H εξαφάνιση του αρχιτέκτονα

12
KΛΕΟΠΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ H εξαφάνιση του αρχιτέκτονα ΕΚΔΟΣΕΙΣ οσελότος

description

Και τότε είδα ξαφνικά το μαχαίρι στο χέρι της. Δεν ήμουν προετοιμασμένη για επίθεση. Οπισθοχώρησα. Με πλησίαζε απειλητικά και έπεσα στην καρέκλα πίσω μου. Ένιωσα τη λεπίδα του μαχαιριού πολύ κοντά στο λαιμό μου και τότε αναγνώρισα το πρόσωπο. Το πρόσωπο του εφιάλτη μου. Από εκείνη τη νύχτα… Ένα μυθιστόρημα για τις σκιές που εμφανίζονται και σημαδεύουν χώρους και ζωές.

Transcript of H εξαφάνιση του αρχιτέκτονα

Page 1: H εξαφάνιση  του αρχιτέκτονα

KΛΕΟΠΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑKΛΕΟΠ

ΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

H εξαφάνιση του αρχιτέκτονα

H εξαφάνιση του αρχιτέκτονα

Η Κλεοπάτρα Σταυροπούλου γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Οικονομικά και παι-δαγωγικά και συνέχισε με με-ταπτυχιακό στη Θεολογία. Ερ-γάζεται ως εκπαιδευτικός στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Διήγημά της έχει συμπεριλη-φθεί στον συλλογικό τόμο 20+1 ιστορίες, Εκδόσεις Καστανιώτη 1997 και το μυθιστόρημά της «Η ζωή μοιάζει με ό,τι αγαπάς και φοβάσαι», έχει αποσπάσει έπαινο το 2001 σε λογοτεχνικό διαγωνισμό που είχε προκηρύ-ξει ο Φ. Σ. Παρνασσού.

Και τότε είδα ξαφνικά το μαχαίρι στο χέρι της. Δεν ήμουν προετοιμασμέ-νη για επίθεση. Οπισθοχώρησα. Με

πλησίαζε απειλητικά και έπεσα στην κα-ρέκλα πίσω μου. Ένιωσα τη λεπίδα του μα-χαιριού πολύ κοντά στο λαιμό μου και τότε αναγνώρισα το πρόσωπο. Το πρόσωπο του εφιάλτη μου. Από εκείνη τη νύχτα…

Ένα μυθιστόρημα για τις σκιές που εμφανί-ζονται και σημαδεύουν χώρους και ζωές.

ΕΚΔΟΣΕ ΙΣοσελότος

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ

Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα ΤΗΛ. : 210 6431108

[email protected]. ocelotos. gr

ΕΚΔΟΣΕΙΣοσελότος

ISBN 978-960-564-176-4

140 × 210 SPINE: 22 FLAPS: 80

0_cover_i exafanisi toy arxitektona.indd 1 6/24/2014 11:35:36 PM

Page 2: H εξαφάνιση  του αρχιτέκτονα

ΤιΤλος Η εξαφάνιση του αρχιτέκτονα ςυγγραφέας Κλεοπάτρα Σταυροπούλου ςέιρα Ελληνική λογοτεχνία Layout - Design Myrtilo, Λένα Παντοπούλου Copyright© 2014 Κλεοπάτρα Σταυροπούλου ΠρώΤη έκδοςη Αθήνα, Ιούνιος 2014

ISBN 978-960-564-176-4

Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας, (Ν. 2121/1993, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) καθώς και από τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευ-ματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται η καθ’ οιονδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντι-γραφή, φωτοανατύπωση και γενικώς αναπαραγωγή, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε ο-ποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου χωρίς τη γραπτή άδεια του δικαιούχου συγγραφέα.

Την ευθύνη για την φιλολογική και ορθογραφική επιμέλεια του παρόντος έργου έχει η συγγραφέας.

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ:

Βατάτζη 55, 114 73 ΑθήναΤΗΛ. : 210 6431108E-MAIL: [email protected]. ocelotos. gr

KΛΕΟΠΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

H εξαφάνιση του αρχιτέκτονα

Page 3: H εξαφάνιση  του αρχιτέκτονα

KΛΕΟΠΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

H εξαφάνιση του αρχιτέκτονα

Page 4: H εξαφάνιση  του αρχιτέκτονα
Page 5: H εξαφάνιση  του αρχιτέκτονα

Η ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΑ 5

1

Αυτή είναι η ιστορία ενός ανθρώπου που φοβόταν τα στεγανά της μνήμης του. Και όταν αυτά πλημμύρι-σαν, συνέχισα να φοβάμαι, γιατί η ανάδυση από τα

πλημμυρισμένα αμπάρια στην επιφάνεια θα είναι πάντα η ιστορία ενός πνιγμού.

