Handbook 04 05

64
ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ∆ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ∆ΩΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ Α΄: ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ ΧΩΡΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Ο∆ΗΓΟΣ ΣΠΟΥ∆ΩΝ ΑΚΑ∆ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ 2004 – 2005 Α Θ Η Ν Α Σ Ε Π Τ Ε Μ Β Ρ Ι Ο Σ 2 0 0 4

Transcript of Handbook 04 05

Page 1: Handbook 04 05

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ – ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ∆ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ∆ΩΝ

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ – ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ Α΄: ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ – ΧΩΡΟΣ – ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ο∆ΗΓΟΣ ΣΠΟΥ∆ΩΝ ΑΚΑ∆ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ 2004 – 2005

Α Θ Η Ν Α Σ Ε Π Τ Ε Μ Β Ρ Ι Ο Σ 2 0 0 4

Page 2: Handbook 04 05

1

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Εισαγωγή – Γενικά για το ∆ΠΜΣ 3 Για την Κατεύθυνση Α’: ‘Σχεδιασµός – Χώρος – Πολιτισµός’ 5 Μαθήµατα Υποστήριξης: Μεθοδολογικές Προσεγγίσεις της Έρευνας στην Αρχιτεκτονική - Η Αρχιτεκτονική ως Αντικείµενο Έρευνας Ι: Μεθοδολογικά Εργαλεία Έρευνας στην Αρχιτεκτονική 11 - Η Αρχιτεκτονική ως Αντικείµενο Έρευνας ΙΙ: Εναλλακτικές Προσεγγίσεις της Έρευνας στην Αρχιτεκτονική και την Εµπειρία του Χώρου 12 Βασικά Μαθήµατα: Εννοιολογικά Εργαλεία και Λογικές στη Σύνταξη του Αρχιτεκτονικού Χώρου 1 η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ - Ανάλυση του Γραπτού και του Σχεδιασµένου Αρχιτεκτονικού Λόγου 17 - Ελληνική Αρχιτεκτονική 18 - Ιστορία Σύγχρονης Αρχιτεκτονικής: Ορισµοί – Μέσα – Αποτελέσµατα στη Σύγχρονη Αρχιτεκτονική 19 - Συγκρότηση, Νόηµα και Λειτουργία του Αρχιτεκτονικού Χώρου 21 - Η Σχέση Αρχιτεκτονικής και Τεχνολογίας στην Ιστορική της Προοπτική 22 2 η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ - Αισθητικές Θεωρίες 25 - Αντίληψη, Αναπαράσταση και Νοηµατοδότηση του Χώρου 27 - Η Έννοια του Χώρου όπως Εκφράζεται στις Πλαστικές Τέχνες: Μετατοπίσεις στο Χώρο και το Χρόνο (Προέλευση, ∆ιαµονή, Μνηµοσύνη, Μελαγχολία) 28 - Επιστήµες και Φιλοσοφία στον 20ο Αιώνα 31 - Επιστηµονικές και Φιλοσοφικές ‘Κατασκευές’: Ζητήµατα Γνωσιοθεωρίας, Αισθητικής και Ηθικής 33 - Ζητήµατα Αισθητικής 34 - Ιστορία και Θεωρία του Τοπίου: Η Σχηµατοποίηση κατά την Τοπιακή Ερµηνεία 35 - Τεχνολογίες Αιχµής και Αρχιτεκτονική: Από το Συνολικό Σχεδιασµό στην Καθολική ∆ιαχείριση 37 - Τυπολογία: Χώρος και Βιοµηχανικό Αντικείµενο 40 3 η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ - Βιοκλιµατικός Σχεδιασµός 45 - Το Οµοίωµα: Σχεδιασµός και Υλοποίηση Φυσικού και Οιονεί (Virtual) Χώρου 47 - Πλαστική και Σύγχρονα Επικοινωνιακά Μέσα στην Απεικόνιση του Χώρου 49 - Σύνθεση και Αρχιτεκτονική Τεχνολογία: Ξύλινες και Μεταλλικές Κατασκευές 51 ΣΥΝΤΟΜΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ ∆Ι∆ΑΣΚΟΝΤΩΝ/-ΟΥΣΩΝ 55

Page 3: Handbook 04 05

2

Page 4: Handbook 04 05

3

ΕΙΣΑΓΩΓΗ - ΓΕΝΙΚΑ ΓΙΑ ΤΟ ∆ΠΜΣ

Α. ∆Ε∆ΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Από το Ακαδηµαϊκό έτος 1998-1999 λειτουργεί στη ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΕΜΠ ∆ιατµηµατικό Πρόγραµµα Μεταπτυχιακών Σπουδών µε τίτλο ‘ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ - ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ’ µε τη συνεργασία των Σχολών του ΕΜΠ: ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ, ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ, ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ και ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ. Στο ∆ΠΜΣ ‘ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ - ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ’ γίνονται δεκτοί διπλωµατούχοι µηχανικοί του ΕΜΠ ή άλλων αντιστοίχων Τµηµάτων ΑΕΙ της χώρας ή ισοτίµων ΑΕΙ της αλλοδαπής. Επίσης απόφοιτοι ισότιµων Τµηµάτων συγγενούς γνωστικού αντικειµένου της ηµεδαπής ή αλλοδαπής. Το πρόγραµµα απονέµει µετά από επιτυχή παρακολούθηση των σπουδών Μεταπτυχιακό ∆ίπλωµα Ειδίκευσης στη γνωστική περιοχή ‘ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ - ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ’ και σε µια εκ των δύο κατευθύνσεων: ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ Α’: ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ – ΧΩΡΟΣ – ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ Β’: ΠΟΛΕΟ∆ΟΜΙΑ – ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ. Επίσης δίνεται η δυνατότητα στους/στις µεταπτυχιακούς/-ές σπουδαστές/-τριες µετά την απόκτηση του Μ∆Ε να συνεχίσουν τις σπουδές τους για την απόκτηση ∆ιδακτορικού ∆ιπλώµατος (∆∆). Για την χορήγηση του Μεταπτυχιακού ∆ιπλώµατος Ειδίκευσης (Μ∆Ε) απαιτείται η παρακολούθηση µαθηµάτων διαρκείας δύο (2) τετραµήνων. Κάθε τετράµηνο σπουδών του Μ∆Ε περιλαµβάνει δεκατρείς (13) πλήρεις διδακτικές εβδοµάδες. Τα µαθήµατα που οφείλουν να παρακολουθήσουν οι σπουδαστές/-τριες είναι τέσσερα (4) ανά τετράµηνο (12 ώρες εβδοµαδιαίως) και επιλέγονται ελεύθερα από το σύνολο των προτεινοµένων, µε κριτήριο την προσωπική ερευνητική κατεύθυνση και σύµφωνα µε γνωµοδότηση των συµβούλων σπουδών. Μετά το πέρας των µαθηµάτων οι σπουδαστές/-τριες οφείλουν να εκπονήσουν διπλωµατική εργασία στη διάρκεια ενός επιπλέον τετραµήνου. Ο γενικός βαθµός του Μ∆Ε προκύπτει ως εξής: Βαθµός Μ∆Ε = (Άθροισµα βαθµών 8 µεταπτυχιακών µαθηµάτων + Τετραπλάσιο βαθµού µεταπτυχιακής εργασίας) δια 12. Οι ώρες διδασκαλίες ανά µάθηµα είναι 3 εβδοµαδιαίως και διεξάγονται µεταξύ 15.00-18.00 και 18.00-21.00.

Page 5: Handbook 04 05

4

Ο αριθµός των σπουδαστών/-τριών δεν ξεπερνά τους εικοσιπέντε (25) σε κάθε κατεύθυνση και η επιλογή γίνεται από την Ε∆Ε του προγράµµατος σύµφωνα µε τα κριτήρια του Νόµου 2083/92. Β. Επιστηµονικός Υπεύθυνος του ∆ΠΜΣ: ‘ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ - ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ’: Γ. Παρµενίδης, καθηγητής. Επιστηµονικός Υπεύθυνος της κατεύθυνσης Α’: ‘ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ - ΧΩΡΟΣ – ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ’: Γ. Παρµενίδης, καθηγητής. Επιστηµονικός Υπεύθυνος της κατεύθυνσης Β’: ‘ΠΟΛΕΟ∆ΟΜΙΑ – ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ’: Ι. Πολύζος, καθηγητής. Γ. Επιστηµονική Γραµµατεία του Προγράµµατος Κατεύθυνση Α’: ‘ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ - ΧΩΡΟΣ – ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ’: Γ. Μαρνελάκης, ΜΑ Αρχιτέκτων Μηχ. Κατεύθυνση Β’: ‘ΠΟΛΕΟ∆ΟΜΙΑ – ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ’: Φ. Τούντα, ∆ρ. Αρχιτέκτων-Πολεοδόµος.

Page 6: Handbook 04 05

5

ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ Α’: ‘ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ – ΧΩΡΟΣ – ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ’

Α. ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Οι µεταπτυχιακές σπουδές στην κατεύθυνση ‘ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ – ΧΩΡΟΣ – ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ’ έχουν ως σκοπό τη συνολική ανάπτυξη της έρευνας στο ευρύ και ενιαίο αντικείµενο της αρχιτεκτονικής θεωρίας και πρακτικής. Όλα τα µαθήµατα της κατεύθυνσης, διατηρώντας την εκπαιδευτική αυτονοµία τους, αναπτύσσονται σε αυτό το κοινό πλαίσιο, συµβάλλοντας στον εµπλουτισµό των εννοιολογικών εργαλείων για την πολλαπλή ανάλυση του αντικειµένου της αρχιτεκτονικής και τη συστηµατική νοηµατοδότηση του αρχιτεκτονικού σχεδιασµού. Τα µαθήµατα της κατεύθυνσης, υποχρεωτικά και κατ' επιλογή, οργανώνονται µε στόχο τη συστηµατική προσέγγιση στη γνωσιολογία της αρχιτεκτονικής παρέχοντας ταυτόχρονα ένα ευρύ φάσµα ειδικών γνώσεων. Μετά την πολυετή λειτουργία της κατεύθυνσης και τις σταδιακές συγκλίσεις των διδασκόντων, αυτό που χαρακτηρίζει το κάθε κατ' επιλογή µάθηµα είναι ότι αφ’ενός παρέχει εννοιολογικά εργαλεία για τη σύνταξη της αρχιτεκτονικής και αφ’ετέρου, ανάλογα µε το συγκεκριµένο παράδειγµα στο οποίο αναφέρεται, παρέχει λογικές για τον αρχιτεκτονικό σχεδιασµό. Κατ'αυτόν τον τρόπο, όλα τα µαθήµατα συµβάλλουν 'στον εµπλουτισµό των εννοιολογικών εργαλείων για την πολλαπλή ανάλυση του αντικειµένου της αρχιτεκτονικής', µέσα από εξειδικευµένες αναφορές σε συγκεκριµένα παραδείγµατα. Ο χαρακτήρας αυτός των µαθηµάτων έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα πρόσφορος για την ανάπτυξη και υποστήριξη των ερευνητικών υποθέσεων του/της κάθε σπουδαστή/-τριας ανάλογα µε το προσωπικό του/της πρόγραµµα επιλογής µαθηµάτων. Η προτεινόµενη οργάνωση των µαθηµάτων στοχεύει να βοηθήσει τους/τις σπουδαστές/-τριες σε κατάλληλες επιλογές µαθηµάτων ως προς τις προσωπικές τους υποθέσεις έρευνας, και ταυτόχρονα να τους επιτρέπει να συνειδητοποιούν τη θέση τους στο ευρύτερο πλαίσιο της αρχιτεκτονικής έρευνας. Β. ΟΙ ΕΝΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ

Α ενότητα (1 πενθήµερο εργαστήριο, υποχρεωτικό) ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ Για να υποστηριχθεί η διαµόρφωση της προσωπικής υπόθεσης έρευνας του/της κάθε σπουδαστή/-τριας, οργανώνεται ένα εργαστήριο γνωριµίας µε όλα τα µαθήµατα της κατεύθυνσης και τις δυνατότητες για διπλωµατική εργασία. Κατά την έναρξη του προγράµµατος στο χειµερινό τετράµηνο σε ένα εργαστήριο 5 ηµερών, όλοι/-ες οι διδάσκοντες/-ουσες των µαθηµάτων χειµερινού και εαρινού τετραµήνου παρουσιάζουν ανά 1 ώρα τα µαθήµατα, τις ερευνητικές εστίες µεταξύ των µαθηµάτων, καθώς και τις δυνατές καταλήξεις σε διπλωµατικές. Το εργαστήριο ξεκινά και καταλήγει µε εισηγήσεις των Συµβούλων Σπουδών πάνω σε δυνατές συγκροτήσεις υποθέσεων έρευνας ως προς ζητήµατα σύγχρονου επιστηµονικού ενδιαφέροντος. Οι σπουδαστές/-τριες µε µια υπόθεση έρευνας, ένα συγκεκριµένο ερευνητικό πυρήνα και πιθανά µια συγκεκριµένη κατεύθυνση διπλωµατικής µε τον/την υπεύθυνο/-η διδάσκοντα/-ουσα (που φυσικά στην πορεία µπορεί να αλλάξουν) εγγράφονται στα µαθήµατα επιλογής.

Page 7: Handbook 04 05

6

Β ενότητα – µαθήµατα υποστήριξης (2 µαθήµατα, υποχρεωτικά) ΜΕΘΟ∆ΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ Οι διδάσκοντες/-ουσες της κατεύθυνσης συµπράττουν για να παρουσιασθούν εναλλακτικές µεθοδολογικές προσεγγίσεις αναλυτικής και συνθετικής έρευνας στο αντικείµενο και τη διαδικασία του σχεδιασµού. Στα µαθήµατα αυτά επιχειρείται µια επισκόπηση των µεθόδων έρευνας/θεωριών της αρχιτεκτονικής σε σχέση µε τις µεθόδους έρευνας/θεωρίες των φυσικών και κοινωνικών επιστηµών, καθώς και οι προσωπικές ερευνητικές διαδροµές προσκεκληµένων εισηγητών. ∆ίδεται έµφαση στις διαφορετικές µεθοδολογίες έρευνας, όχι µόνο από τη σκοπιά της θεωρητικής και αξιωµατικής τους θεµελίωσης, αλλά περισσότερο από τη σκοπιά του πώς συνδέονται µε την ταύτιση και τον έλεγχο, την τεκµηρίωση και το χειρισµό των ερευνητικών δεδοµένων. Τα µαθήµατα αυτά ονοµάζονται ‘Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΩΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΈΡΕΥΝΑΣ’ Ι και ΙΙ, για το πρώτο και δεύτερο τετράµηνο αντίστοιχα, και τα παρακολουθούν υποχρεωτικά όλοι/-ες οι σπουδαστές/-τριες, ένα ανά τετράµηνο. Οι εξετάσεις στα µαθήµατα αυτά βασίζονται στην κεκτηµένη κατά την παρακολούθηση και διεξαγωγή των µαθηµάτων ύλη, και δεν απαιτούν κάποια ιδιαίτερη προετοιµασία από τους/τις σπουδαστές/-τριες, καθώς δεν απαιτούν την παράδοση εργασίας ή ασκήσεων. Γ ενότητα – βασικά µαθήµατα (επιλέγονται 6 µαθήµατα από 18 παρεχόµενα) ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΛΟΓΙΚΕΣ ΣΤΗ ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ Στα µαθήµατα γίνεται η αυτόνοµη εκπαιδευτικά ανάπτυξη γνωστικών αντικειµένων: Ιστορικά-θεωρητικά, αλλά και νέα κρίσιµα κοινωνικά ή τεχνικά γνωστικά αντικείµενα αναπτύσσονται ως επιµέρους παραδειγµατικές συµβολές στη συστηµατική θεωρητική προσέγγιση και στην πολλαπλή νοηµατοδότηση του σχεδιασµού. Τα µαθήµατα µε την ειδική γνώση που παρέχουν (γνωστικό περιεχόµενο και ασκήσεις) - συµβάλλουν στη συστηµατική θεωρητική και ιστορική προσέγγιση του ευρύτερου αντικειµένου της αρχιτεκτονικής και στη γενικότερη ανάπτυξη της έρευνας στον αρχιτεκτονικό σχεδιασµό,

- δεν οδηγούν σε επιµέρους αυτόνοµες τεχνικές ή επαγγελµατικές εξειδικεύσεις, και - µε βάση τη θεµατολογία των ασκήσεων, ενθαρρύνεται η διαµόρφωση ερευνητικών εστιών µεταξύ των

µαθηµάτων, όπου 2-5 µαθήµατα, οπωσδήποτε αυτόνοµα τόσο κατά την εκπαιδευτική διαδικασία όσο και τη διαδικασία αξιολόγησης των ασκήσεων, θα µπορούσαν να αναπτύξουν τις ασκήσεις τους µε κοινού ενδιαφέροντος ερευνητικές υποθέσεις.

Για τη διαµόρφωση των ερευνητικών εστιών µεταξύ των µαθηµάτων και τη σαφήνεια του εκπαιδευτικού στόχου τους, τα µαθήµατα της Γ ενότητας οργανώνονται σε τρεις γνωσιολογικές κατηγορίες: α. Η διερεύνηση της αρχιτεκτονικής γνώσης σε σχέση µε την ευρύτερη κοινωνική παραγωγή: η

διαµόρφωση µεθόδων για τη διερεύνηση του αντικειµένου της αρχιτεκτονικής µέσα από την θεωρητική, ιστορική, κοινωνική προσέγγιση.

β. Η εµβάθυνση στην αρχιτεκτονική γνώση σε σχέση µε εννοιολογικά σχήµατα οργάνωσης και διαχείρισης της γνώσης: η συστηµατική νοηµατοδότηση του αντικειµένου της αρχιτεκτονικής µε

Page 8: Handbook 04 05

7

εµβαθύνσεις σε γνωστικά αντικείµενα µέσα από τη γνωσιοθεωρία, την αντίληψη, την τυπολογία, την ερµηνευτική.

γ. Η παράσταση της αρχιτεκτονικής γνώσης µε την πειθαρχία της τεχνικής, µέσα από τα σώµατα γνώσης της πληροφορικής και της τεχνολογίας.

