Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα...

36
Σελίδα 1 από 36 Μια άποψη για την Παραγωγική Ανασυγκρότηση της Χώρας μας: Η «Ενδογένεια» και γιατί τα Μοντέλα Ενδογενούς Μεγέθυνσης (Endogenous Growth Models) αποτελούν ψευτο-ανάπτυξη. Της Ζωής Γεωργαντά Όσο και να φαίνεται παρωχημένο, τα Μοντέλα Ενδογενούς Μεγέθυνσης (εφεξής ΜΕΜ) και η οικονομική έννοια της ενδογενούς ανάπτυξης (εφεξής ΕΝΑ) αντιπροσωπεύουν δύο εκ διαμέτρου αντίθετες Σχολές οικονομικής σκέψης και πρακτικής. Τα ΜΕΜ εστιάζουν στον homo economicus, ενώ η ΕΝΑ εστιάζει στον homo sociologicus. Οι δύο αυτές προσεγγίσεις ενσωματώνουν διαφορετικές ιδεολογικές κατευθύνσεις στα πλαίσια της οικονομικής θεωρίας. Η οικονομική θεωρία και η οικονομική ιδεολογία είναι σιαμαίες αδελφές. Η οικονομική ιδεολογία είναι normative, ασχολείται δηλαδή με το πώς πρέπει να λειτουργεί η οικονομία και προς ποιό σκοπό, ενώ η οικονομική θεωρία είναι επεξηγηματική, αναλυτική, επινοώντας ακριβή μοντέλα που εξηγούν την πραγματική κατάσταση. Εντούτοις, είναι τόσο στενά σχετιζόμενες, ώστε η ιδεολογία επηρεάζει αποφασιστικά την μεθοδολογία και την θεωρία που υιοθετείται στην οικονομική ανάλυση. Αυτό γίνεται πλήρως κατανοητό αν δούμε το ιδεολογικό προφίλ των 71 νομπελιστών οικονομολόγων κατά το 1969-2012 που έχει δημοσιευτεί στο σχετικό άρθρο του Economic Journal Watch, Sept 2013. http://journaltalk.net/articles/5811 . Σχετικά με δύο κύριους εκπροσώπους των ΜΕΜ που συχνά αναφέρονται, ο μεν Πώλ Ρόμερ είναι εκτός λίστας διότι πήρε το βραβείο νόμπελ τον Δεκέμβριο 2018, ο δε Αγκιόν δεν το έχει ακόμα πάρει. Αντίθετα με τα ΜΕΜ, η έννοια της ΕΝΑ θα μπορούσε ν’ αποτελέσει πυρήνα συσπείρωσης σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο αφενός των παραγωγών της χώρας μας, και αφετέρου των πνευματικών της δυνάμεων που επιθυμούν να στηρίξουν την εγχώρια παραγωγική προσπάθεια ακόμα και μέσα στις σημερινές συνθήκες της προϊούσας αποβιομηχάνισης, της επιστημονικά παράλογης, κοινωνικά άδικης και εθνικά γενοκτονικής λιτότητας και εν μέσω άλλων πρωτοφανών αντιξοοτήτων που αντιμετωπίζει η χώρα μας. Το παρόν κείμενο αποτελεί μια μικρή συμβολή στην σπουδαιότητα της ΕΝΑ που φαίνεται ότι έχει προβληματίσει αρκετό κόσμο της πατρίδας μας στην εναγώνια αναζήτηση παραγωγικής διεξόδου για την αποσόβηση της μετατροπής της χώρας μας σε τόπο φθηνής εργατικής δύναμης για την παραγωγή πλούτου για τους λίγους και την μετατροπή των πολλών σε σκλάβους-αυτόματα. Υποστηρίζεται από αρκετούς συναδέλφους οικονομολόγους, κυρίως ποσοτικούς, ότι η Ελλάδα μπορεί να ιδεί το μέλλον της μέσα από αναζητήσεις και κατάλληλες εφαρμογές των ΜΕΜ. Στο άρθρο αυτό προσπαθώ να θεμελιώσω ότι η ΕΝΑ είναι μονόδρομος για την ανάπτυξη της Ελλάδας και ουδόλως μπορεί να είναι ένα μαθηματικό-οικονομετρικό μοντέλο. Αντίθετα, σχετίζεται άμεσα, σχεδόν ταυτοτικά, με την τοπικότητα, δηλαδή με την αξιοποίηση των ιστορικών, πολιτιστικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών των τοπικών κοινωνιών, όπου ο παράγοντας άνθρωπος έχει τον κύριο λόγο. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να τονίσω την σημασία του εξαίρετου πρόσφατου άρθρου του Ανδρέα Κυράνη, «Η Ασυμβατότητα Μαστορικής και μισθωτής εργασίας», όπου ο συγγραφέας επικεντρώνεται στο ότι «χωρίς ανάκτηση της περιφέρειας με κινήματα ριζικής αποκέντρωσης, έξω από τις μητροπόλεις τέρατα, εναλλακτικό μέλλον δεν υφίσταται».

Transcript of Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα...

Page 1: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 1 από 36

Μια άποψη για την Παραγωγική Ανασυγκρότηση της Χώρας μας: Η

«Ενδογένεια» και γιατί τα Μοντέλα Ενδογενούς Μεγέθυνσης (Endogenous

Growth Models) αποτελούν ψευτο-ανάπτυξη. Της Ζωής Γεωργαντά

Όσο και να φαίνεται παρωχημένο, τα Μοντέλα Ενδογενούς Μεγέθυνσης (εφεξής ΜΕΜ) και η

οικονομική έννοια της ενδογενούς ανάπτυξης (εφεξής ΕΝΑ) αντιπροσωπεύουν δύο εκ

διαμέτρου αντίθετες Σχολές οικονομικής σκέψης και πρακτικής. Τα ΜΕΜ εστιάζουν στον

homo economicus, ενώ η ΕΝΑ εστιάζει στον homo sociologicus. Οι δύο αυτές προσεγγίσεις

ενσωματώνουν διαφορετικές ιδεολογικές κατευθύνσεις στα πλαίσια της οικονομικής θεωρίας.

Η οικονομική θεωρία και η οικονομική ιδεολογία είναι σιαμαίες αδελφές. Η οικονομική

ιδεολογία είναι normative, ασχολείται δηλαδή με το πώς πρέπει να λειτουργεί η οικονομία και

προς ποιό σκοπό, ενώ η οικονομική θεωρία είναι επεξηγηματική, αναλυτική, επινοώντας

ακριβή μοντέλα που εξηγούν την πραγματική κατάσταση. Εντούτοις, είναι τόσο στενά

σχετιζόμενες, ώστε η ιδεολογία επηρεάζει αποφασιστικά την μεθοδολογία και την θεωρία που

υιοθετείται στην οικονομική ανάλυση. Αυτό γίνεται πλήρως κατανοητό αν δούμε το

ιδεολογικό προφίλ των 71 νομπελιστών οικονομολόγων κατά το 1969-2012 που έχει

δημοσιευτεί στο σχετικό άρθρο του Economic Journal Watch, Sept 2013.

http://journaltalk.net/articles/5811. Σχετικά με δύο κύριους εκπροσώπους των ΜΕΜ που

συχνά αναφέρονται, ο μεν Πώλ Ρόμερ είναι εκτός λίστας διότι πήρε το βραβείο νόμπελ τον

Δεκέμβριο 2018, ο δε Αγκιόν δεν το έχει ακόμα πάρει.

Αντίθετα με τα ΜΕΜ, η έννοια της ΕΝΑ θα μπορούσε ν’ αποτελέσει πυρήνα συσπείρωσης

σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο αφενός των παραγωγών της χώρας μας, και αφετέρου των

πνευματικών της δυνάμεων που επιθυμούν να στηρίξουν την εγχώρια παραγωγική

προσπάθεια ακόμα και μέσα στις σημερινές συνθήκες της προϊούσας αποβιομηχάνισης, της

επιστημονικά παράλογης, κοινωνικά άδικης και εθνικά γενοκτονικής λιτότητας και εν μέσω

άλλων πρωτοφανών αντιξοοτήτων που αντιμετωπίζει η χώρα μας. Το παρόν κείμενο αποτελεί

μια μικρή συμβολή στην σπουδαιότητα της ΕΝΑ που φαίνεται ότι έχει προβληματίσει αρκετό

κόσμο της πατρίδας μας στην εναγώνια αναζήτηση παραγωγικής διεξόδου για την αποσόβηση

της μετατροπής της χώρας μας σε τόπο φθηνής εργατικής δύναμης για την παραγωγή πλούτου

για τους λίγους και την μετατροπή των πολλών σε σκλάβους-αυτόματα.

Υποστηρίζεται από αρκετούς συναδέλφους οικονομολόγους, κυρίως ποσοτικούς, ότι η

Ελλάδα μπορεί να ιδεί το μέλλον της μέσα από αναζητήσεις και κατάλληλες εφαρμογές των

ΜΕΜ. Στο άρθρο αυτό προσπαθώ να θεμελιώσω ότι η ΕΝΑ είναι μονόδρομος για την

ανάπτυξη της Ελλάδας και ουδόλως μπορεί να είναι ένα μαθηματικό-οικονομετρικό μοντέλο.

Αντίθετα, σχετίζεται άμεσα, σχεδόν ταυτοτικά, με την τοπικότητα, δηλαδή με την αξιοποίηση

των ιστορικών, πολιτιστικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών των τοπικών κοινωνιών,

όπου ο παράγοντας άνθρωπος έχει τον κύριο λόγο. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να τονίσω την

σημασία του εξαίρετου πρόσφατου άρθρου του Ανδρέα Κυράνη, «Η Ασυμβατότητα

Μαστορικής και μισθωτής εργασίας», όπου ο συγγραφέας επικεντρώνεται στο ότι «χωρίς

ανάκτηση της περιφέρειας με κινήματα ριζικής αποκέντρωσης, έξω από τις μητροπόλεις τέρατα,

εναλλακτικό μέλλον δεν υφίσταται».

Page 2: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 2 από 36

Το άρθρο αυτό περιλαμβάνει έξι ενότητες και ένα Παράρτημα. Στην επόμενη ενότητα 2

γίνεται μια απλοποιημένη περιγραφή των μοντέλων ενδογενούς μεγέθυνσης (ΕΜ). Η ενότητα

3 συζητάει την έννοια της ανάπτυξης σε αντιδιαστολή με την έννοια της μεγέθυνσης. Στην

ενότητα 4 γίνεται μια προσπάθεια ορισμού της ενδογένειας στα πλαίσια της παραγωγικής

ανασυγκρότησης της χώρας μας. Η ενότητα 5 περιγράφει την παρούσα πολιτικοοικονομική

συγκυρία, και η έκτη ενότητα εκθέτει μια άποψή για το κτίσιμο ενός Εναλλακτικού

Υποδείγματος Ενδογενούς Παραγωγικής Ανασυγκρότησης (ΥΕΠΑ) της χώρας μας. Το

Παράρτημα αναφέρεται στον σύγχρονο νεοφιλελευθερισμό.

2. Τα Μοντέλα Ενδογενούς Μεγέθυνσης: Θεωρητική Προσέγγιση και

Σύντομη Απλοποιημένη Περιγραφή της Εργαλειοθήκης τους

2.1. Γενική Θεωρητική Προσέγγιση

Η οικονομική επιστήμη ανήκει στις κοινωνικές επιστήμες που αποσκοπούν να υπηρετήσουν

την ευημερία του ανθρώπου. Για τον λόγο αυτό η οικονομική επιστήμη δεν μπορεί να είναι

ανεξάρτητη ιδεολογίας και πολιτικής πρακτικής. Με άλλα λόγια η οικονομική επιστήμη

ενσωματώνει αξιολογικές κρίσεις και απόψεις που σχετίζονται με την ιδεολογία του κάθε

οικονομολόγου. Για τον λόγο αυτό υπάρχουν ουκ ολίγες Σχολές Οικονομικής Σκέψης και

ανάλυσης των οικονομικών φαινομένων. Συνεπώς, η οικονομική επιστήμη δεν είναι

Οικονομική ή Οικονομικά (Economics), αλλά είναι Πολιτική Οικονομία.

Τα νέα ΜΕΜ (Ρόμερ, Αγκιόν-Χάουϊττ και μία πληθώρα μικροπαραλλαγών τους κατά τις δύο

τελευταίες δεκαετίες) έχουν διαφημιστεί ως επινόηση νέων ιδεών διαφορετικών από την

παραδοσιακή νεοκλασική οικονομική θεωρία. Η πραγματικότητα είναι ότι απλώς αποτελούν

επιφανειακή αλλαγή βιτρίνας στα πλαίσια της πολιτικής σκέψης και πρακτικής του

σύγχρονου νεοφιλελευθερισμού που διαδέχτηκε τον μονεταρισμό και που είναι η ιδεολογική

βάση του οικονομικού νεοκλασικισμού. Το αξιοσημείωτο είναι ότι ο σύγχρονος

νεοφιλελευθερισμός έχει κυριαρχήσει ως τρόπος σκέψης των κοινωνικών επιστημών και έχει

εξαπλωθεί μέχρι του σημείου να έχει ενσωματωθεί στην κοινή λογική που ερμηνεύουμε και

κατανοούμε τον κόσμο. Κανένας χώρος δεν μπορεί σήμερα να ισχυριστεί ότι έχει μείνει

απόλυτα απρόσβλητος. Αρκεί να σκεφτούμε ότι το παγκόσμιο σύνολο κανόνων που

δεσμεύουν τις χώρες-μέλη των διεθνών Οργανισμών, όπως είναι ο Οργανισμός Διεθνούς

Εμπορίου (WTO), το ΔΝΤ, η Διεθνής Τράπεζα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, διακατέχονται από την ιδεολογία και θεωρία της Σχολής του Σικάγου,

δηλαδή του νέου μονεταρισμού που έχει επικρατήσει με το όνομα νεοφιλελευθερισμός. (βλ.

David Harvey, «Neoliberalism as Creative Destruction» Annals of the American Academy of

Political and Social Science, Vol.610, NAFTA and Beyond: Alternative Perspectives in the

Study of Global Trade and Development. Mar., 2007, 22-44).

Σύμφωνα με την εξαίρετη ανάλυση του D. Harvey, ο σύγχρονος νεοφιλελευθερισμός

προέκυψε διαχρονικά σε δύο επίπεδα:

(α) Στο οικονομικό επίπεδο αποτέλεσε προσπάθεια αντιμετώπισης της διαφαινόμενης

κατάρρευσης της συσσώρευσης κεφαλαίου κατά την διάρκεια του μεσοπολέμου, στην

συνέχεια, κατά την δεκαετία του 1930, ωρίμασε ως προϊόν της Μεγάλης Ύφεσης και

αντίθεσής του στον Κεϋνσιανισμό, και ανδρώθηκε στο διάστημα μετά τις οικονομικές κρίσεις

των δεκαετιών του 1970 και 1980.

Page 3: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 3 από 36

(β) Στο πολιτικό επίπεδο πέτυχε να σταματήσει την κυριαρχία του σοσιαλιστικού και

κομουνιστικού τρόπου σκέψης στην Δύση.

Ο σύγχρονος νεοφιλελευθερισμός αποτελεί την συνέχεια της μονεταριστικής θεωρητικής

σκέψης της Σχολής του Σικάγου με κύριο εκπρόσωπο τον Μίλτωνα Φρήντμαν, ο οποίος σε

μία από τις πολλές διεθνείς συναντήσεις νεοφιλελεύθερων οικονομολόγων και άλλων

διανοητών μετά τον ΙΙ Παγκόσμιο Πόλεμο είπε: «The state could do only harm. Laissez-faire

must be the rule. Το κράτος μόνο κακό θα μπορούσε να κάνει. Ο κανόνας πρέπει να είναι το

laissez-faire=αφήστε τα όλα ελεύθερα » (βλ. την εισήγηση του Milton Friedman:

«Neoliberalism and its Prospects», Farmand, 17 February, Oslo, Norway 1951, pp. 89-93).

Έτσι, οι πολιτικοοικονομικές αρχές του νεοφιλελευθερισμού είναι συνοπτικά οι πλήρως

ελεύθερες αγορές σε όλους τους κοινωνικοοικονομικούς τομείς, το ελεύθερο εμπόριο, η

απρόσκοπτη επέκταση των επιχειρηματικών ελευθεριών, η μεγιστοποίηση του κέρδους και

της ατομικής ωφέλειας (χρησιμότητας), και ο περιορισμός του κράτους στο ελάχιστο δυνατόν

επίπεδο. Ο νεοφιλελευθερισμός πρεσβεύει ότι η οικονομική ελευθερία εξασφαλίζει όλες τις

ανθρώπινες ελευθερίες, ο δε πλούτος και η κατά συνέπεια ευημερία όλων των ανθρώπων

συνδέεται στενά με τις παραπάνω αρχές του homo economicus.

Η πολιτική επιτυχία του νεοφιλελευθερισμού οφείλεται στις θεωρητικές διακηρύξεις του που

έδωσαν έμφαση στις ακουστικά ελκυστικές για τον κοινό πολίτη ανθρώπινες αξίες όπως είναι

η ανοικτή συμμετοχή (ανοικτή κοινωνία), η κοινωνική δικαιοσύνη, η δημοκρατία, η ευημερία

όλων μέσω μιας υποσχόμενης ισχυρής και βιώσιμης οικονομικής μεγέθυνσης και ανάπτυξης

για όλους και για όλες τις χώρες του πλανήτη. Αυτό όμως που κυρίως τονίστηκε ήταν η

ελευθερία ως η βάση για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Όμως, όπως έχει παρατηρηθεί στην ίδια

παραπάνω αναφορά του άρθρου του David Harvey, «η ελευθερία είναι ένα πολύ καλό άλογο

για να πάς όμως … πού;».

Ο αρχικός φιλελευθερισμός του Τζών Λοκ επηρεασμένος από την Αριστοτέλεια σκέψη της

δικαιοσύνης και της ελευθερίας από την καταδυνάστευση της πλουτοκρατίας (βλ. C.B.

Macpherson, Rise and Fall of Economic Justice, Oxford University Press, 1987, κεφάλαια 1

και 6) ενέπνευσε επαναστάσεις και Διακηρύξεις των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οδηγώντας

την ρητορική του σε αποτελεσματική πράξη υπέρ των πολλών. Αντίθετα, ο σύγχρονος

νεοφιλελευθερισμός δεν κατάφερε να υλοποιήσει τις υποσχέσεις του για την γενική ευημερία

και να αναζωογονήσει την καπιταλιστική συσσώρευση που είχε διακοπεί από τις οικονομικές

κρίσεις, της τελευταίας κρίσης του 2008 συμπεριλαμβανόμενης. Εντούτοις κατάφερε να

παλινορθώσει την δύναμη της διεθνούς ελίτ μέσω όχι της διεύρυνσης της συσσώρευσης του

κεφαλαίου, αλλά μέσω της αναδιανομής του πλούτου υπέρ της πλουτοκρατίας, ή, με

οικονομικούς όρους, μέσω της κεφαλαιακής συσσώρευσης δια της αποστέρησης πλούτου από

τους λαϊκούς πληθυσμούς «capital accumulation through dispossession» (όρος που

χρησιμοποίησε ο David Harvey στο παραπάνω αναφερόμενο άρθρο του). Η συσσώρευση

κεφαλαίου δια της αποστέρησης εξειδικεύεται στις εξής πολιτικές: ιδιωτικοποιήσεις δημόσιας

περιουσίας, νέα υπερκερδοσκοπικά χρηματοπιστωτικά προϊόντα που οδήγησαν μέσω

δανεισμού στην δημιουργία χρεοστασίων στις αδύναμες χώρες, και απάνθρωπη λιτότητα για

τους πολλούς που οδήγησε σε πρωτοφανή ανεργία ακόμα και σε χώρες όπως η Ελλάδα. Στο

Παράρτημα προβαίνω σε μια σύντομη αναφορά στον νεοφιλελευθερισμό και στην

Page 4: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 4 από 36

συνδεδεμένη με αυτόν Washington Consensus – Ομοφωνία της Ουάσιγκτον ή πολιτικές για

τον εκσυγχρονισμό της Λατινικής Αμερικής.

Η θεωρία των MΕΜ ανήκει στην νεοκλασική Μακροικονομική, η οποία σχετικά πρόσφατα

έχει αποκτήσει μικροοικονομικό χρώμα με την υιοθέτηση των βασικών υποθέσεων της

οριακής παραγωγικότητας και ορθολογικότητας των ατομικών αποφάσεων, δηλαδή των

υποθέσεων ενός στενού ατομικισμού – μεγιστοποίηση κέρδους και ατομικής χρησιμότητας

(ωφέλειας), γενικής ισορροπίας, ισορροπημένης μεγέθυνσης, κοκ. Είναι συνεπώς λογικό ότι τα

ΜΕΜ ασχολούνται με τον προσδιορισμό του μακροχρόνιου ρυθμού ποσοτικής

μεγέθυνσης/αύξησης μιας οικονομίας και της αντίστοιχης τεχνολογίας στην βάση

προσδιοριστικών παραγόντων που βρίσκονται μέσα στο οικονομικό σύστημα (ἐξ οὗ και ο

όρος ενδογενής), κυρίως των παραγόντων εκείνων που δημιουργούν καινοτομικά προϊόντα,

όπως είναι οι διάφορες κατηγορίες του λεγόμενου ανθρώπινου κεφαλαίου, αφήνοντας βέβαια

έξω από το σύστημα κοινωνικούς και οικονομικούς ποιοτικούς παράγοντες, όπως είναι το

θεσμικό, κοινωνικό, πολιτιστικό και φυσικό περιβάλλον και οι αντίστοιχες δομές.

