργό αιτία της δράσης, η οποία δεν είναι τίποτε άλλο από αυτή τη στοιχειώδη διαφορά που αναφέραµε παραπάνω, που υπάρχει ανάµεσα στους όρους µιας σχέσης, η οποία φορτίζει το περιβάλλον και δηµιουργεί έναν ενεργό τόπο, φτιάχνει από το µηδέν χώρο για να εµφανιστεί µπροστά µας η πεινασµένη µουσούδα ενός παράσιτου.

Μπορούµε να είµαστε σίγουροι πως οπουδήποτε υπάρχει µια απόκλιση, υπάρχει και το παράσιτο. Από τον κανόνα αυτόν δεν ξεφεύγει κανένα παράδειγµα, σε όποιο πεδίο και αν ανήκει - γλώσσα, θρησκεία, φυσικές επιστήµες - και ο M. Serres επικαλείται πολλά για να αποδείξει και να εξηγήσει τους πολύπλοκους συλλογισµούς του. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον όµως από την καθολικότητα του κανόνα, έχει η παρατήρηση πως η απόκλιση προηγείται από ενός τύπου αποκλεισµό6. Ακόµα και στο παραµύθι, η απόκλιση στην οποία αναφερθήκαµε δηµιουργήθηκε τη στιγµή που ο Λύκος αποκλείστηκε από το ίδιο του το Δάσος.i Υπάρχει δηλαδή πάντα µια γενεσιουργός δράση που αποκλείει θέτοντας κάποια όρια, τα οποία εδώ διαβάζονται και χωρικά.

28

i Θα µπορούσαµε να πούµε βέβαια πως και ο άνθρωπος είχε αποκλειστεί από το Δάσος από το φόβο του, σε µια ατέρµονη ροή δρασης -αντίδρασης.

Page 29: Par. Arch. Sites (GR)

29

ΣΧΕΣΗ Α-ΒΑ Β

Π

Στοιχειώδης παρασιτικός βρόχος κατά Michel Serres

Η διπλή λειτουργία του Λύκου ως “τρίτου όρου” [ειδοποιός διαφορά και απόκλιση]

Λ

ΓΚφ

Page 30: Par. Arch. Sites (GR)

Η σύνδεση απόκλισης και αποκλεισµού είναι άρρηκτη αφού η απόκλιση ως δευτερογενής διαδικασία, εξαρτάται από µια αρχή, έναν πρωτογενή τρόπο. Δεν γίνεται να έχουµε απόκλιση, δίχως πρώτα να έχει οριστεί ένας κανόνας ως προς τον οποίον αποκλίνουµε. Η έννοια της απόκλισης όµως ενυπάρχει στον κανόνα, αφού ορίζοντας, διαχωρίζουµε µια κανονική περιοχή από το περιβάλλον της7. Οτιδήποτε δεν εµπίπτει στην κανονική περιοχή είναι παράταιρο, αποκλίνον, έκκεντρο. Δεν έχει σηµασία αν εµφανίζεται η όχι, αν υπάρχει. Η θέση του έχει οριστεί ως το περισσεύον της κανονικής περιοχής. Αυτό γίνεται εµφανές και στο παραµύθι µας. Από τη στιγµή που τοποθετήθηκε εντός του Δάσους η Καλύβα, ο χώρος µοιράστηκε σε Καλύβα και περίχωρα. Η Καλύβα εσωκλείεται σε, και ταυτόχρονα αποκλείει το Δάσος. Όλοι παίζουν το ρόλο τους ως παράσιτα.

Υπάρχει όµως ένας ακόµη σηµαντικός συσχετισµός, αυτός που διαµορφώνει τη διαφορά ανάµεσα στο παράταιρο και το παράσιτο. Οι δύο έννοιες αν τις παρατηρήσουµε δεν ταυτίζονται τόσο αυτονόητα και θα ήταν λογικό άλµα να θεωρήσουµε πως οτιδήποτε παρεκκλίνει της πορείας του, τείνει να επιτίθεται σε νεαρές δεσποινίδες, να παίρνει δίχως να δίνει, να διεισδύει και να αποικεί, να παρασιτεί. Πότε όµως ο παράταιρος-ξένος γίνεται παράσιτος-εχθρός; Προκειµένου να βρούµε το νήµα της πορείας µας και να την κλείσουµε, πρέπει να επιστρέψουµε πίσω από εκεί που ξεκινήσαµε.

Στο χτύπηµα µιας πόρτας.

30

Page 31: Par. Arch. Sites (GR)

31

ΠΡΑΓΜΑ

ΠΑΡΑΤΑΙΡΟ

ΠΑΡΑΤΑΙΡΟ

ΚΑΝΩΝ

ΚΑΝΩΝΑΠΟΚΛΙΣΗ

Page 32: Par. Arch. Sites (GR)

ο Μεγάλος Ερωτηµατικός

Ο Jacques Derrida απαντώντας “Περί Φιλοξενίας”1 σκιαγραφεί δύο τύπους ξένου. Αυτόν που έχει όνοµα και αυτόν που δεν έχει - ο απόλυτος “άλλος”2. Αντίστοιχα προδιαγράφονται και δύο µορφές φιλοξενίας, αυτή που ζητά να µάθει το όνοµα του ξένου, ώστε να τον θέσει υπόλογο σε κάποιους κανόνες και η απροϋπόθετη µορφή που δεν διέπεται από κανόνες, δεν ρωτά ονόµατα, δεν θέτει φραγµούς3. Στην δεύτερη, την ανώνυµη, απροϋποθετη φιλοξενία, λόγω της απουσίας του ερωτήµατος, οποιοσδήποτε µπορεί και είναι εν δυνάµει φιλοξενούµενος. Η υποχρέωση αυτή ανανεώνει τα όρια της ιδιοκτησίας, τα επεκτείνει, την ίδια ακριβώς στιγµή που τα καταλύει. Αφού φιλοξενείται ο οποιοσδήποτε, τότε:

- Ποιός είναι ο Κύριος που υποδέχεται;

Τη στιγµή που χτυπά την πόρτα, ο Λύκος έχει ήδη θέσει ο ίδιος ένα ερώτηµα στην Κοκκινοσκουφίτσα. Ο Λύκος από “οποιοσδήποτε” έκλεψε µια ταυτότητα, τη φόρεσε, ώστε να γίνει ο “κάποιος” του ερωτήµατος της Γιαγιάς. Όλη η περιπλοκή του µύθου, αν το καλοσκεφτούµε, γίνεται για να αποκτήσει ο Λύκος αυτό το “κλειδί” για την Καλύβα, να µπορέσει να ντυθεί την ταυτότητα της Κοκκινοσκουφίτσας και να διαβεί το κατώφλι που ξεχωρίζει το Δάσος και τον Άνθρωπο. Και αυτό διότι ανάµεσα στα δύο υπάρχει ένα όριο και ένα κανονιστικό ερώτηµα.

- Ποιός είσαι Ξένε;

Παρατηρούµε µια σύγκρουση ανάµεσα στα δύο παραπάνω ερωτήµατα. Η υπό-όρους φιλοξενία στρέφει το βέλος από τον υποδοχέα στον φιλοξενούµενο. Η απροϋπόθετη το ακριβώς αντίθετο, αφού αµφισβητεί την έννοια της κυριαρχίας. Ανά πάσα στιγµή αν αναζητήσουµε τη διαφορά του Φιλοξενούµενου-ξένου και του Παράσιτου-ξένου, θα τη βρούµε στην παραβίαση κάποιου κανόνα - νόµου που έχει θέσει ο φιλοξενών. Ο Παράσιτος παραβαίνει, αποκλίνει από αυτήν την αρχή, ο Φιλοξενούµενος συµµορφώνεται, ακολουθεί. Η παραβίαση των κανόνων, όµως, νοείται σαν αµφισβήτηση της ίδιας της ικανότητας κάποιου να φιλοξενεί, της

32

Page 33: Par. Arch. Sites (GR)

ταυτότητας του ως Φιλοξενών άρα και της κυριότητας του στην περιοχή, της ιδιοκτησίας του. “Αρχίζω και θεωρώ ανεπιθύµητο ξένο και δυνάµει εχθρό όποιον καταπατά το “σπίτι” µου, την αυτότητα µου, τη δύναµη-εξουσία της φιλοξενίας µου”4. Πίσω από τη θέση του Derrida, κρύβονται δυο µονοπάτια που αποκλίνουν και µια υποψία κυριαρχίας.

Ας δούµε όµως πιο προσεκτικά πως συµβαίνει αυτό. Η µια µορφή της φιλοξενίας είναι αυτή που πλέκεται πάνω σε κανόνες, που διαλέγει και ξεχωρίζει ποιος θα µπει µέσα, ποιος είναι ο απόλυτος ξένος και ποιος µπορεί να φιλοξενηθεί. Αυτή που, εν τέλει, θεµελιώνει την ιδιοκτησία. Η καθαρή, οριακή εκδοχή αυτής της φιλοξενίας όµως, η θέληση να φιλοξενείται ο άλλος, όποιος και αν είναι αυτός άνθρωπος, ζώο ή θεός, αποποιείται τη εµµονή µε την ιδιοκτησία και µετατρέπεται σε απωθηµένη, ενοχική υποχρέωση που τείνει να καταστρέψει τους νόµους και τους κανόνες που προσ-θέτουµε. Υπενθυµίζει στον Κύριο της ιδιοκτησίας πως η καθαρή έννοια της φιλοξενίας προηγείται των περαιτέρω σκληρύνσεων και επανατοποθετεί το σύνολο των κανόνων έξω από το δικό της αόρατο φράχτη‧ τους µετατρέπει σε παράσιτα που αποµυζούν και στρεβλώνουν την ουσία της. Αυτό λοιπόν που συµβαίνει κάθε φορά που χτυπά την πόρτα ενός κανόνα ένα αντικείµενο χωρίς όνοµα, ένα αντικείµενο που δεν κατανοούµε λογικά, που δεν ακολουθεί τον κανόνα και τις αρχές του, είναι ότι αναδύεται στην επιφάνεια αυτή η οικεία και ταυτόχρονα άβολη, ανοίκεια υποχρέωση που τον φέρνει αντιµέτωπο µε την ίδια την ρίζα της ύπαρξης του, µε την καθαρή µορφή του.

Η διαδικασία του ορισµού, της ονοµατοδότησης, της απόδοσης µιας ταυτότητας η οποία φορτίζει θετικά ή αρνητικά τα µέρη µιας σχέσης κρύβει µέσα της αυτήν την ισχυρή ενεργητικότητα που λείπει από το παράταιρο για να µετατραπεί σε παράσιτο. Ο Κανόνας ονοµατίζει για να συµµορφώσει, για να βγάλει το παρεκκλίνον από τα σκοτάδια που ο ίδιος όρισε ως τέτοια και να το τοποθετήσει στον ορθό δρόµο της επίβλεψης της “βελτιστοποίησης”· µε αυτόν τον τρόπο όµως, το εκτοπίζει από τη θέση του ή για την ακρίβεια, του στερεί τη θέση του, το “νόµιµο” δικαίωµα του στο χώρο5.

33

Page 34: Par. Arch. Sites (GR)

Αυτό που αναγνωρίζουµε ως ανοίκειο εχθρικό και ξένο είναι, στην πραγµατικότητα, αυτό από το οποίο εµείς αποκλίναµε, η πιο µύχιαi µας πλευρά, αυτήν που απωθήσαµε διότι η θύµηση της µπορεί αν όχι να διαλύσει, τότε σίγουρα να κλονίσει την νοµιµότητα της θέσης µας, την Καλύβα πάνω στην οποία στηρίξαµε το ιδιοκτησιακό µας δικαίωµα6. Δεν θα ήταν παράτολµο, λοιπόν, εδώ να υποστηρίξουµε πως η απειλή έρχεται όχι απ’έξω, αλλά από τα άδυτα του οίκου, από την αυθαίρετη τοποθετηση της ιδιοκτησίας µας.

“Το παράσιτο είναι ακριβώς αυτό το απωθηµένο που πάντοτε επιστρέφει”7

Το παράσιτο επιστρέφει και χτυπά την πόρτα µας θέτοντας ερωτήµατα. Η διαµάχη ανάµεσα στον κανόνα και το παράσιτο είναι µια διαµάχη παραγωγική. Καθώς ο κανόνας αγωνιά να ορίσει και να προστατεύσει την ιδιοκτησία του, το παράσιτο ξεφεύγει του ορισµού του και η ύπαρξη του, αυτή η φαινοµενικά αναίτια ανάγκη στο παράλογο, διεγείρει τα αντανακλαστικά του κανόνα διαλύει και ανασυντάσσει τα όρια του. Η διαµάχη ανάµεσα στο θετικό δίκαιο της παραγωγικής τάξης και το φυσικό δίκαιο της ζωής8, ορίζει όλες τις “παρασιτικές” µάχες που τελικά ξεκινούν από µια θέση που έγινε παράταιρη, από έναν Λύκο που έφαγε στο τραπέζι που ήταν στρωµένο για την Κοκκινοσκουφίτσα, από έναν νεκρό που έµεινε άταφος9. Από το ζήτηµα του ονόµατος του µύθου, περνάµε ξάφνου στο θεµελιώδες ζήτηµα της θέσης10. Γι’ αυτό ο Serres είχε δίκιο όταν επέµεινε.. Αν ποτέ δείτε έναν πολύπλοκο άνθρωπο, ρωτήστε τον - όχι το όνοµα του, αλλά... - σε ποιό τραπέζι τρώει..

34

i Άλλωστε ο Κύρκος Δοξιάδης, στο επίµετρο της ελληνικής µετάφρασης του έργου “το Ανοίκειο” του S. Freud [εκδ. Πλέθρον], αναφέρει χαρακτηριστικά πως “Ίσως η πιο ακριβής ελληνική λέξη για το Heimlich [οικείο] λοιπον να είναι µύχιος. Που σηµαίνει ακριβώς κάτι µυστικό, παραπέµποντας ταυτόχρονα στον µυχό [του κόλπου], που στην αρχαία ελληνική κατέχει και τη σηµασία του ενδότερου µέρους της οικίας. [...] Αυτή η δεύτερη έννοια του Heimlich , η έννοια το µύχιου δεν απέχει και πολύ από το αντίθετο του Heimlich, από το Unheimlich, απο το ανοίκειο. [...] Το ανοίκειο είναι η εκ των ενδον απειλή του εαυτού µας: όταν µέρος εαυτού, απειλεί εαυτόν.”

Page 35: Par. Arch. Sites (GR)

35

ΠΑΡΑΤΑΙΡΟ

ΠΑΡΑΣΙΤΟ

ΟΡΙΑ “ΚΑΝΟΝΙΚΗΣ” ΠΕΡΙΟΧΗΣ

ΟΡΙΑ “ΚΑΝΟΝΙΚΗΣ” ΠΕΡΙΟΧΗΣ

“καταµερίζω - κεντρώνω - καθαιρώ”

γέννεση και λειτουργία παρασίτουερµηνεία της θεωρίας του M.Serres

Page 36: Par. Arch. Sites (GR)

36

από το παράσιτο στο χώρο χωρικός ορισµός του παρασίτου µέσα από την καλύβα και την έννοια του κατοικείν. Η άνιση γειτνίαση και η κυριαρχία ως αποκλίσεις της ενωτικής σχέσης του ανθρώπου µε τον τόπο.

arch η καλύβα - εσωκλείει αποκλείει - η αρµονική συνύπαρξη του κατοικείν - κατοικώ, κατοικώ µες το δάσος κατοικείν µέσω συµβόλων - αµφίσηµη λειτουργία των συµβόλων - οικειότητα και κυριαρχία - ανισότητα και παρασιτία ο καθαρός κοπρίτης χωρικός ορ ισµός παρασί του - παραβιάσεις και εξαρτήσεις - νόµοι και όρια ως ιδιοκτησία - ανταγωνιστικές και ισότιµες γειτνιάσεις - ερωτήµατα φιλοξενίας - βρόµισµα και καθάρισµα - κοινή µεταβλητή το παρά του παραδείσου διδακτισµός καλύβας - κυριαρχία αντί για ένωση - διάβρωση δάσους - µετατροπή σε παραδείσιο κήπο - η επιστροφή του Λύκου - όραµα και σκιά - η θέση του παρασίτου στο ενδιάµεσο - θέση παρατηρητή sites

Page 37: Par. Arch. Sites (GR)

το τελευταίο πολυτελές χαράκωµα ^

^ Jacques Vaché - lettres de guerre / παραποµπή από τη διάλεξη “το µικρό”των Ε. Παπαθανασίου / Σ. Τζόκα, υπ. καθ.: Δ. Παπαλεξόπουλος, Αθήνα, 2008

37

Page 38: Par. Arch. Sites (GR)

38

“Αυτό δεν αποκλείει οτι µε τα µεγάλα δόντια του είχε φάει µια καλή γιαγιά” *

Page 39: Par. Arch. Sites (GR)

arch

Σαν παύσει ο θόρυβος, διαπιστώνουµε πως όλες οι περιπλοκές του µύθου, οι παρεκκλίσεις, οι µάχες, οι παρασιτίες, γίνονται για χάρη ενός µικρού, φτωχικού κατασκευάσµατος, για την καλύβα της Γιαγιάς. Μια καλύβα είναι κυρίαρχα ένα καταφύγιο µε µέγεθος που να χωράει τα ουσιώδη ένα µικρό cabanoni που, όχι µόνο προστατεύει τον άνθρωπο, αλλά τον ανοίγει ταυτόχρονα στη φύση, εσωκλείοντας και αποκλείοντας1 τον από αυτή. Αυτή η ιδιότητα της δίνει µια µοναδική θέση στο χώρο που φέρει ταυτόχρονα δύο δυναµικές‧ την εξωστρεφή δυναµική της ένωσης µε το “άλλο”, και την εσωστρεφή δυναµική της προστασίας του “εγώ”2.

