ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ...

34
- 3 (2003) , 67-100 (1948-1988) 1948-1988 1988. (1975-85). Abstract The goal of this paper is to evaluate the main studies (books and articles) published the period 1948-1988 concerning the issue of income distribution Greece. The paper consists of three sections: the first section studies produced the context of regional distribution are evaluated. lt is concluded that Greece, as is commonly observed, measures to restrict regional inequalities were superficial and inefficient. The second section includes studies explaining the effectiveness of fiscal policy. The later has important impact regional disparities. This issue while was of eminent importance the period followed the collapse of dictatorship and the transition to democracy it has been of little concern since 1988. The third section . consists of a critical analysis of publications concerning the themes of poverty and income distribution. Arguments of different origins end up the conclusion that total the period under consideration it has been observed a slight reduction inequality mainly due to the redistribution policy the decade 1975-85. 67

Transcript of ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ...

Page 1: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

ΕΠΙθΕΩΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - Τεύχος 3 (2003) , 67-100

ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (1948-1988)

Περίληψη

Ο σκοπός του παρόντος κειμένου είναι να αξιολογήσει τις μελέτες (βι­

βλία ή άρθρα), που έχουν δημοσιευθεί στην τεσσαρακονταετία 1948-1988 και αναφέρονται στη δίανομή και κατανομή του εισοδήματος στην Ελλάδα. Το

άρθρο δομείται από τρία τμήματα:

Στο πρώτο εκτίθενται οι μελέτες, που αναφέρονται στην περιφερειακή

διανομή. Τεκμαίρεται ότι και στην Ελλάδα τα μέτρα τα οποία ελήφθησαν

υπήρξαν επιφανειακά και δεν ανέκοψαν τις περιφερειακές ανίσοτητες. Στο

δεύτερο τμήμα περιλαμβάνονται οι εργασίες, που ερμηνεύουν την αποτελε­

σματικότητα της ασκηθείσας δημοσιονομικής πολιτικής, η οποία, όπως συνά­

γεται από τις παρατιθέμενες προσεγγίσεις, εφάνη ατελέσφορη. Το αντικεί­

μενο αυτό, πολύ δημοφιλές στην περίοδο μετά την μεταπολίτευση, δεν προ­

καλεί πλέον το έντονο ενδιαφέρον μετά το 1988. Στο τρίτο τμήμα εκτίθενται οι δημοσιεύσεις οι σχετικές με την κατανομή

του προσωπικού εισοδήματος και της φτώχειας. Συνολικά προκύπτει από τις

αντιτειθέμενες απόψεις ότι η κατανομή στη Ελλάδα στην τεσσαρακονταετία

έχει ελαφρώς αμβλυθεί. Οι αιτίες ανάγονται στην αναδιανεμητική πολιτική

μετά την μεταπολίτευση (1975-85).

Abstract

The goal of this paper is to evaluate the main studies (books and articles) published ίπ the period 1948-1988 concerning the issue of income distribution ίπ Greece. The paper consists of three sections:

Ιπ the first section studies produced ίπ the context of regional distribution are evaluated. lt is concluded that ίπ Greece, as ίt is commonly observed, measures to restrict regional inequalities were superficial and inefficient. The second section includes studies explaining the effectiveness of fiscal policy. The later has πο important impact οπ regional disparities. This issue while was of eminent importance ίπ the period followed the collapse of dictatorship and the transition to democracy it has been of little concern since 1988.

The third section . consists of a critical analysis of publications concerning the themes of poverty and income distribution. Arguments of different origins end up ίπ the conclusion that ίπ total ίπ the period under consideration it has been observed a slight reduction ίπ inequality mainly due to the redistribution policy ίπ the decade 1975-85.

Δρ. θεόiiωροc; Ποποηλίοc;

Κοθηyητήc; του ΤΕΙ Πειραιά.

67

Page 2: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

Θ. ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ - ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - Τεύχος 3 (2003), 67-100

68

Εισαγωγή

Ο τρόπος διανομής και κατανομής του εισοδήματος σε μια χώρα αποτελεί

έναν από τους βασικώτερους δείκτες αξιολόγησης της ασκουμένης οικονομι­

κής πολιτικής. Σύμφωνα μάλιστα με τον Ricardo η έρευνα επί της διανομής του εισοδήματος αποτελεί το αντικείμενο της Πολιτικής Οικονομίας. Αργότε­

ρα η οριακή ανάλυση παραμέρισε το αντικείμενο, μολονότι η πρώτη και η δεύ­

τερη γενιά (από τον Jevons μέχρι τον Pareto και από τον Walras μέχρι τον Bohm Bawerk) ασχολήθηκε με το θέμα. Η επιρροή του Keynes ήταν αυτή που περιόρισε το θέμα, το οποίο εκτι­

μήθηκε ότι είχε εξαντλήσει τη δυναμική του. Σύμφωνα με αυτόν η παραγωγή

(η διατήρηση του εθνικού εισοδήματος σε υψηλά επίπεδα με πλήρη απασχό­

ληση) είναι το αντικείμενο της Οικονομικής.

Ο κρατικός παρεμβατισμός, απότοκος της ύφεσης των ετών 1929-33, θε­ωρήθηκε μέχρι τα τέλη της δεκαετίας 1980, ότι θα συρρίκνωνε τις ανισότη­τες. Η κυριαρχία της άποψης αυτής αποδεικνύεται διττώς: Αφ' ενός από την

περιοδική διακυβέρνηση κάθε χώρας της Δύσης από τα εργατικά (ή σοσιαλ­

δημοκρατικά) κόμματα (1); αφ' ετέρου και το σημαντικώτερο από την κυριαρ­

χία φαβιανών ιδεών. Ακόμα και όταν κυβερνούσαν οι συντηρητικοί (Χρι­

στιανοδημοκράτες κλπ) το πνεύμα του κράτους πρόνοιας είχε διαποτίσει τα

πνεύματα. Το κύριο αγαθό, αυτό που έδινε αξιοπρέπεια στο άτομο, που κα­

ταπολεμούσε τη δυστυχία και το έγκλημα ήταν η πλήρης απασχόληση, τα

εκτετεμένα προγράμματα κοινωνικής ασφάλισης (πρόνοια, υγεία) και η δω­

ρεάν εκπαίδευση.

Ειδικώτερα υπεστηρίχθη ότι αν το οικονομικό σύστημα (με τους μηχανι­

σμούς της αγοράς) <2J καθορίζει τους νόμους ή εν πάσει περιπτώσει την τάση της κατανομής του προσωπικού εισοδήματος, αποτελεί τρόπο τινά τον άγνω­

στο της εξίσωσης, τότε η φορολογική πολιτική λειτουργεί σαν την παράμετρο

αυτήςί3J. Το κράτος με αυξανόμενο ρόλο, μετά τον μεσοπόλεμο, κινήθηκε προς δύο κατευθύνσεις. Μέσω του κατάλληλου φορολογικού συστήματος

αντλούσε τους απαραίτητους πόρους, ασκώντας μια ανακατανομή στο προ-

(1) Στην Βρετανία παρ ' ότι ο Ramsey MacDonald είχε ήδη κληθεί προπολεμικά στην εξουσία αργότερα, μετά το 1944, οι εργατικοί εφήρμοσαν εκτεταμένο κοινωνικό πρόγραμμα και κατέστησαν ο ένας από τους δύο πόλους του κοινοβουλευτισμού .

(2) Είναι αποδεκτό ότι το πολιτικό σύστημα παίζει το βασικότερο ρόλο στην κατανομ1j του εισοδήματος .

(3) Η φορολογική πολιτική - και γενικότερα η δημοσιονομική - έχει αποτελέσει αντικείμενο

ευρύτατων θεωρητικών ή εμπειρικών αναλύσεων . Από την εποχή του Α. Wagner και του ex cathedras sosialismus μέχρι τον Keynes και το New Deal η θεωρία έβλεπε κύρια το φό ­

ρο ως ένα ταμειακό γεγονός ή στην καλύτερη των περιπτώσεων ως ένα μέσο προκειμέ­

νου να βελτιώσει τη θέση των ασθενεστέρων . Ο φόρος δεν είχε ενσωματωθεί πλήρως στο corpus των pure economics. Στη συνέχεια, υπό την εμπειρία της ύφεσης του '29, η σημα­σία των φόρων (και της αντίστοιχης δημόσιας δαπάνης) πήρε νέες διαστάσεις και ο δη­

μόσιος τομέας μαζί με τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις απετέλεσε το τρίπτυχο του ει­

σοδηματικού κυκλώματος.

Page 3: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

THEOOOROS PAPAILIAS - REVIEW OF ECONOMIC SCIENCES - Νο 3 (2003), 67-100

σωπικό εισόδημα <4), περιορίζοντας έτσι την ανισότητα. Από την άλλη, μέσω των μεταβιβαστικών πληρωμών, βοηθούσε τα φτωχότερα στρώματα του πλη­

θυσμού. Παράλληλα με τις διάφορες άλλες κοινωνικές παροχές - στην

υγεία, στην πρόνοια, στην εκπαίδευση κ.λπ. - στήριξε περισσότερο τους χα­

μηλόμισθους παρά τους υψηλόμισθους<5J.

Το υπόδειγμα αυτό οδηγήθηκε στην παρακμή για σύνθετους λόγουςί6) με συνέπεια την επάνοδο των «Βουρβώνων». Οι πολιτικές της Θάτσερ και τα οι­

κονομικά της 'άποψης' Ρήγκαν άρχισαν σταδιακά μετά το 1980 να κυριαρ­χούν στη Δυτική Ευρώπη, ενώ υστερα από το τέλος του υπαρκτού σοσιαλι­

σμού και στην Ανατολική και γενικώτερα σε όλην την υφήλιο.

Στην Ελλάδα με χρονική υστέρηση το κράτος ξεκίνησε δειλά αρχικώς

(μετά το 1955-60) εντονώτερα αργότερα (1974) να παρεμβαίνει στην οικονο­μική ζωή. Η αποθέωση αυτής της πολιτικής συνέβη το 1981 με την αλλαγή πολιτικής φρουράς. Ωστόσο η ύστερη αυτή μετεξέλιξη ήλθε πολύ αργά .

Η αδυναμία αυτοτροφοδοτούμενης ανάπτυξης επέδρασε στην ανακοπή αυ­

τής της όψιμης προσπάθειας και το κλασικό συντηρητικό «παράδειγμα» επέ­

στρεψ ε. Το πρόγραμμα σταθεροποίησης 1985-87 δεν ήταν κατ' ουσίαν διε­τές , αλλά διαρκεί ως τις ημέρες μας και έχει ακόμη μέλλον. Από τα τέλη της

δεκαετίας 1980 το κράτος πρόνοιας αναμορφώνεται στην Ελλάδα όπως και στις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε.

Στις επόμενες γραμμές αξιολογούνται οι περισσότερες μελέτες, που δη­

μοσιεύθηκαν προκειμένου να ερμηνεύσουν τον τρόπο διανομής και κατανο­

μής του εισοδήματος στην Ελλάδα στο διάστημα 1948-1988, περίοδο στην οποία ανεπτύχθη έστω και υποτυπωδώς -σε σχέση με την Βόρεια Ευρώπη το

παραδοσιακό κράτος πρόνοιας (7) . Το άρθρο -ακολουθώντας τον απαγωγικό τρόπο προσέγγισης- συντίθεται από τρία μέρη: Στο πρώτο παρουσιάζεται

η περιφερειακή διάσταση του θέματος, στο δεύτερο η δημοσιονομική παρέμ­

βαση στο εισόδημα και στο τρίτο η κατανομή του προσωπικού εισοδήματος.

( 4) Η κατανομ1j του ε ισοδήματος διαφέρει συχνά σημαντικά από την κατανομ1j του διαθέσιμου εισοδήματος.

(5) Η εκτεταμένη όμως χρήση της έμμεσης φορολογίας είναι δυνατόν να υποσκάψει και συχνά να ανατρέψει την περιγραφόμενη πρακτικ1j. Λόγω της μετακύλισης των φόρων αυτών στην

κατανάλωση , η επιβάρυνση των χαμηλών ε ισοδηματικών κλιμακίων είναι πολύ μεγαλύτε ­

ρη από αυτή των ανωτέρων. D. Karageorgas (1977).

(6) Αναλυτικά Θ.Παπαηλίας, Καπιταλισμός και Σοσιαλισμός, παραδόσεις ΤΕΙ Πειραιά 2001 (υπό δημοσίευση ως σύγραμμα).

(7) Σε.ένα δεύτερο δοκίμιο, που ετοιμάζει ο συγγραφέας, θα υπάρξει αντίστοιχη αναφορά

στην νέα περόδο 1988-2000, καθώς και στις νέες πολιτικές που επεβλήθησαν στην χώρα,

ενώ αξιολογείται η όλη μεταπολεμική προσπάθεια.

69

Page 4: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

θ . ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ - ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - Τεύχος 3 (2003), 67 -1 00

70

1. Δημοσιεύσεις που αναφέρονται στην περιψερειακή διανομή και κατανομή του εισοδηματος

Α. Οι περισσότερες έρευνες που πραγματεύθηκαν το αντικείμενο αυτό

στην Ελλάδα σχετίζονται με την περιφερειακή διάσταση του θέματος. Συνή ­

θως είναι περιγραφικές και αποτυπώνουν την υφιστάμενη κατάσταση, χωρίς

να προχωρούν σε διεξοδική ανάλυση των παραγόντων, που προσδιορίζουν

την ανισοκατανομή μεταξύ των διαφόρων περιοχών. Στον Σ. Γερωνυμάκη

οφείλονται οι πρώτες προσεγγίσε ις στο θέμα<8J . Σύμφωνα με την άποψη του (9), η έντονη περιφερειακή ανισότητα οφείλεται τόσο στους ιστορ ικούς λό­γους όσο και στην β ιομηχανική συγκέντρωση <10), που παρατηρείται γύρω από την περιοχή της πρωτεύουσας. Αν ο δεύτερος λόγος έχει μια σημαντική βαρύ­

τητα, ο πρώτος <11), δεν ε ίναι ικανός να εξηγήσει επαρκώς παρόμοια κατάστα­ση. Οι Ιόνιοι νήσοι γ ια παράδε ιγμα απελευθερώθηκαν σχεδόν μισό αιώνα

πριν την Κρήτη και τα νησιά του Αιγαίου . Παρόλα αυτά οι περιοχές αυτές ε ί-

(8) Γερωνυμάκης (1961), (1985).

(9) Γερωνυμάκης (1970).

(10) Μόνο η περιοχή πρωτευούσης είχε το 1965 πάνω από το μέσο όρο κατά κεφαλή εισόδημα, ενώ το εισόδημα της λο ιπής Στερεάς και της Εύβοιας πλησίασε προς αυτόν.

(11) «Ο ιστορικός παράγων εξηγεί ομοίως το σχετικόν υψηλόν κατά κεφαλήν εισόδημα των νοτίων περιοχών της Ελλάδας εν συγκρίσει προς τας βορείους περιοχάς», Σ. Γερωνυμά­

κης (1970) .

(12) Αλλού ο Γερωνυμάκης , θύμα του βιομηχαν ικού δογματικού , υποπίπτει στο λάθος να υποστηρίζει ότι: «Οιαδήποτε αύξηση μόνον του αγροτικού εισοδήματος δεν θα συντελέσει

εις την ανάπτυξιν της οικονομίας» (1961} σελ. 536.

(13) Κ. Προδρομίδης (1975).

(14) ε .α σελ 550. Προχωρώντας σε εκτίμηση της περιφερε ιακής ανισότητας δίνει τους ακόλουθους

συντελεστές Gini. Περιφερειακή Ανισοκατανομή Δηλωθέντος Οικογεν. Εισοδήματος, 1960-1971.

Έτος Σύνολον Χώιιας Πειιιοχή Πιιωτευούσης Λοιπή Χώιια

(1) (2) (3)

1960 0,4108 0,4544 0,3726

1961 0,4364 0,4752 0,3904

1962 0,4402 0,4770 0,4076

1963 0,4318 0,4472 0,3872

1964 0,4386 0,4514 0,3982

1965 0,4410 0,4460 0,4034

1966 0,4576 0,4648 0,4108

1967 0,4626 0,4698 0,4190

1968 0,4378 0,4468 0,4018

1969 0,4316 0,4408 0,3976

1970 0,4532 0,4582 0,4234

1971 0,4492 0,4538 0,4194

Page 5: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

THEODOROS PAPAILIAS - REVIEW OF ECONOMIC SCIENCES - Νο 3 (2003) , 67-100

χαν υψηλότερο εισόδημα από το αντίστοιχο των Επτανήσων. Οι ιστορικοί λό­

γοι παρά τον αναμφισβήτητο ρόλο που παίζουν, δεν φαίνεται ότι μπορούν να

αποτελέσουν - τουλάχιστον για την περίπτωση της Ελλάδας - το βασικό προσ­

διοριστικό παράγοντα της ανισοκατανομής σε περιφερειακό επίπεδο(1 2J.

