Konteiner 017 Internet

48
πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιούνιος 2011 17

Transcript of Konteiner 017 Internet

Page 1: Konteiner 017 Internet

πολιτική | πολιτισμός | τέχνεςΙούνιος 2011 17

Page 2: Konteiner 017 Internet
Page 3: Konteiner 017 Internet

Φτάσαμε καταμεσήμεροι στη ζωή με τις επιθυμίες μας ασήκωτες στην πλάτη. Νη-στικοί και λυγισμένοι απ’το βάρος.

Δεν πιστέψαμε στη μακροημέρευση που κουράστηκε να ψιθυρίζει ο κόσμος. Στρι-μωχτήκαμε σε πρωινά δύσκολα, δούλοι πολλοί, και φτιάξαμε τους μπέους παρά-γοντες και την ατμόσφαιρα της Φουκουσίμα.

Τα καθαρά χαμόγελα που ορκιστήκαμε, μας τραυμάτισαν τα μάγουλα. – Και ανέ-χομαι, ακόμα, το άσχημο μόριο που μπαίνει μέσα μου. Μου λέει «φίλα με» και κοι-τάζω, άδεια, το ταβάνι.

Δεν σου λέω να κατέβεις από την κορυφή που αξίζεις – από το δικαίωμα στην άνε-ση – για να εγκατασταθείς μόνιμα στη μαύρη κοινή μιζέρια. Σου λέω να μετακινη-θείς ελάχιστα γιατί αδικείς τον ήλιο.

Οι καλές γιορτές πάντα στήνονται πάνω σε τάφους. Είναι όμως άρρωστο να νομί-ζεις ότι είσαι ακριβότερος από το θάνατο.

Έχουμε να ξεδιαλύνουμε πολλή ψευδαίσθηση ακόμα για να πούμε ότι ξυπνήσαμε. Προς το παρόν, παλεύουμε να κρατήσουμε τον εφιάλτη ζωντανό για να μη σηκω-θούμε απ’ το κρεβάτι.

Οι μεσίτες της χώρας μάς θέλουν πατριώτες. Μας απαγορεύουν να καίμε τη ση-μαία γιατί δεν μπορούν να ξεπουλήσουν στάχτες. – Κάψε το γαμημένο το χαρτο-φυλάκιό τους! Πες όχι στη σωτηρία της χώρας! Πάρ’τη στα χέρια σου! Πούλησέ τη στην τιμή σου, όχι στη δικιά τους!

Κάθε μέρα μελανιασμένοι και αιμόφυρτοι. Σαν τη γυναίκα που δέρνει ο άντρας της. Ξέρουμε την αλητεία που έχουμε απέναντί μας και δεν έχουμε τα κότσια να φύγουμε ή να σκοτώσουμε. Λέμε ότι φταίμε εμείς που μας δέρνει. Βάζουμε λαμπε-ρό κραγιόν στα σκισμένα χείλη και μαύρα γυαλιά στα μαυρισμένα μάτια. Με πα-τερίτσες στην ψυχή, εξακολουθούμε να κάνουμε, οι μαλάκες, τις παρελάσεις τους και το σταυρό μας.

Υποδεχόμαστε με τιμές αρχηγού κράτους το άγιο φως. Και καθόμαστε προσοχή για μια λαμπάδα. – Οι άνθρωποι δεν έχουν ανάγκη τη θεία φώτιση. Οι δούλοι την έχουν. Θεέ της καμπούρας, δεν έμαθες ποτέ σου να βαφτίζεις μάγκες.

Διαλέγουμε στενούς κόλπους. Γεννάμε μέσα σε αφόρητους πόνους. Έχουμε την αντοχή, έχουμε και τα δάκρυα. Ανάσα. Και χτίζουμε μια ζωή τόσο σπάνια όσο η αρωματική ντομάτα.

Κοιταζόμαστε στα μάτια. Δεν έχουμε χρόνο να ενθουσιαστούμε. Ας έρθουν καιροί πιο δύσκολοι, να φανούμε πιο δυνατοί ακόμα. Ο ιδρώτας των νικητών πρέπει, πά-ντα, να πηγαίνει χαμένος.

youtube.com/watch?v=n8LVgNhf4C4

_Δημήτρης Δαλδάκης Πόρτα στον ήλιο

Μια προσφορά από την

Εκδότης: Στέφανος Νόλλας

Ειδικός Σύμβουλος: Γιώργος Διβάνης [email protected]

Σύμβουλος Έκδοσης: Ηλίας Μαρμαράς

Creative Direction: Γιώργος Κωνσταντινίδης [email protected]

Ατελιέ: Ελένη Σγόντζου, Μαρίζα Σουλιώτη,

Ιntern: Δέσποινα Κατσάρη

Επιμέλεια - Διόρθωση: Ηρώ Μακρή, Λευτέρης Βασιλόπουλος

Νομικός Σύμβουλος: Ζωή Ν. ΚωνσταντοπούλουΥποδοχή Διαφήμισης: Iωάννα Γεωργοπούλου T: 211 40 29 277

Εκτύπωση - Βιβλιοδεσία: Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α. Ε.

Ιδιοκτησία: Διάδραση Α. Μ. Κ. Ε.

Το κοντέινερ δημοσιεύει μόνο ενυπόγραφα κείμενα. Τα ενυπόγραφα κείμενα δεν εκφράζουν απαραιτήτως τις θέσεις του περιοδικού.

info@konteiner. gr | Τ: 211 402 92 77

A Puerta GayolaΌταν ο πόλεμος είναι δικός σου, δεν χρειάζεσαι ενισχύσεις.

Page 4: Konteiner 017 Internet

Graveyard songs / Γιώργος Βαλαής

...τα χέρια του ενός κυρίου είχαν τυλιχθεί κιόλας γύρω απ’ το λαιμό του Κ., κι ο άλλος έμπηξε το μαχαίρι βαθιά στην καρδιά και το γύρισε δυο φορές. Με μάτια που έσβηναν, ο Κ. πρόλαβε να δει τα πρόσωπα των δύο κυρί-ων, που σκυμμένοι κοντά στο πρόσωπό του, με τα μάγουλά τους κολλητά, παρακολουθού-σαν την εκτέλεση της απόφασης. «Σαν το σκυλί», είπε, λες και η ντροπή θα εξακολου-θούσε να υπάρχει και μετά το θάνατό του.

Το τέλος της Δίκης του Franz Kafka σαν επεισόδιο από τη συμβολή των οδών Στρα-τηγού Καλλάρη και Κωνσταντινίδη.

Κανείς δεν μπορεί να σε καβαλήσει, αν δεν είσαι σκυμμένος.

Martin Luther King

Τι με νοιάζει τι μπορεί να είναι η εκτός εμού τοποθετούμενη πραγματικότητα, εάν με έχει βοηθήσει να ζω, να νιώθω ότι είμαι, και αυτό που είμαι;

Δεν είναι κυνισμός, είναι οδηγός επιβίω-σης. Ο Charles Baudelaire αφαιρεί το αρ-νητικό ή θετικό πρόσημο της πραγματι-κότητας και κοιτά το κύριο περιουσιακό στοιχείο του: τον εαυτό του.

Το κινηματογραφικό δράμα είναι το όπιο του λαού. Κάτω οι αθάνατοι βασιλιάδες και βασίλισσες του σινεμά. Ζήτω οι κοινοί θνητοί που μας δείχνει η οθόνη όπως είναι μέσα στη ζωή με

τις καθημερινές ασχολίες τους. Κάτω τα μπουρζουάδικα σενάρια-μύθοι. Ζήτω η ζωή όπως είναι.

Ο Dziga Vertov (το όνομά του σημαίνει σβούρα που στριφογυρίζει), ο άνθρωπος με την κινηματογραφική μηχανή, υπογρά-φει το μανιφέστο όλων των ανώνυμων κι-νηματογραφιστών του youtube.

....θα τα έχανα όλα ελλείψει σθένους, η ζωή θα με κορόιδευε όπως όλους τους άλλους, η Ζωή, η αληθινή ερωμένη των πραγματικών ανδρών.

Ο Céline μιλά για τον φόβο της εγκατά-λειψης που νιώθουν οι πραγματικοί άν-θρωποι.

Και λέγαμε πως δεν έχει καιρό η αγάπη να φανερωθεί ολόκληρη. Μια μουσική άξια των συγκινήσεών μας δεν ακούσαμε. Βρεθήκαμε σ’ ένα διάλειμμα του κόσμου ο σώζων εαυτόν σωθήτω.

Τριγυρνώντας σε μπαρ, περπατώντας στον δρόμο, καθισμένοι σε πλατείες, αυτά τα λόγια του Νίκου Καρούζου επα-ναλαμβάνει μέρα παρά μέρα η διονυσια-κή πλευρά του Κοντέινερ, ο Σ. Ν. ο Λ. Β. και ο Γ. Κ.

Σήμερα το βράδυ όλοι έχουμε μια ψυχική ανάταση. Ας το κρατήσουμε αυτό κι ας προχωρήσουμε.

Υπάρχει φόβος αυτή τη στιγμή στα ΜΜΕ του κατεστημένου και στους πολιτικούς. Η διαδήλωση, η συνέλευση, είναι πάρα πολύ μεγάλη. Να μην τους επιτρέψουμε να μας ενσωματώσουν.

Έχω AIDS και καρκίνο, είμαι άστεγος. Δεν ντρέπομαι να τα πω αυτά. Όλοι χρειαζόμαστε δύναμη. Kαι να ξέρουμε γιατί το κάνουμε αυτό.

Πήρα το μικρόφωνο για να ζητήσω συγγνώμη από τα νέα παιδιά που βλέπω εδώ, για την Ελλάδα και την πολιτική σκηνή που τους παραδίδουμε.

Να ξεκινήσουν διαδικασίες αυτοδιάθεσης και αυτοθέσμισης, αποκαθιστώντας τη σχέση μας με την πολιτική, να εργαστούμε με πείσμα γι’ αυτό.

Θα ήταν πολύ όμορφο όσο μιλώ να με μεταφράζουν σε άλλες γλώσσες ή να υπάρχει κάποιος διερμηνέας νοηματικής για κωφάλαλους.

Δεν υπάρχει πιο καίρια πολιτική πράξη από το να πάρουμε τη ζωή μας στα χέρια μας.

Προχθές οι ακροδεξιοί μαχαίρωναν μετανάστες από τις χώρες που πρωτοστάτησαν και δίδαξαν ό,τι εξεγερσιακό συμβαίνει πια στον κόσμο.

Να συνεχίσουμε με συνέπεια τις εξεγέρσεις του αραβικού κόσμου. Να αρθούμε πάνω από πατρίδες και έθνη.

Αυτό που ζούμε εδώ θυμίζει μεγάλα γεγονότα που άλλαξαν το πολιτικό σκηνικό, όπως τα Ιουλιανά το '65. Είναι μια υπόσχεση ότι δεν φύγαμε, ότι είμαστε ακόμη εδώ, και τώρα και πάντα.

Recorder Ανοιχτή Λαϊκή Συνέλευση Πλατείας Συντάγματος

Page 5: Konteiner 017 Internet

Mapping Festival 2011, Γενεύη. mappingfestival.com

Αντίσταση - Αυτοοργάνωση - Αλληλεγγύη

Κοίτα, αν μπουκάραμε στη βουλή θα ήταν χωρίς σημαίες. Τέλος οι σημαίες. Δεν τις χρειαζόμαστε. Καλύτερα έτσι, ώστε να μην ξέρουν ποιον έχουν απέναντί τους.

Αυτό που πρέπει να γίνει αντιληπτό είναι ότι δεν θέτουμε πολιτικό ζήτημα, αλλά πολιτειακό.

Πρέπει να προσπαθήσουμε να φανταστούμε με τι μπορεί να μοιάζει η άμεση δημοκρατία.

Να μην ζήσουμε σαν δούλοι.

Έχω να θέσω ένα ερώτημα: ο αγώνας αυτός είναι εθνικός ή ταξικός;

Φωνή λαού, οργή Θεού.Να φύγουν οι καντίνες και τα «τσικνογόνα», να κάνουμε συλλογική κουζίνα.

Δύναμή μας είναι η αυτοργάνωση, κτήμα μας όλες οι δράσεις.

Κάτι καινούριο πάει να γεννηθεί. Μην αφήσουμε την δικτατορία των συμβόλων να το διαλύσουν!

Είμαστε εδώ γιατί γνωρίζουμε ότι οι λύσεις στα προβλήματά μας μπορούν να προέλθουν μόνο από εμάς.

Το μόνο site π

ου εκφράζει τις απ

όψεις της Α

νοιχτής Λαϊκής Σ

υνέλευσης είναι το real-dem

ocracy.gr

Page 6: Konteiner 017 Internet

6 _Γιώργος Ζώης

Το φοιτητικό άσυλο δεν καταργήθη-κε. Απλά μετατοπίστηκε στους απόφοι-τους των αστυνομικών σχολών.

Αντιτρομοκρατική. Κουκουλοφόροι με μαύρες στολές, μαύρες μάσκες, μαύρα αυτόματα στα χέρια, μέσα σε μαύρα τε-θωρακισμένα τζιπ με μαύρα φιμέ αλεξί-σφαιρα τζάμια, απάγουν φοιτητές από πεζόδρομους, από γκαράζ, από πάρτυ γενεθλίων. Αστείες ανακρίσεις, φω-τογραφίες από facebook, προδημοσι-ευμένα πολιτικά κείμενα. Το επόμενο πρωί οι όμηροι πετιούνται σε ένα κελί φυλακής είτε μπροστά από τη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Αποδεικτικό υλικό έτσι και αλλιώς δεν υπάρχει, πάντα κατα-σκευάζεται.

Ομάδα Δ. Μια μηχανοκίνητη συμμορία δημοσίων υπαλλήλων, ένα δίτροχο κο-πάδι που τσακίζει πισώπλατα διαδηλω-τές, λευκοί κρανοκέφαλοι που παίζουν το γύρο του θανάτου στις πλατείες.

ΜΑΤ. Πράσινοι μασκοφόροι τραυμα-τίζουν και ψεκάζουν, για να καθαρί-σουν τους δρόμους από τους ανθρώ-πους. Η ξυλοκόπηση ημιαναίσθητων διαδηλωτών δεν είναι απόπειρες σύλλη-ψης αλλά απόπειρες δολοφονίας από αφηνιασμένα αστυνομικά σχολιαρό-παιδα που αφήνονται ή καθοδηγούνται από ανώτερους αξιωματικούς.

Οι πισώπλατοι πυροβολισμοί, οι βα-σανισμοί στα κρατητήρια, οι εξευτελι-σμοί στα αστυνομικά τμήματα, οι ξυ-λοδαρμοί στις μεταγωγές, δεν είναι θέμα ατελoύς εκπαίδευσης και εσφαλ-μένης νοοτροπίας. Είναι το γνήσιο αποτέλεσμα μετατροπής δεκαεννιά-χρονων αποφοίτων λυκείου σε εν δυ-νάμει δολοφόνους των πρώην συμμα-θητών τους.

Κανένας από τους παραπάνω εν ώρα υπηρεσίας δεν αποκαλύπτει το πρόσω-πό του. Ο καθένας τους κρύβεται πίσω από μια στολή χωρίς διακριτικά. Η ατο-μική τους ευθύνη ξεπλένεται στην ενδυ-ματολογική ανωνυμία.

Η Ελληνική Αστυνομία είναι το επί-σημο παρακράτος της Ελληνικής Δη-μοκρατίας.

Η Χρυσή Αυγή δεν είναι παρά ένα φυ-τώριο μελλοντικών αστυνομικών και στρατιωτικών. Όσα μέλη της μένουν απ’ έξω απλά δεν πέρασαν τη βάση στις

εισαγωγικές. Όμως οι αστυνομικοί που υπηρετούν στις προηγούμενες επίλε-κτες ομάδες υποκαθιστούν τις όποιες απώλειες από τις πανελλήνιες εξετά-σεις. Μόλις βγάλουν τα κράνη με αυτο-κόλλητα την ελληνική σημαία ή νεκρο-κεφαλές, εμφανίζονται τα γυμνά τους κρανία. Είναι η μόνη κατηγορία δημο-σίων υπαλλήλων με τόσα πολλά ξυρι-σμένα κεφάλια.

Εξαθλιωμένοι Έλληνες και μετανά-στες εναντίον εξαθλιωμένων μετανα-στών και Ελλήνων. Κατσαβίδια ενα-ντίον άδειων στομαχιών, μαχαίρια ενα-ντίον μισογεμάτων τσεπών, ανάποδα γκλομπ εναντίον εγκεφαλικών ημισφαι-ρίων. Η Αθήνα πήρε το όπλο της.

Η ακροδεξιά τρομοκρατία δεν παρακο-λουθεί κανέναν επιλεγμένο στόχο, δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη ονομαστι-κά, δεν αποστέλλει ιδεολογικές προκη-ρύξεις. Δεν νοικιάζει γιάφκες γιατί έχει επίσημα γραφεία. Δεν είναι μυστική ορ-γάνωση γιατί ανήκει σε πολιτικό κόμμα. Δεν κάνει πυρήνες βάσης γιατί έχει πο-λιτική ηγεσία. Απλά βγαίνει έξω με πα-πάκι για σεργιάνι και δολοφονεί τυχαία

όποιον σταθεί στο δρόμο της. Και μετά περιμένει τη μέτρηση της κοινής γνώμης για να της δώσει το άλλοθι να συνεχίσει.

Δεν είναι μεμονωμένα περιστατικά βίας, αλλά μια γενικευμένη πρόβα κα-ταστολής. Δεν υπάρχει κανένα «έλλειμ-μα» δημοκρατίας αλλά περίσσεια φασι-στικού παροξυσμού. Δεν υπάρχει αστυ-νομική αυθαιρεσία, απλά αυθαίρετη εμ-φάνισή της μπροστά στις κάμερες.

Δεν χρειάζεται κανένας νέος επιτελικός αστυνομικός ανασχεδιασμός. Αυτό που χρειάζεται μόνο είναι η οριστική διάλυ-ση όλων αυτών των δημοσίων ή μη πα-ρακρατικών συμμοριών.

Η αντίδραση σε αυτή την κρατική βία δεν μπορεί να είναι μια ανεξέλεγκτη πυρομανία με τραγικές καταλήξεις. Η ηδονή της πυροφιλίας είναι θέμα της ψυχιατρικής επιστήμης και όχι μιας εξεγερτικής διαδικασίας. Η βία χρησι-μοποιείται μόνο ως προσωρινός φορέ-ας αντίστασης με σκοπό τη μετέπειτα κατάργησή της και όχι ως σπασμωδικά αντίποινα ξεκαυλώματος.

Κανείς δεν μπορεί να βάζει πλάτες μια λαϊκή αγορά ή μια ανθρώπινη πορεία αν δεν έχει εξασφαλίσει πρώτα την προστα-σία, διαφυγή και την ανθρώπινη ζωή των διπλανών του και στο τέλος τη δική του. Οποιαδήποτε απολογητική προκήρυξη που ζητάει οίκτο και κατανόηση για την άτυχη στιγμή είναι το ίδιο προκλητική με την επίσημη ανακοίνωση της αστυνομί-ας για άτυχους τραυματισμούς και θερ-μές ευχές ανάρρωσης.

Η σύγκρουση δεν είναι videogame δι-αρκείας, δεν είναι θέατρο του δρόμου με κοινό απαθείς περαστικούς, δεν είναι αυτοπαραγωγή αδρεναλίνης. Δεν είναι υπόθεση μιας ομάδας, ενός χώρου, μιας οργάνωσης. Γιατί τότε δεν λειτουργεί ως μαμή της ιστορίας αλλά ως έκτρωση σε προχωρημένη ιστορική εγκυμοσύνη.

* All Cops Are Bastards

A.C.A.B.*All Cops Are Brothers

Παρέμβαση

Page 7: Konteiner 017 Internet
Page 8: Konteiner 017 Internet

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

8

NavigationNavigation

_Ιωάννα Γεωργοπούλου, Αντωνάκης Χριστοδούλου

ΜουσΙκή

See The Music

Το See The Music είναι μία συναυ-λία σαν όλες τις άλλες, που όμως κω-φοί και ακούοντες αλληλεπιδρούν και συμμετέχουν ισότιμα στη μουσι-κή εμπειρία. Ο διεθνούς φήμης κωφός μουσικός από τη Φινλανδία Signmark, καθώς και ο πρωτοπόρος της ελληνι-κής ηλεκτρόνικα Κ. Βήτα θα βρεθούν στη σκηνή του πρώτου See The Music, αποδεικνύοντας ότι η τέχνη σπάει τα σύνορα και τις προκαταλήψεις και ότι η μουσική είναι κάτι περισσότερο από αυτό που ακούμε. Καθ’ όλη τη διάρ-κειά του θα υπάρχει ερμηνεία της μου-σικής και των στίχων στη νοηματι-κή γλώσσα, προσφέροντας για πρώτη φορά στην Ελλάδα μια μοναδική ηχη-τική-οπτική εμπειρία τόσο για ακούο-ντες όσο και για κωφούς.

19/6 Μουσείο Μπενάκη, κτήριο οδού Πειραιώς, είσοδος ελεύθερη

ΜουσΙκή

Wooden Wand

O Wooden Wand, a.k.a. James Jackson Toth, έχoντας στις αποσκευές του το Death Seat, ίσως τον καλύτερο δίσκο της ήδη μεγάλης καριέρας του στην αμερικάνικη Folk σκηνή, θα εμφανιστεί στο Six D.O.G.S στις 26 Ιουνίου σε μια διοργάνωση των Arte Fiasco. Με τις ευλογίες του πολύ Michael Gira (που έκανε και την παραγωγή του δίσκου), ο Toth έρχεται στην Ελλάδα ακριβώς στο peak της καριέρας του.

28/6, 21:30 Six D.O.G.S, Αβραμιώτου 6-8, τιμή εισιτηρίου 10 ευρώ

ΦεσΤΙβΑλ

Who’s afraid of the big bad crises?

Το Balkans Beyond Borders Short Film Festival ανοίγει τις πόρτες του στην Αθήνα φιλοξενώντας ταινίες μικρού μήκους, έκθεση φωτογραφίας, djs και live bands. Το θέμα του φετινού φεστι-βάλ είναι η οποιασδήποτε μορφής κρί-ση. Είναι η κρίση η ευκαιρία για μια νέα αρχή ή απλά το τέλος; Να τη φοβηθού-με; Να την πάρουμε σαν αστείο;

20-22/6 Six D.O.G.S., Αβραμιώτου 6-8, τιμή εισιτηρίου 10 ευρώ

σΙνεΜΑ

The Prism GR2010

Οι πολύπλευρες διαστάσεις ενός βα-σανισμένου τόπου, εξερευνώνται μέσα από μία συλλογική multimedia κατα-γραφή της Ελλάδας, αποτυπωμένη σε 27 ιστορίες και ένα ντοκιμαντέρ μεγά-λου μήκους. Οι δημιουργοί και σκη-νοθέτες του THE PRISM GR2010, Νίνα Μαρία Πασχαλίδου και Νίκος Κατσαούνης, μοιράζονται την ιστορία της χώρας τους χρησιμοποιώντας μια διαφορετική μεθοδολογία κινηματο-γράφησης.

Έναρξη 1/6, theprism.tv

ήΜερΙΔΑ

Ακροδεξιά, πολιτικός εξτρεμισμός και βία

Με πρωτοβουλία της Ελληνικής Ένω-σης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και αφορμή τα πρόσφατα γεγονότα ρα-τσιστικής βίας στην Αθήνα διοργανώνε-ται εκδήλωση-συζήτηση με στόχο να ανα-δείξει το ζήτημα, να φωτίσει αθέατες πτυ-χές του και να αποδομήσει τις “αυτονόη-τες” όσο και παραπλανητικές βεβαιότητε. Οι ομιλητές προέρχονται από διαφορετι-κούς επαγγελματικούς χώρους και πολιτι-κά περιβάλλοντα .

7/6, 19:00 Goethe, Ομήρου 14-16

εΙκΑσΤΙκΑ

Άσημοι ήρωες - Διάσημοι ήρωες

Αληθινά περίστροφα και πιστόλια που έχουν παραμορφωθεί αποτελούν το υλικό του εικαστικού Δημήτρη Μεράντζα που μεταμορφώνει αυτά τα φονικά εργαλεία σε ανθρώπινα θύματα πολέμου. Την εγκατάσταση συμπληρώνουν δύο ολυμπιακά βάθρα δίνοντας μία ειρωνική διάσταση στην επιτυχία και τη χαρά της νίκης.

Έως 18/6, γκαλερί Elika, Ομήρου 27

Page 9: Konteiner 017 Internet
Page 10: Konteiner 017 Internet

10

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

Παρέμβαση

_Μάνος στεφανίδης

Στον Άκη Γαβριηλίδη

Όσο πιο πολύτιμο είναι ένα πράγμα, τόσο πιο πολύ βολεύεται -λαμποκο-

πώντας πάντα- στην εκδοχή του ελάχιστου.