Με τα παραπάνω αρχίζει και πλέκεται πάνω στο φτωχικό κτίσµα ένα σύνολο αναγνώσεων που το µετατοπίζουν από τη φυσική του θέση και το µετατρέπουν σε κάτι περισσότερο από ξύλινο κλουβί. Η Καλύβα αποκτά την ιδιότητα να συσχετίζει σε έναν τόπο δύο κόσµους που δεν ταυτίζονται, διότι αν ταυτίζονταν θα ήταν ένα. Δύο κόσµους που διαφέρουν τόσο, ώστε να είναι ασύµβατοι‧ τον α-λόγο κόσµο του δάσους και τον έλλογο άνθρωπο. Σε ένα γεωµετρικό παιχνίδισµα του παραµυθιού, η Καλύβα βρίσκεται πάνω στην τοµή των µονοπατιών που ακολουθούν οι ήρωες‧ στο σηµείο σύγκλισης του ορθού δρόµου και της παρέκκλισης από αυτόν. Με αυτόν το συσχετισµό όµως, προσθέτει, καθρεφτίζει µες την περίκλειστη κυψέλη του δάσους την ταυτότητα ενός κόσµου που δεν βρίσκεται εκεί3. Παρεµβάλλεται και περιπλέκει την ισορροπία του δασικού οικοσυστήµατος, εσωκλείεται και αποκλείεται, διαταράσσει τις σχέσεις εξουσίας. Εν ολίγοις, δρα σαν παράσιτο. Είναι όµως;

39

i Προυσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η λέξη αυτή, την οποια οι αρχιτέκτονες συνδέουν συνήθως µε το µικρό ξύλινο καταφύγιο του Le Corbusier. Στην πραγµατικότητα στον όρο cabanon δεν αντιστοιχεί µόνο η λέξη καλύβα, αλλά και το “κελί” ως µονάδα αποχώρησης στη φύση, τη φυλακή και το αναµορφωτήριο. Η υποχώρηση έτσι, είναι αµφίσηµη, σηµαίνοντας τόσο την οικειοθελή προστασία του “εγώ”, όσο και τον καταναγκαστικό και φοβικό εγκλεισµό, µε σοφρωνιστικές προεκτάσεις. πηγή: Centre Nationale de Ressources Textuelles et Lexicales

Page 40: Par. Arch. Sites (GR)

Η Καλύβα αναγνωρίζεται σαν χωρικό παράσιτο συµβολίζοντας και προσωποποιώντας την ταυτότητα, τη λειτουργία και τις προθέσεις του ιδιοκτήτη της. Ακόµη και αν η γιαγιά πάει ταξίδι, η Καλύβα θα συνεχίσει να συγκεντρώνει πάνω της το µίσος του Λύκου, αφού στην ουσία εξαϋλώνεται και µετατρέπεται σε µήνυµα κυριαρχίας. Δεν πρέπει όµως µε την Καλύβα να διαπράξουµε το ίδιο λάθος που όπλισε την καραµπίνα του Κυνηγού, κρίνοντας πρόωρα. Η πρωταρχική ανάγκη που γέννησε τη δηµιουργία της ήταν η ανάγκη της Γιαγιάς να προστατευθεί µέσα σε ένα ανοίκειο περιβάλλον στο οποίο ένιωθε ξένη. Αλοίµονο! Σε αυτόν που τόλµησε να εισβάλλει στα σκοτάδια, οφείλουµε κάποια ελαφρυντικά. Η Καλύβα είναι ένα δείγµα πως η Γιαγιά προσπάθησε να κάνει σπίτι της το δάσος και το Λύκο γείτονα. Από την καµινάδα βγαίνει ταυτόχρονα µαύρος και λευκός καπνός...

40

Page 41: Par. Arch. Sites (GR)

κατοικώ, κατοικώ µες το δάσος...

“Αν η ιδιοκτησία δεν ήταν θεµελιωµένη στο φόνο, η ιστορία δεν θα ήταν καθόλου αυτό που είναι...”1

Η ανάγκη που ώθησε τη Γιαγιά να αποικήσει το Δάσος ταυτίζεται µε τη γενεσιουργό ιδέα της κατοίκησης. Το κατοικείν όµως επεκτείνεται και έξω από τα στενά όρια του σπιτιού, καθώς ο άνθρωπος λειτουργεί σε πολλαπλά περιβάλλοντα. Το παραµύθι, που φιλοξενεί το Δάσος του Λύκου και την Καλύβα της Γιαγιάς, είναι για παράδειγµα ένα από αυτά, ένα ενδιάµεσο τοπίο στο οποίο ο ώριµος άνθρωπος αποπροσανατολίζεται από την ανοικειότητα της µυθικής σύµβασης και αναζητά γνώριµες παραστάσεις‧ ερµηνείες, διδάγµατα, κανόνες του δικού του κόσµου. Η ανάγκη του ανθρώπου να διαφυλάσσει και να αναγνωρίζει την ταυτότητα του είναι καθολική και αφορά τόσο τον γεωµετρικά, όσο και τον κοινωνικά ορισµένο χώρο. Είτε στο δάσος, είτε στην πόλη, είτε στο λόγο και τη φαντασία µας, χρειαζόµαστε ερείσµατα µέσω των οποίων να µη νιώθουµε ξένοι2, να νιώθουµε πως µπορούµε να αξιώσουµε φιλόξενη υποδοχή, ή ακόµη, να νιώσουµε κυρίαρχοι. Σε καµία περίπτωση όµως να µην αποκλειστούµε, να µη γίνουµε περιπλανώµενοι και ανέστιοι, να µη γίνουµε Λύκοι.

Η ιδέα του κατοικείν, όπως καταγράφηκε από τον M. Heidegger και τον µαθητή του, Ch. Norberg-Schulz, αντανακλά αυτές τις ανάγκες. Σύµφωνα µε τον Heidegger, το “κατοικείν” εκδηλώνεται “Με το να φροντίζουν και να καλλιεργούν οι θνητοί τα πράγµατα που φύονται, µε το να ανεγείρουν κατά τον προσίδιο [ιδιάζοντα] τρόπο πράγµατα που δεν φύονται.”3 ενώ ο Ch. Norberg-Schulz στο ίδιο µήκος κύµατος, παρατηρεί πως η γενική διαδικασία του “κατοικείν”, της εγκατάστασης σε ένα ξένο περιβάλλον, πραγµατοποιείται µέσω της οπτικοποίησης, της συµπλήρωσης και του συµβολισµού4. Αν αντιληφθούµε τις παραπάνω προτάσεις ευρύτερα από την κυριολεκτική τους απόδοση, κατανοούµε πως η ταυτότητα εκφράζεται, παγιώνεται, µεταφέρεται, γίνεται αντιληπτή, µέσα από σύµβολα που κατακλύζουν το περιβάλλον µας, λειτουργούν σαν πυκνωτές µηνυµάτων, δηλώνουν την επικράτεια του ατόµου και χρησιµεύουν ως ερείσµατα ταυτοποίησης.

41

Page 42: Par. Arch. Sites (GR)

42

Αλληγορική παρουσίαση του σώµατος σαν σπίτι. Εικόνα από την εγκυκλοπαίδεια Ma’a’seh Toviyah [τα έργα του Toviyah] του Tobias Cohn. Δηµοσιεύτηκε πρώτη φορά το 1707 στη Βενετία. πηγή: Wikipedia

Page 43: Par. Arch. Sites (GR)

Με λίγα λόγια, ο άνθρωπος µπορεί να νιώσει οικεία, άνετα σε έναν τόπο, όταν είναι σε θέση να τον “διαβάζει” και να δηµιουργεί εντός του παραστάσεις, οι οποίες θα συµπληρώνουν αφενός τον τόπο και αφετέρου θα αντανακλούν την ταυτότητα του ανθρώπου, βοηθώντας τον να προσανατολίζεται σε αυτόν.

Ο χώρος µε αυτή τη διαδικασία µοιράζεται σε “ζώνες διακριτής ατµόσφαιρας” οι οποίες δηµιουργούνται µέσα από αυτά τα σύµβολα που πλέον “δεν περιορίζονται στα φυσικά τους όρια αλλά εκπέµπουν και πλάθουν χώρο”5. Σε τέτοιο σύµβολο µετατρέπεται το οτιδήποτε γύρω µας είναι φορτισµένο µε κάποια ταυτότητα, η οποία προσθέτει στην φυσική του υπόσταση µια επιπλέον ανάγνωση6. Έτσι λειτουργούν ως σύµβολα όχι µόνο τα προφανή: σηµάδια παράδοσης, αρχιτεκτονικής, εθνικής, θρησκευτικής, οικονοµικής κυριαρχίας, αλλά και τα “ευτελή” στοιχεία της καθηµερινότητας που µας επιβάλλονται πληθωρικά, όπως τα κεντήµατα, η µπουγάδα, οι επιγραφές, η µυρωδιά της φτώχιας, οι κεραίες της τηλεόρασης, ο θόρυβος µιας γειτονιάς και τα σιντί που κρέµονται από τα µπαλκόνια.

Πράγµατι, µέσα στην φτωχική καλύβα, η Γιαγιά αναπαράγει το δικό της κόσµο φέρνοντας και τοποθετώντας τα σεµέν, τις κουτάλες και όσα µπιµπελό χωρούν και αντιπροσωπεύουν για εκείνη την ταυτότητα της7. Έτσι η Καλύβα γίνεται η Γιαγιά, και η Γιαγιά, Καλύβα‧ επέρχεται µια ταύτιση ιδιοκτήτη - χώρου, που δηµιουργεί έναν τόπο οικείο και ζεστό για την εγγονή µέσα στο ξένο Δάσος.

Προσοχή όµως! Για τον Λύκο, που δεν αντιµετωπίζει µε ιδιαίτερα θετικά συναισθήµατα τη Γιαγιά και προέρχεται από διαφορετική οικογένεια, η Καλύβα αναγνωρίζεται ως ξένο σηµάδι, που συµβολίζει την ανθρώπινη εισβολή µες το δικό του, οικείο περιβάλλον. Τα ίδια σύµβολα που για την Κοκκινοσκουφίτσα έδρασαν ελκυστικά, για τον Λύκο προσελήφθησαν ως µια “βρωµιά” που τον απώθησε στη σκοτεινή περιφέρεια.

43

Page 44: Par. Arch. Sites (GR)

Την αµφίσηµη αυτή διάσταση των συµβόλων ταυτότητας, ιδιαίτερα όσων υπόκεινται στους σκοτεινούς κανόνες της αισθητικής, µας την υποδεικνύουν αιώνες τώρα τα σκυλιά καθώς ορίζουν την περιοχή τους, ουρώντας σε στρατηγικά σηµεία. Η αναγνώριση και ταυτοποίηση του ερεθίσµατος µιας µυρωδιάς σε “δικό µου” ή “ξένο”, δηµιουργεί έναν αισθητηριακό χάρτη ιδιοκτησιών, όπως και η αναγνώριση των επιµέρους υφολογικών-πολιτισµικών αναφορών σε διάφορες περιοχές της πόλης ελκύει ή απωθεί κατηγορίες τόσο κατοίκων, όσο και περαστικών.

- Κατοικούµε, βρωµίζοντας;

Τα ζώα µας αποκαλύπτουν πως το διακύβευµα είναι βαθύτερο από την αισθητική. Οι απεκκρίσεις τους απογυµνώνονται από την υποκειµενικότητα της αποστροφής που προκαλούν στον άνθρωπο και στέλνουν ξεκάθαρα µηνύµατα κυριαρχίας. Αυτό ακριβώς είναι το σηµείο στο οποίο η αρχέγονη ανάγκη για το κατοικείν, παρεκκλίνει από το ροµαντικό ορισµό της και µετατρέπεται σε επιθυµία κατίσχυσης8. Η έννοια της κατοίκησης και η έννοια της ιδιοκτησίας δεν είναι ταυτόσηµες, αποκλίνουν στο σηµείο εκείνο που για να νιώσουµε οικεία σε έναν τόπο, “σαν στο σπίτι µας”, υψώνουµε φράχτες, τον κατουράµε, τον καθιστούµε ανυπόφορο για τους άλλους, προσιτό µόνο από εµάς.

“Ιδού το θεµέλιο της ιδιοκτησίας stercus suum bene olet, η δική µου κόπρος µυρίζει ωραία [...] Εσείς φεύγετε, εγώ µένω, είµαι στο σπίτι µου και αν τυχόν ξεράσετε, θα πιστέψω πως πρόθεση σας είναι να ιδιοποιηθείτε εκ νέου αυτό το χώρο”9

Τα αθώα σεµέν της γιαγιάς λειτουργούν ταυτόχρονα µε δύο τρόπους. Από τη µια σαν οικεία σύµβολα του σπιτιού, που διαφυλάσσουν την ιστορία και την κληρονοµιά του ανθρώπου. Από την άλλη όµως λειτουργούν σαν βρωµιές, σύµβολα της τάξης ενός κόσµου ξένου - αν όχι εντελώς αντίθετου - προς τη ζωή του Λύκου, τον οποίον και ωθούν τόσο στο χωρικό, όσο και στο ηθικό, περιθώριο. Η καλύβα, έτσι, χάνει τον ενωτικό της χαρακτήρα. Η σχέση των δύο µερών στα οποία χωρίστηκε το δάσος µε την τοποθέτηση της Καλύβας, δεν είναι πια µια σχέση αρµονικής συνύπαρξης, αλλά µια σχέση υψηλής ανισότητας άρα και παρασιτίας.

44

Page 45: Par. Arch. Sites (GR)

ο καθαρός κοπρίτης

“Τώρα θέλω να µάθω, µήπως το όνοµα της παρασιτικής είναι άσχηµο.”1

Η παρασιτία είναι η διαδικασία του

[ να τρως ] • [ δίπλα σε ] • [ άλλον ]2

Στα λόγια του Σιµωνίδη -ήρωα του Λουκιανού- µέσα σε πέντε µόλις λέξεις, αποκρυσταλλώνεται το γεγονός πως το παράσιτο δεν ορίζεται µόνο ως προς τη λειτουργία αλλά και ως προς τη θέση του. Μάλιστα, ο συγκεκριµένος χωρικός συσχετισµός που του αποδίδεται, το “δίπλα σε - ”, ταυτοποιεί τη θέση αυτή ως άµεσα συνυφασµένη και εξαρτηµένη από τη γειτνίαση του παρασίτου µε έναν “άλλον”, πάνω στον οποίον το παράσιτο δεν παρατίθεται απλώς, αλλά λειτουργεί [τρώει], προσαρτώµενο. Εν ολίγοις, η παρασιτία δεν είναι µόνο µια σχεσιακή ανισότητα αλλά εξαρτάται απόλυτα από το χωρικό προσδιορισµό της. Είναι µια ανισότητα γειτνίασης, ακριβώς όπως αυτή που διαπιστώσαµε στο µύθο. Διά µέσου της παρασιτίας παραβιάζονται, προσβάλλονται από την πλευρά του παρασίτου τόσο οι Νόµοι που διέπουν τις αρχές της φιλοξενίας, όσο και τα χωρικά όρια ανάµεσα στα δύο µέρη. Ο συνδυασµός νόµων-κανόνων και ορίων που συνυπάρχουν σε µία περιοχή, είναι αυτός που γεννά την έννοια της ιδιοκτησίας.

Είτε τρώγοντας δωρεάν στο τραπέζι κάποιου άλλου, είτε αποµυζώντας το σώµα ενός οργανισµού από τα βιολογικά συστατικά του, είτε εισβάλλοντας σε µια σχέση τρίτων αποσπώντας µονόδροµα οφέλη, είτε παρεισφρέοντας σε ένα δάσος ή µια καλύβα και αποικώντας τα, η παρασιτική δράση ορίζεται πάντα ως “παραβίαση” µιας ξένης ιδιοκτησίας, ταυτιζόµενης µε ένα “άλλο” από το οποίο ο παράσιτος διακρίνεται, διαφέρει, προσαρτάται και επωφελείται. Όσο πολυδιάστατη είναι η φύση του παρασίτου, τόσο διαφορετικές ποιότητες λαµβάνει αυτό το “άλλο” που λειτουργεί ως ξενιστής της παρασιτικής δράσης, και αντίστροφα. Γενικεύοντας όµως, µπορούµε να θεωρήσουµε το “άλλο” ως κάποιας µορφής ιδιοκτησία [τραπέζι, σώµα, σχέση, δάσος] που ξεχωρίζει από το άµορφο περιβάλλον του παρασίτου, όντας πρωτογενώς φορτισµένο µε µια ιδιαίτερη ταυτότητα, αυτήν του ιδιοκτήτη του.

45

Page 46: Par. Arch. Sites (GR)

Ο ιδιοκτήτης, ο πυρήνας της ιδιοκτησίας, ταυτοποιείται εσωτερικά στον χώρο κυριαρχίας του, γίνεται ένα µε αυτόν και εξαρτάται από αυτόν, όπως όµως και το παράσιτο εξαρτάται από τον ίδιο χώρο, ερχόµενο από τη µεθόριο. Ιδιοκτησία και ιδιοκτήτης, έτσι, επιφορτίζονται την ιδιότητα του ξενιστή, ενώ αυτό το στοιχείο που δεχτήκαµε ότι καταφτάνει µε ένα δευτερογενές αίτηµα φιλοξενίας, χαρακτηρίζεται ως παράσιτο, χωρίς όµως ούτε η δική του ύπαρξη να µπορεί να νοηθεί ξέχωρα από αυτήν της ιδιοκτησίας. Η ταυτοποίηση ξενιστή-ιδιοκτησίας και παρασίτου-ιδιοκτησίας είναι ισότιµη, αυτό που αλλάζει για τη θεώρηση της παρασιτίας, είναι το ποιόν εµείς “βλέπουµε” κάθε φορά ως ιδιοκτήτη του.

Έτσι όµως προκύπτουν ανταγωνιστικές γειτνιάσεις οι οποίες θέτουν θεµελιώδη ερωτήµατα πάνω στο ζήτηµα των ορίων και του χωρικού ανήκειν. Τα ερωτήµατα αυτά µας είναι γνώριµα, είναι η χωρική έκφραση των ερωτηµάτων που ξεχωρίζουν τις δύο µορφές της φιλοξενίας, έχοντας τη δύναµη να µετατρέψουν τον ξένο σε εχθρό αλλά και τον κύριο σε πένητα. Η απάντηση του ανθρώπινου διδάγµατος στο δυναµικό αίτηµα της απροϋπόθετης φιλοξενίας του ανοικτού σε όλους Δάσος, καταγράφεται στο χώρο µε την περίφραξη του κήπου, τα ερωτήµατα της Γιαγιάς και την παρέµβαση του Κυνηγού. Δηλαδή, µε τη δηµιουργία σαφών χωρικών ορίων και τη διαρκή προσπάθεια επιτήρησης και φύλαξης τους. Προστατεύοντας την ιδιοκτησία, διά µέσου της φύλαξης αυτών των ορίων, προστατεύεται και διαφυλάσσεται η ταυτότητα του “εγώ”, κρατώντας τον εαυτό καθαρό και απρόσβλητο από την εισβολή και την προσάρτηση του άγνωστου και παρασίτου “άλλου”3.

