Bauman Crisis

80
ΑΦΙΕΡΩΜΑ : ΔΙΕΘΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ Επιμέλεια : Μαυροζαχαράκης Μανόλης (Ινστιτούτο Επιμόρφωσης) Zygmunt Bauman

description

πολιτικη

Transcript of Bauman Crisis

Page 1: Bauman Crisis

ΑΦΙΕΡΩΜΑ :

ΔΙΕΘΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

Επιμέλεια : Μαυροζαχαράκης Μανόλης

(Ινστιτούτο Επιμόρφωσης)

Zygmunt Bauman

Page 2: Bauman Crisis

Ζίγκµουντ

Μπάουµαν

Συντάχθηκε από τον/την ΠΣΚ

Παρασκευή, 02 Ιανουάριος 2009 16:00

Ο Ζίγκµουντ Μπάουµαν (Zygmunt Bauman) γεννήθηκε στις 19

Νοεµβρίου του 1925 στο Poznań της Πολωνίας.

Ο Ζίγκµουντ Μπάουµαν θεωρείται ένας από τους πλέον οξυδερκείς

ερµηνευτές της σύγχρονης, µεταµοντέρνας εποχής µας. Μετά την

απέλασή του από τη Βαρσοβία το 1968 -ήδη ένας από τους

κορυφαίους Πολωνούς κοινωνιολόγους-, εγκαταστάθηκε στην Αγγλία

και δίδαξε Κοινωνιολογία στο Πανεπιστήµιο του Λιντς µέχρι τη

συνταξιοδότησή του, το 1990. Εκτοτε το ενδιαφέρον του έχει στραφεί

στην εξέταση θεµάτων ενός ευρύτατου φάσµατος, που κυµαίνονται

από θέµατα της επικαιρότητας, τη σύγχυση που υφίστανται οι πολίτες

των δυτικών κοινωνιών, την παγκοσµιοποίηση, τους οικονοµικούς

µετανάστες, έως την τηλεοπτική πραγµατικότητα, τα ριάλιτι, την

επίπλαστη οικειότητα αλλά και την αλλοτρίωση, που έχουν επέλθει µετά τον κατακλυσµό από προϊόντα

της τεχνολογίας (κινητά, υπολογιστές, ∆ιαδίκτυο), τα οποία έχουν επιφέρει δραµατική αλλοίωση ακόµα

και στον τρόπο που συνάπτονται οι σχέσεις. Μέσα από τα γνωστά σε όλους µας φαινόµενα των ηµερών

µας, ασκεί κριτική στο φιλελεύθερο καπιταλισµό, σχολιάζοντας µε κάθε ευκαιρία τον τρόπο που η

εξατοµικευµένη κοινωνία καταστέλλει την ανάληψη ευθύνης, τη δράση και την επιλογή µέσα από µια

υστερική σχεδόν απόπειρα αναστολής της «αβεβαιότητας» και παροχής µιας «εικονικής ασφάλειας».

Ο Μπάουµαν δεν παρουσιάζεται ιδιαίτερα αισιόδοξος για το µέλλον. Τα πρόσφατα έργα του διέπονται

από µελαγχολία και θέτουν κρίσιµα ερωτήµατα για την ικανότητα του σύγχρονου ανθρώπου να αγαπάει,

να κάνει σχέσεις µε τους άλλους, σχολιάζοντας την πιθανότητα µελλοντικών ολοκαυτωµάτων αλλά και

την κατάσταση που µας περιρρέει και της οποίας είµαστε µέλη: τη µετανεωτερικότητα ή «ρευστή

νεωτερικότητα», όπως την ονοµάζει. Πρόκειται για την κοινωνία που προέκυψε τις τελευταίες δεκαετίες,

όπου ο θρίαµβος του ατοµικισµού δηµιούργησε το νέας κοπής άτοµο, ένα άτοµο χωρίς σταθερούς

δεσµούς, που απολαµβάνει µεν τη χωρίς δεσµεύσεις ελευθερία, αλλά ταυτόχρονα είναι βυθισµένο στην

ανασφάλεια, τον κοµφορµισµό και το φόβο, κάτοικο ενός κόσµου όπου, µετά το θρίαµβο της

«εξατοµίκευσης», οι σχέσεις είναι ευχή και κατάρα, οι πλέον αισθητές «ενσαρκώσεις της αµφιθυµίας»:

Οι κάτοικοι του ρευστού µοντέρνου κόσµου γυρεύουν σχέσεις που θα τους σκεπάζουν σαν ελαφρύ

πανωφόρι, ένα πανωφόρι που θα τους προστατεύει χωρίς να τους βαραίνει, και από το οποίο, όταν

αλλάζει ο καιρός, θα µπορούν εύκολα να απαλλαγούν.

Τελευταία Ενηµέρωση ( Παρασκευή, 02 Ιανουάριος 2009 17:03 )

Page 3: Bauman Crisis

Πέµπτη, 13 Σεπτέµβριος 2007

Ζίγκµουντ Μπάουµαν, ένας φιλελεύθερος σοσιαλιστής

Άνοιξη 2007. Τσινάρι Θεσσαλονίκης

Το ρολόι δείχνει περασµένα µεσάνυχτα και οι µισοί από την παρέα έχουν

αρχίσει να καταβάλλονται από την άκρατη οινοποσία και την κουραστική

ηµέρα που πέρασαν στην Θεσσαλονίκη. Τυχαίνει να φιλοξενώ στην πόλη την

παρέα της αδερφής µου. Ως καλός οικοδεσπότης αποφασίζω να περάσουµε

µια από τις βραδιές µας στο Τσινάρι πίνοντας καλό κρασί και τρώγοντας

ακόµα καλύτερο µεζέ. Η παρέα αρκετά µεγάλη καθώς σε αυτήν των

φιλοξενούµενων µου προστέθηκαν και καλοί φίλοι δικοί µου.

Εκεί που η νύχτα όδευε στο τέλος της, η σπίθα έγινε φωτιά όταν άρχισε η

πολιτική κουβέντα. Πολιτική, όχι κοµµατική. Στην πολιτική συζήτηση

συµµετείχαν δύο κυρίες, τις οποίες ότι είχαν γνωρίσει και ένας φίλος

υποστηρικτές όλοι του σοσιαλισµού και εγώ υποστηρίζοντας πιο φιλελεύθερες

ιδέες. Είναι λίγο πολύ γνωστό το αποτέλεσµα αυτών των συζητήσεων.

Ωστόσο θέλησα να µάθω από του συνοµιλητές µου πως θα τους φαινόταν η

ιδέα ενός συστήµατος που θα χαρακτηριζόταν ως φιλελεύθερος σοσιαλισµός.

Εκεί άρχισαν τα ευχολόγια.

Ωστόσο επιµένω σε αυτή την ιδέα την οποία υποστηρίζει ένας από τους

κορυφαίους κοινωνιολόγους, ο πολωνικής καταγωγής Εβραίος Ζίγκµουντ

Μπάουµαν. Ο κ. Μπάουµαν τονίζει σε συνεντευξή του ότι τα δύο συστήµατα,

ο φιλελευθερισµός και ο σοσιαλισµός, αποτελούν δύο µονόπλευρες

καταστάσεις οι οποίες θα ήταν και τυραννικές αν εφαρµόζονταν αυτές

καθαυτές. Η πρόταση είναι η εξής απλή.

Ο φιλελευθερισµός αντιπροσωπεύει την ατοµική ελευθερία ενώ ο σοσιαλισµός

την ασφάλεια. Έχουν εφαρµοστεί φιλελεύθερες ιδέες µε κρατικό

παρεµβατισµό σε θέµατα κοινωνικής πολιτικής και πολιτικής προστασίας.

Ίσος να µην έχουν τα παραδείσια αποτελέσµατα ωστόσο αποτελούν το

πρώτο βήµα για ένα πολιτικό σύστηµα το οποίο θα προέλθει απο την

συνένωση των δύο υπαρχόντων πόλων και θα θέσει νέους όρους στην

µελλόντική κοινωνία.

Η σύνθεση δεν αποτελεί αµάρτηµα. Αµάρτηµα αποτελεί η εµµονή. Η

αναµόχλευση των δεινών του παρελθόντος χωρίς ωστόσο να υποστηρίζω ότι

θα πρέπει να το ξεχνάµε καθώς λαός ο οποίος δεν γνωρίζει την ιστορία του

δεν έχει µέλλον.

Ο Ζίγκµουντ Μπάουµαν έχει δώσει το σύνθηµα. Αποµένει µόνο η πλήρης

εφαρµογή της ιδέας.

Το είπε ο Captain Harbour στις 3:27 µµ

Ετικέτες Φιλοσοφία

Page 4: Bauman Crisis

Βιώνουµε µια κατάσταση περιρρέουσας ανασφάλειας, ενώ οι συνθήκες του βίου µας αναθεωρούνται διαρκώς. Οφείλουµε όµως να αναλάβουµε την ηθική ευθύνη των πράξεών µας Συνέντευξη του ZYGMUNT BAUMAN στον Σωτήρη Βανδώρο

Οι κανόνες αλλάζουν πριν το παιχνίδι τελειώσει

O 82χρονος Zygmunt Bauman είναι ένας από τους σηµαντικότερους Ευρωπαίους διανοού- µενους. Πολωνός εβραϊκής καταγωγής, βίωσε τη ναζιστική κατοχή αλλά και το σοσιαλιστικό καθεστώς της χώρας του την οποία αναγκάστη- κε να εγκαταλείψει το 1968. Εγκατεστηµένος πλέον στην Αγγλία, δίδαξε στο Πανεπιστήµιο του Λιντς µέχρι το 1990. Εκτοτε γράφει το ένα βιβλίο µετά το άλλο σχετικά µε το σύγχρονο κόσµο: για την ευθραυστότητα των ανθρώπι- νων δεσµών, τον κατακερµατισµό των κοινω- νικών σχέσεων, την υποχώρηση της πολιτικής, την αποθέωση της τεχνολογίας και του κατα- ναλωτισµού. Στα δοκίµιά του, που είναι γραµ- µένα µε σπιρτάδα και καθόλου ακαδηµαϊσµό, συνδυάζει την κοινωνιολογική ανάλυση µε το φιλοσοφικό στοχασµό, παραπέµποντας ταυτό- χρονα σε πλήθος ετερόκλητων πηγών, από τη λογοτεχνία µέχρι δηµοσιεύµατα εφηµερίδων και τηλεοπτικές σειρές. O Ζίγκµουντ Μπάου- µαν απάντησε στις ερωτήσεις του «1455» µε αφορµή τη µετάφραση του βιβλίου του «Ρευ- στός Φόβος», που µόλις εκδόθηκε από το «Πο- λύτροπον». Στα ελληνικά κυκλοφορούν άλλα επτά έργα του. Ο φόβος είναι ένα οικουµενικό, διαχρονικό

Page 5: Bauman Crisis

αίσθηµα. Ποια είναι τα ιδιαίτερα χαρακτη- ριστικά του σήµερα; Σήµερα ο φόβος εµφανίζεται διάχυτος, διά- σπαρτος, είναι δύσκολο να εντοπιστεί µε ακρί- βεια και να ιχνηλατηθεί η προέλευσή του. Γίνε- ται περισσότερο αισθητός παρά ορατός. Αυτό κάνει τις σύγχρονες φοβίες τόσο τροµακτικές και τόσο δύσκολες να περιοριστούν. Εκπηγά- ζουν κυριολεκτικά από παντού: επισφαλείς θέσεις εργασίας, ανεπαρκείς δεξιότητες, διαρ- κώς µεταβαλλόµενοι κανόνες του παιχνιδιού της ζωής, ευθραυστότητα των σχέσεων, κοι- νωνική αναγνώριση µόνο σε προσωρινή βάση, απειλές από τοξικά απόβλητα, καρκινογόνα τρόφιµα. Είναι πολλές και διαφορετικές, αλλά τροφοδοτούν η µία την άλλη, ενισχύονται και συνδυάζονται σε µια κατάσταση που µπορεί να περιγραφεί ως περιρρέουσα ανασφάλεια. Αι- σθανόµαστε αβέβαιοι, απροσδιόριστα απειλού- µενοι, χωρίς να γνωρίζουµε ακριβώς από πού προέρχεται το άγχος µας ή τι να πράξουµε. Με ποια έννοια θεωρείτε τη σύγχρονη ζωή «ρευστή» και πώς συνδέεται µε την «κοινω- νία της διακινδύνευσης»; Η ζωή είναι ρευστή µε την έννοια ότι, όπως όλα τα ρευστά, δεν µπορεί να διατηρήσει για πολύ τη µορφή της, τουλάχιστον όχι χωρίς διαρκή προσοχή και προσπάθεια. Σχεδόν όλα όσα µαθαίνουµε, οι δεξιότητες και οι συνήθειες που αποκτούµε, τα «δίκτυα» που συνάπτουµε είναι πιθανό να έχουν περιορισµένο προσδό- κιµο ζωής. Ελάχιστα µένουν «για πάντα» στη ζωή µας -αν υποθέσουµε ότι κάτι µένει τελικά. Η αιτία όλων αυτών; Η ρευστότητα του περι- βάλλοντος στο οποίο ζούµε, η διαρκής αλλα- γή και πάνω απ’ όλα η αδυναµία πρόβλεψης, η τυχαιότητα αυτής της αλλαγής. Εξ ου και

Page 6: Bauman Crisis

οι διακινδυνεύσεις. Λαµβάνουµε αποφάσεις ενώ διαθέτουµε περιορισµένη γνώση για τις τρέχουσες συνθήκες κι ακόµη λιγότερη για τις µελλοντικές αλλαγές. Σε µια ρευστή-νεωτερι- κή κοινωνία, οι αβεβαιότητές µας είναι πολλές κι αθεράπευτες. Αυτό το οποίο επαινείται σήµερα, αύριο θα είναι αιτία ντροπής, τα τωρινά µας προσόντα µπορεί να εξελιχθούν σε βαρίδια, πράγµατα ευρέως ποθητά σήµερα µπορεί να καταστούν άχρηστα. Οι κανόνες του παιχνιδιού αλλάζουν πολύ πριν το παιχνίδι τελειώσει. Οσο πιο «ρευ- στή» είναι η κοινωνία στην οποία ζούµε και δρούµε, τόσο πιο ριψοκίνδυνα είναι τα βήµα- τα που κάνουµε και τόσο λιγότερο δυνατόν να υπολογιστούν είναι τα ρίσκα που µπορούµε να πάρουµε. Με ποιους τρόπους µπορούµε να αναλάβου- µε, ατοµικά ή συλλογικά, την ηθική ευθύνη για τις πράξεις µας σε έναν κόσµο που φαί- νεται να είναι πέραν του ελέγχου µας; Είτε το συνειδητοποιούµε είτε όχι είτε το ελπί- ζουµε είτε όχι, είµαστε ήδη υπεύθυνοι ο ένας για τον άλλον για τον απλό λόγο ότι σε έναν πα- γκοσµιοποιηµένο κόσµο οτιδήποτε κάνουµε (ή παραλείπουµε να κάνουµε) έχει επιπτώσεις στην κατάσταση και τις προοπτικές του βίου όλων των υπολοίπων. Αυτό δεν σηµαίνει ωστόσο ότι έχουµε πράγ- µατι αναλάβει την ευθύνη αυτής της ευθύνης, δηλαδή ότι αποδίδουµε την επιβεβληµένη ση- µασία σε αυτή τη διασύνδεση των δοκιµασιών µας όταν παίρνουµε αποφάσεις και ενεργούµε. Μια προβληµατική συνθήκη είναι ότι τα µέσα των συλλογικών δράσεων -οι θεσµοί του απο- τελεσµατικού πολιτικού και νοµικού ελέγχου- εξακολουθούν να παραµένουν τοπικά όπως

Page 7: Bauman Crisis

και πριν. Η εξουσία και η πολιτική, µέχρι πριν, όχι και τόσο παλιά, παντρεµένο ζευγάρι εντός των ορίων του έθνους-κράτους, έχουν πλέον χωρίσει. Εχουµε ξεµείνει µε µια πολιτική από την οποία απουσιάζει ολοένα και περισσότερο η εξουσία και µε µια εξουσία η οποία γίνεται ολοένα και πιο ανεξέλεγκτη πολιτικά. Θα λέγατε ότι το έργο σας οδηγεί σε µια απαισιόδοξη θεώρηση των προοπτικών της ανθρωπότητας; ∆εν θεωρώ τον εαυτό µου απαισιόδοξο. Αλ- λιώς, γιατί να γράφω; Ούτε αισιόδοξος είµαι. Οι αισιόδοξοι πιστεύουν ότι ο κόσµος µας είναι ο καλύτερος δυνατός. Οι απαισιόδοξοι υποψιά- ζονται ότι οι αισιόδοξοι µπορεί να έχουν δίκιο. Πιστεύω ότι ο κόσµος που κατοικούµε µπορεί να γίνει καλύτερος και περισσότερο φιλόξενος για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. [email protected] Ζιγκµο υντ Μπαουµαν Κοινωνιολόγος ΣΥΝEΝΤΕΥΞΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Κυριακή 30 ∆εκεµβρίου 2007

Page 8: Bauman Crisis

«Οι ταραχές προµηνύουν τη µεγάλη έκρηξη» «Αλυσιδωτές αντιδράσεις» προβλέπει ο κορυφαίος κοινωνιολόγος Μπάουµαν

∆ΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: TA NEA Σάββατο 13 ∆εκεµβρίου 2008

Οι αναταραχές στην Ελλάδα δεν είναι παρά προµήνυµα κοινωνικών εξεγέρσεων που έρχονται

και θα ενταθούν όσο οι συνέπειες της οικονοµικής κρίσης θα γίνονται πιο αισθητές. Όλοι

καθόµαστε σε µια πυριτιδαποθήκη έτοιµη να εκραγεί ή µάλλον «περπατάµε σε ένα ναρκοπέδιο,

το οποίο είµαστε σίγουροι ότι θα εκραγεί, µόνο που δεν ξέρουµε πού και πότε θα σηµειωθεί η

επόµενη έκρηξη», λέει στη συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» ο Ζίγκµουντ Μπάουµαν, ένας από τους

κορυφαίους κοινωνιολόγους της εποχής.

«Όλοι ξέρουµε τη θεωρία για το “πέταγµα της πεταλούδας”. Σε ένα ναρκοπέδιο, ένα λάθος βήµα µπορεί

να προκαλέσει έκρηξη γιγαντιαίων διαστάσεων. Ένα υψηλότερο ποσοστό ανεργίας και µια µεγαλύτερη

συµπύκνωση της απογοήτευσης των νέων και της απελπισίας έκαναν την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη το

επίκεντρο του ελληνικού σεισµού», σηµειώνει ο Ζίγκµουντ Μπάουµαν, από τις σηµαντικότερες φωνές

της κοινωνιολογικής σκέψης, επίτιµος καθηγητής στα Πανεπιστήµια του Λιντς (Αγλλία) και της

Βαρσοβίας, βραβευµένος µε τα ευρωπαϊκά βραβεία Αmalfi (1990) και Αdorno (1998).

Οι απόβλητοι. Για τον Μπάουµαν, είµαστε όλοι άνθρωποι που έχουν χάσει την πίστη τους στο µέλλον,

«ρευστοί ήρωες», όπως λέει ο ίδιος, καθώς η νεωτερικότητα έχει και άλλη όψη: των ανθρώπων που

µένουν πίσω στερούµενοι τα απαραίτητα µέσα επιβίωσης, γίνονται υπεράριθµοι, περιττοί, αναλώσιµοι

και στο τέλος απόβλητοι, υποστηρίζει. ∆ιευκρινίζει ότι χρησιµοποιεί πρώτο πληθυντικό όταν λέει ότι

«περπατάµε σε ναρκοπέδιο», σκοπίµως: «Η παραγωγή εκρηκτικού υλικού είναι οικουµενικό

χαρακτηριστικό της σύγχρονης ζωής, καθώς παράγονται αναγκαστικά “ακατάλληλοι” άνθρωποι,

“απόβλητοι”, που δεν µπορούν να προσαρµοστούν στη “νέα και βελτιωµένη” κοινωνική τάξη. Ο αριθµός

αυτών των ανθρώπων αυξάνεται και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, καθώς “ελαττωµατικοί”

καταναλωτές δεν έχουν τα µέσα να πληρώσουν για να ενταχθούν στην “ευπρεπή κοινωνία”, ενώ άλλοι

αποβάλλονται εντελώς από το καταναλωτικό παιχνίδι, όπου φτιάχνονται και καταστρέφονται οι

ανθρώπινες τύχες».

Όπως σηµειώνει, «οι ρίζες του προβλήµατος βρίσκονται στον τρόπο ζωής µας και τα αίτια της

δυστυχίας δεν µπορούν να απαλειφθούν αναδιαρθρώνοντας τις κεφαλαιακές δοµές των τραπεζών,

όπως προτείνουν οι πολιτικές ελίτ. Οι πολιτικοί παίρνουν µέτρα αποζηµίωσης των πλουσίων επειδή

χάνουν τα υπέρογκα εισοδήµατά τους κι αυτό µε χρήµατα που ελπίζουν να βγάλουν από τη

φορολόγηση των πολιτών».

Σύµφωνα µε τον νοµπελίστα Αµάρτια Σεν, οι κυβερνήσεις πρέπει να αξιολογούνται µε βάση τις

δυνατότητες που προσφέρουν στους πολίτες τους. Ο Μπάουµαν, όµως, δεν συµφωνεί. Αντιτείνει πως

«δεν µετράς τη δύναµη µιας γέφυρας µε τον µέσο όρο δύναµης των πυλώνων της. Αν το κάνεις, τότε θα

σε βρει ένα πικρό ξύπνηµα, όπως συνέβη στην ελληνική κυβέρνηση». «Οι κυβερνήσεις και γενικότερα η

ανθεκτικότητα της κοινωνίας πρέπει να µετράται µε βάση την ποιότητα ζωής των ασθενέστερων, των

πιο δυστυχισµένων. Η ποιότητα µιας κοινωνίας δεν κρίνεται από το ΑΕΠ και τις στατιστικές, αλλά από

την αξιοπρέπεια ή µάλλον την αναξιοπρέπεια της ζωής των πιο στερηµένων τµηµάτων της».

«Υπάρχει επιστροφή».

Πάντως, δεν είναι απαισιόδοξος για το µέλλον. «Ακόµη δεν έχουµε σκεφτεί σοβαρά στη βιωσιµότητα της

κοινωνίας µας που βασίζεται στην κατανάλωση και την πίστωση. Η “επιστροφή στην οµαλότητα”

προµηνύει επιστροφή σε κακούς και εν δυνάµει επικίνδυνους δρόµους. Σηµαίνει ότι ουδείς, ούτε οι

πολιτικοί, ούτε οι οικονοµικοί παράγοντες, έχει αντιληφθεί την αιτία του προβλήµατος. ∆εν έχουµε

φτάσει ακόµη στο σηµείο όπου δεν υπάρχει επιστροφή, υπάρχει ακόµη χρόνος να αλλάξουµε πορεία.

Μπορούµε να µετατρέψουµε αυτό το σοκ και το τραύµα σε πλεονέκτηµα για τα παιδιά µας».

Page 9: Bauman Crisis

Η ρίζα του προβλήµατος είναι αλλού, προσθέτει. Χωρίς κοινωνικά δικαιώµατα για όλους, «ένας µεγάλος

και αυξανόµενος αριθµός ανθρώπων θα θεωρούσε τα πολιτικά του δικαιώµατα άχρηστα. Αν τα πολιτικά

δικαιώµατα είναι απαραίτητα για να τεθούν σε ισχύ τα κοινωνικά, και τα κοινωνικά δικαιώµατα είναι

απαραίτητα για να µπορούν να λειτουργήσουν τα πολιτικά».

«Η... επιτυχία των τραπεζών έφερε το κραχ»

Η πιστωτική κρίση που βιώνουµε σήµερα δεν είναι αποτέλεσµα της αποτυχίας των τραπεζών,

υποστηρίζει ο Ζίγκµουντ Μπάουµαν. Αντιθέτως, ήταν αναµενόµενη και σε µεγάλο βαθµό προϊόν της

εξαιρετικής επιτυχίας τους! «Επιτυχίας τους να µετατρέψουν µια πλειοψηφία ανδρών και γυναικών,

νέων και γέρων, σε οφειλέτες: οφειλέτες για πάντα, από τη στιγµή που η συνθήκη του να είσαι

χρεωµένος αυτοδιαιωνίζεται, ενώ προσφέρονται όλο και περισσότερα χρέη ως η µόνη ρεαλιστική

σωτηρία από τα ήδη υπάρχοντα. Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες το να λάβεις πίστωση έγινε ευκολότερο

από ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία, ενώ το να ξεφύγεις από αυτή την κατάσταση δεν ήταν ποτέ

δυσκολότερο! Όλοι αποπλανήθηκαν και µπήκαν σε αυτό το παιχνίδι. Όπως το να αποκτήσουν

παπούτσια όλοι οι ξυπόλητοι θα δηµιουργούσε πρόβληµα στη βιοµηχανία παπουτσιών, έτσι και το ότι

µπήκαν στα χρέη σχεδόν όλοι οι άνθρωποι που δεν είχαν χρέη δηµιούργησε πρόβληµα στη βιοµηχανία

δανεισµού. Έτσι, η διάσηµη πρόβλεψη της Ρόζας Λούξεµπουργκ επαληθεύθηκε για ακόµη µια φορά:

όπως το φίδι που καταβροχθίζει την ίδια του την ουρά, ο καπιταλισµός έρχεται για ακόµη µια φορά

επικίνδυνα κοντά σε µια ακούσια αυτοκτονία, καταφέρνοντας να εξαντλήσει την προµήθεια νέων

παρθένων εδαφών προς εκµετάλλευση», σηµειώνει.

Για του λόγου το αληθές παραθέτει τους αριθµούς: στις ΗΠΑ το συνολικό ποσό των απλήρωτων

δανείων πιστωτικών καρτών αυξήθηκε κατά 15%, «και πάνω απ΄ όλα, τα συνολικά χρέη των φοιτητών

κολεγίων, οι οποίοι θα αποτελέσουν τη µελλοντική ελίτ της χώρας, διπλασιάστηκαν. Η εκπαίδευση στην

τέχνη του να ζεις µε χρέη µέχρι να πεθάνεις ενσωµατώθηκε στη διδακτέα ύλη, τόσο στην Αµερική όσο

και στην Αγγλία. Οι ευρωπαϊκές χώρες δεν πάνε πίσω. Ο πλανήτης των τραπεζών ξεµένει από παρθένα

εδάφη, αφού ήδη εκµεταλλεύθηκε ριψοκίνδυνα ακόµη και άγονη γη».

http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&ct=1&artid=4491972

RSS FEEDS | ©2008 ∆ηµοσιογραφικός Οργανισµός Λαµπράκη A.E

Page 10: Bauman Crisis

Παρασκευή, 27 Φεβρουάριος 2009

Οι αξίες και η ταυτότητα της Αριστεράς(Μια συνεντευξη του Ζ . Μπάουµαν στην Ελιζαµπετα Αµπροζι ( απο το αφιερωµα της Βιβλιοθηκης της ''Ε'' )

Οι αξίες και η ταυτότητα της Αριστεράς(Μια συνεντευξη του Ζ . Μπάουµαν στην Ελιζεµπετα Αµπρόζι στις 27-5-08 που δηµοσιευτηκε στο ηλ .περιοδικό Resetdoc.org ) Απο την Βιβλιοθήκη της ''Ε'' 27-5-08: βλ:Οι αξίες και η ταυτότητα της Αριστεράς απσοπασµατα απο τις απαντησεις του Ζ Μπαουµαν : Ποιος είναι τότε ο εναλλακτικός δρόµος για να συλλάβουµε και να κατανοήσουµε το φαινόµενο της «Αριστεράς»;

Ζ.Μ «Ο εναλλακτικός δρόµος γεννιέται από τις δύο θεµελιώδεις θέσεις πάνω στις οποίες βασίζεται η τυπικά "αριστερή" αντίληψη της ανθρώπινης κατάστασης, των προοπτικών της και των ανεξερεύνητων δυνατοτήτων της. Η πρώτη θέση προβλέπει ότι η κοινότητα έχει το χρέος να προστατεύει κάθε µέλος της ενάντια στις κακοτυχίες που υφίσταται σε ατοµικό επίπεδο. Η δεύτερη θέση υποστηρίζει: όπως η αντοχή µιας γέφυρας µετριέται από τη στερεότητα του µικρότερου υποστυλώµατός της, έτσι και η ποιότητα µιας κοινωνίας θα έπρεπε να µετριέται µε βάση την ποιότητα ζωής των πιο αδύναµων µελών της.Αυτές οι δύο σταθερές και αδιαπραγµάτευτες προϋποθέσεις θέτουν την Αριστερά σε τροχιά διαρκούς σύγκρουσης µε την πραγµατικότητα της ανθρώπινης κατάστασης στο καπιταλιστικό καθεστώς, επειδή καταλογίζουν σταθερά στον καπιταλισµό τα αµαρτήµατα της "σπατάλης" και της "ανηθικότητας", που εκδηλώνονται µε την κοινωνική αδικία. Το πρόβληµα όµως είναι ότι, αν αναλυθούν στο φως αυτών των προϋποθέσεων που προαναφέραµε, όλα σχεδόν τα κόµµατα που σήµερα υπερηφανεύονται επίσηµα ότι είναι "αριστερά" θα

Page 11: Bauman Crisis

υποστούν, κατά πάσα πιθανότητα, µιαν ηχηρή απόρριψη.Για πάνω από έναν αιώνα η Αριστερά είχε ως διακριτικό της γνώρισµα τη λατρεία µιας κοινότηας στην οποία ανήκε το απαράβατο χρέος να βοηθάει και να φροντίζει όλα τα µέλη της απέναντι σε ισχυρές δυνάµεις, στις οποίες δεν έιναι δυνατό να αντιδράσουν αυτόνοµα. Οι σοσιαλδηµοκράτες συνέχισαν, σε κάθε περίπτωση, να εναποθέτουν τις ελπίδες τους για την υλοποίηση αυτού του καθήκοντος στο σύγχρονο κράτος, το οποίο ήταν ισχυρό και αρκετά φιλόδοξο ώστε να περιορίζει τις ζηµιές που προκαλεί το ελεύθερο παιχνίδι των αγορών, υποχρεώνοντας τα οικονοµικά συµφέροντα να σέβονται την πολιτική βούληση του έθνους και τις ηθικές αρχές της εθνικής κοινότητας. Τα κράτη-έθνη, ωστόσο, δεν διαθέτουν πλέον την ισχύ για την οποία υπερηφανεύονταν ή την οποία ήλπιζαν να κατακτήσουν στο παρελθόν. Τα πολιτικά κράτη, που κάποτε διεκδικούσαν πλήρη στρατιωτική, οικονοµική και πολιτιστική κυριαρχία στο έδαφός τους και στον πληθυσµό τους, δεν ασκούν πλέον καµία απόλυτη εξουσία σε αυτούς τους χώρους της κοινοτικής ζωής. Η απολύτως αναγκαία προϋπόθεση για έναν συγκεκριµένο και αποτελεσµατικό έλεγχο των οικονοµικών δυνάµεων είναι οι πολιτικοί και οι οικονοµικοί θεσµοί να δρουν στο ίδιο επίπεδο. Πράγµα που όµως σήµερα δεν συµβαίνει. Οι αληθινές εξουσίες, εκείνες δηλαδή που καθορίζουν το φάσµα των επιλογών και των ευκαιριών στη ζωή του µεγαλύτερου µέρους του τωρινού πληθυσµού, έχουν ξεπεράσει το κράτος-έθνος και έχουν εξαπλωθεί στον παγκόσµιο χώρο, όπου µπορούν να κινούνται ελεύθερες από κάθε πολιτικό έλεγχο. Η πολιτική παραµένει καθηλωµένη, όπως και στο παρελθόν, στην τοπική σφαίρα, και γι' αυτό εµφανίζεται ανίκανη να συλλάβει αυτές τις εξουσίες και να τις ελέγξει.Ενα από τα αποτελέσµατα της παγκοσµιοποίησης είναι το διαζύγιο ανάµεσα στην εξουσία (µε την έννοια της γερµανικής λέξης Macht, δηλαδή της ικανότητας πραγµατοποίησης µιας αλλαγής) και στην πολιτική. Στον παγκόσµιο χώρο η εξουσία είναι ήδη ολικά αποδεσµευµένη από την πολιτική, ενώ αυτή η τελευταία εµφανίζεται στερούµενη εξουσιών στην τοπική σφαίρα». - Ο πληθυσµός, κυρίως στην Ιταλία, είναι τροµοκρατηµένος από τις αλλαγές. Αλλαγές οι οποίες, σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις, συνδέονται µε την παγκοσµιοποίηση. Πρώτα απ' όλα η µετανάστευση, έπειτα το πρόβληµα της ασφάλειας, ο ανταγωνισµός ανάµεσα σε πλούσιες και φτωχές χώρες, που εκθέτει σε σοβαρό κίνδυνο τις επιχειρήσεις µας, η ανεργία, η διάδοση της «ευέλικτης" και χαµηλά αµειβόµενης εργασίας, ο πληθωρισµός. Ολα αυτά είναι συµπτώµατα της παγκοσµιοποίησης ή τουλάχιστον γίνονται αντιληπτά ως τέτοια. Οι απλοί πολίτες δυσκολεύονται πάρα πολύ να αντιληφθούν ποιο είναι το όφελος. Είµαστε βέβαιοι, όπως υποστηρίζουν ορισµένοι παρατηρητές που τάσσονται υπέρ της παγκοσµιοποίησης (ο Στίγκλιτς, για παράδειγµα) ότι αυτή η τελευταία µπορεί να δείξει τις θετικές της επιπτώσεις και για τους εργάτες και για τη µικροαστική τάξη, στα µάτια των οποίων το παγκόσµιο µοντέλο είναι συνώνυµο µόνον (σωστά; λάθος;) της επισφαλούς εργασίας, της έκρηξης της εγκληµατικότητας και της ανασφάλειας; 'Η µήπως, αντίθετα, έχει έρθει η στιγµή να

Page 12: Bauman Crisis

αναγνωρίσουµε ότι η παγκοσµιοποίηση δεν προσφέρει πλεονεκτήµατα σε όλους; ζ. ΜΠΑΟΥΜΑΝ : «Μια παλιά αγγλική παροιµία λέει: "Η λεοπάρδαλη δεν αλλάζει τις βούλες της". Στην πραγµατικότητα, ακόµα και αν οι βούλες παραµένουν περίπου ίδιες, οι λεοπαρδάλεις µπορούν να αλλάξουν (όπως βλέπουµε τώρα) τόσο στη ∆εξιά όσο και στην Αριστερά. Η "∆εξιά" είναι εξ ορισµού µια συντηρητική δύναµη, αφοσιωµένη στην υπεράσπιση του status quo και στη διάσωση της παράδοσης. Σήµερα όµως το "status quo" και η "παράδοση", που εγκωµιάζονται και νοσταλγούνται περισσότερο στην Ευρώπη, φαίνονται να ταυτίζονται µε µιαν ορισµένη µορφή υπευθυνότητας από µέρους της κοινότητας απέναντι στη δύσκολη συγκυρία που περνούν τα µέλη της.Στο πιο αυθεντικό της νόηµα, η συντηρητική στάση αντανακλά την πρόθεση να διασωθεί αυτό το status quo, και αυτή η παράδοση, από την καταστροφή.Παραµένει ωστόσο ένα µεγάλο ερωτηµατικό: µπορεί µια πολιτική δύναµη οποιουδήποτε χαρακτήρα να αναχαιτίσει τη ροή της ανεξέλεγκτης παγκοσµιοποίησης κεφαλαίων, εµπορικών συναλλαγών, χρηµατοπιστωτικής οικονοµίας, βιοµηχανίας, εγκληµατικότητας, διακίνησης ναρκωτικών και όπλων, τροµοκρατίας ή µετανάστευσης των θυµάτων όλων αυτών των δυνάµεων, βασιζόµενη αποκλειστικά στην ισχύ και στους πόρους ενός µόνον κράτους; Είναι δυνατό βέβαια να το προσπαθήσει. Το κάνουν η Βόρεια Κορέα, η Κίνα, η Βιρµανία, η Κούβα ή η Κιργιζία, µε τις συνέπειες για τους αντίστοιχους πληθυσµούς που όλοι γνωρίζουµε πολύ καλά. Τα παγκόσµιας προέλευσης προβλήµατα µπορούν να επιλυθούν µόνο στην παγκόσµια σφαίρα.Οι αλλαγές φρουράς στις τοπικές κυβερνήσεις δεν θα µας φέρουν ούτε ένα βήµα πιο κοντά στη λύση τους.Το µόνο λογικό φάρµακο για το κύµα της παγκόσµιας ανασφάλειας έγκειται σε µια συνένωση, σε µιαν εναρµόνιση ανάµεσα στην ισχύ των ήδη παγκοσµιοποιηµένων δυνάµεων και στην ισχύ της πολιτικής, της λαϊκής αντιπροσώπευσης, του δικαίου και της δικαιοδοσίας. Η λύση έγκειται στην επανασύνδεση ισχύος και πολιτικής και στο τέλος του τωρινού διαζυγίου. Επανασύνδεση η οποία όµως πρέπει να γίνει σε ένα επίπεδο ανώτερο, παγκόσµιο, πλανητικό, που θα εκτείνεται σε ολόκληρη την ανθρωπότητα. Στην καλύτερη των υποθέσεων βρισκόµαστε µόλις στην αρχή αυτής της διαδικασίας. Και θα λέγαµε ότι υπάρχουν πολύ λίγες πιθανότητες να πετύχουµε την επιθυµητή έκβαση.Γυρίζοντας τις πλάτες µας στις παγκόσµιες υποθέσεις (µεταξύ των οποίων είναι και η µάστιγα της αθλιότητας), κλειδαµπαρώνοντας τις πόρτες και κρατώντας τους ξένους µακριά από τη χώρα µας, χαράσσοντας νέα σύνορα και πολλαπλασιάζοντας τα νεοφεουδαλικά περίκλειστα εδάφη, η υπόθεση της ασφάλειας δεν θα κάνει κανένα βήµα προς τα µπρος. Οσο περισσότερο η τοπική πολιτική θα κατακερµατίζεται και οι υπηρεσίες της θα περικόπτονται (και εποµένως θα αποδυναµώνονται) τόσο περισσότερο οι ήδη παγκόσµιες δυνάµεις, που υπερβαίνουν κάθε τύπο τοπικού συνόρου, θα γίνονται αδάµαστες και ανίκητες».

Page 13: Bauman Crisis

......................................... - Οι τελευταίες πολιτικές εκλογές στην Ιταλία φανέρωσαν, µεταξύ των άλλων, ότι οι µισθωτοί και οι βιοµηχανικοί εργάτες ψηφίζουν όλο και λιγότερο υπέρ της Αριστεράς. Πώς εξηγείται, κατά την κρίση σας, αυτό το φαινόµενο; Είναι ευθύνη της Αριστεράς ή υπάρχουν οικονοµικοί, κοινωνικοί και πολιτισµικοί λόγοι ευρύτερης σηµασίας; ζ. Μ Θα έτεινα υπέρ αυτής της τελευταίας υπόθεσης.Οι µισθωτοί και οι βιοµηχανικοί εργάτες δεν ταυτίζονται µε την ίδια κοινωνική κατηγορία που υπήρχε πριν από πενήντα χρόνια. Μόνο µια ισχνή και διαρκώς µειούµενη µειονότητα αισθάνεται συνδεδεµένη µε τις επιχειρήσεις για τις οποίες εργάζεται "σταθερά" ή για όλη της τη ζωή. Μόνο µια µειονότητα, πράγµατι, έχει µιαν ασφαλή εργασία και µπορεί να πει µε βεβαιότητα "θα ξαναϊδωθούµε αύριο" ή "σε έναν µήνα", "έναν χρόνο" κ.ο.κ. Μόνο µια µειονότητα εποµένως αισθάνεται ότι έχει κίνητρα να καλλιεργεί δεσµούς αµοιβαίας αφοσίωσης. Ακόµα πιο σηµαντικό: η συλλογική διαπραγµάτευση, οι εθνικές συµβάσεις εργασίας και οι συναφείς συνθήκες απασχόλησης χάνονται κάτω από τα πλήγµατα της απορρύθµισης. Μια όλο και µεγαλύτερη πλειονότητα εργαζοµένων έχει ήδη υιοθετήσει την "ευελιξία" µε τη συνακόλουθη αδυναµία να συνδέσει τα όνειρα και τα σχέδια της ζωής της µε τις επιχειρήσεις (που υποτίθεται ότι είναι σταθερές και µόνιµες, αλλά διατρέχουν υψηλό κίνδυνο συγχώνευσης ή πτώχευσης) και να αναπτύξει δεσµούς µε τους συναδέλφους στην εργασία (που αλλάζουν συνεχώς). Αυτή που κάποτε ήταν η "εργατική τάξη" έχει ήδη εξατοµικευτεί και έχει γίνει ένα ρευστό σύνολο µεµονωµένων µισθωτών, που βρίσκονται σε ανταγωνισµό µεταξύ τους, αντί να συνδέονται από ένα αίσθηµα αλληλεγγύης. Ενα παρόµοιο πλαίσιο δεν ευνοεί βέβαια την ένωση των δυνάµεων, την επικύρωση µιας συµφωνίας για κοινή πορεία, την αφοσίωση στην κοινωνική τάξη, τους συλλογικούς αγώνες. Γι' αυτό και οι προοπτικές µιας "ταξικής πολιτικής" είναι ισχνές». - Με ποιον τρόπο µια πολιτική δύναµη θα έπρεπε να αρθρώσει το µήνυµά της για την παγκοσµιοποίηση; Είναι δυνατόν να δώσουµε µια πειστική απάντηση στους φόβους των πολιτών -χωρίς ωστόσο να προτείνουµε µια συντηρητική ατζέντα- και να ανταποκριθούµε στην πρόκληση της παγκοσµιοποίησης; Γιατί η Αριστερά φαίνεται να συναντάει περισσότερες δυσκολίες από τη ∆εξιά στην αντιµετώπιση αυτού του καθήκοντος; Ζ. ΜΠ . «Μια "απάντηση στην παγκοσµιοποίηση" -όπως εσείς λέτε- δεν είναι τόσο περίπλοκη, αλλά είναι κυρίως δύσκολο να µεταφραστεί στην πράξη. Είναι σχετικά απλό, πράγµατι, να καθορίσουµε το τι πρέπει να κάνουµε. Το αληθινό αίνιγµα είναι το ποιος είναι ικανός να το κάνει (δηλαδή το ποιος έχει αρκετές δυνάµεις και αποφασιστικότητα). Οσο θα

Page 14: Bauman Crisis

παραµένει "άγρια", αδέσµευτη και ανεξέλεγκτη, η παγκοσµιοποίηση πρόκειται να ανατρέπει και να αναστατώνει τα σχέδια, τις ελπίδες και τις προσδοκίες των πολιτών, µε επιπτώσεις που µπορούν να συγκριθούν µε εκείνες ενός τσουνάµι ή ενός σεισµού και όχι µε θεµιτές πρωτοβουλίες του ανθρώπου. Επιπτώσεις που δύσκολα θα µπορούν να µετριαστούν και ακόµα λιγότερο να προληφθούν όσο κανένας οργανισµός δεν θα βρίσκει τον τρόπο να αντιµετωπίσει την ισχύ και την επιρροή των ήδη παγκοσµιοποιηµένων δυνάµεων. Το κακό είναι ότι όλα φαίνονται να συνωµοτούν ενάντια στην ανάδυση ενός οργανισµού αυτού του τύπου. Οπως στην Αγρια ∆ύση των ταινιών του Χόλιγουντ, όπου οι πλούσιοι κτηνοτρόφοι και οι ληστές, παρ' όλο που βρίσκονταν σε πόλεµο µεταξύ τους, αναγνώριζαν ως κοινό τους συµφέρον τη συνέχιση του καθεστώτος της παρανοµίας και της έλλειψης σταθερών και δεσµευτικών νόµων, όλες οι δυνάµεις που σήµερα κινούνται ελεύθερα στον "κρανίου τόπο" του παγκόσµιου χώρου, όσο οξύς και αν είναι ο µεταξύ τους ανταγωνισµός, φαίνεται να συνδέονται από την εχθρότητα προς την επιβολή ενός "νόµου για όλους" ή και προς την προοπτική διαδικασιών παγκοσµιοποίησης λιγότερο "άγριων" από αυτές που υπήρξαν µέχρι τώρα. Κάποια στιγµή θα φτάσουµε αναµφίβολα σε µιαν "απάντηση στην παγκοσµιοποίηση". Αυτό που γεννάει ανησυχία, ωστόσο, είναι ο αριθµός των θυµάτων και ο βαθµός ανθρώπινης αθλιότητας που µπορεί να προκύψουν από τη δική µας ανικανότητα ή έλλειψη διαθεσιµότητας να προσφέρουµε µια τέτοια απάντηση προτού είναι πολύ αργά.

