· ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

34
Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων 1 ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ - ΣΧΟΛΗ ΝΟΠΕ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΕΥΘ.ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ : ΑΝΔΡΕΑΣ Γ.ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΛΕΚΤΟΡΑΣ: ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ ΑΤΟΜΙΚΑ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ <<ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ & ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ>> ΑΝΤΩΝΗ ΝΤΟΡΙΝΑ ΑΜ:1340200500012 ΑΘΗΝΑ, ΜΑΙΟΣ 2009

Transcript of  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Page 1:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

1

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ - ΣΧΟΛΗ ΝΟΠΕ

ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

ΥΠΕΥΘ.ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ : ΑΝΔΡΕΑΣ Γ.ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΛΕΚΤΟΡΑΣ: ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ

ΑΤΟΜΙΚΑ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

<<ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ &

ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ>>

ΑΝΤΩΝΗ ΝΤΟΡΙΝΑ

ΑΜ:1340200500012

ΑΘΗΝΑ, ΜΑΙΟΣ 2009

Page 2:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

2

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Σελ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΕΙΣΑΓΩΓΗ- ΤΟ ΘΕΜΑ...................................................... 2

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ....................................................4

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ –ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ.......................5

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4:ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ.........................8

4.1.ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ & ΔΙΑΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ..............................................10

4.2.ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ & ΤΡΙΤΕΝΕΡΓΕΙΑ..................................................11

4.3.ΠΛΑΣΤΟΤΗΤΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ.....................................14

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5:ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΡΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ....................................15

5.1.ΑΡΧΗ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ.......................................................15

1)ΑΡΧΗ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑΣ..........................................................16

2)ΑΡΧΗ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑΣ........................................................16

3)ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΣΤΕΝΗ ΕΝΝΟΙΑ......................17

5.2.ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ.........................................................17

5.3.ΘΕΣΜΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ..............................................................18

5.4.ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ......................................................19

5.4.1 ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟ ΓΟΣΔ.............................21

Α) ΥΠΟΘΕΣΗ LÜTH ..........................................................................23

B)ΥΠΟΘΕΣΗ BLINKFÜR ....................................................................24

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ.........................................................................................25

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ..........................................................................................25

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ .....................................................32

SUMMARY AND GENERAL DEDUCTION......................................................32

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.......................................................................................33

Page 3:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

3

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ - ΤΟ ΘΕΜΑ

Η παρούσα εργασία θέτει ως στόχο τη διερεύνηση του πολύπλοκου και σκοτεινού θέµατος της σύγκρουσης των δικαιωµάτων και της στάθµισης των συµφερόντων. Το εν

λόγω ζήτηµα έχει απασχολήσει εντονότατα όχι µόνο τη θεωρία αλλά και την πρακτική

λόγω των ιδιαίτερων συνεπειών που επιφέρει η αποδοχή µιας ή της άλλης από τις πολλές απόψεις που έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς αναφορικά όχι τόσο µε το θέµα

αυτό καθεαυτό – αφού για τους περισσότερους θεωρείται δεδοµένη η σύγκρουση – αλλά

µε την επίλυση του σχετικού προβλήµατος µέσω της άρσης της σύγκρουσης και της

επιλογής ενός εκ των συγκρουόµενων δικαιωµάτων. Ειδικότερα, η εργασία αυτή αποτελεί µια προσπάθεια προσέγγισης και ιδιαίτερης µελέτης του φαινοµένου της σύγκρουσης

των συνταγµατικών δικαιωµάτων, όπως αυτό εµφανίζεται στο πλαίσιο της εφαρµογής

και της άσκησής τους. Στις σελίδες που ακολουθούν, προκειµένου για την πληρότητα και

την επιστηµονική κατάρτιση της εργασίας, επιχειρείται η ανάλυση των θεωριών που έχουν διατυπωθεί σχετικά µε την πηγή προέλευσης του προβλήµατος αυτού, δηλ. αναζητάται

η αφετηρία και η κατάληξη του ζητήµατος αυτού µέσα από την συνταγµατοπολιτική

εξέλιξη, ξεκινώντας από τη θεωρία της τριτενέργειας στην ατοµικιστική έννοµη τάξη και

καταλήγοντας στη µεταβολή της σύγχρονης έννοµης τάξης σε ενιαία και αντικειµενική, όπως αυτή επηρέασε το υπό εξέταση πρόβληµα της σύγκρουσης των δικαιωµάτων.

Ακόµη, γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στη διάκριση της νόµιµης και πραγµατικής

σύγκρουσης και στη δικαιϊκή άρση της τελευταίας. Πάντως, µια τέτοια ανάλυση

θασυνιστούσε έστω µια ανιαρή περιδιάβαση στο χώρο της θεωρίας, αν δεν εστιασθούν οι ερευνητικοί φακοί στην ίδια την πράξη και πιο συγκεκριµένα, στις νοµολογιακές

αποφάσεις – σταθµούς που καθόρισαν κατ’ ουσίαν τους όρους της σχετικής

προβληµατικής, οιονεί επιβάλλοντας λύσεις στο πρόβληµα αυτό, οι οποίες εκκινούν από

µία λογιστική καθαρά ατοµικιστική, κάτι που διεφάνη µε την πάροδο του χρόνου και ανέδειξε η δικαιοπολιτική µεταβολή. Αφετηρία για την επίλυση του φαινοµένου της

σύγκρουσης υπήρξε η αρχή της στάθµισης των συµφερόντων που αναπτύχθηκε από το

Γερµανικό Οµοσπονδιακό Συνταγµατικό ∆ικαστήριο. Κριτική της αρχής αυτής καθίσταται

απαραίτητη, καθώς έτσι αποκαλύπτεται η πλαστότητα της νοµικής σύγκρουσης των θεµελιωδών δικαιωµάτων και προκρίνεται ως λύση η θεσµική προσαρµογή αυτών, το

γεγονός δηλαδή, ότι πλέον το πρόβληµα της σύγκρουσης, ως φαινόµενο αναγόµενο στη

µεταβολή της έννοµης τάξης, είναι ζήτηµα διακρίβωσης του αµυνοµένου από τον

επιτιθέµενο και πάνω σ’ αυτή τη βάση θα πρέπει να αντιµετωπίζεται .

Page 4:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

4

2.ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ

Στο σηµείο αυτό της εργασίας προς χάριν της πληρότητας και αρτιότητας της , κρίνεται σκόπιµο να παρατεθεί µια σύντοµη ιστορική ανασκόπηση της εξέλιξης και µεταβολής των

θεµελιωδών δικαιωµάτων. Τα θεµελιώδη δικαιώµατα αποτελούν προστατευόµενες από το

δίκαιο, βασικές εκφάνσεις της ανθρώπινης υπόστασης και δραστηριότητας.

Τα πρώτα ίχνη των ατοµικών ελευθεριών αναζητώνται και ανιχνεύονται στην αρχαία

Αθήνα, όπου γεννήθηκε και ευδοκίµησε το δηµοκρατικό πολίτευµα. Χαρακτηριστικό των

δικαιωµάτων των αρχαίων Ελλήνων, είναι ο έντονος αντικρατικός χαρακτήρας, ως συνέπεια του αυταρχικού κράτους ελευθερία και ισότητα όµως που αποτελούν « µητρικά

δικαιώµατα » , δεν παύουν να θέτουν περιορισµούς στην ιδιωτική εξουσία. Από τις

απαρχές του 13 αιώνα εως και τις µέρες µας, η ιστορία και εξέλιξη των ατοµικών

ελευθεριών βαδίζει παράλληλα µε την ιστορία του αγώνα της ανθρωπότητας για ελευθερία και δικαιοσύνη.

Την πρώτη νοµική τους διαµόρφωση βρίσκουν οι ατοµικές ελευθερίες στη Magna Charta

του 1215. Ακολουθεί η γαλλική διακήρυξη του 1789 µε επιστέγασµα το γαλλικό Σύνταγµα του

1791. Η κατοχύρωση των ατοµικών δικαιωµάτων συνεχίστηκε και επεκτάθηκε στο πλαίσιο

των Συνταγµάτων των διαφόρων κρατών της Ευρώπης κατα τον 19ο και 20ο αιώνα¹ .

Μετά τον Α΄ Παγκόσµιο πόλεµο έγιναν τα πρώτα βήµατα για διεθνή κατοχύρωση των

θεµελιωδών δικαιωµάτων. Στη σύγχρονη εποχή παρατηρείται καθολική νοµική αναγνώριση και συνταγµατοποίηση των θεµελιωδών δικαιωµάτων.

Η συνταγµατικοπολιτική εξέλιξη, οδήγησε προς την πλήρη διαµόρφωση µίας ποιοτικά νέας

έννοµης τάξεως , της έννοµης τάξεως του « κοινωνικού ανθρωπισµού ». Η µεταβολή της ποιότητας της έννοµης τάξης , η µετατροπή της από ατοµικιστική σε ανθρωπιστική,

πραγµατοποιήθηκε από τα κάτω προς τα πάνω, µε τη συνεχή συσσώρευση των µερικών

ποσοτικών αλλαγών που προκαλούσε η προστατευτική επέµβαση του κοινού νοµοθέτη.²

Βασικότερο χαρακτηριστικό γνώρισµα της έννοµης τάξεως του κοινωνικού ανθρωπισµού

είναι η απόλυτη αµυντική ενέργεια των θεµελιωδών δικαιωµάτων, η οποία αποτελεί

στοιχείο της δοµής και αποτέλεσµα της λειτουργίας της. Η έννοµη τάξη του κοινωνικού

ανθρωπισµού είναι αντικειµενική και διακρίνεται στον ατοµικισµό, τον στατισµό και τον

κοινωνικό ανθρωπισµό, προπύργιο του οποίου αποτελεί η αρχή του απαραβίαστου της ανθρώπινης αξίας. Η µετάβαση από τον ατοµικισµό στον κοινωνικό ανθρωπισµό πέρασε από

τρία στάδια που χαρακτηρίζονται από την εξέλιξη των σχέσεων του δηµόσιου και του

ιδιωτικού δικαίπου. Η χρονική περίοδος µεταξύ 19ου αι. και αρχές του 20ου αιώνα,

χαρακτηρίζεται από την ανυπαρξία θεµελιωδών δικαιωµάτων

¹ Πρβλ. ΑΡΙΣΤΟΒΟΥΛΟΣ Ι. ΜΑΝΕΣΗΣ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», α’ ατοµικές ελευθερίες, ∆’ ΕΚ∆ΟΣΗ.

² Π.ρ.β.λ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΜΗΣ

ΤΑΞΗΣ», σελ.123 επ.

Page 5:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

5

ενώ η κρατική εξουσία είναι αδέσµευτη (princes legibus solutus est). Στην απολυταρχική

αυτή έννοµη τάξη δεν υπάρχουν όρια στην επέµβαση΄ πρόκειται για το στάδιο υπεροχής

του δηµόσιου πάνω στο ιδιωτικό.

Το δεύτερο στάδιο που εντάσσεται χρονικά µέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1940, είναι

εκείνο της σχετικής αναγνωρίσεως των ατοµικών δικαιωµάτων στρεφόµενων µόνο κατά της

κρατικής εξουσίας και αποκτώντας µόνο αρνητικό περιεχόµενο (status negativus)΄ είναι το

στάδιο της υπεροχής του ιδιωτικού απέναντι στο δηµόσιο. Η ιστορική πορεία διακοσίων περίπου ετών οδήγησε στη µετάβαση σε ένα νέο στάδιο, βασιζόµενο στη συνύπαρξη του

κοινωνικού ανθρωπισµού και του κοινωνικού κράτους δικαίου³, το στάδιο της « απόλυτης

αναγνωρίσεως » των θεµελιωδών δικαιωµάτων΄ τόσο το δηµόσιο όσο και το ιδιωτικό δίκαιο

αποτελούν ταυτόχρονα τάξη καταναγκασµού και τάξη ελευθερίας. Η παρέµβαση του δηµοκρατικού κράτους έχει προστατευτικό και όχι καταπιεστικό χαρακτήρα, ενώ η

έννοµη τάξη είναι ενιαία και αντικειµενική. Επιπλέον τα θεµελιώδη δικαιώµατα

αποτελούν ισχύον δίκαιο και η αξία του ανθρώπου είναι απαραβίαστη (άρθρο 2 παρ. 1

Σ.)⁴. Η παραπάνω σύντοµη ιστορική αναδροµή ήταν απαραίτητη για την κατανόηση του περιεχοµένου και της λειτουργίας των ατοµικών δικαιωµάτων, προκειµένου να µπορούµε να

προβούµε στο κύριο θέµα της εργασίας που εντοπίζεται στη συρροή και σύγκρουση των

θεµελιωδών δικαιωµάτων.

Από τις απαρχές του 13ου αιώνα έως και τις μέρες μας η ιστορία και εξέλιξη των ατομικών

ελευθεριών βαδίζει παράλληλα με την ιστορία του αγώνα της ανθρωπότητας για ελευθερία

και δικαιοσύνη.

3.ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ- ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ

Το δικαίωµα αποτελεί θεµελιώδη έννοια όλων των κλάδων δικαίου. Όπως συµβαίνει

συνήθως µε τις θεµελιώδεις έννοιες, δεν είναι εύκολο να διατυπωθεί ένας ορισµός για

την έννοια του δικαιώµατος. Επί αιώνες προσπαθεί η νοµική επιστήµη να προσδιορίσει

την έννοια αυτή και να διαµορφώσει ένα γενικώς αποδεκτό ορισµό. Με βάση ένα

συγκερασµό των διαφόρων θεωριών που έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί σχετικώς, µπορεί

να διατυπωθεί ο εξής γενικός ορισµός: ∆ικαίωµα είναι η εξουσία που απονέµεται από το

δίκαιο στο πρόσωπο για την ικανοποίηση εννόµων συµφερόντων του⁵.

³ Πρβλ. άρθρο 25Σ. «Τα δικαιώµατα του ανθρώπου ως ατόµου και ως µέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή

του κοινωνικού κράτους δικαίου υπό την εγγύηση του κράτους. Επίσης, Βλ. Κ.Γ.ΜΑΥΡΙΑΣ, «Συνταγµατικό ∆ίκαιο»,

2002. σελ.86-95

⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΜΗΣ ΤΑΞΗΣ»,

σελ.123 επ.

⁵ Πρβλ. Ο ορισµός αυτός που διατυπώθηκε από τον Regelsberger αποτελεί συγκερασµό της διδασκαλίας

του Windscheid, κατά τον οποίο δικαίωµα είναι η εξουσία βούλησης που απονέµει το δίκαιο και της

θεωρίας του Jhering κατά τον οποίο δικαίωµα είναι το εννόµως προστατευόµενο συµφέρον .

Page 6:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

6

Από αυτόν τον ορισµό προκύπτει ότι τα στοιχεία της έννοιας του δικαιώµατος είναι τα ακόλουθα:

α) η εξουσία, δηλαδή η δύναµη που παρέχεται στο πρόσωπο για να ικανοποιήσει τα

συµφέροντά του ακόµα και αναγκαστικώς, δηλαδή µε τη βοήθεια της δηµόσιας αρχής,

β) η απονοµή της εξουσίας αυτής από το δίκαιο και όχι από άλλο ρυθµιστικό σύστηµα

(π.χ. την ηθική),

γ) η απονοµή σε ορισµένο πρόσωπο, το οποίο αποτελεί τον φορέα του δικαιώµατος

και είναι αναπόσπαστα συνδεδεµένο µε αυτό, δεδοµένου ότι δικαίωµα χωρίς δικαιούχο

δεν νοείται και

δ) η χρήση της εξουσίας για την ικανοποίηση εννόµου συµφέροντος, όπως αυτό

προσδιορίζεται από το περιεχόµενο του δικαιώµατος.

Κεντρική θέση καταλαµβάνουν στο πλαίσιο του συνταγµατικού δικαίου, όπου

συνταγµατικά δικαιώµατα είναι τα παρεχόµενα στα άτοµα και ως µέλη του κοινωνικού

συνόλου θεµελιώδη, πολιτικά, κοινωνικά και οικονοµικά δικαιώµατα, τα οποία

αποτελούν τις κατά την αντίληψη του συντακτικού νοµοθέτη βασικές εξειδικεύσεις της

ανθρώπινης αξίας και των οποίων το αµυντικό περιεχόµενο στρέφεται κατά της κρατικής και κάθε άλλης εξουσίας, το προστατευτικό περιεχόµενο στρέφεται µόνο προς

το κράτος αξιώνοντας την παροχή βοήθειας για την απόκρουση κάθε απειλής, το

εξασφαλιστικό δε, εφόσον αναγνωρίζεται , στρέφεται επίσης προς το κράτος, αξιώνοντας

την παροχή των απαραίτητων µέσων για την άσκηση του δικαιώµατος⁶.