Ήμουν μικρό παιδί ακόμα, όταν απέκτησα έναν ιδιαίτερο τρόπο να μετράω το χρόνο και μαζί του να «σημαδεύω» τις στιγμές της ζωής μου, ανάμεσα σε μεγάλα διαστήματα σιω-πής που έγδερναν το δέρμα σαν αρπακτικό και αιμοβόρο θη-ρίο, παρέα με βρώμικες σκιές. Περισσότερες σκιές από αμέ-τρητες που σημάδευαν χώρους χωρίς έλεος. Μέχρι εκείνη τη μέρα του Μαΐου, που η λάμψη ενός καθρέφτη στο σκοτά-δι, ξεκίνησε την ιστορία και μαζί της ξανάρχισε ο χρόνος να μετρά από το μηδέν. Δεν υπήρχε πια «πριν». Γιατί ο χρόνος αρχίζει να μετράει πάντα από τη στιγμή της μεγάλης έκρη-ξης. Έχει νόημα και είναι υπαρκτός μέσα στην ιστορία, όχι έξω από αυτήν. Εκεί στη τελευταία στροφή του μαχαιριού μέτρησα τη ζωή μου και μίσησα το χρόνο που έπαιζε παι-χνίδια με το μυαλό μου. Μίσησα τη στιγμή που έδινε νόημα σε κάτι παράλογο και ταυτόχρονα μου αφαιρούσε τη δυνα-τότητα να το καταλάβω. Και τις σκιές μετά που μασκαρε-μένες και βρώμικες είχαν ξεφύγει. Και όσο η ζωή μου έδει-χνε το σχέδιο που ακολουθούσε, ήξερα πως κάποια στιγμή θα τις αντάμωνα, πιο βρώμικες από ποτέ. Με είχαν αγγίξει και αυτό ήταν κάτι που δεν θα ξεχνούσα εύκολα. Ανάσαινα τη μυρωδιά των σημαδιών έπειτα από αίμα, ιδρώτα, ναφθα-λίνη, νοτισμένο ύφασμα και ξερατά. Κρατώντας την ανάσα μου, έζησα όλη μου τη ζωή. Δεν τις συνήθισα ποτέ. Αλλά άντεξα. Είκοσι οκτώ ολόκληρα χρόνια. Ακροβατώντας με κομμένη ανάσα στη μέση του πουθενά. Μέχρι τη στιγμή

Page 6: H εξαφάνιση  του αρχιτέκτονα

6 ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

που άφησα το σκοινί, παρασυρμένη από καινούργιες, ολό-τελα περίεργες ανεμοθύελλες, ελπίζοντας μονάχα μετά το κενό να ακολουθεί κάτι...

Ήταν ένα Μαγιάτικο σούρουπο, όταν επιστρέφοντας σπί-τι από το φροντιστήριό μου των Γαλλικών, βρέθηκα αντι-μέτωπη με το σπασμένο καθρέφτη της εισόδου. Στάθηκα μπροστά του, ακίνητη και μαγεμένη, από την εικόνα των πολλαπλών και παραμορφωμένων ειδώλων και τότε κατά-λαβα για πρώτη φορά αυτό που αργότερα θα αναγνώριζα σαν πραγματικότητα, ότι πίσω από τα παιχνίδια των αλλοι-ωμένων εικόνων και χρωμάτων θα κρύβεται πάντα η από-γνωση. Το έμαθα με πολύ σκληρό τρόπο εκείνη τη μέρα. Το κομμάτι που έλειπε από τον καθρέφτη άργησα να το δω. Αίμα παντού. Ακολούθησα τα ίχνη του και αυτά με οδήγη-σαν στο μπάνιο. Παρασύρθηκα ζαλισμένη στο δρόμο του αίματος και αυτός με «ξέβρασε» εκεί που φαινόταν να έχει χαθεί κάθε ελπίδα. Δεν ήταν στην κόλαση, ήταν κάπου αλ-λού, ακόμα πιο πέρα από εκεί. Εκείνη τη μέρα έμαθα επίσης ότι, αν περπατήσεις έστω και μια φορά το δρόμο του αίμα-τος, τότε η διαδρομή σου έχει ήδη χαραχτεί και μοιάζει με κακοφτιαγμένο σχέδιο ατάλαντου αρχιτέκτονα. Χωρίς πα-ράπλευρες εξόδους διαφυγής. Απλά έχεις τραβήξει το άσχη-μο χαρτί και αυτό δεν αλλάζει.