Β. Ο Κ. Προδρομίδης<13J υποστήριξε ότι: «Η ανισοκατανομή του ε ισοδή­

ματος ε ις το σύνολον της χώρας και της περιφέρειας (περιοχή πρωτευούσης,

λοιπή χώρα) είχε κυκλικήν συμπεριφορά με εξάρσεις κατά τα έτη 1962, 1967 και 1970. Η μεγαλυτέρα ανισοκατανομή του εισοδήματος παρετηρήθη εντός της περιφερείας πρωτευούσης παρά εις την λοιπήν Χώραν. Εν τούτοις εντο­

νώτεραι τάσεις αυξήσεως της ανισοκατανομής του εισοδήματος διαπιστώθη­

καν ε ις την λοιπήν χώραν παρά εις την Πρωτεύουσαν»< 14J. Ο ίδιος δεν προ­χώρησε σε διεξοδικότερη ανάλυση των προσδιοριστικών παραγόντων, που

επηρεάζουν την κατανομή του ε ισοδήματος < 15). Για να ελέγξει το κατά πόσο η περ ιφερειακή ανισοκατανομή του ε ισοδήματος<16) στα χρόνια 1961 - 1971 μεταβλήθηκε χρησιμοποίησε τις στατιστικές του «Δηλωθέντος Εισοδήματος

Φυσικών Προσώπων και τη ς Φορολογίας αυτού». Ως εκτούτου τα όποια συ­

μπεράσματά του είνα ι αμφισβητήσιμα και ως ένα βαθμό ατεκμηρίωτα<171 J.

Γ. Με περισσότερες απαιτήσεις από τις αναφερθείσες εμφανίσθηκε η

μελέτη των Βολουδάκη - Πανουργιά <18J. Οι συγγραφείς προχώρησαν σε εκτί­μηση του ιδιωτικού εθνικού ε ισοδήματος σε επίπεδο νομού για τα έτη 1961, 1971 και 1981 <19). Τα ευρήματα της εργασίας τους έδειξαν ότι: «Οι υπολογι­σθέντες συντελεστές συσχετίσεως μεταξύ του ρυθμού αυξήσεως του εισοδή­

ματος και της μεταβολής στη σχέση αγροτικού εισοδήματος προς τα λοιπά ει­

σοδήματα ή στη σχέση εργατικού εισοδήματος προς αμοιβή κεφαλαίου απο­

δείχθηκαν πολύ χαμηλοί» <20J. Επομένως η επικρατούσα θεωρία, σύμφωνα με

(15) Εκεί όπου προσπαθεί να δώσε ι κάποιες εξηγήσεις παραμένε ι εντελώς περιγραφικός και ασαφής. Έτσι όταν αναφέρεται στο υποστηριζόμενο από αυτόν κυκλικό φαινόμενο της περιφερειακής ανισοκατανομ1jς, υποθέτε ι ότι τα αίτιά της οφείλονται σε «επενέργει ­

αν πολλών παραγόντων, ως επί παραδείγματι, εις την οικονομικήν ανάπτυξι.ν της χώρας, την δημοσίευσιν ορισμένων νομοθετημάτων αναφορικώς προς την φορολογίαν εισοδήμα ­τος φυσικών προσώπων, παροχήν κινήτρων κλπ.» . Παρόμοιες βέβαια αιτίες είναι τόσο

γενικές που δεν εξηγούν σχεδόν τίποτα .

(16) Ένα πόρισμα, που προέκυπτε από την συγκριτικ1j στατιστικ1j των ετών 1961και1971 ,

1jταν ότι η κατανομή παρέμενε σχεδόν στα ίδια τα επίπεδα ανισότητας .

(17) Κατ' αρχάς η ομαδοποίηση των μετρήσεων σε τρεις κατηγορίες (πρωτεύουσα, λοιπή χώρα, σύνολο) ε ίναι ακατάλληλη για εκτίμηση της περιφερειακ1jς ανισότητας. Κατά δεύτερο λόγο οι συγκρίσε ις είναι ανομοιογε νείς. Δεδομένου ότι ο αγροτικός πληθυσμός για πα­ράδειγμα δεν εκπροσωπείται στην περιοχή της πρωτευούσης στον ίδιο βαθμό με εκείνον της υπόλοιπης χώρας κάθε δείκτης δεν θα εμφανίζει την ενυπάρχουσα ανισότητα. Ένας

άλλος σημαντικός λόγος αποτελεί η μεροληψία της στατιστικ1jς της φορολογίας. Οι μι­σθωτοί εκπροσωπούνται σχετικά ικανοποιητικά, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τις άλλες κοινων ικοοικονομικές ομάδες.

(18) Ε. Α Βολουδάκης και Ε. Α. Πανουργιάς, (1980), (1984) .(19) Κ. Προδρομίδης (1975) .

(19) Μολονότι πολλές από τις υποθέσεις , που κάνουν οι ερευνητές είναι «ηρωϊκές» - όπως π.χ η αντίστο ιχη της κατανομής των συνολικών κερδών των επιχειρήσεων - εν τούτοις

μπορούν αυτές να γίνουν δεκτές - υπό όρους βέβαια - αφού τα διαθέσιμα στοιχεία δεν αφήνουν ευρεία περιθώρια για άλλες περ ισσότερο ρεαλιστικές.

(20) (1980), σελ. 28. 71

Page 6: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

θ. ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ - ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - Τεύχος 3 (2003), 67-100

72

την οποία οι νομοί στους οποίους αναμένεται να πραγματοποιηθούν υψηλό­

τεροι ρυθμοί ανάπτυξης είναι εκείνοι στους οποίους σημειώνονται οι αξιο­

λογότερες διαρθρωτικές μεταβολές, δεν επαληθεύεται στην περίοδο 1961 -71. Η αιτία βρίσκεται στον υπερβολικό ρόλο, που αποδίδεται στον δευτερο­γενή τομέα, αφού η οικονομική ανάπτυξη ταυτίζεται συχνά αποκλειστικά με

τις εξελίξεις σ' αυτόν τον τομέα (21 ). Κατά τους συγγραφείς διαφαίνεται ότι η ανάπτυξη πολλών νομών πρέπει να οφείλεται είτε σε εξωγενείς παράγοντες

- μεταναστευτικά ε μβάσματα, ναυτιλιακό συνάλλαγμα κλπ. - είτε στην ανα­

διανεμητική λειτουργία του φορολογικού συστήματος.

Για ένα άλλο πόρισμα της εργασίας είναι δυνατόν να υποβληθούν ορι­

σμένες ενστάσεις. Υποστηρίζεται ότι: «η εισοδηματική κατανομή του διαθέ­

σιμου εισοδ1ίματος το 19Ί1 εμφαν[ζ,εται σε σημαντικό βαθμό πιο ισόρροπη

από την κατανομή του εθνικού εισοδήματος. Συγκεκριμένα ο λόγος συγκε­

ντρώσεως, που υπολογ[σθηκε για την κατανομή, αυτή ήταν 8,9% έναντι 13,6% της κατανομής του εθνικού εισοδήματος»(22). Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορεί να είναι ακριβές, τουλάχιστον για εκείνα τα χρόνια, δεδομένου ότι

τα στοιχεία για τη διανεμητική λειτουργία του φορολογικού συστήματος

ήταν ανεπαρκή και αμφιλεγόμενα. Επίσης ένα άλλο βασικό συμπέρασμα

μπορεί να τεθεί υπό σοβαρή αμφισβήτηση: «Το μεγαλύτερο μέρος από τις ει ­

σοδηματικές μεταβιβάσεις προέρχεται, όπως αναμενόταν, από τη περιοχή

της πρωτευούσης, από την οπο[α το 1971 μεταβιβάστηκε προς τις λοιπές πε­

ριοχές της χώρας το 7,5% του κατά κεφαλή εισοδήματός της»ί23). Παρόμοια άποψη είναι υπερβολική και το σίγουρο είναι ότι το καθαρό υπόλοιπο (εισ­

ροές - εκροές από και προς την επαρχία) ήταν θετικό για την περιοχή πρω­

τευούσης τουλάχιστον για τα πριν το 1971 έτη. Το κλασικό συγκεντρωτικό μοντέλο ανάπτυξης, που ακολούθησε η χώρα, δεν άφησε περιθώρια για τη

δημιουργία ισχυρού ρεύματος εκροών προς την περιφέρεια (ανάλογα ανα­

πτύχθηκαν πλείστες χώρες - Paris et le desert franςaise). Έτσι - για παρά­

δειγμα - τα εμβάσματα τω εσωτερικών μεταναστών (από την επαρχία στην

Αθήνα) προς τους τόπους προέλευσής τους κινήθηκαν σε πολύ χαμηλά επί­

πεδα και σε καμιά περίπτωση δεν μπορούσαν να καλύψουν την αντίθετη

εκροή. Αυτό βέβαια είναι φυσικό και αποτελεί ένα φαινόμενο, που λαμβά­

νει χώρα σε παγκόσμια κλίμακαί24). Τέλος <25) ένα σημαντικό πόρισμα της

(21) Αυτό ανατρέπε ι εν μέρει τη θέση του Γερωνυμάκη ο οποίος υποστήριξε ότι: «η περιφερειακή

αναπτυξιακή οικονομική πολιτική κατά την μεταπολεμική περίοδο .... επέτυχε να ανα ­πτυχθούν αι πλείσται. των περιφερειακών» , (1985) ε.α. σελ. 131.

(22) (1980), σελ . 28.

(23) (1980), σελ. 28.

(24) Η βιβλιογραφία πάνω στην Rural - Urban migration είναι σχεδόν ανεξάντλητη και τα διάφορα υποδείγματα συγκλίνουν στην άποψη ότι το χωριό ενέχε ι τη θέση - στα πρώτα

τουλάχιστον στάδια - του αφανούς εργοδότη για τον μετακινηθέντα στην πόλη ( αναλυτι­κά: Th. Papaelias, 1979).

Page 7: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

THEODOROS PAPAILIAS - REVIEW OF ECONOMIC SCIENCES - Νο 3 (2003) , 67-100

μελέτης είναι αυτό που εξάγεται από τις συγκρίσεις με τις περισσότερες χώ­

ρες της κοινότητας<26J. Προκύπτει ότι ο βαθμός της περιφερειακής εισοδη­ματικής ανισοκατανομής στην Ελλάδα είναι μικρότερος - με εξαίρεση τη

Βρεττανία - από τον αντίστοιχο των χωρών - μελών της ΕΟΚ των 10.

Κατά την άποψή τους ήδη από το 1984 η Ελλάδα πιθανότατα θα είχε τον μικρότερο δείκτη περιφερε ιακής ανισοκατανομής από τους άλλους εταί­ρους (27).

(25) Ένα ακόμη σημείο που μπορεί να αμφισβητηθεί είναι η άποψη των συγγραφέων για ύπαρξη στενής συσχέτισης μεταξύ αλλαγής στην ανισοκατανομή και στον ρυθμό οικονο­μικής ανάπτυξης. Συγκεκριμένα θεωρούν ότι, η πτώση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυ ­

ξης , που παρατηρήθηκε στη δεκαετία 1971 - 81 (σε σχέση με τον αντίστοιχο της περιόδου 1961 - 71) σχετίζεται με την σμίκρυνση της ανισοκατανομής. Παρόμο ιες απόψεις, αλλά

σε πολύ πιο έντονο βαθμό, παραθέτει ο Παυλόπουλος στις απόψεις του οποίου γίν εται αναφορά παρακάτω.

(26) (1984) , σελ. 81 και 96.

(27) Συντελεστές περιφερειακής εισοδηματικής ανισοκατανομής σε χώρες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας

(Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν)

ΧΩΡΑ Συντελεστής Συντελεστής Αιιιθμός

μεταβλητικότητας (%) GINI (%) πειιιοχών

1960 1970 1980 1960 1970 1980 κατάχώιια

Βέλγιο 2 24,4 23,5 24,1 12,8 11,8 11,9 9

Γαλλία 2 12,7 19,4 18,1 6,0 9,6 8,6 21

Γειιμανία 2 20,3 21,4 19,6 11,1 11,3 10,1 30

Ιταλία 2 38,0 29,6 26,6 20,9 16,5 14,8 20

Ισπανία 1 30,5 27,0 20,3 16,6 15,0 11,2 17

Μ. Βιιεττανία 2 ... 11,8 10,5 5,6 4,5 11

Ολλανδία 2 8,3 13,6 29,3 4,2 7,3 12,4 11

Ελλάδα 3 23,9 23,3 15,3 12,3 11,8 8,0 52

Πηγή: Th e Regions of Europe, Commission of the European Communities, 2nd periodic report, 1984. (Επεξεργασία στοιχείων) . Για το έτος 1970 δεδομένα Ι 969. Eurostat, Yearbook of Regional Statistics. Για το έτος 1980 στοιχεία ετών 1978 και 1979. Βολου­δάκης - Πανουργιάς για τα έτη 1961 , 1971και1981.

Βλέπε Βολονδάκης - Πανουργιάς ε.α. σελ. 92 (1984).

73

Page 8: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

θ . ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ - ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - Τεύχος 3 (2003) , 67-100

74

2. Δημοσιεύσεις που αναφέρονται στην κατανομή του εισοδήματος και τη δημοσιονομική πολιτική

α. Ο σκαπανέας αυτής της φιλολογίας είναι ο Δ. Καράγιωργας <28).

Στην πρώτη του μελέτη ο συγγραφέας χρησιμοποίησε στο ιχεία των οι­

κογενειακών προϋπολογισμών του έτους 1964 (29). Τα κύρια πορίσμα­τά του ήταν ότι η φορολογική επιβάρυνση χειροτέρευε την ήδη υψηλή

ανισοκατανομή του εισοδήματος, ενώ μετά τις μεταβιβαστικές πλη­

ρωμές η ανισότητα σχετικά αμβλύνετο (3ο). Οι αντίστοιχοι δείκτες Gini ήταν: ί) πριν την φορολογία: 0,5884, ii) μετά την επιβολή των φόρων: 0,6058, iii) μετά τους φόρους και τις μεταβιβαστικές πληρωμές, 05440.

Κατά την γνώμη του : «Παρά τις μεταβιβαστικές πληρωμές ο βαθμός ανι­

σότητας της κατανομής του εισοδήματος στην Ελλάδα παραμένει πολύ υψη­

λός σε σύγκριση με τις άλλες χώρες ... Ο συντελεστής Gίnί είναι υψηλός στην Ελλάδα σε σύγκριση με εκείνον πολλών άλλων ευρωπαϊκών χωρών, όπου δεν

ξεπερνά το 0,45» (31 ).

Ο πίνακας 1 απεικονίζε ι τις εξελίξεις κατά εισοδηματικό κλιμάκιο.

Όπως συνάγεται το φορολογικό σύστημα οξύνει την οικονομική κατάσταση

των μεσαίων κυρίως κλιμακίων και ολιγότερο των κατωτέρων, ενώ στα ανώ­

τερα δεν επιφέρει ουσιώδεις αλλαγές. Αυτό σημαίνει ότι οι φόροι δεν είναι

ουδέτεροι, αφού επιβαρύνουν ορισμένα κυρίως κλιμάκια. Αντίθετα με τις

μεταβιβαστικές πληρωμές έχουμε μια θετική βελτίωση της εισοδηματικής

θ έσης όλων των κλιμακίων, περισσότερο ωφελούνται τα μεσαία και τα μικρά

εισοδήματα και ολιγότερο τα μεγάλα. Σε ένα δεύτερό του άρθρο (32) χρησι­μοποιώντας την ίδ ια - κατά βάση - μεθοδολογία εξετάζε ι τα δεδομένα των

οικογενειακών προϋπολογισμών του έτους 1974 (33). Σύμφωνα με τα συμπε­ράσματά του <34) η διανομή του ε ισοδήματος στην Ελλάδα είναι υπερβολικά άνιση. «Το 46% του πληθυσμού που βρίσκεται στα τρία κοντότερα κλιμάκια

(28) D. Karageorgas, (1973).

(29) Επειδή τα δημοσιεύματα των οικογενειακών προϋπολογισμών δεν παρείχαν στοιχεία ε ισοδήματος , ο Καράγιωργας χρησιμοποίησε λογαριθμική συνάρτηση κατανάλωσης. Στη

συνέχεια, με δεδομένη την κατά κλιμάκιο δαπάνη του νοικοκυριού για κατανάλωση , εκτίμησε την κατανομ1j του εισοδ1jματος .

(30) Τα ευρ1j ματα του Καράγιωργα συμφωνούν με τη διεθνή εμπε ιρία. Οι μεταβιβαστικές πληρωμές αμβλύνουν κάπως την ανισοκατανομή, αλλά δεν την με ιώνουν αξιόλογα. Γενι­

κότερα δραστικές πολιτικές σμίκρυνσης των εισοδη ματικών ανισοτήτων δεν φαίνεται να επιτυγχάνονται . Πλούσια εμπε ιρικά δεδομένα σε παγκόσμιο επίπεδο καθώς και θεωρη­

τική τεκμηρίωση: M.S. Ahluwalia και Η. Chenery, (1974).

(3 1) (1973), σελ . 448.

(32) D. Karageorgas (1977). Το ίδ ιο άρθρο - με μικρές αλλαγές - δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Πολίτης» (1978).

(33) Μπορε ί να ασκηθεί κριτικ1j πάνω σε ορισμένες υποθέσε ις του Καράγιωργα. Για παράδειγμα ο συγγραφέας δέχεται ότι μετακυλιέται το 100% των εμμέσων φόρων και των ε ισφορών για κοινωνική ασφάλιση στην κατανάλωση. Μια πιο ρεαλιστική υπόθεση έγινε από τους

Π. Γρεβενίτη και Γ. Σαπουνά, (1988).

(34) Σ ' αυτό το άρθρο ο Καράγιωργας χρησιμοποιεί 8 κλιμάκια εισοδήματος (στο προηγούμενο ε ίχε 6). Επιπρόσθετα οι υποθέσεις του ε ίναι πιο αναλυτικές και λεπτομερείς από ότι ήταν στο πρώτο.