Από οντολογική άποψη, το συνταγµατικό δικαίωµα συνιστά εξουσία, δηλαδή δύναµη

αναγνωριζόµενη και ρυθµιζόµενη από το δίκαιο. Η συνταγµατική αναγνώριση αποτελεί

το βασικό στοιχείο του συνταγµατικού δικαιώµατος. Η έννοια του συνταγµατικού δικαιώµατος είναι κατά βάση απλή. Συνταγµατικό δικαίωµα είναι το δικαίωµα που

παρέχεται στους πολίτες απευθείας από το Σύνταγµα. Τα συνταγµατικά δικαιώµατα

ενσωµατούµενα στις συνταγµατικές διατάξεις δεν µπορούν να καταργηθούν ή να

τροποποιηθούν µε τη συνήθη διαδικασία και παρέχουν επιπλέον εγγυήσεις στους πολίτες. Το κριτήριο, εποµένως, για τον χαρακτηρισµό ενός δικαιώµατος ως συνταγµατικού, είναι

ακριβώς αν το δικαίωµα αυτό παρέχεται ή όχι στο συνταγµατικό κείµενο. Είναι ,

εποµένως, ο όρος «συνταγµατικά δικαιώµατα» ορθότερος και ακριβέστερος εφόσον µε

αυτόν επιδιώκεται γενική αναφορά στα παρεχόµενα από το Σύνταγµα δικαιώµατα . Αντικείµενο των συνταγµατικών δικαιωµάτων είναι η γενικότερη προστασία διαφόρων

βασικών εκφάνσεων της ανθρώπινης ζωής. Από την άποψη αυτή τα συνταγµατικά

δικαιώµατα είναι βασικά ή θεµελιώδη δικαιώµατα.

⁶ ∆ηµητρόπουλο Α., Συνταγµατικά ∆ικαιώµατα, Γενικό Μέρος , Σύστηµα Συνταγµατικού ∆ικαίου, Τόµος Γ΄ -

Ηµίτοµος Ι , 2005, σελ. 10

Page 7:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

7

Τα συνταγµατικά δικαιώµατα αποτελούν συνταγµατικές εξειδικεύσεις της ανθρώπινης

αξίας, αποτελούν δηλαδή, µερικότερες πλευρές της ανθρώπινης υπόστασης και

δραστηριότητας, τις οποίες ο συντακτικός νοµοθέτης έκρινε ότι έπρεπε ιδιαίτερα να

προστατεύσει . Με τη συνταγµατική κατοχύρωση των θεµελιωδών δικαιωµάτων παρέχονται καταρχήν εξουσίες σ’ αυτά τα ίδια τα άτοµα. Πρόκειται κυρίως για εξουσίες

του ανθρώπου πάνω στον εαυτό του, για ικανότητα αντεξουσιασµού του ανθρώπου, για

κατοχύρωση της ικανότητας δράσης στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο και συµµετοχής στην

κοινωνική, πολιτική και οικονοµική ζωή.

Επίσης, τα συνταγµατικά δικαιώµατα διακρίνονται από την άποψη του ουσιαστικού

περιεχοµένου τους, της «ύλης» την οποία ρυθµίζουν, σε τρεις µεγάλες κατηγορίες. Στην

πρώτη ανήκουν τα δικαιώµατα του κοινωνικού χώρου, στη δεύτερη τα πολιτικά δικαιώµατα και στην τρίτη τα οικονοµικά δικαιώµατα. Τα συνταγµατικά δικαιώµατα παρέχονται µε το

Σύνταγµα στα άτοµα. Έχουν, εποµένως, ατοµικό χαρακτήρα και είναι µε την έννοια

αυτή ατοµικά δικαιώµατα. Αυτό, όµως, δε σηµαίνει ότι αναγνωρίζεται ατοµικιστικός

χαρακτήρας στα θεµελιώδη δικαιώµατα, τα οποία διασφαλίζονται για την πραγµάτωση της κοινωνικής προόδου µε ελευθερία και δικαιοσύνη.

Τα συνταγµατικά δικαιώµατα δεν έχουν µόνο ατοµικό αλλά και κοινωνικό χαρακτήρα,

αναγνωρίζονται υπέρ του ανθρώπου ως ατόµου και ως µέλους του κοινωνικού συνόλου. Στα χαρακτηριστικά της εξέλιξης των συνταγµατικών δικαιωµάτων στη σύγχρονη εποχή

ανήκει ηκοινωνικοποίησή τους. Ενώ ξεκίνησαν ως ατοµικιστικά δικαιώµατα στην πορεία

προσέλαβαν ευρύτερο κοινωνικό χαρακτήρα.

Το περιεχόµενο όλων των συνταγµατικών δικαιωµάτων διακρίνεται σε αµυντικό,

προστατευτικό και εξασφαλιστικό. Το αµυντικό και προστατευτικό αναγνωρίζονται κατά

γενικό κανόνα από το Σύνταγµα, ενώ το εξασφαλιστικό µόνο σε ειδικές περιπτώσεις. Το

αµυντικό στρέφεται ενάντια σε κάθε απειλή ανεξάρτητα από την προέλευσή της, στρέφεται δηλαδή, κατά της κρατικής αλλά και ιδιωτικής εξουσίας⁷. Το προστατευτικό

στρέφεται προς το κράτος, όχι όµως και προς τους συνανθρώπους και αξιώνει την

παροχή βοήθειας για την απόκρουση απειλών προερχοµένων από επιθετικές ενέργειες

των συνανθρώπων. Το εξασφαλιστικό περιεχόµενο στρέφεται , επίσης, αποκλειστικά προς το κράτος και αξιώνει την παροχή των υλικών εκείνων µέσων και υπηρεσιών που είναι

απαραίτητα για την άσκηση του δικαιώµατος.

Αποστολή των συνταγµατικών δικαιωµάτων είναι ο καθορισµός του συνταγµατικού προτύπου του πολίτη και γενικότερα του ανθρώπου. Στο περιεχόµενο των συνταγµατικών

κανόνων δεν ανήκει µόνον η οργάνωση της κρατικής εξουσίας. Ήδη, τα πρώτα

συνταγµατικά κείµενα περιείχαν κανόνες «δύο ειδών»: αφενός οργάνωναν την κρατική

εξουσία, αφετέρου παρείχαν δικαιώµατα στους πολίτες. Οι συνταγµατικοί κανόνες αφενός προσδιορίζουν το πρότυπο ενός κράτους, αφετέρου καθορίζουν το συνταγµατικό

πρότυπο του πολίτη.

⁷ Βλ. παρ. 3.4.β.

Page 8:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

8

Τα δύο αυτά συνταγµατικά πρότυπα βαίνουν παράλληλα. Οι κανόνες µε τους οποίους

προσδιορίζεται το συνταγµατικό πρότυπο του πολίτη είναι κανόνες που απονέµουν

δικαιώµατα και υποχρεώσεις

Το δικαίωµα, όπως είδαµε παραπάνω, είναι εξουσία που αναγνωρίζεται στο δίκαιο

υπέρ ορισµένου προσώπου για την εξυπηρέτηση κάποιου νοµικά σηµαντικού

συµφέροντος. Η εξυπηρέτηση αυτού του συµφέροντος είναι , θα µπορούσε να ειπωθεί , η

αιτία που δικαιολογεί την εξουσία που παρέχεται στο δικαιούχο µε το αναγνωριζόµενο υπέρ αυτού δικαίωµα. Το εξυπηρετούµενο συµφέρον µπορεί να χαρακτηρισθεί ως ο

ουσιαστικός λόγος ύπαρξης του δικαιώµατος. Υπό το πρίσµα αυτό γίνεται αντιληπτό ότι

το συµφέρον είναι αναγκαίο στοιχείο του δικαιώµατος, που του δίνει την απαιτούµενη

τελολογική χροιά, µια χροιά που χαρακτηρίζει κάθε νοµικό µόρφωµα. Είναι φανερό, όµως, ότι δεν ταυτίζεται µε το δικαίωµα. Το δικαίωµα δεν είναι απλώς ένα νοµικά

προστατευµένο συµφέρον, αλλά µέσο για την εξυπηρέτησή του. Είναι η τελολογικά

συνδεόµενη µε το εξυπηρετούµενο συµφέρον εξουσία, την οποία αναγνωρίζει το δίκαιο ως

ανήκουσα σε ορισµένο πρόσωπο και της οποίας η επίκληση και η άσκηση αφήνεται κατ’ αρχήν στην ελευθερία – στην πρωτοβουλία του δικαιούχου. Το έννοµο συµφέρον

µπορεί ειδικότερα να υφίσταται και να προστατεύεται από το δίκαιο, χωρίς να υφίσταται

εξ’ αρχής και αντίστοιχο δικαίωµα. Η προσβολή αυτού του εννόµου συµφέροντοςµπορεί

να οδηγήσει επιγενοµένως στη δηµιουργία δικαιώµατος. Το δικαίωµα, λοιπόν, διαφοροποιείται από το συµφέρον κατά το γεγονός, ότι το δικαίωµα είναι

εξοπλισµένο µε την εξουσία ικανοποίησης του περιεχοµένου αυτού του αντίστοιχου

συµφέροντος. Αντίθετα, το (έννοµο) συµφέρον, αν και παρέχει προστασία σε ένα

πρόσωπο δεν του παρέχει συγχρόνως την εξουσία να ικανοποιήσει µόνο του το συµφέρον αυτό.

4.ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Η συγκεκριµένη ανθρώπινη δραστηριότητα δεν ανταποκρίνεται ούτε πάντα αλλά ούτε

κατά κανόνα στους τύπους της δραστηριότητας που προβλέπουν οι αφηρηµένοι κανόνες του δικαίου, καθότι προσδιοριζόµενη από την ποικιλία των συνθηκών της κοινωνικής

ιδιωτικής ζωής αναπτύσσει κάθε φορά τη δική της µοναδικότητα. Γι’ αυτό και η

πραγµάτωση του περιεχοµένου των συνταγµατικών δικαιωµάτων, όπως αντανακλάται

στην ατοµική και συλλογική δραστηριότητα παρουσιάζει το στοιχείο του ιδιαίτερου και του µοναδικού, ήτοι του εξατοµικευµένου. ∆οθέντος ότι τα συνταγµατικά δικαιώµατα

αφορούν διάφορες περιοχές της ανθρώπινης ζωής, καθίσταται αναπόφευκτο γεγονός,

αφενός το φαινόµενο της επικάλυψης και αλληλεπίδρασης αυτών των περιοχών,

αφετέρου η αντιµετώπιση ενός «πραγµατικού» περιστατικού (Sachverhalt) µέσω της υπαγωγής σε κανόνες δικαίου, που κατοχυρώνουν διάφορα συνταγµατικά δικαιώµατα.

Page 9:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

9

Σ’ αυτή τη βάση ερείδεται η καθ’ όλα αποδεκτή άποψη ότι ο σπουδαιότερος ίσως

περιορισµός των ατοµικών αλλά και κοινωνικών δικαιωµάτων προέρχεται από την

ανάγκη αµοιβαίας οριοθέτησης των βιοτικών σχέσεων που ρυθµίζουν, καθώς και ένταξής

τους στο συνολικό πλαίσιο της συνταγµατικής τάξης κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η συστηµατική και τελολογική ενότητα του Συντάγµατος⁸. Έτσι , πολλές φορές, καθίσταται

ανέφικτη η υλοποίηση κοινωνικού δικαιώµατος χωρίς αντίστοιχο περιορισµό ενός ατοµικού,

όπως όταν το κράτος πρέπει νααπαλλοτριώσει ιδιωτική έκταση για να ανεγερθούν εκεί

εργατικέςκατοικίες (άρθρο 17§2 και 21§4, Σ). Ή ακόµη, η άσκηση ενός και του αυτού

δικαιώµατος από πολλούς φορείς του ταυτόχρονα µπορεί να καθίσταται ανέφικτη.

Έτσι , είναι αδύνατη η ταυτόχρονη ελεύθερη κίνηση των αυτοκινήτων σε πολυσύχναστη

διασταύρωση. Με µια πολύ γενική έννοια θα µπορούσε να υποστηριχθεί ότι ανακύπτει κάποια «σύγκρουση» ανάµεσα στις συνταγµατικά κατοχυρωµένες ατοµικές ελευθερίες και

τις αρµοδιότητες του δηµοκρατικά νοµιµοποιούµενου νοµοθέτη, παρόλο που ορισµένες

φορές η άσκηση της αρµοδιότητας είναι απαραίτητη για την κατοχύρωση της

ελευθερίας⁹. Το φαινόµενο της σύγκρουσης των δικαιωµάτων ανάγεται , λοιπόν, στο γενικότερο ζήτηµα της σχέσης των δικαιωµάτων µεταξύ τους. ∆ύναται κανείς να πει ότι

υφίσταται απειρία δικαιωµάτων, συνιστώντων εκβλαστήσεις των συνταγµατικών

δικαιωµάτων, λαµβανοµένου υπόψη ότι το δίκαιο δηµιουργεί διάφορα είδη

δικαιωµάτων και επιτρέπει κατ’ αρχήν το µερισµό τούτων σε αυτοτελή δικαιώµατα.

Κατά τους θεωρητικούς του αστικού δικαίου, ο πολλαπλασιασµός των δικαιωµάτων,

θεωρητικώς απεριόριστος, εξαρτάται αφενός µεν εκ της αυξήσεως του αντικειµένου των

δικαιωµάτων, αφετέρου δε εκ της δυνατότητας διαίρεσης των δικαιωµάτων είτε δια της φυσικής διαίρεσης του αντικειµένου τούτου, είτε δια της νοµικής διαίρεσης των

δικαιωµάτων σε ιδανικά µερίδια και τέλος, δια της αποσπάσεως ορισµένων εξουσιών και

αναγωγής τους σε ιδιαίτερα δικαιώµατα¹⁰. Ιδοµένης, λοιπόν, της σύγκρουσης των

δικαιωµάτων όπως λαµβάνει χώρο ενδεικτικά στο πεδίο του αστικού δικαίου, διαφαίνεται ότι τα δικαιώµατα, ανεξάρτητα αλλήλων και χωρίς καµιά µεταξύ τους

υφιστάµενη σχέση δεν παρουσιάζουν νοµικό ενδιαφέρον από άποψη συγκρούσεως, η

οποία διεγείρει τη νοµική σκέψη υπό το πρίσµα της αλληλεξάρτησης σχέσεων και

δικαιωµάτων στο πολυεπίπεδο πλέγµα της ανθρώπινης δράσης. ∆ιερευνώντας το εννοιολογικό περιβάλλον του εν θέµατι όρου, αυτός συµπυκνώνεται υπό µίας γενικής

και ίσως εκ πρώτης όψεως ενατένισης του ζητήµατος, αποδυοµένης οποιασδήποτε

απόπειρας διάκρισης της έννοιας, στον ακόλουθο ορισµό:

⁸ Βλ. Ehmke H., Prinzipien der Verfassungsinterpretation, VVDStRL 20, 1963, σελ. 77 επ.

⁹ Χρυσόγονο Κ., Ατοµικά και Κοινωνικά ∆ικαιώµατα, 2002, σελ. 102.

¹⁰ Λ. χ. δια της συστάεως εµπραγµάτου δικαιώµατος επί αλλοτρίου πράγµατος , βλ. Γαζή Α., Η

σύγκρουσις των δικαιωµάτων, 1959, σελ. 44 επ.

Page 10:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

10

Σύγκρουση συνταγµατικών δικαιωµάτων συντρέχει στην περίπτωση που δεν είναι δυνατή

η ταυτόχρονη άσκηση περισσότερων δικαιωµάτων, οπότε η άσκηση του ενός δικαιώµατος

αποκλείει αναγκαστικά, ολικώς ή µερικώς τη σύγχρονη άσκηση του άλλου δικαιώµατος¹¹.

∆ηλαδή, το φαινόµενο της σύγκρουσης εντοπίζεται όπου η άσκηση ενός θεµελιώδους δικαιώµατος από ένα φορέα του συµβαίνει να εµποδίζει έναν άλλο φορέα του ιδίου

δικαιώµατος ή ενός άλλου δικαιώµατος να το ασκήσει¹². Ωστόσο, ο ορισµός αυτός

αναδεικνύεται ελλιπής, αν δεν αναδειχθούν οι πραγµατικές διαστάσεις της προκείµενης

έννοιας, όπως αυτές αντικατοπτρίζονται στις θεωρητικώς αλλά κυρίως πρακτικώς

επιβεβληµένες διακρίσεις αυτής.

4.1 ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ Κ ΔΙΑΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ

Οι συνταγµατικοί κανόνες είναι τυπικά ανώτεροι από τους κανόνες του κοινού δικαίου.

Από αυτήν την ίδια την ιεραρχία των κανόνων της έννοµης τάξης, την τυπική

ανωτερότητα του Συντάγµατος, προκύπτει ότι όλοι χωρίς διάκριση οι συνταγµατικοί κανόνες, εποµένως και τα θεµελιώδη δικαιώµατα, υπερτερούν όλων χωρίς διάκριση των

κανόνων του κοινού δικαίου, εποµένως και του ιδιωτικού και εφαρµόζονται στις

µικρότερες βιοτικές περιοχές. Το Σύνταγµα ως καθολικός ρυθµιστής της έννοµης τάξης

ρυθµίζει και το κράτος και την κοινωνία, ρυθµίζει τις σχέσεις κράτους πολιτών αλλά και τις σχέσεις των πολιτών µεταξύ τους (25§1γ, Σ).

