ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους...

18
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ο δρόμος που βγήκε μέσα από τη γη ........ 13 Μια φορά κι έναν καιρό ................... 15 1. Η Κυρά της Αιξωνής ...................... 18 2. Η Φιλοστράτη και η παρέα της ............. 25 3. Κλέφτρα πλημμύρα ....................... 29 4. Χειμωνιάτικο νυχτέρι ..................... 47 5. Το ρίζωμα στη νέα γη ..................... 55 6. Άνοιξη, σ’ αγαπάω ........................ 73 7. Εκμυστηρεύσεις .......................... 79 8. Μέρες γιορτής ........................... 86 9. Μάχη για το καλό ......................... 89 10. Πάμε θέατρο ............................. 95 11. Το παράπονο του ερωτευμένου ............. 103 12. Γεννητούρια και βαφτίσια ................. 110 13. Κρασί και φίλοι .......................... 118 14. Μάζεμα ελιάς ............................ 124 15. Πυγολαμπίδες............................ 130 16. Στο μονοπάτι του φιδιού................... 139 17. Νικηφόρα επιστροφή...................... 149

Transcript of ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους...

Page 1: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής. «Έστω και

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Ο δρόμος που βγήκε μέσα από τη γη 13Μια φορά κι έναν καιρό 15

1 Η Κυρά της Αιξωνής 182 Η Φιλοστράτη και η παρέα της 253 Κλέφτρα πλημμύρα 294 Χειμωνιάτικο νυχτέρι 475 Το ρίζωμα στη νέα γη 556 Άνοιξη σrsquo αγαπάω 737 Εκμυστηρεύσεις 798 Μέρες γιορτής 869 Μάχη για το καλό 89

10 Πάμε θέατρο 9511 Το παράπονο του ερωτευμένου 10312 Γεννητούρια και βαφτίσια 11013 Κρασί και φίλοι 11814 Μάζεμα ελιάς 12415 Πυγολαμπίδες 13016 Στο μονοπάτι του φιδιού 13917 Νικηφόρα επιστροφή 149

18 Επινίκεια γιορτή 15619 Τα χρόνια περνούν 17420 Ανακωχή 17721 Καλώς ήρθες έρωτα 18422 Γάμος και χαρά 19123 Οι μύθοι περνούν από γενιά σε γενιά 203

Ο δρόμος γράφει Ιστορία 207

Επίμετρο 215

Ευχαριστίες 219

Πληροφορίες και ιστορικά γεγονότα 221

Βιβλιογραφία και πηγές 229

13

Ο δρόμος που βγήκε μέσα από τη γη

ΟΤΑΝ ΞΕΚΊΝΗΣΕ Η ΟΊΚΟΔΟΜΗ τίποτα δε μαρτυ-ρούσε τον θησαυρό που έκρυβε το οικόπεδο

Ένα πρωινό καθώς το σφυρί του εκσκαφέα τρυ-πούσε τη γη μέσα από ένα σύννεφο σκόνης άρχισε να φαίνεται η αιωνιότητα

Δεν απείχε ούτε μία ώραhelliplaquoΈνας αρχαίος δρόμοςraquo αναφώνησαν οι αρχαιο-

λόγοι κι έσκυψαν πάνω του με πολύ ενδιαφέρονΟι ιδιοκτήτες του οικοπέδου ανησύχησαν Τι άλλο

θα έβγαινε μέσα από το χώμα Πόσο καιρό θα τους κα-θυστερούσαν οι ανασκαφές Πού θα τους οδηγούσε ο αρχαίος δρόμος Ο εκσκαφέας εντωμεταξύ είχε πάρει εντολή να απομακρυνθεί

Οι εργάτες κάτω από τη συνεχή επίβλεψη των αρ-χαιολόγων απομάκρυναν τα χώματα με σκουπάκια και σκαλιστηράκια Με τα χέρια πετούσαν μία μία τις πέτρες μέχρι να rsquoρθει στο φως ολόκληρος ο αρχαίος δρόμος όπως ακριβώς ήταν στην εποχή του

Μήνες μετά οι αρχαιολόγοι κατέληξαν ότι πρόκει-ται για τα ερείπια ενός σημαντικού τεχνικού έργου

14

Για την κατασκευή και τη συντήρησή του θα χρειάστη-κε μακρόχρονη και επίπονη εργασία που σίγουρα θα κόστισε ακριβά εκείνη την εποχή Του 4ου αιώνα πΧ ήταν και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής

laquoΈστω και άδειος από έργα τέχνης για τα μουσεία ο αρχαίος δρόμος είναι σπουδαίο εύρημαraquo είπαν οι αρχαιολόγοι Έδωσαν οδηγίες στους ιδιοκτήτες πώς να τον προστατέψουν κι έφυγαν για να παραδώσουν τα δελτία τους στην Αρχαιολογική Υπηρεσία

Είχε ήδη περάσει ένας ολόκληρος χρόνος Η οικο-δομή ήταν ελεύθερη να συνεχίσει Οι κάτοικοι της πε-ριοχής δεν έμειναν αδιάφοροι μπροστά στο εύρημα Ρωτούσαν αν μπορούν να πατήσουν πάνω στον δρόμο που στα πλάγια ήταν γεμάτος ίχνη από τροχούς περί-εργοι νrsquo αγγίξουν την αρχαία πατρίδα Έφερναν τα παιδιά τους και ζητούσαν να πάρουν για ενθύμιο κα-μιά αρχαία πέτρα απrsquo αυτές που είχαν πετάξει οι αρ-χαιολόγοι ndash πολύτιμες τις λογάριαζαν με το πέρασμα τόσων αιώνων

Σαν μπήκε η άνοιξη άνθισαν πάνω στον αρχαίο δρόμο παπαρούνες και ραδίκια Εκείνη τη μαγική στιγμή ο δρόμος έγινε μετάξι και φως σαν μια αλα-φριά κορδέλα στον άνεμοhellip

Έγινε παραμύθιhellip

15

Μια φορά κι έναν καιρόhellip

ΗΤΑΝ ΕΝΑΣ ΔΡΟΜΟΣ που είχε χαραχτεί από το αδιάκοπο πηγαινέλα ανθρώπων και ζώων Στε-

νός χαλικόστρωτος με μαντρότοιχο από ακατέργα-στες πέτρες δεξιά κι αριστερά Μέσα στα βαθουλώμα-τα έβλεπες σφηνωμένα κόκκινα κοχύλια και άσπρα όστρακα Οι περαστικοί άπλωναν τα χέρια να τα αγγί-ξουν

Δεν πήγαινε μακριά Μια γραμμούλα σrsquo έναν χάρ-τη Δέκα στάδια όλα κι όλα τρία χιλιόμετρα σημερινά κατηφόριζε από την πλαγιά του Υμηττού και βουτούσε στη θάλασσα Διέσχιζε μια πόλη με το όνομα Αιξωνή

Πλάι στον δρόμο άρχιζαν οι αυλές και τα σπίτια Τα ψηλότερα ήταν διώροφα Πίσω από τα σπίτια απλώνονταν τα κτήματα Χωράφια με ελαιόδεντρα και όλων των λογιών τα αγριολούλουδα Ανάμεσά τους ακτινοβολούσε ο ήλιος κι εκεί τριγύριζαν οι τσο-πάνηδες με τα κοπάδια τους

Πέρα στην ανηφόρα έβλεπες το κοιμητήρι με τα αγάλματα Ένα καθιστό αρσενικό λιοντάρι κι ένα όρ-θιο θηλυκό στόλιζαν την είσοδο

16

Απrsquo το πρωί γέμιζε ο δρόμος κόσμο και φωνέςΒαριά βήματα του ψαρά με την τάβλα στο κεφάλι

και τον γιο του ξοπίσω για βοηθό να φωνάζει με το χέ-ρι χωνί

laquoΕλάτε να πάρετε τρίγλη Μοσχοβολάει θάλασσα Τρεχάτε μην τη χάσετε Το πιο νόστιμο ψάρι της Αττι-κήςraquo

Ύστερα περνούσαν τα κάρα των γεωργών φορτω-μένα λαχανικά Βραχνές οι φωνές τους Κι ακόμα το κουβεντολόι των γυναικών καθώς πήγαιναν για τη βρύση Μα πιο πολύ ακούγονταν φωνές και τρεχαλητά παιδιών παρέες χαρούμενες που έπαιζαν και τραγου-δούσαν Συχνά ανάμεσά τους βάδιζαν και γέροντες σέρνοντας τα βήματά τους κι όλο κοντοστέκονταν κά-τι να χαζέψουν Όπως ένα τσούρμο σπουργίτια λίγο πιο κει που τσακώνονταν για το κριθάρι που είχε

17

σκορπιστεί στο χώμα απrsquo το τρύπιο σακί του Καλλία του μυλωνά Ή και να μαλώσουν με τους βοσκούς που περνούσαν με τα πρόβατα με τα κατσίκια και σήκω-ναν σκόνη

Απrsquo όλα αυτά ο δρόμος έπαιρνε ζωή προορισμός του ήταν να προσφέρει το φιδωτό του σώμα σε όποιον το χρειαζόταν Στον νεροκουβαλητή στον έμπορα στον περαστικό που γύρευε ξεκούραση

Κι ακόμα σrsquo αυτόν που χάθηκε και δεν ήξερε κατά πού να τραβήξει ο δρόμος έλεγε λόγια παρήγορα λα-ξεμένα σε μια πέτρα του μαντρότοιχου

laquoΑν δεν ξέρεις πού να πας ψάξε να βρεις πούθε έρ-χεσαιraquo

18

1 Η Κυρά της Αιξωνής

ΗΤΑΝ ΓΛΥΚΙΑ ΚΑΙ ΤΡΥΦΕΡΉ με φωνή γάργαρη σαν το νερό Άλλοτε προσευχόταν κι άλλοτε διηγιόταν

μύθους Το όνομά της ίδιο με το όνομα της πόλης Αιξω-νή Ήταν ιέρεια της θεάς Ήβης και όμορφη σαν τη θεά

Παιδιά δικά της δεν είχε ένιωθε για παιδιά της τα γειτονόπουλα Χαιρόταν να τα πηγαίνει στον γιαλό Τα έβλεπε να πλατσουρίζουν να φτιάχνουν πυργάκια με άμμο με ξυλάκια με βότσαλα και ονειρευόταν το μέλ-λον τους Όλα τα παιδιά από τη φύση τους διψούν για γνώση σκεφτόταν και τους μάθαινε πράγματα Τυλιγ-μένη με τα όνειρα έλεγε παραμύθια της θάλασσας και παραμύθια της γης

Τα αγόρια έψαχναν κοχύλια με κόκκινες ρίγες να τα χαρίσουν στα κορίτσια Έφευγαν ξαναμμένα να παί-ξουν πόλεμο καβάλα σε ξύλινα άλογα Τα μάτια τους έλαμπαν Υπόσχονταν να φέρουν την ειρήνη

Τα κορίτσια έβρισκαν σπάνια βότσαλα τα χάριζαν στrsquo αγόρια και μάθαιναν να περιμένουν Έπαιζαν στις αυλές κουτσό κρυφτό και τυφλόμυγα Έπαιζαν στα σπίτια με τις κούκλες

19

Ή Κυρά Αιξωνή αγαπούσε τους ανθρώπους συμμε-ριζόταν τα καλά και τα άσχημα της μοίρας τους Το σπί-τι της βρισκόταν πάνω στον δρόμο κι η πόρτα της ήταν πάντα ανοιχτή σε όσους είχαν ανάγκη Με το ελαφρύ μαγικό της χέρι γιάτρευε τους πόνους στο σώμα Τα λό-για της ανακούφιζαν τις ψυχές και το μόνο που ζητούσε ήταν παρέα και κουβεντούλα Άνοιγε διάπλατα την πόρτα της σε όσους είχαν ανάγκη Για κάθε παιδί που γεννιόταν φύτευε και μια ελιά

laquoΤο δέντρο της ειρήνηςraquo έλεγεΣυγκέντρωνε κόσμο στο σπίτι της να καθίσουν γύ-

ρω από την εστία να ξεκουραστούν να μιλήσουν για το δίκιο και το άδικο του κόσμου Κοπανούσε στο γουδί φύλλα μυρτιάς και κουκουνάρια πεύκου να τους πάρει η μυρωδιά να ηρεμήσουν

laquoΣωπάστε τώρα ησυχάστε Μα τη θεά Ήβη την προστάτιδα της πόλης μας όλα θα διορθωθούν Το ξέ-ρετε δα πως η κόρη του Δία και της Ήρας με τη λαμπε-ρή ομορφιά υπηρετεί τους άλλους θεούς Υπηρετεί όμως και τους ανθρώπους Κερνά νέκταρ τους θεούς και παρηγοριά εμάς τους θνητούς Ή μήπως ξεχάσατε πως είναι η τρυφερή θεά που όταν κουράζεται ακου-μπά το κεφάλι στον κόρφο της μάνας της Ας ακουμπή-σουμε κι εμείς στους δικούς της ώμους τα βάσανά μαςhellipraquo

Τέτοια τους έλεγε τα βράδια όσο έγνεθε το μαλλί στην ανέμη Ύστερα έπιανε ιστορίες για πηγεμό και ερ-χομό Για τα βήματα θεών και ανθρώπων πάνω στη γη Για ποτάμια που τρέχουν σε κακοτράχαλους δρόμους

21

για στράτες της απέραντης θάλασσας για δρόμους του ταξιδιού Δρόμους του ονείρου Παραμέριζε τα σκοτά-δια και τις στάχτες του χρόνου άνοιγε αυλακιές κι έφτα-νε στο ξέφωτο των παραμυθιών

laquoΘα σας πω λοιπόν τι άκουσα στα μονοπάτια των μύθων που περπάτησα Έτσι βοηθιέται ο άνθρωπος να βρει τον δικό του δρόμοraquo Κι άρχιζε μια διαφορετική ιστορία

Κάποιες ήταν πολύ πολύ παλιές

laquoΣτην αρχή ανοίχτηκε στο άπειρο ένας φαρδύς δρό-μος χωρίς αρχή και τέλος Χάος το όνομά του και όλα ξεκίνησαν από αυτόν

Στριφογύριζε τυχαία στο σύμπαν πότε τυλιγμένος σε πύρινο φως και πότε βυθισμένος σε παγερό σκοτά-δι

Από το Χάος ξεπήδησε ο Ήλιος και τα παιδιά του οι πλανήτες

Καθένας χάραξε άλλη πορεία χωρίς ποτέ να εγκα-ταλείψουν τον αγαπημένο τους πατέρα

Η Γη παίρνοντας τον δρόμο της τράβηξε μαζί και τη Σελήνη τη μικρή της αδερφή Αν και η Σελήνη ακο-λούθησε δική της διαδρομή το πρόσωπό της έμενε για πάντα στραμμένο στη Γη Από αυτές τις δυο προήλθε η απέραντη εκείνη δύναμη η Αγάπη που τα πάντα ζωο-γονεί και που οι άνθρωποι αργότερα ονόμασαν Έρω-τα

Έτσι άρχισε ο κόσμος να υπάρχειΜέσα στην κοιλιά της Γης φυλακίστηκε η φλογι-

22

σμένη λάβα του Ήλιου τα Τάρταρα Αυτά όταν πλα-ντάζουν στα έγκατα ανοίγουν δρόμους να ξεχυθούν από τα ηφαίστεια Η Γη απόκτησε στην επιφάνειά της απέραντες εκτάσεις Πάνω τους χάραξε τους πέντε δρόμους έναν για τα βουνά άλλον για τις πεδιάδες για τα ποτάμια τις θάλασσες και τα νησιά

Παντοδύναμη μητέρα δημιούργησε τον Ουρανό να τη σκεπάζει απrsquo άκρη σrsquo άκρη και την ολόχαρη φω-τεινή Ημέρα Συνάμα έφερε τη σκοτεινή Νύχτα που φανερώνει τους δρόμους των αστεριών

Το φως και το σκοτάδι ξεχύθηκαν στον κόσμο κι άρχισαν η Ημέρα και η Νύχτα να ακολουθούν η μία τα βήματα της άλλης

Ουρανός και Γη γέννησαν τον Ωκεανό με τους σκο-τεινούς βυθούς χωρίς αρχή και τέλος χωρίς πηγές και εκβολές Από φύση του αψύς με ορμητικές τρικυμίες άγριος άρχοντας του νερού όρισε αμέσως τους δικούς του δρόμους τα ρεύματα και τα ακρογιάλια

Πολύ αργότερα χάρη στον Δία ξεπρόβαλε η γενιά των θεών Μιλούσαν για το μέλλον για τον άνθρωπο για μεγάλες πολιτείες κι αποφάσισαν να χαράξουν τους δρόμους της Αρετής και της Κακίας Οι θεοί τέ-λος έδωσαν στους θνητούς άσπρα νήματα χαράς και μαύρα νήματα λύπης για να σημαδεύει ο καθένας τον δρόμο του

Ειδάλλως θα χάνονταν στους πέντε δρόμουςhellipraquo

Τίποτα δεν ευχαριστούσε την Κυρά πιο πολύ από την εικόνα μικρών και μεγάλων που κρέμονταν από τα

23

χείλη της Όποτε τέλειωνε μια ιστορία υποσχόταν πως θα υπάρξουν κι άλλες ακόμα καλύτερες

laquoΑκούστε να δείτε τι φοβούνται οι ναύτες και τα κα-ράβια

Θεός της θάλασσας είναι ο αδερφός του Δία ο Ποσει-δώνας Με βοηθό τον Νηρέα ορίζουν τους δρόμους του Ωκεανού

Ο Νηρέας έχει πενήντα θυγατέρες τις Νηρηίδες Σαν αλυσίδα μακριά βγαίνουν στον γιαλό μέσα απrsquo τα κύματα τινάζοντας τις ψαρίσιες ουρές τους ναζιάρι-κα πιάνονται από τα χέρια χορεύουν και τραγου-δούν Οι Νηρηίδες συνοδεύουν τα καράβια στον νυ-χτερινό δρόμο τους και προστατεύουν τους ναυτικούς

Πρωί βράδυ ο Ποσειδώνας προβάλλει στην επι-φάνεια το κεφάλι του το στολισμένο με φύκια και σγουρά γαλάζια γένια Επιτηρεί τις ακτές κι αλίμονο στον άδικο εισβολέα Μεταμορφώνεται σε άνεμο εκδι-κητικό σφυρίζει και ορμά καταπάνω του Θυμωμένος χτυπάει με την τρίαινα τα κύματα και μελανιάζει η θά-λασσα Αδράχνει το πλεούμενο από την πλώρη το στα-ματάει και λέει

ndash Ούτε βήμα παραπέρα Αν έρχεστε για κακό θα σας βουλιάξω Αν έρχεστε για καλό τελειώστε τη δουλειά σας και θα rsquoχετε ούριους ανέμους να συνεχίσετε Προ-σέξτε

Οι ναυτικοί λοιπόν φυλάγονται μην τους λάχει κα-κό συναπάντημα με τον Ποσειδώνα ή τον γιο του τον Τρίτωνα από τη μέση και πάνω άνθρωπος από τη μέ-

24

ση και κάτω ψάρι Μrsquo ένα χτύπημα της στριφογυριστής ουράς του η θάλασσα φουσκώνει σηκώνοντας κύματα βουνό τρομάζοντας ναύτες και καράβια Πρέπει να τον ποτίσουν λέει κρασί και λάδι για να μερέψειhellipraquo

Ή Κυρά έδινε πηλό στα χέρια των παιδιών να πλά-σουν ψαράκια για να στολίσουν τις βάρκες των δικών τους καλοτυχία στο ψάρεμα

laquoΕ καλά κάνει ο Ποσειδώνας Φυλάει τη θάλασσα από τους κακούςraquo Οι μικροί αγγειοπλάστες σηκώνο-νταν νrsquo ακουμπήσουν τα πήλινα ψαράκια στη ζεστή πλάκα της εστίας να έχουν στεγνώσει την άλλη μέρα να τα χαρίσουν στους ψαράδες

laquoΝα τα πλάθετε όμορφα παιδιάraquo ndashτα βοηθούσε να χαράξουν το όνομά τουςndash laquoνα εξευμενίσουμε τη θάλασ-σα που μας θρέφειraquo τους έλεγε

Τη διάφανη θάλασσα της Αιξωνής με τα απόκοσμα λιμανάκια της Σαν μάνα με ανοιχτή αγκαλιά καλεί τους ψαράδες να ταΐσουν τον κόσμο τρυφερά χαϊδολο-γά τα πέτρινα ακρογιάλια της στεριάς Όμοια και η Κυ-ρά έχει στη θέση της καρδιάς ένα απάγκιο λιμανάκι να πιαστείς κάπου να στηριχτείς Μα για τον εαυτό της λι-μανάκι λογαριάζει την παρέα των παιδιών Γιrsquo αυτά η φωνή της παίρνει ζεστά χρώματα να πλησιάσει τις καρ-διές τους με μύθους

25

2 Η Φιλοστράτη και η παρέα της

ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΓΕΛΑΣΤΟ με σγουρά μαλλιά ξεχώρι-ζε από τα άλλα παιδιά γιατί όπου κι αν πήγαινε

κρατούσε μια μικρή άγρια χήνα Την είχε φέρει στο σπί-τι τους ο μεγάλος της αδερφός ο Άρης λίγο πριν φύγει για τον πόλεμο Τη φώναζε Νήνιον που σημαίνει κού-κλα

Είχε μακρύ λαιμό ανήσυχο βλέμμα κι όλο χαϊδευό-ταν στις γάμπες του κοριτσιού Το ράμφος της πορτο-καλί Τα φτερά της πολύ γυαλιστερά είχαν σκούρο πράσινο χρώμα και στις άκρες μαύρο και σταχτί Άνοιγε κανονικά τη μια φτερούγα της μονάχα Ή άλλη είχε λα-βωθεί γιrsquo αυτό και το χηνάκι δεν πετούσε

Εκτός από τη μικρή της χήνα το κορίτσι εκείνο αγα-πούσε και το παιχνίδι στον δρόμο Τα αγόρια χαίρονταν την παρέα της γιατί ήταν το μόνο κορίτσι της ηλικίας τους γύρω στα έντεκα που έτρεχε ξοπίσω τους Γύρι-ζαν όλοι μαζί στις γειτονιές έφταναν μέχρι τη θάλασσα ή σκαρφάλωναν στον Υμηττό

laquoΠού ήσουνα Πού γύριζες Πού βρόμισαν τα ρούχα σου Να κάτσεις εδώ στο σπίτιraquo της έλεγε αυστηρά η

26

μητέρα της laquoΝα φροντίσεις τα ξαδερφάκια σου και να με βοηθάς στον αργαλειόraquo

Εκείνη λες και δεν άκουγε έκανε αυτό που ήθελε Θύμωνε η μάνα και σήκωνε απειλητικά το χέρι αλλά η μικρή τής ξέφευγε

laquoΜη με μαλώνεις μητερούλαraquo την άρχιζε στα καλο-πιάσματα laquoΕίναι που μrsquo αρέσει να παίζω ελεύθερη έξω στον δρόμο Βαριέμαι συνέχεια μέσα στο σπίτι και την αυλή Θέλω να βλέπω κόσμοraquo

Ή μητέρα αγρίευε περισσότερο κι έβγαζε το σαντάλι να την κυνηγήσει Τότε πείσμωνε κι η μικρή laquoΤι φταίω εγώ που τα άλλα κορίτσια δεν ξεμυτάνε απrsquo το κατώφλι τους Είναι φοβητσιάρες εγώ δεν είμαιraquo Και κρύβο-ντας την τρύπα που είχε κάνει στο φουστάνι της γινό-ταν καπνός

Σοφά λοιπόν την είχαν βαφτίσει Φιλοστράτη Ασυ-νήθιστο όνομα αλήθεια που βγήκε κατευθείαν από την αγάπη για τη στράτα

Ήταν κόρη της Φαναγόρας και του Άνδρωνα Φίλω-νος Αυτός είχε χτίσει τα πιο γερά σπίτια του δήμου της Αιξωνής Κτηματίας και τεχνίτης πρώτος γνώριζε σε βάθος τα μυστικά του επαγγέλματος Στα πρώτα θεμέ-λια σφήνωνε ένα καρβέλι ψωμί ραντισμένο με κρασί και λάδι Τούτα θεωρούσε όχι μόνο θεμέλια του σπιτιού αλλά και θεμέλια του νου και του κόσμου Τα τρία πράγ-ματα που κρατούν τον άνθρωπο στη ζωή έλεγε στους ιδιοκτήτες Και πάντα στερέωνε λοξά κορμούς δέντρων μέσα στους τοίχους να μην πέφτουν όταν οι σεισμοί τα-ρακουνούσαν τη γη Κατασκεύαζε φαρδιά ξύλινα πα-

27

ράθυρα στο ύψος του δρόμου να χαρίζουν άπλετο φως στα δωμάτια και τα εργαστήρια της γειτονιάς

Όπως το εργαστήριο του Θεόδοτου που ήταν όλη μέρα σκυμμένος πάνω από τις γούρνες του να βάφει τα πιο ωραία νήματα για τον αργαλειό Ή του Ανθία του αρωματοποιού από τη Βοιωτία Του Κρίτωνα του κα-τασκονισμένου μαρμαρά με τα χέρια γεμάτα κάλους Του Ήφαιστίωνα του μεταλλουργού με τα μαλλιά κο-τσίδα και τη δερμάτινη ποδιά Του Αρίστωνα του μελισ-σουργού που εκτός από κερί και μέλι πουλούσε και πή-λινες κυψέλες πολύ προσεγμένες Ίδια σπιτάκια θαρ-ρείς με πορτάκι ανοιχτό στο πηγαινέλα των μελισσών Ουρές έκαναν οι πελάτες να προλάβουν τα προϊόντα του

Εκεί γύρω λοιπόν τριγύριζε η Φιλοστράτη με τη φί-λη της την Αργυρώ τη Γοργώ και τη μικρή Μύρτιδα την ξαδέρφη της Ανάμεσα στους συντοπίτες της τους Αιξωνείς Εκεί χαιρόταν να παίζει με τον Κτήσιππο που έτρεχε πίσω από τον σκύλο του τον Κούνο που κυ-νηγούσε τη Νήνιον που τσιμπούσε τον σκύλο και τον χτυπούσε με τα φτερά της μέχρι να τον διώξει Και να δεις που ο σκύλος τη φοβόταν Στον Κτήσιππο όμως και στον Αριστείδη τον φίλο του η Νήνιον δεν επιτέθη-κε ποτέ κι ας την κατάτρεχαν Οι χήνες δεν πειράζουν τα παιδιά

Ο Κτήσιππος κατοικούσε στις Αιξωνίδες Αλές και ήταν γιος του στρατηγού Χαβρία Τιμημένος πολίτης και στρατηγική ιδιοφυΐα ένιωθε να τον κυνηγάει το κα-θήκον Έναν δρόμο ακολουθούσε πάντα όποιον τον

28

έβγαζε σε εκστρατείες Πότε κατά των Σπαρτιατών άλ-λοτε κατά των Θηβαίων κι ακόμη στrsquo όνομα της ξακου-στής Αθήνας έφτανε με τον αθηναϊκό στόλο μέχρι την Κύπρο ή την Αίγυπτο να πολεμήσει τους Πέρσες

Ο μικρός Κτήσιππος μεγάλωνε με τη μητέρα του και τον παππού Κτήσιππο παλιά τριήραρχο που αφιερώ-θηκε στην καλλιέργεια της γης και στα τραγούδια Τα μάθαινε στον εγγονό του κεφάτα τραγούδια για χορό να τραγουδά και να χορεύει με την παρέα του

Το δειλινό τα αγόρια έπαιζαν αστράγαλους γονατι-στά ύστερα κυνηγούσαν τις πάνινες μπάλες τους στην πλατεία στο άνοιγμα του δρόμου Χαρές ξεφωνητά γέλια να ξελιγώνονται όταν η μπάλα ξέφευγε και τρύ-πωνε στην πόρτα του Αλέξιου του αρτοποιού Τότε εκείνος πεταγόταν έξω και τα μάλωνε

laquoΆντε στα σπίτια σας Στα χωράφια σαςraquo φώναζε κουνώντας απειλητικά μια σκούπα και γύριζε στον φούρνο φουρκισμένος

Κι έτσι απλά κυλούσε η ζωή στην πόλη εκείνη όπως η καληνύχτα και η καλημέρα λες κι ήταν όλοι συγκά-τοικοι σrsquo ένα απέραντο σπίτι μrsquo έναν μακρύ διάδρομο τον δρόμο εκείνο

Page 2: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής. «Έστω και

18 Επινίκεια γιορτή 15619 Τα χρόνια περνούν 17420 Ανακωχή 17721 Καλώς ήρθες έρωτα 18422 Γάμος και χαρά 19123 Οι μύθοι περνούν από γενιά σε γενιά 203

Ο δρόμος γράφει Ιστορία 207

Επίμετρο 215

Ευχαριστίες 219

Πληροφορίες και ιστορικά γεγονότα 221

Βιβλιογραφία και πηγές 229

13

Ο δρόμος που βγήκε μέσα από τη γη

ΟΤΑΝ ΞΕΚΊΝΗΣΕ Η ΟΊΚΟΔΟΜΗ τίποτα δε μαρτυ-ρούσε τον θησαυρό που έκρυβε το οικόπεδο

Ένα πρωινό καθώς το σφυρί του εκσκαφέα τρυ-πούσε τη γη μέσα από ένα σύννεφο σκόνης άρχισε να φαίνεται η αιωνιότητα

Δεν απείχε ούτε μία ώραhelliplaquoΈνας αρχαίος δρόμοςraquo αναφώνησαν οι αρχαιο-

λόγοι κι έσκυψαν πάνω του με πολύ ενδιαφέρονΟι ιδιοκτήτες του οικοπέδου ανησύχησαν Τι άλλο

θα έβγαινε μέσα από το χώμα Πόσο καιρό θα τους κα-θυστερούσαν οι ανασκαφές Πού θα τους οδηγούσε ο αρχαίος δρόμος Ο εκσκαφέας εντωμεταξύ είχε πάρει εντολή να απομακρυνθεί

Οι εργάτες κάτω από τη συνεχή επίβλεψη των αρ-χαιολόγων απομάκρυναν τα χώματα με σκουπάκια και σκαλιστηράκια Με τα χέρια πετούσαν μία μία τις πέτρες μέχρι να rsquoρθει στο φως ολόκληρος ο αρχαίος δρόμος όπως ακριβώς ήταν στην εποχή του

Μήνες μετά οι αρχαιολόγοι κατέληξαν ότι πρόκει-ται για τα ερείπια ενός σημαντικού τεχνικού έργου

14

Για την κατασκευή και τη συντήρησή του θα χρειάστη-κε μακρόχρονη και επίπονη εργασία που σίγουρα θα κόστισε ακριβά εκείνη την εποχή Του 4ου αιώνα πΧ ήταν και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής

laquoΈστω και άδειος από έργα τέχνης για τα μουσεία ο αρχαίος δρόμος είναι σπουδαίο εύρημαraquo είπαν οι αρχαιολόγοι Έδωσαν οδηγίες στους ιδιοκτήτες πώς να τον προστατέψουν κι έφυγαν για να παραδώσουν τα δελτία τους στην Αρχαιολογική Υπηρεσία

Είχε ήδη περάσει ένας ολόκληρος χρόνος Η οικο-δομή ήταν ελεύθερη να συνεχίσει Οι κάτοικοι της πε-ριοχής δεν έμειναν αδιάφοροι μπροστά στο εύρημα Ρωτούσαν αν μπορούν να πατήσουν πάνω στον δρόμο που στα πλάγια ήταν γεμάτος ίχνη από τροχούς περί-εργοι νrsquo αγγίξουν την αρχαία πατρίδα Έφερναν τα παιδιά τους και ζητούσαν να πάρουν για ενθύμιο κα-μιά αρχαία πέτρα απrsquo αυτές που είχαν πετάξει οι αρ-χαιολόγοι ndash πολύτιμες τις λογάριαζαν με το πέρασμα τόσων αιώνων

Σαν μπήκε η άνοιξη άνθισαν πάνω στον αρχαίο δρόμο παπαρούνες και ραδίκια Εκείνη τη μαγική στιγμή ο δρόμος έγινε μετάξι και φως σαν μια αλα-φριά κορδέλα στον άνεμοhellip

Έγινε παραμύθιhellip

15

Μια φορά κι έναν καιρόhellip

ΗΤΑΝ ΕΝΑΣ ΔΡΟΜΟΣ που είχε χαραχτεί από το αδιάκοπο πηγαινέλα ανθρώπων και ζώων Στε-

νός χαλικόστρωτος με μαντρότοιχο από ακατέργα-στες πέτρες δεξιά κι αριστερά Μέσα στα βαθουλώμα-τα έβλεπες σφηνωμένα κόκκινα κοχύλια και άσπρα όστρακα Οι περαστικοί άπλωναν τα χέρια να τα αγγί-ξουν

Δεν πήγαινε μακριά Μια γραμμούλα σrsquo έναν χάρ-τη Δέκα στάδια όλα κι όλα τρία χιλιόμετρα σημερινά κατηφόριζε από την πλαγιά του Υμηττού και βουτούσε στη θάλασσα Διέσχιζε μια πόλη με το όνομα Αιξωνή

Πλάι στον δρόμο άρχιζαν οι αυλές και τα σπίτια Τα ψηλότερα ήταν διώροφα Πίσω από τα σπίτια απλώνονταν τα κτήματα Χωράφια με ελαιόδεντρα και όλων των λογιών τα αγριολούλουδα Ανάμεσά τους ακτινοβολούσε ο ήλιος κι εκεί τριγύριζαν οι τσο-πάνηδες με τα κοπάδια τους

Πέρα στην ανηφόρα έβλεπες το κοιμητήρι με τα αγάλματα Ένα καθιστό αρσενικό λιοντάρι κι ένα όρ-θιο θηλυκό στόλιζαν την είσοδο

16

Απrsquo το πρωί γέμιζε ο δρόμος κόσμο και φωνέςΒαριά βήματα του ψαρά με την τάβλα στο κεφάλι

και τον γιο του ξοπίσω για βοηθό να φωνάζει με το χέ-ρι χωνί

laquoΕλάτε να πάρετε τρίγλη Μοσχοβολάει θάλασσα Τρεχάτε μην τη χάσετε Το πιο νόστιμο ψάρι της Αττι-κήςraquo