Η αρχική νεοκλασική θεωρία της μεγέθυνσης υπέθεσε ότι ο ρυθμός μεταβολής της

τεχνολογικής προόδου προσδιορίζεται από την επιστημονική διαδικασία που θεωρήθηκε

ανεξάρτητη από την λειτουργία του οικονομικού συστήματος (ἐξ οὗ και ο όρος εξωγενής).

Συνεπώς, οι αρχικοί νεοκλασικοί οικονομολόγοι θεώρησαν ότι η τεχνολογική πρόοδος και ο

κατά συνέπεια μακροχρόνιος ρυθμός μεγέθυνσης μιας οικονομίας, που μετράται με τον ρυθμό

μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ κατά κεφαλή, προσδιορίζεται εκτός οικονομικού

συστήματος, είναι δηλαδή εξωγενώς προσδιοριζόμενος.

Η θεωρία των ΜΕΜ απέρριψε την παραπάνω εξωγένεια και υποστήριξε ότι ο ρυθμός

μεταβολής της τεχνολογίας και συνεπώς της οικονομίας προσδιορίζεται από παράγοντες που

βρίσκονται μέσα στο οικονομικό σύστημα, όπως είναι οι οικονομικές πολιτικές που δίνουν

κίνητρα για επιστημονική έρευνα (πχ επιδότηση δαπανών βασικής έρευνας), η οποία στην

συνέχεια καταλήγει σε σχεδιασμό και ανάπτυξη νέων προϊόντων και παραγωγικών

διαδικασιών από τις επιχειρήσεις, ο οποίος με την σειρά του οδηγεί σε μακροχρόνιο ρυθμό

μεγέθυνσης της συνολικής οικονομίας. Σημειώνεται ότι η καινοτομία ορίζεται ως η ανάπτυξη

νέων ή βελτιωμένων προϊόντων (και υπηρεσιών) που πωλούνται στην αγορά, δηλαδή

προϊόντων και υπηρεσιών που έχουν ζήτηση. Η επιστημονική ή βασική έρευνα μπορεί να

καταλήξει σε εφευρέσεις, αλλά μπορούμε να μιλάμε για καινοτομία μόνο όταν οι εφευρέσεις

καταλήξουν στην ανάπτυξη νέων προϊόντων για τα οποία υπάρχει ζήτηση.

Όλα τα ΜΕΜ που έχουν επινοηθεί από την δεκαετία του ΄80 μέχρι σήμερα βρίσκονται μέσα

στο παραπάνω γενικό θεωρητικό πλαίσιο και περιλαμβάνουν μια μεγάλη γκάμα εκδοχών

οικονομετρικών και μαθηματικών εξισώσεων με ένα τεράστιο πλήθος εξωγενών ή

ανεξάρτητων μεταβλητών που οι ερευνητές οικονομολόγοι τις χωρίζουν αυθαίρετα, σχεδόν

γελοία, σε ομάδες ανά έξι-επτά, και μέχρι του σημείου η εφαρμογή των μοντέλων αυτών να

οδηγεί σε εκτίμηση εκατομμυρίων εξισώσεων παλινδρόμησης για να επιτευχθεί μία μόνον

εξίσωση με αξιόπιστες εκτιμήσεις (βλ. άρθρο του Ben Fine1 υποσημείωση 4, σελίδα 254).

1 Ben Fine «Critical Survey – Endogenous growth theory: a critical assessment», Cambridge Journal of

Economics, 2000, 24, 245-265.

Page 5: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 5 από 36

Πριν προχωρήσω να περιγράψω τον θεωρητικό πυρήνα όλων των ΜΕΜ, θα ήθελα να

εξηγήσω πολύ απλά τί σημαίνει ενδογένεια στα πλαίσια των μοντέλων αυτών.

2.2. «Ενδογένεια» στα Πλαίσια των ΜΕΜ

Η ενδογένεια για τα ΜΕΜ είναι απλά ένας τυπικός οικονομετρικός όρος. Ιδού γιατί: ένα

τέτοιο μοντέλο αποτελεί μια εξίσωση όπως η εξής: . Στην εξίσωση αυτή τα Υ και

Χ συμβολίζουν κοινωνικοοικονομικά φαινόμενα και τα α και β συμβολίζουν παραμέτρους

που ψάχνουμε να βρούμε τις τιμές τους μέσω μεθόδων μαθηματικής-στατιστικής ή

οικονομετρικής εκτίμησης όπως είναι η παλινδρόμηση των ελαχίστων τετραγώνων, βέβαια

κάτω από συγκεκριμένες μαθηματικές υποθέσεις2, μία εκ των οποίων είναι ότι το Χ είναι

προκαθορισμένο, παίρνει δηλαδή δεδομένες τιμές. Το Υ είναι η μεταβλητή που αποκαλείται

ενδογενής ή εξαρτημένη και παίρνει μεταβαλλόμενες τιμές τις οποίες επιδιώκουμε να

εκτιμήσουμε ή να προβλέψουμε στην βάση των τιμών του Χ ή στην βάση σεναρίων για τις

τιμές του Χ. Αντίθετα, οι τιμές του Χ υποτίθενται δεδομένες. Το Χ αποκαλείται εξωγενής ή

ανεξάρτητη μεταβλητή ή προσδιοριστικός παράγοντας του Υ.

Επιπλέον, η εξίσωση είναι ντιτερμινιστική (μαθηματική-στατιστική), ενώ αν

προσθέσουμε στο δεξί μέρος της εξίσωσης έναν όρο πιθανού σφάλματος, τότε η εξίσωση

αυτή αποκαλείται στοχαστική ή οικονομετρική, δηλαδή η οικονομετρική εξίσωση εμπεριέχει

την πιθανότητα να μην εκπροσωπεί την πραγματικότητα, καθόσον το Υ συμβολίζει μια

οικονομική μεταβλητή ή άλλως ένα οικονομικό φαινόμενο στο οποίο η αστάθεια ή η

πιθανοτική δομή της ανθρώπινης συμπεριφοράς έχει μεγάλη επίδραση.

Η στοχαστική μορφή της παραπάνω εξίσωσης είναι η εξής: . Ένα ΜΕΜ είναι

ακριβώς η εξίσωση που βλέπετε, στην ντιτερμινιστική ή στην στοχαστική μορφή της. Στα

ΜΕΜ η ενδογενής μεταβλητή Υ εκπροσωπεί την ποσοτική ή αριθμητική αύξηση του

μακροχρόνιου ρυθμού μεταβολής του ΑΕΠ ή της τεχνολογίας, γνώσης, καινοτομίας, ή

συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής. Για τον λόγο αυτό η παραπάνω

εξίσωση λέγεται μοντέλο ενδογενούς μεγέθυνσης ή αύξησης και όχι ανάπτυξης καθόσον η

ανάπτυξη (που ορίζεται στην ενότητα 3 παρακάτω) εμπεριέχει ποιοτικά χαρακτηριστικά και

όχι μόνον αριθμητικά (ευημερία των αριθμών). Στα ΜΕΜ η μεταβλητή Χ εκπροσωπεί έναν

αριθμό μεταβλητών Χ (με δεδομένες τιμές) που είναι οι συντελεστές παραγωγής, όπως η

εργασία ή το ανθρώπινο κεφάλαιο, οι πρώτες ύλες, το πάγιο κεφάλαιο κοκ. Η οικονομική

επιστήμη απαιτεί στοχαστική εξειδίκευση της σχετικής εξίσωσης3, δηλαδή συμπερίληψη του

όρου του σφάλματος. Πολλά όμως από τα ΜΕΜ εξειδικεύονται ή εκφράζονται ως

ντιτερμινιστικά, δηλαδή χωρίς την παρουσία του όρου του σφάλματος γεγονός που αποτελεί

απλοϊκή μη ρεαλιστική μοντελοποίηση. Τόσο απλή είναι η ερμηνεία της ενδογένειας στα

πλαίσια των συγκεκριμένων μοντέλων.

Στην συνέχεια περιγράφω το εργαλείο-πυρήνα της θεωρίας της ΕΜ και κατόπιν προβαίνω σε

μια κατά το δυνατόν απλή παρουσίαση (δεν πετροβολώ) των δύο βασικών μοντέλων της ΕΜ.

Αντλώ την παρακάτω τεχνική ανάλυση από την υπάρχουσα διεθνή βιβλιογραφία και τις

2 Σημειώνω ότι έχουν επινοηθεί στατιστικές μέθοδοι άρσης συγκεκριμένων υποθέσεων του μοντέλου

παλινδρόμησης με την εισαγωγή μαθηματικής επεξεργασίας των Υ και Χ, αλλά αυτό δεν αλλάζει τον φιλοσοφικό και μαθηματικό-οικονομετρικό πυρήνα των εξεταζόμενων μοντέλων ΕΜ. 3 Λόγω πιθανοτικής δομής της ανθρώπινης συμπεριφοράς.

Page 6: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 6 από 36

παραδόσεις μου, με τα αντίστοιχα βιβλία μου στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, στα μαθήματα

της Ανάλυσης Παραγωγικότητας και Αποτελεσματικότητας και των Μακροοικονομικών

Μοντέλων και Πολιτικών. Επειδή οι επόμενες υποενότητες, 2.3 μέχρι 2.5.2, είναι αρκετά

τεχνικές, μπορεί ο αναγνώστης που δεν είναι μαθηματικά εξοικειωμένος να μεταβεί στην

υποενότητα 2.5.3.

2.3. Το Θεωρητικό Εργαλείο-Πυρήνας των ΜΕΜ

2.3.1. Η συνάρτηση παραγωγής

Το θεωρητικό εργαλείο-πυρήνας ενός ΜΕΜ οιασδήποτε εκδοχής είναι η νεοκλασική

συνάρτηση παραγωγής (2.3.1):

f (X, t) (2.3.1)

Η πρακτική εφαρμογή της συνάρτησης παραγωγής (2.3.1) απαιτεί την υιοθέτηση

συγκεκριμένων υποθέσεων, ιδιαίτερα για την συναρτησιακή μορφή της τεχνολογίας

παραγωγής και τα χαρακτηριστικά της τεχνολογικής προόδου, τις αποδόσεις κλίμακας4 και

την λειτουργία των αγορών. Η μαθηματική μορφή της τεχνολογίας που έχει ευρέως

χρησιμοποιηθεί είναι η γνωστή συνάρτηση Cobb-Douglas, της οποίας η γενική μορφή είναι:

Το Υ συμβολίζει το προϊόν και το Χ συμβολίζει τους συντελεστές παραγωγής (εισροές). Οι

παράμετροι αi στην εξίσωση (2.3.2) μετρούν την μεταβολή στο προϊόν που προέρχεται από

μεταβολές στις επιμέρους εισροές (ελαστικότητα προϊόντος ως προς τις επιμέρους εισροές). Η

παράμετρος Α (μεταβαλλόμενη στον χρόνο t) μετράει γενικά την κλίμακα παραγωγής και

θεωρήθηκε ότι εκφράζει την τεχνολογική πρόοδο με την προϋπόθεση ότι παίρνουμε τους

ρυθμούς μεταβολής και των δύο μερών της παραπάνω εξίσωσης (2.3.2) και στην συνέχεια

λύνουμε ως προς τον ρυθμό μεταβολής του Α, οπότε η τεχνολογική πρόοδος εκφράζεται ως η

διαφορά μεταξύ του ρυθμού μεταβολής του προϊόντος και του ρυθμού μεταβολής των

εισροών σύμφωνα με την ακόλουθη εξίσωση:

• • •• • •A Y X

- , όpou A dA dt , Y dY dt , X dX dtA Y X

Η ερμηνεία είναι ότι η παρατηρούμενη αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ (Ακαθάριστου

Εγχώριου Προϊόντος κατά κεφαλή) είναι μεγαλύτερη από την συνδυασμένη αύξηση των

χρησιμοποιηθεισών εισροών, οπότε η διαφορά αυτή, λογικώς, υποστηρίζεται ότι δεν μπορεί

παρά να αποδοθεί στην τεχνολογική πρόοδο. Με άλλα λόγια, η τεχνολογική πρόοδος

θεωρήθηκε ότι είναι ένα κατάλοιπο, το οποίο στην συνέχεια εκφράστηκε με προσεγγιστικές

μεταβλητές όπως είναι οι δαπάνες για Επιστημονική και Τεχνολογική Έρευνα (ΕΤΕ) ή στα

Αγγλικά R&D (Research and Development), ή το πλήθος των πατεντών. Το Α θεωρήθηκε

επίσης ότι εκφράζει την Συνολική Παραγωγικότητα των Συντελεστών (ΣΠΑΣ) ή στα αγγλικά

Total Factor Productivity (TFP) ως προσεγγιστική μεταβλητή της τεχνολογίας και της

4 Μεταβολή του προϊόντος ως επίδραση της μεταβολής των εισροών. Σημειώνω ότι η έννοια των αποδόσεων

κλίμακας διαφέρει από την έννοια των οικονομιών κλίμακας: Οι αποδόσεις κλίμακας αφορούν την σχέση μεταξύ προϊόντος και εισροών, ενώ οι οικονομίες κλίμακας αφορούν την σχέση μεταξύ προϊόντος και κόστους.

j

n

j j

j 1

f (X) A(t) X , 0, j 1,2,...,n (2.3.2)

Page 7: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 7 από 36

(2.3.5)

γνώσης. Στα μοντέλα ΜΕΜ οι προσεγγιστικές αυτές μεταβλητές της τεχνολογίας και γνώσης,

εκφρασμένες σε ρυθμούς μεταβολής, εξειδικεύονται ως εξηρτημένες (ενδογενείς) μεταβλητές

που με την σειρά τους προσδιορίζουν την μεγέθυνση της συνολικής οικονομίας. Κατά την

εμπειρική εφαρμογή των ΜΕΜ, η ΣΠΑΣ συνήθως υπολογίζεται με την μέθοδο της λογιστικής

αύξησης (growth accounting), η οποία είναι ντιτερμινιστική και η αξιοπιστία της εξαρτάται

από την ρεαλιστική μέτρηση της τεχνολογίας και της γνώσης ως ενδογενούς μεταβλητής,

καθώς και των εισροών ως προσδιοριστικών παραγόντων (εξωγενείς μεταβλητές). Η μέτρηση

αυτή θεωρείται ένα πολύ δύσκολο αν όχι ακατόρθωτο έργο κυρίως για την μέτρηση του στοκ

(αποθέματος) του παγίου κεφαλαίου και ιδίως της τεχνολογίας/γνώσης (δείτε στην ενότητα

2.5.3 την κριτική του Ian Steedman για την μέτρηση του αποθέματος της «γνώσης»). Η

μέθοδος της λογιστικής αύξησης περιγράφεται στην αναφορά της υποσημείωσης 8 αυτού του

Σημειώματος.

Μια πιο συγκεκριμένη μορφή της συνάρτησης Cobb-Douglas (2.3.2) είναι η Υ=f(L,K) ή

L K (2.3.3)

όπου Υ, L, K συμβολίζουν το προϊόν, τις προσφερόμενες υπηρεσίες της εργασίας και του

στοκ παγίου κεφαλαίου, αντίστοιχα (για την Ελλάδα, αλλά και για πολλές άλλες χώρες, δεν

υπάρχει μέτρηση του στοκ παγίου κεφαλαίου, αλλά υποθετικός υπολογισμός, βλ.

υποσημείωση 8 αυτού του Σημειώματος). Η συνάρτηση (2.3.3) είναι γραμμική ως προς τους

λογαρίθμους του προϊόντος και των εισροών:

logY=logA+αlogL+βlogK (2.3.4)

και αυτή η ιδιότητα διευκολύνει την εκτίμηση των παραμέτρων με την μέθοδο της απλής

παλινδρόμησης των ελαχίστων τετραγώνων, αφού βέβαια προσθέσουμε στην εξίσωση (2.3.4)

τον όρο του σφάλματος και επίσης προβούμε και στις κατάλληλες στατιστικές υποθέσεις για

τα Υ, L, Κ.

Μια βασική νεοκλασική θεωρητική υπόθεση είναι αυτή της οριακής παραγωγικότητας των

εισροών η οποία εξειδικεύεται με βάση την συνάρτηση παραγωγής. Έτσι, για την συνάρτηση

Cobb-Douglas οι οριακές παραγωγικότητες των εισροών Κ και L δίνονται από τα οριακά τους

προϊόντα, ή, με άλλα λόγια, από τις μερικές παραγώγους του προϊόντος ως προς τις εισροές

ως εξής:

Οριακό Προϊόν της Εργασίας (ΟΠ L) = Υ/L = α Υ/L

Οριακό Προϊόν του Κεφαλαίου (OΠ Κ) = Υ/Κ = β Υ/Κ

Η συνθήκη ισορροπίας, που αποτελεί τον μυθικό άξονα γύρω από τον οποίο κινείται η

νεοκλασική οικονομική θεωρία, ευρίσκεται αν πάρουμε υπ' όψιν μας τις τιμές στην

ανταγωνιστική αγορά. Αν συμβολίσουμε με Ρ την τιμή του προϊόντος, με W την τιμή της

εργασίας και με R την τιμή του κεφαλαίου, τότε ο επιχειρηματίας θα μεγιστοποιήσει τα κέρδη

του που ορίζονται ως Π=ΡΥ-WL-RK, με τον περιορισμό της συνάρτησης παραγωγής. Έτσι

παίρνουμε τις παρακάτω σχέσεις-συνθήκες:

Page 8: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 8 από 36

Οι συνθήκες αυτές λένε ότι η οριακή παραγωγικότητα της εργασίας ισούται με τον

πραγματικό μισθό, και η οριακή παραγωγικότητα του κεφαλαίου ισούται με την τιμή της

μονάδας του κεφαλαίου διαιρημένη δια της τιμής του προϊόντος. Αυτές είναι οι γνωστές

συνθήκες οριακής παραγωγικότητας οι οποίες καθορίζουν τους λόγους κεφαλαίου-εργασίας

και κεφαλαίου-προϊόντος:

Βλέπουμε δηλαδή ότι ο λόγος κεφαλαίου-εργασίας εξαρτάται από τον λόγο των τιμών των

συντελεστών παραγωγής εργασίας και κεφαλαίου. Παρομοίως, ο λόγος κεφαλαίου-προϊόντος

εξαρτάται από τον λόγο της τιμής του προϊόντος προς την τιμή του κεφαλαίου. Μπορούμε να

ξαναγράψουμε τις συνθήκες οριακής παραγωγικότητας ως εξής:

Με άλλα λόγια, σε συνθήκες νεοκλασικής ισορροπίας, το α είναι το μερίδιο των μισθών και

το β είναι το μερίδιο του κεφαλαίου στην συνολική αξία παραγωγής, οπότε η νεοκλασική

θεωρία της παραγωγής «λύνει» και το πρόβλημα της κατανομής του εισοδήματος μεταξύ

των συντελεστών παραγωγής, είναι δηλαδή και θεωρία της κατανομής του εισοδήματος. Οι

συνθήκες αυτές χρησιμοποιούνται στην κατασκευή και των αριθμοδεικτών ΣΠΑΣ (TFP) και

αριθμοδεικτών μερικής παραγωγικότητας (δηλαδή παραγωγικότητα όσον αφορά τον έναν

μόνον συντελεστή παραγωγής) που χρησιμοποιούνται κατά τον υπολογισμό της ΣΠΑΣ με την

μέθοδο της λογιστικής αύξησης.

Μια απλή ερμηνεία για τις εξισώσεις (2.3.3) και (2.3.4) διευκολύνεται αν θεωρήσουμε την

διαγραμματική παρουσίαση της συνάρτησης παραγωγής. Στην περίπτωση δύο εισροών, όπως

είναι η συνάρτηση (2.3.3), η συνάρτηση παραγωγής μπορεί να αναπαρασταθεί διαγραμματικά

από το παρακάτω Σχήμα 1. Η καμπύλη Ι εκφράζει την μέγιστη ποσότητα του προϊόντος Υ που

μπορεί να παραχθεί αν χρησιμοποιηθούν L1 μονάδες της εισροής L και Κ1 μονάδες της

εισροής Κ. Η καμπύλη Ι λέγεται καμπύλη ισοπαραγωγής (isoquant) και αποτελεί τον

γεωμετρικό τόπο όλων των δυνατών συνδυασμών των δύο εισροών, Κ και L, στην ποσότητα

που ακριβώς απαιτείται προκειμένου να παραχθεί μια δεδομένη ποσότητα προϊόντος Υ. Για

διάφορα επίπεδα του προϊόντος η συνάρτηση παραγωγής (2.3.3), που προκύπτει από το σχήμα

Y Y WP W 0

L L L P

Y Y RP R 0

K K K P

W K P= και =β

L R Y R

WL RK

PY PY

Page 9: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 9 από 36

των διαδοχικών καμπυλών ισοπαραγωγής που εκφράζουν τα διαφορετικά επίπεδα προϊόντος,

μπορεί να εκφραστεί με μία από τις καμπύλες του Σχήματος 2.