Οι συνταγµατικοί κανόνες ipso jure όχι µόνο στρέφονται προς το κράτος αλλά

αναπτύσσουν και διαπροσωπική ενέργεια. Σύµφωνα µε τα παραπάνω, τα θεµελιώδη δικαιώµατα ως συνταγµατικοί κανόνες εφαρµόζονται όχι µόνο στο δηµόσιο αλλά και

στο ιδιωτικό δίκαιο. Η νοµική αυτή λογική, βασισµένη στη σύγχρονη ενιαία

ανθρωπιστική έννοµη τάξη και στην αντίληψη του Συντάγµατος ως καθολικού ρυθµιστή (lex universalis)

¹¹ Βλ. Σιούτη Γλ., ∆ίκαιο Περιβάλλοντος , Γενικό µέρος Ι , ∆ηµόσιο ∆ίκαιο και Περιβάλλον , 1993, σελ. 69. Η

εν λόγω συγγραφέας παραθέτοντας τον ορισµό της σύγκρουσης δικαιωµάτων τονίζει ότι η σύγκρουση

αυτή είναι έµµεση, αποκλείοντας προφανώς την αποδοχή µιας άµεσης σύγκρουσης δικαιωµάτων (βλ. παρ.

3.3.β.)

¹² Ο ορισµός αυτός ήδη εµπεριέχει µια πρώτη διάκριση της σχετικής έννοιας , διότι κατά τοΡάικο Αθ.

(Συνταγµατικό ∆ίκαιο, Θεµελιώδη ∆ικαιώµατα, 2οςτόµος , 2002, σελ. 228),«πρέπει να διακριθεί η

σύγκρουση θεµελιωδών δικαιωµάτων του ίδιου προσώπου από τησύγκρουση θεµελιωδών δικαιωµάτων

διαφόρων προσώπων». Κατά το συγγραφέα ησύγκρουση δικαιωµάτων διακρίνεται σε σύγκρουση

δικαιωµάτων stricto sensu, ο ορισµόςτης οποίας ανταποκρίνεται στον ως άνω αναφερόµενο γενικό

ορισµό, και σε συρροή θεµελιωδών δικαωµάτων (βλ. παρ. 3.2.β.)

Page 11:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

11

του συνολικού δικαιϊκού οικοδοµήµατος δεν είναι η ίδια µε εκείνη της παραδοσιακής

νοµικής σκέψης και έννοµης τάξης¹³. Σύµφωνα µε την παραδοσιακή νοµική θεωρία και

έννοµη τάξη, το Σύνταγµα, εποµένως και τα ατοµικά δικαιώµατα είναι «δηµόσιο δίκαιο».

Οι συνταγµατικοί κανόνες – και τα ατοµικά δικαιώµατα – εφαρµόζονται µόνο στο δηµόσιο και όχι και στο ιδιωτικό δίκαιο.

Εποµένως, η παραδοσιακή νοµική µεθοδολογία εφαρµόζει τα θεµελιώδη δικαιώµατα µόνο

στις σχέσεις όπου το ένα µέρος (το άτοµο) είναι φορέας θεµελιωδών δικαιωµάτων, ενώ το άλλο µέρος (το κράτος) δεν είναι .

Η εφαρµογή, όµως, των θεµελιωδών δικαιωµάτων στις διαπροσωπικές σχέσεις, δηλ. σε

σχέσεις στις οποίες και τα δύο µέρη είναι φορείς συνταγµατικών δικαιωµάτων εµφανίζεται για την επηρεασµένη από την ατοµικιστική παράδοση νοµική σκέψη

εξαιρετικά προβληµατική: Πώς είναι δυνατό να εφαρµόζονται τα θεµελιώδη δικαιώµατα

στις σχέσεις, στις οποίες και τα δύο µέρη είναι φορείς θεµελιωδών δικαιωµάτων. Η

διαπροσωπική εφαρµογή των θεµελιωδών δικαιωµάτων «δηµιουργεί» έτσι ένα µεγάλο πρόβληµα για την επηρεαζόµενη από την ατοµικιστική παράδοση σύγχρονη νοµική σκέψη,

το πρόβληµα της σύγκρουσης των θεµελιωδών δικαιωµάτων, πρόβληµα που συνδέεται

µε τον τρόπο της εφαρµογής τους στις διαπροσωπικές σχέσεις¹⁴. Αυτή και µόνη η

τοποθέτηση του προβλήµατος αποτελεί απόδειξη για την ανεπάρκεια της ατοµικιστικής νοµικής θεωρίας, αλλά και για την επίδραση που ασκεί στη σύγχρονη νοµική σκέψη,

απόδειξη για το ότι το ζήτηµα δεν µπορεί να λυθεί παρά µόνο στο πλαίσιο της

µεταβολής της έννοµης τάξης.

4.2 ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ Κ ΤΡΙΤΕΝΕΡΓΕΙΑ

Ως προς το ερώτηµα, αν το πρόβληµα της σύγκρουσης των θεµελιωδών δικαιωµάτων αποτελεί ζήτηµα αναγόµενο στην «τριτενέργεια», οι απαντήσεις που δίνονται απηχούν

τη διχοστασία που έχει ενσκήψει στους κόλπους της θεωρίας. Οι υποστηρικτές της

αντίληψης ότι τα συνταγµατικά δικαιώµατα δεσµεύουν άµεσα µόνο τους φορείς της

δηµόσιας εξουσίας, αντιλαµβάνονται τη σύγκρουση αυτών των δικαιωµάτων ως έµµεση και όχι άµεση.

¹³Για τη γενικότερη επίδραση του νέου ελληνικού Συντάγµατος στο κοινό δίκαιο δηµόσιο και ιδιωτικό, βλ.

τον τόµο αριθ. 9 της σειράς «∆ηµοσιεύµατα ελληνικού ινστιτούτου διεθνώς και αλλοδαπού δικαίου» µ. τ .

Η επίδρασις του Συντάγµατος του 1975 επί του διωτικού και επί του δηµοσίου δικαίου (Προλογικό

σηµείωµα Αλ. Σακελλαρόπουλο, Προέδρου του ∆ΣΑ και Εισαγωγή, Επίλογος Γ. Μαραγκοπούλου).

¹⁴ G. Müller, Die Drittwirkung der Grundrechte und des Sozialstaatsprinzip, 1965, σ. 369 και P. Schwacke,

Grundrechtliche Sponnunglagen, 1975, σ. 27 επ., 85 επ.

Page 12:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

12

Μια άµεση σύγκρουση θεµελιωδών δικαιωµάτων διαφόρων προσώπων είναι δυνατή

µόνο στην περίπτωση της άµεσης δέσµευσης και των ιδιωτών από τα θεµελιώδη

δικαιώµατα (άρθρο 25§1γ΄, Σ) και γενικά υπό τη θεωρία που δέχεται µια τέτοια δέσµευση

των τρίτων, δηλαδή την «άµεση τριτενέργεια» των θεµελιωδών δικαιωµάτων. Συγκρούσεις θεµελιωδών δικαιωµάτων δηµιουργούνται ιδίως στις περιπτώσεις της «τριτενέργειας»

θεµελιωδών δικαιωµάτων, κατά την άποψη αυτή.

Έτσι , για παράδειγµα, στην περίπτωση του επιχειρηµατία που προσλαµβάνει µόνο άνδρες, χριστιανούς ορθόδοξους, η ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας( ιδιωτική

αυτονοµία) του εργοδότη συγκρούεται µε θεµελιώδη δικαιώµατα των εργαζοµένων (αρχή

της ισότητας των φύλων –θρησκευτική ελευθερία) ˙ έτσι και τα δικαιώµατα του πατέρα

να ανατρέφει τα παιδιά του ή να διαθέτει την περιουσία του µε διαθήκη συγκρούονται µε την αρχή της ισότητας των φύλων. Η αντίπαλη θεωρητική πλευρά¹⁵, αναλύοντας τα

παραδείγµατα που αναφέρει η προεκτεθείσα ερµηνευτική άποψη, καταλήγει στα

ακόλουθα: Ένας επιχειρηµατίας προσλαµβάνει µόνο πρόσωπα που ανήκουν σε ορισµένη

φυλή ή θρησκεία. Εδώ συγκρούονται το δικαίωµα του επιχειρηµατία κατά το άρθρο 5§1 µε το δικαίωµα του εργαζοµένου κατά το άρθρο 4. Στην περίπτωση αυτή πραγµατικά η

διαπίστωση της σύγκρουσης των δύο δικαιωµάτων προϋποθέτει αποδοχή της

«τριτενέργειάς» τους.

Αυτό, όµως, δεν συµβαίνει ούτε πάντοτε, ούτε κατά κανόνα. Ας αναλύσουµε το

προαναφερθέν παράδειγµα : έξω από ένα ναό έχουν τοποθετηθεί τόσο ισχυρά

µεγάφωνα που εµποδίζουν κατά τις ώρες της θείας λειτουργίας, ακόµη και τη λεκτική

επικοινωνία µεταξύ των περιοίκων. Οι µεν κάτοικοι αξιώνουν από την πολιτεία να παρέµβει εναντίον της πηγής της ηχορύπανσης ενώ οι εκκλησιαζόµενοι ζητούν από την

πολιτεία να απόσχει από την παρέµβαση εις βάρος τους και χάριν των

διαµαρτυροµένων περιοίκων. ∆έκτης και των δύο θεµελιωδών δικαιωµάτων που

επικαλούνται τα δύο µέρη είναι η κρατική εξουσία. Σε αυτή την περίπτωση έχουµε σύγκρουση δικαιωµάτων χωρίς ούτε καν να τίθεται το θέµα της «τριτενέργειας». Μια πιο

συµβιβαστική γραµµή ακολουθεί µία τρίτη άποψη¹⁶, η οποία δέχεται ότι η σύγκρουση

είναι συχνή αν γίνει δεκτή η«τριτενέργεια» των θεµελιωδών δικαιωµάτων (α΄ άποψη)˙

π.χ.: στην περίπτωση τοιχοκολλήσεων σε ξένο τοίχο συγκρούεται η ελευθερία έκφρασης γνώµης µε το δικαίωµα της ιδιοκτησίας.

Και αν ακόµη η άµεση «τριτενέργεια» δεν γίνει γενικά δεκτή (β΄ άποψη), ισχύει , βέβαια,

όπου την προβλέπει ρητώς το Σύνταγµα, όπως όταν κατοχυρώνει την ισότητα αµοιβής γενικά, χωρίς να την περιορίζει στους εργαζόµενους στο δηµόσιο τοµέα. Εκεί , εκ πρώτης

όψεως το δικαίωµα της ίσης αµοιβής µπορεί να συγκρουσθεί µε την ελευθερία

συµβάσεων που απορρέει από την ελευθερία συµµετοχής στην οικονοµική ζωή της

χώρας.

¹⁵ Βλ. Τσάτσος ∆., Συνταγµατικό ∆ίκαιο, Τόµος Γ΄ , Θεµελιώδη ∆ικαιώµατα Ι , Γενικό Μέρος , 1988, σελ.

295επ.

¹⁶ ∆αγτόγλου Π., ό.π. σελ. 131 επ.

Page 13:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

13

Η σύγκρουση αυτή λύεται , όµως, από το ίδιο το Σύνταγµα υπέρ του δικαιώµατος ίσης

αµοιβής, αφού η ελευθερία συµβάσεων, όπως όλα τα δικαιώµατα που επικεντρώνονται στο

άρθρο 5§1, κατοχυρώνεται από το Σύνταγµα µόνο εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώµατα

των άλλων (οριοθετική τριάδα). Τα δικαιώµατα αυτά είναι όσα προστατεύονται από το ίδιο το Σύνταγµα ή βάσει του Συντάγµατος˙ στα πρώτα ανήκει και το δικαίωµα της ίσης

αµοιβής.

Ωστόσο, ακόµα και αυτή η συµβιβαστική άποψη απορρίπτεται διαρρήδην, καθώς θα µπορούσε να γίνει δεκτή µόνο πριν την αναθεώρηση του 2001 και την εισαγωγή της

διάταξης του άρθρου 25§1.γ΄¹⁷. Σύµφωνα µε τα ως άνω, αντιλαµβάνεται κανείς εύκολα

ότι το ζήτηµα της σύγκρουσης των δικαιωµάτων τίθεται στη νοµική άποψη αφενός

ανεξάρτητα, αφετέρου σχετικά προς το ζήτηµα της «τριτενέργειας».

Οι θεωρίες της «τριτενέργειας», δεν παρέχουν µια συγκεκριµένη λύση στο

δηµιουργούµενο πρόβληµα, το οποίο από θεωρητική άποψη εµφανίζεται πάντοτε, αλλά

από πρακτική κυρίως άποψη, απασχολεί ιδιαίτερα όχι τόσο στις «φανερές» και εύκολες περιπτώσεις της διαπροσωπικής εφαρµογής. Το σίγουρο είναι πως το αν υπάρχει ή δεν

υπάρχει ζήτηµα σύγκρουσης δικαιωµάτων, δεν εξαρτάται από την τριτενέργεια. Πολύ

περισσότερο, δεν εξαρτάται από τη θεωρητική αποδοχή της «τριτενέργειας». Αν

πραγµατικά υπάρχει ζήτηµα σύγκρουσης δικαιωµάτων, η άρνηση της «τριτενέργειας» οδηγεί στη συγκάλυψή του. ∆εν πρόκειται , δηλαδή, να εµποδισθεί η σύγκρουση των

δικαιωµάτων µε το να αρνηθούµε την «τριτενέργεια».

Αντίθετα, η αποδοχή της «τριτενέργειας» οδηγεί στην αποκάλυψη του προβλήµατος, εφόσον εφαρµόζονται τα θεµελιώδη δικαιώµατα στις σχέσεις περισσοτέρων φορέων

θεµελιωδών δικαιωµάτων. Αν πάλι δεν υπάρχει ζήτηµα σύγκρουσης δικαιωµάτων, τότε

δεν πρέπει να τίθεται τέτοιο πρόβληµα. Συνεπώς, αυτή και µόνη η τοποθέτηση του

προβλήµατος της σύγκρουσης των δικαιωµάτων είτε σχετικά είτε ανεξάρτητα προς το ζήτηµα της «τριτενέργειας», κάνει σαφές, ότι δεν πρόκειται για ένα πρόβληµα που

δηµιουργείται µόνο εφόσον γίνει δεκτή η «τριτενέργεια», αλλά πρόκειται για ένα

γενικότερο ζήτηµα που απασχολεί τη νοµική επιστήµη .

¹⁷ Ενδεικτική της παρατιθέµενης διχοστασίας αποτελεί η νοµολογιακή απόφαση υπ’ αριθµόν 4050/1992

του τριµελούς Εφετείου Αθηνών , όπου εξετάζεται η σύγκρουση του δικαιώµατος της προσωπικότητας

του κατηγορουµένου µε το δικαίωµα πληροφόρησης της κοινότητας , στο στάδιο της προδικασίας , που

διέπεται από το τεκµήριο αθωότητας του κατηγορουµένου. Σύµφωνα µε την απόφαση «µε τη διάταξη

της §1 τους άρθρου 5 του Συντάγµατος προβλέπεται ότι ο καθένας έχει δικαίωµα να αναπτύσσει

ελεύθερα την προσωπικότητά του… Επίσης , µε τη διάταξη του άρθρου 2§1 του ισχύοντος Συντάγµατος , η

οποία είναι βασική και για το λόγο αυτό δεν υπόκειται σε αναθεώρηση (άρθρο 110) ορίζεται ότι ο

σεβασµός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της

πολιτείας . Η συνταγµατική αυτή διάταξη, η οποία αναφέρεται στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια… καθιερώνει

γενική συνταγµατική προστασία της προσωπικότητας και δεσµεύει κάθε πολιτειακό όργανο που ασκεί

κρατική λειτουργία. Μετά τη συνταγµατική καθιέρωση της αρχής αυτής οι διατάξεις ιδιωτικού δικαίου

που προστατεύουν την προσωπικότητα πρέπει να αντιµετωπίζονται ως ειδικές συνταγµατικές επιταγές…

[οι οποίες ]… ισχύουν όχι µόνο έναντι του κράτους αλλά και έναντι των ιδιωτών σύµφωνα µε τη

γνωστή θεωρία «Drittwitkung» των ατοµικών δικαιωµάτων».

