323 Ο Άσωτος Δούκας - Sophia James

110

description

Ο Άσωτος Δούκας - Sophia James

Transcript of 323 Ο Άσωτος Δούκας - Sophia James

1. Έρωταςκαιδυσπιστία2. ΚΕΦΑΛΑΙΟ13. ΚΕΦΑΛΑΙΟ24. ΚΕΦΑΛΑΙΟ35. ΚΕΦΑΛΑΙΟ46. ΚΕΦΑΛΑΙΟ57. ΚΕΦΑΛΑΙΟ68. ΚΕΦΑΛΑΙΟ79. ΚΕΦΑΛΑΙΟ810. ΚΕΦΑΛΑΙΟ9

Έρωταςκαιδυσπιστία

CHARLOTTELAMB

Μετάφραση:ΜαριάνναΜαυροειδή

ΧΑΡΛΕΝΙΚΕΛΛΑΣ

ΕΚΔΟΤΙΚΗA.Β.Ε.Ε.Ιπποκράτους57,10680ΑθήναΤηλ.:3609438-3629723

ΑΡΛΕΚΙΝ-ΧΡΥΣΑNo884

Τίτλοςπρωτοτύπου:TheMarriageWar

Σειρά:Mills&BoonPresents©1997byCharlotteLambAllrightsreserved.

©1998ΧΑΡΛΕΝΙΚΕΑΑΑΣΕΚΔΟΤΙΚΗA.B.E.E.γιατηνελληνικήγλώσσα,κατόπινσυμφωνίαςμετηHARLEQUINENTERPRISESIIB.V.

Μετάφραση:ΜαριάνναΜαυροειδήΕπιμέλεια:ΓιώταΟικονομικούΔιόρθωση:ΡήγαςΚαραλής

Απαγορεύεταιηαναδημοσίευσημέρουςήτουσυνόλουτουβιβλίου,ηαναπαραγωγήήμετάδοσήτουμεοποιοδήποτεμέσο,χωρίςτηνάδειατουεκδότη.Όλοιοιχαρακτήρεςείναιφανταστικοί.Οποιαδήποτεομοιότηταμεπραγματικάπρόσωπα,πουζουνήέχουνπεθάνει,είναικαθαράσυμπτωματική.

ΤυπώθηκεκαιβιΒλιοδετήθηκεστηνΕλλάδα.

MadeandprintedinGreece.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ1

Ηήμερα,πουήρθετοανώνυμογράμμα,δενείχετίποτατοδιαφορετικόαπότιςάλλεςμέρεςτωντελευταίωνέξιχρόνων.

Μόλιςχτύπησετοξυπνητήρι,ηΣάντσαάνοιξεαπρόθυματαμάτιατηςκιαμέσωςάκουσετονΜαρκνατεντώνεταιστοκρεβάτιτουκαιναχασμουριέται.Γιαέναδυοδευτερόλεπταξανάφερενοσταλγικάστημνήμητηςταχρόνια,πριναπότηγέννησητωνπαιδιών,πουξυπνούσεσ’έναδιπλόκρεβάτιγυμνήκαινυσταγμένηκιένιωθεταχέριατουναεξερευνούννωχελικάτοκορμίτης.Εκείνεςτιςμακρινέςευτυχισμένεςμέρεςπουσυνήθιζαννακάνουνέρωτακαινωρίςτοπρωί,εκτόςαπότοβράδυ.

Τοδιπλόκρεβάτιτοείχαναντικαταστήσειμεταδυομονάδυοχρόνιανωρίτερα,επειδήεκείνηέπρεπενασηκώνεταιτηνύχταγιαναταΐσειτομωρόήνακαθησυχάσεικάποιοαπόταάλλαπαιδιάκαιοΜαρκπαραπονιότανότιτονξυπνούσε.ΣτοδιάστημααυτόηΣάντσαείχεευχηθείπολλέςφορέςναμηνείχανκαταργήσειτοδιπλόκρεβάτι,γιατίμαζίμ’αυτόείχανχάσειτηνπαλιάτουςοικειότητακιοέρωταςδενήτανπιαμιααυθόρμητηκαιαπρογραμμάτιστηυπόθεση.ΕιδικάμετάτηγέννησητηςΦλόρας,είχανπάψεισχεδόντελείωςνακάνουνέρωτα.ΤηνύχταηΣάντσαήτανπάνταπολύκουρασμένηκαιτοπρωίοενείχεποτέκαιρό.

Αφήνονταςτιςαναμνήσειςκατάμέρος,πέταξετοπάπλωμααπόπάνωτης,φόρεσεμηχανικάτιςπαντόφλεςκαιτηρόμπατηςκιέτρεξεστομπάνιο.Έπλυνεβιαστικάταδόντιατης,έριξελίγοκρύονερόστοπρόσωπότης,χτένισεόπωςόπωςτασγουράκαστανοκόκκιναμαλλιάτηςκαιπήγεναξυπνήσειταπαιδιά.ΗΦλόραήτανξύπνιαήδηκαιχοροπηδούσεολόγυμνηστηνκούνιατης,ενώοικόκκινεςμπουκλί-τσεςέπεφτανστοπρόσωπότης.

«Είμαικαγκουρό!Κοίταξέμε,μαμά,είμαικαγκουροοό...»

«Πολύωραία,αγάπημου»,είπεηΣάντσααφηρημένα,σηκώνονταςτομικροσκοπικόνυχτικόαπότοπάτωμα.Τοέριξεστοκαλάθιτηςμπουγάδαςκαιύστεραπήρετηνκόρητηςαγκαλιάκαιτηνπήγεστομπάνιοτωνπαιδιών.«Σηκωθείτε!»φώναξεπροςτοδωμάτιοτωνδυοαγοριών.ΟεξάχρονοςΦέλιξήτανακόμαξαπλωμένος,κουκουλωμένοςμετοπάπλωμαπάνωαπότοκεφάλι,αλλάοπεντάχρονοςΤσάρλιείχεσηκωθείκαιέβγαζετιςπιτζάμεςτου,μεταμάτιακλειστάακόμα.

ΏσπουνατελειώσειηΣάντσαμετηΦλόρακαινακατεβείστηνκουζίνα,οΦέλιξείχεσηκωθείκιαυτόςκαιχασμουριόταν,ενώοΤσάρλιπήγαινεστομπάνιο.Κατεβαίνονταςτησκάλα,ηΣάντσαάκουσετοντουςνατρέχεικαικατάλαβεότιείχεσηκωθείκαιοΜαρκ.

Μάζεψεταγράμματακαιτηνεφημερίδααπότηνψάθατηςπόρτας,ενώηΦλόρα,ντυμένημεμιαπράσινηφορμί-τσα,διαμαρτυρότανκλοτσώνταςδυνατάτοναέρα.ΣτηΣάντσαδενάρεσενασπαταλάειάσκοπαχρήματακιείχεφυλάξειόλαταμωρουδιακάτουΤσάρλιγιατηνπερίπτωσηπουθαέκανεκιάλλομωρό.Έτσι,ότανγεννήθηκεηΦλόρα,είχεόσαρούχαέπρεπεκαιδεχρειάστηκενααγοράσεικανένακαινούριο.Ηενιαίαμόδαγιαταδύοφύλα,πουεφαρμοζότανκαισταμωρά,τηβόλευεπερίφημα.

Μπαίνονταςστηνκουζίνα,γύρισεκαιφώναξεστουςγιουςτηςνακάνουνγρήγορα.Ακούσεόμωςαπόπάνωσούρσιμοποδιώνκαικατάλαβεότι,τουλάχιστον,είχανσηκωθείκαιοιδύο.

Αφησετηνεφημερίδακαιταγράμματαστοτραπέζι,στηθέσητουΜαρκ,έβαλετηΦλόραστο

καρεκλάκιτης,τηςέδωσεένακουτάλιγιαναπαίζεικαιπήγεναφτιάξειτονκαφέ.

Δενμπήκεστονκόπονακοιτάξειταγράμματα.Έτσικιαλλιώςεκείνηέπαιρνεσπάνιαγράμματα.Ηαλληλογραφίατηςπεριοριζότανσεκαμιάκαρτποστάλαπόκάποιαφίληήσυγγενήπουείχεπάειταξίδιστοεξωτερικό,σεκανένανκίτρινοχοντρόφάκελοαπότηνεφορία—πουδενέλεγενατοχωνέψειότιεκείνηδενκέρδιζεπλέονκαθόλουχρήματα—ήσεπροσφορέςαπόκαταλόγουςεταιρειώνπουπροσπαθούσαννατηςπουλήσουνκάτι.Αυτάτατελευταίαέφτανανσυνήθωςμεφακέλουςπουέγραφαναπέξω:«Άνοιξέμεκαικέρδισεμιαπεριουσία!»Τιςκάρτεςσυνήθωςτιςδιάβαζε,αλλάόλαταυπόλοιπαταπετούσεαμέσωςστοσκουπιδοτενεκέ.

Όλεςοικινήσειςτηςταπρωινάήταντόσομηχανικές,ώστεώρεςώρεςένιωθεσανρομπότέτσιπουστριφογύριζεσυνεχώςμέσαστηνκουζίνα.Είχεπολλάνακάνεισεπολύπεριορισμένοχρόνο.Έβαλεσταγρήγορατονκαφέναγίνεταικαι,ώσπουναβράσειτοκουάκερ,έχωσεμερικάκρουασάνστοφούρνομικροκυμάτωνγιαναζεσταθούν,έβγαλεφλιτζάνια,κουταλοπίρουνακαικρύογάλααπότοψυγείοκαιέβαλεσ'έναμπολδαμάσκηναμεπορτοκαλάδαγιατονΜαρκ.Όλασεχρόνορεκόρ.

Μόλιςάκουσεβήματαστησκάλα,έσβησετοκουάκερ,τοσέρβιρεσταμπολτωνπαιδιών,έβαλετηνκατσαρόλαστονεροχύτηκάτωαπότηβρύσηγιαναμαλακώσεικαιναπλυθείευκολότερακαιύστεραάρπαξετηΦλόρα,πουπροσπαθούσεναβγειαπότοκαρεκλάκιτηςκαιτηνξανάβαλεστηθέσητηςτηστιγμήακριβώςπουορμούσανστηνκουζίναοΦέλιξμετονΤσάρλι.

Τουςσταμάτησεκαιέλεγξεανήτανκαθαράτοπρόσωπόκαιταχέριατους,ανείχανπλύνειταδόντιατους,ανήτανχτενισμένοικαιανταρούχατουςήτανεντάξει.ΟΤσάρλιήτανπολύαφηρημένοςκαισυχνάξεχνούσεσημαντικάπράγματα,όπωςτοεσώρουχότουήτημίακάλτσα.

ΌτανκατέβηκεοΜαρκ,ταπαιδιάήτανκαθισμέναήδηστοτραπέζικαιέτρωγαντοπρωινότους.ΜόλιςτονείδεηΦλόρα,χαμογέλασε.«Μπαμπά!»αναφώνησεχαρούμενα.

ΟΜαρκόμωςφαινότανστιςκακέςτουσήμερα.«Φλόρα,είπαμεναμημιλάςμεγεμάτοστόμα!»Κάθισεκαιήπιελίγηπορτοκαλάδα,κοιτάζονταςαφηρημένοςτορολόιτου.«Οχ,

θ’αργήσω.Παιδιά,κάνετεγρήγορα,γιατίσελίγοπρέπειναφύγουμε».

Έφαγεταδαμάσκηνα,κοιτάζονταςτηναλληλογραφίατου.«Αυτόείναιγιασένα»,είπερίχνονταςέναφάκελοπροςτηΙάντσα.Ταγκρίζαμάτιατουίσαίσαπουτηνάγγιξανκιαμέσωςστράφηκαναλλού,ενώταμαύραφρύδιατουέσμιγανκατσούφικα.

ΗΣάντσαπληγώθηκεπολύαπ’αυτότοβλέμμα.Υπήρχεπράγματιαποδοκιμασίασταμάτιατου;Βέβαιαπρωίπρωί,μετηντριμμένητηςρόμπακαιχωρίςμακιγιάζ,δεθαπρέπειναήτανκαιπολύελκυστική,αλλάδενείχεχρόνοναασχοληθείμετηνεμφάνισήτηςπαράμόνοαφούθαέφευγεεκείνοςμεταπαιδιά.Ωστόσο,ήξερεότιέπρεπενακάνειμιαπροσπάθεια,παρ’όλοπουτηστενοχωρούσεφοβεράτογεγονόςότιοΜαρκτηνκοιτούσεέτσι...σανναμηντηναγαπούσεπια.Ηδικήτηςηαγάπη,όμως,ήτανπάντατοίδιοδυνατή.ΤονΜαρκτονήθελε,τονείχεανάγκη.

Γιανακρύψειτηστενοχώριατης,έπιασετολευκόφάκελο.Τοόνομακαιηδιεύθυνσηήτανγραμμέναστηγραφομηχανή.«Απόποιονναείναιάραγε;»ρώτησεδυνατά,κοιτάζονταςτησφραγίδατουταχυδρομείου.Ήταναπότηνπόλητους,πράγμαπουδεντηβοήθησεκαθόλου.

«Ανοιξέτοκαιδεςαπόποιονείναι»,τηςαπάντησεοΜαρκεκνευρισμένος.

Τιτονέχειπιάσειπρωίπρωί;αναρωτήθηκεεκείνη.Δενείχεκοιμηθείκαλάήείχεπροβλήματαστηδουλειάτου;Έκανενατονρωτήσει,αλλάεκείνηακριβώςτηστιγμήηΦλόραέχυσετογάλατηςκιέτσιαναστέναξεκαιπήγενατοκαθαρίσει,ενώοΜαρκέστρεφεμεαηδίατοβλέμματουαλλού.

«Ταάλλαπαιδιάδενέκαναντόσεςζημιές»,μουρμούρισεμέσααπ’ταδόντιατου.

«Ταέχειςξεχάσει,φαίνεται»,τοναντέκρουσεηΣάντσα.«ΟύτεηΦλόραείναιτόσοάτακτη»,πρόσθεσεκαι,αφούσκούπισετοπροσωπάκιτηςκόρηςτης,τηςέδωσεέναφιλίστηνανασηκωτήμυτούλα.«Δενείσαιάτακτη,έτσι,μωρόμου;»

Τοκοριτσάκιγέλασεευχαριστημένοκιέσκυψεμπροστάκαιτηςέδωσεμιαστομέτωπομετολερωμένοτηςκουτάλι.

ΗΣάντσαδενμπόρεσενασυγκροτήσειταγέλιατης.«Έλα,τελείωνεπια,μαϊμουδάκι!»τηςείπετρυφερά.

ΟΜαρκσηκώθηκε.Φαινότανεκτόςτόπουκαιχρόνουμέσασ’αυτότοζεστόκαιευχάριστοδωμάτιομετοτσούρμοταπαιδιά,ταρουστίκέπιπλακαιτιςχαρούμενεςκίτρινεςκουρτίνες.Ήτανψηλός,πάνωαπόένακιογδόνταπέντε,μεπρόσωποσκληρόκαιαποφασιστικό,πουταίριαζεαπόλυταστοκορμίτου,μετουςδυνατούςώμους,τοφαρδύστέρνοκαιταμακριάπόδια.Αλλάκαιηψυχοσύνθεσητουήτανανάλογη.Όταντονπρωτογνώριζεκάποιος,τονκοιτούσεεπιφυλακτικάστηναρχή...γιατί,ότανδεχαμογελούσε,είχεκάτιτο...επικίνδυνοπάνωτου.Κιαυτήτηστιγμήδεχαμογελούσε.Ήτανσανναήτανέτοιμοςναεκραγεί,κάτιπουγινότανσυχνάτοντελευταίοκαιρό.

ΗΣάντσαένιωσεένασκίρτημαανησυχίας.Μήπωςέχειβαρεθείτηνοικογενειακήζωή,μετάαπόέξιχρόνιαπουείμαστεσυνεχώςμεμωρά;αναρωτήθηκε.ΟΜαρκήτανάνθρωποςπληθωρικός.Ησεξουαλικήτουςζωήήτανεκπληκτική,πρινέρθουνταπαιδιάκαιηΣάντσαείχεεπιθυμήσειπολύτιςπαθητικέςερωτικέςτουςνύχτες,αλλάηδουλειάτου—ήτανπολιτικόςμηχανικός—απαιτούσεπολλήενεργητικότητα,ανκαιτώραπιαδενπερνούσεπολλέςώρεςστιςοικοδομέςπουαναλάμβανεηεταιρείατου.Τονπερισσότεροκαιρόβρισκότανστογραφείοκαιασχολιότανμετασχέδια,τηνοργάνωσηκαιγενικάμεγραφικήεργασία,ανκαιηΣάντσαυποπτευότανότιτουέλειπανοιπαλιέςτουδραστηριότητες.Μήπωςείχεμετα-νιώσεικιόλαςπουείχεπαντρευτείκαιείχεκάνειπαιδιάκαιήτανκατάκάποιοτρόποδεσμευμένος;

«Α!Απόψεθ’αργήσω»,τηςανακοίνωσεκοφτά.

Ηκαρδιάτηςβούλιαξε.Τώρατελευταίααργούσεσχεδόνπάντα.«Πάλι;»τονρώτησε.«Τιέχειςνακάνεις;»

«Θαφάωπάλιτοβράδυμετοαφεντικό.ΘέλεινασυζητήσουμεγιατηνκαινούριαοικοδομήστοΈιντζελςΦιλντκαιδενμπορώνατουπωόχι.Έχουμεκαθυστερήσεικαιοχρόνοςείναιχρήμα»,τηςαποκρίθηκε,αλλάχωρίςνατηνκοιτάζεικιαυτόμεγάλωσετηνανησυχίατης.

Μπα,ηφαντασίασουείναι,αντέκρουσετονεαυτότης.

Ωστόσο,ηδιαίσθησήτηςτηςέλεγεότικάτιδενπήγαινεκαλά.Τιάραγε;αναρωτήθηκε.

«Είστεέτοιμοι;»ρώτησεεκείνοςανυπόμοναταδυοαγόρια.«Ελάτε,γιατίδενμπορώναπεριμένωάλλο».Εκείνοςπήγαινεπάνταταπαιδιάστοσχολείοκαι,ότανσχολούσανστιςτρεισήμισι,ταέπαιρνεηΣάντσα.

Ταδυοαγόριαπετάχτηκαναπότοτραπέζικιέτρεξανναφύγουν,αλλάηΣάντσαταπρόλαβεστηνπόρτα.«Ναπλύνετεταχέριακαιτοπρόσωπόσας.Σταμούτρασουέχειςπερισσότεροκουάκεραπ’ό,τιέχειςστοστόμα,Τσάρλι».

ΟΜαρκείχεπάειναβγάλειτοαυτοκίνητο.ΚρατώνταςτηΦλόρααπότοχέρι,ηΣάντσασυνόδευσετααγόριατηςωςτηνπόρτα.

«Προσπάθησεναμηναργήσειςπολύ»,φώναξεστονάντρατης,καθώςταπαιδιάέμπαινανστοπίσωκάθισμακαικούμπωναντιςζώνεςτους.

ΟΜαρκκούνησετοκεφάλιτουκαταφατικά.Τοφωςτουήλιουέλαμπεπάνωσταμαύραμαλλιάτου.ΗΣάντσαδενμπορούσεναδειταμάτιατου,γιατίταέκρυβανταχαμηλωμένατουβλέφαρα,ωστόσο,διαισθανότανότιήτανθυμωμένος.Τισυμβαίνει;αναρωτήθηκε.Μήπωςέχειπροβλήματαστηδουλειά;ΤοΣαββατοκύριακοπρέπειναβρωχρόνονατουμιλήσω.Τοβράδυ,αφούθαέχουνπάειταπαιδιάγιαύπνο.

Τοαυτοκίνητοξεκίνησε.ΗΣάντσατουςκούνησετοχέρικαιστάθηκελίγαλεπτάακόμαστηβεράντα,απολαμβάνονταςτονήλιοστοπρόσωπότης.Τοκαλοκαίρικατέφτανε.Οουρανόςήτανκαταγάλανος,χωρίςούτεένασυννεφάκικαιτατριαντάφυλλακαιοιπανσέδεςείχανανθίσει.Ηπασχαλιάήτανγεμάτηλευκάανθάκιαπουμύρωναντοναέραμετοζεστότουςάρωμα.

Τοσπίτιτουςήτανμοντέρνο,μεμεγάλαπαράθυρακαιστουςδυοορόφους,κήπομεχαμηλότοίχοαπόκόκκινοτούβλογύρωγύρωκιέναγκαράζστοπλάι.ΤουςτοείχεφτιάξειηεταιρείατουΜαρκ,ότανείχανπαντρευτεί,αλλάείχανπάρειμεγάλοδάνειοκαιυπήρχανεποχέςπουδυσκολεύοντανναταβγάλουνπέρα.ΤώραόμωςοΜαρκείχεπάρειπροαγωγήκαιαύξησηκαιταπράγματαήτανπολύκαλύτερα.ΜόνοπουαυτόσήμαινεπερισσότερεςώρεςδουλειάκαιηΣάντσαευχότανσυχνάναμηνείχεαναλάβειοΜαρκτόσεςευθύνες.

Εκμεταλλευόμενητηναφηρημάδατηςμητέραςτης,ηΦλό-ραείχεβρειτηνευκαιρίαναβγειστονκήπο,έχονταςβάλειστόχοτιςκίτρινεςτουλίπεςπουπλαισίωναντογκαζόν.

«Α,όχι!»φώναξεηΣάντσα,τρέχονταςκοντάτης.«Θασεπάωβόλτα,αλλάμόλιςτελειώσωτιςδουλειέςμου».Τηνπήρεαγκαλιά,έριξεμιατελευταίαματιάστονκήποκαι,ξαναμπαί-νονταςμέσα,έκλεισετηνπόρταμετοπόδιτης.

Οιδουλειέςήτανοιίδιεςκάθεμέρα.Πρώτασυμμάζεψετηνκουζίνα.Καθάρισετοτραπέζι,έβαλεταλερωμέναπιάταστοπλυντήριοκαιτοάναψε,ξεχώρισεταρούχαπουείχεγιαπλύσιμοκαιταέβαλεστοπλυντήριογιαναμουλιάσουνκάναμισάωροκαιύστεραπήρετηΦλόραεπάνω,τηνέβαλεστηνκούνιατηςκαιπήγεκιεκείνηνακάνειέναντουςκαιναντυθεί.

Μίαώρααργότερα,αφούείχεκαθαρίσειτοσαλόνικαιτοχολμετηνηλεκτρικήσκούπα,θυμήθηκετογράμματηςκαιπήγεστηνκουζίνανατοπάρει.Έφτιαξεάλλονένανκαφέ,έδωσεστηΦλόραένακομματάκιμήλοναμασουλάειστοκαρεκλάκιτηςκαιάνοιξετοφάκελο.Τογράμμαήτανσύντομοκαιχωρίςυπογραφή.Τοδιάβασεμεμιαματιάκαιτηςανέβηκετοαίμαστοκεφάλι.

Ξέρειςπούθαείναιοάντραςσουαπόψεκαιμεποια;ΤοόνομάτηςείναιΣακίΦαράρ.Είναιηγραμματέαςτουκαιμένειο'έναδιαμέρισμαστοσυγκρότημαΚράουνΤάουερ,στηνοδόΆλαμο,αριθμόςοχτώ,στοδεύτεροόροφο.Ταέχουνεδώκαιαρκετέςβδομάδες.

ΗκαρδιάτηςΣάντσαάρχισεναβροντοχτυπάειαπότοφόβοκαιτηζήλια.Έβαλετοχέριπάνωστοστόματηςγιαναπνίξειμιακραυγήκαιμετηνκίνησηαναποδογύρισετονκαφέτης.Τοζεστόμαύρουγρόχύθηκεπάνωτηςκαιμούσκεψετοπαλιόγαλάζιοπουκάμισοκαιτομπλουτζίντης.Πετάχτηκεπάνωκλαίγονταςμεαναφιλητάκαιβρίζοντας.

«Κακόπαιδί,μαμά»,τημάλωσεηΦλόραφανεράσκανδαλισμένη.«Κακάλόγια.Κακόπαιδί,μαμά»,πρόσθεσε.

ΗΣάντσαξαναείπεμιαβρισιά,ψάχνονταςναβρειτορολότηςκουζίναςγιαναμαζέψειόπωςσυνήθωςτοχυμένουγρό...μόνοπουαυτήτηφοράτηζημιάτηνείχεκάνειηίδιακαιόχιηΦλόρα.

Δενμπορείναείναιαλήθεια,συλλογίστηκε.ΟΜαρκποτέδεθαταέφτιαχνεμεάλλη.Θατοκαταλάβαινα...κάτιθαπρόσεχα.

Ήμήπωςόχι;Ναι!αντέκρουσετονεαυτότης,αρνούμενηναπαραδεχτείότιτογράμμαέλεγετηναλήθεια,καθώςτοστομάχιτηςείχεσφιχτείαπότοφόβο.Ήτανοάντραςτηςκαιτονήξερεκαλά.ΟΜαρκτηναγαπούσεκαιποτέδεθαέκανεδεσμόμεάλληγυναίκα.

Τοθέμαόμωςήταν:τηναγαπούσεακόμα;Θυμήθηκετηναηδίαπουείχεδειστοπρόσωπότουτοπρωί,τηνώραπουέτρωγανκαιδάγκωσεταχείλητης.Τώραπιαδεντηνκοιτούσεόπωςάλλοτε.Αυτόήτανπαραπάνωαπόβέβαιο.Φαίνεταιότι,χωρίςνατοκαταλάβει,είχεαφήσειτονέρωτακαιτοπάθοςναξεγλιστρήσουναπότησχέσητους...Ωστόσο,αυτόδεσήμαινεότιοΜαρκείχεβρειφιλενάδα.Ήταναδύνατονναφανταστείότιτηςέκανεαπιστίες.Όχι!ΌχιοΜαρκ.Ποτέ!

Τηγραμματέατουδεντηνείχεγνωρίσειακόμα,ανκαιτοόνομάτηςτοήξερε.ΗΖακίΦαράρείχεπάειστηνεταιρείατουμόλιςπριναπόέξιμήνεςαπόμιαάλληκατασκευαστικήεταιρεία.ΟΜαρκτηνείχεαναφέρειμερικέςφορέςστηναρχή,αλλάτώρατελευταίακαθόλου.

ΗΣάντσαδενείχειδέαπώςήταναυτήηγυναίκα,ούτεπόσωνχρονώνήταν.Ούτετηςείχεπεράσειποτέαπ’τομυαλόότιθαμπορούσεναυπάρχεικάτιμεταξύεκείνηςκαιτουΜαρκ.

Δενυπάρχειτίποτα!διαβεβαίωσετονεαυτότης.Ούτενατοσκέφτεσαι.Όποιοςέγραψεαυτότογράμμαθαπρέπειναείναιτρελός.

ΣκούπισεταμάτιατηςκαιπήρετηΦλόραστηναγκαλιάτης.Προςτοπαρόνήταναδύνατονναχωρίσουναυτέςοιδυο.Ήτανσαννατιςείχανδεμένεςμεχειροπέδεςόλεςτιςώρεςπουτοκοριτσάκιήτανξύπνιο...Δενμπορούσενατηναφήσειούτεέναλεπτόμόνη,γιατίαμέσωςέκανεζημιές.

Ώρεςώρεςένιωθεαποκαμωμένηαπότιςευθύνεςτηςμητρότηταςκαινοσταλγούσελίγεςώρεςμοναξιάς.Νοσταλγούσετημέραπουδεθαχρειαζόταννασκέφτεταισυνεχώςτουςάλλους,πουθαμπορούσενατεμπελιάσει,νακοιμηθείωςαργάτοπρωί,νασηκωθείόποτετηςέκανεκέφι,ναφορέσεικάτιπιοκομψόαπότοκλασικότηςμπλουτζίν,ναβάλειψηλάτακούνια,ναφτιάξειταμαλλιάτης,νααγοράσειακριβάκαλλυντικάκαιναφορέσειέναακριβόγαλλικόάρωμα...οτιδήποτεδηλαδήγιανααισθανθείκιεκείνηπάλισανγυναίκακαιόχιμόνοσανμητέρα.

ΈλαόμωςπουαυτόήθελαναπότηναρχήμετονΜαρκ!Τοείχανσυζητήσεικαιείχανκαταλήξειότιήθελαναμέσωςπαιδιά.ΟΜαρκήτανμοναχοπαίδιαπόγονείςμεγάλους.Ημητέρατουήτανπάνωαπόσαράνταχρόνωνόταντονγέννησεκαιοπατέραςτουακόμαμεγαλύτερος.Σταπαιδικάτουχρόνιαένιωθεμεγάλημοναξιάκαιτοόνειρότουήταννααποκτήσειέναναδερφόήμιααδερφή.ΟιγονείςτουείχανπεθάνειπροτούσυναντήσειτηΣάντσα.Εκείνηδεντουςείχεγνωρίσειποτέ,αλλάείχεκαταλάβειτηβαθιάλαχτάρατουΜαρκνααποκτήσεικιαυτόςεπιτέλουςμιααληθινήοικογένεια.ΚαιηΣάντσα,όμως,λαχταρούσενακάνειπαιδιά.ΠάνταέβλεπετονεαυτότηςσανέναείδοςΜητέραςΓης,πουθαδημιουργούσεμιαυπέροχηκαιζεστήοικογενειακήζωή,χωρίςναυπολογίζειτηδουλειάκαιτιςθυσίεςπουθαέπρεπενακάνει.

ΞανάβαλεαναστενάζονταςτηΦλόραστοπάρκοτης,τιςέδωσεμερικάπαιχνίδιαγιαναπαίζεικαιύστεραάλλαξερούχακαιφόρεσεκαθαρόμπλουτζίνκαιπουκάμισο.Ότανστάθηκεμπροστάστονκαθρέφτητηςτουαλέταςτηςκαικοιτάχτηκεπροσεκτικά,τρόμαξε.Πώςείμαιέτσι,Θεέμου;Σανμέγαιραέχωκαταντήσει,είπεμέσατης.Γι’αυτόοΜαρκτηςείχερίξειεκείνητηματιάτοπρωί.Δενείχεκαθόλουάδικο.Πόσοκαιρόέχειςνανοιαστείςγιατηνεμφάνισήσου;ρώτησενευριασμένητονεαυτότης.

Απόπότεείχενατοναποπλανήσει,όπωςέκανεπαλιά,τότεπουήτανφρεσκοπαντρεμένοι;Κάποτεέπεφτεγυμνήστοκρεβάτικαιτουέκανετουκόσμουταχάδια,χωρίςνατοναφήνεινατηναγγίξει,μέχριπουτοντρέλαινεαπότονπόθοκαιτότεμόνοτονάφηνενατηνκάνειδικήτου.Τότεήτανπαθιασμένοιεραστές.

Δάγκωσεταχείλητηςκαιπροσπάθησεναθυμηθείπότεήτανητελευταίαφοράπουείχανκάνειέρωτα,αλλάδεντακατάφερε.Θαπρέπειναήτανπριναπόβδομάδες.Μήνες!τηςψιθύρισεμιακυνικήφωνήμέσατης.Μήνες!Είχανμήνεςνακάνουνέρωτα!

ΑπότότεπουείχεγεννηθείηΦλόρα,έκανανέρωταόλοκαιπιοαραιά.Στηναρχήεπειδήδενείχεόρεξηεκείνη.ΟΜαρκείχεδείξειμεγάληκατανόησηόμως.Δενείχεθυμώσειούτετηςείχεπαραπονεθείποτέ.ΜέσασεέξιχρόνιαηΙάντσαείχεγεννήσειτρίαπαιδιάκαιδενήτανκαθόλουπαράξενοπουένιωθετόσοκουρασμένηκαινευρική.

Δεντοείχανσχεδιάσεινακάνουνπερισσότερααπόδυοπαιδιά.ΗΦλόραήτανατύχημακαιαυτήηεγκυμοσύνηήτανηχειρότερη.Τοπρωίείχεναυτία,πόνουςστηνπλάτη,κράμπεςκαιτιςνύχτεςδενμπορούσενακοιμηθεί.Αλλάκαιότανέκανετομωρό,πάλιδενείχενιώσεικαλύτερα.Ήτανεξουθενωμένη,επειδήείχεκάνειδυομέρεςναγεννήσεικαιμάλισταμεδυνατούςπόνουςτομεγαλύτεροδιάστημα.Μετάέκλαιγεσυνέχεια.Προφανώςηαλλαγήστιςορμόνεςτηςκατάτηδιάρκειατηςεγκυμοσύνηςκαιμετάτηγέννατήςείχανδημιουργήσεισυναισθηματικήταραχή.Κρίσηκατάθλιψης,τοέλεγεηαδερφήτης,ηΖόι,ενώογιατρόςτηςτοονόμαζεκανονικήκατάθλιψη.Αυτόόμωςπουήξερεεκείνηήτανότιέκλαιγεμετοπαραμικρόκαιτίποταδεφαινότανναμπορείνατηβοηθήσει.

Αυτόβέβαιαδενείχεκρατήσειπολύ—έναδυομήνες,τοπολύτρεις—αλλάηΦλόραήτανδύσκολοπαιδίαπότηνπρώτηστιγμήπουείχεέρθειστονκόσμο.Τηνύχταήτανέναμωρόανήσυχοκαικλαψιάρικοκαιτοπρωίήθελεναέχειόλητηνπροσοχήπάνωτης.

ΤελικάηΣάντσαδενείχεξαναβρείποτέτηνπαλιάτηςενεργητικότητακαιτηχαράτηςζωήςκαιούτεφυσικάτηδιάθεσηνακάνειέρωτα.ΌσηενέργειαδιέθετετηνξόδευεστηΦλόρακαιστηνκαθημερινήρουτίνα:σταδυοτηςαγόρια,στοσπίτικαιστονκήπο.Μόνοτώρακαταλάβαινεπόσολίγοχρόνοείχε

αφιερώσειταδυοτελευταίαχρόνιααποκλειστικάστονΜαρκ.

Όλαείχανγίνειτόσοσταδιακά,πουδενείχεκαταλάβειότιαπομακρυνόταναπότονΜαρκπόντοπόντο,ώραμετηνώρα.

ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ15

Τοκουδούνιτηςπόρταςτηνέκανενατιναχτείπάνω.Ποιοςδιάολοςναήταν;ΠήρετηΦλόρααγκαλιάκαικατέβηκεκάτω.

Ταέχασεκαιένιωσελίγοαμήχανη,μόλιςείδετηναδερφήτης.«Α,γειασου,Ζόι»,μουρμούρισελίγοβραχνά.«Νόμιζαότιείχεςγύρισμααυτήτηνεβδομάδα».

«Τελειώσαμεχτεςκαιεπέστρεψααργάτηνύχτα.Σουείχαπειότιθαερχόμαστεμετάνακάνουμεγυρίσματακιεδώ,έτσιδενείναι;Έχωόμωςμερικέςμέρεςρεπό,πριναρχίσουμε»,είπεηΖόικοιτάζοντάςτηνερευνητικά.«Ταμάτιασουείναικόκκινα...Μήπωςέκλαιγες;»

«Όχι»,τηςαπάντησεηΣάντσα,ευχόμενηναμηνήταντόσοπαρατηρητικήηαδερφήτης.ΑλλάηΖόιπάνταήτανεύστροφηκαιοξυδερκής.

«Ημαμάείπεκακάλόγια»,πληροφόρησεηΦλόρατηθείατης.«Κακήμαμά».

«Ναι,κακήμαμά»,συμφώνησεηΖόι,κοιτάζονταςπροσεκτικάτηναδερφήτης.«Ποιονέβριζες;Αυτότογλυκύτατοπλασματάκι;Πέρασεςδύσκολημέραμαζίτηςήμήπωςσυμβαίνεικάτιάλλο;»

«Μουχύθηκεοκαφές,αυτόείναιόλο...τίποτασπουδαίοδηλαδή»,είπεηΣάντσα,αποφεύγονταςτοβλέμματηςαδερφήςτης.

«Μμμ».ΗΖόιχαμογέλασεστηΦλόρα.«Εσύέριξεςτοφλιτζάνι,ε;Σίγουρα.ΈλατώραστηθείαΖόι».

Ημικρήπήγεπρόθυμαστηναγκαλιάτηςκαιάρχισεναπεριεργάζεταιαμέσωςταμακριάτηςσκουλαρίκια.

«Κάτωταχέρια,τέρας»,τηςείπεηΖόι,κατεβάζονταςταπαχουλάχεράκιααπόπάνωτης.«Όλαθέλειςναταπειράζεις.Θεέμου,τιτυχερήπουείμαιπουδενέχωπαιδιά!»

«Είναικαιρόςνααποκτήσειςκιεσύ»,τηςείπεηΣάντσαγιαναεισπράξειμιασαρδόνιαματιάαπότηναδερφήτης.

«Ποιοςτολέειαυτό;Ανκρίνωπάντωςαπόσένα,δεθαέλεγαότιείσαικαισπουδαίαδιαφήμισητηςμητρότητας.Κάθεφοράπουσεβλέπω,είσαικαιχειρότερη.Λοιπόν,τιθα'λεγεςγιαένακαφεδάκι;Ήμήπωςέχειςδουλειά;»

«Όχιβέβαια».ΗΣάντσαπήγεστηνκουζίνακαιηΖόιτηνακολούθησε.Ηαδερφήτηςφορούσεένακομψόστενόδερμάτινομαύροπαντελόνιμ'έναμεταξωτόσμαραγδίπουκά-

16CHARLOTTELAMB

μισόαπόπάνω.ΗΙάντσατακοίταξεμεζήλια.Θαπρέπειναήτανσινιέρούχα,γιατίείχανπολύωραίο

κόψιμοκαιήτανπολύκομψά.

Πάντως,εκείνηδενμπορούσεν’αγοράσειτέτοιαρούχα,αλλάκαιναμπορούσε,δεθαείχετηνευκαιρίαναταφορέσειποτέ.ΗΦλόραθατηςτακατέστρεφεστηστιγμή.Θατουςέριχνεφαγητόήθαέκανεεμετόπάνωτουςήθαταλέρωνεμεκαμιάμπογιά.Είχεχιλιάδεςτρόπουςγιανασουχαλάσειέναρούχοκαιπάνταχωρίςμεγάληπροσπάθεια,αλλάδενμπορούσεςνατηνκατηγορήσειςότιτοέκανεεπίτηδες.

ΈτσικιαλλιώςπάνωτηςδεθαέδειχναντόσοωραίαόπωςστηΖόι,ηοποίαήταντριάνταδύοχρόνων,μεμαλλιάστοχρώματηςφωτιάςκαιπράσιναμάτια,ψηλή,όμορφη,έξυπνη,ταλαντούχακαικαλοπληρωμένη.ΗΖόιεργαζότανσεμιαεταιρείαπαραγωγήςταινιώνγιατηντηλεόρασηκαιαυτήτηνεποχήγύριζεμιασειράτεσσάρωνεπεισοδίωναπόέναβιβλίομπεστσέλερμεσυμπρωταγωνιστέςπολύηχηράονόματα.

Είχεένασπίτιέξωαπότηνπόλη,αλλάδενπολυέμενεεκεί,γιατί,λόγωτηςδουλειάτης,γύριζεσυνεχώςόλοτονκόσμο.Ποτέδενήξερεςπούθαπήγαινεμετά.ΤηνπροηγούμενηχρονιάείχεκάνειταινίεςστηνΙσπανίακαιτηνΚαλιφόρνια,αυτότοχρόνοόμωςδούλευεσυνεχώςστοντόποτης,στηνΑγγλία.

ΟιδυοαδερφέςείχανπάνταπολύστενήσχέσηκαιακόμαμετάτογάμοτηςΣάντσαβλέπονταναρκετάσυχνά.ΗΖόιήτανηκαλύτερηφίλητηςΣάντσακαιαςήταντόσοδιαφορετικέςοιζωέςτους.

ΗιδιωτικήζωήτηςΖόιήταναπρόοπτηκαιενδιαφέρουσα,όπωςκαιηκαριέρατης.ΗΣάντσαδενμπορούσεναβρειλογαριασμόμετουςάντρεςπουέβγαινεηαδερφήτης,συνήθωςωραίουςκαιδιάσημους,αλλάκανέναςτουςδεθαπρέπειναείχεπαίξεισημαντικόρόλοστηζωήτης,αφούκανένανδενείχεσυστήσειούτεστουςγονείςούτεστηναδερφήτης.ΤομόνοπράγμαπουφαινότανναενδιαφέρειπραγματικάτηΖόιήτανηκαριέρατης.

ΠροτούγνωρίσειτονΜαρκ,ηΣάντσαήταναποφασισμένηνακάνεικιεκείνηκαριέρα,αλλάστηφωτογραφίακαιόχιστονκινηματογράφο.Εργαζότανσ’έναδιάσημοφωτογρά-

φοτηςΜττοντΣτρητ,οοποίοςειδικευότανστημόδα,καιείχεβάλειπολύυψηλούςστόχουςγιατονεαυτότης.Σχεδία-ζενααποκτήσειμιαμέρατοδικότηςστούντιοκαινακάνειτοόνομάτηςγνωστόσεόλοτονκόσμο.Ναι,κάποτεείχεκιεκείνηόνειρα.

ΗάφιξητουΜαρκστηζωήτηςταείχεαλλάξειόλα.Τημιαστιγμήήταναπόλυτααφοσιωμένηστηδουλειάτηςκαιτηνάλληείχεπάψεινατηνενδιαφέρει.ΜόνοοΜαρκτηνενδιέφερεπια.Ταξέχασεόλακαιτομόνοπουτηνένοιαζεήτανναείναισυνεχώςμαζίτου,νατοναγαπάεικαινακάνουνέρωτα.ΜελίγαλόγιαοΜαρκκατάπιεόλητηςτηζωή.

ΗΖόιόμωςδενείχεδυσκολευτείκαθόλουναανεβείψηλά.Είχεμεγάλεςικανότητεςκαιπολύισχυρήπροσωπικότητα.ΗΣάντσαείχεμεγαλώσειστησκιάτης,έχονταςπλήρησυνείδησηότιδενήτανούτετόσοωραίαούτετόσοέξυπνη.Θαμπορούσεμάλισταναείχεμείνειγιαπάνταστησκιάκαιναέχειχάσειτελείωςτηναυτοπεποίθησήτης,αλλάτοείχεβάλειπείσμαναγίνειμιαμέραπετυχημένησαντηναδερφήτηςκαιν’αποκτήσεικιεκείνηόνομα.

Ηανταγωνιστικότητάτουςείχεπάρειτέλος,μόλιςηΣάντσαπαντρεύτηκεκαιέκανεπαιδιά.ΤότεέπαψενατηνενδιαφέρειηεπιτυχίακαιηπροβολήτηςήτοπώςναφτάσεικαιναξεπεράσειτηΖόι.Ήτανπολύευτυχισμένηγιαναμπορείνασκέφτεταιτηνκαριέρατης.Τηφωτογραφικήμηχανήτηνάγγιζεπλέονμόνογιαναβγάλειφωτογραφίεςσταπαιδιάτης.

ΑφούτακτοποίησετηΦλόραστοκαρεκλάκιτης,ηΖόιάνοιξετοψυγείο,βρήκετηνπορτοκαλάδα,έβαλελίγησεμιακούπα,τηνέδωσεστημικρήκαιύστερακάθισεκοντάστοτραπέζι,κρατώνταςαπόστασηασφαλείαςγιαναμηντηνπιτσιλίσειηανιψιάτης.

ΗΣάντσαέφτιαξεκαφέ,έχονταςτηνπλάτηγυρισμένηστηναδερφήτης.«Πώςπηγαίνειτογύρισμα;Όλαεντάξειήμήπωςέχετεπροβλήματα;»ρώτησε.

«Έχουμεέναπρόβλημα.ΟδιευθυντήςεπιλογήςτωνηθοποιώνεπέμενεναπάρεικαιτονΧαλΘάξφορντ».ΗψυχρότηταστηφωνήτηςΖόιέκανετηΣάντσαναχαμογελάσει,γιατίήξερετιςαπόψειςτηςαδερφήςτηςγιατονΧαλΘάξφορντ.

«Ξέρωότιδεντονπολυσυμπαθείς...αλλάείναικαλόςηθοποιός.Δενείναι;»τηρώτησε.

«ΚαλόςηθοποιόςοΘάξφορντ;Αςγελάσω!ΑυτόςτομόνοπουκάνειείναιναστέκεταισανξύλομεδιπλωμέναταχέριατουκαινααγριοκοιτάζεισαντονΧίθκλιφήναλέειταλόγιατουσανναβρυχάται».

«Είναιπολύαισθησιακόςόμως»,τηνπείραξεηΣάντσα,σερβίρονταςτονκαφέσταφλιτζάνια,σκέτοκαιχωρίςζάχαρη,όπωςάρεσεστηΖόι.

Λίγοέλειψεόμωςνατηςπέσουναπόταχέρια,μόλιςστράφηκεκαιείδετηναδερφήτηςναδιαβάζειτογράμμαπουείχεαφήσειστοτραπέζι.

ΗΖόισήκωσετοκεφάλικαιτηνκοίταξεσταμάτια.«Ώστεγι’αυτόείσαισήμερασανπεθαμένηκιάθαφτη».

ΗΣάντσαστηναρχήχλόμιασεκαιμετάέγινεκατακόκκινησανπαντζάρι.«Πώςτολμάςναδιαβάζειςταγράμματάμου;»

Αφησεταφλιτζάνιακάτωτόσοαπότομα,πουχύθηκελίγοςκαφέςκαιάρπαξετογράμμααπότοχέριτηςαδερφήςτης.

ΗΖόιήταναπτόητηόμως.«Αφούήτανανοιχτό!Χωρίςνατοθέλω,διάβασαμερικέςλέξειςκαιτότεέπρεπεναδιαβάσωκαιταυπόλοιπα».ΚοίταξετηΣάντσααυστηρά,μισοκλείνο-νταςταμάτια.«Είναιαλήθεια;»

ΗΣάντσακάθισεκάτωκαιέχωσετοτσαλακωμένογράμμαστηντσέπητουμπλουτζίντης.«Όχιβέβαια!»

Έπεσεσιωπή.ΗΖόιπαρατηρούσετηναδερφήτηςκατσουφιασμένηκαιμεέκφρασηεπιφυλακτική.«Τογραφικότηςχαρακτήρατοναναγνώρισες;»

ΗΣάντσακούνησεαρνητικάτοκεφάλι.«Όχι.Πώςσυμπεραίνειςότιείναιγυναικείος;»ρώτησεμετάαπόμικρήσκέψη.

ΤοκατακόκκινοστόματηςΖόιστράβωσεκυνικά.«Μόνοοιγυναίκεςτακάνουναυτά.Οιάντρεςμεταχειρίζονταιδιαφορετικέςμεθόδους.Αυτοίήέρχονταικαισουτολένεσταίσιαήσουκάνουνμυστήριατηλεφωνήματα...ανασαίνουνβαριά...ψιθυρίζουναπειλές...τέτοιαπράγματα.Οιγυναίκεςπροτιμούννασουστέλνουνδηλητηριώδηγράμματαμευστερικάλόγιακαισεξουαλικούςυπαινιγμούς.ΠροφανώςαυτόεδώέχειέρθειαπότογραφείοτουΜαρκ.Ίσωςναείναιαπόκάποιαπου

τηςαρέσει,αλλά,επειδήδεντηςδίνεισημασία,ζηλεύειτηγραμματέατου».

ΣτομεταξύηΦλόραείχεπιειόλοτοχυμότηςκαιείχεαρχίσεινακοπανάειτηνκούπαστοδίσκοτηςκαρέκλαςτης.ΗΖόιπετάχτηκεαμέσωςπάνωκαιπήρετηνκούπα.

«Πώςτοαντέχειςαυτόόλημέρα;Εγώθατρελαινόμουν».

ΗΣάντσαπήρετημικρήαπότοκαρεκλάκιτηςκαιτηνπήγεστοπάρκοτης.ΗΦλόραέπιασεαμέσωςέναπάνινοελεφαντάκικαιτοέσφιξεστηναγκαλιάτης.«Δικόμουεφέ-λαντα»,είπεχαδιάρικα.«Δικόμου,δικόμου».

