8. ΕΠΑΝΑΧΡΗΣΗ ΚΤΙΡΙΩΝ ΩΣ ΧΩΡΩΝ ΓΡΑΦΕΙΩΝ...βασιστεί σε...

39
8. ΕΠΑΝΑΧΡΗΣΗ ΚΤΙΡΙΩΝ ΩΣ ΧΩΡΩΝ ΓΡΑΦΕΙΩΝ Σύνοψη Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζονται επιλεγµένες περιπτώσεις προσαρµοσµένης επανάχρησης υπαρχόντων κτιρίων µε τροποποίηση χρήσης ή προσθήκες. Η επαναχρησιµοποίηση κτιρίων ιστορικής µνήµης ως φορέων του πνεύµατος της εποχής που εκπροσωπούν, αποτελεί ένα ευρύ πολυσύνθετο πεδίο µε κατευθύνσεις, παραδοχές, νοµοθετικό πλαίσιο, κατασκευαστικές πρακτικές κ.ά., τα οποία δεν µπορούν να παρουσιαστούν, έστω και συνοπτικά, σ’ ένα κεφάλαιο. Έτσι, η ενότητα αυτή έρχεται ως «συµπλήρωµα» του σχεδιασµού, ο οποίος σέβεται το περιβάλλον. Συνεπώς αντιµετωπίζεται µε τη διάσταση της «οικονοµίας»- υλικών, τεχνικών, ενέργειας κ.λπ., η οποία προκύπτει από την προσαρµογή ενός κτιρίου µιας άλλης εποχής, που υπάρχει και ξαναγίνεται βιώσιµο, για να εξυπηρετήσει µια νέα χρήση. Προαπαιτούµενη γνώση Οι προαπαιτούµενες γνώσεις είναι το κεφάλαιο 7. Ως θεωρητικό υπόβαθρο µπορούν να χρησιµοποιηθούν τα βιβλία: Ζήβας ∆. Α., (1997). Τα µνηµεία και η Πόλη. Αθήνα: Libro και Λάββας Γ. Π, (2010). Ζητήµατα Πολιτιστικής ∆ιαχείρισης. Αθήνα: εκδοτικός οίκος Μέλισσα. 8.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΧΡΗΣΗΣ «Εκ παραδοχής, τα περισσότερα παλιά κτίρια είναι αναντικατάστατα, γεγονός που, στα µάτια πολλών ανθρώπων, τους προσδίδει µια ιδιαίτερη, απειλούµενη θέση. Η επιθυµία να σωθούν αυτά τα κτίρια µπορεί να βασιστεί σε ορθολογική σκέψη ή σε συναισθηµατικό δογµατισµό ή, ακόµη, σε κάποιον συνδυασµό και των δύο. Το κίνητρο κάποιου να διατηρήσει µια δοµή, µπορεί να εκκινεί από έναν προσωπικό δεσµό ή τον φόβο ότι µια νέα δοµή θα είναι κατώτερη του προϋπάρχοντος κτιρίου. Άλλοι, πάλι, οδηγούνται στη σωτηρία ενός παλιού κτιρίου από το ενδιαφέρον τους να διατηρήσουν σηµαίνουσες αρχιτεκτονικές ποιότητες. Χειροποίητες όψεις και στοιχεία διακόσµου εσωτερικών χώρων, µεγάλα παράθυρα, πρόσβαση σε άπλετο φυσικό φωτισµό και ψηλοτάβανοι χώροι χαρακτηρίζουν παλιά κτίρια και απαντώνται όλο και λιγότερο σε νέα κτίρια. Η διατήρηση αυτών των λεπτοµερειών είναι σχεδόν καθολικά επιθυµητή». Charles Bossies (2012) 1 . Η επανάχρηση κτιρίων δεν αποτελεί νέο φαινόµενο. Σε όλες τις ιστορικές περιόδους, κτίρια που υπήρχαν µετέτρεψαν τη χρήση τους, προσανατολισµένα, σε παλαιότερες εποχές, σε συµβολικές τροποποιήσεις, που µπορούσαν να συσχετιστούν µε τη θρησκεία (π.χ. µετατροπή αρχαίου ναού σε χριστιανικό) ή τον πολιτισµό. Η διαδικασία διαδοχής από τη µια χρήση στην άλλη δεν περιορίζεται σ’ αυτές τις τροποποιήσεις, αλλά και σε άλλες, ενώ φαίνεται να είναι αναµενόµενη και αποτελεί µέρος µιας φυσιολογικής, αργής εξέλιξης που συµπορεύεται µε τον χρόνο. Η συνεισφορά των κτιρίων στην κοινωνική και πολιτισµική ταυτότητα των πόλεων, ή γενικότερα των περιοχών όπου τοποθετούνται, εστιάζεται στην ανάπτυξη δυναµικών «ζώντων» πεδίων που βοηθούν στην ερµηνεία του πνεύµατος και του χαρακτήρα του τόπου, µε όρους αισθητικών αξιών και χρήσης. Ο ∆ιονύσης Ζήβας (1997) σηµειώνει: «Το αρχιτεκτονικό έργο πέρα από τις προθέσεις της εποχής και της κοινωνίας που το δηµιούργησε- επειδή το χρειαζόταν,- πέρα από το πνεύµα αυτής της εποχής και τις αντιλήψεις που το έργο αυτό εκφράζει, πέρα ακόµη και από τις προθέσεις του αρχιτέκτονα που το σχεδίασε και το κατασκεύασε, το κτίριο εξαναγκάζεται τώρα να δεχθεί να υπηρετήσει νέες λειτουργίες και, µε τη σειρά του, εξαναγκάζει τις νέες αυτές λειτουργίες να ενταχθούν στον ήδη προκαθορισµένο χώρο του, στην ήδη προκαθορισµένη µορφή του. ∆ηµιουργείται έτσι µοιραία, µια σύγκρουση ανάµεσα στις δύο αυτές αντίθετες διαδικασίες– και στις δύο διαφορετικές πραγµατικότητες- και κατά συνέπεια, ένας συµβιβασµός, που θα οδηγήσει στο τελικό- το κάθε φορά τελικό- αποτέλεσµα». 2 Η προσαρµοσµένη επανάχρηση (adaptive reuse), ως στρατηγική αειφόρου ανάπτυξης και σχεδιασµού (Ecological Sustainable Development) 3 , αποτελεί ένα πεδίο αυξανόµενου ενδιαφέροντος, που 1 Bossies Ch., (2012). Old Buildings, New Designs: Architectural Transformations. New York: Princeton Architectural Press, σελ.18. 2 Ζήβας ∆., (1997). Τα µνηµεία και η Πόλη. Αθήνα: Libro, σελ. 114. 3 Ο όρος Ecological Sustainable Development έχει υιοθετηθεί και ενσωµατωθεί σε εθνικές στρατηγικές, σε χώρες όπως η Αυστραλία, που το 1992, τον προσδιορίζει ως «χρήση, συντήρηση και βελτίωση των πόρων της κοινότητας, έτσι ώστε οι οικολογικές διαδικασίες, από τις οποίες εξαρτάται η ζωή να διατηρούνται και η συνολική ποιότητα ζωής, τώρα και στο µέλλον να µπορεί να βελτιωθεί» σελ.17.

Transcript of 8. ΕΠΑΝΑΧΡΗΣΗ ΚΤΙΡΙΩΝ ΩΣ ΧΩΡΩΝ ΓΡΑΦΕΙΩΝ...βασιστεί σε...

8. ΕΠΑΝΑΧΡΗΣΗ ΚΤΙΡΙΩΝ ΩΣ ΧΩΡΩΝ ΓΡΑΦΕΙΩΝ

Σύνοψη Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζονται επιλεγµένες περιπτώσεις προσαρµοσµένης επανάχρησης υπαρχόντων

κτιρίων µε τροποποίηση χρήσης ή προσθήκες. Η επαναχρησιµοποίηση κτιρίων ιστορικής µνήµης ως φορέων του

πνεύµατος της εποχής που εκπροσωπούν, αποτελεί ένα ευρύ πολυσύνθετο πεδίο µε κατευθύνσεις, παραδοχές,

νοµοθετικό πλαίσιο, κατασκευαστικές πρακτικές κ.ά., τα οποία δεν µπορούν να παρουσιαστούν, έστω και

συνοπτικά, σ’ ένα κεφάλαιο. Έτσι, η ενότητα αυτή έρχεται ως «συµπλήρωµα» του σχεδιασµού, ο οποίος σέβεται

το περιβάλλον. Συνεπώς αντιµετωπίζεται µε τη διάσταση της «οικονοµίας»- υλικών, τεχνικών, ενέργειας κ.λπ., η

οποία προκύπτει από την προσαρµογή ενός κτιρίου µιας άλλης εποχής, που υπάρχει και ξαναγίνεται βιώσιµο,

για να εξυπηρετήσει µια νέα χρήση.