K I

α

γ β

L

Σχήμα 1

Υ σταθερές αποδόσεις κλίμακας

αύξουσες αποδόσεις κλίμακα

Φθίνουσες αποδόσεις κλίμακας

Εισροές L, K

Σχήμα 2

Έτσι, από τις εξισώσεις (2.3.3) ή (2.3.4) προκύπτει ότι αν το α είναι μεγαλύτερο της μονάδας,

τότε το προϊόν θα αυξάνεται περισσότερο από την αύξηση της εργασίας, υποθέτοντας ότι

διατηρούμε το κεφάλαιο σταθερό. Αυτό όμως σημαίνει ότι η καμπύλη της συνάρτησης

παραγωγής είναι κυρτή (Σχήμα 2) και μέχρι ενός σημείου δεν έχουμε φθίνουσες, αλλά

αύξουσες αποδόσεις της εργασίας, υποθέτοντας πάντα ότι ο παραγωγός-επιχειρηματίας

μπορεί να παραγάγει περισσότερο προϊόν μισθώνοντας περισσότερη εργασία και

πραγματοποιώντας έτσι μεγαλύτερα κέρδη μέχρι ενός σημείου μετά από το οποίο οι

αποδόσεις της εργασίας είναι φθίνουσες. Παρομοίως και με το β. Όμως η υπόθεση των

ανταγωνιστικών αγορών προϊόντος, εργασίας και κεφαλαίου απαιτεί σταθερές αποδόσεις

κλίμακας, οπότε εισάγοντας διάφορα στατιστικά τεχνάσματα, τα λεγόμενα από τους

συγγραφείς «απλοποιήσεις», τα ΜΕΜ απαλλάσσονται από τις σταθερές αποδόσεις ή από τον

τέλειο ανταγωνισμό. Σημειώνεται ότι στα ΜΕΜ υιοθετείται ο μονοπωλιακός ανταγωνισμός

μετά από μία σειρά «απλοποιητικών» υποθέσεων (βασικά στατιστικών δυσνόητων

εξισώσεων). Για να διατηρηθεί ο πλήρης ανταγωνισμός, τα α και β πρέπει το κάθε ένα

χωριστά να είναι μικρώτερο της μονάδας και το άθροισμά τους πρέπει να ισούται με την

μονάδα. Το άθροισμα των δύο συντελεστών, α+β, δείχνει την ύπαρξη ή όχι αποδόσεων

κλίμακας αλλά και οικονομιών κλίμακας ή μεγέθους. Έτσι, αν (α+β)>1, τότε η αύξηση και

των δύο εισροών, έστω κατά 1%, θα οδηγήσει σε αύξηση του προϊόντος μεγαλύτερη από 1%.

Παρομοίως στην περίπτωση που (α+β)<1, η αύξηση των δύο εισροών κατά 1% οδηγεί σε

μείωση του προϊόντος μεγαλύτερη του 1%. Η περίπτωση κατά την οποία έχουμε σταθερές

Page 10: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 10 από 36

αποδόσεις κλίμακας είναι εκείνη που το (α+β)=1, (Σχήμα 2 ευθεία γραμμή). Υποτίθεται ότι οι

ίδιες αποδόσεις κλίμακας πρέπει να παρατηρούνται για όλα τα επίπεδα του προϊόντος.

Δύο πολύ σημαντικά χαρακτηριστικά της συνάρτησης παραγωγής που σχετίζονται με την

καμπύλη ισοπαραγωγής Ι, αλλά και τις υιοθετούμενες πολιτικές απασχόλησης των εισροών

παραγωγής είναι τα εξής:

(α) Ο Οριακός Βαθμός Τεχνικής Υποκατάστασης (ΟΒTΥ) της εργασίας από το κεφάλαιο που

ορίζεται ως ο αριθμός των μονάδων του κεφαλαίου που μπορεί να υποκατασταθεί από μία

πρόσθετη μονάδα της εργασίας διατηρώντας το παραγόμενο προϊόν αμετάβλητο. Με άλλα

λόγια ο ΟΒΤΥ μετράει κατά πόσες μονάδες μειώνεται το κεφάλαιο για να επιτευχθεί μία

πρόσθετη μονάδα εργασίας προκειμένου το προϊόν να παραμείνει αμετάβλητο, δηλαδή με την

μετακίνηση κατά μήκος της καμπύλης Ι στο Σχήμα 1. Για παράδειγμα, αν από ένα δεδομένο

σημείο της καμπύλης Ι, έστω το α, η επιχείρηση μετακινηθεί στο σημείο β όπου χρησιμοποιεί

μία πρόσθετη μονάδα εργασίας (γβ=1), θα πρέπει να μειώσει το κεφάλαιο κατά (αγ) μονάδες

για την παραγωγή της ίδιας ποσότητας προϊόντος. Συνεπώς, ο ΟΒΤΥ της εργασίας από το

κεφάλαιο είναι (αγ)/γβ=1)=αγ, δηλαδή η κλίση της γραμμής που συνδέει τα σημεία α και β.

Αν η εργασία τείνει στο μηδέν, τότε ο ΟΒΤΥ είναι ίσος με την κλίση της εφαπτομένης της

καμπύλης Ι καθώς κινούμαστε κατά μήκος της καμπύλης Ι. Ο τύπος για τον ΟΒΤΥ είναι ο

εξής: ΟΒΤΥ = ΔΚ/ΔL = ΟΠ L/ΟΠ Κ (λόγος οριακών προϊόντων εργασίας και κεφαλαίου

αντίστοιχα).

(β) Η ελαστικότητα υποκατάστασης στην παραγωγή, σ, είναι ένα μέτρο του βαθμού ευκολίας

με τον οποίο πραγματοποιείται υποκατάσταση του ενός συντελεστή από τον άλλον, τυπικά

υποκατάσταση μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Το μέτρο αυτό ορίζεται ως η ποσοστιαία

μεταβολή της αναλογίας των συντελεστών (του λόγου Κ/L) που προκύπτει από την μεταβολή

κατά μία ποσοστιαία μονάδα του λόγου των οριακών προϊόντων των εισροών (ΟΠ L/ΟΠ Κ),

δηλαδή του ΟΒΤΥ, κατά μήκος της καμπύλης ισοπαραγωγής Ι. Ο σχετικός τύπος είναι ο εξής:

L

d(K / L) OB Y ln(K / L)

dOB Y (K / L) OB Y

, όπου το σ μπορεί να θεωρηθεί ως δείκτης που μετράει τον

βαθμό στον οποίο οι φθίνουσες οριακές αποδόσεις εγκαθίστανται στην παραγωγή καθώς ο

ένας συντελεστής αυξάνεται σε σχέση με τον άλλο συντελεστή. Το σ κινείται μεταξύ του

μηδενός και του απείρου. Αν σ=0 τότε οι μεταβολές στον ΟΒΤΥ δεν προκαλούν μεταβολές

στις αναλογίες των συντελεστών Κ και L και η παραγωγή μεγιστοποιείται με σταθερό λόγο

Κ/L (τεχνολογία Leontief). Αν το σ = ∞, τότε το Κ και L είναι πλήρη υποκατάστατοι

συντελεστές παραγωγής. Αν σ=1, τότε έχουμε την συνάρτηση Cobb-Douglas.

Οι βασικοί νεοκλασικοί (ορθόδοξοι) περιορισμοί της συνάρτησης (2.3.3) είναι:

(α) Η παραγωγή αυξάνεται μονοτόνως σε σχέση και με τους δύο συντελεστές, Κ, L. Δηλαδή,

/ L 0, Y / K 0 . Η δεύτερη παράγωγος είναι αρνητική που σημαίνει φθίνουσες

οριακές παραγωγικότητες των εισροών Κ και L.

Page 11: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 11 από 36

(β) Η συνάρτηση f(L,K) ορίζεται μόνο σε περιοχές που ισχύουν φθίνουσες οριακές

αποδόσεις5. Οι υποθέσεις (α) και (β) υπαγορεύουν ότι τα οριακά προϊόντα είναι θετικά και

φθίνοντα ως προς τις εισροές.

(γ) Η συνάρτηση (2.3.3) είναι ψευδο-κοίλη σε όλες τις μη-αρνητικές τιμές των παραμέτρων

Α, α και β, και είναι κοίλη αν όλες οι παράμετροι είναι μη-αρνητικές και α+β≤1. Με άλλα

λόγια, για να είναι κοίλη η καμπύλη ισοπαραγωγής, θα πρέπει να ισχύει η εξής έκφραση:

f[ L (1 )K] f (L) (1 )f (K) ά , 0 1 . Ο περιορισμός αυτός είναι η

μαθηματική έκφραση του «νόμου» της φθίνουσας οριακής παραγωγικότητας που λέει ότι

καθώς η χρησιμοποίηση μιας εισροής αυξάνεται, κρατώντας σταθερές τις υπόλοιπες εισροές,

η αντίστοιχη οριακή προσθήκη στο προϊόν δεν αυξάνεται.

(δ) Η συνάρτηση (2.3.3) είναι ομογενής βαθμού (α+β) και ομοθετική6.

(ε) Η ελαστικότητα υποκατάστασης μεταξύ Κ και L είναι σταθερή και ισούται με την μονάδα

(τεχνολογία ουδέτερη κατά Hicks).

(στ) Τέλειος ανταγωνισμός και κατά συνέπεια σταθερές αποδόσεις κλίμακας: α+β=1.

(ζ) Αποκλεισμός λάθους εξειδίκευσης, δηλαδή δεν υπάρχουν μη-παρατηρούμενες εισροές

εκτός από αυτές που εξειδικεύονται στην εξίσωση.

Εκτός από τις βασικές εισροές, εργασία και κεφάλαιο, έχουν κατά καιρούς συμπεριληφθεί και

άλλες εισροές όπως είναι οι πρώτες ύλες και τα ενδιάμεσα προϊόντα7. Επίσης, επειδή οι

βασικές εισροές μπορούν να διακριθούν σε πολλές υποκατηγορίες, πχ ειδικευμένοι

εργαζόμενοι στην παραγωγή (ή σε διάφορες γραμμές παραγωγής), ανειδίκευτοι, διοικητικό

προσωπικό (με πτυχία ή χωρίς πτυχία), όπως και οι διάφορες υποκατηγορίες της εισροής Κ,

κοκ, η συνάρτηση παραγωγής έχει υποστεί δριμεία κριτική για το αθροιστικό ζήτημα των

εισροών ακόμα και από τους νεοκλασικούς οικονομολόγους, όπως θα περιγράψω εν συντομία

στην ενότητα 2.3.3.

2.3.2. Γενικεύσεις της συνάρτησης Cobb-Douglas

Μία γενίκευση της συνάρτησης παραγωγής Cobb-Douglas που τελευταία χρησιμοποιείται

κατά κόρον είναι η συνάρτηση CES σταθερής ελαστικότητας υποκατάστασης των εισροών

που δίνεται από τον εξής γενικό τύπο:

5 Πρόκειται για τον «νόμο» των θετικών και φθινουσών οριακών αποδόσεων: η αυξημένη απασχόληση ενός

μεταβλητού συντελεστή παραγωγής (πχ της εργασίας) με σταθερούς τους λοιπούς συντελεστές οδηγεί στην μείωση του οριακού προϊόντος του μεταβλητού συντελεστή και αύξηση του οριακού κόστους παραγωγής. 6 Μία συνάρτηση f(L,K) είναι ομογενής βαθμού α+β αν ισχύει f ( L, K) f (L,K) , όπου . Επίσης

μία συνάρτηση f(x) είναι ομοθετική αν f(x)=f(y) συνεπάγεται και f(λx)=f(λy). Μία ομογενής συνάρτηση είναι και ομοθετική, αλλά το αντίθετο δεν συμβαίνει. 7 Βλ. και δική μου εκτίμηση για την Ελληνική μεταποίηση σε 3-ψήφιο κλάδο για την περίοδο 1980-1991,

Georganta, Z., M. Kounaris and K. Kotsis “Measurement of Total Factor Productivity in the Manufacturing Sector οf Greece.” Discussion Paper [No. 35.] Athens: KEPE, June 1994. http://repository-kepe.ekt.gr/kepe/handle/20.500.12036/1216 (Σημειώνω ότι έχουν παραληφθεί οι τελείες στο επάνω μέρος της

σχετικής μεταβλητής που συμβολίζει τον ρυθμό μεταβολής της, πχ η μεταβλητή P/P έπρεπε να γραφτεί P/ P

, η

μεταβλητή Υ/Υ έπρεπε να γραφτεί ως /

, κοκ.)

Page 12: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 12 από 36

1 1

/( 1)[ (1 )L ]

(2.3.6)

Το Α μετράει την τεχνολογία, 0<α<1, σ ∈ [0, ∞] και είναι η ελαστικότητα υποκατάστασης η

οποία είναι σταθερή κατά μήκος και κατά εύρος των καμπυλών ισοπαραγωγής της

συνάρτησης (2.3.6), η οποία είναι ομογενής, ομοθετική και έχει σταθερές αποδόσεις

κλίμακας..

Η συνάρτηση CES έχει εκφραστεί σε διάφορες εκδοχές και πρόσφατα χρησιμοποιείται

εντατικά για να αποφύγουν οι ερευνητές την ελαστικότητα υποκατάστασης της συνάρτησης

Cobb-Douglas που είναι ίση με την μονάδα και έχει διαπιστωθεί ότι αντιβαίνει στην

πραγματικότητα. Όμως, όπως αναφέρω στην υποενότητα 2.3.3., η συνάρτηση CES

εκτοξεύεται στα ουράνια (λόγω της υψηλής τιμής του σ) κατά τις εμπειρικές εφαρμογές. Το

φαινόμενο αυτό αντιμετωπίζεται με το στατιστικό τέχνασμα της μετατροπής των μεταβλητών

σε αριθμοδείκτες (τεχνική normalization).

Μια άλλη δημοφιλής γενίκευση της συνάρτησης παραγωγής Cobb-Douglas είναι η

γενικευμένη εκθετική συνάρτηση παραγωγής (generalized power production function) που

έχει την εξής μορφή:

i

nf (X)

i

i=1

f(X)=A X exp g(X)

Αν κάνουμε την αντικατάσταση fi(X)=αi και g(X)=0, προκύπτει η Cobb-Douglas. Επιπλέον,

αν fi=αi και g(Χ)=ΣiγiXi, η συνάρτηση αυτή γίνεται η λεγόμενη μεταβατική συνάρτηση

(transcendental function). Η μεταβατική συνάρτηση είναι ο πρόδρομος της λογαριθμικής

μεταβατικής συνάρτησης παραγωγής (translog ή transcendental logarithmic production

function), η οποία έχει γίνει πολύ δημοφιλής λόγω της ευκαμψίας της κατά την εκτίμηση των

παραμέτρων της, και η οποία προκύπτει ως εξής: στην γενική μορφή (2.3.1) της συνάρτησης

Cobb-Douglas προσθέτουμε τις εξής συνθήκες:

i i0 ij jj

1ln X , i 1,2,...,n

2 (2.3.7)

Aν αντικαταστήσουμε την εξίσωση (2.3.7) στην λογαριθμική μορφή της εξίσωσης (2.3.1),

παίρνουμε την συνάρτηση translog ή transcendental logarithmic production function:

iji0 i i jj i j

1ln Y ln A ln X (ln X )(ln X )

2

2.3.3. Κριτικός σχολιασμός της συνάρτησης παραγωγής

Η συνάρτηση παραγωγής, όπως καταλαβαίνετε από την παραπάνω, έστω απλοϊκή και

συντομευμένη παρουσίαση, έχει υποστεί σφοδρή κριτική από οικονομική, αλλά και από

οικονομετρική άποψη. Συνοπτικά, η κριτική επικεντρώνεται στο ότι η συνάρτηση παραγωγής

απέχει παρασάγγας από την παρατηρούμενη πραγματικότητα: ανάγοντας την μακροοικονομία

σε μια μαθηματική συνάρτηση, οδηγείσαι με μαθηματική ακρίβεια στην κάλυψη με μάσκα

των πολύπλοκων διαδράσεων που χαρακτηρίζουν μια πραγματική οικονομία, όταν μάλιστα

επιδιώκεις την συναγωγή συμπερασμάτων από τις εκτιμημένες παραμέτρους για την

διαμόρφωση οικονομικών πολιτικών. (Eric Miller: «An Assessment of CES and Cobb-

Page 13: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 13 από 36

Douglas Production Functions», Working Paper of the Congressional Budget Office, June

2008, pp. 10-24) Εξάλλου, ποιός επιχειρηματίας πρόκειται να χρησιμοποιήσει την συνάρτηση

παραγωγής για να αντιμετωπίσει τους ανταγωνιστές του!

Η υποενότητα αυτή είναι συμπληρωματική της υποενότητας 2.5.3. που σχολιάζει κριτικά τα

ΜΕΜ «καινοτομικής βάσης» του Ρόμερ καθώς και των Αγκιόν-Χάουϊττ, και επικεντρώνεται

αφενός στο ότι τα μοντέλα των συγγραφέων αυτών είναι μακροοικονομικά, και αφετέρου στο

ότι διαπνέονται από τον πυρήνα της νεοκλασικής οικονομικής θεωρίας που είναι ο homo

economicus, δηλαδή ο άνθρωπος-άτομο που λειτουργεί με βάση μόνο το οικονομικό του

συμφέρον με απόλυτη ορθολογικότητα των επιλογών του. Στην παρούσα υποενότητα

επικεντρώνομαι στο ότι οι συναρτήσεις παραγωγής είναι ένα κομψό και εντυπωσιακό

εργαλείο στο οποίο μεγάλη ποσότητα φαιάς ουσίας δαπανήθηκε (και δαπανάται) από τους

οικονομολόγους, αλλά είναι ένα λανθασμένο εξωπραγματικό ψευτο-εργαλείο που δυστυχώς

χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα για την διαμόρφωση κοινωνικοοικονομικών πολιτικών σε

μακρο- και μικρο- επίπεδο, αλλά και προβλέψεων – σημειώνεται όμως ότι οι αξιόπιστες

προβλέψεις προέρχονται από αξιόπιστα και ρεαλιστικά υποδείγματα, μπορεί δε να είναι

αξιόπιστες μόνον για ένα πολύ βραχυχρόνιο διάστημα, αντίθετα με ό,τι γίνεται στα πλαίσια

των νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων και διεθνών Οργανισμών που βασίζονται στα ΜΕΜ γιατί

(ίσως) επιδιώκουν την επιβολή των συνταγών του νεοφιλελευθερισμού διαμέσου της

«επιστήμης».

Παρακάτω αναφέρω κατ’ αρχήν το μέγιστης σημασίας πρόβλημα της αθροιστικότητας της

συνάρτησης παραγωγής, δηλαδή του μεθοδολογικού πρακτικισμού (methodological

instrumentalism) που έχει υιοθετηθεί από τους νεοκλασικούς συγγραφείς, καθώς και μερικά

οικονομετρικά προβλήματα της συνάρτησης παραγωγής:

(1) Η άθροιση των επιμέρους πολύπλοκων και ετερογενών στοιχείων της κάθε μιας εισροής

(κεφάλαιο, εργασία, πρώτες ύλες και ενδιάμεσα προϊόντα) για την πληθώρα των

επιχειρήσεων που υπάρχουν σε μια οικονομία (περίπτωση συνάρτησης παραγωγής σε

επίπεδο επιχείρησης, κλάδου, τομέα) αποτελεί στατιστικό τέχνασμα. Το ίδιο ισχύει και για

την περίπτωση της μακροοικονομικής συνάρτησης παραγωγής στην οποία αθροίζονται σε

δεύτερο επίπεδο τα ήδη αθροισμένα διατομεακά και διακλαδικά στοιχεία των

επιχειρήσεων. Η κατάσταση αυτή γίνεται σχεδόν ανόητη αν πάρουμε υπ’ όψιν ότι οι

εισροές, αλλά και το προϊόν, εκφράζονται σε νομισματικές, μάλιστα αποπληθωρισμένες,

μονάδες (δηλαδή σε πραγματικές τιμές ή φυσικές ποσότητες) που υποτίθεται ότι

εκφράζουν τις υπηρεσίες που προσφέρουν στην παραγωγή του προϊόντος οι διάφορες

εισροές. Το πρόβλημα αυτό είναι τεράστιο ιδιαίτερα στην περίπτωση του στοκ παγίου

κεφαλαίου, όπως έχουν αναφέρει πάμπολλοι συγγραφείς. Αρκεί να σκεφτείτε πόσο

διαφορετικά στοιχεία απαρτίζουν το στοκ παγίου κεφαλαίου, από κατσαρόλες, σωλήνες

αλουμινίου μέχρι ηλεκτρονικές ταμπλέτες και τσιπς. Την ίδια σχεδόν πολυπλοκότητα και

ετερογένεια εμφανίζουν και οι άλλες εισροές όχι μόνο μέσα στα πλαίσια μιας ατομικής

επιχείρησης, αλλά σε μεγαλύτερο βαθμό μεταξύ των διαφορετικών επιχειρήσεων που

λειτουργούν σε μια οικονομία. Μερικοί οικονομολόγοι έχουν μάλιστα χρησιμοποιήσει

τρέχουσες τιμές αντί για φυσικές ποσότητες του κεφαλαίου, γεγονός που αντιφάσκει

ακόμα και στα πλαίσια της ίδιας της νεοκλασικής οικονομικής θεωρίας.

Page 14: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 14 από 36

Το ζήτημα αυτό της αθροιστικότητας έχει εκλαϊκευτεί εδώ και πολλά χρόνια από την Joan

Robinson στα πλαίσια της αντιπαράθεσης Cambridge (UK) εναντίον Cambridge

(Massachusetts). Το Cambridge (UK) κέρδισε την μάχη, αλλά έχασε τον πόλεμο διότι η

νεοκλασική συνάρτηση παραγωγής εξακολουθεί να χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα παρά

την έντονη κριτική που έχει υποστεί από πάμπολλους πρόσφατους ερευνητές, ιδιαίτερα

για την αθροιστικότητα των στοιχείων του κεφαλαίου. Αλλά ακόμα και αν θεωρήσουμε

μία ατομική επιχείρηση, ποιός επιχειρηματίας θα είναι τόσο ανόητος να βασίσει την

επιχειρηματική και τεχνολογική πολιτική του στην μίξη των εισροών που χρησιμοποιεί, πχ

εργασίας και κεφαλαίου, η οποία μίξη προτείνεται σ’ αυτόν από την συνάρτηση

παραγωγής των οικονομολόγων, ακόμα και αν πρόκειται για νομπελίστες

οικονομολόγους!! (Βλ. Πώλ Ρόμερ παρακάτω.)