Page 9: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

THEOOOROS PAPAILIAS - REVIEW OF ECONOMIC SCIENCES - Νο 3 (2003), 67-100

με εισόδημα κάτω από 94 χιλ. δρχ. παίρνει το 16% μόνο από το συνολικό χρηματικό εισόδημα. Το επόμενο 46% του πληθυσμού που βρίσκεται στα ει­

σοδηματικά κλιμάκια 94-314 χιλ. δρχ. παίρνει το 54% από το συνολικό εισό­δημα. Και ένα μικρό ποσοστό του πληθυσμού που μόλις φθάνει το 8,0% και που βρίσκεται στα ανώτερα κλιμάκια, με εισόδημα πάνω από 315 χιλ. δρχ.

νέμεται το 30% του συνολικού εισοδήματος» <35J. Εκτιμώντας την κατανομή του εισοδήματος μετά την επιβολή της φορολο­

γίας <36) υποστηρίζει ότι αυτή χειροτερεύε ι την κατανομή, ενώ μετά τις μετα­βιβαστικές πληρωμές η ανισοκατανομή βελτιώνεται - κύρια στα «μεσαία»

εισοδηματικά κλιμάκια. Για το 1974 ο Καράγιωργας εκτιμά συντελεστή Gini (και μετά τις μεταβιβαστικές πληρωμές) 0,45 <37J. Το τελικό συμπέρασμα του συγγραφέα είναι ότι το δημοσιονομικό σύστημα της χώρας είναι αναποτελε­

σματικό στη μείωοη της ανισοκατανομής.

Πίνακας 1. Κατανομή του εισοδήματος το έτος 1964

Κλιμάκια Ποσοστιαία κατανομή Σωρευτικά ποσοστά

οικογ. Νοικοκυριά Εισόδημα Εισόδημα Εισόδημα Νοικοκυ11ιά Εισόδημα Εισόδημα Εισόδημα

εισοδήματος πριν τους μετά τους μετά τους πριν τους μετά τους μετά τους

(σε χιλ. δQχ.) φόρους & φόρους φόρους & φόρους & φόρους φόρους &

τις μεταβιβ. Πλη{Ι.

τις μεταβιβ. πληρ.

τις μεταβιβ. πληρ.

τις μεταβιβ. πληρ.

Κάτω των 15 15,1 1,32 1,16 2,05 15,1 1,32 1,16 2,0

15 - 28,4 25 ,1 6,21 5,60 7,50 40,2 7,53 6,76 8,5

28,5 - 54,9 30,3 16,23 15 ,1 1 16,41 70,5 23,76 21,87 25,9

55-77 12,8 15,20 15,35 15,82 83,3 38,96 37,22 41,7

77,1 - 119,9 9,6 23,35 25,00 23,45 92,9 62,31 62,22 65,2

120 και άνω 7,1 37,69 37,78 34,77 100,Ο 100,00 100,00 100,0

Σύνολο 100,00 100,00 100,00 100,00

Πηγή: D. Karageoι·gas (19 73).

(35) (1977) σελ. 13-14.

(36) Κατά την άποψή του ο «πραγματικός» φορολογικός συντελεστ1jς στην Ελλάδα στο σύνολό του είναι αντιστρόφως προοδευτικός. Σύμφωνα με τα ευρήματά του τα μεσαία ε ισοδή ­ματα (από 94 - 499 χιλ. δρχ.) φορολογούνται λιγότερο από τα ανώτερα, τα οποία όμως έχουν μικρότερη φορολογ ική επιβάρυνση από τα κατώτερα . Την ανάλυσή του τη στηρί­

ζει στο γεγονός ότι οι γενικοί έμμεσοι φόροι αντιπροσωπεύουν το 70% των συνολικών φορολογικών εσόδων και χαρακτηρίζονται από φορολογικό συντελεστ~j αντιστρόφως προοδευτικό, ενώ αντίθετα οι φόροι με προοδευτικό συντελεστ1j, όπως οι φόροι εισοδή­ματος , κληρονομιών, κ.λπ . αποτελούν το 30% των εσόδων.

(37) Ο ίδιος δεν φρόντισε να δικαιολογήσει - και αυτό είναι ένα από τα μειονεκτ~jματα της πρώτης (κυρίως) μελέτης - τη σημαντική διαφορά των δεικτών Gini που αφορούν στην περίοδο 1964 και 1974. 75

Page 10: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

Θ . ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ - ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - Τεύχος 3 (2003) , 67-100

76

β. Σε αντίθετα συμπεράσματα έφθασε ο Provopoulos <38J. Χρησιμοποιώντας τα αποτελέσματα τη ς έρευνας της ΕΣΥΕ του 1957-58 <39) βρίσκει ότι οι φόροι επιβαρύνουν κυρίως τα μεσαία κλιμά­κια (4Ο)_ Οι διαφορές με τη μελέτη του Καράγιωργα είναι βασικά με­

θοδολογικές <41J _ποσοστά μετακύλισης εμμέσων φόρων, εκτίμηση ει­σοδηματικών κλιμακίων το 1964 κ . λπ .. Από την άλλη το στατιστικό υλικό είναι διάφορο <42), ως εκ τούτου το γεγονός αυτό (σε σημαντικό βαθμό) ευθύνεται για κάποιες αποκλίσεις <43)_ Ανακεφαλαιώνοντας τα πορίσματα της έρευνάς του ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι το δημο­

σιονομικό σύστημα ευνοεί τα χαμηλά εισοδηματικά κλιμάκια.

γ. Η προσπάθεια του Bakarezos <44) εστιάζεται στη διαχρονική μέτρηση της ανισοκατανομής μεταξύ των ετών 1962-75 όλου του πληθυσμού της χώρας. Για να εκτιμήσει το εισόδημα ο συγγραφέας χωρίζει τον

πληθυσμό σε τρεις ομάδες: στους συνταξιούχους, τους μισθωτούς και

τους επιχε ιρηματίε ς.

Σύμφωνα με τα πορίσματά του <45 ): ί) η εισοδηματική ανισοκατανομή εντάθηκε μετά το 1968 και παραμένει σε υψηλά επίπεδα μέχρι το 1975 και ii) η φοροδιαφυγή, σε απόλυτα μεγέθη και σε τρέχουσες τιμές , ενώ μέχρι το

1968 εκυμαίνετο σε σταθερά επίπεδα, στη συνέχεια αυξήθηκε αλματωδώς. Αυτό αποτυπώνεται καλύτερα με τον δείκτη φοροδιαφυγής - που ορίζεται

ως ο λόγος του φόρου που πληρώνεται σε σχέση με αυτόν που έπρεπε να

πληρωθεί σύμφωνα με τη φορολογική κλίμακα και το εκτιμούμενο εισόδημα

- ο οποίος μετά το 1968 μειώθηκε . Το τελικό συμπέρασμα που εξάγει είναι

ότι το φορολογικό σύστημα είναι αναποτελεσματικό να μειώσει την ανισο­

κατανομή του εισοδήματος.

δ. Στην ίδια περίπου περίοδο αναφέρεται και το άρθρο της Νεγρεπόντη - Δελιβάνη <46). Κατά την άποψή της υφίσταται σημαντική μετακύλι­ση αμέσων φόρων από τους αυτοαπασχολουμένους στους μισθω -

(38) G. Α. Provopoulos, (1979).

(39) Ο Καράγιωργας δεν προχώρησε σε εκτίμηση της εισοδηματικής κατανομή ς κα ι των φορολογικών βαρών που την επηρεάζουν για τα έτη αυτά, θεωρώντας ότι εκείνα τα δε­

δομένα των οικογενειακών προϋπολογισμών ήταν αναξιόπιστα. Επειδή τα στοιχεία τη ς έρευνας των οικογεν10ιακών προϋπολογισμών υποεκτιμούν κατά 75 % το εισόδημα, σε

σχέση με το αντίστοιχο των εθνικών λογαριασμών, ο Provopoulos υποθέτει ότι όλα τα ει­σοδηματικά κλιμάκια υποεκτιμούν στον αυτό βαθμό - μια θεωρία που δεν τη στηρίζει πειστικά σε κανένα δεδομένο και είναι αυθαίρετη.

(40) Ο αριθμός των ε ισοδηματικών κλιμακίων στο άρθρο του Προβόπονλον είναι 6.

(41) Μια συζ1jτηση πάνω στις διαφορές μεταξύ ΚαράγιωρΎα και Προβόπονλοv: Προβόπονλος. ε.α. σελ. 96-97.

( 42) Η έρευνα του 1957 -58 αφορούσε αστικές περιοχές κα ι παρείχε στοιχεία εισοδ1jματος , η έρευνα του 1964 αφορούσε ημιαστικές κα ι αγροτικές περιοχές και έδινε στοιχεία μόνο 1ωτανάλωσης από την οποία ο Καράγιωργας εκτίμησε το εισόδημα .

(43) Μια επαναδιατύπωση των θέσεών του διετύπωσε ο Προβόπονλος σε νεώτερη εργασία του (1981) .

( 44) Ρ. Baka ι·ezos ( 1984) .

Page 11: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

THEODOROS PAPAILIAS - REVIEW OF ECONOMIC SCIENCES - Νο 3 (2003), 67-100

τούς ί47J. Κατά τη συγγραφέα: «η δημοσιονομική πολιτική στην Ελλά­δα καταλήγει σε οριζόντια (δηλαδή στο εσωτερικό των εισοδηματι­

κών ή κοινωνικοεπαγγελματικών κατηγοριών) ανακατανεμητικά

αποτελέσματα με την επιβολή των αμέσων φόρων και όχι σε κάθετα

(δηλαδή σε μεταβίβαση αγοραστικής δύναμης από τις πλουσιότερες

κοινωνικοεπαγγελματικές ή εισοδηματικές κατηγορίες, που είναι

οι αυτοαπασχολούμενοι, στις πτωχότερες, που είναι οι μισθωτοί),

έτσι με τους συμψηφισμούς που γίνονται στο επίπεδο επιβολής άμε­

σων και εμμέσων φόρων ... μπορεί να εξηγηθεί η μακροχρόνια εκπλη­κτική στασιμότητα της διαρθρώσεως της προσωπικής κατανομής του

εισοδήματος στην Ελλάδα» ί48J.

Ένα δεύτερο πόρισμα της Νεγρεπόντη - Δελιβάνη είναι ότι η φορολογι­

κή επιβάρυνση στην Ελλάδα είναι υψηλότερη από την αντίστοιχη άλλων ανε­

πτυγμένων χωρών.'Οπως καθίσταται φανερό, από τα μέχρι τώρα αναφερθέ­

ντα, τα πορίσματα των διαφόρων ερευνητών δ ιαφέρουν σημαντικά μεταξύ

τουςί49J. Η Νεγρεπόντη - Δελιβάνη παραθέτει για τα έτη 1961, 1966, 1971

(44) Ρ. Bakarezos (1984).

(45) Το διάγραμμα παρουσιάζει τις διακυμάνσεις του συντελεστή Gini για την εξεταζόμενη περίοδο.

0,45

0,4

0,35

0,3

0,25

0,2

0,15

0,1

0,05

ο

._ -....-- - -- ~.......-

• • ~

........ ~ ί'e ~

1962 1963 1964 1965 1966 1967 1968 1969 1970 1971 1972 1973 1974 1975

(46) Μ. Νεγρεπόντη - Δελιβάνη , (1979).

( 47) Τα στοιχεία που παραθέτει αφορούν μόνο τα έτη 1971 και 1975. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που παρουσιάζει οι μισθωτοί επιβαρύνονται κατά 13,1 % επιπρόσθετα το 1971και14,5%

το 1975.

(48) ε .α. σελ. 15. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τα συμπεράσματα της μελέτης του Bakarezos.

( 49) Αυτό ως ένα σημαντικό βαθμό αντανακλά την «πολιτική μεροληψία» του κάθε ερευνητή. Με δεδομένο αφενός την ανεπάρκεια των στατιστικών στοιχείων και αφετέρου το χαμη­

λό βαθμό αξιοπιστίας ορισμένων από αυτών - όπως π.χ. εκε ίνων που αναφέρονται στο

εισόδημα - ο οικονομολόγος προτείνει διάφορες εναλλακτικές υποθέσεις , που καλύ­πτουν τις ελλείψεις ή «διορθώνουν» τις αποκλίσεις από κάποια ιδεατή κατανομή, με την πεποίθηση ότι αυτ1j η τελευταία προσεγγίζει ρεαλιστικότερα την υφιστάμενη κατάστα­

ση . Ως εκτούτου αυτή η επέμβαση δεν είνα ~ - συχνά - άμοιρη των γενικότερων πολιτι­κών και οικονομικών αντιλήψεων του κάθε μελετητή. Εδώ θα πρέπει να αναζητηθεί ένα

μέρος των αιτίων για την ύπαρξη αξιόλογων αποκλίσεων μεταξύ των πορισμάτων και

κατre επέκταση μεταξύ των προτε ινομένων μέτρων οικονομικής πολιτικής. 77

Page 12: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

Θ. ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ - ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - Τεύχος 3 (2003), 67-100

78

και 1976 συντελεστές Gini προ και μετά την φορολογική επιβάρυνση <50>, οι οποίοι διαφέρουν από τους μέχρ ι τώρα αναφερθέντες. Οι κύριες αδυναμίες

της προσέγγισης της συγγραφέως εντοπίζονται στις υποθέσεις επιμερισμού

της έμμεσης φορολογίας <51), στο πρωτογενές υλικό, το οποίο χρησιμοποιεί καθώς και σε ορισμένες υποθέσεις από τις οποίες ξεκινά <52). Έτσι - για πα­ράδειγμα - μια αμφισβητούμενη υπόθεση που κάνει, είναι όταν περιμένει

ότι είναι δυνατόν να υπάρξει σημαντική βελτίωση της ανισοκατανομής ως

αποτέλεσμα της δημοσιονομικής πολιτικής <53J. Ως εκτούτου η κριτική που ασκεί είναι κατά ένα μεγάλο μέρος ευάλωτη (54).

ε. Η μελέτη του Γρεβενίτη - Σαπουνά <55) καλύπτει ως ένα βαθμό ορισμένες από τις αναφερθείσες ελλείψεις. Ο κύριος στόχος της μελέτης καθορί­

σθηκε στην εκτίμηση της νομικής, απόλυτης και πραγματικής φορολο­

γικής επιβάρυνσης των τεσσάρων ομάδων <56). Τελικά οι συγγραφείς επιμερίζουν στις 4 ομάδες το 88,5% των συνολικών άμεσων φόρων και το 91,4% των συνολικών εμμέσων φόρων, δηλαδή το 90,3% των συνο­

λικών φορολογικών εσόδων του δημοσίου τομέα για το 1982. Στη με­λέτη χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία κατά κύριο λόγο των Εθνικών Λογα­

ριασμών και κατά δεύτερο των Οικογενειακών Προϋπολογισμών του

έτους 1981/82 (για τον επιμερισμό της συμμετοχής κάθε πηγής εισοδή­ματος στο συνολικό εισόδημα κάθε ομάδας). Σύμφωνα με το αποτελέ­

σματα της έρευνας το συνολικό καθαρό φορολογικό βάρος (δηλαδή

άμεσοι φόροι μείον μεταβιβαστικές πληρωμές συν έμμεσοι φόροι) που

επωμίζεται κάθε κοινωνικοοικονομική ομάδα βρέθηκε ότι επιμερίζε­

ται ως εξής: 80,8% στους αυτοαπασχολούμενους, 47,2% στους μισθω­τούς, 10,0% στους συνταξιούχους και 12,0% στους αγρότες. Ως ποσο­στό του αντιστοίχου εισοδήματος η συνολική καθαρή φορολογική επι­

βάρυνση κάθε ομάδας εκτιμήθηκε ότι ε ίναι το 22,9% του κατά κεφα­

λήν εισοδήματος των αυτοαπασχολουμένων, 28,6% του κατά κεφαλήν εισοδήματος των μισθωτών, 15,3% του κατά κεφαλήν εισοδήματος των συνταξιούχων και 15,7% του κατά κεφαλήν εισοδήματος των

αγροτών <57).

Παρά τις όποιες αδυναμίες της μελέτης στις υποθέσεις κατανομής των

φορολογικών βαρών (ποσοστά μετακύλισης φόρων, εκτίμηση εισοδήματος

κ.λπ.), η συμβολή της είναι σημαντική στην μέτρηση της αποτελεσματικότη­

τας της δημοσιονομικής πολιτικής, που ασκήθηκε στην Ελλάδα (επιπτώσεις

πάνω στη διανομή του εισοδήματος). Δυστυχώς - και αυτό είναι ένα μειονέ­

κτημα - δεν μπόρεσε να προχωρήσει σε λεπτομερέστερη καταγραφή των

επιπτώσεων της δημοσιονομικής πολιτικής σε συγκεκριμένα εισοδηματικά

κλιμάκια <58) και ως εκτούτου η σημασία της περιορίζεται στο χώρο της λει­τουργικής διανομής και όχι της προσωπικής κατανομής.

Page 13: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

THEODOROS PAPAILIAS - REVIEW OF ECONOMIC SCIENCES - Νο 3 (2003), 67-100

στ. Τέλος αντίστοιχη εργασία έγινε από τον Vartholomeos (59) στην οποία εξετάζονται οι επιπτώσεις της δημοσιονομικής πολιτικής την περίο­

δο 1958 - 1974. Βασικό συμπέρασμά της είναι ότι η μείωση του φό­ρου εισοδήματος συνδυασμένη με μια ισόποση αύξηση της έμμεσης

φορολογίας ανακατανέμει το εισόδημα σε όφελος των κερδών, των

μισθωτών και λοιπών εισοδημάτων και σε βάρος των αγροτών.

