78348713-Π-Παπακωνσταντίνου-Το-χρυσό-παραπέτασμα-Η-γέννηση-του-ολοκληρωτικού-καπιταλισμού-Πολιτικό-Καφενείο...
-
Upload
stamatis-meletiou -
Category
Documents
-
view
238 -
download
6
Transcript of 78348713-Π-Παπακωνσταντίνου-Το-χρυσό-παραπέτασμα-Η-γέννηση-του-ολοκληρωτικού-καπιταλισμού-Πολιτικό-Καφενείο...
Κ Υ ΚΛ Ο Φ ΟΡΟ ΥΝ Ε Π ΙΣ Η Σ
ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ
Η Εποχή τον Φόβου
ΚΩΣΤΑΣ ΒΕΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
Το Μεγάλο Ρήγμα
Ποιος Φοβάται την Ευρώπη
Παγκοσμιοποίηση, Η Μεγάλη Χίμαιρα
Το Τέλος τον Κύκλου
Η Αρπαγή του Πλούτου
ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ
Η γέννηση τον ολοκληρωτικού καπιταλισμού
Πρόλογος ΚΩΣΤΑΣ ΒΕΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
ΚΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΒΑΝΗ ΑΘΗΝΑ
Σεψά: ΠΟΛΙΤΙΚΗΤίτλος: ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑΣυγγραφέας ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Copyright Ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου Copyright Ο 2008:ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΒΑΝΗ ΑΒΕΣόλωνος 98 - 106 80 Αθήνα. Τηλ.: 210 3661200, Fax: 210 3617791http://www.livanis.gr
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική, ή η απόδοση κατά παράφραση ή διασκευή του περιεχομένου του βιβλίου με οποιονδήπστε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο, χωρίς προηγούμενη γραπτ ή άδεια του εκδότη. Νόμος 2121/1993 και κανόνες του Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.
Παραγωγή: Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη
ISBN 978-960-14-1695-3
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Ευχαριστίες .................................................................................... 9
Κατάλογος Γραφημάτων και Π ινά κ ω ν .....................................11
Πρόλογος του Κώστα Βεργόπουλου ......................................... 15
Πρόλογος του Συγγραφέα .......................................................... 21
Κεφάλαιο 1: Η χρημσπσηχη έκρηξη ............................................... 33Από τον Σάυλοκ στον Σόρος ...................................................... 35Περί «καπιταλισμού του καζίνο»................................................42Funds: Πειρατές των πέντε ηπείρω ν......................................... 48Οι βαρόνοι της απάτης ...............................................................55Τίγρεις και Δράκοι στην Ντίσνεϊλαντ της Απω Ανατολής . . . .57 Γενικευμένη αποσταθεροποίηση................................................63
Κεφάλαιο 2: Περί οικονομίας της γνώσης.........................................71Ο καπιταλιστικός δρόμος προς τον... κομουνισμό! ............... 77Το τέλος του χρονόμετρου; ........................................................ 83Το ψηφιακό κραχ ....................................................................... 89Αυτοματοποίηση και «Το Τέλος της Εργασίας»......................93Οι αντιφάσεις της τρίτης τεχνολογικής επανάστασης ...........97
6 ΠΕΊ ΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Κεφάλαιο 3: Άνοδος και κρίση τον νεοφιλελευθερισμού................. 111Αναπαραγωγή μέσω της απαλλοτρίωσης .............................. 115Η κατασκευή της νεοφιλελεύθερης συναίνεσης................... 118Ευελιξία: Αναζητώντας το ελιξίριο του συστήματος............. 121Η συγκομιδή του νεοφιλελευθερισμού ...................................126Το μοιραίο ταγκό Αργεντινής-ΔΝΤ......................................... 131
Κεφάλαιο 4: Το οικολογικό πρόβλημα........................................... 143Περί υπερπληθυσμού, σπανιότητας και άλλων δαιμόνιων . .148Τα όρια του «πράσινου» καπιταλισμού...................................153Έγκλημα και τιμωρία ...............................................................157Καλύτερα λιγότερα και καλύτερα;........................................... 161
Κεφάλαιο 5: Το ολιγαρχικό κράτος ............................................... 169Η πραγματική «επανίδρυση» του κράτους ............................ 171Το σύνδρομο της Κ ίνα ς .............................................................175Ιδιωτικοί στρατοί δημόσιας χρ ή σ η ς .......................................178Το κράτος ως μετοχική ετα ιρε ία ..............................................183Αλλαγές στο συνασπισμό εξουσίας ......................................... 186Οι εσωτερικές α π ο ικ ίε ς .............................................................197Η ιδεολογία του «ισχυρού κράτους» .......................................201
Κεφάλαιο 6: Ιμπεριαλισμός και παγκοσμιοποίηση..........................208Οι κλασικές αναλύσεις...............................................................210Ο νέος ιμπεριαλισμός ...............................................................218Κέντρα και περιφέρειες.............................................................221Ιμπεριαλιστική υπερεπέκταση ................................................225Τα όρια της παγκοσμιοποίησης ..............................................227Σύγκλιση ή ανισόμετρη ανάπτυξη;......................................... 238Η τάση διάρρηξης του κόσμου σε περιφερειακά μπλοκ . . .242
Κεφάλαιο 7: Η διάβρωση της αμερικανικής ηγεμονίας ................. 256Ο αετός γίνεται γυπας ...............................................................257Πετρέλαιο και γεωπολιτική...................................................... 260Η οικονομική ανισορροπία της υπερδύναμης ......................268Οι δυο γιγάντιες «φούσκες»...................................................... 273Τρίζει ο θρόνος του δολαρίου ..................................................278Το σύνδρομο του Τιτανικού ....................................................281
Κεφάλαιο 8: Ανταγωνισμοί και αντιστάσεις.....................................289Το μετέωρο βήμα της Ευρωπαϊκής Έ νωσης.......................... 291Η δύσκολη επιστροφή της Ρωσίας ......................................... 299Η μάχη του Ειρηνικού...............................................................308Ο Τρίτος Κόσμος σ ή μ ερ α ........................................................ 321Ιν δ ία .............................................................................................324Μέση Ανατολή ............................................................................326Λατινική Αμερική....................................................................... 331
Κεφάλαιο 9: Η εηερχόμενη σύγκρουση...........................................342Γενικευμένη θρόμβω ση .............................................................344Ο ιστορικός χαρακτήρας της κρίσης.......................................353Η αντιδραστική λύση: Ολοκληρωτικός καπιταλισμός.........364Η ριζοσπαστική λύση: Επιστροφή στο μέλλοντου σοσιαλισμού..........................................................................372
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 7
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ
Τ ο βιβλίο αυτό χρωστάει πολλά ερεθίσματα και μεγάλο μέρος του αποδεικτικού υλικού του στα έργα που παρατίθενται στις βιβλιογραφικές αναφορές. Πολλοί συνάδελφοι, επιστήμονες και φ ίλοι προσέφεραν χρήσιμες γνώμες. Ιδιαίτερα, είμαι ευγνώμων στους οικονομολόγους Κώστα Βεργόπουλο, Κώστα Λαπαβίτσα και Γιώργο Σταμάτη, στο φιλόσοφο Ευτύχη Μπιτσάκη, στον πολιτικό επιστήμονα Γιάννη Μαυρή και στους καλούς φίλους, με τους οποίους μας συνδέουν δεκαετίες κοινών πολιτικών προσπαθειών, Γιάννη Αρέστη, Γιάννη Καραχάλιο, Θανάση Σκαμνάκη και Κώστα Τζιαντζή, που μπήκαν στον κόπο να διαβάσουν το αρχικό χειρόγραφο και να το υποβάλουν σε κριτική. Οι παρατηρήσεις τους έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην κάλυψη κενών, τη διόρθωση λαθών και την ενίσχυση της συνεκτικότητας του δοκιμίου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι προαναφερθέντες συμμερίζονται όλες τις πολιτικές θέσεις και τις ιδεολογικές αφετηρίες που εκτίθενται εδώ. Οφείλω επίσης να ευχαριστήσω τον Εκδοτικό Οργανισμό Λιβάνη για την ενθάρρυνση και τη στήριξη αυτής της προσπάθειας. Τυχόν λάθη, ελλείψεις και λογικές αντινομίες της ανάλυσης θα πρέπει να χρεωθούν αποκλειστικά στο συγγραφέα.
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΓΡΑΦΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΙΝΑΚΩΝ
Γραψήμσια
Γράφημα 1: Παγκόσμια χρηματιστηριακή αξία, 1999-2006. Κεφάλαιο 1.Γράφημα 2: ΗΠΑ, μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις. Αναλογία τόκων-προστιθέμενης αξίας, 1929-2000. Κεφάλαιο 1.Γράφψα 3: ΗΠΑ, μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις. Ποσοστό των μερισμάτων επί του καθαρού κέρδους, 1929-2000. Κεφάλαιο 1. Γράφψα 4: ΗΠΑ - Διακύμανση του δείκτη S tandard & Poors 500 (σε σταθερές τιμές), 1922-2002. Κεφάλαιο 2.Γράφημα 5: Πραγματικοί μισθοί και παραγωγικότητα της εργασίας στις ΗΠΑ, 1960-2000. Κεφάλαιο 3.Γράφψα 6: Μερίδιο του εθνικού εισοδήματος που καρπώνεται το πλουσιότερο 0.1% του πληθυσμού - ΗΠΑ, Γαλλία και Βρετανία, 1913-1998. Κεφάλαιο 3.Γράφιψα 7: Παγκόσμιο ΑΕΠ και παγκόσμιος πληθυσμός, 1750- 2000. Κεφάλαιο 4.Γράφημα 8: Λόγος του χρέους προς το διαθέσιμο εισόδημα των αμερικανικών νοικοκυριών (α) και ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ΗΠΑ (β), 1990- 2005. Κεφάλαιο 7.Γράφημα 9: Ειδικό βάρος χωρών στο παγκόσμιο ΑΕΠ και την παγκόσμια οικονομική μεγέθυνση. Κεφάλαιο 8.
12 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Γράφημα 10: Παγκόσμιοι ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης, σε ετήσια βάση και ανά δεκαετία, 1960-2003. Κεφάλαιο 9.Γράφημα 11: Μακρά κύματα με βάση το ποσοσιό οικονομικής μεγέθυνσης και διακύμανση των εργατικών αγώνων, 1870-1980. Κεφάλαιο 9.Γράφημα 12: Ποσοστό κέρδους στον ιδιωτικό τομέα της αμερικανικής οικονομίας, 1870-1997.
Πίνακες
Πίνακας 1: Οι δέκα μεγαλύτερες επιχειρήσεις παγκοσμίως. Κεφάλαιο 2.Πίνακας 2: Μισθοί σε ποσοστό του ΑΕΠ, ΗΠΑ-Δ. Ευρώπη, 1970- 2004. Κεφάλαιο 3.Πίνακας 3: Εξέλιξη του λόγου πετρελαϊκών αποθεμάτων/κατανάλωσης στον κόσμο, 1950-1990. Κεφάλαιο 4.Πίνακας 4: Οι 100 μεγαλύτερες αμερικανικές επιχειρήσεις το 2006. Κεφάλαιο 5.Πίνακας 5: Εισερχόμενες ροές Ξένων Άμεσων Επενδύσεων. Κεφάλαιο 6.Πίνακας 6: Κατανομή των μεγαλύτερων πολυεθνικών με βάση τη χώρα προέλευσης. Κεφάλαιο 6.Πίνακας 7: Εκτίμηση των εκμεταλλεύσιμων αποθεμάτων πετρελαίου ανά περιοχή, Ιανουάριος 2002. Κεφάλαιο 7.Πίνακας 8: Καθαρό κόστος εξόρυξης ενός βαρελιού αργού πετρελαίου ανά περιοχή. Κεφάλαιο 7.Πίνακας 9: Ετήσια αύξηση της απασχόλησης σε ΗΠΑ και Ευρώπη, 1977-2006. Κεφάλαιο 7.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 13
Πίνακας 10: Εξωτερικό εμπόριο Τουρκίας, Πολωνίας και Βρετανίας. Κεφάλαιο 8.Πίνακας 11: Κατανομή εισοδήματος σε Κίνα και ΗΠΑ. Κεφάλαιο 8.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Τον Κώστα Βεργόηονλον
Δεν είναι πρώτη φορά που διατυπώνεται ο ισχυρισμός του τέλους όλων των ιδεολογιών και ο Μαρξ έχει ήδη δείξει ότι κάθε εποχή παραπέμπει όλες τις άλλες ιδεολογίες στο παρελθόν, επιφυλάσσοντας για τη δική της το μονοπώλιο του ρεαλισμού. Όμως, αυτός ακριβώς είναι ο κατεξοχήν ορισμός της ιδεολογίας: η κατανόηση του κόσμου με όρους φυσικής ιστορίας, πέρα από κοινωνικές, ηθικές και ιδεολογικές αξιολογήσεις. Η ιδεολογία βρίσκεται αναπόφευκτα παντού, ακόμη και στην πιο αποϊδεολογικοποιημένη μορφή της και ακόμη η δήθεν αποϊδεολογικοποίηση δεν συνιστά πνευματική άσκηση επί χάρτου, αλλά βασικό μηχανισμό κοινωνικής κατίσχυσης και εξουσιασμού. Το ότι σε κάθε εποχή επικρατούν οι ιδέες και η ιδεολογία της άρχουσας τάξης, όπως τονίζει ο Μαρξ, δεν οφεί- λεται σε απλή σύμπτωση, αλλά απορρέει από το γεγονός ότι η ιδεολογία της εκάσιοτε άρχουσας τάξης αποτελεί ταυτόχρονα οργανικό εργαλείο για την επιβολή της. Κάθε εξουσία εμφανίζει τον εαυτόν της ως «αποϊδεολογικοποιημένο μονόδρομο» που επιβάλλεται όχι ως προϊόν ιδεολογικής επιλογής των πολιτών, αλλά από τη «φυσική τάξη» των πραγμάτων.
Στην εποχή μας, μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλι
16 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
σμού» και του διπολισμού, εμφανίζεται ως «αποϊδεολογικοποιημέ- νος μονόδρομος» η οδός της «παγκοσμιοποίησης» που συμπληρώνεται με τα θεωρήματα της μίας και μοναδικής υπερδύναμης, όπως και της μίας και μοναδικής σκέψης. Όμως, κατά το παρελθόν, ούτε η οικουμενικότητα ούτε η παγκοσμιότητα της οικονομίας είχαν αμφισβητηθεί, και ούτε και σήμερα, ακόμη λιγότερο, αμφισβητούνται. Αντιθέιως, γινόταν πάντοτε εύκολα δεκτό ότι η ποικιλότητα καταστάσεων στον κόσμο δεν εμπόδιζε την ενότητά του και μάλιστα όσο ευρύτερη ήταν η ποικιλότητα των μερών τόσο πλουσιότερο απέβαινε το παγκόσμιο σύνολο. Στην εποχή μας, για πρώτη φορά, προβάλλεται μία έννοια της παγκοσμιοποίησης που δεν περιορίζεται στην ενότητα του κόσμου, αλλά πηγαίνει πιο πέρα: στην εξαφάνιση κάθε εθνικής και τοπικής ιδιαιτερότητος, με την υ- περεπέκταση και παγκόσμια επιβολή του ενός και μοναδικού υποδείγματος. Ο παν-καπιταλισμός εμφανίζεται ως φυσικός και αδιαμφισβήτητος επίγονος του καπιταλισμού.
Για να εξετάσουμε το παρόν σαν ιστορία, δεν χρειάζεται να αναφερθούμε καν στην ιστορία του παρελθόντος. Ο νέος γενικευ- μένος παν-καπιταλισμός δημιουργεί, τροφοδοτεί και βαθαίνει νέες αντιφάσεις, που τον ευθυγραμμίζουν μοιραία με το παρελθόν του, όσο και αν διακαώς επιθυμεί ν’ απομακρυνθεί και να διαφοροποιηθεί από αυτό. Το βιβλίο του Πέτρου Παπακωνσταντίνου φωτίζει τις νέες αντιφάσεις του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, αλλά και εγγράφει τη σύγχρονη μεγάλη και μακρό- συρτη κρίση του καπιταλισμού στην ιστορία των καπιταλιστικών κρίσεων. Όσο βαθύτερα διεισδύει η καπιταλιστική αξιοποίηση τόσο πιο εύθραυστη αποβαίνει. Και ο μέγιστος κίνδυνος, η ευθραυστότητα, δεν προέρχεται από το θεωρητικό σύστημα του κεφαλαίου, όπως τόνιζε ο Λένιν ενάντια στον Τουγκάν Μπαρανόβ- σκι, αλλ’ από την απαράκαμπτη ιστορικότητα των προϋποθέσε-
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 17
ών του. Θα μπορούσε χωρίς πρόβλημα ο καπιταλισμός να συγκροτηθεί σε ενιαίο παγκόσμιο σύστημα με ένα και μοναδικό παγκόσμιο έθνος. Όμως, τα έθνη υπάρχουν ιστορικά, είναι περισσότερα από ένα και η αφομοίωσή τους στο σημερινό παν-καπι- ταλισμό προξενεί «απρόβλεπτα ιστορικά ατυχήματα» που μπορούν ν αποδειχθούν μοιραία για την περαιτέρω πορεία ολόκληρου του παγκόσμιου συστήματος.
Με αυτούς τους όρους, η παγκοσμιοποίηση, από πρότυπο και ιδανικό, αποβαίνει τελικά αιτία δημιουργίας όλο και περισσότερων νέων κινδύνων. Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις που εξαπολύονται στο όνομά της στη Μέση Ανατολή, από αρχικός περίπατος, καταλήγουν σήμερα σε εφιάλτη. Η οικονομία, αντί ν’ ανθεί με βάση τις καινοτομίες και τα κύματα των πολλαπλών τεχνολογικών επαναστάσεων της εποχής μας, επανεγκαθίσταται στο ρυθμό της αστάθειας και των κυκλικών υφέσεων. Αστείρευτη και βεβαίως αξιοθαύμαστη η εφευρετικότητα του καπιταλισμού, όμως απίστευτη και η αδιαλλαξία του στην άμεση μεγιστοποίηση, συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κέρδους. Η εμμονή στη δεύτερη ακυρώνει τα ευεργετικά αποτελέσματα της πρώτης. Με την επέκταση της κτηματικής πίστης σε νοικοκυριά που δεν διαθέτουν επαρκή εισοδήματα είχε ανοίξει νέο πεδίο αξιοποίησης του κεφαλαίου. Η ανέχεια των οφειλετών δεν περιορίζει την επέκταση της σφαίρας του κεφαλαίου και μάλιστα με υψηλότερα επιτόκια, λόγω των αυξημένων κινδύνων. Όμως, η φούσκα της κτηματικής πίστης έσπασε όχι λόγω της ανεπάρκειας των οφειλετών, αλλά λόγω της πτώσης της τιμής των ακινήτων επί των οποίων βασιζόταν η έκδοση των ενυπόθηκων δανείων. Το «ατύχημα» δεν αφορά την τάξη των φτωχών οφειλετών, αλλά είναι οργανικό, εφόσον απορρέει από τη γενικότερη ανισορροπία του συνολικού συστήματος. Και στη συνέχεια, ο κλονισμός της αξιοπιστίας των κτηματικών δα
18 ΠΕΊ'ΗΟΣ ΓΙΛΙΙΛΚΩΝΣΤΑΝΊΊΝΟΥ
νείων «μολύνει» πλέον, σήμερα, με αστάθεια ολόκληρη την αμερικανική, αλλά και τη διεθνή οικονομία, στο μέτρο που τα δάνεια αυτά έχουν ενσωματωθεί ως τίτλοι για την έκδοση άλλων δανείων, ακόμη και σε χώρους που δεν έχουν καμία απολΰτως σχέση με την κτηματική πίστη. Ο νέος ολοκληρωτικός καπιταλισμός, ο παν- καπιταλισμός, παράγει εξίσου ολοκληρωτικές και παν-καπιταλι- στικές αντιφάσεις. Νέου τύπου πρακτικές, νέου τύπου αντιφάσεις.
Οι αντιφάσεις και δυσλειτουργίες στο παγκόσμιο σύστημα αναπτύσσονται σήμερα ταχύτερα απ’ ό,τι οι θετικές επιδόσεις του. Ασφαλώς, ο ανταγωνισμός του κεφαλαίου με την εργασία δεν βρίσκεται σήμερα στο πρώτο πλάνο της επικαιρότητος, όμως αυτό δεν σημαίνει διόλου ότι αυτός ο ανταγωνισμός δεν αποτελεί την απώτερη διακύβευση όλων των αντιφάσεων που έρχονται σήμερα στην πρώτη γραμμή. Με την Κίνα, τη Ρωσία, την Ινδία και τη Λατινική Αμερική, επανέρχεται στην εποχή μας το παιχνίδι της γεωπολικής χειραφέτησης και αποστασίας, όπως φυσικά και των γεωπολιτικών ανταγωνισμών για τη δημιουργία νέων σφαιρών επιρροής. Ενώ η παγκοσμιοποίηση επαγγέλλεται την ενοποίηση του παγκόσμιου συστήματος, ενεργοποιείται σήμερα όλο και βαθύτερα ο κίνδυνος της αποδόμηοης και της διάρρηξής του. Από πολλές πλευρές, όπως από τον Στιβ Ρόουτς, διευθυντή μελετών της τράπεζας Morgan-Stanley της Νέας Υορκης, επισημαίνεται ότι η δυναμική της παγκοσμιοποίησης τείνει σήμερα με επιτάχυνση να καταλήξει στο αντίθετό της: στην αρχή της τοπικότητος. Η παγκόσμια διαχείριση του κεφαλαίου αποτυγχάνει και το κεφάλαιο επανεντοπίζεται στα πλαίσια των κρατών και των γεωγραφικών περιοχών.1 Αυτή η κατάληξη, με τη σειρά της, επαναφέρει μοιραία στην πρώτη γραμμή τον βασικό ανταγωνισμό της κοινωνίας, που έτεινε κατά την τελευταία περίοδο να συγκαλύπτεται με ιδεολογήματα προβαλλόμενα για λόγους αντιπερισπασμού.
ΤΟ ΧΡΥ ΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 19
Τι πραγματικά απομένει από την τεράστια μεταμφίεση του καπιταλισμού κατά την τελευταία εικοσιπενταετία; Ο Π. Παπακωνσταντίνου δείχνει με σαφήνεια, πειστικότητα και μοναδικό ενδιαφέρον ότι αυτό που απομένει με βεβαιότητα είναι ένα πανίσχυρο κράτος, κατά πολύ ισχυρότερο από εκείνο της εποχής του κεϋνσιανισμού και οπωσδήποτε πολύ πιο απελευθερωμένο από κοινωνικούς ελέγχους και ασύδοτο στους τομείς της επιτήρησης των πολιτών και της γενικευμένης καταστολής. Παράλληλα, απομένει επίσης ένα νεοσυγκροτημένο «τεχνο-χρηματιστικο-στρα- τιωτικό» σύμπλεγμα με υψηλή επιχειρησιακή ικανότητα και έτοιμο να δράσει σε κάθε περίσταση, ακόμη και αν αυτό είναι απο- λύτως περιττό. Αραγε θα αντέξει κάτι τέτοιο η εποχή μας; Άραγε θα αντέξει κάτι τέτοιο ο σύγχρονος παν-καπιταλισμός, όταν έχει ήδη την απόδειξη ότι με τέτοιες επιλογές η οικονομία δεν σώζεται και η καθοδική πορεία συνεχίζεται; Στο ερώτημα αυτό, η απάντηση μπορεί να είναι ακόμη και καταφατική, όπως δείχνει με τεκμηριωμένο τρόπο ο Π. Παπακωνσταντίνου, δεδομένου ότι στο σημερινό αποδομημένο και χαοτικό παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα, ακόμη και μικρές μειοψηφίες αρκούν για να δημιουργούν τετελεσμένα γεγονότα και να δεσμεύουν με αυτά τις πλειοψηφίες. Μία νέα παγκόσμια σύρραξη μπορεί στις μέρες μας να πυροδο- τηθεί, μολονότι δεν θα χρησιμεύσει σε τίποτε και θα φέρει μόνο καταστροφές για όλες τις πλευρές, και μολονότι δεν θα την έχει αποφασίσει κανείς, για τον απλό λόγο ότι ουδείς θα είναι σε θέση να τη σταματήσει. Αντί να εξασφαλίσει την ενότητα του κόσμου, την παγκόσμια ειρήνη, την κοινωνική ισορροπία και τον δημιουργικό διάλογο των πολιτισμών, το χρυσό παραπέτασμα του μεγάλου χρήματος υποπίπτει σε «σφάλματα και ατυχήματα» που, μολονότι δεν ήσαν αναγκαία, κομίζουν σήμερα στον υπαρκτό κόσμο με μαθηματική ακρίβεια τα αντίθετα των επαγγελιών του.
20 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Άραγε, ο κόσμος παραμένει ακόμη προϊόν του «ορθού λόγου», όπως με αισιοδοξία ισχυρίσθηκε ο Γερμανός φιλόσοφος Έγελος,2 ή μήπως διέπεται τελικά από τις κατ’ έξοχήν δυνάμεις του «παράλογου», όπως διαπίστωσε μετά από αυτόν ο απαισιόδοξος πολέμιός του Αρθούρος Σοπενχάουερ;3
1. Βλ Stephen Roach, From Globalization to Localization, Global Economic Forum, Morgan-Stanley, 6 Ιανουαρίου 2007.2. G. Hegel (1770-1831).3. A. Schopenhauer (1788-1860).
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Η Ιστορία επαναλαμβάνεται, την πρώτη φορά σαν τραγωδία, τη δεύτερη σαν φάρσα. Το γνωστό απόφθεγμα βρήκε επιβεβαίωση στην τελευταία δεκαετία του 20ού αιώνα, που από αρκετές απόψεις θύμιζε το τέλος του 19ου. Ο τρομερός Αιώνας των Ακρων, που σημαδεύτηκε από δύο παγκοσμίους πολέμους, τον εφιάλτη του ναζισμού, την άνοδο και πτώση του σοσιαλισμού, εξέπνεε μέσα στην ηδονική ατμόσφαιρα μίας δεύτερης Ω ραίας Εποχής (belle ipoque).
Η κλασική Ωραία Εποχή εξυμνήθηκε στη Γαλλία, αλλά καθορίστηκε εν πολλοίς από την εδουαρδιανή Αγγλία. Στο απόγειο της δόξας της, θαλασσοκράτειρα του κόσμου, η αυτοκρατορία των πέντε ηπείρων, όπου ο ήλιος δεν έδυε ποτέ, ήδη από το τέλος των Ναπολεόντειων πολέμων αποτελούσε τον εγγυητή της διεθνούς τάξης πραγμάτων που εξασφάλιζε, εξαιρουμένων βραχύβιων στρατιωτικών συγκρούσεων, την ειρήνη στη γηραιά ήπειρο. Η βρετανική ηγεμονία προωθούσε το φιλελευθερισμό στο διεθνές εμπόριο και συμβάδιζε με το πρώτο κύμα παγκοσμιοποίησης. Η δεύτερη βιομηχανική επανάσταση του ηλεκτρισμού, του κινητήρα εσωτερικής καύσης, της χημικής βιομηχανίας και του αυτοκινήτου άνοιγε νέες διόδους στην κερδοφορία του κεφαλαίου και στη μαζική κατανάλωση. Υπερωκεάνια, αεροπλά
22 IIKTPOV ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
να, τηλέφωνα και τηλέγραφοι σχημάτιζαν ήδη το νευρικό σύστημα του «παγκόσμιου χωριού» και ο Ιούλιος Βερν υμνούσε τον Άγγλο ήρωά του, Φιλέα Φογκ, που έκανε το γύρο του κόσμου σε ογδόντα ημέρες.
Σε συνδυασμό με την οργιαστική ανάπτυξη των χρηματιστηρίων, οι ανατροπές αυτές εδραίωσαν στους κυρίαρχους κύκλους την πεποίθηση ότι η πρόσφατη Μεγάλη Ύφεση (1873-1896), η οποία είχε φέρει αρκετές μεγάλες χώρες στα πρόθυρα βιομηχανικού εμφυλίου πολέμου, ανήκε οριστικά στο παρελθόν. Οι «επικίνδυνες τάξεις» δεν φαίνονταν πια και τόσο επικίνδυνες, καθώς οι νέοι ηγέτες της σοσιαλδημοκρατίας προτιμούσαν την άνετη λεωφόρο των μεταρρυθμίσεων από τις απόκρημνες, ανεξερεύνητες ατραπούς της επανάστασης. Με το 84% της γήινης επιφάνειας να έχει μοιραστεί, στις αρχές της δεκαετίας του 1910, από τις μεγάλες δυνάμεις, οι λαοί των αποικιών φαίνονταν έτοιμοι να δεχθούν την «εκπολιτιστική» αποστολή του λευκού ανθρώπου.1
Υπήρχαν, βεβαίως, κάποια συννεφάκια. Η επανάσταση του 1905 στην τσαρική Ρωσία, που γέννησε τον απειλητικό θεσμό των Εργατικών Συμβουλίων οι αντιστάσεις λαών της περιφέρειας στον αποικιοκρατικό ζυγό, με κορυφαία την εξέγερση των Κινέζων ε- θνικιοτών (Μπόξερ) στο Πεκίνο, όπου η δολοφονία του Γερμανού πρέσβη προκάλεσε θύελλα αγανάκτησης στην Ευρώπη και εκκλήσεις του Γερμανού αυτοκράτορα για μία χριστιανική Σταυροφορία, έναν αγώνα μεταξύ της πολιτισμένης Ευρώπης και της «βάρβαρης» Ασίας, ώστε να παταχθεί εν τη γενέσει του ο «κίτρινος κίνδυνος»-2 το κύμα κόκκινης, αναρχικής και εθνικιστικής τρομοκρατίας, το οποίο ενέπνευσε τον Τζόζεφ Κόνραντ στο γνωστό έργο του Ο Μυστικός Πράκτορας, που απλωνόταν από την Αμερική, τη Γαλλία και την Ισπανία, μέχρι τη Ρωσία και την Ινδία·3 και η αλματώδης βιομηχανική ανάπτυξη και ο πυρετώδης ναυτι
ΤΟ ΧΙΎΣΟ IΙΑΡΑΙIΚΤΛΣΜΑ 23
κός εξοπλισμός της Γερμανίας, που απειλούσαν τη φθίνουοα, βρετανική ηγεμονία. Ωστόσο, όλα αυτά δεν ήταν ικανά να ανατρέψουν την αφελή πεποίθηση ότι η οικονομική παγκοσμιοποίηση, ιδιαίτερα η στενή αλληλεξάρτηση των μεγάλων ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών, απέκλειε τη μεταξύ τους σύγκρουση. Αργότερα, τα μικρά συννεφάκια θα έφερναν τις καταιγίδες των δύο παγκοσμίων πολέμων και παλιρροϊκά κύματα λαϊκών επαναστάσεων, με κορυφαίες τη ρωσική και την κινεζική.
Πάνω από τα ερείπια του «υπαρκτού σοσιαλισμού», ο διεθνής καπιταλισμός γνώρισε, στη δεκαετία του 1990, μια δεύτερη Ωραία Εποχή, με επίκεντρο τις Ηνωμένες Πολιτείες. Διαθέτοντας συντριπτική υπεροπλία έναντι όλων των δυνητικών αντιπάλων της, σε σημείο που ούτε η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στο απόγειό της διέθετε, η νικήτρια του Τρίτου Παγκοσμίου, Ψυχρού Πολέμου εμφανιζόταν να προωθεί μια Pax Americana, ύστερα από την πρώτη εκστρατεία του πατρός Μπους στο Ιράκ. Η μακροχρόνια ύφεση μετά από την κρίση του 1973 -συμπτωματικά, ακριβώς έναν αιώνα μετά την έναρξη της Μεγάλης 'Υφεσης- έμοιαζε να έχει ξεπεραστεί. Η τρίτη βιομηχανική επανάσταση της πληροφορικής και της αυτοματοποίησης εκτίνασσε σε πρωτοφανή ύψη τις τιμές των μετοχών στα διεθνή χρηματιστήρια. Σε συνδυασμό με ένα δεύτερο, ιστορικό κύμα παγκοσμιοποίησης, η σφύζουσα «Νέα Οικονομία» της εποχής Κλίντον έτρεφε τη μεθυστική πεποίθηση των κυρίαρχων τάξεων ότι ουδείς γεωγραφικός, πολιτικός, κοινωνικός ή και βιολογικός φραγμός είναι πλέον ανυπέρβλητος. Ένας Κόσμος, μία Αγορά, μία Υπερδύναμη, μία Σκέψη.
Ωστόσο και η δεύτερη Ωραία Εποχή αποδείχθηκε βραχύβια. Οι πρώτοι κραδασμοί εμφανίστηκαν και πάλι στην περιφέρεια, φέρνοντας διαδοχικές οικονομικές κρίσεις (Μεξικό 1994, Νοτιοανατολική Ασία 1997, Ρωσία και Βραζιλία 1998, Αργεντινή 1999-
24 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
2001) που απομυθοποίησαν τους Τίγρεις και Δράκους της παγκοσμιοποίησης. Οι λαϊκές εξεγέρσεις στην Ινδονησία και στην Αργεντινή, η ριζοσπαστική στροφή στη Λατινική Αμερική, η ανάκαμψη του ρωσικού εθνικισμού, με την αντικατάσταση του ανεκδιήγητου Γέλτσιν από τον πραγματιστή Πούτιν, και η γέννηση του διεθνούς κινήματος εναντίον της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης με ορόσημο τις διαδηλώσεις στο Σιάτλ (Δεκέμβριος 1999), προκάλεσαν, σωρευτικά, κρίση πολιτικής νομιμοποίησης του νεοφιλελευθερισμού. Η χρεοκοπία των κατεστημένων ιδεολογημάτων ήρθε όταν οι καταιγίδες έφτασαν στην ίδια τη Γουόλ Στριτ, προκαλώντας την κατάρρευση των δεικτών Dow Jones και Nasdaq στην αμερικανική κεφαλαιαγορά, το 2000- 2001 .
Σ’ αυτή την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, ήρθαν οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11 ης Σεπτεμβρίου 2001 να λειτουργήσουν ως κα- ταλύτης για την αλλαγή παραδείγματος της αμερικανικής υπερ- δύναμης από τη συνεταιρική «παγκόσμια διακυβέρνηση» του Κλί- ντον στη μονομερή αυτοκρατορία του Μπους. Η θρησκευτική πίστη στις αστείρευτες δυνατότητες της νέας, «άυλης», ψηφιακής οικονομίας έδωσε τη θέση της στους παλαιομοδίτικους, αιματηρούς πολέμους για σφαίρες επιρροής και πρώτες ύλες, με αποκορύφωμα την τραγωδία του Ιράκ. Ο κύκλος της αγαθοεργού παγκοσμιοποίησης υποκαθίσταται από τον κύκλο της παγκοσμιο- ποιημένης καταστολής4 και ο κοσμοπολιτισμός της δεκαετίας του ’90 από την επιστροφή των εθνικισμών, στην Αμερική του Μπους, τη Ρωσία του Πούτιν, την Κίνα του Χου Ζιντάο, την Ιαπωνία του Σίνζο Άμπε, τη Γαλλία του Σαρκοζί, την Πολωνία των αδελφών Κατσίνσκι κ.α.
Η ανάλυση που ακολουθεί υποστηρίζει ότι οι αναστατώσεις των τελευταίων ετών αποτελούν πρόδρομα φαινόμενα διπλού κλο
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 25
νισμού του διεθνούς συστήματος: λανθάνουσας κρίσης της παγκόσμιας, καπιταλιστικής οικονομίας -που από τη χειμαρρώδη ανάπτυξη των τριών πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών τείνει να αποτελματωθεί στα στάσιμα νερά της χρόνιας ύφεσης- και κρίσης της αμερικανικής ηγεμονίας, με πρώτο ορόσημο την ήττα στο Βιετνάμ και δεύτερο τη χρεοκοπία των νεοσυντηρητικών στο Ιράκ. Οργανικά συνδεδεμένες, οι δυο αυτές τάσεις εξελίσσονται ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, σκιάζονται προσωρινά από τη διάλυση της ΕΣΣΔ και την καπιταλιστική στροφή της Κίνας στη δεκαετία του 1990, μόνο για να επανέλθουν ποιοτικά ενισχυμένες στην αρχή του 21ου αιώνα. Ο παγκόσμιος καπιταλισμός έχει εισέλθει σε μία μακρά περίοδο ιστορικής αποσταθεροποίησης, τη δεύτερη μετά από εκείνη του 1873-1945, που δεν έγινε δυνατό να ξεπεραστεί παρά μόνο μέσα από τις χωρίς προηγούμενο καταστροφές των δυο παγκοσμίων πολέμων.
Το τελευταίο δίμηνο του 2007, όταν γράφονταν αυτές οι γραμμές, τα αποσταθεροποιητικά φαινόμενα στη διεθνή οικονομία έμπαιναν σε φάση επιταχυνόμενης επιδείνωσης. Η κρίση στην αμερικανική αγορά ακινήτων χαμηλής φερεγγυότητας (subprime loans), που ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2007, είχε πλέον μολύνει τους κολοσσούς του κλάδου των ασφαλίσεων και του χρηματοπιστωτικού συστήματος και προκαλούσε μεγάλους κλυδωνισμούς στα διεθνή χρηματιστήρια.
Η «πιστωτική ασφυξία» (credit crunch) στο παγκόσμιο σύστημα έφερε επί θύραις τον εφιάλτη ενός μεγάλου κραχ και ανάγκασε τις κεντρικές τράπεζες των ισχυρότερων οικονομιών να προχωρήσουν σε διαρκείς «ενέσεις ρευστότητας», στέλνοντας στον κάλαθο των αχρήστων όλα τα νεοφιλελεύρερα ιδεολογήματα για το θαυματουργό «αόρατο χέρι» της Αγοράς. Καθώς η απειλή μιας δραματικής κρίσης δεν έλεγε να υποχωρήσει, τα μητροπολιτικά
11ΕΤΡΟΣ IIAIΙΛΚΩΝΙΓΛΝΊΊ NOV
κέντρα της Δύσης προχώρησαν, στις 12 Δεκεμβρίου, σε μια χωρίς ιστορικό προηγούμενο, συντονισμένη παρέμβαση: Οι κεντρικές τράπεζες ΗΠΑ, Καναδά, Ευρωζώνης, Βρετανίας και Ελβετίας έριξαν στην αγορά 110 δις δολάρια σε μια εναγώνια προσπάθεια αποτροπής της παγκόσμιας ύφεσης. Ό πως έγραφε η Καθψερινή, στο σχετικό αφιέρωμα της 15ης Δεκεμβρίου, «Οι τραπεζίτες φοβήθηκαν ένα νέο κραχ τύπου 1929». Στο ίδιο μήκος κύματος ήταν τα αντίστοιχα αφιερώματα των σοβαρο>ν αστικών εντύπων, ένθεν και ένθεν του Ατλαντικού. Παραδόξως, η Αριστερά, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, φαίνεται να υποτιμά το βάθος της κρίσης, που καθιστά εντελώς επείγουσα την ανάγκη προετοιμασίας ενός προγράμματος «εκτάκτου ανάγκης» για την υπεράσπιση των λαϊκών συμφερόντων και την έξοδο από την επαπειλούμενη ύφεση προς όφελος της μισθωτής εργασίας.
Παράλληλα, η «ελεύθερη πτώση» του δολαρίου (έχασε το ένα τρίτο της αξίας του απέναντι στο ευρο) μέσα σε εφτά χρόνια) και η εκτόξευση του αργού πετρελαίου προς το ψυχολογικό φράγμα του 100 δολαρίων ξαναζωντάνευαν τα ξεχασμένα φαντάσματα από την κρίση του 1973. Για πρώτη φορά μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ο γνωστός αφορισμός κατά τον οποίο «όταν κρυολογεί η Αμερική, ο υπόλοιπος κόσμος παθαίνει πνευμονία», δεν προ- οφέρεται ως σίγουρος οδηγός. Αντίθετα, η υπερχρεωμένη, πα- ρασιτική και στρατιωτικά υπερεκτεθειμένη Αμερική του σήμερα μπορεί να αποδειχθεί αδύνατος κρίκος σε μία αλυσιδωτή, διεθνή ύφεση. Ενδεχόμενη απώλεια του στάτους του δολαρίου ο)ς παγκοσμίου νομίσματος θα μπορούσε να σημάνει την πένθιμη καμπάνα για τη «στιγμή» της αμερικανικής μονοκρατορίας, προϊόν της εντελώς μοναδικής διεθνούς συγκυρίας μετά τη διάλυση του ανατολικού μπλοκ.
Ασφαλώς, με τόσες ανεπιβεβαίωτες προφητείες για το επικεί
Ί'Ο ΧΡΥΣΟ 1ΙΛΡΛΙΙΕ ΓΑΣΜΑ 27
μενο τέλος του καπιταλισμού στο μουσείο των ιδεών, δικαιούται κανείς να είναι άκρως επιφυλακτικός και μόνο στο άκουσμα του όρου «κρίση». Ελάχιστοι είναι πλέον πρόθυμοι να δεχθούν ότι το βέλος της Ιστορίας κινείται από σιδερένιους οικονομικούς νόμους, ερήμην των τάξεων και των εθνών, προς κάποιο αναπόδραστο «τέλος». Οι πιο διορατικοί αναλυτές του καπιταλισμού, από τον Μαρξ μέχρι τον Σουμπέτερ, αναγνωρίζουν τη δύναμη της αέναης «δημιουργικής καταστροφής» του, όπου η κρίση κλαδεύει τα ξερά κλαδιά διευκολύνοντας την ανάπτυξη και η ανάπτυξη επωάζει την επόμενη κρίση. Θα μπορούσε, ωστόσο, κανείς να α- ποτολμήσει την υπόθεση ότι για πρώτη φορά στην ιστορία του, ο διεθνής καπιταλισμός αρχίζει να αντιμετωπίζει συμπτώματα γεροντικού μαρασμού, κρίσης των ίδιων των θεμελιωδίόν νόμων αναπαραγωγής του. Το γεγονός ότι, παρά την εκπληκτική ανάπτυξη νέων παραγωγικών δυνάμεων στην εποχή της πληροφορικής και της γενετικής, το κεφάλαιο υπονομεύει τις δύο βασικές πηγές του κοινωνικού πλούτου, την ανθρώπινη εργασία και τη Γη (τι άλλο δείχνουν η δομική ανεργία και η οικουμενική, οικολογική κρίση;) είναι, αν μη τι άλλο, μια κάποια ένδειξη.
Αυτή ακριβώς η δυσκολία του καπιταλισμού να υπερβεί τα συμπτώματα παρακμής, και όχι τα νέα, τεχνολογικά ελιξίρια που διαρκώς εφευρίσκει, τον υποχρεώνει να στρέφεται ολοένα και περισσότερο προς την πολιτική και στρατιωτική βία, κάτι που χαρακτήριζε το νηπιακό καπιταλισμό της «πρωταρχικής συσσώρευσης»,’’ όταν απελευθερωνόταν από τα δεσμά της φεουδαρχίας. Ο γεροντικός καπιταλισμός ξεμωραίνεται χωρίς τη χάρη της παιδικής ηλικίας του, χωρίς την επαγγελία μιας πιο ελεύθερης και πλούσιας ζωής που θα αποζημιώσει, για τις αναπόφευκτες ωδίνες του τοκετού, τους σκαπανείς ενός καινούριου μέλλοντος. Το κοινωνικό σύστημα που ορθώθηκε πάνω από τις Βαστίλλες των
28 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Σκοτεινών Χρόνων με την τρίχρωμη σημαία της Ελευθερίας-Ισό- τητας-Αδελφότητας δεν φαίνεται να μπορεί να επιβιώσει στο ορατό μέλλον παρά μόνο κάτω από τη μαύρη σημαία της πειρατείας και της επιβολής.
Στη ζωή και στην κοινωνία, δεν υπάρχουν μόνιμες κρίσεις. Η συντελούμενη αποσταθεροποίηση μπορεί να διαρκέσει κάμποσα χρόνια ακόμη, αλλά αργά η γρήγορα θα ξεπεραστεί για να δώσει τη θέση της σε μια νέα εποχή σχετικής σταθερότητας. Πότε, πώς, με τι κόστος, με ποια θύματα; Η απάντηση θα κριθεί από την έκβαση της προϊούσας αναμέτρησης ανάμεσα στα δύο αδιαμόρφωτα, ακόμη, αντίπαλα ρεύματα αυτής της μεταβατικής εποχής: Το πρώτο είναι το ρεύμα της κοινωνικής αντίδρασης, που αναζητά την υπέρβαση της κρίσης «από τα πάνω και από τα δεξιά». Δεν πρόκειται βέβαια για μορφή εκφασισμού, ούτε για μία «ολοκληρωτική κοινωνία» σαν τη σκοτεινή προφητεία του Όργου- ελ στο 1984, αλλά για την τάση προς ένα είδος «ολοκληρωτικού καπιταλισμού».
Η βασική κατεύθυνση αυτού του μετασχηματισμού (όχι βέβαια με την έννοια του έλλογου σχεδίου κάποιου συνωμοτικού «κέντρου», αλλά με την έννοια των αντικειμενικών αποτελεσμάτων του) είναι η υπέρβαση της κρίσης μέσω της βίαιης εξυγίανσης του συστήματος, με τεράστιο κόστος για τη μισθωτή εργασία και τη φύση. Καθοριστικός μοχλός αυτής της «δημιουργικής καταστροφής» είναι το μεταλλαγμένο, ολιγαρχικό κράτος, με έντονα νεοαπολυταρχικά χαρακτηριστικά. Στο διεθνές πεδίο, ο νέος ιμπεριαλισμός του χρήματος και των όπλων τείνει να επιβάλλει ένα πλανητικό απαρτχάιντ εις βάρος των λαών των περιφερειών, ενώ ταυτόχρονα αναζωπυρώνει επικίνδυνα τον ανταγωνισμό μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων ή ολόκληρων περιφερειακών μπλοκ για την παγκόσμια ηγεμονία. Ο «παγκόσμιος πόλεμος κατά της
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 29
διεθνούς τρομοκρατίας», που κήρυξε η Ουόσιγκτον μετά από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, μπορεί να ιδωθεί ως η πρώτη -και πολύ προβληματική- απάντηση της Ουάσιγκτον στις νέες προκλήσεις. Ένα είδος «ένοπλης εξαγωγής του νεοφιλελευθερισμού», υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, που τρέφουν τη χιμαιρική επιδίωξη να υπερβούν τις αντιφάσεις του συστήματος με τη μετατροπή τους σε «υπερκράτος της παγκοσμιοποίησης».
Απέναντι στην έρπουσα απειλή, που κινδυνεύει να οδηγήσει σε ιστορική οπισθοδρόμηση όχι μόνο τον κόσμο της εργασίας, αλλά και τον ανθρώπινο πολιτισμό με την ευρύτερη έννοια, στέκει η δεύτερη, εναλλακτική δυνατότητα για υπέρβαση της κρίσης «από τα κάτω και από τα αριστερά». Η διέξοδος μιας δημοκρατικής ανατροπής του νεοφιλελευθερισμού και του νεοϊμπεριαλι- σμού, που θα επανασυνδέσει την πολιτική ελευθερία με την κοινωνική ισότητα και θα ανανεώσει την ελπίδα για έναν αντιγρα- φειοκρατικό σοσιαλισμό.
Η ελπίδα αυτή δεν μπορεί να εναποτεθεί αποκλειστικά στο πεδίο των επιμέρους κοινωνικών κινημάτων, όσο κεφαλαιώδη σημασία και αν έχουν οι σημερινοί αγώνες για την απασχόληση, το χρόνο και το μισθό εργασίας, το περιβάλλον, τα δημοκρατικά δικαιώματα, την ειρήνη και την εθνική αυτοδιάθεση. Προϋποθέτει επίσης την υπέρβαση του θεωρητικού αναχωρητισμού της Αριστερός, που προκάλεσε η κατάρρευση και η αντιδραστική μετάλλαξη των πρώην «σοσιαλιστικών» χωρών. Πλάι στις πολυάριθμες «κάθετες» διασπάσεις της διεθνούς Αριστερός που συνό- δευσαν την κατάρρευση, η πιο επιζήμια, ίσως, διάσπαση είναι η «οριζόντια», ανάμεσα στον κόσμο του κοινωνικού ακτιβισμού και στον ακαδημαϊκό, κατακερματισμένο μαρξισμό των πανεπιστημίων και των θεωρητικών περιοδικών. Η παράταση αυτής της διαίρεσης ακυρώνει εκ προοιμίου την αριστερή πολιτική, που δεν
30 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
μπορεί να νοηθεί παρά ως ενότητα θεωρίας και πράξης για τη συνειδητή αλλαγή του κοινωνικού όλου, όπως ακυρώνει το δυνητικό κε;ρδος της Αριστερός από την κατάρρευση: Το γεγονός ότι «η ήττα είναι πάντα πιο πλούσια σε γνώσεις από τη νίκη, στο βαθμό που υποχρεώνει τους ηττημένους να φτάσουν μέχρι τις ρίζες των προβλημάτων».1’
Αντικείμενο του βιβλίου που έχει στα χέρια του ο αναγνώστης είναι τα νέα, ειδοποιό χαρακτηριστικά του ύστερου καπιταλισμού που συνθέτουν την ολιγαρχική-νεοαπολυταρχική μετάλλαξή του. Τα τρία πρώτα κεφάλαια εξετάζουν κρίσιμες αλλαγές στην οικονομική βάση του συστήματος, σε αντιπαράθεση με την κυρίαρχη μυθολογία της «Νέας Οικονομίας»: την υπερδιόγκωση του χρηματιστικού κεφαλαίου (Κεφ. 1), τον ειδικό ρόλο της τρίτης τεχνολογικής επανάστασης (Κεφ. 2) και την επιβολή του νεοφιλελευθερισμού ως παγκόσμιας, οικονομικής ορθοδοξίας (Κεφ. 3). Η ανάλυση αυτή αναδεικνύει το νέο «Κοινωνικό Ζήτημα» των αρχών του 2 1ου αιώνα ως το πρωταρχικό μέτωπο της παγκόσμιας διαπάλης. Το τέταρτο κεφάλαιο καταπιάνεται με το οικολογικό πρόβλημα και τη στενή διαπλοκή του με την οικονομική κρίση. Στο πέμπτο κεφάλαιο μεταφερόμαστε στο πολιτικό εποικοδόμημα, εξετάζοντας τον αυταρχικό εκφυλισμό της φιλελεύθερης, αστικής δημοκρατίας και την ενίσχυση ανοιχτά αντιδραστικών τάσεων στη σφαίρα των ιδεών και του πολιτισμού.
Στα τρία επόμενα κεφάλαια αλλάζουμε οπτική γωνία, περνώντας από τους εθνικούς, κοινωνικούς σχηματισμούς στο παγκόσμιο σύστημα. Η έμφαση δίνεται στα νέα χαρακτηριστικά του ιμπεριαλισμού κατά τη μεταπολεμική περίοδο, σε αντιδιαστολή με την κατεστημένη θεωρία της παγκοσμιοποίησης (Κεφάλαιο
Ί Ό ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 31
6), στη βαθμιαία υπονόμευση της αμερικανικής ηγεμονίας και την ατελέσφορη προσπάθεια ανάσχεσής της μέσω της «αυτο- κρατορικής» πολιτικής των κυβερνήσεων Μπους (Κεφάλαιο 7) και στην αναζωπύρωση του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού για την παγκόσμια ηγεμονία (Κεφάλαιο 8). Το ένατο και τελευταίο κεφάλαιο επιχειρεί μία σύνθεση και κάποιες νύξεις για τις δυνατότητες ανατροπής της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων.
Προκειμένου να διατηρηθεί η ροή του κειμένου, οι σημειώσεις παρατίθενται στο τέλος κάθε κεφαλαίου. Πολλές από αυτές είναι βιβλιογραφικές παραπομπές, άλλες διευκρινίζουν όρους και έννοιες, ενώ κάποιες στηρίζουν ή προεκτείνουν θέσεις που παρουσιάζονται στο βασικό κείμενο. Λόγω του μεγάλου πλήθους των σημειώσεων, θα προτείναμε στον αναγνώστη να τις παραλείπει, σε πρώτη ανάγνωση, εφόσον δεν δημιουργείται νοηματικό κενό, και να ανατρέχει σε αυτές μετά το πέρας κάθε κεφαλαίου, έτσι ώστε να μη διακόπτεται διαρκώς η συνέχεια της αφήγησης. Δυστυχώς η ευτυχώς, ισχύει πάντα ότι «δεν υπάρχει βασιλική λεωφόρος προς την αλήθεια».7
Σημειώσεις
1. Απολογητής της αποικιοκρατίας, ο Βρετανός ποιητής Ράντγιαρντ Κί- πλινγκ μίλησε για «το βαρύ φορτίο του λευκού ανθρώπου» να διοικήσει και να εκπολιτίσει τους λαούς των αποικιών.2. Πάνος Τσαλακογιάννης, Σύγχρονη Ευρωπαϊκή Ιστορία, Εκδ. I. Σιδέρης, 1996.3. Σε σύγκριση με το κύμα διεθνούς τρομοκρατίας από τα τέλη του 19ου αιώνα κοκ; το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η Αλ Κάιντα και τα άλλα συναφή
32 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
φαντάσματα της εποχής μας μοιάζουν με παρωνυχίδες. Μια τρομοκρατική ενέργεια, η δολοφονία του αρχιδούκα της Αυστρίας και της συζύγου του στο Σεράγεβο, στις 18Ιουνίουτου 1914,στάθηκε αφορμή για την έκρηξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Το 1937, η Κοινωνία των Εθνών, πρόδρομος του ΟΗΕ, συνεκλήθη εκτάκτως και καιέληξε σε ειδική απόφαση για την καταπολέμηση της διεθνούς τρομοκρατίας. Βλ. G. Chaliand, A. Blin et al, Histoire du terrorism, Bayard, 2004.4. Κώστας B. Βεργόπουλος, To Τέλος τον Κύκλον, Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη, 2002.5. Καρλ Μαρξ, Το Κεφάλαιο, Σύγχρονη Εποχή, 1978, τ. 1, κεφ. 24.6. Louis Althusser, Sur la reproduction, PUF, 1995, σ. 24.7. Καρλ Μαρξ, To Κεφάλαιο, Σύγχρονη Εποχή, 1978, πρόλογος στη γαλλική έκδοση.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Η ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΙΚΗ ΕΚΡΗΞΗ
«Ουδείς πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών διαπίστωσε, κατά την ετήσια, σφαιρική επισκόπηση της Κατάστασης του Έθνους, περισσότερο ευοίωνες προοπτικές από αυτές που εμφανίζονται σήμερα. Στο εσωτερικό, υπάρχει ηρεμία και ικανοποίηση [...] έχουμε πίσω μας την πλέον παρατεταμένη περίοδο ευημερίας. Στη σφαίρα των διεθνών σχέσεων, κυριαρχεί η ειρήνη, η καλή θέληση που προέρχεται από την αμοιβαία κατανόηση».
Θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι το απόσπασμα προέρχεται από διάγγελμα του Μπιλ Κλίντον για την Κατάσταση του Έθνους, τη δεκαετία του ’90. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για το διάγγελμα που εκφώνησε ο πρόεδρος Κάλβιν Κουλιτζ στις 4 Δεκεμβρίου 1928.' Δέκα μήνες αργότερα, οι μετοχές στη Γουόλ Στριτ κατέρρε- αν σαν πύργοι από τραπουλόχαρτα, χρεοκοπημένοι επιχειρηματίες έπεφταν από τους ουρανοξύστες στο οδόστρωμα του Μανχάταν, η πρώιμη παγκοσμιοποίηση μετέφερε την κρίση σιην Ευρώπη, η εύθραυστη Δημοκρατία της Βαϊμάρης, στη Γερμανία, βούλιαζε στην κινούμενη άμμο της μαζικής ανεργίας και της λαϊκής αγανάκτη-
34 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
σης, ενώ ο μιλιταριστικός πυρετός ανήγγειλε το σχηματισμό του Άξονα και την επικείμενη έκρηξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Σήμερα, το κραχ του 1929 και η συνακόλουθη, οξύτατη κρίση που έπληξε μέχρι το 1932 την παγκόσμια οικονομία αναγνωρίζονται καθολικά ως σημείο καμπής του 20ού αιώνα. Εκείνο που συστηματικό: λησμονείται είναι η ιδεολογική τύφλωση των κυρίαρχων τάξεων στη δεκαετία που προηγήθηκε της κρίσης.
Λίγες μόνο ημέρες πριν από το κραχ, ο διακεκριμένος οικονομολόγος του Πανεπιστημίου Γέιλ, Ίρβινγκ Φίοερ, διαβεβαίω- νε ότι «οι μετοχές έχουν φτάσει σε ένα επίπεδο από το οποίο, πιθανότατα, δεν μπορούν να υποχωρήσουν», ενώ η Οικονομική Εταιρεία του Χάρβαρντ καθησύχαζε τους επενδυτές εκτιμώντας ότι «μια σοβαρή κρίση, όπως εκείνη του 1920-21, είναι απίθανη».2 Ο μεγιστάνας της αμερικανικής αυτοκινητοβιομηχανίας Χένρι Φορντ, ο πρώτος που έκανε το ιδιωτικής χρήσης αυτοκίνητο προϊόν μαζικής κατανάλωσης προσφέροντας γενναίες αυξήσεις μισθών, προσωποποιούσε τον νέο, αμερικανικό καπιταλισμό, που εξελισσόταν σε πρότυπο προς μίμηση για την Ευρώπη. «0 Φορνι νίκηοε τον Μαρξ» ήταν η μόνιμη επωδός πολυσέλιδων αφιερωμάτων του διεθνούς Τύπου στον Αμερικανό επιχειρηματία, που ήταν τουλάχιστον τόσο αναγνωρίσιμος όσο θα γινόταν ο ιδρυτής της Microsoft, Μπιλ Γκέιτς, τη δεκαετία του 1990. Ο αρχισυντάκτης της σοσιαλδημοκρατικής εφημερίδας του Βερολίνου Vorwarts έβλεπε «το κοινωνικό ζήτημα λυμένο στο πλαίσιο του καπιταλισμού». Ένας από τους σπουδαιότερους θεωρητικούς της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, ο Ρούντολφ Χίλφερντιγκ, δήλωνε στο συνέδριο του Κίελου, το 1927, ότι «βρισκόμαστε στην περίοδο ενός καπιταλισμού που σε γενικές γραμμές ξεπέρασε την εποχή του ελεύθερου συναγωνισμού και των τυφλών νόμων της αγοράς και πλησιάζουμε... σε μια οργανωμένη οικονομία».3
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 35
Μετά το «νέο καπιταλισμό» της δεκαετίας του ’20, η «Νέα Οικονομία» του σήμερα είναι άλλος ένας ιδεολογικός μύθος που κατασκευάζεται με την απολυτοποίηση πραγματικών αλλαγών και κυρίως με τη στρέβλωση της πραγματικής δυναμικής τους. Τέσσερις από αυτές κυριαρχούν στη σχετική συζήτηση: η υπερδιό- γκωση της χρηματικής σφαίρας (πίστη, πλαστικό χρήμα, χρηματιστήριο, ομόλογα, νέα χρηματιστικά «προϊόντα» κλπ)- η τρίτη τεχνολογική επανάσταση της πληροφορικής, των επικοινωνιών και της αυτοματοποίησης· η επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού σε παγκόσμια κλίμακα- και η παγκοσμιοποίηση της διεθνούς οικονομίας και των επικοινωνιών. Αφήνουμε για την ώρα το πολυσυζητημένο θέμα της «παγκοσμιοποίησης» στην άκρη, για να το αντιμετωπίσουμε σε επόμενο κεφάλαιο, κατά την πραγ- μάτευση του διεθνούς συστήματος του ιμπεριαλισμού. Σ’ αυτό και στα δύο επόμενα κεφάλαια θα εξετάσουμε τα τρία πρώτα βάθρα της «Νέας Οικονομίας», που είναι πολύ περισσότερο ευάλωτα απ’ όσο συνήθως παρουσιάζονται.
Από τον Σάυλοκ στον Σόρος
Αναλύοντας την οικονομία της κλασικής αρχαιότητας, ο Αριστοτέλης έγραφε στα Πολιτικά:
«Υπάρχουν δυο μορφές απόκτησης πλούτου, η φυοική οικονομία και το εμπόριο. Η πρώτη είναι απαραίτητη και σεβασιή, ενώ η δεύτερη, που συνίσταται οτην ανταλλαγή, δίκαια επικρίνεται γιατί είναι αφύσικη και είναι ένας τρόπος για να βγάζουν οι άνθρωποι κέρδος ο ένας από τον άλλο. Η πιο μισητή μορφή είναι -εύλογα- η τοκογλυφία, η οποία βγάζει κέρδος από το χρή
36 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
μα και όχι από to φυσικό αντικείμενο του χρήματος. Διότι αποστολή του χρήματος ήταν να χρησιμοποιηθεί ως μέσο ανταλλαγής, όχι για να πολλαπλασιάζεται με τόκους. Εξ ου και ο όρος “τόκος", ο οποίος σημαίνει τη γέννηση χρήματος από το χρήμα, επειδή τα τέκνα μοιάζουν στους γονείς».4
Στο απόσπασμα αυτό διακρίνονται δυο σταθερά, επανερχόμενα ανά τους αιώνες, μοτίβα: Η διάκριση μεταξύ δύο τρόπων παραγωγής πλούτου, του «φυσικού» και του «χρήματος που γεννάει χρήμα», και η ηθική εξέγερση εναντίον του δεύτερου, «παρασι- τικού», ο οποίος υποτίθεται ότι συγκρούεται με τον πρώτο, τον «παραγωγικό». Τα ίδια μοτίβα συναντάμε στον Έμπορο της Βενετίας του Σαίξπηρ, με την τοκογλυφία να καυτηριάζεται στο πρόσωπο του αδίστακτου Σάυλοκ, ο οποίος επιμένει να αποζημιωθεί με μια λίβρα κρέας από το σώμα του άτυχου οφειλέτη του.
Τα τελευταία χρόνια, παρόμοιες τοποθετήσεις βάζουν τη σφραγίδα τους σε ρεύματα πολύ διαφορετικών ιδεολογικών προσανατολισμών που εξεγείρονται εναντίον της «ηγεμονίας του χρη- ματιστικού κεφαλαίου πάνω στο παραγωγικό». Ένας συγγραφέας όπως ο Ζαν-Λικ Γκρεό,5 ο οποίος δηλώνει ανοιχτά ότι αγωνιά όχι για την ανατροπή, αλλά για την επιβίωση του καπιταλισμού, ασκεί καυστική κριτική στην εντεινόμενη υπερτροφία του χρη- ματιστικού κεφαλαίου και εισηγείται ευθέως τη βαθμιαία κατάργηση του χρηματιστηρίου, στόχο που ακόμη και η πλειονότητα των αριστερών, αντικαπιταλιστικών ρευμάτων πιθανότατα θα α- πέρριπτε ως μαξιμαλιστικό. Οι απόψεις περί μετάλλαξης του συστήματος σε ένα είδος «καπιταλισμού του καζίνο»6 ασκούν ισχυρή επίδραση στο κίνημα κατά της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Από εδώ και αιτήματα όπως η εισαγωγή του περίφημου «φόρου Τόμπιν» σε κάθε χρηματιστηριακή συναλλαγή προς
TO ΧΡΥΙΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 37
ενίσχυση κοινωνικών ταμείων - κάτι πολύ μετριοπαθέστερο, πάντως, από τη ριζοσπαστική λύση ενός αστού οικονομολόγου, όπως ο Γκρεό. Ακόμη πιο χαρακτηριστική είναι η κρίση που προκάλεσε στην Ευρωπαϊκή Ένωση τον Ιούλιο του 2007 ο δεξιός πρόεδρος της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί ξιφουλκώντας εναντίον των Ευρωπαίων μεγαλοτραπεζιτών και του σκληρού ευρώ που πνίγει την ευρωπαϊκή βιομηχανία και υπερφαλαγγίζοντας «από τα αριστερά» τη σοσιαλδημοκρατία!
Ανεξαρτήτως πολιτικών προθέσεων και ιδεολογικών αφετηριών, η θέση πως το χρήμα έχει κάποια μαγική και απεριόριστη ικανότητα να γεννάει χρήμα, πράγμα που του επιτρέπει να κυριαρχεί απολύτως πάνω στην υλική παραγωγή, οδηγεί αναπόδραστα στην απαξίωση του κοινωνικού-πολιτικού ρόλου της μισθωτής εργασίας. Εξίσου προφανές είναι ότι, αν δεχθούμε ότι αναπτύσσεται μετωπική σύγκρουση μεταξύ «βιομηχανικού-παρα- γωγικού» και «χρηματιστικού-παρασιτικού» κεφαλαίου, θα έχουμε σοβαρό λόγο να ευχόμαστε μια, έστω και προσωρινή, συμμα- χία της μισθωτής εργασίας με το πρώτο εις βάρος του δεύτερου. Ωστόσο, και οι δύο αυτές παραδοχές δεν ανταποκρίνονται στις πιο βασικές πλευρές της πραγματικότητας.
Ασφαλώς, από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 ο ρόλος του χρη- ματιστικού κεφαλαίου στην παγκόσμια οικονομία αυξάνεται σοβαρά σε σύγκριση με τις «τρεις ένδοξες δεκαετίες» της μεταπολεμικής, οικονομικής άνθησης (1945-1973). Το πρώτο ορόσημο σ’ αυτό το δρόμο ήταν η απόφαση του Αμερικανού προέδρου Ρί- τσαρντ Νίξον, τον Αύγουστο του 1971, να καταργήσει τη μετα- τρεψιμότητα του δολαρίου σε χρυσό. Σε συνδυασμό με την εγκατάλειψη των σταθερών ισοτιμιών, τον Φεβρουάριο του 1973,
38 I IΕΤΡΟΣ ΠΑΙ ΙΛΚΟΝΣΓΑΝΠ NO Υ
η στροφή της Ουάοιγκτον ανατίναξε το οικοδόμημα των μεταπολεμικών συμφωνιών του Μπρέτον Γουντς, που είχαν διαμορφώσει μια σχετικά σταθερή, παγκόσμια νομισματική τάξη, θεμελιωμένη πάνω στον κανόνα χρυσού-δολαρίου. Η ριψοκίνδυνη αυτή επιλογή του Νίξον, ίσως η σημαντικότερη της καριέρας του μαζί με το άνοιγμα στην Κίνα, είχε στόχο να ενιοχύσει την ανταγωνιστικότητα της αμερικανικής οικονομίας, που έχανε “σταθερά έδαφος έναντι της Δυτικής Ευρώπης και της Ιαπωνίας. Το άμεσο αποτέλεσμά της, όμως, ήταν η είσοδος σε μια νέα εποχή νομισματικής αστάθειας και μεγαλύτερης διεθνούς κινητικότητας του χρηματιοτικού κεφαλαίου, που «απελευθερωνόταν» από τον στενό κορσέ του Μπρέτον Γουντς.
Η δεύτερη αποφασιστική ώθηση δόθηκε με το λεγόμενο «σοκ Βόλκερ», τον Οκτώβριο του 1979. Πρόκειται για την απόφαση,του διευθυντή της αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας Πολ Βόλκερ να εγκαινιάσει μια δρακόντεια, αντιπληθωριστική πολιτική, αυξάνοντας θεαματικά τα επιτόκια, γεγονός που έκανε πιο ακριβό το χρήμα. Η επιλογή αυτή σηματοδότησε μια ιστορική στροφή από τη σοσιαλδημοκρατικού τύπου, κεϊνσιανή7 πολιτική των προηγούμενων 43 χρόνων -αρχής γενομένης από το «Νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο», ή New Deal, του προέδρου Ρούζβλετ- στον ταξικό πόλεμο εκ των άνω, υπό τη σημαία του νεοφιλελευθερισμού. Το σκληρό δολάριο οδήγησε στην εξόντωση των λιγότερο ανταγωνιστικών, βιομηχανικών επιχειρήσεων και ενθάρρυνε τη μεταφορά κεφαλαίων από τη μεταποίηση και το εμπόριο στη χρηματοπιστωτική και χρηματιστηριακή σφαίρα. Το παλιό σύνθημα ήταν: «Ό,τι είναι καλό για την General Motors, είναι καλό για τις Ηνωμένες Πολιτείες»!8 Το καινούριο σύνθημα είνα ι:«Ό,τι είναι καλό για τη Γουόλ Στριτ, είναι καλό για το έθνος»!
Ύστερα από τρεις δεκαετίες, η νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρω
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 39
ση έχει οδηγήσει σε σημαντική ενίσχυση του χρηματιστικού κεφαλαίου, τόσο σε απόλυτους αριθμούς όσο και ως προς το ειδικό του βάρος στο σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας. Τόκοι και μερίσματα αντιστοιχούσαν, σε παγκόσμια κλίμακα, στο 3,8% των συνολικών κερδών την περίοδο 1950-1973, ενώ στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’90 είχαν ανε'λθει στο 24%.9 Ο κύκλος εργασιών της διεθνούς αγοράς ουναλ\άγματος τριπλασιάστηκε ανάμεσα στο 1989 και το 2002."’ Τη χρονιά αυτή, οι αγορές συναλλάγματος αντάλλασσαν κάθε μέρα ποσά ύψους 1,5 τρις δολαρίων, πρακτικά ισοδύναμο με τη συνολική, ετήσια παραγωγή της Γαλλίας. Η απίστευτη κερδοσκοπία στις «απελευθερωμένες» αγορές συναλλάγματος έχει ως συνέπεια τα ποσά που διακινού- νται σ’ αυτές να είναι περίπου 50 φορές μεγαλύτερα από το συνολικό όγκο του διεθνούς εμπορίου." Το απότομο άλμα στο ποσοστό των νοικοκυριών που συνδέονται κατά τον άλφα ή βήτα τρόπο με το χρηματιστήριο12 (μετοχές, ασφαλιστικοί οργανισμοί κ.α.) συνιστά άλλη μία σημαντική αλλαγή,, που δίνει τροφή στο μύθο του «λαϊκού, συμμετοχικού καπιταλισμού».
Επομένως, η υπερδιόγκωση του χρηματιστικού κεφαλαίου δεν μπορεί να αμφισβητηθεί σοβαρά. Τα πραγματικά ερωτήματα που τίθενται είναι: Πρόκειται για εντελώς νέο, στην έκταση και την ποιότητά του, φαινόμενο της εποχής μας; Επιπλέον, πρόκειται για μια τάση που μπορούμε να την προβάλουμε στο μέλλον και να τη θεωρούμε εφεξής μόνιμο στοιχείο του μεταλλαγμένου καπιταλισμού; Οι απαντήσεις δεν είναι αυτονόητες.
Από ιστορική σκοπιά, η υπερτροφία του χρηματιστικού κεφαλαίου αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα όχι μόνο του ύστερου, αλλά και του... νηπιακού καπιταλισμού! Μετά από τις Μεγάλες
40 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Ανακαλύψεις, που άνοιξαν νέες, θαλάσσιες οδούς εμπορίου και πολλαπλασίασαν την εξόρυξη χρυσού και ασημιού, το κεφάλαιο εμφανίζεται πρώτα ως χρηματιστικό και εμπορικό, προτού η πρώτη τεχνολογική-βιομηχανική επανάσταση της ατμομηχανής, με επίκεντρο την Αγγλία, διαμορφώσει τον ώριμο καπιταλισμό, με κυρίαρχο το ρόλο του βιομηχανικού κεφαλαίου. Από αυτή την άποψη, η επανεμφάνιση της υπερτροφίας του χρηματιστικού κεφαλαίου μπορεί να ερμηνευθεί ως ένδειξη κρίσης, παρασιτισμού και γεροντικής παλινδρόμησης. Αυτή είναι η οπτική γωνία του Φερνάν Μπροντέλ, ενός από τους πιο διάσημους μελετητές της ιστορίας του καπιταλισμού. Στην τριλογία του Πολιτισμός και Καπιταλισμός, ο Μπροντέλ, ήδη το 1984, σημείωνε:
«Κάθε κύκλος καπιταλιστικής ανάπτυξης αυτής της κλίμακας φαίνεται ότι, καθώς φτάνει σιο στάδιο της χρημαιιστικής επέκτασης, αναγγέλλει την ωριμότητά του: Είναι η αναγγελία του χρυσού φθινοπώρου»,13 της προϊούσας παρακμής.
Επηρεασμένος από τον Μπροντέλ, ο Τζιοβάνι Αρίγκι14 χωρίζει την ιστορία του καπιταλισμού σε τέσσερις, διαδοχικούς κύκλους, καθένας από τους οποίους διαιρείται σε δύο φάσεις: Την ανοδική φάση, όπου το χρηματιστικό κεφάλαιο υποχωρεί έναντι του βιομηχανικού και εμπορικού και την καθοδική, όπου η πορεία αντιστρέφεται. Ανεξάρτητα από τις αντιρρήσεις που δικαιούται να έχει κανείς για την περιοδολόγηση του καπιταλισμού από τον Αρίγκι, πιστεύουμε ότι τεκμηριώνει με επάρκεια τη βασική θέση ότι η υπερδιόγκωση του χρηματιστικού κεφαλαίου δεν αποτελεί μοναδικότητα της σημερινής εποχής, αλλά περιοδικά επαναλαμβανόμενο και κάθε φορά προσωρινό, ιστορικό φαινόμενο.
ΓΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 41
Ο Μαρξ πρόλαβε να αναλύσει αυτό το φαινόμενο, αν και την εποχή εκείνη η κυριαρχία του βιομηχανικού κεφαλαίου βρισκόταν στο απόγειό της. Για τον Μαρξ, το κεφάλαιο, υπό τη μορφή του χρήματος, αποκτά την πιο ευλύγιστη μορφή του, κάτι που έχει καθοριστική σημασία σε περιόδους οικονομικής δυσπραγίας. Στον πρώτο τόμο του Κεφαλαίου ο Μαρξ αντιμετωπίζει τη στροφή από την παραγωγή στο χρήμα ως υποπροϊόν της κρίσης υπερπαραγωγής:
«Μόλις πριν από λίγο ο μεθυσμένος από τη βιομηχανική άνθιση αστός διακήρυχνε αγέρωχα ότι το χρήμα είναι κούφια ιδέα και ότι μόνο το εμπόρευμα είναι χρήμα. “Μόνο το χρήμα είναι εμπόρευμα!”· αυτή η φωνή αντηχεί τώρα πάνω απ’ όλη την παγκόσμια αγορά. Όπως το ελάφι λαχταράει φρέσκο νερό, έτσι και η ψυχή του αστού λαχταράει χρήμα, το μοναδικό πλούτο»!15
Λίγα χρόνια αργότερα, η Μεγάλη 'Υφεση που έπληξε το διεθνή καπιταλισμό την περίοδο 1873-1896 πυροδότησε τη γενι- κευμένη στροφή προς το χρηματιστικό κεφάλαιο, η οποία περι- γράφεται εκτενώς στις κλασικές αναλύσεις για το μονοπωλιακό καπιταλισμό-ιμπεριαλισμό (Χίλφερντινγκ, Λούξεμπουργκ, Μπου- χάριν, Λένιν, Μπάουερ, Γκρόσμαν κ.ά.). Αντιθέτως, το κραχ του 1929 και η συνακόλουθη, καταστροφική ύφεση του 1929-1932 τροφοδότησαν την αντίστροφη τάση: περιορισμός-πολιτικός έλεγχος της χρηματιστικής σφαίρας και επιστροφή στον εθνικό προστατευτισμό. Στη συνέχεια, η νέα παρατεταμένη διεθνής ύφεση, που άρχισε το 1973 στάθηκε αφορμή για την εκ νέου απελευθέρωση και υπερδιόγκωση του χρηματιστικού τομέα, εν μέρει εις βάρος του παραγωγικού. Και πάλι, όμως, η τάση αυτή δεν είναι γραμμική, αλλά εμφανίζει έντονες διακυμάνσεις, κατά καιρούς μάλιστα αντιστρέφεται υπό την επίδραση διεθνών χρηματιστη-
ΙΙΚ.ΤΡΟΙ ΙΙΛ1ΙΛΚΩΜΊ ΛΜ ΊΝΟΥ
()ΐπκ(.η· κρίσεων, όικος δείχνει to Γράφημα 1. Τ ο συμπέρα σμα
που προκύιιτει είναι ότι δεν υπάρχει τ ίποτα το νομοτελειακό και
αμετάκλητο <πην υποτιθέμενη «χρηματοποίηοη» του κα πιταλ ι
σμού. Τ ο αν θα επικρατήσει, στη δεδομένη περ ίοδο , αυτή ή η α-
ν ιίθετη τάοη εξαρτάτα ι απ ό τις συγκεκριμένες συνθήκες της κα-
ιιπ α λ κ π ικ ή ς ουοοοίρευσης σε παγκόσμια κλίμακα.
ΓΡΑΦΗΜΑ I:
/ Ιαγκόπ/ιια χρη/ιαικπψιιακή αξία, 1999-2006
οεφο.δολ.ΗΠΑ
ΙΙηγά: ΙΙμψφιύι 22'3/20()7. World I Vdci ation of'Kxchaii^es.
Ι Ιε ρ ί «καιιπαλισμον του καζίνο»
Μια δεύτερη πλάνη έγκειται (πην απολυτοποίηση της σχετικής α
ντίθεσης μεταξύ βιομηχανικού και χρηματιστικού ^ ψ α λ α ίο υ ." ’
I Ιάν(ι) σ’ αυτήν την πλάνη στηρίζονται τόσο τα κα τειπημένα ρεύ-
ματα που (οραιοποιούν τη «Νέα Ο ικονομία» όσο και κριτικές τά
σεις που Ελεεινολογούν τον «καπιταλισμό του καζίνο». Λυτή η
γραμμή ανάλυσης κ π ο ρ ικ ά άσκησε ιδ ια ίτερη επ ιρροή σε ρεύ
ματα της μαρξκ π ικ ής Λρκπεράς. Ή δ η το 1902, ο ειιιφανέιπερος,
εκείνη την εποχή, θεοιρητικός του γερμανικού και ευρύτερα του
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕ ΤΑΣΜΑ 43
διεθνούς σοσιαλισμού, Καρλ Κάουτσκι, έγραφε στο βιβλίο του Η Κοινωνική Επανάσταση:
«Ενώ ο τραπεζίτης είναι ορμητικός, ασυγκράτητος και βίαιος, ο μάνατζερ της βιομηχανικής επιχείρησης είναι μετρημε'νος, συνετός και προσανατολισμένος προς την ειρήνη, με κλίση προς τον κοινοβουλευτισμό, πιο πρόθυμος για παραχωρήσεις απέναντι στους εργάτες του».17
Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής επηρεάστηκε από την απότομη επέκταση του χρηματιστικού κεφαλαίου υπό την επίδραση της Μεγάλης 'Υφεσης, ιδίως στις δύο πρωτοπόρες χώρες της καπιταλιστικής ανάπτυξης εκείνη την εποχή, Γερμανία και Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, η αυθαίρετη γενίκευση αυτής της τάσης βάρυνε και εξακολουθεί να βαραίνει αρνητικά στην αριστερή σκέψη.
Η πραγματικότητα δεν υπακούει σε μονοδιάστατες προσεγγίσεις περί «παρασιτικού χρηματιστικού κεφαλαίου» κατ’ αντιδιαστολή προς το «παραγωγικό βιομηχανικό».18 Πλάι στον τοκο- γλυφικό ρόλο της πίστωσης, οφείλει να αναγνωρίσει κανείς την παραγωγική της διάσταση. Με το δανεισμό, οι τράπεζες προσφέρουν στους καπιταλιστές πρόσβαση σε ξένα κεφάλαια-απο- ταμιεύοεις μικροκαταθετών, αλλά και άλλων καπιταλιστών που δεν είναι ό ΐ θέση να επενδύσουν ή να καταναλώσουν ολόκληρη την υπεραξία που καρπώνονται. Ο τόκος που καλούνται να πληρώσουν είναι, κατά κάποιο τρόπο, τα «διόδια» για την πρόσβασή τους σε ευρύτερες λεωφόρους εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας.19 Κατ’ αυτό τον τρόπο, η πίστωση διευκολύνει την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, την εκπλήρωση του βασικού «ιστορικού καθήκοντος» του καπιταλισμού και επιταχύνει την
44 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΓΑΝΤΙNOΥ
περιστροφή του κεφαλαίου.20 Παράλληλα, η πίστωση υπό μορφή καταναλωτικών, στεγαστικών και άλλων δανείων που προορίζονται για τα μεσαία και εργατικά στρώματα, όπως και το πλαστικό χρήμα των πιστωτικών καρτών, διαστέλλουν τις δυνατότητες μαζικής κατανάλωσης και αναστέλλουν, μέχρις ενός σημείου, τις οικονομικές κρίσεις.
Τέλος, η αποπληρωμή των χρεών και οι υπέρογκοι τόκοι που πρέπει να καταβάλλουν οι μισθωτοί κάθε μήνα για τα κάθε είδους δάνεια και τις πιστωτικές κάρτες εξελίσσεται όχι μόνο σε πρόσθετο μηχανισμό εκμετάλλευσης, αλλά και σε βασικό μέσο ιδεολογικής και πολιτικής ομηρίας τους από το κεφάλαιο. «Καταναλώνω, άρα υπάρχω» είναι το δόγμα της νέας κοσμικής θρησκείας της εποχής μας, που συγκεντρώνει τους πιστούς της στους καθεδρικούς ναούς του Μαμωνά, στα θεόρατα εμπορικά κέντρα. Ο μισθωτός θα σκεφτεί δυο και τρεις φορές τα χαμένα μεροκάματα μιας απεργίας όταν αναλογιστεί ότι, πλάι στα έξοδα συντήρησης της οικογένειάς του και εκπαίδευσης των παιδιών του, πρέπει να εξοφλεί κάθε μήνα τα συσσωρευμένα χρέη του. Από ένα σημείο και ύστερα, όμως, το ελιξίριο μπορεί να μετατραπεί σε δηλητήριο. Ο υπερβολικός δανεισμός νοικοκυριών και επιχειρήσεων, χαρακτηριστικός σε εποχές οικονομικής άνθησης, μετατρέπει τη συσσώρευση σε υπερσυσσώρευση. Οι κρίσεις αναστέλλονται, μόνο για να εκδηλωθούν πιο βίαια. Τα διογκούμενα χρέη επιχειρήσεων και νοικοκυριών εγκυμονούν το «φαινόμενο ντόμινο» των αλυσιδωτών χρεοκοπιών εμπόρων και τραπεζών, με αντίκτυπο σε όλη την οικονομία.
Ό χι μικρότερες αντιφάσεις συνοδεύουν τη δεύτερη, βασική μορφή του χρηματιστικού τομέα, το χρηματιστήριο. Η εισηγμένη στο
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 45
χρηματιστήριο, μετοχική εταιρεία «διπλασιάζει» το κεφάλαιο σε πραγματικό και εικονικό. Το πρώτο είναι το κεφάλαιο υπό μορφή κτιρίων, τεχνικού εξοπλισμού, πρώτων υλών, εργατικής δύναμης και εμπορευμάτων και το δεύτερο οι μετοχές, που από μόνες τους δεν είναι παρά χαρτιά, με ονομαστική αξία που δεν ε- ξαρτάται άμεσα από την πραγματική αξία της επιχείρησης, αλλά από την εκτίμηση της αγοράς για τα μελλοντικά της κέρδη. Η βασική λειτουργία του χρηματιστηρίου δεν είναι βέβαια ο «εκδημοκρατισμός» και η διάχυση του κεφαλαίου, αλλά, αντίθετα, η συγκέντρωση και συγκεντροποίησή του. Η μετοχική εταιρεία δίνει στους μεγάλους καπιταλιστές τη δυνατότητα όχι μόνο να ενώσουν τις δυνάμεις τους, αλλά και να διαχειριστούν κεφάλαια πολλαπλάσια εκείνων που κατέχουν, αφού αρκεί ένα σχετικά μικρό πακέτο μετοχών για να ελέγχουν τα -αθροιστικά πολλαπλάσια- κεφάλαια των πολυάριθμων μικρομετόχων.
Το τίμημα για την πολύ μεγαλύτερη ευελιξία του κεφαλαίου, υπό τη μορφή της μετοχικής εταιρείας, είναι η γενικευμένη αστάθεια με τη συστηματική τάση για πέραν κάθε λογικού, από τη σκοπιά της πραγματικής οικονομίας, ορίου υπερτίμηση των μετοχών. Από εδώ οι τόσο χαρακτηριστικές «φούσκες» που επωάζουν τα αναπόφευκτα κραχ. Η πρώτη, μεγάλη «φούσκα» δημι- ουργήθηκε, ήδη την τριετία 1634-1637, στην αγορά της τουλίπας, στις Κάτω Χώρες, για να οδηγήσει στο πρώτο μεγάλο κραχ, στο χρηματιστήριο του Άμστερνταμ, αφήνοντας πίσω της ένα τυπικό πρότυπο που επαναλαμβάνεται περιοδικά ως τις μέρες μας.21 Ο αέναος κύκλος της άνθησης και κατάρρευσης των χρηματιστηρίων επιτρέπει την απαλλοτρίωση των μικρομετόχων από τους μεγαλομετόχους - κάτι που έγινε με οδυνηρό τρόπο σαφές στην Ελλάδα, με τη βίαιη αρπαγή του πλούτου στη χρηματιστηριακή κατάρρευση του 1999.22 Τέλος, η άνθηση των χρηματιστηρίων ε-
46 11Ε ΓΡΟΣ ΠΑΙΙΛΚίίΝΓΓΑΝΤΙ NOY
πιτρέπει την ταχύτατη μεταφορά κεφαλαίων από το ένα σημείο της Γης στο άλλο, προς αναζήτηση υψηλότερου κέρδους, επιταχύνοντας τη διεθνοποίηση της οικονομίας, αλλά και τη διεθνοποίηση των κρίσεων που αυτή σέρνει, αναπόφευκτα, μαζί της.
Ό πως το τοκοφόρο κεφάλαιο των τραπεζών, έτσι -και μάλιστα σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα-το χρηματιστηριακό κεφάλαιο της μετοχικής εταιρείας τροφοδοτεί ποικίλες εκφράσεις φετιχι- σμού του χρήματος: Η αυτονόμηση της διοίκησης της μετοχικής εταιρείας από τους πολυάριθμους ιδιοκτήτες της αναπαράγει την ψευδαίσθηση ότι η ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής έχει ουσιαστικά ξεπεραστεί και ότι τα διευθυντικά στελέχη, που ελέγχουν και το κρίσιμο πακέτο μετοχών, απλώς ανταμείβονται για την εργασία τους. Το μέρισμα από την ανοδική τιμή της μετοχής που μοιράζεται στους μετόχους ενισχύει την ιδέα ότι «το χρήμα παράγει χρήμα», ερήμην της παραγωγικής εργασίας.
Στην πραγματικότητα, το χρηματιστήριο δημιουργεί εισοδήματα, αλλά όχι κοινωνικό πλούτο.23 (Κάθε αγοραπωλησία μετοχών είναι πράξη μηδενικού αθροίσματος: Ό ,τι «χάνει» ο ένας το «κερδίζει» ο άλλος.) Αντιθέτως, είναι μοχλός αναδιανομής του κοινωνικού πλούτου, ο οποίος δημιουργείται μόνο στη σφαίρα της παραγωγικής εργασίας. Η μεγάλη πλειονότητα των μετοχών των επιχειρήσεων ανήκει στα στελέχη επιχειρήσεων και όχι στους απλούς μισθωτούς. Έπειτα, μεγάλο μέρος των επενδύσεων των νοικοκυριών στο χρηματιστήριο, ιδίως στις ΗΠΑ και στη Βρετανία, προέρχεται από την κατάρρευση των κοινωνικών ασφαλίσεων, πράγμα που υποχρεώνει μη προνομιούχα στρώματα να καταθέτουν τις αποταμιεύσεις τους σε ιδιωτικά ταμεία συντάξεων για να εξασφαλίσουν τα γηρατιά τους.
Εδώ πρέπει να συνυπολογίσουμε τη διοχέτευση των αποθε- ματικών των ασφαλιστικών ταμείων στο χρηματιστήριο προς α
ΓΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 47
ναζήτηση υψηλότερων αποδόσεων από τα γλίσχρα επιτόκια των τραπεζών. Το σκάνδαλο των «δομημένων» ομολόγων,24 που ξεκίνησε από το επικουρικό ταμείο των δημοσίων υπαλλήλων (ΤΕΑΔΥ) στην Ελλάδα, την άνοιξη του 2007, για να πάρει τους επόμενους μήνες πολύ ευρύτερες διαστάσεις, αποτελεί χαρακτηριστικό σύμπτωμα μιας γενικότερης τάσης: Διαδοχικές κυβερνήσεις λεηλατούσαν επί δεκαετίες τα ασφαλιστικά ταμεία μέσω των τραπεζών, καθώς τα επιτόκια για τις καταθέσεις των αποθεματικών των ταμείων κινούνταν πολύ κάτω από τον πληθωρισμό. Τα τελευταία χρόνια, το κράτος, για να καλύψει το χρέος του, βγάζει «δομημένα ομόλογα», δηλαδή ομόλογα των οποίων η απόδοση (τόκοι) δεν είναι σταθερή, αλλά προκύπτει μέσα από περίπλοκους μαθηματικούς τύπους (π.χ., ανάλογα με τη μελλοντική τιμή της στερλίνας ή τη διακύμανση οποιουδήποτε άλλου χρηματοοικονομικού μεγέθους).
Ουσιαστικά πρόκειται για κανονικό τζόγο, τους κανόνες του οποίου δεν αντιλαμβάνονται παρά μόνον οι πολύ «μπασμένοι» με- γαλοκομπιναδόροι. Προφανώς, τα δομημένα ομόλογα δεν απευθύνονται στο ευρύ κοινό αλλά σε «θεσμικούς επενδυτές»- θύματα, εν προκειμένω στα ασφαλιστικά ταμεία των εργαζομένων. Τη διακίνηση αυτών των ομολόγων στα ταμεία αναλαμβάνουν, για λογαριασμό του κράτους, διεθνείς χρηματιστικοί οίκοι (π.χ., η JP Morgan), σε συνεργασία με ελληνικές χρηματιστικές εταιρείες, που μοιράζονται μεγάλες νόμιμες προμήθειες και παράνομες μί- ζες για να θολώσουν τα νερά και να κάνουν δελεαστικό στους αδαείς το αεριτζίδικο ομόλογο. Μ’ αυτό τον τρόπο, το κράτος καλύπτει μέρος των χρεών του και οι εταιρείες αποκομίζουν τεράστια κέρδη εις βάρος των αιματηρών αποταμιεύσεων μιας ζωής των εργαζομένων. Κι ύστερα από όλα αυτά, οι κυβερνώντες εμφανίζουν ως «αναπόφευκτη» την παράταση των ορίων συνταξιοδότησης και
ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
τη μείωση των ασφαλιστικών παροχών για να «σωθούν» τα ταμεία που λεηλατήθηκαν. Αυτή την καθοριστική διάσιαση των εν λόγω σκανδάλων αποσιωπούν πλήρως τα συγκροτήματα των μεγάλων μέσων ενημέρωσης, περιορίζοντας τη σχετική συζήτηση στις παράνομες μίζες των χρηματιστών και των πολιτικών.
Εν πάση περιπτώσει, το μετοχικό κεφάλαιο των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιρειών και των ταμείων συντάξεων στις Η ΓΙΑ φτάνει το εκπληκτικό 150% του ΑΕΠ, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 140% για τη Βρετανία και 100% για Γαλλία και Γερμανία. Έτσι, η όποια άνθηση του χρηματιστηρίου έχει πολύ μικρότερη, από ό,τι συνήθως πιστεύεται, επίδραση στη συνολική κατανάλωση. Μια αύξηση του γενικού δείκτη του χρηματιστηρίου κατά 10% μεταφράζεται σε αύξηση της κατανάλωσης μόνο κατά 0,6% στη Βρετανία και κατά 0,4% στις ΗΠΑ.25
Funds: Πειρατές των πέντε ηπείρων
Βεβαίως, για τη μικρή, προνομιούχο μειονότητα η χρηματιστηριακή μέθη φαίνεται να μην έχει όρια. Η κερδοσκοπία στη Γουόλ Στριτ συχνά δεν διαφέρει ουσιωδώς από εκείνη στο Λας Βέγκας. Αποκορύφωμα είναι τα λεγάμενα νέα χρηματιστικό «προϊόντα», όπως τα «παράγωγα» (derivatives) διαφόρων μορφών (forwards, futures, swaps, options κ.λπ.), τους κανόνες των οποίων είναι πολύ δύσκολο να εξιχνιάσουν ακόμη και οι μυημένοι.
Η εξάπλωση αυτών των «προϊόντων» με τα παράξενα ονόματα τις τρεις τελευταίες δεκαετίες οφείλεται στην αστάθεια των διεθνών αγορών που προκάλεσε η κατάρρευση του συστήματος του Μπρέιον Γουντς, μετά το 1973. Με την εν πολλοίς απρόβλεπτη διακύμανση των νομισμάτων και των επιτοκίων, οι επιχει
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 49
ρηματίες εκτίθενται σε μεγάλα ρίσκα. Επινοήθηκαν λοιπόν διάφορες τεχνικές που είχαν, αρχικά, στόχο τη διαχείριση των αυξημένων χρηματοοικονομικών κινδύνων. Γρήγορα, όμως, εξελίχθηκαν στο αντίθετό τους.
Οι δύο βασικές μορφές παραγώγων είναι τα δικαιώματα προαίρεσης και οι προθεσμιακές συμβάσεις. Στην πρώτη περίπτωση, αγοράζει κανείς όχι το ίδιο το προϊόν (χρυσό, πετρέλαιο, καφέ κ.ά.), αλλά το δικαίωμα να αγοράσει αυτό το προϊόν, εφόσον συνεχίσει να το θεωρεί επικερδές, σε συγκεκριμένη ημερομηνία στο μέλλον, σε συγκεκριμένη ποσότητα και συγκεκριμένη τιμή. Στη δεύτερη περίπτωση, δεσμεύει από σήμερα μια ποσότητα προϊόντος, την οποία υποχρεούται να αγοράσει μετά από καθορισμένη χρονική διάρκεια, σε συγκεκριμένη τιμή, ανεξάρτητα από το πώς θα έχουν εξελιχθεί μέχρι τότε οι τιμές της αγοράς. Με αυτό τον τρόπο ελπίζει ότι θα θωρακιστεί απέναντι στις διακυμάνσεις των τιμών, των επιτοκίων και του συναλλάγματος.
Στην πράξη, όμως, οι διευθετήσεις αυτού του είδους δεν μειώνουν τα ρίσκα, απλώς τα μεταθέτουν. Ο κάτοχος παραγώγου, είτε είναι δικαίωμα προαίρεσης είτε προθεσμιακή σύμβαση, μπορεί να το πουλήσει σε άλλον. Μ’ αυτό τον τρόπο πουλιούνται χαρτιά που αντιπροσωπεύουν μια ορισμένη ποσότητα προϊόντος δέκα και εκατό φορές προτού πωληθεί το ίδιο το προϊόν. Ο «συνετός» επιχειρηματίας μετατοπίζει το ρίσκο σε έναν πιο «τολμηρό», που ποντάρει στην εκτίμηση ότι οι τιμές θα είναι πιο ευνοϊκές όταν έρθει η ώρα της συναλλαγής. Αυτή η κερδοσκοπική αλυσίδα των παραγώγων είναι ένας από τους παράγοντες (όχι ο μόνος) που πιέζει διαρκώς προς τα επάνω την τιμή του πετρελαίου.
Υπάρχουν και πάμπολλες άλλες μορφές «νέων χρηματιστικών προϊόντων», που αποτελούν καθαρές μορφές τζόγου, τύπου «Πάμε Στοίχημα»: Ο «επενδυτής» προσδοκά κέρδη του χρηματιστι-
50 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
κού «προϊόντος» που αγόρασε, ποντάροντας στα πιο απίθανα πράγματα, από τη μελλοντική τιμή του τάδε ορυκτού, μέχρι τη... θερμοκρασία του αεροδρομίου Κένεντι ή τον αριθμό των επιχειρήσεων που θα χρεοκοπήσουν την επόμενη χρονιά!20
Στενά συνδεδεμένα με την αγορά παραγώγων είναι τα διαβόητα hedge funds. Ό πως δηλώνει ο όρος, πρόκειται για ταμεία που δημιουργήθηκαν με στόχο να προσφέρουν «κάλυψη», έναντι των χρηματοοικονομικών κινδύνων, σε επενδυτές, διαχειριζόμε- να για λογαριασμό τους το χαρτοφυλάκιο των μετοχών τους. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των hedge funds σε σχέση με τα συνήθη επενδυτικά ταμεία είναι ότι δεν είναι εισηγμένα στο χρηματιστήριο και γΓ αυτό δεν υπόκεινται στον έλεγχο καμίας Αρχής, όπως είναι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Έτσι, τα hedge funds κατέληξαν να εξυπηρετούν τον εντελώς αντίθετο από τον αρχικό στόχο της «κάλυψης έναντι των κινδύνων»: Με έδρα, κατά κανόνα, σε έναν από τους φορολογικούς παραδείσους του πλανήτη, σε κάποιο νησί του Ινδικού Ωκεανού ή της Μάγχης, αποτελούν τους περιπλανώμενους «γύπες» του παγκόσμιου χρηματιστικού κεφαλαίου, αναζητώντας ασυνήθιστα κέρδη μέσω «επενδύσεων» υψηλού ρίσκου στις «αναδυόμενες οικονομίες» της περιφέρειας. Η αρπακτική συμπεριφορά των hedge funds έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη φοβερή κρίση που έπληξε τη Ν. Α. Ασία στα τέλη της δεκαετίας του ’90, όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Το τελευταίο, ταχύτατα αναπτυσσόμενο είδος της άκρως κερδοσκοπικής συνομοταξίας είναι τα λεγόμενα private equity funds. Πρόκειται για μεγαθήρια του παγκόσμιου, χρηματιστικού κεφαλαίου -C arlyle G roup, KKR, Blackstone G roup, Apollo Management κ.ά - που παραμένουν εν πολλοίς άγνωστα στο ευρύ κοινό, καθώς δρουν στο σκοτάδι. Ό πως και τα hedge funds, δεν είναι εισηγμένα στο χρηματιστήριο και δεν είναι υποχρεωμένα
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 51
να δίνουν λόγο σε κανένα μέτοχο, όπως και σε καμία οικονομική Αρχή. Από το 2002 έως το 2006, τα κεφάλαια των εν λόγων ταμείων ανέβηκαν από 94 σε 358 δις ευρώ για να αναδειχθούν σε σημαντικό παράγοντα της παγκόσμιας οικονομίας.
Τα private equity funds αποτελούν πραγματικά πειρατικά πλοία στους ωκεανούς του παγκόσμιου καπιταλισμού, εξαγοράζοντας ί-ν πολλοίς με ξένα χρήματα μεγάλες επιχειρήσεις. Μόνο στις ΗΠΑ, το 2006 και το πρώτο εξάμηνο του 2007, έθεσαν υπό τον έλεγχό τους 8.000 επιχειρήσεις.27
Ο μηχανισμός λειτουργεί ιρς εξής: «Για να εξαγοράσουν μια εταιρεία που αξίζει έστω 100 μονάδες, βάζουν, κατά μέσο όρο, 30 από την τσέπη τους και δανείζονται τις άλλες 70 από τις τράπεζες, εκμεταλλευόμενοι τα χαμηλά επιτόκια της εποχής μας. Μέσα σε τρία ή τέσσερα χρόνια, η καινούρια διεύθυνση εξορθολο- γίζει την παραγωγή (σ.σ. με μαζικές απολύσεις, μεταφορά κεφαλαίων στο εξωτερικό, εντατικοποίηση κ.ά.), αναπτύσσει τις δρα- στηριότητές της και αποπληρώνει τους τόκους του δανείου με τα κέρδη της επιχείρησης. Στη συνέχεια, πουλάει την επιχείρηση α ντί 200 μονάδων, σε ένα άλλο “επενδυτικό ταμείο”, που θα κάνει την ίδια δουλειά. Έτσι, θα ξεπληρώσει το δάνειο των 70 μονάδων στην τράπεζα και θα της μείνει κέρδος 130 μονάδων, έναντι αρχικής επένδυσης 30 μονάδων, δηλαδή καθαρό κέρδος 300% μέσα σε τέσσερα χρόνια»!28
Κανένα χρηματιστηριακό τρικ, όμως, όσο ευφάνταστο κι αν είναι, δεν μπορεί να εκτοξεύσει το διεθνή καπιταλισμό έξω από το πεδίο βαρύτητας της πραγματικής οικονομίας, που αργά ή γρήγορα θα τον υποχρεώσει σε ομαλή ή ανώμαλη προσγείωση. Η εικονική οικονομία έχει με την πραγματική τη σχέση που έχει ο σκύλος με τον κύριό του: Μπορεί, αν θέλει, να του περάσει το λουρί και να τον έχει διαρκώς ελεγχόμενο, δίπλα του. Μπορεί πά
52 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
λι να τον αφήσει λυτό, οπότε ο σκύλος μπορεί να απομακρύνεται από το αφεντικό του, ακόμη και σε μεγάλες αποστάσεις και να χαίρεται την ελευθερία του, τελικά όμως είναι υποχρεωμένος να γυρίσει πίσω. Σε τελική ανάλυση, η τιμή της μετοχής δεν μπορεί να τροφοδοτείται μόνο από το μεθυστικό κλίμα των υπερφίαλων προσδοκιών ή τους πλασματικούς προϋπολογισμούς της επιχείρησης, αν δεν στηρίζεται στην πραγματική παραγωγική δύναμη και την πραγματική υπεραξία των πραγματικών ανθρώπων που δημιουργούν πλούτο. Το χρηματιστηριακό κραχ είναι η τιμωρία στο άτακτο σκυλί που περιπλανήθηκε υπερβολικά μακριά.
Εξάλλου, η αίσθηση ότι το κεφάλαιο διαθέτει ανά πάσα στιγμή την επιλογή να στραφεί είτε σε παραγωγικές δραστηριότητες είτε στη χρηματιστική σφαίρα, κατά βούληση, δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική. Αυτή την επιλογή μπορεί να την έχει, ως ένα σημείο, ο μεμονωμένος καπιταλιστής, αλλά όχι όλοι οι καπιταλιστές ταυτόχρονα. Αν ένα υπερβολικά μεγάλο τμήμα της αστικής τάξης επέλεγε να μεταφέρει τα κεφάλαιά της από τη βιομηχανία στις τράπεζες και στο χρηματιστήριο (ή και στην αγορά γης, η οποία, στο σύγχρονο καπιταλισμό, συμπεριφέρεται ως μία ακόμη χρηματιστική αξία), το αποτέλεσμα θα ήταν η εκτίναξη του πληθωρισμού σε αστρονομικά επίπεδα και η πλήρης αποσταθεροποίηση της οικονομίας με κάθε είδους «φούσκες» στις τιμές των μετοχών και των ακινήτων. Οι εξαγωγές θα μειώνονταν απότομα, μαζί με την ανταγωνιστικότητα των βιομηχανικών προϊόντων, το εμπορικό ισοζύγιο θα κατέρρεε και μεγάλοι όγκοι κεφαλαίων θα έφευγαν από τη χώρα για αναζήτηση σιγουριάς σε άλλες χώρες, με σταθερότερα δημόσια οικονομικά. Τα αναπόφευκτα χρηματιστηριακά κραχ και οι συνακόλουθες, δραστικές παρεμβάσεις κράτους και κεντρικής τράπεζας (π.χ., μέσω της πολιτικής επιτοκίων, της υποτίμησης του νομίσματος κ.ά.) θα επανέφεραν την
ΙΌ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 53
ισορροπία μέσα από την οδυνηρή διαδικασία απαξίωσης-κατα- στροφής των πλεοναζόντων, πλασματικών κεφαλαίων.
Αυτό που υπαγορεύει η κοινή λογική, επιβεβαιώνεται από τις στατιστικές. Τα Γραφήματα 2 και 3 αποτυπώνουν τη διαχρονική εξέλιξη δύο κρίσιμων δεικτών, από το 1929 έως το 2000: της αναλογίας τόκων-προστιθέμενης αξίας και του ποσοστού των μερισμάτων των μετοχών επί των καθαρών κερδών, στην αμερικανική οικονομία. Και στις δύο περιπτώσεις τίποτα δεν δικαιολογεί την υπόθεση για μια θεμελιακή μετάλλαξη του «παραγωγικού» καπιταλισμού σε «καπιταλισμό του καζίνο». Αντιθέτως, αυτό που υποδηλώνεται είναι η επιστροφή, από ορισμένες απόψεις, του καπιταλισμού στα δεδομένα της δεκαετίας του 1920-1930. Όπως σημειώνει ο πρώην υπουργός Οικονομικών του Μπιλ Κλίντον και αργότερα πρόεδρος του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ Λάρι Σά- μερς, ο 2 1ος αιώνας «βαδίζει ολοταχώς προς τα πίσω, προς το παρελθόν, στο μέτρο που η οικονομία επανέρχεται στα πρότυπα, αλλά και στα αδιέξοδα που είχαν δημιουργηθεί προ του 1929»!29
ΓΡΑΦΗΜΑ 2:
Η ΓΙΑ, μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις. Αναλογία τόκων-προστιθέμενης αξίας, 1929- 2000
Πηγή: ΒΕΑ.
54 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΓΡΑΦΗΜΑ 3:
ΗΠΛ, μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις. Ποσοστό των μερισμάτων επί τον καθαρού κέρδους, 1929-2000
Πηγή: ΒΕΑ.
Το συμπέρασμα είναι ότι η στροφή προς δρακόντειες, μονε- ταριστικές πολιτικές σκληρού χρήματος που επιβλήθηκαν από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 έδωσαν μεν πολύ μεγαλύτερη ευελιξία στο σύστημα, αλλά μόνο με αντάλλαγμα τη συσσώρευση νέων κρισιακών παραγόντων: Σχεδόν εκμηδένισαν τον πληθωρισμό, σταθεροποιώντας τις τιμές των εμπορευμάτων, με αντίτιμο την αποσταθεροποίηση των συναλλαγματικών ισοτιμιών και των χρηματιστηρίων. Άνοιξαν τεράστιες διόδους για τη μεταφορά κερδοσκοπικών κεφαλαίων στις «αναδυόμενες οικονομίες» της περιφέρειας, με αντίτιμο την αποσταθεροποίηση αυτών των οικονομιών, έτσι που τα δύο τρίτα των χωρών-μελών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝ'Γ) να έχουν γνωρίσει τουλάχιστον μία μεγάλη χρηματοπιστωτική κρίση -ορισμένες χώρες έζησαν και δύο και τρεις κρίσεις- από το Ι980.Μ Αργά ή γρήγορα, έρχεται η ώρα που ο σκύλος καταλήγει να δαγκώνει το αφεντικό του.
ΙΌ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΙΙΕΤΑΣΜΑ 55
Οι βαρόνοι της απάτης
Διδακτική, από αυτή την άποψη, ήταν η αλυσίδα των μεγα-σκαν- δάλων που έπληξαν την αμερικανική και την παγκόσμια οικονομία, αρχής γενομένης από τον Δεκέμβριο του 2001, με τη χρεοκοπία της Enron.31 Ο κολοσσός στον τομέα διαχείρισης της ενέργειας αντιπροσώπευε την έβδομη αμερικανική εταιρεία με ετήσιο τζίρο άνω των 100 δις δολαρίων. Αφήνοντας πίσω της αστρονομικά χρέη, της τάξης των 40 δις δολαρίων, η Enron κατε- γράφη ως η μεγαλύτερη χρεοκοπία στην ιστορία των επιχειρήσεων. Αλλά εκείνο που προκάλεσε το σοκ δεν ήταν τόσο η κατάρρευση αυτή καθ’ εαυτή, όσο αυτά που αποκαλύφθηκαν στη συνέχεια.
Ό πως ομολόγησε εκ των υστέρων, ο γενικός διευθυντής της εταιρείας, Κένεθ Λι, είχε «εξαφανίσει» λογιστικά χρέη της τάξης των 2 δις δολαρίων ώστε να συντηρείται, στους ισολογισμούς της, η ψεύτικη εικόνα της υψηλής κερδοφορίας, να ανεβαίνει η τιμή της μετοχής της στο χρηματιστήριο και να πλουτίζουν οι μεγα- λομέτοχοι. Ο διευθυντής του χρηματιστικού τομέα της Enron, Άντριου Φάστοου, είχε στήσει έναν ολόκληρο μηχανισμό λογιστικών τρικ τα οποία, μέσω εικονικών «εταιρικών οχημάτων» με άλλες επιχειρήσεις, μεταμφίεζαν δαπάνες σε «επενδύσεις» και εξαφάνιζαν ζημιές και χρέη.
Οι ιθύνοντες της εταιρείας γνώριζαν ότι η κατάσταση αυτή δεν μπορούσε να κρατήσει επ’ άπειρον. Το καράβι είχε αρχίσει να βάζει νερά και τα ποντίκια έπρεπε να πηδήσουν στη θάλασσα, αλλά όχι χωρίς σωσίβια. Πούλησαν λοιπόν τις μετοχές τους, ύψους 1,5 δις δολαρίων σωρεύοντας τεράστιες περιουσίες, ενώ απαγόρευαν στους υπαλλήλους της εταιρείας να κάνουν το ίδιο. Όταν τελικά η τιμή της μετοχής κατέρρευσε, δεκάδες χιλιάδες άν
56 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
θρωποι έχασαν τις αποταμιεύσεις μιας ζωής με τις οποίες σκόπευαν να εξασφαλίσουν τα γηρατειά τους. Παρόμοια μέγα-σκάν- δαλα εκδηλώθηκαν, το 2001, στους επιχειρηματικούς κολοσσούς Global Crossing, Tyco, Qwest, World.com, AOL Time Warner, Bristol Meyers, Vivendi, Xerox, Citigroup, JP Morgan Chase και Meryll Lynch.
Σύμφωνα με μία μελέτη,32 οι 100 επιχειρήσεις νέων τεχνολογιών που περιλαμβάνονται στο δείκτη Nasdaq εμφάνιζαν, στις τριμηνιαίες ανακοινώσεις τους προς τα μέσα ενημέρωσης και τους μετόχους, αθροιστικά κέρδη 19 δις δολαρίων τους εννέα πρώτους μήνες του 2001. Την ίδια περίοδο, σι ίδιες εταιρείες αναγκάζονταν να παραδεχτούν στην αρμόδια ομοσπονδιακή Επιτροπή Ελέγχου της Κεφαλαιαγοράς ζημιές ύψους 82.3 δις! Άλλη έρευνα των Financial Times33 έδειξε ότι οι διευθυντές και οι διευ- θύνοντες σύμβουλοι των 25 μεγαλύτερων αμερικανικών επιχειρήσεων που χρεοκόπησαν το 2001 -ο ι «βαρόνοι της απάτης», όπως τους αποκαλεί η βρετανική εφημερίδα- κέρδισαν 3,3 δις δολάρια τη στιγμή που οι επιχειρήσεις τους βυθίζονταν. Συνολικά, από τη δεκαετία 1992-2002, το ποσοστό των μετοχών που κατείχαν οι διευθυντές επιχειρήσεων ανέβηκε από το 2% στο 12% του συνόλου. Πρόκειται για μια από τις πιο θεαματικές εκδηλώσεις βίαιης απαλλοτρίωσης περιουσίας των μικρών από τους μεγάλους στην ιστορία του διεθνούς καπιταλισμού.
Φυσικά, οι «βαρόνοι της απάτης» δεν ενεργούσαν μόνοι τους. Τέτοιας κλίμακας κοινωνική πειρατεία δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί χωρίς τη συνενοχή -με το αζημίωτο- μεγάλων τραπεζών και πολιτικών. Οι χρεοκοπίες και τα μεγα-σκάνδαλα απο- κάλυψαν όχι μόνο τα σαθρά θεμέλια της «Νέας Οικονομίας», αλλά και τον έσχατο εκμαυλισμό της αμερικανικής, κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Ο διευθυντής της εταιρείας, Κεν Λι, είχε στε
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 57
νές σχέσεις με την κυβέρνηση Μπους, έχοντας χρηματοδοτήσει γενναία τον Αμερικανό πρόεδρο και αρκετά μέλη του υπουργικού συμβουλίου στις προεκλογικές εκστρατείες τους.
Τίγρεις και Δράκοι στην Ντίσνεϊλαη της Άπω Ανατολής
Οδυνηρό πλήγμα στην κυρίαρχη μυθολογία της δεκαετίας του ’90 αποτέλεσε και η κρίση που έπληξε σαν «τσουνάμι» τη ζώνη Ν. Α. Ασίας-Ειρηνικού, τη διετία 1997-1998. Η εν λόγω ζώνη ήταν η μόνη περιοχή του πλανήτη που γνώρισε πραγματικά δυναμική, οικονομική ανάπτυξη τη δεκαετία 1985-1995. Στηριγμένη στην ισχυρή επέκταση της βιομηχανίας, ιδιαίτερα δε στις εξαγωγές προϊόντων μεταποίησης, η ανάπτυξη αυτή έθρεψε το μύθο των Τίγρεων του Ειρηνικού και των Δράκων της Άπω Ανατολής.
Ο πιο ισχυρός «Δράκος», η Νότια Κορέα, ακολούθησε με επιτυχία, μετά τον εμφύλιο και τη διχοτόμηση της κορεατικής χερσονήσου, πολιτική εντατικής εκβιομηχάνισης με ενεργό κρατική παρέμβαση. Το δικτατορικό καθεστώς, στηριγμένο στην αμερικανική βοήθεια, εξασφάλιζε στην εγχώρια αστική τάξη ιδανικές συνθήκες καπιταλιστικής συσσώρευσης, χάρη στο μοναδικό συνδυασμό σχετικά προωθημένης τεχνολογικά βάσης της παραγωγής με τα παγωμένα μεροκάματα και το στραγγαλισμό συνδικαλιστικών και πολιτικών ελευθεριών.