Εκείνη ήταν εκεί, κρατώντας σφιχτά το κομμάτι του κα-θρέφτη που έλειπε με το δεξί της χέρι. Στην αρχή, είδα μο-νάχα το αίμα που έτρεχε στο νιπτήρα και στάθηκε αδύνα-το, για αρκετά λεπτά να πάρω το βλέμμα μου από τη λίμνη που σχημάτιζε, καθώς κυλούσε σε ρυάκια στη λεία επιφά-νειά του και δεν μπορούσε να απορροφηθεί από τα μπου-κωμένα σιφώνια της αποχέτευσης. Βαριές ανάσες και ψίθυ-ροι, το αίμα. Φοβήθηκα, γιατί κατάλαβα πως θα παρέμενα εκεί ακίνητη, κρατώντας σχεδόν την ανάσα μου να τη βλέ-πω να πεθαίνει μπροστά στα μάτια μου, χωρίς να μπορώ να προσφέρω την παραμικρή βοήθεια, εξαιτίας της υπνωτιστι-

Page 7: H εξαφάνιση  του αρχιτέκτονα

Η ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΑ 7

κής επίδρασης που ασκούσε πάνω μου η ροή του αίματος. Το μόνο μας πιοτό το αίμα που σταλάζει*. Το μυαλό μου αδυ-νατούσε να ξεφύγει. Πολλοί ψίθυροι και ακόμα βαρύτερες ανάσες. Έπειτα είδα τα χέρια της. Τα είχε χαράξει και τα δυο, αλλά φαινόταν να μην πονάει. Άκαμπτα χέρια, σε άκαμπτο σώμα. Παγωμένο. Τόσο ματωμένα χέρια και εκείνη να μη νιώθει. Τόσο παγωμένη σάρκα και να ματώνει. Έπειτα πρό-σεξα την ίδια. Στεκόταν εκεί σαν άψυχη κούκλα βιτρίνας, ξυπόλυτη, με ανακατεμένα μαλλιά και φορούσε ένα νυχτι-κό, που όταν είχα ρωτήσει πως λεγόταν το χρώμα του, μου είχε απαντήσει πως είχε το χρώμα της σαμπάνιας και κατά συνέπεια θα λεγόταν σαμπανί. Η μία τιράντα είχε πέσει από το ώμο της και αποκαλυπτόταν το στήθος της, λευκότερο από οτιδήποτε θα μπορούσες να φανταστείς. Δεν ήθελα να δω το πρόσωπό της. Φοβόμουν να αντικρίσω τα μάτια της. Αλλά γύρισε απότομα και τότε βρέθηκα εντελώς απροετοί-μαστη απέναντι σε μια νεκρική μάσκα. Προσπάθησα να δι-ακρίνω μια σύσπαση στο πρόσωπό της. Τίποτα. Σαν να είχε στραγγίξει όλο της το αίμα. Είχαν σωπάσει οι ψίθυροι και εί-χαν σβήσει οι ανάσες. Δεν με είδε. Η φρίκη δεν είχε όρια και εκείνη φαινόταν σαν να είχε προσπαθήσει να την κλείσει σε ένα βλέμμα. Οπισθοχώρησα. Σκέφτηκα πως αν έπεφτε, δεν θα ήθελα να πέσει πάνω μου ένας «νεκρός» με ορθάνοιχτα μάτια. Δεν ήθελα ο παραλογισμός που στροβιλιζόταν στα μάτια της να με πλήξει. Αμέσως μετά όμως, πήρε τη μάσκα και τη φρίκη της και κοίταξε αλλού, χωρίς αυτό να σημαίνει και κάπου συγκεκριμένα. Δεν υπήρχε χώρος για να σταθεί ούτε η ίδια, ούτε και το βλέμμα της. Δεν υπήρχε συγχώρεση για αυτό. Έπειτα από τόση γνώση, ποια συγχώρεση; Αλλά άρ-γησα. Να αντιδράσω. Αργότερα κατάλαβα πως αυτό θα με ακολουθούσε. Υπήρξε προδοσία εκείνο το βράδυ, γιατί είχα βαρεθεί να με ακολουθούν σκιές, σιωπή, ανάσες, κραυγές,

* Στο βιβλίο επισημαίνονται με πλάγια γραφή αποσπάσματα των T. Σ. Έλιοτ, Βιρτζί-νια Γουλφ

Page 8: H εξαφάνιση  του αρχιτέκτονα

8 ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

ψίθυροι και ουρλιαχτά. Τα έσερνε μαζί του «το νυχτικό με το χρώμα της σαμπάνιας» που αιμορραγούσε μπροστά μου.