ΗΣάντσαχάιδεψετρυφεράτιςκόκκινεςμπουκλίτσεςτης.«Είναιολόιδιαμ'εσένα,ξέρεις»,είπεστηναδερφήτηςπουφαινόταναγανακτισμένη.

«Δενείμαστεκαλά!Εγώποτέδενήμουντόσοκουραστική».

«Κιόμως!Ημαμάλέειότικόντεψεςνατηντρελάνεις.Εδώπουταλέμε,δενέχειςαλλάξεικαιπολύαπότότε».

ΗΖόικοίταξετηνανιψιάτης,πουείχεβγάλειέξωτηροζγλωσσίτσατης,σφίγγονταςτοελεφαντάκιστηναγκαλιάτης.

«Δικόμουεφέλαντα»,είπεξέρονταςότιηθείατηςμπορούσενατηςτοπάρειόποτεήθελε.

«Τέρας»,είπεηΖόιαυθόρμητακαιύστεραρώτησεκάπωςαμήχανατηναδερφήτης:«Μουμοιάζειπράγματιήαστειευόσουν;»

«Δεναστειευόμουνκαθόλου.Καιβέβαιασουμοιάζει»,απάντησεηΣάντσα,ενώκαθότανπάλιστοτραπέζι.

Ηαδερφήτηςρίγησεκαιτηνξανακοίταξεσκεφτική.«Λοιπόν,τισκοπεύειςνακάνειςμ’αυτότογράμμα;»τηρώτησε.

Εκείνηανασήκωσετουςώμουςκαιήπιελίγοκαφέ.«Θατοαγνοήσωφυσικά.Θατοκάψωκαιθατοπετάξωστασκουπίδια,όπουκαιανήκει».

«Είσαισίγουρηότιλέειψέματα;»ΤαμάτιατηςΖόιείχανγίνειξαφνικάπολύδιεισδυτικά.Ήξερεπολύκαλάτηναδερφήτηςκαιείχελόγουςναυποπτεύεταιότιδενήταναπόλυταειλικρινήςμαζίτης.Τοπρόσωπο,ταμάτια,ηστάσητηςγενικάήτανπολύαποκαλυπτικά.

ΞαφνικάηΣάντσααποφάσισενατηςπειόλητηναλήθεια.«Οχ,δενξέρω»,ομολόγησεαναστενάζοντας.«Ούτεμουείχεπεράσειποτέαπ’τομυαλό,μέχριπουπήρααυτότογράμμα.Ωστόσο,μπορείναείναι...ΗαλήθειαείναιότιμετονΜαρκδενταπάμεκαιπολύκαλάτελευταία...στηνουσίααπότότεπουγεννήθηκεηΦλόρα.Στηναρχήένιωθακουρασμένηκαικακόκεφηκαιδενμπορούσανα...δηλαδήδενήθελα.Δενξέρωγιατί...Ίσωςηερωτικήμουδιάθεσηνακατέρρευσε,επειδήέκανατρίαπαιδιάτόσοκοντάτοέναμετοάλλο.ΟΜαρκστηναρχήήτανπολύκαλόςμαζίμου,αλλάτοπράγματραβούσε...Τώρατελευταίαδεμιλάμεσχεδόνκαθόλου...Ασεπουέχουμεμήνεςνα...»

«Νακάνετεέρωτα;»συμπλήρωσεηΖόιτηφράσητης.

ΗΣάντσακούνησετοκεφάλιτηςκαταφατικά,μεδάκρυασταμάτια.

ΗΖόισηκώθηκεαμέσως,πήγεκοντάτηςκαιτηναγκάλιασε.«Μηνκλαις,Σάντσα.Αχ,πόσολυπάμαι!Δενήθελανασεαναστατώσω».

Εκείνηκατόρθωσενασυγκροτήσειταδάκρυάτης.ΈτριψεταμάτιατηςκαιηΖόιτηςέδωσεέναμαντίλι.Τοπήρε,σκούπισεταμάτιακαιφύσηξετημύτητης.«Συγνώμη».

«Μηναπολογείσαιγιατ’όνοματουΘεού!»αναφώνησεηαδερφήτης.«Εγώστηθέσησουθαχαλούσατονκόσμο.Θαέβαζατιςφωνέςκαιθαταέσπαγαόλαεδώμέσα.ΜαζίμετοκεφάλιτουΜαρκ!Στοκάτωκάτωτηςγραφής,ανήσουνπολύκουρασμένηγιανακάνειςέρωτα,ήτανλόγωτωνπαιδιώντου!Συνήθωςχρειάζονταιδύογι'αυτήτηδουλειά.Ταπαιδιάείναικαιδικότουπρόβλημα.Σάντσα,πρέπεινατουτοπεις,νατουδείξειςτογράμμα...κιανείναιψέματα,θατοκαταλάβειςαπόταμούτρατου.Αλλάκαιαλήθειαναείναι,δεθατακαταφέρεινασουκρυφτεί».

ΗΣάντσατηνκοίταξεμεαπλανέςβλέμμα.«Καιμετάτιθακάνω;Ανμουπειότιείναιαλήθεια;Ότιέχειδεσμό;Εγώπώςπρέπεινααντιδράσω;Θατουπω:‘Καλά,δενπειράζει,συνέχισε;’Ότιαπλώςήθελαναξέρω;Ήθατουδώσωτελεσίγραφο:Έγώήαυτή,διάλεξεκαιπάρε’;Καιανδιαλέξειεκείνη;Ανσηκωθείκαιφύγεικαιμ’αφήσειμεταπαιδιά;»

«Ανπρόκειταινατοκάνειαυτό,καλύτερανατομάθειςαπότώρα.Δενμπορείςνακρύβειςτοκεφάλισουστηνάμμοκαινακάνειςσανναμησυνέβητίποτα,μετηνελπίδαότιθατουπεράσει.Μαδενέχειςκαθόλουεγωισμό,πουναπάρεικαινασηκώσει;»

ΗΣάντσαήθελεναβάλειτακλάματα,αλλάκατόρθωσενασυγκρατηθεί.«Υπάρχουνσπουδαιότεραπράγματαστηζωήαπότονεγωισμόμας»,τηςαπάντησεήρεμα.

«Υπάρχεικάτιπιοσπουδαίοαπότογάμοσου;»τηναντέ-κρουσεηΖόιαυστηρά.«Έλατώρα,Σάντσα,πρέπεινατοαντιμετωπίσεις.Αυτήτην...πώςτηλένε;Ζακί;Τηγνωρίζεις;Πώςείναι;»

«Δενέχωιδέα.Ούτεπουτηνέχωδειποτέ».ΗφωνήτηςΣάντσαράγισεκαιαπότηνπροσπάθειαναδείχνειήρεμη,τηνέπιασετρεμούλα.«Σταμάταναμουκάνειςερωτήσεις.Πρέπεινασκεφτώ,αλλάπώςμπορώνασκεφτώ,ότανέχωτόσαπράγματανακάνωόλητηνώρα;ΚαιμόνοηΦλόραμεεξουθενώνει».

ΗΖόικοίταξετοδίχρονοκοριτσάκιπουχοροπηδούσεμέσαστοπάρκοτου.«Τοφαντάζομαι.Καιμόνονατηνκοιτάς,κουράζεσαι».ΞανάστρεψετοβλέμματηςστηΣάντσα.«Σήμεραδενέχωνακάνωτίποτα.ΘέλειςναμείνωεγώμετηΦλόρακαιναπαςεσύκάπουνασκεφτείςμετηνησυχίασου;»

ΗΣάντσαγέλασε.«Σεμισήώραθασ’έχειβγάλεινοκάουτ!»

«Μασουτηνέχωξανακρατήσει!»

«Ναι,τηνύχταπουκοιμόταν.Αλλάδενέχειςιδέατικάνειμόλιςξυπνήσει.Θαέπρεπεναέχειςμάτιακαιστηνπλάτηγιαναταβγάλειςπέρα».

ΗΖόιανασήκωσετουςώμους.«Θατακαταφέρω.Δενείμαικαιτόσοχαζή.Λοιπόν,φύγετώρα.ΠήγαινεκάπουκαιξέχασετηΦλόραγιαμερικέςώρες.Δεχρειάζεταινακάθεσαιεδώκαινακλαιςτημοίρασου.Κάνεκάτιγιατονεαυτόσου.Πήγαινεναφτιάξειςταμαλλιάσου!Χρόνιαέχειςν’

αλλάξειςχτένισμα.Μιααλλαγήθασεκάνεινανιώσειςπολύκαλύτερα.Καιγιατααγόριαμηνανησυχείς*θαπάωναταπάρωεγώαπότοσχολείο.Μόνο...μπορείςναείσαιπίσωστιςέξι,γιατίέχωέναραντεβούστιςεφτάμισι;»

ΗΣάντσαδίστασελίγο,αλλάτελικάτηςχαμογέλασε.«Εντάξει.Ευχαριστώ,Ζόι...Ανείσαισίγουρηότι...»

«Είμαι!»

«Ευχαριστώ.Είσαιέναςάγγελος.Θαπάωναφτιάξωταμαλλιάμου.Έχειςδίκιο...Πρέπεινατοκάνωαυτό.Ανόμωςέχειςκανέναπρόβλημα,πήγαινεστηΜάρθα.Τηθυμάσαι;

Μένειακριβώςαπέναντι.Είναιεκείνηηκοντούλαμεταπολύκοντάμαύραμαλλιά.Εκείνηθασεβοηθήσει,ανπάεικάτιστραβά».

ΗΖόιχαμογέλασεκαικούνησεκαταφατικάτοκεφάλι.«Εντάξει,εντάξει.Δεχρειάζεταιν'ανησυχείςκαιτόσοπολύ.Αντε,πήγαινετώρα.Τώραπουδενκοιτάζειπροςταεδώτοτερατάκισου».

ΗΦλόραεκείνητηστιγμήτουςείχεγυρισμένητηνπλάτη.Αγωνιζότανναχωρέσειένααρκουδάκιμέσασ’έναμικρόπλαστικόκατσαρολάκικαιήταντόσοαπορροφημένη,πουδενπρόσεχετιγινότανπίσωτης.

ΗΣάντσαέριξεμιαματιάγεμάτηευγνωμοσύνηστηναδερφήτηςκαιύστεραάρπαξετηντσάντατηςκαιβγήκεαπότοδωμάτιοστιςμύτες.Δέκαλεπτάαργότεραβρισκότανστοαυτοκίνητότηςκαικατευθυνότανπροςτοκέντροτηςπόλης.Πρώταπρώταπήγεστονκαλύτεροκομμωτήπουήξερεκαιτακατάφερεναπάρειαμέσωςσειρά,επειδήείχεακυρωθείκάποιοραντεβού.Οκομμωτής,πουήρθενατηςφτιάξειταμαλλιά,βύθισετηντσατσάραμέσαστιςπυκνέςτηςμπούκλεςκαιέκανεμιαγκριμάτσα.

«Αυτάταμαλλιάθαμουπάρουνπολλέςώρες!»είπεμουτρωμένος.«Έχετεαποφασίσειπώςταθέλετε;»

«Διαφορετικάαπ’ό,τιείναιτώρα»,τουαπάντησεηΣάντσααμήχανα.Αυτόπουήθελεστηνπραγματικότητανατουπειήταν:Κάνεμεόμορφη.Κάνεμεγοητευτικήγιαναμπορέσωναξανακερδίσωτονάντραμου!Αχ,αςγινότανναξαναπήγαινεέξιχρόνιαπίσωκαιναγινότανόπωςήτανπριναρχίσειναγεννοβολάεικαιναχαλάειτησιλουέτατης!

Οκομμωτήςάρχισενατηςαραιώνεικαινατηςκόβειταμαλλιάκιεκείνηκαθότανπίσωστηνκαρέκλατηςμεταμάτιακλειστάκαισκεφτόταν.Ακόμαόμωςδενμπορούσεναπάρειαποφάσειςγιατίποτα.Πρώτααποφάσιζετοένα,ύστερατοάλλο,ενώστοβάθοςτηνέτρωγεοφόβοςμήπωςέκανεκάτιπουθαοδηγούσεστηδιάλυσητουγάμουτης.

Τελικάεκείνοτογράμμαμπορείναέλεγεψέματακαιδενήτανσωστόναβασανίζεταιγιατοτίποτα.Ανέλεγεαλήθειαόμως;Ηκαρδιάτηςβούλιαξεκαιάρχισεναμασουλάειταχείλητηςγιαναμηνκλάψει.Τιθακάνω,Θεέμου;αναρωτήθηκε.ΜήπωςείχεδίκιοηΖόι;Μήπωςέπρεπενααντιμετω-ττίσειτονΜαρκσταίσια;Νατουδείξειτογράμμακαινατονρωτήσειανέλεγεαλήθεια;

Όχι,αυτόδενμπορούσενατοκάνει,γιατίφοβόταντιθασυνέβαινεμετά.Ένιωθεσανναστεκότανστημε'σηκάποιουναρκοπεδίουκαιότιμετοπαραμικρόβήμαθαμπορούσεναανατιναχτείστοναέρα.

Όχι,δενήτανακριβώςέτσιταπράγματα.Πρώταέπρεπεναμάθειανυπήρχεκάποιααλήθειασ'εκείνη

τηνκατηγορία.Πώςμπορούσενατοκάνειαυτόόμως,χωρίςναρωτήσειτονίδιοτονΜαρκ;

Απόψεεκείνοςθαέτρωγε,υποτίθεται,μετοαφεντικότου,τονΦρανκΜονρό,τονάνθρωποπουείχεφτιάξειτηνκατασκευαστικήεταιρείακαιπουακόμαείχετομεγαλύτερομέροςτωνμετοχώντης.ΟΜαρκδενείχεπειπούθαπήγαινανγιαφαγητό,αλλάσίγουραθαέτρωγανήστοσπίτιτουΜονρό—μιαβίλαέξωαπότηνπόλη—ήσεκάποιοαπόταπιοακριβάεστιατόριατηςπόλης.

ΘαμπορούσενατηλεφωνήσειστοσπίτιτουΜονρόκαιναζητήσειτονΜαρκμετηδικαιολογίαότικάτιήθελενατουπεικαι,ανεκείνοςδενήτανεκεί,θακαταλάβαινεότιτηςείχεπειψέματα.

ΑναστέναξεκιαμέσωςοκομμωτήςΤηρώτησε:«Τισυμβαίνει;Δεσαςαρέσουν;»

ΗΣάντσαταέχασε.Ανοιξεταμάτιατηςκαιτότεείδεστονκαθρέφτηπόσαμαλλιάτηςείχεκόψει.«Α...καλάείναι...εγώ...»τραύλισεμηξέρονταςπώςέπρεπεν’αντιδράσει.

«Θαείναιπολύκαλύτεραμόλιςταστεγνώσωκαιταφορμάρω»,τηςυποσχέθηκε.«Ακόμαδενμπορείτεναέχετεμιαπλήρηεικόνα».

«Σωστά»,τουαποκρίθηκεμ’ένααχνόχαμόγελο.Ακόμαδενμπορούσεπράγματιναέχειπλήρηεικόνα.Έπρεπεναπεριμένει.ΗΖόιόμωςείχεδίκιο.Έπρεπεναμάθειτηναλήθεια.Τώραπουείχεμπειτοδηλητήριομέσατης,δενμπορούσεναησυχάσει.Τοένιωθενακυλάεισανυγρήφωτιάμέσαστιςφλέβεςτης.

Μίαώρααργότεραέφυγεαπότοκομμωτήριοτόσοδιαφορετικήαπόπριν,ώστε,ότανκοιτάχτηκεστονκαθρέφτη,κόντεψεναμηναναγνωρίσειτονεαυτότης.Ταμαλλιάτηςήταντώραφτιαγμένασεμικρέςχαριτωμένεςμπούκλεςπου

πλαισίωνανυπέροχατοπρόσωπότηςκαιτηνέκανανναδείχνειπολύνεότερη.

Προτούστεγνώσουνταμαλλιάτηςμετοπιστολάκι,μιανεαρήβοηθόςτήςείχεκάνειένακαλόκαθαρισμόπροσώπουκαιτηνείχεμακιγιάρειμεχρώματαπουηίδιαδεθαδιάλεγεποτέ:έντονοκόκκινοσταχείλη,ένααπαλόβερικοκίσταβλέφαρακαιέναπολύανοιχτόροζσταζυγωματικά.Στησυνέχεια,τηνώραπουτηςστέγνωνανκαιτηςφορμάριζανταμαλλιά,τηςείχανκάνεικαιμανικιούρ,αλλάείχεαρνηθείνατηςβάψουντανύχιαστοίδιοχρώμαμετοκραγιόντης.

Έτσι,ηκοπέλαταείχεπεράσειμ’ένααπλόδιάφανοβερνίκι.Τώραταδάχτυλάτηςφαίνοντανκομψάκαιμακρύ-τερα.Βέβαια,τοπόσοθακρατούσανμεταπλυσίματατωνπιάτων,τασφουγγαρίσματακαιόλαταυπόλοιπα...αυτόήτανμιαάλληιστορία.

«Είστευπέροχη!»τηςείχανπειόλοιστοκομμωτήριο,ότανπλήρωνετολογαριασμόκιεκείνηείχεχαμογελάσειξέρονταςότιτηςέλεγανψέματα.

«Ευχαριστώ»,είχεπεικαιτουςείχεδώσειπολύκαλό·--φιλοδώρημα.

ΒαδίζονταςστηνκεντρικήλεωφόροτουΧάμπτον,τημικρήπόληπουαπείχεμίαώρααπότοΛονδίνο,τομάτιτηςέπεσεστορολόιτηςεκκλησίαςπουχτυπούσετηνώρακαιγιαπρώτηφοράσυνειδητοποίησεότιήτανκιόλαςμία.Μόνοτότεθυμήθηκεότιδενείχεφάειτίποτα.

Νιώθονταςελεύθερηκαιανέμεληγιαπρώτηφοράεδώκαιπολύκαιρό,αποφάσισενατορίξειλίγοέξω.

ΒρισκότανστηΧάιΣτρητμεκατεύθυνσητοκαλύτεροεστιατόριοτηςπόλης,έναγαλλικόμπιστρόμετοόνομαΛ’Εσπρί,αλλάμόλιςπήγεναδιασχίσειτοδρόμο,είδεστοαπέναντιπεζοδρόμιοτονΜαρκκαιπάγωσε.Είχετοχέριτουτυλιγμένοστημέσημιαςκοπέλαςκαιτηνοδηγούσεπροςτιςπεριστρεφόμενεςπόρτεςτουεστιατορίου.

Ένααυτοκίνητοφρενάρισεαπότομαμπροστάτηςκαιοοδηγόςέβγαλετοκεφάλιτουκαιτηςφώναξεθυμωμένα:«Πούπας,κυράμου;Τρελάθηκες;Παραλίγονασεχτυπήσω!Φύγεαπότημέση,ηλίθια!»

ΗΣάντσατουζήτησεμηχανικάσυγνώμηκαιτραβήχτηκε

πίσω,έχονταςσυνειδητοποιήσειεπιτέλουςότιοΜαρκείχεμπειστοΛ’Εσπρί.

Ποιαήτανεκείνηηξανθιά;Κάποιαπελάτισσα;αναρωτήθηκε.Καιτότεθυμήθηκεότιείχετοχέριτουτυλιγμένομεοικειότηταστημέσητηςκαιότιηξανθιάείχεστρέψειτοκεφάλιτης,τονείχεκοιτάξεισταμάτιακαιτουείχεπεικάτιμεταχείλητηςμισάνοιχτα.

Αυτήείναι,συλλογίστηκε.ΤηΖακίΦαράρδεντηνείχεξαναδείποτέ,ξαφνικάόμωςήτανβέβαιηότιήτανεκείνηηκοπέλακαιότιόλ’αυτάπουέγραφετογράμμαήταναληθινά.ΟΜαρκτηςείχεπειψέματαγιατοπούθαπερνούσετηβραδιάτου.Δεθαπήγαινεναφάειμετοαφεντικότου,αλλάμετηΖακίΦαράρ.Μετάθαπήγαινανστοδιαμέρισμάτηςκαιθα...

Πήρεμιαβαθιάανάσα.Ηφαντασίατηςέτρεχεπεριγρά-φοντάςτηςτιθαέκανεοΜαρκμ’εκείνητηνκοπέλα.

Ήθελενακαθίσειστημέσητουδρόμουκαιναουρλιάξει.Ήθελενατρέξειμέσαστοεστιατόριοκαινατονσκοτώσει.Ανείχεπιστόλι,θαπυροβολούσεήεκείνονήτηνξανθιά...ίσωςκαιτουςδυο.ΉθελεναπληγώσειτονΜαρκόσοτηνείχεπληγώσεικιαυτός.Ήθελεναπάειστοσπίτι,ναβγάλειόλαταακριβάκαικομψάκοστούμιατουαπότηνντουλάπα,ναταπάειστονκήποκαινατουςβάλειφωτιάμαζίμεταωραίατουσινιέπουκάμισακαιτιςμεταξωτέςγραβάτες.Γιατί,ενώεκείνηφορούσεταπαλιάτουπουκάμισακαιταμπλουτζίν,αυτόςήτανπάνταάψογαντυμένος.Έλεγεβέβαιαότι,σανανώτεροστέλεχοςτηςεταιρείαςτου,έπρεπεναφροντίζειγιατηνκαλήτουεικόνα.

Πάντακοίταζεκατσουφιασμένοςτατριμμένατηςρούχακαιταατημέληταμαλλιά,ωστόσο,ποτέδεντηςείχεδώσειχρήματανααγοράσεικιεκείνηέναρούχοτηςπροκοπής.Χρήματατηςέδινε,βέβαια,αλλάεκείνηταπερισσότεραταξόδευεσερούχαγιαταπαιδιά.Τααφιλότιμαμεγάλωναντόσογρήγορα,πουόλοκάτικαινούριοέπρεπενατουςαγοράζεικιέτσιποτέδενπερίσσευετίποταγιατονεαυτότης.ΟΜαρκβέβαιααυτάταπράγματαουδέποτεταπρόσεχε.Ό,τιέπρεπεναγίνειγιαταπαιδιά,τοάφηνεσ’εκείνηκαιποτέδερωτούσετιέκανεταχρήματαπουτηςέδινε.Ότανέβγαινανέξωμαζί,εκείνηφορούσεπάντακάποιο

φόρεμαπουείχεαπόχρόνια,αλλάπουτηςφαινόταναρκετάκομψόακόυα.Ευτυχώςδενείχεπάρειπολλάκιλά,ωστόσο,όλατακαλάτηςρούχαήτανπλέονντεμοντέ...πράγμαπουοΜαρκποτέδεφαινότανναπροσέχει.

Πάντως,πολύκαιρότώρατηνκοιτούσεψυχρά,σαννατησιχαινότανήσαννατηβαριόταν.Προσπάθησεναθυμηθείπότεείχεαρχίσειαυτό...ΛίγομετάτηγέννησητηςΦλόρας;Όχι,όχιαπότόσοπαλιά.

ΜήπωςαπότηνεποχήπερίπουπουείχεπάειηΖακίΦαράρστηνεταιρείατου;Ένιωσενατηςσφίγγεταιτοστομάχιαπότονπόνο.Ναι,τότεθαπρέπειναείχεαρχίσειαυτήηκατάσταση.

Πάντωςηξανθιάδεφαινότανπαραπάνωαπόείκοσιτριώνχρονώνκαιβέβαιαδενείχεκάνειτρειςγέννεςγιαναχαλάσειτοσώματης.Καιασφαλώςομισθόςτηςθαήταναρκετάκαλόςγιαναμπορείνααγοράζειταστενάρούχαπουτόνιζανόμορφατιςγραμμέςτης.ΟΜαρκείχεπεικάποτεότιηκαινούριαγραμματέαςτουήτανέξυπνη,ικανήκαιδραστήρια,αλλάπροφανώςδενήτανμόνοτομυαλότηςαυτόπουτονείχεελκύσει.ΤώραπουηΣάντσατηνείχεδειμεταμάτιατης,ήτανσίγουρηγι’αυτό.

Ήθελενατονσκοτώσει.Τονμισούσε.Τονμισούσετόσοπολύ,πουταμάτιατηςέκαιγαναπόταδάκρυα.Καιτοναγαπούσετόσοπολύ,πουστηνπιθανότηταότιμπορούσενατονχάσει,τηςερχότανναπέσειναπεθάνει.ΣτηζωήτηςοΜαρκήτανοέναςκαιμοναδικός.Αλλοςάντραςδεντηνείχεσυγκινήσειποτέ.Είχεβέβαιακάναδυοφίλουςπριναπ’αυτόν,αλλάοΜαρκήτανοπρώτοςπουείχεερωτευτείπραγματικάκαιπουεπίεφτάχρόνιατώραυπήρξεηανάσακαιτοεπίκεντροτηςζωήςτης.Όχι,δενάντεχενατονχάσει.

Δεθατονχάσεις,συλλογίστηκεαγριεμένη.Αυτότοξανθόπαλιοθήλυκοδενπρόκειταινασουτονπάρει.ΟΜαρκανήκεισ'εσένα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ2

ΗΣάντσαέκανεμεταβολήκαιξανάρχισεναβαδίζεικατάμήκοςτηςκεντρικήςλεωφόρου.Δενήξερεούτεπούπήγαινεούτετιήθελενακάνει.Τομόνοπουκαταλάβαινεήτανότιέπρεπενασκεφτεί.Τηςήταναδύνατονν’αντικρίσειτηΖόι,πρινξαναβρείτηναυτοκυριαρχίατης.Μετηνπρώτηματιάπουθατηςέριχνεηαδερφήτης,θατακαταλάβαινεόλα.Γνωρίζοντανπολύκαλάοιδυοτουςκαιμεταξύτουςείχανελάχισταμυστικά.ΗΖόιήξερεήδηγιατοανώνυμογράμμα.Θατηςείχεφανείπολύφυσικόνατοπάρεικαινατοδιαβάσει’καιβέβαιαποτέδεθατηςείχεπεράσειαπ’τομυαλόότιδενείχετοδικαίωμαναδιαβάζειτηνπροσωπικήαλληλογραφίατηςαδερφήςτης.

Ωστόσο,υπήρχεέναμυστικόπουηΣάντσαδεσκόπευεναμοιραστείμαζίτης.ΗΖόιτηνείχερωτήσειανείχεεγωισμό...Καιβέβαιαείχε!Ήταντόσοεγωίστριαμάλιστα,πουποτέδεθ’άφηνεκανέναν,ούτεκαντηναδερφήτης,νακαταλάβειπόσοπολύτηνείχεπληγώσειηαπιστίατουΜαρκ.

ΗαχαλίνωτηφαντασίατηςάρχισεναοργιάζειπάλικαινατηςστέλνειεικόνεςτουΜαρκμ’εκείνοτοξανθόκορίτσι...ναφιλιούνται...ναπηγαίνουνστοκρεβάτι...

Όχι!Αυτόδενεπρόκειτονατοσκεφτεί,γιατίθατρελαινότανοπωσδήποτε.Ναι,θατρελαινότανσίγουρα,ανφανταζόταντονΜαρκστοκρεβάτιμ’εκείνητηνκοπέλα.

28CharlotteLamb

Κάρφωσετοβλέμματηςσεμιαβιτρίνα.Ήτανέναμαγαζίμερούχα.Προσπάθησεναστρέψειτοενδιαφέροντηςσταρούχαπουφορούσανοιγελαστέςακίνητεςκούκλες.Τομάτιτηςστάθηκεαμέσωςσ’έναφόρεμασεπράσινοσμαραγδίχρώμα,μ’ένακοντόζακετάκιαπόπάνω.Τηςάρεσεπολύαυτότοχρώμα.Έσκυψεπιοκοντάστοτζάμιγιαναδειτηνετικέταμετηντιμήκαιγούρλωσεταμάτια.Χριστέμου!Τόσοακριβόφόρεμαδενείχεαγοράσειποτέστηζωήτης.

Ήτανέτοιμηνασηκωθείναφύγει,αλλάσταμάτησεκαιέσμιξεσκεφτικήταφρύδια.Είχετόσοκαιρόν’αγοράσειέναόμορφορούχο...Γιατίναμηνέκανεκιεκείνημιαφοράκάτιτοεξωφρενικό;Αυτήτηστιγμήπάντωςτοτραβούσεπολύηόρεξήτης.ΕξάλλουοΜαρκείχετηδυνατότητανατηςδιαθέσειπερισσότεραχρήματααπ’ό,τιτηςέδινε.Χρόνιαείχενατηςαυξήσειτοχαρτζιλίκιτης,ενώγιατονεαυτότουαγόραζεόλητηνώρακαινούριαπουκάμισα,κοστούμιακαιγραβάτες.

Πήρεμιαβαθιάανάσακαιμπήκεστοκατάστημα.Μιαγυναίκαγύρισεκαιτηνκοίταξεαπόπάνωωςκάτωκαιστράβωσεταμούτρα,μόλιςείδετοπαλιότηςμπλουτζίνκαιτοξεθωριασμένοπουκάμισο.

Ηέκφρασήτηςήτανσανναέλεγεότιπελάτισσεςντυμένεςσανεκείνηδενήτανκαλοδεχούμενεςστομαγαζίτης.Ηίδιαήτανκοντήμεβαμμέναγαλαζωπάμαλλιάκαιφορούσεέναμπεζφόρεμαπουτηνέκανεναχάνεταιμέσαστοκομψόμπεζντεκόρτουκαταστήματος.

«Μπορώνασαςβοηθήσω;»τηρώτησεμεψυχρήευγένεια.

ΗΣάντσασήκωσεπερήφανατοκεφάλι.Δενείχεκαμίαδιάθεσηναυποστείτέτοιουείδουςσυμπεριφορά.Θαέλεγεκανείςότιδενυπήρχεούτεέναςάνθρωποςντυμένοςμεμπλουτζίν,ενώ,μιαματιάανέριχνεςστοδρόμο,θαέβλεπεςορδέςολόκληρεςνακυκλοφορούνμεμπλουτζίν.Κανέναςαπ’όλουςαυτούςδενέμπαινεσ’αυτότομαγαζί;Μπορεί...αντουςεπιφύλασσαντέτοιασυμπεριφορά.

«Θαήθελαναδοκιμάσωτοπράσινοφόρεματηςβιτρίνας».

Στηνπωλήτριαδενάρεσεαυτό.«Δενξέρωανυπάρχειστονούμερόσας»,τηςαπάντησεψυχρά,λεςκαιηΣάντσαείχετομέγεθοςελέφαντα.

«Αυτότηςβιτρίναςνομίζωότιμουκάνει»,τηςείπεη

ΕΡΩΤΑΣΚΑ!ΔΥΣΠΙΣΤΙΑ29

Σάντσαμ’έναύφοςσανναήτανέτοιμηνατηδαγκώσει.Φαίνεταιότιαυτόπουένιωθεφάνηκεστοπρόσωπότης,γιατί,μόλιςηάλληάκουσετονούμερότης,έβγαλεαπρόθυματοφόρεμααπότηβιτρίνακαιτηςτοέδωσενατοδοκιμάσει.

Τηςέκανετέλεια.Μόλιςτοφόρεσεμάλιστα,τηςάρεσετόσοπολύ,πουέβγαλεαμέσωςτοβιβλιάριότηςεπιταγώνκαιτοαγόρασεκιαςτηνείχεπιάσεινευρικότητααπότηνυπέρογκητιμήτου.

«Θατοφορέσω»,είπεστηνπωλήτρια.«Μπορείτεναμουδώσετεμιατσάνταγιαταρούχαμου;»

ΗγυναίκαπήρεμιατσάντακαιέβαλεμέσατομπλουτζίνκαιτοπουκάμισοτηςΣάντσαμ’έναύφοςσαννασιχαινότανακόμακαιναταπιάσει.ΜετάτοβλέμματηςκατέβηκεσταπόδιατηςΣάντσακιέκανεέναμορφασμόαηδίας.Ήτανσαννατηςέλεγεότιήτανγελοίοναφοράειτέτοιοφόρεμαμ’εκείναταφθαρμένακαιπολυφορεμένασπορπαπούτσια.

Δενείχεάδικο.ΗΣάντσαπήρετηντσάνταμεταρούχατηςκαιβγήκεαπότοκατάστημα.Δίπλαακριβώςυπήρχεέναμαγαζίμεπαπούτσια.Μπήκεμέσακαιαγόρασεέναζευγάριμαύρεςψηλοτάκουνεςγόβεςκαιμιαμαύρητσάντα.Εκείτουλάχιστονηπωλήτριαήτανπιοφιλική.Ήτανμιανέακοπέλαγύρωσταείκοσι,μεξανθάμαλλιάκαιπολύέντονομακιγιάζ.

ΌτανηΣάντσαπλήρωσετολογαριασμό,τηςείπε:«Πολύωραίοτοφόρεμάσας.Εδώδίπλατοπήρατε;Τοείχαδειστηβιτρίνα».

«Ναι,εκείτοπήρα,αλλάαυτήπουέχειτομαγαζίμουέδωσεπολύστανεύρα.Μεκοιτούσεσανναέβλεπεσκουλήκι.Έτσιείναιπάντα,αλήθεια;»

Ηκοπέλαχασκογέλασε.«Ναι,εκτόςανδιαθέτειςπολλάχρήματακαισεπεράσειγιαμεγάληαριστοκράτισσα.Είναιπολύσνομπ.Μηντηςδίνετεόμωςσημασία.Τοφόρεμασαςπηγαίνειπερίφημα».

ΗΣάντσατηςχαμογέλασεμεευγνωμοσύνη.«Ευχαριστώ».Τοείχεανάγκηαυτότοκομπλιμέντο,γιατίκόντευεναχάσεικάθεεκτίμησηγιατονεαυτότης.

Συνέχισετοορόμοτηςκαιξαφνιάστηκεότανεισέπραξεέναθαυμαστικόσφύριγμααπόένανκαθαριστήτζαμιών,

πουήτανανεβασμένοςσεμιασκάλα.Ότανσήκωσεταμάτιατηςκαιτονκοίταξε,τηςέκλεισεμενόηματομάτι.

«Κούκλαμου,πούκρυβόσουντόσοκαιρό;»τηςφώναξε.

ΗΣάντσαγέλασεαμήχανακαιτάχυνετοβήματης,αλλάσεκάθεβιτρίνα,πουπερνούσε,έριχνεμιαματιάστοείδωλότηςκαικάθεφοράπάθαινεσοκ.Ακόμαδενείχεσυνηθίσειτηνκαινούριατηςεικόνα...τηνκαινούριατηςκόμμωση,τοκομψόπράσινοφόρεμακαιταπαπούτσιαμετατακούνιαπουτηνέκανανναφαίνεταιψηλότερηκαιπιολεπτή.Ήτανεκπληκτικόπάντωςπόσοσουέφτιαχνετοκέφιηβελτιωμένηεμφάνιση.Χρόνιατώρακυκλοφορούσενιώθονταςαόρατησεσχέσημετουςάντρες.Ποτέδενπερίμενενατηνπροσέξουν,αντιθέτως,τοαπέφευγεκιόλας.Ήταντόσοαπορροφημένηαπόταπαιδιάκαιαπότιςδουλειέςτης,πουδεντηςέμενεκαιρόςνασκεφτείκαθόλουτονεαυτότης.

Ηώραείχεπεράσει.'Επρεπεναπάειναφάεικάπου,πρινσταματήσουννασερβίρουνγιατομεσημέρι.Είδεέναμπαρμεκρασιάκαιόρμησεμέσα.Διάλεξεέναελαφρύγεύμαμεσολομό,σαλάτακιέναποτήριλευκόκρασί.Κάθισεσεμιαγωνία,όπουδενμπορούσενατηδεικανείςκαιέφαγεαργάμετησκέψητηςστονΜαρκ.Έπρεπεν’αποφασίσειτιθακάνει,αλλάκάθεφοράπουτοσκεφτόταν,τηνέπιανεσφίξιμοστοστομάχι.

Γύρωστιςδύομπήκεστοαμάξιτηςκαιγύρισεστοσπίτι,όπουβρήκετηΖόικαθισμένηστοπάτωματουσαλονιού,μεμιαστοίβαπαιχνίδιαγύρωτηςκαιμιαέκφρασηαπόγνωσηςστοπρόσωπότης.

«ΠούείναιηΦλόρα;»τηρώτησεανήσυχη.

ΗΖόιέβγαλεέναβογκητόκαιέχωσεταχέριαμέσασταμαλλιάτης.«Κοιμάταιεπάνω.Δενήξεραπιαπώςνατηναπασχολήσω...είχαστερέψειαπόιδέες...τηρώτησατιήθελενακάνεικαιμουαπάντησεότιήθελενακάνειμπάνιο.Μουφάνηκεκαλήιδέακιέτσιτηνπήγαεπάνωκαιτηνέβαλαστηνμπανιέρα.Πέρασευπέροχα.Έπνιγεταπλαστικάτηςπαιχνίδια,σήκωνεπαλιρροϊκάκύματακαιμεμούσκεψεαπότηνκορφήωςτανύχια,αλλάκάποιαστιγμήβαρέθηκατόσοπολύ,πουμουερχότανναβάλωτιςφωνέςκιέτσιαποφάσισαότιήτανώρανατελειώσειτομπάνιο.Τότεήτανπου

έγινεοχαμός.Μόλιςτηνέβγαλααττότονερό,άρχισενασκούζεικαινακλοτσάεικαιδεμ’άφηνεούτενατησκουπίσω.Τελικάτηνέβαλαγυμνήστηνκούνιατης,αλλά,ώσπουναπάωναφέρωκαθαράρούχα,τηνείχεπάρειούπνος.Τησκέπασακιεγώόπωςήτανκαικατέβηκακάτω.Θεέμου,Σάντσα,πώςαντέχεις;Απορώπώςδενέχειςπεθάνειακόμα!»

ΗΣάντσαγέλασε.«Ορισμένεςφορέςκιεγώτηνίδιααπορίαέχω».

ΗΖόιπρόσεξεξαφνικάτηνεμφάνισητηςκαιγούρλωσεταμάτια.«Μπα,μπα,μπα»,είπεκοιτάζοντάςτηναπόπάνωωςκάτω.«Τώρασεείδα...Είσαικαταπληκτική!Ταμαλλιάσουείναιυπέροχα...σεμικραίνουνπολύκαιτοφόρεμαείναιεξαίσιο.ΤώραναδειςτιθαπάθειοΜαρκ».

ΗΣάντσακοκκίνισεελαφρά.«Χαίρομαιπουσ’αρέσει.Δενξέρωγιασένα,πάντωςεγώψοφάωγιαένατσάι.'Εχειςφάειτίποτα;»

«Αςπούμε.Έφτιαξασαλάταμετυρίγιατομεσημέρι.ΗΦλόραέφαγελίγοτυρί,ντομάτακαισέλινο,αλλάμετάάρχισεναπετάειταυπόλοιπαεδώκιεκείκιέτσιτηςτηνπήρα.Φυσικάμουέκοψετηνόρεξηκαιδενέφαγαπαράελάχιστα.Ωστόσο,ένατσάιμεμπισκόταθατοήθελαπολύτώρα.Αισθάνομαισανναέχωπάθειυπογλυκαιμία».

Ήπιαντοτσάιτουςμέσαστηνκουζίνα.ΗγλυκιάησυχίατουαπομεσήμερουτουςέφερενύστακαισελίγοηΣάντσαένιωσεταμάτιατηςνακλείνουν.ΑλλάκαιηΖόιφαινότανμισοκοιμισμένη.

ΚάποιαστιγμήηΖόιχασμουρήθηκε,κοίταξετηναδερφήτηςκαιρώτησε:«Λοιπόν,αποφάσισεςτιθακάνεις;»

«Τινακάνωδηλαδή;»ΗΣάντσαπροσποιήθηκεότιδενκατάλαβε,αλλάηαδερφήτηςδενείχεσκοπόνατοαφήσειναπεράσειέτσι.

«ΕννοώγιατονΜαρκκιαυτήτηγυναίκα»,είπεηΖόισταίσια.

«Δενξέρω.Δενέχωαποφασίσειακόμα».

«Νατουδείξειςτογράμμα»,επέμεινεηΖόι.«Μηντοαφήσειςέτσι.Πρέπεινατουμιλήσεις,Σάντσα».

«Τοξέρω.Καιθατοκάνω».ΗΣάντσαδεντηςείπεότιείχεδειτονΜαρκούτεανέφερετίποταγιατηνξανθιάσυνοδότου.Ήξερεότιανάρχιζεναμιλάει,θαλύγιζεκαιτότεηΖόι

θατηνπαρότρυνεναπαρατήσειτονΜαρκήνατουμιλήσει,ενώεκείνηχρειαζότανακόμαχρόνογιανασκεφτεί.

ΤελικάηΖόιτελείωσετοτσάιτηςκαικοίταξετορολόιτης.«Μπορείςναπάρειςεσύταπαιδιά,γιατίεγώπρέπειναπάωσπίτιμου,ναμπωστηνμπανιέρακαιναμουλιάσω;»ρώτησεκάνονταςμιακωμικήγκριμάτσα.«Έχωανάγκηαπόλίγηησυχίακαιανάπαυση».

«Ξέρωακριβώςπώςαισθάνεσαι.ΗΦλόραείναιεμπειρίαανεπανάληπτη...αλλάδενέπρεπενασ’αφήσωμόνημαζίτης»,είπεηΣάντσαχαμογελώντας.«Καιβέβαιαθαπάωεγώναπάρωταπαιδιά...Δενυπάρχεικανέναπρόβλημα».

ΗΖόισηκώθηκεκαιτεντώθηκε.«Είμαιπτώμα!Πάντωςπρέπειναέχειςπολύκουράγιογιαναμπορείςναταβγάλειςπέραμ’αυτότοτερατάκι.Ειλικρινάείσαιηρωίδα».

Φίλησετηναδερφήτηςσταμαλλιάκαιέφυγε.ΗΣάντσαέβαλεκιάλλοτσάιστοφλιτζάνιτηςκαιαφουγκραζόταντησιωπήτουσπιτιού.Παρακαλούσεναμησηκωθείνωρίςηκόρητης,γιατίείχεμίαώραακόμα,ώσπουναπάειναπάρειτααγόριατης.

Είχεμιαπροαίσθησηότιοιεπόμενοιμήνεςθαήτανοιχειρότεροιτηςζωήςτης.ΗΖόιαστειευόταν,όταντηνείχεαποκαλέσειηρωίδα,αλλάδενήταν.Ήτανμιαπολύσυνηθισμένηγυναίκασεμιακατάστασηπολύδύσκοληκαιδενήξερετινακάνει.Τομόνοπουήξερεήτανότιαγαπούσεπολύτονάντρατηςκαιδενμπορούσεούτεναδιανοηθείότιθατονέχανε.

Ούτετηνιδέαότιείχεερωμένημπορούσεν’αντέξει.Αυτότοπράγματηνέτρωγεκαικόντευενατηντρελάνει.

Θεέμου,τιθακάνω;αναρωτήθηκεαπελπισμένη.

***

Τοβράδυέβαλεταπαιδιάτηςγιαύπνοτησυνηθισμένητουςώρα,αφούτουςέφτιαξεναφάνετοαγαπημένοτουςφαγητό:έναφριχτόκατασκεύασμααπόαβγόκαιψητάφασόλιαμετοστ,τοοποίοήτανεφεύρεσητουΤσάρλικαιτοοποίοτηςζητούσανεπίμοναέκτοτε.Μετάτοφαγητότούςέδωσεφρούτοκαιλίγοπαγωτόβανίλια.

Εκείνηδενείχεφάειμαςίτους.Ότανέτρωγεμεταπαιδιάτης,δεναπολάμβανετοφαγητότης.Τοστομάχιτηςδενάντεχεούτετοσυνεχέςσήκω-κάθισεούτετοναβλέπειτηΦλόραναπετάειέναέναταφασόλιατηςστοπάτωμαήτααγόριατηςνακλοτσιούνταιδιαρκώςκάτωαπότοτραπέζι.

Έτρωγε,βέβαια,συχνάμαζίτους,αλλάχωρίςνατοευχαριστιέταιποτέ.Απόψεείχεαποφασίσειναπεριμένειναπλαγιάσουνπρώτακαιμετάναζεστάνειλίγησούπαγιατονεαυτότης.Πάντωςδενπεινούσεκαθόλου.

Ώσπουνατελειώσειτησούπακαιτηφρυγανιάτης,επάνωαπλώθηκεησυχία.Ταπαιδιάείχαναποκοιμηθείκαιτατρία.Κουλουριάστηκεμπροστάστηνηλεκτρικήσόμπακαιέφαγεέναμήλο,κοιτάζονταςτηνψεύτικηφωτιάμετησκέψητηςπάνταστονΜαρκκιεκείνητηγυναίκα.

Πολύθαήθελεναήξερεανήτανκιαπόψεμαζίτηςήείχεβγειπράγματιναφάειμετοαφεντικότου.Τοβλέμματηςέπεσεστοτηλέφωνοκιαμέσωςάπλωσετοχέρι,έπιασετοντηλεφωνικόκατάλογο,πουείχεδίπλατηςκαιάρχισενατονξεφυλλίζει.ΒρήκεαμέσωςτοόνοματηςΖακίΦαράρ,κοίταξετοναριθμό,δίστασελίγο,αλλάτελικάτονσχημάτισεστοκαντράν.

Χτύπησεπολλέςφορέςκιεκείπουήτανέτοιμηνατοκλείσει,άκουσεμιασιγανήβραχνήφωνή.«Ναι;»

ΗΣάντσαδενήξερετινατηςπει.

«Εμπρός;ΕδώΖακίΦαράρ»,είπεηφωνήαπότηνάλλημεριάτουσύρματος.

ΗΣάντσαδεμίλησε.Ήθελενακλείσει,αλλάκαθότανσανυπνωτισμένηκαιάκουγετηφωνήτηςγυναίκαςπουίσωςήτανερωμένητουάντρατης.

«Εμπρός;Εμπρός;»είπεηγυναίκακαιτότεακούστηκεαπότοβάθοςμιαάλληφωνή,αντρική.

«Ποιοςείναι;Ακούςναβαριανασαίνουν;Δώσεμουεδώτοτηλέφωνο.Δενξέρειςπώςμουτηδίνουναυτοίοιανώμαλοι.Θατονξεφορτωθώαμέσως».

ΉτανηφωνήτουΜαρκ.ΗκαρδιάτηςΣάντσαπόνεσεσαννατηνέσφιξεέναγιγάντιοχέρι.

Έναδευτερόλεπτοαργότερατονάκουσεναφωνάζειμέσαστ’αυτίτης:«Ακουσε,κάθαρμα,κλείσεαμέσωςτοτηλέφωνοκαιμη...»

ΗΣάντσακατέβασετοακουστικόκαικάθισεακίνητημεταμάτιακλειστά,τρέμονταςολόκληρη.Ώστεήταναλήθεια.

Ήτανεκεί...μετηΖακίΦαράρ.Είχανκάνειάραγεέρωταήετοιμάζονταννακάνουν;

Όχι,αυτόδενάντεχεούτενατοσκεφτεί.

Έσβησετησόμπακαιταφώτα,έκλεισεόλεςτιςπόρτεςκαιάρχισενακάνειτιςσυνηθισμένεςνυχτερινέςτηςδουλειέςσανρομπότ,μεκινήσειςβαριές,χωρίςναβλέπειτίποτα,γιατίτομυαλότηςήτανφορτωμένομεεικόνεςδυσάρεστεςκιαβάσταχτες.Ήθελεναμπορούσενατιςσβήσει,όπωςτηντηλεόραση...νατιςσταματήσει,αλλάτηνέπνιγεηζήλιακαιοπόνος.

Απόψεδενεπρόκειτονακοιμηθείκιαύριοέπρεπενακάνειπάλιτοκαθήκοντης:ναφροντίσειτα

παιδιάτης,νακάνειτιςδουλειέςτης,ναψωνίσει,ναμαγειρέψει.Καλύτερααυτάόμωςπαράνακάθεταιάπρακτηκαινασκέφτεται.Θαπροσπαθούσε,λοιπόν,νααπασχοληθείμεκάτιγιαναμηνέχεικαθόλουχρόνονασκέφτεται.