Επιπλέον, το πατερναλιστικό κράτος επέλεγε τους «εθνικούς πρωταθλητές» της βιομηχανίας, προσφέροντάς τους άνετη πρόσβαση σε φθηνό χρήμα μέσω των κρατικών τραπεζών, επιδοτώντας τις βιομηχανικές εξαγωγές και ασκώντας ισχυρό προστατευτισμό εις βάρος των ξένων βιομηχανιών (π.χ., αυτοκινητοβιο
58 11ΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
μηχανία, ηλεκτρονική) και τραπεζών. Προϊόντα και ραχοκοκα- λιά αυτού του μοντέλου ήταν τα περίφημα chaebols, με εμβλη- ματικό παράδειγμα την Hyundai Motors - πολυκλαδικά, βιομηχανικά συγκροτήματα που γρήγορα άνοιξαν τα φτερά τους στην παγκόσμια αγορά.34
Στις ενδογενείς, ευνοϊκές συνθήκες καπιταλιστικής συσσώρευσης ήρθαν να προστεθούν εξωτερικές ωθήσεις. Σημείο καμπής για την ανάπτυξη της περιοχής θεωρείται από πολλούς35 η συμφωνία Πλάζα, (από το όνομα του ξενοδοχείου της Νέας Υόρ- κης, όπου έγινε η σύνοδος του G7) το 1985. Εκείνη την εποχή, η ανταγωνιστικότητα της αμερικανικής βιομηχανίας βρισκόταν στο ναδίρ της, εν μέρει λόγω της απώλειας εδάφους έναντι των βασικών ανταγωνιστών της στα μεταπολεμικά χρόνια, εν μέρει γιατί έπεφτε θύμα του σκληρού μονεταρισμού που επιβλήθηκε, προς όφελος του χρηματιστικού κεφαλαίου, μετά τη νεοφιλελεύθερη στροφή: Τα υψηλά επιτόκια και το ισχυρό δολάριο πλούτιζαν τους τραπεζίτες, αλλά καταδίκαζαν τα εξαγώγιμα βιομηχανικά προϊόντα, που γίνονταν πιο ακριβά. Με την υπερδιόγκωση του χρηματιστικού κεφαλαίου, ο αμερικανικός καπιταλισμός κινδύνευε να έχει την τύχη του Μίδα: Ό ,τι άγγιζε γινόταν χρυσός, αλλά έτσι κατέστρεφε ακόμη και τα «τρόφιμα» που χρειαζόταν για να συντηρηθεί.36
Υπό την πίεση των εγχώριων βιομηχανιών, ο Ρόναλντ Ρέιγκαν επέβαλε στους Ευρωπαίους και Ιάπωνες συμμάχους του την υποτίμηση του αμερικανικού δολαρίου έναντι των ευρωπαϊκών νομισμάτων και του ιαπωνικού γεν37 με τη συμφωνία Πλάζα, το 1985. Σε συνδυασμό με τον ακρωτηριασμό των αμερικανικών ημερομισθίων, που μείωσε το κόστος παραγωγής, η εξέλιξη αυτή επιδείνωσε την ανταγωνιστικότητα των ιαπωνικών εξαγωγών. Αμυνόμενοι, οι Ιάπωνες βιομήχανοι μετέφεραν παραγωγικές μονάδες στην
ΓΟ ΧΙΎΣΟ ΙΙΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 59
Ανατολική Ασία, η οποία, πλην της φθηνής εργατικής δύναμης, εμφάνιζε άλλο ένα ελκυστικό πλεονέκτημα: Τα νομίσματα της περιοχής ήταν «καρφωμένα» στο δολάριο, με αποτέλεσμα να το α κολουθουν στη σχετική υποτίμησή του, γεγονός που έκανε πιο α νταγωνιστικά τα προϊόντα που εξάγονταν από αυτές τις χώρες. Έτσι, από το 1985 έως το 1990 η περιοχή γνώρισε έναν κατακλυσμό ιαπωνικών και άλλων ξένων επενδύσεων στη βιομηχανία.38
Με τη σειρά τους, τα βιομηχανικά κεφάλαια έσυραν πίσω τους τα κερδοοκοπικά-χρηματιστικά, που αναζητούσαν στις εξωτικές, «αναδυόμενες αγορές» μεγαλύτερα και πιο γρήγορα κέρδη από τις βασανιστικά αργές αποδόσεις στα χρηματιστήρια των μη- τροπολιτικών κέντρων. Η μαζική είσοδος χρηματιστικού κεφαλαίου διευκολύνθηκε από το γεγονός ότι οι περισσότερες οικονομίες της Ανατολικής Ασίας απελευθέρωσαν, από τα τέλη της δεκαετίας του ’80, τις χρηματιστικές αγορές τους για να προσελ- κύσουν ξένους επενδυτές. Την αρχή έκανε η Ταϊλάνδη, για να α κολουθήσουν, υπό την πίεση της επιτυχίας της, Μαλαισία, Ινδονησία και Φιλιππίνες. Τελικά, η πίεση έγινε αφόρητη και για τη Νότια Κορέο, που ως τότε ακολουθούσε πιο παραγωγική και λι- γότερο «αεριτζίδικη» λογική ανάπτυξης. Καθοριστικό ρόλο σ’ αυτή την εξέλιξη έπαιξε η πολιτική πίεση των ΗΠΑ που έθεσε την «απελευθέρωση των κορεατικών αγορών» ως όρο για την ένταξή της στον ΟΟΣΑ.*'
Το 1993, η κυβέρνηση του Κιμ Γιουνγκ-σαμ υπέκυψε στις α μερικανικές πιέσεις. Η απελευθέρωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος ώθησε τα chaebols να δανειστούν υπέρμετρα από ξένες τράπεζες, οωρεύοντας τεράστια χρέη. Οι συνέπειες θα γίνονταν αισθητές ιδίως μετά την «ανάστροφη συμφωνία Πλάζα», το 1995: Έχοντας πετύχει, σε μεγάλο βαθμό, να επανασταθεροποι- ήσουν την οικονομική ηγεμονία τους, οι ΗΠΑ θεώρησαν σκόπι
60 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
μο να ξεπληρώσουν τους Ευρωπαίους και τους Ιάπωνες εταίρους τους που αντιμετώπιζαν δεινή οικονομική ύφεση.40 Έτσι, το δολάριο ανατιμήθηκε έναντι των ευρωπαϊκών νομισμάτων και του ιαπωνικού γεν, παρασύροντας σε ανοδική τροχιά τα «καρφωμένα» πάνω του νομίσματα της Ανατολικής Ασίας. Το αποτέλεσμα ήταν να ακριβύνουν τα προϊόντα της περιοχής και να κατρακυλήσει η ανταγωνιστικότητά τους στις διεθνείς αγορές, καθώς οι οικονομίες της Ν.Α. Ασίας βρίσκονταν ξαφνικά ανάμεσα σε συ- μπληγάδες: Από τη μια πλευρά, δεν μπορούσαν να ανταγωνιστούν την Ιαπωνία στα προϊόντα προηγμένης τεχνολογίας και υψηλής προστιθέμενης αξίας, από την άλλη έχαναν έδαφος απέναντι στην Κίνα, στα προϊόντα χαμηλής ή ενδιάμεσης τεχνολογίας και μικρού κόστους εργασίας.
Η υπερχρέωση των κορεατικών επιχειρήσεων αποτέλεσε, στις αρχές του 1997, το πρώτο ερέθισμα για τον επερχόμενο, χρημα- τιστικό πανικό σε ολόκληρη την περιοχή. Ό ,τι κερδίζεται εύκολα, εύκολα χάνεται. Ο τεράστιος όγκος του χρηματιστικού κεφαλαίου που είχε εισρεύσει, μετά την «απελευθέρωση των αγορών», στην περιοχή κατευθύνθηκε όχι σε μακροπρόθεσμες, παραγωγικές επενδύσεις στη βιομηχανία και τον αγροτικό τομέα, αλλά στα χρηματιστήρια και στην αγορά ακινήτων που υπόσχονταν πιο γρήγορα κέρδη. Αναπόφευκτο αποτέλεσμα, οι τόσο χαρακτηριστικές «φούσκες» στις δύο αυτές αγορές. Στο ζενίθ του οικονομικού κύκλου, τη δεκαετία του ’90, η τιμή του τετραγωνικού μέιρου στην Μπανγκόγκ ήταν υψηλότερη από την αντίστοιχη στο Αος Άντζελες και το Σαν Φρανσίσκο.41
Καταλυτικό ρόλο στην επιτάχυνση της κρίσης έπαιξαν τα hedge funds, με προεξάρχον το LTCM (Long Term Capital
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 61
Management). Κάνοντας χρήση εξαιρετικά σύνθετων μαθηματικών μοντέλων για την πρόβλεψη των τάσεων στα διεθνή χρηματιστήρια, τα οποία επινοήθηκαν από κατόχους του βραβείου Νό- μπελ Οικονομίας, το LCTM έφτασε να διαχειρίζεται το αστρονομικό ποσό του ενός τρις δολαρίων, προσφέροντας, στις καλές εποχές του, εξωγήινες αποδόσεις, της τάξης του 35%, στους πελάτες του.42
Σαν τα όρνια που οσμίζονται από μακριά το αίμα, αυτές οι κατ’ ευφημισμόν «τράπεζες επενδύσεων» προχώρησαν σε ένα όργιο αγοράς και πώλησης συναλλάγματος εις βάρος των πιο ευάλωτων νομισμάτων της περιοχής. Η πιο θεαματική επίθεση εκδηλώθηκε στις 10 Μαΐου 1997 εναντίον της κατ’ εξοχήν «οικονο- μίας-φούσκας» της περιοχής, της Ταϊλάνδης: Μέσα σε μία μόνο ημέρα, οι διεθνείς κερδοσκόποι τζόγαραν 10 δις δολάρια σε μια πλανητικών διαστάσεων επίθεση εναντίον του ταϊλανδέζικου μπατ.
Συνολικά, στο πρώτο εξάμηνο του 1997, η Τράπεζα της Τ αϊλάνδης είδε να εξανεμίζεται σχεδόν το σύνολο των συναλλαγματικών της αποθεμάτων ύψους 38,7 δις δολαρίων. Στις 2 Ιουλίου, η κυβέρνηση αναγκαζόταν να εγκαταλείψει την πρόσδεση του νομίσματος στο δολάριο, που ίσχυε για δέκα χρόνια, και να το υποτιμήσει κατά 50% μέσα σε λίγους μήνες.43 Πολύ σύντομα, η κρίση μεταφερόταν, με την τόσο χαρακτηριστική για το χρημα- τιστικό κεφάλαιο ψυχολογία της αγέλης, σε ολόκληρη την περιοχή προκαλώντας φυγή κεφαλαίων, κατά το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», με αποτέλεσμα την κατάρρευση των χρηματιστηρίων.
Καθώς οι οικονομίες της περιοχής κατέρρεαν, οι διεθνείς πιστωτές τους, μεγάλες τράπεζες και ΔΝΤ, παρενέβησαν για να αποτρέψουν μια πλήρη χρεοκοπία, αφού κάτι τέτοιο θα μεταφραζόταν σε τεράστιες συναλλαγματικές απώλειες για τους ίδιους
ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
τους πιστωτές. Συμφωνίες αναστολής της εξόφλησης των χρεών με τις τράπεζες για τρία χρόνια και «επιχειρήσεις διάσωσης» από το ΔΝΤ, με αρχιτέκτονα τον «τσάρο» της αμερικανικής οικονομίας επί εποχής Κλίντον, Ρόμπερτ Ρούμπιν, είδαν το φως της ημέρας. Για τους «ασθενείς», όμως, η θεραπεία αποδείχθηκε περισσότερο οδυνηρή και από την ίδια την ασθένεια.
Σε αντάλλαγμα για τα ευεργετικά μέτρα, το ΔΝΤ επέβαλε σε όλες τις «Τίγρεις» και τους «Δράκους» που μπήκαν στην εντατική το ίδιο πακέτο «σταθεροποίησης» με βασικά στοιχεία την απότομη άνοδο των επιτοκίων (πιο ακριβό χρήμα) και τον ακρωτηριασμό των δημοσίων δαπανών. Τα μέτρα αυτά προκάλεσαν ασφυξία στην οικονομική ανάπτυξη. Μέσα στο 1998, όλες οι οικονομίες της περιοχής έπεσαν σε βαθιά ύφεση. Σε διάστημα λίγων εβδομάδων, περισσότεροι του ενός εκατομμυρίου Ταϊλανδέζοι και 22 εκατομμύρια Ινδονήσιοι έπεσαν κάτω από το όριο της ακραίας φτώχειας.44
Ό ,τι ήταν καταστροφή για δεκάδες και εκατοντάδες εκατομμύρια Ασιάτες αποτέλεσε ουρανόπεμπτο δώρο για τις χρηματι- στικές ελίτ του βιομηχανικού Βορρά. Η Ταϊλάνδη υποχρεώθηκε να ανοίξει τις πύλες της στις ξένες χρηματιοτικές επιχειρήσεις και να επιταχύνει τις ιδιωτικοποιήσεις δημοσίων επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας - στην ενέργεια, τις μεταφορές, τις τηλεπικοινωνίες. Υπό την πίεση της Αμερικανίδας επιτρόπου Εμπορίου, Σαρλίν Μπαρσέφσκι, η Ινδονησία αναγκάστηκε να εξοντώσει την εγχώρια αυτοκινητοβιομηχανία με την άρση των προστατευτικών μέτρων και να παραιτηθεί από το σχέδιο οικοδόμησης εθνικής αεροναυπηγικής βιομηχανίας, προς όφελος το>ν τεσσάρων αμερικανικών πολυεθνικών του Ντιτρόιτ και της Boeing. Η Νότια Κορέα, προκειμένου να αποσπάσει τη βοήθεια του ΔΝΤ, χρειάστηκε να άρει τους περιορισμούς στην εξαγορά εγχώριων ε
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 63
πιχειρήσεων από το ξένο κεφάλαιο και να προχωρήσει σε πλήρη φιλελευθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα.45 Μ’ αυτά και μ’ αυτά, το 1998 εξελίχθηκε σε μοιραία χρονιά για ολόκληρη την περιοχή. Πολυεθνικές εταιρείες και αμερικανικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αγόραζαν σε τιμή ευκαιρίας δημόσιες επιχειρήσεις, προϊόντα του μόχθου και της επινοητικότητας των Ασιατών.
Γεηκενμένη αποσταθεροποίηση
Ωστόσο, τα θύματα πήραν μια κάποια εκδίκηση από τους θύτες. Οί μαθητευόμενοι μάγοι του LTCM συσσωρέυσαν τεράστια χρέη λόγω των κρίσεων της Ν. Α. Ασίας, της Ρωσίας και της Βραζιλίας, το 1998. Οι πολυβραβευμένοι νομπελίστες, σύγχρονοι αλχημι- στές της «Νέας Οικονομίας», με τους ανεξιχνίαστους μαθηματικούς τους αλγόριθμους, γελοιοποιήθηκαν μέσα σε λίγους μήνες. Φοβούμενος τις συνέπειες της ενδεχόμενης κατάρρευσης του LTCM σε ολόκληρη την αμερικανική οικονομία, ο διοικητής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, Αλαν Γκρίνσπαν, του έριξε το σωσίβιο με μια δραστική κρατική παρέμβαση. Το φθινόπωρο του 1998, προχώρησε σε τρεις διαδοχικές μειώσεις των επιτοκίων, προσφέροντας φθηνό χρήμα, προκειμένου να αναθερμάνει την οικονομία.
Το ίδιο συνέβη το 2001, με την κατάρρευση των επιχειρήσεων ηλεκτρονικού εμπορίου στο επιτελικό κέντρο της παγκόσμιας οικονομίας, τη Γουόλ Στριτ, που κλόνισε έναν άλλο χρυσό μύθο της εποχής μας, την περίφημη «Οικονομία της Γνώσης», όπως θα δούμε στο επόμενο κεφάλαιο. Ο κίνδυνος ενός γενικευμένου κραχ α- ποσοβήθηκε όχι από το «αόρατο χέρι» της αγοράς, αλλά χάρη στο στιβαρό χέρι του Γκρίνσπαν. Αλλη μια φορά, τα νεοφιλελεύθερα
ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
δόγματα εγκαταλείπονται σε στιγμές κρίσης από τους αρχιερείς τους, που αναζητούν τη λύτρωση σε κάποιου είδους κεϊνσιανισμό- κρατικό παρεμβατισμό, όπως ο ασθενής πάπας θα αναζητήσει τη σωτηρία όχι στο Ευαγγέλιο, αλλά στο χειρουργό. Στην περίπτωση του ψηφιακού κραχ, ο Γκρίνοπαν αναζήτησε διέξοδο σιον «κεϊν- σιανισμό της ιδιωτικής κατανάλωσης», φθηναίνοντας απότομα το χρήμα με σχεδόν μηδενικά επιτόκια. Η δραστήρια κρατική παρέμβαση είχε ως αποτέλεσμα να γνωρίσει η αμερικανική οικονομία βαθιά, αλλά ελεγχόμενη ύφεση την περίοδο 2000- 2003, που έδωσε τη θέση της σε μια ασταθή ανάκαμψη.
Ωστόσο, κατ’ αυτό τον τρόπο, μπορεί το σύστημα να κατάφε- ρε -μέχρι τώρα- να αποτρέψει μια οξεία, καταστροφική κρίση τύπου 1929-30, αλλά μόνο με τίμημα τη μετατροπή της κρίσης υ- περσυσσώρευσης κεφαλαίων ο ε χρόνια κατάσταση, όπως έδειξε και η τελευταία υποτροπή, στο δεύτερο εξάμηνο του 2007, που ξεκίνησε από την κρίση στην αγορά κατοικίας στις ΗΠΑ (βλ. Κεφ. 7).
Ό λοι οι σοβαροί αναλυτές συμφωνούν ότι η διεθνής ανάκαμψη της περιόδου 2002-2007 κλονίζεται καίρια και ότι η γενικευ- μένη αστάθεια-αποσιαθεροποίηση απειλεί να παρασύρει την παγκόσμια οικονομία σε ένα φαύλο κύκλο ύφεσης. Σ’ αυτό το φόντο, διευρύνεται ο κύκλος των αγανακτισμένων με το «ανεξέλεγκτο, αδηφάγο χρηματιστικό κεφάλαιο», με αντανάκλαση ακόμη και στο πολιτικό κατεστημένο της Δύσης. Υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να δει κανείς τις εκκλήσεις της Άγκελα Μέρκελ για επιβολή μηχανισμών ελέγχου στους αρπακτικούς, κερδοσκοπικούς ομίλους τύπου hedge funds ή, από άλλη σκοπιά, τις προτάσεις Σαρ- κοζί για πολιτικό έλεγχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ωστόσο τίποτα δεν δείχνει, προς το παρόν, ότι παρόμοιες εκκλήσεις ξεφεύγουν από τα όρια της ανέξοδης κοινωνικής δημαγωγίας και σηματοδοτούν μια νέα κατεύθυνση.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 65
Σημειώσεις
1. Charles A. Kupchan, The End o f the American Era, Vintage, 2002, a.
78. Ελληνική έκδοση: To Τέλος της Αμερικανικής Εποχής, Εκδοτικός Οργανισμός Αιβάνη, 2007.2. Ό.π., σ. 79.3. Ουίλιαμ Ζ. Φόσιερ, Ιστορία των Τριών Δκθνών, Γνώσεις, χ.χ.4. Αριστοτέλους, Πολιτικά, Πάπυρος 1975, σ. 51. Ας σημειωθεί ότι προηγουμένως ο Αριστοτέλης έχει περιγράφει με ενάργεια τη διπλή, αντιφατική φΰση του εμπορεύματος, ως αξία χρήσης και ανταλλακτική αξία ταυτόχρονα, μια αφετηριακή θέση θεμελιώδους σημασίας στο Κε
φάλαιο του Μαρξ.5. J. L. Greau, Le capitalism malade de sa finance, Gallimard, 1998 και L ’
avenir du capitalism, Gallimard, 2005.6. Η μητρότητα του όρου ανήκει στη Σούζαν Στρέιντζ.7. Ο Βρετανός οικονομολόγος Τζον Μέιναρντ Κέινς (1883-1946) ανα- δείχθηκε στον κατ’ εξοχήν θεωρητικό του παρεμβατικού «κοινωνικού κράτους», που άρχισε να οικοδομείται στις ΗΠΑ με το New Deal (νέο κοινωνικό συμβόλαιο) του προέδρου Ρούζβελτ, τη δεκαετία του ’30, και επικράτησε στις δυτικές μητροπόλεις μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Το θεμελιώδες έργο του είναι Η Γtνική θεωρία της Απασχόλησης, τον Τόκον
και τον Χρήματος (1936), έντονα επηρεασμένο από τις οδυνηρές εμπειρίες της κρίσης 1929-1932. Ο Κέινς, ως επικεφαλής της βρετανικής αντι- προσωπίας, έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στη διάσκεψη του Μπρέτον Γουντς (1944), που θεμελίωσε τη μεταπολεμική τάξη πραγμάτων στη διεθνή καπιταλιστική οικονομία.8. Αποδίδεται στον πρόεδρο της General Motors, Τσαρλς Έρβιν Ουίλσον, ο οποίος επελέγη από τον πρόεδρο Αϊζενχάουερ ως υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ, το 1953. Ερωτηθείς, κατά την καθιερωμένη ακρόαση στην αρμόδια επιτροπή του Κογκρέσου, τι θα έκανε αν το εθνικό συμφέρον της Αμερι
66 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
κής ερχόταν κάποια στιγμή σε αντίθεση με τα συμφέροντα της γιγαντιαί- ας επιχείρησης, ο Ουίλσον στην πραγματικότητα απάντησε: «Δεν μπορώ να διανοηθώ παρόμοια κατάσταση, γιατί χρόνια πίστευα πως ό,τι είναι καλό για τη χώρα είναι καλό για την General Motors και το αντίστροφο». Ωστόσο, η κατά τι παραμορφωμένη δήλωσή του δεν προδίδει το πνεύμα που επικρατούσε εκείνη την εποχή στις επιχειρηματικές και πολιτικές ελίτ. Αυτό άλλωστε αναγνώρισε και ο ίδιος ο Αϊζενχάουερ, όταν αποχαιρετούσε την προεδρία με τη δραματική προειδοποίησή του για τους κινδύνους που εγκυμονεί το «τερατώδες στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα».9. R. Brenner, «Economics of Global Turbulence», New Left Review No 229, 1998.10. D. Plihon, Le nouveau capitalism, a. 27, La Ddcouverte, 2003.11. D. Plihon, Les laux de change, La D&ouverte, 2001.12. To ποσοστό των γαλλικών νοικοκυριών με μετοχές στο χρηματιστήριο ανέβηκε από 13,9% το 1989 σε 23,1% το 1998. Για τις ΗΠΑ, οι αντίστοιχοι αριθμοί ήταν 31,6% και 48,9%. Βλ. D. Plihon, Le nouveau
capitalisme, σ. 58, La Ddcouverle, 2003.13. F. Braudel, The Perspective o f the World, a. 246, Harper & Row, 1984.14. G. Arrighi, The Long Twentieth Century, Verso, 1994.15. Κ. Μαρξ, To Κεφάλαιο, τ.1, σ. 151, Σύγχρονη Εποχή, 1978.16. Το ζήτημα αυτό μάς φέρνει αναγκαστικά αντιμέτωπους με το ευρύτερο θέμα του χρήματος και της πίστης στον καπιταλισμό - ένα τεράστιο πρόβλημα, που ξεφεύγει από τα όρια αυτού του βιβλίου. Ενδεικτικά, βλ. Μακότο Ίτο και Κώστα Λαπαβίτσα Πολιτική Οικονομία τον Χρή
ματος και τον Χρηματοπιστωτικού Σνστήμστος, πρόλογος Ν. Σ. Πετραλιά, Πολύτροπον, 2004 και C. Lapavitsas, Social Foundations o f Markets, Money
and Credit, Routledge, 2003.17. K. Kautsky, The Social Revolution, A. M & M. W. Simons, χ.χ. σ. 97.18. Βλ. ιδιαίτερα Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο, τ. 3, κεφ. 27,0 Ρόλος της Πίστης
στψ Κεφαλαιοκρατική Παραγωγή, Σύγχρονη Εποχή, 1978.
TO ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 67
19. I. Johsua, Mondialisation et financiarisation, S^minaire d’ Etudes Marxistes, Μάιος 2005.20. Οι 'h o και Λαπαβπσας σημειώνουν σχετικά:«...κατά την πορεία της αναπαραγωγής του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου δημισυργούνται συστηματικά συγκεντρώσεις λιμνάζοντος (στάσιμου ή αδρανούς) χρήματος. Χρηματικά κέρδη που εισρέουν και προσωρινά λιμνάζουν, χρηματικά ποσά από απόσβεση του παγίου κεφαλαίου, προληπτικά αποθεματικά και αποθεματικά που επιτρέπουν την απρόσκοπτη συνέχιση του κύκλου εργασιών του κεφαλαίου καθώς παραγωγή και κυκλοφορία εναλλάσσονται, είναι όλα καπιταλιστικές μορφές στάσιμου αποθησαυρισμένου χρήματος. Η δημιουργία στάσιμου χρήματος κατά την πορεία της καπιταλιστικής αναπαραγωγής προσφέρει αντικειμενική βάση για την εμπορική και την τραπεζική πίστωση και λειτουργεί ως θεμέλιο για το καπιταλιστικό πιστωτικό σύστημα. Το πιστωτικό σύστημα κινητοποιείτο στάσιμο χρήμα που δημιουργεί- ται κατά την πορεία της καπιταλιστικής αναπαραγωγής, το μετατρέπει σε τοκοφόρο (προς δανεισμό) κεφάλαιο και το ανακατευθύνει προς τη συσσώρευση». Βλ. Μ. Ίτο & Κ. Λαπαβίτσα ΠοΧιηκή Οικονομία τον Χρψαιος
και τον Χρηματοπιστωτικού Σνσιψ ατος, Πολύτροπον, 2004, σ. 148- 149.21. Ν. Πίπερ, Ο Μίδας, τα Κέρματα και οι Μετοχές, Ψυχογιός, 2007.22. Κ. Βεργόπουλου, Η Αρπαγή τον Πλούτον, Εκδοτικός Οργανισμός Λι- βάνη, 2005, σ. 233- 240.23. Κάθε αγοραπωλησία μετοχών είναι πράξη μηδενικού αθροίσματος, αφού ό,τι «κερδίζει» ο ένας, το «χάνει» ο άλλος. Το μόνο εισόδημα που δημιουργείται στο χρηματιστήριο (μικρό μερίδιο της υπεραξίας που δημιουργείται μόνο στη σφαίρα της παραγωγής) είναι εκείνο που αντιστοιχεί στους μισθούς των υπαλλήλων του και στο κέρδος του ίδιου του χρηματιστηρίου, ως εταιρείας παροχής υπηρεσιών.24. Γ. Σταμάτη, «Περί δομημένων κρατικών ομολόγων. Ένα παραμύθι για νοήμονες», Οντοηία, Μάιος-Ιούνιος 2007.
68 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
25. D. Plihon, Le nouveau capitalism , σ. 79, La Ddcouverte, 2003.26. Δ.' Χιόνη, «Η κρίση στις διεθνείς χρηματαγορές», Το Βήμα, 24/8/2007.27. 1. Ramonet, «Voracite», Le Monde Diplomatique, Νοέμβριος 2007.28. L. Sandrine & Ph. Eliakim, «Le fonds d’ investissement, nouveaux maitres du capitalisme mondial», Capital, Ιούλιος 2007.29. Αναφέρειαι στο άρθρο του Κώστα Βεργόπουλου «Παγκοσμιοποίηση, η Μεγάλη Χίμαιρα: Δομή τριαδική, αδιέξοδο παγκόσμιο», βλ. www.v-prc.gr/7/2/5-gr.html.30. D. Harvey, The New Imperialism, σ. 67, Oxford University Press, 2005.31. Βλ. ό.π., σσ. 82- 84, R. Brenner, The Boom and the Bubble: The US in
the World Economy, Verso, 2002, σσ. 297- 299, W. Bello, F afm de Γ Empire:
La desegregation du systkm americain, Fayard, 2005, σσ. 129- 131.32. www.Smartstocklnvestor.com.33. Αναφέρεται από τον Ρόμπερτ Μπρένερ στο The Boom and the Bubble,
σ. 299.34. Βλ. H.J. Park, «After Dirigisme: Globalization, Democratization. The still Faulted State and its Social Discontent in Korea», The Pacific Review,
No 1, vol. 15, 2002.K. Postel- Vinay, Coree, au Coeur de la Nouvelle Asie, Flammarion, 2002.35. Βλ. για παράδειγμα την ανάλυση του Robert Brenner στο The Boom
and the Bubble: The US in the World Economy, Verso, 2002, Κεφ. 6.36. Ακόμη και ένας τυπικός εκπρόσωπος του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου, όπως ο Τζορτζ Σόρος, αισθάνεται την ανάγκη να αναγνωρίσει τις ανησυχητικές, για τον ίδιο τον καπιταλισμό, συνέπειες από την υπερμεγέθυνση της κερδοσκοπικής, χρηματιστικής σφαίρας. Βλ. George Soros, The Crisis o f Global Capitalism, Public Affairs, 1998.37. To «επέβαλε» είναι, βεβαίως, σχετικό. Η ηγεμονία των ΗΠΑ έπαιξε ασφαλώς ρόλο, ιδίως σε μια εποχή κορύφωσης του δεύτερου Ψυχρού Πολέμου με την ΕΣΣΔ. Ωστόσο, Ευρωπαίοι και Ιάπωνες, παρά τον οικονομικό ανταγωνισμό τους με τις ΗΠΑ, δεν είχαν κανένα λόγο να εύ
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ
χονται αποτελμάτωση της αμερικανικής οικονομίας στην κινούμενη άμμο της ύφεσης, καθώς σε αυτή την περίπτωση θα πλήρωναν και αυτοί βαρύ τίμημα λόγω της ισχυρής, οικονομικής αλληλεξάρτησης των τριών κέντρων. Πολύ περισσότερο που ούτε η ευρωπαϊκή οικονομική ολοκλήρωση, ούτε η (πολύ ασθενέστερη) περιφερειακή συνεργασία της Άπω Ανατολής είχαν προχωρήσει σε τέτοιο σημείο, ώσιε να προσφέρουν επαρκή θωράκιση έναντι των κλονισμών της αμερικανικής οικονομίας.38. Το ύψος των άμεσων ιαπωνικών επενδύσεων στη Ν. Α. Ασία την περίοδο αυτή υπολογίζεται σε 15 δις δολάρια. Βλ. W. Bello, ό.π., σ. 159.39. Βλ. Aon-Am Park, “Korea’s Management of Capital Flows in the 1990’s” στο S. Griffith-Jones, M. Montes και A. Nasution (επιμ.), Short-
Term Capital Flows and Economic Crises, Oxford University Press, 2001.40. Και σ’ αυτή την απόφαση της κυβέρνησης Κλίντον δεν υπάρχει, βέβαια, ίχνος αλτρουϊσμού. Η ταυτόχρονη ύφεση στο ευρωπαϊκό και το ιαπωνικό κέντρο απειλούσε ανά πάσα στιγμή να τερματίσει απότομα το «αμερικανικό οικονομικό θαύμα» της δεκαετίας του ’90.41. W. Bello, ό.π., σ. 161.42. C. Prestowitz, Rogue Nation, Basic Books, 2003, σ. 58.43. W. Bello, ό.π., σ. 163.44. Ό.π., σ. 169.45. Ενώπιον του αμερικανικού Κογκρέσου, η Σαρλίν Μπαρτσέφσκι δήλωνε, για την περίπτωση της Ν. Κορέας:«Επειδή ο κινητήρας της οικονομικής της ανάπτυξης ήταν όχι η αγορά, αλλά η πολιτική, η αμερικανική βιομηχανία προσέκρουε, στην Κορέα, σε πολυάριθμους δομικούς φραγμούς, αναφορικά με το εμπόριο, τις επενδύσεις και τον ανταγωνισμό. Για παράδειγμα, η Κορέα περιόριζε πάντα τις δραστηριότητες και τα δικαιώματα ιδιοκτησίας των ξένων και είχε επιβάλει σειρά εμποδίων για την πρόσβαση στις αγορές της [...]. Το σχέδιο σταθεροποίησης της Κορέας, που διαπραγματεύθηκε το ΔΝΤ τον Δεκέμβριο του 1997, μπορεί να συμβάλει στο άνοιγμα και την ενί-
70 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
οχυση του ανταγωνισμού στην Κορέα, δημιουργώντας μια οικονομία που θα στηρίζει το δυναμισμό της στην αγορά [...]. Αν η χώρα συνεχίσει το δρόμο των μεταρρυθμίσεων, τα οφέλη θα είναι σημαντικά όχι μόνο για την Κορέα, αλλά και για τις Ηνωμένες Πολιτείες». Βλ. Ways and Means, 24/2/1998.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Π ΕΡΙ Ο ΙΚ Ο Ν Ο Μ ΙΑ Σ Τ Η Σ ΓΝ Ω ΣΗ Σ
«Κάτι πολύ ξεχωριστό έχει συμβεί στην αμερικανική οικονομία... Οι πρόσφατες καινοτομίες, ειδικά ο μι- κροεπεξεργαστής, το λέιζερ, οι οπτικές ίνες και οι δορυφορικές επικοινωνίες, έχουν ανυψώσει με δραματικό τρόπο τα δυνητικά κέρδη για όλα τα είδη εξοπλισμού που ενσωματώνουν ή χρησιμοποιούν τις νέες τεχνολογίες. Οι πρόοδοι στην Πληροφορική έχουν αρχίσει να τροποποιούν ριζικά την επιχειρηματικότητα και τον τρόπο με τον οποίο δημιουργούμε αξία».1
Μ’ αυτά τα λόγια ο Αλαν Γκρίνσπαν αποτύπωνε, ενώπιον του Κογκρέσου, την υπερφίαλη αισιοδοξία των ελίτ για τη δυναμική της τρίτης τεχνολογικής επανάστασης στην αμερικανική οικονομία. Γενικότερα, τη δεκαετία του ’90 η υποτιθέμενη στροφή από την κοινωνία της εργασίας στην κοινωνία της γνώσης απέκτησε τη στερεότητα αξιώματος της Ευκλείδειας Γεωμετρίας στην κυρίαρχη σκέψη.2 Στις πιο εκλαϊκευτικές εκδοχές της, προβάλλει ένας νέος, λαμπρός κόσμος στο κοντινό μέλλον, όπου λέξεις όπως οικοδόμος, χαλυβουργός, αγρότης, δάσκαλος θα φιλοξενούνται μόνο στα λεξικά, έχοντας δώσει τη θέση τους σε μηχανικούς δέρ
72 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ματος, προγραμματιστές γονιδίων, αρχιτέκτονες τεχνητής νοημοσύνης και ελεγκτές μηχανών Τιούρινγκ. Με κάποιο μαγικό τρόπο, ο κοινωνικός πλούτος εξαϋλώνεται και η σκέψη εκτοπίζει το φυσικό μόχθο. Παράλληλα, εξαϋλώνονται αμοιβαία -<5πως συμβαίνει, κάποιες φορές, με τα αντίθετα φορτισμένα σωματίδια του κβαντικού μικρόκοσμου- κεφάλαιο και εργασία, οι δύο πόλοι της αντίθεσης που σφράγισε τους δύο προηγούμενους αιώνες, δίνοντας τη θέση τους σε μια, αν όχι αταξική, πάντως μετακαπιταλι- στική κοινωνία. Ο σύγχρονος, ευέλικτος εργαζόμενος είναι ιδιοκτήτης του «ανθρώπινου κεφαλαίου» που βρίσκεται μέσα στο κεφάλι του, μάναιζερ της «Επιχείρησης ο Εαυτός μου».
Τα τεχνοκρατικά στερεότυπα άσκησαν σημαντική επίδραση και σε κριτικά ρεύματα αμφισβήτησης, όπως η αριστερή εκδοχή του μεταμοντέρνου.3 Αν όμως απέκτησαν γοητεία και σε χώρους αντικαπιταλιστικής αναζήτησης, αυτό το οφείλουν κυρίως στους Μαουρίτσιο Λατσαράτο4 και Αντόνιο Νέγκρι.5 Εκπρόσωποι ενός ρεύματος του ιταλικού μαρξισμού που έγινε γνωστό ως «εργατι- σμός» (operaismo) στο ζενίθ του παρατεταμένου ιταλικού «Μάη του ’68» (1968-1978), οι δύο συγγραφείς, και ιδίως ο Νέγκρι, εξελίχθηκαν σε ιδεολογικούς γκουρού μιας πτέρυγας των κινημάτων κατά της παγκοσμιοποίησης.6
Σε αδρές γραμμές, το θεωρητικό σχήμα του Νέγκρι, του συνεργάτη του, Μάικλ Χαρντ και του Λατσαράτο υποστηρίζει τα εξής: Ζούμε σε μια μεταβατική, μετακαπιταλιστική κοινωνία, με κύρια κινητήρια δύναμη την «άυλη» εργασία. Αυτή η κοινωνία δεν μπορεί να αναλυθεί με βάση την εργασιακή θεωρία της αξίας,7 η οποία είναι εντελώς ξεπερασμένη: Ο χρόνος εργασίας χάνει τη σημασία του ως μέτρο του κοινωνικού πλούτου. Οι παράγοντες που παίζουν καθοριστικό ρόλο σήμερα είναι ποιοτικοί και όχι ποσοτικοί - γνώση, δημιουργικότητα, φαντασία, επιθυμία, ελευ
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 73
θερία. Οι παραδοσιακοί διαχωρισμοί μεταξύ σωματικής και πνευματικής εργασίας, παραγωγής και κυκλοφορίας εξαλείφονται. Ο «μαζικός εργάτης» στο μεγάλο εργοστάσιο του βιομηχανικού καπιταλισμού υποκαθίσταται από τον «κοινωνικό εργάτη γνώσης», ένα είδος cyborg8 που σπάει τα δεσμά της αλυσίδας παραγωγής και αναπτύσσει μια «νέα υποκειμενικότητα», αναζητώντας την αυτοπραγμάτωσή του. Στη θέση του προλεταριάτου, προβάλλει το «πλήθος» (multitude) -νέοι, γυναίκες, μειονότητες, εργαζόμενοι, καταναλωτές κ.λπ - που με κάποιο μαγικό τρόπο συνενώνονται σε δύναμη μετάβασης προς τον «κομουνισμό».
Η πρώτη, οφθαλμοφανής πλάνη αυτού του ρεύματος είναι η εντελώς εξωπραγματική μεγέθυνση του ρόλου της «άυλης»9 οικονομίας στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Όσο σημαντική κι αν είναι η τρίτη τεχνολογική επανάσταση, παραμένει γεγονός ότι οι οδηγοί φορτηγών στις ΗΠΑ είναι περισσότεροι από τους κομπιουτεράδες κι ότι ο κύριος όγκος των κερδών, σε Αμερική και Ευρώπη κατά τη δεκαετία του ’90, δεν προήλθε από «αναλυτές συμβόλων», που υπολογίζονται γύρω στο 8% των απασχολούμενων, αλλά από κακοπληρωμένες θέσεις εξοντωτικής εργασίας. Ό τι σε παγκόσμια κλίμακα η βιομηχανική εργατική τάξη διευρύνεται, κυρίως χάρη στην ανάπτυξη των νέων βιομηχανικών χωρών της περιφέρειας - Κίνας, Ινδίας, Ανατολικής Ασίας, Βραζιλίας κ.ά. Ότι τρία δισεκατομμύρια άνθρωποι, σχεδόν ο μισός πληθυσμός της Γης, εξακολουθούν να απασχολούνται στην αγροτική οικονομία.10 Και ότι ο νέος κόσμος της άυλης και αόρατης οικονομίας αποδύεται σε τόσο παλαιομοδίτικα πράγματα όσο οι κρατικές μηχανορραφίες, τα πραξικοπήματα ή και οι αποικιοκρατικοί πόλεμοι για πετρέλαιο, φυσικό αέριο, ουράνιο, χαλκό, τις ξεπερασμένες πρώτες ύλες της «παλιάς» οικονομίας!
74 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝί
Σε αντίθεση με τα δημοσιογραφικά κλισέ, ο ρυθμός των επιστημονικών και τεχνολογικών αλμάτων επιβραδύνεται από τα μέσα της δεκαετίας του ’60“ και δεν μπορεί να συγκριθεί με εκείνον στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα - μια πραγματική κοσμογονία τόσο στο επίπεδο της θεμελιώδους επιστήμης (κβαντική φυσική, σχετικότητα, έλικα του DNA) όσο και σε εκείνο των τεχνολογικών εφαρμογών (χημική βιομηχανία, κινητήρας εσωτερικής καύσης, βιομηχανία πετρελαίου, τηλέφωνο, αεροπλάνο, ραντάρ, ραδιενέργεια, πενικιλίνη, αντιβιοτικά, ραδιόφωνο, τηλεόραση κ.ά.)·12 Τα τελευταία χρόνια, συμπτώματα κορεσμού εμφανίζονται και στη βιομηχανία της πληροφορικής,13 όπου οι καινούριοι μι- κροεπεξεργαστές και τα καινούρια πακέτα λογισμικού μόνο οριακά βελτιώνουν τα προϋπάρχοντα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι νέες τεχνολογίες, ιδίως στο πεδίο της πληροφορικής, παίζουν καταλυτικό ρόλο στη συνολική αναδιοργάνωση της παραγωγής και της κυκλοφορίας, από τον ψηφιακό τόρνο μέχρι το γραφείο και τους αυτόματους πωλητές. Μάλιστα, ο προσωπικός υπολογιστής θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως το πρώτο, καθολικό εργαλείο που επινόησε ο άνθρωπος μετά από τον τροχό. Προκειμένου να οδηγήσει, όμως, αυτή η τεχνολογική ανατροπή σε ένα νέο ιστορικό κύκλο δυναμικής και βιώσιμης ανάπτυξης, θα πρέπει να εκπληρώσει δύο βασικές προϋποθέσεις: Τη σταθερή και ισχυρή άνοδο στα κέρδη των επιχειρήσεων -κάτι που, όπως θα δούμε στη συνέχεια, δεν έχει συμβεί- και τη συστηματική διάνοιξη διεξόδων ως προς την παραγωγή και κατανάλωση νέων προϊόντων.
Η σύγκριση των νέων τεχνολογιών με την αυτοκινητοβιομηχανία, που αποτέλεσε τον κινητήρα του μεταπολεμικού καπιταλισμού, είναι καταλυτική. Η αυτοκινητοβιομηχανία δεν είναι μόνο ένας τεράστιος βιομηχανικός και καταναλωτικός κλάδος αυτός καθ’ εαυ
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 75
τόν, αλλά συνδέεται άμεσα με την ανάπτυξη της χαλυβουργίας, της βιομηχανίας πετρελαίου, της χημικής βιομηχανίας αλλά και με τις αστικές υποδομές (κατασκευή οδικών δικτύων, ανάπτυξη των προαστίων, ανέγερση κατοικιών, εσωτερικός τουρισμός). Υπολογίζεται ότι περίπου το 40% της ορμητικής οικονομικής ανάπτυξης στις τρεις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες προήλθε από την αυτοκινητοβιομηχανία και τον συνδεδεμένο με αυτήν κατασκευαστικό τομέα.14 Τα προϊόντα μαζικής κατανάλωσης της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών (προσωπικός υπολογιστής, κινητά τηλέφωνα, έγχρωμες τηλεοράσεις κ.α.) ωχριούν απελπιστικά στη σύγκριση με αυτούς τους δύο τομείς της «παλιάς» οικονομίας.
ΠΙΝΑΚΑΣ 1:
Οι δέκα μεγαλύτερες εη ιχειρψ εις ηαγκοομίως
A/A Εταιρεία Δραστηριότητες Τζίρος (εκ. $) Κέρδη (εκ. $)1 ExxonMobil Πετρέλαιο 339,938.0 36,130.02 Wal-Mart Stores Εμπόριο 315,654.0 11,231.03 Royal Dutch Shell Πετρέλαιο 306,731.0 25,311.04 BP Πετρέλαιο 267,600.0 22,341.05 General Motors Αυτοκινητο
βιομηχανία192,604.0 -10,567.0
6 Chevron Πετρέλαιο 189,481.0 14,099.07 DaimlerChrysler Αυτοκινητο
βιομηχανία186,106.0 3,536.0
8 Toyota Motor Αυτοκινητοβιομηχανία
185,805.0 12,119.0
9 Ford Motor Αυτοκινητοβιομηχανία
177,210.0 2,024.0
10 ConocoPhillips Πετροχημικά 166,683.0 13,529.0Πηγή: Fortune Global 500, 2006.
76 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι, όπως φαίνεται στον Πίνακα 1, το 2006, από τις δέκα μεγαλύτερες, ως προς τον συνολικό, ετήσιο τζίρο, επιχειρήσεις σε παγκόσμια κλίμακα, οι εννέα ανήκαν στο κύκλωμα αυτοκίνητο-πετρελαιο και μία στον κλάδο του εμπορίου και καμία στην «οικονομία της γνώσης».
Σπεύδουμε να προειδοποιήσουμε ότι η αξία των παραπάνω στοιχείων δεν πρέπει να υπερτιμηθεί. Στην κορυφή της επιχειρηματικής πυραμίδας οι «δεινόσαυροι» του συμπλέγματος αυτο- κίνητο-πετρέλαιο υπεραντιπροσωπεΰονται, γιατί χαρακτηρίζονται από πολΰ μεγάλη συγκέντρωση τόσο μηχανολογικού εξοπλισμού όσο και εργατικής δύναμης, κάτι που αντανακλάται και στη συνολική παραγόμενη αξία, άρα και στο συνολικό τζίρο. Όσο πηγαίνουμε πιο κάτω, οι επιχειρήσεις των νέων τεχνολογιών -ό πως και οι χρηματιστικές- πληθαίνουν, καθώς χαρακτηρίζονται από πολύ μεγαλύτερη εξοικονόμηση παγίου κεφαλαίου και εργατικής δύναμης. Έτσι, από τις 100 μεγαλύτερες επιχειρήσεις παγκοσμίως, οι 26 δραστηριοποιούνταν πρωτίστως (μια και πρέπει να παρθεί επίσης υπ’ όψιν ο πολυκλαδικός χαρακτήρας πολλών μονοπωλίων) στο κύκλωμα πετρέλαιο-αυτοκίνητο και 17 στις νέες τεχνολογίες πληροφορικής, μικροηλεκτρονικής, τηλεπικοινωνιών και βιοτεχνολογίας. Αν περιοριστούμε στις ΗΠΑ, ανάμεσα στις 100 μεγαλύτερες επιχειρήσεις βρίσκουμε 12 του κυκλώματος αυτοκίνητο-πετρέλαιο, 18 πληροφορικής-τηλεπικοινωνιών- μικροηλεκτρονικής και 7 βιοτεχνολογίας-φαρμάκων. Εν ολίγοις, αυτό που θέλαμε να υπογραμμίσουμε είναι ότι οι επιχειρήσεις των νέων τεχνολογιών, που περιγράφονται ως «οικονομία της γνώσης», αποτελούν μ ία από τις ηγεμονικές μερίδες του μονοπωλιακού κεφαλαίου στην εποχή μας και όχι τ ψ αποκλειστική ηγεμονική μερίδα του. Αλλά σ’ αυτό το σοβαρό ζήτημα θα επανέλθουμε.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 77
0 καπιταλιστικός δρόμος προς τον... κομουνισμό!
Τα ιδεολογήματα περί «Νέας Οικονομίας» δίνουν στη γνώση μαγικές «απελευθερωτικές» δυνατότητες, εξωραΐζοντας την κοινωνική πραγματικότητα. Ιδού πώς περιγράφουν οι Χαρντ και Νέ- γκρι την αθόρυβη μετάβαση στην «κομουνιστική» χειραφέτηση, που εξελίσσεται, κάτω από τα ανυποψίαστα μάτια μας, χάρη στην άυλη οικονομία:
«Η συνεργασία των παραγωγών γνώσης επιβάλλεται ανεξάρτητα από την οργανωτική ικανότητα του κεφαλαίου. Η συνεργασία και η υποκειμενικότητα της εργασίας βρίσκουν σημεία επαφής έξω από τον καπιταλιστικό μηχανισμό. Το κεφάλαιο εκφυλίζεται σε απλό μηχανισμό καταπίεσης, ένα φάντασμα, είδωλο. Γύρω από αυτό εξελίσσεται μια ριζοσπαστικά αυτόνομη διαδικασία αυτο- αξιοποίησης, που δεν αποτελεί απλά βάση για μια άλλη, δυνητική ανάπτυξη, αλλά εκπροσωπεί ήδη, πραγματικά, μια νέα κατάσταση πραγμάτων».15
Τι παράξενο που δεν έχουν αντιληφθεί αυτή την κοσμογονία όσοι ιδροκοπούν στα maquilas του Μεξικού, στα sweatshops του Βιετνάμ, στους ορυζώνες της Ινδονησίας, δηλαδή η μεγάλη πλειονότητα της παγκόσμιας εργατικής τάξης, που παράγει την τροφή, τα παπούτσια, τα ρούχα και τα αυτοκίνητα ενός κόσμου που δεν μπορεί να τραφεί, να ντυθεί και να μετακινηθεί μόνο με γνώσεις και σύμβολα!16 Δεν αντέχει κανείς στον πειρασμό να παραθέσει ένα εύστοχο απόσπα- σμα από την καυστική κριτική του φιλόσοφου Σέρτζιο Λέσα.17
«Για τους Νέγκρι, Χαρντ και Λατσαράτο, είναι ωσάν σε ολόκληρο τον κόσμο οι εργοδότες να βρέθηκαν σε πανικό εξαιτίας της
78 ΠΕΊ ΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
έλλειψης εργατών, οι οποίοι -την εποχή της «άυλης» εργασίας- δεν θα είχαν πια λόγο να δέχονται την καπιταλιστική εκμετάλλευση. Η εικόνα των σειρών των ανέργων, που γεννιούνται από μια διαδικασία απόσπασης υπεραξίας μέσω της υιοθέτησης νέων τεχνολογιών και μορφών δράσης, γι’ αυτούς τους συγγραφείς δεν είναι παρά η κληρονομιά μιας παλιάς και αρτηριοσκληρωτικής μαρξιστικής αριστερός, που νοσταλγεί την πειθαρχία του εργοστασίου και που, φυλακισμένη στις παλιές ιδέες, δεν κατορθώνει να συλλάβει την πραγματικότητα [...] Ελεύθεροι από αυτές τις παλιές προκαταλήψεις, οι συγγραφείς πετυχαίνουν να απο- καλύψουν την αλήθεια: Η ανεργία, για την ακρίβεια, ούτε καν υπάρχει. Εντελώς αντίθετα, οι εργαζόμενοι θα αρνούνταν τη δουλειά στο εργοστάσιο και θα διάλεγαν πάντα την άυλη εργασία. Ο αναγνώστης θα αισθανθεί σίγουρα πολύ ανακουφισμένος, πετυχαίνοντας τελικά να καταλάβει το πιο αξιοσημείωτο κοινωνικό φαινόμενο των τελευταίων δεκαετιών: Απελπισμένοι εργοδότες που προσφέρουν όλο και υψηλότερους μισθούς για να προσελ- κΰσουν εργαζόμενους, αφού υπάρχει έλλειψη, στις βιομηχανικές επιχειρήσεις τους».
Η λογική των Νέγκρι-Χαρντ στηρίζεται σε μια επιλεκτική, παραμορφωτική θεώρηση των αλλαγών στη σύγχρονη, καπιταλιστική επιχείρηση. Αν εξετάσουμε, για παράδειγμα, την πολυεθνική Nike και εστιάσουμε την προσοχή μας στους καλά αμειβόμενους «αναλυτές συμβόλων» που εργάζονται στο τμήμα έρευνας και ανάπτυξης της επιχείρησης (σχεδιαστές προϊόντων, γραφίσιες, κο- μπιουτεράδες, μάρκετινγκ, πωλήσεις κ.ά.), στις ΗΠΑ, μπορεί να φανεί λογικό το συμπέρασμα ότι «η καταπίεση των εργατών από τη μηχανοποιημένη, καπιταλιστική παραγωγή δεν είναι πλέον κεντρικό κοινωνικό ζήτημα».18 Ωστόσο, τα παπούτσια του παράγει
ΓΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΙΙΕ'ΓΑΣΜΑ 79
τελικά η Nike και, πιθανότατα, το μεγαλύτερο μέρος των κερδών της προέρχονται όχι τόσο από αυτούς τους «αναλυτές συμβόλων», αλλά από τους ανειδίκευτους και ανασφάλιστους εργάτες, πολλοί από τους οποίους είναι ανήλικα παιδιά, που δουλεύουν στα κάτεργα των Φιλιππινών και του Βιετνάμ, για 75 σεντς την ώρα. Το παράδειγμα είναι τυπικό για τη σύγχρονη, μεγάλη επιχείρηση που συνδυάζει τον Φάουστ με τον Μεφιστοφελή, το laptop με το εργασιακό κάτεργο, τη «γνώση» με τον ιδρώτα. Με μαρξιστικούς όρους, τη σχετική υπεραξία, που στηρίζεται στον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό της παραγωγής και την απόλυτη υπεραξία, που βασίζεται στη μείωση του μισθού και την επιμήκυνση του χρόνου εργασίας.19
Αυτό ισχύει και στον καθαυτό κλάδο της μικροηλεκτρονικής και της πληροφορικής. Σε κάθε αναλυτή συμβόλων που απασχολείται στα κεντρικά γραφεία έρευνας και ανάπτυξης της Motorola, στις ΗΠΑ, αντιστοιχούν χιλιάδες εργάτριες και εργάτες κάτω από το ζυγό της μονότονης, εντατικής, βιομηχανικής εργασίας στη Μαλαισία. Ακόμη και στις πιο αναπτυγμένες χώρες, το μεγαλύτερο μέρος των εργαζομένων στην «άυλη» οικονομία δεν θα αναγνώριζε τον εαυτό του στη «νέα υποκειμενικότητα», που «σπάει τα δεσμά του φορντικού20 εργοστάσιου και της αλυσίδας παραγωγής» για χάρη μιας δημιουργικής και ελεύθερης απασχόλησης.
Αντιθέτως, τα εκατομμύρια των απλών χειριστών ηλεκτρονικών υπολογιστών, που είναι καταδικασμένοι να χτυπάνε εκατοντάδες χιλιάδες φορές κάθε μέρα το πληκτρολόγιο, με εξοντωτικές νόρμες και υπό τη διαρκή απειλή της απόλυσης, αποτελούν χαρακτηριστικές ενσαρκώσεις του νέου, «ψηφιακού τεϊλορι- σμού»21 της εποχής μας. Η Microsoft χαρακτηρίζεται «βελούδινο κάτεργο» (velvet sweatshop) για τις συνθήκες εργασίας όχι μόνο
ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΓΑΝΤΙΝΟΥ
σχις θυγατρικές της στην Κίνα, αλλά και στις κεντρικές της εγκαταστάσεις, στο RedWest Campus, στο Σιάτλ. Μια πραγματική πόλη-επιχείρηση, όπου οι εργασιομανείς «αναλυτές συμβόλων» βυθίζονται σε συνθήκες τόσο πυρετικής και ολοκληρωτικής απασχόλησης, που θα τις ζήλευε και η Σοβιετική Ένωση στα χρόνια του σταχανοβισμοΰ, της «εθελοντικής» υπερεργασίας κατά την εντατική εκβιομηχάνιση, τις παραμονές του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.22
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του τομέα των νέων τεχνολογιών είναι η ταυτόχρονη επιμήκυνση του χρόνου εργασίας, η τάση για κατάργηση κάθε φραγμού ανάμεσα στον εργάσιμο και τον ελεύθερο χρόνο, από τη μια πλευρά, και η εντατικοποίηση της άντλησης σχετικής υπεραξίας με την αύξηση της παραγωγικότητας χάρη στην τεχνολογική καινοτομία, από την άλλη. Έτσι, πα- ρότι λαμβάνουν σχετικά καλύτερους μισθούς, τα τμήματα της υψηλά ειδικευμένης, πνευματικής μισθωτής εργασίας γίνονται αντικείμενο πολύ εντατικότερης από το μέσο όρο εκμετάλλευσης. Ανάμεσα στις συμπληγάδες του νέου τεϊλορισμού για τους ανειδίκευτους και μισοανειδίκευτους, και του νέου σταχανοβισμού για τους ειδικευμένους, αλκοολικούς της δουλειάς, δεν φαίνεται να υπάρχει Τρίτος Δρόμος προς την υποκειμενικότητα και τη δημιουργία. ί
Σε διαμετρική αντίθεση με τα διαδεδομένα στερεότυπα περί καθολικής «αποβιομηχάνισης», το πραγματικά ενδιαφέρον φαινόμενο που εξελίσσεται κάτω από τα μάτια μας είναι η ταχύτατη εκβιομηχάνιση της παραγωγής πληροφοριών. Το λογισμικό ηλεκτρονικών υπολογιστών αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Πακέτα λογισμικού όπως τα Windows ή το Microsoft Office πα- ράγονται περίπου όπως ένα αεροπλάνο Boeign ή Airbus. Η Microsoft διατηρεί τον κεντρικό σχεδίασμά και την τελική «συ
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ
ναρμολόγηση»-έλεγχο των επί μέρους «εξαρτημάτων», η παραγωγή των οποίων ανατίθεται, υπό μορφή υπεργολαβιών, οε άλλες εταιρείες. Τα επιμέρους προγράμματα-εξαρτήματα εφοδιάζονται εκ των προτέρων με ειδικούς κώδικες, ώστε να κρατηθεί εφτασφράγιστο το επιχειρηματικό μυστικό. Η παραγωγή αυτών των μικρών, δομικών μονάδων του τελικού προϊόντος δεν επα- φίεται στις δημιουργικές ιδέες των μεμονωμένων μηχανικών και τεχνιτών, αλλά οργανώνεται ανά ομάδες και «κύκλους ποιότητας», περίπου όπως η παραγωγή ενός κινητήρα της Toyota. Με τη σειρά τους, οι εταιρείες που παίρνουν τις υπεργολαβίες μπορούν να αναθέσουν μέρος της δουλειάς σε άλλες, μικρότερες. Ό σο κατεβαίνουμε την κλίμακα των υπεργολαβιών, η δουλειά γίνεται ακόμη περισσότερο άχαρη, πιεστική, συχνά ανασφάλιστη, μέχρι το επίπεδο του «ψηφιακού φασόν».23
Αν η εντατική εισαγωγή της πληροφορικής κατάφερε να ανοίξει όντως τεράστιες απελευθερωτικές δυνατότητες, αυτό δεν ήταν προς όφελος της μισθωτής εργασίας, αλλά του κεφαλαίου. Η κύρια οικονομική λειτουργία της έγκειται στο γεγονός ότι προσδίδει στον καπιταλισμό πολύ μεγαλύτερους βαθμούς ευλυγισίας, υ- περβαίνοντας τις «ακαμψίες» του προηγούμενου βιομηχανικού κύκλου, που χαρακτηρίστηκε από το φορντικό εργοστάσιο, την τε- ϊρολική οργάνωση της παραγωγής και το κεϊνσιανό «κοινωνικό κράτος».
Η πληροφορική διευκολύνει την ευλυγισία του κεφαλαίου με χίλιους δυο τρόπους: Στην ίδια την παραγωγική διαδικασία, καθώς σπάει τις άκαμπτες ιεραρχικές δομές του παραδοσιακού τεϊ- λορισμού και μειώνει τη συγκέντρωση εργαζομένων ανά εργασιακό χώρο. Επιπλέον, τροποποιεί το «χωροχρόνο» του κεφαλαί
82 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ου, διαλύοντας τη σύνδεση γεωγραφικής θέσης-χώρου παραγωγής και μειώνονονταςτη σημασία της άμεσης πρόσβασης σε πρώτες ύλες και δίκτυα μεταφοράς που είχαν πρωτεύοντα ρόλο στην εποχή του κλασικού, βιομηχανικού καπιταλισμού, με αποτέλεσμα τον μαρασμό των παραδοσιακών, βιομηχανικών πόλεων. Αλλά και στη σφαίρα του χρήματος και της πίστης, εφόσον πατώντας ένα πλήκτρο έχει κανείς τη δυνατότητα να μεταφέρει κεφάλαια από το ένα σημείο του πλανήτη σιο άλλο με την ταχύτητα του φωτός.
Ιδιαίτερης σημασίας χαρακτηριστικό της τρίτης τεχνολογικής επανάστασης είναι και το γεγονός ότι έχει την τάση να κάνει πιο φθηνά τα στοιχεία του μηχανολογικού εξοπλισμού, πράγμα που είναι ένας από τους πιο σημαντικούς παράγοντες που αντιστέκεται στην πτώση του ποσοστού κέρδους. Ή δη το 1929, ο Πολωνός μαρξιστής Χένρικ Γκρόσμαν24 σημείωνε ότι, επειδή οι κλάδοι όπου η εκμηχάνιση της παραγωγής έχει προχωρήσει πάρα πολύ (υψηλή «οργανική σύνθεση» κεφαλαίου) απαιτούν τεράστιες επενδύσεις για μηχανολογικό εξοπλισμό, τα μικρότερα κεφάλαια έχουν την τάση να διεισδύουν σε κλάδους που απαιτούν λιγότε- ρες μηχανές και περισσότερους εργάτες (χαμηλή οργανική σύνθεση). Ωστόσο, η χαμηλότερη οργανική σύνθεση βοηθά να ανορθωθεί το ποσοστό κέρδους. Στο παρελθόν, αυτή η τάση ήταν δευτερεύουσα, καθώς προσανατόλιζε τα μικρά κεφάλαια σε πιο καθυστερημένους, από τεχνολογική άποψη, κλάδους. Σήμερα, η πληροφορική προσφέρει τη δυνατότητα σε μικρότερα κεφάλαια να διεισδύσουν σε κλάδους υψηλής τεχνολογίας, που δεν χρησιμοποιούν λιγότερες, αλλά φθηνότερες μηχανές, διατηρώντας υψηλά περιθώρια κερδοφορίας.
Στις κεφαλαιώδεις αυτές αλλαγές, ουσιώδη συστατικά της νεοφιλελεύθερης μετάλλαξης, θα σταθούμε αναλυτικότερα σε επόμενα κεφάλαια του βιβλίου. Εδώ σημειώνουμε μόνο ότι τα μονα
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 83
δικά, για τον καπιταλισμό, πλεονεκτήματα της ψηφιακής τεχνολογίας εξηγούν το γεγονός ότι οι επενδύσεις σε υποδομές πληροφορικής ανέβηκαν από το 5% του συνόλου των επενδύσεων κεφαλαίου, το 1970, στο 42- 45% στο τέλος του 20ού αιώνα.25
Το τέλος του χρονομέτρου;
Απομένει, ωστόσο, αναπάντητο το βαθύτερο θεμέλιο πάνω στο οποίο οικοδομούνται όλα τα ρεύματα, της κατεστημένης και της κριτικής σκέψης, περί «άυλης οικονομίας»: Η θέση ότι οι μοναδικές ιδιότητες των νέων τεχνολογιών -πρωτίστως της πληροφορικής και της μικροηλεκτρονικής, αλλά και της μοριακής βιολογίας και της γενετικής- καθιστούν εκτός τόπου και χρόνου την εργασιακή θεωρία της αξίας, που θεωρεί το χρόνο εργασίας ως βασικό μέτρο της αξίας των εμπορευμάτων.2®
Η αμφισβήτηση δεν είναι καθόλου τετριμμένη. Από το λογισμικό Windows και την ψηφιακή μορφή της εγκυκλοπαίδειας Μ η μ τά η χα μέχρι τα DVD και τα τελευταία φάρμακα της μοριακής βιολογίας, τα προϊόντα των τεχνολογιών της γνώσης εμφανίζουν ορισμένες μοναδικές ιδιότητες. Πραγματικά, η αξία της πλη- ροφορίας-εμπορεύματος επηρεάζεται πολύ λίγο από την αξία του υλικού μέσου που αποτελεί το φορέα της (π.χ., οπτικός δίσκος, στην περίπτωση του λογισμικού ή του DVD, χημικό παρασκεύασμα, στην περίπτωση του φαρμάκου για το AIDS). Επιπλέον, η πληροφορία-εμπόρευμα δεν φθείρεται με τη χρήση της, σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις, όπως σε εγκυκλοπαίδειες του Διαδικτύου, μπορεί να εμπλουτίζεται. Έχει τη δυνατότητα να συμπιέζεται εύκολα και να μεταβιβάζεται ακαριαία από τη μία γωνία της Γης στην άλλη, χωρίς μεταφορικά έξοδα.27
84 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΓΑΝΤΙΝΟΥ
Σε τελική ανάλυση, αυτές οι ιδιομορφίες των νέων τεχνολογιών μπορούν να αναχθούν στην καταπληκτική ευκολία και το μηδαμινό κόστος αναπαραγωγής των «εμπορευμάτων γνώσης». Το κόστος παραγωγής σε μεγάλο βαθμό αφορά την έρευνα, το σχεδίασμά και την παραγωγή της αρχικής μήτρας. Από εκεί και πέρα, μπορεί κανείς να αναπαραγάγει εκατομμύρια αντίγραφα σχεδόν δωρεάν. Πώς μπορεί λοιπόν να επιμένει κανείς ότι τα τεράστια κέρδη του Μπιλ Γκέιτς από τα εκατομμύρια αντίγραφα της τελευταίας έκδοσης των Windows που πούλησε η Microsoft προέρχονται από το χρόνο εργασίας των εργατών και όχι από τις ιδέες, τη δημιουργικότητα των μηχανικών και επιστημόνων;
Πρώτα απ’ όλα, η πραγματική δυσκολία μέτρησης της αξίας ενός εμπορεύματος βάσει του χρόνου εργασίας δεν είναι κάτι το εντελώς καινούριο, αντιθέτως τροφοδότησε θεωρητικές διαμάχες ήδη κατά το 19ο αιώνα. Βεβαίως, η δυσκολία γίνεται πολύ μεγαλύτερη σήμερα λόγω του βαθέματος του κοινωνικού καταμερισμού εργασίας, καθώς στην παραγωγή ενός προϊόντος, όπως ένα αεροπλάνο της Airbus ή ένας προσωπικός υπολογιστής της IBM, εμπλέκονται χιλιάδες εργοστάσια και εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι, από την εξόρυξη ή κατασκευή των πρώτων υλών μέχρι τη συναρμολόγηση του τελικού προϊόντος, περνώντας από τον επιστημονικό σχεδιασμό και τον ποιοτικό έλεγχο. Ωστόσο, το ίδιο πρόβλημα, σε άλλη κλίμακα, είχε τεθεί στην εποχή του Μαρξ. Η λύση που έδωσε ο τελευταίος ήταν να καθορίσει την αξία του εμπορεύματος όχι βάσει της συγκεκριμένης εργασίας των εργατών στη βιομηχανική μονάδα που παράγει το τελικό προϊόν, αλλά βάσει της αφηρημένης, κοινωνικά αναγκαίας28 εργασίας του «συλλογικού εργάτη», του οποίου ο κάθε συγκεκριμένος εργάτης δεν αποτελεί παρά ένα μέλος.
Σήμερα, για τον υπολογισμό της αξίας ενός πακέτου λογισμι
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 85
κού της Microsoft πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν αφ’ ενός μεν τον κοινωνικά αναγκαίο χρόνο εργασίας σε ολόκληρο τον κλάδο της πληροφορικής, συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών που δουλεύουν υπεργολαβικά για λογαριασμό της Microsoft, αφ’ ετέρου δε την εργασία όλων εκείνων που παρήγαγαν τον ηλεκτρονικό-μη- χανικό εξοπλισμό της επιχείρησης. Με άλλα λόγια, η αξία δεν είναι «μέγεθος ουσίας» (όπως π.χ. η μάζα ενός υλικού σώματος στη Φυσική), αλλά «μέγεθος πεδίου» (όπως π.χ. η θερμοκρασία του ατμοσφαιρικού αέρα σε ένα δωμάτιο, η οποία προκύπτει ως στατιστικός μέσος όρος, εξαρτώμενη από τις ταχύτητες εκατομμυρίων μορίων που κινούνται διαρκώς σε ολόκληρο το δωμάτιο): Η αξία ενός εμπορεύματος που παράγεται στο σημείο Α μπορεί να αυξηθεί ή να ελαττωθεί από εξελίξεις στην παραγωγική διαδικασία που συμβαίνουν στο σημείο Β, το οποίο μπορεί να βρίσκεται χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά.29
Στη συνέχεια, οφείλουμε να συνυπολογίσουμε τον παράγοντα «τεχνολογικό μονοπώλιο». Σε διάκριση με το φυσικό μονοπώλιο, που στηρίζεται στην προνομιακή πρόσβαση σε μια φυσική πηγή -νερό, πρώτη ύλη, ενέργεια-το τεχνολογικό μονοπώλιο απορρέει από το προνόμιο μιας επιχείρησης να διαθέτει ανώτερη τεχνολογία από τις υπόλοιπες επιχειρήσεις του κλάδου. Το αποτέλεσμα είναι να ρίχνει το κόστος παραγωγής και να απορροφά πρόσθετη υπεραξία από τις υπόλοιπες επιχειρήσεις, που διαθέτουν χαμηλότερη τεχνολογία, εισπράττοντας την αντίστοιχη «τεχνολογική πρόσοδο».
Το τεχνολογικό μονοπώλιο είχε ήδη εμφανιστεί κατά το 19ο αιώνα. Εθεωρείτο όμως προσωρινό, καθώς οι ανταγωνιστικές επιχειρήσεις θα έριχναν σημαντικά κονδύλια για επενδύσεις στον τεχνολογικό εξοπλισμό τους και αργά ή γρήγορα θα έφταναν στο επίπεδο του πιο προηγμένου ανταγωνιστή τους. Στις συνθήκες
86 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
της τρίτης τεχνολογικής επανάστασης, η εξιοωτική αυτή διαδικασία δεν αναιρείται πλήρως, αλλά δυσκολεύει σε σημαντικό βαθμό. Εν πρώτοις, γιατί τα τεράστια κονδύλια που χρειάζεται να ε- πενδυθούν στον τομέα της έρευνας, με το ρίσκο μάλιστα να μην αποδώσουν ποτέ, δρουν αποθαρρυντικά. Έπειτα, γιατί από τη στιγμή που εμφανίζεται, το τεχνολογικό μονοπώλιο δημιουργεί έναν αυτοτροφοδοτούμενο ενάρετο κύκλο για τον κάτοχό του - και φαύλο κύκλο για τους ανταγωνιστές του: Αν και η μονόπώληση της συγκεκριμένης τεχνολογικής καινοτομίας είναι προσωρινή, τα συσσωρευμένα υπερκέρδη επιτρέπουν στην εταιρεία να βρίσκεται διαρκώς ένα βήμα μπροστά από τους ανταγωνιστές της στην εισαγωγή των επόμενων καινοτομιών. Το νερό τρέχει, αλλά το ποτάμι υπάρχει πάντα, όσο υπάρχουν βροχές.
Τέλος, οι απαιτήσεις συμβατότητας των χρηστών πληροφορικής που ανταλλάσσουν μεταξύ τους καθημερινά έγγραφα ή προγράμματα βοηθούν ένα λογισμικό, από τη στιγμή που κατά- φερε να εδραιωθεί στην αγορά, να παραμείνει κυρίαρχο, ακόμη και αν εμφανισθούν καλύτερα, ανταγωνιστικά προϊόντα στην αγορά. Αυτός είναι ο βασικός λόγος που τα Windows κυριαρχούν στο 90% της αγοράς ηλεκτρονικών υπολογιστών, παρότι είναι διαβόητα για τα τρομερά μειονεκτήματά τους έναντι, για παράδειγμα, του λογισμικού της Apple.30 Από τη στιγμή που εκατοντάδες εκατομμύρια χρηστών υπολογιστών ανταλλάσσουν κάθε μέρα έγγραφα Word, Excel κ.ά. που «τρέχουν» πάνω στα Windows, είναι πολύ δύσκολο να αλλάξουν λογισμικό.^ Ολοκληρωτική, σταχανοβίτικη εκμετάλλευση της σύνθετης,
υψηλής εκπαίδευσης, διανοητικής εργασίας. Εντατική, τεϊλορική εκμετάλλευση της ανειδίκευτης. Μονοπωλιακό υπερκέρδος στηριγμένο στην τεχνολογική πρόσοδο: Αυτά είναι τα κρυμμένα μυστικά της «Νέας Οικονομίας» και όχι η φαντασιακή «απελευθέ-'
ΊΌ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 87
ρωση των εργαζομένων της γνώσης από την τυραννία του χρονό- μετρου». Αν η εργασιακή θεωρία της αξίας ήταν όντως χρεοκοπημένη, αν ο χρόνος εργασίας δεν έπαιζε κανένα ρόλο στην παραγωγή του κοινωνικού πλούτου, αν οι αξίες των εμπορευμάτων και όλα τα οικονομικά μεγέθη ήταν «μη μετρήσιμα», όπως μας βεβαιώνουν οι γκουρού της «άυλης οικονομίας», τότε θα έπρεπε να δεχθούμε ότι οι καπιταλιστές και οι κυβερνήσεις τους ανά τον κόσμο βρίσκονται σε ομαδική παράκρουοη: Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς τη μανία να επιβάλουν τις πιο σκληρές νόρμες παραγωγής και να εντατικοποιήσουν όσο γίνεται περισσότερο την εργασία στις επιχειρήσεις του νέου, ψηφιακού τεϊλοριομού; Την πεισματική αντίδρασή τους στη μείωση του χρόνου εργασίας, στο 35ωρο, τον Τριακονταετή Πόλεμο του νεοφιλελευθερισμού ίσα ίσα για την «απελευθέρωση του ωραρίου», την παράταση του χρόνου εργασίας, την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης; Την αφιέρωση τόσων δυνάμεων στο όσο γίνεται πιο επιστημονικό μάνατζμεντ, στην κατάρτιση των ισολογισμών και προϋπολογισμών;
Αν υπάρχει κάποιος σπόρος αλήθειας σε όσα διαπιστώνουν οι θεωρητικοί της «Νέας Οικονομίας», αυτός βρίσκεται όχι στην υπέρβαση, αλλά στον κλονισμό τον νόμον της αξίας στις συνθήκες του ύστερου καπιταλισμού. Η εύκολη και σχεδόν δωρεάν αναπαραγωγή προϊόντων υψηλής τεχνολογίας, από το πακέτο λογισμικού μέχρι το τελευταίας γενεάς φαρμακευτικό μόριο, αποτελεί πραγματική νάρκη στα θεμέλια του καπιταλισμού. Το ίδιο συμβαίνει με τις επαναστατικές δυνατότητες του Διαδικτύου, που επιτρέπει τη δωρεάν πρόσβαση σε κάθε είδους πληροφορίες, χρηστικά βιβλία, εγκυκλοπαίδειες και λογισμικά, καθιστώντας αδικαιολόγητη, από κοινωνική άποψη, σπατάλη την πώλησή τους ως εμπο
88 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΙ ΑΝΤΙΝΟΥ
ρευμάτων. Ο Αντρέ Γκορζ βχει σ’ αυτό το σημείο δίκιο, όταν επισημαίνει ότι «ο καπιταλισμός της γνώσης είναι η ίδια η αντίφαση τον κα
π ιταλισμού·.^
Ακριβώς για να υπερβεί τις αντιφάσεις του και να επαναστα- θεροποιήσει τον κλονισμένο νόμο της αξίας, ο διεθνής καπιταλισμός αναγκάζεται να προσφεύγει, συστηματικά πλέον, στην εξω-
οικονομικη, πολιτική β ία . Αυτό εκφράζεται με τα δρακόντεια μέτρα εναντίον της «ψηφιακής πειρατείας», τις ομηρικές διαμάχες μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας για το εν λόγω θέμα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ), τη διαρκή σύγκρουση μεταξύ ιμπεριαλιστικής τριάδας (ΗΠΑ- Ευρωπαϊκής Ένωσης- Ιαπωνίας) και Τρίτου Κόσμου για τα πνευματικά δικαιώματα και τις πατέντες, την απαγόρευση, υπό τη δαμόκλειο σπάθη των οικονομικών κυρώσεων, της παραγωγής φθηνών αντιγράφων φαρμάκων εναντίον του ιού HI V (generics) από τις χώρες που θερίζονται από το AIDS. Κατά κάποιο τρόπο, ο διεθνής καπιταλισμός είναι αναγκασμένος να δημιουργήσει καινούριες «περιφραγμένες περιοχές» (enclosures), κατά το πρότυπο της άγριας, «πρωταρχικής συσσώρευσης κεφαλαίου»,32 να εμποδίσει την πρόσβαση των πολλών στις απελευθερωτικές δυνατότητες των νέων τεχνολογιών, προ- κειμένου ακριβώς να επιβάλει εκ νέου το νόμο της αξίας και να συντηρήσει την κερδοφορία του κεφαλαίου. Αυτή η οργανική ροπή προς την πολιτική βία είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την κατανόηση της τάσης προς ένα νέου είδους, «ολοκληρωτικό» καπιταλισμό, όπως θα δείξουμε στη συνέχεια.
Εν τέλει, τα ιδεολογήματα της «άυλης οικονομίας» δεν απο- τελούν απλά θεωρητική πλάνη. Στην καθαρά απολογητική και ε- ξωραϊστική, έναντι του συστήματος, εκδοχή εκφράζουν την έμμονη -και φυσικά ουτοπική- ιδέα των κυρίαρχων τάξεων να απαλλαγούν «οριστικά» από τις απειλές της ζωντανής εργασίας μέ
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 89
σω της νεκρής εργασίας των μηχανών. Στην περίπτωση των Λα- τσαράτο και Νέγκρι, μπορεί κανείς να διακρίνει το νήμα που τους συνδέει με τις αρχικές, ιδεολογικές αφετηρίες τους από την εποχή του ιταλικού «εργατισμού»: Πρόκειται για την παράδοση του «αβαντγκαρντισμού»,33 την εναπόθεση, δηλαδή, όλων των ελπίδων για κοινωνική αλλαγή στο εκάστοτε «πρωτοπόρο» τμήμα της μισθωτής εργασίας. Χθες, το εντόπιζαν στους βιομηχανικούς εργάτες της FIAT, σήμερα στους «αναλυτές συμβόλων» της Microsoft. Ωστόσο, μαζί με την κοινωνιολογική ήρθε και η πολιτική μετατόπιση από τον αριστερισμό της δεκαετίας του ’60 και του ’70 σε θέσεις που καταλήγουν να είναι ανοιχτός εξωραϊσμός της σημερινής τάξης πραγμάτων. Σε σημείο, μάλιστα, που οι Χαρντ και Νέγκρι να βλέπουν το δράμα εκατομμυρίων μεταναστών που ξεριζώνονται και ρισκάρουν τη ζωή τους πάνω σε άθλιες σχεδίες προσπαθώντας να διασχίσουν τον Ατλαντικό ή τη Μεσόγειο ως «αναζήτηση ελευθερίας» και έκφραση του «νομαδικού πόθου».34 Ή ακόμη και να βλέπουν τη μείωση των συνδικαλισμένων εργατοιν στις βιομηχανικές μητροπόλεις ως θετικό φαινόμενο, αποτέλεσμα χειραφέτησης της «νέας υποκειμενικότητας» από τις γραφειοκρατικές, ιεραρχικές δομές - γεγονός που, κατά τους συγγραφείς, αναγορεύει το αμερικανικό προλεταριάτο στο πιο ισχυρό και φωτισμένο του κόσμου, στο βαθμό που, «απελευθερωμένο» από τα ιεραρχικά συνδικάτα, πραγματώνει σε μεγαλύτερο βαθμό την «αυτονομία» του!33
Το ψηφιακό κραχ
Η στιγμή της αλήθειας ήρθε, για την «οικονομία της γνώσης», στις αρχές του 2000, με το κραχ των επιχειρήσεων υψηλής τε
90 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
χνολογίας στη Γουόλ Στριτ. Δεν ήταν η πρώτη φορά που η μεθυστική ευφορία από την ανάπτυξη ενός νέου τεχνολογικού κλάδου έδινε τη θέση της στην οδυνηρή αφύπνιση.
Την περίοδο 1844-1848 η Βρετανία, μόνη υπερδύναμη του κόσμου, κατελήφθη από αυτό που θα έμενε στην ιστορία ως «η μανία των σιδηροδρόμων» (Railway Mania). Η επανάσταση των μεταφορών, που έπαιζε τεράστιο ρόλο στον προηγούμενο ιστορικό κύκλο καπιταλιστικής διεθνοποίησης, εξελισσόταν με φρενήρεις ρυθμούς. Καθώς καθένας μπορεί να φτιάξει μια σιδηροδρομική γραμμή χωρίς την άδεια της πολιτικής εξουσίας, οι επενδυτές ρίχνονται με πάθος σε έναν πυρετικό αγώνα δρόμου. Η οργιαστική ανάπτυξη προκαλεί αλματώδη άνοδο των μετοχών στο χρηματιστήριο, με αποτέλεσμα οι επενδυτές να ρίχνουν ολοένα και μεγαλύτερα κεφάλαια στην αγορά σιδηροδρόμων δημιουργώντας μια «φούσκα» που μεγάλωνε με ρυθμούς γεωμετρικής προόδου. Στο απόγειο του κύκλου, το 1846, δημιουργήθηκαν πάνω από 1.200 νέες επιχειρήσεις του κλάδου μέσα σε λίγους μήνες. Ασθμαίνοντας πίσω από την ουρά των γεγονότων, η Βουλή των Κοινοτήτων πέρασε την ίδια χρονιά 272 νομοθετικές πράξεις για τις νέες επιχειρήσεις.
Ώσπου ήρθε το αναπόφευκτο κραχ. Ο κερδοσκοπικός πυρετός υποχώρησε απότομα το 1848, ρίχνοντας τη Μεγάλη Βρετανία στη δίνη μιας τραυματικής οικονομικής κρίσης με αντίκτυπο σε ολόκληρη την Ευρώπη. Μετά από λίγους μήνες, είχαν επιβιώσει μόλις είκοσι μεγάλες επιχειρήσεις, που εξαγόρασαν κοψο- χρονιά τις εκατοντάδες χρεοκοπημένες, σε έναν από τους πιο απότομους κύκλους συγκεντροποίησης του κεφαλαίου που είχε γνωρίσει η χώρα.10
Ενάμιση αιώνα αργότερα, η ιστορία επαναλαμβάνεται σε νέο σκηνικό. Στη θέση της Βρετανίας, η διάδοχός της στο ρόλο της μό
ΓΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΙΙΕΤΑΣΜΑ 91
νης, παγκόσμιας υπερδύναμης, σι ΗΠΑ. Στη θέση των σιδηροδρόμων, οι επιχειρήσεις τηλεπικοινωνιών και Διαδικτύου, αιχμή της τρίτης τεχνολογικής επανάστασης. Όπως δείχνει το Γράφημα4, η περίοδος 1995-2000 είδε τις τιμές των μετοχών να εκτοξεύονται στα ουράνια, με κύριο μοχλό τις επιχειρήσεις νέας τεχνολογίας. Ο δείκτης Nasdaq του αμερικανικού χρηματιστηρίου, που αφορά τις επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας, παρέσυρε στην τρελή κούρσα του το δείκτη Dow Jones, βαρόμετρο της οικονομικής δραστηριότητας στο σύνολό της. Η δυναμική ανάπτυξη της εικονικής οικονομίας παρέσυρε και την πραγματική σε έναν ενάρετο κύκλο, παρότι την ίδια πενταετία το μέσο ποσοστό κέρδους στον κατασκευαστικό τομέα κινούνταν σε καθοδική τροχιά.37 Όλοι οι οικονομικοί νόμοι φαίνονταν να μην ισχύουν πια, καθώς η φούσκα εμφανιζόταν ικανή να παράγει πλούτο σε πείσμα της καχεξίας της πραγματικής, παραγωγικής βάσης της οικονομίας.
ΓΡΑΦΗΜΑ 4:
ΗΠΑ: Διακύμανση τον δείκτη S tandard iff Poors 5 0 0
(σε σταθερές τιμές), 1 9 2 2 -2 0 0 2
Πηγή: Dominique Plihon, U nouveau capitalism.
92 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Η φούσκα έσκασε τελικά στις αρχές του 2000, όταν εκδηλώθηκαν τα πρώτα σημάδια επιβράδυνσης της πραγματικής οικονομίας. Οι επενδυτές άρχισαν να πουλάνε μετοχές επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας συνειδητοποιώντας ότι δεν θα μπορούν να συντηρούν για πολύ ακόμη τα αφύσικα κέρδη τους. Τον Μάρτιο του ίδιου έτους, εκδηλώθηκε η πιο δραματική κατάρρευση χρηματιστηριακών αξιών στις ΗΠΑ από το μεγάλο κραχ του 1929. Στους επόμενους δώδεκα μήνες, ο Nasdaq έπεσε κατά 57%. Οι μετοχές των επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας έχασαν περισσότερο από το μισό της αξίας τους - αυτό είναι το περίφημο e-krach, που απεικονίζεται στο Γράφημα 4. Η πασίγνωστη Yahoo, η πλέον δημοφιλής ως τότε εταιρεία-«ξεναγός» του Διαδικτύου, είδε τη μετοχή της να χάνει το 80% της αξίας της μέσα σε δέκα μήνες. Η μεγαλύτερη εταιρεία πωλήσεων μέσω Διαδικτύου, η Amazon, έκλεισε το 2000 με αστρονομικές ζημιές και απέλυσε το 15% του προσωπικού της. Εξίσου δραματική ήταν η κατάρρευση της «Νέας Οικονομίας» στην Ευρώπη.
Είχε έρθει η ώρα όπου ο «ενάρετος» κύκλος της προηγουμέ- νης περιόδου θα μετατρέπονταν σε φαύλο. Ο Nasdaq παρέσυρε σε ελεύθερη πτώση τον Dow Jones, η εικονική οικονομία την πραγματική. Μέσα στο 2000, λόγω της κατάρρευσης των μετοχών εξανεμίστηκαν 4,2 τρις δολάρια μόνο στην Αμερική. Το ποσό αυτό αντιστοιχούσε στο 42% του αμερικανικού ΑΕΠ και στο 12% των συνολικών περιουσιακών στοιχείων των αμερικανικών νοικοκυριών.3'*
Ό πως συνέβη και στη «Μανία των Σιδηροδρόμων», η κρίση που διαδέχθηκε τη φούσκα είχε ως αποτέλεσμα έναν ιστορικό γύρο συγκεντροποίησης του κεφαλαίου. Οι πιο αεριτζίδικες επιχειρήσεις νέων τεχνολογιών έκλεισαν και οι πιο αδύνατες από τις υπόλοιπες εξαγοράστηκαν κοψοχρονιά από τις ισχυρότερες. Ο το
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 93
μέας παροχής υπηρεσιών μέσω Διαδικτύου συγκεντρώθηκε εν πολλοίς σε τρία πολυεθνικά μονοπώλια: Την αμερικανική AOL- Time Warner, τη γαλλική Vivendi International και τη γερμανική Bertelsmann. Αποτέλεσμα ήταν να καταρρεύσει ο ιδεολογικός μύθος που συμπυκνώθηκε στο σύνθημα “sm all is beautiful" (το μικρό είναι όμορφο), και που υποστηρίζει ότι οι νέες τεχνολογίες, ειδικά της πληροφορικής, δίνουν τη δυνατότητα στις επινοητικές, μικρές «επιχειρήσεις γνώσης» να αψηφούν τα τεράστια μεγέθη των βιομηχανικών «δεινοσαύρων». Μαζί με τις χρηματιστηριακές φούσκες, έσκασαν και οι ιδεολογικές σαπουνόφουσκες και το σωστό σύνθημα στήθηκε ξανά στη θέση του: B ig is powerful
- Το μεγάλο είναι και το ισχυρό!
Αυτοματοποίηση και «Το Τέλος της Εργασίας»
Ελάχιστα βιβλία της δεκαετίας του 1990 για τις τάσεις του σύγχρονου καπιταλισμού είχαν τόσο ευρύ αντίκτυπο όσο το έργο του Τζέρεμι Ρίφκιν Το Τέλος της Ε ργασ ία ς}9 Ο Αμερικανός συγγραφέας υιοθετεί κριτική στάση απέναντι στις εξωραϊστικές θεωρίες περί «άυλης οικονομίας», στηλιτεύοντας την παγκόσμια κοινωνική πόλωση ανάμεσα στις προνομιούχους νησίδες του τομέα υψηλών τεχνολογιών και στους ωκεανούς ανεργίας, φτώχειας και προλεταριοποίησης. Στην προσπάθειά του, ωστόσο, να καταπολεμήσει ένα μύθο, δεν αποφεύγει να πέσει στην αγκαλιά ενός άλλου.
Κεντρική θέση του Ρίφκιν είναι ότι, για πρώτη φορά στην Ιστορία του πολιτισμού,
«η ανθρώπινη εργασία εξαλείφεται συστηματικά από τη διαδικασία της παραγωγής. Μέσα σε λιγότερο από έναν αιώνα η “μα
94 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ζική” εργασία στον τομέα της αγοράς πρόκειται κατά πάσα πιθανότητα να εκλείψει σε όλα σχεδόν τα βιομηχανοποιημένα έθνη του κόσμου [...] Έξυπνες μηχανές αντικαθιστούν ανθρώπους στην εκτέλεση αμέτρητων καθηκόντων, αναγκάζοντας εκατομμύρια υπαλλήλους και εργάτες να συνωστίζονται στα ταμεία ανεργίας ή, ακόμη χειρότερα, σε ουρές συσσιτίων».40
Κατά τον Ρίφκιν, η εξέλιξη αυτή επωάζει μια καθολική κρίση και θέτει στην ανθρωπότητα το καθήκον να προετοιμαστεί για τη μετάβαση σε μια «μετά την αγορά» εποχή όπου η εργασία δεν θα είναι ο κύριος άξονας της δημιουργίας αξίας και του ίδιου του πολιτισμού.41
Στηριγμένη σε μια γλαφυρή, αλλά μάλλον δημοσιογραφικού χαρακτήρα πραγμάτευση, η κεντρική ιδέα του Ρίφκιν δεν είναι καινοφανής. Η θέση ότι «στην κοινωνία της εργασίας, η εργασία εξαντλείται» διατυπώθηκε πριν από κάμποσες δεκαετίες από την Χάνα Άρεντ και αργότερα από τον Ραλφ Ντάρεντορφ.42 Αν απέκτησε ιδιαίτερη απήχηση τελευταία, αυτό το οφείλει κυρίως στο φαινόμενο της μαζικής, δομικής ανεργίας, της ανάπτυξης χωρίς δημιουργία θέσεων απασχόλησης που χαρακτηρίζει τον καπιταλισμό της νεοφιλελεύθερης απορρύθμισης. Το σφάλμα του Ρίφ- κιν δεν είναι, βέβαια, η σημασία που δίνει σ’ αυτό το μείζον κοινωνικό πρόβλημα της εποχής μας. Είναι το γεγονός ότι, αντί να το δει ως αποτέλεσμα συσχετισμών δύναμης που προέκυψαν από την πάλη των τάξεων και που μπορούν να ανατραπούν από αυτήν, το αντιμετωπίζει υπό το πρίσμα ενός τεχνοκρατικού ντετερμινισμού, καταλήγει να το θεωρεί μη αντιστρεπτό και το προβάλλει στο μέλλον μέχρι την ακραία απόληξή του, την ολοκληρωτική εξάλειψη της μισθωτής εργασίας.
Ασφαλώς, ο Ρίφκιν δεν θα ισχυριζόταν ποτέ ότι η τάση υπο
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ
κατάστασης εργαζομένων από μηχανές αποτελεί ιδιομορφία της εποχής μας. Ή δη από το 19ο αιώνα, η εκμηχανισμένη, μεγάλη βιομηχανία αποσπά πλήρως τον εργαζόμενο από τα εργαλεία παραγωγής και αντικαθιστά τον εργάτη- τεχνίτη με τον εργάτη- γρανάζι της μηχανής,43 κάτι που τόσο εύστοχα αποθανατίζεται στην ταινία του Τσάρλι Τσάπλιν Μοντέρνοι Καιροί.
Εξαρχής η εισαγωγή των μηχανών ήταν όχι απλά τεχνοκρα- τική διαδικασία, αλλά ισχυρό όπλο των εργοδοτών εναντίον των εργατών για δύο κυρίως λόγους: Αφ’ ενός μεν, γιατί αφαιρούσε από την εργατική δύναμη τις δεξιότητες που έκαναν αναγκαίο τον τεχνίτη, μεταβιβάζοντάς τες στις μηχανές, αφ’ ετέρου δε, γιατί αποδυνάμωνε την εργατική τάξη μέσω των απολύσεων και της ανεργίας, που δημιουργούν το «βιομηχανικό εφεδρικό στρατό». Από εδώ και το μαχητικό ρεύμα του λουδιτισμού, που αναπτύχθηκε ήδη από τη δεκαετία του 1810 στη Βρετανία, τη Γαλλία και αλλού, συνδυάζοντας την απεργία και τη μαζική διαμαρτυρία με μορφές βιομηχανικού σαμποτάζ καταστροφής των μηχανών.44 Σε πανεθνικό επίπεδο, όμως, η εκμηχάνιση της παραγωγής όχι μόνο δεν μείωνε, αλλά μεγέθυνε σημαντικά τη συνολική βιομηχανική απασχόληση, καθώς η ανάπτυξη του κλάδου κατασκευής μηχανών και η επέκταση της βιομηχανίας εις βάρος της γεωργίας ισοστάθμιζαν και με το παραπάνω τις απώλειες θέσεων εργασίας.45
Ο Ρίφκιν δέχεται ότι όλα αυτά ήταν τελείως σωστά για την εποχή της μετάβασης από την αγροτική στη βιομηχανική κοινωνία, όπως και για την περίοδο 1950-1980, την οποία περιγράφει ως μετάβαση από τη βιομηχανική κοινωνία στην «κοινωνία των υπηρεσιών». Κάθε φορά, ένα κύμα τεχνολογικής επανάστασης ε- ξοστρακίζει απασχολούμενους σε έναν παραγωγικό κλάδο, αλλά μόνο για να τους εντάξει σε έναν άλλο. Ο συγγραφέας ισχυρίζε
96 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ'
ται, ωστόσο, ότι αυτό δεν ισχύει πια και ακόμη περισσότερο δεν θα ισχύει στο μέλλον. Ενώ η πληροφορική εκτοπίζει εργαζόμενους από όλους τους κλάδους της μεταποίησης και των υπηρεσιών, ου- δείς καινούριος κλάδος με μεγάλη δυνατότητα δημιουργίας θέσεων εργασίας δημιουργείται σε αντιστάθμισμα. Το τέλος της εργασίας θα έρθει όταν ο τελευταίος εργαζόμενος στις υπηρεσίες α- ντικατασταθεί από την τελευταία αυτόματη ταμειολογιστική μηχανή (ATM).·16
Το πρώτο, προβληματικό σημείο στην ανάλυση του Ρίφκιν είναι ότι υιοθετεί άκριτα την τριχοτόμηση της οικονομικής δραστηριότητας σε αγροτική οικονομία (πρωτογενής τομέας)-βιο- μηχανία (δευτερογενής)-υπηρεσίες (τριτογενής). Δεν είναι, βέβαια, ο μόνος. Οι μεγαλύτερες στατιστικές υπηρεσίες στον κόσμο, όπως το Γραφείο Εργασίας στις ΗΠΑ, ακολουθούν αυτή την ταξινόμηση, καθιστώντας πολύ δύσκολη την κριτική θεώρηση των εμπειρικών δεδομένων. Η μέθοδος αυτή ορίζει το νεφελώδη τομέα των υπηρεσιών όχι θετικά, αλλά αρνητικά, υπάγοντας σ’ αυτόν οποιαδήποτε δραστηριότητα δεν διεξάγεται στο χωράφι ή στο εργοστάσιο - από τις μεταφορές και τις τηλεπικοινωνίες μέχρι το εμπόριο, την πίστη και τον τουρισμό. Ξεκινώντας από αυτή την αφετηρία, δεν είναι δύσκολο να «τεκμηριώσει» κανείς τις τάσεις αποβιομηχάνισης, τριτογενοποίησης, μετάβασης στην κοινωνία των υπηρεσιών κ.ο.κ.
Η σχετική βιβλιογραφία γύρω από αυτές τις έννοιες είναι αχανής και η ανασκευή τους ξεφεύγει από τα περιθώρια αυτού του βιβλίου.47 Σημειώνουμε απλώς ότι αρκετοί τομείς που συνήθως πε- ριγράφονται ως «υπηρεσίες» ανήκουν στη σφαίρα της παραγωγικής εργασίας -π .χ. μεταφορές, τμήμα των τηλεπικοινωνιών, αποθήκες·, ενώ εντελώς χαρακτηριστικό φαινόμενο του ύστερου καπιταλισμού είναι η εκβιομηχάνιση μέρους των υπηρεσιών, ό
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 97
πως της ιδιωτικής εκπαίδευσης και της υγείας. Επιπλέον, η υπαρκτή υπερδιόγκωση υπηρεσιών στις ιμπεριαλιστικές μητρο- πόλεις είναι συχνά φαινόμενο όχι εκσυγχρονισμού, αλλά παρασιτισμού48 (π.χ., η μεγέθυνση της διαφήμισης) και συνοδεύεται από την ανάπτυξη της μεταποίησης στις νέες βιομηχανικές χώρες της περιφέρειας (Νότια και Ανατολική Ασία, Ανατολική Ευρώπη, Βραζιλία, Μεξικό κ.α.). Τέλος, η μονοδιάστατη αντίληψη της αποβιομηχάνισης αγνοεί τις δυνατότητες ανάπτυξης νέων βιομηχανικών κλάδων στα ίδια τα μητροπολιτικά κέντρα, π.χ. γύρω από τις νέες τεχνολογίες της μοριακής βιολογίας, τα οικολογικά τρόφιμα ή τις ανανεώσιμες μορφές ενέργειας, που ήδη αποκτούν σημαντικό ειδικό βάρος.
Οι αντιφάσεις της τρίτης τεχνολογικής επανάστασης
Παραμένει ωστόσο γεγονός ότι η τρίτη τεχνολογική επανάσταση συνοδεύεται από μια καινούρια, άκρως σημαντική τάση που δεν χαρακτήριζε τις προηγούμενες. Οι τεχνολογίες της ρομποτικής και της πληροφορικής καθιστούν για πρώτη φορά δυνατή όχι μόνο την ημιαυτόματη παραγωγή αγαθών, με συνδυασμό μηχανών και μονότονης χειρωνακτικής εργασίας, αλλά την πλήρη αυτοματοποίηση, με έναν πολύ μικρό αριθμό εργαζομένων-απλών ελεγκτών ηλεκτρονικά προγραμματισμένων, αυτόματων μηχανών. Η τάση αυτή και οι δραματικές επιπτώσεις της αναλύονται διεισδυτικά από τον Ερνέστ Μαντέλ στο κλασικό έργο του 0 Ύστε
ρος Καπιταλισμός.49
Όπως σημειώνει ο Μαντέλ, στους τομείς που λειτουργούν υπό συνθήκες πλήρους αυτοματοποίησης «παύει να αυξάνει η παραγωγή απόλυτης ή σχετικής υπεραξίας και η βασική τάση του
ΠΕΊ ΡΟ Ι ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
καπιταλισμού αντιστρέφεται: Στους τομείς αυτούς δεν παράγε- ται σχεδόν καμία υπεραξία πλέον. Το ούνολο του κέρδους, που ιδιοποιούνται όσες εταιρείες δρουν σε αυτούς τους κλάδους, βγαίνει από τους μισοαυτοματισμένους ή τους μη αυτοματισμένους κλάδους». Με άλλα λόγια, οι κλάδοι της πλήρους αυτοματοποίησης απομυζούν υπεραξία που παράγεται από τους υπόλοιπους.
Με τη σειρά τους, οι κλάδοι που για οποιονδήποτε λόγο δεν μπορούν να περάσουν σε συνθήκες πλήρους αυτοματοποίησης δεν έχουν άλλο τρόπο να αντισταθμίσουν το φόρο υποτέλειας στους πιο προηγμένους κλάδους από την πιο ληστρική, εντατική εκμετάλλευση των δικών τους εργατών. Έτσι, αν η πρώτη και η δεύτερη τεχνολογική επανάσταση τροφοδότησαν το πέρασμα από τον «άγριο» καπιταλισμό της απόλυτης υπεραξίας στον «επιστημονικό» καπιταλισμό της σχετικής υπεραξίας, η τρίτη τεχνολογική επανάσταση εν μέρει καρκινοβατεί: Η εντατικοποίηση της απόσπασης σχετικής υπεραξίας, με την εισαγωγή νέων μηχανών και μεθόδων οργάνωσης της παραγωγής σε ένα τμήμα της οικονομίας, συνοδεύεται από την επιστροφή στις πιο πρωτόγονες μορφές άντλησης και της τελευταίας διαθέσιμης σταγόνας απόλυτης υπεραξίας στο άλλο τμήμα. Αλλη μια φορά, το πιο «νέο» βαδίζει αγκαλιά με το πιο «παλιό», το laptop και ο ψηφιακός, αυτόματος τόρνος προϋποθέτουν τη μουτζούρα και τον ιδρώτα. Ο 21ος αιώνας δεν μπορεί να ξεκολλήσει από τη σκιά του, από την εποχή του Ντίκενς.
Εν τέλει, οι καπιταλιστές από τη μία πλευρά ωθούνται, λόγω του ανταγωνισμού, στην απόλυτη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, τη διαρκή ανατροπή των τεχνικών όρων της παραγωγής και από την άλλη αναγκάζονται να φρενάρουν την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, ώστε να τις υποτάσσουν στην κερδοφορία του κεφαλαίου. Έκφραση αυτής της αντίθεσης είναι και η πολύ χαρακτηριστική για το μονοπωλιακό καπιταλισμό τάση των
ΤΟ ΧΡΥΣΟ IIAPAIIEI AIMA
μεγάλων επιχειρήσεων να στέλνουν σε «χωματερές επιστημονικών ανακαλύψεων» καινοτομίες που δεν εξυπηρετούν τη μεγιστοποίηση του κέρδους ή να αγοράζουν πατέντες μόνο και μόνο για να μην επιτρέψουν την εφαρμογή τους. Ό πω ς αναφέρει ο Αντρέ Γκορζ, ήδη το 1938 τα εργαστήρια της Philips κατασκεύασαν ηλεκτρικό λαμπτήρα με την εκπληκτική διάρκεια ζωής των 100.000 ωρών και με πολύ χαμηλό κόστος. Αλλά οι υπεύθυνοι της εταιρείας αποφάσισαν να αφήσουν στα αζήτητα την εφεύρεση, μια και θα μείωνε τον τζίρο τους, και προτίμησαν να διαθέσουν τα σχετικά κονδύλια για την παραγωγή άλλων λαμπτήρων, με μόλις 1.000 ώρες ζωής.50 Στα τέλη Ιουνίου του 2006, προκάλεσε σάλο ένα ντοκιμαντέρ που προβλήθηκε σε αμερικανικούς κινηματογράφους με τίτλο Ποιος οκότωοε το ηλεκτρικό αυτοκίνητο; Ενώσεις καταναλωτών, δημοσιογράφοι και ακτιβιστές κατήγγειλαν ότι η αυτοκινητοβιομηχανία General Motors και οι «πετρελαιάδες», σε κοινό μέτωπο, σαμποτάρισαν επίτηδες το πειραματικό, ηλεκτρικό αυτοκίνητο EV1 και άλλα μοντέλα αυτοκινήτων με μηδενική εκπομπή ρύπων, εκτιμώντας ότι θα έβλαπτε σοβαρά τα συμφέροντά τους.51
Τι θα ουμβεί, λοιπόν, αν υποθέσουμε, όπως κάνει ο Ρίφκιν, ότι οι πλήρως αυτοματισμένοι κλάδοι αποκτήσουν αποφασιστικό ρόλο στο σύνολο της οικονομίας; Αναπόδραστη συνέπεια θα είναι να αρχίσει να μειώνεται η συνολική μάζα της παραγόμενης υπεραξίας, δηλαδή του συνολικού όγκου του κέρδους που έχουν να μοιραστούν οι εργοδότες. Ο μόνιμος εξοστρακισμός από την εργασία διαρκώς αυξανόμενου αριθμού μισθωτών θα μειώσει τη συνολική δυνατότητα κατανάλωσης, που δεν μπορεί να αντισταθμιστεί από την κατανάλωση ειδών πολυτελείας μιας μικρής, προνομιούχου μειονότητας. Προϊόντα θα μένουν απούλητα στα ράφια και τις αποθήκες, ενώ εκατομμύρια ανέργων μάταια θα ψάχνουν για δουλειά. Προφανώς, μια τέτοια κατάσταση πραγμάτων είναι μη βιώ
100 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
σιμη, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά. Γι’ αυτό ο σύγχρονος καπιταλισμός, από ένα σημείο και υστέρα, είναι αναγκασμένος να φρενάρει την πλήρη αυτοματοποίηση, επιστρέφοντας στην υ- περεκμετάλλευση των πιο αδύναμων εργατικών στρωμάτων, ιδίως των νέων, των γυναικών και των μεταναστών.
Το συμπέρασμα είναι ότι ο καπιταλισμός, προωθώντας την αυτοματοποίηση, φτάνει στο σημείο όπου αδυνατεί να αυξάνει ταυτόχρονα το εργατικό μεροκάματο και το συνολικό όγκο της πα- ραγόμενης υπεραξίας. Το δίλημμα τίθεται με οξύ τρόπο: Είτε θα πρέπει να ακρωτηριάζονται συστηματικά και για απροσδιόριστα μακρύ διάστημα οι εργατικές απολαβές και ο συνολικός «κοινωνικός μισθός», πράγμα που προϋποθέτει κάποιου είδους απολυταρχική εκτροπή ή διαρκή πολεμική κατάσταση. Είτε θα αναζη- τηθούν προσωρινές διέξοδοι στη διόγκωση των παρασιτικών τομέων -π.χ. στρατιωτικές δαπάνες, είδη πολυτελείας- και στον εκ- μηδενισμό μεγάλου μέρους των υπαρκτών παραγωγικών δυνάμεων, μέσω πολέμων, περιβαλλοντικών καταστροφών, οικονομικών κρίσεων κ.ά., ώστε να ξαναρχίσει, πάνω από «καμένη γη», ένας νέος κύκλος δυναμικής ανάπτυξης. Υπό αυτό το πρίσμα, η νεοφιλελεύθερη αποδόμηση του «κοινωνικού κράτους» τις δύο τελευταίες δεκαετίες αποτέλεσε μόνο τον πρόλογο σε μια πολύ ευρύτερη, μακρόχρονη και ιστορικής σημασίας αντιδραστική εκστρατεία.
Σημειώσεις
1. “Τestimony of Chairman Alan Greenspan before the Joint Economic Committee, US Congress: Monetary Policy and Economic Outlook”, 17 Ιουνίου 1999, FRB website.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 101
2. Ενδεικτικά: ΆλβινΤόφλερ, Το Τρίτο Κύμα, Κάκτος, 1982, G. F. Gilder,. Microcosm, Touchstone, 1989, P. F. Drucker, Post- Capitalist Society,
Harper, 1993.3. Ο Μποντριγιάρ, για παράδειγμα, υιοθετεί επίσης την ιδέα ενός με- τακαπιταλιστικού κόσμου με κύριο κινητήρα την επανάσταση της πληροφορικής. Βλ. Baudrilliard, J. Selected Writings, Stanford University Press, 1988.4. M. Lazzarato, “Immaterial Labor”, στο P. Virno & M. Hardt (επιμ.), Radical Thought in Italy, University of Minnesota Press, 1996 και Les
revolutions du capitalism , Les Empecheurs de penser en rond, 2004.5. M. Hardt και A. Negri, The Labor o f Dionysus: A Critique o f the State
Form, University of Minnesota Press, 1994.6. Ιδίως μετά την έκδοση του έργου των Αντόνιο Νέγκρι και Μάικλ Χαρντ Αυτοκρατορία (Μ. Hardt & Antonio Negri Em pire, Harvard University Press, 2000), που γνώρισε ευρεία προβολή και στον κατεστημένο Τύπο.7. Η εργασιακή θεωρία της αξίας που θεμελίωσε ο Μαρξ είναι το θεμέλιο της μαρξιστικής ανάλυσης του καπιταλισμού. Στο λογικό πυρήνα της βρίσκεται η θέση ότι οι αξίες των εμπορευμάτων καθορίζονται από τον κοινωνικά αναγκαίο χρόνο για την παραγωγή τους. Η θέση αυτή- διακρίνει τη μαρξιστική πολιτική οικονομία από τα αστικά σχήματα της προσφοράς και της ζήτησης, της οριακής χρησιμότητας, των συντελεστών παραγωγής κ.λπ., που μυστικοποιούν την παραγωγή της αξίας ή καθηλώνονται στο να εξετάζουν μόνο τρέχουσες διακυμάνσεις των τιμών αγοράς.Σύμφωνα με την εν λόγω θεωρία, μόνο η ανθρώπινη εργασία δημιουργεί νέα αξία, ενώ οι διάφορες μορφές του «σταθερού» κεφαλαίου (μηχανές, αναλώσιμα υλικά κ.λπ.) δεν παράγουν αξία, απλώς οι αξίες τους μεταβιβάζονται, μέσω της εργασίας, στο παραγόμενο εμπόρευμα. Από την προστιθέμενη αξία, ένα μέρος, υπό μορφή μισθού (μεταβλητό κε
102 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
φάλαιο) το καρπώνεται ο εργάτης και ένα άλλο (υπεραξία) το σφετερίζεται ο καπιταλιστής, υπό τη μορφή του κέρδους. Έτσι, η εργασιακή θεωρία της αξίας είναι η βάση για την απομυστικοποίηση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.Επιπλέον, ο «νόμος της αξίας» λειτουργεί ως γενικός «τροχονόμος» για την κίνηση κεφαλαίων και τον κοινωνικό καταμερισμό εργασίας ανάμεσα στους διάφορους κλάδους της παραγωγής, κατευθύνοντας κεφάλαια από τους κλάδους χαμηλότερης προς τους κλάδους υψηλότερης κερδοφορίας, με αποτέλεσμα την αποκατάσταση ενός μέσου ποσοστού κέρδους. Μέσω αυτού του μηχανισμού, οι αξίες των εμπορευμάτων με- τατρέπονται σε τιμές παραγωγής, καθώς κάθε καπιταλιστής εξασφαλίζει, στην ιδεατή περίπτωση πλήρους ισορροπίας, το μέσο ποσοστό κέρδους και την υπεραξία που του αντιστοιχεί, ανάλογα με το ποσοστό του συνολικού κεφαλαίου που κατέχει. Αυτή η κρίσιμη λειτουργία του «νόμου της αξίας» αποτελεί την αντικειμενική βάση για την ταξική αλληλεγγύη της αστικής τάξης, πέρα και πάνω από το μόνιμο ανταγωνισμό, καθώς κάθε καπιταλιστής εκμεταλλεύεται τους «δικούς του» εργάτες για λογαριασμό ολόκληρης της τάξης του.Ο θεμελιώδης χαρακτήρας της εργασιακής θεωρίας της αξίας στο μαρξιστικό οικοδόμημα εξηγεί το γεγονός ότι αποτέλεσε αντικείμενο αλλεπάλληλων εγχειρημάτων αποδόμησής της από την κατεστημένη σκέψη. Για μια περιεκτική πραγμάτευση, βλ. Ε. Μαντέλ, «Μαρξιστική πραγματεία της Οικονομίας», τ. 1, Επιστημονικές ΜεΧάες, 1971 καιΝ.Α. Τσα- γκόλοφ (επιμ.), Πολιτική Οικονομία, Οικονομική Σχολή Πανεπιστημίου Λονομόσοφ, Σύγχρονη Εποχή, 1978. Ενδιαφέρουσες, σύγχρονες συμβολές στην εργασιακή θεωρία της αξίας, που διορθώνουν ορισμένα μαθηματικά και λογικά σφάλματα της αρχικής, μαρξιστικής ανάλυσης μπορούν να αναζητηθούν μεταξύ άλλων στα: Γ. Σταμάτης, Προβλψστα
μαρξιστικής οικονομικής θεωρίας, Οδυσσέας, 1986, C. Freeman & G. Carcliedi (επιμ.), Marx and Non-Equilibrium Economics, Edward Elgar,
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΙΙΑΡΑΙΙΕΓΑΙΜΑ 103
1995, G. Dum&iil, De la Valeure aux Prix de Production: Une Reinterpretation
de la Transformation, Economica, 1980 και D. K. Foley, Understanding
Capital: Marx’s Economic Theory, Harvard University Press, 1986.8. Συνδυασμός ανθρώπου και μηχανής.9. Ο ίδιος ο όρος «άυλη οικονομία» αποτελεί θεωρητική σαπουνόφουσκα. Ακόμη και ο μαθητής του γυμνασίου γνωρίζει ότι οι ηλεκτρομα- γνητικοί παλμοί που συνισιοΰν ένα λογισμικό, όπως τα Windows της Microsoft ή μια βάση δεδομένων, όπως μια εγκυκλοπαίδεια στο Διαδίκτυο, είναι μορφή ύλης, όπως το βαμβάκι ή ο χάλυβας. Το γεγονός ότι είναι αβαρείς και αόρατοι δεν τους κάνει λιγότερο «υλικούς». Από οικονομική σκοπιά, δεν έχει καμία σημασία αν ο εργάτης παράγει υπεραξία υπό μορφή σιδερόβεργας ή οπτικών δίσκων.Ας σημειωθεί ότι ήδη ο Μαρξ είχε στηλιτεύσει με καυστικό, στα όρια του χλευασμού, τρόπο τις θεωρίες περί «άυλης, μη μετρήσιμης» εργασίας που είχε διατυπώσει, δεκαετίες νωρίτερα, ο Γάλλος οικονομολόγος Ζαν-Μπατίστ Σε (1767- 1832). Βλ. Κ. Μαρξ, θεωρίες για τ ψ υπεραξία, τ. 1, σσ. 282- 286, Σύγχρονη Εποχή, 1981. Υπό αυτό το πρίσμα, οι θεωρητικοί της «Νέας Οικονομίας» εμφανίζονται λιγότερο καινοτόμοι από όσο οι ίδιοι φαντάζονται.10. Βλ. ενδεικτικά: R. Reich, The Work o f Nations, Simon & Schuster, 1993, C. Warhurst & P. Tompson, “Hands, hearts and minds: Changing work and workers at the end of the century” στο P. Tompson και C. Warhurst (επιμ.) Workplaces o f the Future, Macmillan, 1998.11. Βλ. ενδεικτικά St. Leeb & D. Leeb Defying the Market: Profiting in the
Turbulent Post- Technology Boom, McGraw- Hill, 1999.12. Ph. A. O’ Hara, “Recent Changes to the IMF, WTO and SPD”, Reineio
of International Political Economy, vol. 10, n. 3, Αύγουστος 2003.13. Εν μέρει διότι πλησιάζουμε ορισμένα αξεπέραστα φυσικά όρια στην ολοκλήρωση των ηλεκτρονικών κυκλωμάτων (chip), που μόνο μια νέα, επαναστατική τομή, ανάλογη με εκείνη του τρανζίστορ, θα μπορούσε
104 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
να ανατρέψει - ενδεχομένως στα πεδία της νανοτεχνολογίας ή του κβαντικού υπολογιστή.14. Ε. Mandel, Long Waves of Capitalist Development: A Marxist Interpretation,
Verso, 1995, o. 112- 113.15. M. Hardt και A. Negri, The Labor o f Dionysus: A Critique o f the State
Form, University of Minnesota Press, 1994, o. 282.16. Ακόμη και ο προσωπικός υπολογιστής, κατ’ εξοχήν σύμβολο της «άυλης» οικονομίας, απαιτεί για την κατασκευή του, πέρα από την εξοντωτική εργασία των εργατών στην Κίνα ή τη Μαλαισία, περίπου 700 υλικά, που παράγονται από τους εργαζόμενους στα ορυχεία, στη μεταλλουργία ή στη χημική βιομηχανία.17. Οντοπία, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2006.18. R. Jaques, “Theorising knowledge as work”, στο C. Pichard et al. (ε- πιμ.) Managing Knowledge, Macmillan, 2000. Ο Ζακ, πολύ πιο σοβαρός στο οικονομικό πεδίο από τους Νέγκρι και Λατσαράτο, απορρίπτει επίσης τη μαρξιστική, εργασιακή θεωρία της αξίας και προτείνει ένα είδος «γνωσιακής θεωρίας της αξίας». Αλλοι κριτικοί θεωρητικοί στρέφονται στην εξίσου άγονη προσπάθεια σχηματισμού υβριδίων που θα συνδυάζουν την εργασιακή με τη «γνωσιακή» αξία του εμπορεύματος. Βλ. για παράδειγμα, S. Jaros, “Marxian and Postmodernist vs. Labor Process Theories of the Nature of Work", ανακοίνωση στην International Labour Process Conference, Μπρίστολ, 2003.19. Απόλυτη υπεραξία κατά τον Μαρξ είναι εκείνη που αποσπάται με την παράταση του χρόνου εργασίας ή τη μείωση των μισθών και σχετική εκείνη που επιτυγχάνεται με την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, κυρίως χάρη στην εκμηχάνιση. Η υπεραξία που αποσπάται με εντατικοποίηση του ρυθμού δουλειάς ανήκει, από την άποψη της μορφής της (αύξηση της παραγωγικότητας χωρίς αύξηση του εργάσιμου χρόνου) στη σχετική υπεραξία, αλλά από την πλευρά της ουσίας της στην απόλυτη υπεραξία («βάρβαρη» εκμετάλλευση). Κατά τον Μαρξ, το
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 105
δυναμικό στοιχείο της καπιταλιστικής ανάπτυξης, με εξαίρεση τη νη- πιακή εποχή της πρωταρχικής συσσώρευσης, αναγνωρίζεται στη σχετική υπεραξία. Βλ. Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο, τ. 1, Μέρος τρίτο και τέταρτο, Σύγχρονη Εποχή, 1978.20. Ο Χένρι Φορντ (1864-1947) ήταν ο πρώτος που εισήγαγε την αλυσίδα παραγωγής στο σύγχρονο εργοστάσιο. Ο όρος «φορντισμός» α- ναφέρεται και σ’ αυτό τον τύπο οργάνωσης της παραγωγής, που συνοδεύει την υποκατάσταση του εργάτη-τεχνίτη από το «μαζικό εργάτη» αυτοματοποιημένης, χαμηλής ειδίκευσης εργασίας. Περισσότερο, όμως, αναφέρεται στον τύπο συσσώρευσης κεφαλαίου που ενέπνευσε ο Φορντ, ο οποίος στηριζόταν στην παραγωγή φθηνών, διαρκών καταναλωτικών αγαθών (με πρώτο το περίφημο μοντέλο.Ι.Χ. αυτοκινήτου Model Τ), τα οποία έγιναν προσιτά στους εργάτες-παραγωγούς, μέσω της σημαντικής αύξησης των μισθών, που καθιέρωσε στη βιομηχανία του.21. Ο Αμερικανός μηχανικός Φρέντερικ Τέιλορ (1856- 1915) αναγνωρίζεται ως ο πατέρας του επιστημονικού μάνατζμεντ. Στο έργο του Οι
Αρχές του Επιστημονικού Μάνατζμεντ (1911), που βασίστηκε στις άμεσες εμπειρίες του ως επιστάτη και μηχανικού παραγωγής, κωδικοποιεί τις βασικές ιδέες του συστήματος οργάνωσης και ελέγχου της παραγωγής που ονομάστηκε τεϊλορισμός και γενικεύτηκε στη μεγάλη βιομηχανία, τον επόμενο μισό αιώνα: αυστηρός διαχωρισμός πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας, κατάτμηση της εργασιακής διαδικασίας σε ένα σύνολο πολύ απλών, μονότονα επαναλαμβανόμενων εργασιών του χειρώ- νακτα εργάτη, συστηματικός έλεγχος από τους επόπτες εργασίας κ.λπ.22. Βλ. “Surexploitation joyeuse aux Etats- Unis”, Ibrahim Warde, Le
Monde Diplomatique, Μάρτιος 2002.23. J. Curry, “The Dialectic of Knowledge-in-Production: Value Creation in Late Capitalism and the Rise of Knowledge- Centered Production”, στο Electronic Journal o f Sociology, ISSN: 1198 3655 (1997).
