B ) 2015/534 17 2015 /2015/13) · (ee l 86 της 31.3.2015, σ. 13) ... αριθ. 1606/2002 για...

323
Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο B ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/534 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 17ης Μαρτίου 2015 για την υποβολή εποπτικών αναφορών σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση (ΕΚΤ/2015/13) (EE L 86 της 31.3.2015, σ. 13) Τροποποιείται από: Επίσημη Εφημερίδα αριθ. σελίδα ημερομηνία M1 Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1538 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 25ης Αυγούστου 2017 L 240 1 19.9.2017 Διορθώνεται από: C1 Διορθωτικό ΕΕ L 65 της 8.3.2018, σ. 48 (2017/1538) 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 1

Transcript of B ) 2015/534 17 2015 /2015/13) · (ee l 86 της 31.3.2015, σ. 13) ... αριθ. 1606/2002 για...

  • Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των

    προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο

    ►B ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/534 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

    της 17ης Μαρτίου 2015

    για την υποβολή εποπτικών αναφορών σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση (ΕΚΤ/2015/13)

    (EE L 86 της 31.3.2015, σ. 13)

    Τροποποιείται από:

    Επίσημη Εφημερίδα

    αριθ. σελίδα ημερομηνία

    ►M1 Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1538 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 25ης Αυγούστου 2017

    L 240 1 19.9.2017

    Διορθώνεται από:

    ►C1 Διορθωτικό ΕΕ L 65 της 8.3.2018, σ. 48 (2017/1538)

    02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 1

    http://data.europa.eu/eli/reg/2015/534/oj/ellhttp://data.europa.eu/eli/reg/2015/534/oj/ellhttp://data.europa.eu/eli/reg/2015/534/oj/ellhttp://data.europa.eu/eli/reg/2015/534/oj/ellhttp://data.europa.eu/eli/reg/2015/534/oj/ellhttp://data.europa.eu/eli/reg/2017/1538/oj/ellhttp://data.europa.eu/eli/reg/2017/1538/oj/ellhttp://data.europa.eu/eli/reg/2017/1538/oj/ellhttp://data.europa.eu/eli/reg/2017/1538/oj/ellhttp://data.europa.eu/eli/reg/2017/1538/oj/ellhttp://data.europa.eu/eli/reg/2017/1538/oj/ellhttp://data.europa.eu/eli/reg/2017/1538/oj/ellhttp://data.europa.eu/eli/reg/2017/1538/corrigendum/2018-03-08/oj/ellhttp://data.europa.eu/eli/reg/2017/1538/corrigendum/2018-03-08/oj/ellhttp://data.europa.eu/eli/reg/2017/1538/corrigendum/2018-03-08/oj/ell

  • 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 2

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/534 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

    της 17ης Μαρτίου 2015

    για την υποβολή εποπτικών αναφορών σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση (ΕΚΤ/2015/13)

    ΤΙΤΛΟΣ I

    ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

    ▼M1

    Άρθρο 1

    Αντικείμενο και γενικές αρχές

    1. Ο παρών κανονισμός θεσπίζει υποχρεώσεις που αφορούν την υπο βολή, στις ΕΑΑ, εποπτικών αναφορών σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση από:

    α) σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν διεθνή λογιστικά πρότυπα δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 για την υποβολή εποπτικών αναφορών σε ενοποιημένη βάση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

    β) σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην των αναφερομένων στο στοι χείο α), τα οποία εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ σε ενοποιημένη βάση·

    γ) σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα σε ατομική βάση και σημαντικά υποκαταστήματα·

    δ) σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα όσον αφορά θυγατρικές οι οποίες λειτουργούν σε μη συμμετέχον κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα·

    ε) λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν διεθνή λογιστικά πρότυπα δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 για την υποβολή εποπτικών αναφορών σε ενοποιημένη βάση σύμ φωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

    στ) λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην των αναφερομένων στο στοιχείο ε), τα οποία εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ σε ενοποιημένη βάση·

    ζ) λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα σε ατομική βάση και λιγό τερο σημαντικά υποκαταστήματα.

    2. Κατ’ εξαίρεση από τα άρθρα 7 και 14, πιστωτικά ιδρύματα στα οποία έχει χορηγηθεί απαλλαγή από την εφαρμογή των απαιτήσεων προληπτικής εποπτείας σε ατομική βάση σύμφωνα με το άρθρο 7 ή 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 δεν υποχρεούνται να υποβάλ λουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση σε ατομική βάση δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Στην περίπτωση πιστωτικών ιδρυμάτων που δεν υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχε τικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση σε ατομική βάση δυνάμει της παρούσας παραγράφου, οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ όλα τα καθο ριζόμενα στο παράρτημα III ή IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 υποδείγματα που συλλέγουν σε σχέση με τα εν λόγω πιστωτικά ιδρύματα.

    3. Σε περίπτωση που αρμόδιες αρχές, περιλαμβανομένης της ΕΚΤ, απαιτούν από τα ιδρύματα να συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο δεύτερο έως τέταρτο μέρος και στο έκτο έως όγδοο μέρος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στον τίτλο VII της

    ▼B

  • 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 3

    οδηγίας 2013/36/ΕΕ σε υποενοποιημένη βάση σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα εν λόγω ιδρύ ματα συμμορφώνονται και σε υποενοποιημένη βάση με τις υποχρεώσεις του παρόντος κανονισμού σε ενοποιημένη βάση.

    3α. Σε περίπτωση εφαρμογής της μεθόδου της μερικής ενοποίησης από μητρικά ιδρύματα, δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφος 1 του κανο νισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα εν λόγω ιδρύματα συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις του παρόντος κανονισμού σε ατομική βάση, εφαρμό ζοντας μόνο τη μέθοδο μερικής ενοποίησης.

    4. Οι ΕΑΑ και/ή οι εθνικές κεντρικές τράπεζες μπορούν να χρησι μοποιούν τα δεδομένα που συλλέγονται σύμφωνα με τον παρόντα κανο νισμό για τυχόν άλλες εργασίες.

    5. Ο παρών κανονισμός δεν επηρεάζει τα λογιστικά πρότυπα που εφαρμόζουν οι εποπτευόμενες οντότητες στους ενοποιημένους ή ετήσι ους λογαριασμούς τους και δεν μεταβάλλει τα λογιστικά πρότυπα που εφαρμόζονται για την υποβολή εποπτικών αναφορών. Δεδομένου ότι οι εποπτευόμενες οντότητες εφαρμόζουν διαφορετικά λογιστικά πρότυπα, υποβάλλονται μόνο πληροφορίες σχετικά με τους κανόνες αποτίμησης, περιλαμβανομένων των μεθόδων αποτίμησης των ζημιών πιστωτικού κινδύνου, που ισχύουν στο πλαίσιο των οικείων λογιστικών προτύπων και εφαρμόζονται από τις αντίστοιχες εποπτευόμενες οντότητες σε ατο μική ή ενοποιημένη βάση. Για τους σκοπούς αυτούς, προβλέπονται ειδικά υποδείγματα υποβολής αναφορών για τις εποπτευόμενες οντότη τες που εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ. Τα σημεία δεδομένων των υποδειγμάτων που δεν είναι εφαρμοστέα στις αντίστοιχες εποπτευόμενες οντότητες δεν χρειάζεται να υποβάλλονται.