Ύστερα περνούσαν τα κάρα των γεωργών φορτω-μένα λαχανικά Βραχνές οι φωνές τους Κι ακόμα το κουβεντολόι των γυναικών καθώς πήγαιναν για τη βρύση Μα πιο πολύ ακούγονταν φωνές και τρεχαλητά παιδιών παρέες χαρούμενες που έπαιζαν και τραγου-δούσαν Συχνά ανάμεσά τους βάδιζαν και γέροντες σέρνοντας τα βήματά τους κι όλο κοντοστέκονταν κά-τι να χαζέψουν Όπως ένα τσούρμο σπουργίτια λίγο πιο κει που τσακώνονταν για το κριθάρι που είχε

17

σκορπιστεί στο χώμα απrsquo το τρύπιο σακί του Καλλία του μυλωνά Ή και να μαλώσουν με τους βοσκούς που περνούσαν με τα πρόβατα με τα κατσίκια και σήκω-ναν σκόνη

Απrsquo όλα αυτά ο δρόμος έπαιρνε ζωή προορισμός του ήταν να προσφέρει το φιδωτό του σώμα σε όποιον το χρειαζόταν Στον νεροκουβαλητή στον έμπορα στον περαστικό που γύρευε ξεκούραση

Κι ακόμα σrsquo αυτόν που χάθηκε και δεν ήξερε κατά πού να τραβήξει ο δρόμος έλεγε λόγια παρήγορα λα-ξεμένα σε μια πέτρα του μαντρότοιχου

laquoΑν δεν ξέρεις πού να πας ψάξε να βρεις πούθε έρ-χεσαιraquo

18

1 Η Κυρά της Αιξωνής

ΗΤΑΝ ΓΛΥΚΙΑ ΚΑΙ ΤΡΥΦΕΡΉ με φωνή γάργαρη σαν το νερό Άλλοτε προσευχόταν κι άλλοτε διηγιόταν

μύθους Το όνομά της ίδιο με το όνομα της πόλης Αιξω-νή Ήταν ιέρεια της θεάς Ήβης και όμορφη σαν τη θεά

Παιδιά δικά της δεν είχε ένιωθε για παιδιά της τα γειτονόπουλα Χαιρόταν να τα πηγαίνει στον γιαλό Τα έβλεπε να πλατσουρίζουν να φτιάχνουν πυργάκια με άμμο με ξυλάκια με βότσαλα και ονειρευόταν το μέλ-λον τους Όλα τα παιδιά από τη φύση τους διψούν για γνώση σκεφτόταν και τους μάθαινε πράγματα Τυλιγ-μένη με τα όνειρα έλεγε παραμύθια της θάλασσας και παραμύθια της γης

Τα αγόρια έψαχναν κοχύλια με κόκκινες ρίγες να τα χαρίσουν στα κορίτσια Έφευγαν ξαναμμένα να παί-ξουν πόλεμο καβάλα σε ξύλινα άλογα Τα μάτια τους έλαμπαν Υπόσχονταν να φέρουν την ειρήνη

Τα κορίτσια έβρισκαν σπάνια βότσαλα τα χάριζαν στrsquo αγόρια και μάθαιναν να περιμένουν Έπαιζαν στις αυλές κουτσό κρυφτό και τυφλόμυγα Έπαιζαν στα σπίτια με τις κούκλες

19

Ή Κυρά Αιξωνή αγαπούσε τους ανθρώπους συμμε-ριζόταν τα καλά και τα άσχημα της μοίρας τους Το σπί-τι της βρισκόταν πάνω στον δρόμο κι η πόρτα της ήταν πάντα ανοιχτή σε όσους είχαν ανάγκη Με το ελαφρύ μαγικό της χέρι γιάτρευε τους πόνους στο σώμα Τα λό-για της ανακούφιζαν τις ψυχές και το μόνο που ζητούσε ήταν παρέα και κουβεντούλα Άνοιγε διάπλατα την πόρτα της σε όσους είχαν ανάγκη Για κάθε παιδί που γεννιόταν φύτευε και μια ελιά

laquoΤο δέντρο της ειρήνηςraquo έλεγεΣυγκέντρωνε κόσμο στο σπίτι της να καθίσουν γύ-

ρω από την εστία να ξεκουραστούν να μιλήσουν για το δίκιο και το άδικο του κόσμου Κοπανούσε στο γουδί φύλλα μυρτιάς και κουκουνάρια πεύκου να τους πάρει η μυρωδιά να ηρεμήσουν

laquoΣωπάστε τώρα ησυχάστε Μα τη θεά Ήβη την προστάτιδα της πόλης μας όλα θα διορθωθούν Το ξέ-ρετε δα πως η κόρη του Δία και της Ήρας με τη λαμπε-ρή ομορφιά υπηρετεί τους άλλους θεούς Υπηρετεί όμως και τους ανθρώπους Κερνά νέκταρ τους θεούς και παρηγοριά εμάς τους θνητούς Ή μήπως ξεχάσατε πως είναι η τρυφερή θεά που όταν κουράζεται ακου-μπά το κεφάλι στον κόρφο της μάνας της Ας ακουμπή-σουμε κι εμείς στους δικούς της ώμους τα βάσανά μαςhellipraquo

Τέτοια τους έλεγε τα βράδια όσο έγνεθε το μαλλί στην ανέμη Ύστερα έπιανε ιστορίες για πηγεμό και ερ-χομό Για τα βήματα θεών και ανθρώπων πάνω στη γη Για ποτάμια που τρέχουν σε κακοτράχαλους δρόμους

21

για στράτες της απέραντης θάλασσας για δρόμους του ταξιδιού Δρόμους του ονείρου Παραμέριζε τα σκοτά-δια και τις στάχτες του χρόνου άνοιγε αυλακιές κι έφτα-νε στο ξέφωτο των παραμυθιών

laquoΘα σας πω λοιπόν τι άκουσα στα μονοπάτια των μύθων που περπάτησα Έτσι βοηθιέται ο άνθρωπος να βρει τον δικό του δρόμοraquo Κι άρχιζε μια διαφορετική ιστορία

Κάποιες ήταν πολύ πολύ παλιές

laquoΣτην αρχή ανοίχτηκε στο άπειρο ένας φαρδύς δρό-μος χωρίς αρχή και τέλος Χάος το όνομά του και όλα ξεκίνησαν από αυτόν

Στριφογύριζε τυχαία στο σύμπαν πότε τυλιγμένος σε πύρινο φως και πότε βυθισμένος σε παγερό σκοτά-δι

Από το Χάος ξεπήδησε ο Ήλιος και τα παιδιά του οι πλανήτες

Καθένας χάραξε άλλη πορεία χωρίς ποτέ να εγκα-ταλείψουν τον αγαπημένο τους πατέρα

Η Γη παίρνοντας τον δρόμο της τράβηξε μαζί και τη Σελήνη τη μικρή της αδερφή Αν και η Σελήνη ακο-λούθησε δική της διαδρομή το πρόσωπό της έμενε για πάντα στραμμένο στη Γη Από αυτές τις δυο προήλθε η απέραντη εκείνη δύναμη η Αγάπη που τα πάντα ζωο-γονεί και που οι άνθρωποι αργότερα ονόμασαν Έρω-τα

Έτσι άρχισε ο κόσμος να υπάρχειΜέσα στην κοιλιά της Γης φυλακίστηκε η φλογι-

22

σμένη λάβα του Ήλιου τα Τάρταρα Αυτά όταν πλα-ντάζουν στα έγκατα ανοίγουν δρόμους να ξεχυθούν από τα ηφαίστεια Η Γη απόκτησε στην επιφάνειά της απέραντες εκτάσεις Πάνω τους χάραξε τους πέντε δρόμους έναν για τα βουνά άλλον για τις πεδιάδες για τα ποτάμια τις θάλασσες και τα νησιά

Παντοδύναμη μητέρα δημιούργησε τον Ουρανό να τη σκεπάζει απrsquo άκρη σrsquo άκρη και την ολόχαρη φω-τεινή Ημέρα Συνάμα έφερε τη σκοτεινή Νύχτα που φανερώνει τους δρόμους των αστεριών

Το φως και το σκοτάδι ξεχύθηκαν στον κόσμο κι άρχισαν η Ημέρα και η Νύχτα να ακολουθούν η μία τα βήματα της άλλης

Ουρανός και Γη γέννησαν τον Ωκεανό με τους σκο-τεινούς βυθούς χωρίς αρχή και τέλος χωρίς πηγές και εκβολές Από φύση του αψύς με ορμητικές τρικυμίες άγριος άρχοντας του νερού όρισε αμέσως τους δικούς του δρόμους τα ρεύματα και τα ακρογιάλια

Πολύ αργότερα χάρη στον Δία ξεπρόβαλε η γενιά των θεών Μιλούσαν για το μέλλον για τον άνθρωπο για μεγάλες πολιτείες κι αποφάσισαν να χαράξουν τους δρόμους της Αρετής και της Κακίας Οι θεοί τέ-λος έδωσαν στους θνητούς άσπρα νήματα χαράς και μαύρα νήματα λύπης για να σημαδεύει ο καθένας τον δρόμο του

Ειδάλλως θα χάνονταν στους πέντε δρόμουςhellipraquo

Τίποτα δεν ευχαριστούσε την Κυρά πιο πολύ από την εικόνα μικρών και μεγάλων που κρέμονταν από τα

23

χείλη της Όποτε τέλειωνε μια ιστορία υποσχόταν πως θα υπάρξουν κι άλλες ακόμα καλύτερες

laquoΑκούστε να δείτε τι φοβούνται οι ναύτες και τα κα-ράβια

Θεός της θάλασσας είναι ο αδερφός του Δία ο Ποσει-δώνας Με βοηθό τον Νηρέα ορίζουν τους δρόμους του Ωκεανού

Ο Νηρέας έχει πενήντα θυγατέρες τις Νηρηίδες Σαν αλυσίδα μακριά βγαίνουν στον γιαλό μέσα απrsquo τα κύματα τινάζοντας τις ψαρίσιες ουρές τους ναζιάρι-κα πιάνονται από τα χέρια χορεύουν και τραγου-δούν Οι Νηρηίδες συνοδεύουν τα καράβια στον νυ-χτερινό δρόμο τους και προστατεύουν τους ναυτικούς

Πρωί βράδυ ο Ποσειδώνας προβάλλει στην επι-φάνεια το κεφάλι του το στολισμένο με φύκια και σγουρά γαλάζια γένια Επιτηρεί τις ακτές κι αλίμονο στον άδικο εισβολέα Μεταμορφώνεται σε άνεμο εκδι-κητικό σφυρίζει και ορμά καταπάνω του Θυμωμένος χτυπάει με την τρίαινα τα κύματα και μελανιάζει η θά-λασσα Αδράχνει το πλεούμενο από την πλώρη το στα-ματάει και λέει

ndash Ούτε βήμα παραπέρα Αν έρχεστε για κακό θα σας βουλιάξω Αν έρχεστε για καλό τελειώστε τη δουλειά σας και θα rsquoχετε ούριους ανέμους να συνεχίσετε Προ-σέξτε

Οι ναυτικοί λοιπόν φυλάγονται μην τους λάχει κα-κό συναπάντημα με τον Ποσειδώνα ή τον γιο του τον Τρίτωνα από τη μέση και πάνω άνθρωπος από τη μέ-

24

ση και κάτω ψάρι Μrsquo ένα χτύπημα της στριφογυριστής ουράς του η θάλασσα φουσκώνει σηκώνοντας κύματα βουνό τρομάζοντας ναύτες και καράβια Πρέπει να τον ποτίσουν λέει κρασί και λάδι για να μερέψειhellipraquo

Ή Κυρά έδινε πηλό στα χέρια των παιδιών να πλά-σουν ψαράκια για να στολίσουν τις βάρκες των δικών τους καλοτυχία στο ψάρεμα

laquoΕ καλά κάνει ο Ποσειδώνας Φυλάει τη θάλασσα από τους κακούςraquo Οι μικροί αγγειοπλάστες σηκώνο-νταν νrsquo ακουμπήσουν τα πήλινα ψαράκια στη ζεστή πλάκα της εστίας να έχουν στεγνώσει την άλλη μέρα να τα χαρίσουν στους ψαράδες

laquoΝα τα πλάθετε όμορφα παιδιάraquo ndashτα βοηθούσε να χαράξουν το όνομά τουςndash laquoνα εξευμενίσουμε τη θάλασ-σα που μας θρέφειraquo τους έλεγε

Τη διάφανη θάλασσα της Αιξωνής με τα απόκοσμα λιμανάκια της Σαν μάνα με ανοιχτή αγκαλιά καλεί τους ψαράδες να ταΐσουν τον κόσμο τρυφερά χαϊδολο-γά τα πέτρινα ακρογιάλια της στεριάς Όμοια και η Κυ-ρά έχει στη θέση της καρδιάς ένα απάγκιο λιμανάκι να πιαστείς κάπου να στηριχτείς Μα για τον εαυτό της λι-μανάκι λογαριάζει την παρέα των παιδιών Γιrsquo αυτά η φωνή της παίρνει ζεστά χρώματα να πλησιάσει τις καρ-διές τους με μύθους

25

2 Η Φιλοστράτη και η παρέα της

ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΓΕΛΑΣΤΟ με σγουρά μαλλιά ξεχώρι-ζε από τα άλλα παιδιά γιατί όπου κι αν πήγαινε

κρατούσε μια μικρή άγρια χήνα Την είχε φέρει στο σπί-τι τους ο μεγάλος της αδερφός ο Άρης λίγο πριν φύγει για τον πόλεμο Τη φώναζε Νήνιον που σημαίνει κού-κλα

Είχε μακρύ λαιμό ανήσυχο βλέμμα κι όλο χαϊδευό-ταν στις γάμπες του κοριτσιού Το ράμφος της πορτο-καλί Τα φτερά της πολύ γυαλιστερά είχαν σκούρο πράσινο χρώμα και στις άκρες μαύρο και σταχτί Άνοιγε κανονικά τη μια φτερούγα της μονάχα Ή άλλη είχε λα-βωθεί γιrsquo αυτό και το χηνάκι δεν πετούσε

Εκτός από τη μικρή της χήνα το κορίτσι εκείνο αγα-πούσε και το παιχνίδι στον δρόμο Τα αγόρια χαίρονταν την παρέα της γιατί ήταν το μόνο κορίτσι της ηλικίας τους γύρω στα έντεκα που έτρεχε ξοπίσω τους Γύρι-ζαν όλοι μαζί στις γειτονιές έφταναν μέχρι τη θάλασσα ή σκαρφάλωναν στον Υμηττό

laquoΠού ήσουνα Πού γύριζες Πού βρόμισαν τα ρούχα σου Να κάτσεις εδώ στο σπίτιraquo της έλεγε αυστηρά η

26

μητέρα της laquoΝα φροντίσεις τα ξαδερφάκια σου και να με βοηθάς στον αργαλειόraquo

Εκείνη λες και δεν άκουγε έκανε αυτό που ήθελε Θύμωνε η μάνα και σήκωνε απειλητικά το χέρι αλλά η μικρή τής ξέφευγε

laquoΜη με μαλώνεις μητερούλαraquo την άρχιζε στα καλο-πιάσματα laquoΕίναι που μrsquo αρέσει να παίζω ελεύθερη έξω στον δρόμο Βαριέμαι συνέχεια μέσα στο σπίτι και την αυλή Θέλω να βλέπω κόσμοraquo

Ή μητέρα αγρίευε περισσότερο κι έβγαζε το σαντάλι να την κυνηγήσει Τότε πείσμωνε κι η μικρή laquoΤι φταίω εγώ που τα άλλα κορίτσια δεν ξεμυτάνε απrsquo το κατώφλι τους Είναι φοβητσιάρες εγώ δεν είμαιraquo Και κρύβο-ντας την τρύπα που είχε κάνει στο φουστάνι της γινό-ταν καπνός

Σοφά λοιπόν την είχαν βαφτίσει Φιλοστράτη Ασυ-νήθιστο όνομα αλήθεια που βγήκε κατευθείαν από την αγάπη για τη στράτα

Ήταν κόρη της Φαναγόρας και του Άνδρωνα Φίλω-νος Αυτός είχε χτίσει τα πιο γερά σπίτια του δήμου της Αιξωνής Κτηματίας και τεχνίτης πρώτος γνώριζε σε βάθος τα μυστικά του επαγγέλματος Στα πρώτα θεμέ-λια σφήνωνε ένα καρβέλι ψωμί ραντισμένο με κρασί και λάδι Τούτα θεωρούσε όχι μόνο θεμέλια του σπιτιού αλλά και θεμέλια του νου και του κόσμου Τα τρία πράγ-ματα που κρατούν τον άνθρωπο στη ζωή έλεγε στους ιδιοκτήτες Και πάντα στερέωνε λοξά κορμούς δέντρων μέσα στους τοίχους να μην πέφτουν όταν οι σεισμοί τα-ρακουνούσαν τη γη Κατασκεύαζε φαρδιά ξύλινα πα-

27

ράθυρα στο ύψος του δρόμου να χαρίζουν άπλετο φως στα δωμάτια και τα εργαστήρια της γειτονιάς

Όπως το εργαστήριο του Θεόδοτου που ήταν όλη μέρα σκυμμένος πάνω από τις γούρνες του να βάφει τα πιο ωραία νήματα για τον αργαλειό Ή του Ανθία του αρωματοποιού από τη Βοιωτία Του Κρίτωνα του κα-τασκονισμένου μαρμαρά με τα χέρια γεμάτα κάλους Του Ήφαιστίωνα του μεταλλουργού με τα μαλλιά κο-τσίδα και τη δερμάτινη ποδιά Του Αρίστωνα του μελισ-σουργού που εκτός από κερί και μέλι πουλούσε και πή-λινες κυψέλες πολύ προσεγμένες Ίδια σπιτάκια θαρ-ρείς με πορτάκι ανοιχτό στο πηγαινέλα των μελισσών Ουρές έκαναν οι πελάτες να προλάβουν τα προϊόντα του

Εκεί γύρω λοιπόν τριγύριζε η Φιλοστράτη με τη φί-λη της την Αργυρώ τη Γοργώ και τη μικρή Μύρτιδα την ξαδέρφη της Ανάμεσα στους συντοπίτες της τους Αιξωνείς Εκεί χαιρόταν να παίζει με τον Κτήσιππο που έτρεχε πίσω από τον σκύλο του τον Κούνο που κυ-νηγούσε τη Νήνιον που τσιμπούσε τον σκύλο και τον χτυπούσε με τα φτερά της μέχρι να τον διώξει Και να δεις που ο σκύλος τη φοβόταν Στον Κτήσιππο όμως και στον Αριστείδη τον φίλο του η Νήνιον δεν επιτέθη-κε ποτέ κι ας την κατάτρεχαν Οι χήνες δεν πειράζουν τα παιδιά

Ο Κτήσιππος κατοικούσε στις Αιξωνίδες Αλές και ήταν γιος του στρατηγού Χαβρία Τιμημένος πολίτης και στρατηγική ιδιοφυΐα ένιωθε να τον κυνηγάει το κα-θήκον Έναν δρόμο ακολουθούσε πάντα όποιον τον

28

έβγαζε σε εκστρατείες Πότε κατά των Σπαρτιατών άλ-λοτε κατά των Θηβαίων κι ακόμη στrsquo όνομα της ξακου-στής Αθήνας έφτανε με τον αθηναϊκό στόλο μέχρι την Κύπρο ή την Αίγυπτο να πολεμήσει τους Πέρσες

Ο μικρός Κτήσιππος μεγάλωνε με τη μητέρα του και τον παππού Κτήσιππο παλιά τριήραρχο που αφιερώ-θηκε στην καλλιέργεια της γης και στα τραγούδια Τα μάθαινε στον εγγονό του κεφάτα τραγούδια για χορό να τραγουδά και να χορεύει με την παρέα του

Το δειλινό τα αγόρια έπαιζαν αστράγαλους γονατι-στά ύστερα κυνηγούσαν τις πάνινες μπάλες τους στην πλατεία στο άνοιγμα του δρόμου Χαρές ξεφωνητά γέλια να ξελιγώνονται όταν η μπάλα ξέφευγε και τρύ-πωνε στην πόρτα του Αλέξιου του αρτοποιού Τότε εκείνος πεταγόταν έξω και τα μάλωνε

laquoΆντε στα σπίτια σας Στα χωράφια σαςraquo φώναζε κουνώντας απειλητικά μια σκούπα και γύριζε στον φούρνο φουρκισμένος

Κι έτσι απλά κυλούσε η ζωή στην πόλη εκείνη όπως η καληνύχτα και η καλημέρα λες κι ήταν όλοι συγκά-τοικοι σrsquo ένα απέραντο σπίτι μrsquo έναν μακρύ διάδρομο τον δρόμο εκείνο

Page 3: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής. «Έστω και

13

Ο δρόμος που βγήκε μέσα από τη γη

ΟΤΑΝ ΞΕΚΊΝΗΣΕ Η ΟΊΚΟΔΟΜΗ τίποτα δε μαρτυ-ρούσε τον θησαυρό που έκρυβε το οικόπεδο

Ένα πρωινό καθώς το σφυρί του εκσκαφέα τρυ-πούσε τη γη μέσα από ένα σύννεφο σκόνης άρχισε να φαίνεται η αιωνιότητα

Δεν απείχε ούτε μία ώραhelliplaquoΈνας αρχαίος δρόμοςraquo αναφώνησαν οι αρχαιο-

λόγοι κι έσκυψαν πάνω του με πολύ ενδιαφέρονΟι ιδιοκτήτες του οικοπέδου ανησύχησαν Τι άλλο

θα έβγαινε μέσα από το χώμα Πόσο καιρό θα τους κα-θυστερούσαν οι ανασκαφές Πού θα τους οδηγούσε ο αρχαίος δρόμος Ο εκσκαφέας εντωμεταξύ είχε πάρει εντολή να απομακρυνθεί

Οι εργάτες κάτω από τη συνεχή επίβλεψη των αρ-χαιολόγων απομάκρυναν τα χώματα με σκουπάκια και σκαλιστηράκια Με τα χέρια πετούσαν μία μία τις πέτρες μέχρι να rsquoρθει στο φως ολόκληρος ο αρχαίος δρόμος όπως ακριβώς ήταν στην εποχή του

Μήνες μετά οι αρχαιολόγοι κατέληξαν ότι πρόκει-ται για τα ερείπια ενός σημαντικού τεχνικού έργου

14

Για την κατασκευή και τη συντήρησή του θα χρειάστη-κε μακρόχρονη και επίπονη εργασία που σίγουρα θα κόστισε ακριβά εκείνη την εποχή Του 4ου αιώνα πΧ ήταν και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής

laquoΈστω και άδειος από έργα τέχνης για τα μουσεία ο αρχαίος δρόμος είναι σπουδαίο εύρημαraquo είπαν οι αρχαιολόγοι Έδωσαν οδηγίες στους ιδιοκτήτες πώς να τον προστατέψουν κι έφυγαν για να παραδώσουν τα δελτία τους στην Αρχαιολογική Υπηρεσία

Είχε ήδη περάσει ένας ολόκληρος χρόνος Η οικο-δομή ήταν ελεύθερη να συνεχίσει Οι κάτοικοι της πε-ριοχής δεν έμειναν αδιάφοροι μπροστά στο εύρημα Ρωτούσαν αν μπορούν να πατήσουν πάνω στον δρόμο που στα πλάγια ήταν γεμάτος ίχνη από τροχούς περί-εργοι νrsquo αγγίξουν την αρχαία πατρίδα Έφερναν τα παιδιά τους και ζητούσαν να πάρουν για ενθύμιο κα-μιά αρχαία πέτρα απrsquo αυτές που είχαν πετάξει οι αρ-χαιολόγοι ndash πολύτιμες τις λογάριαζαν με το πέρασμα τόσων αιώνων

Σαν μπήκε η άνοιξη άνθισαν πάνω στον αρχαίο δρόμο παπαρούνες και ραδίκια Εκείνη τη μαγική στιγμή ο δρόμος έγινε μετάξι και φως σαν μια αλα-φριά κορδέλα στον άνεμοhellip

Έγινε παραμύθιhellip

15

Μια φορά κι έναν καιρόhellip

ΗΤΑΝ ΕΝΑΣ ΔΡΟΜΟΣ που είχε χαραχτεί από το αδιάκοπο πηγαινέλα ανθρώπων και ζώων Στε-

νός χαλικόστρωτος με μαντρότοιχο από ακατέργα-στες πέτρες δεξιά κι αριστερά Μέσα στα βαθουλώμα-τα έβλεπες σφηνωμένα κόκκινα κοχύλια και άσπρα όστρακα Οι περαστικοί άπλωναν τα χέρια να τα αγγί-ξουν

Δεν πήγαινε μακριά Μια γραμμούλα σrsquo έναν χάρ-τη Δέκα στάδια όλα κι όλα τρία χιλιόμετρα σημερινά κατηφόριζε από την πλαγιά του Υμηττού και βουτούσε στη θάλασσα Διέσχιζε μια πόλη με το όνομα Αιξωνή

Πλάι στον δρόμο άρχιζαν οι αυλές και τα σπίτια Τα ψηλότερα ήταν διώροφα Πίσω από τα σπίτια απλώνονταν τα κτήματα Χωράφια με ελαιόδεντρα και όλων των λογιών τα αγριολούλουδα Ανάμεσά τους ακτινοβολούσε ο ήλιος κι εκεί τριγύριζαν οι τσο-πάνηδες με τα κοπάδια τους

Πέρα στην ανηφόρα έβλεπες το κοιμητήρι με τα αγάλματα Ένα καθιστό αρσενικό λιοντάρι κι ένα όρ-θιο θηλυκό στόλιζαν την είσοδο

16

Απrsquo το πρωί γέμιζε ο δρόμος κόσμο και φωνέςΒαριά βήματα του ψαρά με την τάβλα στο κεφάλι

και τον γιο του ξοπίσω για βοηθό να φωνάζει με το χέ-ρι χωνί

laquoΕλάτε να πάρετε τρίγλη Μοσχοβολάει θάλασσα Τρεχάτε μην τη χάσετε Το πιο νόστιμο ψάρι της Αττι-κήςraquo

Ύστερα περνούσαν τα κάρα των γεωργών φορτω-μένα λαχανικά Βραχνές οι φωνές τους Κι ακόμα το κουβεντολόι των γυναικών καθώς πήγαιναν για τη βρύση Μα πιο πολύ ακούγονταν φωνές και τρεχαλητά παιδιών παρέες χαρούμενες που έπαιζαν και τραγου-δούσαν Συχνά ανάμεσά τους βάδιζαν και γέροντες σέρνοντας τα βήματά τους κι όλο κοντοστέκονταν κά-τι να χαζέψουν Όπως ένα τσούρμο σπουργίτια λίγο πιο κει που τσακώνονταν για το κριθάρι που είχε

17

σκορπιστεί στο χώμα απrsquo το τρύπιο σακί του Καλλία του μυλωνά Ή και να μαλώσουν με τους βοσκούς που περνούσαν με τα πρόβατα με τα κατσίκια και σήκω-ναν σκόνη

Απrsquo όλα αυτά ο δρόμος έπαιρνε ζωή προορισμός του ήταν να προσφέρει το φιδωτό του σώμα σε όποιον το χρειαζόταν Στον νεροκουβαλητή στον έμπορα στον περαστικό που γύρευε ξεκούραση

Κι ακόμα σrsquo αυτόν που χάθηκε και δεν ήξερε κατά πού να τραβήξει ο δρόμος έλεγε λόγια παρήγορα λα-ξεμένα σε μια πέτρα του μαντρότοιχου

laquoΑν δεν ξέρεις πού να πας ψάξε να βρεις πούθε έρ-χεσαιraquo

18

1 Η Κυρά της Αιξωνής

ΗΤΑΝ ΓΛΥΚΙΑ ΚΑΙ ΤΡΥΦΕΡΉ με φωνή γάργαρη σαν το νερό Άλλοτε προσευχόταν κι άλλοτε διηγιόταν

μύθους Το όνομά της ίδιο με το όνομα της πόλης Αιξω-νή Ήταν ιέρεια της θεάς Ήβης και όμορφη σαν τη θεά

Παιδιά δικά της δεν είχε ένιωθε για παιδιά της τα γειτονόπουλα Χαιρόταν να τα πηγαίνει στον γιαλό Τα έβλεπε να πλατσουρίζουν να φτιάχνουν πυργάκια με άμμο με ξυλάκια με βότσαλα και ονειρευόταν το μέλ-λον τους Όλα τα παιδιά από τη φύση τους διψούν για γνώση σκεφτόταν και τους μάθαινε πράγματα Τυλιγ-μένη με τα όνειρα έλεγε παραμύθια της θάλασσας και παραμύθια της γης

Τα αγόρια έψαχναν κοχύλια με κόκκινες ρίγες να τα χαρίσουν στα κορίτσια Έφευγαν ξαναμμένα να παί-ξουν πόλεμο καβάλα σε ξύλινα άλογα Τα μάτια τους έλαμπαν Υπόσχονταν να φέρουν την ειρήνη

Τα κορίτσια έβρισκαν σπάνια βότσαλα τα χάριζαν στrsquo αγόρια και μάθαιναν να περιμένουν Έπαιζαν στις αυλές κουτσό κρυφτό και τυφλόμυγα Έπαιζαν στα σπίτια με τις κούκλες

19

Ή Κυρά Αιξωνή αγαπούσε τους ανθρώπους συμμε-ριζόταν τα καλά και τα άσχημα της μοίρας τους Το σπί-τι της βρισκόταν πάνω στον δρόμο κι η πόρτα της ήταν πάντα ανοιχτή σε όσους είχαν ανάγκη Με το ελαφρύ μαγικό της χέρι γιάτρευε τους πόνους στο σώμα Τα λό-για της ανακούφιζαν τις ψυχές και το μόνο που ζητούσε ήταν παρέα και κουβεντούλα Άνοιγε διάπλατα την πόρτα της σε όσους είχαν ανάγκη Για κάθε παιδί που γεννιόταν φύτευε και μια ελιά

laquoΤο δέντρο της ειρήνηςraquo έλεγεΣυγκέντρωνε κόσμο στο σπίτι της να καθίσουν γύ-

ρω από την εστία να ξεκουραστούν να μιλήσουν για το δίκιο και το άδικο του κόσμου Κοπανούσε στο γουδί φύλλα μυρτιάς και κουκουνάρια πεύκου να τους πάρει η μυρωδιά να ηρεμήσουν

laquoΣωπάστε τώρα ησυχάστε Μα τη θεά Ήβη την προστάτιδα της πόλης μας όλα θα διορθωθούν Το ξέ-ρετε δα πως η κόρη του Δία και της Ήρας με τη λαμπε-ρή ομορφιά υπηρετεί τους άλλους θεούς Υπηρετεί όμως και τους ανθρώπους Κερνά νέκταρ τους θεούς και παρηγοριά εμάς τους θνητούς Ή μήπως ξεχάσατε πως είναι η τρυφερή θεά που όταν κουράζεται ακου-μπά το κεφάλι στον κόρφο της μάνας της Ας ακουμπή-σουμε κι εμείς στους δικούς της ώμους τα βάσανά μαςhellipraquo

Τέτοια τους έλεγε τα βράδια όσο έγνεθε το μαλλί στην ανέμη Ύστερα έπιανε ιστορίες για πηγεμό και ερ-χομό Για τα βήματα θεών και ανθρώπων πάνω στη γη Για ποτάμια που τρέχουν σε κακοτράχαλους δρόμους

21

για στράτες της απέραντης θάλασσας για δρόμους του ταξιδιού Δρόμους του ονείρου Παραμέριζε τα σκοτά-δια και τις στάχτες του χρόνου άνοιγε αυλακιές κι έφτα-νε στο ξέφωτο των παραμυθιών

laquoΘα σας πω λοιπόν τι άκουσα στα μονοπάτια των μύθων που περπάτησα Έτσι βοηθιέται ο άνθρωπος να βρει τον δικό του δρόμοraquo Κι άρχιζε μια διαφορετική ιστορία

Κάποιες ήταν πολύ πολύ παλιές

laquoΣτην αρχή ανοίχτηκε στο άπειρο ένας φαρδύς δρό-μος χωρίς αρχή και τέλος Χάος το όνομά του και όλα ξεκίνησαν από αυτόν

Στριφογύριζε τυχαία στο σύμπαν πότε τυλιγμένος σε πύρινο φως και πότε βυθισμένος σε παγερό σκοτά-δι

Από το Χάος ξεπήδησε ο Ήλιος και τα παιδιά του οι πλανήτες

Καθένας χάραξε άλλη πορεία χωρίς ποτέ να εγκα-ταλείψουν τον αγαπημένο τους πατέρα

Η Γη παίρνοντας τον δρόμο της τράβηξε μαζί και τη Σελήνη τη μικρή της αδερφή Αν και η Σελήνη ακο-λούθησε δική της διαδρομή το πρόσωπό της έμενε για πάντα στραμμένο στη Γη Από αυτές τις δυο προήλθε η απέραντη εκείνη δύναμη η Αγάπη που τα πάντα ζωο-γονεί και που οι άνθρωποι αργότερα ονόμασαν Έρω-τα

Έτσι άρχισε ο κόσμος να υπάρχειΜέσα στην κοιλιά της Γης φυλακίστηκε η φλογι-

22

σμένη λάβα του Ήλιου τα Τάρταρα Αυτά όταν πλα-ντάζουν στα έγκατα ανοίγουν δρόμους να ξεχυθούν από τα ηφαίστεια Η Γη απόκτησε στην επιφάνειά της απέραντες εκτάσεις Πάνω τους χάραξε τους πέντε δρόμους έναν για τα βουνά άλλον για τις πεδιάδες για τα ποτάμια τις θάλασσες και τα νησιά

Παντοδύναμη μητέρα δημιούργησε τον Ουρανό να τη σκεπάζει απrsquo άκρη σrsquo άκρη και την ολόχαρη φω-τεινή Ημέρα Συνάμα έφερε τη σκοτεινή Νύχτα που φανερώνει τους δρόμους των αστεριών

Το φως και το σκοτάδι ξεχύθηκαν στον κόσμο κι άρχισαν η Ημέρα και η Νύχτα να ακολουθούν η μία τα βήματα της άλλης

Ουρανός και Γη γέννησαν τον Ωκεανό με τους σκο-τεινούς βυθούς χωρίς αρχή και τέλος χωρίς πηγές και εκβολές Από φύση του αψύς με ορμητικές τρικυμίες άγριος άρχοντας του νερού όρισε αμέσως τους δικούς του δρόμους τα ρεύματα και τα ακρογιάλια