Επιτρέπεται μια υπερδύναμη, προα-σπίστρια των αξιών του δυτικού πο-λιτισμού να εξοντώνει έναν, έστω βδελυρό, τρομοκράτη χρησιμοποι-ώντας εξίσου τρομοκρατικές μεθό-δους; Μιλώντας για το διεθνές δί-καιο και τη νομική κουλτούρα του πολιτισμένου κόσμου μπορεί ο πρό-εδρος της υπερδύναμης να διατάσ-σει την εκτέλεση ενός κακοποι-ού-εγκληματία στην επικράτεια ενός ξένου κράτους χωρίς να προσαγά-γει σε δίκη τον ανωτέρω κακούρ-

γο; Ακόμα και τους αρχιβασανιστές των Ναζί, οι Σύμμαχοι τους οδήγη-σαν σε δίκη, τους έδωσαν το δικαίω-μα της υπεράσπισης και μετά άλλους καταδίκασαν και εκτέλεσαν ή φυλά-κισαν κι άλλους αθώωσαν. Η χρησι-μοποίηση τρομοκρατικών μεθόδων και η περιφρόνηση κάθε δικαιικής έννοιας ή διαδικασίας δεν νομιμο-ποιεί την τρομοκρατία καθιστώντας αναπότρεπτες της μεθόδους της; Δεν αποτελεί κάτι τέτοιο ένα άκρως επι-κίνδυνο παράδειγμα, μια «διδαχή» που μπορεί αυτεπίστροφα να πλήξει τον καθένα μας δημιουργώντας ένα de facto «δικαίωμα βίας» εκεί που εντοπίζεται χειροπιαστό το έλλειμ-μα δικαίου;

Επιτρέπονται, επίσης, αρχηγοί κρα-τών, πρόεδροι, καγκελάριοι, εκπρό-

σωποι ύπατων, δημοκρατικών θε-σμών να εκφράζουν τη χαρά τους για τη δολοφονία κάποιου, έστω τρομα-κτικού, αντίπαλου; Προσέξτε: άλλο πράγμα η έκφραση ανακούφισης ή η ικανοποίηση για την απονομή ipso facto δικαιοσύνης και άλλο η χαρά σαν να πρόκειται για αντιμαχόμενες φράξιες μιας πρωτόγονης μαφίας. Ο θάνατος δεν μπορεί ποτέ να είναι πηγή χαράς σ’ έναν κόσμο που αυ-τοπροσδιορίζεται ως πολιτισμένος. Και κάτι τελευταίο: το πτώμα ενός εχθρού εκπροσωπεί μιαν άλλη υπό-σταση από τον εχθρό τον ίδιο. Και βέβαια ΔΕΝ τιμωρείται. Ούτε ρί-χνεται στη θάλασσα. Αλλιώς γυρί-ζουμε σε βαρβαρικές, προνεωτερι-κές κοινωνίες. Ή, μήπως, γυρίσαμε ήδη; Φαίνεται πως στο σχολείο του Ομπάμα δεν δίδασκαν Αντιγόνη.

Ο Ο

μπά

μα κα

ι η Αντιγόνη

Michael Schmidt, Sea #3, 2007, courtesy Galerie Nordenhake

ΥΓ1. Η κρατική τρομοκρατία πάντα είναι πιο επικίνδυνη από οποιαδήποτε άλλη και το πνεύμα του Γκουντάναμο, δηλαδή η άρση κάθε μορφής δικαίου είναι πάντα σε ισχύ.

ΥΓ2. Η τέχνη και όχι το κυρίαρχο δήθεν είναι ο μόνος τρόπος να ζούμε, κάπως ευτυχείς, την οντολογική μας μελαγχολία.

* Ο Μάνος Στεφανίδης είναι επίκουρος κα-θηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Page 11: Konteiner 017 Internet
Page 12: Konteiner 017 Internet

12

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

Δωμάτιο Φιλοξενίας

Μετά την απροκάλυπτη επίθεση των δυνάμεων κα-ταστολής εναντίον διαδηλωτών κατά τη διάρκεια ειρηνικής πορείας στο πλαίσιο της Γενικής Απερ-γίας που κήρυξαν ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ στις 11 Μαΐ-ου και, τον τραγικό απολογισμό, που ήθελε δεκά-δες τραυματίες να μεταφέρονται, επειγόντως, στα κοντινότερα νοσοκομεία και έναν εξ’αυτών σε κρί-σιμη κατάσταση στην εντατική, τα νυσταλέα και ατροφικά κοινωνικά αντανακλαστικά μάχονται επί ματαίω να τεθούν σε λειτουργία.

Τμήματα του ημερήσιου και ηλεκτρονικού τύπου, συγγενικά με τους στόχους και τη νοοτροπία των δυνάμεων καταστολής, δουλεύουν με απώτερο σκοπό τον ευρύτερο αποπροσανατολισμό της κοι-νής γνώμης. Πληθώρα ψευδών ειδήσεων και κατα-σκευασμένων πληροφοριών, εικονικές συνεντεύ-ξεις απο εικονικά πρόσωπα, φανταστικά γεγονό-τα από φανταστικά υποκείμενα αμβλύνουν το κλί-μα αναξιοπιστίας που έχει δημιουργήσει η κρατι-κή ασυδοσία. Μασκαρεμένοι δημοσιογράφοι και πράκτορες της Ασφάλειας, με τις συνήθεις τακτι-κές τους, προσπαθούν να εκμαιεύσουν και να δια-στρεβλώσουν πληροφορίες τη στιγμή που η αθερά-πευτη Αστική Δημοκρατία επιβεβαιώνει ότι η είδη-ση ενός νεαρού διαδηλωτή που παλεύει για τη ζωή του στην εντατική δεν αποτελεί πλέον θέμα.

Προς αντικατάσταση αυτού, υπήρξαμε μάρτυρες αφενός ενός μελοδραματικού εκχυδαϊσμού προσω-πικών δεδομένων, έτοιμων και παρασκευασμένων για ευρεία κατανάλωση από τηλεθεατές με βραχύ-βια μνήμη, αφετέρου του συμψηφισμού όλων των μορφών αντίδρασης σ’έναν άκρως συντηρητικό και λαϊκίστικο θεωρητικό λόγο.

Έτσι, τη στιγμή που η επαναστατική δράση δεν μπορούσε να αποδεσμευτεί από τα ιατρικά ανακοι-νωθέντα, οι κύριοι φορείς της ενημέρωσης φόρε-

σαν το ίδιο κοστούμι στο χουλιγκανισμό, στα μα-φιόζικα χτυπήματα και στην ακροδεξιά, εξισώνο-ντας τα φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας με την υγιή αντίδραση.

Η αξία της ανθρώπινης ζωής απουσιάζει προκλητι-κά απ’όλες τις συζητήσεις, ενώ, αντιθέτως, υπήρξε εμφανέστατη, από τις πρώτα κιόλας ημέρες, η προ-σπάθεια οικειοποίησης, εκμετάλλευσης έως και νε-κροφιλικής απόλαυσης του τραγικού συμβάντος, στρέφοντας για μιαν ακόμη φορά τα μάτια μακριά απ’ την ουσία:

Η τρομοκρατία είναι, ιστορικά, ιδεολογικά, ακό-μη και λεκτικά, άμεσα συνδεδεμένη με την έννοια του κράτους, το οποίο κατ’εξακολούθηση εκφοβί-ζει και δολοφονεί σαδιστικά τους πολίτες του.

* Ο Γιάννης Καυκάς χτυπήθηκε βάναυσα στο κεφάλι από άν-

δρες των ΜΑΤ, περίπου στο ύψος της οδού Βουκουρεστίου,

στο κέντρο της Αθήνας, κατά τη διάρκεια της πορείας για τη

Γενική Απεργία της 11ης Μαΐου 2011.

Ως αποτέλεσμα του άγριου ξυλοδαρμού και των συνεχόμενων

χτυπημάτων στο κεφάλι του υπέστη σοβαρότατες κρανιοεγκε-

φαλικές κακώσεις.

Μετά την χειρουργική επέμβαση στην οποία υπεβλήθη νο-

σηλεύτηκε επί 19 ημέρες, τις περισσότερες από τις οποίες σε

βαθύ λήθαργο, στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Γενι-

κού Κρατικού Νοσοκομείου της Νίκαιας.

Βίντεο από τη στιγμή της επίθεσης:

youtube.com/watch?v=celyhv_P79Y&feature=player_

embedded

Γράφουν οι φίλοι του Γιάννη Καυκά* Μάνος Κουμής, Ηώ Χαβιαρά, Γρηγόρης Πανόπουλος, Γιάννης Μανιός

Page 13: Konteiner 017 Internet

Teun Hocks, Untitled, 2008

Page 14: Konteiner 017 Internet

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

κινηματογράφος

Φωτογραφία

λογοτεχνία

βιβλίο

Θεωρεία της Γαίας

Ποίηση

βλέμμα

General Idea, Nazi Milk, 1979, courtesy Esther Schipper, Berlin

Page 15: Konteiner 017 Internet

15

_βλέμμαΚινηματογράφος

βλέμμα

_συνέντευξη: ελευθερία Γεροφωκά

λαρς Φον Τρίερ

ΜelancholiaΓια μένα η Μελαγχολία είναι μια ται-νία για τη γη και το τέλος της ανθρω-πότητας, αλλά και μια ταινία στην οποία βλέπουμε πώς λειτουργούν οι άνθρωποι κάτω από πίεση. Ένας θε-ραπευτής μού είπε ότι οι άνθρωποι που είναι κάτω από τη σκέπη της κα-τάθλιψης ή της μελαγχολίας λειτουρ-γούν πιο ήρεμα σε βίαιες και σκληρές καταστάσεις. Με άλλα λόγια είναι πιο ευτυχισμένοι. Οι καταθλιπτικοί ξέρουν έτσι και αλλιώς ότι τα πράγ-ματα είναι χάλια και είναι προετοιμα-σμένοι υπό μία έννοια.

ΦόβοςΛοιπόν, είμαι νευρωτικός, είμαι υπο-χόνδριος, είμαι φοβισμένος όταν δεν μπορώ να ελέγξω τα πράγματα και τις καταστάσεις γύρω μου. Γι’ αυτό και βλέπω συχνά τον θεραπευτή μου. Με-ρικοί άνθρωποι γεννιόμαστε με άχρη-στα φίλτρα. Όταν ήμουν νέος φοβό-μουν ότι θα πεθάνω στον ύπνο μου. Το μεγαλύτερο μέρος της Μελαγχολί-

ας είναι γυρισμένο σε γήπεδα γκολφ και νεκροταφεία και αυτό το έκλεψα από τον Μικελάντζελο Αντονιόνι και την ταινία La Notte. Υπάρχει κάτι πε-ρίεργο και μελαγχολικό στα γήπεδα του γκολφ και τα έχω αγαπήσει σαν χώρους.

ΚοντρόλΘέλω να έχω πλήρη έλεγχο του τι κάνω. Για μένα ευτυχία είναι όταν μπορώ να βγαίνω λίγο από αυτόν τον έλεγχο και να χαλαρώνω.

ΓυναίκεςΜετά την Μήδεια έχω γυναίκες στους πρωταγωνιστικούς ρόλους και αυτό γιατί πραγματικά δουλεύω πολύ πιο καλά μαζί τους. Το πρόβλημα με τους άντρες είναι ότι σε κατουράνε πίσω από την πλάτη σου και μένουν μόνο στους μυς τους, ενώ η γυναίκα από τη φύση της τα δίνει όλα και είναι η μόνη που επιβιώνει σε στιγμές κρί-σης. Είναι πιο καλές οι γυναίκες και σε καταλαβαίνουν.

Βιβλιοθήκη/ΕπιρροέςΤον τελευταίο καιρό επέστρεψα στον Ντοστογιέφσκι και στον Τόμας Μαν. Αλλά και η Αναζήτηση του Χαμένου Χρόνου του Μαρσέλ Προυστ στάθη-κε έμπνευση γι’αυτή την ταινία μου όπως και ο Νίτσε αλλά και η μουσική του Βάγκνερ.

ΟικογένειαΗ μεγάλη μου κόρη είδε κάποιες ται-νίες μου και δεν αισθάνθηκε ή δεν κατάλαβε κάτι και δεν μου είπε τί-ποτα. Για μένα καλύτερα να δουν τις ταινίες μου όταν φτάσουν στα πενή-ντα τους χρόνια.

ΑυστηρόςΣυνήθως είμαι ερωτευμένος με όποια ταινία κάνω· στην περίπτωση όμως της Μελαγχολίας δεν ξέρω. Μου έδειξαν τις αφίσες και το τρέιλερ και δεν κατάλαβα ότι είναι δική μου ται-νία, μα όχι, είναι δική σου μου εί-παν και τους απάντησα, ελπίζω πως όχι. Παρ’όλα αυτά τη γύρισα με αγνή

καρδιά. Και, κοιτάζοντας την, βλέπω στοιχεία από ταινίες του Βισκόντι και αυτό κάπως με κάνει να αισθάνομαι καλά.

Επόμενο ΒήμαΈχω μεγάλες προσδοκίες για να κάνω μια ερωτική ταινία. Το επό-μενο πρότζεκτ μου ονομάζεται Nymphomaniac. Και ξέρω ότι δεν εί-ναι πολιτικά ορθό να ονομάσω την ταινία μου έτσι, αλλά εγώ θα κάνω μια ωραία ταινία που θα λέγεται Nυμ-φομανής.

Θεός & ΠίστηΕύχομαι να...

Σύνοψη Η Κίρστεν Ντανστ γιορτάζει το γάμο της με τον νεαρό Αλεξάντερ Σκάρ-σκαρντ στο πλούσιο σπίτι της αδερ-φής της, Σαρλότ Γκαίνσμπουργκ. Ο πλανήτης Μελαγχολία οδεύει προς τη γη... Μια ψυχολογική ταινία κατα-στροφής του κόσμου.

Ο προβοκάτοραςΤο πρόβλημα με τους άν-δρες είναι ότι σε κατου-ράνε πίσω από την πλά-τη σου και μένουν μόνο στους μυς τους

Το κακό παιδί του σινεμά κατέβηκε στις Κάννες με ένα σημαντικό φιλμ. Όπως ισχυρίζεται, η Melancholia είναι μια «διεστραμμένη» ταινία που θυμίζει αγαπημένα κλασικά ζώα καρτούν της Disney. Ο Τρίερ μισεί τα ταξίδια και σπάνια βγαίνει εκτός Δανίας. Είναι εκκεντρικός και ιδιοφυής. Είναι νευρωτικός και ανησυχεί για το οτιδήποτε. Έχει πέντε παιδιά και του αρέσει να ασχολείται με την κηπουρική.

Page 16: Konteiner 017 Internet

16

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

βλέμμα_

Αποστολή

Κινηματογράφος

_Δημήτρης Xαρίτος

Ένα χρόνο μετά τη θητεία της Κων-σταντινούπολης ως πολιτιστική πρω-τεύουσα της Ευρώπης, το Διεθνές της Φεστιβάλ Κινηματογράφου γιόρτα-σε με τη σειρά του τα 30 του χρόνια. Τα δύο γεγονότα έχουν μια αμοιβαία σχέση. Το Φεστιβάλ στήθηκε από τους συντελεστές στήριξης των εκ-δηλώσεων της πολιτιστικής πρωτεύ-ουσας ενώ η ίδια η Κωνσταντινούπο-λη υπήρξε το λίκνο του τουρκικού κι-νηματογράφου. Αυτή τον υποδέχθηκε από τη Δύση στις αρχές του περασμέ-νου αιώνα, στην καρδιά του δογμα-τικού Ισλάμ, ως καινοφανή κοσμική και ελευθεριάζουσα τέχνη των αλλό-θρησκων και παραμένει η έμπνευση και το σκηνικό της πλειονότητας των ταινιών του. Το τουρκικό σινεμά δεν γνώρισε, όπως αυτό των άλλων βαλ-κανικών χωρών, ούτε τις καταστρο-φικές συνέπειες του Β΄ Παγκοσμί-ου Πολέμου, ούτε τη μονολιθικότητα του υπαρκτού σοσιαλισμού, ούτε τις εμφύλιες συρράξεις και τις αιματηρές γεω-εθνοτικές ανακατατάξεις που ακολούθησαν. Γνώρισε άλλου είδους προβλήματα, κάποια εκ των οποίων συνεχίζουν να του δίνουν μια εγγενή ιδιαιτερότητα. Η καταλυτική παρου-σία του Κεμάλ Ατατούρκ και οι ριζο-σπαστικές μεταρρυθμίσεις εκδυτικο-ποίησης που επέβαλε το 1924 η νεο-σύστατη Τουρκική Δημοκρατία, άφη-

σαν ένα βαθύ χάσμα ανάμεσα στη μα-κραίωνη ισλαμική πραγματικότητα του Οθωμανικού μεγαλείου και τους ισχυρούς ανέμους του ευρωπαϊκού εκσυγχρονισμού, η αφομοίωση του οποίου συναντάει ακόμα αντιστά-σεις στη βαθιά τουρκική ενδοχώρα. Η προσπάθεια αφηγηματικής αποτύπω-σης αυτού του δίσημου συγκερασμού Ανατολίας και Ευρώπης είναι που χά-ριζε στο τουρκικό σινεμά μια παθια-σμένη ηθογραφική ένταση και μελο-δραματισμό, ο οποίος και παραμένει συστατικό πολλών ταινιών του.

Για αρκετά χρόνια ο τουρκικός κινη-ματογράφος θα είναι ο χρυσοφόρος Μίδας οικογενειακής ψυχαγωγίας, μα-κριά από κάθε κοινωνικό ρεαλισμό και κριτική, αφού το καθεστώς με σιδερέ-νια προληπτική λογοκρισία και εξου-θενωτικές ποινές δεν άφηνε κανένα περιθώριο. Τα στρατιωτικά πραξικο-πήματα του 1960 και του 1980 κράτη-σαν την πνευματική ζωή, μαζί και τον κινηματογράφο, σε απόλυτο έλεγχο.

Η ποιοτική σινεφιλία στην Κωνστα-ντινούπολη ξεκίνησε με την ίδρυση της Ταινιοθήκης. Εκεί έγιναν γνω-στές οι αισθητικές τάσεις του ευρω-παϊκού σινεμά, εκεί θήτευσαν πολ-λά από τα ονόματα της επερχόμενης άνοιξης του τουρκικού κινηματογρά-

φου, όπως ο Γιλμάζ Γκιουνέι και ο Ομέρ Καβούρ. Το κλείσιμο της ενο-χλητικής για το καθεστώς Ταινιοθή-κης αναπληρώθηκε από τις «Ημέρες Σινεμά Κωνσταντινούπολης» που το 1982 μετονομάστηκαν σε «Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Κωνστα-ντινούπολης». Από τα μισά των ’90ς μια σειρά σκηνοθέτες όπως ο Νου-ρί Μπιλγκέ Τζεϊλάν, ο Ζεκί Ντε-μιρκουμπούζ, η Γιεσίμ Ουστάογλου, ο Ντερβίς Ζαΐμ, ο Ρεχά Ερντέμ και ο Σεμίχ Καπλάνογλου, έκαναν σε-βαστό το τουρκικό σινεμά, όπως το αποδεικνύει πλήθος διακρίσεων στα μεγάλα φεστιβάλ.

Αν και η σοδειά της φετινής διοργά-νωσης (2-17 Απριλίου) δεν ήταν από τις καλύτερες, ανάμεσα στις 23 ται-νίες μυθοπλασίας και τα 25 ντοκιμα-ντέρ που προβλήθηκαν ξεχώρισαν: Τα Μαλλιά σε σενάριο και σκηνοθεσία Ταϊφούν Πιρσελίμογλου, μια σπαρα-κτική υπαρξιακή ιστορία διαχρονικών χαρακτήρων με κινηματογραφικές μνήμες Ομέρ Καβούρ και Αντονιόνι που γυρίστηκε στο Ταρλάμπασι, την πιο κακόφημη γειτονιά της Κωνστα-ντινούπολης. Τέσσερις ταινίες κουρ-δικού ενδιαφέροντος αποδεικνύουν κάποια πολιτικά ανοίγματα, με πιο σημαντική το Press σε σενάριο και σκηνοθεσία του Σεντάτ Γιλμάζ που

εξιστορεί, με τους τρόπους δραματο-ποιημένου ντοκιμαντέρ, τις περιπέ-τειες, τις δολοφονίες των συντακτών και τέλος το κλείσιμο (1994) της ημε-ρήσιας κουρδικής εφημερίδας Ozgur Gundem. Εντυπωσιακό το ντοκιμα-ντέρ Οικουμενόπολις: Πόλη δίχως Όρια του Ιμρέ Αζέμ που εξετάζει την τερατώδη ανάπτυξη της Κωνσταντι-νούπολης και τη μοιραία πιθανολο-γούμενη καταστροφή της. Το Ζεφύρ της Μπέλμα Μπάς (παγανισμός και εικαστικές επιδράσεις Σεμίχ Καπλά-νογλου). Το Merry-go-round της Ιλ-κσέν Μπασασίρ, μια ιστορία βίαιης αιμομιξίας και τιμωρίας που κάπου στο τέλος θυμίζει τους Τρεις Πιθή-κους του Τζεϊλάν. Σε κουρδικό κλί-μα και o Γιος του Αττίλα Σενγκίρ και ακόμα το (μνήμες Παρατζάνοφ) Λευ-κό σαν Xιόνι του Σελίμ Γκιουνές, η Μεγάλη μας Απογοήτευση του Σε-ϊφί Τεομάν (τρυφερή κομεντί αλλά και κάτι από ριμέικ του Ζυλ και Ζιμ του Τρυφώ), το Πέταγμα χωρίς Φτε-ρά του Σάβας Μπαϊκάλ για το πώς αυτοδημιουργούνται οι λαϊκοί ηγέ-τες. Και βέβαια το Σκιές και Πρό-σωπα του σπουδαίου τουρκοκύπριου δημιουργού Ντερβίς Ζαΐμ, μια καλό-πιστα ισορροπημένη αφήγηση για την αρχή των προστριβών το 1960 (και την τραγική κατάληξή τους) των δύο κοινοτήτων στην Κύπρο.

Ο τουρκικός κινηματογράφος σήμεραΜε αφορμή το 30ό –εορταστικό– Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Κωνσταντινούπολης.

Hair του Ταϊφούν Πιρσελίμογλου

Page 17: Konteiner 017 Internet

17

Ιούνιος 2011 | κοντέινερ

_βλέμμαΚριτική Κινηματογράφος

_βένια βέργου

Όταν ένας σημαντικός σκηνοθέτης όπως ο Σκολιμόφσκι κάνει μια ται-νία-παραβολή για το πολιτικό γί-γνεσθαι που διαμορφώνει τις εξου-σιαστικές σχέσεις μεταξύ Δύσης και Ανατολής, πολλοί είναι πρόθυμοι να του συγχωρήσουν μια άνευ προ-ηγουμένου αφηγηματική ελλειπτικό-τητα. Χρειάζεται κανείς να διαβάσει τη σύνοψη στον κατάλογο του φεστι-βάλ Βενετίας ή τα production notes της ταινίας για να μάθει πως ο Αφ-γανός Μοχάμαντ (ο ήρωας που υπο-δύεται ο Βίνσεντ Γκάλο, χωρίς ποτέ να κατονομάζεται στην ταινία) πιά-νεται αιχμάλωτος από τους Αμερικα-νούς σε μια συμπλοκή υποτίθεται κά-που στο Αφγανιστάν. Κατά τη μετα-φορά του σε κέντρο αιχμαλώτων κά-που στην Ευρώπη καταφέρνει να δια-φύγει και να χαθεί στην ερημιά.

Ο Σκολιμόφσκι, μαζί με τη συν-σεναριογράφο του Εύα Πιασκόφ-

σκα, δεν ενδιαφέρονται να καταστή-σουν στον θεατή σαφείς όλες αυτές τις λεπτομέρειες. Η πολύ στενή κι-νηματογράφηση του Γκάλο σε αυτό το πρώτο μέρος των αλλεπάλληλων συμπλοκών θεωρείται αρκετή για να συμπαθήσουμε τον ήρωα, ώστε να παρακολουθήσουμε με δέος τη με-τέπειτα προσπάθειά του να διατη-ρηθεί στη ζωή σ’ ένα αχανές χιονι-σμένο τοπίο. Κάτι που βεβαίως, δεν λειτουργεί απολύτως, με κίνδυνο να χαθεί το ενδιαφέρον σ’ αυτό το κρίσιμο πρώτο μέρος, το οποίο εί-ναι έτσι στημένο ώστε να παραπλα-νεί προς την κατεύθυνση ενός πο-λιτικού θρίλερ, ενώ στην πραγματι-κότητα πρόκειται για έναν υπαρξια-κό στοχασμό πάνω στη σημασία της επιβίωσης του ατόμου.

Από την απόδραση του ήρωα κι ύστερα αρχίζει η μακρά περιπλάνη-ση μέσα στην ερημιά. Αλλάζει ο ρυθ-

μός, πέφτουν οι ταχύτητες, αφου-γκραζόμαστε τις εναγώνιες ανάσες του Γκάλο και γινόμαστε μάρτυρες μιας σειράς νέων απειλών (πείνα, δίψα, άγρια ζώα), οι οποίες ξεπερ-νιούνται με αξιοθαύμαστη τύχη και ευκολία. Από τις πιο ασυνήθιστες κινηματογραφικά, η συνάντηση του ήρωα μέσα στο δάσος με μια ανυπο-ψίαστη ποδηλάτισσα, μητέρα ενός βρέφους που θηλάζει.

