Πρόλογος για την ελληνική...

38
Πρόλογος για την ελληνική έκδοση του Γιάννη Στουρνάρα, Καθηγητή Οικονομικών του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γενικού Διευθυντή του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) Το ανά χείρας βιβλίο του πρώην πρωθυπουργού του Ηνωμένου Βασιλείου Gordon Brown είναι μια συγκλονιστική αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο του ανθρώπου που ανέλαβε τις τύχες της χώρας του όταν κατέρρεε το παγκό- σμιο τραπεζικό σύστημα, και ιδιαιτέρως αυτό του Ηνωμένου Βασιλείου, και η παγκόσμια οικονομική κρίση έτεινε να αποκτήσει τις διαστάσεις της κρί- σης του 1929. Το βιβλίο αυτό πρέπει να τύχει μεγάλης προσοχής: από το πολιτικό σύ- στημα της χώρας μας, τους παράγοντες του οικονομικού βίου, κυρίως όμως από την πνευματική ηγεσία του τόπου και τον καθημερινό άνθρωπο. Το βιβλίο γράφτηκε από έναν ιδιαίτερα προικισμένο και ηθικό πολιτι- κό, με όραμα για την πατρίδα του, κυρίως όμως με όραμα για όλο τον κό- σμο. Αν και γνωστός ευρωσκεπτικιστής, ο Gordon Brown θεωρεί ότι το ευ- ρώ πρέπει να επιζήσει πάση θυσία και συμβουλεύει τους ευρωπαίους πο- λιτικούς τι να κάνουν. Συμβουλεύει τους Γερμανούς λέγοντάς τους ότι μό- νη η δημοσιονομική πειθαρχία δεν αρκεί, αλλά η Ευρωζώνη χρειάζεται στιβαρή οικονομική διακυβέρνηση, επενδύσεις σε υποδομές, στην παι- δεία, στην επιμόρφωση των εργαζομένων, παράλληλα με μεγαλύτερη ευ- ελιξία στις αγορές και, φυσικά, μεταρρυθμίσεις. Θεωρεί ότι η δεκαετία 2010-2020 είναι δύσκολη και απαιτεί οικονομικό συντονισμό μεταξύ Αμε- ρικής, Ευρωζώνης, Κίνας, Ιαπωνίας, Ινδίας. Αναφέρεται με νοσταλγία στο 9

Transcript of Πρόλογος για την ελληνική...

Πρόλογος για την ελληνική έκδοση

του Γιάννη Στουρνάρα, Καθηγητή Οικονομικών του Πανεπιστημίου Αθηνών,

Γενικού Διευθυντή του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ)

Το ανά χείρας βιβλίο του πρώην πρωθυπουργού του Ηνωμένου ΒασιλείουGordon Brown είναι μια συγκλονιστική αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο τουανθρώπου που ανέλαβε τις τύχες της χώρας του όταν κατέρρεε το παγκό-σμιο τραπεζικό σύστημα, και ιδιαιτέρως αυτό του Ηνωμένου Βασιλείου, καιη παγκόσμια οικονομική κρίση έτεινε να αποκτήσει τις διαστάσεις της κρί-σης του 1929.

Το βιβλίο αυτό πρέπει να τύχει μεγάλης προσοχής: από το πολιτικό σύ-στημα της χώρας μας, τους παράγοντες του οικονομικού βίου, κυρίωςόμως από την πνευματική ηγεσία του τόπου και τον καθημερινό άνθρωπο.

Το βιβλίο γράφτηκε από έναν ιδιαίτερα προικισμένο και ηθικό πολιτι-κό, με όραμα για την πατρίδα του, κυρίως όμως με όραμα για όλο τον κό-σμο. Αν και γνωστός ευρωσκεπτικιστής, ο Gordon Brown θεωρεί ότι το ευ-ρώ πρέπει να επιζήσει πάση θυσία και συμβουλεύει τους ευρωπαίους πο-λιτικούς τι να κάνουν. Συμβουλεύει τους Γερμανούς λέγοντάς τους ότι μό-νη η δημοσιονομική πειθαρχία δεν αρκεί, αλλά η Ευρωζώνη χρειάζεταιστιβαρή οικονομική διακυβέρνηση, επενδύσεις σε υποδομές, στην παι-δεία, στην επιμόρφωση των εργαζομένων, παράλληλα με μεγαλύτερη ευ-ελιξία στις αγορές και, φυσικά, μεταρρυθμίσεις. Θεωρεί ότι η δεκαετία2010-2020 είναι δύσκολη και απαιτεί οικονομικό συντονισμό μεταξύ Αμε-ρικής, Ευρωζώνης, Κίνας, Ιαπωνίας, Ινδίας. Αναφέρεται με νοσταλγία στο

9

παρελθόν του Bretton-Woods, όταν ο συντονισμός ήταν ο κανόνας και όχιη εξαίρεση.

Ο Gordon Brown ενδιαφέρεται για την εξάλειψη της φτώχειας στον Τρί-το Κόσμο, για την εξάλειψη της ανεργίας στην Ευρώπη και της ανισοκα-τανομής του εισοδήματος στην Αμερική. Σ’ αυτό το τρίπτυχο στηρίζει τιςιδέες του για ένα νέο παγκόσμιο σύμφωνο ανάπτυξης, θεωρώντας ότι ηοικονομική πρόοδος είναι αδιαίρετη και αφορά όλο τον κόσμο.

Για τους τραπεζίτες, ιδιαίτερα της πατρίδας του, η άποψή του είναιεντόνως αρνητική. Θεωρεί ότι έχουν αποκοπεί από την κοινωνία, ότι οι πε-ρισσότεροι θα έπρεπε να απομακρυνθούν από τις θέσεις τους. Θέτει θέ-ματα ηθικής αλλά και ικανότητας διαχείρισης, και επαναλαμβάνει τη συμ-βουλή: «Μην τους παρέχετε ρευστότητα αν δεν αποδεχτούν την ανάγκηαύξησης των ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών που διοικούν». Σε μια χα-ρακτηριστική αποστροφή του αναφέρει ότι, σε διάλογο που είχε με κο-ρυφαίο εμπορικό τραπεζίτη του Ηνωμένου Βασιλείου, του έθεσε το θέ-μα των υψηλών αμοιβών των τραπεζιτών, λέγοντας ότι οι μισθοί τους μπο-ρεί –και πρέπει– να περικοπούν, αφού πλέον τα «ρίσκα» των τραπεζώντα ανέλαβε η πολιτεία με τα πακέτα διάσωσης. Ο κορυφαίος τραπεζίτηςυπαινικτικά τον απείλησε ότι τα στελέχη των τραπεζών ενδέχεται να φύ-γουν από τη χώρα. Και ο Gordon Brown λέει χαρακτηριστικά: «Κρατήθη-κα να μην του απαντήσω όπως θα του απαντούσε ο πρώτος περαστικόςστον δρόμο».

Το πρώτο και μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου εξηγεί τον (πράγματι) ση-μαντικό ρόλο του συγγραφέα αφενός στη διάσωση του παγκόσμιου τρα-πεζικού συστήματος και στη διαφορά της βρετανικής προσέγγισης (αυ-ξήσεις μετοχικού κεφαλαίου) από αυτή της αμερικανικής (TARP: Αγοράστοιχείων ενεργητικού), και αφετέρου στην ενεργοποίηση και τον συντο-νισμό των ηγετών των κρατών-μελών της Συνόδου G-20, οι οποίοι κινη-τοποίησαν πόρους της τάξης του ενός τρις δολαρίων σε μια άνευ προη-γουμένου άσκηση κεϋνσιανής οικονομικής πολιτικής, που απέτρεψε τηνεξάπλωση της κρίσης και οδήγησε σήμερα σε παγκόσμια ανάκαμψη. Χαί-ρεσαι κυριολεκτικά να διαβάζεις πώς ένας πρωθυπουργός, μπροστά σεμια τέτοια κρίση, πρώτον, ενημερώθηκε και διάβασε, δεύτερον διαβου-

GORDON BROWN

10

λεύτηκε με την (περίφημη) βρετανική δημόσια διοίκηση, τρίτον διαβου-λεύτηκε με τους πλέον έμπειρους βρετανούς και ξένους οικονομολόγους,τέταρτον διαβουλεύτηκε με ανθρώπους της αγοράς, «έμπιστους, που δενθα διέρρεαν το εμπιστευτικό περιεχόμενο της συνομιλίας», πέμπτον, δια-βουλεύτηκε με τους ομολόγους του στο εξωτερικό, έκτον, έλαβε και εφάρ-μοσε με αστραπιαία ταχύτητα τις δύσκολες αποφάσεις. Και μια λεπτομέ-ρεια: επειδή οι αποφάσεις αυτές δεν ήταν σίγουρο ότι θα έσωζαν τις κα-ταρρέουσες βρετανικές τράπεζες, ο Gordon Brown είχε ήδη διώξει την οι-κογένειά του από την πρωθυπουργική κατοικία (στο Νο 10 της DowningStreet) ώστε, αν κάτι δεν πήγαινε καλά, θα μπορούσε να παραιτηθεί και ναφύγει αμέσως!

Μεγάλο μέρος του βιβλίου αφιερώνεται στην εξήγηση της κατάρρευ-σης των τραπεζών. Εδώ ο Gordon Brown, με αναλυτική ικανότητα αλλά καιχαρακτηριστική πρόζα, εξηγεί, σχολιάζει και απορρίπτει τις υπερβολέςτων αγορών, τη δημιουργική λογιστική των τραπεζών, την κακή χρήσητων παραγώγων προϊόντων, την υπερβολική μόχλευση. Καταλήγει στηνανάγκη ενίσχυσης της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών σε κάθε πε-ρίπτωση και στην ανάγκη καλύτερης παγκόσμιας εποπτείας τους και συ-ντονισμού. Εξηγεί τέλος πώς οι λοιποί ηγέτες στη Σύνοδο G-20 απέρριψαντην ιδέα του για ένα φόρο τύπου Tobin.

Εντυπωσιάζουν οι κρίσεις του Gordon Brown για τους στενούς συνερ-γάτες του, η κατανομή καθηκόντων και ευθυνών που έκανε, ο τρόπος μετον οποίο τους συντόνισε, η γενναιόδωρη αναφορά στους υπουργούς του.

Το βιβλίο αυτό, χωρίς διάθεση ή δόση υπερβολής, πιστεύω ότι θα αφή-σει εποχή. Σπάνια διάβασα βιβλίο με τόση ανυπομονησία να πάω στηνεπόμενη σελίδα, να φτάσω στο τέλος του. Θεωρώ ότι είναι ένας ύμνοςστην πολιτική, στην ηθική, στον ορθολογισμό, στη δημοκρατία, στη συ-ναισθηματική νοημοσύνη, στον κοινό νου.

11

ΠEΡΑ ΑΠO ΤΟ ΚΡΑΧ

Για τον συγγραφέα

Ο Γκόρντον Μπράουν διατέλεσε πρωθυπουργός της Βρετανίας και ηγέτηςτου Εργατικού Κόμματος από το 2007 ως το 2010. Από το 1997 ως το 2007,κατείχε το αξίωμα του υπουργού Οικονομικών, όντας ο μακροβιότεροςυπουργός Οικονομικών στη νεότερη Ιστορία της χώρας. Η θητεία τουΜπράουν στο Υπουργείο Οικονομικών σημαδεύτηκε από την ευρεία με-ταρρύθμιση της βρετανικής νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής,καθώς και από τις σταθερές επενδύσεις στην υγεία, την παιδεία και τη διε-θνή βοήθεια. Η θητεία του στον πρωθυπουργικό θώκο συνέπεσε με τηνπρόσφατη οικονομική κρίση. Ο Μπράουν ήταν ένας από τους πρώτουςπου απηύθυνε εκκλήσεις για παγκόσμια οικονομική δράση. Η κυβέρνησήτου εισήγαγε ταυτόχρονα μια σειρά μέτρων διάσωσης στο εσωτερικό τηςχώρας. Ο Μπράουν είναι διδάκτορας Ιστορίας του Πανεπιστημίου τουΕδιμβούργου και τα πρώτα χρόνια της σταδιοδρομίας του εργάστηκε ωςλέκτορας. Εκλέγεται βουλευτής αδιάλειπτα από το 1983. Είναι παντρεμέ-νος με τη Σάρα Μπράουν, η οποία εργάζεται στον χώρο των φιλανθρω-πικών οργανώσεων, και έχει αποκτήσει μαζί της δύο γιους.

13

Ευχαριστίες

Γιατί να γράψει κάποιος ένα βιβλίο για την οικονομική κρίση; Ή πιο σωστά,γιατί να γράψει ακόμα ένα βιβλίο για την οικονομική κρίση, όταν υπάρ-χουν ήδη τόσες αναλύσεις των γεγονότων της περιόδου 2007-2010, κα-θώς το πιθανότερο είναι ότι το ενδιαφέρον για επιπλέον περιγραφές έχειήδη ατονήσει σημαντικά;

Η απάντησή μου είναι ότι βρισκόμουν εκεί. Αν δεν κατανοήσουμε πλή-ρως το μεγαλύτερο οικονομικό σοκ της γενιάς μας, είμαστε καταδικα-σμένοι να επαναλάβουμε τα λάθη μας. Πιστεύω ότι μια περιγραφή απόπρώτο χέρι μπορεί να φωτίσει με τον καλύτερο τρόπο πώς ακριβώς έγι-ναν οι επιλογές (και τα λάθη).