Πολύ αργότερα χάρη στον Δία ξεπρόβαλε η γενιά των θεών Μιλούσαν για το μέλλον για τον άνθρωπο για μεγάλες πολιτείες κι αποφάσισαν να χαράξουν τους δρόμους της Αρετής και της Κακίας Οι θεοί τέ-λος έδωσαν στους θνητούς άσπρα νήματα χαράς και μαύρα νήματα λύπης για να σημαδεύει ο καθένας τον δρόμο του

Ειδάλλως θα χάνονταν στους πέντε δρόμουςhellipraquo

Τίποτα δεν ευχαριστούσε την Κυρά πιο πολύ από την εικόνα μικρών και μεγάλων που κρέμονταν από τα

23

χείλη της Όποτε τέλειωνε μια ιστορία υποσχόταν πως θα υπάρξουν κι άλλες ακόμα καλύτερες

laquoΑκούστε να δείτε τι φοβούνται οι ναύτες και τα κα-ράβια

Θεός της θάλασσας είναι ο αδερφός του Δία ο Ποσει-δώνας Με βοηθό τον Νηρέα ορίζουν τους δρόμους του Ωκεανού

Ο Νηρέας έχει πενήντα θυγατέρες τις Νηρηίδες Σαν αλυσίδα μακριά βγαίνουν στον γιαλό μέσα απrsquo τα κύματα τινάζοντας τις ψαρίσιες ουρές τους ναζιάρι-κα πιάνονται από τα χέρια χορεύουν και τραγου-δούν Οι Νηρηίδες συνοδεύουν τα καράβια στον νυ-χτερινό δρόμο τους και προστατεύουν τους ναυτικούς

Πρωί βράδυ ο Ποσειδώνας προβάλλει στην επι-φάνεια το κεφάλι του το στολισμένο με φύκια και σγουρά γαλάζια γένια Επιτηρεί τις ακτές κι αλίμονο στον άδικο εισβολέα Μεταμορφώνεται σε άνεμο εκδι-κητικό σφυρίζει και ορμά καταπάνω του Θυμωμένος χτυπάει με την τρίαινα τα κύματα και μελανιάζει η θά-λασσα Αδράχνει το πλεούμενο από την πλώρη το στα-ματάει και λέει

ndash Ούτε βήμα παραπέρα Αν έρχεστε για κακό θα σας βουλιάξω Αν έρχεστε για καλό τελειώστε τη δουλειά σας και θα rsquoχετε ούριους ανέμους να συνεχίσετε Προ-σέξτε

Οι ναυτικοί λοιπόν φυλάγονται μην τους λάχει κα-κό συναπάντημα με τον Ποσειδώνα ή τον γιο του τον Τρίτωνα από τη μέση και πάνω άνθρωπος από τη μέ-

24

ση και κάτω ψάρι Μrsquo ένα χτύπημα της στριφογυριστής ουράς του η θάλασσα φουσκώνει σηκώνοντας κύματα βουνό τρομάζοντας ναύτες και καράβια Πρέπει να τον ποτίσουν λέει κρασί και λάδι για να μερέψειhellipraquo

Ή Κυρά έδινε πηλό στα χέρια των παιδιών να πλά-σουν ψαράκια για να στολίσουν τις βάρκες των δικών τους καλοτυχία στο ψάρεμα

laquoΕ καλά κάνει ο Ποσειδώνας Φυλάει τη θάλασσα από τους κακούςraquo Οι μικροί αγγειοπλάστες σηκώνο-νταν νrsquo ακουμπήσουν τα πήλινα ψαράκια στη ζεστή πλάκα της εστίας να έχουν στεγνώσει την άλλη μέρα να τα χαρίσουν στους ψαράδες

laquoΝα τα πλάθετε όμορφα παιδιάraquo ndashτα βοηθούσε να χαράξουν το όνομά τουςndash laquoνα εξευμενίσουμε τη θάλασ-σα που μας θρέφειraquo τους έλεγε

Τη διάφανη θάλασσα της Αιξωνής με τα απόκοσμα λιμανάκια της Σαν μάνα με ανοιχτή αγκαλιά καλεί τους ψαράδες να ταΐσουν τον κόσμο τρυφερά χαϊδολο-γά τα πέτρινα ακρογιάλια της στεριάς Όμοια και η Κυ-ρά έχει στη θέση της καρδιάς ένα απάγκιο λιμανάκι να πιαστείς κάπου να στηριχτείς Μα για τον εαυτό της λι-μανάκι λογαριάζει την παρέα των παιδιών Γιrsquo αυτά η φωνή της παίρνει ζεστά χρώματα να πλησιάσει τις καρ-διές τους με μύθους

25

2 Η Φιλοστράτη και η παρέα της

ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΓΕΛΑΣΤΟ με σγουρά μαλλιά ξεχώρι-ζε από τα άλλα παιδιά γιατί όπου κι αν πήγαινε

κρατούσε μια μικρή άγρια χήνα Την είχε φέρει στο σπί-τι τους ο μεγάλος της αδερφός ο Άρης λίγο πριν φύγει για τον πόλεμο Τη φώναζε Νήνιον που σημαίνει κού-κλα

Είχε μακρύ λαιμό ανήσυχο βλέμμα κι όλο χαϊδευό-ταν στις γάμπες του κοριτσιού Το ράμφος της πορτο-καλί Τα φτερά της πολύ γυαλιστερά είχαν σκούρο πράσινο χρώμα και στις άκρες μαύρο και σταχτί Άνοιγε κανονικά τη μια φτερούγα της μονάχα Ή άλλη είχε λα-βωθεί γιrsquo αυτό και το χηνάκι δεν πετούσε

Εκτός από τη μικρή της χήνα το κορίτσι εκείνο αγα-πούσε και το παιχνίδι στον δρόμο Τα αγόρια χαίρονταν την παρέα της γιατί ήταν το μόνο κορίτσι της ηλικίας τους γύρω στα έντεκα που έτρεχε ξοπίσω τους Γύρι-ζαν όλοι μαζί στις γειτονιές έφταναν μέχρι τη θάλασσα ή σκαρφάλωναν στον Υμηττό

laquoΠού ήσουνα Πού γύριζες Πού βρόμισαν τα ρούχα σου Να κάτσεις εδώ στο σπίτιraquo της έλεγε αυστηρά η

26

μητέρα της laquoΝα φροντίσεις τα ξαδερφάκια σου και να με βοηθάς στον αργαλειόraquo

Εκείνη λες και δεν άκουγε έκανε αυτό που ήθελε Θύμωνε η μάνα και σήκωνε απειλητικά το χέρι αλλά η μικρή τής ξέφευγε

laquoΜη με μαλώνεις μητερούλαraquo την άρχιζε στα καλο-πιάσματα laquoΕίναι που μrsquo αρέσει να παίζω ελεύθερη έξω στον δρόμο Βαριέμαι συνέχεια μέσα στο σπίτι και την αυλή Θέλω να βλέπω κόσμοraquo

Ή μητέρα αγρίευε περισσότερο κι έβγαζε το σαντάλι να την κυνηγήσει Τότε πείσμωνε κι η μικρή laquoΤι φταίω εγώ που τα άλλα κορίτσια δεν ξεμυτάνε απrsquo το κατώφλι τους Είναι φοβητσιάρες εγώ δεν είμαιraquo Και κρύβο-ντας την τρύπα που είχε κάνει στο φουστάνι της γινό-ταν καπνός

Σοφά λοιπόν την είχαν βαφτίσει Φιλοστράτη Ασυ-νήθιστο όνομα αλήθεια που βγήκε κατευθείαν από την αγάπη για τη στράτα

Ήταν κόρη της Φαναγόρας και του Άνδρωνα Φίλω-νος Αυτός είχε χτίσει τα πιο γερά σπίτια του δήμου της Αιξωνής Κτηματίας και τεχνίτης πρώτος γνώριζε σε βάθος τα μυστικά του επαγγέλματος Στα πρώτα θεμέ-λια σφήνωνε ένα καρβέλι ψωμί ραντισμένο με κρασί και λάδι Τούτα θεωρούσε όχι μόνο θεμέλια του σπιτιού αλλά και θεμέλια του νου και του κόσμου Τα τρία πράγ-ματα που κρατούν τον άνθρωπο στη ζωή έλεγε στους ιδιοκτήτες Και πάντα στερέωνε λοξά κορμούς δέντρων μέσα στους τοίχους να μην πέφτουν όταν οι σεισμοί τα-ρακουνούσαν τη γη Κατασκεύαζε φαρδιά ξύλινα πα-

27

ράθυρα στο ύψος του δρόμου να χαρίζουν άπλετο φως στα δωμάτια και τα εργαστήρια της γειτονιάς

Όπως το εργαστήριο του Θεόδοτου που ήταν όλη μέρα σκυμμένος πάνω από τις γούρνες του να βάφει τα πιο ωραία νήματα για τον αργαλειό Ή του Ανθία του αρωματοποιού από τη Βοιωτία Του Κρίτωνα του κα-τασκονισμένου μαρμαρά με τα χέρια γεμάτα κάλους Του Ήφαιστίωνα του μεταλλουργού με τα μαλλιά κο-τσίδα και τη δερμάτινη ποδιά Του Αρίστωνα του μελισ-σουργού που εκτός από κερί και μέλι πουλούσε και πή-λινες κυψέλες πολύ προσεγμένες Ίδια σπιτάκια θαρ-ρείς με πορτάκι ανοιχτό στο πηγαινέλα των μελισσών Ουρές έκαναν οι πελάτες να προλάβουν τα προϊόντα του

Εκεί γύρω λοιπόν τριγύριζε η Φιλοστράτη με τη φί-λη της την Αργυρώ τη Γοργώ και τη μικρή Μύρτιδα την ξαδέρφη της Ανάμεσα στους συντοπίτες της τους Αιξωνείς Εκεί χαιρόταν να παίζει με τον Κτήσιππο που έτρεχε πίσω από τον σκύλο του τον Κούνο που κυ-νηγούσε τη Νήνιον που τσιμπούσε τον σκύλο και τον χτυπούσε με τα φτερά της μέχρι να τον διώξει Και να δεις που ο σκύλος τη φοβόταν Στον Κτήσιππο όμως και στον Αριστείδη τον φίλο του η Νήνιον δεν επιτέθη-κε ποτέ κι ας την κατάτρεχαν Οι χήνες δεν πειράζουν τα παιδιά

Ο Κτήσιππος κατοικούσε στις Αιξωνίδες Αλές και ήταν γιος του στρατηγού Χαβρία Τιμημένος πολίτης και στρατηγική ιδιοφυΐα ένιωθε να τον κυνηγάει το κα-θήκον Έναν δρόμο ακολουθούσε πάντα όποιον τον

28

έβγαζε σε εκστρατείες Πότε κατά των Σπαρτιατών άλ-λοτε κατά των Θηβαίων κι ακόμη στrsquo όνομα της ξακου-στής Αθήνας έφτανε με τον αθηναϊκό στόλο μέχρι την Κύπρο ή την Αίγυπτο να πολεμήσει τους Πέρσες

Ο μικρός Κτήσιππος μεγάλωνε με τη μητέρα του και τον παππού Κτήσιππο παλιά τριήραρχο που αφιερώ-θηκε στην καλλιέργεια της γης και στα τραγούδια Τα μάθαινε στον εγγονό του κεφάτα τραγούδια για χορό να τραγουδά και να χορεύει με την παρέα του

Το δειλινό τα αγόρια έπαιζαν αστράγαλους γονατι-στά ύστερα κυνηγούσαν τις πάνινες μπάλες τους στην πλατεία στο άνοιγμα του δρόμου Χαρές ξεφωνητά γέλια να ξελιγώνονται όταν η μπάλα ξέφευγε και τρύ-πωνε στην πόρτα του Αλέξιου του αρτοποιού Τότε εκείνος πεταγόταν έξω και τα μάλωνε

laquoΆντε στα σπίτια σας Στα χωράφια σαςraquo φώναζε κουνώντας απειλητικά μια σκούπα και γύριζε στον φούρνο φουρκισμένος

Κι έτσι απλά κυλούσε η ζωή στην πόλη εκείνη όπως η καληνύχτα και η καλημέρα λες κι ήταν όλοι συγκά-τοικοι σrsquo ένα απέραντο σπίτι μrsquo έναν μακρύ διάδρομο τον δρόμο εκείνο

Page 4: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής. «Έστω και

14

Για την κατασκευή και τη συντήρησή του θα χρειάστη-κε μακρόχρονη και επίπονη εργασία που σίγουρα θα κόστισε ακριβά εκείνη την εποχή Του 4ου αιώνα πΧ ήταν και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής

laquoΈστω και άδειος από έργα τέχνης για τα μουσεία ο αρχαίος δρόμος είναι σπουδαίο εύρημαraquo είπαν οι αρχαιολόγοι Έδωσαν οδηγίες στους ιδιοκτήτες πώς να τον προστατέψουν κι έφυγαν για να παραδώσουν τα δελτία τους στην Αρχαιολογική Υπηρεσία

Είχε ήδη περάσει ένας ολόκληρος χρόνος Η οικο-δομή ήταν ελεύθερη να συνεχίσει Οι κάτοικοι της πε-ριοχής δεν έμειναν αδιάφοροι μπροστά στο εύρημα Ρωτούσαν αν μπορούν να πατήσουν πάνω στον δρόμο που στα πλάγια ήταν γεμάτος ίχνη από τροχούς περί-εργοι νrsquo αγγίξουν την αρχαία πατρίδα Έφερναν τα παιδιά τους και ζητούσαν να πάρουν για ενθύμιο κα-μιά αρχαία πέτρα απrsquo αυτές που είχαν πετάξει οι αρ-χαιολόγοι ndash πολύτιμες τις λογάριαζαν με το πέρασμα τόσων αιώνων

Σαν μπήκε η άνοιξη άνθισαν πάνω στον αρχαίο δρόμο παπαρούνες και ραδίκια Εκείνη τη μαγική στιγμή ο δρόμος έγινε μετάξι και φως σαν μια αλα-φριά κορδέλα στον άνεμοhellip

Έγινε παραμύθιhellip

15

Μια φορά κι έναν καιρόhellip

ΗΤΑΝ ΕΝΑΣ ΔΡΟΜΟΣ που είχε χαραχτεί από το αδιάκοπο πηγαινέλα ανθρώπων και ζώων Στε-

νός χαλικόστρωτος με μαντρότοιχο από ακατέργα-στες πέτρες δεξιά κι αριστερά Μέσα στα βαθουλώμα-τα έβλεπες σφηνωμένα κόκκινα κοχύλια και άσπρα όστρακα Οι περαστικοί άπλωναν τα χέρια να τα αγγί-ξουν

Δεν πήγαινε μακριά Μια γραμμούλα σrsquo έναν χάρ-τη Δέκα στάδια όλα κι όλα τρία χιλιόμετρα σημερινά κατηφόριζε από την πλαγιά του Υμηττού και βουτούσε στη θάλασσα Διέσχιζε μια πόλη με το όνομα Αιξωνή

Πλάι στον δρόμο άρχιζαν οι αυλές και τα σπίτια Τα ψηλότερα ήταν διώροφα Πίσω από τα σπίτια απλώνονταν τα κτήματα Χωράφια με ελαιόδεντρα και όλων των λογιών τα αγριολούλουδα Ανάμεσά τους ακτινοβολούσε ο ήλιος κι εκεί τριγύριζαν οι τσο-πάνηδες με τα κοπάδια τους

Πέρα στην ανηφόρα έβλεπες το κοιμητήρι με τα αγάλματα Ένα καθιστό αρσενικό λιοντάρι κι ένα όρ-θιο θηλυκό στόλιζαν την είσοδο

16

Απrsquo το πρωί γέμιζε ο δρόμος κόσμο και φωνέςΒαριά βήματα του ψαρά με την τάβλα στο κεφάλι

και τον γιο του ξοπίσω για βοηθό να φωνάζει με το χέ-ρι χωνί

laquoΕλάτε να πάρετε τρίγλη Μοσχοβολάει θάλασσα Τρεχάτε μην τη χάσετε Το πιο νόστιμο ψάρι της Αττι-κήςraquo

Ύστερα περνούσαν τα κάρα των γεωργών φορτω-μένα λαχανικά Βραχνές οι φωνές τους Κι ακόμα το κουβεντολόι των γυναικών καθώς πήγαιναν για τη βρύση Μα πιο πολύ ακούγονταν φωνές και τρεχαλητά παιδιών παρέες χαρούμενες που έπαιζαν και τραγου-δούσαν Συχνά ανάμεσά τους βάδιζαν και γέροντες σέρνοντας τα βήματά τους κι όλο κοντοστέκονταν κά-τι να χαζέψουν Όπως ένα τσούρμο σπουργίτια λίγο πιο κει που τσακώνονταν για το κριθάρι που είχε

17

σκορπιστεί στο χώμα απrsquo το τρύπιο σακί του Καλλία του μυλωνά Ή και να μαλώσουν με τους βοσκούς που περνούσαν με τα πρόβατα με τα κατσίκια και σήκω-ναν σκόνη

Απrsquo όλα αυτά ο δρόμος έπαιρνε ζωή προορισμός του ήταν να προσφέρει το φιδωτό του σώμα σε όποιον το χρειαζόταν Στον νεροκουβαλητή στον έμπορα στον περαστικό που γύρευε ξεκούραση

Κι ακόμα σrsquo αυτόν που χάθηκε και δεν ήξερε κατά πού να τραβήξει ο δρόμος έλεγε λόγια παρήγορα λα-ξεμένα σε μια πέτρα του μαντρότοιχου

laquoΑν δεν ξέρεις πού να πας ψάξε να βρεις πούθε έρ-χεσαιraquo

18

1 Η Κυρά της Αιξωνής

ΗΤΑΝ ΓΛΥΚΙΑ ΚΑΙ ΤΡΥΦΕΡΉ με φωνή γάργαρη σαν το νερό Άλλοτε προσευχόταν κι άλλοτε διηγιόταν

μύθους Το όνομά της ίδιο με το όνομα της πόλης Αιξω-νή Ήταν ιέρεια της θεάς Ήβης και όμορφη σαν τη θεά

Παιδιά δικά της δεν είχε ένιωθε για παιδιά της τα γειτονόπουλα Χαιρόταν να τα πηγαίνει στον γιαλό Τα έβλεπε να πλατσουρίζουν να φτιάχνουν πυργάκια με άμμο με ξυλάκια με βότσαλα και ονειρευόταν το μέλ-λον τους Όλα τα παιδιά από τη φύση τους διψούν για γνώση σκεφτόταν και τους μάθαινε πράγματα Τυλιγ-μένη με τα όνειρα έλεγε παραμύθια της θάλασσας και παραμύθια της γης

Τα αγόρια έψαχναν κοχύλια με κόκκινες ρίγες να τα χαρίσουν στα κορίτσια Έφευγαν ξαναμμένα να παί-ξουν πόλεμο καβάλα σε ξύλινα άλογα Τα μάτια τους έλαμπαν Υπόσχονταν να φέρουν την ειρήνη

Τα κορίτσια έβρισκαν σπάνια βότσαλα τα χάριζαν στrsquo αγόρια και μάθαιναν να περιμένουν Έπαιζαν στις αυλές κουτσό κρυφτό και τυφλόμυγα Έπαιζαν στα σπίτια με τις κούκλες

19

Ή Κυρά Αιξωνή αγαπούσε τους ανθρώπους συμμε-ριζόταν τα καλά και τα άσχημα της μοίρας τους Το σπί-τι της βρισκόταν πάνω στον δρόμο κι η πόρτα της ήταν πάντα ανοιχτή σε όσους είχαν ανάγκη Με το ελαφρύ μαγικό της χέρι γιάτρευε τους πόνους στο σώμα Τα λό-για της ανακούφιζαν τις ψυχές και το μόνο που ζητούσε ήταν παρέα και κουβεντούλα Άνοιγε διάπλατα την πόρτα της σε όσους είχαν ανάγκη Για κάθε παιδί που γεννιόταν φύτευε και μια ελιά

laquoΤο δέντρο της ειρήνηςraquo έλεγεΣυγκέντρωνε κόσμο στο σπίτι της να καθίσουν γύ-

ρω από την εστία να ξεκουραστούν να μιλήσουν για το δίκιο και το άδικο του κόσμου Κοπανούσε στο γουδί φύλλα μυρτιάς και κουκουνάρια πεύκου να τους πάρει η μυρωδιά να ηρεμήσουν

laquoΣωπάστε τώρα ησυχάστε Μα τη θεά Ήβη την προστάτιδα της πόλης μας όλα θα διορθωθούν Το ξέ-ρετε δα πως η κόρη του Δία και της Ήρας με τη λαμπε-ρή ομορφιά υπηρετεί τους άλλους θεούς Υπηρετεί όμως και τους ανθρώπους Κερνά νέκταρ τους θεούς και παρηγοριά εμάς τους θνητούς Ή μήπως ξεχάσατε πως είναι η τρυφερή θεά που όταν κουράζεται ακου-μπά το κεφάλι στον κόρφο της μάνας της Ας ακουμπή-σουμε κι εμείς στους δικούς της ώμους τα βάσανά μαςhellipraquo

Τέτοια τους έλεγε τα βράδια όσο έγνεθε το μαλλί στην ανέμη Ύστερα έπιανε ιστορίες για πηγεμό και ερ-χομό Για τα βήματα θεών και ανθρώπων πάνω στη γη Για ποτάμια που τρέχουν σε κακοτράχαλους δρόμους

21

για στράτες της απέραντης θάλασσας για δρόμους του ταξιδιού Δρόμους του ονείρου Παραμέριζε τα σκοτά-δια και τις στάχτες του χρόνου άνοιγε αυλακιές κι έφτα-νε στο ξέφωτο των παραμυθιών

laquoΘα σας πω λοιπόν τι άκουσα στα μονοπάτια των μύθων που περπάτησα Έτσι βοηθιέται ο άνθρωπος να βρει τον δικό του δρόμοraquo Κι άρχιζε μια διαφορετική ιστορία

Κάποιες ήταν πολύ πολύ παλιές

laquoΣτην αρχή ανοίχτηκε στο άπειρο ένας φαρδύς δρό-μος χωρίς αρχή και τέλος Χάος το όνομά του και όλα ξεκίνησαν από αυτόν

Στριφογύριζε τυχαία στο σύμπαν πότε τυλιγμένος σε πύρινο φως και πότε βυθισμένος σε παγερό σκοτά-δι

Από το Χάος ξεπήδησε ο Ήλιος και τα παιδιά του οι πλανήτες

Καθένας χάραξε άλλη πορεία χωρίς ποτέ να εγκα-ταλείψουν τον αγαπημένο τους πατέρα

Η Γη παίρνοντας τον δρόμο της τράβηξε μαζί και τη Σελήνη τη μικρή της αδερφή Αν και η Σελήνη ακο-λούθησε δική της διαδρομή το πρόσωπό της έμενε για πάντα στραμμένο στη Γη Από αυτές τις δυο προήλθε η απέραντη εκείνη δύναμη η Αγάπη που τα πάντα ζωο-γονεί και που οι άνθρωποι αργότερα ονόμασαν Έρω-τα

Έτσι άρχισε ο κόσμος να υπάρχειΜέσα στην κοιλιά της Γης φυλακίστηκε η φλογι-

22

σμένη λάβα του Ήλιου τα Τάρταρα Αυτά όταν πλα-ντάζουν στα έγκατα ανοίγουν δρόμους να ξεχυθούν από τα ηφαίστεια Η Γη απόκτησε στην επιφάνειά της απέραντες εκτάσεις Πάνω τους χάραξε τους πέντε δρόμους έναν για τα βουνά άλλον για τις πεδιάδες για τα ποτάμια τις θάλασσες και τα νησιά

Παντοδύναμη μητέρα δημιούργησε τον Ουρανό να τη σκεπάζει απrsquo άκρη σrsquo άκρη και την ολόχαρη φω-τεινή Ημέρα Συνάμα έφερε τη σκοτεινή Νύχτα που φανερώνει τους δρόμους των αστεριών

Το φως και το σκοτάδι ξεχύθηκαν στον κόσμο κι άρχισαν η Ημέρα και η Νύχτα να ακολουθούν η μία τα βήματα της άλλης

Ουρανός και Γη γέννησαν τον Ωκεανό με τους σκο-τεινούς βυθούς χωρίς αρχή και τέλος χωρίς πηγές και εκβολές Από φύση του αψύς με ορμητικές τρικυμίες άγριος άρχοντας του νερού όρισε αμέσως τους δικούς του δρόμους τα ρεύματα και τα ακρογιάλια

Πολύ αργότερα χάρη στον Δία ξεπρόβαλε η γενιά των θεών Μιλούσαν για το μέλλον για τον άνθρωπο για μεγάλες πολιτείες κι αποφάσισαν να χαράξουν τους δρόμους της Αρετής και της Κακίας Οι θεοί τέ-λος έδωσαν στους θνητούς άσπρα νήματα χαράς και μαύρα νήματα λύπης για να σημαδεύει ο καθένας τον δρόμο του

Ειδάλλως θα χάνονταν στους πέντε δρόμουςhellipraquo

Τίποτα δεν ευχαριστούσε την Κυρά πιο πολύ από την εικόνα μικρών και μεγάλων που κρέμονταν από τα

23

χείλη της Όποτε τέλειωνε μια ιστορία υποσχόταν πως θα υπάρξουν κι άλλες ακόμα καλύτερες

laquoΑκούστε να δείτε τι φοβούνται οι ναύτες και τα κα-ράβια

Θεός της θάλασσας είναι ο αδερφός του Δία ο Ποσει-δώνας Με βοηθό τον Νηρέα ορίζουν τους δρόμους του Ωκεανού

Ο Νηρέας έχει πενήντα θυγατέρες τις Νηρηίδες Σαν αλυσίδα μακριά βγαίνουν στον γιαλό μέσα απrsquo τα κύματα τινάζοντας τις ψαρίσιες ουρές τους ναζιάρι-κα πιάνονται από τα χέρια χορεύουν και τραγου-δούν Οι Νηρηίδες συνοδεύουν τα καράβια στον νυ-χτερινό δρόμο τους και προστατεύουν τους ναυτικούς

Πρωί βράδυ ο Ποσειδώνας προβάλλει στην επι-φάνεια το κεφάλι του το στολισμένο με φύκια και σγουρά γαλάζια γένια Επιτηρεί τις ακτές κι αλίμονο στον άδικο εισβολέα Μεταμορφώνεται σε άνεμο εκδι-κητικό σφυρίζει και ορμά καταπάνω του Θυμωμένος χτυπάει με την τρίαινα τα κύματα και μελανιάζει η θά-λασσα Αδράχνει το πλεούμενο από την πλώρη το στα-ματάει και λέει

ndash Ούτε βήμα παραπέρα Αν έρχεστε για κακό θα σας βουλιάξω Αν έρχεστε για καλό τελειώστε τη δουλειά σας και θα rsquoχετε ούριους ανέμους να συνεχίσετε Προ-σέξτε

Οι ναυτικοί λοιπόν φυλάγονται μην τους λάχει κα-κό συναπάντημα με τον Ποσειδώνα ή τον γιο του τον Τρίτωνα από τη μέση και πάνω άνθρωπος από τη μέ-

24

ση και κάτω ψάρι Μrsquo ένα χτύπημα της στριφογυριστής ουράς του η θάλασσα φουσκώνει σηκώνοντας κύματα βουνό τρομάζοντας ναύτες και καράβια Πρέπει να τον ποτίσουν λέει κρασί και λάδι για να μερέψειhellipraquo

Ή Κυρά έδινε πηλό στα χέρια των παιδιών να πλά-σουν ψαράκια για να στολίσουν τις βάρκες των δικών τους καλοτυχία στο ψάρεμα

laquoΕ καλά κάνει ο Ποσειδώνας Φυλάει τη θάλασσα από τους κακούςraquo Οι μικροί αγγειοπλάστες σηκώνο-νταν νrsquo ακουμπήσουν τα πήλινα ψαράκια στη ζεστή πλάκα της εστίας να έχουν στεγνώσει την άλλη μέρα να τα χαρίσουν στους ψαράδες

laquoΝα τα πλάθετε όμορφα παιδιάraquo ndashτα βοηθούσε να χαράξουν το όνομά τουςndash laquoνα εξευμενίσουμε τη θάλασ-σα που μας θρέφειraquo τους έλεγε

Τη διάφανη θάλασσα της Αιξωνής με τα απόκοσμα λιμανάκια της Σαν μάνα με ανοιχτή αγκαλιά καλεί τους ψαράδες να ταΐσουν τον κόσμο τρυφερά χαϊδολο-γά τα πέτρινα ακρογιάλια της στεριάς Όμοια και η Κυ-ρά έχει στη θέση της καρδιάς ένα απάγκιο λιμανάκι να πιαστείς κάπου να στηριχτείς Μα για τον εαυτό της λι-μανάκι λογαριάζει την παρέα των παιδιών Γιrsquo αυτά η φωνή της παίρνει ζεστά χρώματα να πλησιάσει τις καρ-διές τους με μύθους

25

2 Η Φιλοστράτη και η παρέα της

ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΓΕΛΑΣΤΟ με σγουρά μαλλιά ξεχώρι-ζε από τα άλλα παιδιά γιατί όπου κι αν πήγαινε

κρατούσε μια μικρή άγρια χήνα Την είχε φέρει στο σπί-τι τους ο μεγάλος της αδερφός ο Άρης λίγο πριν φύγει για τον πόλεμο Τη φώναζε Νήνιον που σημαίνει κού-κλα

Είχε μακρύ λαιμό ανήσυχο βλέμμα κι όλο χαϊδευό-ταν στις γάμπες του κοριτσιού Το ράμφος της πορτο-καλί Τα φτερά της πολύ γυαλιστερά είχαν σκούρο πράσινο χρώμα και στις άκρες μαύρο και σταχτί Άνοιγε κανονικά τη μια φτερούγα της μονάχα Ή άλλη είχε λα-βωθεί γιrsquo αυτό και το χηνάκι δεν πετούσε

Εκτός από τη μικρή της χήνα το κορίτσι εκείνο αγα-πούσε και το παιχνίδι στον δρόμο Τα αγόρια χαίρονταν την παρέα της γιατί ήταν το μόνο κορίτσι της ηλικίας τους γύρω στα έντεκα που έτρεχε ξοπίσω τους Γύρι-ζαν όλοι μαζί στις γειτονιές έφταναν μέχρι τη θάλασσα ή σκαρφάλωναν στον Υμηττό

laquoΠού ήσουνα Πού γύριζες Πού βρόμισαν τα ρούχα σου Να κάτσεις εδώ στο σπίτιraquo της έλεγε αυστηρά η

26

μητέρα της laquoΝα φροντίσεις τα ξαδερφάκια σου και να με βοηθάς στον αργαλειόraquo

Εκείνη λες και δεν άκουγε έκανε αυτό που ήθελε Θύμωνε η μάνα και σήκωνε απειλητικά το χέρι αλλά η μικρή τής ξέφευγε

laquoΜη με μαλώνεις μητερούλαraquo την άρχιζε στα καλο-πιάσματα laquoΕίναι που μrsquo αρέσει να παίζω ελεύθερη έξω στον δρόμο Βαριέμαι συνέχεια μέσα στο σπίτι και την αυλή Θέλω να βλέπω κόσμοraquo

Ή μητέρα αγρίευε περισσότερο κι έβγαζε το σαντάλι να την κυνηγήσει Τότε πείσμωνε κι η μικρή laquoΤι φταίω εγώ που τα άλλα κορίτσια δεν ξεμυτάνε απrsquo το κατώφλι τους Είναι φοβητσιάρες εγώ δεν είμαιraquo Και κρύβο-ντας την τρύπα που είχε κάνει στο φουστάνι της γινό-ταν καπνός

Σοφά λοιπόν την είχαν βαφτίσει Φιλοστράτη Ασυ-νήθιστο όνομα αλήθεια που βγήκε κατευθείαν από την αγάπη για τη στράτα

Ήταν κόρη της Φαναγόρας και του Άνδρωνα Φίλω-νος Αυτός είχε χτίσει τα πιο γερά σπίτια του δήμου της Αιξωνής Κτηματίας και τεχνίτης πρώτος γνώριζε σε βάθος τα μυστικά του επαγγέλματος Στα πρώτα θεμέ-λια σφήνωνε ένα καρβέλι ψωμί ραντισμένο με κρασί και λάδι Τούτα θεωρούσε όχι μόνο θεμέλια του σπιτιού αλλά και θεμέλια του νου και του κόσμου Τα τρία πράγ-ματα που κρατούν τον άνθρωπο στη ζωή έλεγε στους ιδιοκτήτες Και πάντα στερέωνε λοξά κορμούς δέντρων μέσα στους τοίχους να μην πέφτουν όταν οι σεισμοί τα-ρακουνούσαν τη γη Κατασκεύαζε φαρδιά ξύλινα πα-

27

ράθυρα στο ύψος του δρόμου να χαρίζουν άπλετο φως στα δωμάτια και τα εργαστήρια της γειτονιάς

Όπως το εργαστήριο του Θεόδοτου που ήταν όλη μέρα σκυμμένος πάνω από τις γούρνες του να βάφει τα πιο ωραία νήματα για τον αργαλειό Ή του Ανθία του αρωματοποιού από τη Βοιωτία Του Κρίτωνα του κα-τασκονισμένου μαρμαρά με τα χέρια γεμάτα κάλους Του Ήφαιστίωνα του μεταλλουργού με τα μαλλιά κο-τσίδα και τη δερμάτινη ποδιά Του Αρίστωνα του μελισ-σουργού που εκτός από κερί και μέλι πουλούσε και πή-λινες κυψέλες πολύ προσεγμένες Ίδια σπιτάκια θαρ-ρείς με πορτάκι ανοιχτό στο πηγαινέλα των μελισσών Ουρές έκαναν οι πελάτες να προλάβουν τα προϊόντα του

Εκεί γύρω λοιπόν τριγύριζε η Φιλοστράτη με τη φί-λη της την Αργυρώ τη Γοργώ και τη μικρή Μύρτιδα την ξαδέρφη της Ανάμεσα στους συντοπίτες της τους Αιξωνείς Εκεί χαιρόταν να παίζει με τον Κτήσιππο που έτρεχε πίσω από τον σκύλο του τον Κούνο που κυ-νηγούσε τη Νήνιον που τσιμπούσε τον σκύλο και τον χτυπούσε με τα φτερά της μέχρι να τον διώξει Και να δεις που ο σκύλος τη φοβόταν Στον Κτήσιππο όμως και στον Αριστείδη τον φίλο του η Νήνιον δεν επιτέθη-κε ποτέ κι ας την κατάτρεχαν Οι χήνες δεν πειράζουν τα παιδιά