Κι ενώ ο Σκολιμόφσκι είχε οργανώ-σει ένα αξιοθαύμαστο δραματουρ-γικά σύστημα παρακολούθησης της ηρωίδας του στην προηγούμενη ται-νία του Τέσσερις Νύχτες με την Άννα, εδώ η αφαίρεση και ο συμβο-λισμός δεν είναι σίγουρο ότι δικαι-ώνουν το επιτυχημένο εγχείρημα. Η «τυχαιότητα» με την οποία ο ήρωας (πιθανά κωφός, όπως έχει υπαινιχθεί η ταινία στην αρχή, λόγω τραυματι-σμού σε έκρηξη) βρίσκει καταφύ-

γιο στο σπίτι μιας κωφής γυναίκας τις ημέρες των Χριστουγέννων, πέρα από την αξία της σύμπτωσης, κρύβει κυρίως την πρόθεση του Σκολιμόφ-σκι να μιλήσει για μια μαζική κώφω-ση επί των ημερών μας και για τα έν-στικτα που ενεργοποιούνται όταν τα προφανή εργαλεία επιβίωσης (λό-γος) έχουν αδρανοποιηθεί. Υπάρχει ένα σχετικό ενδιαφέρον στο σημείο εκκίνησής του και στο στοχασμό του. Στην πραγματικότητα όμως, εί-ναι πιο πιθανό το Essential Killing να γοητεύσει τον θεατή περισσότερο για την αισθητική ποιότητα της ίδιας της κινηματογράφησης μέσα σε μια φύση όπου ελλοχεύει ο κίνδυνος του θανάτου, παρά για το όποιο ιδεολο-γικό μήνυμα στοχεύει να μεταδώσει ο σκηνοθέτης.

*Η ταινία βγαίνει στις αίθουσες στις 16 Ιουνίου.

Ο θάνατός σου η ζωή μου

Essential Killing, του Γιέρζι Σκολιμόφσκι (Πολωνία-Νορβηγία-Ουγγαρία-Ιρλανδία, 2009, 83΄)

Ένας Αφγανός, δραπέτης του αμερικανικού στρατού, αντιμέτωπος με την ανάγκη για επιβίωση στις πιο αντίξοες συνθήκες, απομονωμένος στην ερημιά και κόντρα στη φύση. Το θύμα γίνεται θύτης, τα όρια της ελευθερίας τέμνονται με τα όρια του εγκλωβισμού, η ομορφιά του φυσικού τοπίου χλευάζει την ασχήμια της βίας.

Ειδικό βραβείο της επιτροπής και βραβείο ανδρικής ερμηνείας για τον Βίνσεντ Γκάλο στο 67ο Φεστιβάλ Βενετίας.

Page 18: Konteiner 017 Internet

18

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

βλέμμα_Φωτογραφία

_κατερίνα σχινά

«…Το ιδιαίτερο σ’ αυτό το μυθιστόρη-μα είναι ότι η συγγραφέας συνομιλεί αδιάκοπα με το έργο ενός φωτογρά-φου, του Αφροαμερικανού Τζέημς Βαν ντερ Ζέε, διάσημου για τα πορτρέτα του από την περίοδο της Αναγέννησης του Χάρλεμ. Ο Βαν Ντερ Ζεε, πρωτο-πόρος στον καιρό του, θα αποτυπώ-σει στις φωτογραφίες του τα πιο όμορ-φα και αντιπροσωπευτικά πρόσωπα της αφροαμερικανικής κοινότητας θέ-λοντας να αναδείξει την αξιοπρέπεια, τον ιδεαλισμό και την κοινωνική τους επιτυχία συλλαμβάνοντας, καθώς έχει γράψει η συγγραφέας Deborah Willis-Braithwaite, «έναν λαό στη διαδικασία

της μεταμόρφωσης και έναν πολιτισμό σε μεταβατικό στάδιο».

….Οι εκπατρισμένοι της Μόρισον βρί-σκονται σε μια διαδικασία κυριολεκτι-κής μεταμόρφωσης μέσα στο ρευστό, επίσης υπό διαμόρφωση, πλαίσιο της Νέας Υόρκης. Είναι γιατί η μετακίνηση μεταβάλλει τον τόπο, νοθεύοντας εκείνο που βρίσκεται εδώ με αυτό που παρουσι-άζεται εδώ ως εκεί και αλλοιώνει το χρό-νο, αφού κάθε στιγμή είναι εμποτισμέ-νη με όλα εκείνα που απουσιάζουν κα-θώς εκείνη ξεδιπλώνεται. Μέσα στο πα-ρόν των ηρώων της Μόρισον ενεδρεύει η απουσία – η απουσία εκείνου του εκεί

από όπου ξεκίνησαν, και το οποίο πιέ-ζει επίμονα προκειμένου να επανεγκα-τασταθεί στην άλλη άκρη της διαβατήρι-ας διαδικασίας, στον νέο τόπο, στο εδώ που εμφανίζεται επιτέλους ως τέρμα. Με άλλα λόγια: όταν μιλάω για τη μετα-κίνηση, μιλάω ταυτόχρονα για τη μνήμη και για την οικειοποίηση.

….Η Πόλη της Μόρισον είναι τόπος πολυσήμαντος, λοιπόν. Τόπος θαυ-μάτων, αφού είναι τόπος του έρωτα, τόπος της μουσικής και των χρωμά-των, αλλά και τόπος κινδύνου, αφού κάποια από τα σήματα που στέλνει ενέχουν την απειλή – όπως το «μόνον

έγχρωμοι». Τόπος του εδώ που κου-βαλάει το εκεί και πασχίζει ή να το λησμονήσει ή να το γονιμοποιήσει – μέσα από τις παρελάσεις της UNIA, μέσα από τις διεκδικήσεις και τους αγώνες. Τόπος νέων κοινοτήτων και ολόφρεσκων «ταυτοτήτων».

* Απόσπασμα από την ομιλία της κριτικού λο-

γοτεχνίας Κατερίνας Σχινά στην ημερίδα Ο

Τόπος μέσα από Διαφορετικές Οπτικές που

οργάνωσε το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσ-

σαλονίκης στα πλαίσια των παράλληλων δρά-

σεων της Photobiennale.

Ο τόπος ως αφήγηση: “Τζαζ” της Τόνι Μόρισον

James Van Der See, Jean-Michel Basquiat, 1982

Page 19: Konteiner 017 Internet

19

_βλέμμαΛογοτεχνία

Ειδήσεις από τη μηχανή της τρέλας

_Θανάσης Αλευράς

1994. Λαγκούνα Μπητς, Νότια Καλι-φόρνια. Μέσα απ’ το δάσος εμφανίστη-κε ξαφνικά ένα ελάφι. Έκανε τη βόλ-τα του μέσα στους δρόμους ώσπου κά-ποια στιγμή το χτύπησε ένα αυτοκίνη-το. Ύστερα κι άλλο. Τρομαγμένο και πανικόβλητο τότε, πηδάει πάνω από έναν φράχτη και μπαίνει στον κήπο ενός σπιτιού, περνάει μέσα από το τζά-μι της κουζίνας, ύστερα μέσα από ένα άλλο παράθυρο ώσπου πέφτει από τον δεύτερο όροφο. Αμέσως μετά εισβάλλει σ’ ένα ξενοδοχείο και περνάει σαν ριπή, κατακόκκινο από το αίμα του, μπρο-στά στα έκπληκτα βλέμματα των πε-λατών στα εστιατόρια κατά μήκος της ακτής, μέχρι να καταλήξει εξαντλημένο στη θάλασσα. Οι αστυνομικοί το συλ-λαμβάνουν μέσα στο νερό και το σέρ-νουν δεμένο στην παραλία ώσπου, αι-μορραγώντας ακατάσχετα, το ελάφι πε-θαίνει. «Είχε τρελαθεί», εξήγησαν αρ-γότερα στους δημοσιογράφους. Ένα χρόνο μετά, στο Σαν Ντιέγκο, πάλι στη Νότια Καλιφόρνια, ένας βετερά-νος πολέμου έκλεψε ένα τεθωρακισμέ-νο από μια αποθήκη οπλισμού. Οδη-γώντας το μέσα στους δρόμους της πό-λης, ισοπέδωσε σαράντα περίπου αυ-τοκίνητα, έριξε μερικές γέφυρες κι εμ-βόλισε οτιδήποτε άλλο βρήκε μπροστά του ενώ έτρεχαν πίσω του τα περιπολι-κά της αστυνομίας. Όταν σφήνωσε κά-ποια στιγμή στην προεξοχή ενός κτηρί-ου, ανέβηκαν πάνω στο όχημα οι αστυ-νομικοί, άνοιξαν την πόρτα του οδηγού και τον έκαναν κόσκινο τον παλαίμαχο στρατιώτη. Οι τηλεθεατές παρακολού-θησαν σε ζωντανή σύνδεση όλο το θέα-μα. «Είχε τρελαθεί», εξήγησαν αργότε-ρα στους δημοσιογράφους.

Ραβασάκι

Aπαγορεύεται αυστηρά στις γερ-μανικές εταιρείες να λαδώνουν Γερμανούς. Αντιθέτως, μέχρι και πριν από λίγο καιρό, όταν οι εταιρείες αγόραζαν ξένους πολι-τικούς, στρατιωτικούς κι αξιωμα-τούχους, το Κρατικό Θησαυρο-φυλάκιο τις επιβράβευε. Οι δω-ροδοκίες αφαιρούνταν από τη φορολόγηση. Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Μάρτιν Σπίβακ από το Αμβούργο, η εταιρεία τη-λεπικοινωνιών Ζήμενς και η με-ταλλουργική Κλέκνερ, έτσι, μπό-ρεσαν να πληρώσουν 32 εκατομ-μύρια δολάρια στους προσκείμε-νους στον δικτάτορα Σουχάρτο στρατιωτικούς στην Ινδονησία. Ένα από τα φερέφωνα του Σο-σιαλδημοκρατικού Κόμματος, ο Ίνγκομαρ Χάουχλερ, έκανε στα 1997 την εκτίμηση ότι οι γερμα-νικές εταιρείες ξόδευαν το χρόνο γύρω στα 3 χιλιάδες εκατομμύρια δολάρια για να λαδώνουν τα γρα-νάζια των επιχειρήσεών τους στο εξωτερικό. Οι αρχές το δικαιολο-γούσαν αυτό στο όνομα της υπε-ράσπισης των πηγών εργασίας και των καλών εμπορικών σχέσε-ων. Επικαλούνταν επίσης το σε-βασμό στην πολιτισμική ιδιαιτε-ρότητα. Αγόραζαν εύνοιες αλλά με σεβασμό για την κουλτούρα των χωρών όπου η διαφθορά ήταν ήδη συνήθεια.

1. 2.

Από τη συλλογή δοκιμίων του Εντουάρντο Γκα-

λεάνο Με τα Πόδια Ψηλά. Το Σχολείο ενός

Ανάποδου Κόσμου, σε δική μου απόδοση.

Page 20: Konteiner 017 Internet

20

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

βλέμμα_

Εν-τυπώσεις

Βιβλίο

_Έλενα Mαρούτσου

_λευτέρης βασιλόπουλος

Το βιβλίο Αυτοβιογραφία του Χάου-αρντ Ζιν, γνωστού πολιτικού ακτι-βιστή και διανοούμενου, είναι, ου-σιαστικά, η εκτύλιξη της προσωπι-κής του ιστορίας μέσα στους κοινωνι-κούς αγώνες. Γι’ αυτό και ο συγγρα-φέας αποφεύγει τη γραμμική χρονικά εξιστόρηση των γεγονότων της ζωής του και αρχίζει από το πρώτο κιόλας κεφάλαιο του βιβλίου του να μας ει-σάγει στην εμπλοκή του με τα κοινω-νικά κινήματα, όπως αυτός τα έζησε, σαν ένας λευκός καθηγητής, διευθυ-ντής μάλιστα, ενός έγχρωμου κολε-γίου, στο Σπέλμαν του ρατσιστικού Αμερικανικού Νότου. Εκεί θα συμ-μετάσχει στο Κίνημα για τα Πολιτι-κά Δικαιώματα των Μαύρων και εκεί θα συνειδητοποιήσει πώς μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα από μικρές καθημερινές πράξεις ανυπακοής, χω-ρίς να χρειάζονται πολλές διακηρύ-ξεις. «Τα μέσα ενημέρωσης, όπως και οι πολιτικοί, δεν δίνουν σημασία στην εξέγερση, μέχρι που εκείνη μεγαλώνει τόσο, ώστε πλέον δεν μπορεί κανείς να την αγνοήσει», λέει χαρακτηριστι-

κά. Ακόμα και πιο κάτω, όταν περι-γράφει τα χρόνια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, όπου υπηρέτησε εθελοντι-κά, ως μέλος πληρώματος σε βομβαρ-διστικά, το κάνει μόνο και μόνο για να αποκαλύψει το βαθύ αντιπολεμικό του μένος και για να μας προϊδεάσει ότι «όλοι είναι ικανοί για αλλαγή». Μετά τον Πόλεμο, θα δώσει εκατο-ντάδες διαλέξεις εναντίον κάθε πολε-μικής σύγκρουσης, θα επισκεφτεί τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι και όταν οι ΗΠΑ εισβάλλουν στο Βιετνάμ, θα γίνει ένας από τους πιο δραστήριους διανοούμενους που εναντιώθηκαν και σε αυτόν τον πόλεμο. Για τις πρά-ξεις του και τις ιδέες του θα φυλακι-στεί αρκετές φορές, αν και ο ίδιος, με τη μετριοφροσύνη των ανθρώπων που πράττουν σύμφωνα με τα όσα λένε, θα χαρακτηρίσει αυτές τις φυ-λακίσεις απλές «περιπέτειες» σε σχέ-ση με τους χρόνια έγκλειστους που γνώρισε μέσα στη φυλακή. Άλλες φο-ρές, επίσης, θα βοηθήσει ανθρώπους του Κινήματος να κρυφτούν, οικονο-μικά ή/και με οποιονδήποτε άλλον

τρόπο μπορούσε. Για την παιδική του ηλικία, σημείο αναφοράς και περι-συλλογής που καλύπτει πολλές σελί-δες στους περισσότερους συγγραφείς που αυτοβιογραφούνται, αφιερώνει μόνον τον απαραίτητο χώρο ώστε να καταδείξει την ταξικά καθορισμένη καταγωγή του, αφήνοντας, όπως εί-ναι φυσικό, και μια νότα νοσταλγίας για το τότε. Η πίστη του σε μια άλλη κοινωνία δεν προκύπτει από την αφέ-λεια ενός ονειροπόλου, απομακρυ-σμένου από τη φριχτή πραγματικό-τητα, αλλά εμπνέεται από τις μικρές πράξεις, όταν πολλαπλασιάζονται επί εκατομμύρια ανθρώπους, που μπο-ρούν να αλλάξουν τον κόσμο. Άλλω-στε, κατά τον ίδιο, «αν δράσουμε, σε οσοδήποτε μικρή κλίμακα, δεν χρειά-ζεται να περιμένουμε για κάποιο με-γάλο, ουτοπικό μέλλον. Το μέλλον εί-ναι μια άπειρη διαδοχή από παρόντα και το να ζούμε σήμερα όπως πιστεύ-ουμε ότι πρέπει να ζουν οι άνθρωποι, αψηφώντας όλα τα άσχημα γύρω μας, αποτελεί από μόνο του μια θαυμαστή νίκη». Αυτή του η προσήλωση και η

προτροπή σε πράξεις ανυπακοής θα επιβραβευτεί ηθικά καθώς οι φοιτη-τές του, κατά κοινή ομολογία, τον λά-τρευαν. Ακόμα και όταν ήταν σε προ-χωρημένη ηλικία δεν έχασε την επα-φή του με τους νέους και ενώ η υπό-λοιπη κοινωνία τούς θεωρούσε απο-λιτίκ και αδιάφορους, αυτός δεν δί-στασε να ακούσει τους προβληματι-σμούς τους και να εντοπίσει και εκεί τον σπόρο της εξέγερσης. Τι εκλεκτι-κή συγγένεια και με την Ελλάδα του σήμερα!

Μόνο η τρέλα, λένε, μπορεί να μιλή-σει για την τρέλα. Μια σκέψη, λέω εγώ, που φοριέται κι ανάποδα: μόνο η τρέλα δεν μπορεί να μιλήσει για την τρέλα. Η τρέλα διαθέτει γλώσ-σα, μόνο που αυτή η γλώσσα βουτάει σε διαφορετικά νερά πριν εκτοξεύσει τις λέξεις της, λέξεις που σπάνια φτά-νουν τον άλλο· συχνά χτυπάνε στους τοίχους της συνείδησης και εξαρθρώ-νονται πριν καν αρθρωθούν. Αυτόν τον «εξαρθρωμένο» λόγο, αυτόν τον λόγο που βουλιάζει μέσα στα ίδια τα νερά της γέννησής του, έχει υιοθετή-σει ο καταξιωμένος ποιητής Κώστας Παπαγεωργίου στο νέο του βιβλίο με τον τίτλο «Νερό».

Ο αφηγητής, ένας άντρας που ζει μό-νος σ’ ένα διαμέρισμα, διακατέχεται από μια παράξενη εμμονή: κάθε φορά που πάει να τραβήξει το καζανάκι ακούει την ένοικο του επάνω διαμερί-

σματος, με ελάχιστο προβάδισμα, να τραβάει το δικό της. Αυτό το αλλόκο-το «καθρέφτισμα» σιγά-σιγά μεταφέ-ρεται και στον κάτω όροφο, παρασέρ-νοντας και καταπίνοντας μέσα στα ψευδή και απειλητικά του είδωλα όλο και περισσότερα κομμάτια από τη σα-θρή πραγματικότητα του αφηγητή. Η πολυκατοικία μετατρέπεται σ’ ένα σύμπαν ποτισμένο με αγωνία, δυσδι-άκριτες προθέσεις, αλλά και μια μυ-στηριώδη έλξη. Θυμήθηκα, μάλιστα, τον Ένοικο του Πολάνσκι, μια ταινία όπου κι εκεί ένας φοβισμένος ένοι-κος οδηγείται σταδιακά στην τρέλα, καθώς πιστεύει, όπως και ο αφηγητής του Παπαγεωργίου, ότι οι υπόλοιποι ένοικοι έχουν βαλθεί να τον εξοντώ-σουν, οδηγώντας τον λίγο-λίγο στη σωματική και ψυχική κατάρρευση.

Το νερό, ως δραματουργικό στοιχείο της πλοκής (το καζανάκι, η ψαρόσου-

πα που τρώνε οι από πάνω κατά τη διάρκεια μνημόσυνου, το μπάνιο που παίρνει η από κάτω δίνοντας αφορμή στον αφηγητή να τη φαντάζεται γυ-μνή, εικόνες από μια πλημμύρα που μεταδίδει η τηλεόραση), διατρέχει όλο το αφήγημα κουβαλώντας το βάρος από τα σύμβολα που το συνοδεύουν: τα υγρά του σώματος, η κοινωνική δι-άβρωση, το σπάσιμο του φράγματος της λογικής, ο πνιγμός. Σκόρπιες ει-κόνες από ένα τεμαχισμένο σύμπαν που, σαν κομμένα μέλη ζώου, μπορεί μια μέρα να ενωθούν και, ενσαρκώνο-ντας τον βαθύτερο τρόμο του αφηγη-τή, να τον πνίξουν.

Για να μιλήσει τη γλώσσα της τρέ-λας, μια γλώσσα που κινείται στα όρια του «λόγου», ο συγγραφέας κινείται κι αυτός στα όρια της πεζογραφίας, εκεί που αυτή συνορεύει με την «τρε-λή» αδελφή της, την ποίηση, υιοθετώ-

ντας κάποιους από τους «τρόπους» της, όπως τον ρυθμό και την επανά-ληψη, για να αποδώσει το λαχάνιασμα και την εμμονή ενός παραληρήματος. Γιατί δεν ξέρω αν τελικά η τρέλα μπο-ρεί να μιλήσει για την τρέλα, η ποίηση όμως μπορεί.

«Συγγνώμη, καλοί μας φίλοι, για τη διατάραξη της τάξεως»Howard Zinn – ΑΥΤΟΒΙΟΓρΑΦΙΑ (εκδόσεις ΑΙΩρΑ)

Το τεμαχισμένο κορμί του νερούΚώστας Παπαγεωργίου – ΝΕρΟ (εκδόσεις ΚΕΔρΟΣ)

Page 21: Konteiner 017 Internet
Page 22: Konteiner 017 Internet

22

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

βλέμμα_Θεωρεία της Γαίας

_Θάνος κουτσιανάς

Μια εξαιρετική συνάντηση όπως αυτή αποτυπώθηκε στο βιβλίο Από την Οικολογία στην Αυτονομία ήταν αυτή του Daniel Cohn-Bendit με τον Κορνήλιο Καστοριάδη. Στο πλαίσιο του διαλόγου των δύο αγωνιστών του Γαλλικού Μάη, αναφέρεται: «Εμείς όμως έχουμε μια αντίληψη για τη ζωή, σύμφωνα με την οποία οφείλουμε βέβαια να κάνουμε κάποια χρήσιμη δουλειά για ορισμένη χρονική διάρ-κεια, αλλά την ουσία της εργασίας τη βλέπουμε ως μια δημιουργία που ξεπερνά πολύ αυτό που μπορούμε να κάνουμε σε τούτη την κοινωνία, όπου είμαστε υποχρεωμένοι να δουλεύουμε συνέχεια μόνο και μόνο για να κερδί-ζουμε το ψωμί μας».

Τριάντα χρόνια μετά, ο Daniel Cohn-Bendit γράφει: «Σύμφωνα με τον πα-ραδοσιακό τρόπο σκέψης, η οικονο-μική δραστηριότητα περιγράφεται με μια μεταφορά από την εντομολογία: ο εργατικός μέρμηγκας που αποταμιεύ-ει και ο ανέμελος τζίτζικας που δια-σκεδάζει και σπαταλά. Έχω την εντύ-πωση ότι οι περισσότεροι οικονομο-λόγοι, τουλάχιστον αυτοί που συμβου-λεύουν τους ηγέτες, δεν έχουν ξεφύγει από αυτόν τον διπολισμό που αναφέ-ρεται στον ζωικό κόσμο και στην ηθι-κή – αποταμίευση ή κατανάλωση σε γερές δόσεις, σε ατομικό και εθνικό επίπεδο. Υπ’ αυτό το πρίσμα η εργα-

σία είναι χάσιμο χρόνου και δεν αξίζει παρά μόνο για τα έσοδα που αποφέ-ρει και τ’ αγαθά και τις υπηρεσίες που μας επιτρέπει ν’ αγοράσουμε».

Ένα πιο εργατικό και συμπαθέστε-ρο έντομο, η μέλισσα, αποτελεί ίσως καλύτερο παράδειγμα. Οι μέλισσες, πέρα από την παραγωγή μελιού, επι-τελούν έναν βασικότατο ρόλο, την επικονίαση. Συλλέγοντας γύρη οι μέ-λισσες τη διασκορπίζουν και γονιμο-ποιούν φυτά, άνθη και οπωροφόρα. Ο πολύπλοκος αυτός ρόλος είναι κρί-σιμος για τη βιόσφαιρα ως συνθήκη ύπαρξης κάθε ζωής και αξίας. Συνοψί-ζεται δραματικά σε μια ρήση του Άλ-μπερτ Αϊνστάιν: «Εάν εξαφανιστούν οι μέλισσες από το πρόσωπο της Γης, το ανθρώπινο είδος δεν θα μπορέσει να επιζήσει ούτε πέντε χρόνια».

Η «κοινωνία της γύρης», όπως εκ-φράζεται από τον Daniel Cohn-Bendit, είναι μια κοινωνία Δημοκρα-τίας και Διαλόγου. Όπως επισημαί-νει, δεν αποτελεί ολοκληρωμένο θεω-ρητικό μοντέλο, αλλά μια ανάγκη για να αναστοχαστούμε εν μέσω κρίσης τα πράγματα με διαφορετικό τρόπο, σπάζοντας τα δόγματα που μας έχουν φορτώσει ως ακλόνητους νόμους.

Η επιλεκτική αποανάπτυξη που συ-νοδεύει την «κοινωνία της γύρης» εί-

ναι μια μεταστροφή που εμπερικλεί-ει μια διαφορετική έννοια παραγω-γής που συνδέει την Εργασία με τον Πολιτισμό και επαναφέρει την έννοια της Αγοράς στην αρχική της μορφή, όχι ως στείρας διαπραγμάτευσης, αλλά ως τόπου διαλόγου.

Η έννοια του ελάχιστου κοινωνικού εισοδήματος αντιστοιχεί στην ανα-γνώριση αυτής της βασικής οργανωτι-κής αρχής της κοινωνίας ως συνόλου. Είναι η συνεισφορά του καθενός στην «κοινωνική επικονίαση». Κι αυτό εί-ναι βασικό δικαίωμα για όλους. Από τις εργαζόμενες και τους εργαζόμε-νους, «τις μέλισσες» που παράγουν, έως τους «κηφήνες», άνεργους, συ-νταξιούχους και φοιτητές που δια-σφαλίζουν τον γονιμοποιό διάλογο. Επιπλέον, η έννοια του ελάχιστου κοινωνικού εισοδήματος δημιουργεί δίκτυ ασφαλείας για νέες επιχειρή-σεις, μειώνοντας το άγχος κι ενισχύ-οντας την πρωτοβουλία.