Page 14:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

14

4.3 ΠΛΑΣΤΟΤΗΤΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ

Η διάκριση του αµυνόµενου από τον επιτιθέµενο, όπως επίσης και η διάκριση ανάµεσα στην πραγµατική σύγκρουση και στην δικαιική άρση της, συµβάλλουν στον παραµερισµό

ενός «νοµικοτεχνικού εµποδίου», που παρεµβάλλει η επίδραση της ατοµικιστικής νοµικής

θεωρίας και παραδοσιακής νοµικής σκέψης, δηλαδή της πλαστής εικόνας της λεγοµένης «νοµικής σύγκρουσης των δικαιωµάτων». Η πλαστή εικόνα της σύγκρουσης των

δικαιωµάτων εξαφανίζεται, όπως και το ίδιο το πρόβληµα δηµιουργείται, µόνο όταν

εξετάζεται στο πλαίσιο της ατοµικιστικής έννοµης τάξης. Από την άποψη αυτή το ζήτηµα

της σύγκρουσης των δικαιωµάτων, είναι ζήτηµα που ανάγεται στη µεταβολή της έννοµης τάξης.

Το ζήτηµα της σύγκρουσης των δικαιωµάτων, ως ζήτηµα νοµικοπολιτικής πραγµατικότητας,

το δηµιουργεί η ατοµικιστική έννοµη τάξη και το καλλιεργεί η ατοµικιστική νοµική παράδοση, η οποία βασιζόµενη στη «θεµελιώδη νοµική έννοια» του δικαιώµατος και στα παλιά

ατοµικιστικά νοµικά πρότυπα, δε θέτει πάντα σαφή όρια της άσκησης των δικαιωµάτων. Στη

σύγχρονη έννοµη τάξη, η ανθρωπιστική αρχή και τα θεµελιώδη δικαιώµατα που την

εξειδικεύουν, αφενός οριοθετούν το δικαίωµα κάθε φορέα, αφετέρου οριοθετούν τα δικαιώµατα των άλλων φορέων. Όπως προκύπτει από την ανθρωπιστική αρχή, στην έννοµη

τάξη του κοινωνικού ανθρωπισµού, αναγνωρίζεται µόνο η εξουσία του ανθρώπου στο

άτοµό του (αυτεξουσία, αυτοπροσδιορισµός) όχι όµως και η εξουσία του ατόµου πάνω σε

άλλα άτοµα.

Επίσης η εξουσία πάνω σε πράγµατα, δεν επιτρέπεται να οδηγεί στην κυριαρχία πάνω σε

άλλους ανθρώπους. ∆εν υπάρχει εποµένως στη σύγχρονη έννοµη τάξη, από νοµική άποψη,

«σύγκρουση δικαιωµάτων», µε την έννοια ότι δύο δικαιώµατα συγκρούονται ασκούµενα κατά νόµιµο τρόπο. Η νόµιµη άσκηση δικαιωµάτων δεν οδηγεί στη σύγκρουση. Στην

πραγµατικότητα ο ένας από τους δύο φορείς έχει θίξει τα δικαιώµατα του άλλου.

Εφόσον προσβάλλεται θεµελιώδες δικαίωµα, δεν πρόκειται για σύγκρουση δικαιωµάτων,

αλλά για προσβολή δικαιώµατος.

Σύγκρουση δικαιωµάτων σηµαίνει την ταυτόχρονη ύπαρξη και νόµιµη άσκηση δύο ή

περισσότερων δικαιωµάτων, τα οποία επειδή ακριβώς αναγνωρίζεται από το δίκαιο ότι

υπάρχουν και ασκούνται κατά νόµιµο τρόπο, για αυτό και εµφανίζονται ότι συγκρούονται. Τίθεται όµως το ερώτηµα: στο πλαίσιο τηςσύγχρονης έννοµης τάξης πώς

είναι δυνατόν το δίκαιο να επιδοκιµάζει και να αποδοκιµάζει, να επιτρέπει και να

απαγορεύει ταυτόχρονα την ίδια συµπεριφορά; Και ποια είναι τότε η αποστολή του

δικαίου σχετικά µε την άρση αυτών των συγκρούσεων; Το δίκαιο δεν είναι δυνατό να επιτρέπει και να απαγορεύει ταυτόχρονα την ίδια συµπεριφορά.

Η σύγχρονη έννοµη τάξη ρυθµίζει τα δικαιώµατα, όχι ως αλληλοσυγκρουόµενα, αλλά ως

αρµονικά ασκούµενα δικαιώµατα. Οι ποικιλόµορφες διαφορές, που ανακύπτουν ανάµεσα στους φορείς των θεµελιωδών δικαιωµάτων, οφείλονται στις πραγµατικές συγκρούσεις

ανάµεσα στα άτοµα. Αποστολή όµως του δικαίου είναι ακριβώς η δικαιική άρση των

Page 15:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

15

πραγµατικών συγκρούσεων, δηλαδή η απονοµή της δικαιοσύνης, εποµένως κατά δίκαιο δεν

υπάρχουν συγκρούσεις θεµελιωδών δικαιωµάτων. Ο προορισµός, η αποστολή και η αξία του

δικαίου είναι να επιβάλει την αρµονική συµβίωση, δηλαδή να αίρει τις πραγµατικές

συγκρούσεις µε νοµικούς κανόνες. Προκύπτει έτσι η θεµελιώδης διάκριση ανάµεσα στην πραγµατική σύγκρουση και στη δικαιική άρση της, ανάµεσα στην πραγµατική αντίθεση

και στη νοµική σύνθεση της αντίθεσης.

Εφόσον πράγµατι υπάρχει σύγκρουση ανάµεσα στους φορείς των θεµελιωδών δικαιωµάτων, αυτό σηµαίνει ότι κάποιος από τους φορείς «υπερέβη» τα όρια της άσκησης

των δικαιωµάτων του ή µε άλλη έκφραση «παρέβη» τις υποχρεώσεις, που του επιβάλλει το

δίκαιο, δηλαδή ενήργησε χωρίς δικαίωµα. Η παράβαση των υποχρεώσεων, οδηγεί στην

παραβίαση των δικαιωµάτων του άλλου. Άλλοτε πάλι η «σύγκρουση δικαιωµάτων» εµφανίζεται από την αντιπαράθεση δικαιώµατος προς δικαίωµα (υποκειµενικού προς

υποκειµενικό), αντί της επιβαλλόµενης αντιπαράθεσης δικαιώµατος προς θεσµό

(υποκειµενικό προς αντικειµενικό). Η τοποθέτηση αυτή εξαφανίζει τη «σύγκρουση» και

οδηγεί σε ορθές αντικειµενικές λύσεις.

Συµπερασµατικά, η εικόνα της σύγκρουσης των δικαιωµάτων είναι πλαστή. Προέρχεται

από τον ατοµικισµό και ενισχύει τις ατοµικιστικές δοξασίες. Ζήτηµα σύγκρουσης

δικαιωµάτων στη σύγχρονη έννοµη τάξη δεν υπάρχει.

5.ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΡΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ

5.1 ΑΡΧΗ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ

Η καταγωγή της αρχής της αναλογικότητας, ανάγεται στο Γερµανικό και στο Γαλλικό

Αστυνοµικό ∆ίκαιο.Κατά το ΓΟΣ∆, ο νοµοθετικός περιορισµός του συνταγµατικού

δικαιώµατος θα πρέπει να ανταποκρίνεται στη φύση του πράγµατος, ενώ στο νοµοθέτη

δεν επιτρέπεται να εισάγει περιορισµούς ξένους προς αυτήν. Την ίδια αρχή δέχεται και η ν.µ.λ του ∆.Ε.Κ., τονίζοντας την ανάγκη της ύπαρξης σχέσης αναλογικότητας µεταξύ των

πράξεων των κοινοτικών οργάνων και του σκοπού που αυτά επιδιώκουν, καθώς και της

µη υπέρβασης του επιβεβληµένου µέτρου για την πραγµάτωση του σκοπού. Στον ελληνικό

χώρο η «αρχή της αναλογικότητας», κατοχυρώνεται πλέον και ρητώς από το άρθρο 25 παρ.1 εδ δ Σ., όπου ορίζεται ότι κάθε είδους περιορισµοί των συνταγµατικών δικαιωµάτων πρέπει

να σέβονται την αρχη της αναλογικότητας.¹⁸ ¹⁹

¹⁸ Πριν την ρητή καθιερωσή της, η αρχή της αναλογικότητας, συνήγετο από το άρθρο 5 παρ.1 και 25 παρ.1 Σ. Βλ.

∆ΑΓΤΟΓΛΟΥ «ΑΤΟΜΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ» Α’ (1991),σελ.179¹

⁹ Άρθρο 25 παρ.1, εδ. α΄ Σ.: «Τα δικαιώµατα του ανθρώπου ως ατόµου και ως µέλους του κοινωνικού συνόλου

και η αρχη του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του κράτους.

Page 16:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

16

Η αρχή της αναλογικότητας(Grundsatz der Verhaltnismassigkeit,principle of

proportionality,principe de proportionalite), επιτάσσει την ύπαρξη εύλογης σχέσης-

αναλογίας µεταξύ του περιοριστικού µέσου και του επιδιωκόµενου σκοπού.²⁰ Τονίζεται

λοιπόν η σχέση που απαιτείται ανάµεσα στο σκοπό του κοινού νοµοθέτη και του περιοριστικού τουΣυνταγµατικού δικαιωµατος µέσου , που λαµβάνει για την πραγµάτωση του

σκοπού του. Θα µπορούσε να λεχθεί πως η αρχή της αναλογικότητας εντάσσεται στους

«περιορισµούς των περιορισµών» των θεµελιωδών δικαιωµάτων. Πρέπει εποµένως να

τίθεται ζήτηµα περιορισµού του συνταγµατικού δικαιώµατος καθως επίσης να υπάρχει

επιφύλαξη νόµου(επιφύλαξη στην ουσία, υπέρ τοτ συνταγµατικού νόµου).Εάν αντιθέτως

δεν υφίσταται ζήτηµα περιορισµού ενός θεµελιώδους δικαιώµατος, διότι η κρινόµενη

ενέργεια βρίσκεται εκτός προστατευόµενου πεδίου του θεµελιώδους δικαιώµατος,σε αυτή

την περίπτωση δεν γίνεται δεκτή η εφαρµογή της εν λόγω αρχής²¹.Η αρχή της αναλογικότητας αναλύεται σε τρεις επιµέρους αρχές:1) την αρχή της

αναγκαιότητας(Erforderlichkeit), 2)την αρχή της καταλληλότητας(Geeignetheit) και 3) την

αρχή της αναλογικότητας µε στενή έννοια(Verhaltnismassgigkeit im engeren Sinn).

1)Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑΣ

Σύµφωνα µε την παραπάνω αρχή, όταν λαµβάνεται ένας νοµοθετικός περιορισµός, αυτός θα

πρέπει να είναι αναγκαίος, δηλαδή να αποκλείεται η επιλογή άλλου περιορισµού, εξίσου

αποτελεσµατικού λιγότερο όµως περιοριστικού.Όταν το ίδιο το αποτέλεσµα είναι δυνατό

να επιτευχθεί µε µικρότερο περιορισµό, αυτό σηµαίνει ότι ο περιορισµός που έχει ληφθεί δεν είναι αναγκαίος είται κατ’ ένσταση, είται κατ’ έκταση και εποµένως δεν συνάδει µε την Αρχή

της Αναλογικότητας.Εποµένως η σχέση δεν είναι εύλογη εφόσον ο περιορισµός είναι

επαχθέστερος από τον αναγκαίο²².

2)Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑΣ

Σύµφωνα µε την αρχή της καταλληλότητας, θα πρέπει το περιοριστικό της ελευθερίας

µέτρο, να είναι πρόσφορο και κατάλληλο κατ’ είδος και κατ’ έκταση για την επίτευξη του

σκοπού. Υπό τις δύο προαναφερθείσες πτυχές της, η αρχή της αναλογικότητας είναι η

κατεξοχήν κατάλληλη αρχή για τη διασάφηση και οριοθέτηση των αγαθών και των αξιών

²⁰ Βλ. Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ. «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ, ΤΟΜΟΣ Γ’ – ΗΜΙΤΟΜΟΣ 1(2005),

σελ.245 -249.

²¹Ανάλυση Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ. «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», ΓΕΝΙΚΟΜΕΡΟΣ, ΤΟΜΟΣ Γ’ – ΗΜΙΤΟΜΟΣ

1(2005), σελ.169 επ.

²² Π.Χ: Η διάλυση παράνοµης συναθροίσεως από την Αστυνοµία µε χρήση πυροβόλων όπλων, ενώ αρκούσαν

ηπιότερα µέσα.Βλ.Π.∆.∆ΑΧΤΟΓΛΟΥ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ∆ΙΚΑΙΟ- ΑΤΟΜΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ» Α΄ (2005),σελ.211 επ.

Page 17:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

17

που συγκρούονται εκάστοτε µε το δηµόσιο συµφέρον. Συµπληρώνεται δε και

ολοκληρώνεται από την αρχη της αναλογικότητας stricto sensu.

3) Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΣΤΕΝΗ ΕΝΝΟΙΑ(stricto sensu).

Εδώ υπάγεται η «ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ», η οποία έχει πλέον ενταχθεί στην αρχή της

αναλογικότητας εν ευρεία έννοια, χάνοντας την µεθοδολογική της αυτοτέλεια.Κατά την ως άνω αρχή τα προσδοκώµενα οφέλη από την λήψη του περιοριστικού µέτρου δεν θα πρέπει

να είναι δυσαναλογα µικρά σε σχέση µε τις προκαλούµενες ζηµίες.Θα πρέπει συνεπώς να

σταθµίεται η βαρύτητα του περιοριζόµενου δικαιώµατος µε την βαρύτητα του έννοµου αγαθου, που συνηγορεί υπερ της λήψης του περιοριστικού µέτρου.Η στάθµιση θα πρέπει να

γίνεται στα πλαίσια της εκάστοτε συγκεκριµένης περίπτωσης. Από τα παραπανω

αντιλαµβανόµαστα ότι η αρχή της αναλογικότητας εύρυτερο περιεχόµενο και είναι

ταυτόσηµος του όρου Αρχή της Αιτιωδους Συνάφειας²³.

5.2 ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ

Η πρακτική εναρµόνιση (praktishe konkordanz) προβάλλεται ως µέθοδος για την άρση των

αντιθέσεων στις περιπτώσεις που δεν προβλέπεται η επιφύλαξη υπερ του νόµου. Στόχος

της µεθόδου αυτής (που εµφανίστηκε στη Γερµανική έννοµη τάξη), είναι η εξασφάλιση της

εφαρµογής όλων των διατάξεων, ώστενα προκύψει δίκαιη εξισορρπηση,στο πλάισιο της εκάστοτε συγκεκριµένης περίπτωσης. Η παραπάνω θεωρία υποδεικνύει ότι οι περιορισµοί

των συνταγµατικώνδικαιωµάτων προκύπτουν από τη συστηµατική ερµηνεία των

συνταγµατικών διατάξεων.Η αρχή της πρακτικής εναρµόνισης συνιστά παραπέρα ανάπτυξη

της αρχής της αναλογικότητας και είναι θεµιτή η προσπάθεια για µεγαλύτερη δυνατή πραγµατοποίηση του καθενός από τα συγκρουόµενα δικαιώµατα κατά την επιδιωκόµενη

άρση της σύγκρουσής τους²⁴.Εποµένως δεν θα πρέπει να γινεται διάκριση µεταξύ

αναλογικότητας και εναρµόνισης µε βάση την ύπαρξη ή µη επιφύλαξης υπέρ του νόµου.

5.3 ΘΕΣΜΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Μία ακόµη µέθοδος άρσης της σύγκρουσης των συµφερόντων είναι και η θεσµική

εφαρµογή.Οι βάσεις της παραπάνω µεθόδου είναι οι εξης παρακάτω:

²³ Βλ. Εκτενής ανάλυση για την παραπάνω αρχή Α.Γ.∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ» -Γ’

ΗΜΙΤΌΜΟΣ 1, σελ.73-83 και σελ 253

²⁴ Βλ. Α.Γ.ΡΑΙΚΟΣ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ∆ΙΚΑΙΟ», ΤΟΜΟΣ 2, Θεµελιωδη δικαιώµατα,(2002),σελ.237-238.Επίσης πρβλ.

Π΄.∆.∆ΑΓΤΟΓΛΟΥ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ∆ΙΚΑΙΟ- ΑΤΟΜΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ» Α’ (2005), σελ.132.

Page 18:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

18

Α)Η τριµερής διάκριση του περιεχοµένου κάθε συνταγµατικού δικαιώµατος σε αµυντικό,

προστατευτικό και διασφαλιστικό.

Β)Η αρχή της καθολικής εφαρµογής κατα την οποία τα συνταγµατικά δικαιώµατα

εφαρµόζονται στη συνολική έννοµη τάξη.

Γ) Η αρχή της βασικής ισχύος των συνταγµατικών δικαιωµάτων.

∆)Η αρχή της εφαρµογής του αµυντικού περιεχοµένου των συνταγµατικών δικαιωµάτων στις διαπροσωπικές σχέσεις.

Ε) Η διάκριση των διαφόρων επιβαρύνσεων που υφίστανται τα συνταγµατικά δικαιώµατα

σε απλές επιδράσεις, απλούς περιορισµούς και προσβολές.

ΣΤ) Η διάκριση περιορισµού και οριοθέτησης.

Ζ)Η αρχή της ταυτόχροννης προστασίας δικαιωµάτων και θεσµών.