Από τα µαθήµατα αυτά οι σπουδαστές/-τριες θα επιλέξουν να παρακολουθήσουν τρία ανά τετράµηνο. Οι σπουδαστές/-τριες είναι δυνατόν, στα πλαίσια της διεπιστηµονικότητας και διατµηµατικότητας του προγράµµατος, να επιλέξουν να παρακολουθήσουν ένα µάθηµα ανά τετράµηνο από την άλλη κατεύθυνση του ∆ΠΜΣ, ‘ΠΟΛΕΟ∆ΟΜΙΑ – ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ’. Γ. ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ∆Ι∆ΑΣΚΟΝΤΩΝ

Μέλη ∆ΕΠ Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ Βενέρης Ι., αναπλ. καθηγητής Γκανιάτσας Β., επίκ. καθηγητής Γρηγοριάδης Ι., λέκτορας Γυπαράκης Γ., λέκτορας Ευαγγελινός Ε., αναπλ. καθηγητής Ζαχαρόπουλος Η., επίκ. καθηγητής Κούρκουλας Α., επίκ. καθηγητής Κουρνιάτη Α., λέκτορας Λάσκαρης Ν., καθηγητής Μωραΐτης Κ., επίκ. καθηγητής Ξένου Β., αναπλ. καθηγήτρια Παπαλεξόπουλος ∆., επίκ. καθηγητής Παρµενίδης Γ., καθηγητής Πεπονής Γ., αναπλ. καθηγητής Στασινόπουλος Θ., βοηθός Σταυρίδης Σ., λέκτορας Τουλιάτος Π., αναπλ. καθηγητής Τουρνικιώτης Π., αναπλ. καθηγητής Φιλιππίδης ∆., καθηγητής Χαραλαµπίδου Σ., αναπλ. καθηγήτρια Μέλη ∆ΕΠ άλλων Σχολών ΕΜΠ Βασιλείου Π., αναπλ. καθηγήτρια Σχ. Χηµικών Μηχανικών Ιεροδιακόνου Κ., επίκ. καθηγήτρια Σχ. Εφαρµ. Μαθ/κών και Φυσικών Επιστηµών

Page 9: Handbook 04 05

8

Κουτούγκος Α., επίκ. καθηγητής Σχ. Εφαρµ. Μαθ/κών και Φυσικών Επιστηµών Μαρµαράς Ν., επίκ. καθηγητής Σχ. Μηχαν. Μηχανικών Μπαλτάς Α., καθηγητής Σχ. Εφαρµ. Μαθ/κών και Φυσικών Επιστηµών Ράπτη Γ., λέκτωρ Σχ. Εφαρµ. Μαθ/κών και Φυσικών Επιστηµών Μέλη ∆ΕΠ άλλων ΑΕΙ Γιάννας Σ., καθηγητής Architectural Αssociation School Παπαδόπουλος Σ., επίκ. καθηγητής Πανεπιστηµίου Θεσσαλίας Πετρίδου Β., αναπλ. καθηγήτρια Πανεπιστηµίου Πατρών Εξωτερικοί συνεργάτες Βιριράκης Λ., ∆ρ. Αρχιτέκτων Μηχ. Βοζάνη Α., ∆ρ. Αρχιτέκτων Μηχ. Καλαφάτη Ε., Αρχιτέκτων Μηχ., ∆ρ. Ιστορίας Κονταράτος Σ., ∆ρ. Αρχιτέκτων Μηχ., τ. καθηγητής ΑΣΚΤ Λυκουριώτη Ι., ΜΑ Αρχιτέκτων Μηχ. Μουτσόπουλος Θ., ∆ρ. Αρχιτέκτων Μηχ. Σταυρίδου Α., ΜΑ Αρχιτέκτων Μηχ. Στούρνα-Τριάντη Ε., ∆ρ. Αρχιτέκτων Μηχ. Τάτλα Ε., ∆ρ Αρχιτέκτων Μηχ. Φατσέας Γ., ∆ρ. Αρχιτέκτων Μηχ. Χατζηµανικάτης Α., ∆ρ. Μηχ. Ηλ. Υπολογιστών και Πληροφορικής ∆. ∆ιεύθυνση: Πατησίων 42, 106 82, Αθήνα, κτ. Μπουµπουλίνας, 3ος όροφος, αίθ. 316Α, τηλ/fax 210 772 3830. e-mail: [email protected] Ηλεκτρονική ∆ιεύθυνση: http://www.arch.ntua.gr/postgrad/metaptixiaco.htm

Page 10: Handbook 04 05

9

ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΜΕΘΟ∆ΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Page 11: Handbook 04 05

10

Page 12: Handbook 04 05

11

Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΩΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΕΥΝΑΣ Ι: ΜΕΘΟ∆ΟΛΟΓΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Ε. ΚΑΛΑΦΑΤΗ Ι. ΒΕΝΕΡΗΣ Β. ΓΚΑΝΙΑΤΣΑΣ ∆. ΠΑΠΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΠΑΡΜΕΝΙ∆ΗΣ

Στόχος του µαθήµατος είναι η εισαγωγή σε ζητήµατα Μεθοδολογίας Έρευνας του γνωστικού αντικειµένου της Αρχιτεκτονικής. Στο υποχρεωτικό αυτό µάθηµα του χειµερινού εξαµήνου θα επιχειρηθεί µια επισκόπηση και 'χαρτογράφηση' των µεθόδων έρευνας / θεωρήσεων της αρχιτεκτονικής σε σχέση µε τις µεθόδους έρευνας των φυσικών και κοινωνικών-ανθρωπιστικών επιστηµών. Ως βασικό εννοιολογικό εργαλείο για την πιο πάνω συν-θεώρηση προτείνεται η κατ αρχήν διάκριση και κριτική θεώρηση µεταξύ Μεθόδων αρχιτεκτονικού σχεδιασµού και Μεθόδων έρευνας της αρχιτεκτονικής. Μέσω αυτής της συν-θεώρησης του γνωστικού αντικειµένου της αρχιτεκτονικής µε τα γνωστικά αντικείµενα των φυσικών και ανθρωπιστικών επιστηµών, το µάθηµα στοχεύει να εντοπίσει τόσο τις ιδιαιτερότητες του γνωστικού αντικειµένου της Αρχιτεκτονικής όσο και τις πιθανές συγκλίσεις και συνάφειες του µε άλλα γνωστικά αντικείµενα στο πλαίσιο της τρέχουσας προβληµατικής της αρχιτεκτονικής εκπαίδευσης. Το µάθηµα, πέρα από την αναφερθείσα επισκόπηση, θα επιχειρήσει την συσχετισµένη θεώρηση σηµαντικών 'σχολών' έρευνας / αρχιτεκτονικής θεωρίας όχι ως ιστορική διαδοχή αλλά κυρίως όπως εµφανίζονται να επηρεάζουν τη σηµερινή προβληµατική, ώστε να προετοιµάσει το έδαφος για το αντίστοιχο µάθηµα του εαρινού εξαµήνου (Η αρχιτεκτονική ως αντικείµενο έρευνας II), όπου θα παρουσιαστούν ερευνητικές διαδροµές προσκεκληµένων εισηγητών στις οποίες οι σπουδαστές και οι σπουδάστριες θα πρέπει να σταθούν κριτικά.

Page 13: Handbook 04 05

12

Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΩΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΕΥΝΑΣ ΙΙ: ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

Σ. ΣΤΑΥΡΙ∆ΗΣ Γ. ΠΑΡΜΕΝΙ∆ΗΣ

Κεντρική ιδέα αυτής της δεύτερης σειράς µαθηµάτων µε τον γενικό τίτλο ‘Η αρχιτεκτονική ως αντικείµενο έρευνας’, είναι ότι ο προσδιορισµός του αντικειµένου µιας έρευνας ήδη εµπεριέχει θέσεις ως προς την µέθοδο και την προοπτική της. Με αυτή την έννοια, το ‘αρχιτεκτονικό αντικείµενο’ από τη στιγµή που αποτελεί ερευνητικό στόχο, ορίζεται ανάλογα µε τις βασικές στοχεύσεις και τις παραδοχές της έρευνας. Οι ερευνητές και οι ερευνήτριες που θα παρουσιάσουν τα µαθήµατα της σειράς θα καταθέσουν τις ιδιαίτερες οπτικές που χαρακτηρίζουν τις προσεγγίσεις τους και µέσω αυτών θα ορίσουν µε διακριτούς τρόπους το αρχιτεκτονικό αντικείµενο. Η µέθοδος της δουλειάς τους και η κατασκευή των εννοιών και των κατηγοριών που χρησιµοποιούν µας ενδιαφέρει εδώ για να συγκρίνουµε και να συνθέσουµε, όπου αυτό µπορεί να εµφανιστεί δυνατό, ουσιαστικά διαφορετικές εκδοχές για την αρχιτεκτονική σκέψη και πρακτική. Υπάρχουν ερευνητικές προοπτικές που προβληµατοποιούν το ίδιο το µέσο µε τη µεσολάβηση του οποίου προσεγγίζουν το χώρο ως ερευνητικό αντικείµενο. Ο λόγος για το χώρο, οι εικόνες του χώρου, οι πρακτικές της κατοίκησης, οι θεµελιώδεις έννοιες ή οι καταστατικές αισθήσεις µπορούν, για παράδειγµα, να αποτελέσουν το πεδίο µέσω του οποίου σκοπεύεται ο αρχιτεκτονηµένος χώρος. Κάθε ερευνητική προοπτική οφείλει έτσι να αναµετρηθεί µε προβλήµατα αναπαράστασης. Το ίδιο το αρχιτεκτονικό αντικείµενο όχι µόνο εννοείται πολλαπλά ανάλογα µε τους ερευνητικούς στόχους αλλά και παρουσιάζεται πολλαπλά ανάλογα µε τις παραστάσεις που το προσανατολίζουν στην έρευνα. Άµεσα ή έµµεσα, οι έρευνες και οι σκέψεις πάνω σε δυνητικές έρευνες, οι οποίες πρόκειται να παρουσιαστούν, θέτουν το πρόβληµα του σχεδιασµού. ∆ε σηµαίνει αυτό πως τα µαθήµατα αυτά τείνουν να επεξεργάζονται πρότυπα σχεδιασµού. Η προβληµατοποίηση των ίδιων των όρων της παραγωγής, υποδοχής και νοηµατοδότησης του αρχιτεκτονικού αντικειµένου θέτει όµως πολλών ειδών ερευνητικές δυνατότητες, οι περισσότερες από τις οποίες µπορούν να αναδεικνύουν τα προβλήµατα, τα όρια και τις ελλείψεις των πρακτικών του σχεδιασµού. Ίσως, πάνω απ’ όλα, τα µαθήµατα αυτά να φιλοδοξούν να διανοίξουν το πεδίο της συζήτησης πάνω στην ‘αρχιτεκτονική’, δείχνοντας πως κάθε θέση και στάση απέναντι στο αρχιτεκτονικό αντικείµενο εµπεριέχει ήδη την εκδήλωση ιδιαίτερων προθέσεων, όσο και προδιαθέσεων.

Page 14: Handbook 04 05

13

ΒΑΣΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΛΟΓΙΚΕΣ ΣΤΗ ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ

Page 15: Handbook 04 05

14

Page 16: Handbook 04 05

15

1η κατηγορία: Η ∆ΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Η ∆ΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕΘΟ∆ΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ∆ΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ, ΙΣΤΟΡΙΚΗ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Page 17: Handbook 04 05

16

Page 18: Handbook 04 05

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΓΡΑΠΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΕΝΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ

Π. ΤΟΥΡΝΙΚΙΩΤΗΣ

Κύριος στόχος του µαθήµατος είναι η ερµηνευτική διερεύνηση των νοηµατικών δοµών του γραπτού αρχιτεκτονικού λόγου (θεωρητικού, ιστορικού ή κριτικού) και των συνθετικών δοµών του σχεδιασµένου αρχιτεκτονικού έργου, µε έµφαση στη µέθοδο και την κριτική ανάλυση. Το µέσο δεν θα είναι η εµβάθυνση σε µια συνεκτική ενότητα κειµένων και έργων που να συνδέονται µε στενές νοηµατικές, χωρο-χρονικές και ιστορικές σχέσεις αλλά η διασπορά σε πυκνώµατα έκφρασης και ερµηνείας που να αναδεικνύουν τη διαφορά τους. Μας ενδιαφέρει η διχασµένη ενότητα, η διπλή ανάγνωση, η διαφορική συνεκτικότητα, η αντίφαση ως κυρίαρχη δοµή των συνεκτικών σκέψεων και πραγµάτων. Θα συζητηθούν αντικείµενα µελέτης και ερευνητικές στρατηγικές σε διασταυρούµενες κατευθύνσεις µε κοινή συνισταµένη τον προσδιορισµό ενός πλέγµατος µεθόδων και αναλύσεων που να προκύπτουν και να διαµορφώνονται από τις προβληµατικές του σύγχρονου αρχιτέκτονα. Θα µας απασχολήσει ιδιαίτερα η σχέση του αρχιτεκτονικού µε το µη-αρχιτεκτονικό και η προσφυγή σε έξω-αρχιτεκτονικές πειθαρχίες για τη συγκρότηση ενός αυστηρά αρχιτεκτονικού λόγου, έρευνας και πειραµατισµού. Το µάθηµα προβλέπεται να εξελιχθεί ως διαδοχή διδακτικών ενοτήτων µε συµµετοχή υποψηφίων διδακτόρων και εξωτερικών συνεργατών. Συστατικό στοιχείο του θα αποτελέσει η ενεργός συµµετοχή των σπουδαστών και η εκπόνηση µιας σειράς διαδραστικών εργασιών που θα αναφέρονται σε λόγο, κείµενο, εικόνα ή σχεδιασµένο αρχιτεκτονικό έργο. Οι σπουδαστές κρίνονται από τις εργασίες τους και από την ποιότητα της συµµετοχής τους στο µάθηµα.

17

Page 19: Handbook 04 05

18

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

∆. ΦΙΛΙΠΠΙ∆ΗΣ

Ύστερα από δύο χρόνια διδασκαλίας µε άξονα τη συσχέτιση µόδας µε αρχιτεκτονική, και δίνοντας έµφαση στην αρχιτεκτονική παραγωγή του ’30 στην Ελλάδα, καιρός είναι να αλλάξουµε τροπάρι. Θα δοκιµάσουµε έτσι να εξετάσουµε εκείνο το µέρος της παραγωγής στην Ελλάδα που οφείλεται σε ‘νέους’ αρχιτέκτονες, δηλαδή σε όσους γεννήθηκαν στις δεκαετίες 1960-70, εκείνους που ακολουθούν µε συνέπεια τον µετεξελιγµένο µοντερνισµό, ως ‘κληρονόµοι’ των δεκαετιών-σταθµών στην ελληνική αρχιτεκτονική, του ’30 και του ’60. Την αφορµή για αυτή τη στροφή του ενδιαφέροντος έδωσαν διάφορα πρόσφατα γεγονότα, όπως οι εκθέσεις του ΕΙΑ (Biennale Νέων Αρχιτεκτόνων, από το 1998 και µετά) και του ΕΜΣΤ (Big Brother, 2002), οι διαγωνισµοί της ΕΑΧΑ και του ΥΠΠΟ (τρεις κεντρικές πλατείες Αθήνας, 2001-02 και εφήµερη αρχιτεκτονική Athens D.O.E.S., 2003), σκόρπια δηµοσιεύµατα στον τύπο, ειδικό και γενικού περιεχοµένου (από Αρχιτεκτονικά Θέµατα ως το Βήµα), αλλά κυρίως η τελευταία έκθεση ελληνικής αρχιτεκτονικής στο Λονδίνο (Athens-Scape: The 2004 Olympics and the Metabolism of the City, RIBA, Απρ.-Μάης 2003). Η έκθεση διαιρέθηκε σε τρεις ενότητες (Ολυµπιακά Έργα, Εφήµερες Κατασκευές, Αθήνα: Στην Αιχµή της Αλλαγής). Η γενική της επιµελήτρια, Μαρία Θεοδώρου (∆ίκτυο Αρχιτεκτονικής Πόλεων, ΥΠΠΟ), ζήτησε από το Μέµο Φιλιππίδη να προτείνει µια αντιπροσωπευτική έκθεση νέων αρχιτεκτόνων για να συµπεριληφθεί στην έκθεση. Το τµήµα που επιµελήθηκε ο Μ. Φιλιππίδης, µε τίτλο ±40: Athens Now, ανήκε στην τρίτη ενότητα, µαζί µε τους διαγωνισµούς για τις 3 κεντρικές πλατείες στην Αθήνα και το νέο Μουσείο Ακρόπολης (Tschumi-Φωτιάδης). Ο Μ. Φιλιππίδης πρότεινε το έργο 21 αρχιτεκτονικών γραφείων στην Ελλάδα και υποστήριξε τις επιλογές του µε δισέλιδο κείµενο που ενσωµατώθηκε σε σχετικό φυλλάδιο. Το µάθηµα θα πάρει ως σηµείο εκκίνησης τη συγκεκριµένη αυτή πρόταση. Οι στόχοι του ελπίζουµε πως είναι όσο χρειάζεται διαφανείς: να ξεκαθαρίσει το τοπίο του σύγχρονου ελληνικού µοντέρνου και να κρατηθούν αποστάσεις από ανεπιθύµητες ‘εκτροπές’. Η καταγραφή των ‘νέων δυνάµεων’ θα έρθει έτσι να συνδεθεί µε τις κυρίαρχες κατευθύνσεις της σύγχρονης αρχιτεκτονικής παιδείας και να διατυπώσει ξανά τον (ορθό) τρόπο σύνδεσης του ‘σήµερα’ µε την αρχιτεκτονική ‘παράδοση’ του τόπου.

Page 20: Handbook 04 05

19

ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ: ΟΡΙΣΜΟΙ – ΜΕΣΑ – ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Β. ΠΕΤΡΙ∆ΟΥ

Η αρχιτεκτονική ως δηµιουργική διαδικασία θέτει συνεχώς ερωτήµατα που την οδηγούν σε συνεχή επαναπροσδιορισµό των βασικών αρχών της. Ο αρχιτέκτονας καλείται να παρουσιάσει τις απόψεις του και να τις διατυπώσει ως ‘αρχιτεκτονικές προτάσεις’, φανερώνοντας συχνά τις ανησυχίες και τις αµφιβολίες του σε σχέση µε την υπόσταση της αρχιτεκτονικής. Η αρχιτεκτονική ζει από αυτές τις συνεχείς αναπροσαρµογές των δικών της αρχών, παρουσιάζοντας ένα πλούσιο πεδίο για διερευνητικές τοµές. Σε µια προσπάθεια κατανόησης των ποικίλων προτάσεων της σύγχρονης αρχιτεκτονικής προτείνουµε το µεθοδολογικό τρίπτυχο Ορισµός – Μέσα – Αποτελέσµατα. Αν λοιπόν προσπαθήσουµε να ερευνήσουµε την πορεία των τριών αυτών συνισταµένων, τότε ενδεχοµένως να έχουµε στη διάθεσή µας ερµηνευτικά εργαλεία διαφορετικών αρχιτεκτονικών προτάσεων. Ως ορισµό θα εννοούµε τη δήλωση µέσα από την οποία διατυπώνονται οι θεωρητικές κατευθύνσεις µιας µελλοντικής πράξης. Ως µέσα θα εννοούµε τους τρόπους που επιλέγονται µε στόχο να υλοποιηθεί ο ορισµός. Ως αποτελέσµατα θα εννοούµε τις προτάσεις εκείνες που συνδιαλέγονται (µέσα από παρεκκλίσεις, διαφωνίες, αντιθέσεις) µε τον ορισµό, χρησιµοποιούν τα µέσα και οι οποίες τελικά απευθύνονται προς κρίση στο κοινωνικό σύνολο. Σε κάθε διερευνητική τοµή (ή αλλιώς ανακάτεµα της τράπουλας) θα ‘παίζουµε’ και µε ένα µπαλαντέρ, το οποίο θα µας χρησιµεύει στις δύσκολες στιγµές του παιχνιδιού. Η πορεία των αναζητήσεών µας αυτή τη φορά θα έχει ως αφετηρία την εποχή της Αναγέννησης. Για παράδειγµα, αν ξεκινήσουµε από τους ορισµούς του De Res aedificatoria του Leon Battista Alberti, αν ερευνήσουµε τη χρήση των αρχιτεκτονικών ρυθµών, της προοπτικής και των αρχιτεκτονικών εγχειριδίων του 16ου αιώνα, τότε η εκκλησία του Σαν Σατίρο του Μπραµάντε στο Μιλάνο (1470-82), η Λαυρεντιανή Βιβλιοθήκη του Μιχαήλ Άγγελου στη Φλωρεντία (1523-59), το παλάτι Τε του Τζούλιο Ροµάνο στη Μάντοβα, οι βίλες του Παλλάντιο στη περιοχή της Βενετίας θα πρέπει να παρουσιάσουν εικόνες της ‘αρχιτεκτονικής την εποχή του ουµανισµού’. Μπαλαντέρ: Μία σύντοµη αναδροµή στη σχέση αρχιτέκτονα και πρίγκιπα. Με τη ίδια λογική και αναζητώντας εικόνες µε τίτλο ‘Η αρχιτεκτονική στους νεότερους χρόνους’, θα σταµατήσουµε στις προσπάθειες ορισµού της αρχιτεκτονικής του Πιρανέζι, του Viollet-Le-Duc, του Semper, στα µέσα που πρότειναν οι Quatremere de Quincy και Νικολά Ντυράντ και στις αρχιτεκτονικές προτάσεις των Ιπολίτ Λεµπά (Hippolyte Lebas), Λαµπρούστ, Κ.Φ. Σίνκελ, µεταξύ άλλων. Μπαλαντέρ: Μια σύντοµη αναδροµή στην ιστορία της κατοικίας στον 19ο αιώνα.

Page 21: Handbook 04 05

20

Ως σηµείο άφιξης αυτής της Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής θα είναι ο 20ος αιώνας. Εκεί θα βρούµε πολλούς ορισµούς, πολλά αρχιτεκτονικά µέσα και σε πολλά έργα θα µπορέσουµε να µελετήσουµε τις εικόνες της ‘Σύγχρονης αρχιτεκτονικής’. Θα µπορούσαµε για παράδειγµα να ξεκινήσουµε από τους ορισµούς της αρχιτεκτονικής των Louis Sullivan, Heinrich Tessenow, Adolf Loos, να αναφερθούµε στα µέσα που χρησιµοποίησαν οι Tony Garnier, F.L.Wright, Leon Krier και τελικά να µελετήσουµε τα έργα των E.G. Asplund, J. Stirling, A. Rossi και άλλων. Μπαλαντέρ: Μια σύντοµη αναδροµή στην ιστορία των σύγχρονων αθλητικών εγκαταστάσεων και των σύγχρονων αγορών (super market). Στο τέλος θα επιστρέψουµε στην αρχική µας πρόθεση, που ήταν η κατανόηση των ποικίλων προτάσεων της Σύγχρονης Αρχιτεκτονικής και θα αξιολογήσουµε το µεθοδολογικό τρίπτυχο Ορισµός – Μέσα – Αποτελέσµατα. Κυρίως όµως αυτή η έρευνα φιλοδοξεί να γίνει χώρος συλλογικών αναζητήσεων και αφορµή επιτόπιων ερευνών.