Ο Κτήσιππος κατοικούσε στις Αιξωνίδες Αλές και ήταν γιος του στρατηγού Χαβρία Τιμημένος πολίτης και στρατηγική ιδιοφυΐα ένιωθε να τον κυνηγάει το κα-θήκον Έναν δρόμο ακολουθούσε πάντα όποιον τον

28

έβγαζε σε εκστρατείες Πότε κατά των Σπαρτιατών άλ-λοτε κατά των Θηβαίων κι ακόμη στrsquo όνομα της ξακου-στής Αθήνας έφτανε με τον αθηναϊκό στόλο μέχρι την Κύπρο ή την Αίγυπτο να πολεμήσει τους Πέρσες

Ο μικρός Κτήσιππος μεγάλωνε με τη μητέρα του και τον παππού Κτήσιππο παλιά τριήραρχο που αφιερώ-θηκε στην καλλιέργεια της γης και στα τραγούδια Τα μάθαινε στον εγγονό του κεφάτα τραγούδια για χορό να τραγουδά και να χορεύει με την παρέα του

Το δειλινό τα αγόρια έπαιζαν αστράγαλους γονατι-στά ύστερα κυνηγούσαν τις πάνινες μπάλες τους στην πλατεία στο άνοιγμα του δρόμου Χαρές ξεφωνητά γέλια να ξελιγώνονται όταν η μπάλα ξέφευγε και τρύ-πωνε στην πόρτα του Αλέξιου του αρτοποιού Τότε εκείνος πεταγόταν έξω και τα μάλωνε

laquoΆντε στα σπίτια σας Στα χωράφια σαςraquo φώναζε κουνώντας απειλητικά μια σκούπα και γύριζε στον φούρνο φουρκισμένος

Κι έτσι απλά κυλούσε η ζωή στην πόλη εκείνη όπως η καληνύχτα και η καλημέρα λες κι ήταν όλοι συγκά-τοικοι σrsquo ένα απέραντο σπίτι μrsquo έναν μακρύ διάδρομο τον δρόμο εκείνο

Page 5: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής. «Έστω και

15

Μια φορά κι έναν καιρόhellip

ΗΤΑΝ ΕΝΑΣ ΔΡΟΜΟΣ που είχε χαραχτεί από το αδιάκοπο πηγαινέλα ανθρώπων και ζώων Στε-

νός χαλικόστρωτος με μαντρότοιχο από ακατέργα-στες πέτρες δεξιά κι αριστερά Μέσα στα βαθουλώμα-τα έβλεπες σφηνωμένα κόκκινα κοχύλια και άσπρα όστρακα Οι περαστικοί άπλωναν τα χέρια να τα αγγί-ξουν

Δεν πήγαινε μακριά Μια γραμμούλα σrsquo έναν χάρ-τη Δέκα στάδια όλα κι όλα τρία χιλιόμετρα σημερινά κατηφόριζε από την πλαγιά του Υμηττού και βουτούσε στη θάλασσα Διέσχιζε μια πόλη με το όνομα Αιξωνή

Πλάι στον δρόμο άρχιζαν οι αυλές και τα σπίτια Τα ψηλότερα ήταν διώροφα Πίσω από τα σπίτια απλώνονταν τα κτήματα Χωράφια με ελαιόδεντρα και όλων των λογιών τα αγριολούλουδα Ανάμεσά τους ακτινοβολούσε ο ήλιος κι εκεί τριγύριζαν οι τσο-πάνηδες με τα κοπάδια τους

Πέρα στην ανηφόρα έβλεπες το κοιμητήρι με τα αγάλματα Ένα καθιστό αρσενικό λιοντάρι κι ένα όρ-θιο θηλυκό στόλιζαν την είσοδο

16

Απrsquo το πρωί γέμιζε ο δρόμος κόσμο και φωνέςΒαριά βήματα του ψαρά με την τάβλα στο κεφάλι

και τον γιο του ξοπίσω για βοηθό να φωνάζει με το χέ-ρι χωνί

laquoΕλάτε να πάρετε τρίγλη Μοσχοβολάει θάλασσα Τρεχάτε μην τη χάσετε Το πιο νόστιμο ψάρι της Αττι-κήςraquo

Ύστερα περνούσαν τα κάρα των γεωργών φορτω-μένα λαχανικά Βραχνές οι φωνές τους Κι ακόμα το κουβεντολόι των γυναικών καθώς πήγαιναν για τη βρύση Μα πιο πολύ ακούγονταν φωνές και τρεχαλητά παιδιών παρέες χαρούμενες που έπαιζαν και τραγου-δούσαν Συχνά ανάμεσά τους βάδιζαν και γέροντες σέρνοντας τα βήματά τους κι όλο κοντοστέκονταν κά-τι να χαζέψουν Όπως ένα τσούρμο σπουργίτια λίγο πιο κει που τσακώνονταν για το κριθάρι που είχε

17

σκορπιστεί στο χώμα απrsquo το τρύπιο σακί του Καλλία του μυλωνά Ή και να μαλώσουν με τους βοσκούς που περνούσαν με τα πρόβατα με τα κατσίκια και σήκω-ναν σκόνη

Απrsquo όλα αυτά ο δρόμος έπαιρνε ζωή προορισμός του ήταν να προσφέρει το φιδωτό του σώμα σε όποιον το χρειαζόταν Στον νεροκουβαλητή στον έμπορα στον περαστικό που γύρευε ξεκούραση

Κι ακόμα σrsquo αυτόν που χάθηκε και δεν ήξερε κατά πού να τραβήξει ο δρόμος έλεγε λόγια παρήγορα λα-ξεμένα σε μια πέτρα του μαντρότοιχου

laquoΑν δεν ξέρεις πού να πας ψάξε να βρεις πούθε έρ-χεσαιraquo

18

1 Η Κυρά της Αιξωνής

ΗΤΑΝ ΓΛΥΚΙΑ ΚΑΙ ΤΡΥΦΕΡΉ με φωνή γάργαρη σαν το νερό Άλλοτε προσευχόταν κι άλλοτε διηγιόταν

μύθους Το όνομά της ίδιο με το όνομα της πόλης Αιξω-νή Ήταν ιέρεια της θεάς Ήβης και όμορφη σαν τη θεά

Παιδιά δικά της δεν είχε ένιωθε για παιδιά της τα γειτονόπουλα Χαιρόταν να τα πηγαίνει στον γιαλό Τα έβλεπε να πλατσουρίζουν να φτιάχνουν πυργάκια με άμμο με ξυλάκια με βότσαλα και ονειρευόταν το μέλ-λον τους Όλα τα παιδιά από τη φύση τους διψούν για γνώση σκεφτόταν και τους μάθαινε πράγματα Τυλιγ-μένη με τα όνειρα έλεγε παραμύθια της θάλασσας και παραμύθια της γης

Τα αγόρια έψαχναν κοχύλια με κόκκινες ρίγες να τα χαρίσουν στα κορίτσια Έφευγαν ξαναμμένα να παί-ξουν πόλεμο καβάλα σε ξύλινα άλογα Τα μάτια τους έλαμπαν Υπόσχονταν να φέρουν την ειρήνη

Τα κορίτσια έβρισκαν σπάνια βότσαλα τα χάριζαν στrsquo αγόρια και μάθαιναν να περιμένουν Έπαιζαν στις αυλές κουτσό κρυφτό και τυφλόμυγα Έπαιζαν στα σπίτια με τις κούκλες

19

Ή Κυρά Αιξωνή αγαπούσε τους ανθρώπους συμμε-ριζόταν τα καλά και τα άσχημα της μοίρας τους Το σπί-τι της βρισκόταν πάνω στον δρόμο κι η πόρτα της ήταν πάντα ανοιχτή σε όσους είχαν ανάγκη Με το ελαφρύ μαγικό της χέρι γιάτρευε τους πόνους στο σώμα Τα λό-για της ανακούφιζαν τις ψυχές και το μόνο που ζητούσε ήταν παρέα και κουβεντούλα Άνοιγε διάπλατα την πόρτα της σε όσους είχαν ανάγκη Για κάθε παιδί που γεννιόταν φύτευε και μια ελιά

laquoΤο δέντρο της ειρήνηςraquo έλεγεΣυγκέντρωνε κόσμο στο σπίτι της να καθίσουν γύ-

ρω από την εστία να ξεκουραστούν να μιλήσουν για το δίκιο και το άδικο του κόσμου Κοπανούσε στο γουδί φύλλα μυρτιάς και κουκουνάρια πεύκου να τους πάρει η μυρωδιά να ηρεμήσουν

laquoΣωπάστε τώρα ησυχάστε Μα τη θεά Ήβη την προστάτιδα της πόλης μας όλα θα διορθωθούν Το ξέ-ρετε δα πως η κόρη του Δία και της Ήρας με τη λαμπε-ρή ομορφιά υπηρετεί τους άλλους θεούς Υπηρετεί όμως και τους ανθρώπους Κερνά νέκταρ τους θεούς και παρηγοριά εμάς τους θνητούς Ή μήπως ξεχάσατε πως είναι η τρυφερή θεά που όταν κουράζεται ακου-μπά το κεφάλι στον κόρφο της μάνας της Ας ακουμπή-σουμε κι εμείς στους δικούς της ώμους τα βάσανά μαςhellipraquo

Τέτοια τους έλεγε τα βράδια όσο έγνεθε το μαλλί στην ανέμη Ύστερα έπιανε ιστορίες για πηγεμό και ερ-χομό Για τα βήματα θεών και ανθρώπων πάνω στη γη Για ποτάμια που τρέχουν σε κακοτράχαλους δρόμους

21

για στράτες της απέραντης θάλασσας για δρόμους του ταξιδιού Δρόμους του ονείρου Παραμέριζε τα σκοτά-δια και τις στάχτες του χρόνου άνοιγε αυλακιές κι έφτα-νε στο ξέφωτο των παραμυθιών

laquoΘα σας πω λοιπόν τι άκουσα στα μονοπάτια των μύθων που περπάτησα Έτσι βοηθιέται ο άνθρωπος να βρει τον δικό του δρόμοraquo Κι άρχιζε μια διαφορετική ιστορία

Κάποιες ήταν πολύ πολύ παλιές

laquoΣτην αρχή ανοίχτηκε στο άπειρο ένας φαρδύς δρό-μος χωρίς αρχή και τέλος Χάος το όνομά του και όλα ξεκίνησαν από αυτόν

Στριφογύριζε τυχαία στο σύμπαν πότε τυλιγμένος σε πύρινο φως και πότε βυθισμένος σε παγερό σκοτά-δι

Από το Χάος ξεπήδησε ο Ήλιος και τα παιδιά του οι πλανήτες

Καθένας χάραξε άλλη πορεία χωρίς ποτέ να εγκα-ταλείψουν τον αγαπημένο τους πατέρα

Η Γη παίρνοντας τον δρόμο της τράβηξε μαζί και τη Σελήνη τη μικρή της αδερφή Αν και η Σελήνη ακο-λούθησε δική της διαδρομή το πρόσωπό της έμενε για πάντα στραμμένο στη Γη Από αυτές τις δυο προήλθε η απέραντη εκείνη δύναμη η Αγάπη που τα πάντα ζωο-γονεί και που οι άνθρωποι αργότερα ονόμασαν Έρω-τα

Έτσι άρχισε ο κόσμος να υπάρχειΜέσα στην κοιλιά της Γης φυλακίστηκε η φλογι-

22

σμένη λάβα του Ήλιου τα Τάρταρα Αυτά όταν πλα-ντάζουν στα έγκατα ανοίγουν δρόμους να ξεχυθούν από τα ηφαίστεια Η Γη απόκτησε στην επιφάνειά της απέραντες εκτάσεις Πάνω τους χάραξε τους πέντε δρόμους έναν για τα βουνά άλλον για τις πεδιάδες για τα ποτάμια τις θάλασσες και τα νησιά

Παντοδύναμη μητέρα δημιούργησε τον Ουρανό να τη σκεπάζει απrsquo άκρη σrsquo άκρη και την ολόχαρη φω-τεινή Ημέρα Συνάμα έφερε τη σκοτεινή Νύχτα που φανερώνει τους δρόμους των αστεριών

Το φως και το σκοτάδι ξεχύθηκαν στον κόσμο κι άρχισαν η Ημέρα και η Νύχτα να ακολουθούν η μία τα βήματα της άλλης

Ουρανός και Γη γέννησαν τον Ωκεανό με τους σκο-τεινούς βυθούς χωρίς αρχή και τέλος χωρίς πηγές και εκβολές Από φύση του αψύς με ορμητικές τρικυμίες άγριος άρχοντας του νερού όρισε αμέσως τους δικούς του δρόμους τα ρεύματα και τα ακρογιάλια

Πολύ αργότερα χάρη στον Δία ξεπρόβαλε η γενιά των θεών Μιλούσαν για το μέλλον για τον άνθρωπο για μεγάλες πολιτείες κι αποφάσισαν να χαράξουν τους δρόμους της Αρετής και της Κακίας Οι θεοί τέ-λος έδωσαν στους θνητούς άσπρα νήματα χαράς και μαύρα νήματα λύπης για να σημαδεύει ο καθένας τον δρόμο του

Ειδάλλως θα χάνονταν στους πέντε δρόμουςhellipraquo

Τίποτα δεν ευχαριστούσε την Κυρά πιο πολύ από την εικόνα μικρών και μεγάλων που κρέμονταν από τα

23

χείλη της Όποτε τέλειωνε μια ιστορία υποσχόταν πως θα υπάρξουν κι άλλες ακόμα καλύτερες

laquoΑκούστε να δείτε τι φοβούνται οι ναύτες και τα κα-ράβια

Θεός της θάλασσας είναι ο αδερφός του Δία ο Ποσει-δώνας Με βοηθό τον Νηρέα ορίζουν τους δρόμους του Ωκεανού

Ο Νηρέας έχει πενήντα θυγατέρες τις Νηρηίδες Σαν αλυσίδα μακριά βγαίνουν στον γιαλό μέσα απrsquo τα κύματα τινάζοντας τις ψαρίσιες ουρές τους ναζιάρι-κα πιάνονται από τα χέρια χορεύουν και τραγου-δούν Οι Νηρηίδες συνοδεύουν τα καράβια στον νυ-χτερινό δρόμο τους και προστατεύουν τους ναυτικούς

Πρωί βράδυ ο Ποσειδώνας προβάλλει στην επι-φάνεια το κεφάλι του το στολισμένο με φύκια και σγουρά γαλάζια γένια Επιτηρεί τις ακτές κι αλίμονο στον άδικο εισβολέα Μεταμορφώνεται σε άνεμο εκδι-κητικό σφυρίζει και ορμά καταπάνω του Θυμωμένος χτυπάει με την τρίαινα τα κύματα και μελανιάζει η θά-λασσα Αδράχνει το πλεούμενο από την πλώρη το στα-ματάει και λέει

ndash Ούτε βήμα παραπέρα Αν έρχεστε για κακό θα σας βουλιάξω Αν έρχεστε για καλό τελειώστε τη δουλειά σας και θα rsquoχετε ούριους ανέμους να συνεχίσετε Προ-σέξτε

Οι ναυτικοί λοιπόν φυλάγονται μην τους λάχει κα-κό συναπάντημα με τον Ποσειδώνα ή τον γιο του τον Τρίτωνα από τη μέση και πάνω άνθρωπος από τη μέ-

24

ση και κάτω ψάρι Μrsquo ένα χτύπημα της στριφογυριστής ουράς του η θάλασσα φουσκώνει σηκώνοντας κύματα βουνό τρομάζοντας ναύτες και καράβια Πρέπει να τον ποτίσουν λέει κρασί και λάδι για να μερέψειhellipraquo

Ή Κυρά έδινε πηλό στα χέρια των παιδιών να πλά-σουν ψαράκια για να στολίσουν τις βάρκες των δικών τους καλοτυχία στο ψάρεμα

laquoΕ καλά κάνει ο Ποσειδώνας Φυλάει τη θάλασσα από τους κακούςraquo Οι μικροί αγγειοπλάστες σηκώνο-νταν νrsquo ακουμπήσουν τα πήλινα ψαράκια στη ζεστή πλάκα της εστίας να έχουν στεγνώσει την άλλη μέρα να τα χαρίσουν στους ψαράδες

laquoΝα τα πλάθετε όμορφα παιδιάraquo ndashτα βοηθούσε να χαράξουν το όνομά τουςndash laquoνα εξευμενίσουμε τη θάλασ-σα που μας θρέφειraquo τους έλεγε

Τη διάφανη θάλασσα της Αιξωνής με τα απόκοσμα λιμανάκια της Σαν μάνα με ανοιχτή αγκαλιά καλεί τους ψαράδες να ταΐσουν τον κόσμο τρυφερά χαϊδολο-γά τα πέτρινα ακρογιάλια της στεριάς Όμοια και η Κυ-ρά έχει στη θέση της καρδιάς ένα απάγκιο λιμανάκι να πιαστείς κάπου να στηριχτείς Μα για τον εαυτό της λι-μανάκι λογαριάζει την παρέα των παιδιών Γιrsquo αυτά η φωνή της παίρνει ζεστά χρώματα να πλησιάσει τις καρ-διές τους με μύθους

25

2 Η Φιλοστράτη και η παρέα της

ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΓΕΛΑΣΤΟ με σγουρά μαλλιά ξεχώρι-ζε από τα άλλα παιδιά γιατί όπου κι αν πήγαινε

κρατούσε μια μικρή άγρια χήνα Την είχε φέρει στο σπί-τι τους ο μεγάλος της αδερφός ο Άρης λίγο πριν φύγει για τον πόλεμο Τη φώναζε Νήνιον που σημαίνει κού-κλα

Είχε μακρύ λαιμό ανήσυχο βλέμμα κι όλο χαϊδευό-ταν στις γάμπες του κοριτσιού Το ράμφος της πορτο-καλί Τα φτερά της πολύ γυαλιστερά είχαν σκούρο πράσινο χρώμα και στις άκρες μαύρο και σταχτί Άνοιγε κανονικά τη μια φτερούγα της μονάχα Ή άλλη είχε λα-βωθεί γιrsquo αυτό και το χηνάκι δεν πετούσε

Εκτός από τη μικρή της χήνα το κορίτσι εκείνο αγα-πούσε και το παιχνίδι στον δρόμο Τα αγόρια χαίρονταν την παρέα της γιατί ήταν το μόνο κορίτσι της ηλικίας τους γύρω στα έντεκα που έτρεχε ξοπίσω τους Γύρι-ζαν όλοι μαζί στις γειτονιές έφταναν μέχρι τη θάλασσα ή σκαρφάλωναν στον Υμηττό

laquoΠού ήσουνα Πού γύριζες Πού βρόμισαν τα ρούχα σου Να κάτσεις εδώ στο σπίτιraquo της έλεγε αυστηρά η

26

μητέρα της laquoΝα φροντίσεις τα ξαδερφάκια σου και να με βοηθάς στον αργαλειόraquo

Εκείνη λες και δεν άκουγε έκανε αυτό που ήθελε Θύμωνε η μάνα και σήκωνε απειλητικά το χέρι αλλά η μικρή τής ξέφευγε

laquoΜη με μαλώνεις μητερούλαraquo την άρχιζε στα καλο-πιάσματα laquoΕίναι που μrsquo αρέσει να παίζω ελεύθερη έξω στον δρόμο Βαριέμαι συνέχεια μέσα στο σπίτι και την αυλή Θέλω να βλέπω κόσμοraquo

Ή μητέρα αγρίευε περισσότερο κι έβγαζε το σαντάλι να την κυνηγήσει Τότε πείσμωνε κι η μικρή laquoΤι φταίω εγώ που τα άλλα κορίτσια δεν ξεμυτάνε απrsquo το κατώφλι τους Είναι φοβητσιάρες εγώ δεν είμαιraquo Και κρύβο-ντας την τρύπα που είχε κάνει στο φουστάνι της γινό-ταν καπνός

Σοφά λοιπόν την είχαν βαφτίσει Φιλοστράτη Ασυ-νήθιστο όνομα αλήθεια που βγήκε κατευθείαν από την αγάπη για τη στράτα

Ήταν κόρη της Φαναγόρας και του Άνδρωνα Φίλω-νος Αυτός είχε χτίσει τα πιο γερά σπίτια του δήμου της Αιξωνής Κτηματίας και τεχνίτης πρώτος γνώριζε σε βάθος τα μυστικά του επαγγέλματος Στα πρώτα θεμέ-λια σφήνωνε ένα καρβέλι ψωμί ραντισμένο με κρασί και λάδι Τούτα θεωρούσε όχι μόνο θεμέλια του σπιτιού αλλά και θεμέλια του νου και του κόσμου Τα τρία πράγ-ματα που κρατούν τον άνθρωπο στη ζωή έλεγε στους ιδιοκτήτες Και πάντα στερέωνε λοξά κορμούς δέντρων μέσα στους τοίχους να μην πέφτουν όταν οι σεισμοί τα-ρακουνούσαν τη γη Κατασκεύαζε φαρδιά ξύλινα πα-

27

ράθυρα στο ύψος του δρόμου να χαρίζουν άπλετο φως στα δωμάτια και τα εργαστήρια της γειτονιάς

Όπως το εργαστήριο του Θεόδοτου που ήταν όλη μέρα σκυμμένος πάνω από τις γούρνες του να βάφει τα πιο ωραία νήματα για τον αργαλειό Ή του Ανθία του αρωματοποιού από τη Βοιωτία Του Κρίτωνα του κα-τασκονισμένου μαρμαρά με τα χέρια γεμάτα κάλους Του Ήφαιστίωνα του μεταλλουργού με τα μαλλιά κο-τσίδα και τη δερμάτινη ποδιά Του Αρίστωνα του μελισ-σουργού που εκτός από κερί και μέλι πουλούσε και πή-λινες κυψέλες πολύ προσεγμένες Ίδια σπιτάκια θαρ-ρείς με πορτάκι ανοιχτό στο πηγαινέλα των μελισσών Ουρές έκαναν οι πελάτες να προλάβουν τα προϊόντα του

Εκεί γύρω λοιπόν τριγύριζε η Φιλοστράτη με τη φί-λη της την Αργυρώ τη Γοργώ και τη μικρή Μύρτιδα την ξαδέρφη της Ανάμεσα στους συντοπίτες της τους Αιξωνείς Εκεί χαιρόταν να παίζει με τον Κτήσιππο που έτρεχε πίσω από τον σκύλο του τον Κούνο που κυ-νηγούσε τη Νήνιον που τσιμπούσε τον σκύλο και τον χτυπούσε με τα φτερά της μέχρι να τον διώξει Και να δεις που ο σκύλος τη φοβόταν Στον Κτήσιππο όμως και στον Αριστείδη τον φίλο του η Νήνιον δεν επιτέθη-κε ποτέ κι ας την κατάτρεχαν Οι χήνες δεν πειράζουν τα παιδιά

Ο Κτήσιππος κατοικούσε στις Αιξωνίδες Αλές και ήταν γιος του στρατηγού Χαβρία Τιμημένος πολίτης και στρατηγική ιδιοφυΐα ένιωθε να τον κυνηγάει το κα-θήκον Έναν δρόμο ακολουθούσε πάντα όποιον τον

28

έβγαζε σε εκστρατείες Πότε κατά των Σπαρτιατών άλ-λοτε κατά των Θηβαίων κι ακόμη στrsquo όνομα της ξακου-στής Αθήνας έφτανε με τον αθηναϊκό στόλο μέχρι την Κύπρο ή την Αίγυπτο να πολεμήσει τους Πέρσες

Ο μικρός Κτήσιππος μεγάλωνε με τη μητέρα του και τον παππού Κτήσιππο παλιά τριήραρχο που αφιερώ-θηκε στην καλλιέργεια της γης και στα τραγούδια Τα μάθαινε στον εγγονό του κεφάτα τραγούδια για χορό να τραγουδά και να χορεύει με την παρέα του

Το δειλινό τα αγόρια έπαιζαν αστράγαλους γονατι-στά ύστερα κυνηγούσαν τις πάνινες μπάλες τους στην πλατεία στο άνοιγμα του δρόμου Χαρές ξεφωνητά γέλια να ξελιγώνονται όταν η μπάλα ξέφευγε και τρύ-πωνε στην πόρτα του Αλέξιου του αρτοποιού Τότε εκείνος πεταγόταν έξω και τα μάλωνε

laquoΆντε στα σπίτια σας Στα χωράφια σαςraquo φώναζε κουνώντας απειλητικά μια σκούπα και γύριζε στον φούρνο φουρκισμένος

Κι έτσι απλά κυλούσε η ζωή στην πόλη εκείνη όπως η καληνύχτα και η καλημέρα λες κι ήταν όλοι συγκά-τοικοι σrsquo ένα απέραντο σπίτι μrsquo έναν μακρύ διάδρομο τον δρόμο εκείνο

Page 6: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής. «Έστω και

16

Απrsquo το πρωί γέμιζε ο δρόμος κόσμο και φωνέςΒαριά βήματα του ψαρά με την τάβλα στο κεφάλι

και τον γιο του ξοπίσω για βοηθό να φωνάζει με το χέ-ρι χωνί

laquoΕλάτε να πάρετε τρίγλη Μοσχοβολάει θάλασσα Τρεχάτε μην τη χάσετε Το πιο νόστιμο ψάρι της Αττι-κήςraquo

Ύστερα περνούσαν τα κάρα των γεωργών φορτω-μένα λαχανικά Βραχνές οι φωνές τους Κι ακόμα το κουβεντολόι των γυναικών καθώς πήγαιναν για τη βρύση Μα πιο πολύ ακούγονταν φωνές και τρεχαλητά παιδιών παρέες χαρούμενες που έπαιζαν και τραγου-δούσαν Συχνά ανάμεσά τους βάδιζαν και γέροντες σέρνοντας τα βήματά τους κι όλο κοντοστέκονταν κά-τι να χαζέψουν Όπως ένα τσούρμο σπουργίτια λίγο πιο κει που τσακώνονταν για το κριθάρι που είχε

17

σκορπιστεί στο χώμα απrsquo το τρύπιο σακί του Καλλία του μυλωνά Ή και να μαλώσουν με τους βοσκούς που περνούσαν με τα πρόβατα με τα κατσίκια και σήκω-ναν σκόνη

Απrsquo όλα αυτά ο δρόμος έπαιρνε ζωή προορισμός του ήταν να προσφέρει το φιδωτό του σώμα σε όποιον το χρειαζόταν Στον νεροκουβαλητή στον έμπορα στον περαστικό που γύρευε ξεκούραση

Κι ακόμα σrsquo αυτόν που χάθηκε και δεν ήξερε κατά πού να τραβήξει ο δρόμος έλεγε λόγια παρήγορα λα-ξεμένα σε μια πέτρα του μαντρότοιχου

laquoΑν δεν ξέρεις πού να πας ψάξε να βρεις πούθε έρ-χεσαιraquo

18

1 Η Κυρά της Αιξωνής

ΗΤΑΝ ΓΛΥΚΙΑ ΚΑΙ ΤΡΥΦΕΡΉ με φωνή γάργαρη σαν το νερό Άλλοτε προσευχόταν κι άλλοτε διηγιόταν

μύθους Το όνομά της ίδιο με το όνομα της πόλης Αιξω-νή Ήταν ιέρεια της θεάς Ήβης και όμορφη σαν τη θεά

Παιδιά δικά της δεν είχε ένιωθε για παιδιά της τα γειτονόπουλα Χαιρόταν να τα πηγαίνει στον γιαλό Τα έβλεπε να πλατσουρίζουν να φτιάχνουν πυργάκια με άμμο με ξυλάκια με βότσαλα και ονειρευόταν το μέλ-λον τους Όλα τα παιδιά από τη φύση τους διψούν για γνώση σκεφτόταν και τους μάθαινε πράγματα Τυλιγ-μένη με τα όνειρα έλεγε παραμύθια της θάλασσας και παραμύθια της γης

Τα αγόρια έψαχναν κοχύλια με κόκκινες ρίγες να τα χαρίσουν στα κορίτσια Έφευγαν ξαναμμένα να παί-ξουν πόλεμο καβάλα σε ξύλινα άλογα Τα μάτια τους έλαμπαν Υπόσχονταν να φέρουν την ειρήνη

Τα κορίτσια έβρισκαν σπάνια βότσαλα τα χάριζαν στrsquo αγόρια και μάθαιναν να περιμένουν Έπαιζαν στις αυλές κουτσό κρυφτό και τυφλόμυγα Έπαιζαν στα σπίτια με τις κούκλες

19

Ή Κυρά Αιξωνή αγαπούσε τους ανθρώπους συμμε-ριζόταν τα καλά και τα άσχημα της μοίρας τους Το σπί-τι της βρισκόταν πάνω στον δρόμο κι η πόρτα της ήταν πάντα ανοιχτή σε όσους είχαν ανάγκη Με το ελαφρύ μαγικό της χέρι γιάτρευε τους πόνους στο σώμα Τα λό-για της ανακούφιζαν τις ψυχές και το μόνο που ζητούσε ήταν παρέα και κουβεντούλα Άνοιγε διάπλατα την πόρτα της σε όσους είχαν ανάγκη Για κάθε παιδί που γεννιόταν φύτευε και μια ελιά

laquoΤο δέντρο της ειρήνηςraquo έλεγεΣυγκέντρωνε κόσμο στο σπίτι της να καθίσουν γύ-

ρω από την εστία να ξεκουραστούν να μιλήσουν για το δίκιο και το άδικο του κόσμου Κοπανούσε στο γουδί φύλλα μυρτιάς και κουκουνάρια πεύκου να τους πάρει η μυρωδιά να ηρεμήσουν

laquoΣωπάστε τώρα ησυχάστε Μα τη θεά Ήβη την προστάτιδα της πόλης μας όλα θα διορθωθούν Το ξέ-ρετε δα πως η κόρη του Δία και της Ήρας με τη λαμπε-ρή ομορφιά υπηρετεί τους άλλους θεούς Υπηρετεί όμως και τους ανθρώπους Κερνά νέκταρ τους θεούς και παρηγοριά εμάς τους θνητούς Ή μήπως ξεχάσατε πως είναι η τρυφερή θεά που όταν κουράζεται ακου-μπά το κεφάλι στον κόρφο της μάνας της Ας ακουμπή-σουμε κι εμείς στους δικούς της ώμους τα βάσανά μαςhellipraquo

Τέτοια τους έλεγε τα βράδια όσο έγνεθε το μαλλί στην ανέμη Ύστερα έπιανε ιστορίες για πηγεμό και ερ-χομό Για τα βήματα θεών και ανθρώπων πάνω στη γη Για ποτάμια που τρέχουν σε κακοτράχαλους δρόμους

21

για στράτες της απέραντης θάλασσας για δρόμους του ταξιδιού Δρόμους του ονείρου Παραμέριζε τα σκοτά-δια και τις στάχτες του χρόνου άνοιγε αυλακιές κι έφτα-νε στο ξέφωτο των παραμυθιών

laquoΘα σας πω λοιπόν τι άκουσα στα μονοπάτια των μύθων που περπάτησα Έτσι βοηθιέται ο άνθρωπος να βρει τον δικό του δρόμοraquo Κι άρχιζε μια διαφορετική ιστορία

Κάποιες ήταν πολύ πολύ παλιές

laquoΣτην αρχή ανοίχτηκε στο άπειρο ένας φαρδύς δρό-μος χωρίς αρχή και τέλος Χάος το όνομά του και όλα ξεκίνησαν από αυτόν

Στριφογύριζε τυχαία στο σύμπαν πότε τυλιγμένος σε πύρινο φως και πότε βυθισμένος σε παγερό σκοτά-δι

Από το Χάος ξεπήδησε ο Ήλιος και τα παιδιά του οι πλανήτες

Καθένας χάραξε άλλη πορεία χωρίς ποτέ να εγκα-ταλείψουν τον αγαπημένο τους πατέρα

Η Γη παίρνοντας τον δρόμο της τράβηξε μαζί και τη Σελήνη τη μικρή της αδερφή Αν και η Σελήνη ακο-λούθησε δική της διαδρομή το πρόσωπό της έμενε για πάντα στραμμένο στη Γη Από αυτές τις δυο προήλθε η απέραντη εκείνη δύναμη η Αγάπη που τα πάντα ζωο-γονεί και που οι άνθρωποι αργότερα ονόμασαν Έρω-τα

Έτσι άρχισε ο κόσμος να υπάρχειΜέσα στην κοιλιά της Γης φυλακίστηκε η φλογι-

22

σμένη λάβα του Ήλιου τα Τάρταρα Αυτά όταν πλα-ντάζουν στα έγκατα ανοίγουν δρόμους να ξεχυθούν από τα ηφαίστεια Η Γη απόκτησε στην επιφάνειά της απέραντες εκτάσεις Πάνω τους χάραξε τους πέντε δρόμους έναν για τα βουνά άλλον για τις πεδιάδες για τα ποτάμια τις θάλασσες και τα νησιά

Παντοδύναμη μητέρα δημιούργησε τον Ουρανό να τη σκεπάζει απrsquo άκρη σrsquo άκρη και την ολόχαρη φω-τεινή Ημέρα Συνάμα έφερε τη σκοτεινή Νύχτα που φανερώνει τους δρόμους των αστεριών

Το φως και το σκοτάδι ξεχύθηκαν στον κόσμο κι άρχισαν η Ημέρα και η Νύχτα να ακολουθούν η μία τα βήματα της άλλης

Ουρανός και Γη γέννησαν τον Ωκεανό με τους σκο-τεινούς βυθούς χωρίς αρχή και τέλος χωρίς πηγές και εκβολές Από φύση του αψύς με ορμητικές τρικυμίες άγριος άρχοντας του νερού όρισε αμέσως τους δικούς του δρόμους τα ρεύματα και τα ακρογιάλια

Πολύ αργότερα χάρη στον Δία ξεπρόβαλε η γενιά των θεών Μιλούσαν για το μέλλον για τον άνθρωπο για μεγάλες πολιτείες κι αποφάσισαν να χαράξουν τους δρόμους της Αρετής και της Κακίας Οι θεοί τέ-λος έδωσαν στους θνητούς άσπρα νήματα χαράς και μαύρα νήματα λύπης για να σημαδεύει ο καθένας τον δρόμο του