Χρόνια πολλά μετά, ένας χώρος με καθρέφτες και ένας άνδρας που δεν ήρθε ποτέ στο ραντεβού μας, ήταν παραπά-νω από αρκετά για να ξαναζήσω την ιστορία. Και δεν άντε-χα να βρεθώ ξανά στο κέντρο ενός κυκλωτικού χορού! Δεν ήμουν αόρατη για να ξεφύγω. Δεν υπήρχε τυφλό σημείο για μένα. Ο Σταύρος -ο άνδρας που δεν εμφανίστηκε- μπορεί να είχε διαλέξει τα πάντα για μας, αλλά δεν κατάφερε να συμ-φιλιωθεί ο ίδιος, με ότι είχαν διαλέξει οι άλλοι για εκείνον. Ίσως γιατί είχαν διαλέξει περισσότερα από όσα θα μπορού-σε να τους συγχωρήσει. Πολύ κόκκινο, πολλοί ψίθυροι και ανάσες ξανά εκεί. Και όταν με πολιόρκησαν όλα μαζί, δεν έμεινα απαθής. Προσπάθησα να ανοίξω ρήγματα στην ιστο-ρία. Αλλά ήταν λάθος. Τα ρήγματα που σπάνε, συσσωρεύ-ουν ερείπια και οι εχθροί φωλιάζουν καλύτερα εκεί. Σκοτώ-νουν ευκολότερα από εκεί. Καμουφλαρισμένοι και αόρατοι σκορπούν τον τρόμο, πριν προλάβεις, καν, να διακρίνεις τον κίνδυνο. Και έτσι σπίτια και άνθρωποι ερείπια κατάφεραν να «στραγγαλίσουν» τη ζωή μου. Γιατί ένας άνθρωπος που φο-βάται, παίρνει πάντα τις σκιές για ατόφια σώματα**.

**. Όπ.π.

Page 9: H εξαφάνιση  του αρχιτέκτονα

Η ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΑ 9

2

«Μαμάαα, δεν μου μιλάνε, να κλείσω το τηλέφωνο;»«Κλείστο, αμέσως», άκουσα να λέει επιτακτικά μια αν-

δρική φωνή. Για μια στιγμή ταράχτηκα. Αλλά δεν ήταν ο Σταύρος.

Ήταν η φωνή ενός άλλου, μια δυνατή και ψύχραιμη φωνή, στην οποία δεν διέκρινα ίχνος ανησυχίας. Πάγωσα στο άκουσμά της και επέτρεψα στον εαυτό μου να πιστέψει πως ήταν εξαιτίας της ταλαιπωρίας που είχα υποστεί το προη-γούμενο βράδυ. Σηκώθηκα από το κρεβάτι προσπαθώντας να συμμαζέψω τις σκέψεις και το φόρεμα μου, αφού είχα αποκοιμηθεί ντυμένη. Τράβηξα με δύναμη τη μία του άκρη και απέμεινα με ένα ωραιότατο μεσοφόρι. Συνέχισα να τρα-βάω δυνατά και είχα μια νόστιμη μπλούζα. Με μια τρίτη κί-νηση δεν είχα τίποτα πια, παρά μόνο τρία κομμάτια υφάσμα-τος να κείτονται στα πόδια μου. Ήταν απλό τελικά! Τρεις κινήσεις χρειάζονταν για να ξεφορτωθεί κάποιος ένα τολμη-ρό φόρεμα και μαζί του ένα άσχημο βράδυ. Μονάχα που εδώ δεν είχα ούτε τη μισή αλήθεια. Είχα την εμπειρία και ήξερα καλά, πως χρειάζονταν πολύ περισσότερα τελικά από τρεις κινήσεις ακόμα και για ένα φόρεμα. Μερικές φορές δεν σου φτάνει ούτε μια ολόκληρη ζωή να τα ξεφορτωθείς τα άσχημα από πάνω σου. Τις σκέψεις, δε, ακόμα χειρότερα. Και να τις συμμαζέψεις και να τις ξεφορτωθείς. Και το χειρότερο από όλα, διαλύθηκε και ο μύθος που είχα πλάσει, ότι ένα τολμη-ρό φόρεμα το ακολουθεί τουλάχιστον μια ενδιαφέρουσα νύ-χτα, επιβεβαιώνοντας μια αλήθεια που ήξερα καλύτερα, ότι ένα τολμηρό φόρεμα το ακολουθεί πάντα ένα ολότελα μο-ναχικό πρωινό!