Προαπαιτούµενη γνώση Οι προαπαιτούµενες γνώσεις είναι το κεφάλαιο 7. Ως θεωρητικό υπόβαθρο µπορούν να χρησιµοποιηθούν τα

βιβλία: Ζήβας ∆. Α., (1997). Τα µνηµεία και η Πόλη. Αθήνα: Libro και Λάββας Γ. Π, (2010). Ζητήµατα

Πολιτιστικής ∆ιαχείρισης. Αθήνα: εκδοτικός οίκος Μέλισσα.

8.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΧΡΗΣΗΣ

«Εκ παραδοχής, τα περισσότερα παλιά κτίρια είναι αναντικατάστατα, γεγονός που, στα µάτια πολλών

ανθρώπων, τους προσδίδει µια ιδιαίτερη, απειλούµενη θέση. Η επιθυµία να σωθούν αυτά τα κτίρια µπορεί να

βασιστεί σε ορθολογική σκέψη ή σε συναισθηµατικό δογµατισµό ή, ακόµη, σε κάποιον συνδυασµό και των δύο.

Το κίνητρο κάποιου να διατηρήσει µια δοµή, µπορεί να εκκινεί από έναν προσωπικό δεσµό ή τον φόβο ότι µια

νέα δοµή θα είναι κατώτερη του προϋπάρχοντος κτιρίου. Άλλοι, πάλι, οδηγούνται στη σωτηρία ενός παλιού

κτιρίου από το ενδιαφέρον τους να διατηρήσουν σηµαίνουσες αρχιτεκτονικές ποιότητες. Χειροποίητες όψεις και

στοιχεία διακόσµου εσωτερικών χώρων, µεγάλα παράθυρα, πρόσβαση σε άπλετο φυσικό φωτισµό και

ψηλοτάβανοι χώροι χαρακτηρίζουν παλιά κτίρια και απαντώνται όλο και λιγότερο σε νέα κτίρια. Η διατήρηση

αυτών των λεπτοµερειών είναι σχεδόν καθολικά επιθυµητή». Charles Bossies (2012)1.

Η επανάχρηση κτιρίων δεν αποτελεί νέο φαινόµενο. Σε όλες τις ιστορικές περιόδους, κτίρια που

υπήρχαν µετέτρεψαν τη χρήση τους, προσανατολισµένα, σε παλαιότερες εποχές, σε συµβολικές

τροποποιήσεις, που µπορούσαν να συσχετιστούν µε τη θρησκεία (π.χ. µετατροπή αρχαίου ναού σε

χριστιανικό) ή τον πολιτισµό. Η διαδικασία διαδοχής από τη µια χρήση στην άλλη δεν περιορίζεται σ’ αυτές

τις τροποποιήσεις, αλλά και σε άλλες, ενώ φαίνεται να είναι αναµενόµενη και αποτελεί µέρος µιας

φυσιολογικής, αργής εξέλιξης που συµπορεύεται µε τον χρόνο. Η συνεισφορά των κτιρίων στην κοινωνική

και πολιτισµική ταυτότητα των πόλεων, ή γενικότερα των περιοχών όπου τοποθετούνται, εστιάζεται στην

ανάπτυξη δυναµικών «ζώντων» πεδίων που βοηθούν στην ερµηνεία του πνεύµατος και του χαρακτήρα του

τόπου, µε όρους αισθητικών αξιών και χρήσης. Ο ∆ιονύσης Ζήβας (1997) σηµειώνει: «Το αρχιτεκτονικό έργο

πέρα από τις προθέσεις της εποχής και της κοινωνίας που το δηµιούργησε- επειδή το χρειαζόταν,- πέρα από το

πνεύµα αυτής της εποχής και τις αντιλήψεις που το έργο αυτό εκφράζει, πέρα ακόµη και από τις προθέσεις του

αρχιτέκτονα που το σχεδίασε και το κατασκεύασε, το κτίριο εξαναγκάζεται τώρα να δεχθεί να υπηρετήσει νέες

λειτουργίες και, µε τη σειρά του, εξαναγκάζει τις νέες αυτές λειτουργίες να ενταχθούν στον ήδη προκαθορισµένο

χώρο του, στην ήδη προκαθορισµένη µορφή του. ∆ηµιουργείται έτσι µοιραία, µια σύγκρουση ανάµεσα στις δύο

αυτές αντίθετες διαδικασίες– και στις δύο διαφορετικές πραγµατικότητες- και κατά συνέπεια, ένας συµβιβασµός,

που θα οδηγήσει στο τελικό- το κάθε φορά τελικό- αποτέλεσµα».2

Η προσαρµοσµένη επανάχρηση (adaptive reuse), ως στρατηγική αειφόρου ανάπτυξης και

σχεδιασµού (Ecological Sustainable Development)3, αποτελεί ένα πεδίο αυξανόµενου ενδιαφέροντος, που

1 Bossies Ch., (2012). Old Buildings, New Designs: Architectural Transformations. New York: Princeton Architectural

Press, σελ.18. 2 Ζήβας ∆., (1997). Τα µνηµεία και η Πόλη. Αθήνα: Libro, σελ. 114.

3 Ο όρος Ecological Sustainable Development έχει υιοθετηθεί και ενσωµατωθεί σε εθνικές στρατηγικές, σε χώρες όπως η

Αυστραλία, που το 1992, τον προσδιορίζει ως «χρήση, συντήρηση και βελτίωση των πόρων της κοινότητας, έτσι ώστε οι

οικολογικές διαδικασίες, από τις οποίες εξαρτάται η ζωή να διατηρούνται και η συνολική ποιότητα ζωής, τώρα και στο

µέλλον να µπορεί να βελτιωθεί» σελ.17.

εντάσσεται σε µια συνολική στρατηγική διατήρησης της ιστορικής µνήµης και της διαχρονικής εξέλιξης του

κτιριακού περιβάλλοντος, διαµέσου της διατήρησης της αρχιτεκτονικής πολιτισµικής κληρονοµιάς µε στοιχεία

αειφορικού σχεδιασµού. Έτσι διαπιστώνεται µια αυξανόµενη αποδοχή των κτιρίων που ήδη υπάρχουν και

προσφέρουν ευκαιρίες µε την επαναχρησιµοποίηση τους, αφενός συνεισφέροντας στην ιστορική συνέχεια,

αφετέρου αναζωογονώντας περιοχές που ερειπώνονται και αποσυντίθενται, µε οικολογικούς όρους. Τα κτίρια

που διατηρούνται οδηγούν στην ανάγνωση του παρελθόντος και στην κατανόηση των αξιών που φέρουν στο

µέλλον. Ο Γεώργιος Λάββας (2010) επισηµαίνει σχετικά µε την αυξητική τάση διατήρησης τόσο των

επιφανών, όσο και των απλών, απέριττων αρχιτεκτονικών δηµιουργηµάτων, ότι «η τάση αυτή δεν είναι ένα

επιδερµικό φαινόµενο ή υπόθεση µιας µικρής οµάδας αρχαιολατρών, ροµαντικών ή φυσιολατρών ή οικολόγων,

αλλά αφορά σε µια γενική και βασική ανάγκη της ανθρώπινης ύπαρξης». «Η τάση αυτή του καιρού µας είναι και

δραµατική και πρωτότυπη. Πρωτότυπη, γιατί η στροφή αυτή στις ρίζες και στην κατανόηση της πολιτιστικής και

φυσικής κληρονοµιάς και όχι στην επιλογή και µίµηση µίας τεχνοτροπίας αρχιτεκτονικής ή άλλης από το

παρελθόν, πρώτη φορά συµβαίνει σε τέτοια έκταση και βάθος και ακόµη σε κλίµακα οικουµενική. ∆ραµατική,

γιατί δεν είναι απόρροια µίας ελεύθερης επιλογής, αλλά µίας αδήριτης ανάγκης»4.

Η κλίµακα ενδιαφέροντος σ’ αυτήν την κατεύθυνση µπορεί να περιλάβει από σηµαντικά ιστορικά

κτίρια χαρακτηρισµένα ως διατηρητέα µνηµεία, έως λιγότερο σηµαντικές περιπτώσεις, που ωστόσο φέρουν

τον χαρακτήρα µιας περιόδου, ή το ίχνος ενός γεγονότος και αποτελούν θραύσµατα µιας συνολικής εικόνας.