Page 22: Handbook 04 05

21

ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ, ΝΟΗΜΑ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ

Γ. ΠΕΠΟΝΗΣ Α. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ Ί. ΛΥΚΟΥΡΙΩΤΗ

Το µάθηµα εξετάζει τη σχέση µεταξύ χώρου, µορφής, γλώσσας και αναπαράστασης στον αρχιτεκτονικό σχεδιασµό. Στόχος είναι να κατανοήσουµε καλύτερα πώς παράγεται το νόηµα στην αρχιτεκτονική. Τα κτήρια οργανώνουν τις µορφολογίες της κίνησης, της συνεύρεσης, της συνάντησης και της κατά πρόσωπο επικοινωνίας. Με λίγα λόγια καθιστούν το χώρο κατανοητό και αναγνώσιµο ως πεδίο ανθρώπινης κατοίκησης και ζωής. Είναι λοιπόν φυσικό ότι η συγκρότηση χωρικών σχέσεων είναι το ειδοποιό χαρακτηριστικό του αρχιτεκτονικού νοήµατος. Ωστόσο, ο αρχιτεκτονικός σχεδιασµός προϋποθέτει διάλογο ανάµεσα στο αρχιτεκτονικό νόηµα και σε νοήµατα που συγκροτούνται µε άλλα µέσα, όχι µόνο οπτικά και εικονογραφικά, αλλά και γλωσσικά. Για παράδειγµα, το κτηριολογικό πρόγραµµα, η λειτουργία, ο σκοπός, ακόµα και οι συνθετικές προθέσεις τεκµηριώνονται συχνά σε κείµενα. Από αυτή τη σκοπιά, η µετάφραση ή µεταφορά του νοήµατος µεταξύ συµβολικών µορφών, ή συµβολικών µέσων, είναι συνθετικό ζητούµενο. Επικεντρωνόµαστε στη µεταφορά του νοήµατος µεταξύ συµβολικών µορφών. Επιλέγουµε ως πειραµατική αφετηρία λογοτεχνικά κείµενα, ζωγραφικούς πίνακες ή άλλα έργα τα οποία εξετάζουµε ως εν δυνάµει προγράµµατα αρχιτεκτονικού σχεδιασµού. Έτσι µας δίνεται η ευκαιρία να δούµε τον αρχιτεκτονικό σχεδιασµό ως µέρος ευρύτερων πολιτισµικών κατηγοριών. Η επιλογή µας, ωστόσο, έχει και πιο συγκεκριµένο στόχο. Ο σχεδιασµός προσεγγίζεται συχνά ως επίλυση προβλήµατος που υπόκειται σε τυπολογικές, ή ακόµα και στερεοτυπικές συµβάσεις. Η σκηνοθεσία µιας µη συµβατικής αφετηρίας για συνθετικό προβληµατισµό µας επιτρέπει να εξετάσουµε κριτικά και συνειδητά πλευρές του σχεδιασµού που αλλιώς θεωρούνται δεδοµένες. Συγκεκριµένα εξετάζουµε τα διαγράµµατα, τις αναλογίες, τις µεταφορές και τους τρόπους αναπαράστασης που υπεισέρχονται στην διαµόρφωση του συνθετικού ζητούµενου και την συγκρότηση του αρχιτεκτονικού νοήµατος.

Page 23: Handbook 04 05

22

Η ΣΧΕΣΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΤΗΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ

E. ΚΑΛΑΦΑΤΗ

Σκοπός του µαθήµατος είναι να συµβάλλει στο γενικότερο προβληµατισµό για τις σχέσεις αρχιτεκτονικής και τεχνολογίας σήµερα, εξετάζοντας, µέσα από συγκεκριµένα θέµατα, την ιστορικότητα της θέσης των τεχνικών και τεχνολογικών ζητηµάτων στην αρχιτεκτονική πρακτική και θεωρία της νεώτερης και σύγχρονης εποχής (15ος-19ος αι.). Εκκινώντας από σύγχρονα ερωτήµατα σχετικά µε τις έννοιες χρήση, λειτουργία, πρόγραµµα, το µάθηµα θα εστιάσει, αυτό το ακαδηµαϊκό έτος, στις µεταβολές των νοητικών εργαλείων µε τα οποία προσεγγίζεται η διάσταση της χρήσης του κτιρίου στον αρχιτεκτονικό σχεδιασµό και στην αρχιτεκτονική θεωρία κατά το 17ο και το 18ο αιώνα. Ειδικότερα θα εξεταστούν ζητήµατα σχετικά µε : Α. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ-ΜΕΘΟ∆ΟΛΟΓΙΚΑ - Εν είδει εισαγωγής – ‘Ονοµάτων επίσκεψις’: τέχνη, τεχνική, τεχνολογία – Η πολυσηµία των λέξεων και η ιστορικότητα των πραγµάτων. - Τεχνικό σύστηµα, τεχνολογική σκέψη. Β. ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ, ΤΥΠΟΛΟΓΙΕΣ ΚΤΙΡΙΩΝ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΕΣ ΕΠΙΤΑΓΕΣ 17ος – αρχές 19ου αι. - Τα παραδεδοµένα νοητικά εργαλεία:

o Η θέση της χρήσης του χώρου στη βιτρουβιανή τριάδα, όπως αναλαµβάνεται από τις πραγµατείες της Αναγέννησης.

o η τυπολογία των ‘χρηστών’ στον L.B. Alberti. - Η θέση, στα πλαίσια της αρχιτεκτονικής θεωρίας του γαλλικού κλασσικισµού, εννοιών όπως: distribution (διαρρύθµιση), commoditι (άνεση), biensιance και convenance (ευαρµοστία), οικονοµία. Μεταβολές στη νοηµατοδότησή τους. - Η εξειδίκευση των χώρων της κατοικίας και η εµφάνιση του σχήµατος διάδροµος/αίθουσες σε συνάρτηση µε την µορφή της οικογένειας. - Η διατύπωση των κτιριολογικών προγραµµάτων των δηµοσίων κτιρίων – Το παράδειγµα των νοσοκοµείων, των φυλακών, των σχολείων – Ο χώρος ως µέσο ελέγχου των συµπεριφορών – Το Πανόπτικον. Γ. Η ΑΝΑ∆ΕΙΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΕ ΒΑΣΙΚΟ ΡΥΘΜΙΣΤΗ ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΥ ΤΩΝ ∆ΗΜΟΣΙΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ - Λογικές αστικού εξοπλισµού: από τη διοίκηση των πραγµάτων στη διακυβέρνηση των ανθρώπων. - Τεχνολογίες διαχείρισης του εθνικού χώρου και του χώρου της πόλης – Ο προγραµµατισµός, ο έλεγχος, το πρόγραµµα.

Page 24: Handbook 04 05

23

2η κατηγορία: Η ΕΜΒΑΘΥΝΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΓΝΩΣΗ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΑ ΣΧΗΜΑΤΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ∆ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ: Η ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΝΟΗΜΑΤΟ∆ΟΤΗΣΗ ΤΟΥ

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΜΕ ΕΜΒΑΘΥΝΣΕΙΣ ΣΕ ΓΝΩΣΤΙΚΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗ ΓΝΩΣΙΟΘΕΩΡΙΑ, ΤΗΝ ΑΝΤΙΛΗΨΗ, ΤΗΝ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑ, ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ

Page 25: Handbook 04 05

24

Page 26: Handbook 04 05

25

ΑΙΣΘΗΤΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ

Γ. ΡΑΠΤΗ Ε. ΤΑΤΛΑ

Κύριος στόχος του µαθήµατος είναι η κατανόηση του φιλοσοφικού, αισθητικού πλαισίου, το οποίο αποτέλεσε τη βάση των καλλιτεχνικών και αρχιτεκτονικών θεωριών από την αρχαιότητα µέχρι σήµερα. Α. Κλασική θεωρία αισθητικής – νεότερες και σύγχρονες θεωρίες (Γιούλη Ράπτη) Το µάθηµα περιλαµβάνει καταρχήν µία σύντοµη ανάλυση των φιλοσοφικών θεωριών για την τέχνη από τους κλασικούς χρόνους µέχρι τον 19ο αιώνα. Στη συνέχεια ακολουθεί µελέτη και ανάλυση των σύγχρονων αισθητικών θεωριών, τόσο στο χώρο της κοινωνικής φιλοσοφίας (σχολή Φρανκφούρτης), όσο και στο χώρο του υπαρξισµού, της φαινοµενολογίας και των ψυχολογικών θεωριών περί τέχνης. Στο πλαίσιο αυτό αναλύονται σε βάθος οι σχέσεις της τέχνης µε την κοινωνία, την τεχνική και την ιδεολογία και οι σχέσεις µορφής και περιεχοµένου του έργου τέχνης, κατά την περίοδο του µεσοπολέµου, όπου γίνεται προσπάθεια αυτονόµησης της τέχνης από την µιµητική και την αναπαραστατική λειτουργία και κατά την περίοδο του δεύτερου ήµισυ του 20ου αιώνα, όπου έχουµε την υπέρβαση της αυτοαναφορικής λειτουργίας της ζωγραφικής και της γλυπτικής, προς χάριν µιας κριτικής αποδόµησης του καλλιτεχνικού αντικειµένου. Β. Τέχνη, αρχιτεκτονική και µεταφυσική (Ελένη Τάτλα) Στο µάθηµα αυτό εξετάζεται ο ρόλος της µεταφυσικής στην παραδοσιακή και µοντέρνα τέχνη / αρχιτεκτονική. Προς το σκοπό αυτό θα διερευνηθεί καταρχήν η φύση του έργου, του αρχέτυπου και η µεταξύ τους σχέση στην παραδοσιακή τέχνη / αρχιτεκτονική. Άξιο παρατήρησης είναι ότι έχουµε µεταφορά του ζεύγους έργο – αρχέτυπο έξω από το χώρο της µεταφυσικής κι έτσι µπορούµε να ορίσουµε την µοντέρνα έννοια της µεταφυσικής στην τέχνη / αρχιτεκτονική. Στη συνέχεια το ενδιαφέρον κυρίως θα επικεντρωθεί στο ενδιάµεσο ‘ρέοντος’ χώρου (µεταξύ έργου τέχνης / αρχιτεκτονικής – αρχιτεκτόνων µε την µοντέρνα έννοια) ως µόνου τόπου ύπαρξης της σύγχρονης τέχνης / αρχιτεκτονικής (Heidegger, Gadamer, Ricoeur, Derrida).

Page 27: Handbook 04 05

26

Τέλος, το µάθηµα ‘Αισθητικές Θεωρίες’ προβλέπεται να εξελιχθεί ως διαδοχή διδακτικών ενοτήτων µε συµµετοχή ίσως κι εξωτερικών συνεργατών. Συνίσταται η ενεργή συµµετοχή των σπουδαστών κι η εκπόνηση µιας εργασίας για τον καθένα η οποία θα αναφέρεται σε προτεινόµενο κατάλογο θεµάτων από τους διδάσκοντες. Οι σπουδαστές κρίνονται κυρίως από τις εργασίες τους και από την ενεργό συµµετοχή τους στο µάθηµα.

Page 28: Handbook 04 05

27

ΑΝΤΙΛΗΨΗ, ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΝΟΗΜΑΤΟ∆ΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

Σ. ΣΤΑΥΡΙ∆ΗΣ Σ. ΚΟΝΤΑΡΑΤΟΣ

Σκοπός του µαθήµατος είναι να διασυνδέσει γνώσεις και βασικές έννοιες γύρω από την αντίληψη, την αναπαράσταση και τη νοηµατοδότηση του χώρου µε ορισµένες θεωρητικές προσεγγίσεις της αρχιτεκτονικής και των εικαστικών τεχνών. Ο χώρος και η κατοίκησή του αποτελούν αντικείµενα έρευνας που αναδεικνύουν την αναγκαιότητα µιας διεπιστηµονικής προσέγγισης. Στοιχεία από γνώσεις και προβληµατικές προερχόµενες από το χώρο της ιστορίας, της κοινωνιολογίας, της ανθρωπολογίας, της αισθητικής και της αρχιτεκτονικής θεωρίας πρόκειται να χρησιµοποιηθούν για να περιγράψουν τα όρια µιας κριτικής αναρώτησης για την εµπειρία του χώρου. Στόχος είναι να αναδειχθεί ως πεδίο έρευνας η σχέση µε το χώρο και όχι ο χώρος σαν κάτι αυθύπαρκτο, έξω από τους ανθρώπους που τον κατοικούν, τον επινοούν ή τον µετασχηµατίζουν, τον φαντάζονται ή τον βιώνουν. Για τούτο θα αναλυθεί συστηµατικά ο τρόπος που µεσολαβούν τούτη τη σχέση αξίες και πρότυπα εννόησης, σχήµατα αντιληπτικά και κώδικες αναπαράστασης.

Page 29: Handbook 04 05

28

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΟΠΩΣ ΕΚΦΡΑΖΕΤΑΙ ΣΤΙΣ ΠΛΑΣΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ: ΜΕΤΑΤΟΠΙΣΕΙΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΟΝΟ (ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ, ∆ΙΑΜΟΝΗ, ΜΝΗΜΟΣΥΝΗ, ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ)

Β. ΞΕΝΟΥ Θ. ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

Τα µαθήµατα θα κινηθούν στο πεδίο της έρευνας και της ερµηνείας του πλαστικού χώρου. Μια διαχρονική προσέγγιση στις θεωρήσεις των οπτικών τεχνών µε έµφαση στις µετατοπίσεις που υφίσταται η έννοια του χώρου: Προέλευση-Μνηµοσύνη-Μελαγχολία-Αποϊεροποίηση. ΑΝΤΙΛΗΠΤΙΚΟΣ ΨΥΧΟ-ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ – ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΟΣ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ – ΕΝ ∆ΥΝΑΜΕΙ ΧΩΡΟΣ (ESPACE VIRTUELLE). Α. Προέλευση-Μνηµοσύνη: Για να κατανοήσουµε αυτές τις µετακινήσεις στο χώρο και το χρόνο είναι αναγκαίο να µελετήσουµε την καταγωγική σηµασία της µυθικής σκέψης η οποία θεµελιώνει την καλλιέργεια όχι µόνο ως σκέψη θεωρητική και πρακτικά καλλιτεχνική, αλλά ως ανθρώπινη πρακτική που περιλαµβάνει τη χρήση των εργαλείων, τις διαταραχές της γλώσσας και τις θρησκευτικές τελετουργίες. Το ζήτηµα της καταγωγής των µορφών είναι συνδεδεµένο µε την καταγωγή του µύθου, έτσι ώστε η προέλευση της τέχνης, της επιστήµης, της γραφής να βρίσκονται σε άµεση ενότητα µε τη µυθική συνείδηση. Εξ’άλλου οι θεµελιωτές της ανθρωπολογικής γνώσης και των αισθητικών θεωριών του χώρου παρέχουν σηµαντικά ερµηνευτικά εργαλεία καθώς και τη δυνατότητα σύζευξης των παραδοσιακών επιτεύξεων µε τις αντίστοιχες τεχνολογικές, µε τη βοήθεια διαπολιτιστικών συµβόλων των πολυδιάστατων αναπαραστάσεων. Β. Μελαγχολία-Αποϊεροποίηση: Για να γίνει ορατή αυτή η απόσταση που µας χωρίζει από το µυθολογικό κόσµο είναι ανάγκη στην προκειµένη περίπτωση που µας αφορά να καταδείξουµε µέσω των µηχανισµών της αναπαράστασης ποια είναι τα πλαστικά στοιχεία στις Οπτικές τέχνες τα οποία αποτελούν κοινό τόπο µε την Αρχιτεκτονική. Χρειάζεται µια διαχρονική µελέτη των στοιχείων που συνιστούν τον αναπαραστατικό χώρο όπως εµφανίζονται στην αρχαιότητα µέσω των εγχειριδίων του Ευκλείδη, Βιτρούβιου, Λουκρήτιου, Brunneleschi, Alberti, εγχειρίδια και ανακαλύψεις που προέκυψαν από τις διεργασίες των φιλοσόφων της αρχαιότητας και αποτέλεσαν τις πρώτες απόπειρες έκφρασης της έννοιας του χώρου λαµβάνοντας υπόψη το νόηµα που είχαν οι διεργασίες αυτές στις συγκεκριµένες εποχές. Στο δίπτυχο Μελαγχολία-Αποϊεροποίηση θεµελιώνεται µέσω του ουµανιστικού δρόµου η ιστορική συνείδηση της αρχαίας ολότητας και ενότητας. Επεξεργάζονται δε οι προϋποθέσεις της επιστήµης η οποία συγκρίνει πολιτισµούς, θρησκείες, τέχνες, φιλοσοφίες.

Page 30: Handbook 04 05

29

Αυτή η παγκόσµια παρακαταθήκη φέρει εν δυνάµει τα στοιχεία που δηλώνουν πως το παρελθόν µέσα από διαδοχικές αναγεννήσεις εισήλθε στη ζωντανή εµπειρία του παρόντος µεταµορφωµένο σ’ ένα εργαλείο για µελέτη. Make it new - θα πει ο Ezra Pound εννοώντας αυτήν την επαναξιοποίηση του παρελθόντος. Γ. Μοντερνισµός και Μεταµοντέρνο: Είναι φανερό πως οι προσπάθειες που κάνουµε για να συλλάβουµε το µεταβατικό χαρακτήρα της εποχής µας κινούνται στα πλαίσια του µοντέρνου και προσπαθούν να εξαλείψουν τις παθολογικές ανεπάρκειές του. Στα βιβλία της Hannah Arendt “Μεταξύ παρελθόντος και µέλλοντος” και του J. F. Lyotard “Μεταµοντέρνα κατάσταση” ως διαδικασία µετάβασης στη µεταµοντέρνα γνωστική και πρακτική σχέση του ανθρώπου µε τον κόσµο προτείνεται η αγωνιστική. Η Hannah Arendt υποστήριζε πως κάθε νέα γενιά οφείλει να ξαναανακαλύψει τη δραστηριότητα της σκέψης. Από καιρό για να φέρουµε σε πέρας αυτή την προσπάθεια ανατρέχουµε στην παράδοση ή ζούµε τη φθορά της και την κρίση του πολιτισµού. ∆εν πρόκειται να ξανασυνδέσουµε το κοµµένο νήµα της παράδοσης ούτε να εφεύρουµε κάποιο υπερµοντέρνο υποκατάστατο, χρειάζεται να εξασκούµε τη σκέψη µας για να κινηθούµε πάνω στο ρήγµα. Αν o ορισµός του µοντέρνου εµφανίζεται (µέσω της αποδοµητικής διαδικασίας) ως χωρισµός-κατακερµατισµός σε επί µέρους αξίες δηλαδή διαχωρισµός του παραδοσιακού όλου σε αυτόνοµες σφαίρες αξιών, όντως το χαρακτηριστικό του µοντέρνου είναι η υποταγή της βούλησης στο λόγο. Στο δε επίπεδο της αντίληψης υπάρχει η αντίστοιχη υποταγή στους µηχανισµούς αναπαράστασης, ο κόσµος γίνεται εικόνα και ο σύγχρονος άνθρωπος ως υποκείµενο δηµιουργεί τον κόσµο στο βαθµό που τον αναπαριστά. Η προσπάθεια λοιπόν αυτών των µαθηµάτων είναι να καταδείξει τα κατάλληλα εργαλεία µε τα οποία οι τέχνες δεν αποδίδουν απλώς το ορατό αλλά µας κάνουν να δούµε το ορατό (P. Klee). Οι σύγχρονοι καλλιτέχνες απελευθερώνονται από την τυραννία της εικόνας οδηγούµενοι στην αµεσότητα του χωρικού συµβάντος. Συνειδητοποιούν πως πρέπει να αποδείξουν πράγµατα που δεν παρουσιάζονται σύµφωνα µε τη νόµιµη κατασκευή (costruction legittime), οπότε ανατρέπονται τα δεδοµένα της οράσεως ώστε να καταστεί ορατό το γεγονός ότι το πεδίο κρύβει και χρειάζεται το αόρατο, ότι δεν υπάρχει µόνο το µάτι αλλά και το περιπλανώµενο µυαλό. Τα µαθήµατα θα αναπτυχθούν στις ακόλουθες ενότητες και θα καταµερισθούν σε 12 διδακτικά τρίωρα (προφορική παράδοση συνοδευόµενη από οπτικό υλικό, επισκέψεις σε αρχαιολογικούς χώρους και µουσεία, διαλέξεις προσκεκληµένων καθηγητών): — Χώρος φυσιολογικός-ψυχολογικός, οπτικός απτικός µη οµογενής, τριών διαστάσεων. Μυθολογικός χώρος (πρώιµοι πολιτισµοί – Land Art) Μύθος /σύµβολο. Ανθρωπολογική προσέγγιση – καταγωγή της έννοιας του χώρου και της Αρχιτεκτονικής. Contemplation-Contemplatio-Origin-Oriri. — Οπτική (αναφορά σε έργα της αρχαιότητας). — Προοπτική (αναφορά στην ιταλική και βόρεια αναγέννηση).