Page 15: Bauman Crisis

Αρχική

Ζωή µε δανεικά Σάββατο, 29 Νοέµβριος 2008 06:09

από τον Θανάση Γιαλκετσή

Το κριτικό σχόλιο ενός σπουδαίου κοινωνιολόγου, του Πολωνού Ζίγκµουντ

Μπάουµαν, µπορεί να φωτίσει σηµαντικές διαστάσεις της σηµερινής

χρηµατοπιστωτικής κρίσης, που συνήθως µένουν στη σκιά. Ο Μπάουµαν

αρχίζει την ανάλυσή του θυµίζοντας ένα παλιό ανέκδοτο για δύο εµπορικούς

αντιπροσώπους που γύρναγαν την Αφρική για λογαριασµό των αντίστοιχων

βιοµηχανιών υποδηµάτων. Ο πρώτος έστειλε στη δική του εταιρεία το

ακόλουθο µήνυµα: ανώφελο να στείλετε παπούτσια, εδώ όλοι περπατούν

ξυπόλητοι. Ο δεύτερος έγραψε: ζητώ να στείλετε αµέσως δύο εκατοµµύρια

ζευγάρια παπούτσια, εδώ όλοι περπατούν ξυπόλητοι.

«Αυτή η µικρή ιστορία -συνεχίζει ο Μπάουµαν- απέβλεπε στο να εξάρει την επιθετική επιχειρηµατική οξυδέρκεια, ασκώντας κριτική στην κυρίαρχη εκείνη την εποχή φιλοσοφία, σύµφωνα µε την οποία το εµπόριο αντιστοιχούσε στις υπάρχουσες ανάγκες και η προσφορά ακολουθούσε την πορεία της ζήτησης. Μέσα σε µερικές δεκαετίες η επιχειρηµατική φιλοσοφία ανατράπηκε πλήρως. Οι εµπορικοί αντιπρόσωποι που σκέφτονται όπως ο πρώτος αντιπρόσωπος είναι πάρα πολύ σπάνιοι, αν υπάρχουν ακόµα. Η κρατούσα επιχειρηµατική φιλοσοφία υποστηρίζει ότι το εµπόριο έχει στόχο να εµποδίζει την ικανοποίησηη των αναγκών, ότι οφείλει να δηµιουργεί άλλες ανάγκες που απαιτούν ικανοποίηση και να ταυτίζει το καθήκον της προσφοράς µε τη δηµιουργία ζήτησης. Αυτή η θέση εφαρµόζεται σε κάθε προϊόν, είτε αυτό προέρχεται από τα εργοστάσια είτε από τις χρηµατοπιστωτικές εταιρείες. Αυτή η επιχειρηµατική φιλοσοφία εφαρµόζεται και στα δάνεια. Η προσφορά ενός δανείου πρέπει να δηµιουργεί και να γιγαντώνει την ανάγκη να δανειζόµαστε. Η εισαγωγή των πιστωτικών καρτών ήταν µια προειδοποιητική ένδειξη. Οι πιστωτικές κάρτες προωθήθηκαν στην αγορά µε ένα αποκαλυπτικό και εξαιρετικά σαγηνευτικό διαφηµιστικό µήνυµα: «Γιατί να περιµένετε προκειµένου να αποκτήσετε αυτό που θέλετε;». Επιθυµείτε κάτι αλλά δεν έχετε κερδίσει αρκετά για να το πληρώσετε; Τον παλιό καιρό, που τώρα

Page 16: Bauman Crisis

ευτυχώς έχει παρέλθει, οφείλατε να αναβάλετε την ικανοποίηση των επιθυµιών σας. Οφείλατε να σφίξετε το ζωνάρι, να απαρνηθείτε άλλα προσφιλή πράγµατα, να είστε φειδωλοί και λιτοί στις δαπάνες και να αποταµιεύετε το χρήµα που θα µαζεύατε χάρη σε αυτές τις προσπάθειες, µε την ελπίδα ότι θα καταφέρετε να συσσωρεύσετε αρκετό, ώστε να µπορέσετε να εκπληρώσετε τα όνειρά σας. Χάρη στο Θεό και στην καλή καρδιά των τραπεζών, τα πράγµατα δεν είναι πλέον έτσι. Με την πιστωτική κάρτα µπορείτε να αντιστρέψετε τη σειρά: παίρνετε αµέσως και πληρώνετε µετά. Η πιστωτική κάρτα σάς καθιστά ελεύθερους να ικανοποιείτε τις επιθυµίες σας κατά τη δική σας βούληση: να έχετε τα πράγµατα τη στιγµή που τα θέλετε και όχι όταν τα εισοδήµατά σας σας επιτρέπουν να τα αποκτήσετε. Αυτή ήταν η υπόσχεση αλλά κάτω από αυτήν υπήρχε και µια σηµείωση µε πολύ µικρά γράµµατα, που ήταν δύσκολο να τα διαβάσετε, αν και ήταν εύκολο να τα αντιληφθείτε σε µια στιγµή περίσκεψης: αυτό το διαρκές «µετά» σε ένα ορισµένο σηµείο θα µετατραπεί σε «αµέσως» και θα χρειαστεί να εξοφλήσετε το δάνειο. Οσο επιζήµια κι οδυνηρή και αν είναι, αυτή δεν είναι η µοναδική σηµείωση µε µικρά γράµµατα κάτω από την υπόσχεση «παίρνετε αµέσως, πληρώνετε µετά». Προκειµένου να αποφευχθεί να περιοριστεί σε ένα µόνο δανειστή το κέρδος που προκύπτει από τις πιστωτικές κάρτες και από τα εύκολα δάνεια, η σύµβαση του δανείου πρέπει να µετατραπεί σε ένα αγαθό που να αποδίδει διαρκές κέρδος. ∆εν τα καταφέρνετε να εξοφλήσετε τα δάνειό σας; Μην ανησυχείτε. ∆ιαφορετικά από τους άπληστους δανειστές χρήµατος παλαιού τύπου, που αγωνιούσαν για την εξόφληση των ποσών που δάνεισαν µε καθορισµένους και µη αναβλητούς όρους, εµείς οι σύγχρονοι και πρόθυµοι δανειστές χρήµατος δεν σας ζητάµε πίσω τα λεφτά µας, αλλά προσφερόµαστε να σας δανείσουµε κι άλλα για να πληρώσετε το παλιό χρέος. Αυτό που κανένα διαφηµιστικό µήνυµα δεν έλεγε ανοιχτά, αφήνοντας την αλήθεια στο βαθύ προαίσθηµα του οφειλέτη, ήταν ότι οι τράπεζες στην πραγµατικότητα δεν ήθελαν οι οφειλέτες να εξοφλήσουν τα δάνεια. Αν θα το είχαν κάνει έγκαιρα δεν θα ήταν πλέον χρεωµένοι, αλλά είναι ακριβώς τα χρέη τους εκείνα που οι σύγχρονοι, πρόθυµοι (και πονηροί) δανειστές χρήµατος αποφάσισαν, µε επιτυχία, να ανακυκλώνουν ως πρωταρχική πηγή του δικού τους συνεχούς και εξασφαλισµένου κέρδους. Οι πελάτες που επιστρέφουν έγκαιρα το χρήµα που δανείστηκαν είναι ο εφιάλτης των δανειστών. Τα πρόσωπα που αρνούνται να δαπανήσουν χρήµα που δεν έχουν ήδη κερδίσει και δεν το δανείζονται δεν έχουν καµιά χρησιµότητα για τους δανειστές, επειδή είναι εκείνοι οι οποίοι (ωθούµενοι από τη σύνεση ή από µια απαρχαιωµένη αίσθηση της τιµής) βιάζονται να εξοφλήσουν έγκαιρα τα δάνειά τους. Η τωρινή πιστωτική κρίση δεν είναι αποτέλεσµα της αποτυχίας των τραπεζών. Αντίθετα, είναι ο εντελώς προβλέψιµος αν και συνολικά απρόσµενος καρπός της εξαιρετικής επιτυχίας τους· επιτυχίας στο να µετατρέψουν µια πελώρια πλειονότητα ανδρών και γυναικών, γέρων και νέων σε ένα συρφετό

Page 17: Bauman Crisis

οφειλετών. Μόνιµων οφειλετών, επειδή τα πράγµατα έγιναν έτσι ώστε η κατάσταση του οφειλέτη να αυτοδιαιωνίζεται και να συνεχίζουν να προσφέρουν νέα δάνεια ως µοναδικό ρεαλιστικό τρόπο για να σωθούν από αυτά που ήδη έχουν συνάψει. Και ακριβώς όπως η εξαφάνιση όσων βαδίζουν µε γυµνά πόδια είναι µια συµφορά για τη βιοµηχανία υποδηµάτων, έτσι και η εξαφάνιση των προσώπων χωρίς χρέη είναι µια καταστροφή για τη βιοµηχανία του δανεισµού. Οσα είχε προβλέψει η Ρόζα Λούξεµπουργκ επαληθεύτηκαν ξανά: συµπεριφερόµενος σαν ένα φίδι που τρώει την ουρά του, ο καπιταλισµός έφτασε ξανά επικίνδυνα κοντά στην ακούσια αυτοκτονία του...»

Page 18: Bauman Crisis

ξεφυλλίζοντας ... ΜΕ ΤΟΝ ΘΑΝΑΣΗ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗ

ZYGMUNT BAUMAN Ρευστός φόβος ΜΤΦΡ.: ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΑΜΠΕΛΑΣ «ΠΟΛΥΤΡΟΠΟΝ» ΣΕΛ. 245, ευρώ 20 Η νεωτερικότητα είχε υποσχεθεί ότι θα εξαλείψει οριστικά τη µάστιγα του φόβου, ότι θα απαλλάξει την ανθρωπότητα από τους πιο τροµακτικούς κινδύνους και από τις πιο καταστροφικές απειλές. Ο φόβος όµως επιστρέφει και γίνεται διάχυτος στον ρευστό σύγχρονο κόσµο. Η 11η Σεπτεµβρίου, η άνοδος της παγκόσµιας τροµοκρατίας, τα τσουνάµι, ο τυφώνας «Κατρίνα» είναι ορισµένα µόνον από τα πολλά σήµατα κινδύνου, που µας υπενθυµίζουν πόσο ευάλωτος είναι ο πολιτισµός µας . Η προοπτική να καταστεί ο πλανήτης αβίωτος για τους ανθρώπους ή να συµβεί µια ολοκληρωτική καταστροφή, που θα βάλει τέλος στην ιστορία της ανθρωπότητας, µας κάνει όλους να αισθανόµαστε τρωτοί και ανασφαλείς. Στους φόβους µιας καταστροφής, που µπορεί να πλήξει τυφλά και αδιάκριτα όλους µας, πρέπει να προσθέσουµε και τους φόβους που γεννάει στους πιο ευάλωτους ο κίνδυνος του κοινωνικού αποκλεισµού. Σύµφωνα µε τον Μπάουµαν, η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα που χαρακτηρίζουν τις κοινωνίες του καιρού µας είναι οι κυριότερες πηγές των πιο τροµερών και ανυπόφορφων φόβων µας. Νιώθουµε ανασφαλείς γιατί η σηµερινή «αρνητική παγκοσµιοποίηση» ξηλώνει το προστατευτικό δίκτυο του κράτους πρόνοιας και των κοινωνικών δικαιωµάτων και αφήνει έκθετη την κοινωνία στην απληστία των δυνάµεων της αγοράς. Η παγκόσµια αδικία φέρνει και την παγκόσµια ανοµία και αταξία. Στο εσωτερικό των κοινωνιών, ο νέος ατοµικισµός διαλύει τους κοινωνικούς δεσµούς και οδηγεί στον µαρασµό της αλληλεγγύης. Ετσι όµως οι κίνδυνοι τους οποίους φοβόµαστε, υπερβαίνουν κατά πολύ την ικανότητά µας για αλληλέγγυα δράση. Νιώθουµε εποµένως ότι έχουµε χάσει τον έλεγχο των υποθέσεων των κοινωνιών µας, όπως χάσαµε και τον έλεγχο της τύχης του πλανήτη. Αυτό το αίσθηµα αδυναµίας τροφοδοτεί, µε τη σειρά του, την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα για το µέλλον. Η ίδια η ζωή µας τείνει να γίνει µια διαρκής κατάσταση συναγερµού και οι ανθρώπινες σχέσεις, µια ανεξάντλητη πηγή άγχους. Καθένας µας φαίνεται να είναι επικίνδυνος για τον άλλον, σε κοινωνίες στις οποίες οι άνθρωποι αποκλείουν άλλους ανθρώπους, για να αποφύγουν το ενδεχόµενο να αποκλειστούν από αυτούς. Η ασφάλεια που χρειαζόµαστε, για να ελέγξουµε και να τιθασεύσουµε τους φόβους µας, προϋποθέτει τη συνεργασία, την αλληλεγγύη, τη δικαιοσύνη. Το βιβλίο του Μπάουµαν είναι µια έκκληση για αφύπνιση της πολιτικής συνείδησης και της ηθικής ευαισθησίας του σύγχρονου ανθρώπου.

Page 19: Bauman Crisis

Από την κοινωνία των παραγωγών στην κοινωνία των καταναλωτών και των «απορριµµάτων»

Γιώργος Σιακαντάρης Βιβλιοθήκη, Ελευθεροτυπία, 27/02/2009

ΖΙΓΚΜΟΥΝΤ ΜΠΑΟΥΜΑΝ

Ζωή για κατανάλωση

ΜΤΦΡ.: ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΑΜΠΕΛΑΣ «ΠΟΛΥΤΡΟΠΟΝ»

Το παρουσιαζόµενο έργο «Ζωή για κατανάλωση» συνεχίζει, ανανεώνει και επεκτείνει

την κριτική που είχε ασκήσει για τη µετάβαση από την κοινωνία των παραγωγών

στην κοινωνία καταναλωτών. Εδώ περιγράφει εκείνες τις εξελίξεις που συνδέονται µε

σηµαντικές αλλαγές στον χώρο της εµπορευµατοποίησης του κεφαλαίου και της

εργασίας και οι οποίες οδηγούν στην απορρύθµιση και στην ιδιωτικοποίηση. Στην

κοινωνία των καταναλωτών στο ρυθµιζόµενο από το κράτος «κόστος εργασίας» -

µέσω της αποδιάρθρωσης των µηχανισµών συλλογικής διαπραγµάτευσης και

εργασιακής προστασίας- έρχεται να προστεθεί και η εγκατάλειψη στις ιδιωτικές

µέριµνες µεµονωµένων ατόµων της αξίας πώλησης της εργασίας. Το άτοµο είναι

υπεύθυνο για τη µοίρα του και τίποτα δεν µπορεί να το σώσει έξω από την ισχύ της

καταναλωτικής του δύναµης.

Το σχήµα του Μπάουµαν µάς θυµίζει τη βεµπεριανή ανάλυση σύµφωνα µε την οποία

κανείς δεν γνωρίζει αν κάποιος θα εξασφαλίσει τη θεία πρόνοια, έχει όµως ένα

κριτήριο για να το κρίνει, και αυτό δεν είναι άλλο παρά η επιτυχηµένη πορεία στον

χώρο της παραγωγής. Για την καταναλωτική κοινωνία, όπως την περιγράφει ο

Μπάουµαν, το κριτήριο της επιτυχηµένης ζωής δεν είναι η συµµετοχή στην

παραγωγή, ούτε καν στην εργασία, αλλά η διαρκής και ανολοκλήρωτη κατανάλωση.

Ο homo consumes είναι ένα άτοµο που διαρκώς πρέπει να καταναλώνει, ποτέ να µη

σταµατάει. Τη στιγµή κατά την οποία οι καταναλωτές αισθανθούν ικανοποιηµένοι

από την καταναλωτική τους κατάσταση και πάψουν να ενδιαφέρονται για τη διαρκή

κατανάλωση και την ταυτιζόµενη µε αυτήν αποκοµιδή (απόσυρση των γρήγορα

απαξιωµένων προϊόντων) θα έχουµε και την κατάρρευση του ιδεότυπου της

καταναλωτικής κοινωνίας. Η τελευταία πρέπει διαρκώς να φαίνεται και να είναι

ανικανοποίητη. ∆εν φτάνει όµως αυτό. Χρειάζεται διαρκώς να παράγει

«απορρίµµατα» από προϊόντα και ανθρώπους. Τα προϊόντα της πρέπει γρήγορα να

χάνουν την ανταλλακτική τους αξία και να αντικαθίστανται από νέα, «φρέσκα». Οι

άνθρωποι, µε τη σειρά τους, όταν σταµατήσουν να καταναλώνουν, γίνονται

ανθρώπινα «απορρίµµατα». Το εξέχον χαρακτηριστικό της κοινωνίας του κλασικού

καπιταλισµού, δηλαδή της κοινωνίας των παραγωγών, είναι η αποξένωση του

εργάτη από το προϊόν και την εργασία του. Το εξέχον χαρακτηριστικό της ρευστής

κοινωνίας των καταναλωτών, της οποίας ο νεοφιλελευθερισµός αποτελεί τη

νοµιµοποιητική και όχι την αρχή συγκρότησης, είναι ο µετασχηµατισµός των

Page 20: Bauman Crisis

καταναλωτών σε εµπορεύµατα. Το πιο ευπαθές και ευρισκόµενο υπό διαρκή πίεση

προϊόν είναι ο ίδιος ο καταναλωτής.

Στον καπιταλιστικό νεωτερικό κόσµο ο φετιχισµός του εµπορεύµατος απέκρυπτε την

ανθρώπινη υπόσταση της κοινωνίας. Στη µετανεωτερική, ρευστή κοινωνία ο

φετιχισµός του αυτόνοµου υποκειµένου αποκρύπτει την εµπορευµατοποιηµένη

πραγµατικότητα της κοινωνίας των καταναλωτών. Το δήθεν αυτόνοµο και

ανεξάρτητο υποκείµενο δεν είναι τίποτε άλλο από το άθροισµα των αγοραστικών του

επιλογών. Ο φετιχισµός του εµπορεύµατος στοίχειωνε την κοινωνία των παραγωγών

καταναλώνοντας τους ανθρώπους, ο φετιχισµός της υποκειµενικότητας στοιχειώνει

την κοινωνία των καταναλωτών παράγοντας µια ψευδαίσθηση. Το εργαλείο αυτής

της ψευδαίσθησης είναι το ∆ιαδίκτυο, που από όργανο άντλησης στοιχείων

µετατρέπεται σε µηχανή κατανάλωσης ψευδεπίγραφων ερωτικών και άλλων

σχέσεων. Στο ∆ιαδίκτυο οι άνθρωποι παίζουν, όχι όµως όπως στον homo ludens του

Χουίζινγκα, εδώ το παιγνίδι τους αφορά τη µετατροπή των αναζητούµενων

ανθρώπινων σχέσεων και γνώσεων σε εµπορεύµατα. Στον κόσµο που περιγράφει ο

Μπάουµαν ο έρωτας και η γνώση γίνονται το παιγνίδι του φαντασιακού υποκειµένου,

που αυτό µε τη σειρά του είναι διαρκώς έτοιµο να περάσει στον κόσµο των

«απορριµµάτων». Αυτή η κοινωνία είναι αδιανόητη χωρίς µια ακµαία βιοµηχανία

διάθεσης απορριµµάτων.

Η κριτική ανάλυση του Μπάουµαν διαχωρίζει την κατανάλωση ως ένα αναγκαίο

στοιχείο της βιολογικής επιβίωσης από τον καταναλωτισµό ως συγκεκριµένο τύπο

κοινωνικής διαρρύθµισης, ο οποίος προκύπτει από τη µετατροπή τυπικών

ανθρώπινων αναγκών, επιθυµιών και πόθων σε πρωτεύουσα κινητήρια και

λειτουργική δύναµη της κοινωνίας. Στην καταναλωτική κοινωνία η ατοµική ικανότητα

για ανάγκη, επιθυµία και λαχτάρα αποσπάται από τα άτοµα και εµπραγµατώνεται σε

εξωγενή δύναµη, η οποία υπερκαθορίζει τις ανθρώπινες σχέσεις και συµπεριφορές.

Η στιγµιαία κοινωνία «σµήνος»

Ενώ η νεωτερική κοινωνία των παραγωγών πόνταρε στην ανθεκτικότητα και στην

ασφάλεια, η ρευστή κοινωνία των καταναλωτών µετατρέπει την ανθρώπινη επιθυµία

για σταθερότητα από συστηµική αρετή σε µεγάλο ελάττωµα. Το µεταµοντέρνο

ρευστό περιβάλλον είναι εχθρικό στον µακροπρόθεσµο σχεδιασµό, στην επένδυση

και στην αποθήκευση. Ο καταναλωτισµός είναι µια ζωή που βιώνεται στο «τώρα»,

µια ζωή «βεβιασµένη». Οι ευκαιρίες του είναι µοναδικές και ο χρόνος του

διακεκοµµένος. Σ’ αυτόν τον κόσµο ο παραµικρός δισταγµός τιµωρείται µε πέταγµα

στα σκουπίδια.

Για να υπηρετήσει όλες αυτές τις νέες «ανάγκες» η οικονοµία του καταναλωτισµού

δεν µπορεί να σταµατά στην παρόρµηση απλής απόκτησης και κατοχής, αλλά να

επεκτείνεται και να συµπληρώνεται από την παρόρµηση απαλλαγής και

ξεσκαρταρίσµατος των γρήγορα αντικαταστάσιµων προϊόντων. Αυτή η κοινωνία

υπόσχεται µια στιγµιαία «εδώ και τώρα» ευτυχία. Μια ευτυχία διηνεκών στιγµών. Αν

όµως είναι δύσκολο να απαντηθεί γενικά το ερώτηµα πότε οι άνθρωποι είναι

ευτυχείς, είναι ακόµα πιο δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να βρεθεί απάντηση σ’ αυτό το

ερώτηµα στο πλαίσιο της καταναλωτικής κοινωνίας. Γιατί σ’ αυτήν την κοινωνία η

Page 21: Bauman Crisis

υπόσχεση ικανοποίησης παραµένει δελεαστική µόνον όσο η επιθυµία και η ευτυχία

παραµένουν ανικανοποίητες. Ετσι ο καταναλωτισµός δεν είναι µόνο µια οικονοµία

της υπερβολής και της σπατάλης, είναι επίσης και µια οικονοµία της εξαπάτησης και

του ανικανοποίητου.

Η κοινωνία των καταναλωτών δεν κρίνει ικανότητες, γνώσεις, προθέσεις. Ολα αυτά

κρίνονται και αναγνωρίζονται µόνον όταν στηρίζουν την καταναλωτική ικανότητα των

κατόχων τους. Κατά τη γνώµη µου, η µεγαλύτερη συµβολή του Μπάουµαν στην

κριτική του καταναλωτισµού έγκειται στην αποκάλυψη του «πέπλου άγνοιας» που

κρύβεται πίσω από τις εγκλήσεις και τους όρκους στην κοινωνία της γνώσης, των

ίσων ευκαιριών, της διά βίου µάθησης και άλλων συµπαροµαρτούντων

«προσόντων». Η επίκληση των παραπάνω προσόντων είναι σε εισαγωγικά, όσο

αυτά θεωρούνται συνοδοί στο καφέ-µπαρ της κατανάλωσης και όχι συνοδοιπόροι της

αυταξίας του ανθρώπου ως δηµιουργού, ως ενότητα παραγωγού και καταναλωτή.

Για τον Μπάουµαν ο σκοπός των όποιων απαιτούµενων προσόντων είναι να κάνει

τους κατόχους τους ευπώλητο εµπόρευµα. Το να είναι κανείς καταναλωτής αποτελεί

ένα ατέρµονο καθήκον και προϋποθέτει επίπονο αγώνα. Ο ελαττωµατικός

καταναλωτής βρίσκεται αυτοµάτως εκτός κοινωνίας. Ο φόβος για να γίνει κανείς

ελαττωµατικός καταναλωτής κεφαλοποιείται από τις εταιρείες, αλλά και από τους

διοικητικούς και εκπαιδευτικούς µηχανισµούς.

Μία άλλη ιδιαίτερα σηµαντική παρατήρηση του θαρραλέου κριτικού της κοινωνικής

αποδιοργάνωσης είναι η µατιά που ρίχνει στην αγορά. Μια µατιά που έχει και

τεράστια πολιτική σηµασία. Στην κοινωνία των καταναλωτών η αγορά δεν είναι ο

χώρος όπου πραγµατοποιούνται οι παραγµένες στον χώρο της παραγωγής αξίες,

αλλά ένας χώρος που εκφέρει «ετυµηγορίες αποκλεισµού». Στις προ-πολιτικές

κοινωνίες, αλλά και σε αυτές της πρώτης νεωτερικότητας µόνον ο κυρίαρχος, δηλαδή

η πολιτική και το κράτος, µπορούσε να εκφέρει ετυµηγορίες αποκλεισµού. Σήµερα

αυτόν τον ρόλο αναλαµβάνει η αγορά. Στην ανάλυση του Μπάουµαν δεν είναι η

πολιτική (κράτος) που χάνει αρµοδιότητες, αλλά είναι η αγορά που αποκτά πολιτικές

εξουσίες.

∆εν απουσιάζει όµως µόνον η πολιτική από την κοινωνία των καταναλωτών,

απουσιάζει και η ταξική ένταξη. Εδώ ο Μπάουµαν, από άλλους βεβαίως δρόµους,

συγκλίνει µε την ιδέα της εξατοµικευµένης κοινωνίας και των κατηγοριών «ζόµπι» του

Ούλριχ Μπεκ. Η κοινωνία των καταναλωτών, κατά τον συγγραφέα του παρόντος

βιβλίου, διασπά τις ευρύτερες κοινωνικές οµάδες, διαλύει τις συλλογικές ταξικές

ταυτότητες. Μόνον που ο Μπεκ στις διαδικασίες ρευστοποίησης των ταξικών

ταυτοτήτων βλέπει τη διαµόρφωση εξατοµικευµένων ρίσκων, ενώ ο Μπάουµαν

βλέπει τη διαµόρφωση σµηνών. Σµήνη από καταναλωτές και σµήνη από

«αποτυχηµένους καταναλωτές».

Η κουλτούρα του καταναλωτισµού

Η κουλτούρα του καταναλωτισµού συνδέεται µε την επιδίωξη να µην είσαι µέλος του

σµήνους, µε την επιδίωξη «να είσαι µπροστά από το κοπάδι». Αυτός είναι ο µόνος

τρόπος για να διασφαλίσει κανείς την ένταξή του στην κοινωνία των καταναλωτών.

Page 22: Bauman Crisis

Πρέπει να θέλεις να προπορεύεσαι για να µη χάσεις το υπόλοιπο κοπάδι. Η άρνηση

του κοπαδιού αποτελεί την προϋπόθεση ένταξης του καταναλωτή σ’ αυτό. Αυτό, µε

άλλα λόγια, γίνεται µέσα από την ταύτιση της ελευθερίας µε την επιλογή. Ελεύθερος

δεν είναι αυτός που στο χεγκελιανό σύµπαν γνωρίζει την αναγκαιότητα, αλλά αυτός

που γνωρίζει και µπορεί να επιλέγει. Ελευθερία είναι η επιλογή και επιλογή η

εκχώρηση της ελευθερίας.

Οσον αφορά τις αξίες της κουλτούρας του καταναλωτισµού, αυτές συνίστανται στην

εµφατική άρνηση της αρετής της αναβλητικότητας και της καθυστέρησης της

ικανοποίησης. ∆ύο αρετές που ο βεµπεριανός κόσµος τις συνέδεσε άµεσα µε το

«πνεύµα του καπιταλισµού». Η κουλτούρα του καταναλωτισµού ταυτίζεται µε τη

θεοποίηση της καινοτοµίας. Οχι τυχαία, ένας κόσµος της Αριστεράς που παλαιότερα

θεοποιούσε τον οικονοµισµό και τον παραγωγικισµό, σήµερα θεοποιεί την

καινοτοµία. Ταχύτητα, καινοτοµία, ανία, απόρριψη, το µαγικό τετράπτυχο της

κουλτούρας του καταναλωτισµού. Υπερβολή, ασωτία και εξωφρενική σπατάλη, τα

ψυχοφάρµακά της. Ο Μπάουµαν όµως δεν είναι καταστροφολόγος. Η

απορρυθµισµένη κοινωνία των καταναλωτών δεν είναι ο χωρίς ηγεµόνα ζοφερός

χοµπσιανός κόσµος, ούτε η ιδιωτικοποίηση της ευθύνης παραλύει ανεπιστρεπτί τα

υποκείµενα της ιστορίας, όπως πρόβλεψε ο Λεβινάς. Σήµερα όµως, αντί του κράτους

πρόνοιας, το καθήκον της «ανακούφισης από την ευθύνη» αναλαµβάνει πλήθος

ιδιωτικών φορέων παροχής υπηρεσιών, οι οποίοι σπεύδουν µε το αζηµίωτο να

αναλάβουν τα καθήκοντα που εγκατέλειψε η κοινωνία.

Τελικά οι κοινωνίες του καταναλωτισµού είναι κοινωνίες «κατάστασης έκτακτης

ανάγκης». Σ’ αυτές τις κοινωνίες οι νευρώσεις προέρχονται από το αίσθηµα

ανασφάλειας και όχι από τη φρίκη της ενοχής. Αίσθηµα που αντιµετωπίζεται µόνο µε

συνεχή δράση. Κάτι που γνωρίζουν πολύ καλά οι εξουσίες των αγορών, γι’ αυτό και

κηρύττουν την κατάσταση έκτακτης ανάγκης ως την «καλύτερη µέθοδο για να

πείθονται οι διοικούµενοι να δέχονται τις πιο δραστικές αλλαγές που πλήττουν τη

ζωή τους». Η συνεχής δράση είναι η µόνη θεραπευτική δύναµη. Το σύµπλεγµα της

ανεπάρκειας αντιµετωπίζεται µόνο µε µία εξαιρετικά έντονη προσπάθεια.

Αρωγός σ’ αυτή την προσπάθεια είναι ο «κυβερνοχώρος». Ο συγγραφέας διακρίνει

εδώ, αντίθετα µε τις ιδεολογίες του συρµού, τον κατεξοχήν χώρο

αποπολιτικοποίησης του πολιτικού. Η ισχυρή ροή της πληροφορίας δεν «είναι

παραπόταµος» του ποταµού της δηµοκρατίας, αλλά ακόρεστος αγωγός, που

διοχετεύει τα περιεχόµενα της πραγµατικής πολιτικής σε «ηλεκτρονικές αποθήκες»,

καθιστώντας τη λαϊκή κυριαρχία στείρα, ανενεργή και ασήµαντη. Στο ∆ιαδίκτυο η

σύγκρουση και η αντιπαράθεση αντικαθίστανται από ηχητικά αποσπάσµατα και

φωτογραφικά στιγµιότυπα. Οι σελίδες που ο Μπάουµαν αφιερώνει στην κριτική του

∆ιαδικτύου είναι συγκλονιστικές και διδακτικές µέσα στην υπερβολή τους.

Τελικά, αντίθετα µε όσα κάποιες επιδερµικές κριτικές αποδίδουν στην κοινωνία των

καταναλωτών, το κατά Μπάουµαν κύριο ελάττωµά της δεν είναι η κατανάλωση η ίδια,

αλλά οι συνέπειες του κυνηγιού της. Σ’ αυτό το κυνήγι υπάρχουν πολλά

«υποκείµενα» που δεν κατορθώνουν να γίνουν εµπορεύµατα, που όχι µόνο δεν

Page 23: Bauman Crisis

πιάνουν θηράµατα, αλλά γίνονται τα ίδια θήραµα. Αυτοί είναι οι παράπλευρες

απώλειες του καταναλωτισµού. Σήµερα υπάρχει µια νέα κατηγορία πληθυσµού η

οποία γίνεται το συλλογικό θύµα των διαδικασιών που ήδη έχουν αναφερθεί. Ο όρος

«υπόταξη» (underclass) υποδηλώνει µια ιδιαίτερα αφιλόξενη κοινωνία για µεγάλες

και ετερόκλιτες κατηγορίες ανθρώπων. Σ’ αυτές τις κατηγορίες στοιβάζονται

εγκληµατίες και ανύπαντρες µητέρες που ζουν από την πρόνοια, νεαροί παραβάτες

και τοξικοµανείς, αποφυλακισθέντες και άστεγοι, βαποράκια και επαίτες, µετανάστες

και αλκοολικοί κ.ο.κ. Κατηγορίες που το µόνο κοινό χαρακτηριστικό τους είναι η

αποτυχία τους να είναι καταναλωτές. Αποτυχία που φυσικά η ευθύνη αποδίδεται

στους ίδιους. Εγκληµατικότητα, ναρκωτικά και πρόνοια παρατίθενται από κοινού, µε

προφανή στόχο την απαξίωση της πρόνοιας. Ο Μπάουµαν εδώ πολύ σωστά

διακρίνει πως πίσω απ’ αυτές τις κατηγορίες κρύβεται µια αξιολόγηση και όχι µια

περιγραφή. Ο όρος της υπόταξης αποσκοπεί στην απόκρυψη του «ζητήµατος της

φτώχειας». Τη φτώχεια την παράγει η κοινωνία, την υπόταξη ή τους ανεπαρκείς

καταναλωτές τούς παράγει η ίδια τους η ανικανότητα. Με έναν σµπάρο δυο τρυγόνια

και η φτώχεια δεν υφίσταται και οι υποταγµένοι είναι θύµατα της απροθυµίας τους να

είναι καταναλωτές.

Υπάρχει λύση;

Ο Μπάουµαν δεν αναζητεί τη λύση στις δυσλειτουργίες της κοινωνίας των

καταναλωτών σε µια στείρα άρνηση της κυβερνητικής διαχείρισης. Ως γνήσιος

ριζοσπάστης σοσιαλιστής, αναζητεί τα νήµατα που συνδέουν την Αριστερά µε το

κράτος πρόνοιας. Αυτό είναι η απάντηση στις παράπλευρες απώλειες. Τι σηµαίνει

όµως κράτος πρόνοιας; Τίποτε άλλο από ένα κράτος που προάγει την αρχή της

«συλλογικής διασφάλισης από την ατοµική δυστυχία και τις συνέπειές της». Και πού

βρίσκεται αυτό το κράτος; Μήπως στη σοσιαλδηµοκρατία της χρυσής περιόδου ή

µήπως στον Τσάβες και τον Μοράλες; Οχι, είναι πολύ πιο κοντά µας, στο

πρόγραµµα του 2004 της σουηδικής σοσιαλδηµοκρατίας. Τελικά, όπως τόνισα και

στην αρχή αυτού του κειµένου, ο στόχος της κριτικής του Μπάουµαν δεν είναι ο

εκσυγχρονισµός γενικά, αλλά ο εκσυγχρονισµός όπως τον διαµορφώνουν οι ρευστές

και καταναλωτικές κοινωνίες. ’Η µε τα δικά του λόγια, «η κοινωνική δικαιοσύνη και η

οικονοµική αποτελεσµατικότητα, η πίστη στην παράδοση του κοινωνικού κράτους και

η ικανότητα γοργού εκσυγχρονισµού (µε ελάχιστη ή µηδενική ζηµιά για την κοινωνική

συνοχή και αλληλεγγύη) δεν χρειάζεται να είναι στα µαχαίρια» (σελ. 181). Βεβαίως

στην ανάλυση του Μπάουµαν δεν λαµβάνονται υπόψη πολλές από τις οικονοµικές,

πολιτικές και διαχειριστικές δουλείες που η πραγµατική κυβερνώσα Αριστερά καλείται

να αντιµετωπίσει. Ενώ επίσης η αναµόρφωση του κράτους πρόνοιας δεν µπορεί να

µη λαµβάνει υπόψη τις δηµοσιονοµικές πραγµατικότητες. Κατά τη γνώµη µου, ένα

σηµερινό κράτος πρόνοιας, αντίθετα µε τα ψευδοδιλήµµατα του υπολειµµατικού ή

του καθολικού µοντέλου, θα είναι υπολειµµατικό όσον αφορά τα επιδόµατα και

καθολικό όσον αφορά την υποστήριξη των δηµόσιων αγαθών, όπως υγεία, φροντίδα

και εκπαίδευση. Πάντως το κύριο στο µήνυµα του Μπάουµαν είναι πως ο σκοπός της

Αριστεράς εστιάζεται στην προάσπιση της κοινωνίας από τις παράπλευρες απώλειες

του καταναλωτισµού. Ο στοχαστής σκέφτηκε και µίλησε, ο πολιτικός ας σκεφτεί και

ας δράσει.