Η απάντησή μου για τη συγγραφή αυτού του βιβλίου τώρα είναι ότι ηκρίση δεν έχει ακόμη τελειώσει. Αν θέλουμε να την ξεπεράσουμε και ναανακάμψουμε πλήρως, οφείλουμε να γνωρίσουμε άμεσα τι πήγε τόσοστραβά, που οδηγηθήκαμε στο πάγωμα του παγκόσμιου οικονομικού συ-στήματος, και να διαμορφώσουμε μια οριστική και κοινή άποψη για τοτι μπορούμε να κάνουμε για να διορθώσουμε την κατάσταση. Μολονότι,λοιπόν, κάποιοι θα πουν ότι αυτό το βιβλίο γράφτηκε (υπερβολικά) βια-στικά και πρόκειται να το μετανιώσω, όταν θα έχω άνεση χρόνου, για μέ-να είναι ένα απαραίτητο μέσο για να προκαλέσω τη συζήτηση που χρειά -ζεται για τον μοναδικό, κατά τη γνώμη μου, τρόπο να ξεπεράσουμε τηνολέθρια οικονομική κατάρρευση: τη συντονισμένη παγκόσμια δράση.

Συνεπώς, το βιβλίο αυτό δεν είναι μια ολοκληρωμένη ανάλυση τηςκρίσης. Καλύπτει, όμως, τις λανθασμένες εκτιμήσεις που την προκάλε-σαν και προτείνει τους καλύτερους τρόπους για την υπέρβασή της. Αυ-

15

τή είναι η πρώτη μου απόπειρα να διατυπώσω ένα σύνολο προτάσεωνγια το επόμενο στάδιο της οικονομικής μας ανάκαμψης. Συζητώντας τοπεριεχόμενο αυτού του βιβλίου με ανθρώπους από όλο τον κόσμο, είμαιέτοιμος να μάθω από τις γνώσεις τους, να αναθεωρήσω και να διορθώ-σω τις συστάσεις μου, να ανανεώσω και να επανεξετάσω τα συμπε-ράσματά μου.

Δεν είμαι ούτε ειδικός επί οικονομικών ζητημάτων ούτε έχω σπουδά-σει οικονομικές επιστήμες. Ωστόσο, ο φόβος να μην κάνουμε τεχνικά λά-θη (και είμαι σίγουρος ότι το βιβλίο αυτό βρίθει από τέτοια λάθη) δεν πρέ-πει να μας κάνει να σιωπήσουμε, όταν το έργο που έχουμε να φέρουμε σεπέρας είναι τόσο επείγον.

Καλούμαστε ασφαλώς να αντιμετωπίσουμε πολλές μεγάλες προκλή-σεις, οι οποίες προκύπτουν από τις παγκόσμιες μεταβολές, που διαμορ-φώνουν τη ζωή μας στον 21ο αιώνα: την αναχαίτιση της παγκόσμιας τρο-μοκρατίας και της διάδοσης των πυρηνικών όπλων, τον περιορισμό (στηνευρύτερη οικονομία) της αστάθειας των τιμών του πετρελαίου, των τρο-φίμων και των εμπορευμάτων, καθώς και την αντιμετώπιση της κλιματικήςαλλαγής – για την οποία θα ήθελα να γράψω αργότερα, όπως και για έναμετασχηματισμό στον τρόπο με τον οποίο οι οικονομίες μας καταναλώ-νουν ενέργεια.

Πάντως, σε αυτό το βιβλίο, προτεραιότητά μου είναι να ασχοληθώ άμε-σα με τη νέα και τρομερή ανασφάλεια, που βιώνουν πλέον εκατομμύριαάνθρωποι στην καθημερινότητά τους. Γι’ αυτό τον λόγο, προτεραιότητάμου είναι η εργασία και η δικαιοσύνη. Το παρόν βιβλίο είναι μια έκκλησηπρος τον κόσμο να πετύχουμε από κοινού αυτό που πλέον γνωρίζουμε ότιείναι εφικτό στο άμεσο μέλλον: να δημιουργήσουμε και να προστατέ-ψουμε 50 εκατομμύρια θέσεις εργασίας ανά τον κόσμο και να διασώσου-με 100 περίπου εκατομμύρια ανθρώπους από τη φτώχεια. Έχουμε ξεκι-νήσει ένα άνισο και επικίνδυνο ταξίδι, που η ρότα και ο προορισμός τουδεν πρέπει να αφεθούν στην τύχη, αλλά να διαμορφωθούν από τις κοι-νές μας προσπάθειες και αξίες. Τουλάχιστον σε ό,τι με αφορά, η φράσηπου ακούγεται συχνά –και ενίοτε χρησιμοποιώ κι εγώ ο ίδιος– για την«αποκατάσταση της υγείας της παγκόσμιας οικονομίας» δεν μπορεί να πε-

GORDON BROWN

16

ριγράψει επακριβώς το αποτέλεσμα που επιδιώκουμε, αν δεν συμπεριλά-βει εκατομμύρια ακόμα οικογένειες σε αξιοπρεπείς εργασίες.

Ο ανά χείρας τόμος είναι ένα πρώτο προσχέδιο, ένα έργο εν εξελίξει.Για ένα πράγμα, όμως, είμαι σίγουρος: η βασική θέση –ότι, δηλαδή, τα πα-γκόσμια προβλήματα χρειάζονται παγκόσμιες λύσεις και ότι πρέπει ναυπάρξει μια εναλλακτική σε μια δεκαετία χαμηλής ανάπτυξης και χαμένωνθέσεων εργασίας– θα αντέξει απέναντι στα επιχειρήματα που αφορούν τιςαιτίες της κρίσης και τα ερωτήματα σχετικά με συγκεκριμένες προτάσεις.

* * *

Αναλαμβάνω ασφαλώς κάθε ευθύνη για το περιεχόμενο αυτού του βιβλίου.Είμαι ο μοναδικός υπεύθυνος για οποιαδήποτε λάθη, τα οποία είναι άλλωστεαναπόφευκτα σ’ ένα τόσο ευρύ έργο, που εκπονήθηκε σε τόσο σύντομο χρο-νικό διάστημα. Άρχισα να γράφω στα τέλη Μαΐου του 2010 και ολοκλήρωσατο βιβλίο μέσα στις επόμενες δεκατέσσερις εβδομάδες, παράλληλα με τιςυποχρεώσεις μου στο Κοινοβούλιο. Θα ήταν αδύνατο να το παραδώσωεμπρόθεσμα χωρίς την υποστήριξη που είχα εκ των προτέρων από όλουςεκείνους που θήτευσαν μαζί μου στην κυβέρνηση και δεν θα μπορούσα καννα φανταστώ τη συγγραφή του χωρίς την εντυπωσιακή και απαράμιλληαφοσίωση και πίστη όλων εκείνων που με βοηθούν μέχρι σήμερα.

Οφείλω πολλές ευχαριστίες στον φίλο μου υπουργό Οικονομικών Άλι-στερ Ντάρλινγκ, καθώς και στους τελευταίους γενικούς γραμματείς (τηνΥβέτ Κούπερ, τον Στίβεν Τιμς, τον Άντι Μπέρναμ και τον Λίαμ Μπιρν), στονΠολ Μάινερς και τους άλλους υπουργούς Οικονομικών, όπως και στουςδημόσιους λειτουργούς που ήταν υπεύθυνοι για την οικονομική πολιτική.Η συμβολή τους ήταν ανεκτίμητη και πρέπει να αναγνωριστεί. Ο χώροςδεν είναι κατάλληλος για να ευχαριστήσω όλα τα μέλη του επιτελείου τηςΝτάουνιγκ Στριτ· ο καθένας μόνος του και όλοι μαζί μπορούν να αισθά-νονται υπερήφανοι που υπηρέτησαν τη χώρα τους κατά τη διάρκεια μιαςμεγάλης κρίσης.

Παρ’ όλα αυτά, πρέπει να ευχαριστήσω συγκεκριμένα το οικονομικόεπιτελείο που ήταν υπεύθυνο για τη χάραξη της πολιτικής, μιας και αυτή

17

ΠEΡΑ ΑΠO ΤΟ ΚΡΑΧ

η ιστορία είναι τόσο δική τους όσο και δική μου. Υπήρξα κάτι παραπάνωαπό τυχερός που είχα την ευκαιρία να συνεργαστώ με τον Τζέρεμι Χέι-γουντ, ο οποίος δεν διαθέτει μόνο σπουδαίο μυαλό και φυσικό διοικητικόταλέντο, αλλά είναι πραγματικά ειδικός σε οικονομικά ζητήματα από τηνπείρα που απέκτησε στο Σίτυ και το Υπουργείο Οικονομικών. Ήμουν επι-πλέον τυχερός που ο Τζέιμς Μπόουλερ, ο διευθυντής του ιδιαίτερου γρα-φείου μου στο Υπουργείο Οικονομικών, έμεινε μαζί μου ως διευθυντήςτου ιδιαίτερου γραφείου μου στην Ντάουνιγκ Στριτ. Είναι ένας απολύτωςακέραιος άνθρωπος, με τεράστια επιμονή, που ηγήθηκε ενός εκπληκτικούεπιτελείου, στο οποίο μετείχαν οι Μάθιου Στάιλ, Κριστίνα Σκοτ και ΤζίλαΣακς, οι μελλοντικοί ηγέτες των δημόσιων υπηρεσιών μας. Η Λιάν Τζόν-στον ήταν αναντικατάστατη τόσο στο υπουργείο όσο και στο πρωθυ-πουργικό γραφείο και εξακολουθεί να είναι πολύτιμη σήμερα στα νέα κα-θήκοντά της στο ΔΝΤ. Είμαι επίσης ευγνώμων στην Κάρολ Μπερντ. Πα-ράλληλα, μέσω του Νικ Μακφέρσον και του Γκας Ο’Ντόνελ, θα ήθελα ναμεταφέρω τις ευχαριστίες μου στο Υπουργείο Οικονομικών και τον ευ-ρύτερο δημόσιο τομέα.

Ο Τομ Σκόλαρ είναι ο δημόσιος λειτουργός που με βοήθησε κατά τηδιαδικασία ανεξαρτητοποίησης της Τράπεζας της Αγγλίας, ενώ υπήρξεένας εξαιρετικός αντιπρόσωπος της Βρετανίας στο ΔΝΤ και την ΠαγκόσμιαΤράπεζα. Ήταν πάντοτε έτοιμος να αναλάβει τα πιο δύσκολα καθήκοντα,αντικαθιστώντας μάλιστα πρόσφατα έναν άλλο εξαιρετικό δημόσιο λει-τουργό, τον Τζον Κίνγκμαν, στη θέση του επικεφαλής της οικονομικής ανοι-κοδόμησης. Αυτός και ο πρώτος μου γραμματέας στην Ντάουνιγκ Στριτ,Όλι Ρόμπινς, είναι τα πιο εύστοχα παραδείγματα των καλύτερων αξιωμα-τούχων των βρετανικών δημόσιων υπηρεσιών. Ο Σερ Τζον Κάνλιφ, με τονοποίο συνεργάστηκα για αρκετά χρόνια στο Υπουργείο Οικονομικών, όσοασχολούμασταν με τις ευρωπαϊκές διαπραγματεύσεις, είχε την καλοσύνηνα έρθει μαζί μου για να εργαστεί στην Ντάουνιγκ Στριτ ως σύμβουλος σεθέματα ευρωπαϊκής και παγκόσμιας οικονομικής πολιτικής. Όπως θα φα-νεί στα κεφάλαια που ακολουθούν, έφερε σε πέρας το έργο του με συνέ-πεια, τόσο για μένα όσο και για λογαριασμό της χώρας. Η συμβολή του ίδιου και της ομάδας του για τη διαμόρφωση του G20 θα μείνει στην Ιστο-

GORDON BROWN

18

ρία. Ανεκτίμητες ήταν και οι εκπληκτικές ικανότητες του Τζόναθαν Πορτς,όπως και η αντίληψή του για τα παγκόσμια οικονομικά ζητήματα.

Για πάνω από δέκα χρόνια, περισσότερο από κάθε άλλον, η Σρίτι Βα-ντέρα με προκάλεσε και με βοήθησε να κατανοήσω πληρέστερα την πα-γκοσμιοποίηση· η συμβολή της σε ό,τι ορθό έκανα είναι εμφανής σε αυ-τές τις σελίδες. Είναι μια εξαιρετική διανοούμενη, που ανταποκρίθηκεστην πρόκληση να διαμορφώσει την πολιτική εκτός πλαισίου και διοί-κησε με αφοσίωση κατά τη διάρκεια της κρίσης. Η επιχειρηματική οξυ-δέρκειά της, το διορατικό πνεύμα της και η τεράστια ενεργητικότητά της,την καθιστούν μία από τις καλύτερες διανοήτριες οικονομικών και δη-μοσιονομικών θεμάτων που έχω ποτέ συναντήσει. Πολλές ευχαριστίεςοφείλω στους Ντέιβιντ Χέντερσον, Θίο Μπέρτραμ, Στιβ Βαν Ριλ, και σεόσους συνεργάστηκαν μαζί μου σε οικονομικές έρευνες τόσο στην Ντάουνιγκ Στριτ όσο και στο Εργατικό Κόμμα για το επίπεδο εξειδίκευ-σης σε όσα ακολουθούν.

Ο Μάικ Έλαμ δεν είναι μόνο ειδικός σε παγκόσμια οικονομικά ζητή-ματα. Ήταν επίσης εξαιρετικός και ως επικεφαλής επικοινωνίας στην Ντάουνιγκ Στριτ. Τον ευχαριστώ, όπως και τους υπόλοιπους συμβούλουςεπικοινωνίας (μεταξύ των οποίων οι Ίεν Μπέντρεντ, Νίκολα Μπερντέτ,Μάικλ Ντάχερ, Σάιμον Λιούις, Τζον Γούντκοκ, Κέιτι Μάρτιν και τα επιτελείατης Ντάουνιγκ Στριτ και του Εργατικού Κόμματος) για τις άοκνες προσπά-θειές τους να με βοηθήσουν να μοιραστώ με τον υπόλοιπο κόσμο τις απο-φάσεις που διαπραγματεύομαι σε αυτό το βιβλίο.