Page 31: Handbook 04 05

30

— Χώρος ορθολογικός-µαθηµατικός γεωµετρικός άπειρος, αναπαραστατικός, οµογενής, δύο διαστάσεων (αναφορά στους καλλιτέχνες που εκφράζουν αυτό το χώρο). — Εν δυνάµει χώρος, espace virtuelle (Αναµορφώσεις, φουτουρισµός, κυβισµός, M. Duchamp). — Η θεµελίωση της Αισθητικής (Jolann Jοachim Winckelmann-A. Warburg). Μετατοπίσεις: Προέλευση-∆ιαµονή-Μελαγχολία-Αποϊεροποίηση. Από τους συµµετέχοντες/-ουσες απαιτείται σχεδιαστική ικανότητα, γνώση Η.Υ., δυνατότητα αναγνώσεως στη γαλλική και αγγλική γλώσσα. (Θα γίνει κάθε δυνατή προσπάθεια για να ευρεθεί η ανάλογη βιβλιογραφία και στην ελληνική γλώσσα). Ανάµεσα στις υποχρεώσεις των συµµετεχόντων/-ουσων είναι η παρακολούθηση των προφορικών παραδόσεων, σύνταξη συγκριτικής µελέτης κειµένων και οπτικού υλικού καθώς και σχέδια-φωτογραφίες-σηµειώσεις από τις επισκέψεις αρχαιολογικών χώρων, µε σκοπό την κριτική παρουσίαση θεωριών, έργων τέχνης και µνηµείων, η οποία θα βασίζεται στα ερευνητικά στοιχεία που παρέχει το µάθηµα. Οι συµµετέχοντες/-ουσες ενηµερώνονται σ’ ένα ευρύ βιβλιογραφικό πεδίο, επιλέγουν και εξοικειώνονται µε τα βιβλιογραφικά στοιχεία που αντιστοιχούν στα ενδιαφέροντά τους και επιλέγουν κείµενα τα οποία παρουσιάζουν προς συζήτηση κατά εβδοµάδα.

Page 32: Handbook 04 05

31

ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ

Α. ΜΠΑΛΤΑΣ

Το µάθηµα δεν αφορά ολόκληρη τη φιλοσοφία του 20ου αιώνα αλλά µόνον εκείνα τα φιλοσοφικά ρεύµατα που σχετίσθηκαν άµεσα µε τις φυσικές επιστήµες και τα µαθηµατικά. Φιλοδοξεί δε να στοιχειοθετήσει µιαν αδρή επισκόπηση (και µόνο µια επισκόπηση) των διάφορων τρόπων µε τους οποίους η φιλοσοφία αντέδρασε στην ανάπτυξη των επιστηµών κατ’ αυτήν την περίοδο και προσπάθησε να διευθετήσει τις σχέσεις της µε τα επιτεύγµατά τους, αναµορφώνοντας τον εαυτό της αντίστοιχα. Η δοµή που ακολουθεί το µάθηµα είναι η εξής: – Εισαγωγή: Οι γενικές φιλοσοφικές προκείµενες του µαθήµατος και η επισκόπηση του περιεχοµένου του. – Το φιλοσοφικό τοπίο στο γύρισµα του αιώνα. – Οι εξελίξεις στα µαθηµατικά και η συναφής κρίση θεµελίων: Μη ευκλείδειες γεωµετρίες, αριθµοποίηση της ανάλυσης και θεµελίωση των πραγµατικών αριθµών, θεωρία συνόλων, προγράµµατα θεµελίωσης των µαθηµατικών, η νέα λογική. – Οι ριζικές αλλαγές στη φυσική: θεωρία της σχετικότητας και κβαντική µηχανική. – Τα επιτεύγµατα του Frege και οι απαρχές της αναλυτικής φιλοσοφικής παράδοσης. – Το πρόγραµµα του Russell: Από τη λογική θεµελίωση των µαθηµατικών στη φιλοσοφική ανάλυση της γλώσσας. – Ο ‘πρώιµος’ Wittgenstein. – Λογικός Θετικισµός και Λογικός Εµπειρισµός. – Η κριτική στον Λογικό Εµπειρισµό και τον Λογικό Θετικισµό: Popper και κριτικός ορθολογισµός. Quine και ‘φυσικοποιηµένη γνωσιολογία’. Στοιχεία από τη θεώρηση του Davidson και εκείνη του Sellars. – O ‘ύστερος’ Wittgenstein. – Η ‘ιστορικιστική’ στροφή και τα παράγωγά της: Hanson, Toulmin, Polanyi, Kuhn, Lakatos, Feyerabend, Laudan. – Η σηµερινή κατάσταση στη φιλοσοφία της επιστήµης, που µπορεί να αναλυθεί στις παρακάτω ενότητες, όπως απορρέουν και από τα παραπάνω: Κοινωνιολογία της επιστήµης και ‘κοινωνική κατασκευασιοκρατία’. Κοινωνική κατασκευασιοκρατία και ιστορία της επιστήµης. Η ρητορική διάσταση της επιστήµης. Ο επιστηµονικός ρεαλισµός και η νέα διαµάχη ρεαλισµού και αντιρεαλισµού. Van Fraassen, Hacking, Cartwright, νεότερες προσεγγίσεις. Οι προσεγγίσεις µέσω θεωρίας πιθανοτήτων. Το θεώρηµα του Bayes και οι εφαρµογές του στην εν γένει φιλοσοφία της επιστήµης.

Page 33: Handbook 04 05

32

Η φιλοσοφία των επιµέρους επιστηµών. Φιλοσοφία της φυσικής, της βιολογίας, της ψυχολογίας, της ιατρικής, της ‘επιστήµης των υπολογιστών’, των κοινωνικών επιστηµών. Επιστήµη και τεχνολογία. Η προσέγγιση της ‘γνωσιακής επιστήµης’. Η φιλοσοφία της επιστήµης ως ‘εφαρµοσµένη’ φιλοσοφία.

Page 34: Handbook 04 05

33

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ‘ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ’: ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΓΝΩΣΙΟΘΕΩΡΙΑΣ, ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗΣ

Ά. ΚΟΥΤΟΥΓΚΟΣ Β. ΓΚΑΝΙΑΤΣΑΣ

Η Αρχιτεκτονική, ως διαδικασία σχεδιασµού και πραγµατοποίησης υλικών κατασκευών, αποτελεί το κατεξοχήν ανάλογο της έννοιας της ‘κατασκευής’ για τις επιστηµονικές θεωρίες και το φιλοσοφικό στοχασµό. Όροι και έννοιες όπως ‘θεµέλιο’, ‘δοµή’, ‘συγκρότηση’, ‘χωρική υπόσταση’, και πολλές άλλες κυριαρχούν σε όλες τις επιστηµονικές θεωρίες και τα φιλοσοφικά συστήµατα από τους Σωκρατικούς διαλόγους του Πλάτωνα µέχρι τη φιλοσοφία του Descartes, τις ‘Κριτικές’ του Kant και τη Λογική και τη Φαινοµενολογία του Hegel. Ως κυρίαρχο ανάλογο της έννοιας της ‘κατασκευής’, η Αρχιτεκτονική παραπέµπει στην Κατασκευή ως υποκειµενική παρέµβαση και σχεδιασµό της υφιστάµενης πραγµατικότητας σε αντιδιαστολή µε την ‘αντικειµενική’ εξήγηση των φυσικών φαινοµένων. Το συγκεκριµένο µάθηµα πραγµατεύεται την κριτική θεώρηση των επιστηµονικών θεωριών και των φιλοσοφικών συστηµάτων ως ‘κατασκευών’ που εµπεριέχουν γνωσιοθεωρητική λογική διαδικασία, αισθητικές επιλογές και ηθική στάση. Το µάθηµα διαρθρώνεται σε τέσσερεις ενότητες: A. Η φιλοσοφία της Επιστήµης (Από τον Θετικισµό µέχρι τον Feyerabend – Λογικός Θετικισµός – Karl Popper – Thomas Kuhn – Imre Lakatos – Paul Feyerabend) B. Η Εξέλιξη της Γνωσιοθεωρίας (Θεωρίες Αλήθειας – Internalism – Externalism – Ρεαλισµός – Σχετικισµός – Σκεπτικισµός) Γ. Η Φιλοσοφία του Wittgenstein (Εντοπισµός του Αξιολογικού στη Μεθοδολογία – Η Ηθική ως Γλωσσικό Παιχνίδι – Η Αισθητική ως Γλωσσικό Παιχνίδι) ∆. Από την Αναζήτηση του Λόγου στην Κατασκευαστική ∆ύναµη του Κριτικού ∆ιαλόγου

Page 35: Handbook 04 05

34

ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ

Κ. ΙΕΡΟ∆ΙΑΚΟΝΟΥ

Στόχος του σεµιναρίου είναι η εξοικείωση των µεταπτυχιακών φοιτητών και φοιτητριών µε τη σύγχρονη συζήτηση γύρω από φιλοσοφικά ερωτήµατα σχετικά µε τις θεωρίες για την τέχνη, την αισθητική εµπειρία και την αξιολόγηση των έργων τέχνης. Πιο συγκεκριµένα, οι θεµατικές ενότητες που θα µας απασχολήσουν είναι: 1. Μπορούµε να ορίσουµε την τέχνη;

– Η θεσµική θεωρία της τέχνης – Η τέχνη ως ανοικτή έννοια – Μίµηση και αναπαράσταση – Έκφραση και συναίσθηµα – Μορφή

2. Είναι η αρχιτεκτονική τέχνη; 3. Οι αισθητικές κρίσεις είναι αντικειµενικές ή υποκειµενικές; 4. Ερµηνεία και αξιολόγηση του έργου τέχνης 5. Αντίγραφα και πλαστά έργα 6. Τέχνη και φεµινισµός Από τους συµµετέχοντες και τις συµµετέχουσες στο σεµινάριο θα ζητηθεί να κάνουν µια προφορική παρουσίαση βασισµένη στην ανάγνωση µέρους της σχετικής βιβλιογραφίας µιας θεµατικής ενότητας (ένα άρθρο ή ένα κεφάλαιο βιβλίου) και µια γραπτή εργασία στο τέλος του σεµιναρίου. Απαραίτητη είναι η καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας.

Page 36: Handbook 04 05

35

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΤΟΠΙΟΥ: Η ΣΧΗΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΟΠΙΑΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ

Κ. ΜΩΡΑΪΤΗΣ

Τα µαθήµατα πραγµατεύονται τη γέννηση της έννοιας του Τοπίου και τη συγκρότηση της Αρχιτεκτονικής Τοπίου ως επαγγελµατικής πρακτικής, στα πλαίσια της Νεώτερης ∆υτικής Ιστορίας. Ένας περισσότερο εκτεταµένος τίτλος της σειράς µπορεί εποµένως να συνοδεύεται από τον υπότιτλο: ‘Η γέννηση της έννοιας του Τοπίου και η συγκρότηση της Αρχιτεκτονικής Τοπίου στη Νεώτερη ∆υτική Ιστορία’. Όπως είναι φανερό από τον προηγούµενο τίτλο, η αναφορά των µαθηµάτων προσανατολίζεται ιστορικά στην περίοδο από την Αναγέννηση και µετά, περιγράφοντας καταρχήν τη γέννηση των µεγάλων τοπιακών κατευθύνσεων, της Γαλλικής και της Αγγλικής τοπιοτεχνίας. Στη συνέχεια εξετάζονται οι εγγύτερες χρονικά προσπάθειες. Περιγράφεται η µετακίνηση του ενδιαφέροντος από την επεξεργασία του φυσικού περιβάλλοντος στην εξέταση του αστικού τοπίου και εντοπίζονται µια σειρά από επιµέρους κατευθύνσεις αντιµετώπισης. Ο όρος ‘Τοπίο’, ισχυρίζεται η σειρά των µαθηµάτων, περιγράφει την πολιτιστική ερµηνεία του τόπου. Με την έννοια αυτή, η γέννηση των τάσεων της Αρχιτεκτονικής Τοπίου παρακολουθεί τη συγκρότηση και την εξέλιξη ευρύτερων πολιτιστικών τάσεων, οι οποίες ορίζουν τις παραστάσεις των δυτικών κοινωνιών για τον τόπο. Μια επιπλέον σηµαντική διαπίστωση είναι αυτή η οποία θα συνδέσει τη γέννηση της Αρχιτεκτονικής Τοπίου, µε µια διαδικασία σχηµατοποίησης των φυσικών δεδοµένων της αντίληψης. Η ιδιαίτερη έµφαση που δίδεται στην έννοια της σχηµατοποίησης, αποτελεί θετική συνεισφορά των µαθηµάτων της Ιστορίας και Θεωρίας του Τοπίου κατά την πρώτη περίοδο (1998-99) λειτουργίας του ∆ιατµηµατικού Προγράµµατος Μεταπτυχιακών Σπουδών. Κατά την περίοδο αυτή, ο διδάσκων, στην προσπάθειά του να ορίσει τα κοινά στοιχεία διαφορετικών ιστορικά περιόδων της νεώτερης τοπιοτεχνίας, χρησιµοποίησε τον όρο ‘σχηµατοποίηση’, εξηγώντας πώς αυτή ακολουθεί την προσπάθεια ελέγχου του φυσικού χώρου, είτε κατά την εικονική του αναπαραγωγή είτε, πολύ περισσότερο, κατά τη δοµική επέµβαση σε αυτόν. Ας επιχειρήσουµε στη συνέχεια να συνδέσουµε τη διερεύνηση του τοπίου µε την αρχιτεκτονική έρευνα γενικά, και ειδικότερα µε τους γνωστικούς συσχετισµούς, τους οποίους εξετάζει η συγκεκριµένη κατεύθυνση του ∆ιατµηµατικού Προγράµµατος Μεταπτυχιακών Σπουδών του Τµήµατος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών - τους γνωστικούς συσχετισµούς, που περιγράφονται ως ‘Σχεδιασµός-Χώρος-Πολιτισµός’. Θα ισχυριστούµε πως η συµµετοχή µιας σειράς µαθηµάτων, µε αντικείµενο την Ιστορία και τη Θεωρία του Τοπίου, συµβάλουν στη

Page 37: Handbook 04 05

36

διαµόρφωση του ευρύτερου αρχιτεκτονικού ερευνητικού πεδίου, για τέσσερεις τουλάχιστον βασικούς λόγους. 1. Κατά πρώτον, είναι ιδιαίτερα εµφανές πως ο όρος ‘τοπίο’ περιγράφει το ευρύτερο τοπικό υπόβαθρο, του φυσικού ή του αστικού τόπου, όπου η εστιασµένη αρχιτεκτονική κτηριακή δηµιουργία εντάσσεται. Με την έννοια αυτή, η αρχιτεκτονική σύνθεση υπονοεί κατ΄ανάγκην τη συµµετοχή της τοπιακής θεώρησης, ενώ αντίστροφα η αρχιτεκτονική ως ειδική δοµική παρουσία αποτελεί καθοριστικό στοιχείο της τοπιακής συγκρότησης. 2. Με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο ο όρος ‘τοπίο’ εµφανίζεται στις µέρες µας να αποκτά αυξηµένο ενδιαφέρον, συσπειρώνοντας στην περιοχή του συνεισφορές από µια σειρά επιµέρους επιστηµονικούς ή εκφραστικούς τοµείς. Αρχιτεκτονική, Πολεοδοµία, Κηποτεχνία, Γεωπονική, Οικολογία φαίνεται να αποτελούν επιστηµονικούς κλάδους που συµβάλουν στην κατανόηση και στην επεξεργασία του τοπίου. Αλλά η αντίληψη των σύγχρονων κοινωνιών για τα τοπία τους έχει επίσης προέλθει από τις νεώτερες τέχνες, τη φωτογραφία, τον κινηµατογράφο, το video, ενώ η ανάπτυξη της ηλεκτρονικής τεχνολογίας µεταβάλει ήδη ριζικά την αντίληψη αυτή. Η διερεύνηση του τοπίου λοιπόν, φαίνεται να περιγράφει όχι απλά µια διεπιστηµονική περιοχή, αλλά επιπλέον µια περιοχή όπου συγκλίνουν τα ενδιαφέροντα πολλών εκφραστικών κατευθύνσεων, µε άλλα λόγια µια περιοχή πολιτιστικά κεντρική για τις σύγχρονες κοινωνίες. 3. Αλλά το τοπίο, έχει επίσης υπάρξει πολιτιστικά κεντρικό, για µια ευρύτατη περίοδο της νεώτερης ιστορίας. Ξεκινώντας ήδη από την Αναγέννηση, οι νεώτερες δυτικές κοινωνίες αντιµετώπισαν την αρχιτεκτονική τοπίου ως σηµαντικότατο πολιτιστικό εγχείρηµα, όπου πλήθος επιµέρους επιστηµονικών κατευθύνσεων και καλλιτεχνικών συστηµάτων συνέκλιναν. Η διερεύνηση του τοπίου είναι λοιπόν σηµαντική, προκειµένου να κατανοήσουµε πληρέστερα το ιστορικό παρελθόν του Ευρωπαϊκού πολιτισµού και την αντίληψή του για την πολιτιστική επεξεργασία του τόπου. 4. Εξετάζοντας αυτό ιδιαίτερα το παρελθόν, την επιρροή της ζωγραφικής τοπιογραφίας στην κατασκευασµένη αρχιτεκτονική τοπίου, γίνεται εντονότατα αντιληπτό το γεγονός πως στην πολιτιστική ιστορία, οι κοινωνικές πρακτικές δεν αναπτύσσονται αποµονωµένα, αλλά καθορίζονται από πράξεις αµοιβαίας συνεισφοράς. Αυτή η σηµαντικότατη κατάδειξη, αποτελεί τον τέταρτο λόγο, για τον οποίο θεωρούµε πως η σειρά µαθηµάτων µε θέµα την Ιστορία και τη Θεωρία του Τοπίου συµβάλει στην κατανόηση του σχεδιασµού, της αντίληψης του χώρου και του πολιτιστικού τους περιβάλλοντος.

Page 38: Handbook 04 05

37

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΑΙΧΜΗΣ ΚΑΙ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ: ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟ ΣΤΗΝ ΚΑΘΟΛΙΚΗ ∆ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

∆. ΠΑΠΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ Ε. ΚΑΛΑΦΑΤΗ Α. ΣΤΑΥΡΙ∆ΟΥ Α. ΧΑΤΖΗΜΑΝΙΚΑΤΗΣ

Καθώς η παρουσία των νέων τεχνολογιών πληροφόρησης είναι πλέον δεδοµένη και οι εφαρµογές τους υπονοµεύουν και διαλύουν τη σιγουριά για το πώς συγκροτούνται οι λειτουργίες ενός κτιρίου, καθώς ενισχύεται η απορία για τη σχέση που έχει το άυλο της διαχείρησης της πληροφορίας µε την υλικότητα της αρχιτεκτονικής, έχουµε την αίσθηση ότι βρισκόµαστε σε ένα στάδιο συνεχών αλλαγών, που δεν αµφισβητούν µόνο το νόηµα των κτιρίων, αλλά απαιτούν έναν επαναπροσδιορισµό των εργαλείων µέσα από τα οποία σκέφτεται και δρα ο αρχιτέκτονας. Βρισκόµαστε πλέον αντιµέτωποι µε την πραγµατικότητα της µετάβασης από µια σηµερινή κατάσταση πραγµάτων, όπου το κτίριο έπρεπε να λειτουργεί µε συµβατικά δεδοµένα, σε µια µελλοντική, όπου το κτίριο θα ενέτασσε τις νέες τεχνολογίες πληροφόρησης. Υπάρχει η αίσθηση ότι, σε αυτή τη µετάβαση, το κτίριο εξαφανίζεται, διαφεύγει, δηµιουργώντας απορία για τη σχέση των νέων δεδοµένων µε τη µορφή. Αυτό που ενδεχοµένως πρέπει να εφαρµοστεί, δεν είναι απλώς ένα κτιριολογικό πρόγραµµα, αλλά ένα σενάριο πιθανών αλλαγών σε διάφορα στάδια, όπου το εικονικό καταλαµβάνει βαθµηδόν τη θέση του πραγµατικού και αλλάζει την ταυτότητα του κτιρίου. Η επικράτηση των νέων τεχνολογιών διαχείρισης της πληροφορίας, το πέρασµα από την κοινωνία της κατανάλωσης στην κοινωνία της πληροφορίας, η ανάπτυξη θεωριών που αναφέρονται στην πολυπλοκότητα, βρίσκονται πλέον στο επίκεντρο προβληµατισµών που αναζητούν τον επαναπροσδιορισµό βασικών συνιστωσών της αρχιτεκτονικής θεωρίας και πρακτικής. Με τη σειρά του, το αρχιτεκτονικό παράδειγµα δεν είναι ένας παθητικός δέκτης αλλαγών, αλλά καλείται να παίξει ένα σηµαντικό ρόλο, ως κατ’ εξοχήν πεδίο όπου διερευνώνται οι σχέσεις υλικού και άυλου. Ταυτόχρονα, ο αρχιτεκτονικός σχεδιασµός συµµετέχει ενεργά στις αλλαγές που σχετίζονται µε τις πρόσφατες τεχνολογικές τοµές. Καθώς το κτίριο-µηχανή παραχωρεί τη θέση του στο κτίριο-κόµβο σε δίκτυο, αναπτύσσεται ο προβληµατισµός γύρω από υβριδικές µορφές κτιρίων, γύρω από κτίρια κελύφη που γίνονται φορείς αλλαγών και συνδέουν την ανέγερση (κατασκευή) τους µε την αρχιτεκτονική της πολυπλοκότητας.