    6. Σημαντικά και λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα μπορούν να υποβάλλουν στις οικείες ΕΑΑ τις πληροφορίες που απαιτούνται από εκείνα βάσει του παρόντος κανονισμού μέσω του πιστωτικού ιδρύματος από το οποίο ιδρύθηκαν.

    ▼B

    Άρθρο 2

    Ορισμοί

    Εκτός εάν προβλέπεται άλλως, για τους σκοπούς του παρόντος κανονι σμού ισχύουν οι ορισμοί του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17), καθώς και οι ακόλουθοι ορισμοί:

    (1) «ΔΛΠ» και «ΔΠΧΑ»: «Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα» και «Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς», κατά την έννοια του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002·

    (2) «θυγατρική»: θυγατρική όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, η οποία είναι πιστωτικό ίδρυμα κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 1 του ίδιου κανονισμού·

    ▼M1 __________

    ▼B (4) «ενοποιημένη βάση»: ενοποιημένη βάση κατά τους ορισμούς του

    άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο 48) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

    (5) «υποενοποιημένη βάση»: υποενοποιημένη βάση κατά τους ορι σμούς του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο 49) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

    ▼M1

  • 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 4

    (6) «σημαντικό πιστωτικό ίδρυμα»: πιστωτικό ίδρυμα το οποίο έχει την ιδιότητα σημαντικής εποπτευόμενης οντότητας·

    (7) «λιγότερο σημαντικό πιστωτικό ίδρυμα»: πιστωτικό ίδρυμα το οποίο δεν έχει την ιδιότητα σημαντικής εποπτευόμενης οντότητας·

    (8) «σημαντικό υποκατάστημα»: υποκατάστημα το οποίο έχει την ιδιό τητα σημαντικής εποπτευόμενης οντότητας η οποία δεν ανήκει σε εποπτευόμενο όμιλο και ιδρύεται σε συμμετέχον κράτος μέλος από πιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί σε μη συμμετέχον κράτος μέλος·

    (9) «λιγότερο σημαντικό υποκατάστημα»: υποκατάστημα το οποίο δεν έχει την ιδιότητα σημαντικής εποπτευόμενης οντότητας η οποία δεν ανήκει σε εποπτευόμενο όμιλο και ιδρύεται σε συμμετέχον κράτος μέλος από πιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί σε μη συμμετέχον κράτος μέλος.

    Άρθρο 3

    Μεταβολή ιδιότητας εποπτευόμενης οντότητας

    1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, μία εποπτευόμενη οντότητα χαρακτηρίζεται ως σημαντική δώδεκα μήνες αφότου της κοι νοποιηθεί απόφαση κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 45 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17). Η οντότητα υπο βάλλει πληροφορίες σύμφωνα με τον τίτλο II του παρόντος κανονισμού ως σημαντική εποπτευόμενη οντότητα κατά την ημερομηνία αναφοράς της πρώτης υποβολής αναφορών μετά τον χαρακτηρισμό της ως σημα ντικής.

    2. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, μία εποπτευόμενη οντότητα χαρακτηρίζεται ως λιγότερο σημαντική αφότου της κοινοποι ηθεί απόφαση κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 46 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17). Στη συνέχεια αρχίζει να υποβάλλει πληροφορίες σύμφωνα με τον τίτλο III του παρόντος κανονισμού.

    ΤΙΤΛΟΣ II

    ΥΠΟΒΟΛΗ ΑΝΑΦΟΡΩΝ ΑΠΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΣΕ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΚΑΙ ΑΤΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ

    ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΣΕ ΑΤΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    Υποβολή αναφορών σε ενοποιημένη βάση

    Άρθρο 4

    Μορφότυπος και συχνότητα υποβολής αναφορών σε ενοποιημένη βάση και ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών και αποστολής για σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν ΔΠΧΑ για την υποβολή εποπτικών αναφορών σε ενοποιημένη βάση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού

    (ΕΕ) αριθ. 575/2013

    Σύμφωνα με το άρθρο 99 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν ΔΠΧΑ δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 για την υποβολή επο πτικών αναφορών σε ενοποιημένη βάση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 υποβάλλουν επο πτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση κατά τα προβλεπόμενα στα άρθρα 2, 3 και 10 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 σε ενοποιημένη βάση.

    ▼M1

  • 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 5

    Άρθρο 5

    Μορφότυπος και συχνότητα υποβολής αναφορών σε ενοποιημένη βάση και ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών και αποστολής για σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ εθνικά λογιστικά πλαίσια σε

    ενοποιημένη βάση

    Σύμφωνα με το άρθρο 99 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην εκείνων του άρθρου 4, τα οποία εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ σε ενοποιημένη βάση, υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση σε ενοποιημένη βάση κατά τα προβλεπόμενα στα άρθρα 2, 3 και 11 του εκτελεστικού κανονι σμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    Υποβολή αναφορών σε ατομική βάση

    Άρθρο 6

    Μορφότυπος και συχνότητα υποβολής αναφορών σε ατομική βάση για πιστωτικά ιδρύματα που δεν ανήκουν σε σημαντικό εποπτευό

    μενο όμιλο και για σημαντικά υποκαταστήματα

    1. Σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που δεν ανήκουν σε σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο και εφαρμόζουν ΔΠΧΑ δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002, είτε επειδή καταρτίζουν τους ετήσιους λογαρια σμούς τους σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα τα οποία προβλέπει ο εν λόγω κανονισμός είτε επειδή εφαρμόζουν τα εν λόγω πρότυπα για την υποβολή εποπτικών αναφορών σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ σε ατο μική βάση. Η παρούσα διάταξη ισχύει και για τα σημαντικά υποκατα στήματα.

    2. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών κατά την παράγραφο 1 περιλαμβάνει τις πληροφορίες του άρθρου 9 του εκτελε στικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014, καθώς και αυτές που καθορί ζονται στο υπόδειγμα 40.1 του παραρτήματος III του ίδιου κανονισμού, πραγματοποιείται δε με τη συχνότητα που προβλέπει το εν λόγω άρθρο.

    3. Σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην εκείνων της παραγράφου 1, τα οποία δεν ανήκουν σε σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο και εφαρμό ζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ υποβάλ λουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ. Η παρούσα διάταξη ισχύει και για τα σημαντικά υποκαταστήματα.

    4. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών κατά την παράγραφο 3 περιλαμβάνει τις πληροφορίες του άρθρου 11 του εκτελε στικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014, καθώς και αυτές που καθορί ζονται στο υπόδειγμα 40.1 του παραρτήματος IV του ίδιου κανονισμού, πραγματοποιείται δε με τη συχνότητα που προβλέπει το εν λόγω άρθρο.