Η) Η διάκριση των δύο επιπέδων εφαρµογής.

Θ) Η αρχή του αιτιώδους των περιορισµών.

Ι) Η αρχή κατά την οποία τα συνταγµατικά δικαιώµατα, εφαρµοζόµενα στην γενική σχέση,

δεν υπόκεινται σε περιορισµούς, παρά µόνο σε οριοθετήσεις.

Κ)Η αρχή nulla restriction sine lege constitutonale certa .

Λ)Η αντιπαράθεση υποκειµενικού δικαιώµατος προς αντικειµενικό θεσµό- έννοµη σχέση.

Η θεσµική εφαρµογή, ως µέσο άρσης της σύγκρουσης των θεµελιωδών δικαιωµάτων, είναι

µία, ενιαία και ανεξάρτητη για το αν πρόκειται για αντιθέσεις µεταξύ κράτους και πολιτών

ή πολιτών µεταξύ τους.Βάση της θεσµικής εφαρµογής είναι η αιτιώδης συνάφεια που

ενυπάρχει στα πράγµατα. Η ενδιαφέρουσα στη θεσµική εφαρµογή αιτιώδης συνάφεια είναι εκείνη που εντοπίζεται ανάµεσα στο προοριζόµενο δικαίωµα και στο θεσµό, µέσα στον

οποίο ασκείται.Τόσο το δικαίωµα όσο και ο θεσµός έχουν συνταγµατική θεµελίωση²⁵ ²⁶.

Πρόκειται για συστηµατική ερµηνεία του Συντάγµατος, που βασίζεται στην ενότητα του και

αφορά σε όλα τα συνταγµατικά δικαιώµατα ανεπιφύλακτα και µη.

²⁵ Βλ.Α.Γ.∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ : «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ-ΤΟΜΟΣ Γ’-ΗΜΙΤΟΜΟΣ 1-(2005),

σελ.251-255.

²⁶Αυτό αποτελεί και κοινό στοιχείο µε τη θεωρία της «ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΕΜΑΡΜΟΝΙΣΗΣ»

Page 19:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

19

Οι περιορισµοί (ρητοί ή µη ρητοί) των συνταγµατικών δικαιωµάτων προκύπτουν σε κάθε

περίπτωση από το Σύνταγµα.Μέσω της θεσµικής εφαρµογής το συνταγµατικό δικαίωµα

υφίσταται θεσµική προσαρµογή, προσαρµόζεται δηλαδή στο θεσµό στον οποίο

εφαρµόζεται.Η προσαρµογή αυτή εξαρτάται αποκλειστικά από αντικειµενικά στοιχεία, καθώς κάτι τέτοιο υπαγορεύεται από την αιτιώδη συνάφεια.

Η µέθοδος της θεσµικής εφαρµογής εκτυλίσσεται σε τρία στάδια.Αρχικά εντοπίζεται εάν

υπάρχει περιοριζόµενο δικαίωµα, ώστε να διαπιστωθεί αν υπάρχει περιορισµός ή απλή επίδραση. Από τη στιγµή που εντοπιστεί ποιο ακριβως δικαίωµα πλήττεται, γίνεται πλέον

σαφές, πιο είναι το επιτιθέµενο και ποιο το αµυνόµενο µέρος. Στο δέυτερο στάδιο

εντοπίζεται το θεσµικό περιβάλλον στο οποίο εφαρµόζεται το περιοριζόµενο δικαίωµα

και συγκεκριµένα ερευνάται αν πρόκειται για γενική ή ειδική σχέση. Το τρίτο στάδιο, το στάδιο της θεσµικής προσαρµογής, µεσολαβεί µόνο αν πρόκειται για ειδική σχέση – θεσµό.

Στο σηµείο αυτό εξετάζεται αν για το περιοριζόµενο δικαίωµα προβλέπονται από το

Σύνταγµα ρητοί περιορισµοί. Αν όντως προβλέπονται, εφαρµόζονται. Αν δεν προβλέπονται

ερευνάται η ύπαρξη µη ρητών περιορισµών, που προκύπτουν από άλλες διατάξεις του Συντάγµατος²⁷.

5.4 Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΤΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ

Σύµφωνα µε το άρθρο 25§1 εδ. β΄ Συντ. τα κρατικά όργανα προκειµένου «να διασφαλίζουν την ανεµπόδιστη και αποτελεσµατική άσκηση» των συνταγµατικών

δικαιωµάτων, οφείλουν να αίρουν τις µεταξύ τους συγκρούσεις. Η αρχή αυτής της άρσης

της σύγκρουσης επιτυγχάνεται µε τη στάθµιση εκ µέρους του κρατικού οργάνου των συγκρουόµενων συµφερόντων και την επιλογή του επικρατέστερου σε κάθε

συγκεκριµένη περίπτωση. Η επιλογή ασκείται κατά διακριτική ευχέρεια, η οποία

ελέγχεται βεβαίως δικαστικώς. Όπως προέκυψε και από τη σχετική υπό 4.1. ανάλυση

ιεράρχηση δικαιωµάτων σε γενικό επίπεδο δεν είναι νοητή, διότι όλα αποτελούν

συγκεκριµενοποιήσεις της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και οποιαδήποτε ιεράρχηση θα

οδηγούσε σε υποκειµενικές κρίσεις και σε πλήρη ανασφάλεια και σχετικοποίηση των

δικαιωµάτων. Ο καθορισµός της προτεραιότητας γίνεται µε αντικειµενικά κριτήρια, µε τα

οποία γίνεται υπαγωγή του επικρατούντος συµφέροντος στο δηµόσιο συµφέρον, σε κάθε συγκεκριµένη περίπτωση. Εν πάση περιπτώσει η άρση της σύγκρουσης πρέπει να γίνεται

µετά από στάθµιση των συµφερόντων και κατά τρόπο που εξασφαλίζει τη µεγαλύτερη

δυνατή άσκηση όλων των συγκρουόµενων δικαιωµάτων.

²⁷Εκτενής ανάλυση στο σύγγραµα του Α.Γ.∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ» ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ-

ΤΟΜΟΣ Γ’- ΗΜΙΤΟΜΟΣ 1- (2005),σελ.253-255.

Page 20:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

20

Ειδικότερα, από τους θεωρητικούς της στάθµισης των συµφερόντων γίνεται δεκτό ότι η

στάθµιση της εκάστοτε προτεραιότητας, δηλαδή η προστασία της µιας και ο περιορισµός

της άλλης ατοµικής ελευθερίας, σε κάθε συγκεκριµένη περίπτωση είναι ζήτηµα

πραγµατικό εξαρτώµενο από τις συντρέχουσες συγκύριες.

Σύµφωνα µε τον Γ. Μιχαηλίδη – Νουάρο, ο οποίος µελετώντας τη σύγκρουση του

δικαιώµατος επί του ιδιωτικού βίου µε το δικαίωµα της ελευθερίας του τύπου²⁸ δέχεται

τη θεωρία της «συγκεκριµένης στάθµισης των αγαθών», η στάθµιση αυτή συντελείται τόσο σε ένα επίπεδο αντικειµενικό µε βάση τις επικρατούσες κοινωνικές αντιλήψεις όσο και

σε ένα επίπεδο υποκειµενικό που προσδιορίζεται από τη βούληση του ενδιαφερόµενου

ατόµου. Η στάθµιση αυτή οφείλει να αναζητήσει την όσο το δυνατό

αποτελεσµατικότερη προστασία και των δύο συγκρουόµενων δικαιωµάτων. Αυτός ο κανόνας προκύπτει από την αρχή, ότι πριν φτάσει ο ερµηνευτής στη διαπίστωση της

αντίφασης οφείλει να αναζητήσει τη νοηµατική ενότητα του Συντάγµατος, αφού το

Σύνταγµα δεν είναι άθροισµα, αλλά σύστηµα κανόνων δικαίου. Η επιλογή του ενός

δικαιώµατος σε βάρος του άλλου έχει θέση, αν η προηγούµενη ερµηνευτική προσπάθεια αποδειχθεί in concreto ατελέσφορη.

Η αρχή, λοιπόν, της στάθµισης συµφερόντων αποσκοπεί στην ad hoc αξιολόγηση των

πραγµατικών και νοµικών δεδοµένων προκειµένου να κριθεί το κατά περίπτωση επικρατέστερο συµφέρον ή στον ανάλογο περιορισµό των συγκρουόµενων συµφερόντων.

Κλασική για τη διατύπωση της παραµένει η ΣτΕ 810/1977 στην οποία έγινε

στάθµισηµεταξύ των άρθρων 24§1 αφενός και 22§1, 106§1 και 107§1 αφετέρου. Το

σκεπτικό της απόφασης περιέχει τρία σηµεία τα οποία συνοψίζουν την ανωτέρω άποψη: i) «εν τυχόν δε ελλείψει οιασδήποτε φύσεως προστατευτικής νοµοθετικής διατάξεως

γεννάται εκ των συνταγµατικών επιταγών (του 24§1) εν πάση περιπτώσει και διά την

∆ιοίκησιν ευθεία υποχρέωσις όπως κατά την µόρφωσιν της κρίσεώς της επί ζητήµατος

σχέσιν έχοντος προς τα περι ων αι συνταγµατικαί αυταί διατάξεις θέµατα, λαµβάνει υπόψιν και τας περί την ως άνω προστασίαν απόψεις, εν συνεκτιµήσει πάντων των

συνθετόντων το Εθνικόν συµφέρον λύσεως».

ii) «η ∆ιοίκησις οφείλει , εν απουσία, νοµοθετικής διατάξεως, να σταθµίζει και να συνεκτιµά πάντας τους εις τας υπ’ αριθµ. 22§1, 106§1 και 107§1 συνταγµατικάς διατάξεις

αναφερόµενους παράγοντες, οίτινες δεν αποκλείεται εις συγκεκριµένην περίπτωσιν να

έχουν µάλλον βαρύνουσαν σηµασίαν, εν σχέσει προς την υπό του 24§1 του Συντάγµατος

διαγορευµένην προστασίαν του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος».

²⁸ Βλ. Μιχαηλίδης – Νουάρος Γ., Το απαραβίαστο του ιδιωτικού βίου και η ελευθερία του Τύπου, ΤοΣ,

1983, σελ. 369 επ.

Page 21:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

21

iii) «όταν πρόκειται να εκδοθούν διοικητικαί πράξεις, οι οποίες αφορούν πλείονας

τοµείς δραστηριότητας της ∆ιοικήσεως πρέπει να λαµβάνονται υπόψιν όλοι οι

συνθέτοντες το εθνικό συµφέρον παράγοντες και µετά την συνεκτίµησιν και στάθµισιν

αυτών, ενόψει και της σπουδαιότητος του επιδιωκοµένου σκοπού και να προκρίνεται κατά την αληθή βούλησιν του νοµοθέτου η καλύτερον εξυπηρετούσα το γενικώτερον

εθνικόν συµφέρον λύσις, αυτή η ευχέρεια µπορεί να ελεγχθεί από της απόψεως

υπερβάσεως των άκρων ορίων της».

Την ίδια γραµµή ακολουθεί παγίως πλέον η νοµολογία (ΣτΕ 3047/80, 262/82, 1069/84,

1615/88, 2281/92).

5.4.1 Η ΜΕΘΟ∆ΟΣ ΤΗΣ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΤΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ

ΚΑΤΑ ΤΟ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ ΟΜΟΣΠΟΝ∆ΙΑΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ∆ΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (Γ.Ο.Σ.∆.)

Ο τρόπος άρσης της σύγκρουσης των δικαιωµάτων, όπωςπροκύπτει από τη θεωρία της

στάθµισης των συµφερόντωνυποστηρίζεται ένθερµα από την κρατούσα στη γερµανική

επιστήµηγνώµη και εφαρµόζεται από την πάγια νοµολογία του Γ.Ο.Σ.∆.53. Απόπολύ

νωρίς το Γ.Ο.Σ.∆. στράφηκε προς τη λύση του προβλήµατος τηςσύγκρουσης των θεµελιωδών δικαιωµπάτων στο πεδίο των σχέσεωνµεταξύ των ιδιωτών, αντιµετωπίζοντας

τις πιο δύσκολες περιπτώσειςδιαπροσωπικής εφαρµογής των θεµελιωδών δικαιωµάτων.

Αναπτύχθηκεέτσι στο πλαίσιο της νοµολογίας του Γ.Ο.Σ.∆. η θεωρία ή µέθοδος

τηςστάθµισης των συµφερόντων, µέθοδος που συνδέεται στενά µε τηνιδεαλιστικού τύπου αντίληψη που επικρατεί στη Γερµανία για το«αξιολογικό σύστηµα» και την «αξιολογική

φύση» της γερµανικήςέννοµης τάξης, αντίληψη που επίσης κυοφορήθηκε και

αναπτύχθηκε –όχι µόνο αλλά και – στο πλαίσιο της νοµολογίας του Γ.Ο.Σ.∆. Το

πόσοεπηρεασµένη είναι η σύγχρονη νοµική σκέψη από την ατοµικιστικήνοµική παράδοση γίνεται φανερό από τον τρόπο µε τον οποίοεπιδιώκεται η λύση του

προβλήµατος της σύγκρουσης των δικαιωµάτωναπό την ίδια, δηλαδή τη χρησιµοποίηση

της µεθόδου της στάθµισης τωνσυµφερόντων. Και είναι σηµαντικό στο σηµειό αυτό να

σηµειωθεί ότι ηνοµολογία του Γ.Ο.Σ.∆., συνολικά αντιµετωπιζόµενη, κάθε άλλο παράθα µπορούσε εύκολα να καταταχθεί στους συνεχιστές της ατοµικιστικήςνοµικής παράδοσης του

γερµανικού νοµικού χώρου.

Κατά τη µέθοδο της στάθµισης το αρµόδιο κρατικό όργανο έχει βέβαια διακριτική ευχέρεια για την πρόκριση του δικαιώµατος που θα επικρατήσει στην κάθε περίπτωση.

Η πρόκριση πρέπει , ωστόσο, να γίνεται µε κριτήρια αντικειµενικά κατά το Γ.Ο.Σ.∆. Και

τούτο γιατί το Σύνταγµα δεν καθιερώνει καµία ιεράρχηση των θεµελιωδών δικαιωµάτων.

Ωστόσο, αυτό το ζήτηµα είναι πολύ αµφίβολο στη γερµανική επιστήµη˙ ακόµη και στο Γ.Ο.Σ.∆. υπάρχει διαφωνία µε την έννοια της έκδοσης άκρως συνθετικών ως προς το

Page 22:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

22

ζήτηµα αυτό αποφάσεων. Ειδικότερα, οι αποφάσεις της 16-1-1957 (BverfGE 6,40) και 15-1-

1958 (BverfGE 7,215) δέχθηκαν µια ιεράρχηση των θεµελιωδών δικαιωµάτων. Η πρώτη

απόφαση οµιλεί περί των «υπερτάτων αρχών» της αξιολογικής τάξεως, η αναθεώρηση

των οποίων απαγορεύεται (άρθρα 1 και 20 του Θεµ. Νόµου), ενώ η δεύτερη απόφαση χαρακτηρίζει ρητά την αξιολογική τάξη των θεµελιωδών δικαιωµάτων ως ιεραρχική

αξιολογική τάξη (Wertrangordnung). Αντίθετα, οι αποφάσεις της 20-12-1960 (BverfGE 12,52

επ.) και 4-10-1965 (BverfGE 19,138) δέχονται την ισοτιµία των σ’ αυτές των

αναφεροµένων συνταγµατικών διατάξεων. Πάντως, από την αρχή της ισοτιµίας των

θεµελιωδών δικαιωµάτων υπάρχει µια αυτονόητη εξαίρεση, αφορώσα την ανθρώπινη ζωή˙

αυτή είναι η υπέρτατη αξία και αποτελεί µάλιστα την προϋπόθεση όλων των άλλων

θεµελιωδών δικαιωµάτων.

Η νοµολογία του Γ.Ο.Σ.∆. θεώρησε ως ισάξια τα κατοχυρούµενα από το άρθρο 5§1 του

Θεµ. Νόµου δικαιώµατα (δικαίωµα εκδήλωσης της γνώµης και δικαίωµα

πληροφορήσεως, ελευθερία τύπου και ελευθερία ανακοινώσεων από το ραδιόφωνο και

τον κινηµατογράφο) µεταξύ τους και µε το δικαίωµα προσωπικότητας (άρθρ. 1§1 σε συνδυασµό µε το άρθρο 1§1 Θεµ. Νόµου, αντίστοιχα άρθρα 51 και 2§1 Ελληνικού Συντ.)