Σ’ αυτό το πνεύµα, οι Esther Yung και Edwin Chan (2012), o Markus Berger (2013), και οι Stanley Rabun και

Richard Kelso (2009) διατυπώνουν την άποψη, υιοθετώντας ολιστικές προσεγγίσεις, ότι η προσαρµοσµένη

επανάχρηση αρχιτεκτονικών κελυφών πολιτισµικής κληρονοµιάς συνεισφέρει στην αειφορία των πόλεων,

ενσωµατώνοντας οικονοµικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές και αστικές πολιτικές. Οι Peter A. Bullen και Peter

E. D. Love (2009, 2011), σε µια διαδικασία προσδιορισµού συνθηκών σε περιοχές µε κτίρια και σηµεία

ενδιαφέροντος, συµπεραίνουν ότι σε κάποιες περιπτώσεις τα υπάρχοντα κτίρια περιττεύουν, όταν η χρήση για

την οποία σχεδιάστηκαν εκλείπει και εισηγούνται ένα πρότυπο, στο οποίο προσδιορίζουν τις παραµέτρους που

θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη για την κρίσιµη απόφαση της διατήρησης ενός υπάρχοντος κτιρίου ή της

εγκατάλειψης και κατεδάφισής του. ∆ιαµέσου αυτού διαπιστώνουν, ανάµεσα σε άλλα θετικά χαρακτηριστικά

της διαδικασίας προσαρµογής χρήσης, τη δυνατότητα να ελαχιστοποιηθεί η εξάντληση πολιτισµικών πόρων,

οι οποίοι δεν θα µπορούσαν ν’ ανανεωθούν διαφορετικά. Ωστόσο, ως µια σηµαντική παράµετρο διατήρησης

θεωρούν τη δυνατότητα του κτιρίου που διατηρείται να προσαρµοστεί σε νέα χρήση, συνεκτιµώντας και τη

γενική κατάσταση και τις ενέργειες που απαιτούνται, αλλά και την αξία του σε σχέση µε την περίοδο που

εκπροσωπεί: αισθητική, πολιτισµική, κοινωνική και περιβαλλοντική. Παρά το ότι τα κτίρια που

τροποποιούνται µπορεί να µην πληρούν την περιβαλλοντική απόδοση και τα σχεδιαστικά πρότυπα στο βαθµό

που τα πληροί µία σύγχρονη κατασκευή, το γεγονός ότι εξοικονοµούν ενεργειακούς πόρους αποτελεί σηµαντική

παράµετρο για τη διατήρησή τους. Η συντήρησή τους, ωστόσο, δεν περιορίζεται σ’ αυτήν την απόδοση όπως

είναι φυσικό, αλλά εστιάζεται στον σεβασµό και στη διατήρηση της µορφής και του ιστορικού περιεχοµένου

τους, προσδίδοντάς τους σύγχρονα χαρακτηριστικά που θα τους δώσουν αξία συνέχειας στο µέλλον. Κάποια

από τα κριτήρια που φαίνεται να καθιερώνονται είναι η εγκατάσταση χρήσης που είναι συµβατή µε τον

χαρακτήρα και τις χρήσεις της ευρύτερης περιοχής. Ακόµη, ενισχύεται η ανάπτυξη ενός διαλόγου ανάµεσα στα

ίχνη των περιόδων, τροποποιήσεων, προσθηκών που υπάρχουν και διατηρούνται µε επιλογή στο σώµα του

κτιρίου και των σύγχρονων επεµβάσεων που πραγµατοποιούνται για την επαναχρησιµοποίηση του.

8.2.ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΓΡΑΦΕΙΩΝ ΣΕ ΠΡΟΫΠΑΡΧΟΝΤΑ ΚΤΙΡΙΑ

Η χρήση υπαρχόντων κτιρίων για χώρους γραφείων αποτελεί µια συχνή περίπτωση και περιλαµβάνει ένα

πλήθος κελυφών, φορέων µνήµης διαφορετικών ιστορικών περιόδων, που εκφράζονται µε ποικίλες

πολιτισµικές ταυτότητες και χρήσεις. Ένας από τους σηµαντικότερους στόχους της διατήρησης ενός κτιρίου

µε τροποποίηση του σκοπού λειτουργίας του, είναι, όπως σηµειώνει ο ∆ιονύσης Ζήβας (1997), η δικαίωση

του τελικού αποτελέσµατος, παρά τις παραχωρήσεις που η νέα χρήση θ’ αναγκαστεί να κάνει για να προσαρµοστεί σ’ ένα προσχεδιασµένο κέλυφος. Η δικαίωση αυτή αναφέρεται τόσο στη διατήρηση των

στοιχείων αυθεντικότητας του έργου, όσο και στην εξυπηρέτηση σύγχρονων αναγκών. Αν επιχειρούσαµε να

διακρίνουµε το είδος των κτιρίων, η χρήση των οποίων τροποποιείται συχνότερα για να µετατραπούν σε

χώρους γραφείων, θα λέγαµε ότι τα βιοµηχανικά κτίρια ή κτίρια βοηθητικών χρήσεων (αποθήκες, γκαράζ

κ.ά.) µε ενιαίους χώρους και µικρότερο αριθµό κτιριοδοµικών περιορισµών, είναι αυτά που προσφέρονται γι’

4 Λάββας Γ. Π, (2010). Ζητήµατα Πολιτιστικής ∆ιαχείρισης. Αθήνα: εκδοτικός οίκος Μέλισσα. Σελ.100.

αυτήν τη χρήση, αφήνοντας περιθώρια πολλαπλών επιπέδων ανάγνωσης και ερµηνείας του νοήµατος και του

περιεχοµένου των επεµβάσεων. Η αποµάκρυνση των βιοµηχανιών και βιοτεχνιών από τα αστικά κέντρα, ή η

επέκταση των πόλεων, αφήνει πληθώρα τέτοιων χώρων, που είναι καταδικασµένοι να παραµείνουν

αχρησιµοποίητοι, αν δεν τροποποιηθούν και προσαρµοστούν σε νέες χρήσεις. Έτσι, η επιδίωξη διατήρησης

του κτιριακού πλούτου δεν µπορεί παρά να περιλάβει τόσο απλά και ταπεινά έργα, όσο και διακεκριµένα

µεµονωµένα κτίρια ως εξαιρετικές περιπτώσεις. Τα µικρά ταπεινά κτίρια, όµως, αποτελούν ένα σύνολο

εξαιρετικά ευάλωτο τόσο στις δραστικές αλλοιώσεις, όσο και στην παραµέληση και την ερείπωση,

συγκρινόµενα µε τα αναγνωρισµένα κτίρια µεγάλης κλίµακας. Ωστόσο, όσο και αν, µεµονωµένα τα κτίρια

αυτά δεν κρίνονται απαραίτητα να διατηρηθούν ως µοναδικά δείγµατα της αρχιτεκτονικής µίας περιόδου, η

θεώρηση τους ως συνόλου είναι αντιπροσωπευτική και αναγνωρίσιµη σε οικιστικά σύνολα αστικών

περιοχών. Η διαδικασία παρεµβάσεων που θα ακολουθηθεί στηρίζεται κυρίως στον εκσυγχρονισµό όλων αυτών

των κτιρίων, ώστε να προσφέρουν σύγχρονες ανέσεις συµβατές µε τη νέα χρήση τους, µε ζητούµενο τη συνέχεια

της ταυτότητας τους: τη διατήρηση της κλίµακας, του χαρακτήρα και της αυθεντικότητας των µορφών τους. Οι

περιπτώσεις που ακολουθούν είναι ενδεικτικές του εύρους των κτιρίων, τα οποία µπορούν να

χρησιµοποιηθούν ως χώροι εργασίας γραφείου, παρά την προηγούµενη χρήση τους, και εισάγουν τον

αναγνώστη σ’ αυτήν την πρακτική, χωρίς ωστόσο να παρουσιάζουν το θέµα της επαναχρησιµοποίησης σε

όλες του τις πτυχές ως γνωστικό αντικείµενο εξαιτίας του εύρους και του βάθους του ζητήµατος.

Στο κέντρο της πόλης του Μεξικού (στην περιοχή Federal), ένα συγκρότηµα φτιαγµένο στις αρχές

του 20ού

αιώνα µετατράπηκε σε γραφεία από τους αρχιτέκτονες R-zero, Alejandro Zárate και Edgar Velasco

(2011-2015). Το συγκεκριµένο συγκρότηµα κτιρίων, που φιλοξενούσε κατοικίες, έναν φούρνο και τα γραφεία

της Ένωσης Βιβλιοπωλών της χώρας, έχει συµπεριληφθεί από τη Σχολή Καλών Τεχνών του Μεξικού στον

κατάλογο µε τα αρχιτεκτονικά µνηµεία του τόπου, εξ’ αιτίας της ιστορικής, αισθητικής και πολιτιστικής του

αξίας. Το κτίριο αναπτύσσεται σε 3 ορόφους γύρω από ένα κεντρικό αίθριο, καλύπτοντας συνολικό εµβαδόν

2.330 τ.µ. και εξυπηρετεί τις ανάγκες τριών οργανισµών CDLE. (Εικόνες 8.2.1, 8.2.2, 8.2.3).

Εικόνα 8.2.1. Κάτοψη του 3 επιπέδων του κτιριακού συγκροτήµατος CDLE στο Μεξικό. Πηγή: Courtesy of R-

ZERO architects.

Εικόνα 8.2.2. Όψη κτιριακού συγκροτήµατος από το αίθριο. Πηγή: Courtesy of R-ZERO architects. Φωτογραφία: Jaime

Navarro, Moritz Bernoully.