***

Ήτανξύπνιαακόμα,ότανγύρισεοΜαρκ.Ακούσετοαυτοκίνητοναδιασχίζειαργάτοδρομάκικαιναμπαίνειστογκαράζκαιλίγαλεπτάαργότερατηνεξώπορταν’ανοιγοκλείνει.Ανασηκώθηκεστοκρεβάτι,στηρίχτηκεστοναγκώνατηςκαικοίταξετορολόιτουκομοδίνου.Ήτανσχεδόνμίατηνύχτα.Όλεςαυτέςτιςώρεςεκείνοςήτανμ’εκείνητηγυναίκα.

Ξαναξάπλωσεκαικοίταξετοταβάνι,ακούγονταςτιςκινήσειςτουΜαρκαπόκάτω.Ακούσετηνπόρτατουψυγείουν’ανοιγοκλείνει.Ίσωςέβαζενερόναπάρειμαζίτουγιατηνπερίπτωσηπουθαξυπνούσετηνύχτα.

Ύστερατονάκουσεν’ανεβαίνειτασκαλιά.Καινεκρήθααναγνώριζεταβήματάτου.Προσπαθούσεναμηντηνξυπνήσει.Δενήθελεπροφανώςναμάθειότιείχεγυρίσειτέτοιαώραστοσπίτιτου.Δενήθελενατηςαπαντήσεισεερωτήσειςτουτύπου,πούήτανκαιτιέκανετόσεςώρες.

Προσπαθούσενατησκαπουλάρει.Πρόδιδεκιεκείνηκαιτογάμοτους,αλλάδενήθελεναπληρώσειτοτίμημαήναυποστείτιςσυνέπειες.

Ε,λοιπόν,τοτίμημαθατοπλήρωνε,ήθελεδενήθελε!ΗΣάντσαθαακολουθούσετησυμβουλήτηςΖόικαιθατουμιλούσεσταίσια...Θατουέλεγεότιταξέρειόλαγιανασταματήσεινατηςλέειψέματα.Καιθαπρόσθετεότιήθασταματούσεναβλέπειτηφιλενάδατουήογάμοςτουςθαέπαιρνετέλος.

Κρατώνταςτηνανάσατης,περίμενεώσπουν’ανοίξειτηνπόρτατουδωματίουτουςκαιναμπει,αλλάεκείνοςδεφάνηκε.Προσπέρασετοδωμάτιοκαιπήγεστομικρόξενώναστοτέλοςτουδιαδρόμου.

Ήτανσαννατηνείχεχαστουκίσει.ΠροφανώςδενήθελεούτενακοιμηθείστοιΊ5ιοδωμάτιομ’εκείνηαπόψε...ίσωςκαικαμίαάλληνύχτα!

Βέβαιαείχεξανακοιμηθείκιάλλεςφορέςσ’εκείνοτοδωμάτιο...τότεπουείχεγυρίσειεκείνηαπότηνκλινικήμετηΦλόρακαιδενάντεχενατουδιακόπτουνκάθετόσοτονύπνο,επειδήξυπνούσετομωρόκαιέκλαιγεγιαναφάειήγιανατουςτραβήξειτηνπροσοχή.Ωστόσο,αυτάείχανγίνειμόνοτηνπρώτηβδομάδα.Ότανέφτασανταδύοκρεβάτια,είχεξαναγυρίσειστοδωμάτιότους.

Ξαφνικάτηνέπιασεθυμός.Πετάχτηκεαπότοκρεβάτικαιβγήκεέξω.ΔιέσχισετρέχονταςτοδιάδρομοκαιόρμησεστονξενώνατηστιγμήακριβώςπουοΜαρκετοιμαζότανναπλαγιάσει.

Ήτανγυμνός.Ταοργισμέναλόγιαπάγωσανσταχείλητης.Είχεμήνεςνατονδειγυμνό.Ότανέχειςπαιδιά,δεγυρίζειςχωρίςρούχα...καιαπότηνάλληδενέκανανπιαέρωτα.Ηκαρδιάτηςάρχισενακαλπάζεικαιτ’αυτιάτηςσφύριζαναπότονήχοτουαίματοςπουέτρεχεμεορμήστοκορμίτης.

Δενμπορούσεναξεκολλήσειταμάτιατηςαπότοδυνατόαντρίκειοκορμίτου.ΟΜαρκήτανπολύαρρενωπός,μεφαρδύστέρνοκαισκούροτρίχωμαστουςμηρούςκαιτιςγάμπεςτου.

Ένιωσεναξεραίνεταιτοστόματης.Τόσοέντονηεπιθυμίαείχεκαιρόνααισθανθείκαιτηςήτανδύσκολονακαταλάβειτιτηςσυμβαίνει.Ένιωσεμιαφλόγαναξεπηδάειαπόβαθιάμέσατηςκαιδεν

μπορούσεούτενααναπνεύσει.

«Σεξύπνησα;Συγνώμη.Πάντωςπροσπάθησαναμηνκάνωθόρυβο»,τηςείπεεκείνοςκοφτά,μεύφοςενοχλημένο,καθώςγλιστρούσεκάτωαπότασεντόνια.Τατράβηξεωςτολαιμότουγιανακρύψειτηγύμνιατου,σαννατονενοχλούσεακόμακαινατονκοιτάζει.

ΗΣάντσαξεροκατάπιεπαλεύονταςμετηνεπιθυμίαναπάεινατοναγγίξει,νααφήσειτοχέριτηςναγλιστρήσειστοδυνατότουκορμί...Καιτιδεθα’δίνετούτητηστιγμήγιαναξαπλώσειδίπλατουκαινατονχαϊδέψει,αλλάέτρεμετηναπόρριψη.«Γιατίήρθεςνακοιμηθείςεδώ;»

«Γιαναμησεξυπνήσωπροφανώς»,τηςαπάντησεμεσαρδόνιούφος,χωρίςνατηνκοιτάει.Είχεταμάτιατουστυλωμένακάπουδίπλατης.ΗΣάντσακατάλαβεότιδενήθελενατηβλέπει.Ηπαρουσίατηςεκείτουπροκαλούσεαμηχανία.Ταμάγουλάτουείχανκοκκινίσειελαφράκαιτοπιγούνιτουήτανσφιγμένο.

«Ναι,αλλάτώραξύπνησα»,τουείπεάγρια,νιώθονταςτονπόνονατηςγδέρνειτασωθικά.«Γιατίάργησεςτόσοπολύ;Πούείχεςπάει,Μαρκ;»

«Σουείπα.Έφαγαμετοαφεντικόμου»,τηςαπάντησεκαιύστεραέκανεότιχασμουριέται.Αλλάτοπρόσωποκαιτοσώματουείχανπολύέντασηγιαναθέλεινακοιμηθεί.«Κοίταξε,είμαιπολύκουρασμένος...Θαταπούμετοπρωί.Μιαπουβρίσκομαιεδώ,καλύτερανακοιμηθώεδώπουείμαι».Έγειρεστοπλάικαιέσβησετοπορτατίφ.«Καληνύχτα,Σάντσα».

Οργισμένεςλέξειςάρχισαννασχηματίζονταιστομυαλότης,τελικάόμωςυπερίσχυσεησυνήθεια.Απότότεπουείχεγεννηθείτοπρώτοτουςπαιδί,είχεμάθειναέρχεταισεδεύτερημοίρα,ναδέχεταιταπάντακαιναμηνπολεμάειτοαναπόφευκτο.Έτσιέπρεπενακάνειμιαμητέρα:ναπαραμερίζειτονεαυτότηςκαιτιςπροσωπικέςτηςεπιθυμίεςκαιανάγκεςγιαχάρητωνπαιδιώντης.Ήθελεναβάλειτιςφωνές,αλλάκατόρθωσεναδαμάσειτοθυμότης.Πήρεμιαβαθιάανάσα,έκλεισεπολύπροσεκτικάτηνπόρταγιαναμηνξυπνήσειταπαιδιά—ανκαιθαήθελενατηνκοπανίσειμεόλητηςτηδύναμη-καιξαναγύρισεστοδωμάτιότης.

Σωριάστηκεστοκρεβάτιτης,τρέμονταςσαντοφύλλο.Ηκραυγήείχεσκαλώσειστολαιμότης·τηνένιωθεναπροσπαθείναβγεικιέτσιέχωσετηγροθιάμέσαστοστόματηςγιανατηφρενάρεικαιδάγκωσετουςκόμπουςτωνδαχτύλωντης.Μέχριπουένιωσετηναλμύρατουαίματοςνακυλάειμέσαστοστόματης.

ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ37

Πώςτόλμησεναμουτοκάνειαυτό;αναρωτήθηκε.Πώςτολμούσενατηςμιλάειτόσοαπότομακαινατηνκοιτάζειμετόσοψυχράκαιαπόμακραμάτια,τηστιγμήπουτηςέλεγεψέματακαιτηνπρόδιδεμεμιαάλληγυναίκα;Ε,λοιπόν,αυτόδενπρόκειταιναπεράσειέτσι,υποσχέθηκεστονεαυτότης.ΉξερεπολύκαλάτισκάρωνεοΜαρκ...Ήτανκάτισανπαιχνίδιαντρικήςεξουσίας.Κλασικόπαράδειγματουφύλουτου...Προσπαθούσεναρίξεισ’εκείνητηνευθύνη.Νατοκάνειναφανείσανναήτανεκείνηπουείχεάδικοκαιείχεφερθείάσχημακαιόχιαυτός.Αυτόςποτέ!

Τοίδιοακριβώςέκανανκαιοιγιοιτους...Τοίδιοπαιχνίδιέπαιζανκιαυτοί,χρησιμοποιώνταςενστικτωδώςτηνίδιααμυντικήμέθοδο.«Εγώ;Μαμά,δεθαέκαναποτέεγώτέτοιοπράγμα.Δεντοέκαναεγώσουλέω.ΗΦλόραέχυσετογάλα...ΗΦλόραέσκισετοπεριοδικό,έσπασετο

φλιτζάνι,έφαγετησοκολάτα...»ΠάνταηΦλόραήτανεκείνηπουέκανετιςζημιές,ενώηΣάντσαέπαιζετορόλοτουντετέκτιβ,τουδικαστήκαιτωνενόρκωνμαζί,προσπαθώνταςαπελπισμέναναρίξειτηνευθύνησεκάποιοαπόταπαιδιάτης,ενώυποπτευότανκαιτατρία.ΤααγόριαπάνταπροσπαθούσαννακατηγορήσουντηΦλόρακαι,ότανεκείνητύχαινενακοιμάταιστοκρεβατάκιτηςκαιδενμπορούσαννααποδείξουντηνενοχήτης,ταέριχνανοέναςστονάλλο,δείχνονταςεξίσουοργισμένοικαιοιδυοαπότηναδικία,μεταμάτιατουςγεμάτααθωότητα.

Αυτοίόμωςήτανπαιδιά,ενώοΜαρκώριμοςάντρας.Ε,λοιπόν,αννομίζειότιθατησκαπουλάρεικιαυτήτηφορά,γελιέται,συλλογίστηκε.Θατουμιλούσεοπωσδήποτετοπρωί,πρινξυπνήσουνταπαιδιά.

Έβαλετοξυπνητήριτηςναχτυπήσειμισήώρανωρίτερααπότηνκανονική,αλλά,ότανσηκώθηκεγιαναξυπνήσεικαιτονΜαρκ,βρήκετοδωμάτιότουάδειο.Θαπρέπειναείχεσηκωθείήδη.Έτρεξεκάτω,αλλάδενήτανούτεεκεί.Είχεφύγειτηνώραπουεκείνηκοιμότανακόμα.

Στοτραπέζιτηςκουζίναςβρήκεένασημείωμα.Τοάρπαξεκαιτοδιάβασεβιαστικά.«Έπρεπεναφύγωνωρίς,γιατίέχωδουλειάστογραφείο.Μαρκ».

Τοέσκισεκομματάκιακαιτοπέταξεμακριά,κλαίγονταςμεαναφιλητάαπότηνοργήκαιτονπόνο.

Πάλιέλεγεψέματα.Είχεφύγειγιαναμηντηναντιμετωπίσει.Είχεδιαισθανθείότιθατουέκανεδύσκολεςερωτήσειςκαιδενήθελενατηςαπαντήσει.

Θατηςαπαντούσεόμως.Αργάήγρήγοραθαήτανυποχρεωμένοςνατηςμιλήσει.

***

ΑργάτοπρωίηΣάντσαπήρετηΦλόρακαιπήγεστομικρόεμπορικόκέντροτηςγειτονιάςναψωνίσει.Ήτανφορτωμένηωςεπάνω,ότανσυνάντησετηΜάρθαΆνταμς,τημόνηγειτόνισσαπουτηςφερότανπραγματικάφιλικά.

«Τιβλέπω,έφτιαξεςταμαλλιάσου!»αναφώνησεεκείνη,χαμογελώνταςπλατιά.«Θαύμαείναι!Δείχνειςπολύνεότερηέτσι...καισουπάνεκοντά».

«Ευχαριστώ.Αισθάνομαιπιοανάλαφρη».

ΗΜάρθακοίταξετιςτρειςτσάντεςμεταψώνιατηςΣάντσα.«Τικουβαλάςεκεί;Αδέιασεςτοκατάστημα;»

«Όλαφαγώσιμαείναι»,μουρμούρισεεκείνη.«Δενξέρειςτικατεβάζουνταπαιδιάκάθεμέρα.Μόνοσήμερατοπρωίέφαγανμισόκουτίκορνφλέικς.Ίσαίσαπουτουςπροφταίνω».

«Πάμεναπιούμεένανκαφέ»,πρότεινεηΜάρθακιέτσιπέρασαναπέναντικαιμπήκανστοΒικτόριανΚόφιΧάουζ,τοοποίοείχεχτιστείέναχρόνονωρίτερακιαςφαινότανσανεκατόχρονών.

Οισερβιτόρεςήτανόλεςνέεςκαινόστιμεςκαιφορούσανμαύρακαικόκκιναφορέματατηςβικτοριανήςεποχής,μεκολλαρισμένασκουφάκιακαιποδιές.Καιτομενούακόμαήτανγραμμένοσεβικτοριανήγλώσσα.ΗΣάντσαόμωςμετηΜάρθαδεχρειαζόταννατοδιαβάσουν,γιατίείχανξαναπάειεκείκαιτοείχανμάθειαπέξω.

ΗΜάρθαπαρήγγειλεαυτάπουέπαιρνανσυνήθως.«Δυοκαφέδες,δυοζεστάψωμάκιαμεβούτυροκαιμιαζεστήσοκολάταγιατοκοριτσάκι».

«Μάλιστα»,είπεησερβιτόρακαιεξαφανίστηκε.

ΗΦλόραείχεσταμπάρειστομεταξύτοξύλινοαλογάκιτηςβικτοριανήςεποχής,πουήτανένααπόταπράγματαπουτηντραβούσανσ’αυτότομέροςκαιήτανημόνηφοράπουδεντοείχεκαβαλήσειάλλοπαιδάκι.

«Θέλωαλογάκι,θέλωαλογάκι»,άρχισεναφωνάζειπροσπαθώνταςνακατεβείαπότοκαρεκλάκιστοοποίοτηνείχεβάλειηΣάντσα.

ΗΜάρθατησήκωσεκαιπήγενατηνανεβάσειστοξύλινοαλογάκι.Ημικρήάρχισεαμέσωςνακουνιέται,λάμπονταςαπόευτυχία.

ΗΣάντσατηνπαρατηρούσεμεέκδηληλατρεία.ΗΦλόραμπορείναήταναπαιτητικήκαικουραστική,αλλάπάνωαπ’όλαήταναξιολάτρευτηκιεκείνηθαέδινεακόμακαιτηζωήτηςγιανατηνπροστατεύσει.Ωστόσο,ηειρωνείατηςτύχηςήτανότιηγέννησηαυτούακριβώςτουπαιδιούείχεχωρίσειτουςγονείςτου.

ΔενήτανότιοΜαρκδεναγαπούσετηνκόρητουήδεντηνήθελε,αλλάτογεγονόςότιμονοπωλούσετηνπροσοχήτηςμητέραςτηςκαιτοότιέπαιρνετόσοπολύαπότοχρόνοτηςπουδενέμενετίποταγιατονίδιο,είχευψώσειέναντοίχοανάμεσάτους.

ΌσοηΣάντσακοιτούσετοπαιδίτης,ηΜάρθαπαρατηρούσεσυνοφρυωμένηεκείνη.

«Συμβαίνειτίποτα;»

ΗερώτησηξάφνιασετηΣάντσα.Μόνοτότεσυνειδητοποίησεότιπάλιήτανέτοιμηνακλάψει.Αυτότηςσυνέβαινεσυνεχώςαπότότεπουείχεπάρειτοανώνυμογράμμα.Έστρεψεαλλούτοκεφάλικαιπέρασεγρήγορατοχέριπάνωαπόταμάτιατης.

«Όχι,όχι»,απάντησεκαιξαναγύρισεπροςτηΜάρθαμ’έναπροσποιητόχαμόγελοσταχείλη.

ΗΜάρθαήτανμιαμικρόσωμηγυναίκα,μόλιςένακαιπενήνταπέντε,μελεπτόκορμίκαικοντάπόδιακαιείχεέναευκίνητοπρόσωποσεσχήμακαρδιάςκαιμαύραμαλλιάπιασμένακότσο,πουείχαναρχίσειναγκριζάρουν,παρ’όλοπουήτανμόλιςσαράνταχρονών.ΈμενεμόνηαπέναντιαπότηΣάντσακαιτοσπίτιτηςήτανπάνταπώλοςέλξηςγιαόλαταπαιδιάτηςΣάντσα,επειδήείχεμιαγάτακαιδυοσκύλους,δυοόμορφακοκκινωπάσέτερμελαμπερότρίχωμακαιυγράσκούραμάτια.

ΤαέξυπναμάτιατηςαρνούντανναδεχτούντοψέματηςΣάντσα.«Έλατώρα,αφούτοξέρειςότισ’εμέναμπορείςναταλεςόλα.Δενπρόκειταιναπωτίποτασεκανέναν»,μουρμούρισεπροσέχονταςκαιτηΦλόρα.«Έχειςπροβλήματα;ΕλπίζωόχιμετηΦλόρα;»

ΗΣάντσαγέλασε.«ΗΦλόραείναιπάνταπρόβλημα!»

«Αυτόείναιαλήθεια»,είπεηΜάρθα,γελώνταςκιεκείνη.«Κάτιόμωςσυμβαίνει,έτσιδενείναι;Έχουντίποτατααγόριασου;ΉοΜαρκ;»

ΤαμάτιατηςέπιασαναμέσωςτονπνιχτόαναστεναγμότηςΣάντσα.

«ΟΜαρκείναι,σωστά;»ρώτησε.«Δεφαντάζομαιανείναιάρρωστος;Μήπωςέχειπροβλήματαμετηδουλειάτου;»

ΗΣάντσατηςέριξεμιαπονηρήματιά.«ΠολύτονΣέρλοκΧολμςμουπαριστάνεις!Δενείναιτίποτα.Ξέχασέτο».

Ηάλλητηνκοίταξεερευνητικά.«Έχειςταχάλιασου...τοξέρεις;Είσαισανναμηνέχειςκοιμηθείκαθόλουτοβράδυ.Τηντελευταίαφοράόμωςπουσεείδαφαινόσουνμιαχαρά...Πότεήταν,αλήθεια;Πριναπόδυομέρες;Τότεφαινόσουνεντάξει.Λοιπόν,τισυνέβηαπότότε;»

ΗΣάντσακοίταξετηνκόρητηςπουκουνιότανμεμανίαπάνωστοξύλινοαλογάκι,αδιαφορώνταςγιαό,τισυνέβαινεγύρωτης.

Οπειρασμόςήτανμεγάλος.ΉθελεπολύναμιλήσειστηΜάρθα,ηοποίαήτανηπρώτηγειτόνισσαπουτουςείχεεπισκεφτεί,ότανείχανεγκατασταθείστονεόκτιστοσπίτιτουςκαιτουςείχεφέρειέναπιάτομεσπιτικάκουλουράκιακιέναμπουκέτοτριαντάφυλλααπότονόμορφοκήποτης.Απότότεείχεσταθείβράχοςακλόνητοςστοπλευρότης.Τηςέκανεταψώνια,όποτεδενμπορούσεναβγειέξωήτηςκρατούσετομωρό,έτοιμηπάνταν’ακούσειταπροβλήματάτηςμεταπαιδιάκαινατηςδώσεισυμβουλέςήνατηβοηθήσειόπωςκαιόποτεμπορούσε.

ΗΣάντσαένιωθεπολύτυχερήπουείχετόσοκαλήγειτόνισσα,αλλάκιεκείνημετησειράτηςείχεσταθείστοπλευρότηςΜάρθας,ότανείχεπροβλήματα.Τότεπουοσύζυγόςτης,οΤζίμι,οκαθηγητής,τοείχεσκάσειμεμιαδεκαοχτά-χρονηφοιτήτριάτουαπότοκολέγιο,όπουδίδασκε.Είχεγίνειμεγάλοσκάνδαλοκαιοιτοπικέςεφημερίδεςέγραφανσυνεχώςγι’αυτήτηνιστορία.ΟιρεπόρτερδενάφηνανσεησυχίατηΜάρθα.Ήτανσυνεχώςστημένοιέξωαπότοσπίτιτης,τηςέκανανερωτήσειςαπότοθυροτηλέφωνοκαι,όποτεέβγαινεέξω,τηςέκανανεπίθεσηοιφωτογράφοι.

ΏσπουέναβράδυηΣάντσατηνέβαλεκρυφάστοσπίτιτηςκαιτηφιλοξένησεστονξενώνα,μέχρινακαταλαγιάσειοθόρυβος.Ηφιλίατουςείχεαρχίσειουσιαστικάεκείνεςτιςμέρες.ΗΣάντσαήτανομόνοςάνθρωποςστονοποίοηΜάρθαένιωθεότιμπορούσεναμιλάειελεύθερακαιποτέωςτώραδενείχεπροδώσειτηνεμπιστοσύνητης.

Επομένωςτώραμπορούσεκιεκείνηνατηνεμπιστευτεί.«Ηαλήθειαείναιότιείμαιλίγοαναστατωμένη»,άρχισεμετάαπόμικρόδισταγμό.«Χτεςέλαβαένα...ανώνυμογράμμα».

ΗΜάρθαέκανεέναμορφασμόαηδίας.«Ανώνυμογράμμα;Πέτατοστηφωτιάκαιξέχασέτο,Σάντσα.Μόνοανώμαλοιταγράφουναυτά».

«Τοξέρω»,είπεεκείνημεπικρία.«Ωστόσο,νομίζωότιαυτόέλεγετηναλήθεια...'ΕλεγεότιοΜαρκέχειφιλενάδα».

«Αχ...όχι...»ΗΜάρθατηνκοίταξεστενοχωρημένη.«Δεντοπιστεύω.ΟΜαρκσ’αγαπάει!Σάντσα,μηδίνειςσημασία...»

«Δεθαέδινα...Δενείχαυποπτευθείτίποτα...αλλάφοβάμαιότι...»Ηφωνήτηςράγισεκαισταμάτησε,έχονταςταμάτιατηςκαρφωμέναστηΦλόρα,ηοποίακουνιότανακόμαρυθμικάκαισιγοτραγουδούσε.

«Είναιαλήθεια»,συνέχισεβραχνά.«Τογράμμαέγραφεότιχτεςτοβράδυθαέβγαινεμετηγραμματέατου.Εκείνοςμουείχεπειότιθαπήγαινεναφάειμετοαφεντικότου,αλλάτηλεφώνησαστοδιαμέρισμάτηςκαιτονβρήκαεκεί.Ακόυσατηφωνήτου».Ηφωνήτηςάρχισενατρέμει.«Τουςείχαδεικιεγώμαζίνωρίτερα...στοκέντροτηςπόλης,καθώςέμπαινανσ’έναεστιατόριο.Αυτήδεντηνείχαξαναδεί,ωστόσο,είμαιβέβαιηότιήτανηλεγάμενη.ΟΜαρκτηνκρατούσεαπότημέση.Αχ,Μάρθα,είναιτόσονέα...όμορφηκαιξανθιά...Θαείναιδεκαπέντεχρόνιανεότερήτου.Μόλιςτηνείδα,αρρώστησα.Φορούσευπέροχαρούχακαιείχεένακορμίαπ’αυτάπουξετρελαίνουντουςάντρες».

ΗΜάρθατηνάκουγεσυνοφρυωμένη.«Αχ,Σάντσα...δενξέρειςπόσολυπάμαι...ΡώτησεςτονΜαρκ;Τισουείπε;»

«Δεμουδόθηκεηευκαιρία...Χτεςγύρισεπερασμέναμεσά-νύχτακαισήμερατοπρωίέφυγεπρινξυπνήσω.Μεταπαιδιάσυνεχώςμπροστάείναιδύσκολοναμιλήσουμεούτωςήάλλως.Θαπρέπειναπεριμένω,ώσπουνακοιμηθούντοβράδυ».

ΗΜάρθασυγκατένευσε.«Α,δενπρέπεινασυζητήσετεμεταπαιδιάδίπλα».

ΗΣάντσαέβγαλεέναναναστεναγμό.«ΚαισήμεραείναιΠαρασκευή.Ανδενμπορέσωνατουμιλήσωαπόψε,αύριοταπαιδιάθαβρίσκονταιστοσπίτιόλητημέρα...καιτηνΚυριακήφυσικά.Δεθαμπορέσουμεναμείνουμεκαθόλουμόνοι».

«Τιθα’λεγεςναπήγαινααύριοκαιτατρίαπαιδιάστοζωολογικόκήπο;»

ΗΣάντσαπήρεμιαβαθιάανάσα.«Αχ,Μάρθα...θαταπας;»

ΗΜάρθαχαμογέλασε.«Πολύευχαρίστως.Μπορούμεμάλισταναφάμεέξωκαιναταφέρωπίσω,μόλιςβραδιά-σει.Οκαιρόςείναιτόσοωραίος,πουθαείναιθαύμα.Εγώάλλωστεπάντααπολαμβάνωτησυντροφιάτους».ΈριξεμιαματιάστηΦλόρακαιμετάχαμήλωσετηφωνήτης.«Σάντσα,μηναφήσειςναδιαλυθείογάμοςσου,χωρίςναπαλέψεις.ΜακάριναμηνείχαβιαστείκιεγώτόσοπολύναχωρίσωμετονΤζίμι.Πούξέρεις;Μπορείναείχεγυρίσειπίσω,ότανταχάλασεμ’εκείνοτοκορίτσι.Ήτανμιατρέλαπεραστική.Οάνθρωποςέχασετομυαλότου,αλλάησχέσητουςδενκράτησεούτεχρόνο.Ήμουνόμωςτόσοπληγωμένηκαιθυμωμένη,πουέβαλααμέσωςμπροστάτοδιαζύγιο...απόεγωισμό....επειδήόλοςοκόσμοςήξερεότιμεπαράτησεγιαμιαμικρούλα.Ήθελανατονεκδικηθώ.Τώραόμωςτοέχωμετανιώσει».

ΗΣάντσατηνκοίταξεσυμπονετικά,αλλάκαιγεμάτηανησυχία.Γιατίηζωήείναιτόσοπερίπλοκη,τόσοφορτωμένημεπροβλήματα;αναρωτήθηκε.Ήτανσανναβάδιζεςπάνωσετσόφλιααπόαβγά,πουταακούςνασπάνεμεκάθεβήμαπουκάνεις.Αςήτανναμπορείςναδειςμπροστάκαιναπροβλέπειςτιςσυνέπειεςτωνεπιλογώνσου!

«Μηνκάνειςτοίδιολάθος»,συνέχισεηΜάρθαμαλακά.«Θαέδιναταπάνταγιαναμπορούσαναξαναρχίσωαπότηναρχή,ναπρόσφεραστονΤζίμιάλλημιαευκαιρία,αλλά

ΕρωταςΚαιΔυσπιστία^43

είναιπολύαργάπια.Μουέγραψεκάναδυοφορέςεκλιπαρώνταςμενασυναντηθούμεκαιναταπούμε,αλλάεγώτουέγραψαέναπολύπικρόγράμμακαιτονέστειλαστοδιάβολο.ΕκείνοςμετανάστευσεστηνΑυστραλίακιαπότότεούτετονέχωδειούτετονέχωακούσει.ΑναγαπάςτονΜαρκ,μηβιαστείςνα

πάρειςαποφάσεις.Ό,τικιανγίνει,εσύναπεριμένεις...καιμησκεφτείςγιαδιαζύγιο,ανδεβεβαιωθείςότιογάμοςσαςέχειτελειώσειοριστικά».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ3

ΤελικάοΜαρκγύρισεστοσπίτιτοβράδυμετάτιςοχτώ.ΤαπαιδιάήτανόλαστακρεβάτιατουςκαικοιμούντανκαιηΣάντσαβρισκότανστοκαθιστικό,κουλουριασμένηστοχαλίμπροστάστηνηλεκτρικήσόμπακαισκεφτόταν.Τοχειμώναάναβετοκαλοριφέρ,αλλάόχικαιτώρα,Μάημήνα,πουηθερμοκρασίαανέβαινεσυνεχώς.Άλλωστεσελίγεςβοομάδεςθαείχανκαλοκαίρι.Ησημερινήμέραήταναρκετάζεστή,αλλάτηνύχταείχεψύχρα.ΗΣάντσαβέβαια,μετηνπροοπτικήότιθαμιλούσεστονΜαρκ,ότανθαεπέστρεφεστοσπίτι,ήτανπαγωμένηκαικρύωνεόλητημέρακαιόσοέβλεπεότιεκείνοςδενέλεγεναέρθει,τηνείχεπιάσειτρεμούλα.

Ότανκάθισεκάτωμ'έναφλιτζάνικαφέ,αφούείχετσιμπήσειμόνολίγηαπότησαλάταπουθασυνόδευετοψητόκοτόπουλοπουείχεμαγειρέψειγιατονΜαρκ,έξωείχεακόμαφως.Σιγάσιγάόμωςάρχισεναβραδιάζεικαιτώρατοδωμάτιοήτανσκοτεινόστασημείαπουδενέφτανεηκόκκινηλάμψητηςφωτιάς.

Ότανάκουσετοαυτοκίνητο,ίσιωσετοκορμίτης.ΟΜαρκμπήκεστογκαράζ,έκλεισετιςπόρτεςκαιμετάχρησιμοποίησετοκλειδίτουγιαναμπειαπότηνείσοδο.Ηπόρταάνοιξεκιέκλεισε.Τονάκουσεπουέβγαλετοπαλτότουκαιτοκρέμασεκαιύστεραπουμπήκεστοσαλόνι.

«Γιατίκάθεσαιστασκοτεινά;»τηρώτησεκαιάναψεαμέσωςτοφως.

46CHARLOTTELAMB

«ΓιατΓδεμεειδοποίησεςότιθααργούσεςπάλιαπόψε;»τονρώτησεμετησειράτηςεκείνη,χωρίςναγυρίσεινατονκοιτάξει;

«Συγνώμη.Επρόκειτοναφύγωτηνκανονικήμουώρα,αλλάκάτισυνέβηστηνοικοδομήτηςοδούΜπέιλιΚρος...χάλασεέναςεκσκαφέαςκαιτραυματίστηκανδυοάνθρωποι.Έπρεπεναπάωναδωτιέγινεγιανακάνωγραπτήαναφορά».

«Μπορούσεςόμωςναμουτηλεφωνήσεις!»

«Νόμιζαότιδεθαέκαναπαραπάνωαπόμισήώρα,αλλάταπράγματαήτανχειρότερααπ’ό,τιπερίμενα.Κιέτσιάργησα».

«Μααφούέχειςκινητότηλέφωνοστοαμάξισου!»

«Ναι,αλλά...»

«Αλλάδεσκέφτηκεςκαθόλουναμουτηλεφωνήσεις!Αυτέςτιςμέρεςείμαιητελευταίαπουαπασχολείτησκέψησου,έτσιδενείναι;»

ΗΣάντσαείχεσηκωθείκαιτονκοιτούσεεπιτιμητικάκαιμεπικρία,χωρίςόμωςναξεχνάειότιέπρεπεναμιλάεισιγάγιαναμηνξυπνήσειταπαιδιάτης.

Εκείνοςκοκκίνισεελαφρά.Φαινότανπολύσφιγμένοςκιεκείνη,σανανόητηπουήταν,σκέφτηκεότιακόμαδενείχεπροσέξειτοκαινούριοτηςχτένισμα,ούτεότιφορούσετοκαινούριοπράσινοφόρεμααντίτοσυνηθισμένοτηςμπλουτζίν.Αλλάπότετηνείχεπροσέξειγιανατηνπροσέξειτώρα;

«Σουζήτησασυγνώμη!»μουρμούρισεοΜαρκ.«Ανείχαχρόνο,θασουείχατηλεφωνήσει.Μόλιςόμωςέφτασαεκεί,είδαότιγινότανχαμός.Οεκσκαφέαςείχεχτυπήσειένααυτοκίνητο,τοοποίοείχεπάρειφωτιάκαιείχεσπάσεικαιοκεντρικόςαγωγόςτουνερού.Οέναςαπότουςτραυματίεςήτανοεπιστάτηςτηςοικοδομήςκαιοιάλλοιέτρεχανπανικόβλητοιεδώκιεκεί,μηξέρονταςτινακάνουν...Οιπυροσβέστεςήρθανεκείνητηστιγμήκαιεπικρατούσεχάος.Παραδέχομαιότιδεσκέφτηκακαθόλουνασουτηλεφωνήσωγιανασουπωότιθααργήσω,αλλάσετέτοιουείδουςκαταστάσειςλειτουργείςσαναυτόματοκαιξεχνάςτιςασήμαντεςλεπτομέρειες».

«Α,ευχαριστώπολύ!»είπεηΣάντσαθυμωμένη.«Ώστεαυτόείμαιγιασένα...μιαασήμαντηλεπτομέρεια!»

ΟΜαρκκάτιμουρμούρισεμέσααπ’ταδόντιατουκαι

ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ47

έσφιξεταχέριατουγροθιές.«Δεμουλες,τιέχειςπάθειτελευταία;»

ΗΣάντσαόμωςείχεθυμώσειτόσοπολύ,πουγύρισεαπότομαπίσωκαισήκωσεαπότοπάτωματοανώνυμογράμμα,τοοποίοδιάβαζενωρίτεραστοφωςτηςφωτιάςκαιτοείχεαφήσειδίπλαστοάδειοτηςφλιτζάνι.

ΤοέτεινεστονΜαρκ,οοποίοςτοπήρεκατσουφιάζοντας.«Τιείναιαυτό;»

Ηφωνήτηςέτρεμεελαφρά.«Διάβασέτοκαιθαμάθεις».

ΟΜαρκξεδίπλωσετοελαφράτσαλακωμένοχαρτίπουεκείνηείχεχωμένοστηντσέπητηςόλητηνημέρα.Τονπαρατηρούσεπουτοδιάβαζεκαιείδετοσοκστηνέκφρασήτου,τοσφίξιμοτωνχαρακτηριστικώντου,τηνέντασηστοπιγούνικαιστοστόματουκαιτοελαφρόστένεματωνγκρίζωντουματιών.

«Θεέμου!»μουρμούρισεκαιτηνκοίταξεαυστηρά.«Μετοταχυδρομείοήρθε;Πούείναιοφάκελος;»

«Τονπέταξα».

Τηςέριξεμιαοργισμένηματιά.«Γιατ’όνοματουΘεού...γιατίτοέκανεςαυτό;»

«Δενξέρω...Ίσωςεπειδή...»Ξαφνικάτηςήρθενατονχτυπήσει.«Σταμάταναμουκάνειςπαρατηρήσεις,εντάξει;Συνήθωςπετάωόλουςτουςφακέλους...Γιατίναμηντουςπετάωάλλωστε;»

«Μαδενκαταλαβαίνεις;Αυτόςοφάκελοςμπορείναείχεκάποιοστοιχείοπουθαμαςβοηθούσεναμάθουμεποιοςτοέστειλε!»

«Τοσκέφτηκακιεγώ.Ματέλοςπάντωνγιαηλίθιαμεπερνάς;Οφάκελοςήτανδακτυλογραφημένος.Καιδενείχεαποστολέα».

«Σφραγίδαδενείχε;»

ΗΣάντσαέγινεέξαλλη.«Τοποιοςτοέστειλεδενέχεικαιτόσησημασία...τοθέμαείναι...λέειαλήθεια;»

ΟΜαρκτσαλάκωσετογράμμακαιτοπέταξεστηνάλληάκρητουδωματίου.Ύστεραπέρασετοχέριπάνωαπότοπρόσωπότου,σανναήθελενασβήσειαντιδράσειςπουθαμπορούσαννατονπροδώσουν.

«Σουέκαναμιααπλήερώτηση,Μαρκ»,είπεηΣάντσαμελαγχολικά.«Είναιαλήθειααυτόπουέγραφετογράμμαή

δενείναι;Έχειςσχέσημετηγραμματέασουήόχι;Μηνπροσπαθείςνασκεφτείςτιθαμουπεις...απλάπεςμουτηναλήθεια».

Εκείνοςτηςέστρεψετηνπλάτηκαιάρχισεναβαδίζειμέσαστοδωμάτιομετοκεφάλισκυφτόκαιταχέριαχωμέναστιςτσέπεςτου.ΗΣάντσαπερίμενεκαι,παρατηρώνταςτηνπλάτητουκάτωαπότοσακάκι,θυμήθηκετοσώματουγυμνό,όπωςτοείχεδειτηνπροηγούμενηνύχτα.Θυμήθηκεπώςέκαιγετοκορμίτηςεκείνεςτιςστιγμέςκαιτιςώρεςτηςαγρύπνιαςπουακολούθησαν,επειδήφλεγόταναπότονπόθοκαιτηθλίψη.Τονίδιοακριβώςπόνοένιωθεκαιτώρα,αλλάπροσπαθούσενατονδαμάσει,επειδήήξερε,ήτανβέβαιη,ότιοικατηγορίεςήταναληθινές.Ανήτανψέματα,οΜαρκθαείχεαντιδράσειδιαφορετικά...Θαείχεβάλειταγέλιαήθαείχεθυμώσεικαιφυσικάκάτιθατηςέλεγε,αντίνατηςγυρίσειτηνπλάτηκαιναβυθιστείστησιωπή,ανίκανοςνατηνκοιτάξει.

«Γιατί,Μαρκ;Γιατί;»τουφώναξεκιεκείνοςγύρισεαπότομακαιτηνκοίταξεμετοπρόσωπότουξαναμμένοκαιταμάτιατουναγυαλίζουνσαντονπάγο.

«Γιατί;»επανέλαβεεκείνος.«Γιατί;»Καιξαφνικάγέλασε...μ’έναγέλιοβραχνόκαιθυμωμένο,πουτηνέκανενατιναχτείπίσω,σαννατηνείχεχτυπήσει.«Δενξέρειςγιατί;Ανείναιαλήθειαόλ’αυτά,είναιεπειδήδεδίνειςδεκάραγιαμένα.Ώρεςώρεςμάλιστααναρωτιέμαιανενδιαφέρθηκεςποτέπραγματικά».

«Πώςτολεςαυτό;Αφούξέρειςότι...»ψιθύρισεηΣάντσα,αλλάσταμάτησεγιατίπνιγόταν.

«Αυτόπουξέρωείναιότισουήμουναπαραίτητοςγιαναφτιάξειςτηζωήπουήθελες!Χρειαζόσουνένανάντραγιανασουδώσειπαιδιάκιένασπίτι...καιτώραπουτααπέκτησες,δεμ’έχειςπιαανάγκη.Είμαιπεριττός,εκτόςβέβαιααπόταχρήματαπουφέρνωγιαναπληρώνονταιόλ’αυτά!»Έδειξενευριασμένοςτοδωμάτιομετοπαχύχαλίκαιταάνεταέπιπλα.«Ταλεφτάμουσουεπιτρέπουννακάνειςμιαάνετηζωήμαζίμεταπαιδιά,έτσιδενείναι;Τικρίμαπουείσαιυποχρεωμένηναανέχεσαικιεμέναμαζί».

ΗΣάντσαόϊνοιξετοστόματηςγιανατουπειότιδενήταναλήθειααυτάπουέλεγε,ότιτοναγαπούσεκαιτώρακαι

ι

πάντα,αλλάεκείνοςγύρισεαπότομακαιτηνκοίταξεμ'έναύφοςσαννατημισούσε.

«ΜουτοέδειξεςκαθαράότιΘαπροτιμούσεςναεξαφανιζόμουναπόπροσώπουγης.Τώρατελευταίαδεμεκοιτάζειςκαν,ούτεμουμιλάς...όσογιατονέρωτα...Ξέρειςαπόπότεέχουμενακοιμηθούμεμαζί;Θυμάσαικαθόλου;Έλα,σκέψουλίγο.ΑπότότεπουγεννήθηκεηΦλόραπόσεςφορέςέχουμεκάνειέρωτα;»

Ηέκρηξήτουτηςείχεφέρειτέτοιανευρικότητα,ώστε,ότανεκείνοςέκανεέναβήμαπροςτομέροςτης,

τραβήχτηκεπίσω.

ΟΜαρκσταμάτησεκαιτηνκοίταξεμεμάτιαπουπετού-σανφωτιές.«Α,μηνανησυχείς,δενπρόκειταινασεβιάσω!Έχωακόμααρκετόαυτοσεβασμόγιαναεπιβάλωτονεαυτόμουσεμιαγυναίκαπουδεμεθέλει!ΓΓαυτόδενήρθαούτεμιαφοράστοκρεβάτισουόλουςαυτούςτουςμήνες,παρ’όλοπουοιφορέςπουκοιμηθήκαμεμαζίμέσασ’αυτότοχρόνομετριούνταισταδάχτυλατουενόςχεριού!Αυτόδελέγεταιγάμος,Σάντσα.Ζούμεαπλώςκάτωαπότηνίδιαστέγη.Σουδηλώνω,λοιπόν,ότιέχωβαρεθεί.Έχωβαρεθείναμεαγνοείςκαιν’αδιαφορείςγιαμένα».

Δάκρυαξεπήδησαναπόταμάτιατης.«Μαρκ!Πώςμπορείςκαιταλεςαυτά;Ποτέδεναδιαφόρησαγιασένα!»

«Πάντωςεγώένιωθαβαρύψύχος,όποτεεπιχειρούσαναέρθωστοκρεβάτισουκιεσύέκανεςότικοιμόσουνήέλεγεςότιήσουνπολύκουρασμένη»,τηςείπεμέσααπ’ταδόντιατου.

«Δενυποκρινόμουν,Μαρκ.Πάνταείμαικουρασμένητηνύχτα...Τοναφροντίζειςτρίαπαιδιάκιέναολόκληροσπίτιδενείναιακριβώςπικνίκ!»τουαποκρίθηκεθυμωμένη,αλλάμετάμαλάκωσεκαιτουέτεινεικετευτικάτοχέρι.«Μαρκ,ανσεπλήγωσαάθελάμου,λυπάμαι...Ποτέόμωςδεμουπέρασεαπ’τομυαλόότινόμιζεςπωςείχαπάψεινασ’αγαπώ.Γιατίόμωςδεμουείπεςποτέτίποτα;Γιατίδεμουείπεςκάτι;»

«Δηλαδή,τιπερίμενες;Ναπέσωσταγόνατατηςίδιαςμουτηςγυναίκαςγιανατηνκάνωναμεπροσέξει;»φώναξεεκείνος.«Έχωκιεγώπερηφάνια,ξέρεις!Αφούόμωςδεμεθέλειςπια,τισεπειράζειανέχωβρεικάποιαάλλη;»

Ηομολογίατουήτανσανμαχαιριάστηνκαρδιάτης.Ο

50CharlotteLamb

Μαρκτηνκοιτούσεμεμάτιααγριεμένα,περιμένονταςτιςαντιδράσειςτηςκιέτσικατάπιετηνοργήκαιτονπόνοτηςκαι,ότανμπόρεσεναξαναβρείτηφωνήτης,τονρώτησε:«Τηναγαπάς;»

Τοπρόσωπότουσφίχτηκεακόμαπερισσότερο.«ΔεσυζητάωμαζίσουγιατηΖακί!»τηςείπεδηκτικά.«Τώραμιλάμεγιασένα,Σάντσα...γιασένακαιγιαμένακαιόχιγιατηΖακί.Ανογάμοςμαςήταναληθινόςταδυοτελευταίαχρόνια,θαήξερεςακριβώςτικάνωκαιδεθαπερίμενεςναμάθειςγιαμένααπόανώνυμαγράμματα.Αλλάτώραπιαδεσυζητάμεποτέεμείςοιδυο,έτσιδενείναι;Ανπροσπαθήσωποτένασουμιλήσω,δενακούς,γιατίείσαιπολύαπασχολημένημεταπαιδιάσου!»

«Είναικαιδικάσουπαιδιά!»τοναντέκρουσεμεθυμό.

Εκείνοςσυγκατένευσε,παραμερίζονταςανυπόμοναμιατούφαμαλλιάαπότοπρόσωπότου.«Ναικαιτααγαπώ,αλλάδενείμαιπαθιασμένοςμαζίτους.Στηζωήμουυπάρχειχώροςκαιγιαάλλαπράγματα.Εσύόμωςμουέδειξεςξεκάθαραότιταπαιδιάθαέρχονταιπάνταπρώταστηζωήσουκαιότιπέρααπ’αυτάδεσ'ενδιαφέρειτίποτ'άλλο.Σίγουραόχιεγώ».

ΗΣάντσατονκοίταξεσανναμηνπίστευεσταμάτιατης.Ζήλευεταπαιδιά;Ταπαιδιάτου;«Μα...αυτάπρέπειναέχουντηνπρωτοκαθεδρίαστηζωήμας,Μαρκ!Είναιτόσομικράακόμα!Μεχρειάζονταιείκοσιτέσσεριςώρεςτοεικοσιτετράωρο.Όλητημέραείμαιόρθιακαιτρέχωξοπίσωτους.ΗΦλόρα

ιδιαίτεραξέρειςπόσοαπαιτητικήείναι!Ώσπουναέρθειςεσύστοσπίτι,είμαιπτώμακαιτομόνοπουθέλωείναιναπέσωστοκρεβάτιμουκαιναξεραθώ».

«Κάθεβράδυ,Σάντσα;Κάθεβράδυ,πουναπάρεικαινασηκώσει;»

Οσκληρόςτόνοςτουτηςέφερερίγος.Πήγεκοντάτουκαιάγγιξετονώμοτου,αλλάεκείνοςτραβήχτηκεαπότομαμακριά.

«Μαρκ,σεπαρακαλώ...»τουείπεικετευτικά.«Δεθαείναιέτσιγιαπάντα!Μόνοτώραπουείναιακόμαμικράκαιμεχρειάζονταιόλητηνώρα».

«Καιπόσοκαιρόθασυνεχιστείαυτό;Πόσοκαιρόακόμα,Σάντσα;Έναχρόνο;Δύο;Έξι;Δέκα;Πόσοπρέπειναπερί-

μένωακόμα,ώσπουνααποφασίσειςναθυμηθείςότιυπάρχωκιεγώ;»

Ηερώτησήτουήτανρητορική.Δενπερίμενεασφαλώςαπάντηση,ανκαιταμάτιατουεξερευνούσαντοπρόσωπότηςμετέτοιααγριάδα,πουήτανσαννατηχαστούκιζε.

«Όχι,Μαρκ,ασφαλώςόχι!Τώρακαταλαβαίνω...τώρασυνειδητοποίησα...Μαρκ,ειλικρινάούτεείχαυποψιαστείότιένιωθεςέτσι...»άρχισεεκείνηβραχνά,αλλάτηδιέκοψεμεφωνήθυμωμένηκαισκληρή.

«Τοξέρω!Αφούόλουςαυτούςτουςμήνεςδεμεπρόσεχεςκαν.Γιατί,ανμεπρόσεχες,θαείχεςκαταλάβειότιείχαπροβλήματακαιότιχρειαζόμουνβοήθεια...τηδικήσουβοήθειακαιτηνυποστήριξη».

ΗΣάντσαταέχασε.«Τιεννοείς...είχεςπροβλήματα;Τιπροβλήματαδηλαδή;»

Τοστόματουστράβωσεσαρκαστικά.«Μηνκάνειςότιενδιαφέρεσαιξαφνικά!Είναιαργάπιαγιαναμουκάνειςότισυμπάσχεις».