καθώς και το τελευταίο δικαίωµακαι την ελευθερία της τέχνης (άρθρ. 5§1 Θεµ. Νόµου,

άρθρ. 16§1 εδ. α΄ Ελληνικού Συντ.). αντίθετα, το ∆ικαστήριο δέχθηκε το προβάδισµα

ελευθερίας εκδηλώσεως της γνώµης απέναντι ενός ιδιωτικού έννοµου αγαθού (ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας) όταν µάλιστα η πρώτη ελευθερία εξυπηρετεί

ιδεολογικούς και όχι ιδιωτικούς, ιδιοτελείς, οικονοµικούς σκοπούς˙ κατ’ αρχήν το

προβάδισµα του δικαιώµατος της προσωπικότητας απέναντι της κερδοσκοπικής

δραστηριότητας, π.χ. της οικονοµικής διαφηµίσεως˙ το προβάδισµα του συµφέροντος της επίκαιρης ενηµερώσεως της κοινής γνώµης σχετικά µε τα εγκλήµατα απέναντι του

δικαιώµατος προσωπικότητας του δράστου στη συγκεκριµένη περίπτωση˙ και κατ’ αρχήν

το προβάδισµα της ζωής του κυοφορουµένου απέναντι του δικαιώµατος αυτοδιαθέσεως

της γυναίκας (άρθρ. 2§1 Θεµ. Νόµου).

Εκ των άνωθεν αναφεροµένων προκύπτει ότι το δικαίωµα της ζωής δεν µπορεί να

σταθµισθεί σε καµιά περίπτωση µε τα άλλα θεµελιώδη δικαιώµατα, έχοντας πάντοτε το

προβάδισµα απέναντι αυτών. Κατ’ ακολουθία, ο καθορισµός της προτεραιότητας µεταξύ των συγκρουόµενων δικαιωµάτων είναι ζήτηµα πραγµατικό και πρέπει να γίνεται

ανάλογα µε τη σηµασία που έχουν τα δικαιώµατα αυτά in concreto. Η περιπτωσιολογική

κρίση της σπουδαιότητας των επιµέρους δικαιωµάτων είναι πρόδηλα ασυµβίβαστη µε τις

αρχές της ασφάλειαςτου δικαίου και του προβλεπτού κρατικών πράξεων, γεγονός κατακριτέο²⁹. Εντούτοις, δεν υπάρχει de lege lata άλλος τρόπος άρσης των συγκρούσεων

θεµελιωδών δικαιωµάτων, κατά τους υπέρµαχους αυτής της γερµανικής νοµική µεθόδου.

Βέβαια, η ασθενής περιπτωσιολογική βάση της µεθόδου στάθµισης των συµφερόντων

²⁹ Βλ. Ράικο Αθ., ό.π. σελ. 237.

Page 23:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

23

έγινε αντιληπτή από το Γ.Ο.Σ.∆., το οποίο σε µια ύστατη προσπάθεια υπεράσπισης αυτής

της µεθόδου προβαίνει σε ένα συνδυασµό της θεωρίας της στάθµισης των συµφερόντων

και της αρχής της πρακτικής αρµονίας (Prinzip praktischer Konkordanz) που ανέπτυξε ο

καθηγητής Hesse K. σε συνδυασµό µε την αρχή της ενότητας. Με άλλες λέξεις το δικαστήριο προσπαθεί να άρει τη συγκεκριµένη σύγκρουση θεµελιωδών δικαιωµάτων κατά τέτοιο

τρόπο, ώστε να πετυχαίνει τη µεγαλύτερη δυνατή άσκηση όλων των συγκρουόµενων

δικαιωµάτων µε τον ανάλογο περιορισµό τους³⁰. Μόνο στην περίπτωση αδυναµίας

επιτεύξεως του σκοπού αυτού µπορεί ο δικαστής να δώσει µετά από στάθµιση

συµφερόντων, το προβάδισµα σ’ ένα δικαίωµα σε βάρος του άλλου. Έτσι , π.χ. στην

περίπτωση του δικαιώµατος δηµόσιας συναθροίσεως, που εµποδίζει συνήθως την

κυκλοφορία πεζών και οχηµάτων και τη λειτουργία καταστηµάτων (σύγκρουση

ελευθερίας συναθροίσεως, ελευθερίας κινήσεως και επαγγελµατικής ελευθερίας), το κρατικό όργανο οφείλει µε τον ανάλογο περιορισµό του χρόνου ή του τύπου ή και του

τρόπου πραγµατοποίησης της συνάθροισης να πετύχει τη µικρότερη δυνατή προσβολή

των δύο άλλων θεµελιωδών δικαιωµάτων. Αξίζει , πάντως, να ασχοληθούµε µε δύο

υποθέσεις – σταθµούς του Γ.Ο.Σ.∆. που απηχούν την επικρατούσα νοµική µεθοδολογία στο θέµα της επίλυσης του προβλήµατος της σύγκρουσης: τις υποθέσεις Lüth και Blinkfür

(15-1-1958 και 26-2-1969 αντίστοιχα).

Α) ΥΠΟΘΕΣΗ LÜTH

Ο πιο γνωστός από τους σκηνοθέτες του γερµανικού ναζιστικού καθεστώτος Veit Harlan

συνεχίζει και µετά το τέλος του Β΄ Παγκοσµίου Πολέµου την κινηµατογραφική του

δραστηριότητα. Ο διευθυντής της υπηρεσίας τύπου του Αµβούργου Lüth, στην προσπάθειά του να εµποδίσει µια νέα είσοδο του Harlan στο γερµανικό κινηµατογράφο, τον

κατηγορεί , µε οµιλία του προς τους εµπόρους και τους παραγωγούς κινηµατογραφικών

ταινιών, σαν οπαδό του εθνικοσοσιαλισµού και παρακινεί το ακροατήριό του να

µποϋκοτάρει την ταινία του Harlan. Το ίδιο επαναλαµβάνει και µε επιστολή του στις εφηµερίδες. Κατά του Lüth εγείρεται αγωγή µε την οποία επιδιώκεται η καταδίκη του

σε παράλειψη από τέτοιου είδους ενέργειες. Η αγωγή γίνεται δεκτή µε την αιτιολογία ότι

η συµπεριφορά αυτή του Lüth, σαν επέµβαση στη σφαίρα της επαγγελµατικής

δραστηριότητας του ενάγοντα αντίκειται στα χρηστά ήθη (826 γερµ. ΑΚ).

³⁰ Σύµφωνα µε την απόφαση της Γ.Ο.Σ.∆. της 26-5-1970 (BVerfGE 28,261), η οποία έκρινε σύγρουση µεταξύ

του θεµελιώδους δικαιώµατος της αρνήσεως στρατιωτικής υπηρεσίας µε όπλα για λόγους συνειδήσεως

(άρθρ. 4§3 Θεµ. Νόµου) και της συνταγµατικά προστατευόµενης οµαλής λειτουργίας των ενόπλων

δυνάµεων : «…Οι εν προκειµένω εµφανιζόµενες συγκρούσεις…αίρονται µόνο, αφού διαπιστωθεί ποια

συνταγµατική διάταξη έχει µεγαλύτερο βάρος για το κρινόµενο ζήτηµα… ο ασθενέστερος κανόνας

επιτρέπεται να υποχωρεί τόσο, όσο εµφανίζεται λογικά και συστηµατικά αναγκαίο˙ το βασικό ουσιαστικό

περιεχόµενό του πρέπει να γίνεται σεβαστό σε κάθε περίπτωση».

Page 24:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

24

Κατά της απόφασης αυτής εγείρει ο Lüth συνταγµατική προσφυγή, η οποία και γίνεται

δεκτή από το Γ.Ο.Σ.∆. Η προσφυγή βασιζόταν στο άρθρο 5 τους Θεµελ. Νόµου, ο οποίος

κατοχυρώνει την ελευθερία σκέψεως και εκφράσεως της γνώµης. Κατά το συνταγµατικό

δικαστήριο η ελευθερία εκφράσεως αποτελεί απαραίτητο στοιχείο της δηµοκρατίας, αποτελεί τη βάση κάθε ελευθερίας. Το αξιολογικό περιεχόµενο τους συντάγµατος πρέπει

να εξασφαλίζεται σ’ όλες τις περιοχές του δικαίου. Το περιεχόµενο αυτό προσδιορίζει και

την έννοια της γενικής ρήτρας του αρ. 826. ∆εν έκρινε, εποµένως, ορθά το κοινό

δικαστήριο, ότι οι ενέργειες του Lüth είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη. Το αρ. 5 του

Θεµελ. Νόµου προστατεύει όχι µόνο την απλή έκφραση γνώµης αλλά και την

επιδιωκόµενη γενικότερη επίδραση. Το ενδιαφέρον του προσφεύγοντος ήταν ενδιαφέρον

για το γερµανικό κινηµατογράφο. Τα οικονοµικά συµφέροντα του Harlan πρέπει να

υποχωρήσουν, εφόσον πρόκειται για δηµόσια συζήτηση πάνω σε θέµατα γενικής σηµασίας.

Β) ΥΠΟΘΕΣΗ BLINKFÜR

Μετά τα γεγονότα του «τείχους του Βερολίνου», τρεις εκδοτικές εταιρίες εφηµερίδων του

συγκροτήµατος Springer στο Αµβούργο, ανακοινώνουν µε έγγραφό τους στους πωλητές

εφηµερίδων να µην πωλούν έντυπα, που δηµοσιεύουν τα ραδιοφωνικά προγράµµατα της

Ανατολικής Γερµανίας και συµβάλλουν µε αυτόν τον τρόπο στην προπαγάνδα του

Ulbricht. Στην αντίθετη περίπτωση, θα επανεξετάσουν το θέµα της συνέχισης των επαγγελµατικών τους σχέσεων. Η εβδοµαδιαία εφηµερίδα Blinkfür, συνεχίζει τη

δηµοσίευση των ραδιοφωνικών προγραµµάτων της Ανατολικής Γερµανίας και η

κυκλοφορία της µειώνεται . Ο εκδότης της εφηµερίδας εγείρει αγωγή για την

αποκατάσταση της ζηµίας. Το BGH απορρίπτει την αγωγή. Η απόφαση στην αιτιολογία της προσανατολίζεται στην υπόθεση Lüth. Ο Springer µε την ενέργεια αυτή επιδίωξε

(όπως ο Lüth), πολιτικούς σκοπούς και όχι ιδιοτελείς επαγγελµατικούς σκοπούς. Η

οικοδόµηση του τείχους του Βερολίνου έθετε πράγµατι το ερώτηµα για την επιδοκιµασία

ή αποδοκιµασία αυτής της συµπεριφοράς. Τα συγκρουόµενα συµφέροντα ήταν πολιτικού και όχι επαγγελµατικού οικονοµικού χαρακτήρα. Μετά την απόρριψη της αγωγής του, ο

εκδότης της Blinkfür καταθέτει συνταγµατική προσφυγή που γίνεται δεκτή. Σύµφωνα µε

την αιτιολογία της αποφάσεως του BverfG, που βασίζεται στο άρθρο 5 του Θεµελ. Νόµου

η έκκληση για οικονοµικό αποκλεισµό επιτρέπεται µόνο σαν µέσο του πνευµατικού αγώνα των γνωµών. Αλλά αποφασιστικό κριτήριο είναι το ότι πρέπει να περιορίζεται

µόνο στη διακήρυξη των πεποιθήσεων και να µην εκτείνεται στη χρησιµοποίηση µέσων

που στερούν από τον αντίπαλο τη δυνατότητα να αποφασίζει ελεύθερα και χωρίς

οικονοµικές πιέσεις. Η οικονοµική πίεση είναι παράνοµη. Η ελευθερία των πνευµατικών αντιθέσεων του πνευµατικού αγώνα είναι πρωταρχική προϋπόθεση της ελεύθερης

λειτουργίας του πολιτεύµατος καθόσον µόνο αυτή εγγυάται τη δηµόσια συζήτηση πάνω

σε θέµατα γενικού ενδιαφέροντος και κρατικοπολιτικής σηµασίας.

Page 25:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

25

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

ΜονΠρΑθ 10109/1994 «Υπόθεση έκτακτο προσωπικό» ΜΠρΑθ 630/1991 «Υπόθεση ομαδικών απολύσεων»

ΜονΠρΑθ 486/2002 «Υπόθεση πειθαρχική ποινή

ΕφΑθ 454/2003 «Υπόθεση συνδικαλιστή» ΕφΑθ 6342/2001 «Υπόθεση Ναυπηγεία Ελευσίνας»

ΕφΑθ 454/2003 «Υπόθεση απόλυσης λόγω συμμετοχής σε νόμιμη απεργία»

ΕφΑθ 4054/1992 «Υπόθεση συκοφαντικής δυσφήμισης από τον τύπο»

ΕφΠειρ. 907/1994 «Υπόθεση Ε.Ο.Φ.» ΕφΠειρ. 132/1995 «Υπόθεση εκτελωνιστή»

ΕφΘεσ. 557/1984 «Υπόθεση ειδικός Γραμματέας»

ΕφΘεσ. 1196/1994 «Υπόθεση δημοσιογράφος - συντάκτης εφημερίδας»

ΑΠ Τμ Β 541/1970 «Υπόθεση Δ.Ε.Η.» ΑΠ Τμ Β 201/1970 «Κανονισμός Αυτόνομου Σταφιδικού Οργανισμού»

ΑΠ 81/1999 «Υπόθεση απόλυσης λόγω συνδικαλιστικής δράσης»

ΑΠ Τμ Β 856/1980 «Υπόθεση διαζευγμένης μητέρας»

ΣτΕ 2491/1976 «Υπόθεση των εθνικών ιδεωδών των συγγενών συζύγου κατώτερου οργάνου σωμάτων ασφαλείας»

ΣτΕ 4590/1976 «Υπόθεση αδείας για τη σύναψη γάμου αξιωματικού από τον αρχηγό των

σωμάτων ασφαλείας»

ΣτΕ 810/1977 «Υπόθεση εγκατάστασης ναυπηγείου στον όρμο της Πύλου» ΣτΕ 2956/1983 «Υπόθεση πώλησης επί προμηθεία για λογαριασμό των παραγωγών»

ΣτΕ 3217/1977 «Υπόθεση γυναίκες πιλότοι»

ΣτΕ 2343/1987 «Υπόθεση των ορίων της βιομηχανικής περιοχής της Καβάλας»

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ (ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ)

Επεξεργασία προσωπικών δεδοµένων - Ελευθεροτυπία - Αρχή αναλογικότητας -. Η κατοχυρωµένη από το Σύνταγµα και την ΕΣ∆Α ελευθερία του τύπου δεν αποκλείει την προστασία των δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα, ευαίσθητων ή µη. Οι διατάξεις του ν. 2472/1997 καταλαµβάνουν και τις εκποµπές των ραδιοτηλεοπτικών σταθµών, καθώς και τις δηµοσιογραφικές δραστηριότητες στο σύνολό τους, όταν µε αυτές διενεργείται ταυτόχρονα και επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα. Όταν στο πλαίσιο δηµοσιογραφικής