Εικόνα 8.2.3. Πρόσοψη του διατηρητέου κτιριακού συγκροτήµατος στο Μεξικό. Πηγή: Domus (9-3-2015). Φωτογραφία:

Jaime Navarro, Moritz Bernoully. Ανάκτηση http://www.domusweb.it/en/news/2015/03/09/rzero_cdle_offices.html

Εικόνα 8.2.4. Εσωτερικός χώρος γραφείων CDLE στο Μεξικό. Πηγή: Courtesy of R-ZERO architects. Φωτογραφία:

Jaime Navarro, Moritz Bernoully.

Η διαχείριση του χώρου βασίστηκε στην ιδέα της επαναχρησιµοποίησής του, χωρίς κατασκευαστικές

επεµβάσεις ή προσθήκες, αφήνοντας τα στοιχεία του κελύφους στην αρχική τους µορφή µε τις εµφανείς

τούβλινες τοιχοποιίες και τα χωρίσµατα, µε µικρές συντηρήσεις εκεί όπου υπήρχαν περισσότερες φθορές από

τον χρόνο. Αυτήν την επιλογή διευκόλυνε η καλή κατάσταση του κτιρίου, το οποίο χρειαζόταν µόνο

συντηρήσεις µικρής κλίµακας. Το σύνολο των χώρων λειτουργεί µε παύσεις – λειτουργικά κενά, που

διαδέχονται τους λειτουργικούς χώρους, αναγκάζοντας τον επισκέπτη- περιπατητή να διανύσει φωτεινές

διαδροµές από τον ένα γραφειακό χώρο στον άλλο. (Εικόνες 8.2.4, 8.2.8). Η απλή αυτή διάρθρωση

δηµιουργεί ευελιξία στη διανοµή και αναδιανοµή των χώρων, ανάλογα µε τις ανάγκες που δηµιουργούνται.

Στο ισόγειο του συγκροτήµατος τοποθετούνται 3 αίθουσες συνεδριάσεων, που µπορούν να φιλοξενήσουν έως

75 άτοµα. Τα γραφεία διαθέτουν µια ελάχιστη επίπλωση, εναρµονισµένη µε σύγχρονα σχεδιαστικά πρότυπα

και οπτική επαφή µε τον περιβάλλοντα χώρο και το κεντρικό αίθριο. (Εικόνες 8.2.5, 8.2.6, 8.2.7).

Εικόνα 8.2.5. Γραφείο CDLE. Πηγή: Courtesy of R-ZERO architects. Φωτογραφία: Jaime Navarro, Moritz Bernoully.

Εικόνα 8.2.6. Γραφείο CDLE, µε έπιπλα σχεδιασµένα από τους R-ZERO και καθίσµατα της εταιρείας Herman Miller-

κάθισµα επισκεπτών σχεδιασµένο από τον Eames. Πηγή: Courtesy of R-ZERO architects. Φωτογραφία: Jaime Navarro,

Moritz Bernoully.

Εικόνα 8.2.7. Γραφείο CDLE, µε έπιπλα σχεδιασµένα από τους R-ZERO και καθίσµατα Herman Miller. Πηγή: Courtesy

of R-ZERO architects. Φωτογραφία: Jaime Navarro, Moritz Bernoully.

Εικόνα 8.2.8. Εσωτερικός διάδροµος, όπου διακρίνεται συνδετικός χώρος δύο τµηµάτων µε ελαφριά διαφανή στέγαση που

φωτίζει τον χώρο. Πηγή: Courtesy of R-ZERO architects. Φωτογραφία: Jaime Navarro, Moritz Bernoully.

Το «crystal forest» (κρυστάλλινο δάσος) είναι το κτίριο όπου στεγάζονται τα γραφεία της εταιρείας

«Except Integrated Sustainability», η οποία ειδικεύεται στη µελέτη και την έρευνα της βιωσιµότητας στο

Άµστερνταµ της Ολλανδίας. Ήταν µια εγκαταλειµµένη αποθήκη που µετατράπηκε σε γραφείο-θερµοκήπιο

(2013), µ’ ένα ελαφρύ, αρθρωτό δοµικό σύστηµα µε µεταλλικούς φορείς, που διαµόρφωσε το κεντρικό

επίπεδο- πατάρι εργασίας και επιµέρους χώρους. (Εικόνα 8.2.9.) Το σύστηµα αυτό µε απλούστατες

διαδικασίες µπορεί ν’ αποσυναρµολογηθεί και να µεταφερθεί σε άλλον χώρο ή τοποθεσία, ή να τροποποιηθεί

προσαρµοζόµενο σε νέες ανάγκες. Το κέλυφος συντηρήθηκε και δέχτηκε µικρές τροποποιήσεις, όπως η

τοποθέτηση ανακλαστικών- κατοπτρικών επιφανειών, δεξιά και αριστερά του ανοίγµατος της οροφής, απ’

όπου εισέρχεται ο φυσικός φωτισµός. (Εικόνα 8.2.10). Οι επιφάνειες αντανακλούν την εικόνα της φύτευσης

του χώρου, αλλά και το φως. Μια δεύτερη τροποποίηση στο κέλυφος ήταν η προσθήκη µιας εσωτερικής

υάλινης επιδερµίδας. (Εικόνα 8.2.11). Η οργανωτική δοµή χρησιµοποιεί την ανοικτή διάταξη µε ατοµικά

γραφεία ή τα ίδια ενωµένα ανά δύο ή τέσσερα για οµαδική εργασία. (Εικόνα 8.2.12). Τόσο στο πατάρι, όσο

και στον ισόγειο χώρο παρεµβάλλονται καθιστικές στάσεις για χαλαρές συναντήσεις και ατοµική εργασία. Τα

υλικά που έχουν χρησιµοποιηθεί είναι, εκτός από το γυαλί και το µεταλλικό σύστηµα στήριξης, φυσικό ξύλο

σε πατώµατα και τραπέζια, καθώς και καθιστικά από µέταλλο. (Εικόνα 8.2.13).

Στο κτίριο έχουν εφαρµοστεί µέθοδοι συλλογής του βρόχινου νερού, το οποίο τροφοδοτεί απευθείας

τα φυτά που υπάρχουν σε αφθονία στον χώρο, ή αποθηκεύεται σε δοχεία µε θρεπτικές ουσίες για να

διοχετευτεί σ’ αυτά αργότερα. Τα ίδια τα φυτά, πέρα από την ανανέωση του ατµοσφαιρικού αέρα,

χρησιµοποιούνται ως σύστηµα σκίασης των υαλοστασίων, καθώς και ως ηχοαπορροφητικά και διαχωριστικά

στοιχεία.

Ο σεβασµός στις κατασκευαστικές αρχές του αρχικού κτιρίου, σ’ αυτήν την περίπτωση επικεντρώνεται

τόσο στη µορφολογία του, όσο και στη σύνθεση ενός τυποποιηµένου συστήµατος οργάνωσης, µε

επαναλαµβανόµενο απλό ρυθµό. Η κεντρική ιδέα προσαρµόζεται εύκολα και σε άλλες περιπτώσεις ανάλογων

αποθηκών στην περιοχή, γεγονός που αποτελεί ζητούµενο για τους σχεδιαστές του χώρου. Η αναδιαµόρφωση

ενός υπάρχοντος, εγκαταλειµµένου, βιοµηχανικού χώρου τοποθετεί τη βιοκλιµατική αρχιτεκτονική και στο

πεδίο της επανάχρησης της βιοµηχανικής κληρονοµιάς, το οποίο αποτελεί ζήτηµα, όχι µόνο σεβασµού της

µνήµης, αλλά και του περιβάλλοντος, εφόσον ένα κτίριο σε διαδικασία «απόρριψης», αντί να γκρεµιστεί

αξιοποιείται εκ νέου µε άλλη χρήση.

Εικόνα 8.2.9. Ο εσωτερικός χώρος της αποθήκης πριν την αναδιαµόρφωση. Αρχιτέκτονας Arjan Luiten. Σύµβουλοι

Westerduin Eric και Tom Bosschart (διευθυντής). Πηγή: Except Integrated Sustainability.

Εικόνα 8.2.10. Ο εσωτερικός χώρος µετά την αναδιαµόρφωση. Αρχιτέκτονας Arjan Luiten. Σύµβουλοι Westerduin Eric

και Tom Bosschart (διευθυντής). Πηγή: Except Integrated Sustainability.

Εικόνα 8.2.11. Γενική άποψη από την είσοδο. Πηγή: Except Integrated Sustainability.

Εικόνα 8.2.12. Η οργανωτική διάρθρωση των γραφείων. Πηγή: Except Integrated Sustainability.

Εικόνα 8.2.13. Γενική άποψη από το πατάρι. Πηγή: Except Integrated Sustainability.