Είμαι ευγνώμων σε όλα τα μέλη της πολιτικής μονάδας που υπηρέτη-σε μαζί μου στην Ντάουνιγκ Στριτ και στο Συμβούλιο Οικονομικών Συμ-βούλων (μεταξύ των οποίων οι Εντ Μίλιμπαντ, Μέιβ Σέρλοκ, ΚίρστιΟ’Μπράιεν, Μάικλ Τζέικομπς, Ματ Κάβανο, Γκρεγκ Μπιλς, Γουίλ Πάξτον,Πάτρικ Ντάιαμοντ, Τζένιφερ Μόουζες και Ούνα Κινγκ) και ιδίως στον ΝτανΚόρι, έναν εντυπωσιακά ευσυνείδητο σύμβουλο σε οικονομικά ζητήματα·στον Νικ Πιρς, τον εξαιρετικά καινοτόμο και βαθυστόχαστο επικεφαλήςτης πολιτικής μονάδας· και στον Γκάβιν Κέλυ, ένα απίστευτα ενθουσιώδεςάτομο, που αποδείχτηκε πραγματικός βράχος κάτω από οποιεσδήποτεσυνθήκες στη θέση του αναπληρωτή διευθυντή.

19

ΠEΡΑ ΑΠO ΤΟ ΚΡΑΧ

Ποτέ δεν θα μπορέσω να ανταποδώσω την υποχρέωση που έχω στονΤομ Φλέτσερ, ο οποίος συνδυάζει τη βαθιά γνώση των λεπτομερειών μετην κατάρτιση σε θέματα διπλωματίας, αλλά και στον Στιούαρτ Γουντ, οιγνώσεις του οποίου για την Ευρώπη, την Αμερική και τόσα άλλα ήταν μιαμόνιμη πηγή ευχαρίστησης.

Ο Τζάστιν Φόρσαϊθ, ο οποίος είναι πλέον επικεφαλής της ανθρωπιστι-κής οργάνωσης «Save the Children», υπηρέτησε ως διευθυντής Στρατηγι-κής Επικοινωνίας. Δεν είναι μόνο ένας αφοσιωμένος διεθνιστής αλλά καιένας εξαιρετικός ηγέτης, και γνωρίζω καλά ότι θα κινητοποιεί τους αν-θρώπους στον σκοπό της οικονομικής δικαιοσύνης για την υπόλοιπη ζωήτου. Κανείς απ’ όσους γνωρίζω δεν διαθέτει τη δημιουργικότητα και τηναπόλυτη αφοσίωση στα αποτελέσματα που έφερε ο Ντέιβιντ Μούιρ, ότανήρθε να δουλέψει στην κυβέρνηση και κανείς δεν θα μπορούσε να κάνειτη δύσκολη δουλειά του με μεγαλύτερη επιδεξιότητα, αφοσίωση καιστρατηγικό ταλέντο. Η Σου Νάι υπήρξε, όπως πάντα, μια μόνιμη πηγήυποστήριξης.

Ο Εντ Μπολς κι εγώ συνεργαστήκαμε σε ζητήματα οικονομικής πολι-τικής για το μεγαλύτερο μέρος της τελευταίας εικοσαετίας. Οι ομιλίες τουκαι οι αναλύσεις του αποδείχτηκαν ανεκτίμητες στην εφαρμογή της οι-κονομικής πολιτικής, έναν τομέα στον οποίο οφείλω να αναγνωρίσω τημακροχρόνια οφειλή μου στις συμβουλές του.

Οι διορατικές παρατηρήσεις του Στιούαρτ Χάντσον και η προσοχή στιςλεπτομέρειες έχουν βελτιώσει σημαντικά όσα έκανα όλα αυτά τα χρόνιακαι ιδίως το παρόν κείμενο. Του είμαι, λοιπόν, ευγνώμων για τον χρόνο καιτα ταλέντα του.

Ευχαριστώ επίσης τον Άντριου Σμολ, που μου προσέφερε όχι μόνοεγκυκλοπαιδικές πληροφορίες αλλά και μια ενδελεχή ανάλυση των ασια-τικών οικονομιών, ενώ με μεγάλη ικανοποίηση αναγνωρίζω τη συνεισφο-ρά των συναδέλφων του Γερμανικού Ταμείου Μάρσαλ.

Είμαι ευγνώμων στον Τζιμ Ο’Νηλ και την Άννα Στούπνιτσκα και τηνομάδα τους στην επενδυτική τράπεζα Goldman Sachs, που μου έδωσαντην ευκαιρία να δοκιμάσω τα επιχειρήματά μου απέναντι στο εξαιρετικόμοντέλο της παγκόσμιας οικονομίας που έχουν διαμορφώσει, καθώς και

GORDON BROWN

20

στον Ντομινίκ Στρος-Καν και το επιτελείο του ΔΝΤ για τις γρήγορες καιεντυπωσιακές ερευνητικές δυνατότητές τους και τη γενναιοδωρία με τηνοποία μοιράζονται τις σκέψεις τους.

Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω για τη διορατικότητά τους τα τε-λευταία χρόνια τον Μέρβιν Κινγκ και το επιτελείο της Τράπεζας της Αγ-γλίας, τον Αντάιρ Τέρνερ και τον προκάτοχό του, Κάλουμ Μακάρθι, καθώςκαι τα επιτελεία τους στην Αρχή Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών (FSA).

Ο Ουίλφ Στίβενσον έχει ελέγξει εξονυχιστικά τις συναντήσεις και τα τη-λεφωνήματα που αναφέρω στο βιβλίο και ήταν πάντοτε διαθέσιμος γιαέλεγχο, επιμέλεια και υποστήριξη.

Όσον αφορά τη συγγραφή και την επιμέλεια του κειμένου, είμαι ευ-γνώμων σε κάποιον που οι συγγραφικές δεξιότητές του είναι πολύ ανώ-τερες από τις δικές μου: στον Κόλιν Κάρι.

Ευχαριστώ επίσης τη συμπατριώτισσά μου Τζέιν Μπάξτερ, η οποία στιςυπερωρίες της κατάφερε να συνδυάσει την επιτυχημένη εθελοντική ερ-γασία της ως εκλεγμένο μέλος του Συμβουλίου Υγείας του Φάιφ με τηβοήθεια που μου προσέφερε. Η οξυδέρκειά της κατέστησε εφικτή τη συγ-γραφή αυτού του βιβλίου.

Μολονότι εργάστηκα όλο το καλοκαίρι πάνω σ’ αυτό το βιβλίο, το κεί-μενο θα ήταν αδύνατο να παραδοθεί και μάλιστα δεν θα είχε καν αρχίσειχωρίς την Ντομινίκ Ανφούζο και την ομάδα του εκδοτικού οίκου Free Pressκαι χωρίς τις συμβουλές και τη σοφία της Φλιπ Μπρόφι της Sterling Lord.

Πάρα πολλοί άνθρωποι επηρέασαν τη σκέψη μου με την έρευνα ή τιςσυζητήσεις τους· δεν θα κατονομάσω όσους μετέχουν σε κυβερνήσειςσε όλον τον κόσμο παρά μόνο για να ευχαριστήσω όλους εκείνους τουςυπουργούς Οικονομικών και τους ηγέτες που συνεργάστηκαν μαζί μουόλα αυτά τα χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, χρωστάω ιδιαίτερη ευγνωμοσύνηστον Αμάρτια Σεν και την Έμα Ρότσιλντ, στον Τζο και την Άνια Στίγκλιτζ,στον Λάρι Σάμερς και τη σύζυγό του Έλσα, στον Τζιμ Γούλφενσον και στονΆλαν Γκρίνσπαν και την Αντρέα Μίτσελ. Είμαι επίσης ευγνώμων για τις συ-ζητήσεις και τις συμβουλές των Μάικλ Κλάιν, Μπομπ Ρούμπιν, Χιουν ΣονγκΣιν, Πολ Κρούγκμαν και Γκάβιν Ντέιβις. Έχω επίσης απολαύσει τις συζη-τήσεις για την τύχη των ηπείρων της Γης με τους Λάσι Μιτάλ, Λόρδο

21

ΠEΡΑ ΑΠO ΤΟ ΚΡΑΧ

Σουαράτζ Πολ, Νάιτζελ Ντάουτι και Σερ Γκούλαμ Νουν. Επιπλέον, είμαι ευ-γνώμων για τις αναλυτικές συζητήσεις που έκανα με τους Μέρβιν Ντέιβις,Ντέιβιντ Σάινσμπουρι, Πολ Μάινερς, Πολ Δρέισον, Σερ Ρόναλντ Κοέν, Τζέ-φρι Ρόμπινσον, Λόρδο Ρόμπερτ Σκιντέλσκι και Λούσι Πάρκερ, η οποία έχειδημοσιεύσει έξοχες μελέτες για το νέο μέλλον που προσφέρει η παγκο-σμιοποίηση και με έχει εμπνεύσει με τις συμβουλές της.

Η φιλία μου με τον Μπομπ Σραμ και τη Μεριλουίζ Όουτς διαρκεί απότότε που τους γνώρισα στην Ουάσινγκτον, πριν από είκοσι σχεδόν χρόνια.Οι δυο τους δεν είναι μόνο οικογενειακοί φίλοι αλλά και εξαιρετικοί πα-ρατηρητές των παγκόσμιων τάσεων, με ισχυρές και στέρεες απόψεις περίδικαιοσύνης. Είμαι ευγνώμων στον Μπομπ και στον καλό μου φίλο ΤζονΣέξτον, πρόεδρο του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, για τις αναλύσειςτους σχετικά με τις παγκόσμιες μεταβολές που συμβαίνουν ήδη, οι οποίεςεμπλούτισαν το επιχείρημα που διατυπώνω σε αυτό το βιβλίο.

Η Τζιλ Μακνίλ υπήρξε, αφενός, μια φοβερή συντονίστρια έργου γι’ αυ-τό το βιβλίο και, αφετέρου, μια μόνιμη έμπνευση κατά τη διαδικασία τηςσυγγραφής και της επιμέλειας. Αυτά και πολλά άλλα θα ήταν αδύνατα χω-ρίς την ακατάπαυστη ενθάρρυνση και την απτόητη υποστήριξή της προςεμένα και τη Σάρα.

Για τη βοήθειά τους, που ξεπερνούσε τα καθήκοντά τους, θα ήθελανα ευχαριστήσω τους Χέλεν Έθριτζ, Μπεθ Ντιπουά, Ρέι Κόλλινς και όλο τοπροσωπικό του Εργατικού Κόμματος, συμπεριλαμβανομένων των Τζο Ίρ-βιν, Τζόναθαν Άσγουορθ και το επιτελείο του Πολιτικού Γραφείου. Είμαιεπιπλέον ευγνώμων σε όλους εκείνους που υπηρέτησαν ως γραμματείςτου ιδιαίτερου πολιτικού γραφείου μου: Ανν Κιν, Ανν Σνελγκρόουβ, ΤζονΤρίκετ, Άντζελα Σμιθ και Άλισον ΜακΓκόβερν.

Ενόσω έγραφα αυτό το βιβλίο, είχα μια σειρά σημαντικές υποχρεώσειςστην εκλογική μου περιφέρεια και μπόρεσα να συνδυάσω και τα δύο κα-θήκοντα μόνο εξαιτίας των οργανωτικών ικανοτήτων του Άλεξ Ρόουλι,που είναι επικεφαλής του τοπικού γραφείου του Εργατικού Κόμματος στοΦάιφ, ο περιφερειακός μου παράγοντας και ο άνθρωπος με τις περισσό-τερες γνώσεις σε τοπικά ζητήματα της εκλογικής περιφέρειας. Δεν θα εί-χα καταφέρει να ανταποκριθώ και στις δύο υποχρεώσεις χωρίς την υπο-

GORDON BROWN

22

στήριξη των βουλευτίνων στο Κοινοβούλιο της Σκοτίας Μέριλιν Λιβιν-γκστόουν και Χέλεν Ίντι. Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω τους Τζιμ Μέτ-καλφ, Μάργκαρετ Ο’Σάλιβαν, Τζον Ρόουαν, Μπιλ Τέιλορ και Ρόνα Ουάιτ,καθώς και όλους τους κατοίκους των περιφερειών Κίρκαλντι και Κάου-ντενμπιθ για την αφοσίωση και τη στήριξή τους.

Είμαι, επιπλέον, ευγνώμων στο προσωπικό ασφαλείας μου και τηναστυνομία του Φάιφ, οι οποίοι μου επέτρεψαν να μπορώ να γράφω, ναασκώ τα καθήκοντά μου στην εκλογική μου περιφέρεια και να επισκέ-πτομαι το Λονδίνο και την Αφρική.

Το πρόσφατο ταξίδι μου στην Ουγκάντα, όπως περίπου τα περισσό-τερα απ’ όσα έχω κάνει στον τομέα της διεθνούς ανάπτυξης, κατέστη εφι-κτό εξαιτίας της στρατηγικής υποστήριξης του Μπρένταν Κοξ, ενός άο-κνου ειδικού πολιτικών εκστρατειών και καλού φίλου, μαζί με τη σύζυγότου, Τζο. Και οι δύο έχουν λαμπρό μέλλον στην προσπάθειά τους να αλ-λάξουν τον κόσμο που έχουμε μπροστά μας.

Χρωστώ τεράστια ευγνωμοσύνη στους υπουργούς με τους οποίους εί-χα το προνόμιο να συνεργαστώ στα δεκατρία χρόνια της διακυβέρνησηςτου Εργατικού Κόμματος, καθώς και σε όλους τους δημόσιους λειτουρ-γούς και το πολιτικό προσωπικό, που υπηρέτησαν άριστα εμένα και τη χώ-ρα τους.

Τέλος, υπάρχουν τρεις άνθρωποι που αξίζουν ιδιαίτερες ευχαριστίεςγια τη βοήθεια που μου προσέφεραν κατά τη συγγραφή αυτού του βιβλίου.