    5. Οι πληροφορίες των παραγράφων 2 και 4 ανωτέρω περιλαμβά νουν αποκλειστικά πληροφορίες σχετικά με:

    α) στοιχεία ενεργητικού, υποχρεώσεις, μετοχικό κεφάλαιο, έσοδα και έξοδα που αναγνωρίζονται από την εποπτευόμενη οντότητα βάσει των εφαρμοστέων λογιστικών προτύπων·

    β) ανοίγματα και δραστηριότητες εκτός ισολογισμού όπου συμμετέχει η εποπτευόμενη οντότητα·

    ▼M1

  • 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 6

    γ) συναλλαγές που εκτελεί η εποπτευόμενη οντότητα, πλην των ανα φερόμενων στα στοιχεία α) και β)·

    δ) κανόνες αποτίμησης, περιλαμβανομένων των μεθόδων αποτίμησης των ζημιών πιστωτικού κινδύνου, που ισχύουν δυνάμει των εφαρμο στέων λογιστικών προτύπων και εφαρμόζονται από την εποπτευό μενη οντότητα.

    6. Οι ΕΑΑ μπορούν να συλλέγουν τις πληροφορίες των παραγράφων 2 και 4 που υποβάλλονται στην ΕΚΤ ως τμήμα ενός ευρύτερου εθνικού πλαισίου υποβολής αναφορών το οποίο, σύμφωνα με το εφαρμοστέο ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο, περιλαμβάνει επιπλέον εποπτικές χρηματο οικονομικές πληροφορίες και εξυπηρετεί σκοπούς πέραν των εποπτι κών, για παράδειγμα στατιστικούς.

    7. Κατ’ εξαίρεση από τις παραγράφους 2 και 4, τα σημαντικά πιστω τικά ιδρύματα που δεν ανήκουν σε σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο υποβάλλουν τις πληροφορίες που καθορίζονται στα υποδείγματα 17.1, 17.2 και 17.3 των παραρτημάτων III και IV, καθώς και στο υπόδειγμα 40.2 των παραρτημάτων III και IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014, μόνον εφόσον καταρτίζουν ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις.

    8. Κατ’ εξαίρεση από τις παραγράφους 2 και 4, τα σημαντικά υπο καταστήματα δεν υποχρεούνται να υποβάλλουν τις πληροφορίες που καθορίζονται στα υποδείγματα 17.1, 17.2 και 17.3 των παραρτημάτων III και IV, καθώς και στα υποδείγματα 40.1 και 40.2 των παραρτημά των III και IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014.

    Άρθρο 7

    Μορφότυπος και συχνότητα υποβολής αναφορών σε ατομική βάση για πιστωτικά ιδρύματα που ανήκουν σε σημαντικό εποπτευόμενο

    όμιλο

    1. Σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν ΔΠΧΑ δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002, είτε επειδή καταρτίζουν τους ετήσιους λογαριασμούς τους σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα τα οποία προβλέπει ο εν λόγω κανονισμός είτε επειδή εφαρμόζουν τα εν λόγω πρότυπα για την υποβολή εποπτικών αναφορών σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και ανή κουν σε σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο, υποβάλλουν εποπτικές αναφο ρές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ σε ατομική βάση. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών από τα εν λόγω πιστωτικά ιδρύματα πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 9 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 και περιλαμβάνει τις ελάχιστες κοινές πληροφορίες τις οποίες προβλέπει το παράρτημα I.

    ▼B 2. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τυχόν πρόσθετα υποδείγματα του παραρτήματος ΙΙΙ του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 τα οποία συλλέγουν. Οι ΕΑΑ ανακοινώνουν στην ΕΚΤ εκ των προτέρων τυχόν πρόσθετα υποδείγματα που προτίθενται να διαβιβάσουν.

    ▼M1 3. Σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην εκείνων της παραγράφου 1, τα οποία εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ και ανήκουν σε σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο, υποβάλ λουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ.

    ▼B 4. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών κατά την παράγραφο 3 πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 11 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 και περι λαμβάνει τις ελάχιστες κοινές πληροφορίες τις οποίες προβλέπει το παράρτημα I.

    ▼M1

  • 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 7

    5. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τυχόν πρόσθετα υποδείγματα του παραρτήματος IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 τα οποία συλλέγουν. Οι ΕΑΑ ανακοινώνουν στην ΕΚΤ εκ των προτέρων τυχόν πρόσθετα υποδείγματα που προτίθενται να διαβιβάσουν.

    6. Οι πληροφορίες των παραγράφων 1, 2, 4, και 5 υποβάλλονται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5 παράγραφος 5 του παρόντος κανονι σμού.

    7. Οι ΕΑΑ μπορούν να συλλέγουν τα στοιχεία των παραγράφων 1, 2, 4 και 5 που υποβάλλονται στην ΕΚΤ ως τμήμα ενός ευρύτερου εθνικού πλαισίου υποβολής αναφορών το οποίο, σύμφωνα με το εφαρ μοστέο ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο, περιλαμβάνει επιπλέον εποπτικές χρηματοοικονομικές πληροφορίες και εξυπηρετεί και σκοπούς πέραν των εποπτικών, για παράδειγμα στατιστικούς.

    ▼M1

    Άρθρο 8

    Ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών και ημερομηνίες αποστολήςγια σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και σημαντικά

    υποκαταστήματα

    1. Οι ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών για τις πληροφο ρίες των άρθρων 6 και 7 που αφορούν σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και σημαντικά υποκαταστήματα είναι οι εξής:

    α) τριμηνιαίες αναφορές: 31 Μαρτίου, 30 Ιουνίου, 30 Σεπτεμβρίου και 31 Δεκεμβρίου·

    β) εξαμηνιαίες αναφορές: 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου·

    γ) ετήσιες αναφορές: 31 Δεκεμβρίου.

    2. Οι πληροφορίες που αναφέρονται σε ορισμένη περίοδο υποβάλλο νται σωρευτικά από την πρώτη ημέρα του ημερολογιακού έτους έως την ημερομηνία αναφοράς υποβολής αναφορών.

    3. Κατ’ εξαίρεση από τις παραγράφους 1 και 2, εφόσον επιτρέπεται σε σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα να καταρτίζουν τους ετήσιους λογα ριασμούς τους με βάση λογιστικό έτος που αποκλίνει από το ημερολο γιακό έτος, οι ΕΑΑ μπορούν να προσαρμόζουν τις ημερομηνίες ανα φοράς υποβολής αναφορών με βάση το τέλος του λογιστικού έτους. Οι προσαρμοσμένες ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών είναι τρεις, έξι, εννέα και δώδεκα μήνες από την έναρξη του λογιστικού έτους. Οι πληροφορίες που αναφέρονται σε ορισμένη περίοδο υποβάλ λονται σωρευτικά από την πρώτη ημέρα του λογιστικού έτους έως την ημερομηνία αναφοράς υποβολής αναφορών.