Ειδάλλως θα χάνονταν στους πέντε δρόμουςhellipraquo

Τίποτα δεν ευχαριστούσε την Κυρά πιο πολύ από την εικόνα μικρών και μεγάλων που κρέμονταν από τα

23

χείλη της Όποτε τέλειωνε μια ιστορία υποσχόταν πως θα υπάρξουν κι άλλες ακόμα καλύτερες

laquoΑκούστε να δείτε τι φοβούνται οι ναύτες και τα κα-ράβια

Θεός της θάλασσας είναι ο αδερφός του Δία ο Ποσει-δώνας Με βοηθό τον Νηρέα ορίζουν τους δρόμους του Ωκεανού

Ο Νηρέας έχει πενήντα θυγατέρες τις Νηρηίδες Σαν αλυσίδα μακριά βγαίνουν στον γιαλό μέσα απrsquo τα κύματα τινάζοντας τις ψαρίσιες ουρές τους ναζιάρι-κα πιάνονται από τα χέρια χορεύουν και τραγου-δούν Οι Νηρηίδες συνοδεύουν τα καράβια στον νυ-χτερινό δρόμο τους και προστατεύουν τους ναυτικούς

Πρωί βράδυ ο Ποσειδώνας προβάλλει στην επι-φάνεια το κεφάλι του το στολισμένο με φύκια και σγουρά γαλάζια γένια Επιτηρεί τις ακτές κι αλίμονο στον άδικο εισβολέα Μεταμορφώνεται σε άνεμο εκδι-κητικό σφυρίζει και ορμά καταπάνω του Θυμωμένος χτυπάει με την τρίαινα τα κύματα και μελανιάζει η θά-λασσα Αδράχνει το πλεούμενο από την πλώρη το στα-ματάει και λέει

ndash Ούτε βήμα παραπέρα Αν έρχεστε για κακό θα σας βουλιάξω Αν έρχεστε για καλό τελειώστε τη δουλειά σας και θα rsquoχετε ούριους ανέμους να συνεχίσετε Προ-σέξτε

Οι ναυτικοί λοιπόν φυλάγονται μην τους λάχει κα-κό συναπάντημα με τον Ποσειδώνα ή τον γιο του τον Τρίτωνα από τη μέση και πάνω άνθρωπος από τη μέ-

24

ση και κάτω ψάρι Μrsquo ένα χτύπημα της στριφογυριστής ουράς του η θάλασσα φουσκώνει σηκώνοντας κύματα βουνό τρομάζοντας ναύτες και καράβια Πρέπει να τον ποτίσουν λέει κρασί και λάδι για να μερέψειhellipraquo

Ή Κυρά έδινε πηλό στα χέρια των παιδιών να πλά-σουν ψαράκια για να στολίσουν τις βάρκες των δικών τους καλοτυχία στο ψάρεμα

laquoΕ καλά κάνει ο Ποσειδώνας Φυλάει τη θάλασσα από τους κακούςraquo Οι μικροί αγγειοπλάστες σηκώνο-νταν νrsquo ακουμπήσουν τα πήλινα ψαράκια στη ζεστή πλάκα της εστίας να έχουν στεγνώσει την άλλη μέρα να τα χαρίσουν στους ψαράδες

laquoΝα τα πλάθετε όμορφα παιδιάraquo ndashτα βοηθούσε να χαράξουν το όνομά τουςndash laquoνα εξευμενίσουμε τη θάλασ-σα που μας θρέφειraquo τους έλεγε

Τη διάφανη θάλασσα της Αιξωνής με τα απόκοσμα λιμανάκια της Σαν μάνα με ανοιχτή αγκαλιά καλεί τους ψαράδες να ταΐσουν τον κόσμο τρυφερά χαϊδολο-γά τα πέτρινα ακρογιάλια της στεριάς Όμοια και η Κυ-ρά έχει στη θέση της καρδιάς ένα απάγκιο λιμανάκι να πιαστείς κάπου να στηριχτείς Μα για τον εαυτό της λι-μανάκι λογαριάζει την παρέα των παιδιών Γιrsquo αυτά η φωνή της παίρνει ζεστά χρώματα να πλησιάσει τις καρ-διές τους με μύθους

25

2 Η Φιλοστράτη και η παρέα της

ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΓΕΛΑΣΤΟ με σγουρά μαλλιά ξεχώρι-ζε από τα άλλα παιδιά γιατί όπου κι αν πήγαινε

κρατούσε μια μικρή άγρια χήνα Την είχε φέρει στο σπί-τι τους ο μεγάλος της αδερφός ο Άρης λίγο πριν φύγει για τον πόλεμο Τη φώναζε Νήνιον που σημαίνει κού-κλα

Είχε μακρύ λαιμό ανήσυχο βλέμμα κι όλο χαϊδευό-ταν στις γάμπες του κοριτσιού Το ράμφος της πορτο-καλί Τα φτερά της πολύ γυαλιστερά είχαν σκούρο πράσινο χρώμα και στις άκρες μαύρο και σταχτί Άνοιγε κανονικά τη μια φτερούγα της μονάχα Ή άλλη είχε λα-βωθεί γιrsquo αυτό και το χηνάκι δεν πετούσε

Εκτός από τη μικρή της χήνα το κορίτσι εκείνο αγα-πούσε και το παιχνίδι στον δρόμο Τα αγόρια χαίρονταν την παρέα της γιατί ήταν το μόνο κορίτσι της ηλικίας τους γύρω στα έντεκα που έτρεχε ξοπίσω τους Γύρι-ζαν όλοι μαζί στις γειτονιές έφταναν μέχρι τη θάλασσα ή σκαρφάλωναν στον Υμηττό

laquoΠού ήσουνα Πού γύριζες Πού βρόμισαν τα ρούχα σου Να κάτσεις εδώ στο σπίτιraquo της έλεγε αυστηρά η

26

μητέρα της laquoΝα φροντίσεις τα ξαδερφάκια σου και να με βοηθάς στον αργαλειόraquo

Εκείνη λες και δεν άκουγε έκανε αυτό που ήθελε Θύμωνε η μάνα και σήκωνε απειλητικά το χέρι αλλά η μικρή τής ξέφευγε

laquoΜη με μαλώνεις μητερούλαraquo την άρχιζε στα καλο-πιάσματα laquoΕίναι που μrsquo αρέσει να παίζω ελεύθερη έξω στον δρόμο Βαριέμαι συνέχεια μέσα στο σπίτι και την αυλή Θέλω να βλέπω κόσμοraquo

Ή μητέρα αγρίευε περισσότερο κι έβγαζε το σαντάλι να την κυνηγήσει Τότε πείσμωνε κι η μικρή laquoΤι φταίω εγώ που τα άλλα κορίτσια δεν ξεμυτάνε απrsquo το κατώφλι τους Είναι φοβητσιάρες εγώ δεν είμαιraquo Και κρύβο-ντας την τρύπα που είχε κάνει στο φουστάνι της γινό-ταν καπνός

Σοφά λοιπόν την είχαν βαφτίσει Φιλοστράτη Ασυ-νήθιστο όνομα αλήθεια που βγήκε κατευθείαν από την αγάπη για τη στράτα

Ήταν κόρη της Φαναγόρας και του Άνδρωνα Φίλω-νος Αυτός είχε χτίσει τα πιο γερά σπίτια του δήμου της Αιξωνής Κτηματίας και τεχνίτης πρώτος γνώριζε σε βάθος τα μυστικά του επαγγέλματος Στα πρώτα θεμέ-λια σφήνωνε ένα καρβέλι ψωμί ραντισμένο με κρασί και λάδι Τούτα θεωρούσε όχι μόνο θεμέλια του σπιτιού αλλά και θεμέλια του νου και του κόσμου Τα τρία πράγ-ματα που κρατούν τον άνθρωπο στη ζωή έλεγε στους ιδιοκτήτες Και πάντα στερέωνε λοξά κορμούς δέντρων μέσα στους τοίχους να μην πέφτουν όταν οι σεισμοί τα-ρακουνούσαν τη γη Κατασκεύαζε φαρδιά ξύλινα πα-

27

ράθυρα στο ύψος του δρόμου να χαρίζουν άπλετο φως στα δωμάτια και τα εργαστήρια της γειτονιάς

Όπως το εργαστήριο του Θεόδοτου που ήταν όλη μέρα σκυμμένος πάνω από τις γούρνες του να βάφει τα πιο ωραία νήματα για τον αργαλειό Ή του Ανθία του αρωματοποιού από τη Βοιωτία Του Κρίτωνα του κα-τασκονισμένου μαρμαρά με τα χέρια γεμάτα κάλους Του Ήφαιστίωνα του μεταλλουργού με τα μαλλιά κο-τσίδα και τη δερμάτινη ποδιά Του Αρίστωνα του μελισ-σουργού που εκτός από κερί και μέλι πουλούσε και πή-λινες κυψέλες πολύ προσεγμένες Ίδια σπιτάκια θαρ-ρείς με πορτάκι ανοιχτό στο πηγαινέλα των μελισσών Ουρές έκαναν οι πελάτες να προλάβουν τα προϊόντα του

Εκεί γύρω λοιπόν τριγύριζε η Φιλοστράτη με τη φί-λη της την Αργυρώ τη Γοργώ και τη μικρή Μύρτιδα την ξαδέρφη της Ανάμεσα στους συντοπίτες της τους Αιξωνείς Εκεί χαιρόταν να παίζει με τον Κτήσιππο που έτρεχε πίσω από τον σκύλο του τον Κούνο που κυ-νηγούσε τη Νήνιον που τσιμπούσε τον σκύλο και τον χτυπούσε με τα φτερά της μέχρι να τον διώξει Και να δεις που ο σκύλος τη φοβόταν Στον Κτήσιππο όμως και στον Αριστείδη τον φίλο του η Νήνιον δεν επιτέθη-κε ποτέ κι ας την κατάτρεχαν Οι χήνες δεν πειράζουν τα παιδιά

Ο Κτήσιππος κατοικούσε στις Αιξωνίδες Αλές και ήταν γιος του στρατηγού Χαβρία Τιμημένος πολίτης και στρατηγική ιδιοφυΐα ένιωθε να τον κυνηγάει το κα-θήκον Έναν δρόμο ακολουθούσε πάντα όποιον τον

28

έβγαζε σε εκστρατείες Πότε κατά των Σπαρτιατών άλ-λοτε κατά των Θηβαίων κι ακόμη στrsquo όνομα της ξακου-στής Αθήνας έφτανε με τον αθηναϊκό στόλο μέχρι την Κύπρο ή την Αίγυπτο να πολεμήσει τους Πέρσες

Ο μικρός Κτήσιππος μεγάλωνε με τη μητέρα του και τον παππού Κτήσιππο παλιά τριήραρχο που αφιερώ-θηκε στην καλλιέργεια της γης και στα τραγούδια Τα μάθαινε στον εγγονό του κεφάτα τραγούδια για χορό να τραγουδά και να χορεύει με την παρέα του

Το δειλινό τα αγόρια έπαιζαν αστράγαλους γονατι-στά ύστερα κυνηγούσαν τις πάνινες μπάλες τους στην πλατεία στο άνοιγμα του δρόμου Χαρές ξεφωνητά γέλια να ξελιγώνονται όταν η μπάλα ξέφευγε και τρύ-πωνε στην πόρτα του Αλέξιου του αρτοποιού Τότε εκείνος πεταγόταν έξω και τα μάλωνε

laquoΆντε στα σπίτια σας Στα χωράφια σαςraquo φώναζε κουνώντας απειλητικά μια σκούπα και γύριζε στον φούρνο φουρκισμένος

Κι έτσι απλά κυλούσε η ζωή στην πόλη εκείνη όπως η καληνύχτα και η καλημέρα λες κι ήταν όλοι συγκά-τοικοι σrsquo ένα απέραντο σπίτι μrsquo έναν μακρύ διάδρομο τον δρόμο εκείνο

Page 7: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής. «Έστω και

17

σκορπιστεί στο χώμα απrsquo το τρύπιο σακί του Καλλία του μυλωνά Ή και να μαλώσουν με τους βοσκούς που περνούσαν με τα πρόβατα με τα κατσίκια και σήκω-ναν σκόνη

Απrsquo όλα αυτά ο δρόμος έπαιρνε ζωή προορισμός του ήταν να προσφέρει το φιδωτό του σώμα σε όποιον το χρειαζόταν Στον νεροκουβαλητή στον έμπορα στον περαστικό που γύρευε ξεκούραση

Κι ακόμα σrsquo αυτόν που χάθηκε και δεν ήξερε κατά πού να τραβήξει ο δρόμος έλεγε λόγια παρήγορα λα-ξεμένα σε μια πέτρα του μαντρότοιχου

laquoΑν δεν ξέρεις πού να πας ψάξε να βρεις πούθε έρ-χεσαιraquo

18

1 Η Κυρά της Αιξωνής

ΗΤΑΝ ΓΛΥΚΙΑ ΚΑΙ ΤΡΥΦΕΡΉ με φωνή γάργαρη σαν το νερό Άλλοτε προσευχόταν κι άλλοτε διηγιόταν

μύθους Το όνομά της ίδιο με το όνομα της πόλης Αιξω-νή Ήταν ιέρεια της θεάς Ήβης και όμορφη σαν τη θεά

Παιδιά δικά της δεν είχε ένιωθε για παιδιά της τα γειτονόπουλα Χαιρόταν να τα πηγαίνει στον γιαλό Τα έβλεπε να πλατσουρίζουν να φτιάχνουν πυργάκια με άμμο με ξυλάκια με βότσαλα και ονειρευόταν το μέλ-λον τους Όλα τα παιδιά από τη φύση τους διψούν για γνώση σκεφτόταν και τους μάθαινε πράγματα Τυλιγ-μένη με τα όνειρα έλεγε παραμύθια της θάλασσας και παραμύθια της γης

Τα αγόρια έψαχναν κοχύλια με κόκκινες ρίγες να τα χαρίσουν στα κορίτσια Έφευγαν ξαναμμένα να παί-ξουν πόλεμο καβάλα σε ξύλινα άλογα Τα μάτια τους έλαμπαν Υπόσχονταν να φέρουν την ειρήνη

Τα κορίτσια έβρισκαν σπάνια βότσαλα τα χάριζαν στrsquo αγόρια και μάθαιναν να περιμένουν Έπαιζαν στις αυλές κουτσό κρυφτό και τυφλόμυγα Έπαιζαν στα σπίτια με τις κούκλες

19

Ή Κυρά Αιξωνή αγαπούσε τους ανθρώπους συμμε-ριζόταν τα καλά και τα άσχημα της μοίρας τους Το σπί-τι της βρισκόταν πάνω στον δρόμο κι η πόρτα της ήταν πάντα ανοιχτή σε όσους είχαν ανάγκη Με το ελαφρύ μαγικό της χέρι γιάτρευε τους πόνους στο σώμα Τα λό-για της ανακούφιζαν τις ψυχές και το μόνο που ζητούσε ήταν παρέα και κουβεντούλα Άνοιγε διάπλατα την πόρτα της σε όσους είχαν ανάγκη Για κάθε παιδί που γεννιόταν φύτευε και μια ελιά

laquoΤο δέντρο της ειρήνηςraquo έλεγεΣυγκέντρωνε κόσμο στο σπίτι της να καθίσουν γύ-

ρω από την εστία να ξεκουραστούν να μιλήσουν για το δίκιο και το άδικο του κόσμου Κοπανούσε στο γουδί φύλλα μυρτιάς και κουκουνάρια πεύκου να τους πάρει η μυρωδιά να ηρεμήσουν

laquoΣωπάστε τώρα ησυχάστε Μα τη θεά Ήβη την προστάτιδα της πόλης μας όλα θα διορθωθούν Το ξέ-ρετε δα πως η κόρη του Δία και της Ήρας με τη λαμπε-ρή ομορφιά υπηρετεί τους άλλους θεούς Υπηρετεί όμως και τους ανθρώπους Κερνά νέκταρ τους θεούς και παρηγοριά εμάς τους θνητούς Ή μήπως ξεχάσατε πως είναι η τρυφερή θεά που όταν κουράζεται ακου-μπά το κεφάλι στον κόρφο της μάνας της Ας ακουμπή-σουμε κι εμείς στους δικούς της ώμους τα βάσανά μαςhellipraquo

Τέτοια τους έλεγε τα βράδια όσο έγνεθε το μαλλί στην ανέμη Ύστερα έπιανε ιστορίες για πηγεμό και ερ-χομό Για τα βήματα θεών και ανθρώπων πάνω στη γη Για ποτάμια που τρέχουν σε κακοτράχαλους δρόμους

21

για στράτες της απέραντης θάλασσας για δρόμους του ταξιδιού Δρόμους του ονείρου Παραμέριζε τα σκοτά-δια και τις στάχτες του χρόνου άνοιγε αυλακιές κι έφτα-νε στο ξέφωτο των παραμυθιών

laquoΘα σας πω λοιπόν τι άκουσα στα μονοπάτια των μύθων που περπάτησα Έτσι βοηθιέται ο άνθρωπος να βρει τον δικό του δρόμοraquo Κι άρχιζε μια διαφορετική ιστορία

Κάποιες ήταν πολύ πολύ παλιές

laquoΣτην αρχή ανοίχτηκε στο άπειρο ένας φαρδύς δρό-μος χωρίς αρχή και τέλος Χάος το όνομά του και όλα ξεκίνησαν από αυτόν

Στριφογύριζε τυχαία στο σύμπαν πότε τυλιγμένος σε πύρινο φως και πότε βυθισμένος σε παγερό σκοτά-δι

Από το Χάος ξεπήδησε ο Ήλιος και τα παιδιά του οι πλανήτες

Καθένας χάραξε άλλη πορεία χωρίς ποτέ να εγκα-ταλείψουν τον αγαπημένο τους πατέρα

Η Γη παίρνοντας τον δρόμο της τράβηξε μαζί και τη Σελήνη τη μικρή της αδερφή Αν και η Σελήνη ακο-λούθησε δική της διαδρομή το πρόσωπό της έμενε για πάντα στραμμένο στη Γη Από αυτές τις δυο προήλθε η απέραντη εκείνη δύναμη η Αγάπη που τα πάντα ζωο-γονεί και που οι άνθρωποι αργότερα ονόμασαν Έρω-τα

Έτσι άρχισε ο κόσμος να υπάρχειΜέσα στην κοιλιά της Γης φυλακίστηκε η φλογι-

22

σμένη λάβα του Ήλιου τα Τάρταρα Αυτά όταν πλα-ντάζουν στα έγκατα ανοίγουν δρόμους να ξεχυθούν από τα ηφαίστεια Η Γη απόκτησε στην επιφάνειά της απέραντες εκτάσεις Πάνω τους χάραξε τους πέντε δρόμους έναν για τα βουνά άλλον για τις πεδιάδες για τα ποτάμια τις θάλασσες και τα νησιά

Παντοδύναμη μητέρα δημιούργησε τον Ουρανό να τη σκεπάζει απrsquo άκρη σrsquo άκρη και την ολόχαρη φω-τεινή Ημέρα Συνάμα έφερε τη σκοτεινή Νύχτα που φανερώνει τους δρόμους των αστεριών

Το φως και το σκοτάδι ξεχύθηκαν στον κόσμο κι άρχισαν η Ημέρα και η Νύχτα να ακολουθούν η μία τα βήματα της άλλης

Ουρανός και Γη γέννησαν τον Ωκεανό με τους σκο-τεινούς βυθούς χωρίς αρχή και τέλος χωρίς πηγές και εκβολές Από φύση του αψύς με ορμητικές τρικυμίες άγριος άρχοντας του νερού όρισε αμέσως τους δικούς του δρόμους τα ρεύματα και τα ακρογιάλια

Πολύ αργότερα χάρη στον Δία ξεπρόβαλε η γενιά των θεών Μιλούσαν για το μέλλον για τον άνθρωπο για μεγάλες πολιτείες κι αποφάσισαν να χαράξουν τους δρόμους της Αρετής και της Κακίας Οι θεοί τέ-λος έδωσαν στους θνητούς άσπρα νήματα χαράς και μαύρα νήματα λύπης για να σημαδεύει ο καθένας τον δρόμο του

Ειδάλλως θα χάνονταν στους πέντε δρόμουςhellipraquo

Τίποτα δεν ευχαριστούσε την Κυρά πιο πολύ από την εικόνα μικρών και μεγάλων που κρέμονταν από τα

23

χείλη της Όποτε τέλειωνε μια ιστορία υποσχόταν πως θα υπάρξουν κι άλλες ακόμα καλύτερες

laquoΑκούστε να δείτε τι φοβούνται οι ναύτες και τα κα-ράβια

Θεός της θάλασσας είναι ο αδερφός του Δία ο Ποσει-δώνας Με βοηθό τον Νηρέα ορίζουν τους δρόμους του Ωκεανού

Ο Νηρέας έχει πενήντα θυγατέρες τις Νηρηίδες Σαν αλυσίδα μακριά βγαίνουν στον γιαλό μέσα απrsquo τα κύματα τινάζοντας τις ψαρίσιες ουρές τους ναζιάρι-κα πιάνονται από τα χέρια χορεύουν και τραγου-δούν Οι Νηρηίδες συνοδεύουν τα καράβια στον νυ-χτερινό δρόμο τους και προστατεύουν τους ναυτικούς

Πρωί βράδυ ο Ποσειδώνας προβάλλει στην επι-φάνεια το κεφάλι του το στολισμένο με φύκια και σγουρά γαλάζια γένια Επιτηρεί τις ακτές κι αλίμονο στον άδικο εισβολέα Μεταμορφώνεται σε άνεμο εκδι-κητικό σφυρίζει και ορμά καταπάνω του Θυμωμένος χτυπάει με την τρίαινα τα κύματα και μελανιάζει η θά-λασσα Αδράχνει το πλεούμενο από την πλώρη το στα-ματάει και λέει

ndash Ούτε βήμα παραπέρα Αν έρχεστε για κακό θα σας βουλιάξω Αν έρχεστε για καλό τελειώστε τη δουλειά σας και θα rsquoχετε ούριους ανέμους να συνεχίσετε Προ-σέξτε

Οι ναυτικοί λοιπόν φυλάγονται μην τους λάχει κα-κό συναπάντημα με τον Ποσειδώνα ή τον γιο του τον Τρίτωνα από τη μέση και πάνω άνθρωπος από τη μέ-

24

ση και κάτω ψάρι Μrsquo ένα χτύπημα της στριφογυριστής ουράς του η θάλασσα φουσκώνει σηκώνοντας κύματα βουνό τρομάζοντας ναύτες και καράβια Πρέπει να τον ποτίσουν λέει κρασί και λάδι για να μερέψειhellipraquo

Ή Κυρά έδινε πηλό στα χέρια των παιδιών να πλά-σουν ψαράκια για να στολίσουν τις βάρκες των δικών τους καλοτυχία στο ψάρεμα

laquoΕ καλά κάνει ο Ποσειδώνας Φυλάει τη θάλασσα από τους κακούςraquo Οι μικροί αγγειοπλάστες σηκώνο-νταν νrsquo ακουμπήσουν τα πήλινα ψαράκια στη ζεστή πλάκα της εστίας να έχουν στεγνώσει την άλλη μέρα να τα χαρίσουν στους ψαράδες

laquoΝα τα πλάθετε όμορφα παιδιάraquo ndashτα βοηθούσε να χαράξουν το όνομά τουςndash laquoνα εξευμενίσουμε τη θάλασ-σα που μας θρέφειraquo τους έλεγε

Τη διάφανη θάλασσα της Αιξωνής με τα απόκοσμα λιμανάκια της Σαν μάνα με ανοιχτή αγκαλιά καλεί τους ψαράδες να ταΐσουν τον κόσμο τρυφερά χαϊδολο-γά τα πέτρινα ακρογιάλια της στεριάς Όμοια και η Κυ-ρά έχει στη θέση της καρδιάς ένα απάγκιο λιμανάκι να πιαστείς κάπου να στηριχτείς Μα για τον εαυτό της λι-μανάκι λογαριάζει την παρέα των παιδιών Γιrsquo αυτά η φωνή της παίρνει ζεστά χρώματα να πλησιάσει τις καρ-διές τους με μύθους

25

2 Η Φιλοστράτη και η παρέα της

ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΓΕΛΑΣΤΟ με σγουρά μαλλιά ξεχώρι-ζε από τα άλλα παιδιά γιατί όπου κι αν πήγαινε

κρατούσε μια μικρή άγρια χήνα Την είχε φέρει στο σπί-τι τους ο μεγάλος της αδερφός ο Άρης λίγο πριν φύγει για τον πόλεμο Τη φώναζε Νήνιον που σημαίνει κού-κλα

Είχε μακρύ λαιμό ανήσυχο βλέμμα κι όλο χαϊδευό-ταν στις γάμπες του κοριτσιού Το ράμφος της πορτο-καλί Τα φτερά της πολύ γυαλιστερά είχαν σκούρο πράσινο χρώμα και στις άκρες μαύρο και σταχτί Άνοιγε κανονικά τη μια φτερούγα της μονάχα Ή άλλη είχε λα-βωθεί γιrsquo αυτό και το χηνάκι δεν πετούσε

Εκτός από τη μικρή της χήνα το κορίτσι εκείνο αγα-πούσε και το παιχνίδι στον δρόμο Τα αγόρια χαίρονταν την παρέα της γιατί ήταν το μόνο κορίτσι της ηλικίας τους γύρω στα έντεκα που έτρεχε ξοπίσω τους Γύρι-ζαν όλοι μαζί στις γειτονιές έφταναν μέχρι τη θάλασσα ή σκαρφάλωναν στον Υμηττό

laquoΠού ήσουνα Πού γύριζες Πού βρόμισαν τα ρούχα σου Να κάτσεις εδώ στο σπίτιraquo της έλεγε αυστηρά η

26

μητέρα της laquoΝα φροντίσεις τα ξαδερφάκια σου και να με βοηθάς στον αργαλειόraquo

Εκείνη λες και δεν άκουγε έκανε αυτό που ήθελε Θύμωνε η μάνα και σήκωνε απειλητικά το χέρι αλλά η μικρή τής ξέφευγε

laquoΜη με μαλώνεις μητερούλαraquo την άρχιζε στα καλο-πιάσματα laquoΕίναι που μrsquo αρέσει να παίζω ελεύθερη έξω στον δρόμο Βαριέμαι συνέχεια μέσα στο σπίτι και την αυλή Θέλω να βλέπω κόσμοraquo

Ή μητέρα αγρίευε περισσότερο κι έβγαζε το σαντάλι να την κυνηγήσει Τότε πείσμωνε κι η μικρή laquoΤι φταίω εγώ που τα άλλα κορίτσια δεν ξεμυτάνε απrsquo το κατώφλι τους Είναι φοβητσιάρες εγώ δεν είμαιraquo Και κρύβο-ντας την τρύπα που είχε κάνει στο φουστάνι της γινό-ταν καπνός

Σοφά λοιπόν την είχαν βαφτίσει Φιλοστράτη Ασυ-νήθιστο όνομα αλήθεια που βγήκε κατευθείαν από την αγάπη για τη στράτα

Ήταν κόρη της Φαναγόρας και του Άνδρωνα Φίλω-νος Αυτός είχε χτίσει τα πιο γερά σπίτια του δήμου της Αιξωνής Κτηματίας και τεχνίτης πρώτος γνώριζε σε βάθος τα μυστικά του επαγγέλματος Στα πρώτα θεμέ-λια σφήνωνε ένα καρβέλι ψωμί ραντισμένο με κρασί και λάδι Τούτα θεωρούσε όχι μόνο θεμέλια του σπιτιού αλλά και θεμέλια του νου και του κόσμου Τα τρία πράγ-ματα που κρατούν τον άνθρωπο στη ζωή έλεγε στους ιδιοκτήτες Και πάντα στερέωνε λοξά κορμούς δέντρων μέσα στους τοίχους να μην πέφτουν όταν οι σεισμοί τα-ρακουνούσαν τη γη Κατασκεύαζε φαρδιά ξύλινα πα-

27

ράθυρα στο ύψος του δρόμου να χαρίζουν άπλετο φως στα δωμάτια και τα εργαστήρια της γειτονιάς

Όπως το εργαστήριο του Θεόδοτου που ήταν όλη μέρα σκυμμένος πάνω από τις γούρνες του να βάφει τα πιο ωραία νήματα για τον αργαλειό Ή του Ανθία του αρωματοποιού από τη Βοιωτία Του Κρίτωνα του κα-τασκονισμένου μαρμαρά με τα χέρια γεμάτα κάλους Του Ήφαιστίωνα του μεταλλουργού με τα μαλλιά κο-τσίδα και τη δερμάτινη ποδιά Του Αρίστωνα του μελισ-σουργού που εκτός από κερί και μέλι πουλούσε και πή-λινες κυψέλες πολύ προσεγμένες Ίδια σπιτάκια θαρ-ρείς με πορτάκι ανοιχτό στο πηγαινέλα των μελισσών Ουρές έκαναν οι πελάτες να προλάβουν τα προϊόντα του

Εκεί γύρω λοιπόν τριγύριζε η Φιλοστράτη με τη φί-λη της την Αργυρώ τη Γοργώ και τη μικρή Μύρτιδα την ξαδέρφη της Ανάμεσα στους συντοπίτες της τους Αιξωνείς Εκεί χαιρόταν να παίζει με τον Κτήσιππο που έτρεχε πίσω από τον σκύλο του τον Κούνο που κυ-νηγούσε τη Νήνιον που τσιμπούσε τον σκύλο και τον χτυπούσε με τα φτερά της μέχρι να τον διώξει Και να δεις που ο σκύλος τη φοβόταν Στον Κτήσιππο όμως και στον Αριστείδη τον φίλο του η Νήνιον δεν επιτέθη-κε ποτέ κι ας την κατάτρεχαν Οι χήνες δεν πειράζουν τα παιδιά

Ο Κτήσιππος κατοικούσε στις Αιξωνίδες Αλές και ήταν γιος του στρατηγού Χαβρία Τιμημένος πολίτης και στρατηγική ιδιοφυΐα ένιωθε να τον κυνηγάει το κα-θήκον Έναν δρόμο ακολουθούσε πάντα όποιον τον

28

έβγαζε σε εκστρατείες Πότε κατά των Σπαρτιατών άλ-λοτε κατά των Θηβαίων κι ακόμη στrsquo όνομα της ξακου-στής Αθήνας έφτανε με τον αθηναϊκό στόλο μέχρι την Κύπρο ή την Αίγυπτο να πολεμήσει τους Πέρσες

Ο μικρός Κτήσιππος μεγάλωνε με τη μητέρα του και τον παππού Κτήσιππο παλιά τριήραρχο που αφιερώ-θηκε στην καλλιέργεια της γης και στα τραγούδια Τα μάθαινε στον εγγονό του κεφάτα τραγούδια για χορό να τραγουδά και να χορεύει με την παρέα του

Το δειλινό τα αγόρια έπαιζαν αστράγαλους γονατι-στά ύστερα κυνηγούσαν τις πάνινες μπάλες τους στην πλατεία στο άνοιγμα του δρόμου Χαρές ξεφωνητά γέλια να ξελιγώνονται όταν η μπάλα ξέφευγε και τρύ-πωνε στην πόρτα του Αλέξιου του αρτοποιού Τότε εκείνος πεταγόταν έξω και τα μάλωνε

laquoΆντε στα σπίτια σας Στα χωράφια σαςraquo φώναζε κουνώντας απειλητικά μια σκούπα και γύριζε στον φούρνο φουρκισμένος

Κι έτσι απλά κυλούσε η ζωή στην πόλη εκείνη όπως η καληνύχτα και η καλημέρα λες κι ήταν όλοι συγκά-τοικοι σrsquo ένα απέραντο σπίτι μrsquo έναν μακρύ διάδρομο τον δρόμο εκείνο

Page 8: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής. «Έστω και

18

1 Η Κυρά της Αιξωνής

ΗΤΑΝ ΓΛΥΚΙΑ ΚΑΙ ΤΡΥΦΕΡΉ με φωνή γάργαρη σαν το νερό Άλλοτε προσευχόταν κι άλλοτε διηγιόταν

μύθους Το όνομά της ίδιο με το όνομα της πόλης Αιξω-νή Ήταν ιέρεια της θεάς Ήβης και όμορφη σαν τη θεά

Παιδιά δικά της δεν είχε ένιωθε για παιδιά της τα γειτονόπουλα Χαιρόταν να τα πηγαίνει στον γιαλό Τα έβλεπε να πλατσουρίζουν να φτιάχνουν πυργάκια με άμμο με ξυλάκια με βότσαλα και ονειρευόταν το μέλ-λον τους Όλα τα παιδιά από τη φύση τους διψούν για γνώση σκεφτόταν και τους μάθαινε πράγματα Τυλιγ-μένη με τα όνειρα έλεγε παραμύθια της θάλασσας και παραμύθια της γης

Τα αγόρια έψαχναν κοχύλια με κόκκινες ρίγες να τα χαρίσουν στα κορίτσια Έφευγαν ξαναμμένα να παί-ξουν πόλεμο καβάλα σε ξύλινα άλογα Τα μάτια τους έλαμπαν Υπόσχονταν να φέρουν την ειρήνη

Τα κορίτσια έβρισκαν σπάνια βότσαλα τα χάριζαν στrsquo αγόρια και μάθαιναν να περιμένουν Έπαιζαν στις αυλές κουτσό κρυφτό και τυφλόμυγα Έπαιζαν στα σπίτια με τις κούκλες

19

Ή Κυρά Αιξωνή αγαπούσε τους ανθρώπους συμμε-ριζόταν τα καλά και τα άσχημα της μοίρας τους Το σπί-τι της βρισκόταν πάνω στον δρόμο κι η πόρτα της ήταν πάντα ανοιχτή σε όσους είχαν ανάγκη Με το ελαφρύ μαγικό της χέρι γιάτρευε τους πόνους στο σώμα Τα λό-για της ανακούφιζαν τις ψυχές και το μόνο που ζητούσε ήταν παρέα και κουβεντούλα Άνοιγε διάπλατα την πόρτα της σε όσους είχαν ανάγκη Για κάθε παιδί που γεννιόταν φύτευε και μια ελιά

laquoΤο δέντρο της ειρήνηςraquo έλεγεΣυγκέντρωνε κόσμο στο σπίτι της να καθίσουν γύ-