Ο Κόρμακ Χόλινγκσουορθ μου προσέφερε ανεκτίμητη βοήθεια ωςσύμβουλος σε ζητήματα πολιτικής οικονομίας, ως ειδικός με ενδελεχήγνώση του οικονομικού συστήματος και ως ένας οξυδερκής παρατηρη-τής που μπορεί να ξεχωρίζει το δάσος από το δέντρο. Η επόμενη κυβέρ-νηση των Εργατικών θα είναι σίγουρα επιτυχημένη, αν μπορέσει να βα-σιστεί στην απαράμιλλη πνευματική γενναιοδωρία του, την απόλυτη αφο-σίωσή του στο δημόσιο συμφέρον και φυσικά στη μοναδική ενόραση πουφέρνει στη διαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής. Ο Χόλινγκσουορθήταν για μένα αναντικατάστατος. Η οργάνωση «Hope Not Hate» είναιπράγματι τυχερή που τον έχει στη σύνθεσή της.

23

ΠEΡΑ ΑΠO ΤΟ ΚΡΑΧ

Το μεγαλύτερο μέρος του καλοκαιριού, επιμελήτρια του βιβλίου ήτανη Κίρστι Μακνίλ, η οποία δεν είναι μόνο μια έξοχη συγγραφέας αλλά καιμία από τις πιο διορατικές παρατηρήτριες και αναλύτριες της παγκόσμιαςπολιτικής και της προοδευτικής προοπτικής της. Ανάλωσε ατέλειωτεςεβδομάδες προκειμένου να καταστήσει εφικτό ένα σχέδιο που ξεκίνησεως μια ιδέα, έγινε γρήγορα και πιθανόν πολύ βιαστικά υπόσχεση και ύστε-ρα μετατράπηκε –και πάλι ίσως υπερβολικά γρήγορα– σε εκδοτικό πρό-γραμμα. Όλο το σχέδιο έπρεπε εντέλει να παραδοθεί από κάποιον πουήταν έτοιμος να το φέρει σε πέρας, και η Κίρστι έκανε ως συνήθως εφι-κτό το ανέφικτο. Διαθέτει ένα μοναδικό συνδυασμό στρατηγικών, πνευ-ματικών και πολιτικών ικανοτήτων και είναι έτοιμη να αμφισβητεί μονίμωςτα επιχειρήματά μου και να ελέγξει έως εσχάτων τη λογική τους συνοχή.Υπήρξε κάτι παραπάνω από επιμελήτρια: υπό μία πολύ πραγματική έν-νοια, είναι συν-συγγραφέας των παρακάτω σελίδων.

Η Σάρα, ο Τζον και ο Φρέιζερ αναγκάστηκαν να υποστούν ένα καλο-καίρι, κατά το οποίο διάβαζα, έγραφα και πληκτρολογούσα. Για καλή μουτύχη, και η Σάρα δούλευε το νέο της βιβλίο. Δεν μπορώ να πω ότι τα γρα-πτά μου ενδιαφέρουν τους γιους μου, ωστόσο, η παρηγοριά μου είναι ότιμε τόσα βιβλία στο σπίτι μας, ο Τζον διαβάζει όλο και περισσότερο και οΦρέιζερ παρακινείται να μάθει να διαβάζει πιο γρήγορα. Στη Σάρα χρω-στώ τη μεγαλύτερη ευγνωμοσύνη από όλους. Η δική μας ιστορία αγάπηςδεν θα τελειώσει ποτέ.

GORDON BROWN

24

Πρόλογος

Αποφάσισα τι έπρεπε να κάνουμε ως κυβέρνηση κατά τη διάρκεια μιαςυπερατλαντικής πτήσης.

Το ημερολόγιο έδειχνε Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2008, και εμείς επι-στρέφαμε με μια νυχτερινή πτήση από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Είχα μό-λις φύγει από τον Λευκό Οίκο, μετά από μια συνάντηση με τον ΤζορτζΜπους, και είχα μόλις κλείσει το τηλέφωνο με τον υπουργό ΟικονομικώνΆλιστερ Ντάρλινγκ, ο οποίος μου είχε πει ότι εκείνο το Σαββατοκύριακοθα εθνικοποιούσαμε την Τράπεζα Bradford and Bingley. Δεν ήταν η πρώ-τη φορά που αισθανόμουν ευγνώμων που είχα στη διάθεσή μου την ψύ-χραιμη κρίση και φρόνηση του παλιού μου φίλου, που κρατούσε τα ηνίατου Υπουργείου Οικονομικών σε μια εποχή σαν αυτή.

Καθώς το αεροπλάνο τροχοδρομούσε στην πίστα του αεροδρομίου,διάβασα ένα φαξ που μου είχε στείλει λίγο πριν από την απογείωση ο Τζέ-ρεμι Χέιγουντ, ο απαράμιλλος και παντογνώστης γενικός γραμματέας τηςΝτάουνιγκ Στριτ.

Στο φαξ αυτό καταγράφονταν για πρώτη φορά τα στοιχεία που είχα ζη-τήσει από το Υπουργείο Οικονομικών, την Υπηρεσία ΧρηματοπιστωτικώνΥπηρεσιών και την Τράπεζα της Αγγλίας σχετικά με τις ζημιές των τραπε-ζών μας και το κεφάλαιο που θα χρειαζόταν για να τις σταθεροποιήσου-με. Σ’ εκείνο το στάδιο, πίστευα ότι τίποτα δεν μπορούσε να με σοκάρει,αλλά ακόμα κι εγώ αιφνιδιάστηκα από τα στοιχεία.

Διαβάζοντας τα τελευταία δυσοίωνα δεδομένα για την κατάσταση τωνβρετανικών τραπεζών, ήξερα ότι δεν μπορούσαμε να μην κάνουμε τίπο-τα. Η ολοκληρωτική κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος βρισκότανμόλις μερικές μέρες μακριά: οι επιχειρήσεις δεν θα μπορούσαν να πλη-

25

ρώσουν τους πιστωτές τους, οι εργαζόμενοι δεν θα μπορούσαν να λάβουντους μισθούς τους και οι οικογένειες θα διαπίστωναν ότι τα ΑΤΜ δεν είχανμετρητά να τους δώσουν. Όπως συνηθίζω να κάνω εδώ και χρόνια, κρα-τούσα σημειώσεις –πιθανές δράσεις και σκέψεις–, καθώς μιλούσα με τηΣρίτι Βαντέρα, την εξαιρετική μας υπουργό Επιχειρήσεων Καινοτομίας καιΔεξιοτήτων και πρώην τραπεζικό. Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μας,φάνηκε ότι απέμενε μονάχα μία πιθανή οδός.

Την έγραψα σ’ ένα κομμάτι χαρτί, μ’ έναν από τους μαύρους χοντρούςμαρκαδόρους που χρησιμοποιώ από τα παιδικά μου χρόνια, από τότε πουένα αθλητικό ατύχημα επηρέασε την όρασή μου. Για καλό και για κακό,την υπογράμμισα δύο φορές. Έλεγε απλώς:

ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΡΑ

Το ιδιωτικό κεφάλαιο είχε ήδη επιστρατευτεί1, αλλά οι επενδυτές είχαν καεί σοβαρά· ήταν απίθανο να επιστρέψουν, τόσο εκείνοι όσοι και άλλοιεπενδυτές.

Έτσι, εκείνη τη στιγμή, χαράξαμε τη δική μας πορεία· οι εν λόγω τρά-πεζες έπρεπε να ανακεφαλαιοποιηθούν και –αν χρειαζόταν– να εξαγο-ραστούν από την κυβέρνηση άμεσα. Δουλέψαμε όλη νύχτα. Ήταν βέβαιοότι οι τράπεζες θα αντιστέκονταν και ορισμένες ίσως έρχονταν σε ρήξημαζί μας· στο κάτω κάτω, ζητούσαμε από κάποιες από τις πιο υπερήφανεςβρετανικές επιχειρήσεις να παραδοθούν άνευ όρων στην ημι-εθνικο -ποίη ση, ενώ την ίδια στιγμή ζητούσαμε από άλλες, οι οποίες είχαν δηλώ-σει ότι δεν χρειάζονταν κεφάλαιο, να πάνε να το βρουν, μια κίνηση πουμπορούσε να εξασθενίσει το κεφάλαιο των μετόχων τους, με πιθανό αντί-τιμο τις θέσεις των διοικητών τους.

Χρειαζόμασταν ένα εκτεταμένο σχέδιο κεφαλαιοποίησης, χρηματο-δότησης και ρευστότητας, που θα λειτουργούσε άπαξ διά παντός και θαεφαρμοζόταν σε ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα, προκειμένου να απο-κατασταθεί η σταθερότητα. Μέχρι να προσγειωθούμε, είχα αποφασίσει,παρά την αναποτελεσματική συνάντηση που είχε καταστήσει σαφές ότι οιΗνωμένες Πολιτείες είχαν ήδη αποφασίσει τη δική τους στρατηγική, ότι

GORDON BROWN

26

η λύση στην κρίση ήταν το κεφάλαιο. Και για τρεις ή ίσως τέσσερις τρά-πεζες, αυτό θα σήμαινε τεράστια ποσά κυβερνητικού κεφαλαίου. Γνώρι-ζα ότι θα έπρεπε να ξεπεραστούν πολλά εμπόδια – εκ των οποίων η αντί-σταση των τραπεζών στη γενική ιδέα ήταν ένα από τα σημαντικότερα. Κα-τά πάσα πιθανότητα, λοιπόν, θα ήμασταν αναγκασμένοι να τις υποχρεώ-σουμε να προχωρήσουν σε ανακεφαλαιοποίηση. Εξακολουθούσαν ναχρειάζονται ρευστότητα και μεσοπρόθεσμη χρηματοδότηση, προκειμέ-νου να μπορούν να δανείζουν. Έγραψα μία ακόμα σημείωση με τον μαρ-καδόρο μου:

ΟΧΙ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ ΧΩΡΙΣ ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΟΠΟΙΗΣΗ

Η σημείωσή μου βέβαια δεν διέθετε την ευγλωττία του συνθήματος «Όχιφορολόγηση χωρίς αντιπροσώπευση», αλλά αρκούσε. Και δεν μπορού-σε να υπάρξει ρευστότητα, αν οι τράπεζες δεν αντιμετώπιζαν το μεγάλοπρόβλημα που αντιμετώπιζαν οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά: την έλ-λειψη πίστης. Στην πορεία, άλλωστε, πειστήκαμε ότι οι τράπεζες έπρεπενα αντιμετωπίσουν τις αυξημένες αμοιβές που έδιναν σε βάρος του κε-φαλαίου στο οποίο βασίζονταν.

Για αρκετούς μήνες ανησυχούσα βαθιά για την αδυναμία δανειοδότη-σης των τραπεζών. Αρχικά, πίστευα ότι η εμπιστοσύνη θα μπορούσε νααποκατασταθεί, αν καταφέρναμε τις τράπεζες να δηλώσουν τις απώλειέςτους. Είχε όντως υπάρξει ένα κύμα αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου στονιδιωτικό τομέα και πολλές επιχειρήσεις πουλούσαν νέες μετοχές, προκει-μένου να συγκεντρώσουν επιπλέον κεφάλαιο. Παρ’ όλα αυτά, το έργο πουείχα παραγγείλει το καλοκαίρι και τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου του 2008,που ακολούθησαν, με έπεισαν ότι οι περισσότερες τράπεζες δεν ήταν ει-λικρινείς· στην πραγματικότητα έμεναν έξω από τον χορό, ελπίζοντας ότικάτι θα γινόταν. Η διαδικασία δήλωσης των απωλειών τους και του μεγέ-θους του «τοξικού» ενεργητικού τους –η διαδικασία δηλαδή μέσω τηςοποίας οι διευθυντές ενημέρωναν τους προϊσταμένους τους, η διοίκηση τοδιοικητικό συμβούλιο και το διοικητικό συμβούλιο την αγορά και τους με-

27

ΠEΡΑ ΑΠO ΤΟ ΚΡΑΧ

τόχους– αποδεικνυόταν τόσο επίπονη που πάρα πολλοί άνθρωποι στιςτράπεζες είχαν την αυταπάτη ότι τα προβλήματα απλώς θα εξαφανίζονταν.

Η πίεση αυξανόταν μέρα με τη μέρα. Ήταν σαφές ότι αν δεν ξανάρχι-ζε η δανειοδότηση στην οικονομία, θα καταλήγαμε σε κραχ. Ακόμα χει-ρότερα, αν συνέβαινε μια επίθεση εναντίον της Royal Bank of Scotland, θαφτάναμε στο σημείο άνθρωποι και καταστήματα, σχολεία και νοσοκομείανα προσπαθούν να λειτουργήσουν χωρίς χρήματα. Η αναγκαιότητα γιασυνολική δράση εντάθηκε περαιτέρω από τη δραματική αστάθεια των τι-μών των εμπορευμάτων, η οποία άρχισε να απειλεί το επίπεδο ζωής τωνανθρώπων2.

Με τις μεγαλύτερες βιομηχανικές οικονομίες να κατρακυλούν στηνύφεση, βρισκόμασταν μπροστά σε μια «τέλεια καταιγίδα». Η οικονομικήορθοδοξία αποδεικνυόταν ανούσια· η αγορά έμοιαζε αποφασισμένη όχινα αυτοδιορθωθεί, αλλά να αυτοκαταστραφεί.

Αντιμετωπίζαμε βαθιά διαρθρωτικά προβλήματα στην καρδιά των τρα-πεζών μας (η τεράστια ισχύς των τραπεζών τις είχε οδηγήσει σε ανεπάρ-κεια κεφαλαίων για την κάλυψη των κινδύνων, που είχαν ανεύθυνα ανα-λάβει), ενώ είχε γίνει σαφές από τη δουλειά που είχαν κάνει μέσα στο κα-λοκαίρι το επιτελείο μου και το Υπουργείο Οικονομικών ότι η συγκεκρι-μένη κρίση δεν μπορούσε πλέον να θεωρείται, όπως συνέβαινε νωρίτερατην ίδια χρονιά, ως ένα απλό πρόβλημα ρευστότητας. Εκείνη τη στιγμή, κα-μιά άλλη κυβέρνηση δεν πρότεινε τις δράσεις που εμείς αποφασίσαμε νααναλάβουμε, καθώς το αεροπλάνο μας ταξίδευε μέσα στη νύχτα.