Πέρα όμως από το φόρεμα, δεν είχα την πολυτέλεια να ξεφορτωθώ καμιά λεπτομέρεια από το προηγούμενο βράδυ,

Page 10: H εξαφάνιση  του αρχιτέκτονα

10 ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

όπου καθισμένη σε ένα μπαρ, με τοίχους «ντυμένους» από τεράστια κομμάτια καθρεφτών, περίμενα τον Σταύρο. Με το χρόνο να κυλάει εφιαλτικά αργά, να σέρνεται σαν φίδι και να με απειλεί. Και εγώ μόνη μου, αντιμέτωπη με την απει-λή. Αντιμέτωπη με το βλέμμα των θαμώνων τριγύρω, το ει-ρωνικό χαμόγελό τους, τον εαυτό μου, το φωτισμό που βά-ραινε στο πρόσωπό μου και το φόρτωνε σκιές και ρυτίδες. Και κούραση. Και θυμό. Και απελπισία. Τον μισούσα. Το φω-τισμό πρώτα, έπειτα τον Σταύρο, μετά τους καθρέφτες, το χρόνο, μετά τον εαυτό μου, μετά...

Όλα τα μισούσα. Μισούσα ακόμα και αυτή την πόλη που ζούσε, δούλευε και διασκέδαζε αυτός και κατέστρεφε εμέ-να. Με άλλαζε. Με έφερνε πάντα αντιμέτωπη με τη χειρότε-ρη εκδοχή των πραγμάτων και του εαυτού μου. Ενώ ήμουν από τους ανθρώπους που λάτρευα τη νύχτα στην πόλη, τους έρημους δρόμους από διαβάτες, τα φώτα, τη βουή από την κίνηση των αυτοκινήτων, τις φωτισμένες προσόψεις των κτιρίων. Μερικές φορές ήταν μαγεία. Όλα. Και η νύχτα και η πόλη και οι άνθρωποι και έκαναν μαγικά πράγματα όλοι μαζί. Χρειάστηκε ένα βράδυ μονάχα για να καταστραφεί η μαγεία ενός ακόμα παραμυθιού. Να μισήσω ότι αγαπούσα μέχρι τότε.

Παλαιότερα θυμάμαι, μπορούσα να λατρεύω τα πάντα. Εκείνο όμως που μου άρεσε περισσότερο από όλα, ήταν να περπατάω αργά, μετά τα μεσάνυχτα, με ελαφρύ αεράκι κατά μήκος της λεωφόρου Κηφισίας. Βράδια Φθινοπώρου. Δεν εί-ναι δρόμος για περπάτημα τώρα πια το ξέρω. Κάποτε όμως υπήρξε! Άλλαξε πολύ μετά το τέλος της δεκαετίας του ’70, όταν άρχισε η διαπλάτυνσή του, κατεδαφίστηκαν όλοι οι πέτρινοι φράχτες και έπεσαν στο έδαφος εκατοντάδες ευ-κάλυπτοι. Έχω φωτογραφίσει κομμάτια του, λίγο πριν οι μπουλντόζες αρχίσουν το καταστροφικό τους έργο. Όταν το πρώτο κομμάτι του φράχτη άγγιξε το έδαφος, είχε αρχί-σει ήδη να διαμορφώνεται μια νέα πραγματικότητα εκεί. Και

Page 11: H εξαφάνιση  του αρχιτέκτονα

Η ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΑ 11

άλλού. Ήμουν δέκα χρόνων τότε, αλλά έμαθα, ότι όταν αλ-λάζει ένας δρόμος, τίποτα δεν παραμένει ίδιο μετά, όλα γί-νονται κάτι διαφορετικό και συνάμα με έναν περίεργο τρό-πο οικεία ξανά, αφού όπως αναφέρεται και στον τίτλο μιας ταινίας «ο δρόμος είναι όλα...»