106 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
24. Η. Grossmann, The Law o f Accumulation and the Breakdown o f the
Capitalist System: Being also a Theory o f Crises, Pluto Press, 1992, a. 147- 149.25. G. Dum&iil 8c D. L£vy, Periodizing Capitalism - Technology, institutions
and relations o f production, σ. 11, 2005 και D. Harvey, A Brief History of
Neoliberalism, o. 157, Oxford University Press, 2005.26. Στην προσπάθεια τους να δώσουν μια «μαρξιστική» αύρα στην α- ποδόμηση του νόμου της αξίας, αρκετοί θεωρητικοί, όπως οι Νέγκρι, Χαρντ, Λατσαράτο και, πριν από αυτούς, ο Ντελέζ, οχυρώνονται πίσω από ένα μικρό κομμάτι των Grundrisse του Μαρξ. Στο Αηόοηαομα για τις
Μι/χανές αναφέρονται τα εξής:«Στο μέτρο που αναπτύσσεται η μεγάλη βιομηχανία, η δημιουργία του πραγματικού πλούτου ολοένα λιγότερο εξαρτάται από το χρόνο εργασίας και την ποσότητα καταβλημένης εργασίας. Ολοένα περισσότερο ε- ξαρτάται από τη δύναμη των υλικών παραγόντων (σ.σ. κυρίως των μηχανών) που κινητοποιούνται στη διάρκεια του εργάσιμου χρόνου. Και η δύναμη αυτή δεν βρίσκεται σε καμιά σχέση προς τον άμεσο χρόνο εργασίας που κοστίζει η παραγωγή τους, αλλά αντίθετα εξαρτιέται από τη γενική κοινωνική γνώση και την εφαρμογή της τεχνολογίας, δηλαδή την έλλογη εφαρμογή αυτής της γνώσης στην παραγωγή». (Βλ. Κ. Μαρξ, Grundrisse, Βασικές Γραμμές της Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας, τ. Β', σ. 538, Στοχαστής, 1990).Απομονωμένο από το πλαίσιο στο οποίο αναπτύσσεται, το εν λόγω τσιτάτο όντως εμφανίζεται ελάχιστα «μαρξιστικό», σαν προφητικό, θεωρητικό θεμέλιο της «νέας οικονομίας της γνώσης». Ακόμη κι έτσι, όμως, να είχαν τα πράγματα, δεν νομιμοποιείται κανείς να οικοδομήσει μια υποτίθεται «μαρξιστική» θεωρία με βάση δύο τρεις σελίδες που γράφτηκαν το 1859 και δεν επαναλαμβάνονται πουθενά στο μεταγενέστερο, μεγάλο έργο του Μαρξ, το Κεφάλαιο, ούτε στις θεωρίες )ΐα τψ Υπερα-
Εία.
TO ΧΡΥΣΟ ΓΙΑΡΑΙΙΕΤΑΣΜΑ 107
Στην πραγματικότητα, αν διαβάσει κανείς ολόκληρο το Αηόσηασμα για
ιης Μιιχανές, θα διαπιστώσει ότι ο Μαρξ δεν αναφέρεται σε κάτι που μοιάζει με «κοινωνία της γνώσης και των υπηρεσιών», όπου το κέντρο βάρους θα πέφτει στις διάφορες μορφές πνευματικής εργασίας, αλλά στην τάση της μεγάλης βιομηχανίας προς την αυτοματοποίηση. Διακρίνει λοιπόν την τάση οι εργάτες να μετατρέπονται όχι σε «διανοουμένους», αλλά σε επόπτες-ρυθμιστές αυτοματοποιημένων μηχανικών συστημάτων. Το αν αυτή η τάση μπορεί να ολοκληρωθεί ή έστω να κυριαρχήσει μέσα στον καπιταλισμό είναι άλλο θέμα, που θα μας απασχολήσει στη συνέχεια. Εν πάση περιπτώσει, η προβληματική του Μαρξ δεν έχει εξαρχής καμία σχέση με εκείνη των Ντελέζ, Νέγκρι κ.ά.Ως υλιστής επιστήμονας και όχι φαντασιόπληκτος ουτοπιστής, ο Μαρξ διαπιστώνει τις προϋποθέσεις για την αυριανή, κομουνιστική κοινωνία που δημιουργούνται σε εμβρυακή μορφή μέσα στον ίδιο τον καπιταλισμό (και δεν έρχονται από τον ουρανό, υπό τη μορφή του «κοινωνικού ιδεώδους», της ευγενικής και μάταιης ουτοπίας), αλλά δεν μπορούν να απελευθερωθούν χωρίς την επαναστατική ανατροπή του παλιού καθεστώτος. Υπό αυτό το πρίσμα, λίγες αράδες μετά από το τσιτάτο που ήδη αναφέραμε, ο Μαρξ τονίζει:«Το ίδιο το κεφάλαιο είναι η κινούμενη αντίφαση: προσπαθεί να περιορίσει το χρόνο εργασίας στο ελάχιστο, ενώ από την άλλη μεριά τοποθετεί το χρόνο εργασίας σαν μοναδικό μέτρο και πηγή του πλούτου. (...) Άρα τοποθετεί την υπερεργασία ολοένα και περισσότερο σαν όρο- ζήτημα ζωής και θανάτου - για την αναγκαία εργασία. Από τη μια μεριά λοιπόν ξυπνά όλες τις δυνάμεις της επιστήμης και της φύσης, όπως και του κοινωνικού συνδυασμού και της κοινωνικής συναλλαγής, για να κάνει τη δημιουργία πλούτου ανεξάρτητη (σχετικά) από το χρόνο εργασίας που καταβλήθηκε γι’ αυτόν. Από την άλλη μεριά, αυτές τις γι- γάντιες κοινωνικές δυνάμεις που δημιουργήθηκαν μ’ αυτό τον τρόπο θέλει να τις μετρήσει με τον χρόνο εργασίας, και να τις περιχαρακώσει
108 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
μέσα στα όρια που απαπούνιαι για τη διατήρηση της ήδη δημιουργη- μένης αξίας. Οι παραγωγικές δυνάμεις και οι παραγωγικές σχέσεις (...) εμφανίζονται στο κεφάλαιο απλά και μόνο σαν μέσα, και για το κεφάλαιο δεν είναι παρά μέσα για να συνεχίσει να παράγει πάνω στη δική του, στενή βάση. Στην πραγματικότητα, όμως, αποτελουν τους υλικούς όρους για να το ανατινάξουν».27. Για τις ιδιομορφίες των νέων τεχνολογιών βλ. για παράδειγμα: Α. Picot, “Mehrwert von Information- betriebswirtshaftliche Perspektiven” στοJahrbuch Telekommunikation und GeseUschaft, H. Kubicek et al. (επιμ.), Decker, 1997.28. Κοινωνικά αναγκαία ονομάζουμε την εργασία που χρειάζεται για την παραγωγή ενός προϊόντος κατά μέσο όρο σε εθνική κλίμακα. Αν μία βιομηχανία που παράγει χυμούς, επί παραδείγματι, λόγω κατώτερης τεχνολογίας ή λιγότερο αποτελεσματικής οργάνωσης της δουλειάς ή λι- γότερο επιδέξιας εργατικής δύναμης χρειάζεται περισσότερο χρόνο για την παραγωγή του χυμού από το μέσο όρο του κλάδου, τότε θα ζημιωθεί, αφού θα υποχρεωθεί να πουλήσει στην ίδια, πάνω κάτω, τιμή με τους ανταγωνιστές της. Με αυτό τον τρόπο, μέρος της υπεραξίας που παρή- χθη στη συγκεκριμένη επιχείρηση δεν θα το καρπωθούν οι ιδιοκτήτες και τα διευθυντικά στελέχη της, αλλά οι ιδιοκτήτες και τα διευθυντικά στελέχη των πιο ανταγωνιστικών επιχειρήσεων της βιομηχανίας τροφίμων.29. Βλ. G. Caffentzis, “Immeasurable Value? An Essay on Marx’s Legacy”, Internet: www.thecommoner.org και Ph. Mirowski More Heal
than Light. Economics as social Physics, Physics as na ture’s Economics,
Cambridge University Press, 1989.30. Η διαβόητη «Γαλάζια Οθόνη του θανάτου», που εμφανίζεται όταν τα Windows τερματίζουν απροσδόκητα τη λειτουργία τους, «κρεμώντας» το χρήστη στη μέση της εφαρμογής του, ήταν ο εφιάλτης εκατομμυρίων χρησιών τη δεκαετία του ’90 και δεν έχει ξεπεραστεί απολύτως ούτε στις τελευταίες, κατά τι βελτιωμένες εκδόσεις του λογισμικού.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ
31. A. Gorz, L ’ Immateriel, Galilee, 2003.32 Ο όρος «πρωταρχική συσσώρευση» αναφέρεται στη βίαιη αφαίρεση των μέσων παραγωγής από τους αγρότες και τους χειροτέχνες των συντεχνιών και τη μετατροπή τους σε «ελεύθερους», μισθωτούς εργάτες, στη Δυτική Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική. Αυτή η τεραστίων διαστάσεων απαλλοτρίωση των άμεσων παραγωγών χαρακτηρίζεται από την ωμή βία, την ανοιχτή ληστεία ή και το δουλεμπόριο.33. Από τη γαλλική λέξη avant-garde, που σημαίνει εμπροσθοφυλακή, πρωτοπορία.34. Μ. Hardt & A. Negri, Empire, Harvard University Press, 2001, σ. 253.35. Ό.π., σ. 269.36. Βλ. για παράδειγμα, D. Plihon, Le nouveau capitalisme, La D&ouverte, 2003, σ. 47.37. Βλ. R. Brenner, The Boom and the Bubble: The U.S. in the World Economy,
Verso, 2002, Κεφάλαιο 8.38. D. Plihon, Le nouveau capitalisme. La Decouverte, 2003, σ. 44.39. Ελληνική έδοση: T. Ρίφκιν Το Τέλος της Εργασίας χαι το Μέλλον της,
Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη, 1996, πρόλογος Νίκου Κοτζιά.40. Ό.π., σελ. 57.4 1 .0 ίδιος ο Ρίφκιν αναζητά πιθανή διέξοδο με ένα ουτοπικό άλμα στον «τρίτο τομέα» (πέραν του δημόσιου και του ιδιωτικού) της «εκτός αγοράς, κοινωνικής οικονομίας», που θα στηρίζεται στην εθελοντική εργασία. Βλ. ό.π., μέρος Ε.42. Ν. Παλαιολόγος Εργασία και Συνδικάτα στον 21ο αιώνα, εκδόσεις ΙΝΕ, 2006, σ. 334.43. Αυτός είναι ο πυρήνας της, κατά τον Μαρξ, μετάβασης από την «τυπική υπαγωγή της εργασίας στο κεφάλαιο» στην «πραγματική υπαγωγή» της.44. Βλ. Ουίλιαμ Φόϋτερ Ιστορία τον Συνδικαλιστικού Κινήματος, τ. 1, Μόρφωση, 1956, σσ. 29-31.
110 ΠΕΤΡΟΣ ΓΙΑΠΑΚΟΝΓΓΑΝΤΙΝΟΥ
45. Κ. Μαρξ, θεωρίες για τψ Υπεραξία, τ. 2, σ. 668, Σύγχρονη Εποχή, 1982.46. Τ. Ρίφκιν, <5.π., ιδίως κεφ. 10.47. Βλ. ενδεικτικά Ν. Παλαιολόγος, Εργασία και Σννδικάια στον 21ο Αιώ
να, εκδόσεις ΙΝΕ, 2006, σ. 194-198.48. Π. Σουίζι, Η θεωρία της Καπιταλιστικής Ανάπτυξης, Gutenberg, σ. 311,
XX-49. Ε. Μαντέλ, 0 Ύστερος Καπιταλισμός, εκδ. Παπαζήοη, 1975, πρόλογος Κώσια Χατζηαργυρη. Βλ. ιδιαίτερα κεφ. 6, «Το ειδικό στην τρίτη τεχνολογική επανάσταση».50. Andre Gorz, Περιβάλλον και Ποιότητα Ζωής, Επίκουρος, 1975, σ. 62.51. Βλ. “GM- Renault/Nissan talks called oft”, Associated Press, 10/4/2006.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
ΑΝΟΔΟΣ ΚΑΙ ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜ ΟΥ
Η πρώτη σελίδα του νεοφιλελευθερισμού γράφτηκε εκείνη την 11 η Σεπτεμβρίου που η Ουάσιγκτον δεν θα ήθελε να θυμόμαστε: Μιλάμε, βέβαια, για την 11η Σεπτεμβρίου όχι του 2001, αλλά του 1973, όταν τα τανκς του στρατηγού Πινοτσέτ, με την καθοδήγηση της CIA και του Κίσιντζερ, ανέτρεπαν μέσα σε λουτρό αίματος τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση σοσιαλιστών-κομουνιστών υπό τον Σαλβαδόρ Αλιέντε στη Χιλή.1 Προφήτης του νεοφιλελευθερισμού, ο Αμερικανός οικονομολόγος Μίλτον Φρίντμαν επιοκέφθηκε τη Χιλή το 1975 και, οαν άλλος Μωϋσής, παρουσίασε σε σειρά διαλέξεων τις Δέκα Εντολές του. Φεύγοντας, άφησε πίσω του αρκετούς συναδέλφους και ομοϊδεάτες του από το πανεπιστήμιο του Σικάγου, που έγιναν οι βασικοί οικονομικοί σύμβουλοι του καθεστώτος και μετέτρεψαν τη Χιλή στο πρώτο πειραματικό εργαστήριο του νεοφιλελευθερισμού, με πειραματόζωο τον υπόδουλο λαό της.
Τον επόμενο χρόνο, ο Φρίντμαν τιμήθηκε με το Νόμπελ οικονομίας. Λίγο νωρίτερα, το 1974, η ίδια διάκριση είχε απονε- μηθεί στον έτερο προφήτη του νεοφιλελευθερισμού, τον αυστριακής καταγωγής Βρετανό οικονομολόγο και φιλόσοφο Φρί-
112 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ντριχ Χάγεκ. Οι δυο χώρες που βρέθηκαν στην πρωτοπορία του κεϊνσιανού κοινωνικού συμβολαίου, η Αμερική υπό τον Ροΰζβελτ, το 1936, και η Βρετανία με την κυβέρνηση του Εργατικού Κόμματος, το 1945, ήταν και πάλι εκείνες που θα έδιναν το σύνθημα για μια νέα, συνολική αναδιάρθρωση του συστήματος, αυτή τη φορά σε αντιδραστική κατεύθυνση.
Η αλλαγή παραδείγματος προετοιμαζόταν από το τέλος της «Χρυσής Εποχής» του παγκόσμιου καπιταλισμού (1945-1970), που αρχίζει να εκδηλώνεται από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 με την πτώση των ποσοστών κέρδους και των ρυθμών ανάπτυξης, για να πάρει εκρηκτική μορφή με το κραχ του 1973. Το πέρασμα σε μια εποχή ισχνών αγελάδων συντελείται υπό τη συνδυασμένη δράση πολλών παραγόντων. Η μισθωτή εργασία προβάλλει ενισχυμένη σε συνθήκες σχεδόν πλήρους απασχόλησης, ενώ η αστική τάξη αισθάνεται άμεσες πολιτικές απειλές λόγω της γενικής ανόδου των αριστερών, ριζοσπαστικών κινημάτων: κίνημα κατά του πολέμου του Βιετνάμ και εξέγερση των μαύρων στις ΗΠΑ, Μάης του ’68 στη Γαλλία, παρατεταμένος «Μάης» με επ ίκεντρο τα εργοστάσια και τα πανεπιστήμια, κάποιες φορές με χαρακτηριστικά δυαδικής εξουσίας, στην Ιταλία κ.ά. Αποτέλεσμα είναι η «έκρηξη των μισθών» της περιόδου 1968-1973,2 με τη συστηματική αύξησή τους πάνω από την άνοδο της παραγωγικότητας, ακόμη και όταν τα ποσοστά κέρδους αρχίζουν να πέφτουν, μετά το 1965, προαναγγέλλοντας την επιστροφή στη «στασιμότητα». Ο Αρίγκι αναφέρει ότι τον Μάη του 1968, ο στρατηγός Ντε Γκολ, προκειμένου να αποφύγει την υποτροπή της κρίσης σε επαναστατική κατάσταση, αναγκάστηκε να βγάλει τη Γαλλία από τον κανόνα δολαρίου-χρυσού, στον οποίο δεν επέστρεψε ποτέ, για να μπορέσει να δώσει σημαντικότατες αυξήσεις μισθών και να εξαγοράσει την κοινωνική συναίνεση.3
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 113
Την ίδια περίοδο, η τρίτη τεχνολογική επανάσταση αρχίζει να θέτει σε κρίση το παραδοσιακό και εν πολλοίς άκαμπτο φορ- νιικό-τεϊλορικό μοντέλο οργάνωσης της παραγωγής, πιέζοντας για πιο «ελαστικές» μορφές. Παράλληλα, η ανισόμετρη ανάπτυξη των τριών ιμπεριαλιστικών κέντρων μετατρέπει την αρχικά συμβιωτική σχέση τους σε ανταγωνιστική, καθώς Δ. Ευρώπη και Ιαπωνία κλείνουν την ψαλίδα με τις ΗΠΑ στο πεδίο της βιομηχανικής ανάπτυξης, κατακλύζοντας την παγκόσμια αγορά με ανταγωνιστικά προϊόντα. Η «υπερβάλλουσα παραγωγική ικανότητα», (overcapacity)4 της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας αποτελεί σύμπτωμα της προϊοΰσας κρίσης υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων. Σημαντικό ρόλο παίζει επίσης η αποσταθεροποίηση των δημοσίων οικονομικών των ΗΠΑ λόγω της τεράστιας οικονομικής αιμορραγίας που προκαλεί ο πόλεμος του Βιετνάμ, όπως και η ενίσχυση των περιφερειών στο απόγειο του Κινήματος των Αδεσμεύτων, με αποτέλεσμα την άνοδο των τιμών των πρώτων υλών. Ιδιαίτερη σημασία είχε η κατακόρυφη άνοδος των τιμών του πετρελαίου με το πετρελαϊκό εμπάργκο των Αράβων ύστερα από τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, το 1973. Σήμερα γνωρίζουμε από εκθέσεις της βρετανικής κατασκοπίας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες εξέταζαν τότε το ενδεχόμενο στρατιωτικής εισβολής στα συμμαχικά τους, αντιδραστικά κράτη -Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ και Εμιράτα- για να σπάσουν το εμπάργκο και να ρίξουν τις τιμές.5
Οι ευνοϊκοί για τη μισθωτή εργασία κοινωνικο-πολιτικοί συσχετισμοί της περιόδου καθιστούν απαγορευτική μια απότομη στροφή προς πολιτικές «λιτότητας» και αντιπληθωριστικές «θεραπείες σοκ». Η αντιμετώπιση της προϊούσας στασιμότητας ποικίλλει από χώρα σε χώρα, αλλά γενικά ταλαντεύεται, για ολόκληρη δεκαετία, ανάμεσα σε ήπιες προσαρμογές και σε ακόμα
114 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
βαθύτερο κεϊναιανισμό. Αποτυπώνοντας το κλίμα της περιόδου, ένας αντιδραστικός Αμερικανός πρόεδρος όπως ο Ρίτσαρντ Νί- ξον, δεν θα διστάσει να αναφωνήσει, το 1971: «Τώρα, είμαστε όλοι
κεϊνσιανοί»!6 Η μείωση των επιτοκίων (προσφορά φθηνού χρήματος για την αναθέρμανση της οικονομίας) και η αποδέσμευση από τον κανόνα δολαρίου-χρυσού είχαν ως βασικά στόχο να ενι- οχΰσουν την ανταγωνιστικότητα της αμερικανικής βιομηχανίας, «εξάγοντας» την κρίση στους Ευρωπαίους και Ιάπωνες ανταγωνιστές, χωρίς να ανατραπεί εκ θεμελίων η κεϊνσιανή συναίνεση στις ΗΠΑ.
Αναβάλλοντας, ωστόσο, την απαξίωση πλεοναζόντων κεφαλαίων, οι ηγετικές ελίτ της Δύσης όχι μόνο καθυστέρησαν την «εξυγίανση μέσω της καταστροφής», αλλά έδωσαν στην αρχικά ήπια ΰφεση βαθύτερο χαρακτήρα. Η κρίση του 1973, που πυρο- δοτήθηκε από την εκτόξευση της τιμής του πετρελαίου, εγκαινίασε μια παρατεταμένη περίοδο οικονομικής αποδιοργάνωσης, με εμβληματικό σύμπτωμα τον λεγόμενο «στασιμοπληθωρισμό» (stagflation): Παράλληλη άνοδος της ανεργίας και του πληθωρισμού, που θα κρατήσει μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’70. Η εξέλιξη αυτή κατέδειξε τα όρια του κεϊνσιανισμού και των μεταρ- ρυθμιστικών πολιτικών της Αριστερός σε συνθήκες κρίσης.
Η σταγόνα που έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει ήταν η δεύτερη μεγάλη κρίση της δεκαετίας, το 1978. Η επόμενη χρονιά σημαδεύτηκε από τρία γεγονότα-ορόσημα: Το «σοκ Βόλκερ», επί προεδρίας Κάρτερ, που σηματοδότησε τη στροφή στη σκληρή, αντι- πληθωριστική πολιτική. Τη στροφή της Κίνας, υπό τον Ντενγκ Χσιαοπίνγκ, στον καπιταλιστικό δρόμο. Και τη νίκη της Μάρ- γκαρετ Θάτσερ στη Βρετανία, μιας πολιτικού με σιδερένια πυγμή, που πίστευε με θρησκευτική ευλάβεια στους Χάγεκ και Φρί- ντμαν και θα γινόταν πιστή φίλη του Πινοτσέτ. Τον επόμενο χρό
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ II:
νο, η νίκη του ηθοποιού Ρόναλντ Ρέιγκαν, παλιού διαφημιστή της General Electric, θα επισφράγιζε την αλλαγή σελίδας στο διεθνές καπιταλιστικό σύστημα. Ο νεοφιλελευθερισμός έβαζε τη σφραγίδα του στην πολιτική πρακτική των περισσότερων καπιταλιστικών χωρών, ακόμη και με σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 το νέο σύνθημα της ημέρας είχε πλέον γίνει:«Τώρα, είμαστε όλοι νεοφιλελεύθεροι»!
Τα βασικά στοιχεία της νεοφιλελεύθερης πολιτικής είναι γνωστά: Σκληρή αντιπληθωριστική πολιτική, απελευθέρωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και του εξωτερικού εμπορίου, ιδιωτικοποίηση ή κλείσιμο δημοσίων επιχειρήσεων, μείωση των κρατικών δαπανών -με αξιοσημείωτη εξαίρεση τις δαπάνες για το στρατό και τη δημόσια ασφάλεια-, δραστική μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, εμπορευματοποίηση της παιδείας και της υγείας, σταδιακή μεταφορά του κόστους κοινωνικών ασφαλίσεων στους εργαζόμενους, απελευθέρωση των απολύσεων και του χρόνου εργασίας,7 υπονόμευση των συλλογικών συμβάσεων. Περισσότερη σημασία από την καταγραφή των αναδιαρθρώσεων και των κοινωνικών συνεπειών τους έχει να διακρίνει κανείς τα καινούρια, ποιοτικά στοιχεία που έφεραν στο συνολικό σύστημα της καπιταλιστικής συσσώρευσης.
Αναπαραγωγή μέσιύ της απαλλοτρίωσης
Το πρώτο στοιχείο είναι η συστηματική επιστράτευση της πολιτικής βίας, όχι μόνο στη Χιλή του Πινοτσέτ, αλλά, με διαφορετικούς βέβαια τρόπους, και στις δυτικές δημοκρατίες. Σε πλήρη διάσταση με την αντικρατικιστική, νεοφιλελεύθερη μυθολογία για το θαυματουργό, «αόρατο χέρι» της αγοράς, που υποτίθεται
116 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ότι θεραπεύει πάσαν νόσον, ο ρεϊγκανισμός-θατσερισμός στηρίζεται από την πρώτη στιγμή στην ωμή παρέμβαση των κρατικών μηχανισμών καταστολής. Η αποδιάρθρωση των συνδικάτων, που είχαν ισχυροποιηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό τη «Χρυσή Εποχή» της σχεδόν πλήρους απασχόλησης και δυναμικής ανάπτυξης (1945-1973), είναι προϋπόθεση για την αναστύλωση του ποσοστού κέρδους μέσω της ανόδου του βαθμού εκμετάλλευσης, αλλά και για τη δημιουργία ευνοϊκότερων συνθηκών, που θα επιτρέψουν τη μαζική εισαγωγή της τρίτης τεχνολογικής επανάστασης στην παραγωγή.
Έτσι, η θάτσερ με τους ανθρακωρύχους8 και τους λιμενεργάτες και ο Ρέιγκαν με τους ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας9 προ- καλούν μετωπικές εργασιακές συγκρούσεις για να διαλύσουν κυριολεκτικά ισχυρά εργατικά συνδικάτα και να αποθαρρύνουν συνολικά τις διαθέσεις αντίστασης στην πολιτική τους. Αναπτύσσεται μια ολόκληρη, καινούρια βιομηχανία στο κύκλωμα δικηγορικών γραφείων-εταιρειών security, η βιομηχανία του union busting, για τη διάλυση των συνδικάτων ή την αποθάρρυνση των εργαζομένων να ιδρύσουν συνδικάτα εκεί όπου δεν υπάρχουν. Αυξάνονται ραγδαία τα κονδύλια για την αστυνομία και τις φυλακές, καθώς η ενσωμάτωση των «επικίνδυνων τάξεων» μέσω του κεϊνσιανού κράτους πρόνοιας δίνει σταδιακά τη θέση της στον εγκλεισμό και τον έλεγχό τους μέσω του κατ’ όνομα νεοφιλελεύθερου κράτους-χωροφύλακα. Η αύξηση της εγκληματικότητας που αναπόφευκτα συνοδεύει την εκτόξευση της ανεργίας προσφέρει το άλλοθι για τη στροφή αυτή, αλλά και τη δυνατότητα εξασφάλισης συναίνεσης από τα μεσαία στρώματα.
Το δεύτερο, στενά συνδεδεμένο με την πολιτική βία, χαρακτηριστικό της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης είναι αυτό που ο μαρξιστής θεωρητικός Ντέιβιντ Χάρβεϊ περιγράφει ως «ανα
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 117
παραγωγή μέσω της απαλλοτρίωσης» - σε διάκριση και, φυσικά, σε συνδυασμό με την «αναπαραγωγή μέσω συσσώρευσης», που χαρακτηρίζει τη «φυσιολογική» καπιταλιστική ανάπτυξη και στηρίζεται στην ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας. Πρόκειται για τη βίαιη διάνοιξη νέων πεδίων καπιταλιστικής κερδοφορίας με το σφετερισμό δημοσίων αγαθών, μέσω της ιδιωτικο- ποίησης-εμπορευματοποίησης ή μετά από εκτεταμένες καταστροφές που επιφέρουν οι πολεμικές συγκρούσεις, οι οικονομικές κρίσεις ή και τα ακραία φυσικά φαινόμενα.
Πολύ πριν κυριαρχήσει διεθνώς ο νεοφιλελευθερισμός, η Χά- να Άρεντ, μελετώντας την ανάπτυξη του βρετανικού ιμπεριαλισμού ως απάντηση στις οικονομικές κρίσεις του Ι9ου αιώνα, είχε κάνει μια διεισδυτική παρατήρηση, η οποία δεν έτυχε της προσοχής που της άξιζε. Το παραδοσιακό, μαρξιστικό σχήμα θεωρούσε ότι η πολιτική βία, η ανοιχτή ληστεία και η απάτη -όλα όσα περιγράφονται από την «αναπαραγωγή μέσω απαλλοτρίωσης»- παίζουν βασικό ρόλο μόνο στην περίοδο της πρωταρχικής συσσώρευσης κεφαλαίου, δηλαδή του αιματηρού «τοκετού» του καπιταλισμού από τη μήτρα της φεουδαρχίας. Στη συνέχεια, η ανάπτυξη στηρίζεται κυρίως στην άνοδο της παραγωγικότητας μέσω της τεχνολογίας, στην καθαρά οικονομική βία που ασκεί στον «ελεύθερο» εργαζόμενο το μονοπώλιο της αστικής τάξης στα μέσα παραγωγής, η απειλή της ανεργίας κ.ο.κ., ενώ η πολιτική βία λειτουργεί μόνο ως ύστατο καταφύγιο. Σε αντίθεση με αυτή τη γραμμική λογική, η Άρεντ υποστηρίζει ότι η αστική τάξη της Αγγλίας, κατά τη Μεγάλη 'Υφεση της δεκαετίας του 1870,
«συνειδητοποίησε για πρώτη φορά ότι το προπατορικό αμάρτημα της ανοιχτής ληστείας, το οποίο πριν από αιώνες είχε καταστήσει δυνατή την “πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου” (Μαρξ)
118 IIΕΙ ΡΟΣ ΙΙΑΓΙΑΚί 1ΝΓΓΛΝΤ1 NOV
και την περαιτέρω αναπαραγωγή του, θα πρέπει κάποια στιγμή να αρχίσει να επαναλαμβάνεται, διαφορετικά η όλη διαδικασία της συσσώρευσης θα καταρρευσει».10
Οι κυριότεροι μηχανισμοί της «αναπαραγωγής μέσω απαλλοτρίωσης» είναι: Οι ιδιωτικοποιήσεις δημοσίων επιχειρήσεων και ο σφετερισμός κάθε είδους δημοσίων αγαθών (υγεία, παιδεία, μεταφορές, τηλεπικοινωνίες, νερά, συντάξεις) που μετατρέπονται σε εμπορεύματα προς πώληση. Η ασυδοσία του χρηματιστικού κεφαλαίου, που απαλλοτριώνει αποταμιεύσεις μικροκαταθετών και μικρομετόχων με μεθόδους που φτάνουν μέχρι και στην ανοιχτή ληστεία, τύπου Enron, όπως είδαμε σε προηγούμενη ενότητα. Η υπερδιόγκωση του χρέους του Τρίτου Κόσμου και οι οικονομικές κρίσεις που πλήττουν τον Τρίτο Κόσμο, αναγκάζοντας τις χώρες της περιφέρειας να παραδοθούν στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και να ανοίξουν τις πύλες τους για την πειρατική λεηλασία των πλουτοπαραγωγικών τους πηγών.11 Ο «ταξικός πόλεμος εκ των άνω» που διεξάγει το νεοφιλελεύθερο κράτος για την αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου υπέρ των πλουσίων μέσω της πολιτικής για τα εισοδήματα, τους φόρους κ.λπ. Και, βέβαια, η «ανοικοδόμηση» χωρών που καταστρέφονται, είτε από την εσωτερική κατάρρευση καθεστώτων, όπως στην περίπτωση της ΕΣΣΔ, είτε από ιμπεριαλιστικούς πολέμους, όπως στα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή.12
Η κατασκευή της νεοψιλελεύθερης συναίνεσης
Βεβαίως, ο αναβαθμισμένος ρόλος της πολιτικής βίας δεν μπο- ρεί να απολυτοποιηθεί. Το καπιταλιστικό κράτος, ακόμη και στη
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΙΙΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 119
νεοφιλελεύθερη εκδοχή του, θυμίζει πάντα το μυθικό Κένταυρο, που ήταν μισός άνθρωπος και μισός άλογο: Η βία συνυπάρχει με τη συναίνεση. Ο Ρέιγκαν, η Θάτοερ, ακόμη και ο Πινοτσέτ δεν θα μπορούσαν να σταθούν για πολύ στα πόδια τους αν δεν μετασχημάτιζαν την καταστολή σε ένα ελάχιστο κοινωνικής αποδοχής και ιδεολογικής νομιμοποίησης.
Η ιδεολογική ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού προετοιμάστηκε από την αποσάθρωση της μεταπολεμικής, κεϊνσιανής συναίνεσης. Βασικό ρόλο έπαιξε εδώ ο καλπάζων στασιμοπληθωρισμός της δεκαετίας του ’70. Καθώς η μισθωτή εργασία ήταν ακόμη πολύ ισχυρή και δεν μπορούσε να αντιμετωπιστεί με μετωπική επίθεση για τον ακρωτηριασμό των μισθών, ο πληθωρισμός εξελίχθηκε στη μόνη διαθέσιμη, πλάγια οδό για το ροκάνισμα του εργατικού εισοδήματος. Αυτό όμως δημιουργούσε σταδιακά τη δυνατότητα προσεταιρισμού, από την πλευρά του χρηματι- στικού κεφαλαίου που σάλπιζε τη στροφή στο «σταθερό χρήμα», όχι μόνο των μεσαίων στρωμάτων που έβλεπαν τις καταθέσεις τους να εξανεμίζονται, αλλά και τμήματος των μισθωτών.
Παράλληλα, η αδυναμία του κεϊνσιανού κράτους, που στηριζόταν στις αυξημένες κρατικές δαπάνες και στην υψηλή φορολογία, να αντιμετωπίσει την ανεργία προσέδιδε ευρύτερη νομιμοποίηση στη νεοφιλελεύθερη σταυροφορία εναντίον του «υπερτροφικού, σπάταλου και αντιπαραγωγικού κράτους». Η εκστρατεία αυτή δεν είχε απήχηση μόνο στους μικροαστούς, που γοητεύονταν από τα συνθήματα για λιγότερους φόρους, αλλά και σε λαϊκά στρώματα, ιδίως στους νέους, που δυσκολεύονταν να μπουν στην αγορά εργασίας και αποτελούσαν εύκολο θύμα της δημαγωγίας εναντίον των «άκαμπτων εργασιακών ρυθμίσεων, που ευνοούν μόνο τις βολεμένες συντεχνίες». Χαρακτηριστικό παράδειγμα, οι φρακαρισμένες επετηρίδες των εκπαιδευτικών: Ο νε
120 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
οφιλελευθερισμός νομιμοποιούσε την κατάργηση των ενιαίων, αλλά εν πολλοίς θεωρητικών, εργασιακών δικαιωμάτων, προ- σφέροντας ως αντάλλαγμα μια μικρή, έστω, ευκαιρία ατομικής διάσωσης, με όλη τη μυθολογία της «αξιοκρατίας» που τη συνόδευε.
Ό σο παράδοξο κι αν φαίνεται εκ πρώτης όψεως, βασικό ρόλο στην ιδεολογική νομιμοποίηση της «συντηρητικής επανάστασης» του νεοφιλελευθερισμού έπαιξε ένα ορισμένο ρεύμα που εμφανιζόταν ως εκφραστής του «πνεύματος του Μάη του ’68». Αίφνης στη Γαλλία, η συνδικαλιστική ομοσπονδία CFDT, θεωρητικά κληρονόμος αυτού του «πνεύματος», έγινε ο βασικός εταίρος της εργοδοσίας στην αποδόμηση των κοινωνικών κατακτήσεων. Προς την κατεύθυνση αυτή, οι μεταλλαγμένοι «αριστεροί» αξιοποίη- σαν ορισμένα ιδεολογικά χαρακτηριστικά των ριζοσπαστικών κινημάτων της δεκαετίας του ’60 (αντίθεση στο γραφειοκρατικό- συγκεντρωτικό κράτος και στη φορντική-τεϊλορική οργάνωση της εργασίας, αυτονομία, αυτοδιαχείριση, προβολή σε πρώτο πλάνο του ατομισμού κ.λπ.) τα οποία σχετικά εύκολα μπορούσαν να α- πορροφηθούν από το κυρίαρχο, συντηρητικό ρεύμα, κάτω από τη νέα σημαία της «ευέλικτης, δημιουργικής εργασίας».13
Το ίδιο φαινόμενο, σε ακόμη πιο διεστραμμένη μορφή, θα συναντήσουμε μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, όταν πρώην εκπρόσωποι της Νέας Αριστερός, όπως οι περίφημοι «Νέοι Φιλόσοφοι» (Γκλικσμάν, Λεβί κ.ά.) θα γίνουν «σκυλιά του πολέμου», απολογητές της σταυροφορίας του Μπους στο Ιράκ. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση ήταν, βέβαια, εκείνη του Μπερνάρ Κουσ- νέρ, ακτιβιστή του γαλλικού Μάη και εκ των ιδρυτών των «Γιατρών χωρίς Σύνορα». Υποστηρικτής των πολέμων κατά της Σερβίας και του Ιράκ, ο «σοσιαλιστής» πολιτικός υποστήριζε μέχρι και την Κυριακή του δεύτερου γύρου των προεδρικών εκλογών του 2007
TO ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 121
τη Σεγκολέν Ρουαγιάλ, για να αναλάβει, την επομένη, το υπουργείο Εξωτερικών στην κυβέρνηση του δεξιού Νικολά Σαρκοζί.
Τέλος, σημαντικό ρόλο στην ευρύτερη, ιδεολογική νομιμοποίηση της συντηρητικής «επανάστασης» έπαιξε η παρά φύσιν διαπλοκή του κοσμοπολίτικου νεοφιλελευθερισμού με τον πιο παλαιομοδίτικο εθνικισμό. Ο πόλεμος των Φόκλαντ της Θάτσερ, μέσα σε κλίμα πυράκτωσης του βρετανικού σοβινισμού, ήταν ο βασικός παράγοντας που έκρινε τη δεύτερη εκλογική της νίκη, το 1983, ανοίγοντας το δρόμο για την αναμέτρηση με τους ανθρακωρύχους και το πέρασμα στην καθεαυτό φάση της νεοφιλελεύθερης αντιμεταρρύθμισης. Στην Αμερική, η αναβίωση του μακαρθισμού από τον Ρέιγκαν, στο πλαίσιο της σταυροφορίας του εναντίον της σοβιετικής «Αυτοκρατορίας του Κακού», δημιούργησε την αναγκαία «εθνική συσπείρωση» για την προώθηση του ταξικού πολέμου εναντίον της μισθωτής εργασίας. Εν τέλει, η α- ντικρατικιστική δημαγωγία για τις θαυματουργές, «αυθόρμητες» δυνάμεις της αγοράς δεν θα μπορούσε να περάσει χωρίς την επιστράτευση της ωμής, κρατικής βίας όχι μόνο στο εσωτερικό, αλλά και στο διεθνές επίπεδο, χωρίς το «υπερτροφικό κράτος» του μιλιταρισμού και των αστρονομικών στρατιωτικών δαπανών.
Ευελιξία: Αναζητώντας το ελιξίριο τον συστήματος
Ο κλονισμός της ισχύος που είχε συσσωρεύσει η οργανωμένη, μισθωτή εργασία στη διάρκεια της «Χρυσής Εποχής» έκανε δυνατή μια εκ βάθρων αναδιάρθρωση των καπιταλιστικών σχέσεων. Η λέξη-κλειδί είναι η περίφημη ευελιξία. Το πέρασμα από τον «άκαμπτο» καπιταλισμό του τεϊλορισμού-φορντισμού-κεϊνσιανι- σμού, στο νέο, «ευέλικτο» καπιταλισμό των δεκαετιών του ’80 και
122 ΙΙΕΤΡΟΣ ΙΙΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤ1ΝΟΥ
του ’90 εκδηλώνεται σε όλα τα επίπεδα της κεφαλαιοκρατικής αναπαραγωγής.
Πρώτα απ’ όλα, με τη χαρακτηριστική, για τις περιόδους δομικών κρίσεων, υπερδιόγκωση του χρηματιστικού κεφαλαίου, ως ένα σημείο εις βάρος του βιομηχανικού και του εμπορικού. Ό πως είδαμε στο Κεφάλαιο 1, υπό τη μορφή του χρήματος το κεφάλαιο παίρνει την πιο ευέλικτη μορφή του. Η άνοδος των επιτοκίων και η απελευθέρωση των διεθνών χρηματικών ροών ύστερα από την κατάρρευση του συστήματος του Μπρέτον Γουντς σηματοδότησε την ανατροπή των συσχετισμών στον αστικό συνασπισμό εξουσίας. Η αυτονομία των μάνατζερ των μεγάλων επιχειρήσεων περιορίζεται, ενώ αυξάνεται το ειδικό βάρος των τραπεζιτών και των πολυεθνικών-πολυκλαδικών μονοπωλίων, των πιο ευέλικτων και διεθνοποιημένων μερίδων του κεφαλαίου. Ο «εθνοκεντρικός» καπιταλισμός της Χρυσής Εποχής δίνει τη θέση του στο «νομαδικό, αρπακτικό» καπιταλισμό, που προσανατολίζεται κυρίως στη διεθνή αγορά. Η έκρηξη του χρέους στις βιομηχανικά αναπτυγμένες χώρες μετά το «πραξικόπημα Βόλκερ»14 θα νομιμοποιήσει πολιτικές «σταθεροποίησης», που επιταχύνουν τη βίαιη «εξυγίανση» με την καταστροφή πλεοναζόντων κεφαλαίων.
Στο επίπεδο της οργάνωσης της παραγωγής, η ευελιξία εκφράστηκε με τη μείωση του γιγαντισμού της βασικής επιχειρηματικής μονάδας. Ή δη, στην ακμή του κεϊνσιανισμού, είχε διαπιστωθεί ότι από ένα σημείο και ύστερα, τα πλεονεκτήματα των επιχειρήσεων-«δεινοσαύρων» ως προς τις οικονομίες κλίμακας άρχιζαν να αναιρούνται από το βάρος της υδροκεφαλικής γραφειοκρατικής δομής, με τα πολλά ιεραρχικά επίπεδα - συνήθως δέκα έως δεκατρία, από την κορυφή του μάνατζμεντ μέχρι τον εργάτη της αλυσίδας παραγωγής.1’’
Στον αντίποδα αυτού του μοντέλου, που κυριαρχούσε στις ΗΠΑ
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 123
και τη Δ. Ευρώπη, με πιο χαρακτηριστικά περίπτωση την αυτοκινητοβιομηχανία, η Ιαπωνία, ήδη από τη δεκαετία του ’60, προ- έβαλε ένα πιο ευέλικτο και επινοητικό, οργανωτικό μοντέλο. Βασικά χαρακτηριστικά του ήταν τα μικρότερα μεγέθη της κεντρικής επιχείρησης, η αποκέντρωση της παραγωγής μέσω υπεργολαβιών, η οικονομία στην προμήθεια και αποθήκευση των υλικών, με την παράδοσή τους ακριβώς την ώρα που χρειάζονταν στην παραγωγική διαδικασία (lean, just-in-time production) και η μείωση των ιεραρχικών επιπέδων (συνήθως, σε τρία έως πέντε).16 Το «οικονομικό θαύμα» της Ιαπωνίας την περίοδο 1973-1985, όταν ΗΠΑ και Δ. Ευρώπη αντιμετώπιζαν οξύτατες δυσκολίες λόγω της κρίσης και της αναδιάρθρωσης, συνέτεινε στη γενίκευση αυτών των ευέλικτων οργανωτικών μορφών πέρα από το ιαπωνικό αρχιπέλαγος. Τα νεότατα επιτεύγματα της μικροηλεκτρονικής και της πληροφορικής17 διευκόλυναν και ως ένα βαθμό επέβαλαν αυτή τη γενίκευση.
Στο επίπεδο των εργασιακών σχέσεων, η νέα «ευελιξία» προβάλλεται από τους απολογητές του νεοφιλελευθερισμού18 ως ευεργετική όχι μόνο για τους κεφαλαιοκράτες, που έτσι μειώνουν το κόστος εργασίας, αλλά και για τους εργαζόμενους: Απελευθέρωση από το ζυγό της μονότονης, ανειδίκευτης εργασίας στην αλυσίδα παραγωγής, πιο δημιουργική απασχόληση, δυνατότητες καλύτερης ρύθμισης της προσωπικής ζωής με βάση το ευέλικτο εργασιακό ωράριο19 και πάει λέγοντας. Αν και αυτή η μυθολογία έχει μια κάποια υλική βάση για ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων, γενικά αποτελεί ακραίο, δημαγωγικό εξωραϊσμό της πραγματικότητας.
Η αποδιάρθρωση του παραδοσιακού, φορντικού-τεϊλορικού
124 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
μοντέλου οργάνωσης της εργασίας κινείται ταυτόχρονα σε δυο διαφορετικές κατευθύνσεις: Η μία είναι ο «νεοτεϊλορισμός», που διατηρεί τη μονότονη εργασία στην αλυσίδα παραγωγής και το αυστηρά ιεραρχικό βιομηχανικό μάνατζμεντ, αλλά εισάγει την «ευελιξία» με την έννοια της προσωρινής απασχόλησης, των σπαστών ωραρίων και της έλ\ειψης κοινωνικής ασφάλισης. Πρόκειται, δηλαδή, για το μοντέλο του «αναλώσιμου εργάτη»,20 που ζει διαρκώς σε συνθήκες υπερεκμετάλλευσης και εργασιακής ανασφάλειας. Η δεύτερη, είναι εκείνη που περιγράφεται από τον Αλέν Λιπιέις21 ως «καλμαρισμός» (από το εργοστάσιο της Volvo στην πόλη Καλμάρ, που θεωρείται ως πρότυπο από αυτή την άποψη): Σχετικά σταθεροί όροι απασχόλησης και κοινωνικής ασφάλισης, συμμετοχικό μάνατζμεντ, αντικατάσταση της αλυσίδας παραγωγής από την εργασία ανά ομάδες, επάνοδος του υψηλά ειδικευμένου εργάτη-τεχνίτη στη θέση του χαμηλής ειδίκευσης «μαζικού εργάτη». Ανάλογο ήταν το εργασιακό μοντέλο που εφάρμοζε, ήδη από τη δεκαετία του ’60, η Toyota, με τους περίφημους «κύτ κλους ποιότητας» στη θέση της φορντικής αλυσίδας.
Στις αναλύσεις των ρευμάτων του «τριτοκοσμικού σοσιαλισμού» συνήθως ο νεοτεϊλορισμός θεωρείται τυπικός για τις χώρες της περιφέρειας, όπου μεταφέρονται, λόγω χαμηλού κόστους εργασίας, πολλές βιομηχανίες του Βορρά, και ο καλμαρισμός-το- γιοτισμός τυπικός για τα μητροπολιτικά κέντρα. Στην πραγματικότητα, οι κοινωνικοί σχηματισμοί, αλλά ακόμη και οι μεμονωμένες επιχειρήσεις των ιμπεριαλιστικών κέντρων συνδυάζουν και τις δύο αυτές μεθόδους. Στην τυπική περίπτωση, ένας βιομηχανικός κολοσσός, όπως η Toyota ή η Microsoft, θα εφαρμόσει κυρίως τον καλμαρισμό-τογιοτισμό στις μονάδες σχεδιασμού, συναρμολόγησης και ελέγχου του τελικού προϊόντος και κυρίως τον νεοτεϊλορισμό στις περιφερειακές μονάδες κατασκευής των επι-
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 125
μέρους εξαρτημάτων, μέσω των υπεργολαβιών και του φασόν.Το κυριότερο είναι ότι οι πιο σύγχρονες και ευέλικτες εργα
σιακές σχέσεις οδηγούν, κατά κανόνα, στην πιο εξοντωτική εκμετάλλευση. Αυτό που εμφανίζεται ως «πρωτοβουλία» και «αυτονομία» του εργαζόμενου δεν είναι παρά η μεταβίβαση του επιχειρηματικού ρίσκου από τον καπιταλιστή στον εργαζόμενο και η καλλιέργεια του «επιχειρησιακού πατριωτισμού» - με τυπικό παράδειγμα τη σύνδεση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων του εργαζομένου με την τιμή της μετοχής της επιχείρησής «του». Η επέκταση του τογιοτισμού οδήγησε στην τόσο χαρακτηριστικά ιαπωνική, αλλά ήδη παγκόσμια ασθένεια του «■καροαι» - εξάντληση και θάνατος από υπερβολική εργασία. Η πολιτική οικονομία του Φόβου, που πιέζει διαρκώς για υπερπροσπάθεια σε πνεύμα ακραίου ανταγωνισμού και, τελικά, αυτοεκμετάλλευσης του εργαζόμενου, αυτό το είδος καπιταλιστικού «σταχανοβισμού», βρίσκεται στην καρδιά των «νέων εργασιακών σχέσεων». Ο διευθυντής της INTEL, πρωτοπόρου της πληροφορικής, Άντριου Γκρό- ουβ, δεν θα μπορούσε να είναι πιο σαφής:
«Το σημαντικότερο καθήκον των διευθυντικών στελεχών είναι να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο οι συνεργάτες αποφασίζουν με πάθος ότι πρέπει να ανταποκρίνονται επιτυχώς στις απαιτήσεις της αγοράς. Ο φόβος παίζει μεγάλο ράλο στην ανάπτυξη και διατήρηση αυτού του πάθους. Ο φόβος μπροστά στον ανταγωνισμό, ο φόβος για το ενδεχόμενο πτώχευσης, ο φόβος μην τυχόν και κάνουν κάποιο λάθος, ο φόβος να βρεθούν ξαφνικά στους χαμένους, μπορεί να είναι ισχυρή κινητήρια δύναμη».22
Οι συνέπειες είναι καταλυτικές και έξω από τον καθαυτό χώ-
126 11ΕΓΡΟΣ ΓΙΑΓΙΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙ NOV
po της εργασίας, στο σύνολο της κοινωνικής ζωής. Η δομική ανεργία για ένα τμήμα της εργατικής τάξης και η ευέλικτη απασχόληση για ένα άλλο θέτουν σε κρίση την πυρηνική οικογένεια.23 Το «ελεύθερο άτομο» του νεοφιλελευθερισμού χάνει τις δύο καρτεσιανές συντεταγμένες της ύπαρξής του, τη σταθερή δουλειά και τη σταθερή οικογένεια, σε μια κοινωνία μοναχικών ξένων, «ευέλικτων», προσαρμόσιμων και τελικά αναλώσιμων στο βωμό της κεφαλαιακής συσσώρευσης.
Η συγκομιδή του νεοφιλελευθερισμού
Μέχρι τώρα, περιγράψαμε το νεοφιλελευθερισμό ως στρατηγική αποκατάστασης της ισχύος και της κερδοφορίας του κεφαλαίου απέναντι στη μισθωτή εργασία των κέντρων και στα έθνη του Τρίτου Κόσμου, που είχαν ισχυροποιηθεί κατά τη μεταπολεμική περίοδο. Μια δεύτερη αποστολή του ήταν η αποκατάσταση της η-1 γεμονίας των ΗΠΑ στο δυτικό στρατόπεδο, που είχε κλονιστεί τόσο στο οικονομικό επίπεδο (κλείσιμο της ψαλίδας από Δ. Ευρώπη και Ιαπωνία) όσο και στο πολιτικό (ήττα στο Βιετνάμ, επαναστάσεις στο Ιράν και τη Νικαράγουα κ.ά.). Για να το πετύχει, η Αμερική του Ρέιγκαν ποντάρισε πάνω στα δύο βασικά πεδία όπου διατηρούσε την αδιαμφισβήτητη ηγεμονία, παρά τη σχετική υποχώρησή της: τον έλεγχο του χρήματος και τη δύναμη των όπλων. Για παρόμοιους λόγους, ακολούθησε αυτή την πορεία η Βρετανία της Θάτσερ, ελπίζοντας να ανακόψει τη διαρκή πορεία διεθνούς υποβάθμισης που ξεκίνησε με τη διάλυση της αυτοκρατορίας της, ύστερα από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Δέκα χρόνια μετά την έναρξη της «συντηρητικής επανάστασης» από τη Θάτσερ και τον Ρέιγκαν, ο απολογισμός του νεοφιλελευθε-
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 127
ρισμσύ εμφανιζόταν αναμφίβολα «θετικός», ως προς την παλινόρθωση της ισχύος του κεφαλαίου και της αμερικανικής ηγεμονίας. Οι πραγματικοί μισθοί έπεσαν πολύ κάτω από την παραγωγικότητα και το μερίδιό τους στο σύνολο του ΑΕΠ μειώθηκε δραστικά (Πίνακας 2 και Γράφημα 5). Αντιθέτως, το μερίδιο του πλούτου που καρπώνεται το πλουσιότερο κομμάτι του πληθυσμού επανήλθε στα προπολεμικά επίπεδα (Γράφημα 6). Στις ΗΠΑ και τη Βρετανία, άρχισε η προσπάθεια να μετατοπιστεί και ο κύριος όγκος των δαπανών αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης (υγεία, παιδεία, συντάξεις) στους ώμους της εργατικής τάξης, πιέζοντας και τις υπόλοιπες χώρες για αντίστοιχες αντιμεταρρυθμίσεις. Η ισχύς των συνδικάτων περιορίστηκε σοβαρά.24 Ο «τριτοκοσμικός σοσιαλισμός» (καλύτερα να πούμε τριτοκοσμικός κεϊνσιανισμός), με τη μορφή του αναπτυξιακού κράτους που προσπαθεί να κλείσει την ψαλίδα με το Βορρά, εξέπνευσε στην αγχόνη του χρέους. Η Αμερική κατάφερε να εδραιωθεί ως το πιο ελκυστικό πρότυπο καπιταλιστικής συσσώρευσης και να αναστυλώσει -προσωρινά ή όχι, είναι θέμα επόμενης συζήτησης- την παγκόσμια ηγεμονία της.
ΠΙΝΑΚΑΣ 2:
Μ ισθοί σε ηοσοστό του ΑΕΠ, ΗΠΑ-Δ. Ενρώηη, 1 9 7 0 -2 0 0 4
Χώρα Δεκ. ’70 1981 Δεκ. ’80 Δεκ. ’90 2004ΗΠΑ 70,0 69,4 68,7 67,5 66,5ΕΕ (15) 74,2 75,3 71,5 68,4 66,7Γαλλία 73,6 76,4 71,6 67,1 66,0Γερμανία 72,2 73,1 69,5 66,4 64,2Βρετανία 75,0 73,9 74,4 73,7 73,9Ιταλία 72,2 71,7 69,9 64,6 61,6
Πηγή: Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
128 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΓΡΑΦΗΜΑ 5:
Π ραγματικοί μ ισθοί και παραγωγικότητα της εργασίας στις ΗΠΑ,
1 9 6 0 -2 0 0 0
Πηγή: Pollin, “Contours of Descent”.
ΓΡΑΦΗΜΑ 6:
Μ ερίδιο του εθνικού εισοδήματος που καρπώνεται το πλουσιότερο 0 ,1 %
τον πληθυσμού - ΗΠΑ, Γαλλία και Βρετανία, 1 9 1 3 -1 9 9 8
Πηγή: D. Harvey, Λ Brief History o f Neoliberalism.
Δείκ
της
παρα
γωγι
κότη
τας
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 129
Ωστόσο, παρά τις επιτυχίες του αυτές, ο «ταξικός πόλεμος εκ των
άνω», κάτω από τη σημαία τον νεοφιλελευθερισμού, α π ά νχε να θέσει το διε
θνές σύστημα τον κεφαλαίου σε μ ια σταθερή πορεία ισχυρά ανοδικής οικο
νομικής μεγέθυνσης και κερδοφορίας. Τα ποσοστά αύξησης του παγκόσμιου ΑΕΠ, που κυμαίνονταν σταθερά άνω του 5,5% στη «Χρυσή Εποχή», πέφτουν στο 3,4% τη δεκαετία του ’80 και στο 2,9% τη δεκαετία του ’90.25 Η όποια οικονομική μεγέθυνση στηρίζεται λιγότερο στην αύξηση της παραγωγικότητας λόγω της τεχνολογικής ανανέωσης της παραγωγής και περισσότερο στις πιο πρωτόγονες μορφές, με τη «βραζιλιανοποίηση» της μισθωτής εργασίας στη Δύση και την απόσπαση αυτοκρατορικού φόρου υποτέλειας από τα έθνη της περιφέρειας.26 Ο πρώην αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας Τζόζεφ Στίγκλιτς υπολογίζει ότι, από το 1980, ο Νότος κατέβαλε στο Βορρά για την αποπληρωμή του χρέους ποσό 4,6 τρις δολαρίων, ισοδύναμο με... 50 σχέδια Μάρσαλ! Στην εποχή της υποτιθέμενης «οικονομίας της γνώσης», τα εργατικά ατυχήματα και οι επαγγελματικές ασθένειες θερίζουν.27 Μια τέτοια κατάσταση, υπέρβασης κάθε ηθικού, κοινωνικού, ακόμη και βιολογικού φραγμού στην ανθρώπινη εκμετάλλευση, είναι πολύ αμφίβολο αν μπορεί να συντηρηθεί χωρίς να θέτει μακροπρόθεσμα νάρκες στα ίδια τα θεμέλια της καπιταλιστικής αναπαραγωγής.
Επιπλέον, οι όποιες «επιτυχίες» του ρεϊγκανισμού-θατσερι- σμού οφείλονται σε παράγοντες εντελώς άσχετους ή και αντίθετους με τα όσα διακηρύσσει το νεοφιλελεύθερο δόγμα περί των θαυματουργών δυνάμεων της «ελεύθερης Αγοράς». Ο νεοφιλελευθερισμός του Ρέιγκαν κυριολεκτικά στραγγάλισε την αμερικανική βιομηχανία (αν και απογείωσε τα κέρδη του τοκογλυφι- κού κεφαλαίου), η οποία δεν κατάφερε να ορθοποδήσει παρά μόνο χάρη σε δύο, βασικούς παράγοντες: Την εκτόξευση των στρατιωτικών δαπανών στο δεύτερο Ψυχρό Πόλεμο που εξαπέ-
130 IΙΕΤΡΟΣ I ΙΛΙΙΑΚΩΝΓΓΑΝ ΓΙΝΟΥ
λύσε η Αμερική (από τη σκοπιά που συζητάμε, επρόκειτο για ενός είδους «πολεμικού κεϊνσιανισμού για τους πλούσιους») και στη συμφωνία Πλάζα, που αποκατεστησε την ανταγωνιστικότητα των αμερικανικών προϊόντων μέσω της υποτίμησης του δολαρίου έναντι του γεν. Σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ’80, οι χώρες που «καθυστερούσαν» στη νεοφιλελεύθερη απορρύθμιση, όπως η Δ. Γερμανία και η Ιαπωνία, είχαν πολύ καλύτερες επιδόσεις (ωριαία παραγωγικότητα της εργασίας, εμπορικά πλεονάσματα) από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία, παρά το γεγονός ότι η αμοιβή εργασίας ήταν πολύ ψηλότερη.28 Μάλιστα, στα τελευταία χρόνια του ρεϊγκανισμού, η «κίτρινη απειλή», στο πρόσωπο της Ιαπωνίας, είχε γίνει η έμμονη ιδέα των αμερικανικών ελίτ και της κινηματογραφικής βιομηχανίας του Χόλιγουντ. Το κυριότερο έργο του Πολ Κένεντι, Η Άνοδος και // Πτώση των Μ εγάλω ν Δυνάμεων,
είχε ως κεντρικό μοτίβο την απειλή υποκατάστασης της Αμερικής, στο ρόλο του παγκόσμιου ηγεμόνα, από την Ασία και κυρίως q- πότην Ιαπωνία.
Η απομυθοποίηση του νεοφιλελευθερισμού ενισχύθηκε από το κραχ της Γουόλ Στριτ, τον Οκτώβριο του 1987, την πιο απότομη κατάρρευση χρηματιστηριακών αξιών στην ιστορία των ΗΠΑ - βαθύτερη ακόμη και από το κραχ του 1929. Για μια σύντομη περίοδο, έγινε της μόδας η αναζήτηση εναλλακτικών στρατηγικών αναδιάρθρωσης με την «κινητοποίηση του ανθρωπίνου κεφαλαίου», κατά το ιαπωνικό, γερμανικό, ή σκανδιναβικό πρότυπο. Όλα αυτά σαρώθηκαν, όμως, από την κατάρρευση των γραφειοκρατικών, εκμεταλλευτικών καθεσκότων στην ΕΣΣΔ και την Ανατολική Ευρώπη. Μια κατάρρευση, που εμφανίστηκε ως νίκη του νεοφιλελεύθερου δόγματος απέναντι στον «κρατιομό» εν γένει, ενώ οφειλόταν στις εσωτερικές αντιφάσεις αυτών των κοινωνιών και εν πολλοίς έπιασε στον ύπνο τις δυτικές ελίτ.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 131
Εν πάση περιπτώσει, η κατάρρευση ίου ανατολικού μπλοκ, σε συνδυασμό με τη στροφή της Κίνας στον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης προοέφερε, ως μάννα εξ ουρανού, νέες, τεράστιες εφεδρείες στην αναπαραγωγή του κεφαλαίου. Οι χώρες του Τρίτου Κόσμου που αντιστε'κονταν στη «φιλελευθεροποίηση» επιμέ- νοντας στο εθνικό-αναπτυξιακό σχέδιο (Ινδία, Μέση Ανατολή, Λατινική Αμερική, τμήμα της Αφρικής) έχασαν το βασικό στήριγμά τους. Για πρώτη φορά από το 1914, το κεφάλαιο απέκτησε τη δυνατότητα να αναζητά σε οποιοδήποτε σημείο της Γης, με ελάχιστες, αμελητέες, εξαιρέσεις, τα πιο υψηλά κέρδη. Οι τεράστιες πλουτοπαραγωγικές πηγές και η φθηνή, μορφωμένη, υψηλής ειδίκευσης εργατική δύναμη των υπό «αναδιάρθρωση» χωρών προσφέρονταν για λεηλασία από το πολυεθνικό κεφάλαιο.
Υπό αυτό το πρίσμα, το περίεργο δεν είναι η έλευση της «Ωραίας Εποχής» Κλίντον (ωραίας, από τη σκοπιά της καπιταλιστικής κερδοφορίας και όχι από τη σκοπιά του βιοτικού επιπέδου των μισθωτών, όπως θα δούμε στη συνέχεια), αλλά η εξαιρετικά σύντομη διάρκειά της. Την τετραετία 1997-2001, σειρά δραματικών κρίσεων που ξεκίνησαν από την περιφέρεια του παγκόσμιου συστήματος (Ν. Α. Ασία, Ρωσία, Τουρκία, Αργεντινή) για να φτάσουν στις μητροπόλεις του βιομηχανικού Βορρά, ράγισαν τη βιτρίνα της «Νέας Οικονομίας», τροποποιώντας τη διεθνή πολιτική ατμόσφαιρα. Μια από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις ήταν η κρίση της Αργεντινής.
Το μοιραίο ταγκό Αργεντινής-ΔΝΤ
Το 19ο και στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα, η Αργεντινή αποτέ- λεσε τη σωτηρία εκατομμυρίων Ευρωπαίων από λιμούς, πολέ
132 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
μους και πολιτικές διώξεις. Μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο είχε περισσότερα Ι.Χ. αυτοκίνητα από τη Γαλλία, αναλογικά με τον πληθυσμό της.
Τη δεκαετία του ’90, η χώρα του τάνγκο εμφανιζόταν ως λαμπερό υπόδειγμα της παγκοσμιοποίησης.29 Γκρέμισε τους εμπορικούς, προστατευτικούς φραγμούς πιο γρήγορα από τις περισσότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής. Ξεπούλησε περίπου 400 δημόσιες επιχειρήσεις -πετρελαϊκές βιομηχανίες, χαλυβουργίες, εταιρείες τηλεπικοινωνιών, ασφαλιστικές, πετροχημικά συγκροτήματα, ταχυδρομεία, αερομεταφορές κ.ά - που παρήγαγαν το 7% του εθνικού προϊόντος.30 Συνέδεσε το νόμισμά της, το πέσο, με το αμερικανικό δολάριο (προσανατολιζόταν μάλιστα να υιοθετήσει πλήρως το δολάριο ως εθνικό νόμισμα), ώστε διαδοχικές κυβερνήσεις, σταθερά δεμένες στο κατάρτι της «δημοσιονομικής πειθαρχίας» να μην υποκύψουν στις σειρήνες του «λαϊκισμού», να ρίξουν τον πληθωρισμό και να προσελκύσουν ξένες επενδύσεις.
Ό λα αυτά τα οδυνηρά, για το λαό της Αργεντινής, μέτρα α- ποτελούοαν «συστάσεις» του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών και του εξωτερικού του βραχίονα, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). Το 1999, ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Λόρενς Σάμερς απένεμε δημόσια εύσημα στον πιο καλό το μαθητή του:
«Σήμερα, το 50% του τραπεζικού τομέα και το 70% των ιδιωτικών τραπεζών της Αργεντινής βρίσκονται υπό ξένο έλεγχο, ενώ το αντίστοιχο ποοοστό το 1994 ήταν μόλις 30%. Το αποτέλεσμα είναι μια αγορά πιο πλούσια και πιο αποτελεσματική, με τους ξένους επενδυτές να εκδηλώνουν πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον μακροπρόθεσμης δραστηριοποίησης στη χώρα».31
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 133
Τι περίεργο, όμως! Η μοίρα επιφύλασσε άδικη ανταμοιβή στους αριστεύσαντες του νεοφιλελευθερισμού. Η άνοδος του δολαρίου, τη δεκαετία του ’90, παρέσυρε το πέσο καθιστώντας μη ανταγωνιστικά τα προϊόντα της Αργεντινής. Η ανεργία εκτοξευόταν στα ύψη, πιέζοντας προς τα κάτω τους μισθούς, ενώ μια μικρή ελίτ συσσώρευε τεράστιο πλούτο από τις ιδιωτικοποιήσεις. Υποτίμηση του νομίσματος αποκλειόταν κατηγορηματικά, ως επαίσχυντο πληθωριστικό αμάρτημα, από το «Πιστεύω» της οικονομικής ορθοδοξίας. Το ίδιο και οποιαδήποτε σκέψη για επιστροφή στους εμπορικούς, προστατευτικούς δασμούς κατά των εισαγωγών.
Αναπόφευκτα, τό εμπορικό έλλειμμα αυξανόταν με κινηματογραφική ταχύτητα και το κράτος προσέφυγε στο διεθνή δανεισμό, συσσωρεύοντας χρέη πάνω τα χρέη. Ο φαύλος κύκλος προ- κάλεσε τεραστίων διαστάσεων φυγή κερδοσκοπικών κεφαλαίων, τα οποία, αφού απομύζησαν τον κοινωνικό πλούτο της χώρας, αναζήτησαν σε άλλα σημεία του πλανήτη τους επόμενους «καλούς μαθητές» που θα τα φιλοξενούσαν.32 Πέραν των εγγενών ανισορροπιών της αργεντίνικης οικονομίας, η φυγή κεφαλαίων επιταχύνθηκε από την «κρίση τεκίλα», που έπληξε το Μεξικό το 1994 και την κρίση της Βραζιλίας, το 1998.
Η κρίση έφτασε σε σημείο ανάφλεξης στα τέλη του 2001, με το εξωτερικό χρέος να έχει ξεπεράσει το αστρονομικό ύψος των 140 δις δολαρίων. Η κυβέρνηση προσέφυγε στο ΔΝΤ, τον παγκόσμιο «πιστωτή ύστατης ανάγκης», για να μπορέσει να αντα- ποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Αυτή τη φορά, σε αντίθεση με τις τρεις προηγούμενες, μικρότερες κρίσεις (1994,1998,2000), βρήκε την πόρτα κλειστή. Η κυβέρνηση του κεντροαριστερού ντε λα Ρούα, εκλεκτού εταίρου των Μπιλ Κλίντον και Τόνι Μπλερ στα διεθνή φόρα περί «παγκόσμιας διακυβέρνησης», απαγόρευσε,
134 ΙΙΚΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
την 1 η Δεκεμβρίου, αναλήψεις άνω των 250 δολαρίων την εβδομάδα από τις τράπεζες. Η απόγνωση των μικροαστών, που είδαν τις αποταμιεύσεις τους να δεσμεύονται από το κράτος, ήρθε να προστεθεί στην οργή των ανέργων και των εργατών, δημιουργώντας συνθήκες πανεθνικής κρίσης.
Μέσα σε λίγες ημέρες, οι κοινωνικές ταραχές, στις οποίες 27 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, απέκτησαν χαρακτηριστικά επαναστατικής κατάστασης. Ο ντε λα Ρουα παραιτήθηκε33 μαζί με τον- αρχιτέκτονα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής του, Ντομίγκο Καρ- βάλιο, και αναγκάστηκε να φύγει με ελικόπτερο από την ταράτσα του προεδρικού μεγάρου Κάσα Ροσάδα, για να γλιτώσει το λιντσάρισμα. Ο διάδοχός του, Ντουάλντε, αναγκάστηκε (επιτέλους!) να εγκαταλείψει το αμερικανικό δολάριο και να υποτιμήσει το πέσο, θέτοντας ωστόσο σκληρούς περιορισμούς στις τραπεζικές συναλλαγές. Το αποτέλεσμα ήταν να χάσουν οι τραπεζικές καταθέσεις περίπου τα δύο τρίτα της αξίας τους και να μεταφερθούν βίαια 16 δισεκατομμύρια δολάρια, με όρους αγοραστικής δύναμης, από τους μικροκαταθέτες στις τράπεζες και, τελικά, μέσω των τραπεζών στην οικονομικοπολιτική ελίτ. Το προπο τρίμηνο του 2002, το ΑΕΠ συρρικνωνόταν, οε ετήσια βάση, κατά 16,3%, η ανεργία εκτοξευόταν στο 21,5% και το 53% των Αργεντινών βρίσκονταν κάτω από το όριο της φτώχειας.1'
Στο μεταξύ, τα εργοστάσια που εγκαταλείπονταν από τους ιδιοκτήτες τους καταλαμβάνονταν από τους εργάτες που τα έθεταν σε λειτουργία με μορφές αυτοδιαχείρισης, στις γειτονιές συγκροτούνταν επιτροπές αλληλεγγύης για τη συλλογική αντιμετώπιση των πιεστικών προβλημάτων της καθημερινής επιβίωσης και οι piqueleros (διαδηλωτές με πλακάτ) μπλοκάριζαν τις κύριες οδικές αρτηρίες με ριζοσπαστικά, πολιτικά αιτήματα ακαθόριστα σοσιαλιστικού προσανατολισμού.35 Τελικά, το ευρύ κοινωνικό μέ
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 135
τωπο της εξέγερσης αποδείχθηκε ανέτοιμο να θέσει ζήτημα πολιτικής εξουσίας και η κρίση τέθηκε υπό έλεγχο, όχι όμως χωρίς να αφήσει πίσω της μια σοβαρή ήττα του νεοφιλελευθερισμού και μια σημαντική προοδευτική στροφή στην πορεία της Αργεντινής.
Ο νέος πρόεδρος, Νέστορ Κίρτσνερ, δεν περιέλαβε στο επιτελείο του ούτε έναν αμερικανοσπουδαγμένο, νεοφιλελεύθερο οικονομολόγο. Με τη διαπραγματευτική δύναμη που του έδιναν τα οδοφράγματα και οι καταλήψεις εργοστασίων, επέβαλε στους ξένους δανειστές και στο ΔΝΤ τη διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους και την αποπληρωμή του υπόλοιπου με χαριστικούς όρους. Προηγήθηκαν πολύμηνες διαπραγματεύσεις, καθώς οι παγκόσμιοι τοκογλύφοι αγωνιούσαν όχι τόσο για τα κεφάλαια που θα έχαναν όσο για το κακό παράδειγμα που θα έδινε η Αργεντινή, αυτός ο μέχρι χθες «οπασίκλας» του νεοφιλελευθερισμού που εμφανιζόταν ξαφνικά ως «αντάρτης», σε όλες τις δεινοπαθούσες, καταχρεωμένες χώρες της περιφέρειας.
Ωστόσο, ο Κίρτσνερ έμεινε σταθερός στις θέσεις του διατυμπανίζοντας ότι δεν επρόκειτο να φορολογήσει το λαό του για να πλουτίζει τους διεθνείς τραπεζίτες και προτείνοντας στους πιστωτές του να τον συνοδεύσουν σε μια περιοδεία στις παραγκου- πόλεις της Αργεντινής, για να συνειδητοποιήσουν τι εστί φτώχεια!*6 Εκόντες άκοντες, οι διεθνείς τοκογλύφοι και το ΔΝΤ υποχώρησαν άτακτα. Ή ταν μια σημαντική νίκη που άφησε πίσω της μαθήματα παγκόσμιας σημασίας: Ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι τεχνοκρατικά επιβεβλημένος μονόδρομος, αλλά ολέθρια για τα εργατικά στρώματα ταξική επιλογή, που μπορεί να ανατραπεί. Η παγκοσμιοποίηση δεν σημαίνει ματαιότητα του κοινωνικού αγώνα σε εθνική κλίμακα. Αντιθέτως, ένα ριζοσπαστικό κίνημα κατάφερε να ασκήσει αποτελεσματικό πολιτικό εκβιασμό στη
136 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
«δική του» κυβέρνηση, αλλά και στο διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο, κερδίζοντας μια μερική και προσωρινή, αλλά σημαντική νίκη.
Συνολικά, οι αλυσιδωτές, οικονομικές κρίσεις στο τέλος του 20ου και στις αρχές του 21ου αιώνα, είχαν σοβαρές πολιτικές συνέπειες: Στο Μεξικό, η κρίση του 1994 και η δημιουργία της Βο- ρειοαμερικανικής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (NAFTA) υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ γέννησε το κίνημα πολιτικής ανυπακοής των Ζαπατίστας. Στη Νότια Αμερική, η λεηλασία των εθνικών οικονομιών από το πολυεθνικό κεφάλαιο και το ΔΝΤ, που με τόσο δραματικό τρόπο εκδηλώθηκε στις αλυσιδωτές κρίσεις, οδήγησε στη ριζοσπαστική στροφή ολόκληρης της ηπείρου, με πιο χαρακτηριστική έκφραση τη Βενεζουέλα του Τσάβες.
Στη Ρωσία, ο κοινωνικός κατακλυσμός της κατ’ ευφημισμόν «μετάβασης στην ελεύθερη αγορά» και η αποκάλυψη των σαθρότατων θεμελίων του μαφιόζικου, ρώσικου νεοκαπιταλισμού με την κρίση του ρουβλίου έθεσαν τέλος στην ολέθρια εποχή Γέλ- τσιν και έφεραν στην εξουσία τον Βλαντιμίρ Πούτιν, με βασική επαγγελία την αναστύλωση του ρωσικού κράτους και τον τερματισμό της υποτέλειάς του έναντι των ΗΠΑ. Στη Ν. Α. Ασία, η κρίση του 1997-1998 προκάλεσε την πτώση του δικτατορικού, αμε- ρικανόδουλου καθεστώτος Σουχάρτο στην Ινδονησία και ένα πα- λιρροϊκό κύμα αντιαμερικανισμού στην περιοχή, ωθώντας τους τραυματισμένους «Τίγρεις» και «Δράκους» σε πιο στενές σχέσεις με την Κίνα και την Ιαπωνία.
Η αλλαγή της πολιτικής ατμόσφαιρας έγινε αισθητή και στα μητροπολιτικά κέντρα. Η περίοδος 1997-2000 σημαδεύτηκε από την ήττα του νεοφιλελευθερισμού στην Ευρώπη και την άνοδο
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 137
της Κεντροαριστεράς, η οποία, στην nuo προχωρημένη περίπτωση της γαλλικής κυβέρνησης Σοσιαλκττών-Κομουνιστών-Πρασί- νων, ανέβηκε στην εξουσία με σημαία τ ο 35ωρο και την αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου. Αν και ο ι λαϊκές προσδοκίες πολύ σύντομα αποδείχθηκαν φρούδες από τ ι ς ηγεσίες της μεταλλαγμένης, σοσιαλ-φιλελεύθερης Κεντροαριστεράς, η εξέλιξη αυτή αντανακλούσε την αναζήτηση μιας εναλλακτικής, προοδευτικής πορείας από τους Ευρωπαίους εργαζόμενους. Ανάλογες διαθέσεις χρωμάτισαν το συντριπτικό ρεύ|4.α του «Όχι» στο γαλλικό δημοψήφισμα για το ευρωσύνταγμα, που παρέσυρε την πλειο- ψηφία του Σοσιαλιστικού Κόμματος π α ρ ά την επίσημη γραμμή της ηγεσίας του, όπως επίσης και την ε ξ αριστερών διάσπαση της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας. Το ελ-πιδοφόρο, στην αντιφατι- κότητά του, ρεύμα του Σιάτλ και της Γένοβας εναντίον της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης ήτα ν και αυτό τέκνο της έντονα κρισιακής περιόδου.
Εν τέλει, η συσσώρευση αποσταθεροποιητικών φαινομένων στην παγκόσμια οικονομία στα τέλη το υ 20ού αιώνα έδειξε ότι η νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση απέτυχε να «εξυγιάνει» αποσπασματικά το σύστημα με αποτέλεσμα Γ| ψ ίο η ναερυσσώρεναης κεφα
λαίων, ηον εκδηλώθηκε από τις αρχές της δεκαετίας τον 1 0 , να μειατρα-
π εί σε χρόνια κατάσταση. Στις συνθήκες τη ς χρόνιας κρίσης, η απογείωση των ανισοτήτων σηματοδοτεί τη ν επιστροφή του «Κοινωνικού Ζητήματος» με μια αγριότητα που θυμίζει, από ορισμένες απόψεις, τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Παράλληλα, η καταστροφική πλευρά του ύστερου καπιταλισμού εκδηλώνεται με άλλον ένα, ιστορικά προτοφανή στη δραματική του διάσταση, τρόπο: την ανεξέλεγκτη περιβαλλοντική κρίση.
138 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Σημειώσεις
1. Μνημειώδης έμεινε η δικαιολογία της αμερικανικής υποστήριξης οτους πραξικοπηματίες από τον Μέτερνιχ της αμερικανικής διπλωματίας. Ο Κίσιντζερ είχε δηλώσει απερίφραστα ότι δεν έβλεπε το λόγο γιατί η Αμερική θα έπρεπε να αφήσει τη Χιλή «να γίνει μαρξιστική, μόνο και μόνο γιατί ο λαός της ήταν ανεύθυνος»!Βλ. C. Hitchens, The Trial o f Henry Kissinger, Verso, 2001, o. 55.2. E. H. Phelps Brown, “A Non- Monetarist View of the Pay Explosion”, Three Banks Review, No 105 (1975).3. Βλ. G. Arrighi, “The Social and Political Economy of Global Turbulence”, New Left Review No 20, 2003, o. 35.4 .0 όρος καθιερώθηκε από τον Ρόμπερτ Μπρένερ, ο οποίος μιλάει για κρίσεις «υπερπαραγωγής/υπερβάλλουσας παραγωγικής ικανότητας» (overproduction/overcapacity), θεωρούμε και τους δύο αυτούς όρους ως συμπληρωματικές εκφράσεις της υποκείμενης κρίσης υπερσυοοώ- ρευσης κεφαλαίου.5. L. Alvarez, “Britain Says U.S. Planned to Seize Oil in '73 Crisis”, Neu<
York Times, 4.1.2004.Τελικά, η απότομη άνοδος των τιμών του πετρελαίου λόγω του πετρελαϊκού εμπάργκο tg>v Αράβων, σιο οποίο πρωτοστάτησε η Σαουδική Αραβία, έβλαψε περισσότερο τους Ευρωπαίους και Ιάπωνες ανταγωνιστές των Αμερικανών, που εξαρτιόνταν (και εξακολουθούν να εξαρτι- ούνται) περισσότερο, σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, από τα πετρέλαια της Μέσης Ανατολής. Το γεγονός αυτό τροφοδότησε θεωρίες περί συνωμοσίας ΗΠΑ-Σαουδαράβων στην κρίση του 1973. Ωστόσο, η εκδοχή αυτή δεν τεκμηριώθηκε ποτέ.6. R. Brenner, “The Economics of Global Turbulence: A Special Report on the World Economy, 1950- 98”, New Left Review 1/229, Μάιος-Ιού- νιος 1998, σσ. 120-121.
ΙΌ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 139
7. Ενδεικτικά, η προσωρινή εργασία, μία μόνο απά τις μορφές «απελευθέρωσης» του ωραρίου, αυξήθηκε κατά μέσο όρο σιις 15 προ διεύρυνσης χώρες-μέλη της Ε.Ε., απά 5% το 1980, σε 13,6% το 2004. Βλ. Μ. Housson (επιμ.) Travail flexible, salaries jetables, La Decouverte, 2006, o. 22.8. Η απεργία της Εθνικής Ένωσης Ανθρακωρύχων (NL'M) της Βρετανίας, υπό το μαχητικό, σοσιαλιστικών τάσεων, ηγέτη Άρθουρ Σκάργκιλ, κράτησε ένα ολόκληρο χράνο (1984-85) και ήταν ο πιο σημαντικός α- περγιακός αγώνας στα Βρετανικά Νησιά από τη γενική απεργία του 1926. Χρησιμοποιώντας τις πιο ωμές, απεργοσπαστικές μεθόδους, η Θάτσερ κατάφερε να κάμψει τους απεργούς, να κλείσει 15 ανθρακωρυχεία και να ιδιωτικοποιήσει τα υπόλοιπα 15 μέσα στα επόμενα χρόνια. Η ήττα των ανθρακωρύχων είχε τεράστιο, αρνητικό αντίκτυπο στο ηθικό ολόκληρου του αγγλικού εργατικού κινήματος.9. Το 1981, λίγο μετά την ανάληψη της εξουσίας, ο Ρέιγκαν απέλυσε εν μια νυκτί όλους τους απεργούς του συνδικάτου ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας (PATCO) και τους αντικατέστησε με απεργοσπάστες.10. Η. Arendt, The Origins o f Totalitarianism, Schocken, 2004, o. 198.11. Από αυτή την άποψη το χρέος του Τρίτου Κόσμου παίζει το ρόλο που έπαιζαν οι κανονιοφόροι της Βρετανίας στους πολέμους του οπίου για το άνοιγμα των αγορών της Κίνας.12. Πιο αναλυτικά: D. Harvey, Λ Brief History o f Neoliberalism, Oxford University Press, 2005, σσ. 159-165 και The New Imperialism, Oxford University Press, 2005, Κεφ. 4.13. L. Boltanski & E. Chiapello, Le nottvel espiit du capitalisme, Gallimard, 1999.14. To δημόσιο χρέος των αναπτυγμένων βιομηχανικών χωρών αντιστοιχούσε στο 20,5% του ΑΕΠ το 1980, για να εκτοξευθεί στο 31,7% το 1990 και σιο 44,6% το 1995. Βλ. D. Plihon, Le nouveau capitalisme. La Ddcouverte, 2003. o. 25.
140 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝ ΤΙΝΟΥ
15. Αυτό εκφράζει ο λεγόμενος «νόμος του Πάρκινσον», βλ. Γ. Καρα- μπελιά, «Η Κρίση της Παγκοσμιοποίησης», Σεπτέμβριος 2006, www.katatransavantguardia.org.16. Η Ιαπωνία αναγκάστηκε να προχωρήσει σ’ αυτή την οργανωτική επανάσταση λόγω των ιδιομορφιών της, που δυσκόλευαν την εφαρμογή του παραδοσιακού φορντικου-τεϊλορικου μοντέλου: περιορισμένη εσωτερική αγορά, τεράστιες ελλείψεις υστέρα από την τρομερή οικονομική καταστροφή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου κ.ά. Πρωτοπόρος στην εισαγωγή του νέου μοντέλου ήταν η Toyota, που ιδρύθηκε το 1933 και εκπροσωπεί σήμερα τη μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία του κόσμου, έχοντας ξεπεράσει και την General Motors από τον Μάιο του 2007. Το σύστημα οργάνωσης της Toyota οδηγεί σε οικονομίες, της τάξης του 50%, αναφορικά με τον αριθμό των βιομηχανικών εργατών, την επένδυση σε εργαλεία παραγωγής και τους αποθηκευτικούς χώρους για αναλώσιμα και εξαρτήματα.17. Μεταξύ άλλων, το βιομηχανικό ντιζάιν μέσω υπολογιστή (CAD), η παραγωγή με τη βοήθεια υπολογιστή (CAM), τα ψηφιακά συστήματα ελέγχου (CNC) και τα ευέλικτα παραγωγικά συστήματα (FMS).18. Αυτό ισχύει, ακόμη περισσότερο, για τους θεωρητικούς εκπροσώπους του «σοσιαλ-φιλελευθερισμού», τους μεταλλαγμένους σε νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση εκπροσώπους της σοσιαλδημοκρατίας, όπως οι προφήτες του Τρίτου Δρόμου, Ούλριχ Μπεκ και Άντονι Γκίντενς.19. Στο ζενίθ των κινητοποιήσεων της γαλλικής νεολαίας εναντίον του Συμβόλαιου Πρώτης Απασχόλησης (CPE) για την προσωρινή εργασία, τον Μάρτιο του 2006, ο μεγαλοβιομήχανος Σερζ Ντασό δήλωσε, με ύφος φιλοσόφου, σε τηλεοπτική εκπομπή: «Η προσωρινότητα είναι η ίδια η ζωή. Η προσωρινότητα είναι καλή για την απασχόληση και η απασχόληση είναι καλή για τη ζωή»! Βλ. Μ. Housson (επιμ.) ό.π. σ. 40.20. Κ. Bales, Disposable People: Neu> Slavery in the Global Economy, University of California Press. 2000.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 141
21. A. Lipietz, “The Post- Fordist World: Labour Relations, International Hierarchy and Global Economy”, Review of International Political Economy,
No 4, 1997. Για ειρωνεία της τύχης, το εργοστάσιο-πρότυπο, που χάρισε τον όρο στον Λιπιέτς, έκλεισε λίγο αργότερα.22. Αναφε'ρεται σιο: J. A. Fraser, White- Collar Sweatshop: The Deterioration
o f Work and Its Rewards in Corporate America, Norton, 2001.23. Από το 2005, η πλειοψηφία των νοικοκυριών στις ΗΠΑ αντιστοιχεί σε μοναχικά άτομα, ενώ μόνο το 30% των μαύρων γυναικών μοιράζεται τη ζωή με το σύζυγό τους. Βλ. The New York Times, 11/1/2007.Πάλι στις ΗΠΑ, τα περισσότερα παιδιά ηλικίας 3 έως 12 ετών περνούν περισσότερο χρόνο με την τηλεόραση ή τα ηλεκτρονικά μαραφέτια τους, παρά με τους γονείς, τους δασκάλους ή τους φίλους τους (P. Anderson, “The World Made Flesh", New Left Review 39, Μάιος-Ιούνιος 2006).24. Στις ΗΠΑ, το ποσοστό των συνδικαλισμένων στη μεταποίηση έπεσε από το 39% του 1973 στο 18% του 1995. Ανάλογη, αν και πιο αργή, είναι η τάση σιην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου σήμερα είναι οργανωμένο σε συνδικάτα περίπου το ένα τρίτο του εργατικού δυναμικού. Βλ. R. Brenner, The Boom and the Bubble: The US in the World Economy, Verso,2002, σ. 53 και Ν. Παλαιολόγος, Εργασία και Συνδικάτα στον 21ο Αιώνα,
ΙΝΕ/ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, 2006, Κεφ. 4.25. S. Amin, “Au-defe du capitalisme senile”, ActuelMarx, PUF, 2001, σ. 48.26. Βλ. J. Stiglitz, Globalization and its Discontents, Norton, 2002.27. Στις ΗΠΑ, η αύξηση των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’90 υπολογίζεται στο 20% έως 30%, τόσο στη βιομηχανία όσο και στις υπηρεσίες. Βλ. P. Askenazy, “L’ emergence d’ un neostakhanovisme”, Les Echos, 29/9/1999.28. A. Lipietz, ό.π., σσ. 2-3.29. Βλ. Paul Krugman, “Crying with Argentina”, The New York Times,
1/1/2002.
142 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
30. R. Pollin, Contours o f Descent, Verso, 2003, o. 149.31. Αναφέρεται από τον Walden Bello στο “Power, Timidity and Irresponsibility in Global Finance”, Focus on Trade, Αύγουστος 1999.32. Μέσα στο 2001, έκανε φτερά το 17% των συνολικών καταθέσεων σιις τράπεζες της Αργεντινής. Βλ. D. Harvey, A Brief History of Neoliberalism,
Oxford University Press, 2005, o. 105.33. Τρεις κυβερνήσεις της Αργεντινής ανατράπηκαν από λαϊκές εξεγέρσεις μέσα σε λίγους μήνες.34. W. Bello, La fin de Γ Empire: La desegregation du systems americain,
Fayard, 2005, a 174- 175.35. J. Petras & H. Veltmeyer, System in Crisis: The Dynamics of Free Market
Capitalism, Zed Books, 2003, o. 87- 110.36. «Global Bondholders Meet to Plan Recovery of Losses”, Financial
Times, 23/2/2004.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Τ Ο Ο ΙΚ Ο Λ Ο Γ ΙΚ Ο Π ΡΟ Β Λ Η Μ Α
Κατά το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα, η καταστροφή του περιβάλλοντος βρισκόταν στο περιθώριο της πολιτικής διαπάλης. Στην καπιταλιστική Δύση και στη «σοσιαλιστική» Ανατολή, στο βιομηχανικό Βορρά και στον πρόσφατα απελευθερωμένο από τον αποικιοκρατικό ζυγό Νότο, η απόλυτη προτεραιότητα στην οικονϋμική μεγέθυνση έθετε σε δεύτερο πλάνο τις οικολογικές ανησυχίες. Φυσικά, οι παραγωγοί του κοινωνικού πλούτου, στα εργοστάσια, τα χωράφια και τα θερμοκήπια, αντιμετώπιζαν με πολύ σκληρό τρόπο την οξύτητα του οικολογικού προβλήματος, πολύ πριν εμφανιστούν τα κόμματα των Πρασίνων και περιβαλλοντικές οργανώσεις τύπου Greenpeace, καθώς αναγκάζονταν να εκτίθενται σε επικίνδυνες τοξικές ουσίες στο χώρο εργασίας και διαβίωσης. Ωστόσο, το «οικολογικό πρόβλημα» που βίωναν καθημερινά, με βαριές συνέπειες στην υγεία τους, δεν ουγκινούσε ιδιαίτερα ούτε καν τα εργατικής αναφοράς κόμματα εξουσίας -σοσιαλδημοκρατικά στη Δυτική Ευρώπη και κομουνιστικά στην Ανατολική- που μοιράζονταν μια προμηθεϊκή λογική «κατάκτη- σης» της Φύσης και ποσοτικής ανάπτυξης με κάθε τίμημα.
Η κατάσταση αλλάζει γύρω στις αρχές της δεκαετίας του ’70,
144 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΓΑΝ ΓΙΝΟΥ
όταν η κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου συνδυάζεται με την πυράκτωση της οικολογικής κρίσης. Η τελευταία αποκτά πλε'ον «οικουμενικό» χαρακτήρα, καθώς επεκτείνεται από τις βιομηχανικές πόλεις και την αγροτική περιφέρεια σε πανεθνικό και, τελικά, σε παγκόσμιο επίπεδο. Το οικολογικό πρόβλημα εμφανίζεται ως αυτόνομο, σημαντικό μέτωπο της κοινωνικής και πολιτικής διαπάλης καθώς το φωτοχημικό νέφος απλώνεται και πάνω από τα «καλά» προάστια του Λος Αντζελες, του Λονδίνου και της Αθήνας, ενώ τα βιομηχανικά απόβλητα μολύνουν τα ποτάμια και τις ακτές, υποβαθμίζοντας την «ποιότητα ζωής» των μεσαίων στρωμάτων.
Πέραν της περιβαλλοντικής υποβάθμισης αυτής καθ’ εαυτήν, σοβαρό ρόλο έπαιξε η γενικότερη ιδεολογική ατμόσφαιρα της εποχής. Το τέλος των τριών μεταπολεμικών δεκαετιών δυναμικής οικονομικής μεγέθυνσης και η είσοδος σε μια εποχή ισχνών αγελάδων έριχνε, ακόμη και στα μάτια μερίδας του κατεστημένου, σκιές αμφισβήτησης στην επικρατούσα αντίληψη που ταύτιζε την κοινωνική πρόοδο με την οικονομική ανάπτυξη και την οικονομική ανάπτυξη με τη βιομηχανική μεγέθυνση. Τις ανησυχίες των δυτικών ελίτ ενίαχυε και η χειραφέτηση των χωρών του Τρίτου Κόσμου με την ταχύτατη δημογραφική ανάπτυξη και τα μεγάλα αποθέματα πρώτων υλών, συμπεριλαμβανομένου του πετρελαίου, ζωτικά αναγκαίου για τις βιομηχανίες του Βορρά.
Χαρακτηριστική της ιδεολογικής μεταστροφής ήταν η πολύκροτη έκθεση της Λέσχης της Ρώμης, που δημοσιεύθηκε το 1972 για να γίνει αμέσως παγκόσμιο μπεστ σέλερ (πούλησε περισσότερα από 30 εκατομμύρια αντίτυπα και μεταφράστηκε σε περισσότερες από τριάντα γλώσσες). Η Λέσχη της Ρώμης ήταν μια ελιτίστικη «δεξαμενή σκέψης», που δημιουργήθηκε από επιχειρηματίες, πολιτικούς, οικονομολόγους και δημοσιογράφους. Δια
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 145
τηρούσε εξαρχής στενούς δεσμούς με τη διαβόητη Λέσχη Μπίλ- ντερμπεργκ και εξακολουθεί να λειτουργεί μέχρι σήμερα, έχοντας στους κόλπους της ανθρώπους όπως ο πρώην γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ και νυν υπεύθυνος εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Χαβιέ Σολάνα, η βασίλισσα Βεατρίκη της Ολλανδίας, ο τελευταίος ηγέτης της ΕΣΣΔ Μιχαήλ Γκορμπατσόφ κ.ά.
Η πολύκροτη έκθεση είχε τίτλο Τα Ό ρια της Ανάπτυξης1 και χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως το πρώτο, ευρείας απήχησης οικολογικό μανιφέστο. Ο χαρακτηρισμός είναι τόσο κολακευτικός, όσο και ανεδαφικός. Στην πραγματικότητα, η Λέσχη της Ρώμης αποτέλεσε πρόδρομο της πιο αντιδραστικής πτέρυγας της Οικολογίας - που, στις επόμενες δεκαετίες, θα επεκτεινόταν σε ευρύτατο ιδεολογικό φάσμα, από την άκρα Αριστερά μέχρι ανοιχτά αντιδραστικές τάσεις. Στα Ό ρια της Ανάπτυξης είναι εμφανής η επίδραση του Τόμας Μάλθους, του Βρετανού ανθρωπολόγου και οικονομολόγου, ο οποίος διατύπωσε το 1798 την πεσιμιστική και αντιουμανιστική «πληθυσμιακή θεωρία», σύμφωνα με την οποία η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού θα έφερνε μοιραία ανεπάρκειες τροφίμων και αναστολή της οικονομικής ανάπτυξης. Στην ίδια γραμμή σκέψης, η Λέσχη της Ρώμης εκτιμούσε ότι η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού (εννοείται από τον Τρίτο Κόσμο) θα προκαλούσε (στη Δύση) εξάντληση των ζωτικά αναγκαίων πρώτων υλών, όπως ο σίδηρος, το χρώμιο, ο χρυσός και κυρίως το πετρέλαιο. Η ενεργειακή κρίση του 1973, ύστερα από το πετρελαϊκό εμπάργκο των Αράβων μετά τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, εμφανίστηκε ως επιβεβαίωση αυτής της έκθεσης, η οποία, αν και κατά βάση αποικιοκρατικής και αντιουμα- νιστικής έμπνευσης, κατάφερε να περάσει με το πλαστό διαβατήριο της «οικολογικής ευαισθησίας».
146 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Από πολύ διαφορετική σκοπιό, εφορμούν, την ίδια περίοδο, στο διεθνές πολιτικό προσκήνιο νεοπαγείς περιβαλλοντικές οργανώσεις, κινήματα και πολιτικά κόμματα, όπως οι «Πράσινοι» στη Γερμανία και στη Γαλλία. Πρόκειται για λιγότερο ή περισσότερο ριζοσπαστικές οργανώσεις, που τροφοδοτούνται από τα μεσαία στρώματα και προέρχονται από το ρεύμα της Νέας Αριστερός και του γαλλικού Μάη του ’68. Με την υποχώρηση αυτού του παλιρροϊκού ρεύματος αντικαπιταλιστικής αμφισβήτησης και με τις απογοητεύσεις που έφεραν η σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία, το 1968 και η στροφή της Κίνας μετά τον «ιστορικό συμβιβασμό» Μάο-Νίξον, μερίδα του κινήματος μετατοπίστηκε από το «κόκκινο» στο «πράσινο», αναζητώντας ένα νέο πεδίο κοινωνικής κριτικής και άμεσης δράσης. Αρκετοί προσπάθησαν να θεωρητικοποιήσουν αυτή τη στροφή, υποστηρίζοντας ότι ο Μαρξ θεμελίωσε την κριτική του στον καπιταλισμό αποκλειστικά πάνω στην αντίθεση κεφαλαίου-ερ- γασίας, παραγνωρίζοντας τη «δεύτερη αντίθεση» ανθρώπου- φύσης. Στο σημαντικό έργο του Η Φύση στη Διαλεκτική Φάοσοψία,
ο Ευτύχης Μπιτσάκης απαντά με πειστικό τρόπο σε αυτή τη θεώρηση, αφιερώνοντας ολόκληρο κεφάλαιο στο οικολογικό πρόβλημα υπό τον τολμηρό τίτλο «Καρλ Μαρξ, πρόδρομος της οικολογίας».2
Στο μεταξύ, η οικολογία τείνει να γίνει παγκόσμια «μόδα», πα- ρασύροντας ακόμη και πολιτικούς, όπως ο πρώην αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Αλ Γκορ, ή θεσμούς τόσο παραδοσιακούς όσο το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης. Το φαινόμενο αυτό κάθε άλλο παρά απροσδόκητο είναι. Αν και το οικολογικό πρόβλημα είναι σύμφυτο με τον καπιταλισμό, μόνο κατά τις τελευταίες δεκαετίες απέκτησε τέτοια ένταση που να κινδυνεύει να αποσταθεροποιήσει με ανεπανόρθωτο τρόπο συνολικά τη βιό-
ΓΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 147
σφαίρα του πλανήτη. Τα συμπτώματα είναι πασίγνωστα και δεν επιδέχονται σοβαρή αμφισβήτηση: Ερημοποίηση, καταστροφή τροπικών δασών, εξαφάνιση ειδών, δραματική μείωση πληθυσμών, ρύπανση της ατμόσφαιρας, των ωκεανών και των υδάτινων πόρων, κρίση διαχείρισης αποβλήτων και πάνω απ’ όλα υπερθέρμανση του πλανήτη λόγω των ρύπων που ενισχύουν το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Ο ύστερος καπιταλισμός, ιδιαίτερα σιην αμερικανική εκδοχή του, γίνεται ακραία καταστροφικός, διακηρύσσοντας, σαν άλλος Λουδοβίκος XIV, «Μετά από μένα, ο κατα
κλυσμός»! Και μόνο η αντίδραση του Τζορτζ Μπους του νεότερου στις διεθνείς πιέσεις για τον περιορισμό των ρύπων που προκα- λούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου με το σχέδιο-πομφόλυγα για εγκατάσταση στο διάστημα γιγαντιαίων κατόπτρων που θα... ε- ξοστρακίζουν μέρος της ηλιακής ακτινοβολίας (και θα καταστρέφουν το ζωτικά αναγκαίο στρώμα του όζοντος!), μόνο και μόνο για να συνεχίσουν να καταναλώνουν με αμείωτο ρυθμό βενζίνη τα θηριώδη 4X4 στο μποτιλιαρισμένο Μανχάταν, αποτελεί μνημείο αυτοκρατορικής Ύβρεως και τεχνοκρατικής ανοησίας, απολύτως χαρακτηριστικό του πνεύματος που συνεχίζει να επικρατεί στην αμερικανική υπερδύναμη.
Ό λα αυτά είναι προφανή, πασίγνωστα και, με ελάχιστες εξαιρέσεις, παγκοσμίως αποδεκτά. Η πραγματική πολιτική διαμάχη αρχίζει από εκεί και πέρα. Τα κρίσιμα ερωτήματα είναι αν για την επαπειλούμενη οικολογική κατάρρευση ενοχοποιείται η πληθυσμιακή έκρηξη του Τρίτου Κόσμου και η ταχύτατη εκβιομηχάνιση γιγαντιαίων χωρών, όπως η Κίνα και η Ινδία, και αν η λύτρωση πρέπει να αναζητηθεί σε τεχνοκρατικές λύσεις, μέσα στο πλαίσιο των «νόμων της αγοράς».
148 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Περί υπερπληθυσμού, σπανιότητας και άλλων δαιμόνιων
Η τάση να αναζητούνται τα «όρια της ανάπτυξης» στο δίπολο υ- περπληθυσμός-σπανιότητα φυσικών πόρων σημαδεύει διαχρονικά την αστική σκέψη από την εποχή της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης. Ο Μάλθους, στον οποίο ήδη αναφερθήκαμε, δεν ήταν ο μόνος. Εκ των πατριαρχών της κλασικής πολιτικής οικονομίας, ο Ντέιβιντ Ρικάρντο, στο θεμελιώδες έργο του,3 που εκ- δόθηκε το 1821, απέδιδε τη βασική αιτία για την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους και τις συνακόλουθες οικονομικές κρίσεις στην πτώση της αποδοτικότητας της γης λόγω της εντατικής εκμετάλλευσης την οποία προκαλούσε, υποτίθεται, η αύξηση του πληθυσμού. Από την πλευρά του ο Τζέβονς, το 1865, με το πολύκροτο έργο του Το Ζήτημα τον Άνθρακα, ανήγγειλε το τέλος της βιομηχανικής επανάστασης στην Αγγλία, λόγω της τάσης εξάντλησης των αποθεμάτων άνθρακα, που αποτελούσε για δύο αιώνες τη βασική ενεργειακή πηγή της βιομηχανίας.4 Η ιστορική εξέλιξη διέψευσε, ωστόσο, όλες τις καταστροφολογικές προφητείες.
Στην πραγματικότητα, το δίπολο υπερπληθυσμός-σπανιότητα φυσικών πόρων είναι από λογική άποψη απατηλό και από πολιτική απολογητικό της καπιταλιστικής τάξης πραγμάτων. Αν και οι δυτικές κυβερνήσεις αναγορεύουν τον υποτιθέμενο υπερπληθυσμό σε κατεπείγον οικουμςνικό πρόβλημα, αφιερώνοντας ειδικές συνόδους του ΟΗΕ για την αντιμετώπισή του, η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Η ταχεία δημογραφική ανάπτυξη ορισμένων χωρών μπορεί να δημιουργεί σοβαρά εμπόδια στην οικονομική και κοινωνική πρόοδο των ίδιων των χωρών, αλλά δεν θέτει αυτή καθ’ εαυτή προβλήματα οικουμενικής κλίμακας. Το παρακάτω γράφημα, που συγκρίνει την εξέλιξη του παγκόσμιου
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 149
ΑΕΠ με εκείνη του παγκόσμιου πληθυσμού κατά τα τελευταία 250 χρόνια μιλάει από μόνο του.
ΓΡΑΦΗΜΑ 7:
Παγκόσμιο ΑΕΠ και παγκόσμιος πληθυσμός, 1 7 5 0 -2 0 0 0
Πηρ}: Bradford J . De Long, Estimating World GDP, One Million B.C.- Present.
Από το γράφημα προκύπτει καθαρά ότι, από τις αρχές της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης μέχρι περίπου τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, η άνοδος της παραγωγής παρακολουθούσε, λίγο πολύ πιστά, την αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού, με αποτέλεσμα η σχετική αφθονία, ή «σπανιότητα», να διατηρείται στο ίδιο, πρακτικά επίπεδο. Στη συνέχεια, και μέχρι τις μέρες μας, ο ρυθμός αύξησης και των δύο μεγεθών απογειώνεται, αλλά η παραγωγή αυξάνεται πολύ ταχύτερα από τον πληθυσμό και μάλιστα η ψαλίδα μεταξύ των δύο ανοίγει συνέχεια. Επομένως, η οικουμένη μπορεί να θρέψει πολύ περισσότερους, ολοένα και περισσότερους από τους υπάρχοντες κατοίκους του πλανήτη. Το πραγματικό, αληθινά εφιαλτικό
πρόβλημα της εποχής μας δεν είναι ο «υπερπληθυσμός», αλλά η νπερεχμε-
150 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
τάΧλευω} σ ’ έναν κόσμο όπου, σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, 4 από τα 6,6 δισεκατομμύρια του πλανήτη ζουν με1 έως 8 δολάρια ημερησίως, 2,7 δισεκατομμύρια με λιγότερο από δύο δολάρια και 1,2 δισεκατομμύριο με λιγότερο από ένα δολάριο.5
Αν όμως δεν υπάρχει οπάνις με τη γενική έννοια, μήπως εμφανίζεται στους επιμέρους, αλλά κρίσιμους για τη βιομηχανική ανάπτυξη τομείς των ενεργειακών πόρων και των μετάλλων, όπως προειδοποιούσε και η Λέσχη της Ρώμης;
Σε αντίθεση με τα ευρέως διαδεδομένα στερεότυπα, η περίφημη σπάνις των υδρογονανθράκων και άλλων πρώτων υλών είναι πολύ σχετική έννοια. Φυσικά κάποια στιγμή τα αποθέματα πετρελαίου θα εξαντληθούν. Ακόμη κι αν συνεχιστούν, όμως, οι σημερινοί «εξωγήινοι» ρυθμοί ανάπτυξης της Κίνας και της Ινδίας, η στιγμή αυτή δεν θα έρθει πριν από 40 χρόνια, στη χειρότερη των προβλέψεων. Στο διάστημα αυτό, η ανθρωπότητα έχει τη δυνατότητα να αντικαταστήσει το πετρέλαιο με άλλες ενεργειακές πηγές, όπως έγινε με την αντικατάσταση του άνθρακα από το πετρέλαιο, η οποία διέψευσε τα καταστροφολογικά σενάρια του Τζέβονς.
Εξάλλου, με την πάροδο του χρόνου ανακαλύπτονται νέα, ανεκμετάλλευτα κοιτάσματα και ουδείς θα μπορούσε να προσδιορίσει με ακρίβεια το συνολικό όγκο τους.β Το κυριότερο, το κατά πόσο ένα κοίτασμα, πετρελαϊκό ή άλλο, είναι εκμεταλλεύσιμο ή όχι, εξαρτάται άμεσα από την τεχνολογία και την τιμή της πρώτης ύλης. Καλύτερη τεχνολογία σημαίνει ότι η εκμετάλλευση ενός κοιτάσματος χαμηλής περιεκτικότητας, που μέχρι χθες ήταν μη συμφέρουσα από οικονομική άποψη, γίνεται ξαφνικά δελεαστική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο χαλκός. Στις αρχές του 20ού αιώνα, εκμεταλλεύσιμο θεωρούνταν ένα κοίτασμα αν είχε πε
ΓΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 151
ριεκτικότητα σε μέταλλο τουλάχιστον 10%. Χάρη σιην πρόοδο της τεχνολογίας εξόρυξης και απομόνωσης του μετάλλου, το ποσοστό αυτό είναι σήμερα 0,4%. Τηρούμενων των αναλογιών, το ίδιο ισχύει για το πετρέλαιο.7
Το ίδιο αποτέλεσμα έχει η άνοδος της τιμής της πρώτης ύλης. Τα τελευταία χρόνια, η άνοδος της τιμής του πετρελαίου έπαιξε βασικό ρόλο στην εκμετάλλευση δύσκολων κοιτασμάτων της Κεντρικής Ασίας και η οικονομική ανάπτυξη της Κίνας παρέσυρε προς τα πάνω τις τιμές πολλών μετάλλων, οι οποίες είχαν κα- ταρρεύσει τη δεκαετία του ’90, ανανεώνοντας ξαφνικά το ενδιαφέρον για την εκμετάλλευση κοιτασμάτων της Αφρικής. Με αυτά τα δεδομένα, δεν είναι παράξενο που ο λόγος των διαπιστωμένων, παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου προς την ετήσια, παγκόσμια κατανάλωση ανέβηκε από 22 το 1950 σε 35 το 1972 και σε 45 το 1990 (βλ. Πίνακα 3). Αυτό σημαίνει ότι, αν το 1972, όταν δημοσιευόταν η έκθεση της Λέσχης της Ρώμης, υπολογιζόταν ότι το πετρέλαιο έφτανε μόνο για 35 χρόνια, το 1990 υπολογιζόταν ότι έφτανε για άλλα... 45 χρόνια, παρότι από χρόνο σε χρόνο η ενεργειακή σπατάλη της ανθρωπότητας μεγάλωνε!
ΠΙΝΑΚΑΣ 3:
Εξέλιξη του λόγον πετρελαϊκών αποθεμάτων/κατανάλωσης στον κόσμο,
1 9 5 0 -1 9 9 0
Χρονιά Λόγος αποθεμάτων/κατανάλωσης1950 271960 371972 351980 22
. 1990 45Πηγή: World Resource Intistule, 1996.
152 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Η ζήτηση πετρελαίου είναι ακόμη πιο ελαστική από την προσφορά. Μετά από τις πετρελαϊκές κρίσεις του 1973 και του 1979, τα περιοριστικά μέτρα που πήραν δυτικές κυβερνήσεις είχαν ως αποτέλεσμα να μειωθεί η παγκόσμια κατανάλωση πετρελαίου περίπου κατά 10% μέσα σε μία πενταετία - από 65 εκ. βαρέλια, το 1979, σε 59 εκ. βαρέλια, το 1984.8 Έτσι, το πετρελαϊκό εμπάργκο που κήρυξαν τα αραβικά κράτη υστέρα από τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ και η νέα εκτόξευση των τιμών του πετρελαίου λόγω της ιρανικής επανάστασης ανάγκασαν τις ΗΠΑ και τις άλλες δυτικές χώρες να περιορίσουν αποτελεσματικά την κατανάλωση, με αποτέλεσμα τη δραματική πτώση της τιμής του πετρελαίου. Επομένως, οι «ανάγκες» του βιομηχανικού Βορρά σε πετρέλαιο δεν είναι ένα ουδέτερο, τεχνοκρατικά προσδιορισμένο μέγεθος, αλλά συναρ- τώνται ευθέως με τις πολιτικές επιλογές των κυρίαρχων κύκλων.
Δεν είναι, ωστόσο, αλήθεια ότι η πυρετώδης ανάπτυξη νέων βιομηχανικών χωρών και κυρίως της Κίνας του 1,3 δισεκατομμυρίου κατοίκων,9 αποτελεί ωρολογιακή, οικολογική βόμβα για τον πλανήτη, κυρίως λόγω της εκπομπής ρύπων που ευθύνονται για την αλλαγή του παγκοσμίου κλίματος;
Και ναι και όχι. Είναι γεγονός ότι, παρά τα μέτρα που έχουν αρχίσει να λαμβάνονται τελευταία, η ανάπτυξη της Κίνας συνοδεύεται από πολύ χαμηλά περιβαλλοντικά -όπως και γενικότερα κοινωνικά- στάνταρντ, με δραματικά, πολλές φορές, αποτελέσματα. Σε συνδυασμό με την ταχύτατη αστικοποίηση, η εξέλιξη αυτή οδήγησε την Κίνα να έχει 16 από τις 20 πιο επιβαρημένες πόλεις του κόσμου από την άποψη τής ατμοσφαιρικής ρύπανσης,10 για να αναφερθούμε σε ένα μόνο από τους κρίσιμους παράγοντες που συμβάλλουν στην υπερθέρμανση του πλανήτη.
Επιπλέον, δεν μπορεί να αρνηθεί κανείς το γεγονός ότι, αν οι σημερινοί ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης της Κίνας διατηρηθούν
ΓΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 153
μακροπρόθεσμα, ανεβάζοντας το βιοτικό επίπεδο της πλειονότητας του πληθυσμού, με αποτέλεσμα να αποκτήσουν τα κινέζικα νοικοκυριά Ι.Χ., καλοριφέρ και κλιματιστικά στην έκταση που αυτό συμβαίνει στο βιομηχανικό Βορρά, οι επιπτώσεις στο φαινόμενο του θερμοκηπίου θα είναι δραματικές. Αυτό όμως δεν ενοχοποιεί την Κίνα, αλλά το δυτικό και πρωτίστως τον αμερικανικό τρόπο ζωής. Πρέπει να διαθέτει κανείς υποκρισία χιλίων καρδιναλίων για να παροτρύνει τους Κινέζους να εγκαταλείψουν το σοσιαλιστικό δρόμο ανάπτυξης για χάρη της ευημερίας που υπόσχεται η καπιταλιστική, καταναλωτική κοινωνία, και ταυτόχρονα να εύχεται να καθηλωθεί ένα έθνος 1,3 δισεκατομμυρίου κατοίκων στο ποδήλατο, την ξυλόσομπα και τη βεντάλια για να μην επιβαρυνθεί το παγκόσμιο κλίμα, τη στιγμή που η Αμερική, με το 5% του παγκόσμιου πληθυσμού καταναλώνει το 25% της παγκόσμιας ενέργειας.
Το συμπέρασμα είναι ότι όχι η πρόοδος της Κ ίνας και τον Τρίτον
Κόσμον, αλλά το μοντέλο της δυτικής καταναλωτικής κοινωνίας είναι α
σύμβατο μ ε τ ψ επιβίωση του πλανήτη, εκτός κι αν πρόκειται να επιβληθεί
ένα τερατώδες, παγκόσμιο απαρτχάιντ τον βιομηχανικού Βορρά πάνω στους
λαούς της περιφέρειας. Κάτι που δεν μπορεί, βέβαια, να συμβεί παρά μόνο με γιγαντιαίας κλίμακας στρατιωτικές επεμβάσεις μπροστά στις οποίες η παλιά αποικιοκρατία των πολέμων του οπίου θα μοιάζει με ασήμαντη ιστορική λεπτομέρεια.
Τα όρια τον «πράσινον» καπιταλισμού
Το δεύτερο, κρίσιμο ερώτημα που έχει τεθεί είναι αν μπορούν να αναζητηθούν τεχνοκρατικές και οικονομικές λύσεις στο πλαίσιο της καπιταλιστικής αγοράς για την αντιμετώπιση της οικολογικής κρίσης."
154 11ΚΤΡΟΣ 11AIIΑΚΩΝΣΤΑΝΊΊ NOV
Η τάση αυτή είναι πολύ ισχυρή, όχι μόνο στο επίπεδο των εκθέσεων ιδεών του Αλ Γκορ, του Νίκολας Στερν -συγγραφέα πρόσφατης, πολύκροτης έκθεσης που θα μας απασχολήσει στη συνέχεια - και διεθνών θεσμών όπως ο ΟΗΕ και η Παγκόσμια Τράπεζα, αλλά και στην πραγματική οικονομική ζωή. Το οικολογικό ζήτημα αναδεικνύει τη μοναδική ικανότητα του καπιταλισμού να εκμεταλλεύεται τις καταστροφές που ο ίδιος προκαλεί, προωθώντας από άλλον ένα δρόμο την «αναπαραγωγή μέσω της απαλλοτρίωσης», στην οποία ήδη αναφερθήκαμε.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η δημιουργία καινούριων, δυναμικά αναπτυσσόμενων κλάδων της βιομηχανίας και της γεωργίας, ακριβώς πάνω στην «καμένη γη» της οικολογικής κρίσης: εναλλακτικές πηγές ενέργειας, βιολογικά προϊόντα, βιομηχανίες ανακύκλωσης και πάει λέγοντας. Η κυβέρνηση της Άγκε- λα Μέρκελ στη Γερμανία υπολογίζει ότι μέχρι το 2020, μόνο ο τομέας της «καθαρής» ενέργειας θα απασχολεί περισσότερους εργαζόμενους από την κραταιά γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία, που αποτέλεοε τον κινητήρα της μεταπολεμικής ανάπτυξης της χώρας.