ρω από την εστία να ξεκουραστούν να μιλήσουν για το δίκιο και το άδικο του κόσμου Κοπανούσε στο γουδί φύλλα μυρτιάς και κουκουνάρια πεύκου να τους πάρει η μυρωδιά να ηρεμήσουν

laquoΣωπάστε τώρα ησυχάστε Μα τη θεά Ήβη την προστάτιδα της πόλης μας όλα θα διορθωθούν Το ξέ-ρετε δα πως η κόρη του Δία και της Ήρας με τη λαμπε-ρή ομορφιά υπηρετεί τους άλλους θεούς Υπηρετεί όμως και τους ανθρώπους Κερνά νέκταρ τους θεούς και παρηγοριά εμάς τους θνητούς Ή μήπως ξεχάσατε πως είναι η τρυφερή θεά που όταν κουράζεται ακου-μπά το κεφάλι στον κόρφο της μάνας της Ας ακουμπή-σουμε κι εμείς στους δικούς της ώμους τα βάσανά μαςhellipraquo

Τέτοια τους έλεγε τα βράδια όσο έγνεθε το μαλλί στην ανέμη Ύστερα έπιανε ιστορίες για πηγεμό και ερ-χομό Για τα βήματα θεών και ανθρώπων πάνω στη γη Για ποτάμια που τρέχουν σε κακοτράχαλους δρόμους

21

για στράτες της απέραντης θάλασσας για δρόμους του ταξιδιού Δρόμους του ονείρου Παραμέριζε τα σκοτά-δια και τις στάχτες του χρόνου άνοιγε αυλακιές κι έφτα-νε στο ξέφωτο των παραμυθιών

laquoΘα σας πω λοιπόν τι άκουσα στα μονοπάτια των μύθων που περπάτησα Έτσι βοηθιέται ο άνθρωπος να βρει τον δικό του δρόμοraquo Κι άρχιζε μια διαφορετική ιστορία

Κάποιες ήταν πολύ πολύ παλιές

laquoΣτην αρχή ανοίχτηκε στο άπειρο ένας φαρδύς δρό-μος χωρίς αρχή και τέλος Χάος το όνομά του και όλα ξεκίνησαν από αυτόν

Στριφογύριζε τυχαία στο σύμπαν πότε τυλιγμένος σε πύρινο φως και πότε βυθισμένος σε παγερό σκοτά-δι

Από το Χάος ξεπήδησε ο Ήλιος και τα παιδιά του οι πλανήτες

Καθένας χάραξε άλλη πορεία χωρίς ποτέ να εγκα-ταλείψουν τον αγαπημένο τους πατέρα

Η Γη παίρνοντας τον δρόμο της τράβηξε μαζί και τη Σελήνη τη μικρή της αδερφή Αν και η Σελήνη ακο-λούθησε δική της διαδρομή το πρόσωπό της έμενε για πάντα στραμμένο στη Γη Από αυτές τις δυο προήλθε η απέραντη εκείνη δύναμη η Αγάπη που τα πάντα ζωο-γονεί και που οι άνθρωποι αργότερα ονόμασαν Έρω-τα

Έτσι άρχισε ο κόσμος να υπάρχειΜέσα στην κοιλιά της Γης φυλακίστηκε η φλογι-

22

σμένη λάβα του Ήλιου τα Τάρταρα Αυτά όταν πλα-ντάζουν στα έγκατα ανοίγουν δρόμους να ξεχυθούν από τα ηφαίστεια Η Γη απόκτησε στην επιφάνειά της απέραντες εκτάσεις Πάνω τους χάραξε τους πέντε δρόμους έναν για τα βουνά άλλον για τις πεδιάδες για τα ποτάμια τις θάλασσες και τα νησιά

Παντοδύναμη μητέρα δημιούργησε τον Ουρανό να τη σκεπάζει απrsquo άκρη σrsquo άκρη και την ολόχαρη φω-τεινή Ημέρα Συνάμα έφερε τη σκοτεινή Νύχτα που φανερώνει τους δρόμους των αστεριών

Το φως και το σκοτάδι ξεχύθηκαν στον κόσμο κι άρχισαν η Ημέρα και η Νύχτα να ακολουθούν η μία τα βήματα της άλλης

Ουρανός και Γη γέννησαν τον Ωκεανό με τους σκο-τεινούς βυθούς χωρίς αρχή και τέλος χωρίς πηγές και εκβολές Από φύση του αψύς με ορμητικές τρικυμίες άγριος άρχοντας του νερού όρισε αμέσως τους δικούς του δρόμους τα ρεύματα και τα ακρογιάλια

Πολύ αργότερα χάρη στον Δία ξεπρόβαλε η γενιά των θεών Μιλούσαν για το μέλλον για τον άνθρωπο για μεγάλες πολιτείες κι αποφάσισαν να χαράξουν τους δρόμους της Αρετής και της Κακίας Οι θεοί τέ-λος έδωσαν στους θνητούς άσπρα νήματα χαράς και μαύρα νήματα λύπης για να σημαδεύει ο καθένας τον δρόμο του

Ειδάλλως θα χάνονταν στους πέντε δρόμουςhellipraquo

Τίποτα δεν ευχαριστούσε την Κυρά πιο πολύ από την εικόνα μικρών και μεγάλων που κρέμονταν από τα

23

χείλη της Όποτε τέλειωνε μια ιστορία υποσχόταν πως θα υπάρξουν κι άλλες ακόμα καλύτερες

laquoΑκούστε να δείτε τι φοβούνται οι ναύτες και τα κα-ράβια

Θεός της θάλασσας είναι ο αδερφός του Δία ο Ποσει-δώνας Με βοηθό τον Νηρέα ορίζουν τους δρόμους του Ωκεανού

Ο Νηρέας έχει πενήντα θυγατέρες τις Νηρηίδες Σαν αλυσίδα μακριά βγαίνουν στον γιαλό μέσα απrsquo τα κύματα τινάζοντας τις ψαρίσιες ουρές τους ναζιάρι-κα πιάνονται από τα χέρια χορεύουν και τραγου-δούν Οι Νηρηίδες συνοδεύουν τα καράβια στον νυ-χτερινό δρόμο τους και προστατεύουν τους ναυτικούς

Πρωί βράδυ ο Ποσειδώνας προβάλλει στην επι-φάνεια το κεφάλι του το στολισμένο με φύκια και σγουρά γαλάζια γένια Επιτηρεί τις ακτές κι αλίμονο στον άδικο εισβολέα Μεταμορφώνεται σε άνεμο εκδι-κητικό σφυρίζει και ορμά καταπάνω του Θυμωμένος χτυπάει με την τρίαινα τα κύματα και μελανιάζει η θά-λασσα Αδράχνει το πλεούμενο από την πλώρη το στα-ματάει και λέει

ndash Ούτε βήμα παραπέρα Αν έρχεστε για κακό θα σας βουλιάξω Αν έρχεστε για καλό τελειώστε τη δουλειά σας και θα rsquoχετε ούριους ανέμους να συνεχίσετε Προ-σέξτε

Οι ναυτικοί λοιπόν φυλάγονται μην τους λάχει κα-κό συναπάντημα με τον Ποσειδώνα ή τον γιο του τον Τρίτωνα από τη μέση και πάνω άνθρωπος από τη μέ-

24

ση και κάτω ψάρι Μrsquo ένα χτύπημα της στριφογυριστής ουράς του η θάλασσα φουσκώνει σηκώνοντας κύματα βουνό τρομάζοντας ναύτες και καράβια Πρέπει να τον ποτίσουν λέει κρασί και λάδι για να μερέψειhellipraquo

Ή Κυρά έδινε πηλό στα χέρια των παιδιών να πλά-σουν ψαράκια για να στολίσουν τις βάρκες των δικών τους καλοτυχία στο ψάρεμα

laquoΕ καλά κάνει ο Ποσειδώνας Φυλάει τη θάλασσα από τους κακούςraquo Οι μικροί αγγειοπλάστες σηκώνο-νταν νrsquo ακουμπήσουν τα πήλινα ψαράκια στη ζεστή πλάκα της εστίας να έχουν στεγνώσει την άλλη μέρα να τα χαρίσουν στους ψαράδες

laquoΝα τα πλάθετε όμορφα παιδιάraquo ndashτα βοηθούσε να χαράξουν το όνομά τουςndash laquoνα εξευμενίσουμε τη θάλασ-σα που μας θρέφειraquo τους έλεγε

Τη διάφανη θάλασσα της Αιξωνής με τα απόκοσμα λιμανάκια της Σαν μάνα με ανοιχτή αγκαλιά καλεί τους ψαράδες να ταΐσουν τον κόσμο τρυφερά χαϊδολο-γά τα πέτρινα ακρογιάλια της στεριάς Όμοια και η Κυ-ρά έχει στη θέση της καρδιάς ένα απάγκιο λιμανάκι να πιαστείς κάπου να στηριχτείς Μα για τον εαυτό της λι-μανάκι λογαριάζει την παρέα των παιδιών Γιrsquo αυτά η φωνή της παίρνει ζεστά χρώματα να πλησιάσει τις καρ-διές τους με μύθους

25

2 Η Φιλοστράτη και η παρέα της

ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΓΕΛΑΣΤΟ με σγουρά μαλλιά ξεχώρι-ζε από τα άλλα παιδιά γιατί όπου κι αν πήγαινε

κρατούσε μια μικρή άγρια χήνα Την είχε φέρει στο σπί-τι τους ο μεγάλος της αδερφός ο Άρης λίγο πριν φύγει για τον πόλεμο Τη φώναζε Νήνιον που σημαίνει κού-κλα

Είχε μακρύ λαιμό ανήσυχο βλέμμα κι όλο χαϊδευό-ταν στις γάμπες του κοριτσιού Το ράμφος της πορτο-καλί Τα φτερά της πολύ γυαλιστερά είχαν σκούρο πράσινο χρώμα και στις άκρες μαύρο και σταχτί Άνοιγε κανονικά τη μια φτερούγα της μονάχα Ή άλλη είχε λα-βωθεί γιrsquo αυτό και το χηνάκι δεν πετούσε

Εκτός από τη μικρή της χήνα το κορίτσι εκείνο αγα-πούσε και το παιχνίδι στον δρόμο Τα αγόρια χαίρονταν την παρέα της γιατί ήταν το μόνο κορίτσι της ηλικίας τους γύρω στα έντεκα που έτρεχε ξοπίσω τους Γύρι-ζαν όλοι μαζί στις γειτονιές έφταναν μέχρι τη θάλασσα ή σκαρφάλωναν στον Υμηττό

laquoΠού ήσουνα Πού γύριζες Πού βρόμισαν τα ρούχα σου Να κάτσεις εδώ στο σπίτιraquo της έλεγε αυστηρά η

26

μητέρα της laquoΝα φροντίσεις τα ξαδερφάκια σου και να με βοηθάς στον αργαλειόraquo

Εκείνη λες και δεν άκουγε έκανε αυτό που ήθελε Θύμωνε η μάνα και σήκωνε απειλητικά το χέρι αλλά η μικρή τής ξέφευγε

laquoΜη με μαλώνεις μητερούλαraquo την άρχιζε στα καλο-πιάσματα laquoΕίναι που μrsquo αρέσει να παίζω ελεύθερη έξω στον δρόμο Βαριέμαι συνέχεια μέσα στο σπίτι και την αυλή Θέλω να βλέπω κόσμοraquo

Ή μητέρα αγρίευε περισσότερο κι έβγαζε το σαντάλι να την κυνηγήσει Τότε πείσμωνε κι η μικρή laquoΤι φταίω εγώ που τα άλλα κορίτσια δεν ξεμυτάνε απrsquo το κατώφλι τους Είναι φοβητσιάρες εγώ δεν είμαιraquo Και κρύβο-ντας την τρύπα που είχε κάνει στο φουστάνι της γινό-ταν καπνός

Σοφά λοιπόν την είχαν βαφτίσει Φιλοστράτη Ασυ-νήθιστο όνομα αλήθεια που βγήκε κατευθείαν από την αγάπη για τη στράτα

Ήταν κόρη της Φαναγόρας και του Άνδρωνα Φίλω-νος Αυτός είχε χτίσει τα πιο γερά σπίτια του δήμου της Αιξωνής Κτηματίας και τεχνίτης πρώτος γνώριζε σε βάθος τα μυστικά του επαγγέλματος Στα πρώτα θεμέ-λια σφήνωνε ένα καρβέλι ψωμί ραντισμένο με κρασί και λάδι Τούτα θεωρούσε όχι μόνο θεμέλια του σπιτιού αλλά και θεμέλια του νου και του κόσμου Τα τρία πράγ-ματα που κρατούν τον άνθρωπο στη ζωή έλεγε στους ιδιοκτήτες Και πάντα στερέωνε λοξά κορμούς δέντρων μέσα στους τοίχους να μην πέφτουν όταν οι σεισμοί τα-ρακουνούσαν τη γη Κατασκεύαζε φαρδιά ξύλινα πα-

27

ράθυρα στο ύψος του δρόμου να χαρίζουν άπλετο φως στα δωμάτια και τα εργαστήρια της γειτονιάς

Όπως το εργαστήριο του Θεόδοτου που ήταν όλη μέρα σκυμμένος πάνω από τις γούρνες του να βάφει τα πιο ωραία νήματα για τον αργαλειό Ή του Ανθία του αρωματοποιού από τη Βοιωτία Του Κρίτωνα του κα-τασκονισμένου μαρμαρά με τα χέρια γεμάτα κάλους Του Ήφαιστίωνα του μεταλλουργού με τα μαλλιά κο-τσίδα και τη δερμάτινη ποδιά Του Αρίστωνα του μελισ-σουργού που εκτός από κερί και μέλι πουλούσε και πή-λινες κυψέλες πολύ προσεγμένες Ίδια σπιτάκια θαρ-ρείς με πορτάκι ανοιχτό στο πηγαινέλα των μελισσών Ουρές έκαναν οι πελάτες να προλάβουν τα προϊόντα του

Εκεί γύρω λοιπόν τριγύριζε η Φιλοστράτη με τη φί-λη της την Αργυρώ τη Γοργώ και τη μικρή Μύρτιδα την ξαδέρφη της Ανάμεσα στους συντοπίτες της τους Αιξωνείς Εκεί χαιρόταν να παίζει με τον Κτήσιππο που έτρεχε πίσω από τον σκύλο του τον Κούνο που κυ-νηγούσε τη Νήνιον που τσιμπούσε τον σκύλο και τον χτυπούσε με τα φτερά της μέχρι να τον διώξει Και να δεις που ο σκύλος τη φοβόταν Στον Κτήσιππο όμως και στον Αριστείδη τον φίλο του η Νήνιον δεν επιτέθη-κε ποτέ κι ας την κατάτρεχαν Οι χήνες δεν πειράζουν τα παιδιά

Ο Κτήσιππος κατοικούσε στις Αιξωνίδες Αλές και ήταν γιος του στρατηγού Χαβρία Τιμημένος πολίτης και στρατηγική ιδιοφυΐα ένιωθε να τον κυνηγάει το κα-θήκον Έναν δρόμο ακολουθούσε πάντα όποιον τον

28

έβγαζε σε εκστρατείες Πότε κατά των Σπαρτιατών άλ-λοτε κατά των Θηβαίων κι ακόμη στrsquo όνομα της ξακου-στής Αθήνας έφτανε με τον αθηναϊκό στόλο μέχρι την Κύπρο ή την Αίγυπτο να πολεμήσει τους Πέρσες

Ο μικρός Κτήσιππος μεγάλωνε με τη μητέρα του και τον παππού Κτήσιππο παλιά τριήραρχο που αφιερώ-θηκε στην καλλιέργεια της γης και στα τραγούδια Τα μάθαινε στον εγγονό του κεφάτα τραγούδια για χορό να τραγουδά και να χορεύει με την παρέα του

Το δειλινό τα αγόρια έπαιζαν αστράγαλους γονατι-στά ύστερα κυνηγούσαν τις πάνινες μπάλες τους στην πλατεία στο άνοιγμα του δρόμου Χαρές ξεφωνητά γέλια να ξελιγώνονται όταν η μπάλα ξέφευγε και τρύ-πωνε στην πόρτα του Αλέξιου του αρτοποιού Τότε εκείνος πεταγόταν έξω και τα μάλωνε

laquoΆντε στα σπίτια σας Στα χωράφια σαςraquo φώναζε κουνώντας απειλητικά μια σκούπα και γύριζε στον φούρνο φουρκισμένος

Κι έτσι απλά κυλούσε η ζωή στην πόλη εκείνη όπως η καληνύχτα και η καλημέρα λες κι ήταν όλοι συγκά-τοικοι σrsquo ένα απέραντο σπίτι μrsquo έναν μακρύ διάδρομο τον δρόμο εκείνο

Page 9: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής. «Έστω και

19

Ή Κυρά Αιξωνή αγαπούσε τους ανθρώπους συμμε-ριζόταν τα καλά και τα άσχημα της μοίρας τους Το σπί-τι της βρισκόταν πάνω στον δρόμο κι η πόρτα της ήταν πάντα ανοιχτή σε όσους είχαν ανάγκη Με το ελαφρύ μαγικό της χέρι γιάτρευε τους πόνους στο σώμα Τα λό-για της ανακούφιζαν τις ψυχές και το μόνο που ζητούσε ήταν παρέα και κουβεντούλα Άνοιγε διάπλατα την πόρτα της σε όσους είχαν ανάγκη Για κάθε παιδί που γεννιόταν φύτευε και μια ελιά

laquoΤο δέντρο της ειρήνηςraquo έλεγεΣυγκέντρωνε κόσμο στο σπίτι της να καθίσουν γύ-

ρω από την εστία να ξεκουραστούν να μιλήσουν για το δίκιο και το άδικο του κόσμου Κοπανούσε στο γουδί φύλλα μυρτιάς και κουκουνάρια πεύκου να τους πάρει η μυρωδιά να ηρεμήσουν

laquoΣωπάστε τώρα ησυχάστε Μα τη θεά Ήβη την προστάτιδα της πόλης μας όλα θα διορθωθούν Το ξέ-ρετε δα πως η κόρη του Δία και της Ήρας με τη λαμπε-ρή ομορφιά υπηρετεί τους άλλους θεούς Υπηρετεί όμως και τους ανθρώπους Κερνά νέκταρ τους θεούς και παρηγοριά εμάς τους θνητούς Ή μήπως ξεχάσατε πως είναι η τρυφερή θεά που όταν κουράζεται ακου-μπά το κεφάλι στον κόρφο της μάνας της Ας ακουμπή-σουμε κι εμείς στους δικούς της ώμους τα βάσανά μαςhellipraquo

Τέτοια τους έλεγε τα βράδια όσο έγνεθε το μαλλί στην ανέμη Ύστερα έπιανε ιστορίες για πηγεμό και ερ-χομό Για τα βήματα θεών και ανθρώπων πάνω στη γη Για ποτάμια που τρέχουν σε κακοτράχαλους δρόμους

21

για στράτες της απέραντης θάλασσας για δρόμους του ταξιδιού Δρόμους του ονείρου Παραμέριζε τα σκοτά-δια και τις στάχτες του χρόνου άνοιγε αυλακιές κι έφτα-νε στο ξέφωτο των παραμυθιών

laquoΘα σας πω λοιπόν τι άκουσα στα μονοπάτια των μύθων που περπάτησα Έτσι βοηθιέται ο άνθρωπος να βρει τον δικό του δρόμοraquo Κι άρχιζε μια διαφορετική ιστορία

Κάποιες ήταν πολύ πολύ παλιές

laquoΣτην αρχή ανοίχτηκε στο άπειρο ένας φαρδύς δρό-μος χωρίς αρχή και τέλος Χάος το όνομά του και όλα ξεκίνησαν από αυτόν

Στριφογύριζε τυχαία στο σύμπαν πότε τυλιγμένος σε πύρινο φως και πότε βυθισμένος σε παγερό σκοτά-δι

Από το Χάος ξεπήδησε ο Ήλιος και τα παιδιά του οι πλανήτες

Καθένας χάραξε άλλη πορεία χωρίς ποτέ να εγκα-ταλείψουν τον αγαπημένο τους πατέρα

Η Γη παίρνοντας τον δρόμο της τράβηξε μαζί και τη Σελήνη τη μικρή της αδερφή Αν και η Σελήνη ακο-λούθησε δική της διαδρομή το πρόσωπό της έμενε για πάντα στραμμένο στη Γη Από αυτές τις δυο προήλθε η απέραντη εκείνη δύναμη η Αγάπη που τα πάντα ζωο-γονεί και που οι άνθρωποι αργότερα ονόμασαν Έρω-τα

Έτσι άρχισε ο κόσμος να υπάρχειΜέσα στην κοιλιά της Γης φυλακίστηκε η φλογι-

22

σμένη λάβα του Ήλιου τα Τάρταρα Αυτά όταν πλα-ντάζουν στα έγκατα ανοίγουν δρόμους να ξεχυθούν από τα ηφαίστεια Η Γη απόκτησε στην επιφάνειά της απέραντες εκτάσεις Πάνω τους χάραξε τους πέντε δρόμους έναν για τα βουνά άλλον για τις πεδιάδες για τα ποτάμια τις θάλασσες και τα νησιά

Παντοδύναμη μητέρα δημιούργησε τον Ουρανό να τη σκεπάζει απrsquo άκρη σrsquo άκρη και την ολόχαρη φω-τεινή Ημέρα Συνάμα έφερε τη σκοτεινή Νύχτα που φανερώνει τους δρόμους των αστεριών

Το φως και το σκοτάδι ξεχύθηκαν στον κόσμο κι άρχισαν η Ημέρα και η Νύχτα να ακολουθούν η μία τα βήματα της άλλης

Ουρανός και Γη γέννησαν τον Ωκεανό με τους σκο-τεινούς βυθούς χωρίς αρχή και τέλος χωρίς πηγές και εκβολές Από φύση του αψύς με ορμητικές τρικυμίες άγριος άρχοντας του νερού όρισε αμέσως τους δικούς του δρόμους τα ρεύματα και τα ακρογιάλια

Πολύ αργότερα χάρη στον Δία ξεπρόβαλε η γενιά των θεών Μιλούσαν για το μέλλον για τον άνθρωπο για μεγάλες πολιτείες κι αποφάσισαν να χαράξουν τους δρόμους της Αρετής και της Κακίας Οι θεοί τέ-λος έδωσαν στους θνητούς άσπρα νήματα χαράς και μαύρα νήματα λύπης για να σημαδεύει ο καθένας τον δρόμο του

Ειδάλλως θα χάνονταν στους πέντε δρόμουςhellipraquo

Τίποτα δεν ευχαριστούσε την Κυρά πιο πολύ από την εικόνα μικρών και μεγάλων που κρέμονταν από τα

23

χείλη της Όποτε τέλειωνε μια ιστορία υποσχόταν πως θα υπάρξουν κι άλλες ακόμα καλύτερες

laquoΑκούστε να δείτε τι φοβούνται οι ναύτες και τα κα-ράβια

Θεός της θάλασσας είναι ο αδερφός του Δία ο Ποσει-δώνας Με βοηθό τον Νηρέα ορίζουν τους δρόμους του Ωκεανού

Ο Νηρέας έχει πενήντα θυγατέρες τις Νηρηίδες Σαν αλυσίδα μακριά βγαίνουν στον γιαλό μέσα απrsquo τα κύματα τινάζοντας τις ψαρίσιες ουρές τους ναζιάρι-κα πιάνονται από τα χέρια χορεύουν και τραγου-δούν Οι Νηρηίδες συνοδεύουν τα καράβια στον νυ-χτερινό δρόμο τους και προστατεύουν τους ναυτικούς

Πρωί βράδυ ο Ποσειδώνας προβάλλει στην επι-φάνεια το κεφάλι του το στολισμένο με φύκια και σγουρά γαλάζια γένια Επιτηρεί τις ακτές κι αλίμονο στον άδικο εισβολέα Μεταμορφώνεται σε άνεμο εκδι-κητικό σφυρίζει και ορμά καταπάνω του Θυμωμένος χτυπάει με την τρίαινα τα κύματα και μελανιάζει η θά-λασσα Αδράχνει το πλεούμενο από την πλώρη το στα-ματάει και λέει

ndash Ούτε βήμα παραπέρα Αν έρχεστε για κακό θα σας βουλιάξω Αν έρχεστε για καλό τελειώστε τη δουλειά σας και θα rsquoχετε ούριους ανέμους να συνεχίσετε Προ-σέξτε

Οι ναυτικοί λοιπόν φυλάγονται μην τους λάχει κα-κό συναπάντημα με τον Ποσειδώνα ή τον γιο του τον Τρίτωνα από τη μέση και πάνω άνθρωπος από τη μέ-

24

ση και κάτω ψάρι Μrsquo ένα χτύπημα της στριφογυριστής ουράς του η θάλασσα φουσκώνει σηκώνοντας κύματα βουνό τρομάζοντας ναύτες και καράβια Πρέπει να τον ποτίσουν λέει κρασί και λάδι για να μερέψειhellipraquo

Ή Κυρά έδινε πηλό στα χέρια των παιδιών να πλά-σουν ψαράκια για να στολίσουν τις βάρκες των δικών τους καλοτυχία στο ψάρεμα

laquoΕ καλά κάνει ο Ποσειδώνας Φυλάει τη θάλασσα από τους κακούςraquo Οι μικροί αγγειοπλάστες σηκώνο-νταν νrsquo ακουμπήσουν τα πήλινα ψαράκια στη ζεστή πλάκα της εστίας να έχουν στεγνώσει την άλλη μέρα να τα χαρίσουν στους ψαράδες

laquoΝα τα πλάθετε όμορφα παιδιάraquo ndashτα βοηθούσε να χαράξουν το όνομά τουςndash laquoνα εξευμενίσουμε τη θάλασ-σα που μας θρέφειraquo τους έλεγε

Τη διάφανη θάλασσα της Αιξωνής με τα απόκοσμα λιμανάκια της Σαν μάνα με ανοιχτή αγκαλιά καλεί τους ψαράδες να ταΐσουν τον κόσμο τρυφερά χαϊδολο-γά τα πέτρινα ακρογιάλια της στεριάς Όμοια και η Κυ-ρά έχει στη θέση της καρδιάς ένα απάγκιο λιμανάκι να πιαστείς κάπου να στηριχτείς Μα για τον εαυτό της λι-μανάκι λογαριάζει την παρέα των παιδιών Γιrsquo αυτά η φωνή της παίρνει ζεστά χρώματα να πλησιάσει τις καρ-διές τους με μύθους

25

2 Η Φιλοστράτη και η παρέα της

ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΓΕΛΑΣΤΟ με σγουρά μαλλιά ξεχώρι-ζε από τα άλλα παιδιά γιατί όπου κι αν πήγαινε

κρατούσε μια μικρή άγρια χήνα Την είχε φέρει στο σπί-τι τους ο μεγάλος της αδερφός ο Άρης λίγο πριν φύγει για τον πόλεμο Τη φώναζε Νήνιον που σημαίνει κού-κλα

Είχε μακρύ λαιμό ανήσυχο βλέμμα κι όλο χαϊδευό-ταν στις γάμπες του κοριτσιού Το ράμφος της πορτο-καλί Τα φτερά της πολύ γυαλιστερά είχαν σκούρο πράσινο χρώμα και στις άκρες μαύρο και σταχτί Άνοιγε κανονικά τη μια φτερούγα της μονάχα Ή άλλη είχε λα-βωθεί γιrsquo αυτό και το χηνάκι δεν πετούσε

Εκτός από τη μικρή της χήνα το κορίτσι εκείνο αγα-πούσε και το παιχνίδι στον δρόμο Τα αγόρια χαίρονταν την παρέα της γιατί ήταν το μόνο κορίτσι της ηλικίας τους γύρω στα έντεκα που έτρεχε ξοπίσω τους Γύρι-ζαν όλοι μαζί στις γειτονιές έφταναν μέχρι τη θάλασσα ή σκαρφάλωναν στον Υμηττό

laquoΠού ήσουνα Πού γύριζες Πού βρόμισαν τα ρούχα σου Να κάτσεις εδώ στο σπίτιraquo της έλεγε αυστηρά η

26

μητέρα της laquoΝα φροντίσεις τα ξαδερφάκια σου και να με βοηθάς στον αργαλειόraquo

Εκείνη λες και δεν άκουγε έκανε αυτό που ήθελε Θύμωνε η μάνα και σήκωνε απειλητικά το χέρι αλλά η μικρή τής ξέφευγε

laquoΜη με μαλώνεις μητερούλαraquo την άρχιζε στα καλο-πιάσματα laquoΕίναι που μrsquo αρέσει να παίζω ελεύθερη έξω στον δρόμο Βαριέμαι συνέχεια μέσα στο σπίτι και την αυλή Θέλω να βλέπω κόσμοraquo

Ή μητέρα αγρίευε περισσότερο κι έβγαζε το σαντάλι να την κυνηγήσει Τότε πείσμωνε κι η μικρή laquoΤι φταίω εγώ που τα άλλα κορίτσια δεν ξεμυτάνε απrsquo το κατώφλι τους Είναι φοβητσιάρες εγώ δεν είμαιraquo Και κρύβο-ντας την τρύπα που είχε κάνει στο φουστάνι της γινό-ταν καπνός

Σοφά λοιπόν την είχαν βαφτίσει Φιλοστράτη Ασυ-νήθιστο όνομα αλήθεια που βγήκε κατευθείαν από την αγάπη για τη στράτα

Ήταν κόρη της Φαναγόρας και του Άνδρωνα Φίλω-νος Αυτός είχε χτίσει τα πιο γερά σπίτια του δήμου της Αιξωνής Κτηματίας και τεχνίτης πρώτος γνώριζε σε βάθος τα μυστικά του επαγγέλματος Στα πρώτα θεμέ-λια σφήνωνε ένα καρβέλι ψωμί ραντισμένο με κρασί και λάδι Τούτα θεωρούσε όχι μόνο θεμέλια του σπιτιού αλλά και θεμέλια του νου και του κόσμου Τα τρία πράγ-ματα που κρατούν τον άνθρωπο στη ζωή έλεγε στους ιδιοκτήτες Και πάντα στερέωνε λοξά κορμούς δέντρων μέσα στους τοίχους να μην πέφτουν όταν οι σεισμοί τα-ρακουνούσαν τη γη Κατασκεύαζε φαρδιά ξύλινα πα-

27

ράθυρα στο ύψος του δρόμου να χαρίζουν άπλετο φως στα δωμάτια και τα εργαστήρια της γειτονιάς

Όπως το εργαστήριο του Θεόδοτου που ήταν όλη μέρα σκυμμένος πάνω από τις γούρνες του να βάφει τα πιο ωραία νήματα για τον αργαλειό Ή του Ανθία του αρωματοποιού από τη Βοιωτία Του Κρίτωνα του κα-τασκονισμένου μαρμαρά με τα χέρια γεμάτα κάλους Του Ήφαιστίωνα του μεταλλουργού με τα μαλλιά κο-τσίδα και τη δερμάτινη ποδιά Του Αρίστωνα του μελισ-σουργού που εκτός από κερί και μέλι πουλούσε και πή-λινες κυψέλες πολύ προσεγμένες Ίδια σπιτάκια θαρ-ρείς με πορτάκι ανοιχτό στο πηγαινέλα των μελισσών Ουρές έκαναν οι πελάτες να προλάβουν τα προϊόντα του

Εκεί γύρω λοιπόν τριγύριζε η Φιλοστράτη με τη φί-λη της την Αργυρώ τη Γοργώ και τη μικρή Μύρτιδα την ξαδέρφη της Ανάμεσα στους συντοπίτες της τους Αιξωνείς Εκεί χαιρόταν να παίζει με τον Κτήσιππο που έτρεχε πίσω από τον σκύλο του τον Κούνο που κυ-νηγούσε τη Νήνιον που τσιμπούσε τον σκύλο και τον χτυπούσε με τα φτερά της μέχρι να τον διώξει Και να δεις που ο σκύλος τη φοβόταν Στον Κτήσιππο όμως και στον Αριστείδη τον φίλο του η Νήνιον δεν επιτέθη-κε ποτέ κι ας την κατάτρεχαν Οι χήνες δεν πειράζουν τα παιδιά

Ο Κτήσιππος κατοικούσε στις Αιξωνίδες Αλές και ήταν γιος του στρατηγού Χαβρία Τιμημένος πολίτης και στρατηγική ιδιοφυΐα ένιωθε να τον κυνηγάει το κα-θήκον Έναν δρόμο ακολουθούσε πάντα όποιον τον

28

έβγαζε σε εκστρατείες Πότε κατά των Σπαρτιατών άλ-λοτε κατά των Θηβαίων κι ακόμη στrsquo όνομα της ξακου-στής Αθήνας έφτανε με τον αθηναϊκό στόλο μέχρι την Κύπρο ή την Αίγυπτο να πολεμήσει τους Πέρσες

Ο μικρός Κτήσιππος μεγάλωνε με τη μητέρα του και τον παππού Κτήσιππο παλιά τριήραρχο που αφιερώ-θηκε στην καλλιέργεια της γης και στα τραγούδια Τα μάθαινε στον εγγονό του κεφάτα τραγούδια για χορό να τραγουδά και να χορεύει με την παρέα του

Το δειλινό τα αγόρια έπαιζαν αστράγαλους γονατι-στά ύστερα κυνηγούσαν τις πάνινες μπάλες τους στην πλατεία στο άνοιγμα του δρόμου Χαρές ξεφωνητά γέλια να ξελιγώνονται όταν η μπάλα ξέφευγε και τρύ-πωνε στην πόρτα του Αλέξιου του αρτοποιού Τότε εκείνος πεταγόταν έξω και τα μάλωνε

laquoΆντε στα σπίτια σας Στα χωράφια σαςraquo φώναζε κουνώντας απειλητικά μια σκούπα και γύριζε στον φούρνο φουρκισμένος

Κι έτσι απλά κυλούσε η ζωή στην πόλη εκείνη όπως η καληνύχτα και η καλημέρα λες κι ήταν όλοι συγκά-τοικοι σrsquo ένα απέραντο σπίτι μrsquo έναν μακρύ διάδρομο τον δρόμο εκείνο

Page 10: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής. «Έστω και

21

για στράτες της απέραντης θάλασσας για δρόμους του ταξιδιού Δρόμους του ονείρου Παραμέριζε τα σκοτά-δια και τις στάχτες του χρόνου άνοιγε αυλακιές κι έφτα-νε στο ξέφωτο των παραμυθιών

laquoΘα σας πω λοιπόν τι άκουσα στα μονοπάτια των μύθων που περπάτησα Έτσι βοηθιέται ο άνθρωπος να βρει τον δικό του δρόμοraquo Κι άρχιζε μια διαφορετική ιστορία