    4. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τις πληροφορίες που αφορούν σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και σημαντικά υποκαταστήματα σύμ φωνα με τα άρθρα 6 και 7 έως το πέρας των εργασιών κατά τις ακό λουθες ημερομηνίες αποστολής:

    α) για σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που δεν ανήκουν σε σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο και σημαντικά υποκαταστήματα, τη δέκατη εργάσιμη ημέρα από τις ημερομηνίες αποστολής που αναφέρονται στο άρθρο 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014·

    β) για σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που ανήκουν σε σημαντικό επο πτευόμενο όμιλο, την 25η εργάσιμη ημέρα από τις ημερομηνίες αποστολής που αναφέρονται στο άρθρο 3 του εκτελεστικού κανονι σμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014.

    ▼B

  • 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 8

    5. Οι ΕΑΑ αποφασίζουν πότε τα σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και τα σημαντικά υποκαταστήματα υποχρεούνται να υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση ώστε οι ίδιες να είναι σε θέση να τηρούν τις προαναφερθείσες προθεσμίες.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

    Υποβολή αναφορών από σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα για θυγατρικές εγκατεστημένες στην επικράτεια μη συμμετέχοντος

    κράτους μέλους ή τρίτης χώρας

    Άρθρο 9

    Μορφότυπος και συχνότητα υποβολής αναφορώναπό σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα για θυγατρικές εγκατεστημένες στην επικράτεια μη συμμετέχοντος κράτους μέλους ή τρίτης χώρας

    1. Οι εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφό ρηση για θυγατρικές εγκατεστημένες στην επικράτεια μη συμμετέχοντος κράτους μέλους ή τρίτης χώρας υποβάλλονται ως ακολούθως:

    α) Σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν ΔΠΧΑ σε ενοποι ημένη βάση δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002, περι λαμβανομένων και αυτών που εφαρμόζουν τα εν λόγω πρότυπα για την υποβολή εποπτικών αναφορών σύμφωνα με το άρθρο 24 παρά γραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, διασφαλίζουν ότι οι εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση που καθορίζονται στην παράγραφο 1 του παραρτήματος II υποβάλ λονται στην οικεία ΕΑΑ σε ατομική βάση για θυγατρικές εγκατε στημένες στην επικράτεια μη συμμετέχοντος κράτους μέλους ή τρί της χώρας. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 9 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014.

    β) Σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην των αναφερομένων στο στοι χείο α), τα οποία εφαρμόζουν βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ εθνικά λογιστικά πλαίσια σε ενοποιημένη βάση, διασφαλίζουν ότι οι επο πτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση που καθορίζονται στην παράγραφο 2 του παραρτήματος II υποβάλλονται στην οικεία ΕΑΑ σε ατομική βάση για θυγατρικές εγκατεστημένες στην επικράτεια μη συμμετέχοντος κράτους μέλους ή τρίτης χώρας. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών πραγματο ποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 11 του εκτελε στικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014.

    1α. Στην περίπτωση περισσότερων του ενός πιστωτικών ιδρυμάτων εντός εποπτευόμενου ομίλου τα οποία εφαρμόζουν απαιτήσεις προλη πτικής εποπτείας σε ενοποιημένη βάση, η παράγραφος 1 εφαρμόζεται μόνο όσον αφορά το πιστωτικό ίδρυμα που είναι εγκατεστημένο σε συμμετέχον κράτος μέλος και στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης.

    2. Κατ’ εξαίρεση από την παράγραφο 1, δεν υποβάλλονται χρημα τοοικονομικές πληροφορίες που αφορούν θυγατρικές των οποίων η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού δεν υπερβαίνει τα 3 δισε κατ. ευρώ. Για τον σκοπό αυτόν, η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού προσδιορίζεται βάσει των αναφορών που υποβάλλονται για τους σκοπούς της προληπτικής εποπτείας σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Εάν η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού δεν μπορεί να προσδιοριστεί κατά τα ανωτέρω, προσδιορίζεται με βάση τους πιο πρόσφατους ελεγμένους ετήσιους λογαριασμούς, στην περί πτωση δε που αυτοί δεν είναι διαθέσιμοι, με βάση τους ετήσιους λογα ριασμούς που καταρτίζονται σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική λογι στική νομοθεσία.

    3. Οι πληροφορίες υποβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 από την επόμενη ημερομηνία αναφοράς υποβολής αναφορών για τις τριμηνιαίες αναφορές, εφόσον η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού της

    ▼M1

  • 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 9

    θυγατρικής υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ για τέσσερις συνεχόμενες ημε ρομηνίες αναφοράς για την υποβολή τριμηνιαίων αναφορών. Δεν απαιτεί ται η υποβολή αναφορών κατά την παράγραφο 1 από την επόμενη ημερο μηνία αναφοράς υποβολής αναφορών για τις τριμηνιαίες αναφορές, εφό σον η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού της θυγατρικής δεν υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ για τρεις συνεχόμενες ημερομηνίες αναφο ράς για την υποβολή τριμηνιαίων αναφορών.

    Άρθρο 10

    Ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών και ημερομηνίες αποστολήςόσον αφορά την υποβολή αναφορών από σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα για θυγατρικές εγκατεστημένες στην επικράτεια μη συμμετέχοντος κράτους μέλους ή τρίτης χώρας

    1. Οι πληροφορίες του άρθρου 9 συλλέγονται με βάση τις ίδιες ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών όπως και οι εποπτικές χρηματοοικονομικές πληροφορίες για τα σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που υποβάλλουν αναφορές σε ενοποιημένη βάση. Οι πληροφορίες που αναφέρονται σε ορισμένη περίοδο υποβάλλονται σωρευτικά από την πρώτη ημέρα του λογιστικού έτους που χρησιμοποιείται για την υπο βολή χρηματοοικονομικών πληροφοριών έως την ημερομηνία αναφοράς υποβολής αναφορών. 2. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τις πληροφορίες που αφορούν θυγατρικές εγκατεστημένες στην επικράτεια μη συμμετέχοντος κράτους μέλους ή τρίτης χώρας σύμφωνα με το άρθρο 9 έως το πέρας των εργασιών της 25ης εργάσιμης ημέρας από τις ημερομηνίες αποστολής που αναφέρονται στο άρθρο 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014. 3. Οι ΕΑΑ αποφασίζουν πότε τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση, ούτως ώστε οι ίδιες να είναι σε θέση να τηρούν τις προαναφερθείσες προθεσμίες.

    ΤΙΤΛΟΣ III

    ΥΠΟΒΟΛΗ ΑΝΑΦΟΡΩΝ ΑΠΟ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΣΕ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΚΑΙ ΑΤΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΣΕ ΑΤΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    Υποβολή αναφορών σε ενοποιημένη βάση

    Άρθρο 11

    Μορφότυπος και συχνότητα υποβολής αναφορών σε ενοποιημένη βάσηγια λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα

    1. Λιγότερο σημαντικά ιδρύματα που εφαρμόζουν ΔΠΧΑ δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 για την υποβολή εποπτικών αναφορών σε ενοποιημένη βάση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ σε ενο ποιημένη βάση. 2. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών κατά την παράγραφο 1 πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 9 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 και περι λαμβάνει τις ελάχιστες κοινές πληροφορίες οι οποίες προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παραρτήματος I. 3. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τυχόν πρόσθετα υποδείγματα του παραρτήματος III του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 τα οποία συλλέγουν. Οι ΕΑΑ ανακοινώνουν στην ΕΚΤ εκ των προτέρων τυχόν πρόσθετα υποδείγματα που προτίθενται να διαβιβάσουν.