Τιήταναυτάπουέλεγε;ΗΣάντσατονκοίταξεκαλάκαλά,προσπαθώνταςναμαντέψειτιτουσυνέβαινε,τιήταναυτόπουδενείχεπροσέξει,πέρααπότηνυποψίαότιταείχεμεάλληγυναίκα.Τογυναικείοτηςένστικτοέσπευσεναβγάλεισυμπεράσματα.Ανέβλεπεκάποιοαπόταπαιδιάτηςκακόκεφοκαιμεπαράξενησυμπεριφορά,θασκεφτόταναμέσωςότιήτανάρρωστο...

«Είσαιάρρωστος;»τονρώτησεανήσυχη,προσπαθώνταςναβρεικάποιοσημάδι.Ηαλήθειαήτανότιποτέτουδενήταντόσοαδύνατος.Είχεχάσειβάροςτελευταία;Πάντωςτοκοστούμιτουδενεφάρμοζετόσοτέλειαστοσώματουκαιηζώνητουήτανλίγοχαλαρή.

Έπρεπενατοκαταλάβει.Πώςήτανδυνατόνναμηνείχεπροσέξειτασημάδια;ΜήπωςείχεδίκιοτελικάοΜαρκ;Μήπωςτηνείχαναπορροφήσειτόσοπολύταπαιδιάτης,ώστεείχεξεχάσειτονάντρατης;Μααυτόςδεναρρώσταινεποτέ.

ΟΜαρκήτανπάντασεφόρμα.Βρισκότανσεδιαρκήκίνηση,ανεβοκατέβαινεστιςοικοδομές,μετέφερεακόμακαιξύλαήτούβλα,όποτευπήρχεανάγκηκαιγύμναζεπολύ

52CHARLOTTE1_ΑΜΒ

τουςμυςτου.Γενικάήτανέναςγερόςκαιδυνατόςάντραςπουδενείχεαρρωστήσειούτεμιαφοράστηζωήτου.

Τώραόμωςπουτονπρόσεχεκαλύτερα,είδεπόσοτραβηγμέναφαίνοντανταχαρακτηριστικάτου.Ταζυγωματικάτουείχανγίνειπιοέντονα,τοπιγούνιτουφαινότανσφιγμένο,σανναπονούσε,καιηγραμμήτουστόματόςτουσκληρή.Ακόμακαιηεπιδερμίδατουείχεθαμπώσεικαιείχεμιαχλομάδαπουεκείνηδενείχεξαναδείποτέ.Τιναείχεάραγε;

Ηφαντασίατηςάρχισεναοργιάζειμεαποτέλεσμαναβάλειό,τιχειρότεροστομυαλότης.Αχ,όχι,συλλογίστηκεχλομιάζονταςκαιηίδια.Θεέμου,σεπαρακαλώ,αςμηνέχεικαρκίνο.

«Όχι,δενέχωτίποτα»,τηςαπάντησε.«Σουφαίνομαιάρρωστος;Ήμουνπάνταγερόςοργανισμός.Ίσωςναέχωχάσειλίγοβάροςτώρατελευταία,αλλάαυτόσυνέβηεπειδήδενέχωπιαπολλήόρεξηκαιέχωστενοχώριες.Βιολογικάόμωςείμαιμιαχαρά».

Τοχρώμαεπανήλθεστοπρόσωπότηςκαιάρχισεναανασαίνειπιοάνετα.«Τιστενοχώριεςέχεις,Μαρκ;»τονρώτησεήρεμα.

Εκείνοςδίστασεστηναρχή,αλλάτελικάυποχώρησε.«Ναι,ίσωςθα’πρεπενασουταπωγιαναταξέρεις.Γιατίθαεπηρεάσουνκαιτηδικήσουζωή.Πρόκειταιγιατηνεταιρεία.Δεχόμαστεεπίθεση.ΟΓκρεΊντζερ...ΤονξέρειςτονΓκρεΊντζερ.ΕίναιαυτόςπουδιευθύνειτηνGRO,τημεγάληεταιρείακατασκευών,πουδιαφημίζουνόλητηνώραστηντηλεόραση».

ΗΣάντσακούνησεκαταφατικάτοκεφάλιτης.Κάτιθυμόταν.Μιλούσεγιατονπαχύπενηντάρη,μετοψεύτικοχαμόγελοκαιταμικράμάτια.«Ναι,τονθυμάμαι».

«ΟΓκρέιντζερ,λοιπόν,θέλειναεπεκταθείκιεμείςείμαστεμιααπότιςμικρότερεςεταιρείεςπουέχειβάλειστομάτι.Αγοράζειό,τιμετοχήμαςβρεινακυκλοφορείστηναγοράγιανααποκτήσειπροσβάσειςστηνεταιρεία.Είναικάμποσοςκαιρόςτώραπουκαταλάβαμετουςσκοπούςτουκαιαγωνιζόμαστενατονσταματήσουμε.ΓΓαυτόδούλευατόσοσυχνάωςαργάτοβράδυαυτέςτιςτελευταίεςεβδομάδες».

Τότεδεθαπρέπειναήτανόλεςτιςφορέςμ’αυτήν,συλλογίστηκεηΣάντσαανακουφισμένη.Δούλευεπράγματι.Δεντιςέλεγεψέματαόλεςτιςφορές.

«Καιτώρα;Έχουνβελτιωθείκαθόλουταπράγματα;»τονρώτησε.«Κερδίσατετελικά;»

Εκείνοςμόρφασε.«Μακάριναήτανέτσι,αλλάδυστυχώςακόμαδενξέρουμετίποτα.ΟΓκρεΊντζερέχειανακοινώσειότιπροσφέρειμετοχέςκαιοιμέτοχοίμαςθαπρέπειν’αποφασίσουνανθαδεχτούνμίαδικήτουμετοχήδίνονταςσαναντάλλαγμαδύοαπότιςδικέςμας».

«Είναικαλήπροσφοράαυτή;»ρώτησεηΣάντσακατσουφιάζοντας.Δενείχειδέατισήμαινανόλ’αυτά.Ευχήθηκεναείχεδείξειλίγοπερισσότεροενδιαφέρον,γιατίίσωςέτσιναείχεκαταλάβειτισκοτούρεςείχεοΜαρκστομυαλότου.

Εκείνοςανασήκωσετουςώμους.«Πάντωςείναιδελεαστικήπροσφοράγιατουςμετόχους.Ναι.Ηεταιρείατουείναιπολύμεγαλύτερηαπότηδικήμαςκαιπολύπιοπαλιά.ΦυσικάοΦρανκκιεγώετοιμάσαμεμιααντιπροσφορά,ηοποίαθακοινοποιηθείσεόλουςτουςμετόχουςτηνερχόμενηεβδομάδα.Μ’αυτήντουςυποσχόμαστεένακαλόμέρισμα,ανμείνουνμαζίμαςκαιτους

περιγράφουμεπολύρόδινοτομέλλον.Μετάαπόλίγεςμέρεςθαγίνεισυνάντησητωνμετόχωνκαιύστεραθαψηφίσουν...ταχυδρομικώς.Ωστόσο,ώσπουναμετρηθούνοιψήφοι,δενέχουμειδέατιμαςεπιφυλάσσειτομέλλον».

ΟύτεκαιηΣάντσαείχειδέα.Τονάκουγεμεμεγάληπρο-σοχή,γιατίόσασυνέβαινανστηνεταιρείατουτηνενδιέφερανάμεσα.Ηζωήτουςολόκληρηεξαρτιόταναπ’αυτό.Αχ,έπρεπεναείχεδείξειπερισσότεροενδιαφέρον.Γιατίταείχεαφήσειόλαπάνωτου;Γιατίδεντονέβαζενατηςμιλάειγιατηδουλειάτου;Παρ’όλοόμωςπουεπιφανειακάτομυαλότηςασχολιότανμ’αυτότοζήτημα,κατάβάθοςτηνέτρωγανταπροσωπικάτης,ταερωτήματάτηςγιακείνητηγυναίκα,γιατηνοποίαοΜαρκδενήθελενακουβεντιάσειμαζίτης.

Μ’εκείνημιλάειγιαμέναάραγε;αναρωτήθηκε.Συζητούνγιαμένα,ότανείναιξαπλωμένοιστοκρεβάτι;Τηςκάνειταπαράπονάτου;

Κάθεερώτημαήτανσανμιαμαχαιριάστηνκαρδιάτης.Ένιωθεσαννααιμορραγούσεεσωτερικά,βαδίζονταςπροςτοθάνατο.

Πόσοτημισούσεεκείνητηγυναίκα!Εκείνοτοξανθόκορίτσιπουήταντόσονεότεροαπ’αυτήν,πουδενείχεπεράσει

54CharlotteLamb

μήνεςολόκληρουςφουσκωμένησανμπαλόνιγιαναγεννήσειταπαιδιάτουΜαρκ,ούτεείχεσημάδιαστηνκοιλιάτης.Πουδενήταναναγκασμένηναξοδεύειώρεςολόκληρεςσταψώνια,στοπλύσιμο,στοκαθάρισμακαιστομαγείρεμαήναφοράειρούχαπουδεντηνπείραζεκαινακαταστραφούν,αντομωρόέκανεεμετόπάνωτηςήέχυνετοφρουτοχυμότου.

Ήτανάραγεσοβαρήησχέσητους;ΟΜαρκσκόπευενατηνπαρατήσεικάποτε;Αλλάπάνωαπ’όλαηαπάντησηπουήθελεηΣάντσαήτανστηνερώτησηπουοΜαρκείχεαποωύγει.Ήτανερωτευμένοςμ’αυτήτηνξανθιάκοπέλα;

ΒέβαιαηΖακίΦαράρθαγνώριζεόλαταεπαγγελματικάτουπροβλήματα.Δούλευεστογραφείοτουκαιασφαλώςεκείνοςθατηςέλεγεταπάντααπότηνπρώτηστιγμήπουείχεαρχίσειηκρίση.

«Γιατίδεμουταείχεςπεινωρίτεραόλ’αυτά;»ρώτησε,νιώθονταςτολαιμότηςνατσούζειαπότηζήλια.

«Πότενασουταέλεγα;»τηςαντιγύρισεμεκακία.«Πότεεξέφρασεςτηνεπιθυμίαναμιλήσειςμαζίμουήναμεακούσεις;Πότεέδειξεςενδιαφέρονγιατηδουλειάμου;Κάθεφοράπουγύριζαστοσπίτιήσ’έβρισκαμισοκοιμισμένηστοτραπέζιήξύπνια,αλλάμετάαπόλίγαλεπτάχασμουριόσουνκαιπήγαινεςγιαύπνο».

«Θαμπορούσεςνακάνειςμιαπροσπάθεια!Ποτέδεμουέκανεςτονπαραμικρόυπαινιγμόγιατιςστενοχώριεςσου».Απότηζήλιατακαστανάτηςμάτιαείχανγίνειμαύρα.«Προτιμούσεςόμωςναταλεςσ’εκείνητηνξανθιά,τηφιλενάδασου!»

«Αυτήτουλάχιστονμεάκουγε!»

«Ασφαλώς!'Οπότεέπεφτεμαζίσουστοκρεβάτι!Εκείσυζητάτεσυνήθωςγιατηδουλειά;Τονα

κοιμάταιμαζίσουείναικιαυτόμέροςτωνκαθηκόντωντης;»

ΟΜαρκέγινεκατακόκκινοςαπότοθυμό.Τηνάρπαξεαπότουςώμουςκαιτηντράνταξεσανπάνινηκούκλα.

«Γιαάκουσεεδώ,αγριόγατα!»

ΗΣάντσαείχεθυμώσειτόσοπολύ,πουτουέδωσεμιακλοτσιάστοναστράγαλο.Τονκλότσησεμετόσηδύναμη,πουτηςπόνεσετοδάχτυλοτουποδιούκιέβγαλεμιακραυγή.

ΚαιοΜαρκόμωςέβγαλεκραυγή.Τηνάφησεαπότομακιοπισθοχώρησε,πιάνονταςτοπόδιτου.

ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ55

«Θεέμου,τιπόνοςείν’αυτός!Παραλίγοναμουσπάσειςτοναστράγαλο!»

«Τότε,τηνεπόμενηφοράνατοσκεφτείςκαλά,πρινμουορμήσεις!»

ΟΜαρκτηνκοίταξεσαννατηνέβλεπεγιαπρώτηφορά,εξακολουθώνταςνατρίβειτοπόδιτου.Καιξαφνικάτοβλέμματουστάθηκεσταμαλλιάτης.

«Ταμαλλιάσουείναιδιαφορετικά...»μουρμούρισεαφηρη-μένα.«Πότεπήγεςκαιταέφτιαξες;»

«Α,ώστεταπρόσεξεςεπιτέλους!»είπεεκείνησαρκαστικά.«Ταέχωφτιάξειαπόμέρες.Αλλάμήπωςμεκοιτάζειςποτέ;Καιμετάλεςγιαμέναότισεκάνωνανιώθειςαόρατος!»

Ταγκρίζατουμάτιατηνκοίταξανερευνητικάαπότηνκορφήωςτανύχια.Παρατήρησετομεταξωτόφόρεμαπουτύλιγεαπαλάτοκορμίτηςκαιαναδείκνυετηθηλυκότητάτουπουόλουςαυτούςτουςμήνεςήτανκρυμμένηκάτωαπόταπαλιάμπλουτζίνκαιταφαρδιάπουκάμισα.

«Καιτοφόρεμα...»συνέχισεεκείνοςκατσουφιάζοντας.«Κιαυτόκαινούριοείναι,σωστά;»

«Ναι».Τηνέπιασεέξαψη,βλέποντάςτοννατηνκοιτάζειέτσι.Ακουγετουςσφυγμούςτηςναχτυπούνστολαιμό,στουςκαρπούςκαισ'όλοτηςτοκορμί.

Τοστόματουστράβωσεσαρδόνιακαιτηςέριξεένακοροϊδευτικόβλέμμα.«Γιατίόλ’αυτά,Σάντσα;»τηρώτησε.

Εκείνηκοκκίνισεακόμαπιοπολύκαιέστρεψεαλλούτοβλέμμα.

«Άσεμεναμαντέψω.Τογράμμαπότετοπήρες;»

«Πριναπόδυομέρες»,τουομολόγησεανίκανηνατονκοιτάξεισταμάτια.

«Πριναπόδυομέρες»,επανέλαβεεκείνοςσαρδόνια.«Κιέτσιέτρεξεςαμέσωςναφτιάξειςταμαλλιάσουκιαγόρασεςκαινούριαρούχαγιαν’αλλάξειςεικόνα...Αναρωτιέμαιόμωςγιατίταέκανεςόλ’αυτά.Μημουπειςότιείχεςβάλεισκοπόναμεαποπλανήσεις.Αυτόείχεςκατάνου,Σάντσα;»

«Όχι!»διαμαρτυρήθηκεεκείνη,ξέρονταςωστόσοότιέλεγεψέματα.Γιατίγιαποιοάλλολόγοτοείχε

κάνει;

Κιεκείνοςόμωςτοήξερεότιέλεγεψέματακαιγέλασεμ’έναντρόποπουτηνέκανενανιώσειφριχτάταπεινωμένη.

«Ψεύτρα!»*

56CharlotteLamb

Οχαδιάρικοςτόνοςτηςφωνήςτουτηςέφερεακόμαμεγαλύτερηαναστάτωση.ΕυχήθηκεναμηνείχεακολουθήσειτησυμβουλήτηςΖόι,γιατίέτσιείχεκάνειτονΜαρκτώρανατηνπεριφρονείκαινατηνκοροϊδεύει.

«Εμπρόςλοιπόν»,συνέχισεεκείνος.«Κάνετηνκίνησήσου,Σάντσα.Εδώείμαι...καιείμαστεμόνοι.Δείξεμου,λοιπόν,πόσοπολύμεθέλειςακόμα».

«Σταμάτα!»μουρμούρισεεκείνη,σκύβονταςτοκεφάλιγιανακρύψειταδάκρυάτης.Εκείνητηστιγμήτονμισούσε.

Έπρεπεναφύγειγιαναγλιτώσειαπότιςειρωνείεςτου.Χωρίςνατονκοιτάξεικαθόλου,βγήκετρέχονταςαπότοδωμάτιοκαιανέβηκετησκάλα,παλεύονταςνασυγκροτήσειτουςλυγμούςτης.Πώςμπορούσενατηςμιλάειέτσι;Πώςμπορούσενατηνκοιτάζειέτσι;Τόσοπολύτημισούσεπια;

Κάποτεήτανπολύερωτευμένοι...τονπρώτοχρόνοτουγάμουτους,πριναρχίσουννακαταφθάνουνταπαιδιά.Θυμήθηκετηνευτυχίαεκείνηςτηςεποχής,τότεπουβλέπο-ντάςτονκαιμόνοστηνάλληάκρητουδωματίου,ένιωθετοκορμίτηςναπάλλεταιαπόπόθοκαιχαρά...Τότεπουέβλεπεταίδιαακριβώςαισθήματανακαθρεφτίζονταισταγκρίζατουμάτια.Τότεπουδενήθελανκανένανκοντάτουςκαιλαχταρούσανναβρεθούνμόνοιγιαναεξερευνήσουνοέναςτονάλλονσωματικάκαιδιανοητικάκαιναανακαλύψουνταπάνταοέναςγιατονάλλο.

Τότεεκείνηπίστευεότιηάφιξητωνπαιδιώντουςθαέκανεακόμαπιοακλόνητοτοδεσμότους.Στηναρχήήτανβέβαιηγι’αυτό.Σιγάσιγάόμωςάλλαξανόλακαιδενμπορούσενακαταλάβειπότεείχεδημιουργηθείτοχάσμαανάμεσάτους.Τώραπουτοξανασκεφτόταν,έβλεπεότιείχεδημιουργηθείμέραμετημέρα,βδομάδατηβδομάδα.

Αχ,Μαρκ,πώςφτάσαμεωςεδώ;αναρωτήθηκε,περνώνταςτοκατώφλιτηςκρεβατοκάμαρας.

Πρινπρολάβεινακλείσειτελείωςηπόρτα,οΜαρκήτανπίσωτηςκαιτηνέσπρωχνεγιαναπεράσειμέσα.ΗΣάντσαδεφώναξεαπόφόβομήπωςξυπνήσειταπαιδιά.Οπισθοχώρησεθυμωμένηκαιτρομαγμένη,ψιθυρίζοντας:«Ασεμεήσυχη!Δεναντέχωάλλο.Ασεμεήσυχη».

«Απόψεόχι,Σάντσα»,τηςείπεμ’έναύφοςπουέκανετο

αίματηςναπαγώσειαπότονπανικόκαιτοστόματηςναξεραθεί,αλλάαπόένασυναίσθηματελείωςδιαφορετικό.

Δενήθελενααισθάνεταιέτσι,τώρατουλάχιστονπουεκείνοςείχεμπλέξειμεάλλη.Δενήθελεούτενατηναγγίξει,μέχρινασιγουρευτείότιεκείνηησχέσηείχετελειώσει.

ΆσχετααπότοτιπίστευεοΜαρκ,απόψεδενείχεσκοπόνατοναποπλανήσει.Είχεδεχτείβαρύχτύπημαστοναυτοσεβασμότης.Ότανανακαλύπτειςότιοάντραςσουέχειφιλενάδα,αρχίζειςνακοιτάζειςδιαφορετικάτονεαυτόσου.Κιεκείνηείχεκοιταχτείστονκαθρέφτηκαιείχεδειταχάλιατης,γι’αυτόείχεσπεύσειν’αλλάξειτηνεικόνατης...όχιμόνογιατονΜαρκ,αλλάκαιγιατονεαυτότης.

Τονκοίταξεδυστυχισμένη,μισώνταςτηνκυνικήλάμψητωνματιώντου.ΟΜαρκσυνήθιζεναλέειότιδενήτανπιαηκοπέλαπουείχεπαντρευτεί.Ε,λοιπόνούτεκιεκείνοςήτανοάντραςπουείχεπαντρευτείηΣάντσα.ΟδικόςτηςΜαρκποτέδεθατηςφερότανέτσι.

«Μαρκ,φύγεσεπαρακαλώ.Εσύμπορείνααστειεύεσαι,αλλάεγώδεντοβρίσκωκαθόλουαστείο».

«Δενπροσπαθούσανασεδιασκεδάσω»,τηςείπεβγάζονταςτηγραβάτατου.

Οισφυγμοίτηςχτυπούσανσαντρελοί.Τραβήχτηκεακόμαπιοπέρα.«Δεφαντάζομαιναπεριμένειςνακοιμηθώμαζίσουτώραπουέχειςσχέσημεάλληγυναίκα!»τουείπεσοκαρισμένη.«Φύγεαπόδω,Μαρκ!»

Εκείνοςξεκούμπωσετοπουκάμισότου.«Στοκρεβάτισουήστοδικόμου;»τηρώτησεμαλακά.

«Σταμάτα,είπα!»τουφώναξεευχαριστημένηπουηφωνήτηςήτανσταθερή,παρ’όλοπουτοκορμίτηςέτρεμεολόκληρο.

Μετοπουκάμισότουανοιχτό,κάθισεστηνάκρητουκρεβατιούτουκαιάρχισεναβγάζειταπαπούτσιατου.Τοέκανετόσοανέμελα,όπωςκάθεβράδυ,καιμόνοτότεηΣάντσακατάλαβεότιδεναστειευότανκιότιτοεννοούσεπραγματικά.Ήταναποφασισμένοςνατηνπιέσεικαιτηςερχότανναπεθάνει.Αυτόδεθαμπορούσενατοξεπεράσειποτέ.*

Έτρεξεπροςτηνπόρτα,αλλάοΜαρκπετάχτηκεαμέσωςπάνωκαιόρμησεπροςτομέροςτηςαθόρυβα,μετηνευλυ-

58CharlotteLamb

γισίαπάνθηρα.Οφόβοςαπλώθηκεστιςφλέβεςτης.Ήθελενατουξεφύγει,γιατίδενάντεχεστηνιδέαότιθατηναγγίξει,αλλάεκείνοςτηνάρπαξεκαιτηνέσυρεπροςτοκρεβάτι.

Ταμάτιατηςπλημμύρισαναπόοάκρυα.«Όχι,Μαρκ...Πάρεταχέριασουαπόπάνωμου...Μαπώςμπορείςναμουτοκάνειςαυτό;Δενπρόκειταινασεμοιραστώμετηφιλενάδασου!»

Τηνέσπρωξεστοκρεβάτικαι,γέρνονταςπάνωτης,τηνπίεσεμετοδυνατόκορμίτου,ώστεναμηνμπορείνασηκωθεί.Πόσοκαιρόείχενατοννιώσειέτσιαπόπάνωτης.

Έναηδονικόρίγοςσάρωσετοκορμίτης.Τώραπιαδενμπορούσενακάνειπίσω.Τονήθελε.Δενμπορούσεναυποκρίνεταιούτεστονίδιοτονεαυτότης,πόσομάλλονσ’εκείνον.

Έπρεπεόμως.Έπρεπενατονσταματήσει.Ανυπέκυπτεστηνκαυτή,στηνοδυνηρήεπιθυμίατηςσάρκας,θαέχανετελείωςτοναυτοσεβασμότης.ΟΜαρκόλ’αυτάταέκανεγιανατηνπληγώσεικαινατηνταπεινώσει...Τοήξερεότιήτανθυμωμένοςμαζίτης...Τηςτοείχεπειάλλωστεοίδιοςπριναπόλίγο.Ανλοιπόνέκανεέρωταμαζίτηςμετέτοιαδιάθεση,θαήτανγιανατηντιμωρήσεικαιμόνο.

Επομένωςδενέπρεπενατοναφήσει.

Έστρεψετοπρόσωπότηςκαιέσφιξεθυμωμένατουςμυςτουκορμιούτης.

«Ασεμεήσυχη,Μαρκ!»

Έκλεισετοπρόσωπότηςανάμεσαστιςπαλάμεςτουκαιτράβηξετοκεφάλιτηςπροςτοδικότου.Κοιτάχτηκανμιαστιγμήσταμάτια.Ταδικάτηςήτανορθάνοιχτακαισκοτεινιασμένααπότηνοργή,αλλάτουΜαρκήτανανεξιχνίαστα.

Ανοιξετοστόματηςνατουπειόσατηςέρχοντανστομυαλό,αλλάπρινπρολάβειν’αρθρώσειλέξη,τοστόματουκόλλησεάγριαστοδικότης.

Πόσοκαιρόέχειναμεφιλήσει;αναρωτήθηκεανήμπορηνασταματήσειταχείλητηςπουκινιούντανδιψασμένακάτωαπόταδικάτου.Πόσοκαιρό;

Πώςήτανδυνατόνναξεχάσειαυτήτησυγκλονιστικήευχαρίστηση;Γιατίήταντόσοηλίθιακαιείχεαφήσειναμπουνάλλοιανάμεσάτους;Γιατίδενείχεκαταλάβειότιτονέχανε;

ΜετάτηγέννησητηςΦλόραςήτανπαγωμένη,μουδιασμένηγιαμήνες.Δενήθελεούτενατηναγγίζουνούτενακάνειέρωταούτετίποτα.Αφηνετιςμέρεςνακυλούν,βουτηγμένηστηρουτίνα,μετησκέψητηςπάντακαρφωμένησταπράγματαπουείχενακάνει,στιςυποχρεώσειςτηςσανμητέρακαινοικοκυρά,ξεχνώνταςτελείωςτονΜαρκ...Επειδήδεντηςπερίσσευεούτεχρόνοςούτεενέργειαγι’αυτόν,είχεχάσειτοένστικτοτουπόθου.

Τώραοπάγοςείχεαρχίσειναραγίζει.Ταχέριατουκατέβηκαναπότοπρόσωπότηςκαιταακροδάχτυλάτουάγγιξανταστήθητης,κάνοντάςτην’αναστενάξειαπότονπόθο.Τοκορμίτηςαναδυόταναπότονπάγοπουτοκρατούσετόσοκαιρόαιχμάλωτο,καίγονταςοστόπάθοςκιεπιθυμία.Ωστόσο,δενμπορούσενατοναφήσεινατηςκάνειέρωτααπόψε.Δενέπρεπεναυποκύψειτώραπουεκείνοςκοιμότανμεάλληγυναίκα.Πρώταέπρεπεναπάρειτέλοςεκείνηησχέση.

Έπρεπενατονσταματήσει.Τώρα.Προτούναείναιπολύαργά.Προτούτηνπροδώσειτοηλίθιοκορμίτης.Ηεπιδερμίδατηςείχεπάρειφωτιά.Βαθιάμέσατηςπονούσεαπότηλαχτάρανατοννιώσεινατηςκάνειέρωτα,οδηγώνταςκαιτουςδυοτουςσταόριατηςτρέλας.

Αλλάδενμπορούσε.Δεθατονάφηνε.Όχιτώρατουλάχιστονπουτηνπρόδιδεμεμιαάλλη.

Σήκωσεαπότοματοκεφάλιτηςκαιτονέσπρωξεθυμωμένα.

«Όχι,Μαρκ!Δεθασ’αφήσω!»φώναξεδυνατά,έχονταςξεχάσειτελείωςταπαιδιάτηςπουκοιμούντανκιαμέσωςάκουσετηΦλόρανακλαψουρίζει.

Τέντωσετ’αυτιάτηςκαιαφουγκράστηκε.ΤοκλάματηςΦλόραςδυνάμωσε.

«Μανούλα...μανούλα...μανούλα...»

ΗΣάντσακατάλαβεαμέσως.Ηκορούλατηςέβλεπεπάλικάποιοκακόόνειρο,απόκείναπουδενμπορούσεούτεναπεριγράψειούτεναεξηγήσει.Οτιδήποτεμπορούσενατηςφέρειτηνύχταεφιάλτες...έναπαραμύθι,κάτιπουείχεδειστηντηλεόρασηήστονκήπο.ΗΦλόραήτανπάντα

γεμάτηενεργητικότητα,αλλάέτρεμεταέντομα.Όλα.Αράχνες,μέλισσες,κάμπιες...όλατηνέκανανναπαθαίνειυστερία.Τααδέρφιατηςτοέβρισκανπολύαστείοκαιόλοπήγαιναναθόρυβακοντάτηςκαιτηςέριχνανπότεκάποιααράχνη,

60CHARLOTTELAMB

πότεκάποιαμαλλιαρήκάμπιαστοφόρεμάτηςκαιξεκαρδίζοντανσταγέλια,όταντηνέβλεπαννατινάζεταικαιναουρλιάζει.

«Θαξυπνήσεικαιτουςάλλους.Πρέπειναπάωκοντάτης»,είπεηΣάντσα.«Ασεμενασηκωθώ,Μαρκ».

Ηφωνήτουήταντροχιάκαιθυμωμένη.«Αγνόησέτηνκαιμιαφορά!Τηνέχειςκακομάθεικαιξέρειότιαρκείναβγάλειμιαφωνήγιαναγίνειαμέσωςτοδικότης».

«Δενμπορώ...Αφούτοξέρειςότιδενμπορώ...Πρέπειναπάωκοντάτης...»ΗΣάντσαέσπρωξεδυνατάτουςώμουςτουκιεκείνοςέβγαλεέναθυμωμένομουγκρητόκαιέπεσεστοπλάι.Εκείνησηκώθηκεαμέσωςκαιέτρεξεστοδιπλανόδωμάτιο.

ΗΦλόραήτανόρθιαστηνκούνιατης,μετοκλαμένοπροσωπάκιτηςλουσμένοστοφωςτουφεγγαριούκιαμέσωςέτεινεταχεράκιατηςπροςτηΣάντσα.

«Μανούλα...»

ΗΣάντσατηνπήρεστηναγκαλιάτης,κάθισεστηνκουνιστήπολυθρόνακιάρχισενακουνιέταιμαζίτηςμπροςπίσω.ΗΦλόραέβαλετοδάχτυλοστοστόμακιαναστέναξενιώθονταςεπιτέλουςασφαλής.

ΗΣάντσαδεντηρώτησεγιατοόνειροπουείχεδει,αλλάσυνέχισενακουνιέταιμπροςπίσω,μουρμουρίζονταςένανανούρισμακαισιγάσιγάένιωσετοκορμάκιτουπαιδιούτηςναβαραίνει,καθώςτηντύλιγανκαιπάλιταπέπλατουΜορφέα.Πέντελεπτάαργότερατηνξανάβαλεστοκρεβα-τάκιτης,τησκέπασεκαιβγήκεαθόρυβααπότοδωμάτιο.

Τοδωμάτιότηςήτανάδειο,αλλάμεαναμμέναταφώτα.ΟΜαρκδεφαινότανπουθενά.Στάθηκεστηνπόρτακαιπρόσεξεότιταρούχατουδενήτανπιαεκεί.Είχεαποφασίσεινακοιμηθείπάλιστονξενώναήμήπωςείχεξανακατεβείκάτω;

Δαγκώνονταςστενοχωρημένηταχείλητης,προσπάθησενααποφασίσειτινακάνει.Μετάαπ’αυτόπουείχεσυμβείμεταξύτους,μήπωςέπρεπεναπεριμένεινατουμιλήσειτοπρωί;

Ανπήγαινενατονβρειστονξενώνα,ίσωςεκείνοςνατοθεωρούσεσανκαινούριαπρόσκλησηκαιναξαναπροσπαθούσενακάνειέρωταμαζίτης.

Ανδενπήγαινεόμως,ίσωςναέφευγεπάλιπρωίπρωίγιανααποφυγειναμιλήσειμαζίτης.Μπορείναείχεαποπειραθείνατηναποδιοργανώσειμετονακάνε»έρωταμαζίτης,αλλάαυτότοπαιχνίδιδενεπρόκειτονατοκερδίοει.Έπρεπεναμιλήσουνγιατοδεσμότου.ΗΣάντσαείχεανάγκηναμάθει.

Μόλιςγύρισεγιαναπάεινατονβρει,άκουσετοαυτοκίνητότουναβγαίνειαπότογκαράζκαιπάγωσεολόκληρη.

Έτρεξεστοπαράθυροκαιμόλιςπουπρόλαβεναδειταφώτατουναχάνονταιστονορίζοντα.

Τηνέπιασεαπελπισία.Πούπήγαινετέτοιαώρα;Όχιότιδενήξερεβέβαια.Σ'αυτήνπήγαινε,πούαλλού;Στηνερωμένητου.Αφούδενείχεκαταφέρειναπείσειτηγυναίκατουνακοιμηθείμαζίτου,πήγαινετώραστηνάλλη.Μαζίτηςθαπερνούσετηνυπόλοιπηνύχτα.

Πώςμπορούσεόμως;ΗΣάντσαένιωσεξαφνικάναυτία.Έ-βαλετοχέριστοστόματης,έτρεξεστομπάνιοκιέκανεεμετό.

Ότανσυνήλθελίγο,έκανεέναντουςκαιπήγεστοκρεβάτιτης,ξέρονταςότιδενεπρόκειτονακοιμηθεί.ΤομυαλότηςδεθαέπαυενατηςδείχνειεικόνεςτουΜαρκστοκρεβάτιμετηνάλληγυναίκα...

Σταμάταπια,πρόσταξετονεαυτότης.Δεθέλωνατοσκέφτομαι.Δεθέλωναξέρωτίποτα.Πώςμπόρεσεναφύγει,ότανπριναπόλίγοάγγιζεεμένακαιμεφιλούσεμ’έναντρόποπουμ’έκανενα...

Ηθύμησητηςδικήςτηςασυγκράτητηςεπιθυμίαςτηνέκανεναντρέπεται.Τονμισούσε,επειδήτηνείχεκάνεινανιώσειέτσικαιύστεραείχετρέξειστοκρεβάτιτηςάλληςγυναίκας.

ΊσωςηΖόιναείχεδίκιοτελικά.Ίσωςτομόνοπράγμαπουμπορούσενακάνειτώραήταννατουζητήσειδιαζύγιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ4

ΤηνύχταηΣάντσακοιμήθηκεπάλιάσχημακαιτοπρωίσηκώθηκεπολύνωρίς.Βρήκετονξενώναάδειο.ΠουθενάίχνοςαπότονΜαρκ.ΗΦλόρακοιμότανμπρούμυτα,μετονποπότηςστοναέρα.ΗΣάντσατηνάφησεκαιπήγεστοδωμάτιοτωναγοριών.Μόλιςτράβηξετιςκουρτίνες,τοδωμάτιοπλημμύρισεφως.Τιειρωνείατηςτύχης,συλλογίστηκε.Μετηδιάθεσηπουείχεσήμερα,τοπρωινόθα’πρεπεναείναιγκρίζοκαιβροχερό.Ανήτανέτσι,όμως,ταπαιδιάδεθαμπορούσανναβγουνέξωμετηΜάρθακαιηίδιαείχεπολλήανάγκηναμείνειμόνη.

Έστρεψετηνπλάτητηςστοπαράθυροκαιείδετουςγιουςτηςναχασμουριούνταικαινατεντώνονταινωχελικάκάτωαπόταπαπλώματάτους.ΤαμάτιατουΤσάρλιάνοιξαναπότομακιαμέσωςανακάθισεστοκρεβάτιτουμεταμαλλιάανακατεμένακαιτοπρόσωποκόκκινοαπότονύπνο.

«Σήμεραέχουμεζωολογικόκήπο!Τιώραείναι,μαμά;Είναιώραναπηγαίνουμε;ΗθείαΜάρθαήρθε;Φέλιξ,ξύπνα...Σήμεραθαπάμεστοζωολογικόκήπο!»

ΟΤσάρλιπετάχτηκεαπότοκρεβάτικιέτρεξεστομπάνιογιαναπρολάβειναμπειπρώτος.Κάθεμέραγινότανμάχημετομεγαλύτεροαδερφότουγιατοποιοςθαέμπαινεπρώτοςστομπάνιο,γιατοποιοςθακαθότανπρώτοςστοτραπέζικαιποιοςθαέμπαινεπρώτοςστοαυτοκίνητοτου

πατέρατους.Καιοιδυοήθελανναείναιπρώτοισεόλα.Μεταξύτουςυπήρχεέναςσυνεχήςανταγωνισμός.

ΟΦέλιξξύπνησεκιαυτός,ανακάθισεστοκρεβάτιτουκαιαμέσωςμετάσηκώθηκεόρθιος.«Θαπάμεστοζωολογικόκήπο...στοζωολογικόκήπο...»άρχισενατραγουδάει.«Είμαικαγκουρόοοο...»

«Σσσ»,τουείπεηΣάντσα,ενώέβγαζεταρούχαπουθαφορούσαν.Εσώρουχα,κάλτσες,μπλουτζίν,καρόπουκάμισακαιελαφριάκαλοκαιρινάπουλόβεργιατηνπερίπτωσηπουθαέπιανεαργότεραψύχρα.«Θαξυπνήσειςτηναδερφήσου».

ΤηνίδιαστιγμήάκουσαντηφωνήτηςΦλόρας.«Σηκωθώ.Μαμά...σηκωθώ!Θέλωσηκωθώ!»φώναζεχοροπηδώνταςστηνκούνιατης.

Ηεπόμενημισήώραήτανχάος,όπωςγινότανσυνήθωςταπρωινά.ΗΣάντσαέκανεταπάνταόπωςσυνήθως.Έβαλετοκεφάλικάτωκαισυνέχισετιςδουλειέςτης,χωρίςν’αφήνειτονεαυτότηςνασκέφτεταιτίποτ’άλλο.Τααγόριαήταντόσοενθουσιασμένα,πουδεντέλειωσαντοπρωινότους,αλλάηΦλόραδενείχετέτοιουείδουςαναστολές.Κάθισεστοκαρεκλάκιτης,σπρώχνονταςευτυχισμένηταδημητριακάμέσαστοστόματηςκαιπαράλληλαπροσπαθούσεναφάεικαιτηνμπανάνατης.ΗΣάντσαπροτίμησεναμηνκοιτάζει.

ΗΜάρθακατέφθασετηνώραπουηΣάντσακαθάριζετοτραπέζι.Μεμάτιαλαμπερά,δείχνονταςενθουσιασμένηόσοκαιταπαιδιά,κοιτούσετηφίλητηςπουτουςέβαζεταπαλτάτους.

«Λοιπόν,ναείστεκαλάπαιδιάκαιναμηστενοχωρήσετετηθείαΜάρθα»,είπεηΣάντσασταπαιδιάτης.

Τααγόριατηνκοίταξανπεριφρονητικά.«Καιβέβαιαθαείμαστεκαλοί,μαμά!»

ΗΦλόρασυγκατένευσεκιεκείνη.«Καλόπαιδί»,υποσχέ-θηκε.«Καλόπαιδί.,θείαΜάτι».

ΗΣάντσαέφερεκαιτοκαροτσάκιτηςμικρής,γιατίήξερεότιδενμπορούσεναπερπατάειπολλήώρα.ΗΜάρθατοέβαλεπίσωστοαυτοκίνητότηςμαζίμ*ένακουτίχρωματιστάμολύβιακαιτρίαβιβλίαπαραμυθιώνγιανααπασχολήσειταπαιδιάστονκήπο,ότανθακουράζονταννατρέχουν.

ΗΣάντσαφίλησεταδυοαγόρια,ταβοήθησενακαθίσουνστιςθέσειςτουςκαικούμπωσετιςζώνεςτους.ΎστερατοποθέτησετοκαθισματάκιτηςΦλόραςστοπίσωμέρος,τηνέβαλεκιεκείνημέσακαικούμπωσετηζώνητης.Ημικρήτηναγκάλιασε.

«Αντίο,μανούλα...Αντίο...»

ΗΣάντσατηναγκάλιασεκιεκείνηκαιύστεραάφησεαπρόθυματοζεστόπαχουλόκορμάκιτης.ΗΦλόραμπορείναήτανκουραστική,αλλάήτανηανάσακαιηχαράτηςζωήςτης.

«Ναπεράσετεκαλάόλοισας»,είπεκλείνονταςτηνπόρτατουαυτοκινήτου.

ΗΦλόραέβγαλεμιαφωνήκαιταματάκιατηςγυάλισαναπόταδάκρυα.«Εφέλαντα,εφέλαντα...θέλωεφελαντάκιμου».

ΗΣάντσαέτρεξεστοσπίτινατηςτοφέρει.Τοβρήκεστοπάτωματηςκουζίνας,όπουτοείχερίξεινωρίτεραημικρή.

ΗΦλόρατοπήρεχαμογελαστήκαιτοέσφιξεστηναγκαλιάτης.ΗΣάντσαξανάκλεισετηνπόρτακαιστράφηκεμ'έναμορφασμόστηΜάρθα.

«Είσαισίγουρηότιθατακαταφέρειςκαιμετουςτρεις;»

«Ασφαλώς!Πάντωςεσύξέχασεακόμακιότιυπάρχουν,ώσπουνατουςξαναφέρωτοβράδυ».

ΗΣάντσααναστέναξε.«Σ’ευχαριστώ.Μεσώζεις.Δενξέρωπώςνασ’ευχαριστήσω...Αυτόπουκάνειςείναιπολύσπουδαίο.Ανόμωςείναιπολύάταχτοι,φέρ’τουςπίσω.Δεχρειάζεταινατουςκρατήσειςμετοζόριόλητηνημέρα».

«Μηνανησυχείςγιαμένα...ήγιαμας!Κιεγώθαπεράσωπολύωραία,τοξέρω»,είπεηφίλητηςμετόσοενθουσιασμό,πουηΣάντσατηνπίστεψε.«Ταπαιδιάσουτααγαπάωπολύκαιανέκαθενμουάρεσεναταφροντίζω».

«Είσαιτρελή,ωστόσοχίλιαευχαριστώ»,είπεηΣάντσακαιηΜάρθακάθισεκιεκείνηπίσωαπότοτιμόνι.

ΗΣάντσαστάθηκεκαιτουςκουνούσετοχέρι,ώσπουναχαθούναπόταμάτιατηςκαιύστεραμπήκεπάλιστοσπίτιγιανακάνειέναμπάνιομετηνάνεσήτης,κάτιπουδενμπορούσεναγίνειπολύσυχνά.Συνήθωςέκανεέναγρήγοροντουςτοπρωί,γιατίφοβότανν’αφήσειμόνηγιαπολύτηΦλόρα.Ποτέδενμπορούσεςναπροβλέψειςτιήτανικανόνακάνειαυτότοπαιδί.

Toσπίτιτήςφάνηκευπερβολικάήσυχοκαιάδειο.Έμεινεώρεςστηνμπανιέρα,ξαπλωμένημέσαστοζεστόαρωματισμένονερό,μεταμάτιακλειστάκαιτοκορμίτηςτελείωςχαλαρό.ΠροσπάθησεναμησκέφτεταιτονΜαρκγιαναμηχαλάσειηωραίατηςδιάθεση.Φρόντισενααδειάσειτοκεφάλιτης

απόκάθεσκέψηκαιν’απολαύσειτηνελευθερίατης.

Σιγάσιγάόμωςτονερόάρχισενακρυώνει,οπότεβγήκε,σκουπίστηκεκαλάκαιύστεραφόρεσεμιαφούσταπουέβαζεσπάνια.ΉτανμιαανοιχτήγκρίζαπλισέφούσταπουήταναδύνατονναφορέσειμετηΦλόραμέσασταπόδιατης.Τηνείχεαγοράσειακριβάτέσσεραχρόνιανωρίτερα,επειδήθαπήγαινανσ’έναγάμο,αλλάφαινότανπολύσικακόμακιαςείχεστενέψειλίγοστημέση.

Οιγέννεςδενκάνουνκαλόστησιλουέτα.ΗΣάντσαδενέτρωγεπολύκαι,τρέχονταςόλημέραπίσωαπόταπαιδιά,δενείχεπάρειπολύβάρος,ωστόσο,τοσώματηςείχεαλλάξεικαιδενήτανόπωςτηνεποχήπουείχεπρωτοπα-ντρευτεί.

Σταείκοσίτηςχρόνιαήτανλεπτήμεκορμίσχεδόναγορίστικοκαιμικράστητάστήθη.Τώραόμως,μετάαπότρειςγέννες,ταστήθητηςείχανμεγαλώσει,ήτανπιοστρογγυλάκαιπιομαλακά,οιγοφοίτηςείχανστρογγυλέψεικιαυτοίκαιημέσητηςείχεφαρδύνειαρκετά.Γενικάτοκορμίτηςείχεχάσειτηνπαλιάτουελαστικότηταπουθατοβοηθούσεναξαναπάρειτοπαλιότουσχήμα.

Ευτυχώςπουημεταξωτήμπλούζαστοχρώματηςτερακότα,πουφορούσε,έδινελάμψηστοπρόσωπότηςκαιτόνιζετακοκκινοκάσταναμαλλιάτης.Ένιωθετομεταξωτόύφασμαυπέροχοπάνωστηνεπιδερμίδατηςκαιτηνέκανενααισθάνεταιπιοθηλυκιά.

Ότανκατέβηκεστηνκουζίνα,έπαθεσοκότανείδεότιήτανπερασμένεςδέκα.ΜαπούήτανοΜαρκ;

Μπορούσεναμαντέψειόμως,δενμπορούσε;Στεκότανμπροστάστοτηλέφωνομεαπλωμένοτοχέρι...Νατηλεφωνούσεστοσπίτιτηςξανθιάςκαινατονζητούσε;

Όχι,δενάντεχεναεξευτελίζεταιέτσι.Αυτόθαήτανσανπαραδοχή...σανναομολογούσεότιπερίμενεπωςοΜαρκθαήτανμ’εκείνητηνκοπέλα.Όχι,δεθατοέκανε.Δεθατουςέδινεαυτήτηνικανοποίηση.

ΊσωςέπρεπενακάνειμιαβόλταμετοαυτοκίνητομέχριεκείνοτοσυγκρότηματηςοδούΆλαμο...Πώςτοέλεγετογράμμα;ΚράουνΤάουερ;Ξαφνικάθυμήθηκεποιοήταν.Ήτανμιαοικοδομήπουοκόσμοςμιλούσεσυχνάγι'αυτήν,ότανείχεπρωτοχτιστεί.Ήτανέναμοντέρνοκτιριακόσυγκρότημαμεεπάλξειςστησκεπή,πουτοέκανανναμοιάζειμεστέμμα.

ΠάντωςθαμπορούσεναπάεικαιναδειαπλώςαντοαυτοκίνητοτουΜαρκήτανπαρκαρισμένοαπέξω.Έναρίγοςδιαπέρασετηραχοκοκαλιάτης.Κιανεκείνοςκοιτούσεοτττότοπαράθυροκαιτηνέβλεπε;Αυτόκιανθαήτανεξευτελι-σμός.Δενάντεχετησκέψηνατηνκοιτάζειαπότοπαράθυρο,πιθανόταταπαρέαμετηΖακίΦαράρ.Μπορείκιόλαςναγελούσανμαζίτης.

Τοπιθανότεροόμωςήτανναβρίσκοντανακόμαστοκρεβάτι.ΣτονΜαρκάρεσεναμένειωςαργάστοκρεβάτιταΣαββατοκύριακα.Καινακάνειέρωταμαζίτης.Πρινέρθουνταπαιδιάαυτέςοιώρεςήτανοιωραιότερεςτηςβδομάδας.

Ένιωσεένασφίξιμοστοστομάχικαιέκλεισεταμάτια.Τοπιγούνιτηςπονούσεαπότηνέντασηκαιτονπόνο.ΠώςμπόρεσενατηςτοκάνειαυτόοΜαρκ;Πώςμπόρεσε;ΩςτώραηΣάντσαδεντονείχεζηλέψειποτέ.Δενήτανάλλωστεοτύποςτηςζηλιάραςγυναίκας.Ποτέδενείχευποψιαστείότιθαμπορούσεναπάεικαιμ’άλληγυναίκα.Τώραόμωςένιωθετηζήλιαναβαραίνειτουςώμουςτηςκαιναχώνειταβρομεράνύχιατηςμέρακαινύχταστασωθικάτης.

ΓιανααπασχοληθείκαιναπάψεινασκέφτεταιτονΜαρκ,ανέβηκεπάνωκαισυγύρισεταδωμάτια.Στιςδέκακαιμισήέφτιαξεέναδυνατόσκέτοκαφέκαικάθισεστοτραπέζιτηςκουζίναςνατονπιει.