Page 24: Bauman Crisis

πηγή: http://www.emprosnet.gr/emprosnet/books/article.asp?cid=135&uid=2008061245835 Zygmunt Bauman Ρευστός φόβος Μετάφραση: Γιώργος Καράµπελας Εκδόσεις Πολύτροπον Αθήνα 2007, σελ. 244 Γράφει ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΚΟΡ∆ΑΣ

Η νεωτερικότητα υποτίθεται πως θα ήταν η περίοδος εκείνη της ανθρώπινης ιστορίας στην οποία οι φόβοι που στοίχειωναν την κοινωνική ζωή κατά το παρελθόν επρόκειτο να ξεπεραστούν οριστικά και τα ανθρώπινα όντα θα µπορούσαν να αναλάβουν τον έλεγχο της ζωής τους και να δαµάσουν τις ανεξέλεγκτες δυνάµεις του κοινωνικού και φυσικού κόσµου. όµως στην αυγή του 21ου αιώνα ζούµε, ξανά, σε µία κατάσταση ρευστού φόβου. Είτε πρόκειται για τις φυσικές και περιβαλλοντικές καταστροφές είτε για τις τυφλές τροµοκρατικές επιθέσεις βρισκόµαστε σε κατάσταση διαρκούς άγχους αναφορικά µε τους κινδύνους που δύνανται να ενσκήψουν απροειδοποίητα, ανά πάσα στιγµή. Σύµφωνα µε τον Φόβος είναι το όνοµα που δίνουµε στην αβεβαιότητά µας µπροστά στους κινδύνους που χαρακτηρίζουν τη ρευστή µοντέρνα εποχή µας, στην άγνοιά µας σχετικά µε τη φύση της απειλής και στην ανικανότητά µας να καθορίσουµε τον τρόπο αντιµετώπισής της. Όπως σηµειώνει ο σύγχρονος µεγάλος στοχαστής η παρούσα µελέτη. «...είναι ένα (πολύ προκαταρκτικό, ατελές) ευρετήριο των ρευστών µοντέρνων φόβων. Είναι επίσης µια απόπειρα (πολύ προκαταρκτική, πλουσιότερη σε ερωτήσεις παρά σε απαντήσεις) αναζητήσεις των κοινών πηγών τους και των εµποδίων που υψώνονται στο δρόµο προς την ανακάλυψη των τελευταίων, µια προσπάθεια ακόµα εύρεσης των µέσων που θα τους καταστήσουν ανενεργούς ή αβλαβείς. Το βιβλίο αυτό, µε άλλα λόγια, δεν είναι παρά µια πρόσκληση σε σκέψεις δράσης και σε στοχαστικές δράσεις - όχι ένα βιβλίο συνταγών. Ο µόνος του σκοπός είναι να µας επιστήσει την προσοχή στο µέγεθος του καθήκοντος που είναι βέβαιο ότι θα αντιµετωπίσουµε (εν γνώσει µας ή όχι, ηθεληµένα ή όχι) στο µεγαλύτερο µέρος του τρέχοντος αιώνα, ώστε η ανθρωπότητα να µπορέσει να διασχίσει τον τελευταίο και να βγει στο τέλος του νιώθοντας πιο ασφαλής και πιο σίγουρη για τον εαυτό της από όσο ένιωθε στην αρχή του

Page 25: Bauman Crisis

ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑΡΙΟ Ι∆ΕΩΝ

Θρησκεία και δηµοκρατία Από τον ΘΑΝΑΣΗ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗ

Ο πολωνός κοινωνιολόγος Ζίγκµουντ Μπάουµαν έδωσε στο ιταλικό περιοδικό «Reset» τη συνέντευξη που ακολουθεί. - Καθηγητή Μπάουµαν, η δηµοκρατία µπορεί να τα καταφέρει χωρίς τη θρησκεία; «Μπορεί να επιχειρηµατολογήσει κανείς µε δύο τρόπους. Ορισµένοι λένε ότι αν δεν υπάρχει Θεός, τότε όλα είναι δυνατά. Αλλοι λένε ότι αν υπάρχει Θεός, τότε όλα είναι υποχρεωτικά. Η θρησκεία µπορεί να χρησιµοποιηθεί για να προσθέσει ουσία στη δηµοκρατία, αλλά µπορεί και να χρησιµοποιηθεί σαν γκιλοτίνα που την αποκεφαλίζει (όπως φαίνεται να κάνει ο Μπους, ο οποίος υποστηρίζει ότι δέχεται οδηγίες απευθείας από τον Θεό και γι' αυτό υποστηρίζει ότι δεν χρειάζεται άλλη γνώµη). Η ιστορία των θρησκειών προηγείται κατά χιλιετίες της δηµοκρατίας και έχει κηλιδωθεί από αιµατηρές πράξεις που έγιναν στο όνοµα της αδιαµφισβήτητης (επειδή είναι εξ αποκαλύψεως) αλήθειας. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης, όπως είναι γνωστό, συνέδεσε τη δηµοκρατία µε την πεποίθηση σύµφωνα µε την οποία οι κοινωνίες διαµορφώνονται από τις επιλογές και από τις ενέργειες των µελών τους, αφού δεν προκαθορίζονται από τους σιδερένιους νόµους της ιστορίας. Και εγώ πιστεύω ότι, όπως δεν υπάρχει επιστροφή στον Παράδεισο από τότε που δοκιµάσαµε τον καρπό του δέντρου της γνώσης του καλού και του κακού, έτσι δεν υπάρχει και επιστροφή στο καταφύγιο της θεϊκής αλυσίδας του είναι από τότε που δοκιµάσαµε τους καρπούς του δέντρου του αυτοκαθορισµού. Ή τουλάχιστον ελπίζω ότι έτσι έχουν τα πράγµατα». - Πολλοί συγγραφείς, ωστόσο, υπογραµµίζουν ότι η θρησκεία είναι ένας παράγοντας που ενισχύει την αλληλεγγύη στις µετα-µεταφυσικές κοινωνίες. «Η θρησκεία είναι ένα δίκοπο µαχαίρι και καµία µορφή εκλεπτυσµένης φιλοσοφικής επιχειρηµατολογίας δεν θα αλλάξει αυτό το δεδοµένο. Η άλλη όψη του νοµίσµατος της αλληλεγγύης που προήγαγε η θρησκεία υπήρξει, συχνά η εχθρότητα προς τους παγανιστές και τους αιρετικούς. Οι θρησκείες έχουν διαιρέσει όπως έχουν και ενώσει. Εχουν χωρίσει την ανθρωπότητα στο "εµείς", οι σωσµένοι, και στο "εκείνοι", οι καταδικασµένοι -µια τάση που θα ήταν αυτοκτονική για τον πλανήτη µας από τη στιγµή που (για να τσιτάρω τον Κλίφορντ Γκριτς) το καθήκον, που βρίσκεται στην ηµερήσια διάταξη, καθώς και η µοναδική ρεαλιστική προοπτική για ένα νοητό µέλλον (αν ο πλανήτης έχει κάποιο µέλλον) δεν είναι "η προώθηση της ενότητας αλλά η κοινή πορεία των διαφορών". Πιστεύω, ωστόσο, ότι το αυξανόµενο ενδιαφέρον για την πίστη (που λειτουργεί και ως υποκατάστατο της "εµπιστοσύνης") είναι µια προβλέψιµη αντίδραση στη δίνη των φευγαλέων παθών και των παροδικών συρµών (που εκφράζουν ανυποµονησία και έλλειψη εµπιστοσύνης). Αυτό που τροφοδοτεί το σηµερινό ενδιαφέρον για τις θρησκευτικές τάσεις είναι το γεγονός ότι η τωρινή µόδα αποτελεί η ίδια µια εκδήλωση ελπίδας ότι θα θέσει ένα τέρµα στις µόδες και θα µας απελευθερώση από µια ζωή νοµαδική, ασταθή, κλονιζόµενη από τη διαρκή µεταβολή. Με άλλα λόγια, αυτό το ενδιαφέρον γεννιέται από την "πείνα", από την αναζήτηση για έναν απολεσθένα "µακρόπνοο" προσανατολισµό, για σκοπούς και προοπτικές που θα διαρκούν περισσότερο από το ένα ή το άλλο επεισόδιο. Και συνδέεται µε ένα χρονικό ορίζοντα προσδοκιών, αν όχι µεγαλύτερο τουλάχιστον ανάλογο σε διάρκεια µε το τόξο της ατοµικής ζωής. ∆εν είναι όµως δυνατό να πούµε αν η διαδικασία αυτή θα ακολουθήσει την πορεία που υποδεικνύει ο λόγος που την ενεργοποιεί». - Οπως έχετε γράψει, υπάρχει µια αµφιθυµία µεταξύ ελευθερίας και ασφάλειας. Είµαστε µήπως υποχρεωµένοι να επιλέξουµε µεταξύ «ατοµικιστικού φιλελευθερισµού» και «κοινοτιστικής ανελευθερίας»; «Ο κόσµος µας και η ζωή µας διαπερνιούνται από αµφισηµίες που δεν µπορούν παρά να γεννούν αµφιθυµία. Ελευθερία και ασφάλεια αντιπροσωπεύουν µάλλον την κύρια αντίφαση.

«Α∆ΑΜ ΚΑΙ ΕΥΑ», ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΛΜΠΡΕΧΤ ΝΤΙΡΕΡ

Page 26: Bauman Crisis

Τις χρειαζόµαστε και τις δύο αλλά ταυτόχρονα δυσκολευόµαστε να τις συµφιλιώσουµε, έτσι ώστε να επωφελούµαστε και από τις δύο. Καµιά τέλεια σύνθεση, καµιά σωστή αναλογία µεταξύ των δυο τους δεν έχει βρεθεί ακόµα και φαίνεται ότι είµαστε αναγκασµένοι να µετακινούµαστε από το ένα άκρο στο άλλο. Σε κάθε περίπτωση, όµως, εκείνη µεταξύ "ατοµικιστικού φιλελευθερισµού" και "κοινοτιστικής ανελευθερίας" δεν αποτελεί αληθινή επιλογή. Θα ισοδυναµούσε µε το να επιλέγουµε µεταξύ του Αδη και της Κόλασης. Είναι εξαιρετικά απίθανο να µπορέσουµε να βρούµε την ευτυχία σε µία από αυτές τις δύο καταστάσεις. Ταυτόχρονα, όµως, είναι ψευδές το ότι αυτές είναι οι µοναδικές εναλλακτικές δυνατότητες µεταξύ των οποίων καλούµαστε να επιλέξουµε. Ο "ανελεύθερος κοινοτισµός" είναι ένα µοντέλο οµοιοµορφίας που διευθύνεται από τα πάνω, ενώ ο "ατοµικιστικός φιλελευθερισµός" καταργεί τη διάκριση ανάµεσα σε κάθετες και οριζόντιες διαστάσεις. Υπάρχει όµως και µιαν άλλη δυνατότητα: η δυνατότητα να συνυπάρχουµε συνδεόµενοι από τον ιστό αµοιβαίων, "παράπλευρων" υπευθυνοτήτων, που θεµελιώνονται και εκδηλώνονται µε τον συνεχή διάλογο (ο οποίος απουσιάζει ή πλεονάζει στον "ατοµικιστικό φιλελευθερισµό") και όχι µε µια καταπιεστική και δεσµευτική συναίνεση (το δηλητήριο του "ανελεύθερου κοινοτισµού"). Ενα διάλογο που δεν αποβλέπει στην οµοψυχία, αλλά στην αµοιβαία κατανόηση και αποδοχή. Που δεν αποβλέπει στην ανεκτικότητα, αλλά στην αλληλεγγύη. Που δεν αποβλέπει στην ταυτότητα, αλλά στα αµοιβαία οφέλη της διαφοράς. Μόνο µε αυτόν τον τρόπο συµβίωσης τα ελεύθερα άτοµα µπορούν να βρουν ασφάλεια χωρίς να θυσιάσουν την ελευθερία τους. Πρόκειται µήπως για µιαν ουτοπική θεώρηση; Μπορεί και να είναι ουτοπική, αλλά η ζωή χωρίς ουτοπία είναι σαν ένα καράβι χωρίς πυξίδα».

7 - 26/03/2006

Copyright © 2008 Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.

Page 27: Bauman Crisis

ZYGMUNT BAUMAN

Μια πολιτική σύγχυση

∆εν υπάρχει µάλλον τρόπος να διακρίνουµε την αριστερά από τη δεξιά στην οικονοµική, ή οποιαδήποτε άλλη, πολιτική

A political muddle

There is almost no way to distinguish left from right in economic, or any other, policy

Κυριακή 26 Οκτώβρη 2008 15,00 GMT THE GUARDIAN

O Γκέρχαρντ Σρέντερ δήλωνε πριν από 10 χρόνια, συνεπώς σε µια εποχή που ο Τρίτος ∆ρόµος και το νέο εργατικό κόµµα βρισκόταν στην εποχή του µέλιτος, ότι "η οικονοµική πολιτική δεν είναι ούτε αριστερά ούτε δεξιά, αλλά µάλλον καλή ή κακή.

∆έκα χρόνια αργότερα, µπορούµε πλέον να εξάγουµε το συµπέρασµα ότι αυτό ήταν µια αυτοεκπληρούµενη προφητεία. Την συγκεκριµένη χρονική περίοδο που ο Σρέντερ υπέβαλε την δήλωση, 11 από τις 15 κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν σοσιαλιστικές. Συνακολούθως όµως , εκλογή µε εκλογή, και από χώρα σε χώρα η αριστερά εκτοπίζεται όλο και περισσότερο από θέσεις εξουσίας.

Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, τα σοσιαλδηµοκρατικά κόµµατα ακολούθησαν µια οικονοµική πολιτική ιδιωτικοποίησης των κερδών και εθνικοποίησης των απωλειών. Τα κράτη µέλη εκτελέσανε µε αφοσίωση πολιτικές απορρύθµισης, ιδιωτικοποίησης και εξατοµίκευσης.

Στο τέλος της δεκαετίας, το Νέο Εργατικό Κόµµα του Γκόρντον Μπράουν ηγείται του συνόλου των ευρωπαϊκών προσπαθειών για την κινητοποίηση των φορολογουµένων σε εκστρατεία για την αύξηση του κεφαλαίου της καπιταλιστικής οικονοµίας, την εξοικονόµηση πόρων από τις συνέπειες της δικής της απληστίας και τις εγγενής αυτοκτονικές τάσεις της.

∆εν έχει αποµείνει σχεδόν τίποτα που να διακρίνει την αριστερά από την δεξιά στην οικονοµική, ή οποιαδήποτε άλλη, πολιτική. Επίσης δεν υπάρχει σαφές αριστερό όραµα ή αξιόπιστο πρόγραµµα που θα µπορούσε να συγκινήσει το φαντασιακό των ψηφοφόρων και να τους πείσει ότι καλή οικονοµική πολιτική µπορεί να είναι συνώνυµη µε την αριστερή οικονοµική πολιτική.

Με βάση το σκεπτικό του τρίτου δρόµου αριστερή πολιτική σηµαίνει, να είναι κανείς εις θέση να κάνει πιο καλά τη δουλειά από ότι απαιτεί η δεξιά και παραλείπει να υλοποιήσει.

Page 28: Bauman Crisis

Συγκεκριµένα ήταν ο Τόνι Μπλερ και το Νέο Εργατικό Κόµµα που έθεσαν τα θεσµικά θεµέλια των ατελών ιδεών της Μάργκαρετ Θάτσερ που συµπυκώνονται στην φράση "δεν υπάρχει κοινωνία, µόνο άτοµα και οι οικογένειές τους".

Ήταν το γαλλικό σοσιαλιστικό κόµµα, που έκανε τα περισσότερα για τη διάλυση του γαλλικού κοινωνικού κράτους.

Όσον αφορά δε τα µετα-κοµµουνιστικά κόµµατα στην κεντρο-ανατολική Ευρώπη, αυτά µετονοµάστηκαν σε σοσιαλδηµοκρατικά και είναι οι πιο ενθουσιώδεις, θορυβώδης, συνεπής και επαγγελµατίες υποστηρικτές της απεριόριστης ελευθερίας για τους πλούσιους και της εγκατάλειψης των φτωχών.

Περισσότερο από έναν αιώνα, διακριτικό σήµα της Αριστεράς ήταν ή πίστη στο ιερό και απαραβίαστο καθήκον της κοινότητας να φροντίζει και να βοηθήσει όλα τα µέλη της, συλλογικά, απέναντι σε εκείνες τις ισχυρές δυνάµεις που ο καθένας µόνος του δεν είναι είναι σε θέση να καταπολεµήσει. Οι σοσιαλδηµοκρατικές ελπίδες άσκησης του παραπάνω καθήκοντος επενδύθηκαν στο σύγχρονο κράτος, ισχυρά και αρκετά φιλόδοξα για να περιορίσουν τη ζηµία που διαιωνίζεται από την ελεύθερη λειτουργία των αγορών αναγκάζοντας τα οικονοµικά συµφέροντα να σεβαστούν την πολιτική βούληση του έθνους και των αρχών ηθικής δεοντολογίας της εθνικής κοινότητας.

Ωστόσο, τα εθνικά κράτη δεν έχουν πλέον την ισχύ που απαιτείται ή που θα ήλπιζε κανείς ότι θα αποκτήσουν . Τα πολιτικά κράτη που κάποτε διέθεταν πλήρη στρατιωτική, οικονοµική και πολιτιστική κυριαρχία επί του εδάφους και του πληθυσµού τους, δεν είναι πλέον κυρίαρχα σε καµία από αυτές τις πτυχές της κοινής ζωής.

Ουσιαστικές αρµοδιότητες, όπως η εξουσία ενός κράτους να αποφασίσει για το φάσµα των επιλογών διαβίωσης και ευκαιριών στη ζωή των πολιτών , έχουν αφαιρεθεί από το εθνικό κράτος και έχουν µεταφερθεί στο παγκόσµιο πεδίο , όπου απαλλάσσονται από τον πολιτικό έλεγχο: η πολιτική έχει παραµείνει τοπική όπως και πριν και κατά συνέπεια δεν είναι πλέον σε θέση να υλοποιήσει µεγαλιπίβολους στόχους , πόσο µάλλον να ασκήσει έλεγχο και να περιορίσει .

Μία από τις συνέπειες της παγκοσµιοποίησης είναι το διαζύγιο µεταξύ εξουσίας (την ικανότητα υλοποίησης ενός προτάγµατος) και πολιτικής. Έχουµε τώρα ένα παγκόσµιο πεδίο στο οποίο η εξουσία, απελευθερώνεται από την πολιτική και η πολιτική στερείται εξουσίας στο τοπικό πεδίο.

Η εξέλιξη αυτή αποστέρησε την σοσιαλιστική αριστερά από το καθοριστικό και ενδεχοµένως µοναδικό εργαλείο που θα µπορούσε να να χρησιµοποιήσει για την υλοποίηση του σχεδίου της. Μ ε απλά λογια, ένα κοινωνικό κράτος που εγγυάται τη υπαρξιακή ασφάλεια για όλους δεν µπορεί πλέον να συγκροτηθεί , ούτε να επιβιώσει, στο πλαίσιο του εθνικού κράτους (οι δυνάµεις που θα έπρεπε να εξηµερωθούν για το σκοπό αυτό δεν διοιηκούν σε επίπεδο εθνικού κράτους ). Οι προσπάθειες ενεργοποίησης του αποδυναµωµένου εθνικού κράτους για στόχους καθολικής ύπαρξιακής ασφάλειας στις περισσότερες περιπτώσεις µαταιώθηκαν υπό την πίεση των ετερόδικων , παγκόσµιων οικονοµικών δυνάµεων ή των αγορών.

Συνεπώς ολοένα και περισσότερο, οι Σοσιαλδηµοκράτες ανακαλύπτιουν την ξαφνική αδυναµία να εκπληρώσουν την υπόσχεσή τους. Εξ ου και η απεγνωσµένη προσπάθεια να βρούν κάποιο άλλο εµπορικό σήµα (στίγµα) και

Page 29: Bauman Crisis

µια άλλη νοµιµοποίηση. Το ιταλικό ∆ηµοκρατικό Κόµµα ή για τον ίδιο λόγο το ζήτηµα της πολωνικής Αριστεράς και των ∆ηµοκρατών, αποτελούν διευκρινιστικά παραδείγµατα για το τελικό συµπέρασµα στον οποίο η έρευνα µας οδηγεί: πλήρης απουσία στίγµατος και νοµιµοποίησης της Σοσιαλδηµοκρατίας . Με αυτή την έννοια , οι µακρινοί απόγονοι της παλαιάς αριστεράς µπορούν να υπολογίζουν µόνο πάνω στις αποτυχίες των αντιπάλων τους ως αποκλειστική εκλογική ευκαιρία ενώ αντίστοιχα οι δυσαρεστηµένοι και τα θυµωµένα θύµατα τις αποτυχίες των αντιπάλων , αποτελούν την µόνη εκλογική πελατεία.

Το πρώτο κατά µέτωπο ατύχηµα ήταν ασφαλώς το θέµα της υπαρξιακής ασφάλειας. Το κόσµηµα στην κορώνα της αριστεράς έχει ξεπέσει στα χέρια πολιτικών δυνάµεων που κακώς ονοµάζονται αριστερές. Τώρα βρίσκεται, ας το πούµε έτσι, στον δρόµο - από το οποίο το µάζεψαν αµέσως δυνάµεις που εξίσου άδικα ονοµάζοντται δεξιές. Η ιταλική Lega υπόσχεται µε έµφαση να αποκαταστήσει την υπαρξιακή ασφάλεια - που το ∆ηµοκρατικό Κόµµα υπόσχεται να υπονοµεύσει ακόµη περισσότερο, µε την απελευθέρωση των αγορών κεφαλαίου και των εµπορικών συναλλαγών, την µεγαλύτερη ευελιξία της αγοράς εργασίας και ένα ακόµα ευρύτερο άνοιγµα των πυλών της χώρας σε µυστηριώδες, απρόβλεπτες και ανεξέλεγκτες παγκόσµιες δυνάµεις.

Μ ε δόλιο τρόπο επιχειρείται µια διαφορετική ερµηνεία για τα αίτια της υπαρξιακής ανασφάλειας από την αριστερά του παρελθόντος: όχι ως προϊόν του καπιταλιστή ελεύθερου για όλα ( ελευθερία των ανώτερων και ισχυρών, ανικανότητα των ταπεινών και άπορων), αλλά ως έκβαση των εύπορων από την Λοµβαρδία που χρειάζεται να µοιράζονται τα πλούτη τους µε νωχελικούς Καλβρέζους ή Σικελιανούς και την ανάγκη, κοινή για όλους, να µοιραστούν τα προς το ζείν µε τους αλλοδαπούς. Ξεχνούν ωστόσο ότι η µετανάστευση εκατοµµυρίων Ιταλών προγόνων του 21ου αιώνα στις ΗΠΑ και τη Λατινική Αµερική συνέβαλαν σε µεγάλο βαθµό στο σηµερινό πλούτο.

Page 30: Bauman Crisis

Ζ. Μπάουµαν, φιλελεύθερος και σοσιαλιστής

«Ο φιλελευθερισµός αντιπροσωπεύει την ατοµική ελευθερία, ο σοσιαλισµός την ατοµική ασφάλεια που εγγυάται η κοινωνία». Ο κορυφαίος κοινωνιολόγος και πολιτικός στοχαστής Ζίγκµουντ Μπάουµαν, ιδιαίτερα δηµοφιλής στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, µιλά στην «Κ» για τη ρευστή νεωτερικότητα, την αβεβαιότητα του σύγχρονου ανθρώπου, τη φτώχεια, την αγάπη, την ανεπάρκεια του ανθρώπου και την ανάγκη του Θεού.

Αναζητώντας ελευθερία µε ασφάλεια

Ο κορυφαίος στοχαστής Ζ. Μπάουµαν µιλά για τη «ρευστή» σύγχρονη κοινωνία που καθιστά τη ζωή περιπετειώδη και επικίνδυνη

Συνέντευξη στον Βασίλη Μουρδουκούτα*

Αβεβαιότητα, αστάθεια, ευθραυστότητα, παροδικότητα, ρίσκο: Πέντε λέξεις που αποκαλύπτουν διαµιάς τη φυσιογνωµία και το πνεύµα των καιρών µας. Πέντε ειδοποιά γνωρίσµατα της ρευστής εποχής µας, σύµφωνα µε τον κορυφαίο κοινωνιολόγο και πολιτικό στοχαστή Ζίγκµουντ Μπάουµαν, όπως τα σκιαγραφεί σε συνέντευξή του στην «Κ». Με αφορµή τη µετάφραση στα ελληνικά του έργου του «Ρευστή Αγάπη, Για την Ευθραυστότητα των Ανθρώπινων ∆εσµών» (εκδ. Εστία), και µε δεδοµένη την αυξανόµενη δηµοτικότητα των βιβλίων του στην Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια, ζητήσαµε από τον Πολωνό στοχαστή, αυτόν τον ιδιότυπο «φιλελεύθερο σοσιαλιστή», όπως αυτοπεριγράφεται, να µας αποκαλύψει µερικές από τις πτυχές της πολυσχιδούς του σκέψης.

Σύµφωνα µε τον Μπάουµαν, στη ρευστή εποχή µας τίποτε δεν µπορεί ή δεν πρέπει να θεωρείται συµπαγές. Όλα τείνουν ή οφείλουν να είναι παροδικά, εφήµερα, βραχύβια. Αυτό που έχει σήµερα αξία, για τον ακατάβλητο homo consumens, είναι το βραχυπρόθεσµο, η νέα αφετηρία, η πλαστικότητα της ύπαρξης. Οι καιροί επιτάσσουν την ευελιξία, την αδιάλειπτη ετοιµότητα για µια νέα αρχή, τη δυνατότητα αυτόµατης αδρανοποίησης των όποιων δεσµών. Άλλωστε, οι δεσµοί συνιστούν τροχοπέδη, εµποδίζουν την αλλαγή, καθώς –απαιτώντας τη σταθερότητα και την αφοσίωση– µας καθιστούν δύσκαµπτους.

Από τη ζωή ως µαραθώνιο περνάµε έτσι στη ζωή ως καρουζέλ. Μια ζωή δίχως µακροπρόθεσµες επιδιώξεις, δίχως ηθικές δεσµεύσεις ή ανησυχίες, µια ζωή που µόνον ως συρραφή αυτοτελών επεισοδίων θα µπορούσε να περιγραφεί. Μοναχικοί κι αδέσµευτοι πλανήτες στο βασίλειο της ηθικής ευλυγισίας, στέκουµε ανάλγητοι απέναντι στη διαιώνιση της κάθε είδους φτώχειας, δεν αισθανόµαστε καµία ουσιαστική ευθύνη, καµία δέσµευση, καµία υποχρέωση απέναντι στην αδικία, στην ταπείνωση, στην απουσία αξιοπρέπειας. Ωστόσο, για τον Ζίγκµουντ Μπάουµαν, η ηθική µας διάσταση συνταυτίζεται µε τη δέσµευσή µας προς τον άλλο: τον συνάνθρωπο, τον συµπολίτη, τον φίλο, τον σύντροφο, τον ξένο. Επιλέγουµε να είµαστε ηθικοί, αναγνωρίζοντας την ευθύνη µας προς τον άλλο, επειδή έχουµε ήδη επιλέξει να είµαστε άνθρωποι. «Σε αυτήν ακριβώς την επιλογή βασίζεται η ανθρώπινή µας αξιοπρέπεια» υποστηρίζει, και σε αυτό ακριβώς το σηµείο αναδεικνύεται η σηµασία της όποιας ριζοσπαστικής πολιτικής – πολιτικής που επιδιώκει την επαναφορά της ηθικής στη δηµόσια σφαίρα.

Page 31: Bauman Crisis

Εν συνόλω, το έργο και η σκέψη του Μπάουµαν πρεσβεύουν την ανάγκη για µια κοινωνιολογία ανοικτή, χειραφετητική και κριτική. Μια κοινωνιολογία που υπερασπίζεται µε σθένος την ανθρωπιά.

— Έχετε περιγράψει τον εαυτό σας ως φιλελεύθερο σοσιαλιστή. ∆εν θα µπορούσε να πει κάποιος πως ένας τέτοιος συνδυασµός είναι αντιφατικός;

— Ναι, υπάρχει αντίφαση, αλλά την ίδια στιγµή ο φιλελευθερισµός και ο σοσιαλισµός µόνοι τους θα ήταν µάλλον µονόπλευροι, θα έµοιαζαν τυραννικοί και θα παρήγαν πολλές διαφωνίες. Ο φιλελευθερισµός αντιπροσωπεύει την ατοµική ελευθερία, ο σοσιαλισµός την ατοµική ασφάλεια που εγγυάται η κοινωνία. Ωστόσο, η ασφάλεια δίχως την ελευθερία µοιάζει µε σκλαβιά, και η ελευθερία δίχως την ασφάλεια απειλεί µε φόβο και ξεγύµνωµα εµπρός από πρωτοφανείς κινδύνους. Κινδύνους τόσο µεγάλους που ένα άτοµο, δίχως την αρωγή και την προστασία που µπορεί να του παράσχει η κοινότητα, αδυνατεί να αντιµετωπίσει από µόνο του.

Ο φιλελεύθερος John Stuart Mill επέµενε στο ότι η υπόσχεση ατοµικής ελευθερίας και αυτοπροσδιορισµού θα ήταν κενή εάν δεν συµπληρωνόταν από τη σοσιαλιστική διασφάλιση απέναντι στην κακοτυχία και από τη σοσιαλιστική προσήλωση στους αδύναµους, σε όσους δηλαδή δεν διαθέτουν τους απαιτούµενους πόρους για την αξιοποίηση της ελευθερίας τους για το δικό τους προσωπικό καλό… Κι ο Λόρδος Beveridge, ο δηµιουργός του βρετανικού «κράτους πρόνοιας», το οποίο από τότε αντιµετωπίζεται ευρέως ως το πλέον σοσιαλιστικό µέτρο, δεν υπήρξε «σοσιαλιστής», αλλά φιλελεύθερος, ενώ θεωρούσε το κράτος πρόνοιας ως την απόλυτη εκπλήρωση της φιλελεύθερης ιδέας.

Φτωχοί και ταπείνωση

— Εκλαµβάνετε τη φτώχεια ως πηγή κάθε είδους ταπείνωσης. Τι ακριβώς εννοείτε όταν αναφέρετε κάτι τέτοιο; Και τι σηµαίνει να είναι κανείς φτωχός στην εποχή της ρευστής νεωτερικότητας;

— Η φτώχεια, σήµερα, αποτελεί λιγότερο ζήτηµα επιβίωσης και περισσότερο ζήτηµα ανθρώπινης αξιοπρέπειας, δηλαδή αναγνώρισης και δικαιώµατος σεβασµού από τους άλλους. Στους καιρούς µας, το να «είσαι φτωχός» σηµαίνει κατά κύριο λόγο το να µη διαθέτεις τα µέσα που απαιτούνται για να αποκτήσεις την αναγνώριση και τον σεβασµό των υπολοίπων. Οι άνθρωποι, στην εποχή µας, κρίνονται πρωτίστως από το τι και πόσο καταναλώνουν. Επί αυτής της βάσης, οι φτωχοί εµφανίζονται ως «ελαττωµατικοί καταναλωτές» – και σε αντίθεση µε τους φτωχούς του χθες, που προσδιορίζονταν κυρίως ως άνεργοι, δεν διαθέτουν τη δυνατότητα εκ νέου ενεργοποίησης, δεν µπορούν, δηλαδή, να επανέλθουν στην ενεργό κατάσταση. Η επένδυση για την επανένταξή τους, στο πλαίσιο µιας οικονοµίας καθοδηγούµενης από την κατανάλωση, εκλαµβάνεται ως σπατάλη δηµοσίου χρήµατος. Η κοινωνία, σε τελευταία ανάλυση, θα ήταν καλύτερη εάν όλοι οι φτωχοί απλώς τα µάζευαν και έφευγαν µακριά...

«Φιέστες φιλανθρωπίας»

— Μήπως οι σηµερινές κοινωνίες απλά λησµονούν το γεγονός ότι δεν είναι αρκετά δίκαιες;

— Όχι ακριβώς. Χάρη στα παγκόσµιας εµβέλειας τηλεοπτικά δίκτυα, έχουµε την τάση να αντιδρούµε µε ζήλο και ιδιαίτερη ταχύτητα σε καταστροφές που συµβαίνουν σε άλλους ανθρώπους ακόµα και σε πολύ αποµακρυσµένα µέρη…

Page 32: Bauman Crisis

Η δυσκολία, τουναντίον, συνίσταται στο ότι οι αντιδράσεις µας δεν είναι παρά «φιέστες φιλανθρωπίας», κατά τη διάρκεια των οποίων δεν πλησιάζουµε καθόλου κοντά στις ρίζες του πόνου. Για παράδειγµα, στέλνουµε φαγητό, καταλύµατα και χρήµατα στα θύµατα φυλετικών αιµατοχυσιών, αλλά δεν κάνουµε τίποτα στο να βάλουµε τέλος στην αγορά όπλων, η οποία και κατέστησε δυνατές εκ προοιµίου τέτοιες αιµατοχυσίες. Ή, σε άλλη περίπτωση, βιαζόµαστε να βοηθήσουµε τα θύµατα της πείνας, αλλά δεν κάνουµε τίποτα στο να περιορίσουµε τις παγκόσµιες αγορές που στερούν τα προς το ζην στους πεινασµένους ανθρώπους. Με άλλα λόγια, ενώ είµαστε πρόθυµοι να πολεµήσουµε κάθε περίπτωση αδικίας που αποκαλύπτεται δηµόσια, η ιδέα ενός «δίκαιου κόσµου» µοιάζει σε µας νεφελώδης.

— Πώς θα περιγράφατε τον ρόλο που καλείται να διαδραµατίσει σήµερα ένας κοινωνιολόγος; Οφείλει να περιγράφει ή και να ασκεί κριτική;

— Η αναζήτηση ατοµικών (τοπικών!) λύσεων σε κοινωνικώς (παγκόσµια!) παραγόµενα προβλήµατα συνιστά κοινή απαίτηση προς όλους µας. Πολλές από τις λειτουργίες που µέχρι πρότινος επιτελούνταν από τα έθνη–κράτη έχουν µεταφερθεί στο ατοµικό επίπεδο της προσωπικής ζωής (δηλαδή στην πρωτοβουλία και την ευθύνη των ατόµων) και έχουν αφεθεί στις ικανότητες και στους πόρους που διαθέτει ο καθένας ατοµικά. Υπό αυτές τις συνθήκες, η κοινωνιολογία οφείλει να µεταβάλει τους σκοπούς της: από το να τίθεται στην υπηρεσία του «διαχειριστικού/διευθυντικού λόγου» υποχρεώνεται στο να προσφέρει τις υπηρεσίες της στον «λόγο της διαχείρισης/διεύθυνσης του εαυτού». Πιο συγκεκριµένα, το κύριο έργο της κοινωνικής επιστήµης, σήµερα, συνίσταται στην αποκάλυψη των τρόπων διεύρυνσης της ατοµικής ελευθερίας, και όχι –όπως γινόταν στο παρελθόν– στη διερεύνηση των τρόπων συµµόρφωσης των ατόµων στα σχέδια, τους κανόνες και τις τακτικές των διευθυντών/διαχειριστών.

Η πλήρωση του εν λόγω σκοπού προϋποθέτει τη συγκέντρωση και παροχή πληροφορίας σχετικά µε τις συνθήκες, στις οποίες τα άτοµα επιδιώκουν τους σκοπούς της ζωής τους, αλλά και τους παράγοντες διαµέσου των οποίων δηµιουργούν τη ζωή τους. Μόνο που, παρέχοντας αυτό το είδος πληροφορίας, η κοινωνιολογία δεν µπορεί παρά να είναι «κριτική» ως προς την πραγµατικότητα: όχι από επιλογή, αλλά εξαιτίας της ίδιας της φυσιογνωµίας της. Είτε εκουσίως είτε ακουσίως, η κοινωνιολογία διαπερνά το πέπλο των αυταπατών και σφαλερών αξιώσεων, οι οποίες υποκρύπτουν τις πιέσεις που περιορίζουν τα περιθώρια των ατοµικών επιλογών ή δεσµεύουν τις ατοµικές αναζητήσεις και τις φιλοδοξίες σε ένα σκηνικό που αποτυγχάνει να απαντήσει στις αναζητήσεις τους και που παρεµποδίζει την εκπλήρωση των φιλοδοξιών τους.

Αίσθηση αβεβαιότητας

— Πόσο διαφορετικός µπορεί να θεωρηθεί ο σηµερινός κόσµος από εκείνον στον οποίο έζησαν οι «κλασικοί» της κοινωνιολογίας, όπως ο Βέµπερ και ο Ντιρκέµ;

— Οι διαφορές µεταξύ των κοινωνιών αυτών είναι πάρα πολλές για να καταγραφούν σε µια σύντοµη συνοµιλία. Αλλά ας εστιάσουµε την προσοχή µας στις µεταβολές που αφορούν στις ανθρώπινες συνθήκες. Η ζωή σήµερα κυριαρχείται από την αίσθηση της αβεβαιότητας. Είναι αδύνατο να φανταστεί κανείς, και επικίνδυνο να επιδιώξει «σχέδια ζωής», ή ακόµη και

Page 33: Bauman Crisis

µακροπρόθεσµα σχέδια. Αντίστοιχα επικίνδυνες είναι και οι µακροπρόθεσµες υποσχέσεις. Η ζωή εµφανίζεται κερµατισµένη, απαρτίζεται από µια σειρά νέων «εκκινήσεων», των οποίων η διαδοχή είναι σε µεγάλο βαθµό απρόβλεπτη. Οι ικανότητες, το επάγγελµα, το στυλ ζωής, οι σύντροφοι, ακόµη και οι κοινότητες στις οποίες κανείς ανήκει (κοινότητες που σήµερα αναφέρονται µε τον όρο «δίκτυα») υπάρχουν µοναχά «µέχρι νεωτέρας», καθόσον οφείλουν να ανασχηµατίζονται και να επανατίθενται αδιάλειπτα προς διαπραγµάτευση. Όλα αυτά καθιστούν τη ζωή σήµερα εξαιρετικά περιπετειώδη, αλλά και τροµακτικά επικίνδυνη.

— Για ποιο λόγο στην προσπάθειά σας να περιγράψετε την εποχή µας την περιγράφετε µε τον όρο «ρευστή» νεωτερικότητα;

— Αποκαλώ τη σύγχρονη κοινωνία «ρευστή», επειδή οι µορφές ζωής και όσα επιδρούν σε αυτές αδυνατούν να διατηρήσουν για πολύ το σχήµα τους. Η «συµπαγής» νεωτερικότητα συνέβαλε και εκείνη στο λιώσιµο («εκσυγχρονισµό») των υφιστάµενων στερεών/σταθερών – µόνον που το έκανε ώστε να τα ανασχηµατίσει, εκχύνοντάς τα σε άλλα, καλύτερα σχεδιασµένα καλούπια. Έλιωσε τα όποια στερεά/συµπαγή, όχι επειδή αποστρεφόταν το ότι ήταν στερεά/συµπαγή, αλλά επειδή θεωρούσε ότι δεν ήταν αρκετά. Στους καιρούς µας, όµως, το να είσαι σύγχρονος σηµαίνει το να εκσυγχρονίζεις αδιάλειπτα, να εκσυγχρονίζεις πειθαναγκαστικά και παθιασµένα· δίχως να αναµένεις κάποια γραµµή τερµατισµού· δίχως να διαθέτεις κάποιο όραµα µιας «τέλειας κοινωνίας», η οποία θα στέψει την όλη προσπάθεια µε επιτυχία.

Παγκόσµιο και τοπικό

— Ποιες είναι, κατά τη γνώµη σας, οι κύριες διαδικασίες που διαµορφώνουν τον σύγχρονο κόσµο;

— Είναι πολλές αυτές οι διαδικασίες, αλλά το ποιες θα ανακύψουν ως «κύριες» θα εξαρτηθεί από την πορεία που θα λάβει η κοινή µας ιστορία. Ή, µάλλον, οι κυριότερες εξ αυτών θα προκύψουν από την κατεύθυνση που θα επιλέξουµε να δώσουµε στην κοινή µας ιστορία. Εξάλλου, κάθε µια από αυτές τις διαδικασίες είναι «διχαλωτή». Κάθε µια συνιστά απόρροια µιας πάλης µεταξύ συγκρουόµενων τάσεων και η όποια ισορροπία ισχύος προκύπτει µεταξύ αυτών των τάσεων µεταβάλλεται διαρκώς. Σκεφτείτε την «παγκοσµιο–εντοπιότητα» (glocalization, συνδυασµός της παγκοσµιοποίησης και του τοπικισµού) – της ταυτόχρονης, δηλαδή, κίνησης της παγκοσµιοποίησης σε συνδυασµό µε την επίµονη προσπάθεια «τόπων» και περιοχών να ανακτήσουν και να αυξήσουν τον έλεγχο της µοίρας τους. Ή σκεφτείτε την παρούσα εµµονή µε τα ατοµικά δικαιώµατα, η οποία στρέφοντας την προσοχή στην προώθηση της ατοµικής ευτυχίας, περιορίζει τη σηµασία που αποδίδεται στην ευηµερία των συνεργατών, της «κοινότητας» ή κάποιας άλλης «ολότητας», και συνδυάστε τη µε την άνοδο κάθε τύπου «φονταµενταλισµού» και την ολοένα αυξανόµενη νοσταλγία για την κοινωνία παλαιού τύπου. Πιστεύω πως όλες αυτές οι αντιφάσεις είναι εκδηλώσεις της σύγκρουσης µεταξύ δύο βασικών αξιών: της ασφάλειας και της ελευθερίας. Αµφότερες αυτές οι αξίες είναι ζωτικής σηµασίας για τον ανθρώπινο πολιτισµό και για την αξιοπρεπή ζωή, αλλά και εξαιρετικά δύσκολο να συµφιλιωθούν.

Το να είσαι ηθικός...

— Το να είσαι ηθικός παραµένει µια ανοιχτή πιθανότητα; Και τι σηµαίνει ηθικότητα;

Page 34: Bauman Crisis

— Ηθικότητα σηµαίνει πάντοτε ενδιαφέρον για τον Άλλο, σηµαίνει το να αισθάνεσαι ευθύνη για την ευηµερία του Άλλου – αλλά και το να δρας στον άξονα αυτής ακριβώς της ευθύνης προς τον Άλλο. Η παράδοξη κατάσταση µε τον ηθικό εαυτό στους καιρούς µας προκύπτει από το γεγονός ότι η αµοιβαία εξάρτηση (και η αντικειµενική ευθύνη για τη µοίρα του καθενός µας) και η ηθική φαντασία δεν εφάπτονται πλέον. Τα όρια των αµοιβαίων εξαρτήσεων, σήµερα, εκτείνονται σε όλο τον πλανήτη. Ως εκ τούτου, σε επίπεδο αρχών, το να «είσαι ηθικός», θα έπρεπε να σηµαίνει ότι δείχνεις ενδιαφέρον για όλους «τους Άλλους», ήτοι για την ανθρωπότητα συνολικά.

Ο Θεός και η ανθρώπινη ανεπάρκεια

— Εξακολουθεί να υπάρχει η ανάγκη της θρησκείας στις κοινωνίες µας ή η επιστήµη και ο εργαλειακός λόγος επαρκούν; Ποια είναι η διαφορά µεταξύ της πίστης ότι ο κόσµος φτιάχτηκε µέσα σε έξι µέρες από τον Θεό και της πίστης ότι όλοι είµαστε αποτέλεσµα της τυχαιότητας του Big Bang;

— ∆εν υπάρχει µεγάλη διαφορά µεταξύ των δύο πίστεων, µια και δίχως ιδιαίτερη δυσκολία θα µπορούσε κανείς να αναρωτηθεί γιατί ο Θεός περίµενε τόσο πολύ για να φτιάξει τον κόσµο, αλλά και γιατί ξεκίνησε να δηµιουργεί τότε και όχι πριν ή µετά; Αλλά ας αφήσουµε αυτό το πρόβληµα στους θεολόγους (που εγώ δεν είµαι), και ας θέσουµε –αντ’ αυτού– µια κοινωνιολογική ερώτηση: υπάρχει ανάγκη για θρησκευτικά πιστεύω στους δικούς µας τύπους κοινωνιών; Ο Leszek Kolakowski, ο σπουδαίος Πολωνός φιλόσοφος, τόνισε ότι η ανάγκη για τη θρησκεία προκύπτει από το ανθρώπινο συναίσθηµα της ανεπάρκειας. Η νεωτερικότητα πρότεινε ότι, αν και το ανθρώπινο υποκείµενο είναι πολύ αδύναµο, ώστε να µπορεί να συντηρηθεί µε τα δικά του µέσα, το ανθρώπινο είδος στο σύνολό του είναι παντοδύναµο, όπως εθεωρείτο ο Θεός· και δεδοµένων των τυφλών καπρίτσιων της Φύσης που δηµιούργησε ο Θεός, ο κόσµος υπό ανθρώπινη διαχείριση θα µπορούσε να πετύχει πολλά, ίσως περισσότερα σε σχέση µε έναν κόσµο υπό θεϊκή διαχείριση. Εν ολίγοις, η νεωτερικότητα υποστήριξε την αυτάρκεια της ανθρωπότητας. Μολοταύτα, δύο αιώνες µετά, µπορεί κανείς να ισχυριστεί –δίχως υπερβολή– ότι οι άνθρωποι αποδείχθηκαν φτωχοί διαχειριστές, και ότι υπό ανθρώπινη διαχείριση ο κόσµος δεν είναι λιγότερο χαοτικός, ανοργάνωτος, απρόβλεπτος, απειλούµενος και απειλητικός. Ως εκ τούτου, βιώνουµε την επιστροφή του συναισθήµατος της «ανεπάρκειας». Νιώθουµε, σήµερα, ότι η ανθρώπινη διαχείριση δεν επαρκεί για να κάνει τη ζωή πιο ανέµελη· αντί για φάρµακα, σε πολλές περιπτώσεις, η ανθρώπινη διαχείριση παράγει δηλητήρια. Η τελευταία ελπίδα: ίσως το σύµπαν είναι ένας χαµένος στόχος, αλλά τα ανθρώπινα υποκείµενα (τουλάχιστον κάποια από αυτά, όπως οι νιτσεϊκοί «Υπεράνθρωποι»), ίσως αυτά µπορούν να γίνουν σαν θεοί, ικανά να αποκτήσουν και να διαφυλάξουν τον δικό τους ιδιωτικό παράδεισο. Εν τούτοις, καθόσον σήµερα βρισκόµαστε και συµµετέχουµε στη διαδικασία αποδόµησης της ανθρώπινης συλλογικής διαχείρισης, µία αντίστοιχη ελπίδα, για τους λόγους που συνοπτικά ανέφερα παραπάνω, µπορεί να γίνει πικρή, εξαιρετικά πικρή.