    ▼M1

  • 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 10

    4. Λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην εκείνων της παρα γράφου 1, τα οποία εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ σε ενοποιημένη βάση, υποβάλλουν εποπτικές ανα φορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ σε ενοποιημένη βάση. Η εν λόγω υποβολή εποπτικών χρηματοοικονο μικών αναφορών πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 11 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 και περι λαμβάνει τις ελάχιστες κοινές πληροφορίες οι οποίες προβλέπονται στην παράγραφο 2 του παραρτήματος I.

    5. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τυχόν πρόσθετα υποδείγματα του παραρτήματος IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 τα οποία συλλέγουν. Οι ΕΑΑ ανακοινώνουν στην ΕΚΤ εκ των προτέρων τυχόν πρόσθετα υποδείγματα που προτίθενται να διαβιβάσουν.

    6. Κατ’ εξαίρεση από τις παραγράφους 4 και 5, η υποβολή εποπτι κών χρηματοοικονομικών αναφορών για λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα των οποίων τα στοιχεία ενεργητικού έχουν συνολική αξία, σε ενοποιημένη βάση, που δεν υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ περιλαμβά νει τις πληροφορίες του παραρτήματος III, ως ελάχιστες κοινές πληρο φορίες, αντί των πληροφοριών της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου. Για τον σκοπό αυτόν, η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού των πιστωτικών ιδρυμάτων σε ενοποιημένη βάση προσδιορίζεται βάσει των αναφορών που υποβάλλονται για τους σκοπούς της προληπτικής εποπτείας σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Εάν η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού δεν μπορεί να προσδιοριστεί κατά τα ανωτέρω, προσδιορίζεται με βάση τους πιο πρόσφατους ελεγμένους ετήσιους λογαριασμούς, στην περίπτωση δε που αυτοί δεν είναι διαθέ σιμοι, με βάση τους ενοποιημένους ετήσιους λογαριασμούς που καταρ τίζονται σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική λογιστική νομοθεσία.

    7. Τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα αρχίζουν να υποβάλ λουν πληροφορίες σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 5 από την επό μενη ημερομηνία αναφοράς για τις τριμηνιαίες αναφορές, εφόσον η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού λιγότερου σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος υπερβαίνει, σε ενοποιημένη βάση, τα 3 δισεκατ. ευρώ, για τέσσερις συνεχόμενες ημερομηνίας αναφοράς για την υπο βολή τριμηνιαίων αναφορών. Τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύ ματα αρχίζουν να υποβάλλουν πληροφορίες σύμφωνα με την παρά γραφο 6, εφόσον η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού λιγό τερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος δεν υπερβαίνει, σε ενοποιημένη βάση, τα 3 δισεκατ. ευρώ, για τρεις συνεχόμενες ημερομηνίες αναφοράς για την υποβολή τριμηνιαίων αναφορών.

    8. Οι πληροφορίες των παραγράφων 2, 3, 4, 5, και 6 υποβάλλονται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6 παράγραφος 5 του παρόντος κανονι σμού.

    9. Οι ΕΑΑ μπορούν να συλλέγουν τις πληροφορίες των παραγράφων 2, 3, 4, 5 και 6 που υποβάλλονται στην ΕΚΤ ως τμήμα ενός ευρύτερου πλαισίου υποβολής αναφορών το οποίο, σύμφωνα με το εφαρμοστέο ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο, περιλαμβάνει επιπλέον εποπτικές χρηματο οικονομικές πληροφορίες και εξυπηρετεί σκοπούς πέραν των εποπτι κών, για παράδειγμα στατιστικούς.

    Άρθρο 12

    Ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών και ημερομηνίες αποστολήςγια λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα

    1. Οι ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών για τις πληροφο ρίες που υποβάλλονται από λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα σε ενοποιημένη βάση και προβλέπονται στο άρθρο 11 είναι οι εξής:

    α) τριμηνιαίες αναφορές: 31 Μαρτίου, 30 Ιουνίου, 30 Σεπτεμβρίου και 31 Δεκεμβρίου·

    ▼M1

  • 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 11

    β) εξαμηνιαίες αναφορές: 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου·

    γ) ετήσιες αναφορές: 31 Δεκεμβρίου.

    2. Οι πληροφορίες που αναφέρονται σε ορισμένη περίοδο υποβάλλο νται σωρευτικά από την πρώτη ημέρα του ημερολογιακού έτους έως την ημερομηνία αναφοράς υποβολής αναφορών.

    3. Κατ’ εξαίρεση από τις παραγράφους 1 και 2, εφόσον επιτρέπεται από τις ΕΑΑ σε λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα να υποβάλ λουν σε ενοποιημένη βάση εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοι κονομική πληροφόρηση με βάση λογιστικό έτος που αποκλίνει από το ημερολογιακό έτος, οι ΕΑΑ μπορούν να προσαρμόζουν τις ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών με βάση το τέλος του λογιστικού έτους. Οι προσαρμοσμένες ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών είναι τρεις, έξι, εννέα και δώδεκα μήνες από την έναρξη του λογιστικού έτους. Οι πληροφορίες που αναφέρονται σε ορισμένη περίοδο υποβάλ λονται σωρευτικά από την πρώτη ημέρα του λογιστικού έτους έως την ημερομηνία αναφοράς υποβολής αναφορών.

    4. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τις πληροφορίες του άρθρου 11 έως το πέρας των εργασιών κατά τις ακόλουθες ημερομηνίες αποστο λής:

    α) για λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία είναι εγκατε στημένα σε συμμετέχον κράτος μέλος και υποβάλλουν αναφορές στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης, την 25η εργάσιμη ημέρα από τις ημερομηνίες αποστολής που αναφέρονται στο άρθρο 3 του εκτε λεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014·

    β) για λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που υποβάλλουν ανα φορές σε ενοποιημένη βάση, πλην εκείνων που αναφέρονται στο στοιχείο α), την 35η εργάσιμη ημέρα από τις ημερομηνίες αποστο λής που αναφέρονται στο άρθρο 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014.

    5. Οι ΕΑΑ αποφασίζουν πότε τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση, ούτως ώστε οι ίδιες να είναι σε θέση να τηρούν τις προαναφερθείσες προθεσμίες.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

    Υποβολή αναφορών σε ατομική βάση

    Άρθρο 13

    Μορφότυπος και συχνότητα υποβολής αναφορών σε ατομική βάση για λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που δεν ανήκουν σε εποπτευόμενο όμιλο και για λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα

    1. Λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν ΔΠΧΑ δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002, είτε επειδή καταρτίζουν τους ετήσιους λογαριασμούς τους σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα που προβλέπει ο εν λόγω κανονισμός είτε επειδή εφαρμόζουν τα εν λόγω πρότυπα για την υποβολή εποπτικών αναφορών σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και δεν ανήκουν σε εποπτευόμενο όμιλο, υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχε τικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ σε ατομική βάση. Η παρούσα διάταξη ισχύει και για λιγότερο σημαντικά υποκατα στήματα.