Page 39: Handbook 04 05

38

Ένας από τους κύριους στόχους του µαθήµατος είναι να µένει ανοικτός ο προβληµατισµός γύρω από το δίπολο ‘εν δυνάµει’ (virtual) και ‘πραγµατωµένο’ (actual), που έχει αρχίσει τις προηγούµενες χρονιές, µε τον προσδιορισµό της πολλαπλής του παρουσίας στην αρχιτεκτονική θεωρία και πρακτική. Το ψηφιακό αντιµετωπίζεται ως πραγµατικό και εν-τοπισµένο: Ροϊκό, µη ιεραρχικό, µεταβαλλόµενο, ενδεχοµένως χωρίς σταθερό τόπο, αλλά όχι εκτός τόπων. Το µάθηµα επιδιώκει να είναι ανοικτό πλαίσιο ανάπτυξης θεµάτων, που σηµαίνει ότι κύριος στόχος του δεν είναι µόνο η παροχή ενός συγκεκριµένου σώµατος γνώσεων. ∆ε θα µπορούσε άλλωστε να συµβαίνει κάτι τέτοιο σε µία περιοχή όπου οι αλλαγές και οι εξελίξεις είναι συχνές και ταχύτατες. Στο µάθηµα συµµετέχουν διδάσκοντες που εργάζονται ο καθένας σε ένα τοµέα ή περιοχή, γύρω από ένα κοινό ιστό / σκελετό και αναπτύσσουν συγκλίνουσες ή/και αποκλίνουσες απόψεις. Οι περισσότερες παρουσιάσεις τους αναφέρονται σε εργασίες τους που είναι σε εξέλιξη. Οι σπουδαστές καλούνται να συµµετέχουν αποδεχόµενοι αυτούς τους ανοιχτούς κανόνες παιχνιδιού, συµβάλλοντας µε την ανάπτυξη σε βάθος ενός από τα θέµατα που προτείνονται, ή µε τη διεύρυνση της θεµατολογίας προς νέες κατευθύνσεις. Σε αυτή τη λογική, η πρώτη ώρα καλύπτεται από τις παρουσιάσεις διδασκόντων και προσκεκληµένων του µαθήµατος, ενώ οι δύο άλλες θα διατίθενται σε παρουσιάσεις, συζητήσεις και εργασία γύρω από το θέµα. Το ανοικτό πλαίσιο ανάπτυξης θεµάτων δεν στερείται ωστόσο µιας συνεκτικής λογικής, ενός ιστού, που υλοποιείται µέσα από την δηµιουργία του web site του µαθήµατος και που φιλοξενεί τα περιεχόµενα του µαθήµατος, εργασίες διδασκόντων και σπουδαστών, συνδέσεις µε άλλα sites σχετικά µε το µάθηµα ή που προτείνουν νέες κατευθύνσεις έρευνας. Το πώς δηµιουργείται και αναπτύσσεται αυτό το web site είναι αντικείµενο εργασίας και συζητήσεων διδασκόντων και όσων από τους σπουδαστές ενδιαφέρονται.

2004–2005: Η Μεσόγειος Στη συνέχεια των δύο προηγούµενων ετών, που τέθηκε το ζήτηµα της διατοπικότητας (2002-2003) και των διασυνδεδεµένων τοπικοτήτων (2003-2004), ο επαναπροσδιορισµός της τοπικότητας µέσα από τις τεχνολογίες της πληροφορίας, θα εξακολουθεί να είναι αντικείµενο του µαθήµατος. Ο σχεδιασµός και ο ορισµός της τοπικότητας εµµένει ως στόχος της αρχιτεκτονικής. Η τοπικότητα, ωστόσο, επαναπροσδιορίζεται επειδή συµµετέχει σε δέσµες δικτύων που επηρεάζουν την ταυτότητα και τη δοµή της, αναγκάζοντάς την να εξελίσσεται µε το χρόνο. Ο επαναπροσδιορισµός της µας επιτρέπει να την επανεισάγουµε στο σχεδιαστικό στοχασµό, ιδίως σε γεωγραφικά περιβάλλοντα, όπου αποτελούσε για πολύ καιρό µια επιχειρησιακή έννοια για την θεωρία και τον σχεδιασµό του χώρου.

Page 40: Handbook 04 05

Μια µεταβαλλόµενη και µετασχηµατιζόµενη ψηφιακή πραγµατικότητα επιτελεί µια αδιάκοπη δυνητικοποίηση του υπάρχοντος. Το ψηφιακό, δηλαδή, δεν προτείνει µια απότοµη αλλαγή, αλλά έναν διαρκή µετασχηµατισµό αυτού που είναι ήδη εδώ. Η τοπικότητα απαιτεί µια κριτική επανεκτίµηση και αναλαµβάνει έναν καινούργιο ρόλο. Ιδιαίτερα όταν διακρίνεται από ιστορικό βάθος και όταν η πραγµατικότητα δικτύων είναι εγγεγραµµένη σε αυτή. Στην παραπάνω προοπτική, το ερώτηµα που θα τεθεί (ευθαρσώς) αυτή την χρονιά είναι: ‘Μπορεί να υπάρξει µια “µεσογειακή” διάσταση στην ψηφιακή εµπλοκή της αρχιτεκτονικής;’ Επειδή το µάθηµα στόχο έχει την παραγωγή απόψεων από τους σπουδαστές ως µονάδες, οµάδες αλλά και σύνολο, το τελικό αποτέλεσµα θα πρέπει να δείχνει τους διαφορετικούς θεµατικούς άξονες µέσα από τους οποίους είναι δυνατόν να προσεγγίσουµε το παραπάνω ερώτηµα.

http://www.ntua.gr/archtech Web site σε άµεση σχέση µε το µάθηµα, που έχει αναπτυχθεί µε συµµετοχή διδασκόντων και συνεργατών, όπου περιλαµβάνονται αναλυτικά τα προηγούµενα µαθήµατα, ερευνητικές εργασίες, σύνδεσµοι και βιβλιογραφία του µαθήµατος.

39

Page 41: Handbook 04 05

40

ΤΥΠΟΛΟΓΙΑ: ΧΩΡΟΣ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

Γ. ΠΑΡΜΕΝΙ∆ΗΣ Π. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Α. ΒΟΖΑΝΗ Α. ΚΟΥΡΝΙΑΤΗ Ν. ΜΑΡΜΑΡΑΣ

Ο σχεδιασµός του βιοµηχανικού αντικειµένου είναι ένας τοµέας του αρχιτεκτονικού σχεδιασµού που άπτεται πολλών θεµάτων του σχεδιασµού εσωτερικών χώρων, καθώς έχουν σε µεγάλο βαθµό κοινά ζητήµατα µελέτης όσον αφορά την κλίµακα και τη λειτουργία µέσα στον χώρο. Ωστόσο, όταν ένα αντικείµενο δε σχεδιάζεται ως µοναδικό για τον εξοπλισµό ενός συγκεκριµένου χώρου, αλλά ως εµπόρευµα για να διατεθεί µαζικά σε µια συγκεκριµένη αγορά, διογκώνονται ορισµένες απαιτήσεις για τη σύλληψη και υλοποίησή του, που ούτως ή άλλως ενυπάρχουν στον αρχιτεκτονικό σχεδιασµό.

Οι αρχές σχεδιασµού του βιοµηχανικού αντικειµένου συγκροτούνται κατά τον συγκερασµό των δεδοµένων του προγράµµατος για την παραγωγή-διάθεση του προϊόντος και των απαιτήσεων για τον προσδιορισµό τυποποιήσιµων µορφών. Οι έννοιες του τύπου, της τυποποίησης, της τυπικής µορφής αποτελούν βασικά εργαλεία στο σχεδιασµό του βιοµηχανικού αντικειµένου, καθώς µέσα από αυτές, τόσο σε παραγωγικό όσο και σε συµβολικό επίπεδο, είναι δυνατή η διαχείριση του µαζικού χαρακτήρα του βιοµηχανικού αντικειµένου. Ο τύπος προσδιοριζόµενος µορφολογικά ως προς τον έλεγχο του καινοφανούς στη µορφή, ή τεχνικά ως προς την οικονοµική διαχείριση των παραγωγικών δυνατοτήτων, ή λειτουργικά ως προς την ανταπόκριση στις δραστηριότητες του µέσου καταναλωτή, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ορθολογική σύλληψη του βιοµηχανικού αντικειµένου.

Σύµφωνα µε τα παραπάνω, το βιοµηχανικό αντικείµενο εµφανίζεται ως ένα ιδιαίτερα ευνοϊκό γνωστικό πεδίο για την προσέγγιση του θέµατος της τυπολογίας. Στο µάθηµα επιχειρείται ο εννοιολογικός συσχετισµός του βιοµηχανικού αντικειµένου µε τον χώρο, τον χώρο ως πεδίο ανάπτυξης των δραστηριοτήτων µας αλλά και ως αναπαράσταση του κόσµου. Με τον τρόπο αυτό η µελέτη του τύπου στο βιοµηχανικό αντικείµενο µπορεί να προσεγγισθεί ως ένα εργαλείο ερµηνείας και διαχείρισης των µορφών που υπερβαίνει την ειδική εφαρµογή του βιοµηχανικού σχεδιασµού και αναφέρεται γενικότερα στη νοηµατοδότηση του αρχιτεκτονικού σχεδιασµού. Η µελέτη του τύπου, γενικά, σχετίζεται µε τη γένεση της αρχιτεκτονικής µορφής, τη συστηµατοποίηση της αρχιτεκτονικής γνώσης και την κατανόηση της διαδικασίας σχεδιασµού. Η ποικιλία των σηµασιών που έχουν αποδοθεί στην έννοια του τύπου µέσα στην ιστορία σχετίζεται µε την εξέλιξη της αρχιτεκτονικής µορφής – της αναπαράστασης του κόσµου. Για την κατανόηση

Page 42: Handbook 04 05

41

της σηµασίας του τύπου πρέπει να πάρουµε µια απόµακρη απόσταση από την ιστορία και τους τρόπους χρήσης του όρου, θεωρώντας τον όρο τύπο ως ένα εννοιολογικό σχήµα, ή παράδειγµα που επιτρέπει την διανοητική δηµιουργία. Το µάθηµα δοµείται σε 3 ενότητες: – Η πρώτη είναι εισαγωγική και αναφέρεται στα εννοιολογικά εργαλεία συγκρότησης τυπικών µορφών και στην ερµηνευτική τυπολογία του βιοµηχανικού αντικειµένου. – Η δεύτερη είναι η κύρια και αναφέρεται στη διαχειριστική τυπολογία του βιοµηχανικού αντικειµένου η οποία συγκροτείται εννοιολογικά σύµφωνα µε τις διαδικαστικές, συναρτησιακές, κατηγορηµατικές σχέσεις του υποκειµένου µε το αντικείµενο. – Η τρίτη αναφέρεται στην εκπόνηση της άσκησης του µαθήµατος όπου κατά την προκαταρκτική µελέτη ενός βιοµηχανικού αντικειµένου ζητείται η εφαρµογή των διαδικαστικών τυπικών µορφών για την τεκµηρίωση των κεντρικών ιδεών σχεδιασµού, και κατά την προµελέτη ενός βιοµηχανικού αντικειµένου ζητείται η εφαρµογή των κατηγορηµατικών τυπικών µορφών για την τεκµηρίωση των εναλλακτικών επιλύσεων στον σχεδιασµό.

Page 43: Handbook 04 05

42

Page 44: Handbook 04 05

43

3η κατηγορία: Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΕΙΘΑΡΧΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ

ΣΩΜΑΤΑ ΓΝΩΣΗΣ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ

Page 45: Handbook 04 05

44

Page 46: Handbook 04 05

45

ΒΙΟΚΛΙΜΑΤΙΚΟΣ ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ

E. EΥΑΓΓΕΛΙΝΟΣ H. ZΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ Σ. ΓΙΑΝΝΑΣ Θ. ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ E. ΣΤΟΥΡΝΑ-TΡΙΑΝΤΗ Γ. ΦΑΤΣΕΑΣ

H ενσωµάτωση των περιβαλλοντικών παραµέτρων στον αρχιτεκτονικό σχεδιασµό, στοιχείο που χαρακτηρίζει την παραδοσιακή αρχιτεκτονική, αποδυναµώθηκε στον αιώνα µας µε την θεώρηση του κτηρίου ως ‘µηχανής διαβίωσης’ ανεξάρτητης από το άµεσο φυσικό περιβάλλον της. Όµως µε καθοριστική αφορµή την ενεργειακή κρίση στην δεκαετία του 1970, άρχισε να αναγνωρίζεται διεθνώς η αναγκαιότητα αντιµετώπισης του κτηρίου ως ‘ζωντανού µηχανισµού’ σε άµεση συνάφεια µε το φυσικό περίγυρό του. Έτσι προς το τέλος εκείνης της δεκαετίας αναπτύχθηκε η τάση για παθητικό ηλιακό σχεδιασµό, µε κύριο στόχο τότε την εξοικονόµηση ενέργειας. Πέρα από την εµπειρία που αποκτήθηκε από εφαρµογές και έρευνα στον κτηριακό σχεδιασµό, η τάση αυτή βοήθησε στον επαναπροσδιορισµό της συλλειτουργίας του κτηρίου µε το περιβάλλον. Κατά τα µετέπειτα χρόνια έγιναν αντιληπτές οι ευρύτερες επιπτώσεις των κτηρίων στο οικοσύστηµα µε αποτέλεσµα τον τονισµό της οικολογικής διάστασης της αρχιτεκτονικής. Προς το παρόν οι τρέχουσες αναλυτικές και αποσπασµατικές µέθοδοι προσδιορισµού της περιβαλλοντικής συµπεριφοράς του δοµηµένου χώρου έχουν αποµονώσει τις πολύπλευρες παραµέτρους της αρχιτεκτονικής δηµιουργίας. Έτσι, αυτή περιορίζεται σε απλή συλλογή και άθροιση στοιχείων που εισηγούνται ειδικοί από τους οποίους απουσιάζει η συνολική της εποπτεία. Στον τοµέα αυτό, τόσο στις σχολές αρχιτεκτονικής όσο και στην επαγγελµατική πρακτική, υπάρχει το πρόβληµα της επικοινωνίας ανάµεσα σε διαφορετικές ειδικότητες που αφορούν διαφορετικές αλλά αλληλοσυνδεόµενες περιοχές γνώσης. Σε µια εποχή αύξουσας εξειδίκευσης υπάρχει αναγνωρισµένη ανάγκη για την ενσωµάτωση αυτών των γνώσεων στην αρχιτεκτονική παιδεία. Κι αυτό γιατί η βασική στρατηγική συσχετισµού Κτηρίου-Περιβάλλοντος πρέπει, µεταξύ άλλων, να αντιµετωπίζεται από τη φάση της προµελέτης που έχει θεµελιώδη σηµασία για τη δυνατότητα µετέπειτα τροποποιήσεων. Η µέχρι τώρα αντιµετώπιση των κλιµατικών παραµέτρων γίνεται συνήθως µε έµφαση στην ενέργεια την απαιτούµενη για την θέρµανση, το δροσισµό και τον φωτισµό των κτηρίων. H σηµασία της δηµιουργίας ενός περιβάλλοντος που θα ικανοποιεί τόσο το ενεργειακό ισοζύγιο όσο και τις ανάγκες ποιοτικής διαβίωσης, υποτιµήθηκε και παρέµεινε ανεκµετάλλευτη. Το ίδιο ισχύει και για την ευκαιρία συγκρότησης µιας σύγχρονης

Page 47: Handbook 04 05

46

αρχιτεκτονικής ‘γλώσσας’ µε επιµέρους τοπικές ‘διαλέκτους’, που να εκφράζει το τρίπτυχο ‘Άνθρωπος’, ‘Κτήριο’, ‘Περιβάλλον’ πειστικά αλλά και θελκτικά. Oι λόγοι της απουσίας συνειδητής ενσωµάτωσης των φυσικών παραµέτρων στον κτηριακό σχεδιασµό ποικίλλουν και θα αναπτυχθούν στην διάρκεια των εισηγήσεων. Η γνωστική περιοχή ‘Bιοκλιµατικός Σχεδιασµός’ αποσκοπεί στην κατανόηση της συνάφειας του δοµηµένου χώρου και του φυσικού περιβάλλοντος, καθώς και στην παροχή αντιστοίχων γνώσεων και εργαλείων σχεδιασµού. Mέσω σειράς διαλέξεων, σεµιναρίων, εργαστηρίων, επισκέψεων, παρουσιάσεων και ασκήσεων, η γνωστική περιοχή έχει ως εκπαιδευτικό στόχο την κατανόηση βασικών αρχών σχεδιασµού, κατασκευής και λειτουργίας κτιρίων για - τη βελτίωση της θερµικής και οπτικής άνεσης που παρέχουν στους ενοίκους τους, και - τη µείωση των δυσµενών επιπτώσεών τους στο περιβάλλον, αποβλέποντας στην ικανοποίηση όχι µόνο των ποσοτικών αλλά κυρίως των ποιοτικών απαιτήσεων του δοµηµένου χώρου.

Page 48: Handbook 04 05

47

ΤΟ ΟΜΟΙΩΜΑ: ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΦΥΣΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΙΟΝΕΙ (VIRTUAL) ΧΩΡΟΥ

Ι. ΒΕΝΕΡΗΣ Λ. ΒΙΡΙΡΑΚΗΣ Σ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΙ∆ΟΥ

Κεντρική κατηγορία για την ΠΕ είναι η πληροφορία. Κεντρική έννοια για τις µεθόδους της ΠΕ είναι το οµοίωµα. Το virtual, ως τεχνολογία οµοιωµάτων, προκαλεί αµηχανία στους ‘ειδικούς’. Ακόµη και η απόδοσή του στα ελληνικά τους δυσκολεύει. Λάθος όροι χρησιµοποιούνται: ‘εικονικό’ (όπως στην ‘εικονική συναλλαγή’ ή όπως στην εικόνα;), ‘δυνητικό’, ή ‘δυνάµει’ (σε αντιπαράθεση µε το ‘ενεργεία’;), κτλ. Το virtual πρέπει να αποδοθεί µε τον όρο ‘οιονεί’, που είναι αρχαιοελληνικός µεν, ακριβής δε. Με µια ορισµένη έννοια το virtual, µε διάφορες µορφές, έχει µακρά ιστορία, πράγµα που ίσως δεν γίνεται κατανοητό για όσους συλλαµβάνουν το χρόνο γραµµικά ή για όσους δεν µελετούν την ιστορία. Επίσης, το διαδίκτυο είναι µόνο µια διάσταση του πράγµατος. Οι εµπλεκόµενες τεχνολογίες είναι πολύ περισσότερες και οι εµπλεκόµενες δραστηριότητες πάµπολες. Αυτά ορίζουν και την προοπτική της οιονεί αρχιτεκτονικής, µέσα και πέρα από το διαδίκτυο. Η θεµατολογία των µαθηµάτων οργανώνεται σύµφωνα µε τις εξής ενότητες: – Είδος και είδωλο. Αληθινά και ψεύτικα οµοιώµατα, Φύσει και θέσει οµοιώµατα. – Η Πληροφορική Επανάσταση. Ύλη - ενέργεια – πληροφορία. Η εµφάνιση της οιονεί πραγµατικότητας (virtual reality). – Οµοιώµατα µε βάση τις θεωρίες συστηµάτων και την κυβερνητική (cybernetics). – Κυβερνητικό οµοίωµα, κυβερνοχώρος, τεχνολογίες οµοίωσης. – Οµοιώµατα δυναµικών συστηµάτων . Πολυπλοκότητα, fractals, αυτο-οργάνωση. – Το ψηφιακό οµοίωµα κτιρίου ως οµοίωµα αποτελέσµατος: προηγµένο 2-∆ ή 3-∆ γραµµικό σχέδιο του προς κατασκευή κτηρίου, προσοµοίωµα ιδιοτήτων του προς κατασκευή κτηρίου. – Φυσικό και ψηφιακό οµοίωµα κατά τη διαδικασία σύνθεσης. – Το ψηφιακό οµοίωµα κτηρίου ως οµοίωµα διαδικασίας: Σύστηµα παραγωγής του κτηρίου (Computer Integrated Manufacturing, Integrated Building Systems, virtual & robotics), σύστηµα ελέγχου του (‘έξυπνου’) κτηρίου. Εφαρµογή του κυβερνητικού οµοιώµατος.