Η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση που συντελείται σήμερα, είναι η οι-κονομία της γνώσης και των σχέσε-ων. Αυτό είναι αντιληπτό απ’ όλες τις σύγχρονες επιχειρήσεις. Είτε κοινω-νικές είτε ιδιοκτησιακές και φυσικά από πολυεθνικές όπως η Google, που συσσωρεύουν πλούτο όχι από τους υπαλλήλους και τα μέσα τους, αλλά

από τα εκατομμύρια κλικ των πελα-τών τους. Το «ελεύθερο λογισμικό» είναι ίσως ένα καλύτερο παράδειγ-μα, όπου χιλιάδες χρήστες και προ-γραμματιστές βελτιώνουν καθημερι-νά τα εργαλεία τους μέσα από τη χρή-ση τους.

Η «κοινωνία της γύρης» ίσως αποτε-λεί και μια καλή αναφορά για το κί-νημα της 15 Μαΐου που εξαπλώνεται, όπου ο σεβασμός, η συμμετοχή και η σύμπραξη αποτελούν αιτήματα ζωής και δεν είναι στείρα συμβόλαια για να ρυθμίζονται οι ζωές μας σε τιμά-ριθμους, αλλά αναφέρονται στην αξία του μέλλοντος.

Τα ερωτήματα, για να μην είναι κί-βδηλα, θα έπρεπε να μας βάλουν πάλι σε κίνηση γονιμοποιώντας τον διάλο-γο μεταξύ Οικολογίας και Οικονομί-ας, που δεν είναι πέρα από την Κοι-νωνία, με όρους που συμπεριλαμβά-νει τους Πολίτες ως μέλη χρήσιμα και τόσο αναγκαία όπως οι μέλισσες που δεν παράγουν μόνο αλλά ποιούν δη-μιουργώντας μεγαλύτερο κοινωνικό πάθος ενάντια στη μιζέρια που προ-σπαθεί να μας επιβληθεί!

* Daniel Cohn-Bendit, «Τι να κάνουμε;», εκ-

δόσεις Κέδρος

Κοινωνία της Γύρης Γιατί η εργασία σε κάνει ελεύθερο.

Η έννοια του ελάχιστου κοινωνικού εισοδήματος είναι η αναγνώριση της συνεισφοράς του καθενός στην “κοινωνική επικο-νίαση”

Claude Leveque, Untitled, 1992, Collection Mudam Luxemburg

Page 23: Konteiner 017 Internet

PUB

LI

Page 24: Konteiner 017 Internet

24

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

βλέμμα_Ποίηση

ΣτιχοπλοκίεςΜετάφραση Γιώργος λαμπράκος

Στήθη, Maxine Chernoff

Αν ήμουν Γαλλίδα, θα έγραφα

για στήθη, δομιστικές θεωρήσεις

για στήθη, αποδομιστικά στήθη,

τα στήθη της Γερτρούδης Στάιν στο Περ-Λασέζ

κάτω από το επιβλητικό μάρμαρο. Στήθη σε φιλμ νουάρ

όχι μεγαλύτερα από ελιές, τα στήθη της Εντίθ Πιάφ

υπό τη σκιά ενός τραγουδιού, τρελά στήθη να παραληρούν

στην αγορά πτηνών την Κυριακή.

Τα στήθη του Τανγκί να απαλύνουν το τοπίο,

η πολιτική των θηλών (είμαστε όλες ίσες).

Ένας φίλος θυμάται να θηλάζει,

το δίδυμο αδελφάκι του μια θολή απειλή. Μα για κάτσε,

στην Αμερική είμαστε, όπου τα στήθη

ήταν μυτερά μέχρι το 1968. Μια φορά επινόησα

ένα μιούζικαλ αλά Μπάσμπι Μπέρκλι, με γυμνές γυναίκες

να κάθονται σε έναν υποθαλάσσιο πάγκο

και ο Ντέιβιντ Μπάουι να τις περιχύνει

με παγωτό. Ηχεί τόσο σεξουαλικό

μα είχε μια πλατωνική, εξωραϊστική ατμόσφαιρα.

Ο Μπέκετ τα λέει μαστάρια, αυτό με κάνει να σκέφτομαι

πατάτες, μα ποιος λέει τα στήθη πατάτες;

Οι χορεύτριες των Μπολσόι πατικώνουν τα στήθη τους

όταν ασκούνται στη μπάρα.

Υποθέτεις ότι σκέφτονται πως αρμενίζουν,

αλλά πιθανόν σκέφτονται το ψωμί, το γεύμα

και το Σόου του Ίγκορ Ζλότικ (ο δικός τους

Φιλ Ντόναχιου). Έχω μια φωτογραφία

όπου ντύνομαι, ο Πολ μού κάνει έκπληξη

κι εγώ προσπαθώ να κρύψω τα στήθη μου, και μια άλλη

φετινή, όπου ποζάρω σε μια προβλήτα με τα στήθη μου

να ανακλώνται στα ασημένια γυαλιά ηλίου. Δεν φταίω εγώ

που το καλοκαίρι τα λουλούδια πλημμυρίζουν τους κήπους

και τα στήθη δείχνουν τα αστέρια. Οι γάτες

έχουν οκτώ από αυτά, και η Κολέτ μιλάει

για μια γάτα που θήλαζε το μικρό της ενόσω αυτή

θήλαζε τη μητέρα της. Φαντάσου τη σκηνή

με ανθρώπους. Υπάρχει και η ρώσικη

ιστορία για τη γυναίκα… μα για κάτσε,

τα φώτα έκλεισαν, και ο Χάμφρι Μπόγκαρτ

έχει καρφώσει το βλέμμα του στα στήθη της Λορίν Μπακόλ

λες και θα αρχίσουν να μιλάνε.

Η Maxine Chernoff (γεν. 1952) είναι βραβευμένη αμερι-κανίδα ποιήτρια και μυθιστοριογράφος. Μαζί με τον σύζυ-γό της, Paul Hoover, εκδίδουν το σημαντικό λογοτεχνικό περιοδικό New American Writing. Στο youtube υπάρχει μια διόλου ευφάνταστη εικονοποίηση του ποιήματος Breasts.

Page 25: Konteiner 017 Internet

«Η ζωή είναι μικρή για να είναι θλιβερή» διακήρυττε το ιεραείο του lifestyle στη δεκαετία του ‘90. Οι Τρύπες απάντησαν στο Χάρτινο Τσίρκο: «Η ζωή είναι μεγάλη, μην την κάνεις καρναβάλι». Αλλά ήταν τα χρήματα του χρη-ματιστηρίου που έπρεπε να μάθουμε πώς να τα ξοδέψουμε, περιοδικά που έπρεπε να πωληθούν, είδωλα που έπρεπε να δημιουργηθούν για να νιώ-σουμε πως είχαμε κι εμείς τη δική μας Μαντόνα (ή απλώς κάποια που χρη-σιμοποιούσε την ιδια βαφή μαλλιών), μια νέα τάξη που έπρεπε να εφευ-ρεθεί για να υπερκαλύψει την συστολή της όποιας ευγενικής καταγωγής στην Ελλάδα. Σήμερα, η αυτοκριτική μας σε όλα τα επίπεδα, μας οδήγησε πολλούς, όχι όλους, στην εσωτερική ντροπή που πρέπει να ξεπλυθεί. Φω-νάζω στο Σύνταγμα για το κομματικό σύστημα που ανέχτηκα, και μαζί εί-μαι θυμωμένος και για την τηλεόραση που ανέχτηκα, τα γιαούρτια που δεν πέταξα, τα ρούχα που αγόρασα με πιστωτική κάρτα, τις συναυλίες που δεν στήριξα γιατί είχα να μείνω στο γραφείο υπερωρία. Κάποιοι δεν συμμετεί-χαν σ’ αυτό το πανηγύρι. Και ίσως τώρα είναι καιρός να τους ακούσουμε με περισσότερη προσοχή.

Μ&Μ

1. Richard E. Gross & John U. Michaelis: Quiet Please (Shortstrip)2. Chestora Dellenbach: Eternal Life (Angelus)3. Franklyn MacCormack: Put your Dreams Away (Liberty)4. Frank De Vol: Valse Triste (Columbia)5. Cesana: When Shadows Fall (Audio Fidelity)6. Kay Cee Jones: I Wore Dark Sunglasses (Marquee)7. Heitor Villa Lobos: Blue Dusk (United Artists)8. Murry Wilson: Painting With Teardrops (Capitol)9. Gaston Lemaire: None But The Lonely Heart (Society)10. Robert Maxwell: Tears (Decca)11. The Arthur Lyman Group: Black Orchid (Hi-Fi)12. Michael Reynolds: Deadly Mysterioso (Major)13. Peter Lorre: Suspense (Radiola)14. Priscilla Wright: The Man In a Raincoat (Sparton)15. Al Rosa: El Despertar (Tower)16. Al Hirt: Poupee Brisee (RCA)17. Marimba Chiapas: Agonia En Un Alma (Musart)18. Bobby Christian: Suicide (Westminster)19. Jon Delvin: Isolations (Gateway)20. Randall Thompson: I Shall Not Die Without A Hope (Angel)

Lifestyle in the office with dj Lo-Fi (Killer 45)

Page 26: Konteiner 017 Internet

26

Αφιέρωμα _ Λάιφ Στάιλ

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

_Γιώργος βαλαής

Πώς να ζήσω

Υπάρχει μια τρυφερή ηλικία που καταλαβαίνεις ότι οι οδηγίες που σου δίνουν οι γονείς δεν φτάνουν για να ζήσεις. Tότε ακριβώς είναι η στιγμή που το lifestyle έρχεται για να σε πιάσει μαλακά από το χέρι και να σου δείξει τον δρόμο. Πώς να ντύνεσαι, πώς να μι-λάς, τα 100 πράγματα που πρέπει οπωσδήποτε να κά-νεις πριν πεθάνεις, η γλυκιά συνενοχή του να ανήκεις σε μια φυλή – αδιάφορο σε ποια, ποιος κοιμάται με ποιον, πώς να μετατρέψεις την ένταση της ζωής σου σε καταναλωτική μανία, πώς να παραδίδεσαι στο εφή-μερο και το τιποτένιο.

Οι μηνιαίες υπενθυμίσεις των περιοδικών lifestyle πουλούσαν φρέσκο γυμνό κρέας, υποκλίνονταν σε οτιδήποτε επιτύγχανε χωρίς ποτέ να δώσουν έναν ορι-σμό της επιτυχίας, αναμασούσαν την άποψη ότι η ζωή έχει σχέση με την ιδιοκτησία και τις τρέχουσες ηδονές που πρέπει να γευτείς, ότι η ζωή είναι μικρή για να είναι θλιβερή, ότι η ζωή, τελικά, είναι μια φετιχιστική διαδικασία που μπορούν να γευτούν μόνο όσοι έχουν χρήματα. Δεν σου έμεναν και πολλές επιλογές: ή θα επέστρεφες στον μικροαστισμό των γονιών σου ή θα κυλιόσουν στον βούρκο.

Η έκρηξη του lifestyle συνέπεσε στην Ελλάδα ταυτό-χρονα με το σκυλάδικο όραμα του ΠΑΣΟΚ για ανά-πτυξη, ρευστοποίησε την επιθυμία για στυλάτη κα-τανάλωση μιας τάξης που αναδυόταν από την αφά-νεια, έκλεψε όλη τη φρεσκάδα από τις νεανικές underground κουλτούρες, βιομηχανοποίησε την πα-ραγωγή διασημοτήτων, μετάλλαξε τις συνεντεύξεις σε editorial μόδας, συνταίριαξε την Πρωτοψάλτη με τη Μαντόνα, έπεισε κάθε γενιά να απολαμβάνει τη συμ-μετοχή της στο ίδιο της το ξεπούλημα. Κι αφού εξά-

ντλησε όλο το οπλοστάσιο των συνταγών του, κατέ-ληξε στον αυνανισμό με την ίδια την αλαζονεία του.

Αρκετά όμως με τις κλωτσιές στο πτώμα. Τι γινόταν όλο αυτό το διάστημα με όλους εμάς; Μεγαλώνοντας, αρχίσαμε να παίρνουμε απόσταση απ’ όλες αυτές τις συνταγές που δεν μας έβγαζαν πουθενά, όμως μας έμεινε η συνήθεια, ξέραμε πια πώς πρέπει να μοιά-ζει η επιτυχία, δεν ήμαστε σκυλάδες αλλά όλο και κά-ποια σελίδα θα χώραγε το στυλ μας, θα τσιμπολογού-σαμε από εδώ κι από εκεί ό,τι μας άρεσε και το μείγμα στο τέλος θα φαινόταν ότι είναι δικό μας. Έτσι αρχί-σαμε. Πίναμε τις ίδιες ποσότητες με τον Γκι Ντεμπόρ, χωρίζαμε με τις γκόμενές μας σαν να ήμαστε ο Μπά-ουι, γυρνάγαμε στην πόλη σαν να ήμαστε οι Wu Tang Clan, ατενίζαμε τη ζωή με την απάθεια του Μπάρο-ουζ, τεμπελιάζαμε γιατί ήμαστε slackers, τριγυρίζα-με με ένα σακίδιο και παραμυθιαζόμαστε ότι είμαστε new age travellers, συναντιόμαστε με τα είδωλά μας στον χαμηλότερο κοινό παρονομαστή. Αντιγράφαμε τις πράξεις των ειδώλων μας, χωρίς να κουβαλάμε την απελπισία ή τη γενναιότητα που τις γέννησε. Κάποτε θα γινόμαστε κι εμείς εξώφυλλο και τότε θα το βούλω-ναν όλοι. Ήμαστε αφελείς αντιγραφείς.

Σε κανέναν κατάλογο με τα 100 πράγματα που έπρε-πε να κάνεις πριν πεθάνεις δεν μας είπαν ότι η οργή είναι ισάξιο καύσιμο για τον εαυτό μας όπως η μανία για κατανάλωση. Τώρα που δεν μπορούμε πια να είμα-στε αυτό που είμαστε και δεν μπορούμε να μην είμα-στε αυτό που είμαστε, είναι στο χέρι μας να δούμε τι θα κάνουμε – θα ξαναπλώσουμε την παλάμη προς τον ου-ρανό ζητώντας κι άλλη ελεημοσύνη ή θα σφίξουμε τα δάχτυλά μας και θα τα κάνουμε μια γροθιά; Ίδωμεν.

Αντιγράφαμε τις πράξεις των ει-δώλων μας, χωρίς να κουβαλάμε την απελπισία ή τη γενναιότητα που τις γέννησε. Κάποτε θα γι-νόμασταν κι εμείς εξώφυλλο και τότε θα το βούλωναν όλοι

Page 27: Konteiner 017 Internet

27

Λάιφ Στάιλ _ Αφιέρωμα

Ιούνιος 2011 | κοντέινερ

Aπό την ταινία Quadrophenia (1979)

Page 28: Konteiner 017 Internet

28

Αφιέρωμα _ Λάιφ Στάιλ

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

Ήταν Μάης του 2008 όταν μια διαφήμιση φρουτοχυ-μού εισήγαγε το «κίνημα» των Motionistas στη νεο-ελληνική πραγματικότητα. «Ένα νεανικό κίνημα αλη-θινό, αυθεντικό, που δεν καθοδηγείται», κομπορρη-μονούσαν τα teaser, τα viral video και οι ολοσέλιδες καταχωρήσεις του. Χαρούμενα πρόσωπα, πολύχρω-μα πλάνα και δυνατές μουσικές «εργάζονταν ακατά-παυστα» μέσα απ’ την τηλεοπτική οθόνη ενάντια στην «παράνομη αρνητική ενέργεια».

Λίγους μήνες αργότερα, το Δεκέμβρη του 2008, οργι-σμένα πρόσωπα κατέκλυζαν ακατάπαυστα τους γκρί-ζους δρόμους, ενάντια σε μια παράνομη κρατική δο-λοφονία. Το πραγματικό νεανικό κίνημα, με τη δική του έκρηξη δημιουργικότητας, ισοπέδωσε την ψευ-δο-επανάσταση των διαφημιστών μέσα από τις αφί-σες, τα συνθήματα ή τα στένσιλ του. Χαρακτηριστικό-τερο από τα νέα viral ήταν μια «πειραγμένη» διαφήμι-ση της βότκας Absolut, όπου το μπουκάλι είχε μετα-τραπεί σε μολότοφ. Τα δυο αυτά περιστατικά κατάφε-ραν, μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, να συνοψί-σουν χρόνια ολόκληρα απ’ την παγκόσμια διαφημιστι-κή ιστορία. Συγκεκριμένα, απ’ την προσπάθεια εμπο-ρικής εξαργύρωσης της νεανικής εξεγερτικότητας – η επανάσταση θυσιαζόταν στο βωμό του lifestyle.

Η Καταστασιακή Διεθνής απ’ τη δεκαετία του ’60 κα-τήγγειλε την εξουδετέρωση του όρου «επαναστατι-κός», καθώς χρησιμοποιούνταν συνεχώς στη διαφή-μιση, για να περιγράψει ακόμη και την ελάχιστη μετα-βολή στην παραγωγή αγαθών. Ωστόσο, ήταν ήδη τέλη του ’80, όταν παρουσιάστηκε η πρώτη μαζική αντί-δραση σε αυτή την πρακτική, ύστερα από τη χρήση τού Revolution των Beatles σε τηλεοπτική εκστρατεία της Nike. «Δεν θέλουμε την επανάσταση να πουλάει παπούτσια», έγραφαν σε εκατοντάδες επιστολές θυ-μωμένοι ακροατές των Σκαθαριών, χωρίς να φαντάζο-νται το μέλλον που τους περιμένει. Ο Μάο και ο Λέ-νιν έκαναν την πρώτη τους επίσημη εμφάνιση σε τσά-ντα σε ανοιξιάτικη κολεξιόν του 1999. Ο Μαρξ κι ο Τσε επιστρατεύτηκαν για να πουλήσουν αυτοκίνητα, ενώ ο Φιντέλ για την προώθηση μιας μπύρας (... λάιτ). «Είμαστε όλοι εργάτες!» ανέκραζαν τα λεπτεπίλεπτα τοπ μόντελ της Levi’s, ενώ οι ηθοποιοί σε τηλεοπτι-κό σποτάκι τής Volkswagen ύψωναν τις γροθιές τους σε αγωνιστικό χαιρετισμό. Απ’ τις αρχές των ’90ς, η διαφημιστική βιομηχανία είχε συνειδητοποιήσει πως ήταν αναγκαία μια στροφή: Αφενός προς το «ανήσυ-χο» εφηβικό κοινό, που είχε πλέον καταστεί η «επι-κερδέστερη» αγορά. Αφετέρου, προς την προώθηση του brand κάθε εταιρείας, αφού η πώληση του προϊό-ντος της δεν ήταν πλέον αρκετή, σε συνθήκες αυξημέ-νου ανταγωνισμού.

Κάθε επιχείρηση συνδυάστηκε με έναν συγκεκρι-μένο τρόπο ζωής, τον οποίο προωθούσε μέσω χο-ρηγιών σε εκδηλώσεις επιδείξεων κοινωνικής ευ-αισθησίας, συνεργασιών με αξιοσέβαστους καλ-λιτέχνες ή αθλητές. Κι όσο περισσότερες εταιρεί-ες έμπαιναν στο χορό, τόσο πιο «εναλλακτικά»,

«cool» ή «ανατρεπτικά» ήταν αυτά που έπρεπε να κάνουν ή να δείξουν για να ξεχωρίσουν. Θυ-γατρική τής Gap έφτιαξε μίνι-πειρατικό σταθμό στις Ηνωμένες Πολιτείες. Διαφήμιση της Pizza Hut έβαζε τον εργοδότη να σερβίρει πίτσες σε εργαζόμενους που έκαναν πικετοφορία, και αυ-τοί ξεχνούσαν τα αιτήματά τους χάριν τού δωρε-άν φαγητού. Η απορρύθμιση και οι ιδιωτικοποι-ήσεις διευκόλυναν το σχέδιο μετατροπής του πο-λιτισμού σε ένα σύνολο από εκστρατείες προώ-θησης εμπορικών προϊόντων, όπως περιγράφει η Ναόμι Κλάιν. Κι οι εταιρείες, όταν δεν μπορού-σαν να οικειοποιηθούν τις «ανατρεπτικές από-ψεις», επιχειρούσαν να τις φιμώσουν: Υπό την απειλή προστίμου 5.000 ευρώ ημερησίως, μεγάλη ετικέτα ειδών πολυτελείας απαγόρευσε σε Δανή ζωγράφο να εκθέτει μια παραλλαγή τής Γκουέρνι-κα, που απεικονίζει μεταξύ άλλων ένα μαύρο παι-δί να κρατά τσάντα της εταιρείας.

Όπου δεν έπιπτε η δικαστική ράβδος, υιοθετήθηκαν άλλα μέτρα προς όφελος των εταιρειών. Όταν πα-ρουσιάστηκαν κινήματα αντίστασης στη διαφημιστι-κή πλύση εγκεφάλου, τα οποία παραποιούσαν δια-φημίσεις (adbusting), οι ίδιες οι εταιρείες τα πρόβα-λαν ως «το νέο hip» σε μια συντεταγμένη προσπά-θεια καπήλευσής τους στο πλαίσιο της προώθησης προϊόντων. Το στοιχείο της ειρωνείας και της αυ-το-υπονόμευσης έγινε βασικό συστατικό των διαφη-μίσεων, όσο οι εμπνευστές τους έβλεπαν το νεανι-κό κοινό να αδιαφορεί και να οργίζεται τόσο με την προωθούμενη επιχειρηματική κουλτούρα, όσο και με τις οικονομικές ή πολιτικές συνθήκες που επέτρεψαν την ανάπτυξή της. Κι αυτό παράλληλα με τις παραδο-σιακές χοντροκομμένες απόπειρες των διαφημιστών να «ακολουθήσουν το ρεύμα».

Χαρακτηριστικό παράδειγμα μια καμπάνια της βρετα-νικής αλυσίδας σούπερ-μάρκετ Tesco, που σύγκρι-νε τις πίτες της για να διαπιστώσει ποιες είναι οι καλύτερες για να «προσγειώνονται» στο πρόσωπο των πολιτικών. Όσοι μπορούσαν, επιχείρησαν να αντισταθούν εμπράκτως. Ένας από αυτούς ήταν ο Τζιμ Φιτζπάτρικ, που δημιούργησε το γνωστό πορ-τρέτο του Τσε σε κόκκινο και μαύρο χρώμα, βάση της διάσημης φωτογραφίας του Αλμπέρτο Κόρντα. Ο Φιτζπάτρικ πρόσφατα αποφάσισε να διεκδική-σει τα πνευματικά δικαιώματα του έργου του, για να τα χαρίσει στην οικογένεια του Τσε και στο λαό της Κούβας, προκειμένου «να μην χρησιμοποιού-νται πια για γελοίους εμπορικούς σκοπούς».

Την ίδια ώρα ορισμένοι μεταμοντέρνοι θεωρητι-κοί, με ισχυρές δόσεις απαισιοδοξίας, ισχυρίζονταν ότι δεν μπορείς να ξεφύγεις από έναν φαύλο κύ-κλο. Όπως υποστήριζαν, οι άνθρωποι που επιχει-ρούν να απομακρυνθούν από τον κυρίαρχο πολιτι-σμό (π.χ., στη μουσική), ψάχνοντας για εναλλακτι-κές κουλτούρες, το μόνο που καταφέρνουν είναι να γίνονται πιο ενεργοί καταναλωτές.

Πλησιάζουμε, λοιπόν, σε μια περίοδο, όπου δεν θα υπάρχει πια κανένας χώρος για να ανθίσουν εναλ-λακτικά μοντέλα σκέψης και έκφρασης; Όπου η επιλογή θα καταστεί μια και καλή «η απόλυτη ψευ-δαίσθηση»; Η απάντηση είναι, μάλλον όχι. Και η πλήρης ομογενοποίηση θα αποδειχθεί εξίσου διά-τρητη και σαθρή με ιδέες όπως το «τέλος της ιστο-ρίας». Η αιτία δεν είναι πως η προώθηση προϊό-ντων μελλοντικά θα χάσει την ικανότητά της να υφαρπάζει και να απορροφά τις αντιδράσεις στις πρακτικές της. Αιτία είναι πως υπάρχουν άνθρωποι που επικεντρώνουν τον αγώνα τους όχι στο μήνυμα των εταιρειών, αλλά στις πρακτικές τους – καταγ-γέλλοντας τα sweatshops, την καταπάτηση των ερ-γατικών δικαιωμάτων, το ψεύτικο οικολογικό προ-σωπείο (greenwashing) το οποίο προβάλλουν.

Κυρίως, όμως, υπάρχουν άνθρωποι που αντιλαμβά-νονται τις βαθύτερες, συστημικές αιτίες που δίνουν στις επιχειρήσεις τέτοια δύναμη. Κι όταν εκείνοι κατεβαίνουν στο δρόμο, αποδεικνύεται πως, και η «επαναστατική» διαφήμιση, περιέχει τους σπόρους της καταστροφής της.

* Η Κατερίνα Κιτίδη είναι δημοσιογράφος, αρχισυντάκτρια στο

TVXS. Υπέγραψε μαζί με τον Άρη Χατζηστεφάνου το ντοκι-

μαντέρ Debtocracy.

_κατερίνα κιτίδη

Φέτος η επανάσταση θα φορεθεί πολύΉρωες στην υπηρεσία του καταναλωτισμού.