    2. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών κατά την παράγραφο 1 πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 9 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 και περι λαμβάνει τις ελάχιστες κοινές πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παραρτήματος I.

    ▼M1

  • 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 12

    3. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τυχόν πρόσθετα υποδείγματα του παραρτήματος III του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 τα οποία συλλέγουν. Οι ΕΑΑ ανακοινώνουν στην ΕΚΤ εκ των προτέρων τυχόν πρόσθετα υποδείγματα που προτίθενται να διαβιβάσουν. 4. Λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην εκείνων της παρα γράφου 1, τα οποία εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ και δεν ανήκουν σε εποπτευόμενο όμιλο, υποβάλ λουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ. Η παρούσα διάταξη ισχύει και για λιγότερο σημα ντικά υποκαταστήματα. 5. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών κατά την παράγραφο 4 πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 11 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 και περι λαμβάνει τις ελάχιστες κοινές πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του παραρτήματος I. 6. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τυχόν πρόσθετα υποδείγματα του παραρτήματος IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 τα οποία συλλέγουν. Οι ΕΑΑ ανακοινώνουν στην ΕΚΤ εκ των προτέρων τυχόν πρόσθετα υποδείγματα που προτίθενται να διαβιβάσουν. 7. Οι παράγραφοι 2, 3, 5 και 6 υπόκεινται στις ακόλουθες εξαιρέ σεις: α) η υποβολή εποπτικών αναφορών σχετικά με χρηματοοικονομική

    πληροφόρηση όσον αφορά λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα των οποίων τα στοιχεία ενεργητικού έχουν συνολική αξία έως και 3 δισεκατ. ευρώ περιλαμβάνει τις πληροφορίες του παραρτήματος III, ως ελάχιστες κοινές πληροφορίες, αντί των πληροφοριών των παραγράφων 2, 3, 5 ή 6·

    β) τα λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα δεν υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση εάν η συνο λική αξία των στοιχείων του ενεργητικού τους δεν υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ.

    8. Για τους σκοπούς της παραγράφου 7, η συνολική αξία των στοι χείων του ενεργητικού του λιγότερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος και του λιγότερο σημαντικού υποκαταστήματος προσδιορίζεται βάσει των αναφορών που υποβάλλονται για τους σκοπούς της προληπτικής εποπτείας σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Εάν η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού λιγότερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύ ματος δεν μπορεί να προσδιοριστεί κατά τα ανωτέρω, προσδιορίζεται με βάση τους πιο πρόσφατους ελεγμένους ετήσιους λογαριασμούς, στην περίπτωση δε που αυτοί δεν είναι διαθέσιμοι, με βάση τους ετήσιους λογαριασμούς που καταρτίζονται σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική λογιστική νομοθεσία. Εάν η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργη τικού λιγότερο σημαντικού υποκαταστήματος δεν μπορεί να προσδιορι στεί βάσει των αναφορών που υποβάλλονται για τους σκοπούς της προληπτικής εποπτείας, προσδιορίζεται με βάση τα στατιστικά στοιχεία που υποβάλλονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1071/2013 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ( 1 ). 9. Τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και τα λιγότερο σημα ντικά υποκαταστήματα αρχίζουν να υποβάλλουν πληροφορίες σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3, 5 και 6 από την επόμενη ημερομηνία ανα φοράς για τις τριμηνιαίες αναφορές, εφόσον η συνολική αξία των στοι χείων του ενεργητικού λιγότερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος ή λιγότερο σημαντικού υποκαταστήματος υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ για τέσσερις συνεχόμενες ημερομηνίες αναφοράς για την υποβολή τρι μηνιαίων αναφορών. Τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και τα λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα αρχίζουν να υποβάλλουν πληρο φορίες σύμφωνα με την παράγραφο 7 εφόσον η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού λιγότερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος ή λιγότερο σημαντικού υποκαταστήματος δεν υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ για τρεις συνεχόμενες ημερομηνίες αναφοράς για την υποβολή τριμηνιαίων αναφορών.

    ▼M1

    ( 1 ) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1071/2013 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 24ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με τη λογιστική κατάσταση του τομέα των νομισματικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΚΤ/2013/33) (ΕΕ L 297 της 7.11.2013, σ. 1).

  • 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 13

    10. Οι πληροφορίες των παραγράφων 2, 3, 5, 6 και 7 υποβάλλονται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6 παράγραφος 5 του παρόντος κανονι σμού.

    11. Οι ΕΑΑ μπορούν να συλλέγουν τις πληροφορίες των παραγρά φων 2, 3, 5, 6 και 7 που υποβάλλονται στην ΕΚΤ ως τμήμα ενός ευρύτερου εθνικού πλαισίου υποβολής αναφορών το οποίο, σύμφωνα με το εφαρμοστέο ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο, περιλαμβάνει επιπλέον εποπτικές χρηματοοικονομικές πληροφορίες και εξυπηρετεί και σκο πούς πέραν των εποπτικών, για παράδειγμα στατιστικούς.

    Άρθρο 14

    Μορφότυπος και συχνότητα υποβολής αναφορών σε ατομική βάσηγια πιστωτικά ιδρύματα που ανήκουν σε λιγότερο σημαντικό

    εποπτευόμενο όμιλο

    1. Λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν ΔΠΧΑ δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002, είτε επειδή καταρτίζουν τους ετήσιους λογαριασμούς τους σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα που προβλέπει ο εν λόγω κανονισμός είτε επειδή εφαρμόζουν τα εν λόγω πρότυπα για την υποβολή εποπτικών αναφορών σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, και ανήκουν σε λιγότερο σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο, υποβάλλουν επο πτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ σε ατομική βάση.

    2. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών κατά την παράγραφο 1 πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 9 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 και περι λαμβάνει τις ελάχιστες κοινές πληροφορίες τις οποίες προβλέπει το παράρτημα II.

    3. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τυχόν πρόσθετα υποδείγματα του παραρτήματος III του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 τα οποία συλλέγουν. Οι ΕΑΑ ανακοινώνουν στην ΕΚΤ εκ των προτέρων τυχόν πρόσθετα υποδείγματα που προτίθενται να διαβιβάσουν.

    4. Λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην εκείνων της παρα γράφου 1, τα οποία εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ και ανήκουν σε λιγότερο σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο, υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ.

    5. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών κατά την παράγραφο 4 πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 11 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 και περι λαμβάνει τις ελάχιστες κοινές πληροφορίες που προβλέπει το παράρ τημα II.

    6. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τυχόν πρόσθετα υποδείγματα του παραρτήματος IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 τα οποία συλλέγουν. Οι ΕΑΑ ανακοινώνουν στην ΕΚΤ εκ των προτέρων τυχόν πρόσθετα υποδείγματα που προτίθενται να διαβιβάσουν.