Page 26:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

26

δραστηριότητας προσβάλλονται δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα, εκτός των ορίων που µε βάση την αρχή της αναλογικότητας θεσπίζει ο Ν. 2472/1997, υπάρχει παραβίαση του νόµου αυτού και επιβάλλονται οι προβλεπόµενες κυρώσεις, χωρίς να τίθεται ζήτηµα παραβίασης της ελευθερίας του τύπου. ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗ ΑΡ. 53/2004 Η Αρχή Προστασίας ∆εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα, συνήλθε µετά από πρόσκληση του Προέδρου της σε τακτική συνεδρίαση την 10-06-2004 στο κατάστηµά της αποτελούµενη από τον ∆. Γουργουράκη, Πρόεδρο, και τους Σ. Λύτρα, Α. Παπαχρίστου και Σ. Σαρηβαλάση, τακτικά µέλη, και τα αναπληρωµατικά µέλη Χ. Πολίτη και Α. Παπανεοφύτου σε αναπλήρωση των Ν. Φραγκάκη και Ν. Παπαγεωργίου, οι οποίοι απουσίαζαν αµφότεροι λόγω κωλύµατος, αν και είχαν προσκληθεί νοµίµως. Η Αρχή συνήλθε προκειµένου να εξετάσει την υπόθεση που αναφέρεται στο ιστορικό της παρούσας. Παρούσα χωρίς δικαίωµα ψήφου ήταν η Κ. Λωσταράκου, ελέγκτρια, ως εισηγήτρια, και η κ. Α. Κανακάκη, ως γραµµατέας. H Αρχή, αφού έλαβε υπόψη τα κάτωθι : Η ................... , µε την υπ\' αριθ. ....από .......... αίτησή της, κατήγγειλε στην Αρχή ότι η εφηµερίδα ...... δηµοσίευσε στο φύλλο της .......αυτολεξεί το κείµενο αγωγής, την οποία είχε ασκήσει κατά των.... και....., αναφέροντας και το ονοµατεπώνυµό της. Η αγωγή αυτή αποτέλεσε και θέµα ρεπορτάζ του τηλεοπτικού σταθµού .......στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων της......., παρά τη ρητή άρνηση της καταγγέλλουσας προς τον σταθµό για τη δηµοσιοποίηση της υπόθεσής της. Η Αρχή µε το υπ\' αριθµ. ...από ........... έγγραφό της ζήτησε από την εν λόγω εφηµερίδα να της γνωστοποιήσει την πηγή των δηµοσιευθέντων προσωπικών δεδοµένων που αφορούν την καταγγέλλουσα. Στο έγγραφο αυτό δεν έλαβε απάντηση. Με το υπ\' αριθµ. ....... από ............. έγγραφό της η Αρχή ζήτησε από τον τηλεοπτικό σταθµό να της αποσταλεί η βιντεοκασέτα µε το επίµαχο ρεπορτάζ, καθώς και να της γνωστοποιηθεί η πηγή των δηµοσιευθέντων προσωπικών δεδοµένων που αφορούν την καταγγέλλουσα. Στην Αρχή περιήλθε µόνο η βιντεοκασέτα µε απόσπασµα του επίµαχου ρεπορτάζ στο οποίο δεν αναφερόταν το όνοµα της καταγγέλλουσας. Κατόπιν των ανωτέρω, η Αρχή προέβη σε κλήση προς ακρόαση των υπευθύνων επεξεργασίας τόσο του τηλεοπτικού σταθµού ......( αρ.πρωτ. ... από ...........) για την ............, όσο και της εφηµερίδας ...........(αρ.πρωτ. ....από ..........) για την ............ Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στις 29.5.2003, οι εκπρόσωποι του τηλεοπτικού σταθµού.............. υποστήριξαν ότι στο δελτίο ειδήσεων της ............ έγινε αναφορά στο όνοµα της καταγγέλουσας µία µόνο φορά, το οποίο (όνοµα) άλλωστε είχε ήδη δηµοσιευτεί στην εφηµερίδα ............ πρωί της ίδιας ηµέρας. Περαιτέρω ισχυρίστηκαν ότι είχαν λάβει την άδεια του εκπροσώπου της εφηµερίδας για αναµετάδοση του θέµατος και ότι είχαν τη διαβεβαίωση του τελευταίου ότι η καταγγέλλουσα είχε δώσει τη συγκατάθεσή της στην εφηµερίδα για τη δηµοσίευση. Η αποστολή δε προς την Αρχή της βιντεοκασέτας µε απόσπασµα της εκποµπής οφειλόταν, όπως υποστήριξαν, σε λάθος του σταθµού κατά τη διαδικασία αντιγραφής της κασέτας και κατέθεσαν άλλη κασέτα µε το σύνολο του περιεχοµένου της εκποµπής. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στις 10.6.2004 δεν προσήλθε ο υπεύθυνος επεξεργασίας της εφηµερίδας. Η Αρχή, λαµβάνοντας υπόψη τα στοιχεία του φακέλου, την ακρόαση του υπεύθυνου του τηλεοπτικού σταθµού και την εν γένει συζήτηση της υπόθεσης

Page 27:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

27

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 1. Το κείµενο της αγωγής, που δηµοσιεύθηκε αυτούσιο στο φύλλο της εφηµερίδας περιέχει προσωπικά δεδοµένα της καταγγέλλουσας και, ειδικότερα, πληροφορίες για µνηστεία που είχε συνάψει και η οποία λύθηκε, καθώς και για τη ψυχική της υγεία. Η πληροφορία αυτή αφορά την ερωτική ζωή και την υγεία και, κατά συνέπεια, ανήκει στην κατηγορία των προσωπικών δεδοµένων µε ευαίσθητο χαρακτήρα (άρθρο 2 περιπτ. β του Ν.2472/1997). 2. Κατά το άρθρο 7 παρ.1 του Ν.2472/1997, \"απαγορεύεται η συλλογή και επεξεργασία ευαίσθητων δεδοµένων\". Η επεξεργασία αυτή κατ\' εξαίρεση επιτρέπεται , ύστερα από άδεια της Αρχής, είτε µε την έγγραφη, ρητή και ελεύθερη συγκατάθεση του προσώπου, είτε αν συντρέχει µία από τις περιοριστικά αναφερόµενες περιπτώσεις στην παρ.2 του άρθρου 7. Μία από τις περιπτώσεις αυτές είναι και η ενάσκηση του δηµοσιογραφικού επαγγέλµατος (περιπτ. ζ), εφόσον, όµως, πρόκειται για επεξεργασία ευαίσθητων προσωπικών δεδοµένων \"δηµόσιων προσώπων\" που συνδέονται µε την άσκηση δηµοσίου λειτουργήµατος ή τη διαχείριση συµφερόντων τρίτων. 3. Κατά το άρθρο 9Α εδ. α\' του Συντάγµατος \"καθένας έχει δικαίωµα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως µε ηλεκτρονικά µέσα, των προσωπικών του δεδοµένων, όπως νόµος ορίζει\". Η προστασία των προσωπικών δεδοµένων εντάσσεται εξάλλου στο πλαίσιο της κατοχύρωσης της ιδιωτικής ζωής, που καθιερώνεται µε το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύµβασης για τα ∆ικαιώµατα του Ανθρώπου (ΕΣ∆Α). 4. Το άρθρο 14 παρ.1 και 2 του Συντάγµατος κατοχυρώνει την ελευθερία έκφρασης και την ελευθερία του τύπου. Αντίστοιχα, οι θεµελιώδεις αυτές ελευθερίες για µια δηµοκρατική κοινωνία κατοχυρώνονται από το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύµβασης για τα ∆ικαιώµατα του Ανθρώπου (ΕΣ∆Α). Είναι γεγονός, ότι συχνά η ενάσκηση των ελευθεριών αυτών µπορεί να θέτει σε κίνδυνο την ιδιωτική ζωή και, ειδικότερα, τα προσωπικά δεδοµένα. Η εξασφάλιση της ελευθερίας έκφρασης και, συνακόλουθα, και του τύπου δικαιολογεί αποκλίσεις από την προστασία των προσωπικών δεδοµένων, αλλά µόνο εντός των ορίων που καθορίζονται από την αρχή της αναλογικότητας (Βλ. Reccomendation 1/97, της Επιτροπής της Ε.Ε.). Η αρχή της αναλογικότητας στο ζήτηµα αυτό καθιερώνεται από το άρθρο 9 της Οδηγίας 95/46/ΕΚ, κατά το οποίο \"για την επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγµατοποιείται αποκλειστικώς για δηµοσιογραφικούς σκοπούς ή στο πλαίσιο καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής έκφρασης, τα κράτη µέλη προβλέπουν τις εξαιρέσεις ή παρεκκλίσεις από τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου IV και του κεφαλαίου VI µόνο στο βαθµό που είναι αναγκαίες, ώστε το δικαίωµα της ιδιωτικής ζωής να συµβιβάζεται µε τους κανόνες που διέπουν την ελευθερία έκφρασης\". 5. Ο νόµος 2472/1997, ακολουθώντας την αρχή της αναλογικότητας, εισάγει την εξαίρεση του άρθρου 7 παρ.2 περιπτ.ζ, προκειµένου για ευαίσθητα προσωπικά δεδοµένα, ενώ για τα προσωπικά δεδοµένα που στερούνται ευαίσθητου χαρακτήρα ισχύει το άρθρο 5 παρ.2 περιπτ.ε, που συγκεκριµενοποιεί την αρχή αυτή. 6. Σύµφωνα µε τα παραπάνω, η κατοχυρωµένη από το Σύνταγµα και την ΕΣ∆Α ελευθερία του τύπου δεν αποκλείει την προστασία των δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα, ευαίσθητων ή µη (βλ. ΣτΕ 3545/2002,κατά την οποία \"οι διατάξεις του ν.2472/1997 καταλαµβάνουν και τις εκποµπές των ραδιοτηλεοπτικών σταθµών , καθώς και τις δηµοσιογραφικές δραστηριότητες στο σύνολό τους, όταν µε αυτές διενεργείται ταυτόχρονα και επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα\". Κατά συνέπεια, όταν στο πλαίσιο δηµοσιογραφικής δραστηριότητας προσβάλλονται δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα, εκτός των ορίων που µε βάση την αρχή της αναλογικότητας θεσπίζει ο Ν.2472/1997, υπάρχει παραβίαση του νόµου αυτού και επιβάλλονται

Page 28:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

28

οι προβλεπόµενες κυρώσεις, χωρίς να τίθεται ζήτηµα παραβίασης της ελευθερίας του τύπου (βλ. ΣτΕ 3545/2002, όπ.παρ.). 7. Στη συγκεκριµένη υπόθεση, η εφηµερίδα .............. δηµοσιεύοντας αυτολεξεί το κείµενο αγωγής της προσφεύγουσας µε αναφορά του ονόµατός της, επεξεργάστηκε (συνέλεξε και ανακοίνωσε) προσωπικά της δεδοµένα, µεταξύ των οποίων και πληροφορίες για την ερωτική της ζωή και τη ψυχική της υγεία. Κατά συνέπεια, προέβη σε επεξεργασία ευαίσθητων δεδοµένων. Η επεξεργασία αυτή είναι παράνοµη, αφού δεν συντρέχει καµιά από τις εξαιρέσεις του άρθρου 7 παρ.2 του Ν.2472/1997. Ειδικότερα, δεν συντρέχει η περίπτωση ζ, αφού είναι προφανές ότι η προσφεύγουσα δεν αποτελεί \"δηµόσιο πρόσωπο\", κατά την έννοια της διάταξης αυτής. Αλλά και η επεξεργασία των λοιπών προσωπικών δεδοµένων της προσφεύγουσας, τα οποία δεν έχουν ευαίσθητο χαρακτήρα, είναι επίσης παράνοµη, αφού δεν συντρέχουν οι όροι του άρθρου 5 παρ.2 περιπτ.ε του Ν.2472/1997, κατά το οποίο \"Η επεξεργασία είναι απολύτως αναγκαία για την ικανοποίηση του έννοµου συµφέροντος που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο τρίτος ή οι τρίτοι στους οποίους ανακοινώνονται τα δεδοµένα και υπό τον όρο ότι τούτο υπερέχει προφανώς των δικαιωµάτων και συµφερόντων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδοµένα και δεν θίγονται οι θεµελιώδεις ελευθερίες τους\". Η ενηµέρωση του κοινού για ένα προσωπικό θέµα της καταγγέλλουσας, η οποία δεν είναι \"δηµόσιο πρόσωπο\", δεν υπερέχει της πληροφορικής της αυτοδιάθεσης, δεδοµένου µάλιστα ότι τα αναφερθέντα προσωπικά δεδοµένα, ακόµη και εκείνα που δεν έχουν ευαίσθητο χαρακτήρα, θίγουν καίρια την ιδιωτική της ζωή. 8. Εξάλλου, ο τηλεοπτικός σταθµός ........., ανακοινώνοντας στο πλαίσιο τηλεοπτικής συζήτησης στοιχεία της αγωγής της καταγγέλλουσας, όπως αυτά είχαν δηµοσιευθεί στην εφηµερίδα ..........., απλώς αναπαρήγαγε το δηµοσίευµα αυτό από συγκεκριµένο φύλλο εφηµερίδας το οποίο, ως προορισµένο για κυκλοφορία ως διανεµόµενο φύλλο, δεν αποτελεί αρχείο, και κατά συνέπεια, ανεξαρτήτως του αν εθίγη ή όχι η προσωπικότητα του υποκειµένου των προσωπικών δεδοµένων, δεν παραβίασε το νόµο 2472/1997. Στο µέτρο ωστόσο που περιλαµβάνονται τα παρανόµως συλλεγέντα κατά τα ανωτέρω προαναφερόµενα στοιχεία στο αρχείο που σχηµατίστηκε από την κασέτα της εκποµπής, υπάρχει επεξεργασία προσωπικών δεδοµένων που εµπίπτει στο πεδίο εφαρµογής του ν.2472/97. Η επεξεργασία αυτή δεν είναι καταρχάς παράνοµη, εφόσον η διατήρηση της κασέτας για ένα τρίµηνο επιβάλλεται από σχετικό νόµο (άρθρο 3 N.2328/95). Σε κάθε περίπτωση όµως είναι παράνοµη η αναµετάδοση του ρεπορτάζ κατά το µέρος που στηρίζεται σε προσωπικά δεδοµένα τα οποία είχαν συλλεγεί κατά παράβαση των διατάξεων του ν.2472/97. Ενόψει της βαρύτητας της πράξης που αποδείχθηκε και της προσβολής που επήλθε από αυτή στο υποκείµενο δηλ. στην καταγγέλλουσα, η Αρχή κρίνει οµόφωνα ότι πρέπει να επιβληθούν στον υπεύθυνο της επεξεργασίας οι προβλεπόµενες στο άρθρο 21 παρ.1 εδαφ. β του ν.2472/97 κυρώσεις που αναφέρονται στο διατακτικό, οι οποίες κρίνονται ανάλογες µε τη βαρύτητα της παράβασης. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ 1. Επιβάλλει στον υπεύθυνο επεξεργασίας της εφηµερίδας ...... πρόστιµο 30.000 ευρώ, για παραβίαση των άρθρων 2 περιπτ. α και β, 5 και 7 του Ν.2472/1997. 2. ∆ιατάσσει τη διαγραφή των επίδικων δεδοµένων από το αρχείο της εφηµερίδας µε την έννοια απαγόρευσης της αναδηµοσίευσης του φύλλου της, ειδικώς και µόνο µε το περιεχόµενο αυτό. 3. Απαγορεύει στον υπεύθυνο επεξεργασίας του τηλεοπτικού σταθµού να αναµεταδώσει το επίµαχο ρεπορτάζ µε το περιεχόµενο αυτό.

Page 29:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

29

∆ΕφΑθ 3155/2003 (Ακυρ.), ΠΕΡΙΛΗΨΗ Τριτοβάθµια εκπαίδευση - Εισαγωγικές εξετάσεις - Αναβαθµολόγηση γραπτών - Αρχή ισότητας - Αρχή αναλογικότητας -. Ο ισχύων τρόπος αναβαθµολόγησης έχει ως αποτέλεσµα τον αποκλεισµό εκείνου του βαθµού ο οποίος αφίσταται περισσότερο από το βαθµό του αναβαθµολογητή. Όµως, η διαµόρφωση της τελικής βαθµολογίας του γραπτού - σε περίπτωση αναβαθµολογήσεως - κατά τον καθιερούµενο από το π.δ. 86/2001 τρόπο, στηρίζεται σε ρευστά και όχι αντικειµενικά δεδοµένα, µη συµφυή µε το αντικείµενο και το σκοπό της ρύθµισης, στο οποίο αποβλέπει ο θεσµός της αναβαθµολόγησης, αφού εξαρτάται από το εντελώς τυχαίο και συµπτωµατικό κριτήριο του βαθµού εκείνου από τους δύο προηγούµενους βαθµολογητές προς τον οποίο προσεγγίζει ο βαθµός του αναβαθµολογητή. Κατά συνέπεια, προσκρούει στη συνταγµατικώς κατοχυρωµένη αρχή της ισότητας. Συνεπώς, σε περίπτωση αναβαθµολογήσεως του γραπτού δοκιµίου του υποψηφίου, ο τελικός βαθµός του γραπτού πρέπει να διαµορφωθεί µε βάση το µέσο όρο των τριών βαθµολογητών. Τη ρύθµιση αυτή, η οποία επιβάλλεται και από την αρχή της αναλογικότητας, και η οποία δεν αποτελεί αδικαιολογήτως ευµενή µεταχείριση για τους υποψηφίους εκείνους τα γραπτά των οποίων είναι δεκτικά αναβαθµολογήσεως έναντι των λοιπών υποψηφίων απήχει και το Π.∆. 86/2001. ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟ ∆ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΑΣ ΑΚΥΡΩΤΙΚΟΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΜΗΜΑ Η\' Με µέλη τους: Βελισσάριο Καράκωστα, Πρόεδρο Εφετών ∆.∆., Βασίλειο Χριστοφίλη και Βασιλική Παπαγγελοπούλου, Εφέτες ∆ιοικητικών ∆ικαστηρίων, συνεδρίασε δηµόσια στο ακροατήριο του στις 29 Οκτωβρίου 2003, µε Γραµµατέα τον ∆ηµήτριο Μενιάδη, για να δικάσει την από 22 Σεπτεµβρίου 2003 αίτηση, του Χ.Κ., κατοίκου Αθηνών (Λ. Α., αριθ. ...) που παραστάθηκε µε τον πληρεξούσιο του δικηγόρο Αλέξανδρο Κανδαράκη, τον οποίο έχει διορίσει στο ακροατήριο κατά του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευµάτων που παραστάθηκε µε την Πάρεδρο της ∆ιοίκησης Αναστασία Καράµπελα. Κατά τη δηµόσια συζήτηση που ακολούθησε, το ∆ικαστήριο άκουσε: την εισηγήτρια της υπόθεσης, Εφέτη ∆ιοικητικών ∆ικαστηρίων, Βασιλική Παπαγγελοπούλου, που διάβασε τη σχετική έκθεση της, εξέθεσε τα ζητήµατα που προκύπτουν και ανέπτυξε τη γνώµη της γι\' αυτά, τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αιτούντος που ανέπτυξε και προφορικά τους λόγους ακύρωσης και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, καθώς και την εκπρόσωπο του Υπουργού που ζήτησε, αντίθετα, να απορριφθεί η αίτηση. Μετά τη συνεδρίαση, το ∆ικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και, αφού µελέτησε τη δικογραφία και τις σχετικές διατάξεις, αποφασίζει τα εξής:

Page 30:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

30

Με την κρινόµενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόµιµο παράβολο (1019382 και 1032898/22.9.2003 ειδικά έντυπα παραβόλου), επιδιώκεται, παραδεκτώς, να ακυρωθεί η απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευµάτων, µε την οποία κυρώθηκαν οι πίνακες εισαγοµένων στα τµήµατα και τις σχολές της τριτοβάθµιας εκπαίδευσης των εισαγωγικών εξετάσεων ακαδηµαϊκού έτους 2003-2004 µε βάση το απολυτήρια του ενιαίου λυκείου, κατά το µέρος που συµπεριελήφθη µεν στους πίνακες αυτούς ως επιτυχών ο αιτών, εισήχθη όµως στο τµήµα Νοµικής του Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης που αποτελούσε τη δεύτερη προτίµηση του στο µηχανογραφικό δελτίο. Κατ\' εξουσιοδότηση των διατάξεων του άρθρου 2 παρ. 3 του Ν. 2525/1997, όπως αυτό αντικαταστάθηκε µε το άρθρο 1 παρ.2 του Ν. 2909/2001, εκδόθηκε η Φ.253/Β6/1340/11.5.2001 απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευµάτων (ΦΕΚ 565/15.5.2001 τ. Β\') \"Πρόσβαση των κατόχων απολυτηρίου ενιαίου λυκείου ή άλλου τύπου λυκείου στην τριτοβάθµια εκπαίδευση\". Σύµφωνα µε την υπουργική αυτή απόφαση η επιλογή των εισαγοµένων γίνεται µε κριτήριο το σύνολα των µορίων που συγκεντρώνεται από τα άθροισµα των γινοµένων του γενικού βαθµού πρόσβασης και του βαθµού πρόσβασης των δύο µαθηµάτων αυξηµένης βαρύτητας µε τους αντίστοιχους συντελεστές. Περαιτέρω, σύµφωνα µε τις διατάξεις της παρ. 13 του άρθρου 1 του Ν. 2525/1997, όπως αυτές συµπληρώθηκαν αρχικά µε τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 1 του Ν. 2909/2001 και στη συνέχεια µε τις διατάξεις του άρθρου 12 του Ν. 2986/2002 και της παρ. 14 του άρθρου 13 του Ν. 3149/2003, ο γενικός βαθµός πρόσβασης και οι βαθµοί πρόσβασης των µαθηµάτων διαµορφώνονται µε βάση την ετήσια προφορική επίδοση του µαθητή και τη γραπτή επίδοση του στις τελικές γραπτές εξετάσεις που διενεργούνται σε εθνικό επίπεδο στα µαθήµατα των δύο τελευταίων τάξεων που εξετάζονται σε εθνικό επίπεδο µε βάση τις σχετικές διατάξεις για την προαγωγή και απόλυση των µαθητών του ενιαίου λυκείου. Περαιτέρω, κατ\' άρθρο 22 του Π.∆. 86/2001 (ΦΕΚ 73/12.4.2001 τ. Α\') \"αξιολόγηση των µαθητών του ενιαίου λυκείου\", αν η διαφορά µεταξύ των βαθµολογιών του Α\' και του Β\' βαθµολογητή είναι µικρότερη ή ίση µε 12 µονάδες στην κλίµακα 0-100, τότε ο τελικός βαθµός είναι ο µέσος όρος των δύο βαθµολογιών (παρ. 1). Αν η διαφορά όµως µεταξύ των βαθµολογιών Α\' και Β\' βαθµολογητή είναι µεγαλύτερη από 12 µονάδες στην κλίµακα 0-100, τότε το γραπτό παραδίδεται για αναβαθµολόγηση και σε τρίτο βαθµολογητή (παρ. 2). Στην περίπτωση αναβαθµολόγησης ο τελικός βαθµός του γραπτού είναι ο µέσος όρος που προκύπτει από το βαθµό του τρίτου βαθµολογητή και τον πλησιέστερο προς αυτόν βαθµό των δύο προηγουµένων, εκτός της περίπτωσης που ο βαθµός του τρίτου είναι µικρότερος από τους βαθµούς και των δύο πρώτων, οπότε ως βαθµός του γραπτού λαµβάνεται ο µικρότερος βαθµός από αυτούς που έδωσαν οι δύο πρώτοι βαθµολογητές. Στην περίπτωση που ο βαθµός του Γ\' βαθµολογητή είναι ίσος µε τον µέσο όρο των βαθµών των δύο πρώτων, ως τελικός βαθµός του γραπτού λαµβάνεται ο συγκεκριµένος µέσος όρος (παρ. 3, όπως ισχύει µετά την αντικατάσταση της µε την παρ. 15 του άρθρου 1 του Π.∆. 26/2002). Στην προκειµένη περίπτωση, ο αιτών, απόφοιτος ενιαίου λυκείου, µετείχε στις εξετάσεις των µαθηµάτων της Γ\' τάξης ενιαίου λυκείου που διενεργήθηκαν σε εθνικό επίπεδο τον Μάιο-Ιούνιο 2003, συγκέντρωσε δε σύνολο µορίων 18.086, µε αποτέλεσµα να εισαχθεί στο Τµήµα Νοµικής του Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης που αποτελούσε τη δεύτερη προτίµηση του στο µηχανογραφικό δελτίο. Ειδικότερα, το µάθηµα της νεοελληνικής λογοτεχνίας θεωρητικής κατεύθυνσης βαθµολογήθηκε από τον Α\' βαθµολογητή µε βαθµό 56 και τον Β\' βαθµολογητή µε 78. Εν όψει της διαφοράς αυτής των δύο βαθµών (µεγαλύτερης των 12 βαθµών), το γραπτό βαθµολογήθηκε και από Γ\' βαθµολογητή-αναβαθµολογητή µε βαθµό 64. Κατ\' εφαρµογή των

Page 31:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

31

προαναφερόµενων διατάξεων ο µέσος όρος του µαθήµατος διαµορφώθηκε σε 60, που αποτελεί τον µέσο όρο του βαθµού του αναβαθµολογητή µε τον πλησιέστερο προς αυτόν βαθµό των δύο προηγουµένων, δηλαδή το 60 αντιπροσωπεύει τον µέσο όρο του 56 και 64 στην κλίµακα 0-100. Ο προβλεπόµενος από τις προηγούµενες διατάξεις τρόπος αναβαθµολογήσης έχει ως αποτέλεσµα τον αποκλεισµό εκείνου του βαθµού ο οποίος αφίσταται περισσότερο από το βαθµό του αναβαθµολογητή. Όµως, η διαµόρφωση της τελικής βαθµολογίας του γραπτού - σε περίπτωση αναβαθµολογήσεως - κατά τον καθιερούµενο από το π.δ. 86/2001 τρόπο, στηρίζεται σε ρευστά και όχι αντικειµενικά δεδοµένα, µη συµφυή µε το αντικείµενο και το σκοπό της ρύθµισης, στο οποίο αποβλέπει ο θεσµός της αναβαθµολόγησης, αφού εξαρτάται από το εντελώς τυχαίο και συµπτωµατικό κριτήριο του βαθµού εκείνου από τους δύο προηγούµενους βαθµολογητές προς τον οποίο προσεγγίζει ο βαθµός του αναβαθµολογητή. Κατά συνέπεια, προσκρούει στη συνταγµατικώς κατοχυρωµένη αρχή της ισότητας. Με τα δεδοµένα αυτά, σε περίπτωση αναβαθµολογήσεως του γραπτού δοκιµίου του υποψηφίου, όπως στην προκείµενη περίπτωση, ο τελικός βαθµός του γραπτού πρέπει να διαµορφωθεί µε βάση το µέσο όρο των τριών βαθµολογητών. Τη ρύθµιση αυτή, η οποία επιβάλλεται και από την αρχή της αναλογικότητας, και η οποία δεν αποτελεί αδικαιολογήτως ευµενή µεταχείριση για τους υποψηφίους εκείνους τα γραπτά των οποίων είναι δεκτικά αναβαθµολογήσεως έναντι των λοιπών υποψηφίων, όπως αβάσιµα προβάλλεται από το ∆ηµόσιο, απηχεί και το π.δ. 86/2001 (άρθρο 22 παρ. 3 αυτού, όπως ισχύει), στο οποίο ορίζεται ότι σε περίπτωση που ο τρίτος βαθµός είναι ο µέσος όρος των δύο πρώτων, ως τελικός βαθµός του γραπτού λαµβάνεται ο συγκεκριµένος µέσος όρος. Κατά συνέπεια, η προσβαλλόµενη υπουργική απόφαση παρίσταται µη νόµιµη και πρέπει να ακυρωθεί ως προς τον αιτούντα κατά τα βασίµως από αυτόν προβαλλόµενα. Περαιτέρω, η υπόθεση να αναπεµφθεί στη ∆ιοίκηση για να ενεργήσει τα νόµιµα, να διαταχθεί η απόδοση του κατατεθέντος παραβόλου στον αιτούντα (άρθρο 36 παρ. 4 π.δ. 18/1989) και ο ηττώµενος διάδικος να απαλλαγεί από τη δικαστική δαπάνη κατ\' εκτίµηση των περιστάσεων (άρθρο 39 παρ. 1 π.δ. 18/1989). ΜΕ ΤΙΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΑΥΤΕΣ - ∆έχεται την αίτηση - Ακυρώνει την απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευµάτων µε την οποία κυρώθηκαν οι πίνακες εισαγοµένων στα τµήµατα και τις σχολές της τριτοβάθµιας εκπαίδευσης των εισαγωγικών εξετάσεων ακαδηµαϊκού έτους 2003-2004 κατά το µέρος που αφορά τον αιτούντα. - Αναπέµπει την υπόθεση στη ∆ιοίκηση για να ενεργήσει τα νόµιµα. - ∆ιατάσσει την απόδοση του κατατεθέντος παραβόλου στον αιτούντα. - Απαλλάσσει το ∆ηµόσιο από τη δικαστική δαπάνη. Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 16 ∆εκεµβρίου 2003. Η δηµοσίευση της απόφασης στην ίδια πόλη στις 18 ∆εκεµβρίου 2003, σε έκτακτη δηµόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο.

Page 32:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

32

8.ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Η παρούσα έρευνα διαπραγματευόμενη το θέμα της σύγκρουσης των θεμελιωδών δικαιωμάτων αναφέρεται στις μεθόδους άρσης της, δίνοντας έμφαση στη <<στάθμιση

συμφερόντων>>. Στην πολύπλοκη και σύνθετη καθημερινότητα υπάρχουν πολλές

περιπτώσεις, που η άσκηση ενός θεμελιώδους δικαιώματος αποκλείει ή περιορίζει αναπόφευκτα την άσκηση ενός άλλου, γεννώντας έτσι το φαινόμενο της σύγκρουσης των

ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Σύγκρουση, η οποία όπως διαφάνηκε με την

μετάβαση απότην παραδοσιακή ατομικιστική νομική θεωρία στον κοινωνικό ανθρωπισμό δεν

μπορεί να είναι τίποτα άλλο από πραγματική σύγκρουση δικαιωμάτων. Καθώς η εξισορρόπηση των αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων δεν είναι πάντα εφικτή από τους

ίδιους φορείς των δικαιωμάτων, εναπόκειται στο δίκαιο να υλοποιήσει την αποστολή του, η

οποία συνίσταται στην άρση της εν λόγω σύγκρουσης. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιεί τη

μέθοδο της στάθμισης συμφερόντων σε κάθε in concreto περίπτωση, η οποία βασίζεται στη συνεκτιμηση όλων των ιδιαιτέρων συνθηκών και δεδομένων κάτω απο τις οποίες προκύπτει η

σύγκρουση. Η δυσκολία και ίσως το ανέφικτο της απομάκρυνσης υποκειμενικών κρίσεων από

την εφαρμογή της μεθόδου στάθμισης συμφερόντων καθιστά ορθή τη συμπλήρωση της με

αντικειμενικά κριτήρια και με άλλες αρχές.

SUMMARY AND GENERAL DEDUCTION

The present investigation, treating with the phenomenon of conflict of the fundamental rights,

refers to the methods of its raising, empahasizing on the method of “balancing of interests”. In the complicated daily life there are many cases where exercising a fundamental right excludes

or restricts inevitably the exercise of another, provoking this way the phenomenon of conflict of

the individual – social rights. This conflict, which became obvious through the transition from the traditional individualist theory in the social humanism, can not be anything else than a

conflict of rights. As the balancing of the conflicting rights, is not always easy to be achieved by

the carriers of the rights, it lies on the law to realize its mission which consists of the removal of

the conflict. For this purpose, the law uses the method of “balancing of interests” in each in concreto case which lies on the co-appreciation of all the special circumstances, under which it

results. The difficult and maybe impossible removal of subjective judgements from the

application of the method of “balancing interests”, makes correct the completion with

objective criteria and with other principles.

Page 33:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

33

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ, Αναπληρωτής Καθηγητής Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, Η

Αρχή της Αναλογικότητας και η Τριτενέργεια των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων μετά την

αναθεώρηση του 2001

2. ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΠ., ΛΥΤΡΑΣ Σ., ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ ΠΡ., ΣΙΟΥΤΗ ΓΛ., ΦΛΟΓΑΪΤΗΣ Σ., Επιμέλεια: ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Κ., Διοικητικό Δίκαιο, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα

3. ΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Δ. Π., Συνταγματικό Δίκαιο, Ατομικά Δικαιώματα, τόμ. Αʼ, δεύτερη

αναθεωρημένη έκδοση, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα

4. ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΑΝΔΡΕΑΣ, Γενική Συνταγματική Θεωρία, Σύστημα Συνταγματικού

Δικαίου, Τόμος Αʼ, Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα

5. ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΑΝΔΡΕΑΣ, Εφαρμογές Συνταγματικού Δικαίου ΙΙ, Συνταγματικά

Δικαιώματα, εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη

6. ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΑΝΔΡΕΑΣ, Συνταγματικά Δικαιώματα-Γενικό Μέρος, σύστημα συνταγματικού δικαίου, τόμ. Γʼ-ημίτομος Ι, εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη

7. Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου, Ίδρυμα Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου, 5

χρόνια μετά τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001, επιστημονική επιμέλεια: Ξ. Ι. ΚΟΝΤΙΑΔΗΣ, πρόλογοι: Α. ΜΠΕΝΑΚΗ-ΨΑΡΟΥΔΑ και Δ. Θ. ΤΣΑΤΣΟΣ, επίμετρο: Ε. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ και

Γ. ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗ, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα

8. Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου, Ίδρυμα Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου, Το νέο Σύνταγμα (πρακτικά συνεδρίου για το αναθεωρημένο Σύνταγμα του 1975/1986/2001),

επιμέλεια: Δ. Θ. ΤΣΑΤΣΟΣ, Ευ. Β. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ, Ξ. Ι. ΚΟΝΤΙΑΔΗΣ, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα

9. ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΑ-ΘΕΟΧΑΡΟΠΟΥΛΟΥ Δ., ΚΟΥΤΟΥΠΑ-ΡΕΓΚΑΚΟΥ Ε., Εμβάθυνση Δημοσίου

Δικαίου, Ειδικά θέματα διοικητικού δικαίου, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη

10. ΜΑΝΕΣΗΣ Ι. ΑΡΙΣΤΟΒΟΥΛΟΣ, Συνταγματικά δικαιώματα και ατομικές ελευθερίες,

Πανεπιστημιακές παραδόσεις, Δʼ έκδοση

11. ΣΑΤΛΑΝΗΣ Νικ. ΧΡΗΣΤΟΣ, Εισαγωγή στο δίκαιο της διεθνούς προστασίας των ανθρωπίνων

δικαιωμάτων, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα

12. ΦΟΡΤΣΑΚΗΣ Θ., Η προδήλως εσφαλμένη εκτίμηση και η αρχή της στάθμισης κόστους-

οφέλους, ΝοΒ 1987

13. ΧΡΥΣΟΓΟΝΟΣ Χ. ΚΩΣΤΑΣ, Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, τρίτη αναθεωρημένη έκδοση,

Page 34:  · ⁴ Α.Γ. ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύγκρουση Δικαιωμάτων & Στάθμιση Συμφερόντων

34

Νομική Βιβλιοθήκη, Έκδοση 2006

14. ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Επίσκεψη ιστοσελίδων στο διαδίκτυο όπου μέσα από τους

οδηγούς αναζήτησης βρέθηκαν οι απαραίτητες για την εργασία πληροφορίες, π. χ. www.law.uoa.gr/~adimitrop, www.google.gr, κλπ

www.dsalib.gr

www.dsanet.gr www.greeklaws.com

www.law.uoa.gr

www.law.uoa.gr/Nadimitrop