(50) Η τελική κατανομή του ειοοδήματος στην Ελλάδα (κατανομή και ανισοκατανομή) 1961, 1966, 1971, 1976

1961 1966 1971 1976

1. Συντελεστές Gini πριν την επιβολή φορολογίας 0,378 --- 0,363 0,377

2. Συντελεστές Gini μετά την επιβολή αμέσων και εμμέσων φόρων 0,413 0,397 0,393 0,404

3. % απαλλαγών και εκπτώσεων .επί του δηλωθέντος εισοδήματος 46% 40% 41,1% 50,1%

4. Συντελεστές Gini μετά την επιβολή αμέσων, εμμέσων φόρων, απαλλαγών και εκπτώσεων 0,317 0,314 0,302 0,316

Πηγή: Μ. Νεγρεπόντη - Δελιβάνη (1979).

(51) Η συγγραφέας είναι πολύ φειδωλή στην ανάπτυξη των υποθέσεων της κατανομής της έμμεσης φορολογίας. Οι υποθέσεις όμως που διαφαίνονται στο άρθρο είναι απλοποιητές.

(52) Δεν είναι αυταπόδεικτο εκείνο που ισχυρίζεται η Νεγρεπόντη - Δελιβάνη, για την αρνητική σχέση κατανομής και οικονομικής ανάπτυξης· τ ' αντίθετο υπάρχει ογκώδης φιλολογία «επί του κατά πόσο η ανισοκατανομή είναι προαπαιτούμενο της οικονομικής ανάπτυξης

και κατά πόσο τα μέτρα άμβλυνσης της συντείνουν στην πτώση του ρυθμού ανάπτυξης».

(53) Η παγκόσμια εμπειρία έχει ήδη δείξει ότι πολιτικές , που στόχευαν σε δραστική μείωση της ανισοκατανομής , υπήρξαν σε μεγάλο βαθμό ατελέσφορες.

(54) Αντίστοιχα ισχύουν για τις κριτικές του Καράγιωργα και Προβόπουλου.

(55) ε.α. (1988).

(56) Αυτοαπασχολούμενοι, μισθωτοί, αγρότες και συνταξιούχοι .

(57)

' Αυτοαπασχολούμενοι Μισθωτοί Αηιότες Συνταξιούχοι

% % στο % % στο % %στο κατά κατά κατά κεφαλή κεφαλή κεφαλή

1. Άμεσοι φόροι 32,0 14,2 51,5 18,7 9,3 8,4

2 ... Έμμεσοι φόροι 24,1 10,3 41,4 14,4 15,4 13,5

3. Μεταβιβαστικές πληρωμές 13,5 1,65 45,2 4,53 26,4 6,64

4. Καθαρή επίδραση φορολογίας 30,8 22,9 47,2 28,6 10,0 15,3

Πηγή: Π. Γρεβενίτης - Γ. Σαπουνάς, ε.α. (1988).

(58) Όπwς έγινε με τον Καράγιωργα, τον Προβόπουλο και άλλους.

(59) J. Vartholomeos (1984).

% % στο κατά

κεφαλή

7,2 5,2

19,1 13,5

14,9 3,05

12,0 15,7

79

Page 14: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

θ . ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ - ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - Τεύχος 3 (2003), 67-100

80

3. Δημοσιεύσεις που αναφέρονται στη διανομή του εισοδήματος και τη φτώχεια

Μολονότι η επί του θέματος αρθρογραφία είναι αρκετά πλούσια, εντού­

τοις οι εργασίες, που παρουσιάζονται σχετικώς ολοκληρωμένες είναι πολύ

λίγες. Οι περισσότερες εξαντλούνται στην περιγραφή κάποιων αμφιβόλου

αξίας στατιστικών δεδομένων. Οι σημαντικότερες είναι οι ακόλουθες:

α. Η εργασία του Ρ. Ελευθεριάδη υπήρξε από τις πρώτες προσπάθειες,

που έγιναν, για την αποτύπωση της διανομής του εισοδήματος <60J. Ο συγγραφέας εξετάζει τη διανομή μεταξύ των ετών 1951και1962 και

βρίσκει ότι το εισόδημα το προερχόμενο από τους μισθούς και τα ημε­

ρομίσθια (εισόδημα εξ εργασίας), παραμένει διαχρονικά σταθερό.

Για να στηρίζει αυτό το γεγονός κατ' ουσίαν καταφεύγει στη γνωστή

συζήτηση περί σταθερότητας του μεριδίου των μισθών <61 J. Όπως όμως έχει δειχθεί παρόμοια σταθερότητα δεν υπήρξε στην Ελλάδα <62J.

Η σύνθεση του εθνικού εισοδήματος αλλοιώθηκε σχετικά γρήγορα. Το

αγροτικό ε ισόδημα μειώθηκε αισθητά - τουλάχιστον μέχρι το 1970 - προς

όφελος του εισοδήματος εκ μισθών κύρια <63) και κατά δεύτερο του εισοδή­ματος εκ κερδών. Το δεύτερο επιχείρημα του Ελευθεριάδη δεν φαίνεται να

δικαιώνεται από τις εξελίξεις . Ενώ μέχρι το 1975 η ποσοστιαία διάρθρωση των μισθών στο μη αγροτικό εισόδημα ήταν σταθερή, μετά τα μέσα της δεκα­

ετίας του '70 άρχισε να αυξάνεται ε ις βάρος φυσικά των διαφόρων προσό­

δων <64J (κερδών, ενοικίων κλπ.). Ένα πρόσθετο επιχείρημα του συγγραφέα για τη σταθερότητα του ποσοστού των μισθών είναι ότ ι υπάρχε ι συμψηφι­

σμός μεταξύ των κλάδων εκε ίνων που είναι «εντάσεως κεφαλαίου» και κλά­

δων που έχουν χαρακτήρα «εντάσεως εργασίας». Κάτι τέτοιο όμως προϋπο­

θέτει στασιμότητα στην απασχόληση, κάτι που φυσικά δεν συνέβη στη χώρα.

Έτσι η προσπάθεια αυτή παραμένει ανολοκλήρωτη, αφού δεν μπόρεσε να

προβλέψει τις εξελίξεις που σημειώθηκαν .

(60) Ελευθεριάδης, (1964).

( 61) Η θεωρητική τεκμηρίωση που επιχειρε ί ο Ελευθεριάδης είναι κατά ένα μέρος αμφιλεγόμενη.

Ο συγγραφέας παραθέτει στοιχεία από τη διεθνή εμπειρία και προσπαθεί να αντλήσε ι

στηρίγματα από αυτήν για την «Παρατηρούμενη» σταθερότητα του μεριδίου των μισθών

επί του εθνικού ε ισοδήματος, που παρατηρείται στην Ελλάδα . Εντούτοις ολόκληρη σχε­δόν η φιλολογία που αναφέρει, έχει σχέση μάλλον με τις πραγματοποιούμενες εξελίξεις στις αναπτυγμένες χώρες παρά με εκείνες του ελληνικού επιπέδου ανάπτυξης. Συνεπώς

η σχετική διαμάχη δεν μπορεί να φωτίσει ικανοποιητικά τα δεδομένα τη ς χώρας .

(62) Πρέπει ωστόσο να παρατηρηθεί ότι για την περίοδο που εξετάζε ι οι μεταβολές δεν είναι πολύ σημαντικές. Για λεπτομέρειες Λαζαρίδης, Παπαηλίας, Σακέλλης (1989), σελ . 16. Επίσης Μ. Νεγρεπόντη - Δ ελιβάνη, (1979) , σελ. 122 - 125.

(63) Σύμφ(ι)να με την επεξεργασία των εθνικολογιστικών μεγεθών το 1950 η συμμετοχή του ε ισοδήματος εκ μισθών 1jταν 32%, το 1975 40% και το 1985 53%.

(64) Οι λόγοι φυσικά γι' αυτή τη ραγδαία μεταβολή πρέπει να αναζητηθούν στις γεν ικότερες εξελίξε ις, που παρουσίασε η ελληνική οικονομία, μετά τις πετρελαϊκές κρίσεις - ιδιαί­τερα του 1979 - και τη γενικότερη γενική κατάσταση.

Page 15: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

THEODOROS PAPAILIAS - REVIEW OF ECONOMIC SCIENCES - Νο 3 (2003) , 67-100

β. Το βιβλίο της Μ. Νεγρεπόντη - Δελιβάνη (65Jσχετίζεται περισσότερο με το πρόβλημα της διανομής (functional distribution) και ολιγότερο με εκείνο της κατανομής (personal distribution) . Εξετάζοντας το πρώτο υποστηρίζει ότι υπάρχουν, παράγοντες, που επιδρούν προς την ίδια

κατεύθυνση, τόσο επί της διανομής όσο και επί της απασχολήσεως

και αντίστοιχοι που επενεργούν προς διαφορετική κατεύθυνση (66J.

Στην συνέχεια αναφέρεται στη διανομή του εισοδήματος μεταξύ των δύο

συντελεστών παραγωγής στο μη αγροτικό τομέα. Σύμφωνα με τη συγγραφέα:

«0 υπολογισμός του μεριδίου της εργασίας και του κεφαλαίου γίνεται βά­σει της συνάρτησης Cobb - Douglas, Ρ = βLα • κΙ-α η αύξηση τής αξίας του εκθέτη α σημαίνει ότι η αύξηση της παραγωγικότητας των εργαζομένων ήταν

μεγαλύτερη απο την αύξηση του αριθμού τους μέσα στη συνολική απασχόλη­

ση για την εξεταζόμενη περίοδο. Η μείωση δείχνει αντίστροφη εξέλιξη (67).

Προσπαθήσαμε να υπολογίσουμε την αξία των εκθέτων α και 1-α πρώτον για

το σύνολο της οικονομίας, εκτός από τον γεωργικό τομέα και δεύτερον για τη

μει?;,ονα βιομηχανία» (68)_

(65) Μ. Νεγρεπόντη - Δελιβάνη (1979), ιδ ιαίτερα σελ . 11 3 - 196.

(66) Ωστόσο η ανάλυσή της σ' ' αυτό το σημείο παραμένει αποσπασματική και αναφέρεται μόνο στο θεωρητικό επίπεδο. Θα ήταν μεγάλου ενδιαφέροντος να είχε προχωρήσει σε

εφαρμογή της έρευνας της στην ελληνική εμπειρία.

(67) Ο υπολογισμός του α γίνεται με τη βοήθ ε ια του επόμενου σύνθετου κλάσματος:

σύνολο μισθών

εισόδημα αστικών τομέων α =-----------

σύνολο μισθωτών

σύνολο αστικής απασχόλησης

ε . α. σελ. 153.

(68) ε.α. σελ . 152 -153. 81

Page 16: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

θ. ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ - ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - Τεύχος 3 (2003) , 67-100

82

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Νεγρεπόντη - Δελιβάνη οι τιμές του εκθέ­

τη α, με βάση τα στοιχεία των Εθνικών Λογαριασμών, κυμαίνονται μέχρι το

1974 σε σχετικά «φυσιολογικά» επίπεδα <69), δηλαδή το α ήταν περίπου 3/4 και το 1-α 1/4. Επειδή μετά το 1975 οι τιμές παρουσίασαν μια ακανόνιστη συ­μπεριφορά, αύξησε το εισόδημα των αυτοαπασχολούμενων για τα έτη 1976, 1977 και 1978 κατά 30% <70J. Κατά τη συγγραφέα αν δεν γίνει αυτή η παρα­δοχή η εφαρμογή της συνάρτησης για την Ελλάδα οδηγείται σε αδιέξοδο <71 J.

(69) Η αξία των εκθετών α και 1-α (1960 - 1978).

Έτη lη περίπτωση* 2η περίπτωση**

Μερίδιο Μερίδιο Μερίδιο Μερίδιο

εργασίας κεφαλαίου εργασίας κεφαλαίου

(α) (1-α) (α) (1-α)

1960 0,708 0,292

1961 0,676 0,323

1962 0,657 0,343

1963 0,664 0,336

1964 0,679 0,321

1965 0,709 0,291

1966 0,718 0,282

1967 0,741 0,259

1968 0,746 0,254

1969 0,765 0,235

1970 0,754 0,246

1971 0,742 0,258

1972 0,750 0,250

1973 0,722 0,278

1974 0,739 0,261

1975 0,782 0,218

1976 0,813 0,187 0,739 0,261

1977 0,840 0,160 0,749 0,251

1978 0,872 0,128 0,772 0,228

* Οι υπολογισμοί της πρώτης περιπτώσεως βασίζονται στα επίσημα στατιστικά δεδομένα.

** Οι υπολογισμοί της δεύτερης περιπτώσεως αναφέρονται μόνο στην περίοδο 1976 - 78 και βασίζονται στην υπόθεση ότι το εισόδημα των αυτοαπασχολούμενων είναι κατά 30% μεγαλύτερο του αντίστοιχου μεγέθους των Εθνικών Λογαριασμών.

ε . α. σελ. 155

(70) «'Ετσι με την πολύ συντηρητική αυτή νπ6θεση, για την ελληνική πραγματικ6τητα, του 30% μ6νο του εργατικού δυναμικού των αυτοαπασχολούμενων που να απασχολείται στην πα ­

ραοικονομία, η εφαρμογή της συναρτήσεως Cobb - Doιιglas για τα έτη 1976, 1977 και 1978

έδωσε αποτελέσματα, που μπορούν να ενταχθούν στα 6ρια των διεθνών τιμών τον α και του 1-α» . ε.α. σελ. 158.

Page 17: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

THEODOROS PAPAILIAS - REVIEW OF ECONOMIC SCIENCES - Νο 3 (2003), 67- 100

Σε επόμενη μελέτη τη ς αυξάνει τα ε ισοδήματα των αυτοαπασχολούμενων

για τα μετά το 1978 έτη <72J κατά 35%· παρόλα αυτά όμως ο αξίες για το α πα­ραμένουν πολύ υψηλές, «Πράγμα που θα πρέπει να μεταφράζεται σε αύξηση

του ποσοστού της φοροδιαφυγής» <73)_

Πέρα από τη γ ενικώτερη αμφισβήτηση που υπάρχει για το βαθμό αποτε­

λεσματικότητας της συνάρτησης Cobb - Douglas να κατοπτρίζει την υφιστά­

μενη κατάσταση, εκείνο που θα έδε ι να τονισθεί είναι ότι καθίσταται προ­

βληματική η χρησιμότητα της γ ια χώρες του επιπέδου ανάπτυξης της Ελλά­

δος - όπου ο αγροτικός πληθυσμός και ο αριθμός των αυτοαπασχολούμενων

είναι υπερβολικά μεγάλος σε σχέση με τους μισθωτούς.

Ένα δεύτερο σημείο είναι η ακρίβεια των στατιστικών μετρήσεων <74)_

Παράδειγμα: η · εργασία των αγροτών στον αστικό τομέα (συμπληρωματικά

εισοδήματα) μετράται η μεν αμοιβή της στους μισθούς, το προϊόν της όμως

αντιστοιχεί στον αυτό αριθμό απασχολούμενων, δηλαδή των μισθωτών - αφού

το κριτήριο για την ταξινόμηση είναι η πηγή του 50% και πλέον του εισοδήμα­τος. Τοιουτοτρόπως ενώ το ύψος των μισθών αυξάνει, η απασχόληση παραμέ­

νε ι σταθερή. Συνεπώς η προσέγγιση της Νεγρεπόντη -Δελιβάνη είναι αμφιβό­

λου αποτελεσματικότητας. Εκτιμώντας τους εκθέτες της συνάρτησης στη

μείζονα βιομηχανία βρίσκει αντίθετα αποτελέσματα <75) (χαμηλές αξίες στο α - κάτω του 0,40 - και υψηλές του 1-α). Το συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι

η λειτουργική διανομή δεν είναι ανισότερη στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες

χώρες πιο αναπτυγμένες.

Τέλος στην προσωπική κατανομή του εισοδήματος η συγγραφέας συμπε­

ραίνει ότι υπάρχει τάση επιδείνωσης <76J.

γ. Το βιβλίο του Π. Παυλόπουλου <77) επί του ζητήματος τη ς διανομής , απετέλεσε την αιχμή του δόρατος για την εξαπόλυση επίθεσης, εκ μέ-

(71) Κατά την άποψη της ακόμη και οι προ του 1975 αξίες του α έπρεπε να γίνουν δεκτές με επιφύλαξη, δ ιότι: «ήταν σαφώς ψηλότερες από τις αντίστοιχες άλλων χωρών, πιο ανα­

πτυγμένων οικονομικά ... είχαν την τάση να μεταβάλλονται βραχυχρόνια μέσα σε περ ιθώ­ρια σχετικά μεγάλα, βρίσκονται σε σαφή αντίθεση με τα αποτελέσματα που έδινε η ίδια μέθοδος για την περfπτωση της με{ζονος βιομηχανfας» . ε.α. σελ. 153.

(72) Νεγρεπόντη - Δελιβάνη (1983) σελ. 82 - 83.

(73) ε.α. σελ. 83. Τα αποτελέσματα για την αξία του α που εκτιμά το 1979, 1980, 1981 ε ίναι τα αντίστοιχα: 0,789, 0,810, 0,777 και γ ια το 1-α: 0,21 1, 0,189, 0,223.