    7. Κατ’ εξαίρεση από τις παραγράφους 2, 3, 5 και 6 η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών από λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα των οποίων τα στοιχεία ενεργητικού έχουν συνο λική αξία έως και 3 δισεκατ. ευρώ περιλαμβάνει τις πληροφορίες του παραρτήματος III. Για τον σκοπό αυτόν, η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού του λιγότερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος προσ διορίζεται βάσει των αναφορών που υποβάλλονται για τους σκοπούς της προληπτικής εποπτείας σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Εάν η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού λιγότερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος δεν μπορεί να προσδιοριστεί κατά τα ανωτέρω, προσδιορίζεται με βάση τους πιο πρόσφατους ελεγμένους ετήσιους λογαριασμούς, στην περίπτωση δε που αυτοί δεν είναι διαθέσιμοι, με βάση τους ετήσιους λογαριασμούς που καταρτίζονται σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική λογιστική νομοθεσία.

    ▼M1

  • 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 14

    8. Τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα αρχίζουν να υποβάλ λουν πληροφορίες σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3, 5 και 6 από την επόμενη ημερομηνία αναφοράς για την υποβολή τριμηνιαίων αναφο ρών, εφόσον η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού λιγότερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ για τέσσερις συνεχόμενες ημερομηνίες αναφοράς για την υποβολή τριμηνι αίων αναφορών. Τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα αρχίζουν να υποβάλλουν πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 7, εφόσον η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού λιγότερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος δεν υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ για τρεις συνεχόμενες ημερομηνίες αναφοράς για την υποβολή τριμηνιαίων ανα φορών.

    9. Οι πληροφορίες των παραγράφων 2, 3, 5, 6 και 7 υποβάλλονται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6 παράγραφος 5 του παρόντος κανονι σμού.

    10. Οι ΕΑΑ μπορούν να συλλέγουν τις πληροφορίες των παραγρά φων 2, 3, 5, 6 και 7 που υποβάλλονται στην ΕΚΤ ως τμήμα ενός ευρύτερου εθνικού πλαισίου υποβολής αναφορών το οποίο, σύμφωνα με το εφαρμοστέο ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο, περιλαμβάνει επιπλέον εποπτικές χρηματοοικονομικές πληροφορίες και σκοπούς πέραν των εποπτικών, για παράδειγμα στατιστικούς.

    Άρθρο 15

    Ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών και αποστολής για λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και λιγότερο σημαντικά

    υποκαταστήματα

    1. Οι ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών για τις πληροφο ρίες των άρθρων 13 και 14 που αφορούν λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα είναι οι εξής:

    α) τριμηνιαίες αναφορές: 31 Μαρτίου, 30 Ιουνίου, 30 Σεπτεμβρίου και 31 Δεκεμβρίου·

    β) εξαμηνιαίες αναφορές: 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου·

    γ) ετήσιες αναφορές: 31 Δεκεμβρίου.

    2. Οι πληροφορίες που αναφέρονται σε ορισμένη περίοδο υποβάλλο νται σωρευτικά από την πρώτη ημέρα του ημερολογιακού έτους έως την ημερομηνία αναφοράς υποβολής αναφορών.

    3. Κατ’ εξαίρεση από τις παραγράφους 1 και 2, εφόσον επιτρέπεται από τις ΕΑΑ σε λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα να υποβάλ λουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση με βάση λογιστικό έτος που αποκλίνει από το ημερολογιακό έτος, οι ΕΑΑ μπορούν να προσαρμόζουν τις ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών με βάση το τέλος του λογιστικού έτους. Οι προσαρμοσμένες ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών είναι τρεις, έξι, εννέα και δώδεκα μήνες από την έναρξη του λογιστικού έτους. Τα στοιχεία που αναφέρονται σε ορισμένη περίοδο υποβάλλονται σωρευτικά από την πρώτη ημέρα του λογιστικού έτους έως την ημερομηνία αναφοράς υποβολής αναφορών.

    ▼M1

  • 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 15

    4. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τις προβλεπόμενες στα άρθρα 13 και 14 εποπτικές χρηματοοικονομικές πληροφορίες που αφορούν λιγό τερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και λιγότερο σημαντικά υποκατα στήματα έως το πέρας των εργασιών κατά τις ακόλουθες ημερομηνίες αποστολής:

    α) για λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που δεν ανήκουν σε εποπτευόμενο όμιλο και για λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα, την 25η εργάσιμη ημέρα από τις ημερομηνίες αποστολής που ανα φέρονται στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 680/2014·

    β) για λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που ανήκουν σε λιγό τερο σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο, την 35η εργάσιμη ημέρα από τις ημερομηνίες αποστολής που αναφέρονται στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 680/2014.

    5. Οι ΕΑΑ αποφασίζουν πότε τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και τα λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα υποχρεούνται να υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση ώστε οι ίδιες να είναι σε θέση να τηρούν τις προαναφερ θείσες προθεσμίες.

    ▼B

    ΤΙΤΛΟΣ IV

    ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ

    Άρθρο 16

    Έλεγχοι ποιότητας δεδομένων

    Οι ΕΑΑ παρακολουθούν και διασφαλίζουν την ποιότητα και αξιοπιστία των πληροφοριών που υποβάλλονται στην ΕΚΤ. Προς τον σκοπό αυτόν, οι ΕΑΑ ακολουθούν τις προδιαγραφές που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 5 της απόφασης ΕΚΤ/2014/29.

    ▼M1

    Άρθρο 17

    Γλώσσα προγραμματισμού για τη διαβίβαση πληροφοριών από τις εθνικές αρμόδιες αρχές στην ΕΚΤ

    Οι ΕΑΑ διαβιβάζουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με τη σχετική ταξινόμηση βάση του eXtensible Business Reporting Language, προκειμένου να διασφαλίζεται ομοιόμορ φος τεχνικός μορφότυπος για την ανταλλαγή δεδομένων. Προς τον σκοπό αυτόν, οι ΕΑΑ ακολουθούν τις προδιαγραφές που προβλέπονται στο άρθρο 6 της απόφασης ΕΚΤ/2014/29.

    ▼B

    ΤΙΤΛΟΣ V

    ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    ▼M1 __________

    Άρθρο 19

    Μεταβατικές διατάξεις

    1. Στην περίπτωση που λιγότερο σημαντική εποπτευόμενη οντότητα καταστεί σημαντική πριν από την 1η Ιανουαρίου 2018, χαρακτηρίζεται σημαντική εποπτευόμενη οντότητα για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού 18 μήνες αφότου της κοινοποιηθεί απόφαση κατά τα ανα φερόμενα στο άρθρο 45 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17).

    ▼M1

  • 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 16

    2. Στην περίπτωση που η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργη τικού λιγότερο σημαντικής εποπτευόμενης οντότητας, σε ατομική ή ενοποιημένη βάση, υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ πριν από την 1η Ιανουαρίου 2018, η εν λόγω οντότητα αρχίζει την υποβολή αναφορών σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του παρόντος κανονισμού την ημε ρομηνία αναφοράς της πρώτης υποβολής αναφορών μετά την παρέ λευση τουλάχιστον 18 μηνών από την υπέρβαση του ορίου.