Ήθελε να γίνει φυσικός...

Ο Ζίγκµουντ Μπάουµαν γεννήθηκε στην Πολωνία το 1925, από Εβραίους γονείς. Η γερµανική εισβολή θα τον αναγκάσει να καταφύγει στη Σοβιετική Ένωση. Εκεί θα καταταχθεί στον άρτι συγκροτηθέντα πολωνικό στρατό, ο οποίος συµµετέχει υπό σοβιετική διοίκηση στις στρατιωτικές επιχειρήσεις στο

Page 35: Bauman Crisis

ρωσικό µέτωπο. Είναι η εποχή που ονειρεύεται να γίνει φυσικός, επιθυµώντας να λύσει τα µεγάλα µυστήρια του σύµπαντος.

Η επιστροφή στην καθηµαγµένη Πολωνία θα µεταβάλει τις προσωπικές του προτεραιότητες. Παρότι ο πόλεµος έχει οδηγήσει την –ήδη χειµαζόµενη προπολεµικά– κοινωνία σε πλήρη αποσύνθεση, από τα συντρίµµια της αναφύεται η ελπίδα ενός αξιοπρεπέστερου µέλλοντος. Η επιτακτική ανάγκη ανασυγκρότησης επιβάλλει την αλλαγή των προσωπικών του στόχων: αντί των µεγάλων µυστηρίων της κοσµολογίας και της φυσικής, «προτεραιότητα τώρα είχε η χώρα µου και το big bang της αναγέννησής της». Η επιλογή της συγκεκριµένης επιστήµης συνιστά προϊόν της πίστης του –την οποία ακόµη και σήµερα φαίνεται, υπό όρους, να διατηρεί– ότι η κοινωνιολογία δύναται να συµβάλει στην αλλαγή του κόσµου: «Η κοινωνιολογία µπορεί να συλλάβει και να καταδείξει τις συνθήκες, υπό τις οποίες οι άνθρωποι µπορούν να ζήσουν, όπως θα έπρεπε να ζουν ως άνθρωποι».

Η ακαδηµαϊκή του καριέρα θα ξεκινήσει, µε την ανακήρυξή του σε καθηγητή στο Πανεπιστήµιο της Βαρσοβίας, το 1950. ∆εκαοκτώ χρόνια αργότερα, η εκδήλωση µιας ευρείας αντισηµιτικής κίνησης στην Πολωνία θα τον αναγκάσει να φύγει από τη χώρα. Το 1971, έπειτα από µια δύσκολη περίοδο µετακινήσεων και αστάθειας, θα του δοθεί η έδρα καθηγητή κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήµιο του Leeds στην Αγγλία. Το 1990, χρονιά που θα του απονεµηθεί το ευρωπαϊκό βραβείο Αµάλφι, ο Ζίγκµουντ Μπάουµαν θα αποχωρήσει τυπικά από την ακαδηµαϊκή ζωή. Το συγγραφικό του έργο, ωστόσο, θα συνεχιστεί µε αµείωτους ρυθµούς έως και σήµερα.

Έργα του στα ελληνικά

Στα ελληνικά έχουν κυκλοφορήσει τα βιβλία του «Ρευστή αγάπη» (εκδ. Εστία), «Η εργασία, ο καταναλωτισµός και οι νεόπτωχοι» (εκδ. Χ. Σαΐτης), «Η µετανεωτερικότητα και τα δεινά της» (εκδ. Ψυχογιός), «Σπαταληµένες Ζωές. Οι απόβλητοι της Νεωτερικότητας» (εκδ. Μεταίχµιο), «Ο πολιτισµός ως πράξη» (εκδ. Πατάκης), «Παγκοσµιοποίηση. Οι συνέπειες για τον άνθρωπο» (εκδ. Πολύτροπον), «Και πάλι µόνοι: Η ηθική µετά τη βεβαιότητα» (εκδ. Έρασµος).

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 9-9-2007

Page 36: Bauman Crisis

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΖΙΓΚΜΟΥΝΤ ΜΠΑΟΥΜΑΝ

Ο άνθρωπος ως εµπόρευµα ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗ

Ο 84χρονος Ζίγκµουντ Μπάουµαν, Πολωνός εβραϊκής καταγωγής, είναι οµότιµος καθηγητής Κοινωνιολογίας στα Πανεπιστήµια του Λιντς και της Βαρσοβίας, µελετητής και κριτικός της µετανεωτερικής κοινωνίας, της µονόπλευρης οικονοµικής παγκοσµιοποίησης, αλλά κι ένας στρατευµένος διανοούµενος υπέρ των κοινωνικών και των ανθρώπινων δικαιωµάτων. Η ατοµική του ιστορία είναι συναρπαστική. Μαχητής της πολωνικής αντίστασης, συµµετείχε στις φιλοσοβιετικές δυνάµεις, όχι µόνο γιατί ήταν κοµµουνιστής, αλλά και γιατί στις δυνάµεις της φιλοαγγλικής αντίστασης κυριάρχησαν ισχυρά θρησκόληπτα και αντισηµιτικά στοιχεία. Υποδέχτηκε µε ελπίδα την επικράτηση των κοµµουνιστικών δυνάµεων, αλλά σύντοµα απογοητεύτηκε, και µετά τη σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία κατέφυγε αρχικά στο Τελ Αβίβ και στη συνέχεια στην Αγγλία. Σε όλη την πνευµατική του διαδροµή ακολουθεί τα δύσβατα και «ουτοπικά» µονοπάτια ενός αναρχικού ανθρωπισµού, παρότι έχει επηρεαστεί άµεσα από τη µαρξική σκέψη, αλλά και από τον Λεβινάς. Η κοινωνιολογική σκέψη του Μπάουµαν είναι σε ευθεία αντιπαράθεση µε τον «κατεστηµένο» κοινωνιολογικό λόγο, αφού αυτό που τον ενδιαφέρει δεν είναι το πώς λειτουργούν τα δοµικά συστήµατα, αλλά κυρίως πώς βιώνουν οι άνθρωποι τις σχέσεις τους µέσα στα συστήµατα, πώς οι παγκόσµιες στρατηγικές κυριαρχίας έχουν άµεσο αντίκτυπο στις ιδιωτικές πτυχές των ανθρώπινων σχέσεων και πώς µεταβάλλονται οι ζωές των ανθρώπων. Η σκέψη του Μπάουµαν αποτελεί ένα σύγχρονο κατηγορητήριο κατά του «εξαναγκαστικού» εκσυγχρονισµού. Στο στόχαστρό του συµπεριλαµβάνονται οι «παράπλευρες απώλειες» της εκσυγχρονιστικής διαδικασίας και όχι ο εκσυγχρονισµός. Πιο σωστά, µέµφεται εκείνους τους εκσυγχρονισµούς οι οποίοι αδιαφορούν για τα θύµατα που γεννούν και µετατρέπουν την καταγραφή της φτώχειας, της υπόταξης και του κοινωνικού αποκλεισµού σε αρνητική αξιολόγηση για όσους συµπεριλαµβάνονται στις παραπάνω κατηγορίες. Ο Μπάουµαν δεν είναι κήρυκας της επιστροφής στις κλειστές κοινότητες και στις κοινωνίες που η αρχή συγκρότησής τους βρίσκεται πέρα από τον άνθρωπο. Αντιθέτως, η κριτική του, κυρίως στις «Σπαταληµένες ζωές» (Εκδόσεις «Κατάρτι», µτφρ.: Μάρκος Καρασαρίνης), εστιάζει στο γεγονός της µετάβασης από την κοινωνία των παραγωγών (πρώτη νεωτερικότητα) στη σύγχρονη καταναλωτική κοινωνία (δεύτερη ή ρευστή νεωτερικότητα), µετάβαση η οποία συνοδεύεται, όχι από την αναβάθµιση του ανθρώπου, αλλά από τη µετατροπή των «υπεράριθµων» και «περιττών ανθρώπων» σε απορρίµµατα. Με πολύ εύστοχο τρόπο δείχνει πως στην πρώτη νεωτερικότητα ήταν ο σχεδιασµός που δηµιουργούσε τους «περιττούς», ενώ στη ρευστή εποχή µας είναι η έλλειψη µόνιµων σκοπών που δηµιουργεί τα «ανθρώπινα απορρίµµατα». Είναι άλλο ζήτηµα η κριτική των Ζίγκµουντ Μπάουµαν (κριτική στη ρευστή κοινωνία), Ρίτσαρντ Σένετ (κριτική στην παρακµή της δηµόσιας ζωής και της κουλτούρας του καπιταλισµού), Λιούις Μάµφορντ (κριτική στα τεχνολογικά συστήµατα ισχύος και στην τεχνοκρατία) και Κρίστοφερ Λας (κριτική στις ελίτ, την αξιοκρατία και τη µαζική επικοινωνία) και άλλο ο εγκλωβισµός κάποιων θαυµαστών τους που άκριτα προσχωρούν σε ιδεολογικά µοντέλα προνεωτερικής σκέψης. Ο εκσυγχρονισµός, σύµφωνα µε τους προαναφερθέντες, υψηλού επιπέδου στοχαστές, αντικατέστησε την έκλυτη και απειθάρχητη ιστορία µε µια ιστορία λογικά σχεδιασµένη και πειθαρχηµένη. Ταυτοχρόνως όµως δηµιούργησε και κοινωνικές συσσωµατώσεις που «πετάχτηκαν» έξω από τον πυρήνα των σύγχρονων κοινωνιών. ∆εν απορρίπτουν όµως τον εκσυγχρονισµό για χάρη των παραδοσιακών κοινοτικών µορφών ζωής και συστηµάτων, ούτε αδιαφορούν για την τοµή δηµοκρατίας και ολοκληρωτισµού. Αυτό που επιδιώκουν είναι να προκαλέσουν τις αριστερές δυνάµεις να καταλάβουν πως ο αδιάφορος για τα θύµατά του εκσυγχρονισµός αποτελεί στην ουσία την άρνηση της νεωτερικότητας.

Page 37: Bauman Crisis

Αυτοί δεν καταδικάζουν την ιδέα της προόδου. Αυτή την ιδέα τη θεωρούν µια αρχικά απελευθερωτική ιδέα, αφού είναι αυτή που αποτίναξε τις σκουριασµένες αλυσίδες που είχαν αλυσοδέσει το ανθρώπινο πνεύµα. Ούτε βεβαίως αρνούνται τον ρόλο και τη χρήση της επιστήµης. Αυτό που αµφισβητούν είναι πως κάθε επιστηµονική και τεχνολογική πρόοδος συνοδεύεται από δεδοµένα οφέλη για τον άνθρωπο, ανεξάρτητα από τις πολιτικές που ακολουθούνται. Ταυτοχρόνως δεν διστάζουν να συγκρίνουν και να αξιολογούν πολιτισµικές και τεχνολογικές παραδόσεις, αλλά και δεν σταµατούν να διακηρύσσουν πως κάθε καινοτοµία δεν µπορεί να γίνεται δεκτή χωρίς να λαµβάνονται υπόψη οι κοινωνικές της επιπτώσεις. Βεβαίως τα όρια ανάµεσα στην κριτική του εκσυγχρονισµού και στην απόρριψη της νεωτερικότητας είναι πολύ δυσδιάκριτα. Αυτό οδηγεί ακόµα και στοχαστές τέτοιου επιπέδου να µετατρέπουν πολλές φορές την επιθυµητή κριτική σε συντηρητικό νοσταλγισµό. Για να επανέλθουµε στον Μπάουµαν στο «Η εργασία, ο καταναλωτισµός και οι νεόπτωχοι» (εκδόσεις «Μεταίχµιο», µτφρ.: Κων/νος Γεωρµάς) και στο «Ρευστή αγάπη» (εκδόσεις «Εστία», µτφρ.: Γιώργος Καράµπελας) αναλύει τις συνέπειες των παγκόσµιων στρατηγικών κυριαρχίας στις ιδιωτικές πτυχές των ανθρώπινων σχέσεων. Στον κόσµο της ρευστής νεωτερικότητας ο κανόνας είναι πως τίποτα δεν είναι µόνιµο, σταθερό και συνεχές. Οι ανθρώπινες σχέσεις όχι µόνο δεν εξαιρούνται απ' αυτόν τον κανόνα, αλλά αποτελούν και το κατεξοχήν πεδίο επιβεβαίωσής του. Σ' αυτόν τον κόσµο κυρίαρχες δεν είναι οι σταθερές σχέσεις, αλλά οι δεσµοί που στηρίζονται στο «δίκτυο». Ο άνθρωπος της ρευστής κοινωνίας έχει απολέσει κάθε κοινωνική δεξιότητα και ικανότητα. Είναι ένας άνθρωπος που φοβάται τη µείξη (µειξιφοβία) και τη σχέση µε τους διαφορετικούς απ' αυτόν. Ο χωρίς ιδιότητες άνθρωπος της πρώτης νεωτερικότητας εκτοπίζεται από τον άνθρωπο χωρίς δεσµούς. Στο βιβλίο του «Παγκοσµιοποίηση, οι συνέπειες για τον άνθρωπο» (εκδόσεις «Πολύτροπο», µτφρ.: Χρήστος Βαλλιάνος) εστιάζει τον φακό του κοινωνιολόγου στις αόρατες πλευρές της παγκοσµιοποίησης. Σκοπός του είναι να καταδείξει τη διπλή και αντιφατική πλευρά της παγκοσµιοποίησης. Αυτό που για ορισµένους σηµαίνει ελευθερία κίνησης στον χώρο, γι' άλλους αποτελεί µια διαδικασία περιχαράκωσης σε τοπικές παραµέτρους. Μια τέτοια εξέλιξη σε έναν διαρκώς κινούµενο χώρο «αποτελεί σηµάδι κοινωνικής στέρησης και υποβάθµισης». Η παγκοσµιοποίηση στο έργο του Μπάουµαν φαντάζει σαν ένα γλυπτό, ο καλλιτέχνης και δηµιουργός του οποίου δεν είναι η ανθρώπινη δηµιουργικότητα, αλλά οι παντοδύναµες εταιρείες.

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 27/02/2009

Page 38: Bauman Crisis

Copyright © 2008 Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΖΙΓΚΜΟΥΝΤ ΜΠΑΟΥΜΑΝ

Από την κοινωνία των παραγωγών στην κοινωνία των καταναλωτών και των «απορριµµάτων» ΖΙΓΚΜΟΥΝΤ ΜΠΑΟΥΜΑΝ Ζωή για κατανάλωση ΜΤΦΡ.: ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΑΜΠΕΛΑΣ «ΠΟΛΥΤΡΟΠΟΝ» ΣΕΛ. 200, ευρώ 18,81 Στο παρουσιαζόµενο έργο «Ζωή για κατανάλωση» συνεχίζει, ανανεώνει και επεκτείνει την κριτική που είχε ασκήσει για τη µετάβαση από την κοινωνία των παραγωγών στην κοινωνία καταναλωτών. Εδώ περιγράφει εκείνες τις εξελίξεις που συνδέονται µε σηµαντικές αλλαγές στον χώρο της εµπορευµατοποίησης του κεφαλαίου και της εργασίας και οι οποίες οδηγούν στην απορρύθµιση και στην ιδιωτικοποίηση. Στην κοινωνία των καταναλωτών στο ρυθµιζόµενο από το κράτος «κόστος εργασίας» -µέσω της αποδιάρθρωσης των µηχανισµών συλλογικής διαπραγµάτευσης και εργασιακής προστασίας- έρχεται να προστεθεί και η εγκατάλειψη στις ιδιωτικές µέριµνες µεµονωµένων ατόµων της αξίας πώλησης της εργασίας. Το άτοµο είναι υπεύθυνο για τη µοίρα του και τίποτα δεν µπορεί να το σώσει έξω από την ισχύ της καταναλωτικής του δύναµης. Το σχήµα του Μπάουµαν µάς θυµίζει τη βεµπεριανή ανάλυση σύµφωνα µε την οποία κανείς δεν γνωρίζει αν κάποιος θα εξασφαλίσει τη θεία πρόνοια, έχει όµως ένα κριτήριο για να το κρίνει, και αυτό δεν είναι άλλο παρά η επιτυχηµένη πορεία στον χώρο της παραγωγής. Για την καταναλωτική κοινωνία, όπως την περιγράφει ο Μπάουµαν, το κριτήριο της επιτυχηµένης ζωής δεν είναι η συµµετοχή στην παραγωγή, ούτε καν στην εργασία, αλλά η διαρκής και ανολοκλήρωτη κατανάλωση. Ο homo consumes είναι ένα άτοµο που διαρκώς πρέπει να καταναλώνει, ποτέ να µη σταµατάει. Τη στιγµή κατά την οποία οι καταναλωτές αισθανθούν ικανοποιηµένοι από την καταναλωτική τους κατάσταση και πάψουν να ενδιαφέρονται για τη διαρκή κατανάλωση και την ταυτιζόµενη µε αυτήν αποκοµιδή (απόσυρση των γρήγορα απαξιωµένων προϊόντων) θα έχουµε και την κατάρρευση του ιδεότυπου της καταναλωτικής κοινωνίας. Η τελευταία πρέπει διαρκώς να φαίνεται και να είναι ανικανοποίητη. ∆εν φτάνει όµως αυτό. Χρειάζεται διαρκώς να παράγει «απορρίµµατα» από προϊόντα και ανθρώπους. Τα προϊόντα της πρέπει γρήγορα να χάνουν την ανταλλακτική τους αξία και να αντικαθίστανται από νέα, «φρέσκα». Οι άνθρωποι, µε τη σειρά τους, όταν σταµατήσουν να καταναλώνουν, γίνονται ανθρώπινα «απορρίµµατα». Το εξέχον χαρακτηριστικό της κοινωνίας του κλασικού καπιταλισµού, δηλαδή της κοινωνίας των παραγωγών, είναι η αποξένωση του εργάτη από το προϊόν και την εργασία του. Το εξέχον χαρακτηριστικό της ρευστής κοινωνίας των καταναλωτών, της οποίας ο νεοφιλελευθερισµός αποτελεί τη νοµιµοποιητική και όχι την αρχή συγκρότησης, είναι ο µετασχηµατισµός των καταναλωτών σε εµπορεύµατα. Το πιο ευπαθές και ευρισκόµενο υπό διαρκή πίεση προϊόν είναι ο ίδιος ο καταναλωτής. Στον καπιταλιστικό νεωτερικό κόσµο ο φετιχισµός του εµπορεύµατος απέκρυπτε την ανθρώπινη υπόσταση της κοινωνίας. Στη µετανεωτερική, ρευστή κοινωνία ο φετιχισµός του αυτόνοµου υποκειµένου αποκρύπτει την εµπορευµατοποιηµένη πραγµατικότητα της κοινωνίας των καταναλωτών. Το δήθεν αυτόνοµο και ανεξάρτητο υποκείµενο δεν είναι τίποτε άλλο από το άθροισµα των αγοραστικών του επιλογών. Ο φετιχισµός του εµπορεύµατος στοίχειωνε την κοινωνία των παραγωγών καταναλώνοντας τους ανθρώπους, ο φετιχισµός της υποκειµενικότητας στοιχειώνει την κοινωνία των καταναλωτών παράγοντας µια ψευδαίσθηση. Το εργαλείο αυτής της ψευδαίσθησης είναι το ∆ιαδίκτυο, που από όργανο άντλησης στοιχείων µετατρέπεται σε µηχανή κατανάλωσης ψευδεπίγραφων ερωτικών και άλλων σχέσεων. Στο ∆ιαδίκτυο οι άνθρωποι παίζουν, όχι όµως όπως στον homo ludens του Χουίζινγκα, εδώ το παιγνίδι τους αφορά τη µετατροπή των αναζητούµενων ανθρώπινων σχέσεων και γνώσεων σε εµπορεύµατα. Στον κόσµο που

Page 39: Bauman Crisis

περιγράφει ο Μπάουµαν ο έρωτας και η γνώση γίνονται το παιγνίδι του φαντασιακού υποκειµένου, που αυτό µε τη σειρά του είναι διαρκώς έτοιµο να περάσει στον κόσµο των «απορριµµάτων». Αυτή η κοινωνία είναι αδιανόητη χωρίς µια ακµαία βιοµηχανία διάθεσης απορριµµάτων. Η κριτική ανάλυση του Μπάουµαν διαχωρίζει την κατανάλωση ως ένα αναγκαίο στοιχείο της βιολογικής επιβίωσης από τον καταναλωτισµό ως συγκεκριµένο τύπο κοινωνικής διαρρύθµισης, ο οποίος προκύπτει από τη µετατροπή τυπικών ανθρώπινων αναγκών, επιθυµιών και πόθων σε πρωτεύουσα κινητήρια και λειτουργική δύναµη της κοινωνίας. Στην καταναλωτική κοινωνία η ατοµική ικανότητα για ανάγκη, επιθυµία και λαχτάρα αποσπάται από τα άτοµα και εµπραγµατώνεται σε εξωγενή δύναµη, η οποία υπερκαθορίζει τις ανθρώπινες σχέσεις και συµπεριφορές. Η στιγµιαία κοινωνία «σµήνος» Ενώ η νεωτερική κοινωνία των παραγωγών πόνταρε στην ανθεκτικότητα και στην ασφάλεια, η ρευστή κοινωνία των καταναλωτών µετατρέπει την ανθρώπινη επιθυµία για σταθερότητα από συστηµική αρετή σε µεγάλο ελάττωµα. Το µεταµοντέρνο ρευστό περιβάλλον είναι εχθρικό στον µακροπρόθεσµο σχεδιασµό, στην επένδυση και στην αποθήκευση. Ο καταναλωτισµός είναι µια ζωή που βιώνεται στο «τώρα», µια ζωή «βεβιασµένη». Οι ευκαιρίες του είναι µοναδικές και ο χρόνος του διακεκοµµένος. Σ' αυτόν τον κόσµο ο παραµικρός δισταγµός τιµωρείται µε πέταγµα στα σκουπίδια. Για να υπηρετήσει όλες αυτές τις νέες «ανάγκες» η οικονοµία του καταναλωτισµού δεν µπορεί να σταµατά στην παρόρµηση απλής απόκτησης και κατοχής, αλλά να επεκτείνεται και να συµπληρώνεται από την παρόρµηση απαλλαγής και ξεσκαρταρίσµατος των γρήγορα αντικαταστάσιµων προϊόντων. Αυτή η κοινωνία υπόσχεται µια στιγµιαία «εδώ και τώρα» ευτυχία. Μια ευτυχία διηνεκών στιγµών. Αν όµως είναι δύσκολο να απαντηθεί γενικά το ερώτηµα πότε οι άνθρωποι είναι ευτυχείς, είναι ακόµα πιο δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να βρεθεί απάντηση σ' αυτό το ερώτηµα στο πλαίσιο της καταναλωτικής κοινωνίας. Γιατί σ' αυτήν την κοινωνία η υπόσχεση ικανοποίησης παραµένει δελεαστική µόνον όσο η επιθυµία και η ευτυχία παραµένουν ανικανοποίητες. Ετσι ο καταναλωτισµός δεν είναι µόνο µια οικονοµία της υπερβολής και της σπατάλης, είναι επίσης και µια οικονοµία της εξαπάτησης και του ανικανοποίητου. Η κοινωνία των καταναλωτών δεν κρίνει ικανότητες, γνώσεις, προθέσεις. Ολα αυτά κρίνονται και αναγνωρίζονται µόνον όταν στηρίζουν την καταναλωτική ικανότητα των κατόχων τους. Κατά τη γνώµη µου, η µεγαλύτερη συµβολή του Μπάουµαν στην κριτική του καταναλωτισµού έγκειται στην αποκάλυψη του «πέπλου άγνοιας» που κρύβεται πίσω από τις εγκλήσεις και τους όρκους στην κοινωνία της γνώσης, των ίσων ευκαιριών, της διά βίου µάθησης και άλλων συµπαροµαρτούντων «προσόντων». Η επίκληση των παραπάνω προσόντων είναι σε εισαγωγικά, όσο αυτά θεωρούνται συνοδοί στο καφέ-µπαρ της κατανάλωσης και όχι συνοδοιπόροι της αυταξίας του ανθρώπου ως δηµιουργού, ως ενότητα παραγωγού και καταναλωτή. Για τον Μπάουµαν ο σκοπός των όποιων απαιτούµενων προσόντων είναι να κάνει τους κατόχους τους ευπώλητο εµπόρευµα. Το να είναι κανείς καταναλωτής αποτελεί ένα ατέρµονο καθήκον και προϋποθέτει επίπονο αγώνα. Ο ελαττωµατικός καταναλωτής βρίσκεται αυτοµάτως εκτός κοινωνίας. Ο φόβος για να γίνει κανείς ελαττωµατικός καταναλωτής κεφαλοποιείται από τις εταιρείες, αλλά και από τους διοικητικούς και εκπαιδευτικούς µηχανισµούς. Μία άλλη ιδιαίτερα σηµαντική παρατήρηση του θαρραλέου κριτικού της κοινωνικής αποδιοργάνωσης είναι η µατιά που ρίχνει στην αγορά. Μια µατιά που έχει και τεράστια πολιτική σηµασία. Στην κοινωνία των καταναλωτών η αγορά δεν είναι ο χώρος όπου πραγµατοποιούνται οι παραγµένες στον χώρο της παραγωγής αξίες, αλλά ένας χώρος που εκφέρει «ετυµηγορίες αποκλεισµού». Στις προ-πολιτικές κοινωνίες, αλλά και σε αυτές της πρώτης νεωτερικότητας µόνον ο κυρίαρχος, δηλαδή η πολιτική και το κράτος, µπορούσε να εκφέρει ετυµηγορίες αποκλεισµού. Σήµερα αυτόν τον ρόλο αναλαµβάνει η αγορά. Στην ανάλυση του Μπάουµαν δεν είναι η πολιτική (κράτος) που χάνει αρµοδιότητες, αλλά είναι η αγορά που αποκτά πολιτικές εξουσίες. ∆εν απουσιάζει όµως µόνον η πολιτική από την κοινωνία των καταναλωτών, απουσιάζει και

Page 40: Bauman Crisis

η ταξική ένταξη. Εδώ ο Μπάουµαν, από άλλους βεβαίως δρόµους, συγκλίνει µε την ιδέα της εξατοµικευµένης κοινωνίας και των κατηγοριών «ζόµπι» του Ούλριχ Μπεκ. Η κοινωνία των καταναλωτών, κατά τον συγγραφέα του παρόντος βιβλίου, διασπά τις ευρύτερες κοινωνικές οµάδες, διαλύει τις συλλογικές ταξικές ταυτότητες. Μόνον που ο Μπεκ στις διαδικασίες ρευστοποίησης των ταξικών ταυτοτήτων βλέπει τη διαµόρφωση εξατοµικευµένων ρίσκων, ενώ ο Μπάουµαν βλέπει τη διαµόρφωση σµηνών. Σµήνη από καταναλωτές και σµήνη από «αποτυχηµένους καταναλωτές». Η κουλτούρα του καταναλωτισµού Η κουλτούρα του καταναλωτισµού συνδέεται µε την επιδίωξη να µην είσαι µέλος του σµήνους, µε την επιδίωξη «να είσαι µπροστά από το κοπάδι». Αυτός είναι ο µόνος τρόπος για να διασφαλίσει κανείς την ένταξή του στην κοινωνία των καταναλωτών. Πρέπει να θέλεις να προπορεύεσαι για να µη χάσεις το υπόλοιπο κοπάδι. Η άρνηση του κοπαδιού αποτελεί την προϋπόθεση ένταξης του καταναλωτή σ' αυτό. Αυτό, µε άλλα λόγια, γίνεται µέσα από την ταύτιση της ελευθερίας µε την επιλογή. Ελεύθερος δεν είναι αυτός που στο χεγκελιανό σύµπαν γνωρίζει την αναγκαιότητα, αλλά αυτός που γνωρίζει και µπορεί να επιλέγει. Ελευθερία είναι η επιλογή και επιλογή η εκχώρηση της ελευθερίας. Οσον αφορά τις αξίες της κουλτούρας του καταναλωτισµού, αυτές συνίστανται στην εµφατική άρνηση της αρετής της αναβλητικότητας και της καθυστέρησης της ικανοποίησης. ∆ύο αρετές που ο βεµπεριανός κόσµος τις συνέδεσε άµεσα µε το «πνεύµα του καπιταλισµού». Η κουλτούρα του καταναλωτισµού ταυτίζεται µε τη θεοποίηση της καινοτοµίας. Οχι τυχαία, ένας κόσµος της Αριστεράς που παλαιότερα θεοποιούσε τον οικονοµισµό και τον παραγωγικισµό, σήµερα θεοποιεί την καινοτοµία. Ταχύτητα, καινοτοµία, ανία, απόρριψη, το µαγικό τετράπτυχο της κουλτούρας του καταναλωτισµού. Υπερβολή, ασωτία και εξωφρενική σπατάλη, τα ψυχοφάρµακά της. Ο Μπάουµαν όµως δεν είναι καταστροφολόγος. Η απορρυθµισµένη κοινωνία των καταναλωτών δεν είναι ο χωρίς ηγεµόνα ζοφερός χοµπσιανός κόσµος, ούτε η ιδιωτικοποίηση της ευθύνης παραλύει ανεπιστρεπτί τα υποκείµενα της ιστορίας, όπως πρόβλεψε ο Λεβινάς. Σήµερα όµως, αντί του κράτους πρόνοιας, το καθήκον της «ανακούφισης από την ευθύνη» αναλαµβάνει πλήθος ιδιωτικών φορέων παροχής υπηρεσιών, οι οποίοι σπεύδουν µε το αζηµίωτο να αναλάβουν τα καθήκοντα που εγκατέλειψε η κοινωνία. Τελικά οι κοινωνίες του καταναλωτισµού είναι κοινωνίες «κατάστασης έκτακτης ανάγκης». Σ' αυτές τις κοινωνίες οι νευρώσεις προέρχονται από το αίσθηµα ανασφάλειας και όχι από τη φρίκη της ενοχής. Αίσθηµα που αντιµετωπίζεται µόνο µε συνεχή δράση. Κάτι που γνωρίζουν πολύ καλά οι εξουσίες των αγορών, γι' αυτό και κηρύττουν την κατάσταση έκτακτης ανάγκης ως την «καλύτερη µέθοδο για να πείθονται οι διοικούµενοι να δέχονται τις πιο δραστικές αλλαγές που πλήττουν τη ζωή τους». Η συνεχής δράση είναι η µόνη θεραπευτική δύναµη. Το σύµπλεγµα της ανεπάρκειας αντιµετωπίζεται µόνο µε µία εξαιρετικά έντονη προσπάθεια. Αρωγός σ' αυτή την προσπάθεια είναι ο «κυβερνοχώρος». Ο συγγραφέας διακρίνει εδώ, αντίθετα µε τις ιδεολογίες του συρµού, τον κατεξοχήν χώρο αποπολιτικοποίησης του πολιτικού. Η ισχυρή ροή της πληροφορίας δεν «είναι παραπόταµος» του ποταµού της δηµοκρατίας, αλλά ακόρεστος αγωγός, που διοχετεύει τα περιεχόµενα της πραγµατικής πολιτικής σε «ηλεκτρονικές αποθήκες», καθιστώντας τη λαϊκή κυριαρχία στείρα, ανενεργή και ασήµαντη. Στο ∆ιαδίκτυο η σύγκρουση και η αντιπαράθεση αντικαθίστανται από ηχητικά αποσπάσµατα και φωτογραφικά στιγµιότυπα. Οι σελίδες που ο Μπάουµαν αφιερώνει στην κριτική του ∆ιαδικτύου είναι συγκλονιστικές και διδακτικές µέσα στην υπερβολή τους. Τελικά, αντίθετα µε όσα κάποιες επιδερµικές κριτικές αποδίδουν στην κοινωνία των καταναλωτών, το κατά Μπάουµαν κύριο ελάττωµά της δεν είναι η κατανάλωση η ίδια, αλλά οι συνέπειες του κυνηγιού της. Σ' αυτό το κυνήγι υπάρχουν πολλά «υποκείµενα» που δεν κατορθώνουν να γίνουν εµπορεύµατα, που όχι µόνο δεν πιάνουν θηράµατα, αλλά γίνονται τα ίδια θήραµα. Αυτοί είναι οι παράπλευρες απώλειες του καταναλωτισµού. Σήµερα υπάρχει µια νέα κατηγορία πληθυσµού η οποία γίνεται το συλλογικό θύµα των διαδικασιών που ήδη έχουν αναφερθεί. Ο όρος «υπόταξη» (underclass) υποδηλώνει µια ιδιαίτερα αφιλόξενη κοινωνία για µεγάλες και ετερόκλιτες κατηγορίες ανθρώπων. Σ' αυτές τις κατηγορίες στοιβάζονται εγκληµατίες και ανύπαντρες µητέρες που ζουν από την πρόνοια, νεαροί παραβάτες και τοξικοµανείς, αποφυλακισθέντες και άστεγοι, βαποράκια και επαίτες, µετανάστες και αλκοολικοί κ.ο.κ. Κατηγορίες που το µόνο κοινό χαρακτηριστικό τους είναι η

Page 41: Bauman Crisis

αποτυχία τους να είναι καταναλωτές. Αποτυχία που φυσικά η ευθύνη αποδίδεται στους ίδιους. Εγκληµατικότητα, ναρκωτικά και πρόνοια παρατίθενται από κοινού, µε προφανή στόχο την απαξίωση της πρόνοιας. Ο Μπάουµαν εδώ πολύ σωστά διακρίνει πως πίσω απ' αυτές τις κατηγορίες κρύβεται µια αξιολόγηση και όχι µια περιγραφή. Ο όρος της υπόταξης αποσκοπεί στην απόκρυψη του «ζητήµατος της φτώχειας». Τη φτώχεια την παράγει η κοινωνία, την υπόταξη ή τους ανεπαρκείς καταναλωτές τούς παράγει η ίδια τους η ανικανότητα. Με έναν σµπάρο δυο τρυγόνια και η φτώχεια δεν υφίσταται και οι υποταγµένοι είναι θύµατα της απροθυµίας τους να είναι καταναλωτές. Υπάρχει λύση; Ο Μπάουµαν δεν αναζητεί τη λύση στις δυσλειτουργίες της κοινωνίας των καταναλωτών σε µια στείρα άρνηση της κυβερνητικής διαχείρισης. Ως γνήσιος ριζοσπάστης σοσιαλιστής, αναζητεί τα νήµατα που συνδέουν την Αριστερά µε το κράτος πρόνοιας. Αυτό είναι η απάντηση στις παράπλευρες απώλειες. Τι σηµαίνει όµως κράτος πρόνοιας; Τίποτε άλλο από ένα κράτος που προάγει την αρχή της «συλλογικής διασφάλισης από την ατοµική δυστυχία και τις συνέπειές της». Και πού βρίσκεται αυτό το κράτος; Μήπως στη σοσιαλδηµοκρατία της χρυσής περιόδου ή µήπως στον Τσάβες και τον Μοράλες; Οχι, είναι πολύ πιο κοντά µας, στο πρόγραµµα του 2004 της σουηδικής σοσιαλδηµοκρατίας. Τελικά, όπως τόνισα και στην αρχή αυτού του κειµένου, ο στόχος της κριτικής του Μπάουµαν δεν είναι ο εκσυγχρονισµός γενικά, αλλά ο εκσυγχρονισµός όπως τον διαµορφώνουν οι ρευστές και καταναλωτικές κοινωνίες. 'Η µε τα δικά του λόγια, «η κοινωνική δικαιοσύνη και η οικονοµική αποτελεσµατικότητα, η πίστη στην παράδοση του κοινωνικού κράτους και η ικανότητα γοργού εκσυγχρονισµού (µε ελάχιστη ή µηδενική ζηµιά για την κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη) δεν χρειάζεται να είναι στα µαχαίρια» (σελ. 181). Βεβαίως στην ανάλυση του Μπάουµαν δεν λαµβάνονται υπόψη πολλές από τις οικονοµικές, πολιτικές και διαχειριστικές δουλείες που η πραγµατική κυβερνώσα Αριστερά καλείται να αντιµετωπίσει. Ενώ επίσης η αναµόρφωση του κράτους πρόνοιας δεν µπορεί να µη λαµβάνει υπόψη τις δηµοσιονοµικές πραγµατικότητες. Κατά τη γνώµη µου, ένα σηµερινό κράτος πρόνοιας, αντίθετα µε τα ψευδοδιλήµµατα του υπολειµµατικού ή του καθολικού µοντέλου, θα είναι υπολειµµατικό όσον αφορά τα επιδόµατα και καθολικό όσον αφορά την υποστήριξη των δηµόσιων αγαθών, όπως υγεία, φροντίδα και εκπαίδευση. Πάντως το κύριο στο µήνυµα του Μπάουµαν είναι πως ο σκοπός της Αριστεράς εστιάζεται στην προάσπιση της κοινωνίας από τις παράπλευρες απώλειες του καταναλωτισµού. Ο στοχαστής σκέφτηκε και µίλησε, ο πολιτικός ας σκεφτεί και ας δράσει.

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 27/02/2009

Page 42: Bauman Crisis

Copyright © 2008 Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.

ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΖΙΓΚΜΟΥΝΤ ΜΠΑΟΥΜΑΝ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΕΙ ΣΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΜΑΣ: * «Ο πολιτισµός ως πράξη», µετάφραση: Γιάννης Σκαρπέλος, «Πατάκης», 1994. * «Και πάλι µόνοι. Η ηθική µετά τη βεβαιότητα», µετάφραση: Ρίκα Μπενβενίστε, Κώστας Χατζηκυριάκος, «Ερασµος», 1998. * «Η µετανεωτερικότητα και τα δεινά της», µετάφραση: Γιώργος-Ικαρος Μπαµπασάκης, «Ψυχογιός», 2002. * «Παγκοσµιοποίηση. Οι συνέπειες για τον άνθρωπο», µετάφραση: Χρήστος Βαλλιάνος, «Πολύτροπον», 2004. * «Η εργασία, ο καταναλωτισµός και οι νεόπτωχοι», µετάφραση: Κων/νος Γεώρµας, «Μεταίχµιο», 2004. * «Σπαταληµένες ζωές. Οι απόβλητοι της νεωτερικότητας», µετάφραση: Μάρκος Καρασαρίνης, «Κατάρτι», 2005. * «Ρευστή αγάπη», µετάφραση: Γιώργος Καράµπελας, «Εστία», 2006. * «Ρευστός φόβος», µετάφραση: Γιώργος Καράµπελας, «Πολύτροπον», 2007.