Βέβαια το πρόβλημα της αθροιστικότητας (aggregation problem) ποτέ ούτε καν

μνημονεύεται από όσους χρησιμοποιούν τις συναρτήσεις παραγωγής για να

διαμορφώσουν οικονομικές πολιτικές για ολόκληρες χώρες και για να κάνουν οικονομικές

προβλέψεις (βλ. και τα άρθρα των Αγκιόν και Χάουϊττ, και του Ρόμερ που περιγράφονται

παρακάτω).

(2) Η δικαιολογία των νεοκλασικών ότι η εφαρμογή της συνάρτησης παραγωγής καταλήγει

σε άριστες εκτιμήσεις (άριστες με την έννοια της ικανοποίησης κριτηρίων της στατιστικής

και οικονομετρικής επιστήμης) και για τον λόγο αυτό χρησιμοποιούν το εργαλείο αυτό

στην οικονομική τους έρευνα, είναι απόλυτα σαθρή καθόσον η συνάρτηση παραγωγής

είναι απλώς μια μαθηματική ταυτότητα από τους Εθνικούς Λογαριασμούς που δείχνει την

πραγματική προστιθέμενη αξία ως άθροισμα των πραγματικών μισθών και της συνολικής

πραγματικής αποζημίωσης του κεφαλαίου. Και αυτή η εθνικολογιστική ταυτότητα ισχύει

και χωρίς τις υποθέσεις της οριακής παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής.

Συνεπώς, ο μεθοδολογικός ινστρουμενταλισμός (methodological instrumentalism) βρίσκει

τις δόξες του στους νεοκλασικούς, όπως εκτίθεται και στην αναφορά της υποσημείωσης

31 αυτού του Σημειώματος. Δείτε επίσης, μεταξύ άλλων, τους J. Felipe and J.S.L.

McCombie, The Aggregate Production Function: ‘Not Even Wrong’, Review of Political

Economy, Vol. 26, 2014, Issue 1, pp.60-84)

(3) Η υπόθεση ότι η τεχνολογική πρόοδος είναι ουδέτερη κατά Hicks (δεν μεταβάλλει τα

οριακά προϊόντα κεφαλαίου και εργασίας) παρουσιάζει το οικονομετρικό πρόβλημα της

μεροληψίας (λανθασμένης ψευδο-προσέγγισης) της τεχνολογικής προόδου που οδηγεί σε

αδυναμία εκτίμησης των παραμέτρων της συνάρτησης. Το πρόβλημα αυτό είναι ένα από

τα οικονομετρικά προβλήματα της συνάρτησης παραγωγής, μεταξύ των οποίων είναι

ακόμα η γραμμική αλληλεξάρτηση των εισροών – πολυσυγγραμμικότητα στην γλώσσα

της οικονομετρίας – , η αδυναμία λύσης των σχετικών εξισώσεων – ταυτοποίηση στην

γλώσσα της οικονομετρίας (για παράδειγμα, βλ. Gandhi, A.; Navarro, S. and Rivers. D.,

2013, ‘On the Identification of Production Functions: How Heterogeneous is

Productivity?’ mimeo (Department of Economics, University of Wisconsin at Madison,

Wisconsin, U.S.A.). Google Scholar). Επίσης, οι συναρτήσεις παραγωγής δεν εξετάζουν

την κατεύθυνση αιτιότητας μεταξύ των ανεξάρτητων και εξαρτημένων ή ενδογενών

μεταβλητών (για παράδειγμα, βλ. Enrico Bellino and Sebastiano Nerozzi, Causality and

Page 15: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 15 από 36

interdependence in Pasinetti’s works and in modern classical approach, MPRA, Munich

University Library, paper 52179, 2013).

(4) Ένα άλλο ζήτημα είναι η απουσία από τις συναρτήσεις παραγωγής των διατομεακών και

διακλαδικών διαρθρωτικών αλλαγών, στοιχείο των οποίων είναι ο βαθμός αξιοποίησης

(capacity utilization) του παραγωγικού δυναμικού, οικονομικά φαινόμενα που έχουν

μεγάλη σημασία στην οικονομική μεγέθυνση και ανάπτυξη. Για παράδειγμα, μπορείτε να

δείτε: (α) Luigi Pasinetti, «The economics of structural change, Theory, Institutions and

Policy». A conference in honour of Luigi L. Pasinetti, Cambridge Political Economy

Society, Cambridge UK, 12-13 September 2012. (β) Francisco Gabardo, Joao Basilio

Pereima and Pedro Einloft, «The incorporation of structural change into growth theory: A

historical appraisal», EconomiA, Vol. 18, issue 3, 2017, pp. 392-410.

(5) Οι εμπειρικές εφαρμογές των συναρτήσεων παραγωγής έχουν μέχρι σήμερα δώσει μία

μεγάλη γκάμα διαφορετικών μέχρι και αντιφατικών εκτιμήσεων. Μία πολύ σημαντική

μεταβλητή της οποίας η εκτίμηση χρησιμοποιείται για την διαμόρφωση πολιτικών και

προβλέψεων είναι η ελαστικότητα υποκατάστασης μεταξύ των εισροών. Η εφαρμογή της

τεχνολογίας Cobb-Douglas υποθέτει ότι η ελαστικότητα υποκατάστασης, σ, είναι ίση με

την μονάδα, μέγεθος που έχει απορριφθεί από την εμπειρική διερεύνηση. Η δε εφαρμογή

της συνάρτησης παραγωγής CES καταλήγει σε εκρηκτική εκτίναξη της συνάρτησης με

συνέπεια να έχουν αρχίσει οι νεοκλασικοί οικονομολόγοι να υιοθετούν διάφορα

στατιστικά τεχνάσματα (normalization) για να αποφύγουν τέτοιες καταστάσεις. Το ζήτημα

είναι ότι η ελαστικότητα υποκατάστασης των εισροών χρησιμοποιείται ως εξωγενής

μεταβλητή στις συναρτήσεις παραγωγής, ενώ στην πραγματικότητα είναι ενδογενώς

προσδιοριζόμενη από τεχνολογικές και μη-τεχνολογικές εξελίξεις, καθώς και θεσμικούς

παράγοντες. Για παράδειγμα, δείτε το άρθρο των Michael Knoblach and Fabian Stockl,

«What determines thw elasticity of substitution between capital and labor? A literature

review», German Institute for Economic Research, Berlin, 2019.

2.4. Τo Mοντέλο Eνδογενούς Mεγέθυνσης ΑΚ ή Σωρρευτικής-Βάσης (accumulation-

based) ή Πρώτης-Γενεάς

Το διεθνώς συζητούμενο πρώτης-γενεάς ΜΕΜ, το Υ=ΑΚ, βασίστηκε στην προηγουμένως

συζητηθείσα συνάρτηση παραγωγής8 με την διαφορά ότι οι εισροές εργασία και κεφάλαιο

θεωρούνται ενιαία ως κεφάλαιο και θεωρήθηκε ότι ο μακροχρόνιος ρυθμός αύξησης

(μεγέθυνσης) της οικονομίας καθορίζεται από τον ρυθμό αύξησης του κεφαλαίου ο οποίος με

την σειρά του προσδιορίζεται από τον ρυθμό αύξησης της αποταμίευσης. Συγκεκριμένα, αν

ένα τμήμα s του προϊόντος αποταμιεύεται σταθερά και υπάρχει παρομοίως ένας σταθερός

ρυθμός απόσβεσης, δ, του κεφαλαίου, τότε ο ρυθμός της συνολικής καθαρής επένδυσης θα

είναι ο εξής:

dKsY

dt

8 Αν υπάρξει ενδιαφέρον θα παρουσιάσω μια ιστορική αναδρομή της εξέλιξης της συνάρτησης παραγωγής και

του συνεπαγόμενου μοντέλου μεγέθυνσης, εξωγενούς και ενδογενούς.

Page 16: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 16 από 36

Σε συνδυασμό με την εξίσωση Υ=ΑΚ, ο μακροχρόνιος ρυθμός μεγέθυνσης της οικονομίας θα

είναι ο εξής:

1 dY 1 dKg sA

Y dt K dt

Συνεπώς, μια αύξηση στην αποταμίευση θα οδηγήσει σε όλο και υψηλότερο ρυθμό αύξησης

της οικονομίας. Η ανάλυση αυτή έχει αποτελέσει την βάση μιας ποικιλίας διαφοροποιήσεων

κατά την δεκαετία του 1980, όπως είναι τα μοντέλα «καινοτομικής βάσης».

2.5. Τα Mοντέλα «Kαινοτομικής ή R&D-Bάσης»

2.5.1. Το μοντέλο του Paul Romer

Το μοντέλο καινοτομικής βάσης (innovation-based) του Ρόμερ διαδέχτηκε το μοντέλο ΑΚ και

δίνει έμφαση στο διανοητικό κεφάλαιο το οποίο θεωρεί ως την πηγή της τεχνολογικής

προόδου και το οποίο ο Ρόμερ διακρίνει από το ανθρώπινο κεφάλαιο και το πάγιο κεφάλαιο.

Σύμφωνα με τον Ρόμερ, το πάγιο και ανθρώπινο κεφάλαιο συσσωρεύεται με την αποταμίευση

και την εκπαίδευση, ενώ το διανοητικό κεφάλαιο αυξάνεται μέσω της καινοτομίας.

Ο Romer το 19909 εισήγαγε την επιδιωκόμενη καινοτομία ως προσδιοριστικό παράγοντα της

αύξησης της παραγωγικότητας και της μακροχρόνιας ενδογενούς οικονομικής μεγέθυνσης. Η

επιδιωκόμενη καινοτομία σημαίνει ότι η καινοτομία αποτελεί σκοπό δημόσιων πολιτικών

καθώς και πολιτικών των ιδιωτικών επιχειρήσεων. Σύμφωνα με τον Ρόμερ, η επιδιωκόμενη

καινοτομία διαφέρει από την έννοια της δημιουργίας της γνώσης δια μέσου της πρακτικής, ή

του μαθαίνω-διά-της-πράξης, που καθιστά μεν την καινοτομία ενδογενή παράγοντα της

οικονομικής μεγέθυνσης, αλλά κατά τον Ρόμερ η δημιουργία τεχνογνωσίας δια της πράξης

υποθέτει ότι η καινοτομία προκύπτει ως υποπροϊόν, δεν υπάρχει δηλαδή πρόθεση δημιουργίας

της. Όμως, η εκ προθέσεως ή επιδιωκόμενη καινοτομία σημαίνει ότι η τοπική κουλτούρα και

ιστορική διαδρομή των κοινωνιών αποκλείεται από το μοντέλο του Ρόμερ. Τα βασικά σημεία

του μοντέλου του Ρόμερ είναι τα εξής:

Πρώτον, η τεχνολογική πρόοδος – βελτίωση στην μίξη πρώτων υλών – βρίσκεται στην καρδιά

της οικονομικής μεγέθυνσης. Η βασική επιστημονική έρευνα από την οποία προκύπτει

τεχνολογία είναι δημόσιο αγαθό και χρηματοδοτείται κατά μεγάλο μέρος από τους φόρους

που επιβάλει η κυβέρνηση. Ο σχεδιασμός ή το «σχέδιο» (design), όπως το αποκαλεί ο Ρόμερ,

ενός νέου προϊόντος προκύπτει από τις R&D δραστηριότητες των ιδιωτικών επιχειρήσεων

που επιδιώκουν την μεγιστοποίηση του κέρδους τους. Από την στιγμή που αυτό το «σχέδιο»

εμφανίζεται, μπορεί να χρησιμοποιηθεί όσο συχνά και σε όσες παραγωγικές δραστηριότητες

επιθυμεί η επιχείρηση. Με την έννοια αυτή, το σχέδιο νέων προϊόντων δεν είναι μέρος του

ανθρώπινου κεφαλαίου που χαρακτηριστικό του είναι η προσθήκη αξίας. Ο Ρόμερ εξηγεί την

έννοια αυτή αρκετά εκτεταμένα και με μαθηματική κομψότητα. Επιλέγω μία από τις

εξηγήσεις του που θεωρώ πιο κατανοητή: Το χαρακτηριστικό του ανθρώπινου κεφαλαίου να

προσθέτει αξία σημαίνει ότι ένας εργαζόμενος δεν μπορεί να βρίσκεται σε περισσότερες από

μία τοποθεσίες κατά την ίδια χρονική στιγμή, ενώ το σχέδιο μπορεί. Η ιδιότητα αυτή της

9 Paul M. Romer, «Endogenous Technological Change», The Journal of Political Economy, Vol. 98, No. 5, Part 2,

1990, pp. S71-S102.

Page 17: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 17 από 36

τεχνολογικής γνώσης, δηλαδή η διάχυση (spillover) σημαίνει κατά τον Ρόμερ ότι η

τεχνολογία δεν έχει όρια.

Δεύτερον, η τεχνολογική πρόοδος προκύπτει σε μεγάλο βαθμό από εκ προθέσεως δράσεις των

ανθρώπων οι οποίοι ανταποκρίνονται στα κίνητρα που τους προσφέρει η αγορά. Αυτό, εξηγεί

ο Ρόμερ, δεν σημαίνει ότι ο καθένας που συμβάλει στην τεχνολογική πρόοδο κινείται από τα

κίνητρα της αγοράς. Για παράδειγμα, ένας ακαδημαϊκός ερευνητής που επιδοτείται από

κυβερνητικά κονδύλια ουδόλως ενδιαφέρεται για τα κίνητρα της αγοράς.

Τρίτον, η μέθοδος επεξεργασίας των πρώτων υλών είναι αφ’ εαυτής διαφορετική από την

μέθοδο επεξεργασίας άλλων οικονομικών προϊόντων. Από την στιγμή που επινοήθηκε μια νέα

μέθοδος, μπορεί να εφαρμοστεί πολλές φορές χωρίς πρόσθετο κόστος.

Τέταρτον, μετά από σειρά απλοποιητικών υποθέσεων, το μοντέλο του Ρόμερ απορρίπτει τον

τέλειο ανταγωνισμό όπως άλλωστε υπονοείται από τα τρία παραπάνω χαρακτηριστικά σημεία

του μοντέλου του.

Πέμπτον, αυξήσεις του μεγέθους της αγοράς επηρεάζουν το επίπεδο του συνολικού

εισοδήματος, την ευημερία και τον ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης. Όμως, το μέγεθος της

εσωτερικής αγοράς δεν είναι το κατάλληλο μέτρο του μεγέθους της αγοράς. Με άλλα λόγια,

το μέγεθος της εσωτερικής αγοράς δεν είναι υποκατάστατο του εμπορίου με τον υπόλοιπο

κόσμο.

Έκτον, μετά από μία σειρά απλοποιητικών μαθηματικών υποθέσεων του οικονομικού τομέα,

το γενικό οικονομικό μοντέλο του Ρόμερ κατέληξε να έχει τρεις τομείς: (α) Τον τομέα της

έρευνας που χρησιμοποιεί ανθρώπινο κεφάλαιο και το υπάρχον στοκ της γνώσης για να

παραγάγει νέα γνώση. Συγκεκριμένα, ο τομέας αυτός παράγει σχέδια για νέα διαρκή αγαθά

παραγωγού. (β) Τον τομέα των ενδιάμεσων αγαθών που χρησιμοποιεί τα σχέδια από τον

τομέα της έρευνας μαζί με διαφυγόν προϊόν για να παραγάγει τον μεγάλο αριθμό των διαρκών

αγαθών παραγωγού που είναι διαθέσιμα για να χρησιμοποιηθούν στην παραγωγή των τελικών

αγαθών σε οιονδήποτε χρόνο. Το διαφυγόν προϊόν ορίζεται ως μια εθνικολογιστική εξίσωση:

(t)

= Y(t)-C(t) όπου Κ είναι το συνολικό πάγιο κεφάλαιο, Υ είναι το τελικό προϊόν και C

είναι η κατανάλωση. Η εργασία παραγωγής των σχεδίων λαμβάνει χώρα είτε μέσα στα

πλαίσια της επιχείρησης, είτε σε ξεχωριστή επιχείρηση που πουλάει τις πατέντες της στην

πρώτη επιχείρηση που θα παραγάγει το αγαθό στην πράξη. (γ) Τον τομέα των τελικών

αγαθών που χρησιμοποιεί εργασία, ανθρώπινο κεφάλαιο, και το σύνολο των διαρκών αγαθών

παραγωγού που είναι διαθέσιμα για την παραγωγή του τελικού προϊόντος.

Τα παραπάνω χαρακτηριστικά αποκλείουν τις σταθερές αποδόσεις κλίμακας, καθώς και άλλες

ιδιότητες (πχ ομογένεια πρώτου βαθμού) της συνάρτησης παραγωγής, αλλά τα

χαρακτηριστικά αυτά υιοθετούνται στο μοντέλο του Ρόμερ μέσω «απλοποιητικών

υποθέσεων». Παρακάτω παρουσιάζω την μαθηματική συναρτησιακή μορφή του μοντέλου του

Ρόμερ, όπως την έχω κατανοήσει από το βασικό άρθρο του (βλ. υποσημείωση 10 αυτού του

Σημειώματος), το οποίο θεμελίωσε την δουλειά του για την ενδογενή μεγέθυνση. Σημειώνω

ότι αυτό το άρθρο έχει μέχρι τώρα 40.000 αναφορές και θεωρείται ως η μητέρα της

ενδογενούς μεγέθυνσης με την μεγαλύτερη επιρροή στην παραδοσιακή ορθόδοξη ή, αν

θέλετε, ορθόδοξου τύπου οικονομική σκέψη.

Page 18: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 18 από 36

Το ΜΕΜ του Ρόμερ, όπως γίνεται φανερό παρακάτω από την μαθηματική περιγραφή του,

βρίσκεται μέσα στα πλαίσια των νεοκλασικών Μακροοικονομικών με κύρια βασικά

χαρακτηριστικά την θεωρία της οριακής παραγωγικότητας, της γενικής ισορροπίας, της

μεγιστοποίησης του ιδιωτικού κέρδους και της μεγιστοποίησης της ατομικής χρησιμότητας

(utility maximization), καθώς και της μαθηματικοποίησης των Οικονομικών. Η συμβολή του,

κατά την γνώμη μου, απλώς διαιωνίζει την νεοκλασική αντίληψη δια της ωραιοποίησής της

με την συχνή επιλογή γλώσσας και όρων που δεν έχουν όμως αντίκρυσμα στο μοντέλο του.

Η μαθηματική συναρτησιακή μορφή του μοντέλου του Ρόμερ είναι η εξίσωση (2.5.1) που

αποτελεί εκδοχή της συνάρτησης παραγωγής Cobb Douglas. Ο Ρόμερ καταλήγει στην

εξίσωση (2.5.1) διαμέσου ενός αριθμού «βολικών» απλοποιητικών υποθέσεων.

1

Y i

i 1

( ,L,x) H L x (2.5.1)

Συμβολισμοί των μεταβλητών: ΗΥ συμβολίζει το ανθρώπινο κεφάλαιο για την αποκλειστική

παραγωγή του τελικού προϊόντος. Το L συμβολίζει τις υπηρεσίες που προσφέρει ο

παραδοσιακός συντελεστής παραγωγής εργασία, δηλαδή είναι οι «δεξιότητες όπως ο

συντονισμός οφθαλμού-χειρός που προσφέρεται από ένα υγιές φυσικό σώμα», Ρόμερ (1990,

σελίδα S79). Τον συντελεστή αυτόν ο Ρόμερ τον μετράει με τον αριθμό των εργαζόμενων που

κατά πάγια οικονομική αντίληψη είναι λάθος. Το x συμβολίζει το κεφάλαιο στην μορφή ενός

άπειρου αριθμού, i=∞, διακεκριμένων τύπων διαρκών αγαθών παραγωγού που υποτίθεται ότι

είναι τέλεια υποκατάστατα αναμεταξύ τους. Η συμπληρωματικότητα, γράφει ο Ρόμερ,

αφήνεται να εξεταστεί στο μέλλον(sic). Από αυτά τα άπειρα είδη κεφαλαίου, μόνον ένας

πεπερασμένος αριθμός, δηλαδή αυτά που έχουν ήδη εφευρεθεί και σχεδιαστεί, είναι

διαθέσιμα για χρήση σε έναν οιονδήποτε χρόνο. Έτσι, αν i i 1x x

συμβολίζει την λίστα με

τις εισροές κεφαλαίου (διαρκών αγαθών παραγωγού κατά τον Ρόμερ) που χρησιμοποιούνται

από μία επιχείρηση που παράγει τελικό προϊόν, τότε υπάρχει κάποια τιμή Α (της τεχνολογίας)

έτσι ώστε xi=0 για όλα τα i ≥A. Τα α και β συμβολίζουν τις γνωστές ελαστικότητες της

εξίσωσης παραγωγής (2.3.2). Το συνολικό πάγιο κεφάλαιο ορίζεται από τον Ρόμερ ως εξής:

A

i ii 1 i 1x x

όπου η είναι το πλήθος των μονάδων της διαφυγούσας κατανάλωσης

για την δημιουργία μιας μονάδας ενός οιουδήποτε τύπου διαρκούς αγαθού παραγωγού.