    3. Σε περίπτωση που η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητι κού θυγατρικής εγκατεστημένης στην επικράτεια μη συμμετέχοντος κράτους μέλους ή τρίτης χώρας υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ πριν από την 1η Ιανουαρίου 2018, οι πληροφορίες υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 κατά την ημερομηνία αναφοράς της πρώτης υποβολής αναφορών μετά την παρέλευση τουλάχιστον 18 μηνών από την υπέρβαση του ορίου.

    ▼B

    Άρθρο 20

    Τελική διάταξη

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

    ▼M1

  • 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 17

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

    Απλουστευμένη υποβολή χρηματοοικονομικών αναφορών

    1. Για ►M1 __________ ◄ τις εποπτευόμενες οντότητες που εφαρμόζουν ΔΧΠΑ δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002, καθώς και για τις εποπτευόμενες οντότητες που εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ, συμβατά με τα ΔΧΠΑ, η «απλουστευμένη υπο βολή χρηματοοικονομικών αναφορών» περιλαμβάνει τα υποδείγματα του παραρτήματος ΙΙΙ του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 τα οποία απαριθμούνται στον πίνακα 1.

    2. Για ►M1 __________ ◄ τις εποπτευόμενες οντότητες που εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ, πλην της παρα γράφου 1, η «απλουστευμένη υποβολή χρηματοοικονομικών αναφορών- » περιλαμβάνει τα υποδείγματα του παραρτήματος IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 τα οποία απαριθμούνται στον πίνακα 2.

    ▼M1 2α. Κατ’ εξαίρεση από την παράγραφο 2, κάθε ΕΑΑ μπορεί να αποφασίσει ότι

    οι οντότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και είναι εγκατεστημένες στο κράτος μέλος της υποβάλλουν:

    α) τις πληροφορίες που καθορίζονται στο υπόδειγμα 9.1 ή τις πληροφορίες που καθορίζονται στο υπόδειγμα 9.1.1 του παραρτήματος IV του εκτελε στικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014·

    β) τις πληροφορίες που καθορίζονται στο υπόδειγμα 11.1 ή τις πληροφορίες που καθορίζονται στο υπόδειγμα 11.2 του παραρτήματος IV του εκτελε στικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014·

    γ) τις πληροφορίες που καθορίζονται στο υπόδειγμα 12.0 ή τις πληροφορίες που καθορίζονται στο υπόδειγμα 12.1 του παραρτήματος IV του εκτελε στικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014· και

    δ) τις πληροφορίες που καθορίζονται στο υπόδειγμα 16.3 ή τις πληροφορίες που καθορίζονται στο υπόδειγμα 16.4 του παραρτήματος IV του εκτελε στικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014.

    ▼B 3. Οι πληροφορίες των παραγράφων 1 και 2 υποβάλλονται σύμφωνα με τις

    οδηγίες του παραρτήματος V του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014.

    ▼M1 4. Τα υποδείγματα 17.1, 17.2 και 17.3 των πινάκων 1 και 2 αφορούν μόνο

    πιστωτικά ιδρύματα που υποβάλλουν αναφορές σε ενοποιημένη βάση. Το υπόδειγμα 40.1 στους πίνακες 1 και 2 αφορούν πιστωτικά ιδρύματα που υποβάλλουν αναφορές σε ενοποιημένη βάση και πιστωτικά ιδρύματα που δεν ανήκουν σε όμιλο και υποβάλλουν αναφορές σε ατομική βάση.

    ▼B 5. Για τους σκοπούς υπολογισμού του ορίου που αναφέρεται στο μέρος 2 των

    πινάκων 1 και 2 του παρόντος παραρτήματος εφαρμόζεται το άρθρο 5 στοι χείο α) σημείο 4) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014.

    ▼M1 Πίνακας 1

    Αριθμός υπο- δείγματος Ονομασία του υποδείγματος ή της ομάδας υποδειγμάτων

    ΜΕΡΟΣ 1 [ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ]

    Ισολογισμός [Κατάσταση οικονομικής θέσης]

    1.1 Ισολογισμός: στοιχεία ενεργητικού

    1.2 Ισολογισμός: υποχρεώσεις

    1.3 Ισολογισμός: μετοχικό κεφάλαιο

    ▼B

  • 02015R0534 — EL — 09.10.2017 — 001.002 — 18

    Αριθμός υπο- δείγματος Ονομασία του υποδείγματος ή της ομάδας υποδειγμάτων

    2 Κατάσταση αποτελεσμάτων

    Ανάλυση χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού ανά μέσο και ανά τομέα αντισυμβαλλομέ νου

    4.1 Ανάλυση χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού ανά μέσο και ανά τομέα αντισυμβαλλομένου: χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού διακρατούμενα για διαπραγμάτευση

    4.2.1 Ανάλυση χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού ανά μέσο και ανά τομέα αντισυμβαλλομένου: χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού μη εμπορικής χρήσης επιμετρούμενα υποχρεωτικά στην εύλογη αξία μέσω των αποτελεσμάτων

    4.2.2 Ανάλυση χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού ανά μέσο και ανά τομέα αντισυμβαλλομένου: χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού που αναγνωρίζονται στην εύλογη αξία μέσω των αποτελε σμάτων

    4.3.1 Ανάλυση χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού ανά μέσο και ανά τομέα αντισυμβαλλομένου: χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού στην εύλογη αξία μέσω των λοιπών συνολικών εσόδων

    4.4.1 Ανάλυση χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού ανά μέσο και ανά τομέα αντισυμβαλλομένου: χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού στο αποσβεσμένο κόστος

    4.5 Χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού μειωμένης εξασφάλισης

    5.1 Ανάλυση δανείων μη εμπορικής χρήσης και προκαταβολών ανά προϊόν

    6.1 Ανάλυση δανείων και προκαταβολών, εκτός εκείνων που διακρατούνται για διαπραγμάτευση, προς μη χρηματοδοτικές εταιρείες ανά κωδικό NACE

    Ανάλυση χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων

    8.1 Ανάλυση χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων ανά προϊόν και ανά τομέα αντισυμβαλλομένου

    8.2 Χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης

    Δανειακές δεσμεύσεις, χρηματοοικονομικές εγγυήσεις και άλλες δεσμεύσεις

    9.1.1 Ανοίγματα εκτός ισολογισμού: αναληφθείσες δανειακές δεσμεύσεις, δοθείσες χρηματοοικονομικές εγγυήσεις και άλλες αναληφθείσες δεσμεύσεις

    9.2 Απαιτήσεις από δανειακές δεσμεύσεις, ληφθείσες χρηματοοικονομικές εγγυήσεις και άλλες αναλη φθείσες δεσμεύσεις

    10 Παράγωγα — Διαπραγμάτευση και οικονομικές αντισταθμ