Ο Μαρξ κι ο Τσε επιστρατεύτη-καν για να πουλήσουν αυτοκίνητα, ενώ ο Φιντέλ για την προώθηση μιας μπύρας (...λάιτ)

Page 29: Konteiner 017 Internet

29

Λάιφ Στάιλ _ Αφιέρωμα

Ιούνιος 2011 | κοντέινερ

βlynca, Caballo with Coke, 2010, courtesy Galeria Absolute, Art Madrid 2011

Page 30: Konteiner 017 Internet

30

Αφιέρωμα _ Λάιφ Στάιλ

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

Πρόκειται για την κλασική δεξιά κατηγορία: η Αριστε-ρά ίσως και να είναι σωστή αλλά εσύ δεν είσαι σω-στός αριστερός. Θέλεις επειδή κατοικείς σε ευκατά-στατο προάστιο, επειδή τελείωσες ιδιωτικό σχολείο, επειδή σπούδασες στο εξωτερικό, επειδή οδηγείς με-γάλο αυτοκίνητο, δεν έχει σημασία. Οτιδήποτε άλλο από αμόρφωτος εργάτης, οτιδήποτε, δεν ταιριάζει να το αποκαλέσει «του λαού» κάποιος που δεν θεωρεί φυσικά τον εαυτό του «λαό», δεν μπορεί να χωρέσει στην Αριστερά παρά μόνο με σαρκασμό. Την ωραιό-τερη έκφραση την έχουν οι Γάλλοι: gauche caviar.

Έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε ότι ο όρος lifestyle –«ύφος ζωής» θα μου άρεσε να το αποδίδαμε– έχει να κάνει με την επιφάνεια. Με τις επιλογές τού καθενός στα ρούχα του, στα έπιπλα, στα καταστήματα όπου συχνάζει ή στα καλλυντικά που προτιμά. Πιο «βαθιά», λέμε, ο καθένας είναι ό,τι είναι. Και από πάνω, ως επικάλυψη, ως επιδερμίδα, είναι το lifestyle. Εκεί βρί-σκει τη λογική της η κατηγορία: την Αριστερά δεν γί-νεται να τη «φοράς». Ή είσαι ή δεν είσαι. Στην πραγ-ματικότητα είναι μια διεστραμμένα τιμητική κατηγο-ρία: προϋποθέτει ένα βάθος, έστω κι αν την ίδια στιγ-μή σού το αρνείται.

Όμως το lifestyle δεν είναι επιφάνεια. Με έναν τρόπο σχετίζεται με τα βασικά κληροδοτήματα του Διαφωτι-σμού. Κι αυτό είναι και ευλογία και κατάρα. Ευλογία επειδή πηγάζει από εκείνη την παραδοχή ότι ο εαυτός μου μού ανήκει, ότι μπορώ να επιλέξω να τον κάνω ό,τι θέλω, άσχετα με το από πού προέρχομαι. Κατάρα επειδή κάπου στο δρόμο προς τη σύγχρονη Φιλελεύ-θερη Δημοκρατία –κι αυτή ήταν μια από τις πιο καί-ριες μομφές του Μαρξ προς τους φιλελεύθερους– ξε-χάστηκε πως η ατομικότητα προσδιορίζεται μέσω των άλλων, υπάρχει λόγω της κοινότητας κι όχι σε πείσμα της. Έτσι μάθαμε να ζούμε «επιλέγοντας».

Η έννοια της ελευθερίας που έχουμε κατά νου στον δυτικό κόσμο ταυτίζεται στην πραγματικότητα με την περίσσεια επιλογών και τη δυνατότητα να κάνει κά-ποιος μια από αυτές. Αλλά όπως κάθε ιδεολογία, έτσι και η ιδεολογία της «ελευθερίας» μας, περιέχει τους αποκλεισμούς της: έχεις πολλές επιλογές, ωστόσο ορισμένες δεν τις έχεις. Κι αν το σκεφτείς, οι επιλογές που έχεις είναι αυτές που σε προσδιορίζουν ως άτομο σε πείσμα της κοινότητας. Μπορείς να φορέσεις ό,τι θέλεις, μπορείς να πιστεύεις ό,τι θέλεις, αρκεί να το κάνεις μόνος. (Ίσως ακουστεί αστείο αλλά μια από τις

συχνότερες, πλέον, φιλελευθερο-δημοκρατικές γκρί-νιες είναι για τις καμπάνες των εκκλησιών. Πίστευε όπου θέλεις, λένε, αλλά μόνος σου, στο σπίτι σου, δί-χως να σε ακούω. Το γεγονός ότι το να πιστεύεις εί-ναι καταστατικά κοινότητα και όχι επιλογή lifestyle θα τους διαφεύγει για πάντα. Η ιδεολογία τους δεν δια-θέτει τα εργαλεία για να εντάξει κάπου αυτή τη γνώση. Γι’ αυτό και υπεκφεύγουν: δεν είναι στ’ αλήθεια κατά της θρησκείας, είναι κατά της κοινότητας).

Δεν είναι λοιπόν παράξενο που η Αριστερά απαγορεύε-ται ως επιλογή. Δεν είναι επιλογή με αυτή την έννοια· σε έναν κόσμο «επιλογών» η Αριστερά δεν μπορεί να είναι επιλογή παρά μόνο ως gauche caviar. Παραμένει, για τον κόσμο της Φιλελεύθερης Δημοκρατίας, το τελευταίο προ-πύργιο του οριστικού ρατσισμού της: κάτι που ή το έχεις στο αίμα σου ή δεν θα το έχεις ποτέ.

* Αριστερό Χαβιάρι είναι όρος που χρησιμοποιούν οι Γάλλοι για

να περιγράψουν το δικό μας «Αριστεροί με Δεξιά Τσέπη».

Ο Αυγουστίνος Ζενάκος είναι δημοσιογράφος.

Υπάρχει lifestyle της Αριστεράς;

Το lifestyle δεν είναι επιφάνεια. Με έναν τρόπο σχετίζεται με τα βασικά κληροδοτήματα του Δια-φωτισμού

_Αυγουστίνος Ζενάκος

Gauche caviar *

Wojciech Fangor, Figures, 1950, courtesy of Museum of Art in Lodz

Page 31: Konteiner 017 Internet

31

Λάιφ Στάιλ _ Αφιέρωμα

Ιούνιος 2011 | κοντέινερ

_Δημήτρης Δαλδάκης

Ο Fellini, ο Rubini και ο Τουρίστας

Οι ορδές του denim ξεχύνονται στις λεωφόρους. Στις ειδήσεις είπαν ότι κάπου στη μητρόπολη αγο-ράζεις προσωπικότητα. Εκατομμύρια μυρμήγκια ποδοπατιούνται για το ίδιο ψίχουλο. Λίγο πιο δί-πλα, ένα κορμί χαρίζει μ’ ένα χάδι τον ορίζοντα.

Μέχρι να γίνεις αυτός που λέει η μόδα, μεσολαβεί ένας μεγάλος χρόνος που δεν είσαι τίποτα. Όταν γίνεις αυτός που λέει η μόδα, κερδίζεις ένα μεγάλο χρόνο που δεν είσαι ο εαυτός σου. Η απόδειξη που κρατάς, γράφει πόσο πουλήθηκες. Ελάχιστη κατα-βολή, το φυσικό χρώμα των μαλλιών σου.

Το αλλού δεν είναι μακριά. Αλλά είναι δύσκολο. Εί-ναι δύσκολο να είσαι ο εαυτός σου. Ο τόπος που δεν φτάνει κανένα εισιτήριο. Πρέπει να ιδρώνεις για την επαφή. Κι εσύ δεν θέλεις να ιδρώσεις. Θέλεις να είσαι κοντά μου. Να σε κουβαλάω. Θέλεις την ανα-πνοή μου. Σε μια απότομη στροφή θα σπάσουν τα νύχια που με γράπωσες και θα πέσεις στον γκρεμό.

Η ένταξη, η συμφωνία, η ασφάλεια, πώς φαίνομαι, πώς φαίνεσαι, η υγεία, τα πάθη και η συντροφιά μας, όλα στα χαρτιά μας. Το πάσο που χρειαζόμα-στε για να μπούμε στο show της ανθρωπότητας. Είναι θλιβερή η διαπίστωση, δεν έχει μείνει χώρος ελεύθερης κυκλοφορίας. Με το ζόρι στο show μα-ϊμού. Με το ζόρι στο ληξιαρχείο, με το ζόρι στην αρένα της ταυτότητας. Lifestyle αδέλφια. Γελάδια με την ετικέτα στο αυτί. Να σκίζονται τα βυζιά σας απ’ το άρμεγμα. Εκπομπές ρύπων.

Εκπομπές lifestyle. Εμφανίζονται όλοι όπως οι επι-δειξίες στα πάρκα. Νά η μούρη μου, νά το παιδί μου, νά ο κώλος μου και το βρακί μου. Παίρνω το lifestyle πάσο μου και μπαίνω στην αρένα. Περπα-τάω και χαϊδεύομαι. Με κοιτάζουν και υγραίνω.

Lifestyle στρατός. Κρατάς την γκόμενα όπως το όπλο στον ώμο. Τρως γιαούρτι μηδέν τοις εκατό και γαμιέσαι τη νύχτα που ορίζει η Λίτσα. Σούζα

όταν σου λένε προσοχή. Αναπνοή όταν ακούς ανά-παυση. Έξω απ’ τους στρατούς, παιδιά, ν’ ανοίξει λίγο το μάτι μας. Το μπράτσο επιτρέπεται να χα-λαρώνει, ο πωπός, μπορείς να τρως, λίγη τρίχα στη μασχάλη δεν πειράζει, και μη μου λες ότι σ’ αρέσει στον άντρα η κοιλίτσα.

Αυτοκρατορία της meche Ελλάδα. Καμένα νύχια στο μανό και στραβοπατημένα τακούνια. Χοντροί συνθετικοί κόμποι στη γραβάτα και τεράστια μανι-κετόκουμπα. Το σώβρακό μου το αγόρασα ο βλά-χος στη Βουκουρεστίου.

Σκέφτομαι το φιλαράκι μου, όταν το ρώτησα πώς πάει η δουλειά του στη lifestyle επιχείρηση: -«Τι λέει εκεί μέσα;» -«Τι να πει; Καλά. Ένα μεγά-λο γραφείο, τέσσερα laptop, τέσσερις μαλάκες κι εφτά αιμορροΐδες».

Και όλοι στον ίδιο γιατρό. Αυτό θα πει lifestyle. Βγαίνω με μια γκόμενα που δεν με καυλώνει, αλλά μ’ αρέσει, είναι in, είναι lifestyle. Τα βράδια που δεν μου σηκώνεται, κουβεντιάζουμε, και μου λέει να πάω σ’ έναν ειδικό. Θα πάρω τα lifestyle φάρ-μακα και θα παντρευτώ την ξενέρωτη.

Αν βγάλεις το style από το life η μητρόπολη θα ερημώσει. Το στυλ είναι εργοστάσιο. Η ζωή είναι εφεύρεση.

Όταν είμαστε μικροί, θέλουμε, με μανία, να μοιά-σουμε, να γίνουμε στρατιώτες. Μέχρι που μεγαλώ-νουμε, όσοι μεγαλώνουμε, και σκάει σα σαπουνό-φουσκα το παραμύθι της πατρίδας και της ένταξης.

Μπορείς ν’ αποφύγεις το lifestyle; Ναι. Όταν γί-νεις νησί. Τότε είναι που κερδίζεις πρόσωπο. Η απελευθέρωση έρχεται όταν πετάς τη στολή. Δεν είναι τυχαίο ότι ο πιο ελκυστικός άνθρωπος είναι ο μοναχικός και ο ασυμβίβαστος. Ο δίχως πατρί-δα και υπόκλιση. Το άπιαστο όνειρο. Τον κάνου-

με ταινίες, λογοτεχνίες και ποιήματα στην ασφαλή αρένα των ταυτοτήτων. Ο μοναχικός και ασυμβίβα-στος της τέχνης μας έχει φύγει γι’ αλλού. Ο Θεός ασχολείται μ’ άλλους γαλαξίες, κι εμείς ακόμα δο-ξάζουμε το μικρό του πέρασμα.

Ο δημιουργός, ανοίγει νέους χώρους διοχετεύο-ντας ή εκτονώνοντας την πολυκοσμία. Το lifestyle καταλαμβάνει τους χώρους αυτούς και τους νοικιά-ζει στους τουρίστες της ζωής.

Ο Fellini φτιάχνει τη Via Veneto και τα πεντάστερα παλάτια τη θρηνούν. Ο Marcello Rubini την αλωνί-ζει και ο τουρίστας τρώει τα κόλλυβα.

Το μικρό παιδί τελειώνει τα μαθήματά του, φορά-ει το σορτσάκι, το μπλουζάκι του και δένει τ’ αγα-πημένα του, φθηνά σπορτέξ. Παίρνει δίπλα απ’ την εξώπορτα την μπάλα που του χάρισε ο αδελ-φός του. Κατεβαίνει τα σκαλιά της γειτονιάς και τρέχει γλυκό, ευτυχισμένο στο γηπεδάκι πίσω απ’ το σχολείο. Ο ήλιος έχει πέσει. Ένας αδύναμος προβολέας φωτίζει τη σαράβαλη μπασκέτα. Δεν υπάρχει κανείς. Είναι πάλι μόνο. Αρχίζει να σκά-ει την μπάλα χαρούμενο. Πληρότητα να απορείς. Σήμερα, θα δοκιμάσει να φτάσει τη στεφάνη από το τρίποντο.

Μέχρι να γίνεις αυτός που λέει η μόδα, μεσολαβεί ένας μεγάλος χρόνος που δεν είσαι τίποτα. Όταν γίνεις αυτός που λέει η μόδα, κερ-δίζεις ένα μεγάλο χρόνο που δεν είσαι ο εαυτός σου

Ο δημιουργός ανοίγει νέους χώρους διοχετεύοντας ή εκτονώνοντας την πολυκοσμία. Το lifestyle καταλαμβάνει τους χώρους αυτούς και τους νοικιάζει στους τουρίστες της ζωής.

Page 32: Konteiner 017 Internet

32

Αφιέρωμα _ Λάιφ Στάιλ

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

_Αλέξης καλοφωλιάς

Πανδαιμόνιο!Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο

Στην ταινία Salon Kitty του Τίντο Μπρας υπάρχει μια σκηνή όπου ο αξιωματικός των SS (συνδυασμός τέλει-ου Αρείου και David Bowie εποχής Ziggy Stardust) εξηγεί στη νεαρή πόρνη με ποιον τρόπο επικράτησαν οι ναζιστές στην προπολεμική Γερμανία. Δεν θυμάμαι επακριβώς τα λόγια του, αλλά η ουσία τους είναι «Κα-τεβάσαμε έναν ολόκληρο λαό στο επίπεδό μας».

Ίσως η μεταφορά να ακούγεται κάπως υπερβολική, αλλά το καθεστώς που εγκαθίδρυσε η κυρίαρχη τάση στα ελληνικά ΜΜΕ από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 μέχρι το τέλος της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα δεν απείχε πολύ από την πολιτιστική δικτατο-ρία. Και, όσο τραβηγμένο κι αν ακούγεται επίσης, ο λόγος των φορέων της αναπαρήγαγε ανάλογη ισοπέ-δωση και σκληρότητα.

Όχι τόσο επειδή βασικός του στόχος ήταν η δημιουρ-γία ενός καταναλωτικού χώρου ξεκομμένου από την πραγματική ανάγκη –συνθήκη απαραίτητη για την επέ-κταση των τότε αναδυόμενων τομέων της αγοράς–, όσο επειδή στη διαδικασία αυτή εκμεταλλεύτηκε με τρόπο τολμηρό, κερδοφόρο και εν τέλει αποτελεσμα-τικό τις αντιφάσεις που προέκυψαν από τη συνάντηση ενστίκτων που επιζούσαν στις πλέον σκοτεινές γωνιές του συλλογικού νου με τις πιο ελκυστικές υποσχέσεις της διαφήμισης: το σεξ και τη συμμετοχή σε μια προνο-μιούχο ελίτ, μέσω της υιοθέτησης των εξωτερικών χα-ρακτηριστικών της καθημερινότητάς της.

Δεν υπήρξε αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο, αλλά είναι εντυπωσιακός ο τρόπος με τον οποίο κυριάρ-χησε στην Ελλάδα. Οι διατυπώσεις του υπήρξαν ένα μείγμα αυτιστικής υπερηφάνειας, θράσους και επιθε-τικότητας που αξίωναν να εκλαμβάνονται ως αυταπό-δεικτες λόγω της δήθεν ευνοϊκής οικονομικής συγκυ-ρίας και μεταχειρίστηκαν μια σχιζοφρενική όσο και αποδοτική προσέγγιση: Αφενός, πρόβαλλαν και στη-λίτευαν την «υστέρηση» του «Έλληνα» απέναντι στις κοινωνίες άλλων δυτικών χωρών και αφετέρου, πρό-τειναν –ή μάλλον έβγαζαν στον πάγκο για πούλημα– την ασφαλέστερη μέθοδο για την υπέρβασή της, που δεν ήταν άλλη από την παράδοσή του στην ξέφρενη ταραντέλα της υπερκατανάλωσης και της νεοφιλελεύ-θερης ιδεοληψίας, στην οποία ούτως ή άλλως παρά-δερνε και η υπόλοιπη Ευρώπη.

Ο λόγος του εμφανίστηκε σαν αντίδοτο στην κούρα-ση από τον «βαρύ», «ξύλινο» κομματικό λόγο της με-ταπολίτευσης, όταν η επανάληψη είχε στερήσει από νόημα τις λέξεις που σημάδεψαν τις όποιες συλλογι-κές αναζητήσεις – αλλά η νοοτροπία του απέκτησε υπόσταση και ταυτότητα παραπλήσια του πιο φασι-στικού της παραγώγου, του «αυριανισμού», φροντί-ζοντας για τη διάχυση του ύφους του σε ραδιόφωνα, περιοδικά και τηλεοπτικές εκπομπές. Παρά την «ελα-φρότητα» και την ηδονοθηρία που τον χαρακτήριζε, υιοθέτησε την ίδια τραμπούκικη αυτοπεποίθηση, γιατί οι φορείς του γνώριζαν ότι η συγκεκριμένη διαδικασία

μετάβασης είχε τις πλάτες του κράτους και του εγχώ-ριου κεφαλαίου. Υπέθαλψε και στηρίχτηκε στη φρε-νίτιδα της κατανάλωσης που ευνοούσε τους οικονο-μικούς δείκτες της «ισχυρής» Ελλάδας, όπου οι δια-κοπές αποτελούσαν αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τις τράπεζες. Την ίδια ώρα, τα τηλεοπτικά ΜΜΕ λει-τουργούσαν σαν εμπροσθοφυλακή για την επιβολή των επιλογών των δύο παραπάνω πόλων, όπως και μιας εικονικής «κανονικότητας», κληρονομιά από τη χούντα που ανέκαθεν επιδείκνυε μηδενική ανοχή όταν γνώριζε αμφισβήτηση. Αυτή είναι η Ελλάδα, και σε όποιον αρέσει. Αν γυρίσουμε στις περασμένες δεκαε-τίες και θυμηθούμε τις κραυγές των σχολιαστών –από τις ουσιαστικά παραχωρημένες από το κράτος τηλεο-πτικές συχνότητες– κατά των ξυλοκοπούμενων «κω-λόπαιδων των Εξαρχείων» και την κατανόησή τους απέναντι στη δράση των τότε «αγανακτισμένων πο-λιτών», μπορούμε να δούμε να προβάλλονται δυσοί-ωνα flash-forward, σκηνές από τα χρόνια που ακο-λούθησαν: η εθνική δυστοπία των Ολυμπιακών Αγώ-νων, η δολοφονία ενός παιδιού σε έναν πεζόδρομο της ίδιας γειτονιάς το 2008 και οι σημερινές επιθέσεις κατά των μεταναστών.

Εξορίζοντας κάθε συλλογική διεκδίκηση στα ξερονή-σια του παρωχημένου και υποβαθμίζοντας εκ προοιμί-ου κάθε καλλιτεχνική απόπειρα που δεν στόχευε στην άμεση εμπορευματική εξαργύρωση (για παράδειγ-μα, «γκρουπάκια», σπανίως συγκροτήματα), φρόντι-

Teaching young ladies to act like whores.

As for the gents, they flash the cash when they got none.

BNC featuring MC Yinka, «The harder they fall»

Page 33: Konteiner 017 Internet

33

Λάιφ Στάιλ _ Αφιέρωμα

Ιούνιος 2011 | κοντέινερ

σε να καταστήσει εξαρχής σαφείς τις πολιτιστικές του αναφορές. Για τους μάγκες που έγραφαν στα lifestyle έντυπα, η Νέα Υόρκη στα ’70s δεν ήταν το κατακλυ-σμικό punk rock του CBGBs αλλά τα ντίσκο ξεφτί-δια του Studio 54. Ο Σάκης ρουβάς ανακηρύχθη-κε ο Έλληνας Elvis Presley και η Άννα Βίσση βαφτί-στηκε η απόλυτη (;!) Ελληνίδα σταρ σε διεθνές επίπε-δο, ενώ ήταν απλώς δημοφιλείς εγχώριοι εκπρόσωποι του παμβαλκανικού μουσικού υβρίδιου που συνδυάζει παραδοσιακά τοπικά μοτίβα με electro pop στοιχεία και ονομάζεται στη Σερβία turbo-folk, στη ρουμανία manele και στη Βουλγαρία chalga. Το κλίμα παρέπε-μπε περισσότερο στη δικτατορία των κουμπουροφό-ρων ολιγαρχών της πρώην ΕΣΣΔ και λιγότερο στο Χό-λιγουντ, όπως ήταν το ποθούμενο.

Όμως οι διαστρεβλώσεις ήταν εξαρχής τόσο κραυγα-

λέες, που έθεσαν με σαφήνεια τις διαχωριστικές γραμ-μές. Απέτρεψαν την όσμωση της πραγματικής μουσι-κής των νέων με το lifestyle. Άλλωστε οι πιο επιδρα-στικοί εκπρόσωποί της τη δεκαετία του 1990 –συ-γκροτήματα όπως οι Τρύπες, οι Στέρεο Νόβα και οι Active Member– τοποθετήθηκαν ξεκάθαρα στον αντί-ποδα αυτού του πανηγυριού του τίποτα, διαπαιδαγω-γώντας πολλά παιδιά με το ήθος και την υπερηφάνεια που προϋποθέτει η πίστη στην αντίληψη ότι οι αξίες σου δεν είναι απαραίτητο να συμβαδίζουν με την ανυ-παρξία αξιών των άλλων.

Γιατί ήταν πραγματικά εξωφρενικός ο τρόπος με τον οποίο η εικόνα ακύρωνε κάθε περιεχόμενο, τοποθε-τώντας τα πάντα σε ένα πλαίσιο που τα καθιστούσε εξωπραγματικά. Οι αναφορές συγκρούονταν σαν συ-ντρίμμια παρασυρμένα από έναν σημειολογικό τυφώ-να: Κυρίες με πορνικές αμφιέσεις σε λειτουργίες της ορθόδοξης λατρείας, νεαροί με τατουάζ που σταυρο-κοπιούνται περνώντας έξω από εκκλησίες, κολλαρι-στοί τσοπεράδες με επταψήφιους τραπεζικούς λογα-ριασμούς· ό,τι να ’ναι. Επιπλέον, μια ερωτική εικονο-γραφία για ξελιγωμένους, κρεμασμένη στα περίπτε-ρα που μέχρι τις αρχές του ’80 έκρυβαν τον Καζανό-βα πίσω από τα γαριδάκια για να μη φαίνεται, και ένας μανιακός εγκλεισμός της γυναικείας φύσης στα υγρά υπόγεια της ψυχαναγκαστικής ανδρικής υπερσεξουα-λικότητας. Ένας άνδρας σκέφτεται το σεξ κάθε τρία δέ-κατα του δευτερολέπτου. Κατά τα άλλα, το θέατρο της

σκληρότητας: Ανθρώπινος πόνος σε κοινή θέα, ευά-λωτα άτομα υπό πανεθνική διαπόμπευση, «τρελοί του χωριού» που μετά τη γελοιοποίηση στο καφενείο είχαν μόνο γυάλινα σπίτια να κρυφτούν. Απεριόριστος θαυ-μασμός για τους ματσωμένους, χείλη τεντωμένα από το νυστέρι και την υπερένταση που εκφέρουν το κτητι-κό «μου», εκβιάζοντας μια ανύπαρκτη εγγύτητα.

Ήταν πολύ άσχημο τριπάκι και τώρα που η αγο-ρά που το κινούσε στέγνωσε από χρήμα, το Ιnternet του στέρησε το μονοπώλιο της εικόνας και οι αξιο-θρήνητοι εκπρόσωποί του μοιάζουν με πρώην υπουρ-γούς –μικροί, αλαφιασμένοι, όχι λιγότερο εύθραυστοι από τα παιδιά που φυλακίζονται αυτοβούλως στα σπί-τια του Big Brother–, νιώθεις περίεργα όταν μιλάς για όλα αυτά. Αναρωτιέσαι αν κάτι τέτοιο έχει πια νόημα. Σκέφτεσαι πως θα μπορούσε να είναι ένα κακό όνει-ρο που οδήγησε σε ένα ακόμα πιο οδυνηρό ξύπνη-μα: Ότι τελικά είχε να κάνει με τον χρόνο, τον χαμέ-νο χρόνο που όλοι αναζητούν και είναι τόσο πολύτι-μος που ορισμένοι πιστεύουν ότι μπορεί να γίνει κομ-μάτια και να πουληθεί, όχι μόνο κενός από εμπειρία, αλλά και έτοιμος να γεμίσει με προσοδοφόρο σκουπι-δαριό. Μόνο που, όπως αποδείχθηκε, αυτό το άδειο σακί ήταν τελικά το πιο βαρύ απ’ όλα.