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 27/02/2009

Page 43: Bauman Crisis

Αντιµέτωποι µε το απρόβλεπτο ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΕΙΜΕΝΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗΣ

«Ζούµε πολύ περισσότερο µε τις αµφιβολίες και τους φόβους µας, µε τις ανησυχίες και τις ελπίδες µας για το µέλλον, παρά µε τις αναµνήσεις ή µε τις τωρινές µας εµπειρίες», έγραφε ο Ερνστ Κασίρερ στο βιβλίο του «∆οκίµιο για τον άνθρωπο» («Κάλβος», 1985, σελ. 83). Ηθελε έτσι να υπογραµµίσει ότι ο άνθρωπος είναι µια ύπαρξη στραµµένη προς το µέλλον, προσανατολισµένη προς το µέλλον, ικανή να θέτει στόχους και να αναπτύσσει δραστηριότητες που προεκτείνονται στον µελλοντικό χρόνο. Και συνέχιζε: «Η θρησκεία προτρέπει τον άνθρωπο να µη φοβάται τις µέρες που θα 'ρθουν, ενώ η ανθρώπινη σοφία τον συµβουλεύει να απολαύσει το σήµερα, χωρίς να γνοιάζεται για το αύριο. Οµως ποτέ ο άνθρωπος δεν θα µπορούσε να ακολουθήσει αυτή τη συµβουλή. Απαραίτητο µέρος της φύσης του είναι να σκέφτεται το µέλλον και να ζει µέσα σε αυτό». Πώς σκεφτόµαστε σήµερα το µέλλον και πώς ζούµε µέσα σε αυτό; Οσο διαρκούσε η πίστη των ανθρώπων στην ιδεολογία της αδιάκοπης προόδου, το µέλλον έµοιαζε φωτεινό και υποσχόταν µια συνεχή βελτίωση της ανθρώπινης κατάστασης. Η ανθρωπότητα πίστευε ότι βαδίζει στον δρόµο που οδηγεί από το λιγότερο καλό προς το καλύτερο, από µια κατάσταση σχετικής αδυναµίας προς τον ολικό έλεγχο της µοίρας της. Το µέλλον εµφανιζόταν ως ένα πεδίο πρωτόγνωρων δυνατοτήτων και ως ένα σύνολο ελκυστικών υποσχέσεων. Η εικόνα του ταυτιζόταν µε την ουτοπία της υποχρεωτικής, ανεπίστρεπτης και συνεχούς προόδου. Η εµπιστοσύνη στο µέλλον συνδεόταν στενά µε την πίστη στις δυνατότητες της επιστήµης και στον ευεργετικό χαρακτήρα των τεχνολογικών της εφαρµογών. Η χρεοκοπία της ιδεολογίας της προόδου γέννησε µια κρίση εµπιστοσύνης στο µέλλον και στην επαγγελία του για διαρκή βελτίωση της ανθρώπινης κατάστασης. Οι ελπίδες και οι συλλογικές προσδοκίες που προβάλλονταν σε ένα καλύτερο µέλλον µοιάζει να έχουν εξαντληθεί. Εχουν περάσει οι καιροί όπου όλοι -ή σχεδόν όλοι, γιατί κάθε εποχή είχε και τις Κασσάνδρες της- προέβλεπαν ότι το µέλλον θα είναι πάντοτε καλύτερο από το παρόν. Οι άνθρωποι δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να φανταστούν, όχι µόνο το τι θα είναι το µέλλον, αλλά ακόµη και το πώς θα πρέπει να είναι το ευκταίο και το επιθυµητό µέλλον. Αυτή η αυξανόµενη αδυναµία τους να φανταστούν το µέλλον συνδέεται βέβαια και µε την απώλεια της ικανότητάς τους να δρουν αποτελεσµατικά στο παρόν και να ελέγχουν τη συλλογική τους µοίρα. Η εικόνα του µέλλοντος εµφανίζεται σκοτεινή και απειλητική, καθώς συνδέεται µοιραία µε τους υπαρκτούς κινδύνους πλανητικής κλίµακας καταστροφών (υπερθέρµανση του πλανήτη, πυρηνική απειλή, οικολογική κρίση κ.ο.κ.). Η πορεία προς το µέλλον µοιάζει όλο και περισσότερο να είναι µια πορεία προς το χειρότερο, το τέρµα της οποίας µπορεί να είναι ακόµη και το τέλος της ίδιας της ανθρωπότητας. Συνηθίζουµε σιγά σιγά στην ιδέα ότι το βιοτικό µας επίπεδο µπορεί να επιδεινώνεται από τη µια χρονιά στην άλλη, ότι η επόµενη γενιά θα ζήσει πιο δύσκολα και χειρότερα από την προηγούµενη. Ενας διάχυτος πεσιµισµός κλονίζει την εµπιστοσύνη της κοινωνίας στον εαυτό της και στο µέλλον της. Σύµφωνα µε τον Γερµανό ιστορικό Ράινχαρτ Kοzέλεκ, η επιτάχυνση του ιστορικού χρόνου, που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη εποχή, βαθαίνει το χάσµα ανάµεσα στο παρελθόν και το παρόν και καθιστά θολό και αβέβαιο το µέλλον. Αυτή η επιτάχυνση περιορίζει την «περιοχή της εµπειρίας» και ταυτόχρονα χαµηλώνει τον «ορίζοντα των προσδοκιών» (R. Koselleck «Futuro passato», Casale Monferrato, 1986). Με άλλα λόγια, εξαιτίας της αυξανόµενης ταχύτητας µε την οποία τα γεγονότα διαδέχονται το ένα το άλλο, η εµπειρία -δηλαδή το σηµαντικό παρελθόν, εκείνο που αξίζει να διασωθεί- γίνεται όλο και πιο φτωχή και απαρχαιωµένη. Στις παραδοσιακές κοινωνίες µε βραδεία ανάπτυξη, στις οποίες το παρελθόν έµοιαζε πολύ στο παρόν, ήταν δυνατό να θεµελιωθεί µια ισχυρή εµπειρία. Με την πάροδο

Page 44: Bauman Crisis

του χρόνου, οι άνθρωποι γίνονταν πιο σοφοί, πιο λογικοί, ικανοί να κατανοούν το πώς βαδίζει ο κόσµος. Σήµερα αντίθετα, σε κοινωνίες που ζουν ταχύτατες αλλαγές, η εµπειρία δεν προλαβαίνει να κρυσταλλοποιηθεί. Αυτό δεν σηµαίνει ότι αυτό που έχουµε διδαχθεί από το παρελθόν δεν µας χρησιµεύει, αλλά χρησιµεύει λιγότερο, και µε την αύξηση της ηλικίας οι ηλικιωµένοι, δηλαδή εκείνοι που υποτίθεται ότι έχουν αποκτήσει σοφία και εµπειρία, δεν είναι πλέον σε θέση να παρακολουθήσουν τις αλλαγές. Περιορισµός της περιοχής της εµπειρίας σηµαίνει εποµένως ότι το παρελθόν µάς χρησιµεύει όλο και λιγότερο ως υπόδειγµα ή ως πηγή διδαγµάτων, ενώ αντίθετα η υποβάθµιση του ορίζοντα των προσδοκιών σηµαίνει ότι, µπροστά στις αδιάκοπες και ταχείες αλλαγές του παρόντος, εµείς δεν γνωρίζουµε πλέον πώς να φανταστούµε το µέλλον. Μπροστά σε αυτή την αδυναµία αναπαράστασης του µέλλοντος πολλοί οδηγούνται στην εγκατάλειψη της ιδέας ότι αξίζει τον κόπο να κάνουµε αγώνες και θυσίες στο παρόν για ένα καλύτερο µέλλον. Η παγκόσµια οικονοµική κρίση έρχεται να ενισχύσει αυτό το κλίµα της παραίτησης και της αποθάρρυνσης που τροφοδοτεί ο γενικευµένος πεσιµισµός. Είναι αλήθεια ότι διανύουµε µιαν εξαιρετικά δύσκολη φάση. Το παρόν µάς πληγώνει και µας απογοητεύει και το µέλλον είναι πηγή αβεβαιότητας, ανησυχίας και φόβου. Το πιο ισχυρό αντίδοτο στον φόβο είναι η ελπίδα. Πού υπάρχει όµως χώρος για την ελπιδα; Θα πρέπει ίσως να αναρωτηθούµε: η κρίση είναι µόνο κίνδυνος ή είναι και ευκαιρία; Σε κάθε περίπτωση, ο οραµατισµός και η αναζήτηση ενός καλύτερου µέλλοντος είναι το οξυγόνο µε το οποίο αναπνέει µια κοινωνία σε περιόδους κρίσης. Εξάλλου, πολλά από όσα έγιναν τα τελευταία χρόνια στον κόσµο είχαν έναν κοινό παρονοµαστή: κανείς δεν τα είχε προβλέψει. Το µέλλον διαθέτει και αυτή την ιδιότητα, να µη µοιάζει πάντοτε µε αυτό που σχεδιάζουµε ή φανταζόµαστε. Η ανθρώπινη φαντασία έχει ταπεινωθεί πολλές φορές στο παρελθόν µπροστά στην ανεξάντλητη επινοητικότητα της Ιστορίας. Στις απειλές και στους κινδύνους που µπορεί να κρύβει ένα άγνωστο και απρόβλεπτο µέλλον, οι άνθρωποι µπορούν να αντιτάξουν µόνο τη θέλησή τους για γνώση και για δράση. Αυτή η θέληση µπορεί να γίνει το πιο στέρεο θεµέλιο της ελπίδας.

Θ.Γ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 02/01/2009 Copyright © 2008 Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.

Page 45: Bauman Crisis

Ελευθερία από τον φόβο Μια συνέντευξη του Ζίγκµουντ Μπάουµαν

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΕΙΜΕΝΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗΣ

- Στην ανάλυσή σας για τα «ανθρώπινα απορρίµµατα» γράφετε ότι η παραγωγή τους αποτελεί µιαν από τις πιο παραγωγικές βιοµηχανίες του κόσµου. Μία από τις επιπτώσεις της παγκοσµιοποίησης είναι η αύξηση του κοινωνικού αποκλεισµού και η συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας. Εξάλλου, το κράτος-έθνος χαρακτηρίζεται όλο και περισσότερο από τα µέτρα που παίρνει εναντίον των «φορέων» της ανασφάλειας. Με δυο λόγια, είναι ένα «κράτος του φόβου». Τι σκέφτεστε γι' αυτή τη µεταβολή που έγινε στον ρόλο του κράτους-έθνους; «Ο σύγχρονος κόσµος, µε την ορµητική και µανιώδη λαχτάρα του για εκσυγχρονισµό, προκάλεσε την ανάπτυξη δύο βιοµηχανιών "ανθρώπινων απορριµµάτων". Η πρώτη είναι ένα εργοτάξιο σε διαρκή λειτουργία, αν και δεν παράγει άµεσα "ανθρώπινα απορρίµµατα". Είναι µια βιοµηχανία γεµάτη από "απροσάρµοστους", αποκλεισµένους από την κοινωνία εξαιτίας της "αδυναµίας" τους να συµµετάσχουν στις κυρίαρχες µορφές ζωής. Η δεύτερη φτιάχτηκε πρόσφατα και η ανάπτυξή της δεν γνωρίζει κρίσεις. Θα µπορούσαµε να την αποκαλέσουµε βιοµηχανία της οικονοµικής προόδου και παράγει έναν εντυπωσιακό και όλο και περισσότερο αυξανόµενο αριθµό "ανθρώπινων υπολειµµάτων". Είναι εκείνες οι ανθρώπινες υπάρξεις για τις οποίες δεν υπάρχει πλέον θέση στην οικονοµία και οι οποίες γι' αυτόν το λόγο δεν έχουν κανέναν ωφέλιµο ρόλο να παίξουν. Είναι ανθρώπινες υπάρξεις που δεν έχουν καµιά ευκαιρία να µπορέσουν να αποκτήσουν το χρήµα, που είναι αναγκαίο για να ζήσουν µιαν ικανοποιητική ή τουλάχιστον υποφερτή ζωή. Το κοινωνικό κράτος υπήρξε µια φιλόδοξη προσπάθεια για να εξορκιστεί η παρουσία αυτών των δύο βιοµηχανιών. Υπήρξε ένα πολιτικό σχέδιο που είχε ως στόχο την κοινωνική ενσωµάτωση όλων, θέτοντας έτσι τέρµα στις υπάρχουσες τότε πρακτικές κοινωνικού αποκλεισµού. Παρά το γεγονός ότι οι επιτυχίες που κατόρθωσε υπερέβησαν τα αδύναµα σηµεία του, το κράτος πρόνοιας υπονοµεύτηκε, ενώ οι δύο βιοµηχανίες που προανέφερα ανέλαβαν και πάλι δράση και εργάζονται πυρετωδώς. Η πρώτη παράγει "ξένους", παράνοµους µετανάστες, χωρίς χαρτιά διαµονής, που ζητούν πολιτικό άσυλο, και κάθε είδους "ανεπιθύµητους". Η δεύτερη βιοµηχανία παράγει, αντιθέτως, "ατελείς καταναλωτές". Και στις δύο περιπτώσεις συµβάλλουν στην ανάπτυξη µιας "υποτάξης" (underclass) αποτελούµενης από ανθρώπους που δεν βρίσκουν θέση σε καµία από τις υπάρχουσες κοινωνικές τάξεις. Είναι οι πρόσφυγες που εκδιώχτηκαν από το ταξικό σύστηµα της κανονικής κοινωνίας. Τα εθνικά κράτη είναι ήδη ανίκανα ή απλώς δεν έχουν καµία βούληση ή επιθυµία να εγγυηθούν στους πολίτες τους µια ουσιαστική ασφάλεια, εκείνη που σε έναν περίφηµο λόγο του ο Φράνκλιν Ντελάνο Ρούζβελτ αποκάλεσε "ελευθερία από τον φόβο". Η κατάκτηση της ασφάλειας -η επίτευξη και η διατήρηση της οποίας εγγυώνται στα άτοµα την αξιοπρεπή ζωή σε µια ανθρώπινη κοινωνία- έχει ήδη εναποτεθεί στην ικανότητα και στους πόρους κάθε ατόµου, το οποίο καλείται να επωµιστεί τους πελώριους κινδύνους και τις αναγκαίες δοκιµασίες που ένας στόχος τέτοιας εµβέλειας επιβάλλει. Ο φόβος, που το κοινωνικό κράτος είχε υποσχεθεί ότι θα ξεριζώσει, έχει εποµένως επιστρέψει στο προσκήνιο µε εκδικητικές διαθέσεις. Πολλοί από µας, ανεξάρτητα από τη θέση που κατέχουν στην κοινωνική ιεραρχία, είναι τροµοκρατηµένοι από το ενδεχόµενο να αποκλειστούν, επειδή θεωρούν ότι δεν θα µπορέσουν να ανταποκριθούν στην αλλαγή που έχει επέλθει». - Στην Ευρώπη ο φόβος είναι η διαβολική όψη των νέων λαϊκιστικών κοµµάτων. Αλλά στην Ευρώπη και στις Ηνωµένες Πολιτείες η εγκληµατικότητα -η παρουσία της οποίας είναι σύµπτωµα ανασφάλειας- µειώνεται. Εποµένως, όσο περισσότερο µειώνεται η εγκληµατικότητα τόσο περισσότερο επισείεται το φόβητρο της ανασφάλειας. Πρόκειται για µια αληθινή αντίφαση, αν όχι απορία. ∆εν νοµίζετε; «Ο διάχυτος και ανεπαίσθητος φόβος που κατακλύζει το παρόν χρησιµοποιείται από

Page 46: Bauman Crisis

πολλούς πολιτικούς ηγέτες σαν ένα εµπόρευµα που το διακινούν στην πολιτική αγορά. Συµπεριφέρονται σαν τους εµπόρους που διαφηµίζουν τα εµπορεύµατα και τις υπηρεσίες που πωλούν σαν θαυµαστά γιατρικά για το απεχθές συναίσθηµα αβεβαιότητας και για την πρόληψη ακατονόµαστων και αόριστων απειλών. Τα λαϊκιστικά κινήµατα και οι λαϊκιστές πολιτικοί συλλέγουν δηλαδή τους µολυσµένους καρπούς που άνθισαν µε την εξασθένηση και σε ορισµένες περιπτώσεις µε την εξαφάνιση του κοινωνικού κράτους. Ενδιαφέρονται εποµένως να συµβάλουν στην αύξηση του φόβου. Αλλά µόνον εκείνου του φόβου που µπορούν να εκµεταλλεύονται, για να εµφανίζονται έπειτα στην τηλεόραση ως οι µοναδικοί προστάτες του έθνους. Το αποτέλεσµα είναι ότι η ρίζα της αβεβαιότητας και της κοινωνικής ανασφάλειας -που είναι οι αληθινές αιτίες της επιδηµίας του φόβου που έχει πλήξει τις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες- παραµένει άθικτη και ενισχύεται όλο και περισσότερο. Αν η ζωή στις περιφέρειες της Ρώµης, του Μιλάνου και της Νάπολης είναι αληθινά τροµερή και επικίνδυνη, όπως συχνά επιβεβαιώνεται, δεν είναι επειδή οι κάτοικοι είναι υποχρεωµένοι να ζουν σε τροµερές συνθήκες και επειδή εκτίθενται σε κινδύνους που πηγάζουν από το ότι έχουν δέρµα διαφορετικού χρώµατος ή επειδή πηγαίνουν στην εκκλησία ή στον ναό σε διαφορετικές µέρες της βδοµάδας. Στις ιταλικές συνοικίες της περιφέρειας, όπως και στα προάστια του Παρισιού ή της Μασσαλίας ή στα γκέτο του Σικάγου, και της Ουάσιγκτον, η ζωή είναι τροµερή και επικίνδυνη επειδή αυτά έχουν σχεδιαστεί σαν σκουπιδοτενεκέδες για τα απόβλητα, για ανθρώπινα απορρίµµατα που έχουν αποβληθεί από τη "µεγάλη κοινωνία". Ανθρώπινες υπάρξεις που συµµερίζονται την ίδια µοίρα, η οποία όµως τους οδηγεί να αλληλοτρώγονται αντί να ενώνονται. Οποια κι αν είναι τα συναισθήµατα που νιώθουν και οι ταπεινώσεις που υφίστανται, είναι ανθρώπινες υπάρξεις που δεν τρέφουν πολύ σεβασµό για τους γείτονές τους, οι οποίοι είναι και αυτοί ανθρώπινα απορρίµµατα όπως και οι ίδιοι, στα οποία έχουν αρνηθεί κάθε αξιοπρέπεια και κάθε δικαίωµα για µιαν ανθρώπινη µεταχείριση. Θα ήταν ωστόσο ανέντιµο να προσδιορίσουµε το πρόβληµα των µεταναστών µόνον ως ένα πρόβληµα "κοινωνικής κατάστασης". Τα παλιά φάρµακα για τους απόβλητους -τους ανέργους ή τους εξαθλιωµένους του Μπαλζάκ- προέβλεπαν την εξέγερση ή την επανάσταση. Σήµερα κανείς δεν σκέφτεται αληθινά ότι η αντίσταση στις τωρινές κοινωνικές αδικίες µπορεί να προέλθει από τις περιφέρειες. Μόνον οι ζητιάνοι, οι λαθρέµποροι, οι απαγωγείς, οι νεανικές συµµορίες προσδοκούν ότι αυτό µπορεί να συµβεί. Η µεγάλη πλειοψηφία των εκλογέων προσέχει πολύ τη συµπεριφορά των πολιτικών ηγετών και τους κρίνει µε βάση την αυστηρότητα που επιδεικνύουν στις δηµόσιες δηλώσεις τους γύρω από την "ασφάλεια". Και οι πολιτικοί ηγέτες συναγωνίζονται µεταξύ τους στο να υπόσχονται ότι θα είναι σκληροί και άκαµπτοι ενάντια στα "ανθρώπινα απορρίµµατα", που θεωρούνται υπεύθυνα για την ανασφάλεια η οποία µαστίζει τη σύγχρονη κοινωνία. Στη χώρα σας κόµµατα όπως η "Φόρτσα Ιτάλια" και η "Λέγκα" του Βορρά νίκησαν στις εκλογές υποσχόµενα, µεταξύ άλλων, ότι θα υπερασπιστούν τους υγιείς και ρωµαλέους εργαζόµενους του ιταλικού Βορρά από όσους απειλούν να τους κλέψουν την εργασία τους, ότι θα εγγυηθούν ότι δεν θα υπάρξει ποτέ η πιθανότητα οι νεοαφιχθέντες να θέσουν σε κίνδυνο τους καρπούς της εργασίας τους και ότι θα τους υπερασπιστούν από αλήτες, ζητιάνους και απαγωγείς. Γι' αυτά τα κόµµατα η δυνατότητα να έχουν οι εργαζόµενοι µιαν αξιοπρεπή ζωή θα αναδυθεί µόνον αφού προηγουµένως όλοι οι άνθρωποι που χαρακτηρίζονται ανθρώπινα απορρίµµατα θα έχουν καταγραφεί και τεθεί υπό έλεγχο». - Στο βιβλίο σας για την Ευρώπη γράφετε ότι η γηραιά ήπειρος είναι καταδικασµένη να είναι κοσµοπολιτική ανεξάρτητα από τη βούληση των επιµέρους εθνικών κρατών. Ωστόσο σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες τα λαϊκιστικά ή εθνικιστικά κόµµατα αυξάνουν την επιρροή τους. «Υπάρχει µια ιδεολογία της παγκοσµιοποίησης και υπάρχουν ιδεολογίες αντίπαλες προς αυτήν. Υπάρχει έπειτα µια άποψη που ήδη αποκαλείται εναλλακτική παγκοσµοποίηση επειδή προδιαγράφει ένα άλλο µοντέλο παγκοσµιοποίησης. Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάµε ότι υπάρχουν και οι πραγµατικές διαδικασίες της παγκοσµιοποίησης, οι οποίες αποδυναµώνουν κάθε εθνική κυριαρχία και αναιρούν κάθε δυνατότητα αυτάρκους και βιώσιµης ανάπτυξης. Είναι διαδικασίες που υφαίνουν έναν πυκνό ιστό, ο οποίος περιτυλίγει τη Γη, ορίζοντας έτσι αυστηρά κριτήρια αλληλεξάρτησης των χωρών του πλανήτη. Είναι µια άλλη εξάρτηση που πήρε καπιταλιστική µορφή και επιβλήθηκε όταν η αγορά έγινε ο κυρίαρχος κανόνας. Ετσι, ενώ η κυκλοφορία των κεφαλαίων δεν γνωρίζει περιορισµούς, βαθµιαία αλλά αµείλικτα καταργήθηκαν όλες οι µη καπιταλιστικές οικονοµικές µορφές. Πρόκειται για µια διαδικασία που θα µπορούσε να κριθεί σαν καθαρή ιδεολογική επινόηση. Ωστόσο, µπορούµε να αγνοήσουµε την παγκοσµοποίηση αλλά µόνον εκθέτοντας τον ευατό µας -και τον πλανήτη-

Page 47: Bauman Crisis

σε κίνδυνο. Θα ήταν ένα δραµατικό λάθος, επειδή ενεργώντας έτσι δεν αντιµετωπίζουµε µιαν από τις µεγαλύτερες προτεραιότητες του 21ου αιώνα: το να ξαναθέσουµε υπό έλεγχο τις οικονοµικές δυνάµεις, οι οποίες "απελευθερώθηκαν" από τη δηµοκρατική µορφή ρύθµισης στην οποία είχαν υποβληθεί. Η τάση που αναπτύσσεται στον κόσµο µπορεί να συνοψιστεί ως η µετάβαση από έναν κόσµο κρατών-εθνών στον κόσµο της διασποράς. Ο χρόνος της παράδοξης συµµαχίας ανάµεσα σε κράτος, έθνος και επικράτεια φαίνεται πράγµατι να έχει τελειώσει, ενώ οι ωροδείκτες της ιστορίας στρέφονται προς το παρελθόν. Ορισµένες χώρες µπορούν να δοκιµάσουν να αντισταθούν στη µείωση της οικονοµικής, πολιτικής, στρατιωτικής και πολιτιστικής αυτονοµίας τους. Αλλά γίνεται όλο και πιο δύσκολο να τα καταφέρουν». - Ωστόσο ο νεοφιλελευθερισµός είναι σε κρίση. Η πιο δραµατική εκδήλωση αυτής της κρίσης είναι η χρεοκοπία πολλών αµερικανικών τραπεζών. Πολλοί µελετητές µιλούν ανοιχτά για την αναγκαιότητα επιστροφής του κράτους ως ρυθµιστή της οικονοµικής ζωής. Αλλά φαίνεται ότι δεν έχουµε να κάνουµε µε µιαν επιστροφή στον κεϊνσιανισµό, αλλά µάλλον µε την απελπισµένη προσπάθεια να διασωθεί ο νεοφιλελευθερισµός. «Σας προσκαλώ να παρατηρήσετε ένα πράγµα. Η αµερικανική κυβέρνηση ανέλαβε δράση µόνον όταν η αυτοκτονική τάση της παγκοσµιοποίησης να απορρυθµίζει πλήρως τις παγκόσµιες χρηµατοπιστωτικές αγορές έφτασε στην κορύφωσή της. Και σας παρακαλώ επιπλέον να παρατηρήσετε ότι όλα τα µέτρα που υιοθετήθηκαν ξαφνικά -σηµατοδοτώντας µιαν αντίφαση µε την προηγούµενη παθητικότητα των οµοσπονδιακών αρχών- εµπνέονται από τη βούληση να διασωθούν από την καταστροφή µόνον οι "ισχυροί και οι προνοµιούχοι". Είναι δηλαδή µέτρα που προστατεύουν τις οικονοµικές ελίτ, διασώζουν τα σκυλόψαρα και όχι τα ψαράκια µε τα οποία τρέφονται τα σκυλόψαρα. Με αυτόν τον τρόπο όλα τα σκυλόψαρα ενισχύονται, δεν διατρέχουν πλέον κινδύνους και µπορούν να κινούνται ξανά ελεύθερα στη µεγάλη θάλασσα που είναι η νεοφιλελεύθερη παγκοσµιοποίηση. Σε ένα χαρακτηριστικό κύριο άρθρο των "Financial Times" στις 20 ή 21 Σεπτεµβρίου, δεν θυµάµαι καλά, µπορούσε να διαβάσει κανείς ότι "οι παγκόσµιες αγορές εγκρίνουν" τα αµερικανικά µέτρα για την ανιµετώπιση της χρηµατοπιστωτικής κρίσης. Ταυτόχρονα αναφέρονταν συνοπτικά ορισµένες εκτιµήσεις για τις δυνατότητες που είχαν οι "τράπεζες και οι πιστωτικοί θεσµοί να αναπληρώσουν τις απώλειες, να βρουν νέα κεφάλαια και να αναλάβουν και πάλι δράση". Ούτε µια λέξη δεν αναφερόταν στους λόγους που είχαν προκαλέσει τις οικονοµικές απώλειες, ούτε διατυπώνονταν νύξεις για το γιατί οι µηχανισµοί της αγοράς, που θεωρούνταν µέχρι τώρα αλάθητοι, είχαν αποτύχει. Μια ισχυρή θέση που κυκλοφορεί αυτές τις εβδοµάδες είναι ότι τα µέτρα της αµερικανικής κυβέρνησης θα µπορούσαν να εκθέσουν σε κίνδυνο τα εκατοντάδες δισεκατοµµύρια δολάρια των Αµερικανών φορολογουµένων µόνο και µόνο για να διασωθούν οι πιστωτικοί θεσµοί. Ας αποδεχθούµε έστω αυτή τη θέση, αλλά εγώ θέτω ορισµένα ερωτήµατα: ποιοι είναι αυτοί οι φορολογούµενοι; Σε πρώτο επίπεδο πρέπει να πούµε ότι οι Αµερικανοί είναι πνιγµένοι µέσα στα χρέη, ότι είναι τροµοκρατηµένοι επειδή η αξία των επιχειρήσεων στις οποίες εργάζονται µειώνεται όλο και περισσότερο, καθιστώντας πιθανή τη χρεοκοπία τους και τη συνακόλουθη απώλεια των θέσεων εργασίας. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση δεν είναι εποµένως δεδοµένο ότι η αµερικανική κυβέρνηση θα µπορέσει να έχει πρόσβαση σε αυτά τα εκατοντάδες δισεκατοµµύρια δολάρια. Εξάλλου, αυτή η ίδια κυβέρνηση ξόδεψε εκατοντάδες εκατοµµύρια δολάρια σε στρατιωτικές δαπάνες για να υποστηρίξει τον πόλεµο στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, µειώνοντας ταυτόχρονα τους φόρους για τους πλούσιους, κάνοντάς τους ακόµα περισσότερο πλούσιους. Θα µπορούσαµε να πούµε ότι οι Ηνωµένες Πολιτείες συµπεριφέρθηκαν όπως συµπεριφέρονται εκατοµµύρια Αµερικανοί πολίτες, οι οποίοι χρεώνονται για να συνεχίσουν να ζουν. Τώρα το αµερικανικό κράτος είναι αδύναµο και ζει µόνο χάρη σε εκείνο τον θεσµό που είναι η καταναλωτική πίστη. ∆εν µπορεί πλέον να προχωράει προς τα εµπρός έτσι, και εποµένως ζητάει από την Ευρώπη, ή καλύτερα ελπίζει, ότι η Ευρώπη θα µπορέσει προσωρινά να το βοηθήσει να ξεπεράσει την κρίση. Το ίδιο µπορεί να λεχθεί για τη βοήθεια που ελπίζει ότι µπορεί να προέλθει µε κάποια µορφή από την Κίνα ή από τις αραβικές χώρες που είναι πλούσιες σε πετρέλαιο. Με άλλα λόγια, είναι ένα κράτος αφερέγγυο που δηµιουργεί νέα χρέη για να πληρώσει αυτά που έχει ήδη συσσωρεύσει, αναβάλλοντας έτσι τη µέρα που ο δικαστικός επιµελητής θα περάσει για να ζητήσει την εξόφληση του λογαριασµού. Σύµφωνα µε τις τελευταίες πληροφορίες του Τύπου, ο Αγγλος υπουργός Αλιστερ Ντάρλινγκ δήλωσε ότι "ακριβώς όπως µια κυβέρνηση δεν µπορεί να καταπολεµήσει από µόνη της την παγκόσµια τροµοκρατία ή τις κλιµατικές αλλαγές, έτσι δεν µπορεί και να αντιµετωπίσει τις αρνητικές συνέπειες της παγκοσµιοποίησης". Θα ήθελα όµως να προσθέσω σε αυτή τη δήλωση ότι είναι η ίδια η παγκοσµιοποίηση αυτή που µαταιώνει τη δράση µιας κυβέρνησης, επειδή καθιστά αδύνατο

Page 48: Bauman Crisis

σε µία µόνο κυβέρνηση να επιλύσει την κρίση της χώρας. Για να το πούµε µε άλλα λόγια, η παγκοσµιοποίηση έχει παγκόσµιες συνέπειες που µπορούν να αντιµετωπιστούν µόνο παγκόσµια». * Ο Ζίγκµουντ Μπάουµαν είναι οµότιµος καθηγητής Κοινωνιολογίας στα Πανεπιστήµια του Λιντς και της Βαρσοβίας. Η συνέντευξή του αυτή δόθηκε στον Ιταλό δηµοσιογράφο Μπενεντέτο Βέκι και δηµοσιεύτηκε στην εφηµερίδα «Il Manifesto» στις 26-9-2008.

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 02/01/2009

Copyright © 2008 Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.

Page 49: Bauman Crisis

Η δύναµη της ελπίδας REBECCA SOLNIT Ελπίδα στο σκοτάδι ΜΤΦΡ.: ΦΩΤΗΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ «ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΟΚΤΩ», ΣΕΛ. 200, ευρώ 14,80 Χωρίς ελπίδα δεν είναι δυνατή η δράση για την αλλαγή της κοινωνίας και του κόσµου. Η τάση να τα βλέπουµε όλα µαύρα οδηγεί στην απελπισία και αυτή µε τη σειρά της γεννάει την παράλυση της βούλησης και την παθητικότητα. Ελπίδα και δράση αλληλοτροφοδοτούνται µε έναν τρόπο που περιέγραψε θαυµάσια ο Βραζιλιάνος παιδαγωγός, Πάουλο Φρέιρε: «Χωρίς µια ελάχιστη ελπίδα δεν µπορούµε καν να ξεκινήσουµε τον αγώνα. Αλλά χωρίς τον αγώνα η ελπίδα εξανεµίζεται, χάνει τη συνέπειά της και µεταστρέφεται σε απελπισία». Το βιβλίο της Ρεµπέκα Σόλνιτ «Ελπίδα στο σκοτάδι» είναι ένα ενθουσιώδες εγκώµιο στην ελπίδα και ιδιαίτερα σε εκείνη τη µορφή ελπίδας που µας καλεί να δράσουµε για να αλλάξουµε τον κόσµο. Ιστορικός του πολιτισµού, δοκιµιογράφος, δηµοσιογράφος και µαχητική ακτιβίστρια, η Σόλνιτ γεννήθηκε το 1961, τη χρονιά που οικοδοµήθηκε το τείχος του Βερολίνου, την ίδια χρονιά που γεννήθηκε και ο Μπαράκ Οµπάµα. Η Σόλνιτ έγραψε αυτό τον ύµνο στην ελπίδα το 2003, για να αντιταχθεί στο κύµα απελπισίας που προκλήθηκε από την αποτυχία του µεγαλειώδους αντιπολεµικού κινήµατος να αποτρέψει τον πόλεµο στο Ιράκ. Για να αντιδράσει στην απώλεια της πίστης και στη γενική αποθάρρυνση και για να καταδείξει ότι ο αγώνας όντως αξίζει τον κόπο και φέρνει πάντοτε αποτελέσµατα, η Αµερικανίδα δοκιµιογράφος αφηγείται ιστορίες, οι οποίες αναδεικνύουν τη δύναµη που έχουν οι απλοί άνθρωποι να µεταµορφώνουν τον κόσµο. Η Σόλνιτ ανιχνεύει στο πρόσφατο παρελθόν πολλούς και σοβαρούς λόγους για να ελπίζουµε στο µέλλον. Τα γεγονότα που ζήσαµε τα τελευταία χρόνια δεν είναι µόνο µια σειρά από ήττες και καταστροφές. Χάρη στη συλλογική φαντασία, την κινητοποίηση και τη δράση πολλών ανώνυµων και άοπλων ανθρώπων έχουν συµβεί και θαυµαστά πράγµατα, που µπορούν να µας οπλίσουν µε µαχητική αισιοδοξία, ώστε να προχωρήσουµε µε θάρρος στο σκοτεινό µέλλον. Η ελπίδα δεν ταυτίζεται µε τον µακάριο εφησυχασµό όσων πιστεύουν σε κάποιους νόµους της Ιστορίας, που υποκινούν σχεδόν αυτόµατα την πρόοδο της ανθρωπότητας. Η αυθεντική ελπίδα προϋποθέτει αντίθετα τη διαυγή διάγνωση του δραµατικού χαρακτήρα των προβληµάτων που ταλανίζουν τον σύγχρονο κόσµο. Η ελπίδα προκύπτει -για να το πούµε µε τα λόγια του Γκράµσι- από έναν συνδυασµό της «αισιοδοξίας της βούλησης» µε την «απαισιοδοξία της γνώσης». Ο Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ εξέφρασε την ίδια σκέψη µε διαφορετικά λόγια: «Πρέπει κανείς να είναι σε θέση να βλέπει ότι τα πράγµατα είναι απελπιστικά και ωστόσο να παραµένει αποφασισµένος να τα αλλάξει». Η Σόλνιτ δεν διστάζει να αναγνωρίσει ότι στα τελευταία πενήντα χρόνια η κατάσταση του κόσµου χειροτέρεψε δραµατικά. Ταυτόχρονα όµως υπενθυµίζει εκείνες τις νίκες και εκείνες τις κατακτήσεις που επιβεβαιώνουν ότι οι άνθρωποι κατέχουν τη δύναµη να αντιστέκονται και να αλλάζουν σε κάποιο βαθµό τον κόσµο. Φωτίζει την κολοσσιαία δύναµη των κινηµάτων, την εντυπωσιακή δηµιουργικότητα ενός εµπνευσµένου ακτιβισµού, που στηρίζεται σε µιαν αυτοσχεδιαστική, συνεργατική λογική και κάνει την ελπιδοφόρα εµφάνισή του σε πολλά σηµεία του πλανήτη. Η ανανέωση της ελπίδας έρχεται από το µεγάλο κίνηµα για την παγκόσµια δικαιοσύνη, που ξεκίνησε στο Σιάτλ, τον Νοέµβριο του 1999. Από το κίνηµα αυτό προκύπτει ένας νέος τρόπος πολιτικής παρέµβασης, που στηρίζεται στη στρατηγική και στη φιλοσοφία της µη βίαιης άµεσης δράσης. Την ελπίδα αναζωογονούν οι εξελίξεις στην Λατινική Αµερική, σε µια περιοχή του κόσµου που ήταν το προνοµιακό εργαστήρι για τα καταστροφικά πειράµατα του νεοφιλελευθερισµού και σήµερα αποτελεί µιαν εστία εξεγέρσεων και πειραµατισµών που αµφισβητούν αυτό το ολέθριο οικονοµικό δόγµα. Φωτεινό κι ελπιδοφόρο είναι το παράδειγµα των Ζαπατίστας, οι οποίοι δεν διεκδίκησαν την εξουσία, αλλά έδειξαν ότι µπορούν να ενσαρκώνουν την αλλαγή, αλλάζοντας έτσι την ιδέα που έχουµε για την επανάσταση.

Page 50: Bauman Crisis

Μήνυµα ελπίδας έστειλαν και τα δεκάδες εκατοµµύρια διαδηλωτών σε ολόκληρο τον κόσµο, που κινητοποιήθηκαν στις 15 Φεβρουαρίου 2003 ενάντια στον πόλεµο. Αποκαλύφθηκε τότε σε όλο του το εύρος ένα πρωτόγνωρο δυναµικό, που περιµένει ακόµα κάποιον καταλύτη να το βοηθήσει να ενεργοποιηθεί ξανά. Στην ίδια την καρδιά της αυτοκρατορίας, στην Αµερική, στο περιθώριο της επίσηµης πολιτικής ανθίζουν όµορφες εξεγέρσεις, εκδηλώνονται αντιστάσεις και επινοούνται νέες µορφές αγώνα που αναδεικνύουν τη ριζοσπαστική δύναµη της φαντασίας. Η διάδοση των ιδεών και η κινητοποίηση των απλών ανθρώπων µπορεί να είναι πιο αποτελεσµατικές από την ισχύ του πλούτου ή τη βία της εξουσίας. Αξίζει εδώ να σηµειώσουµε ότι η Σόλνιτ, που αυτοπροσδιορίζεται ως «αναρχική ακτιβίστρια», πιστεύει στη δύναµη της συνείδησης και απορρίπτει την επαναστατική βία. Γράφει χαρακτηριστικά: «Βία είναι η δύναµη του κράτους. Φαντασία και µη βία, η δύναµη της πολιτικής κοινωνίας». Η Σόλνιτ παίρνει κριτικές αποστάσεις και από τις ολοκληρωτικές ουτοπίες που ονειρεύονται έναν επίγειο παράδεισο, από τις επαναστάσεις που εµπνέονται από ένα ιδεώδες τελειότητας, το οποίο δεν αφήνει κανένα περιθώριο για ελευθερία και αυτονοµία. Η θέση της έχει αποδοθεί έξοχα από την ακόλουθη φράση του Εντουάρντο Γκαλεάνο: «Η ουτοπία βρίσκεται στον ορίζοντα. Οταν προχωρώ δυο βήµατα κάνει δυο βήµατα πίσω. Προχωρώ δέκα βήµατα και βρίσκεται δέκα βήµατα ακόµα πιο πίσω. Γιατί χρειαζόµαστε την ουτοπία; Ακριβώς γι' αυτό - για να προχωράµε». Να ελπίζεις σηµαίνει να στοιχηµατίζεις στο µέλλον, να δεσµεύεσαι, να αναλαµβάνεις ευθύνες, να δρας, να διακινδυνεύεις, να προτιµάς το ρίσκο και την αβεβαιότητα από την παραίτηση και την ασφάλεια. «Η ελπίδα -γράφει η Σόλνιτ- δεν είναι λαχνός που κάθεσαι στον καναπέ σου και τον τραβάς, νιώθοντας την εύνοια της τύχης, αλλά ένα τσεκούρι µε το οποίο γκρεµίζεις πόρτες σε κατάσταση ανάγκης». Στην Αριστερά επικρατεί συχνά µια ασκητική και πουριτανική αντίληψη, η οποία απεικονίζει την πολιτική δράση σαν ένα επίµοχθο και δύσκολο καθήκον που απαιτεί µεγάλες θυσίες και ηρωική αυταπάρνηση. Η Σόλνιτ δείχνει ότι ο πολιτικός ακτιβισµός µπορεί να είναι εξίσου χαρά, απόλαυση, µαθητεία, πειραµατισµός, ανακάλυψη, εναλλακτική νοηµατοδότηση του καθηµερινού βίου, από τις λίγες ίσως που καθιστούν βιώσιµο το παρόν. Η αφοσίωση σε ευγενικούς σκοπούς, η ανιδιοτέλεια και η επιθυµία για προσφορά, οι σχέσεις αλληλεγγύης και οι ανθρώπινοι δεσµοί που αναπτύσσονται σε κοινούς αγώνες µπορούν να κάνουν πιο όµορφη, πιο πλούσια και δηµιουργική τη ζωή των ανθρώπων, µπορούν να προσφέρουν στον καθένα την ευκαιρία και τη δυνατότητα να πάρει µέρος στην επινόηση ενός καλύτερου κόσµου.

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 02/01/2009

Copyright © 2008 Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.

Page 51: Bauman Crisis

ΡΕΜΠΕΚΑ ΣΟΛΝΙΤ:

«Σύντροφοι, µην είστε τόσο κατηφείς» -Και ο Οµπάµα έγραψε το 2006 ένα βιβλίο για την ελπίδα, το «Τολµώ να ελπίζω». Γιατί αυτή η έννοια έγινε κεντρική; Στη δεκαετία του '60 δεν µιλούσαν για την ελπίδα, ήλπιζαν. -Στη δεκαετία του '60 θριάµβευε ακόµα ο µοντερνισµός και νόµιζαν ότι ο κόσµος µπορούσε να αναµορφωθεί σύµφωνα µε τη δική µας βούληση και το µόνο πρόβληµα ήταν το ποιος θα κατέχει την εξουσία για να τον αναµορφώσει. Στη δεκαετία του '60 υπήρχε σχεδόν µια οίηση των προσδοκιών. Αυτό χάθηκε και τώρα πολλοί τείνουν να βλέπουν την ιστορία της Αριστεράς σαν µια µακρά ιστορία ηττών. Πρόκειται για µιαν αρκετά ανακριβή άποψη. Κι έπειτα µην ξεχνάµε το «Κρατήστε ζωντανή την ελπίδα» του Τζέσε Τζάκσον, το 1988. Εγώ είµαι λίγο ένα πνεύµα αντιλογίας µέσα στην Αριστερά και µε αυτό το βιβλίο απαντούσα στην ιδιαίτερη απελπισία του 2003, όταν πολλοί σκέφτονταν, όχι µόνο ότι δεν σταθήκαµε ικανοί να αποτρέψουµε τον πόλεµο, αλλά ότι ήµασταν ανήµποροι, ανίκανοι για οτιδήποτε, προορισµένοι πάντοτε για την ήττα. -Ενας συνδικαλιστής στην Αριζόνα µού έλεγε ότι οι νέοι έχουν µιαν απεγνωσµένη ανάγκη να ελπίζουν. -Είναι παράξενο. Εδώ στην Αµερική οι άνθρωποι χάνουν τόσα από αυτά τα πράγµατα ώστε δεν έχουν καν επίγνωση αυτού που χάνουν, ώστε δεν γνωρίζουν τι είναι µια ζωή γεµάτη νόηµα, µια ζωή που τείνει προς έναν σκοπό. Εποµένως είναι πολύ δύσκολο να µιλάει κανείς για ελπίδα στους ανθρώπους. Αλλά ο Οµπάµα ήταν συναρπαστικός, ξεσήκωσε τους πάντες. ∆εν γνωρίζω αν έπειτα θα κάνει αληθινές µεταρρυθµίσεις, αλλά αντιπροσωπεύει µιαν αλλαγή, τη δυνατότητα να κλείσουµε την αρχική πληγή αυτής της χώρας, τη δουλεία. Κάποιος µου έστειλε την πρώτη σελίδα της γαλλικής εφηµερίδας «Liberation» µε τίτλο: «Ενας µαύρος στον Λευκό Οίκο». Είναι εξαιρετικό! -Μεταξύ των λόγων που έχουµε για να ελπίζουµε, στο βιβλίο σας αναφέρετε την πτώση του τείχους του Βερολίνου, το τέλος του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική, το κίνηµα των Ζαπατίστας και το κίνηµα που ξεκίνησε στο Σιάτλ εναντίον της παγκοσµιοποίησης. Οι Ζαπατίστας και το κίνηµα εναντίον της παγκοσµιοποίησης αντιπροσωπεύουν ακόµα µια ελπίδα; -Στα τέλη του προηγούµενου χρόνου ήµουν στην Τσιάπας για τη δέκατη τέταρτη επέτειό τους και ήταν κάτι πάρα πολύ όµορφο, εξαιρετικό, διαφωτιστικό. Συµµετείχα σε συναντήσεις γυναικών για το τι σηµαίνει να ζούµε µια ζωή ελεύθεροι, να ζούµε την καθηµερινή ζωή, τη µητρότητα, την εκπαίδευση των παιδιών. Τώρα οι επιθέσεις της κυβέρνησης είναι πιο σκληρές, αλλά για 14 χρόνια οι Ζαπατίστας υπήρξαν αήττητοι και συνεχίζουν να εκπροσωπούν ένα υπόδειγµα για όλους εµάς, για το πώς να σκεφτόµαστε την απελευθέρωση. Σε ό,τι αφορά την παγκοσµιοποίηση, οι άνθρωποι θέλουν µε κάθε τίµηµα να ξαναδούν ένα κίνηµα όπως εκείνο του 1999 (Σιάτλ) ή του 2001 (Γένοβα). Και αυτό δεν υπάρχει, αλλά στο µεταξύ ο Παγκόσµιος Οργανισµός Εµπορίου είναι για τα σκουπίδια, το µεγαλύτερο µέρος της Λατινικής Αµερικής ήδη ακολουθεί πολιτικές κατά της παγκοσµιοποίησης, ακόµα και µε επιθετικό τρόπο. Η τωρινή παγκόσµια κρίση είναι µια κρίση ολόκληρου του σχέδιου της παγκοσµιοποίησης και αποκαλύπτει την αποτυχία του. Η ίδια η ιδεολογία της παγκοσµιοποίησης καταρρέει. -Η πραγµατικότητα νίκησε για λογαριασµό µας. -Ναι, αλλά όταν έγινε το Σιάτλ ήµασταν µια µικρή µειοψηφία. Αν τολµούσες να ασκήσεις κριτική στη λογική της παγκοσµιοποίησης σε περιγελούσαν και σε χλεύαζαν οι διάφοροι Τόµας Φρίντµαν. Τώρα οι ιδέες µας έχουν κατακτήσει δικαίωµα ύπαρξης, συζητιούνται ανοιχτά. Η δική µας ατζέντα κυριαρχεί. Είµαι ευχαριστηµένη, είµαι γεµάτη ελπίδα. -Εσείς είστε ειρωνική απέναντι σε µιαν ορισµένη Αριστερά που είναι «αληθινή κληρονόµος των πουριτανών». Οι αριστεροί γίνονται κληρονόµοι των πουριτανών «καθώς καίριο ζήτηµα γι' αυτούς καθίσταται η επίδειξη της δικής τους αρετής παρά η επίτευξη αποτελεσµάτων».