Άλλη μια φορά, οι κυρίαρχες ελίτ είναι υποχρεωμένες να αναζητήσουν σε τεχνοκρατικές ουτοπίες το μαγικό ραβδί που θα τις απαλλάξει από ένα κοινωνικό πρόβλημα, καθώς δεν μπορούν, από την ίδια τους την κοινωνική θέση, να θίξουν τις πραγματικές αιτίες που το γεννούν. Το αποτέλεσμα είναι, βέβαια, να διαιωνί- ζουν το πρόβλημα, στην καλύτερη περίπτωση να κερδίζουν λίγο χρόνο, να περιορίζουν κουτσά στραβά τις πιο ακραίες συνέπειές του, μόνο για να το συναντήσουν ξανά μπροστά τους σε πιο εφιαλτικές διαστάσεις. Διδακτική είναι η κριτική του αρθρογρά- φου του βρετανικού G uardian Τζορτζ Μονμπάιοτ για τη μυθοποίηση των εναλλακτικών πηγών ενέργειας, με αφορμή τη δια
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 155
μάχη που ξέσπασε την άνοιξη του 2005 στη χώρα του γύρω από το σχεδιαζόμενο αιολικό πάρκο Γουίνας:
«Τα αιολικά πάρκα, αν και αναγκαία, είναι κλασικό παράδειγμα αντιμετώπισης του συμπτώματος και όχι της νόσου. Αντί να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα στην πηγή του, που δεν είναι άλλη από την ακόρεστη ενεργειακή ζήτηση, επινοούμε λιγότερο επιβλαβείς τρόπους για να ζούμε με αυτό το πρόβλημα. Ή έστω με μέρος του προβλήματος.Αντικαθιστώντας μέρος της ενέργειας που παράγεται με την καύ- οη ορυκτών καυσίμων, το αιολικό πάρκο Γουίνας θα μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά 178.000 το χρόνο. Ακοΰ- γεται εντυπωσιακό, μέχρις ότου πληροφορηθεί κανείς ότι η πτήση ενός και μόνο τζάμπο, μέσα σε μία και μόνη ημέρα, από το Λονδίνο στο Μαϊάμι και πίσω στο Λονδίνο, απελευθερώνει αέρια που επιβαρύνουν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και τα οποία, σε ετήσια βάση, αντιστοιχούν σε 520.000 τόνους διοξειδίου του άνθρακα. Έτσι, η ημερήσια, αεροπορική σύνδεση Βρετανίας-Φλό- ριντα κοσιίζει όσο εξοικονομούν τρεις γιγαντιαίες ανεμογεννή- τριες [...]. Για να καλύψουμε το σύνολο των ενεργειακών μας αναγκών, θα έπρεπε να καλύψουμε με ανεμογεννήτριες ολόκληρη την έκταση των Βρετανικών Νησιών».12
Αν τα οφέλη της αιολικής ενέργειας είναι απλώς περιορισμένα, τα πράγματα διαγράφονται πολύ χειρότερα με τα πολυδιαφημισμένα βιοκαύσιμα, τα οποία προβάλλονται ως ιδεώδες υποκατάστατο του πετρελαίου. Το θέμα ήρθε στις πρώτες γραμμές της διεθνούς επικαιρότητας τον Μάρτιο του 2007, με τη συμφωνία που υπέγραψε ο Τζορτζ Μπους με τον Λούλα για την ανάπτυξη της παραγωγής αιθανόλης στη Βραζιλία.
15G ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
θεωρητικά, τα βιοκαύσιμα που παράγονται από τα φυτά μπορούν να μειώσουν το διοξείδιο του άνθρακα που απελευθερώνεται από τις εξατμίσεις των αυτοκινήτων. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για συνταγή περιβαλλοντικής Και ανθρωπιστικής καταστροφής. Από τη μία πλευρά, οι καλλιέργειες βιοκαυσίμων συμβάλλουν στην αποψίλωση δασικών εκτάσεων και, ειδικά στην περίπτωση της Βραζιλίας, στην επιτάχυνση της καταστροφής της Αμαζονίας, που αποτελεί τον μεγαλύτερο «πνεύμονα» του πλανήτη, με αποτέλεσμα η επιβάρυνση που προκαλείται από την επιδείνωση του φαινομένου του θερμοκηπίου να είναι πολύ σοβαρότερη από την όποια βελτίωση.
Από την άλλη, η επιλογή των βιοκαυσίμων πυροδοτεί τον ανταγωνισμό ανάμεσα στις ανάγκες των ιδιοκτητών αυτοκινήτων για καύσιμα και στις ανάγκες των φτωχών λαών για τρόφιμα, εις βάρος των δεύτερων. Η εντατικοποίηση της παραγωγής αιθανό- λης, μιας αλκοόλης που παράγεται από σίτο και καλαμπόκι, είναι ο βασικός παράγοντας που εκτοξεύει στα ύψη τις τιμές αυτών των βασικών διατροφικών προϊόντων στη Λατινική Αμερική, σύμφωνα με την Υπηρεσία Γεωργίας και Τροφίμων του ΟΗΕ. Ή δη, το 2007 ξέσπασαν εκτεταμένες ταραχές για τις τιμές των τροφίμων στο Μεξικό και οι ειδικοί προβλέπουν ότι η άνοδος των τιμών θα επεκταθεί σε παγκόσμια κλίμακα.
Ο σύμβουλος του ΟΗΕ για το επισιτιστικό πρόβλημα του Τ ρίτου Κόσμου Ζαν Ζιγκλέρ χαρακτήρισε την επιβεβλημένη από τον ιμπεριαλιστικό Βορρά μεταστροφή χωρών της περιφέρειας, όπως η Βραζιλία, από την παραγωγή τροφίμων στην παραγωγή αιθανόλης, ως «έγκλημα εναντίον της ανθρωπότητας» και ειση- γήθηκε πενταετές μορατόριουμ στα κυβερνητικά σχέδια για την παραγωγή βιοκαυσίμων. Του Νοέμβριο του 2007, η Οργάνωση Τροφίμων και Αγροτικής Οικονομίας του ΟΗΕ αποκάλυψε ότι
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 157
τα παγκόσμια αποθέματα τροφίμων έχουν σημειώσει αρνητικό ρεκόρ 25ετίας και προειδοποίησε ότι βαδίζουμε προς σοβαρότατη επισιτιστική κρίση. Οι τιμές του ρυζιού αυξήθηκαν μέσα στο 2007 κατά 20% και πολλών δημητριακών από 50% έως 100%. Ένας από τους βασικούς παράγοντες (αν και όχι ο μοναδικός) που ωθούν τις τιμές προς τα πάνω είναι τα βιοκαύσιμα.13
Ανάλογες σκέψεις μπορεί να διατυπώσει κανείς για τα στοιχεία υδρογόνου, που προβάλλονται ως εναλλακτική λύση έναντι της βενζίνης για την τροφοδοσία των αυτοκινήτων. Πρόσφατοι υπολογισμοί στις Ηνωμένες Πολιτείες εκτιμούν ότι, σ’ αυτή την περίπτωση, θα πρέπει να διπλασιαστεί η συνολική ισχύς του εθνικού ηλεκτρικού δικτύου.14 Επομένως, από περιβαλλοντικής από- ψεως, ό,τι κερδηθεί από τη μείωση των ρύπων των Ι.Χ., θα χαθεί με την αύξηση των ρύπων λόγω της αυξημένης παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Κι αυτό χωρίς να υπολογίζουμε τις εκρηκτικές κοινωνικές και γεωπολιτικές επιπτώσεις που θα έχει η ξαφνική κατάρρευση οικονομιών του Τρίτου Κόσμου, ιδίως της Μέσης Ανατολής, οι οποίες -δυστυχώς- στηρίζονται σχεδόν αποκλειστικά στο πετρέλαιο.
Έγκλημα και τιμωρία
Η ροπή προς τον «πράσινο» καπιταλισμό ενισχύεται από το τεράστιο οικονομικό κόστος που απειλεί να επιφέρει η οικολογική καταστροφή στην ίδια την καπιταλιστική οικονομία, σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Αυτή την εκτίμηση τεκμηριώνεται με συντριπτικά στοιχεία που ανέδειξαν διάφορες μελέτες του τελευταίου διαστήματος, οι οποίες εκπονήθηκαν από υπεράνω πάσης αντικαπιταλιστικής υποψίας ερευνητικά ινστιτούτα των δυτικών
158 ΠΕΤΡΟΣ ΓΙΑΠΑΚΩΝΣΓΑΝΊΊΝΟΥ
ελίτ και επιχειρηματικές ενώσεις.15 Η πιο πολύκροτη από αυτές ήταν η Έκθεση Στερν,16 που κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2006 και έκανε το γύρο του κόσμου με ταχύτητα ηλεκτρικής εκκένωσης.
Πρώην διευθυντικό στέλεχος της Παγκόσμιας Τράπεζας, ο οικονομολόγος Νίκολας Στερν εκπόνησε εμπεριστατωμένη μελέτη για τις οικονομικές επιπτώσεις από την υπερθέρμανση του πλανήτη για λογαριασμό της βρετανικής κυβέρνησης. Ο Βρετανός τεχνοκράτης κατέγραψε με ακρίβεια τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων ως προς την εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα και άλλων αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Μετά από λεπτομερείς υπολογισμούς βάσει μαθηματικών μοντέλων, κατέληξε στην εκτίμηση ότι, αν συνεχιστούν οι σημερινές τάσεις, είναι πολύ πιθανό (πιθανότητα άνω του 75%) να αυξηθεί η μέση θερμοκρασία του πλανήτη κατά δύο έως τρεις βαθμούς Κελσίου στα επόμενα 50 χρόνια και αρκετά πιθανό (πιθανότητα 50%) να φτάσει η σχετική αύξηση τους πέντε βαθμούς Κελσίου.
Αφού χαρακτήρισε την Έκθεση Στερν ως «την πιο εμπεριστατωμένη οικονομική ανάλυση που έχει υπάρξει μέχρι σήμερα», ο επιστημονικός σύμβουλος της βρετανικής κυβέρνησης σερ Ντέιβιντ Κινγκ σκιαγράφησε το βασικό της συμπέρασμα με ζοφερές αποχρώσεις: «Αν δεν Χ ψ θούν δραστικάμάρα, η ανθρωπότητα θα
αντιμετωπίσει οικονομική καθίζηση που δεν έχει προηγούμενο από τ ψ ε
ποχή της Μ εγάλη ς Κρίσης (σ.σ. του 1929-32) και των δύο παγκοσμίων
πολέμων».'1 Η μείωση του παγκόσμιου ΑΕΠ λόγω της κλιματικής αλλαγής εκτιμάται ότι θα φτάσει το 5% στο πιο «αισιόδοξο» σενάριο και το 20% στο χειρότερο.
Η δραματική προειδοποίηση, που θα ακουγόταν ως εμμονή χιλιαστικής σέχτας αν προερχόταν από κάποια ριζοσπαστική οργάνωση και όχι από ένα Βρετανό λόρδο, στηρίζεται σε μια σχο
ΓΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 159
λαστική, τεχνοκρατική εκτίμηση των ποικίλων συνεπειών της κλιματικής αλλαγής στις διάφορες γεωγραφικές ζώνες του πλανήτη. Η παρακάτω σταχυολόγηση είναι απλώς ενδεικτική:
-Η υπερθέρμανση του πλανήτη θα οδηγήσει σε μείωση των υδάτινων πόρων, αύξηση του κόστους των καλλιεργειών και μείωση της σοδειάς στις χώρες του Τρίτου Κόσμου που βρίσκονται σιις πιο θερμές ζώνες του πλανήτη, αλλά και σε μεγάλα τμήματα του βιομηχανικού Βορρά, όπου συγκεντρώνεται η αγροτική παραγωγή, όπως η Καλιφόρνια και η Μεσόγειος.
-Τ α ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως τυφώνες, πλημμύρες, ξηρασία και καύσωνες, θα γίνονται πιο συχνά και πιο βίαια, προ- καλώντας μεγάλες καταστροφές υποδομών, επιχειρήσεων, καλλιεργειών και κατοικιών. Στα υποψήφια θύματα πρέπει να συ- μπεριληφθούν όχι μόνο οι παράκτιες ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις του Νότου, αλλά και τα μεγάλα χρηματιοτικά κέντρα του Βορρά (Νέα Υόρκη, Τόκιο, Λονδίνο), που βρίσκονται κατά κύριο λόγο σε παράκτιες, ευπαθείς περιοχές.
Μια ιδέα γύρω από τις συνέπειες των ακραίων καιρικών φαινομένων προσφέρουν δύο πρόσφατα παραδείγματα: Ο καύσωνας του καλοκαιριού του 2003 στην Ευρώπη που άφησε πίσω του 35.000 νεκρούς (μόνο στο Παρίσι, τα θύματα έφτασαν τις 15.000), ζημιές 15 δις δολαρίων μόνο στη γαλλική γεωργία και μεγάλες διακοπές στο δίκτυο ηλεκτροδότησης λόγω λειψυδρίας. Και ο τυφώνας Κατρίνα στην Λμερική, το 2005, η μεγαλύτερη, από οικονομική άποψη, καταγεγραμμένη φυσική καταστροφή λόγω καιρικών φαινομένων, με συνολικό κόστος 125 δις δολάρια, ή το 1,2% του αμερικανικού ΑΕΠ και με 1.300 νεκρούς.
-Στους πιο ευάλωτους τομείς οικονομικής δραστηριότητας βρίσκονται οι ασφαλιστικές εταιρείες, που συνδέονται οργανικά με όλο το κύκλωμα του χρηματιστικού κεφαλαίου. Προκειμένου
160 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
να είναι σε θέση να καταβάλουν τις εκθετικά αυξανόμενες αποζημιώσεις λόγω φυσικών καταστροφών, οι εν λόγω εταιρείες θα αναγκαστούν όχι μόνο να αυξήσουν σοβαρά τα ασφάλιστρα, αλλά και να αναζητήσουν πρόσβαση σε νέα χρημαιιστικά προϊόντα υψηλού ρίσκου, καθώς θα χρειάζονται πολύ μεγαλύτερα διαθέσιμα κεφάλαια στα ταμεία τους. Το αποτέλεσμα θα είναι να αυξηθεί σημαντικά το κόστος του χρήματος και να πολλαπλασια- στούν οι «φούσκες» του διεθνούς χρηματιστικού συστήματος.
-Η κλιματική αλλαγή και ιδιαίτερα οι πλημμύρες από την επέκταση των ωκεανών θα καταστήσουν ακατοίκητες παράκτιες περιοχές, ιδίως του Τρίτου Κόσμου, με μεγάλη πληθυσμιακή συγκέντρωση. Για παράδειγμα, το Μπαγκλαντές κινδυνεύει να χάσει παράκτιες εκτάσεις στις οποίες ζουν ή εργάζονται 35 εκατομμύρια άνθρωποι, το ένα τέταρτο του συνολικού πληθυσμού. Σύμφωνα με δύο εμπεριστατωμένες μελέτες (της Διακυβερνητικής Επιτροπής του ΟΗΕ για τις κλιματικές αλλαγές, IPCC, και του Διεθνούς Ινστιτούτου για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη, IIED), που δημοσιεύθηκαν τον Μάρτιο του 2007,18 180 κράτη που απειλούνται από πλημμύρες των παράκτιων περιοχών πρέπει να ετοιμάζονται από τώρα ακόμη και για βίαιες (!) μετακινήσεις πληθυσμών προτού είναι πολύ αργά. Ο συνολικός πληθυσμός των ανθρώπων που ζουν σε πόλεις οι οποίες κινδυνεύουν να γίνουν Νέα Ορλεάνη εκτιμάται σε 635 εκατομμύρια.
-Ο ι εξελίξεις αυτές απειλούν να προκαλέσουν βιβλικών διαστάσεων μεταναστευτικά κύματα από το Νότο στο Βορρά. Διδακτικό ιστορικό παράδειγμα, από αυτή την άποψη, είναι ο «λιμός της πατάτας» στην Ιρλανδία του 1845, όταν η καταστροφή της καλλιέργειας που αποτελούσε τη βάση της διατροφής των φτωχών Ιρλανδών στοίχισε τη ζωή ενός εκατομμυρίου ανθρώπων και ανάγκασε άλλο ένα εκατομμύριο να μεταναστεύσει, κυρίως στις ΗΠΑ.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 161
-Η μείωση των υδάτινων πόρων λόγω ξηρασίας απειλεί να α ναγορεύσει τους «πολέμους του νερού» σε πεδίο μεγάλων γεωπολιτικών εντάσεων, κατ’ αναλογία με τους πολέμους του πετρελαίου που σημάδεψαν τον 20ό αιώνα και εξακολουθούν να σημαδεύουν την εποχή μας. Ή δη, η διανομή των υδάτινων πόρων α- ποτελεί αιτία αυξανόμενων διακρατικών ή εμφύλιων συγκρούσεων σε Μέση Ανατολή (Τουρκία-Συρία, Ισραήλ-Παλαιστίνιοι), Αφρική, Ινδία, Λατινική Αμερική κ.α.
Ο κατάλογος θα μπορούσε να τραβήξει σε μάκρος, αν και αφορά μόνο μία, πολύ σημαντική βέβαια, πλευρά της οικολογικής κρίσης, την κλιματική αλλαγή. Σ’ αυτήν, θα πρέπει να προσθέσει κανείς το αυξανόμενο κόστος για τη διαχείριση και τη μεταφορά των βιομηχανικών αποβλήτων, τη μείωση των πληθυσμών των ψαριών, την επιβάρυνση των ασφαλιστικών ταμείων από περιβαλλοντικές ασθένειες κ.ά. Το γενικό συμπέρασμα είναι ότι η οι
κολογική κρίση εξελίσσεται σε μ εγάλη ς σημασίας παράγοντα που απειλεί
να υπονομεύσει τ ψ κερδοφορία του κεφαλαίου και να επιδεινώσει τους γενικούς όρους αναπαραγωγής του. Στο φως αυτής της πραγματικότητας, το κατά τα άλλα άνευ νοήματος κλισέ «η Φύση εκδικείται τον άνθρωπο», αποκτά ένα κάποιο περιεχόμενο: Η Φύση εκδικείται τον αρπακτικό καπιταλισμό της εποχής μας για τον πέρα από κάθε όριο, συστηματικό βιασμό της.
Καλύτερα λιγότερα και καλύτερα;
Η απειλή πλήρους αποσταθεροποίησης της βιόσφαιρας, που θέτει σε κίνδυνο την ίδια την επιβίωση των επόμενων γενεών, απο- τελεί από μόνη της τρανή απόδειξη του εγκληματικού ανορθο- λογισμού του συστήματος και ικανό λόγο για το σοσιαλιστικό με
162 ΠΕΙ ΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
τασχηματισμό του, αλλά θέτει σοβαρά ερωτήματα ως προς το ίδιο το περιεχόμενο αυτού του μετασχηματισμού. Ορισμένα ρεύματα της «κοινωνικής οικολογίας» θεωρούν ότι ο «παλιός» καπιταλισμός και μαζί του το σοσιαλιστικό ρεύμα προϋπέθεταν την αφθονία των φυσικών πόρων, ενώ η σύγχρονη οικολογική κρίση επιβάλλει την αναθεμελίωση του σοσιαλισμού στο έδαφος της σπα- νιότητας,1'1 κατά το «κάλλιο λιγότερα και καλύτερα». Παρόμοια ρεύματα (X. Ντάλι, Ε. Λεφ, Ζ. Π. Ντελάζ, Τζ. Ο’ Κόνορ κ.ά.) αναζητούν την έξοδο από την οικολογική κρίση στη «βιώσιμη ανάπτυξη», την «οικονομία σταθερής κατάστασης» ή και την «α- ποανάπτυξη», αναγορεύοντας ρητά ή υπόρρητα σε ασυμφιλίωτη τη σύγκρουση μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης και οικολογικής ισορροπίας, για να διαλέξουν τη δεύτερη εις βάρος της πρώτης.
Παρά τη δραματικότητα που αποκτά στη σημερινή εποχή, όμως, το οικολογικό πρόβλημα δεν ξεφύτρωσε ξαφνικά, τη δεκαετία του ’70. Στα μέσα του 19ου αιώνα είχε ήδη ξεσπάσει η πρώτη γενικευμένη οικολογική κρίση, καθώς η εντατική, καπιταλιστική εκμετάλλευση της γης, αφαιρούσε ταχύτατα από το έδαφος τα θρεπτικά του στοιχεία. Μάλιστα, όπως ήδη σημειώσαμε, η πτώση της αποδοτικότητας της γης ήταν το αρχικό κίνητρο για τη θεωρία του Ρικάρντο περί πτώσης του ποσοστού κέρδους, η οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο στη μαρξιστική ανάλυση του Κεφ α
λαίου. Ο καπιταλισμός κατάφερε να ξεπεράσει την πρώτη οικολογική κρίση με την επανάσταση της χημικής βιομηχανίας και την εντατική ειοαγωγή των λιπασμάτων, δημιουργώντας, βέβαια, άλλα προβλήματα που επρόκειτο να εκδηλωθούν αργότερα. Αυτή η ιστορική εμπειρία έδειξε ότι δεν υπάρχει απόλυτη «αφθονία» ή απόλυτη «σπάνις» φυσικών πόρων και ότι το πραγματικό πρόβλημα εντοπίζεται στο αυξανόμενο κοινωνικό και περιβαλλοντικό κόστος που μεταφέρεται στις επόμενες γενιές και με το οποίο
ΓΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 163
ο καπιταλισμός ξεπερνά, με τη βοήθεια των νέων τεχνολογιών, τα εκάστοτε «φυσικά όρια» της ανάπτυξής του.
Επομένως, η στροφή από τον καπιταλισμό προς το σοσιαλισμό δεν μπορεί να μεταφραστεί μονοσήμαντα σε «Χιγότερη οικονομική ανάπτυξη, περισσότερη οικολογική προστασία» ή σε στροφή «από την αφθονία στη οπανιότητα». Ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός προϋποθέτει μια διαφορετική οικονομική ανάπτυξη, που θα υποτάσσεται στις κοινωνικές ανάγκες και όχι στον αυτοσκοπό της καπιταλιστικής συσσώρευσης. Σημαίνει επίσης διαφορετικού είδους αφθονία, που θα συνίσταται όχι στη διαρκή διαστολή της σιομικής κατανάλωσης, αλλά στη διαρκή προσπάθεια για κορεσμό των διευρυνόμενων κοινωνικών αναγκών, με βάση τον ορθολογικό, πανεθνικό σχεδίασμά. Όπως τονίζει ο Τάκης Φω- τόπουλος:
«Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι, άπαξ και η οικονομία της αγοράς αντικατασταθεί από μια δημοκρατικά διαχειριζόμενη και βασισμένη στην κοινότητα οικονομία, τότε η δυναμική “ανάπτυξη ή θάνατος” της πρώτης θα αντικατασιαθεί από τη νέα κοινωνική δυναμική της τελευταίας: μια δυναμική που αποσκοπεί στην ικανοποίηση των αναγκών της κοινότητας και όχι στην ανάπτυξη αυτή καθεαυτή».20
Τα ακραία καιρικά φαινόμενα που προκαλούν φυσικές καταστροφές με τεράστιο κοινωνικό κόστος, όπως ήταν ο τυφώνας Κατρίνα στις ΗΙ1Α και το χωρίς προηγούμενο κύμα πυρκαγιών στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 2007, θα μετατρέπουν ολοένα και περισσότερο το οικολογικό πρόβλημα σε δυνητικό πυροκροτητή πολιτικών κρίσεων. Παρόμοιες καταστάσεις έκτακτης ανάγκης συνδέουν άμεσα το οικολογικό πρόβλημα με το κοινωνικό, φωτίζο
164 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ντας με μιας τις εκρηκτικές αντιφάσεις της κυρίαρχης πολιτικής και γενικότερα ενός καπιταλισμού κυριολεκτικά καταστροφικού για τις δύο πηγές του κοινωνικού πλούτου, την εργασία και τη φύση. Για παράδειγμα, στην περίπτωση των ελληνικών πυρκαγιών, ήταν ηλίου φαεινότερο ότι «προετοιμάστηκαν» από την πρωτοφανή ξηρασία των προηγούμενων μηνών και ότι παρόμοια φαινόμενα θα πολλαπλασιάζονται αναπόφευκτα λόγω του φαινομένου του θερμοκηπίου, όσο συνεχίζεται η εκτρωματική «ανάπτυξη» σε παγκόσμια κλίμακα. Ή ταν επίσης φανερό ότι η έκταση της καταστροφής και ο τραγικός απολογισμός της σε ανθρώπινες ζωές, οικολογικό και οικονομικό κόστος, μεγεθύνθηκε όχι απλά από την κυβερνητική ανικανότητα, αλλά κυρίως από τη νεοφιλελεύθερη αποδόμηση κάθε μηχανισμού κοινωνικής προστασίας και από την εγκατάλειψη της υπαίθρου εξαιτίας ενός μοντέλου «ανάπτυξης» που συγκεντρώνει στην Αττική το 40% του πληθυσμού και το 70% του ΑΕΠ.
Με δυο λόγια, πρόκειται για «χρονικά προαναγγελθέντων θανάτων», που φέρνουν αβίαστα επί τάπητος τις βαθύτερες αντιθέσεις του συστήματος (κεφαλαίου- εργασίας, καπιταλισμού- φύσης, πόλης- χωριού). Έτσι, το οικολογικό πρόβλημα, αν και έχει πάψει από καιρό να αποτελεί από μόνο του ειδοποιό σημείο αναφοράς αριστερών κινημάτων -καθώς ολόκληρο το πολιτικό φάσμα, από την Αριστερά μέχρι και τους «οικοφασίστες», περνώντας από πολιτικούς τύπου Αλ Γκορ, ομνύει στο όνομα της οικολογίας- αναδεικνύεται σε αυξανόμενης σημασίας πεδίο λαϊκής κινητοποίησης και πολιτικού αγώνα της αντικαπιταλισιικής Αριστερός.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 165
Σημειώσεις
1. D. Η. Meadows et al.„ The Limits to Growth, Universe Books, 1972.2. E. Μπιτσάκη, Η Φύση στη Διαλεκτική Φιλοσοφία, Ελληνικά Γράμμμαια,2003, Κεφάλαιο 5. Ο συγγραφέας παραθέτει το σχετικό, σημαντικό α- πόοπασμα από το Κεφάλαιο του Μαρξ:«Κάθε πρόοδος στην κεφαλαιοκρατική γεωργία είναι πρόοδος όχι μόνο στην τέχνη της εκμετάλλευσης του εργαζόμενου, αλλά και στην τέχνη απογύμνωσης του εδάφους. Κάθε πρόοδος στην τέχνη της προσωρινής αύξησης της γονιμότητάς του είναι πρόοδος σιην καταστροφή των μόνιμων πηγών γονιμότητας. Όσο περισσότερο μια χώρα -π.χ. οι «Ηνωμένες Πολιτείες της Βόρειας Αμερικής- αναπτύσσεται στη βάση της μεγάλης βιομηχανίας, τόσο πιο γρήγορα ολοκληρώνεται αυτή η διαδικασία καταστροφής. Η κεφαλαιοκρατική παραγωγή δεν αναπτύσσει συνεπώς την τεχνική και το συνδυασμό της διαδικασίας της κοινωνικής παραγωγής, παρά μόνο εξαντλώντας ταυτόχρονα τις δύο πηγές απ’ όπου αναβλύζει κάθε πλούτος» (σ.σ. δηλαδή, την εργασία και τη γη). Από την πλευρά μας, θα συμπληρώναμε ότι στο Κεφάλαιο, ο Μαρξ ανα- φέρεται με επαινετικά σχόλια στο πρωτοποριακό έργο του Γερμανού χημικού φον Λίμπιγκ Οργανική Χημεία και η Εφαρμογή της στη Γεωργία και τη Φυ
σιολογία, μια επιστημονικά τεκμηριωμένη πολεμική εναντίον των καταστροφικών συνεπειών της εντατικής, καπιταλιστικής καλλιέργειας της γης στην Αγγλία. Από αυτή την αφετηρία, ο Μαρξ καταλήγει σε μια διεισδυτική ανάλυση της οικολογικής κρίσης, τονίζοντας ότι ο καπιταλισμός επέφερε μια «ανεπανόρθωτη ρήξη» στο «μεταβολισμό της Φύσης από την ανθρώπινη εργασία». Προχωρώντας πιο μακριά, είδε το οικολογικό πρόβλημα που προκαλεί η καπιταλιστική, πυρετώδης εκβιομηχάνιση και εκμετάλλευση της γης ως έκφραση των αντιθέσεων παραγωγικών σχέσεων- παραγωγικών δυνάμεων και πόλης-χωριού, που δεν μπορούν να υπερνι- κηθούν, παρά μόνο μέσω του συνολικού, σοσιαλιστικού μετασχηματισμού.
166 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Επίσης ο Φ. Ένγκελς δημοσίευσε το 1876 στην εφημερίδα Neue Zeit έ
να κείμενο, κομμάτια του οποίου θα μπορούσαν να διαβαστούν σήμερα και σαν ένα οικολογικό μανιφέστο, που γράφτηκε προτού καν η λέ- ξη «οικολογία» καταγραφεί στα λεξικά:«Εν συντομία, το ζώο χρησιμοποιεί μονάχα τη Φύση και της προκαλεί αλλαγές απλά με την παρουσία του. Ο άνθρωπος τη μεταβολίζει και τη χρησιμοποιεί για τους οκοιιούς του, κυριαρχεί πάνω της με την εργασία [...]. Ας μην κολακευόμαστε όμως πάρα πολύ με τις ανθρώπινες νίκες πάνω στη Φύση. Για κάθε τέτοια νίκη, η Φύση εκδικείται. Καθεμία από αυτές τις νίκες έχει, σε πρώτο χρόνο, συνέπειες που έχουμε υπολογίσει, αλλά σε δεύτερο και τρίτο χρόνο εντελώς απρόβλεπτα αποτελέσματα [...]. Κι έτσι κάθε βήμα μάς θυμίζει ότι καθόλου δεν κυριαρχούμε πάνω στη Φύση, όπως ο κατακτητής κυριαρχεί πάνω σε ένα ξένο λαό, όπως κάποιος που βρίσκεται έξω από τη Φύση, μα ότι με τη σάρκα, τα κόκαλα και τον εγκέφαλό μας ανήκουμε σ’ αυτήν και βρισκόμαστε μέσα της [...].Όλοι οι ως τώρα τρόποι παραγωγής επιδίωκαν μόνο να πετύχουν το πιο κοντινό, το πιο άμεσα χρήσιμο αποτέλεσμα της εργασίας. Παραμελούσαν εντελώς τις συνέπειες που παρουσιάζονται μόλις αργότερα και δρουν με τη βαθμιαία επανάληψη και συσσώρευση [...]. Κι ύστερα, οι κυρίαρχες τάξεις παραξενεύονται γιατί τα απώτερα αποτελέσματα των πράξεων που έτειναν στο ποθητό αποτέλεσμα είναι ολότελα διαφορετικά, συνήθως ολότελα αντίθετα».Βλ. «Ο Ρόλος της Εργασίας στον Εξανθρωπισμό του Πιθήκου», στο Φ. Ένγκελς Διάφορα Έργα, Αναγνωστίδης, χ.χ., σσ. 229- 233.3. D. Ricardo,Desprincipesde/’economiepolitiqueetdel'impot, Flammarion, 1993.4. VV.S. Jevons, The Coal Question, MacMillan 8c Co, 1865.5. Γ. Γκότσινα, «Κάτω από 8 δολάρια τη μέρα για 4 δις φτωχούς», Ημε
ρήσια, 22/3/2007.
ΙΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 167
6. Είναι αλήθεια πάντως ότι μετά το 1980 δεν έχει ανακαλυφθεί πραγματικά γιγαντιαίο κοίτασμα, που να αντιστοιχεί, ας πούμε, σε πάνω από δύο δις βαρέλια, κάτι που θα άλλαζε ποιοτικά τις εκτιμήσεις μας για τα παγκόσμια αποθέματα.7. Βλ. G. Rotillon, Economiedes resources naturelles, La Decouverte, 2005, a 7.8. St. Leeb, The Coming Economic Collapse: How Can You Thrive When Oil
Costs $200 a Barrel, Warner, 2006, o. 81.9. θα μπορούσε να μιλήσει κανείς και για την Ινδία, αλλά εκεί προς το παρόν το πρόβλημα είναι μικρότερο γιατί, σε αντίθεση με την Κίνα, επενδύει περισσότερο στις υπηρεσίες και λιγότερο στη βαριά βιομηχανία.10. Κ. Bradsher, “China's Boom Adds to Global Warming”, New York
Times, 22/10/2003.11. Σ’ αυτή τη λογική κινείται και το υπερτιμημένο, λόγω της πεισματικής άρνησης του Μπους να το επικυρώσει, Πρωτόκολο του Κιότο.12. G. Monbiot, “An Ugly Face of Ecology”, Guardian, 26/4/2005.13. G. Monbiot, “The Western Appetite for Biofuels is Causing Starvation in the Poor World”, Guardian, 6/11/2007.14. G. Monbiot, “An Ugly Face of Ecology”, Guardian, 26/4/2005.15. Βλ. ενδεικτικά D. W. Jorgenson et. al., “US Market Consequences of global climate change”, Pew Center on Global Climate Change, 2004 και Association of British Insurers, “Financial Risks of Climate Change”, 2005 (διαθέσιμο στο www.abi.org.uk/flooding).16. Βλ. N. Stern, “Stern Review Executive Summary”, New Economics Foundation, 2006 και N. Stern, “What is the Economics of Climate Change”, World Economics, vol. 7, No 2, Απρίλιος-Ιούνιος 2006.17. J. Randerson, “Tackle Climate Change or Face Deep Depression, World’s Leaders Warned”, Guardian, 26/10/2006.18. Γ. Τοιάρα, «Μεγαλουπόλεις θα γίνουν... υποβρύχιες», Το Βήμα,
28/3/2007.
ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
19. Βλ. για παράδειγμα, G. Carpenter, «Ο Μαρξισμός και η Οικολογία σε συμφιλίωση», Δημοκρατία και Φύση No. 2, Οκτώβριος 1996.20. Τ. Fotopoulos, “Beyond Statism and Market Economy”, Deinoaacy
and Nature, vol. 3, No 2, σ. 89.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
Τ Ο Ο Λ ΙΓΑ ΡΧ ΙΚ Ο Κ ΡΑΤΟ Σ
Ο Γάλλος φιλόσοφος Ντανιέλ Μπενσαΐντ1 σημειώνει ότι ο χρονικός ορίζοντας της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας -τυπικά, τέσσερα έως πέντε χρόνια για την επανεκλογή ενός προέδρου ή μιας κυβέρνησης- φαντάζει παρωχημένος, στον ύστερο καπιταλισμό, και από τις δύο πλευρές της κλίμακας: Από το «μικρό χρόνο» των καθημερινών απαιτήσεων της άκρως ανταγωνιστικής και ευμετάβλητης αγοράς προς την κρατική εξουσία για αλλεπάλληλες, αντιδραστικές «μεταρρυθμίσεις» και από το «μεγάλο χρόνο» της οικολογίας, καθώς η οξύτητα της περιβαλλοντικής κρίσης απαιτεί αποφάσεις με χρονικό ορίζοντα πολλών γενεών. Θα μπορούσαμε να δούμε την οξυδερκή αυτή παρατήρηση από μια ευρύτερη οπτική γωνία: Η γε- νικευμένη κρίση του σύγχρονου καπιταλισμού (με το διαρκή κοινωνικό πόλεμο του νεοφιλελευθερισμού και την περιβαλλοντική αποσταθεροποίηση να αποτελούν δύο από τα πιο χαρακτηριστικά της συμπτώματα) ασκεί ασφυκτική πίεση σιην αντιπροσωπευτική δημοκρατία και ωθεί προς ένα είδος «πειθαρχημένου καπιταλισμού». Χαρακτηριστική είναι η αυταρχική πολιτική εξέλιξη των ΗΠΑ και της Γαλλίας -των δύο χωρών που γέννησαν τις μεγαλύτερες αστικές επαναστάσεις και αποτέλεσαν τα κυριότερα πρότυπα της κοινο
170 ΠΕΊ ΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
βουλευτικής δημοκρατίας- επί κυβερνήσεων Τζορτζ Μπους του νεότερου και Νικολά Σαρκοζί αντίστοιχα.
Η «δημοσιογραφική» ανάγνωση των γεγονότων αποδίδει αυτή την εξέλιξη σε παράγοντες της πολιτικής συγκυρίας, όπως οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στις ΗΓΙΑ, οι ταραχές στα προάστια και το πρόβλημα της εγκληματικότητας στη Γαλλία, αλλά και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της νέας Δεξιάς στις δυο χο')ρες. Πρόκειται για επιφανειακή και, τελικά, αποπροσανατολιστική γραμμή ανάλυσης. Τα βασικά συμπτώματα της αυταρχικής στροφής προϋπήρχαν σε όλες τις μεγάλες καπιταλιστικές χώρες πολύ πριν την 11 η Σεπτεμβρίου και τις «αστικές ταραχές» στη Γαλλία, ανεξάρτητα από το αν βρίσκονταν στη διακυβέρνηση δεξιά ή σοσιαλδημοκρατικά κόμματα: Ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας και περιορισμός της νομοθετικής σε διακοσμητικό-διεκ- περαιωτικό ρόλο, στρατιωτικοποίηση της αστυνομίας, σκλήρυνση της ποινικής νομοθεσίας και εκθετική αύξηση του πληθυσμού των φυλακών, αλλεπάλληλοι «τρομονόμοι» και γενίκευση της ηλεκτρονικής παρακολούθησης, γιγάντωση της «εσωτερικής ασφάλειας» και βαθμιαία κατάργηση κάθε διάκρισης μεταξύ εξωτερικού και εσωτερικού εχθρού, εκφυλισμός των κομμάτων και της ίδιας της πολιτικής με παράλληλη υπερενίσχυση των λόμπι, των ομάδων πίεσης επιχειρηματικών συμφερόντων. Στο σύνολό τους, αυτά τα συμπτώματα, που αρχίζουν να συσσωρεύονται παράλληλα με την παγκόσμια στροφή προς το νεοφιλελευθερισμό, από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, μαρτυρούν μια ποιοτική, αντιδραστική αλλαγή του αστικού κράτους, σε σύγκριση με το «πα- ρεμβατικό-κοινωνικό κράτος» του μεταπολεμικού καπιταλισμού.
Αλλά ακριβώς την περίοδο που δρομολογούνται αυτές οι ποιοτικές -και επικίνδυνες- αλλαγές, οι συζητήσεις για το κράτος και την πολιτική εξουσία τείνουν να περιθωριοποιηθούν, ακόμη
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΙΙΑΡΛΙΙΕΤΑΣΜΑ 171
και στους θεωρητικούς προβληματισμούς της Αριστερός, που επικεντρώνονται κυρίως στο χώρο της οικονομίας («παγκοσμιοποίηση», ΟΝΕ κλπ). Το παράδοξο αυτό φαινόμενο τροφοδοτείται, βεβαίως, από την ισχυρή παράδοση του «οικονομισμου» που σημάδεψε τόσο την κλασική σοσιαλδημοκρατία, όσο και τη σταλινική Τρίτη Διεθνή. Κατά κύριο λόγο, όμως, αντανακλά τον ιδεολογικό αμυντισμό της Αριστερός μετά τις ήττες των τελευταίων δεκαετιών: Τη δεκαετία του ’70, στον απόηχο του Μάη του 1968 και των ανοιχτών πολιτικών κρίσεων σε πολλές χώρες, όταν ήταν πεποίθηση των αριστερών αγωνιστών ότι η δυνατότητα της ριζικής κοινωνικής αλλαγής φαίνεται στον πολιτικό ορίζοντα, το θέμα του κράτους και της πολιτικής εξουσίας, εντελώς φυσιολογικά, βρισκόταν στο κέντρο της πολιτικής διαπάλης και της θεωρητικής αναζήτησης. Η σημερινή έκλειψη υποδηλώνει ακριβώς τον αυτοπεριορισμό της Αριστερός (ή τουλάχιστον των ισχυρότερων ρευμάτων της) στα όρια αμυντικών μαχών για άμεσα λαϊκά προβλήματα, χωρίς ευρύτερο πολιτικό στόχο και ανατρεπτικό ορίζοντα. Μάλιστα, ορισμένα ρεύματα του «αυτόνομου» σοσιαλισμού, που εκφράζονται και μέσα από τα κινήματα εναντίον της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, με χαρακτηριστικό εκπρόσωπο τον Τζον Χόλογουεϊ, επιχειρούν να θεωρητικοποιήσουν αυτή την πρακτική με το θεωρητικά έωλο και πολιτικά παιδαριώδες εύρημα της συγκρότησης κάποιου είδους «αντιεξουσιών» εντός της υπάρχουσας κοινωνικοπολιτικής δομής.2
Η πραγματική «επανίδρυση» του κράτους
Έ νας από τους παράγοντες που εμποδίζουν τη σοβαρή συζήτηση είναι ότι μεγάλο τμήμα της Αριστερός παίρνει τοις μετρητοίς
172 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
την ιδεολογική μπλόφα του κυρίαρχου, νεοφιλελεύθερου δόγματος περί «λιγότερου κράτους». Υποστηρίζεται σχετικό ότι η εξασθένηση των παλιών λειτουργούν του «παρεμβατικού-κοινωνικού κράτους» με τις ιδιωτικοποιήσεις, την ενίσχυση των πολυεθνικών επιχειρήσεων, τις καπιταλιστικές ολοκληρώσεις τύπου Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη γενικότερη «παγκοσμιοποίηση» της οικονομίας, συρρικνώνουν στο ελάχιστο τον εν γένει ρόλο του εθνικού, αστι
κού κράτους στην αναπαραγωγή του κεφαλαίου. Έτσι, το κράτος υποτίθεται ότι παύει πλέον να αποτελεί βασικό πεδίο και αντικείμενο της ταξικής πάλης. Από αυτή την αφετηρία, οι οπαδοί ανάλογων ιδεολογημάτων επιχειρούν μια «φυγή προς τα εμπρός», στο πεδίο του «διεθνούς ακτιβισμού» μέσω «Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων» και χαλαρών διεθνών κινημάτων δικτυακού χαρακτήρα, εγκαταλείποντας το μόνο πεδίο όπου τα λαϊκά στρώματα διαθέτουν άμεσες δυνατότητες οργάνωσης, διεκδίκησης, πολιτικού ελέγχου και ανατροπής, δηλαδή το πεδίο του εθνικού, κοινωνικού σχηματισμού.
Στην πραγματικότητα, ο «νέος» καπιταλισμός δεν προωθεί το «λιγότερο κράτος», αλλά μια πραγματική, αντιδραστική ανασυ
γκρότηση του κράτους, ώστε να ανταποκριθεί στις νέες συνθήκες της συνολικής αναπαραγωγής του συστήματος, σε συνθήκες χρόνιας κρίσης υπερσυσσώρευσης. Αυτή η ανασυγκρότηση σημαίνει λιγότερο κράτος στο πεδίο της κοινωνικής συνοχής και προστασίας, αλλά περισσότερο κράτος στα πεδία της καταστολής και του ελέγχου των λαϊκών μαζών. Το αστικό κράτος, μ ε το σύνολο
w v λειτουργιών του -οικονομικών, κατασταλτικών, ιδεολογικώ ν- παραμέ
νει το βασικό όργανο που ενοποιεί τ ψ αστική τάξη σε κυρίαρχη δύναμη, οι-
κοδομεί τις κοινωνικές συμμαχίες της m i αποδομεί τ ψ εργατική τάξη σε
πολυδιασπασμένη και πολιτικά ανίσχυρη «μάζα». Αυτό το πραγματοποιεί στο «νέο» καπιταλισμό, όχι λιγότερο, αλλά μ ε διαφορετικό τρό-
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 173
no από χθες. Θα επιχειρήσουμε να δώσουμε ένα γενικό περίγραμμα αυτών των αλλαγών, οι οποίες στο σύνολό τους, διαμορφώνουν ένα νέο ε ίδος«ολιγαρχικού κράτους»:
-Στο οικονομικό πεδίο, η απόσυρση του «αναπτυξιακου-κοι- νωνικού» κράτους από την ιδιοκτησία πολλών επιχειρήσεων και τη ρύθμιση αγορών συνοδεύεται από την ένταση του παρεμβατισμού που ασκεί το νέο κράτος-εηιτελείο της ανάπτυξης μέσω της εργατικής και αναπτυξιακής νομοθεσίας, της πολιτικής επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών, της μεταναστευτικής πολιτικής, της πολιτικής για την έρευνα και τις τεχνολογίες αιχμής κ.ά. Η οικονομική διεθνοποίηση συνοδεύεται από την ενίσχυση του ρόλου του κράτους για την προστασία των «εθνικών πρωταθλητών», την προώθηση των εξαγωγών εμπορευμάτων και κεφαλαίων, ιδίως στις «ζώνες επιρροής» κάθε εθνικού κράτους. Στο πλαίσιο του αστικού συνασπισμού εξουσίας, τείνει να αποκτήσει δεσπόζοντα ρόλο το ανερ- χόμενο σύμπλεγμα των μονοπωλιακών επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας, χρηματιστικού κεφαλαίου και πολεμικής βιομηχανίας.
-Ο ι μηχανισμοί καταστολής, που αποτελούν το σκληρό πυρήνα του κράτους, ενισχύονται απότομα σε σύγκριση με τους υπόλοιπους κρατικούς μηχανισμούς. Ο «πυρήνας του πυρήνα» εντοπίζεται στις μυστικές υπηρεσίες, την εσωτερική ασφάλεια, τις στρατιωτικοποιημένες αστυνομικές δυνάμεις αντιμετώπισης αστικών ταραχών, τις μισθοφορικές, επίλεκτες στρατιωτικές και παραστρατιωτικές δυνάμεις και τη δικαστική εξουσία, η οποία κινείται σε ένα νέο νομικό πλαίσιο σκλήρυνσης της ποινικής νομοθεσίας «εναντίον της εγκληματικότητας» (ένα είδος συγκεκαλυμ- μένου, ταξικού πολέμου εκ των άνω εναντίον των φτωχών). Οι κατασταλτικοί μηχανισμοί συνεργάζονται ή και συγχωνεύονται ως ένα βαθμό με τους ιδεολογικούς, και ιδίως με το κύκλωμα της ενημέρωσης, ειδικά σε στιγμές εξωτερικών ή εσωτερικών κρίσεων.
174 11ΕΊΊΌΣ ΓΙΑΓ1ΑΚΩΝΣΤΑΝΤ1 NOV
-Ο ι ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους αναδιατάσσονται για να ανταποκριθούν στα νε'α δεδομένα της χρόνιας ιδεολογικής- πολιτισμικής κρίσης. Με το πέρασμα στον ώριμο καπιταλισμό της μεγάλης βιομηχανίας και του «κοινωνικού κράτους» η εκπαίδευση αντικατέστησε την Εκκλησία ως κύριος ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους, αναπαράγοντας τον τεχνοκρατισμό, τον κατακερματισμένο ορθολογισμό-εμπειρισμό, την «αξιοκρατία», δηλαδή τη φιλοδοξία κοινωνικής ανόδου μέσω της μόρφωσης. Η αδυναμία της εκπαίδευσης να εκπληρώσει αυτές τις φιλοδοξίες στο νέο, δυσμενέστερο οικονομικό-κοινωνικό περιβάλλον, θέτει σε μόνιμη κρίση τον εκπαιδευτικό μηχανισμό. Πλάι στην αντιδραστικά αναδιαρθρωμένη εκπαίδευση, δεσπόζοντα ρόλο στο σύνολο των ιδεολογικών μηχανισμών αποκτά το σύμπλεγμα ενη- μέρωσης-ψυχαγωγίας, ενώ αναπτύσσονται πληθωρικά κάθε είδους ανορθολογικά ρεύματα, συμπεριλαμβανομένων των ανοιχτά ρατσιστικών, εθνικιστικών και μιλιταριοτικών τάσεων. Η τε- χνοκρατική «πρόοδος» υποκαθίσταται, ως ενοποιητική Μεγάλη Ιδέα του συστήματος, από την «ασφάλεια», σε μια κοινωνία που παράγει καθημερινά από όλους τους πόρους της το φόβο.
-Στο επίπεδο του πολιτικού συστήματος, η υποβάθμιοη των κομμάτων αποτελεί σύμπτωμα εκφυλισμού της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας σε ένα είδος «δημοκρατικού απολυταρχισμού», όπου το βάρος πέφτει στην απλή νομιμοποίηση της πολιτικής, η οποία προαποφασίζεται σε κέντρα ισχύος εντελώς θωρακισμένα απέναντι στις λαϊκές πιέσεις. Παρουσιάζεται μια ιδιόμορφη «δι
πλή εξουσία* στο εσωτερικό του κυρίαρχου συνασπισμού, μια ο- ξυνόμενη αντίθεση ανάμεσα στην πραγματική εξουσία των πραγματικών, στεγανοποιημένων από κάθε άμεση λαϊκή παρέμβαση, κέντρων ισχύος και την ολοένα και περισσότερο τυπική εξουσία της εκάστοτε κυβέρνησης.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ
Το νέο, ολιγαρχικό κράτος εμφανίζει ορισμένες αναλογίες με το κράτος εκτάκτου ανάγκης που περιγράφει ο Νίκος Πουλαντζάς,3 αναλύοντας μορφές «εκτροπής» (βοναπαρτισμός, στρατιωτικές- γραφειοκρατικές δικτατορίες, φασισμός), οι οποίες προκύπτουν σε καταστάσεις γενικευμένης πολιτικής κρίσης. Βεβαίως, η αναλογία είναι εντελώς σχετική: Προφανώς δεν πρόκειται για επώαση φασιστικού φαινομένου, ούτε υπάρχει για την ώρα κατάσταση ανοιχτής πολιτικής κρίσης, η οποία να θέτει στην ημερήσια διάταξη «καθεστωτικό» ζήτημα, τουλάχιστον στις μητροπό- λεις του παγκοσμίου συστήματος. Εκείνο που υπάρχει είναι μια χρόνια οικονομική αστάθεια που συνεπάγεται όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων, αλλά και του ανταγωνισμού ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις. Δημιουργείται έτσι, στο πολιτικό επίπεδο, μια μονίμως υπολανθάνουσα κρίση, που καθιστά αναγκαίο ένα διαρκή «προληπτικό κοινωνικό πόλεμο» απέναντι στις λαϊκές, δυνητικά αντικαπιταλιστικές δυνάμεις με βασικό επιτελείο το ολιγαρχικό κράτος. Θα επιχειρήσουμε τώρα να σταθούμε πιο αναλυτικά σε ορισμένες καίριες πλευρές αυτής της μετάλλαξης.
Το σύνδρομο τψ Κίνας
Ή δη επί εποχής Κλίντον, ο γνωστός δημοσιογράφος των N ew
York Times και ιδεολογικός γκουρού της «παγκοσμιοποίησης», Τό- μας Φρίντμαν, ομολογούσε με αξιομνημόνευτη ειλικρίνεια:
«Το αόρατο χέρι της αγοράς δεν μπορεί ποτέ να λειτουργήσει αποτελεσματικά χωρίς την κρυμμε'νη γροθιά. Τα McDonald’s δεν μπορούν να ανθίσουν χωρίς την McDonnell Douglas, που κατασκευάζει τα F-15 της αμερικανικής, πολεμικής αεροπορίας. Και
176 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
η κρυμμένη γροθιά που διατηρεί τον κόσμο ασφαλή, ώστε να μπορούν να καρποφορούν οι τεχνολογίες της Κοιλάδας της Σιλικόνης, ονομάζεται στρατός, αεροπορία, ναυτικό και πεζοναύτες των ΗΠΑ».4
Με αφοπλιστική ειλικρίνεια, ο πρώην σύμβουλος της Μαντλίν Ολμπρόιτ κονιορτοποιεί τις πασιφιστικές αυταπάτες και τάσσεται υπέρ του ένοπλου δρόμου προς τον παγκόσμιο... νεοφιλελευθερισμό! Εγκωμιάζει το μιλιταρισμό όχι μόνο από τη στενή σκοπιά των εγωιστικών, αμερικανικών συμφερόντων, αλλά και από την ευρύτερη σκοπιά του «συλλογικού, παγκόσμιου καπιταλιστή», προσφέροντας το αμερικανικό υπερκράτος ως ύστατο εγγυητή της «παγκοσμιοποίησης».
Η ίδια τάση συνεχίζεται με άλλο τρόπο μετά το σοκ της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και τη στροφή της κυβέρνησης Μπους στο μονομερή ηγεμονισμό, κάτω από τη σημαία του «παγκόσμιου πολέμου κατά της τρομοκρατίας». Ό πως και στη Ρώμη του Αυγού- στου, η οικοδόμηση της Αυτοκρατορίας προϋποθέτει τη θυσία της Δημοκρατίας. Η νεοαπολυταρχική τάση, η οποία, ξεκινώντας από την αμερικανική υπερδύναμη διαχέεται σε παγκόσμια κλίμακα, εκδηλώνεται με πλήθος πασίγνωστων φαινομένων: αλλεπάλληλοι «αντιτρομοκρατικοί» νόμοι τύπου Πατριωτικού Νόμου, έκτακτες εξουσίες στην εκτελεστική εξουσία, οργουελιανού τύπου παρακολούθηση, διωγμοί εναντίον μεταναστών, μυστικές φυλακές της CIA με την ανομολόγητη συνενοχή των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, εξάπλωση των κρυφών Γκουαντάναμο κ.ά.
Ωστόσο, η στροφή από το «κράτος-νυχτοφύλακα» της ελεύθερης αγοράς στο κράτος-Λεβιάθαν της ασφάλειας δεν σχετίζεται μόνο με τον «αντιτρομοκρατικό» αγώνα. Ο ίδιος ο Φρίντμαν θα εκμυστηρευθεί, λίγα χρόνια αργότερα:
TO ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 177
«Σήμερα, που Δημοκρατίες όπως η Ινδία και η Αμερική εμφανίζονται ανίκανες να λάβουν σκληρές αποφάσεις, δεν μπορώ να κρύψω κάποια ζήλια για τη δυνατότητα της Κίνας να αντιμετωπίζει σοβαρά τα προβλήματά της και να λαμβάνει σκληρά μέτρα, τα οποία συνοδεύονται από αφαίρεση δικαιωμάτων από το λαό [...].Η αντιμετώπιση των οξύτατων προβλημάτων μας απαιτεί από την κεντρική κυβέρνηση να αφαιρέσει δικαιώματα από το λαό, όχι να του δώσει περισσότερα [...]. Μόνο μια γενικευμένη κρίση στο σύστημά μας θα δώσει σε μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση αρκετή εξουσία ώστε να μπορέσει να λάβει τις ορθές αποφάσεις».5
Πιο καθαρά δεν γίνεται! Ο σύμβουλος των Δημοκρατικών Φρί- ντμαν διαισθάνεται ότι η κρίση του συστήματος επιβάλλει την απολυταρχική μεταβολή του με την αφαίρεση θεμελιωδών δικαιωμάτων από το λαό, ώστε η κυβερνώσα ολιγαρχία να έχει λυτά τα χέρια της για τη λήψη των «αναγκαίων μέτρων» που απαιτεί ο εξοντωτικός, διεθνής ανταγωνισμός. Από αυτή την άποψη, η Κίνα του Χου, η Ρωσία του Πούτιν, η Ιαπωνία του ενός κόμματος εξουσίας και όλη η Ν. Α. Ασία, όπου η παράδοση της φεουδαρχικής απολυταρχίας διατηρείται κάτω από τον κοινοβουλευτικό μανδύα, εξελίσσονται σε πρότυπα που προσφέρουν ελκυστικές ιδέες στις κυρίαρχες, δυτικές ελίτ.
Ό πως είδαμε σε προηγούμενα κεφάλαια, οι αποσταθεροποιητικές τάσεις του σύγχρονου καπιταλισμού οδηγούν σε μια πολιτική οικονομία του φόβου και της μόνιμης εργασιακής ανασφάλειας. Η διάρρηξη του κεϊνσιανού, κοινωνικού συμβολαίου των τριών πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών υποχρεώνει το σύστημα να μετατοπίσει το κέντρο βάρους από τ ψ κοινωνική ενανμάιτύοη w v
178 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
«επικίνδυνων τάξεων» στον έλεγχο, ι ψ καταστολή και τον εγκλεισμό τους.
Το κοινωνικό κράτος εν μέρει αντικαθίσταται από το κράτος-δε- ομοφύλακα. Για παράδειγμα, στις Η ΠΑ την εικοσαετία 1973-1993 τετραπλασιάστηκε ο αριθμός των κρατουμένων, αυξήθηκε κατά 254% σε αποπληθωρισμε'νες τιμές ο προϋπολογισμός για τα σωφρονιστικά ιδρύματα και ένας στους είκοσι άνδρες (ένας στους δέκα, στην περίπτωση των μαύρων) κατέληξε να βρίσκεται υπό την εποπτεία της Δικαιοσύνης, είτε ως φυλακισμένος, είτε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους.6 Αποτέλεσμα, εκτός των άλλων, είναι ο συστηματικός εξοστρακισμός διευρυνόμενου τμήματος της μισθωτής εργασίας ακόμη και από τη στοιχειώδη μορφή συμμετοχής στην πολιτική, την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος, με την αφαίρεση των πολιτικών δικαιωμάτων για ποινικούς λόγους. Στο ίδιο πλαίσιο εγγράφονται η κατάργηση του πολιτικού και του πανεπιστημιακού ασύλου, η ωμή καταστολή εις βάρος των κοινωνικών κινημάτων από το αυταρχικό δίκτυο ειδικές αστυνομικές δυνάμεις-δικαστήρια-τηλεδικεία και πάει λέγοντας.
Ιδιωτικοί στρατοί δημόσιας χρήσης
Χαρακτηριστικό, αλλά ελάχιστα συζητημένο παράδειγμα της αυταρχικής μετάλλαξης είναι δημιουργία ιδιωτικών, μισθοφορικών στρα
τών από μεγάλες εταιρείες οι οποίες αναλαμβάνουν υπεργολαβι- κά τις πιο βρόμικες δουλειές των κυβερνήσεων, εναντίον του εξωτερικού, σήμερα, αλλά δυνητικά και του εσωτερικού, αύριο, εχθρού. Οι εν λόγω ιδιωτικοί, μισθοφορικοί στρατοί δεν υπόκει- νται σε κανέναν πολιτικό έλεγχο, οι νεκροί τους δεν καταγράφονται καν και δεν δημιουργούν καμία πολιτική πίεση στις κυβερνήσεις.
ΊΌ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 179
Στην «πρωτοπορία» αυτού του φαινομένου βρίσκονται και πάλι οι Ηνωμένες Πολιτείες. Τον Μάρτιο του 2007, ένα εξαιρετικά αποκαλυπτικό ρεπορτάζ της αμερικανικής εφημερίδας The N ation1
έριξε φως στο σκοτεινό παρασκήνιο της «ιδιωτικοποίησης του πολέμου» από το αμερικανικό Πεντάγωνο, υπό την καθοδήγηση του μέχρι πρότινος υπουργού «Άμυνας», Ντόναλντ Ράμσφελντ.
Η «ιδιωτικοποίηση του πολέμου» ήταν βασικό στοιχείο του νέου «αμυντικού» δόγματος που θεμελίωσε ο Ράμσφελντ. Στις 10 Σεπτεμβρίου 2001, μόλις μία ημέρα πριν από τις επιθέσεις στους Δίδυμους Πύργους και το Πεντάγωνο, ο Ράμσφελντ δήλωνε σε συγκέντρωση στελεχών του υπουργείου Άμυνας:
«Το θέμα μας σήμερα είναι ένας εχθρός που δημιουργεί απειλή, σοβαρή απειλή, για την ασφάλεια τιον ΗΠΑ. Υπονομεύει την άμυνα της χώρας και θέτει σε κίνδυνο τη ζωή των στρατιωτών της. Μπορεί να νομίζετε όχι μιλάω για έναν από τους τελευταίους δικτάτορες, που έχουν απομείνει στη Γη, αλλά ο εχθρός βρίσκεται πολύ πιο κοντά μας. Είναι η γραφειοκρατία του Πενταγώνου».8
Άμ’ έπος, άμ’ έργον! Στα τέλη του 2006 βρίσκονταν στο Ιράκ, πλάι στους 130.000 άνδρες του «κανονικού» αμερικανικού στρατού, άλλοι 50.000 άνδρες ιδιωτικών, μισθοφορικών στρατών. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του υπουργείου Εργασίας, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του 2006 είχαν σκοτωθεί 770 μισθοφόροι και άλλοι 7.761 είχαν τραυματιστεί, χωρίς να περιλαμβάνονται στα επίσημα στοιχεία του Πενταγώνου.
Τυπικό παράδειγμα ιδιωτικού, μισθοφορικού στρατού απο- τελεί η εταιρεία Blackwater USA, που δημιουργήθηκε από τον πολυεκατομμυριούχο της φονταμενταλιστικής, χριστιανικής Δεξιάς και χρηματοδότη των Ρεπουμπλικάνων, Έρικ Πρινς, το 1996.
ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Χάρη στις στενές διασυνδέσεις της με την κυβέρνηση Μπους, η εν λόγω εταιρεία εγκατέστησε στο Μόγιοκ της Βόρειας Καρολίνας τεράστια, ιδιωτική στρατιωτική βάση έκτασης 70.000 στρεμμάτων. Την άνοιξη του 2007 είχε στείλει σε διάφορες αμερικανικές αποστολές 2.300 μισθοφόρους και ετοιμαζόταν να στείλει άλλους 20.000. Διέθετε, μεταξύ άλλων, στόλο τουλάχιστον 20 μαχητικών αεροσκαφών, συμπεριλαμβανομένων γιγαντιαίων ελικοπτέρων - «ιπτάμενων φρουρίων» (gunships) με τεράστια καταστροφική δύναμη, ιδιωτική υπηρεσία πληροφοριών κ.ά. Τέσσερις μισθοφόροι αυτής της εταιρείας σκοτώθηκαν από Ιρακινους αντάρτες και στη συνέχεια τα πτώματά τους απανθρακώθηκαν σε γέφυρα του Ευφράτη στην εξέγερση της Φαλούτζα, στις 31 Μαρτίου του 2004, που αποτέλεσε την αποφασιστική καμπή στην εξέλιξη του πολέμου.
Η δράση της Blackwater ήρθε στην πρώτη γραμμή της διεθνούς ειδησεογραφίας, προκάλεσε μάλιστα μείζονα κρίση στις σχέσεις μεταξύ της κυβέρνησης Μπους και των Ιρακινών κουί- σλινγκς της κυβέρνησης Μαλίκι, το φθινόπωρο του 2007. Την Κυριακή, 16 Σεπτεμβρίου, μισθοφόροι που επέβαιναν σε κονβόι της εταιρείας άνοιξαν απροειδοποίητα πυρ στο κέντρο της Βαγδάτης (είτε από σαδισμό είτε γιατί πανικοβλήθηκαν αδικαιολόγητα) αφήνοντας στον τόπο 17 αμάχους, χωρίς να έχουν δεχθεί οποια- δήποτε επίθεση.9
Υπό το βάρος της γενικής κατακραυγής, ο Μαλίκι μίλησε για «εν ψυχρώ δολοφονία» και ζήτησε να αρθεί η ασυλία των ξένων μισθοφόρων και να παραπεμφθούν οι υπεύθυνοι στην ιρακινή «Δικαιοσύνη», δηλαδή στους ίδιους δικαστές που οδήγησαν στην αγχόνη τον Σαντάμ Χουσεΐν! Φυσικά, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, δηλαδή ο μεγάλος εργοδότης της Blackwater, έσπευσε να προσφέρει ασυλία στους δολοφόνους.10
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 181
Σύμφωνα με ένα άλλο, αποκαλυπτικό ρεπορτάζ της γαλλικής Le
M onde,11 στο Ιράκ δραστηριοποιούνται 180 μισθοφορικοί στρατοί που καλύπτουν ευρύτατο φάσμα δραστηριοτήτων, ακόμη και στα πεδία των διαβιβάσεων και των υπηρεσιών πληροφοριών. Ιδιαίτερη άνθηση έχουν οι ιδιωτικοί στρατοί και στη Βρετανία. Κατά κύριο λόγο ιδρύονται από πρώην στελέχη των ειδικών δυνάμεων (SAS) και δημιουργούν βάσεις εκπαίδευσης στην Τσεχία και άλλες χώρες της Κεντρικής-Αναχολικής Ευρώπης για να παρακάμπτουν τους περιορισμούς της βρετανικής νομοθεσίας. Πέραν του Ιράκ, δραστηριοποιούνται στο Αφγανιστάν, στη Νιγηρία, τη Λατινική Αμερική και σε άλλα θερμά σημεία του πλανήτη.12
Η Γαλλική Επανάσταση και ο Ναπολέοντας ανέτρεψαν την παράδοση των μισθοφορικών στρατών των μεσαιωνικών ηγεμόνων, καθιερώνοντας την καθολική στρατιωτική θητεία. Ο κύκλος κλείνει κάπου εδώ, με την παλινδρόμηση στις νεοαπολυταρχικές μορφές των ιδιωτικών, μισθοφορικών στρατών, σωμάτων Πραι- τωριανών του ολιγαρχικού-ιμπεριαλισχικού κράτους, εναντίον του εξωτερικού εχθρού σήμερα και του εσωτερικού αύριο. Αλλωστε το «όραμα» του Πρινς, όπως το εξέθεσε προ διετίας στον πρόεδρο Μπους, είναι η δημιουργία «ταξιαρχίας συμβασιούχων-μι- σθοφόρων», σε μόνιμη ετοιμότητα, για να ενισχύσει τον «επίσημο» στρατό, είτε εκτός είτε εντός συνόρων, σε περιπτώσεις καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, τύπου Νέας Ορλεάνης μετά τον τυφώνα Κατρίνα, ή γενικευμένων «αστικών ταραχών», τύπου Λος Αντζελες.
Ο φόβος εκτεταμένων εξεγέρσεων των «πληβειακών» λαϊκών στρωμάτων έχει ως συνέπεια να διαλύεται η διάκριση εξωτερικού και εσωτερικού εχθρού στους στρατηγικούς σχεδιασμούς των κρατικών μηχανισμών καταστολής. Ενδεικτικά, η Υπηρεσία Προηγμένων Αμυντικών Μελετών του αμερικανικού Πενταγώνου
182 IIΚΤΡΟΣ IΙΑΙΙΑΚίΙΝΣΤΑΝ ΓΙΝΟΥ
(DARPA) σχεδιάζει οπλικά συστήματα και εκπονεί μελέτες για την καταστολή μεγάλων εξεγέρσεων στις «υπερ-παραγκουπόλεις», όπως χαρακτηρίζονται, του μέλλοντος. Σε έκθεση της DARPA με τίτλο Αντιμετώπιση αστικής εξέγερσης το 2 0 2 5 , αναφέρεται:
«Δυνάμεις αυτοχθόνων θα χρησιμοποιούν οχήματα, από τα οποία θα εκτοξεύουν όλμους, αλλάζοντας διαρκώς θέση βολής. Την ίδια ο')ρα, τάγμα πεζικού, μέρος της αμερικανικής δύναμης ταχείας επέμβασης, θα αναλαμβάνει τη διασφάλιση πολλαπλών στόχων και την κατάληψη του πυρήνα διοίκησης τρομοκρατικής οργάνωσης, σε αστική περιοχή έκτασης 100 οικοδομικών τετρα- γο)νων».13
Τον Οκτώβριο του 2006, η αμερικανική κεντρική διοίκηση (CENTCOM), αρμόδια για τις επιχειρήσεις των ΗΠΑ σε Μέση Ανατολή, Ανατολική Αφρική και Κεντρική Ασία, διέθεσε 25 εκατομμύρια δολάρια για την εκπόνηση μελέτης με τίτλο Αστική Απο
φασιστικότητα 2 0 1 5 . Το σενάριο προέβλεπε Αμερικανούς πεζοναύτες να χρησιμοποιούν τρισδιάστατους χάρτες πολυκατοικιών στις οθόνες τους για να πλήξουν τους εχθρούς τους, δεκάδες μικρά, ιπτάμενα ρομπότ να πετάνε πάνω από την παραγκούπολη πυροβολώντας ό,τι κινείται, καταδρομείς με στολές «Σπάιντερ- μαν» να αναρριχώνται σε τοίχους ακολουθώντας ρομπότ-εξολο- θρευτές που έχουν ήδη ανοίξει τρύπες, οργισμένα πλήθη πολιτικοποιημένων «νέων αυτοχθόνων» να συγκρούονται με ρομπότ καταστολής αστικών ταραχών και άλλα παρόμοια. Μια σύγχρονη εκδοχή των μεσαιωνικών «Πολέμων των Χωρικών» ή της Σιδερένιας
Φτέρνας του Τζακ Λόντον, μιας έξοχης, προφητικής θα έλεγε κανείς ελεγείας για τον έρποντα ολοκληρωτισμό του κεφαλαίου.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 183
Το κράτος ως μετοχική εταιρεία
Στο επίπεδο των μορφών διακυβέρνησης, το νέο, ολιγαρχικό κράτος δεν καταργεί την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, αλλά τη μετατρέπει σε άδειο κέλυφος. Οι παραδοσιακές διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στη Δεξιά και τη σοσιαλδημοκρατική Αριστερά τείνουν να σβήσουν, δίνοντας τη θέση τους σε ένα πολιτικό συνεχές Κεντροδεξιάς-Κεντροαριστεράς. Ο «Μεγάλος Συνασπισμός», τύπου Γερμανίας, τείνει να αναδειχθεί σε οικουμενικό πρότυπο, άλλοτε ανοιχτά και επίσημα, με τη νομή της κυβερνητικής εξουσίας από τις δύο μεγάλες παρατάξεις, και άλλοτε υπόρρητα, με την ευ- ρεία συναίνεση στα καίρια ζητήματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής και τη μετατροπή της εκάστοτε παράταξης που δεν βρίσκεται στην εξουσία σε άτυπο... υπουργείο Αντιπολίτευσης. Θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για ιδιόμορφο μονοκομματικό καθεστώς με εκλογική νομιμοποίηση. Η πιο καθαρή μορφή είναι εκείνη της Ιαπωνίας, όπου το Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα κυβερνά αδιάκοπα από την επαύριον του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Στις άλλες μεγάλες χώρες, η ίδια τάση εκφράζεται με άλλη μορφή, εκείνη του αμερικανικού πολιτικού συστήματος, όπου Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι, το κόμμα της Coca Cola και το κόμμα της Pepsi Cola, λειτουργούν ως οι δύο φράξιες του ενιαίου, μοναδικού κόμματος εξουσίας.
Η νεοφιλελεύθερη μετάλλαξη των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων υπονομεύει τον παραδοσιακό χαρακτήρα τους ως μαζικών, εργατικών οργανώσεων με αστικό πολιτικό ορίζοντα και μοιραία συνεπάγεται τον εκφυλισμό τους σε εκλογικούς-επικοινω- νιακούς μηχανισμούς, ομήρους των μεγάλων εκδοτικών συγκροτημάτων και επιχειρηματικών συμφερόντων. Οποιοσδήποτε πολιτικός των κατεστημένων κομμάτων τολμήσει να διαφοροποιη
184 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
θεί ανοιχτά σε κρίσιμα θέματα, είτε είναι το Σύμφωνο Σταθερότητας και ο πόλεμος στο Κοσσυφοπέδιο, στην περίπτωση Λαφο- ντέν, είτε είναι ο πόλεμος στο Ιράκ, σε άλλες περιπτώσεις, τιμωρείται με κομματικό οστρακισμό και εξοντωτική καραντίνα ή και τηλεοπτικό λιντσάρισμα από τους καναλάρχες και το υπηρετικό προσωπικό τους.
Σ’ αυτό το φόντο, η πολιτική των μαζών δίνει τη θέση της στην πολιτική των ελίτ, των λόμπι και των ομάδων επιχειρηματικής πίεσης. Τα σκάνδαλα γύρω από το πολιτικό χρήμα, που αποκτούν ενδημικές διαστάσεις σε όλες τις δυτικές χώρες, τόσο περισσότερο όσο πυκνώνουν οι υποκριτικές και ανώφελες κραυγές κατά της διαφθοράς, αποτελουν αναπόφευκτη συνέπεια. Σχεδόν δεν υπάρχει πολιτικός ηγέτης μεγάλης χώρας -Κολ, Σρέντερ, Μιτε- ράν, Σιράκ, Μπλερ, Μπερλουσκόνι, Αθνάρ κ .ά - που να μην έχει κστηγορηθεί ή και παραπεμφθεί στη δικαιοσύνη για οικονομικά σκάνδαλα γύρω από το πολιτικό χρήμα. Χαρακτηριστικό είναι το προαναφερθέν παράδειγμα του σκανδάλου Enron. Στις εκλογές του 2000, η Enron χρηματοδότησε με 1,7 δις την εκστρατεία των Ρεπουμπλικάνων και με 700 εκατομμύρια δολάρια (ποτέ δεν πρέπει να βάζεις όλα τα αβγά στο ίδιο καλάθι) την εκστρατεία των Δημοκρατικών. 'Οταν το Κογκρέσο αναγκάστηκε, ύστερα από τη χρεοκοπία της επιχείρησης, να συστήσει εξεταστικές επιτροπές, από τους 248 βουλευτές και γερουσιαστές που τις στελέχωσαν, οι 212 είχαν χρηματοδοτηθεί από την Enron ή θυγατρικές της!14
Μακροπρόθεσμα σοβαρότερη συνέπεια του ολιγαρχικού εκφυλισμού του κράτους είναι η πλήρης απόσπαση των ελίτ από το σφυγμό και τις αγωνίες της λαϊκής βάσης. Εξ ου και η εντεινόμενη, τοξική εξάρτηση των ελίτ από τις δημοσκοπήσεις, που προσπαθούν απεγνωσμένα να βυθομετρήσουν τις σκοτεινές περιοχές της λαϊκής συνείδησης, ένα φαινόμενο που είχε αναπτυχθεί και στη
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 185
Σοβιετική Ένωση την περίοδο του ακραίου, γραφειοκρατικού εκφυλισμού που ονομάστηκε «εποχή της στασιμότητας».
Αποκαλυπτική για την άβυσσο που χωρίζει τον κόσμο των «επάνω» με τον κόσμο των «κάτω» ήταν η αντίδραση των γαλλικών και ευρύτερα των ευρωπαϊκών ελίτ στο «Όχι» των Γάλλων ψηφοφόρων κατά το δημοψήφισμα για το ευρωσύνχαγμα. Πεπεισμένοι ότι ζουν στον καλύτερο των δυνατών κόσμων, οι ένοικοι των γυάλινων πύργων των Βρυξελλών συμπέραναν ότι το ζητούμενο δεν ήταν να αλλάξει η ουσία του ευρωσυντάγματος, αλλά η... ετυμηγορία του πιο πολιτικοποιημένου λαού της Ευρώπης. Ενώ η πλειοψηφία των πολιτών και το μισό Σοσιαλιστικό Κόμμα τάχθηκαν εναντίον του ευρωσυντάγματος, όλοι οι βασικοί διεκδικητές της προεδρίας κατά τις τελευταίες εκλογές, συμπεριλαμ- βανομένης της μέχρι πρό τίνος άσημης Σεγκολέν Ρουαγιάλ, ήταν υπέρ του. 'Οταν ο λαός δεν συμφωνεί με τις επιλογές μας, αυτό που χρειάζεται είναι να αλλάξουμε το λαό!
Σε ακραίες περιπτώσεις, η αυταρχική στροφή φτάνει μέχρι την τάση για διαμόρφωση ενός άτυπου κοινωνικού απαρτχάιντ. Αποκαλυπτική ως προς αυτό ήταν η δήλωση του γενικού γραμματέα του ΟΟΣΑ Ντόναλντ Τζόνστον στην Αθήνα, στις 21 Απριλίου του 2005. Στην επέτειο της χούντας των συνταγματαρχών, ο Τζόνστον δεν αρ- κέστηκε να δηλώσει ωμά ότι «πρέπει να πείσουμε τα άτομα (sic!) να μη συνταξιοδοτούνται νωρίς και να δούμε τι θα κάνουμε από την άποψη της επέκτασης των ωρών εργασίας», ούτε να εκθειάσει το Μεξικό, όπου «οι άνθρωποι εργάζονται μέχρι τη στιγμή που πεθαίνουν». Προχωρώντας πιο μακριά, αναγνώρισε τις δυσκολίες των κυβερνήσεων να πάρουν τα «αναγκαία, αντιδημοφιλή μέτρα» για το ασφαλιστικό (τα οποία εν πολλοίς κόστισαν την πτώση της κυβέρνησης Σημίτη στην Ελλάδα) λέγοντας: «Δεν θα μας ψηφίζουν οι ηλικιωμένοι, γιατί τους καλούμε να δουλέψουν περισσότερο
186 ΠΕΤΡΟΣ 11ΛΠΑΚΩΝΣΙ ΑΝΤΙΝΟΥ
για μικρότερες συντάξεις». Αλλά για κάθε πρόβλημα υπάρχει μια λύση και ο ΟΟΣΑ, κατά δήλωση του κ. Τζόνσιον, την αναζητά στην ιδέα «να μην έχουν δικαίωμα ψήφου οι συνταξιούχοι, γιατί δεν εργάζονται, και να ψηφίζουν οι νέοι από τα 15, γιατί αυτοί θα α- ναλάβουν το κόστος της μελλοντικής ασφάλισης»!15
Αλλαγές στο συνασπισμό εξουσίας
Η ολιγαρχική-απολυταρχική στροφή του κράτους αποτελεί ταυτόχρονα αντανάκλαση και εργαλείο για τη θωράκιση μιας βαθύτερης μετάλλαξης της όλης κοινωνικής δομής, από τα κατώτερα μέχρι τα ανώτερα επίπεδα της κοινωνικής διαστρωμάτωσης.
Στην κορυφή της πυραμίδας, η συγκέντρωση τον πλούτον στα χ έ
ρ ια μιας ολιγαρχίας πον τείνει να αποκτήσει κάποια χαρακτηριστικά κόστας
(χωρίς πάντως να προστατεύεται απολύτως από τις πάντα ενεργές δυνάμεις του οικονομικού ανταγωνισμού) εξελίσσεται σε παγκόσμιο φαινόμενο. Σύμφωνα με τα στοιχεία του οικονομικού περιοδικού Forbes και τη σχετική ανάλυση του καθηγητή Τζέιμς Πέτρας,16 ο αριθμός των ανθρώπων με περιουσία άνω του ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων ανερχόταν στο τέλος του 2006 σε 946 άτομα. Η συνολική περιουσία τους αυξήθηκε κατά 35% το 2006, ενώ την ίδια χρονιά τα εισοδήματα του φτωχότερου 55% από τα 6,6 δισεκατομμύρια του πλανήτη έμειναν στάσιμα ή και μειώθηκαν.
Αιγότεροι από 1.000 ολιγάρχες έχουν συγκεντρώσει περισσότερο πλούτο από 3,5 δισεκατομμύρια ανθρώπους, γεγονός χωρίς προηγούμενο στην ιστορία. Στην απόλυτη πλειοψηφία τους (523 στους 946) προέρχονται από τρεις μόνο χώρες - ΗΠΑ, Γερμανία και Ρωσία. Η αύξηση του πλούτου που έχουν στα χέρια τους προήλθε πολύ περισσότερο από την κερδοσκοπία στο χρηματιστήριο,
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΙΙΛΡΛΙΙΕΤΑΣΜΛ 187
την αγορά ακινήτων και το εμπόριο και πολύ λιγότερο από τεχνι- κε'ς καινοτομίες και βιομηχανικές επενδύσεις. Αν και πολλοί από τους εν λόγω ολιγάρχες, ιδίως στη Ρωσία, την Κίνα, την Ινδία και τη Λατινική Αμερική, εμφανίζονται ως «αυτοδημιούργητοι», στην πραγματικότητα ο όρος αυτός είναι ευφημισμός του πειρατικού σφετερισμού κοινωνικού πλούτου μέσω πολιτικοί διασυνδέσεων, στο πλαίσιο των ιδιωτικοποιήσεων και άλλων μορφών «συσσώρευσης μέσω της απαλλοτρίωσης», με τη βοήθεια του κράτους.17
Η ολιγαρχική μετάλλαξη εξελίσσεται σε διεθνή επιδημία. Στη Ρωσία, που αποτελεί βέβαια ιδιόμορφη περίπτωση, δέκα άνθρωποι κατείχαν, το 2005, το 60% της συνολικής κεφαλαιακής αξίας.18 Ακόμη πιο εντυπωσιακές διαστάσεις παίρνει το εν λόγω φαινόμενο στην Ανατολική Ασία. Οι 15 πλουσιότερες οικογένειες συγκέντρωναν, το 2000, το 76,2% της συνολικής, κεφαλαιακής αξίας στη Μαλαισία, το 48,3% στη Σιγκαπούρη και το 46,7% στις Φιλιππίνες.19 Η τάση αυτή δεν περιορίζεται καθόλου στις χώρες της περιφέρειας, όπως έδειξε πρόσφατη μελέτη20 για 13 χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Για παράδειγμα, η οικογένεια Ανιέλι κατέχει περιουσιακά στοιχεία που αντιστοιχούν στο 10,4% της συνολικής κεφαλαιακής αξίας των ιταλικών επιχειρήσεων. Οι 15 πλουσιότερες οικογένειες κατέχουν περισσότερο από το 35% της κεφαλαιακής αξίας σε Βέλγιο και Πορτογαλία, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό ξεπερνάει το 20% σε Γερμανία, Γαλλία, Ελβετία, Ιταλία, Φιλανδία και Νορβηγία.
Οι μόνες, αξιοσημείωτες εξαιρέσεις, όπου εμφανίζεται μεγαλύτερη διάχυση πλούτου, είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βρετανία. Πρέπει, ο)στόσο, να σημειωθεί, ότι γενικά, και ειδικά σ’ αυτές τις δύο χώρες με τη χαρακτηριστική υπερδιόγκωση του χρηματιστικού κεφαλαίου, οι ολιγάρχες ελέγχουν πολύ μεγαλύτερα κεφάλαια από αυτά που άμεσα κατέχουν, μέσο) διαφόρου
ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΓΙΑΚΩΝΣΓΑΝ'ΠΝΟΥ
μηχανισμών, όπως οι χρηματιστικές «πυραμίδες»: Μια οικογένεια ολιγαρχών μπορεί να έχει την πλειοψηφία των μετοχών, ή το πακέτο που της επιτρέπει να την ελέγχει, σε μία μόνο εταιρεία. Αλλά αυτή η εταιρεία, με τη σειρά της, έχει την πλειοψηφία των μετοχών μιας άλλης εταιρείας κ.ο.κ. Κατ’ αυτό τον τρόπο, η εν λόγω οικογένεια εξασφαλίζει τον έλεγχο ολόκληρης της πυραμιδοειδούς δομής επιχειρήσεων, με πολύ λιγότερα κεφάλαια από εκείνα που υπό άλλες συνθήκες θα απαιτούνταν.21
Η πρωτοφανής συγκέντρωση πλούτου συμβαδίζει με ποιοτικές αλλαγές στο εσωτερικό του κοινωνικού συνασπισμού εξουσίας. Μια πρώτη, βασική αλλαγή είναι η απερχόμενη ιοχνς των πολνεθννκών-
ηολνκλαδικών μονοπωλίων, ο κύκλος εργασιών των οποίων συχνά ξεπερνάει το συνολικό ΑΕΠ ακόμη και αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών της «πρώτης ταχύτητας». Με το φαινόμενο αυτό, που συνδέεται άμεσα με την προβληματική της «παγκοσμιοποίησης», θα ασχοληθούμε πιο αναλυτικά στο επόμενο κεφάλαιο. Αρκού- μαστε εδώ να σημειώσουμε ότι το φαινόμενο αυτό, αν και δεν «συρρικνώνει» το ρόλο του εθνικού-αστικού κράτους, τροποποιεί ωστόσο τις λειτουργίες του και οξύνει την αντίθεση μεταξύ του πιο κοσμοπολίτικου-«νομαδικού» και του πιο προσανατολισμένου στην εσωτερική αγορά τμήματος του μονοπωλιακού κεφαλαίου.
Μια δεύτερη ποιοτική αλλαγή αφορά τη διαφορετική κατανομή της ηγεμονικής, μονοπωλιακής μερίδας κατά κλάδους οικονομικής δραστηριότητας. Στον «οργανωμένο», μονοπωλιακό καπιταλισμό της μεταπολεμικής περιόδου (εκτενής παρέμβαση του κεϊνσιανού κράτους στην οικονομική δραστηριότητα, φορ- ντισμός-τεϊλορισμός στις εργασιακές σχέσεις, αλματώδης ανάπτυξη της πολεμικής βιομηχανίας στον Ψυχρό Πόλεμο) δεοπό-
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 189
ζοντα ρόλο στο εσωτερικό της μονοπωλιακής, αστικής τάξης έπαιζε το «σύμπλεγμα» αυτοκινητοβιομηχανία-κατασκευές-ενέρ- γεια, σε συνδυασμό με τη στρατιωτική βιομηχανία. Η δράση αυτού του υποσυνόλου της ηγεμονικής, μονοπωλιακής μερίδας ασφαλώς είχε διεθνή ορίζοντα (εξαγωγές κεφαλαίων και εμπορευμάτων, κυρίως μεταξύ των ιμπεριαλιστικών κέντρων), αλλά στηριζόταν πρωτίστως στη διεύρυνση της εσωτερικής κατανάλωσης των λαϊκών μαζών, με βασικό μοχλό το Ι.Χ. αυτοκίνητο και την κατοικία, και στην υποστήριξη-οικονομικό σχεδιασμό του εθνικού αστικού κράτους.
Στον ακραία επιθετικό καπιταλισμό της νεοφιλελεύθερης α- ποδόμησης-διεθνοποίησης, χωρίς να μειώνεται σε απόλυτα μεγέθη ο ρόλος αυτών των «παραδοσιακών» τομέων, αυξάνεται απότομα το ειδικό βάρος αφ’ ενός μεν του χρηματιστικού κεφαλαίου, που απελευθερώνεται από το περιοριστικό πλαίσιο του Μπρέτον Γουντς, αφ’ ετέρου δε των μεγάλων επιχειρήσεων στις τεχνολογίες αιχμής (πληροφορική, βιοτεχνολογία, νέα υλικά, νέα φάρμακα, τηλεπικοινωνίες κ.ά.). Και οι δύο αυτοί τομείς, πέρα από το αυξανόμενο μερίδιό τους στην καπιταλιστική ανάπτυξη με καθαρά ποσοτικούς όρους (ποσοστό του ΑΕΠ, της απασχόλησης κ.ά.), διαδραματίζουν κομβικούς, ποιοτικούς ρόλους στην όλη αναπαραγωγή του «νέου» καπιταλισμού, όπως είδαμε στα δύο πρώτα κεφάλαια: Νέες παραγωγικές δυνάμεις που διαχέονται σε όλη την κλίμακα της παραγωγής και της κυκλοφορίας, νέες, «ευλύγιστες» μορφές οργάνωσης της παραγωγής, διεύρυνση της εσωτερικής αγοράς με νέα τεχνολογικά προϊόντα και της ατομικής κατανάλωσης με την τραπεζική πίστωση-υπερχρέωση των νοικοκυριών, την ιδιωτική ασφάλιση, τις μετοχές, τα «νέα χρηματι- στικά προϊόντα» κ.λπ.
Αν στους δύο αυτούς τομείς προσθέσουμε την πολεμική βιο
190 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
μηχανία, που απογειώνεται εκ νέου με την ένταση του μιλιταρισμού και την επιστροφή των ψυχροπολεμικών τάσεων στο διεθνές περιβάλλον, μπορούμε να μιλάμε για ένα υπό διαμόρφωση Ίεχνο-χρψατισηκο-στρατιωηκό σύμπλεγμα. Στο «στρατιωτικό» σκέλος περιλαμβάνουμε, πλην της βιομηχανίας οπλικών συστημάτων για το στρατό, τον γρήγορα αναπτυσσόμενο τομέα της «εσωτερικής ασφάλειας» (ιδιωτικοί στρατοί και ιδιωτικές φυλακές, σεκιούρι- τι, συστήματα ηλεκτρονικής παρακολούθησης κ.ά.) που γιγαντώνεται στην εποχή του «παγκοσμίου πολέμου κατά της τρομοκρατίας», των αντιμεταναστευτικών διωγμών και της «μηδενικής ανοχής απέναντι στην εγκληματικότητα».
Στον Πίνακα 4 καταχωρίζονται οι 100 μεγαλύτερες επιχειρήσεις στην πιο αναπτυγμένη καπιταλιστική χώρα, τις ΗΠΑ. Από τα στοιχεία του Πίνακα προκύπτει ότι 10 από αυτές τις επιχειρήσεις ανήκουν στο σκληρό πυρήνα της στρατιωτικής βιομηχανίας, 25 στη σφαίρα των νέων τεχνολογιών και 27 στη χρηματοπιστωτική σφαίρα. Οι τρεις πόλοι του υπό διαμόρφωση συμπλέγματος συνδέονται στενά μεταξύ τους: Οι τομείς των νέων τεχνολογιών παίζουν καθοριστικό ρόλο στην επέκταση των χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων και στη στρατιωτική βιομηχανία (γενικότερα, στη βιομηχανία της «ασφάλειας»), ενώ από την άλλη εξαρτώνται άμεσα από αυτούς τους δύο τομείς για τις παραγγελίες και τη στήριξη των πολυδάπανων ερευνητικών προγραμμάτων τους. Επιπλέον, αποτελούν τα κυριότερα πειραματικά εργαστήρια για τη διαμόρφωση των νέων, «ευλύγιστων» εργασιακών σχέσεων, παίζοντας το ρόλο που έπαιξε η αυτοκινητοβιομηχανία στον προηγούμενο ιστορικό κύκλο, ως φυτώριο διαμόρφωσης του φορ- ντισμού-τεϊλορισμού και του τογιοτισμού-καλμαρισμού.
Στην αλληλοσύνδεσή τους, οι τρεις αυτοί στρατηγικοί τομείς του σύγχρονου καπιταλισμού παίζουν κρίσιμο ρόλο στην «ανα
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 191
παραγωγή μέσω καταστροφής και απαλλοτρίωσης παραγωγικών δυνάμεων», η οποία αποκτά βαρΰνουσα σημασία στις συνθήκες της νεοφιλελεύθερης απορρύθμισης, άπως τονίστηκε σε προηγούμενη ενότητα. Τέλος και οι τρεις τομείς εκφράζουν τις πιο κοσμοπολίτικες, επεκτατικές δυνάμεις του κεφαλαίου, με πεδίο δράσης, δυνητικά, ολόκληρο τον πλανήτη. Η αποφασιστική διαπλοκή και διείσδυσή τους στον κόσμο των Μ ΜΕ, ορισμένες φορές με την άμεση εξαγορά μεγάλων εφημερίδων και καναλιών, αυξάνει κατά πολύ το βάρος τους στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης και στον επηρεασμό των πολιτικών δυνάμεων, προς όφελος των πιο αντιδραστικών, νεοφιλελεύθερων και ατλαντικών τάσεων.
ΙΙ1ΝΑΚΑΣ4:
Οι 1 0 0 μεγαλύτερες αμερικανικές επιχειρήσεις το 2 0 0 6
A. Α. Εταιρεία Τζίρος (εκ. $)
Κέρδη (εκ. S)
Δραστηριότητες
1 Exxon Mobil (ΧΟΜ)
339,938.0 36,130.0 Πετρέλαιο, φυσικό αέριο
2 Wal-Mart Stores (WMT)
315,654.0 11,231.0 Εμπόριο
3 General Motors (I'M)
192,604.0 -10,600.0 Αυτοκινητοβιομηχανία, στρατιωτική βιομ., χρηματιστική
4 Chevron (CVX) 189,481.0 14,099.0 Πετρέλαιο, πετρο- χημικά
5 Ford Motor (F) 177,210.0 2,024.0 Αυτοκινητοβιομηχανία, στρατιωτική βιομ., χρηματιστική
6 ConocoPhillips (COP) 166,683.0 13,529.0 Πετροχημικά
192 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
A .Α. Εταιρεία Τζίρος(εκ.$)
Κέρδη (εκ. $)
Δραστηριότητες
7 General Electric (GE)
157,153.0 16,353.0 Κινητήρες, αεροναυπηγική, ηλεκτρικά, ΜΜΕ
8 Citigroup (C) 131,045.0 24,589.0 Χρηματισιική9 American Intl.
Group (AIG)108,905.0 10,477.0 Ασφαλιστική
10 Intl. Business Machines (IBM)
91,134.0 7,934.0 Πληροφορική,Υπολογιστές
11 Hewlett-Packard (HPQ)
86,696.0 2,398.0 Υπολογιστές, ηλεκτρονική, πληροφο- ρική
12 Bank of America Corp. (BAC)
83,980.0 16,465.0 Τράπεζα
13 BerkshireHathaway (BRKA)
81,663.0 8,528.0 Χρημαιιστική, ασφαλιστική
14 Home Depot (HD) 81,511.0 5,838.0 Εμπόριο15 Valero Energy (VI.O) 81,362.0 3,590.0 Πετροχημικά16 McKesson (MCK) 80,514.6 -156.7 Φαρμακευτική, Ια
τρική17 J.P. Morgan
Chase & Co.79,902.0 8,483.0 Χρηματιστική
18 Verizon Communications (VZ)
75,111.9 7,397.0 Τηλεπικοινωνίες
19 Cardinal Health (CAH)
74,915.1 1,050.7 Φαρμακευτική, Ιατρική
20 Altria Group (MO)
69,148.0 10,435.0 Καπνός, τρόφιμα- ποτά
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 193
h. Α. Εταιρεία Τζίρος (εκ. $)
Κέρδη (εκ. $)
Δραστηριότητες
21 Kroger (KR) 60,552.9 958.0 Εμπόριο22 State Farm
Insurance Cos59,223.9 3,241.8 Χρηματιστική, α
σφαλιστική23 Marathon Oil
(MRO)58,958.0 3,032.0 Πετρέλαιο, φυσικό
αέριο24 Procter &
Gamble (PC)56,741.0 7,257.0 Φαρμακευτική,
καλλυντικά κ.α.25 Dell (DELL) 55,908.0 3,572.0 Υπολογιστές26 Boeing (BA) 54,848.0 2,572.0 Αεροναυπηγική,
στρατιωτική βιομηχανία
27 AmeriSource Bergen (ABC)
54,589.6 264.6 Εμπόριο
28 Costco Wholesale (COST)
52,935.2 1,063.1 Εμπόριο
29 Target (TCT) 52,620.0 2,408.0 Εμπόριο30 Morgan Stanley (MS) 52,498.0 4,939.0 Χρηματιστική31 Pfizer (PFE) 51,353.0 8,085.0 Φαρμακευτική32 Johnson & Johnson
(JNJ)50,514.0 10,411.0 Φαρμακευτική, Ια
τρική33 Sears Holdings
(SHLD)49,124.0 858.0 Εμπόριο
34 Merrill Lynch (MER)
47,783.0 5,116.0 Χρηματιστική, ασφαλιστική
35 MetLife (MET) 46,983.0 4,714.0 Ασφαλιστική36 Dow Chemical
(DOW)
46,307.0 4,515.0 Χημική, νέα υλικά
194 ΠΕΤΡΟΣ ΓΙΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
A. A. Εταιρεία Τζίρος (εκ. $)
Κέρδη (εκ. $)
Δραστηριότητες
37 UnitedHealth Group (UNH)
45,365.0 3,300.0 Ασφαλιστική
38 Wellpoint (WLP) 45,136.0 2,463.8 Ασφαλιστική39 AT&T (T) 43,862.0 4,786.0 Τηλεπικοινωνίες40 Time Warner
(TWX)43,652.0 2,905.0 ΜΜΕ, θέαμα
41 Goldman Sachs Group (GS)
43,391.0 5,626.0 Τράπεζα επενδυσε-
42 Lowe’s (LOW) 43,243.0 2,771.0 Εμπόριο43 United
Technologies (UTX)42,725.0 3,069.0 Αεροναυπηγική,
στρατιωτική, μηχανολογικός εξοπλισμός
44 United Parcel Service (UPS)
42,581.0 3,870.0 Μεταφορές
45 Walgreen (WAG) 42,201.6 1,559.5 Εμπόριο46 Wells Fargo (WFC) 40,407.0 7,671.0 Χρηματισιική47 Albertson’s (ABS) 40,397.0 446.0 Εμπόριο48 Microsoft (MSFT) 39,788.0 12,254.0 Πληροφορική49 Intel (INTC) 38,826.0 8,664.0 Ημιαγωγοί50 Safeway (SWY) 38,416.0 561.1 Εμπόριο51 Medco Health
Solutions (MHS)37,870.9 602.0 Εμπόριο
52 Lockheed Martin (LMT)
37,213.0 1,825.0 Στρατιωτική βιομηχανία, αεροναυπηγική, διαστημική
53 CVS (CVS) 37,006.2 1,224.7 Εμπόριο
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 195
A. Α. Εταιρεία Τζίρος (εκ. $)
Κέρδη (εκ. $)
Δραστηριότητες
54 Motorola (MOT)
36,843.0 4,578.0 Τηλεπικοινωνίες, ηλεκτρονική
55 Caterpillar (CAT)
36,339.0 2,854.0 Μηχανολογικός εξοπλισμός
56 Archer Daniels Midland
35,943.8 1,044.4 Αγροτική βιομηχανία
57 Wachovia Corp. (WB)
35,908.0 6,643.0 Τράπεζα, χρηματι- στική
58 Allstate (ALL) 35,383.0 1,765.0 Ασφαλιστική59 Sprint Nextel (S) 34,680.0 1,785.0 Τηλεπικοινωνίες60 Caremark Rx (CMX) 32,991.3 932.4 Ασφαλιστική61 PepsiCo (PEP) 32,562.0 4,078.0 Ποτά62 Lehman Brothers
(LEH)32,420.0 3,260.0 Χρηματιστική
63 Walt Disney (DIS) 31,944.0 2,533.0 Μ ΜΕ, θέαμα64 Prudential
Financial (PRU)31,708.0 3,540.0 Χρηματιστική
65 Plains All Amer. Pipeline
31,177.3 217.8 Ενεργειακοί αγωγοί
66 Sunoco (SUN) 31,176.0 974.0 Πετροχημικά67 Northrop
Grumman (NOC)30,721.0 1,400.0 Πληροφορική, ηλε
κτρονική, ναυπηγική, στρατιωτική
68 Sysco (SYY) 30,281.9 961.5 Τρόφιμα69 American Express
(AXP)30,080.0 3,734.0 Χρηματιστική
70 FedEx (FDX) 29,363.0 1,449.0 Μεταφορές
196 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
A. Α. Εταιρεία Τζίρος(εκ.$)
Κέρδη (εκ. $)
Δραστηριότητες
71 Honeywell Intl. (HON)
28,862.0 1,655.0 Στρατιωτική, αεροναυπηγική
72 Ingram Micro (IM) 28,808.3 216.9 Ηλεκτρονική73 DuPont (DD) 28,491.0 2,053.0 Βιοτεχνολογία, ηλε
κτρονική, νέα υλικά74 New York Life
Insurance28,051.0 1,421.6 Ασφαλιστική
75 Johnson Controls(jci)
28,019.5 909.4 Εξαρτήματα αυτοκινητοβιομηχανίας
76 Best Buy (BBY) 27,433.0 984.0 Εμπόριο77 Delphi (DPHIQ) 27,201.0 -6,369.0 Εξαρτήματα αυτοκι
νητοβιομηχανίας78 Hartford Financial
Services27,083.0 2,274.0 Χρηματιστηριακή
79 Alcoa (AA) 26,601.0 1,233.0 Μεταλλουργία80 Tyson Foods (TSN) 26,014.0 353.0 Τρόφιμα81 TIAA-CREF 25,916.8 2,000.8 Ασφαλιστική82 International
Paper (IP)25,797.0 1,100.0 Χαρτί
83 Cisco Systems (CSCO) 24,801.0 5,741.0 Τηλεπικοινωνίες84 HCA(HCA) 24,455.0 1,424.0 Ιατρική85 St. Paul Travelers
Cos. (STA)24,365.0 1,622.0 Ασφαλιστική
86 News Corp. (NWS) 23,859.0 2,128.0 ΜΜΕ87 Federated Dept.
Stores (FD)23,347.0 1,406.0 Εμπόριο
88 Amerada Hess (AHC) 23,255.0 1,242.0 Πετροχημικά
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 197
A. Α Εταιρεία Τζίρος (εκ. $)
Κέρδη (εκ. $)
Δραστηριότητες
89 Coca-Cola (ΚΟ) 23,104.0 4,872.0 Ποτά90 Weyerhaeuser (WY) 23,000.0 733.0 Χαρτί91 Aetna (ΑΕΤ) 22,885.0 1,634.5 Ιατρικές υπηρεσίες92 Mass. Mutual
Life Ins.22,798.8 1,446.0 Ασφαλιστική
93 Abbott Laboratories (ABT)
22,337.8 3,372.1 Φαρμακευτική
94 Comcast (CMCSK) 22,255.0 928.0 Τηλεπικοινωνίες95 Merck (MRK) 22,011.9 4,631.3 Φαρμακευτική96 Deere (DE) 21,930.5 1,446.8 Μηχανολογικός εξο
πλισμός97 Raytheon (RTN) 21,894.0 871.0 Στρατιωτική, αερο
ναυπηγική98 Nationwide 21,832.0 1,149.0 Ασφαλιστική99 Washington
Mutual (WM)21,326.0 3,432.0 Χρηματιστική
100 General Dynamics (GD)
21,290.0 1,461.0 Στρατιωτική, αεροναυπηγική
Πηγή: Fortune 2006, ιστοσελίδες των εταιρειών.
Οι εσωτερικές αποικίες
Αν στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας κυριαρχεί η τάση της ολιγαρχικής θωράκισης, στη βάση της πυραμίδας η κίνηση φαίνεται να είναι προς την αντίθετη κατεύθυνση: προς τη διάλυση όλων των δεσμών κοινωνικής συνοχής της εργατικής τάξης (συμβάσεις εργα-
198 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
οίας, σταθερή δουλειά, κοινωνική αοφάλιοη, συνδικάτα κ.λπ.). Το ιδανικό θα ήταν η εξασφάλιση απόλυτης, ει δυνατόν, «ευελιξίας» με τον εκφυλισμό της εργατικής τάξης οε ασπόνδυλη «μάζα» ατομικών πωλητο>ν εργατικής δύναμης, μοναχικών ξένων σε έναν τυφλό αγώνα επιβίωσης «όλων εναντίον όλων». Φυσικά, αυτό το ιδανικό απέχει πολύ από το να έχει επιτευχθεί και, πιθανότατα, δεν θα ολοκληρωθεί ποτέ. Ως τάση, όμως, έχει σημειώσει σοβαρά βήματα και αποτελεί μια από τις κύριες, υλικές βάσεις της απολυταρχικής στροφής. Στον Λεβιάθαν του, ο Χομπς είχε συλ- λάβει ότι η πλήρης εξατομίκευση αποτελεί το βαθύτερο θεμέλιο του διαρκούς κοινωνικού φόβου και ο φόβος του μοναχικού Survivor το βαθύτερο θεμέλιο νομιμοποίησης της απολυταρχίας.
Ο αντιδραστικός χαρακτήρας του ύστερου καπιταλισμού α- ποτυπώνεται και στη διόγκωση του υποπρολεταριάτου στις «εσωτερικές αποικίες»22 των μητροπόλεων - το αντίστοιχο των πα- ραγκουπόλεων στις πρώην αποικίες της περιφέρειας. Το φαινόμενο αυτό έπαιξε καθοριστικό ρόλο κατά την προηγούμενη εποχή του καπιταλισμού στην περίπτωση κοινωνικών σχηματισμών με δομικά, ρατσιστικά χαρακτηριστικά, όπως ήταν η Νότια Αφρική την περίοδο του απαρτχάιντ και το Ισραήλ, που χρησιμοποιούσε και χρησιμοποιεί ως «εσωτερική αποικία» την γκετοποιη- μένη, αραβική εργατική δύναμη. Επίσης έπαιξε σημαντικό ρόλο στις ΗΠΑ, με τα γκέτο των μαύρων που αποτελούσαν, σε πολλές βιομηχανικές πόλεις του Βορρά, την πλειονότητα του βιομηχανικού προλεταριάτου, και με τα διαδοχικά κύματα της μετανάστευσης, όπου η κάθε φορά νεοεισερχόμενη εθνική ομάδα λειτουργούσε ως αλεξικέραυνο ρατσιστικών διακρίσεων ή και διωγμών25 - πρώτα οι Ιρλανδοί και οι Γερμανοί, μετά οι Ιταλοί και οι Πολωνοί, σήμερα οι ισπανόφωνοι.
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της σημερινής εποχής είναι η γε
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 199
νίκευση των «εσωτερικών αποικιών» στο σύνολο των μητροπόλεων και η δημιουργία μαζικού υηοπροΧααριάιον. Το τελευταίο, αν και τροφοδοτείται σε μεγάλο βαθμό από εθνικές, φυλετικές μειονότητες, ωστόσο υπερβαίνει κατά πολύ τα όριά τους, καθώς στη δημιουργία του, πέραν της μετανάστευσης, επεμβαίνουν και άλλοι, ενδογενείς μηχανισμοί.
Ο «περιπλανώμενος πληθυσμός» της Κίνας, που προκαλείται από την τεραστίων διαστάσεων εσωτερική μετανάστευση, απο- τελεί καθοριστικής σημασίας εφεδρεία για την ταχύρρυθμη οικονομική ανάπτυξη του αναδυόμενου γίγαντα. Στη Γερμανία, πέραν της εξωτερικής μετανάστευσης, ως τεράστια «εσωτερική αποικία» λειτουργεί το μεγαλύτερο μέρος της πρώην Ανατολικής Γερμανίας: Η βίαιη αναδιάρθρωση μετά την καταστροφική, για τη βιομηχανία των ανατολικών κρατιδίων, ανταλλαγή των δύο μάρκων στην αναλογία 1:1 «απελευθέρωσε» μεγάλο, πλεονάζοντα εργατικό πληθυσμό υψηλής μόρψίοαης και κατάρτισης, ο οποίος στήριξε και στηρίζει, σε μεγάλο βαθμό, την απογείωση της βιομηχανίας υψηλής τεχνολογίας στη Βαυαρία και σε άλλα κέντρα σύγχρονης ανάπτυξης. Στη Βρετανία, η Θάτσερ διέλυσε παραδοσιακά βιομηχανικά κέντρα, προπύργια του μαχητικού συνδικαλισμού (τα ανθρακωρυχεία της Αγγλίας, τη χαλυβουργία του Σέ- φιλντ, τα ναυπηγεία της Γλαοκόβης, την εθνικοποιημένη αυτοκινητοβιομηχανία), ενώ ταυτόχρονα άνοιξε τις πόρτες σε γιαπωνέζικα κεφάλαια, που εγκαταστάθηκαν σε «ειδικές ζώνες», προσλαμβάνοντας μη συνδικαλισμένους εργάτες, με χαμηλά μεροκάματα και εξαντλητική απασχόληση.LM
Επομένως, εμφανίζεται η γενική τάση κάθε αναπτυγμένη χώρα να δημιουργεί στο εσωτερικό της μια «υπανάπτυκτη», ο Βορράς να εμπεριέχει μέσα του το «Νότο», το προλεταριάτο να περικλείει το υποπρολεταριάτο, εν τέλει η αστική δημοκρατία να διολισθαί
200 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
νει προς το κοινωνικό απαρτχάιντ. Σ’ αυτές τις «ζώνες εσωτερικής εξορίας», το κοινωνικό κράτος της πλήρους απασχόλησης έχει α- ντικατασταθεί από το κράτος-χωροφύλακα και η πιο συχνή επαφή των νέων με τη δημοκρατία είναι οι εξευτελιστικοί έλεγχοι, ιδίως απέναντι στους φυλετικά διαφορετικούς. Ο κοινωνικός αποκλεισμός στηρίζεται στην Ανίερη Τριάδα: μαζική ανεργία-εγκλεισμός και παρακολούθηση- εξοστρακισμός από κάθε μορφή πολιτικής συμμετοχής, ακόμη και από το εκλογικό δικαίωμα.
Αποκαλυπτική είναι σχετικά η κατάσταση των μαύρων στην Αμερική, τέσσερις δεκαετίες ύστερα από τις σημαντικές, προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που επέβαλε το κίνημα πολιτικών δικαιωμάτων επί εποχής Κένεντι και Τζόνσον. Το 2004, η ανεργία στο Χάρλεμ της Νέας Υόρκης έφτανε το 50%, κάτι που είχε να συμβεί από την κρίση του 1929. Περίπου 2,1 εκατομμύρια Αμερικανοί βρίσκονται στις φυλακές, πέντε έως έξι εκατομμύρια συλ- λαμβάνονται κάθε χρόνο, με το ποσοστό των μαύρων (και των ι- ισπανόφωνων) ανάμεσά τους εντελώς δυσανάλογο σε σύγκριση με το πληθυσμιακό τους βάρος: Οι μαύροι αντιστοιχούν στο 44% των φυλακισμένων σε σωφρονιστικά ιδρύματα ανηλίκων, ενώ αντιπροσωπεύουν μόνο το 15% των Αμερικανών ανηλίκων. Το 15% των ενηλίκων μαύρων δεν έχει εκλογικό δικαίωμα.25
Διαφορετικό, αλλά επίσης χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Γαλλίας, όπου τα γκέτο των φτωχών των προαστίων ήρθαν στο πρώτο πλάνο της διεθνούς δημοσιότητας το φθινόπωρο του 2005, όταν η εξέγερση του νεανικού υποπρολεταριάτου ανάγκασε την κυβέρνηση να κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Η ανοιχτή εχθρότητα των επίσημων πολιτικών ελίτ (ο γκολικός Σαρ- κοζίτους αποκάλεσε «αποβράσματα» και η σοσιαλίστρια Ρουαγιάλ πρότεινε, αργότερα, να κλείνονται οι παραβάτες σε στρατόπεδα συγκέντρωσης), σε συνδυασμό με την αδυναμία της Αριστερός να
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 201
απευθυνθεί σ’ αυτόν τον κόσμο (αν δεν το καταφέρει, δεν θα γίνει ποτέ πραγματικά λαϊκή δύναμη) ενισχύει τις τυφλές, βίαιες αντιδράσεις, οι οποίες, με τη σειρά τους, ερεθίζουν τα αντιδραστικά αντανακλαστικά των «νοικοκυραίων» και οδηγούν σ’ αυτό που πε- ριγράφεται ως «γενικευμένη λεπενοποίηση των συνειδήσεων».26
Ο μόνιμος, πλέον, κοινωνικός αποκλεισμός σημαντικού τμήματος του πληθυσμού γεννά αναπόφευκτα έναν καθημερινό κοινωνικό πόλεμο χαμηλής ορατότητας, με το φαύλο, αυτοτροφο- δοτούμενο κύκλο εγκληματικότητας-καταστολής, που αναστατώνει τα αστικά κέντρα. Αναζητώντας ασφάλεια και «ποιότητα ζωής», τα πιο εύπορα στρώματα σπεύδουν, με ολοένα αυξανόμενους ρυθμούς, να καταφύγουν στις «περίκλειστες κοινότητες» (gated communities) των «καλών προαστίων», που εξελίσσονται σε δυναμικά αναπτυσσόμενο πολεοδομικό και κοινωνικό φαινόμενο του σύγχρονου καπιταλισμού, παραπέμποντας στις μεσαιωνικές πόλεις-φρούρια (bourgs), όπου οι αστοί αναζητούσαν προστασία από τους «Πολέμους των Χωρικών». Αξίζει να σημειωθεί ότι η μανία με τις περίκλειστες κοινότητες ξεκίνησε από τον Τρίτο Κόσμο ως απάντηση στις «επικίνδυνες» παραγκουπόλεις και από τη ρατσιστική Νότια Αφρική, ως ασύμμετρο είδωλο των μαύρων γκέτο. Η μεταφορά αυτής της επιδημίας στις αναπτυγμένες δημοκρατίες μαρτυρά ακριβώς τη «βραζιλιανοποίηση» και το δομικό κοινωνικό ρατσισμό του σύγχρονου καπιταλισμού.
Η ιδεολογία τον «ισχυρού κράτους»
Γενικότερα, το σύμπλεγμα ρατσισμού-εθνικισμού αναδεικνύεται σε ανερχόμενη ιδεολογική τάση της εποχής μας στις καπιταλιστικές μητροπόλεις, τη στιγμή ακριβώς που στην οικονομία θριαμβεύει
202 11ETPOIIΙΑΓΙΑΚΩΝΣ ΓΑΝΤΙ NOV
η κοσμοπολίτικη, νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, αλλά θριαμβεύοντας, βυθίζεται σε κρίση. Επανέρχεται έτσι, με νέους όρους, ένα τυπικό γνώρισμα της πολιτισμικής ατμόσφαιρας του κλασικού ιμπεριαλισμού. Την εποχή εκείνη, η αστική δημοκρατία, που είχε συγκροτηθεί πάνω στα θεμέλια του ορθολογισμού και της ελευθερίας, δεν μπορούσε να δικαιολογήσει την ωμή αποικιοκρατία βά- οει θρησκευτικών ή άλλων μεταφυσικών κριτηρίων, όπως έκαναν την εποχή των Σταυροφοριών οι μεσαιωνικές δυναστείες. Έπρεπε λοιπόν να αναζητήσει καινούρια, «επιστημονική» βάση νομιμοποίησης και τη βρήκε στον κοινωνικό δαρβινισμό, στην υποτιθέμενη «ανωτερότητα» του λευκού ανθρώπου (ύστερα του Κέλτη, του Αγγλοσάξονο, του Γερμανού ή του Αρείου) που επωμίζεται το βαρύ φορτίο να «εκπολιτίσει» διά της βίας τις υποδεέστερες φυλές και χώρες. Η ρατσιστική-εθνικιστική ιδεολογία συναντούσε, ιδίως σε καιρούς κρίσης, πρόσφορο ακροατήριο στα μεσαία στρώματα και στο αποδιοργανωμένο λούμπεν προλεταριάτο, που έβρισκαν σιη μυθική αλληλεγγύη της ανώτερης φυλής ένα ιδεατό υποκατάστατο έναντι της διάλυσης όλων των υλικών δεσμών κοινωνικής συνοχής και στην ιστορική αποστολή του ανώτερου έθνους ένα υποκατάστατο έναντι της μιζέριας της καθημερινότητας.
Στη σημερινή εποχή, το ρατσιστικό-εθνικιστικό σύμπλεγμα θρέφεται όχι μόνο από την επιστροφή του μιλιταρισμού και του ωμου ιμπεριαλισμού των όπλων στις διεθνείς σχέσεις, αλλά και από την εσωτερική κρίση των κατ’ευφημισμόν «πολυπολιτισμι- κών» κοινωνιών στις δυτικές μητροπόλεις. Ο εχθρός τώρα δεν βρίσκεται μόνο στην άλλη πλευρά των συνόρων ή στην άλλη άκρη του κόσμου, αλλά και στην απέναντι πλευρά της λεωφόρου, στο Χάρλεμ ή στο Κλισί, στο barrio των Μεξικανών μεταναστών του Λος Αντζελες ή στην πακιστανική γειτονιά του Ανατολικού Λονδίνου. Ο μολυσμένος αέρας απειλεί να δηλητηριάσει όχι μό
Ί'Ο ΧΡΥΣΟ ΠΛΡΑΙΙΕΤΑΙΜΛ 203
νο τα μικροαστικά ή τα λούμπεν στρώματα, αλλά και τη βιομηχανική εργατική τάξη που αισθάνεται άτι οι θέσεις εργασίας, τα μεροκάματα και η ασφάλειά της απειλούνται από τους «ξένους». Τα σκυλιά γαβγίζουν όταν φοβούνται. Οι φοβισμένοι, μοναχικοί άνθρωποι μπορούν να μετατραπούν, αν δεν βρουν άλλη διέξοδο, οργάνωση και ελπίδα, σε οργισμένο πλήθος, που θα αναζητήσει το Σιδερένιο Χέρι για να το οδηγήσει σε ένα διαφορετικό, ένδοξο πεπρωμένο. Η ιστορική κρίση του καπιταλισμού απειλεί να με- τατραπεί όχι μόνο σε διεθνή γεωπολιτική κρίση, με απροσδιόριστες συνέπειες, αλλά και σε γενικευμένη κρίση τον ηολπισμού, πέρα ίσως και από τη δυνατότητα σύλληψης της φαντασίας μας.
Ειδική, αλλά αποκαλυπτική έκφραση αυτής της πολιτισμικής κρίσης αποτελεί και το τόσο χαρακτηριστικό φαινόμενο των τελευταίων χρόνων, το φαινόμενο ενός κόσμου με εξαιρετικά αβέβαιο... παρελθόν! Μιλάμε για το ρεύμα του αντιδραστικού, ιστορικού αναθεωρητισμού, που τροφοδοτεί ομηρικούς «πολιτισμικούς πολέμους» γύρω από τα σχολικά εγχειρίδια της Ιστορίας. Οι γκροτέσκες μορφές που πήρε η σχετική διαμάχη στην Ελλάδα, με αφορμή το βιβλίο της Ιστορίας της έκτης Δημοτικού, δεν θα έπρεπε να κρύβει τη σοβαρότητα του ζητήματος. Τα «στρατόπεδα» που παρατάχθηκαν εξέφραζαν δύο διαφορετικούς δρόμους με τον ίδιο προορισμό: την ισοπέδωση κάθε δημοκρατικού, λαϊκού στοιχείου στη συλλογική μνήμη. Από τη μία πλευρά, η μεταμοντέρνα αποδόμηση της Ιστορίας, την οποία έγραψαν μεγαλειώδη κοινωνικά και εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, στο πλαίσιο μιας δήθεν «πολυπολιτιομικής» αντίληψης, που λειτουργεί, με όσα αφηγείται και κυρίως με όσα αποσιωπά, ως απολογητική της Pax Americana και των ιμπεριαλιστικών ολοκληρώσεων. (Δεν είναι τυχαίο ότι στο επίμαχο βιβλίο της Ιστορίας της έκτης Δημοτικού δεν υπήρχε η παραμικρή αναφορά στην Οκτωβριανή
204 ΠΕΊ ΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Επανάσταση, λες κι ήταν μια λεπτομέρεια του 20ου αιώνα, ούτε αναφέρονταν καν τα ονόματα του Ροβεσπιέρου, του Μαρά κ.ά.). Από την άλλη, η αντίδραση από τη σκοπιά της πατριδοκαπηλίας και του ακροδεξιού εθνικισμού, μια ελάχιστα εκσυγχρονισμένη παραλλαγή της Ελλάδας Ελλήνων Χριστιανών, κάτω από τα λάβαρα της Εκκλησίας, της Ακαδημίας Αθηνών και του ΛΑΟΣ.