Η εξίσωση (2.5.1) είναι ομογενής βαθμού ίσου με την μονάδα και εκφράζει το προϊόν ως

προσθετικά διαχωρίσιμη συνάρτηση όλων των διαφορετικών τύπων του κεφαλαίου με τέτοιο

τρόπο ώστε η δαπάνη ενός πρόσθετου δολαρίου φορτηγών αυτοκινήτων δεν επηρεάζει την

οριακή παραγωγικότητα των ηλεκτρονικών υπολογιστών, σε αντίθεση με την παραδοσιακή

συνάρτηση παραγωγής που υποθέτει υποκατάσταση μεταξύ ζευγών των διαφόρων τύπων

κεφαλαίου, συμπληρωματικότητα, ή ακόμα μια ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ υποκατάστασης

και συμπληρωματικότητας. Στην εξίσωση (2.5.1) προστίθενται και οι εξής εξισώσεις:

K(t) Y(t) C(t) (2.5.2)

AA H A (2.5.3)

Page 19: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 19 από 36

Υπενθυμίζω ότι η τελεία στο επάνω μέρος του συμβόλου σημαίνει ρυθμό μεταβολής. Το Κ

συμβολίζει το συνολικό κεφάλαιο ως αθροιστικό ήδη παραχθέν προϊόν, και το C(t)

συμβολίζει την συνολική κατανάλωση στον χρόνο t. Η εξίσωση (2.5.2) αποτελεί λογιστικό

μέτρο του Κ σχετιζόμενο με τα διαρκή αγαθά παραγωγού που χρησιμοποιήθηκαν στην

παραγωγή.

Η εξίσωση (2.5.3) εκφράζει τον ρυθμό μεταβολής της τεχνολογίας (γνώσης) ή

παραγωγικότητας ως συνάρτηση του συνολικού ανθρώπινου κεφαλαίου που απασχολείται

στην έρευνα. Το δ συμβολίζει την παράμετρο της παραγωγικότητας. Η εξίσωση (2.5.3)

υποθέτει ότι όσο υψηλότερο είναι το ανθρώπινο κεφάλαιο που ασχολείται με την έρευνα,

τόσο υψηλότερος είναι ο ρυθμός αύξησης των νέων σχεδίων. Επίσης, όσο μεγαλύτερο

συνολικό στοκ σχεδίων και γνώσης έχουμε, τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η παραγωγικότητα

ενός μηχανικού που εργάζεται στον τομέα της έρευνας. Τέλος, το i για τους διάφορους τύπους

κεφαλαίου θεωρείται ως συνεχής μεταβλητή και η εξίσωση (2.5.1) αντικαθίσταται από την

εξίσωση (2.5.1)΄ ως εξής:

1

Y0

( ,L,x) H L x(i) di (2.5.1)

Σύμφωνα με την εξίσωση (2.5.1)΄, το προϊόν νέων σχεδίων εξειδικεύεται ως μια συνεχής

ντιτερμινιστική συνάρτηση των εισροών χωρίς στοχαστική εξειδίκευση για την εκτίμηση

πιθανότητας διάπραξης σφάλματος.

Μερικά σχόλια του ίδιου του Ρόμερ ερμηνευτικά του μοντέλου του:

(α) Αν οι ευκαιρίες για έρευνα στην πραγματικότητα μειώνονται ή δεν μειώνονται, είναι

ζήτημα εμπειρικής έρευνας που η παρούσα θεωρία δεν μπορεί να επιλύσει. Πάντως, αναφέρει

ο Ρόμερ, από την πρόσφατη ιστορία δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία που να στηρίζουν την

διαμόρφωση πίστης ότι οι ευκαιρίες για έρευνα βαίνουν μειούμενες.

(β) Η γνώση, κατά τον Ρόμερ, εισέρχεται στην παραγωγή με δύο διακεκριμένους τρόπους:

Πρώτον, ένα νέο σχέδιο καθιστά δυνατή την παραγωγή ενός νέου προϊόντος που μπορεί να

χρησιμοποιηθεί για να παραγάγει προϊόν.

Δεύτερον, ένα νέο σχέδιο αυξάνει το συνολικό στοκ της γνώσης και στην συνέχεια αυξάνει

την παραγωγικότητα του ανθρώπινου κεφαλαίου στον τομέα της έρευνας. Ο ιδιοκτήτης του

σχεδίου έχει δικαίωμα ιδιοκτησίας επί της χρήσης του για την παραγωγή ενός νέου διαρκούς

αγαθού παραγωγού, αλλά όχι επί της χρήσης του με σκοπό την έρευνα. Αυτό σημαίνει ότι τα

οφέλη από τον πρώτο παραγωγικό ρόλο του σχεδίου είναι πλήρως εξαιρετέα από την χρήση

τρίτου, ενώ τα οφέλη από τον δεύτερο παραγωγικό ρόλο του σχεδίου είναι πλήρως μη-

εξαιρετέα. Γενικά αυτό σημαίνει ότι οι σχεδιαστικές εισροές ως μη ανταγωνιστικές (με την

έννοια του δημόσιου αγαθού), είναι μερικώς εξαιρετέες.

Τρίτον, στην θεωρία και στην πρακτική υπάρχει πάντα αβεβαιότητα για το πώς ορίζεται ένα

σχέδιο ενός νέου και διαφορετικού προϊόντος και πώς ορίζεται το αντίγραφο ενός ήδη

υπάρχοντος σχεδίου. Στο μοντέλο (2.5.1)΄, η αβεβαιότητα αυτή λύνεται, σύμφωνα με τον

Ρόμερ, τεχνηέντως από την μορφή της συνάρτησης παραγωγής Υ. Αυτό, αναφέρει ο Ρόμερ,

δεν είναι ρεαλιστικό καθόσον αποκλείει την πιθανότητα της οικονομικής απαξίωσης λόγω

παλαιότητας.

Page 20: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 20 από 36

Το μοντέλο του Ρόμερ ολοκληρώνεται με τρεις ακόμα συναρτήσεις:

(α) Την συνάρτηση συνολικής ζήτησης για τα διαρκή αγαθά παραγωγού που προκύπτει από

την μεγιστοποίηση του κέρδους που καθορίζει αφενός την ποσότητα x(i) και αφετέρου την

μονοπωλιακή τιμή του κάθε εξειδικευμένου διαρκούς αγαθού που παράγεται από μια

επιχείρηση που λειτουργεί με σταθερές αποδόσεις κλίμακας.

(β) Την συνάρτηση προτιμήσεων των καταναλωτών που προκύπτει από την μεγιστοποίηση

της χρησιμότητάς τους.

(γ) Την συνάρτηση προσδιορισμού του υποθετικού κοινού ρυθμού αύξησης, g, των

μεταβλητών C, Υ, K και A, δηλαδή η εν λόγω υπόθεση για το g είναι:• • • •

A Y A

C Y K Ag H H H H

C Y K A (2.5.4)

οπότε η συνάρτηση για το g δίνεται από την εξίσωση:

Ag H H r / (1 )( ) (2.5.5)

Σημειώνεται ότι το r συμβολίζει το επιτόκιο δανεισμού για την παραγωγή αγαθών. Η εξίσωση

(2.5.5) συνοψίζει τις επιδράσεις της τεχνολογικής πλευράς του μοντέλου του Ρόμερ,

συμπεριλαμβάνοντας τις επιδράσεις του ατελούς ανταγωνισμού, στην αγορά των διαρκών

αγαθών παραγωγού. Ο Ρόμερ παραδέχεται ότι το μοντέλο του δεν είναι εύρωστο (robust)

δηλαδή απέχει από το να λάβει υπ’ όψιν διαφορετικές πραγματικές καταστάσεις.

Συγκεκριμένα λέει ότι η επίδραση μιας αύξησης στην μεταβλητή L επί του ρυθμού

μεγέθυνσης είναι ένα αμφίβολο αποτέλεσμα καθόσον τέτοια ζητήματα δεν λύνονται

θεωρητικά (σελίδες S93-S94 στο άρθρο Ρόμερ 1990, στην υποσημείωση 10 αυτού του

Σημειώματος).

Σχόλιό μου: πόσο αξιόπιστες μπορεί να είναι όλες αυτές οι εξισώσεις όταν γίνεται η υπόθεση

ότι ο ρυθμός μεγέθυνσης της οικονομίας ισούται με τον ρυθμό μεγέθυνσης του συνολικού

παγίου κεφαλαίου, της συνολικής κατανάλωσης και της τεχνολογίας (εξίσωση 2.5.4).

2.5.2. Το Σουμπετεριανό ΜΕΜ των Αγκιόν και Χάουϊττ

Το Σουμπετεριανό μοντέλο των Αγκιόν και Χάουϊττ (ΑΧ)10

είναι σε μεγάλο βαθμό

επηρεασμένο από το άρθρο του Ρόμερ (1990) και σούπερ-μαθηματικοποιημένο.

Παρουσιάζεται επίσης στο κεφάλαιο 4 του βιβλίου τους11

, το οποίο περιλαμβάνει 18

κεφάλαια και 528 σελίδες στις οποίες οι συγγραφείς παρουσιάζουν την γνώμη τους για το

μοντέλο του Ρόμερ καθώς και για τα μοντέλα ενδογενούς μεγέθυνσης της δεκαετίας 1990

μέχρι την συγγραφή του βιβλίου τους. Το βασικό χαρακτηριστικό του μοντέλου είναι η

Σουμπετεριανή θεωρία της δημιουργικής καταστροφής που επικεντρώνεται στις καινοτομίες

που δημιουργούν ποιοτικά βελτιωμένα προϊόντα διαμέσου της διαδικασίας απαξίωσης των

παλαιών προϊόντων (κάθετη καινοτομία).

10

Philippe Aghion and Peter Howitt, «A Model of Growth through Creative Destruction», Econometrica, Vol. 60, No.2 1992, 323-351. 11

Philippe Aghion and Peter Howitt, The Economics of Growth, The MIT Press, Cambridge Massachusetts 2009.

Page 21: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 21 από 36

Υποθέτοντας ότι υπάρχουν πολλοί καινοτομικοί τομείς στην οικονομία και ένας συνεχής

χώρος ενδιάμεσων προϊόντων στο διάστημα [0, 1], η συνάρτηση παραγωγής Cobb-Douglas

του τελικού προϊόντος που υιοθετεί το μοντέλο των ΑΧ (4.10 σελ. 93 στο βιβλίο τους) είναι η

εξής:

1

1 1

t it it0

Y L A x di 2.5.5

Το Υt συμβολίζει το τελικό προϊόν στον χρόνο t, το L συμβολίζει την συνολική προσφορά

εργασίας που χρησιμοποιείται στην παραγωγή του τελικού προϊόντος. Το At συμβολίζει την

παράμετρο της παραγωγικότητας των ενδιάμεσων εισροών i, και το xi είναι τα ενδιάμεσα

προϊόντα που χρησιμοποιήθηκαν. Ο συντελεστής α παίρνει τιμές από 0 μέχρι 1.

Σύμφωνα με την εξίσωση (2.5.5) το τελικό προϊόν κάθε ενδιάμεσου προϊόντος προσδιορίζεται

από την συνάρτηση παραγωγής του:

1

it it itY (A L) x (2.5.6)

Κάθε ενδιάμεσο προϊόν έχει το δικό του μονοπώλιο και η τιμή του ισούται με το οριακό του

προϊόν στον τομέα του τελικού προϊόντος. Συνεπώς, ο μονοπωλητής στον τομέα i επιλέγει την

ποσότητα xit που μεγιστοποιεί το κέρδος του. Η συνολική συμπεριφορά της οικονομίας

εξαρτάται από την παράμετρο της συνολικής παραγωγικότητας 1

t it0A di

Ο ρυθμός μεγέθυνσης της οικονομίας δίνεται από t t 1t

t 1

A Ag

A

Όλα τα μοντέλα καινοτομικής ή R&D (ΕΤΕ) βάσης, των δύο μοντέλων – του Ρόμερ και των

ΑΧ συμπεριλαμβανομένων – προβλέπουν επιδράσεις κλίμακας, προβλέπουν δηλαδή ότι αν

το επίπεδο των πόρων που αφιερώνεται στην έρευνα, για παράδειγμα ο αριθμός των

επιστημόνων που ασχολούνται με την Επιστημονική και Τεχνολογική Έρευνα (ΕΤΕ),

διπλασιαστεί, τότε ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ κατά κεφαλή θα διπλασιαστεί. Αυτή όμως η

πρόβλεψη έχει πανηγυρικά απορριφθεί από την εμπειρική έρευνα του Jones στις

αναπτυγμένες βιομηχανικές χώρες12

. Στο ίδιο άρθρο του, ο C.I.Jones αποδεικνύει ότι η

απομάκρυνση από αυτήν την πρόβλεψη και η ταυτόχρονη διατήρηση των λοιπών

χαρακτηριστικών των καινοτομικής-βάσης μοντέλων οδηγεί σε μοντέλα μερικώς-ενδογενούς

μεγέθυνσης (semi-endogenous).

Μετά την κριτική αυτή του C. I. Jones, αναπτύχθηκαν διάφορες εκδοχές των μοντέλων

μερικώς-ενδογενούς μεγέθυνσης. Μεταξύ αυτών των εκδοχών είναι και η άποψη των ΑΧ, οι

οποίοι προτείνουν στο βιβλίο τους (βλ. υποσημείωση 11 αυτού του άρθρου) τροποποίηση του

βασικού μοντέλου τους έτσι ώστε να συμπεριλάβουν παράλληλα με την ποιοτική βελτίωση

των νέων προϊόντων (κάθετη καινοτομία) και την διαχρονική αύξηση της ποικιλίας των νέων

προϊόντων (οριζόντια καινοτομία) που είχε προτείνει ο Ρόμερ το 1990. Έτσι καταλήγουν σε

μια συνάρτηση παραγωγής στην οποία η συχνότητα της καινοτομίας και ο ρυθμός αύξησης

του ΑΕΠ δεν εξαρτώνται από το επίπεδο του πληθυσμού και της προσφοράς εργασίας. Δεν

αναφέρω την μαθηματική μορφή της τροποποιημένης συνάρτησης παραγωγής, αλλά αν

12

Βλ. άρθρο του Charles I. Jones «R&D-Based Models of Economic Growth», Journal of Political Economy, 1995, Vol. 103, No. 4, pp. 759-784.

Page 22: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 22 από 36

υπάρχει ενδιαφέρον μπορώ να σας στείλω σε ηλεκτρονική μορφή το βιβλίο της

υποσημείωσης 12 αυτού του Σημειώματος για ενημέρωσή σας. Βέβαια το τελευταίο αυτό

μοντέλο των ΑΧ δεν έχει, όσο γνωρίζω, δοκιμαστεί εμπειρικά. Επιπλέον, πώς μπορείς να

έχεις μια συνάρτηση παραγωγής χωρίς την εισροή της εργασίας; Αυτό μόνο στα μαγικά

μαθηματικά εργαλεία των νεοκλασικών μπορεί να ισχύει.

2.5.3. Σχολιασμός των ΜΕΜ

Όπως γίνεται φανερό από την μελέτη των μέχρι σήμερα ΜΕΜ, η θεωρητική τους προσέγγιση,

εκτός του ότι είναι σε ύψιστο βαθμό συχνά ακατανόητα μαθηματική (οι έννοιες δεν

αντιστοιχούν στην μαθηματική εξειδίκευσή τους) 13

, έχει και χαρακτηριστικά κανίβαλου14

(κατασπαράζει κοινωνικές έννοιες ως λέξεις μόνον)15

. Κατ’ αρχήν, δεν εννοώ ότι τα

μαθηματικά είναι άχρηστα στην μελέτη των οικονομικών φαινομένων, αλλά η χρησιμοποίηση

της ποσοτικής (μαθηματικής-στατιστικής-οικονομετρικής) μεθοδολογικής προσέγγισης

πρέπει να γίνεται με προσοχή στις κοινωνικές επιστήμες γενικά, όπου ο «συντελεστής»

άνθρωπος είναι η κύρια συνιστώσα. Για τον λόγο δε ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά είναι σε

μεγάλο βαθμό απρόβλεπτη και ασταθής επηρεαζόμενη από μια τεράστια ποικιλία

παραγόντων, οι ποσοτικοί οικονομολόγοι βασίζουν την εμπειρική τους έρευνα σε μεγάλα

δείγματα παρατηρήσεων προκειμένου να καταλήξουν σε συμπεράσματα με μια αξιοπρεπή

πιθανότητα αντιπροσώπευσης της πραγματικότητας των διαφόρων θεωριών τις οποίες

υποτίθεται ότι ελέγχουν.

Επιπλέον, η καθαρή μαθηματική-στατιστική-οικονομετρική μεθοδολογική προσέγγιση

διαχωρίζεται από την πολιτικο-κοινωνικο-οικονομική θεωρία καθόσον αποτελεί εργαλείο που

μπορεί, κάτω από τις υιοθετούμενες ιδιαίτερες κοινωνικοοικονομικές υποθέσεις, να

χρησιμοποιηθεί στα πλαίσια οιασδήποτε πολιτικής ιδεολογίας, που ουσιαστικά πάντα υπάρχει

στις θεωρητικές αναζητήσεις των κοινωνικών επιστημών (υποκρυπτόμενη στις πολλές φορές

σιωπηρώς υιοθετούμενες υποθέσεις). Συνεπώς, ένα μαθηματικό τεχνικό εργαλείο

διαφοροποιείται ανάλογα με τις υιοθετούμενες υποθέσεις και μπορεί να καταλήξει σε

απλοϊκότητα ή ανοησία αν για παράδειγμα χρησιμοποιήσουμε το εργαλείο της πρόσθεσης της

γνώσης για τον άνθρακα στην χημεία με την γνώση στην παραγωγή ασφαλιστικών

υπηρεσιών, όπως πολύ χαρακτηριστικά σχολιάζει ο Ian Steedman (υποσημείωση 21 αυτού

του άρθρου). Το ίδιο ισχύει με τις μαθηματικές προσεγγίσεις της στατιστικής δειγματοληψίας.

Έχει παρατηρηθεί ότι η χρησιμοποίηση των ποσοτικών μεθόδων, για ευνόητους λόγους, είναι

πληθωρική στα ορθόδοξα νεοκλασικά μοντέλα και αν ιδωθεί με προσοχή, θα έλεγα ότι είναι

πληθωρικά ανόητη και αυτό έχει γίνει αποδεκτό και από τους ίδιους τους ορθόδοξους

οικονομολόγους. Για παράδειγμα, θα ήθελα να αναφέρω άρθρο16

του Πώλ Ρόμερ17

στο οποίο

13

Αν κοιτάξετε τα syllabus των Πανεπιστημίων διεθνώς, θα δείτε ότι περιγράφουν τα μοντέλα ΑΧ ως πολύπλοκα και πολύ δυσνόητα. 14

Βλ. Ben Fine, «Critical Survey – Endogenous growth theory: a critical assessment», Cambridge Journal of Economics, 2000, 24, 245-265, σελίδα 250 στο μέσον περίπου. 15

Βλ. στο βιβλίο των ΑΧ, που αναφέρεται στην υποσημείωση 11 αυτού του άρθρου, την λεκτική μόνον χρησιμοποίηση από τους συγγραφείς των εννοιών της δημοκρατίας, της προστασίας του περιβάλλοντος, και άλλων κοινωνικής ευαισθησίας εννοιών με τον ισχυρισμό ότι είναι ίσως δυνατόν να ενσωματωθούν (sic!) στα μοντέλα τους. 16

Paul M. Romer, «Mathiness in the Theory of Economic Growth», American Economic Review: Papers and Proceedings 2015, 105(5):89-93.

Page 23: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 23 από 36

κατηγορεί συναδέλφους του, εξίσου διάσημους ορθόδοξους οικονομολόγους, ότι

χρησιμοποιούν τα μαθηματικά για να μασκαρέψουν τα λεγόμενά τους ως επιστήμη.

Δηλώνει ότι η χρησιμοποίηση σε μεγάλο βαθμό των μαθηματικών στα οικονομικά

ενσωματώνει απερίσκεπτη έλλειψη διασύνδεσης μεταξύ των οικονομικών θεωριών, των

μαθηματικών εξισώσεων που χρησιμοποιούνται και της εμπειρικής πραγματικότητας.

Αποκαλεί αυτού του είδους την χρησιμοποίηση των μαθηματικών «ακαδημαϊκή πολιτική» με

κρυφή ατζέντα προσωπικής προβολής. Αναφέρει επίσης ότι πολλά τέτοια

μαθηματικοποιημένα άρθρα, που αποκαλεί «λεμόνια» (πολύ ξινά για να τα καταπιεί κανείς),

με άσχετες ή ακόμα και τελείως λάθος μαθηματικές εξισώσεις έχουν δημοσιευτεί σε πρώτης

κλάσης επιστημονικά οικονομικά περιοδικά γιατί οι συνάδελφοι-οικονομολόγοι (reviewers)

«πλήττουν» με τα χρησιμοποιούμενα μαθηματικά ή δεν μπορούν να τα ελέγξουν, ή οι

συγγραφείς, θα έλεγα, είναι «διάσημοι» νεοκλασικοί.

Όμως, οι κατηγορίες που αποδίδει ο Πωλ Ρόμερ στους άλλους ισχύουν και για τον ίδιο

καθόσον στα άρθρα του προβαίνει και αυτός σε αόριστους ορισμούς και σε συγχιστική

χρησιμοποίηση των μαθηματικών, ακόμα και στο πιο διάσημο από αυτά18

που τον

εγκαθίδρυσε ως τον ιδρυτή της θεωρίας της ενδογενούς μεγέθυνσης καινοτομικής-βάσης.