Τα πράγµατα περιπλέκονται καθιστώντας ασαφές αν η ιδιοκτησία θεµελιώνεται σε καθαρή ή βρώµικη περιοχή. Στην πραγµατικότητα, η καθαριότητα και η βρωµιά, είναι όψεις του ιδίου νοµίσµατος, τιµές µιας κοινής, γνώριµης µεταβλητής. Αποδίδοντας στο χώρο µια ταυτότητα, εφαρµόζουµε έναν κανόνα και εκτοπίζουµε από το εσωτερικό του τα στοιχεία που δεν µπορούν να να συνταχθούν µε τις αρχές του, φροντίζοντας να τα αποκλείουµε, διαρκώς κρατώντας τοχώρο “καθαρό”. Η τοπική εξουσία, η κυριότητα του χώρου προκύπτει έτσι µέσω ταύτισης στο εσωτερικό και αποβολής στη µεθόριο4. Καθαρίζουµε βρωµίζοντας.

46

Page 47: Par. Arch. Sites (GR)

47

οικειοποιούµαι

ορίζω

αποκλείω καθαρίζω

βρωµίζω διασπείρωκανονίζω

Page 48: Par. Arch. Sites (GR)

48

Ο µύθος της Κοκκινοσκουφίτσας όπως τον είδε η Ιάπωνας καλλιτέχνης Miwa Yanagi στη σειρά έργων της Fairy Tales που πραγµατεύονται αναπαραστάσεις των µύθων των αδελφών Γκρίµ. Η καλλιτέχνης εντυπωσιάστηκε από την αγριότητα που κρύβουν µέσα τους αυτοί οι µύθοι, παρότι προορίζονται για παιδιά. πηγή Wikipedia

Page 49: Par. Arch. Sites (GR)

το παρά- του παραδείσου

Η κυριαρχική επίδραση της Καλύβας δεν σταµατά στην απώθηση του Λύκου. Mε υπόγειες διαδικασίες “στα κρυφά” εγκαθιδρύει ένα σύστηµα κατάληψης και καταληπτότητας του χώρου, που εσωτερικεύεται από τους ίδιους τους κατοίκους του δάσους, διαβρώνοντας έτσι εκ των έσω την φυσική ισορροπία. Η επιρροή της αυτή φανερώνεται µέσα από τη µιµητική ανάγκη του Λύκου να την αποικίσει αντί να την καταστρέψει, να γίνει άνθρωπος στη θέση του ανθρώπου, µπαίνοντας κυριολεκτικά µέσα στα ρούχα της Γιαγιάς. Ταυτόχρονα όµως, η επίδραση της Καλύβας εµφανίζεται και στη βίαιη παρέµβαση του Κυνηγού, ο οποίος παρεκκλίνει της θέσης του ως θηρευτής του δάσους - µέρος µιας φυσικής οικονοµίας - για να γίνει φύλακας του ανθρωπογενούς νόµου.

Το σηµείο αυτό της µεταστροφής του Λύκου και του Κυνηγού σε δύο ρόλους ασύµβατους προς την αρχική τους φύση, είναι ιδιαίτερα σηµαντικό για να καταλάβουµε πως η Καλύβα όχι µόνο δεν εµπνέει το σεβασµό, την κατανόηση και την ένωση του ανθρώπου µε τον τόπο, αλλά αντίθετα, τον αλλοιώνει, δρώντας ως µέσο ενεργητικού ελέγχου και κανονικοποίησης. Τόσο ο Λύκος, όσο και ο Κυνηγός µόλις εισέρχονται σε αυτήν παρεκκλίνουν, αποµακρύνονται από τη φυσική τους θέση και λαµβάνουν ρόλους στο ανθρώπινο σύστηµα οργάνωσης. Το γεγονός µάλιστα ότι ο Λύκος θεωρεί πως πρέπει να µπει στη θέση του ανθρώπου, στην Καλύβα και τα ρούχα της Γιαγιάς, προκειµένου να ξανα-κατοικήσει το δάσος του, αποτελεί µια µετάλλαξη, που ξεπερνά σε επίπτωση ακόµα και την ίδια τη δολοφονία του που ακολουθεί.

Με την τελική βέβαια πράξη της δολοφονίας του Λύκου, η οποία εισήχθη στο µύθο από τους αδελφούς Γκρίµ ως δίδαγµα, η ανθρώπινη κυριαρχία στον τόπο υπογραµµίζεται ακόµα πιο έντονα αφού κάθε φυσικό στοιχείο εξαφανίζεται από το δάσος. Το αρχιτεκτόνηµα µε τους ανθρώπινους τελεστές του µένουν µόνοι κυρίαρχοι του τόπου. Η ένωση που υποσχόταν η Καλύβα εξαφανίστηκε κάτω από τον φόβο και το ναρκισσισµό.

49

Page 50: Par. Arch. Sites (GR)

Παρ' όλα αυτά η εξαφάνιση του Λύκου συνεχίζει να παρουσιάζεται ως “απονοµή δικαιοσύνης”, προσφέροντας τη λύση του δράµατος και το απαραίτητο καταφύγιο ανακούφισης των µικρών ακροατών, που βίωσαν µε τη φαντασία τους δύο άγριες δολοφονίες. Η ηρωική και συµβολική αυτή νίκη πάνω στον Λύκο, ευαγγελίζεται την ανθρώπινη κυριαρχία πάνω στο ά-λογο, τη θετική πρόοδο που ρίχνει φως στα σκοτάδια και καθαρίζει τον τόπο από κάθε λογής τέρατα, εγκαθιστώντας στη θέση του άγριου και επικίνδυνου Δάσους, έναν παραδείσιο και αξιοθέατο Κήπο. Έναν κήπο µέσα στον οποίο βασιλεύει το βλέµµα του ανθρώπου, ικανό πλέον να ονοµατίσει τα πάντα γύρω του i.

Η Καλύβα κυριάρχησε στο µύθο, η αρχιτεκτονική του ανθρώπου επιβλήθηκε στην ά-λογη και άναρχη φύση, κέρδισε την εξουσία προσφέροντας σε αντάλλαγµα διδάγµατα, δηλαδή λόγια. Αλλά ο Λύκος δεν είπε την τελευταία του λέξη. Όπως µαρτύρησε ο Perrault, ο ταλαιπωρηµένος ήρωας θα µας ακολουθήσει σαν σκιά, βγαίνοντας από τον µύθο, στους δρόµους και τα πραγµατικά µας σπίτια. Καθώς µπροστά µας απλώνεται κυρίαρχη η περίκλειστη παραδείσια, καθαρή και έννοµη φαντασίωση της αρχιτεκτονικής, πίσω µας σέρνεται και παρατίθεται το άβολο αίτηµα της άνοµης και απροϋπόθετης φιλοξενίας, της αρµονικής συνύπαρξης του κατοικείν, στο πρόσωπο ενός ρακένδυτου και περιπλανώµενου Λύκου. Πού θα στραφεί το βλέµµα µας;

Η θέση του παρασίτου ορίστηκε. Στο ενδιάµεσο των δύο άκρων, ανάµεσα στο βλέµµα και τη σκιά, εκεί που υψώνεται το θνητό σώµα του παρατηρητή, βρίσκεται το τελευταίο πολυτελές χαράκωµα1 του πολέµου των φαντασιώσεων.

50

i Αναφορά στη σκηνη της ονοµατοδότησης των ειδών από τον Αδάµ, Κεφ. 2, Γένεσις, Π.Διαθήκη

Page 51: Par. Arch. Sites (GR)

51

Ο “κακός Δράκος” - µακρινός συγγενής του δικού µας “κακού Λύκου” - κυνηγά τον ερωτευµένο Πολύφιλο στο όνειρο του. Εικόνα από το περίφηµο έργο του 1499 Hypnerotomachia Poliphili το οποίο έχει απασχολήσει ιδιαίτερα τον αρχιτεκτονικό κλάδο λόγω των, εκφραστικών και πλούσιων σε συµβολισµούς, απεικονίσεων, αναγεννησιακών κτιρίων και κήπων, στις συνοδευτικές εικόνες. πηγή Wikipedia

Page 52: Par. Arch. Sites (GR)

52

από το χώρο στο µύθο

sites ο παρατηρητής και η θεση του στο µύθο, ο παρατηρητής δηµιουργός - ο παρατηρητής π α ρ α σ ι τ ο ς - τ ο πα ρα τ ο υ αρχιτέκτονα - µες την αίθουσα των χώρων - δύο αναγνωσεις της καλύβας- η ανωνυµη αρχιτεκτονικη και ο αρχιτεκτων πριγκηπας - µορφολογικές και διωρθωτικές παρεκκλίσεις - η αντιστροφή του βέλους θεικές φαντασιώσεις - ο κλονισµός του ανοικειου - αστεγοι και περιθώριο- διαφορετική α ν α γ ν ω σ η τ η ς π ο λ η ς - παρασιτοκατασκευες- εναντια στην αρχιτεκτονικη- η θετική πλευρα του παρασιτου η αρχιτεκτονική των αναγνωσεων -τουρίστας και περιπανώµενος - διδάγµατα και αναγνώσεις - η πραγµατικότητα χωρίς τον καθρέφτη της λογικής ’

Page 53: Par. Arch. Sites (GR)

ego ‧ hic ‧ nunc ^

^ Οι γλωσσολόγοι αναφέρονται συνοπτικά στους τρεις τύπους δείξεως* µε τη λατινική φράση ego, hic et nunc «εγώ, εδώ και τώρα», η οποία δηλώνει ότι η γλωσσική επικοινωνία έχει ως επίκεντρο την οπτική γωνία τού οµιλητή.

* Ως δείξη (αγγλ. deixis) ορίζεται η γλωσσική λειτουργία κατά την οποία χρησιµοποιούµε στοιχεία από το περιβάλλον τού οµιλητή (γλωσσικό και εξωγλωσσικό) προκειµένου να αναφερθούµε σε (να δείξουµε προς) αυτόν. Σε κάθε γλώσσα τα στοιχεία αυτά µπορούν να ερµηνευθούν µόνο αναφορικά µε τον οµιλητή και αποκτούν νόηµα µόνον εξαιτίας τής σύνδεσης µε αυτόν. πηγή : Βικιπαιδεία

53

Page 54: Par. Arch. Sites (GR)

54

“ Η Κοκκινοσκουφίτσα έµεινε έκπληκτη βλέποντας πως έµοιαζε η Γιαγιά µέσα στα νυχτικά της” *

Page 55: Par. Arch. Sites (GR)

sites

Όσο οι ήρωες του παραµυθιού βιώνουν τις άχρονες µάχες τους στο Δάσος, ο παρατηρητής τους παρακολουθεί όντας “εντός, εκτός και επί τα αυτά µέρη”, κάτω από τον αόρατο µανδύα του ονειρικού επισκέπτη. Με αυτό το προνόµιο λοιπόν, να βλέπει µα να µην είναι ορατός, µπορεί να περιπλανηθεί στο Δάσος, να περιεργαστεί από κοντά τους ήρωες, τους µορφασµούς, τις ανάσες τους, τα µονοπάτια που διαβαίνουν και τα ξύλα που ντύνουν τα καταφύγια τους, δίχως να αφήνει φαινοµενικά κάποιο ίχνος πίσω του. Στην πραγµατικότητα όµως, η παρουσία του παρατηρητή, ακόµα και αόρατη επηρεάζει σε τέτοιο βαθµό το Δάσος, ώστε να µην µπορεί πια κανείς να πει µε σιγουριά, τι υπήρχε εκεί πριν από την είσοδο του.

Καθώς το σκηνικό της δράσης του παραµυθιού διαπλάθεται διαρκώς στο συλλογικό συνειδητό και στη φαντασία των προφορικών παραδόσεων, ο παρατηρητής βρίσκεται ουσιαστικά σε έναν τόπο άτυπο, ο οποίος σε κάθε είσοδο εµπλουτίζεται µε νέα στοιχεία, αποκτά διαφορετική µορφή και όψη. Μετατρέπεται σε έναν χωρικό καµβά, µες τον οποίο ο κάθε επισκέπτης γίνεται δηµιουργός, αφού προσθέτει και αφαιρεί στοιχεία, πάνω σε µια υπάρχουσα δοµή, η οποία δένει σαν υφάδι το σύνολο. Κάποια από αυτά τα δηµιουργήµατα θα παραµείνουν ζωντανά µες τη συλλογική µνήµη, κάποια άλλα θα ζήσουν µόνο για µια επίσκεψη στο Δάσος. Η επιβίωση τους, η υστεροφηµία τους, είναι αµφίβολη, ασταθής, θέµα τύχης. Το Δάσος είναι έτσι ταυτόχρονα αιώνιο και εφήµερο, συντελεσµένο αλλά όχι αµετάβλητο, ένας κλειστός χώρος σε αναµονή, ο οποίος ζωντανεύει κάθε φορά που η φαντασία µας φέρνει στα µονοπάτια του‧ ένας χώρος σπαρµένος µε µεταβλητές, τις τιµές των οποίων δίνει ο παρατηρητής. Ο κάθε ένας από εµάς έχει λοιπόν τη δυνατότητα να γίνει ο κελευστής, ο συνθέτης, ο αρχιτέκτων του Δάσους, ένας µαθητευόµενος µάγος µες την µυθική Φαντασία.

55

Page 56: Par. Arch. Sites (GR)

Το κάθε Δάσος που προκύπτει έτσι από αυτή τη δηµιουργική διαδικασία, είναι ένα απόλυτα προσωπικό και ταυτόχρονα συλλογικό Δάσος, ένα Δάσος που ανήκει σε όλες τις γενιές που το έχουν εσωτερικεύσει σαν παράδοση, αλλά αντανακλά στιγµιαία την ταυτότητα και τις προτιµήσεις του ενός, που σκύβει και καθρεφτίζεται εντός του. Γίνεται έτσι όλο το Δάσος, αυτός ο κοινός τόπος, µια εφήµερη ιδιοκτησία κάποιου περιπλανώµενου επισκέπτη, που αποφάσισε να παρεκκλίνει από τη δουλειά ή τον ύπνο του, προκειµένου να χαθεί για λίγο στα παιχνιδίσµατα του ονείρου.

Ανάσαi Επιστροφή στη δυσαρµονία.

Μέσα σε αυτό το ονειρικό και ροµαντικό πλαίσιο, παραλίγο να ξεχάσουµε πως ουσιαστικά όλες οι παραπάνω διαδικασίες δεν µας είναι άγνωστες. Ο παρατηρητής τρέφει τη φαντασία του από το συλλογικό µύθο, βρίσκεται ταυτόχρονα µέσα και έξω από αυτόν, µε το σώµα του καθηλωµένο στην υλικότητα του γεωµετρικού τόπου, και το λογισµό του στην φαντασιακή σφαίρα του ονείρου. Πίσω από την απόσταση αυτή, προστατευµένος από τα πυρά του Κυνηγού, τα δόντια του Λύκου και το κακό µάτι της Γιαγιάς, δρα µονόδροµα, παρεµβάλλεται και περιπλέκει το αρχικό σενάριο, διαµορφώνει και οικειοποιείται το χώρο και το µύθο‧ εν ολίγοις, παρασιτεί.

Όλα όσα όµως κατορθώνει ανώδυνα, “χωρίς θόρυβο, έχθρα και οργή” µέσα στο δάσος, µε µόνο εργαλείο τη φαντασία του, είναι εξαιρετικά δύσκολο να τα πετύχει στην πραγµατικότητα. Ο βαθµός πολυπλοκότητας ανεβαίνει απότοµα καθώς ο παρατηρητής αλλάζει θέση, ή καλύτερα επιλέγει τη θέση του πραγµατικού, γεωµετρικού τόπου και τοποθετείται ξαφνικά µέσα σε ένα πλαίσιο στο οποίο, εκτός από παρατηρητής είναι και παρατηρούµενος1. Από τρίτος όρος που περιπλανάται αµέριµνα ανάµεσα στους δρώντες χαρακτήρες, γίνεται και ο ίδιος ένας από αυτούς, αφού εισέρχεται σε έναν υποχρεωτικό κοινωνικό διάλογο. Καθώς µπροστά του δεν απλώνεται πια το µυθικό δάσος αλλά το αστικό τοπίο, κάθε επέµβαση του σε αυτό, κάθε δηµιουργική ή αναγκαία παρασιτία, γίνεται αντιληπτή µόνο µέσα στο γνώριµο δίπολο βρωµιας και καθαριότητας.

56

i µουσικός όρος παύσης, η χρονική διάρκει της οποίας εξαρτάται από τη θεληση του µουσικού.

Page 57: Par. Arch. Sites (GR)

57

Φωτογραφίες της Sarah Moon για την έκδοση της Κοκκινοσκουφίτσας [κείµενο του Ch. Perrault] από τον εκδ. οίκο Grasset, το 1983 στα πλαίσια της σειράς παραµυθιών µε τίτλο "Monsieur Chat" Η σειρά αυτή είχε ως αντικείµενο τη απεικόνιση των µύθων απόυ σύγχρονος εικαστικούς. πηγή Wikipedia

Page 58: Par. Arch. Sites (GR)

58

θαυµάζοντας µια εξαίσια καλύβα *

Page 59: Par. Arch. Sites (GR)

το παρα- του αρχιτέκτονα

Βρισκόµαστε στη θέση του παρατηρητή, µέσα στο αστικό δάσος, και µάλιστα στην αίθουσα ενός πανεπιστηµιακού ιδρύµατος που διδάσκει την Αρχιτεκτονική, την επιστήµη των χώρων. Είµαστε λοιπόν, στην πλέον κατάλληλη θέση για να κοιτάξουµε το πρόβληµα στα µάτια, αφού βρισκόµαστε στην αρχή γένεσης της Καλύβας. Ο αρχιτέκτων είναι ο σχεδιαστής της, ο συνθέτης του συντεταγµένου τοπίου, ο γεωµέτρης1 που χωρίζει τις ιδιοκτησίες και κανονίζει τις έννοµες χρήσεις, ο άνθρωπος δηλαδή, που είναι επιφορτισµένος µε το ρόλο να σχεδιάζει τον αστικό µύθο. Παρουσιάζει έτσι, ως παρατηρητής, µια διπλή λειτουργία. Από τη µία οφείλει να δηµιουργεί µέσα στο αστικό δάσος, από την άλλη, µε τη δράση του ορίζει τον κανόνα, τα πρότυπα δηµιουργίας και σχεδιασµού.

Ο Αρχιτέκτων βρωµίζει. Ο Αρχιτέκτων καθαρίζει.