Έπρεπεναπάρειμιααπόφαση,αλλάτομυαλότηςβρισκότανσετέτοιασύγχυση,πουδενμπορούσενασυγκροτήσειμιασκέψηπαραπάνωαπόλίγαλεπτά.Όλητηνώραάλλαζεγνώμη.ΠότεαγαπούσετονΜαρκκαιπότετονμισούσε.Μιααποφάσιζενατονχωρίσεικαινατουταπάρειόλακαιμιααποφάσιζεότιδενάντεχενατονχάσεικαιότιθαπολεμούσεμέχριθανάτουγιανατονκρατήσει.Τααισθή-

ματάτηςήτανσαντηφουρτουνιασμένηθάλασσαπουτηνπετούσεμιααπόδωκαιμιααπόκει.

Δενάκουσετοαυτοκίνητο.ΚατάλαβεότιοΜαρκείχεεπιστρέφειμόνοότανάκουσετοκλειδίτουστηνπόρτα.

Ηκαρδιάτηςάρχισενασπαρταράεισαντοψάριέξωαπ’τονερόκαιξαφνικάδυσκολευότανακόμακαιν’αναπνεύσει.Αυτότηςθύμισετηνπρώτηπρώτηφοράπουτονείχεγνωρίσεικαιπουτονείχεερωτευτείστηστιγμή.Τηςήταναδύνατοννατραβήξειταμάτιατηςαπόπάνωτουκαιαπότηνντροπήτηςείχεαρχίσεινατραυλίζει,αλλάκάθεφοράπουτοναισθανότανδίπλατης,απότηνευτυχίαέβλεπεουράνιατόξα.Μαγικέςστιγμές,δυστυχώςόμωςμιαςάλληεποχής.Τώραηζωήτηςδενείχετίποτατομαγικόπλέον.

Μόλιςάκουσεταβήματάτουστοχολ,χαμήλωσετοβλέμμαστονκαφέτης,προσπαθώνταςναδείχνειήρεμηκιαςμηνήτανκαθόλου.Ηπόρτατηςκουζίναςάνοιξεκιαμέσωςτονένιωσενακοιτάζειτοπροφίλτης.

Θυμωμέναλόγιακρέμοντανστηνάκρητηςγλώσσαςτης,αλλάπροτίμησεναμημιλήσειαπόφόβομήπωςξεσπάσεισεκλάματα.

Ησιωπήτραβούσεσεμάκρος.ΤελικάπρώτοςμίλησεοΜαρκμεμιαβραχνήφωνήπουέκανετανεύρατηςναχοροπηδήσουν.

«Πρέπειναμιλήσουμε.Ταπαιδιάπούείναι;»

ΗΣάντσαπήρεμιαβαθιάανάσακαικατάφερενααπαντήσειμεφωνήαρκετάήρεμη.«ΤαέχειπάειηΜάρθαστοζωολογικόκήπο».

Εκείνοςχαμογέλασεσαρκαστικά.«Πολύβολικό.Δικήσουιδέαήτανήδικήτης;Θατηςταέχειςπειόλαασφαλώς,σωστά;Τικάθαρμαείμαικαιτέτοια,ε;Αυτόδεμ’αρέσεικαθόλου,Σάντσα.Δεθέλωναμιλάςστουςγείτονεςγιαμένα.Θαταέχειςπειασφαλώςκαιστηναδερφήσου.Φαντάζομαιτιθαείπε...Ποτέδεμεχώνεψεάλλωστε».

ΟΜαρκπροχώρησεπροςτοτραπέζι.Κάθετουκίνησηφούντωνετοθυμότης,ώσπουδενάντεξεάλλο.Πετάχτηκεπάνω,αλλάπάνωστηβιασύνητηςνατραβηχτείόσοπιομακριάγινόταναπ’αυτόν,γλίστρησεσταφρεσκοσφουγγα-ρισμέναπλακάκιακαιέχασετηνισορροπίατης.

Εκείνοςτινάχτηκεμπροστάκαιπρόλαβενατηνπιάσει,

πρινπέσεικάτω.Μόλιςένιωσετομπράτσοτουνατυλίγεταιγύρωτης,ηΣάντσααισθάνθηκετηνκαρδιάτηςνασυστέλλεται.Τοαίματηςάρχισενατρέχειφρενιασμένομέσαστιςφλέβεςτηςκαιτοκεφάλιτηςθόλωσε.

«Μη!»μουρμούρισε.Λύγισανταγόνατάτηςκιαμέσωςτοχέριτουσφίχτηκεγύρωτηςγιανατηστηρίξει.Αντιδρούσεσανμαθητριούλα.Δενμπορούσεναπιστέψειότιγελοιο-ποιότανέτσι.Τόσοηλίθιαήταν,γιατ'όνοματουΘεού;

Αυτόςοάνθρωποςήτανοσύζυγόςτης!Ήτανχρόνιαπαντρεμένοικαιείχανκάνειτρίαπαιδιά...Ήταν,λοιπόν,τρελήπουπάθαινετέτοιασύγχυσηαπλώςκαιμόνοεπειδήέτυχενατηναγκαλιάσειγιαναμηνπέσει;

«Δεφαντάζομαιναμουλιποθυμήσειςτώρα,ε;Έφαγεςτίποτατοπρωί;»μουρμούρισεεκείνοςκοιτάζοντάςτην.Ταπρόσωπάτουςήταντόσοκοντά,πουηΣάντσαένιωθετηθέρμητηςεπιδερμίδαςτουκαιάκουγετηναναπνοήτου.

Οιχτύποιτηςκαρδιάςτηςκόντευαννατηνκουφάνουν.Παρ’όλ’αυτάψιθύρισε:«Δενπεινάω.Ήπιαμιαπορτοκαλάδαμαζίμεταπαιδιάκαικαφέ».

«Μαείσαιτελείωςηλίθια;»αναφώνησεεκείνοςέξαλλος.«Πούείναιτομυαλόσου;Θαάφηνεςποτέκανέναπαιδίναμηφάειτοπρωί;»Ηφωνήτουήταντροχιάαπότοθυμό.Δενμπορείόμωςνατηςείχεθυμώσειτόσοπολύαπλώςκαιμόνοεπειδήδενείχεφάειπρωινό.Κάτιάλλοήτανηαιτίακιεκείνημπορούσεναμαντέψειτιήταν.ΤονΜαρκτονγνώριζεπολύκαλά.

Ανσχεδίαζενατηνπαρατήσει,τοτελευταίοπράγμαπουθαήθελε,θαήτανναέχεικαιτύψειςαπόπάνω.Δεθαήθελεναασχοληθείκαθόλουμαζίτης.

«Είμαιμιαχαρά»,τουείπεμεπείσμακιαμέσωςχαμήλωσεταβλέφαραγιαναμηδειεκείνοςτονπόνοσταμάτιατης.Δεθατονάφηνενακαταλάβειτηδυστυχίατης.

«Είσαιμιαχαρά!Εμέναμουλες;Αφούφαίνεσαισανάρρωστη.Ηεπιδερμίδασουείναιτόσοωχρή...»Τηςχάιδεψετομάγουλομετοδάχτυλοκιαμέσωςτοάγγιγμάτουέφερεχρώμαστοπρόσωπότης.«Δηλαδήήτανωχρή»,είπετελικά.«Τώραέχεικοκκινίσει».

Νευριασμένημετονεαυτότης,επειδήδενμπορούσενα

κοντρολάρειτααισθήματάτης,ηΣάντσατραβήχτηκεαπότομαπίσω.

«Θέλειςκαφέ;»τονρώτησεγιανακρύψειτηναμηχανίατης.

«Ναι,παρακαλώ»,τηςαποκρίθηκεκοφτάκαικάθισεσεμιακαρέκλα.Εκείνητονένιωθενατηνπαρακολουθεί.Ένιωθεταγκρίζαμάτιατουνααγγίζουνταμαλλιάτηςκαινακατηφορίζουνστημεταξωτήμπλούζα,πουκολλούσεπάνωστοστήθοςτηςκαιμετάστηνπλισέφούστα.

Έβαλετοφλιτζάνιμετονκαφέμπροστάτουκιεκείνοςαμέσωςσήκωσεταμάτιατουστοπρόσωπότης.

«Καινούριαείναικιαυτάπουφοράς;Τιγίνεταιεδώ;Σ’έχειπιάσεικαταναλωτικήμανία;Πόσομουστοίχισανόλ’αυτά;»

«Τέσσεραχρόνιαταέχω!»τουαπάντησε.Μαποτέαυτόςοάνθρωποςδενπρόσεχετιφορούσε;Πώςήτανδυνατόννατηνείχεξεχάσειαυτήτηφούστα;Θυμότανπολύκαλάπουτηςείχεπειότιτουάρεσεπάραπολύ,τότεπουτηνείχεφορέσεισ’εκείνοτογάμο.

«Τότε,γιατίδενταφορούσεςκαθόλου,αλλάγύριζεςσυνεχώςμ’εκείνοτομπλουτζίν;»

«Επειδήταμπλουτζίνείναιπρακτικά»,τουαπάντησεδηκτικά.«Ιδιαίτερατοχειμώναείναιπολύπιοζεστάαπότιςφούστες.Καιότανλερωθούν,ταπετάςμέσαστοπλυντήριοκαιτελειώνεις.Αυτήηφούσταλερώνεταιπολύεύκολακαιθαστοίχιζεμιαπεριουσία,αντηνέστελνακάθετόσοστοκαθαριστήριο».

Μιλούσανγιαταπάντα,εκτόςαπ’αυτόπουτουςαπασχολούσεπραγματικάκαιτοήξερανκαιοιδυο.Ήτανγελοίοναδυσκολεύονταιτόσοπολύνασυζητήσουνξαφνικά.Ήτανάλλημιααπόδειξηότιογάμοςτουςκατέρρεε.Υπήρχεάβυσσοςανάμεσάτους.

«Πάντωςσουπάειπολύ»,παρατήρησεοΜαρκκαιταγκρίζαμάτιατουέλαμπανσαντοκαθαρόνερόπίσωαπότιςμαύρεςβλεφαρίδες.«Είχαξεχάσειπόσοωραίεςγάμπεςέχεις».

ΗΣάντσαένιωσεότικοκκίνιζε.Τοεννοούσεάραγεήτηςτοέλεγεαπλώςγιανατηναποδιοργανώσειτελείως;Τοκακόήτανότιήθελενατονπιστέψει,αλλάδεντολμούσε.Έπρεπεναεπιβληθείστονεαυτότης,ναβάλειτομυαλότηςνα

δουλέψεικαιόχιν'αφήνειτηνκαρδιάκαιτιςαισθήσειςτηςνατηνπάρουναπόκάτω.

«ΜηνομΓζειςότιέχωξεχάσειότιδενήρθεςσπίτιχτεςτοβράδυ!»τουείπεμεηχυνήπουέτρεμεαπότηζήλια.«Πούγύριζεςόληνύχτα;Λεςκαιδεντοξέραμε!Μ’αυτήνήσουνπάλι,έτσιδενείναι;Α,δεχρειάζεταιναμουπειςψέματα.Είναιφανερό.Πέρασεςτηνύχταμαζίτηςκαιμετάέρχεσαιεδώκαι...»

«Δενήμουνμαζίτης»,τηδιέκοψεεκείνοςτόσοάγρια,πουτηντρόμαξε.

ΗΣάντσαπρόσεξετονεύροπουπαλλότανδίπλαστοστόματου.Ήτανπολύθυμωμένος.Αυτότοτικτοπάθαινεμόνοότανείχεμεγάληένταση...ότανήτανπιεσμένος,αγχωμένοςήαναστατωμένος.

Εκείνοςπήρεμιαβαθιάανάσακαισυνέχισεπιοήρεμα.«ΔενπέρασατηνύχταμετηΖακίούτεμεκαμιάάλλη."Εμεινασ’έναμοτέλλίγοέξωαπότηνπόλη.Εκείπήγακατευθείαν,μόλιςέφυγααπόδω.Ανθέλεις,μπορείςνατοελέγξεις.Πάρ’τουςτηλέφωνοκαιρώτα...ήπήγαινεεκείκαιψάρεψετιςκαμαριέρες.Τοδωμάτιοείχεδύοκρεβάτια...Εγώχρησιμοποίησατοένακαιίσαίσαπουμεχωρούσε.Είναιαδύνατοννακοιμηθούνδυοάτομασ'αυτότοκρεβάτι!»

ΗΣάντσατονπίστεψε.Τοσκληρότουβλέμμαέδειχνεότιέλεγεαλήθεια.Έναςαναστεναγμόςανακούφισηςξέφυγεαπόταχείλητης.

ΟΜαρκτονάκουσεκαικατσούφιασε.«Δεγίνεταινασυνεχίσουμεέτσι,Σάντσα»,τηςείπεθυμωμένα.

Τοστομάχιτηςβούλιαξεαπότοφόβο.Θατηςζητούσεδιαζύγιοτώρα;

Μόλιςτηνπροηγούμενηνύχταείχεαποφασίσεινατονχωρίσεικιόμωςτώραέτρεμεμήπωςτηςπρότεινεκάτιτέτοιο.Γιατί,πουναπάρει,δενμπορούσεναπάρειμιααπόφασηκαινατηνκρατήσει;Γιατίάλλαζεσυνεχώςγνώμη;

Τιγνώμη;συλλογίστηκεμεπικρία.Αφούδενείχεκαθόλουμυαλό."Ηταντελείωςηλίθια.Μιαηλίθιαμεαισθήματαρευστά,πουάλλαζαναπόλεπτόσελεπτό.

Ανασήκωσεταμάτιατηςκαιτονέπιασενατηνκοιτάζεικατσουφιασμένος.

«Τιαποφάσειςπρέπειναπάρουμε,Μαρκ;»τονρώτησεαγριεμένη.«Γιαμαςεννοώ;Αλλάπρινέρθουμεσ’αυτό,θαήθελαναμάθωτηναλήθειαγιασένακαιτηΖακίΦαράρ.Ταέχειςμαζίτηςήόχι;Καιπόσοκαιρόδιαρκείαυτό;»

Εκείνοςσηκώθηκεκαιάρχισεναπηγαινοέρχεταιμέσαστηνκουζίνα.ΜετηνπλάτητουγυρισμένηστηΣάντσαμουρμούρισε:«Δενυπάρχειτίποτα.Δενέχωσχέσειςμαζίτης».Ηξαφνικήανακούφισηέδωσετηθέσητηςστηνάγριααμφιβολία,μόλιςτονάκουσεναπροσθέτει:«Δηλαδή,όχιακριβώς».

«'Οχιακριβώς;»επανέλαβεεκείνη.«Αυτότισημαίνειπάλι;»

«Εξαρτάταιαπότοτισχέσειςεννοείκανείς.Πάντωςδενέχωκοιμηθείμαζίτης,αναυτόεννοείς».

ΗΣάντσαήθελετόσοπολύνατονπιστέψει,πουδάγκωσεταχείλητηςγιαναμηντηςξεφύγειέναςλυγμός.Ότανένιωσεικανήναμιλήσεικαιπάλι,χωρίςναβάλειτακλάματα,τονρώτησεβραχνά:«Τοθέμαείναι...πώςτοεννοείςεσύ!Ανδενκοιμάσαιμαζίτης,όπωςλες,τότετισυμβαίνειμεταξύσας;Γιατίκάτιπρέπεινασυμβαίνει,Μαρκ,τοξέρω.Φάνηκεαπότοντρόποπουαντέδρασεςότανσουέδειξαεκείνοτογράμμα.Ήτανφανερόότιαισθάνθηκεςενοχές.Ακόμακιέναςτυφλόςθαμπορούσενατοκαταλάβει».

ΟΜαρκέβγαλεένανήχοσανβογκητό.«Κοίταξε,μετηΖακί...Θέλωναπω,εγώ...Αυτήηκοπέλαείναιτόσο...ΩΘεέμου,είναιτόσοδύσκολονατοπωμελόγια».

«Προσπάθησεναπειςτηναλήθεια!»τονπαρακίνησεηΣάντσαθυμωμένη.«Τομόνοπουέχειςνακάνειςείναιναμουπειςόλητηναλήθεια,Μαρκ.Δενομίζωότιείναικαιτόσοδύσκολοαυτό».

«Είναι.Εδώδεμιλάμεγιαγεγονότα...Μιλάμεγιααισθήματακαιτααισθήματαδενείναιεύκολοναταπροσδιορίσεις».

«Ταδικάσουαισθήματαήταδικάτης;»τονρώτησε,νιώθονταςτηζήλιανατηςξεσχίζειτασωθικά.Τηςομολογούσεδηλαδήότιήτανερωτευμένοςμ’εκείνοτοξανθόκορίτσι;

«Καιτωνδύο»,τηςομολόγησε,χωρίςνατηνκοιτάξει.

Εκείνηπήρεμιαβαθιάανάσα.«Εντάξει»,είπεμετάμεεκπληκτικάήρεμηφωνήπουξάφνιασεακόμακαιτηνίδια.«Αςαρχίσουμεμεταδικάσου.Είσαιερωτευμένοςμαζίτης;»

ΟΜαρκέκανεαρκετήώρανααπαντήσεικαι,καθώςταδευτερόλεπτακυλούσαν,τοκορμίτηςΣάντσαπαλλόταναπότονπόνο.Θατηςέλεγεναι.Θατοπαραδεχόταν.Εκείνητοήξερεβέβαιαότιήτανερωτευμένος,αλλάδενάντεχενατοακούσεικιαπόταχείλητου.

ΤελικάοΜαρκαναστέναξε.«Νομίζωότιθαμπορούσανατηνερωτευτώ».

Θαμπορούσε;Αυτόσήμαινεδηλαδήότιακόμαδεντηνείχεερωτευτεί;

«Νομίζωότιείμαισχεδόνερωτευμένοςμαζίτης»,πρόσθε-σεεκείνοςβραχνάκιαμέσωςτοστομάχιτηςβούλιαξεξανά.Αυτότισήμαινεπάλι;Ότιήτανερωτευμένος,αλλάδενήθελενατοπαραδεχτείανοιχτά;

Έπαιζεμαζίτηςσαντηγάταμετοποντίκι.

«Μαρκ,σταμάταναμιλάςμεγρίφους!»τουείπεαπότομα.«Ήείσαιερωτευμένοςήδενείσαι.Γιατ’όνοματουΘεού,πεςμουεπιτέλους!»

Ταμάτιατουσκοτείνιασαν.«Σουείπαότιδενείναιεύκολοναμιλάςγιααισθήματα!Όλαέγινανσιγάσιγά.Ήμουνφοβεράπιεσμένοςστηδουλειάκαιχρειαζόμουνκάποιονναμιλήσω.Εσύδενείχεςποτέκαιρόναμουδώσειςσημασία...αλλάηΖακίείχε.Ακούσετιςστενοχώριεςμουκαιμουσυμπαραστάθηκε...μουφέρθηκεπολύωραία.Είναιπολύκαλόκορίτσι!»

Καιερωτευμένημαζίσου;συλλογίστηκεηΣάντσα.Θαπρέπειναείναι.Απ’αυτάπουέλεγεοΜαρκκάτιτέτοιοπροέκυπτε.ΗΖακίΦαράρδενήταναπλώςμιακαλήγραμματέας,έτοιμηνατουσυμπαρασταθείόποτετηνείχεανάγκη.Ησχέσητουςείχεπάψειναείναιαπλώςεπαγγελματική.Αυτόςπουείχεγράψειτοανώνυμογράμμακάτιθαπρέπειναείχεκαταλάβει,αλλιώςγιατίθατοέγραφε;ΤααισθήματατηςΖακίθαήτανεύκολονατακαταλάβεικανείς,έστωκαιανοΜαρκτοαρνιόταν.Ίσωςμάλιστανατοείχεσυζητήσεικαιμετιςφίλεςτης.Καιναείχευπαινιχθείότιτοίδιοσυνέβαινεκαισ’εκείνον.

«Πάντωςστοκρεβάτιδενπήγαμεποτέ»,πρόσθεσεοΜαρκκοφτά.

Εκείνητονκοιτούσεερευνητικά.Ταμάτιατουκαρφώθηκανσταδικάτηςντόμπρα,σταθεράκαιπολύσοβαρά...

Έλεγεάραγεαλήθεια;Ναι.ΗΣάντσαήτανβέβαιητώρα.ΟΜαρκδεντηςέλεγεψέματα.

Μιαβαθιάανακούφισητηνπλημμύρισε,αλλάεκείνηακριβώςτηστιγμήοΜαρκτηςπέταξεαδιάφορα:«Ανκαιλίγοέλειψεναγίνεικιαυτόμιαφορά».

Ηομολογίατουτηνέκανεναξανακοκκινίσει.

ΟΜαρκείδετηνέκφρασήτηςκαιτηςείπεάγρια:«Γιατίτιπερίμενεςδηλαδή;Μαζίέχουμεμήνεςνακάνουμεέρωτα.Μήνες,Σάντσα!Ανθρωποςείμαικιεγώ.Δενείμαιφτιαγμένοςγιακαλόγερος,έστωκιανεσύείσαι».

Στομυαλότηςάρχισαννασχηματίζονταιτρελέςεικόνες.Έβλεπετουςδυοτουςναφιλιούνται,ναχαϊδεύονται,ναξαπλώνουνμαζίστοκρεβάτι,ναγδύνουνοέναςτονάλλο...εικόνεςπουέκαιγανμέσαστομυαλότηςκαιπουήξερεότιποτέδεθαμπορούσενατιςξεχάσει.

«Καιτισ’εμπόδισε;»τονρώτησεβραχνά.

Τηςέριξεμιαάγριαματιά.«Φαίνεταιότιδενήμουνακόμαέτοιμοςναδιαλύσωτογάμομας.Ήθελανακάνωέρωταμαζίτης,τοπαραδέχομαι.Καιπαραλίγονατοκάνω,όμωςτηντελευταίαστιγμήσταμάτησα.Δενξέρωγιατί,αλλά...»Πήρεμιαβαθιάανάσα.«Αλλάδενμπόρεσα».

Απότύψεις;αναρωτήθηκεηΣάντσαδυστυχισμένη.ΉμήπωςδενήτανσίγουροςγιατααισθήματάτουγιατηΖακίΦαράρ;Είχεπειπάντωςότιδενήτανακόμαέτοιμοςναδιαλύσειτογάμοτου.Μήπωςαισθανότανακόμακάτιγι'αυτήν;Φοβότανακόμακαιναελπίζει...κιόμως...κάπουμέσατηςείχεανάψειμιαμικρήφλογίτσα.

«Εκείνη;»ρώτησεμεσιγανήφωνή.«Εκείνηπώςτοπήρεπουάλλαξεςγνώμη;»

ΟΜαρκκατσούφιασεακόμαπερισσότερο.«ΔεσκοπεύωνασυζητήσωτααισθήματατιςΖακί,Σάντσα.Θαμιλήσωμόνογιαταδικάμου.Σουείπαότιείναικαλόκορίτσι.Εκείνηδενπρέπεινατηνκατηγορείς.Εγώφταίωγιαόλα».

ΗΣάντσατονκοίταξεειρωνικά.«Δεγίνονταιαυτά,Μαρκ.Πάνταχρειάζονταιδύο.Εφόσονκόντεψεςνακοιμηθείςμαζίτης,θαπρέπεινασ’ενθάρρυνεκιαυτή.Μημουλεςότιδενείναιερωτευμένημαζίσου,γιατίπρέπειναείναι,αλλιώςδεθασεείχεαφήσειναπροχωρήσειςτόσοπολύ».

ΟΜαρκφάνηκεαμήχανος.«Δενείναιδίκαιοναμιλάωγιακείνημαζίσου,Σάντσα.Εσύπώςθαένιωθεςστηθέσητης;»

«Εγώδεθαεπέτρεπαποτέστονεαυτόμουναμπλέξειμ’ένανπαντρεμένο!Πόσομάλλονότανέχεικαιτρίαμικράπαιδιά!»

ΗΖακίΦαράρθαπρέπειναείχεκοπιάσειπολύγιανατονπαρασύρειστοδιαμέρισμακαιστοκρεβάτιτης.Επομένωςπώςθαπρέπειναείχεαισθανθεί,όταντονείδενακάνειπίσωτηντελευταίαστιγμή;Δεθαείχεγίνειέξαλλη;

«Πότε...έγινεαυτό;»ψιθύρισε.

«Οχ,Σάντσα,γιατ’όνοματουΘεού!Σουείπαόλητηναλήθεια...Δεσταματάς,λοιπόν,αυτήτηνανάκριση;Τιωφελείναπροχωρήσουμεστιςλεπτομέρειες;»

«Πρέπειναμάθω!Έγινεπρόσφατα;Εννοώτοότικόντεψεςνακάνειςέρωταμαζίτης».

Εκείνοςάναψεολόκληρος.«Ναι»,τηςαπάντησεμεκακία.«Ανθέλειςναμάθεις,ήτανεκείνοτοβράδυ».

ΗΣάντσαπάγωσε.«Τημέραπουήρθετοανώνυμογράμμα;Τημέραπουμουείπεςψέματαότιθαπήγαινεςναφαςμετοαφεντικόσου,ενώείχεςκανονίσειναπαςστοσπίτιτηςΖακίΦαράρ;»

ΟΜαρκτηνκοίταξεαυστηρά.«Ήθελανα’ξέραπούτοπας.ΠιστεύειςότιτογράμματοέστειλεηΖακί;Αποκλείεται!»

«Ναι;Ναμουεπιτρέψειςνααμφιβάλλω.Μαρκ,γιασκέ-ψουλίγο!Εκείνοτοβράδυτοείχεβάλεισκοπόνασεπάειστοκρεβάτικαιναέρθωνασαςπιάσωσταπράσα».

ΗΣάντσαδενταέτρωγεαυτάτα...περίκαλούκαιαθώουκοριτσιού.Οιάντρεςάλλωστεήταντελείωςανόητοι,ότανεπρόκειτογιαγυναίκες.Δενκαταλάβαινανπώςδουλεύειτομυαλότους.ΟΜαρκήτανέξυπνοςάνθρωποςκαιπολύοξυδερκής,ότανείχενακάνειμεάλλουςάντρες,αλλάσεσχέσημετιςγυναίκεςήτανμπούφος.Απλάδενμπορούσεναδειτίποτακάτωαπότηνωραίαεπιφάνεια.

«ΗΖακίδεθαέκανεποτέτέτοιοπράγμα!Δενείναικαθόλουυπολογίστρια.Κανέναςμαςδενεπιδίωξεαυτήτησχέση.Απλώς...συνέβη!»

Ίσωςκαινατοπίστευεαυτό,αλλάηΣάντσαδεντοπίστευεκαθόλου.Κάποιοςείχεπεικάποτεότιτίποταδεγίνεταιστηντύχη,ότιγιαόλαυπάρχειμιαεξήγηση.

ΔενέριχνεβέβαιαολόκληροτοφταίξιμοστηΖακίΦαράρ.ΤώραπουείχεμιλήσειμετονΜαρκ,καταλάβαινεότικιεκείνηείχετιςδικέςτηςευθύνεςγιατοξεστράτισμάτου.Τατελευταίαχρόνιαείχεπαραμελήσειτογάμοτης,ρίχνονταςόλοτοβάροςσταπαιδιάτης,μεαποτέλεσμαναξεχάσειακόμακαιτηνύπαρξητουΜαρκ.

Όστόσο,ηΖακίΦαράρείχεεκμεταλλευτείτηνκατάσταση.ΕίχεποντάρειστημοναξιάτουΜαρκκαιτηδυστυχίατου,έχονταςκαταλάβειπόσοευάλωτοςήταναυτότονκαιρό.ΟΜαρκδενήτανοτύποςπουφλέρταρεανενδοίασταμεάλλεςγυναίκες.Δενήταντοφλερταυτόπουχρειαζόταν.Εκείνοςήθελενατοναγαπούν,νατοννοιάζονται,νατονακούνε...καιόλ’αυτάέπρεπεναταείχεαπότηγυναίκατουκαιόχιν’αναγκαστείναπάεισεάλλη.

«Μπορούμεν'αφήσουμετηΖακίστηνάκρη;»είπεοΜαρκανυπόμονα.

ΗΣάντσακούνησεαρνητικάτοκεφάλι.«Πώςθαμπορούσαμε;Αφούμαζίδουλεύετε...αφούτηβλέπειςόλητηνώρα...καιβάζωστοίχημαότιδενπρόκειταινασ’αφήσειεύκολαήσυχο.Επομένωςπώςμπορούμενατηναφήσουμεστηνάκρη;»

Ταγκρίζαμάτιατουσκοτείνιασαν.«ΤοπρόβλημαδενείναιηΖακί.Τοπρόβλημαείμαστεεμείς,Σάντσα.Εσύκιεγώ.Ογάμοςμαςκλυδωνίζεται...Τιθακάνουμελοιπόν;»

ΗΣάντσαξεροκατάπιε.«Εσύτιθέλειςνακάνουμε;»ρώτησεμετρεμάμενηφωνή.Ύστεραπερίμενεμετηνκαρδιάστοστόμα,σίγουρηότιθατηςζητήσειδιαζύγιο.Αντηςτοζητούσεόμως,θατουτοαρνίότανορθάκοφτά.Δεθατονάφηνεελεύθερο,γιατίήτανδικόςτης.

ΟΜαρκτηνκοίταξεμ’έναύφοςσανναήθελενατηχαστουκίσει.«Δηλαδήσ’εμένατοαφήνειςπάλι;Αυτόσημαίνειότιτοθέμαδεσ’ενδιαφέρει;Ότιδεδίνειςδεκάραείτεμείνωείτεφύγω;»

Οφόβοςτηνέκανεναθυμώσεικιεκείνηεξίσου.«Μηβάζειςστοστόμαμουλόγιαπουδενείπα!Σερώτησατιθέλειςνακάνουμε.Μημουτοαντιστρέφειςγιαναμεκάνειςνααποφασίσωεγώ.Σουέκαναμιαευθείαερώτησηκαιπεριμένωευθείααπάντηση!»

«Μημουφωνάζεις,Σάντσα!»είπεεκείνοςμετοπρόσωπό

ΕρωταςΚαιδυσπιστία77

τουκατακόκκινοοπτότοθυμό.«ΕπιμένειςνακατηγορείςτηΖακί,ωστόσοεγώσουλέωότιτοσφάλμαείναικυρίωςδικόσου.ΑπότότεπουγεννήθηκεηΦλόρα,μ’έχειςβάλειστηνάκρη.Καιδεφτάνειαυτό,αλλάτώραρίχνειςκαιόλητηνευθύνηγιατογάμομαςσ’εμένα,ενώξέρειςότιτοτιθαγίνειαπόδωκιεμπρόςαφοράεξίσουκιεσένα.Μερώτησεςτιθέλω...Τοίδιολοιπόνσερωτώκιεγώ.Εσύτιθέλειςναγίνει;Εγώπάντωςδενμπορώνασυνεχίσωέτσι.Είναιεφιάλτης.Αποφάσισελοιπόν.Θέλειςναχωρίσουμε;»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ5

Ηερώτησήτουτηνέκανεναριγήσει.Έσκυψετοκεφάλικαιψιθύρισε:«Όχι,ασφαλώςόχι!»Είναιδυνατόνναπιστεύειότιθέλωναχωρίσουμε;αναρωτήθηκε.ΑνοΜαρκπίστευεπραγματικάότιεκείνηήθελεδιαζύγιο,τότετοχάσμαανάμεσάτουςήτανμεγαλύτεροαπ’ό,τιφανταζόταν.Αυτόσήμαινεπωςδεντηνήξερεκαθόλου.

Εκείνηόμωςπόσοκαλάτονήξερε;Ποτέδεντηςείχεπεράσειαπ’τομυαλόότιοΜαρκθαμπορούσενακάνεισχέσημεάλληγυναίκακιακόμαδενείχεσυνέλθειαπότοσοκ.Ωστόσο,ποτέδεντηςείχεαναφέρειότιείχεπροβλήματαστηδουλειάτουούτετηνείχεαφήσεινακαταλάβειπόσοθυμωμένοςήτανμαζίτης,επειδήπίστευεότιδενοιαζότανπιαγιακείνον.Πώςτηςείχεξεφύγειαυτότοπράγμα;Τιάλλο,αλήθεια,δενήξερεγιατονΜαρκ;

Μήπωςστηνουσίαδεντονήξερεκαθόλου;Κιεκείνοςπόσοκαλάτηγνώριζε;

Ήταντόσαχρόνιαπαντρεμένοικαιξαφνικάφέροντανσανξένοι.Τατελευταίαδύοχρόνιαείχαναποξενωθείτελείωςκιεκείνηδενείχεπάρειείδηση.Αυτόήτανπολύβαρύ.Τόσοβαρύ,πουδενμπορούσεούτενασκεφτείπιαλογικά.

Ένιωσεμιακίνησηπίσωτηςκαιξαφνικάτονείδεμπροστάτης.Έβαλετοδάχτυλότουκάτωαπότοπιγούνιτηςκαιτης

80CHARLOTTELAMB

σήκωσετοκεφάλιγιαναμπορείναδειταμάτιατης.Δυομάτιακαστανά,ορθάνοιχτα,σκοτεινάκαιγεμάταδυστυχία.

ΗΣάντσαδενήθελεναδειαυτόςοξένος—πουσυνέβαινεναείναιοάντραςτης—τονπόνο,τηλαχτάρακαιτηναπορίαπουένιωθεεκείνητηστιγμή.

«Μη»,τουείπεπροσπαθώνταςνατραβηχτείμακριά.

ΟΜαρκκατσούφιασεκαιτοβλέμματουστάθηκεστατρεμάμεναχείλητης.«Τι‘μη’,Σάντσα;»μουρμούρισεμέσααπ’ταδόντιατου.«Ναμησ’αγγίζω;Ναμησεπλησιάζω;Αυτόμουτολεςπολύκαιρότώρακιέχωβαρεθείνατοακούω».

«Ποτέδενείπακάτιτέτοιο!»

«Δεντοείπεςμελόγια,πράγματι.Μουτοέχειςπει,όμως,μ’ένασωρόάλλουςτρόπους...Μουτοέλεγετοκορμίσουκάθεφοράπουσεπλησίαζα.Τολέεικαιτώρα».

«Όχι,Μαρκ!Τοφαντάστηκες!»

«Ναι;»

Τοδάχτυλότουσύρθηκεαπαλάπάνωστοστόματηςκιεκείνηρίγησεδυνατά.Ήθελενατραβηχτεί,αλλάφοβόταν,γιατίοΜαρκθατοθεωρούσεσαναπόδειξητωνκατηγοριώντουκαιμπορείναείχεδίκιο.Ηνευρικότητακαιοφόβοςπουτηνέπιανανόποτετηνπλησίαζε...Πότεείχεαρχίσει,αλήθεια,

αυτήηκατάσταση;

Τοναγαπούσεκαιτονήθελε,αλλάαρνιόταννατηναγγίζει.Σ’αυτόείχεδίκιοοΜαρκ.

«Παρανόησες»,τουείπεταραγμένη.

Τοσαρδόνιοχαμόγελότουτηνέκανενακοκκινίσειξανά.«Εντάξει.Τότε,πεςμουότιθέλειςνασ’αγγίζω,Σάντσα!»

Τηςείχεκοπείηφωνή.Απότημιατονήθελεσαντρελήκιαπότηνάλληφοβόταν.Ταυτόχρονατηνενοχλούσεφοβεράηιδέαότιτηνείχεκοροϊδέψει.Μόλιςτιςπροάλλεςλίγοέλειψενακοιμηθείμεμιαάλληγυναίκα.Ναι,δεντονήθελε,ώσπουναβεβαιωθείότιήτανδικόςτηςαποκλειστικάκαιαπόλυτα.Δεντονήθελεμετίποτα,ανείχεδώσειτηνκαρδιάτουαλλού.

Χρειαζότανχρόνογιαναμπορέσειναχαλαρώσειμαζίτου.Χρόνογιαναναεξοικειωθείκαιπάλιμ’αυτότογνωστόάγνωστοπουκάποτεήτανεραστήςτης.

«Δεναπαντάς;»μουρμούρισεεκείνος,κοιτάζοντάςτημ’έναντρόποσανναπροσπαθούσεναδιαβάσειτησκέψητης.

ΕρωταςΚαιΔυσπιστία81

Εκείνηέστρεψετοβλέμματηςαλλού,νιώθονταςσκιρτήματαπανικούστοστομάχιτης.«Μουπροκαλείςνευρικότητα...»Πήρεμιαβαθιάανάσα.«Μεκάνειςναντρέπομαικαιναδειλιάζω...»Ήθελενατουεξηγήσειακριβώςπώςαισθανόταν,νατονκάνεινακαταλάβειότιένιωθεσανναμηντονγνώριζεπια,αλλάταλόγιαείχανκολλήσειστολαιμότης.

«Ντρέπεσαι;»τηρώτησεμαλακά,σηκώνονταςαργάκαιτοάλλοτουχέρι.

ΗΣάντσατινάχτηκεσοκαρισμένη,μόλιςταδάχτυλάτουγλίστρησαναπαλάστοστήθοςτης.«Δενείμαιέτοιμηγια...Εσύοίδιοςέλεγες...Μαρκ,πρέπειναμιλήσουμε...»Τοκορμίτηςκουνιόταννευρικά,καθώςοαντίχειράςτουτηςχάιδευετηθηλή.

«Τότεμίλα»,τηνπαρότρυνεμεβραχνήφωνή.«Πεςμουπώςαισθάνεσαι...»Τοστόματουάγγιξετολαιμότηςκαιγλίστρησεαργάπροςτονώμοτης.'Υστεραπαραμέρισετοπουκάμισότηςγιαναταξιδέψειστηλείαεπιδερμίδαανάμεσασταστήθητης.

Μ’ένανπνιχτόστεναγμόδιαμαρτυρίας,αλλάκαιευχαρίστησης,ηΣάντσαπροσπάθησενατραβηχτείπαλεύονταςμετηνίδιατηνεπιθυμίατης,ενώαντιστεκότανσυνάμαστηδικήτου,αλλάτομπράτσοτουτυλίχτηκεγύρωτηςκαιτηναιχμαλώτισε.Τοκεφάλιτουτηνέσπρωχνεπίσωστομπράτσοτουμετόσηεπιμονή,πουλίγοέλειψεναχάσειτηνισορροπίατης.Τηςξεκούμπωσετηνμπλούζα,παραμέρισετοσουτιένκαιτοδαντελένιολευκόκομπινεζόνκαιάφησετακαυτάτουχείληναεξερευνήσουντηγυμνήσάρκαπουείχεαποκαλύψει.

ΑυτόπουένιωσεηΣάντσαήταντόσοέντονο,πουπονού-σε.Κόλλησεπάνωτου.Τοκεφάλιτηςγύριζεκιέκλεισεταμάτια.Τηςερχότανλιποθυμία,παρ’όλοπουήξερεκαλάότιδενεπρόκειτοναλιποθυμήσει.Αισθανότανναπνίγεται,ναβουλιάζεισ’ένανωκεανόηδονής.ΟΜαρκτηνάγγιζεμετηνίδιαφλόγακαιτοίδιοπάθοςπουείχανγνωρίσειστηναρχήτουδεσμούτους.

Γιατίείχεαφήσειτονεαυτότηςναχάσειαυτότοθαύματωναισθήσεων;Τιτηςείχεσυμβείκαιτηνείχεκάνειναξεχάσειτηνομορφιάτηςαγκαλιάςτου,τηνομορφιάτηςπλήρουςπαράδοσηςστηνηδονήτωναισθήσεων;

Toστόματουανηφόρισεκαιπάλιστολαιμότηςκαισταμάτησεσταχείλητης.Ταάνοιξεκαιάφησετηγλώσσατουναγλιστρήσειμέσα.ΗΣάντσατουανταπέδωσετοφιλί.Ένιωθετοκορμίτηςναβουλιάζειστηνηδονή,ναχάνεταικαιμόνοτοχέριτουήτανπουτηνεμπόδιζενασωριαστείστοπάτωμα.

Κρατώνταςτησφιχτά,οΜαρκτηχαμήλωνεπροςτακάτω.Κιεκείνη,χαμένηόπωςήτανμέσαστιςφλόγεςπουόλοκαιδυνάμωναν,δενκαταλάβαινετιγινόταν,μέχριπουένιωσεταπλακάκιατουδαπέδουνααγγίζουντηνπλάτητης.

Ταπλακάκιαήτανκρύακαιτοσοκαπότηνεπαφήμετηνκαυτήτηςσάρκαόμοιομετουκρύουνερούπουσουρίχνουνστοπρόσωπομιαζεστήμέρατουκαλοκαιριού.Τηςξέφυγεμιακραυγήκαιάνοιξεταμάτια.ΚαιτότεείδετοπρόσωποτουΜαρκλίγαεκατοστάπάνωαπότοδικότης,καθώςτοκορμίτουτηνπλησίαζε.

«Όχι!»φώναξεριγώνταςσύγκορμηκαιγύρισεστοπλάιγιανατοναποφύγει.Πρινεκείνοςπρολάβειν’αντιδράσει,είχεσηκωθείόρθια.

ΟΜαρκέμεινεμερικέςστιγμέςμετοπρόσωποστοπάτωμα.Τονάκουγεναβαριανασαίνει.Ύστερασηκώθηκεκιεκείνοςκαιτηνκοίταξεμεμάτιαπουγυάλιζαναπόπόθο.

«Σάντσα,γιατ’όνοματουΘεού,μησταματάςτώρα.Αφούτοθέλειςκαιτοθέλωκιεγώ.Τοέχουμεανάγκηκαιοιδυο,τοξέρειςότιτοέχουμεανάγκη!»Τηςάπλωσεταχέριατουπουέτρεμανελαφρά.«Ταβλέπεις;Γιανακαταλάβειςπόσοσεθέλω».

«Όπωςήθελεςκιαυτήνεκείνητηνύχτα;»τοναντέκρουσεμεπικρίακιεκείνοςβόγκηξε,έκλεισεταμάτιατουκαιγύρισεαπότηνάλλημεριά.

«Πάλιταίδια!Είναιανάγκηναμιλάμεσυνεχώςγι’αυτό;ΞέχνατηΖακί!»

«Δενμπορώ.Εσύμπορείς;Ότανδουλεύειςμαζίτηςόλημέρα,τηβλέπειςσυνεχώςκαιμένειςμόνοςμαζίτης;Μπορείναμηνκοιμηθήκατεμαζί,αλλάμόνοςσουείπεςότιλίγοέλειψεναγίνεικιαυτό.Εκείνηθαδεχτείνατελειώσειέτσιαπότομαοδεσμόςσας;»

«Δεσμόδενκάναμεποτέ!Απλώςβλεπόμαστεγιαέναδιάστημα.Εντάξει.Τοπαραδέχομαι.Ωστόσο,δενεπρόκειτο

ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ83

γιαδεσμό.Απλώςβγήκαμεμαζίμερικέςφορές,αυτόείν’όλο».

«Αυτόείν’όλο;»επανέλαβεηΣάντσα,τρέμονταςαπότοθυμό.«Καιτικάνατεσ’εκείναταραντεβού,Μαρκ;Φιλιόσαστε;Κρατιόσαστεχεράκιχεράκι;Αγγίζατεοέναςτονάλλο;»

ΟΜαρκτηνκοίταξεσυνοφρυωμένος,ενώτοστόματουήτανμιαίσιαγραμμή.Δεντοαρνήθηκε.Ησιωπήτουήτανσανομολογία.

«Κιαυτόεσύδεντοθεωρείςδεσμό;»μουρμούρισεεκείνημεφωνήβραχνήαπότηζήλια.

«Δενκοιμηθήκαμεποτέμαζί!»

«Μαμόνοαυτόθεωρείςαγάπηεσύ;Τονακοιμηθείςμεκάποιον;Αχ,είσαιτυπικόςαρσενικός!Τυφλόςκαιαδιάφοροςπροςτιςαλήθειεςτηςζωής.Μαρκ,κάτιθαπρέπειναένιωθεςγι’αυτήτηγυναίκα!Τοίδιοκιεκείνηγιασένα!»

Εκείνοςκάθισεκοντάστοτραπέζι,έσκυψετοκεφάλικαικοιτούσετοάδειοφλιτζάνιτουκαφέ.ΗΣάντσατονπαρατηρούσε,κουμπώνονταςαυτομάτωςτακουμπιάτηςμετρεμάμεναδάχτυλα.

«Θατηςμιλήσω...θατηςεξηγήσω»,είπεεκείνοςμετάαπόλίγο.

«Τότε,νατηςπειςότιδεγίνεταινασυνεχίσειναδουλεύειγιασένα,Μαρκ!Θαήτανάδικοκαιγιακείνηκαιγιαμένα.Θαήτανμιασυνεχήςαπειλήγιατογάμομας».

«Δενμπορώνατηναπολύσω!Θαήτανάδικο.Δεντοκαταλαβαίνεις;Ωστόσο,θαμπορούσανατηρωτήσω,ανθέλειναδουλέψειγιακάποιονάλλο».

«Μαανβρίσκεταιστοίδιοκτίριο,θατηβλέπειςόλητηνώρα!»

«Θατηςμιλήσω»,επανέλαβεεκείνοςκαισηκώθηκε.«Ίσωςναπροτιμάεικιεκείνην’αλλάξειαφεντικό.Εγώπάντως,Σάντσα,δενμπορώνατηναπολύσω».Κοίταξετορολόιτου.«Μάλιστα,θαέλεγανατοτακτοποιήσωαμέσως.Προφανώςεσύδενπρόκειταιναικανοποιηθείς,παράμόνοόταντηςπωότιόλατέλειωσανμεταξύμας».

ΗΣάντσαένιωσεένασκίρτημαπανικού.Δενπίστευεότιηάλληγυναίκαθατονάφηνετόσοεύκολα.ΗΖακίΦαράρθαπολεμούσεγιανατονκρατήσει.Ήτανβέβαιηγι’αυτό.Κιεκείνητοίδιοθαέκανεστηθέσητης.ΗΖακίΦαράρθα

προσπαθούσενατοναποπλανήσεικαιστηνκατάστασηπουήτανοΜαρκτώρα,θαήτανεύκολοναυποκύψειστονπειρασμό.

Γιατί,αχ,γιατίήταντόσοηλίθιακαιείχεαφήσειτογάμοτηςναφτάσεισταόριατηςκαταστροφής;

«Θαπάμεμαζί»,είπεαυθόρμητα.

ΟΜαρκτηνκοίταξεάγρια.«Δεφαντάζομαινατολεςσοβαρά!Τιπροσπαθείςναμουκάνεις,Σάντσα;Θαφανείσανναμουέδωσεςτελεσίγραφοκιέρχεσαιμαζίγιαναβεβαιωθείςότιθακάνωαυτόπουμεδιέταξες»·Δυοκόκκιναστίγματαθυμούφάνηκανσταμάγουλάτου.«Θαγίνωρεζίλι.Τιπροσπαθείςνακάνεις;Ναδιαλύσειςτοναυτοσεβασμόμου;Αυτόθέλεις,Σάντσα;»

«Όχιβέβαια!»τουαποκρίθηκεξαναμμένη.«Απλώςφοβάμαιγιατοτιθασυμβεί,ανπαςνατηδειςμόνος».

«Α,θαπρέπειναμουέχειςεμπιστοσύνη».Ταγκρίζαμάτιατουκαρφώθηκανσταδικάτης.«Ήμήπωςδεμ’εμπιστεύεσαι,Σάντσα;»

«Δενείναιότιδενεμπιστεύομαιεσένα,αλλάεκείνη!Ανείναιερωτευμένημαζίσου,δεθακαθίσεινασ’

ακούσειμεσταυρωμέναχέρια.Θααντιδράσεικαιθαπροσπαθήσεινασεκάνειν’αλλάξειςγνώμη».

«Δεντηνξέρεις,αλλιώςδεθαέλεγεςτέτοιαπράγματα!ΗΖακίδενείναιτουδρόμου.ΗΖακίείναι...»

«Καλόκορίτσι!»συμπλήρωσεοργισμένηηΣάντσα.«Τοξέρω.Μουτοείπες.Ωστόσο,μουφαίνεταιότιδενξέρειςκαλάτιςγυναίκες,Μαρκ.Εγώνομίζωότιαυτότο‘καλόκορίτσι’θαπαλέψειμενύχιακαιμεδόντιαγιανασεκρατήσει».