Ο Αλέξης Καλοφωλιάς είναι μουσικός και μεταφραστής.

Για τους μάγκες που έγραφαν στα lifestyle έντυπα, η Νέα Υόρ-κη στα ’70s δεν ήταν το κατακλυ-σμικό punk rock του CBGBs αλλά τα ντίσκο ξεφτίδια του Studio 54

Page 34: Konteiner 017 Internet

34

Αφιέρωμα _ Λάιφ Στάιλ

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

_σπύρος Δερβενιώτης

ΑτενύσταςΤο σημερινό λάιφ-στάιλ απαιτεί συμβολικές «κοινωνικές» δράσεις, απολιτίκ πανηγύρια και ατελείωτες δημόσιες σχέσεις. Κάποιοι φροντίζουν για τη ρεσω-τηρία της ψυχής μας.

Κατ’ αρχήν να συστηθούμε. Είμαι ένας κομπλεξι-κός που ζηλεύει την επιτυχία των άλλων και προ-τιμάει να αμπελοφιλοσοφεί από τον καναπέ του, βρίζοντας τους άλλους που αναλαμβάνουν δράση αντί να μένουν στα λόγια.

Ή τουλάχιστον αυτή είναι η επίσημη mantra που θα πρέπει να είσαι έτοιμος ν’ ακούσεις, αν τυχόν ψελλίσεις μισή αντίρρηση για την Ιερή Αγελάδα του «αστικού εθελοντισμού», τους atenistas.

Δεν θα σας φάω χρόνο με το τι είναι οι atenistas, πρέπει να ζείτε σε σπηλιά για να μην πέσετε πάνω σε άρθρο, post, tweet, facebook page ή news clip για κάποια από τις δράσεις τους.To επικοινωνια-κό blitzkrieg τους άλλωστε έχει ήδη γίνει αντικείμε-νο μελέτης και θαυμασμού επικοινωνιολόγων, δια-φημιστών, καναλιών, χορηγών και όλων των φυλών του μπλάκμπερι.

Θα προσπαθήσω, ωστόσο, να σας ξεναγήσω κλι-μακωτά στο «τι ζόρι τραβάς, ρε φίλε».

Δεν έχω τίποτα εναντίον της άδολης χαράς του πραγματικά αφιλοκερδούς εθελοντή που στελε-χώνει τις ενέργειες της οργάνωσης. Είναι προφα-νές πως αν δεν υπήρχαν οι atenistas, θα έπρεπε να εφευρεθούν για να δοθεί διέξοδος σε κάποιο κό-σμο που έχει έχει βαρεθεί να αισθάνεται ανήμπο-ροι απέναντι σε ένα κράτος που κάνει επίπονες προσπάθειες για να μην του προσφέρει τίποτα και

να καταπνίξει κάθε δημιουργικότητα.

«Και γιατί, ρε φίλε, είναι κακό που αυτή τη διέξοδο του την έδωσαν οι atenistas; Σου πήραν πελατεία απ’ τις ντουντούκες και τις πορείες; Σου τη σπάει που εί-ναι ακομπλεξάριστες, φρέσκες φατσούλες που δεν τους εκφράζουν τα μπάχαλα και οι πορείες;»

Χαίρομαι που μου κάνατε αυτή την ερώτηση γιατί είναι ωραιότατη γέφυρα για να αναφερθώ στην αγα-πημένη μου –μέχρι στιγμής– δράση των atenistas: δύο μέρες πριν την επέτειο της δολοφονίας του Αλέ-ξη Γρηγορόπουλου, με τη μισή αστυνομική δύναμη επί ποδός ενόψει πορείας και πιθανών επεισοδίων, οι Πολυάννες των atenistas καθάριζαν «κομμάτι της Πατησίων απ’ τις αφίσες και τα συνθήματα». Αυτό συμπυκνώνει όλη την παθολογία τους σε ένα κομψό πακέτο: πρώτα και κύρια το ότι, παρ’ όλο το βαυ-κάλισμα για τα «έργα, όχι λόγια», εννέα στις δέκα δράσεις τους αυτοπροσδιορίζονται ως «συμβολι-κές». «Κομμάτι» της Πατησίων καθαρίζεται απ’ τις αφίσες, «κομμάτι πεζοδρομίου» από τις τσίχλες και πάει λέγοντας. Δεύτερον, η απόσταση που (θεωρη-τικά) τηρούν από οτιδήποτε μυρίζει πολιτική φτάνει όπως βλέπουμε στα όρια ανεκδότου. Προσπερνάω το πόσο πολιτικά ουδέτερο είναι να σβήνεις συνθή-ματα και πάω στο καθαρά πρακτικό: δεν ήξερες, ορ-γανωτή μου, ότι δύο μέρες μετά θα γίνει εκεί πεδίο μάχης; Ή δεν σε ένοιαζε και απλώς έδειχνες «ποιος είναι το αφεντικό των τοίχων» έστω για μία μόνο μέρα; Αυτιστική άγνοια ή ηχηρή δήλωση;

Γιατί το βασικότερο είναι πως οι atenistas δεν εί-ναι απολιτικοί, όπως τους βολεύει να πλασάρο-νται. Οι εμπνευστές τους έχουν συγκεκριμένη και συχνάκις καταγεγραμμένη στα media που αρθρο-γραφούν κοσμοθεωρία, η οποία (όλως τυχαίως) έρχεται και «κουμπώνει» με πλάνα και σχέδια ερ-γολάβων, επενδυτών και, άμα λάχει, πριμοδότηση των δημάρχων που θα τα βοηθήσουν.

Ψάξ’ τα λίγο, εθελοντή μου, για να μην αναρωτιέ-σαι πώς γίνεται τη μια μέρα να «μαζεύετε κουβέρ-τες για τους δυστυχείς του δρόμου» και την άλλη οι «κινηματάρχες» να αρθρογραφούν εξ ονόματός σας στη Lifo υπέρ του δόγματος της «μηδενικής ανοχής».Ψάξ’ τα λίγο για να μη βρεθείς πάλι, όπως το 2004, ο μόνος μαλάκας που αμείφτηκε με τη «χαρά της συμμετοχής» και της φατσούλας σου στο flickr και το tweetpic.

Και κάτι τελευταίο: δεν είναι αυτονόητα θετικό να «αναλαμβάνεις δράση αντί να μένεις στα λόγια» – το ίδιο κάνει και η Χρυσή Αυγή.

Και μην πυροβολείς τόσο αστόχαστα αυτούς που «φιλοσοφούν από την πολυθρόνα τους» – μόλις πυροβόλησες τον Stephen Hawking.

* Ο Σπύρος Δερβενιώτης είναι σκιτσογράφος, derveniotis.

wordpress.com

Aπό το λεύκωμα Into the Nature, εκδόσεις Gestalten

Page 35: Konteiner 017 Internet

35

Λάιφ Στάιλ _ Αφιέρωμα

Ιούνιος 2011 | κοντέινερ

Πού πήγαν τα b-movies?H επείγουσα ανάγκη για φτηνή απενοχοποιημένη απόλαυση.

The Driller Killer του Έϊμπελ Φεράρα

Meet the Feebles του Πίτερ Τζάκσον

Thundercrack του Κερτ ΜακΝτάουελ

Behind the Green Door του Άρτι Μίτσελ

The Devil’s Rejects του ρομπ Ζόμπι

ΤΑΙΝΙΕΣ

Ας θεωρήσουμε ότι όταν κάτι γίνεται lifestyle χάνει την αθωότητά του. Γίνεται μέρος ενός ανώτερου συστήματος, και ενώ διατηρεί τα επιφανειακά του στοι-χεία, χάνει παρ’όλα αυτά την ουσία της διαφορετικότητάς του. Με άλλα λόγια, επειδή το lifestyle ορίζεται από ανθρώ-πους τών μίτινγκ, ανίκανους δηλαδή να συλλάβουν την ουσία μιας αστικής και αντεργκράουντ συνήθως κουλτούρας, απλά αφομοιώνουν την επιφάνεια αυ-τής της κουλτούρας, δηλαδή την ενδυ-μασία, την αργκό, τα τεχνικά χαρακτη-ριστικά. Τα b-movies είναι ένα κομμά-τι της κινηματογραφικής ιστορίας που κανείς ποτέ δεν πήρε στα σοβαρά και κανείς δεν ασχολήθηκε ουσιαστικά με αυτά. Είναι ο πόλεμος του Βιετνάμ από την πλευρά των Βιετναμέζων. Βέβαια, η ουσία των b-movies είναι ότι δεν πρέ-πει να τα πάρεις και πολύ στα σοβαρά, αυτό είναι που τα ξεχωρίζει από τις υπό-λοιπες ταινίες και τους δίνει και μια ξε-χωριστή αξία. Αν θέλετε και μια πρωτο-ποριακή θέση. Γιατί ποιος είπε ότι την

τέχνη πρέπει να την παίρνουμε στα σο-βαρά; Μέσω των b-movies ήρθαμε σε επαφή με την πιο διασκεδαστική πλευ-ρά του κινηματογράφου, ταυτόχρονα όμως και με την πιο καυστική. Η ανο-χή που έδειχναν οι εκάστοτε λογοκρισί-ες στις φτηνές ταινίες έδωσαν και την ελευθερία στους δημιουργούς τους να ξεφύγουν από τα όρια της εποχής. Τα περισσότερα ταμπού του κινηματογρά-φου έπεσαν πρώτα από τα b-movies. Το γυμνό, ο έρωτας, το αίμα, η βία, οι βωμολοχίες, εικόνες δηλαδή της καθη-μερινής ζωής που απαγορεύονταν στις καθωσπρέπει παραγωγές μέσα στα b-movies οργίαζαν και γι’ αυτό και προ-τιμούνταν από τα λαϊκά στρώματα της κάθε χώρας. Πού πήγαν όμως στην επο-χή μας τα b-movies; Θύματα της lifestyle επανάστασης γνωρίζουν τρελές εισπρα-κτικές επιτυχίες μέσω χολιγουντιανών ριμέικ ή μέσω νέων ταινιών που αντι-γράφουν την επιφάνειά τους και παρου-σιάζονται σαν πρωτότυπες. Είναι όμως αυτές οι ταινίες b-movies; Φυσικά και

όχι. Είναι ταινίες μεγάλων στούντιο με ακριβοπληρωμένους ηθοποιούς και μα-κιαβελικά συστήματα διαφήμισης που απλά εκμεταλλεύονται την αγάπη του κόσμου για την ένοχη απόλαυση. Υπάρ-χει επειγόντως ανάγκη για έναν κινημα-τογράφο πραγματικά φτηνό. Φτηνό σε χρήματα, καμιά φορά και σε ιδέες. Έναν

κινηματογράφο που δεν θέλει να είναι υψηλή Τέχνη. Ταινίες που δεν έχουν λε-φτά για πρεμιέρα. Σκηνοθέτες που δεν θα πατήσουν το κόκκινο χαλί γιατί δεν τους το επιτρέπει το χιούμορ τους. Έναν κινηματογράφο που θέλει να κάνει μόνο σκανταλιές και να μην μεγαλώσει ποτέ. Έναν κινηματογράφο που μας αξίζει.

1. ABEL FERRARA DIRECTOR

www.youtube.com/watch?v=ECiuquGsrBI

2. MEET THE FEEBLES SODOMY SONG

www.youtube.com/watch?v=BCcaMIcwz30

3. THE RUSS MEYER STORY

www.youtube.com/watch?v=qdv-GWB_4Yk

Faster Pussycat, kill, kill kill! του Russ Meyer

_Aλέξανδρος βούλγαρης

Page 36: Konteiner 017 Internet

36

Αφιέρωμα _ Λάιφ Στάιλ

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

_Γιάννης Μπαμπούλιας

Μπορείς να διαβάσεις όλες τις αναλύσεις για το πόσο σημαντικό είναι το facebook και το twitter που δημο-σιεύονται παντού από ανθρώπους οι οποίοι απέτυ-χαν να προβλέψουν τα όσα έγιναν την περασμένη δε-καετία στον τομέα των media ή να στήσεις αυτί στο έδαφος για να πιάσεις τα γοερά κλάματα καρεκλο-κένταυρων δημοσιογράφων που κλαίνε για το «χα-μένο» έδαφος του Τύπου. Μπορείς επίσης να βάλεις ταμπέλες στην κουλτούρα, στα απομεινάρια της γε-νιάς του ΚΛΙΚ και άλλων παρόμοιων εκδόσεων, και να πεις ότι σήμερα έχουμε τη «χίπστερ» κουλτούρα, του υπερκαταναλωτή trend. Αλλά ίσως να πρέπει και να τα αφήσεις όλα αυτά στην άκρη.

Η «έλλειψη» ενιαίας κουλτούρας που διαφαίνεται είναι τόσο τεχνητή όσο και η έλλειψη χιούμορ σε ταινία των Monty Pythons. Είναι εκεί, απλά εσύ δεν το πιάνεις.

Όσο το κοινό συνεχίζει να ψάχνει την κουλτούρα, το ρεύμα, τη ζωντανή και ατόφια δημιουργία η οποία προβάλλεται μέσα από έντυπα και site που ακολου-θούν την κλασική δομή των media, και που τα τρέ-χουν εκδότες και αρχισυντάκτες τόσο αποσυνδεδε-μένοι από την πραγματικότητα του δρόμου όσο και οι παππούδες μου στο χωριό, σαφώς και θα βρίσκει μόνο αποσπασματικές ματιές στον κόσμο της νεανι-κής κουλτούρας και του lifestyle. Αυτό μπορεί εύκο-λα να οδηγήσει σε λάθος συμπεράσματα.

Μα αν αυτοί δεν διαμορφώνουν και προβάλλουν, τότε ποιοι;

Οι super-curators, είναι η απάντηση.

Άνθρωποι που από ένα γραφείο και με μόνο εφόδιο ένα λάπτοπ, κάνουν τη διαλογή από όλα τα stream πληροφοριών που μας βομβαρδίζουν καθημερινά και επιλέγουν με ξεκάθαρα προσωπικά κριτήρια το τι θα μοιραστούν. Και εκεί, το Facebook, το twitter, το Google Reader, αποκτούν την κανονική τους υπόστα-ση. Αυτά είναι εργαλεία και αυτοί είναι οι χρήστες.

Όλοι εμείς είμαστε οι παραγωγοί και ταυτόχρο-να οι αποδέκτες περιεχομένου ΜΟΝΟ από αυτούς τους οποίους παρακολουθούμε. Και παρακολουθού-με αυτούς τους super-curators που έχουν κάνει δου-

λειά τους το να σερβίρουν φρέσκο περιεχόμενο στους αναγνώστες τους. Τέτοια blogs και feeds υπάρχουν πολλά, κάποια με εκατοντάδες χιλιάδες επισκέψεις το μήνα. Τα περισσότερα τα τρέχουν άνθρωποι ως full-time απασχόληση.

Η έλλειψη μαζικής κουλτούρας, δεν είναι τίποτε άλλο από την έλλειψη της δυνατότητας επιβολής μιας ενιαί-ας ταυτότητας, μιας «στολής», εκ μέρους των ΜΜΕ στο κοινό της γενιάς μου. Και πώς θα μπορούσαν άλ-λωστε όταν μπορώ απλά να τους κλείσω απ’ έξω;

Έχουμε τους δικούς μας αρχισυντάκτες, απομακρυ-σμένους από την ανάγκη της εξασφάλισης διαφη-μίσεων. Η Maria Popova από το Βrooklyn μπορεί πολύ καλύτερα να μου επικοινωνήσει ενδιαφέρο-ντα άρθρα για το design, την ψυχολογία και τον Kurt Vonnegut ταυτόχρονα. Ο Warren Ellis μπορεί να μου δώσει όσο περίεργο υλικό θέλω για δεκάδες θέματα.

Το lifestyle μας ορίζεται πλέον από το ποιους επι-λέγουμε να ακολουθούμε. Επιλέγοντας ποιους θα ακολουθήσεις στο twitter, επιλέγεις ποιος θα κά-νει τη συγκομιδή των νέων που θα δεις στην οθόνη σου. Εσύ είσαι ο αρχισυντάκτης του εαυτού σου, οι super-curators είναι όμως οι συντάκτες που σε ταΐ-ζουν ιδέες. Με τον ίδιο τρόπο που τα νέα γίνονται mix n’ match, το lifestyle περνάει την ίδια απώλεια ελέγχου από τα παραδοσιακά media. Η μορφή του αλλάζει στη μεταψηφιακή εποχή, ενόσω όλοι ακόμα ψάχνουν να προσαρμοστούν στην «ψηφιακή» επο-χή της περασμένης δεκαετίας.

Θες μια ταμπέλα για τη γενιά μου; Laptop-nomads. Η μόνη μας σχέση, τα feeds των αγαπημένων μας «opinion-leaders». Θες να πάρεις μια γεύση του πώς διαμορφώνεται το lifestyle μας; Check out Brainpickings.org.

Εδώ δεν υπάρχουν πατερίτσες, η θεματολογία ειναι άναρχη, εσύ είσαι υπεύθυνος για όσα επιλέγεις να διαβάσεις και κανείς δεν θα σε βοηθήσει «σπρώχνο-ντάς» σε ευγενικά προς μια κατεύθυνση a.k.a. μαζι-κό κίνημα.

Καλή τύχη, από δω και πέρα είσαι μόνος σου.

_ντίνος σιώτης

Πωλείται

Πρώτα πούλησαν τις αυλές μετά τις

ακρογιαλιές μετά τα τούνελ για να

μην υπάρχει φως αφού στα σκοτεινά

οι δουλειές κλείνουν με περισσότερη

ασφάλεια περισσότερη ατιμία αλλά

θα περάσουν τα χρόνια και θα κυλήσει

ο τροχός του πόνου κι όσο οι σειρήνες

θα σφυρίζουν δυνατά οι τύραννοι θα

πέφτουν ένας ένας για να ’ρθουν οι

διάδοχοί τους με τα νέα τούνελ κι από

μακριά κι από κοντά κι από ψηλά κι

από χαμηλά κι από αριστερά κι από

δεξιά θα κλαίνε τα μωρά για μαύρη

ρώγα με μαύρο γάλα αυγερινό που

θα στάζει από τον κοσμικό ουρανό

Αθήνα, 23 Φεβρουαρίου 2011

Τeun Hocks, Untitled, 2000

Super Curators Αυτοί που με μοναδικό εφόδιο ένα λάπτοπ, τακτοποιούν το χάος της πληροφορίας.

Page 37: Konteiner 017 Internet

37

Λάιφ Στάιλ _ Αφιέρωμα

Ιούνιος 2011 | κοντέινερ

_ευθύμης Φιλίππου

Η ιστορία του ευέξαπτου βοσκού και του πιστού σκύλου

Κάποτε ψηλά στην κορυφή ενός πολύ χιονισμένου βουνού ζούσε ένας βοσκός με το πιστό του σκυλί. Ο βοσκός ήταν αρκετά ευέξαπτος και πολλές φο-ρές θύμωνε όταν η σοδειά δεν ήταν καλή ή όταν το χιόνι έμπαινε μέσα στα παπούτσια του, διαπερ-νούσε τις κάλτσες και πάγωνε τα πόδια του. Τα παιδιά του είχαν φύγει για σπουδές στην γυμνα-στική ακαδημία της ρουμανίας και η γυναίκα του ήταν κλειδωμένη σε ένα δωμάτιο του σπιτιού μετά από έναν καβγά που είχαν και που ο βοσκός είχε εκνευριστεί χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Το σκυλί ήταν η μοναδική συντροφιά του βοσκού και περνού-σαν μαζί πολλές ώρες είτε συζητώντας για διάφο-ρα θέματα είτε πηγαίνοντας βόλτες με το αυτοκί-νητο, ένα Peugeot 307 σαν του Μ. Σκαμνάκη*, σε ένα σημείο του βουνού όπου άρεσε πολύ στον σκύλο να κατουράει και να παίζει. Στη διαδρο-μή άκουγαν λαϊκή μουσική από κασέτες εμπορίου που ο βοσκός είχε αγοράσει όταν ήτανε υπάλλη-λος στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο της Ν. Σμύρ-νης. Τότε πήγαινε τουλάχιστον μια φορά στους τέσσερις μήνες στα μπουζούκια με τη γυναίκα του και άλλα φιλικά ζευγάρια και ο βοσκός φρό-ντιζε πάντα το τραπέζι να έχει εύκολη πρόσβα-ση στην πίστα και στην τουαλέτα. Στα μπουζού-κια όταν ξεκινήσει το πρόγραμμά στις 23.40 σβή-νουν τα φώτα και μια μικρή τραγουδίστρια σε ένα μικρό καμαρίνι φιλάει ένα μικρό αρκουδάκι που της έχουνε πάρει δώρο δύο μικροί θαυμαστές που έχουν γράψει σε ένα μικρό καρτελάκι «θα σε λα-τρεύουμε για πάντα γιατί είσαι η καλύτερη, πόσο σε αγαπάμε, με αγάπη, Γιάννης - Κατερίνα» για να πάρει δύναμη και ενέργεια. Η μικρή τραγου-δίστρια θα πει κάποια επιτυχημένα τραγούδια δι-ασκευασμένα από τον νεαρό μαέστρο και μετά θα φύγει ιδρωμένη προσπαθώντας ν’ αφήσει στην πίστα με το τακουνάκι της όσο πιο πολλά σημά-δια γίνεται για να βρει το δρόμο του γυρισμού. Όταν θα βγει ο κυρίως τραγουδιστής του φετι-νού σχήματος όλοι θα έχουν πιεί ένα ουίσκι και

θα έχουν φάει είκοσι περίπου φιστίκια. Ο τραγου-διστής θα πει ευχαριστώ πολύ που ήρθατε, θα πε-ράσουμε ένα υπέροχο βράδυ, στα τραπέζια πέτα-λα από γαρίφαλα βουτάνε μέσα στα ποτά και χτε-νίσματα περιποιημένα αρχίζουν να χαλάνε λόγω του χεριού του διπλανού που τους αγκαλιάζει στην πλάτη και τους ψιθυρίζει στο αυτί «δεύτε-ρη φορά ζήσω καρδιά λαχταρά ξαναγαπήσω χιονί-ζει βρέχει αγριολούλουδο» –στον ήχο για εμάς εί-ναι– μια κοπέλα ή ένας κύριος με μια digital τούς χαμογελάει για να τους κάνει να ποζάρουν, κι αυ-τοί ποζάρουν με το ένα μάτι κλειστό, ένα σπυ-ράκι στο κούτελο και σφραγίσματα στα δόντια πάνω σε γυαλιστερό χαρτί με πλαίσιο –στον ήχο για σας είναι– τότε στην πίστα ανεβαίνουν πρώτα αυτοί που έχουν έρθει πρώτοι και έχουν στριμω-χτεί σήμερα και στη ζωή τους γενικότερα και δη-μιουργούν κύκλους των οκτώ, καθισμένοι στα γό-νατα για να χειροκροτήσουν παιδάκια που έχουν ντυθεί μεγάλοι με ζελέδες και γιλέκα και ρολόγια μεγάλα τετράγωνα που χορεύουν ζεϊμπέκικο και τσιφτετέλι γλιστρώντας πάνω στα μη αντιολισθη-τικά μπορντό Sebago-ενορχήστρωση, διεύθυνση ορχήστρας αλλά και στην κιθάρα – κλάματα για-τί κάποιος έκανε ρεζίλι κάποια μπροστά σε άλ-λους κοιτώντας την απαξιωτικά, γιατί κάποια δεν απάντησε στο μήνυμα «θέλω απόψε να σε γλεί-ψω σ’ αγαπάω» και η αναφορά έδειξε ότι το έχει πάρει πριν πολλή ώρα, γιατί κάτι θυμήθηκε κά-ποιος που είχε ξεχάσει και που ένα τραγούδι που άκουγε όταν ήταν φοιτητής γραμμένος στην ΟΝ-ΝΕΔ και που δεν είχε αρραβωνιαστεί ακόμα αλλά είχε μακριά μαλλιά και ήτανε αδύνατος –περάστε κάτω να ξεκουραστείτε λίγο να πούμε μερικά τρα-γούδια που όλοι αγαπάτε και αγαπάω– τσόφλια μέσα σε μαλλιά ανθρώπων που είναι φιλότιμοι και δεν έχουν πειράξει κανέναν και όλοι τους γαμά-νε κανονικά φωτίζονται από προβολείς που έχει επιμεληθεί ένας και που δημιουργεί στο πίσω μέ-ρος της πίστας κάτι κύκλους και μετά ένα φεγ-

γάρι και μετά αστέρια και μετά πάλι φεγγάρι και μετά projections από φωτογραφίες ασπρόμαυρες όπου μόνο ένα στοιχείο είναι κόκκινο π.χ. το τρι-αντάφυλλο ή τα χείλια –ευχαριστούμε πολύ που ήρθατε καλό σας βράδυ ευχαριστούμε πολύ– γρα-βάτες σε τσέπες παλτών και αναπτήρες Hondos Center μικροί κάτω από τραπέζια φτιαγμένα ειδι-κά για να μπορούνε να κρατήσουνε το βάρος δύο γυναικών, μιας σαμπανιέρας με πάγο, τεσσάρων κινητών και μιας πιατέλας με μπανάνες ακτινίδια μήλα και πορτοκάλια κομμένα ροδέλες. Μια μέρα ο βοσκός καθώς οδηγούσε διαπίστωσε πως ο σκύλος είχε φάει την αγαπημένη του κασέτα αυτή που είχε παλιά λαϊκά από ζωντανή ηχογράφηση και θυμωμένος τον κλότσησε. Ο σκύλος γάβγισε από τον πόνο αλλά δεν έφυγε από δίπλα του. Το συμπέρασμα είναι πως άμα είσαι πιστός φίλος δεν φεύγεις ακόμα και όταν σε κλοτσάνε.