Ένσταση ερχόµενη από την πολιτική αρχή του τόπου:

“Είναι προφανές ότι το επώνυµο αρχιτεκτονικό έργο δεν έχει τη δυνατότητα να δώσει µόνο του την πλήρη εικόνα του δοµηµένου χώρου, γιατί το ποσοστό των ενυπόγραφων έργων είναι πάντα αρκετά µικρό.”2

Όντως, ο επώνυµος Αρχιτέκτων δεν κρύβεται πίσω από όλες τις Καλύβες. Υπάρχουν Καλύβες δίχως όνοµα, Καλύβες που διαµορφώνουν τον τόπο χωρίς την έγκριση του βλέµµατος του Αρχιτέκτονα. Καλύβες αυθαίρετες και παράνοµες, άλλοτε ως προς την ποινική αρχή, άλλοτε ως προς την αρχιτεκτονική κανονικότητα. Ποιός λέει ότι η Καλύβα της Γιαγιάς ήταν έργο αρχιτέκτονα; Το πιθανότερο είναι να αποτελεί ένα αυθαίρετο κτίσµα που παραβιάζει τόσο τις νοµοθεσίες περί προστασίας δασικών εκτάσεων όσο και την αρχιτεκτονική αισθητική. Ως εκ τούτου η ευθύνη της δεν βαραίνει τη συνείδηση του αρχιτέκτονα, όπως αντιστοίχως ούτε η µορφή του δοµηµένου χώρου, αφού ξεφεύγουν αµφότερα από τους νόµους της τάξης και τους κανόνες της έντεχνης αρχιτεκτονικής.

59

Page 60: Par. Arch. Sites (GR)

60

ένα συλλογικό δάσος *

Page 61: Par. Arch. Sites (GR)

Αυτός όµως ο διαχωρισµός της δηµιουργίας ανάµεσα σε αρχιτεκτονική και µη-αρχιτεκτονική, ταυτοποιεί εκ νέου τον αρχιτέκτονα µε την Καλύβα, αυτή τη φορά όχι ως υπεύθυνο για το σχεδιασµό της ξύλινης κατασκευής αλλά ως κύριο στον “τόπο µιας αυθεντίας και µιας εξουσίας η οποία διαχειρίζεται µε βεβαιότητα τη σηµασία των µορφών και την κυριαρχία στο περιβάλλον.”3 Η καλύβα του αρχιτέκτονα είναι µια κουκκίδα µέσα στο άναρχο, ανώνυµο και απειλητικό δάσος της πόλης, και η µόνη της προσπάθεια να επικοινωνήσει µε τον τόπο αυτό, είναι η προσπάθεια να µετατρέψει την ανώνυµη δηµιουργία σε επώνυµη, διδάσκοντας και επιβάλλοντας κανόνες αισθητικής και χρήσης του χώρου.

Όµως, όπως ο Αρχιτέκτων διεκδικεί τη δηµιουργική κυριότητα, ταυτιζόµενος µε τον κανόνα, τα ανώνυµα σχεδιάσµατα και οι µυστήριοι δηµιουργοί τους διεκδικούν το δικαίωµα διαµόρφωσης του τόπου µε βάση τις δικές τους ανάγκες, ορµώµενα από το “άτεχνο” περιθώριο. Με την ίδια τους την ύπαρξη θέτουν ερωτήµατα και αµφισβητούν την “έντεχνη” θεώρηση του δοµηµένου χώρου, που υποδηλώνει “ότι µόνο ο αρχιτέκτονας είναι δηµιουργικός, αδυνατώντας να αναγνωρίσει τη δηµιουργικότητα του χρήστη.”4 Αυτή όµως η θεώρηση του χώρου που µας περιβάλλει, δεν µετατρέπει µόνο το χρήστη σε θεατή του περιβάλλοντος του, αποµακρύνει ταυτόχρονα τον αρχιτέκτονα από την εξυπηρετική του υποχρέωση και τον µετατρέπει σε “Πρίγκιπα”5 που κλείνεται στις παραδείσιες φαντασιώσεις του. Η κυριαρχία του venustas πάνω στο utilitas6 είναι αυτή που διαβρώνει τελικά το firmitas δηµιουργώντας έναν ενδιάµεσο χώρο µέσα στον οποίο αναπτύσσονται οι ανώνυµες αστικές παρασιτίες.

Ο αρχιτέκτονας εσώκλειστος στην καλύβα του οφείλει να αντεπιτεθεί. Στην πραγµατικότητα διαχρονικά δυσκολεύεται, όχι µόνο να κατανοήσει, αλλά και να κατονοµάσει τις παρασιτίες αυτές. Κατά συνέπεια τις απωθεί, κλείνεται στην καλύβα του και χρησιµοποιεί κατά κύριο λόγο το “άσχηµο” όνοµα της παρασιτικής για να περιγράψει ευφηµιστικά τα δικά του έργα. Έτσι στις αρχιτεκτονικές δηµοσιεύσεις, ως παράσιτα παρελαύνουν οι έντεχνες κατασκευές που αποτελούν είτε εµπρόθετα µορφολογικές εκκεντρότητες είτε τεχνολογικά προσαρτήµατα σε υπάρχουσες δοµές, εκπληρώνοντας διάφορες ανάγκες οι οποίες µπορεί να αφορούν από επεκτάσεις ιδιωτικών συµφερόντων ως την ελεύθερη

61

Page 62: Par. Arch. Sites (GR)

και αδιαµεσολάβητη έκφραση των πολιτών. Ο έντεχνος σχεδιασµός τους όµως, είναι εκ διαµέτρου αντίθετος µε την ανώνυµη και αυθόρµητη φύση του παρασίτου. Δεν µπορεί κανείς να σχεδιάσει και να προσδώσει µια µορφή στο ασχεδίαστο δίχως να καταλήξει σε κάποιου είδους γενικεύσεις και στερεότυπα.7

Τα στερεότυπα αυτά αντανακλούν την ανάγνωση που κάθε φορά έρχεται να ντύσει το λογισµό του αρχιτέκτονα σε ό,τι αφορά την πραγµατικότητα. Υπάρχουν πλήθη αναγνώσεων του χώρου, που δεν επαφίενται στα στενά όρια της αρχιτεκτονικής, αλλά απαντούν σε έξω-αρχιτεκτονικά πεδία, όπως αυτά της φιλοσοφίας, της ιστορίας, της κοινωνιολογίας κα. τα οποία έχουν στόχο να συµπληρώσουν κατά το δυνατόν το υψηλό όραµα του αρχιτέκτονα για τον χώρο. Οι αµφίπλευρες εξαρτήσεις των γειτονικών8 - αλλά όχι ταυτόσηµων- πεδίων, και η αναµενόµενη σύγχυση των µεταξύ τους ορίων, καταµαρτυρούν στα υποψιασµένα µάτια µας, µια λανθάνουσα απόκλιση, η οποία δεν είναι άλλη από την απόσταση που διατηρεί αυτή η διευρυµένη υπερ-αρχιτεκτονική σκέψη από την πραγµατικότητα.

Στον αντίποδα αυτών των φαντασιακών και α-τοπικών θεωρήσεων οι οποίες κινούνται είτε διορθωτικά προς την κατεύθυνση µιας “πόλης µπιµπελό”, µιας ιδρυµατικής πόλης, η οποία καθορίζεται και επιβλέπεται από το ακούραστο µάτι του αρχιτέκτονα-θεού, και καλλιεργείται από τους “υπεύθυνους πολίτες”9 - είτε δυστοπικά στα πλαίσια µιας επιστηµονικής φαντασίας που προοιωνίζει τη σήψη την παρακµή και τον θάνατο των πόλεων, βρίσκεται µια, σχετικά πιο πρόσφατη, επιχείρηση ωµής αποτύπωσης της πόλης. Αυτο το είδος προσανατολισµένου ενδιαφέροντος προς το περιθώριο, που κλιµακώνεται µε την επαναφορά στο προσκήνιο των θεµάτων της φτώχειας και της ανθρώπινης οικολογίας, δε µαρτυρά µονάχα την εντροπική κατάσταση της κοινωνίας µας εν µέσω κρίσης, αλλά κρύβει µια τάση ξορκίσµατος του παρασιτισµού, µέσα από την ε ι καστ ικοπο ίηση του . Καθώς πλήθος αµοντάρ ιστε ς , ντοκυµαντερίστικες εικόνες εισβάλλουν στην προστατευµένη Καλύβα µας, δηµιουργώντας µια µονόδροµη ψευδαίσθηση επαφής µε το πραγµατικό, η αντίδραση στο ανοίκειο µήνυµα του παρασίτου διορθώνεται ακόµη µια φορά µέσω της αφοµοίωσης του.

62

Page 63: Par. Arch. Sites (GR)

63

ένα συλλογικό δάσος , ειδωµένο από τον αρχιτέκτονα *

Page 64: Par. Arch. Sites (GR)

64

“Tο όνειρο της λογικής, γεννά τέρατα” *

Page 65: Par. Arch. Sites (GR)

η αντιστροφή του βέλους

“Τι από τα πράγµατα του ανθρώπου µπορεί να φανεί µεγάλο σε εκείνον που κρατά την αιωνιότητα και γνωρίζει τα πέρατα του κόσµου;”1 διερρωτήθηκε ο Κικέρων, φράση που καλλιτέχνησε τον πρώτο παγκόσµιο χάρτη, το “θέατρο του κόσµου” και κλείνει µέσα στην στρατηγική τοποθέτηση της, κάτω από µια επιδερµική νότα ταπεινοφροσύνης, όλο το µεγαλείο της θεικής φαντασίωσης του ανθρώπου. Με την συµβολή της θετικής προοδου της επιστήµης, η οποία λειτούργησε σαν άλλος παντοδύναµος ήρωας-σωσίας, ο άνθρωπος που αναδύθηκε µέσα από τους θεοφοβούµενους “σκοτεινούς” χρόνους, προσπάθησε εµµονικά να ξεπεράσει τη θνητή του φύση και τις συνακόλουθες φοβίες [αιωνιότητα], να ρίξει το βλέµµα του σε όσο το δυνατόν περισσότερα σηµεία, να χαρτογραφίσει όλα τα γνωστικά πεδία, ωστε να µη µείνει πια περιοχή στην οποία να κατοικούνε Λύκοι και Δράκοι2, να γίνει δηλαδή, Θεός πανόπτης. Κι όµως, αιώνες µετά, στην εποχή του goo-gle earth, υπάρχουν ακόµη terrae incognita3, τόποι που ο άνθρωπος µπορεί µεν να κοιτάξει ελεύθερα, αλλά αποφεύγει νιώθωντας έναν οικείο φόβο.

“Όλο και συχνότερα, στο κέντρο της Αθήνας, πέφτω πάνω σε ρακοσυλλέκτες καθαρούς και ευπρεπώς ντυµένους, τουλάχιστον όσο κι εγώ. Το θέαµά τους µε κατατροµοκρατεί και τα ερωτήµατα εκρήγνυνται σαν πυροτεχνήµατα µες στο κεφάλι µου...”4

Στην παραπάνω εξοµολόγηση βρίσκουµε συγκεντρωµένες όλες τις παραδοχές αυτού του φόβου. Αυτοί που θεωρούµε ως “παράσιτα” έχουν διατρυπήσει τα όρια του κήπου µας και έχουν εισβάλλει απ’τη µεθόριο. Το θέαµα τους διαταράσσει την ισορροπία, χτυπά την πόρτα µας θέτοντας ερωτήµατα και όλα αυτά όχι λόγω της απεχθούς όψης ή µυρωδιάς που θα ευτέλιζε το µήνυµα στην “τάξη των κοπράνων”, αλλά λόγω του πεντακάθαρου και ευπρεπούς καθρεφτίσµατος του παρατηρητή που αποκαλύπτει µια βαθύτερη αλήθεια. Οι αδελφοί Γκριµ καθάρισαν το Δάσος από τον Λύκο. Ίσως όµως ο Λύκος δεν ήταν εξαρχής ο εχθρός της Κοκκινοσκουφίτσας αλλά ένα µέρος του εαυτού της.

65

Page 66: Par. Arch. Sites (GR)

Οι παραστάσεις που προκαλούν τον τρόµο είναι ουσιαστικά ανακλήσεις ενός παρελθόντος, το οποίο ο σηµερινός πολίτης διαχρονικά έχει πασχίσει να απωθήσει, προοδεύοντας. Το δικαίωµα στη στέγη όµως, θεµελιώδες αίτηµα της ανθρωπότητας, δεν είναι το µόνο που κλονίζεται. Η αύξηση του αριθµού των παριών, η καθαρη και τροµακτικά οικεία όψη τους στην πόλη, διαταράσσει το αίσθηµα σταθερότητος του παρατηρητή και τον φέρνει, διχως ανακλαστικό καθρέφτη, ενώπιον της δικής του παρασιτείας. Η αιωνιότητα και η κυριαρχία του στον κόσµο, που ευαγγελίστηκε ο χάρτης του Ορτέλιου, αµφισβητούνται.

Οι άστεγοι, οι έκπτωτοι της ιδιωτικής σφαίρας, αλλά και όλοι όσοι εντάσσονται, µε τον έναν ή τον άλλον τρόπο στα σκοτάδια του περιθωρίου - οι αλήτες, οι “λωλοί”, οι ασκόπως περιπλανώµενοι, οι εραστές της υπαίθρου - στέλνουν αιτήµατα φιλοξενίας στην πόλη, τα οποία οφείλουµε να προσέξουµε προσπερνώντας την όποια αποστροφή διώχνει το βλέµµα από πάνω τους. Η ίδια τους η ύπαρξη και τοποθέτηση στο δηµόσιο χώρο, τον οποίον οικειοποιούνται µε έναν άµεσο και αδιαµεσολάβητο τρόπο, µετατρέπεται στο πνεύµα αυτής της πόλης, αφού αποτελεί απευθείας παράγωγο του κοινωνικού, πολιτικού και οικονοµικού συστήµατος της5.

Το αποκαλούµενο περιθώριο είναι ένα µεγάλο δοχείο το οποίο καθρεφτίζει τη σκιά6 αυτού του συστήµατος, όλους τους φόβους, τα στερεότυπα, τις αποτυχίες, τις κρίσεις του, που αυξάνουν κατακόρυφα την κοινωνική εντροπία‧ ταυτόχρονα όµως τονώνει και τις χαρές, τις εφήµερες γιορτές, το φευγαλέο και µη-ελεγχόµενο χαρακτήρα του άστεος. Οι, κυριολεκτικά ή µη, ανέστιοι κάτοικοι του περιθωρίου, παρατίθενται και προσαρτώνται στο δηµόσιο, το αποικούν και εξαπλώνονται, παρασιτούν. Όπως όλα τα παράσιτα όµως, µορφώνονται πάνω στη µήτρα που τους δόθηκε, και µε αυτήν την οπτική, δεν αποτελούν ξένους ως προς αυτήν, αλλά κληρονόµους της και νόµιµους διεκδικητές του δικαιώµατός τους να την κατοικούν.

66

Page 67: Par. Arch. Sites (GR)

Όλες οι παραπάνω αναφορές στην αστική παρασιτεία , αποκαλύπτουν έναν εντελώς διαφορετικο τρόπο βιώµατος της πόλης. Με τη δράση τους οι κάθε είδους “περιθωριακοί” ξεφεύγουν από τα στενά όρια της τυποποιηµένης χρήσης του δηµοσίου χώρου, προσπαθώντας να ικανοποιήσουν τις διάφορες ανάγκες τους. Έτσι οδηγούνται πολύ κοντά στην πρόταση του Heidegger και του Ch. Norberg-Schulz για το κατοικείν. Διαβάζουν την πόλη, εντοπίζουν σηµεία που ο τόπος τους δίνει έρεισµα, και όπου χρειάζεται συµπληρώνουν µε κάθε λογής κατασκευές για να εξυπηρετήσουν καλύτερα το συµφέρον τους.

‘Οταν ο Heidegger ανέφερε πως “η ανεστιότητα είναι η µοναδική προσαγόρευση που καλεί τους ανθρώπους να εισέλθουν στον χώρο του κατοικείν”7 δεν είχε στο µυαλό του τους κυριολεκτικά ανέστιους της πόλης, το κάθε άλλο. Αν όµως ο φόβος8 που νιώθει ο παρατηρητής αντικρυζοντας το περιθώριο, είναι ακόµη σε θέση να προκαλέι συνειδησιακά σοκ και να θέτει ερωτήµατα παρά τις προσπάθειες άµβλυνσης του µηνύµατός του, τότε, µέσα στις σκιές της πόλης, στους τόπους εκείνους που διδασκόµαστε διαχρονικά να αποφεύγουµε, µπορούµε να βρούµε σπουδαιότερα διδάγµατα από την Τελική Λύση στην εκπυρσοκρότηση µιας καραµπίνας.

Παρατηρούµε εδώ, πως ο τρόπος που λειτουργούν αυτού του είδους οι παρασιτείες, προσφέροντας ταυτόχρονα µια νέα ανάγνωση στην πόλη, είναι ριζικά διαφορετικός από τα όσα οι αρχιτέκτονες τολµούν να κατονοµάσουν ως “παράσιτα” και σπάνια περιλαµβάνονται στις µελέτες τους ως τέτοια. Εκείνοι οι “παρασιτικοί” σχεδιασµοί είναι, στις περισσότερες περιπτώσεις, εξεζητηµένες εικαστικές αναζητήσεις που “ντύνουν το πρόβατο, λύκο”, στα πλαίσια αναζήτησης µίας ταυτότητας, και δεν παρουσιάζουν καµία σχέση ούτε συνέπεια µε την ουσία του παρασιτισµού, όπως έχει περιγραφεί σε αυτή τη διάλεξη αλλά και στη σχετική βιβλιογραφία.