(74) Μολονότι η συγγραφέας αναφέρει τις δυσκολίε ς για την εκτίμηση της συνάρτησης Cobb - Douglas, ε ντούτοις επιμένει στον υπολογισμό της. Ο λόγος πιθανόν γι ' αυτό πηγάζει από την προσπάθε ια τη ς να προσεγγίσει την παραοικονομία και την φοροδιαφυγ1j .

(75) ε.α. σελ. 160 - 161.

(76) Κατ' ουσίαν τα πορίσματα της έρ ευνας της βρίσκονται και σε επόμενες δημοσιεύσε ις.

Ήδη παρουσιάστηκαν στο μέρος ιι

(77) ΠΓ Παυλόπουλος, (1986). 83

Page 18: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

θ. ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ · ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ · Τεύχος 3 (2003), 67 -100

84

ρους της επιχειρηματικής ηγεσίας <78) της χώρας, στην ασκηθείσα ει­σοδηματική πολιτική για τη μετά τη μεταπολίτευση περίοδο. Από την

άποψη αυτή, η αναφερόμενη μελέτη αποτελεί τον αντίποδα της προη­

γουμένης. Ενώ δηλαδή η Νεγρεπόντη - Δελιβάνη θεωρεί ότι η παρα­

τηρούμενη μείωση του μεριδίου της αμοιβής του κεφαλαίου είναι σε

σημαντικό βαθμό τεχνητή - λόγω της εκτεταμένη ς φοροδιαφυγής - ο

Παυλόπουλος αποδέχεται την αξιοπιστία των στατιστικών δεδομένων

και προχωρεί σε μια γενικευμένη πολεμική απέναντι στην οικονομική

σκέψη <79>, που επικράτησε στην Ελλάδα <80>.

Στο πρώτο μέρος ο συγγραφέας αναφέρεται στη διεθνή εμπειρία προ και

μετά του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου και στη συνέχεια εξετάζει συνοπτι­

κά τις κυριότερες θεωρίες, που έχουν αναπτυχθεί πάνω στα εισοδηματικά

μερίδια. Στο δεύτερο μέρος διερευνά την ελληνική εμπειρία.

Για να ερμηνεύσει τη διαχρονική συμπεριφορά του μεριδίου των μισθών

στο ε ισόδημα (W/Y) προχωρεί σε εκτίμηση πέντε εναλλακτικών λόγων:

(1)

(2)

(3)

(W-Wf): (Υ-Υ F)

(W-W f) : (Υ-Υ f · Υ Α)

(W-Wf): (Υ-ΥΓΥ Α-ΥΚΑ)

( 4) (W-W f -W g ) : (Υ-Υ f -Υ Α -Υ ΚΑ -Υ g )

(5) (W-Wf-Wg-WκΩ): (Υ-Υf-ΥΑ-ΥΚΑ-Υg-ΥκΩ),

(78) «Η διοίκηση τον ΙΟΒΕ, τα μέλη της οποίας εκπροσωπούν και εκφράζουν ένα ευρύ φάσμα συλλογικών φορέων τον ιδιωτι.κού τομέα της οικονομίας, θεώρησε σκόπιμη τη βαθύτερη

διερεύνηση των αναδιανεμητικών και άλλων διαστάσεων της εισοδηματικής πολιτικής, που ακολουθήθηκε στην Ελλάδα κατά την τελευταία δεκαπενταετία. Σημείο εκκίνησης της ερ­

γασίας (τον Π. Πανλόπνλον) αποτελεί η ευρύτατα διαδεδομένη άποψη, ... ότι η εισοδημα -τική πολιτική θα έπρεπε να «διορθώσει» τις υστερήσεις, που σημείωσαν στο παρελθόν οι

προσαρμογές των μισθών και των ημερομισθίων σε σύγκρι.ση με την παραγωγική συμβολή τον συντελεστή εργασία ... Απότοκος των πεποιθήσεων αυτών υπήρξε μια συνεχιζόμενη για πολλά χρόνια προσπάθεια βελτιώσεως τον μεριδίου των μισθών εις βάρος της αμοιβής τον κεφαλαίου. Έτσι, ενώ από τη μια πλευρά η εισοδηματι.κή πολιτική απεδείχθη σχετικά γεν­ναιόδωρη για τους εργαζόμενους, με όλα βέβαια τα πληθωριστικά συνεπακόλουθα, από

την άλλη σε σειρά μέτρων φορολογικού και άλλον χαρακτιίρα κατεβλήθη προσπάθεια να πληγεί το επιχειρηματικό εισόδημα. Έτσι με την πολιτική αυτή η έμφαση μετατοπίσθηκε

απότομα από την παραγωγή στην διανομή τον προϊόντος, όπως άλλωστε υποδηλώνει έκτο­τε και η μακρόχρονη στασιμότητα της ελληνικής οικονομίας ... Η εισοδηματική πολιτική που άρχισε να εφαρμόζεται από το τρέχον έτος (1986) υποδηλώνει αποδοχή ορισμένων από τις βασικές θέσεις τον συγγραφέα». ε.α. σελ. 9.

(79) «Είναι πράγματι περίεργη η σύγκλιση σε υψηλό βαθμό, στην πρώτη τουλάχιστον φάση της μεταπολιτευτικής περιόδου, των απόψεων όχι μόνο των πολιτικά σκεπτόμενων και δρώ ­

ντων αλλά και των οικονομολόγων - τεχνοκρατών, οι οποίοι στη μεγάλη τους πλειοψηφία, ρητά ή σιωπηρά έκαναν δεκτή την αρχή ότι υπήρχαν ευρέα περιθώρια αναδιανομής τον εισοδήματος. Στην περίοδο ακριβώς αυτή είδαν το φως της δημοσιότητας μελετήματα

πανεπιστημιακών διδασκάλων, διδακτόρων οικονομικών επιστημών, όπου αναφερόταν στομφωδώς και με έκδηλη βιασύνη η ασυνήθως υψηλή συμμετοχή των κερδών στο εθνικό εισόδημα» . ε.α . σελ. 21.

(80) Κατ ' ουσίαν η Νεγρεπόντη - Δελιβάνη αποδέχεται τη σταθερότητα των μισθών στο ε ισόδημα πράγμα το οποίο προσπαθεί ο Παυλόπουλος να ανατρέψει.

Page 19: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

THEOOOROS PAPAILIAS - REVIEW OF ECONOMIC SCIENCES - Νο 3 (2003) , 67-100

όπου W μισθοί και Υ το καθαρό εισόδημα, ενώ οι δείκτες f, Α, ΚΑ, g, ΚΩ προσδιορίζουν την προέλευση των μισθών και του εισοδήματος από το εξω­

τερικό, τον αγροτικό τομέα, τις κατοικίες, το δημόσιο και τις επιχειρήσεις

κοινής ωφέλειας αντίστοιχα. Για τον υπολογισμό του τεκμαρτού μισθού των

αυτοαπασχολου μένων υπετέθη ότι λαμβάνουν αμοιβή για την εργασία <81),

που παρέχουν, ίση με το μέσο μισθό του κλάδου στον οποίο απασχολούνται.

Για τον αγροτικό τομέα δεν υπολογίστηκε τεκμαρτή αμοιβή .

Σύμφωνα με τα ευρήματά του για την περίοδο 1954-1983 ο Παυλόπουλος τεκμαίρε ι ότι η αύξηση του λόγου W/Y κυμαίνεται μεταξύ 40% και 60% ανά­λογα με τη χρησιμοποιούμενη έννοια: «Είναι αξιοσημείωτο ότι πλέον του

70% αυτής της αυξήσεως συνετελέσθη στην περίοδο 1974 - 83» <82J.

Συγκρίνοντας το μερίδιο της μισθωτής εργασίας στο Εγχώριο Εισόδημα

με το αντίστοιχο των χωρών της ΕΟΚ και του ΟΟΣΑ υποστηρίζει ότι η χώρα

έχε ι το χαμηλότερο. Οι λόγοι που προτείνει για δικαιολόγηση είναι τρεις.

Ο πρώτος σχετίζεται με τη στατιστική αδυναμία εκτιμήσεως της μισθω­

τής εργασίας στον αγροτικό τομέα, ενώ οι άλλοι δύο είναι διαρθρωτικής

φύσεως και αναφέρονται στο υψηλό ποσοστό της αυτοαπασχόλησης στη συ ­

νολική απασχόληση και στο υψηλό μερίδιο του αγροτικού τομέα στο εγχώ ­

ριο προϊόν <83J. Σε παρόμοια συμπεράσματα - συνεχή άνοδο στο εισόδημα - καταλήγει

ο συγγραφέας εξετάζοντας τη διαχρονική συμπεριφορά του μεριδίου της ερ­

γασίας (μισθωτής + αυτοαπασχολούμενης) στο εθνικό εισόδημα κάτω από

(81) Για τον υπολογισμό της τεκμαρτής αμοιβής εκτιμήθηκε πρώτον ο αριθμός κατ' έτος των

αυτοαπασχολουμένων , δεύτερο, «Ο μέσος κλαδ ικός μισθός (W; / Ew;) επί την αυτοαπα­σχόληση του κλάδου Esh(i), έδωσε την τεκμαρτή αμοιβή , Wsh(i) που αντιστοιχεί στους αυτοαπασχολούμενους κάθε κλάδου. Έτσι ο λόγος W / Υ προκύπτει ως άθροισμα των Wi & Wsh(i) , διαιρουμένων με τις αντί-στοιχες καθαρές προστιθέμενες αξίες, μ μ

ΣW;+ΣWsh ; i= I i=J W

W/Υ=------ ,όπου Wsh(i)=Esh(i ) X--, ΣΥ; EW;

EW; = (E-Esh(iJ). ί= Ι

EW = απασχόληση μισθωτών και Esh = αυτοαπασχολού μενο ι».

ε.α . σελ. 120 - 121.

(82) ε.α. σελ. 125. Ο ίδιος χωρίζει την περίοδο (1954-83) σε τρε ις υποπεριόδους. «Μέχρι το

1967 - 68, την περίοδο 1967-68 και 1973 και την μετά ταύτα περίοδο. Η πρώτη περίοδος χα­ρακτηρίζεται από βραδέως ανοδική τάση , η δεύτερη από σταθερότητα με ανεπαίσθητη

τάση μειώσεως κα ι η τρίτη από έντονα ανοδική τάση». ε.α. σε λ. 125-126.

(83) ε.α. σελ. 122, 124, 125. Η ερμηνεία που προτείνει για τον όγκο της αυτοαπασχόλησης είναι αυθαίρετη . Κατά την άποψή του αυτή δεν έχε ι να κάνει με το συγκεκριμένο μοντέλο ανάπτυξης της ελληνικ1j ς οικονομίας αλλά με την ψυχοσύνθεση του μέσου έλληνα . Ασφαλώς η μετατροπή του αιτιατού σε αίτιο αποτελεί τέχνασμα. Η αδυναμία εμβάθυν­

σης στο συγκεκριμένο σημείο - που θα έπρεπε να αποτελεί ένα (ίσως το κεντρικότερο) από τα σημεία ανάλυσης της μελέτης - προσδιορίζει κα ι τα όρια τη ς ανάλυσης του Παυ­

λόπουλου. 85

Page 20: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

Θ . ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ - ΕΠ ΙΘΕΩΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - Τεύχος 3 (2003) , 67-100

86

τους πέντε αναφερθέντες εναλλακτικούς ορισμούς (84). Η εκτίμηση του μερι­δίου της εργασίας στο εθνικό εισόδημα στην Ελλάδα βρίσκεται πλησιέστερα

προς τα αντίστοιχα μερίδια αμοιβής τη ς εργασίας στις χώρες του ΟΟΣΑ,

από ότι τα αντίστοιχα μερίδια της μισθωτής εργασίας.

Προχωρώντας στη λειτουργική κατανομή του εισοδήματος ο Παυλόπου­

λος ί85 J. κάνει δύο παραδοχές. Η αμοιβή της μισθωτής εργασίας στον αγροτι­

κό τομέα (W Α !Υ Α) κυμάνθηκε στο 15% του αγροτικού εισοδήματος και οι αυτοαπασχολούμενοι κάθε κλάδου έχουν αμοιβή για την εργασία, που ει­

σφέρουν στην παραγωγή, ίση με τον μέσο μισθό του κλάδου.

Το συμπέρασμα που εξάγει είναι μείωση της αμοιβής του κεφαλαίου και

της επιχειρηματικότητας και ταχεία (μετά το 1973) αύξηση της αμοιβής της εργασίας .

Περαιτέρω ο Παυλόπουλος εκτιμά την αποδοτικότητα του επενδεδυμέ­

νου καθαρού κεφαλαίου στο μη Αγροτικό Ιδ ιωτικό Τομέα τη ς Οικονομίας

και βρίσκει ότι μετά το 1973 αυτή φθινεί συνεχώς. Απομονώνοντας την αμοι­βή της επιχειρηματικότητας (αφαιρώντας από την αποδοτικότητα το επιτό­

κιο καταθέσεων προθεσμίας, το οποίο εξισώνει με το κόστος ευκαιρίας)

υπολογίζε ι το κέρδος το οποίο συνεχώς με ιούται και παραμένει αρνητικό

μετά το 1973· το 1983 φθάνει στο - 16,5%. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τα ποσοστά της προηγη θείσας εικοσαετίας κατά την οποία ο μέσος αριθμητι­

κός ανερχόταν σε 4%. Σύμφωνα με τα παραπάνω: «η πορεία αυτή του ποσο-

(84) «Η αύξηση του μεριδίου (W + Wsh): Υ κυμαίνεται μεταξύ 13 και 19 ποσοστιαίων μονάδων για την τριακονταετή περίοδο 1954-83 ανάλογα με τη χρησιμοποιούμενη έννοια. Η μι­κρότερη αύξηση αφορά σε έννοια W/Y που δεν περιέχε ι τον υπό στεν1j έννοια δημόσιο τομέα (υπηρεσίες δημοσίου) και υπογραμμίζε ι ακριβώς το ρόλο του εν λόγω τομέα στην

αύξηση του μεριδίου της εργασίας» ε . α. σελ . 127.

(85) Τα πορίσματα του περιγράφονται από τον ακόλουθο πίνακα: Λειτουργική Κατανομή του Καθαρού Εγχώριου Εισοδήματος

(Τεκμαρτή Αμοιβή Αυτοαπασχολουμένων ίση με το μέσο μισθό κατά Κλάδο, 15% του Αγροτικού Εισοδήματος αποτελεί Αμοιβή για μισθούς (εκατ. δρχ.)).

1954 1955 1961 1967 1968 1973 1974 1979 1980 1982

Αγροτικό

εισόδημα 25,6 25,2 22,4 19,8 17,1 18,1 17,6 14,1 15,8 16,7

Αμοιβή

εργασίας 43,1 43,5 46,5 51,1 52,2 48,2 49,6 61,2 60,8 64,4

Εισοδ. Κατοικιών 9,2 9,4 9,1 7,8 8,1 5,9 5,7 4,9 4,8 4,8

Λοιπά

Αστικά

Εισοδ. 20,5 20,4 19,9 19,2 20,3 25,6 24,1 17,3 15,7 12,4

Εισοδ. Δημeσ. 1,6 1,5 2,1 2,1 2,3 2,2 3,0 2,5 2,9 1,7

(Y-YF) 100,0 100,Ο 100,Ο 100,0 100,0 100,0 100,0 100,0 100,0 100,Ο

1983

15,0

65,0

4,0

12,0

1,0

100,0

Page 21: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

THEOOOROS PAPAILIAS - REVIEW OF ECONOMIC SCIENCES - Νο 3 (2003), 67-100

στού κέρδους είναι παράλληλη και αντίθετης κατεύθυνσης προς την πορεία

του μεριδίου των μισθών» (86)_

Στη συνέχεια ο συγγραφέας - αφού αναλύσει ορισμένους προσδιοριστι­

κούς παράγοντες μεταβολής του λόγου W/Y, τις επιδράσεις της περιγραφεί­σας κίνησης των μεριδίων στο ρυθμό των ιδιωτικών επενδύσεων και την πλη­

θωριστική εμπειρία - θεωρεί ότι η προσπάθεια εκ μέρους των επιχειρήσεων

για συγκράτηση του ποσοστού του κέρδους προσέκρουσε σε θεσμικά εμπό­

δια, που απορύθμισαν τους μηχανισμούς της αγοράς - ισχυρά εργατικά συν­

δικάτα και κυρίως πολιτική συναίνεση και ενθάρρυνση αυτών - με συνέπεια

την άνοδο των χρηματικών μισθών , τη συμπίεση του ποσοστού του κέρδους

και τον έλεγχο των τιμών .

Ολοκληρώνοντας ο Παυλόπουλος εξετάζει τα μερίδια των αμοιβών

στους διαφόρους κλάδους της ελληνικής οικονομίας.

Εκείνο που αξίζει να υπομνησθεί είναι ότι το βιβλίο εγράφη με συγκε­

κριμένους στόχους - κατόπιν παραγγελίας του ΙΟΒΕ - και με δεδομένα ως

ένα σημεία τα πορίσματα. Επιδίωξε δηλαδή να τεκμηριώσει την άποψη , που

επικρατεί στους κύκλους των νεοφιλελευθέρων , ότι η στασιμότητα οφείλεται

σε μεγάλο βαθμό - πιθανώς στο μέγιστο - στην αναδιανεμητική παρέμβαση

του δημοσίου και συνεπώς η όξυνση της αναδιανομής του εισοδήματος -προς όφελος του επιχειρηματικού μεριδίου- είναι επιβεβλημένη.