Page 49: Handbook 04 05

48

– Το ψηφιακό οµοίωµα κτηρίου ως οιονεί συµπλήρωµα/επέκταση του κτηρίου. Χώροι µικτής πραγµατικότητας. Το ψηφιακό οµοίωµα ως οιονεί κτήριο. Το οιονεί κτήριο ως δια-χρονικό και δια-χωρικό ‘συµβάν’ (event). Χώροι πολλών διαστάσεων. Οµοιώµατα ως εικόνες χωρίς ιστορία, ‘κενά’ (void) κτήρια. – Οµοίωµα χώρου εργασίας στο ∆ιαδίκτυο. Οµοίωµα προσώπου – προσωπείο. Η εµφάνιση του χρήστη στον κυβερνοχώρο. Η σηµειολογία της οιονεί οντότητας. – Σχεδιασµός υλικού - σχεδιασµός οιονεί κτηρίου: µέθοδοι επίλυσης του αρχιτεκτονικού προβλήµατος που βασίζονται στην αρχιτεκτονική θεωρία. Λειτουργισµός, ελεµενταρισµός, τυπολογία, καταστάσεις/συµβάντα και το ζήτηµα της αρχιτεκτονικής συνθετικής θεωρίας του κυβερνοχώρου. ‘Κατάλληλη’ χρήση προγραµµάτων σχεδίασης µε υπολογιστή. – Οµοιώµατα αστικών συστηµάτων: χωρική αλληλεπίδραση, δυναµικά συστήµατα, κ.α. Το οµοίωµα DYMUST (DYnamic Model of Urban Structural Transformations). Οιονεί χωρικά συστήµατα. – Οµοιώµατα στη λογοτεχνία. Από το Νάρκισσο στον Νευροµάντη. Φορητοί και ‘φορετοί’ υπολογιστές και περιφερειακά.

Page 50: Handbook 04 05

ΠΛΑΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

Ν. ΛΑΣΚΑΡΗΣ Σ. ΠΑΠΑ∆ΟΠΟΥΛΟΣ Ι. ΓΡΗΓΟΡΙΑ∆ΗΣ Γ. ΓΥΠΑΡΑΚΗΣ

Στην αρχιτεκτονική έρευνα, τα σύγχρονα οπτικοακουστικά µέσα και οι νέες τεχνολογίες χρησιµοποιούνται συνήθως για να περιγράψουν και να απεικονίσουν πληρέστερα τη µελέτη, το κατασκευασµένο κτήριο, την πόλη ή ακόµα για να αναβαθµίσουν και να διαφηµίσουν µε όρους σύγχρονης απεικονιστικής ‘ωραιοποίησης’ την επικρατούσα διαµεσολαβητική εικόνα του αρχιτέκτονα. Ωστόσο, όπως συµβαίνει σε διεθνές πανεπιστηµιακό επίπεδο έρευνας της αρχιτεκτονικής, αναζητούµε τις σηµαντικές απεικονιστικές δυνατότητες των νέων ψηφιακών τεχνολογιών, παρέχοντας επιπλέον παγκόσµια µετάδοση και διάδοση της αρχιτεκτονικής πληροφορίας, ξεπερνώντας τη γνωστή µίµηση/επανάληψη του ‘πραγµατικού’, προτείνουµε µεθόδους και τεχνικές προσοµοίωσης και απεικόνισης που χρησιµοποιούνται ανάλογα µε τις εξειδικευµένες δηµιουργικές και συνθετικές διαστάσεις και χαρακτηριστικά τους.

Η συµβολή του µαθήµατος στον εµπλουτισµό των εννοιολογικών εργαλείων για την πολλαπλή ανάλυση του αντικειµένου της αρχιτεκτονικής µάς οδηγεί στην πρακτική και θεωρητική διερεύνηση της συσχετιστικής δυνατότητας των συγκεκριµένων εργαλείων µε τα συνήθη στους αρχιτέκτονες συστήµατα αναπαράστασης και απεικόνισης, έτσι ώστε οι χειρισµοί των ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΩΝ ΜΕΣΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ να υπηρετούν ουσιαστικά την αρχιτεκτονική αντίληψη και

49

Page 51: Handbook 04 05

σύνθεση και όχι την αυτοτέλεια της οπτικοακουστικής γλώσσας σαν καλλιτεχνικής και µόνο διατύπωσης της ιδέας/ευρήµατος, µε τρόπο αποσπασµατικό και αυτονοµηµένο από το κοινωνικό/επικοινωνιακό πλαίσιο, όπως συνήθως αυτoικανοποιείται και εξαντλείται σαν εικαστικό γεγονός.

Το ζήτηµα της ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗΣ του χώρου, βασικό στην ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ και στην ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ, προσεγγίζεται µε συγκριτική εξέταση µεταξύ της ΣΗΜΕΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ και της Εµπειρικής ΣΥΝΘΕΣΗΣ της ΕΙΚΟΝΑΣ. Με βασική υπόθεση ότι η Επιστήµη της ΣΗΜΕΙΟΛΟΓΙΑΣ έχει ως αντικείµενο έρευνας την Τελική Μορφή της ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗΣ, ενώ ο συνθέτης της ΕΙΚΟΝΑΣ έχει ως αντικείµενο έρευνας την ∆ιαδικασία Παραγωγής της, το µάθηµα επιχειρεί να καταδείξει τη διάσταση µεταξύ των κανόνων ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ και ΣΥΝΘΕΣΗΣ της ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗΣ, που προκύπτουν από τα δύο αυτά Γνωσιολογικά Συστήµατα. Με ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΡΦΩΝ ΚΑΙ ∆ΟΜΩΝ της ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗΣ ως προς: - Τη ΣΗΜΕΙΟΛΟΓΙΚΗ προσέγγιση που ανάγει την ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ στη Γραµµατική και το Συντακτικό της Γλώσσας, και - Τη διαδικασία της Σύνθεσης της ΕΙΚΟΝΑΣ που σηµασιοδοτεί την ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ, τη Λειτουργία της ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ και τη ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΣΥΝΘΕΣΕΩΝ–ΕΙΚΟΝΩΝ όπου η ΣΗΜΕΙΟΛΟΓΙΑ επέδρασε καταλυτικά στα τελευταία 30 χρόνια, κυρίως σαν Πανεπιστηµιακή ∆ιδασκαλία σε Ευρώπη και Αµερική, στα πλαίσια των Ερευνών και Σπουδών για την ΑΝΤΙΛΗΨΗ, ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ.

50

Page 52: Handbook 04 05

51

ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΙ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ: ΞΥΛΙΝΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΛΛΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ

Π. ΤΟΥΛΙΑΤΟΣ

Η ξύλινη κατασκευή (φέρουσα και µη φέρουσα) κατέχει σήµερα ένα όλο και αυξανόµενο διεθνώς πέδιο δοµικών εφαρµογών. Καλύπτει τρεις περιοχές δραστηριότητας από την άποψη της κλίµακας της κατασκευής: 1. Μικρής κλίµακας ξύλινες κατασκευές (έπιπλο, κουφώµατα, επενδύσεις, πατώµατα, οροφές κ.λ.π.). 2. Μεσαίας κλίµακας ξύλινες κατασκευές (κατοικία και εν γένει κτίσµατα έως και 3 ορόφους, µικρές γέφυρες κ.λ.π.). 3. Μεγάλης κλίµακας ξύλινες κατασκευές (χώροι µεγάλων ανοιγµάτων 20 έως 150 µ., γέφυρες µεγάλου ανοίγµατος κ.λ.π.). Στη Νότια Ευρώπη, και ιδιαίτερα στην Ελλάδα, οι κατηγορίες 1 και 3 βρίσκουν ευρύτερη εφαρµογή. Η µεγάλη αντοχή σε σχέση µε το µικρό ίδιο βάρος, η ταχύτητα της εφαρµογής, η εναλλαξιµότητα της κατασκευής, η εξαίρετη συµπεριφορά σε δυναµικές καταπονήσεις, η δυνατότητα υπολογισµού σε αντοχή σε πυρκαγιά, η εξασφάλιση της ασηψίας του ξύλου και έτσι διασφάλιση πολύ µεγάλης ανθεκτικότητας χωρίς ανάγκη συντήρησης, είναι µερικοί από τους λόγους διάδοσης της ξύλινης κατασκευής στα µεγάλα ανοίγµατα. Στη χώρα µας, η έλλειψη πρόσφατων προτύπων και σχετικής εµπειρίας (σε αντίθεση µε τη µακρότατη και πλουσιότατη εµπειρία του παρελθόντος) δηµιουργεί είτε δισταγµό στο σχεδιασµό τέτοιων κατασκευών είτε, ακόµα χειρότερο, λάθος προσέγγιση. Η χρήση φυσικού ξύλου ή κάποιας βιοµηχανοποιηµένης µορφής ξύλου (π.χ. συγκολλητό ξύλο, αντεπικολλητή ξυλεία κ.λ.π.) ελάχιστα επηρεάζει την µεθοδολογία σχεδιασµού, κατασκευής, προστασίας, συντήρησης κ.λ.π. µιας ξύλινης κατασκευής. Εποµένως, η σωστή ενηµέρωση ενός/µιας τεχνικού και η εξοικείωσή του/της µε το ξύλο σαν υλικό και την ξύλινη κατασκευή γενικότερα, τον/την καθιστά ικανό/-ή να προσεγγίσει και επιλύσει προβλήµατα σχεδιασµού, κατασκευής και συντήρησης τόσο µιας παλαιότερης όσο και της σύγχρονης ξύλινης κατασκευής. Η υψηλή σεισµεικότητα της περιοχής µας ευνοεί πολύ τη χρήση της ξύλινης κατασκευής, γεγονός εξάλλου γνωστό και εφαρµοζόµενο από τη Μινωική ακόµα εποχή. Παρ’ότι στο Ε.Μ.Π. οι σπουδαστές/-τριες του Τµήµατος Αρχιτεκτόνων στο µάθηµα της Οικοδοµικής ΙV έχουν την ευκαιρία να ενηµερωθούν για τις βασικές γνώσεις γύρω από το ξύλο και την ξύλινη κατασκευή, τα λίγα αυτά µαθήµατα δεν είναι βέβαια σε θέση να καλύψουν το ευρύτατο φάσµα εφαρµογών και τεχνολογίας του δοµικού αυτού συστήµατος, όπως τούτο έχει αναπτυχθεί στην Ευρώπη σήµερα. Για την εξοικείωση, µέρους τουλάχιστον, των αρχιτεκτόνων στον τοµέα των Ξύλινων Κατασκευών, απαιτείται η ανάπτυξη των παρακάτω γνωστικών περιοχών:

Page 53: Handbook 04 05

52

– Γενική Εισαγωγή: Η ξύλινη κατασκευή στην Παγκόσµια και την Ελληνική ∆οµική Ιστορία. Η διαχρονικότητα και η παγκοσµιότητα της ξύλινης κατασκευής. Η ναυπηγική και η ξύλινη κατασκευή. – ∆οµή και Ιδιότητες του Ξύλου: Η δοµή και η ανισοτροπία του υλικού. Τα είδη και οι ποιότητες της ξυλείας. Η ξυλεία και το δένδρο. Το ξύλο και η περιεχόµενη σ’αυτό υγρασία. Συστολοδιαστολές – Παραµορφώσεις. Αντίδραση και συµπεριφορά του ξύλινου στοιχείου στις διάφορες µορφές φόρτισης. Ανθεκτικότητα του ξύλου – Γήρανση. – Μορφές του Ξύλου στη ∆όµηση: Το ξύλο στη φυσική του µορφή. Στρογγυλή ξυλεία. Πελεκητή ξυλεία. Πριστή ξυλεία. Τυποποίηση ξύλινων στοιχείων στην αγορά. Βιοµηχανοποιηµένες µορφές ξύλινων στοιχείων: Αντεπικολλητή ξυλεία, Μοριοσανίδα, Πηχοσανίδα, Ινοσανίδα κ.λ.π. Συγκολλητό ξύλο: τρόπος παραγωγής – Ιδιότητες – Χρήσεις. – Συνδέσεις Ξύλινης Κατασκευής: Το αρθρωτό της ξύλινης κατασκευής. Η σηµασία της σύνδεσης και ο σχεδιασµός της σύνδεσης τύπου ξυλοδεσιάς, δηλ. µε τη διαµόρφωση των άκρων των ξύλινων στοιχείων. Συνδέσεις µε τη χρήση κόλλας. Συνδέσεις µε τη χρήση βοηθητικού συνδετηρίου στοιχείου όπως το καρφί, η βίδα, το µπουλόνι, το καρφοέλασµα, µεταλλική προσαρµογή κ.λ.π. – Παθολογία Ξύλινης Κατασκευής – Προστασία. α. Το ξύλο (η κυτταρίνη) ως τροφή: Σήψη και προσβολή από έντοµα. Τρόποι επιλογής ανθεκτικότερων ξύλινων στοιχείων. Προστασία του ξύλου µέσω επιχρίσεων. Παραδοσιακοί και σύγχρονοι τρόποι εφαρµογής χρωµάτων και βερνικιών, διαφορές και πλεονεκτήµατα. Ασηπτοποίηση του ξύλινου στοιχείου. β. Το ξύλο στην πυρκαγιά: Το ξύλο ως υλικό που καίγεται. Ανάφλεξη, διαδικασία καύσης. Απώλεια υλικού κατά την καύση χωρίς χηµική επίδραση. Σταθερότητα της ταχύτητας καύσης στο χρόνο. ∆υνατότητα υπολογισµού ξύλινου στοιχείου σε αντίσταση στην πυρκαγιά. Αντιπυρικός εµποτισµός. Αντιπυρικά επικαλυπτικά. – Σχεδιασµός µιας Ξύλινης Κατασκευής: ∆εοντολογία προσέγγισης και επιλογής δοµικού συστήµατος, Φορέων κ.λ.π. Οι παράγοντες του περιβάλλοντος και των κλιµατολογικών συνθηκών. Απεικονιστικές µέθοδοι κ.λ.π. – Η Ακαµψία της Ξύλινης Κατασκευής: Η σηµασία της πρόβλεψης της εξασφάλισης της ακαµψίας µιας Ξύλινης Κατασκευής κατά το αρχικό στάδιο της σύλληψης και του σχεδιασµού. Η ΜΙΚΡΗ, η ΜΕΣΑΙΑ και η ΜΕΓΑΛΗ κλίµακα των κατασκευών από ξύλο – Οι Ξύλινοι Φορείς: Φορείς και δοµικά συστήµατα που χρησιµοποιούν το ξύλο και οι ιδιαιτερότητες που παρουσιάζονται λόγω των χαρακτηριστικών ιδιοτήτων του υλικού. Πλαίσια, τοξωτοί φορείς, ξύλινες σχάρες, Stressed Skin Panels κ.λ.π. – ∆οµικά Συστήµατα µε Ξύλο: Συστήµατα δοκών επί στύλων. ∆ιαφραγµατικά συστήµατα (Timber Frame). ∆οµικά συστήµατα και φορείς που χρησιµοποιούν αντεπικολλητή ξυλεία κ.λ.π. – Σύµµικτη κατασκευή από ΞΥΛΟ, Χάλυβα και Οπλισµένο Σκυρόδεµα. – Η Ξύλινη Κατασκευή στη ∆υναµική Καταπόνηση: Ιστορικά και σύγχρονα παραδείγµατα αντισεισµεικής ξύλινης κατασκευής στον Ελληνικό χώρο.

Page 54: Handbook 04 05

53

– Η Ιστορική Ξύλινη Κατασκευή: Ιστορικά δοµικά συστήµατα από ξύλο. Παραδείγµατα από την Ιστορία της Ελλάδας. – Επεµβάσεις Αποκατάστασης, Ενίσχυσης και Εξυγίανσης µιας Προϋπάρχουσας Ξύλινης Κατασκευής

Page 55: Handbook 04 05

54

Page 56: Handbook 04 05

55

ΣΥΝΤΟΜΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ ∆Ι∆ΑΣΚΟΝΤΩΝ/-ΟΥΣΩΝ

ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ/-ΕΣ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ

Ι. ΒΕΝΕΡΗΣ Αρχιτέκτων, PhD. Αναπληρωτής Καθητητής, Σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ. 1979: ∆ίπλωµα Αρχιτέκτονα Μηχανικού, ΑΠΘ. Θέµα ∆ιάλεξης: οι επιπτώσεις της κυβερνητικής στον χώρο και στον σχεδιασµό του χώρου. Θέµα ∆ιπλωµατικής Εργασίας: οι µαθηµατικές µέθοδοι προσοµοίωσης αστικών λειτουργιών. 1984: Doctor of Philosophy (PhD). Θέµα ∆ιδακτορικής ∆ιατριβής ‘The Informational Revolution, Cybernetics and Urban Modeling’. Συνοπτικός κατάλογος βιβλίων και δηµοσιεύσεων: 1986 ‘Πληροφορική Επανάσταση’. 1988 ‘Πληροφορική και Τέχνη’ (µε την Σ. Χαραλαµπίδου). 1989 ‘Modeling the transition from the industrial to the informational revolution’. 1992 ‘Οι πόλεις αύριο: χωρική αναδιάρθρωση στην εποχή της Πληροφορικής Επανάστασης’. 1992 ‘The Electronic Home. Interactive Telecommunications of the Future. The Social Impact of Telemedicine at Home’. 1993 ‘Τηλεπληροφορική’. 1993 ‘Reliable Design under conflicting social values’. 2000 (υπό έκδοση) ‘The Second Architecture: the physical, the virtual’. Τεχνικός ∆ιευθυντής του Πανεπιστηµιακού ∆ιαδικτύου «ΑΡΙΑ∆ΝΗ» (ιδρυτική περίοδος 1986-1988). Πρώτες εφαρµογές ασύρµατης τηλεµετρίας και ασύρµατων δικτύων δεδοµένων στην Ελλάδα και συνεχής ανάπτυξη σχετικών συστηµάτων. Σχεδίαση και ανάπτυξη συστηµάτων συναλλαγών και κινητής πληροφορικής. E. EYAΓΓEΛINOΣ ∆ιπλωµατούχος Aρχιτέκτων Mηχανικός EMΠ (1967). Mεταπτυχιακές σπουδές στην Architectural Association του Λονδίνου Diploma in Energy Studies (1975). Mέλος του διδακτικού προσωπικού του EMΠ από το 1970. ∆ιδάσκει στην γνωστική περιοχή της Oικοδοµικής µε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για θέµατα Περιβαλλοντικού και Bιοκλιµατικού Σχεδιασµού. Συµµετοχή σε έρευνες περιβαλλοντικών θεµάτων και σε εθνικά και διεθνή συνέδρια. Eίναι µέλος του Iνστιτούτου Hλιακής Tεχνικής και του Eλληνικού Tµήµατος της International Solar Energy Society. H. ZAXAPOΠOYΛOΣ ∆ιπλωµατούχος Aρχιτέκτων Mηχανικός E.M.Π. (1977). Mεταπτυχιακές σπουδές M.Sc. σε Advanced Functional Design Techniques for Buildings στο Πανεπιστήµιο Bristol Aγγλίας. Mέλος του διδακτικού προσωπικού του Tµήµατος Aρχιτεκτόνων από το 1983. ∆ιδάσκει στη γνωστική περιοχή της Oικοδοµικής µε ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε θέµατα Bιοκλιµατικού Σχεδιασµού και εξοικονόµησης ενέργειας. Έχει συµµετάσχει σε έρευνες που αφορούν το γενικό θέµα εξοικονόµησης ενέργειας σε κτίρια καθώς και σε σχετικά εθνικά και διεθνή συνέδρια. Eπαγγελµατική εµπειρία σε σχεδιασµό βιοκλιµατικών κτιρίων. Αρχιτεκτονικές µελέτες στις οποίες έλαβε µέρος ως σύµβουλος βιοκλιµατικού σχεδιασµού έχουν διακριθεί.