Page 52: Bauman Crisis

Επίσης, «η κατηφής ικανοποίηση του να καταδικάζει κανείς είναι το πιο ανθεκτικό κοµµάτι αυτής της κληρονοµιάς, µαζί µε την αίσθηση προσωπικής ανωτερότητας που πηγάζει από την άρνηση της ικανοποίησης». Ταυτόχρονα, ωστόσο, χρησιµοποιείτε συχνά τις έννοιες «πίστη», «ψυχή», «ένταξη σε µια κοινότητα», που είναι όλες τους θεµέλια του θρησκευτικού στοιχείου. Με δυο λόγια, η Αριστερά είναι µια θρησκεία; -Αν κατανοώ καλά το ερώτηµα, ναι, είµαι υπέρ της πίστης, υπέρ τού να ανήκει κανείς σε µια κοινότητα, αλλά είµαι ενάντια στην καταπίεση, ενάντια στο να αισθανόµαστε ηθικά ανώτεροι, ενάντια στη λύτρωση µέσα από την ήττα. Αλλά υπάρχει και ένας άλλος τρόπος να είναι θρησκευόµενοι οι άνθρωποι. Σκεφτείτε, για παράδειγµα, τις εκκλησίες των µαύρων όπου η θρησκεία είναι πολύ περισσότερο στα σώµατα, είναι πιο χαρούµενη, είναι πιο κοινωνική. ∆ιόλου τυχαία επικαλούµαι τον Κογιότ, τον θεό των ερυθρόδερµων, έναν θεό που αυτοσχεδιάζει, έναν θεό λάγνο, εύθυµο, άφθαρτο, έναν πνευµατώδη δηµιουργό που δεν ολοκληρώνει ποτέ το έργο της δηµουργίας. -Πολλά από τα παραδείγµατά σας για την αδυναµία πρόβλεψης της ιστορίας, για το ότι είµαστε «στο σκοτάδι», εγγράφονται στην πραγµατικότητα σε αυτό που ο Χέγκελ αποκαλούσε «η πανουργία του πνεύµατος» και που η θεωρία των συστηµάτων αποκαλεί «αθέλητες συνέπειες». Για παράδειγµα, το Βιάγκρα, το οποίο καταλήγει να σώζει τους ρινόκερους από την εξαφάνιση, επειδή οι Κινέζοι δεν αγοράζουν πλέον ακριβά τη σκόνη των κεράτων τους, που θεωρείται αφροδισιακό. -Οι αθέλητες συνέπειες είναι ένα αρκετά ειδικό εργαλείο για να περιγράφουµε την πολυπλοκότητα των πραγµάτων. Εγώ προσπαθώ να σκεφτώ σε ένα ευρύτερο σχήµα. Το 2004 οι άνθρωποι πενθούσαν για τη νίκη του Μπους και τώρα, ύστερα από τέσσερα µόνο χρόνια, βλέπετε ότι η νίκη αυτή δεν ήταν διόλου αιώνια. Η Αµερική είναι τόσο διαφορετική σήµερα. Συχνά συγχέουµε την ελπίδα µε την αισιοδοξία. Αλλά δεν είναι έτσι. Τη µέρα του Σιάτλ κανείς δεν φανταζόταν το βάθος των συνεπειών αυτού που συνέβαινε. ∆εν βλέπουµε αυτό που συµβαίνει. Είναι ένα πρόβληµα να βλέπουµε τι συµβαίνει στο περιθώριο, να αντιλαµβανόµαστε ένα κίνηµα ακόµα και όταν δεν γνωρίζουµε τι κινείται. -Μια φράση από το βιβλίο σας «Ελπίδα στο σκοτάδι» είναι το θέµα του προσεχούς βιβλίου σας: «Από τότε που ήµουν 15 χρόνων, µε συναρπάζει ο τρόπος µε τον οποίο οι άνθρωποι, σε περιπτώσεις καταστροφών, αίρονται στο ύψος των περιστάσεων». Αλλά αυτό το προσεχές δοκίµιό σας για ό,τι θετικό αναδύεται από τους κατακλυσµούς (από τον σεισµό του Σαν Φρανσίσκο του 1906 ώς τον κυκλώνα Κατρίνα του 2004) αναφέρεται ακριβώς στις αθέλητες συνέπειες. -Αυτή η φράση απηχεί ίσως την επίδραση του καταστροφισµού του φίλου µου Μάικ Ντέιβις. Στην πραγµατικότητα, ο τρόπος µε τον οποίο οι άνθρωποι οργανώνονται απέναντι σε µια καταστροφή είναι πολύ προβλέψιµος. Υπάρχει µια ολόκληρη κοινωνιολογική βιβλιογραφία γύρω από αυτό το θέµα, µε αφετηρία τον Β' Παγκόσµιο Πόλεµο. Ηδη ο µαθηµατικός Ερικ Τεµπλ Μπελ, ο οποίος είχε ζήσει τον σεισµό του Σαν Φρανσίσκο, αφηγούνταν ότι δεν είδε σκηνές πανικού, υστερίας, αλλά µιαν ήρεµη αντίδραση. Μετά τον κυκλώνα Κατρίνα, η κυβερνητική εκδοχή ήταν εκείνη µιας (µαύρης) χοµπσιανής ανθρωπότητας, έτοιµης να επιτεθεί και να λεηλατήσει. Στην πραγµατικότητα, την αληθινή βαρβαρότητα τη διέπραξε η κυβέρνηση. Να γιατί το 2005 έγραψα ένα δοκίµιο µε τίτλο «Οι χρήσεις της καταστροφής. Για τον κακό καιρό και την καλή κυβέρνηση». Τώρα, αφού πέρασαν χρόνια µελέτης του φαινοµένου, έχω σχεδόν τελειώσει το βιβλίο µου, που θα κυκλοφορήσει τον επόµενο χρόνο. -Μερικές φορές φαίνεται ότι εσείς υιοθετείτε το σύνθηµα: «Το µικρό είναι ωραίο». -Νοµίζω ότι τα πρόσωπα πρέπει να κινούνται σε ένα πλαίσιο που µπορεί να γίνει κατανοητό, που µπορούν να το διαµορφώνουν και όχι στην παγκοσµιοποιηµένη απεραντοσύνη µπροστά στην οποία είναι αδύναµα. Αλλά έχω περάσει δυόµισι µήνες στην Ισλανδία, που είναι µια πολύ µικρή πραγµατικότητα, µε 320.000 κατοίκους, µε µια δηµοκρατία στην οποία όλοι γνωρίζουν όλους και η οποία ωστόσο δεν παρήγαγε κανένα µεγάλο αποτέλεσµα. Οπως βλέπετε, αυτές τις µέρες πάρθηκαν καταστροφικές αποφάσεις. Να λοιπόν που, σε αυτή την περίπτωση, το µικρό δεν είναι ιδιαίτερα ωραίο. -Λέτε σε ένα σηµείο του βιβλίου σας ότι το κίνηµα κατά της παγκοσµιοποίησης έχει ορισµένες συγγένειες µε τα στρατιωτικά σώµατα εναντίον των µεταναστών.

Page 53: Bauman Crisis

-Υπήρξε µια στιγµή στη δεκαετία του '90 -πριν πάρουν µια ρατσιστική και ακροδεξιά απόκλιση- που προσπαθούσαν να απαντήσουν σε πραγµατικά προβλήµατα, στη συγκέντρωση της εξουσίας, στη διαφθορά της, στην αδιαφορία της, στο ότι αυτή διαλύει µια εργατική Αµερική. ∆εν είναι υποχρεωτικό αυτά τα συναισθήµατα να γίνουν ρατσιστικού τύπου. Πριν από τέσσερα χρόνια, οι γεωργοί της Νότιας Ντακότα (καλοί χριστιανοί, παραδοσιολάτρες) νίκησαν τη Μονσάντο και την απόπειρα να εισαχθούν γενετικά τροποποιηµένοι οργανισµοί στις καλλιέργειες των δηµητριακών τους. Τα κατάφεραν επειδή αντιστέκεται ακόµα ο ιστός των γεωργικών συνεταιρισµών, που ανάγεται στις αρχές του 20ού αιώνα. Υπάρχει µια προσαρµοστικότητα της δυσαρέσκειας που δεν λειτουργεί αναπόφευκτα υπέρ της ∆εξιάς. -Ποιο είναι το νήµα που διατρέχει τα βιβλία σας, τα οποία έχουν τόσο διαφορετικά θέµατα; -Γοητευόµουν πάντοτε από τους τόπους που διαµορφώνουν τις ανθρώπινες υπάρξεις και από τις ανθρώπινες υπάρξεις που διαµορφώνουν τους τόπους. Το πρώτο µου βιβλίο ήταν για τους εικαστικούς καλλιτέχνες της δεκαετίας του '50, οι οποίοι διέπλασαν µια νέα ευαισθησία, και το δεύτερο βιβλίο µου ήταν για τα εθνικά πάρκα και για την έρηµο της Νεβάδα, όπου έχουν ριχτεί πάνω από οκτώ χιλιάδες ατοµικές βόµβες. Αλλά στα βιβλία µου υπάρχει και αληθινή περιέργεια, η επιθυµία να αφηγηθώ ιστορίες που δεν έχουν ποτέ ειπωθεί, ιστορίες που έχουν αποσιωπηθεί, ιστορίες λαϊκής εξουσίας, ιστορίες ανατρεπτικές, να µιλήσω για αθέατες οµάδες, για άγνωστες δυνάµεις, για την εξουσία του περιθωρίου. Με αυτή την έννοια γράφω πάντοτε αντι-ιστορία. -Το βιβλίο σας για την ιστορία του βαδίσµατος δεν εντάσσεται σε αυτές τις κατηγορίες. -Ετσι νοµίζετε; Για µένα, αντίθετα, είναι ένα ιδιαίτερα πολιτικό βιβλίο. Υπάρχει το βάδισµα αυτού που προχωράει προς τα µπρος, είναι ένα βιβλίο ενάντια στην πατριαρχία, ενάντια στους φράχτες της ατοµικής ιδιοκτησίας που υποτίθεται ότι δεν πρέπει να παραβιάζουµε, ενάντια στη µισογυνία, ενάντια στην κουλτούρα των προαστίων, ένα βιβλίο για την αργή κίνηση, για την έξοδο στον κόσµο, για το περιβάλλον. Οχι, θα έλεγα ακριβώς το αντίθετο από αυτό που νοµίζετε. -Στα βιβλία σας αισθάνεται κανείς ότι βαραίνει πολύ το ότι κατάγεστε από τη ∆ύση. -Σε αυτό µπορείτε να στοιχηµατίσετε. Μεγάλωσα στον όρµο του Σαν Φρανσίσκο. Στα 17 µου χρόνια πήγα στο Παρίσι και κατακλύστηκα από την κουλτούρα των δύο χιλιάδων χρόνων του παρελθόντος. Επειτα, όταν στα είκοσί µου χρόνια γύρισα στην Αµερική, πήγα στη Νέα Υόρκη, επειδή εκεί ήταν το κέντρο του κόσµου, αλλά στη συνέχεια γύρισα εδώ στο Σαν Φρανσίσκο. Και εδώ η ιστορία έχει µελετηθεί τόσο λίγο, υπάρχουν τόσες ιστορίες που δεν έχουν ειπωθεί, που πρέπει να έρθουν στο φως! Ενα βιβλίο µου αναφέρεται στον Eadweard Muybridge, τον φωτογράφο που κατόρθωσε να φωτογραφίσει πρώτος ένα άλογο που έτρεχε και µε αυτό προκάλεσε µια επανάσταση στην κουλτούρα, έθεσε τις βάσεις του µελλοντικού κινηµατογράφου, άλλαξε την εικόνα της ∆ύσης. -Συχνά λέτε ότι οι ταυτότητες είναι πολλαπλές. Τι µπορεί να σηµαίνει το ότι είσαστε ταυτόχρονα γυναίκα και άνθρωπος της ∆ύσης; -Εγραψα ένα βιβλίο µε τίτλο: «Οπως η Εύα είπε στο φίδι: για το τοπίο, το γένος και την τέχνη». Είναι αστείο, επειδή για µιαν ορισµένη περίοδο οι βιβλιοκριτικοί συνέχιζαν να µε παραβάλλουν µε τη Σούζαν Σόνταγκ, επειδή µια γυναίκα πρέπει να παραβάλλεται µε µια άλλη γυναίκα. Ποτέ δεν µε παρέβαλαν µε τον Τζον Μπέρτζερ, όπως θα προτιµούσα. Η ∆ύση υπήρξε πολύ απελευθερωτική για τις γυναίκες. Ακριβώς επειδή όλα έπρεπε να επινοούνται συνεχώς, εδώ υπάρχει πολύ περισσότερος χώρος για να επανεπινοείς τον ίδιο τον εαυτό σου, για να επανεπινοείς τον ρόλο σου, για να επανεπινοείς το γένος σου. Οι πρώτες Αµερικανίδες γυναίκες που ψήφισαν ήταν στο Γουαϊόµινγκ, η πρώτη γυναίκα που εκλέχτηκε στο Κοινοβούλιο ήταν στην Καλιφόρνια. Ιστορικά, ήταν ένας τόπος πιο ευνοϊκός για τον φεµινισµό. Υπάρχει ο ανοιχτός χώρος, η απεραντοσύνη της Νεβάδα, του Νέου Μεξικού, όπου πέρασα χρόνια. Ο χώρος µπορεί να είναι κυριολεκτικά απελευθερωτικός: συγκινησιακά, φαντασιακά, ακόµη και πνευµατικά. * Η συνέντευξη αυτή της Αµερικανίδας δοκιµιογράφου Ρεµπέκα Σόλνιτ δόθηκε στον Ιταλό

Page 54: Bauman Crisis

δηµοσιογράφο Μάρκο ντ' Εραµο και δηµοσιεύτηκε στην εφηµερίδα «Il Manifesto» στις 4-11-2008.

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 02/01/2009

Copyright © 2008 Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.

Page 55: Bauman Crisis

Η τυραννία του παρόντος MARC AUGE Πού χάθηκε το µέλλον; ΜΤΦΡ.: ΞΑΝΘΙΠΠΗ ΤΣΕΛΕΝΤΗ «ΠΟΛΥΤΡΟΠΟΝ» ΣΕΛ. 127, ευρώ 12 Κάθε αυτοκρατορία θέλει να σταµατήσει την ιστορία. Θέλει, µε άλλα λόγια, να εµποδίσει τους υπηκόους της να διδαχθούν από την εµπειρία του παρελθόντος ή να οραµατίζονται και να προσδοκούν ένα καλύτερο µέλλον. Ετσι και το σηµερινό σύστηµα της παγκοσµιοποίησης θέλει να µας καθηλώσει στο παρόν, σε ένα παρόν που επιβάλλεται µε τη συντριπτική του δύναµη ως τετελεσµένο γεγονός, η ολοκληρωτική κυριαρχία του οποίου παρακάµπτει επιτήδεια το παρελθόν και παρεµποδίζει την επιθυµία να φανταστούµε το µέλλον. Στο βιβλίο του µε τίτλο «Πού χάθηκε το µέλλον;», ο Γάλλος ανθρωπολόγος Μαρκ Οζέ επιχειρεί µια συγκριτική ανθρωπολογική ερµηνεία των αναπαραστάσεων του χρόνου. Θέλει να συµβάλει έτσι στην ανάλυση και την αµφισβήτηση αυτής ακριβώς της ιδεολογίας του παρόντος που στηρίζει το σηµερινό σύστηµα της παγκοσµιοποίησης. Για να είµαστε σύγχρονοι, υποστηρίζει ο Οζέ, δεν πρέπει να µένουµε προσκολληµένοι στο παρόν. Χρειαζόµαστε τόσο το παρελθόν όσο και το µέλλον. Η νέα ιδεολογία του παρόντος θέλει ωστόσο να µας πείσει ότι ζούµε σε ένα σύστηµα το οποίο βρίσκεται οριστικά εκτός ιστορίας. Το µέλλον ως πηγή ελπίδας απουσιάζει από τις συνειδήσεις µας και από τις πολιτικές µας προοπτικές. Το παρελθόν ως πηγή ιστορικής συνείδησης, από την οποία µπορούν να προέλθουν σηµαντικές ιδέες για την πορεία των σύγχρονων κοινωνιών, µοιάζει να έχει χαθεί από τον ορίζοντά µας. Την ίδια τη στιγµή που η επιστήµη προοδεύει µε γρήγορους ρυθµούς, οι άνθρωποι αµφιβάλλουν όλο και περισσότερο για την ικανότητά τους να ελέγχουν την κοινή τους µοίρα. Και ενώ η τεχνολογία τούς προσφέρει άφθονα µέσα, µοιάζει να τους απαγορεύει να σκεφτούν και να θέσουν τους γενικούς σκοπούς προς τους οποίους θα ήθελαν να κατευθύνεται η κοινωνική τους δράση. Καθηµερινά συνειδητοποιούν ότι οι ζωές τους εξαρτώνται από αποφάσεις και γεγονότα που ξεφεύγουν από τον άµεσο έλεγχό τους. Η παγκοσµιοποίηση αλλάζει το µέτρο του χρόνου και του χώρου, όπως αλλάζει και την κλίµακα της πολιτικής και οικονοµικής ζωής. Ο Οζέ αναλύει αυτές τις αλλαγές επισηµαίνοντας υπαρκτές αντιφάσεις και αµφισηµίες. Ο ίδιος ο όρος «παγκοσµιοποίηση» υποδηλώνει συνήθως δύο διαφορετικά φαινόµενα. Από τη µια µεριά παραπέµπει στην εξάπλωση της λεγόµενης ελεύθερης αγοράς και των τεχνολογικών δικτύων επικοινωνίας και πληροφορίας σε ολόκληρο τον πλανήτη, ενώ από την άλλη αναφέρεται στην ανάδυση µιας πλανητικής οικολογικής και κοινωνικής συνείδησης, που στηρίζεται στη διάγνωση των προβληµάτων της κοινής µας ζωής στον ίδιο ευάλωτο και απειλούµενο πλανήτη. Ο άνθρωπολογικός στοχασµός πάνω στον χρόνο µετατρέπεται από τον Οζέ σε κριτική ανασκευή των ψευδών βεβαιοτήτων της σηµερινής ιδεολογίας του παρόντος. Αυτή η ιδεολογία εκφράζεται µε διαφορετικούς τρόπους. Εκφράζεται, για παράδειγµα, µε το ισχυρό βασίλειο των εικόνων -και ιδιαίτερα των τηλεοπτικών εικόνων- που συµβάλλουν τελικά στην οµογενοποίηση της πληροφορίας και των συνειδήσεων. Εκφράζεται επίσης µε την κυριαρχία της χωρικής επί της χρονικής γλώσσας. Εκφράζεται όµως και µε τη µεταµοντέρνα θεµατική περί του «τέλους των µεγάλων αφηγήσεων» που προβάλλονταν στο µέλλον. Υποτίθεται ότι οι εµπειρίες του ολοκληρωτισµού που σηµάδεψαν τον 20ό αιώνα σηµατοδοτούν το τέλος των ψευδαισθήσεων που έτρεφαν οι άνθρωποι για την πρόοδο της ανθρωπότητας. Η ιδεολογία του παρόντος προτείνει ωστόσο τη δική της νέα «µεγάλη αφήγηση», τη θεωρία του τέλους της ιστορίας που διατύπωσε ο Φουκουγιάµα. Ο Οζέ σηµειώνει ότι αυτή η θεωρία καταλήγει να γίνεται φορέας βιαιοτήτων, στον βαθµό που αρνείται την ελπίδα από όλους όσοι αποκλείονται από το σύστηµα της παγκοσµιοποίησης.

Page 56: Bauman Crisis

Μετά τις θλιβερές εµπειρίες του 20ού αιώνα, η πρόκληση µε την οποία καλείται να αναµετρηθεί ο κριτικός στοχασµός είναι, σύµφωνα µε τον Οζέ, η ακόλουθη: «Πώς να επανεισαγάγουµε στην ιστορία µας στόχους που µας απελευθερώνουν από την τυραννία του παρόντος αλλά που δεν είναι η πηγή ενός νέου πνευµατικού και πολιτικού δεσποτισµού;». Με άλλα λόγια, πώς µπορούµε να αντισταθούµε στην ιδεολογία του παρόντος και να σκεφτούµε το παρόν ως ιστορία ικανή να αντλεί διδάγµατα από την εµπειρία του παρελθόντος και να σχεδιάζει ένα καλύτερο µέλλον για όλους τους κατοίκους του πλανήτη; Οι πολλαπλές αντιστάσεις στην κυρίαρχη τάξη πραγµάτων αναπτύσσονται στο όνοµα ιδιαιτέρων, ανολοκλήρωτων ή και αντιφατικών ιδεωδών και, ακόµα και όταν κατορθώνουν να εκφραστούν σε παγκόσµια κλίµακα, δυσκολεύονται να προτείνουν εφικτούς στόχους και σαφή σχέδια για το µέλλον. Είναι ορατός ο κίνδυνος η µελλοντική ανθρωπότητα να διαιρεθεί σε µια µικρή παγκόσµια αριστοκρατία της γνώσης και της εξουσίας από τη µεριά και σε έναν όλο και µεγαλύτερο αριθµό αποκλεισµένων της γνώσης από την άλλη. Αυτή η ανισότητα θα διεύρυνε και θα πολλαπλασίαζε την ήδη υπάρχουσα εκρηκτική ανισότητα των οικονοµικών συνθηκών και θα προσέδιδε στη µελλοντική παγκόσµια κοινωνία βαθιά αντιδηµοκρατικά και ανησυχητικά χαρακτηριστικά. Σε αυτή τη «µαύρη ουτοπία» ο Οζέ αντιτείνει τη δηµοκρατική ουτοπία της εκπαίδευσης για όλους ως ισχυρή θετική προοπτική του µέλλοντος. Η εκπαίδευση είναι σήµερα η ύστατη ουτοπία που µας δίνει τη δυνατότητα να οραµατιζόµαστε έναν κόσµο χωρίς φόβο και αδικία, ικανό να διασφαλίζει σε όλους το ευ ζην. Η επιδίωξη της ισότιµης για όλους πρόσβασης στην εκπαίδευση προϋποθέτει επαναστατικές αλλαγές, που θα κόβουν τις ρίζες της άγνοιας και της αθλιότητας. Προηγουµένως όµως επείγει να απαλλαγούµε από τις ψευδαισθήσεις του παρόντος, που διαδίδει η ιδεολογία της καταναλωτικής παγκοσµιοποίησης.

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 02/01/2009

Copyright © 2008 Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.

Page 57: Bauman Crisis

Η φιλοσοφία και η εικόνα του µέλλοντος Το κείµενο που ακολουθεί είναι απόσπασµα µιας συνέντευξης που έδωσε ο Αµερικανός φιλόσοφος Ρίτσαρντ Ρόρτι (1931-2007) στις 23 Αυγούστου 1993, στο πλαίσιο ενός προγράµµατος διαλέξεων στη Ρωσική Ακαδηµία ∆ιοίκησης στη Μόσχα.

- Η φιλοσοφία εµπνεόταν πάντα από µια τάση προς την «αιωνιότητα» και προς το «αµετάβλητο». Πότε άρχισε να αποδέχεται την προσωρινότητα του χρόνου θέτοντας ερωτήµατα για το µέλλον; -Θα µιλήσω απλώς για τον ρόλο του φιλοσόφου, µε την έννοια ότι αυτός αντιπροσωπεύει έναν ορισµένο τύπο διανοουµένου. Οι φιλόσοφοι άρχισαν να ενδιαφέρονται για την εικόνα του µέλλοντος µόνον αφότου εγκατέλειψαν την ελπίδα ότι θα επιτύχουν τη γνώση του αιώνιου. Η φιλοσοφία άρχισε ως µια προσπάθεια φυγής σε έναν κόσµο στον οποίο τίποτα δεν θα υπόκειται στη µεταβολή. Οι αρχαίοι φιλόσοφοι εκκινούσαν από την προϋπόθεση ότι η διαφορά ανάµεσα στη ροή του παρελθόντος και στη ροή του µέλλοντος µπορούσε να παραβλεφθεί και, µόνον όταν άρχισαν να στοχάζονται σοβαρά για τον χρόνο, οι ελπίδες τους σχετικά µε το µέλλον αυτού του κόσµου θα πάρουν βαθµιαία τη θέση της επιθυµίας τους να γνωρίσουν έναν άλλο κόσµο. Ο Χανς Μπλούµενµπεργκ υποστήριξε ότι οι Ευρωπαίοι φιλόσοφοι άρχισαν να χάνουν το ενδιαφέρον τους για το αιώνιο προς τα τέλη του Μεσαίωνα και ότι ο 16ος αιώνας -ο αιώνας του Μπρούνο και του Μπέικον- υπήρξε η περίοδος κατά την οποία οι φιλόσοφοι άρχισαν να παίρνουν στα σοβαρά τον χρόνο. Η υπόθεση του Μπλούµενµπεργκ είναι πιθανότατα ορθή, αλλά αυτή η απώλεια ενδιαφέροντος για το αιώνιο έγινε πλήρως αυτοσυνειδητή µόνο στον 19ο αιώνα. Ο 19ος αιώνας υπήρξε η περίοδος κατά την οποία η δυτική φιλοσοφία, υπό την αιγίδα του Χέγκελ, διατύπωσε λεπτοµερείς και ρητές αµφιβολίες, όχι µόνο για τις πλατωνικές προσπάθειες διαφυγής από τον χρόνο, αλλά και για το καντιανό σχέδιο προσδιορισµού µη ιστορικών προϋποθέσεων για τη δυνατότητα των χρονικών φαινοµένων. Ο 19ος αιώνας υπήρξε και η περίοδος κατά την οποία, χάρη στον ∆αρβίνο, κατέστη δυνατό για τις ανθρώπινες υπάρξεις να σκεφτούν τους εαυτούς τους σε συνέχεια µε την υπόλοιπη φύση, ως υπάρξεις εντελώς χρονικές και συµπτωµατικές. Η συνδυασµένη επιρροή του Χέγκελ και του ∆αρβίνου µετατόπισε το ενδιαφέρον της φιλοσοφίας από το ερώτηµα «Τι είµαστε;» στο ερώτηµα «Τι µπορούµε να προσπαθήσουµε να γίνουµε;». Αυτή η µετατόπιση είχε συνέπειες στην εικόνα που οι φιλόσοφοι είχαν για τον εαυτό τους. Ενώ ο Πλάτων και ο ίδιος ο Καντ είχαν ελπίσει ότι θα µπορέσουν να παρατηρήσουν και να κρίνουν την κοινωνία και τον πολιτισµό µέσα στον οποίο ζούσαν από µιαν εξωτερική σκοπιά, τη σκοπιά της αναπότρεπτης και αµετάβλητης αλήθειας, οι µεταγενέστεροι φιλόσοφοι εγκατέλειψαν βαθµιαία αυτές τις ελπίδες. -Η προσοχή που στρέφεται προς το µέλλον, και εποµένως προς µια προγραµµατική διάσταση, συνεπάγεται την υποβάθµιση της φιλοσοφίας σε πρακτικό προσανατολισµό; -Αµέσως µόλις αρχίσαµε να αποδίδουµε την ορθή σηµασία στον χρόνο, εµείς οι φιλόσοφοι υποχρεωθήκαµε να απαρνηθούµε την προτεραιότητα του θεωρητικού στοχασµού σε σχέση µε τη δράση. Και θα πρέπει να συµφωνήσουµε µε τον Μαρξ ότι το καθήκον µας είναι να προσπαθήσουµε να κάνουµε το µέλλον διαφορετικό από το παρελθόν, αντί να προσπαθούµε να γνωρίσουµε αυτό που το µέλλον πρέπει υποχρεωτικά να έχει κοινό µε το παρελθόν. Από αυτή την άποψη, ο ρόλος του φιλοσόφου θα πρέπει να διαφοροποιηθεί από εκείνον του ιερέα ή του σοφού, µε τους οποίους συχνά παροµοιάστηκε, για να µετατραπεί σε έναν κοινωνικό ρόλο πολύ περισσότερο παρόµοιο µε εκείνον του µηχανικού ή του γιατρού. Ενώ οι ιερείς και οι σοφοί µπορούν να σχεδιάζουν τις δραστηριότητές τους, οι σύγχρονοι φιλόσοφοι, όπως οι µηχανικοί και οι γιατροί, οφείλουν να ανακαλύπτουν αυτό που έχουν ανάγκη οι «πελάτες» τους. Και επειδή στον Πλάτωνα η επινόηση της φιλοσοφίας αντιστοιχούσε στον καθορισµένο σκοπό της διαφυγής από τις εφήµερες αναγκαιότητες και της τοποθέτησης υπεράνω της πολιτικής, το γεγονός ότι ο Χέγκελ και ο ∆αρβίνος απέδωσαν µεγάλη σπουδαιότητα στον χρόνο θεωρήθηκε συχνά σαν µια απάρνηση της φιλοσοφίας ή και σαν το τέλος της.

Page 58: Bauman Crisis

-Η παρακµή της παραδοσιακής έννοιας της φιλοσοφίας σηµαίνει για σας και το τέλος της φιλοσοφίας, του ρόλου της και του νοήµατός της; -Το να εγκαταλείψουµε τον Πλάτωνα και τον Καντ δεν ισοδυναµεί µε εγκατάλειψη της φιλοσοφίας. Σήµερα εµείς µπορούµε να κατανοήσουµε τις προθέσεις του Πλάτωνα και του Καντ καλύτερα από όσο τις κατανοούσαν αυτοί οι ίδιοι. Μπορούµε να ερµηνεύσουµε τα έργα τους ως µια προσπάθεια να ανταποκριθούν στην αναγκαιότητα αντικατάστασης της εικόνας που ο άνθρωπος είχε για τον εαυτό του -µιας εικόνας που πάλιωσε εξαιτίας κοινωνικών και πολιτισµικών µεταβολών- µε µια νέα εικόνα, µια νέα αντίληψη του ανθρώπου, που θα ταίριαζε καλύτερα µε τα αποτελέσµατα αυτών των αλλαγών. Και µπορούµε να προσθέσουµε ότι η φιλοσοφία δεν θα µπορέσει να τελειώσει όσο δεν θα τελειώσουν και οι κοινωνικές και πολιτισµικές αλλαγές. Αυτές οι αλλαγές, πράγµατι, συµβάλλουν στο να καθιστούν πεπαλαιωµένες τις γενικές αντιλήψεις που έχουµε για τους εαυτούς µας και για την κατάστασή µας, προκαλώντας την αναγκαιότητα µια νέας γλώσσας µέσω της οποίας θα εκφραστούν νέες αντιλήψεις. Μόνο σε µια κοινωνία χωρίς πολιτική, δηλαδή σε µια κοινωνία υποταγµένη σε τυράννους οι οποίοι εµποδίζουν την κοινωνική και πολιτισµική αλλαγή, δεν υπάρχει ανάγκη για φιλόσοφους. Στις κοινωνίες στις οποίες δεν υπάρχει πολιτική, οι φιλόσοφοι δεν µπορούν παρά να είναι ιερείς στην υπηρεσία µιας κρατικής θρησκείας. Αντίθετα, στις ελεύθερες κοινωνίες θα γίνεται πάντοτε αισθητή η αναγκαιότητα των φιλοσόφων και των υπηρεσιών τους. Στις ελεύθερες κοινωνίες, πράγµατι, δεν θα υπάρξει ποτέ τέλος στην αλλαγή και εποµένως οι παλιοί τρόποι σκέψης και έκφρασης δεν θα πάψουν ποτέ να αχρηστεύονται. -Σε ποιους στοχαστές ανιχνεύετε την παρουσία αυτής της ιδέας για τη φιλοσοφία; -Ο Τζον Ντιούι, ένας φιλόσοφος ο οποίος, όπως και ο Μαρξ, θαύµαζε τον Χέγκελ καθώς και τον ∆αρβίνο, υπέδειξε ότι από τη στιγµή που θα εγκαταλειφθεί η αντίληψη που είναι κοινή στον Πλάτωνα και στον Καντ -η αντίληψη του ανθρώπου ως υποκειµένου που επιδιώκει τη γνώση των απόλυτων και µεταϊστορικών αναγκαιοτήτων- θα φτάσουµε να αντιλαµβανόµατε τη φιλοσοφία σαν κάτι που προέρχεται από αυτό που ο Ντιούι αποκάλεσε «σύγκρουση ανάµεσα σε κληρονοµηµένους θεσµούς και σύγχρονες τάσεις που είναι ασύµβατες µε αυτούς τους θεσµούς». Ο Ντιούι υποστήριξε ότι «αυτό που µπορεί να φαίνεται επιτηδευµένα εξωπραγµατικό, όταν διατυπώνεται µε µεταφυσικούς όρους, γίνεται βαθιά σηµαντικό όταν συνδέεται µε την πάλη µεταξύ των ιδεωδών και των κοινωνικών πεποιθήσεων». Ο Ντιούι έπαιρνε στα σοβαρά την περίφηµη παρατήρηση του Χέγκελ ότι «όταν η φιλοσοφία ζωγραφίζει µε φωτοσκιάσεις, τότε µια όψη της ζωής έχει γεράσει». Για τον Ντιούι αυτό σήµαινε ότι η φιλοσοφία βρίσκεται πάντοτε σε µια παρασιτική κατάσταση, ότι αυτή γεννιέται πάντα ως απάντηση σε προβλήµατα που εµφανίστηκαν αλλού, στην κουλτούρα και στην κοινωνία. Για τον Ντιούι, η επιµονή του Χέγκελ στην ιστορικότητα ισοδυναµούσε µε τον ισχυρισµό ότι οι φιλόσοφοι, αντί να προσπαθούν να είναι στην πρωτοπορία της κοινωνίας και της κουλτούρας, θα έπρεπε να προσπαθούν να µεσολαβούν µεταξύ του παρελθόντος και του µέλλοντος. Το καθήκον τους θα έγκειται στο να εναρµονίζουν παλιές και νέες πεποιθήσεις, έτσι ώστε αυτές να µπορούν να συνεργάζονται µάλλον παρά να συγχέονται οι µεν µε τις δε. Οπως ο µηχανικός και ο γιατρός, ο φιλόσοφος µπορεί να φανεί χρήσιµος στο να επιλύει ιδιαίτερα προβλήµατα που εµφανίζονται σε συγκεκριµένες καταστάσεις, σε καταστάσεις στις οποίες η γλώσσα του παρελθόντος βρίσκεται σε σύγκρουση µε τις αναγκαιότητες του µέλλοντος (...).

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 02/01/2009

Copyright © 2008 Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.

Page 59: Bauman Crisis

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Το µέλλον, πηγή δυσθυµίας Συνοµιλούν οι Ζαν Ντανιέλ* και Μπερνάρντο Βάλι** ΜΠΕΡΝΑΡΝΤΟ ΒΑΛΙ: Ενας πεσιµισµός κυµαινόµενης έντασης βαραίνει πάνω στην εύπορη και ειρηνική Ευρώπη. Το χαµηλό ή µέτριο ποσοστό γεννήσεων, που και αυτό διαφέρει από χώρα σε χώρα, αποκαλύπτει την έλλειψη εµπιστοσύνης στο µέλλον σε κοινωνίες εξελιγµένες, των οποίων ο κοινός πολιτισµός (ο δυτικός πολιτισµός, έστω στην ανανεωµένη και ενισχυµένη αµερικανική εκδοχή του) εµφανίζεται νικηφόρος στον κόσµο. Σε έναν κόσµο που έχει γίνει µικρότερος χάρη στην ταχύτητα που επιτρέπει και επιβάλλει η πρόοδος της τεχνικής. Οποιος γεννήθηκε στην εποχή των στερήσεων, όταν ακόµα και ο µέσος αστός µαντάριζε τα σακάκια του και µπάλωνε τα παντελόνια του, στην εποχή των πολέµων και των δικτατοριών, του ταξικού µίσους και του ρατσισµού που υιοθετήθηκε ως θεωρία και εφαρµόστηκε µε τη µαζική εξολόθρευση, δεν κατορθώνει πάντοτε να κατανοήσει τη δυσθυµία που απλώνεται σε αυτή την καταναλωτική εποχή µας και σε αυτή τη δηµοκρατική και δίχως σύνορα Ευρώπη. Οι συγκρούσεις που αναστατώνουν άλλες περιοχές του κόσµου χτυπούν µερικές φορές και τις δικές µας πόρτες και απασχολούν τις σκέψεις µας. Αλλά η ηχώ αυτών των µακρινών εκρήξεων µάς κάνει και να κατανοούµε πόσο προνοµιακή είναι η δική µας κατάσταση. Κι ωστόσο υπάρχει ανάµεσά µας µια έκδηλη ανησυχία. ∆εν λέω δυστυχία, επειδή αυτή η έκφραση παραπέµπει κυριώς στον εσωτερικό ψυχικό µας κόσµο. Πώς µπορούµε να εξηγήσουµε τον διάχυτο συλλογικό πεσιµισµό; ΖΑΝ ΝΤΑΝΙΕΛ: Οταν η Γαλλία ηττήθηκε από τη ναζιστική Γερµανία ήµουν είκοσι ετών και ήµουν ο πιο δυστυχισµένος άνθρωπος στη Γη. Αλλά είχα µέσα µου κάτι πολύ ισχυρό. Ηταν η ελπίδα. Τότε, είναι αλήθεια, αναµετριόµασταν µε µια πραγµατικότητα, ενώ σήµερα µιλάµε για τις πιθανότητες. Εκείνη η ελπίδα τροφοδοτούνταν µε όλους τους τρόπους από την Ιστορία, από τα όνειρα, από την πεποίθηση ότι το καλό θα επικρατούσε σε βάρος του κακού. Και γνώριζα ακριβώς που ήταν το κακό. Γνώριζα επίσης ότι µπορούσα να αγωνιστώ, ότι όφειλα να δράσω. Ετσι στρατεύτηκα εθελοντικά στη µεραρχία Λεκλέρκ που µαχόταν για την ελεύθερη Γαλλία. Το κακό ήταν πρόδηλο, αναγνωρίσιµο, ενσαρκωνόταν από τον ναζισµό. Μετείχα σε ένα µεγάλο µαζικό συλλογικό κίνηµα που είχε έναν στόχο. ΒΑΛΙ: Και γιατί σήµερα ένας νέος ή ένας µεσήλικας δεν θα µπορούσε να εµπνέεται από το ίδιο πνεύµα; ΝΤΑΝΙΕΛ: Αυτό είναι το αληθινό πρόβληµα. Σήµερα το κακό µπορεί να είναι παντού. Και αυτό δηµιουργεί δυσθυµία, αβεβαιότητα. Το κακό µπορεί να είναι στα γαλλικά προάστια και µπορεί να είναι στο Ιράν. Σε ορισµένες στιγµές, τα τελευταία χρόνια, µπορούσε κανείς να το εντοπίσει παντού. Σκεφτείτε τον Μπους, ο οποίος για ένα ή δύο χρόνια δηµιούργησε µια κατάσταση, στην οποία οι Αµερικανοί, µετά την επίθεση στους ∆ίδυµους Πύργους, πίστεψαν ότι ανακαλύπτουν την ελπίδα µέσα στη συµφορά, πίστεψαν δηλαδή ότι µπορούν να νικήσουν το κακό. Στην Ευρώπη δεν γνωρίζουµε πλέον πού είναι το κακό. Παρακολουθήσαµε την ευθανασία της εργατικής τάξης, το τέλος του εκθειασµού του προλετάριου, του εργαζόµενου, και έχουµε πειστεί ότι δεν µπορούµε να αναµορφώσουµε τον άνθρωπο και ότι µπορούµε το πολύ να µεταρρυθµίσουµε λιγότερο ή περισσότερο την κοινωνία. ∆υσκολεύοµαι να κατανοήσω την κόρη µου τη Σάρα, η οποία τρέχει στις χώρες όπου οι άνθρωποι πεθαίνουν και σκοτώνονται και το κάνει αυτό από επαγγελµατική και ανθρώπινη περιέργεια, αλλά µε ένα πνεύµα που µοιάζει µε την αδιαφορία. ΒΑΛΙ: Με δυο λόγια θεωρείς ότι η κατάρρευση των ιδεολογιών ισοπέδωσε τις ψυχές, δηµιούργησε ένα κενό στο οποίο κινούνται τα αποπροσανατολισµένα άτοµα που δεν έχουν πλέον σηµεία αναφοράς. Ο αστικός ή καπιταλιστικός πολιτισµός είναι ο µόνος που έχει δηµιουργήσει µια εναλλακτική λύση στον ίδιο τον εαυτό του, ωσάν η αντιπαράθεση, ο ανταγωνισµός να είναι ένα στοιχείο αναγκαίο για τον δυναµισµό που χρειαζόταν. Ο σοσιαλισµός, ο οποίος ήταν αυτή η εναλλακτική λύση, υπήρξε στην πραγµατικότητα µια καταστροφή, που προορίζεται να µείνει