Δεν πρόκειται, βέβαια, για ελληνική γραφικότητα, αλλά για παγκόσμια τάση. Η αναθεώρηση των σχολικών βιβλίων της Ιαπωνίας έτσι ώστε να «αποκατασταθεί» το αποικιοκρατικό παρελθόν της στην Ανατολική Ασία προκάλεσε βίαιες εκρήξεις λαϊκών διαδηλώσεων σε σειρά χωρών και διπλωματική ρήξη με την Κίνα και τα δύο κορεατικά κράιη. Ανάλογη ρήξη μεταξύ Γαλλίας και Αλγερίας προκάλεσε η ψήφιση νόμου από τη γαλλική Εθνοσυνέλευση που καθαγιάζει τις «θετικές πλευρές» της αποικιοκρατίας. Αλλωστε, οι προεδρικές εκλογές της άνοιξης του 2007 σημαδεύτηκαν από τον «πατριωτικό αγώνα δρόμου» Σαρκοζί- Ρουαγιάλ, με τον πρώτο να προτείνει υπουργείο «μετανάστευσης και εθνικής ταυτότητας» και τη δεύτερη να τραγουδάει τη «Μασσαλιώτιδα» σιις προεκλογικές συγκεντρώσεις της, όπως έκανε μέχρι πρόσφατα μόνο ο Ζαν-Μαρί Λε- πέν, και να καλεί τους ψηφοφόρους της να υψώσουν την τρίχρωμη σημαία στα μπαλκόνια της, όπως έκανε ο Μπους μετά την 11η Σεπτεμβρίου, σε ένα δημαγωγικό πλειστηριασμό πατριδοκαπηλίας.
Παρόμοια φαινόμενα δείχνουν ότι ο νέος, γενναίος κόσμος της «παγκοσμιοποίησης» νιώθει ολοένα και περισσότερο υποχρεωμένος να σέρνει μαζί του το καβούκι του εθνικισμού και της φυλετικής «ανωτερότητας», ζωντανεύοντας την πολιτισμική ατμόσφαιρα των αρχών του 20ού αιώνα. Το μέλλον μάς χαμογελά με κοφτερούς κυνόδοντες και οι γλυκερές μελωδίες από το σαξόφωνο της «παγκοσμιοποίησης» εναλλάσσονται με τα στρατιωτικά εμβατήρια του νέου, ανατέλλοντος ιμπεριαλισμού.
TO ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 205
1. D. Bensaid, “L’ Humanity au-del<i du capital”, στο Le capital el /’ humanity, PUF, 2002, o. 142.2. Ο Χόλογουεϊ αναπτύσσει αυτή τη λογική στο βιβλίο του Ας Αλλάξου
με τον Κόσμο Χωρίς να Καταλάβουμε τ ψ Εξουσία: Το Νόημα της Επανάστασης
Σήμερα (Σαββάλας, 2006), το οποίο, μαζί με την Αυτοκρατορία» των Νέ- γκρι και Χαρντ, αποτελεί έργο αναφοράς του σύγχρονου «αυτόνομου- ελευθεριακού μαρξισμού. Με έντονες επιρροές από τους Λούκατς, Μπέν- γιαμιν και τη Σχολή της Φραγκφούρτης, αλλά και από την εμπειρία των Ζαπατίστας που έζησε από κοντά, ο Χόλογουεϊ χαράσσει μια γραμμή ριζοσπαστικού υποκειμενισμού, που βλέπει την κοινωνική αλλαγή ως απλή άρνηση του καπιταλισμού. Η πολιτική στρατηγική του παρακάμπτει τον επαναστατικό μετασχηματισμό του κράτους και της πολιτικής εξουσίας μέσω της αναζήτησης «αντιεξουσιών» από τα κάτω, από το αυτόνομο κίνημα των μαζών - κάτι που αποδείχθηκε πολύ δύσκολο ακόμη και στην απομονωμένη ζούγκλα των Τσιάπας, πολύ περισσότερο δε στις μεγαλουπόλειςτων βιομηχανικών κοινωνιών. Ο Ντανιέλ Μπενσαΐντ αναπτύσσει μια ενδιαφέρουσα κριτική στα θεωρητικά θεμέλια και τις πολιτικές συνεπαγωγές της κατασκευής του Χόλογουεϊ (www.iire.org).3. Ν. Πουλαντζάς, Φασισμός και Δικτατορία. Η Τρίτη Διεθνής απέναντι στο
Φασισμό, θεμέλιο, 2006.4. Th. L. Friedman, The Lexus and the Olive Tree, Farrar, Straus, Giroux, 1999, σ. 373.5. International Herald Tribune, 12- 13/11/2005.6. P. Tevanian, Le ministere de la peur, L’ Esprit Frappeur, 2003.7. J. Scahill, «Bush’s Shadow Army», The Nation, 15/3/3007. To εν λόγω άρθρο αποτελεί πρόγευση του υπό έκδοση βιβλίου του Scahill Blackwater:
The Rise o f the World's Most Powerful Mercenary Army, Nation Books.8. Ό.π.
206 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΓΛΝ'ΓΙΝΟΥ
9. J. Broder & J. Risen, “US- hired guards operate in a legal limbo in Iraq”, International Herald Tribune, 20/9/2007.10. D. Johnson, “Immunity Deals Offered to Blackwater Guards”, New
York Times, 30/10/2007.11. “La guerre en prive”, Le Monde, 5/4/2007.12. Βλ. επίσης F. Zabci, “Private Military Companies: Shadow Soldiers of Neo-Colonialism”, Capital & Class, καλοκαίρι 2007.13. Φ. Χατζόπουλου, «Το Πεντάγωνο και οι επεμβάσεις του μέλλοντος», Καθημερινή, 13/1/2007.14. Ch. A. Cupchan, The End of the American Era, Vintage, 2002, o. 324.15. «Επώδυνες λύσεις για ασφαλιστικό και εργασιακά από τον γενικό γραμματέα του ΟΟΣΑ», www.in.gr/innews, 21/4/2005.16. J. Petras, “Global Ruling Class: Billionaires and How They Made It”, Global Research, 23/3/2007 (www.globalresearch.ca).17. M. Andrey, Oligarchic Capitalism and Financial Development, Moscow New Economic School, 2006.18. S. Guliev & A. Rachinsky, “The Role of Oligarchs in Russian Capitalism”, Journal o f Economic Perspectives, No 19, σσ. 131- 150, 2005.19. S. Claessens, S. Djankov & L. Lang, “The Separation of Ownership and Control in East Asian Corporations”, Journal o f Financial Economics,
No 58,σσ.81-112, 2000.20. M. Faccio & L. Lang, “The Ultimate Ownership of Western European Corporations”, Journal o f Financial Economics, No 65, σσ. 365-395, 2002.21. R. La Porta, F. Lopez de Silanes, A. Shleifer& R. W. Vishny “Investor Protection and Corporate Governance”, Journal o f Financial Economics,
No 58, oo. 3- 27, 1999.22. Ο όρος καθιερώθηκε από τον Αντρέ-Γκιντέρ Φρανκ.23. Βλ. P. A. Baran & P.M. Sweezy, Monopoly Capital: An Essay on the
American Economic and Social Older, Monthly Review Press, 1966, κεφ. 9.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 207
24. D. Harvey, A Brief History of Neoliberalism, Oxford University Press, 2005, o. 59.25. M. Marable, Globalization and Racialization, Znet, 13/8/2004.26. Βλ. S. Amin & R. Herrera, «Οι ταραχές στα γαλλικά προάστια», Ου
τοπία, Σεπτέμβριος- Οκτώβριος 2006 και P. Tevanian, Le ministere de la
peur, L’ Esprit Frappeur, 2003.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ
Σε προηγούμενες ενότητες εξετάσαμε το κυρίαρχο ιδεολόγημα της δεκαετίας του ’90 περί «Νέας Οικονομίας» που υποτίθεται ότι θα μεταμόρφωνε ειρηνικά τον καπιταλισμό με το μαγικό ραβδί της πληροφορικής. Η προβολή αυτού του ιδεολογήματος στη σφαίρα των διεθνών σχέσεων ήταν η περίφημη «παγκοσμιοποίηση»: Τα σύνορα γίνονται πορώδη, με την απελευθέρωση των ροών κεφαλαίων, εμπορευμάτων και τουριστών. Ο κόσμος στρέφεται από την αιματηρή πάλη για τη διανομή της πολεμικής λείας, στην άμιλλα για την ειρηνική, οικονομική ανάπτυξη. Σ’ αυτή την ατμόσφαιρα, η αναφορά στα «παλαιομοδίτικα» σχήματα του ιμπεριαλισμού θα καυτηριαζόταν ως ιδεολογική εμμονή αρτηριοσκληρωτικής, πολιτικής σέχτας.
Το κυρίαρχο «πνεύμα της εποχής» δεν άφησε ανεπηρέαστο το μεγαλύτερο τμήμα της διεθνούς Αριστερός. Η «Αυτοκρατορία», στο πολύκροτο, ομώνυμο έργο των Νέγκρι και Χαρντ, που έγινε δημοφιλές σε αριστερούς κύκλους, δεν είναι συνώνυμο του ιμπεριαλισμού, αλλά η άρνησή του: Το σύστημα υποτίθεται ότι υπερβαίνει τη λογική της εδαφικής επέκτασης και κυριαρχίας, που έβαλε τη σφραγίδα της στον 19ο και τον 20ό αιώνα.1 Στη θέση των
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 209
ιμπεριαλιστικών «κέντρων», προβάλλει μια αποκεντρωμένη δομή, κατ’ αναλογία με το Διαδίκτυο. Δεν υπάρχουν «διαφορές ουσίας» μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Βραζιλίας ή Βρετανίας και Ινδίας, αλλά μόνο «διαφορές κλίμακας».2
Η αίσθηση του «τέλους του ιμπεριαλισμού» δεν μπορεί να α- ναχθεί απλώς στη σφαίρα της θεωρητικής απάτης ή, έστω, της πλάνης. Στηρίχθηκε και σε ορισμένες υπαρκτές τάσεις της εποχής: Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου φαινόταν να τερματίζει τον ανταγωνισμό των μεγάλων συνασπισμών για την παγκόσμια κυριαρχία, που είχε σημαδέψει τον 20ό αιώνα. Ο ιμπεριαλισμός έμοιαζε να εξελίσσεται σε ένα είδος συνεταιριστικού «υπερϊμπε- ριαλισμού», σαν κι αυτόν που είχε προβλέψει ο ηγέτης της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, Καρλ Κάουτσκι, την περίοδο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Οι δαπάνες για εξοπλισμούς σημείωσαν δραστική, αν και, όπως θα αποδεικνυόταν αργότερα, προσωρινή μείωση. Γενικότερα, οι τομείς της βιομηχανίας πετρελαίου και της στρατιωτικής βιομηχανίας, βασικοί κινητήρες του ιμπεριαλιστικού αγώνα για σφαίρες επιρροής, είδαν το μερίδιό τους στα συνολικά κέρδη του κεφαλαίου να πέφτει, από 20% περίπου, στη δεκαετία του ’80, σε 3%, περί τα τέλη της επόμενης δεκαετίας. Την ίδια περίοδο, οι τομείς της «Νέας Οικονομίας» (πληροφορική, μικροηλεκτρονική, επικοινωνίες) είδαν το δικό τους μέρισμα να εκτοξεύεται από 3% σε 14%.3
Ό σοι είχαν πάρει τοις μετρητοίς αυτή τη «θεωρία», είδαν έκπληκτοι το τρένο της Ιστορίας να αλλάζει ξαφνικά σιδηροτροχιά το 2001. Η συνεταιριστική, «παγκόσμια διακυβέρνηση» του Κλί- ντον έδωσε τη θέση της στην ανοιχτή απολογητική υπέρ της αμερικανικής αυτοκρατορίας, των προληπτικών πληγμάτων και του διαρκούς πολέμου «κατά της τρομοκρατίας» από τους οπαδούς του Τζορτζ Μπους του νεότερου.4 Οι στρατιωτικές δαπάνες
210 ΠΕΊ ΡΟΣ Ι1ΛΙΙΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
απογειώθηκαν εκ νέου, για να φτάσουν, το 2006, το 1,3 τρις δολάρια, το 46% των οποίων αντιστοιχεί στις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με μια διαδεδομένη εκδοχή, η δραματική στροφή ήταν ξαφνική, απρόβλεπτη και εξωγενής, οφειΑόμενη κατά κύριο, αν όχι και αποκλειστικό λόγο, στις τρομοκρατικές επιθέσεις κατά των Διδύμων Πύργων και του Πενταγώνου. Εντελώς αντίθετα, η δική μας άποψη ασπάζεται τη θεώρηση εκείνων που υποστηρίζουν ότι η στροφή της αμερικανικής υπερδύναμης οφείλεται στους ενδογενείς, κρισιακούς παράγοντες του διεθνούς ιμπεριαλισμού και επωαζόταν, υπόγεια αλλά σταθερά, σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, η απροκάλυπτα ωμή στροφή των ΗΠΑ «νομιμοποίησε» εκ νέου τη συζήτηση για τον ιμπεριαλισμό, επιτρέποντας και στην Αριστερά να βγει από την ιδιόμορφη ιδεολογική «παρανομία». Όσο όμως γενικευόταν η συζήτηση περί ιμπεριαλισμού, τόσο πύκνωνε και η ομίχλη γύρω από το συγκεκριμένο περιεχόμενο που έδινε κανείς στον όρο και κυρίως γύρω από τις πολιτικές συνεπαγωγές της ανάλυσης. Παλιοί, ανοιχτοί ιδεολογικοί λογαριασμοί ζητούσαν κάποιου είδους ξεκαθάρισμα.
Οι κλασικές αναλύσεις
Η έννοια του ιμπεριαλισμού δεν υπήρξε προπαγανδιστικό στρατήγημα των Ρώσων μπολσεβίκων και των Γερμανών Σπαρτακι- στών.5 Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο ιμπεριαλισμός εθεωρείτο από τους πάντες, κυρίαρχους και κυριαρχούμενους, αυταπόδεικτη πραγματικότητα. Η περίοδος από την έναρξη της Μεγάλης Ύφεσης, το 1873, μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα σημαδεύτηκε από την έκρηξη του αποικισμού. Το 1876, μόλις το 10% της Αφρικής βρισκόταν υ
ΓΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 211
πό ευρωπαϊκή κυριαρχία. Το 1900, το ποσοστό αυτό είχε γίνει 90%. Στο ζενίθ του κύκλου, το 1914, το 84% της Γης βρισκόταν κάτω απάτην κυριαρχία των μεγάλων, ιμπεριαλιστικών δυνάμεων/’ Η μεγάλη πλειονότητα του ανθρώπινου πληθυσμού είχε σταυρωθεί στο Χρυσό Σταυρό του κεφαλαίου. Ο πυρετός των εξοπλιστικών προγραμμάτων, ιδιαίτερα μετά το πρόγραμμα για τη δημιουργία τεράστιου πολεμικού στόλου της Γερμανίας και τη συγκρότηση της αντιγερμανικής, γαλλοβρετανικής Αντάντ,7 είχε εγκαταστήσει μόνιμα στον ορίζοντα το φάντασμα του Μεγάλου Πολέμου.
Ο ιμπεριαλισμός ήταν, λοιπόν, δεδομένος και όλο το πρόβλημα βρισκόταν στο πώς τοποθετείται κανείς απέναντι του. Η ανερχόμενη μερίδα των αστικών ελίτ τον αντιμετώπιζε ως ευλογία, που επέτρεπε την εκτόνωση των εσωτερικών, κοινωνικών εντάσεων, οι οποίες απέκτησαν την περίοδο της Μεγάλης Ύφεσης απειλητικές διαστάσεις. Ο Λένιν παραθέτει τις εκμυστηρεύσεις του πρωτεργάτη της βρετανικής αποικιοκρατίας, Σέσιλ Ρόουντς, (επικεφαλής της Βρετανικής Νοτιοαφρικανικής Εταιρείας και πρωθυπουργού της αποικίας του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας) στο δημοσιογράφο Στεντ, όπως αυτός τις κατέγραψε, το 1895:
«Χτες ήμουν στο Ιστ Εντ του Λονδίνου (εργατική συνοικία) και παραβρέθηκα σε συγκέντρωση ανέργων. 'Οταν, έπειτα από τους άγριους λόγους που άκουσα και που ήταν μια συνεχής κραυγή “ψωμί, ψωμί!", τράβηξα για το σπίτι και σκεφτόμουν στο δρόμο αυτά που είδα, πείστηκα περισσότερο από πριν για τη σπουδαιότητα του ιμπεριαλισμού [...]. Η αγαπημένη μου σκέψη είναι η λύση του κοινωνικού προβλήματος και συγκεκριμένα: για να σωθούν τα σαράντα εκατομμύρια κάτοικοι του Ηνωμένου Βασιλείου από το φονικό εμφύλιο πόλεμο πρέπει εμείς, οι πολιτικοί της αποικιοκρατίας, να κατακτήσουμε νέα εδάφη, για να εγκαταστήσου
212 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
με τον περίσσιο πληθυσμό, για ν’ αποκτήσουμε καινούριες περιοχές πώλησης των εμπορευμάτων που παράγουν τα εργοστάσια και τα μεταλλεία. Πάντα έλεγα ότι η αυτοκρατορία είναι ζήτημα στομαχιού. Αν δεν θέλετε εμφύλιο πόλεμο, πρέπει να γίνετε ιμπεριαλιστές»!8
Ελάχιστοι πολιτικοί μιλούσαν με τον κυνισμό του Σέσιλ Ρό- ουντς. Οι περισσότεροι χρύσωναν το χάπι μιλώντας, κατά το πρότυπο του Κίπλινγκ, για το «βαρύ φορτίο του λευκού ανθρώπου», την εκπολιτιστική αποστολή και τον υποτιθέμενο προοδευτικό ρόλο του αποικισμού στην ιστορική εξέλιξη των καθυστερημένων εθνών. Η ιμπεριαλιστική ιδεολογία είχε πολύ μεγαλύτερη α- πήχηση απ’ ό,τι συνήθως πιστεύεται. Στο έβδομο συνέδριο της Δεύτερης (Σοσιαλιστικής) Διεθνούς, που πραγματοποιήθηκε στη Στουτγάρδη, τον Αύγουστο του 1907, συζητήθηκε εισήγηση ομάδας εργασίας υπό τον Ολλανδό σοσιαλιστή της δεξιάς πτέρυγας Βαν Κολ, που έκανε λόγο για τη δυνατότητα ενός είδους «σοσιαλιστικής αποικιοκρατίας»!9 Ο Γερμανός ομοϊδεάτης του Γκέρ- χαρντ Χίλντεμπραντ έβλεπε τα επαναστατικά, εθνικοαπελευθε- ρωτικά κινήματα της Κίνας και της Μέσης Ανατολής ως «οπι- σθοδρομικές» δυνάμεις, που απειλούν τον ευρωπαϊκό πολιτισμό.10
Ωστόσο, το ανερχόμενο μιλιταριστικό ρεύμα έβρισκε ισχυρή αντίσταση από τμήματα των αστικών ελίτ που διαισθάνονταν ότι η διαμάχη για σφαίρες επιρροής στην περιφέρεια θα μετατρεπόταν, τελικά, σε αδυσώπητο πόλεμο κυριαρχίας μεταξύ των ίδιων των ιμπεριαλιστικών κέντρων. Αυτή η «αντιπολίτευση εκ των έσω» συ- νέκλινε σε απόψεις όπως εκείνες του Σουμπέτερ, ο οποίος υποστήριζε ότι ο ιμπεριαλισμός δεν είναι οργανική τάση, αλλά μάλλον διαστροφή του καπιταλισμού, κατάλοιπο της δίψας για εδαφική επέκταση που χαρακτήριζε τις παλιές, ευρωπαϊκές, αυτοκρατο
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 213
ρίες επί φεουδαρχίας. Από την πλευρά του, ο Βρετανός Τζον Άτκιν- σον Χόμπσον, στο έργο του Ιμπεριαλισμός. Μ ια Μ εΧάη, που εκδόθηκε το 1902, νωρίτερα από κάθε σοσιαλιστική ανάλυση επί του θέματος, θεωρούσε ότι ο καπιταλισμός κατά κάποιο τρόπο «παρασύρ- θηκε» από τη συμμορία των εμπόρων όπλων και των χρηματιστών, που είχαν συμφέροντα από την ιμπεριαλιστική επέκταση.11
Στον αντίποδα αυτών των δοξασιών, βρίσκονταν οι μαρξιστικές αναλύσεις της εποχής, με κυριότερες εκείνες των Χίλφερντιγκ,12 Λένιν, Μπουχάριν,13 ΛούξεμπουργκΜ και Γκρόσμαν,15 που δημοσιεύονται τη θυελλώδη περίοδο 1910-1930. Οι εν λόγω αναλύσεις παρουσιάζουν πολύ σημαντικές θεωρητικές διαφορές, που εξακολουθούν να τροφοδοτούν μέχρι σήμερα τις ιδεολογικές διαμάχες για το ιμπεριαλιστικό φαινόμενο. Μοιράζονται, όμως, ένα θεμελιώδες κοινό σημείο: την πεποίθηση περί οργανικής, άρρηκτης σύνδεσης μεταξύ του ιμπεριαλισμού και του καπιταλισμού της εποχής τους, τον οποίο έβλεπαν να περνάει σε ένα νέο ιστορικό στάδιο της εξέλιξής του.
Όλοι οι προαναφερθέντες συγγραφείς τεκμηριώνουν το νέο στάδιο στο έδαφος των ποιοτικών μεταβολών της οικονομικής δομής, που δρομολόγησε η Μεγάλη Ύφεση: Πέρασμα από την ατομική ή οικογενειακή επιχείρηση στη μεγάλη μετοχική εταιρεία με την ορθολογική-γραφειοκρατική οργάνωση και το επιστημονικό μάνατζμεντ, υπέρβαση του ελεύθερου ανταγωνισμού από τον «οργανωμένο» καπιταλισμό των μεγάλων μονοπωλίων, αύξηση του κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομία, διόγκωση του χρη- ματιστικού κεφαλαίου, εγγενής τάση προς χρόνιες κρίσεις υπερ- συσοώρευσης, λυσσαλέος ανταγωνισμός για τον έλεγχο των πρώτων υλών και την κατάκτηση των διεθνών αγορών. Έτσι, ο ιμπεριαλισμός προβάλλει όχι ως προσωρινή, ανατρέψιμη «εκτροπή», αλλά ως αναπόδραστη απόρροια της εσώτερης δυναμικής της κα
214 11Κ Π Ό Σ I ΙΛ1ΙΑΚΩΝΣ ΓΛΝΊΊ NOV
πιταλιστικής ανάπτυξης. Οι θηριώδεις τυραννόσαυροι του διεθνούς συστήματος απλούστατα δεν μπορούν να γίνουν χορτοφάγοι. Επομένως, η αντιμετώπιση του ιμπεριαλισμού και του πολέμου, δεν μπορεί να νοηθεί χ<ορίς τον αγώνα για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Οι κλασικές αναλύσεις, και ιδιαίτερα εκείνη του Λένιν που απέκτησε τεράστια εμβέλεια σε παγκόσμια κλίμακα στον απόηχο της νίκης της Οκτωβριανής Επανάστασης, αποδείχθηκαν ορθές στις βασικές πολιτικές τους προβλέψεις, μέσα από τους δύο παγκοσμίους πολέμους και τα κύματα των αντιιμπε- ριαλιστικών-σοσιαλιστικών επαναστάσεων που τους συνοδέυσαν.
Ωστόσο, η λενινιστική ανάλυση, προϊόν μιας εξαιρετικά ασταθούς, μεταβατικής εποχής, δεν θα μπορούσε να λύσει μεμιάς και «οριστικά» όλα τα θεωρητικά προβλήματα του ιμπεριαλισμού για τον επόμενο αιώνα, ούτε να είναι απαλλαγμένη από μονομέρειες και αδυναμίες. Ορισμένες από αυτές προέρχονται από το έργο του Χίλφερντιγκ, που αποτέλεσε το βασικό οικονομικό υπόβαθρο για τις αναλύσεις των Μπουχάριν και Λένιν: Αναγόρευση της υποτιθέμενης «συγχώνευσης» τραπεζικού και βιομηχανικού κεφαλαίου, υπό την ηγεμονία του πρώτου, σε καθολικό, «νομοτελειακό» χαρακτηριστικό του νέου σταδίου του συστήματος, ενώ, αν υπήρξε ποτέ, ήταν προσωρινή ιδιαιτερότητα του ανερ- χόμενου, εκείνη την εποχή, γερμανικού και του αυστριακού καπιταλισμού."'’ Υπερτονισμός του ρόλου των εξαγωγών κεφαλαίου από τις μητροπόλεις στις αποικίες και μισοαποικίες, ενώ στο μέγιστο μέρος τους οι εξαγωγές κεφαλαίου πραγματοποιούνταν μ ε
ταξύ των ιμπεριαλιστικών κέντρων. Και μονόπλευρη τεκμηρίωση του μονοπωλιακού καπιταλιομού-ιμπεριαλισμού, κυρίως βάσει των αλλαγών στη σφαίρα της κυκλοφορίας και στις μορφές οργάνωσης του κεφαλαίου, περνώντας σε δεύτερη μοίρα τις αλλαγές στην παραγωγή και τις εργασιακές σχέσεις.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΙΊΛΡΛΙΊΚΤΑΣΜΛ 215
Στο πολιτικό επίπεδο, ο υπερτονισμός του ρόλου της εργατικής αριοτοκρατίας-γραφειοκρατίας, ως βασικού φορέα των ρε- φορμιστικών-ουμβιβαστικών τάσεων, υποτιμούσε τις δυνατότητες ενοωμάτωσης ευρύτερων στρωμάτων της μισθωτής εργασίας από το κεφάλαιο, οι οποίες έγιναν περισσότερο αισθητές μετά την επικράτηση του κεϊνσιανού μοντέλου της μαζικής κατανάλωσης και μόνο δευτερευόντως συνδέονταν με τα υπερκέρδη της αποικιακής επέκτασης. Αλλά η κυριότερη θεωρητική αδυναμία βρίσκεται στο γεγονός ότι, υπό την πίεση της πολιτικής διαμάχης με τη δεξιά πτέρυγα της σοσιαλδημοκρατίας, ο Λένιν υπερέβαλε ως προς την οργανική σύνδεση μονοπωλιακού καπιταλισμού-ι- μπεριαλισμού σε σημείο πλήρους ταύτισης. Ο Γ. Μηλιός έχει δίκιο όταν υποστηρίζει ότι κάτι τέτοιο υποβαθμίζει τη σχετική αυτονομία του Πολιτικού (ιστορικά διαμορφωμένοι ανταγωνισμοί μεταξύ αστικών κρατών, ύπαρξη ανοιχτών «εθνικών ζητημάτων» κ.λπ.).17 Θα ήταν πραγματικά αλλόκοτο να υποστηρίξει κανείς ότι όλες οι χώρες με διαμορφωμένο μονοπωλιακό καπιταλισμό, α νεξαρτήτως μεγέθους, στρατιωτικής ισχύος και εξωτερικής πολιτικής, είναι ιμπεριαλιστικές και ότι, για παράδειγμα, το Λουξεμβούργο ή η Κύπρος διαφέρουν από τις ΗΠΑ μόνο ως προς την κλίμακα και όχι στην ουσία. 'Οτι το μονοπώλιο και το χρηματιστικό κεφάλαιο συνοδεύονται αναπόφευκτα από τη ροπή προς τον ιμπεριαλισμό είναι ασφαλώς αλήθεια. Το αν αυτή η ροπή θα καταφέρει να εκφραστεί ανοιχτά και να γίνει κυρίαρχη στο πλαίσιο ενός εθνικού, καπιταλιστικού σχηματισμού είναι πολύ διαφορετικό ζήτημα.18
Στην πραγματικότητα, ο ιμπεριαλισμός στους νεότερους χρόνους (δεν μιλάμε για τον εντελώς διαφορετικού τύπου γαιοκτητικό-
216 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
δουλοκτητικό ιμπεριαλισμό της αρχαίας Ρώμης ή για τις εμπορικές αυτοκρατορίες των Αράβων) όχι μόνο δεν εμφανίζεται ως το ύστατο στάδιο του καπιταλισμού, αλλά προϋπάρχει του ώριμου, βιομηχανικού καπιταλισμού και μάλιστα δημιουργεί ορισμένες από τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξή του: Οι Μεγάλες Ανακαλύψεις και τα πρώτα κύματα αποικισμού του Νέου Κόσμου άνοιξαν το δρόμο για τη συγκρότηση παγκόσμιας αγοράς και έδωσαν τεράστια ώθηση στην ανάπτυξη του εμπορικού και χρηματικού κεφαλαίου, που κυριαρχεί, ακόμη, έναντι του περιορισμένου βιοτεχνικού-βιομηχανικού κεφαλαίου. Η περίφημη Ολλανδική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών, ναυαρχίδα αποικιακής επέκτασης του πιο δυναμικού, εκείνη την εποχή, καπιταλιστικού κέντρου των Κάτω Χωρών, δημιουργείται ήδη το 1602. Το φθηνό βαμβάκι από τις αποικίες έδρασε καταλυτικά στη βιομηχανική επανάσταση της Αγγλίας.
Εν ολίγοις, η τάση για την επέκταση του κεφαλαίου έξω από το στενό κορσέ του έθνους-κράτους, για τη δημιουργία παγκόσμιας αγοράς και την πόλωση του κόσμου σε κέντρα και περιφέρειες συνοδεύει τον καπιταλισμό από την εμβρυακή κιόλας εποχή του. Σε αντίθεση με τον Σουμπέτερ, που έβλεπε τον ιμπεριαλισμό ως εκτρωματική απόφυση του καπιταλισμού, κατάλοιπο της φεουδαρχικής προϊστορίας του, ήδη ο Μαρξ σημείωνε ότι «η αστική κοινωνία αναπαράγει μ ε τις δίκες της μορφές όλα εκείνα ενα
ντίον των οποίων είχε εξεγερθεί τ ψ περίοδο της φεουδαρχίας και τον απο
λυταρχικού κράτους».'9 Αυτό που διαφοροποιεί τον «ειδικά καπιταλιστικό» ιμπεριαλισμό (δηλαδή τον ιμπεριαλισμό της μεγάλης βιομηχανικής παραγωγής) από τους προηγούμενους είναι ότι δεν αποσκοπεί πρωτίστως στην κατοχή γης ή στην απόσπαση εμπορικού κέρδους σύμφωνα με την πανάρχαια αρχή «αγοράζω φθη- νά-πουλάω ακριβά», αλλά στην ορθολογική μεγιστοποίηση της
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 217
καπιταλιστικής κερδοφορίας στα μητροπολιτικά κέντρα. Έτσι, ο
σύγχρονος ιμπεριαλισμός σννιστά ·το σύνολο των επιθετικών πρακτικών για
τ ψ απόσπαση υπερκέρδους εκτός των εθνικών ορίων μέσω της άσκησης α
νώτερης οικονομικής, πολιτικής ή -ω ς ύστατο καταφύγιο- και στρατιωτικής
ισχνός».20
Η ροπή προς τον ειδικά καπιταλιστικό ιμπεριαλισμό δεν α
πορρέει από τη οπανιότητα αξιών χρήσης (όπως συνέβη, σε προηγούμενες εποχές, με τα μπαχαρικά της Ινδίας, το μετάξι και τις πορσελάνες της Κίνας, το βαμβάκι της Αιγύπτου, τον χρυσό και το ασήμι της Λατινικής Αμερικής, το πετρέλαιο της Μέσης Ανατολής κ.α.), α λλά από τ ψ αφθονία ανταλλακτικών αξιών, εμπορευμάτων που δεν μπορούν να απορροφηθούν επαρκώς από την εσωτερική αγορά, με αποτέλεσμα να συσσωρεύεται το δυναμικό για κρίσεις υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου. Από τη στιγμή που, με την επικράτηση της μεγάλης, βιομηχανικής παραγωγής, η τάση προς γενικευμένες, διεθνείς κρίσεις υπερσυσσώρευσης γίνεται δομικό χαρακτηριστικό του συστήματος (χονδρικά, στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα), ο ιμπεριαλισμός γίνεται από δευτερεύον, καθοριστικής σημασίας στοιχείο του καπιταλισμού. Δεν είναι τυχαίο ότι η εκτίναξη του αποικισμού και του μιλιταρισμού, όπως και η απότομη μεγέθυνση του ρόλου του μονοπωλιακού κεφαλαίου, αναπτύσσονται παράλληλα, έχοντας πυροδοτηθεί από τη Μεγάλη Ύφεση 1873-1896.
Από αυτή την άποψη, βρισκόμαστε πιο κοντά στον Γκρόσμαν, ο οποίος, αν και συμφωνούσε με τον Λένιν ως προς την άρρηκτη σύνδεση του ιμπεριαλισμού με τα νέα, ποιοτικά στοιχεία της καπιταλιστικής ανάπτυξης, έβλεπε την ανάπτυξή του όχι τόσο ως ευθεία συνέπεια του μονοπωλίου, αλλά ως προϊόν της τάσης για γενικευμένη κρίση αναπαραγωγής του κεφαλαίου.21 Επεκτείνο- ντας αυτή τη σκέψη, θα υποστηρίζαμε ότι ο μονοπωλιακός καπιτα
218 11ETPOIIIAI1ΑΚΩΝΣΤΑΝ ΊΊ NOV
λισμός και ο σύγχρονος ιμπεριαλισμός είναι όχι δύο διαφορετικά ονόματα
για το ίδιο φαινόμενο, αλλά Σιαμαίοι Αδελφοί: Προέρχονται από τ ψ κοι
νή μήτρα της μόνιμης τάοης προς χρόνιες κρίσεις νηεραυασύρευπης.· · Στην εκδήλωση, τις μορφές και την ένταση του ιμπεριαλιστικού φαινομένου, καθοριστικό ρόλο παίζουν πολιτικοί παράγοντες, όπως η ισχύς κάθε έθνους-κράτους, οι «αλυτρωτικές» ή ρεβανσιστικές διεκδικήσεις, η πάλη για περιφερειακή ή και παγκόσμια ηγεμονία και -κάτι που συχνά υποτιμάται- η προσπάθεια των εθνικών ολιγαρχιών να «εξαγάγουν» την εσωτερική κοινωνική κρίση: να αποδυναμώσουν, δηλαδή, τον ταξικό αγώνα των εκμεταλλευόμενων στρωμάτων, ενσωματώνοντας τα ιδεολογικά μέσω της «πατριωτικής» υστερίας εναντίον των «εχθρών του έθνους».23
0 νέος ιμπεριαλισμός
Πάνω στα ερείπια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου διαμορφώθηκε μια νέα διεθνής τάξη πραγμάτων. Μεγάλο τμήμα της Ευρασίας αποκόπηκε από το διεθνές σύστημα του κεφαλαίου και ακολουθούσε μη καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης, κατά το πρότυπο της Σοβιετικής Ένωσης. Θα ακολουθούσε η νίκη των κινημάτων εθνικής απελευθέρωσης, με επικεφαλής τα Κομουνιστικά Κόμματα, στην Άπω Ανατολή (Κίνα, Β. Κορέα, Β. Βιετνάμ). Ο σοσιαλισμός ήταν πλέον η επίσημη ιδεολογία στην εδαφικά μεγαλύτερη και στην πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου. Το ηθικό κύρος της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία σήκωσε το κύριο βάρος για τη συντριβή του Αξονα και των Κομουνιστικών Κομμάτων, που έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην Αντίσταση, σε Δύση και Ανατολή, χάρισαν σημαντική επιρροή στην κομουνιστική αντιπολίτευση, στις χώρες που έμειναν στο καπιταλιστικό στρατόπεδο.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΛΙΙΕΤΛΣΜΛ 219
Στο ιμπεριαλιστικό μπλοκ, οι Ηνωμένες Πολιτείες αναδεί- χθηκαν στο ισχυρότερο έθνος-κράτος που είχε γνωρίσει ποτέ η ανθρωπότητα, εκτοπίζοντας από την πρωτοκαθεδρία την παρα- παίουσα Βρετανία. Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, οι ΗΠΑ αντιπροσώπευαν περισσότερο από το 50% του παγκοσμίου ΑΕΠ και το 60% της βιομηχανικής παραγωγής του πλανήτη.21 Στη θέση του χρυσού, οι συμφωνίες του Μπρέτον Γουντς ανέδειξαν το δολάριο ως βασικό, διεθνές νόμισμα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, όπου οι ΗΠΑ έπαιζαν ηγεμονικό ρόλο, ως πιστωτή έκτακτης ανάγκης για όλο τον καπιταλιστικό κόσμο.
Ο Ψυχρός Πόλεμος με την ΕΣΣΔ έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην πολιτικοστρατιωτική εδραίωοη της αμερικανικής ηγεμονίας. Μνημειώδης έχει μείνει η αποστροφή του πριόην επιτελάρχη του Τσόρτσιλ και πρώτου γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, λόρδου Ισμέι, κατά την οποία αποστολή της Συμμαχίας ήταν «να κρατάει
τους Αμερικανούς με'οα (στη Δ. Ευρώπη), τους Ρώσους έξω και τους Γερ
μανούς κάτω». Το 1954 δημιουργήθηκε το αντίστοιχο στρατιωτικό μπλοκ για τη Ν. Α. Ασία, το SEATO, κατά το πρότυπο της Αντι- Κομιντέρν25 συμμαχίας του 1936. Το 1959, οι Αμερικανοί συγκρότησαν το CENTO, με τη συμμετοχή Βρετανίας, Τουρκίας, Ιράν και Πακιστάν, αντικαθιστώντας το ελεγχόμενο από τους Βρετανούς «Σύμφωνο της Βαγδάτης», αποστολή του οποίου ήταν ο έλεγχος των πετρελαίων του Περσικού Κόλπου μέσω στρατιωτικών βάσεων και κρατών-προτεκτοράτων.
Σ’ αυτό το φόντο, ο μεταπολεμικός ιμπεριαλισμός εμφανίζει μια πρώτη, χτυπητή αντίθεση με εκείνον της εποχής του Λένιν: Οι εν- δοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις ατροφούν, δίνοντας τη θέση τους στην αδιαμφισβήτητη ηγεμονία του αμερικανικού «υπερ-ιμπεριαλισμού». Ακόμη κι όταν αναζωπυρώνονται (αντιπαράθεση Αγγλογάλλων και Αμερικανών στην κρίση του Σουέζ που προετοίμασαν οι πρώτοι σε
220 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΙΊΑΚΩΝΣΓΑΝΤΙΝΟΥ
συμμαχία με το Ισραήλ εναντίον του Νάσερ, ενώ οι Αμερικανοί κρατούσαν ίσες αποστάσεις), σε καμία περίπτωση δεν τείνουν να πάρουν χαρακτήρα μετωπικής ρήξης, όπως την περίοδο 1914-1945.
Η δεύτερη, ποιοτική διαφορά με τον ιμπεριαλισμό της κλασικής εποχής, ήταν η κατάρρευση της αποικιοκρατίας. Εκμεταλλευόμενα την εξασθένηση των παλιών, ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών και την υποστήριξη της ΕΣΣΔ, τα εθνικοαπελευθερω- τικά κινήματα του Τρίτου Κόσμου κατάφεραν να κατακτήσουν την πολιτική ανεξαρτησία. Πρώτη η Βρετανία αναγκάστηκε, το 1947, να εγκαταλείψει «το διαμάντι του στέμματος», την Ινδία, για να ακολουθήσει η αποδιάρθρωση της αυτοκρατορίας της. Η αντίσταση της Γαλλίας (Βιετνάμ, Αλγερία) υπήρξε πιο πεισματική, αλλά κατέληξε και στα δύο μέτωπα σε Βατερλό. Οι ΗΠΑ, που με ελάχιστες εξαιρέσεις (Χαβάη, Πουέρτο Ρίκο, Φιλιππίνες) δεν είχε αποπειραθεί να αποκτήσουν αποικίες την περίοδο του κλασικού ιμπεριαλισμού, απέφυγαν να πάρουν τη θέση των ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών, με δύο σημαντικές εξαιρέσεις: το Βιετνάμ, χώρα πρώτης γραμμής στην αντιπαράθεση με ΕΣΣΔ και Κίνα, και τη Μέση Ανατολή, το επίκεντρο του παγκόσμιου αγώνα για τον έλεγχο των πετρελαίων.
Με την κατάρρευση της αποικιοκρατίας, η σημασία των άμεσων εξαγωγών κεφαλαίου από τις ιμπεριαλιστικές χώρες στην περιφέρεια πέφτει δραματικά.26 Οι πρόσφατα απελευθερωμένες χώρες συγκροτούν το Κίνημα των Αδεσμεύτων, με ορόσημο το συνέδριο του Μπαντούγκ (1955). Με ηγετικές μορφές τους Νε- χρού, Τίτο, Νάσερ και Σουκάρνο, θέτουν ως κεντρικό στόχο, πλάι στην ολοκλήρωση της εθνικής απελευθέρωσης, την «αυτοδύναμη ανάπτυξη» με βασικό μοχλό τον κρατικό παρεμβατισμό. Καθώς οι ταξικοί αγώνες στα δύο μεγάλα μπλοκ, το ιμπεριαλιστικό και το σοβιετικό, δεν ξεφεύγουν από ελεγχόμενα όρια, με λίγες εξαι
TO ΧΡΥΙΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 221
ρέσεις που καταστέλλονται βίαια, οι εθνικοαπελευθερωτικοί αγώνες των λαών του Τρίτου Κόσμου κυριαρχούν, αυτή την περίοδο, στην παγκόσμια πολιτική σκηνή.
Κέντρα και περιφέρειες
Αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης ήταν να μετατοπιστεί, για ένα μεγάλο κομμάτι της διεθνούς Αριστερός, το κέντρο βάρους του ενδιαφέροντος στους λαούς της περιφέρειας. Στο βασικό έργο του, Η Άνιση Α νταλλαγή , ο Αργύρης Εμμανουήλ αναγορεύει σε βασική αντίθεση του «νέου» ιμπεριαλισμού την υποθετική σύγκρουση μεταξύ «αστικών και προλεταριακών εθνών»,27 η οποία εμφανίζεται να εκτοπίζει την αντίθεση μεταξύ προλεταριάτου και αστικής τάξης. Το ρεύμα του τριτοκοσμικού σοσιαλισμού ενίσχυσαν ο Σα- μίρ Αμίν με την πραγματεία του Η σνοσώρευση αε παγκόσμια κλίμα
κα και οι Μπάραν-Σουίζι με το κλασικό έργο τους, Το Μονοπωλια
κό Κεφάλαιο. Σε όλες αυτές τις αναλύσεις, τόσο η αντίθεση κεφα- λαίου-εργασίας στα ιμπεριαλιστικά κέντρα, όσο και οι ενδοϊ- μπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί υποβαθμίζονται, για να υποστηρι- χθεί ότι η επαναστατική πρωτοβουλία περνά στον αντιιμπερια- λιστικό αγο>να των φτωχών μαζών του Τρίτου Κόσμου. Μ’ αυτό τον τρόπο, δεν αποφεύγουν μια από τις πιο συνηθισμένες παγίδες της θεωρητικής αναζήτησης: Η πολιτική συγκυρία αναγορεύεται με ευκολία σε βαθύτερη, ιστορική νομοτέλεια. Γεγονός είναι όμως ότι οι εν λόγω θεωρητικοί, καταπολεμώντας τον ευρω- κεντρισμό των παραδοσιακών μαρξιστικών ρευμάτων, διεύρυναν τον ορίζοντα του προβληματισμού προς την ανάλυση των ιδιόμορφων κοινωνικών σχηματισμών της περιφέρειας, που μέχρι τότε ποτέ δεν είχε επιχειρηθεί στα σοβαρά.
222 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Το βασικό εργαλείο γι’ αυτή την ανάλυση είναι η αποκάλυψη του μηχανισμού της άνιοης ανταλλαγής.28 Η κεντρική ιδε'α είναι η εξής: Η ανιοόμετρη ανάπτυξη του διεθνούς καπιταλισμού οδηγεί σε διάφορες, ως προς την παραγωγικότητα της εργασίας, από χώρα σε χώρα. Για την παραγωγή ενός ορισμένου προϊόντος, μια τεχνολογικά προηγμένη χώρα χρειάζεται λιγότερες ώρες εργασίας από μια συγκριτικά καθυστερημένη. Έτσι, όταν οι δύο χώρες ανταλλάξουν προϊόντα, η δεύτερη θα ανταλλάξει περισσότερη συμπυκνωμένη εργασία για λιγότερη. Ένας δεύτερος μηχανισμός άνισης ανταλλαγής έγκειται στην αναπόφευκτη τάση ανατίμησης των νομισμάτων των χωρών υψηλής παραγωγικότητας εις βάρος των πιο καθυστερημένων, με αποτέλεσμα την επιτάχυνση της συσσώρευσης κεφαλαίου στις πρώτες και την επιβράδυνση στις δεύτερες.29
Κατ’ αυτό τον τρόπο, συντελείται η μεταφορά αξίας από τη λι- γότερο στην περισσότερο αναπτυγμένη χώρα. Η πιο εύκολη επιλογή των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών είναι να ειδικευτούν στους κλάδους όπου εμφανίζουν συγκριτικά πλεονεκτήματα και να αγοράζουν, με τα έσοδα των εξαγωγών τους, τα προϊόντα που δεν παράγουν οι ίδιες από τις πιο αναπτυγμένες χώρες. Έτσι, όμως, συντηρούν ένα φαύλο κύκλο «ανάπτυξης της υπανάπτυξης»,10 καθώς εγκλωβίζονται σε ένα διεθνή καταμερισμό εργασίας, που καθιστά τις οικονομίες τους συμπληρωματικές εκείνες των πιο αναπτυγμένων χωρών και διαιωνίζει την άνιση ανταλλαγή.
Ξεκινώντας από αυτή την αφετηρία, οι σχολές του «Παγκοσμίου Συστήματος» (Αμίν, Βαλερστάιν, Αρίγκι κ.ά.) και του περιοδικού Monthly R eview έστρεψαν την προσοχή στη δομική πόλωση του σύγχρονου κόσμου σε ιμπεριαλιστικά κέντρα και περιφέρειες. Ενώ στην περίπτωση των κέντρων, οι καπιταλιστικές σχέσεις τείνουν να επεκταθούν ολοκληρωτικά, απορροφώντας στα
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΙ1ΕΤΑΣΜΑ 223
διακά όλους τους προκαπιταλιστικούς τομείς της οικονομίας, στις περιφέρειες ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής γίνεται κυρίαρχος, α λ λ ά χωρίς την τάση να γίνει αποκλειστικός.'"
Ή δη ο Μαρξ, εξετάζοντας τις συνέπειες της βρετανικής αποικιοκρατίας στην Ινδία, εκτιμούσε ότι η αρχαϊκή, ασιατική κοινωνία δεν αστικοποιείται, αλλά προλεταριοποιείται, με «εκατομμύρια εργάτες, καταδικασμένους να χαθούν στις ανατολικές Ινδίες, για να προμηθεύσουν στο ενάμιση εκατομμύριο των εργαζομένων στην Αγγλία μέσα στην ίδια βιομηχανία, τρία χρόνια ευημερίας στα δέκα».32 Αντί για τον «εκσυγχρονισμό» της Ινδίας, η διαβόητη Βρετανική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών, με την υποστήριξη του βρετανικού στρατού, ενθάρρυνε την οπισθοδρόμηση προς τις αρχαϊκές δομές. Τα δικαστήρια που έστησαν οι Αγγλοι αποικιοκράτες σε συνεργασία με την εγχώρια, υποτελή ολιγαρχία ενίσχυσαν και επέκτειναν κατά πολύ τη διαίρεση σε κάστες. Η Ινδία μετατράπηκε σε υποτελή, αγροτική οικονομία, με αποστολή την εξυπηρέτηση των αναγκών του βρετανικού κεφαλαίου, ευνουχισμένη εξαρχής από κάθε δυνατότητα να αναπτύξει τη δική της βιομηχανία, τουλάχιστον στους τομείς που θα μπορούσε να ανταγωνιστεί τη βρετανική.33
Με το πέρασμα από τον εμπορικό στον ώριμο, ειδικά καπιταλιστικό ιμπεριαλισμό της κλασικής περιόδου, όπου το βάρος πέφτει στην εξαγωγή κεφαλαίων, εμφανίζεται μια ορισμένη βιομηχανική ανάπτυξη στις περιφέρειες, πάντα όμως στρεβλή και υποταγμένη στις ανάγκες του κέντρου. Ό πω ς αναφέρει ο Μαντέλ, «οι υπανάπτυκτες χώρες δεν βάλλονται πια με το ελαφρύ πυροβολικό των φθηνών εμπορευμάτων (σ.σ. που προέρχονται από τη Δύση), αλλά με το βαρύ πυροβολικό του ελέγχου των κεφαλαιουχικών
224 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΓΑΝΤΙNOV
τους πόρων».34 Οι τομείς που ευνοούνται αφορούν κυρίως τις υποδομές που χρειάζονται οι ξένες εταιρείες, το εξαγωγικό εμπόριο, την κερδοσκοπία στα ακίνητα, την τοκογλυφία, τον τουρισμό, τα τυχερά παιχνίδια κ.λπ. Παράλληλα, τεράστιες μάζες εξακολουθούν να καθηλώνονται στις αρχαϊκές δομές της υπαίθρου, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη διαιώνιση των καστών και των φεουδαρχικών σχέσεων στη «μεγαλύτερη Δημοκρατία του κόσμου», την Ινδία.
Κατά την πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου στα μητροπο- λιτικά κέντρα, ξεκληρίστηκαν μεγάλες μάζες αγροτικού πληθυσμού και ελεύθερων επαγγελματιών, οι οποίες, ωστόσο, απορρο- φήθηκαν σταδιακά από τους δυναμικά αναπτυσσόμενους τομείς της βιομηχανίας και των υπηρεσιών. Αντίθετα, στις περιφερειακές χώρες του διεθνούς συστήματος, όπου το 50% του πληθυσμού ή και περισσότερο εξακολουθεί να βρίσκεται στην ύπαιθρο, το ξε- κλήρισμα των αγροτών, χειροτεχνών κ.ά. από την εισβολή του βιομηχανικού καπιταλισμού δεν μπορεί να αντισταθμιστεί από τις νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται. Αποτέλεσμα είναι το τόσο χαρακτηριστικό για τις χώρες αυτές φαινόμενο του άνεργου, νεαρού προλεταριάτου των αστικών κέντρων και η διαρκής υπερδιόγκωση των παραγκουπόλεων.
Αυτές οι σκληρές πραγματικότητες προκάλεσαν τη διαρκή κοινωνική κρίση και τον πολιτικό ριζοσπαστισμό στις πολιτικά απελευθερωμένες, αλλά οικονομικά υποτελείς χώρες της περιφέρειας, στις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Ακόμη και τμήματα των κυρίαρχων ελίτ συνειδητοποίησαν τη ματαιότητα της επιδίωξης «να φτάσουμε τη Δύση» χωρίς ρήξη με το διεθνή, καπιταλιστικό καταμερισμό εργασίας. Η στρατηγική συνεργασία της Ινδίας με την ΕΣΣΔ, ο «αραβικός σοσιαλισμός» του Νάσερ και του κόμματος Μπάαθ και ο γενικευμένος αντιιμπεριαλισμός στη
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 225
Λατινική Αμερική, ήταν προϊόντα αυτών των οδυνηρών εμπειριών.Ή δη, όμως, από τις αρχές της δεκαετίας του ’70, η «ανεξάρ
τητη» ανάπτυξη, ουσιαστικά περισσότερο ένα είδος ιδιόμορφου, «κεϊνσιανισμού της περιφέρειας» παρά σοσιαλισμού, αρχίζει να φτάνει στα όριά της και να εμφανίζει τα πρώτα συμπτώματα κρίσης, σχεδόν παράλληλα με την κρίση του αυθεντικού κεϊνσιανι- σμού των κέντρων.35 Οι εμπειρίες αυτές κατέδειξαν τα όρια των εθνικών, αναπτυξιακών στρατηγικών στην περιφέρεια, στο βαθμό που δεν αλλάζουν ριζικά οι συσχετισμοί δύναμης στα ιμπεριαλιστικά κέντρα, επομένως και στο διεθνές σύστημα.
Ιμπεριαλιστική υπερεπέχταση
Η δεκαετία του ’70 σημαδεύεται από θεαματικές αλλαγές στο διεθνές σύστημα του ιμπεριαλισμού. Εν πρώτοις, οι υπόγειες δυνάμεις της ανιοόμετρης ανάπτυξης συσσωρεύουν πλέον ποιοτικές ανατροπές των συσχετισμών οικονομικής ισχύος μεταξύ των τριών ιμπεριαλιστικών κέντρων, κυρίως λόγω της ταχύτερης ανάπτυξης Γερμανίας και Ιαπωνίας έναντι των ΗΠΑ. Αν, όπως σημειώσαμε, το 1945 αντιστοιχούσε στις ΗΠΑ άνω του 50% της παγκόσμιας παραγωγής, προς τα τέλη της δεκαετίας του ’70, το ποσοστό αυτό είχε πέσει στο 25%. Η αλλαγή των συσχετισμών απέκτησε άλλη δυναμική στις αρχές της δεκαετίας του ’70, όταν ο παγκόσμιος καπιταλισμός άρχιζε να εισέρχεται σε μια νέα, μακρά ύφεση. Αποτέλεσμα ήταν να ενισχυθούν οι ανταγωνισμοί μεταξύ των τριών κέντρων, καθώς ο καθένας κοιτούσε να κάνει «εξαγωγή της κρίσης» στο διπλανό του.
Η αλλαγή των οικονομικών συσχετισμών γεννούσε διατακτικές τάσεις πολιτικής χειραφέτησης των Ευρωπαίων έναντι των ΗΠΑ,
226 ΠΕΊ ΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
έστω κι αν αυτές συγκροτούνταν από τον Ψυχρό Πόλεμο με την ΕΣΣΔ. Η αποχώρηση της Γαλλίας του στρατηγού Ντε Γκολ από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, η άρνηση της Βρετανίας του Γου- ίλοον να στείλει στρατό στο Βιετνάμ και η «Οστ Πολιτίκ» 'Γ’ της Ο. Δ. Γερμανίας του Βίλι Μπραντ αποτελούσαν ανησυχητικούς οιωνούς για το μέλλον της αμερικανικής ηγεμονίας στη Δ. Ευρώπη.
Στο μεταξύ, οι ΗΠΑ αντιμετώπιζαν ολοένα και εντονότερα τη γεροντική ασθένεια που αποδείχθηκε μοιραία για τις περισσότερες αυτοκρατορίες της Ιστορίας: Αυτό που ο ιστορικός Πολ Κέ- νεντι αποκαλεί «ιμπεριαλιστική υπερεπέκταση», την υπερδιό- γκωση, δηλαδή, των στρατιωτικών τους υποχρεώσεων σε μια πολύ μεγάλη γεωγραφική κλίμακα, έτσι που να μην μπορούν, από ένα σημείο και ύστερα, να την αντέξουν οι οικονομικοί τους πυλώνες. Η οδυνηρή ήττα και απόσυρση των Αμερικανών από το Βιετνάμ κλόνισε σε παγκόσμια κλίμακα το στάτους της Αμερικής.
Ασφαλώς, ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός δεν ήταν μια «χάρτινη τίγρη», όπως κάποτε είχε δηλώσει ο Μάο, ούτε επρόκειτο να παραδοθεί αμαχητί. Με την αποδέσμευση του δολαρίου από το ασφυκτικό πλαίσιο του Μπρέτον Γουντς, ο Νίξον κήρυξε την οικονομική αντεπίθεση των ΗΠΑ στους δυτικούς ανταγωνιστές του. Στο πεδίο της διεθνούς πολιτικής, η Ουάσιγκτον κατάφερε, με την προσφυγή στην πανουργία του Κίσιντζερ, στις μηχανορραφίες της CIA και στο διεθνή γκαγκστερισμό, να ανατρέψει την κυβέρνηση Αλιέντε στη Χιλή, να σώσει το Ισραήλ από τους Αραβες στον πόλεμο του 1973, να αποτρέψει μια νίκη της Αριστερός στην Ιταλία, να υπονομεύσει την Επανάσταση των Γαριφάλων στην Πορτογαλία κ.λπ. Ίσως η μεγαλύτερη, στρατηγικής σημασίας επιτυχία της περιόδου ήταν ο προσεταιρισμός της Κίνας σε αντισο- βιετική κατεύθυνση, που επισφραγίστηκε κατά την ιστορική συνάντηση Νίξον-Μάο, σιο Πεκίνο. Ο δεύτερος Ψυχρός Πόλεμος
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 227
του Ρέιγκαν, με ορόσημα την εγκατάσταση των πυραύλων Πέρ- σιγνκ και Κρουζ στην Ευρώπη και το διαβόητο «Πόλεμο των Άστρων», χαλιναγώγησε τις όποιες τάσεις διαφοροποίησης των Ευρωπαίων και ανάγκασε τους Σοβιετικούς να προχωρήσουν σε υπέρογκες στρατιωτικές δαπάνες, επιταχύνοντας την αποδιάρ- θρωση της οικονομίας τους, που ήδη αντιμετώπιζε συμπτώματα γεροντικού μαρασμού στην μπρεζνιεφική «εποχή της στασιμότητας».
Με τη διάλυση της ΕΣΣΔ, ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος α- νακηρύχθηκε «πλανητάρχης», και η Αμερική βρέθηκε στο απόγειο της ισχύος της, ασκώντας έλεγχο στην υδρόγειο σε μια κλίμακα που καμία άλλη αυτοκρατορία δεν είχε ποτέ επιτύχει. Για πρώτη φορά στην ιστορία του, ο καπιταλισμός μπορούσε να ε- πεκταθεί ανεμπόδιστα στο σύνολο του πλανήτη. Σ’ αυτό το ειδυλλιακό σκηνικό ανέτειλε το άστρο της «παγκοσμιοποίησης», που κυριάρχησε και στην προβληματική της Αριστερός τη δεκαετία του ’90.
Τα όρια της παγκοσμιοποίησης
Η ετήσια, οικονομική αναφορά του Αμερικανού προέδρου Μπιλ Κλίντον, το 1999, αποτύπωσε με περιεκτικό τρόπο το δόγμα της «παγκοσμιοποίησης». Από εκεί και το απόσπασμα:
«Οικονομίες ανοιχτές στο διεθνές εμπόριο και τις ξένες επενδύσεις είναι πιθανότερο να απολαύσουν ανερχόμενο βιοτικό επίπεδο από εκείνες που διατηρούν σημαντικούς εθνικούς φραγμούς στην οικονομική δραστηριότητα. Οι καταναλωτές στις ανοιχτές οικονομίες απολαύουν ευρύτερης γκάμας προϊόντων σε χαμηλό
228 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
τερες τιμές, συγκρινόμενοι με τους καταναλωτές σε χώρες που αντιστέκονται στο διεθνή ανταγωνισμό. Η οικονομία ως σύνολο επωφελείται από την αυξανόμενη ικανότητα να αφιερώνει τους περιορισμένους πόρους της σε οικονομικές δραστηριότητες για τις οποίες διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα. Με την πάροδο του χρόνου, μέσω του διεθνούς εμπορίου και των ξένων επενδύσεων, οι ανοιχτές οικονομίες σημειώνουν ταχύτερη αύξηση της παραγωγικότητας και της τεχνολογικής καινοτομίας».37
Στο απόσπασμα αυτό συμπυκνώνονται βασικές ιδεολογικές παραδοχές της σύγχρονης, οικονομικής ορθοδοξίας, που κωδι- κοποιήθηκε ως «Συναίνεση της Ουάσιγκτον» (W ashington consensus): Η παγκοσμιοποίηση είναι κάτι σαν φυσικό φαινόμενο, μια πλανητική, ευεργετική παλίρροια που «σηκώνει όλες τις βάρκες». Η κατάργηση των εθνικών, προστατευτικών δασμών αναγκάζει κάθε εθνική οικονομία να αναπτύξει τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα. Διεθνές εμπόριο και επενδύσεις είναι τα κλειδιά που ανοίγουν τις πύλες του παραδείσου, όπου ευτυχείς καταναλωτές έχουν πρόσβαση σε περισσότερα, καλύτερα και φθηνότερα προϊόντα. Ακόμη κι αν η κοινωνία χρειαστεί να καταβάλει προσωρινό τίμημα (υπάρχει τοκετός χωρίς ωδίνες;) οφείλει να θυμάται ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. Από τους αρχιερείς του δόγματος της παγκοσμιοποίησης, ο Τόμας Φρίντμαν δεν δίστασε να παραλληλίσει τα κινήματα αμφισβήτησης της παγκοσμιοποίησης με τους οπαδούς της επίπεδης Γης. Στον Φρίντμαν ανήκει και η θεωρητικοποίηση της υπόθεσης ότι η παγκοσμιοποίηση αποδυναμώνει την πιθανότητα πολεμικών συγκρούσεων μεταξύ κρατών-εθνών, με την βαθυστόχαστη εκτίμηση ότι «δύο
χώρες ηον έχουν M ac D onald’s δεν ηοΧεμούν μεταξύ ιονς»/38Φωτισμένη με πιο αρνητικές αποχρώσεις, η «παγκοσμιοποί
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 229
ηση» γίνεται δεκτή ως πραγματικότητα και από κριτικά, αντινε- οφιλελεύθερα ρεύματα, όπως εκείνο της Le M onde Diplomatique
και της γαλλικής Attac, ή και από διανοουμένους με αναφορά στο μαρξισμό, από τη σχολή του «Παγκόσμιου Συστήματος» (Αμίν, Βαλερστάιν κ.ά.) μέχρι τους Νέγκρι και Χαρντ. Η ιδεολογική συ- νισταμένη αυτών των ρευμάτων θεωρεί ότι το έθνος-κράτος είναι ξεπερασμένο ως δομική μονάδα της διεθνούς οικονομίας και ως βασικό πεδίο των ταξικών αναμετρήσεων. Υποθέτει ότι έχει δ ιαμορφωθεί μια παγκόσμια οικονομία, με μια υπερεθνική ολιγαρχία υπεράνω των εθνικών, αστικών τάξεων. Η κοινωνική αλλαγή μπορεί να νοηθεί μόνο σε παγκόσμια κλίμακα, ως εναλλακτική, προοδευτική παγκοσμιοποίηση με φορέα την «παγκόσμια κοινωνία των πολιτών», που μορφοποιείται μέσω υπερεθνικών κινημάτων τύπου Attac και μη κυβερνητικών οργανώσεων (ΜΚΟ), υ- περβαίνοντας ία παρωχημένα εθνικά κόμματα και συνδικάτα.
Ασφαλώς, η προσπάθεια να σχηματιστεί παγκόσμια αγορά και να επεκταθεί η μισθωτή εκμετάλλευση στο σύνολο του πλανήτη είναι εγγενής τάση του καπιταλισμού. Αυτή η τάση εκδηλώνεται ήδη σισν εμβρυακό καπιταλισμό του ύστερου Μεσαίωνα, με τη δημιουργία της Χανσεατικής Ένωσης. Οι πρώτες πολυεθνικές εταιρείες, όπως η Ολλανδική και η Βρετανική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών, αναπτύσσονται στην πρώτη εποχή της αποικιοκρατίας, πριν ακόμη από τη βιομηχανική επανάσταση της ατμομηχανής. Ωστόσο, η τάση αυτή συνυπάρχει πάντα με την αντίθετή της, την ανάγκη του κεφαλαίου να επιστρέφει σαν άλλος Ανταίος στις εθνικές του ρίζες για να ανακτήσει, μέσω του εθνικού προστατευτισμού, δυνάμεις για την επόμενη, διεθνή εκστρατεία του.
Το αποτέλεσμα δεν είναι μια αδιατάρακτη, γραμμική πορεία προς ολοένα και ανώτερους βαθμούς διεθνοποίησης, με τελικό
230 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
σταθμό την υποτιθέμενη, ολοκληρωτική παγκοσμιοποίηση του σήμερα, αλλά μια ελικοειδής διαδρομή στο πρότυπο «δυο βήματα εμπρός, ένα βήμα πίσω». Οι βασικοί παράγοντες που επιβάλλουν αυτές τις περιοδικές παλινδρομήσεις είναι οι οικονομικές κρίσεις και η διαπλοκή το>ν οικονομικών κριτηρίων με τους πολίτικους- στρατιωτικούς ανταγωνισμούς των εθνών-κρατών. Η αλληλεπίδραση οικονομίας και πολιτικής είναι ακριβώς ο κρίσιμος παράγοντας που αγνοούν ή υποβαθμίζουν όλοι όσοι ενστερνίζονται το δόγμα της παγκοσμιοποίησης, αντιμετωπίζοντάς την ως αμιγώς οικονομική-τεχνολογική διαδικασία.
Το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, η ανθρωπότητα γνώρισε το πρώτο, μεγάλο κύμα διεθνοποίησης με τη βαθμιαία εξασθένηση των εμπορικών, προστατευτικών δασμών και την απότομη επιτάχυνση των εξαγωγών κεφαλαίου. Η εξέλιξη αυτή δεν υπαγο- ρεύθηκε αποκλειστικά από οικονομικούς παράγοντες, όπως η μείωση του κόστους μεταφοράς και ασφάλισης των προϊόντων, αλλά επιβλήθηκε από τη θαλασσοκράτειρα Βρετανία με την ωμή δύναμη των κανονιών μέσω των αποικιοκρατικών πολέμων στην Κίνα και την Ινδία. Το παγκόσμιο κράτος της βικτοριανής Αγγλίας εγγυήθηκε για ένα σχεδόν αιώνα τη νομισματική τάξη του διεθνούς εμπορίου μέσω του κανόνα χρυσού-στερλίνας.
Αυτή η πρώιμη «παγκοσμιοποίηση» συνεχίστηκε και μετά την προσωρινή ανάπαυλα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1920. Αλλά το τρομερό κραχ του 1929 και η συνακόλουθη ύφεση αντέστρεψαν αυτή την τάση. Ο κανόνας χρυσού-στερλίνας κατέρρευσε το 1931 και «ο διεθνής καπιταλισμός επέστρεψε στα ιγκλού των εθνικών οικονομιών, που προστατεύονταν από τα έθνη-κράτη».39 Τις επόμενες τέσσερις δεκαετίες, κυρίως πολιτικοί παράγοντες, όπως ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος αρχικά και ο Ψυχρός Πόλεμος στη συνέχεια, σε συν
ΤΟ ΧΡΥΣΟ IΙΛΡΛΙIΚΊ ΛΣΜA 231
δυασμό με την απειλή ισχυρών εργατικών-επαναστατικών κινημάτων στη Δύση, επέβαλαν τη στροφή προς την εθνοκεντρική ανάπτυξη, με προτεραιότητα την εσωτερική αγορά και τη μαζική κατανάλωση.
Με τη σειρά της, η χρόνια κρίση που εκδηλώθηκε βίαια το 1973 -και όχι αμιγώς τεχνολογικοί παράγοντες, όπως η επανάσταση της πληροφορικής- επέβαλε μια νέα στροφή του κεφαλαίου από τους εθνοκεντρικούς, συμπληρωματικούς στους νομαδικούς, ανταγωνιστικούς καπιταλισμούς, με κύριο προσανατολισμό την παγκόσμια αγορά. Ο δεύτερος κύκλος της «παγκοσμιοποίησης» προβάλλει ως βασικό συστατικό της νεοφιλελεύθερης αντεπανάστασης για τη μείωση του κόστους εργασίας μέσω του παγκόσμιου κοινωνικού ντάμπινγκ (φυγή κεφαλαίων προς τις χώρες με μικρότερο κόστος εργασίας), αλλά και της προσπάθειας ειδικά της αμερικανικής υπερδύναμης να αναατυλώσει, με όπλο την παγκόσμια κυριαρχία της στο πεδίο του χρήματος, την ηγεμονία της που είχε τρωθεί καίρια στο πεδίο της βιομηχανικής παραγωγής. Τίποτα δεν εγγυάται ότι ο νέος αυτός κύκλος θα μα- κροημερεύσει περισσότερο από τον πρώτο.
Πόσο δραματικές είναι, όμως, οι αλλαγές στη δομή της παγκόσμιας οικονομίας που έχει συσσωρεύσει η μετά το 1973 επιτάχυνση της διεθνοποίησης;
Στον τομέα του διεθνούς εμπορίου, οι εξαγωγές εμπορευμάτων αυξάνονται σταθερά, ως ποσοστό του συνολικού, ακαθάριστου προϊόντος σε παγκόσμια κλίμακα, μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι στατιστικές δεν μαρτυρούν ποιοτική επιτάχυνση αυτής της τάσης στις δεκαετίες τού ’80 και ’90. Μάλιστα, στις πιο πλούσιες και αναπτυγμένες χώρες, η τάση επιβραδύνεται από τα τέλη της
232 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
δεκαετίας του ’80. Έτσι, κατά την περίοδο 1950-1973, το ποσοστό των εξαγωγών εμπορευμάτων στο συνολικό ΑΕΠ ανέβηκε από 7,0% σε 11,2%, για να αυξηθεί μόνο κατά 2,3% στα επόμενα είκοσι χρόνια.40 Εξαίρεση αποτελεί η ανάπτυξη των νέων βιομηχανικών χωρών της Ανατολικής Ασίας και του Ειρηνικού, που βασίστηκε όντως στη δραματική αύξηση των εξαγωγών, ποντάροντας στο συνδυασμό χαμηλών μισθών και σχετικά προωθημένης τεχνολογίας.41
Μεγαλύτερη σημασία από το διεθνές εμπόριο έχουν οι εξαγωγές κεφαλαίων, με κύριο δείκτη της ξένες, άμεσες επενδύσεις (ΞΑΕ), καθώς αφορούν τη μεταφορά όχι μόνο εμπορευμάτων, αλλά και τεχνολογιών, τεχνικών παραγωγής, οργανωτικών μεθόδων κ.λπ. Σε παγκόσμια κλίμακα, το μέγεθος των ΞΑΕ ως ποσοστό του παγκόσμιου ΑΕΠ υπερτριπλασιάστηκε από το 1973 μέχρι το 2000, φτάνοντας από το 4,5% στο 15,9%, έναντι 9% το 1913.42 Η αύξηση είναι όντως πολύ σημαντική, αλλά όχι δραματικά ισχυρότερη από ό,τι στον προηγούμενο ιστορικό κύκλο επιταχυνόμενης διεθνοποίησης, που διακόπηκε από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρέπει να τονιστεί ότι, ενώ σε πολλές κλασικές αναλύσεις για τον ιμπεριαλισμό (Χόμπσον, Λένιν κ.ά.) οι εξαγωγές κεφαλαίων εμφανίζονται κυρίως από τα κέντρα προς τις περιφέρειες, η πραγματική εικόνα, ιδιαίτερα σήμερα, είναι πολύ διαφορετική: Όπως δείχνει ο Πίνακας 5, ο μεγάλος όγκος των ΞΑΕ αφορά μεταφορές κεφαλαίων στο εσωτερικό ή μεταξύ των τριών ιμπεριαλιστικών κέντρων.
Ο μεγάλος όγκος των ΞΑΕ που κατευθύνονται στις περιφέρειες απορροφώνται από την Κίνα και γενικά την Ανατολική Ασία, ενώ η συντριπτική πλειονότητα των χωρών του Τρίτου Κόσμου δεν απορροφά παρά σταγόνες από όλο αυτό το παλιρροϊκό κύμα. Επί πλέον, το 1999 το 80% των ΞΑΕ παγκοσμίως αφορούσε τις επι
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 233
θετικές εξαγορές ξένων επιχειρήσεων, με συνέπεια την απώλεια θέσεων εργασίας - ένα συντριπτικό στοιχείο εναντίον του νεοφιλελεύθερου μύθου που εμφανίζει τις ξένες επενδύσεις ως αυτονόητη ευλογία.43
ΠΙΝΑΚΑΣ 5:
Εισερχόμενες ροές Ξένων Άμεσων Επενδύσεων (σε εκσι. δολάρια ΗΠΑ)
1995 2000 2002 2005Κόσμος 340.336 1.409.568 617.732 916.277Ευρώπη 133.651 721.614 314.168 433.628Β.Αμερική 68.027 380.798 96.613 133.265Αφρική 5.642 9.577 12.999 30.672Λ,Αμερική 30.251 108.993 54.340 103.663Μ. Ανατολή 2.495 3.518 6.019 34.461Ασία-Ειρηνικός 77.423 144.474 90.106 165.093Ν.Α.Ευρώπη, π. ΕΣΣΔ
4.803 9.062 12.911 39.679
Πηγή: UNCTAD, World Investment Report, 2006.
Εκεί που εμφανίζεται όντως δραματική αύξηση είναι στις διασυνοριακές ροές του χρήματος υπό μορφή αγοράς συναλλάγματος, κρατικών ομολόγων, μετοχών, επενδύσεων χαρτοφυλακίου κ.λπ. Για παράδειγμα, στις ΗΠΑ, οι διασυνοριακές συναλλαγές σε μετοχές και ομόλογα αυξήθηκαν, την περίοδο 1980-1995, από 9% σε 135% και στη Γερμανία από 8% σε 168%. Πριν βιαστούμε να βάλουμε το θαυμαστικό, όμως, πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν ότι πρόκειται για ένα φαινόμενο που απλώς περιγράφει τον ακραία κερδοσκοπικό, αρπακτικό χαρακτήρα του σύγχρονου χρηματι- στικού κεφαλαίου, με πολύ μικρότερο αντίκτυπο στην «ανάπτυ
234 11Κ ΓΡΟΣ I ΙΑΙ ΙΑΚίΙΝΓΙ ΑΝΠ NOV
ξη» απ’ ό,τι θα υπέθετε κανείς, δεδομένου ότι οι θετικές και αρνητικές ροές (εισερχόμενα και εξερχόμενα, κάθε ημέρα, κονδύλια) σε μεγάλο βαθμό συμψηφίζονται. Πράγματι, η πιο λεπτομερειακή μελέτη δείχνει ότι οι καθαρές ροές ως ποοοστό του ΑΕΠ στις 12 ισχυρότερες καπιταλιστικές οικονομίες σχεδόν διπλασιάστηκαν την περίοδο 1973-1996, μένοντας όμως αρκετά πιο χαμηλά από την περίοδο 1910- 1914.44
Απ’ όλες τις εκφράσεις της διεθνοποίησης, εκείνη που δια- κρίνεται για τον πιο δομικό χαρακτήρα της είναι αναμφίβολα το ειδικό βάρος των πολυεθνικών εταιρειών. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Επιτροπής του ΟΗΕ για τις διεθνείς επενδύσεις (Δεκέμβριος 2006), οι μητρικές πολυεθνικές εταιρείες υπολογίζονται σε 77.000 και οι θυγατρικές σε 770.000, με συνολικό αριθμό εργαζομένων γύρω στα 62 εκατομμύρια. Από τις 100 μεγαλύτερες, οι 73 συγκεντρώνονται στις πέντε ισχυρότερες ιμπεριαλιστικές χώρες (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Γερμανία, Βρετανία, Γαλλία). Συνολικά, η κατανομή των πολυεθνικών εταιρειών με βάση τη χώρα προέλευσής τους εικονίζεται στον Πίνακα 6. Οι ισολογισμοί των μεγαλύτερων πολυεθνικών επιχειρήσεων ξεπερνούν τους προϋπολογισμούς δεκάδων κρατών. Η ουγκεντροποίηοη του κεφαλαίου ενισχύθηκε την τελευταία τριετία με εκατοντάδες εξαγορές και συγχωνεύσεις μεταξύ των οικονομικών μεγαθηρίων του πλανήτη. Οι κλάδοι όπου οι πολυεθνικές επιχειρήσεις παίζουν περισσότερο πρωταγωνιστικό ρόλο είναι, κατά σειράν, οι τράπεζες και τα άλλα γιγαντιαία χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, η αυτοκινητοβιομηχανία, οι φαρμακευτικές βιομηχανίες και οι τηλεπικοινωνίες.43
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΙΙΑΡΛΙΙΕΤΑΙΜΑ 235
ΠΙΝΑΚΑΣ 6:
Κατανομή των μεγαλύτερων πολυεθνικών μ ε βάση τη χώρα προέλευσης
Χώρα ή περιοχή προέλευσης
Αριθμόςεταιρειών
ΗΠΑ 114Ε.Ε. (σύνολο) 172Ιαπωνία 70Βρετανία 40Γαλλία 40Γερμανία 36Κίνα 20Καναδάς 14Ολλανδία 14Νότια Κορέα 12Ελβετία 12Ιταλία 10Ισπανία 9Αυστραλία 8Ινδία 6Σουηδία 6Βέλγιο 5Ρωσία 5Μεξικό 5
Πψές: Fortune 2006, Επιτροπή OHF. για τις διεθνείς επενδύσεις 2006. Εικονίζο- νται οι χώρες από όπου προέρχονται τουλάχιστον πέντε μεγάλες πολυεθν ικές.
Ό πως ήδη σημειώσαμε, εταιρείες με διεθνή δραστηριότητα εμφανίζονται ήδη στον κατά βάση εμπορικό, προβιομηχανικό καπιταλισμό και πολυεθνικές με τη σύγχρονη έννοια ήδη από τον
ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
19ο αιώνα. Ωστόσο, η εμφάνιση των γιγαντιαίων πολυεθνικών-πο- λυκλαδικών μονοπωλίων αποτελεί όντως ποιοτική εξέλιξη, που συνοδεύεται από ένα νέο ειδοποιό χαρακτηριστικό: Ενώ προπολεμικά οι πολυεθνικές εταιρείες απλώς «κλωνοποιούνταν» στις χώρες υποδοχής -π.χ. μια θυγατρική της Ford στη Γερμανία ανέπτυσσε το δικό της κύκλωμα παραγωγής και αγοράς, ανεξαρτήτως του τι συνέβαινε στο Ντιτρόιτ- οι σύγχρονες πολυεθνικές αναπτύσσουν ενοποιημένα συστήματα έρευνας, σχεδιασμού, παραγωγής και πώλησης σε διεθνή κλίμακα.40
Τυπικό παράδειγμα, η General Electric που ιδρύθηκε το 1879 από τον εφευρέτη του ηλεκτρικού λαμπτήρα Τόμας Έντισον και υπήρξε μία από τις 12 πρώτες εταιρείες (η μόνη που επιβιώνει ως σήμερα) που περιελήφθησαν στο νεότευκτο δείκτη Dow Jones του αμερικανικού Χρηματιστηρίου, το 1896. Με 315.000 εργάτες και υπαλλήλους στο ενεργητικό της σήμερα, η General Electric έχει θυγατρικές σε περισσότερες από 100 χώρες και απλώνεται σε τεράστιο φάσμα βιομηχανικών κλάδων και υπηρεσιών: Κινητήρες αεροπλάνων και σιδηροδρόμων, ηλεκτρικός εξοπλισμός, παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, βιομηχανικοί αυτοματισμοί-ρο- μπότ, φωτισμός, εργαλειομηχανές, πλαστικά, ιατρικός εξοπλισμός, λογισμικό για τις βιολογικές επιστήμες, ημιαγωγοί και υπολογιστές, πετρέλαιο και φυσικό αέριο, αγορά ακινήτων, ασφάλειες ζωής, τράπεζες επενδύσεων, κινηματογράφος, τηλεόραση - το 1986 αγόρασε το τηλεοπτικό δίκτυο NBC και το 2004 τον κολοσσό στη σφαίρα των οπτικοακουστικών μέσων Vivendi για να γίνει το τρίτο κονσόρτσιουμ στα διεθνή μίντια.
Ωστόσο, μακράν του να συγκροτούν μια «υπερεθνική νομεν- κλατούρα», η οποία επιβάλλεται ως ηγεμονική δύναμη πάνω στις «εθνικές» αστικές τάξεις, οι πολυεθνικές εταιρείες παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ριζωμένες στο έθνος-κράτος από το οποίο ξε-
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 237
πήδησαν και στο οποίο στηρίζονται. Τα περιουσιακά στοιχεία των πολυεθνικών εταιρειών παραμένουν συγκεντρωμένα σε μεγάλο βαθμό (από 75%, στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ μέχρι άνω του 90%, στην Ιαπωνία) στη χώρα ή την περιοχή προέλευσης.47 Στη μεγάλη πλειονότητα των πολυεθνικών, ο ιδιοκτησιακός έλεγχος ανήκει στους μεγαλομετόχους της μητρικής χώρας. Το φαινόμενο συμμετοχής «ξένων» στα διοικητικά συμβούλια πολυεθνικών εταιρειών εξακολουθεί να είναι σπάνιο και, σε κάθε περίπτωση, όχι καθοριστικής σημασίας, πλην των εταιρειών που συγκροτούνται από δυαδικές εθνικές ομάδες - π.χ. Renault-Nissan.
Ανεξάρτητα και από τη σύνθεση της ιδιοκτησίας και της διοίκησης, η πολυεθνική εταιρεία έχει ζωτική ανάγκη το εθνικό κράτος: Για τη διασφάλισή της απέναντι στον εσωτερικό, κοινωνικό εχθρό στη χώρα όπου βρίσκονται τα επιτελικά της κέντρα, για την εξασφάλιση επικερδών συμφωνιών στις χώρες επέκτασης, αλλά και για να νικήσει στον αδυσώπητο αγώνα για την κα- τάκτηση των παγκόσμιων αγορών με «ξένες» πολυεθνικές. Η Microsoft δεν θα μπορούσε να κάνει δουλειές στην Κίνα χωρίς την ποικιλόμορφη στήριξη του αμερικανικού κράτους - που παρεμβαίνει για το άνοιγμα των κινεζικών αγορών μέσω του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και πιέζει το Πεκίνο να λάβει μέτρα εναντίον της «ψηφιακής πειρατείας» εις βάρος της εταιρείας. Η Mosanto χρειάζεται την προστασία της αμερικανικής κυβέρνησης για να πουλάει γενετικά μεταλλαγμένα προϊόντα, γκρεμίζοντας τους νομοθετικούς φραγμούς στις ΗΠΑ και στο εξωτερικό, και για να επιβάλει τους μη ανανεώσιμους σπόρους της στους γεωργούς των πέντε ηπείρων, οι οποίοι, από τη στιγμή που θα τους αγοράσουν, θα καταδικαστούν σε εφ’ όρου ζωής ομηρία από την εταιρεία.·18 Η Boeing πιθανόν να είχε ήδη εξαγοραστεί, θύμα του θανάσιμου ανταγωνισμού της με την ευρωπαϊκή EADS
238 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
(Airbus), χωρίς τις σωτήριες παραγγελίες του Πενταγώνου. Κανένας πολυεθνικός κολοσσός δεν θα ήταν νοητός χωρίς την εξασφάλιση των γενικών όρων της αναπαραγωγής του από τη νομοθεσία του εθνικού κράτους για το εργασιακό, το ασφαλιστικό και το φορολογικό, και χωρίς τον κρατικό, κατασταλτικό μηχανισμό, ύστατο όπλο απέναντι στη μισθωτή εργασία.
Σύγκλιση ή ανισόμειρη ανάπτυξη;
Ουδεμία σχέση με την πραγματικότητα έχει επίσης το αξίωμα σύμφωνα με το οποίο η παγκοσμιοποίηση του νεοφιλελευθερισμού φέρνει μαζί της την τάση της ομογενοποίησης στην παγκόσμια οικονομία, ευεργετώντας πρωτίστως τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες. Το πιο συνηθισμένο επιχείρημα, γύρω από το οποίο τόσα κροκοδείλια δάκρυα για τους φτωχούς του Τρίτου Κόσμου έχουν χυθεί, υποστηρίζει ότι μόνο η απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου από τους εθνικούς, προστατευτικούς φραγμούς προσφέρει τη δυνατότητα στις αναπτυσσόμενες χώρες να πουλάνε τα προϊόντα τους στις μεγάλες αγορές των μητροπολιτικών κέντρων.
Άφθονα εμπειρικά στοιχεία49 τεκμηριώνουν ότι η κυρίαρχη τάση σε παγκόσμια κλίμακα κινείται σε διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση: Έχοντας μειωθεί προσωρινά τις δεκαετίες του ’50 και του ’60, στο ζενίθ του Κινήματος των Αδεσμεύτων, οι ανισότητες ανάμεσα στις πιο πλούσιες και τις πιο φτωχές χώρες κυριολεκτικά απογειώνονται τις δεκαετίες του ’80 και του ’90. Συνολικά, την περίοδο 1950-2000, η ψαλίδα ως προς το κατά κεφαλήν εθνικό εισόδημα ανάμεσα στις μεγάλες γεωγραφικές-οικονομικές ζώνες του πλανήτη άνοιξε από 1:15 σε 1:19. Ιδιαίτερα η απελευθέρωση του παγκοσμίου εμπορίου ωφέλησε σαφώς την τριάδα των ι
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 239
μπεριαλιστικών κέντρων (ΗΠΑ-Δ. Ευρώπη-Ιαπωνία), το μερίδιο της οποίας αυξήθηκε από 76,5% σε 88,3% τα τελευταία 40 χρόνια.50 Αλλες μελέτες, σε ευρύτερη χρονική κλίμακα, δείχνουν ότι η αναλογία, ως προς το συνολικό ΑΕΠ, μεταξύ των αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών και του υπόλοιπου κόσμου αυξήθηκε από2,4, το 1870, σε 4,5, τη δεκαετία του 1990, ενώ το άνοιγμα της ψα- λίδας επιταχύνθηκε αισθητά μετά το 1980.51 Ιδιαίτερα καταστρεπτικές ήταν οι δύο τελευταίες δεκαετίες για τη Λατινική Αμερική και την υποσαχάρια Αφρική.
Αντιθέτως, η Νοτιοανατολική Ασία αποτελεί τη μόνη εξαίρεση μιας κάποιας σύγκλισης. Ωστόσο, πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν ο καθοριστικός ρόλος της Κίνας -μιας χώρας που, ανεξάρτητα από την ανάλυση καθενός για το κοινωνικό και πολιτικό καθεστώς της, οπωσδήποτε δεν αποτελεί το πιο τυπικό πρότυπο «παγκοσμιοποίησης»- στην ανάπτυξη της περιοχής. Ό πω ς πρε'πει να ληφθούν υπ’ όψιν οι άκρως ευνοϊκοί, για την καπιταλιστική συσσώρευση, εξωοικονομικοί παράγοντες: Η ύπαρξη επί δεκαετίες δικτατορικών ή ημιδικτατορικών καθεστώτων που εξασφάλιζαν χαμηλούς μισθούς και «πειθαρχημένο» εργατικό δυναμικό, αλλά και η βοήθεια που αναγκάστηκαν να δίνουν συστηματικά οι ΗΠΑ για να αναχαιτίζουν την διαρκή απειλή άλωσης ολόκληρης της περιοχής από το σοσιαλισμό, υπό τη συνδυασμένη επίδραση ΕΣΣΔ και Κίνας.
Το ενδιαφέρον για «τους καημένους τους φτωχούς του Τρίτου Κόσμου που μόνο με την απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου μπορούν να πουλούν τα προϊόντα τους στις αγορές μας» αποκαλύπτεται ως εντελώς υποκριτικό στο φως της παλαιότερης και πιο σύγχρονης ιστορικής πείρας. Είναι γνωστό, αλ\ά αποσιωπάται συστηματικά, ότι με εξαίρεση τη Βρετανία (που κυριαρχούσε στο στίβο της διεθνούς αγοράς ως γενέτειρα της βιομηχανικής επανά-
240 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
στάσης, χρηματισιικό κέντρο του πλανήτη και παγκόσμια αυτοκρατορία), όλα τα άλλα μητροπολιτικά κέντρα του καπιταλισμού αναπτύχθηκαν αρχικά στο θερμοκήπιο του εθνικού προστατευτισμού. Επομένως, η απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου σημαίνει, για τις χώρες του Τρίτου Κόσμου, πως δεν θα αποκτήσουν ποτέ την πρωταρχική βάση ανάπτυξης, την οποία ο βιομηχανικός Βορράς οικοδόμησε ήδη από το 18ο και το 19ο αιώνα.
Ακόμη χειρότερα: Η «παγκοσμιοποίηση» τείνει ακριβώς να εξοντώσει εν τη γενέσει της την προσπάθεια των περιφερειών να δημιουργήσουν στοιχειώδεις βάσεις εθνικής ανάπτυξης, προσπάθεια που στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό από την ΕΣΣΔ μετά την κατάρρευση της αποικιοκρατίας. Εξωθώντας, μέσω των υπέρογκων χρεών στους νέους Σάυλοκ των δυτικών τραπεζών και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, τις χώρες του Τρίτου Κόσμου να ανοίξουν τις αγορές τους, τα ιμπεριαλιστικά κέντρα τις καταδικάζουν στο φαύλο κύκλο μιας «ανάπτυξης» που στηρίζεται στα χαμηλά μεροκάματα και στις ελάχιστες περιβαλλοντικές ρήτρες, διαιωνίζοντας και αυξάνοντας τη σχετική καθυστέρησή τους. Την ίδια ώρα, βέβαια, διατηρούν για τον εαυτό τους το προνόμιο να επιδοτούν ευαίσθητα στο διεθνή ανταγωνισμό προϊόντα τους (αγροτικά, ατσάλι κ.ά.) εγκαταλείποντας τη φιλελεύθερη ρητορεία για χάρη του εθνικού προστατευτισμού, όποτε τους συμφέρει.
Γενικότερα, η άποψη ότι η νεοφιλελεύθερη «παγκοσμιοποίηση», ή έστω μια «εναλλακτική», περισσότερο «κοινωνικά δίκαιη παγκοσμιοποίηση» θα μπορούσε να οδηγήσει στην ομογενοποί- ηση του κόσμου και μάλιστα όχι στον κατώτερο, αλλά στον ανώτερο κοινό παρονομαστή, αποτελεί στην καλύτερη των περιπτώσεων αφέλεια. Η ουτοπική αυτή προσδοκία παραγνωρίζει το γεγονός ότι η άνιση ανάπτυξη (άνιση μεταξύ γεωγραφικών ζωνών, αλλά και στο εσωτερικό κάθε έθνους) είναι εγγεγραμμένη στο
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 241
ΠΝΑτου καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Μια πραγματικά ενοποιημένη σε παγκόσμια κλίμακα καπιταλιστική οικονομία, σαν κι αυτή που ονειρευόταν ο πατριάρχης της αστικής πολιτικής οικονομίας Άνταμ Σμιθ,52 προϋποθέτει την ελεύθερη κίνηση αγαθών, κεφαλαίων και εργατικής δύναμης σε παγκόσμια κλίμακα, με αποτέλεσμα την εξίσωση των ημερομισθίων, των συνθηκών εργασίας, των τιμών και των κερδών - δηλαδή, τη λειτουργία του νόμου της αξίας σε παγκόσμια κλίμακα με τον τρόπο που λειτουργεί στις εθνικές οικονομίες.55
Έ νας τέτοιος, πραγματικά «παγκοσμιοποιημένος» καπιταλισμός, όμως, δεν θα μπορούσε να επιβιώσει ούτε δέκα χρόνια, καθώς θα στερούνταν το πιο βασικό όπλο του, την ενλνγισ ία . Ακριβώς η διαφοροποίηση του κόστους εργασίας και γενικότερα των καθεστώτων συσσώρευσης από χώρα σε χώρα και από περιοχή σε περιοχή επιτρέπει στον κάθε μεμονωμένο επιχειρηματία να αναζη- τά κάθε φορά περιοχές μεγαλύτερης κερδοφορίας, στα κέντρα να απομυζούν τις περιφέρειες και στο κεφάλαιο ως σύνολο να συντρίβει, μέσω του παγκόσμιου κοινωνικού ντάμπινγκ, τις εργατικές διεκδικήσεις. Από αυτή την άποψη, η Έλεν Μέικσινς Γουντ έχει δίκιο όταν επισημαίνει54 ότι η υποτιθέμενη «παγκοσμιοποίηση» είναι καταδικασμένη να επιδιώκει ταυτόχρονα δύο αντιφατικούς στόχους: Από τη μια τη διεθνοποίηση της οικονομίας μέσω της ελεύθερης κίνησης των κεφαλαίων, από την άλλη τον κατακερματισμό της μέσω εθνικών κρατών που θα διαιωνίζουν τις ανισότητες και θα εμποδίζουν την ελεύθερη κίνηση της εργατικής δύναμης. Η ελεύθερη αγορά ΗΠΑ-Καναδά-Μεξικού (NAFTA) γέννησε το Τείχος του Αίσχους στο Ρίο Γκράντε. Ο κοσμοπολιτισμός της «παγκοσμιοποίησης» γεννά, ως Νέμεση και σωτηρία του μαζί, το ρατσισμό των αντιμεταναστευτικών πογκρόμ.
242 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Η τάση διάρρηξης του κόσμον σε περιφερειακά μπλοκ
Σε αντίθεση, ωστόσο, με τη σχολή του «Παγκοσμίου Συστήματος», η ανισόμετρη ανάπτυξη δεν μεταφράζεται μονοσήμαντα σε πόλωση ανάμεσα σε μια ιδεατά ενιαία «ιμπεριαλιστική τριάδα» (ΗΠΑ-Δυτική Ευρώπη-Ιαπωνία) και στον Τρίτο Κόσμο.55 Πιο κοντά στην πραγματικότητα βρίσκεται η ανάλυση που διακρίνει ως καίρια διάσταση της διεθνοποίησης την «περιφεροποίηση», αν επιτρέπεται η εισαγωγή άλλης μιας κακόηχης λέξης. Πρόκειται για το φαινόμενο των καπιταλιστικών ολοκληρώσέων που τείνουν να διασπάσουν τον κόσμο σε μεγάλα περιφερειακά μπλοκ (Βόρεια Αμερική, Ευρώπη, Νότια και Ανατολική Ασία), γύρω από τα οποία θα κινούνται ως δορυφόροι εθνικές οικονομίες ή αδύναμες ολοκληρώσεις των αναπτυσσόμενων χωρών. Η τάση αυτή -π ιο ισχυρή στην Ευρώπη, με τη συγκρότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πιο προβληματική στην Άπω Ανατολή λόγω του εντεινόμενου πολιτικού ανταγωνισμού μεταξύ Κίνας και Ιαπωνίας- είναι ήδη κυρίαρχη στο επίπεδο του εμπορίου, όπου κάθε χώρα συναλλάσσεται πρωτίστως με τις υπόλοιπες χώρες του δικού της μπλοκ και των πλησιεστέρων γειτόνων του.56 Η επαπειλούμενη κατάρρευση των διαπραγματεύσεων στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (Γύρος της Ντόχα) θα μπορούσε να επιταχύνει μια τέτοια εξέλιξη.
Σημειώνουμε ότι η ισχυρή τάση προς την περιφερειακή ενοποίηση δεν υπαγορεύεται απλώς από τα οικονομικά πλεονεκτήματα που προσφέρουν η γεωγραφική γειτνίαση και οι οικονομίες κλίμακας ή από τον παράγοντα του εντεινόμενου διεθνούς ανταγωνισμού, αλλά και από τη λειτουργία των ολοκληρώσεων ως πολύτιμων μοχλών για την εντατικότερη εκμετάλλευση της μισθωτής εργασίας. Καταργώντας τους εθνικούς, προστατευτικούς δασμούς και χάνοντας τον έλεγχο του εθνικού νομίσματος, που α-
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 243
ποτελεί βασικό μηχανισμό άμυνας απέναντι στις τεχνολογικά ανώτερες οικονομίες, οι ασθενέστερες χώρες αναγκάζονται να προσφυγουν οε πολιτικές σκληρής λιτότητας, επιμήκυνσης του χρόνου εργασίας κ.λπ. Από τη στιγμή που αυτή η τάση εδραιώνεται στις πιο αδύνατες χώρες και περιοχές, ασκεί πίεση και στις ισχυρότερες οικονομίες ή έστω λειτουργεί ως άλ\οθι των κυρίαρχων κύκλων, προκειμένου να επιβάλουν και εκεί την προσαρμογή στον κατώτατο κοινωνικό παρονομαστή. Έτσι, οι ολοκληρώσεις λειτουργούν ως μοχλοί σύγκλισης... προς τα κάτω, μηχανισμοί απόσπασης ολοένα και μεγαλύτερης απόλυτης υπεραξίας, παλινδρόμησης στον άγριο καπιταλισμό του 19ου αιώνα.
Συνοψίζοντας, η «παγκοσμιοποίηση» με την έννοια της τάσης προς μια ομογενοποιημένη, παγκόσμια οικονομία που ακυρώνει τον καθοριστικό ρόλο του εθνικού κράτους αποτελεί ιδεολογικό μύθο. Αυτό που εξελίσσεται, στην πραγματικότητα, είναι μ ια μη
γραμμική, μ ε παλινδρομήσεις, τάση διεθνοποίησης που διαμεσολαβείται α
πό τα εθνικά κράτη και ενισχύει, αντί να αποδυναμώνει, την άνιση ανάπτυ
ξη. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 σημειώνεται επιτάχυνση των ρυθμών διεθνοποίησης υπό την ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού. Αντί να αποτελεί κοινωνικά ουδέτερη, τεχνοκρατική διαδικασία, αυτή η επιτάχυνση εξυπηρετεί την αντεπίθεση της αμερικανικής υπερδύναμης και τον ενισχυμένο ρόλο του χρηματι- στικού κεφαλαίου. Αποτελεί μοχλό κοινωνικής οπισθοδρόμησης στο βιομηχανικό Βορρά και ναρκοθέτησης των τάσεων χειραφέτησης του Τρίτου Κόσμου.
Ο σημερινός κύκλος διεθνοποίησης σημαδεύεται από εγγενείς αντιφάσεις: Η εξαγωγή κεφαλαίων δημιουργεί νέα, ανταγωνιστικά βιομηχανικά κέντρα κυρίως στη Νότια και Ανατολική Ασία (Κίνα, Ινδία, χώρες του ΑΣΕΑΝ) που μετατρέπεται σε βιομηχανικό εργαστήρι του κόσμου. Ως ένα βαθμό -αν και με πολ
244 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
λές ιδιομορφίες, όπως θα δούμε αργότερα- πρόκειται για ένα φαινόμενο ανάλογο με την εμφάνιση νέων βιομηχανικών κέντρων στις «λευκές αποικίες» (Βόρεια Αμερική, Ωκεανία) επί βρετανικής αυτοκρατορίας.
Το παγκόσμιο κοινωνικό ντάμπινγκ οδηγεί σε σημείο παροξυσμού τα κρισιακά φαινόμενα της παγκόσμιας οικονομίας και από τις δύο πλευρές του φάσματος: Από τη μια πλευρά, ενισχύει την υπερπαραγωγή εμπορευμάτων στις χώρες χαμηλού εργατικού κόστους, ενώ από την άλλη καθηλώνει τους μισθούς στις αναπτυγμένες χώρες, με αποτέλεσμα είτε την υποκατανάλωση είτε την υπερχρέωση των νοικοκυριών. Παράλληλα, η αλματώδης διεθνοποίηση του χρηματιστικού κεφαλαίου και γενικότερα η αυξανόμενη αλληλεξάρτηση των εθνικών οικονομιών διευκολύνει την «παγκοσμιοποίηση» των οικονομικών κρίσεων. Από εδώ και η καταχρηστική αναπαραγωγή, στο διεθνή Τύπο, στερεοτύπων δανεισμένων από τη θεωρία του χάους, περί πεταλούδων της Ασίας που φέρνουν κατακλυσμούς στη Νέα Υόρκη. Στην απλοϊ- κότητά τους, τα σχήματα αυτά εκφράζουν την αγωνία των μαθη- τευόμενων μάγων για την αδυναμία τους να χαλιναγωγήσουν τα πνεύματα που οι ίδιοι απελευθέρωσαν.
Τελευταία στη σειρά, αλλά όχι στη σημασία, η αντίφαση ανάμεσα στη διεθνοποίηση της οικονομίας και στην πολιτική αναγκαιότητα ανταγωνιστικών, εθνικών κρατών. Αλλη μια φορά, η Ιστορία είναι καλός σύμβουλος. Στις παραμονές του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, ο κύκλος της πρώιμης «παγκοσμιοποίησης» βρισκόταν στο ζενίθ του. Ειδικότερα, Βρετανία και Γερμανία, οι βασικοί πόλοι της γεωπολιτικής αναμέτρησης που θα αιματοκυ- λούσε την Ευρώπη, ήταν οι κύριοι εμπορικοί και βιομηχανικοί εταίροι στην ήπειρο (η Βρετανία ήταν ο υπ’ αριθμόν ένα εταίρος της Γερμανίας και αντίστροφα), σε σημείο που μερίδα των εθνι
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 245
κών τους ελίτ να επεξεργάζεται σχέδια υπέρ μιας «αδελφικής ομοσπονδίας των δύο τευτονικών εθνών».57
Στη διάρκεια του μεσοπολέμου, οι αμερικανικές πολυεθνικές General Motors και Ford -τις οποίες ο πρόεδρος Ρούζβελτ θα α- ποκαλούσε αργότερα «οπλοστάσιο του έθνους» λόγω της συμβολής τους στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο- είχαν θυγατρικές στη Γερμανία. Μάλιστα, ο Χίτλερ ήταν θερμός θαυμαστής του Χένρι Φορντ, σε σημείο που να έχει κρεμάσει πορτρέτο του Αμερικανού μεγιστάνα στο γραφείο του. Ακόμη και διαρκούντος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, θυγατρικές των δύο εταιρειών συνέχιζαν τις μπίζνες με το Τρίτο Ράιχ.58
Όλα αυτά υπενθυμίζουν πόσο άστοχο είναι να παραγνωρίζει κανείς στις διεθνείς σχέσεις τη σχετική αυτοτέλεια της πολιτικής και την προτεραιότητά της έναντι της οικονομίας σε εποχές κρίσης. Προειδοποιούν, επίσης, ότι δεν θα πρέπει να θεωρούμε το σημερινό κύκλο διεθνοποίησης ως επαρκή εγγύηση απέναντι στην απειλή ολέθριων για την ανθρωπότητα συγκρούσεων μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων στο μέλλον. Δυσοίωνα ρεαλιστής, ο Τσαρλς Κάπτσαν, σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του προέδρου Κλίντον, εκτιμά:
«Η σταθερότητα και η τάξη που απορρέουν από την αμερικανική ηγεμονία θα δώσουν σταδιακά τη θέση τους σε ένα νέο αγώνα κυριαρχίας. Η ανεξέλεγκτη λοκομοτίβα της παγκοσμιοποίησης θα εκτροχιαστεί από τη στιγμή που η Ουάσιγκτον χάσει το ρόλο του μηχανοδηγού. Η Pax Americana θα εκλείψει δίνοντας τη θέση της σε ένα πολύ περισσότερο επικίνδυνο διεθνές περιβάλλον. Και η κύρια απειλή δεν θα έρθει από ανθρώπους όπως ο Οσάμα μπιν Λάντεν, αλλά από την επιστροφή της παραδοσιακής γεωπολιτικής αντιπαλότητας».59
246 ΠΕΊ ΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Οι αντιφάσεις της «παγκοσμιοποίησης» έχουν ήδη οδηγήσει σε κρίση το δεύτερο κύμα της. Στο πολιτικό επίπεδο αυτό έγινε κάτι παραπάνω από σαφές με τη στροφή από τη χιμαιρική «παγκόσμια διακυβέρνηση» του Κλίντον στην εξίσου χιμαιρική «αυτοκρατορία» του Μπους. Στο ιδεολογικό, με την πλήρη απονομι- μοποίηση της «παγκοσμιοποίησης» ύστερα από τις αλυσιδωτές κρίσεις στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’90, το ρεύμα του Σιάτλ και της Γένοβας, το «Όχι» Γάλλων και Ολλανδών οτο ευρωού- νταγμα κ.ά. Αλλά και στο βαθύτερο, οικονομικό πεδίο, οι κεντρο- μόλες τάσεις, αν και συνεχίζουν να κυριαρχούν, επιβραδύνονται ολοένα και περισσότερο από φυγόκεντρες. Χαρακτηριστικό από αυτή την άποψη είναι η επανεμφάνιση του «οικονομικού πατριωτισμού» και η τάση ανάκαμψης του εθνικού ελέγχου πάνω σε κρίσιμους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας. Η συγκρότηση κρατικά ελεγχόμενων μεγαθήριων στον ενεργειακό τομέα όχι μόνο στη Ρωσία του Πούτιν, αλλά και στη Νορβηγία, η λυσσαλέα αντίδραση της Αμερικής στην εξαγορά επιχειρήσεών της από εταιρείες της Κίνας και των Αραβικών Εμιράτων, όπως και οι αντίστοιχες κρατικές παρεμβάσεις στη Βρετανία και τη Γαλλία για την αποτροπή επιθετικών εξαγορο>ν μεγάλων επιχειρήσεών τους, το 2006, αποτελούν χαρακτηριστικούς οιωνούς: Ο δεύτερος κύκλος της «παγκοσμιοποίησης» πιθανότατα πλησιάζει στο τέλος του.“
Αυτό όμως δεν θα σημάνει επιστροφή στο στάτους κβο των τρίίόν προπων, μεταπολεμικών δεκαετιών. Η πορεία της Ιστορίας εμφανίζεται όχι κυκλική, αλλά σπειροειδής. Ακόμη και με τη χειρότερη, διεθνή κρίση, η παγκοσμιοποίηση των επικοινωνιών θα αποδειχθεί μη αντιστρεπτή, όπ(.>ς αποδείχθηκε η παγκοσμιοποίηση των μεταφορών στον πρώτο κύκλο. Το ίδιο θα συμβεί με τα πολυεθνικά-πολυκλαδικά μονοπώλια, πιθανότατα δε και με τις περιφερειακές ολοκληρώσεις, οι οποίες, μάλιστα, ίσιος ενισχυ-
ΓΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕ ΤΑΣΜΑ 247
θούν ποιοτικά, έστω και μέσα από μεγάλες αναταράξεις και αναδιαρθρώσεις.
Στο νέο, από πολλές απόψεις, τοπίο της διεθνοποίησης δεν αίρεται η προτεραιότητα του πολίτικου αγώνα σε εθνική κλίμακα, με κορύφωση τον αγώνα για την αλλαγή της πολιτικής εξουσίας, ως προϋπόθεση της κοινωνικής αλλαγής. Η χιμαιρική αναζήτηση υποκατάστατου έναντι του αγώνα των μαζικών συνδικάτων61 και εργατικών κομμάτων στην «παγκόσμια κοινωνία των πολιτών» και τις «Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις» εν είδει αντιε- ξουσιών-αντίβαρων στην «παγκοσμιοποίηση» ανήκει, στην καλύτερη περίπτωση, στη σφαίρα της κοινωνικής ουτοπίας. Ωστόσο, θα πρέπει να συμπληρώσουμε: Η κοινωνική αλλαγή αρχίζει σε εθνική κλίμακα, εδραιώνεται μόνο εφόσον επικρατήσει σε μια επαρκή, περιφερειακή βάση, και ολοκληρώνεται σε παγκόσμια. Αν ο «σοσιαλισμός σε μία χώρα» ή σε μια ομάδα καθυστερημένων χωρών απέτυχε στην εποχή της κατά βάση «εθνοκεντρικής» ανάπτυξης, στη σημερινή εποχή όχι μόνο η σοσιαλιστική επανάσταση, αλλά και μια βαθιά κοινωνική-δημοκρατική μεταρρύθμιση που θα ανατρέψει το νεοφιλελευθερισμό δεν μπορεί να έχει καλύτερη τύχη, αν περιοριστεί στα εθνικά της διαμερίσματα.
Σημειώσεις
1. Μ. Hardt & Antonio Negri Empire, Harvard University Press, 2000, o. xiv.2. Ό.π., oo. 144 και 355.3. J. Nitzan & Sh. Bichler, “New Imperialism or New Capitalism?”, Review, XXIX, 1, 2006, oo. 73 και 79.
248 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
4. Αίφνης, ο συγγραφέας Ρόμπερτ Κάπλαν διακηρύσσει χωρίς περιστροφές, στο βιβλίο του Warrior’s Politics (2002), ότι «μια νέα σταυροφορία είναι αναγκαία για να φέρουμε την ευημερία σε διάφορες περιοχές του κόσμου μέσω της επιρροής που ασκεί ο αγαθοεργός ιμπεριαλισμός της Αμερικής».Ακόμη και οι New York Times, ναυαρχίδα του αμερικανικού Τύπου, δεν δίστασαν να φιλοξενήσουν σιο ένθετο περιοδικό τους (29 Ιουλίου 2002) τις παρακάτω απόψεις του καθηγητή του Χάρβαρνι Μάικλ Ιγκνάτιεφ: «Ο ιμπεριαλισμός υπήρξε υποχρέωση και ευθύνη του λευκού πολιτισμού στον κόσμο. Το γεγονός ότι έχει κακή φήμη δεν τον καθιστά περιττό. Αν και δεν είναι πολιτικά ορθός όρος, ο ιμπεριαλισμός συνεχίζει να είναι αναγκαίος»!5. Σπαρτακισιές ονομάζονταν τα μέλη της διεθνισχικής- επαναστατικής πτέρυγας του Γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, υπό τη Ρόζα Αούξεμπουργκ και τον Καρλ Αίμπκνεχτ.6. Κ. Χάρμαν, επίλογος σιο Ν. Μπουχάριν, Ιμπεριαλισμός και Παγκόσμια
Οικονομία, Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, 2004, σ. 187.7. Entente cordiale: Εγκάρδια Συνεννόηση.8. Β.Ι. Λένιν, Ιμπεριαλισμός, Ανώισιο Στάδιο τον Καπιταλισμού, σια «Απαντα», Σύγχρονη Εποχή, 1980, τ. 27, σ. 382.9. Το σχέδιο απόφασης, που τελικά απορρίφθηκε υπό την πίεση της αριστερής πτέρυγας της Διεθνούς, έγραφε, μεταξύ άλλων: «Το συνέδριο δηλώνει ότι υπερβάλλουν πολύ τη χρησιμότητα ή την ανάγκη των αποικιών γενικά και ιδιαίτερα για την εργατική τάξη. Δεν απορρίπτέι όμως επί της αρχής και για πάντα την αποικιοκρατική πολιτική, γιατί σε ένα σοσιαλιστικό καθεστώς αυτή η πολιτική μπορεί να είναι προς το συμφέρον του πολιτισμού». Βλ. Ου. Φόστερ, Ιστορία των τριών Διεθνών,
Γνώσεις, χ.χ., σ. 254.10. Β.Ι. Λένιν, Τετράδια για τον Ιμπεριαλισμό, στα «Απαντα», Σύγχρονη Εποχή, 1980, τ. 28, σ. 85.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΙΙΕΤΛΣΜΑ 249
11. Η λογική του Χόμποον δεν διαφέρει και πολύ από τους ευσεβείς πόθους πολλών επικριτών της κυβέρνησης Τζορτζ Μπους του νεότερου, που αποδίδουν την ωμά ιμπεριαλιστική στροφή σε κάποιου είδους «πραξικόπημα των νεοσυντηρητικών» και εύχονται την επιστροφή της Αμερικής στο δρόμο της «σύνεσης».12. R. Hilferding, Finance Capital. A Study o f the Latest Phase o f the Capitalist
Development, Routelage & Kegan Paul, 1981.13. N. Μπουχάριν, Ιμπεριαλισμός και Παγκόσμια Οικονομία, Εκδ. Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, 2004.14. Ρ. Λουξεμπουργκ, Η Σνοαώρενοη του Κεφαλαίου, Διεθνής Βιβλιοθήκη, 1975.15. Η. Grossmann, The Law o f Accumulation and the Breakdown o f the
Capitalist System: Being also a Theory o f Crises, Pluto Press, 1992.16. Όπως τονίζει ο Κώστας Λαπαβίτσας, μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, οι μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις στις ΗΠΑ και στις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες εξασφαλίζουν τα αναγκαία επενδυτικά κεφάλαια όχι τόσο από τις τράπεζες, όσο από τους δικούς τους μηχανισμούς χρηματοδότησης και επανεπένδυσης κερδών, ενώ ταυτόχρονα διεισδύουν οι ίδιες στη χρηματοπιστωτική σφαίρα. Βλ. C. Lapavitsas, Εισαγωγή στο Χρηματιστικό Κεφάλαιο του Ρ. Χίλφερντινγκ, Verso, 2008 (υπό έκδοση).17. Γ. Μηλιός, Ο Ελληνικός Κοινωνικός Σχηματισμός. Από τον Επεκτατισμό
στψ Καπιταλιστική Ανάπτυξη, Εξάντας, 1988, σσ. 56- 57.18. Ο Λίο Πάνιτς πηγαίνει στο αντίθετο άκρο, αντιμετωπίζοντας τον ιμπεριαλισμό ως κατά βάση «πολιτικό» φαινόμενο, επέκταση του εθνικού κράτους, κάτι που υποβαθμίζει φανερά το οικονομικό του υπόβαθρο. Βλ. L. Panitch & S. Gindin, “Global Capitalism and American Empire”, στο The New Imperial Challenge, Savalas, 2004.19. Βλ. Κ. Μαρξ, θεωρίες για τ ψ Υπεραξία, τ. 1, Σύγχρονη Εποχή, 1981. Συνήθως, η Αμερική, που δεν γνώρισε τη φεουδαρχία, αντιδιαστέλλεται
250 ΓΙ ΕΤΡΟΣ ΠΑΓΙΑΚΩΝΣΊ AN Π NOV
με τις ευρωπαϊκές, αποικιοκραιικες αυτοκρατορίες και σ’ αυτή την εξαίρεση αποδίδεται η αποχή της από ιμπεριαλιστικές περιπέτειες μέχρι τα τέλη του 19ου-αρχέςτου 20ού αιώνα. Στην πραγματικότητα, η αμερικανική αστική τάξη είχε εξαρχής τη δυνατότητα εδαφικής επέκτασης στις τεράστιες, παρθένες εκτάσεις του Νέου Κόσμου. Ο πρώιμος, αμερικανικός ιμπεριαλισμός εκδηλο>νειαι με την κατάκτηση της «Άγριας Δύσης» από τους λευκούς εποίκους, με τη γενοκτονία των Ινδιάνων και με τους κατακτητικούς πολέμους εναντίον του Μεξικού. Μόνο αφού σταθεροποιηθούν τα σύνορα των Η ΓΙΑ και ολοκληρωθεί η οικοδόμηση συνεκτικού, εθνικού κράτους με τον εμφύλιο πόλεμο, ο αμερικανικός αετός ανοίγει τα ιμπεριαλιστικά φτερά του πρώτα σιο Δυτικό Ημισφαίριο και ύστερα στον κόσμο όλο.20. V.G. Kiernan, Marxism and Imperialism, St Martin’s Press, 1974.21. Ο Γκρόσμαν σημεκόνει σχετικά:«Ο Λένιν είχε δίκιο όταν έλεγε ότι ο υψηλά αναπτυγμένος καπιταλισμός χαρακτηρίζεται από εγγενή τάση προς τη στασιμότητα και την παρακμή. Αλλά συνέδεε αυτή την τάση με την ανάπτυξη των μονοπωλίων. 'Οτι υπάρχει διασύνδεση, είναι αναμφισβήτητο, αλλά η απλή περιγραφή δεν είναι επαρκής [...].Ο ιμπεριαλισμός χαρακτηρίζεται ταυτόχρονα από (πασιμότητα και επιθετικότητα. Αυτές οι τάσεις πρέπει να ερμηνευθούν στην ενότητά τους. Αν το μονοπώλιο προκαλεί στασιμότητα, πώς μπορούμε να ερμηνεύσουμε τον επιθετικό χαρακτήρα του ιμπεριαλισμού; Στην πραγματικότητα, και τα δύο φαινόμενα έχουν τις βαθύτερες ρίζες τους στην τάση προς την κατάρρευση, στην προβληματική αξιοποίηση του κεφαλαίου λόγω της υπερουσσώρευσης».Βλ. Η. Grossmann, The Law o f Accumulation and the Breakdown o f the
Capitalist System: Being also a Theory of Crises, Pluto Press, 1992, σ. 122. Από άλ\η σκοπιά, μια παρόμοια ιδέα είχε διατυπώσει ο Χέγκελ στη Φι-
Χοοοψία ιον Δικαίου. Συγκεκριμένα, υποστήριζε ότι η διαλεκτική της α
Ι Ο ΧΡΥΣΟ ΙΙΑΡΑΙΙΕΤΑΣΜΑ 251
νάπτυξης της αστικής κοινωνίας κατέληγε στη συσσώρευση πλούτου στον ένα πόλο και μαζών εξαθλίωσης στον άλλο, γεγονός που την ωθεί να αναζητά λύσεις στο εξωτερικό, με το διεθνές εμπόριο και τις αποικιακές· ιμπεριαλιστικές πρακτικές. (G.W. Hegel, The Philosophy of Right,
Oxford University Press, 1967).22. Ο πυρήνας αυτής της θέσης πιστεύουμε ότι περιέχεται στο κομμάτι του Κεφαλαίου όπου ο Μαρξ πραγματεύται το ρόλο του εξωτερικού εμπορίου ως παράγοντα που αντιδρά στην πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους (Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο, τ. 111, Σύγχρονη Εποχή, 1978. σσ. 299- 303). Ειδικά στη σελίδα 300, ο Μαρξ εξετάζει τόσο τη χαρακτηριστική για τον ιμπεριαλισμό εξαγωγή κεφαλαίων, όοο και το πρόσθετο, μονοπωλιακό υπερκέρδος ως δύο διαφορετικές, αλλά ομόρροπες αντιδράσεις στην πτώση του ποσοστού κέρδους. Δυίπυχο'κ;, δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει το κλασικό του έργου με την ανάλυση του διεθνούς συστήματος, για να επεκτείνει αυτή τη θεμελιακή, κατά την άποψή μας, σκέψη. Επίσης ο Ένγκελς, στο έργο του Η Εξέλιξη του Σοσιαλισμού από τ ψ Ου
τοπία στην Επιστήμη αναλύει την εμφάνιση των μετοχικών εταιρειών, των τραστ και του «κρατικο-μονοπωλιακού καπιταλισμού» ως αντίδραση στη χρόνια κρίση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.23. Αναφέραμε ήδη την αποκαλυπτικά κυνική εκμυστήρευση του Σέοιλ Ρόουντς. Ίσως ακόμη πιο χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Τζό- ζεφ Τσάμπερλεν. Στέλεχος των Βρετανών συντηρητικών, οπαδών του ελευθέρου εμπορίου και στενά συνδεδεμένος με τους βιομήχανους του Μπέρμινχαμ, υπήρξε για δεκαετίες διαπρύσιος αντίπαλος της αποικιοκρατίας. Το 1885, στη μέση της Μεγάλης Ύφεσης, εκφώνησε πολύκροτη ομιλία, με την οποία καλούσε τους βιομήχανους να επενδύσουν στο ανθρώπινο κεφάλαιο, βελτιώνοντας τις αποδοχές και το μορφωτικό επίπεδο το)ν εργατών, αντί να κοιτάζουν μόνο το βραχυπρόθεσμο όφελος. Η αντίδραση των κυρίαρχων τάξεων ήταν λυσσαλέα και σε λίγους μήνες ο Τσάμπερλεν είχε μετατραπεί σε φλογερό υποστηρικτή της βρε
252 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
τανικής αποικιοκρατίας. Τελικά, ανέλαβε υπουργός Αποικιών και οδήγησε τη Βρετανία στον καταστροφικό Πόλεμο των Μπόερς, στη Νότια Αφρική,Κατ’ αναλογίαν, ο Γάλλος πολιτικός Ζιλ Φερί ξεκίνησε την καριε'ρα του ως μαχητικός αντίπαλος της αποικιοκρατίας και θιασώτης της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Μετά την Παρισινή Κομούνα, όμως, τάχθηκε ανοιχτά υπέρ της ιμπεριαλιστικής επέκτασης.Βλ. D. Harvey, “The New Imperialism: Accumulation by dispossession”, στο L. Panitch 8c C. Leys (επιμ.) The New Imperialist Challenge, Socialist
Register 2004 , Savalas, σσ. 96- 97.24. “The Failure of Empire”, Monthly Review, v. 56, N. 8, Ιανουάριος 2005.25. Κομιντέρν ήταν η συντομογραφία της Κομουνιστικής Διεθνούς, την οποία διέλυσε ο Στάλιν, θυσιάζοντάς την στο βωμό της αντιναζιστικής συμμαχίας.26. Βλ. Κρις Χάρμαν, επίλογος στο βιβλίο του Ν. Μπουχάριν Ιμπεριαλι
σμός και Παγκόσμια Οικονομία, Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, 2004, σσ. 217- 218.27. Διαφωτιστική είναι η αντιπαράθεσή του με τον Μπετελέμ, Le Monde,
11 Νοεμβρίου 1969. Αναφέρεται εκτενώς από τον Σαμίρ Αμίν στο Η
Σνσσώρευαιι σε Παγκόσμια Κλίμακα, Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη, τ. 1, σσ. 41-49.28. Κλασικά, από αυτή την άποψη, θεωρούνται τα έργα: Α. Εμμανουήλ, Η Άνιση Ανταλλαγή, Εκδ. Παπαζήση 1980 και C. Palloix, L ’
internationalisation du capital: Elements critiques, Maspero, 1975. Βλ. επίσης, Σ. Αμίν, ό.π., τ. 1, σσ. 38-41, 82- 85,95- 105.Ο Μπετελέμ, στην κριτική του στον Εμμανουήλ που περιέχεται στο προ- ανεφερθέν έργο, τονίζει ότι θα ήταν καλύτερα αντί για «άνιση ανταλλαγή», να μιλάμε για άνιση παραγωγικότητα.29. G. Carchedi, Frontiers o f Political Economy, Verso, 1991, Κεφ. 7.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 253
30. Η πατρότητα του όρου ανήκει στον Α. Γκ. Φρανκ.31. Ορισμένοι, όπως ο σημαντικός Ούγγρος μαρξιστής Ιστβάν Μέσα- ρος, παρατραβάνε αυτή την τάση, σε σημείο που να υποστηρίζουν ότι «το κεφάλαιο απέτυχε να ολοκληρώσει το σύστημά του ως παγκόσμιο καπιταλισμό» και ότι πέτυχε μόνο «να δημιουργήσει θύλακες καπιταλισμού μέσα σε λιγότερο ή περισσότερο αχανείς μη καπιταλιστικές εν- δοχώρες» (βλ. I. Μέσαρος, Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότψα, Προσκήνιο Α. Σι- δεράτος, 2003). Η άποψη αυτή δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ακόμη και για περιπτώσεις χωρών όπως η Ινδία. Ουσιαστικά θεωρεί ότι ο καπιταλισμός επιβάλλεται σ’ αυτές τις χώρες κυρίως μέσω της παγκόσμιας αγοράς. Στην πραγματικότητα, ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής είναι κυρίαρχος και σιο εσωτερικό αυτών των χωρών, υποτάσσοντας στις ανάγκες της κεφαλαιακής συσσώρευσης και τους άλλους, προκαπιταλιστικους τομείς, ανεξάρτητα αν στους τελευταίους απασχολείται ένα μεγάλο ή και το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού.32. Κ. Marx, On Colonization and Modernization, Shlomo Avineri-Anchor Books, σ. 35.33. A Porter (επιμ.) The Oxford History of the British Empire: The 19“ Century,
Oxford University Press, σσ. 398- 399.34. E. Μαντέλ, Ο Ύστερος Καπιταλισμός, Εκδ. Παπαζήση, 1975, σ. 48.35. Μ. Kidron, Capitalism and Theory, London, 1974, σ. 173.36. «Ανατολική πολιτική». Όρος που παρέπεμπε στην πολιτική ανοιχτών θυρών προς την ΕΣΣΔ, με τελικό στόχο τη γερμανική επανένωση. Οι Αμερικανοί φοβούνταν ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει, κάποια στιγμή, με τη συναίνεση της ΕΣΣΔ, εφόσον εξασφαλιζόταν η αποχώρηση της Γερμανίας από το ΝΑΤΟ και η «φινλανδοποίηση» της εξωτερικής της πολιτικής.37. Council of Economic Advisors to the President of the United States (CEA), “Economic Report of the President”, 1999, Government Printing Office.