Το βιοµηχανικό κτίριο της δεκαετίας του 1940, «Ροµάντσο», του εκδότη Νίκου Θεοφανίδη

επαναχρησιµοποιήθηκε το 2013. Το κτίριο αποτελεί µια περίπτωση καθετοποιηµένης µονάδας παραγωγής,

όπου στεγάζονταν τα γραφεία και η εκτυπωτική µονάδα του δηµοφιλούς βιβλιοπεριοδικού Ροµάντσο, αλλά

και άλλων λαϊκών περιοδικών µεγάλης κυκλοφορίας όπως το Πάνθεον και η Βεντέτα. Η ιδέα της νέας

λειτουργίας του οφείλεται στον πολιτιστικό οργανισµό ΒIOS, που, σε συνεργασία µε την αρχιτεκτονική οµάδα

someOFnine (οµάδα Κατσαρού Βίκυ, Μαλισιάνου Αθηνά, Μητσόπουλος Βασίλης και Οικονοµόπουλος

Ανδρέας), δηµιούργησε ένα κτίριο µεικτών χρήσεων µε χώρους πολιτιστικών εκδηλώσεων στο υπόγειο,

ισόγειο και τον 1ο όροφο και µία «θερµοκοιτίδα» γραφείων, που προορίζονται για νέους δηµιουργούς στους 3

επόµενους ορόφους (2ο, 3

ο, 4

ο). (Εικόνες 8.2.14, 8.2.15). Το κτίριο τοποθετείται στο ιστορικό εµπορικό

κέντρο της Αθήνας και έχει συνολικό εµβαδόν 2.200 τ.µ. Οι δηµιουργοί του επαναχρησιµοποίησαν λειτουργικά

την ιδέα της καθετοποιηµένης παραγωγής, συνδέοντας τους δηµιουργικούς χώρους- γραφεία µε τους

κοινόχρηστους χώρους, όπου εκτίθενται τα έργα που παράγονται. Η βασική τροποποίηση στους ορόφους

γραφείων αφορά τον επιµερισµό των ενιαίων χώρων της βιοµηχανικής εγκατάστασης, σε διαφορετικά µεγέθη

γραφείων- από 20- 45 τ.µ. (Εικόνες 8.2.16, 8.2.17, 8.2.18, 8.2.19, 8.2.20, 8.2.22, 8.2.24). Αισθητικά και

κατασκευαστικά οι επεµβάσεις αναπαράγουν στοιχεία από την εποχή του αρχικού κτίσµατος: µωσαϊκά

δάπεδα, µεταλλικά κουφώµατα βαµµένα σε µαύρο χρώµα, το κουβούκλιο του ασανσέρ, δρύινα έπιπλα, κ.λπ.

(Εικόνα 8.2.21). Οι νέες κατασκευές µεταφέρουν την αίσθηση της συνέχειας της εποχής του κτίσµατος. Η

όψη του κτιρίου συντηρήθηκε, µαζί µε την ιστορική επιγραφή του, που λειτουργεί ως αναπόσπαστο µέρος της

ταυτότητας του.

Εικόνα 8.2.14. Κάτοψη Β ορόφου (τυπικού)

(τυπικού) γραφείων «θερµοκοιτίδας». Πηγή: someOFnine.

Εικόνα 8.2.15. Κάτοψη ∆ ορόφου γραφείων «θερµοκοιτίδας».

Εικόνα 8.2.16. Γραφείο. Φωτογραφία:

ορόφου γραφείων «θερµοκοιτίδας». Πηγή: someOFnine.

© Παναγιώτης Ηλίας.

Εικόνα 8.2.17. Γραφείο. Φωτογραφία: © Παναγιώτης Ηλίας.

Εικόνα 8.2.18. Γραφείο. Φωτογραφία: © Παναγιώτης Ηλίας.

Εικόνα 8.2.19. Γραφείο. Φωτογραφία: © Παναγιώτης Ηλίας.

Εικόνα 8.2.20. Γραφείο. Φωτογραφία: © Παναγιώτης Ηλίας.

Η ιδέα της συγκρότησης χώρου δηµιουργικής ατοµικής εργασίας, µε χαρακτηριστικά

συλλογικότητας, ανταλλαγής ιδεών και δηµοσιοποίησης του δηµιουργικού έργου, είναι µία ιδέα εξασφάλισης

της βιωσιµότητας ιστορικών χώρων και ταυτόχρονα υποστήριξης των νέων δηµιουργών, µε υποδοµές που δεν

θα µπορούσαν να εξευρεθούν ατοµικά. Το αποτέλεσµα στην εικόνα των χώρων µπορεί να µη παράγει

εντυπωσιακά αισθητικά ερεθίσµατα, εξ’ αιτίας της οικονοµικών συνθηκών που κάθε νέος δηµιουργός

καλείται να αντιµετωπίσει στην Ελλάδα, όµως υποστηρίζει την αυτενέργεια, την εξατοµίκευση των χώρων µε

περιορισµένα µέσα, προάγοντας συνεργατικές, πολιτιστικές διαδικασίες. Κάθε µικρός χώρος αποκτά τα δικά

του χαρακτηριστικά µε το ύφος και τα µέσα που διαθέτει ο ένοικος του, συµβάλλοντας σε µια χωρική

αντίστιξη, έναντι της τυποποίησης και της µονότονης επανάληψης συµβατικών χώρων.

Εικόνα 8.2.21. ∆ιάδροµος ορόφου γραφείων. Φωτογραφία: © Παναγιώτης Ηλίας.

Εικόνα 8.2.22. Γραφείο. Φωτογραφία: © Παναγιώτης Ηλίας.

Εικόνα 8.2.23. Γραφείο. Φωτογραφία: © Παναγιώτης Ηλίας.

Εικόνα 8.2.24. Γραφείο. Φωτογραφία: © Παναγιώτης Ηλίας.

Η µετατροπή του δώµατος ενός διατηρητέου εκλεκτικιστικού νεοκλασικού κτιρίου στη Βιέννη της

Αυστρίας σε χώρο συνεδριάσεων για το δικηγορικό γραφείο Schuppich, Sporn, Winischhofer, Schuppich,

αποτελεί µια από τις πρώτες υλοποιηµένες περιπτώσεις αρχιτεκτονικής αποδόµησης (deconstruction). (1983-

87). Το αρχιτεκτονικό γραφείο Coop himmelb(l)au επέκτεινε τους λειτουργικούς χώρους που στεγάζονταν

στον τελευταίο όροφο του κτιρίου προς τα επάνω, σε έναν χώρο συνολικού ύψους 7,80µ. και εµβαδού 400

τ.µ., υπερβαίνοντας την ορθοκανονικότητα της συµβατικής δοµής, σε µια ιδέα ανατροπής και ανασύνθεσης

της πραγµατικότητας, που µέχρι τότε ίσχυε. (Εικόνες 8.2.25, 8.2.26). Ο χώρος υψώθηκε µε τη µορφή ενός

τεντωµένου τόξου, µε σκελετό στήριξης από χάλυβα, µε υαλοστάσια και κλειστά πτυχωτά τµήµατα. ∆εν

υπάρχουν γωνίες ή απολήξεις στην οροφή, ούτε συγκεκριµένες αναλογίες, υλικά ή χρώµατα, αλλά µόνο η

οπτικοποίηση της ενεργής γραµµής που συνδέει το δρόµο µε την επέκταση του κτιρίου, διαρρηγνύοντας την

οροφή που υπήρχε. Ο αρχιτέκτονας Wolf D. Prix χαρακτηρίζει την επίλυση του ως αναπαράσταση

αρχιτεκτονικής «λύσης γωνίας», µε τις διαφορετικές κατευθύνσεις της θέας του χώρου από µέσα και απέξω,

ν’ αναδεικνύουν την πολυπλοκότητα των χωρικών σχέσεων που εγκαθιστά. Η πτύχωση των επιφανειών

στέγασης µε τα διαφανή και αδιαφανή τµήµατα της, ελέγχει την ένταση του φυσικού φωτισµού και κατά

περίπτωση επιτρέπει ή αποκλείει τη θέα στο εξωτερικό περιβάλλον. (Εικόνες 8.2.27, 8.2.28). Το έργο

εκτέθηκε µαζί µε άλλα, σε έκθεση που πραγµατοποιήθηκε στη Νέα Υόρκη στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης

το 1988 µε τίτλο Deconstructivist Architecture.

Εικόνα 8.2.25. Κάτοψη αναδιαµόρφωσης οροφής δικηγορικού γραφείου στη Βιέννη (1983-87).Πηγή: © COOP

HIMMELB(L)AU. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του coop-himmelb(l)au.

Εικόνα 8.2.26. Τοµή αναδιαµόρφωσης οροφής δικηγορικού γραφείου στη Βιέννη (1983-87).Πηγή: © COOP

HIMMELB(L)AU. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του coop-himmelb(l)au.