Κούνησεαρνητικάτοκεφάλιτου.«Ποτέδεφανταζόμουνότιθαήσουντόσοκυνική.Δεντηνξέρειςτηνκοπέλα,ενώεγώτηνξέρω.Τηςφέρθηκαάσχημα.Δενέπρεπεν’αρχίσωνατηβλέπωκαιεκτόςγραφείου».

«Καιβέβαιαδενέπρεπε!»τουφώναξεηΣάντσαθυμωμένη,επειδήτηνείχεπεικυνική.«Ανείμαικυνική,ποιοςμ’έκανεέτσι;»

«Αναρχίσουμεπάλιτοπαλιόεπιχείρημαγιατοποιοςέγινεπρώτα:ηκόταήτοαβγό»,αναφώνησεοΜαρκ,«τότεκιεγώθαεπαναλάβωαυτόπουείπαπριν.Ανκοίταξαάλληγυναί-

ΕρωταςΚαιδυσπιστία85

κα,ήτανεπειδήεσύέδειχνεςότιείχεςπάψειναενδιαφέρε-σαι».

ΗΣάντσαδάγκωσεταχείλητης.«Μόνοπουδενείναιαλήθεια,Μαρκ.Απλώςήμουνπολύκουρασμένη.ΠρώταμετηδύσκοληεγκυμοσύνημουκαιμετάμετηΦλόραπουείναιτόσοαπαιτητικόμωρό,ώστεναμημουμένειενέργειαούτεγιανακάνωέρωτα.Δενείχακαταλάβειπώςένιωθες.Προσπαθούσααπλώςναταβγάλωπέρα».

ΟΜαρκσυγκατένευσεαναστενάζοντας.«Τοξέρω.Κοίταξε,Σάντσα,μπορούμενακάνουμεανακωχή;Νασταματήσουμεναμαλώνουμεκαινακατηγορούμεοέναςτονάλλο,ναξεχάσουμεταπαλιάκαινακάνουμεμιακαινούριααρχή;»

«Αυτόδενμπορείναγίνει,όσοηΖακίΦαράρεξακολουθείναυπάρχειστηζωήσου!Πρέπεινατοκαταλάβειςαυτό,Μαρκ».ΗΣάντσαέκανεμιαπαύση.«Πρέπειναμάθωποιοςέκανετηνπρώτηκίνηση.Εσύήεκείνη;»

ΟΜαρκέκανεμιακίνησηανυπομονησίας.«Κανένας.Απλώςέτυχεναφάμεμαζίέναβράδυμετάτηδουλειά.'Ετσιάρχισετοπράγμα.Τηνπρώτηφοράδενήτανραντεβού.Ήμαστεδυοσυνάδελφοιπουπήγανναφάνεμαζί.Σιγάσιγάόμωςηατμόσφαιραάλλαξε,ταπράγματαέγινανπιοπροσωπικάκαιμετάαρχίσαμεναπροσέχουμε,νακρυβόμαστε,ναλέμεψέματαστουςσυναδέλφουςμαςκιεγώναλέωψέματασ’εσέναότιδήθενδούλευαωςαργά.Μπλέξαμε,χωρίςνατοκαταλάβουμεκιεγώκατηγορώπιοπολύτονεαυτόμουπαράεκείνη».

ΗΣάντσαγέλασε.«Εγώόμωςκατηγορώπερισσότεροεκείνη,γιατίήξερεότιήσουνπαντρεμένοςμετρίαπαιδιά!»

«Μήπωςεγώδεντο’ξέρα,πουναπάρει;Δενείχακαμίαδουλειάναβγαίνωμαζίτης.ΓΓαυτόσουλέω...Σάντσα,προσπάθησεναμεκαταλάβεις.Πρέπεινατηδωμόνος.Δεγίνεταιναπάωεκείδεμένοςμεχειροπέδεςμαζίσου,σανναμηνεμπιστεύεσαιανθατηςπωαυτάπουπρέπει!»

ΟΜαρκπήγεπροςτηνπόρτακαιηΣάντσατονακολού-θησε.

«Μαρκ,μηνπηγαίνειςσπίτιτης!Μημείνειςμόνοςμαζίτης.ΠερίμενενατηςμιλήσειςτηΔευτέραστογραφείο».

Γύρισεκαιτηναγριοκοίταξε.«Δεθέλωσκηνέςστογρα-

/

φείο!Δεντοκαταλαβαίνεις;Κοίταξε,δεθ’αργήσω.Θαγυρίσωμόλιςμπορέσω.Μιακαιδενείναιεδώταπαιδιά,θαμπορούσαμεναπάμεναφάμεκιεμείςμιαφοράέξω.ΈχουμεπολύκαιρόναπάμεστοΌουκΧάουζ.Πάρ’τουςστοτηλέφωνοκαικλείσετραπέζιγιατημία».

ΗπόρταβρόντηξεπίσωτουκαιηΣάντσαστάθηκεσανάγαλμακαιάκουγετοαυτοκίνητότουν’απομακρύνεται.Τορολόιτουτοίχουέδειχνεότιηώραήτανεντεκάμισι.ΟΜαρκείχεμείνειμίαολόκληρηώραμαζίτηςκαιδενείχεκαταλάβειτίποτα.Τώραόμωςπουείχεξαναφύγει,ήξερεότιθατηςφαινόταναιώνας,ώσπουναεπιστρέφειεκείνος.

Πήγεστοτηλέφωνοκαιπήρετοαγαπημένοτουςεστιατόριο,τοΌουκΧάουζ,έναπαλιόγεωργιανόπαμπσταπροάστιατηςπόλης,γιανακλείσειτραπέζιγιατημία.ΟΜαρκείχεδίκιο.Είχαντόσοπολύκαιρόναπάνεεκεί,ώστε,ότανάκουσετηφωνήπουτηςαπάντησε,δεντηναναγνώρισε.

«ΟΤζουλςείστε;»ρώτησεδιστακτικά.

«ΔυστυχώςοΤζουλςέχειφύγειεδώκαιέξιμήνες»,είπεηφωνήσεκαλάαγγλικά,αλλάμεέντονηξενικήπροφορά.«ΕίμαιοΠιερ,οκαινούριοςδιευθυντής».

«Α,χαίρετε.Σαςπαίρνωγιανακλείσωένατραπέζιγιαδύοάτομαγιασήμεραστημία».

«Μιαστιγμήπαρακαλώ...μμμ...ναι,έχουμετραπέζι.Μουλέτε,παρακαλώ,τοόνομάσας;»

«Κρόφτον...κυρίαΚρόφτον».

Έγινεμιαμικρήπαύσηκαιμετάηφωνήξανακούστηκεχαμογελαστή.«Βεβαίως,κυρίαΚρόφτον.Είμαστεπάνταευτυχείς,όποτεβλέπουμεεσάςκαιτοσύζυγόσας.Θασαςκρατήσωτοίδιοτραπέζιπουσαςείχαδώσεικαιτηνπερασμένηεβδομάδα».

ΗΣάντσακατέβασεμουδιασμένητοακουστικό.ΟΜαρκπήγαινετηΖακίΦαράρστοεστιατόριότους!

ΤοχειρότεροήτανότιτηνκράτησητηνέκανεμετοόνομακύριοςκαικυρίαΚρόφτον.ΌλοιοισερβιτόροιθακαταλάβαιναναμέσωςότιηΣάντσαδενήτανηγυναίκαπουεμφάνιζεοΜαρκσανσύζυγότουόλοαυτότονκαιρό.Καιοκαινούριοςδιευθυντήςείχεέξιμήνεςεκεί.

ΕπομένωςδενμπορούσεναπάειεκείμετονΜαρκκαινα

ΕρωταςΚαιΔυσπιστία87

βλέπειταγκαρσόνιανατηνκρυφοκοιτάζουνκαινατηνκουτσομπολεύουνπίσωαπότηνπλάτητης.Αλλάούτεμπορούσεναξανατηλεφωνήσειγιαναακυρώσειτηνκράτηση.Αυτόέπρεπενατοκάνειο

Μαρκ.

Τανεύρατηςείχαντέτοιοχάλι,ώστε,ότανάκουσετοκουδούνιτηςπόρτας,τινάχτηκεολόκληρη.Πέρασανμερικέςστιγμές,ώσπουνασυνέλθεικαιναπάειν’ανοίξει.

ΉτανηΖόιπιοεντυπωσιακήπαράποτέ,μ'έναπολύστενότζινπαντελόνι,μιαμεταξωτήμπλούζασεχτυπητόσμαραγδίκιέναμαύροστενόσουέτγιλέκοαπόπάνω.

Ηαδερφήτηςτηνκοίταξεερευνητικά.«Είσαικαλά;»ρώτησεσυνοφρυωμένη.«Τιέγινε;Γιατίέχειςαυτάταμούτρα;ΜήπωςμίλησεςμετονΜαρκ;»

«Ναι,μιλήσαμε».

ΑπότηΖόιδεδιέφυγεηβραχνάδατηςφωνήςτης.«Μμ...»έκανεσκεφτική.«Ναυποθέσωότιτανέαδενείναικαλά;Έλα,λέγελοιπόν!Αφούξέρειςότιστοτέλοςθαμουταπειςόλα!Τισυμβαίνει,Σάντσα;»

Κοίταξεπάνωαπότονώμοτηςαδερφήςτης.«Ταπαιδιάπούείναι;Γι’αυτάήρθαμε.ΟΓκάιμερώτησεανήθελαναπάμεσ’έναπανηγύριστοΡάμσντενκιεγώσκέφτηκαναπάρουμεμαζίκαιταπαιδιάσου.ΚαιοΓκάιπαιδίείναικατάβάθος.Θακοιτάξειναπεράσουνκαλάκαιτατρία.Στηνεπιστροφήμπορούμεν’αγοράσουμεψάριακαιπατάτεςναφάνεγιαναμηνέχειςναμαγειρεύεις.ΈτσιθαμπορέσετενακαθίσετεμετονΜαρκναταπείτεμετηνησυχίασας».

ΗΣάντσαχαμογέλασεάτονα.«Σ’ευχαριστώπολύ,Ζόι,αλλάταπαιδιάταέχειπάειηΜάρθαστοζωολογικόκήπο».

Ταφρύδιατηςαδερφήςτηςανασηκώθηκαν.«Μπράβο!Δικήτηςιδέαήτανήδικήσου;»

«Δικήτης».

«Τηςταέχειςπεικιεκείνης;ΓιατονΜαρκεννοώ».

«ΗΜάρθαείναιπολύκαλήμουφίλη».ΗΣάντσακοίταξετηνκόκκινηΠόρσεπουήτανπαρκαρισμένηέξωαπότοσπίτιτης.Οοδηγόςτιςπαρατηρούσεαπότοανοιχτόπαράθυροτουαυτοκινήτου,ενώηζεστήανοιξιάτικηαύρατουανακάτευεταμαλλιά.«ΟΓκάιείναιαυτόςεκείμετηνΠόρσε;»

«Ναι.Είναιοπαραγωγόςμας».ΗΖόιχαμογέλασε.«Πρέπει

ναείμαικαλήμαζίτουγιαναμαςδώσειόλαταχρήματαττουχρειαζόμαστε».

«Αφούσ’αρέσεικιεσένα!»ΕίχανμιλήσειπολλέςφορέςγιατονΓκάι,παρ’όλοπουηΖόιήτανπάνταμυστικοπαθήςσεσχέσημετηνπροσωπικήτηςζωή.Ίσωςόμωςναμηνήθελεπράγματινατοπάρειπολύσοβαρά.Γιακείνηπρώταερχότανηκαριέρατης,ανκαιμετονΓκάιβλέπονταναρκετάσυχνάτώρατελευταία.

Δενήτανπολύωραίος.Ήτανμεγαλόσωμοςκαιλίγοάχαρος,μεπολλάμαλλιάκαιφαρδιούςώμους,αλλάτοπρόσωπότουέδειχνεηρεμίακαιχιούμορ,πράγμαπουάρεσεπολύστηΣάντσα.Εκείνοςταχρειαζότανσίγουρααυτάγιαναμπορέσειναταβγάλειπέραμετηναδερφήτης.

Ακούσεξαφνικάτοτηλέφωνοκαιέτρεςενατοσηκώσει.

«Εμπρός;»είπεξέπνοη.

«Οάντραςσουείναιμαζίτηςτώρα»,τηςείπεμιαπνιχτήφωνή.«Στοδιαμέρισμάτης.Ανθέλεις,μπορείςναπαςνατουςπιάσειςσταπράσα.Ήμήπωςδενενδιαφέρεσαι;»

«Εσείςποιαείστε;»ρώτησεεκείνηταραγμένη,αλλάηάγνωστητηςέκλεισετοτηλέφωνοσταμούτρα.

ΗΣάντσακατέβασετοακουστικό,τρέμονταςαπότοθυμό.ΓύρισεκαιβρήκετηΖόιακριβώςαπόπίσωτης.

«Ποιοςήταν;»τηρώτησεηαδερφήτηςκατσουφιάζοντας.

«Αυτή...Ναι,αυτήήταν,είμαιβέβαιη.Προσπαθούσεν’αλλάξειτηφωνήτης.Θαπρέπειναείχεσκεπάσειμεμαντίλιτοτηλέφωνογιαναμηντηνκαταλάβω,αλλάείμαιβέβαιηότιήταναυτή».

ΗΖόιδεχρειάστηκεναρωτήσειγιαποιαμιλούσε.«Τισουείπεκαιταράχτηκεςτόσοπολύ;»Ταζωηράτηςμάτιαεξερευνούσανανήσυχατοκατάχλομοπρόσωποτηςαδερφήςτης.

«ΕίπεότιοΜαρκείναιαυτήτηστιγμήστοδιαμέρισμάτηςκαιότι,ανθέλω,μπορώναπάωνατουςπιάσω».

«Τοκα...»ΗΖόισταμάτησεαπότομακαιξανακατσούφια-σεδείχνονταςπολύθυμωμένη.«Μήπωςείναιεδώ;Δεφαντάζομαιναείναιμέσα;»

ΗΣάντσακούνησεαρνητικάτοκεφάλι.«Όχι.'Εφυγεπριναπόδέκαλεπτάγιαναπάεισ’εκείνη».ΕίδετηνέκφρασητηςΖόικαιέσπευσεναπροσθέσει:«Μουτοείπεόμως!Πάεινα

τηςπειότιόλατέλειωσανμεταξύτους.Εγώτουείπαότιπρέπεινατηδιώξειαπότηδουλειάκαιναπάψεινατηβλέπει,εντόςήεκτόςγραφείου,ανθέλεινασυνεχίσουμεναείμαστεπαντρεμένοι».

ΤαχείλητηςΖόιστράβωσανσαρδόνια.«Αναυτόθέλεις,τότεχαίρομαι,αλλάξέρωαπόπείραότι,ότανέναςάντραςξεστρατίσειμιαφορά,μετάτουγίνεταισυνήθεια.Πάντως,αντονθέλειςπραγματικά,εμέναμημουδίνειςσημασία».

Έβγαλεαπότημαύρητσάντατηςέναμικρόσημειωματάριοκιέναστυλό,σήκωσετοακουστικότουτηλεφώνουκαιάρχισενασχηματίζειέναναριθμό.

«Τικάνειςεκεί;Δεφαντάζομαιναπαίρνειςαυτήν;»αναφώνησεηΣάντσαμεφρίκηκαιπροσπάθησενατηςαρπάξειτοτηλέφωνο,αλλάηΖόιτηςέσπρωξετοχέρικαικόλλησετοακουστικόστοαυτίτης.

Έναλεπτόαργότερακαιχωρίςναπειλέξη,κάτιέγραψεστοσημειωματάριότηςκαιέκλεισετοτηλέφωνο.ΗΣάντσατηνπαρακολουθούσεκατάπληκτη.

Ηαδερφήτηςστράφηκεπροςτομέροςτηςκαιτηςέδειξετοσημειωματάριο.«Αυτόςείναιοαριθμόςτης;»

ΗΣάντσαδυσκολευόταννατονδιακρίνει.Οιαριθμοίχόρευανσανμαύρεςμύγεςπάνωστολευκό

χαρτί.Ότανόμωςκατόρθωσεναεστιάσειτοβλέμματης,αναγνώρισεαμέσωςτονούμερο.

«Ναι,αυτόείναι.Απάντησε;»ψιθύρισε.«Πάντωςδενκατάλαβατιήθελεςνααποδείξεις».

«Φαίνεταιότιταπαιδιάσούέχουννερουλιάσειτομυαλό»,είπεηΖόισαρκαστικά.«Δεντοήξερεςότι,ανπάρειςαυτότοναριθμό,σουλένεαπόπούσουέχουνκάνειτοτελευταίοτηλεφώνημα;»Έγραψετονούμεροκαιτηςτοέδειξε.«Εκτόςβέβαιααντοπρόσωποπουσουτηλεφώνησεπάρειάλλονούμεροπρώταγιανασεμπλοκάρει.Γι'αυτόείναιαδύνατονναεντοπίσειςτουςδιάφορουςανώμαλουςπουκάνουνεκείνατααισχράτηλεφωνήματα.Ωστόσο,λένεότιόλοιμαςδικαιούμαστεναέχουμειδιωτικήζωή,ακόμακιαυτοίοιάρρωστοιπουπαίρνουντιςγυναίκεςκαιτιςκατατρομάζουν».

ΗΣάντσατηνάκουγεκαιδεντηνάκουγε.«Ώστεαυτήήτανλοιπόν.Αρακαιτογράμμαεκείνηθαμουτοέστειλε»,μουρμούρισεσαννασκεφτότανδυνατά.

«Προφανώς».ΗΖόισυγκατένευσε.«Ιουκάνειπόλεμονεύρων,αγάπημου,δεντοκαταλαβαίνεις;»

ΗΣάντσατηνκοίταξεμεαπλανέςβλέμμα.«Τι;»

«Προσπαθείνασενευριάσειτόσοπολύ,ώστενασ’αναγκάσειναδιώξειςτονΜαρκαπότοσπίτικαινατουζητήσειςδιαζύγιο.Σπουδαίακυρία.Λοιπόν,τισκοπεύειςνακάνεις;»

«ΘατοπωτουΜαρκ»,τηςαπάντησεηΣάντσαάγρια.«Ίσωςέτσικαταλάβειότιηκυρίαδενείναιτόσοαθώα,όσοφαίνεται!»

«Οιάντρεςείναιστραβοίσεσχέσημετιςγυναίκες,Σάντσα.Είναιφοβερότοπόσοεύκολαμπορούννατουςξεγελάσουνορισμένες».ΗΖόιτηνκοίταξεαυστηρά.«ΟΜαρκσουομολόγησεότιείχεσχέση;»

«Είπεότιδενήτανκάτισοβαρό».

«Τιθαπειαυτό;»

«Ότιακόμαδεν...»ΗΣάντσαάφησετηφράσητηςμετέωρη.«Δεθέλωναμιλάωγι'αυτό,Ζόι!»πρόσθεσεπαραπονιάρικα.

Ηαδερφήτηςόμωςδενέλεγενατοβάλεικάτω.«Λέειότιδενέχουνκοιμηθείμαζίακόμα;Κιεσύτονπίστεψες;»

«Ναι!»τηςφώναξεηΣάντσα.

ΗΖόιχαμογέλασε.«Τότε,γιατίέχειςτόσοαμυντικήστάση;»

Κάποιοςχτυπούσετηνπόρτα.Γύρισανκαιοιδυοκαικοίταξανξαφνιασμένεςπροςταεκεί.ΉτανοΓκάιπουτουςχαμογελούσεαμήχανα.

«Γειασας.Τελικάτιγίνεται,θαπάμεταπαιδιάστοπανηγύριήόχι;»Ηφωνήτουήτανζεστήκαιβαθιάκαιείχεμιατόσοευχάριστηχροιά,πουτονέκανεαμέσωςσυμπαθητικόσταμάτιασου.

«Έχουνπάειστοζωολογικόκήπομεμιαγειτόνισσα»,τουεξήγησεηΖόιμ’έναχαμόγελοπουέδειχνεότιτονσυμπαθούσεπολύ.

«Τότε,θαπάμεμόνοιμας»,είπεεκείνοςχαμογελώνταςπλατιά.«ΘασεστριμώξωστοΤρένομεταΦαντάσματατηνώραπουξεπετάγονταιοισκελετοίμέσααπ’τοσκοτάδικιεσύθαβάλειςτιςφωνέςκαιθαπέσειςστηναγκαλιάμου».

«Περίμενε!»μουρμούρισεηΖόι.«Μάλλονεσύθαφοβηθείςκαιθαπέσειςστηναγκαλιάμου,αλλάεγώθασεσπρώξωαμέσωςμακριά».

«Νασαςφτιάξωκαφέ;»προσφέρθηκεηΣάντσαευγενικά,

νιώθονταςκάποιοοίκτογιατονΓκάιπουείχεπάρειέναθλιμμένούφος.Αναρωτήθηκεπόσοκαιρόακόμαθαάντεχεναπολιορκείμιαγυναίκαπουτουφερότανσανσεαδέσποτοσκύλο.

Φυσικάτηναπόφασητηνπήρεηαδερφήτης.«Όχι,ευχαριστούμε,αλλάπρέπειναφύγουμε.Έλα,Γκάι,πάμε».

Εκείνοςτηνακολούθησεσανυπάκουοσκυλί,βαδίζονταςδίπλατηςμετοκορμίτουστητό.ΗΖόικοντοστάθηκεστηνπόρτακαικοίταξεσοβαράτηναδερφήτης.«Ναείσαιπολύαυστηρήμαζίτου,Σάντσα,καιναμηντοναφήσειςνασερίξειπάλι.Ανκαινομίζωότιδελέειψέματα,αλλιώςγιατίνααγωνίζεταιτόσοπολύνασεπείσειότιταπράγματαδενείναιόπωςτανόμιζες;»

Ότανέφυγετοζευγάρι,ηΣάντσαστάθηκεστοπαράθυροτηςκουζίναςκαιπαρατηρούσεσκεφτικήτονηλιόλουστοκήπο.ΤιναγινότανάραγεστοσπίτιτηςΖακίΦαράρτώρα;ΝαείχεδίκιοηΖόι;ΉτανπράγματιηίδιααυτήπουπροσπαθούσενατηνπείσειγιατηνενοχήτουΜαρκ;

Αχ,πώςθαήθελεναήτανμιαμύγαστοντοίχοεκείνουτουδιαμερίσματος!Έπρεπεναμάθειτηναλήθεια.ΉθελεναεμπιστευτείτονΜαρκ,νατονπιστέψει,αλλάτηνεμπόδιζεηζήλια.

Ταλεπτάκυλούσαν.Τορολόιτηςέδειχνεδώδεκακαιτέταρτο.ΠούήτανοΜαρκ;Θαγύριζεπίσωήόχι;

Αρχισεναπηγαινοέρχεταιμέσαέξωστοσπίτι,ακούγονταςτηναπόλυτησιγή.Είχεπολύκαιρόναμείνειέτσιμόνη,χωρίςταπαιδιά,χωρίςτρεχάλεςκαιπαιδικέςφωνέςπουδιέκοπτανσυνεχώςτιςσκέψειςτης.Ήτανμιαεμπειρίαπαράξενηκαιμάλλονδυσάρεστη.Τώραμπορούσεν’ακούειόλουςτουςμικρούςθορύβουςτουσπιτιού,τουςοποίουςέπνιγεσυνήθωςηφασαρίαπουέκανανταπαιδιά.Τοτικτακτουεκκρεμούςστοχολ,τονανεπαίσθητοψίθυροτουθερμοσίφωνα,τοβουητότουπλυντηρίουκαιτατριξίματατουξύλουτουπατώματος,καθώςτοζέσταινεοήλιος.Τοσπίτιήτανζωντανόςοργανισμός,ότανήτανκιεκείνημέσα.

Αχ,μαπούήτανοΜαρκτέλοςπάντων;Ξανακοίταξετορολόιτης.Δενείχανπεράσειπαράμόνοπέντελεπτά.

Τηςείχανφανείώρες.Συνέχισεναβαδίζειπάνωκάτωστο

δωμάτιο,ώσπουξαφνικάάκουσεαυτοκίνητοναπλησιάζει,αλλάδεσταμάτησε.ΔενήτανοΜαρκ.

Κοίταξεπάλιτορολόιτης.Δώδεκακαιμισή.Είχεπειότιθαξαναρχόταν,ακόμαόμωςδενείχεφανεί.Ήτανμ’εκείνητηγυναίκα.Στοσπίτιτης.Στοκρεβάτι.

Έβαλετοχφιπάνωστοστόματηςγιαναεμποδίσειμιακραυγή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ6

Στημιαακριβώςάρχισεναφτιάχνειμιασαλάταγιαναφάει,παρ’όλοπουτοφαγητόήταντοτελευταίοπράγμαπουτηναπασχολούσεαυτήτηστιγμή.Έπρεπεόμωςνακάνεικάτιγιανααπασχολήσειταχέριατηςκαινααδειάσειτομυαλότηςαπότιςσκέψεις.

Πάντωςήτανειρωνείατηςτύχης!Απότότεπουείχεαποκτήσειτοπρώτοτηςπαιδί,δενείχεποτέούτεέναλεπτόησυχία.Όλοευχότανναβρειλινόχρόνογιατονεαυτότης,ναξεφύγειγιαλίγοαπόταπαιδιάτηςκαιαπότιςδουλειέςτουσπιτιούκαιναζήσεικιεκείνημιαφοράσανκανονικόςάνθρωπος.Καιτώραπουείχεολόκληρητημέραστηδιάθεσήτης,δεντηςάρεσεκαθόλου.

Στημίακαιείκοσιχτύπησετοτηλέφωνο.Τοκοιτούσεσανχαζή,μητολμώνταςνατοσηκώσει,απόφόβομήπωςήτανοΜαρκκαιτηςέλεγεότιτελικάδεθαγύριζεστοσπίτι,ότιείχεδιαλέξειτηΖακίΦαράρκαιότιήθελεδιαζύγιο.

Τοτηλέφωνοσυνέχιζεναχτυπάει.Ξαφνικάτηςπέρασεμιαδυσάρεστησκέψη.ΜήπωςοΜαρκείχεπάθεικάτι;Είχεφύγειπολύαναστατωμένοςαπότοσπίτι.Μήπωςείχεχτυπήσειμετοαυτοκίνητο;

Έτρεξενασηκώσειτοτηλέφωνο,νιώθονταςπαγωμένηαπότοφόβο.

«Εμπρός;»είπεμεφωνήπουμόλιςακουγόταν.

«ΗκυρίαΚρόφτον;ΣαςτηλεφωνώαπότοΌουκΧάουζ»,

94CharlotteLamb

είπεμιαφωνήκαθόλουφιλικήαυτήτηφοράκαιμετοδίκιοτης.

«Α!»ήταντομόνοπουμπόρεσενααρθρώσει.

«Είχατεκλείσειτραπέζιγιατημία»,συνέχισεοάντραςψυχρά.«Σαςτοκρατήσαμεμέχριτώρα,αλλάυπάρχειουράαπόπελάτεςπουπεριμένουνναγευματίσουνκαι,όπωςκαταλαβαίνετε,θααναγκαστούμεναακυρώσουμετηνκράτηση».

«Ασφαλώς»,απάντησεηΣάντσαηλίθια.«Λυπάμαιπολύ,αλλάοάντραςμουκαθυστέρησεναέρθειναμεπάρει.Είχεπειότιθαήτανεδώπριναπόμίαώρα,αλλάακόμαδενέχειφανεί.Σαςζητώσυγνώμη».

Ηταραγμένητηςφωνήδενάλλαξεκαθόλουτιςδιαθέσειςτουυπαλλήλουτουεστιατορίου.«Πολύκαλά,κυρίαΚρό-φτον,αλλάθαέπρεπεναμαςείχατεειδοποιήσει.Ξέρετεπόσουςπελάτεςέχωδιώξει,στουςοποίουςθαμπορούσαναδώσωτοτραπέζισας;»

«Συγνώμη»,επανέλαβεηΣάντσακαιάκουσεναβροντάειτοτηλέφωνο.

Αναστέναξεκαικατέβασετοακουστικό.Σ’αυτότοεστιατόριοδεθαξαναπήγαινανποτέ.Γιαπολλούςκαιδιάφορουςλόγους.Πρώτονγιατίεκείνηδενήθελεναξαναπατήσειτοπόδιτηςεκεί,τώραπουήξερεότισ'αυτότοεστιατόριοπήγαινεοΜαρκκαιτηΖακίΦαράρκαιδεύτερονγιατίπιθανόταταοδιευθυντήςτουδεθαήθελενατουςξανακρα-τήσειτραπέζι.

Ξανακοίταξετορολόιτηςκαιδιαπίστωσεότιηώρακόντευεμιάμιση.Σελίγοθασυμπληρώνοντανδύο

ώρεςπουείχεφύγειοΜαρκκαιβέβαιαδεχρειαζόταντόσοπολύγιαναπειςαντίοσεκάποιον.

ΤηνώραπουτηλεφώνησεεδώηΖακίΦαράρ,σκέφτηκεηΣάντσα,οΜαρκθαπρέπειναέφτανεστοσπίτιτης.Θατονείδε,λοιπόν,απότοπαράθυροκιαμέσωςμουτηλεφώνησεκαιμουείπεψέματαότιήτανστοκρεβάτιμαζίτης.Τιήλπιζεναπετύχειόμως;Πίστευεότιθαέτρεχανατουςπιάσωσταπράσα;

ΠροφανώςηΖακίταείχεπειαυτάγιανακάνειπιοπειστικάταλόγιατης.ΗΣάντσαάρχισεναφαντάζεταιτησκηνή.

ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ95

Ηξανθιάκοπέλαίσωςείχεσηκωθείαργά.Ίσωςήτανακόμαμετονυχτικό,όταντηνείχεπάρειστοτηλέφωνο.Ήμάλλονθαείχεκάνειντουςκαι,μόλιςείδετονΜαρκαπότοπαράθυρο,θαείχετρέξειστηνκρεβατοκάμαραναφορέσεικάτιποιοπροκλητικό,ώστε,μόλιςθαχτυπούσετοκουδούνι,νατρέξεινατουανοίξει,κάνονταςότιείχεμόλιςσηκωθείαπότοκρεβάτι.

ΟΜαρκθαείχεαρχίσεινατηςλέειαμέσωςότιόλαείχαντελειώσειμεταξύτουςκιεκείνηθαείχεβάλειασφαλώςτακλάματα.Ότανεκείνοςθαπροσπάθησενατηνπαρηγορήσει,εκείνηθακόλλησεπάνωτουσανταπαράσιταπουκολλούνσταδέντρα.

ΗΣάντσαείχεέναπαρασιτικόφυτόστονκήποτηςτονπροηγούμενοχρόνο.Ήτανέναπολύόμορφοφυτό,μεροζκαιλευκάλουλουδάκια,τοοποίοόμωςαπλωνότανπολύγρήγορακαιέπνιγεταάλλαφυτά.Αντοάφηνε,πολύγρήγοραθαείχεκαταλάβειόλοτονκήπο.Μόνοπουεκείνηήταναποφασισμένηνατοδαμάσει.Τοξερίζωσεκαιύστεραάναψεφωτιάκαιτοέκαψε.ΤοίδιοανελέητηέπρεπεναγίνεικαιμετηΖακίΦαράρ.

Ανδενήτανήδηπολύαργά.Αχ,γιατίτονείχεαφήσειναπάειστοσπίτιτης;Αφούτοήξερεότιήτανεπικίνδυνο,δεντοήξερε;ΠροφανώςηΖακίΦαράρδενείχεαναστολέςκαιδεθατονάφηνεεύκολαήσυχο.

Ούτεεγώόμωςθατοναφήσω!συλλογίστηκεηΣάντσασφίγγονταςταδόντια.Είναιοάντραςμουκαιτοναγαπώκαιθαπαλέψωμενύχιακαιμεδόντιαγιανατονκρατήσω.Είμαικιεγώσκληρόκαρύδικαιξέρωναπολεμάω!ΈχωεπενδύσειχρόνιααπότηζωήμουπάνωστονΜαρκ.Είναιοπατέραςτωνπαιδιώνμουκαιδενπρόκειταινακαθίσωάπρακτηκαινατονδωναφεύγειμεμιαάλληγυναίκα.Κιαυτήτισόιάνθρωποςείναιπουθέλειναμεχωρίσειαπότονάντραμου;Δενέχεικαθόλουφιλότιμο;

Γι’αυτάταπράγματαόμωςχρειάζονταιδύο,έτσιδενείναι;

ΟΜαρκδενήτανκάποιοπαιχνιδάκιγιατοοποίοπάλευεεκείνημετηΖακί.Ήτανώριμοςάνθρωπος,μεμυαλόκαιπολύδυνατήθέληση.Γιατίόμωςείχεμπλέξειμ’αυτήτηγυναίκα;Προφανώς,επειδήαπότησύζυγότουδενέπαιρνε

αυτόπουήθελε.ΗΣάντσααναστέναξε,κλείνονταςταμάτια.ΘαήτανπολύεύκολοναρίξειόλητηνευθύνηστονΜαρκήσ’εκείνητηγυναίκαγιαό,τιείχεσυμβεί,αλλάτίποταστηζωήδενήταντόσοεύκολο.Έπρεπεναπαραδεχτείότιείχεκιεκείνητιςευθύνεςτης.

Θαμπορούσεβέβαιαναβρειένασωρόδικαιολογίες,ωστόσοογάμος—όπωςκιόλαταπράγματαστηζωή—ήτανκάτιγιατοοποίοέπρεπεναδουλέψεις,κάτιπουέπρεπεναφροντίζειςναείναιπάντασε

καλήκατάσταση.Αυτόβέβαιαίσχυεκαιγιατουςδύο.Εκείήτανπουείχαναποτύχει.

ΜετονΜαρκείχανπάψειναπροσφέρουνοέναςστονάλλοτηναγάπηκαιτηνυποστήριξηπουχρειάζονταν,μεαποτέλεσμαογάμοςτουςνααρχίσειναφθίνει,χωρίςνατοκαταλάβουν.ΑνεκείνηείχεενθαρρύνειτονΜαρκνατηςμιλήσειγιαταπροβλήματάτου,αντονάκουγεπραγματικά,αντουφερότανπιοτρυφερά,ίσωςναμηνείχεαναζητήσειστοργήκαικατανόησηαπόμιαάλληγυναίκα.Αλλάκιεκείνος,ανείχεπροσέξειπόσοκουρασμένηήτανηγυναίκατουκαιείχεπροσπαθήσεινατηβοηθήσει,αντηςείχεδείξειμεγαλύτερηκατανόησηκαιτρυφερότητα...Αν,αν,αν.Είχαναφήσειπολλέςευκαιρίεςναχαθούνκιαυτήεδώδενέπρεπενατηχάσουνμετίποτα!

Οοικείοςθόρυβοςτηςμηχανήςτουαυτοκινήτουτουτηνέκανεναισιώσειτοκορμίτης.ΈτρεξεστοπαράθυροκαιείδετονΜαρκναμπαίνειστογκαράζ.Μιαανακούφισητηνπλημμύρισεσανπαλιρροϊκόκύμα.Έκλεισεμιαστιγμήταμάτιακαιπροσπάθησεναεπιβληθείστονεαυτότης.Ξανα-γύρισεαμέσωςστηνκουζίνακαισυνέχισετηνπροετοιμασίατουγεύματόςτους.Μαζίμετησαλάταθασέρβιρεκρύοκοτόπουλοκαιψωμίψημένομεκατσικίσιοτυρίαπόπάνω.Αναψετογκριλκαιάρχισενακόβειτοτυρί.

ΜόλιςάκουσετονΜαρκναμπαίνει,άφησεκάτωτομαχαίρικαιγύρισενατοναντιμετωπίσει,σκουπίζονταςταχέριατηςσεμιαπετσέτατηςκουζίνας.Τιθατηςέλεγεάραγε;'Οτιείχεαλλάξειγνώμη;'Οτιτελικάοδικόςτουςγάμοςείχεπάρειτέλοςκαιόχιοδεσμόςτουμ*εκείνητηνκοπέλα;

Τηςφάνηκεπολύπεσμένος,σανναείχεπάθεισοκ.«Συ-

ΕρωταςΚαιΔυσπιστία97

γνώμηπουάργησα»,τηςείπεκοφτά.«ΤιέγινεμετοΌουκΧάουζ;Έκλεισεςτραπέζι;»

«Ναι,αλλάγιατημία.Μεπήρανόμωςστημιάμισικαιτοακύρωσαν.Δεφαίνοντανκαθόλουευχαριστημένοι».ΗΣά-ντσατονκοίταξεσταμάτια.«Έμαθαότιείχεςφάειεκείκαιτηνπερασμένηβδομάδα.Μετησύζυγόσου».

ΟΜαρκέκλεισεταμάτιατου.Τιπήγαινενατηςκρύψει;Φοβότανότιθαδιάβαζετησκέψητουήδενήθελεούτενατηβλέπει;«ΩΘεέμου»,μουρμούρισεεκείνος.«Ώστεέκανετηνκράτησημετοόνομα...»

«ΚύριοςκαικυρίαΚρόφτον.Μάλιστα.Φυσικάοδιευθυντήςυπέθεσεότιήμουνεγώκαιμουυπενθύμισεότιτρώωσυχνάεκείμετοσύζυγόμου»,είπεηΣάντσαμετρεμάμενηφωνή.Δενήθελενατουκάνεισκηνή.Αρκετάείχανπεράσειωςτώρα.

ΟΜαρκξανάνοιξεταμάτια.«Όχικαισυχνά,Σάντσα!Μιαφοράμόνοτηνπήγαεκεί,τηνπερασμένηβδομάδαπουείχεταγενέθλιάτης.ΕίπεότιήθελεναπάμεσεκάποιοκαλόεστιατόριοκαιεπειδήήξερεότιτοΌουκΧάουζείναιτοαγαπημένομου—τηςτοείχαπει,φαίνεται—μουζήτησεναπάμεμιαφοράεκείκιεγώτηςείπαεντάξει.Καιτηλεφώνησεεκείνηγιανακλείσειτραπέζι».

«ΓιατονκύριοκαιτηνκυρίαΚρόφτον!»Παράτιςκαλέςτηςπροθέσεις,ηΣάντσαύψωσετηφωνήτης.«Μημουπειςότιδεφαντάστηκεςότιόλοιθατηνέπαιρνανγιατηγυναίκασου;»

ΟΜαρκβύθισεοργισμένοςταδάχτυλαμέσασταμαλλιάτου.«Απ'ό,τιθυμάμαι,μερώτησανπράγματι

ανάρεσεστησύζυγόμουτοφαγητό.Έπρεπενατουςδιορθώσω,αλλάεκείνητηστιγμήδεμουφάνηκεκαιτόσοσημαντικό.Θαένιωθααμηχανία,αντουςέλεγα,‘Όχι,ηκυρίαείναιηγραμματέαςμουκαιόχιηγυναίκαμου’.Πούναφανταστώότιτουςείχεπειεπίτηδεςψέματα».

«Πολλάψέματαλέειόμως»,παρατήρησεηΣάντσα.

ΟΜαρκτηςέριξεμιαέντονηματιά.«Τισημαίνειαυτό;»

«Μουτηλεφώνησελίγομετάπουέφυγες...»

«Σουτηλεφώνησε;»αναφώνησεενοχλημένος.

«Προσπάθησεν’αλλάξειτηφωνήτης,ωστόσοξέρωότιήτανεκείνη.Είμαιβέβαιη».ΗΣάντσαπροσπαθούσενατονψυχολογήσει.«Μουείπεότιήσουνμαζίτηςστοκρεβάτι».

Toπρόσωπότουσφίχτηκε,σανναείχεδεχτείχαστούκικαιηεπιδερμίδατουέγινεκατακόκκινη.«Είσαιβέβαιηότιήταναυτή;»ρώτησεαργά.«Αναγνώρισεςτηφωνήτης;»

«Έτσιμουφάνηκε,αλλάήτανηΖόιεδώ,ηοποίαπήρεκάποιονούμεροπουσουλέειαπόπούσουτηλεφώνησαντηντελευταίαφορά.ΉτανοαριθμόςτηςΖακίΦαράρ.Έτσιβεβαιώθηκα».

Βαθιέςρυτίδεςσχηματίστηκανστομέτωπότου.«ΗΖόι;ΤιγύρευεηΖόιεδώ;»

«Πέρασεμαζίμετονπαραγωγότηςγιαναπάρουνταπαιδιάναταπάνεσ’έναπανηγύρικαιήτανεδώότανέγινεεκείνοτοτηλεφώνημα».

«Κιεσύκάθισεςκαιτηςταείπεςόλα!»ΗφωνήτουΜαρκείχεσκληρύνειαπότοθυμό.

«Αφούταράχτηκακαιτοκατάλαβε.Είναιηαδερφήμου,Μαρκ,καινοιάζεταιγιαμένα.Γιατί,λοιπόν,ναμηντηςανοίξωτηνκαρδιάμου;Σεκάποιονέπρεπεναμιλήσωκιεγώ».ΗΣάντσαπάλευενασυγκροτήσειταδάκρυάτης.

ΟΜαρκαναστέναξε.«Πάντωςθαπροτιμούσαναμηντηςταείχεςπει.Δεθέλωναξέρειόλοςοκόσμοςταπροσωπικάμας».

«ΗΖόιδενείναιόλοςοκόσμος.Είναιηαδερφήμου!Μεγνωρίζεικαλάκαικατάλαβεαμέσωςότιεκείνοτοτηλεφώνημαμεείχεαναστατώσει!»

ΗφωνήτουΜαρκμαλάκωσε.«Λυπάμαιπολύ,ανταράχτηκες,Σάντσα,αλλά,γιατ'όνοματουΘεού,θαπρέπεινακατάλαβεςότιαυτάπουσουείπεηΖακίήτανψέματα.Πώςθαβρισκόμουνμαζίτηςστοκρεβάτι,αφούσουείχαπειότιπήγαινανατηςδηλώσωότιόλατελείωσανμεταξύμας;»

ΗΣάντσαδάγκωσεταχείλητηςγιαναπάψουννατρέμουν.«Πώςμπορούσαναείμαιβέβαιη;Δενήξερατινασκεφτώ.Μπορείναμουείχεςπειψέματαήμπορεί,μόλιςτηνειΤ>ες,ναάλλαξεςγνώμη.Δενήξεραανέπρεπενασουέχωεμπιστοσύνη.Εκείνοτογράμμαέκανετηγηνατρέμεικάτωαπόταπόδιαμουκαιδενήξεραπιατιναπιστέψω».

«Έτσινιώθεις,Σάντσα;»ρώτησεοΜαρκκατσουφιάζοντας.«Λυπάμαιειλικρινά.Ξέρωτιέχειςπεράσει.Ταίδιαπέρασακιεγώτουςτελευταίουςμήνεςπουπίστευαότιδε

μ’αγαπούσεςπια.Πρέπειν’αρχίσουμεναξαναεμπιστευό-μαστεοέναςτονάλλο.Δεθαείναιεύκολο,τοξέρω,αλλάαυτόπουθασουπωτουλάχιστονπρέπεινατοπιστέψεις.Τηναπέλυσα,Σάντσα,σουτ’ορκίζομαι».

ΗΣάντσαπήρεμιαβαθιάανάσα,κοιτάζονταςερευνητικάτοπρόσωπότου.Ταγκρίζαμάτιατουήτανσυννεφιασμένακαιταχείλητουσφιγμένα.Ταήξερεκαλάαυτάτασημάδια.ΟΜαρκήτανπολύθυμωμένος,αλλάμεποιον;Μετηνίδια,επειδήτουείχεζητήσειναδιώξειτηΖακίΦαράρήμετονεαυτότου,επειδήείχευποκύψει;Τόσοδύσκοληαπόφασηήτανλοιπόν;Μήπωςτελικάήτανερωτευμένοςμ’εκείνητηνκοπέλα;

Τηνέπνιξεπάλιηζήλια.«Τιέγινε,όταντηςτοείπες;»

Τοστόματουστράβωσεαπόαηδία.«'Εγινεμιαπολύδυσάρεστησκηνή.Κοίταξε,Σάντσα,δεθέλωναμιλήσωγι'αυτό.Γίνεταινατοξεχάσουμε;Αυτήηγυναίκαέχειφύγειοριστικάαπότηζωήμου».

ΗΣάντσακοίταξετοτραπέζιτηςκουζίναςκαιαυτομάτωςξαναγύρισεσταπρακτικάθέματατηςοικογενειακήςτηςζωής.

Τιάλλοείχεάλλωστεγιανακρατηθεί,τώραπουέβλεπεταπάντανακαταρρέουνγύρωτης;Αυτήτηστιγμήένιωθεσανναάνοιγεηγηκάτωαπόταπόδιατης.

«Έχωφτιάξειμιασαλάτα.Τιάλλοθέλειςναφας;Ναψήσωψωμίμεκατσικίσιοτυρίαπόπάνωήμήπωςπροτιμάςκρύοκοτόπουλοαπ’αυτόπουέχειπερισσέψειαπόχτες;»

«Ό,τιθέλεις»,τηςαπάντησεάτονα.«Δενπεινάω».

ΗΣάντσατουέριξεμιαανήσυχηματιά.ΟΜαρκδεντηςφαινότανκαθόλουκαλά.

«Πρέπειναφαςόμως»,τουείπε.«Τοφαγητόθασεκάνεινανιώσειςκαλύτερα.Χρειάζεσαιζάχαρηγιατοαίμασου».

«Χρειάζομαιέναποτό»,τηναντέκρουσεπηγαίνονταςστοσαλόνι.

Τονάκουσεν’ανοίγειέναμπουκάλικρασίκαι,αναστενάζοντας,έβαλετοψωμίμετοτυρίστοφούρνο.

Πώςθατακατάφερναν;Ηζωήτουςποτέδεθαξαναγινότανηίδια.Ηέντασηπουυπήρχεμεταξύτουςέκανετοπιγούνιτηςναπονάεικαιτοπρόσωπότηςναπαγώνει.Έτσιένιωθεάραγεκιεκείνος;Ίσως.Πάντωςέτσιέδειχνε.

Έβγαλετοψωμίμετοτυρίαπότοφούρνογιαναμηνκαείκαιπήγεστηνπόρτατουσαλονιού.«Σεπειράζειναφάμεστηνκουζίνα;Θαείναιπιοεύκολο».

ΟΜαρκγύρισεμετοποτήριστοχέρικαιτηνκοίταξεμεμιααπόμακρηέκφρασησταμάτια.'Υστερασυγκατένευσε.«Εντάξει,όπωςπροτιμάς.Ναφέρωκρασίκαιγιασένα;»

«Ναι»,τουαπάντησεμετηνελπίδαότιτοκρασίθαέφτιαχνελίγοτηνατμόσφαιρα.

ΚάθισανστοτραπέζικαιοΜαρκ,αφούέβαλεκρασίστοποτήριτης,κοίταξετοψημένοψωμί.

«Ωραίοφαίνεται»,είπε.«Θυμάσαιπούτοείχαμεπρωτο-φάει;ΣτηΝορμανδία,σ’εκείνοτοεστιατόριοέξωαπότοΜπαγιέ».

Προσπαθούσεν’ανοίξειμαζίτηςσυζήτηση,σανναήτανδυοξένοι.Αλλάαυτόακριβώςδενήταν;ΗγέννησητηςΦλόραςτουςείχεαπομακρύνεικαιταδυοτελευταίαχρόνιατουςείχαναλλάξειπολύκαιτουςδυο.Τώραήτανδιαφορετικοίάνθρωποικαιέπρεπεναξαναγνωριστούνκαλάαπ’την

<*ΡΧΠ·

«Τοθυμάμαι»,τουαπάντησεριγώνταςελαφρά,γιατίαμέσωςτηςήρθανστομυαλόγέλια,χαρές,λιακάδεςκαινιάτα,πουηοικογενειακήζωήτουςταείχεκαταπιείγιαπάντα.

ΟΜαρκδοκίμασελίγοαπότοτυρί.«Ωραίοείναι.Τομαρινάρισεςμεελαιόλαδο,πριντοψήσεις;»

«'Οχι,απλώςτουέριξαλίγολάδιαπόπάνω,πριντοβάλωστοφούρνο».

«Είναιαπίθανο»,είπε,πριντελειώσειτοκρασίτου.

«Ευχαριστώ.Χαίρομαιπουσουαρέσει»,τουαπάντησεχαμογελώντας.