Έτσι: 1) Δέχεται την αξιοπιστία των στατιστικών δεδομένων κατά το δο­κούν, 2) Υποθέτει ότι το 90% των Ελλήνων έχει ιδιόκτητη κατοικία - εξισώ­

νοντας τα είδη κατοικίας - απλώς και μόνο για να καταργήσει τις προσόδους

από ενοίκια και συνεπώς να εμφανισθεί το μερίδιο του κεφαλαίου ως ιδιαι­

τέρως γλίσχρο, 3) Υπερεκτιμά το πάγιο κεφάλαιο και υποεκτιμά το επιχει­

ρηματικό εισόδημα - όταν τίποτε δεν είναι πιο οφθαλμοφανές (87) προκειμέ­

νου να μειώσει την αποδοτικότητα του κεφαλαίου, 4) Η ανάλυση του θα είχε αξιοπιστία τότε και μόνο τότε αν ο όγκος των επενδύσεων προερχόταν κατά

κύριο λόγο από αυτοχρηματοδότηση.

Μπορεί κανείς να υπολογίσει το κόστος ευκαιρίας, δηλαδή να επενδύσει

ή να τοποθετήσει τα κεφάλαια σε κατάθεση προθεσμίας, μόνο όταν αυτά

ανήκουν στην περιουσία του . Ο Παυλόπουλος ηθελημένα ξεχνά ότι η σχέση

ιδίων προς ξένα κεφάλαια στην Ελλάδα είναι από τις ειδικές περιπτώσεις

στον κόσμο. Συνεπώς στερείται από κάθε αντικείμενο η συζήτηση περί δια­

φεύγοντος κέρδους δανεικών κεφαλαίων όταν επιπροσθέτως μεγάλο μέρος

(86) ε .α. σελ. 140. Σε παρόμοια συμπεράσματα οδηγείται η μελέτη όταν εξετάζεται η αποδοτικότητα του κεφαλαίου στο μη αγροτικό τομέα και όπου δεν συμπεριλαμβάνονται οι κατοικίες, οι

επιχειρ1jσε ις κοιν1j ς ωφέλε ιας , οι σιδηρόδρομοι, οι επικοινωνίες , επίσης δεν συμπερι­λαμβάνεται το πάγιο κεφάλαιο που αντιστοιχεί στην έννοια των δημόσιων επενδύσεων.

(87) Αυτό βέβαια δεν δικαιολογεί τη μέθοδο της Νεγρεπόvτη - Δελιβάvη, δείχνει όμως την

προβληματική της άλλης πλευράς.

87

Page 22: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

θ. ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ - ΕΠΙΘΕΏΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΏΝ ΕΠΙΣΤΗΜΏΝ - Τεύχος 3 (2003), 67-100

88

των δανείων είχε συναφθεί με σπάνιους όρους για το κεφάλαιο. Περαιτέρω

του διαφεύγει ο μεγάλος όγκος των επιδοτήσεων που απερρόφησε η ελληνι­

κή βιομηχανία από το σχέδιο Μαρσάλ μέχρι σήμερα, με συνέπεια οι επιδο­

τήσεις να θεωρούνται ίδια κεφάλαια και ακολούθως να προσεγγίζεται κό­

στος ευκαιρίας των ιδίων κεφαλαίων.

Συνοψίζοντας, εκείνο που καθίσταται κατανοητό από τη διεθνή εμπειρία

αλλά και την ελληνική πραγματικότητα είναι ότι η ύφεση στην οποία βυθί­

στηκε η ελληνική οικονομία δεν προήλθε ως αποτέλεσμα, όπως τεκμαίρει ο

Παυλόπουλος, της αναδιανομής του εισοδήματος, δηλαδή της αύξησης του

μεριδίου των μισθών, σε βάρος του αντίστοιχου του κέρδους, αλλά διαρθρω­

τικών εμποδίων, που δεν μπόρεσε να ξεπεράσει η Ελληνική Βιομηχανία <88).

δ. Σε διαφορετικό επίπεοο ανάλυσης κινείται η μελέτη τουΛ. Αθανασίου <89).

Στόχος της μελέτης είναι η μέτρηση της ανισοδιανομής στην Ελλάδα

και η σύγκριση της με άλλες χώρες, οι οποίες μάλιστα έχουν εφαρμό­

σει συστηματική πολιτική αναδιανομής υπέρ των οικονομικά ασθενέ­

στερων. Αρχικώς ο συγγραφέας εξετάζει τις επιπτώσεις των ατελειών

του μηχανισμού της αγοράς στη διανομή του εισοδήματος <90J. Κατά την άποψη του υφίστανται διάφορα θεσμικά εμπόδια, τα οποία δεν αφή­

νουν ελεύθερο τον ανταγωνισμό να κατανείμει αποτελεσματικά τους

πόρους. Το υψηλό οριακό κόστος του χρήματος και η αυξημένη ανο­

μοιογένεια των προϊόντων, ο χαλαρός ανταγωνισμός από τα μεγάλα

καταστήματα και η πλεονεκτική διαπραγματευτική θέση του εμπόρου

απέναντι στις μικρομεσαίες μεταποιητικές μονάδες είναι μερικές απ

τις αδυναμίες, που καθιστούν δυνατή τη διατήρηση υψηλών κερδών

στο εμπόριο. Παράλληλα με τα παραπάνω ο δημόσιος τομέας συντηρεί

ή και επαυξάνει τις ατέλειες στην αγορά εργασίας . Στη συνέχεια ο

Αθανασίου εκτιμώντας τους συντελεστές Gini, με βάση τα δεδομένα για την κατανάλωση, στηριζόμενος στα στοιχεία της έρευνας των οικο­

γενειακών προϋπολογισμών του 1974, συνάγει ότι δεν υπάρχουν σημα­ντικές διαφορές τόσο μεταξύ των περιοχών της χώρας - με κριτήριο

την αστικότητα - όσο και της απασχόλησης είτε λαμβάνοντας ως μονά-

(88) Αυτό δείχνει και την αντίφαση της ανάλυσης του Παυλόπουλου . Ήδη από το 1974 το ποσοστό του κέρδους ήταν αρνητικό και η αποδοτικότητα του κεφαλαίου εξαιρετικά χαμηλή. Αλ­

λά το έτος αυτό δε συνέβη καμμιά σοβαρ1j αναδιανεμητικ1j προσπάθεια εκ μέρους του κράτους.

(89) Λουκή Αθανασίου, (1984).

(90) Εξετάζει, κυρίως τα διαρθρωτικά προβλήματα που περιορίζουν τον ανταγωνισμό στο εμπόριο και τις συναφείς - υπηρεσίες. Κατά την άποψη του - που ως ένα βαθμό είναι

ευρέως αποδεκτή - «Οι ατέλειες στη λειτουργία της αγοράς ... δημιουργούν για ορισμένες

κατηγορίες ατόμωνεισοδήματα αισθητά υψηλότερα από εκείνα που θα είχαν αν η αγορά

λειτουργούσε πιο αποτελεσματικά ... έτσι η αντιμετώπισή της (ανισοδιανομής) δεν μπο­ρεί να επιδιωχθεί μόνο στα πλαίσια της γενικότερης αναδιανεμητικής πολιτικής που έχει εν μέρει κοινωνικούς σκοπούς ... Στόχος στην περίπτωση αυτή πρέπει να είναι η κατά το δυνατόν εξάλειψη των αιτίων που προκαλούν ή υποθάλπουν την ατέλεια στην αγορά» . ε.α σελ. 50.

Page 23: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

THEODOROS PAPAILIAS - REVIEW OF ECONOMIC SCIENCES - Ν ο 3 (2003), 67-100

δα υπολογ ισμού την οικογένειά, είτε το άτομο <91 ). Συγκρίνοντας τα ευ­ρήματά του με τα αντίστοιχα ορισμένων ερευνητών που αναφέρονται

σε άλλα κράτη βρίσκει ότι η ανισοδιανομή της κατανάλωσης σε σχέση

με το εισόδημα μετά την φορολογία είναι ελαφρώς υψηλότερη στην

Ελλάδα. Προκειμένου να υπολογιστεί την ανισοκατανομή του αγροτι­

κού εισοδήματος υποστηρίζει ότι : «επειδή η αγροτική παραγωγή προ­

έρχεται, στο μεγαλύτερό της μέρος, από οικογενειακές εκμεταλλεύσεις,

που η αξιοποίηση του εργατικο15 δυναμικού τους εξαρτάται κατά μέγα μέρος από τον αγροτικό τους πλούτο, η διανομή του εισοδήματος η

οποία απαντάται στον αγροτικό τομέα, είναι σε σημαντικό βαθμό συ­

νάρτηση της διανομής του πλούτου .. . Η μεγαλύτερη περιουσία προσφέ­ρει κατά κανόνα ευκαιρίες για πληρέστερη απασχόληση, αυξάνοντας

έτσι το εισόδημα από εργασία» (92J.

(91) Επειδή η προσθήκη μελών στο νοικοκυριό αυξάνει, αλλά όχι αναλογικά, τη δαπάνη πο'Ι! χρειάζεται για να εξασφαλισθεί ένα ορισμένο επίπεδο διαβίωσης η αναγωγή των δεδο­μένων σε ατομική βάση έγινε δίνοντας στο παιδί (μέχρι 15 ετών) συντελεστή στάθμισης 0,4 έναντι 1,0 για τους ενήλικες. Ο παρακάτω πίνακας δείχνει τους συντελεστές ανισοκα­τανομής Gini για το σύνολο αγορών και απολαβών σε είδος. 1974.

Ομάδα πληθυσμού Μονάδα υπολογισμού

Οικογένεια Άτομο

Σύνολο χώρας 0,361 0,301

Αστικές περιοχές 0,341 0,270

Ημιαστικές και

αγροτικές περιοχές 0,364 0,287

Ημιαστικές περιοχές 0,357 0,287

Αγροτικές περιοχές 0,362 0,280

Περιφέρεια

Πρωτευούσης 0,371 0,265

Λοιπές αστικές

περιοχές 0,337 0,266

Επιστημονικοί και

ελεύθεροι επαγγελματίες 0,302 0,253

Υπάλληλοι γραφείου 0,284 0,248

Έμποροι - πωλητές 0,325 0,281

Γεωργοί-κτηνοτρόφοι κλπ. 0,315 0.244

Τεχνίτες - εργάτες 0,292 0,248

Άτομα που δεν εργάζονται ή ζητούν εργασία 0,417 0,302

Εργοδότες ή

αυτοαπασχολούμενοι 0,360 0;321

Μισθωτοί ή ημερομίσθιοι 0,309 0,271

ε.α. σελ. 74.

(92) ε.α. σελ. 99. Η άποψη της σύνδεσης της διανομής του εισοδήματος με εκε ίνη του πλούτου

είναι σωστή· αντίθετα η αναλογική σύνδεση της περιουσίας με το εισόδημα από εργασία δεν είναι ορθή. Επίσης η υπόθεση του συγγραφέα για απασχόληση της μισθωτής εργα­

σίας σε εκμεταλλεύσεις άνω των 100 στρεμμάτων είναι αυθαίρετη.

89

Page 24: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

θ . ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ - ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΟΙ ΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - Τεύχος 3 (2003), 67-100

90

Περαιτέρω ο Αθανασίου υποθέτει ότι οι μισθωτοί έχουν εισόδημα ίσο πε­

ρίπου με τους μέσους κληρούχους (δηλαδή αυτούς που κατέχουν 30 - 49 στρέμματα γης), επειδή εργάζονται πιο συστηματικά και αμείβονται ανάλο­

γα (93J. Το ενοίκιο της αγροτικής γης το θεωρεί γύρω στο 10% της αντίστοιχης προστιθέμενης αξίας, ενώ για τους καλλιεργητές με περισσότερο από 100 στρέμματα ή το ισοδύναμο σε ζώα, υποθέτει ότι από τους πόρους που τους

ανήκουν και απασχολούνται από μισθωτούς και όχι από την οικογενειακή

εργασία, απολαυάνουν μόνον πρόσοδο, που ανέρχεται κατά μονάδα σε 20 -30% του εισοδήματός τους από πόρους που αυτοκαλλιεργούν. Με βάση τα πα­ραπάνω εκτιμά τους συντελεστές Gini (94) για τη διανομή του τεκμαρτού εισο­δήματος και βρίσκει ότι ο ι σημερινές αποκλίσεις, που παρατηρούνται, οφείλο­

νται κατά μεγάλο μέρος στη σχετική σημασία των πολύ μικρών μονάδων.

Με βάση τη σχέση του αγροτικού εισοδήματος σε δραχμές 1973 και του αγροτικού εισοδήματος εκφρασμένου σε μονάδες ισοδυνάμου στρέμματος

υπολογίστηκε το αγροτικό ε ισόδημα για κάθε τάξη μεγέθους εκμετάλλευσης.

(93) Αυτό δεν είναι σωστό, ο αγρεργάτης είναι κατ ' ουσίαν οριακός εργάτης και ως εκ τούτου το εισόδημά του βρίσκεται χαμηλότερα. Επ ' αυτού υπάρχει ογκώδης φιλολογία , η συζήτη ­ση ξεκίνησε από τον Ρ.Ν Rosenstre in - Rodan, τον Lewis, τον Nurkse κλπ. Αναλυτικά

Th. Papael ias (1979).

(94) Συντελεστές ανισοκατανομής Gini για τη δ ιανομή του τεκμαρτού εισοδήματος από αγροτικές ασχολίες με βάση τις εκτιμ1jσε ις για τη διανομή του εδαφικού και ζωικού

πλούτου, 1971.

Υποθέσεις Σύνολο Με εξαίρεση εκμεταλλεύσεων τους νάνους

εκμεταταλλεύσεις*

Υπόθεση για έγγειο πρόοδο 0,3 της προστιθέμενης αξίας

και για ισοδυναμία αιγοπροβάτων** προς

μέσο στρέμμα 3,5_1 0,407 0,371

Υπόθεση για έγγειο πρόοδο

0,3 της προστιθέμενης αξίας και για ισοδυναμία αιγοπροβάτων προς μέσο

στρέμμα 4,5 _1 0,407 0,371

Υπόθεση για έγγειο πρόοδο

0,2 της προστιθέμενης αξίας

και για ισοδυναμία αιγοπροβάτων προς μέσο

στρέμμα 3,5_1 0,401 0,364

Υπόθεση για έγγειο πρόοδο 0,2 της προστιθέμενης αξίας και για ισοδυναμία αιγοπροβάτων προς μέσο

στρέμμα 4,5_1 0,401 0,365

* Με λιγότερο από 9 μονάδες πλούτου σε ισοδύναμα μέσου στρέμματος. * * Ισοδυναμία βοοειδών προς στρέμμα σε όλες τις περιπτώσε ις 1:3.

Πηγή : Λ.Αθανασίου ε.α.

Page 25: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

THEODOROS PAPAILIAS - REVIEW OF ECONOMIC SCIENCES - Νο 3 (2003), 67-100

Στα εισοδήματα αυτά προστέθηκε το κονδύλι από σύνταξη ΟΓΑ <95 ).

Ο πίνακας 2. δείχνε ι τα ευρήματα της έρευνας:

Η μελέτη τουΛ. Αθανασίου αποτελεί αναμφιβόλως σοβαρή συμβολή στην

προσπάθε ια ερμηνείας της διανομής του εισοδήματος . Ωστόσο, ορισμένες

από τις υποθέσεις της έρευνας είναι αμφίβολες, ενώ η όλη προσπάθε ια μένε ι

αποσπασματική, αφού ο συγγραφέας εξετάζει την κατανομή του αγροτικού

εισοδήματος και του προερχομένου από μισθωτές υπηρεσίες. Για τα εισοδή­

ματα από επιχειρηματική δράση είναι λιγότερο αναλυτικός και έτσι η όλη ει­

κόνα φαίνεται ανολοκλήρωτη .

Πίνακας 2. Εκτιμώμενη διανομή αγροτικού εισοδήματος 1973 - 1974

Αύξ. Μονάδες εισοδήματος Αριθμός Χρηματικό εισόδημα Αριθμός εκφρασμένες εκμεταλλεύσεων σε δραχμές 1973

σε ισοδύναμα στρέμματος

1. 9,0 140.980 22.164

2. 16,8 67.560 39.019

3. 23,8 326.870 54.146

4. 37,0 80.640 82.672

5. 45 ,Ο 191.000 99.960

6. 65,9 11.380 145.124

7. 75,6 152.960 166.086

8. 105,3 4.420 230.268

9. 108,0 38.340 236.103

10. 136,5 1.460 296.611

11. 137,3 7.380 299.420

12. 234,9 140 510.333

13. 296,8 740 644.099

1.023.870

* Ο κάθε μισθωτός υπολογ{ζεται σα μια εκμετάλλευση και περιλαμβάνεται στην ομάδα με τα 37 ισοδύναμα στρέμματος.

Πηγή: Λ. Αθανασ{οv ε.α .

(95) Και στην εκτίμηση αυτή ο συγγραφέας χρησιμοποιεί ως πηγή αποκλειστικά τα στοιχεία

των Εθν ικών Λογαριασμών.