67

Page 68: Par. Arch. Sites (GR)

68

ο κακός - Λύκος -ήρωας *

Page 69: Par. Arch. Sites (GR)

Οι σχετικές αρχές που εντοπίζονται όµως πίσω από αυτές τις προσπάθειες, δηλαδή η µορφολογική εκκεντρικότητα, η ζωτική προσάρτηση και η αντιστικτική δηµιουργία στην πόλη, µπορούν να µας οδηγήσουν σε εντελώς διαφορετικές συνθήκες, που αντανακλούν µε πηγαίο τρόπο την έννοια του παρασίτου. Τέτοιες είναι, η αιώνια έννοια της κακογουστιάς9, τα ετερόκλητα είδη δικτύων που ντύνουν της πόλη, σε κάθε εµπορική διακίνηση µιας τεχνολογικής προόδου [πχ. δορυφορικά πιάτα, σωληνώσεις φυσικού αερίου, οι απολήξεις των aircondition και οι περίφηµοι ηλιακοί θερµοσίφωνες], οι επεκτάσεις της εργολαβικής πολυκατοικίας, τα add-ons του αθηναϊκού περίπτερου στα στενά πεζοδρόµια, τα αυθαίρετα πανωσηκώµατα, οι παράγκες των αστέγων στην καρδιά των δηµοσίων πάρκων, οι τσιγγάνικοι συνοικισµοί, τα καροτσάκια που µεταφέρουν σίδερα αλλά και εφηµερίδες, νερά, κουλούρια, εισητήρια. Όλα αυτά, αποτελούν παραβάσεις του κανόνα της πόλης, αυθαιρεσίες, προσαρτήσεις περισσότερο ή λιγότερο χοντροκοµµένες.

Αντεπίθεση από τον αρχιτέκτονα. Υπάρχει η άποψη πως οι κάθε τέτοιου είδους αυτοσχέδιες προσθήκες στην πόλη δεν αποτελούν αρχιτεκτονήµατα καθώς λείπει από αυτές το στοιχείο της πρόθεσης, κατατάσσοντας τες άµεσα στα “κατασκευάσµατα”. Αυτά τα “κατασκευάσµατα” όµως, τα οποία δεν είναι σηµαντικά, ούτε ως προς την ποιότητα της κατασκευής ούτε ως προς το όνοµα τους ως ξεχωριστά αντικείµενα, ως σύνολο επιβάλλονται στο περιβάλλον της πόλης περισσότερο από κάθε έντεχνη προσπάθεια. Η αντίθεση τους από την έντεχνη προσταγή, θέτει σε αµφισβήτιση τις αρχές του καλού γούστου και της αρµονικής οµορφιάς, την υλικότητα και τη σταθερότητα των κατασκευών, τον εµπρόθετο σχεδιασµό και την ηθικά νοµιµοποιηµένη προϋπόθεση της κατασκευής. Θα µπορούσε κανείς να πεί, πως αµφισβητεί µε λίγα λόγια, τους πυλώνες της αρχιτεκτονικής, όπως αυτοί δόθηκαν από τον Βιρτρούβιο .

69

Page 70: Par. Arch. Sites (GR)

70

ΚΤΙΖΕΙΝ

ΚΑΛΛΙΕΡΓΩ

/ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΩ

ΑΝΕΓΕΙΡΩ

ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΣ

/ ΔΙΑΛΟΓΗ

/ ΟΡΙΑ

ΜΝΗΜΕΙΑΚΟΤΗΤΑ

/ ΝΑΡΚΙΣΣΙΣΜ

ΟΣ

ΚΑΤΟΙΚΕΙΝ

ΔΙΑ

ΜΕΣΟΥ

ΕΙΝΑΙ

ΕΡΜΗΝΕΥΕΤΑΙ ΩΣ

Η αντιστροφή του βέλους

της

απόκλισης

που

µας

υποδεικνύει

ο H

eide

gger

ΑΜΦΙΣΒΗΤΙΣΗ

-ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ

ΒΕΛΟΥΣ

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

ΣΤΟ

ΕΙΝΑΙ

Page 71: Par. Arch. Sites (GR)

Αντι να προσπαθήσει κανείς να αποµακρύνει, από την πόλη και το λογισµό, τις αυθάδεις παραβάσεις κατα τη συνήθη τακτική του καθαρίσµατος, θα είχε µεγαλύτερο ενδιαφέρον να στρέψει το βλέµµα του απροϋπόθετα προς αυτές και να τις φιλοξενήσει στη σκέψη του, να τις παρατηρήσει. Μπορεί να τα κατασκευάσµατα αυτά να µην αναγνωρίζονται ως αρχιτεκτονική, λίγη σηµασία έχει ο τίτλος. Μας διδάσκουν όµως την ευελιξία του αυτοσχεδιασµού, την άµεση κάλυψη µιας χωρικής αναγκης είτε µε το “κατασκευάζειν”, είτε µε το “µεταποιείν”, είτε µε το “µεταφράζειν”. Το κυριότερο, µας υποδεικνύουν το δρόµο προς µια αρχιτεκτονική που µπορεί να συµβεί απροϋπόθετα και όχι εµπρόθετα. Μια αρχιτεκτονική, απαλλαγµένη από το βάρος του παρελθόντος και του ηρωϊκού µέλλοντος, από τις αποκλίσεις των φαντασιώσεων. Μια αρχιτεκτονική που µπορεί να συµβεί χωρίς σχέδιο.

“Στο απέραντο πέλαγος της κανονικότητας που συνεχώς επινοεί νέες κατηγορίες εθιµοτυπίας, υπαρχουν εξαιρέσεις, όταν τα πράγµατα -συχνά για ανεξακρίβωτους λόγους- ξεφεύγουν από τα καθιερωµένα. Έτσι διασαλεύεται η τάξη των πραγµάτων. [...]Κάτι αλλάζει, έστω στιγµιαία, και αποκαλύπτει το έως τότε επίτηδες κρυµµένο, ή έστω χωρίς επισήµανση. Η ανάδειξη του τότε αλλάζει τις διαστάσεις του κοινωνικού χώρου, αλλά και τις νοοτροπίες. Όταν αλλάζει µια αντίληψη ή τροποποιείται,αυτό δεν αποτελεί άραγε, γόνιµο έδαφος για κάθε απρόβλεπτη συµπεριφορά που ενδέχεται να οδηγήσει σε κάτι νέο; “10

Τα µηνύµατα από το µέτωπο του παρασίτου είναι θετικά. Παρά το δίδαγµα που θέλει το παράσιτο σαν άλλο τέρας να αποµυζά µέχρι θανάτου τη ζωή του ξενιστή, τόσο στη Βιολογία της συµβιωτικής λειτουργίας, όσο στις περιγραφές του Σιµωνίδη11 και του Serres12, γινεται ιδιαίτερα εµφανές πως ο παρασιτισµός κλείνει µέσα του τη θετική φορά του βέλους. Το παράσιτο εξαρτάται από το ξενιστή του, ζεί µέσω αυτού, µε αυτόν και από αυτόν. Όσο και αν τον κάνει να ασθενεί, να αποτροπιάζει και να φοβάται, φροντίζει να τον κρατάει ζωντανό, διόχνωντας την παθητική επαναληψη της αρµονίας13, τροφοδοτώντας το µε το χαλικάκι του πραγµατικού14, που τον βοηθά να αναδιοργανωνεται, να παράγει και εν τέλει να εξελίσσεται.

“Υπάρχουν αντιδράσεις βασισµένες στη φυσιολογία µας που παραµένουν λίγο πολύ αναλλοίωτες µέσα στο χρόνο και τους πολιτισµούς. Ο διάβολος σιγά-σιγά έγινε αποδεκτός, όχι γιατί είχε γίνει ευχάριστος, αλλά λόγω εκείνης της µυρωδιάς θειαφιού που δεν έχασε ποτέ του...”15

71

Page 72: Par. Arch. Sites (GR)

72

Εσύ ποιόν ρόλο θα διαλέξεις; *

Page 73: Par. Arch. Sites (GR)

η αρχιτεκτονική των αναγνώσεων

~ Έιναι το τέλος του µεσηµεριού και η Κοκκινοσκουφίτσα κατευθύνεται ολοταχώς προς την Καλύβα της Γιαγιάς όταν ξαφνικά, µέσα από τις σκιές ξεπηδά ο µεγάλος κακός Λύκος.

Το νεαρό κορίτσι δεν ταράζεται, δε φωνάζει, παρά του δίνει το χέρι της και συστήνεται. Λογικό λάθος.

Αν η Κοκκινοσκουφίτσα φοβόταν το Λύκο, θα τον απέφευγε, δεν θα ακολουθούσε τα παιχνίδια του, θα έφτανε σώα στην Καλύβα. Ο φόβος είναι ίσως το κυριότερο βοήθηµα προσανατολισµού‧ αποφεύγουµε όσα φοβόµαστε, ενώ προσανατολιζόµαστε προς τα µέρη που νιώθουµε ασφάλεια. Όπου απουσιάζει όµως η ανησυχία αυτή στην ενστικτώδη της µορφή, παρεµβαίνει το δίδαγµα, καλλιεργώντας έναν φόβο τεχνητό, ωστε να µας καθοδηγήσει µε ασφάλεια στον κόσµο.

Καθώς το Δάσος του παραµυθιού, όντας µεταβαλλόµενο είναι φύσει αχαρτογράφητο, οι µόνοι προσανατολισµοί που µπορούν να δοθούν εν είδει “οδηγού” είναι τα διδάγµατα, που επηρεάζουν όχι µόνο το βλέµµα αλλά και τη σκέψη που το ελέγχει και το αξιολογεί. Έχουν δωθεί, λοιπόν, εκατοντάδες προτάσεις αναγνωσης αυτού του δηµοφιλούς µύθου, τόσο µόνο µε τη µορφή αµιγούς διδάγµατος όσο και έµµεσα, µε τις διάφορες παραλλαγές, τις εικονογραφίσεις, την προσανατολισµένη χρήση των χαρακτήρων ως σηµαίνοντα για τις µυθολογίες του σήµερα.

Θα ήµασταν αφελείς αν πιστεύαµε πως απ’το Δάσος τουτο έχουν περάσει µόνο ροµαντικοί ναυαγοί της καθηµερινότητας ή αθώα νήπια. Στην πραγµατικότητα το Δάσος του Λύκου και της Κοκκινοσκουφίτσας θα πρέπει να έχει φιλοξενήσει ανιδιοτελώς, περισσότερους επισκέπτες από τη Disneyland, πολλούς από αυτούς µάλιστα µε τη µορφή οργανωµένου γκρούπ ορµώµενο από σχολικές αίθουσες, σαν τη σηµερινή. Και όπως συµβαίνει πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις, οι επισκέπτες καθοδηγούνται µαζικά. Ακόµα και στο µύθο, δεν µπορεί κανείς να ξεφύγει από το σύνδροµο του τουρίστα.

73

Page 74: Par. Arch. Sites (GR)

Η ελευθερία που κερδίζει ο επισκέπτης απαλασσόµενος από τη δυναστεία της µνήµης, καταστρατηγείται από αυτές τις διδαχές οι οποίες διαλύουν την τυχαία περιπλάνηση σε αποσπασµατικά στιγµιότυπα και “αξιοθέατες” εντυπώσεις. Με αυτήν όµως την κατεύθυνση του βλέµµατος, ο παρατηρητής χάνει την αναλογική εποπτεία του χώρου, την ευκαιρία του να έρθει αντιµέτωπος τόσο µε όσα πρέπει αλλά και όσα δεν πρέπει να δει. Χάνει δηλαδή την επαφή µε την πραγµατικότητα. Η περιπλάνηση δίχως δίδαγµα, δίχως χάρτη, έξω από τα πεπατηµένα και µέσα στα σκοτάδια του δάσους είναι η µόνη ευκαιρία που έχει για να έρθει αντιµέτωπος µε τον πραγµατικό Λύκο, να ακούσει τη δική του εκδοχή και να περιπλανηθεί µαζί του σε µια νέα αναγνωση του τόπου.

Μέσα στο θόρυβο της υπερπληροφόρησης, τριγυρισµένοι από πλήθος διδαγµάτων πίσω από τα οποία δεν ξερουµε ποιός πραγµατικά κρύβεται, ο Λύκος ή η Κοκκινοσκουφίτσα, η Γιαγιά ή ο Κηνυγός, η τελευταία υποχρέωση που έχουµε απέναντι στον τόπο µας, και ίσως το τελευταίο µας όπλο, είναι η εξαπάτηση της λογικής. Δεν µπορούµε πια να εµπιστευόµαστε όσα ο λογισµός µας έχει καταγράψει, οφείλουµε να ξεφύγουµε από την ασφάλεια των γνωσεων και να χαθούµε σαν µικρά παιδιά στο δάσος έχοντας τη διαρκή υποψία οτι οι διαστάσεις του χώρου µπορεί να µην είναι τρείς, αλλά ίσως πέντεi.

Ο Λύκος και η Κοκκινοσκουφίτσα µπροστά στα µάτια όλων των επισκεπτών εδώ και αιώνες εκτελούν τελετουργικά τις κινήσεις που ανταποκρίνονται στους ρόλους τους και µε τη µίµηση αυτή, αποµακρύνονται από τους αρχικούς τους χαρακτήρες. Από Λύκος και Κοκκινοσκουφίτσα, γίνονται ο ρόλος του Λύκου και ο ρόλος της Κοκκινοσκουφίτσας, δύο σκιές της πραγµατικότητας του νηπίου και του αρπακτικού. Καθως η Κοκκινοσκουφίτσα υποδύεται την Κοκκινοσκουφίτσα στο φιλοθεάµον κοινό, θα µπορούσαµε να εικάσουµε πως πίσω από το ρόλο Κοκκινοσκουφίτσα δεν κρύβεται υποχρεωτικά ένα νήπιο αλλά ο οποιοσδήποτε, ακόµη και το αρπακτικό Λύκος.

74

i µαζί µε το όνειρο και τη µνήµη, Δ. Φιλιππίδης Εφήµερη και Αιώνια Αθήνα, εκδ. Πολιτιστικό Ιδρυµα Οµίλου Πειραιώς, Αθήνα, 2009

Page 75: Par. Arch. Sites (GR)

Στην πραγµατικότητα αυτός που παρεµβάλλεται ανάµεσα στο χαρακτήρα και τη µάσκα του είναι ο παρατηρητής. Αυτός δίνει τις τιµές στις µεταβλητές των ρόλων και αποφασίζει σε ποιόν ανήκει η Καλύβα, ποιος είναι ο καλός και ποιός ο κακός, αν έχουµε να κάνουµε µε αµαρτωλά νήπια και αθώα αρπακτικά ή το αντίθετο. Ο παρατηρητής πάντα παρεµβάλλεται και παραµορφώνει το αποτέλεσµα µε τη συµβολή της φαντασίας. Ο παρατηρητής είναι το παρα- του µύθου, το παρά- που κλείνει την αλυσίδα που άνοιξαν ο Λύκος και η Κοκκινοσκουφίτσα.

☜☝☞☟

Η περιπλάνηση στο δάσος δεν ήταν τίποτε παρά µια ακόµη παρέκλιση, η αναβολή του αντικρύσµατος ενός τροµαχτικού καθρεφτισµού. Θέλοντας να γράψω, το λευκό χαρτί µε τρόµαξε, ένα αδιαµόρφωτο τοπίο ανοίχτηκε µπροστά µου, που θα βρώµιζε και θα έσβηνε γεµίζοντας τη σκέψη µου ρινίδες καµµένου πλαστικού, φέρνοντας µνήµες από ένα ακόµη σχέδιο χωρις το προσωπικό σθένος του ονόµατος, ένα ακόµη κτήριο µε µόνο ανάδοχο το µορφολογικό του µύθο, µια πόλη τόσο βρώµικη και τόσο καθαρή που να µη µε χωράει, τα ρούχα µου αγορασµένα από πολυκατάστηµα, το ειδωλο µου να αλλάζει πότε σε λύκο και πότε σε κοκκινοσκουφίτσα. Είµαι µόνη µου µπροστα σε αυτό το είδωλο πίσω από το οποίο εκτείνεται η πραγµατικότητα, πρεπει να αποφασίσω σε ποίον θα την αποδώσω, στο Λύκο ή την Κοκκινοσκουφίτσα, έχοντας πια καθαρα στο µυαλό µου πως την απόφαση θα την πάρω εγώ, εδώ και τώρα.

Αθήνα, Μάρτιος 2012

75

Page 76: Par. Arch. Sites (GR)

επιµύθιο

Έιναι το τέλος του µεσηµεριού και η Κοκκινοσκουφίτσα κατευθύνεται ολοταχώς προς την Καλύβα της Γιαγιάς όταν ξαφνικά, µέσα από τις σκιές ξεπηδά ο µεγάλος κακός Λύκος. Το νεαρό κορίτσι δεν ταράζεται, δε φωνάζει, παρά του δίνει το χέρι της και περιπλανάται µαζί του στο Δάσος.

76

Page 77: Par. Arch. Sites (GR)

*

77

Page 78: Par. Arch. Sites (GR)

78

Δύο σελίδες από την έκδοση του 1697 µε τα παραµύθια του Ch. Perrault. Απεικονίζεται το δίδαγµα της Κοκκινοσκουφίτσας και η πρώτη σελίδα από το παραµύθι “Ο Κυανοπώγων”. Μια µικρή εικόνα συνοδεύει την αρχή του κάθε παραµυθιού και µια µεγάλη την αρχή του βιβλίου. Σε αυτήν την έκδοση όλες οι εικόνες είναι χαλκογραφίες του Antoine Clouzier, που ακολουθούν τα σχέδια της χειρόγραφης έκδοσης του 1695. πηγή: Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας

Page 79: Par. Arch. Sites (GR)

σηµειώσεις

Α. Σχετικά µε το παραµύθι της Κοκκινοσκουφίτσας:

Υπάρχουν πάρα πολλές εκδοχές του µύθου της Κοκκινοσκουφίτσας οι οποίες δεν περιορίζονται στον Ευρωπαικό χώρο, αλλα εµφανίζουν µεγάλη χρονική και χωρική διασπορά, µε αποτέλεσµα οι ρίζες του παραµυθιού να αποδίδονται σε καποιου είδους µυθικό αρχέτυπο. Σε αυτές τις εκδοχές έρχονται να προστεθούν ένα πλήθος παραλλαγές τους, οι οποίες καθιστούν ακόµη πιο δύσκολο τον εντοπισµό ενός σταθερού σηµείου αναφοράς.