Page 57: Handbook 04 05

56

Ε. ΚΑΛΑΦΑΤΗ Αρχιτέκτονας Ε.Μ.Π., ∆ιδακτορικό δίπλωµα 3ου κύκλου στην Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales (ειδικότης Histoire et Civilisations). ∆ηµοσιεύσεις σε επιστηµονικά περιοδικά, συλλογικούς τόµους και πρακτικά διεθνών επιστηµονικών συνεδρίων µε θέµατα σχετικά µε την ιστορία της διαχείρισης του εθνικού και του αστικού χώρου στη νεώτερη Ελλάδα, την ιστορία της πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης και των σχολικών κτιρίων, ιστορία των κατασκευαστικών τεχνικών, ιστορία του Ε.Μ.Π. και των αποφοίτων του κ.ά. Είναι συγγραφέας του βιβλίου Τα σχολικά κτίρια της πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα (1821-1928): Από τις προδιαγραφές στον προγραµµατισµό. Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας/Γενική Γραµµατεία Νέας Γενιάς, Αθήνα, 1988. Α. ΚΟΥΤΟΥΓΚΟΣ Επίκουρος καθηγητής στο ΕΜΠ. - M.Sc. (Λογική και Επιστηµονική Μέθοδος - Univ. of Sussex ), Sussex, England, 1975. - Ph.D. (Φιλοσοφία – Πανεπ. Θεσσαλονίκης), Θεσσαλονίκη 1982. ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ και ΕΡΕΥΝΑ 1. ‘Meaning Relativism and the Possibility of Communication’, Abstracts of the 7th International Congress of Logic, Methodology, and Philosophy of Science (section 11: Foundations and Philosophy of the Social Sciences, vol. 5), Salzburg, 1983. 2. ‘Research Programmes and Paradigms as Dialogue Structures’, στο Imre Lakatos and Theories of Scientific Change (Boston Studies in the Philosophy Science 111, 1989). 3. ‘The Plato - Wittgenstein Route to the Pragmatics of Falsification’, στο Greek Studies in the Philosophy of Science (Boston Studies in the Philosophy of Science 121, 1991). 4. Η Σύγκρουση Επιστήµης και Επιστηµολογίας, (Βιβλίο) Σύγχρονα Θέµατα, Αθήνα 1983. 5. ‘Περί Φιλοσοφικής Μεθόδου’, Πανεπιστηµιακές σηµειώσεις µεταπτυχιακού επιπέδου στην Γνωσιολογία (90 σελίδες). 6. ‘About What Can Be Said in Ethics’, στο συνέδριο Wittgenstein in Delphi, 25-29 Ιουνίου 2001. Το συνολικό ερευνητικό έργο αφορά στις: ‘Σχέσεις λογικής και υπο-λογικής βάσης ελέγχου νοητικών κατασκευών’. - Υπο-γλωσσική βάση γλωσσικών δεδοµένων και κριτική της παραγωγής φιλοσοφηµάτων - Οι τόποι των φιλοσοφικών κατασκευών και της κριτικής τους από τον Πλάτωνα µέχρι τον Wittgenstein. - Κλασικοί γρίφοι της πλάνης (Πλάτων). - ∆ιάκριση νοήµατος και αναφοράς (Frege), 1996-97: επιστηµονικός υπεύθυνος ερευνητικού προγράµµατος (ΠΕΝΕ∆) µε τίτλο: ‘Έρευνα Συµβολικής Αναπαράστασης της Γνώσης. Προτασιακές και µη προτασιακές µορφές Αναπαράστασης’ (Τοµέας Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστηµών και ∆ικαίου – Τοµέας Πληροφορικής). ∆Ι∆ΑΣΚΑΛΙΑ Συστηµατική διδασκαλία από το 1983 στο Ε.Μ.Π. θέµατα φιλοσοφίας: Εισαγωγή στη Φιλοσοφία, Φιλοσοφία επιστήµης, Γνωσιολογία. Από το 1994 διδάσκω την Γνωσιολογία καθώς και συναφή σεµινάρια στο κοινό πρόγραµµα µεταπτυχιακών σπουδών του τµήµατος Εφαρµοσµένων Μαθηµατικών και Φυσικών Επιστηµών του Ε.Μ.Π. και του τµήµατος Μεθοδολογίας, Ιστορίας και Θεωρίας της Επιστήµης του Πανεπιστηµίου Αθηνών.

Page 58: Handbook 04 05

57

Ν. ΛΑΣΚΑΡΗΣ Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1947. Αποφοίτησε από το Βαρβάκειο. Σπούδασε Αρχιτεκτονική, Πολεοδοµία, Κοινωνιολογία και Γλυπτική. Είναι ∆ιδάκτωρ του ΕΜΠ. Έχει πραγµατοποιήσει πολλαπλό και πρωτότυπο µελετηµένο και κατασκευασµένο έργο, αρχιτεκτονικό και καλλιτεχνικό (γλυπτική µικρής και µεγάλης κλίµακας, εγκαταστάσεις/ περιβάλλοντα, συγγραφικό έργο, κινηµατογράφο, video). Έχει βραβευτεί σε πανελλήνιους και διεθνείς αρχιτεκτονικούς διαγωνισµούς και κινηµατογραφικά φεστιβάλ. Τιµήθηκε µε το χρυσό µετάλλιο των Βρυξελλών για την αρχιτεκτονική το 1973. Είναι µέλος του ΤΕΕ, ΣΑ∆ΑΣ, UIA, ACSA, AEEA IAPS, UMAR, µέλος του ∆.Σ. της Σηµειωτικής Εταιρείας Ελλάδας και της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών. Είναι υπεύθυνος της οµάδας εργασίας για την εκπαίδευση των αρχιτεκτόνων στο Ελληνικό τµήµα της UIA. Σαν Αν. Καθηγητής του ΕΜΠ, στο Τµήµα Αρχιτεκτόνων, διδάσκει το µάθηµα της Πλαστικής µε έµφαση στη χρήση σύγχρονων οπτικοακουστικών µέσων για την ερµηνεία των πλαστικών µορφών και την απεικόνιση του δοµηµένου χώρου. Είναι Research Fellow στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης – Κέντρο Προωθηµένων Οπτικών Μελετών (CAVS - MIT). Κ. ΜΩΡΑΪΤΗΣ Αρχιτέκτονας Μηχανικός, απόφοιτος της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Ε.Μ. Πολυτεχνείου. Σπουδές Αισθητικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήµιο Paris I, Pantheon-Sorbonne. Επίκουρος Καθηγητής του Τµήµατος Αρχιτεκτόνων του Ε.Μ. Πολυτεχνείου, εργάστηκε ως µέλος της αρχιτεκτονικής οµάδας "Αλαλητός" από το 1978 µέχρι το 1987 και ως µέλος της αρχιτεκτονικής οµάδας "Αρσις" από το 1987 µέχρι σήµερα. Πρώτο Βραβείο Πανελλήνιων Αρχιτεκτονικών ∆ιαγωνισµών για το σχεδιασµό: Πέντε συγκροτηµάτων Υπουργείων στην περιοχή των Αθηνών, ∆ηµαρχείου Κορίνθου, Μουσείου Τέχνης και Πινακοθήκης του Τελλογλείου Ιδρύµατος του Αριστοτέλειου Πανεπιστήµιου Θεσσαλονίκης (ως µέλος της οµάδας «Αλαλητός»), Ανάπλασης του µεσαιωνικού οικισµού Ανάβατος στη Χίο, Ναυτικού Μουσείου Φαρσών στην Κεφαλλονιά (ως µέλος της οµάδας «Αρσις»). Πρώτο Βραβείο ∆ιεθνούς Αρχιτεκτονικού ∆ιαγωνισµού για το Σχεδιασµό του Κέντρου Εναλλακτικής Ιατρικής στην Αλόννησο. Β. ΞΕΝΟΥ Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1949. Μετά τις γυµνασιακές της σπουδές το 1968 εισάγεται στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών µε υποτροφία του ΙΚΥ. Παρακολούθησε τα εργαστήρια ζωγραφικής και σκηνογραφίας µε δασκάλους τον Ν. Νικολάου, Γ. Μόραλη και Βασ. Βασιλειάδη. Αποφοίτησε το 1973 µε διακρίσεις και επαίνους. Το 1973 εισάγεται στην École Nationale Supérieure des Arts Decoratifs στο Παρίσι (Grand école), όπου εφοίτησε για ένα χρόνο. Το 1974 εισάγεται στην École Nationale Supérieure des Beaux Arts στο Παρίσι µε υποτροφία του ΕΟΜΜΕΧ. Εφοίτησε στα Εργαστήρια Σχεδίου µε τον καθηγητή Gilli, Ζωγραφικής µε τον καθηγητή G. Singier και Μωσαϊκού µε τον καθηγητή R. Licata. Παράλληλα παρακολούθησε σεµινάρια αισθητικής και φιλοσοφίας µε τους καθηγητές H. Damisch, J. F. Lyotard και G. Deleuze. Την περίοδο αυτή µελέτησε τις µορφές µιας Αναγεννησιακής διάρθρωσης του χώρου στη σύγχρονη ζωγραφική και ανάστροφα την παραθετική–χρωµατική συγκρότηση του φωτός στη ζωγραφική του 17ου αιώνα. Το 1979 τιµήθηκε µε το βραβείο της Στέγης Καλών Τεχνών και Γραµµάτων. Έχει πραγµατοποιήσει µεγάλο αριθµό ατοµικών εκθέσεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Συµµετείχε σε σηµαντικό αριθµό οµαδικών εκθέσεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό οργανωµένες από την Εθνική Πινακοθήκη, Υπουργείο Πολιτισµού, διεθνείς φορείς, το Ευρωπαϊκό Ίδρυµα για τις Καλές τέχνες, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κ.ά. (I.C.C. Αµβέρσα, Μουσείο Γυναικών Washington, Mitchell Museum Illinois, Trammell Crow Center Dallas Texas, Kunstverein Βερολίνο, Hjørring museum ∆ανία, Antiken museum Basel Ελβετία, Chapelle Saint–Louis de la Salpêtrière Παρίσι, Μουσείο Γουλανδρή Άνδρος, Espace Βelle Vue Biarritz Γαλλία).

Page 59: Handbook 04 05

58

Το 1993 µετά από πρόσκληση του Καθηγητή της École Nat. Supérieure des Beaux Arts, G. Jeanclos εδίδαξε ως επισκέπτρια καθηγήτρια την ακαδηµαϊκή περίοδο 1992-1993. Κατά την περίοδο αυτή στο Παρίσι, ολοκλήρωσε την εργασία της µε θέµα τα Ελευσίνια Μυστήρια. Πρόκειται για µια εικαστική πρόταση η οποία στηρίχθηκε στους µύθους των λαών της Μεσογείου και στα σύµβολα και µορφές του αρχαίου κόσµου. Την ίδια περίοδο ξεκίνησε η έκδοση µεγάλου µέρους του εικαστικού της έργου από τον Εκδοτικό Οίκο Cercle d’Art στο Παρίσι υπό την ευθύνη του Ph. Moncel και κείµενα του Cl. Mollard (Γενικό Γραµµατέα του Κέντρου G. Pompidou, και υπεύθυνο στο Υπουργείο Πολιτισµού της Γαλλίας για τις Πλαστικές Τέχνες). Την περίοδο 1990-1997 διετέλεσε µέλος του ∆ιοικητικού Συµβουλίου του Αετοπούλειου Πολιτιστικού Κέντρου Χαλανδρίου, όπου εργάστηκε για την οργάνωση κύκλων εκδηλώσεων γύρω από τη Σύγχρονη Ελληνική Πνευµατικότητα και τη Σύγχρονη Σκέψη. Το 2000 προσκλήθηκε από το Γαλλικό Υπουργείο Πολιτισµού και την Αssociation Sculptures au Palais Royal (υπό την Επιµέλεια της Solange Auzias de Turence) να πραγµατοποιήσει έκθεση στον Μουσειακό χώρο της Chapelle Saint–Louis de la Salpêtrière στο Παρίσι. Η έκθεση πραγµατοποιήθηκε και υπό την αιγίδα του Ελληνικού Υπουργείου Πολιτισµού και Επιστηµών. Ακολούθησε η έκδοση V. Xenou, Ελευσίνια Μυστήρια, Edition Cercle d’ Art, Paris 2000 και ικανός αριθµός δηµοσιεύσεων έργων και σχετικών κειµένων. Το 1998 το περιοδικό Ίνδικτος πραγµατοποίησε αφιέρωµα στην εργασία της. ∆. ΠΑΠΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ Αρχιτέκτων, Επίκουρος Καθηγητής του Τµήµατος Αρχιτεκτόνων του Ε.Μ.Π. Το ερευνητικό και διδακτικό του έργο, στον ελληνικό χώρο και σε σχολές του εξωτερικού, καθώς και οι δηµοσιεύσεις του, εστιάζονται στις αλλαγές που επιφέρει η πληροφορική στον αρχιτεκτονικό σχεδιασµό και στην τεχνολογία της κατασκευής. Τα τελευταία χρόνια αντιµετωπίζει, µέσα από µελέτες αρχιτεκτονικών έργων, ζητήµατα αλλαγών του κτηρίου και της διαδικασίας σχεδιασµού του, που προέρχονται από τις εκτεταµένες πλέον εφαρµογές της πληροφορικής. Γ. ΠΑΡΜΕΝΙ∆ΗΣ Αρχιτέκτων Μηχανικός Π.Σ.Α.Π.Θ. (1976), ∆ρ. Αρχιτέκτων Π.Σ.Α.Π.Θ. (1982), Καθηγητής E.M.Π., Σχολή Αρχιτεκτόνων, Τοµέας ΙΙΙ ‘Αρχιτεκτονικής Γλώσσας, Επικοινωνίας και Σχεδιασµού’. ∆ιδασκαλία και Έρευνα στο E.M.Π. (από το 1980). Εµβάθυνση στη διαδικασία σχεδιασµού µε ειδικό πεδίο εφαρµογής το Αντικείµενο Καθηµερινής Χρήσης στη θεωρία και πράξη: Α. Βιβλία και άρθρα σε θέµατα θεωρίας και µεθοδολογίας του σχεδιασµού, ανακοινώσεις σχετικές µε το θέµα του σχεδιασµού επίπλων και αντικειµένων, συµµετοχές σε εκθέσεις σχεδιασµού επίπλων και αντικειµένου. Κυριότερες ∆ηµοσιεύσεις Ερευνητικού Έργου: Ιδεολογία, Τεχνική και Οικονοµικές ∆ιακυµάνσεις στην Παραγωγή του Βιοµηχανικού Αντικειµένου: Το Κάθισµα στη ∆εκαετία 1920 (1983), H Μορφή του Σχεδιασµένου Αντικειµένου. Το Πρόβληµα της Περιγραφής (1989), Το Αστικό Έπιπλο στην Ελλάδα, 1830 -1940: ένας αιώνας συγκρότησης κανόνων σχεδιασµού (2003). Β. Eφαρµοσµένη επιστηµονική δραστηριότητα (Σχεδιασµός αντικειµένων, επίπλων, εκθέσεων, εσωτερικών χώρων) - Εφαρµογές σε διάφορα αντικείµενα σύνθεσης (ζωγραφική, εικονογράφηση βιβλίου). Β. ΠΕΤΡΙ∆ΟΥ Έλαβε το 1982 το πτυχίο της Αρχιτεκτονικής από την Αρχιτεκτονική Σχολή Βενετίας και το 1992 υποστήριξε τη ∆ιδακτορική της ∆ιατριβή στην Ιστορία της Αρχιτεκτονικής στο Πανεπιστήµιο της Σορβόννης (Sorbonne - Paris IV). ∆ίδαξε στο Πανεπιστήµιο Strathclyde της Γλασκόβης, στο Edinburgh College of Art του Πανεπιστηµίου Heriot-Watt και

Page 60: Handbook 04 05

59

στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Πανεπιστήµιου του Εδιµβούργου (1990). Είναι Αναπληρώτρια Καθηγήτρια στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Πανεπιστηµίου Πατρών όπου διδάσκει Ιστορία Αρχιτεκτονικής. Έχει µεταφράσει στα ελληνικά το βιβλίο του Aldo Rossi, Η Αρχιτεκτονική της πόλης, Σύγχρονα Θέµατα, Θεσσαλονίκη, 1987. Ερευνες και άρθρα της έχουν δηµοσιευθεί σε πολλά ελληνικά και διεθνή περιοδικά, σε πρακτικά συνεδρίων και σε συλλογικά έργα όπως στους τόµους: Αθήνα–Πρωτεύουσα Πόλη, Αθήνα 1985, Pratiques et Concepts de l’Histoire en Europe XIVe-XVIIIe siècles, Paris 1990, Enquêtes en Méditerranée, Athènes 1999, Le Livre et l’art, Etudes offertes en hommage à Pierre Lelièvre, Paris 2000 και άλλα. Γ. ΡΑΠΤΗ Λέκτορας της Φιλοσοφίας στο ΕΜΠ, στον τοµέα Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστηµών (1997-). Είναι µέλος της Ελληνικής Φιλοσοφικής Εταιρίας και της Ελληνικής Εταιρίας Αισθητικής. Έχει πτυχίο Φιλολογίας και Φιλοσοφίας του Πανεπιστηµίου Αθηνών. Έκανε µεταπτυχιακές σπουδές στη Φιλοσοφία, µε εξειδίκευση στην Αισθητική και ∆ιδακτορικό ∆ίπλωµα Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήµιο των Παρισίων Ι, Σορβόννη, µε θέµα ‘Για µια Κριτική Θεωρία της Αρχιτεκτονικής του 20ου αιώνα’. ∆ιδάσκει Φιλοσοφία της Τέχνης στο Τµήµα Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ (1987-). Συµµετέχει συγχρόνως µε τη διδασκαλία ενός µαθήµατος εµβάθυνσης στις Αισθητικές Θεωρίες, στο µεταπτυχιακό πρόγραµµα σπουδών του ιδίου τµήµατος (1998-). Έχει διδάξει Αρχαία και Σύγχρονη Φιλοσοφία, Ιστορία του Πολιτισµού και Ιστορία των Επιστηµών σε άλλα τµήµατα του Ε.Μ.Π. Συµµετέχει σε ελληνικά και διεθνή συνέδρια και έχουν δηµοσιευθεί άρθρα της κυρίως σε θέµατα σύγχρονης Φιλοσοφίας και Αισθητικής. Σ. ΣΤΑΥΡΙ∆ΗΣ Σπούδασε αρχιτεκτονική στο EMΠ. Εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή στο Τµήµα Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ µε θέµα ‘Η Πολιτισµική εξάρτηση της Συµβολικής Σχέσης µε τον Χώρο’ Μετείχε στη συντακτική οµάδα του περιοδικού ‘Εφήµερη Πόλη’ (κριτικός, βιωµατικός και φαντασιακός λόγος για το χώρο). Είναι µέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού ‘Ουτοπία’ (δίµηνη έκδοση θεωρίας και πολιτισµού). Έχει δηµοσιεύσει πολλά άρθρα µε αντικείµενό τους τη θεωρητική διερεύνηση των προβληµάτων του χώρου και της αρχιτεκτονικής. Σαν αρχιτέκτονας µελετητής έχει εστιάσει το ενδιαφέρον του στην αρχιτεκτονική της κατοικίας και του δηµόσιου υπαίθριου χώρου. Έχουν εκδοθεί τα βιβλία του: Η Συµβολική σχέση µε τον χώρο, εκδ. Κάλβος, 1990, ∆ιαφήµιση και το νόηµα του χώρου, εκδ. Στάχυ, 1996, Από την πόλη οθόνη στην πόλη σκηνή, εκδ. Ελληνικά Γράµµατα, 2002 (Κραττικό Βραβείο ∆οκιµίου), καθώς και σε συνεργασία µε τη φωτογράφο Ε. Κώτσου, Η Υφή των πραγµάτων, εκδ. Ίριδα, 1996. Είναι λέκτορας της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ, όπου διδάσκει αρχιτεκτονική σύνθεση και θεωρία στο προπτυχιακό και µεταπτυχιακό πρόγραµµα σπουδών. Π. ΤΟΥΡΝΙΚΙΩΤΗΣ Ο Παναγιώτης Τουρνικιώτης γεννήθηκε στην Αθήνα, σπούδασε αρχιτεκτovική στo Eθνικό Mετσόβιo Πoλυτεχνείo (1973-1978) και συνέχισε σπουδές στo Παρίσι (1978-1984), σε σχολές αρχιτεκτονικής, φιλοσοφίας, πολεοδοµίας και γεωγραφίας. Το 1983 και το 1988 υποστήριξε δύο διδακτορικές διατριβές σε δύο Πανεπιστήµια του Παρισιού. Το 1995 εξελέγη επίκουρος καθηγητής στην περιοχή της θεωρίας της αρχιτεκτονικής της Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ και το