Δεν έχω ξεχάσει ακόμα, ότι αρχές της δεκαετίας του ’80, έβλεπα από το μπαλκόνι του σπιτιού μιας φίλης προβατάκια να βόσκουν απέναντι και επίσης μια άλλη εικόνα, εκείνης ενός ηλικιωμένου ζευγαριού που έσερνε αργά τις καρέκλες του στη βεράντα του πέτρινου σπιτιού τους, τα καλοκαιρινά απογεύματα και παρακολουθούσε την κίνηση. Κάποια στιγ-μή γίναμε φίλοι. Από τις τελευταίες κουβέντες τους που θυ-μάμαι έντονα, ήταν πως «λυπούμαστε που θα υπάρξει μια εποχή πολύ σύντομα που δεν θα ονειρευόμαστε τίποτα πια από τις μυρωδιές», και «όλα αλλάζουν πολύ γρήγορα, αλλά δεν θα θέλαμε το δικό μας σπίτι να γίνει το πρώτο που θα εγκαινιάσει τη νέα μοντέρνα εποχή».

Είχα σηκωθεί τότε από την πολυθρόνα μου, για να ρίξω καμιά ματιά τριγύρω, μήπως και ανακαλύψω τίποτα από αυτά τα «ανησυχητικά μοντέρνα» αλλά δεν βρήκα κανένα ίχνος τους και γύρισα ανακουφισμένη στη θέση μου. Όταν μάλιστα και ο οδηγός του λεωφορείου μας χαιρέτησε όπως έκανε κάθε απόγευμα. «Καλησπέρα κ. Λέοντα, καλησπέ-ρα κ. Ευδοκία, καλησπέρα Θαλειάκι», αποφάσισα πως δεν χρειαζόταν να ανησυχούμε. Οι αλλαγές θα αργούσαν και κανείς δεν θα χαλούσε τα καλοκαιρινά μας απογεύματα. Ο παππούς Λέοντας όμως δεν ησύχαζε τόσο εύκολα «βλέπετε εκεί δεξιά στο φράχτη και άλλος ευκάλυπτος έπεσε, ο τρί-τος αυτό το μήνα». Ασυναίσθητα είχα απλώσει το χέρι για να πιάσω το χέρι της γιαγιάς Ευδοκίας και εκείνη το είχε κρατή-σει ανάμεσα στα δικά της σε μια προσπάθεια να με καθησυ-χάσει. Και όταν λίγο αργότερα, όλοι οι ευκάλυπτοι απένα-ντι έπεσαν, θυμόμουν εκείνο το απόγευμα και αισθανόμουν

Page 12: H εξαφάνιση  του αρχιτέκτονα

KΛΕΟΠΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

KΛΕΟΠΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

H εξαφάνιση του αρχιτέκτονα

H εξαφάνιση του αρχιτέκτονα

Η Κλεοπάτρα Σταυροπούλου γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Οικονομικά και παι-δαγωγικά και συνέχισε με με-ταπτυχιακό στη Θεολογία. Ερ-γάζεται ως εκπαιδευτικός στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Διήγημά της έχει συμπεριλη-φθεί στον συλλογικό τόμο 20+1 ιστορίες, Εκδόσεις Καστανιώτη 1997 και το μυθιστόρημά της «Η ζωή μοιάζει με ό,τι αγαπάς και φοβάσαι», έχει αποσπάσει έπαινο το 2001 σε λογοτεχνικό διαγωνισμό που είχε προκηρύ-ξει ο Φ. Σ. Παρνασσού.

Και τότε είδα ξαφνικά το μαχαίρι στο χέρι της. Δεν ήμουν προετοιμασμέ-νη για επίθεση. Οπισθοχώρησα. Με

πλησίαζε απειλητικά και έπεσα στην κα-ρέκλα πίσω μου. Ένιωσα τη λεπίδα του μα-χαιριού πολύ κοντά στο λαιμό μου και τότε αναγνώρισα το πρόσωπο. Το πρόσωπο του εφιάλτη μου. Από εκείνη τη νύχτα…

Ένα μυθιστόρημα για τις σκιές που εμφανί-ζονται και σημαδεύουν χώρους και ζωές.

ΕΚΔΟΣΕ ΙΣοσελότος

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ

Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα ΤΗΛ. : 210 6431108

[email protected]. ocelotos. gr

ΕΚΔΟΣΕΙΣοσελότος

ISBN 978-960-564-176-4

140 × 210 SPINE: 22 FLAPS: 80

0_cover_i exafanisi toy arxitektona.indd 1 6/24/2014 11:35:36 PM