Εικόνα 8.2.27. Γενική άποψη. Πηγή: © COOP HIMMELB(L)AU. Φωτογραφία: © Duccio Malagamba Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς της άδεια του coop-himmelb(l)au.

Εικόνα 8.2.28. Γενική άποψη εσωτερικού χώρου. Πηγή: © COOP HIMMELB(L)AU. Φωτογραφία: © Duccio

Malagamba. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς της άδεια του coop-himmelb(l)au.

Στοιχεία του έργου. http://repfiles.kallipos.gr:8080/f/d4d5d907d8/?raw=1

Το ίδρυµα Jerôme Seydoux-Pathé είναι ένας οργανισµός που ασχολείται µε τη συντήρηση της

πολιτιστικής κληρονοµιάς του Pathé και την προώθηση της Τέχνης του Κινηµατογράφου. Το νέο κτίριο του

ιδρύµατος, µεικτής χρήσης, εγκαθίσταται σ’ ένα ιστορικό οικοδοµικό τετράγωνο, στο Παρίσι, όπου δέσποζε

ένα κτίριο θεάτρου του 19ου

αιώνα, που από το 1950 είχε µετατραπεί σε µια από τις πρώτες κινηµατογραφικές

αίθουσες, η οποία µάλιστα αναδιαµορφώθηκε ριζικά το 1961. Το κτίσµα µελετήθηκε για να φιλοξενήσει τις

κεντρικές εγκαταστάσεις του ιδρύµατος, δηλαδή τα γραφεία του, το αρχείο του, χώρους µόνιµης έκθεσης,

αλλά και περιοδικών εναλλασσόµενων εκθέσεων, καθώς και µία αίθουσα εκδηλώσεων για 70 άτοµα. O

σχεδιασµός του κτιρίου ανατέθηκε στο αρχιτεκτονικό γραφείο του Renzo Piano (Renzo Piano Building

Workshop, Architects) και κατασκευάστηκε την περίοδο 2006-14. (Εικόνες 8.2.29, 8.2.30, 8.2.31, 8.2.32,

8.2.33).

Οι ανάγκες που προσδιορίστηκαν απαίτησαν την κατεδάφιση των παλαιότερων κτισµάτων, έτσι ώστε

να παραχθεί ένα νέο «οργανικό» κέλυφος, το οποίο ν’ ανταποκρίνεται στους περιορισµούς και στους

κτιριοδοµικούς κανονισµούς της περιοχής. Η κατασκευή στόχευε αφενός στην ικανοποίηση των

λειτουργικών αναγκών του ιδρύµατος και, αφετέρου, στη βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος χώρου

σύµφωνα µ’ αυτές. «Η τοποθέτηση ενός νέου κτιρίου σε µια ιστορική περιοχή σηµαίνει τη συµµετοχή του, σε

έναν ανοικτό, φυσικό διάλογο µε τα κτίρια, που ήδη υπάρχουν εκεί» σύµφωνα µε τους σχεδιαστές του έργου.

«Μια προϋπάρχουσα κτιριακή δοµή, όπως αυτή, εµφανίζεται ως ευκαιρία για να πραγµατοποιηθεί µια

εκτεταµένη ανακαίνιση, ένα είδος ανάκτησης του χώρου». Έτσι, το έργο αποκαλύπτει την έκπληξη µιας

«αναπάντεχης» καµπύλης φόρµας, που εµφανίζεται να ρέει στο κέντρο του οικοπέδου όπου τοποθετείται,

στερεωµένη σε λίγα σηµεία στήριξης, περιτριγυρισµένη από σηµύδες - ένα πράσινο σηµείο στον

πυκνοδοµηµένο αστικό ιστό. (Εικόνες 8.2.34, 8.2.35). Η µια από τις όψεις του προϋπάρχοντος κτιρίου

συντηρήθηκε και αποκαταστάθηκε, λόγω των γλυπτών του σηµαντικού καλλιτέχνη Αύγουστου Ροντέν, τα

οποία φέρει5. (Εικόνα 8.2.36). Η διαδικασία αυτή, πέρα από το ότι την αποκαθιστά ως ιστορικό τοπόσηµο,

της δίνει εικονικά χαρακτηριστικά, αφού στέκει ως ένα «σκηνικό», χωρισµένο σε δύο µέρη, εξελισσόµενο σε

5 Η πρακτική συντήρησης µόνο επιλεγµένων όψεων ενός ιστορικού κτιρίου µε κατεδάφιση του υπόλοιπου κτίσµατος και

ανέγερση νέων κτισµάτων συνδεδεµένων µε αυτές, είναι µία πρακτική γνωστή ως Façadism. Ο όρος αυτός προέρχεται

από τη λέξη Façade που σηµαίνει όψη. Η πρακτική αυτή χρησιµοποιείται κυρίως όταν ο χώρος του κτίσµατος έχει

υποστεί σοβαρές και ανεπίστρεπτες φθορές, οι οποίες έχουν µεγάλο κόστος αποκατάστασης, ενώ οι όψεις φέρουν

σηµαντικά αισθητικά και διακοσµητικά στοιχεία.

δύο επίπεδα: το πρώτο αυτό της ιστορικής όψης και το δεύτερο αυτό της νέας προσθήκης µ’ ένα µεταβατικό

χώρο µε διαφάνεια. Η διαφανής αυτή προσθήκη πίσω από την όψη, λειτουργεί ως κοινόχρηστος χώρος

διανοµής, και µοιάζει µε θερµοκήπιο, ενώ συνδέεται µέσω µεταλλικών γεφυρών µε τα αντίστοιχα επίπεδα του

δεύτερου κτιρίου που ακολουθεί. (Εικόνες 8.2.37, 8.2.38). Το δεύτερο αυτό κτίριο µε οργανική ρευστή µορφή

κι ένας εσωτερικός κήπος στο ισόγειο είναι ορατά από αυτόν τον χώρο προς την πίσω αυλή, που έχει

προκύψει από τη µείωση του αποτυπώµατος του κτιριακού όγκου. (Εικόνα 8.2.43). Ο ιδιόµορφος αυτός

σχεδιασµός καθορίζεται από τους πολλαπλούς περιορισµούς και κανονισµούς, που ισχύουν γι’ αυτήν την

περιοχή, χωρίς ωστόσο να καθίστανται ανενεργές οι συνήθεις βιοκλιµατικές αναζητήσεις του Renzo Piano,

σε ό,τι αφορά στη µέγιστη εκµετάλλευση του προσανατολισµού, του αερισµού και του φυσικού φωτισµού.

(Εικόνα 8.2.44). Η οροφή του κτιρίου είναι υάλινη για να εξασφαλίζει άπλετο φυσικό φωτισµό για τους

χώρους γραφείων, που τοποθετούνται στο τελευταίο επίπεδο. (Εικόνες 8.2.39, 8.2.40, 8.2.41, 8.2.42). Το νέο

κτίριο είναι διακριτικά ορατό από το κενό που δηµιουργείται στη συντηρηµένη διµερή όψη, ακόµα και µε τον

νυχτερινό φωτισµό του.

Εικόνα 8.2.29. Το ίδρυµα Jerôme Seydoux-Pathé στο Παρίσι. Κάτοψη ισογείου. Πηγή: © . Renzo Piano Building

Workshop. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του Renzo Piano Building Workshop

Εικόνα 8.2.30. Κάτοψη υπογείου. Πηγή: © . Renzo Piano Building Workshop. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του Renzo Piano Building Workshop

Εικόνα 8.2.31. Κάτοψη Α ορόφου- µουσείο. Πηγή: © . Renzo Piano Building Workshop. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του Renzo Piano Building Workshop

Εικόνα 8.2.32. Κάτοψη Β, Γ ορόφων- αρχεία. Πηγή: © . Renzo Piano Building Workshop. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του Renzo Piano Building Workshop

Εικόνα 8.2.33. Κάτοψη ∆ ορόφου-γραφεία. Πηγή: © . Renzo Piano Building Workshop.

Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του Renzo Piano Building Workshop

Εικόνα 8.2.34. Τοµή. Πηγή: © . Renzo Piano Building Workshop. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του Renzo Piano Building Workshop

Εικόνα 8.2.35. Τοµή. Πηγή: © . Renzo Piano Building Workshop. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του Renzo Piano Building Workshop

Εικόνα 8.2.36. Η συντηρηµένη όψη του κτιρίου. Πηγή: © Renzo Piano Building Workshop. Φωτογραφία © Michel

Denancé. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του Michel Denancé.

Εικόνα 8.2.37. Μεταβατικός χώρος εισόδου. Πηγή: © Renzo Piano Building Workshop. Φωτογραφία © Michel Denancé. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του Michel Denancé.

Εικόνα 8.2.38. Κλιµακοστάσιο εισόδου. Πηγή: © Renzo Piano Building Workshop. Φωτογραφία © Michel Denancé. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του Michel Denancé.