Επιπλέον, στο άρθρο του της υποσημείωσης 16, ο Ρόμερ προσπαθεί να στηρίξει την άποψη

ότι τα Οικονομικά γίνονται επιστήμη μόνο με την χρήση των μαθηματικών, που, όπως

διευκρινίζει, συνδέονται όμως με συνέπεια με τις χρησιμοποιούμενες οικονομικές έννοιες

(sic). Προτείνει δε την αποπομπή από το επάγγελμα όσων οικονομολόγων δεν χρησιμοποιούν

μαθηματικά σε έναν σεβαστό (sic!) βαθμό.

Επίσης, τα ΜΕΜ (Ρόμερ, Αγκιόν-Χάουϊττ, και διάφορες σύγχρονες εκδοχές τους)

προβλέπουν μια κατακόρυφη ανελικτική προς τα πάνω πρόοδο της τεχνολογίας της

πληροφορίας και της τεχνητής νοημοσύνης, μέχρι ακόμα του τύπου των απόψεων του

Kurzweil19

, αλλά ουδόλως ασχολούνται με τις επιδράσεις που θα έχει μια τέτοια εξέλιξη στις

καθημερινές δραστηριότητες των ανθρώπων που είναι η διατροφή, η στέγαση, η μεταφορά

τους, ούτε λαμβάνουν υπ’ όψιν τα πιθανά αποτελέσματα από την υπερεντατική χρήση των

υλικών και της ενέργειας που χρησιμοποιούνται από τους βιομηχανικούς κολοσσούς (βλ.

άρθρο του Ayres20

). Ούτε βέβαια ασχολούνται με τις συνέπειες της αυξανόμενης ανισότητας,

τις κοινωνικές διαμαρτυρίες, τις θρησκευτικές συγκρούσεις και διαμάχες για το ποιός θα

ελέγξει τους σπάνιους πλέον πόρους της Γής.

Όσον αφορά την μεθοδολογική προσέγγιση της, θα έλεγα, νέο-νεοκλασικής θεωρίας των

μοντέλων της ενδογενούς μεγέθυνσης, αυτή χαρακτηρίζεται από:

(α) τον μεθοδολογικό ατομικισμό, την ατομική ορθολογική επιλογή και την αναγωγή των

κοινωνικών φαινομένων στην ατομική προδιάθεση,

17

Ο Πωλ Ρόμερ, ένας διάσημος ορθόδοξος οικονομολόγος, πήρε το βραβείο Νόμπελ τον Δεκέμβριο 2018 για την δουλειά του: «Ενσωμάτωση της Τεχνολογικής Καινοτομίας στην Μακροχρόνια Μακροοικονομική Ανάλυση». 18

Paul M. Romer, «Endogenous Technological Change», The Journal of Political Economy, Vol. 98, No. 5, Part 2, 1990, pp. S71-S102. 19

R. Kurzweil: The singuliarity is near: when humans transcend biology, Viking, New York, 2005. 20

R. U. Ayres «From my perspective. Turning point: the end of exponential growth»? Technological Forecasting and Social Change, 73 (2006), 1188-1203.

Page 24: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 24 από 36

(β) την ψευδο-ενδογενοποίηση των προτιμήσεων, μεγιστοποίηση της ωφελιμότητας του

καταναλωτή (utility maximization), και

(γ) την ισορροπία των αγορών (γενική, μερική, ισορροπημένη, πολλαπλή και άλλες ανοησίες

περί ισορροπίας σε έναν κόσμο που επικρατεί η ανισορροπία (με την οικονομική έννοια, αλλά

γιατί όχι και με την ψυχολογική(??), βλ. μοντέλα ΕΜ). (Δείτε και τις υποσημειώσεις 30, 31,

32, 33, 34)

Οι υποθέσεις αυτές σημαίνουν απλοϊκά ότι το άτομο είναι ο πυρήνας διαμόρφωσης των

κοινωνικοοικονομικών πολιτικών, η δε κοινωνία αποτελεί το άθροισμα των ατομικών

επιλογών. Δεν είναι πράγματι ανοησία αυτό; Με άλλα λόγια, ο homo economicus στις δόξες

του, σε αντιδιαστολή με τον πραγματικό homo sociologicus που οι πράξεις του εξαρτώνται σε

μεγάλο βαθμό και από τις κοινωνικές σχέσεις, αισθήματα, ηθικές αξίες όπως αλληλεγγύη,

κοκ. Ο homo economicus, δηλαδή ο οικονομικός άνθρωπος (τελείως αποστασιοποιημένος

από την κοινωνία) κινείται αποκλειστικά και μόνο από το οικονομικό του συμφέρον και η

μόνη επιδίωξή του είναι η μεγιστοποίηση του ατομικού του οικονομικού συμφέροντος στο

οποίο οδηγείται με απόλυτη ορθολογικότητα επιλογών (rationality of individual choices),

μεγιστοποιώντας την οικονομική ωφέλειά του (στην οικονομική ορολογία χρησιμότητά του).

Οι συγγραφείς των ΜΕΜ ουδόλως αναφέρονται, ούτε καν σχολιάζουν ως έστω αδυναμίες,

στις κοσμοθεωρίες αυτές που κρύβονται στην συνάρτηση παραγωγής αφενός με το

χαρακτηριστικό της ως άθροισμα τελείως ετερογενών στοιχείων των μεταβλητών της, και

αφετέρου με τις υποθέσεις της περί οριακής παραγωγικότητας. Όσον αφορά την

αθροιστικότητα (aggregation) της συνάρτησης παραγωγής (βλ. και υποενότητα 2.3.3.) τονίζω

το σοβαρό ζήτημα της μέτρησης της γνώσης, ή ακριβέστερα του στοκ (αποθέματος) της

γνώσης που απαιτείται στις χρησιμοποιούμενες συναρτήσεις παραγωγής, αυτό το στοκ δεν

ορίζεται καν στα μοντέλα ΕΜ και συνεπώς δεν μετράται – χωρίς αυτό το μειονέκτημα να

αναφέρεται ρητώς, απλώς οι συγγραφείς και διαφημιστές των μοντέλων αυτών

«προσεγγίζουν» ποσοτικά το στοκ της γνώσης με κάτι άλλο, πχ πλήθος πατεντών. Είναι όμως

αστείο και στερείται σοβαρότητας το γεγονός ότι απλώς «προστίθεται η γνώση για τον

άνθρακα στην χημεία με την γνώση στην παραγωγή ασφαλιστικών υπηρεσιών», όπως

εξηγεί στο εξαίρετο άρθρο του ο Steedman21

, ο οποίος τελειώνει την ομιλία του

χαρακτηρίζοντας τα μοντέλα Ρόμερ και Αγκιόν, καθώς και την εν γένει φιλολογία για τα

μοντέλα ΕΜ, ως «καταθλιπτική» που «οργώνει μέσα σε μια ανάλυση απερίσκεπτων

υποθέσεων» με την τελευταία φράση του να είναι επιλέξει «Τέτοια του αέρα προσέγγιση

(cavalier approach) ουδόλως προσφέρει στο επάγγελμα του οικονομολόγου, καθόσον

εννοιολογικά κονφούζια δεν παράγουν πειστικά συμπεράσματα».

Είναι φανερό ότι οι θεωρίες των ΜΕΜ πάνε παρέα με τους πολιτικούς μηχανισμούς του

νεοφιλελευθερισμού. Τέτοιοι μηχανισμοί είναι: (α) Η παγκοσμιοποίηση – καλή για τις

πολυεθνικές και κακή για τις εγχώριες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, εκτός και αν υπάρξουν

αναπτυξιακά κριτήρια στην βάση κυρίως της απαίτησης πραγματοποίησης ενός ελάχιστου

ποσοστού εγχώριας προστιθέμενης αξίας. (β) Η απορρύθμιση – που οδηγεί στην ευκολία

μείωσης του κόστους παραγωγής και τελικά σε ανεργία, και (γ) η ιδιωτικοποίηση της

21

Ian Steedman «On measuring knowledge in New (Endogenous) Growth Theory» presented in the Growth Theory Conference, Pisa, Italy, October, 5-7, 2001.

Page 25: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 25 από 36

δημόσιας περιουσίας σε εξευτελιστικές μάλιστα τιμές για την οποία υπάρχει εμπειρική

διαπίστωση ότι δεν έχει ποτέ οδηγήσει είτε σε μεγέθυνση είτε σε ανάπτυξη. Άλλωστε οι

Έλληνες έχουμε ίδια εμπειρία από τις ιδιωτικοποιήσεις κατά την υλοποίηση των Μνημονίων

της λιτότητας που έχουν βασιστεί σε μοντέλα τύπου Ρόμερ και ΑΧ.

3. Ανάπτυξη (Development) έναντι Μεγέθυνσης (Growth)

Σύμφωνα με τον Pike κ. ά22

«Ένας από τους μεγαλύτερους μύθους είναι ότι για να αποκτήσει

οικονομική ανάπτυξη μια κοινωνία πρέπει να δεχτεί την μεγέθυνση. Η αλήθεια είναι ότι η

μεγέθυνση πρέπει να διαχωριστεί από την ανάπτυξη: μεγέθυνση σημαίνει να γίνεις

μεγαλόσωμος, ανάπτυξη σημαίνει να γίνεις καλλίτερος – αύξηση στην ποιότητα και στην

ποικιλία των ποιοτικών χαρακτηριστικών» (σελ. 1254).

Υπάρχει κοινή θεωρητική και εμπειρική αντίληψη για την διαφοροποίηση των δύο αυτών

εννοιών. Η μεγέθυνση αφορά μόνον την αύξηση στις φυσικές ποσότητες, αναφέρεται δηλαδή

σε ποσοτικά και μόνον χαρακτηριστικά, όπως είναι, μεταξύ άλλων, το ύψος του ΑΕΠ σε

ευρώ, ο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ, ο πληθωρισμός, κοκ., ενώ η ανάπτυξη είναι και η

πρόοδος στις δεξιότητες και άλλες κοινωνικές ποιότητες ή δυνατότητες μιας πληθυσμιακής

οντότητας. Η ανάπτυξη είναι μία πολυδιάστατη έννοια, ποσοτική και ταυτόχρονα

ποιοτική.

Με άλλα λόγια, η έννοια της ανάπτυξης ενσωματώνει χαρακτηριστικά όπως είναι η κατανομή

του εισοδήματος, το βιοτικό επίπεδο, η ποιότητα ζωής του πληθυσμού γενικά, αλλά και

βασικές κοινωνικές ηθικές αρχές, όπως είναι η δικαιοσύνη, η αυτονομία στην λήψη

αποφάσεων, η ποιότητα της ζωής των πολιτών, η δημιουργικότητα, το επίπεδο ικανοποίησης

και ευχαρίστησης, η ικανοποίηση των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων όπως το δικαίωμα

της πρόσβασης στην παιδεία και στην υγεία, το δικαίωμα στην εργασία και στον ελεύθερο

χρόνο, το δικαίωμα για ίσες ευκαιρίες με σκοπό την προσωπική και επαγγελματική βελτίωση,

το δικαίωμα στο καθαρό περιβάλλον, κοκ. Την ικανοποίηση των βασικών αυτών

δικαιωμάτων ο Amartya Sen θεωρεί κρίσιμο παράγοντα για την οικοδόμηση της ανάπτυξης

μιας χώρας και απεκάλεσε τα δικαιώματα αυτά ελευθερίες στο βιβλίο του Development as

Freedom (1999)23

.

Είναι κοινή εμπειρία ότι αν μια χωρική οντότητα, είτε είναι αυτή τοπική κοινωνία, είτε

γεωγραφική περιφέρεια ή χώρα, βιώσει οικονομική μεγέθυνση, αυτό δεν σημαίνει ότι

αυτομάτως αποκτάει και διεύρυνση των ποιοτικών χαρακτηριστικών κατά την διαδικασία της

μεγέθυνσής της. Στην πραγματικότητα, πολύ συχνά έχει διαπιστωθεί ότι η μεγέθυνση

καταστρέφει τον κοινωνικό ιστό και την κουλτούρα, και αν χρησιμοποιήσουμε τον όρο

ανάπτυξη στις περιπτώσεις αυτές, τότε θα μιλάμε τελείως απατηλά ή θα πρέπει να λέμε

ανάπτυξη σε ποσοτική διάσταση μόνον. Έχει ευρέως αναφερθεί στην βιβλιογραφία ότι οι

κοινωνίες που έχουν επικεντρωθεί στην «ανάπτυξη» με ποσοτικούς όρους, η ποιοτική

διάσταση ήταν πολύ προβληματική (βλ. σειρά άρθρων στο Journal of Urban and Regional

22

Andy Pike, Andres Rodriguez-Pose and John Tomaney «What kind of local and regional development and for whom»? Regional Studies, 2007, 41:9, 1253-1269. 23

Για την έννοια της ανάπτυξης, μεταξύ άλλων, βλ. και το άρθρο του Amartya Sen, «The Concept of Development» Handbook of Development Economics, Vol. I, edited by H. Chenery and T.N. Srinivasan, Elsevier Science Publishers B.V., 1988, καθώς και R. Brinkmam «Economic Growth versus Economic Development», Journal of Economic Issues, Vol. XXIX, No. 4, 1995, pp. 1171-81.

Page 26: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 26 από 36

Analysis). Παρομοίως, θα έλεγα ότι η ποιοτική διάσταση δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς ενός

βαθμού ποσοτική διάσταση.

Η διαφορά αυτή μεταξύ των εννοιών ανάπτυξη και μεγέθυνση έχει γίνει κατανοητή ακόμα και

σε επίπεδο διεθνών οργανισμών, όπως ο ΟΟΣΑ και η ΕΕ, που μιλούν για την λεγόμενη

κοινωνική συνοχή (cohesion) ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη, ανεξάρτητα από

το αν τα πρότζεκτς που στηρίζουν δεν είναι πολλές φορές συνεπή με τα γραπτά τους κείμενα.

Συγκεκριμένα, οι διεθνείς Οργανισμοί έχουν διαπιστώσει ότι η ανάπτυξη είναι αδύνατον να

πραγματοποιηθεί αν οι πληθυσμιακές οντότητες:

έχουν αντιληφθεί ότι ο πλούτος στην δημιουργία του οποίου έχουν συμβάλει κατανέμεται

άνισα εις βάρος τους,

δεν έχουν αυτό-εκτίμηση,

δεν συνδέονται με το τοπίο στο οποίο ζουν,

δεν υπάρχει συντήρηση της ταυτότητάς τους,

δεν έχουν την αίσθηση ότι είναι μέρος της κοινωνίας και της πολιτιστικής κληρονομιάς

τους, της ιστορικής διαδρομής τους και της ιδιαίτερης τεχνολογικής γνώσης και

ανθρώπινης δυναμικής του τόπου τους.

Η έννοια της κοινωνικής συνοχής έχει ολοφάνερη σχέση με την έννοια της ενδογενούς

ανάπτυξης και της βιωσιμότητας της αναπτυξιακής διαδικασίας. Σε αντίθεση με την

ενδογενή μεγέθυνση, η βιωσιμότητα (sustainability) ή «βιώσιμη ανάπτυξη» δεν έχει σχέση με

τα μαθηματικά μοντέλα που έχουν υποκαταστήσει την κοινωνικοοικονομική σκέψη και

κινούνται με άξονα την πάση θυσία μεγιστοποίηση του κέρδους, όπως είναι τα μοντέλα ΕΜ.

Στα πλαίσια των μοντέλων αυτών, που οι επινοητές τους δεν έχουν τολμήσει να τα

ονομάσουν μοντέλα ενδογενούς «ανάπτυξης», η βιώσιμη ανάπτυξη έχει κατέβη στο επίπεδο

των μαθηματικών τύπων, αμφιβόλου αξιοπιστίας ρυθμών αύξησης και αριθμητικών

αναλογιών όπως είναι ο αριθμός αυτοκινήτων ανά 1000 κατοίκους, ή η κατανάλωση

ενέργειας κατά κεφαλή, ή ακόμα το ΑΕΠ κατά κεφαλή.

Η έννοια και αντίληψη της θεωρίας της οικονομικής μεγέθυνσης έχει υποστεί αμείλικτη

κριτική ιδιαίτερα σήμερα με την παρατηρούμενη προϊούσα καταστροφή του περιβάλλοντος24

.

Μάλιστα έχει επιστημονικά διαπιστωθεί, και αναφέρεται σε μια απέραντη βιβλιογραφία, ότι η

οικονομική μεγέθυνση, ενδογενής ή εξωγενής, οδηγεί σε υψηλώτερα επίπεδα κατανάλωσης

των πόρων του πλανήτη και της παραγωγής αποβλήτων, και συνεπώς στην ανισότητα και την

μη-βιωσιμότητα. Για παράδειγμα βλ. την εργασία του Mikkelson25

.

4. Μία Προσπάθεια Ορισμού της Ενδογένειας στα Πλαίσια της

Παραγωγικής Ανασυγκρότησης της Χώρας μας

Στα πλαίσια μιας πραγματικής και βιώσιμης ανάπτυξης, που συνδυάζει την προσεκτική

ποσοτική αύξηση με την διαδικασία διεύρυνσης των ποιοτικών χαρακτηριστικών της ζωής

του πληθυσμού ενός γεωγραφικού χώρου, οι τοπικές δυνατότητες έχουν κεντρικό ρόλο. Η

24

Μεταξύ άλλων, βλ. T. Jackson Prosperity without growth: Economics for a finite planet, London/New York 2009, Earthscan. 25

G. M. Mikkelson «Growth is the problem; equality is the solution», Sustainability, 5, 2013, pp.432-439.

Page 27: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 27 από 36

εμπειρική έρευνα έχει καταδείξει ότι για να υπάρξει βιώσιμη ανάπτυξη, θα πρέπει η

παραγωγική διαδικασία να διασυνδεθεί με την τοπικότητα ως φορέα και ως πόρο, ως

κουλτούρα και ως ιστορική διαδρομή.

Έχει υποστηριχθεί (μεταξύ άλλων, βλ. υποσημείωση 23 αυτού του άρθρου, σελ. 1255 και

1258 της σχετικής αναφοράς) ότι ανεξάρτητα από τον ορισμό της, η ανάπτυξη είναι

γεωγραφικό φαινόμενο και δεν ξεδιπλώνεται σε ένα κενό άδειο από γεωγραφικούς

συνειρμούς. Μπορούμε να πούμε ότι η πραγματική ανάπτυξη είναι ενδογενής ανάπτυξη. Η

οικονομική ιστορία έχει δείξει ότι η ενδογενής ανάπτυξη δημιούργησε την βιομηχανική

επανάσταση και δημιουργεί σήμερα την 4η βιομηχανική επανάσταση. Η εξωγενής ανάπτυξη

που έχουν υιοθετήσει οι μέχρι σήμερα Ελληνικές κυβερνήσεις, με πολύ λίγες εξαιρέσεις,

είναι πάντα μεγέθυνση και οδηγεί σε καταστάσεις όπως της Αργεντινής και της πρόσφατης

οικονομικής καταστροφής της Βενεζουέλας. Παράλληλα, η ενδογενής ανάπτυξη δεν

σημαίνει οικονομική απομόνωση, δεν σημαίνει όχι στις ξένες επενδύσεις, σημαίνει ότι

όλες οι επενδύσεις περνούν το κριτήριο της παραγωγής συγκεκριμένου ελάχιστου

ποσοστού εγχώριας προστιθέμενης αξίας.

Για την Ελλάδα που παρουσιάζει μάλιστα μεγάλη γεωφυσική ποικιλία με διαφορετικές

παραγωγικές εμπειρίες και ιστορική διαδρομή, η ενδογενής ανάπτυξη απαιτείται να δώσει

έμφαση στον τοπικό/περιφερειακό παράγοντα, με την διαδικασία λήψης αποφάσεων να

ακολουθεί την προσέγγιση από-κάτω-προς-τα-πάνω, δηλαδή ο τοπικός παράγοντας να

είναι αυτός που θέτει τις προτεραιότητές της παραγωγικής διαδικασίας και διαμορφώνει

την αναπτυξιακή στρατηγική του για την γεωγραφική περιοχή του και σε δεύτερο πλάνο

διαδρά με τις άλλες τοπικότητες και περιφέρειες, ενώ η διάδραση με την εθνική/κρατική

ενδογενή αναπτυξιακή πολιτική λαμβάνει χώρα σε τρίτο πλάνο και κάτω από συγκεκριμένες

προϋποθέσεις με άξονα την τοπική πρωτοβουλία. Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να σας

μεταφράσω από το άρθρο των Malecki & Todtling26

τα εξής:

«Μια σημαντική απογοήτευση της εποχής των ρωμαλέων περιφερειακών πολιτικών των δεκαετιών

του 1960 και 1970 ήταν η αποτυχία τους να απομακρύνουν τις περιφερειακές ανισότητες, οικονομικές

και τεχνολογικές. Η αποτυχία είχε τουλάχιστον δύο αιτίες. Πρώτον, η τυπική περιφερειακή πολιτική

των εποχών εκείνων ήταν «ουσιαστικά του τύπου από πάνω-προς-τα-κάτω. Βασίστηκε σε μεγάλης

κλίμακας, χωρικά συγκεντροποιημένες επενδύσεις στην βιομηχανία και στις υποδομές, με την

διαδικασία λήψης αποφάσεων να βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό στα μεγάλα βιομηχανικά ολιγοπώλια και

τις τράπεζες…. Το ίδιο διαπιστώθηκε παγκοσμίως, όπου κλαδικά εργοστάσια παρείχαν κάποια

απασχόληση, αλλά μικρή μακροχρόνια ωφέλεια. … Μία δεύτερη αιτία ήταν η μεταβαλλόμενη σχέση

της τεχνολογικής καινοτομίας με την διαδικασία οικονομικής ανάπτυξης. Αυτή η πολύπλοκη σχέση,

ακόμα ατελώς κατανοητή, είναι δύσκολο να τοποθετηθεί στο πλαίσιο των περιφερειακών πολιτικών.