Ρώτησα τη Σρίτι πώς πίστευε ότι θα αντιδρούσαν όχι μόνο οι αγο-ρές και οι τράπεζες, αλλά και η Βρετανία συνολικά, σε μια τόσο ριζο-σπαστική πρόταση, η οποία διέφερε από το αμερικανικό TARP (TroubledAsset Relief Program), το οποίο εστίαζε περισσότερο στην εξαγορά πε-ριουσιακών στοιχείων και μετοχών παρά στην εισαγωγή κεφαλαίου καιτο οποίο είχαμε εξετάσει κατά την παραμονή μας στη Νέα Υόρκη και τηνΟυάσινγκτον. Η Σρίτι απάντησε ότι όλα ήταν τόσο εύθραυστα και απρό-βλεπτα που ήταν αδύνατο να γίνει οποιαδήποτε πρόβλεψη, ωστόσο ήτανό,τι καλύτερο μπορούσαμε να κάνουμε. Δεν ήταν ακριβώς η διαβεβαίω-ση που περίμενα να ακούσω, αλλά μπορούσα ανέκαθεν να βασίζομαι στην

GORDON BROWN

28

εύστοχη κρίση της και στην αμεσότητα των απαντήσεών της. Ένιωσα ότιήμασταν μόνοι μας. Αποφάσισα, λοιπόν, να μιλήσω άμεσα με τον πρόεδροΝικολά Σαρκοζί, τον τότε πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλουςΕυρωπαίους ηγέτες.

Καθώς, λοιπόν, το αεροπλάνο μας έσκιζε τον βραδινό ουρανό, σκε-φτόμασταν να αναλάβουμε μια πρωτόγνωρη, πιθανόν απομονωτική καισίγουρα ριψοκίνδυνη πρωτοβουλία. Ήμουν όμως πεπεισμένος ότι αν δεντο κάναμε, θα αντιμετωπίζαμε μια κατάρρευση του τραπεζικού συστήμα-τος, που θα έκανε τις ουρές των καταθετών έξω από τη Northern RockBank να μοιάζουν με κυριακάτικη εκδρομή.

Δεν είχα καμιά αμφιβολία –και σίγουρα δεν είχα την πολυτέλεια να δεί-ξω τον παραμικρό δισταγμό– για την απόφαση που έπαιρνα, ακόμα καιτην ώρα που στο μυαλό μου στριφογύριζαν με τρόμο όλες οι διαφορετι-κές πλευρές που έπρεπε να καλύψουμε. Μέχρι να προσγειωθούμε στοΛονδίνο, και αφού πρώτα συνομίλησα με τον Άλιστερ Ντάρλινγκ και συμ-φωνήσαμε στην πορεία που θα ακολουθούσαμε, είχαμε λάβει μια κυβερ-νητική απόφαση που αναποδογύρισε την ορθοδοξία των τελευταίων τριά-ντα χρόνων.

29

ΠEΡΑ ΑΠO ΤΟ ΚΡΑΧ

E I Σ Α Γ Ω Γ Η

H πρώτη κρίση της παγκοσμιοποίησης

Το βράδυ της Τρίτης 7 Οκτωβρίου 2008, έντεκα ημέρες μετά από εκείνητην άυπνη νυχτερινή πτήση από την Ουάσινγκτον, και αφού είχαμε πρώ-τα προετοιμάσει τις τράπεζες για την ανακοίνωση της ανακεφαλαιοποίη-σης την επομένη, ο επικεφαλής μιας από τις μεγαλύτερες βρετανικές τρά-πεζες μου είπε ότι το μοναδικό του πρόβλημα ήταν η ταμειακή ρευστό-τητα και ότι το μόνο που χρειαζόταν ήταν «αυθημερόν χρηματοδότηση».Το σχόλιό του διέλυσε όση εμπιστοσύνη εξακολουθούσα να έχω στη συλ-λογική σοφία των τραπεζιτών μας. Την επομένη, δύο τράπεζές μας, οιοποίες εκείνη την περίοδο ήταν από τις μεγαλύτερες στον κόσμο, έγιναντα σοβαρότερα θύματα του τραπεζικού κλάδου στην Ιστορία. Λίγους μή-νες αργότερα, τον Ιανουάριο του 2009, ανακοίνωσαν τις μεγαλύτερες ζη-μιές στην Ιστορία της Βρετανίας.

Τα προβλήματα της τράπεζάς του δεν ήταν βραχυπρόθεσμα ούτε αφο-ρούσαν μόνο τη ρευστότητα και η βοήθεια με την ταμειακή ρευστότηταδεν θα έφερνε αποτελέσματα για πάνω από μερικές μέρες. Τα προβλή-ματα ήταν πολύ χειρότερα απ’ ό,τι νόμιζε ή ήθελε πιθανόν να παραδεχτεί.Ήταν διαρθρωτικά και θεμελιώδη. Η τράπεζά του διέθετε περιουσιακάστοιχεία αφάνταστης τοξικότητας και είχε μείνει με ελάχιστο κεφάλαιο γιανα καλύψει τις απώλειές της και να παραμείνει φερέγγυα. Ήταν σαφές ότιτο ίδιο πίστευε και η αγορά.

Καθώς, όμως, η Γουόλ Στριτ προσπαθούσε να διαπιστώσει αν και κα-τά πόσο θα λειτουργούσε το Troubled Assets Relief Program (TARP, Πρό-γραμμα Διάσωσης Προβληματικών Στοιχείων Ενεργητικού), τραπεζίτες,ρυθμιστικές υπηρεσίες και κυβερνήσεις ανά τον κόσμο τελούσαν ακόμα

31

σε σύγχυση και δεν είχαν καταφέρει να διαμορφώσουν μια συναίνεσηόσον αφορά το τι έπρεπε να γίνει. Ορισμένοι έκαναν έκκληση για ενίσχυ-ση της ρευστότητας του συστήματος. Άλλοι ήθελαν να απομονώσουν τατοξικά στοιχεία ενεργητικού. Στην Ευρώπη υπήρχε ακόμα η άποψη ότιτο πρόβλημα αφορούσε μόνο και κατ’ αποκλειστικότητα τις αγγλοσαξο-νικές οικονομίες.

Είχαμε χρειαστεί πάνω από ένα χρόνο για να φτάσουμε σ’ αυτό το ση-μείο, αλλά κατά τη διάρκεια των θερινών διακοπών είχα ήδη καταλήξεισ’ ένα διαφορετικό και πολύ ανησυχητικό συμπέρασμα: τα τραπεζικά προ-βλήματα ήταν τόσο βαθιά και τόσο συστημικά, που η Βρετανία δεν είχετην πολυτέλεια να περιμένει να συνταχθούν και άλλοι μαζί της, προτούαναλάβει μια ολόπλευρη δράση για τη σωτηρία των τραπεζών της. Μέ-χρι τον Σεπτέμβριο, γνώριζα ότι απέμεναν μόλις μερικές ημέρες μέχρι τηνολοκληρωτική κατάρρευση του συστήματος. Είχα χαράξει μια πορεία καιήμουν έτοιμος να την ακολουθήσω μόνος μου, αν χρειαζόταν.

Στις 5.00 τα χαράματα της επόμενης ημέρας, είπα στη Σάρα ότι θα’πρεπε να είναι έτοιμη να πακετάρει τα πράγματά μας για μια αιφνίδια με-τακόμιση από την Ντάουνιγκ Στριτ. Ήμουν έτοιμος να ανακοινώσω ότιείχαμε την πρόθεση να επενδύσουμε δισεκατομμύρια, για να αποκτή-σουμε τον έλεγχο δύο από τις μεγαλύτερες τράπεζες της Βρετανίας – κά-τι που δεν είχε κάνει καμιά άλλη κυβέρνηση στην Ιστορία της χώρας. Αναποτύγχανε αυτό που ετοιμαζόμουν να κάνω, δεν θα είχα άλλη επιλογήαπό το να παραιτηθώ. Μπαίνοντας στο γραφείο μου εκείνο το πρωί, δενείχα ιδέα αν θα εξακολουθούσα να κατέχω το αξίωμα του πρωθυπουργού,όταν θα έδυε ο ήλιος εκείνο το βράδυ.

Ύστερα, στρώθηκα στη δουλειά. Στις 8 Οκτωβρίου 2008, μαζί με τονΆλιστερ Ντάρλινγκ ανακοινώσαμε τη μεγαλύτερη ανακεφαλαιοποίησηστην ιστορία του βρετανικού τραπεζικού συστήματος: ένα πακέτο ανα-κεφαλαιοποίησης υπό την αιγίδα της κυβέρνησης, με το οποίο προσφέ-ραμε μέχρι 50 δισ. λίρες για την εξαγορά τραπεζικού κεφαλαίου και με-τοχών, με ένα ειδικό πρόγραμμα πιστωτικών εγγυήσεων αξίας 250 δισ. λι-ρών, προκειμένου οι τράπεζες να προχωρήσουν σε έκδοση χρέους και200 δισ. λίρες για επιπλέον ρευστότητα. Σε αντάλλαγμα, θα μέναμε πιστοί

GORDON BROWN

32

στους σκληρούς όρους που είχαμε θέσει στο αεροπλάνο της επιστροφήςαπό την Αμερική: όχι χρηματοδότηση χωρίς ανακεφαλαιοποίηση.

Αυτό το βιβλίο είναι η περιγραφή μου για το πώς φτάσαμε εκεί: μιααφήγηση εκ των έσω για την παγκόσμια οικονομική κρίση που ξέσπασετο 2008. Αν δεν είχαν ληφθεί οι σωστές αποφάσεις από τους ηγέτες όλουτου κόσμου, θα είχαμε βρεθεί μπροστά στην παγκόσμια ύφεση, η οποίαθα έφερνε μαζί της μια επιστροφή στην προστατευτισμό, τη μαζική ανερ-γία, τον εξτρεμισμό και την πολιτική αστάθεια της δεκαετίας του 19301.Αυτό είναι ένα βιβλίο για το τι έγινε τότε και τι πρέπει να γίνει τώρα.

Ο κόσμος δεν είχε ποτέ αντιμετωπίσει μια τόσο σύνθετη παγκόσμια οι-κονομική πρόκληση –τόσο γρήγορες οικονομικές ανατροπές, τόσο με-γάλες τραπεζικές απειλές και τόσο έντονες οικονομικές αστάθειες– όπωςαυτή του 2008.

Θέλω να διηγηθώ την ιστορία μιας τραπεζικής κρίσης, που μεταλλά-χθηκε σε βιομηχανική, επιχειρηματική και εργασιακή κρίση και σήμεραθεωρείται από ορισμένους μια κρίση δημόσιου χρέους, αλλά είναι στηνπραγματικότητα μια πολύ μεγαλύτερη κρίση, μια κρίση της ίδιας της πα-γκοσμιοποίησης.

Το βιβλίο αυτό είναι το προσωπικό μου χρονικό των καίριων πολιτικώνγεγονότων, αλλά και μια ανάλυση γύρω από το τι μπορούμε να διδα-χθούμε από αυτά. Στο πρώτο μέρος, συγκεκριμένα, περιγράφω τα γεγο-νότα όπως τα είδα, γεγονότα που ακόμα και σήμερα είναι δύσκολο να το-ποθετηθούν εντός πλαισίου. Όπως είπα στην ομιλία μου στην κοινή συ-νεδρίαση των δύο σωμάτων του Αμερικανικού Κογκρέσου, στις 4 Μαρτίου2009, «έχουμε την τάση να θεωρούμε ότι μια στροφή της μοίρας διαρκείπολλούς μήνες και χρόνια – ως εάν κάθε λεπτό να οδηγεί αναπόφευκταστο επόμενο, προτού κλιμακωθεί στις καθοριστικές στιγμές που ονομά-ζουμε “Ιστορία”. Ενίοτε, όμως, οι καθοριστικές στιγμές της Ιστορίας εμ-φανίζονται αιφνιδιαστικά και αναπάντεχα».

Εδώ και πολύ καιρό νιώθω ότι ο ρυθμός της πολιτικής καθημερινότη-τας ορίζεται από συμπτώματα, όχι από αιτίες· από αντιδράσεις, όχι από

33

ΠEΡΑ ΑΠO ΤΟ ΚΡΑΧ

συλλογισμούς· από ώριμα φρούτα, όχι δύσκολα επιτεύγματα. Ορισμένεςφορές μετράνε οι επείγουσες αποφάσεις και ακόμα και όταν γνωρίζουν τοσωστό, οι νομοθέτες συχνά αποτυγχάνουν να το πράξουν. Στην προκει-μένη περίπτωση, ωστόσο, πράγματι δράσαμε γρήγορα και φτάσαμε στηνκαρδιά του προβλήματος, αλλά ως πολιτικοί οφείλουμε να δεχτούμε τομερίδιο ευθύνης που μας αναλογεί για τη συγκεκριμένη κρίση και έτσι, σταεπόμενα κεφάλαια, θα σκιαγραφήσω τους τομείς στους οποίους σηκώ-νω το χέρι και παραδέχομαι ότι το σφάλμα ήταν δικό μου.