91

Page 26: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

θ. ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ - ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ -Τεύχος 3 (2003) , 67-100

92

ε. Αν ο Αθανασίου προσπάθησε να εκτιμήσει μόνο την κατανομή του

εισοδήματος των μισθωτών, χρησιμοποιώντας τις στατιστικές της φο­

ρολογίας εισοδήματος, οι Th. Lίanos and Κ. Prodromίdίs <96) με βάση αυτά τα στοιχεία προχώρησαν στη μέτρηση της διανομής και κατανο­

μής του εισοδήματος του μη αγροτικού πληθυσμού για την περίοδο

1959 - 1971. Σύμφωνα με τα ευρήματα τους υπεστήριξαν ότι υφίστα­νται σημαντική ανισοκατανομή, που εμφανίζει μάλιστα τάση αύξη­

σης. Συγκρίνοντας τους συντελεστές Gini με τους αντίστοιχους ορι­σμένων αναπτυγμένων χωρών συνάγουν ότι δεν παρατηρείται εντο­

νώτερη ανισότητα στην Ελλάδα, ενώ σε σχέση με άλλες ολιγότερο

ανεπτυγμένες περιοχές η κατάσταση στη χώρα φαίνεται σχετικώς ευ­

νοϊκότερη.

Προσπαθώντας να ερμηνεύσουν τη χειροτέρευση στην κατανομή του

προσωπικού εισοδήματος, που παρατηρείται διαχρονικά εξετάζουν: «τις αλ­

λαγές στην κατανομή εντός διαφόρων πηγών του εισοδήματος <97) σε σχέση με τις διαρθρωτικές αλλαγές στην οικονομία, οι οποίες έχουν διανεμητικά απο­

τελέσματα <98) ».

(96) Theodore Ρ. Lianos and Kyprianos Ρ. Prodromidis, (1974).

(97) Μέτρηση της ανισοκατανομής του εισοδήματος πριν τους φόρους (1959 - 71) .

Έτη Κατώτατο % του Κατώτατο % του Ανώτερα %του Συντελεστής Μέσο

των εισοδήματος των εισοδήματος κλιμάκια εισοδήματος Gίηί εισόδημα

οικογενειών οικογενειών οικογενειών σε χιλ. δρχ.

1959 15,9 5,6 31,9 13,4 7,9 28,8 0,4204 50

1960 17,2 6,2 32,4 13,8 7,0 26,5 0,4108 50

1961 15,0 5,0 29,8 11,7 9,8 32,4 0,4364 55

1962 16,1 5,3 28,7 10,8 10,5 33,6 0,4402 56

1963 20,1 7,6 31,0 13,3 16,3 40,9 0,4320 71

1964 18,3 6,5 28,6 11,5 18,8 44,7 0,4386 76

1965 13,9 4,6 35,5 15,4 5,5 22,3 0,4410 85

1966 16,5 4,9 36,0 14,2 6,3 25,1 0,4576 87

1967 15,7 4,5 34,5 13,0 7,3 27,2 0,4626 92

1968 17,0 5,3 27,7 10,3 7,3 26,0 0,4378 96

1969 14,6 4,3 25,3 9,1 8,0 26,8 0,4316 100

1970 15,1 3,5 30,5 10,2 7,9 27,6 0,4532 96

1971 13,4 2,9 27,3 8,7 9,0 29,4 0,4492 101

Πηγή: Th. Ρ. Lianos and Κ.Ρ. Prodromidis.

(98) ε .α. σελ. 54. Ακολούθως εκτιμούν τους συντελεστές Gini για όλην την εξεταζόμενη περίοδο για κάθε πηγή εισοδήματος και βρίσκουν ότι - με εξαίρεση τα εισοδήματα από μερίσματα - οι συντελεστές αυξήθηκαν σταθερά στην εξεταζόμενη περίοδο.

Page 27: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

THEODOROS PAPAILIAS - REVIEW OF ECONOMIC SCIENCES - Νο 3 (2003), 67-100

Οι προτεινόμενες εξηγήσεις που παρουσιάζουν είναι ότι: 1) Η πτώση της φοροαποφυγής, η οποία είναι πιο πλατιά στα υψηλά εισοδηματικά επίπεδα,

επιδρά έτσι που το μέρος της αυξήσεως της ανισοκατανομής είναι μάλλον τε­

χνητή παρά πραγματική. 2) Η αγροτική - αστική μετανάστευση αύξησε τις

γεωγραφικές διαφορές κύρια σε εισοδήματα από προσόδους και από επιχει­

ρηματική δράση. 3) Ο περιορισμός της ανεργίας και οι εξελίξεις στην αγορά εργασίας ύψωσαν τους μισθούς με διαφορετικό ρυθμό για τις διάφορες επαγ­

γελματικές ομάδες. 4) Η διαφοροποίηση της παραγωγής, σε σχέση με τις αλ­λαγές στις προτιμήσεις του καταναλωτή και η δυνατότητα των παραγωγών

για κέρδος από αυτές τις αλλαγές, επέδρασε επίσης θετικά στη μεγέθυνση

της ανισοκατανομής. Περαιτέρω οι Lίanos και Prodromίdis αναλύοντας τους

παράγοντες, που προσδιορίζουν τα εισοδηματικά μερίδια των συντελεστών

παραγωγής, θεωρούν ότι: «Οι δυνάμεις της αγοράς στην προσφορά και τη ζή­

τηση της εργασίας συνοδεύτηκαν με τον ολιγοπωλιακό χαρακτήρα ενός αριθ­

μού μεταποιητικών δραστηριοτήτων και είναι υπεύθυνες για την άνοδο του ει­

σοδήματος από απασχόληση διαχρονικά στην Ελλάδα (99) ».

Τέλος, συνοψίζοντας υποστηρίζουν ότι μεταξύ 1959 και 1971 υπήρξε μια θετική σχέση μεταξύ του μεριδίου της εργασίας και του αριθμού ανισότητας

του εισοδήματος. Πάντως οι συγγραφείς, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές

απόψεις που επικρατούν διεθνώς, θεωρούν ότι οι σχέσεις που προκύπτουν

μεταξύ αυτού του είδους της κατανομής και της δωνομής δεν επιτρέπουν γε­

νικεύσεις και συνεπώς απαιτείται για κάθε περίπτωση ξεχωριστή έρευνα.

Το κύριο μειονέκτημα των Lianos και Prodromidίs βρίσκεται στο πρωτο­γενές υλικό, που χρησιμοποιούν, πράγμα που και οι ίδιοι αναγνωρίζουν. Αυ­

τό έκανε πολλούς - όπως τον Αθανασίου π.χ. - να αποδεχθούν την άποψη

του Sawyer ότι τα ευρήμα~:α της μελέτης είναι αναξιόπιστα. Κατά την άποψή μας από την έρευνα αυτή μπορούν να διαφανούν οι τάσεις που υπήρξαν στο

διάστημα 1959 - 71.

στ. Τα τελευταία χρόνια ξαναήλθε στο προσκήνιο η φιλολογία πάνω

στη φτώχεια στην Ελλάδα. Ο Ν. Πατινίωτης (lOO) εξετάζοντας τις

επιπτώσεις της φορολογικής πολιτικής στην κατανομή εισοδήματος - στηριζόμενος στη μελέτη του Καράγιωργα (lOl) - βρίσκει ότι στα

1974 το 1/3 του εισοδήματος των φτωχότερων Ελλήνων(JΟΖ), αυτών που βρίσκονται στο χαμηλότερο κλιμάκιο, αφαιρείται από το σύνο­

λο της φορολογίας. Κατά την άποψη του συγγραφέα το ελληνικό

φορολογικό σύστημα επαυξάνει την ήδη υψηλή ανισοκατανομή του

εισοδήματος.

(99) ε .α . σελ. 88. Οι συγγραφείς επίσης αναγνωρίζοντας το πρόβλημα της ανεπάρκειας των στοιχείων τονίζουν ότι είναι αναγκαία πιο αξιόπιστα στατιστικά δ εδομένα για να εξα­χθούν περισσότερα συμπεράσματα.

(100) Νικήτας Πατινίωτης, (1983) .

(101) Δ. Καράγιωργα (1978).

(102) Για τη φτώχεια στην Ελλάδα: Σ . Μπαμπανάσης, (1983). 93

Page 28: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

θ . ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ - ΕΠΙθΕΩΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - Τεύχος 3 (2003), 67-100

94

ζ. Το βιβλίο του Κ Κανελλόπουλου (l03) ερευνά την προσωπική κατανομή του εισοδήματος και τη φτώχεια στην Ελλάδα, με βάση τα στοιχεία

των Οικογενειακών Προϋπολογισμών (104)του 1974. Σύμφωνα με τους πίνακες που παραθέτει το κατώτερο 17% του πληθυσμού απολαυάνει το 3,3% του εισοδήματος, ενώ το κατώτερο 25% το 6,5%. Αντίθετα το 1 % των νοικοκυριών κατέχει το 6,6% του προϊόντος. Πρόκειται

αναμφιβόλως για μια αρκετά άνιση κατανομή και ο δείκτης Gίnί , που

υπολογίζει, είναι 0,376 (με βάση την κατανομή της συνολικής δαπά­νης των νοικοκυριών ο συντελεστής Gίnί εκτιμήθηκε στο 0,373). Εξε­τάζοντας την κατανομή του εισοδήματος με κριτήριο το βαθμό αστι­

κότητας εξάγει συντελεστή Gίnί 0,326 για αστικές, 0,342 για τις ημια­στικές και 0,357 για τις αγροτικές περιοχές. Πιο συγκεκριμένα: «το 28, 7%των αγροτικών νοικοκυριών έχουν μηνιαίο εισόδημα κάτω των 3. 750 δρχ. ενώ για τα ημιαστικά και τα αστικά αυτά τα ποσοστά είναι 15,9% και 10,9% αντίστοιχα. Ας σημειωθεί ότι οι 3.750 δρχ. ισοδυνα­

μούν με τις κατώτατες συμβατικές μηνιαίες αποδοχές του ανειδίκευ­

του εργάτη, που απασχολείται πλήρως (25 ημέρες χ 150 δρχ. την ημέρα (ΙΟS) ». Διερευνώντας το εισόδημα και τον αριθμό μελών του

νοικοκυριού συμπεραίνει ότι η μεγαλύτερη ανισότητα παρατηρείται

στα νοικοκυριά που έχουν ένα μέλος και η μικρότερη για τα έχοντα

επτά μέλη <106J. Στη συνέχεια ο Κανελλόπουλος ακολουθώντας τη με­θοδολογία του Sen <107) υπολογίζει τους τρεις δείκτες φτώχειας <108)

(103) Κ. Ν. Κανελλόπουλος , (1986).

(104) Στο ε ισόδημα που παρέχουν οι Οικογενειακοί Προϋπολογισμοί ο συγγραφέας πρόσθεσε και αντίστοιχο από ιδιοκατοίκηση , ενώ παράλληλα αποπληθώρισε τα εισοδήματα με το δείκτη τιμών καταναλωτή του αντίστοιχο μήνα (αυτό διότι η έρευνα της ΕΣΥΕ διήρκεσε

όλο το έτος και ως εκ τούτου ένα τμήμα των εισοδηματικών διαφορών είναι αποτέλεσμα της ύψωσης των τιμών). Συγκρίνοντας τα εισοδηματικά στοιχεία της ΕΣΥΕ με τα αντί­στοιχα των Εθνικών Λογαριασμών βρίσκει ότι τα πρώτα είναι το 71 % των δεύτερων .

(105) ε.α. σελ. 44. Ειδικότερα με βάση 100 το μέσο εισόδημα όλων των νοικοκυριών, προκύπτει ότι τα αστικά φθάνουν το Ι 18, τα ημιαστικά 93,2 κα ι τα αγροτικά 68,4 . Το μέ­σο ε ισόδημα των αγροτικών νοικοκυριών είναι το 58% του αντίστοιχο εισοδήματος των αστικών νοικοκυριών.

(106) Ο συντελεστής μεταβλητικότητας είναι 1,09 για τα νοικοκυριά με ένα μέλος , 0,83 για τα τριμελή , 0,90 για τα τετραμελή και πενταμελ1j, 0,99 για τα εξαμελή και για τα άνω των 7 πέφτει στο 0,70 (για το σύνολο 0,97). ε . α. σελ 47.

(107) Α. Sen. (1976). Ο δείκτης φτώχειας του Sen δίνεται από τη σχέση: Ρ=Η Ι-( 1-Ι) G, όπου Η= ποσοστό του πληθυσμού που είναι φτωχοί, 1= ποσοστιαίο μέσο χάσμα φτώχειας και G= ο συντελεστής Gini της κατανομ1jς του ε ισοδήματος των φτωχών .

(108) Σαν γραμμή φτώχειας ορίζει το μισό του μέσου κατά κεφαλήν εισοδήματος. Κατά συνέπεια η μελέτη αναφέρεται στη σχετική θεώρηση της φτώχειας και δίνει έ μφαση

στην οικονομικ1j ανισότητα, σε αντίθεση με την απόλυτη φτώχεια που δίνει έμφαση στην οικονομική ανεπάρκεια . Τέλος προκειμένου να εξουδετερώσει τις διαφορές των

αναγκών που προκύπτουν από τη σύνθεση του νοικοκυριού, όλα τα μέλη που το απαρ ­τίζουν ανάγονται σε ισοδύναμα του αρχηγού του νοικοκυριού με χρ1j ση συντελεστή στάθμισης 0,7, που είναι μάλλον αυθαίρετος.

Page 29: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

THEODOROS PAPAILIAS - REVIEW OF ECONOMIC SCIENCES - Νο 3 (2003), 67-100

δηλαδή το ποσοστό των φτωχών, το χάσμα της φτώχειας και την ανι­

σότητα ανάμεσα στους φτωχούς (l09). Αναλύοντας ακόμα περισσότερο

βρίσκει ότι το 41,8% των ηλικιωμένων ζευγαριών που ζουν μόνα τους έχουν οικογενειακό εισόδημα κάτω της γραμμής φτώχειας . Οι ηλικιω­

μένοι άνδρες, που ζουν μόνοι τους, παρουσιάζουν ποσοστό φτωχών

37,8% ενώ οι ηλικιωμένες γυναίκες 59,6 αντίστοιχα (110J. Ο αριθμός των παιδιών παίζει σημαντικό ρόλο στον καθορισμό της φτώχειας.

Έτσι «ενώ το 19,4% των οικογενειών με ένα παιδί κάτω των 14 ετών είναι φτωχές, για τις οικογένειες με τρία ή περισσότερα παιδιά περισ­

σότερες από τέσσερις στις δέκα (41,2%) εμφανι(,ονται φτωχές ( 111)».

Ορίζοντας επίσης τους φτωχούς με βάση τη δαπάνη του νοικοκυριού βρί­

σκει παρόμοια αΠοτελέσματα <112J.

Σύνοψη δεικτών φτώχειας

Φτωχά νοικοκυριά

• Αριθμός νοικοκυριών 1959

• Ποσοστό στο δείγμα 26,4% Χάσμα φτώχειας

• Συνολικό ποσό (δρχ.) 8.554.437

• Κατά νοικοκυριό (δρχ.) 4.367

• Κατά άτομο (δρχ.) 1.268

• Ποσοστό του συνολικού εισοδήματος του δείγματος 10,67 Δείκτης του Sen

• Υποθέτοντας ίσο εισόδημα για τους φτωχούς (G=O) 0,159

• Λαμβάνοντας υπόψη την ανισότητα μεταξύ των φτωχών (G=0,22) 0,183

Πηγή: Κ. Κανελλόπουλος.

(109) «Ο αριθμητικός μέσος της κατανομής τον σταθμισμένου κατά κεφαλή μηνιαίου εισοδήματος ανέρχεται σε 4.224 δραχμές (σε αντιδιαστολή με το αστάθμητο μέσο κατά κεφαλή εισό­δημα που ανέρχεται μόνο σε 3.338 δρχ.) και το μισό τον που χρησιμοποιείται ως γραμ­μή φτώχειας, είναι 2.100 δραχμές ... Είναι ενδιαφέρον ότι το ποσοστό των ατόμων που εί­

ναι φτωχά ανέρχεται στο 26,6%, το οποίο αφού βρίσκεται αρκετά κοντά στο ποσοστό των φτωχών νοικοκυριών (26,4%) μας δείχνει ότι τα φτωχά νοικοκυριά δεν διαφέρουν

συστηματικά από τα μη φτωχά ως προς το μέγεθος τους. Πρέπει να σημειωθεί ότι στην Αγγλία που είναι ανεπτυγμένη χώρα, τα φτωχά νοικοκυριά έχουν μικρότερο μέγεθος

από τα μη φτωχά, ενώ στην υποανάπτυκτη Μαλαισία συμβαίνει το αντίθετο» ε.α. σελ. 54.

(110) Αυτό οφείλεται στη μικρότερη συ μμετοχ1j του γυναικείου πληθυσμού στο εργατικό δυναμικό και συνεπώς στην έλλειψη σύνταξης ε . α. σελ. 57.

(1 11 ) ε . α. σελ. 57 - 58. Οι οικογένειες στις οποίες υπάρχει μόνο ένας γονέας και υπάρχουν παιδιά κάτω των 14 χρονών εμφανίζουν υψηλότερο ποσοστό φτωχών (5 1,2%) από κάθε κατηγορία. Αντίθετα οι οικογένε ιες με ένα γονέα, αλλά χωρίς μικρά παιδιά παρουσιά­

ζουν αντίστοιχο ποσοστό 18,2%.

(112) «Το ποσοστό των νοικοκυριών που είναι φτωχά βάσει της κατανάλωσης είναι ελαφρώς μικρότερο, 25,2% από ότι χρησιμοποιώντας το εισόδημα, 26,4%. Ωστόσο η διαφορά στα ποσοστά εξαλείφεται, αν πάρουμε ως γραμμή φτώχειας τις 3.000 δρχ., που ισοδνναμο·ύν

με το 75% τον μέσον κατά κεφαλή τον δείγματος» ε . α σελ. 62. 95

Page 30: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

θ . ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ - ΕΠΙθΕΩΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - Τεύχος 3 (2003), 67-100

96

Εξετάζοντας τα επίπεδα φτώχειας και τη θέση του αρχηγού της οικογέ­

νειας στην αγορά εργασίας υποστηρίζει ότι από τα νοικοκυριά που ο αρχη­

γός τους είναι πλήρως, απασχολούμενος το 18,7% είναι φτωχά, ενώ από τα νοικοκυριά με άνεργο σχεδόν αρχηγό σχεδόν τα δύο στα τρία (63,0%) (113).