Η πιο κοινή, μηχανιστική άποψη της τεχνολογικής μεταβολής – ότι δηλαδή οι τεχνολογίες ξεκινούν

και υιοθετούνται πρώτον στις μεγάλες πόλεις, που στην συνέχεια ωφελούνται από την οικονομική

μεγέθυνση – αγνοεί την πιο πολύπλοκη πραγματικότητα που διαπιστώθηκε εμπειρικά. Οι προσπάθειες

για την επιστημονική και τεχνολογική έρευνα (ΕΤΕ ή R&D) και η δημιουργία νέων καινοτομιών

26

Δείτε αν θέλετε το παρακάτω άρθρο των Malecki, E. J. and F. Todtling, “The New Flexible Economy: Shaping Regional and Local Institutions for Global Competition” in C.S. Bertuglia et al. (eds.), Technological Change, Economic Development and Space, Springer-Verlag, 1995. https://link.springer.com/chapter/10.1007/978-3-642-79760-6_13 Το άρθρο αυτό είναι διαθέσιμο δωρεάν, χωρίς συνδρομή και χωρίς επίσκεψη σε ακαδημαϊκή βιβλιοθήκη στο σάϊτ: http://epub.wu.ac.at/6258/1/IIR_Disc_50.pdf

Page 28: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 28 από 36

μπορεί να προκαλεί ή να μην προκαλεί μεγέθυνση, εξαρτάται από την δομή των εταιρειών και από τις

διανεμητικές τους δραστηριότητες. …

Οι αναπτυξιακές πολιτικές ήταν αρχικά προσανατολισμένες προς την νεοκλασική οικονομική

θεώρηση, δηλαδή εξαγωγική κατεύθυνση, μεγάλης κλίμακας οργανισμούς και τυπικούς θεσμούς. …

Ανταποκρινόμενες στην αποτυχία της παραδοσιακής θεωρίας και πολιτικής για την δημιουργία

περιφερειακής μεγέθυνσης στις περιοχές της περιφέρειας, προτάθηκαν στρατηγικές ‘από τα κάτω-

προς-τα-πάνω’ με σκοπό να καταστήσουν την τοπική ανάπτυξη ανεξάρτητη από τις διαδικασίες

παγκοσμιοποίησης. … Η γηγενής, ενδοχώρια δυναμική (indigenous potential) μιας περιοχής και η

τεχνολογική της ικανότητα/δυνατότητα ξεπήδησαν ως σημαντικότατα στοιχεία της περιφερειακής

οικονομικής μεγέθυνσης. Αυτή η γηγενής δυναμική είναι σε μεγάλο βαθμό ενσωματωμένη στην

καινοτομική δυναμική, τοπικές δεξιότητες και επιχειρηματικότητα. … Οι πρωτοβουλίες όμως αυτές

της επικρατήσασας αποκέντρωσης προς το τοπικό στοιχείο, κατέστησαν αναγκαία μία μεγαλύτερη

κατανόηση των μηχανισμών του τοπικής οικονομικής ανάπτυξης σε αντίθεση με την εθνική.»

Μπορείτε να δείτε και τα άρθρα του παρακάτω ιστότοπου:

https://www.researchgate.net/publication/322337410_Entrepreneurship_and_entrepreneurial_

ecosystems_Geography_Compass_2018_DOI_101111gec312359_open_access/download

Βασικά, η ενδογενής ανάπτυξη σημαίνει ανάπτυξη από την τοπική κοινωνία, όχι ανάπτυξη

από παράγοντες εξωγενείς, έξω από την τοπική κοινωνία. Με άλλα λόγια, η ενδογένεια

στέκεται απέναντι στην υπερεξάρτηση και στο ευάλωτο που προέρχεται από μια ανάπτυξη

που σχεδιάζεται και ελέγχεται από εξω-τοπικούς παράγοντες (πχ. το κράτος). Η ενδογενής

ανάπτυξη δεν είναι ένα μαθηματικό μοντέλο όπως είναι τα μοντέλα ενδογενούς μεγέθυνσης,

αλλά αποτελεί έναν διαρκή διάλογο και πειραματισμό σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο

πρώτα και ύστερα σε εθνικό-κρατικό και διεθνές που όμως οι εθνικές και υπερεθνικές

διαστάσεις σέβονται την τοπικότητα.

Διάφορα πρότζεκτς της ΕΕ, όπως το LEADER, έχουν δώσει πρακτική έμφαση στο ότι οι

αγροτικές περιοχές πρέπει να στραφούν στην ανάπτυξη του τουρισμού. Όπως αναφέρει o

Valeria27

, παρά την δριμεία κριτική που έχει ασκηθεί, η Ευρωπαϊκή πολιτική για την αγροτική

ανάπτυξη (πχ το πρόγραμμα LEADER) έχει μετατρέψει την αγροτική παραγωγή σε αγροτική

κατανάλωση. Μερικοί συγγραφείς, προφανώς νέο-φιλελεύθεροι νεοκλασικοί, υποστηρίζουν

ότι οι αγροτικές περιοχές πρέπει να χρησιμοποιήσουν άλλες δυνατότητες διαφορετικές από

την αγροτική ανάπτυξη, όπως ψυχαγωγικές δραστηριότητες για τους κατοίκους των αστικών

κέντρων ή να ομορφύνουν το περιβάλλον για να έχουν τουρίστες. Από την άλλη μερηά,

σύμφωνα με τον Valeria, και την βιβλιογραφία που αυτός αναφέρει, ο αγροτικός τομέας

πρέπει να είναι ο πυρήνας της ενδογενούς ανάπτυξης και δραστηριότητες όπως ο τουρισμός

πρέπει να είναι συμπληρωματικές και όχι κυρίαρχες. Και ο Valeria συνεχίζει (σελ. 173) ότι η

ενδογενής αγροτική ανάπτυξη μπορεί να δομηθεί πολύ αποτελεσματικά με την στήριξη και

προώθηση της καινοτομικότητας και της επιχειρηματικότητας στα πλαίσια του ίδιου τοπικού

τομέα.

27

Paul Valeria «Hopes for the countryside’s future. An analysis of two endogenous development experiences in South-Eastern Galicia», Journal of Urban and Regional Analysis, Vol.V, 2, 2013, 169-192.

Page 29: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 29 από 36

5. Η Σημερινή Συγκυρία

Μερικά βασικά χαρακτηριστικά της σημερινής συγκυρίας που επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό

τις προσπάθειες για την ενδογενή (με την έννοια που αναπτύχθηκε παραπάνω) παραγωγική

ανασυγκρότηση της χώρας μας είναι τα παρακάτω:

(1) Η διαδικασία παγκοσμιοποίησης. Μια ανεμπόδιστη διαδικασία παγκοσμιοποίησης για

την Ελλάδα σημαίνει την μετατροπή της σε σιωπηλό αποδέκτη κανόνων στα πλαίσια του

ευρωπαϊκού και διεθνούς καταμερισμού εργασίας που την προορίζει ως καταναλωτή και

όχι ως παραγωγό βιομηχανικών προϊόντων. Βέβαια αυτή η θέση της χώρας μας έχει

προβλεφτεί πριν από έξι-επτά 10ετίες χωρίς την σοβαρή αντίδραση της επιχειρηματικής

και πολιτικής τάξης. Σημαίνει ακόμα την εγκατάσταση στην χώρα μας ενός άγριου

καπιταλιστικού νεοφιλελευθερισμού ο οποίος διαμέσου της θεωρίας των μοντέλων

ενδογενούς μεγέθυνσης, δηλαδή μέσω της ευημερίας των αριθμών, προωθεί την ενίσχυση

των χωρικών και ταξικών ανισοτήτων. Αυτό βέβαια ισχύει και για τις πληθυσμιακές

οντότητες των χωρών της Ευρώπης διαμέσου της επιβολής της Ευρωπαϊκής

ομοσπονδοποίησης.

(2) Η γνωστή αδυναμία λειτουργίας της κυβερνητικής μηχανής που οδηγεί με

μαθηματική ακρίβεια στην απαξίωση και τελική εξαφάνιση της εγχώριας μεταποιητικής

τεχνογνωσίας και δραστηριότητας που είναι ο κορμός της ευημερίας της ελληνικής

πληθυσμιακής οντότητας. Η αδυναμία αυτή συνίσταται στην προφανώς άκριτη και με

ελαφρά τη καρδία πλήρη προσαρμογή της στις απαιτήσεις της παγκοσμιοποίησης που

περιγράφονται αμέσως παραπάνω. Κατά συνέπεια, τα τελευταία δέκα χρόνια κυρίως,

γινόμαστε καθημερινά μάρτυρες της κυβερνητικής αποδοχής της αποβιομηχάνισης της

χώρας και μιας, ηθελημένα ή όχι, ταχείας πορείας ενίσχυσης της ήδη υπάρχουσας ψευτο-

βιομηχανικής και ψευτο-αναπτυξιακής πολιτικής.

Μέσα στο παραπάνω πλαίσιο συνθηκών, θεωρώ ότι μια δημοκρατική προσπάθεια αντίδρασης

πρέπει να κατευθυνθεί προς μια μάλλον πραγματιστική28

προσέγγιση της κατάστασης. Οι

θεωρητικές μόνον αναζητήσεις της οικονομικής επιστήμης και της πολιτικής οικονομίας, οι

οποίες «καλές και άγιες», αλλά απρόσφορες για την παρούσα συγκυρία. Οφείλουμε να

αναρωτηθούμε τα εξής:

28

«πραγματιστική» με την έννοια της πραγματικά αναπτυξιακής, ότι δηλαδή το ενδιαφέρον μας επικεντρώνεται στα οντολογικά προβλήματα, ή, με άλλα λόγια, η έμφαση της δραστηριότητάς μας είναι στην αναπτυξιακή πρακτική που υπηρετεί τους συνανθρώπους μας, στην προκειμένη περίπτωση τους εγχώριους παραγωγούς, για να σταθούν, ή να ξανασταθούν, στα πόδια τους με σκοπό την παραγωγική ανασυγκρότηση και την συνεπαγόμενη ευημερία της χώρας μας. Δεν υπεισέρχομαι σε φιλοσοφικές αναζητήσεις περί «πραγματισμού» διότι στην κατάσταση που βιώνουμε απαιτείται δράση με βάση, κατά την γνώμη μου, την θεωρητική και πρακτική/εμπειρική γνώση που ήδη έχουμε σχετικά με τα συγκεκριμένα προβλήματα, ιδιαίτερα της προϊούσας με γεωμετρική πρόοδο εξαφάνισης της μεταποιητικής τεχνογνωσίας που ακόμα διαθέτει η χώρα μας, στην αντιμετώπιση και αναστροφή των οποίων, σύμφωνα με το καταστατικό, υποτίθεται ότι επιδιώκουμε να συμβάλουμε. Τουλάχιστον στην παρούσα φάση που διέρχεται το ΙΝΕΠΑ, θεωρώ ότι απαιτείται πραγματισμός με την παραπάνω έννοια, δηλαδή της διερεύνησης των οντολογικών προβλημάτων με γνώμονα την παραγωγή εγχώριας προστιθέμενης αξίας και σε συνεργασία μας με τους παραγωγούς και άλλους φορείς τοπικού/περιφερειακού ενδιαφέροντος και εγχώριους ακαδημαϊκούς-γνώστες της περιφερειακής/τοπικής ανάπτυξης.

Page 30: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 30 από 36

(α) Μήπως πέφτουμε στην αυταπάτη ότι ο αγώνας για την ενδογενή παραγωγική

ανασυγκρότηση περιορίζεται στο πεδίο της ακαδημαϊκής συζήτησης όπου «τα όπλα της

κριτικής» μας κάνουν να ξεχάσουμε «την κριτική των όπλων», όπως λέει και ο Remy

Herrera (RH) (ftp://gprolog.org/pub/mse/cahiers2003/R03036.pdf, τέλος σελ. 19).

(β) Μήπως αποτελεί πράγματι «οικονομική επιστημονική φαντασία» (βλ. έκφραση του

RH στο αμέσως παραπάνω άρθρο του) αν όχι φαντασιοπληξία και έλλειψη

πολιτικοοικονομικής διορατικότητας.

6. Το κτίσιμο ενός Υποδείγματος Ενδογενούς Παραγωγικής

Ανασυγκρότησης (ΥΕΠΑ) της Χώρας μας: μία άποψη για συζήτηση

Η ικανή και αναγκαία συνθήκη για να μην καταστεί η χώρα μας και η πληθυσμιακή της

οντότητα «σκλάβα με συνταγματικό πρόσημο» (βλ. Ζαν Πωλ Μαρά στην ιστοσελίδα:

http://endogenis.blogspot.com/2016/12/l-ami-du-peuple-657-24-1743-13-1793.html), είναι το

κτίσιμο ενός ΥΕΠΑ για να δημιουργήσουμε ένα παραγωγικό όραμα και να βάλουμε ένα

πετραδάκι στο σταμάτημα της παραγωγικής κατρακύλας και να συμβάλουμε στην στήριξη

μιας πραγματικά αναπτυξιακής πορείας της Ελληνικής οικονομίας διαμέσου της αύξησης και

της διατηρήσιμης ποιοτικής βελτίωσης της παραγωγικής της βάσης με προτεραιότητα στον

τομέα της μεταποίησης, αλλά και της γεωργίας, που παρέχει αφενός τροφή στον πληθυσμό,

και αφετέρου εισροές στην μεταποίηση, καθώς και στις υπηρεσίες που συνδέονται με τους

τομείς αυτούς. Έχει κριθεί ότι μια γερή μεταποίηση και γεωργία αποτελούν την βάση ενός

γερού οικονομικού συστήματος και την προϋπόθεση για την ανάπτυξη των άλλων τομέων με

συνέπεια την οικονομική ευημερία των πολιτών, όχι μόνον των αριθμών, και την απόκτηση

λόγου στο διεθνές σκηνικό.

Επιπλέον, με βάση την διεθνή αλλά και ελληνική εμπειρία (κυρίως την αμυντική βιομηχανία)

κρίθηκε ότι για να επιτευχθεί μια διατηρήσιμη αναπτυξιακή πορεία απαιτείται ένα ελάχιστο

ποσοστό, πχ 20-25%, της παραγόμενης προστιθέμενης αξίας να προέρχεται από εγχώριους

πόρους, ανθρώπινους και υλικούς και αυτή η συνθήκη ενδογένειας αποτελεί ένα πρώτο

βασικό κριτήριο στήριξης των επιχειρήσεων του μεταποιητικού τομέα. Μάλιστα στην

κυβερνητική πρόσκληση για συμβολή στην διαμόρφωση του αναπτυξιακού νόμου,

συγγράψαμε και αποστείλαμε στον αρμόδιο Υπουργό σχετικό Υπόμνημα με τις απόψεις μας

για μια ενδογενή παραγωγική ανασυγκρότηση που βασίζονταν στην εμπειρία των μελών

του ΙΝΕΠΑ στην αναπτυξιακή σημασία ενός «υγιούς» περιβάλλοντος για την ανάπτυξη

της επιχειρηματικότητας.

Εξάλλου, μερικά πρόσφατα στοιχεία για τις επιχειρήσεις δίνονται παρακάτω:

Ο Πίνακας 2 παρουσιάζει τον αριθμό των επιχειρήσεων στην μεταποίηση κατά μέγεθος

επιχείρησης (κριτήριο μεγέθους είναι ο αριθμός των απασχολούμενων) για την Ελλάδα και

για επιλεγμένες ευρωπαϊκές χώρες, αναπτυγμένες βιομηχανικές και λιγώτερο αναπτυγμένες,

για σύγκριση. Βλέπουμε ότι σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία (2016) οι μικρές

επιχειρήσεις στην μεταποίηση (μέχρι 9 απασχολούμενους) αποτελούν το 93,1% του συνόλου

των επιχειρήσεων στην Ελληνική μεταποίηση, αλλά και στις άλλες χώρες το ποσοστό των

μικρών επιχειρήσεων είναι πολύ υψηλό, γεγονός που έχει οδηγήσει σε ευρωπαϊκές πολιτικές

στήριξης των μικρών επιχειρήσεων.

Page 31: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 31 από 36

Ο Πίνακας 3 δείχνει ότι και στον γενικώτερο τομέα της επιχειρηματικής ευρωπαϊκής

οικονομίας κυριαρχούν οι μικρές επιχειρήσεις: στην Ελλάδα οι μικρές επιχειρήσεις (μέχρι 9

απασχολούμενους) αποτελούν το 96,5%, στην Ιρλανδία το 91,9%, στην Πορτογαλία το

95,3%, στην Γερμανία το 81,9%, στην Δανία το 88,8% και στην Γαλλία το 95,1%.

Πίνακας 2: Μεταποίηση 2008 και 2016

Αριθμός επιχειρήσεων κατά τάξη μεγέθους

με κριτήριο τον αριθμό των απασχολούμενων

έτος χώρες 0-9 10-19 20-49 50-249 250 - Σύνολο

2008 Ελλάδα

%

81.270

95,6

1.475

1,7

1.416

1,7

702

0,8

141

0,2

85.004

100,0

Ιρλανδία

%

11.807

81,4

1.083

7,5

907

6,2

581

4,0

135

0,9

14.513

100,0

Πορτογαλία

%

68.380

82,3

7.067

8,5

4.935

5,9

2.391

2,9

274

0,3

83.047

100,0

Γερμανία

%

119.418

61,1

39.734

20,3

15.397

7,9

16.720

8,6

4.170

2,1

195.439

100,0

Δανία

%

12.000

72,0

1.818

10,9

1.577

9,5

1.048

6,3

233

1,4

16.676

100,0

Γαλλία 2009

%

174.046

84,1

14.332

6,9

10.849

5,2

6.223

3,0

1.591

0,8

207.041

100,0

2016

Ελλάδα

%

57.578

93,1

2.293

3,7

1,218

2,0

660

1,1

113

0,2

61.862

100,0

Ιρλανδία

%

13.292

85,3

891

5,7

732

4,7

507

3,3

161

1,0

15.583

100,0

Πορτογαλία

%

54.635

81,6

5.650

8,4

4.222

6,3

2.176

3,3

270

0,4

66.953

100,0

Γερμανία

%

124.486

61,7

38.157

18,9

18.015

8,9

16.759

8,3

4.408

2,2

201.826

100,0

Δανία

%

11.595

76,1

1.464

9,6

1.170

7,7

854

5,6

161

1,1

15.244

100,0

Γαλλία

%

186.658

86,4

13.077

6,1

9.552

4,4

5.407

2,5

1.355

0,6

216.049

100,0

Πηγή: Eurostat – Data Explorer, Annual enterprise statistics by size class for special aggregates of

activities (NACE Rev.2) [sbs: structural business statistics, Last update: 20-12-2018]

https://ec.europa.eu/eurostat/web/structural-business-statistics/data/database

Page 32: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 32 από 36

Πίνακας 3: Σύνολο επιχειρηματικής οικονομίας πλην του χρηματοπιστωτικού τομέα

Αριθμός επιχειρήσεων κατά τάξη μεγέθους

με κριτήριο τον αριθμό των απασχολούμενων

έτος χώρες 0-9 10-19 20-49 50-249 250 - Σύνολο

2016

Ελλάδα

%

766.482

96,5

16.549

2,1

εμπ

εμπ

εμπ

793.946

100,0

Ιρλανδία

%

225.257

91,9

εμπ*

εμπ

εμπ

εμπ

245.059

100,0

Πορτογαλία

%

793.477

95,3

21.790

2,6

11.763

1,4

5.190

0,6

808

0,1

833.028

100,0

Γερμανία

%

2.022.140

81,9

249.416

10,1

123.860

5,0

60.505

2,5

11.762

0,5

2.467.686

100,0

Δανία

%

194.104

88,8

12.278

5,6

7.801

3,6

3.714

1,7

652

0,3

218.549

100,0

Γαλλία

%

2.909.125

95,1

78.082

2,6

47.158

1,5

19.657

0,6

4.199

0,1

3.058.220

100,0

Πηγή: Eurostat – Data Explorer, Annual enterprise statistics by size class for special

aggregates of activities (NACE Rev.2) [sbs: structural business statistics, Last update: 20-12-

2018]

Πρόσβαση 7 Ιανουαρίου 2019

*εμπ: εμπιστευτικό λόγω μικρού αριθμού επιχειρήσεων

Κατά συνέπεια, θεωρώ ότι το ΥΕΠΑ (Υπόδειγμα Ενδογενούς Παραγωγικής

Ανασυγκρότησης) είναι αναγκαίο να υπόκειται στις εξής βασικές αρχές:

Πρώτον: Λαμβάνοντας υπ’ όψιν αφενός τα παραπάνω, και αφετέρου ότι η θεωρία στις

κοινωνικές επιστήμες προκύπτει από την παρατήρηση της διαχρονικής και χωρικής

πραγματικότητας, η πρώτη βασική αρχή διαμόρφωσης ενός ΥΕΠΑ για την χώρα μας

είναι η ιδεολογική απεξάρτησή μας από τις διάφορες Σχολές Οικονομικής Θεωρίας και η