Θα ήθελα, επίσης, με κάποιο φόβο και με μεγάλη μετριοφροσύνη, ναυποστηρίξω ότι υπάρχει και κάτι που έφερα εγώ στην εν λόγω πρόκλη-ση και το οποίο προήλθε από τις ιδιαίτερες δυνάμεις και πιθανόν τις ιδι-αίτερες αδυναμίες μου. Ένα από τα πολυθρύλητα ελαττώματά μου στηνεπικοινωνία είναι ότι αρέσκομαι να μιλάω με αριθμούς, μια συνήθεια πουο βρετανικός Τύπος ονόμασε «τάση για μηχανικές στατιστικές». Η κριτι-κή αυτή είναι ως ένα βαθμό δικαιολογημένη. Πιστεύω, επίσης, ότι έχει κά-ποια σχέση με την ιστορία που θα ξετυλιχθεί στα επόμενα κεφάλαια.

Παρακολουθώ τα δεδομένα και τις στατιστικές, διότι τα μοτίβα που βλέ-πω σ’ αυτές με βοηθούν να καταλάβω την πολύπλοκη ανθρώπινη πραγ-ματικότητα. Ενώ άλλοι ίσως βλέπουν μια ξερή έκθεση για τα στοιχεία τηςανεργίας και πιθανόν την βρίσκουν βαρετή, εγώ, πίσω από κάθε στήλη μεαριθμούς, βλέπω μια σειρά ιστοριών, ιστοριών για τις ελπίδες και τους φό-βους, τους θριάμβους και τις καταστροφές μεμονωμένων υπάρξεων.

Αυτή η σχέση μου με τους αριθμούς με τράβηξε αρχικά στην εκστρα-τεία «Jubilee 2000» για την κατάργηση του χρέους. Μέχρι τότε, δεν είχαποτέ επισκεφτεί την Αφρική ούτε είχα γνωρίσει τις κοινότητες που θα επω-φελούνταν από την εξάλειψη των άδικων χρεών. Βάσει, όμως, των προ-βλέψεων που έβλεπα από τότε που πρωτοασχολήθηκα με το πρόβλημα,το 1989, δεν έβρισκα κανένα νόημα να επιμένω στην αποπληρωμή αυτώντων χρεών: για μένα, ζύγιζαν περισσότερο οι ανθρώπινες ζωές που μπο-ρούσαν να σωθούν ή να αλλάξουν, αν απαλλάσσαμε τις χώρες τους απότη χρεωστική μέχρι την πιστωτική στήλη. Όταν, πολλά χρόνια αργότερα,συνάντησα πράγματι τα παιδιά στα σχολεία και τους ασθενείς του AIDS,που λάμβαναν τα ειδικά φάρμακα και επωφελούνταν από το εισόδημα

GORDON BROWN

34

από την εξάλειψη του χρέους, οι ζωές που διαισθανόμουν ότι περιγρά-φονταν στις στατιστικές σελίδες απέκτησαν πρόσωπο.

Ευτυχώς ή δυστυχώς, έτσι σκέφτομαι, έτσι λαμβάνω αποφάσεις και έτσιβλέπω τον κόσμο. Στις σελίδες που ακολουθούν, λοιπόν, υπάρχουν πολλέςστατιστικές. Κάτω, όμως, από τα δεδομένα βρίσκεται η θολή, απρόβλεπτηκαι εύθραυστη ανθρώπινη ζωή. Οι αποφάσεις που περιγράφω εδώ ελή-φθησαν από ανθρώπους. Το αν οι αποφάσεις αυτές ήταν σοφές ή ανόητες,ηθικές ή ανήθικες, δεν είχε αφηρημένες συνέπειες, που θα ενδιέφεραν μό-νο τους ακαδημαϊκούς οικονομολόγους και τους χρηματιστές. Ως άμεσοαποτέλεσμα της παγκοσμιοποίησης, οι αποφάσεις αυτές μέτρησαν για κά-θε άνθρωπο σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου. Ακριβώς επειδή οαντίκτυπος της κρίσης ήταν τόσο οδυνηρός και τόσο εκτεταμένος, οι άν-θρωποι αναρωτιούνται γιατί συνέβη και πώς θα μπορούσαμε να αποφύ-γουμε την επανεμφάνισή της. Ελπίζω ότι αυτό το βιβλίο θα είναι μια χρή-σιμη συνεισφορά σ’ αυτή τη συζήτηση και γι’ αυτό θέλω να ξεκινήσω απόμια βασική εξήγηση σχετικά με το γιατί βρισκόμαστε εδώ που βρισκόμαστε.

Η εν λόγω κρίση ήταν παγκόσμια σε εύρος και κλίμακα με πρωτόγνωροτρόπο. Για πρώτη φορά στην Ιστορία, όλοι –από τον πλουσιότερο άν-θρωπο στην πλουσιότερη πόλη μέχρι τον φτωχότερο στην πιο φτωχή πα-ραγκούπολη– επηρεάστηκαν από την ίδια κρίση2 και μολονότι οι ρίζες τηςείναι παγκόσμιες, ο αντίκτυπός της είναι τοπικός και γίνεται αισθητός σχε-δόν σε κάθε κεντρικό δρόμο, σχεδόν σε κάθε χώρο παραγωγής και σχε-δόν γύρω από κάθε οικογενειακό τραπέζι.

Το άνοιγμα του εμπορίου και η δημιουργία ανταγωνιστικών αγορώνέφεραν τις μεγάλες επιτυχίες της παγκοσμιοποίησης, όπως την παγκόσμιαανάπτυξη, που έσωσε ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους από την απόλυτηφτώχεια. Εξακολουθώ να είμαι ένας ανένδοτος υπέρμαχος της παγκο-σμιοποίησης, του ελεύθερου εμπορίου και των απελευθερωμένων αγο-ρών3. Μολονότι, όμως, τα οφέλη της παγκοσμιοποίησης δεν πρέπει ποτένα υποβαθμίζονται, είναι αδύνατο να διασφαλιστούν χωρίς την αντιμε-τώπιση, σε παγκόσμιο επίπεδο, των υποκείμενων οικονομικών, δημοκρα-

35

ΠEΡΑ ΑΠO ΤΟ ΚΡΑΧ

τικών, κοινωνικών και πολιτικών αδυναμιών της –καθώς και των προβλη-μάτων ρύθμισής της–, που αποκαλύφτηκαν τα τελευταία χρόνια, πράγ-μα που καθιστά τη συγκεκριμένη κρίση κάτι περισσότερο από μια απλήκρίση και την διαφοροποιεί ριζικά από την κρίση της περιόδου 1929-1931:αυτή είναι η πρώτη κρίση της παγκοσμιοποίησης. Η αλλαγή στην παγκό-σμια οικονομία δεν είναι ούτε μεταβατική ούτε προσωρινή αλλά μόνιμηκαι βαθιά. Για διακόσια χρόνια –δηλαδή για όλη την ιστορία της βιομη-χανικής εποχής– η Ευρώπη και η Αμερική παρήγαγαν το μεγαλύτερο μέ-ρος των αγαθών του πλανήτη, υπήρξαν οι κύριοι εξαγωγείς αγαθών καιυπηρεσιών, αντιπροσώπευαν την πλειοψηφία των πωλήσεων βιομηχανι-κών προϊόντων και ήταν υπεύθυνες για το μεγαλύτερο μέρος της οικο-νομικής δραστηριότητας και επένδυσης όλου του κόσμου.

Το 1990 οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι (είκοσι εφτά) ευρωπαϊκές χώρες,που σήμερα απαρτίζουν την Ευρωπαϊκή Ένωση, ήταν υπεύθυνες για το55% ολόκληρης της βιομηχανικής παραγωγής, το 57% όλων των εξαγω-γών και το 59% της συνολικής παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας.Η πλειοψηφία, επιπλέον, των επενδύσεων (52%) γινόταν στην Ευρώπη καιτην Αμερική.

Από μόνο του, αυτό είναι ένα εντυπωσιακό επίτευγμα για τους δύο αιώνες οικονομικής ανάπτυξης που προηγήθηκαν. Χώρες που σήμερααντιπροσωπεύουν κάτι περισσότερο από το 10% του πληθυσμού του πλα-νήτη ήταν υπεύθυνες για πολύ παραπάνω από το 50% της παγκόσμιας πα-ραγωγής, καθώς και των παγκόσμιων εκροών, εξαγωγών, επενδύσεων καιφυσικά της παγκόσμιας κατανάλωσης.

Ακόμα και το 2000, η κυριαρχία της Αμερικής και της Ευρώπης κρα-τούσε ακόμα. Ωστόσο, από το 2000 και μετά, η ισορροπία της οικονομι-κής ισχύος μεταξύ των δύο πρώτων βιομηχανοποιημένων ηπείρων καιτου υπόλοιπου κόσμου αλλάζει ραγδαία.

Μέχρι το 2010, η Αμερική και η Ευρώπη αντιπροσώπευαν μόνο το 45%των βιομηχανικών εκροών και μόνο το 47% των εξαγωγών. Σήμερα, το με-γαλύτερο μέρος της επιπλέον αύξησης στην υφήλιο δεν είναι αμερικανι-κό ή ευρωπαϊκό, αλλά προέρχεται από τον υπόλοιπο κόσμο – και έτσι περ-νάμε από τον παλιό κόσμο, στον οποίο η Αμερική και η Ευρώπη ήταν

GORDON BROWN

36

υπεύθυνες για πάνω από τη μισή οικονομική δραστηριότητα όλου τουπλανήτη, σε ένα νέο κόσμο, όπου το μερίδιό τους είναι πολύ μικρότεροαπό το μισό. Τα τελευταία στοιχεία υποδεικνύουν ότι η Αμερική και η Ευ-ρώπη θα επενδύουν σύντομα λιγότερα απ’ ό,τι ο υπόλοιπος κόσμος. Ωςμέρος της παγκόσμιας επένδυσης, το μερίδιο της Αμερικής και της Ευ-ρώπης συρρικνώνεται ακόμα γρηγορότερα και θα μειωθεί περαιτέρω μέ-χρι το 2015.

Παρ’ όλα αυτά, με λιγότερες από τις μισές εμπορικές εκροές και επεν-δύσεις του κόσμου, η Αμερική και η Ευρώπη εξακολουθούν να κατανα-λώνουν πάνω από το ήμισυ (πάνω από 60%) των αγαθών και των υπηρε-σιών σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η ραγδαία αυξανόμενη παραγωγή στην Ασία δεν συνοδεύεται από μιαπαρόμοια αύξηση της κατανάλωσης στην ίδια ήπειρο.

Στην πρώτη δεκαετία του αιώνα, λοιπόν, το ένα σκέλος της οικονομι-κής εξίσωσης –παραγωγή, επενδύσεις, εξαγωγές και μεταποίηση– ακο-λουθεί διαφορετική κατεύθυνση από το άλλο – την κατανάλωση σ’ αυτάτα δύο μέρη του πλανήτη. Η παγκοσμιοποίηση γέννησε δύο αντίθετουςπόλους παραγωγής και κατανάλωσης και σήμερα η παγκόσμια κατάστα-ση μοιάζει ανισόρροπη και μη βιώσιμη.

Οι παραπάνω αλλαγές δεν αντικατοπτρίζουν μόνο την ανισόμετρηανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας μας, αλλά και προκύπτουν από αυ-τήν. Πρόκειται για μια άμεση συνέπεια της παγκόσμιας προμήθειας αγα-θών και υπηρεσιών –το πρώτο καθοριστικό χαρακτηριστικό της παγκο-σμιοποίησης– καθώς και της παγκόσμιας κίνησης του κεφαλαίου. Καμιάχώρα δεν έχει τη δυνατότητα να χαράξει τη δική της ρότα σ’ έναν κόσμοπου γίνεται ολοένα και πιο αλληλεξαρτώμενος. Η προμήθεια αγαθών καιυπη ρεσιών σε παγκόσμιο επίπεδο έχει οδηγήσει σε φτηνότερα ασιατικάπροϊόντα, σε σχέση με τα αμερικανικά και ευρωπαϊκά προϊόντα. Η πα-γκόσμια ροή του κεφαλαίου έχει καταστήσει εφικτό οι Αμερικανοί και Ευ-ρωπαίοι καταναλωτές να δανείζονται από Ασιάτες παραγωγούς. Έτσι, αντίη μετάβαση από την αμερικανική και ευρωπαϊκή παραγωγή στην ασιατι-κή να συνοδευτεί από μια αντίστοιχη μετάβαση στην ασιατική κατανά-λωση, είδαμε μια στροφή προς τον δανεισμό από την Ασία, ιδίως την Κί-

37

ΠEΡΑ ΑΠO ΤΟ ΚΡΑΧ

να, η οποία δανείζει την Αμερική και την Ευρώπη. Ενδεχομένως, να περι-μέναμε οι υψηλού εισοδήματος βιομηχανοποιημένες χώρες να ήταν εξα-γωγείς κεφαλαίου προς τις αναδυόμενες αγορές, αλλά αντί γι’ αυτό, ο με-γαλύτερος εξαγωγέας κεφαλαίου είναι η μεγαλύτερη αναδυόμενη οικο-νομία της αγοράς. Όπως το θέτει γλαφυρά ο Μάρτιν Γουλφ, ποτέ στηνιστορία της ανθρωπότητας μια υπερδύναμη δεν επιδόθηκε σε τόσο εκτε-ταμένο δανεισμό σε μια άλλη. Αυτές οι νέες οικονομικές συνθήκες δενθα είχαν συμβεί χωρίς την παγκόσμια προμήθεια αγαθών και τις παγκό-σμιες ροές κεφαλαίου. Για να το πούμε απλά, η ανισόμετρη ανάπτυξη πουπεριγράφω δεν θα είχε συμβεί χωρίς την παγκοσμιοποίηση. Γι’ αυτό τονλόγο, την θεωρώ την πρώτη κρίση της παγκοσμιοποίησης. Παρ’ όλα αυ-τά, το πολιτικό ζήτημα δεν είναι αν θα διατηρήσουμε την παγκοσμιοποί-ηση –αυτή είναι δεδομένη–, αλλά αν μπορούμε να την διαχειριστούμε σω-στά. Αυτό είναι το θέμα αυτού του βιβλίου.