Page 60: Bauman Crisis

ως τέτοια στην Ιστορία. Αλλά ο συναγωνισµός, στον οποίο υποχρέωσε τη δυτική δηµοκρατία, υπήρξε ωφέλιµος γι' αυτή την τελευταία. Πολλές κοινωνικές κατακτήσεις που απολαµβάνουµε στη ∆ύση ευνοήθηκαν από αυτό τον ανταγωνισµό. Η Οκτωβριανή Επανάσταση απέτυχε εκεί όπου έγινε, αλλά εδώ σε µας έδωσε έµµεσους καρπούς. Τώρα θριαµβεύει µια µοναδική σκέψη που είναι σαν ένα κενό, στο οποίο λείπουν τα ερεθίσµατα. ΝΤΑΝΙΕΛ: Ετσι είναι. Στις περιοδικές δηµοσκοπήσεις, στις οποίες ρωτούν τους ανθρώπους αν νοµίζουν ότι το αύριο θα είναι καλύτερο από το σήµερα ή από το χθες, µέσα σε δέκα χρόνια οι Αµερικανοί άλλαξαν δύο φορές γνώµη. Πρόσφατα δήλωσαν πεισµένοι ότι το αύριο θα είναι όπως το σήµερα, ίσως λιγότερο καλά. Οι Ευρωπαίοι ήταν περισσότερο σαφείς. Αυτοί περιµένουν ένα αύριο χειρότερο από το σήµερα και από το χθες. Βρίσκω παράξενο το ότι στις χώρες µας το ευρωπαϊκό ιδεώδες, χάρη στο οποίο άλλαξε η ταραγµένη ιστορία της γηραιάς ηπείρου, δεν προκαλεί κανένα ενδιαφέρον. ΒΑΛΙ: Κι εγώ το βρίσκω παράξενο. Αλλά νοµίζω ότι έχουν αλλάξει οι λόγοι της ανασφάλειας και εποµένως είναι δύσκολο να αποδοθεί σήµερα η σωστή αξία στα πάνω από εξήντα χρόνια ειρήνης, µιας ειρήνης θεσµοποιηµένης στην Ευρωπαϊκή Ενωση, µεταξύ χωρών που κάποτε ήταν τόσο εριστικές, τόσο φιλοπόλεµες, ώστε να κάνουν τον 20ό αιώνα τον πιο αιµατηρό αιώνα στην ανθρώπινη Ιστορία. Πέρα από τις περισσότερο πρόδηλες και πολυσυζητηµένες αιτίες της τωρινής αίσθησης ανασφάλειας, όπως είναι η τροµοκρατία και η µετανάστευση, νοµίζω ότι υπάρχει µια πολύ πιο σηµαντική και βαθύτερη: και είναι το µεγάλο χάσµα ανάµεσα στην εξαιρετική, ορµητική αύξηση της ισχύος της τεχνικής και στην αργή, αµετάβλητη διαδροµή της ανθρώπινης ύπαρξης. Ενώ η ζωή, επιµηκυσµένη έστω, έχει παραµείνει αγκυρωµένη στον χρόνο, όπως η φύση, στο πλαίσιο της Γης, του Σύµπαντος, αντίθετα η τεχνολογική πρόοδος έχει πάρει τέτοιους ρυθµούς, ώστε να δηµιουργεί µια ισχυρή αγωνία. Μια αγωνία της οποίας µπορεί να αγνοούµε την αιτία κι εποµένως είναι δύσκολο να τη θεραπεύσουµε, µε αποτέλεσµα να γίνεται µια χρόνια ψυχική κατάσταση. Υπάρχει ο διάχυτος φόβος ότι θα ξεπεραστούµε από την πρόοδο. Οτι δεν θα µπορέσουµε να αντιµετωπίσουµε το αύριο. Παραδόξως, το µέλλον που κυριαρχείται από την πρόοδο γεννάει ανασφάλεια. Γεννάει αβεβαιότητα. Ο άνθρωπος αναρωτιέται συνεχώς, χωρίς να το συνειδητοποιεί, αν θα είναι σε θέση να το αντιµετωπίσει, να συντονιστεί µε τον ρυθµό του. ∆ιακατέχεται από τόση αγωνία γι' αυτό το µέλλον, ώστε το φαντάζεται χειρότερο από το παρόν. Το αύριο είναι νεφελώδες και το παρελθόν µοιάζει να έχει καταργηθεί. Το παρελθόν, δηλαδή η ιστορία, που θα έπρεπε να αποκαθιστά την ισορροπία. Υπάρχει και αυτό το στοιχείο στις πηγές του φόβου που προκαλεί η επισφαλής εργασία. Η εργασία δεν άλλαξε µήπως ακριβώς εξαιτίας της υπερβολικής ισχύος της τεχνικής, η οποία µείωσε τη βιοµηχανία και αύξησε τον τριτογενή τοµέα των υπηρεσιών, όπου η απασχόληση είναι πιο επισφαλής; ∆εν είµαι λουδίτης. Η πρόοδος σε όλα τα πεδία µε γοητεύει και συχνά µε ενθουσιάζει ως κατάκτηση του ανθρώπου. Καλύτερα ο πεσιµισµός µέσα στην πρόοδο παρά η µακάρια ικανοποίηση µέσα στην ακινησία. Αλλά υπάρχει ένα τίµηµα που δεν είναι όλοι σε θέση να το υφίστανται. ΝΤΑΝΙΕΛ: Αυτό που λέτε είναι ουσιώδες. Είναι η ταχύτητα που αντιτίθεται στη βραδύτητα του Μίλαν Κούντερα. ∆εν γνωρίζουµε πλέον ποια έκπληξη µάς επιφυλάσσει η τεχνολογική πρόοδος. Πώς και πού θα µας εκπλήξει; Είµαστε εξαρτηµένοι και συνδεδεµένοι µε την τεχνολογική επιτάχυνση. Κάποτε η πρόοδος δεν είχε την ταχύτητα του σήµερα. Υπήρχε ο χρόνος για να την αφοµοιώσει κανείς. Η γρήγορη διαδοχή των εφευρέσεων, των ανανεώσεων, µας κάνει τώρα να ζούµε στο παρόν χωρίς να µας δίνει τη δυνατότητα να βασιζόµαστε στη διάρκεια της κατάστασής µας αύριο. Αυτό δεν επιτρέπει έναν ολικό οπτιµισµό. Εφόσον φυσικά κάποιος δεν συµµετέχει στο µεγάλο ανθρώπινο εγχείρηµα που είναι η έρευνα στο πεδίο της επιστήµης ή της τεχνικής. Ενας φίλος µου φυσικός ζει σε µια διαρκή κατάσταση υπερδιέγερσης. Μπαίνοντας στο εργαστήριό του αναρωτιέται κάθε πρωί τι καινούριο θα ανακαλύψει -έστω και µικρό ή ασήµαντο- µέχρι το βράδυ. Εκείνοι που συµµετέχουν στο ενθουσιώδες εγχείρηµα της έρευνας ζουν µέσα στην ταχύτητα που τους προωθεί στο µέλλον. Οι άλλοι ζουν αντίθετα στο παρόν και όταν ζει κανείς στο παρόν φοβάται τον χρόνο που περνάει και που οδηγεί προς ένα αβέβαιο µέλλον, στο οποίο ο ανταγωνισµός µπορεί να είναι πολύ έντονος για τα µέσα και τις ικανότητες που διαθέτει. ΒΑΛΙ: Από µέσο που ήταν, η τεχνική γίνεται όλο και περισσότερο σκοπός. Με την έννοια ότι, από τη στιγµή που θα κατακτηθεί, αυτή προσφέρει ισχύ και πλούτο. Οποιος την κατέχει

Page 61: Bauman Crisis

κυριαρχεί στον κόσµο. Στο πεδίο της τεχνικής η δηµοκρατική και καπιταλιστική Αµερική νίκησε τον Ψυχρό Πόλεµο ενάντια στη Σοβιετική Ενωση. Η τεχνολογία της ∆ύσης θριάβευσε σε πολιτισµούς όπου ο χριστιανισµός απέτυχε. Σκέφτοµαι φυσικά την Κίνα και την Ινδία. Αλλά αυτή η τεχνολογία, αντίθετα µε αυτό που υπέθεταν µε µια δόση αλαζονείας, δεν είναι αδιαχώριστη από τον καπιταλισµό και από τη δηµοκρατία. Αλλοι πολιτισµοί την υιοθέτησαν και τη χρησιµοποιούν µε επιτυχία, χωρίς να λογαριάζουν το δυτικό «δίπλωµα ευρεσιτεχνίας», που ορισµένοι νόµιζαν ότι συνεπάγεται την αποδοχή κάποιων αξιών. Αφού την απογύµνωσαν από αυτές τις αξίες, άλλοι πολιτισµοί οικειοποιήθηκαν την τεχνική και συµβάλλουν στην πρόοδό της. Η ∆ύση αισθάνεται σαν να την έχουν κλέψει. Για την Ευρώπη είναι σαν να της έκλεψαν το παµπάλαιο ιουδαϊκό-χριστιανικό φυλαχτό της. Και σαν, αφού της το έκλεψαν, να το ξεγύµνωσαν από όλες τις αξίες. Και αυτό είναι µια αιτία απογοήτευσης. Η Ευρώπη, που δεν έχει την ισχύ της Αµερικής, που είναι µια εµπορική δύναµη χωρίς το (φοβερό) χάρισµα που έχει µια οπλισµένη δύναµη και που έχει χάσει εδώ και καιρό το µονοπώλιο της δυτικής κουλτούρας, αναµετριέται µε έναν δύσκολο ανταγωνισµό. Οι ανταγωνιστές της έχουν το πλεονέκτηµα να διαθέτουν ήδη την τεχνική απαλλαγµένη από τις δυτικές αξίες και υποχρεώσεις. ΝΤΑΝΙΕΛ: Για να επιστρέψω στο θέµα του χάσµατος ανάµεσα στη βραδύτητα της ζωής και στην ταχύτητα της προόδου, µου έκανε µεγάλη εντύπωση ένα παράδειγµα. Ενας αγρότης -δεν θυµάµαι ποιο προϊόν καλλιεργούσε -έλεγε στην τηλεόραση ότι, αφού δεν υπάρχουν πλέον εποχές, όχι µόνον δεν υπάρχουν πλέον σοδειές αλλά δεν γνωρίζει πλέον κανείς ούτε καν το πότε είναι η στιγµή της σποράς. Και πρόσθετε ακριβώς: «∆εν γνωρίζω πλέον πότε είναι η γέννα της γης µου». Η λέξη «γέννα» µε εντυπωσίασε. ∆ηλαδή, αν δεν υπάρχουν πλέον οι εποχές χάνουµε την έννοια του χρόνου και εποµένως της ιστορίας και δεν έχουµε πλέον αναφορές στο παρελθόν. Και επιπλέον δεν µπορούµε πια να βασιζόµαστε στη γη µας. Από 'δώ πηγάζουν η ανασφάλεια, ο πεσιµισµός. Νοµίζω όµως ότι βρισκόµαστε σε µια κατάσταση αναµονής και ότι αυτό που µπορούµε να πούµε για τον πεσιµισµό ή τον οπτιµισµό δεν µπορεί να είναι µια βαθιά αλήθεια. Ξαναδιάβασα πρόσφατα δύο κείµενα της δεκαετίας του 1930. Στο πρώτο, το «Ματιές στο σύγχρονο κόσµο», του Πολ Βαλερί, οι πολιτισµοί ανακαλύπτουν ότι είναι θνητοί. Στο δεύτερο, το «Ο πολιτισµός πηγή δυσθυµίας», του Σίγκµουντ Φρόιντ, υπάρχει η αίσθηση ότι ζούµε σε έναν κόσµο ο οποίος κοντεύει να τελειώσει χωρίς ποτέ να τελειώνει, χωρίς να βλέπουµε την αρχή ενός άλλου κόσµου. Το νόηµα είναι ότι το δράµα µας δεν είναι ότι δεν πιστεύουµε στο µέλλον αλλά ότι δεν γνωρίζουµε πώς θα είναι το µέλλον. ΒΑΛΙ: Αν κατανοώ καλά, ανοίγετε έναν φεγγίτη στον οπτιµισµό. Εχετε δίκιο, διαφορετικά θα µας θεωρήσουν οπισθοδροµικούς. ΝΤΑΝΙΕΛ: Οι ενδείξεις είναι αντιφατικές. Είναι σαν να βρισκόµαστε σε µια στροφή. Υπάρχει και η εµπιστοσύνη στις δυνατότητες του ανθρώπου που µας επιτρέπει να υπερβαίνουµε τον πεσιµισµό. Αυτό δηµιουργεί µια κατάσταση αναµονής: µέχρι πού µπορεί να φτάσει ο άνθρωπος; Βρίσκω γόνιµη την ιδέα του Φρόιντ και του Βαλερί για τις δυνατότητες, τις ταυτόχρονα προµηθεϊκές και διονυσιακές του ανθρώπου για το καλό και για το κακό. Βρισκόµαστε σε µια στροφή, επειδή πολλοί νοµίζουν ότι ζουν το τέλος της κοινωνίας έτσι όπως αυτή είναι εδώ και πολύ καιρό. Εγώ δεν συµµερίζοµαι πλήρως αυτή τη θεωρία, αλλά νοµίζω ότι εξηγεί την ατµόσφαιρα αναµονής. Και η αναµονή δηµιουργεί ανησυχία. Οποιαδήποτε µεγάλη πρόοδος που συντελείται δηµιουργεί αβεβαιότητα. Θα πετύχει; ∆εν θα πετύχει; ΒΑΛΙ: Η ταχύτητα που µας επιβάλλει και µας επιτρέπει η τεχνολογική πρόοδος αναφέρεται και -ή κυρίως- στην πληροφόρηση. Το γεγονός ότι ζούµε σε ζωντανή σύνδεση µε όσα συµβαίνουν στον κόσµο, ότι τα ζούµε την ίδια στιγµή µαζί µε τους Κινέζους, τους Αµερικανούς, τους Ινδούς, τους Νοτιοαφρικανούς είναι µια από τις µεγάλες αλλαγές που έχουν επέλθει στην κοινωνία µας, χωρίς να είναι σαφές αν είναι το τέλος της ή µια αρχή. Οι ειδήσεις φτάνουν σε µας κάθε στιγµή της µέρας. Το Ιντερνετ είναι ένας αδιάκοπος ποταµός, από τον οποίο οι νέοι αντλούν όλο και περισσότερο τις πληροφορίες που τροφοδοτούν τη φαντασία τους και που τους καθοδηγούν στην πρακτική ζωή. Στις αρχές του 19ου αιώνα, η είδηση της γαλλικής υποχώρησης από τη Μόσχα, αρχή του τέλους της ναπολεόντειας αυτοκρατορίας και µιας έντονης ευρωπαϊκής εποχής, έφτασε στο Παρίσι µέσω των Ηνωµένων Πολιτειών έπειτα από βδοµάδες. Σήµερα θα έφτανε αστραπιαία. ∆εν θα υπήρχε ο χρόνος για να την αφοµοιώσουµε. Αλλά και οι ειδήσεις που µας αφορούν προσωπικά φτάνουν σε µας κάθε στιγµή της µέρας. Τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων και οι πρωινές

Page 62: Bauman Crisis

εφηµερίδες µάς ανακοινώνουν µε ανελέητη ακρίβεια την αύξηση των τιµών του βουτύρου, του ψωµιού, της βενζίνης και την άνοδο του πληθωρισµού. Ετσι ζούµε µε τον νου µας την αγωνιώδη µείωση της αγοραστικής δύναµης, συχνά περισσότερο από όσο συµβαίνει στην πραγµατικότητα. Η βροχή των αριθµών µπορεί να γίνει καταιγίδα. Το αµερικανικό χρέος ανέρχεται σε τριάντα εννέα χιλιάδες δισεκατοµµύρια δολάρια. Πρόκειται για µια απίστευτη ποσότητα χρήµατος. Ποιος θα το πληρώσει; ∆εν µπορεί να προκαλέσει την κατάρρευση ολόκληρου του παγκόσµιου χρηµατοπιστωτικού συστήµατος; Είµαστε όλοι χρεωµένοι, εποµένως όλα µπορούν να καταρρεύσουν πάνω µας. Αν είµαστε εν µέρει ικανοποιηµένοι µε τον µισθό µας, έναν µέσο µισθό που µας επιτρέπει να περνάµε καλύτερα από τους πατέρες µας και τους παππούδες µας, αυτός µας φαίνεται ξαφνικά µια αθλιότητα και κυρίως µια αδικία, όταν ακούµε ή διαβάζουµε ότι ένα µεγάλο στέλεχος της βιοµηχανίας κερδίζει 350-400 φορές περισσότερα. Κάποτε η κορυφή ήταν σαράντα φορές περισσότερα. Με δύο λόγια, η πολιορκία των πληροφοριών που µας τραυµατίζουν ή µας απογοητεύουν, επειδή µας κάνουν να γνωρίζουµε τη σκληρή µας κατάσταση σε σχέση µε τους άλλους, είναι αδιάκοπη. ΝΤΑΝΙΕΛ: Οταν έγινε η τελευταία τροµοκρατική επίθεση στο Αλγέρι, επίθεση που είχε δεκάδες νεκρούς, γευµάτιζα στο Παρίσι µε Αλγερινούς φίλους. Ηταν ένα γεύµα προγραµµατισµένο από καιρό. Επειτα από κάποια τυπικά λόγια για τα θύµατα, οι συζητήσεις έγιναν χωρίς να λογαριάζουν αυτό που µόλις είχε συµβεί. Κανένα ίχνος συγκίνησης, θλίψης. Η οικοδέσποινα, στην οποία διατύπωσα αυτή την παρατήρηση, µου είπε: «Εχουµε βιώσει τόσα αιµατηρά γεγονότα, που καταλήξαµε να τα χωνέψουµε». Ηθελε να πει ότι είχε χωνέψει τη συµφορά. Είναι δύσκολο να γενικεύσουµε, επειδή σήµερα υπάρχουν τριάντα πέντε εκατοµµύρια µουσουλµάνοι στην Ευρώπη, αλλά η αντίληψη της ζωής είναι διαφορετική. Εγώ γεννήθηκα Αλγερινός, ο πατέρας µου καταγόταν ίσως από την Τουρκία και η µητέρα µου από την Ισπανία. Γεννήθηκα Εβραίος και πέρασα τη ζωή µου συγχρωτιζόµενος µε τους Αραβες, µε τους οποίους είµαι στενά συνδεδεµένος. Ενα πράγµα µε διαχωρίζει από αυτούς: ακριβώς η αντίληψη της ζωής. Αυτοί «χωνεύουν» τον θάνατο. Είναι µια χώνεψη που διευκολύνεται πιθανόν από την ιστορία τους. Το γεγονός ότι οι ιουδαιο-χριστιανοί αποδίδουν περισσότερη αξία στη ζωή συνεπάγεται και µεγαλύτερη ευαισθησία απέναντι στις συµφορές. Είµαστε πιο ευάλωττοι στις πληροφορίες που φτάνουν σε µας. ∆εν τις θεωρούµε ασήµαντες. ΒΑΛΙ: Κάποτε η «ταξική πάλη» καθιστούσε συλλογική την αντίδραση στην κοινωνική αδικία. Αφού απέτυχε µε τραγικό τρόπο η επαγγελία ενός δίκαιου εξισωτικού κόσµου, οι κοινωνικές ανισότητες που επιδεικνύονται καθηµερινά στην τηλεοπτική σκηνή και είναι συχνά τόσο κραυγαλέες, ώστε να καταλήγουν να είναι προσβλητικές, βιώνονται ατοµικά και εποµένως προκαλούν περισσότερη οδύνη, καθώς δεν υπάρχει µια ουτοπία που να τις αντισταθµίζει. ∆εν υπάρχει δηλαδή η ελπίδα ότι θα αποκατασταθεί η δικαιοσύνη. ΝΤΑΝΙΕΛ: Η αγανάκτηση για την κοινωνική αδικία έχει γίνει πιο έντονη. Εχει γίνει πιο πρακτική, συγκεκριµένη. Πιο ατοµικιστική, όπως είπατε. Οι άνθρωποι αγανακτούν, όχι βασιζόµενοι σε ιδεολογικές αρχές, αλλά επειδή βλέπουν έναν άστεγο να πεθαίνει από το κρύο ή επειδή αποκαλύπτεται ότι στελέχη της εξουσίας κατοικούν σε πολυτελή διαµερίσµατα, πληρώνοντας πολύ χαµηλά ενοίκια. Η εξέγερση είναι λιγότερο φιλόδοξη, έχει λιγότερες αξιώσεις. Είναι όλο και λιγότερο ιδεολογική. ∆εν µιλάει για το µέλλον. Αναφέρεται στο παρόν. Εξετάζει το παλιό ζήτηµα της φιλανθρωπίας. Από τον Μαρξ κι έπειτα -αλλά και πιο πριν- µας είχαν διδάξει ότι η φιλανθρωπία ήταν µια κατεργαριά και ότι θα έπρεπε να την αντικαταστήσει η δικαιοσύνη. Μας είχαν διδάξει ότι η φιλανθρωπία ήταν για τους θρησκευόµενους που αγωνιούσαν να πάνε στον παράδεισο ή για τους ισχυρούς που ήθελαν να υποτάξουν καλύτερα τους υπηκόους τους. Εποµένως, η δικαιοσύνη έπρεπε να εξαλείψει την υποκρισία που ενυπήρχε στη φιλανθρωπία. Και η δικαιοσύνη ήταν δυνατή σε µια καλύτερη κοινωνία. Αυτή την καλύτερη κοινωνία έπρεπε εποµένως να υλοποιήσουµε. Ξαφνικά αποκαταστάθηκε η ατοµική φιλανθρωπία. Είναι σαν να µην υπάρχει πια το πολιτικό όνειρο µιας νέας κοινωνίας. Και αυτό σβήνει την ελπίδα πολλών, δηµιουργώντας µέσα τους µια δυσθυµία, που µπορεί να αποκληθεί και πεσιµισµός. * Ο Ζαν Ντανιέλ είναι δηµοσιογράφος και συγγραφέας. Αρχισυντάκτης του περιοδικού «L' Express» από το 1955 ώς το 1963, είναι συνιδρυτής (το 1964) και διευθυντής του εβδοµαδιαίου περιοδικού «Le Nouvel Observateur». ** Ο Μπερνάρντο Βάλι είναι δηµοσιογράφος και συγγραφέας, συντάκτης της εφηµερίδας

Page 63: Bauman Crisis

«La Repubblica», µε ειδίκευση σε θέµατα διεθνούς πολιτικής. Ο διάλογος του Ζαν Ντανιέλ µε τον Μπερνάρντο Βάλι δηµοσιεύτηκε στην εφηµερίδα «La Repubblica» στις 23-12-2007.

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 02/01/2009

Copyright © 2008 Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.

Page 64: Bauman Crisis

Αδέσµευτοι δεσµώτες της ρευστότητας Για την ευθραυστότητα των ανθρώπινων δεσµών στα χρόνια της ρευστής νεωτερικότητας

ΖΙΓΚΜΟΥΝΤ ΜΠΑΟΥΜΑΝ Ρευστή αγάπη ΜΤΦΡ.: ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΑΜΠΕΛΑΣ «ΕΣΤΙΑ», ΣΕΛ. 275, ΕΥΡΩ 15 Ο Ζίγκµουντ Μπάουµαν θεωρείται ένας από τους πλέον οξυδερκείς ερµηνευτές της σύγχρονης, µεταµοντέρνας εποχής µας. Μετά την απέλασή του από τη Βαρσοβία το 1968 -ήδη ένας από τους κορυφαίους Πολωνούς κοινωνιολόγους-, εγκαταστάθηκε στην Αγγλία και δίδαξε Κοινωνιολογία στο Πανεπιστήµιο του Λιντς µέχρι τη συνταξιοδότησή του, το 1990. Εκτοτε το ενδιαφέρον του έχει στραφεί στην εξέταση θεµάτων ενός ευρύτατου φάσµατος, που κυµαίνονται από θέµατα της επικαιρότητας, τη σύγχυση που υφίστανται οι πολίτες των δυτικών κοινωνιών, την παγκοσµιοποίηση, τους οικονοµικούς µετανάστες, έως την τηλεοπτική πραγµατικότητα, τα ριάλιτι, την επίπλαστη οικειότητα αλλά και την αλλοτρίωση, που έχουν επέλθει µετά τον κατακλυσµό από προϊόντα της τεχνολογίας (κινητά, υπολογιστές, ∆ιαδίκτυο), τα οποία έχουν επιφέρει δραµατική αλλοίωση ακόµα και στον τρόπο που συνάπτονται οι σχέσεις. Μέσα από τα γνωστά σε όλους µας φαινόµενα των ηµερών µας, ασκεί κριτική στο φιλελεύθερο καπιταλισµό, σχολιάζοντας µε κάθε ευκαιρία τον τρόπο που η εξατοµικευµένη κοινωνία καταστέλλει την ανάληψη ευθύνης, τη δράση και την επιλογή µέσα από µια υστερική σχεδόν απόπειρα αναστολής της «αβεβαιότητας» και παροχής µιας «εικονικής ασφάλειας». Ο Μπάουµαν δεν παρουσιάζεται ιδιαίτερα αισιόδοξος για το µέλλον. Τα πρόσφατα έργα του διέπονται από µελαγχολία και θέτουν κρίσιµα ερωτήµατα για την ικανότητα του σύγχρονου ανθρώπου να αγαπάει, να κάνει σχέσεις µε τους άλλους, σχολιάζοντας την πιθανότητα µελλοντικών ολοκαυτωµάτων αλλά και την κατάσταση που µας περιρρέει και της οποίας είµαστε µέλη: τη µετανεωτερικότητα ή «ρευστή νεωτερικότητα», όπως την ονοµάζει. Πρόκειται για την κοινωνία που προέκυψε τις τελευταίες δεκαετίες, όπου ο θρίαµβος του ατοµικισµού δηµιούργησε το νέας κοπής άτοµο, ένα άτοµο χωρίς σταθερούς δεσµούς, που απολαµβάνει µεν τη χωρίς δεσµεύσεις ελευθερία, αλλά ταυτόχρονα είναι βυθισµένο στην ανασφάλεια, τον κοµφορµισµό και το φόβο, κάτοικο ενός κόσµου όπου, µετά το θρίαµβο της «εξατοµίκευσης», οι σχέσεις είναι ευχή και κατάρα, οι πλέον αισθητές «ενσαρκώσεις της αµφιθυµίας»: Οι κάτοικοι του ρευστού µοντέρνου κόσµου γυρεύουν σχέσεις που θα τους σκεπάζουν σαν ελαφρύ πανωφόρι, ένα πανωφόρι που θα τους προστατεύει χωρίς να τους βαραίνει, και από το οποίο, όταν αλλάζει ο καιρός, θα µπορούν εύκολα να απαλλαγούν. Ανθρωπος µε αλλοιωµένες ιδιότητες Στο «Ρευστή Αγάπη» εξετάζεται η κεντρική µορφή της εποχής µας: ο απαλλαγµένος από τους σταθερούς και ανθεκτικούς δεσµούς, άντρας ή γυναίκα, που κάποτε του επέτρεπαν να νιώθει ασφάλεια. Ο κάτοικος της «ρευστής νεωτερικότητας» επιστρατεύει την ευφυΐα του και τις δεξιότητές του προκειµένου να συνάψει σχέσεις µε τους άλλους, οι οποίες όµως δεν διακρίνονται για τη διάρκειά τους, καθώς οι σχέσεις αυτές παραµένουν χαλαρές, προκειµένου να επιλυθούν ταχύτατα, χωρίς παράπλευρες απώλειες, όταν µεταβληθούν οι συνθήκες. Η αλλόκοτη ευθραυστότητα των ανθρώπινων σχέσεων, το αίσθηµα της ανασφάλειας που δηµιουργείται από τις εντατικές προσπάθειες της επαφής και της µη δέσµευσης και οι αντικρουόµενες επιθυµίες υπακούουν στη λογική της αγοράς, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Μπάουµαν, όπου προκειµένου να ικανοποιηθούν οι φρεσκοεπινοηµένες ανάγκες, θα πρέπει διαρκώς να διατίθενται καινούρια προϊόντα. Στις πρώτες σελίδες του βιβλίου γίνεται µια ευφυής αντιπαραβολή του σύγχρονου «µε και χωρίς σχέσεις» µετανεωτερικού ανθρώπου µε τον Ούλριχ, τον ήρωα του Μούζιλ στον «Ανθρωπο χωρίς ιδιότητες», ο οποίος µη διαθέτοντας δικές του ιδιότητες, συνέθετε ο ίδιος, χρησιµοποιώντας την ευφυΐα και την οξυδέρκειά του, όποια ιδιότητα χρειαζόταν, προκειµένου να αντεπεξέλθει σε έναν γεµάτο αντιφατικά µηνύµατα κόσµο, ευεπίφορο δραµατικών αλλαγών. Σύµφωνα µε τον Μπάουµαν, ο σύγχρονος άνθρωπος είναι ο διάδοχος

Page 65: Bauman Crisis

του: χωρίς συνεκτικούς και αρραγείς δεσµούς, µπορεί να συνάψει όποιες και όσες σχέσεις θελήσει για να έρθει σε επαφή µε τον κόσµο, σχέσεις χωρίς εγγυηµένη διάρκεια που επιλύονται ταχύτατα, µόλις προκύψουν νέα δεδοµένα, καθώς την εποµένη πιθανόν να εµφανιστούν άλλες ανάγκες και προσφορές. Οι «ρευστοί εραστές» αισθάνονται «αναλώσιµοι» και ποθούν διακαώς τη «σχέση», αλλά ταυτόχρονα φοβούνται τις δεσµεύσεις και δεν είναι έτοιµοι να παραχωρήσουν καµία από τις «κατακτηµένες ελευθερίες τους». Οι σχέσεις στις µέρες µας είναι ένα από τα πρώτα θέµατα της ηµερήσιας διάταξης, όλοι ασχολούνται µε αυτές και αποτελούν κεντρικό ζήτηµα ανεξάντλητων συζητήσεων, καθώς οι «πάσχοντες» νιώθουν το βάρος της αποτυχίας να ελαφραίνει όταν αυτή ανάγεται σε ένα κοινωνικό φαινόµενο και όχι σε κάποια δική τους προσωπική αδυναµία, οι ξένες εµπειρίες µοιάζουν µε τις δικές τους και διαπιστώνουν πως δεν πρόκειται για κάποια µικρή ατυχία αλλά για µια µάστιγα που όλο και θεριεύει. Σχέσεις φιλικές προς το χρήστη Προκειµένου να ερµηνεύσει το φαινόµενο, ο Μπάουµαν επιστρατεύει παραδείγµατα από την καθηµερινότητα, τον Τύπο, τις συµβουλευτικές στήλες περιοδικών, τηλεοπτικές εκποµπές και σειρές, την πολιτική, τη λογοτεχνία και τις απόψεις των σηµαντικότερων ∆υτικών φιλοσόφων. Η σύναψη και η διατήρηση µιας σχέσης είναι, σύµφωνα µε τον Μπάουµαν, «η πιο αµφίσηµη από τις πολλές αµφίσηµες υποχρεώσεις» που αντιµετωπίζουν καθηµερινά οι κάτοικοι του ρευστού µας κόσµου. Και είναι αµφίσηµη καθώς υπαινίσσεται µονοµιάς τις απολαύσεις της συµβίωσης αλλά και την ταυτόχρονη φρίκη του εγκλεισµού. Παρατηρεί πως οι άνθρωποι όταν µιλάνε για σχέσεις, µιλάνε µε όρους που χρησιµοποιούνται στη γλώσσα των δικτύων και των συνδέσεων, αλλά και την εµφάνιση ενός νέου είδους σχέσεων, τις λεγόµενες «εικονικές σχέσεις», στις οποίες εύκολα µπορείς να πατήσεις το κουµπί της «διαγραφής». Οι ανεπιθύµητες συνδέσεις ταχύτατα σβήνουν, προκειµένου να συναφθούν καινούριες που παρέχουν περισσότερες υποσχέσεις ικανοποίησης και ολοκλήρωσης και που, αντίθετα από τις παραδοσιακές «πραγµατικές» σχέσεις, είναι φιλικές προς το χρήστη και η εκάστοτε είσοδος και έξοδος είναι εύκολη διαδικασία. Και όταν, φυσικά, η ποιότητα απογοητεύει, ισοφαρίζει η ποσότητα. Στις «δικτυωµένες σχέσεις» η συνεχής κίνηση είναι αναγκαία, το κυνήγι της περιπέτειας, που κάποτε προσέφερε απόλαυση, έχει µετατραπεί σε εξαντλητική αγγαρεία και προκειµένου οι χρήστες των εν λόγω σχέσεων να απαλλαγούν από κάποια αγχωτική δέσµευση, γίνονται δέσµιοι µιας φρενήρους αναζήτησης, ενώ η όποια κατάκτηση προβάλλει εκ προοιµίου καταδικασµένη. Και είναι καταδικασµένη γιατί ο χρόνος είναι ελάχιστος και δεν επαρκεί για να δηµιουργηθεί η απαραίτητη επιθυµία που είναι προϋπόθεση κάθε έρωτα, ενώ η απαραίτητη προϋπόθεση της επιθυµίας είναι η συνύπαρξη µε την ετερότητα: Ο έρωτας είναι η παρόρµηση να προεκταθούµε πέρα από µας, είναι η «µεταφύτευση» του εαυτού στον κόσµο. Η δε καλλιέργεια της επιθυµίας για τον άλλο χρειάζεται χρόνο και ο απαραίτητος αυτός χρόνος είναι αφόρητα µακρύς για τα δεδοµένα ενός πολιτισµού που απεχθάνεται την αδράνεια και προωθεί τη λογική της «άµεσης ικανοποίησης». Οι «δικτυωµένες, εικονικές σχέσεις» ή σχέσεις τσέπης, σύµφωνα µε αρθρογράφο της «Γκάρντιαν» -γλυκές και βραχυπρόθεσµες ώστε να χωράνε στην τσέπη για όταν τις χρειαστείς-, ακολουθούν την ψυχολογία του καταναλωτή που, όταν βγαίνει βόλτα στα µαγαζιά, αφήνεται στις ορέξεις του. Ορέξεις και όχι επιθυµίες είναι αυτές που κυριαρχούν, ορέξεις για καινούρια αγαθά που δεν είναι σχεδιασµένα για µακρόχρονη χρήση και αποσύρονται ταχύτατα µόλις παρουσιαστούν οι βελτιωµένες εκδοχές τους. Οπλισµένοι µε τα κινητά που υπόσχονται τη συνεχή επαφή, βιώνουν την «εικονική εγγύτητα» δηµιουργώντας συχνότερες αλλά ρηχότερες σχέσεις. Αποτιµώντας το ρευστό καινούριο κόσµο, ο Μπάουµαν κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, περιγράφοντας τις σύγχρονες πόλεις ως χωµατερές για τα παραµορφωµένα προϊόντα των ρευστών κοινωνιών µας, αν και αναγνωρίζει τα θετικά της συγκατοίκησης εντός των τειχών της πόλης: µοναδική ελπίδα για ανάληψη δράσης και ευκαιρία για συνάντηση της ετερότητας. Το βίωµα της «συµπαρουσίας» που προκύπτει από τη «συγχώνευση των οριζόντων», η επαφή µε τον ξένο, τους οικονοµικούς µετανάστες, µπορεί να καταστήσουν τις πόλεις των καταναλωτών που επιδίδονται στην αγορά προϊόντων και υποσχέσεων άµεσης ικανοποίησης, σε τόπους συνάντησης µε τις «άµεσες εκφράσεις ζωής», της εγγύτητας µε τους άλλους -τους πάσχοντες, τους έχοντες ανάγκη βοήθειας. Αυτή η εγγύτητα µας ωθεί στη δράση και µέσα από αυτές τις τυχαίες επαφές υπάρχει η δυνατότητα εκδήλωσης της «ανάγκης για ηθικότητα», µια εγγενής εκδήλωση της ανθρώπινης φύσης

Page 66: Bauman Crisis

«που απορρέει από το γεγονός πως είναι κανείς ζωντανός». Οι σχέσεις αυτές µπορεί να είναι ριψοκίνδυνες και αβέβαιες, όµως «η αβεβαιότητα είναι η πατρίδα του ηθικού προσώπου και το µόνο έδαφος στο οποίο η ηθικότητα µπορεί να ανθήσει και να καρποφορήσει», ο µόνος τόπος θα λέγαµε όπου ένας ρευστός κόσµος θα µπορούσε να αποκτήσει, έστω και προσωρινά, ένα κάποιο σχήµα για τους κατοίκους του.

ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 01/09/2006

Copyright © 2008 Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.

Page 67: Bauman Crisis

Παρασκευή, 1 Αύγουστος 2008

Zygmunt Bauman

Γράφει ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΚΟΡ∆ΑΣ πηγή: http://www.emprosnet.gr/emprosnet/books/article.asp?cid=135&uid=200

8061245835 Zygmunt Bauman Ρευστός φόβος Μετάφραση: Γιώργος Καράµπελας Εκδόσεις Πολύτροπον Αθήνα 2007, σελ. 244 Η νεωτερικότητα υποτίθεται πως θα ήταν η περίοδος εκείνη της ανθρώπινης ιστορίας στην οποία οι φόβοι που στοίχειωναν την κοινωνική ζωή κατά το παρελθόν επρόκειτο να ξεπεραστούν οριστικά και τα ανθρώπινα όντα θα µπορούσαν να αναλάβουν τον έλεγχο της ζωής τους και να δαµάσουν τις ανεξέλεγκτες δυνάµεις του κοινωνικού και φυσικού κόσµου. Κι όµως στην αυγή του 21ου αιώνα ζούµε, ξανά, σε µία κατάσταση ρευστού φόβου. Είτε πρόκειται για τις φυσικές και περιβαλλοντικές καταστροφές είτε για τις τυφλές τροµοκρατικές επιθέσεις βρισκόµαστε σε κατάσταση διαρκούς άγχους αναφορικά µε τους κινδύνους που δύνανται να ενσκήψουν απροειδοποίητα, ανά πάσα στιγµή. Σύµφωνα µε τον

Zygmunt Bouman: Φόβος είναι το όνοµα που δίνουµε στην αβεβαιότητά µας µπροστά στους κινδύνους που χαρακτηρίζουν τη ρευστή µοντέρνα εποχή µας, στην άγνοιά µας σχετικά µε τη φύση της απειλής και στην ανικανότητά µας να καθορίσουµε τον τρόπο αντιµετώπισής της. Όπως σηµειώνει ο σύγχρονος µεγάλος στοχαστής η παρούσα µελέτη. «...είναι ένα (πολύ προκαταρκτικό, ατελές) ευρετήριο των ρευστών µοντέρνων φόβων. Είναι επίσης µια απόπειρα (πολύ προκαταρκτική, πλουσιότερη σε ερωτήσεις παρά σε απαντήσεις) αναζητήσεις των κοινών πηγών τους και των εµποδίων που υψώνονται στο δρόµο προς την ανακάλυψη των τελευταίων, µια προσπάθεια ακόµα εύρεσης των µέσων που θα τους καταστήσουν ανενεργούς ή αβλαβείς. Το βιβλίο αυτό, µε άλλα λόγια, δεν είναι παρά µια πρόσκληση σε σκέψεις δράσης και σε στοχαστικές

Page 68: Bauman Crisis

δράσεις - όχι ένα βιβλίο συνταγών. Ο µόνος του σκοπός είναι να µας επιστήσει την προσοχή στο µέγεθος του καθήκοντος που είναι βέβαιο ότι θα αντιµετωπίσουµε (εν γνώσει µας ή όχι, ηθεληµένα ή όχι) στο µεγαλύτερο µέρος του τρέχοντος αιώνα, ώστε η ανθρωπότητα να µπορέσει να διασχίσει τον τελευταίο και να βγει στο τέλος του νιώθοντας πιο ασφαλής και πιο σίγουρη για τον εαυτό της από όσο ένιωθε στην αρχή του

Τρία βιβλια του Ζ Μπαουµαν(Ρευστός φόβος.Ρευστή αγάπη ,Σπαταληµένες ζωές)

Page 69: Bauman Crisis

ξεφυλλίζοντας…ΜΕ ΤΟΝ ΘΑΝΑΣΗ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗ Από http://www.enet.gr/online/online_issues?pid=51&dt=28/12/2007&id=80265808 ZYGMUNT BAUMAN Ρευστός φόβοςΜΤΦΡ.: ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΑΜΠΕΛΑΣ«ΠΟΛΥΤΡΟΠΟΝ»ΣΕΛ. 245, Η νεωτερικότητα είχε υποσχεθεί ότι θα εξαλείψει οριστικά τη µάστιγα του φόβου, ότι θα απαλλάξει την ανθρωπότητα από τους πιο τροµακτικούς κινδύνους και από τις πιο καταστροφικές απειλές. Ο φόβος όµως επιστρέφει και γίνεται διάχυτος στον ρευστό σύγχρονο κόσµο. Η 11η Σεπτεµβρίου, η άνοδος της παγκόσµιας τροµοκρατίας, τα τσουνάµι, ο τυφώνας «Κατρίνα» είναι ορισµένα µόνον από τα πολλά σήµατα κινδύνου, που µας υπενθυµίζουν πόσο ευάλωτος είναι ο πολιτισµός µας . Η προοπτική να καταστεί ο πλανήτης αβίωτος για τους ανθρώπους ή να συµβεί µια ολοκληρωτική καταστροφή, που θα βάλει τέλος στην ιστορία της ανθρωπότητας, µας κάνει όλους να αισθανόµαστε τρωτοί και ανασφαλείς. Στους φόβους µιας καταστροφής, που µπορεί να πλήξει τυφλά και αδιάκριτα όλους µας, πρέπει να προσθέσουµε και τους φόβους που γεννάει στους πιο ευάλωτους ο κίνδυνος του κοινωνικού αποκλεισµού. Σύµφωνα µε τον Μπάουµαν, η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα που χαρακτηρίζουν τις κοινωνίες του καιρού µας είναι οι κυριότερες πηγές των πιο τροµερών και ανυπόφορφων φόβων µας. Νιώθουµε ανασφαλείς γιατί η σηµερινή «αρνητική παγκοσµιοποίηση» ξηλώνει το προστατευτικό δίκτυο του κράτους πρόνοιας και των κοινωνικών δικαιωµάτων και αφήνει έκθετη την κοινωνία στην απληστία των δυνάµεων της αγοράς. Η παγκόσµια αδικία φέρνει και την παγκόσµια ανοµία και αταξία. Στο εσωτερικό των κοινωνιών, ο νέος ατοµικισµός διαλύει τους κοινωνικούς δεσµούς και οδηγεί στον µαρασµό της αλληλεγγύης. Ετσι όµως οι κίνδυνοι τους οποίους φοβόµαστε, υπερβαίνουν κατά πολύ την ικανότητά µας για αλληλέγγυα δράση. Νιώθουµε εποµένως ότι έχουµε χάσει τον έλεγχο των υποθέσεων των κοινωνιών µας, όπως χάσαµε και τον έλεγχο της τύχης του πλανήτη. Αυτό το αίσθηµα αδυναµίας τροφοδοτεί, µε τη σειρά του, την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα για το µέλλον. Η ίδια η ζωή µας τείνει να γίνει µια διαρκής κατάσταση συναγερµού και οι ανθρώπινες σχέσεις, µια ανεξάντλητη πηγή άγχους. Καθένας µας φαίνεται να είναι επικίνδυνος για τον άλλον, σε κοινωνίες στις οποίες οι άνθρωποι αποκλείουν άλλους ανθρώπους, για να αποφύγουν το ενδεχόµενο να αποκλειστούν από αυτούς. Η ασφάλεια που χρειαζόµαστε, για να ελέγξουµε και να τιθασεύσουµε τους φόβους µας, προϋποθέτει τη συνεργασία, την αλληλεγγύη, τη δικαιοσύνη. Το βιβλίο του Μπάουµαν είναι µια έκκληση για αφύπνιση της πολιτικής συνείδησης και της ηθικής ευαισθησίας του σύγχρονου ανθρώπου.