Εικόνα 8.2.39. Το επίπεδο γραφείων, µε την υάλινη στέγαση. Πηγή: © Renzo Piano Building Workshop. Φωτογραφία ©

Michel Denancé. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του Michel Denancé.

Εικόνα 8.2.40. Το επίπεδο γραφείων. Πηγή: © Renzo Piano Building Workshop. Φωτογραφία © Michel Denancé. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του Michel Denancé.

Εικόνα 8.2.41. Το επίπεδο γραφείων. Πηγή: © Renzo Piano Building Workshop. Φωτογραφία © Michel Denancé. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του Michel Denancé.

Εικόνα 8.2.42. Ο χώρος συνεδριάσεων στο επίπεδο γραφείων. Πηγή: © Renzo Piano Building Workshop. Φωτογραφία ©

Michel Denancé. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του Michel Denancé.

Εικόνα 8.2.43. Η οργανική καµπύλη µορφή του κτιρίου από τη φυτεµένη αυλή. Πηγή: © Renzo Piano Building Workshop.

Φωτογραφία © Michel Denancé. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του Michel Denancé.

Εικόνα 8.2.44. Η καµπύλη διαφανής στέγαση των γραφείων. Πηγή: © Renzo Piano Building Workshop. Φωτογραφία ©

Michel Denancé. Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση/ αναπαραγωγή από τρίτους, χωρίς την άδεια του Michel Denancé.

Στοιχεία του έργου. http://repfiles.kallipos.gr:8080/f/ad73658e03/?raw=1

Το αρχιτεκτονικό γραφείο του Massimiliano Locatelli CLS στεγάσθηκε το 2014 στον ναό San

Paolo Converso του 16ου αιώνα στο Μιλάνο. Η ρωµαιοκαθολική αυτή µπαρόκ εκκλησία, που είχε σχεδιαστεί

από τους γνωστούς Giovanni Battista και Crespi Galeazzo Alessi, φέρει πλούσιο διάκοσµο, τοιχογραφίες και

οροφογραφίες των αδελφών Campi και είχε παραµείνει κλειστή χωρίς να χρησιµοποιείται. Ο ναός όµως, πριν

εγκαταλειφθεί είχε γνωρίσει και άλλες χρήσεις: στην περίοδο 1960-70 λειτούργησε ως στούντιο

ηχογραφήσεων για την Ιταλίδα τραγουδίστρια Mina, ενώ στη συνέχεια ως χώρος δηµοπρασιών του οίκου

Cristies. (Εικόνα 8.2.45).

Εικόνα 8.2.45. Η πρόσοψη. Πηγή: IMG 5473 - Milano - San Paolo Converso - Foto Giovanni Dall' Orto - 21-Febr-2007.

Η αρχιτεκτονική οµάδα µετέτρεψε τον ναό σε κεντρικό της γραφείο, διατηρώντας όλα τα στοιχεία

του διακόσµου στον εσωτερικό χώρο. Η εκκλησία διακρίνεται σε δύο µέρη: το πρώτο µέρος αποτελείται από

ένα πλευρικό κλίτος και δύο πλευρικά θολοσκεπή και χωρίζεται µε τοίχο από το δεύτερο. Στο κεντρικό κλίτος,

που είναι προσβάσιµο στο κοινό, ευρίσκεται η Αγία Τράπεζα και εκεί έχει τοποθετηθεί η βιβλιοθήκη στη νέα

χρήση. (Εικόνα 8.2.46). Το πίσω µέρος του χρησιµοποιείται από τις µοναχές γειτονικού µοναστηριού. Η

υποδοχή του αρχιτεκτονικού γραφείου CLS τοποθετήθηκε στο εµπρός τµήµα της εκκλησίας, όπως και η

βιβλιοθήκη, καθώς και ένας χώρος συνεδριάσεων που παρεµβάλλεται ανάµεσα στα δύο µέρη της εκκλησίας.

(Εικόνα 8.2.51). Το τµήµα αυτό του ναού έχει µελετηθεί να παραχωρείται για εκθέσεις και δηµόσιες

εκδηλώσεις, ανοικτές στο κοινό, (εικόνα 8.2.52), ενώ το τµήµα που χρησιµοποιείται από τις µοναχές, φέρει

σταυροειδείς θόλους σε δύο σειρές από κολόνες. Το πίσω τµήµα του ναού, όπου τοποθετείται ο κυρίως χώρος

του αρχιτεκτονικού γραφείου, σχεδιάσθηκε ως «χώρος µέσα στον χώρο». Έτσι, µια τετραώροφη χαλύβδινη

δοµή, σε µαύρο χρώµα, τοποθετήθηκε στο κέντρο του κυρίως ναού, χωρίς να τροποποιήσει κανένα από τα

υπάρχοντα στοιχεία του διακόσµου, τοιχογραφιών και οροφογραφιών, µε διακριτό ύφος, αποσυνδεµένο από

το ύφος του ναού και µινιµαλιστική αισθητική. (Εικόνες 8.2.47, 8.2.48, 8.2.49). Τα επίπεδα που

δηµιουργήθηκαν στεγάζουν διαφανείς χώρους γραφείων και συµβάλλουν στη θέαση του ναού από

διαφορετικά ύψη και διαφορετικές οπτικές γωνίες. Το ίδιο υλικό –µαύρος σωληνωτός χάλυβας που

χρησιµοποιήθηκε για τον διακριτό φέροντα οργανισµό, τα κιγκλιδώµατα και τα κλιµακοστάσια -

χρησιµοποιήθηκε και για τη δηµιουργία των επίπλων: βιβλιοθηκών, γραφείων και καθισµάτων. (Εικόνα

8.2.50). Η ιδιαίτερη φόρτιση από τη βαριά χαλύβδινη κατασκευή στο δάπεδο του ναού ανακουφίσθηκε από

την κατασκευή µιας φουσκωτής δεξαµενής που γέµισε αργά νερό και απόσβεσε τις πιέσεις.

Εικόνα 8.2.46. Το εµπρός τµήµα του ναού. Πηγή: http://www.clsarchitetti.com/portfolio/chiesa-san-paolo-converso-cls-

studio-milano-2014-2/ Φωτογράφος © François Halard.

Εικόνα 8.2.47. Τα γραφεία σε κατασκευή 4 επιπέδων. Πηγή: http://www.clsarchitetti.com/portfolio/chiesa-san-paolo-

converso-cls-studio-milano-2014-2/ Φωτογράφος © François Halard.

Εικόνα 8.2.48. Τα γραφεία γενική άποψη. Πηγή: http://www.clsarchitetti.com/portfolio/chiesa-san-paolo-converso-cls-

studio-milano-2014-2/ Φωτογράφος © François Halard.

Εικόνα 8.2.49. Τα γραφεία εσωτερική άποψη. Πηγή: http://www.clsarchitetti.com/portfolio/chiesa-san-paolo-converso-

cls-studio-milano-2014-2/ Φωτογράφος © François Halard.

Εικόνα 8.2.50. Χώρος συνεδριάσεων. Πηγή: Πηγή: http://www.clsarchitetti.com/portfolio/chiesa-san-paolo-converso-cls-

studio-milano-2014-2/ Φωτογράφος © François Halard.

Εικόνα 8.2.51. Χώρος συνεδριάσεων στο εµπρός µέρος του ναού. Πηγή: http://www.clsarchitetti.com/portfolio/chiesa-

san-paolo-converso-cls-studio-milano-2014-2/ Φωτογράφος © François Halard.

Εικόνα 8.2.52. Εγκατάσταση του Massimiliano Locatelli « It is all about meal» που εκτέθηκε στον εµπρός χώρο του ναού

στο πλαίσιο της έκθεσης Milantrace. Πηγή: http://www.clsarchitetti.com/portfolio/chiesa-san-paolo-converso-cls-studio-

milano-2014-2/ Φωτογράφος © Delfino Sisto Legnani.