Στην παρούσα διάλεξη -κυρίως- για λόγους µεθοδολογίας, έγινε µια προσπαθεια περιορισµού αυτού του έυρους στην εκδοχή του Charles Per-rault και την παραλλαγή της από τους αδελφούς Grimm. Η εκδοχή του Ch. Perrault, εµφανίστηκε πρώτη φορά το 1697 στη συλλογή παραµυθιών “His-toires ou Contes du temps passé avec des moralitez” [Paris, Claude Barbin], µε τον υπότιτλο “Les Contes de ma Mère l’Oye”, που υπάρχει στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλιας [BnF - Livres rares - Rés. p. Y2263]. Το παραµύθι υπάρχει επίσης σε ένα ανυπόγραφο χειρόγραφο που χρονολογείται το 1695 - Contes de ma Mère l'Oye de Charles Perrault, [New York, The Pierpont Morgan Library MA 1505]. Εδώ χρησιµοποιούµε σαν βάση την εκδοχή του 1697, όπως αυτή βρέθηκε στον ιστότοπο της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας.[http://expositions.bnf.fr/contes/gros/chaperon/indantho.htm]

Περισσότερη πολυπλοκότητα εµφανίζει ο εντοπισµός µιας ακριβούς εκδοχής από τους αδελφούς Grimm, αφού υπήρξαν δύο παραλλαγές της ιστορίας τους. Η πρώτη εκδόθηκε το 1812 στο Kinder und Hausmärchen, [1st ed. Berlin, 1812, v. 1, no. 26] ενώ η δεύτερη το 1857, Kinder und Hausmärchen, gesammelt durch die Brüder Grimm [7th edition, vol. 1 Göttingen: Verlag der Dieterichschen Buchhandlung, no. 26, pp. 140-44]. Η πρώτη εκδοχή περιλάµβανε δύο µέρη, εκ των οποίων το πρώτο παρουσιάζει εκπληκτικές οµοιότητες µε το παραµύθι του Perrault, µε διαφοροποίηση στο τέλος, στο οποίο προστέθηκε η σκηνή του Κηνυγού. Το δευτερο µέρος της πρώτης έκδοσης αποτελέι ουσιαστικα µια συνέχεια στην οποία η Κοκκινοσκουφίτσα έχει εµπεδώσει το δίδαγµα του πρώτου µέρους και αποφεύγει το Λύκο. Εδώ χρησιµοποιήθηκε ως βάση η αγγλική µετάφραση και των δύο εκδοχών από τον D. L. Ashliman όπως βρέθηκε εδώ: http://www.pitt.edu/~dash/type0333.html#grimm

79

Page 80: Par. Arch. Sites (GR)

Β. Σχετικά µε τα Αρχι-παράσιτα [κεφ. sites, το παρα- του αρχιτέκτονα]:

Υπάρχει ένα πλήθος πληροφορίας στο διαδίκτυο, ένα κλικ µακριά από την αναζήτηση των λέξεων “παράσιτο” + “αρχιτεκτονική”. Τα περισσότερα αποτελέσµατα αναφέρονται σε αρχιτεκτονικές κατασκευές, όπως το Las Palmas Parasitei, ή το Rucksack Haussii οι οποίες ακολουθούν τη λογική του τεχνολογικού “προσαρτήµατος” το οποίο χρησιµοποιεί υποδοµές δικτύων από ένα πρότερο κτίσµα και το οποίο παρουσιάζει - προκειµένου να τονίσει συνηθέστερα το χαρακτηρισµό του ως παράσιτο - µορφολογικές εκκεντρότητες. Μια πρόχειρη έρευνα θα φέρει επίσης αποτελέσµατα από καλλιτεχνικούς σχολιασµούς του δοµηµένου περιβάλλοντος µε κατασκευές που χαρακτηρίζονται ως “παράσιτα”, καθώς διασκεδάζουν, προσβάλλουν τις υπάρχουσες δοµές. πχ. βλ.εδώiii : µια κατάληψη πάνω στο µεγαλείο της αψίδας της Defence στο Παρίσι.

Μια πιο συνεπής αναζήτηση, η οποία προσπάθησε να εντάξει τη λειτουργική θεώρηση της παρασιτίας στο χώρο, ανέδειξε τα παράσιτα ως χώρους ελεύθερης έκφρασης και κυριαρχίας της αδιαµεσολάβητης εξουσίας του πολίτη. Αναφερόµαστε στο έργο του Lebbeus Woods, και ιδιαίτερα τα freespaces, τα οποία τοποθετούνται συµβολικά - σαν “δάκρυα” - στις ρωγµές των κτιρίων του µεταπολεµικού Σεράγεβο, προοικονοµώντας µια ευρύτερη πολιτική και κοινωνική αλλαγή. Παρόλα αυτά, η προσπάθεια έντεχνου σχεδιασµού και απεικόνισης του συλλογικά ανώνυµου παράσιτου δεν ξεφεύγει από την πανουργία της αισθητικής, µεταφράζοντας τον παρασιτισµό σε µια ενιαία στιλιζαρισµένη και δυστοπική εικόνα µε έντονο ζωοµορφισµό, αδυνατώντας να δηµιουργήσει κάτι που να µπορούσε ο χρήστης αυθόρµητα να παράξει.

80

i http://architecture.myninjaplease.com/?p=944ii http://www.aka-ingenieure.de/projekte/M_004/xtreme_houses_index.htmliii http://www.exploringtheglobe.com/?p=2027

Page 81: Par. Arch. Sites (GR)

Γ. Σηµειώσεις πάνω στο κείµενο:

σ. 07

1. “Λέω ο λύκος, γιατί όλοι οι λύκοι δεν είναι του ίδιου είδους: Υπάρχουν και αυτοί που έχουν αρµοστή συµπεριφορά χωρίς θόρυβο, έχθρα, οργή, που στα κρυφά, µε απαλό και καθησυχαστικό τρόπο ακολουθούν τις δεσποινίδες ως τα σπίτια τους, ως τους δρόµους τους.

Αλλά! Αλοίµονο σε αυτόν που δεν ξέρει, πως αυτοί οι γλυκοί λύκοι, από όλους τους λύκους, είναι οι πιό επικίνδυνοι ! ”

Ηθικό Δίδαγµα της “Κοκκινοσκουφίτσας”, µετφ. Β.Δ., από τη συλλογή “Ιστορίες και µύθοι του παρελθόντος” [1697], του Charles Perrault, όπως βρέθηκε στον ιστότοπο της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας.

[http://expositions.bnf.fr/contes/gros/chaperon/indantho.htm]

2. “Αυτό είναι πιθανότατα το καθήκον σου - να βρίσκεις τη σχέση ανάµεσα σε πράγµατα που φαντάζουν ασύµβατα κι όµως έχουν µια µυστηριώδη οµοιότητα, να απορροφάς κάθε εµπειρία που εµφανίζεται στο δρόµο σου άφοβα και να την αφοµοιώνεις εντελώς, ώστε το ποίηµα σου να είναι ένα όλον και όχι ένα απόσπασµα. [...]

Αλλά πως θα βγεις έξω, στον κόσµο των ανθρώπων; Αυτό είναι το πρόβληµα σου τώρα, αν µου επιτρέπεις να µαντέψω - να βρεις τη σωστή σχέση, τώρα που γνωρίζεις τον εαυτό σου, ανάµεσα στον εαυτό που γνωρίζεις και στον κόσµο έξω από αυτόν. ”

Virginia Woolf, A Letter to a Young Poet [1932], µετφ. Β.Δ., σύµφωνα µε το κείµενο που βρέθηκε στον ιστότοπο:

[http://ebooks.adelaide.edu.au/w/woolf/virginia/w91d/chapter25.html]

81

Page 82: Par. Arch. Sites (GR)

εισαγωγή

1. M. Serres, Το Παράσιτο, µετφ.Ν. Ηλιάδης, επιµ. Δ. Καββαθάς, εκδ. Σµίλη, Αθήνα, 2009

2. Για µια σύντοµη περιγραφή της έννοιας των fractal βλ. σηµείωση στην εικόνα της σελίδας 8

πρόλογος

1. “Εγώ θα πάω από αυτό το µονοπάτι, εσύ από εκείνο το µονοπάτι και θα δούµε ποιός θα φτάσει πρώτος! ”

Λόγια που απευθύνει ο Λύκος στην Κοκκινοσκουφίτσα, σύµφωνα µε την εκδοχή του Charles Perrault, ο.π., µετφ. Β.Δ.

παρ.

1. Βλ. την σηµείωση Α, σχετικά µε το παραµύθι της Κοκκινοσκουφίτσας

2. “D’après Claude Lévi-Strauss, "Il n’y a que des variantes" au Petit Chaperon rouge” πληροφορία που βρέθηκε στον ιστότοπο της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας:

http://expositions.bnf.fr/contes/gros/chaperon/index.htm

περί παρασίτου

1. Λουκιανός ο Σαµοσατεύς

2. Λουκιανός Σαµοσατεύς, “Περί Παρασίτου, ότι Τέχνη η Παρασιτική”, από τα “Άπαντα“ - Λουκιανός Σαµοσατεύς, τόµος 4, µετφ. Φιλολογική Οµάδα Κάκτου, εκδ. Κάκτος / Οι Έλληνες, Αθήνα, 1994

3. Λουκιανός Σαµοσατεύς, “Περί Παρασίτου, ότι Τέχνη η Παρασιτική” ο.π. σ.121, λόγια του Σιµωνίδη

82

Page 83: Par. Arch. Sites (GR)

4. “Αγνοείς, Τυχιάδη, ότι κατ’αρχήν δεν είναι καν παράσιτος αυτός που δεν έχει να φάει”. Λόγια του Σιµωνίδη, Λουκιανός Σαµοσατεύς, “Περί Παρασίτου, ότι Τέχνη η Παρασιτική” ο.π., σ.163

5. “Parasites intrude and inhabit” A.Benjamin Parasitism in Artchitecure στο “Εφήµερες Κατασκευές για την Πόλη της Αθηνας”, εκδ. Hellenic Cultural Heritage, Αθήνα, 2002

6. Σχετικά µε την βιολογικη ετυµολογία του παρασίτου o M. Serres αναφέρει:

“Tο βασικό λεξιλόγιο αυτής της ακριβούς επιστήµης έχει προέλθει, όπως ξέρουµε, από ήθη και έθιµα εξίσου πανάρχαια όσο και σύγχρονα. [...] Αυτό το λεξιλόγιο είναι λοιπόν εισαγόµενο, διατηρεί ίχνη ανθρωποµορφισµού.” Μ. Serres, ο.π. σ.24

Του λόγου το αληθές έρχεται µε µια µικρή έρευνα σχετικά µε τη ρίζα της λέξης παράσιτος στις βιολογικές αναφορές της:

“First attested in English 1539, the word parasite comes from the Medieval French parasite, from the Latin parasitus, the latinisation of the Greek παράσιτος (parasitos), "one who eats at the table of another" and that from παρά (para), "beside, by" + σῖτος (sitos), "wheat". Coined in English in 1611, the word parasitism comes from the Greek παρά (para) + σιτισµός (sitismos) "feeding, fattening".

πηγή: Henry George Liddell. Robert Scott. A Greek-English Lexicon. re-vised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones. Oxford. Clar-endon Press. 1940.

7. “Ας πούµε παράσιτο, γιατί αυτό που µας επιτάσσει τη διάνοιξη είναι πράγµατι η γενική προβληµατική των σχέσεων µεταξύ παρασιτισµού και φιλοξενίας. Πως να διακρίνεις µεταξύ ενός φιλοξενούµενου [guest] και ενός παρασίτου;” “Περι Φιλοξενίας” Α. Dufourmantelle / J. Derrida, µετφ. Β. Μπιτσώρης, εκδ. Εκκρεµές, Αθήνα 2006

8. M. Serres, Το Παράσιτο, ο.π.

9. “Η εκπαίδευση µας δεν έχει σκοπό άραγε να µας κάνει να γίνουµε παράγοντες ανταλλαγής και να αποκοπούµε λίγο λίγο από τα αρχέγονα και παρασιτικά µας ήθη;” Μ. Serres ο.π., σ.13

83

Page 84: Par. Arch. Sites (GR)

10. “[η παρασιτική λειτουργία] είναι αναπότρεπτη, περίπου αναγκαία. Η δύναµη που την αποκλείει αντιστρέφεται αµέσως για να την επαναφέρει. Αυτό που απωθούµε είναι πάντοτε εκεί.” Μ. Serres ο.π., σ.160

11. “Οι παρασιτικές πρακτικές [...] εγκαθιστούν µια µονή φορά στο διάνυσµα µεταξύ δωρητή και παραλήπτη του δώρου.” Μ. Serres ο.π., σ.13

12. Αναφορά στον τίτλο και ασφαλώς το περιεχόµενο του πρώτου κεφαλαίου του “Περι Φιλοξενίας” Α. Dufourmantelle / J. Derrida, o.π.

13. “ Να τρως δίπλα σε άλλον” Λουκιανός, ο.π. σ.171

14. “Υπάρχουν δύο παρασιτίες. Η πρώτη, πιο άµεση, µολονότι πιο πονηρή και τεθλασµένη, η δεύτερη, πιο έµµεση, θεµατοποιεί τη σχέση, την περιπλέκει, την υψώνει στο επίπεδο σχέσεων των σχέσεων” Μ. Serres ο.π., σ.173

15. “Ο ανθρωποµορφισµός του µύθου είναι ίδιος µε εκείνον της επιστήµης, µονάχα οι τάξεις είναι παραπλήσιες. [...] Το τρίγωνο έκλεισε. Σε κάθε µια από τις κορυφές του, µε αφετηρία µια διήγηση ή µια επιστήµη, ανθρώπινη ή βιολογική, εµφανίζεται µια και µόνο σχέση, το απλό µη αναστρέψιµο βέλος.” Μ. Serres ο.π., σ.27-28

αποκλείεται

1. Μ. Serres ο.π., σ.183

2. “Αν η σχέση πετύχει, γίνει τέλεια, άριστη, άµεση, εκµηδενίζεται ως σχέση. Αν υπάρχει, αν υφίσταται, είναι γιατί έχει αποτύχει. Είναι µια µεσίτευση [...] Και αυτό είναι το παράσιτο. Ο δίαυλος διοχετεύει τη ροή, αλλά δεν µπορεί να εξαλειφθεί ως δίαυλος και,λιγο-πολύ, φρενάρει τη ροή.[...] Αν υπάρχουν δίαυλοι, υπάρχει θόρυβος. Δεν υπάρχει δίαυλος χωρίς θόρυβο. Το πραγµατικό δεν είναι ορθολογικό. Η βέλτιστη σχέση θα ήταν η µηδαµινή σχέση. Εξ’ορισµού δεν υφίσταται‧αν υφίσταται, δεν µπορεί να παρατηρηθεί.

Μ.Serres ο.π., σ.161

3. “Ποιό είναι λοιπόν το τρίτο µέρος; Ή ποιός είναι αυτός ο τρίτος στη λογική µιας τριχοτόµισης; Είναι αποκλειόµενος ή όχι; Έχουµε εδώ µια τρισθενή λογική ένώ περιµέναµε µια δισθενή.” Μ.Serres ο.π., σ.60

για να συµπληρώσει σε σηµείωση στο τέλος της σελίδας:

84

Page 85: Par. Arch. Sites (GR)

“Όταν αποδίδεται αυτή την λέξη και στα δύο αυτά λέγοντας οτι και τα δύο και κάθε ενα απο αυτά “έιναι”. Ως τί θα πρέπει να εννοούµε αυτό το “είναι”; Ως κάτι τρίτο πέρα από τα δύο εκείνα, οπότε και θα πρέπει να θεωρήσουµε οτι κατ’εσας το σύµπαν είναι τρία και όχι πια δύο;” Πλάτων, Σοφιστής

4. “Υπάρχει πάντοτε ένας διάµεσος, ένα µέσον, ένας ενδιάµεσος. Και στο παιχνίδι των τριών ο µέσος όρος µπορεί να συµπίπτει µε τον έναν από τους τρέις.” Μ.Serres ο.π., σ.131

5. “Ξενιστές και παράσιτα είναι πάντοτε περαστικοί, διοκώµενοι, µοναχικοί περιπατητές που κάνουν την περιδιάβαση τους. Εναλάσσουν ρόλους µέσα σε έναν χώρο που χρήζει ορισµού” Μ.Serres ο.π., σ.46

6. “Το παράσιτο είναι ακριβώς αυτό το απωθηµένο, το κηνυγηµένο, που πάντοτε επιστρέφει.” Μ. Serres ο.π., σ.160

αλλά βλ. και σηµ.9 στην ενότητα “περί παρασίτου”

7. “Ο λόγος [discours], η διαδροµή [parcours] έχει µια κανονική, ορθόδοξη απλότητα: είναι απαγωγική, κατασκευάζει την πραγµατικότητα [...] αρχής γενοµένης µιας απόκλισης. Σε µια διάσπαρτη ποικιλία απλών βελών, η απόκλιση [ecart] επέχει θέση κλίσης [inclinaison].” Μ. Serres ο.π., σ.79

ο Μεγάλος Ερωτηµατικός

1. “Περι Φιλοξενίας” Α. Dufourmantelle / J. Derrida, ο.π.

2. “Η διαφορά, µια µια από τις λεπτές, ενίοτε ασύλληπτες διαφορές µεταξύ του ξένου και του απόλυτου άλλου, είναι οτι ο τελευταίος µπορεί να µην έχει όνοµα και επώνυµο‧ η απόλυτη απροϋπόθετη φιλοξενία που θα ήθελα να του προσφέρω, προϋποθέτει µια ρήξη µε τη φιλοξενία µε την τρέχουσα σηµασία, µε την υπό προϋπόθεση φιλοξενία “Περι Φιλοξενίας” Α. Du-fourmantelle / J. Derrida, ο.π, σ.33

3. βλ. σηµ 2

4. “Περι Φιλοξενίας” Α. Dufourmantelle / J. Derrida, ο.π, σ.69

85

Page 86: Par. Arch. Sites (GR)

5. Βλέπε σ.108-109 από το M.Foucault, Οι µη Κανονικοί, Παραδόσεις στο Κολέγιο της Γαλλίας, 1974-1975, µετφ. Σ. Σιαµανδούρας, εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, 2010

6. “Το ανοίκειο ταυτίζεται µε το οικείο, το οποίο υπέστη µιαν απώθηση απ’όπου αναδύεται εκ νέου” σ.55 αλλά και

“Το ανοίκειο είναι η εκ των ένδον απειλή του εαυτού µας: όταν µέρος εαυτού απειλεί εαυτόν.” σ.79

από το S. Freud , το Ανοίκειο, µετφ. Έµη Βαϊκούση, επίµετρο: Κ. Δοξιάδης εκδ. Πλέθρον, Αθήνα, 2009

7. βλ. σηµ 6 στην ενότητα “αποκλείεται”

8. “Η διάκριση ανάµεσα στα κακά αυτά καθ’εαυτά και τα κακά ως συµπεριφορά που αντιβαίνουν προς µια θετική κοινωνική τάξη χαρακτηρίζει τη θεώρηση που στηρίζεται στο φυσικό δίκαιο” Μ.Cacciari, Το Αρχιπέλαγος, µετφ. Ν. Κυριαζόπουλος, εκδ. Τραυλός, Αθήνα, 1999

9. Αναφερόµαστε στη διαµάχη ανάµεσα στον Κρέοντα και την Αντιγόνη όπως αυτή περιγράφηκε από τον M. Cacciari, στο “Το Αρχιπέλαγος”,ο.π.