Στην καρδιά της κρίσης βρισκόταν μια αποτυχία που είναι εγγενής στιςαρρύθμιστες παγκόσμιες αγορές, μια αστάθεια που προέκυψε από τοντρόπο με τον οποίο συνέβαιναν και επηρέαζαν την οικονομία οι αυξανό-μενες ροές κεφαλαίου ανά τον κόσμο. Καθώς οι οικονομίες άρχισαν ναεξαρτώνται όλο και περισσότερο η μία από την άλλη και καθώς τα πα-γκόσμια οικονομικά έγιναν πιο αλληλένδετα, οι ρυθμιστικοί θεσμοί καιοι κυβερνήσεις δεν κατόρθωσαν να συμβαδίσουν με τις εξελίξεις και νααυξήσουν τον συντονισμό μεταξύ τους.

* * *

Για πάνω από μία δεκαετία, μέχρι το 2007, η παγκοσμιοποίηση –οι παγκό-σμιες ροές κεφαλαίου και η παγκόσμια προμήθεια αγαθών– επεκτάθηκε,αλλά με ασυντόνιστο τρόπο. Το 2008 είδαμε τις αγορές εμπο ρευμάτων, τημία μετά την άλλη, να βιώνουν τέτοια διακύμανση που είχε αρχίσει νααπειλείται η ίδια η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας – με την κατα-κόρυφη αύξηση των τιμών του πετρελαίου, ύστερα τη ραγδαία αύξησητων τιμών των βιομηχανικών μετάλλων κι έπειτα την αύξηση των τιμώντων τροφίμων και την αστάθεια των νομισμάτων4. Ωστόσο, οι ανισορρο-

GORDON BROWN

38

πίες που δημιούργησε η παγκοσμιοποίηση κατέστησαν εφικτή και μιαπλημμυρίδα πλεονάζουσας ρευστότητας. Έτσι, η αναζήτηση μεγαλύτερουκέρδους οδήγησε τις τράπεζες όχι μόνο σε νέες περιοχές οικονομικού κιν-δύνου, αλλά τις ανάγκασε να χρησιμοποιήσουν και νέα ριψοκίνδυνα ερ-γαλεία. Οι δραστηριότητες αυτές, σε συνδυασμό με τη μόχλευση των στοι-χείων ενεργητικού των τραπεζών δημιούργησε μια κούρσα προς τα κάτω,ενθαρρύνοντας τους ανθρώπους να παίρνουν ρίσκα που δεν καταλάβαι-ναν, πουλώντας περιουσιακά στοιχεία, που οι τράπεζες δεν αποτιμούσανσωστά και όλα αυτά χωρίς το κεφάλαιο που θα μπορούσε να τους στηρί-ξει και με διαστρεβλωμένα κίνητρα, που τους ωθούσαν να κάνουν τις λά-θος ενέργειες.

Η φούσκα των αμερικανικών ακινήτων και των ενυπόθηκων αξιογράφωνείχε αρχίσει να σπάει ήδη από το 2006. Μέχρι ο κόσμος να ανακαλύψειμια φράση που μέχρι πρότινος γνώριζαν μόνο οι τράπεζες και οι αίθου-σες των χρηματιστών, τη φράση υψηλός κίνδυνος, περιουσιακά στοιχείααξίας εκατοντάδων δισ. δολαρίων, με την υποστήριξη αμερικανικών ενυ-πόθηκων δανείων, είχαν συγκεντρωθεί, είχαν αποτιμηθεί ως απόλυτα σί-γουρες και εξαιρετικής ποιότητας επενδύσεις και πωλούνταν σε όλο τονκόσμο, συχνά σε επενδυτές που δεν κατανοούσαν πραγματικά την αξία(ή την απαξία) των αγορών τους. Σε αυτά τα ενυπόθηκα πακέτα περι-λαμβάνονταν και εκείνα που πωλούνταν με τα υψηλότερα επιτόκια στουςπιο φτωχούς και εκείνους που είχαν μεγαλύτερες πιθανότητες να αθε-τήσουν τις υποχρεώσεις τους.

Οι χρηματοπιστωτικές καινοτομίες που επέτρεψαν αυτές τις διαδικα-σίες, καθώς και το πώς έγινε αισθητός σε όλα τα οικονομικά κέντρα τουκόσμου ο αντίκτυπος των όσων συνέβησαν στην αμερικανική αγορά5, πε-ριγράφονται στο δεύτερο μέρος του βιβλίου.

Η κρίση, βέβαια, συνεχίζεται και, χωρίς τις ενέργειες που περιγράφωστο τρίτο μέρος, αυτό μπορεί να σημάνει χαμηλή ανάπτυξη και υψηλήανεργία στην Ευρώπη και την Αμερική για μια δεκαετία. Θα μπορούσε, επί-σης, να σημάνει ότι εκατομμύρια επιπλέον άνθρωποι σε όλο τον κόσμο θα

39

ΠEΡΑ ΑΠO ΤΟ ΚΡΑΧ

καταδικαστούν στη φτώχεια. Για να αποφύγουμε αυτή την εξέλιξη, απαι-τείται οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο να λάβουν τις δύσκολες μακροπρό-θεσμες αποφάσεις που παραθέτω λεπτομερώς στο τρίτο μέρος. Όλα όσαπροτείνω υποστηρίζονται από τη διά βίου δέσμευσή μου στη δημοσιο-νομική υπευθυνότητα, με τον όσο το δυνατόν μεγαλύτερο περιορισμότων ελλειμμάτων και των χρεών. Η αντιμετώπιση της χαμηλής ανάπτυ-ξης και των υψηλών επιπέδων ανεργίας και φτώχειας σε όλο τον κόσμοσυνιστούν τις μεγαλύτερες μακροπρόθεσμες προκλήσεις των ημερών μαςκαι έτσι οι πολιτικές για τη δημοσιονομική εξυγίανση πρέπει να στηρίζουντην ανάπτυξη και την απασχόληση και να μην τις καταστρέφουν ούτε νατις θέτουν σε κίνδυνο.

Πέρα ακόμα και από την ικανότητα να δράσουμε θαρραλέα, πιστεύωότι η συγκεκριμένη κρίση απαιτεί την ικανότητα να σκεφτούμε ηθικά. Θεω ρώ ότι η πιο εντυπωσιακή αποκάλυψη της κρίσης ήταν η εξής: μολο-νότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές παρεισφρέουν σε κάθε πτυχή της κα-θημερινότητάς μας, οι ηθικές αξίες που μετρούν στη ζωή μας δεν μπόρε-σαν ποτέ να παρεισφρήσουν στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Την παρα-μονή της Συνόδου του G20 στο Λονδίνο, μίλησα σε ηγέτες θρησκευτικών,πολιτικών, φιλανθρωπικών και επιχειρηματικών ηγετών στον καθεδρικότου Αγίου Παύλου και έθεσα το ζήτημα ως εξής:

Γνωρίζετε ότι στις οικογένειές μας μεγαλώνουμε τα παιδιά μας λέγοντάςτους να εργάζονται σκληρά, να βάζουν τα δυνατά τους, να συνεισφέρουνστο κοινό καλό. Δεν τα επιβραβεύουμε όταν παίρνουν ανεύθυνα ρίσκαπου θα έβαζαν τον εαυτό τους ή τους άλλους σε κίνδυνο. Δεν τα ενθαρ-ρύνουμε να επιδιώκουν τη βραχυπρόθεσμη ικανοποίηση σε βάρος τηςμακροπρόθεσμης επιτυχίας. Και στις μικρές επιχειρήσεις της Βρετανίας,οι διευθυντές και οι ιδιοκτήτες είναι οι επιχειρηματίες στους οποίους βα-σίζεται η χώρα μας και τους οποίους δικαίως τιμάμε. Αυτοί, ωστόσο, δενεκπαιδεύουν τις ομάδες τους να επενδύουν απερίσκεπτα ή να συμπερι-φέρονται με ύποπτους τρόπους ή να κρύβουν τα μεγαλύτερα ρίσκα τους.

Οι περισσότεροι από όσους εργάστηκαν σκληρά προκειμένου ναστήσουν την εταιρεία ή το κατάστημά τους καταλαβαίνουν τι σημαίνει

GORDON BROWN

40

υπεύθυνο ρίσκο, αλλά δεν καταλαβαίνουν γιατί μια οποιαδήποτε επι-χείρηση θα επιβράβευε την αποτυχία ή πώς ορισμένοι άνθρωποι απέ-κτησαν αμύθητο πλούτο ποντάροντας τα χρήματα άλλων ανθρώπωνσε αποτυχημένα στοιχήματα. Είναι, λοιπόν, παράλογο οι ακραίες φωνέςνα κατηγορούν τον ιδιωτικό τομέα για τα προβλήματά μας. Στην πραγ-ματικότητα, αυτό που χρειαζόμαστε είναι να υιοθετήσει ολόκληρος οιδιωτικός τομέας την πρακτική της πλειοψηφίας των επιχειρήσεών του.Σήμερα, καθήκον μας είναι να ευθυγραμμίσουμε ακόμα περισσότερο τιςχρηματοπιστωτικές αγορές μας με τις αξίες που διατηρούν οι οικογέ-νειες και οι επιχειρηματίες σε όλη τη χώρα.

Το επιχείρημα που διέπει αυτή την ομιλία, αλλά και αυτό το βιβλίο, εί-ναι ότι μολονότι ο ηθικός κίνδυνος ήταν ένα σοβαρό ζήτημα στη διαδι-κασία της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, η συμπεριφορά των τε-λευταίων είχε προκαλέσει ένα ακόμα ευρύτερο, βαθύτερο και πιο επείγονπρόβλημα. Μολονότι η εκδήλωση της αποτυχίας του τραπεζικού συστή-ματος ήταν ίσως η κεφαλαιακή ανεπάρκεια, η πραγματική αιτία ήταν πο-λύ πιο απλή: η απερισκεψία και η ανευθυνότητα, που πολύ συχνά οφεί-λονταν στην απληστία. Τα χρήματα που θα έπρεπε να είχαν κεφαλαιοποι-ήσει το χρηματοπιστωτικό σύστημα πήγαιναν αντίθετα σε άμεσες υπερ-βολικές αμοιβές. Τα χρήματα που οι καταθέτες τοποθετούσαν στις τρά-πεζες «παίζονταν» σε ριψοκίνδυνα «στοιχήματα» – όχι για την ασφάλειατων καταθετών, αλλά προς όφελος των ίδιων των χρηματιστών.

Ήταν σαν να είχαμε ξεχάσει, όπως είπα και στον καθεδρικό του ΑγίουΠαύλου, «ότι οι αρετές που θαυμάζουμε περισσότερο και οι αρετές πουκάνουν την κοινωνία να ανθίσει –η σκληρή δουλειά, η υπευθυνότητα, η ει-λικρίνεια, η επιχειρηματικότητα, η ακριβοδικία– δεν είναι αξίες που προ-κύπτουν από την αγορά, αλλά αξίες που εμείς φέρνουμε στην αγορά. Δενπροέρχονται από τις δυνάμεις της αγοράς, αλλά από την καρδιά μας καιείναι οι αξίες που καλλιεργούνται στις οικογένειες και τα σχολεία, στουςκοινούς θεσμούς και τις γειτονιές μας. Οι αγορές εξαρτώνται από αυτό πουδεν μπορούν να δημιουργήσουν. Προϋποθέτουν μια δεξαμενή αξιών καιλειτουργούν καλύτερα όταν τηρούνται αυτές οι αξίες».

41

ΠEΡΑ ΑΠO ΤΟ ΚΡΑΧ

Η λειτουργία της χρηματοπιστωτικής αγοράς προϋπόθετε –και ταυ-τόχρονα υπονόμευε ενεργά– τις ίδιες αξίες που χρειάζονται για να δημι-ουργηθεί η εμπιστοσύνη και να διατηρηθεί τόσο μια καλή κοινωνία όσοκαι μια ισχυρή οικονομία.

Όπως ακριβώς οι κρίσεις της δεκαετίας του ’70 γέννησαν ερωτήματαγύρω από τα κατάλληλα όρια της κυβέρνησης, έτσι και η σημερινή κρί-ση γεννά ερωτήματα σχετικά με τα κατάλληλα όρια των αγορών, μιας καικάθε μέρα που περνούσε και η κρίση χειροτέρευε, γινόταν όλο και πιο σα-φές ότι ένα μεγάλο μέρος της οικονομικής ορθοδοξίας ήταν άσχετο με τιςσυνθήκες που αντιμετωπίζαμε.

Βάσει των ορθόδοξων οικονομικών θεωριών, οι αγορές μονίμως «κα-θαρίζουν», οι μισθοί και οι τιμές προσαρμόζονται με ευέλικτο τρόπο, οιπόροι της οικονομίας χρησιμοποιούνται πλήρως και κάθε συστημικό σοκπροκαλεί μια επιπλέον προσαρμογή μισθών και τιμών στη νέα πραγμα-τικότητα. Ακόμα και όταν γνωρίζουμε ότι υπάρχουν ατελείς πληροφορίεςκαι ατελείς παίκτες, θεωρείται ότι οι αγορές είναι αυτορυθμιζόμενες με τονβέλτιστο τρόπο και χωρίς κυβερνητικές παρεμβάσεις.