Διερευνώντας τα χαρακτηριστικά των φτωχών κατά περιφέρειες εξάγει

ότι η φτώχεια συναντάται:

1) Περισσότερο στις αγροτικές περιοχές, όπου κατοικεί το 54,4% των φτωχών νοικοκυριών <114).

2) Μόνο η περιφέρεια της Αττικής και Νήσων καθώς και η περιφέρεια Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας στην οποία περιλαμβάνεται το πο­

λεοδομικό συγκρόiημα Θεσσαλονίκης έχουν επίπτωση της φτώχειας

μικρότερη από τη μέση. Η Ήπειρος έχε ι την υψηλότερη επίπτωση

φτώχειας 50,3%, ακολουθούν η Θεσσαλία και η Ανατολική Μακεδο­νία και η Θράκη με το ίδιο ποσοστό φτωχών 40,1 %, ενώ η Πελοπόννη­

σος και η Δυτική Στερεά καθώς και η Κρήτη έχουν 35,8% και 33% αντίστοιχα.

3) Υπάρχει μια έντονη αρνητική σχέση μεταξύ επιπέδου εκπαίδευσης

του αρχηγού του νοικοκυριού και επίπτωσης της φτώχειας. Νοικοκυ­

ριά με αρχηγούς που δεν έχουν εκπαίδευση πέρα από το Δημοτικό

αντιπροσωπεύουν το 92,1 % όλων των φτωχών νοικοκυριών και αυτά το 22% είναι νοικοκυριά , που ο αρχηγός τους δεν πήγε καθόλου σχο­

λείο <115). Στη συνέχεια ο Κανελλόπουλος χρησιμοποιώντας κατά βάση - με προσθήκες όμως - το υπόδειγμα του ανθρωπίνου κεφαλαίου, βρί­

σκει τα ακόλουθα:

Πρώτο, τα προσωπικά χαρακτηριστικά των ατόμων, όπως είναι η διάρ­

κεια και το επίπεδο της εκπαίδευσης, η δυνητική εμπειρία, η οικογενειακή

κατάσταση, συνδέονται με τις διαφορές των ατομικών εισοδημάτων.

Δεύτερο, η γεωγραφική περιφέρεια, το μέγεθος του τόπου κατοικίας κα­

θώς και ο κλάδος οικονομικής δραστηριότητας του άτομου, παράγοντες που

μερικώς υποδηλώνουν δυνάμεις ζήτησης εργασίας, είναι σημαντικοί προσ­

διοριστικοί παράγοντες του ατομικού εισοδήματος (ll6J.

(113) ε.α. σελ. 65. Εξετάζοντας την κατανομή της κατά κ εφαλή δαπάνης των νοικοκυριών

ανάλογα με τη θέση στην αγορά εργασίας του αρχηγού τα αποτελέσματα διαφοροποι­ούνται . Συγκεκριμένα μόνο το 28% των νοικοκυριών με άνεργο αρχηγό εμφανίζονται κάτω του ορίου φτώχειας. Αντίθετα προκειμένου περί απασχολουμένων πλήρως ή με­ρικώς τα ποσοστά των φτωχών είναι παρόμοια.

(114) Σχεδόν ένα στα δύο αγροτικά νοικοκυριά (46,4%) είναι φτωχό, ενώ η επίπτωση της φτώχειας

στα αστικά νοικοκυριά είναι 15%, ε.α σελ. 67.

Page 31: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

THEODOROS PAPAILIAS - REVIEW OF ECONOMIC SCIENCES - Νο 3 (2003), 67-100

Περαιτέρω ο συγγραφέας διαπιστώνει ότι τα χαρακτηριστικά του αρχη­

γού του νοικοκυριού καθώς και της εργασίας του επηρεάζουν τη δαπάνη κα­

τά τον ίδιο τρόπο και η έκταση όπως το εισόδημα. Οι διαφορές στο εισόδη­

μα μεταξύ των επαγγελμάτων είναι ουσιώδεις και ανάλογες του μήκους της

εκπαίδευσης, εμπειρίας και ευθύνη ς που απαιτούν τα αντίστοιχα επαγγέλ­

ματα. Τέλος, εκτιμώντας τις διαφορές εισοδη μάτων ανδρών - γυναικών βρί­

σκει ότι υπάρχει διάκριση σε βάρος των γυναικών στην αγορά εργασίας κα­

τά 50% περίπου . Η σημαντικότερη αιτία είναι η συγκέντρωση των γυναικών

σε επάγγελμα και σε κλάδους οικονομικής δραστηριότητας με χαμηλότερες

σχετικά αμοιβές .

(115) ε .α . σελ. 67 - 70. Συγκρίνοντας τα ευρήματά του με τα αντίστοιχα των χωρών της ΕΟΚ βρίσκει τα ακόλουθα:

Ποσοστό φτωχών στις χώρες της ΕΟΚ

Χώρα Έτος Ποσοστό Αριθμός Γραμμές φτώχειας = 50% του αναφοράς φτωχών φτωχών μέσου ετήσιου εισοδήματος

νοικοκυριών νοικοκυριών του ισοδύναμου ενήλικου

(χιλ.) ατόμου (εθνικό νόμισμα)

Βέλγιο 1976 6,6 209 77.970 Βελγ. Φράγκα

Δανία 1977 13,0 334 18.876 Δαν. Κορώνες

Γαλλία 1975 14,8 2.630 8.768 Γαλ. Φράγκα

Γερμανία 1973 6,6 1.527 5.485 Γερμ. Μάρκα

Ιρλανδία 1973 23,1 ·172 339 Ιρλ. Λίρες

Ιταλία 1978 21,8 3.823 1.640 χιλ. Ιταλ. Λιρέτες

Λουξεμβούργο 1978 14,6 16 138.362 Λουξ. Φράγκα

Κάτω Χώρες 1979 4,8 233 6.419 Ολλ. Φιορίνια

Ηνωμένο

Βασίλειο 1975 6,3 1.241 612 Αγγλ. Λίρες

Ελλάδα 1974 26,4 653 25.200 Ελλ. Δραχμές

ΕΟΚ 1973-79 12,0 10.838

Πηγή: α. Για την ΕΟΚ εκτός Ελλάδας, Τελική Έκθεση από την επιτροπή προς το Συμβούλιο

για το Πρώτο Πρόγραμμα Πε ιραματικών Προγραμμάτων & Μελετών για την Καταπολέμηση της Φτώχε ιας , σελ. 83.

β. Για την Ελλάδα, Κανελλόπουλος ε.α.

(116) ε:α. σελ. 128 - 129. 97

Page 32: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

θ. ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ - ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - Τεύχος 3 (2003), 67-100

98

Επίλογος -Συμπεράσματα

Από την ανάλυση των απόψεων που διατυπώθηκαν για τη διανομή και

την κατανομή του εισοδήματος προέκυψε ότι στην περίοδο 1948-74 η περιφε­ρειακή ανισοκατανομή, εξαιρουμένης της Αττικής, σημείωσε ελαφρά όξυνση,

ενώ στη δεκαετία 1971-81 μικρά βελτίωση. Πάντως μέχρι το 1985 η χώρα πα­ρουσίαζε μικρότερη περιφερειακή ανισότητα σε σχέση με τις περισσότερες

χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η δημοσιονομική πολιτική μείωσε μόνο περιθωριακά την ανισοκατανομή.

(Η επιβολή άμεσης και έμμεσης φορολογίας διεύρυνε την ανισότητα, ενώ οι

μεταβιβαστικές πληρωμές την συρρίκνωσε). Στο μεγαλύτερο διάστημα ο συ­

ντελεστής Gini κυμάνθηκε .στα ιδια περίπου επίπεδα. Συνεπώς η κρατική πα­

ρέμβαση στην Ελλάδα υπήρξε καθ' όλο το διάστημα αλυσιτελής.

Η φτώχεια παραμένει εντυπωσιακα μεγάλη. Πλέον του 25% των οικοκυ­ριών χαρακτηρίζονται ως πτωχά, με όποιον ορισμό και εάν χρησιμοποιήσει

κάποιος. Εν κατακλείδι:

Στην Ήπειρο φαίνεται ότι συγκεντρώνεται ο μεγαλύτερος αριθμός πτω­

χών, ενώ στη Αττική όπως άλλωστε αναμενόταν, ο μικρότερος. Στις αγροτι­

κές περιοχές ευρίσκεται το μέγιστο πλήθος των αναξιοπαθούντων. Το υψηλό

εκπαιδευτικό επίπεδο έχει βαρύνοντα λόγο στην αποφυγή του γλίσχρου ει­

σοδήματος (η υπερβολική ζήτηση για σπουδές στην ανώτερη εκπαίδευση δεν

είναι τυχαία).

Τέλος από όλες τις μελέτες τεκμαίρεται ότι στο διάστημα 1974-1988 υπήρξε βελτίωση του μεριδίου της εργασίας σε σχέση με αυτό του κεφαλαί­

ου. Γενικώτερα η χώρα παραμένει -συμφωνα με όλες τις μετρήσεις- με ένα

δείκτη μέτριας ανισοκατανομής του εισοδήματος. Σε αυτό συμβάλουν τόσο

διάφορα μη οικονομικά στοιχεία, όπως η οικογένεια (η οποία αναλαμβάνει

τη συντήρηση του ανέργου, υποκαθιστώντας την κρατική αρωγή), όσο και τα

συμπληρωματικά εισοδήματα (εμβάσματα, τουρισμός κλπ), τα οποία ενισχύ­

ουν κατά το πλείστον τις περισσότερο παραμελημένες περιοχές (αγροτικές)

και τα ολιγώτερα ευνοημένα εισοδήματα.

Προσέτι η εκτεταμένη φοροδιαφυγή, η οποία απαντάται σε όλα τα κοι­

νωνικά στρώματα, και ο τεράστιος αριθμός των αυτοαπασχολουμένων αφή­

νει την αίσθηση ότι ίσως η πραγματική ανισοκατανομή να είναι ελαφρώς μι­

κρότερη <117J.

(117) Ορισμένες δημοσιεύσεις (Τσακόγλσυ 1985, Καράγιωργας και άλλοι 1988 κλπ.) αξιολογούνται σε νέο δοκίμιο του συγγραφέα, που αναφέρεται στην περίοδο 1998-2000, διότι οι ερευ­νητές αυτοί συνέγραψαν και μεταγενέστερα άρθρα με συνέπεια να μπορε ί κατ' αυτόν

τον τρόπο αποτελεσματικότερα ο αναγνώστης να αποκτήσει πληρέστερη εικόνα των θέσεων των_ επιπροσθέτως διότι κινούνται σε διαφορετικό έδαφος προσέγγισης.

Page 33: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

THEODOROS PAPAILIAS - REVIEW OF ECONOMIC SCIENCES - Νο 3 (2003) , 67-100

Βιβλιογραφία

1. Λ Αθανασίου (1984). «Η διανομή του εισοδήματος στην Ελλάδα>>. ΚΕΠΕ, Αθήνα.

2. M.S.Ahluwalia and Η Chenery (1974). <<Α model of dίstrίbutίon and Growth.». Στο H.Chenery, M.Ahluwalia et.al.(επιμ): Redίstι·ibution with growth, pp.209-235, Oxford Uniνersity Press.

3. P.Bakarezos (1984). «Personal non-wealth income inequalίty and evasion in Greece 1962-75». Spoudai, pp.233-257.

4. Ε. Α. Βολουδάκης και Ε. Α. Πανουργιάς (1980). «Μια εκτίμηση της περιφερειακής (κατα νομούς) κατανομής του εθνικού

εισοδήματος το 1961, 1971». Ελληνική Οικονομία, τόμος Ι, σελ. 11-39,

Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα.

5. Ε. Α. Βολουδάκης και Ε. Α. Πανουργιάς (1984). «Η περιφερειακή κατανομή του εθνικού εισοδήματος το 1981: διαχρονικές μεταβολές και διεθνείς συγκρίσεις (1961-81)». Ελληνική Οικονομία, τόμος ΠΙ, σελ.62-97,

Τράπεζα της Ελλάδος.

6. Σ . Γερωνυμάκης (1961). «Η περιφερειακή κατανομή του εθνικού εισοδήματος». Οικονομική Πορεία, Δεκέμβριος, Αθήνα.

7. Σ. Γερωνυμάκης (1970). «Η ανακατανομή του εισοδήματος εν Ελλάδι μεταπολεμικώς (1948-67)». Ο Στατιστικός, Απρίλιος - Σεπτέμβριος, τεύχος 2ο-3ο .

8. Σ. Γερωνυμάκης (1985). «Η κατα περιφέρειες οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας κατα την περίοδο 1950-80». Οικονομικός Ταχυδρόμος, 15 Αυγούστου , Αθήνα.

9. Π. Γρεβενίτης - Γ.Σαπουνάς (1988). «Η φορολογία στην Ελλάδα: Συγκριτική επιβάρυνση των κοινωνικοοικονομικών ομάδων». Αγροτική Τράπεζα

Ελλάδος, Μελέτες για την αγροτική οικονομία Νο 32, Αθήνα.

10. Ρ. Ελευθεριάδης (1964) . «Διανομή του εισοδήματος, παραγωγικότης, τιμαί>>.

Τράπεζα Ελλάδος, Νο 7, Αθήνα.

11. D. Karagiorgas (1973). «The distι·ibutίon of tax burden by ίncome groups ίn Gι·eece» .

Economic Journal νοl, 83 pp. 436-448.

12. D. Karagiorgas (1977). «The dίstrίbutίon of the tax burden by ίncome gωups ίn Gι·eece». Spoudai, σελ.390-402, Πειραιάς.

13. Δ. Καράγιωργας (1978) . «Η φορολογική εκμετάλλευση στην Ελλάδα» Πολίτης, Φεβρουάριος σελ.10-19.

14. Κ. Ν. Κανελλόπουλος (1980). «Εισοδήματα και φτώχεια στην Ελλάδα: προσδιοριστικοί παράγοντες». ΚΕΠΕ, Αθήνα.

15. Π. Λαζαρίδης - Θ. Παπαηλίας - Μ. Σακέλλης (1989) «Κατανομή του εισοδήματος στην Ελλάδα» . Αγροτική Τράπεζα Ελλάδος, Μελέτες για την αγροτική οικο­

νομία Νο 35, Αθήνα.

16. Τ. Ρ. Lianos and Κ. Ρ. Prodromidis (1974) . <<Aspects of ίncome dίstι·ibutίon ίn Greece». ΚΕΡΕ, Αθήνα.

17. Σ . Μπαμπανάσης (1983). «Η διαδικασία της εξάλειψης της φτώχειας στην Ελλάδα». Επιθεώρηση Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, τόμος 4, σελ.303-312.

18. Χ. Ναξάκης (1997). «Η φτώχεια των εθνών». Εναλλακτικές εκδόσεις, Αθήνα.

99

Page 34: ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ …cris.teiep.gr/jspui/bitstream/123456789/1092/1/epiteyxos3_005.pdfΗ κυριαρχία της άποψης

Θ. ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ - ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ - Τεύχος 3 (2003), 67-100

100

19. Μ. Νεγρεπόντη-Δελιβάνη (1979). «Περί φορολογικής επιβαρύνσεως,

φοροδιαφυγής, στόχων και επιτεύξεων της δημοσιονομικής πολιτικής».

Οικονομικός ταχυδρόμος .

20. Μ. Νεγρεπόντη-Δελιβάνη (1979). «Ανάλυση της ελληνικής οικονομίας».

Παπαζήσης, Αθήνα .

21. Μ. Νεγρεπόντη-Δελιβάνη (1983). «Η προβληματική ελληνική βιομηχανία και κάποιες λύσεις της». Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη.

22. Ν. Πατινιώτης (1983). «Κατανομή του εισοδήματος και φορολογική πολιτική». Επιθεώρηση Ευρωπαϊκών Μελετών , τόμος 4, σελ.28 1-291.

23. Τ. Papaelias (1979). «Deι- unausgeglίchenheίtsmechanίsmus der Μίgι·αtίοn

und Messung der Aneίgnung des human capίtal» . Bremen, Deutschland.

24. Π. Γ .Παυλόπουλος (1986) . «Εισοδηματικά μερίδια. Τάσεις, αίτια, επιδράσεις».

ΙΟΒΕ, Αθήνα.

25. G. Α. Proνopoulos (1979). «The dίstrίbutίon of fiscal buι·dens and benefits by income groups in Greece». Greek Economic Reνiew, νοl 1, August pp.77-99.

26. Γ. Προβόπουλος (1981). «Δημόσιες δαπάνες και οικονομική δραστηριότης» .

ΙΟΒΕ, Αθήνα.

27. Κ. Προδρομίδης (1975). «Περιφερειακή κατανομή της απασχολήσεως και του εισοδήματος εις την Ελλάδα, 1961-71». Σπουδαί, τόμος ΚΕ, τεύχος 3, σελ. 529-550.

28. J. Vartholomeos (1984). «Redίstι·ibutίonal effects of publίc expendίtuι·e and taxatίon ίn Gι·eece». Σπουδαί νοl 34, σελ.59-72.