254 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
38. Προτού στεγνώοει το μελάνι, είχε ξεσπάει ο πόλεμος του Κοσσυφοπεδίου, καθώς τα Mac Donald’s δεν στάθηκαν ικανά να προστατεύσουν τη Σερβία. Η πιο σφαιρική επιτομή των απόψεων του Φρίντμαν για τη διεθνή οικονομία, πραγματική Βίβλος της παγκοσμιοποίησης, στο The Lexus and the Olive Tree, Stras & Giroux, 1999.39. E. Hobsbaum, Nations and Nationalism since 1780: Programme, Myth,
Reality, 0.132, Cambridge University Press, 1991.40. Βλ. D. M. Kotz, “The State, Globalization and Phases of Capitalist Development”, στο R. Albritton, M. Itoh et al, Phases o f Capitalist
Development, Palgrave, 2001.41. Βλ. J. Weeks, “Myths of the World Economy in the 1990’s”, cno R. Albritton, M. Itoh et al, Phases of Capitalist Development, Palgrave, 2001.42. Βλ. τον επίλογο του Κρις Χάρμαν στο Ν. Μπουχάριν, Ιμπεριαλισμός
και Παγκόσμια Οικονομία, εκδ. Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, 2004.43. D. Μ. Kotz, ό.π., σ. 232.44. Ό.π.45. «Οι κυρίαρχοι της διεθνούς οικονομίας», Ριζοσπάστης, 21/1/2007.46. Ενδεικτικό του αυξανόμενου ειδικού βάρους των πολυεθνικών και της συνακόλουθης τάσης για διεθνοποίηση είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας, περίπου το 1/3 του παγκοσμίου εμπορίου αφορά τις ανταλλαγές μεταξύ θυγατρικών πολυεθνικών εταιρειών. Βλ. World Development Report, Knowledge fo r Development, o. 23, Oxford University Press, 1998.47. M. F. Hijtjes, R. Olie 8c U. Clunk Board Internationalisation and the
Multinational Company, 2001.48. I. Meszaros, Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα, Προσκήνιο, 2003, σ. 69.49. Βλ. ενδεικτικά Ρ.-Ν. Giraud, L' inegalite du monde, Folio/Actuel, Gallimard, 1996 και J. Ziegler, Les nouveaux maitres du monde, Fayard,2002.
50. To αναφέρει ο επίτροπος εμπορίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Πα-
Τ ϋ ΧΡΥΣΟ ΙΙΑΡΑΙΙΕ ΓΑΣΜΑ 255
σκάλ Λαμί σιο “Quelle autre mondialisation?”, σ. 116, Revuedu MAUSS,
No 20, 2002.51. A. Freeman, “Has the Empire Struck Back?”, cno R. Albritton, M. Itoh et al, Phases o f Capitalist Development, Palgrave, 2001.52. A. Σμιθ, Ο Πλούτος των Εθνών, Εστία, 1948.53. Όπως τονίζει ο Σαρλ Μπετελέμ, ο νόμος της αξίας τροποποιείται βαθύτατα σε παγκόσμια κλίμακα, βάσει των διαφορών παραγωγικότητας ανάμεσα στις πιο αναπτυγμένες και τις πιο καθυστερημένες χώρες, ώστε να συντηρεί την άνιση ανάπτυξη υπέρ των ιμπεριαλιστικών κέντρων. Βλ. την κριτική του Μπετελέμ στον Εμμανουήλ, που περιέχεται στο έργο του τελευταίου Η Άνιση Ανταλλαγή, Εκδ. Παπαζήση, 1980.54. Ε. Μ. Wood, Empire o f Capital, σσ. 130-137, Verso, 2005.55. Άποψη που υποτιμά καίρια τις αντιθέσεις μεταξύ και στο εσωτερικό των ιμπεριαλιστικών κέντρων, όπως θα δοΰμε σε επόμενο κεφάλαιο.56. Βλ. θ . Πελαγίδη, Πόσο Έχει Προχωρήσει η Παγκοσμιοποίηση;, Εκδόσεις Παπαζήση, 2001.57. Π. Τσαλακογιάννης, Σύγχρονη Ευρωπαϊκή Ιστορία, τ. Β, σσ. 130-131, εκδόσεις I. Σιδέρης, 1996.58. “Quand General Motors et Ford alimantaient la machine de guerre nazie”, Counter International, 10-16/12/1998.59. Charles A. Kupchan, The End of the American Era, Vintage, 2002.60. Βλ. R. Abdelad & A. Segal, “Has Globalization Passed its Peak?”, Foreign Affairs, Ιανουάριος/Φεβρουάριος 2007.61. Παρεμπιπτόντως, τα συνδικάτα αποτελοΰν τη μαζικότερη «μη κυβερνητική οργάνωση» σε παγκόσμια κλίμακα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7
Η ΔΙΑΒΡΩΣΗ Τ Η Σ ΑΜ ΕΡΙΚΑ ΝΙΚΗ Σ ΗΓΕΜ ΟΝΙΑΣ
Η κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ δεν επανασταθεροποίησε απλώς την αμερικανική ηγεμονία, αλλά την εκτόξευσε προσωρινά σε κορυφές που δεν είχε γνωρίσει καμία παγκόσμια δύναμη στο παρελθόν. Ωστόσο, δεν υπάρχουν τριαντάφυλλα χωρίς αγκάθια: Ο τερματισμός του δεύτερου Ψυχρού Πολέμου χαλάρωσε τον ιδεολογικό έλεγχο των μαζών στη Δύση, καθώς ο παραδοσιακός αντικομουνισμός-εθνικισμός εμφανιζόταν παρωχημένος ελλείψει ορατής απειλής. Τα λαϊκά στρώματα, που είχαν βιώσει οδυνηρούς ακρωτηριασμούς των κοινωνικών τους κατακτήσεων επί «πολεμικού νεοφιλελευθερισμού», αναζητούσαν το «μέρισμα της ειρήνης».
Ο καθηγητής του Χάρβαρντ και πρώην διευθυντής σχεδια- σμού της εθνικής ασφάλειας επί προεδρίας Κάρτερ, Σάμιουελ Χάντιγκτον, διεκτραγωδούσε «την αποσύνθεση του δυτικού φιλελευθερισμού ελλείψει σοβαρού αντιπάλου στο πρόσωπο μιας συνεκτικής, εχθρικής ιδεολογίας όπως ο μαρξισμός-λενινισμός. Η πολυδιάσπαση και η πολυπολιτισμικότητα διαβρώνουν το τσιμέντο που κρατούσε σταθερή την αμερικανική κοινωνία».1 Ο θεωρητικός του νεοσυντηρητισμού, Ίρβινγκ Κρίστολ, έφτασε να ι-
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 257
σχυριστεί ότι «η πολυπολιτισμικότητα ισοδυναμεί με “πόλεμο εναντίον της Δύσης”, όχι λιγότερο από ό,τι συνέβη με το ναζισμό "και τον κομουνισμό» και προσέθετε: «Αντί να έχει τελειώσει, ο δικός μου Ψυχρός Πόλεμος έχει εντατικοποιηθεί, καθώς ο ένας μετά τον άλλο, όλοι οι τομείς της αμερικανικής ζωής διαβρώνονται από το φιλελεύθερο, υλιστικό, ηδονιστικό πνεύμα».2
Παράλληλα, η νίκη της Δύσης στον Ψυχρό Πόλεμο δημιουργούσε τον κίνδυνο να απελευθερωθούν οι ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις στο εσωτερικό της. Η επανένωση της Γερμανίας και η υποκίνηση, από μέρους της, της διάλυσης της μετατιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας ξύπνησε τα παλιά φαντάσματα. Για μια περίοδο, Ουάσιγκτον, Παρίσι και Λονδίνο συζητούσαν το ενδεχόμενο να περάσουμε από μια ευρωπαϊκή Γερμανία σε μια γερμανική Ευρώπη.3 Στη χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου άρχισαν να ακούγονται ξανά φωνές υπέρ της χειραφέτησης από τις ΗΠΑ μέσα από τις ίδιες τις οικονομικές και πολιτικές ελίτ, με χαρακτηριστικό το πολύκροτο βιβλίο του διευθύνοντος συμβούλου της Sony και του κυβερνήτη του Τόκιο για την Ιαπωνία που θα Λ έει Ό χ ι.
0 αετός γίνεται γνηας
Η αντίδραση των κυβερνήσεων Κλίντον στις νέες προκλήσεις ήταν άκρως αντιφατική, στα όρια της πολιτικής σχιζοφρένειας. Από τη μία πλευρά, μετατόπισε το κέντρο βάρους από το «σκληρό» ιμπεριαλισμό των όπλων στο «μαλακό» ιμπεριαλισμό του χρήματος: Οι στρατιωτικές δαπάνες μειώθηκαν για να τιθασευ- θούν τα ελλείμματα που είχε κληροδοτήσει η εποχή Ρέιγκαν. Η κλιντονική «Συναίνεση της Ουάσιγκτον» ευνόησε τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση της παραγωγής και του εμπορίου, με
238 IIF.TPOE ΙΙΑΙΙΑΚΩΝΣΤΛΝ ΓΙΝΟΥ
επιτελικό κέντρο την Αγία Τριάδα ΔΝΤ-Παγκόσμιας Τράπεζα- ΠΟΕ. Η ιμπεριαλιοτική εκμετάλλευση του Τρίτου Κόσμου απέκτησε νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά με την επανεκτόξευοη των εξαγωγών κεφαλαίων και τη διαμόρφωση αυτού που ο Σαμίρ Αμίν αποκαλεί «τα πέντε μονοπώλια».* Αυτή τη φορά, σε αντίθεση με τις προηγούμενες φάσεις του κλασικού και του μεταπολεμικού ιμπεριαλισμού, ένα τμήμα του Τρίτου Κόσμου αναπτύσσει εντατικά βιομηχανικούς κλάδους, που μεταναστεύουν από τα μη- τροπολιτικά κέντρα σε αναζήτηση χαμηλότερου εργατικού κόστους. Ωστόσο, ο νέος καταμερισμός εργασίας διατηρεί, για λογαριασμό του Βορρά, τα αποφασιστικής σημασίας μονοπώλια της υψηλής τεχνολογίας,5 του χρήματος, του ελέγχου των φυσικών πόρων, των μέσων ενημέρωσης και των όπλων μαζικής καταστροφής.
Από την άλλη πλευρά, η Αμερική αισθάνθηκε υποχρεωμένη να επιστρέφει ξανά και ξανά στον ωμό ιμπεριαλισμό των όπλων για να αποθαρρύνει τους δυνητικούς ανταγωνιστές της, γνωρίζοντας ότι η χρυσή εποχή της απόλυτης παντοδυναμίας της είχε ημερομηνία λήξης. Η συνταγή δόθηκε πολύ νωρίτερα από την 11η Σεπτεμβρίου 2001, από το «συνετό» πατέρα Μπους και το «συναινετικό» Κλίντον: Εισβολή στον Παναμά εναντίον του πρώην πράκτορα των Αμερικανών, Νοριέγκα, πρώτος πόλεμος στο Ιράκ εναντίον του πρώην συμμάχου των Αμερικανών Σαντάμ Χουσεΐν, «ανθρωπιστικός» πόλεμος στην πρώην σύμμαχο των Αμερικανών (εναντίον της «σοσιαλίζουσας» Αιθιοπίας) Σομαλία, βομβαρδισμοί δύο αφρικανικών κρατών με πρόσχημα τη δράση του πρώην μισθοφόρου των ΗΠΑ Οσάμα μπιν Λάντεν, δύο πόλεμοι κατά της Σερβίας εναντίον του Μιλόοεβιτς, ο οποίος είχε προσφερθεί να συμμαχήσει με τις ΗΠΑ, για να ανακόψει τη «γερμανική κάθοδο» (μέσω Σλοβενίας και Κροατίας) στη Μεσόγειο. Σε όλες τις
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 259
περιπτώσεις, οι Αμερικανοί χρησιμοποίησαν τους πρα>ην συνεργάτες τους ως σάκους του μιιοξ για να εδραιώσουν τη θέση τους έναντι των δυνητικών ανταγωνιστών τους.
Ειδικά για την περίπτωση του πολέμου στο Κοσσυφοπέδιο, ο Άντριου Μπάσεβιτς, εντελώς ρεαλιστικά, εκτιμά τα εξής:
«Το σημαντικό δεν ήταν το Κοσσυφοπέδιο αυτό καθ’ καυτό, αλλά η επιβεβαίωση της ηγεμονικής θέσης των Ηνωμένων Πολιτείαν σε μια Ευρώπη ενοποιημένη και ανοιχτή. Ο ίδιος ο Κλί- ντον το εξήγησε στις 23 Μαρτίου 1999, αμέσως πριν από την έναρξη των βομβαρδισμών: “Αν θέλουμε να έχουμε μια ισχυρή οικονομική σχέση που θα μας επιτρέπει να πουλάμε σε όλο τον κόσμο, η Ευρώπη είναι αναγκαστικά το κλειδί [...]. Αυτή είναι όλη η ουσία της υπόθεσης Κοσσυφοπέδιο”»/’
Σε αντίθεση με την αντιφατική εξωτερική πολιτική των κυβερνήσεων Κλίντον, μια άλλη μερίδα των αμερικανικών ελίτ, υπόγεια, αλλά μεθοδικά, ετοίμαζε τη δική της απάντηση στις προκλήσεις του 21ου αιώνα. Μιλάμε για τους διαβόητους νεοουντη- ρητικους, που συσπειρώνονταν γύρω από το περιοδικό Weekly
Standard και τη «δεξαμενή σκέψης» που άκουγε στο μεσσιανικό όνομα PNAC: Σχέδιο για ένα Νέο Αμερικανικό Αιώνα. Στις γραμμές του PNAC συναντάει κανείς τον μετέπειτα αντιπρόεδρο του Μπους τζούνιορ, Ντικ Τοέινι, τον υπουργό Άμυνας της ίδιας κυβέρνησης, Ντόναλντ Ράμοφκλντ, τους πιο επιθετικούς εκπροσώπους του εβραϊκού λόμπι, όπως οι Ρίτσαρντ Περλ, Ντάγκλας Φέιθ και Πολ Γουλφοβιτς (βασικοί αρχιτέκτονες του πολέμου του 2003 στο Ιράκ), τον μετέπειτα πρέσβη των ΗΠΑ στο κατεχόμενο Αφγανιστάν, στο κατεχόμενο Ιράκ και στον ΟΗΕ, Ζαλμάι Χαλιζάντ και τον αδελφάτου Τζορτζ Μπους, Τζεμπ.
260 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Η βασική λογική της ομάδας ήταν ότι η «παρακμή» της εποχής Κλίντον δεν μπορούσε να αντιμετωπιστεί παρά με μια αποφασιστική στροφή στο πνεύμα του ρεϊγκανισμού-μιλιταρισμου για την εξουδετέρωση, εν τη γενέσει τους, οιωνδήποτε μελλοντικών αντιπάλων. Προτού εκδηλωθεί ο πόλεμος στο Κοσσυφοπέδιο, το PNAC είχε «στοχοποιήσει» το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν, προτείνοντας στρατιωτική εισβολή για την ανατροπή του. Όπως τόνιζε, όμως, μια μελέτη του, το 1997, για να εξασφαλίσει διεθνή και εσωτερική στήριξη μια τέτοια εκστρατεία, θα χρειαζόταν •έ
να καταστροφικό και καταλυτικό γεγονός, κά η σαν ένα καινούριο Π ερλ
Χάρμηορ».7 Το γεγονός αυτό ήρθε, κυριολεκτικά εξ ουρανού, την 11η Σεπτεμβρίου 2001, δίνοντας τη δυνατότητα στο νεοσυντη- ρητικό ρεύμα να κυριαρχήσει και να αναζητήσει στον παγκόσμιο «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» το αντίδοτο στη σταδιακή, αλλά απειλητική διάβρωση της αμερικανικής ηγεμονίας.
Ωστόσο, οι «ιέρακες» δεν χάρηκαν για πολύ το θρίαμβό τους. Η αποτυχία της Αμερικής στο Ιράκ επαναφέρει το ερώτημα για τα πραγματικά κίνητρα της άκρως επιθετικής στροφής του αμερικανικού ιμπεριαλισμού υπό την ηγεμονία των νεοσυντηρητικών.
Πετρέλαιο και γεωπολιτική
•Ό χ ι αίμα για το πετρέλαιο!», ήταν το κεντρικό, ευθύβολο σύνθημα στο παγκόσμιο «τσουνάμι» αντιπολεμικών συλλαλητηρίων που ξεσήκωσε η αμερικανική εισβολή στο Ιράκ. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι δύο μεγάλοι πόλεμοι της κυβέρνησης Μπους, στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, η απειλή πολέμου στο Ιράν, η επιχείρηση ανατροπής του Τσάβες στη Βενεζουέλα, η υποστήριξη των αντιρωσικών, «βελούδινων επαναστάσεων» σε Ουκρανία και Γε
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 261
ωργία και η περικύκλωση της Ρωσίας με την αντιπυραυλική ασπίδα, κοντολογίς οι καίριες επιλογές της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής κατά τα τελευταία χρόνια, σχετίζονται άμεσα και
με την επιδίωξη ελέγχου των αποθεμάτων του πλανήτη σε υδρογονάνθρακες.
Η αναμφισβήτητη εξάρτηση της Αμερικής -ενός έθνους που, ενώ αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 5% του παγκόσμιου πληθυσμού, καταναλώνει το 25% της ενέργειας-8 από το πετρέλαιο τονίζει την κρίσιμη σημασία του ενεργειακού προβλήματος στην αμερικανική γεωστρατηγική. Ωστόσο, η σωστή αυτή εκτίμηση ορισμένες φορές απολυτοποιείται, όταν αναγορεύεται σε καθοριστικό παράγοντα το ειδικό βάρος του πετρελαϊκού λόμπι στην κυβέρνηση Μπους, εξέχοντα στελέχη της οποίας, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου και του αντιπροέδρου της, προέρχονται από την πετρελαϊκή βιομηχανία. Ουδεμία κυβέρνηση, όχι στο ισχυρότερο κράτος του κόσμου, αλλά ούτε και στην αθλιέστατη Μπανανία, θα μπορούσε να επιβιώσει αν εξέφραζε μια μικρή μερίδα του μονοπωλιακού κεφαλαίου εις βάρος του συλλογικού καπιταλιστή.
Ό σο για την υποτιθέμενη «σπανιότητα» του πετρελαίου, όπως είδαμε στο Κεφάλαιο 4, είναι πολύ σχετική έννοια και έχει λιγό- τερο πιεστικό χαρακτήρα από ό,τι γενικά πιστεύεται. Το πραγμα
τικό πρόβλημα της στιγμής δε βρίσκεται σιην περιορισμένη διαθεσιμότητα
τον πετρελαίου, αλλά στην εξασθένηση τον πολιτικού ελέγχου m v ΗΠΑ
πάνα σ ’αυτό. Μέχρι το 1973, οι ΗΠΑ παρήγαγαν περισσότερο πετρέλαιο απ’ όσο κατανάλωναν. Σήμερα αναγκάζονται να καλύπτουν το 60% των αναγκών τους με εισαγωγές. Παρά την πρόοδο αναφορικά με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (αιολική, ηλιακή, βιομάζα κ.ά.), το 85% αντιστοιχεί σε ορυκτά καύσιμα-πε- τρέλαιο, φυσικό αέριο, άνθρακα. Τα δύο τρίτα από τα υπάρχο
262 ΙΙΚΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ντα κοιτάσματα πετρελαίου βρίσκονται στη Μέση Ανατολή, όπου το κόστος εξόρυξης είναι πολύ χαμηλότερο από οποιαδήποτε άλλη περιοχή του κόσμου (Πίνακες 7 και 8). Αλλά τα τρία ισχυρά κράτη παραγωγής πετρελαίου της περιοχής ήταν, τον Μάρτιο του 2003, όταν ξεκίνησε ο δεύτερος Πόλεμος στον Κόλπο, είτε εχθρικά προς τις ΗΓΙΑ (Ιράκ, Ιράν) είτε εσωτερικά ασταθή (Σαουδική Αραβία), με όχι αμελητέο τον κίνδυνο ανατροπής του καθεστώτος από πραξικόπημα οπαδών του Οσάμα μπιν Αάντεν.9 Επιπλέον, η επανάκτηση του ελέγχου του πετρελαίου και του φυσικού αερίου από το ρωσικό κράτος, ύστερα από την «καρατόμηση» ορισμένων ολιγαρχών από τον Βλαντιμίρ Πούτιν και η αριστερή στροφή της Βενεζουέλας με τον Τσάβες συνέβαλαν στην περαιτέρω ενεργειακή εξάρτηση των ΗΠΑ και των συμμάχων τους από μη ελεγχόμενες δυνάμεις.
ΠΙΝΑΚΑΣ 7:
Εκτίμηση των εχμεταΧΧενσιμων αποθεμάτων πετρελαίου ανά περιοχή,
Ιανουάριος 2 0 0 2 , αε δις βαρέλια
(σύμφωνα μ ε το O il and Gas J ou rn a l και το W orld Oil)
O il an d Gas Journal W orld O il
B. Αμερική 54.2 50.9Ν. Αμερική 96.0 69.1Δ. Ευρώπη 17.3 17.7Αν. Ευρώπη 58.4 67.1Μ. Ανατολή 685.6 662.5Αφρική 76.7 94.9Ασία και Ωκεανία 43.8 56.5Κόσμος 1032.0 1018.7
Πηγή: Energy Information Administration/ International Agency Annual 200,1.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 263
ΠΙΝΑΚΑΣ 8:
Καθαρό κόσιος (χωρίς τις μααψορικές δαηάνες) γ ια τ ψ εξόρυξη
ενός βαρελιού αργού πετρελαίου ανά περιοχή (οε δολάρια ΗΠΑ)
Διερεύνηση Ανάπτυξη Παραγωγή ΣυνολικόΚόστος
Ρωοία 3 3.9 5.1 12Βόρεια θάλασσα 2.4 3.6 5 11Αγκόλα 2 4.5 3.6 10.1Κόλπος Μεξικού 1.5 3 4.5 9Λ. Αμερική 2 3 3.6 8.6Κασπία 1.5 2.4 4.1 8ΟΠΕΚ-Μ.Ανατολή 0.4 1 1.6 3
Πηγή: G. Rotillon, “Economie des ressources nauirelles”.
Σ’ αυτό το φόντο, η σημασία του πετρελαίου στον αμερικανικό «παγκόσμιο πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» δεν προέρχεται τόσο από το άμεσο οικονομικό όφελος που υπόσχεται στις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες, όσο από τα μακροπρόθεσμα, γενικά πολιτικά συμφέροντα της υπερδύναμης. Εάν οι ΗΠΑ κατόρθωναν να σταθεροποιήσουν την κατοχή και την αποικιοκρατική καταλήσιευση του Ιράκ, να στερεώσουν φιλικά, βιώσιμα καθεστώτα στη Σαουδική Αραβία και το Ιράν, να ελέγξουν την Κεντρική Ασία και την Κα- σπία Θάλασσα και να ανατρέψουν τον Τσάβες,10 ασφαλώς θα έδιναν παράταση στην αμφισβητούμενη, παγκόσμια ηγεμονία τους.
Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειώσουμε ότι η Αμερική είναι πολύ λιγότερο εξαρτημένη από τα πετρέλαια της Μέσης Ανατολής σε σύγκριση με την Ευρώπη και την Ιαπωνία, καθώς, αφ’ ενός μεν, διαθέτει η ίδια κοιτάσματα, αφ’ ετέρου δε εισάγει περισσότερο από άλλες, πετρελαιοπαραγωγούς χώρες της αμερικανικής ηπεί
264 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ρου και της Αφρικής.11 Επομένως, ο έλεγχος των πετρελαίων της Μέσης Ανατολής μπορεί να ιδωθεί και ως «προληπτικό πλήγμα» εναντίον οποιοσδήποτε τάσης ενεργειακής και, κατά προέκταση, πολιτικής χειραφέτησης των άμεσων ανταγωνιστών της.
Τίποτα δε δείχνει, όμως, ότι το αυτοκρατορικό σχέδιο της Αμερικής βαδίζει προς την υλοποίησή του. Αντίθετα, από την κήρυξη του πολέμου στο Ιράκ μέχρι τα τέλη του 2007, οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου είχαν σχεδόν τριπλασιαστεί, αγγίζοντας το ψυχολογικό φράγμα των 100 δολαρίων ανά βαρέλι. Μια εξέλιξη που δεν οφείλεται, βέβαια, μόνο στην αποτυχία της πολιτικής Μπους έναντι του Ιράκ και του Ιράν (η άνοδος της παγκόσμιας ζήτησης, λόγω και της ταχύτατης ανάπτυξης Κίνας και Ινδίας, όπως και η κερδοσκοπία παίζουν σοβαρούς ρόλους), αλλά οπωσδήποτε επηρεάζεται από αυτήν.,
Με τη σειρά της, η εκτόξευση των τιμών του πετρελαίου (και του φυσικού αερίου, που αναπόφευκτα το ακολουθεί) ενισχύει ορισμένους από τους κυριότερους... αντιπάλους των ΗΠΑ στο διεθνή στίβο, όπως η Ρωσία του Πούτιν, η Βενεζουέλα του Τσάβες και το Ιράν του Αχμεντινετζάντ! Σε συνδυασμό με τη διαρκή πτώση του δολαρίου, ενισχύεται η τάση στροφής των πετρελαϊκών συναλλαγών από το δολάριο στο ευρώ, κάτι που θα μπορούσε να σημάνει το τέλος του αμερικανικού νομίσματος ως παγκόσμιου εμπορικού και αποθεματικού συναλλάγματος, με μοιραίες συνέπειες στην οικονομία και το διεθνές στάτους της υπερδύναμης.
Το συμπέρασμα στο οποίο οδηγούμαστε είναι ότι το πετρέλαιο, κυρίως ως πολιτικό όπλο και όχι μόνο ως άμεσα εκμεταλ- λεύσιμη πρώτη ύλη, έπαιξε σημαντικό, αλλά όχι τον αποκλειστικό ρόλο στη στροφή των ΗΠΑ προς ένα είδος διαρκούς «πολεμικού καπιταλισμού», μετά την 11η Σεπτεμβρίου του 2001. Η ροπή που προκάλεσε αυτή τη στροφή προέρχεται από τη συνιστα-
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 265
μένη σειράς παραγόντων, εσωτερικών και εξωτερικών, φανερών και υπόγειων, που μόνο στρεβλά και αποσπασματικά συνειδητοποιούνταν από τα πολιτικά επιτελεία της Ουάσιγκτον.
Στους φανερούς παράγοντες «κρατικού συμφέροντος» θα μπορούσε κανείς να συνυπολογίσει: Την επιδίωξη του αμερικανικού ιμπεριαλισμού να καθυποτάξει το Ιράκ, την πιο ισχυρή δύναμη του αραβικού εθνικισμού, ύστερα από τη συνθηκολόγηση της Αι- γύπτου του Σαντάντ με το Ισραήλ. Την ανησυχία των Αμερικανών για τη διάβρωση του φονικού για τον άμαχο ιρακινό πληθυσμό εμπάργκο, που είχε επιβληθεί στο Ιράκ μετά τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου, με τις αλλεπάλληλες πτήσεις ρωσικών, γαλλικών, ιταλικών και άλλων ευρωπαϊκών αερογραμμών την περίοδο 1999- 2001, και το φόβο τους ότι το Ιράκ θα μπορούσε να βγει από την καραντίνα και να συνάψει προνομιακές σχέσεις με τους Ευρωπαίους, τους Ρώσους και τους Κινέζους. Το γεγονός ότι ο Σαντάμ Χουσεΐν, αλλά και ισχυροί κύκλοι του ΟΓΙΕΚ, εξέταζαν το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήσουν, στις πετρελαϊκές συναλλαγές τους, το ευρώ αντί του δολαρίου, κάτι που θα μπορούσε να κλονίσει σοβαρά την παγκόσμια ηγεμονία των ΗΠΑ στον τομέα του χρήματος.12 Την επιδίωξη να ενισχυθεί το Ισραήλ, σε μια περίοδο όπου η δεύτερη παλαιστινιακή Ιντιφάντα είχε σαρώσει τις κατ’ ευφημισμόν «ειρηνευτικές» συμφωνίες του Όσλο, γαλβανίζοντας τα αντιιμπεριαλιστικά και αντισιωνιστικά συναισθήματα σε όλο τον αραβικό κόσμο.13 Την προσπάθεια να ανακουφιστεί κάπως το ασταθές καθεστώς της Σαουδικής Αραβίας από την πίεση του εξ- τρεμιστικού Ισλάμ, με τη μεταφορά των αμερικανικών στρατευμάτων από τη χώρα των ιερών τόπων του Μωάμεθ στο γειτονικό Ιράκ. Τέλος, την ανάγκη να δοθεί ένα μήνυμα συντριπτικής ισχύος προς πάσα κατεύθυνση από την αμερικανική υπερδύναμη ύστερα από το σοκ της 11 ης Σεπτεμβρίου, με το πολύ ισχυρό συμ
ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΓ1 ΑΚΩΝΣΓΑΝ'ΓΙNOV
βολικό μήνυμα από την κατάρρευση των Δίδυμων Πύργων και το χτύπημα του ίδιου του Πενταγώνου.
Οι λιγότερο προφανείς παράγοντες πρέπει να αναζητηθούν στη γενικότερη ατμόσφαιρα που περιέβαλλε τις ΗΠΑ στο χάραμα της τρίτης χιλιετίας. Η κατάρρευση του Nasdaq και του Dow Jones στη Γουόλ Στριτ και η αλυσίδα μεγα-σκανδάλων τύπου Enron είχαν προκαλέσει οξεία κρίση νομιμοποίησης των πολιτικών ελίτ και των νεοφιλελεύθερων, κοσμοπολίτικων αξιών της «παγκοσμιοποίησης». Η ύφεση που έπληξε την αμερικανική οικονομία σιις αρχές του 2001 ανέβασε την ανεργία, τα ταμεία συντάξεων έχασαν το ένα τρίτο των αποθεματικών τους και το σύστημα υγείας είχε μετατραπεί σε σωρό ερειπίων. Η Αμερική ήταν ήδη το πιο καταχρεωμένο κράτος όλων των εποχών. Την ίδια εποχή, η Ευρωπαϊκή Ένωση καθιέρωνε το ευρώ, δρομολογούσε την προς Ανατολάς διεύρυνση και τη θέσπιση Συντάγματος, μεγεθύνοντας τους φόβους της Ουάσιγκτον για τη δυναμική διαμόρφωσης ενός άκρως ανταγωνιστικού, ιμπεριαλιστικού πόλου.
Στο μεταξύ, δύο δεκαετίες νεοφιλελεύθερων αναδιαρθρώσεων είχαν αποδομήσει σε μεγάλο βαθμό το κοινωνικό κράτος που θεμελιώθηκε με το New Deal του προέδρου Ρούζβελτ και ανανεώθηκε με τις προοδευτικές, κοινωνικές μεταρρυθμίσεις των κυβερνήσεων των Δημοκρατικών υπό τους Κένεντι και Τζόνσον, με αποτέλεσμα τη διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής. Ό σο κρατούσε ο Ψυχρός Πόλεμος, ο Φόβος έπαιζε το ρόλο της συγκολλητικής ουσίας στο κονιορτοποιημένο κοινωνικό μωσαϊκό της Αμερικής. Κάτι τέτοιο, πάνω κάτω, είχε οραματιστεί ο Τόμας Χομπς στο κλασικό έργο του Λεβιάθαν, προτείνοντας μια απολυταρχική Κοινοπολιτεία, ως μέσο για τη συγκράτηση των διαλυτικών τάσεων του ατομισμού, που οδηγούν στον καταστροφικό «πόλεμοΌλων εναντίον όλων». Ό πως σημείωνε όμως η Χάνα Αρεντ:
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΙΙΑΡΑΠΕΤΑΣΜΛ 267
«Εφόοον η ισχύς είναι μόνο ένα μέσο και όχι αυτοσκοπός, μια κοινότητα που θεμελιώνεται αποκλειστικά στην ισχΰ είναι καταδικασμένη να αποσαθρωθεί μέσα σιην ηρεμία της τάξης και της σταθερότητας. Η απόλυτη ασφάλεια της αποδεικνΰει απλώς ότι είναι χτισμένη πάνω στην άμμο. Μόνο αποκτώντας ακόμη περισσότερη ισχΰ μπορεί να εγγυηθεί το στάτους κβο. Μόνο μέσω της αέναης διαδικασίας συσσώρευσης ισχύος μπορεί να διατηρηθεί η ισορροπία. Η Κοινοπολιτεία του Χομπς είναι μια ασταθής δομή, που χρειάζεται διαρκώς τροφοδοσία από εξωτερικές ωθήσεις. Διαφορετικά, κινδυνεύει να καταρρεύσει εν μια νυκτί δίνοντας τη θέση της στο χωρίς νόημα χάος των ατομικών συμφερόντων από τα οποία ξεπήδησε [...]. Η μόνιμη πιθανότητα πολέμου προσφέρει στην Κοινοπολιτεία μια αίσθηση σταθερότητας, γιατί δίνει τη δυνατότητα στο κράτος να ενισχΰσει τη δύναμή του εις βάρος άλλων».Μ
Στην οκταετία του Κλίντον, μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου, η διαδικασία της «διευρυμένης αναπαραγωγής της ισχύος», που τόσο διεισδυτικά περιγράφει η Άρεντ, διακόπηκε. Η συγκολλητική ουσία του Φόβου εξατμίστηκε, ενώ η συνέχιση του άγριου νεοφιλελευθερισμού δεν επέτρεψε την αντικατάστασή της με ένα νέο New Deal. Αυτό ακριβώς ήταν η βασική υπόσχεση του Κλίντον, όταν ανέβαινε στην εξουσία. Αλλά οι πρώτες, δειλές απόπειρες να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση, με μια προοδευτική μεταρρύθμιση του συστήματος υγείας και κοινωνικών ασφαλίσεων, τορπιλίστηκαν εν τη γενέσει τους από το Κογκρέσο.
Αποτέλεσμα ήταν η πλήρης αποδιάρθρωση του κοινωνικού ιστού, με διαλυτικά φαινόμενα τεραστίων διαστάσεων: Τυφλή εξέγερση των μαύρων στο Λος Άντζελες, σφαγή σιο Γουάκο του Τέξας μιας θρησκευτικής σέχτας από δυνάμεις του FBI, ανατίναξη
ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
του ομοσπονδιακού κτιρίου της Οκλαχόμα από ακροδεξιούς, Αμερικανούς τρομοκράτες, αλλεπάλληλα περιστατικά αιματοχυσίας σε σχολεία, στο πρότυπο του Κολουμπάιν, από τους παρανοϊκούς της «ελεύθερης οπλοκατοχής» και πάει λέγοντας. Αντί να οδηγεί τον κόσμο στο ήρεμο λιμάνι της ειρηνικής, νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, η Αμερική έμοιαζε με έναν Τιτανικό που πλέει χωρίς πυξίδα, χωρίς στιβαρό χέρι στο τιμόνι, ανάμεσα σε ολοένα και πιο απειλητικά παγόβουνα, με πλήρωμα και επιβάτες σε κατάσταση γενικευμένης μέθης και αλληλοεξόντωσης.
Σ’ αυτό το φόντο, οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 πρέπει να λειτούργησαν σαν αστραπή που φωτίζει ξαφνικά όλα τα φαντάσματα, τα οποία μέχρι τότε παραμόνευαν στις πιο μακρινές γωνίες της συλλογικής συνείδησης των αμερικανικών ελίτ. Ο δίχως ημερομηνία λήξης «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» εμφανιζόταν, στα μάτια του Μπους και του ιδιόμορφου κράματος χριστιανικής Δεξιάς-νεοσυντηρητισμού που αντιπροσώπευε, ως μεσσιανική αποστολή με διπλό στόχο: την αποκατάσταση της εσωτερικής συνοχής μέσω της Κοινοπολιτείας του Φόβου και την αναστύλωση της παγκόσμιας ηγεμονίας της υπερδύναμης. Ωστόσο, τα ευάλωτα οικονομικά θεμέλια της αμερικανικής ισχύος καθιστούσαν εξαρχής προβληματικό, στα όρια του πολιτικού τυχοδιωκτισμού, το όλο εγχείρημα.
Η οικονομική ανισορροπία τψ υηερδύναμψ
Η κρίση του 2001 και η συνακόλουθη ύφεση δεν έφεραν, βέβαια, έναν καταστροφικό κλονισμό τύπου 1929-32 στην αμερικανική οικονομία. Αλλά η αναζωογόνηση που ακολούθησε στηρίχτηκε σε πήλινα πόδια, εντείνοντας, κάτω από την επιφάνεια των χρήμα-
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 269
τιστηριακών δεικτών και των ποσοστών μεγέθυνσης του ΑΕΠ, τα χρόνια, δομικά προβλήματα του αμερικανικού καπιταλισμού.
Παρά την ανάκαμψη της καπιταλιστικής κερδοφορίας, κυρίως στο χρηματιστικό, εν μέρει και στο βιομηχανικό τομέα μετά το 1985, ο νεοφιλελευθερισμός δεν κατάφερε να αποκατα- στήσει την αμερικανική υπεροχή στην υλική παραγωγή. Στις αρχές του 21ου αιώνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες εκπροσωπούσαν το 25% της παγκόσμιας, βιομηχανικής παραγωγής και μόλις το 14% της αυτοκινητοβιομηχανίας, χάνοντας διαρκώς έδαφος προς όφελος της Ευρώπης και κυρίως της Ανατολικής Ασίας, που μετα- τρέπεται σταδιακά στο νέο «βιομηχανικό εργαστήρι του κόσμου». Η βιομηχανική παραγωγή ανά κάτοικο της Αμερικής δεν αντιπροσωπεύει πλέον παρά το 50% της Ιαπωνίας και το 60% της Γερμανίας, ενώ είναι σημαντικά μικρότερη και από τα αντίστοιχα μεγέθη Γαλλίας και Ιταλίας. Το αμερικανικό μερίδιο στη βιομηχανική παραγωγή των τριών μεγαλύτερων καπιταλιστικών οικονομιών (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Γερμανία) έπεσε, από 54,2% το 1961, σε 40,5% το 1996.15 Αντανάκλαση της σχετικής παραγωγικής υποχώρησης της Αμερικής είναι τα σωρευόμενα εμπορικά της ελλείμματα, όχι μόνο απέναντι στην Κίνα, την Ιαπωνία και την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά ακόμη και απέναντι σε χώρες όπως η Ρωσία, η Ουκρανία, το Ισραήλ και το Μεξικό.
Σε αντίθεση με ό,τι γενικά πιστεύεται, οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται πολύ κοντά στο να χάσουν την υπεροχή και στο ιδιαίτερης σημασίας πεδίο των νέων τεχνολογιών. Τον Σεπτέμβριο του2003, το αμερικανικό εμπορικό ισοζύγιο στα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας έγινε αρνητικό κατά 3,9 δις δολάρια,16 ενώ σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το 2004 η Κίνα ξεπέρασε τις ΗΠΑ για να γίνει η πρώτη, σε παγκόσμια κλίμακα, εξαγωγέας προϊόντων πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών. Η περίφημη Κοιλάδα της Σιλικόνης χάνει βαθ
270 IIΕΤΡΟΣ IΙΑΓΙΑΚΩΝΣΤΑΝΊΊ NOV
μιαία το ειδικό της βάρος, ως πρωτοπορία της τεχνολογικής καινοτομίας, προς όφελος του Μονάχου και άλλων ανταγωνιστικών κέντρων.17 Ο διεθνής αντιδραστήρας θερμοπυρηνικής σύντηξης, που φιλοδοξεί να πραγματοποιήσει μια τομή παγκόσμιας σημασίας στο ενεργειακό πρόβλημα, δεν κατασκευάζεται στις ΗΠΑ, αλλά στη Γαλλία. Με το σύστημα δορυφορικού εντοπισμού Galileo, οι Ευρωπαίοι και με το σύστημα Glonass οι Ρώσοι σπάνε την αμερικανική μονοκρατορία στους αιθέρες, που στηριζόταν σιο σύστημα GPS. Η εξέλιξη αυτή έχει τεράστια σημασία, γιατί στην εποχή της τρίτης τεχνολογικής επανάστασης η όλη οικονομική ζωή στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στα συστήματα δορυφορικού εντοπισμού. Επομένως, η Αμερική χάνει τη δυνατότητα που είχε ως τώρα να εκβιάζει, όχι μόνο σε καιρούς πολέμου αλλά και σε καηκ)ύς ειρήνης, την πλειονότητα των εθνών-κρατών, μπλοκάροντας το ενεργειακό δίκτυο, τις τηλεπικοινωνίες και την όλη οικονομική ζωή τους.18
Τη δεκαετία του ’90 κυριάρχησε η εντύπωση ότι, σε πείσμα όλων των προβλημάτων του, το αμερικανο-βρετανικό μοντέλο του άγριου νεοφιλελευθερισμού εκπροσωπεί το πιο αποτελεσματικό πρότυπο καπιταλιστικής συσσώρευσης, κάτι που κρίνεται πάνω απ’ όλα στο πεδίο της παραγωγικότητας της εργασίας. Σήμερα είναι μάλλον σαφές ότι αυτό δεν ισχύει, ή τουλάχιστον δεν ισχύει με τον τρόπο που προβάλλεται, ως αποτέλεσμα της τεχνολογικής υπεροχής και του παραγωγικού δυναμισμού του εν λόγω μοντέλου. Σύμφωνα με τον πρώην διευθυντή του ΔΝΤ, Μιοέλ Καμντε- οί, η ωριαία παραγωγικότητα του Γάλλου και του Γερμανού εργαζόμενου είναι κατά μέσον όρο 5% ανώτερη εκείνης του Αμερικανού.19 Η όποια «υπεροχή» του αμερικανικού προτύπου βρίσκεται κυρίως στο βαθμό της κοινωνικής του αγριότητας: Ο μέσος Αμερικανός εργαζόταν, το 2003, 1.792 ώρες το χρόνο, ενώ ο μέσος Βρετανός 1.673 και ο μέσος Γάλλος 1.431.20 Οι Αμερικα
ΓΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 271
νοί εργαζόμενοι δεν έχουν κανένα απολύτως νομικά κατοχυρωμένο δικαίωμα για πληρωμένες διακοπές, ένα ζήτημα που αφήνεται στην ατομική διαπραγμάτευση με τους εργοδότες (κατά μέσο όρο, παίρνουν 13 μέρες το χρόνο άδεια).
Στην υπερεκμετάλλευση της εργατικής δύναμης στη σφαίρα της παραγωγής πρέπει να προστεθεί η μεταφορά του κόστους αναπαραγωγής της -κυρίως των δαπανών για εκπαίδευση, υγεία και κοινωνική ασφάλιση-'21 από το κράτος -μέσω του οποίου επωμίζεται κατά ένα μέρος το κόσιος και το κεφάλαιο- αποκλειστικά στον εργαζόμενο, κάτι που δεν έχει ακόμη επιτευχθεί παρά μόνο σε μικρό βαθμό από τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό. Η φθορά της εργατικής δύναμης από την τάση «βραζιλιανοποίησης» της αμερικανικής κοινωνίας υπονομεύει, μακροπρόθεσμα, την ίδια την παραγωγικότητα της οικονομίας, όπως αρχίζουν να αναγνωρίζουν και οι ακραιφνείς, μέχρι πρόσφατα, κήρυκες του νεοφιλελευθερισμού, όπως ο βρετανικός Economist,22 Είναι χαρακτηριστικό ότι η Αμερική κατέχει τη θλιβερή 43η θέση στον κόσμο ως προς την αντιμετώπιση της βρεφικής θνησιμότητας και ότι το 2005 πέθαιναν στην Ουάοιγκτον 115 στα 10.000 βρέφη, ενώ στο Πεκίνο 46.
Τουλάχιστον αμφισβητήσιμο είναι και το αξίωμα ότι το αμερικανικό μοντέλο και η βρετανική παραλλαγή του δημιουργούν περισσότερες θέσεις εργασίας. Ο Πίνακας 9 δείχνει, αντίθετα, ότι από τη στιγμή που άρχισε η στροφή των ΗΠΑ προς το νεοφιλελευθερισμό, η δημιουργία θέσεων εργασίας επιβραδύνθηκε και σήμερα βρίσκεται στα ίδια επίπεδα με την Ευρώπη των 15 (χωρίς τις νέες χώρες της διεύρυνσης). Η μικρότερη επίσημα κατα- γεγραμμένη ανεργία των ΗΠΑ, σε σύγκριση με την ηπειρωτική Ευρώπη, δεν αποτελεί ασφαλή δείκτη για εξαγωγή συμπερασμάτων, για δύο τουλάχιστον λόγους: Πρώτον, γιατί κρύβει την τεράστια έκταση της υποαπασχόλησης με μία, δύο ή και τρεις δου
272 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΓΑΝΤΙΝΟΥ
λειές του ποδαριού, χωρίς κοινωνική ασφάλιση, καθώς ο βιομηχανικός εργάτης με σταθερή, καλά αμειβόμενη θέση εργασίας, αντικαθίσταται από τον «ευέλικτο» πιτσαδόρο ή σεκιουριτά, με την προσωρινή, ανασφάλιστη και φθηνή απασχόληση. Και δεύτερον, γιατί ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού έχει εξοστρακιστεί μόνιμα από την αγορά εργασίας, δεν ψάχνει καν για δουλειά, δεν εισπράττει επίδομα ανεργίας και δεν εμφανίζεται σε καμία στατιστική.
ΠΙΝΑΚΑΣ 9:
Ετήσια αύξηση της απασχόλησης (% ) σε ΗΠΑ και Ευρώπη, 1 9 7 7 -2 0 0 6
1977-1986 1987-1996 1997-2006ΗΠΑ 1,9 1,4 1,2Ε.Ε. (15) 0,2 0,5 1,2Ευρωζώνη 0,2 0,6 1,2
Πηγή: Eurostat, US Bureau of Labor Statistics.
Μέρος αυτής της κρυμμένης πραγματικότητας είναι ο πληθυσμός των φυλακισμένων, οι οποίοι αυξήθηκαν, στις ΗΠΑ, από 500.000 το 1980 σε 1,5 εκατομμύριο το 1995. Οι φυλακισμένοι αντιστοιχούν στο 1,5% του πληθυσμού των ΗΠΑ, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στη Γαλλία είναι 0,3%.23
Σ’ αυτά πρέπει να προστεθεί η ανησυχητική κατάσταση των υποδομών, με τη Νέα Υόρκη να έχει πρόβλημα τροφοδοσίας σε πόσιμο νερό, την Καλιφόρνια να βυθίζεται στο σκοτάδι από κατάρρευση του δικτύου ηλεκτροδότησης και μια ολόκληρη ιστορική πόλη σαν τη Νέα Ορλεάνη να υφίσταται βιβλική καταστροφή από τον τυφώνα Κατρίνα - ένα εντελώς προβλέψιμο φαινόμενο, που καταφέρνουν να αντιμετωπίζουν χωρίς ιδιαίτερα προβλή
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 273
ματα πολύ φτωχότερες χώρες, σαν την Κούβα. Παρόμοια φαινόμενα, εντελώς αφύσικα για το στάτους της μόνης παγκόσμιας υ- περδύναμης, γεννούν συνειρμούς με κρούσματα τύπου Τσερνο- μπίλ στην μπρεζνιεφική εποχή της «στασιμότητας», όταν η Σοβιετική Ένωση βρισκόταν μεν στο ζενίθ της γεωπολιτικής της επέκτασης, αλλά οι υπόγειες, αποσταθεροποιητικές δυνάμεις άρχιζαν να λειτουργούν ανεξέλεγκτα.
Οι δύο γιγάηιες «φούσκες»
Φυσικά, η στασιμότητα του γραφειοκρατικού, σοβιετικού σχηματισμού, με τις άκαμπτες, συγκεντρωτικές δομές, τη χαμηλή παραγωγικότητα και την αδυναμία προσαρμογής στις νέες παραγωγικές δυνάμεις της τρίτης τεχνολογικής επανάστασης, ήταν πολύ διαφορετική από τη «στασιμότητα» του άκρως ευέλικτου, αμερικανικού καπιταλισμού, που έχει αναπτύξει μέχρι το έπακρο τη δαρβινική τέχνη της «δημιουργικής καταστροφής». Στην περίπτωση των ΗΠΑ, ο γεροντικός μαρασμός εκδηλώνεται περισσότερο με την υπερμεγέθυνση της οικονομίας-φούσκας.
Όπως είδαμε σε προηγούμενες ενότητες, στην κρίση του 2001, όταν έσκασε η «φούσκα» των επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας, ο τότε πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Αλαν Γκρίνσπαν κατάφερε να αποτρέψει τα χειρότερα, με την πολιτική των χαμηλών επιτοκίων, δηλαδή του φθηνού χρήματος, ενθαρρύνοντας το δανεισμό και την ιδιωτική κατανάλωση - ένα είδος «μονετα- ριστικού κεϊνσιανισμού της μαζικής κατανάλωσης». Το τίμημα αυτής της σωτήριας, σε πρώτο χρόνο, παρέμβασης ήταν να διογκωθούν άλλες, δυνητικά πολύ πιο επικίνδυνες φούσκες. Και πρώτα απ’ όλα, η φούσκα της αγοράς ακινήτων.
274 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Την περίοδο 1975-1995, οι τιμές των ακινήτων παρέμειναν χονδρικά σταθερές σε πραγματικούς άρους, ακολουθώντας τον τιμάριθμο. Ωστόσο, τα επόμενα οχτώ χρόνια, ο δείκτης των ακινήτων ξεπέρασε το δείκτη του τιμαρίθμου κατά 35 μονάδες.24 Αυτή η πρωτοφανής στην Ιστορία αύξηση των πραγματικών τιμών των ακινήτων οφείλεται, εν πολλοίς, στην προηγούμενη «φούσκα» του χρηματιστηρίου, που έδινε τη δυνατότητα στους κερδισμένους του παιχνιδιού να αναζητούν καλύτερα και ακριβότερα σπίτια, ωθώντας προς τα επάνω τις τιμές τους. Με τη μείωση των επιτοκίων από τον Γκρίνσπαν, η τάση αυτή συνεχίστηκε και μετά την πτώση του χρηματιστηρίου, με συνέπεια η ήδη αφύσικη φούσκα των ακινήτων να συνεχίσει να διογκώνεται.
Αλλά αυτή η κατάσταση δεν ήταν δυνατό να διαιωνίζεται επ’ άπειρον. Τον Αύγουστο του 2007, η αντίστροφη μέτρηση άρχισε με την κατάρρευση της αμερικανικής αγοράς ακινήτων «χαμηλής φερεγγυότητας» (subprime loans). Πρόκειται για μια πολύ διδακτική εκδήλωση της γενικευμένης κρίσης υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων που μαστίζει το παγκόσμιο σύστημα, με απρόβλεπτης έντασης επιπτώσεις.
Διαθέτοντας τεράστια αδρανή κεφάλαια, οι μεγάλες τράπεζες προσπαθούν να επεκτείνουν τα στεγαστικά δάνεια από τα αστικά και μεσαία στρώματα, στις πιο φτωχές κατηγορίες του πληθυσμού, για να αντλήσουν και από αυτές τις τελευταίες διαθέσιμες πηγές κέρδους. Δίνουν έτσι τη δυνατότητα και σε μη προνομιούχους οικογένειες να μετάσχουν στο αμερικανικό όνειρο της ιδιόκτητης κατοικίας. Επικαλούμενες, όμως, το υψηλό ρίσκο λόγω της χαμηλής «πιστοληπτικής φερεγγυότητας» των φτωχών, οι τράπεζες επιβάλλουν υψηλότερα επιτόκια ακριβώς σε αυτούς που τους είναι πιο δύσκολο να τα ξεπληρώσουν. Οι φτωχοί πληρώνουν πιο ακριβά διόδια στο αμερικανικό όνειρο από τους πλούσιους!
ΓΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 275
Αναπόφευκτα, κάποια στιγμή πολλοί Αμερικανοί δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, τις οποίες φορτώνουν στις τράπεζες. Οι τελευταίες, όμως, έχουν ήδη τιτλοποιήσει και πουλήσει τα δάνεια σε εξειδικευμένα ταμεία, όπως τα hedge funds, οπότε μπορούν να εκδώσουν νέα subprime loans, διογκώνοντας ακόμη περισσότερο τη «φούσκα». Αναπόφευκτα έρχεται η στιγμή που η φούσκα «σκάει». Αντιμέτωπες με τα «κανόνια» που χτυπάνε στην αγορά, οι τράπεζες σφίγγουν την κάνουλα των δανειοδοτήσεων, δημιουργώντας συνθήκες πιστωτικής ασφυξίας, που απειλεί να παρασύρει όλη την οικονομία σε ύφεση. Παρά τις αλλεπάλληλες ενέσεις ρευσ[ότητας από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα, ο κίνδυνος αυτός όχι μόνο δεν είχε υποχωρήσει, αλλά ήταν πιο άμεσος από κάθε άλλη φορά στα τέλη του 2007.
Αν εξελιχθούν έτσι τα πράγματα, οι επιπτώσεις θα είναι πολύ πιο οδυνηρές από την κατάρρευση των μετοχών των επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας στη Γουόλ Στριτ, το 2000. Η εκτίμηση αυτή στηρίζεται στον κεντρικό ρόλο της αγοράς ακινήτων, καθώς αυτή συνδέεται άμεσα με ένα σωρό σημαντικούς βιομηχανικούς κλάδους (μέταλλο, κατασκευές, ασφαλιστικές εταιρείες, κατασκευές, αυτοκινητοβιομηχανία κ.ά.). Σύμφωνα με τον Στίγκλιτς, το 80% της αύξησης της απασχόλησης και τα δύο τρίτα της αύξησης του ΑΕΠ τα τελευταία χρόνια στις ΗΠΑ συνδεόταν άμεσα ή έμμεσα με τον τομέα των ακινήτων.25
Επιπλέον, το χρηματιστήριο δεν αντιπροσωπεύει παρά το 20%, ως προς την αύξηση της αξίας στην περιουσία των αμερικανικών νοικοκυριών, ενώ στα ακίνητα αντιστοιχεί το 60%. Τα δύο τρίτα των νοικοκυριών έχουν, θεωρητικά, ιδιόκτητο σπίτι. Λέμε θεωρητικά, γιατί στην πραγματικότητα βρίσκονται διαρκώς καταχρεωμένα στις τράπεζες. Περισσότερα από τα μισά δεν κατέχουν παρά το 10% της αξίας της κατοικίας τους.2Β Δανείζονται, απο
276 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
κτούν σπίτι, υπολογίζοντας ότι η τιμή του θα αυξηθεί, το πουλάνε σε πέντε χρόνια, ξεχρεώνουν το δάνειο, ξαναδανείζονται για να αγοράσουν άλλο καλύτερο σπίτι και πάει λέγοντας.
Ό ταν έρχεται, όμως, όπως τώρα, η στιγμή της κρίσης, τα καταχρεωμένα νοικοκυριά πιάνονται στην οδυνηρή μέγκενη: Από τη μια πλευρά, η αξία των ακινήτων τους πέφτει (από τον Αύγουστο μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου του 2007, περίπου 5% κατά μέσο όρο) και ο χρόνος για την πώληση ή την ενοικίαση ακινήτων επιμηκύνεται. Από την άλλη, οι τράπεζες κάνουν πιο αυστηρούς τους όρους δανειοδότησης, ενώ τα επιτόκια, παρά την αντίσταση της Κεντρικής Τράπεζας, αναπόφευκτα έχουν την τάση να ανέβουν (αν δεν ανέβουν, απλώς θα επιταχυνθεί η κατάρρευση του δολαρίου ως παγκοσμίου νομίσματος). Τελικά, τα νοικοκυριά πρέπει να πληρώνουν πιο πολλά για μια περιουσία που αξίζει λιγότερο. Αναγκάζονται λοιπόν να σφίξουν το ζωνάρι, να περιορίσουν την κατανάλωση, συμβάλλοντας στη γενική ύφεση της οικονομίας.
Η δεύτερη μεγάλη φούσκα είναι εκείνη του ιδιωτικού και δημοσίου χρέους. Για πρώτη φορά ύστερα από την κρίση του 1929-32, η συνολική αποταμίευση των νοικοκυριών έγινε αρνητική, δηλαδή τα χρέη ξεπέρασαν τις αποταμιεύσεις. Όπως δείχνει το Γράφημα 8, η υπερχρέωση των νοικοκυριών βρίσκει το αντίστοιχό της στην έκρηξη του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών της Αμερικής. Το συνολικό χρέος των Ηνωμένων Πολιτειών (καταναλωτικό, εταιρικό και κρατικό) φτάνει το εξωφρενικό 300% του ετήσιου ΑΕΠ.27 Η βικτοριανή Αγγλία ήταν ο μεγαλύτερος παγκόσμιος πιστωτής, ενώ η διάδοχός της, η αμερικανική υπερδύναμη, αποτελεί ήδη το μεγαλύτερο παγκόσμιο χρεώστη, που θα είχε μπει προ πολλού σε δρακόντειο πρόγραμμα «εξυγίανσης» από το ΔΝΤ, αν η Αμερική δεν ήταν η ίδια το ΔΝΤ.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 277
ΓΡΑΦΗΜΑ 8:
Λόγος τον χρέους προς το διαθέσιμο ειο ό δ ψ α τον αμερικανικών νοικοκυριών
(α) και ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ΗΠΑ (β), 1 9 9 0 -2 0 0 5
(α) 120115 110 105 100 95 90 85 80
90 91 92 93 94 95 96 97 98 99 00 01 02 03 04
Πηγή: J.L. Greau, L’avenir du capitalism.
Συνέπεια αυτής της κατάστασης είναι ότι η Αμερική χρειάζεται να δανείζεται κάθε μέρα (κάθε μέρα!) τρία δις δολάρια από το εξωτερικό για να εξυπηρετεί τα αστρονομικά της ελλείμματα. Τα χρήματα αυτά εισρέουν κατά κύριο λόγο από την Ανατολική Ασία (Κίνα, Ιαπωνία, Κορέα κ.ά.) και δευτερευόντως από την Ευρώπη, που καλύπτουν τα ελλείμματα της Αμερικής ώστε να μπο
278 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ρούν να πουλάνε τα προϊόντα τους στην αγορά της. Ό πως γλαφυρά αναφέρει ο Εμανουέλ Τοντ, «είναι ο κόσμος τον Λαφοντέν αηό
τ ψ ανάποδη, όπον το εργατικό μυρμήγκι εκλιπαρεί το άσωτο τΐιτζίκι να δε
χ θ ε ί τα τρόψιμα που του προσφέρει»'.2*
Από μια άποψη, αυτό είναι ένδειξη ισχύος της Αμερικής, που επιβάλλει αυτοκρατορικό φόρο υποτέλειας στους εταίρους της. Από την άλλη, είναι ένδειξη ολοένα και μεγαλύτερης εξάρτησης της Αμερικής από τους σημερινούς ανταγωνιστές και πιθανούς αυριανούς εχθρούς της.29 Επιπλέον, καταδεικνύει τα εντεινόμενα παρασιτικά χαρακτηριστικά του αμερικανικού καπιταλισμού και την αστάθεια της παγκόσμιας οικονομίας, που βασίζεται στην αρχή: Ο κόσμος παράγει για να καταναλώνει, πολύ πάνω από τις πραγματικές δυνατότητές της, η Αμερική. Από βαοικός κινητήρας της παγκόσμιας οικονομίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες εξελίσσονται βαθμιαία στο υπ’ αριθμόν ένα, πελώριων διαστάσεων πρόβλημά της.
Τρίζει ο θρόνος τον δολαρίου
Η αποσταθεροποίηση της αμερικανικής οικονομίας επιδεινώνεται από την πτωτική τάση του δολαρίου έναντι του ευρώ. Η επιδείνωση της αμερικανικής οικονομίας με καταλύτη την κρίση της αγοράς κατοικίας, αλλά και η κρίση πολιτικής εμπιστοσύνης στην αμερικανική ισχύ με φόντο τις περιπέτειες της κυβέρνησης Μπους στο Ιράκ και το Ιράν, παίζουν εδώ καθοριστικούς ρόλους. Στα τέλη Νοεμβρίου του 2007, η αντιστοιχία ευρώ-δολαρίου ήταν στο1,5, που σημαίνει ότι το αμερικανικό νόμισμα είχε χάσει το ένα τρίτο της αξίας του έναντι του ευρώ, στα λίγα χρόνια ζωής του τελευταίου. «Οι επενδυτές συμφωνούν: Οτιδήποτε εκτός από δο
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 279
λάρια», ήταν ο πρωτοσέλιδος τίτλος της International H erald Tribune
στις 7 Νοεμβρίου 2007, καθώς το αμερικανικό νόμισμα έπεφτε σε ναδίρ τριακονταετίας έναντι του χρυσού (σαφής ένδειξη φόβου για επιστροφή του φαντάσματος του στασιμοπληθωρισμού της δεκαετίας του ’70 στην παγκόσμια οικονομία) και των ισχυρότερων ξένων νομισμάτων.
Βεβαίως, ένα πιο φθηνό δολάριο ενισχύει τις αμερικανικές εξαγωγές και δυσχεραίνει τις εισαγωγές, φορτώνοντας έτσι μέρος της οικονομικής δυσπραγίας στους Ευρωπαίους. Ταυτόχρονα, όμως, απειλεί να υπονομεύσει μελλοντικά την ηγεμονία του δολαρίου ως διεθνούς αποταμιευτικοΰ νομίσματος, δηλαδή ενός από τα βασικά θεμέλια της αμερικανικής, οικονομικής ανάπτυξης.30 Κατ’ εξοχήν πολιτικό νόμισμα, στηριγμένο στον έλεγχο του ΔΝΤ και των όπλων, «ο βασιλιάς-δολάριο δίνει το στέμμα στον παγκόσμιο σφετεριστή»,31 τις ΗΠΑ, οι οποίες, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες χώρες του κόσμου, έχουν τη δυνατότητα να τυπώνουν χωρίς τους συνήθεις πληθωριστικούς περιορισμούς πράσινα χαρτονομίσματα. Αλλά από ένα σημείο και πέρα, η υποτίμηση του δολαρίου μπορεί να προκαλέσει κύμα φυγής των ξένων επενδύσεων από την Αμερική και ρευστοποιήσεων των ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου που κατέχουν Αοιάτες και Ευρωπαίοι. Ή δη, Κινέζοι και Ιάπωνες έχουν αρχίσει να εξισορροπούν, πολύ προσεκτικά είναι αλήθεια, τα αποθέματά τους σε δολάρια με εκείνα σε ευρώ.
Ο καθηγητής του Χάρβαρντ και πρώην οικονομικός σύμβουλος του Κλίντον, Τζέφρι Φράνκελ, εκτιμά:
«'Chav οι χώρες της Απω Ανατολής αρχίσουν να αποσυρονιαι από τις αγορές μας, εμείς οι Αμερικανοί θα ανακαλύψουμε ξαφνικά ότι τα επιτόκια που πρέπει να πληρώνουμε ανεβαίνουν, ενώ
280 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙNO
η αξία των περιουσιακών μας στοιχείων -μετοχές, κατοικίες, πρακτικά τα πάντα- πέφτουν. 'Οταν συνέβη κάτι παρόμοιο σε άλλες χώρες, ο πληθυσμός κατελήφθη από πανικό. Αγνοώ αν μια τέτοια κρίση οδηγήσει και τις ΗΠΑ να χάσουν μεγάλο μέρος της ισχύος τους, είναι δύσκολο να αποφανθεί κανείς επ’ αυτού. Ωστόσο, είναι κάτι που σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να απο- κλείσουμε».32
Στο αμέσως προσεχές μέλλον, βέβαια, η Κίνα δεν πρόκειται να δώσει τη χαριστική βολή στο δολάριο, γιατί δεν θέλει να συρ- ρικνωθεί η αμερικανική αγορά που απορροφά το μεγαλύτερο μερίδιο των εξαγωγών της. Μεσοπρόθεσμα, όμως, η Κίνα διαθέτει πολλές εναλλακτικές λύσεις, και πρώτα απ’ όλα τη δική της, τεράστια, εσωτερική αγορά 1,3 δισεκατομμυρίου καταναλωτών - με την προϋπόθεση ότι θα καταφέρει να αντιμετωπίσει τα τεράστια κοινωνικά προβλήματα και να ανεβάσει αισθητά το βιοτικό επίπεδο της λαϊκής πλειονότητας.
Σ’ αυτό το φόντο, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα αντιμετωπίζει με ολοένα και οξύτερο τρόπο το δίλημμα να επιτρέψει την περαιτέρω υποτίμηση του νομίσματος για να ενισχύσει την αμερικανική βιομηχανία, ρισκάροντας την υπονόμευση του δολαρίου στις διεθνείς χρηματαγορές, ή να ανεβάσει τα επιτόκια για να προστατεύσει το θρόνο του δολαρίου, ρισκάροντας την ασφυξία της οικονομικής ανάπτυξης.
Τελικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες, αφού έχασαν την αδιαμφισβήτητη υπεροχή στο πεδίο της βιομηχανικής παραγωγής ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’60, κινδυνεύουν τώρα να χάσουν και τα δύο άλλα στηρίγματα της οικονομικής τους υπεροχής, στα πεδία των νέων τεχνολογιών και του χρήματος. Ο πειρασμός να ποντάρουν χοντρά στο τελευταίο αναμφισβήτητο αιού, εκείνο της
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 281
στρατιωτικής ισχύος, τόσο «φυσιολογικός» όσο και παρακινδυνευμένος, αποτυπώθηκε με ωμό τρόπο από τον Μάικλ Λεντίν, έναν εκ των πλέον προβεβλημένων εκπροσώπων του νεοσυντηρη- τισμοΰ, ήδη στις αρχές της δεκαετίας του ’90:
«Κάθε δέκα χρόνια ή κάτι τέτοιο, οι Ηνωμένες Πολιτείες χρειάζεται να διαλέγουν μια μικρή, άθλια χώρα και να την πετάνε σιον τοίχο, έτσι, για να δείχνουν στον υπόλοιπο κόσμο ότι δεν αστειεύονται (“just to show the world we mean business")»!33
To σύνδρομο του Τιτανικού
Οι αποτυχίες της τυχοδιωκτικής πολιτικής Μπους στη Μέση Ανατολή έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο εκλογικό Βατερλό των Ρε- πουμπλικάνων στις ενδιάμεσες εκλογές για το Κογκρέσο, τον Νοέμβριο του 2006, στην αποπομπή του Ράμσφελντ και άλλων, επιφανών νεοσυντηρητικών και στο βαθύτατο διχασμό των αμερικανικών ελίτ, στην εναγώνια αναζήτηση στρατηγικής εξόδου από το ιρακινό τέλμα. Το ερώτημα που τίθεται είναι αν η αμερικανική ηγεσία, έστω υπό το βάρος των αδιεξόδων που η ίδια προ- κάλεσε, μπορεί να παραιτηθεί από το αυτοκρατορικό της σχέδιο και να στραφεί προς έναν πιο ειρηνικό δρόμο ανάπτυξης-ανα- σύνταξης.
Η εκδοχή αυτή είναι παρηγορητική και απολογητική. Παρηγορητική γιατί υποθέτει ότι η Αμερική μπορεί να μεταμορφωθεί σχετικά ανώδυνα σε καλοπροαίρετη υπερδύναμη, έτοιμη να μοιραστεί με τους εταίρους της τον πλούτο και την ισχύ της. Και απολογητική, γιατί υπονοεί ότι η αυτοκρατορική στροφή της ήταν αποτέλεσμα ενός είδους πραξικοπήματος μιας χούφτας ιδεολη-
282 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
πτικών νεοσυντηρητικών, που εκμεταλλεύθηκαν τις εντελώς ιδιόμορφες συνθήκες μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, για να «α- παγάγουν» την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Όλη η ανάλυση που προηγήθηκε δείχνει, πιστεύουμε, το ακριβώς αντίθετο.
Από πολύ διαφορετική σκοπιά, διανοούμενοι της Αριστερός συμμερίζονται αισιόδοξες σκέψεις για τις δυνατότητες προοδευτικής εξέλιξης της Αμερικής στο κοντινό μέλλον. Ο Ιμάνουελ Βα- λερστάιν, για παράδειγμα, θεωρεί ότι η απώλεια της αμερικανικής ηγεμονίας είναι αναπόφευκτη, αλλά αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο αυτό να ουμβεί «με αξιοπρέπεια, με το ελάχιστο δυνατό κόστος για τον κόσμο και για τις ίδιες».34 Ο Τζιοβάνι Αρίγκι θεωρεί ως ένα από τα ρεαλιστικά σενάρια για τη εξέλιξη του κόσμου έναν «ιστορικό συμβιβασμό» των ΗΠΑ με τα νέα, ανερχόμενα κέντρα καπιταλιστικής συσσώρευσης της Ανατολικής Ασίας, για την ειρηνική μεταβίβαση της σκυτάλης.·15 Ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ δεν αποκλείει την πιθανότητα «της επιστροφής σε ένα λιγότερο κακοήθη “ιμπεριαλισμό του New Deal”, κατά προτίμηση μέσω μιας συμμαχίας των μεγάλων, καπιταλιστικών κρατών, σαν κι αυτόν που οραματιζόταν ο Κάουτσκι».30 Αλλοι μαρξιστές στρέφουν τις ελπίδες τους σε μια βαθιά, εσωτερική αλλαγή που θα επιβληθεί από το εργατικό κίνημα και τις προοδευτικές δυνάμεις των ΗΠΑ.
Όλες αυτές οι ελπίδες έχουν έντονα ουτοπικό χαρακτήρα. Καμία αυτοκρατορία δεν παραιτήθηκε ποτέ οικειοθελώς από την παγκόσμια ηγεμονία, χωρίς να δώσει αιματηρούς αγώνες μέχρι τελικής εξαντλήσεως. Ειδικά για την περίπτωση του Ιράκ, ενδεχόμενη απόσυρση της Αμερικής χωρίς την εξασφάλιση ενός φιλικού καθεστώτος και στρατιωτικών βάσεων θα αποτελέσει ήττα όχι τακτικού, αλλά στρατηγικού χαρακτήρα, πολύ σοβαρότερη και από την ήττα στο Βιετνάμ, το οποίο, στο κάτω κάτω, δεν βρισκόταν στην καρδιά της Μέσης Ανατολής και των μεγαλύτερων
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 283
πετρελαϊκών κοιτασμάτων του πλανήτη. Το μήνυμα που θα πάρουν οι Ευρωπαίοι, οι Ασιάτες και οι Ρώσοι είναι ότι η αμερικανική παντοκρατορία πνέει τα λοίσθια. Το Ισραήλ θα αντιμετωπίσει κυριολεκτικά υπαρξιακό πρόβλημα και η Λατινική Αμερική θα κινηθεί πολύ πιο αποφασιστικά σε τροχιά απογαλακτισμού από τις Η ΓΙΑ. Το δολάριο θα χάσει την κύρια δύναμη που το στηρίζει, την εμπιστοσύνη στην πολιτικο-στρατιωτική ισχύ της υπερδύναμης, και θα αναγκαστεί να μοιραστεί το θρόνο του με το ευρώ.
Επομένως η Αμερική, με ή χωρίς τον Μπους στο πηδάλιο, είναι υποχρεωμένη να δώσει μέχρις εσχάτων τη μάχη για τον έλεγχο ολόκληρου του Ιράκ, ή έστω για μια ελεγχόμενη διάσπασή του, ώστε να εξασφαλιστεί ένα μίνιμουμ αμερικανικής κυριαρχίας στον κουρδικό Βορρά και, ει δυνατόν, στο σιιτικό Νότο.37 Αν τα πράγματα πάρουν τη χειρότερη δυνατή για τις ΗΠΑ τροπή, δεν αποκλείεται τα επιτελεία της Ουάσιγκτον να καταληφθούν από το σύνδρομο του χαρτοπαίκτη, ο οποίος όσο χάνει τόσο περισσότερα ποντάρει για να «ρεφάρει». Υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να αντιμετωπίσει κανείς το εκ πρώτης όψεως παρανοϊκό σενάριο για πόλεμο εναντίον του Ιράν, ή και σενάρια ριζικής αλλαγής των συνόρων στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, κατά το πρότυπο του γαλλο-βρετανικού ιμπεριαλισμού στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως προτείνει η σε υπερθετικό βαθμό τυχοδιωκτική εισήγηση του συνταγματάρχη Ραλφ Πίτερς, σε μια από τις πιο σοβαρές «δεξαμενές σκέψεις» του αμερικανικού Πενταγώνου.38
Πιστεύουμε ότι οι υπαρκτές, σοβαρότατες αντιθέσεις στους κόλπους των αμερικανικοί ελίτ δεν αφορούν την παραίτηση ή όχι από το αυτοκραχορικό σχέδιο, αλλά τους τρόπους, τους ελιγμούς και τους συμβιβασμούς για την υλοποίησή του. Σαν άλλος Τιτανι
κός, η σημερινή Αμερική είναι πολύ μεγάλη για να μπορεί να στρίψει εύκολα, ακόμη κι αν βλέπει μπροστά της το παγόβουνο.
284 ΠΕΤΡΟΣ ΓΙΑΙΙΑΚίΙΝΣΤΑΝΤΙ Ν ΟΥ
Η Ισιορία διδάσκει ότι οι χειρότερες θηριωδίες διαπράττονται από αυτοκρατορίες που βρίσκονται ακόμη στην κορυφή του λόφου, αλλά βλέπουν την κατηφόρα να ανοίγεται μπροστά τους. Ο σύγχρονος αμερικανικός ιμπεριαλισμός εξελίσσεται από όλες τις απόψεις -ως κοινωνικό μοντέλο, ως παράγοντας τρομακτικής επιδείνωσης της οικολογικής κρίσης, ως παραγωγός αποσταθεροποιητικών τάσεων στην παγκόσμια οικονομία και ως το πιο ωμό παράδειγμα αποικιοκρστικής πολιτικής- στο υπ αριθμόν έ
ν α πρόβλημα του κόσμου μας. Όπως τονίζει ο Νόαμ Τσόμσκι, «η
τίγρη είναι επικίνδυνο ζώο, αλλά η πληγωμένη τίγρη είναι αφάνταστα πιο
επικίνδυνη. Η Α μερική σήμερα είναι μ ια πληγωμένη τίγρη».39 Και το ερώτημα που τίθεται είναι ποιοι και πώς μπορούν να τη χαλιναγωγήσουν.
Σημειώσεις
1. S. P. Huntington, “The Islamic-Confucian Connection”, New
Perspectives Qualerly, 10.3, 22/6/1993.2. Βλ. 1. Kristol, “The Tragedy of Multiculturalism”, Wall Street Journal,
31/7/1991 και “My Cold War”, The National Interest, άνοιξη 1993, σσ. 143-144.3. Σε μεγάλο βαθμό, η συμφωνία του Μάαστριχτ, που κατήργησε το μάρκο και δρομολόγησε το ευρώ, με αντάλλαγμα τη συγκρότηση μιας παντελώς ανεξέλεγκτης Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση της γερμανικής Μπούντεσμπανκ και τη θυσία του ευρωπαϊκού «κοινωνικού κράτους», είχε ως αρχικό κίνητρο την αγωνία του Φρανσουά Μιτεράν και τού Ζακ Ντελόρ να προσδέσουν γερά την αναδυόμενη Γερμανία στο κατάρτι της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 285
4. S. Amin, “Au-delii du capitalisme senile”, Actuel Marx, PUF, 2001, σσ. 68- 72.5. To 1995, το ποσοστό των τεχνολογικών ευρεσιτεχνιών που αντιστοιχούσε οε ολόκληρο τον Τρίτο Κόσμο, στον οποίο ζουν τα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού, ήταν μόλις... 0,16%! Βλ. A. Freeman, “Has the Empire Struck Back?”, στο R. Albritton et. al. (επιμ.),:ΡΛ<υ« o f Capitalism
Development, Palgrave, 2001, σ. 211.6. A. Bacevich, American Empire: The Reality and Consequences o f U.S.
Diplomacy, Harvard University Press, 2002, σ. 105.7. D. Harvey, The New Imperialism, Oxford University Press, 2005, a. 15. Βλ. επίσης, την ιστοσελίδα του PNAC: www.newamericancentury.org.8. Charles A. Kupchan, The End o f the American Era, Vintage, 2002, o. 322.9. Σαουδική Αραβία και Πακιστάν είναι οι κύριοι στόχοι της ισλαμικής τζιχάντ που κήρυξε ο Λάντεν μετά τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου και ιδίως με την 11η Σεπτεμβρίου 2001. Το όραμα ενός σουνιτικου, αντια- μερικανικού χαλιφάτου με το άφθονο πετρέλαιο της Σαουδικής Αραβίας και τις πυρηνικές βόμβες του Πακιστάν, διαγράφεται σε όλες τις προκηρύξεις και την πρακτική της Αλ Κάιντα.10. Όπως το επιχείρησαν με την αποτυχημένη απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος, τον Απρίλιο του 20.02, και με τις εξίσου αποτυχημένες «διαδηλώσεις κατσαρόλας», το χειμώνα του 2002-2003, που παρέ- πεμπαν στην περίοδο της κυβέρνησης λαϊκής ενότητας, στη Χιλή. Βλ. «Βενεζουέλα: Αποσιολή. Το πείραμα Τσάβες και η Μπολιβαριανή Επανάσταση», συλλογικό έργο, Εκδόσεις ΚΨΜ, 2006, σσ. 29-35.11. Το 70% των πετρελαίων που καταναλώνονται στις ΗΠΑ προέρχονται από την αμερικανική ήπειρο (ΗΠΑ, Μεξικό, Βενεζουέλα, Καναδάς), ενώ οι χώρες του Κόλπου σιο σύνολό τους αντιπροσωπεύουν μόλις το 18% των αμερικανικών εισαγωγών.12. Τον Νοέμβριο του 2000, το Ιράκ αποφάσισε να πουλάει πετρέλαιο
286 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
και σε ευρώ, ενώ δύο χρόνια αργότερα ο Τζαβάντ Γιαρχανί, ηγετικό στέλεχος του ΟΠΕΚ, δήλωσε ότι κάποια στιγμή το πετρελαϊκό καρτέλ θα έπρεπε να κινηθεί στην ίδια κατεύθυνση. Βλ. Guardian, 22/4/2003.13. Είναι πασίγνωστο ότι ισχυρής επιρροής νεοουνιηρητικοί, όπως οι Γόύλφοβιτς, Περλ και Φέιθ, συνδέονταν στενά με την πιο αντιδραστική, υπό τον Αριέλ Σαρόν, πτέρυγα του σιωνισμού.14. Η. Arendt, The Origins o f Totalitarianism, Schocken, 2004, σ. 190.15. S. Amin, “Au-delti du capitalisme senile”, Actuel M a n , PUF, 2001, o. 87.16. P. Μπρένερ, «Νέα έκρηξη ή νέα φούσκα; Η τροχιά της αμερικανικής οικονομίας», New Left Review, ελληνική έκδοση, Αγρα 2006, σ. 177.17. J. Markoff, “Sillicon Valley’s lead over Europe is narrowing”, International Herald Tribune, 23/1/2007.18. “Where is the world?- Russia's reply to GPS”, International Herald
Tribune, 4/4/2007.19. S. Halimi, “L’ iternelle quete du module ^trangere”, Le Monde
Diplomatique, Οκτώβριος 2005.20. “Le Sursaut. Vers une nouvelle croissance pour la France”, La
Documentation frangaise, 2004, a. 28.21. Σε 44% υπολογίζεται το ποσοστό των Αμερικανών που δεν έχουν καμία, ούτε καν ιδιωτική ασφάλιση.22. “A falling Speed Limit: America’s Long-term Rate of Growth May Be Slowing”, Economist, 26/10/2006.23. Th. Piketty, L'economie des inegalite's, La D&ouverte, 2004, σ. 22- 24.24. P. Μπρένερ, «Νέα έκρηξη ή νέα φούσκα; Η τροχιά της αμερικανικής οικονομίας», New Left Review, ελληνική έκδοση, Αγρα 2006, σσ. 160- 163.25. J. Stiglitz, El Pais, 16/1/2006.26. Βλ. P. Jorion, “Vers la crise du capitalisme am^ricain?”, o. 9, La Ddcouverte, 2007.0 συγγραφέας απομυθοποιεί το ιδεολόγημα της «κοινωνίας ιδιοκτητών», παραθέτοντας αποκαλυπτικά στοιχεία. Αίφνης, ό
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 287
τι στο 50% των πιο φτωχών Αμερικανών αντιστοιχεί μόλις το 2,8% της συνολικής, ακίνητης περιουσίας, ενώ στο 1% των πιο πλουσίων το 32,7%.27. X. και Φ. Μάγκντοφ, «Προσεγγίζοντας το σοσιαλισμό», στο J. Β. Foster (επιμ.), «Σοσιαλισμός για τον 21ο αιώνα», Monthly Review, ελληνική έκδοση, 2006, σ. 63.28. Ε. Todd, Apres Γ Empire. Essaisurla decomposition dusysleme americain,
Gallimard, 2002, σ. 88.29. Ήδη, το 40% των κρατικών ομολόγων της Αμερικής και το 20% όλων των περιουσιακών στοιχείων στη Γουόλ Στριτ ελέγχονται από ξένους. Βλ. D. Harvey, The New Imperialism, Oxford University Press, 2005, a. 226.30. To 2006, περίπου τα δυο τρίτα των συναλλαγματικών αποθεμάτων όλων των κεντρικών τραπεζών του κόσμου ήταν σε δολάρια, ενώ το ευρώ κάλυπτε μόλις το 15% και ο χρυσός ένα πολύ μικρό ποσοστό. Βλ. F. W. Engdahl, “Crisis of the U.S. Dollar System", 14/10/2006, www.globalresearch.ca.31. Η έκφραση είναι του Jean-Luc Greau, L ’ Avenir du Capitalisme,
Gallimard, 2005, σ. 37.Ο Κώστας Λαπαβίτσας σημειώνει σχετικά:«Ο ρόλος του δολαρίου ως οιωνεί παγκοσμίου νομίσματος αποκαλύπτει τη σημασία των σχέσεων ισχύος και εμπιστοσύνης στην παγκόσμια αγορά. Η διεθνής χρήση του δολαρίου συνδέεται εν μέρει με τον προε- ξάρχοντα ρόλο των ΗΠΑ στην παγκόσμια οικονομία [...]. Παράλληλα, ο παγκόσμιος ρόλος του δολαρίου απορρέει από την πολιτική και στρατιωτική ηγεμονία των ΗΠΑ, η οποία ενισχύθηκε απότομα μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ. Η έκταση κατά την οποία ο παγκόσμιος ρόλος του δολαρίου εξαρτάται από την ενεργητική άσκηση πολιτικής από το αμερικανικό κράτος εκδηλώθηκε κατά την ασιατική κρίση του 1997-98. 'Οιαν η Ιαπωνία προσέφερε βοήθεια στις πληγείσες ασιατικές χώρες προτείνοντας ταυτόχρονα τη δημιουργία περιφερειακού ταμείου για τη διαχείριση των χρηματικών ροών, οι ΗΠΑ έσπευσαν
ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
να υπονομεύσουν την πρόταση και να επιβάλουν τη χρησιμοποίηση του δολαρίου για την αντιμετώπιση της κρίσης». Βλ. C. Lapavitsas, “Relations of Power and Trust in Contemporary Finance", Historical Materialism, v. 14:1,σ. 137.32. Αναφέρεται στο βιβλίο του Ted C. Fishman, China Inc. How the Rise
of the Next Superpower Challenges America and the World, Scribner, 2005, σ. 264.33. Βλ. John Trumbour, επίλογος στο V.G. Kiernan, America, the New
Imperialism- from White Settlement to World Hegemony, Verso, 2005, σ. 389.34. I. Wallerstein, Sortir du rnonde etats-unien, Liana Levi, 2003, σ. 25.35. G. Arrighi, The Long Tweintieth Century, Verso, 2002, σ. 355.36. D. Harvey, The New Imperialism, o . 209, Oxford University Press, 2005. Ο Χάρβεϊ σημειώνει, βέβαια, ότι ένας υπερϊμπεριαλισμός αυτού του είδους δεν θα ήταν βιώσιμος, καθώς θα προκαλούσε τη σφοδρή αντίσταση των λαών της περιφέρειας, θεωρεί, ωστόσο, ότι ένα πιο ριζοσπαστικό «νέο New Deal» θα μπορούσε όντως να επιβληθεί από την ταξική πάλη σε Ευρώπη και Αμερική, δίνοντας προσωρινά διέξοδο στην κρίση υπερσυσσώρευσης και φρενάροντας, μ’ αυτό τον τρόπο, τη ροπή προς την ιμπεριαλιστική βία. Η πολιτική αυτή θέση, που όχι μόνο δε σιη- ρίζεται επαρκώς, αλλά έρχεται σε αντίθεση με όλη τη λογική της ανάλυσής του, τον μεταφέρει από το έδαφος του μαρξισμού στο πεδίο ενός ουτοπικού, για τα δεδομένα της σημερινής εποχής, κεϊνσιανισμού.37. Σ’ αυτή την κατεύθυνση, επιχειρούν να συδαυλίσουν τις εμφύλιες συγκρούσεις σουνιτών-σιιτών, ακολουθώντας την παλιά συνταγή των Βρετανών προκατόχων τους, «διαίρει και βασίλευε». Αυτή την επιδίωξη εξυπηρετούσε, άλλωστε, και ο απαγχονισμός του Σαντάμ Χουσεΐν.38. R. Peters, “Blood Borders: How a Better Middle East Would Look”, Armed Forces Journal, Ιούνιος 2006.39. Βλ. Καθψεμινή, 9 Απριλίου 2006.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8
ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΙΣ
Η ασυμμετρία μεταξύ οικονομικής και πολιτικοσιρατιωτικής ισχύος ήταν πάντα καθοριστικός παράγοντας αποσταθεροποίησης του διεθνούς συστήματος. Από τη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’70, οι ΗΠΑ διαθέτουν συντριπτική υπεροχή στο οικονομικό πεδίο, πράγμα που δίνει σταθερότητα στην ηγεμονία τους, αλλά η πολιτική και στρατιωτική τους ισχύς περιορίζεται από το σοβιετικό στρατόπεδο. Στη συνέχεια, και ιδίως μετά την κατάρρευση του αντίπαλου μπλοκ, το 1989-90, η κατάσταση αντιστρέφεται: Οι ΗΠΑ αποκτούν συγκυριακά ανεξέλεγκτη στρατιωτική υπεροχή, με εξαίρεση το πυρηνικό πεδίο, αλλά το ειδικό τους βάρος στην παγκόσμια οικονομία μειώνεται, γεγονός που καθιστά την ηγεμονία τους οργανικά ασταθή.
Απότοκος αυτής της αφύσικης κατάστασης είναι η βαθμιαία αναζωπύρωση των τριβών, εντάσεων και συγκρούσεων στο διεθνές περιβάλλον. Ανοίγει έτσι μια νέα περίοδος εντεινόμενης διεθνούς αστάθειας, η οποία, αν δεν καταλήξει με κάποιο τρόπο στην υπέρβαση του ιμπεριαλισμού, μπορεί να έχει μια από τις εξής δύο εκβάσεις: Είτε η Αμερική θα καταφέρει να εκμεταλλευθεί απο
290 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
τελεσματικά την πολιτικο-στρατιωτική της ηγεμονία για να επα- νακτήσει την οικονομική της υπεροχή, είτε κάποιος συνδυασμός αντίπαλων δυνάμεων θα μετατρέψει το αυξανόμενο οικονομικό του βάρος σε πολιτική και στρατιωτική ισχύ, τερματίζοντας τη «στιγμή» της αμερικανικής μονοκρατορίας. Από εδώ και η συζήτηση περί ενός «πολυπολικού» κόσμου.
Πώς τίθεται το ζήτημα από τη σκοπιά της Αριστερός; Ασφαλώς, λόγος ύπαρξής της είναι η υπεράσπιση των συμφερόντων της μισθωτής εργασίας μέχρι τη ριζική, κοινωνική της χειραφέτηση και όχι η μετατροπή της σε τυφεκιοφόρο του λιγότερο κακοήθους, ή του πιο αδύνατου ή, πιο απλά, του «δικού της», εθνικού ιμπεριαλισμού εις βάρος των ανταγωνιστών του. Όποτε οι ηγεσίες της επέλεξαν το δεύτερο δρόμο, όπως στις αρχές του 20ού αιώνα, το αποτέλεσμα ήταν ο εκφυλισμός και η διάσπαση της ίδιας της Αριστερός και, το κυριότερο, η παράδοση των λαϊκών μαζών στο σφαγείο κατακτητικών πολέμων. Στο σημερινό διεθνές περιβάλλον, πρέπει να εθελοτυφλεί κανείς για να παρακάμψει το γεγονός ότι, ακόμη και οι μεγάλες δυνάμεις που συγκρούστηκαν με τις ΗΓΙΑ στον πόλεμο κατά του Ιράκ, ακολουθούν ιμπεριαλιστικές μεθόδους στις δικές τους σφαίρες επιρροής (π.χ., η Γαλλία στη Δυτική Αφρική), συμμαχούν με τους Αμερικανούς για μερίδια της λείας σε άλλα μέτωπα, όπως ο Λίβανος και το Αφγανιστάν, και παρέχουν παρασκηνιακά διευκολύνσεις στις μυστικές πτήσεις της CIA για τη μεταφορά πολιτικών κρατουμένων στα κρυφά Γκουα- ντάναμο της Ευρώπης.
Το κυριότερο, ενεργοποιείται και πάλι η συνήθης στην Ιστορία τάση της «μίμησης του Ηγεμόνα για την ανατροπή της ηγεμονίας»; Οι αντίπαλοι ιμπεριαλισμοί δεν μπορούν να αποφύγουν τον πειρασμό να μιμηθούν το πιο «πετυχημένο» πρότυπο για να το ξεπεράσουν, τόσο στο οικονομικό-κοινωνικό πεδίο (ο βαθμιαίος
Ί Ό ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 291
εξαμερικανισμός του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου είναι η πεμπτουσία της λεγάμενης «στρατηγικής της Αισσαβόνας») όσο και στο πεδίο της διεθνούς πολιτικής (αντιτρομοκρατική υστερία της Ε.Ε., δόγμα προληπτικών πληγμάτων από τη Ρωσία του Πού- τιν). Ένας τέτοιος «πολυπολικός» κόσμος, που θα καταργούσε τη μονοκρατορία της Αμερικής, μόνο για να δημιουργήσει δύο και τρεις Αμερικές, δεν θα έλυνε το πρόβλημα, απλώς θα το πολλαπλασίαζε. Ακόμη χειρότερα, θα επανέφερε στον ορίζοντα τα μελανά νέφη ολέθριων συγκρούσεων μεταξύ μεγάλων μπλοκ, αυτή τη φορά με τον πρόσθετο κίνδυνο της πυρηνικής Αποκάλυψης.
Παραμένει γεγονός ότι οι ΗΠΑ αποτελούν τον πιο άμεσο και τον πιο επικίνδυνο εχθρό των λαών, λόγω της τεράστιας καταστροφικής ισχύος και του ακραία αντιδραστικού χαρακτήρα που έχει προσλάβει η ηγεμονία τους. Οι εργαζόμενοι της Δύσης και τα έθνη του Τρίτου Κόσμου έχουν ζωτικό συμφέρον να υποστεί καίρια πλήγματα το αμερικανικό, αυτοκρατορικό σχέδιο, γιατί διαπλέκεται οργανικά με το πιο αντιδραστικό κομμάτι των εθνικών αστικών τάξεων (και κυρίως με το κοσμοπολίτικο, χρηματι- στικό κεφάλαιο) που αποτελούν το δικό τους, άμεσο αντίπαλο. Υπό αυτό το πρίσμα, καλείται κανείς να αποτιμήσει ρεαλιστικά, αποφεύγοντας να παίρνει τις επιθυμίες του για πραγματικότητα, τις υπαρκτές ρωγμές στο διεθνές σύστημα.
Το μετέωρο βήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Η ευρωπαϊκή ενοποίηση ενυπήρχε, ως τάση, από τη στιγμή που ο βιομηχανικός καπιταλισμός εδραιώθηκε στη Γηραιά Ή πειρο, η οποία, σε αντίθεση με την Αμερική και τη Ρωσία, ήταν κατακερματισμένη σε σχετικά μικρά, εθνικά κράτη, με περιορισμένες
292 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
εσωτερικές αγορές και πηγές πρώτων υλών. Ο Ναπολέων με τους επαναστατικούς πολέμους και το «Ηπειρωτικό Σύστημα» που επιχείρησε να διαμορφώσει, η Βρετανία με τη φιλελευθεροποίηση του εμπορίου και η μιλιταριστική Γερμανία με τους δύο παγκοσμίους πολέμους συνιστούσαν, μεταξύ άλλων, και απόπειρες ευρωπαϊκής ενοποίησης με τους όρους της δύναμης που διεκδι- κούσε κάθε φορά την ηγεμονία. Όλες κατέληξαν, ωστόσο, σε αποτυχία, όχι γιατί δεν είχαν ωριμάσει οι αντικειμενικές, κεντρο- μόλες δυνάμεις στο οικονομικό επίπεδο, αλλά γιατί το εκάστοτε ισχυρότερο κράτος δεν κατάφερε να υπερισχύσει των συνασπισμένων αντιπάλων του.
Η κατάσταση αλλάζει μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι μεγάλες πολεμικές καταστροφές ασκούν τεράστια πίεση για τη συνένωση των οικονομικών τους δυνάμεων, ενώ ο διπολισμός ΗΠΑ- ΕΣΣΔ καθιστά αδιανόητη, επί ποινή αμοιβαίας εθνικής αυτοκτονίας, την αναζωπύρωση του παραδοσιακού ανταγωνισμού Γαλ- λίας-Γερμανίας. Η ελαχιστοποίηση των κινδύνων για μελλοντικές υποτροπές του γαλλογερμανικού ανταγωνισμού αποτέλεσε ένα από τα σοβαρότερα κίνητρα για τη διαμόρφωση του πρώτου πυρήνα της ευρωπαϊκής ενοποίησης μέσω της δημιουργίας κοινής αγοράς άνθρακα και χάλυβα (ΕΚΑΧ), δηλαδή των εμπορευμάτων που κατ’ εξοχήν τροφοδοτούσαν τη βαριά, πολεμική βιομηχανία.
Η δημιουργία της ΕΟΚ και η διαρκής επέκταση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, σε πλάτος και σε βάθος, τροφοδοτείται αφ’ ενός μεν από την εντεινόμενη διαπλοκή των ευρωπαϊκών οικονομιών, αφ’ ετέρου δε από τα πλεονεκτήματα που η ενοποίηση προσφέρει στο κεφάλαιο έναντι της μισθωτής εργασίας. Σημαντικές αποφάσεις μεταφέρονται από τις εθνικές κυβερνήσεις και τα εθνικά κοινοβούλια, που εξ αντικειμένου υπόκεινται σ’ έναν ο
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 293
ρισμένο δημοκρατικό έλεγχο, στους πιο θωρακισμένους έναντι των λαϊκών πιέσεων μηχανισμούς των Βρυξελλών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ενθαρρύνουν την ευρωπαϊκή ενοποίηση, βλέποντας την ΕΟΚ ως οικονομικό, ευρωπαϊκό πυλώνα του ΝΑΤΟ, ανάχωμα στη σοβιετική επιρροή.
Ωστόσο, η εικόνα αρχίζει σταδιακά να τροποποιείται από τα τέλη της δεκαετίας του ’60 καθώς η διεθνής κρίση υπερσυσσώ- ρευσης τείνει να μετατρέψει τη συμπληρωματική σχέση μεταξύ αμερικανικής και ευρωπαϊκής οικονομίας σε ανταγωνιστική. Σε κάποια φάση, οι ΗΠΑ ανησυχούσαν σοβαρά για το ενδεχόμενο φιλανδοποίησης μεγάλων ευρωπαϊκών κρατών, ιδιαίτερα της Ιταλίας, όπου η προοπτική ανόδου του ευρωκομουνιστικού ΚΚ στην εξουσία τροφοδότησε αμερικανικά σχέδια αντιδημοκρατικής εκτροπής, με τη χρησιμοποίηση των φασιστών, των μασονικών στοών και των ελεγχόμενων στοιχείων του στρατού, με αποκορύφωμα τη διαβόητη «επιχείρηση Gladio».
Η διάλυση του σοβιετικού μπλοκ επιτάχυνε, αλλά και έδωσε πιο αντιδραστικό χαρακτήρα στην ευρωπαϊκή ενοποίηση. Οι κυρίαρχες ελίτ της Δυτικής Ευρώπης είχαν τώρα λιγότερο άμεσους λόγους να ανησυχούν για την ενσωμάτωση των «επικίνδυνων τάξεων», ύστερα από τη βαριά ιδεολογική ήττα των σοσιαλιστικής αναφοράς ρευμάτων. Από την άλλη, έβλεπαν να ανοίγεται μπροστά τους το Ελ Ντοράντο της Ανατολικής Ευρώπης, χωρών με μορφωμένη και φθηνή εργατική δύναμη. Επομένως, είχαν πολύ ισχυρούς λόγους να στραφούν από την εθνοκεντρική ανάπτυξη, με κάποιους όρους κοινωνικής συνοχής, στη μετανάστευση κεφαλαίων, μετατρέποντας την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση σε περιφερειακή συνιστώσα της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Εκφράσεις της νέας, αντιδραστικότερης τροπής, υπήρξαν δύο κομβικές αποφάσεις: Το Σύμφωνο Σταθερότητας (Δουβλίνο, 1996)
294 ΙΙΚΤΡΟΣ ΙΙΛΓΙΑΚΩΝΣΤΑΝΤ1ΝΟΥ
που έθεσε τις βάσεις για το ευρώ, θεσπίζοντας δρακόντειες, μο- νεταριστικές πολιτικές λιτότητας (όπως ο περιορισμός του δημόσιου ελλείμματος στο 3% του ΑΕΠ) και η διεύρυνση της Ένωσης προς ανατολάς, που εξυπηρετούσε κυρίως τα συμφέροντα της γερμανικής βιομηχανίας.
Ωστόσο και οι δύο επιλογές εξελίχθηκαν σε νάρκες στα θεμέλια της ίδιας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η Οικονομική και Νομισματική Ενοποίηση (ΟΝΕ) με βάση στο σκληρό ευρώ προ- κάλεσε ασφυξία στην ανάπτυξη, έτσι που ο ίδιος ο Ρομάνο Πρό- ντι, τότε πρόεδρος της Κομισιόν, να χαρακτηρίζει το Σύμφωνο Σταθερότητας... «Σύμφωνο Ηλιθιότητας» και η Γαλλία να θέτει ζήτημα πολιτικού ελέγχου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αμφισβητώντας τα ιερά και τα όσια του Μάαστριχτ. Όσο για τη διεύρυνση, οι νέες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης διαπίστωσαν πολύ γρήγορα και με οδυνηρό τρόπο ότι, αντί για την περιλάλητη σύγκλιση με την οικονομική ανάπτυξη και το βιοτικό επίπεδο της Δύσης, το μέλλον που άνοιγε μπροστά τους ήταν η μετατροπή τους σε... Λατινική Αμερική της Ευρώπης!
Η απομυθοποίηση του ευρωπαϊκού ονείρου και η έκρηξη των ανισοτήτων στις πρώην «σοσιαλιστικές» χώρες της Ανατολικής Ευρώπης οδήγησαν σε βαθιά πολιτική κρίση και κοινωνική αναταραχή, που στην περίπτωση της Ουγγαρίας πήρε χαρακτηριστικά λαϊκής εξέγερσης. Μη διαθέτοντας πειστικό όραμα για το μέλλον, οι κυρίαρχες τάξεις άρχισαν να πουλάνε στις απογοητευμένες μάζες ένα μυθικό παρελθόν, τροφοδοτώντας χον εθνικισμό που συδαυλίζει τα παραδοσιακά αντιγερμανικά και αντι- ρωσικά συναισθήματα. Βέβαια, ο αντιρωσικός και αντιγερμανι- κός εθνικισμός είναι το προκάλυμμα της παράδοσης στις ΗΠΑ, όπως έδειξε η δουλική στάση αυτών των κυβερνήσεων στον πόλεμο του Ιράκ και στον «Πόλεμο των Αστρων» του Μπους. Ή ταν
ΓΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 295
μια κολοσσιαία αποτυχία της Γερμανίας, που υπολόγιζε ότι η ήπια ισχύς της οικονομικής της επε'κτασης θα της χάριζε την πολιτική δορυφοροποίηση αυτών των χωρών, υποτιμώντας τους ιστορικούς και πολιτικούς παράγοντες.
Η χαριστική βολή στα υπολείμματα ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους και στις υποτυπώδεις τάσεις αντίστασης στην αμερικανική μονοκρατορία θα δοθεί εάν μπει και η Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επί του προκειμένου, προκαλεί εντύπωση η στάση προοδευτικών διανοουμένων, αντιπάλων του αμερικανικού, αυτοκρατορικού σχεδίου, όπως του Ιμάνουελ Βαλερστάιν και του διεθυντή της Le M onde D iplotnatique, Ιγνάσιο Ραμονέ, οι οποίοι επιμένουν να υπερασπίζονται για σωστούς λόγους μια εσφαλμένη θέση: Ξεκινώντας από την αδιαμφισβήτητη ανάγκη να αντιμετωπιστεί η ισλαμοφοβία που καλλιεργεί ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» του Μπους, καταλήγουν οτο συμπέρασμα ότι η ένταξη της Τουρκίας θα ήταν προοδευτική εξέλιξη. Παραγνωρίζουν έτσι ότι η Τουρκία των λευκών κελιών και των πολιτ> κών δολοφονιών θα κατέβαζε ακόμη πιο χαμηλά τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή της Ευρώπης, αναφορικά με τις δημοκρατικές ελευθερίες και τα εργασιακά δικαιώματα, ότι θα λειτουργούσε ως Δούρειος Ίππος των ΗΠΑ στα πιο σημαντικά θέματα διεθνούς πολιτικής και ότι, επιτέλους, η παράδοση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και η στρατηγική συμμαχία της με το Ισραήλ δεν την έκανε ποτέ συμπαθή στους Άραβες.
Αποκορύφωμα της αντιδραστικότερης στροφής της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ήταν το ευρωούνταγμα που επεξεργάστηκε η Συντακτική Συνέλευση υπό τον Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν. Ή ταν μια απόπειρα πανευρωπαϊκού πραξικοπήματος του κεφαλαίου, που
296 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
επιχειρούσε να θεσμοθετήσει στον αιώνα τον άπαντα το νεοφιλελευθερισμό και τον ατλαντισμό ως τις μόνες δυνατές πολιτικές σε όλα τα κράτη-μέλη, ανεξάρτητα από τα εθνικά Συντάγματα. Ακόμη και η υπεραντιδραστική οργάνωση της Καθολικής Εκκλησίας Opus Dei κατάφερε να βάλει τη δική της, σκοταδιστική σφραγίδα σ’ αυτό το έκτρωμα, με τις αναφορές στο χριστιανικό χαρακτήρα της Ευρώπης.1
Η «επανάσταση των ψηφοφόρων», οι οποίοι, σε αντίθεση με τη συντριπτική πλειονότητα των κατεστημένων πολιτικών δυνάμεων, απέρριψαν το ευρωσύνταγμα στα δημοψηφίσματα Γαλλίας και Ολλανδίας, ήταν η συνισταμένη ποικίλων αγωνιών και θελήσεων: της ανησυχίας για την απώλεια θέσεων εργασίας λόγω της κίνησης κεφαλαίων από τη Δυτική προς την Ανατολική Ευρώπη και της ανάστροφης κίνησης μεταναστών (το περίφημο σύνδρομο του Πολωνού υδραυλικού στη Γαλλία). Της δυσαρέσκειας για την οικονομική καχεξία της ευρωζώνης. Της αντίθεσης της μεγάλης πλειοψηφίας στο ενδεχόμενο ένταξης της Τουρκίας. Της ευκαιρίας καταψήφισης των εθνικών κυβερνήσεων και, ευρύτερα, του συμβολικού «λιντσαρίσματος» όλων των πολιτικών ελίτ.
Αυτό δεν σημαίνει, ωστόσο, ότι η ενοποίηση είναι καταδικασμένη να παγώσει ή, ακόμη λιγότερο, να καταρρεύσει. Αλλωστε, από την πρώτη στιγμή, υπήρξε αντιφατική διαδικασία, με αλλεπάλληλες παλινδρομήσεις και κρίσεις, οι οποίες ξεπερνιούνται, τελικά, με νέα άλματα προς τα εμπρός. Στο οικονομικό επίπεδο, η τάση της ολοκλήρωσης είναι πολύ δύσκολο να αντιστραφεί. Το 75% του συνολικού εμπορίου της Ένωσης διεξάγεται στο εσωτερικό της ίδιας της Ένωσης,2 η οποία, από πλευράς ΑΕΠ και μεγέθους αγοράς βρίσκεται σε σχεδόν ισοδύναμη θέση με τις ΗΠΑ. Ακόμη και οι χώρες με τις πιο φιλοαμερικανικές κυβερνήσεις, όπως η Βρετανία και η Πολωνία (αλλά και η εκτός Ε.Ε. Τουρκία)
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 297
έχουν ασύγκριτα μεγαλύτερες συναλλαγές με την Ε.Ε. παρά με τις ΗΠΑ, πράγμα που δεν μπορεί να μη βαρύνει, μακροπρόθεσμα, στους προσανατολισμούς των κυρίαρχων κύκλων (Πίνακας 10). Το ευρώ, ανεξάρτητα από τις αρνητικότατες κοινωνικές επιπτώσεις της ΟΝΕ, αποτελεί ήδη ισχυρό ανταγωνιστή του δολαρίου προς όφελος του ευρωπαϊκού χρηματιστικού κεφαλαίου, ενώ προσφέρει τη δυνατότητα στις κυβερνήσεις της ευρωζώνης να προχωρήσουν σε μέτρα περιφερειακού προστατευτισμού απέναντι σε ΗΠΑ και Ιαπωνία, εάν το χρειαστούν, σε συνθήκες διεθνούς κρίσης.
ΠΙΝΑΚΑΣ 10:
Εξωτερικό εμηόριο Τουρκίας, Πολωνίας και Βρετανίας
(οε εκατομμύρια δολάρια)
2000 ΤουρκίαΕισαγωγές
Εξαγωγές
ΠολωνίαΕισαγωγές
Εξαγωγές
ΒρετανίαΕισαγωγές
Εξαγωγές
ΗΠΑ 7.2 11.3 4.4 3.1 13.4 15.8Ευρώπη των 12 40.8 43.4 52.3 60 46.6 53.5Ρωσία 7.1 2.3 9.4 2.7 0.7 0.4Ιαπωνία 3 0.4 2.2 0.2 4.7 2Κίνα 2.5 0.3 2.8 0.3 2.2 0.8
Πηγή: ΟΟΣΑ, Slatistiques mensuelles du commerce international, Νοέμβριος 2001.
Η ευρωπαϊκή οικονομία, παρά τη χρόνια, υψηλή ανεργία, εμφανίζεται δομικά πολύ πιο σταθερή από την αμερικανική και περισσότερο αυτάρκης. Ανταγωνίζεται την αμερικανική ακόμη και στην «πίσω αυλή» των ΗΠΑ, τη Λατινική Αμερική, με συμφωνίες ελευθέρου εμπορίου και επενδύσεις κεφαλαίων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ε.Ε. έγινε την τελευταία δεκαετία ο πρώτος εμπο
298 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ρικός και επενδυτικός συνεταίρος της Mercosur (Βραζιλία, Αργεντινή, Παραγουάη και Ουρουγουάη) υποσκελίζοντας τις ΗΠΑ.3 Τα συγκρουόμενα συμφέροντα ΗΠΑ-Ε.Ε. πρέπει να έπαιξαν σημαντικό, παρασκηνιακό ρόλο στη διάσωση του Τοάβες κατά το αποτυχημένο, αμερικανικής έμπνευσης πραξικόπημα. Επιπλέον, η Ευρώπη διαθέτει έναντι της Αμερικής το σημαντικό πλεονέκτημα της γεωγραφικής εγγύτητας με τις κύριες ζώνες συγκέντρωσης των κυριότερων ενεργειακών αποθεμάτων του πλανήτη (Μέση Ανατολή, Ρωσία, Κεντρική Ασία).
Ό λα αυτά οδηγούν στην εκτίμηση ότι το ευρωπαϊκό ιμπεριαλιστικό κέντρο διαθέτει πιο σταθερά, μακροπρόθεσμα, πλεονεκτήματα από τις ΗΠΑ στον ανταγωνισμό για την παγκόσμια ηγεμονία. Εκείνο που ακυρώνει αυτά τα πλεονεκτήματα είναι, βέβαια, η αδυναμία συγκέντρωσης πολιτικής και στρατιωτικής ισχύος, λόγω της διάσπασης σε εθνικές αστικές τάξεις με αποκλί- νοντα συμφέροντα.
Λόγω των περιορισμένων μεγεθών τους, οι αστικές τάξεις των ισχυρών κρατών βρίσκονται αντιμέτωπες με ένα ιστορικών διαστάσεων δίλημμα: Είτε να ενώσουν τις δυνάμεις τους σε ένα ιστορικά πρωτοφανές αλλά όχι αδύνατο, θεωρητικά, άλμα προς ένα είδος περιφερειακού «υπεριμπεριαλισμού», με το σχηματισμό ευρωπαϊκής ομοσπονδίας. Είτε να περιοριστούν σε μια ευρωπαϊκή κοινή αγορά εμπορευμάτων και υπηρεσιών και να περιοριστούν σε καθήκοντα περιφερειακού χωροφύλακα των ΗΠΑ, προσδοκώντας επί μέρους ανταλλάγματα (π.χ., η Γαλλία στον Λίβανο, η Γερμανία στην Ανατολική Ευρώπη, η Βρετανία στον Ινδικό Ωκεανό). Η διαρκής ταλάντευοη ανάμεσα στις δύο επιλογές διατρέχει όλες τις εθνικές αστικές τάξεις, ανεξάρτητα από τη στάση που αναγκάστηκαν να επιλέξουν συγκυριακά οι κυβερνήσεις τους στον πόλεμο του Ιράκ.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 299
Ενδεχόμενη επικράτηση των ομοσπονδιακών τάσεων, θα οδηγούσε στη διάσπαση της Δύσης σε δύο μπλοκ, τηρούμενων των αναλογιών σαν τη διάσπαση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας σε Ανατολική και Δυτική. Ωστόσο η προοπτική αυτή φαίνεται σήμερα πολύ μακρινή. Στο ορατό μέλλον, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα είναι οικονομικός γίγαντας, αλλά πολιτικός νάνος στην παγκόσμια σκηνή και οι μεγαλύτερες ευρωπαϊκές δυνάμεις θα εμφανίζονται υπολογίσιμες μόνο σε περιφερειακή κλίμακα ή σε συνδυασμούς δυνάμεων με τις ΗΠΑ, τη Ρωσία ή την Κίνα.