διασύνδεσή μας με την οντολογική-εμπειρική διάσταση της Ελληνικής περιφερειακής

και τοπικής αναπτυξιακής δυνατότητας με άξονα τον προσδιορισμό της υπάρχουσας και

της εν δυνάμει παραγωγής εγχώριας προστιθέμενης αξίας (ΕΠρΑ) στην βάση του Δείκτη

ΕΠρΑ, όπως τον είχαμε ορίσει το 2016 στα πλαίσια του πρώην ΔΣ του ΙΝΕΠΑ με

πρωτοβουλία του Αλέξη Οικονομίδη. Συνεπώς, παρατηρώντας την γεωπολιτική θέση της

Ελλάδας, την γεωφυσική της δομή με την διάσπαρτη παραγωγική πραγματικότητα, τον

φυσικό και ανθρώπινο πλούτο της, καθώς κυρίως την ακόμα υπάρχουσα τεχνογνωσία

(σύμφωνα με μαρτυρίες επιχειρηματιών του μεταποιητικού τομέα και ακαδημαϊκών, όπως

είδαμε στις 2 πρώτες εκδηλώσεις του ΙΝΕΠΑ, καθώς και με την συμμετοχή μας σε δημόσιες

συζητήσεις που πραγματοποίησε το πρώην πρώτο ΔΣ). Οι εκδηλώσεις αυτές συντέλεσαν σε

Page 33: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 33 από 36

συζητήσεις με συνέπεια να προκύψουν ερωτήματα τα οποία μπορούν να απαντηθούν στα

πλαίσια της βασικής αυτής πρώτης αρχής. Ενδεικτικά αναφέρω τα εξής:

1. Τί παράγει και τί μπορεί η χώρα μας να παράξει καλά σήμερα;

2. Τι θέση μπορεί να έχει το προϊόν αυτό στις διεθνείς αγορές;

3. Ποιοί είναι αυτοί που (θα) το παράγουν;

4. Ποιά εμπόδια έχουν συναντήσει (συναντούν) για την παραγωγή αυτού του προϊόντος;

5. Ποιές είναι οι ανάγκες τους σήμερα;

6. Τί συμβαίνει στα αλήθεια, είναι πχ οι Γερμανοί καλύτεροι στην παραγωγή σύνθετων

προϊόντων ή απλώς δεν υπάρχει η διατυμπανιζόμενη ελεύθερη αγορά, μια και οι

επιβληθείσες προδιαγραφές διαμορφώθηκαν για εμάς χωρίς εμάς και αποκλείουν συνεπώς

την δυνατότητα των παραγωγών μας για παραγωγή και εξαγωγή;

7. Μήπως μπορούμε να διαμορφώσουμε Ελληνικές προδιαγραφές, αρχίζοντας τουλάχιστον

από τις κρατικές προμήθειες και φθάνοντας στις εξαγωγές;

8. Το τραπεζικό μας σύστημα, παρά του ότι δεν κατείχε τοξικά κεφάλαια, έχει οδηγηθεί σε

ουσιαστική πτώχευση από το 2010, όπως και το Ελληνικό κράτος. Μήπως αντί τις

κυβερνητικές γονυκλισίες για όλο και νέα δάνεια επί δανείων (ponzi scheme), θα έπρεπε

να εξαλείψουμε όλα τα άδικα κόστη που επιβαρύνουν σήμερα τον παραγωγικό ιστό; και

είναι πράγματι πάρα μα πάρα πολλά. Με το δημοψήφισμα του 2015 αποφασίσαμε ότι

δεν θέλουμε άλλα δάνεια για να πληρώνουμε την θηλιά στο λαιμό μας!

9. Ποιό είναι το πλαίσιο παραγωγικών επενδύσεων στην χώρα μας;

10. Με ποιόν τρόπο μπορεί να συμβεί μια ουσιαστική αποκέντρωση;

11. Πώς θα ενισχυθεί στην πράξη η ανάπτυξη προϊόντων με μεγάλη εγχώρια προστιθέμενη

αξία;

12. Εγχώρια παραγωγή για υποκατάσταση εισαγωγών ή εξαγωγικός προσανατολισμός;

13. Ποιές είναι οι αναγκαίες θεσμικές αλλαγές για την διαμόρφωση ενός ΥΕΠΑ;

14. Τι πρέπει να αλλάξει στη λειτουργία του κράτους ώστε να μην μπορεί να μας τραβήξει το

χαλί κάτω από τα πόδια μας, όπως είναι ο κανόνας μέχρι σήμερα;

15. Ποιές συγκεκριμένες πολιτικές ακολουθούν οι ευρωπαϊκές χώρες και ποιές η Ελλάδα για

την στήριξη των μικρών επιχειρήσεων; Υπάρχει διαφοροποίηση και γιατί;

16. Ποιά είναι η εγχώρια προστιθέμενη αξία των μικρών, μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων

στην ΕΕ σε σύγκριση με την Ελλάδα;

17. Ποιά είναι σήμερα η αναπτυξιακή πολιτική της κυβέρνησης και ποιά είναι η αναπτυξιακή

πολιτική των άλλων χωρών της ΕΕ, πχ της Γαλλίας, Γερμανίας ή Ιρλανδίας; Σε τι

διαφέρουν οι αναπτυξιακές πολιτικές των χωρών αυτών από της Ελλάδας; Οι Ευρωπαϊκοί

Κανονισμοί ισχύουν το ίδιο για όλες τις χώρες-μέλη, ή μήπως αυτό δεν ισχύει στην πράξη;

18. Πώς περιγράφει η ΕΕ την ενδογενή ανάπτυξη στα περιφερειακά κυρίως προγράμματά της;

(βλ. πρόγραμμα LEADER)

19. Υπάρχουν πράγματι Ευρωπαϊκές κόκκινες απαράβατες γραμμές για την μη-στήριξη

συγκεκριμένης εγχώριας προστιθέμενης αξίας των μικρών επιχειρήσεων στην χώρα μας;

αλλά και των μεγάλων επιχειρήσεων και των πολυεθνικών;

20. Μήπως έχουμε γίνει σιωπηλός αποδέκτης πολιτικών σχεδιασμένων για μας χωρίς εμάς;

Page 34: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 34 από 36

Τονίζεται ότι η τοπική/περιφερειακή προσέγγιση της αναπτυξιακής διαδικασίας έχει

υιοθετηθεί από πολλές αναπτυγμένες οικονομίες της Δύσης ήδη εδώ και πάνω από κάμποσες

δεκαετίες (βλ. μεταξύ άλλων, Edward J. Malecki, “Soft Variables in Regional Science”

Review of Regional Studies, 2000, 30(1), pp. 61-69, σελ.62).

Δεύτερον: Δεύτερη βασική αρχή για το κτίσιμο ενός ΥΕΠΑ για την χώρα μας είναι η

απεξάρτηση από το Δυτικό Μοντέλο βιομηχανικής και κοινωνικής ανάπτυξης. Η αρχή

αυτή διαμορφώθηκε στην βάση της ανταλλαγής απόψεων στα πλαίσια του προηγούμενου ΔΣ

του ΙΝΕΠΑ. Συγκεκριμένα, καταλήξαμε ομόφωνα στις παρακάτω κυρίως διαπιστώσεις, που

μάλιστα παρουσιάστηκαν σε ομιλία29

:

(α) Στην Ελλάδα δεν εφαρμόστηκε σχεδόν ποτέ το φορντικό μοντέλο, κυριαρχεί ο μάστορας-

τεχνίτης, το είδος «βιομηχανικός εργάτης» σπανίζει και οι παραγωγικές σχέσεις αντλούν την

υπόσταση τους από την μικρή ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής. Η Ελληνική τεχνική

βιομηχανική ταυτότητα διαφέρει σοβαρά από το δυτικό πρότυπο και είναι λάθος να

ταυτίζουμε τις συνθήκες στη χώρα μας με τις συνθήκες στην βιομηχανική Δύση και να

προσπαθούμε να προσαρμόσουμε τα Δυτικά αναπτυξιακά μοντέλα στην χώρα μας. Κατά

συνέπεια, η Ελλάδα, ως η κατ' εξοχήν χώρα της ΕΕ που χαρακτηρίζεται από το δημιουργικό

«μικροϊδιοκτητικό» μεταποιητικό μοντέλο, είναι σε απολύτως πλεονεκτική θέση. Έχει πολύ

λίγα να «ακυρώσει» και να «καταστρέψει» (βλ. Σουμπετεριανό μοντέλο της δημιουργικής

καταστροφής).

(β) Το σημαντικότερο παραγωγικό ζήτημα για την Ελλάδα είναι η διάσωση του τεχνολογικού

της μοντέλου στην πόλη και στην ύπαιθρο (στον βαθμό που έχει ακόμα αντέξει στην

καταστροφική επιδρομή των τελευταίων 30 ετών και στην λαίλαπα των τελευταίων 10 ετών),

μεταπλάθοντάς το με ήπιους τρόπους, προς ένα μέλλον με προοπτική.

(γ) Οι παραπάνω διαπιστώσεις καθιστούν εφικτή τη συγκρότηση στην χώρα μας ενός

ιδιαίτερου παραγωγικού τομέα τεχνολογικής αιχμής και μικρού μεγέθους που θα

εκμεταλλευτεί τις ρωγμές και τα κενά του μαζικού Δυτικού μοντέλου, όντας ιδανικός για

μικρές ποιοτικές, ευέλικτες και πολυπρόσωπες παραγωγικές μονάδες με εξαγωγικό

προσανατολισμό σε απαιτητικές διεθνείς αγορές (πχ σύγχρονο κατά παραγγελία ποιοτικό

προϊόν με υψηλή εγχώρια προστιθέμενη αξία που θα μπορούσε να έχει άριστη εφαρμογή σε

όλη την οικονομία, από τον πρωτογενή έως τον τριτογενή τομέα).

Τρίτον: Τρίτη βασική αρχή διαμόρφωσης ενός ΥΕΠΑ για την χώρα μας είναι η άρνηση και

δυναμική αντίδραση στο τριπολικό σύνδρομο «ακραίες ανισότητες-απροκάλυπτος

ατομικισμός-ασυγκράτητος καταναλωτισμός» (από εισήγηση του Καθηγητή και πρώην

Πρύτανη ΕΜΠ, Θέμη Ξανθόπουλου).

Συμπερασματικά,

Το θεωρητικό-ιδεολογικό-φιλοσοφικό υπόβαθρο των ΜΕΜ, αν και βρίσκεται σε πλήρη

αντίθεση με την πραγματικότητα, εντούτοις καλύπτεται λόγω της αποσιώπησης ή της

αποφυγής σχολιασμού των σοβαρών αδυναμιών του από τους συγγραφείς-ερευνητές

29

Αλέξανδρος Οικονομίδης: Ανάπτυξη χωρίς μεταποίηση και μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν μπορεί να

υπάρξει. http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/anaptyksi-xoris-metapoiisi-kai-mikromesaies-epixeiriseis-den-

mporei-na-yparksei

Page 35: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 35 από 36

οικονομολόγους οι οποίοι προσφεύγουν στην σχεδόν επιβαλλόμενη πολύπλοκη μαθηματική

εξειδίκευση των μοντέλων τους και στην επιφανειακή ρητορική περί της απαραίτητης

συμπερίληψης σ’ αυτά κοινωνικών και θεσμικών παραγόντων, όπως πολύ σωστά

επιχειρηματολογούν με εμπεριστατωμένη βιβλιογραφία οι Arnsperger and Varoufakis30

, και

πριν από αυτούς, μεταξύ άλλων, ο Samuels Bowles31

, Ackerman and Nadal32

, Ackerman33

,

Nadal34

. Εξάλλου δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο νεοκλασικισμός πηγαίνει παρέα με τον

σύγχρονο νεοφιλελευθερισμό, όπως γίνεται φανερό στο Παράρτημα.

Επίσης, νομίζω ότι πρέπει να προβούμε σε μία κατά το δυνατόν καταγραφή της κατάστασης

των μικρών, και όχι μόνον, επιχειρήσεων στην χώρα μας, καθώς και της ουσιαστικής

μακροοικονομικής και θεσμικής κατάστασης, ιδιαίτερα από την άποψη της ύπαρξης

αξιόπιστων, προσιτών και ικανοποιητικής έκτασης στατιστικών στοιχείων. Για παράδειγμα,

ποιό είναι το ποσοστό της εισαγόμενης προστιθέμενης αξίας των Ελληνικών εξαγωγών;

Βέβαια, κάτι τέτοιο απαιτεί σκληρή δουλειά και απλήρωτη εργασία. Είναι πολύ πιο εύκολο να

συζητάμε θεωρητικά όπως μια ζωή κάναμε στα αριστερά κόμματα.

Τέλος, ας έχουμε υπ’ όψιν μας ότι το 1992 πληρώσαμε 2 εκατ. δολάρια την ομάδα του

Michael Porter που έφτιαξε την μελέτη για τα clusters των Ελληνικών κλάδων που θεώρησε

ότι είναι περισσότερο ανταγωνιστικοί και στην βάση αυτή χρηματοδοτήθηκε (1995-2001) η

μελέτη «Το Μέλλον της Ελληνικής Βιομηχανίας» με 17 clusters. Μήπως πρέπει να

ανασύρουμε παληές μελέτες, όπως είναι οι μελέτες για τα 17 clusters, καθώς και πλήθος

μελετών που έχουν εκπονηθεί στο ΚΕΠΕ και στο ΙΟΒΕ; Πάντως, η ανάπτυξη και η

βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων δεν γίνεται με μελέτες

μόνον.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: Σύντομη αναφορά στις ρίζες του σύγχρονου νεοφιλελευθερισμού

Ο όρος νεοφιλελευθερισμός χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά35

από τον Γερμανό

κοινωνιολόγο και οικονομολόγο Alexander Rustow (AR) τον Αύγουστο 1938 κατά την

διάρκεια του Συνεδρίου Walter Lippmann36

(Colloque Walter Lippmann) που οργανώθηκε στο

Παρίσι από τον Γάλλο φιλόσοφο Louis Rougier. Ο σκοπός ήταν να διαμορφωθεί ένας νέος

30

Christian Arnsperger and Yanis Varoufakis. «What is neoclassical economics? The three axioms responsible for its theoretical oeuvre, practical irrelevance and, thus, discursive power», Panoeconomicus, 2006, 1, 5-18. (Republished from Post-autistic Economics Review, issue 38.) 31

Samuel Bowles, «Endogenous Preferences: The cultural consequences of markets and other economic institutions», Journal of Economic Literature, Vol. XXXVI (March 1998), pp. 75-111. 32

Frank Ackerman and Alejandro Nadal, «Indroduction: underneath the flawed foundations». In The Flawed Foundations of General Equilibrium – Critical Essays on economic theory. Routledge, 2004. 33

Frank Ackerman, «Still dead after all these years: interpreting the failure of general equilibrium theory», ό.π. 34

Alejandro Nadal, «Freedom and submission: individuals and the invisible hand», ό.π. 35 Όπως αναφέρεται στην σελίδα 10 στο The Road from Mont Pelerin - The Making of the Neoliberal Thought Collective, ed. Philip Mirowski and Dieter Plehwe, Harvard University Press, 2009, ο όρος «νεοφιλελευθερισμός» πιθανόν εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1925 στο βιβλίο του Ελβετού οικονομολόγου Hans Honegger με τίτλο Trends of Economic Ideas. Στο βιβλίο αυτό ο Honegger αναφέρει τον «θεωρητικό νεοφιλελευθερισμό» ως έννοια βασισμένη στο έργο των Alfred Marshall, Eugen von Böhm-Bawerk, Friedrich von Wieser, Karl Gustav Cassel, και άλλους. 36

Ο Walter Lippman ήταν Αμερικανός δημοσιογράφος και συγγραφέας του βιβλίου An Inquiry into the Principles of The Good Society, 1937. Το βιβλίο αυτό ενθουσίασε τους φιλελεύθερους διανοητές της Ευρώπης καθόσον διακήρυσσε την ανωτερότητα της οικονομίας αγοράς σε σχέση με την κρατική παρέμβαση. Περιείχε δε εντυπωσιακές σκέψεις που αργότερα υιοθετήθηκαν από τους νεοφιλελεύθερους κύκλους.

Page 36: Μια άποψη για 2ην Παραγωγική Ανα ...zoe-georganta.co.uk/wp-content/.../04/Μοντέλα-ΕΜ-και-ενδογένεια.pdf · οικονομική θεωρία

Σελίδα 36 από 36

φιλελευθερισμός ως απόρριψη του κολλεκτιβισμού, του σοσιαλισμού και του

φιλελευθερισμού laissez-faire. Στην συνάντηση αυτή ο AR πρότεινε τον όρο

«νεοφιλελευθερισμός» ως απόρριψη του παλαιού φιλελευθερισμού laissez-faire. Σημειώνεται

ότι ο AR ήταν ένας από τους πατέρες της «Κοινωνικής Οικονομίας της Αγοράς» (στα

Γερμανικά SOME ή καπιταλισμός του Ρήνου) που διαμόρφωσε την Δυτική Γερμανία μετά τον

ΙΙ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η SOME είναι ένα κοινωνικοοικονομικό μοντέλο που συνδυάζει την

ελεύθερη αγορά με ένα κράτος πρόνοιας, με κοινωνικές πολιτικές που εγκαθιδρύουν δίκαιο

ανταγωνισμό στις αγορές. Το σύστημα αυτό προωθήθηκε και εφαρμόστηκε αρχικά στην

Δυτική Γερμανία από την Χριστιανοδημοκρατική Ένωση υπό τον Καγκελάριο Κόνραντ

Αντενάουερ το 1949. Η προέλευση του συστήματος εντοπίζεται στον μεσοπόλεμο στην

οικονομική σκέψη της Σχολής του Freiburg. (Βλ. Κεφάλαιο 3 στο The Road from Mont

Pelerin - The Making of the Neoliberal Thought Collective, ed. Philip Mirowski and Dieter

Plehwe, Harvard University Press, 2009)

Αν και ο μοντέρνος νεοφιλελευθερισμός γεννήθηκε το 1938 στην συνεδρίαση «Colloque

Walter Lippmann», εντούτοις διαμορφώθηκε στην σημερινή του μορφή με την ίδρυση του

γνωστού Συλλόγου Mont Pelerin Society που ήταν μια «αντιδραστική» θα λέγαμε

συλλογικότητα στο Βεβέ (Vevey) της Ελβετίας το 1947. Τα αρχικά μέλη του Συλλόγου αυτού

ήταν διεθνούς φήμης οικονομολόγοι και διανοητές, όπως οι Friedrich Hayek, Milton

Friedman, George Stigler, Karl Popper, Michael Polanyi, Luigi Einaudi. Οι ιδέες αυτής της

μικρής ομάδας εξαπλώθηκαν σε όλο τον κόσμο διαμορφώνοντας, μεταξύ άλλων, τις

πλατφόρμες της Margaret Thatcher και του Ronald Reagan, καθώς και την πλατφόρμα του

λεγόμενου Washington Consensus που ήταν ένα σύνολο νεοφιλελεύθερων πολιτικών

μονεταρισμού, οικονομικών της προσφοράς και ελάχιστου κράτους που επιβλήθηκε σε

άμοιρες χώρες (πχ Αργεντινή) για να τις «εκσυγχρονίσει» και τις οδήγησε σε απίστευτη

δυστυχία. Η πλατφόρμα αυτή έχει εφαρμοστεί και συνεχίζει να εφαρμόζεται στην Ελλάδα.

Μπορείτε να δείτε τις συνταγές της στην ιστοσελίδα https://piie.com/commentary/speeches-

papers/did-washington-consensus-fail.

Η διασύνδεση του νεοφιλελευθερισμού με την νεοκλασική οικονομική θεωρία γίνεται

ολοφάνερη από την αποφασιστική συμμετοχή διεθνώς καθιερωμένων οικονομολόγων στα

κλειστά και κοσμοπολίτικά κλάμπς της Αυστρίας και της Γερμανίας όπου εξέταζαν τα

πολιτικά δόγματα του φιλελευθερισμού που δημοσίως προπαγάνδιζαν ως «διαφορετικότητα»

- σημερινή «πολυπολιτισμικότητα», «ευρύτητα σκέψης» και «ανοικτή συμμετοχή». Και δεν

ήταν ένας ή δύο άτομα, αλλά μεγάλη ομάδα πλούσιων διανοητών που δούλεψαν επί δεκαετίες

για να θεμελιώσουν την ευρεία αποδοχή του σημερινού νεοφιλελευθερισμού. Δεν ήταν

δυνατόν μια μόνον δυνατή ευφυΐα ή ένας «σωτήρας» να φέρει τους φιλελεύθερους στην

σημερινή επικράτησή τους, ή, όπως έχει λεχθεί, στην Γή τους της Επαγγελίας. Οι

αρχιτέκτονες της νεοφιλελεύθερης συλλογικής σκέψης είχαν και έχουν πολύ προσεκτικά

δουλέψει για να επιτύχουν την ηγεμονίας τους στρατεύοντας ακαδημαϊκούς, «άρχοντες» των

Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, πολιτικούς και επιχειρηματίες. Μεταξύ αυτών οι

οικονομολόγοι Milton Friedman, Mises, Hayek, Machlup, … αρκεί κανείς να δεί το

ιδεολογικό προφίλ των 71 οικονομολόγων με βραβείο νόμπελ (1969-2012) στο Economic

Journal Watch, Sept 2013. http://journaltalk.net/articles/5811

ΖΓ/8 Μαρτίου 2019