Page 61: Handbook 04 05

60

2003 εξελίχθηκε σε αναπληρωτή. Έχει δηµοσιεύσει αρκετά άρθρα και έχει συµβάλει στην οργάνωση αρχιτεκτονικών εκθέσεων και εκδηλώσεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό. ∆ηµοσίευσε τα βιβλία Adolf Loos (Παρίσι: Macula, 1991 και Νέα Υόρκη: Princeton Architectural Press, 1994) και The Historiography of Modern Architecture (Cambridge, Mass.: MIT Press, 1999 και Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 2002), και επιµελήθηκε τον τόµο Ο Παρθενώνας και η ακτινοβολία του στα νεώτερα χρόνια (Αθήνα: Μέλισσα, 1994 και Νέα Υόρκη: Harry Abrams, 1996). ∆. ΦΙΛΙΠΠΙ∆ΗΣ Αρχιτέκτονας (1962), διδάσκει πολεοδοµία στο Πολυτεχνείο από το 1975. Εργάστηκε στο Γραφείο ∆οξιάδη (Αθήνα και Detroit, 1964-70), συνεργάστηκε µε την "Αναπτυξιακή Κοζάνης ΑΕ" (1986-89) και µε άλλα τρία σχήµατα γραφείων σε πολεοδοµικές-αναπτυξιακές µελέτες (1984-1995). ∆ηµοσίευσε άρθρα και κριτικές βιβλίων για ελληνική αρχιτεκτονική και πολεοδοµία, εξέδωσε δέκα βιβλία και µετέφρασε άλλα δύο. Επιµελήθηκε έξι τόµους της έκδοσης Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική (1979-88), επίσης τέσσερα αφιερώµατα και τέσσερις µονογραφίες αρχιτεκτόνων στα Αρχιτεκτονικά Θέµατα. Γράφει για αρχιτεκτονική στο περιοδικό Αντί από το 1989. ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ/-Ι∆ΕΣ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ

Λ. ΒΙΡΙΡΑΚΗΣ 1986, ∆ίπλωµα Αρχιτέκτονος Μηχανικού ΕΜΠ. Θέµα ∆ιπλωµατικής Εργασίας: ένα σύστηµα προκατασκευασµένων στοιχείων για την οργάνωση κατοικήσιµων χώρων. 1991, ∆ιδάκτωρ Μηχανικός ΕΜΠ. Θέµα διατριβής: µιά µέθοδος σχεδιασµού σε συνεχή περιοχή αναζήτησης. ∆ηµοσιεύσεις 1993, ‘The continuous search space design method’. 1995, ‘CSSDM: Μιά µέθοδος αρχιτεκτονικού σχεδιασµού µε την βοήθεια υπολογιστή’. Επαγγελµατική δραστηριότητα Ανάπτυξη ειδικού συστήµατος σχεδίασης µε Η/Υ προσαρµοσµένου στο σύστηµα προκατασκευής (µε τον Γ. Σταυρίδη). Ανάπτυξη παραµετρικού συστήµατος σχεδίασης κλιµάκων (µε τον Γ. Σταυρίδη). Φωτορρεαλιστικές αναπαραστάσεις και animations για µεγάλο αριθµό σηµαντικών έργων. Έρευνα στις γλώσσες προγραµµατισµού που χρησιµοποιούν γενετικούς αλγορίθµους και αυτο-οργάνωση. Σ. ΓΙΑΝΝΑΣ Αρχιτέκτων ΕΜΠ, µε µεταπτυχιακές σπουδές στην Ecole Polytechnique της Λωζάνης. Ήταν από τους πρώτους σπουδαστές στο µεταπτυχιακό Environment and Energy Studies Programme της Architectural Association όπου, ως ∆ιευθυντής του και διδάσκων από το 1976, έχει επιβλέψει πλήθος µεταπτυχιακών εργασιών σπουδαστών από όλο τον κόσµο. Παράλληλα είναι ερευνητής και σύµβουλος σε θέµατα ενέργειας & περιβάλλοντος στη Βρετανία και σε πολλές άλλες χώρες, καθώς και βασικό στέλεχος του PLEA (Passive and Low Energy Architecture), ενός διεθνούς συνδέσµου ειδικών σε περιβαλλοντικά θέµατα. Έχει εκτενές συγγραφικό έργο, από ανακοινώσεις σε συνέδρια έως και εξειδικευµένα συγγράµµατα. Β. ΓΚΑΝΙΑΤΣΑΣ Αρχιτέκτων Μηχανικός Ε.Μ.Π. (1982). ∆ιδάκτωρ Φιλοσοφίας του Πανεπιστηµίου του Εδιµβούργου (1987). Επίκουρος Καθηγητής, Σχολή Αρχιτεκτόνων Ε.Μ.Π. Το ερευνητικό έργο και η επιστηµονική του δραστηριότητα από το 1983

Page 62: Handbook 04 05

61

αφορούν στις επιστηµονικές περιοχές ‘Φιλοσοφία, Θεωρία και Μεθοδολογία του Αρχιτεκτονικού Σχεδιασµού’ και ‘Προστασία και Σχεδιασµός της Αρχιτεκτονικής Κληρονοµιάς’. Ως υπότροφος του ιδρύµατος ‘Α.Σ. ΩΝΑΣΗΣ’, εκπόνησε διδακτορική διατριβή µε τίτλο: Permanence and Change: A Philosophical Inquiry into the Problem of Relating New Architecture to Existing Settings (Ph.D. 1987). Από το 1992 διδάσκει ‘Αρχιτεκτονικές Συνθέσεις’ στη Σχολή Αρχιτεκτόνων και παράλληλα, από το 1998, ‘Φιλοσοφία στην Αρχιτεκτονική Θεωρία και Πράξη’ και ‘Φιλοσοφία της Προστασίας Μνηµείων’ σε ∆ιατµηµατικά Προγράµµατα Μεταπτυχιακών Σπουδών του Ε.Μ.Π. Το αρχιτεκτονικό του έργο (Κτηριακά έργα, Ειδικά Κτηριακά Έργα, Αρχιτεκτονικός Σχεδιασµός για Προστασία/Ανάδειξη Αρχιτεκτονικής, Αρχαιολογικής και Τοπιακής Κληρονοµιάς) έχει επανειληµµένα βραβευτεί σε πανελλήνιους και διεθνείς διαγωνισµούς. Γ. ΓΥΠΑΡΑΚΗΣ Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1962. Σπούδασε στη Σχολή ‘Βακαλό’, στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών του Αριστοτέλειου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης και πραγµατοποίησε µεταπτυχιακές σπουδές στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών Αθήνας µε υποτροφία από το ΙΚΥ. Έχει πραγµατοποιήσει τρεις ατοµικές εκθέσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και έχει συµµετάσχει σε µεγάλο αριθµό οµαδικών εκθέσεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Το ιδιαίτερο ερευνητικό ενδιαφέρον του εστιάζεται στην πλαστική µε τη χρήση νέων τεχνολογιών. Το 2002 εκλέχθηκε λέκτορας στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ, όπου διδάσκει στο προπτυχιακό και µεταπτυχιακό πρόγραµµα σπουδών. Σ. ΚΟΝΤΑΡΑΤΟΣ Σπούδασε αρχιτεκτονική στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και αργότερα µε υποτροφία της Γαλλικής Κυβέρνησης παρακολούθησε στη Γαλλία µεταπτυχιακά µαθήµατα για σύγχρονες µεθόδους κατασκευής. Εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή στην Πολυτεχνική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης µε θέµα: ‘Η εµπειρία του αρχιτεκτονηµένου χώρου και το σωµατικό σχήµα’. Έχει εργαστεί στην Υπηρεσία Οικισµού του Υπουργείου ∆ηµ. Έργων, κυρίως για την ανοικοδόµηση της Σαντορίνης, και στο γραφείο ∆οξιάδη όπου διετέλεσε Προϊστάµενος Κλάδου Κτιριακών Μελετών. Το 1972 συνέστησε µε δύο συναδέλφους του γραφείο αρχιτεκτονικών και πολεοδοµικών µελετών που ανέπτυξε σηµαντική δραστηριότητα στην Ελλάδα και σε χώρες της Μέσης Ανατολής. Το 1987 εξελέγη καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου δίδαξε µέχρι το 2000 Θεωρία και Ιστορία της Αρχιτεκτονικής. Έχει επίσης διδάξει επί τέσσερα εξάµηνα στο Μεταπτυχιακό Πρόγραµµα Σπουδών Ιστορίας της Τέχνης του Πανεπιστηµίου Κρήτης. Εκτός από τη διδακτορική του διατριβή έχει δηµοσιεύσει τη συλλογή δοκιµίων ‘Αρχιτεκτονική και Παράδοση’ (Καστανιώτης, Αθήνα 1986) και πολυάριθµα άρθρα σε ελληνικά και ξένα περιοδικά, καθώς και σε συλλογικές εκδόσεις, για θέµατα αρχιτεκτονικής, πολεοδοµίας και εικαστικών τεχνών. Είναι µέλος πολλών επιστηµονικών συλλόγων και εταιριών και ειδικός σύµβουλος των ετήσιων επιθεωρήσεων ‘Αρχιτεκτονικά Θέµατα’ και ‘Θέµατα Χώρου και Τεχνών’. Θ. ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ Αρχιτέκτων, Ε.Μ.Π.. Master of Design Studies, GSD, Harvard University (1993), υποτροφία Fullbright. ∆ρ. Ε.Μ.Π. Συµµετείχε σε εικαστικό εργαστήριο στο Center for Advanced Visual Studies του ΜΙΤ. Έχει επιµεληθεί εικαστικές εκδόσεις και έχει οργανώσει αρχιτεκτονικές και εικαστικές εκθέσεις. Έχει γράψει τα βιβλία: Ανθρωποµορφισµός, Αφαίρεση και Σχηµατοποίηση στη Μαζική κουλτούρα, No Feelings: το εικαστικό punk, David Carson: µετά την καταστροφή, Το εικαστικό έργο του Πάνου Κουτρουµπούση, Ta Υβρίδια της Παγκοσµιοποίησης: Πόλη και Μαζική Κουλτούρα στην Περιφέρεια. Έχει δώσει διαλέξεις στο Τµήµα Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ, στο Τµήµα Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ, στην Ανωτάτη

Page 63: Handbook 04 05

62

Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, στο Πάντειο Πανεπιστήµιο, στα Τµήµατα Θεατρολογίας και Μ.Μ.Ε. του Πανεπιστηµίου Αθηνών, στο Σύλλογο Αρχιτεκτόνων Πάτρας και αλλού. Από το 1999 διδάσκει Ιστορία Τέχνης και Πολιτιστική Γεωγραφία στο Τµήµα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστηµίου Πατρών. Είναι καλλιτεχνικός διευθυντής στο κέντρο σύγχρονης τέχνης Σταθµός Άλφα. Αρθρογραφεί για την αρχιτεκτονική και τα εικαστικά σε εφηµερίδες και περιοδικά. Εργάζεται ως αρχιτέκτων στην Αθήνα (1993+). Επίτροπος της Ελλάδας για τη Biennale Αρχιτεκτονικής της Βενετίας το 2002 (µαζί µε τους Τ. Κουµπή και R. Scoffier). Καλλιτεχνικός διευθυντής της Φωτοσυγκυρίας 2005. Σ. ΠΑΠΑ∆ΟΠΟΥΛΟΣ Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1966. Αποφοίτησε από το Βαρβάκειο. Είναι Αρχιτέκτων Ε.Μ.Π. και διδάκτωρ του Πανεπιστηµίου E.T.S.A. της Μαδρίτης (1997). ∆ιδάσκει στο Τµήµα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστηµίου Θεσσαλίας Αρχιτεκτονική Σύνθεση και Εικαστικά µε έµφαση στη σύγχρονη τεχνολογία. Έχει δώσει διαλέξεις σε προπτυχιακά και µεταπτυχιακά µαθήµατα σε πανεπιστήµια του εξωτερικού (E.T.S.A. de Madrid, Universidad SEK de Segovia, Universitat International de Catalunya) και στο Τµήµα Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ. Έχει ασχοληθεί ενεργά µε την µελέτη κτηρίων, το βιοµηχανικό σχεδιασµό, τα οπτικοακουστικά µέσα και τις νέες τεχνολογίες. Αρχιτεκτονικό και εικαστικό έργο του έχει παρουσιαστεί σε διεθνείς εκθέσεις και φεστιβάλ. Έχει επιµεληθεί και σκηνοθετήσει τηλεοπτικά προγράµµατα µε θέµα την αρχιτεκτονική και έχει εργασθεί ως διευθυντής παραγωγής τηλεοπτικών εκποµπών, διαφηµιστικών σπότς και multimedia παρουσιάσεων. Είναι εκδότης του διεθνούς περιοδικού τέχνης και αρχιτεκτονικής ‘METALOCUS’. Θ. ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ Αρχιτέκτων Μηχανικός ΕΜΠ (1974), µε µεταπτυχιακές σπουδές στην Architectural Association (AA) του Λονδίνου (Energy Studies AAGradDipl., 1985). Από το 1985 ασχολείται µε την έρευνα και την εκπαίδευση στη περιοχή της βιοκλιµατικής αρχιτεκτονικής, αρχικά ως Research and Teaching Assistant και µετέπειτα ως τακτικός Visiting Lecturer στο Environment & Energy Studies Programme του Μεταπτυχιακού Τµήµατος της Architectural Association. Έχει παρουσιάσει διάφορες ανακοινώσεις σε συνέδρια για την ηλιακή ενέργεια κ.λπ. στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Από το 1978 είναι Βοηθός στο Σπουδαστήριο Γεωµετρικών Απεικονίσεων του Τµήµατος Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, ενώ παράλληλα εργάζεται ως ελεύθερος επαγγελµατίας σε µελέτες ΚΑΙ κατασκευές κτιρίων, µερικά από τα οποία µε βιοκλιµατικά στοιχεία. Ε. ΣΤΟΥΡΝΑ-ΤΡΙΑΝΤΗ Αρχιτέκτων M. Arch., Doct. Πανεπιστηµιακές σπουδές στις Η.Π.Α. (Ηarvard University, G.S.D. – Master of Architecture/ Wellesley College – B.A.) και στην Ελβετία (Ecole Polytechnique Federale de Lausanne, Dept. d’Architecture – Doctorat en Architecture). Ειδικεύσεις στον βιοκλιµατικό σχεδιασµό (Universite de Geneve, Centre Inernational d’Ecologie Humaine), στον συµµετοχικό σχεδιασµό (E.P.F.L.) και στις Εικαστικές Τέχνες (Ecole Superieure des Arts Visuels de Geneve). Έχει ασχοληθεί µε µελέτες και επιβλέψεις κτιρίων και κτιριακών συγκροτηµάτων, διαµορφώσεις τοπίου και χώρων πολιτιστικών και εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων, τόσο στον ιδιωτικό, όσο και στον δηµόσιο τοµέα, µε έµφαση στον ενεργειακό και βιοκλιµατικό σχεδιασµό. Έχει πάρει µέρος σε πολλά διεθνή και κοινοτικά ερευνητικά προγράµµατα (I.E.A., Thermie, Joule, Save, κ.λπ.) και έχει πολλές δηµοσιεύσεις και ανακοινώσεις σε συνέδρια. Ε. ΤΑΤΛΑ Γεννήθηκε στη Καλαµάτα το 1959. Σπούδασε αρχιτεκτονική στο ΕΜΠ, απ’όπου αποφοίτησε το 1983. Το 1990 αναγορεύθηκε διδάκτωρ φιλοσοφίας της Αρχιτεκτονικής Σχολής του University of Edinburgh, U.K., µε θέµα διατριβής ‘Idea and Freedom: the Search for Form in Classical Architecture and the Modern Movement’. Aπό το 1994 είναι

Page 64: Handbook 04 05

63

Επιστηµονική Συνεργάτις στα ΤΕΙ Αθήνας, Τµήµα ∆ιακοσµητικής, όπου διδάσκει Ιστορία και Θεωρία της Αρχιτεκτονικής και Αρχιτεκτονική Σύνθεση. Έχει δώσει διαλέξεις µε αντικείµενο την Ιστορία και τη Θεωρία της Αρχιτεκτονικής σε Εκπαιδευτικά Ιδρύµατα και Συνέδρια. Είναι συγγραφέας άρθρων σχετικών µε ιστορία, θεωρία και κριτική της αρχιτεκτονικής. Γ. ΦATΣEAΣ ∆ρ. Aρχιτέκτων Mηχανικός (EMΠ 1982, UCL 1989). Mέλος TEE , ΣA∆AΣ, ARCUK. Yπότροφος IKY για µεταπτυχιακές σπουδές στο University College London (UCL). UCL, M.Sc. Degree στην Aρχιτεκτονική µε διάκριση (1984), Unit of Environmental Design and Engineering, UCL, Ph.D. Degree στην Aρχιτεκτονική (1989) στον Φυσικό Φωτισµό. Eκτεταµένη Eπαγγελµατική εµπειρία σε γραφεία στην Eλλάδα και στο Λονδίνο. Iδιωτικό Aρχιτεκτονικό γραφείο από το 1990. Mελέτες και επιβλέψεις δηµοσίων και ιδιωτικών έργων, design αντικειµένων, παροχή συµβουλευτικής συνεργασίας σε θέµατα φυσικού-τεχνητού φωτισµού και περιβαλλοντικού σχεδιασµού στον αρχιτεκτονικό σχεδιασµό. ∆ιαλέξεις, έρευνα και συµµετοχή σε συνέδρια εθνικά και διεθνή σε θέµατα φωτισµού. Συµµετοχή και βραβεύσεις, σε εθνικούς και ευρωπαϊκούς διαγωνισµούς. Σ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΙ∆ΟΥ Αρχιτέκτων DPLG, Licence d’Informatique. Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Τµήµα Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ. 1972: ∆ίπλωµα Αρχιτέκτονος DPLG, Ecole National Superieure des Beaux-Arts, Paris. Θέµα ∆ιπλωµατικής Εργασίας: Μια συνδυαστική µέθοδος δηµιουργίας αρχιτεκτονικών συνθέσεων. 1972: Πτυχίο Πληροφορικής, Universite de Paris VIII. Ενδεικτικές σχετικές δηµοσιεύσεις: 1973 ‘Ευριστικές µέθοδοι στην αρχιτεκτονική σύνθεση’ (βιβλίο, µε τον G. Lafue). 1988 ‘Πληροφορική και Τέχνη’ (µε το Γ. Βενέρη). 1989 ‘Η µορφή του σχεδιασµένου αντικειµένου. Το πρόβληµα της περιγραφής’ (βιβλίο, µε το Γ. Παρµενίδη). ∆ιδάσκουσα στην Ecole Speciale d’Architecture και στο Τµήµα Πληροφορικής, Τµήµα Τεχνητής Νοηµοσύνης, Πανεπιστήµιο Paris VIII. Ερευνήτρια στο Κέντρο Μαθηµατικών, Μεθοδολογίας και Πληροφορικής στην Αρχιτεκτονική, του Ινστιτούτου Περιβάλλοντος (Γαλλία, 1972-1978). Μέλος Επιτροπής Πληροφορικής του ΤΕΕ (1981-1987). ∆ιοργάνωση Συνεδρίων Πληροφορικής (1984, 1991). Συµµετοχή σε ερευνητικά προγράµµατα ESPRIT, ΓΓΕΤ, ΕΜΠ, κα. Α. ΧΑΤΖΗΜΑΝΙΚΑΤΗΣ Μηχανικός Ηλ Υπολογιστών και Πληροφορικής. Τελείωσε το Τµήµα Μηχ. Ηλ. Υπολ. Και Πληροφορικής του Παν. Πατρών το 1989. Από το ίδιο τµήµα έλαβε και το διδακτορικό του δίπλωµα µε θέµα ‘Κατανεµηµένα Συστήµατα Υπερκειµένου: Ανοιχτές Αρχιτεκτονικές και Ποιοτικά Χαρακτηριστικά’ το 1994. Από το 1995 εργάζεται στην εταιρία Neuroware Ltd; σε έργα που αφορούν την ανάπτυξη εξειδικευµένων βάσεων δεδοµένων τόσο σε client/server περιβάλλοντα, όσο και σε κατανεµηµένες αρχιτεκτονικές και στο Web.