Ακόμη κι αν η ευρωπαϊκή ομοσπονδία γίνει πραγματικότητα, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι ολέθριο για την παγκόσμια ειρήνη και πρόοδο, αν δεν προηγηθεί βαθύτατη κοινωνική αλλαγή στο εσωτερικό της. Ωστόσο η Γηραιά Ή πειρος, λίκνο του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού, αποτελεί σαφώς πιο ευνοϊκό πεδίο των κοινωνικών και αντιιμπεριαλιστικών αγώνων από τις ΗΠΑ. Σε ό,τι αφορά την ιστορική προοπτική, ισχύει για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση κάτι ανάλογο με αυτό που έγραφε ο Ένγκελς για την α νώτερη βαθμίδα κοινωνικοποίησης της παραγωγής που έφεραν οι μετοχικές εταιρείες και η οικονομική παρέμβαση του κράτους: «Η κεφαλαιακή σχέση δεν καταργείται, αλλά αντίθετα εξωθείται στα άκρα. Στα άκρα, όμως, αναστρέφεται. Η κρατική ιδιοκτησία στις παραγωγικές δυνάμεις δεν είναι η λύση της σύγκρουσης, αλλά κρύβει μέσα της το τυπικό μέσο, το χειρισμό για τη λύση».4
Η δύσκολη επιστροφή της Ρωσίας
Η πέριξ του Μπόρις Γέλτσιν πτέρυγα της νομενκλατούρας επιτάχυνε τη διάλυση της ΕΣΣΔ και επέλεξε τη «θεραπεία-σοκ» για τη γρήγορη μετάβαση στον καπιταλισμό μέσω ενός πραγματικού
300 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
αμόκ ιδιωτικοποιήσεων. Την επιλογή αυτή στήριζαν δυο αυταπάτες: Με το ζήλο του νεοφώτιστου στη θρησκεία της αγοράς, οι καινούριοι άρχοντες του Κ,ρεμλίνου πίστευαν ότι ο καπιταλιστικός δρόμος, μετά από μία δύσκολη μεταβατική περίοδο, θα απελευθέρωνε τη ρωσική οικονομία από την παραλυτική στασιμότητα της γραφειοκρατικής εποχής, ωθώντας τη σε δυναμική ανάπτυξη. Παράλληλα, ευελπιστούσαν ότι, χάρη στην πυρηνική ισοδυναμία της με τις ΗΠΑ, το βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας και την τεράστια γεωγραφική της έκταση, η Ρωσία θα κατάφερνε να διατηρήσει το στάτους της μεγάλης, παγκόσμιας δύναμης, έστω κι αν ο πρώην καγκελάριος της Δ. Γερμανίας, Χέλμουτ Σμιτ, παρομοίαζε τη χώρα τους με «μια Δημοκρατία του Άνω Βόλτα, οπλισμένη με πυρηνικά όπλα».
Την τελευταία διετία της εποχής Γέλτσιν, η διπλή αυταπάτη κονιορτοποιήθηκε από δύο οδυνηρά πλήγματα. Τον Αύγουστο του 1998, κατέρρευσε το ρούβλι και εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τις αποταμιεύσεις τους σε ατμόσφαιρα πλήρους κοινωνικής διάλυσης, ανάλογη με εκείνη στην Αλβανία του Μπερίσα. Η νομισματική κατάρρευση έριξε φως στο σαθρό οικοδόμημα του μαφιόζικου καπιταλισμού των διαβόητων ολιγαρχών,5 οι οποίοι είχαν σφετεριστεί τον τεράστιο κοινωνικό πλούτο από τον ιδρώτα και το αίμα των εργαζομένων της Σοβιετικής Ένωσης, και τις κυριολεκτικά φονικές επιπτώσεις της «μετάβασης» στο ρωσικό λαό.6 Με πικρό σαρκασμό, ο ρωσικός λαός διαπίστωνε, σύμφωνα με το διαδεδομένο ανέκδοτο της εποχής Γέλτσιν: «Ό,τι μας μ ά
θαινε το κόμμα για το σοσιαλισμό, ήταν λάθος. Α λλά ό,τι μας μάθαινε για
τον καπιταλισμό αποδείχθηκε ολόσωστοΑ
Το δεύτερο πλήγμα ήρθε τον Μάρτιο του 1999, όταν Αμερικανοί και Ευρωπαίοι έγραψαν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους το ρωσικό βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας και εξαπέλυσαν
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 301
τον πόλεμο του ΝΑΤΟ εναντίον ενός ομόδοξου, σλαβικού και συμμάχου έθνους, της Σερβίας, καθιστώντας σαφή την πρόθεσή τους να μην αφήσουν οποιοδήποτε ίχνος ρωσικής επιρροής στα Βαλκάνια. Οι αδέξιες χορευτικές επιδόσεις τού σπανίως νηφάλιου Γέλτσιν, υπό τις μελωδίες της αμερικανικής μουσικής «κάντρι», στη σύνοδο κορυφής των οκτώ (G8), με τον Κλίντον να του χτυπάει παλαμάκια, διεκτραγωδούσαν σε ολόκληρη την υφήλιο τη μοίρα της μέχρι χθες φοβερής και τρομερής ρωσικής αρκούδας, η οποία, εντελώς παραδομένη και εξημερωμένη πλέον, γινόταν αντικείμενο χλεύης των δαμαστών της. Με τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, απότοκο (ίσως και καθοριστικότερη αιτία) του πολέμου του Κοσσυφοπεδίου και την εγκατάσταση αντιρωσικών, φιλοαμερικανικών καθεστώτων σε Γεωργία και Ουκρανία, η γεωπολιτική συρρίκνωση της Ρωσίας έφτασε σε όρια πρωτοφανή από την εποχή του Ιβάν του Τρομερού.
Τα αμερικανικά επιτελεία, που αιφνιδιάστηκαν από την τόσο γρήγορη διάλυση της σοβιετικής αυτοκρατορίας, την οποία δεν είχαν προβλέψει ούτε στα πιο τρελά τους όνειρα, ουδέποτε είδαν τη «νέα Ρωσία» ως εταίρο τους. Εκτιμώντας το τεράστιο δυναμικό της χώρας, παρά την κατάπτωση της εποχής Γέλτσιν που κάποτε θα άρχιζε να ξεπερνιέται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, είχαν εξαρχής μια στρατηγική «περιφερειοποίησης» της Ρωσίας στο διεθνές σύστημα, δηλαδή αποδιάρθρωσης του παραγωγικού, βιομηχανικού της ιστού και μετατροπής της σε οικονομικά υποτελή, έναντι της Δύσης, παραγωγό πρώτων υλών και φθηνής, μετανα- στευτικής εργατικής δύναμης. Οι διαβόητοι «ολιγάρχες» ήταν βασικό σημείο στήριξης αυτής της στρατηγικής. Για τον επιπρόσθετο λόγο ότι, συμμαχώντας με τη Μαφία των περιφερειακών κυβερνητών, υπονόμευαν κάθε έννοια εθνικής συνοχής του αχανούς κράτους, δημιουργώντας προϋποθέσεις ακόμη και για τη μελλο
302 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ντική κατάτμηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας, μια σκέψη που βρίσκεται πάντα στην πίσω γωνία του μυαλού των αμερικανικών επιτελείων.
Ο πραγματιστής Βλαντιμίρ Πούτιν και η πέριξ αυτού νέα ηγετική ομάδα από τον παλιό μηχανισμό της KC.B, του στρατού και της κοσμοπολίτικης νομενκλατούρας του Λένινγκραντ είχαν πολύ ρεαλιστικότερη εικόνα της Ρωσίας και του διεθνούς περιβάλλοντος από τους επαρχιώτες, νεόπλουτους προκατόχους τους. Συνειδητοποίησαν ότι η πορεία εξέλιξης των πραγμάτων δεν οδηγούσε τη Ρωσία στην ανάκαμψη, έστω με όρους «Άγριας Ανατολής», αλλά στην εθνική αυτοκτονία. Σ’ αυτό το πλαίσιο, ο Πούτιν χάραξε μια μακιαβελική πολιτική για την αναστύλωση του ρωσικού κράτους με προτεραιότητες τη διά πυρός και σιδήρου «εκκαθάριση» του προβλήματος στην Τσετοενία, και γενικότερα στον Καύκασο, τη συντριβή της πολιτικής ισχύος του συμπλέγματος ολιγαρχών-κυ- βερνητών και την αποκατάσταση της ρωσικής ισχύος στο «εγγύς εξωτερικό», τις Δημοκρατίες της πρώην ΕΣΣΔ.
Ο νέος προσανατολισμός του Πούτιν απέφερε σημαντικά αποτελέσματα. Επί των ημερών του, η οικονομία αναπτύχθηκε με ετήσιους ρυθμούς 6% έως 7%. Στις αρχές του 2007, το ρωσικό ΑΕΠ ξεπέρασε (επιτέλους!) το αντίστοιχο του 1990, πριν από τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Σε πέντε χρόνια, η κυβέρνηση διπλασίασε τις δαπάνες για την παιδεία και τριπλαοίαοε εκείνες για την υγεία.’ Η δημοσιονομική μαύρη τρύπα που παρέλαβε αποτελεί κακή ανάμνηση. Η Ρωσία είναι από τις ελάχιστες χώρες που αποπλη- ρο)νουν κανονικά, με ταχύτατους ρυθμούς, το εξωτερικό χρέος της, πέμπτη χώρα στον κόσμο ως προς τα αποθέματα χρυσού και ξένου συναλλάγματος - μάλιστα, διέγραψε μονομερώς το χρέος
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 303
χωρών του Τρίτου Κόσμου από τη σοβιετική εποχή, συσσωρεύοντας σημαντικό ηθικό και πολιτικό κεφάλαιο. Η σταθερή υποχώρηση των φονικών επιδημιών, των αυτοκτονιών και της εγκληματικότητας δείχνει ότι η Ρωσία, αν και συνεχίζει να μαστίζεται από ακραίες ανισότητες, απομακρύνεται από τον κοινωνικό Αρμαγεδδώνα της δεκαετίας του ’90.
Το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο αναδεικνύονται σε μείζον όπλο της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής. Η κυβέρνηση Μπους έχει ισχυρούς λόγους να εξοργίζεται για την αυξανόμενη ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο, με συμβολική έκφραση την απασχόληση του πρώην καγκελαρίου της Γερμανίας, Γκέρχαρντ Σρέντερ, στο ενεργειακό κονσόρτσιουμ NEPG, που ελέγχεται από τη ρωσική Gazprom. Όπως και για τον «ενεργειακό εκβιασμό» που ασκεί ο Πούτιν στους εξαρτώμενους από τη ρωσική ενέργεια γείτονές του, με αποτέλεσμα το μαρασμό των λεγάμενων «βελούδινων επαναστάσεων», την ανατροπή της φιλοδυτικής κυβέρνησης της Ουκρανίας και την αντικατάστασή της από φιλορωσική. Οι συζητήσεις, στις αρχές του 2007, περί δημιουργίας «ΟΠΕΚ του φυσικού αερίου», με κύριους εταίρους τη Ρωσία, το Ιράν, το Τουρκμενιστάν, το Κατάρ και την Αλγερία, ενισχύουν τους αμερικανικούς φόβους. Φυσικά, όλα αυτά δεν θα ήταν νοητά, αν ο Πούτιν δεν είχε αποκαταστήσει τον κρατικό έλεγχο στο κύκλωμα της ενέργειας, με τον «αποκεφαλισμό» των απείθαρχων ολιγαρχών, όπως ο Μιχαήλ Χανταρκόφσκι, που έχασε τη Yukos και φυλακίστηκε στη Σιβηρία για απάτες.
Η σταδιακή ανάκαμψη της Ρωσίας τείνει να δημιουργήσει ένα κάποιο αντίβαρο στην αμερικανική μονοκρατορία στις περιπτώσεις όπου τα συμφέροντά της συγκρούονται άμεσα με την αμερικανι
304 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
κή υπερδύναμη, κάτι που εκδηλώθηκε στον πόλεμο κατά του Ιράκ, στις απειλές εναντίον του Ιράν και της Βόρειας Κορέας, στην προσπάθεια επιβολής του σχεδίου Ανάν στην Κύπρο και στην απόσχιση του Κοσσυφοπεδίου. Η βαρυσήμαντη ομιλία του Βλαντιμίρ Πούτιν στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου,8 τον Φεβρουάριο του 2007, ένας πραγματικός λίβελος εναντίον της αμερικανικής μονοκρατορίας, αποτέλεσε σημείο καμπής. Τους επόμενους μήνες, δεν δίστασε να παραλληλίσει την Αμερική του Μπους με το Τρίτο Ράιχ και να επανέλθει στην «αντιιμπεριαλι- στική» ρητορεία της σοβιετικής εποχής, δημιουργώντας μεγάλες συμπάθειες στο εξωτερικό, ιδίως στον Τρίτο Κόσμο. Η δοκιμή νέων, εντυπωσιακά ενισχυμένων διηπειρωτικών πυραύλων, τον Ιούνιο του 2007, ένα «προληπτικό πλήγμα» εναντίον της αμερικανικής αντιπυραυλικής ασπίδας σε Πολωνία και Τσεχία, όπως και η ρήξη με τον Μπους στη σύνοδο του G-8, στο Χάιλιγκεν της Γερμανίας τον ίδιο μήνα, ενίσχυσαν το διεθνές κύρος του. Οφείλουμε, ωστόσο, να είμαστε προσεκτικοί αναφορικά με τα όρια και το χαρακτήρα των ρωσικών αντιστάσεων.
Πρώτα απ’ όλα, η διαδεδομένη εντύπωση ότι ο Πούτιν συνέ- τριψε τους ολιγάρχες δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Είναι αλήθεια ότι ο Μπερεζόφσκι είναι εξόριστος στο Λονδίνο και ο Χανταρκόφκσι στη Σιβηρία, ενώ το κράτος έχει ανακτήσει τον έλεγχο στο 40% της οικονομίας, με τάση να το αυξήσει περισσότερο. Ωστόσο, ο Πούτιν άφησε ευρύτατα περιθώρια δράσης στους «συνετούς» ολιγάρχες, όπως ο Αμπράμοβιτς, ο πλουσιότερος άνθρωπος στη σημερινή Ρωσία και κυβερνήτης της αρκτικής επαρχίας Τσουτότκα, στον ελεύθερο χρόνο που του αφήνουν οι μπίζνες στο Σίτι του Λονδίνου και οι αγώνες της «Τσέλοι». Εν ολίγοις ο Πούτιν, αντιμέτωπος με μια βαθύτατη εθνική κρίση, δεν συνέτριψε τους μεγιστάνες του κεφαλαίου, αλλά, όπως έ-
TO ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 305
πραξαν, φυσικά με πολΰ διαφορετικούς τρόπους, ο Ρούζβελτ και ο Χίτλερ στη δεκαετία του ’30, ξαναμοίρασε τα χαρτιά στο εσωτερικό τους και τους έθεσε κάτω από τον πολιτικό έλεγχο της κεντρικής εξουσίας.
Ουσιαστικά, το εγχείρημά του συνίσταται στην αντικατάσταση του χαοτικού, διαλυτικού και καθαρά μαφιόζικου συστήματος της εποχής Γέλτσιν από ένα είδος «απολυταρχικού κράτους», με παρωδία ελεγχόμενου από το Κρεμλίνο κοινοβουλευτισμού, για την οργανωμένη μετάβαση στον καπιταλισμό. Κάτι ανάλογο, μέ- χρις ενός σημείου, με το απολυταρχικό κράτος που γεννήθηκε στην Ευρώπη κατά τον ύστερο Μεσαίωνα, όταν η φεουδαρχία βυθιζόταν στην τελική κρίση της, αλλά η νεαρή αστική τάξη ήταν ακόμη πολύ αδύναμη.
Αλλά και στη διεθνή πολιτική, τα όρια των ρωσικών αντιστάσεων στην αμερικανική υπερδύναμη είναι περιορισμένα, απέχοντας έτη φωτός και από εκείνα της ΕΣΣΔ στη μετά τη Γιάλτα εποχή. Το παλαιστινιακό, η κρίση στον Λίβανο μετά τη δολοφονία του πρώην πρωθυπουργού Ραφίκ Χ αρίρι και ο πόλεμος Ισραήλ-Χεζμπολάχ έδειξαν ότι η Ρωσία του Πούτιν παραιτήθη- κε, ουσιαστικά, από την άσκηση οποιοσδήποτε επιρροής και από τη στήριξη των παραδοσιακών συμμάχων της στην καρδιά της Μέσης Ανατολής, αφήνοντας στον άξονα ΗΠΑ-Ισραήλ την πλήρη πρωτοβουλία.
Παρά το Σύμφωνο Ασφαλείας της Σαγκάης με την Κίνα και άλλες χώρες της Κεντρικής Ασίας, η Μόσχα διστάζει να επιδιώξει μια στρατηγική συμμαχία με το Πεκίνο εις βάρος των αμερικανικών συμφερόντων. Αντιθέτως, μάλιστα, διατηρεί τη συνεργασία, σε κρίσιμα διεθνή θέματα, με την Αμερική, επιδιώκοντας την κάλυψή της έναντι της ανερχόμενης Κίνας, καθώς πανικοβάλλεται από τη δημογραφική ανισορροπία των δύο χωρών (τεράστιος πλε-
306 ΠΕΤΡΟΣ ΠΛΙ1ΑΚΩΝΣΤΑΝ ΓΙΝΟΥ
ονάζων πληθυσμός στην Κίνα, δημογραφική κατάρρευση της Ρωσίας) που απειλεί να μεταβάλει σταδιακά τη νότια Σιβηρία σε κινεζική επαρχία. Εν τέλει, η γραμμή Πούτιν συνίσταται στην επιδίωξη μιας καλύτερης διαπραγμάτευσης με τις ΗΠΑ από τη σκοπιά ενός αναγεννημένου ρωσικού εθνικισμού-ιμπεριαλισμού, και όχι στην ανατροπή του παγκόσμιου συσχετισμού δυνάμεων.
Ανεξάρτητα, όμως, από το τι επιδιώκουν οι ηγέτες του Κρεμλίνου, η δυναμική των ρωσοαμερικανικών σχέσεων δεν τείνει προς τη συνεργασία, αλλά προς την αντιπαράθεση. Τα πυρηνικά όπλα, η γεωγραφική έκταση και η άμεση γειτνίαση με την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία καθιστούν τη Ρωσία εντελώς ακατάλληλο «εταίρο» για μια Αμερική, το αυτοκρατορικό σχέδιο της οποίας προϋποθέτει τη μετατροπή των συμμάχων σε προστατευόμενους υποτελείς. Με τον ενεργειακό της πλούτο, το υψηλό μορφωτικό επίπεδο των Ρώσων εργαζομένων και την υψηλή τεχνολογία που διαθέτει ήδη από την εποχή της ΕΣΣΔ, η Ρωσία είναι ουσιαστικά μια αυτοδύναμη οικονομία, η οποία δια- πλέκεται, βεβαίως, με την παγκόσμια. Η θεωρητική (για το ορατό μέλλον, μόνο θεωρητική) δυνατότητα για μελλοντική συμμα- χία ανάμεσα σε μια σταθεροποιημένη Ρωσία και σε μια ενοποιημένη Ευρώπη, που θα έδινε στην πρώτη τεράστια οικονομική και τεχνολογική ώθηση και στη δεύτερη ενεργειακή κάλυψη και πυρηνική προστασία, αποτελεί το μεγαλύτερο εφιάλτη των αμερικανικών ελίτ για τον 21ο αιώνα.
Ωστόσο, το σχέδιο των κυρίαρχων ρωσικών κύκλων είναι ασταθές. Παρά την όποια ανάκαμψή της, η οποία στηρίζεται κυρίως στην ενέργεια και τις πρώτες ύλες, η Ρωσία δεν έχει καταφέρει να ανασυγκροτήσει τη διαλυμένη βιομηχανική υποδομή
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 307
της. Μόνο μια βαθύτατη εσωτερική, κοινωνική μεταρρύθμιση προοδευτικού χαρακτήρα θα καταφέρει να ανασυγκροτήσει την εθνική και κοινωνική συνοχή και να ανακόψει τη δημογραφική καθίζηση της τεράστιας χώρας, αντιμετωπίζοντας αποτελεσματικά τις επικίνδυνες, ακόμη, διαλυτικές τάσεις. Αλλά ο προσανατολισμός των κυρίαρχων κύκλων φαίνεται να είναι στην αντίθετη κατεύθυνση, της συρρίκνωσης των όποιων υπολειμμάτων κοινωνικών παροχών και της ιδιοκτησίας στη γη. Ο εθνικισμός, η εξύμνηση του μυθοποιημένου τσαρικού παρελθόντος9 και οι ιμπεριαλιστικές προσδοκίες τροφοδοτούνται από την αδυναμία των κυρίαρχων κύκλων να εξασφαλίσουν λαϊκή νομιμοποίηση μέσω ενός ελκυστικού προτύπου εσωτερικής, κοινωνικής ανάπτυξης. Ωστόσο αυτή η αδυναμία, σε συνδυασμό με το αναπόφευκτο υποπροϊόν της, την αυταρχική ροπή της σημερινής Ρωσίας, την εμποδίζουν να ασκήσει οποιαδήποτε ελκτική επίδραση στις λαϊκές μάζες της Δύσης.
Η αφύπνιση της μισθωτής εργασίας και των αριστερών δυνάμεων της Ρωσίας θα μπορούσε να αλλάξει το πολιτικό τοπίο σε πιο θετική κατεύθυνση. Δυστυχώς, η πολιτική αφασία και ο κοινωνικός κυνισμός που διαδόθηκαν στη ρωσική εργατική τάξη από τη σοβιετική νομενκλατούρα ασκούν παραλυτική επίδραση και τίποτα δεν δείχνει ότι μπορούν να ξεπεραστούν γρήγορα. Στο προβλέψιμο μέλλον, η Ρωσία θα δημιουργεί κάποιες ρωγμές και αντίβαρα στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό όταν αισθάνεται να απειλούνται πολύ άμεσα και πολύ σοβαρά συμφέροντά της, αλλά θα εξακολουθεί να βραχυκυκλώνεται από τις αντιφάσεις της, ασκώντας ταυτόχρονα ιμπεριαλιστική πολιτική στον άμεσο περίγυρό της, όποτε της δίνεται η δυνατότητα.
308 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Η μάχη τον Ειρηνικού
«Αν ο 20ός αιώνας ήταν αμερικανικός, ο 21ος ενδέχεται να μείνει στην Ιστορία ως ο αιώνας της Ασίας». Η εκτίμηοη αυτή κατέχει κεντρική θέοη σε πολυσέλιδη μελέτη περίπου 1.000 ειδικών της CIA απ’ όλο την κόσμο, που δημοσιεύθηκε μέσω Διαδικτύου τον Ιανουάριο του 2005 υπό τον τίτλο «Χαρτογράφηση του μέλλοντος του πλανήτη: Οι ανερχόμενες δυνάμεις μέχρι το 2020».10 Η θέση αυτή κοντεύει να εξελιχθεί σε κοινοτοπία, καθώς αναπαράγεται καθημερινά από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης, που εκστασιάζονται από το «ασιατικό θαύμα» της δεύτερης βιομηχανικής δύναμης του κόσμου, Ιαπωνίας και (κυρίως) της ταχύτατα αναπτυσσόμενης Κίνας.
Πιστεύουμε ότι η εικόνα αυτή είναι παραπλανητική. Στο οικονομικό πεδίο, τα αστρονομικά πλεονάσματα Κίνας, Ιαπωνίας και χωρών της Ν. Α. Ασίας στο εμπορικό τους ισοζύγιο με την Αμερική αποτελούν, όσο κι αν αυτό ακούγεται παράδοξο, ένδειξη υποταγής τους σε ένα διεθνή καταμερισμό εργασίας που εξυπηρετεί, τουλάχιστον για την ώρα, τη μόνη υπερδύναμη: Αντί να ανακυκλώσουν αυτά τα πλεονάσματα στο εσωτερικό, προς όφελος της ισόρροπης ανάπτυξης και της ανόδου του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, οι εν λόγω χώρες έχουν επιλέξει να τα εξάγουν στην Αμερική χρηματοδοτώντας τα τεράστια ελλείμματά της και συντηρώντας τη νοσηρή ανισορρρπία της παγκόσμιας οικονομίας.11
Ακόμη σημαντικότερο είναι το πολιτικό έλλειμμα της Άπω Ανατολής. Αν η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στηρίχθηκε στο δίδυμο Γαλλίας- Γερμανίας, η ενοποίηση της Ανατολικής και Ν. Α. Ασίας υπονομεύεται από τη συγκρουσιακή δυναμική στις σινοϊαπωνικές σχέσεις. Επί δύο χιλιετίες, με σποραδικά διαλείμματα, ηγεμονική δύναμη της περιοχής ήταν η Κίνα. Η εισβολή της δυτικής α
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 309
ποικιοκρατίας στην περιοχή μετέτρεψε την Κίνα σε αδύναμη μι- σοαποικία, ενώ η Ιαπωνία, μετά τη μεταρρύθμιση του Μεϊτζί, εξελίχθηκε σε δυναμικό κέντρο καπιταλιστικής ανάπτυξης. Στην αρχή της τρίτης χιλιετίας, για πρώτη φορά στην ιστορία της περιοχής, οι δύο παραδοσιακοί αντίπαλοι βρίσκονται χονδρικά στο ίδιο επίπεδο κρατικής ισχύος. Αυτή η σχετική εξίσωση όχι μόνο δεν συμβάλλει στη συμφιλίωσή τους, κατά το γαλλογερμανικό προηγούμενο -μ ια εξέλιξη που θα μετέτρεπε άρδην τους παγκόσμιους συσχετισμούς-, αλλά εντείνει τον πολιτικό ανταγωνισμό τους.
Από την πλευρά τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες εκμεταλλεύονται το σινοϊαπωνικό ανταγωνισμό, όπως και το πυρηνικό πρόγραμμα της Βόρειας Κορέας, προκειμένου να εκμηδενίσουν τις δειλές τάσεις χειραφέτησης της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας και να συντηρήσουν τη βαριά στρατιωτικο-πολιτική επικυριαρχία που οικοδόμησαν μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στην περίπτωση της Ιαπωνίας, η αμερικανική στρατηγική φαίνεται να στέφεται με επιτυχία. Η κυβέρνηση του Γιουνιχίρο Κοϊ- ζούμι προσπάθησε να αντιμετωπίσει τα διαρθρωτικά οικονομικά προβλήματα που λειτουργούσαν ως τροχοπέδη της ανάπτυξης με μεταρρυθμίσεις που υπονόμευσαν το μεταπολεμικό κοινωνικό συμβόλαιο και την εγγυημένη, διά βίου απασχόληση. Χάνοντας την παραδοσιακή ιδεολογική του νομιμοποίηση, το μονοκομματικό, ουσιαστικά, καθεστώς του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος (του μακροβιότερου κόμματος-κράτους στον κόσμο, μετά τη διάλυση του ΚΚΣΕ και την ήττα του θεσμικού Επαναστατικού Κόμματος στο Μεξικό) αναζήτησε διέξοδο στην αναγέννηση του ιαπωνικού εθνικισμού. Σ’ αυτό το πλαίσιο εγγράφο- νται τα προσκυνήματα του Κοϊζούμι στο μνημείο όπου έχουν ταφεί ορισμένοι από τους μεγαλύτερους εγκληματίες του Β' Πα
310 ΙΙΕ ΓΡΟΣ I ΙΑΙΙΛΚΩΝΠΛΝΊΊΝΟΥ
γκοσμίου Πολέμου. Ο διάδοχός του, Σίνζο Αμπε, ουνέχισε τη στροφή με την αναθεώρηση των βιβλίων της Ιστορίας σε «πατριωτική» κατεύθυνση, απαλείφοντας οποιεσδήποτε επικριτικές αναφορές στη βάρβαρη, ιαπωνική αποικιοκρατική κατοχή εις βάρος της Κίνας, της Κορέας και των άλλων γειτόνων της. Το κυριότερο, δρομολόγησε την αναθεώρηση του Συντάγματος ώστε να αποδεσμευτεί η Ιαπωνία από τις συνέπειες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, συγκρότησε με την άδεια των ΗΠΑ «κανονικό» υπουργείο Άμυνας και επιδιώκει πιο στενές σχέσεις με το ΝΑΤΟ.
Ο ιαπωνικός εθνικισμός αποτελεί προπέτασμα καπνού για την ακόμη στενότερη πρόσδεση της Ιαπωνίας στο άρμα των Ηνωμένων Πολιτειών. Ξυπνάει σε όλους τους γείτονές της, ακόμη και στη θεωρητικά σύμμαχο Νότια Κορέα, τα τρομερά φαντάσματα του ιαπωνικού μιλιταρισμου-ιμπεριαλισμου και τις ωθεί πιο κοντά στην Κίνα. Εμφανίζει την Ιαπωνία ως τοπικό υπεργολάβο μιας υ- περδύναμης που έχει γίνει άκρως αντιπαθής στους λαούς της περιοχής, λόγω του ρόλου που έπαιξε στην κρίση του 1997-98 και του πολέμου στο Ιράκ. Εν τέλει, ο υποτελής στις ΗΠΑ ιαπωνικός εθνικισμός υπονομεύει τις όποιες δυνατότητες άσκησης πολιτικής επιρροής στην περιφέρεια. Για το ορατό μέλλον, η δεύτερη οικονομική δύναμη του πλανήτη θα παραμείνει πολιτικός ευνούχος, χωρίς σοβαρή, αυτοτελή επίδραση στην παγκόσμια σκηνή.
Εντελώς διαφορετική είναι η περίπτωση της Κίνας. Με το ένα τέταρτο του παγκόσμιου πληθυσμού, έκταση ανάλογη με αυτή των ΗΠΑ, δικαίωμα βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας και πυρηνικά όπλα, η Κίνα αποτελούσε ούτως ή άλλως μεγάλη, σε περιφερειακή κλίμακα και όχι αμελητέα σε παγκόσμια, δύναμη ακόμη και όταν ήταν πολύ φτωχή. Η πολιτική της ισχύς τείνει να αυξηθεί,
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 311
αν και όχι γραμμικά, με την ταχύρρυθμη οικονομική της ανάπτυξη. Με ετήσιο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ 9,5% κατά μέσον όρο από το 1980 μέχρι το 2005 σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές, μια από τις πιο φτωχές χώρες του κόσμου μέχρι πρόσφατα έφταοε να αντιπροσωπεύει την τέταρτη οικονομία του πλανήτη, την τρίτη εμπορική δύναμη, το δεύτερο εισαγωγέα πετρελαίου, τον πρώτο πιστωτή των ΗΠΑ και 100 εκατομμύρια βιομηχανικούς εργάτες, διπλάσιους από το σύνολο των χωρών του G-7.12
Οι εντυπωσιακές επιδόσεις της Κίνας13 μετά τη στροφή του Ντενγκ Χσιαοπίνγκ προς τον καπιταλιστικό δρόμο, το 1978, τροφοδοτούν δύο στερεότυπα: Το πρώτο είναι να θεωρείται η Κίνα τρανό παράδειγμα της υπεροχής του νεοφιλελευθερισμού και των δυνατοτήτων που υποτίθεται ότι παρέχει η «παγκοσμιοποίηση» στα φτωχά έθνη να φτάσουν τα πιο πλούσια. Το δεύτερο συνίσταται στο να προεξοφλείται η αναρρίχηση της Κίνας στη θέση της νέας υπερδύναμης του 2 1ου αιώνα, η οποία θα αναμετρηθεί για την παγκόσμια ηγεμονία με την Αμερική. Το πρώτο στερεότυπο αποτελεί ιδεολογικό μύθο και το δεύτερο, στην καλύτερη περίπτωση, αυθαίρετη γενίκευση υπαρκτο')ν, αλλά άκρως ασταθών τάσεων.
Πρώτα απ’ όλα, η Κίνα του Ντενγκ Χσιαοπίνγκ και των επιγόνων του δεν θα μπορούσε να πραγματοποιήσει τα αναπτυξιακά της άλματα αν η κινεζική επανάσταση δεν είχε δημιουργήσει τις θεμελιώδεις προϋποθέσεις, έστω με τεράστιο κόστος, τραγικά λάθη και οπισθοδρομήσεις: Την απελευθέρωση της χώρας από τα ιμπεριαλιστικά και φεουδαρχικά δεομά, χωρίς να περιπέσει σε σχέση εξάρτησης από τη Σοβιετική Ένωση, τη διανομή της γης στους αγρότες, τα μεγάλα αρδευτικά έργα και το τέλος των λιμών που αποδεκάτιζαν τον πληθυσμό της υπαίθρου, τη δημιουργία κάποιων βάσεων βιομηχανικής ανάπτυξης όχι μόνο στις παράκτιες περιοχές αλ\ά και σε κομβικά κέντρα της ενδοχώρας, την
312 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
κατοχύρωση για πρώτη φορά στην κινεζική ιστορία της πραγματικής ιοστιμίας των γυναικών, τον έλεγχο των γεννήσεων και την ανύψωση του μορφωτικού επιπέδου του συνόλου του πληθυσμού.14
Ακόμη και μετά τη στροφή προς τον καπιταλιστικό δρόμο, η πολιτική της Κίνας οπωσδήποτε δεν αποτελεί την πιο τυπική εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας. Ό χ ι βέβαια γιατί το αυταρχικό καθεστώς της αποκλείει εξ ορισμού τη νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική (η Χιλή του Πινοτσέτ και η Ινδονησία του Σουχάρτο απέδειξαν το αντίθετο). Αλλά γιατί οι κοινωνικές κατακτήσεις της περιόδου κατά την οποία κυριαρχούσε η τάση προς το σοσιαλισμό, η διατήρηση, έστω μέσα από τις ακρότητες της Πολιτιστικής Επανάστασης, ενός σημαντικού επιπέδου πολιτικής συνείδησης και δράσης των λαϊκών μαζών (ασύγκριτα ανώτερου από τη Σοβιετική Ένωση της σταλινικής και μπρεζνιεφι- κής περιόδου) και οι ανάγκες αυτοσυντήρησης του ίδιου του συνασπισμού εξουσίας δεν επέτρεψαν στο ανώτερο στρώμα της γραφειοκρατίας να μετασχηματιστεί σε «κανονική» αστική τάξη. Σε πανεθνική κλίμακα, η κρατική ιδιοκτησία αντιστοιχούσε, το 1996, στο 57%, η συνεταιριστική στο 36% και οι ιδιωτικές, καπιταλιστικές επιχειρήσεις στο 5% του συνόλου.15
Βεβαίως, η εικόνα αλλάζει με γρήγορους ρυθμούς, ειδικά στο καθοριστικό πεδίο της βιομηχανίας, μετά από την ένταξη της Κίνας στον ΠΟΕ. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το 2005 οι κρατικές επιχειρήσεις αντιπροσώπευαν το 40% του συνόλου στον τομέα της βιομηχανίας, οι συνεταιριστικές το 6%, οι κινεζικές ιδιωτικές ή κατά πλειοψηφία ελεγχόμενες από Κινέζους ιδιώτες το 30,5% και οι εταιρείες που ελέγχονταν, ολικά ή πλειοψηφικά, από το ξένο κεφάλαιο το 19%.16 Ακόμη μεγαλύτερο είναι το αναλογικό βάρος του ιδιωτικού τομέα στη συνολική, βιομηχανική παραγωγή. Από τις 500 μεγαλύτερες πολυεθνικές εταιρείες που περιλαμβάνονται
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 313
στον ετήσιο κατάλογο του περιοδικού Forbes, το 80% δραστηριοποιείται στην Κίνα, η οποία είναι η δεύτερη χώρα του κόσμου, μετά τις ΗΠΑ, ως προς την υποδοχή ξένων άμεσων επενδύσεων. Ωστόσο, το κράτος διατηρεί τον έλεγχο 57 τομέων που κρίνονται από το ΚΚΚ «στρατηγικής σημασίας» (ατσάλι, ενέργεια κ.ά.), ενώ η πολύ μεγάλη αστική τάξη εξακολουθεί να βρίσκεται στο εξωτερικό, στην κινεζική διασπορά ή στο Χονγκ Κονγκ και το Μακάο και η αναπτυσσόμενη, εσωτερική αστική τάξη παραμένει γενικά αποκλεισμένη από την πολιτική εξουσία. Τέλος, η διατήρηση της πρόσβασης των αγροτών στη γη εμποδίζει την «πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου» που γνώρισαν οι καπιταλιστικές χώρες της Δύσης.
Ας έρθουμε τώρα στο δεύτερο στερεότυπο, που προεξοφλεί την ανάδειξη της Κίνας σε παγκόσμια υπερδύναμη. Ακόμη και στην οικονομική της διάσταση, η «ανάδυση» του ασιατικού γίγαντα δεν θα πρέπει να υπερτιμάται. Η Κίνα αντιστοιχεί στο 5% του παγκόσμιου ΑΕΠ έναντι 11% της Ιαπωνίας, 21% της Ευρώπης των 15 και 30% των ΗΠΑ (Γράφημα 9). Η οικονομία της είναι λίγο μικρότερη από εκείνη της Πολιτείας της Καλιφόρνιας και θα χρειαζόταν σχεδόν έναν αιώνα για να φτάσει εκείνη των ΗΠΑ, ακόμη κι αν υποθέταμε ότι θα συνεχίζονταν σ’ όλη αυτή την περίοδο οι σημερινοί, εξαιρετικοί ρυθμοί ανάπτυξης. Με όρους κατά κεφαλήν εθνικού εισοδήματος, θα έπρεπε να θεωρείται χώρα του Τρίτου Κόσμου. Στην πραγματικότητα, η μετά το 1978 Κίνα εμφανίζει μια δυαδική δομή, με τις παράκτιες ζώνες της να τείνουν να μπουν στην πρώτη ταχύτητα της καπιταλιστικής ανάπτυξης και την τεράστια ενδοχώρα να καθηλώνεται στο ρόλο της τριτοκοσμικής περιφέρειας.17
314 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΓΡΑΦΗΜΑ 9:
Ειδικό βάρος χαρών στο παγκόσμιο ΑΕΠ
και τ ψ παγκόσμια οικονομική μεγέθυνση
Π Ποσοστό σιο παγκόσμιο ΑΕΠ (2004) (%) ■ Συμμετοχή στην παγκόσμια οικονομική
μεγέθυνση (1995-2004) (%)
IL
Πηγή: CEPII.
Συνολικά, η Κίνα δεν έχει πετύχει να σπάσει το διεθνή καταμερισμό εργασίας που επιβάλουν τα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Περίπου,το 60% των εξαγωγών της και περισσότερες από τις μισές τεχνολογικές πατέντες της προέρχονται από ξένες πολυεθνικές που έχουν εγκατασταθεί στο έδαφός της.18 Πάρα πολλά προϊόντα στις διεθνείς αγορές είναι M ade in China, αλλά ελάχιστα προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας είναι M ade by China (φτιάχνονται α τ ψ Κίνα, αλλά όχι από την Κίνα). Το 76% των προϊόντων υψηλής τεχνολογίας γενικά και το 85% των προϊόντων πληροφορικής ιδιαίτερα, που εξάγονται στο εξωτερικό, κατασκευάζονται από
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΙΙΑΗΛΙΙΚΊ ΑΙΜΑ 315
ξένες εταιρείες ή εταιρείες που ελέγχονται οε ποσοστό άνω του 50% από το ξένο κεφάλαιο.1”
Σε μεγάλο βαθμό, η Κίνα εξελίσσεται σε υπεργολάβο της Δύσης, πλατφόρμα συναρμολόγησης τελικών προϊόντων, στηριγμένη στα, ακόμη, πολύ χαμηλά μεροκάματα (γύρω στο 1/50 των αμερικανικών ή των γιαπωνέζικων). Διαμορφώνεται έτσι μια τριαδική δομή, όπου ΗΠΑ-Ε.Ε.-Ιαπωνία διατηρούν τον έλεγχο της έρευνας και του σχεδιασμού των βιομηχανικών προϊόντων, αναθέτουν υπεργολαβικά την κατασκευή των εξαρτημάτων τους στους «Δράκους» και τις «Τίγρεις» της ζώνης Ασίας-Ειρηνικού και αφήνουν στην Κίνα την τελική συναρμολόγηση.
Ασφαλώς, η πληθυσμιακά και εδαφικά γιγαντιαία χώρα διαθέτει μεγάλες εφεδρείες που δεν επιτρέπεται να υποτιμηθούν. Σ’ αυτές οφείλει να συνυπολογίσει κανείς, πέρα από τον τεράστιο αγροτικό πληθυσμό, τον ειδικό ρόλο που παίζει ο λεγόμενος «περιπλα- νώμενος πληθυσμός» (floating population) της εσωτερικής μετανάστευσης και ο οποίος υπολογίζεται σε τουλάχιστον 114 εκατομμύρια. Ένας πληθυσμός που ισοδυναμεί με τα τρία τέταρτα της Ρωσίας και σχεδόν το διπλάσιο της Γαλλίας ή της Βρετανίας και προβλέπεται να φτάσει τα 300 εκατομμύρια, δηλαδή τον πληθυσμό των ΗΠΑ, μέχρι το 2020.-'° Πρόκειται για ανθρώπους που μεταναστεύουν «παράνομα» από την ενδοχώρα στα αστικά κέντρα σε αναζήτηση καλύτερης τύχης, χωρίς μόνιμη κατοικία, χωρίς ασφαλιστικά δικαιώματα, χωρίς πρόσβαση στο σύστημα υγείας και στη δημόσια εκπαίδευση. Ένας τεράστιος, βιομηχανικός, εφεδρικός στρατός νομαδικών εργατών με ελάχιστες απαιτήσεις, που τραβάει προς τα κάτω το σύνολο της κινεζικής εργατικής τάξης, δημιουργώντας ιδανικές, από μια άποψη, συνθήκες καπιταλιστικής συσσώρευσης.21
Παρ’ όλα αυτά, η ανάπτυξη της Κίνας εμφανίζεται άκρως ασταθής. Πολλοί αναλυτές εφιστούν την προσοχή στα σοβαρά
316 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
διαρθρωτικά προβλήματα, όπως η χαμηλή παραγωγικότητα των περισσότερων δημοσίων επιχειρήσεων, ο υπερβολικός δανεισμός από τις Τράπεζες, η ανάγκη της πυρετώδους βιομηχανικής ανάπτυξης να τροφοδοτείται, για τις επενδύσεις που χρειάζεται, στο εντελώς αφύσικο ποσοστό του 40% από τις αποταμιεύσεις του πε- νόμενου αγροτικού πληθυσμού, η μεγάλη υπερτίμηση της αξίας των ακινήτων και η καλπάζουσα διαφθορά. Προβλήματα που απειλούν ανά πάσα στιγμή να ανακόψουν το κινεζικό «θαύμα» με ακραία φαινόμενα κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος, βαθιάς ύφεσης στον κατασκευαστικό τομέα κ.λπ.
Αλλά ακόμη κι αν αυτά τα προβλήματα διατηρηθούν υπό κάποιο έλεγχο, το κινεζικό «θαύμα» απειλείται από το πιο χαρακτηριστικό υποπροϊόν του: την έκρηξη των κοινωνικών και γεωγραφικών ανισοτήτων. Η σημερινή Κίνα πλησιάζει και σύντομα μπορεί να ξεπεράσει την Αμερική ως προς τις κοινωνικές ανισότητες στη διανομή του εισοδήματος (Πίνακας 11), κάτι που διαπιστώνει πολύ γρήγορα ο επισκέπτης του Πεκίνου, όπου τα παραδοσιακά ποδήλατα κυκλοφορούν στις μεγάλες λεωφόρους δίπλα σιις BMW των νεόπλουτων και οι παραγκουπόλεις με τις ξυλόσομπες κρύβονται πίσω από την πλατεία Τιενανμέν και τους ουρανοξύστες που ξεφυτρώνουν κάθε μέρα, σε στιλ Νέας Υόρκης. Οι αγρότες, οι εργάτες που απολύονται από τις προβληματικές βιομηχανίες και το πληβειακό πλήθος των παραγκουπόλεων, οι οποίες απαλ- λοτριώνονται βίαια για να χτιστούν εργοστάσια ή εμπορικά κέντρα, βλέπουν το τρένο της ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης και του ξέφρενου πλουτισμού ορισμένων να περνάει δίπλα τους ή από πάνω τους. Η λαϊκή δυσφορία, καθώς δεν μπορεί να βρει οργανωμένη, νόμιμη έκφραση, ξεσπάει με βίαιες, χαοτικές εξεγέρσεις στην ύπαιθρο και ορισμένα αστικά κέντρα, όπου συχνά παίρνει διαστάσεις ενόπλων συγκρούσεων με τις δυνάμεις καταστολής.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 317
ΠΙΝΑΚΑΣ 11:
Κατανομή εισοδήματος μ ε βάση τ ψ πληθυσμιακή κατηγορία (*)
σε Κ ίνα και ΗΠΑ
ΠΧηθνσμιακη κατηγορία Ποσοστό εθνικού εισοδήματος
Κίνα ΗΠΑΧαμηλή 5,9 3,6Δεύτερη 10,2 9,0Τρίτη 15,1 15,0Τέταρτη 22,2 23,2Υψηλή 46,6 49,2
(*) Ο πληθυσμός χωρίζεται σε πέντε κατηγορίες, από το φτωχότερο 20% μέχρι το πλουσιότερο 20%.
Πηγή:]. Β. Foster (επιμ.), «Σοσιαλισμός για τον 2 Ιο αιώνα», Monthly Review, 2006.
Η εκρηκτική αντίθεση ανάμεσα στις παράκτιες ζώνες και την κινεζική ενδοχώρα απειλεί να διαρρήξει τον εθνικό ιστό. Οι τοπικές ελίτ της παράκτιας ζώνης τείνουν να προσδεθούν πιο στενά με τα ιμπεριαλιστικά κέντρα και αναζητούν τρόπους απαλλαγής από τα «περιττά βάρη» που συνεπάγεται η πρόσδεσή τους με τις πιο καθυστερημένες περιοχές, εμποδίζοντας την οικονομική τους απογείωση. Κάτι ανάλογο με το πρόβλημα της Καταλωνίας και των Βάσκων στην Ισπανία ή της Λέγκας του Βορρά στην Ιταλία, αλλά σε απείρως μεγαλύτερη κλίμακα. Ενώπιον αυτής της πραγματικότητας, το ΚΚΚ αντιμετωπίζει ένα τρομερό δίλημμα: Η περαιτέρω, δυναμική ανάπτυξη του καπιταλισμού το υποχρεώνει να αντιμετωπίσει, κάποια στιγμή, το πρόβλημα της γης, απελευθερώνοντας τις δυνατότητες καπιταλιστικής ανάπτυξης στην
318 11ΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΊΊ NOV
ύπαιθρο και δημιουργώντας πλήρη κινητικότητα στην εσωτερική αγορά εργασίας. Α\λά κάτι τέτοιο απειλεί να εξαθλιώσει βίαια έναν αγροτικό πληθυσμό της τάξης των 500 εκατομμυρίων ανθρώπων και να πολώσει ακόμη περισσότερο την ενδοχώρα απέναντι στις παράκτιες ζώνες, θέτοντας υπό αίρεση και αυτή την ύπαρξη της Κίνας ως ενιαίου έθνους-κράτους.
Οι απειλητικοί κοινωνικοί κραδασμοί και οι δυνητικοί κίνδυνοι για την ίδια την εθνική συνοχή οδήγησαν την υπό τον Χου Ζι- ντάο κομματική ηγεσία να αποπειραθεί μια διόρθωση της γενικής γραμμής πλεύσης, κάτω από το σύνθημα της «κοινωνίας της αρμονίας», στο 17ο συνέδριο του ΚΚ Κίνας, που πραγματοποιή- θηκε τον Οκτώβριο του 2007 στο Πεκίνο. Ή ταν η πρώτη φορά μετά την άνοδο του Ντενγκ, που το ΚΚΚ έθεσε σε πρώτο πλάνο όχι τους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, αλλά την αντιμετώπιση των κοινωνικών ανισοτήτων, χωρίς ωστόσο να αναιρεί τη γενική πορεία προς τον καπιταλισμό. Θα έλεγε κανείς ότι ήταν μια προσπάθεια διαμόρφωσης ενός «New Deal με κινεζικά χρώματα», κάτι αντίστοιχο, αλλά βέβαια πολύ διαφορετικό από τον «εξανθρωπισμό» του αμερικανικού καπιταλισμού από τον Φραγκλίνο Ρούζβελτ. Το πώς θα μεταφραστεί αυτή η γενική κατεύθυνση σε πρακτική πολιτική απομένει να αποδειχθεί. Σε κάθε περίπτωση, η διευθύνουσα ελίτ φαίνεται να έχει συνείδηση ότι ανοίγεται μπροστά της μια περίοδος μεγάλων κοινωνικών εντάσεων και πολιτικών προκλήσεων.
Σ’ αυτό το φόντο, η ηγεσία του ΚΚΚ προσφεύγει στον εθνικισμό, ως υποκατάστατο του κοινωνικού εξισωτισμού που επαγγέλ- θηκε ο μαοϊσμός, για την ιδεολογική του νομιμοποίηση και τη διατήρηση της κλονιζόμενης εθνικής συνοχής. Η αυτοκρατορική στροφή της Αμερικής και η σοβινιστική στροφή της Ιαπωνίας δίνουν πρόσθετα καύσιμα στον κινεζικό εθνικισμό. Από την άλλη
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 319
πλευρά, περιπλέκουν τις ούτως ή άλλως αντιφατικές, σε βαθμό σχιζοφρένειας, σχέσεις της Κίνας με τον ιμπεριαλισμό της Δύσης.
Από στενά οικονομική σκοπιά, η Κίνα αντιπροσωπεύει ταυτόχρονα ατμομηχανή και ωρολογιακή βόμβα για το διεθνή καπιταλισμό. Η στροφή της προς τον καπιταλιστικό δρόμο επαύξησε κατά πολύ την ευελιξία του κεφαλαίου σε διεθνή κλίμακα. Η Κίνα λειτούργησε ως προσωρινή βαλβίδα εκτόνωσης της κρίσης υπερσυσ- σώρευσης με την απορρόφηση πλεοναζόντων κεφαλαίων της Δύσης και της προσέφερε έναν παγκόσμιο, εφεδρικό, βιομηχανικό στρατό εργασίας. Με αυτό τον τρόπο συνέβαλε στην υπέρβαση των κρίσεων της Ν. Α. Ασίας (1997-98) και των ΗΠΑ (2000-2001). Μακροπρόθεσμα, όμως, τείνει να οξύνει την κρίση υπερσυσσώ- ρευσης και από τους δύο πόλους της αντίθεσης: Από τη μια πλευρά, εντείνει την υπερπαραγωγή εμπορευμάτων που κατακλύζουν τις διεθνείς αγορές, από την άλλη πιέζει για την περαιτέρω καθίζηση των πραγματικών αμοιβών εργασίας στη Δύση, δυσκολεύοντας την απορρόφηση της βιομηχανικής υπερπαραγωγής. Χώρια οι συνέπειες της πυρετώδους κινεζικής ανάπτυξης στο περιβάλλον και στην αύξηση των τιμών του πετρελαίου, των μετάλλων και άλλων πρώτων υλών, που επιβαρύνουν τις δυτικές οικονομίες.
Από πολιτική σκοπιά, οι σχέσεις Δύσης-Κίνας, και κυρίως ΗΠΑ-Κίνας, εμφανίζονται ακόμη πιο σχιζοφρενικές. Τη μια στιγμή, ο Μπιλ Κλίντον ανακηρύσσει την Κίνα «στρατηγικό εταίρο» της Αμερικής και τη βάζει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Την επομένη, μπλέκει σε ψυχροπολεμικού τύπου κρίσεις με το Πεκίνο, με αφορμή το βομβαρδισμό της κινεζικής πρεσβείας στο Βελιγράδι ή την κρίση της Ταϊβάν, όταν η Ουάσιγκτον έστειλε αεροπλανοφόρα στην περιοχή, δίνοντας το μήνυμα ότι θα συνεχίσει να εμποδίζει την εθνική επανένωση της ηπειρωτικής και της νησιωτικής Κίνας. Ο διάδοχος του Κλίντον, Τζορτζ Μπους,
320 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
διακήρυξε στην προεκλογική περίοδο ότι η Κίνα πρέπει να θεωρείται «στρατηγικός αντίπαλος» της Αμερικής, μετατοπίστηκε στη γραμμή του «στρατηγικού εταίρου» επισκεπτόμενος το Πεκίνο, για να παλινδρομήσει στη γραμμή της αντιπαράθεσης, ενθαρρύνο- ντας τη μιλιταριστική στροφή της Ιαπωνίας και βάζοντας πλώρη για τον Πόλεμο των Άστρων. Εξηγώντας τη λογική των νεοσυ- ντηρητικών, ο αναλυτής του πανεπιστημίου του Μπράντφορντ Πολ Ρότζερς σημείωνε το εξής ενδιαφέρον:
«Πολλοί στη ρεπουμπλικανική Δεξιά πιστεύουν ότι οι μόνες απειλές που θα αντιμετωπίσουν οι ΗΠΑ είναι αυτές που θα έρθουν από την Κίνα, αν η τελευταία εξελιχθεί σε οικονομικό γίγαντα. Ένας τρόπος για να ανακοπεί η ανάπτυξή της είναι να υποχρεωθεί να αφιερώνει όλο και περισσότερα χρήματα στην άμυνα, και το Εθνικό Πυραυλικό Σύστημα (σ.σ. το πρόγραμμα για τον Πόλεμο των Άστρων) είναι ένας τρόπος για να γίνει αυτό κατορθωτό. Αυτό μπορεί να πυροδοτήσει μια επικίνδυνη πυρηνική κούρσα, όμως, τελικά, ο σοβιετικός γίγαντας οδηγήθηκε έτσι ε- πιτυχώς στον τάφο πριν την ώρα του και ίσως η ίδια στρατηγική να μπορεί να εφαρμοστεί και στην περίπτωση της Κίνας».22
Σε αντίθεση με τις αστείες αυταπάτες της υπό τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ σοβιετικής νομενκλατούρας, η πραγματιστική κινεζική ηγεσία φαίνεται να έχει συνείδηση ότι ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός αποτελεί την υπ’ αριθμόν ένα απειλή για την εξουσία της και για την ίδια την εθνική συνοχή της χώρας της. Επιμένει, ωστόσο, να διατηρεί στενές σχέσεις οικονομικής διαπλοκής με τις ΗΠΑ και χαμηλό προφίλ στη διεθνή πολιτική (π.χ., στον πόλεμο του Ιράκ) στο βαθμό που δεν θίγονται άμεσα κρατικά συμφέροντα, μέχρις ότου εκπληρώσει τους δύο άμεσους
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 321
στρατηγικούς στόχους της: την ανάδυσή της, αν όχι στο επίπεδο των μητροπολιτικών οικονομιών της Δύσης, τουλάχιστον σε χώρα μέσου επιπέδου καπιταλιστικής ανάπτυξης, και την εθνική της ενοποίηση, με τη λύση του προβλήματος της Ταϊβάν.
Με αυτά τα δεδομένα, δεν φαίνεται ρεαλιστικό να περιμένει κανείς από την Κίνα να δράσει ως αποτελεσματικό αντίβαρο στην αμερικανική ηγεμονία και πολύ περισσότερο ως αυτόνομη, παγκόσμια δύναμη στο εγγύς μέλλον. Ασφαλώς, η Κίνα θα είναι πά- ρα πολύ υπολογίσιμη σε περιφερειακή κλίμακα (ήδη, το γεγονός ότι οι ΗΠΑ αναγκάζονται να διαπραγματεύονται με την προστα- τευόμενη από την Κίνα Βόρεια Κορέα, ενώ η τελευταία έχει ανακοινώσει πυρηνική δοκιμή, μιλάει από μόνο του) και ως σημαντική συνιστώσα σε ευκαιριακές συμμαχίες με την Ευρώπη και τη Ρωσία. Αλλά η γενικότερη πορεία της θα είναι υπό αίρεση όσο η πάλη των τάξεων στο εσωτερικό της δεν τερματίζει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, την ταλάντευση του ασιατικού γίγαντα ανάμεσα σε τρεις διαφορετικές ιστορικές πορείες: την ντε φάκτο ή και τυπική αυτονόμηση των παράκτιων ζωνών, με την ενσωμάτωσή τους στο διεθνές καπιταλιστικό σύστημα, την ανάπτυξη ενός «κανονικού» κινεζικού καπιταλισμού σε πανεθνική κλίμακα με αυξανόμενα ιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά και τη δημοκρατική, κοινωνική ανατροπή της σημερινής πορείας από μια εσωτερική επανάσταση που θα ανανεώσει το σοσιαλιστικό εγχείρημα.
0 Τρίτος Κόσμος σήμερα
Παράλληλα με το λεγόμενο «υπαρκτό σοσιαλισμό» και το σοσιαλδημοκρατικό κράτος-πρόνοιας της Ευρώπης, στα τέλη της δεκαετίας του ’70 αρχίζει να μπαίνει σε κρίση το «αναπτυξιακό
322 ΠΕΤΡΟΣ IΙΑΓΙΑΚΩΝΣΤΑΝΤ1ΝΟΥ
κράτος» του Τρίτου Κόσμου, με πιο χαρακτηριστική έκφραση την αυξανόμενη υπερχρέωση. Τη δεκαετία του ’80, το χρέος γίνεται συντριπτικό για τις περισσότερες χώρες της περιφέρειας, ύστερα από το «πραξικόπημα Βόλκερ», την αύξηση των επιτοκίων και την κατάρρευση των τιμών των πρώτων υλών. Παράλληλα, η εσωτερική αποσύνθεση του ανατολικού μπλοκ αφαιρεί από τις πιο ριζοσπαστικές χώρες του Τρίτου Κόσμου το ισχυρότερο διεθνές στήριγμα και ρίχνει απότομα την αξία χρήσης των πιο συντηρητικών καθεστώτων, που στηρίζονταν στην Αμερική. Υπό την πίεση αυτών των παραγόντων, οι κυρίαρχες τάξεις των περιφερειών στρέφονται από το αναπτυξιακό-εθνοκεντρικό «πρότυπο του Μπαντούγκ», σχην προσαρμογή στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση: Προσφυγή στο «δανειστή τελευταίας ευκαιρίας», το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, με τους δρακόντειους όρους που αυτό συνεπάγεται, στροφή από την εθνοκεντρική ανάπτυξη στις εξαγωγές και δημιουργία κατάλληλου «επιχειρηματικού περιβάλλοντος». Δηλαδή, υποταγή στους κανόνες του παγκόσμιου κοινωνικού ντάμπινγκ, σε αναζήτηση «συγκριτικών πλεονεκτημάτων» για προσέλκυση ξένο>ν επενδυτών.
Το άνοιγμα των εθνικών οικονομιών στο ξένο κεφάλαιο είχε ως συνέπεια να πλουτίσει απότομα ένα λεπτό στρώμα αυτών των κοινωνιών, αποκτώντας μια κάποια γεύση των προνομίων τη'ς χρηματιστικής ολιγαρχίας της Δύσης, με αντίτιμο την αποδιάρί θρωοη της εθνικής βιομηχανίας. Οι εγχώριες αστικές τάξεις απέκτησαν έντονα μεταπρατικά, έως και λούμπεν χαρακτηριστική: πλουτισμός μέσω σκανδαλωδών, πειρατικών ιδιωτικοποιήοεων, στήριξη στις εξαγωγές πρώτων υλών, στον τριτογενή τομέα και σε καθαρά παρασιτικές δραστηριότητες ή σε θύλακες βιομηχανικής ανάπτυξης με βάση τα εξοργιστικά χαμηλά μεροκάματα και τις άθλιες συνθήκες εργασίας.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 323
Στο πολιτικό επίπεδο, η σημασία αυτής της στροφής ήταν τεράστια: Κανένα σημαντικό τμήμα των εγχώριων αστικών τάξεων δεν προοφερόταν, στο νέο διεθνές περιβάλλον, για την έστω και με αντιφάσεις, παλινωδίες και «προδοσίες» στήριξη της εθνικής- αντιιμπεριαλιστικής προσπάθειας. Η νηόθεσι/ της εθνικής χειραφέ
τησης και της κοινωνικής ανάπτυξης είτε θα έπρεπε, στο μέλλον, να ανα
συγκροτηθεί σε νέες βάσεις, από μ ια σνμμαχία των εργατικών στρωμάτων,
των αγροτών και της μεγάλης, πληβειακής μάζας των ανέργων-νποαπασχο-
'λονμενων είτε θα καταδικαζόταν να εκλείψει. Επιπλέον, για πολλές από τις παλιές αποικίες η ακύρωση της αναπτυξιακής προσπάθειας έχει ως συνέπεια την πλήρη διάρρηξη της ούτως ή άλλως πρόσφατα κατακτημένης και εύθραυστης εθνικής συνοχής, την κατάρρευση κάθε είδους έννομης τάξης και το χάος των ενόπλων ουγκρούσεο)ν ανάμεσα σε φυλές και τοπικές μαφίες. Από εδώ η φιλολογία των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων περί «αποτυχημένων κρατών» (failed states) και οι διαρκείς στρατιωτικές επεμβάσεις τους (Ανατολικό Τιμόρ, Ακτή Ελεφαντοστού, Λιβερία, Τσαντ, Σομαλία, Κογκό κ.λπ) για την εξασφάλιση των πρώτων υλών, την εγκατάσταση κυβερνήσεων-ανδρεικέλων και τον έλεγχο των τεράστιων μεταναστευτικών κυμάτων απελπισμένων, «νέων βαρβάρων».
Φυσικά, αυτή η γενική εικόνα ενέχει μεγάλο βαθμό αφαίρεσης, δεδομένων των τεράστιων εθνικών διαφορών ο’ αυτό που πε- ριγράφεται γενικά ως «Τρίτος Κόσμος» και καλύπτει την πλειονότητα της ανθρωπότητας. Σε γενικές γραμμές, οι χώρες αυτές μπορούν να ταξινομηθούν σε δύο ομάδες, όσον αφορά την εξέλιξή τους στη νεότατη φάση του διεθνούς καπιταλισμού: Τις χώρες της Νότιας και Ανατολικής Ασίας και της Λατινικής Αμερικής, όπου αναπτύσσονται ανταγωνιστικά, εξαγωγικά βιομηχανικά κέντρα, χο>ρίς ωστόσο να μπορούν να «φτάσουν τη Δύση». Και στον
324 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
αραβομουσουλμανικό κόσμο και την Αφρική,23 που βυθίζονται στην τελευταία ταχύτητα της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης και περιορίζονται στο ρόλο των εξαγωγέων πρώτων υλών.
Ινδία
Με 1,1 δισεκατομμύριο κατοίκους, ρυθμούς ανάπτυξης λίγο χαμηλότερους από της Κίνας και ατομικό οπλοστάσιο, η Ινδία αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση. Στον αγγλοσαξονικό Τύπο αφθο- νούν τελευταία τα εγκωμιαστικά σχόλια για την ανάδυση της παλιάς βρετανικής αποικίας, η οποία φτάνει να θεωρείται δυναμικότερη και σταθερότερη, μακροπρόθεσμα, από εκείνη της Κίνας, κυρίως χάρη σε δύο παράγοντες: Τις θεωρητικά πιο ευέλικτες, δημοκρατικές δομές της σε αντίθεση με το μονοκομματικό καθεστώς της Κίνας, και τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα όχι τόσο στη βιομηχανία, όσο στη «Νέα Οικονομία» της πληροφορικής και του θεάματος, με την Μπάγκαλορ και το Μπόλιγουντ να ανταγωνίζονται τη Microsoft και το Χόλιγουντ αντίστοιχα.
Άποψή μας είναι ότι πρόκειται για ακραία εξιδανίκευση, που υποκινείται από την προσπάθεια των ΗΠΑ να χρησιμοποιήσουν την Ινδία ως αντίβαρο στην ανερχόμενη ισχύ της Κίνας. Σε αντιδιαστολή με την τελευταία, που διατηρεί σημαντικούς βαθμούς συνοχής έχοντας πίσω της το παρελθόν μιας μεγάλης εθνικοα- πελευθερωτικής επανάστασης με έντονα κοινωνικά στοιχεία, η Ινδία καθηλώνεται από τη βαριά κληρονομιά της βρετανικής αποικιοκρατίας, που ποτέ δεν ξεπεράστηκε με ριζοσπαστικό τρόπο. Βασικό στοιχείο αυτής της κληρονομιάς είναι οι διαβόητες κόστες, η διαιώνιση των οποίων γελοιοποιεί από μόνη της το ιδεολόγημα της «μεγαλύτερης Δημοκρατίας στον κόσμο».
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 325
Οι κατώτερες κάστες (ντάλιτ ή παρίες), μαζί με τους ιθαγενείς πληθυσμούς που βρίσκονται σε παρόμοια θέση υπερβαίνουν τα 250 εκατομμύρια, αντιστοιχώντας περίπου στο ένα τέταρτο του συνολικού πληθυσμού.24 Χωρίς την κατοχυρωμένη πρόσβαση στη γη, που απολαμβάνουν οι Κινέζοι αγρότες, εξοστρακι- σμένοι σε ένα κοινωνικό στάτους ανάλογο με εκείνο που είχαν οι είλωτες στη Σπάρτη, αποτελούν έναν τεράστιο εφεδρικό στρατό, που θα αρπάξει οποιαδήποτε δουλειά για ένα κομμάτι ψωμί. Ο παλιός πολιτισμός των νεκρών συνεχίζει να στοιχειώνει σαν βραχνάς τις συνειδήσεις των ζωντανών, έτσι που να θεωρείται φυσιολογικό όχι μόνο να βουτάνε εκατομμύρια άνθρωποι στα μο- λυσμένα νερά του Γάγγη για να εξαγνιστούν από τις αμαρτίες τους, αλλά και το γεγονός ότι το 50% του πληθυσμού (μουσουλμάνοι και shudra) παίρνουν μόνο το 4% των ανώτερων θέσεων στη δημόσια διοίκηση, ενώ οι βραχμάνοι της ανώτερης κάστας, δηλαδή το 20% του πληθυσμού, καταλαμβάνουν το 68%.25
Η αποτυχία του αναπτυξιακού κράτους, της εποχής του Νε- χρού και της Γκάντι, να δημιουργήσει ισχυρή βιομηχανική υποδομή, να λύσει το αγροτικό πρόβλημα και να διαλύσει τις κάστες καθιστούν πήλινα τα πόδια της σημερινής ανάπτυξης. Πολύ περισσότερο που η έκρηξη των ανισοτήτων εξαιτίας της προσαρμογής στη «Συναίνεση της Ουάσιγκτον» ενισχύει τις φυγόκεντρες δυνάμεις ανάμεσα στα διάφορα κρατίδια, τις εθνικές, θρησκευτικές και φυλετικές ομάδες. Η στροφή στον ινδουιστικό εθνικισμό, που τροφοδοτείται από τη διένεξη με το Πακιστάν για το Κασμίρ και την αντιμουσουλμανική σταυροφορία των ΗΠΑ μετά την 11 η Σεπτεμβρίου, υπονομεύει τον κοσμικό χαρακτήρα του ινδικού κράτους και ενισχύει τους εσωτερικούς, πολιτισμικούς πολέμους.
Για όλους αυτούς τους λόγους θεωρούμε ότι η Ινδία, ακόμη και αν ελέω ΗΠΑ αποκτήσει μόνιμη θέση στο Συμβούλιο Ασφαλείας,
326 11KTPOIIΙΛΓΙΑΚΩΝ1ΤΑΝ ΓΙ NOV
δεν πρόκειται να εξελιχθεί σε σημαντική διεθνή δύναμη, πολύ περιοοότερο σε αντιιμπεριαλιστική δύναμη. Βεβαίως, λόγω μεγέθους, ιστορίας και κρατικών συμφερόντων, είναι απίθανο να εκφυλιστεί σε απλό πιόνι των ΗΠΑ εναντίον της Κίνας. Το πιθανότερο είναι ότι θα ακολουθήσει εξωτερική πολιτική «ελεύθερου καβαλάρη», αναζητώντας μια δυναμική ισορροπία, μέσω συμ- μαχιών ανά θέμα και κατά περίπτωση, μεταξύ ΗΠΑ, Ρωσίας και Κίνας.
Μέση Ανατολή
Ομφαλός του Παλαιού Κόσμου (Ευρώπη-Ασία-Αφρική) και κατ’ εξοχήν πετρελαιοπαραγωγός περιοχή του πλανήτη, η Μέση Ανατολή είχε πρωτεύουσα θέση στη μάχη της Αμερικής για παγκόσμια ηγεμονία. Ισραήλ, Τουρκία και Ιράν (μέχρι την επανάσταση που ανέτρεψε το Σάχη, το 1979) ήταν τα βασικά στηρίγματα των ΗΓΙΑ για την περικύκλωση της ΕΣΣΔ, την αναχαίτιση του αραβικού εθνικισμού και τη στήριξη των αντιδραστικών, παρασιτικών μοναρχιών του Κόλπου, με επικεφαλής τη Σαουδική Αραβία.21’
Μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, ο Τζορτζ Μπους ο πρεοβύτερος και, στη συνέχεια, ο Μπιλ Κλίντον επιδίωξαν μια «τελική λύση» των αραβο-ισραηλινών διενέξεων, που θα σταθεροποιούσε μακροπρόθεσμα τον αμερικανικό έλεγχο της περιοχής. Το αμερικανικό σχέδιο είχε ως σημείο αφετηρίας τις ειρηνευτικές συνθήκες του Όσλο, που προέβλεπαν τη δημιουργία μιας παλαιστινιακής κρατικής οντότητας, υποτελούς στις ΗΠΑ και το Ισραήλ και τελικό στόχο τη δημιουργία μιας Κοινής Αγοράς της Μέσης Ανατολής.27 Πρόκειται για το όραμα των Μπιλ Κλίντον και Σιμόν Πέρες, όπου οι μοναρχίες του Κόλπου θα προσέφεραν τα πε
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 327
τροδολάρια, άλλες αραβικές χώρες (Αίγυπτος, Συρία, Ιορδανία, Παλαιστίνη, Υεμένη) φθηνή, μεταναστευτική, εργατική δύναμη, ενώ το Ισραήλ θα είχε το τεχνολογικό μονοπώλιο και τα προνόμια του εκλεκτού υπεργολάβου των ΗΠΑ. Ουσιαστικά, οι αραβικές χώρες θα μετατρέπονταν σε οικονομική ενδοχώρα του Ισραήλ, πληρώνοντας αυτοκρατορικό φόρο υποτε'λειας στις ΗΠΑ.
Το σχέδιο Κλίντον-Πέρες έγινε δεκτό από τις μοναρχίες του Κόλπου και την Αίγυπτο, αλλά προσέκρουσε στην αντίθεση Συρίας, Ιράκ, Ιράν και κινδύνευε να «καεί» από την πυρκαγιά της δεύτερης παλαιστινιακής Ιντιφάντα, που ξέσπασε το φθινόπωρο του 2000. Για να διασωθεί, έπρεπε να βγει από τη μέση ο Αρα- φάτ, που είχε επιστρέφει στο μαχητικό παρελθόν του, και να α- νατραπούν τα καθεστώτα των τριών χωρών που αντιστέκονταν, πράγμα που άρχισε με τον πόλεμο κατά του Ιράκ, την ανατροπή και τον απαγχονισμό του Σαντάμ Χουσεΐν.
Με τον «παγκόσμιο πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», εστιασμένο στα πολλαπλά μέτωπα της Μέσης Ανατολής, οι Αμερικανοί επαναφέρουν το παράδειγμα του Ψυχρού Πολέμου, σε άλλο πλαίσιο: Στη θέση της «κομουνιστικής» Ανατολής, τώρα τοποθετείται, ως βασικός εχθρός της Δύσης, ο ισλαμικός Νότος. Στη θέση του αντικομουνισμού, πρωταγωνιστικό ιδεολογικό ρόλο αποκτά η ισλαμοφοβία, κυρίαρχη μορφή του σύγχρονου ρατσισμού, όπως ήταν ο αντισημιτισμός στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Η στρατηγική αυτή βρίσκει ευήκοα ώτα στο πιο αντιδραστικό τμήμα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Προς αυτή την κατεύθυνση ωθεί, πέραν της διαπλοκής αμερικανικών και ευρωπαϊκών κεφαλαίων, το γεγονός ότι στις ισχυρότερες ευρωπαϊκές χώρες (Γερμανία, Βρετανία, Γαλλία) η πλειονότητα των μεταναστευτικών κοινοτήτων, που αποτελεί μεγάλη μερίδα του βιομηχανικού και άνεργου προλεταριάτου, προέρχεται από μουσουλμανικές.χώρες.
328 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΓΑΝΤΙΝΟΥ
Τα ρατσιστικά στερεότυπα για τον αραβο-μουσουλμανικό κόσμο βρίσκουν σημαντική απήχηση στη φιλελεύθερη διανόηση της Δύσης, ακόμη και σε τμήματα της Αριστερός, που ασφαλώς αντιμάχονται την αμερικανική και ισραηλινή θηριωδία. Η ιστορική αποτυχία των Αράβων να πετύχουν κάποιου είδους εκσυγχρονισμό και ανάπτυξη, παρά το μεγάλο πετρελαϊκό πλούτο τους, σε αντιδιαστολή με τις παλιές αποικίες της Νότιας και Ανατολικής Ασίας, εξηγείται συχνά με βάση την πολιτισμική παράδοση του Ισλάμ, το οποίο θεωρείται ασύμβατο με τη νεωτερικότητα και τον ορθολογισμό, εγγενώς καταπιεστικό και οπισθοδρομικό.
Η αντιδραστική αυτή θεώρηση αποσιωπά πολύ προφανείς λόγους που οδήγησαν στην ιστορική έκλειψη των Αράβων, όπως τον κατατεμαχισμό και την υποδούλωσή τούς, αρχικά από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και στη συνέχεια από τη βρετανική και γαλλική αποικιοκρατία, που δημιούργησαν τεχνητά κράτη και προτεκτοράτα, χωρίς καμία εθνική και φυλετική συνοχή.28 Το πετρέλαιο αποδείχθηκε λιγότερο ευλογία και περισσότερο κατά- ρα για τους Άραβες, λειτουργώντας ως ελκυστικό τρόπαιο της πιο στυγνής αποικιοκρατίας.
Η λαϊκή επανάσταση που ανέτρεψε το καθεστώς του σάχη στο Ιράν, το 1979, αποτέλεσε σημείο καμπής για την περιοχή: Η πολιτική πρωτοβουλία στη Μέση Ανατολή περνάει βαθμιαία από τον αραβικό εθνικισμό, στο ριζοσπαστικό ισλαμισμό. Η ποιοτική αυτή αλλαγή είχε προετοιμαστεί από σειρά παραγόντων: εξάντληση της προοδευτικής δυναμικής του εθνικού, λαϊκού σχεδίου των κοσμικών καθεστώτων και μετατροπή τους σε στυγνές δικτατορίες, κρίση του νασερισμού και του μπααθισμού ύστερα από την οδυνηρή ήττα στον πόλεμο των έξι ημερών με το Ισραήλ,
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 329
το 1967, πλήρης απονομιμοποίηση του αραβικού εθνικισμού με τη συνθηκολόγηση της Αίγυπτου στο Κ,αμπ Ντέιβιντ κ.ά. Σ’ αυτούς τους παράγοντες, ήρθε να προστεθεί η αρνητική, για τις αριστερές δυνάμεις του αραβικού κόσμου, επίδραση από τη σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν.
Οι εμπειρίες από την ιρανική επανάσταση, με τις τεράστιες ελπίδες που γέννησε αρχικά και τις απογοητεύσεις από την επικράτηση ενός θεοκρατικού καθεστώτος στη συνέχεια, έθεσαν με επιτακτικό τρόπο σε όλες τις προοδευτικές δυνάμεις το ερώτημα της τοποθέτησης απέναντι στο ανερχόμενο, πολιτικό Ισλάμ. Ερώτημα που τίθεται με ακόμη μεγαλύτερη ένταση σήμερα, μετά από την άνοδο της παλαιστινιακής Χαμάς και της λιβανέζικης Χεζ- μπολάχ στο πρώτο πλάνο της πολιτικής σκηνής. Οι απαντήσεις που δόθηκαν κυμαίνονται ανάμεσα σε δύο διαμετρικά αντίθετες θέσεις: Η πρώτη υποστηρίζει ότι το ριζοσπαστικό Ισλάμ, ανεξάρτητα από τις οπισθοδρομικές πλευρές του, αποτελεί εξ αντικειμένου σύμμαχο στον αγώνα εναντίον του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και των αντιδραστικών, αραβικών δικτατοριών, επομένως πρέπει να υποστηριχθεί κριτικά.29 Η δεύτερη θεωρεί το ριζοσπαστικό Ισλάμ ένα είδος «φασισμού», τον κύριο εχθρό που πρέπει να συντρίβει, εν ανάγκη και με τη βοήθεια των αντιδραστικών, κοσμικών καθεστώτων της περιοχής ή και των Δυτικών.30 Άποψή μας είναι ότι και οι δύο θέσεις είναι εσφαλμένες -αν και η δεύτερη είναι, σήμερα, πολύ περισσότερο επικίνδυνη, καθώς κινδυνεύει να καταστήσει δυνάμεις αριστερών καταβολών αρωγούς της ιμπεριαλιστικής πολιτικής.
Αφήνοντας στην άκρη το καθεστωτικό και αμερικανόδουλο Ισλάμ, τύπου Σαουδικής Αραβίας και Πακιστάν, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι και στις πιο μαχητικές, ριζοσπαστικές εκδοχές τους (Χαμάς, Χεζμπολάχ), τα ισλαμικά κινήματα έχουν αντιδυ-
330 11ΕΤΡΟΣ IΙΑΓΙΛΚΩΝΣΤΑΝΊΊ NOV
τικό, ανπσιωνιστικό και ως ένα βαθμό αντημπεριαλισχικό, α λ λ ά
ουδόλως ανχικαπηαλισχικό χαρακτήρα. Κανένα μεγάλο ισλαμι- κό κίνημα, ούτε καν το μπλοκ του Χομεϊνί στο ζενίθ της ιρανικής επανάστασης, δεν ρίζωσε στα εργοστάσια ή τους άλλους, μεγάλους εργασιακούς χώρους, παρά μόνο στην άμορφη, «πληβειακή», ανοργάνωτη μάζα των ανέργων, των ημιαπασχολουμενων και της μαύρης εργασίας. Αντιθέτως, θεωρούσαν πάντα εχθρική, διαλυ- τική της ενιαίας εθνικής-θρησκευτικής κοινότητας κάθε μορφή ταξικής οργάνωσης και πάλης. Από αυτή τη σκοπιά, ανέπτυσσαν συνήθως εχθρότητα απέναντι σε όλα τα κινήματα σοσιαλιστικής αναφοράς. Οι ανάγκες και οι εμπειρίες του κοινού, αντικατοχι- κού αγώνα στον Λίβανο και την Παλαιστίνη έκαμψαν εν μέρει, τα τελευταία χρόνια, αυτή την εχθρότητα, χωρίς να έχουν ακόμη σταθεροποιήσει ένα ενιαίο μέτωπο των αντιστασιακών δυνάμεων.
Το ριζοσπαστικό Ισλάμ, στις διάφορες παραλλαγές του, α- ποτελούσε και αποτελεί ετερογενή συνασπισμό πολύ διαφορετικών κοινωνικών δυνάμεων: Κάτω από την ενοποιητική του ιδεολογία, συστεγάζονται ανταγωνιστικά συμφέροντα, από τα παλιά (έμποροι του παραδοσιακού παζαριού) και νέα εκμεταλλευτικά στρώματα (θεοσεβούμενη, κυρίως μεταπρατική αστική τάξη), μέχρι την άνεργη, πληβειακή νεολαία. Ηγεμονική δύναμη στο πλαίσιο αυτών των κινημάτων, τουλάχιστον μέχρι να πάρουν την εξουσία, είναι κατά κανόνα η νέα μεσαία τάξη των διανοουμένων, μηχανικών, φοιτητών και δημοσίων υπαλλήλων, που στρέφονται εναντίον των διεφθαρμένων, δυτικότροπων ελίτ, αλλά και των μαρξιστών, αναζητώντας έναν ιδεατό τρίτο δρόμο. Η κοινωνική αντιφατικότητα αναπαράγει διαρκώς την τάση διάσπασης των ι- σλαμικών κινημάτων ανάμεσα σε «μετριοπαθείς», που είναι έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να συμβιβαστούν με τον ιμπεριαλισμό, και «ριζοσπάστες», που τον μάχονται με αδιαλλαξία και όχι σπά
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΙΙΛΡΑΙΙΚΊ ΑΣΜΑ 331
νια με ηρωισμό. Οι αστικές μερίδες που στρέφονται προς το ριζοσπαστικό Ισλάμ, λόγω της περιθωριοποίησης του αραβομου- σουλμανικου κόσμου από το διεθνή ιμπεριαλισμό, προσανατολίζονται μοιραία όχι στο μαζικό, λαϊκό αγώνα, αλλά σε μορφές συνωμοτισμού, πραξικοπηματικής δράσης και ατομικής τρομοκρατίας.
Υπό αυτό το πρίσμα, οι αριστερές, προοδευτικές δυνάμεις δεν νομιμοποιούνται, επί ποινή πολιτικής αυτοκτονίας, ουτε να δικαιολογήσουν τους διωγμούς των αυταρχικών καθεστώτων και του ιμπεριαλισμού εναντίον των ισλαμιστών, ουτε να γίνουν ουρά των τελευταίων. Το συμφέρον των λαών τους και των προοδευτικών δυνάμεων όλου του κόσμου επιβάλλει να παλέψουν μαζί με τα πιο μαχητικά τμήματα του ριζοσπαστικού Ισλάμ εναντίον της κατοχής και της νέας αποικιοκρατίας, αλλά εναντίον τους για τα δημοκρατικά δικαιώματα των πολιτών, ιδίως των γυναικών και των νέων, και για τα κοινωνικά δικαιώματα της μισθωτής εργασίας.
Λατινική Αμερική
Η ριζοσπαστική στροφή της Λατινικής Αμερικής και η αυξανόμενη αποστασιοποίησή της από τις ΗΠΑ είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πολιτικά φαινόμενα των τελευταίων χρόνων.
Οι κοινωνικοί σχηματισμοί της Λατινικής Αμερικής διαμορφώθηκαν από τις εμπορικές, ευρωπαϊκές αυτοκρατορίες (κυρίως Ισπανία και Πορτογαλία) μετά από τις Μεγάλες Ανακαλύψεις. Οι λευκές κυρίαρχες τάξεις της περιοχής στηρίχτηκαν εξαρχής στη ληστρική εκμετάλλευση-περιθωριοποίηση των ιθαγενών πληθυσμών και είχαν στο κοινωνικό DNA τους εγγεγραμμένο τον έ
332 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ντονα μεταπρατικό χαρακτήρα, υποτελή στο διεθνή ιμπεριαλισμό. Αυτή η κληρονομική προδιάθεση σταθεροποιήθηκε ύστερα από την κατάκτηση της πολιτικής ανεξαρτησίας αυτών των χωρών, το 19ο αιώνα, με τη διαμόρφωση συνασπισμών εξουσίας ανάμεσα στις λατινοαμερικάνικες ολιγαρχίες της γης, τα νέα, με- ταπρατικά αστικά στρώματα και το διεθνές κεφάλαιο. Αποτέλεσμα των ιστορικών ιδιορρυθμιών της ηπείρου ήταν να μην αναπτυχθεί αστική τάξη με εθνικό-αναπτυξιακό σχέδιο, που θα την έφερνε σε σύγκρουση με τον αμερικανικό, κυρίως, ιμπεριαλισμό. Οι πιο προκλητικές κοινωνικές ανισότητες από κάθε άλλη γωνιά του πλανήτη ήταν το αναπόφευκτο υποπροϊόν.
Αναπόφευκτα, η σημαία της εθνικής χειραφέτησης πέρασε στα χέρια των λαϊκών στρωμάτων. Η λαϊκή πίεση είχε αντανάκλαση στις πιο μορφωμένες, ριζοσπαστικές μερίδες των αστικών στρωμάτων, με αποτέλεσμα αντιμπεριαλιστικές επαναστάσεις (Μεξικό 1910-20, Κούβα 1959) ή προεπαναστατικές καταστάσεις (Χιλή επί Σαλβαδόρ Αλιέντε) με δυνάμει αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα. Σε άλλες περιπτώσεις, όπως στην Αργεντινή του Περόν και τη Βραζιλία του Βάργκας, η απειλητική πίεση των μαζών οδήγησε σε φαινόμενα λαϊκίστικου βοναπαρτισμού,31 όπου η πολιτικά κυρίαρχη μερίδα της ολιγαρχίας αποπειράθηκε να δημιουργήσει ένα είδος «κοινωνικού κράτους» σε συνθήκες πολιτικού απολυταρχισμού.
Οι αναπτυξιακές απόπειρες του λατινοαμερικανικού λαϊκισμού κατέρρευσαν εξαιτίας της εγγενούς αδυναμίας του να συντρίψει τις παλιές, ολιγαρχικές δομές και την αναπόφευκτη υπερχρέωση στις ξένες τράπεζες. Όσο για τα «γιακωβίνικα» αντι- ιμπεριαλιστικά κινήματα, με πρωταγωνιστικό ρόλο των λαϊκών μαζών και της Αριστερός, αντιμετωπίστηκαν διά πυρός και σιδήρου από τον αμερικανικό στρατό ή τους μισθοφόρους του, με
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 333
δεκάδες ένοπλες επεμβάσεις τον 20ό αιώνα (Αργεντινή, Βραζιλία, Γουατεμάλα, Δομίνικος, Βολιβία, Χιλή, Περού, Κολομβία, Νικαράγουα, Σαλβαδόρ, Γρενάδα κ.α.). Η έκρηξη του χρέους τη δεκαετία του ’80 προετοίμασε την άνευ όρων παράδοση των λατινοαμερικανικών χωρών στο ΔΝΤ.
Τ η δεκαετία του ’90, η Λατινική Αμερική εξελίχθηκε στο θρίαμβο, αλλά και τη Νέμεση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Οι αλυσιδωτές νομισματικές κρίσεις, αρχής γενομένης από το Μεξικό, αποσταθεροποίησαν το κοινωνικό και πολιτικό τοπίο. Η αρχή έγινε από την εξέγερση των Ζαπατίστας, στην περιοχή Τσιάπας του Μεξικού, που ανέδειξε την πολιτική αφύπνιση των ιθαγενών πληθυσμών και την ογκούμενη λαϊκή αντίδραση στο «νεοφιλελευθερισμό με λατινοαμερικάνικα χρώματα».32 Αυτά τα δύο μοτίβα έβαλαν τη σφραγίδα τους στη ριζοσπαστικοποίηση ολόκληρης της ηπείρου, τα επόμενα χρόνια, με κορυφαίες στιγμές τις αλλεπάλληλες λαϊκές εξεγέρσεις σε σειρά χωρών (Αργεντινή, Βολιβία, Ισημερινός, Βενεζουέλα κ.α.), και την αντανάκλαση στη γενική πολιτική στροφή προς τα αριστερά. Ορόσημο σ’ αυτή την κατεύθυνση ήταν ο πρώτος (θα ακολουθούσαν πολλοί ακόμη) εκλογικός θρίαμβος του Ούγο Τσάβες το 1998, κάτω από τη σημαία της «Μπολιβαριανής Επανάστασης», για να ακολουθήσουν ο Λού- λα στη Βραζιλία, ο Κίρτσνερ στην Αργεντινή, ο Γκουτιέρες στον Ισημερινό, ο Βάσκες στην Ουρουγουάη, ο Μοράλες στη Βολιβία και ο (αρκετά μεταλλαγμένος) Ορτέγα στη Νικαράγουα.
Τα νέα αριστερά, ριζοσπαστικά ρεύματα στη Λατινική Αμερική ασκούν ευρύτερη γοητεία καθώς, σε αντίθεση με τους λαούς του αραβομουσουλμανικού κόσμου -που δίνουν την πιο σκληρή και αιματηρή μάχη με τον ιμπεριαλισμό-, βρίσκονται πιο κοντά, από πολιτισμική άποψη, στα προοδευτικά κινήματα της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής και δεν μπορούν να δαιμονοποιηθούν
334 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
εύκολα με τη ρετσινιά του ισλαμισμού και της τρομοκρατίας. Ωστόσο, η ρομαντική εξιδανίκευσή τους δεν είναι καλός σύμβουλος, αντιθέτως θα μπορούσε να γεννήσει οδυνηρές απογοητεύσεις στο με'λλον. Το Κόμμα Εργαζομένων του Λούλα στη Βραζιλία ακολούθησε πιστά το μονεταριστικό «πρόγραμμα σταθερότητας» που του κληροδότησαν οι νεοφιλελεύθεροι προκάτοχοί του, χωρίς να αποτολμήσει καν ώριμες, δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, όπως η διανομή γης στους ακτήμονες. Ακόμη και ο Τσάβες, που εκφράζει, αυτή τη στιγμή, την πιο ριζοσπαστική εκδοχή της κυβερνώσας, λατινοαμερικάνικης Αριστερός, δεν έχει ξε- φύγει από τα όρια ενός «πατριωτικού κεϊνσιανισμού», με τις λα- τινοαμερικάνικες ιδιομορφίες που του δίνουν σαφώς ριζοσπαστικότερη χροιά, σε συνθήκες οξύτατης κοινωνικής πόλωσης. Αλλά στην εποχή της ιδεολογικής κυριαρχίας των 'Γαλιμπάν της αγοράς, ο κεϊνσιανιομός, ιδίως όταν διανθίζεται με φλογερή ρητορεία εναντίον του Μπους και υπέρ του Γκεβάρα, του Λενιν και του Τρότσκι (αλλά και του... Ιησού Χριστού) εμφανίζεται ως... «κομουνισμός»!13
Παραμένει γεγονός ότι, κάτω από την πίεση της ίδιας της πραγματικότητας και παρά τις διαφορές τους, Λούλα, Κίρτσνερ και Τσάβες ακύρωσαν, τουλάχιστον προς το παρόν, το σχέδιο της Ουάσιγκτον για μια κοινή αγορά του δολαρίου από την Αλάσκα ως τη Γη του Πυρός. Τον Δεκέμβριο του 2006, 12 κράτη της περιοχής υπέγραφαν στην Κοτοαμπάμπα της Βολιβίας διακήρυξη για τη συγκρότηση οικονομικής και πολιτικής ένωσης των χωρών της Λατινικής Αμερικής, ενώ ο Λούλα εγκαινίασε το (για την ώρα, μόνο.συμβολικό) κοινοβούλιο της Mercosur, χαλαρής οικονομικής ένωσης της Νότιας Αμερικής, που θα μπορούσε να εξελιχθεί προς αυτή την κατεύθυνση.31 Στο ίδιο πλαίσιο εγγράφεται η πρόταση Τσάβες για μια κοινή βιομηχανία πετρελαίου της Νό
Ί Ο ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΙΙΕΓΑΣΜΑ 335
τιας Αμερικής (Petrosur) και η δημιουργία του λατινοαμερικανικού, δορυφορικού δικτυου Telesur, που προσπαθεί να οπάσει το μονοπώλιο των δυτικών μέσων ενημέρωσης. Το μεγάλο ειδικό βάρος των λαϊκών τάξεων και της μαρξιστικής Αριστερός, που ορισμένες φορές παίρνει χαρακτηριστικά «μαζικού, λαϊκού εκβιασμού» των κυβερνήσεων, μπορεί να προκαλέοει απρόβλεπτη ριζοσπαστική στροφή σε κρίσιμες χώρες της Λατινικής Αμερικής, η οποία αναδεικνυεται ούτως ή άλλως σε προνομιακό πεδίο των σοσιαλιστικών κινημάτων σε παγκόσμια κλίμακα.
Το γενικό συμπέρασμα από την επισκόπηση των τάσεων στο διεθνές σύστημα είναι ότι η αμερικανική ηγεμονία διαβρώνεται, χωρίς ωστόσο να διαγράφεται για το κοντινό μέλ\ον προοπτική αντικατάστασής της από μια διάδοχη ιμπεριαλιστική δύναμη, ενώ τα κινήματα αντίστασης, στις μητροπόλεις και στις περιφέρειες, απέχουν πολυ από το να μπορούν να επιβάλουν τις δικές τους λύσεις. Η κατάσταση είναι ποιοτικά διαφορετική από τη μα- κρά περίοδο διάβρωσης της βρετανικής ηγεμονίας, που είχε ήδη προετοιμάσει τους δυο υποψήφιους διαδόχους της, Αμερική και Γερμανία. Από μια άποψη, το γεγονός αυτό κάνει λιγότερο δραματική την υπονόμευση της αμερικανικής ηγεμονίας και λιγότε- ρο άμεσους τους κίνδυνους για υποτροπή μεγάλων πολεμικών αναμετρήσεων ανάμεσα σε ανταγωνιστικά ιμπεριαλιστικά μπλοκ. Από μια άλλη, δημιουργεί μακροπρόθεσμα οξυτερο πρόβλημα για το διεθνή καπιταλισμό, καθώς ο παλιός ηγεμόνας αποσταθερο- ποιείται, χωρίς όμως να φαίνεται κανένας υποψήφιος ικανός να πάρει τη θέση του και να εγγυηθεί το πέρασμα από τη σημερινή, χαοτική εποχή σε μια κάποια παγκόσμια τάξη.
336 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Σημειώσεις
1. S. Amin, Pour un monde mullipolaire, Syllepse, 2005, σσ. 32- 33.2. Charles A. Kupchan, The End of the American Era, Vintage, 2002, o. 136.3. Στο φως αυτής της εξέλιξης, η εναγώνια, αλλά ατελέσφορη προς το παρόν προσπάθεια των Κλίντον και Μπους για μια ενιαία, παναμερι- κανική κοινή αγορά εμφανίζεται περισσότερο ως αμυντική κίνηση έναντι της ευρωπαϊκής διείσδυσης και λιγότερο ως επιθετική πρωτοβουλία.4. Φ. Ένγκελς, Η Εξέλιξη τον Σοσιαλισμού αηό την Ονιοηια σ ιψ Εηισιήμη,
σιο Κ. Μαρξ & Φ. Ένγκλες, Διαλεχτά Έργα, Γνώσεις, χ.χ., τ. II, σ. 164.5. 'Οταν διαλύθηκε η ΕΣΣΔ, η παλιά νσμενκλατούρα δεν διέθετε τα αναγκαία κονδύλια για να εξαγοράσει τις κρατικές επιχειρήσεις. Για να ξεμπλοκάρει τα πράγματα, ο Γέλτσιν ίδρυσε κρατική υπηρεσία... ιδιωτι- κοποιήσεων (Γκοσκομιμούστσεστβο), την οποία ανέθεσε στον αντιπρόεδρο Ανατόλι Τσουμπάις. Εκείνος έπεισε τους Ρώσους να αγοράσουν κρατικά ομόλογα αξίας 10.000 ρουβλίων, με δόλωμα τη μετατροπή τους σε μετόχους, σε ένα είδος «λαϊκού καπιταλισμού», που υποτίθεται ότι θα τους απέφερε μεγάλα μερίσματα. Η ονομαστική αξία των επιχειρήσεων καθηλώθηκε τεχνητά στο επίπεδο της δεκαετίας του ’60, χονδρικά στο ένα δέκατο της πραγματικής. Επιπλέον, μέσα από τον έλεγχο του κράτους και των χρηματαγορών, ο Τσουμπάις και η σπείρα του συρρίκνωσαν την αξία των ομολόγων σε 2.000 έως 3.000 ρούβλια. Μοιραία, οι πολίτες έτρεξαν να ξεφορτωθούν όπως όπως τα «χαρτιά» που έχαναν την αξία τους, επιταχύνοντας την κατάρρευσή τους. Εκείνη τη στιγμή μπήκαν στο παιχνίδι οι ευνοούμενοι του Κρεμλίνου, άνθρωποι 25 και 30 χρόνων, που εξαγόρασαν κοψοχρονιά μετοχές, αποκτώντας επιχει- ρήσεις-φιλέτα του δημοσίου στο ένα εκατοστό, ή και λιγότερο, της αξίας τους. Όπως ήδη σημειώσαμε, όταν ανέλαβε ο Πούτιν, γύρω στους δέκα «ολιγάρχες» (όπως ο διαβόητος πρώην ιδιοκτήτης της Yukos Μιχαήλ Χανταρκόφκσι, ο ιδιοκτήτης της «Τσέλοι», Ρομάν Αμπράμοβιτς, ο με
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 337
γιστάνας των μέσων ενημέρωσης και σπόνσορας του Γέλτσιν, Μπορίς Μπερεζόφσκι κ.ά.) είχαν φτάσει να ελέγχουν το απίστευτο, ακόμη και για Μπανανία της Κεντρικής Αμερικής, 60% του ρωσικού ΑΕΠ!6. Από το 1990 μέχρι το 1995, το ρωσικό ΑΕΠ μειώθηκε κατά 50% και το προσδόκιμο επιβίωσης του ανδρικού πληθυσμού κατά τέσσερα χρόνια, στατιστικές που ταιριάζουν σε περιόδους μεγάλων πολέμων ή μεσαιωνικών λιμών. Στο σύνολο των χωρών της πρώην ΕΣΣΔ, το ποσοστό των ανθρώπων που βρίσκονταν κάτω από το όριο της φτώχειας αυξήθηκε από 4% το 1989 σε 32% το 1994. («Del imperio al caos», El Pais,
12/9/1999). Οταν έφευγε ο Γέλτσιν από το Κρεμλίνο, ο ρωσικός πληθυσμός μειωνόταν με ρυθμό 750.000 ανθρώπων το χρόνο. Το 1981, ο πληθυσμός της ΕΣΣΔ ήταν 268 εκατομμύρια και των ΗΠΑ 230, ενώ το 2001 η Ρωσία είχε 144 εκατομμύρια (με τάση να συρρικνωθουν σε 116 εκατομμύρια το 2050) έναντι 285 των ΗΠΑ (Ε. Todd, Aprts Γ Empire.
Essai sur la decomposition du systbne am&icatn, Gallimard, 2002, σ. 149).7. J.-M. Chauvier, “La nouvelle Russie de Vladimir Poutine”, Le Monde
Diplomatique, Φεβρουάριος 2007.8. V. Putin, “Unilateral Force Has Nothing to Do with Global Democracy”, Guardian, 13/2/2007.9. To 2006, ο Πούτιν, αναζητώντας υποκατάστατο στο γιορτασμό της σοσιαλιστικής επανάστασης του 1917, που γιορτάζεται στις 7 Νοεμβρίου, καθιέρωσε ως εθνική εορτή την 4η Νοεμβρίου προς τιμήν της απελευθέρωσης του Κρεμλίνου από τους Πολωνούς, το 1612, και της ενθρόνισης του τσάρου Μιχαήλ Α', ιδρυτή της δυναστείας των Ρομανόφ.10. Βλ. www.cia.gov/nic και A. Adler (επιμ.), Le rapport de la CIA: Comment
sera le monde en 2020?, Robert Laffont, 2005.11. Στο βιβλίο του To Τέλος τον Κύκλου (Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη, 2002), ο Κ. Βεργόπουλος γράφει για την περίπτωση της Ιαπωνίας: «Αντί να επωφελείται από τη σημερινή διεθνή οικονομία, η Ιαπωνία κατέληξε να είναι το “θεσπέσιο πτώμα” της: Ενώ διασφαλίζει το 13% της
338 11 ΕΤΡΟΣ IIAI IAKilΝΣΤΑΝΊΊ NOY
παγκόσμιας παραγωγής, δεν επωφελείται παρά μόνον 1,4% των άμεσων διεθνών επενδύσεων στον κόσμο [...]. Η Ιαπωνία, ενώ προσέφερε επί πενήντα πέντε έτη πιστές και έντιμες υπηρεσίες στις ΗΠΑ, σήμερα καταβυθίζεται ακριβώς εξαιτίας της αμερικανικής περίπτυξης και παράλληλα καταγγέλλεται από την υπερδύναμη και το ΔΝΤ ως χώρα που δι- οικείται από “διεφθαρμένους, ανίκανους και ανάρμοστους ηγέτες”. Sic transit gloria mundi!» (σσ. 50- 51).12. F. Lemoine, L ’ economie de la Chine, La D&ouverte, 2006, σσ. 4 και 63.13. To πόσο εντυπωσιακές είναι αμφισβητείται από πολλούς Δυτικούς, που κάνουν λόγο για χαμηλή αξιοπιστία των επίσημων, κινεζικών στατιστικών. Σε κάθε περίπτωση, η ταχύτατη εκβιομηχάνιση και αστικοποίηση της Κίνας δεν μπορούν να αμφισβητηθούν σοβαρά.14. Το γεγονός ότι η μαοϊκή Κίνα έθεσε τις βάσεις για την περαιτέρω ανάπτυξη το αναγνωρίζουν και συγγραφείς που ακολουθούν την πεπα- τημένη της οικονομικής και πολιτικής ορθοδοξίας, χωρίς να πέφτουν σε τυφλό δογματισμό. Βλ. για παράδειγμα W. Hutton, “Mao Was Cruel, But Also Laid the Ground for Today’s China”, Guardian, 18/1/2007. Επίσης, όπως αναφέρει ο Σαμίρ Αμίν (Pourun monde multipolaire, Syllepse, 2005, σ. 37), την περίοδο του μαοϊσμού, 1950-80, η Κίνα είχε ήδη ρυθμούς ανάπτυξης πολύ ανώτερους από το μέσο όρο του υπόλοιπου Τρίτου Κόσμου και διπλάσιους από εκείνους της Ινδίας.15. A. Freeman, The Poverty o f Nations, Munich Personal RePEc Archive, 1996.16. OECD, Economic Survey o f China, 2005.17. To 2004, t o 47% του πληθυσμού απασχολούνταν στην αγροτική οικονομία, το 23% στη βιομηχανία και το 30% στις κάθε είδους υπηρεσίες. Βλ. China Statistical Yearbook, 2005.18. W. Hutton, “Low Wage Competition Isn’t to Blame for Western Job Losses and Inequality”, Observer, 9/1/2007.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 339
19. F. Bobin, Good Bye Mao?, La Martiniere, 2006, oo. 212-213.20. D. Harvey, A Brief History of Neoliberalism, Oxford University Press, 2005,o. 127.21. Κατά κανόνα οι εσωτερικοί μετανάστες, είτε διαθέτουν προσωρινή άδεια εργασίας είτε όχι, παίρνουν τις χειρότερες, κακοπληρωμένες δουλειές και δεν έχουν δικαίωμα πρόσβασης στα ανώτερα πόστα. Στα μεγάλα αστικά κέντρα όπως το Πεκίνο, η Σαγκάη και η Γκουανγκτόνγκ, ανέρχονται σιο 20% έως 25% του πληθυσμου. Βλ. F. Lemoine, ό.π., σσ. 42- 44.22. Βλ. Κ. Χάρμαν, επίλογος στο Ν. Μπουχάριν, Ιμπεριαλισμός και Πα
γκόσμια Οικονομία, Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, 2004, σ. 263.23. Οι ρυθμοί ανάπτυξης για τις περισσότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής ήταν αρνητικοί στη διάρκεια της δεκαετίας του ’80, που χαρακτηρίστηκε ως «η χαμένη δεκαετία». Στο σύνολο της Αφρικής, το κατά κεφαλήν εθνικό εισόδημα ήταν, το 2000, σιο επίπεδο της δεκαετίας του '60, ενώ από τα 570 εκατομμύρια των κατοίκων της, οι μι- οοί ζουν με ένα δολάριο την ημέρα. Ειδικά για την υποσαχάρια Αφρική, που αποδεκατίζεται από τους Τέσσερις Ιππότες της Αποκαλύψεως -πείνα, δίψα, AIDS, ελονοσία- μπορεί να γίνει λόγος για προγραμματισμένη, οικονομική γενοκτονία από το διεθνή ιμπεριαλισμό, που πασχίζει να κρυφτεί πίσω από δακρΰβεχτες διακηρύξεις και το αξιοθρήνητο φύλλο συκής της «διεθνούς ανθρωπιστικής βοήθειας». Βλ. σχετικά W. Bello, La fin de Γ Empire: La desegregation du systeme americain,
Fayard, 2005, σσ. 188- 190 και Ch. A. Kupchan, The End of the American
Era, Vintage, 2002, σσ. 286- 288.24. Σ. Αμίν, «Ινδία: Μια υπερδυναμη;», Monthly Review, ελληνική έκδοση, No 6, Ιούνιος 2005.25. Ε. Μαντέλ, Χρήμα και Εξουσία: Μαρξιστική θεωρία της Γραφειοκρατίας,
Πρωτοποριακή Βιβλιοθήκη, 1994, σ. 353.26. Η στρατηγική συμμαχία ΗΓΙΑ- Σαουδικής Αραβίας επισφραγίστη
340 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
κε από τον πρόεδρο Φράνκλιν Ρούζβελτ, κατά την ιστορική συνάντησή του με το βασιλιά Ιμπν Σαοΰντ πάνω στο αεροπλανοφόρο «Κουίνσι». Ο Ρουζβελτ υποσχέθηκε στρατιωτική στήριξη της δυναστείας των Σαούντ και του κράτους που είχαν κληρονομήσει από τη βρετανική αποικιοκρατία, με αντάλλαγμα την ανεμπόδιστη ροή πετρελαίου προς τις ΗΠΑ.27. Σ. Αμίν, «ΗΠΑ, Ε.Ε. και Μέση Ανατολή», Monthly Review, ελληνική έκδοση, No 16, Απρίλιος 2006.28. Το αγγλογαλλικό σύμφωνο των Σάικς-Πικό για τη διανομή της Μέσης Ανατολής κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο έγινε παγκοσμίως γνωστό όταν η νεαρή, σοβιετική εξουσία με υπουργό Εξωτερικών τον Λέοντα Τρότσκσι έβγαλε στη φόρα τα μυστικά πρωτόκολλα.29. Τη γραμμή αυτή ακολούθησε και το κόμμα Τουντέχ στο Ιράν, από τα ισχυρότερα Κομουνιστικά Κόμματα του μουσουλμανικού κόσμου και από τους βασικούς αιμοδότες της αντίστασης κατά του σάχη, για να «α- νταμειφθεί» τελικά με απηνείς διωγμούς από το καθεστώς Χομεϊνί. Ορισμένα ρεύματα του «ισλαμικού σοσιαλισμού», που απέκτησαν επιρροή, ιδίως στην πρώτη φάση της ιρανικής επανάστασης, προσπάθησαν να ανακαλύψουν «αντικαπιταλιστικά» στοιχεία στην ισλαμική παράδοση. Επικαλούνται, για παράδειγμα, ορισμένες πλευρές της, όπως η εχθρότητα του Ισλάμ προς τον τόκο (ρίμπα) και η υποχρέωση των πλουσίων να δίνουν μέρος των εισοδημάτων τους στους φτωχούς (ζακάτ), για να υποστηρίξουν ότι το Ισλάμ θέτει φραγμούς στην καπιταλιστική συσσώρευση. Στην πραγματικότητα, αυτές οι παραδόσεις αντιστοιχούν στην παιδική ηλικία του Ισλάμ, ως κανονιστικής ιδεολογίας μιας εμπορικής, εμβρυακά καπιταλιστικής κοινωνίας, αλλά ουδόλως εμποδίζουν την καπιταλιστική συσσώρευση στη σημερινή εποχή, όπου οι κυρίαρχες τάξεις βρίσκουν κάθε είδους τρόπους για να δικαιολογούν τον πιο προκλητικό πλουτισμό, βαφτίζοντας το κρέας ψάρι. Βλ. Μ. Ροντενσόν, Ισλάμ και Καπιταλισμός, Κάλβος, 1980.30. Αυτή τη γραμμή ακολούθησαν, με ολέθρια αποτελέσματα, τα κυ-
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 341
ριότερα μαρξιστικά ρεύματα στην Αίγυπτο και την Αλγερία, αλλά και ένα από τα θραύσματα του ΚΚ Ιράκ στον πόλεμο του 2003.31. Βλ. G. Hermet, Les populisms dans le monde: Une histoire sociologique
XIXe- XXe siecle, Fayard, 2001, κεφ. VII.32. Συμβολικά, η εξέγερση των Ζαπατίστας εκδηλώθηκε ακριβώς την ημέρα που άρχιζε να εφαρμόζεται η NAFTA.33. Κατά την ορκωμοσία του, μετά από την τελευταία, θριαμβευτική εκλογική του νίκη, ο Τσάβες προϊδέασε για μια ριζοσπαστική στροφή της πολιτικής του, με σημαντικές εθνικοποιήσεις σε στρατηγικής σημασίας τομείς (πετρέλαιο, τηλεπικοινωνίες) και δήλωσε: «Κινούμαστε στην κατεύθυνση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας και αυτό απαιτεί βαθιά, συνταγματική αναθεώρηση [...]. Η ζωή της χώρας βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα υπαρξιακό δίλημμα. Κατευθυνόμαστε προς το σοσιαλισμό και κανείς δεν μπορεί να μας εμποδίσει [...]. Υποστηρίζω ένθερμα τη γραμμή του Τρότσκι, τη γραμμή της διαρκούς επανάστασης». (“Chavez to Nationalize Companies in Move Toward Socialist Republic of Venezuela”, International Herald Tribune, 8/1/2007).34. N. Chomsky, “South America: Toward an Alternative Future”, International Herald Tribune, 7/1/2007.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9
Η ΕΠΕΡΧ Ο Μ ΕΝ Η ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ
Στο πέρασμα από τον 20ό στον 21ο αιώνα επήλθε το τέλος του... «τέλους της Ιστορίας». Οι κρίσεις της «παγκοσμιοποίησης» και η στροφή της Αμερικής στην αυτοκρατορική βαρβαρότητα έκαναν τον υπαρκτό καπιταλισμό, μια δεκαετία μετά από την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ, να μη φαίνεται πια στον καθρέφτη της πραγματικότητας ως ο πιο όμορφος των δυνατών κόσμων. Αποτέλεσμα ήταν η αναζωογόνηση του ενδιαφέροντος για την κριτική σκέψη και η έξοδος του μαρξισμού από την ιδεολογική του παρανομία. Μάλιστα, ορισμένα προοδευτικά ρεύματα, με τη δύναμη του συμπιεσμένου ελατηρίου που ξαφνικά απελευθερώνεται, εκσφενδονίστηκαν στην άλλη άκρη.
Σ’ αυτή την κατηγορία υπάγεται η σχολή του Παγκόσμιου Συστήματος, με τυπικό εκπρόσωπο τον Αμερικανό πανεπιστημιακό Ιμάνουελ Βαλερστάιν1 - μια σχολή η οποία, όπως τονίσαμε σε προηγούμενες ενότητες, έχει σημαντική συνεισφορά στη μελέτη του σύγχρονου ιμπεριαλισμού. Με τη θεωρία της «τελικής», ή «συ- οτημικής» κρίσης, ' η εν λόγω σχολή υπερασπίζεται μια σωστή ιδέα, την ιστορική προσωρινότητα του καπιταλισμού, με λάθος τρόπο. Δύο είναι τα βασικά της θεμέλια. Εν πρώτοις, υποστηρί-
ΓΟ ΧΡΥΣΟ ΙΙΑΡΑΙ1ΕΓΛΣΜΑ 343
ζει ότι ο διεθνής καπιταλισμός, καθώς επεκτείνεται παγκόσμια, μετά από την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και συρρικνώνει, στο εσωτερικό κάθε χώρας, τον αγροτικό τομε'α, θα εξαντλήσει, σε είκοσι έως τριάντα χρόνια, τις εφεδρείες για την περαιτέρω επέκτασή του. Η βιομηχανική ανάπτυξη στις νέες χώρες θα προκαλεσει, αναπόφευκτα, τη συνδικαλιστική οργάνωση και την άνοδο των ημερομισθίων, εξιοώνοντάς τα με εκείνα της Δύσης και ψαλιδίζοντας τα επιχειρηματικά κέρδη στις μητροπό- λεις. Για πρώτη φορά στην ιστορία του, ο καπιταλισμός θα στερηθεί τις βαλβίδες που του επέτρεπαν να εκτονώνει τις εσωτερικές του πιέσεις. Το δεύτερο επιχείρημα στηρίζεται στην οικολογική κρίση, η οποία, όπως είδαμε, έχει και τεράστιο οικονομικό κόστος, ροκανίζοντας προοδευτικά, τα κέρδη των επιχειρήσεων.
Αυτό που συνδέει τα δύο επιχειρήματα είναι ο εντοπισμός των αιτίων της κρίσης σε εξωτερικούς, ως προς τη βασική, κεφαλαιακή σχέση, παράγοντες. Η θεωρία της «τελικής κρίσης», καθώς δυσκολεύεται να αναγνωρίσει τη βαθύτερη, εσωτερική αστάθεια του καπιταλισμού -επομένως, και τις ανατρεπτικές δυνατότητες της μισθωτής εργασίας στις αναπτυγμένες χώρες- αναζητά ενα- γωνίως από μηχανής θεούς στο «μη καπιταλιστικό περιβάλλον» των περιφερειών και στην οικολογική κρίση. Οι προλεταριοποι- ημένοι αγρότες και το οικολογικό κίνημα, ενσαρκώσεις του αειφόρου, «παγκόσμιου χωριού», καλούνται να δώσουν τη λύτρωση στην παρακμασμένη «παγκόσμια πόλη».3
Η υποτιθέμενη «εξάντληση των εφεδρειών» δεν παίρνει, όμως, υπ’ όψιν την ικανότητα του σύγχρονου καπιταλισμού να δημιουργεί εφεδρείες και να μετατοπίζει διαρκώς τα «όρια» της αναπαραγωγής του: Τη δυνατότητα των νέων τεχνολογιών να δημιουργούν καινούριους βιομηχανικούς κλάδους και νέες καταναλωτικές αγορές. Την «αναπαραγωγή μέσω της απαλλοτρίωσης»,
344 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
δηλαδή την ικανότητα του κεφαλαίου να εκμεταλλεύεται τις ίδιες τις καταστροφές (πολεμικές, κοινωνικές, οικολογικές) που προ- καλεί για να ανοίγει νέες περιοχές καπιταλιστικής συσσώρευσης πάνω σε «καμένη γη».4 Επίσης, δεν παίρνει υπ’ όψιν ότι οι αγροτικές μάζες που απαλλοτριώνονται στις περιφέρειες, αντί να δημιουργούν πάντα ένα οργανωμένο, βιομηχανικό προλεταριάτο, μετατρέπονται συχνά σε άμορφη μάζα ανέργων, πλανόδιων η- μιαπασχολούμενων ή ανθρώπων που επιβιώνουν με το ζόρι στην άτυπη εργασία. Αυτή η μάζα, αντί να πιέζει προς τα επάνω τους μισθούς, τείνει, εντελώς αντίθετα, να μειώνει την τιμή της εργατικής δύναμης σε παγκόσμια κλίμακα κάτω από την αξία της.
Γεηκευμένη θρόμβωση
Ωστόσο, οι διάφορες παραλλαγές των απόψεων για «συστημική κρίση» διατηρούν ένα γόνιμο φορτίο, έναν πυρήνα αλήθειας, έστω κι αν δεν αναπτύσσονται με αποτελεσματικό τρόπο. Ο διεθνής καπιταλισμός φαίνεται όντως ότι έχει αρχίσει να μπαίνει σε μια δεύτερη περίοδο καθολικής αποσταθεροποίησης, ανάλογη από ορισμένες απόψεις -αλλά πολύ διαφορετική από ορισμένες άλλες- με εκείνη του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, που δεν ξεπεράστηκε παρά μόνο μέσα από τις εκτεταμένες καταστροφές παγκοσμίων πολέμων και οικονομικών καταρρεύσεων. Η εξέλιξη αυτή είναι η συνισταμένη παράλληλων, αλληλε- πιδρώντων παραγόντων.
Ο πρώτος από αυτούς είναι η παγκόσμια κρίση υπερπαραγωγής ε-
μηορενμάιων-υπερονσσάρευαης κεφαλαίου από τα τέλη της δεκαετίας του ’60, η οποία εκδηλώνεται για πρώτη φορά με εκρηκτικό τρόπο με την κρίση του 1973-75. Παρά τις αλλεπάλληλες αναδιαρ
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 345
θρώσεις των νεοφιλελεύθερων και σοσιαλ-φιλελεύθερων κυβερνήσεων, τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, ο διεθνής καπιταλισμός δεν έχει καταφέρει να εξυγιανθεί «κλαδεύοντας τα ξερά κλαδιά του». Η κρίση δεν παίρνει, λοιπόν, το χαρακτήρα ενός απότομου, «εξυγιαντικού» γεγονότος, αλλά «σέρνεται», μετατρέπεται σε χρόνια ύφεση, διαιωνίζοντας τους συγκριτικά χαμηλά ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης (Γράφημα 10) και τη μαζική, δομική ανεργία.