* Ο Μ. Σκαμνάκης είναι 40 ετών και φοράει σιέλ πουκάμισα με

το μονόγραμμα Δ.Χ.Σ. χωρίς κουμπιά στο γιακά και από

πάνω πουλόβερ μάλλινο μπορντό ή μπλε σκούρο. Έχει φαβο-

ρίτες χοντρές που φτάνουν μέχρι την αρχή του μάγουλου και

η φράντζα του είναι πάντα ανακατεμένη από τον αέρα ψηλά.

Πίνει κρύα αναψυκτικά με λίγες θερμίδες, έχοντας τα χέρια

στις τσέπες με τα γεμάτα πακέτα Rothmans έξω στο μπαλ-

κόνι δίπλα στον καταψύκτη με τα τρόφιμα και τις στολές του.

Συνήθως όταν όλα πάνε καλά κάθεται στον μεγάλο καναπέ,

βάζει τα χέρια του σταυρωτά και κοιμάται ενώ όταν κάτι πάει

στραβά ακουμπάει τα χέρια του πάνω στα γόνατά του και κοι-

τάζει μέσα από τα τζάμια των γυαλιών της μυωπίας την οροφή

του διαμερίσματος. Στη βιβλιοθήκη πίσω από τις κορνίζες των

παιδιών κρύβει αυτοσχέδια μικρά δυναμιτάκια με σκοπό κά-

ποια στιγμή να ανατινάξει κάτι που κανείς δεν ξέρει. Ξυπνάει

πάντα πριν βγει ο ήλιος γιατί του αρέσει η στιγμή που ο ήλιος

δεν έχει βγει ολόκληρος και είναι μισός δηλαδή μόνο το πάνω

ημικύκλιο. Μετά από πολλά χρόνια σκληρής προπόνησης έχει

μάθει να ξεκαρδίζεται στα γέλια χωρίς να φαίνεται.

εικονογράφηση: Χριστίνα Χριστοφόρου

Page 38: Konteiner 017 Internet

38

Αφιέρωμα _ Λάιφ Στάιλ

Το 1877 ένας κηπουρός ερωτευμένος με την Αφρο-δίτη της Μήλου συλλαμβάνεται στην προσπάθεια του να έρθει σε ερωτική επαφή με το άγαλμα. Ο ρίτσαρντ Έμπινγκ, εμπνευσμένος από αυτό το γεγονός, μιλά για την «αγαλματοφιλία».

Ο Τσουτόμου Μιγιαζάκι γεννιέται το 1962 στην Ια-πωνία με παραμορφωμένα χέρια.

Στη δεκαετία του ’70 το αμερικάνικο συγκρότημα KISS γνωρίζει τεράστια επιτυχία και εκδίδει μικρές φι-γούρες που απεικονίζουν τα μέλη του συγκροτήματος. Γίνονται ανάρπαστες. Οι μικρές φιγούρες μουσικών και κινηματογραφικών ηρώων αντικαθιστούν τα αγάλ-ματα στις ορέξεις των αγαλματόφιλων. Αυτό ονομά-ζεται figure moe zoku, δηλαδή «η συμμορία των ερα-στών των figures».

Στη δεκαετία του ’80 ο όρος «otaku» χρησιμοποιείται για πρώτη φορά στην Ιαπωνία για να περιγράψει τους μανιακούς με την κουλτούρα των videogames και τον manga cartoons.

Από την κουλτούρα των «otaku» γεννιέται και το «cosplay», συντομογραφία του costume play που εί-ναι η ταύτιση και εξωτερική μεταμόρφωση σε αγαπη-μένους κόμικ ήρωες.

Το 1988 ο Τσουτόμου Μιγιαζάκι σκοτώνει και βιά-ζει μετά θάνατον τέσσερα μικρά κοριτσάκια. Το 1989 συλλαμβάνεται σε ένα πάρκο ενώ προσπαθεί να βά-

λει έναν φακό ζουμ στο αιδοίο ενός μικρού κοριτσιού.

«Lolicon» ονομάζεται στην Ιαπωνία το είδος των κόμικς που παρουσιάζει ανήλικα κορίτσια με ερωτική συμπε-ριφορά. Τα μαγαζιά «burusera» στην Ιαπωνία πουλά-νε χρησιμοποιημένα εσώρουχα κοριτσιών, καθώς επίσης σάλιο και λοιπά σωματικά υγρά μέσα σε μπουκαλάκια.

Όταν ο Τσουτόμου Μιγιαζάκι σκότωσε την Έρικα έστειλε στους γονείς της το παρακάτω γράμμα: «Έρι-κα. Κρύο. Πνίξιμο. Λαιμός. Ξεκούραση. Θάνατος».

Μια ψυχίατρος διέκρινε «αγαλματοφιλία» στην περί-πτωση του Μιγιαζάκι και θεώρησε ότι ο λόγος που σκότωνε τα κορίτσια ήταν ακριβώς για να γίνουν άψυχα σαν αγάλματα. Αυτό του έδωσε το προσωνύ-μιο «otaku killer» και ξεκίνησε μια ολόκληρη συζήτη-ση γύρω από την σχέση των «otaku» με εγκληματικές συμπεριφορές. Ο πρώην πρωθυπουργός της Ιαπωνίας Τάρο Άσο παραδέχθηκε ότι είναι και ο ίδιος «otaku» και ότι χρησιμοποιεί την δύναμη αυτής της κουλτούρας για την διαφήμιση της Ιαπωνίας στις διεθνείς αγορές.

Ο συγγραφέας Γουίλιαμ Γκίμπσον το 1996 λέει ότι «η κατανόηση των Otaku είναι το κλειδί στην κατανόη-ση της κουλτούρας του διαδικτύου».

Όταν ο Τσουτόμου Μιγιαζάκι σκότωσε την Μαρί έστειλε στους γονείς της το παρακάτω γράμμα: «Μαρί. Αποτέφρωση. Κόκκαλα. Ερεύνησε. Απόδειξε».

Το 2008 ο Τσουτόμου Μιγιαζάκι απαγχονίστηκε.

_Μάνος σιφονιός

Το λεξικό του διαόλουΛάιφστάιλ: Επεμβατική χειρουργική κατά την οποία αφαιρούνται στοιχεία προσωπικότητας και αυθεντικότητας, προς χάριν της ομοιομορφίας. Πρόκειται για δυσάρεστη –αν όχι δραματική– αλ-λαγή όπως ομολογεί «ενδόμυχα» και η ίδια η λέξη, οδυρόμενη σαφώς και κραυγαλέως στην περίπτω-ση απώλειας των συμφώνων της, (άι - άι!).

Μόδα: Επιστημονικά αποτελεί επιβεβαίωση της δαρβινικής καταγωγής των ειδών. Γλωσσολογικά εί-ναι συνώνυμο του πιθηκισμού. Ψυχολογικά αποκα-

λύπτει το αβάστακτο της ελαφρότητας της εικόνας και ως τέτοιο (αβάστακτο) επιβάλλει τη διαρκή ανα-νέωσή της. Εμφανισιακά οδηγεί και σε τερατογενέ-σεις. (Μη μου πείτε ότι δεν έχετε δει κουασι-μόδα!).

Συνήθεια: Η μόδα της καθημερινότητας.

Μιμητισμός: Το σκαλοπάτι που ανεβαίνει η μόδα για να βρεθεί στο πλατύσκαλο του λάιφστάιλ.

Κατανάλωση: Ημί-θεα κόρη της αφθονίας και μητέ-

ρα της σωματικής, πνευματικής και ψυχικής παχυσαρ-κίας. Την αποθεώνουμε σε τελετές κυνηγιού, όπου, οπλισμένοι με επαναληπτικές καραμπιστωτικές κάρ-τες ξεχυνόμαστε στα δάση της μητέρας της για να επι-στρέψουμε φορτωμένοι με συσκευασμένα θηράματα.

Κλικ: Ένας δυνάστης που βασίλεψε στην Ελλάδα από το 1987 και για 10 περίπου χρόνια, μέχρι που ξέπεσε. Αν και πολλοί ανοικτά τον λοιδορούσαν, στην πραγματικότητα οι περισσότεροι υπέκυψαν στις βουλές και τα κελεύσματα της κλίκ-ας του.

DollhouseΕξτρίμ γιαπωνέζικο lifestyle.

_Aλέξανδρος βούλγαρης

Page 39: Konteiner 017 Internet
Page 40: Konteiner 017 Internet

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

_ήλίας Μαρμαράς

_Άντζελα Δημητρακάκη

_Άκης Γαβριηλίδης

_νάνος βαλαωρίτης

_λένα κιτσοπούλουΤετράδιο

Boris Artzybasheff, Buckminster Fuller, 1963, National Portrait Gallery, Smithsonian Institution

Page 41: Konteiner 017 Internet

41

Τετράδιο

Ιούνιος 2011 | κοντέινερ

_ήλίας Μαρμαράς Continental Drift

The art of forgetting

Το παρακάτω είναι απόσπασμα μεγαλύτερου κειμέ-νου, που λόγω χώρου, δημοσιεύεται ολόκληρο στο μπλoγκ του Κοντέινερ(konteinermag.blogspot.com) 1.

Από τις πρώτες στιγμές εμφάνισης της ανθρωπότη-τας, προσπαθούμε να θυμόμαστε, να κρατάμε τις γνώσεις μας, να διατηρούμε τις αναμνήσεις μας και γι’ αυτό το λόγο επινοούμε συσκευές και μηχανι-σμούς προκειμένου να μας βοηθήσουν. Για χιλιε-τίες, το να ξεχνάμε παρέμενε πιο εύκολο και πιο φτηνό από το να θυμόμαστε. Πόσο πολύ θυμό-μασταν και πόσο ξεχνάγαμε άλλαζε από εποχή σε εποχή, σε σχέση με τα εργαλεία που επινοούσαμε. Αλλά, στοιχειωδώς τουλάχιστον, θυμόμασταν αυτό που τελοσπάντων θεωρούσαμε αρκετά σημαντικό για να κάνουμε τον κόπο και ξεχνάγαμε τα υπό-λοιπα. Μέχρι πρόσφατα, το γεγονός πως το να θυ-μόμαστε ήταν πάντα λίγο πιο δύσκολο απ’ ότι να ξεχνάμε, μας βοήθησε να αποφύγουμε τη βασική ερώτηση: αν θα θέλαμε να θυμόμασταν τα πάντα για πάντα, εφόσον βέβαια θα μπορούσαμε. Αυτό δεν συμβαίνει πια.

Στην ψηφιακή εποχή που ζούμε, η παλιά ισορρο-πία μεταξύ τού να θυμάσαι και να ξεχνάς έχει δια-ταραχθεί σημαντικά. Η ψηφιοποίηση, ο δυαδικός κώδικας, δηλαδή η θεωρητική υποστήριξη της ψη-φιακής επανάστασης, έχει σαν αποτέλεσμα φτηνή αποθήκευση πληροφοριών, εύκολη ανάκτησή τους και πρόσφατα σχεδόν παγκόσμια δυνατότητα πρό-σβασης σ’ αυτές. Σήμερα, το να ξεχνάς είναι δύ-σκολο και κοστίζει ενώ το να θυμάσαι φτηνό και εύκολο. Με τα ψηφιακά εργαλεία που παρέχονται, είτε ατομικά είτε σαν κοινωνίες, έχουμε αρχίσει να ξεμαθαίνουμε να ξεχνάμε, να σβήνουμε από τις κα-θημερινές μας πρακτικές έναν από τους πιο στοι-χειώδεις μηχανισμούς της ανθρωπότητας. Ας μην ξεχνάμε πως η πληροφορία δεν συνιστά γνώση, η πληροφορία είναι απλά πληροφορία, που μπορεί να οδηγήσει ενδεχομένως σε γνώση, μέσα όμως από πολύπλοκους μηχανισμούς που εμπεριέχουν και τη δυνατότητα της λήθης.

Ευτυχώς ή δυστυχώς, η ανθρώπινη λειτουργία τού να θυμάσαι, δεν είναι μια μηχανιστική διαδικα-σία ανάκτησης γεγονότων από το παρελθόν, αλλά μάλλον η συνεχής ανακατασκευή του παρελθόντος

βασισμένη στο παρόν. Μάλιστα μοιάζει το παρόν να παίζει μεγαλύτερο ρόλο στη διαδικασία ανά-μνησης, από το ίδιο το γεγονός που έχει όντως συμβεί στο παρελθόν. Έτσι έχουμε να κάνουμε με δύο ριζικά διαφορετικές διαδικασίες που σχετίζο-νται με τη μνήμη και τη λήθη. Ενώ σαν βιολογικά όντα συνεχίζουμε να ξεχνάμε και να ανακατασκευ-άζουμε τα στοιχεία του παρελθόντος μας, κάποιοι άλλοι μπορούν χρησιμοποιώντας ψηφιακά μέσα να έχουν πρόσβαση στα αποθηκευμένα, μη ανακατα-σκευασμένα γεγονότα. Δηλαδή ενώ το παρελθόν που θυμόμαστε εμείς αλλάζει και εξελίσσεται, σε μια άλλη εκδοχή αυτό το παρελθόν που έχει «ψηφι-οποιηθεί» είναι διαρκώς παγωμένο μέσα στο χρό-νο. Αυτές οι δυο εκδοχές προφανώς συγκρούονται, από τη μια η παγωμένη μνήμη που έχουν οι άλλοι για μας κάτι – σαν τα αποθηκευμένα data στους servers της Google και του facebook ή οι συνομιλί-ες που έχουμε κάνει στα chat του Skype, που πρό-σφατα αγόρασε η Microsoft – και από την άλλη η διαρκώς εξελισσόμενη μνήμη που αναδύεται μέσα στα κεφάλια μας. Είναι νομίζω προφανές πως αν αυτές οι υποθέσεις ισχύουν, ποιές θα είναι οι συ-νέπειες στα κοινωνικά, πολιτικά και λοιπά επίπε-δα που συγκροτούν τις ζωές μας.

Σε μια συνέντευξη του στους New York Times πριν λίγα χρόνια, ο Eric Schmidt (Google’s executive) πε-ριέγραψε την ψηφιακή μνήμη του μέλλοντος «σαν το να ζεις μαζί με τη μόνιμη καταγραφή του ιστορικού σου» και πρόσθεσε πως «οι άνθρωποι πρέπει να γί-νουν πολύ πιο προσεκτικοί στο πώς μιλάνε, πώς σχε-τίζονται και τι προβάλλουν στους άλλους από τον εαυτό τους». Ο υπαινιγμός είναι ξεκάθαρος: αν δεν θέλει κάποιος να εκτεθεί, δεν πρέπει να ασκεί κρι-τική. Αυτό φυσικά ενδυναμώνει τη διαφορά εξου-σίας μεταξύ του επιτηρητή και του επιτηρούμενου, κάτι που θυμίζει το Πανοπτικόν του J. Bentham2, δη-λαδή το μοντέλο επιτήρησης των φυλακισμένων. Με άλλα λόγια εφόσον κανείς μας δεν ξέρει ποιος και πότε κοιτάζει τις όποιες δημοσιεύσεις μας στο web 2.0, για παράδειγμα, δεν μένει παρά να υποθέσου-με πως αυτό συμβαίνει από οποιονδήποτε και ανά πάσα στιγμή. Διακόσια χρόνια μετά τον Bentham, ο M. Foucault επέκτεινε την ιδέα τού Πανοπτικόν ισχυριζόμενος πως δεν εφαρμόζεται πια μόνο στις φυλακές, αλλά σε όλες τις ιεραρχημένες δομές όπως στα σχολεία, στον στρατό, στους χώρους εργασίας.

Αν ο Foucault ζούσε σήμερα, σίγουρα θα περιέγρα-φε την ψηφιακή μνήμη σαν ένα αποτελεσματικό τρό-πο πανοπτικού ελέγχου, που υποστηρίζει τον έλεγχο των ιεραρχικών οργανισμών και τις κοινωνικές δο-μές, ενώ ταυτόχρονα αυξάνει και βαθαίνει την ήδη υπάρχουσα άνιση διανομή της εξουσίας που βασίζε-ται στον έλεγχο της πληροφορίας.

Σε μια από τις ιστορίες τού Μπόρχες ο ήρωας Ireneo Funes3 δεν μπορεί πια λόγω ενός ατυχήματος να ξεχάσει και παραμένει δέσμιος των αναμνήσε-ών του, καταλήγοντας ανίκανος να σκεφτεί. «Το να σκέφτεσαι» λέει ο Μπόρχες «σημαίνει να αγνοείς (να ξεχνάς) διαφορές, να γενικεύεις, να αφαιρείς». Μετά το ατύχημά του ο Funes είναι καταδικασμέ-νος να βλέπει μόνο τα δέντρα και ποτέ το δάσος. Το αντίστροφο από αυτό που συμβαίνει στην «Ανα-ζήτηση του χαμένου χρόνου» του Μαρσέλ Προυστ, όπου η ανθρώπινη ικανότητα «του να ξεχνάς» είναι η πεμπτουσία που μας επιτρέπει να υπερβούμε το μερικό και να αντιληφθούμε το γενικό.

Η ανάγκη να επανεισαγάγουμε την ιδέα της λήθης στην ψηφιακή εποχή, η επινόηση ενός είδους «art of forgetting», είναι ένα ακόμα επιτακτικό αίτη-μα που αντιμετωπίζουμε. Οι πληροφορίες, και όχι μόνο αυτές που αφορούν στα άμεσα προσωπικά δεδομένα αλλά όλες οι πληροφορίες που προκύ-πτουν από τις ψηφιακές μας διαδρομές στα δί-κτυα, πρέπει να αποκτήσουν ημερομηνία λήξης. Αλλιώς, σύντομα δεν θα μιλάμε μόνο για ένα χωρι-κό Πανοπτικόν αλλά και για χρονικό, ένα πλέγμα φτιαγμένο από όλες τις λέξεις και τις πράξεις μας, που θα συνθλίβει κάθε θέλησή μας να πούμε αυτό που εννοούμε, αποτρέποντάς μας από κάθε ουσια-στική εμπλοκή στην κοινωνία.

1. Το άρθρο βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στο βιβλίο Delete, του

Viktor Mayer-Schönberger, καθηγητή στο τμήμα Internet

Governance and Regulation, στο Oxford Internet Institute.

2. Jeremy Bentham, άγγλος νομικός και φιλόσοφος του 18ου αι-

ώνα, http://en.wikipedia.org/wiki/Jeremy_Bentham

3. «Funes el memorioso», διήγημα του Jorge Luis Borges. http://

en.wikipedia.org/wiki/Funes_the_Memorious

Όλες οι πληροφορίες που προκύ-πτουν από τις ψηφιακές μας δια-δρομές στα δίκτυα, πρέπει να απο-κτήσουν ημερομηνία λήξης

Η ανάγκη και το δικαίωμα να ξεχνάς στην ψηφιακή εποχή.

Page 42: Konteiner 017 Internet

42

Τετράδιο

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

Λέω σε σας σήμερα, φίλοι μου, ότι παρά τις δυσκο-λίες και απογοητεύσεις της στιγμής, έχω ακόμη ένα όνειρο. Είναι ένα όνειρο ριζωμένο βαθιά στο αν-θρώπινο όνειρο. Έχω ένα όνειρο ότι μια μέρα αυτό το έθνος θα υψώσει το ανάστημά του και θα βιώ-σει το αληθινό νόημα της πεποίθησής του: «Θεω-ρούμε αυτές τις αλήθειες αυταπόδεικτες: ότι όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ίσοι». Έχω ένα όνειρο ότι μια μέρα στα ερείπια των συνόρων τα παιδιά των πρώην κατατρεγμένων και τα παιδιά των πρώην δι-ωκτών θα μπορέσουν να καθίσουν παρέα στο τρα-πέζι της μόνης κοινότητας. Έχω ένα όνειρο ότι μια μέρα ακόμη και η πιο ρατσιστική γωνιά της γης μας, η πιο αφημένη στη μοίρα της, εκείνη που κοχλάζει στην κάψα της εξαθλίωσης και της καταπίεσης, θα μετατραπεί σε μια όαση ελευθερίας και δικαιοσύ-νης. Έχω ένα όνειρο ότι τα παιδιά μου θα ζήσουν μια μέρα σ’ έναν τόπο όπου δεν θα κρίνονται από το χρώμα του δέρματός τους αλλά από το περιεχό-μενο του χαρακτήρα τους. Έχω ένα όνειρο σήμε-ρα. Έχω ένα όνειρο ότι μια μέρα οι γειτονιές του μί-σους, που τα χείλη όσων μετατρέπουν την αποξέ-νωσή τους σε βία στάζουν λόγια μισαλλοδοξίας και άρνησης, θα αναπλαστούν σε μια κατάσταση όπου μαύρα αγόρια και κορίτσια θα μπορούνε να κρα-τιούνται χέρι χέρι με άσπρα αγόρια και κορίτσια και να περπατάνε τους δρόμους σαν αδέρφια. Έχω ένα όνειρο σήμερα. Έχω ένα όνειρο ότι μια μέρα κάθε ευκαιρία συναδέλφωσης θα χαιρετίζεται μ’ ενθου-σιασμό, ότι κάθε εμπόδιο θα ταπεινώνεται, τα δύ-σκολα σημεία θα απλοποιούνται, τα κακοτράχαλα σημεία θα λειαίνονται, και η δόξα του ανθρώπου θα αποκαλυφθεί, και όλη η σάρκα του κόσμου θα αντικρίσει μαζί το ξεκίνημα της Iστορίας. Αυτή εί-

ναι η ελπίδα μας. Αυτή είναι η πίστη με την οποία κινούμαστε στη Γη. Της αδυσώπητης αστυνόμευ-σης, της ασφυκτικής βίας, της θηριώδους εκμετάλ-λευσης. Με αυτή την πίστη θα βρεθούμε ικανοί να εξορύξουμε ένα διαμάντι ελπίδας από το βουνό της απόγνωσης. Με αυτή την πίστη θα βρεθούμε ικανοί να μετουσιώσουμε τις συγκρουόμενες ασυμφωνίες του πολιτισμού μας σε μία συμφωνία αλληλεγγύης. Με αυτή την πίστη θα μπορέσουμε να εργαστούμε μαζί, να ονειρευτούμε μαζί, να αγωνιστούμε μαζί,

να φυλακιστούμε μαζί, να υποστηρίξουμε την ελευ-θερία μαζί, γνωρίζοντας ότι θα είμαστε ελεύθεροι μια μέρα. Αυτή θα είναι η μέρα όταν όλοι μας, καρ-ποί της ύπαρξης, θα μπορέσουμε να τραγουδήσου-με μαζί, «Γη μας, είναι για σένα, γλυκιά και αδιαί-ρετη, για σένα τραγουδάμε. Γη των πεθαμένων γο-νιών, γη των πλανώμενων προσκυνητών του δικαι-ώματος στη ζωή, από την Κίνα ως την Ανταρκτική, ας ζήσουμε ελεύθεροι». Και αν ο τόπος μας είναι να γίνει λίθος της ιστορίας που φτιάχνεται απ’ το μέλλον, ας το καταφέρουμε. Ας ελευθεροποιήσου-με τα νησιά αλλοτινών εξοριών, τις πλατείες που χτίσαμε για να γνωρίσουμε τους άγνωστους γείτο-νές μας, τα λιμάνια που ανοίξαμε για να δίνουμε και να παίρνουμε τον κοινό μας πλούτο, τα σχολεία που φτιάξαμε για να ξεπεράσουμε τα ολέθρια λάθη του παρελθόντος! Ας ηχήσει η ελευθερία από τους σκυφτούς ώμους των εγκλωβισμένων στον χιονο-σκέπαστο Βορρά! Ας ηχήσει η ελευθερία από τους Νότους της ανέχειας! Ας ηχήσει η ελευθερία από τα κάτεργα της Ανατολής! Ας ηχήσει η ελευθερία από τα σκλαβοπάζαρα της Δύσης! Όταν αφήσουμε την ελευθερία να ηχήσει, όταν την αφήσουμε να ανα-δυθεί από κάθε αβάσταχτο κι αδιέξοδο διάλογο, από κάθε προσωπική και συλλογική αλλοτρίωση, από κάθε παροδικό κράτος και κάθε περιφρούρη-τη πόλη, θα μπορέσουμε να επισπεύσουμε τη μέρα που όλα τα παιδιά των ανθρώπων, φυλές κάθε από-χρωσης, Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι, θρήσκοι και άθεοι, θα μπορέσουν να ενώσουν τα χέρια και να απαγγείλουν το ποίημα του ανθρώπινου πνεύμα-τος, «Ελεύθεροι επιτέλους! Ελεύθεροι επιτέλους! Ας υμνήσουμε την αποφασιστικότητά μας, είμαστε επιτέλους Ελεύθεροι!»