Κάποιες ήταν πολύ πολύ παλιές

laquoΣτην αρχή ανοίχτηκε στο άπειρο ένας φαρδύς δρό-μος χωρίς αρχή και τέλος Χάος το όνομά του και όλα ξεκίνησαν από αυτόν

Στριφογύριζε τυχαία στο σύμπαν πότε τυλιγμένος σε πύρινο φως και πότε βυθισμένος σε παγερό σκοτά-δι

Από το Χάος ξεπήδησε ο Ήλιος και τα παιδιά του οι πλανήτες

Καθένας χάραξε άλλη πορεία χωρίς ποτέ να εγκα-ταλείψουν τον αγαπημένο τους πατέρα

Η Γη παίρνοντας τον δρόμο της τράβηξε μαζί και τη Σελήνη τη μικρή της αδερφή Αν και η Σελήνη ακο-λούθησε δική της διαδρομή το πρόσωπό της έμενε για πάντα στραμμένο στη Γη Από αυτές τις δυο προήλθε η απέραντη εκείνη δύναμη η Αγάπη που τα πάντα ζωο-γονεί και που οι άνθρωποι αργότερα ονόμασαν Έρω-τα

Έτσι άρχισε ο κόσμος να υπάρχειΜέσα στην κοιλιά της Γης φυλακίστηκε η φλογι-

22

σμένη λάβα του Ήλιου τα Τάρταρα Αυτά όταν πλα-ντάζουν στα έγκατα ανοίγουν δρόμους να ξεχυθούν από τα ηφαίστεια Η Γη απόκτησε στην επιφάνειά της απέραντες εκτάσεις Πάνω τους χάραξε τους πέντε δρόμους έναν για τα βουνά άλλον για τις πεδιάδες για τα ποτάμια τις θάλασσες και τα νησιά

Παντοδύναμη μητέρα δημιούργησε τον Ουρανό να τη σκεπάζει απrsquo άκρη σrsquo άκρη και την ολόχαρη φω-τεινή Ημέρα Συνάμα έφερε τη σκοτεινή Νύχτα που φανερώνει τους δρόμους των αστεριών

Το φως και το σκοτάδι ξεχύθηκαν στον κόσμο κι άρχισαν η Ημέρα και η Νύχτα να ακολουθούν η μία τα βήματα της άλλης

Ουρανός και Γη γέννησαν τον Ωκεανό με τους σκο-τεινούς βυθούς χωρίς αρχή και τέλος χωρίς πηγές και εκβολές Από φύση του αψύς με ορμητικές τρικυμίες άγριος άρχοντας του νερού όρισε αμέσως τους δικούς του δρόμους τα ρεύματα και τα ακρογιάλια

Πολύ αργότερα χάρη στον Δία ξεπρόβαλε η γενιά των θεών Μιλούσαν για το μέλλον για τον άνθρωπο για μεγάλες πολιτείες κι αποφάσισαν να χαράξουν τους δρόμους της Αρετής και της Κακίας Οι θεοί τέ-λος έδωσαν στους θνητούς άσπρα νήματα χαράς και μαύρα νήματα λύπης για να σημαδεύει ο καθένας τον δρόμο του

Ειδάλλως θα χάνονταν στους πέντε δρόμουςhellipraquo

Τίποτα δεν ευχαριστούσε την Κυρά πιο πολύ από την εικόνα μικρών και μεγάλων που κρέμονταν από τα

23

χείλη της Όποτε τέλειωνε μια ιστορία υποσχόταν πως θα υπάρξουν κι άλλες ακόμα καλύτερες

laquoΑκούστε να δείτε τι φοβούνται οι ναύτες και τα κα-ράβια

Θεός της θάλασσας είναι ο αδερφός του Δία ο Ποσει-δώνας Με βοηθό τον Νηρέα ορίζουν τους δρόμους του Ωκεανού

Ο Νηρέας έχει πενήντα θυγατέρες τις Νηρηίδες Σαν αλυσίδα μακριά βγαίνουν στον γιαλό μέσα απrsquo τα κύματα τινάζοντας τις ψαρίσιες ουρές τους ναζιάρι-κα πιάνονται από τα χέρια χορεύουν και τραγου-δούν Οι Νηρηίδες συνοδεύουν τα καράβια στον νυ-χτερινό δρόμο τους και προστατεύουν τους ναυτικούς

Πρωί βράδυ ο Ποσειδώνας προβάλλει στην επι-φάνεια το κεφάλι του το στολισμένο με φύκια και σγουρά γαλάζια γένια Επιτηρεί τις ακτές κι αλίμονο στον άδικο εισβολέα Μεταμορφώνεται σε άνεμο εκδι-κητικό σφυρίζει και ορμά καταπάνω του Θυμωμένος χτυπάει με την τρίαινα τα κύματα και μελανιάζει η θά-λασσα Αδράχνει το πλεούμενο από την πλώρη το στα-ματάει και λέει

ndash Ούτε βήμα παραπέρα Αν έρχεστε για κακό θα σας βουλιάξω Αν έρχεστε για καλό τελειώστε τη δουλειά σας και θα rsquoχετε ούριους ανέμους να συνεχίσετε Προ-σέξτε

Οι ναυτικοί λοιπόν φυλάγονται μην τους λάχει κα-κό συναπάντημα με τον Ποσειδώνα ή τον γιο του τον Τρίτωνα από τη μέση και πάνω άνθρωπος από τη μέ-

24

ση και κάτω ψάρι Μrsquo ένα χτύπημα της στριφογυριστής ουράς του η θάλασσα φουσκώνει σηκώνοντας κύματα βουνό τρομάζοντας ναύτες και καράβια Πρέπει να τον ποτίσουν λέει κρασί και λάδι για να μερέψειhellipraquo

Ή Κυρά έδινε πηλό στα χέρια των παιδιών να πλά-σουν ψαράκια για να στολίσουν τις βάρκες των δικών τους καλοτυχία στο ψάρεμα

laquoΕ καλά κάνει ο Ποσειδώνας Φυλάει τη θάλασσα από τους κακούςraquo Οι μικροί αγγειοπλάστες σηκώνο-νταν νrsquo ακουμπήσουν τα πήλινα ψαράκια στη ζεστή πλάκα της εστίας να έχουν στεγνώσει την άλλη μέρα να τα χαρίσουν στους ψαράδες

laquoΝα τα πλάθετε όμορφα παιδιάraquo ndashτα βοηθούσε να χαράξουν το όνομά τουςndash laquoνα εξευμενίσουμε τη θάλασ-σα που μας θρέφειraquo τους έλεγε

Τη διάφανη θάλασσα της Αιξωνής με τα απόκοσμα λιμανάκια της Σαν μάνα με ανοιχτή αγκαλιά καλεί τους ψαράδες να ταΐσουν τον κόσμο τρυφερά χαϊδολο-γά τα πέτρινα ακρογιάλια της στεριάς Όμοια και η Κυ-ρά έχει στη θέση της καρδιάς ένα απάγκιο λιμανάκι να πιαστείς κάπου να στηριχτείς Μα για τον εαυτό της λι-μανάκι λογαριάζει την παρέα των παιδιών Γιrsquo αυτά η φωνή της παίρνει ζεστά χρώματα να πλησιάσει τις καρ-διές τους με μύθους

25

2 Η Φιλοστράτη και η παρέα της

ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΓΕΛΑΣΤΟ με σγουρά μαλλιά ξεχώρι-ζε από τα άλλα παιδιά γιατί όπου κι αν πήγαινε

κρατούσε μια μικρή άγρια χήνα Την είχε φέρει στο σπί-τι τους ο μεγάλος της αδερφός ο Άρης λίγο πριν φύγει για τον πόλεμο Τη φώναζε Νήνιον που σημαίνει κού-κλα

Είχε μακρύ λαιμό ανήσυχο βλέμμα κι όλο χαϊδευό-ταν στις γάμπες του κοριτσιού Το ράμφος της πορτο-καλί Τα φτερά της πολύ γυαλιστερά είχαν σκούρο πράσινο χρώμα και στις άκρες μαύρο και σταχτί Άνοιγε κανονικά τη μια φτερούγα της μονάχα Ή άλλη είχε λα-βωθεί γιrsquo αυτό και το χηνάκι δεν πετούσε

Εκτός από τη μικρή της χήνα το κορίτσι εκείνο αγα-πούσε και το παιχνίδι στον δρόμο Τα αγόρια χαίρονταν την παρέα της γιατί ήταν το μόνο κορίτσι της ηλικίας τους γύρω στα έντεκα που έτρεχε ξοπίσω τους Γύρι-ζαν όλοι μαζί στις γειτονιές έφταναν μέχρι τη θάλασσα ή σκαρφάλωναν στον Υμηττό

laquoΠού ήσουνα Πού γύριζες Πού βρόμισαν τα ρούχα σου Να κάτσεις εδώ στο σπίτιraquo της έλεγε αυστηρά η

26

μητέρα της laquoΝα φροντίσεις τα ξαδερφάκια σου και να με βοηθάς στον αργαλειόraquo

Εκείνη λες και δεν άκουγε έκανε αυτό που ήθελε Θύμωνε η μάνα και σήκωνε απειλητικά το χέρι αλλά η μικρή τής ξέφευγε

laquoΜη με μαλώνεις μητερούλαraquo την άρχιζε στα καλο-πιάσματα laquoΕίναι που μrsquo αρέσει να παίζω ελεύθερη έξω στον δρόμο Βαριέμαι συνέχεια μέσα στο σπίτι και την αυλή Θέλω να βλέπω κόσμοraquo

Ή μητέρα αγρίευε περισσότερο κι έβγαζε το σαντάλι να την κυνηγήσει Τότε πείσμωνε κι η μικρή laquoΤι φταίω εγώ που τα άλλα κορίτσια δεν ξεμυτάνε απrsquo το κατώφλι τους Είναι φοβητσιάρες εγώ δεν είμαιraquo Και κρύβο-ντας την τρύπα που είχε κάνει στο φουστάνι της γινό-ταν καπνός

Σοφά λοιπόν την είχαν βαφτίσει Φιλοστράτη Ασυ-νήθιστο όνομα αλήθεια που βγήκε κατευθείαν από την αγάπη για τη στράτα

Ήταν κόρη της Φαναγόρας και του Άνδρωνα Φίλω-νος Αυτός είχε χτίσει τα πιο γερά σπίτια του δήμου της Αιξωνής Κτηματίας και τεχνίτης πρώτος γνώριζε σε βάθος τα μυστικά του επαγγέλματος Στα πρώτα θεμέ-λια σφήνωνε ένα καρβέλι ψωμί ραντισμένο με κρασί και λάδι Τούτα θεωρούσε όχι μόνο θεμέλια του σπιτιού αλλά και θεμέλια του νου και του κόσμου Τα τρία πράγ-ματα που κρατούν τον άνθρωπο στη ζωή έλεγε στους ιδιοκτήτες Και πάντα στερέωνε λοξά κορμούς δέντρων μέσα στους τοίχους να μην πέφτουν όταν οι σεισμοί τα-ρακουνούσαν τη γη Κατασκεύαζε φαρδιά ξύλινα πα-

27

ράθυρα στο ύψος του δρόμου να χαρίζουν άπλετο φως στα δωμάτια και τα εργαστήρια της γειτονιάς

Όπως το εργαστήριο του Θεόδοτου που ήταν όλη μέρα σκυμμένος πάνω από τις γούρνες του να βάφει τα πιο ωραία νήματα για τον αργαλειό Ή του Ανθία του αρωματοποιού από τη Βοιωτία Του Κρίτωνα του κα-τασκονισμένου μαρμαρά με τα χέρια γεμάτα κάλους Του Ήφαιστίωνα του μεταλλουργού με τα μαλλιά κο-τσίδα και τη δερμάτινη ποδιά Του Αρίστωνα του μελισ-σουργού που εκτός από κερί και μέλι πουλούσε και πή-λινες κυψέλες πολύ προσεγμένες Ίδια σπιτάκια θαρ-ρείς με πορτάκι ανοιχτό στο πηγαινέλα των μελισσών Ουρές έκαναν οι πελάτες να προλάβουν τα προϊόντα του

Εκεί γύρω λοιπόν τριγύριζε η Φιλοστράτη με τη φί-λη της την Αργυρώ τη Γοργώ και τη μικρή Μύρτιδα την ξαδέρφη της Ανάμεσα στους συντοπίτες της τους Αιξωνείς Εκεί χαιρόταν να παίζει με τον Κτήσιππο που έτρεχε πίσω από τον σκύλο του τον Κούνο που κυ-νηγούσε τη Νήνιον που τσιμπούσε τον σκύλο και τον χτυπούσε με τα φτερά της μέχρι να τον διώξει Και να δεις που ο σκύλος τη φοβόταν Στον Κτήσιππο όμως και στον Αριστείδη τον φίλο του η Νήνιον δεν επιτέθη-κε ποτέ κι ας την κατάτρεχαν Οι χήνες δεν πειράζουν τα παιδιά

Ο Κτήσιππος κατοικούσε στις Αιξωνίδες Αλές και ήταν γιος του στρατηγού Χαβρία Τιμημένος πολίτης και στρατηγική ιδιοφυΐα ένιωθε να τον κυνηγάει το κα-θήκον Έναν δρόμο ακολουθούσε πάντα όποιον τον

28

έβγαζε σε εκστρατείες Πότε κατά των Σπαρτιατών άλ-λοτε κατά των Θηβαίων κι ακόμη στrsquo όνομα της ξακου-στής Αθήνας έφτανε με τον αθηναϊκό στόλο μέχρι την Κύπρο ή την Αίγυπτο να πολεμήσει τους Πέρσες

Ο μικρός Κτήσιππος μεγάλωνε με τη μητέρα του και τον παππού Κτήσιππο παλιά τριήραρχο που αφιερώ-θηκε στην καλλιέργεια της γης και στα τραγούδια Τα μάθαινε στον εγγονό του κεφάτα τραγούδια για χορό να τραγουδά και να χορεύει με την παρέα του

Το δειλινό τα αγόρια έπαιζαν αστράγαλους γονατι-στά ύστερα κυνηγούσαν τις πάνινες μπάλες τους στην πλατεία στο άνοιγμα του δρόμου Χαρές ξεφωνητά γέλια να ξελιγώνονται όταν η μπάλα ξέφευγε και τρύ-πωνε στην πόρτα του Αλέξιου του αρτοποιού Τότε εκείνος πεταγόταν έξω και τα μάλωνε

laquoΆντε στα σπίτια σας Στα χωράφια σαςraquo φώναζε κουνώντας απειλητικά μια σκούπα και γύριζε στον φούρνο φουρκισμένος

Κι έτσι απλά κυλούσε η ζωή στην πόλη εκείνη όπως η καληνύχτα και η καλημέρα λες κι ήταν όλοι συγκά-τοικοι σrsquo ένα απέραντο σπίτι μrsquo έναν μακρύ διάδρομο τον δρόμο εκείνο

Page 11: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής. «Έστω και

22

σμένη λάβα του Ήλιου τα Τάρταρα Αυτά όταν πλα-ντάζουν στα έγκατα ανοίγουν δρόμους να ξεχυθούν από τα ηφαίστεια Η Γη απόκτησε στην επιφάνειά της απέραντες εκτάσεις Πάνω τους χάραξε τους πέντε δρόμους έναν για τα βουνά άλλον για τις πεδιάδες για τα ποτάμια τις θάλασσες και τα νησιά

Παντοδύναμη μητέρα δημιούργησε τον Ουρανό να τη σκεπάζει απrsquo άκρη σrsquo άκρη και την ολόχαρη φω-τεινή Ημέρα Συνάμα έφερε τη σκοτεινή Νύχτα που φανερώνει τους δρόμους των αστεριών

Το φως και το σκοτάδι ξεχύθηκαν στον κόσμο κι άρχισαν η Ημέρα και η Νύχτα να ακολουθούν η μία τα βήματα της άλλης

Ουρανός και Γη γέννησαν τον Ωκεανό με τους σκο-τεινούς βυθούς χωρίς αρχή και τέλος χωρίς πηγές και εκβολές Από φύση του αψύς με ορμητικές τρικυμίες άγριος άρχοντας του νερού όρισε αμέσως τους δικούς του δρόμους τα ρεύματα και τα ακρογιάλια

Πολύ αργότερα χάρη στον Δία ξεπρόβαλε η γενιά των θεών Μιλούσαν για το μέλλον για τον άνθρωπο για μεγάλες πολιτείες κι αποφάσισαν να χαράξουν τους δρόμους της Αρετής και της Κακίας Οι θεοί τέ-λος έδωσαν στους θνητούς άσπρα νήματα χαράς και μαύρα νήματα λύπης για να σημαδεύει ο καθένας τον δρόμο του

Ειδάλλως θα χάνονταν στους πέντε δρόμουςhellipraquo

Τίποτα δεν ευχαριστούσε την Κυρά πιο πολύ από την εικόνα μικρών και μεγάλων που κρέμονταν από τα

23

χείλη της Όποτε τέλειωνε μια ιστορία υποσχόταν πως θα υπάρξουν κι άλλες ακόμα καλύτερες

laquoΑκούστε να δείτε τι φοβούνται οι ναύτες και τα κα-ράβια

Θεός της θάλασσας είναι ο αδερφός του Δία ο Ποσει-δώνας Με βοηθό τον Νηρέα ορίζουν τους δρόμους του Ωκεανού

Ο Νηρέας έχει πενήντα θυγατέρες τις Νηρηίδες Σαν αλυσίδα μακριά βγαίνουν στον γιαλό μέσα απrsquo τα κύματα τινάζοντας τις ψαρίσιες ουρές τους ναζιάρι-κα πιάνονται από τα χέρια χορεύουν και τραγου-δούν Οι Νηρηίδες συνοδεύουν τα καράβια στον νυ-χτερινό δρόμο τους και προστατεύουν τους ναυτικούς

Πρωί βράδυ ο Ποσειδώνας προβάλλει στην επι-φάνεια το κεφάλι του το στολισμένο με φύκια και σγουρά γαλάζια γένια Επιτηρεί τις ακτές κι αλίμονο στον άδικο εισβολέα Μεταμορφώνεται σε άνεμο εκδι-κητικό σφυρίζει και ορμά καταπάνω του Θυμωμένος χτυπάει με την τρίαινα τα κύματα και μελανιάζει η θά-λασσα Αδράχνει το πλεούμενο από την πλώρη το στα-ματάει και λέει

ndash Ούτε βήμα παραπέρα Αν έρχεστε για κακό θα σας βουλιάξω Αν έρχεστε για καλό τελειώστε τη δουλειά σας και θα rsquoχετε ούριους ανέμους να συνεχίσετε Προ-σέξτε

Οι ναυτικοί λοιπόν φυλάγονται μην τους λάχει κα-κό συναπάντημα με τον Ποσειδώνα ή τον γιο του τον Τρίτωνα από τη μέση και πάνω άνθρωπος από τη μέ-

24

ση και κάτω ψάρι Μrsquo ένα χτύπημα της στριφογυριστής ουράς του η θάλασσα φουσκώνει σηκώνοντας κύματα βουνό τρομάζοντας ναύτες και καράβια Πρέπει να τον ποτίσουν λέει κρασί και λάδι για να μερέψειhellipraquo

Ή Κυρά έδινε πηλό στα χέρια των παιδιών να πλά-σουν ψαράκια για να στολίσουν τις βάρκες των δικών τους καλοτυχία στο ψάρεμα

laquoΕ καλά κάνει ο Ποσειδώνας Φυλάει τη θάλασσα από τους κακούςraquo Οι μικροί αγγειοπλάστες σηκώνο-νταν νrsquo ακουμπήσουν τα πήλινα ψαράκια στη ζεστή πλάκα της εστίας να έχουν στεγνώσει την άλλη μέρα να τα χαρίσουν στους ψαράδες

laquoΝα τα πλάθετε όμορφα παιδιάraquo ndashτα βοηθούσε να χαράξουν το όνομά τουςndash laquoνα εξευμενίσουμε τη θάλασ-σα που μας θρέφειraquo τους έλεγε

Τη διάφανη θάλασσα της Αιξωνής με τα απόκοσμα λιμανάκια της Σαν μάνα με ανοιχτή αγκαλιά καλεί τους ψαράδες να ταΐσουν τον κόσμο τρυφερά χαϊδολο-γά τα πέτρινα ακρογιάλια της στεριάς Όμοια και η Κυ-ρά έχει στη θέση της καρδιάς ένα απάγκιο λιμανάκι να πιαστείς κάπου να στηριχτείς Μα για τον εαυτό της λι-μανάκι λογαριάζει την παρέα των παιδιών Γιrsquo αυτά η φωνή της παίρνει ζεστά χρώματα να πλησιάσει τις καρ-διές τους με μύθους

25

2 Η Φιλοστράτη και η παρέα της

ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΓΕΛΑΣΤΟ με σγουρά μαλλιά ξεχώρι-ζε από τα άλλα παιδιά γιατί όπου κι αν πήγαινε

κρατούσε μια μικρή άγρια χήνα Την είχε φέρει στο σπί-τι τους ο μεγάλος της αδερφός ο Άρης λίγο πριν φύγει για τον πόλεμο Τη φώναζε Νήνιον που σημαίνει κού-κλα

Είχε μακρύ λαιμό ανήσυχο βλέμμα κι όλο χαϊδευό-ταν στις γάμπες του κοριτσιού Το ράμφος της πορτο-καλί Τα φτερά της πολύ γυαλιστερά είχαν σκούρο πράσινο χρώμα και στις άκρες μαύρο και σταχτί Άνοιγε κανονικά τη μια φτερούγα της μονάχα Ή άλλη είχε λα-βωθεί γιrsquo αυτό και το χηνάκι δεν πετούσε

Εκτός από τη μικρή της χήνα το κορίτσι εκείνο αγα-πούσε και το παιχνίδι στον δρόμο Τα αγόρια χαίρονταν την παρέα της γιατί ήταν το μόνο κορίτσι της ηλικίας τους γύρω στα έντεκα που έτρεχε ξοπίσω τους Γύρι-ζαν όλοι μαζί στις γειτονιές έφταναν μέχρι τη θάλασσα ή σκαρφάλωναν στον Υμηττό

laquoΠού ήσουνα Πού γύριζες Πού βρόμισαν τα ρούχα σου Να κάτσεις εδώ στο σπίτιraquo της έλεγε αυστηρά η

26

μητέρα της laquoΝα φροντίσεις τα ξαδερφάκια σου και να με βοηθάς στον αργαλειόraquo

Εκείνη λες και δεν άκουγε έκανε αυτό που ήθελε Θύμωνε η μάνα και σήκωνε απειλητικά το χέρι αλλά η μικρή τής ξέφευγε

laquoΜη με μαλώνεις μητερούλαraquo την άρχιζε στα καλο-πιάσματα laquoΕίναι που μrsquo αρέσει να παίζω ελεύθερη έξω στον δρόμο Βαριέμαι συνέχεια μέσα στο σπίτι και την αυλή Θέλω να βλέπω κόσμοraquo

Ή μητέρα αγρίευε περισσότερο κι έβγαζε το σαντάλι να την κυνηγήσει Τότε πείσμωνε κι η μικρή laquoΤι φταίω εγώ που τα άλλα κορίτσια δεν ξεμυτάνε απrsquo το κατώφλι τους Είναι φοβητσιάρες εγώ δεν είμαιraquo Και κρύβο-ντας την τρύπα που είχε κάνει στο φουστάνι της γινό-ταν καπνός

Σοφά λοιπόν την είχαν βαφτίσει Φιλοστράτη Ασυ-νήθιστο όνομα αλήθεια που βγήκε κατευθείαν από την αγάπη για τη στράτα

Ήταν κόρη της Φαναγόρας και του Άνδρωνα Φίλω-νος Αυτός είχε χτίσει τα πιο γερά σπίτια του δήμου της Αιξωνής Κτηματίας και τεχνίτης πρώτος γνώριζε σε βάθος τα μυστικά του επαγγέλματος Στα πρώτα θεμέ-λια σφήνωνε ένα καρβέλι ψωμί ραντισμένο με κρασί και λάδι Τούτα θεωρούσε όχι μόνο θεμέλια του σπιτιού αλλά και θεμέλια του νου και του κόσμου Τα τρία πράγ-ματα που κρατούν τον άνθρωπο στη ζωή έλεγε στους ιδιοκτήτες Και πάντα στερέωνε λοξά κορμούς δέντρων μέσα στους τοίχους να μην πέφτουν όταν οι σεισμοί τα-ρακουνούσαν τη γη Κατασκεύαζε φαρδιά ξύλινα πα-

27

ράθυρα στο ύψος του δρόμου να χαρίζουν άπλετο φως στα δωμάτια και τα εργαστήρια της γειτονιάς

Όπως το εργαστήριο του Θεόδοτου που ήταν όλη μέρα σκυμμένος πάνω από τις γούρνες του να βάφει τα πιο ωραία νήματα για τον αργαλειό Ή του Ανθία του αρωματοποιού από τη Βοιωτία Του Κρίτωνα του κα-τασκονισμένου μαρμαρά με τα χέρια γεμάτα κάλους Του Ήφαιστίωνα του μεταλλουργού με τα μαλλιά κο-τσίδα και τη δερμάτινη ποδιά Του Αρίστωνα του μελισ-σουργού που εκτός από κερί και μέλι πουλούσε και πή-λινες κυψέλες πολύ προσεγμένες Ίδια σπιτάκια θαρ-ρείς με πορτάκι ανοιχτό στο πηγαινέλα των μελισσών Ουρές έκαναν οι πελάτες να προλάβουν τα προϊόντα του

Εκεί γύρω λοιπόν τριγύριζε η Φιλοστράτη με τη φί-λη της την Αργυρώ τη Γοργώ και τη μικρή Μύρτιδα την ξαδέρφη της Ανάμεσα στους συντοπίτες της τους Αιξωνείς Εκεί χαιρόταν να παίζει με τον Κτήσιππο που έτρεχε πίσω από τον σκύλο του τον Κούνο που κυ-νηγούσε τη Νήνιον που τσιμπούσε τον σκύλο και τον χτυπούσε με τα φτερά της μέχρι να τον διώξει Και να δεις που ο σκύλος τη φοβόταν Στον Κτήσιππο όμως και στον Αριστείδη τον φίλο του η Νήνιον δεν επιτέθη-κε ποτέ κι ας την κατάτρεχαν Οι χήνες δεν πειράζουν τα παιδιά

Ο Κτήσιππος κατοικούσε στις Αιξωνίδες Αλές και ήταν γιος του στρατηγού Χαβρία Τιμημένος πολίτης και στρατηγική ιδιοφυΐα ένιωθε να τον κυνηγάει το κα-θήκον Έναν δρόμο ακολουθούσε πάντα όποιον τον

28

έβγαζε σε εκστρατείες Πότε κατά των Σπαρτιατών άλ-λοτε κατά των Θηβαίων κι ακόμη στrsquo όνομα της ξακου-στής Αθήνας έφτανε με τον αθηναϊκό στόλο μέχρι την Κύπρο ή την Αίγυπτο να πολεμήσει τους Πέρσες

Ο μικρός Κτήσιππος μεγάλωνε με τη μητέρα του και τον παππού Κτήσιππο παλιά τριήραρχο που αφιερώ-θηκε στην καλλιέργεια της γης και στα τραγούδια Τα μάθαινε στον εγγονό του κεφάτα τραγούδια για χορό να τραγουδά και να χορεύει με την παρέα του

Το δειλινό τα αγόρια έπαιζαν αστράγαλους γονατι-στά ύστερα κυνηγούσαν τις πάνινες μπάλες τους στην πλατεία στο άνοιγμα του δρόμου Χαρές ξεφωνητά γέλια να ξελιγώνονται όταν η μπάλα ξέφευγε και τρύ-πωνε στην πόρτα του Αλέξιου του αρτοποιού Τότε εκείνος πεταγόταν έξω και τα μάλωνε

laquoΆντε στα σπίτια σας Στα χωράφια σαςraquo φώναζε κουνώντας απειλητικά μια σκούπα και γύριζε στον φούρνο φουρκισμένος

Κι έτσι απλά κυλούσε η ζωή στην πόλη εκείνη όπως η καληνύχτα και η καλημέρα λες κι ήταν όλοι συγκά-τοικοι σrsquo ένα απέραντο σπίτι μrsquo έναν μακρύ διάδρομο τον δρόμο εκείνο

Page 12: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής. «Έστω και

23

χείλη της Όποτε τέλειωνε μια ιστορία υποσχόταν πως θα υπάρξουν κι άλλες ακόμα καλύτερες

laquoΑκούστε να δείτε τι φοβούνται οι ναύτες και τα κα-ράβια

Θεός της θάλασσας είναι ο αδερφός του Δία ο Ποσει-δώνας Με βοηθό τον Νηρέα ορίζουν τους δρόμους του Ωκεανού

Ο Νηρέας έχει πενήντα θυγατέρες τις Νηρηίδες Σαν αλυσίδα μακριά βγαίνουν στον γιαλό μέσα απrsquo τα κύματα τινάζοντας τις ψαρίσιες ουρές τους ναζιάρι-κα πιάνονται από τα χέρια χορεύουν και τραγου-δούν Οι Νηρηίδες συνοδεύουν τα καράβια στον νυ-χτερινό δρόμο τους και προστατεύουν τους ναυτικούς

Πρωί βράδυ ο Ποσειδώνας προβάλλει στην επι-φάνεια το κεφάλι του το στολισμένο με φύκια και σγουρά γαλάζια γένια Επιτηρεί τις ακτές κι αλίμονο στον άδικο εισβολέα Μεταμορφώνεται σε άνεμο εκδι-κητικό σφυρίζει και ορμά καταπάνω του Θυμωμένος χτυπάει με την τρίαινα τα κύματα και μελανιάζει η θά-λασσα Αδράχνει το πλεούμενο από την πλώρη το στα-ματάει και λέει

ndash Ούτε βήμα παραπέρα Αν έρχεστε για κακό θα σας βουλιάξω Αν έρχεστε για καλό τελειώστε τη δουλειά σας και θα rsquoχετε ούριους ανέμους να συνεχίσετε Προ-σέξτε

Οι ναυτικοί λοιπόν φυλάγονται μην τους λάχει κα-κό συναπάντημα με τον Ποσειδώνα ή τον γιο του τον Τρίτωνα από τη μέση και πάνω άνθρωπος από τη μέ-

24

ση και κάτω ψάρι Μrsquo ένα χτύπημα της στριφογυριστής ουράς του η θάλασσα φουσκώνει σηκώνοντας κύματα βουνό τρομάζοντας ναύτες και καράβια Πρέπει να τον ποτίσουν λέει κρασί και λάδι για να μερέψειhellipraquo

Ή Κυρά έδινε πηλό στα χέρια των παιδιών να πλά-σουν ψαράκια για να στολίσουν τις βάρκες των δικών τους καλοτυχία στο ψάρεμα

laquoΕ καλά κάνει ο Ποσειδώνας Φυλάει τη θάλασσα από τους κακούςraquo Οι μικροί αγγειοπλάστες σηκώνο-νταν νrsquo ακουμπήσουν τα πήλινα ψαράκια στη ζεστή πλάκα της εστίας να έχουν στεγνώσει την άλλη μέρα να τα χαρίσουν στους ψαράδες

laquoΝα τα πλάθετε όμορφα παιδιάraquo ndashτα βοηθούσε να χαράξουν το όνομά τουςndash laquoνα εξευμενίσουμε τη θάλασ-σα που μας θρέφειraquo τους έλεγε

Τη διάφανη θάλασσα της Αιξωνής με τα απόκοσμα λιμανάκια της Σαν μάνα με ανοιχτή αγκαλιά καλεί τους ψαράδες να ταΐσουν τον κόσμο τρυφερά χαϊδολο-γά τα πέτρινα ακρογιάλια της στεριάς Όμοια και η Κυ-ρά έχει στη θέση της καρδιάς ένα απάγκιο λιμανάκι να πιαστείς κάπου να στηριχτείς Μα για τον εαυτό της λι-μανάκι λογαριάζει την παρέα των παιδιών Γιrsquo αυτά η φωνή της παίρνει ζεστά χρώματα να πλησιάσει τις καρ-διές τους με μύθους

25

2 Η Φιλοστράτη και η παρέα της

ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΓΕΛΑΣΤΟ με σγουρά μαλλιά ξεχώρι-ζε από τα άλλα παιδιά γιατί όπου κι αν πήγαινε

κρατούσε μια μικρή άγρια χήνα Την είχε φέρει στο σπί-τι τους ο μεγάλος της αδερφός ο Άρης λίγο πριν φύγει για τον πόλεμο Τη φώναζε Νήνιον που σημαίνει κού-κλα

Είχε μακρύ λαιμό ανήσυχο βλέμμα κι όλο χαϊδευό-ταν στις γάμπες του κοριτσιού Το ράμφος της πορτο-καλί Τα φτερά της πολύ γυαλιστερά είχαν σκούρο πράσινο χρώμα και στις άκρες μαύρο και σταχτί Άνοιγε κανονικά τη μια φτερούγα της μονάχα Ή άλλη είχε λα-βωθεί γιrsquo αυτό και το χηνάκι δεν πετούσε

Εκτός από τη μικρή της χήνα το κορίτσι εκείνο αγα-πούσε και το παιχνίδι στον δρόμο Τα αγόρια χαίρονταν την παρέα της γιατί ήταν το μόνο κορίτσι της ηλικίας τους γύρω στα έντεκα που έτρεχε ξοπίσω τους Γύρι-ζαν όλοι μαζί στις γειτονιές έφταναν μέχρι τη θάλασσα ή σκαρφάλωναν στον Υμηττό

laquoΠού ήσουνα Πού γύριζες Πού βρόμισαν τα ρούχα σου Να κάτσεις εδώ στο σπίτιraquo της έλεγε αυστηρά η

26

μητέρα της laquoΝα φροντίσεις τα ξαδερφάκια σου και να με βοηθάς στον αργαλειόraquo

Εκείνη λες και δεν άκουγε έκανε αυτό που ήθελε Θύμωνε η μάνα και σήκωνε απειλητικά το χέρι αλλά η μικρή τής ξέφευγε

laquoΜη με μαλώνεις μητερούλαraquo την άρχιζε στα καλο-πιάσματα laquoΕίναι που μrsquo αρέσει να παίζω ελεύθερη έξω στον δρόμο Βαριέμαι συνέχεια μέσα στο σπίτι και την αυλή Θέλω να βλέπω κόσμοraquo