Εκείνοςέβαλεκιάλλοκρασίστοποτήριτουκαιήπιεμιαγουλιά.«Ξέρειςτισκεφτόμουν;»είπεαπότομα.«Αναρωτιέμαιαναυτήσουέστειλεκιεκείνοτοανώνυμογράμμα».

«Σίγουρα».

Εκείνοςέκανεμιαγκριμάτσα.«Μουτηνέφερε,ξέρεις.Δενμπορούσαναφανταστώότιθαήταντέτοιοςάνθρωπος.Έπαιζεπολύπειστικάτορόλοτηςκαιμουφαινότανπολύκαλόκορίτσι.Ότανόμωςτηςείπαότιθασταματούσανατηβλέπω,οιμάσκεςέπεσαν.Έπεσεπάνωμουκαιμεεκλιπα-

ρούσεναμείνω».ΟΜαρκέστρεψεαλλούτοβλέμματου.«Αφούεπιχείρησεακόμακαιναμερίξειστοκρεβάτι».

ΗΣάντσατονάκουγεχωρίςκαμίαέκπληξη.

«Ότανείδεότιτοκόλποδενέπιασε»,συνέχισεοΜαρκ,«έβγαλετονπραγματικότηςεαυτόστηνεπιφάνεια.Προσπάθησεακόμακαιναμ’εκβιάσει.Είπεότιθαπάρειδικηγόρουςκαιθαμουκάνειμήνυσηκαιότιθαπουλήσειτηνιστορίατηςστιςεφημερίδες!»

«Λεςνατοκάνει;»ρώτησεηΣάντσαανήσυχη.

Τοστόματουσφίχτηκεκαιταμάτιατουάστραψαν.«Δενπάεινακάνειό,τιθέλει;Δεδίνωδεκάρα.Αμφιβάλλωανθαυπάρξειεφημερίδαπουθαενδιαφερθείκαθόλου.Στοκάτωκάτωτηςγραφήςδενείμαισταρτουσινεμάούτεκάποιαδιασημότητακαιφυσικάδενείναιούτεεκείνη!Γιατί,λοιπόν,ναθέλουνναδιαβάσουνγιαμας;Όλ'αυτάταέλεγεγιαναμετρομάξει».

«Τοήξεραότιδεθασ’άφηνετόσοεύκολα»,ψιθύρισεηΣάντσα,σφίγγονταςμετοχέριτηςτοτραπέζι.

ΟΜαρκτηςέπιασεταχέριακαιταέκλεισεανάμεσασταδικάτου.«Μηφοβάσαι»,τηςείπεμαλακά.«Εσένα,αγάπημου,δενπρόκειταινασεπληγώσει.Δεθατηναφήσω».

Είχεπολύκαιρόνατηνπει«αγάπημου».Τουχαμογέλασεαμήχανακιεκείνοςτηςανταπέδωσετοχαμόγελο.

«'Ελατώρα,φάε,γιατίτοτυρίθακρυώσει!Καιησαλάταείναιυπέροχη.Τοντρέσινγκείναιωραίο.Τιείναι;»

«Ένααπλόγαλλικόντρέσινγκμεξίδιαπόφραμπουάζ,πουείχαφέρειπέρσιαπότηΓαλλία,μελίγοελαιόλαδο,μουστάρδακαιμέλι».

«Πάντωςκαλύτεραδεθαμπορούσαμεναφάμεπουθενά.Χαίρομαιπουτελικάμείναμεστοσπίτι».

«Κιεγώ.Στοεστιατόριοάλλωστεδεθαμπορούσαμεναμιλήσουμεμεάνεση.Μαρκ,πώςλεςναπάειησυνάντησημετουςμετόχους;ΠιστεύειςότιθακαταφέρετεμετονΦρανκνατουςπείσετεναμηνπουλήσετεστονΓκρέιντζερ;»

Ανασήκωσετουςώμουςτου.«Εμείςθακάνουμεό,τιπερνάειαπότοχέριμας,αλλάδενείμαικαιτόσοβέβαιοςότιθαπειστούν.ΗπροσφοράτουΓκρέιντζερείναιπολύδελεαστική,οιμετοχέςτουέχουνδιπλάσιααξίααπότιςδικέςμαςκαι

γενικάείναιπολύκαλήπροσφορά,αυτόοφείλωνατοομολογήσω».

«ΜαεσύκιοΦρανκέχετεμοχθήσειπολύγιαναφτιάξετεαυτήτηνεταιρεία!Δενμπορείναμηντοκαταλαβαίνουναυτό!Καιοιδυοδουλεύατεσανσκλάβοι,ενώεκείνοικάθοντανκαιαπολάμβαναντακέρδη.Ανπουλήσουντώρα,θαείναιπολύάδικο!»

ΟΜαρκτηςχαμογέλασε.«Συμφωνώαπόλυταμαζίσου,αλλάοιμέτοχοιμόνοέναπράγμασκέφτονται.Πόσαπερισσότεραχρήματαθαβγάλουναπόμιαεταιρεία.Δενκάθονταιναπροβληματιστούντισυνέπειαθαέχειαυτόγιατουςεργαζόμενους».

«Θαχάσουνπολλοίτηδουλειάτους;»τονρώτησεανήσυχη.

«Μάλλον.Σετέτοιεςκαταστάσειςείναιπολλοίαυτοίπουχάνουντηθέσητους,απόταμεγάλαστελέχημέχριτουςκατώτερουςυπαλλήλους».

«Ανκαταλήξετενα...Τιθακάνεις,Μαρκ;»

«Δενέχωιδέα»,τηςαπάντησεμουτρωμένος.«Ίσωςχρειαστείναπουλήσουμετοσπίτικαινααγοράσουμεέναμικρότερο.Έτσικιαλλιώςθαπρέπειναμετακομίσουμεαπόδω,ανβρωδουλειάσεάλληεταιρεία».

ΗΣάντσαέπαθεσοκ,αλλάέβλεπεσταμάτιατουότιφοβόταντηναντίδρασήτηςκαισκέφτηκεότι,εφόσονήτανμαζί,δεντηνενδιέφερετίποτ’άλλο.Σήκωσετοπιγούνιτηςψηλάκαιτουχαμογέλασεενθαρρυντικά.«Δενπειράζει.Έχουμεζήσεικαισεμικρότερασπίτια.Θατακαταφέρουμεκαιτώρα».

Είδετοπρόσωπότουναγεμίζειανακούφιση.«Δηλαδήδεσεπειράζει;»

Τουχαμογέλασεπλατιά.«Θαείναισανναξαναρχίζουμε.Θαέχειπλάκα».

«Ναι,μπορείναέχειςδίκιο»,συμφώνησεεκείνοςπρόθυμα.«Τιώραθαφέρειπίσωταπαιδιάη

Μάρθα;»

«Αργάτοαπόγευμαμουείπε».

«Επομένωςέχουμεακόμακαιρόγια...»Τηνκοίταξεπίσωαπότιςσκούρεςβλεφαρίδεςτουκιέναπονηρόχαμόγελοζωγραφίστηκεσταχείλητου.«Ναμιλήσουμε»,τελείωσετηφράσητου.

ΗΣάντσαένιωσετουςσφυγμούςτηςναεπιταχύνονται.Η

ΕρωταςΚαιδυσπιστία103

κουβένταδενήτανσίγουρααυτόπουείχεστομυαλότου,τοέβλεπεκαθαροίσταμάτιατου.Έφερεέναμπολμεφρούτα,μόλιςτελείωσαντοφαγητότουςκαιοΜαρκτηςείπεότιδενήθελεναφάειτίποταάλλοπαράμόνοναπιειένανκαφέ.

«Πήγαινεστοσαλόνινακαθίσειςκαιθασουτονφέρωεκείσ’έναλεπτό»,τουείπε,αλλάεκείνοςκούνησεαρνητικάτοκεφάλι.

«Θασεβοηθήσωκιεγώ.Κάποτεσεβοηθούσαπολύ.Τοθυμάσαι;»

Τοθυμότανκαιπολύκαλάμάλιστα.Ήτανταπρώταχρόνιατουγάμουτους,τότεπουοιανιαρέςδουλειές,όπωςτοσυγύρισμακαιτοπλύσιμοτωνπιάτων,γίνοντανακόμακαιδιασκεδαστικές,αρκείνατιςέκανανμαζί.

ΟΜαρκμάζεψετοτραπέζικιέβαλεταπιάταστοπλυντήριο,ενώεκείνηέφτιαχνετονκαφέ.Ύστεραπήρετοδίσκοκαιτονπήγεστοσαλόνι.

ΗΣάντσακάθισεστοπάτωμα,δίπλαστοχαμηλότραπέζικαισερβίρισεσκέτοκαφέσεδυοφλιτζάνια.ΟΜαρκέβαλεμούσικήκαιύστεραπροχώρησεπροςτομέροςτης.Κάθετουβήματηναναστάτωνεόλοκαιπερισσότερο.Ξαφνικάένιωθετόσοαμήχανη,πουδενμπορούσεούτενατονκοιτάξεισταμάτια.

Τουέδωσεαμέσωςτοφλιτζάνιτου.Εκείνοςτοπήρεμεπονηρόχαμόγελο.Ταμάτιατουτηςέλεγανκαθαράότιήξερεγιατίήτανξαναμμένηκαιγιατίέτρεμετοχέριτης,όταντουπρόσφερετοφλιτζάνι.

Εκείνησηκώθηκεαπότομακαισωριάστηκεσεμιαπολυθρόναμετονκαφέτηςστοχέρι.Νόμιζεότιθαφαινόταντελείωςφυσικό,αλλάηέκφρασήτουέδειχνεότιδενμπορούσενατονξεγελάσει.Παρ’όλ’αυτάεκείνοςδενέκανεκανένασχόλιο.Κάθισεστηναπέναντιπολυθρόνακαιτέντωσεμπροστάταμακριάτουπόδια.

Ησιωπήτραβούσε.ΟΜαρκείχεταμάτιατουμισόκλει-στα,σανναήτανέτοιμοςνακοιμηθεί,κάτιόμωςστοβλέμματουέκανετιςτρίχεςτουαυχένατηςνασηκωθούνόρθιες.Τισκέφτεταιάραγε;αναρωτήθηκεηΣάντσα.

«ΕλπίζωναμηντρέλαναντηΜάρθαταπαιδιάσήμερα»,είπε.«Ταέχειξαναπάεικιάλλεςφορέςβόλτα,αλλάόχιόλητηνημέρα».

«Θατακαταφέρει,είμαιβέβαιος.Φαίνεταιπολύάξιαγυναίκα»,παρατήρησεοΜαρκκαιυστέραήπιελίγοκαφέ,κοιτάζονταςτηνπάνωαπότοχείλοςτουφλιτζανιούτου.

«Πάντωςείχαμεωραίαμέρασήμερα»,είπεεκείνηβραχνά.

«Πράγματι»,συμφώνησεμαζίτης.

«Ταπαιδιάτρελαίνονταιναπηγαίνουνστοζωολογικόκήπο».

ΟΜαρκγέλασε.«Καλόθαήταν,ανήθελαννακρατήσουνκάναδυο.ΤηΦλόραγιαπαράδειγμα.Τώρατελευταίανομίζειότιείναικαγκουρόκαιείμαιβέβαιοςότιθατηςβρουνχώροναμείνει».

ΗΣάντσατουέριξεμιαανήσυχηματιά.Μερικέςφορέςγινότανεχθρικόςαπέναντιστηνκόρητους,ενώσταδυοαγόριαφερόταντελείωςδιαφορετικά.Εκείνοςόμωςτηςχαμογέλασεκαικατάλαβεαμέσωςότιαστειευότανκαιηρέμησελίγο.

«Μεγαλώνουντόσογρήγορατααφιλότιμα»,παρατήρησε.«ΣεδυοχρόνιαηΦλόραθαπάειστονηπιαγωγείοκιέτσιδεθατηνέχωσταπόδιαμουόλητημέρα».Γιαμιαστιγμήηιδέατηςφάνηκεκαταθλιπτική.

«Ανπροτείνειςνακάνουμεκιάλλοπαιδί,ξέχασέτο»,δήλωσεοΜαρκανασηκώνονταςταφρύδια.«Αυτόπουσουχρειάζεταιείναιναξεκουραστείςαπότησυνεχήφροντίδακάποιουμωρού,έτσιδενείναι;»

ΗΣάντσαβόγκηξε.«Τοσυζητάς;Αισθάνομαισανναμηνκάνωτίποτ’άλλοεδώκαιχρόνια!Θαήθελαναέχωκιεγώπάλιλίγοχρόνογιατονεαυτόμου».Ταμάτιατηςέλαμψαν.«Ίσως,μάλιστα,νασυνεχίσωταμαθήματαφωτογραφίαςπουπαρακολουθούσακαιναξαναρχίσωναεργάζομαιμεμειωμένοωράριο.Οραίαθαήταν».

«Γιατίόχι;Ήσουνκαλήφωτογράφοςκαιείναικρίμαπουάφησεςτέτόιοταλέντοναπάειχαμένο.Αρκετήαπότηζωήσουέχειςαφιερώσειστουςάλλουςκαιείναινομίζωκαιρόςνασκεφτείςκαιτονεαυτόσου».

«Αν,μάλιστα,βγάλωκαιχρήματα,ίσωςσυνεισφέρωκιεγώστοεισόδημάμας».

ΟΜαρκτηνκοίταξεέκπληκτοςκαισκεφτικός.«Αυτόείναιαλήθεια.Δεμουείχεπεράσειποτέαπ’τομυαλόότιθαμπορούσεςναξαναπιάσειςδουλειά,αλλάοφείλωναπωότι

λίγαέξτραχρήματαθαμαςήτανπολύχρήσιμα,αντελικάμαςπάρειτηνεταιρείαοΓκρέιντζερκαιαναγκαστώνακοιτάξωαλλούγιαδουλειά».

ΗΣάντσαένιωσεμεγάληαγαλλίαση.ΟΜαρκφαινότανπολύκαλύτερατώρακαιοιγραμμέςτηςέντασηςείχανχαθείαπότοπρόσωπότου.Σηκώθηκεκαιγονάτισεδίπλαστοχαμηλότραπέζι.«Θέλειςκιάλλοκαφέ;»τονρώτησε.

Εκείνοςσηκώθηκεμετοφλιτζάνιτουστοχέρικαιτοακούμπησεστοτραπεζάκι,αλλάμόλιςηΣάντσαπήγενατοπιάσει,γονάτισεδίπλατηςκαιτηναγκάλιασε.Κινήθηκετόσογρήγορα,πουτηνέπιασεαπροετοίμαστη.

ΗΣάντσατοήξερεότιαργάήγρήγοραθαέκανεκάτιτέτοιοκαιείχεαποφασίσεινατοδεχτείήρεμακαιψύχραιμα,χωρίςναχάσειτονέλεγχοτηςκατάστασης.Ωστόσο,μόλιςτηνάγγιξε,τηςφάνηκεότιτοκορμίτηςτρελάθηκεκαιάρχισενακαίειαπότηνκορφήωςτανύχια.

Εκείνοςέδεσεταχέριαπίσωαπότηνπλάτητηςκαιτηντράβηξεκοντάτου.Τηςχαμογέλασε,παρατηρώνταςταορθάνοιχταέκπληκταμάτιατης.«Σταμάτανακάνειςσαντρομοκρατημένοκουνέλι,υπνωτισμένοαπόφίδι,κάθεφοράπουσεπλησιάζω!Χαλάρωσε,Σάντσα,δενείναιτίποτα.Γιατηνπερίπτωσηπουτοέχειςξεχάσει,συμβαίνειναείμαστεπαντρεμένοι.Δενείναιανήθικοναφιλάειέναςάντραςτηγυναίκατου!»

Τηφίλησεαπαλάστοστόμα.Ήτανέναφιλίσύντομοκαιτρυφερό,αλλάεκείνηήθελεπερισσότερα.Τοστόματηςκόλλησεστοδικότουκιεκείνοςσήκωσετοκεφάλιτουκαιτηνκοίταξεβαθιάσταμάτια.«Ταβλέπεις;Δενήτανκαιτόσοοδυνηρό.Ήταν;»

ΗΣάντσαδενήτανπιασίγουρηγιατίποτα.Οπόνοςδενήτανκάτιτόσοαπλό,όπωςνόμιζεκάποτε.Τονασεφιλάειέναςάντραςγιατονοποίοδενήσουνκαιτόσοσίγουρη,μπορούσενασουπροκαλέσειπολύπόνο.

«Μημεκοιτάζειςέτσι»,τηςείπεοΜαρκαυστηρά,φιλώνταςταβλέφαρατης.Ηάκρητηςγλώσσαςτουάγγιξετιςβλεφαρίδεςτης,στέλνονταςηδονικάκύματασεόλοτηςτοκορμί.Οιχτύποιτηςκαρδιάςτηςδυνάμωσανκαιξαφνικάένιωσεσανναπετούσε.

Τηνεπόμενηφοράπουάνοιξεταμάτιατης,κατάλαβεότι

ήτανξαπλωμένηανάσκελαστοχαλί.ΈβγαλεμιακραυγήκαικοίταξετονΜαρκσταμάτια.Ήτανγερμένοςαπόπάνωτης,μετοπρόσωπότουλίγαεκατοστάμακριάαπότοδικότης.

«Αχ,Μαρκ,όχι!»

«Αχ,Σάντσα,ναι»,τηςείπεκοροϊδευτικά,γέρνονταςακόμαπιοκοντάτης.Όσοπιοπολύτηνπλησίαζε,τόσοηκαρδιάτηςβροντοχτυπούσεκαιοισφυγμοίτηςεπιταχύνονταν.

«Σεπαρακαλώ»,ψιθύρισεμετοστόμακατάξεροξαφνικά.

«Μεπαρακαλείςτι,Σάντσα;»τηρώτησεμαλακά.«Νασεφιλήσω;Μααυτόείχασκοπόνακάνω,μηνανησυχείς».

Μόλιςταχείλητουέκλεισανπάνωσταδικάτης,ηΣάντσαένιωσεότιχανόταν.Δενήθελεπιαναφύγει.Ήθελεναπαραδοθείαπόλυταστηνηδονήπουτηςπρό-σφερετοφιλίτου.

Ξανάκλεισεταμάτιατης,απομονώνονταςεσκεμμένατονκόσμοαπέξω,μαζίμετιςανησυχίεςκαιτιςαμφιβολίεςτης.Γιατίτονπολεμούσεάλλωστε;Γιατίαντιστεκότανσεκάτιπουλαχταρούσετόσοπολύ;Ταχείλητηςτρεμούλιασανκαιμισάνοιξανκάτωαπότηνκαυτήπίεσητωνδικώντου.Τοαίματηςάρχισενατραγουδάειμέσαστ’αυτιάτης.Δενμπορούσεούτεν’ακούσειτίποταούτεναδεικιέτσιπαραδόθηκεστηνηδονή.

Ταμπράτσατηςτυλίχτηκανγύρωαπ’τολαιμότου,τραβώνταςτονακόμαπιοκοντάτηςκαιταδάχτυλάτηςβυθίστηκανσταπυκνάσκούραμαλλιάτου.Μ’ένανπνιχτόαναστεναγμό,εκείνοςτηςξεκούμπωσετομεταξωτόπουκάμισοκαιάφησεταδάχτυλάτουναγλιστρήσουναπόμέσα.Οιπαλάμεςτουέκλεισανπάνωαπότιςζεστέςκαμπύλεςτουστήθουςτης.

Τοάγγιγμάτουτηνέκαιγε.Ακουγετηνανάσατουναβγαίνεικοφτήκαιγρήγορη,όμοιαμετηδικήτης.Τουξεκούμπωσετοπουκάμισοκαιφίλησετοστήθοςτου,ακούγονταςκουδούνιανααντηχούν

εκκωφαντικάμέσαστ’αυτιάτης.

ΟΜαρκμουρμούρισεμιαβρισιά.

Εκείνηάνοιξεταμάτιασαστισμένη.«Τι;...»

Τότεμόνοσυνειδητοποίησεότιτακουδούνιαδενήτανστηφαντασίατης.Χτυπούσετοκουδούνιτηςπόρταςτους.

«Μηδίνειςσημασία»,μουρμούρισεοΜαρκ,αλλάαμέσως

ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ107

ηΣάντσαάκουσεφωνές.Οικείεςαγαπημένεςφωνές.Πουτηνκαλούσαν.

«Μανούλα,πούείσαι;Μανούλα...»

«ΟΘεέμου,γύρισαν»,μούγκρισεοΜαρκμέσααπ’ταδόντιατου.«ΚιεγώνόμιζαότιηΜάρθαθατουςκρατούσεόλητηνημέρα».

ΗΣάντσαάρχισεναξαναντύνεταιβιαστικά.Ταχέριατηςέτρεμαν,καθώςκούμπωνετηνμπλούζακαιίσιωνετηφούστατης.Ώσπουνατακτοποιήσεικάπωςταμαλλιάτης,άκουσεκάποιοπαιδίναχτυπάειτοπαράθυροτουσαλονιού.Ήξερεότιδενμπορούσαννατουςδουν,αφούήτανκαιοιδυοξαπλωμένοιστοπάτωμα,αλλάμόλιςθασηκωνόταν,θατηνέβλεπαν,γι’αυτόέπρεπεναείναιεντάξει.

ΟΜαρκάρχισενακουμπώνεικιεκείνοςτοπουκάμισότου.«Ποιανούιδέαήταννακάνουμεπαιδιά;»ρώτησε,καθώςσηκωνόταν.

«Δικήσου»,τουαπάντησεηΣάντσα,πηγαίνονταςν’ανοίξει.

«Θαπρέπειναείχατρελαθείτελείως»,μουρμούρισεεκείνοςμ’έναβογκητό.

ΌτανηΣάντσαάνοιξετηνπόρτα,ηΜάρθατηςχαμογέλασεαπολογητικά.«Πάθαμεέναμικρόατύχημακαιαναγκαστήκαμεναεπιστρέφουμενωρίτερα»,τηςεξήγησε.

ΕίχετηΦλόρααγκαλιά,τυλιγμένησ’έναχαλάκιτουαυτοκινήτου.ΓιαμιαστιγμήφάνηκεστηΣάντσαότιθασταματούσεηκαρδιάτης,αλλάτελικάείδεότιηκορούλατηςδενείχετίποτα.Αντιθέτωςάπλωνεταχεράκιατηςγιανατηνπάρειστηναγκαλιάτης.

ΜόλιςηΣάντσατηναγκάλιασε,κατάλαβετιείδουςήταντοατύχημαπουέλεγεηΜάρθα.Ημικρήήτανολόγυμνηκαιταμαλλιάτηςήτανβρεγμένα.

«Έπεσαστηλίμνη»,τηνπληροφόρησε.

«Λυπάμαιπολύ»,είπεηΜάρθα.«Μιαστιγμήτηνάφησααπόταμάτιαμουκαι...Πήγανατουςπάρωπαγωτό.Ακόυσαπουέπεσεστονερό.Ευτυχώςπουήτανπολύρηχά.Τηνέβγαλααμέσωςέξω,αλλάταρούχατηςείχανγίνειμούσκεμακαιαναγκάστηκανατηςταβγάλωτελείως».

«Δεφοράωτίποτα»,είπεηΦλόρα.«ΗθείαΜάτιπουέβγαλεόλαρούχα».

Τααγόριαστομεταξύείχανμπειστοσπίτικαικατευθύ-

νοντανστηνκουζίνα.ΗΣάντσαακούσετονΜαρκνατουςμιλάεικαιτιςφωνέςτωνγιωντουςνατουαπαντούνμ'ενθουσιασμό.

«Εσύθακάνειςμπάνιο,δεσποινίςμου»,είπεστηΦλόρα.«Μάρθα,πέρασεμέσαναπιειςλίγοτσάι».

«Μπα,καλύτεραναπάωσπίτιμουνακάνωκιεγώέναμπάνιο.Κολλάωολόκληρη».

ΗΣάντσαγέλασε.«Αχ,σελυπάμαι.ΕίναιπολύάτακτηηΦλόρα.Σ’ευχαριστώπολύπουτουςάντεξεςμιαολόκληρημέρα.Μεγάλησουκαλοσύνη».

«Πέρασαωραία,άσχετααπότοατύχημάμας»,τηδιαβεβαίωσεηΜάρθα.

«Ευχαριστώ»,τηςείπεηΦλόρακαι,σκύβοντας,τηςέδωσεέναφιλίστημύτη.

ΗΜάρθατηφίλησεκιεκείνη.«Αντίο,μωρόμου»,είπεκαιχαμογέλασεστηΣάντσα.«Βλέπωότισεωφέλησεηανάπαυση.Έχειςκοκκινίσει».

ΗΣάντσακοκκίνισεακόμαπιοπολύ.Ηάλληγέλασεκαιέφυγεγιατοσπίτιτηςκιεκείνηπήρετηγυμνήκορούλατης,πουδιαμαρτυρότανκαικλοτσούσετοναέρακαιτηνπήγεεπάνωγιανατηςκάνειμπάνιο.

Λίγοαργότερα,καθαρήκαιγλυκιάσαναγγελούδι,φορώνταςτιςαγαπημένεςτιςπιτζάμεςμετααρκουδάκιακαιτιςκόκκινεςκαρδούλες,ηΦλόρακαθότανστοκαρεκλάκιτηςκαιέτρωγεαβγόομελέταμεκομματάκιαφρυγανιά,ενώτααγόρια,πουείχανκάνεικιεκείναμπάνιοκαιείχανφορέσειτιςπιτζάμεςτους,καταβρόχθιζαντοστ,περιγράφονταςμεζωηράχρώματατιςόμορφεςώρεςπουείχανπεράσειστοζωολογικόκήπο.

ΟΜαρκκαθότανστοτραπέζικαιέπινετσάι,ενώτουςέκανεερωτήσειςκαιάκουγεμεπροσοχήτιςαπαντήσειςτους.Ταπαιδιάήτανενθουσιασμέναπουτονείχανκοντάτουςκαισυναγωνίζοντανγιατόποιοςθατραβήξειπερισσότεροτηνπροσοχήτου.

ΗΣάντσαδεμιλούσεπολύ.Πρόσεχεναφάνεόλοτοφαγητότουςκαιναπιουντηνπορτοκαλάδατους,αποφεύ-γονταςτιςζημιέςπουγίνοντανσυνήθωςστοτραπέζι.Ωστόσο,μέχρικαιηΦλόραδενέχυσετίποταπάνωτηςκαιη

ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ109

ποδίτσατηςήτανπεντακάθαρη,όταντηςτηνέβγαλεηΣάντσαγιανατηνπάειγιαύπνο.

Στιςεφτάείχανκοιμηθείκαιοιτρεις.ΗΣάντσακατέβηκεκάτωκαιβρήκετονΜαρκστοσαλόνιναπαρακολουθείποδόσφαιροστηντηλεόρασημεταπόδιατουανεβασμέναστοχαμηλότραπέζι,απόλυταχαλαρωμένοςκαιάνετος.Στάθηκεμιαστιγμήστηνπόρτακαιτονκοιτούσενιώθονταςένααίσθημααπόλυτηςευτυχίας.Γιαπρώτηφοράμετάαπόπολλούςμήνεςαισθανότανκαλάστομικρόκοσμότης.

Ύστεραθυμήθηκεότισελίγεςώρεςθαπήγαινανκιαυτοίγιαύπνοκαιοισφυγμοίτηςξανάρχισανναχτυπούντρελά.

ΟΜαρκσήκωσετοκεφάλικαισυνοφρυώθηκε,μόλιςείδετηνέκφρασήτης.Ένακοροϊδευτικό

χαμόγελοζωγραφίστηκεσταχείλητου.

«Ξέρωτισκέφτεσαι»,ψιθύρισεκιεκείνηκοκκίνισεσανπαντζάρι.

«Αναρωτιόμουντιθαήθελεςναφαςγιαβραδινό»,τουείπεψέματα.

«Ψεύτρα»,τηςείπεχαμογελώνταςπλατιά.«Δενπαίρνουμεκάτιαπέξωγιαναμηνέχειςναμαγειρεύειςπάλι;Ανπεταχτώμέχριτοκινέζικοεστιατόριο,σεδέκαλεπτάθαείμαιπίσω».

«Ωραίαιδέα!Έχουμεπολύκαιρόνατοκάνουμεαυτό».

«Πολλάδενέχουμεκάνειεδώκαιπολύκαιρό»,μουρμούρισεοΜαρκκοιτάζονταςμεευθυμίαταμάγουλάτηςπουξαναβάφοντανκόκκινα.«Καιπρέπεινακοιτάξουμενατακάνουμεόλα»,πρόσθεσεπονηρά.

ΗΣάντσαέκανεότιδενέπιασετονυπαινιγμό.«Εγώθαήθελαλίγοκοτόπουλομετηγανητόρύζι,αβγόκαιαρακά».

ΟΜαρκτεντώθηκενωχελικά.«Εγώάλλαείχακατάνου»,τηνπείραξε.«Αλλάδενπειράζει.Εγώλέωναπάρωαρνάκιμεπιπεριέςκαιμαύρησάλτσααπόφασόλια.Κιεσένασ’αρέσειαυτότοφαγητό,έτσιδενείναι;»

Εκείνησυγκατένευσε.«Ναφτιάξωκαιπράσινοτσάιήμήπωςπροτιμάςκρασί;»

«Τσάι»,τηςαπάντησεαδίστακτακαισηκώθηκε.

ΈφυγεαμέσωςκαιηΣάντσαετοίμασετοτραπέζιτηςκουζίνας.Έβγαλεκινέζικαμπολκαιξυλάκια,ζέστανετρία

μεγαλύτεραμπολστοφούρνοκαιέβαλεδυοκεριάστημέσητουτραπεζιού,ενώπαράλληλαετοίμαζετοτσάι.

ΟΜαρκσεδέκαλεπτάήτανπράγματιπίσω.Μόλιςάκου-σετοκλειδίτουστηνπόρτα,ηΣάντσαέριξετοκαυτόνερόπάνωσταφύλλατουτσαγιούγιανααπλωθείτοάρωμάτουςσεόλοτοδωμάτιο.

ΟΜαρκτηςέδωσετοπακέτομετοφαγητόκαιανοιγό-κλεισετημύτητου,εισπνέονταςτολεπτόάρωμα.

«Ωραίαμυρίζει»,είπε.

Έπλυνεταχέριατουκαικάθισεστοτραπέζι,ενώηΣάντσαέριχνεταφαγητάσταζεσταμέναμπολ.ΟΜαρκείχεπάρεικαικράκερ,τηγανητάψωμάκιακιέναπιάτομεανάμεικταλαχανικά.

«Έχειςφέρειφαγητόγιαέξιάτομα!»αναφώνησεεκείνη.

«Μουέσπασεημύτη,μόλιςμπήκαστοεστιατόριο.Σκέ-φτηκαναπάρωκαιπάπιατουΠεκίνου,αλλάέπρεπεναπεριμένωπολύ».Ήπιεμιαγουλιάτσάικαιέκλεισεαπολαυστικάταμάτια.«Μμμ...θαυμάσιο».

Έφαγανμετηνησυχίατουςκαιμετάμάζεψανμαζίτοτραπέζικαιέβαλανταπιάταστοπλυντήριο.ΎστεραηΣάντσαέστειλετονΜαρκστοσαλόνικαιέφτιαξεκαφέ.Όταντελείωσε,τονβρήκεπάλιαποχαυνωμένοστηντηλεόραση.Αυτήτηφοράπαρακολουθούσετααθλητικάνέακαιπερίμενεν’ακούσειτοσκορτουματςπουέβλεπενωρίτερα.

Μόλιςτελείωσαντααθλητικάκαιάρχισεμιαταινία,κάθισανκαιτηνείδανμαζί,αλλάηΣάντσαούτεπουκαταλάβαινετιγινόταν.Ησκέψητηςόλοξαναγύριζεστηνύχταπουείχανμπροστάτους.Ηκαρδιάτηςχτυπούσεδυνατάκαιμιαγλυκιάζεστασιάαπλωνότανστοκορμίτης.

Στιςδέκασηκώθηκε.«Λέωνακάνωέναμπάνιο,πρινπλαγιάσουμε»,είπεαποφεύγονταςταμάτιατου.

«Θασεδωσύντομα»,τηςαποκρίθηκεεκείνοςμαλακά.

Έκανετομπάνιοτης,χωρίςναβιάζεταικαθόλου.Μούλιασεαρκετήώραστοελαφράαρωματισμένονερόκαιύστερασκουπίστηκεαργάκαιφόρεσεέναλεπτόλευκόμεταξωτόνυχτικό,μεδαντέλεςκιαπόπάνωμιαασορτίμακριάρόμπα.Αφούβούρτσισεταμαλλιάγης,έβαλελίγογαλλικόάρωμααπ'αυτόπουτηςείχεκάνειδώροοΜαρκταΧριστούγεννα.

Τώραθαέχειπάειστηνκρεβατοκάμαρα,συλλογίστηκε,

ΕρωταςΚαιΔυσπιστία111

καθώςάνοιγετηνπόρτατουμπάνιου.Ότανέφτασεστοκεφαλόσκαλοόμως,άκουσεομιλίεςαπόκάτω.

Πάγωσεολόκληρη.Μεποιονμιλάει;αναρωτήθηκε.Είναικανείςκάτωήμιλάειστοτηλέφωνο;Έσκυψεστηνκουπαστήγιανακοιτάξεικάτωκιένιωσενατηςανακατεύεταιτοστομάχι.

ΟΜαρκήτανκάτωυεμιαγυναίκαστηναγκαλιάτου.Μιαγυναίκαμεξανθάμαλλιά.ΤηΖακίΦαράρ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ7

ΗΣάντσατουςκοιτούσεσανμαρμαρωμένηγιαμερικέςστιγμές.Αναρωτιότανμήπωςείχεπαραισθήσεις.Θαπρέπειναήτανεφιάλτης,ένακακόόνειρο.Δενμπορείαυτότοπράγμανασυνέβαινεπραγματικά.Δενήτανδυνατόναυτήηγυναίκαναβρισκόταντώραεδώ,στοσπίτιτης,ντυμένημ’έναμικροσκοπικόκόκκινομεταξωτόφόρεμα,πουέμοιαζεπερισσότερομεεσώρουχοκαικρεμόταναπότουςγυμνούςτηςώμουςμεκάτιλεπτάτιραντάκια.Τούφασμακολλούσεσανγάντιστοκορμίτηςκαιτοστρίφωμαήτανπολύπάνωαπόταγόνατα,αφήνονταςσεκοινήθέατομεγαλύτερομέροςτωνμηρώντης.

Έτοιμηήταννατσιμπηθείγιαναβεβαιωθείότιήτανξύπνια.Μήπωςηφαντασίατηςτηςέπαιζεπαιχνίδια;ΌλητηνώραφανταζόταντονΜαρκναφιλάειεκείνητηγυναίκακαιίσωςτοίδιονασυνέβαινεκαιτώρα.

Έκλεισεταμάτιατηςκαιταξανάνοιξε,αλλάεκείνοιήτανακόμαεκεί,απόκάτωτης,στοχολ.

Ηξανθιάέκλαιγεμελυγμούς.«Αχ,Μαρκ,μεκάνειςπολύδυστυχισμένη.Δεγίνεταιναμεπαρατήσειςτώρα...Όχιτώρα.Δενπιστεύωότιδεμ’αγαπάςπια».

«Μη,Ζακί»,έλεγεοΜαρκβραχνά.«Μηνκλαις,σεπαρακαλώ».Ταχέριατουέκλεισανγύρωαπ’τηλεπτήμέσητης,σανναήθελενατηντραβήξειπιοκοντάτου.

ΗΣάντσαδενήξερετινακάνει.Όχι,δενήταντηςφαντασίαςτης.Οπόνοςήτανπολύέντονοςγιαόνειρο,έστωκαιγιαεφιάλτη.

Ένιωθεσανναείχεεκραγείβόμβαμέσαστοκεφάλιτης.Κατέβηκετρέχονταςτησκάλα,κινδυνεύονταςναμπερδευτείστηρόμπατηςκαιναπέσει,ενώταμάτιατηςέκαιγαναπότηνοργήκαιταδάκρυα.

ΟΜαρκάκουσεταβήματάτηςκιέσπρωξετηνξανθιάπιοπέρα.Γύρισε,μετοπρόσωπότουξαναμμένοκαιμιαέκφρασησταμάτια,πουηΣάντσαερμήνευσεσανενοχή.

Τονκοίταξεπεριφρονητικά.«Ναι,εγώείμαικιετούτητηφοράσεσυνέλαβαηίδιαμαζίτης,σωστά;Τινόμιζες;Ότιήμουνακόμαστομπάνιοήότισεπερίμεναστοκρεβάτι;Όχι,Μαρκ,δυστυχώςατύχησες.Σεείδαμεταίδιαμουταμάτιαστηναγκαλιάτηςκαισαςάκουσαμετ'αυτιάμου».

«Θαταπούμε,ότανφύγει»,αποκρίθηκεεκείνοςκοφτά,αλλάηΣάντσααυτήτηφοράδενεπρόκειτονατουχαριστεί.

«Πώςτολμάς;»φώναξεμεφωνήπουέτρεμε.«Νατηφιλάςεδώμέσα,κάτωαπότημύτημου,μέσαστοίδιομουτοσπίτι!»Ξεροκατάπιεσυγκροτώνταςμεκόποταδάκρυάτης.«Αχ,Μαρκ,πώςμπόρεσες;»

«Μαδεντηφιλούσα!»

«Αφούσεείδα!»Ακόμαεπέμενενατηςλέειψέματα.Αυτότηνάναψεακόμαπερισσότερο.Θαπρέπεινατηθεωρούσεπολύηλίθιαγιαναεπιμένεινατηνκοροϊδεύειμπροστάσταμάτιατης!

«Αυτήνείδεςναμεφιλάει!»τηςείπεμεένταση.

«Δεσεείδανααντιστέκεσαιόμως!Τηνκρατούσεςμάλιστααπότημέσηκαιτηντραβούσεςπιοκοντάσου».

«Προσπαθούσανατηναπωθήσω».

ΗΣάντσαγέλασεσαρκαστικά.«Μαγιαηλίθιαμεπερνάςεπιτέλους;Ξέρωτιείδα».

«Αυτόείναιτοπρόβλημα...ότιδενξέρεις!Τηνείδεςμεταμπράτσατηςτυλιγμέναστολαιμόμου,τηνείδεςναμεφιλάει,αλλάδενείδεςνατηφιλάωκιεγώ.Δεντηφίλησα,οπότεδενείναιδυνατόνναείδεςκάτιτέτοιο!»

«Αχ,Μαρκ,πώςμπορείςκαιταλεςαυτά;»παρενέβηηξανθιάμεπάθος,κοιτάζοντάςτονμεθλιμμέναμάτια.

Είναιπολύόμορφη,συλλογίστηκεηΣόΐντσα,καθώςτηνπαρατηρούσε.Καιπολύνέα.Ταμαλλιάτηςδενήτανφυσικάξανθά,γιατίπούκαιπούέβλεπεςσκούρεςρίζες,αλλάτοκορμίτηςήτανκαλό:λεπτό,αλλάμεκαμπύλες,μεστήθηστητά,μεμέσηλεπτήκαιμεγάμπεςκαλοσχηματισμένες.Αυτήόμωςδενείχεκάνειτρίαπαιδιάγιανατηςπέσειτοστήθοςτηςήγιανααποκτήσειραγάδεςστηνκοιλιάτης.

Ωστόσο,κάτιείχεαυτήηκοπέλαπουδενάρεσεστηΣάντσακαιδενήτανμόνοεπειδήείχεβάλειστομάτιτονάντρατης.ΦαίνεταιότιηΖακίΦαράρδιαισθάνθηκεότιτηνκοιτούσε,γιατίτηςέριξεέναβλέμμακιεκείνηέπιασεαμέσωςμιαλάμψηκακίαςσταγαλανάτηςμάτια.Ηπρώτηεντύπωσητηςνεότητας,τηςγλύκαςκαιτηςαθωότηταςείχεαρχίσεικιόλαςναξεθωριάζει.ΑυτήηγυναίκαείχεβγειστοκυνήγικαιλείατηςήτανοσύζυγοςτηςΣάντσα.Δεθατονέπιανεόμως!

«Δενξέρωτισαςέχειπει,πάντωςείναιψέματα»,είπεηξανθιά.«Κιαυτόςμ'αγαπάει.Έχουμεσχέσειςεδώκαιαρκετούςμήνες».

«Σάντσα,πήγαινεπάνωκαιάφησέμενατοχειριστώ»,μουρμούρισεοΜαρκθυμωμένα.«Εμείςθαταπούμεαργότερα.Όχιτώρα».

ΗΣάντσατονκοίταξεψυχρά.«Τώραθαταπούμε.Δενπρόκειταινασ’αφήσωμόνομαζίτης».Ξαφνικάηφωτιάέσπασετονπάγο.«Μουείπεςψέματα!Μουείπεςότιποτέδεντηναγάπησεςκαιότιόλαείχαντελειώσειμεταξύσας!»

«Έτσιείναι»,τηβεβαίωσεοΜαρκκοφτά.

«Όχι,δενείναικαθόλουέτσι»,πετάχτηκεηκοπέλα,κοιτάζονταςτηΣάντσαμεμίσος.

ΗΣάντσαήθελενατησκοτώσει.ΉτανπολύθυμωμένημετονΜαρκ,αλλάμισούσεκιαυτήτηγυναίκαπουπροσπαθούσενατηςχαλάσειτογάμο,νατηςκαταστρέψειτηζωήκαιναπληγώσειταπαιδιάτης.Ήτανπολύνέακαιμπορούσεναβρειόσουςήθελε,γιατίλοιπόνείχεβαλθείνακλέψειτονάντραμιαςάλληγυναίκας;

«Είναι»,επανέλαβεοΜαρκ.«Ό,τισουείπα,τοεννοούσα,Ζακί.Θέλωνατοπιστέψεις.Όλατέλειωσανοριστικάκαιαμετάκλητα».

«Αφούδεντηναγαπάς!»τουείπεηξανθιά.«Αντηναγαπούσες,δεθαάρχιζεςποτέναβγαίνειςμαζίμου!Τηνέχειςβαρεθεί.Έχειςβαρεθείκαιτογάμοσουκαιταπαιδιάσου.

Αφούμουέλεγεςότιθατηνπαρατήσειςκιότιθαπάρειςδιαζύγιο!»

Τηςείχευποσχεθείτέτοιαπράγματα;συλλογίστηκεηΣά-ντσα.

Ηάλληστράφηκεσ’εκείνη.«Μουείχεπειότιθασαςάφηνε.Μουτοείχεορκιστεί»,αποκάλυψεμεπικρία.«Είχεπειότιογάμοςσαςείχετελειώσει,ότιείχεμήνεςνακοιμηθείμαζίσαςκαιότιδενεπρόκειτονατοξανακάνειποτέ!»

ΗΣάντσαδενήθελενατηνπιστέψει,αλλά...

«Τηςείπεςτέτοιαπράγματα;»ρώτησετονΜαρκμεσιγανήτρεμάμενηφωνή.«Πώςμπόρεσες;Δηλαδήμιλούσεςμαζίτηςγιαμένα...γιαμας!Εμέναμουείπεςτοαντίθετο,αλλάέλεγεςψέματα».

ΟΜαρκπήρεμιαβαθιάανάσα.«Μηφωνάζειςγιατ’όνοματουΘεού!Θαξυπνήσειςταπαιδιά».

«Λίγοαργάδεντασκέφτηκες;Προφανώςδεσεαπασχολούσανκαθόλουτότεπουσκεφτόσουνναμ’αφήσειςκαιναταπαρατήσεις!»

«Δενμπορούμεναμιλάμεεδώστοχολ,γιατίμπορείναμαςακούσουν»,είπεοΜαρκμεσφιγμέναδόντια.«Θατοήθελεςαυτό;»

«Ασφαλώςόχι!»ΗΣάντσαπροχώρησεέξαλληπροςτοσαλόνικαιοΜαρκτηνακολούθησε.ΗΖακίΦαράρέτρεξεξοπίσωτους.

ΟΜαρκάναψετοφωςκαιστάθηκεμεςστημέσητουδωματίουμεταχέριατουχωμέναστιςτσέπες.«Σάντσα,μηδίνειςσημασίασ’αυτάπουλέει»,άρχισεπολύήρεμα.«Αντηναφήσεις,θαμαςβάλειναφαγωθούμε.Μηντηςεπιτρέψειςναμαςχωρίσει,γιατίαυτόπροσπαθείνακάνει.Δεντοβλέπεις;»

«Εγώθέλωαπλώςναομολογήσειςτηναλήθεια»,είπεηΖακίΦαράρ,μεδάκρυασταμάτια.«Μ’αγαπάςκαιτοξέρεις,ενώαυτήδεντηναγαπάςπια...αντηναγάπησεςποτέ.Ογάμοςσαςέχειτελειώσεικαιαυτήείναιηαλήθεια.Είπεςότιταοικονομικάσουδεσουτοεπιτρέπουνναπάρειςδιαζύγιο,γιατίμετάθαέχειςναπληρώνειςμεγάληδιατροφή.Πάντωςεμένααγαπάςκαιόχιαυτήν!»

ΗΣάντσαένιωσεσαννατηςείχανδώσεικλοτσιάστοστομάχι.ΚοίταξετονΜαρκγεμάτηαγωνία.«Έτσιτηςείπες;

ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ117

Γι’αυτόμένειςακόμαμαζίμου;Επειδήδεναντέχειςοικονομικάέναδιαζύγιο;»

Τομυαλότηςδούλευεπυρετωδώς,οδηγώνταςτησ'ένασυμπέρασμαπολύοδυνηρό.Τώραεξηγούντανπολλά.ΟΜαρκείχεπειότιηεταιρείατουείχεοικονομικάπροβλήματακαισελίγομπορείναβρισκότανχωρίςδουλειά.Ανλοιπόνχώριζαν,θαέχανετοσπίτικαιθαείχεναπληρώνεικαιδιατροφήαπόπάνω,συνόλαταέξοδατουδιαζυγίου.

Εκείνοςπέρασετοχέριτουπάνωαπόταμαλλιάτου.«Όχι!»είπεθυμωμένα.«Σάντσα,λέειψέματα.Μηντηςδίνειςσημασία.Θαπρέπειναέχειςστραβωθείτελείωςγιαναμηβλέπειςτιπάεινασκαρώσει!Είναιηπαλιάτακτικήτουδιαίρεικαιβασίλευε.Μηναφήνεις,λοιπόν,νατηςπεράσει».

«Σουείπεμήπωςότισ’αγαπάειακόμα;»ρώτησεηξανθιάτηΣάντσα.«Ανναι,λέειψέματα.Εμέναμουυποσχέθηκεότι,ανκοιμόμουνμαζίτου,θασεάφηνε,θαέπαιρνεδιαζύγιοκαιθαμεπαντρευόταν.Δεσ’αγαπάειπια,χώνεψέτο.Φαίνεταιόμωςότιέκανεμερικούςυπολογισμούςκαιείδεότιέναδιαζύγιοθατουκόστιζεπολύκιέτσιήρθεκαιμουείπεότιπρέπειναπάψουμεναβλεπόμαστε.Αλλάμουομολόγησεότιεμένααγαπάεικιόχιεσένα».

ΗΣάντσαξανασκέφτηκεόλ'αυτάπουτηςείχεπειοΜαρκτιςτελευταίεςδυομέρεςκαιένιωσετηνκαρδιάτηςναβουλιάζει.Είχεπειπολλά,αλλάδεντηςείχεπειτοπιοσημαντικό.Δεντηςείχεπειότιτηναγαπούσεακόμα.Καιδεντοείχεκάνειγιαέναναπλόλόγο.Δενμπορούσεναπειψέματα.

ΟΜαρκκοίταξεταμάτιατηςπουήτανβουτηγμέναστηθλίψηκαικατσούφιασεακόμαπερισσότερο.«Αρκετά!»φώναξεπηγαίνονταςστηνπόρτα.«Ζακί,φεύγεις.Τώρα!Καιμηνξαναγυρίσειςποτέ.Μείνεμακριάαπότοσπίτιμουκαιαπότηγυναίκαμου.Μ’αυτάπουκάνεις,δενπρόκειταινακερδίσειςτίποτα.Σουείπαότιτέλειωσανόλακαιτοεννοούσα.Ανσεπλήγωσα,σουζητώσυγνώμη.Δενέπρεπεν’αρχίσωναβγαίνωμαζίσου.Ήτανέναβλακώδεςλάθοςκαιλυπάμαιπολύ,αλλάτελειώσαμε».