Page 70: Bauman Crisis

Αναζητώντας τις ρίζες του φόβου Από την ανθρώπινη αµετροέπεια ώς τη βουλιµία της αγοράς ZYGMUNT BAUMANΡευστός φόβοςΜΤΦΡ.: Γ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΑΣ«ΠΟΛΥΤΡΟΠΟΝ»

απο τον ΓΙΩΡΓΟ Π. ΠΕΦΑΝΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 22/08/2008

Η ηθική διάσταση που χαρακτηρίζει εν γένει την κοινωνιολογική σκέψη του Zygmunt Bauman εµφανίζεται και στον «Ρευστό φόβο», αλλά πάνω σε πολιτικές βάσεις, καθώς µετατοπίζεται το ενδιαφέρον από τα φυσικά ή µεταφυσικά αίτια του φόβου στις ενδογενείς κοινωνικές και πολιτικές παραµέτρους του. Στη βάση συγκρότησης ενός προκαταρκτικού ευρετηρίου των ρευστών µοντέρνων φόβων διαµορφώνεται ένα σχέδιο σκέψεων και δράσεων γύρω από τα κεντρικά προβλήµατα και τους σύστοιχους µε αυτά φόβους που θα αντιµετωπίζουν οι δυτικές κοινωνίες στο µεγαλύτερο µέρος του τρέχοντος αιώνα.Ο καλύτερος τρόπος για να αντιµετωπίσουµε τους φόβους µας δεν είναι απλώς να «ζούµε µε αυτούς», κάτι που θα οδηγούσε ενδεχοµένως σε µια βασανιστική αδράνεια, αλλά να αναζητούµε τα αίτιά τους, να ψαύουµε τις ρίζες τους και να ενεργούµε έτσι ώστε οι ρίζες αυτές να κοπούν κάποια στιγµή. Γιατί ακόµα και εκεί όπου οι ρίζες δεν µπορούν να κοπούν, όπως στο θέµα του πρωτογενούς φόβου του θανάτου, όπου ο άνθρωπος είναι άνθρωπος µόνο, όταν έχει επίγνωση του θανάτου, (όπως µαρτυρά µια µακραίωνη ιστορία φιλοσοφιών από τους σοφιστές µέχρι τον Blanchot, τον Heidegger, τον Jankelevitch και τον Derrida) και όπου οι πολιτισµοί φαντάζουν, από µια γενική σκοπιά, ως ιδιοφυή µηχανεύµατα που καθιστούν τη ζωή βιώσιµη µαζί µε τον θάνατο, το memento mori µπορεί να µην κόβει τις ρίζες του φόβου, αποδυναµώνει εντούτοις την επιβολή του θανατικού φάσµατος και προτρέπει να θεωρήσουµε κάθε στιγµή της ζωής πολύτιµη.Οπως και αν αντιµετωπίζουµε τον φόβο του θανάτου, είτε µε τη γεφύρωση της θνητής ζωής µε την αιωνιότητα είτε µε την εκτροπή της προσοχής από τον θάνατο στις ειδικές αιτίες του είτε, τέλος, µε την καθηµερινή µεταφορική πρόβα του θανάτου, η οριστικότητα και η βεβαιότητα του επικείµενου τέλους δίνει µεγάλη αξία στην πορεία προς το τέλος αυτό και υποκλέπτει σταδιακά το δηλητήριο από το κεντρί του.Εχοντας µιλήσει για τον «µεγάλο» φόβο, ο Bauman αναφέρεται σε άλλες σηµαντικές φοβικές πηγές: το κακό, αυτήν τη µέση νοητή βαθµίδα µεταξύ φόβου και θανάτου, και το ανεξέλεγκτο, το οποίο παρουσιάζει ποικίλες εκδηλώσεις στη σύγχρονη ζωή. Εν πρώτοις, η οικονοµική ανισοµέρεια παγκόσµιας κλίµακας που οδηγεί στην ασφυκτική πόλωση των εισοδηµάτων. Ανιση κατανοµή των πόρων συνεπάγεται εδώ την άνιση κατανοµή των φόβων. Εν συνεχεία, ο εφιάλτης της ολοσχερούς καταστροφής, ο οποίος τροφοδοτείται από τις ίδιες αυτές δυνάµεις που στηρίζουν και την ανάπτυξη του δυτικού πολιτισµού, στρέφοντάς την όµως προς την παράβαση κάθε ορίου και περιορισµού, έτσι ώστε κάθε επίτευγµα να αποτελεί απλώς απάντηση σε κάποιο που είχε πριν δηµιουργηθεί. Ολα τα σηµαντικά βήµατα της Ιατρικής λ.χ. στοχεύουν στην αντιµετώπιση ασθενειών που επιτείνονται, αν δεν προκαλούνται,

Page 71: Bauman Crisis

από τις σύγχρονες συνθήκες διαβίωσης - αλλά, εξαιτίας της ανισοµέρειας του πλούτου, οι ασθένειες έχουν µάθει να κάνουν και αυτές διακρίσεις στα πορτοφόλια, ακόµα και στο πλαίσιο προηγµένων συστηµάτων υγείας. Τέλος, η σκιώδης γραφειοκρατία που απαλλοτριώνει τις ατοµικές ευθύνες µέσα σε ένα κλειστό και δυσπρόσιτο κύκλωµα εντολέων και ιεραρχιών.∆ίπλα σε αυτές τις φοβικές πηγές, ο Bauman παραθέτει εύστοχα κάποια γνωρίσµατα που χαρακτηρίζουν καίρια την εποχή: ο τεχνολογικός φετιχισµός, η δεοντολογική νάρκωση, το ξεθώριασµα των ανθρώπινων δεσµών στην αταξία του νέου ατοµικισµού, οι αυθαίρετες αποφάσεις της πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας, η υποβάθµιση του κράτους πρόνοιας έναντι της κανιβαλικής αγοράς και η συνακόλουθη σταδιακή υπονόµευση του πολίτη από τον καταναλωτή, η υποκατάσταση της συλλογικής φωνής από «κονιορτοποιηµένες και ανταγωνιστικές εξατοµικευµένες επιλογές». Σε αυτόν τον πυκνό ιστό ο φόβος δεν καθίσταται κίνητρο εγρήγορσης αλλά κεφαλαιοποιείται, γίνεται ακόµα και αυτός αντικείµενο εµπορικής και πολιτικής εκµετάλλευσης, αφού οι αγορές ευηµερούν σε συνθήκες ανασφάλειας. Και έτσι, ο πιο αποτρόπαιος φόβος «είναι ο φόβος ότι είµαστε ανίκανοι να αποσοβήσουµε ή να ξεφύγουµε από την κατάσταση του φοβισµένου». Για να γίνει κατανοητή η απόσταση που χωρίζει τον Bauman από την αίφνης νεοσυντηρητική σκέψη ορισµένων Ευρωπαίων στοχαστών, αρκεί να θυµηθούµε τις απόψεις του Pascal Bruckner στο πρόσφατο βιβλίο του «Η τυραννία της µεταµέλειας», (εκδ. «Αστάρτη», Αθήνα 2007), για την ενοχική στάση της Ευρώπης απέναντι στο παρελθόν της. Εκεί που ο Γάλλος δοκιµιογράφος αντικρίζει την κόπωση και την ανία της ευρωπαϊκής συνείδησης, ο Πολωνός κοινωνιολόγος µελετά τις πηγές του φόβου, τον οποίο η συνείδηση αυτή βιώνει στον ρευστό µοντέρνο κόσµο µας και εκεί που η οικολογική σκέψη επιφορτίζεται µε έναν «αχαλίνωτο ανθρωποκεντρισµό» επειδή αποδίδει τις συµφορές της Γης στον άνθρωπο, από την άλλη µεριά, οι φυσικές καταστροφές συνυφαίνονται άρρηκτα µε τις ανθρώπινες πολιτικές και τις οικονοµικές τους προτεραιότητες, ώστε να αναφανεί ότι η φυσική στιβάδα του κακού, (αυτό που ονόµαζαν κάποτε «θεϊκή βούληση», «ιδιοτροπία της τύχης» ή, πιο αφοριστικά, «µοίρα»), δεν είναι ξεκοµµένη σήµερα από την ανθρώπινη αµετροέπεια. Τέλος, ενώ ο Bruckner πασχίζει κάθιδρος να µας πείσει ότι η ∆ύση δεν πλούτισε λεηλατώντας τον Τρίτο Κόσµο, ότι η πολιτική των ΗΠΑ διέπεται από ενθουσιασµό και ρεαλισµό και ότι, κατά συνέπεια, απαιτείται ένας (και στρατιωτικός;) δυναµισµός για την αντιµετώπιση της τροµοκρατίας, ο Bauman στρέφει µε νηφαλιότητα την προσοχή µας στις κοινωνικές και πολιτικές ρίζες της τροµοκρατίας, αναγνωρίζοντας ότι η βία απλώς λιπαίνει το έδαφος στο οποίο αυτή ανθεί.Ενώπιον της παγκοσµιοποίησης του τρόµου, είναι σαφώς προτιµότερη η πρόταση µέτρων όπως το άνοιγµα των δυτικών µονοπωλίων, η διαγραφή των χρεών για τα φτωχά κράτη ή η χρηµατοδότηση της εκπαίδευσης από τη δαιµονοποίηση και τον υφέρποντα µανιχαϊσµό. Και αυτό κάνει ο συγγραφέας, για να πάρει έτσι µοιραία µία πολιτική θέση έναντι του περίεργου αυτού µίγµατος της θρησκείας, της βίας και του εθνικισµού, από το οποίο αποτελείται η σοβούσα σκιά της τροµοκρατίας. Επιδιώκει να εντοπίσει τις εστίες υπόθαλψης του αντιδυτικού µένους στις

Page 72: Bauman Crisis

µουσουλµανικές κοινωνίες µαζί µε τα «δυτικά» ελατήρια εκµετάλλευσης της πλουτοπαραγωγικής τους δύναµης. ∆ιαπιστώνει ότι ο φόβος είναι ο πιο απειλητικός δαίµονας που φωλιάζει στις ανοιχτές κοινωνίες και ότι τρέφεται από την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα ή την ανικανότητα ελέγχου των κοινών υποθέσεων και ότι τρέφει µε τη σειρά του τη βουλιµία της αγοράς. Τα παγκοσµιοποιηµένα προβλήµατα απαιτούν και παγκοσµιοποιηµένες λύσεις και όταν αυτές δεν είναι εφικτές, τα προβλήµατα αναπτύσσονται και πολλαπλασιάζονται µαζί µε τους φόβους. Η αναφορά στην άποψη του Benjamin Barber (η οποία όµως οδηγεί πολύ πίσω, τουλάχιστον µέχρι τις αντίστοιχες θέσεις του Jean-Paul Sartre) ότι «κανένα παιδί στην Αµερική δεν µπορεί να νιώσει ασφαλές στο κρεβάτι του, αν δεν νιώσουν ασφαλή στα δικά τους κρεβάτια τα παιδιά στο Καράτσι ή στη Βαγδάτη», δίνει µια σαφή εικόνα του πολιτικού ήθους που διέπει τον Bauman και τον εντάσσει στην πλειάδα των µεγάλων ανθρωπιστών στοχαστών της εποχής µας. Γιατί, αν η φιλαργυρία και η πλεονεξία συνιστούν πολιτική επιλογή και όχι οικονοµική µοίρα, τότε οι διανοούµενοι µπορούν (και οφείλουν) να διατυπώσουν µία σκέψη ενάντια στους ανθρώπινους φόβους, που δεν θα δίνει µόνο ελπίδες, αλλά θα διατηρεί ζωντανή τη δυνατότητα. πηγή:http://www.enet.gr/online/online_issues?pid=51&dt=22/08/2008&id=5489304

Page 73: Bauman Crisis

Σπαταληµένες ζωές. Οι απόβλητοι της νεοτερικότητας

Συγγραφέας: Bauman Zygmunt Εκδότης: Κατάρτι Η παραγωγή “ανθρώπινων απορριµµάτων” (ακριβέστερα, η σπατάλη ανθρώπινων ζωών, η δηµιουργία “περιττών” πληθυσµών από µετανάστες, πρόσφυγες κι άλλους παρίες) αποτελεί αναπόδραστη συνέπεια της διαδικασίας του εκσυγχρονισµού, της εξέλιξης της νεοτερικότητας. Είναι µια αναπόφευκτη παρενέργεια της οικονοµικής ανάπτυξης, αλλά και της αναζήτησης της κοινωνικής ευταξίας που χαρακτηρίζει τη νεοτερικότητα. Για όσο χρονικό διάστηµα µεγάλα τµήµατα του κόσµου παρέµεναν, πλήρως ή µερικώς, εκτός της διαδικασίας του εκσυγχρονισµού, αντιµετωπίζονταν από τις εκσυγχρονισµένες κοινωνίες ως τόποι που είχαν τη δυνατότητα να απορροφήσουν τον πλεονάζοντα πληθυσµό των “ανεπτυγµένων χωρών”. Σε όλην αυτή την περίοδο, µπορούσαν ακόµη να αναζητηθούν (και να βρεθούν προσωρινά) παγκόσµιου χαρακτήρα λύσεις σε τοπικώς παραγόµενα προβλήµατα υπερπληθυσµού. Καθώς όµως ο εκσυγχρονισµός αγγίζει πλέον και τις πιο αποµακρυσµένες γωνιές του πλανήτη, ο “περιττός πληθυσµός” παράγεται παντού - και όλες ανεξαιρέτως οι περιοχές του κόσµου είναι πια υποχρεωµένες να υποστούν τις συνέπειες του παγκόσµιου θριάµβου της νεοτερικότητας. Κι έτσι, η ανάγκη πλέον είναι να βρεθούν (µάταια, όπως φαίνεται) τοπικές λύσεις σε παγκόσµιου χαρακτήρα προβλήµατα. Η παγκόσµια διάχυση της νεοτερικότητας έχει προκαλέσει τη δηµιουργία συνεχώς αυξανόµενων κατηγοριών ανθρώπων οι οποίοι στερούνται τα απαραίτητα µέσα επιβίωσης, ενώ ο πλανήτης µας διαθέτει όλο και λιγότερο χώρο για να τους εγκαταστήσει. Εξ ου και οι καινούργιες ανησυχίες αναφορικά µε τους “µετανάστες” και τους “πολιτικούς πρόσφυγες”, αλλά και ο όλο και σηµαντικότερος ρόλος που οι “φόβοι ασφαλείας” παίζουν στη σύγχρονη πολιτική θεµατολογία. Με οξυδέρκεια, αλλά και πάθος το νέο έργο του Ζίγκµουντ Μπάουµαν επιχειρεί να αναλύσει τις πολλαπλές συνέπειες που έχει επιφέρει ο µείζων αυτός µετασχηµατισµός στη σύγχρονη πολιτική και κουλτούρα. Η διεισδυτική ανάλυση του Μπάουµαν καταδεικνύει ότι στο πρόβληµα της αντιµετώπισης των “ανθρώπινων απορριµµάτων” βρίσκεται το κελιδί για την κατανόηση αρκετών από τα ανεξήγητα φαινόµενα ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑΡΙΟ Ι∆ΕΩΝ

Page 74: Bauman Crisis

Η ρευστότητα της αγάπης aπό τον ΘΑΝΑΣΗ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗ Κυκλοφόρησε πρόσφατα και στη γλώσσα µας το βιβλίο του πολωνού κοινωνιολόγου Ζίγκµουντ Μπάουµαν «Ρευστή αγάπη» (εκδόσεις «Εστία»). Ο Μπάουµαν µίλησε για το βιβλίο αυτό σε µια συνέντευξή του στο γαλλικό περιοδικό «Sciences Humaines» από την οποία παρουσιάζουµε ένα χαρακτηριστικό απόσπασµα. - Γιατί θεωρείται τη «ρευστότητα» ως µια καλή µεταφορά για την ανάλυση της σύγχρονης κοινωνίας; «Σε αντίθεση µε τα στερεά σώµατα, τα ρευστά δεν µπορούν να διατηρήσουν τη µορφή τους όταν πιέζονται ή σπρώχνονται από µιαν εξωτερική δύναµη, όσο µικρότερη και αν είναι αυτή. Οι δεσµοί που συνδέουν τα µόριά τους είναι πολύ αδύναµοι για να αντισταθούν. Αυτό ακριβώς είναι το πιο εντυπωσιακό γνώρισµα του τύπου ανθρώπινης συνύπαρξης που χαρακτηρίζει τη «ρευστή νεωτερικότητας». Από δω προκύπτει και η µεταφορά. Οι ανθρώπινοι δεσµοί είναι αληθινά εύθραυστοι και, σε µια κατάσταση διαρκούς αλλαγής, δεν µπορεί να περιµένει κανείς ότι θα παραµείνουν άθικτοι. Ο µακροπρόθεσµος σχεδιασµός είναι µια δύσκολη άσκηση και επιπλέον µπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνος, από τη στιγµή που φοβάται κανείς ότι οι µακροπρόθεσµες δεσµεύσεις θα περιορίσουν την µελλοντική ελευθερία επιλογής του. Από δω πηγάζει η τάση των ανθρώπων να διατηρούν ανοιχτές τις θύρες εξόδου, να επαγρυπνούν ώστε όλοι οι δεσµοί που συνάπτουν να µπορούν εύκολα να διαλυθούν, ώστε όλες οι δεσµεύσεις τους να είναι προσωρινές, να ισχύουν µόνον «µέχρι νεωτέρας διαταγής». Η τάση να αντικαθιστούν την έννοια της «δοµής» µε εκείνη του «δικτύου» στην περιγραφή των σύγχρονων ανθρώπινων αλληλεπιδράσεων εκφράζει τέλεια αυτό το νέο πνεύµα των καιρών. Σε αντίθεση προς τις αλλοτινές «δοµές», των οποίων ο λόγος ύπαρξης ήταν να συνδέουν µε ισχυρούς δεσµούς που ήταν δύσκολο να λυθούν, τα δίκτυα χρησιµεύουν τόσο για να συνδέουν όσο και για να αποσυνδέουν». - Το βιβλίο σας «Ρευστή αγάπη» αναφέρεται στις ερωτικές σχέσεις. Είναι αυτές οι σχέσεις ένα προνοµιακό πεδίο για την ανάλυση των σύγχρονων κοινωνιών; «Οι ερωτικές σχέσεις είναι πράγµατι ένα πεδίο της ανθρώπινης εµπειρίας όπου η «ρευστότητα» της ζωής εκφράζεται σε όλη τη δραµατική της βαρύτητα και βιώνεται µε τον πιο οδυνηρό τρόπο. Είναι ο τόπος όπου οι πιο ισχυρές αµφισηµίες, που εκφράζουν τα πιο µεγάλα διακυβεύµατα της σύγχρονης ζωής, µπορούν να παρατηρηθούν από κοντά. Από τη µια µεριά, σε έναν κόσµο ασταθή και γεµάτο δυσάρεστες εκπλήξεις, όλοι έχουν όλο και περισσότερο ανάγκη για έναν πιστό και αφοσιωµένο σύντροφο. Από την άλλη µεριά ωστόσο όλοι φοβούνται να δεσµευτούν µε µια πίστη και µια αφοσίωση αυτού του τύπου. Και αν στο φως των νέων ευκαιριών ο τωρινός σύντροφος έπαψε να είναι ενεργητικό και έγινε παθητικό στοιχείο µιας σχέσης; Και αν ο σύντροφός µας είναι ο πρώτος που αποφασίσει ότι δεν πάει άλλο, µε

Page 75: Bauman Crisis

αποτέλεσµα η δική µας αφοσίωση να καταλήγει στα άχρηστα; Ολα αυτά µας οδηγούν να προσπαθούµε να πραγµατοποιήσουµε το αδύνατο: να έχουµε µια σταθερή σχέση παραµένοντας ταυτόχρονα ελεύθεροι να την διαλύσουµε όποτε θέλουµε. Ή, µε άλλα λόγια, να θέλουµε να ζήσουµε έναν αληθινό, βαθύ και παντοτινό έρωτα, ο οποίος να µπορεί να διαλύεται µε την πρώτη ευκαιρία. Νοµίζω ότι πολλές προσωπικές τραγωδίες πηγάζουν από αυτή την άλυτη αντίφαση. Πριν από δέκα µόνον χρόνια η µέση διάρκεια ενός γάµου ήταν εφτά χρόνια. Εδώ και δύο χρόνια δεν είναι πλέον παρά δεκαοχτώ µήνες. Ο έρωτας εµφανίζεται στην πρώτη γραµµή των παράπλευρων απωλειών της ρευστής νεωτερικότητας. Και οι περισσότεροι από µας, που τον έχουµε ανάγκη και τρέχουµε από πίσω του, καταγραφόµαστε και εµείς στις απώλειες». - Εσείς θεωρείτε την «ηθικότητα» ως µια απάντηση στον κατακερµατισµό της κοινωνίας και στην προσωρινότητα των δεσµεύσεων. Γιατί; «Οπως προσπάθησα να εξηγήσω, η αντίφαση µε την οποία αναµετριόµαστε είναι πραγµατική και καµιά πρόδηλη -για να µη µιλήσουµε για έτοιµη- λύση δεν είναι διαθέσιµη. Το να θέλουµε να σώσουµε τον έρωτα από τη δίνη της «ρευστής ζωής» έχει υποχρεωτικά ένα κόστος. Η ηθικότητα, όπως και ο έρωτας, έχει κόστος και δεν είναι συνταγή για µιαν εύκολη ζωή χωρίς υποχρεώσεις, όπως µπορούν να υπόσχονται οι διαφηµίσεις καταναλωτικών αγαθών. Η ηθικότητα σηµαίνει «να υπάρχεις για τον άλλον». ∆εν ανταµείβει την αγάπη για τον εαυτό µας. Η ικανοποίηση που προσφέρει η ηθικότητα σε αυτόν που αγαπάει πηγάζει από την ευτυχία της αγαπηµένης ύπαρξης. Αντίθετα µε όσα µπορούν να λένε οι διαφηµίσεις, το να δωρίζεις τον εαυτό σου σε µιαν άλλη ανθρώπινη ύπαρξη προσφέρει µια πραγµατική και σταθερή ευτυχία. ∆εν µπορούµε να απαρνούµαστε την αυτοθυσία και ταυτόχρονα να περιµένουµε να ζήσουµε την «αληθινή αγάπη» που ονειρευόµαστε. Ο Τσβετάν Τοντόροφ ορθά υπέδειξε το γεγονός ότι, αντίθετα µε ό,τι πιστεύεται από πολλούς, η αληθινή αξία, αυτή που θα έπρεπε να επιδιώκεται και να γίνεται πράξη, είναι η καλοσύνη και όχι το «καλό». Πολλά απεχθή εγκλήµατα, συλλογικά και ατοµικά, διαπράχθηκαν στη διάρκεια του προηγούµενου αιώνα (και διαπράττονται ακόµη και σήµερα) στο όνοµα του καλού. Το καλό παραπέµπει σε µιαν απόλυτη αξία. Αν γνωρίζω ποιο είναι το καλό, αισθάνοµαι εξουσιοδοτηµένος να δικ αιολογώ οποιαδήποτε ωµότητα στο όνοµά του. Η καλοσύνη σηµαίνει αντίθετα να ακούω τον άλλον, προϋποθέτει ένα διάλογο, µιαν ευαισθησία για τους λόγους που ο άλλος µπορεί να επικαλείται. Το καλό παραπέµπει στη βεβαιότητα και στην αυτάρκεια, ενώ η καλοσύνη παραπέµπει µάλλον στην αµφιβολία και την αβεβαιότητα

Αναρτήθηκε από Νοσφεράτος στις 9:48 πµ

Page 76: Bauman Crisis

Nεωτερικοτητα και ταυτότητες

Νεωτερικοτητα και ταυτότητες

Νεωτερικοτητα και ταυτότητες : Ταξινόµηση, επαναπροσδιορισµός, και περιορισµός της ετερότητας, Με την έλευση της νεωτερικής αναταραχής, µε τη διάλυση των παραδόσεων και των κοινοτήτων που κατέστησε ρευστές τις άλλοτε στέρεες κατηγορίες και « εξάχνωσε » τις ατοµικές ταυτότητες, οι προνεωτερικες λύση του προβλήµατος της ταυτότητας και της ετερότητας(δηλαδή του σαφούς διαχωρισµού), αποδείχθηκε ανεπαρκής. Αν για τον προνεωτερικό άνθρωπο, η αλήθεια και η πραγµατικότητα, αποτελούσαν κάτι δεδοµένο ,το προϊόν της πρόθεσης του Θεού , αναλλοίωτη θέση του ανθρώπου στην αλυσίδα της ύπαρξης στον νεωτερικό κόσµο η θέση στον κόσµο καθίσταται ατοµικό καθήκον, κάτι που πρέπει να κερδηθείς, να κατακτηθεί, να οχυρωθεί και να υπερασπισθεί.« Η νοµιµότητα των διαφορών που ανακαλύφθηκαν ανάµεσα στα είδη»,διαφορών που δεν έδεναν πια µεταξύ τους τα «µη στέρεα» νεωτερικά µεµονωµένα άτοµα και βιωνόταν ετσι καθηµερινά ως εύκαµπτες και εύπλαστες, δεν ήταν πια αυτοµάτως διασφαλισµένη. Νέες διαφορές έµελλε πια να υφανθούν στον ολοένα αυξανόµενο όγκο καθώς τα επινοηµένα µορφώµατα µιας οµογενοποιηµένης τάξης επιβαλλόταν σε µια ανάκατη, ετερογενή και πολυειδή πραγµατικότητα. Η καταστροφή της διαφοράς ήταν τώρα η συνθήκη της τάξης: αυτή ήταν η νωτερική εκδοχή της καταστροφής- µια δηµιουργική καταστροφή, µια καταστροφή αξεχώριστη από τη θετική προσπάθεια συγκρότησης της ταξης. Στο διάταγµα απέλασης των Εβραιων βλ ο βασιλιάς Φερδινάνδος της Ισπανίας, εγκαινίασε µια στρατηγική που επρόκειτο να εφαρµοστεί, µε µεγαλύτερο η µικρότερο ζήλο και µε µεγαλύτερη η µικρότερη επιτυχία, σε όλη τη νεωτερική ιστορία και σε όλα τα µέρη της υφηλίου που επηρεάσθηκαν από τη «διαδικασία της νεωτερικότητας»

Στην κοσµοαντίληψη της παραδοσιακής κοινωνίας κάποιος βρισκόταν σε πλεονεκτική θέση σε σχέση µε τον άλλο επειδή διέθετε τόσο ριζικά φυσικά χαρακτηριστικά ώστε η ιδέα ότι θα µπορούσε να αναγνωρίσει τον εαυτό του στον άλλο φαινόταν απλούστατα κενή νοήµατος Αντίθετα στη νεωτερικοτητα ανεξάρτητα από τον τόπο όπου είδε το φως ο άλλος έγινε αντιληπτός ως όµοιος, ως υποκείµενο ίσο µε κάθε άλλο υποκείµενο και προικισµένο µε τα ίδια δικαιώµατα µε αυτό. Η θεµελιώδης αρχή ήταν η ισότητα των συνθηκών :το υποκείµενο είναι αυτό που είναι και έχει τα δικαιώµατα που του αναγνωρίζονται, όχι λόγω της συµµετοχής του σε µια οµάδα , αλλά λόγω της ατοµικότητας του αυτής καθ εαυτή. Εποµένως η κεντρική ιδέα του δεύτερου µηχανισµού στον οποίο στηρίχθηκε ο νεωτερικός ανθρωπισµός ήταν ή οριοθετηση, η περιχαρακωση ο περιορισµός της ετερότητας και του άλλου Στα πρώτα χρόνια της νεωτερικής εποχής ,όπως µας υπενθύµισε ο Μισελ Φουκό, οι αρχές κάθε πόλης συγκέντρωναν τους τρελούς, τους φόρτωναν στα Narrenschiffen (πλοία των τρελών) και τους ξαπόστελναν στη θάλασσα οι τρελοί αντιπροσώπευαν «το σκότος, την αταξία και την χαοτική κίνηση(…)που

Page 77: Bauman Crisis

αντιτάσσεται στη φωτεινότητα και σταθερότητα του ενήλικου νου »η δε θάλασσα «αντιπροσώπευε το υγρό στοιχείο, «που παρασύρει αλλά και κάτι ακόµα:εξαγνίζει»

Αυτός ο περιορισµός της ετερότητας µε τη σειρά του είχε ως συνέπεια την εγκαθίδρυση µιας συνέχειας στο κοινωνικό πεδίο συνέχεια που συνέβαλε τουλάχιστον κατ αρχήν στην κινητικότητα των δηµοκρατικών κοινωνιών, στις οποίες κάθε άτοµο είχε ίση δυνατότητα να αιτήσει να καταλάβει όλες τις θέσεις και κανένα άτοµο δεν αποκλειόταν λόγω της φύσης του η της συµµετοχής του σε µια οµάδα. Αντίθετα, το αµετάβλητο των ιεραρχικών κοινωνιών συνίστατο στο γεγονός ότι η θέση του καθενός προσδιοριζόταν αµετάκλητα από τη συµµετοχή του σε κάποια οµάδα

. «Η νέα αυτή αντίληψη για τον άλλον ανέτρεψε εκ βάθρων τη γενική οικονοµία της ετερότητας. Το ερώτηµα µε βάση το οποίο εκτυλίχθηκε η µετάβαση από τον ένα µηχανισµό (της παραδοσιακής κοινωνίας ) στον άλλο ( της νεωτερικότητας) δεν ήταν αν υπάρχουν περισσότερες ή λιγότερες πραγµατικές ανισότητες ανάµεσα στα άτοµα καθώς µάλιστα ήταν δυνατόν να υπάρχουν πολύ µεγάλες πραγµατικές ανισότητες και στη νεωτερική οικονοµία. Η νεωτερική επανάσταση της ισότητας έθεσε τέλος στο σύστηµα της περιχαράκωσης των ανθρώπων στις διάφορες τους και εγκαινίασε την αµοιβαία δεκτικότητα της µιας ταυτότητας στην άλλη. Η νέα οικονοµία της ετερότητας µετασχηµάτισε τη σχέση µε τον άλλο , καθώς σήµαινε ότι η σχέση εµπεριέχει την δυνατότητα αµοιβαίας ταύτισης»

Όµως πολλές φορές αυτή η αµοιβαία δεκτικότητα προϋπέθετε την εξαφάνισης της ετερότητας και του άλλου «Ο τυπικός σύγχρονος ξένος» γράφει ο Ζygmunt Bauman υπήρξε το απόρριµµα του ταξινοµητικού ζήλου του (νεωτερικου )κράτους«Οι νεωτερικοι ξένοι δεν ταίριαζαν στο όραµα της τάξη. Όταν χαράζεις διαχωριστικές γραµµές και ξεχωρίζεις τα διαιρεµένα, οτιδήποτε θολώνει η διαρρηγνύει τις γραµµές αυτές υπονοµεύει και βλάπτει την εκτέλεση του έργου σου Ο σηµασιολογικός υπό η υπερκαθορισµός του ξένου έφθειρε τις ξεκάθαρες οριοθετήσεις και κατέστρεφε τις σηµατοδοτήσεις . Και µόνο µε τη παρουσία τους , οι ξένοι επενέβαιναν στο έργο που το Κράτος είχε υποσχεθεί πως θα επιτελέσει και εµπόδιζαν τις προσπάθειες του για να το ολοκληρώσει. Προκαλούσαν δηλαδή µια αίσθηση αβεβαιότητας εκεί που θα έπρεπε να κυριαρχεί η βεβαιότητα και η σαφήνεια . Στην αρµονική και λογική τάξη που επρόκειτο να οικοδοµηθεί ΄δεν ήταν δυνατόν να υπάρξει χώρος ΄για τα «µήτε το ένα µήτε το άλλο» για τα στρεβλά , για τα αµφίσηµα. Η οικοδόµηση µιας τέτοιας τάξης σήµαινε συντριπτικό πόλεµο κατά των ξένων και του ξένου στοιχείο»

«Σε αυτόν τον πόλεµο»- ΄συνεχίζει ο Ζygmunt Bauman εφαρµόσθηκαν κατά περιόδους δυο εναλλακτικές αλλά και συµπληρωµατικές µεταξύ τους στρατηγικές. Η µια ήταν ανθρωποφαγική: οι ντόπιοι εξαφάνιζαν τους ξένους καταβροχθίζοντας τους και εν συνεχεία µεταµορφώνοντας τους ως δια µεταβολισµού σε µια υφή αξεχώριστη από τη δική τους. Αυτή ήταν η στρατηγική της αφοµοίωσης ,που είχε στόχο να εξοµοιώσει το διαφορετικό, να καταπνίξει τις πολιτισµικές και γλωσσικές διαφορές , να απαγορεύσει κάθε παράδοση και πίστη πέρα από εκείνες που επρόκειτο να τροφοδοτήσουν τη συµµόρφωση στην νέα ολοκληρωτική τάξη και να προωθήσει και να επιβάλλει ένα και µοναδικό µέτρο υποταγής. Η άλλη στρατηγική ήταν ανθρωποεµετική :το σχέδιο της ήταν να« ξεράσει »τους ξένους ,να τους εκτοπίσει πέρα από τα όρια του τακτοποιηµένου κόσµου και να αποτρέψει κάθε επικοινωνία τους µε

Page 78: Bauman Crisis

τους εντός των ορίων . Αυτή ήταν η στρατηγική του αποκλεισµού ΄στόχο είχε να περιορίσει τους ξένους µέσα στα ορατά τείχη των γκέτο ή να τους απαγορεύσει , αδιόρατα µεν αλλά πραγµατικά, τη συµβίωση, την επιγαµία και τις εµπορικές συναλλαγές µε τους γνώριµος άλλους δηλαδή είχε σκοπό της να κάνει «κάθαρση»- να εκτοπίζει τους ξένους πέρα από τα σύνορα της διευθετούµενης και υπό διαχείριση εδαφικής ζώνης . Κι αν κανένα από τα δυο µέτρα δεν µπορούσε να εφαρµοσθεί, τότε ακολουθούσε η φυσική εξόντωση των ξένων»

* Ζygmunt Bauman Η Μετανωτερικότητα και τα δεινά της

Aπο τη Σπηλια του Νοσφερατου.. http://nosferatos.blogspot.com/2008/08/blog-post_20.html

Page 79: Bauman Crisis

Οι ρίζες της βίας Του ΖΙΓΚΜΟΥΝΤ ΜΠΑΟΥΜΑΝ

Η κοινωνία µας έχει γίνει αυάλωτη όσο πιθανόν δεν υπήρξε ποτέ στην ιστορία της. Η ευπάθειά της είναι το παράπλευρο αποτέλεσµα εκείνων των ίδιων των κατακτήσεών της (εντυπωσιακές πρόοδοι στον τοµέα των τεχνολογιών της πληροφορικής και της επικοινωνίας, πρωτόγνωρη κινητικότητα, ευκολία µεταφορών χωρίς προηγούµενα) που καθιστούν άνετη και από πολλές απόψεις ασφαλή και ευχάριστη τη ζωή µας. Η ευπάθεια εποµένως είναι το τίµηµα που οφείλουµε να πληρώνουµε και δεν µπορούµε παρά να συνεχίσουµε να πληρώνουµε για να ζούµε τόσο άνετα. *Ετσι το άνοιγµα εκείνης που αποκαλείται «η ανοιχτή κοινωνία» των καιρών µας έχει αποκτήσει νέο νόηµα, που δεν είχε προβλεφθεί από τον θεωρητικό της, τον Καρλ Πόπερ. Αυτό το άνοιγµα δεν είναι πλέον πολύτιµο όσο και εύθραυστο προϊόν µιας θαρραλέας αυτοεπιβεβαίωσης αλλά έχει γίνει µια αναπότρεπτη µοίρα, ένα παράπλευρο αποτέλεσµα της «αρνητικής παγκοσµιοποίησης». *Τι εννοώ ως αρνητική παγκοσµιοποίηση; Μια παγκοσµιοποίηση όχι οικουµενική και ολική αλλά επιλεκτική: των εµπορικών συναλλαγών και των κεφαλαίων, των ελέγχων και της πληροφόρησης, των εργαλείων του καταναγκασµού και των όπλων, του εγκλήµατος και της τροµοκρατίας. Πρόκειται µε δύο λόγια για έναν τύπο παγκοσµιοποίησης που δεν σέβεται την εδαφική κυριαρχία ούτε τα σύνορα µεταξύ των κρατών, αλλά που (ιδού το παράδοξο) δεν έχει παγκοσµιοποιήσει τις πολιτικές και τους νόµους που θα έπρεπε ωστόσο να είναι σε θέση να ελέγχουν την ίδια τη διαδικασία της παγκοσµιοποίησης. Ετσι, ενώ η ιδέα µιας «ανοιχτής κοινωνίας» αρχικά βασιζόταν στον αυτοκαθορισµό µιας κοινωνίας ελεύθερης και υπερήφανης για τα ανοίγµατά της, σήµερα αυτή η ιδέα είναι στοιχείο της οδυνηρής αυτοσυνείδησης ενός ετερόνοµου και ευάλωτου πληθυσµού, ο οποίος κυριαρχείται από δυνάµεις που δεν είναι σε θέση να ελέγξει ούτε και να κατανοήσει. *Σε έναν παγκοσµιοποιηµένο πλανήτη η ασφάλεια δεν µπορεί να είναι εγγυηµένη σε µια µόνο χώρα ή σε µια περιορισµένη οµάδα χωρών. Το στρεβλό άνοιγµα της κοινωνίας, που ενισχύεται από µιαν αρνητική παγκοσµιοποίηση, είναι το ίδιο αιτία αδικίας και εποµένως συγκρούσεων και βίας. Είναι η συµπεριφορά των ΗΠΑ µαζί µε εκείνη των δορυφόρων τους -όπως η Παγκόσµια Τράπεζα, το ∆ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο και η Παγκόσµια Οργάνωση Εµπορίου- αυτή που έχει δηµιουργήσει υποπροϊόντα όπως ο εθνικισµός, ο θρησκευτικός φανατισµός, ο φασισµός και προφανώς η τροµοκρατία, που προχωρούν βαδίζοντας πλάι πλάι µε το νεοφιλελεύθερο σχέδιο παγκοσµιοποίησης. Ετσι, η αυξανόµενη επιδείνωση της αδικίας εγγυάται ότι η περιοχή στρατολόγησης των τροµοκρατών µεγαλώνει αντί να µικραίνει. Η αγορά χωρίς σύνορα είναι το έµβληµα της αδικίας και της αταξίας του νέου κόσµου, στον οποίο -αντίθετα προς αυτό που έλεγε ο Κλαούζεβιτς- είναι η πολιτική αυτή που αποτελεί τη συνέχιση του πολέµου µε άλλα µέσα. *Μπορούµε, όµως, αληθινά να πολεµήσουµε την τροµοκρατία; Εξαρτάται από το πώς θέλουµε να κάνουµε αυτόν τον πόλεµο. Γιατί, αν εξετάσουµε τη φύση της σύγχρονης τροµοκατίας, η ίδια η έννοια του πολέµου εναντίον της τροµοκρατίας είναι µια αναίσχυντη λογική αντίφαση. Τα σύγχρονα όπλα, που έχουν σχεδιαστεί και κατασκευαστεί στην εποχή των εισβολών και των εδαφικών κατακτήσεων και συνεπώς είναι

Page 80: Bauman Crisis

µεγάλα, ογκώδη και βαριά, είναι ιδιαίτερα ακατάλληλα για να εντοπίσουν, να πλήξουν και να καταστρέψουν κινητούς και µεταµφιεσµένους στόχους. Αν εξετάσουµε την τυπολογία των σύγχρονων όπλων που διαθέτουν οι στρατοί, οι απαντήσεις σε αυτές τις τροµοκρατικές δράσεις καταλήγουν να είναι αδέξιες και άστοχες και να παράγουν περισσότερο τρόµο από εκείνον που θα µπορούσαν να προκαλέσουν µόνοι τους οι τροµοκράτες. *Η τροµοκρατία θα εξαλειφθεί µόνον όταν (και αν) θα κοπούν οι κοινωνικο-πολιτικές της ρίζες. Αυτό θα απαιτήσει πολύ περισσότερο χρόνο, πολύ περισσότερες προσπάθειες και όχι µια σειρά στρατιωτικών και αστυνοµικών επιχειρήσεων. Ο αληθινός πόλεµος εναντίον της τροµοκρατίας, εκείνος στον οποίο µπορούµε να νικήσουµε, δεν διεξάγεται στις κατεστραµµένες ιρακινές και αφγανικές πόλεις, αλλά µε τη διαγραφή των χρεών των φτωχών χωρών, µε το άνοιγµα των πλούσιων αγορών µας στα προϊόντα τους, µε την υποστήριξη εκπαιδευτικών προγραµµάτων για τα 115 εκατ. των παιδιών που δεν έχουν πρόσβαση στο σχολείο. *Ενας αποτελεσµατικός πόλεµος εναντίον της τροµοκρατίας δεν µπορεί να διεξαχθεί σε ένα µοναδικό µέτωπο, προσπαθώντας µόνον και αποκλειστικά να καταστρέψουµε τους υπάρχοντες τροµοκρατικούς πυρήνες. Το δεύτερο µέτωπο πρέπει να είναι εκείνο του πολέµου εναντίον της φτώχειας, εναντίον των λόγων που αρνούνται σε εκατοµµύρια ανθρώπινες υπάρξεις το δικαίωµα σε µιαν αξιοπρεπή ζωή. Αυτός ο πόλεµος δεν έχει ακόµα αρχίσει, αλλά οι µάχες που θα διεξαχθούν σε αυτό το δεύτερο µέτωπο θα είναι καθοριστικές. *Υπάρχει έπειτα και ένα άλλο µέτωπο, το τρίτο, εκείνο στο οποίο εµείς, οι πολίτες των ανοιχτών κοινωνιών, µέχρι τώρα έχουµε υποστεί τις πιο ανησυχητικές ήττες. Πρόκειται για το µέτωπο της υπεράσπισης των δηµοκρατικών µας ελευθεριών, εκείνων των ελευθεριών που καθιστούν την κοινωνία µας «ανοιχτή» και άξια υπεράσπισης ακόµη και µε τα όπλα στο χέρι.

ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ - 10/09/2006

Copyright © 2008 Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.