_Άντζελα Δημητρακάκη Ό,τι είναι σταθερό κλονίζεται

Έχω ένα όνειρο (όπου σκουπίζει τα δάκρυά μου

ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ).

ήermann Nitsch, Red Painting Shirt, 20th Painting Performance at the Vienna Session, 18-21.02.1987, Wiener Stadtische Versicherung

Page 43: Konteiner 017 Internet

43

Τετράδιο

Ιούνιος 2011 | κοντέινερ

_Άκης Γαβριηλίδης Γραμμές Φυγής

H ποντιακότητα ως queering

Τι είδους εσώρουχα φοράει άραγε ο Παναγιώτης Ψω-μιάδης; Το ερώτημα, υπό άλλες συνθήκες, δεν θα έπρεπε να απασχολεί κανέναν. Εδώ, όμως, αυτός που το εισάγει στον δημόσιο λόγο και το καθιστά επίδικο πολιτικό ζήτημα είναι ο ίδιος ο ενδιαφερόμενος: μετά την πρόσφατη καταδίκη του, αλλά και πριν απ’ αυ-τήν, ο περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας δήλω-σε επανειλημμένα ότι «δεν φοράει στριγκάκια»1. Για-τί είναι σημαντικό να μας ανακοινωθεί μια ενδυματο-λογική συνήθεια; Προφανώς, με βάση την «πολιτισμι-κή οικειότητα» της ελληνικής κοινωνίας και γλώσσας, ο ακροατής αναμένεται να μεθερμηνεύσει τη δήλωση αυτή ως: «εγώ δεν είμαι πούστης». Έστω: και γιατί εν-διαφέρει το κοινό αν ένας πολιτικός έχει αυτόν ή τον άλλο σεξουαλικό προσανατολισμό; Διότι, στον κώδι-κα νοημάτων και αξιών που ο Ψωμιάδης (ελπίζει ότι) μοιράζεται με τους αποδέκτες της δήλωσης, «πού-στης» σημαίνει ανέντιμος, υποκριτής, κρυψίνους, αυ-τός που «άλλα λέει και άλλα κάνει».

Αυτός ο κώδικας λοιπόν είναι κατ’ αρχήν ο σεξισμός και η ομοφοβία. Η οποία φυσικά λειτουργεί ως αυτο-εκπληρούμενη προφητεία, εφόσον παράγει επιτελε-στικά η ίδια, αυτό για το οποίο κατηγορεί τους γκέι. Οι τελευταίοι συχνά πράγματι κρύβονταν, ή και κρύ-βονται ακόμα, αλλά αν δεν υπήρχε, ακριβώς, η ομοφο-βία, δεν θα υπήρχε και κανένας λόγος να κρύβονται.

Το ζήτημα όμως δεν είναι μόνο αυτό. Ο Ψωμιάδης, διακηρύσσοντας «είμαι άντρας», θέλει να αποδώσει στον εαυτό του ιδιότητες όπως η ευθύτητα, η παρ-ρησία, η εντιμότητα. Ωστόσο, πόσο έντιμος μπορεί να θεωρηθεί όποιος παραβαίνει το καθήκον του και αρνείται να το παραδεχτεί; Το «αντριλίκι» υποτί-θεται ότι περιλαμβάνει και τη λογοδοσία, άρα την παραδοχή τυχόν λαθών. Πόσο διαθέτει κάτι τέτοιο κάποιος που κρίνεται ένοχος δύο φορές και παρ’ όλα αυτά κρύβεται πίσω από νομικίστικα τερτίπια προσπαθώντας να παραμείνει στην καρέκλα του2; Όποιος θέλει να μην υφίσταται κόστος, να μην πλη-ρώνει τις συνέπειες όσων κάνει, μάλλον στην κα-τηγορία του «τζάμπα μάγκα» αξίζει να καταταγεί

– ούτε καν του φραπεδόμαγκα. Ακόμα περισσότερο όποιος ψεύδεται3.

Αυτή η αναντιστοιχία, το γεγονός ότι η συμπεριφο-ρά κάποιου δεν παράγεται αποκλειστικά από τον κώδικα αξιών τον οποίο ρητά επικαλείται, μαρτυ-ρεί ότι ο κώδικας αυτός έχει ένα άρρητο συμπλή-ρωμα, ένα subtext. Οι διαδοχικές επιτελέσεις του Ψωμιάδη στα τηλεοπτικά κανάλια, με τις οποίες προσπάθησε να κερδίσει τη συμπάθεια του κοι-νού, υπάκουαν και σε έναν άλλο κώδικα: τον κώ-δικα του κοινωνικού μελοδράματος της δεκαετίας του ’60. Ο κώδικας αυτός είχε καθορίσει την οικο-δόμηση των σχέσεων εκπροσώπησης του Ψωμιά-δη με την εκλογική –και επιχειρηματική– πελατεία του, σχεδόν εξίσου όσο και η εργαλειοποίηση της ποντιακής καταγωγής του. Ήταν φυσικό να προ-σφύγει ξανά σε αυτόν για να εμποδίσει την πτώ-ση του: προ ετών, όταν κατηγορήθηκε ότι είχε χτί-σει αυθαίρετο, δικαιολογήθηκε λέγοντας ότι «το έκανε για την άστεγη μάνα του». Τώρα που χάρι-σε σε έμπορο καυσίμων πρόστιμα 93.000 ευρώ για συστηματική νοθεία, επικαλέστηκε ότι ήταν «πρά-ξη φιλανθρωπίας προς έναν ετοιμοθάνατο» και ότι «ακολούθησε τη συμβολή της νομικής υπηρεσίας επειδή δεν ξέρει γράμματα, οι γονείς του δεν είχαν λεφτά να τον σπουδάσουν»4. Η αφήγηση αυτή του «έντιμου λαϊκού άντρα», του «αυτοδημιούργητου χειρώνακτα» που ακολουθεί τους κώδικες της πιά-τσας, είναι «αγνός» σε σχέση με την εκζήτηση των μορφωμένων ή/και των πλουσίων (που είναι διε-φθαρμένοι, σαν να λέμε αδερφές), αλλά διώκεται αδίκως, πατάει σε ένα μοντέλο το οποίο κατεξο-χήν υπηρέτησαν ο Νίκος Ξανθόπουλος και ο Στέ-λιος Καζαντζίδης. Που επίσης είναι και οι δύο Πό-ντιοι. Όπως και ο ευνοημένος βενζινοπώλης Κα-ραγιαννίδης.

Η ποντιακή (υπο)κουλτούρα αποτελεί ένα εξαι-ρετικά ιδιαίτερο και ενδιαφέρον φαινόμενο, το οποίο δεν έχει επαρκώς μελετηθεί. Κάποιες σκέ-ψεις προσπάθησα να εκθέσω σχετικά στο παρελ-

θόν5. Από την άποψη που μας ενδιαφέρει εδώ, η κουλτούρα αυτή επίσης θεωρείται ταυτισμένη με την αρρενωπότητα, την αυστηρότητα και την καρτερία. Ωστόσο, αυτή η (με παραδοσιακούς όρους «θηλυπρεπής») υπόδυση του αθώου θύ-ματος που αποσκοπεί να κερδίσει τον οίκτο, δεν είναι κάτι ξένο προς τη συγκρότηση της ποντια-κής υποκειμενικότητας τον 20ό αιώνα στην Ελ-λάδα. Η οποία οργανώθηκε πάνω σε μια διφυή επιτέλεση ανάλογη με αυτή που σήμερα αποδίδει, προσβλητικά, στους «πούστηδες»: στον δημόσιο χώρο, συμμόρφωση προς την κανονιστική ελλη-νικότητα, στον ιδιωτικό, εμμονή στην ποντιακό-τητα – πάντα με προσοχή να μην προκαλέσουμε. Ίσως λοιπόν ο Ψωμιάδης να μη «φοράει στριγκά-κια»· επιδίδεται όμως σε μια επιχείρηση γοητείας η οποία, ως κοινωνική ποιητική, ενέχει ένα παι-χνίδι με τις ταυτότητες και μια υπονόμευσή τους, που φτάνει στα όρια της αυτοπαρωδίας. Ως τέ-τοια, άθελά της είναι πιο queer από την πρακτική των περισσότερων ομοφυλοφίλων.

1 «Ψωμιάδης: “Δεν είμαι φραπεδόμαγκας, δεν φοράω στριγκά-

κια”», http://news247.gr/ellada/politiki/kaneis_den_mporei_

na_me_fimwsei_dhlwnei_se_prwinh_ekpomph.837950.html

2 «Η πλευρά του περιφερειάρχη υποστηρίζει πως το αδίκημα τε-

λέστηκε κατά τη διάρκεια θητείας του σε άλλη θέση (του νομάρ-

χη), επομένως δεν επηρεάζει το σημερινό του αξίωμα» (Μακε-

δονία 05/04/2011).

3 Όπως κάνει ο Ψωμιάδης, σύμφωνα με δημοσιεύματα δύο του-

λάχιστον εφημερίδων: «Τον έκαψε το ρουσφέτι στον “κολλη-

τό”», Έθνος 17/04/2011· «Τι αποκρύπτει ο Παναγιώτης Ψω-

μιάδης», Μακεδονία 18/04/2011, http://www.makthes.gr/news/

politics/72287/.

4 Βλ. Μακεδονία, ό.π.

5 Βλ. «Εμείς οι έποικοι», http://wp.me/p1eY1R-30

H αρρενωπότητα στα όρια της αυτοπαρωδίας.

Page 44: Konteiner 017 Internet

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

44

Τετράδιο

_νάνος βαλαωρίτης Μινεράλια

Στο προηγούμενο άρθρο μου ασχολήθηκα με τους κω-δικούς που πολλοί ποιητές χρησιμοποίησαν για να δώ-σουν ένα «περιεχόμενο» στη μορφή της ποίησής τους. Αντίθετα με ό,τι νομίζουμε συνήθως, ότι το περιεχόμε-νο χρειάζεται μια μορφή.

Ας εξηγηθώ. Η τριαδική διαίρεση και η τετραπλή αλ-ληγορία του Δάντη είναι το περιεχόμενο της Θείας Κω-μωδίας. Είναι ο κανόνας που εμπνέει τη μορφή.

Ο χωρισμός των προσώπων και των περιστάσεων σε ιστορικά, μυθικά, ηθικά και αναγωγικά ή υπερβατικά. Η κατηγοριοποίηση των αδικημάτων και των προσώ-πων, καθώς του Μάνφρεντ και του Βουονκόντι που σώζονται την τελευταία στιγμή, όταν δέχονται τη θεία χάρη επικαλούμενοι το όνομα της Μαρίας της Θεοτό-κου, είναι ένας τεράστιος θεολογικός κώδικας που δι-ατρέχει και τα τρία ποιήματα που απαρτίζουν την Θεία Κωμωδία. Π.χ. ο Σατανάς στο τελευταίο κάντο της «Κόλασης», το 24ο, είναι έξω από τον τριαδικό κανό-να, εφόσον ο καταραμένος άγγελος είναι και η πηγή του κακού. Αντίθετα, το όρος του καθαρτηρίου, που πρέπει να ανέβουν οδυνηρά οι αποβάλλοντες τις αμαρ-τίες τους, έχει μια εφεύρεση που θα την ονόμαζα υπερ-ρεαλιστική. Στα τοιχώματα του δρόμου στέλνονται κι-νούμενες εικόνες από σκηνές παραδειγματικές για τους αμαρτωλούς, να τους βοηθήσουν στην κάθαρσή τους. Είναι ένας τηλεοπτικός κινηματογράφος.

Τέτοιες λεπτομέρειες μπορεί να διαφύγουν την προσο-χή του αναγνώστη, αλλά έχουν τη σημασία τους στον κα-νόνα των αδικημάτων. Άλλα πρόσωπα κωδικοποιημένα στα πρόθυρα της Κόλασης είναι οι προ Χριστού γεννημέ-νοι δίκαιοι ειδωλολάτρες, ποιητές, φιλόσοφοι, ιστορικοί, σε μια περιοχή που λέγεται Λίμπο, δηλαδή χώρος λησμο-νημένων, εφόσον μάλιστα τους Έλληνες δεν τους είχε γνωρίσει ακόμα ο Δάντης παρά μόνο μέσω του Βιργιλίου και άλλων Λατίνων συγγραφέων που ανήκαν στην κατη-γορία αυτή. Όσο για τον πρώτο κύκλο της «Κόλασης», εκεί τιμωρούνται οι αμαρτάνοντες από πάθος ερωτικό, όπως η μοιχαλίδα Φραντσέσκα και ο Πάολο. Εκεί όλα είναι ρευστά, εφόσον αυτό είναι το χαρακτηριστικό των παθών, και στριφογυρνάνε αέναα. Γι’ αυτήν την κατηγο-ρία δείχνει μεγάλη εύνοια ο Δάντης, θύμα και ο ίδιος του πάθους του για τη Βεατρίκη. Κάθε λοιπόν αμάρτημα ανή-κει σ’ έναν κώδικα και βρίσκεται στον ανάλογο κύκλο.

Ο αλφαβητικός κανόνας που εφαρμόζει ο Όμη-ρος είναι το ουσιαστικό περιεχόμενο των επών, για-τί υποβάλλει εφαρμόζοντας μια σειρά αξιών που δι-έπουν τον αρχαϊκό πολιτισμό και όχι μόνο τον ελλη-νικό αλλά και των Σουμέριων και Βαβυλώνιων από το 3000-2500 προ Χριστού. Κατά τον Απολινέρ, η πρώτη υπερρεαλιστική εφεύρεση είναι η ρόδα από τους Σουμέριους. Θα έλεγα ότι ακολουθεί η εφεύ-ρεση του αριθμού μηδέν από τους Ινδούς, που άλ-λωστε μοιάζει με τη ρόδα. Το πρώτο υπερρεαλιστικό πρόβλημα είναι ο τετραγωνισμός του κύκλου (άλυ-το). Η πρώτη υπερρεαλιστική χειρονομία είναι η κλο-πή στη σουμεριακή μυθολογία από τη θεά του έρω-τα Ινάνα των ιερών πινακίδων των Με από τον θεό της σοφίας και της θάλασσας Ένκι, αφού τον μεθύ-σει. Η Ινάνα με την πράξη της, τον δόλο της να προ-σεταιρισθεί αυτά που κρατούσαν οι θεοί κρυμμένα, παραβαίνει το κατεστημένο των θεών. Μετά την Ινά-να ο πιο υπερρεαλιστής θεός είναι ο Διόνυσος με τις αντιφατικές μανίες, την τρέλα που εμπνέει στους αν-θρώπους. Οι θεοί είναι δημιουργήματα των ανθρώ-πων στους οποίους πιστεύουν. Και οι άνθρωποι εί-ναι τα δημιουργήματα αυτών των θεών.

Το πρώτο υπερρεαλιστικό θεώρημα είναι του Ευκλεί-δη, ότι δύο παράλληλοι συναντώνται στο άπειρο. Η πρώτη υπερρεαλιστική θεολογία είναι η εφεύρεση του δωδεκάθεου από τους Μυκηναίους ιερείς. Βλέπου-με όλους τους κλασικούς θεούς, προς έκπληξή μας, στις μυκηναϊκές πινακίδες. Η πρώτη υπερρεαλιστική ανακάλυψη της Φυσικής από τον Αρχιμήδη είναι ότι η μάζα του εκτοπιζόμενου νερού είναι ανάλογη με αυ-τήν του εμβαπτιζόμενου σώματος. Όταν ο ίδιος ξεχεί-λισε την μπανιέρα του. Το μήλο που πέφτει απ’ τη μη-λιά ενέπνευσε στον Νεύτωνα τον νόμο της βαρύτητας.

Ο Άγγλος ιερεύς και ιστορικός Venerable Bede (672-735) χρησιμοποίησε πρώτος την αρίθμηση 60 προ της γεννήσεως του Χριστού σε ιστορικό γεγονός για την εισβολή του Ιούλιου Καίσαρα στη Βρετανία. Έκτοτε η αρχαιότητα είναι παγωμένη σε μια κατερχόμενη κλί-μακα έως το έτος ένα ή το μηδέν, κάτι που δεν το γνώ-ριζε ακόμα ο Bede. Ενώ ο χρόνος ο δικός μας συνεχώς αυξάνεται προς τα εμπρός, της αρχαιότητας μειώνε-ται και αυξάνεται αντίστροφα προς τα πίσω. Η διχο-

τόμηση αυτή είναι και ιδεολογική, ώστε να χωριστούν οι δυο θρησκείες. Άρα και ο χρόνος μας παράγεται από έναν αυθαίρετο κώδικα, που τον επιβάλαμε με την ισχύ του δυτικού πολιτισμού. Από τη συγγραφή του έπους του Γκιλγκαμές, με κώδικα θρησκευτικό-ποιητικό, πέρασαν 4.500 περίπου χρόνια. Λοιπόν, αν θέλω, μπορώ ν’ αρχίσω να μετράω έναν ποιητικό χρό-νο προσδιορίζοντάς τον περίπου από αποδόσεως των πινακίδων Με της Ινάνας στην ανθρωπότητα, ώστε να γίνει πιο ευανάγνωστος ο Όμηρος. Και να συμπεριλη-φθεί και το έπος του Γκιλγκαμές για τις δομικές του συσχετίσεις, του ενός με το αλφάβητο με τις ακροφω-νικές λέξεις, του άλλου με το θρησκευτικό εορτολό-γιο. Οι απροσδόκητες συσχετίσεις πάντοτε βοήθησαν τη σκέψη ν’ ανακαλύψει νέες ιδέες, ακόμα και στην επιστήμη. Η πρόσφατη χαρτογράφηση του σύμπα-ντος έχει το σχήμα ενός αυγού. Από ένα αυγό βγαίνει ο Πρωτογενής Φάνης στην Ορφική Κοσμολογία. Το σχήμα του αυγού μοιάζει να είναι πρωτογενές.

Τα κακά και τα καλά συνυπάρχουν στις αρχαϊκές θρη-σκείες. Π.χ. ο δόλος είναι άσχημος και όμως τον προ-καλούν οι θεοί, στο Δ’ της «Ιλιάδας» και τον συνεχί-ζουν στην Οδύσσεια με τον δόλο της Ειδοθέας, της κό-ρης του δόλιου γέροντα Πρωτέα, που βοηθάει τον Με-νέλαο να παγιδεύσει τον πατέρα της. Ο δόλος του Δού-ρειου Ίππου ήταν μέσα στο σχέδιο των θεών να κατα-στρέψουν την Τροία, εφόσον ο ίδιος ο Απόλλωνας την προδίδει στέλνοντας δυο φίδια να πνίξουν τον μάντη Λαοκόοντα προκειμένου να μην τους αποκαλύψει το μυστικό του Δούρειου Ίππου. Έτσι δεν κατέστρεψαν αργότερα και τους Αχαιούς στην πλειονότητά τους;

Ήταν μέρος του σχεδίου, η βουλή του Δία να κατα-στρέψει την ηρωική γενιά των ημίθεων, κατά παρά-κληση της Γαίας, γιατί την είχαν βαρύνει; Η ομορφιά της Ελένης δεν είναι έργο του Δία; Και η τρωτή δύ-ναμη του Αχιλλέα, και το μήλο της Έριδος; Αυτά τα επεισόδια του μύθου ακολουθούν ένα σχέδιο και περι-λαμβάνουν ό,τι έχει να προσφέρει η ηρωική γενεά των ημίθεων. Πίσω από τους οργανωμένους μύθους των επών υπάρχει ο κώδικας της αρχαϊκής κοινωνίας. Πώς τα παίρνουμε αυτά ασυλλόγιστα και δεδομένα, χωρίς να αναρωτηθούμε σε τι είδους πλαίσιο ανήκουν;

Συνεχίζεται…

Ή του βάθους ή του ύψους

Η πρωτοπορία έχει ηλικία 5.000 ετών.

Page 45: Konteiner 017 Internet

Ή του βάθους ή του ύψους

Η πρωτοπορία έχει ηλικία 5.000 ετών.

Όλα τα προγράμματα του Ελληνοβρετανικού αναγνωρίζονται επαγγελματικά και ακαδημαϊκά από το NARIC (το βρετανικό ΔΟΑΤΑΠ). Γι’ αυτό τα πτυχία αυτά

αναγνωρίζονται στην ΕΕ (και την Ελλάδα) με βάση την Ευρ. Οδηγία 36/2005 (πληρούν και τις 3 προϋποθέσεις του άρθρου 50 παρ. 3 της Οδηγίας).

Page 46: Konteiner 017 Internet

κοντέινερ | Ιούνιος 2011

46

Τετράδιο

_λένα κιτσοπούλου Το ένα και το άλλο

Θυμάστε που μας λέγανε ότι είμαστε τυχεροί και καλομαθημένοι, γιατί εμείς δεν ζήσαμε ούτε πόλε-μο, ούτε κατοχή, ούτε χούντα, ούτε τίποτα; Η δική μας γενιά δεν πέρασε τίποτα απ’ όλα αυτά, καμία κακουχία, δεν πείνασε, δεν τουμπάνιασε η κοιλιά της από την ασιτία, δεν έζησε τη λογοκρισία, την απαγόρευση της κυκλοφορίας, τίποτα. Η δική μας γενιά γεννήθηκε ελεύθερη. Δεν στερήθηκε τίποτα. Δεν έζησε καμία δικτατορία. Χα χα χα χα χα χα χα χα χα χα χα χα χα.

Καλά μάς τα είπανε. Εμείς γεννηθήκαμε με την Άλφα τράπεζα Πίστης, με την τράπεζα Πειραιώς, Αττικής, Ελλάδος, με ονόματα τραπεζών που μα-γαρίζουν τα ωραία μας τοπία, ανοίξαμε λογαρια-σμούς σε τράπεζες σπέρματος άλφα-άλφα ποιό-τητας, απόλυτης πίστης, χα χα χα χα χα, ήμασταν η πιο τυχερή γενιά, βρήκαμε Υπουργείο Απόλυ-της Δικαιοσύνης, Υπουργείο Εξωτικής Πολιτικής,

Εσωτερικής Μαλακίας, Υπουργείο Έλλειψης Πο-λιτισμού, Έλλειψης Παιδείας και Ενός Μοναχά Θρησκεύματος, διδαχτήκαμε από τον Οργανισμό Εκδόσεως Δικτατορικών Βιβλίων, απολαύσαμε δη-μόσια υγεία, δημόσιο φτυσίδι, δημόσια μούντζα, καπνίσαμε αμερικάνικα τσιγάρα, ήπιαμε κόκα κό-λες με το κιλό, βαρεθήκαμε τη ζωή μας και το μόνο που μάθαμε από την ιστορία μας είναι ότι εμείς εί-μαστε οι καλύτεροι, οι πιο μάγκες, οι πιο έξυπνοι και ότι μια ζωή οι ξένοι ακούγανε Έλληνα και τρέ-μανε, προσκυνάγανε μπροστά στο μεγαλείο της ψυχής του, μπροστά στην τόλμη του και μπροστά στην τόλμη και γοητεία του. Χα χα χα χα χα χα χα χα χα χα χα.

Η διαμαρτυρία και η αγανάκτηση είναι μια προσω-πική φυσική εκτόνωση, σίγουρα προτιμότερη από τη μούγκα και τον καρκίνο, αλλά δεν είναι επανά-σταση. Επανάσταση είναι άλλο πράγμα, την επανά-

σταση την κάνουνε κάτι τύποι σαν τον Χριστό, σαν τον Σωκράτη, σαν τον Καβάφη ή τον κυρ-Αντώνη, και όχι αυτοί που πάνε στην κεντρική πλατεία για να ξαναγίνουν μουσικοσυνθέτες. Οι επαναστάτες δημιουργούν οι ίδιοι την κεντρική πλατεία εκεί που πατάνε τα πόδια τους, όπου κι αν είναι αυτό, και η έκφραση του προσώπου τους δεν μοιάζει με κανε-νός, δεν αγωνιά και δεν ζητάει δικαιοσύνη.

Δεν έχω τίποτα να γράψω, παρά μόνο κανένα απο-τυχημένο σύνθημα. Γιατί η μόνη παιδεία που απέ-κτησα κι εγώ σε αυτή τη χώρα είναι η ικανότητα στο σύνθημα, η ικανότητα να σαρκάζω την ξεφτί-λα. Και μάλιστα χωρίς καθόλου φαντασία, χωρίς καθόλου λεξιλόγιο, χωρίς κανένα όραμα. Μόνο για λίγη προσωπική εκτόνωση κι εγώ, με τη μία και μο-ναδική θαυματουργή ελληνική φράση που κολλάει παντού: Άντε γαμή - άντε γαμή, άντε γαμή - άντε γαμήηηηηηηηηηηηηηηη.

Ζήτω η Δημοκρατία!Ιsaac Julien, Hate (Before Paradise Series), 2003, courtesy Victoria Miro Gallery, London

Page 47: Konteiner 017 Internet
Page 48: Konteiner 017 Internet