Όμως, η κρίση έδειξε ότι η ορθόδοξη μικροοικονομική θεωρία δεν μαςδίνει την πλήρη εικόνα. Οι χρηματοπιστωτικές αγορές είναι στην πραγ-ματικότητα ικανές για την πιο θεαματική αυτανάφλεξη. Σε αυτές τις συν-θήκες το βασικό ζήτημα της δημόσιας πολιτικής είναι το εξής: Μπορού-με να συμφωνήσουμε ότι οι αγορές συμβαδίζουν με το δημόσιο συμφέ-ρον, αλλά δεν είναι δυνατόν να εξισώνονται αυτομάτως μαζί του; Αν οιαγορές μπορούν να καθοδηγούνται όχι απλώς από την ορθολογική κρίσηαλλά από αυτό που ο Κέυνς ονόμαζε «ζωικά πνεύματα» –αποστροφή κιν-δύνου τη μία μέρα, ανορθολογική ασυγκράτητη ορμή την επομένη– καιαν είναι αδύνατο να διαχειριστούμε τους παγκοσμιοποιημένους κίνδυνουςακόμα και με τα καλύτερα μαθηματικά μοντέλα του κόσμου, τότε είναιπρος το δημόσιο συμφέρον να εξασφαλιστεί μια ισορροπία ανάμεσα στονρόλο των αγορών και τον ρόλο των κυβερνήσεων, κάτω από την οποία τό-σο οι αγορές όσο και οι κυβερνήσεις θα χαλιναγωγηθούν, προκειμένου ναεξασφαλιστεί ότι αντικατοπτρίζουν τις αξίες του λαού και εκπληρώνουντις ανάγκες του.

GORDON BROWN

42

Το ερώτημα, λοιπόν, που θέλω να θέσω είναι το εξής: Χρειάζονται οιαγορές, όπως τα κράτη, το δικό τους Σύνταγμα –μια ρητή δήλωση δεο-ντολογίας και κανόνων– το οποίο θα συζητηθεί, θα διαμορφωθεί και θααναδιαμορφωθεί και τέλος θα συμφωνηθεί; Θα επανεξετάσω αυτό το ζή-τημα παρακάτω, ωστόσο, προς το παρόν, το επιχείρημά μου είναι ότι σεκάθε γενιά οι νόρμες και οι διεργασίες της οικονομίας διαμορφώνουν ένασύνολο σχέσεων που καθιερώνονται μεταξύ ατόμων, κυβερνήσεων καιαγορών· και ο διακανονισμός, στον οποίο έφτασαν πολλές κυβερνήσειςμέχρι τις δεκαετίες του ’80 και του ’90, αποδείχτηκε τελείως ακατάλλη-λος για τα παγκόσμια προβλήματα, που υποχρεωθήκαμε να αντιμετωπί-σουμε τα τελευταία τρία χρόνια.

Βρισκόμαστε όμως μπροστά στον κίνδυνο άλλης μίας κατάρρευσηςτων αγορών. Το αντεστραμμένο είδωλο του μικροοικονομικού προβλή-ματος είναι ένα μακροοικονομικό πρόβλημα. Από την εποχή ήδη τουΚέυνς και την εμπειρία της δεκαετίας του ’30, γνωρίζουμε ότι η ζήτησημπορεί να υπολείπεται της προσφοράς. Σήμερα, εν έτει 2010, αντιμετω-πίζουμε τις ίδιες αποφάσεις που αντιμετώπιζε ο κόσμος τότε, με τουλά-χιστον 200 εκατομμύρια ανέργους ανά τον κόσμο και 100 εκατομμύριαεπιπλέον να ζουν ήδη στην απόλυτη φτώχεια.

Τη δεκαετία του ’30, όταν κατέρρευσαν οι αγορές, οι κυβερνήσεις ανα-γκάστηκαν να παρέμβουν και έτσι οι νεότερες σχέσεις ανάμεσα στις κυ-βερνήσεις και τις αγορές προέκυψαν από το Νιου Ντιλ. Ένα παράδειγμαείναι το μεταπολεμικό κράτος πρόνοιας της Βρετανίας. Μέχρι τη δεκαετίατου ’70, με τα προβλήματα του κορπορατισμού, των κατεστημένων συμ-φερόντων των παραγωγών, την ανεπάρκεια του κράτους και την αντί-δραση στον κολεκτιβισμό, συνειδητοποιήσαμε ότι και η ίδια η κυβέρνη-ση διέτρεχε τον κίνδυνο να γίνει κατεστημένο συμφέρον. Είναι αλήθεια,ωστόσο, ότι αντί να γίνει κυρίαρχο παράδειγμα η μεταρρύθμιση της σχέ-σης κυβερνήσεων και αγορών, έγινε η θεωρία των «αποτελεσματικών αγο-ρών» – μια άποψη που έχει αμφισβητηθεί με συνέπεια από στοχαστές τηςκεϋνσιανής παράδοσης και πιο πρόσφατα από συμπεριφοριστές οικονο-μολόγους και τον Τζορτζ Σόρος με τη σημαντική θεωρία του περί «αυτο-πάθειας».

43

ΠEΡΑ ΑΠO ΤΟ ΚΡΑΧ

Σήμερα, την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, συνειδητοποιήσαμε πά-λι ότι και οι αγορές διαμορφώνονται από κατεστημένα συμφέροντα, ότιοι οικονομικοί παίκτες δεν είναι πάντοτε ορθολογικοί, ότι οι αγορές δεναυτοδιορθώνονται, ότι η απασχόληση δεν αποκαθίσταται αυτομάτως καιότι ένα τελείως απορυθμισμένο και παθητικό μοντέλο καπιταλισμού καιαπούσας κυβέρνησης δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις ακραίες διακυμάν-σεις και τους κραδασμούς που είδαμε κατά την τραπεζική κρίση.

Πάνω απ’ όλα, διαπιστώσαμε ότι αυτού του είδους τα προβλήματα δενμειώνονται, αλλά μεγεθύνονται από την παγκοσμιοποίηση. Όπως, όμως,σκοπεύω να υποστηρίξω, η απάντηση δεν είναι να απορρίψουμε τις αγο-ρές ή την κυβερνητική παρέμβαση. Αναγνωρίζοντας, απεναντίας, ότι είναιδυνατόν να αποτύχουν τόσο οι αγορές όσο και τα κράτη, η απάντηση εί-ναι να βρούμε ένα νέο τρόπο για να συνεργαστούν τα άτομα, οι αγορέςκαι οι κυβερνήσεις.

Δεν μπορούμε πλέον να λέμε ότι οι αγορές δεν χρειάζονται ηθική, ενώοι κυβερνήσεις την χρειάζονται ή ότι οι αγορές πρέπει να είναι ανεξέλε-γκτες, διότι οι κυβερνήσεις –όχι όμως οι αγορές– μπορούν να διαμορφω-θούν από κατεστημένα συμφέροντα. Ούτε μπορούμε να λέμε ότι οι αγο-ρές δεν μπορούν να είναι ηθικές, αλλά οι κυβερνήσεις μπορούν.

Θα δοκιμάσω, λοιπόν, το πιο φιλόδοξο –κατά τη γνώμη μου– συμπέ-ρασμα, που βγαίνει από αυτή την κρίση: η λήξη της παλιάς μάχης ανάμε-σα στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα, ανάμεσα στον ρόλο των αγορώνκαι τον ρόλο των κυβερνήσεων δεν μπορεί να προέλθει από μια απλή κα-τάπαυση του πυρός. Η επίλυση της διαμάχης πρέπει να στηριχθεί όχι πά-νω σ’ ένα μηχανικό συμβιβασμό –με απλές συμφωνίες για τη σύμπραξηδημόσιου-ιδιωτικού τομέα ή με τη στρατηγική χάραξη μιας διαχωριστικήςγραμμής–, αλλά σ’ ένα ηθικό θεμέλιο μιας κοινής δέσμευσης στο δημόσιοσυμφέρον.

Κατά την άποψή μου, πρέπει να δοκιμάσουμε το επιχείρημα ότι αν τό-σο οι αγορές όσο και οι κυβερνήσεις κάνουν λάθη, είναι καλύτερο να ενι-σχυθούν και οι δύο από αξίες που αντικατοπτρίζουν την επιθυμία για δι-καιοσύνη και υπευθυνότητα, καθώς και την ανάγκη για ανταγωνισμό καιεπιχειρηματικότητα. Αυτή είναι, για μένα, η μόνη βιώσιμη βάση για την

GORDON BROWN

44

εμπιστοσύνη από την οποία εξαρτώνται οι αγορές και οι κυβερνήσεις.Στον 20ό αιώνα κυριάρχησε μια στείρα διαμάχη ανάμεσα στις αγορές καιτα κράτη, ανάμεσα στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα. Στον 21ο αιώ-να, οι αγορές και τα κράτη πρέπει να υποταχθούν σε μια ευρύτερη δύνα-μη: τις αξίες και τις καλύτερες προθέσεις των ίδιων των ανθρώπων.

Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, πιστεύω ότι χρειαζόμαστε μια κοινήηθική της παγκοσμιοποίησης, η οποία θα υπερβαίνει τα συμφέροντα με-ρικών μεγάλων παγκόσμιων επιχειρήσεων και χρηματοπιστωτικών ιδρυ-μάτων και, αντίθετα, θα στηρίζει μια νέα παγκόσμια τάξη, στην οποία –κα-τά την προσέγγιση των οικονομικών, του περιβάλλοντος και της κοινω-νικής δικαιοσύνης κάθε νέα κατεύθυνση της πολιτικής θα θεμελιώνεται όχιμόνο στα κοινά συμφέροντα που προκύπτουν από την αλληλεξάρτησήμας, αλλά και από τις κοινές πεποιθήσεις που προκύπτουν από τις κοινέςαξίες μας. Όταν θα εξετάσουμε πιθανά μοντέλα σχέσεων ανάμεσα στις κυ-βερνήσεις και τις αγορές για το μέλλον, θα υποστηρίξω ότι μπορούμε ναβασιστούμε σε δύο αλήθειες, που μάθαμε εν μέσω κρίσης. Η πρώτη εί-ναι ότι ως κοινωνία διαθέτουμε πολλά περισσότερα όπλα για να αντιμε-τωπίσουμε μια κρίση της αγοράς απ’ ό,τι πιστεύαμε μέχρι πρότινος. Η δεύ-τερη αλήθεια είναι ότι, σε κατάλληλες περιστάσεις, τα όπλα αυτά μπορούννα επιστρατευτούν πιο αποτελεσματικά, όταν συντονίζονται σε παγκόσμιοκαι όχι μόνο εθνικό επίπεδο.

Όταν σ’ ένα συνέδριο της Wall Street Journal, μου ζητήθηκε να δώσωμια συμβουλή που θα συνόψιζε τα διδάγματα που έλαβα από την κρίση,απάντησα πολύ απλά: «Τα παγκόσμια προβλήματα απαιτούν παγκόσμιεςλύσεις». Αυτό ισχύει όχι μόνο για τη χρηματοπιστωτική αγορά αλλά καιγια την τρομοκρατία, την κλιματική αλλαγή, τη διάδοση των πυρηνικώνόπλων, τις παγκόσμιες επιδημίες, την ανάπτυξη και τη μαζική μετανά-στευση. Η καλύτερη ίσως έκφραση της αύξησης του διεθνισμού στουςλαούς της Γης είναι η συνειδητοποίηση του προβλήματος της φτώχειαςαπό μια γενιά που παρακολούθησε τις συναυλίες του «Live 8» και συμ-μετείχε σε εκστρατείες, όπως η «ΟΝΕ», δηλώνοντας ότι η κατάφωρη ανι-σότητα μεταξύ πλουσίων και φτωχών δεν μπορεί να συνεχιστεί για πάντα.

45

ΠEΡΑ ΑΠO ΤΟ ΚΡΑΧ

Ασφαλώς, θα είμαστε πάντοτε υπερήφανοι Βρετανοί, Αμερικανοί, Ρώ-σοι, Κινέζοι ή Ινδοί πολίτες. Ωστόσο, δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμεκανένα πρόβλημα, αν θεωρούμε ότι είμαστε μόνο Βρετανοί πολίτες ή μό-νο Αμερικανοί πολίτες ή απλώς Ρώσοι, Κινέζοι ή Ινδοί πολίτες. Αν οι Αμε-ρικανοί, οι Βρετανοί, οι Ρώσοι, οι Κινέζοι, οι Ινδοί και πολλοί άλλοι πολί-τες και οι κυβερνήσεις τους δεν συνεργαστούν, προκειμένου να αντιμε-τωπίσουν τα παγκόσμια προβλήματα που μπορούν να λυθούν μόνο μέσωσυντονισμένης διεθνούς δράσης, τότε όλοι θα έχουμε αποτύχει.

Γράφοντας αυτό το βιβλίο, προσπάθησα να αντιμετωπίσω την καθο-ριστική –κατά τη γνώμη μου– δοκιμασία της γενιάς μας: το αν είμαστεέτοιμοι να βάλουμε την παγκοσμιοποίηση στην υπηρεσία των λαών καιόχι το αντίστροφο. Στην ομιλία μου στον καθεδρικό του Αγίου Παύλου θυ-μάμαι ένα πλακάτ, που είχα δει στη διαδήλωση «Make Poverty History» το2005, το οποίο με ταπεινώνει μέχρι σήμερα: «Είστε G8. Είμαστε έξι δισε-κατομμύρια».

Δισεκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο χρειάζονται και απαιτούνμια καλύτερη παγκοσμιοποίηση. Είναι στη φύση της εξουσίας να αφήνειςδουλειές στη μέση, όταν φεύγεις από το αξίωμά σου. Είναι στη φύση τηςπολιτικής να συνεχίζεται η αντιπαράθεση. Αυτό το βιβλίο είναι η προει-δοποίησή μου για μια δεκαετία χαμένης ανάπτυξης και η απάντησή μουσ’ αυτό τον φόβο με μια έκκληση για μια καλύτερη παγκοσμιοποίηση. Εί-ναι μια εξήγηση αυτή της τάσης που εμφανίζεται στα στατιστικά στοιχείακαι δείχνει μια τεράστια ευκαιρία να μετριαστεί η φτώχεια, να δημιουρ-γηθούν θέσεις εργασίας και να αναπτυχθούμε. Ένα μέλλον χαμηλής ανά-πτυξης, υψηλής ανεργίας, ύφεσης και παρακμής δεν είναι αναπόφευκτο·αυτό που έχει σημασία είναι η αλλαγή που θα διαλέξουμε.

GORDON BROWN

46