Ή μητέρα αγρίευε περισσότερο κι έβγαζε το σαντάλι να την κυνηγήσει Τότε πείσμωνε κι η μικρή laquoΤι φταίω εγώ που τα άλλα κορίτσια δεν ξεμυτάνε απrsquo το κατώφλι τους Είναι φοβητσιάρες εγώ δεν είμαιraquo Και κρύβο-ντας την τρύπα που είχε κάνει στο φουστάνι της γινό-ταν καπνός

Σοφά λοιπόν την είχαν βαφτίσει Φιλοστράτη Ασυ-νήθιστο όνομα αλήθεια που βγήκε κατευθείαν από την αγάπη για τη στράτα

Ήταν κόρη της Φαναγόρας και του Άνδρωνα Φίλω-νος Αυτός είχε χτίσει τα πιο γερά σπίτια του δήμου της Αιξωνής Κτηματίας και τεχνίτης πρώτος γνώριζε σε βάθος τα μυστικά του επαγγέλματος Στα πρώτα θεμέ-λια σφήνωνε ένα καρβέλι ψωμί ραντισμένο με κρασί και λάδι Τούτα θεωρούσε όχι μόνο θεμέλια του σπιτιού αλλά και θεμέλια του νου και του κόσμου Τα τρία πράγ-ματα που κρατούν τον άνθρωπο στη ζωή έλεγε στους ιδιοκτήτες Και πάντα στερέωνε λοξά κορμούς δέντρων μέσα στους τοίχους να μην πέφτουν όταν οι σεισμοί τα-ρακουνούσαν τη γη Κατασκεύαζε φαρδιά ξύλινα πα-

27

ράθυρα στο ύψος του δρόμου να χαρίζουν άπλετο φως στα δωμάτια και τα εργαστήρια της γειτονιάς

Όπως το εργαστήριο του Θεόδοτου που ήταν όλη μέρα σκυμμένος πάνω από τις γούρνες του να βάφει τα πιο ωραία νήματα για τον αργαλειό Ή του Ανθία του αρωματοποιού από τη Βοιωτία Του Κρίτωνα του κα-τασκονισμένου μαρμαρά με τα χέρια γεμάτα κάλους Του Ήφαιστίωνα του μεταλλουργού με τα μαλλιά κο-τσίδα και τη δερμάτινη ποδιά Του Αρίστωνα του μελισ-σουργού που εκτός από κερί και μέλι πουλούσε και πή-λινες κυψέλες πολύ προσεγμένες Ίδια σπιτάκια θαρ-ρείς με πορτάκι ανοιχτό στο πηγαινέλα των μελισσών Ουρές έκαναν οι πελάτες να προλάβουν τα προϊόντα του

Εκεί γύρω λοιπόν τριγύριζε η Φιλοστράτη με τη φί-λη της την Αργυρώ τη Γοργώ και τη μικρή Μύρτιδα την ξαδέρφη της Ανάμεσα στους συντοπίτες της τους Αιξωνείς Εκεί χαιρόταν να παίζει με τον Κτήσιππο που έτρεχε πίσω από τον σκύλο του τον Κούνο που κυ-νηγούσε τη Νήνιον που τσιμπούσε τον σκύλο και τον χτυπούσε με τα φτερά της μέχρι να τον διώξει Και να δεις που ο σκύλος τη φοβόταν Στον Κτήσιππο όμως και στον Αριστείδη τον φίλο του η Νήνιον δεν επιτέθη-κε ποτέ κι ας την κατάτρεχαν Οι χήνες δεν πειράζουν τα παιδιά

Ο Κτήσιππος κατοικούσε στις Αιξωνίδες Αλές και ήταν γιος του στρατηγού Χαβρία Τιμημένος πολίτης και στρατηγική ιδιοφυΐα ένιωθε να τον κυνηγάει το κα-θήκον Έναν δρόμο ακολουθούσε πάντα όποιον τον

28

έβγαζε σε εκστρατείες Πότε κατά των Σπαρτιατών άλ-λοτε κατά των Θηβαίων κι ακόμη στrsquo όνομα της ξακου-στής Αθήνας έφτανε με τον αθηναϊκό στόλο μέχρι την Κύπρο ή την Αίγυπτο να πολεμήσει τους Πέρσες

Ο μικρός Κτήσιππος μεγάλωνε με τη μητέρα του και τον παππού Κτήσιππο παλιά τριήραρχο που αφιερώ-θηκε στην καλλιέργεια της γης και στα τραγούδια Τα μάθαινε στον εγγονό του κεφάτα τραγούδια για χορό να τραγουδά και να χορεύει με την παρέα του

Το δειλινό τα αγόρια έπαιζαν αστράγαλους γονατι-στά ύστερα κυνηγούσαν τις πάνινες μπάλες τους στην πλατεία στο άνοιγμα του δρόμου Χαρές ξεφωνητά γέλια να ξελιγώνονται όταν η μπάλα ξέφευγε και τρύ-πωνε στην πόρτα του Αλέξιου του αρτοποιού Τότε εκείνος πεταγόταν έξω και τα μάλωνε

laquoΆντε στα σπίτια σας Στα χωράφια σαςraquo φώναζε κουνώντας απειλητικά μια σκούπα και γύριζε στον φούρνο φουρκισμένος

Κι έτσι απλά κυλούσε η ζωή στην πόλη εκείνη όπως η καληνύχτα και η καλημέρα λες κι ήταν όλοι συγκά-τοικοι σrsquo ένα απέραντο σπίτι μrsquo έναν μακρύ διάδρομο τον δρόμο εκείνο

Page 13: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής. «Έστω και

24

ση και κάτω ψάρι Μrsquo ένα χτύπημα της στριφογυριστής ουράς του η θάλασσα φουσκώνει σηκώνοντας κύματα βουνό τρομάζοντας ναύτες και καράβια Πρέπει να τον ποτίσουν λέει κρασί και λάδι για να μερέψειhellipraquo

Ή Κυρά έδινε πηλό στα χέρια των παιδιών να πλά-σουν ψαράκια για να στολίσουν τις βάρκες των δικών τους καλοτυχία στο ψάρεμα

laquoΕ καλά κάνει ο Ποσειδώνας Φυλάει τη θάλασσα από τους κακούςraquo Οι μικροί αγγειοπλάστες σηκώνο-νταν νrsquo ακουμπήσουν τα πήλινα ψαράκια στη ζεστή πλάκα της εστίας να έχουν στεγνώσει την άλλη μέρα να τα χαρίσουν στους ψαράδες

laquoΝα τα πλάθετε όμορφα παιδιάraquo ndashτα βοηθούσε να χαράξουν το όνομά τουςndash laquoνα εξευμενίσουμε τη θάλασ-σα που μας θρέφειraquo τους έλεγε

Τη διάφανη θάλασσα της Αιξωνής με τα απόκοσμα λιμανάκια της Σαν μάνα με ανοιχτή αγκαλιά καλεί τους ψαράδες να ταΐσουν τον κόσμο τρυφερά χαϊδολο-γά τα πέτρινα ακρογιάλια της στεριάς Όμοια και η Κυ-ρά έχει στη θέση της καρδιάς ένα απάγκιο λιμανάκι να πιαστείς κάπου να στηριχτείς Μα για τον εαυτό της λι-μανάκι λογαριάζει την παρέα των παιδιών Γιrsquo αυτά η φωνή της παίρνει ζεστά χρώματα να πλησιάσει τις καρ-διές τους με μύθους

25

2 Η Φιλοστράτη και η παρέα της

ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΓΕΛΑΣΤΟ με σγουρά μαλλιά ξεχώρι-ζε από τα άλλα παιδιά γιατί όπου κι αν πήγαινε

κρατούσε μια μικρή άγρια χήνα Την είχε φέρει στο σπί-τι τους ο μεγάλος της αδερφός ο Άρης λίγο πριν φύγει για τον πόλεμο Τη φώναζε Νήνιον που σημαίνει κού-κλα

Είχε μακρύ λαιμό ανήσυχο βλέμμα κι όλο χαϊδευό-ταν στις γάμπες του κοριτσιού Το ράμφος της πορτο-καλί Τα φτερά της πολύ γυαλιστερά είχαν σκούρο πράσινο χρώμα και στις άκρες μαύρο και σταχτί Άνοιγε κανονικά τη μια φτερούγα της μονάχα Ή άλλη είχε λα-βωθεί γιrsquo αυτό και το χηνάκι δεν πετούσε

Εκτός από τη μικρή της χήνα το κορίτσι εκείνο αγα-πούσε και το παιχνίδι στον δρόμο Τα αγόρια χαίρονταν την παρέα της γιατί ήταν το μόνο κορίτσι της ηλικίας τους γύρω στα έντεκα που έτρεχε ξοπίσω τους Γύρι-ζαν όλοι μαζί στις γειτονιές έφταναν μέχρι τη θάλασσα ή σκαρφάλωναν στον Υμηττό

laquoΠού ήσουνα Πού γύριζες Πού βρόμισαν τα ρούχα σου Να κάτσεις εδώ στο σπίτιraquo της έλεγε αυστηρά η

26

μητέρα της laquoΝα φροντίσεις τα ξαδερφάκια σου και να με βοηθάς στον αργαλειόraquo

Εκείνη λες και δεν άκουγε έκανε αυτό που ήθελε Θύμωνε η μάνα και σήκωνε απειλητικά το χέρι αλλά η μικρή τής ξέφευγε

laquoΜη με μαλώνεις μητερούλαraquo την άρχιζε στα καλο-πιάσματα laquoΕίναι που μrsquo αρέσει να παίζω ελεύθερη έξω στον δρόμο Βαριέμαι συνέχεια μέσα στο σπίτι και την αυλή Θέλω να βλέπω κόσμοraquo

Ή μητέρα αγρίευε περισσότερο κι έβγαζε το σαντάλι να την κυνηγήσει Τότε πείσμωνε κι η μικρή laquoΤι φταίω εγώ που τα άλλα κορίτσια δεν ξεμυτάνε απrsquo το κατώφλι τους Είναι φοβητσιάρες εγώ δεν είμαιraquo Και κρύβο-ντας την τρύπα που είχε κάνει στο φουστάνι της γινό-ταν καπνός

Σοφά λοιπόν την είχαν βαφτίσει Φιλοστράτη Ασυ-νήθιστο όνομα αλήθεια που βγήκε κατευθείαν από την αγάπη για τη στράτα

Ήταν κόρη της Φαναγόρας και του Άνδρωνα Φίλω-νος Αυτός είχε χτίσει τα πιο γερά σπίτια του δήμου της Αιξωνής Κτηματίας και τεχνίτης πρώτος γνώριζε σε βάθος τα μυστικά του επαγγέλματος Στα πρώτα θεμέ-λια σφήνωνε ένα καρβέλι ψωμί ραντισμένο με κρασί και λάδι Τούτα θεωρούσε όχι μόνο θεμέλια του σπιτιού αλλά και θεμέλια του νου και του κόσμου Τα τρία πράγ-ματα που κρατούν τον άνθρωπο στη ζωή έλεγε στους ιδιοκτήτες Και πάντα στερέωνε λοξά κορμούς δέντρων μέσα στους τοίχους να μην πέφτουν όταν οι σεισμοί τα-ρακουνούσαν τη γη Κατασκεύαζε φαρδιά ξύλινα πα-

27

ράθυρα στο ύψος του δρόμου να χαρίζουν άπλετο φως στα δωμάτια και τα εργαστήρια της γειτονιάς

Όπως το εργαστήριο του Θεόδοτου που ήταν όλη μέρα σκυμμένος πάνω από τις γούρνες του να βάφει τα πιο ωραία νήματα για τον αργαλειό Ή του Ανθία του αρωματοποιού από τη Βοιωτία Του Κρίτωνα του κα-τασκονισμένου μαρμαρά με τα χέρια γεμάτα κάλους Του Ήφαιστίωνα του μεταλλουργού με τα μαλλιά κο-τσίδα και τη δερμάτινη ποδιά Του Αρίστωνα του μελισ-σουργού που εκτός από κερί και μέλι πουλούσε και πή-λινες κυψέλες πολύ προσεγμένες Ίδια σπιτάκια θαρ-ρείς με πορτάκι ανοιχτό στο πηγαινέλα των μελισσών Ουρές έκαναν οι πελάτες να προλάβουν τα προϊόντα του

Εκεί γύρω λοιπόν τριγύριζε η Φιλοστράτη με τη φί-λη της την Αργυρώ τη Γοργώ και τη μικρή Μύρτιδα την ξαδέρφη της Ανάμεσα στους συντοπίτες της τους Αιξωνείς Εκεί χαιρόταν να παίζει με τον Κτήσιππο που έτρεχε πίσω από τον σκύλο του τον Κούνο που κυ-νηγούσε τη Νήνιον που τσιμπούσε τον σκύλο και τον χτυπούσε με τα φτερά της μέχρι να τον διώξει Και να δεις που ο σκύλος τη φοβόταν Στον Κτήσιππο όμως και στον Αριστείδη τον φίλο του η Νήνιον δεν επιτέθη-κε ποτέ κι ας την κατάτρεχαν Οι χήνες δεν πειράζουν τα παιδιά

Ο Κτήσιππος κατοικούσε στις Αιξωνίδες Αλές και ήταν γιος του στρατηγού Χαβρία Τιμημένος πολίτης και στρατηγική ιδιοφυΐα ένιωθε να τον κυνηγάει το κα-θήκον Έναν δρόμο ακολουθούσε πάντα όποιον τον

28

έβγαζε σε εκστρατείες Πότε κατά των Σπαρτιατών άλ-λοτε κατά των Θηβαίων κι ακόμη στrsquo όνομα της ξακου-στής Αθήνας έφτανε με τον αθηναϊκό στόλο μέχρι την Κύπρο ή την Αίγυπτο να πολεμήσει τους Πέρσες

Ο μικρός Κτήσιππος μεγάλωνε με τη μητέρα του και τον παππού Κτήσιππο παλιά τριήραρχο που αφιερώ-θηκε στην καλλιέργεια της γης και στα τραγούδια Τα μάθαινε στον εγγονό του κεφάτα τραγούδια για χορό να τραγουδά και να χορεύει με την παρέα του

Το δειλινό τα αγόρια έπαιζαν αστράγαλους γονατι-στά ύστερα κυνηγούσαν τις πάνινες μπάλες τους στην πλατεία στο άνοιγμα του δρόμου Χαρές ξεφωνητά γέλια να ξελιγώνονται όταν η μπάλα ξέφευγε και τρύ-πωνε στην πόρτα του Αλέξιου του αρτοποιού Τότε εκείνος πεταγόταν έξω και τα μάλωνε

laquoΆντε στα σπίτια σας Στα χωράφια σαςraquo φώναζε κουνώντας απειλητικά μια σκούπα και γύριζε στον φούρνο φουρκισμένος

Κι έτσι απλά κυλούσε η ζωή στην πόλη εκείνη όπως η καληνύχτα και η καλημέρα λες κι ήταν όλοι συγκά-τοικοι σrsquo ένα απέραντο σπίτι μrsquo έναν μακρύ διάδρομο τον δρόμο εκείνο

Page 14: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής. «Έστω και

25

2 Η Φιλοστράτη και η παρέα της

ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΓΕΛΑΣΤΟ με σγουρά μαλλιά ξεχώρι-ζε από τα άλλα παιδιά γιατί όπου κι αν πήγαινε

κρατούσε μια μικρή άγρια χήνα Την είχε φέρει στο σπί-τι τους ο μεγάλος της αδερφός ο Άρης λίγο πριν φύγει για τον πόλεμο Τη φώναζε Νήνιον που σημαίνει κού-κλα

Είχε μακρύ λαιμό ανήσυχο βλέμμα κι όλο χαϊδευό-ταν στις γάμπες του κοριτσιού Το ράμφος της πορτο-καλί Τα φτερά της πολύ γυαλιστερά είχαν σκούρο πράσινο χρώμα και στις άκρες μαύρο και σταχτί Άνοιγε κανονικά τη μια φτερούγα της μονάχα Ή άλλη είχε λα-βωθεί γιrsquo αυτό και το χηνάκι δεν πετούσε

Εκτός από τη μικρή της χήνα το κορίτσι εκείνο αγα-πούσε και το παιχνίδι στον δρόμο Τα αγόρια χαίρονταν την παρέα της γιατί ήταν το μόνο κορίτσι της ηλικίας τους γύρω στα έντεκα που έτρεχε ξοπίσω τους Γύρι-ζαν όλοι μαζί στις γειτονιές έφταναν μέχρι τη θάλασσα ή σκαρφάλωναν στον Υμηττό

laquoΠού ήσουνα Πού γύριζες Πού βρόμισαν τα ρούχα σου Να κάτσεις εδώ στο σπίτιraquo της έλεγε αυστηρά η

26

μητέρα της laquoΝα φροντίσεις τα ξαδερφάκια σου και να με βοηθάς στον αργαλειόraquo

Εκείνη λες και δεν άκουγε έκανε αυτό που ήθελε Θύμωνε η μάνα και σήκωνε απειλητικά το χέρι αλλά η μικρή τής ξέφευγε

laquoΜη με μαλώνεις μητερούλαraquo την άρχιζε στα καλο-πιάσματα laquoΕίναι που μrsquo αρέσει να παίζω ελεύθερη έξω στον δρόμο Βαριέμαι συνέχεια μέσα στο σπίτι και την αυλή Θέλω να βλέπω κόσμοraquo

Ή μητέρα αγρίευε περισσότερο κι έβγαζε το σαντάλι να την κυνηγήσει Τότε πείσμωνε κι η μικρή laquoΤι φταίω εγώ που τα άλλα κορίτσια δεν ξεμυτάνε απrsquo το κατώφλι τους Είναι φοβητσιάρες εγώ δεν είμαιraquo Και κρύβο-ντας την τρύπα που είχε κάνει στο φουστάνι της γινό-ταν καπνός

Σοφά λοιπόν την είχαν βαφτίσει Φιλοστράτη Ασυ-νήθιστο όνομα αλήθεια που βγήκε κατευθείαν από την αγάπη για τη στράτα

Ήταν κόρη της Φαναγόρας και του Άνδρωνα Φίλω-νος Αυτός είχε χτίσει τα πιο γερά σπίτια του δήμου της Αιξωνής Κτηματίας και τεχνίτης πρώτος γνώριζε σε βάθος τα μυστικά του επαγγέλματος Στα πρώτα θεμέ-λια σφήνωνε ένα καρβέλι ψωμί ραντισμένο με κρασί και λάδι Τούτα θεωρούσε όχι μόνο θεμέλια του σπιτιού αλλά και θεμέλια του νου και του κόσμου Τα τρία πράγ-ματα που κρατούν τον άνθρωπο στη ζωή έλεγε στους ιδιοκτήτες Και πάντα στερέωνε λοξά κορμούς δέντρων μέσα στους τοίχους να μην πέφτουν όταν οι σεισμοί τα-ρακουνούσαν τη γη Κατασκεύαζε φαρδιά ξύλινα πα-

27

ράθυρα στο ύψος του δρόμου να χαρίζουν άπλετο φως στα δωμάτια και τα εργαστήρια της γειτονιάς

Όπως το εργαστήριο του Θεόδοτου που ήταν όλη μέρα σκυμμένος πάνω από τις γούρνες του να βάφει τα πιο ωραία νήματα για τον αργαλειό Ή του Ανθία του αρωματοποιού από τη Βοιωτία Του Κρίτωνα του κα-τασκονισμένου μαρμαρά με τα χέρια γεμάτα κάλους Του Ήφαιστίωνα του μεταλλουργού με τα μαλλιά κο-τσίδα και τη δερμάτινη ποδιά Του Αρίστωνα του μελισ-σουργού που εκτός από κερί και μέλι πουλούσε και πή-λινες κυψέλες πολύ προσεγμένες Ίδια σπιτάκια θαρ-ρείς με πορτάκι ανοιχτό στο πηγαινέλα των μελισσών Ουρές έκαναν οι πελάτες να προλάβουν τα προϊόντα του

Εκεί γύρω λοιπόν τριγύριζε η Φιλοστράτη με τη φί-λη της την Αργυρώ τη Γοργώ και τη μικρή Μύρτιδα την ξαδέρφη της Ανάμεσα στους συντοπίτες της τους Αιξωνείς Εκεί χαιρόταν να παίζει με τον Κτήσιππο που έτρεχε πίσω από τον σκύλο του τον Κούνο που κυ-νηγούσε τη Νήνιον που τσιμπούσε τον σκύλο και τον χτυπούσε με τα φτερά της μέχρι να τον διώξει Και να δεις που ο σκύλος τη φοβόταν Στον Κτήσιππο όμως και στον Αριστείδη τον φίλο του η Νήνιον δεν επιτέθη-κε ποτέ κι ας την κατάτρεχαν Οι χήνες δεν πειράζουν τα παιδιά

Ο Κτήσιππος κατοικούσε στις Αιξωνίδες Αλές και ήταν γιος του στρατηγού Χαβρία Τιμημένος πολίτης και στρατηγική ιδιοφυΐα ένιωθε να τον κυνηγάει το κα-θήκον Έναν δρόμο ακολουθούσε πάντα όποιον τον

28

έβγαζε σε εκστρατείες Πότε κατά των Σπαρτιατών άλ-λοτε κατά των Θηβαίων κι ακόμη στrsquo όνομα της ξακου-στής Αθήνας έφτανε με τον αθηναϊκό στόλο μέχρι την Κύπρο ή την Αίγυπτο να πολεμήσει τους Πέρσες

Ο μικρός Κτήσιππος μεγάλωνε με τη μητέρα του και τον παππού Κτήσιππο παλιά τριήραρχο που αφιερώ-θηκε στην καλλιέργεια της γης και στα τραγούδια Τα μάθαινε στον εγγονό του κεφάτα τραγούδια για χορό να τραγουδά και να χορεύει με την παρέα του

Το δειλινό τα αγόρια έπαιζαν αστράγαλους γονατι-στά ύστερα κυνηγούσαν τις πάνινες μπάλες τους στην πλατεία στο άνοιγμα του δρόμου Χαρές ξεφωνητά γέλια να ξελιγώνονται όταν η μπάλα ξέφευγε και τρύ-πωνε στην πόρτα του Αλέξιου του αρτοποιού Τότε εκείνος πεταγόταν έξω και τα μάλωνε

laquoΆντε στα σπίτια σας Στα χωράφια σαςraquo φώναζε κουνώντας απειλητικά μια σκούπα και γύριζε στον φούρνο φουρκισμένος

Κι έτσι απλά κυλούσε η ζωή στην πόλη εκείνη όπως η καληνύχτα και η καλημέρα λες κι ήταν όλοι συγκά-τοικοι σrsquo ένα απέραντο σπίτι μrsquo έναν μακρύ διάδρομο τον δρόμο εκείνο

Page 15: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής. «Έστω και

26

μητέρα της laquoΝα φροντίσεις τα ξαδερφάκια σου και να με βοηθάς στον αργαλειόraquo

Εκείνη λες και δεν άκουγε έκανε αυτό που ήθελε Θύμωνε η μάνα και σήκωνε απειλητικά το χέρι αλλά η μικρή τής ξέφευγε

laquoΜη με μαλώνεις μητερούλαraquo την άρχιζε στα καλο-πιάσματα laquoΕίναι που μrsquo αρέσει να παίζω ελεύθερη έξω στον δρόμο Βαριέμαι συνέχεια μέσα στο σπίτι και την αυλή Θέλω να βλέπω κόσμοraquo

Ή μητέρα αγρίευε περισσότερο κι έβγαζε το σαντάλι να την κυνηγήσει Τότε πείσμωνε κι η μικρή laquoΤι φταίω εγώ που τα άλλα κορίτσια δεν ξεμυτάνε απrsquo το κατώφλι τους Είναι φοβητσιάρες εγώ δεν είμαιraquo Και κρύβο-ντας την τρύπα που είχε κάνει στο φουστάνι της γινό-ταν καπνός

Σοφά λοιπόν την είχαν βαφτίσει Φιλοστράτη Ασυ-νήθιστο όνομα αλήθεια που βγήκε κατευθείαν από την αγάπη για τη στράτα

Ήταν κόρη της Φαναγόρας και του Άνδρωνα Φίλω-νος Αυτός είχε χτίσει τα πιο γερά σπίτια του δήμου της Αιξωνής Κτηματίας και τεχνίτης πρώτος γνώριζε σε βάθος τα μυστικά του επαγγέλματος Στα πρώτα θεμέ-λια σφήνωνε ένα καρβέλι ψωμί ραντισμένο με κρασί και λάδι Τούτα θεωρούσε όχι μόνο θεμέλια του σπιτιού αλλά και θεμέλια του νου και του κόσμου Τα τρία πράγ-ματα που κρατούν τον άνθρωπο στη ζωή έλεγε στους ιδιοκτήτες Και πάντα στερέωνε λοξά κορμούς δέντρων μέσα στους τοίχους να μην πέφτουν όταν οι σεισμοί τα-ρακουνούσαν τη γη Κατασκεύαζε φαρδιά ξύλινα πα-

27

ράθυρα στο ύψος του δρόμου να χαρίζουν άπλετο φως στα δωμάτια και τα εργαστήρια της γειτονιάς

Όπως το εργαστήριο του Θεόδοτου που ήταν όλη μέρα σκυμμένος πάνω από τις γούρνες του να βάφει τα πιο ωραία νήματα για τον αργαλειό Ή του Ανθία του αρωματοποιού από τη Βοιωτία Του Κρίτωνα του κα-τασκονισμένου μαρμαρά με τα χέρια γεμάτα κάλους Του Ήφαιστίωνα του μεταλλουργού με τα μαλλιά κο-τσίδα και τη δερμάτινη ποδιά Του Αρίστωνα του μελισ-σουργού που εκτός από κερί και μέλι πουλούσε και πή-λινες κυψέλες πολύ προσεγμένες Ίδια σπιτάκια θαρ-ρείς με πορτάκι ανοιχτό στο πηγαινέλα των μελισσών Ουρές έκαναν οι πελάτες να προλάβουν τα προϊόντα του

Εκεί γύρω λοιπόν τριγύριζε η Φιλοστράτη με τη φί-λη της την Αργυρώ τη Γοργώ και τη μικρή Μύρτιδα την ξαδέρφη της Ανάμεσα στους συντοπίτες της τους Αιξωνείς Εκεί χαιρόταν να παίζει με τον Κτήσιππο που έτρεχε πίσω από τον σκύλο του τον Κούνο που κυ-νηγούσε τη Νήνιον που τσιμπούσε τον σκύλο και τον χτυπούσε με τα φτερά της μέχρι να τον διώξει Και να δεις που ο σκύλος τη φοβόταν Στον Κτήσιππο όμως και στον Αριστείδη τον φίλο του η Νήνιον δεν επιτέθη-κε ποτέ κι ας την κατάτρεχαν Οι χήνες δεν πειράζουν τα παιδιά

Ο Κτήσιππος κατοικούσε στις Αιξωνίδες Αλές και ήταν γιος του στρατηγού Χαβρία Τιμημένος πολίτης και στρατηγική ιδιοφυΐα ένιωθε να τον κυνηγάει το κα-θήκον Έναν δρόμο ακολουθούσε πάντα όποιον τον

28

έβγαζε σε εκστρατείες Πότε κατά των Σπαρτιατών άλ-λοτε κατά των Θηβαίων κι ακόμη στrsquo όνομα της ξακου-στής Αθήνας έφτανε με τον αθηναϊκό στόλο μέχρι την Κύπρο ή την Αίγυπτο να πολεμήσει τους Πέρσες

Ο μικρός Κτήσιππος μεγάλωνε με τη μητέρα του και τον παππού Κτήσιππο παλιά τριήραρχο που αφιερώ-θηκε στην καλλιέργεια της γης και στα τραγούδια Τα μάθαινε στον εγγονό του κεφάτα τραγούδια για χορό να τραγουδά και να χορεύει με την παρέα του

Το δειλινό τα αγόρια έπαιζαν αστράγαλους γονατι-στά ύστερα κυνηγούσαν τις πάνινες μπάλες τους στην πλατεία στο άνοιγμα του δρόμου Χαρές ξεφωνητά γέλια να ξελιγώνονται όταν η μπάλα ξέφευγε και τρύ-πωνε στην πόρτα του Αλέξιου του αρτοποιού Τότε εκείνος πεταγόταν έξω και τα μάλωνε

laquoΆντε στα σπίτια σας Στα χωράφια σαςraquo φώναζε κουνώντας απειλητικά μια σκούπα και γύριζε στον φούρνο φουρκισμένος

Κι έτσι απλά κυλούσε η ζωή στην πόλη εκείνη όπως η καληνύχτα και η καλημέρα λες κι ήταν όλοι συγκά-τοικοι σrsquo ένα απέραντο σπίτι μrsquo έναν μακρύ διάδρομο τον δρόμο εκείνο

Page 16: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής. «Έστω και

27

ράθυρα στο ύψος του δρόμου να χαρίζουν άπλετο φως στα δωμάτια και τα εργαστήρια της γειτονιάς

Όπως το εργαστήριο του Θεόδοτου που ήταν όλη μέρα σκυμμένος πάνω από τις γούρνες του να βάφει τα πιο ωραία νήματα για τον αργαλειό Ή του Ανθία του αρωματοποιού από τη Βοιωτία Του Κρίτωνα του κα-τασκονισμένου μαρμαρά με τα χέρια γεμάτα κάλους Του Ήφαιστίωνα του μεταλλουργού με τα μαλλιά κο-τσίδα και τη δερμάτινη ποδιά Του Αρίστωνα του μελισ-σουργού που εκτός από κερί και μέλι πουλούσε και πή-λινες κυψέλες πολύ προσεγμένες Ίδια σπιτάκια θαρ-ρείς με πορτάκι ανοιχτό στο πηγαινέλα των μελισσών Ουρές έκαναν οι πελάτες να προλάβουν τα προϊόντα του

Εκεί γύρω λοιπόν τριγύριζε η Φιλοστράτη με τη φί-λη της την Αργυρώ τη Γοργώ και τη μικρή Μύρτιδα την ξαδέρφη της Ανάμεσα στους συντοπίτες της τους Αιξωνείς Εκεί χαιρόταν να παίζει με τον Κτήσιππο που έτρεχε πίσω από τον σκύλο του τον Κούνο που κυ-νηγούσε τη Νήνιον που τσιμπούσε τον σκύλο και τον χτυπούσε με τα φτερά της μέχρι να τον διώξει Και να δεις που ο σκύλος τη φοβόταν Στον Κτήσιππο όμως και στον Αριστείδη τον φίλο του η Νήνιον δεν επιτέθη-κε ποτέ κι ας την κατάτρεχαν Οι χήνες δεν πειράζουν τα παιδιά

Ο Κτήσιππος κατοικούσε στις Αιξωνίδες Αλές και ήταν γιος του στρατηγού Χαβρία Τιμημένος πολίτης και στρατηγική ιδιοφυΐα ένιωθε να τον κυνηγάει το κα-θήκον Έναν δρόμο ακολουθούσε πάντα όποιον τον

28

έβγαζε σε εκστρατείες Πότε κατά των Σπαρτιατών άλ-λοτε κατά των Θηβαίων κι ακόμη στrsquo όνομα της ξακου-στής Αθήνας έφτανε με τον αθηναϊκό στόλο μέχρι την Κύπρο ή την Αίγυπτο να πολεμήσει τους Πέρσες

Ο μικρός Κτήσιππος μεγάλωνε με τη μητέρα του και τον παππού Κτήσιππο παλιά τριήραρχο που αφιερώ-θηκε στην καλλιέργεια της γης και στα τραγούδια Τα μάθαινε στον εγγονό του κεφάτα τραγούδια για χορό να τραγουδά και να χορεύει με την παρέα του

Το δειλινό τα αγόρια έπαιζαν αστράγαλους γονατι-στά ύστερα κυνηγούσαν τις πάνινες μπάλες τους στην πλατεία στο άνοιγμα του δρόμου Χαρές ξεφωνητά γέλια να ξελιγώνονται όταν η μπάλα ξέφευγε και τρύ-πωνε στην πόρτα του Αλέξιου του αρτοποιού Τότε εκείνος πεταγόταν έξω και τα μάλωνε

laquoΆντε στα σπίτια σας Στα χωράφια σαςraquo φώναζε κουνώντας απειλητικά μια σκούπα και γύριζε στον φούρνο φουρκισμένος

Κι έτσι απλά κυλούσε η ζωή στην πόλη εκείνη όπως η καληνύχτα και η καλημέρα λες κι ήταν όλοι συγκά-τοικοι σrsquo ένα απέραντο σπίτι μrsquo έναν μακρύ διάδρομο τον δρόμο εκείνο

Page 17: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Public · ήταν, και εξυπηρετούσε τους κατοίκους του αττικού δήμου της Αιξωνής. «Έστω και

28

έβγαζε σε εκστρατείες Πότε κατά των Σπαρτιατών άλ-λοτε κατά των Θηβαίων κι ακόμη στrsquo όνομα της ξακου-στής Αθήνας έφτανε με τον αθηναϊκό στόλο μέχρι την Κύπρο ή την Αίγυπτο να πολεμήσει τους Πέρσες

Ο μικρός Κτήσιππος μεγάλωνε με τη μητέρα του και τον παππού Κτήσιππο παλιά τριήραρχο που αφιερώ-θηκε στην καλλιέργεια της γης και στα τραγούδια Τα μάθαινε στον εγγονό του κεφάτα τραγούδια για χορό να τραγουδά και να χορεύει με την παρέα του

Το δειλινό τα αγόρια έπαιζαν αστράγαλους γονατι-στά ύστερα κυνηγούσαν τις πάνινες μπάλες τους στην πλατεία στο άνοιγμα του δρόμου Χαρές ξεφωνητά γέλια να ξελιγώνονται όταν η μπάλα ξέφευγε και τρύ-πωνε στην πόρτα του Αλέξιου του αρτοποιού Τότε εκείνος πεταγόταν έξω και τα μάλωνε

laquoΆντε στα σπίτια σας Στα χωράφια σαςraquo φώναζε κουνώντας απειλητικά μια σκούπα και γύριζε στον φούρνο φουρκισμένος

Κι έτσι απλά κυλούσε η ζωή στην πόλη εκείνη όπως η καληνύχτα και η καλημέρα λες κι ήταν όλοι συγκά-τοικοι σrsquo ένα απέραντο σπίτι μrsquo έναν μακρύ διάδρομο τον δρόμο εκείνο