Οι περιπτώσεις που παρουσιάστηκαν, διαφορετικές µεταξύ τους, δεν µπορούµε να θεωρήσουµε ότι

καλύπτουν πλήρως το θέµα της απόδοσης ενός διαφορετικού λειτουργικού περιεχοµένου, ως κίνητρο

διατήρησης ενός υπάρχοντος κτιρίου που έχει εγκαταλειφθεί. Ωστόσο, περιγράφουν το εύρος των

µεµονωµένων κτιρίων, όπως και τους ποικίλους τρόπους που µπορούν αυτά να διατηρηθούν και να

προσαρµοστούν σε νέες χρήσεις και, στην προκειµένη περίπτωση, σε χώρους εργασίας γραφείου. Το

περιεχόµενο και οι πρακτικές προστασίας, η ανάδειξη των χαρακτηριστικών της αρχιτεκτονικής πολιτιστικής

κληρονοµιάς, οι τρόποι που µια σύγχρονη χρήση αλλάζει ένα προϋπάρχον κτίριο, το ιστορικό βάρος του

κτιρίου, η σχέση της νέας λειτουργίας µε την αρχική, είναι ανοικτά πεδία που διαρκώς εξελίσσονται,

εµπλουτίζονται και χρησιµοποιούνται για «αρχιτεκτονικούς πειραµατισµούς» περισσότερο ή λιγότερο

αποδεκτούς. Επειδή όµως το αποτέλεσµα που παράγεται είναι ένα νέο σχεδιαστικό έργο «το ήθος της

επέµβασης, ο σεβασµός προς τα δεδοµένα και η εύστοχη αξιοποίηση αυτών των δεδοµένων, καθώς και η

καλλιτεχνική ποιότητα της σύνθεσης είναι- πρέπει να είναι- τα βασικά κριτήρια των αποφάσεών µας. Αυτός

άλλωστε είναι ο µόνος τρόπος για να γίνουν αποδεκτά τα αποτελέσµατα της επαναχρησιµοποίησης και να

συµβάλουν µε δηµιουργική διαδικασία στη βελτίωση, τον εµπλουτισµό και την ανανέωση του κτισµένου

περιβάλλοντος, µε την ανάδειξη των όσων αξιόλογων στοιχείων, το ίδιο εν δυνάµει περιέχει, πέρα φυσικά, από

ό,τι η κάθε εποχή- άρα και η δική µας- δικαιούται να προσθέσει»6i.

Βιβλιογραφία

Θεµατική βιβλιογραφία

Berger M. (2013). Interventions and Adaptive Reuse. Switzerland, Berlin: Birkhäuser

Berger M., (2014). Constructing Change: Developing a Theory for Adaptive Reuse. The international Journal

of the Constructed Environment, vol.2, issue 4, σελ.33-50.

Bollack Fr. A., (2013). Old Buildings, New Forms: New Directions in Architectural Transformations. USA:

The Monacelli Press.

Bossies Ch.,(2012). Old Buildings, New Designs: Architectural Transformations. New York: Princeton

Architectural Press.

Bullen, P. Α., Love, P. E. D., (2011). A new future for the past: a model for adaptive reuse decision‐making.

Built Environment Project and Asset Management, vol. 1, no. 1, σελ. 33‐44.

Bullen, P. Α., Love, P. E. D., (2011). Adaptive reuse of heritage buildings. Structural Survey, vol. 29, no. 5,

σελ. 411‐421.

Bullen, P.A., Love, P. E. D., (2010). The rhetoric of adaptive reuse or reality of demolition: Views from the

Field. Cities, vol. 24, no. 4, σελ. 215-224.

Bullen, P.A., Love, P.E.D. (2011). Factors influencing the adaptive reuse of buildings. Journal of

Engineering, Design and Technology, Vol. 9 No. 1, σελ. 32-46.

Everson S.,(2012). Old Buildings, NewBeginnings: Planning for the adaptive reuse of heritage buildings in

Queensland. Thesis, Regional and Town Planning, University of Queensland

Langston, R., (2012).Validation of the adaptive reuse potential (ARP) model using icon CUR, Emerald Group

Powell K., (1999). Architecture Reborn: Converting Old Buildings for New Uses. N. York:Rizzolli

Rabun St., (2000).Structural Analysis of Historic Buildings: Restoration, Preservation, and Adaptive Reuse

Applications for Architects and Engineers. Hoboken, New Jersey: JohnWiley and Son

Rabun St., (2000).Structural Analysis of Historic Buildings: Restoration, Preservation, and Adaptive Reuse

Applications for Architects and Engineers. Hoboken, New Jersey: JohnWiley and Son

Rabun St., Kelso R., (2009). Building Evaluation for Adaptive Reuse and Preservation. Hoboken, New Jersey:

JohnWiley and Son

Sandu publishing, (2010).Transformer: Reuse, Renewal, and Renovation in Contemporary Architecture.

Germany: Ginko Press.

Scott F., (2008).On Alternative Architecture. USA and Canada: Routledge.

Shen, L and Langston, C., (2010). Adaptive reuse potential: An examination of differences between urban and

non‐urban projects. Emerald Group Publishing Limited, vol. 28, no. 1/2, σελ. 6‐16.

Shen, L., Langston, C., (2010). Adaptive reuse potential: An examination of differences between urban and

non‐urban projects. Emerald Group Publishing Limited, vol. 28, no. 1/2, σελ. 6‐16.

Stewart Br., (1994). How Buildings Learn: What Happens after They’re Built. New York: Viking.

Vanderbilt T., (March 5, 2015).The Divine Office of Massimiliano Locatelli. Wall Street Journal

http://www.wsj.com/articles/the-divine-office-of-massimiliano-locatelli-1425564089

6 Ζήβας ∆., (1997), ό.π. σελ. 94.

Yung, E., Chan, E., (2012). Implementation challenges to the adaptive reuse of heritage buildings: Towards

the goals of sustainable, low carbon cities. Habitat International, vol. 36, no. 1, σελ. 352‐361.

Ζήβας ∆., (1997). Τα µνηµεία και η Πόλη. Αθήνα: Libro.

Λάββας Γ. Π, (2010). Ζητήµατα Πολιτιστικής ∆ιαχείρισης. Αθήνα: εκδοτικός οίκος Μέλισσα.

∆ιαθεµατική βιβλιογραφία

Κόνσολας Ν., (1995). Η ∆ιεθνής Προστασία της Παγκόσµιας Πολιτιστικής Κληρονοµιάς. Αθήνα: Παπαζήσης.

Λάββας Γ. Π, (1997). Προστασία Μνηµείων και Συνόλων: Βασικές Έννοιες, Ιδεολογία, Μεθοδολογία.

Θεσσαλονίκη, τεύχος 1.

Μιχελής Π., (1965). Αισθητικά Θεωρήµατα. Αθήνα

Μιχελής Π., (1965). Η Αρχιτεκτονική ως Τέχνη. Αθήνα.

Κριτήρια αξιολόγησης

Κριτήριο αξιολόγησης 1 Παρατηρήστε µε προσοχή τα στοιχεία προσαρµοσµένης επανάχρησης αποθήκης υδραυλικών στο San

Antonio των Η.Π.Α. από το Αρχιτεκτονικό Γραφείο Overland. Αναφέρατε την κεντρική ιδέα, τα βασικά

χαρακτηριστικά της προσαρµογής του κτιρίου στη νέα του χρήση ως χώρος γραφείων, τα υλικά που έχουν

χρησιµοποιηθεί, το σύστηµα οργάνωσης σε κείµενο 250 λέξεων.

http://surfingbird.ru/surf/hughes-warehouse-adaptive-reuse-overland-partners--i6qBaDF08#.ViaSfNLhBdg

Απάντηση 1 Η αποθήκη κτισµένη στις αρχές του 20

ού αιώνα συντηρήθηκε διατηρώντας τα περισσότερα στοιχεία της, µε

µετατροπή µεγάλου τµήµατος του κτιρίου µε τους τούβλινους τοίχους του, σε τρεις µεταβατικούς, ανοικτούς

χώρους κοινωνικοποίησης µε συµµετοχή των κατοίκων της γειτονιάς, συµβάλλοντας στην αναζωογόνηση

µιας εγκαταλειµµένης περιοχής. Η οργάνωση του κύριου χώρου γραφείων έγινε µε την εναλλαγή ανοικτών

σταθµών εργασίας και κλειστών χώρων συνεδριάσεων στο σύστηµα open plan. Τα υλικά που

χρησιµοποιήθηκαν σέβονται το πνεύµα του αρχικού κτιρίου: εµφανή τούβλα, ξύλινες οροφές, βιοµηχανικό

δάπεδο, εγκαταστάσεις βιοµηχανικού ύφους κ.λπ. Οι περιορισµένες προσθήκες: πατάρι και κλειστοί χώροι,

ξεχωρίζουν από το αρχικό κτίριο, χρησιµοποιώντας όµως τα ίδια υλικά σε σύγχρονες εφαρµογές.

Κριτήριο αξιολόγησης 2 Επιλέξτε µία περιοχή της πόλης των Αθηνών (π.χ. Ψυρρή ή Βοτανικός) και ανακαλύψτε κτίρια που έχουν

προσαρµόσει τη χρήση τους σε χώρους γραφείων. Φωτογραφίστε τις περιπτώσεις που ανακαλύψατε και

σκιτσάρετε τα βασικά κτίρια. Μελετήστε τον τρόπο που αυτά προσαρµόζονται στο αστικό περιβάλλον, τις

σχέσεις τους µε την ευρύτερη περιοχή, τις µετατροπές που έχουν υποστεί και τα υλικά που

χρησιµοποιήθηκαν- παλαιά και σύγχρονα. Μπορείτε να πάρετε συνεντεύξεις από τους σχεδιαστές τους και να

επικεντρωθείτε στα προβλήµατα προσαρµογής που αντιµετώπισαν, τα στάδια επανάχρησης που ακολούθησαν

και τις σηµαντικές επιλογές τους.

i Ζήβας ∆., (1997), ό.π. σελ. 94.