10. “ Το νόηµα του προθέµατος παρα- στη λέξη παράσιτο έγκειται στο εξής: είναι παράµερα, είναι δίπλα είναι µετατοπισµένο, δεν βρίσκεται πάνω στο πράγµα αλλά πάνω στη σχέση. Στο εξής, το πράγµα αυτό καθαυτό είναι µια κεφαλή σχέσεων, η διασταύρωση ή τα περάσµατα. Είναι θέση, κατάσταση, τίποτε άλλο. Και το παράσιτο βγήκε νικητής.” Μ.Serres ο.π., σ.91

arch.

1. βλ. Μ. Serres ο.π., σ.57, κεφ. “ΑΠΟΦΑΣΙΖΩ, ΤΡΙΧΟΤΟΜΩ” - “ο εσωκλειόµενος, αποκλειόµενος τρίτος”

2. “Αυτό που µας ασκούσε έλξη, αυτό που εξακολουθεί να µας αποπλανεί, στην εικόνα της καλύβας, είναι η διπλή και παράδοξη κίνηση που επιτρέπει, αυτή της υποχώρησης [...], και αυτή του ανοίγµατος”

όπως και παρακάτω

86

Page 87: Par. Arch. Sites (GR)

“Η καλύβα είναι ένα σύµβολο. Αρχικά, φυσικά επειδή συµβολίζει τη λειτουργία της οποίας αποτελεί πρόφαση. Στη συνέχεια, αναζητά να εκφράσει µια εικόνα που θα είναι ατοµικές προβολές αυτού ή αυτής προς άλλους, όχι να τους πείσει για το τι είναι ο καθένας, αλλά σαν καθρέφτης, να επιτρέψει στους άλλους να αναγνωρίσουν τον εαυτό τους και να βρουν κάτι µέσα που να καθρεφτίζει τις επιθυµίες τους. Συνεπώς, είναι µια εικόνα που ενώνει, ένα σύµβολο.”

αποσπάσµατα από τη διάλεξη των Ε. Παπαθανασίου / Σ. Τζόκα, Το Μικρό, υπ. καθ.: Δηµήτρης Παπαλεξόπουλος, Αθήνα, 2008

3. Αυτές οι ιδιότητες αποδίδουν στην καλύβα µια, θα λέγαµε, ετεροτοπική διάσταση, η οποία δρα καταλυτικά στη σύνδεση της παρασιτείας µε το χώρο. Τί σηµαίνει όπως ετεροτοπία;

Οι ετεροτοπίες περιγράφονται απο τον M. Foucault στο κείµενο “Περί αλλοτινών χώρων” [Des espaces autres], Ετεροτοπίες, 1967, ως “θέσεις οι οποίες διαθέτουν την παράδοξη ιδιότητα να συνδέονται µε όλες τις άλλες θέσεις µε τέτοιον τρόπο ωστε να αναιρούν, να εξουδετερώνουν ή να αντιστρέφουν το σύνολο των σχέσεων τις οποίες τυγχάνει να καθορίζουν, να καθρεφτίζουν, να αντανακλούν.”‧ ορισµός που αποτελεί το απόλυτο χωρικό ανάλογο του παρασιτισµού κατα Serres, όπως αυτός παρουσιάστηκε στο προηγούµενο κεφάλαιο.

κατοικώ, κατοικώ, µες το δάσος

1. Εδώ ο Μ.Serres αναφέρεται στο φόνο του Άβελ από τον Κάιν, Μ.Serres ο.π., σ.278

2. Μια τέτοια ανάγνωση πάνω στην έννοια του ξένου βρίσκουµε στο πρώτο κεφάλαιο του “Περι Φιλοξενίας” Α. Dufourmantelle / J. Derrida, ο.π., µε έµφαση στο θέµα του ξένου - ως προς το γράµµα του Νόµου, Σωκράτη, αλλά και του ξένου Οιδιποδα.

3. Μ.Heidegger, Κτίζειν - Κατοικείν - Σκέπτεσθαι, εισ. - µετφ. Γ. Ξηροπαΐδης, εκδ. Πλέθρον, Αθήνα, 2008

4. Ch. Norberg-Schulz, Genius Loci - Το Πνεύµα του Τόπου, µετφ. Μ. Φραγκόπουλος, εκδ. Πανεπιστηµιακές Εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα, 2009

87

Page 88: Par. Arch. Sites (GR)

5. M. Wigley “Η Αρχιτεκτονική της Ατµόσφαιρας” από το συλλογικό, Ath-ens by Sound, Ελληνική Συµµετοχή, 11th International Exhibition of Architecture, La Biennale di Venezia, επιµ. Α. Καραντινού, Χ. Αχτύπη, Σ. Γιαµαρέλλος, εκδ. Futura, Αθήνα, 2008

6. “Αυτό που ονοµάζουµε εµείς σύµβολο είναι όρος, όνοµα, ή είκονα που κι όταν ακόµη µας είναι προσιτά στην καθηµερινή ζωή, έχουν οστώσο σηµασίες που προστίθενται στο συµβατικό και εµφανές νόηµα τους”. C.G.Jung, Ο Άνθρωπος και τα Σύµβολά του, επιµ. J.Freeman, µετφ. Α. Χατζηθεωδώρου, εκδ. Αρσενίδη, Αθήνα, 1980

7. “Την αρχιτεκτονική την αποκτάς ολόκληρη, στο ένα και µοναδικό της αντίτυπο, και µένει πάντα εκεί, στη θέση της, για να σε εκπροσωπεί ακόµα και όταν λείπεις. Λειτουργεί σαν µια ταυτότητα, ένα σύµβολο, ένα σηµείο µέσα σε ένα σύστηµα επικοινωνίας” σ.196 Π. Τουρνικιώτης, Η Αρχιτεκτονική στη Σύγχρονη Εποχή, εκδ. Futura, Αθήνα, 2006

8. “Οι θεωρίες του πολέµου δίχως ανακωχή έχουν γενικά συλληφθεί από τις αντίπαλες παρατάξεις στον αγώνα των κατακτ΄σεων και της δόξας, ξέχειλες από εκείνη τη libido dominandi [επιθυµία κατίσχυσης] που φτιάχνει τους µεγάλους άντρες.” Μ.Serres ο.π., σ.278

9. Μ.Serres ο.π., σ.289

ο καθαρός κοπρίτης

* σηµ. πάνω στον τίτλο της ενότητας”

κοπρίτης ο, θηλ. κοπρίτισσα : (οικ.) 1. χαρακτηρισµός αδέσποτου σκύλου που δεν είναι ράτσας· κοπρόσκυλο. 2. (µτφ.) υβριστικός χαρακτηρισµός ανθρώπου τεµπέλη, αργόσχολου και χαραµοφάη.

[µσν. κοπρίτης `βροµιάρης΄ < κόπρ(ος) -ίτης· κοπρίτ(ης) -ισσα]

πηγή: Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, Τριανταφυλλίδη

1. Λουκιανός Σαµοσατεύς, “Περί Παρασίτου, ότι Τέχνη η Παρασιτική”, ο.π., σ.169

2. Λουκιανός Σαµοσατεύς, “Περί Παρασίτου, ότι Τέχνη η Παρασιτική”, ο.π. 171

88

Page 89: Par. Arch. Sites (GR)

3. “Ο κηπουρός έχει στην κατοχή του έναν ιδιόκτητο κήπο και τον περίβολό του. Δεν πιστεύω οτι ήταν ο πρώτος που έφραξε αυτό το χώρο και είπε: αυτό είναι δικό µου. Αυτό είναι δικό µου επείδή είναι κλεισµένο. Δεν είναι πια δικό µου, είναι λιγότερο δικό µου αν υπάρχει µια τρύπα µες το φράχτη‧ δεν είναι τρύπα, είναι πληγή. Αυτός ο κήπος είναι τρόπον τινά το σώµα µου ή η προέκταση του σώµατός µου.”

αλλα και στο

“Θα είµαστε επιτέλους στο σπίτι µας όταν θα είναι όντως καθαρό. [...] Εργαζόµαστε µέχρις εξαντλήσεως για να κατοικήσουµε επιτέλους στο σπίτι µας. Ο κόσµος είναι κατοικίσιµος όταν είναι καθαρός. Προσαρµοσµένος στα δικά µας ήθη και έθιµα, στα δικά µας µέτρα και σταθµά.”

Μ.Serres ο.π., σ.167 και σ.190 αντίστοιχα

4. “Όλα αυτά ορίζουν ένα πλέγµα [...] όπου κάθε κατανεµηµένο κέντρο παράγει τη δική του τοπική εξουσία µέσω ταύτισης στο εσωτερικό, µέσω αποβολής στη µεθόριο” Μ.Serres ο.π., σ.284

το παρα- του παραδείσου

1. “Στην αλληλογραφία του, ο Jacques Vache, δανδής των χαρακωµάτων, δίνει µια δίκαια ακριβή εικόνα αυτών των υπογείων κατοικιών που ξαφνικά µεταµορφώνονται σε παραχωρήσεις στο διηνεκές για περαστικούς «φιλοξενούµενους» [...] Μέσα στην αναταραχή και τον κίνδυνο του πολέµου, αντιλαµβάνεται τα καταφύγιά του ως χώρους ιδανικής κατοίκησης και τα διαµορφώνει µε απλές κινήσεις σε βιώσιµους χώρους, που ο ίδιος στην ψυχολογική κατάσταση που βρίσκεται, κρίνει αξιοζήλευτα.” και

“ [ο Jaques Vache] Λίγο καιρό αργότερα [ από το 1915] , ανακοινώνει ως κατειληµµένο από µια συντροφιά αξιωµατικών ένα αχανές καταφύγιο Γερµανών αποίκων, «το τελευταίο πολυτελές χαράκωµα».”

αποσπάσµατα από τη διάλεξη των Ε. Παπαθανασίου / Σ. Τζόκα, Το Μικρό, ο.π.

89

Page 90: Par. Arch. Sites (GR)

sites.

* για τον παρατηρητή - επιστήµονα και τον παρασιτισµό βλ. σ.419, κεφ “ΤΟ ΚΥΡΙΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΞΕΝΙΣΤΗ” - “κύριοι και δούλοι”, Μ.Serres ο.π., σ.284

1. “Ο παρατηρητής είναι ίσως ο απαρατήρητος. Πρέπει τουλάχιστον να είναι ο τελευταίος στην αλυσίδα των παρατηρήσιµων. Αν υποσκελιστεί γίνεται παρατηρούµενος” Μ.Serres ο.π., σ.475

το παρα- του αρχιτέκτονα

1. “Το πλήθος παράγει, οι ολίγοι αποφασίζουν και διοχετεύουν την κίνηση. [...] Οι µεγάλες φάλαγγες των µυρµηγκιών µετακινούνται σε καθορισµένες ώρες και µέρες, κατα µήκος µικρών και µεγάλων διαδροµών και κατανέµονται στα προβλεπόµενα πόστα τους. Ο κύριος είναι πάντοτε αρχικά γεωµέτρης, τοπολόγος ένας ειδήµονας του χώρου, η επικράτεια του είναι πρωτίστως µεγάλη” Μ.Serres ο.π., σ.125

2. Ευ. Βενιζέλος, από τον Πρόλογο του Καταλόγου της Ελληνικής Συµµετοχής στην 8η Biennale Αρχιτεκτονικής Βενετίας, Αθήνα 2002: Απόλυτος Ρεαλισµός, επιµ. Τ. Κουµπής, Θ. Μουτσόπουλος, R. Scoffier εκδ. Futura, Αθήνα, 2002

3. “Μιλώντας για το θάνατο του αρχιτέκτονα, µιλώ για τον αρχιτέκτονα ως θεσµό [...] Εννοώ τον τόπο µιας αυθεντίας και µιας εξουσίας η οποία διαχειρίζεται µε βεβαιότητα τη σηµασία των µορφών και την κυριαρχία στο περιβάλλον” Γ. Τζιρτζιλάκης, Αθήνα 2002: Απόλυτος Ρεαλισµός, ο.π.

4. J. Hill, Μία Aπειρία Eρµηνειών από το συλλογικό, Athens by Sound ο.π.

5. Π. Τουρνικιώτης, ο.π. σ.145

6. Σχετικά µε τον αναγεννησιακό ορισµό Π. Τουρνικιώτης, ο.π. σ.145

7. Σχετικά µε τα αρχι-παράσιτα, βλ. σηµείωση Β

8. Π. Τουρνικιώτης, ο.π. σ.154-156

9. Σχετικά µε την διορθωτική φαντασίωση για το δηµόσιο χώρο βλ. Π. Τουρνικιώτης, ο.π. 1ο κεφ. “Ποιός φοβάται την πραγµατικότητα;”

90

Page 91: Par. Arch. Sites (GR)

αλλά και στο : Δ. Φιλιππίδης, Εφήµερη και Αιώνια Αθήνα, εκδ. Πολιτιστικό Ιδρυµα Οµίλου Πειραιώς, Αθήνα, 2009, σ. 61

η αντιστροφή του βέλους

1. Quid ei Potest Videri Magnum in Rebus Humanis, cui Aeternitas Omnis, Totiusque Mundi Nota sit Magnitudo. Η φράση αυτή τοποθετήθηκε στον παγκόσµιο χάρτη του Ορτέλιου, στη σειρά Theatrum Orbis Terrarum [Θέατρο του Κόσµου] η οποία εκδόθηκε στην Αµβέρσα το 1570 και θεωείται ο πρώτο σύγχρονος Άτλας του κόσµου.i

2. Hic Sunt Dracones, [Εδώ υπάρχουν Δράκοι] επιγραφή στα Λατινικά που βρίσκεται χαραγµένη στην υδρόγειο σφαίρα “Lenox Globe” του 1510 µε την οποία σηµαδεύονταν οι ανεξερεύνητες περιοχές της Ασίας.

3. Terrae Incognita,Λατινική φράση που, όπως η παραπάνω σηµ. 2 σηµάδευε τις ανεξερεύνητες περιοχές, ή ιδιαίτερα εκείνες η ύπαρξη των οποίων θεωρείτο πιθανή, χωρίς επιβαβαίωση - όπως η Ανταρτική ή η ήπειρος της Αυστραλίας.

*πηγή για τις τρείς παραπάνω αναφορές το Wikipedia

4. Β. Ραπτόπουλος, “Ο Βασιλιάς των Σκουπιδιών” Περιοδικό Κοντέινερ, Φεβρουάριος 2011 - Gentrification

5. “Ίσως θα πρέπει να προσέξει κανείς ιδιαίτερα τους περιθωριακούς αυτής της µεγαλούπολης: τους άστεγους, “αλήτες” που κοιµούνται σε δηµόσια παγκάκια και την ηµέρα κινούνται στην πόλη σαν υπνωτισµένοι κουβαλώντας όλα τους τα υπάρχοντα. [...] Το “θλιβερό αυτό θέαµα” είναι µια υπόµνηση των συστατικών στοιχείων της πόλης, που σκόπιµα αγνοούνται ή περιθωριοποιούνται. [...] Η παρουσία αυτών των “παριών” στην Αθήνα αποτελεί σηµαντικό συστατικό της ιστορίας της πόλης, γιατί η ύπαρξη τους, η περιοδική διόγκωση του αριθµού τους µετά από πολεµικές

91

i Το απόλυτο αντίβαρο αυτής της φορτισµένης µε έπαρση φράσης έρχεται να αποτυπώθει στο συλλογικό συνειδητό των Ελλήνων, δια στόµατος Κ. Χατζή στο τραγούδι “Απ’το αεροπλάνο” : “Όταν κοιτάς από ψηλά, µοιάζει η Γή µε ζωγραφιά, [...] µοιάζουν µυρµήγκια οι ανθρώποι, το µεγαλύτερο ανάκτορο, µοιάζει µ’ενα µικρούλι τόπι... ”

Page 92: Par. Arch. Sites (GR)

περιπέτειες, η αίσθηση της απειλής που προκαλούν στους αστούς, η απασχόληση των αρχών µαζί τους χάριν της ευνοµίας και τάξης της πόλης [...] όλα αυτα εντάσσονται στην περιχαράκωση των ορίων της νοµιµότητας, του δικαιώµατος να κατοικεί κανείς την πόλη και να µετέχει στη ζωή της.” Δ. Φιλιππίδης, ο.π. σ.66

6. “Αυτό που συµβαίνει τότε θα ήταν η σκοτεινή πίσω όψη της συνειδητής και φωτεινής οργάνωσης, αυτό που συµβαίνει στα νώτα της, η σκοτεινή ανάστροφη όψη του συστήµατος” Μ.Serres ο.π., σ.36

7. Μ. Heidegger, ο.π. σ.75

8. Για το θόρυβο του φόβου ο Serres αναφέρεται σε πολλά σηµεία στο βιβλίο που εξετάζουµε, ενδεικτικά Μ.Serres ο.π., σ.41, σ.114, σ.255

9. βλέπε: U.Eco [επιµ.], Η Ιστορία της Ασχήµιας, µετφ. Δ. Δότση, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα, 2007 για µια ιστορική αναδροµή στο αισθητικά παράταιρο, αλλά και µια εξαιρετική καταγραφή της απόλυτα ελληνικής κακογουστιας σε όλο το µεγαλείο της εδώ: “Κάτι το Ωραίον” - Εισαγωγή στη Νεοελληνική Κακογουστιά, Φιλοι του Περιοδικού ΑΝΤΙ, επιµ. Δ. Κούτσικου, εκδ: Πολύτυπο, Αθήνα, 1984

10. Δ. Φιλιππίδης, ο.π. σ.204 ο οποίος δίνει και τη δικαίωση για το χαρακτηρισµό ώς αρχιτεκτονική εδώ:

“Η σύγχρονη αρχιτεκτονική της πόλης είναι στην πραγµατικότητα αποτέλεσµα αυτών των παρεµβάσεων, αφού δείχνει πως έχει ξεφύγει από τα χέρια όσων τη σχεδιάζουν ή την ελέγχουν, και ακόµα πιο πρόσφατα, όσων την συντηρούν. [...] Γιατί, αν η αρχιτεκτονική είναι τέχνη που εξυπηρετεί την κοινωνία, αυτός είναι και ο πιο σύγχρονος ρόλος της: να προσφέρει επιφάνειες έτοιµες να δεχτούν τις αυθόρµητες [ή προετοιµασµένες] επιθέσεις των οµάδων που απαρτίζουν την κοινωνία και ζητούν να εκφραστούν, ή και να εκτονωθούν.” Δ. Φιλιππίδης, ο.π. σ.59

11.Λουκιανός Σαµοσατεύς, “Περί Παρασίτου, ότι Τέχνη η Παρασιτική”, ο.π., σ.167

12.Μ.Serres ο.π., σ.371

13. “Επανάληψη σηµαίνει θάνατος. Είναι η πτώση στο όµοιο.”