ΓΡΑΦΗΜΑ 10:
Παγκόσμιοι ρυθ μοί οικονομικής μεγέθυνσης, σε ετήσια βάση
και ανά δεκαετία, 1 9 6 0 -2 0 0 3
I I Αύξηση κατά κεφαλήν ΑΕΠ Μέσος όρος δεκαετίας
fliipj: D. Harvey, A Brief History o f Neoliberalism.
Την εκτίμηση περί «γενικευμένης θρόμβωσης» του διεθνούς καπιταλισμού λόγω της υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων συμμερίζονται όχι μόνο μαρξιστές επιστήμονες, αλλά και διαπρύσιοι κή- ρυκες του νεοφιλελευθερισμού, όπως ο βρετανικός Economist.'3 Το βρετανικό περιοδικό έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου, σημειώνοντας ότι η «υπερβάλλουσα παραγωγική ικανότητα» σε κρίσιμους κλάδους, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, η παραγωγή ολο
346 ΠΕΊ ΡΟΙ ΙΙΑΙΙΛΚΠΝΣΤΑΝ ΓΙΝΟΥ
κληρωμένων κυκλωμάτων και υπολογιστών, η υφαντουργία και η χημική βιομηχανία, κυμαίνεται, σε παγκόσμια κλίμακα, στο 30% και ότι η ψαλίδα ανάμεσα στην παραγωγική ικανότητα της βιομηχανίας και την πραγματική παραγωγή έχει ανοίξει περισσότερο από κάθε άλλη φορά μετά από τη δεκαετία του ’30. Ο Ρόμπερτ Μπρένερ αναφέρει ότι, λόγω της εξωφρενικής υπερεπένδυσης-υ- περυσσώρευσης, το ποσοστό χρησιμοποίησης των τηλεπικοινωνιακών δικτύων στις ΗΠΑ ήταν, τον Απρίλιο του 2001, μόλις ... 2,5%!6 Συνολικά στην αμερικανική βιομηχανία, το ποσοστό χρησιμοποίησης της υπάρχουσας παραγωγικής ικανότητας υπολογιζόταν, στα μέσα του 2003, μόλις σε 72,7%, το χαμηλότερο ποσοστό μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.7 Αυτή η αδυναμία του υστέρου καπιταλισμού να ξεπεράσει τη γενικευμένη θρόμβωσή ίου γίνεται ακόμη περισσότερο εντυπωσιακή, αν αναλογιστούμε πόσο γρήγορα κατασπατάλησε ο διεθνής καπιταλισμός τις τεράστιες εφεδρείες από τις «νέες χώρες» του πρώην «υπαρκτού σοσιαλισμού» και από την αλματώδη ανάπτυξη της Κίνας και της Ινδίας.
Η θεωρητική ερμηνεία αυτής της πραγματικότητας θα απαιτούσε μια διεξοδική πραγμάτευση των οικονομικών κρίσεων, ενός από τα πιο αμφιλεγόμενα πεδία της πολιτικής οικονομίας, αστικής και μαρξιστικής, που έχει τροφοδοτήσει και τροφοδοτεί ομηρικές διαμάχες μεταξύ διαφόρων σχολών σκέψης. Η σημασία μιας συνεκτικής θεωρίας των κρίσεων είναι μάλλον προφανής για τις δυνάμεις εργατικής, σοσιαλιστικής αναφοράς. Αν ο διεθνής καπιταλισμός είναι σε θέση να δημιουργεί ολοένα και περισσότερο πλούτο χωρίς έντονα κρισιακά φαινόμενα, τότε το εργατικό κίνημα θα προσανατολιστεί μοιραία σε επιμέρους διεκδικήσεις για τη διανομή του κοινωνικού πλούτου και όχι στη ριζική αλλαγή του συστήματος. Ο σοσιαλισμός θα μετατραπεί σε ηθικό αίτημα, τεκμηριωμένο σε γενικές ανθρωπιστικές αρχές, ή θα αναζητήσει ε
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΙΙΑΡΑΙΙΕΤΑΣΜΑ 347
ξωτερικά ερεθίσματα, π.χ. σε ενδεχόμενες πολεμικές συγκρούσεις, ή θα εκφυλιστεί σε καθαρό πολιτικό βολονταρισμό μιας εξ- τρεμιστικής σέχτας.8 Αυτοί οι προβληματισμοί αναπτύχθηκαν διεξοδικά κατά το μεσοπόλεμο από τον Χένρικ Γκρόσμαν, στο διμέ- τωπο, ιδεολογικό αγώνα του απέναντι στους σοσιαλδημοκράτες «εναρμονιστές» του καπιταλισμού (Κάουτσκι, Χίλφερντινγκ, Μπά- ουερ) και στους βολονταριστές (Στέρνμπεργκ κ.ά.), που πίστευαν πως το μόνο εμπόδιο στη σοσιαλιστική επανάσταση ήταν η ανεπαρκής «εκπαίδευση» της εργατικής τάξης από τους αφοσιωμένους μαρξιστές. Το 1928, στο έργο του Μ ια Ν έα Θεωρία για τον Ιμπερια
λισμό και τη Σοσιαλιστική Επανάσταση, ο Γκρόσμαν έγραφε:
«Οι μαρξιστές, έλεγε ο Λένιν το 1915, γνωρίζουν άριστα άτι η επανάσταση δεν μπορεί να “κατασκευαστεί", ότι οι επαναστάσεις αναπτύσσονται μέσα από κρίσεις και απότομες στροφές της Ιστορίας, οι οποίες πρέπει να ωριμάσουν αντικειμενικά, ανεξάρτητα από τη θέληση των κομμάτων και των τάξεων [...]. Αυτό που χρειαζόμαστε δεν είναι απλά η “επαναστατική συνείδηση”, την οποία υποτίθεται ότι θα δημιουργήσουμε σφυρηλατώντας πάνω στα κεφάλια των ανθρώπων τον τελικό στόχο, απουσία πραγματικής, επαναστατικής κατάστασης. Είναι κάτι ολότελα διαφορετικό, η ικανότητα της επαναστατικής τάξης για μαζική, επαναστατική δράση, κάτι που προϋποθέτει μια οργάνωση με ενιαία θέληση και μακρά εμπειρία καθημερινών, ταξικών αγα'ίνων».9
Ξεφεύγει από τα όρια αυτού του βιβλίου η εκτενής τοποθέτηση για τις θεωρίες των κρίσεων.10 Εντελώς επιγραμματικά, σημειώνουμε ότι η τάση προς την κρίση υπερσυσσώρευσης συνοδεύει διαρκώς, σαν δυσοίωνη σκιά, τον ώριμο καπιταλισμό, υπό την αλληλεπίδραση τριών, βασικών παραγόντων: Της ταξικής πά
348 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
λης ανάμεσα στο κεφάλαιο και τη μισθωτή εργασία, που θέτει όρια στην άνοδο του ποσοστού εκμετάλλευσης- του ανταγωνισμού μεταξύ των μεμονωμένων καπιταλιστών και των εθνικών κοινωνικών σχηματισμών σε παγκόσμια κλίμακα, που τροφοδοτεί την άνιση ανάπτυξη και τον υπερκορεσμό της παγκόσμιας αγοράς- και της σύγκρουσης των νέων παραγωγικών δυνάμεων, που γεννούν οι διαδοχικές τεχνολογικές επαναστάσεις, με την καπιταλιστική κερδοφορία. Η λογική αυτή διαφοροποιείται από την τάση διαφόρων σχολών να ανάγουν τις κρίσεις σε έναν και μόνο καθοριστικό παράγοντα (υποκατανάλωση των εργαζομένων, αναρχία της παραγωγής, τεχνολογικές επαναστάσεις, πτώση του ποσοστού κέρδους, ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι και καταστροφές κ.ά.). Συγκεκριμένο πα ράδειγμα ανάλυσης των κρίσεων ως αποτέλεσμα συνδυασμένης δράσης σχετικά ανεξάρτητων παραγόντων προσπαθήσαμε να δώσουμε στο Κεφάλαιο 3, αναλύοντας την κρίση του 1973-75.
Αποτέλεσμα είναι η ιστορία του παγκόσμιου καπιταλισμού να εμφανίζεται όχι ως απλή διαδοχή βιομηχανικών κύκλων ανάπτυ- ξης-κρίσης με περιοδικότητα επτά έως δέκα χρόνια, αλλά ως διαδοχή «μακρών κυμάτων» ανόδου και ύφεσης, τυπικής διάρκειας πενήντα έως εξήντα χρόνων.11 Το Γράφημα 11, δανεισμένο από τον Μαντέλ, δίνει μια ιδέα για τα μακρά κύματα της παγκόσμιας οικονομίας από την εποχή της Μεγάλης 'Υφεσης, με βάση τις μεταβολές στα ετήσια ποσοστά οικονομικής ανάπτυξης. Απεικονίζονται επίσης οι διακυμάνσεις των εργατικών αγώνων, με κάποια εντελώς χονδρική και κάπως αυθαίρετη εκτίμησή τους, η οποία καταφέρνει, όμως, να δείξει την εξάρτησή τους, αλλά και τη σχετική αυτονομία τους από την οικονομία. Στο Γράφημα 12 απο- κτάμε μια άλλη οπτική γωνία των μακρών κυμάτων με βάση τη διακύμανση του μέσου ποσοστού κέρδους, «γενικού σεισμογρά- φου» της καπιταλιστικής οικονομίας.12
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 349
ΓΡΑΦΗΜΑ 11:
Μ ακρά κύματα μ ε βάση το ηοαοσιό ο ικονομικής μεγέθυνσης
και διακύμανση των εργατικών αγώνων, 1 8 7 0 -1 9 8 0
— Διακύμανση εργατικών αγώνων
— Διακύμανση αύξησης του ΑΕΠ
Πηγή: Ε. Mandel, Long Waves o f Capitalist Development.
ΓΡΑΦΗΜΑ 12:
Ποσοστό κέρδους στον ιδιωτικό τομέα
της αμερικανικής οικονομίας, 1 8 7 0 -1 9 9 7
......Τάση του ποσοστού κέρδους
— Ποσοστό κέρδους
Πηγή: G. Dum^nil & D. Ldvy, Periodiiing Capitalism.
350 ΠΕΊ ΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Σε κάθε περίπτωση, ο ώριμος καπιταλισμός ρέπει όχι τόσο προς κρίσεις «κατακλυομιαίου» τύπου, όπως αυτή του 1929-32, αν και αυτό το ενδεχόμενο δεν μπορεί ποτέ να αποκλειστεί, όσο προς τη χρόνια ύφεση, κάτι που είχε επισημάνει ο Κάουτσκι ήδη το 1902, στο πιο εμπεριστατωμένο άρθρο του για τις κρίσεις. Οι καταστάσεις χρόνιας ύφεσης, όπως εκείνη του 1873-1896 και εκείνη στην οποία εισήλθε ο διεθνής καπιταλισμός μετά το 1973, δείχνουν ότι οι κλασικές, κυκλικές κρίσεις του βιομηχανικού κύκλου δυσκολεύονται ολοένα και περισσότερο να παίξουν τον εξυγιαντικό ρόλο τους.
Δύο από τους κυριότερους λόγους φαίνεται να είναι η συγκέντρωση ενός τεράστιου όγκου παγίου κεφαλαίου και η σχετική αδράνεια που συνοδεύει το μονοπωλιακό κεφάλαιο. Η εισαγωγή νέας τεχνολογίας υπόσχεται, βέβαια, μεγάλα κέρδη, αλλά και μεγάλα ρίσκα, καθώς συνοδεύεται αναπόφευκτα από τη μαζική α- χρήστευση μηχανών και εξοπλισμού. Ό πως σημειώνει ο Χάρβεϊ, «η ειρωνεία είναι ότι το πάγιο κεφάλαιο, το οποίο αποτελεί βασικό μέσο για την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, με- τατρέπεται, από τη στιγμή που εγκαθίσταται, σε φραγμό προς την περαιτέρω καινοτομία»,11 καθώς η πρόωρη ανανέωσή του, προτού «βγάλει τα λεφτά του», θα σήμαινε τη διασπάθιση τεράστιων κονδυλίων. Επομένως, η μεγάλη επιχείρηση έχει ισχυρά κίνητρα να περιορίσει την τεχνολογική ανανέωση της παραγωγής και να προτιμήσει, για ένα διάστημα, τη μεγέθυνσή της με τον υπάρχοντα εξοπλισμό, πολύ περισσότερο που διατηρεί μονοπωλιακά δίκτυα πωλήσεων.14 Το γεγονός αυτό παρατείνει την επιβίωση «πλεοναζόντων» κεφαλαίων και καθυστερεί τόσο τη βίαιη εκδήλωση όσο και την υπέρβαση της δομικής κρίσης υπερσυσ- σώρευσης.15
Ωστόσο, η εξασθένηση της εργατικής τάξης, ύστερα από μια
ΓΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕ ΤΑΣΜΑ 351
παρατεταμένη ύφεση (σιο εσωτερικό της οποίας εκδηλώνονται τυπικές κυκλικές κρίσεις) και τη συνακόλουθη αύξηση της ανεργίας, επιτρέπει σιον καπιταλισμό να αναδιοργανώσει -επιτέλους!- ριζοσπαστικά την παραγωγή, με τη βοήθεια των νεότατων τεχνολογικών επιτευγμάτων και να αποκαταστήσει προσωρινά την κερδοφορία του. Η μαζική καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων λόγω της κρίσης ή και πολεμικών συγκρούσεων, όπως και η ιμπεριαλιστική επέκταση, βοηθούν σ’ αυτή την κατεύθυνση. Καθώς όμως το νέο κύμα της τεχνολογικής επανάστασης γενικεύεται σε όλη την κλίμακα της παραγωγής και η ανεργία περιορίζεται, το ποσοστό κέρδους πέφτει, το μακρύ κύμα περνά από την ανοδική στην καθοδική φάση του, συσσωρεύοντας το δυναμικό για την επόμενη κρίση.
Υπό αυτή την οπτική γωνία, ο καπιταλισμός δεν εμφανίζεται ως ένα σύστημα που βρίσκεται «κανονικά» σε κατάσταση ισορροπίας, για να διαταραχθεί προσωρινά από σύντομες κρίσεις, αλλά, εντελώς αντίθετα, ως ένα σύστημα οργανικά ασταθές, «χαοτικό»,"’ όπου οι καταστάσεις σχετικά σταθερής ανάπτυξης (τυπου 1830- 1873, 1900-1914 και 1945-1973) αποτελούν την εξαίρεση - μια εξαίρεση, που γίνεται δυνατή μόνο κάτω από εντελώς ιδιόμορφες ιστορικές συνθήκες.17
Την τάση προς τη χρόνια κρίση υπερσυσσώρευσης ενισχύει και η παγκοσμιοποίηση με όρους πλανητικού κοινωνικού ντά- μπινγκ: Από τη μία πλευρά, γιγαντώνει την υπερπαραγωγή εμπορευμάτων που κατακλύζουν τις δυτικές αγορές προερχόμενα από τους αναδυόμενους βιομηχανικούς κολοσσούς, όπως η Κίνα και η Ινδία. Από την άλλη, η μετανάστευση επιχειρήσεων στις χώρες φθηνού εργατικού δυναμικού, η ενδημική ανεργία και η διά βίου λιτότητα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα ακρωτηριάζουν τα εισοδήματα των μισθωτών που καλούνται να αγοράσουν αυτά τα
352 ΠΕΤΡΟΣ ΠΛΠΑΚΩΝΣΤΑΝ'ΓΙ ΝΟΥ
πλεονάζοντα εμπορεύματα. Η αντίφαση μεταξύ επιταχυνόμενης υπερπαραγωγής εμπορευμάτων και καθήλωσης της αγοραστικής δύναμης της πλειονότητας του πληθυσμού, σε πλανητική πλέον κλίμακα, αποτελεί την πιο οφθαλμοφανή νάρκη, τεράστιας εκρηκτικής ισχύος, της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης.
Η ανάλυση αυτή δεν έχει τίποτα το κοινό με τον οικονομικό «καταστροφισμό» και την κυρίαρχη αντίληψη της Κομουνιστικής Διεθνούς κατά το μεσοπόλεμο περί μόνιμης, «γενικής κρίσης» του καπιταλισμού. Ό πως σωστά τονίζει ο Πουλαντζάς, η αντίληψη περί διαρκούς επικαιρότητας της κρίσης εξαλείφει την ιδιαιτερότητά της και είναι παντελώς άχρηστη ή και αποπροσανατολιστική για την επεξεργασία πολιτικής στρατηγικής.18
Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι οι κρίσεις γεννιούνται πρώτιστος από ενδογενείς, οικονομικούς παράγοντες, αλλά ξεπερ- νιούνται, προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, μόνο «πολιτικά». Οι περίοδοι κρίσης είναι οι και’ εξοχήν φάσεις της Ιστορίας όπου η πολιτική είναι αναγκασμένη να επιβάλει την προτεραιότητά της έναντι της οικονομίας. Αυτό ισχύει και για τους δύο πρωταγωνιστές του ιστορικού δράματος: Η αστική τάξη χρειάζεται όσο ποτέ μια νέα κατεύθυνση, είτε αυτή είναι το «New Deal» του Ρούζβελτ είτε ο νεοφιλελευθερισμός του Ρέιγκαν είτε η αυτοκρατορία του Μπους, ανάλογα με τον κάθε φορά συσχετισμό των δυνάμεων. Από την άλλη πλευρά, για τη μισθωτή εργασία η κρίση αποκαλύπτει τα στενά όρια του συνδικαλιστικού-οικονομικού αγώνα και την ανάγκη ριζοσπαστικών πολιτικών λύσεων. Από μόνη της, η αύξηση των μισθών σε περιόδους κρίσης θα οδηγήσει σε περαιτέρω πτώση του ποσοστού κέρδους, άρα σε επιδείνωση και όχι εκτόνωση της κρίσης. Αυτό φυσικά δεν αναιρεί το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι έχουν κάθε δίκιο να παλέψουν για να μην πληρώσουν οι ίδιοι τα βάρη της κρίσης. Σημαίνει μόνο ότι, σε ε
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 353
ποχές κρίσης, ο οικονομικός αγώνας έχει την τάση να συνδεθεί στενά με τον αγώνα για την πολιτική εξουσία.
0 ιστορικός χαρακτήρας της κρίσης
Η χρόνια κρίση υπερσυσσώρευσης διαπλέκεται με δύο πολιτικής φύσης αποσταθεροποιητικά φαινόμενα του παγκόσμιου συστήματος: Τη βαθμιαία υπονόμευση της αμερικανικής ηγεμονίας, παρά την προσωρινή «στιγμή» της φαινομενικά απόλυτης μονοκρατορίας των ΗΠΑ ύστερα από τη διάλυση της ΕΣΣΔ, ένα φαινόμενο που επαναφέρει τις ενδοϊμπεριαλιστικές τριβές και -δυ- νητικά- συγκρούσεις για σφαίρες επιρροής. Και την κρίση του ε-
θνικού-αστικού κράτους στις συνθήκες της εντεινόμενης οικονομικής διεθνοποίησης. Έκφραση αυτού του φαινομένου είναι και η διάλυση της εθνικής-κοινωνικής συνοχής, που τροφοδοτεί τα αυ- τονομισχικά, αποσχιστικά φαινόμενα όχι μόνο στην Ανατολική Ευρώπη και στα Βαλκάνια, αλλά και στην καρδιά του δυτικού κόσμου, από τη χώρα των Βάσκων και την Καταλωνία, μέχρι τη Φλάνδρα, τη Λομβαρδία, ακόμη και τη Σκοτία. Από μια άποψη το σχέδιο των Αμερικανών νεοσυνχηρητικών εξέφραζε και τη χιμαιρική απόπειρα υπέρβασης αυτής της αντίφασης, με τη μετατροπή των ΗΠΑ σε «υπερκράτος» της ένοπλης, καπιταλιστικής «παγκοσμιοποίησης».
Αλλά η πιο σημαντική, ειδοποιός διαφορά της σημερινής κρίσης με όλες τις προηγούμενες έγκειται στο γεγονός ότι για πρώτη
ψορά από τ ψ ολοκλήρωση της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης, ο διε
θνής καπιταλισμός βρίοκεται αντιμέτωπος μ ε φαινόμενα γεροντικού μαρα
σμού των θεμελιωδών νόμων της αναπαραγωγής τον.
Πρώτα απ’ όλα, η τρίτη τεχνολογική επανάσταση της πληρο
354 IΙΚΤΙΌΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
φορικής και της γενετικής έχει προκαλέοει κλονισμό στον ίδιο το νό
μο της αξίας, υπονομεύοντας τη δυνατότητα ΐης ελεύθερης αγοράς να εξασφαλίζει την αξιοποίηση και την κερδοφορία του κεφαλαίου με «κανονικά» μέσο. Η σχεδόν δωρεάν αναπαραγωγή των προϊόντων νέας τεχνολογίας, από το DVD μέχρι το καινούριο φάρμακο για το AIDS, μαζί με τη δυνατότητα πρόσβασης στο Διαδίκτυο για κάθε είδους πληροφορίες και ψηφιακά εργαλεία εργασίας, καθιστούν σκανδαλώδη σπατάλη, από κοινωνική άποψη, τη διάθεση των εν λόγων προϊόντων στις σημερινές, αγοραίες τιμές τους. \
Φάρμακα που θα μπορούσαν να είναι πάμφθηνα, επιβαρύνουν τα ασφαλιστικά ταμεία για χάρη των φαρμακευτικών εταιρειών. Κάθε χειριστής προσωπικού υπολογιστή θα μπορούσε να κατεβάζει δωρεάν από το Ίντερνετ (και συχνά το κάνει, αλλά παράνομα) τη μουσική που θέλει να ακούσει, την ταινία που θέλει να δει ή την εγκυκλοπαίδεια που θέλει να ουμβουλευθεί. Λογισμικά για οποιεσδήποτε εφαρμογές μπορούν επίσης να «φορτωθούν» από το Ίντερνετ, αντί να αγοραστούν από τη Microsoft. Η χαρτογράφηση ενός χωριού, που κανονικά θα απαιτούσε ένα μήνα δουλειάς από ένα συνεργείο τοπογράφων μηχανικών, μπορεί να γίνει σε ένα βράδυ, στο γραφείο, μέσω λογισμικού δορυφορικής χαρτογράφησης, τύπου GoogleEarth. Ακόμη και το ίδιο το PC θα μπορούσε κάλλιστα να υποκατασταθεί από πολύ απλούστερους υπολογιστές -όπως ο «υπολογιστής των 100 δολαρίων» του Τεχνολογικού Ινστιτούτου Μασαχουσσέτης, που προορίζεται για τον Τρίτο Κόσμο- οι οποίοι θα αξιοποιούσαν τις δυνατότητες του Ίντερνετ.
Η αγωνία του κεφαλαίου να επανασφετεριστεί τα «διαφυγό- ντα κέρδη», βρίσκεται πίσω από την παγκόσμια εκστρατεία κατά της «πνευματικής πειρατείας», τους σχετικούς νόμους και τις
ΓΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 355
δρακόντειες συνθήκες των διεθνών οικονομικών οργανισμών εις βάρος των «παραβατών», την ανάπτυξη ενός ολόκληρου βιομηχανικού κλάδου, της κρυπτολογίας, για την εισαγωγή κωδίκων σε κάθε ψηφιακό προϊόν που θα καθισιά αδύνατη την δωρεάν αναπαραγωγή του.19 Ενώ η πνευματική δημιουργία κοινωνικοποιείται σε πρωτοφανή κλίμακα, η ιδιοποίησή της θωρακίζεται με δρακόντεια μέτρα, έτσι που ο χρόνος για την είσπραξη δικαιωμάτων copyright να αυξάνεται, στις ΗΠΑ, από τα 56 χρόνια, που ήταν το 1914, στα 76 χρόνια, το 1976 και στα 95 χρόνια, το 1998.20 Στην περίφημη «οικονομία της γνώσης», το κεφάλαιο είναι αναγκασμένο να κόψει τα φτερά από το πουλί της σοφίας για να μην μπορεί ποτέ να πετάξει από τον ώμο όχι της Αθηνάς, αλλά του Ερμή. Η νομοθετική και πολιτική β ία γίνεται έτσι, από έκτακτος, εξωοι-
κονομικός παράγοντας, οργανικό στοιχείο της «νέας» καπιταλιστικής οικο
νομίας μ ε στόχο την επανασταθεροποίηοη τον κλονισμένου νόμου της α
ξίας.
Ο συνδυασμός πληροφορικής και αυτοματοποίησης δίνει τη δυνατότητα σε ένα τμήμα του κεφαλαίου να πετυχει αύξηση της υλικής παραγωγής χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα λιγότερα μέσα παραγωγής και λιγότερη εργατική δύναμη. Η εξέλιξη αυτή καθιστά απόλυτα δυνατή, από κοινωνική άποψη, τη δραστική μείωση του χρόνου εργασίας, κάτι που συγκρούεται, ωστόσο με την καπιταλιστική κερδοφορία. Αυτό που συμβαίνει στην πράξη είναι μια «ανάπτυξη χωρίς απασχόληση», με μονιμοποίηση της δομικής ανεργίας ή υποαπασχόλησης.21 Στους εντατικά αυτοματο- ποιημένους κλάδους ελαχιστοποιείται και οριακά μηδενίζεται η παραγωγή υπεραξίας, με αποτέλεσμα τα μονοπωλιακά υπερκέρδη να εξασφαλίζονται μόνο μέσω της άντλησης υπεραξίας από τους υπόλοιπους κλάδους. Έτσι όμως κατεβαίνει η στάθμη στη «δεξαμενή» της συνολικής υπεραξίας και η «κρίση της απασχό
356 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
λησης» μετατρέπεται σε κρίση της ίδιας της καπιταλιστικής εκμετάλ
λευσής, πιέζοντας προς τα κάτω το μέσο ποσοστό κέρδους. Πιο απλά, τα ρομπότ εξοικονομούν θέσεις εργασίας, αλλά δεν μπορούν να αγοράσουν τα πλεονάζοντα εμπορεύματα από τα ράφια των πολυκαταστημάτων.
Από εδώ προέρχεται η βαθύτερη ανάγκη του κεφαλαίου να επενδύει όχι μόνο στην αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας μέσω της τεχνολογικής ανανέωσης, αλλά, σε αυξανόμενο βαθμό, και στην άντληση «απόλυτης υπεραξίας», επιστρέφοντας ως ένα βαθμό22 στις μεθόδους του άγριου καπιταλισμού του 19ου αιώνα: Παράταση του χρόνου εργασίας, περικοπές αδειών, πάγωμα μισθών, ακρωτηριασμός ασφαλιστικών δικαιωμάτων, μαύρη εργασία των «παράνομων» μεταναστών κ.ά. Αυτή η αναδίπλωση αποτελεί, ωστόσο, πρόσθετο δείγμα γεροντικού μαρασμού και φθείρει την εργατική δύναμη ή, στη γλώσσα των πιο φωτισμένων αστών οικονομολόγων, το «ανθρώπινο κεφάλαιο», υπονομεύοντας έτσι τη βασική πηγή της μελλοντικής, καπιταλιστικής κερδοφορίας.
Στην κρίση άντλησης υπεραξίας μέσα από το καθοριστικό πεδίο της παραγωγής οφείλεται και η ένταση των πρακτικών κοινωνικής ληστείας με έμμεσους τρόπους: τοκογλυφία των τραπεζών, αναδιανομή του πλούτου υπέρ των πλουσιότερων μέσω του χρηματιστηρίου, νομοθετικές φοροαπαλλαγές για τις επιχειρήσεις, μεταφορά του βάρους αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης (παιδεία, υγεία, κοινωνικές ασφαλίσεις) στους μισθωτούς και πάει λέγοντας.
Οι μεταλλάξεις του ύστερου καπιταλισμού θέτουν σε κρίσή τ ψ ί
δια τ ψ ατομική ιδιοκτησία και το διευθυντικό δικαίωμα. Από τη μια πλευρά, η υπερδιόγκωση του χρηματιστικού κεφαλαίου και η σύνδεση της τύχης της μεγάλης, μετοχικής επιχείρησης περισσότερο με την αξία της μετοχής της και λιγότερο με την παραγωγική της
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 357
δύναμη δίνουν στους μεγαλομετόχους ολοένα και περισσότερο χαρακτηριστικά «ραντιέρικου», εν μέρει παρασιτικού στρώματος. Από την άλλη, η δραστική μείωση των ιεραρχικών επιπέδων και η πολύ ευκολότερη πρόσβαση των εργαζομένων στα «μυστικά» του μάνατζμεντ, χάρη στην άνοδο του μορφωτικού τους επιπέδου και στις δυνατότητες της πληροφορικής, υπονομεύουν τη διάκριση στελεχών -εργατών, διευθυντών- εκτελεστών. Η αυτοδιαχείριση μιας επιχείρησης από τους ανθρώπους που παράγουν τον κοινωνικό πλούτο φαντάζει πολύ λιγότερο δύσκολο έργο από ό,τι θα ήταν πριν από 30 χρόνια. Το διευθυντικό δικαίωμα προβάλλει γυμνό, σαν τσίγκινο στέμμα, που απονέμεται από το σφετεριστή-ι- διοκτήτη, στερημένο από όλα τα «αξιοκρατικά» διαμάντια του.
Παράλληλα, ο ύστερος καπιταλισμός οδηγεί σε χωρίς προηγού
μενο όρια τ ψ αντίθεση πόλης-χωριον σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Στις αναπτυγμένες χώρες, η εντατική καλλιέργεια και οι νέες μέθοδοι της βιοτεχνολογίας στην αγροτική οικονομία οδηγούν σε γε- νικευμένη κρίση την εμπορευματοποίηση της γης, με βαριές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία (μεταλλαγμένα τρόφιμα, τρελές α γελάδες, κοτόπουλα με διοξίνες κ.ά.).
Στις χώρες της περιφέρειας, η αντίθεση εκδηλώνεται με τον παροξυσμό του αγροτικού προβλήματος, θέτοντας τελικά σε κρίση το νόμο της ανισόμετρης ανάπτυξης του συστήματος. Με το άνοιγμα των αγορών, η εγχώρια παραγωγή δεν μπορεί να αντέ- ξει στον ανταγωνισμό με την πολύ παραγωγικότερη, εκμηχανι- σμένη, αγροτική οικονομία της Δύσης. Αποτέλεσμα είναι η δημιουργία τεράστιου, πλεονάζοντος πληθυσμού, που διογκώνει τις ταχύτατα αναπτυσσόμενες παραγκουπόλεις του Νότου: Οι φα- βέλες της Βραζιλίας, οι villas miseria της Αργεντινής, τα zopadpattis
της Βομβάης, τα baladis του Καΐρου, οι bidonvilles της Αμπιτζάν, τα gecekondu της Κωνσταντινούπολης - χίλια ονόματα για μια ά
358 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
θλια μοίρα, που μοιράζονται κοντά ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι:23 απερίγραπτος συνωστισμός, αβέβαιη στέγη, ανεπαρκής πρόσβαση σε πόσιμο νερό και αποχέτευση.
Σε αντίθεση με την παραγκούπολη στη βιομηχανική Αγγλία, που περιγράφει ο Ντίκενς στο Π αγερό Σ ηή ι, οι σύγχρονοι αστερισμοί της μιζέριας αποτελούν συμπτώματα μιας καλπάζουσας αστικοποίησης,24 η οποία δεν συμβαδίζει με μια ανάπτυξη του βιομηχανικού τομέα, που θα μπορούσε, έστω με τον καιρό, να απορροφήσει τους ξεκληρισμένους από το χωριό φτωχοδιάβολους. Δημιουργείται έτσι μια πληβειακή μάζα, που στρέφεται στην α- τυπική εργασία25 ή στις διάφορες Μαφίες, αναγκασμένη να υπό- κειται σε σχέσεις ημιφεουδαρχικής εξάρτησης από τοπικούς α- ξιωματούχους και παράγοντες της νόμιμης ή παράνομης οικονομίας. To AIDS και τα ναρκωτικά βοηθούν το διεθνές κεφάλαιο να απαλλάσσεται από ένα τμήμα του «πλεονάζοντος» πληθυσμού και να κρατά σε διαρκή ομηρία πολύ μεγαλύτερο.
Ισλαμικά και χριστιανικά φιλανθρωπικά δίκτυα επεκτείνο- νται ραγδαία στις γραμμές των παραγκουπόλεων, η άμορφη εργατική τάξη των οποίων μπορεί να θρέψει φαινόμενα «βοναπαρτισμού» και ακροδεξιού λαϊκισμού-εθνικισμού, όπως συνέβη στο παρελθόν με την «Εταιρεία» του Λουδοβίκου Βοναπάρτη στη Γαλλία, τις Μαύρες Εκατονταρχίες στη Ρωσία και τα πιο πρόσφατα, ανάλογα φαινόμενα στην Ιταλία του Μουσολίνι και τη Γερμανία του Χίτλερ. Τίποτα δεν αποκλείει, όμως, τα στρώματα αυτά να στραφούν, υπό την επίδραση αριστερών κινημάτων και οργανώσεων, σε προοδευτικές, αντικαπιταλιστικές κατευθύνσεις, όπως σε μεγάλο βαθμό συμβαίνει στη Βενεζουέλα του Τσάβες.
Τα ηαλφροϊκά μεταναστεντικά κύματα, που αναπόδραστα δημιουργεί η ειρηνική ή ένοπλη «παγκοσμιοποίηση» με τις οικονομι
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 359
κές και στρατιωτικές καταστροφές της, αποτελούν μια από τις μετακινούμενες τεκτονικές πλάκες που ανατρέπουν την κοινοτική ανθρωπογεωγραφία του πλανήτη.26
Τα προηγούμενα μεταναστευτικά κύματα, στην Αμερική των αρχών του 20ού αιώνα ή στη Δ. Ευρώπη τις δεκαετίες του ’50 και του ’60, εξελίσσονταν σε εποχές δυναμικής οικονομικής ανάπτυξης που διψούσε για εργατικά χέρια. Αντίθετα, το σημερινό με- ταναστευτικό κύμα βρίσκει τα μητροπολιτικά κέντρα της Δύσης σε χρόνια ύφεση και ενδημική ανεργία. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά φαινόμενα της «νέας εποχής», που εγκαινιάστηκε με την άνοδο του νεοφιλελευθερισμού, είναι η μαζική μετανάστευση κεφαλαίων από το Βορρά στο Νότο, και η αντίστροφη μετακίνηση εργατικών χεριών, από το Νότο στο Βορρά. Πρόκειται για τις δύο όψεις του παγκόσμιου κοινοινικού ντάμπινγκ, που διευκολύνει, βραχυπρόθεσμα, τα πιο ευέλικτα τμήματα του κεφαλαίου να ενισχύσουν την κερδοφορία τους, μεταφέροντας ταυτόχρονα τον ανταγωνισμό και τους πολιτισμικούς πολέμους στο εσωτερικό της εργατικής τάξης.
Ωστόσο, σε αντίθεση με τη νεοφιλελεύθερη μυθολογία, // πλή
ρης κινητικότητα της παγκόσμιας εργατικής δύναμης θα ισοδνναμονσε μ ε
ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια τον καπιταλισμού. Ελεύθερη μετανάστευση θα σήμαινε πολύ γρήγορη εξίσωση των ημερομισθίων και των ποσοστών κέρδους του κεφαλαίου σε παγκόσμια κλίμακα, α- φαίρώντας από το κεφάλαιο μια από τις βασικές δυνατότητες ά ντλησης πρόσθετης υπεραξίας. Επιπλέον, θα αφαιρούοε μια πρόσθετη πηγή κέρδους στο εσωτερικό των μητροπόλεων, εάν οι μισθοί και τα δικαιώματα του συνόλου των μεταναστών εξισώνονταν με εκείνα της «ντόπιας» εργατικής τάξης.
Έτσι, το σύγχρονο αστικό κράτος, σε πείσμα της «πολυπολι- τισμικής» ρητορείας των κυβερνήσεων, ενέχει το ρατσισμό οκ; δο
360 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
μικό πλέον στοιχείο του, πρωτίοτως μέσω της μεταναστευτικής νομοθεσίας. Στην πλειονότητά τους, ακόμη και οι νόμιμοι μετανάστες γίνονται δεκτοί ως προσωρινοί, υπό αυστηρά καθορισμένες προϋποθέσεις, κάτω από τη δαμόκλειο σπάθη της απέλασης, χωρίς πολιτικά δικαιώματα και πρόσβαση σε βασικές κοινωνικές υπηρεσίες. Χαρακτηριστική είναι η παρακάτω εικόνα του Καναδά, όπως τη σκιαγραφεί ο Τοντ Γκόρντον:
«Μετανάστες οι οποίοι δεν διαθέτουν τις προϋποθέσεις απόκτη
σης υπηκοότητας και μόνιμης διαμονής στον Καναδά εγκαθί
στανται στη χώρα μέσω του νόμου ΝΙΕΑΡ [...]. θεσπίζοντας πο
λύ αυστηρούς όρους απασχόλησης, (ο εν λόγω νόμος) διευκολύ
νει την παγίωση των προσωρινών μεταναστών ως εξαιρετικά ευ
άλωτης κατηγορίας του εργατικού δυναμικού, ιδανικής για τις α
κραίες απαιτήσεις του νεοφιλελευθερισμού.
Αρθρο του NIAF.P προβλέπει ότι όσοι εισέρχονται στη χώρα
κάνοντας χρήση αυτού του προγράμματος, οφείλουν “να εργά
ζονται σε μια ορισμένη θέση εργασίας για μια συγκεκριμένη χρο
νική περίοδο και για ένα συγκεκριμένο εργοδότη”. Δεν μπορούν
να αλλάξουν δουλειά χωρίς έγγραφη άδεια του αρμόδιου μετα-
ναστευτικού γραφείου και, αν το πράξουν, κινδυνεύουν να απε
λαθούν. Αν και μπορούν να ανανεώσουν τη μεταναστευτική τους
βίζα εφόσον συγκατατίθεται ο εργοδότης τους, το καθεστώς τους
παραμένει προσωρινό, αφού δεν έχουν δικαίωμα υποβολής αί
τησης για άδεια μόνιμης εγκατάστασης. Επιπλέον, δεν έχουν πρό
σβαση σε κοινωνικές υπηρεσίες όπως υγεία, επιδόματα ανεργίας,
κοινωνικές παροχές και ασφάλεια έναντι εργατικών ατυχημάτων,
παρότι πληρώνουν όπως οι υπόλοιποι πολίτες φόρους και ει
σφορές στα ασφαλιστικά ταμεία».27
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 361
Παράλληλα, επιδιώκεται να τεθούν υπό έλεγχο τα μετανα- στευτικά κύματα, με τείχη όπως εκείνο ανάμεσα σε ΗΠΑ και Μεξικό, όπου χάνονται και θα χάνονται πολύ περισσότεροι άνθρωποι απ’ ό,τι χάθηκαν στο τείχος του Βερολίνου, με τα ναυτικά «τείχη» στη Μεσόγειο και παρόμοια κατασταλτικά μέτρα. Σε αντίθεση με ό,τι διακηρύσσουν, οι κυβερνώντες επιδιώκουν συνειδητά η μετανάστευση να είναι, σε μεγάλο βαθμό, όχι μόνο ποσοτικά ελεγχόμενη, αλλά και παράνομη, ώστε ο λαθρομετανάστης να περι- πέσει σε κατάσταση κυνηγημένου ζώου και να είναι έτοιμος να δουλέψει υπάκουα για ένα κομμάτι ψωμί, χωρίς δικαιώματα. Ωστόσο, ο έλεγχος της μετανάστευσης γίνεται ολοένα και δυσκολότερος όσο συνεχίζεται η περιθωριοποίηση ολόκληρων ηπείρων ή τμημάτων ηπείρων, απαιτώντας τη δημιουργία πολλών ΝΑΤΟ, που θα λειτουργούν ως η πλανητική χωροφυλακή του ιμπεριαλισμού απέναντι στους «νέους βαρβάρους». Παράλληλα, η κρίση κοινωνικής ένταξης των μεταναστευτικών κοινοτήτων δημιουργεί το έδαφος για μεγάλης κλίμακας ταραχές, όπως η εξέγερση των νέων στα εργατικά-μεταναστευτικά προάστια της Γαλλίας.
Ιδιάζον στοιχείο του υστέρου καπιταλισμού είναι η χρόνια εκπαι
δευτική κρίση, βασικός παράγοντας που τροφοδοτεί τον συχνά ε
κρηκτικό και βίαιο ριζοσπαστισμό της νεολαίας. Η τάση αυτή εμφανίζεται ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’60, όταν τα πρώτα σημάδια της επερχόμενης οικονομικής κρίσης και η συνακόλουθη υποβάθμιση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης για μεγάλο μέρος του φοιτητικού δυναμικού, σε συνδυασμό με τον πόλεμο του Βιετνάμ, τροφοδότησαν ένα μεγάλο κύμα νεανικού ριζοσπαστισμού, με τυπικό παράδειγμα το γαλλικό Μάη του 1968. Ωστόσο, η νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση και ο νέος γύρος αντιδραστικών
362 ΠΕΊ ΡΟ Ι IIAllAKilNLTANTINOV
«μεταρρυθμίσεων» στις αρχές του 20ού αιώνα δίνουν στο φαινόμενο αυτό ποιοτικά διαφορετικά χαρακτηριστικά.28
Στο «νέο» καπιταλισμό, το εκπαιδευτικό σύστημα σημαδεύεται από την εξής αντίφαση: Από τη μια πλευρά, η τρίτη τεχνολογική επανάσταση ανεβάζει το ρόλο της πνευματικής, υψηλά ειδικευμένης εργασίας στο σύνολο της παραγωγής και των υπηρεσιών. Το σύστημα χρειάζεται περισσότερους νέους εργαζόμενους με πολλαπλότητα γνώσεων, που θα μπορούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες μιας ακρότατα «ευλύγιστης» οικονομίας, αλλάζοντας αρκετές ειδικότητες ή και επαγγέλματα στη διάρκεια της παραγωγικής τους ζωής. Το γεγονός αυτό ανεβάζει τον πήχη των απαιτήσεων για το εκπαιδευτικό σύστημα γενικά και για κάθε νέο εκπαιδευόμενο ξεχωριστά.
Από την άλλη, οι νέοι σπουδαστές καλούνται να μπουν σε μια αγορά εργασίας σε ακραίο βαθμό «άγρια», αφού προηγουμένως περάσουντο θεόρατο βουνό της μαζικής, δομικής ανεργίας. Η εκπαίδευση χάνει την αίγλη του εφαλτήριου αναρρίχησης σε ανώτερα κοινωνικά στρώματα και γίνεται μια εξοντωτική, αλλά κυρίως αμυντική προσπάθεια «να εξασφαλίσω ένα πτυχίο, δύο διπλώματα ξένων γλωσσών, γνώση κομπιούτερ, μάστερ, ει δυνατόν και διδακτορικό, απλώς και μόνο για να μην υστερώ από τα βιο- γραφικά των υπόλοιπων, αυριανών ανταγωνιστών μου». Παράλληλα, η νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση έχει ως συνέπεια τη μεταφορά του κόστους εκπαίδευσης και του κόστους συντήρησης των νέων ανέργων ή μισοαπασχολούμενων μέχρι τα 30 ή και τα 35 χρόνια τους στους ώμους της εργατικής οικογένειας.
Εν ολίγοις, οι νέοι σπουδαστές που προέρχονται από τις μη προνομιούχους οικογένειες καταδικάζονται, ήδη από τα μαθητικά τους χρόνια, σε μια εξοντωτική, εκπαιδευτική Οδύσσεια, που τους κλέβει τον ελεύθερο χρόνο, τη δυνατότητα φυσιολογικής α
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 363
νάπτυξης της κοινωνικότητας, τα ίδια τα όνειρά τους, με ολοένα και πιο αβέβαιο αντάλλαγμα. Σ’ αυτό το φόντο, οι ριζοσπασιικές ε
κρήξεις της φοιτητικής και της μαθητικής νεολαίας, γίνονται παγκόσμιο, εν
δημικό στοιχείο της εποχής μας. Ο γερασμένος καπιταλισμός βρίσκεται αντιμέτωπος με μια «επικίνδυνη γενιά», την οποία προσπαθεί να υποτάξει αναπτύσσοντας ένα πολυπλόκαμο δίκτυο ελέγχου και καταστολής, από την παρακολούθηση των χώρων διασκέδασης και των γηπέδων μέχρι την επιστράτευση των ΜΑΤ και των δικαστηρίων, την αναβίωση του σπουδαοτικού της ασφάλειας και το καθημερινό λιντσάρισμα των αγωνιζόμενων νέων από τα διαρκή, έκτακτα τηλεδικεία. Επιπλέον, προωθώντας ειδικές συμβάσεις εργασίας «για νέους», όπως ο διαβόητος νόμος CPE (Σύμβαση Πρώτης Απασχόλησης) στη Γαλλία, επιδιώκει να χρησιμοποιήσει τη νέα γενιά της μισθωτής εργασίας, για να πιέσει προς τα κάτω τους μισθούς και τα δικαιώματα του συνόλου της εργατικής τάξης.
Σ’ αυτό το φόντο, η νεανική εξέγερση της εποχής μας, όσο κι αν δεν έχει, για προφανείς ιστορικούς λόγους, το ιδεολογικό και πολιτικό φορτίο της εποχής του Μάη, του Πολυτεχνείου και της μεταπολίτευσης, αποκτά μεγαλύτερο κοινωνικό βάθος και προοπτική. Η παιδεία γίνεται πρόβλημα πρώτης προτεραιότητας για το ίδιο το
εργατικό κ ίν ψ α και το δικαίωμα σε μ ια σταθερή, αξιοπρεπή εργασία το
ποθετείται στο κέντρο των εκπαιδευτικών κινημάτων. Έτσι, παιδεία και εργασία, κίνημα νεολαίας και γενικός αγώνας των εργαζόμενων στρωμάτων συνδέονται τώρα όχι «εξωτερικά-οραματικά», από τη δράση των αριστερών πολιτικών οργανώσεων, αλλά οργανικά, από την ίδια την εξέλιξη της κοινωνικής ανάπτυξης και κρίσης. Αυτό ήταν το βασικό μήνυμα του μεγάλου και νικηφόρου κινήματος εναντίον του νόμου CPE στη Γαλλία, όπως και της φοιτη- τικής-εκπαιδευτικής Άνοιξης του 2007 στην Ελλάδα.
364 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Η αντιδραστική λύση: Ολοκληρωτικός καπιταλισμός
Αντιμέτωπος με τη γενικευμένη κρίση, ο διεθνής καπιταλισμός μεταλλάσσεται σε υπερ-αντιδραστική κατεύθυνση. Προσπαθήσαμε να περιγράφουμε ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά των μετασχηματισμών στην οικονομική βάση του συστήματος (Κεφάλαια 1, 2, 3), στη σχέση του με τη Φύση που συνεπάγεται την έκρηξη του περιβαλλοντικού προβλήματος (Κεφάλαιο 4) στην κοινωνική του διαστρωμάτωση και στο πολιτικό του εποικοδόμημα (Κεφάλαιο 5) και στο διεθνές ιμπεριαλιστικό πλέγμα (Κεφάλαια 6,7,8). Στο σύνολό τους, αυτές οι αλλαγές τροποποιούν, κατά τη γνώμη μας, την όλη αναπαραγωγή του συστήματος σε παγκόσμια κλίμακα και το ωθούν βαθμιαία σε ένα νέο στάδιο ή φά
ση της ανάπτυξής τον, ηον δεν έχει ακόμη αποκρυσταλλωθεί πλήρως και
το οποίο προτείνουμε να ονομαστεί«ολοκληρωτικός καπιταλισμόςο.29 Δεν θα επαναλάβουμε τα βασικά στοιχεία της ανάλυσης, αλλά θα αρκεστούμε σε μια ανακεφαλαίωση με κάποιες αναγκαίες συμπληρώσεις.
Ό πως ήδη τονίσαμε, με τον όρο «ολοκληρωτικός» δεν υπονοούμε την επιστροφή σε κάποιου είδους φασισμό. Πέραν του ότι κάτι τέτοιο δεν το επιτρέπει ο συσχετισμός δυνάμεων σε παγκόσμια κλίμακα, το κλασικό φασιστικό ή ναζιστικό πρότυπο στηριζόταν στην ενεργητική στράτευση των μαζών από ένα «ολοκληρωτικό» κόμμα, στο έδαφος μιας κοινωνικής πολιτικής πολεμικού κεϊνσιανισμού. Αντίθετα, ο σημερινός καπιταλισμός ούτε ένα νέο «κοινωνικό συμβόλαιο» είναι σε θέση να προσφέρει ούτε έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο πυράκτωσης των ενδοϊμπεριαλιστι- κών αντιθέσεων που να προοιωνίζονται για το ορατό μέλλον αποκαλυπτικού τύπου συγκρούσεις μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. Η κυρίαρχη τάση δεν κινείται προς τη δημιουργία μαζικών, «ο
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 365
λοκληρωτικών» κομμάτων, αλλά προς την ακραία εξατομίκευση- πειθάρχηση της μισθωτής εργασίας.
Εν τέλει, ο όρος «ολοκληρωτικός» παραπέμπει λιγότερο στο αγγλικό «totalitarian capitalism», που υπονοεί τον πολιτικό ολοκληρωτισμό παλαιού τύπου και περισσότερο στο «total ή global capitalism», δηλαδή στην έννοια του «καθολικού» καπιταλισμού. Επιχειρώντας μια κατ’ ανάγκην σχηματική συνόψιση, θα στεκόμαστε στα εξής κύρια, ειδοποιό χαρακτηριστικά:
- Τ ο κεφάλαιο έχει για πρώτη ψορά σ ιψ unopia ως πεδίο δράσης ολό
κληρο, πρακτικά, τον πλανήτη, μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και των δορυφόρων της, την καπιταλιστική στροφή της Κίνας και το τέλος των αναπτυξιακών προσπαθειών με σοσιαλιστικό προσανατολισμό στον Τρίτο Κόσμο. Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής επεκτείνεται σχεδόν ολοκληρωτικά, εις βάρος των προκαπιταλι- στικών σχέσεων, στα μητροπολιτικά κέντρα και γίνεται κυρίαρχος, έστω με ιδιόμορφα χαρακτηριστικά, στις χώρες της περιφέρειας. Η κατεδάφιση των φραγμών στη διεθνή κινητικότητα του κεφαλαίου και η εντεινόμενη διεθνοποίηση της οικονομίας θέτουν με νέο τρόπο το συνδυασμό των εθνικών και των διεθνών παραγόντων σε κάθε απόπειρα κοινωνικής αλλαγής. Η καπιταλιστική διεθνοποίηση όχι μόνο δεν οδηγεί σε κάποια σύγκλιση- «ομογενοποίηση» του κόσμου, αλλά εντείνει την ανισόμετρη ανάπτυξη, τη δομική πόλωση αναπτυγμένων κέντρων-περιφερειών στα όρια ενός πλανητικού απαρτχάιντ εις βάρος του μέγιστου μέρους της ανθρωπότητας, κάποτε με χαρακτηριστικά οικονομικής και πολιτισμικής γενοκτονίας.
- Μ ε τ ψ αξιοποίηση της τρίτης τεχνολογικής επανάστασης, εντείνεται
η τάση για ολοκληρωτική υπαγω γή της εργασίας στο κεφάλαιο, για το σφετερισμό όλων των σωματικών, πνευματικών και ψυχικών δυνάμεων των εργαζομένων με τη διάλυση κάθε ορίου μεταξύ ερ
366 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
γάσιμου και ελεύθερου χρόνου, με το γενικευμένο συνδυασμό ψηφιακού τεϊλορισμού και νεο-σταχανοβιομού. Η συστηματική λεηλασία της εργατικής δύναμης φθείρει τη βασική παραγωγική δύναμη του καπιταλισμού, πράγμα που βάζει νάρκη στην ίδια την αναπαραγωγή του, εντείνει την τάση προς το νεοαπολυταρ- χιομό και απειλεί την ανθρωπότητα με γενικευμένη πολιτισμική οπισθοδρόμηση.
-Π αρά λλη λα , το κεφάλαιο υποτάσσει και εκμεταλλεύεται ληστρικά ό
χ ι μόνο τις φυσικές πρώτες ύλες και τη γη, αλλά και το ίδιο το γονιδίωμα
της έμβιας ύλης, φτάνοντας μέχρι τη δημιουργία μιας «τεχνητής Φύσης»,
με απροσδιόριστες συνέπειες για τη βιόσφαιρα και την υγεία του ανθρώπου. Ο πρωτεργάτης της βρετανικής αποικιοκρατίας στην Αφρική, Σέσιλ Ρόουντς, συνήθιζε να λέει ότι «η επέκταση είναι το παν» και εκμυστηρευόταν τη θλίψη του όταν ατένιζε τις νύχτες στον ουρανό «αυτά τα αστέρια... αυτούς τους απέραντους κόσμους που δεν
μπορούμε ποτέ να φτάσουμε. Α ν μπορούσα, θα προσαρτούαα τους πλανή
τες»!30 Σήμερα που ο Πόλεμος των Άστρων γίνεται πραγματικότητα και η NASA εργάζεται όντως για τον εποικισμό της Σελήνης, οι επίγονοι του Σέσιλ Ρόουντς αναζητούν νέους κόσμους όχι με το τηλεσκόπιο, αλλά με το μικροσκόπιο, στα βάθη της έμβιας ύλης. Ο σφετερισμός της γενετικής κληρονομιάς (φυτών με φαρμακευτικές ιδιότητες, παραδοσιακών θεραπειών κ.ά.) ολόκληρων εθνών από τα πολυεθνικά συγκροτήματα της βιοτεχνολογίας, όπως και το πατεντάρισμα των ίδιων των γονιδίων είναι μόνο η αρχή. Ο κίνδυνος ενός γενετικού απαρτχάιντ κάθε άλλο παρά θεωρητικός διαγράφεται, καθώς τα γονίδια μετατρέπονται σε πρώτη ύλη της βιομηχανίας, σαν το πετρέλαιο ή το καουτσούκ, ενώ το 30% των προσλήψεων στον αμερικανικό, ιδιωτικό τομέα πραγματοποιείται μετά τη διερεύνηση, από την εταιρεία, του γενετικού υλικού των υποψηφίων. ”
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 367
- Ο καπιταλιστικός κοινωνικός σχηματισμός αποκτά έντονα ολιγαρχικά
χαρακτηριστικά. Η συγκέντρωση του κεφαλαίου αναπτύσσεται σε χωρίς ιστορικό προηγούμενο επίπεδα, με τη γιγάντωση των πο- λυεθνικών-πολυκλαδικών μονοπωλίων. Στις ιμπεριαλιστικές μη- τροπόλεις, αυξανόμενη ισχύ αποκτά το αναδυόμενο «σύμπλεγμα» των μεγάλων μονοπωλίων τεχνολογιών αιχμής, χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων και πολεμικών βιομηχανιών.
- Η κοινοβουλευτική δημοκρατία αποκτά ολοένα και περισσότερο δια-
κοσμητικά χαρακτηριστικά ενός νέου είδους «αντιπροσωπευτικού απολυ-
ταρχιομού*. Η τρομοκρατία, η εγκληματικότητα και η μετανάστευση αξιοποιούνται για τη διαμόρφωση του κράτους του Νόμου και της Τάξης, όπου ΜΑΤ και ΜΜΕ, κατασταλτικοί και ιδεολογικοί μηχανισμοί συγχωνεύονται σε μια ενιαία βιομηχανία παραγωγής φόβου. Το κεφάλαιο τείνει, με το συνδυασμό οικονομικής και εξωοικονομικής βίας, όχι μόνο να ενσωματώσει ιδεολογικά, αλλά και να υπονομεύσει συστηματικά, ει δυνατόν και να διαλύσει, ουσιαστικά, κάθε μορφή οργάνωσης της μισθωτής εργασίας (συνδικάτα, κόμματα). Ιδανική κατάσταση πραγμάτων για τον μέχρι τα άκρα «ευλύγιστο» και δομικά αποσταθεροποιη- μένο καπιταλισμό της εποχής μας θα ήταν η μετατροπή της μισθωτής εργασίας σε ένα ασπόνδυλο σώμα μοναχικών ατόμων- πωλητών εργατικής δύναμης.
-Π λ ά ι στο «νέο» ιμπεριαλισμό τον χ ρ ψ α ιο ς , επανέρχεται ο «παλιός»
ιμπεριαλισμός της ωμής βίας, των στρατιωτικών επεμβάσεων και της νεοα
ποικιοκρατίας. Η Αμερική εκφράζει, όχι συγκυριακά λόγω Μπους, αλλά συστηματικά, την πιο επικίνδυνη ιμπεριαλιστική γραμμή, καθώς επιδιώκει να φρενάρει τη διάβρωση της ηγεμονίας της, επενδύοντας στη στρατιωτική της υπεροχή, ώστε να αναδειχθεί στο «κράτος-οδηγό» της νεοφιλελεύθερης διεθνοποίησης. Αλλά η προσπάθειά της αυτή προκαλεί μοιραία αντισυσπειρώσεις και
368 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
εντείνει το διεθνή ανταγωνισμό. Στον ακήρυκτο, παγκόσμιο αγώνα ισχύος για το ξαναμοίρασμα των αγορών και των εδαφών του πλανήτη, οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις θα έχουν την τάση να ενισχύονται μελλοντικά, προκαλώντας επικίνδυνη αντιπαλότητα ανάμεσα σε μεγάλα περιφερειακά μπλοκ.
Α πό τη σκοπιά της ιστορικής τον θέσης, ο υπό διαμόρφωση ολοκληρωτικός
καπιταλισμός έχει έντονα παρασιτικά χαρακτηριστικά, καθώς οδηγεί σε ακραία όρια την αντίθεση των νέων παραγωγικών δυνάμεων με τις διαμορφωμένες παραγωγικές σχέσεις. Αλλά ο παροξυσμός της αντίθεσης δεν σημαίνει, σε καμία περίπτωση, απόλυτη «στασιμότητα». Έχει την έννοια ότι τα όποια προοδευτικά χαρακτηριστικά της συνεχιζόμενης ανάπτυξης εξασθενούν προς όφελος και των αντιδραστικών και, επίσης, ότι στο σύνολο των παραγωγικών δυνάμεων αποκτούν αυξανόμενο ειδικό βάρος οι δυνάμεις καταστροφής.
Η υπερδιόγκωση του χρηματιστικού κεφαλαίου και η νέα απογείωση της πολεμικής βιομηχανίας αποτελούν δύο τυπικές εκφράσεις παρασιτικών τάσεων. Έ να άλλο, χαρακτηριστικό φαινόμενο της εποχής μας είναι η υπερδιόγκωση της μαύρης οικονομίας. Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι η παραοικονομία αντιστοιχεί στο 30% του ΑΕΠ της Ασίας, στο 40% της Ανατολικής Ευρώπης και στο 43% της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής. Εντυπωσιακό είναι επίσης ότι, κατά τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας, το 70% του παγκόσμιου πληθυσμού συνεισφέρει, με τον άλφα ή βήτα τρόπο, στη μαύρη οικονομία.32
Σύμφωνα με εκθέσεις δύο διεθνών οργανισμών, της «Ομάδας Εργασίας για τον Έλεγχο των Οικονομικών Δραστηριοτήτων» και του «Γεωπολιτικού Παρατηρητηρίου Ναρκωτικών», το 2000 η
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 369
μαύρη οικονομία αντιστοιχούσε στο 15% του παγκόσμιου ΑΕΠ και στο 20% του διεθνούς εμπορίου.31 Στα μεγέθη αυτά συμπο- σούνται η διακίνηση ναρκωτικών, το λαθρεμπόριο, η παράνομη μεταφορά μεταναστών, το δουλεμπόριο λευκής σαρκός, τα κυκλώματα «προστασίας», το ηλεκτρονικό έγκλημα και άλλες μορφές οργανωμένου εγκλήματος μεγάλης κλίμακας.
Σε πείσμα των επίμονων, υποτίθεται, προσπαθειών των διωκτικών Αρχών για την «πάταξη του οργανωμένου εγκλήματος», η διόγκωση της μαύρης οικονομίας όχι μόνο στο μαφιόζικο-ολι- γαρχικό καπιταλισμό της Ρωσίας, αλλά και στις δυτικές μητρο- πόλεις, αναπαράγεται διαρκώς από τις ίδιες τις αντιφάσεις της «λευκής» οικονομίας. Οι μαφιόζικες δραστηριότητες απορροφούν πλεονάζοντα κεφάλαια που δεν μπορούν να βρουν με διαφορετικό τρόπο «παραγωγική» διέξοδο και καταλήγουν, μέσω των φορολογικών παραδείσων στην Καραϊβική, στα στενά της Μάγχης ή στον Ειρηνικό Ωκεανό, στις ελβετικές τράπεζες. Σ’ αυτή τη διαδρομή, το βρόμικο χρήμα ξεπλένεται, επενδύεται σε νόμιμες δραστηριότητες και καταλήγει να γίνεται λιπαντικό της «κανονικής» οικονομίας. Το σύγχρονο κεφάλαιο εμφανίζεται με τα δύο πρόσωπα του Δρ Τζέκιλ και του Μίστερ Χάιντ: Το πρωί αξιοσέβαστος τραπεζίτης ή «επενδυτής», το βράδυ «προστάτης» ή έμπορος κοκαΐνης.
Ιδιαίτερη σημασία σ’ αυτό το σύμπλεγμα έχει η βιομηχανία των ναρκωτικών (με πρώτη χώρα στην παραγωγή οπίου παγκόσμια το «απελευθερωμένο» από το ΝΑΤΟ Αφγανιστάν). Πέρα από τον τεράστιο τζίρο της, που ανακυκλώνεται στη νόμιμη οικονομία, παίζει καταλυτικό ρόλο στη φυσική και ηθική εξόντωση «πλεονάζοντος», ιδιαίτερα νεανικού εργατικού πληθυσμού, χρησιμοποιείται ως άλλοθι για τη φυλάκιση, τον κατασταλτικό έλεγχο και την παρακολούθηση των «επικίνδυνων τάξεων» και κρατά
370 11ΕΤΡΟΣ I ΙΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΊΊ NOV
σε ιδεολογική ομηρία μεγάλο κομμάτι των εργαζομένων, που α- γωνιούν για τα παιδιά τους και είναι έτοιμοι να δεχθούν κάθε είδους αυταρχικά μέτρα με την ελπίδα ότι έτσι θα τα προστατέψουν.
Ακόμη και η ασθένεια εξελίσσεται σε καταναλωτικό προϊόν, που πρέπει να επινοηθεί, να κατασκευαστεί και να πουληθεί. Πριν από τρεις δεκαετίες, ο τότε διευθυντής της φαρμακευτικής εταιρείας Merck, Χένρι Γκάντσντεν, εκμυστηρευόταν στο περιοδικό Fortune ότι αισθανόταν απελπισία όταν σκεφτόταν ότι τα προϊόντα του προορίζονταν μόνο για τους ασθενείς. Το όραμά του ήταν να κάνει τη Merck ένα είδος Wrigley, εταιρείας που πα- ρήγαγε τσίχλες, επινοώντας φάρμακα που θα προορίζονταν και για την αγορά των... υγιών!34
Δεν ήταν ο μόνος. Η σύγχρονη φαρμακευτική βιομηχανία εκμεταλλεύεται και μεγεθύνει τους πιο μύχιους φόβους και ανασφάλειες μας για να βρουν «παραγωγική» διέξοδο τα πλεονάζο- ντα κεφάλαιά της. Μικροπροβλήματα αναγορεύονται σε σοβαρές παθήσεις, αυτό που μέχρι χθες θεωρούνταν φυσικό φαινόμενο στον κύκλο της ζωής, όπως και οποιαδήποτε παρέκκλιση από το ιδεατό σώμα, ανακηρύσσεται ασθένεια, που πρέπει να καταπο^ λεμηθεί με το κατάλληλο φάρμακο. Ο μαθητής που απλώς δεν είναι κατάλληλος για μπασκετμπολίστας πρέπει να πάρει αυξητική ορμόνη. Ο ενήλικος που έχει μια κάποια συστολή στους τρόπους του πάσχει από «σύνδρομο κοινωνικού άγχους» και η γυναίκα που νιώθει μια κάποια ένταση καθώς πλησιάζει την κλιμακτήριο, «σύνδρομο εμμηνοπαυοικής δυσφορίας».
Οι ακραία ανταγωνιστικές κοινωνίες, όπου τα κάθε είδους άγχη και ανασφάλειες παίρνουν ενδημικό χαρακτήρα οδηγώντας οε καθολικό υποχονδριασμό, αντιπροσωπεύουν τα ιδεατά Ελ Ντο- ράντο. Το τυπικό παράδειγμα είναι, βέβαια, οι ΗΠΑ οι οποίες, με
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 371
λιγότερο από το 5% του παγκόσμιου πληθυσμού, αντιπροσωπεύουν το 50% των φαρμακευτικών συνταγών.3’ Πε'ρα από την τεράστια κοινωνική σπατάλη, το φαινόμενορυτό καταλήγει να με- τατρε'ψει πραγματικά τους υγιείς σε αρρακπους: Τα αγχολυτικά αυξάνουν τις τάσεις αυτοκτονίας στους εφήβους, τα φάρμακα για την καθυστέρηση της εμμηνόπαυσης πολλαπλασιάζουν τις πιθανότητες προσβολής από καρκίνο του μαστού και διάφορες ορμόνες μεγεθύνουν τον κίνδυνο καρδιακών επεισοδίων.
Η πιο ακραία εκδήλωση αυτής της τάσης είναι τα διαβόητα «Συμβόλαια Θανάτου» (Death Bonds), που τροφοδότησαν το βασικό αφιέρωμα του περιοδικού Business Week, στις 30 Ιουλίου 2007. Πρόκειται για μια ολόκληρη βιομηχανία που κερδοσκοπεί κυριολεκτικά πάνω στο θάνατο και περιλαμβάνει γίγαντες της παγκόσμιας οικονομίας, όπως η Ντόιτσε Μπανκ, η Μέριλ Λιντς κ.ά. Τα εν λόγω συμβόλαια, που πλασάρονται με τον πιο εύηχο τίτλο «ασφάλειες διευθέτησης της ζωής» (lif-settlement-backed security) απευθύνονται τους μη προνομιούχους που έχουν κάνει συμβόλαια ιδιωτικής ασφάλισης (μόνο στις ΗΠΑ ανέρχονται σε 90 εκατομμύρια), τα οποία σε κάποια στιγμή της ζωής τους δεν μπορούν να συνεχίσουν να πληρώνουν ή, λόγω κάποιας έκτακτης ανάγκης (απόλυση, πρόβλημα υγείας), θέλουν να εξαργυρώσουν σε ρευστό. Έρχονται λοιπόν οι μεγαλοκαρχαρίες και τους εξαγοράζουν το συμβόλαιο και πληρώνουν στο εξής για λογαριασμό τους τις μηνιαίες καταβολές, περιμένοντας να πεθάνουν για να ει- σπράξουν την αποζημίωση. Προφανώς, όσο πιο γρήγορα εκ- πνεύσει ο ασφαλισμένος, τόσο μεγαλύτερο θα είναι το κέρδος του μεγαλοκαρχαρία. Διόλου περίεργο, που οι μεγάλοι χρηματοπιστωτικοί όμιλοι επιστρατεύουν κάθε είδους ειδικούς (γιατρούς, στατιστικολόγους, ντετέκτιβ κ.ά.) για να εντοπίσουν τις πιο ευάλωτες κατηγορίες πληθυσμού, με το μικρότερο προσδόκιμο επι
372 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
βίωσης (και το μεγαλύτερο προσδόκιμο κέρδους). Το επόμενο βήμα, θα είναι να διευκολύνεται, με κάποιο τρόπο, η έξοδος των «πελατών» από το μάταιο αυτό κόσμο.
Ο Μαρξ μιλούσε ήδη για τον καηιιαλιομό-βαμηίρ, από μια πιο θεωρητική οπτική γωνία, αναφέροντας ότι αναπαράγεται υποτάσσοντας και θυσιάζοντας διαρκώς τη ζωντανή εργασία στο βωμό της νεκρής (μηχανές). Στην εποχή μας, η θεωρητική μεταφορά του Μαρξ γίνεται χειροπιαστή πραγματικότητα, που αναβλύ- ζει από πάρα πολλές πλευρές στην επιφάνεια της κοινωνικής ζωής ενός κανιβαλικού καπιταλισμού, ο οποίος εξασφαλίζει τη μακροημέρευση μόνο χάρη στη συστηματική υπονόμευση των δύο πηγών του κοινωνικού πλούτου, του εργαζόμενου ανθρώπου και της Φύσης.
Η ριζοσπαστική λύση: Επιστροφή στο μέλλον του σοσιαλισμού
Στο σημείο αυτό, οφείλει κανείς να αντιμετωπίσει μια πιθανή, α- πολύτως δικαιολογημένη ένσταση: Μήπως αναλύσεις αυτού του είδους περί ολοκληρωτικού καπιταλισμού πέφτουν στην ίδια παγίδα με τις αναλύσεις περί παγκοσμιοποίησης; Μήπως, όπως άλλοι απολυτοποίησαν τα ειδικά, προσωρινά χαρακτηριστικά της δεκαετίας του ’90 και της αμερικανικής πολιτικής επί Κλίντον, α- πολυτοποιούμε και εμείς τα επίσης προσωρινά χαρακτηριστικά των τελευταίων χρόνων και της ωμά ιμπεριαλιστικής πολιτικής της κυβέρνησης Μπους;
Ο κίνδυνος είναι υπαρκτός και εν μέρει αναπόφευκτος. Κανείς δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστος από το πνεύμα της εποχής του και οι κοινωνικο-πολπικές θεωρίες δεν υπόκεινται στον αυστηρό έλεγχο της παρατήρησης και του πειράματος όπως οι θεωρίες
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 373
της Φυσικής και της Βιολογίας. Εκείνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να ελαχιστοποιήσουμε τις πιθανότητες αυθαίρετων γενικεύσεων, προσπαθώντας, όσο γίνεται, να συλλάβουμε στο σύνολό τους τα πιο ουσιώδη στοιχεία της π(1αγματισότητας, πέρα από τον αφρό της πολιτικής επικαιρότητας. Γϊ αυτό, η ανάλυση που προηγήθηκε δεν στηρίχθηκε τόσο στα ευμετάβλητα στοιχεία της διεθνούς πολιτικής συγκυρίας, όσο στις πιο μόνιμες τάσεις της καπιταλιστικής οικονομίας και του διεθνούς συστήματος του ιμπεριαλισμού.
Μια δεύτερη διευκρίνιση είναι αναγκαία. Σκιαγραφήσαμε τη γενική αντίληψή μας για τη μετάλλαξη του μεταπολεμικού, κεϊν- σιανού, «κρατικο-μονοπωλιακού» καπιταλισμού σε ολοκληρωτικό, όχι ως δυσοίωνη μελλοντολογία, αλλά ως δρώσα ιστορική τάση, που είναι μεν η κυρίαρχη τάση της εποχής μας, αλλά δεν έχει ακόμη πλήρως αποκρυσταλλωθεί. Τώρα χρειάζεται να συμπληρώσουμε: Και που δεν είναι μοιραίο να επικρατήσει! Η τάση προς τον ολοκληρωτικό καπιταλισμό γεννιέται και συνυπάρχει ανταγωνιστικά με την αντίθετή της, την τάση προς τη σοσιαλιστική χειραφέτηση της κοινωνίας. Είναι η έκβαση της σύγκρουσης αυτών των δύο τάσεων που θα κρίνει το μέλλον του πολιτισμού για απροσδιόριστα μεγάλη ιστορική περίοδο.
Η θέση αυτή πιθανότατα θα μοιάζει, για πολλούς, με ιδεολη- πτική εμμονή, όχι περισσότερο τεκμηριωμένη από την πίστη στον Άι Βασίλη. Στην κοινή συνείδηση, σοσιαλισμός είναι ένα καθεστώς και μια ιδέα. Το καθεστώς κατέρρευσε, η ιδέα ράγισε, κι αν έμεινε κάτι, αυτό μοιάζει πιο πολύ με δονκιχοτικό πείσμα. Ή μήπως όχι;
Πρώτα απ’ όλα, το τι ακριβώς κατέρρευσε και γιατί είναι θέμα μιας μεγάλης, απολύτως αναγκαίας συζήτησης που θα την αδικούσαμε αν προσπαθούσαμε να τη στριμώξουμε οε παρενθετικές αναφορές, στο τέλος αυτού του βιβλίου. Περιοριζόμαστε να
374 IIΕΤΡΟΣ I ΙΑΙI ΑΚίϊΝΣΓΑΝΊΊNQV
δώσουμε απλώς ένα στίγμα: Πιστεύουμε ότι η τάση της Οκτωβριανής Επανάστασης προς το σοσιαλισμό των εργατικών συμβουλίων είχε ήδη υποσιεί μοιραία πλήγματα από τα τέλη της δεκαετίας του ’20, ίσως και νωρίτερα. Αυτό που αποκρυσταλλώθηκε σταδιακά, τις επόμενες δεκαετίες, ήταν ένας ιδιόμορφος, εκμεταλλευτικός και καταπιεστικός κοινωνικός σχηματισμός, εγκλωβισμένος σε νεκρό σημείο, που αδυνατούσε να κινηθεί είτε προς τα εμπρός, στην ανανέωση της σοσιαλιστικής προσπάθειας, είτε προς τα πίσω, στη διαμόρφωση ενός «κανονικού» καπιταλισμού.56
Αυτοί οι ιδιόμορφοι, γραφειοκρατικοί σχηματισμοί της ΕΣΣΔ και των δορυφόρων της ενσωματώθηκαν στην παγκόσμια, καπιταλιστική αγορά που δεν κατάφεραν να διαρρήξουν, όπως συνέβη και με τον «τρικοκοσμικό σοσιαλισμό» των περιφερειών. Η κατάρρευση του 1989-90 από μία άποψη εγγράφεται στην παγκόσμια κρίση του «εθνικού-κοινωνικού κράτους», που άρχισε να εκδηλώνεται από τη δεκαετία του ’70 και στους τρεις πόλους του διεθνούς συστήματος (σοσιαλδημοκρατικό κράτος της Δύσης, γραφειοκρατικός «σοσιαλισμός» της Ανατολής, αναπτυξιακό κράτος του Νότου) και κατέληξε να σπάσει τους πιο αδύνατους κρίκους του, στην Ανατολή.
Ασφαλώς, το γεγονός ότι μεγάλα τμήματα της δυτικής εργατικής τάξης έβλεπαν στα εκφυλισμένα, πρώην εργατικά κράτη της Ανατολής τον «υπαρκτό σοσιαλισμό» και ότι άλλα, μεγαλύτερα, αναγνώριζαν σ’ αυτές τις κοινωνίες κάποια θετικά, σοσιαλιστικά στοιχεία στο κοινωνικό πεδίο, έστω κι αν αποστρέφονταν την πολιτική ανελευθερία τους, οδήγησε σε κρίση συνολικά τη σοσιαλιστική ιδέα μετά από την κατάρρευση. Α\λά και αυτό είναι σχετικό. Ό ,τι ζημιά κι αν έγινε, τίποτα δεν μπορεί να σβήσει από το σκληρό δίσκο της συλλογικής μνήμης ότι το κομουνιστικό κίνη
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 375
μα, αν και απέτυχε να εδραιώσει μια σοσιαλιστική κοινωνία στις χώρες όπου αρχικά νίκησε, τουλάχιστον έσωσε την... αστική δημοκρατία από την άμεση απειλή του ναζισμού και ότι υπήρξε η αποφασιστικής σημασίας δύναμη σ£ όλες τις δημοκρατικές και κοινωνικές κατακτήσεις των μαζών κατά τον 20ό αιώνα. Κι αυτό δεν ήταν λίγο για τη ζωή δισεκατομμυρίων ανθρώπων.
Αλλωστε, σχεδόν δύο δεκαετίες μετά την κατάρρευση, ο καπιταλισμός παραμένει μια κακόφημη έννοια στη συνείδηση του εργαζόμενου ανθρώπου και κανένα κόμμα του κατεστημένου δεν τολμά να εμφανιστεί στα μάτια των πολιτών με σημαία την ταξική του ταυτότητα, προτιμώντας να καλυφθεί πίσω από το μανδύα του «γενικού, εθνικού συμφέροντος». Αντίθετα, η επανάσταση παραμένει εξαιρετικά δημοφιλής έννοια, σε σημείο που να κινδυνεύει να γίνει τσιχλόφουσκα. Ουδείς αστός πολιτικός θα παρα- λείψει, στην πρώτη ευκαιρία, να εμφανιστεί ως «επαναστάτης» έναντι των «κατεστημένων συμφερόντων». Ό ,τι κι αν ψελλίζουν περί Τρίτου Δρόμου και Νέου Κέντρου, οι ηγέτες της μεταλλαγμένης Κεντροαριστεράς θα συνεχίσουν να αυτοαποκαλούνται «σοσιαλιστές» και, αφού συναινέσουν ως πρωθυπουργοί και υπουργοί Εξωτερικών στον πόλεμο εναντίον της Σερβίας ή του Ιράκ, θα ψάλλουν και πάλι, ως αρχηγοί των κομμάτων τους, τον ύμνο της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, που τραγουδούσαν κάποτε ο Λένιν και η Λούξεμπουργκ.
Το κυριότερο, ο σοσιαλισμός δεν είναι ένα «ιδανικό», στο οποίο πρέπει να «διαπαιδαγωγηθούν» οι μάζες από τους κομματικούς μύστες, ώστε να το κάνουν, στη συνέχεια, «καθεστώς». Όπως έγραφαν οι Μαρξ και Ένγκελς:
«Ο κομουνισμός δεν είναι για μας μια κατάσιαση πραγμάτων πουπρέπει να εγκαθιδρυθεί, ένα ιδεώδες που σ’ αυτό θα πρε:πει να
376 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
προσαρμοστεί η πραγματικότητα. Ονομάζουμε κομουνισμό την πραγματική κίνηση που καταργεί τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων. Οι όροι αυτής της κίνησης προκύπτουν από τις προϋποθέσεις που ήδη υπάρχουν».37
Πραγματικά, ο σοσιαλισμός εμφανίζεται, σαν τάση που φυσικά δεν μπορεί ακόμη να επικρατήσει, ήδη από τη νηπιακή, για να μην πούμε την εμβρυακή εποχή του καπιταλισμού. Ο Αρίγκι αναφέρει την πρώτη Κομούνα της Φλωρεντίας, που συγκροτήθηκε το... 1378, όταν η οικονομική κρίση στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας έσπρωξε τους εργάτες αυτού του πρώιμου καπιταλιστικού κέντρου σε γενικευμένη εξέγερση, με κορύφωση το σχηματισμό εργατικής κυβέρνησης, υπό τον Μικέλε ντι Λάντο.38 Από τότε, περνώντας από τους σοσιαλιστές-Γιακωβίνους του Γράκχου Μπα- μπέφ στην Παρισινή Κομούνα, στη Ρώσικη Επανάσταση, στα Εργατικά Συμβούλια του Βερολίνου, της Βιέννης και του Τορίνο, στον ισπανικό εμφύλιο του 1936-39, στον Μάη του ’68, στην Επανάσταση των Γαριφάλων στην Πορτογαλία, στον παρατεταμένο, εργατικό «Μάη» της Ιταλίας, στη Χιλή της Λαϊκής Ενότητας, στις λαϊκές επιτροπές της Αργεντινής του 2001 και στην «κομούνα» της Οαχάκα του Μεξικού, το 2006, η τάση προς τον κομουνισμό αποτελεί όχι κομματική σημαία, αλλά «πραγματικό κίνημα» που συγκρούεται με την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, ανεξάρτητα από το πώς το αντιλαμβάνονται οι ίδιοι οι άνθρωποι που το συγκροτούν.
Αλλά και ως πολιτικός όρος και ως κοινωνικό «ιδεώδες», ο κομουνισμός εμφανίστηκε πολύ πριν γεννηθούν ο Μαρξ και ο Ένγκελς, στις «ελεύθερες πόλεις» του ύστερου Μεσαίωνα. Εκείνο που έκαναν αυτοί οι στοχαστές ήταν να τον κατεβάσουν από τον ουρανό στη γη, να τον αντιμετωπίσουν όχι σαν ουτοπία ή «πρόταγμα», αλλά σαν δυνατότητα που ωριμάζει μέσα από την ί
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 377
δια την εξέλιξη του καπιταλισμού. Επανάσταση, από ιστορική σκοπιά, είναι η απελευθέρωση των ήδη «έτοιμων» δυνατοτήτων από το ασφυκτικό καπιταλιστικό πλαίσιο που τις γεννά, αλλά και τις ακυρώνει. Όπως τονίζει ο Μέιρξ:
«Αν στην κοινωνία έτσι όπως είναι σήμερα δεν βρίσκαμε κρυμμένους τους υλικούς όρους παραγωγής και τις αντίσιοιχές τους συναλλακτικές σχέσεις για μια αταξική κοινωνία, τότε όλες οι απόπειρες για ανατροπή θα ήταν δονκιχωτισμός».39
Αν διατηρεί, μέσα στη γενική αντιδραστικότητά του, κάποιο προοδευτικό στοιχείο ο σύγχρονος καπιταλισμός, αυτό βρίσκεται στο γεγονός ότι έχει δημιουργήσει για πρώτη φορά σε τέτοια ποιότητα τις υλικές προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής ανατροπής. Προϋποθέσεις, που επιτρέπουν όχι μόνο νικηφόρες αντικαπιτα- λιστικές επαναστάσεις και δημιουργία μεταβατικών, εργατικών κρατών (κάτι που ήταν ώριμο ήδη στη Ρωσία και πολύ περισσότερο στη Γερμανία του 1917), αλλά και το «άλμα των αλμάτων» στην(ανθρώπινη ιστορία, την καθαυτό «δημιουργική» φάση της γενικευμένης κοινωνικής αυτοδιαχείρισης.
Εντελώς ενδεικτικά: Το γεγονός ότι η μισθωτή εργασία, στις απειράριθμες παραλλαγές της, καλύπτει πλέον την πλειονότητα του πληθυσμού στις αναπτυγμένες χώρες (σε λίγο, την πλειονότητα και στις περιφέρειες), αν και δυσκολεύει σημαντικά την ενότητα της εργατικής τάξης, απαλλάσσει το σοσιαλιστικό εγχείρημα από την ασφυκτική πίεση του αγροτικού περίγυρου, που αποτέλε- σε τη βασική τροχοπέδη στις προηγούμενες επαναστάσεις. Η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, που επιτρέπει τον κορεσμό των βασικών και των λιγότερο βασικών κοινωνικών αναγκών, με πολύ λιγότερες ώρες εργασίας, τείνει να απαλλάξει τη μετα
378 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
βατική, εργατική εξουσία από το ζυγό της σπανιότητας, που, όπως είδαμε παραπάνω, αποτελεί την πρωταρχική υλική βάση του γραφειοκρατικού εκφυλισμού.
Ακόμη και ο αυξανόμενος παρασιτισμός του κεφαλαίου θα μπορούσε, κατά παράδοξο τρόπο, να απελευθερώσει, με την υπέρβασή του, πολύτιμες εφεδρείες. Η συρρίκνωση, στην προοπτική της τελικής κατάργησης, ολόκληρων κλάδων που από κοινωνική άποψη είναι ήδη ή θα γίνουν άχρηστοι ή και επιζήμιοι (στρατιωτική βιομηχανία, ιδιωτικές αστυνομίες, διαφήμιση, ασφαλιστικές εταιρείες, είδη πολυτελείας, τζόγος κ.ά.) θα απελευθερώσει ένα τεράστιο εργατικό δυναμικό. Θα γίνει έτσι δυνατή η μείωση του ωραρίου και η ενίσχυση τομέων όπως η παιδεία, η υγεία, ο πολιτισμός, η επιστημονική έρευνα, η αποκεντρωμένη ανάπτυξη των περιφερειών και η στήριξη των φτωχότερων εθνών του κόσμου.
Επίσης, το ανεβασμένο μορφωτικό επίπεδο των εργαζομένων και η πρόσβασή τους στην πληροφόρηση, σε συνδυασμό με τη δυνατότητα δραστικής μείωσης του χρόνου εργασίας, δημιουργούν προϋποθέσεις για ενεργητική συμμετοχή στις πολιτικές υποθέσεις, για μια Δημοκρατία των Συμβουλίων που δεν θα εκφυλιστεί σε δικτατορία του Πολιτικού Γραφείου. Η μείωση του γιγαντισμού της επιχειρηματικής μονάδας, τα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα και το Ίντερνετ καθιστούν ευκολότερη την υπέρβαση της αντίθεσης πόλης-χωριού, αφού η αποκεντρωμένη κοινότητα θα μπορεί να αναπτύσσει σε τοπική κλίμακα βιομηχανική και αγροτική παραγωγή, παιδεία και πολιτισμό, με τις τελευταίες επιστημονικές και τεχνικές μεθόδους. Οι ίδιοι παράγοντες επιτρέπουν την υπέρβαση του διαχωρισμού χειρωνακτικής και πνευματικής εργασίας, που αποτελεί το τελευταίο καταφύγιο και τη διαρκή βάση αναγέννησης της ατομικής ιδιοκτησίας.
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 379
Φυσικά, η ιστορική επικαιρότητα του σοσιαλισμού δεν μπορεί να μεταφράζεται σε μόνιμη πολιτική επικαιρότητα της επανάστασης. Η ωρίμανση των υλικών προϋποθε'σεων για την κοινωνική χειραφέτηση δεν σημαίνει αυτίίματο, ή έστω νομοτελειακό, με κάποια διαφορά φάσης, μετασχηματισμό της συνείδησης των ανθρώπων. Δείχνει μόνο ότι αυτός ο μετασχηματισμός είναι κατ’ αρχήν δυνατός. Για να γίνει εφικτός και στην πράξη, χρειάζεται επίσης η ωρίμανση των αντιθέσεων της παλιάς κοινωνίας στα όρια της ε
παναστατικής κρίσης, κάτι που δεν γίνεται συχνά και δεν γίνεται κατά παραγγελία των αριστερών οργανώσεων. Θα πρέπει να ζει κανείς σε άλλο πλανήτη για να μην παραδεχθεί ότι αυτή η προϋπόθεση δεν έχει εκπληρωθεί, ουτε φαίνεται ότι θα εκπληρωθεί σύντομα στα μητροπολιτικά κέντρα του καπιταλισμού. Το ερώτημα είναι τι μπορεί να κάνει σήμερα εκείνη η Αριστερά που δεν σκοπεύει να γίνει ουτε δωρητής σώματος του αστικού πολίτικου κόσμου, ούτε πολιτικός ερημίτης, ώστε να φέρει όσο περνάει από το χέρι της πιο κοντά ένα διαφορετικό μέλλον.
Η πρώτη προϋπόθεση για την Αριστερά που επιμένει αντικα- πιταλιστικά είναι η προγραμματική της επανίδρυση: Ο αναστο- χασμός πάνω στην πολύτιμη ιστορική πείρα από τις νίκες και τις ήττες δυο αιώνων εργατικών αγώνων, το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών με την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και τον εκφυλισμό της «υπαρκτής σοσιαλδημοκρατίας», η απάντηση στις προκλήσεις του νέου καπιταλισμού. Η διαδικασία αυτή έχει ξεκινήσει, με άνισα από χώρα σε χώρα και από χώρο σε χώρο, αλλά ανεπαρκή, μέχρι τώρα αποτελέσματα, γεγονός που συντηρεί τη στρατηγική αμηχανία των κυριότερων αριστερών ρευμάτων. Όσο τα οράματά της μπερδεύονται με τα σπασμένα είδωλα του Στάλιν και του Τσαουσέσκου, η αντικαπιταλιστική Αριστερά θα επιβιώνει, ίσως, χάρη στην πρωτοποριακή παρουσία της σε μα
380 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ζικά, κυρίως αμυντικά κινήματα, αλλά θα αδυνατεί να εμπνεύσει εμπιστοσύνη σε ένα άλλο, θετικό κοινωνικό σχέδιο. Θα δυσκολεύεται, επίσης, να συσπειρώσει ζωντανές δυνάμεις από τη νέα γενιά του σωματικού και πνευματικού μόχθου και από τις ριζοσπαστικές δυνάμεις που τείνει να απελευθερώσει ο δεξιός εκφυλισμός της σοσιαλδημοκρατίας, όπως μαρτυρούν τα πρώτα ρήγματα, σαν τη δημιουργία του Αριστερού Κόμματος Ααφοντέν- Γκίζιστη Γερμανία ή το «Όχι» μεγάλης μερίδας του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος στο δημοψήφισμα για το ευρωσύνταγμα.
Η προγραμματική επανίδρυση δεν μπορεί, βέβαια, να νοηθεί ως περίοδος πολιτικής αγρανάπαυσης και απόσυρσης σε αιθέριους κόσμους φιλοσοφικής αναζήτησης. Μπορεί να υπάρξει μόνο σε αλληλεπίδραση με τις πραγματικές αγωνίες του κόσμου της εργασίας και τα πραγματικά, πολιτικά διλήμματα του σκληρού παρόντος. Οι δύο παγίδες είναι γνωστές: Από τη μία πλευρά βρίσκεται η αρχαία σκουριά του κυβερνητισμού, η μετατροπή της α- ντικαπιταλιστικής Αριστερός σε τελευταίο βαγόνι της σοσιαλ-φι- λελεύθερης Κεντροαριστεράς, ο υποβιβασμός του πολιτικού λόγου και της πολιτικής πράξης από το κοινωνικά αναγκαίο για τον εργαζόμενο άνθρωπο, στο άμεσα αποδεκτό από τις κομματικές ηγεσίες. Από την άλλη βρίσκεται ο ναρκισσισμός του περιθωρίου (που δεν αποτελεί παρά έναν άλλο τρόπο ενσωμάτωσης), το σύνδρομο εκείνου που είναι πάντα έτοιμος να αναφωνήσει «Ιδού
η αλήθεια, ηροσκυνήσιε τψ !> , ο επαναστατικός τελεσιγραφισμός, που θεωρεί πως ό,τι είναι «ξεπερασμένο» για την αυτόκλητη πρωτοπορία, είναι αυτομάτως ξεπερασμένο και για τις λαϊκές μάζες.
Το να υιοθετεί κανείς μια ορισμένη πολιτική φιλοσοφία παντός καιρού, είναι, βέβαια, εύκολο. Το δύσκολο είναι να τη μετασχηματίζει σε αποτελεσματική πολιτική γραμμή στην εποχή του. Δεν ήταν στις προθέσεις μας να ασχοληθούμε με τα καίρια
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 381
προβλήματα της μάχιμης πολιτικής σ’ αυτά το βιβλίο, πέρα από το επίπεδο των πολύ γενικών νύξεων. Ούτε πιστεύουμε ότι υπάρχουν εύκολες απαντήσεις. Αν υπήρχαν, κάποιος θα τις είχε ήδη βρει, αν όχι στην Ελλάδα, οπωσδήποτε κάπου στον κόσμο.
Χρωστάμε όμως μια τελευταία διευκρίνιση, έστω και ως πολύ γενική διακήρυξη προθέσεων. Η θέση μας ότι η πορεία που θα ακολουθήσει ο 21ος αιώνας θα καθοριστεί από την αναμέτρηση της τάσης προς τον ολοκληρωτικό καπιταλισμό με την τάση προς το σοσιαλισμό, δεν σημαίνει ότι το ιστορικό αυτό δίλημμα θα τίθεται στην ημερήσια διάταξη του άμεσου πολιτικού αγώνα από τώρα και σε κάθε συγκυρία. Αντίθετα, η σύγκρουση αυτή θα αποτελεί τον ιστορικό καμβά, πάνω στον οποίο θα διαμορφώνονται διάφορες μεταβατικές και κατ’ανάγκην ασταθείς πολιτικές μορφές, ανάλογα με τον εκάοτοτε συσχετισμό των δυνάμεων.
Στη σημερινή εποχή, η άμεση, γενική πολιτική επιδίωξη του ενιαίου μετώπου της μισθωτής εργασίας που επιβάλλει η πραγματικότητα είναι η δημοκρατική ανατροπή των ολιγαρχικών-α- πολυταρχικών τάσεων του συστήματος και η αναχαίτιση της ιμπεριαλιστικής βαρβαρότητας. Αυτό δεν σημαίνει απλά «μάχη για τη διατήρηση των κεκτημένων» ή ουτοπική επιδίωξη για επιστροφή στο «κράτος πρόνοιας» των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών. Σημαίνει μια ολόκληρη περίοδο αγώνων για την επιβολή των κοινωνικά αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, οι οποίες θα προστατεύσουν την εργασία, τη δημοκρατία, την ειρήνη και τον πολιτισμό από τους πραγματικούς κινδύνους μιας δραματικής οπισθοδρόμησης και θα διαμορφώσουν ένα πιο ευνοϊκό πεδίο πάλης για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό, που δεν θα είναι, βέβαια, ιστορικό μονόπρακτο, αλλά μακρά διαδικασία.
Δεν προσφέρεται από πουθενά η βεβαιότητα ότι η απόπειρα
382 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
για επιστροφή στο μέλλον του σοσιαλισμού θα τελεσφορήσει στο ορατό μέλλον. Σ’ αυτό το ταξίδι δεν υπάρχουν σίγουροι χάρτες και κανείς δεν έχει συμβόλαιο με τον καιρό. Αν όμως η αίσθηση και η ανάλυσή μας για τις αντιθέσεις του σύγχρονου κόσμου έχουν κάποιο σκληρό πυρήνα αλήθειας, αν η εποχή μας σφραγίζεται και θα σφραγίζεται ακόμη περισσότερο στο μέλλον από την ιστορική αναμέτρηση δύο ασυμφιλίωτων τάσεων, που θα καθορίσουν για μεγάλο διάστημα τις τύχες της εργασίας και του πολιτισμού, τότε στον πολιτικό μας ορίζοντα θα διαπλέκονται οι πιο ζοφερές σκιές με τα πιο φωτεινά χρώματα και το μόνο που θα λείπει θα είναι η γκρίζα βεβαιότητα της πλήξης. Κι όπως υπενθυμίζει ο Αμερικανός συγγραφέας Φίλιπ Ροθ, Ιστορία δεν είναι παρά το μονοπάτι που μετατρέπει το αναπάντεχο σε αναπόδραστο.
1. Για μια συνοπτική παρουσίαση της βασικής λογικής αυτής της σχολής, βλ. I. Wallerstein, World-Systems Analysis, Duke University Press,2006.2. Ό. π., κεφ. 5 και I. Wallerstein, Sortirdu monde etats-unien, Liana Levi, 2004, σσ. 43- 54 και 94- 102.3. Εύκολα αναγνωρίζει κανείς ότι ο Βαλερστάιν αναπαράγει το βασικό σφάλμα της Ρόζας Λούξεμπουργκ, που θεωρούσε ότι η διαρκής επέκταση στο «μη καπιταλιστικό περιβάλλον» αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση της κεφαλαιακής συσσώρευσης, για να καταλήξει μοιραία στον καταστροφισμό, στην πρόβλεψη της αναπόδραστης κατάρρευσης του καπιταλισμού, όταν εξαντληθούν οι εξωτερικές εφεδρείες.4. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η όξυνση του ανταγωνισμού με
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 383
ταξύ HI ΙΑ, Καναδά, Ρωσίας, Νορβηγίας και Δανίας για τη διανομή της... Αρκτικής, που πυροδοτήθηκε τον Αύγουστο του 2007 ύστερα από την αποστολή ρωσικών βαθυσκαφών και την τοποθέτηση της ρωσικής σημαίας 4.600 μέτρα κάτω από την επιφάνεια του Βόρειου Παγωμένου Ωκεανού. Το λιώσιμο των πάγων λόγω του φαινομένου του θερμοκηπίου καθιστά εκμεταλλεύοιμες περιοχές της Αρκτικής που μέχρι χθες δεν παρουσίαζαν κανένα οικονομικό ενδιαφέρον και οι οποίες, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Economist (20/8/2007), φιλοξενούν το 25% των μη εξακριβωμένων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου του πλα- νήτη.5. Βλ. “Could il Happen Again?”, The Economist, 22/2/1999.6. R. Brenner στο The Boom and the Bubble: The US in the World Economy,
Verso, 2002, σ. 256.7. Ό.π., σ. 307.8. Ήδη, το 1850 ο Μαρξ έγραφε στη Νέα Εψψερίδα 7ον Ρ ψ ον, την οποία διηύθυνε: «Σ’ αυτή τη γενική ευημερία, όταν οι παραγωγικές δυνάμεις της αστικής κοινωνίας αναπτύσσονται τόσο πληθωρικά όσο είναι γενικά δυνατό μέσα στα πλαίσια των αστικών σχέσεων, δεν μπορεί να γίνει λόγος για πραγματική επανάσταση. Μια τέτοια επανάσταση είναι δυνατή μόνο στις περιόδους που αυτοί οι δύο παράγοντες, οι σύγχρονες παραγωγικές δυνάμεις και οι αστικές μορφές παραγωγής έρχονται σε αντίφαση μεταξύ τους [...]. Μια νέα επανάσταση είναι δυνατή μονάχα σαν επακόλουθο μιας καινούριας κρίσης. Αλλά είναι εξίσου βέβαιη όσο και η τελευταία». Βλ. Κ. Μαρξ, Gmndiisse, τ. Α' σ. 29, Στοχαστής, 1989. θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι στο συγκεκριμένο χωρίο ο Μαρξ δεν παίρνει υπ’ όψιν του τη σχετική αυτονομία της πολιτικής σφαίρας σε σχέση με την οικονομία - όπως πράττει με έξοχο τρόπο στη συγκεκριμένη ανάλυση συγκεκριμένων επαναστατικών κρίσεων της εποχής του (π.χ. Η 18η Μηρνμαίρ τον Λουδοβίκον Βοναηάρτη, Οι Ταξικοί Α)-ώνες στη Γαλ-
Χία κ.ά.). Άλλωστε, οι μεγάλες σοσιαλιστικές επαναστάσεις, όπως η Πα
384 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ρισινή Κομούνα, η Οχτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία, οι επαναστάσεις του 1918-1921 σε Γερμανία και Αυστροουγγαρία ή η Κινεζική Επανάσταση, αν και φυσικά είχαν οικονομικό υπόβαθρο, ξέσπασαν με την καταλυτική επίδραση πολεμικών συρράξεων και όχι συνήθων οικονομικών κρίσεων. Ωστόσο, ο πυρήνας της μαρξιστικής, υλιστικής λογικής ισχύει: Η επανάσταση δεν είναι νοητή χωρίς την απότομη, σημαντική επιδείνωση των όρων διαβίωσης ευρύτατων λαϊκών στρωμάτων, χωρίς τη διπλή προϋπόθεση «οι κάτω να μη δέχονται να ζήσουν όπως πριν και οι πάνω να μην μπορούν να κυβερνήσουν όπως χθες».9. Βλ. Archiv f in die Geschichle des Sozialismus und der Arbeiterbewegung, 13, σσ. 161-162.10. Η σχετική βιβλιογραφία είναι αχανής. Ενδειτικά: Ν. Μοσκόβσκα, θεωρίες για τις Οικονομικές Κρίσεις, Κριτική 1988, Ε. Μαντέλ, Η ΤεΧενταία
Οικονομική Κρίση, Οδυσσέας 1980 και Γ. Σταμάτη, Προβλήματα Μαρξιστι
κής Οικονομικής θεωρίας, Οδυσσέας 1986.11. Με την ανάλυση των μακρών κυμάτων ασχολήθηκαν, ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα, τόσο μαρξιστές θεωρητικοί, όπως ο Ρώσος καθηγητής Νικολάι Κοντράτιεφ, όσο και οικονομολόγοι του κατεστημένου^ όπως ο Γιόζεφ Σουμπέτερ. Η ανάλυση του Κοντράτιεφ είχε μικρή εμβέλεια, καθώς απορροφήθηκε υπερβολικά από τις διακυμάνσεις στις τιμές των εμπορευμάτων, ενώ ο Σουμπέτερ εστίασε μονόπλευρα στις διαδοχικές, τεχνολογικές επαναστάσεις. Η πιο σοβαρή προσπάθεια μαρξιστικής ερμηνείας των μακρών κυμάτων ήρθε πολύ αργότερα, από τον Ερνέστ Μαντέλ, ο οποίος συνδυάζει τον παράγοντα των τεχνολογικών επαναστάσεων με την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους.12. Από το γράφημα γίνεται φανερό ότι η «πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους», την οποία επιχειρεί να τεκμηριώσει ο Μαρξ στο Κεφάλαιο,
δεν κυριαρχεί μόνιμα, αλλά μόνο σε ορισμένες ιστορικές περιόδους και ότι το μέσο ποσοστό κέρδους ακολουθεί κυματοειδή μορφή, όπου οι περίοδοι αύξησης εναλλάσσονται με περιόδους στασιμότητας ή πτώ
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 385
σης. Η απόσταση θεωρίας και εμπειρικών δεδομένων έχει τροφοδοτήσει μεγάλη συζήτηση στους μαρξιστικούς κύκλους.Στην εμπεριστατωμένη ανάλυσή του, ο Γιώργος Σταμάτης (Προβλήματα
Μαρξιστικής Οικονομικής θεωρίας, Οδυσσέας, 1986, Μέρος 11) καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, αν υποθέσουμε ότι το ποσοστό υπεραξίας μένει σταθερό, για να πέφτει όνιως το ποσοστό κέρδους, θα πρέπει η τεχνική σύνθεση του κεφαλαίου -δηλαδή ο λόγος της ποσότητας των μέσων παραγωγής προς την ποσότητα της ζωντανής εργασίας- να ανεβαίνει αναλογικά πιο γρήγορα από την παραγωγικότητα της εργασίας. Αυτό συ- νέβαινε στην εποχή του Μαρξ, εποχή ταχύτατης επέκτασης της εκμηχάνισης σε όλη την κλίμακα της παραγωγής.Δεν συνέβη, ωστόσο, σε μεταγενέστερες φάσεις της καπιταλιστικής ανάπτυξης, όπου υπερίσχυσαν άλλοι παράγοντες: Η πτώση της αξίας των μηχανών λόγω της αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας μπορεί να έχει ως συνέπεια να αυξάνεται ο όγκος των μέσων παραγωγής ανά εργάτη, δηλαδή η τεχνική σύνθεση του κεφαλαίου, αλλά να μένει στάσιμη ή και να πέφτει η συνολική αξία τους, άρα και η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου, πράγμα που συγκροτεί το ποσοστό κέρδους. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τη σύγχρονη τεχνολογική επανάσταση της πληροφορικής, που αφορά, όπως είδαμε, ένα πολύ μεγάλο μέρος, της τάξης του 40%, των συνολικών βιομηχανικών επενδύσεων.Επιπλέον, οι οικονομίες κλίμακας (χρησιμοποίηση λιγότερων συγκριτικά μηχανών και αναλώσιμων υλικών ανά εργάτη) με τη συγκρότηση των μονοπωλίων, από τα τέλη του 19ου αιώνα, έδρασαν ανασταλτικά ως προς την πτώση του ποσοστού κέρδους. Μια άλλη, εξίσου χαρακτηριστική ιδιότητα των μονοπωλίων, η κάθετη ενοποίηση μέχρι χθες ανεξάρτητων τομέων της παραγωγής, (π.χ., της παραγωγής μαλλιού και της παραγωγής ρούχων με πρώτη ύλη το μαλλί) στο πλαίσιο της ίδιας επιχείρησης, συνοδεύεται επίσης από την τάση να ρίχνει την οργανική σύνθεση, άρα να ανεβάζει το ποσοστό κέρδους, όπως επισημαίνουν οι Ντιμενίλ
386 ΓΙΚΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
και Χάρβεϊ. Σ’ αυτό το φόντο, θα μπο(>ούσαμε να δούμε το μονοπώλιο ως απάντηση του καπιταλισμού στην τόση προς την πτώση του ποσοστού κέρδους και τη γενικευμένη κρίση.Εν ολίγοις, οι μετασχηματισμοί στο διεθνή καπιταλισμό, που δρομολογούνται από τα τέλη του 19ου αιώνα τού επιτρέπουν, για μεγάλα διαστήματα, να αυξάνει την παραγωγικότητα όχι με την εντατική εκμηχάνιση, αλλά με άλλους τρόπους, χωρίς να ρίχνει κατ’ ανάγκην το ποσοστό κέρδους.13. D. Harvey, Limits to Capital, Verso, 2006, σ. 123.14. Ο Χένρικ Γκρόσμαν υπενθύμιζε την επισήμανση του Μαρξ ότι, γι’ αυτούς τους λόγους, από ένα σημείο και πάνω, αντίθετα με ό,τι θα πε- ρίμενε κανείς, μεγάλα κεφάλαια με χαμηλό ποσοστό κέρδους συσσωρεύονται ταχύτερα από ό,τι συμβαίνει με μικρότερα κεφάλαια με υψηλότερο ποσοστό κέρδους. Βλ. Η. Grossmann, The Law of Accumulation and
the Breakdown of the Capitalist System: Being also a Theory o f Crises, Pluto Press, 1992, σσ. 74-75 και 107-108.Βλ. επίσης Π. Σουίζι, Η θεωρία της Καπιταλιστικής Ανάπτυξης, Gutenberg, πρόλογος Κ. Χατζηαργύρη, σσ. 224- 225. i15. R. Brenner, “The Economics of Global Turbulence", New U fl Review,
229: 1-264 και Μ. Ίτο & Κ. Ααπαβίτσα Πολιτική Οικονομία τον Χρήματος
και τον Χρηματοπιστωτικού Συστήματος, Πολύτροπον, 2004 σσ. 274-294.16. Δανεισμένη από τη Σχολή των Βρυξελλών, που θεμελίωσε ο νομπελίστας φυσικοχημικός Ίλια Πριγκοζίν, η έννοια του «χάους» δεν ανάγεται στις χυδαίες, φιλοσοφικά, αντιλήψεις περί απόλυτης αβεβαιότητας. Αναφέρεται στη συμπεριφορά πολύπλοκων φυσικών συστημάτων μακριά από την κατάσταση ισορροπίας τους, που τα οδηγεί σε κρίσιμα σημεία διακλάδωσης (bifurcation), όπου ανοίγονται δύο ή περισσότεροι δυνατοί δρόμοι για την εξέλιξή τους. Σ’ αυτές τις συνθήκες, μια μικρή μεταβολή στους εξωτερικούς παράγοντες με τους οποίους αλληλεπιδρά το δυναμικό σύστημα μπορεί νρ το οδηγήσει σε μεγάλες, ποιοτικές με
ΓΟ XPVIO ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 387
ταβολές. Το «χάος» διαλύει την παλιά τάξη και συγκροτεί μια καινούρια. Η εξέλιξη παύει να είναι γραμμική, αυστηρά ντετερμινιστική, χωρίς να εκφυλίζεται σε τυφλή τυχαιότητα. Σε κάθε σημείο διακλάδωσης εμφανίζονται περισσότεροι του ενός, αλλά όχι άπειροι, ούτε αυθαίρετοι δυνατοί δρόμοι εξέλιξης, οι οποίοι έχουν προετοιμαστεί, ως δυνατότητες, από την προηγούμενη ανάπτυξη και αποσταθεροποίηση του συστήματος. Πιστεύουμε ότι η Σχολή του Χάους και της Πολυπλοκότητας έφερε την τελευταία, μέχρι σήμερα, μεγάλη επιστημολογική τομή στις φυσικές επιστήμες, η οποία δεν έχει βρει ακόμη την προσοχή που της αξίζει από τη φιλοσοφία. Ενδεχομένως, θα μπορούσε να προσφέρει έμπνευση στις τάσεις που αναζητούν έναν «τρίτο δρόμο», που να υπερβαίνει τόσο το σκληρό ντετερμινισμό, που δεν αφήνει κανένα περιθώριο στην ανθρώπινη βούληση, όσο και στον τυφλό βολονταρισμό, που αρνείται κάθε μορφής αιτιοκρατία. Βλ. I. Prigogine & I. Stengers, Entre
le Temps el Γ Elernile, Flammarion, 1992.17. Αυτή τη γραμμή ανάλυσης ακολουθούν ορισμένοι μελετητές, που προσπαθούν να τεκμηριώσουν εξαρχής το νόμο της αξίας και συνολικά τη μαρξιστική πολιτική οικονομία του «καπιταλισμού εκτός ισορροπίας». Βλ. A. Freeman & G. Carchedi, Marx and Non-Equilibrium
Economics, E. Elgar, 1995.18. N. Πουλαντζάς (επιμ.), H Kpt'oif τον Κράτους, εκδ. Παπαζήση, σσ. 20- 22 .
19. Για τον τομέα των DVD και των ψηφιακών παιχνιδιών, ενδεικτικό είναι άρθρο των N ew York Times με τίτλο “Gadgets as Tyrants” (16/1/2007).20. D. Bensaid, “Un monde changer", Textuel, 2003, σ. 35.21. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εργασίας (1LO), το ένα τρίτο του εργατικού δυναμικού σε πλανητική κλίμακα βρισκόταν το 2001 στην ανεργία ή την υποαπασχόληση. (“AThird of Global Workforce Jobless or Underemployed, 11.0 says”, AFP, 25/1/2001).
388 ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
22. Τονίζουμε το «ως ένα βαθμό», γιατί δεν πρόκειται, φυοικά, για επιστροφή στο παρελθόν. Η αύξηση της άντλησης απόλυτης υπεραξίας στη σημερινή εποχή στηρίζεται στην εντατικοποίηση της άντλησης σχετικής υπεραξίας, μέσω της τεχνολογικής καινοτομίας και της αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας, χωρίς την οποία ο καπιταλισμός θα έπαυε να είναι καπιταλισμός.23. Μ. Davis, «Ο πλανήτης των παραγκουπόλεων», New Left Review, ελληνική έκδοση, Άγρα, 2006.24. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αρμοδίων υπηρεσιών του ΟΗΕ, εντός του 2007 θα εξισωθεί για πρώτη φορά στην Ιστορία της ανθρωπότητας ο αστικός πληθυσμός του πλανήτη με εκείνον της υπαίθρου.25. Στην άτυπη εργασία υπολογίζεται ότι απασχολούνται περίπου ένα δισεκατομμύριο άτομα σε παγκόσμια κλίμακα.26. Σύμφωνα με την επίσημη έκθεση του ΟΗΕ για τον παγκόσμιο πληθυσμό του 2006, οι μετανάστες ανέρχονται σε 200 εκατομμύρια, δηλαδή στο 3% του παγκόσμιου πληθυσμού. Στις ΗΠΑ, κατά τα τελευταία 40 χρόνια εκτοξεύθηκαν από το 4% στο 13% του πληθυσμού, κάτι που είχε να συμβεί από το μεγάλο, μεταναστευτικό κύμα των αρχών του 20ού αιώνα. («Η μετανάστευση διεμβολίζει τη Δύση», Καθημερινή, 25/10/2006).27. Τ. Gordon, “Towards an Anti-Racist Marxist State Theory: A Canadian Case Study”, Capital Class No 91, άνοιξη 2007.28. Για τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις στην ανώτατη εκπαίδευση βλ. X. Κάτσικα & Κ. θεριανού Τα Πανεπιστήμια Φλέγονται - Αλλαγές και
Αναταράξεις στψ Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη,2007, και Στ. Μαυρουδέα Οι Τρεις Εποχές του Πανεπιστψίου-το Πανεπι
στήμιο στον Καπιταλισμό, Ελληνικά Γράμματα, 2005.29. Το ίδιο έχουν προτείνει δυνάμεις και διανοούμενοι της ριζοσπαστικής Αριστερός στην Ελλάδα (Νέο Αριστερό Ρεύμα) και στο εξωτερικό. Η περιοδολόγηοη του καπιταλισμού σε στάδια και φάσεις αποτελεί αντικείμενο διαμάχης μεταξύ διαφόρων μαρξιστικών ρευμάτων, και, δυ
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ 389
στυχώς, συχνά αποκτούν χαρακτηρισικά σχηματικότητας και σχολαστικισμού. Διάφορες σχολές εστιάζουν μονόπλευρα την προσοχή τους στο τάδε ή δείνα χαρακτηριστικό του καπιταλισμού με βάση το οποίο ξεχωρίζουν τις «εποχές», τα «στάδια» και τις «φάσεις» του - π.χ. ελεύθερος ανταγωνισμός ή κυριαρχία των μονοπωλίων, σχέσεις εκμετάλλευσης, βαθμός διεθνοποίησης της οικονομίας, τεχνολογικές επαναστάσεις, καθεστώς συσσώρευσης ή ρύθμισης της οικονομίας, κρίσεις, ιμπεριαλισμός και γεωπολιτικές αλλαγές κ.λπ.Η δική μας ανάλυση ξεκινάει από τη θέση ότι ο καπιταλισμός κινείται ιστορικά από το πλέγμα των αντιθέσεών του (κεφάλαιο-εργασία, κοινωνικός χαρακτήρας της παραγωγής-ατομική ιδιοποίησή της, παραγωγικές, δυνάμεις-παραγωγικές σχέσεις, καπιταλιστική συσσώρευση- οικολογική ισορροπία, πόλη-χωριό, διεθνοποίηση-εθνικά κράτη κ.λπ.) οι οποίες αποτελούν ταυτόχρονα τα «καύσιμα» της ανάπτυξής του και τις «νάρκες» που προκαλούν τις κρίσεις του. Ιχπορικές κρίσεις μεγάλης διάρκειας πυροδοτούν ποιοτικές αλλαγές στο συνολικό κύκλωμα της αναπαραγωγής του κεφαλαίου (εργασιακές σχέσεις, οργάνωση της παραγωγής, νέες τεχνολογίες, καθεστώς συσσώρευσης, παγκόσμιο σύστημα), δηλαδή το πέρασμα σε ένα νέο στάδιο.Υπό αυτό το πρίσμα, καταλήγουμε στο εξής σχήμα περιοδολόγησης:1. Στάδιο του «ελεύθερου ανταγωνισμού», από τη βιομηχανική επανάσταση της Αγγλίας μέχρι τη Μεγάλη 'Υφεση, στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα.2. Στάδιο του μονοπωλιακού καπιταλισμού, από τα τέλη του 19ου μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα, που υποδιαιρείται σε τρεις φάσεις:α) Φάση του «κλασικού ιμπεριαλισμού», μέχρι το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.β) Φάση του «κρατικο-μονοπωλιακού», κεϊνσιανού καπιταλισμού, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 70. γ) Φάση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης.
390 ΠΕΊ ΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Θεωρούμε ότι οήμερα βριοκόμαοτε σε μια μεταβατική εποχή, όπου το παλιό πεθαίνει, αλλά δεν έχει ακόμη πεθάνει, και το καινούριο γεννιέται, αλλά δεν έχει ακόμη γεννηθεί. Η φάση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και της αμερικανικής ηγεμονίας κλείνει με έντονα κρι- σιακά, αποσταθεροποιητικά φαινόμενα που διαμορφώνουν βαθμιαία τα νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά του «ολοκληρωτικού καπισταλισμού». Αν θα οδηγήσουν σε μια νέα φάση του μονοπωλιακού σταδίου, οε ένα ριζικά καινούριο, άκρως επικίνδυνο στάδιο καπιταλιστικής ανάπτυξης ή στην υπέρβαση του καπιταλισμού, αυτό θα εξαρτηθεί από τους κοινωνικούς και αντιιμπεριαλισχικούς αγώνες οε παγκόσμια κλίμακα.30. Η. Arendt, The Origins o f Totalitarianism, Schocken, 2004, σ. 168.31. Βλ. «Ο κίνδυνος ενός γενετικού απαρτχάιντ», Καθημερινή, 2/7/2000.32. Ημερήσια, 22/3/2007, σ. 44.33. Βλ. «Η παγκοσμιοποίηση της μαύρης οικονομίας», Καθημερινή, 7 Μαΐου 2000.34. R. Moynihan & A. Cassels, “Pour vendre des medicaments, inventons des maladies”, Le Monde Diplomatique, Μάιος 2006.35. Ό.π.36. Βλ. E. Μαντέλ, Χρήμα και εξουσία: Μαρξιστική θεωρία ι ψ Γραφειοκρα
τίας, Πρωτοποριακή Βιβλιοθήκη, 1994.37. Κ. Μαρξ & Φ. Ένγκελς, Η Γερμανική Ιδεολογία, Gutenberg, τ. 1, σσ. 81-82 (η υπογράμμιση στο πρωτότυπο).38. Η αστική τάξη της Φλωρεντίας εξαοθένησε την Κομούνα κηρύσσοντας λοκάουτ, πράγμα που μετέτρεψε τους επαναστατημένους, παραγωγικούς εργάτες σε πεινασμένους άεργους. Τελικά, χρησιμοποίησε τα πιο διεφθαρμένα στρώματα του λούμπεν προλεταριάτου για να συ- νιρίψει την εξέγερση, αφήνοντας μια πολύτιμη κληρονομιά στους ανά τον κόσμο επιγόνους της, που φυσικά δεν έμεινε ανεκμετάλλευτη. Βλ. G. Arrighi, The Long Twentieth Century, Verso, 2002, σσ. 101-103.39. Κ. Μαρξ, Grundrisse, Στοχαστής, 1989,τ. Α', σ. 111.