“Το πάντοτε ήδη δεν είναι παρά ένα κοιµητήριο όπου σήπεται η εντροπία. Ευτυχώς υπάρχει κάτι σπάνιο, παράγεται η εξαίρεση, εµφανίζεται ο

92

Page 93: Par. Arch. Sites (GR)

νεωτερισµός, το απίθανο θαύµα. Μέσα από αυτή τη σπάνι ο κόσµος έρχεται στην ύπαρξη, είµαστε ζωντανοί, σκεφτόµαστε.”

“η τέλεια αρµονία δεν είναι παρά µια βαριά επωδός για ένα µυαλό που έχει όρεξη µονάχα να επαναλαµβάνει.” Μ.Serres ο.π., σ.257

14.“Το πραγµατικό είναι το ανείκαστο που µε αφορά [...] θυµίζει το χαλικάκι µέσα στο όστρακο. Αυτό το χαλικάκι αφορά το όστρακο, έχοντας µια διάσταση πραγµατισµού: Μπορεί να το κάνει µαργαριτάρι, αλλά δεν παυύι ο πηρύνας του να είναι µια πέτρα, που θα πεί, ένας αναφοµοίωτος όγκος που ενοχλεί, επηρεάζει και προκαλεί διεργασίες” Ν. Σιδέρης, Αρχιτεκτονική και Ψυχανάλυση : Φαντασίωση και Κατασκευή, εκδ. Fu-tura, Αθήνα, 2006

15.Eco [επιµ.], Η Ιστορία της Ασχήµιας, µετφ. Δ. Δότση, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα, 2007

93

Page 94: Par. Arch. Sites (GR)

κατάλογος εικόνων

σ. 08: Με τον διεθνή όρο φράκταλ [fractal, ελλ. µορφόκλασµα ή µορφοκλασµατικό σύνολο] στα Μαθηµατικά, τη Φυσική αλλά και σε πολλές επιστήµες ονοµάζεται ένα γεωµετρικό σχήµα που επαναλαµβάνεται αυτούσιο σε άπειρο βαθµό µεγέθυνσης, κι έτσι συχνά αναφέρεται σαν "απείρως περίπλοκο". Η πιο χαρακτηριστική ιδιότητα τους είναι πως εµφανίζουν ανωµαλίες στη µορφή σε σχέση µε τα συµβατικά γεωµετρικά σχήµατα.. Εδώ απεικονίζεται ο τρόπος δηµιουργίας του τριγώνου Sierpiński [από τον πολωνό µαθηµατικό W. Sierpiński], που αποτελεί µια από τις πιο γνωστές γεωµετρικές µορφές των fractal. πηγή: Βικιπαιδεία / Wikipedia

σ.12:

“En entrant dans un bois elle rencontra compère le loup.”

Η εικόνα αυτή όπως και οι εικόνες στις σελ. 38, 54 είναι χαλκογραφίες του Gustave Doré µε θέµα το µύθο της Κοκκινοσκουφίτσας, από µια σειρά έργων που φιλοτέχνησε για την έκδοση “Les Contes de Perrault”, ed. Het-zel, Paris, το 1867, ύστερα από παραγγελία του Pierre-Jules Hetzeli. Η εικ. της σελ.12 ήταν η µόνη που συνόδευε τον µύθο της Κοκκινοσκουφίτσας, ενώ οι άλλες δύο βρίσκονταν στην εισαγωγή του βιβλίου. Κάθε εικόνα συνοδευόταν από µια λεζάντα στη Γαλλική. Εδώ δίνεται για τις τρείς εικόνες ως λεζάντα η µετάφραση της αυθεντικήςii. Οι εικόνες αυτές, όπως άλλωστε και τα υπόλοιπα έργα του G. Doré έχουν υψηλή αξία, όχι µόνο για την αισθητική τους αλλά κυριότερα για το βαθµό εκφραστικότητας και συµβολισµού τους.

πηγή των εικόνων: site της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας http://gallica.bnf.fr/ark:/12148/btv1b2200191h

94

i πηγή: http://elisabeth.kennel.perso.neuf.fr/les_illustration_de_gustave_dore.htm ii πηγή γαλλικού κειµένου: ο.π. µετφ. Β.Δ.

Page 95: Par. Arch. Sites (GR)

σ.23:

“Η Ελονοσία είναι λοιµώδης ασθένεια που προκαλείται από παρασιτικά πρωτόζωα του γένους Πλασµώδιο [Plasmodium] [...] Το όνοµά της προέρχεται από τις λέξεις έλος και νόσος, καθώς είχε παρατηρηθεί ότι η νόσος ήταν ιδιαίτερα διαδεδοµένη γύρω από ελώδεις περιοχές. Διεθνώς αποκαλείται µαλάρια [malaria από τις ιταλικές λέξεις: mal + aria = κακός αέρας] από την πεποίθηση που επικρατούσε κάποτε ότι η ασθένεια προκαλούταν από τον 'κακό αέρα' κοντά στα έλη.” πηγή: Βικιπαιδεία

σ.38:

“Le chaperon rouge fut bien étonné de voir comment sa grand'mère était faite en son déshabillé.” Gustave Doré, o.π.

σ.54:

“..cela n'empêche pas qu'avec ses gran dents il avait mangé une bonne grand'mère” Gustave Doré, o.π.

σ.58:

[πάνω]

“Βρεττανική Πρεσβεία στην Αθήνα [1949] Δείπνο προς τιµήν του βασιλικού ζεύγους Παύλου και Φειδερίκης και του ζεύγους Μαουντµπάτεν, στο οποίο ως επιδόρπιο προσφέρθηκε τούρτα οµοίωµα του Παρθενώνα.” Αυθεντική λεζάντα από το: Σακελλαρόπουλος Τάσος [επιµ.], «Ο Κωνσταντίνος Καραµανλής και η εποχή του», Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα: 2007, σελ.68-69

[κάτω]

Aποθηκευτικός χώρος εξοπλισµού παραλίας στην παραλία του Σχοινιάπηγή: Φωτογραφία του Θ. Τριανταφυλλίδη, όπως και στη σ. 60

σ.60:

Αποψη της Αθήνας από την ταράτσα πολυκατοικίας. Πλ Κάνιγγοςπηγή: Φωτογραφία του Θ. Τριανταφυλλίδη, όπως και στη σ. 58

95

Page 96: Par. Arch. Sites (GR)

σ.63: Εικόνες από το βιβλίο του L. Woods, Pamphlet Architecture 15: War and Architecture, ed. Princeton Architectural Press, New York, U.S.A. 1993

σ.64:

χαρακτικό του F. Goya περ.1797-1799 *Στον επισ. τίτλο “ο ύπνος” αντί για “το όνειρο” πηγή: wikipedia

σ.64:

ο αµερικάνικος Λύκος - κογιότ, ως άλλος Προµηθέας κλέβει τη φωτιά από τους θεούς και την παραδίδει στους ανθρώπους. πηγή: C.Jung-, ο άνθρωπος και τα σύµβολά του.

σ.72:

πηγή: Internet - google search

σ.75:

Ποιός φοβάται τη Βιρτζίνια Γούλφ;

Ο τίτλος του γνωστού θεατρικού έργου του Edward Albee στηρίζεται σε µια παράφραση του τραγουδιού που χρησιµοποιεί η Κοκκινοσκουφίτσα για να µη φοβάται, καθώς περιδιαβαίνει στο Δάσος, σύµφωνα µε µια εκδοχή του µύθου. “Ποιός φοβάται το µεγάλο Κακό Λύκο;” Συµβαίνει συχνά να χρησιµοποιείται άλλοτε σκωπτικά άλλοτε όχι αυτή η συγχιση ανάµεσα στα δύο ονόµατα, wolf και Woolf.

Εδω το πρόσωπο της συγγραφέως χρησιµοποιείται στο ίδιο πλαίσιο, κάτω από τη λατινική φράση "Fiat Justitia Ruat Coellum" που σηµαίνει “ Ας αποδωθεί δικαιοσύνη ακόµη κι αν πέσει ο Παράδεισος [οι ουρανοί]”. O Λύκος προσωποποιείται µέσα από το πρόσωπο της Γούλφ, σε µια προσπάθεια να διορθωθεί η φήµη του, παρά την φαντασίωση που θέλει την Κοκκινοσκουφίτσα να είναι το θύµα. Ακόµα κι αν πέσουν οι ουρανοί, ακόµα και αν όλες οι κλειστές πόρτες των παραδείσιων κήπων ανοίξουν και οι ουτοπίες καούν...

* σχεδιαγράµµατα και εικόνες σελ. 14, 36, 52, 75, εξώφυλλο: Δ.Β

96

Page 97: Par. Arch. Sites (GR)

πηγές

Ελληνική Βιβλιογραφία:

Λουκιανός Σαµοσατεύς, “Άπαντα”, τ.4, “Περί Παρασίτου, ότι Τέχνη η Παρασιτική” µετφ. Φιλολογική Οµάδα Κάκτου εκδ. Κάκτος / Οι Έλληνες, Αθήνα,

Ν. Σιδέρης, Αρχιτεκτονική και Ψυχανάλυση : Φαντασίωση και Κατασκευή εκδ. Futura, Αθήνα, 2006

Π. Τουρνικιώτης, Η Αρχιτεκτονική στη Σύγχρονη Εποχή εκδ. Futura, Αθήνα, 2006

Δ. Φιλιππίδης, Εφήµερη και Αιώνια Αθήνα, εκδ. Πολιτιστικό Ιδρυµα Οµίλου Πειραιώς, Αθήνα, 2009

Ξενόγλωσση Βιβλιογραφία:

R. Barthes, Μυθολογίες - Μάθηµα µετφ. Καίτη Χατζηδήµου, Ιουλιέττα Ράλλη εκδ. Κέδρος, Αθήνα, 1979

A. Benjamin, Parasitism in Artchitecure στο “Εφήµερες Κατασκευές για την Πόλη της Αθηνας” σ. 55-61, συντ. : M. Θεοδώρου εκδ. Hellenic Cultural Heritage, Αθήνα, 2002

F. Cecla, Ενάντια στην Αρχιτεκτονική, µετφ. Ν. Β. Μιτζάλης εκδ. το Δόντι, Αθήνα, 2009

M. Cacciari, Το Αρχιπέλαγος, µετφ. Ν. Κυριαζόπουλος εκδ. Τραυλός, Αθήνα, 1999

97

Page 98: Par. Arch. Sites (GR)

A. Dufourmantelle / J. Derrida, Περί Φιλοξενίας, µετφ. Β. Μπιτσώρης εκδ. Εκκρεµές, Αθήνα 2006

U. Eco [επιµ.], Η Ιστορία της Ασχήµιας, µετφ. Δ. Δότση εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα, 2007

S. Freud , το Ανοίκειο, µετφ. Έµη Βαϊκούση, επίµετρο: Κ. Δοξιάδης εκδ. Πλέθρον, Αθήνα, 2009

M. Foucault, Οι µη Κανονικοί, Παραδόσεις στο Κολέγιο της Γαλλίας, 1974-1975 µετφ. Σ. Σιαµανδούρας εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, 2010

M. Heidegger, Κτίζειν - Κατοικείν - Σκέπτεσθαι , εισ. - µετφ. Γ. Ξηροπαΐδης εκδ. Πλέθρον, Αθήνα, 2008

C.G.Jung, Ο Άνθρωπος και τα Σύµβολά του, επιµ. J.Freeman, µετφ. Α. Χατζηθεωδώρου εκδ. Αρσενίδη, Αθήνα, 1980

Ch. Norberg-Schulz, Genius Loci - Το Πνεύµα του Τόπου µετφ. Μ. Φραγκόπουλος εκδ. Πανεπιστηµιακές Εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα, 2009

Μ. Serres, Το Παράσιτο, µετφ. Ν. Ηλιάδης, επιµ. Δ. Καββαθάς εκδ.Σµίλη, Αθήνα, 2009

L. Woods, Pamphlet Architecture 15: War and Architecture, ed. Princeton Architectural Press, New York, U.S.A. 1993

Συλλογές Κειµένων:

Kατάλογος Σπουδαστικών Εργασιών 2009/2010 της ENSA Versailles:

Annuel étudiant 2009/2010 de ENSA VersaillesSemantique Parallele - Glossaire Prospectif d’Architecture projet du master de: M. Bousquet, M. Deloince, C. Robert, K. Sourivong Association Archibooké ed. ENSA Versailles, 2010

98

Page 99: Par. Arch. Sites (GR)

Συλλογές Κειµένων [συνέχεια]:

Κατάλογος Έκθεσης “Empire, State, Building”:

Societe Realiste, “Empire, State, Building” , ed. Amsterdam / Jeu de Paume / Ludwig Muzeum, Paris / Budapest 2011

“Κάτι το Ωραίον” - Εισαγωγή στη Νεοελληνική Κακογουστιά Φιλοι του Περιοδικού ΑΝΤΙ επιµ. Δ. Κούτσικου εκδ: Πολύτυπο, Αθήνα, 1984

Κατάλογος της Ελληνικής Συµµετοχής στην 8η Biennale Αρχιτεκτονικής Βενετίας:

Αθήνα 2002: Απόλυτος Ρεαλισµός επιµ. Τ. Κουµπής, Θ. Μουτσόπουλος, R. Scoffier εκδ. Futura, Αθήνα, 2002

Κατάλογος της Ελληνικής Συµµετοχής στην 11η Biennale Αρχιτεκτονικής Βενετίας:

Athens By Sound επιµ. Α. Καρανδεινού, Χ. Αχτύπη, Σ. Γιαµαρέλος εκδ. Futura, Αθήνα, 2008

Διαλέξεις - Εργασίες Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΕΜΠ:

Ε. Παπαθανασίου / Σ. Τζόκα, Το Μικρό υπ. καθ.: Δηµήτρης Παπαλεξόπουλος, διάλεξη, Αθήνα, 2008

Σ. Θρουµουλοπούλου, Η Σηµασία του “Εγώ” στη Δηµιουργία Τόπων µε Βάση την Ύστερη Φιλοσοφία του Φουκώ υπ.καθ. Β. Γκανιάτσας διάλεξη, Αθήνα, 2010

99

Page 100: Par. Arch. Sites (GR)

Δ. Βογιατζάκη, Lovebox - η Αρχιτεκτονική του Απρόοπτου υπ.καθ. Π. Τουρνικιώτης Ιστορία και Θεωρία, 6ο Εξ., Αθήνα, 2010

Δ. Βογιατζάκη - Θ. Τριανταφυλλίδης, Pararchsites 8a υπ.καθ. Γ. Χαϊδόπουλος Αρχ. Σχεδιασµός 8α, 8ο εξ., Αθήνα, 2010

Περιοδικά - Αφιερώµατα:

Περιοδικό Κοντέινερ, Φεβρουάριος 2011 - Gentrification, http://www.konteiner.gr/magazine/599

Foam Magazine # 18, “the Displaced”http://www.foam.org/foam-magazine/issues/issue-18-displaced

ΑΜΦΙ, τεύχος #1, “Περιθωριολογία” 1η εκδ. 1978, Α. Κ. Ο. Ε. επαν.σε 200 αντίτυπα, εκδ. Πολύχρωµος Πλανήτης, Αθήνα, 2008

Wikipedia / Βικιπαιδεία όπου αναφέρεται

[τελευταία επίσκεψη στις ιστοσελίδες: 10 Μαρτίου 2012]

100

Page 101: Par. Arch. Sites (GR)

ευχαριστίες

Πριν και πάνω από όλους θα ήθελα να ευχαριστήσω τους φυσικούς και µη ξενιστές µου, την ευρεία οικογένεια µου, οι οποίοι παρακολούθησαν αυτή τη διάλεξη σε όλα της τα στάδια και ανέχτηκαν τις παρασιτικές διαστάσεις που λάµβανε στην καθηµερινότητα µου.

Επίσης ευχαριστώ όσους προθυµοποιήθηκαν να δώσουν µια πιο “έµπειρη” γνώµη πάνω στην ιδέα και το κείµενο, ιδιαίτερα τους Γ. Γρηγοριάδη [και για την εικόνα µε την Ακρόπολη-τούρτα], Σ. Μαρτίνο, Ε. Μίχα και φυσικά τον Β. Γκανιάτσα για την πολύτιµη συµβολή του στο να βάλω µυαλό. Οφείλω παραπάνω από ένα ευχαριστώ στην Α. Βοζάνη που στάθηκε µε ιδιαίτερη φροντίδα και ενθουσιασµό πάνω στις θεωρητικές και µη ανησυχίες µου συνεπιβλέποντας τη διάλεξη αυτή.

Θα είµαι πάντοτε υποχρεωµένη στην καλοσύνη της Edith Crescenzi, καθηγήτριας µου στη σχολή της ESNAP Villette, η οποία συνυπέγραψε µια εξαιρετικά πρωτόλεια µορφή του κειµένου, χαρίζοντας µου όµως έτσι το δικαίωµα να “επαναστατήσω” απέναντι στις αποικιοκρατικές τάσεις του εκεί τοµέα συνθέσεων, χωρίς να διακυβεύεται η υποτροφία µου.

Κράτησα για το τέλος τον κύριο επιβλέποντα µου κ. Τουρνικιώτη, διότι αν και ο U.Eco, που µου πρότεινε να διαβάσω στην πρώτη µας συνάντηση, µε προτρέπει ρητά να µην το κάνω, εγώ νιώθω την ανάγκη να τον ευχαριστήσω, γιατί στην πιο κρίσιµη στιγµή, µου έδωσε το πράσινο φως να περιπλανηθώ στο Δάσος. Η εµπιστοσύνη που µου έδειξε, µου προσέφερε πολύ περισσότερα από το κείµενο που κρατάτε στα χέρια σας και µε περιβάλλει έκτοτε µε συγκίνηση.

101

Page 102: Par. Arch. Sites (GR)

102

“µ’ ένα σπασµένο καθρεφτάκιστον κόσµο βγαίνει το γυφτάκι

και χάνεται...”

Page 103: Par. Arch. Sites (GR)

103

Page 104: Par. Arch. Sites (GR)

104