Βγήκεέξω,αφήνονταςανοιχτήτηνπόρτα,αλλάεκείνηδεντονακολούθησε.«Ό,τικαινασουπει,θαείναιψέμα»,σφύριξεστηΣάντσα.«Είμαστεεδώκαιμήνεςεραστές.Δεσ’

αγαπάει.Μένειακόμαμαζίσου,επειδήταοικονομικάτουδεντουεπιτρέπουνγιατηνώραναπάρειδιαζύγιο.Αυτόθέλειςόμως;Ένασύζυγοπουείναιερωτευμένοςμεάλλη;»

ΗΣάντσαήθελεναβουλώσειτ’αυτιάτης,αλλάόχιν'αφήσειτηΖακίΦαράρνακαταλάβειπόσοτηνείχεπληγώσει.Τηςγύρισε,λοιπόν,τηνπλάτηκαι,πλησιάζονταςστοτζάκι,κοιτούσετιςφωτογραφίεςμετιςασημένιεςκορνίζεςπάνωστομάρμαρο.ΉτανηαπεικόνισητηςζωήςτηςμετονΜαρκ.Ταγελαστάπρόσωπατωνπαιδιώντους,διάφοραστιγμιότυπααπόδιακοπές,εκείνημετονΜαρκτηνημέρατουγάμουτουςναποζάρουνχαμογελαστοίμπροστάστοφακό,λάμπονταςαπόευτυχία.

«Μπορείςνατονκρατήσεις,αλλάθαξέρειςπάνταότιστηνκαρδιάτουέχειεμένακιότιείναιδικόςμου!»είπεηΖακίΦαράρ.

ΗΣάντσαγύρισεαπότομαπροςτομέροςτης.«Όχι,δικόςμουείναι!Είναιοάντραςμουκαιπατέραςτωνπαιδιώνμου.Σ’εμάςανήκεικαιδενπρόκειταιναμαςτονπάρεις.Ήξερεςαπότηναρχήότιήτανπαντρεμένος,γιατίλοιπόντουκόλλησες;»

«Δεντουκόλλησακαθόλου!Δεχρειάστηκε.Ερωτευτήκαμεοέναςτονάλλο».

ΗΣάντσατηςχάρισεέναειρωνικόχαμόγελο.«Λεςψέματα.ΤονΜαρκμπορείνατονξεγέλασες,αλλάεμέναόχι.Είσαιοτύποςτηςγυναίκαςπουπάνταθέλειαυτόπουέχεικάποιαάλλη.Σεερεθίζειαυτό,έτσιδενείναι;Σουαρέσεινακλέβειςτουςάντρεςτωνάλλων.Είσαισυναισθηματικάκλεπτομανής...»

Ηάλληαναψοκοκκίνισε.«Κιεσύτιείσαιδηλαδή;»αναφώνησεοργισμένη.«Έχειςαγκιστρωθείσ'ένανάντραπουξέρειςότιδεσ’αγαπάει.Μαδενέχειςκαθόλουαυτοσεβασμό;»

«Στηθέσησουαυτήτηλέξηδεθατηνέπιαναστοστόμαμου.Είσαιαρκετάνόστιμη,ώστεναμπορείςναβρειςδικόσουάντρα.Ήτανανάγκη,λοιπόν,νακυνηγήσειςένανάντραπουήξερεςότιανήκεσεάλλη;ΚαιμημουπειςότιοΜαρκήταναυτόςπουσεκυνήγησε,γιατίδεντοπιστεύω.Είναιολοφάνεροότιτονείχεςβάλειστομάτιαπότηνπρώτηστιγμήπουπήγεςστογραφείοτου.Τονκατάφερεςνα

βγειμαζίσου,επειδήογάμοςμαςέτυχεναπερνάεικρίσηεκείνο

τονκαιρό.Ε,λοιπόναυτάτελείωσανπια.Τώραείμαστεπάλιμαζί».

«Μέχριναξαναβαρεθεί!»τηναντέκρουσεηΖακίΦαράρτηστιγμήπουοΜαρκξανάμπαινεστοδωμάτιο.

«Δεσουζήτησαναφύγεις;»είπεαυστηράστηΖακίκαικατσούφιασε,μόλιςείδετοστενοχωρημένοπρόσωποτηςΣάντσα.«Τισουέλεγεπάλι;»τηρώτησε.

«Τηςείπατηναλήθεια...ότιεμένααγαπάςκαιόχιαυτήν.Αφούτοξέρεις,Μαρκ!»αναφώνησεηκοπέλαικετευτικά,τείνοντάςτουτοχέρι.

Εκείνοςκούνησεαρνητικάτοκεφάλιτου.«Τιάλλοπρέπεινασουπωγιανακαταλάβεις;Όλατέλειωσανμεταξύμας,Ζακί.Λυπάμαιπουβγήκαμαζίσου.Ανσεπλήγωσα,σουζητώσυγνώμη,όμωςεδώδενέπρεπεναέρθειςαπόψεκαινααναστατώσειςτηγυναίκαμου.Τώραπηγαίνεις,σεπαρακαλώ,πρινχάσωτηνψυχραιμίαμου».

Τηνάρπαξεαπότομπράτσοκαιάρχισενατηντραβάειπροςτηνπόρτα.

«Αφησέμε!»ούρλιαξεεκείνη.

ΗΣάντσαφοβήθηκεότιθαξυπνούσεταπαιδιάκαιδεντοήθελεμετίποτα.Αυτόθαμπορούσενατουςκαταστρέψειτηζωή.ΕκείνηκαιηΖόιείχανγονείςπουαγαπιούντανπολύκαιηαγάπητουςδημιουργούσεένααίσθημαασφάλειαςσταπαιδιάτους,μεαποτέλεσμαναέχουνπεράσειπολύευτυχισμέναπαιδικάχρόνια.

«Πάρ’ταχέριασουαπόπάνωμου!Μηνομίζειςότιθαμεξεφορτωθείςτόσοεύκολα»,απειλούσεηΖακίΦαράρ.«Ακόμαδενέχωτελειώσειμαζίσου».

«Έχωτελειώσειόμωςεγώμαζίσου!»τηςαποκρίθηκεοΜαρκ,ενώτηνέσπρωχνεέξωστοχολ.Ηεξώπορταάνοιξεκαιμετάαπόλίγαδευτερόλεπταξανάκλεισε.ΑκολούθησεσιωπήκαιηΣάντσαέκλεισεταμάτιατης,ριγώνταςσύγκορμη.

ΗΖακίΦαράρείχεφύγει,αλλάεκείνηείχεμείνειμέσασεμιαθάλασσααπόμπερδεμένεςσκέψειςκαιαισθήματα.Αυτήηκοπέλαδεντηςάρεσε,ωστόσοτηλυπόταν.ΜπορείναείχεβάλειεπίτηδεςστομάτιτονΜαρκ—επειδήήτανοτύποςτηςγυναίκαςπουεπιθυμούσετουςάντρεςτωνάλλωνγυναικών—όμωςτονείχεαγαπήσει,ήταναναμφισβήτητο.ΗΣάντσαείχεδειτοπάθοςσταμάτιατηςκαιείχεακούσει

τονπόνοστηφωνήτης.Κιεκείνηείχεπληγωθείπολύεπομε'νως.ΟΜαρκείχεπληγώσεικαιτιςδυο.

Τονάκουσεναμπαίνειπάλιστοσαλόνικαιναστέκεταιπίσωτης.«Τέρματαψέματα,Μαρκ»,ψιθύρισε.«Αρκετά.Αλλαδεναντέχω».

Ηφωνήτουήτανήρεμηκαισταθερή.«Δεσουέχωπεικανέναψέμα.Σουείπατηναλήθεια.ΨέματαέλεγεηΖακί.Μετοντρόποπουτηςμίλησεςπριναπόλίγο,νόμιζαότιτοείχεςκαταλάβεικιεσύ.Ήταναποφασισμένηναμημ’αφήσειναγλιτώσωχωρίςφασαρία.Τοείπεςκαιμόνησουκαιείχεςδίκιο».

«Ό,τικιανέκανεπάντως,έχειπληγωθείκιεκείνη.Τώρατοκατάλαβα!Σεερωτεύτηκεπραγματικά,Μαρκ».

«Οχ,γιατ’όνοματουΘεού,Σάντσα.Δεχρειάζεταινατηλυπάσαι!Εδώήρθεγιανακάνειφασαρίακαιζημιάκαιτοπέτυχε,έτσιδενείναι;»

«Πώςμπορώνασεπιστέψω,ότανμουέκρυβεςτόσαπράγματαόλοαυτότονκαιρό;»ΗΣάντσαγύρισεκαιτονκοίταξεμεπικρία.

Τοπρόσωπότουήτανσκληρό,τοίδιοκαιηφωνήτου.«Απόχτεςόμωςσταμάτησανασουκρύβωοτιδήποτε.Τώραταξέρειςόλα».

«Ναι;Πώςμπορώναείμαιβέβαιη;Πώςμπορώναξέρωτισυνέβηπραγματικάμ’εσένακιαυτήτηγυναίκα;Ισχυρίζεσαιότιδενκοιμήθηκεςποτέμαζίτης,αλλάεκείνηλέειτοαντίθετο.Ισχυρίζεσαιότιμαζίτηςδεμιλούσεςποτέγιαμένακαιπάλιεκείνηλέειτοαντίθετο.Ποιοναπότουςδυοναπιστέψω,Μαρκ;»

Εκείνοςείχεχλομιάσεικαιταμάτιατουείχανμαύρουςκύκλους.

«Μεξέρειςτόσαχρόνιακαιρωτάςακόμα;»τηςείπε,σφίγγονταςταχέριατουσεγροθιές.

Εκείνηκούνησεαργάτοκεφάλι.«Δενείμαικαιτόσοβέβαιηπια,ανσεξέρωπραγματικά.Αρχίζωναπιστεύωότιδεσεξέρωκαθόλου».

«Τοπερίεργοείναιότιτοίδιοπιστεύωκιεγώγιασένα!»μουρμούρισεεκείνος.

ΗΣάντσαφοβότανότιαπόστιγμήσεστιγμήθαέβαζετακλάματακαιδενήθελεναδειοΜαρκπόσοπολύτηνείχεπληγώσει.

«Είμαιπολύκουρασμένη.Πάωναπλαγιάσω»,τουείπεπηγαίνονταςστηνπόρτα.Χρειαζότανχρόνογιαναξεπερά-σειτοσοκ.«Εσύμπορείςνακοιμηθείςστονξενώνα»,τουπέταξεπάνωαπότονώμοτης.

«Αποκλείεται!»αναφώνησεεκείνος,ξεσπαθώνονταςξαφνικά.

Οτόνοςτηςφωνήςτουτηνέκανενακοντοσταθεί,αλλάήταναποφασισμένηναμηντουδείξειότιτονφοβόταν.Ανασήκωσεψηλάτοκεφάλικαιπροχώρησεβιαστικάπροςτησκάλα.

ΟΜαρκτηνακολούθησεσιωπηλός.Εκείνηάρχισεν’ανεβαίνειτρέχονταςτασκαλιά,αλλάτηνπρόλαβεστοκεφαλόσκαλο.Τοχέριτουτυλίχτηκεστημέσητης,ενώτοάλλογλίστρησεκάτωαπόταγόνατάτηςκαιτησήκωσεστοστήθοςτου.

«Μαρκ,άφησέμε,θαμερίξεις»,τουψιθύρισεαπόφόβομηνξυπνήσουνταπαιδιά.Τοσπίτιήτανπολύήσυχο,αλλάτααισθήματάτουςπολύφορτισμένακαιεπικίνδυνα.

Εκείνοςδεναπάντησε.Τηνπήγεστοδωμάτιότουςκαιέκλεισετηνπόρταμετοπόδιτου.

«Ασεμεκάτω!»τουείπεηΣάντσαθυμωμένακιαμέσωςεκείνοςτηνπέταξεστοκρεβάτι.Σήκωσετοκεφάλιγιαναδιαμαρτυρηθείκαιτονείδεναγδύνεταιβιαστικάκαιναπετάειταρούχατουπροςόλεςτιςκατευθύνσεις.

«Δενπρόκειταινακοιμηθείςεδώαπόψε!»τουείπε.

«Εδώθακοιμηθώκαιμάλισταστοκρεβάτι»,τηναντέκρου-σεμέσααπ’ταδόντιατουκαιηάγριαλάμψητωνματιώντουέκανετουςσφυγμούςτηςνακαλπάζουν.

Έπρεπεναστρέψειαλλούτοβλέμματης,γιατίεκείνοςήτανγυμνόςτώρα,μόνοπουδενήτανκαιτόσοεύκολο.Ήθελετόσοπολύνατονκοιτάξει!Τιςπροάλλες,ότανείχεπάειστονξενώνακαιτονείχεβρειγυμνόστοκρεβάτι,ήθελενατονκοιτάζεικαινατονκοιτάζει,λαχταρώνταςνατοναγγίξει,αλλάεκείνοςτηςείχεδείξεικαθαράότιδεντηνήθελε.Αυτότηνείχεπονέσειπολύ.Ηαπόρριψηπάνταπονάειπολύ.

Ηειρωνείαήτανότιαπόψεδενείχεσκοπόνατηνπερί-φρονήσει,κάθεάλλομάλιστα.Ήτανφανερότιείχεστομυαλότουκαιέπρεπενατονσταματήσει,αλλάμέσατηςήξερεότιδενήθελε.Ήθελενατοναγγίξει,ναχαϊδέψειτοδυνατόκορμίτου,νανιώσειτηζεστήτουεπιδερμίδακάτωαπόταακροδάχτυλάτης,ναβυθίσειταδάχτυλάτηςστιςσκούρεςτρίχεςτουστέρνουτου,ν’αγγίξειτοεπίπεδοστομάχι,τουςδυνατούςγοφούς,τουςμυώδειςμηρούς.

'Επρεπεόμωςνατονκρατήσεισεαπόσταση,μέχριναβεβαιωθείότιησχέσητουμετηΖακίΦαράρείχεπάρειοριστικάτέλος.

«Τοεννοώ,Μαρκ!Δενπρόκειταινακοιμηθώμαζίσου».Πήγενακατεβείαπότηνάλλημεριάτουκρεβατιού,όμωςταχέριατουτηνάρπαξαναπότημέσηκαιτηνξανατράβη-ξανπίσω.

«Μημουαντιστέκεσαι,Σάντσα.Απόψεδενπαίζω,σεπροειδοποιώ»,μουρμούρισεεκείνος,ενώτηνέριχνεστοστρώμα.

«Ούτεκιεγώπαίζω!»ΗΣάντσατονκοίταξεάγρια,αλλάαμέσωςευχήθηκεναμηντοείχεκάνει.Μιαματιάήταναρκετήγιαναδιαλύσεικάθείχνοςαντίστασης.Έκλεισεταμάτια,νιώθονταςναβυθίζεταιστοκενό.Όπουνα’τανθαέπιανεπάτοκαιθαγινότανχίλιακομμάτια.Μαπούείχεπάειοαυτοσεβασμόςτης;Ήταναδύναμηκαιέτρεμε,αναπνέο-νταςτόσογρήγορα,πουήξερεότιθατοπρόσεχεκιεκείνοςκαιθακαταλάβαινετισήμαινε.

ΟΜαρκέλυσεαργάτηζώνητηςρόμπαςτης.«Καινούριοείναιαυτό;»τηρώτησεβραχνά.«Μ’αρέσειπουηδαντέλαδενκρύβειτιςθηλέςσου».Τοκεφάλιτουκατέβηκεκαιηγλώσσατουχώθηκεηδονικάμέσαστιςδαντέλες.

Τηςπιάστηκεηανάσα.«Μη!»

Τοένατουχέριαγκάλιασετοστήθοςτης.«Ανλάβεικανείςυπόψητουότιέχειςκάνειτρίαπαιδιά,ταστήθησουείναιεκπληκτικάακόμα»,μουρμούρισε,ενώτοστόματουεξερευνούσετιςαπαλέςκαμπύλες.«Είναικαλύτερααπότότεπουσεπρωτογνώρισα.Τότεήτανμιασταλιά,ενώτώραείναιπιοαισθησιακά.Θυμάμαιπουσεκοιτούσα,ότανθήλαζεςτηΦλώρακαιτηζήλευα».

ΤοστόματουάνοιξεαπαλάγύρωαπότηθηλήτηςκαιηΣάντσαένιωσενατηςκόβεταιηανάσα.Τώραπιαήταναδύνατοννατοναπωθήσει.Ήθελενατουχαϊδέψειταμαλλιά,νατονσφίξειπάνωτηςκαινατουπαραδοθείτελείως.

«Σεχρειάζομαι»,τηςψιθύρισε,ενώάφηνεταχέριατουναγλιστρήσουνκάτωαπότονυχτικότης,

ανάμεσαστουςμηρούςτης,στέλνονταςηδονικάρίγησεόλοτηςτοκορμί.

Αλλάοπόθοςδενήταναρκετός.Εκείνηήθελενατηναγαπάεικιόλας.Μισοσηκώθηκεαπότομακαιτονέσπρωξε.

«Σταμάτα,Μαρκ!ΤηΖακίΦαράρδεντηνέχωξεχάσειακόμα.Δεθασ'αφήσωναμουκάνειςέρωτα,μέχριναβεβαιωθώότιησχέσηαυτήτελείωσεοριστικά».

«Σουείπα...»

«Ναι,αλλάπρινσεδωμέσαστηναγκαλιάτης!»

«Εκείνηέπεσεπάνωμουκαιδενπρόλαβανατραβηχτώ».

«Δενείναικαθόλουαστείο,Μαρκ!»

«Μαδεντοείπαγιααστείο.Τοεννοούσα.Τηςάνοιξατηνπόρτακαι,πρινκαταλάβωτιγινόταν,έπεσεπάνωμου,μεαγκάλιασεκαιπροσπάθησεναμεφιλήσει».

«Καιτακατάφερε!»

«Εγώόμωςδεντηφίλησα,Σάντσα.Πόσεςφορέςπρέπεινασουτοπω;»ΟΜαρκανακάθισεκιεκείνοςστοκρεβάτικιαμέσωςεκείνητράβηξεταμάτιατηςαπότογυμνότουκορμί.Έσκυψε,άρπαξετοπάπλωμααπότοδικότουκρεβάτικαιτουτοπέταξε.

«Δενμπορούμενασυζητήσουμε,ανδεσκεπαστείς.Τυλίξου,λοιπόν,μ’αυτό!»

Ταμάτιατουτηνκοίταξανκοροϊδευτικά.«Τιτρέχει,Σάντσα;Ταχάνειςότανμεβλέπειςγυμνό;»

«Δυσκολεύομαινακάνωσοβαρήσυζήτηση!»τουομολόγησεκοκκινίζοντας.

Τοβλέμματουδιέτρεχεμεπόθοτοκορμίτης.«Εμέναμουείναιεύκολονομίζειςνασυγκεντρωθώ,ότανσεβλέπωέτσι;»

ΗΣάντσαένιωθετοσφυγμότηςναχτυπάειδυνατάστολαιμότης.ΟΜαρκτηςχαμογέλασεικανοποιημένος,σανναείχεκαταλάβειτηναντίδρασήτηςκαιύστερασηκώθηκε,πέταξετοπάπλωμαστοκρεβάτικαιπήγεστηνντουλάπαναπάρειμιαρόμπα.

Εκείνηβρήκεευκαιρίαναγλιστρήσεικάτωαπότασκεπάσματακαινατραβήξειτοπάπλωμαωςεπάνω.ΟΜαρκ

επέστρεψεκαι,δένονταςτηζώνητηςρόμπαςτου,τηςέριξεμιαψυχρήματιά.

«Αισθάνεσαιπιοασψαλήςτώρα;»τηρώτησεειρωνικά,ενώκαθότανστηνάκρητουκρεβατιού,αλλάπολύκοντάτης.«Είναιανάγκηνακάνουμεαυτήτησοβαρήσυζήτησητώρα;Δενξέρωγιασένα,πάντωςεγώείμαιπολύκουρασμένος.Περάσαμεδύσκολημέρασήμερα».

«Ναι,αλλάδιαρκώςαναβάλλουμετησυζήτησηγιασένακιαυτήτηγυναίκα!»

«Ό,τιχρειάζεταιναμάθεις,σουταέχωπει!»

«Όχι,Μαρκ.Τώραπιαδεσεπιστεύω.Είδατοπρόσωπόσου,ότανκατέβαινα.Είχεςένοχηέκφραση.Γιατίαισθάνεσαιένοχος,ανδενυπήρξεςποτέεραστήςτης;»

Ηφωνήτουακούστηκετροχιά.«Πόσεςφορέςπρέπεινασουτοπωακόμα;Μαγιατίδεμεπιστεύεις;Εραστήςτηςδενυπήρξαποτέ!»"Εκανεμιαπαύσηκαικατσούφιασε.«Ανκαιομολογώότιέχωενοχές.Εγώφταίωγιαόλα.Δενέπρεπεναβγωμαζίτης.Εκείνηπίστεψεότιήτανσοβαρόκιεγώτηνάφησα.Μουάρεσεόμως...μουάρεσεπολύ.Θαμπορούσανατηνερωτευτώ,ανσυνεχίζαμεγιαπολύακόμα».

«Είσαιβέβαιοςότιδεντηνερωτεύτηκες;»τονρώτησεμεφωνήβραχνήαπότηζήλια.

Εκείνοςαναστέναξε.«Όχι,Σάντσα.Ανδενήσουνεσύστημέση,μπορείνατηνείχαερωτευτεί,αλλάδεντηνερωτεύτηκα.Προσπάθησανακάνωτονεαυτόμουνανιώσειγι'αυτήναυτόπουένιωθεεκείνηγιαμένα,αλλάδενμπόρεσα.Απλώςμουάρεσεναβγαίνωμαζίτηςκαινασυζητάμεγιατηδουλειάκαιγιαταπροβλήματατηςεταιρείας.Κιεσένασουταέλεγακάποτε,αλλάτώραπιαδενέχειςχρόνοναμ’ακούςκιεγώείχαανάγκηνατασυζητάωμεκάποιον».

«Μπα,αλήθεια;»τουπέταξεηΣάντσαειρωνικά.«Καιδιάλεξεςμιαπολύαισθησιακήκοπέλα;Εκτόςανμέσασουήθελεςναταφτιάξειςμαζίτης».

ΟΜαρκέβγαλεέναβογκητό.«Αχ,πόσεςφορέςπρέπεινασουτοπω;"Οχι!Τουλάχιστονστηναρχή.Αλλάαυτόείναιτοπρόβλημαμετιςερωτικέςσχέσεις.Τοπρώτοβήμαγίνεταιπολύεύκολα.Βγαίνειςέξωμαζίτης,τρώτε,μιλάτεγιατηδουλειά,γιαταπροβλήματάσαςκαιμετάσεπαίρνειο

κατήφορος.Έναςκατήφοροςστρωμένοςμερόδα,πουμπορείόμωςνασεοδηγήσειτελικάστηνκόλαση».

ΗζωήτηςΣάντσαπάντωςείχεγίνεικόλασηαπότημέραπουείχελάβειεκείνοτοανώνυμογράμμα.Πότεείχεγίνειακριβώς;Δενμπορούσεούτεναθυμηθείπια.Αλλάδενείχεκαμίασημασία.

«Σάντσα,σουορκίζομαιότιδενείχασκοπόνακάνωερωτικόδεσμόμαζίτης»,είπεοΜαρκκοφτά.

«Τότε,τισκοπόείχες;Νακάνετεσοβαρήφιλία;»τονρώτησεσαρκαστικά.

Εκείνοςτηνκοίταξεανέκφραστα.«Σεπαρακαλώ,ναμεπιστέψεις,Σάντσα.Στηναρχήδενείχακαταλάβειπούπήγαιναναμπλέξωκαι,όταντοσυνειδητοποίησα,ήτανπολύαργά».

«Πολύαργάγιανασταματήσεις;»τονρώτησεμετοπρόσωπότηςπανιασμένοαπότονπόνο.ΔενάντεχενατονακούειναμιλάειγιατησχέσητουμετηΖακίΦαράρ,αλλάέπρεπεναμάθειοπωσδήποτε.

ΟΜαρκπέρασεταχέριατουπάνωαπότοπρόσωπότου,σανναήθελεναδιώξειτηνέντασηπουέσφιγγεταχαρακτηριστικάτου.«Όχι,δενήταναυτό»,μουρμούρισεάτονα.«Όλαέχουντελειώσειπια,Σάντσα,σουτ’ορκίζομαι,αλλάτοκαημένοτοκορίτσιέγινεδυστυχισμένοεξαιτίαςμου.ΓΓαυτόαισθάνομαιενοχές.Δενέπρεπεν’αφήσωναγίνειαυτό.Έπρεπενασταματήσωνατηβλέπω,μόλιςκατάλαβαότιεκείνητοείχεπάρεισοβαρά».

«Ναι,έπρεπε»,είπεηΣάντσακάπωςαφηρημένα.Τώρατονπίστευε.Μιλούσετόσοσοβαρά,πουδενήτανδυνατόνναλέειψέματα.Τοκακόόμωςήτανότιεκείνηείχεκάτιάλλοναστενοχωριέταιτώρα.Η

ΖακίΦαράρτηςείχεπει«τώραξέρειςότιείναιδικόςμου...»Καιμετάείχεπροσθέσει:«Μαζίσουδεντέλειωσαακόμα...»

Ίσωςήτανκούφιεςαπειλές,επειδήήτανθυμωμένηκαιπονούσε,αλλάαντοέλεγεαλήθεια;Τιάλλοθατουςσκάρωνε

ακόμα;

ΤαχέριατουΜαρκέπεσανσταπλάγια.ΗΣάντσαείδετατραβηγμέναχαρακτηριστικάκαιτασυννεφιασμέναμάτιατου.ΟΜαρκανησυχούσεγιακείνοτοξανθόκορίτσι.

«Δενπρόκειταινατοβάλεικάτω»,είπεηΣάντσαμεφωνήπουέτρεμεελαφρά.«Τοξέρειςκιεσύ.Μαρκ,φοβάμαιπολύ.Τηςέχειςγίνειέμμονηιδέα."Εχειςμπειστοαίματηςκαιοιάνθρωποιπουτοπαθαίνουναυτόχάνουνκάθεαίσθησηλογικής,θαμπορούσενακάνειοτιδήποτε».

«Μηναφήνειςτηφαντασίασουνασεπαρασύρει!»είπεεκείνοςδείχνονταςπολύήρεμος,όμωςταμάτιατουφανέρωνανότιανησυχούσεπολύπερισσότεροαπ'όσοήθελεναομολογήσει.ΉξερεκαλάτηΖακίΦαράρκαιτιήτανικανήνακάνει,αλλάδενήθελεναανησυχείκαιηΣάντσα.

«Δενείναιτηςφαντασίαςμουκαιτοξέρεις!»ψιθύρισεεκείνη.

ΟΜαρκέκανεέναμορφασμό.«Τιμπορείνακάνειδηλαδή;»ρώτησε.«Εφόσονξανασμίξαμεεμείςοιδυο,ηΖακίτιμπορείνακάνειγιαναμαςπληγώσει;»

«Δενξέρω,Μαρκ»,είπεηΣάντσαχαμηλόφωνα.«Αυτόπουξέρωόμωςείναιότιθαπροσπαθήσει».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ8

ΟΜαρκδεμίλησεκαιηΣάντσαπρόσεξετηνέντασηκαιτηνανησυχίαστοπρόσωποκαιταμάτιατου.«Φαίνεσαικουρασμένος»,τουείπε.«Κιεγώείμαιπτώμα.Πήγαινενακοιμηθείς,Μαρκ».

Εκείνοςκοίταξεαμίλητοςπρώταεκείνηκιέπειτατοάλλοκρεβάτι.

ΗΣάντσαόμωςκούνησεαρνητικάτοκεφάλι.«Όχι.Νομίζωότιαπόψεείναικαλύτερανακοιμηθείςστονξενώνα,δεσυμφωνείς;Χρειαζόμαστεχρόνογιανασυνέλθουμε.Είναιπολύνωρίςακόμα.Πρώταπρέπειναξαναγνωριστούμεαπότηναρχή».

«Καιπόσοκαιρόπρέπειναπεριμένωκατάτηγνώμησου;»τηρώτησεθυμωμένα.

«Αχ,Μαρκ,μπαίνουνχρονικάόριασ’αυτάταπράγματα;Ότανέρθειηώρα,θατοκαταλάβουμε».

«Σάντσα...»μουρμούρισεβραχνά,ενώτηςάπλωνετοχέριτου.

Κοιτάχτηκανσιωπηλοί.Τηνικέτευεβουβάκιεκείνηδυσκολευόταννατουξαναπείόχι.ΤότεόμωςάκουσαντηΦλόρανακλαίειστονύπνοτηςκαιηΣάντσαέστρεψετοκεφάλιτηςγιαν’αφουγκραστείκαλύτερα.

Μήπωςείχεπάλιεφιάλτη;Αλλάτοκοριτσάκιείχεσταματήσει.

«Πώςβρίσκειπάντατηνώρααυτότοπαιδί!»μουρμούρισεοΜαρκ,αφήνονταςτοχέριτουναπέσει.

«Είναιδύσκολοναμιλήσουμεμεταπαιδιάστοσπίτι»,παρατήρησεηΣάντσα.Ακόμαδυσκολότεροείναινακάνειςέρωτακαινατοαπολαύσεις,ότανφοβάσαιδιαρκώςότικάποιοπαιδίμπορείναφωνάξεικαινασεδιακόψει,πρόσθε-σενοερά.Τοότιήτανυποχρεωμένοινακάνουνέρωτασταβουβά,απόφόβομηντουςακούσουνταπαιδιά,τουςεμπόδιζεναπαραδοθούναπόλυταστοπάθος.ΑυτόςάλλωστεδενήτανέναςαπότουςλόγουςπουείχαναπομακρυνθείμετονΜαρκ;

Οέρωταςδεδιαρκείγιαπάντα.Φωτίζεισαντοουράνιοτόξοτονπρώτο,ίσωςκαιτοδεύτεροχρόνοτουγάμου,αλλάσελίγομπαίνειστημέσηηκαθημερινήρουτίναπουθαμπώνειτοφωςκαιείναιτόσοαπασχολημένοςκανείςπουδενπροσέχειτισυμβαίνει.

Ηαγάπησιγάσιγάαλλάζει,γίνεταιλιγότεροέντονη,οενθουσιασμόςχάνεταικαι,ανείσαιτυχερός,μένειμόνοηαγάπη,μιααγάπηφυσιολογικήκαικαθημερινή,χωρίςταπάνωκαιτακάτωτουέρωτα.

Μήπωςεκείκάναμετολάθος;αναρωτήθηκεηΣάντσα.ΜήπωςηκαθημερινήαγάπηδενείναιαρκετήγιατονΜαρκ;Μήπωςαναζητάειακόματιςσυγκινήσειςτουπρώτουκαιρού;

«Χρειαζόμαστεναμείνουμεμόνοιγιαλίγεςμέρες,χωρίςταπαιδιά.ΛεςηΖόιναμπορείνα...»

ΗΣάντσαγέλασε,μόλιςσκέφτηκετηναντίδρασητηςαδερφήςτης,αντηςπρότεινεκάτιτέτοιο.«Μπα,όχι.ΗΖόιήδητοθεωρείπολύδύσκοληδουλειάκαινομίζωότιώρεςώρεςφοβάταιτηΦλόρα».

ΟΜαρκέκανεμιαγκριμάτσα.«Δεμ’εκπλήσσειαυτό.Κιεγώτηφοβάμαιώρεςώρες.Είναιαγρίμι».

«Πώςτολεςαυτό;»διαμαρτυρήθηκεηΣάντσα.«Τοκοριτσάκιμουείναισκέτηγλύκα».

«Ναι,είναιγλυκό,αλλάκαιπολύκακομαθημένο.Πέντελεπτάνατηναφήσειςμόνη,θασουκάνειτοσπίτιάνωκάτω!Κάθεταιμέσαστοπάρκοκαιεκσφενδονίζειταπαιχνίδιατηςπαντού».

ΗΣάντσαγέλασε.

«Γι'αυτόσυνεχίζεινατοκάνει!»συμπλήρωσεοΜαρκ

στεγνά.«ΕπειδήσαςβλέπειεσένακαιτηΜάρθαναγελάτε,όταντακάνειαυτά».

«ΗΜάρθατηλατρεύειόμως».

ΟΜαρκφάνηκενατοσκέφτεται.«Πράγματι.ΑναρωτιέμαιμήπωςθαμπορούσεεκείνηνακρατήσειταπαιδιάτοΣαββατοκύριακο».

ΗΣάντσατοσκέφτηκελίγοκαιξαφνικάέλαμψετοπρόσωπότης.«Μπορεί.Τηςαρέσεινατακρατάειορισμένεςώρες.ΑνδεχτείναβοηθήσειλίγοκαιηΖόι...Αν,παραδείγματοςχάρη,πάρειεκείνητοΣάββατοτ’αγόρια,πουθατοκάνειφαντάζομαι,γιατίαυτάμπορείναταχειριστείκαλύτερα...»

«Πάντωςηαδερφήσουταπάεικαλάμετοαντίθετοφύλο»,είπεοΜαρκεύθυμα.«Ακόμακαιμετανεαράαρσενικά».

ΗΣάντσαγέλασε.«Έτσιήταναπόμικρή!Θυμάμαιτιεντύπωσηέκανεστ’αγόριαακόμακιότανπηγαίναμεστοδημοτικό,ενώεμέναποτέδεμεπρόσεχεκανένας.ΗΖόιτουςέκανενατηνκοιτάζουνμεγουρλωμέναμάτια,πρινακόμαμπειστηνεφηβεία.Εγώποτέδενέκαναεντύπωσησεκανέναν».

«Τότε,θαπρέπειναήταντυφλοί!»είπεοΜαρκκαιχαμογέλασε,μόλιςτηνείδενακοκκινίζει.«ΕγώποτέδενέριξαστηΖόιδεύτερηματιά».

ΗΣάντσατοθυμόταναυτό.ΤηναδερφήτηςτηνενοχλούσεπουοΜαρκδεντηςέδειχνετοπαραμικρόενδιαφέρον.ΗΣάντσαφοβότανότιεκείνοςθαερωτευόταντηναδερφήτηςαπότηνπρώτηστιγμή,όπωςγινότανμεόλουςτουςφίλουςτης,αλλάοΜαρκδεντηςείχεδώσειποτέσημασία.

«Γι’αυτόδενέχειπαντρευτείακόμα»,είπεοΜαρκστεγνά.«Γιατίποτέδενμπόρεσενατηνικανοποιήσειμόνοέναςάντρας.Τηςαρέσεινακάνουνουράγιαχάρητης».

ΗΣάντσαξαφνιάστηκεμεταλόγιατου.«Αυτόπουλεςδενείναιπολύωραίο,Μαρκ.Απλώςδενέτυχεναβρειακόματονκατάλληλο».

Εκείνοςτηςχαμογέλασε.«Ηαδερφήσουείναιεντάξειάνθρωπος,τώραπιαέμαθανατησυμπαθώπερισσότερο,αλλάεγώτηβλέπωπιοανεπηρέαστααπόσένα.Είναιπολύεπιλεκτικήκαιπολύεγωίστρια.Ανέκαθενείχεόποιονάντραήθελεκιέτσιδενμπορείναδιαλέξειέναναπ’όλους.Περιμένειμετηνελπίδαότικάποτεθαβρειτονκαλύτερο».

ΗΣάντσατοσκέφτηκεκαικατσούφιασε.ΠάντωςκιεκείνητηνπαραξένευετογεγονόςότιηΖόιδενείχεπαντρευτείακόμα,παρ’όλοπουείχεπάνταάντρεςγύρωτης.

«Ενπάσηπεριπτώσει»,συνέχισεοΜαρκ,«γιαναεπανέλθουμεστοθέμαμας...ΜπορείςναπειςστηΜάρθακαιτηΖόινααναλάβουνταπαιδιάέναολόκληροΣαββατοκύριακο;»

«Ναι,θαμπορούσανατουςτοπωτηΔευτέρα»,απάντησεηΣάντσακάπωςδιατακτικά.

«Ωραίαθαήταν,ανταέπαιρνεηΜάρθααυτότοΣαββατοκύριακο»,είπεοΜαρκμεενθουσιασμό.«Όσογρηγορότερα,τόσοκαλύτερα».

ΗΣάντσαένιωσεταμάγουλάτηςναβάφονταικόκκινακιέστρεψεαλλούτοβλέμμα.Ήταντόσοεύκολοναυποκύψειτώρακαιναξεχάσειό,τισυνέβημετηΖακίΦαράρ.Ένακομμάτιτουεαυτούτηςτοήθελεπολύ,ωστόσοέναάλλοήξερεότιογάμοςτουςθαμπορούσενακρατήσειμόνοαντοήθελανπραγματικάκαιοιδυο.

«ΗΜάρθατουςείχεκαισήμερα,ανθυμάσαι»,τουυπενθύμισεκιεκείνοςαναστέναξε.

«Καλά,ρώτατηνεσύκαιβλέπουμε».

«Εντάξει».ΗΣάντσακοίταξετορολόιτης.«Είμαιπολύκουρασμένη,Μαρκ».

Εκείνοςσηκώθηκε,αλλάπήγεκοντάτηςκαιτηφίλησεπολύαπαλάστοστόμα.

«Καληνύχτα,Σάντσα».

«Καληνύχτα»,ψιθύρισεεκείνη,κάνονταςπροσπάθειαναδιατηρήσειτονέλεγχότης.

Εκείνοςστάθηκελίγοακόμακαιτηνκοιτούσε,αλλάύστεραμάζεψεαπρόθυματαρούχατουκαιβγήκεαπότοδωμάτιο.ΗΣάντσαπάλευεμετηλαχτάρατηςνατονφωνάξειπίσω,νατονπροσκαλέσειστοκρεβάτιτης,αλλάήξερεότιήτανπολύνωρίς.Ακόμαδενήταναπόλυτασίγουρηότιδεντηνείχεπροδώσει.

Προδοσίαυπήρχε,ωςπροςαυτόδεχωρούσεκαμίααμφιβολία.Τουλάχιστοντουείχεπεράσειαπ'τομυαλόναγίνειεραστήςτηςΖακίΦαράρκαιπαραλίγονατοκάνεικιόλαςκαιηΣόίντσαέπρεπενατοξεπεράσειτελείωςαυτόγιαναμπορέσεινατονσυγχωρήσεικαιναξεχάσει.Πώςήταν

δυνατόνναξαναγίνουνευτυχισμένοι,ανήτανγεμάτηαπόαμφιβολίεςκαιυποψίες;

Μήπωςόμωςριψοκινδύνευευπερβολικά;ΉξερεότιθαπροτιμούσεναπεθάνειπαράναχάσειτονΜαρκκιόμωςδίσταζεακόμη.Μήπωςήτανπαράλογο;Μήπωςέτσικινδύνευεπερισσότερονατονχάσει;ΗΖακίΦαράρδενείχεφύγειούτεείχεδεχτείακόματηνκατάσταση,ήτανκάπουτριγύρωκαισχεδία-ζετηνεπόμενηκίνηση.Αυτήδεθατονάφηνεποτέναπεριμένει.Θατονάρπαζε,χωρίςτονπαραμικρόδισταγμό.

Μήπωςέπρεπενακάνεικιεκείνητοίδιο;

Ογάμοςόμωςέπρεπεναέχειγεράθεμέλιααγάπηςκαιεμπιστοσύνης,αλλιώςδενμπορούσεςναπεριμένειςτίποτα.

Έσβησετοφωςκαιέμεινεστοσκοτάδινααφουγκράζεταιτηνησυχίατουσπιτιού.Τηςάρεσεπουτουςένιωθεόλουςγύρωτης,ασφαλείςκάτωαπότηνίδιαστέγη—τονάντρακαιταπαιδιάπουαποτελούσαντονκόσμοτηςκαιπουτηνείχανανάγκηόσοκιεκείνηαυτούς.

Αυτόήτανπουείχεξεχάσειγιαλίγο,μετάτηγέννησητηςΦλόρας!Είχεαφοσιωθείτόσοπολύστα

παιδιάτης,πουείχεπαραμελήσειτελείωςτονΜαρκ.Τώραόμωςτοείχεθυμηθείκαιθαέκανεό,τιπερνούσεαπότοχέριτηςγιαναμηντοξαναξεχάσειποτέ.

***

Ξύπνησεμετοαπολαυστικόάρωματουκαφέσταρουθούνιατης.ΑνοιξεαργάτανυσταγμένατηςμάτιακαιβρήκετονΜαρκκαθισμένοστοκρεβάτιτηςμετονήλιοπάνωτου.Ήτανντυμένοςμεκολεγιακήμπλούζακαιμπλουτζίν.

Ανασηκώθηκεαπότομα.«Τιώραείναι;»ρώτησεανήσυχη.«ΗΦλόρα...»

«Είναικάτω,στοπάρκοτης»,τηδιαβεβαίωσεοΜαρκ.«Καιτααγόριαβλέπουνκινούμενασχέδιαστηντηλεόραση.Σουέφερακαφέκαιτοστ.Εγώέφαγαπρωινόμαζίμεταπαιδιά».ΤηςέδωσεέναπιάτομεμιαβουτυρωμένηφρυγανιάκαιηΣάντσατοπήρεαργά.

«Τουςέφτιαξεςπρωινό...εσύ;»τονρώτησεμεδύσπιστούφος.

«Δεχρειάζεταιναεκπλήσσεσαιτόσοπολύ.Έφτιαξακουά-κερστοφούρνομικροκυμάτων.Οιοδηγίεςήτανπολύαπλές.

Δενεξερράγητίποτακαι,παρ’όλοπουπολύαπ’τοκουάκερτοσκόρπισεηΦλόραστοκαρεκλάκιτης,έφαγεαρκετόκαιφάνηκενατηςαρέσεικιόλας».ΟΜαρκτηνκοίταξεχαμογελώντας.«Φάετώρατηφρυγανιάσου,γιατίθακρυώσει».

ΗΣάντσαδάγκωσετηφρυγανιά,νιώθονταςπολύπεινα-σμένηξαφνικά.ΟΜαρκείχετραβήξειτιςκουρτίνεςκαιτοδωμάτιολουζότανστοφως.Τοβλέμματηςέπεσεστονκαθρέφτη.Είδετονεαυτότηςμεταμαλλιάανακατεμένα,τοπρόσωπορόδινοαπότονύπνοκαιτονυχτικότηςπεσμένοαπότονέναώμονααφήνειγυμνόέναμεγάλοτμήματηςεπιδερμίδαςτης.Πώςήτανάραγε;

ΟΜαρκπρόσεξετοβλέμματηςκαιχαμογέλασε.«Είσαιπολύαισθησιακή»,μουρμούρισεέχονταςμαντέψειτησκέψητης.«Μακάριναμπορούσαναπλαγιάσωκιεγώδίπλασου».

Εκείνηκοκκίνισεκαιηανάσατηςέγινεπιογρήγορη.

Ταμάτιατουτηνκοροΐδευαν.«Καλύτεραόμωςναπάωκάτωναδωτικάνουνταπαιδιά»,τηςείπεμ’έναναναστεναγμό.«ΗΦλόραμπορείνασπάσειτοπάρκοτηςκαινακάνεικαμιάζημιά».

«Θαέκανεσίγουρα,ανέβρισκετηνευκαιρία»,συμφώνησεμαζίτου,χαμογελώντας.

ΟΜαρκέσκυψεκαιφίλησετονώμοτης.Τοφιλίτουτηςέκαψετηνεπιδερμίδα.Ήθελενατυλίξειταχέριατηςστολαιμότουκαινατοντραβήξειστοκρεβάτι,αλλάεκείνοςίσιωσεαμέσωςτοκορμίτου.

«Μηβιαστείςκαθόλου.Σήμεραδεχρειάζεταιναμαγειρέψεις.Θασαςπάωέξωγιαφαγητό.Πρώταθαπάμενακάνουμεμιαβόλταστοδάσοςκαιμετάθαφάμεσεκάναπαμπ...Τιθα’λεγεςγιατοΛευκόΚύκνο;»

«Ωραίαιδέα»,τουαπάντησεευχαριστημένη.ΜόλιςέφυγεοΜαρκ,τελείωσετοπρωινότηςκιέκανεέναωραίομπάνιομετηνησυχίατης.Φόρεσεμιαλευκήπλισέφούστα,μεμιακίτρινητουνίκαπόπάνω,χτενίστηκε,μακιγιαρίστηκεκαικατέβηκεκάτω.Βρήκετηνκουζίνατηςτακτοποιημένη,χωρίςκανένα

ίχνοςότιεκείμέσαείχανφάειάνθρωποι.

ΟΜαρκκαθότανστοσαλόνιμετατρίατουςπαιδιά,ταοποίαήτανκολλημέναστηντηλεόραση.Τηνκοίταξεμ’έναντρόποπουτηνξανάκανενακοκκινίσει.

«Φοβόμουνότιθαέβαζεςπάλιτοαιώνιομπλουτζίνσου!»

ΕρωταςΚαιΔυσπιστία133

Εκείνηγέλασε,κουνώνταςαρνητικάτοκεφάλι.

«Έτοιμη;»τηρώτησεμαλακά.«Παιδιά,είμαστεόλοιέτοιμοι;»

Ταδυοαγόριαπετάχτηκανπάνωκιέσβησαντηντηλεόραση.«Φεύγουμε;Αχ,ωραία.Έλα,μπαμπά,πάμεναβγάλουμετοαμάξι.Οχ,Φλόρα,πάψε...Ασετώρατομίκιμάους.Θαπάμεστοδάσος!»

Έτρεξανέξωκαιοιδυοντυμένοιμεκαθαράπουκάμισακαιμπλουτζίν,μεταμαλλιάτουςχτενισμένακαιταπρόσωπάτουςκαθαρά.ΟΜαρκτουςακολούθησε.

«Έχωπάρειμαζίένακαλάθιμελεμονάδακαιφρούτα»,είπεστηΣάντσαπάνωαπ’τονώμοτου.«Έλα!»

ΗΦλόραάπλωσεταχεράκιατηςστηΣάντσα,πουτηνέβγαλεαμέσωςαπότοπάρκοτης.ΟΜαρκτηςείχεφορέσειτηναγαπημένητηςφόρμαμετοκοραλλίχρώμαπουτόνιζεπερισσότεροτακόκκιναμαλλιάτης,αλλάτηςπήγαινεπολύ.Απόκάτωτήςείχεφορέσειέναλευκόφανελάκι.Καιτοδικότηςπρόσωποήτανκαθαρόκαιταμαλλάκιατηςβουρτσισμένα.

ΗΣάντσαδενμπορούσεναπιστέψειότιοΜαρκταείχεκαταφέρειτόσοκαλάμεταπαιδιά.Στηναρχήτηβοηθούσεπότεπότε,αλλάτώρατελευταίαήτανμονίμωςαπασχολημένοςήκουρασμένοςκαιδεντηρωτούσεπιαανήθελενατηςκάνεικάτι.Έτσικιεκείνηείχεπάψειπροπολλούναζητάειτηβοήθειάτου.

Είχεαλλάξειάραγε;Μάλλον.Ίσωςήθελενατηςδείξειότι,ότανέλεγεότιήθελεναξαναφτιάξουντηζωήτους,τοεννοούσεκιαυτότηςέδινεμεγάληχαρά.

Ηκαρδιάτηςήτανγεμάτηελπίδα,ότανξεκίνησαν.Είχαντόσοκαιρόναβγουνέξωσανοικογένεια,πουδεθυμόταναπόπότε.Ταπαιδιάφαίνοντανενθουσιασμέναπουήτανμαζίμετονπατέρατουςκαικοιτούσανσυνεχώςαπότοπαράθυρο,φλυαρώνταςχαρούμενα.ΟΜαρκβγήκεαπότηνπόληκαιπήρετονπαλιόρωμαϊκόδρόμοπουοδηγούσεμέσαστοδάσος.

Προτούφτάσουνεκεί,πέρασαναπόσπίτιαμεανθισμένουςκήπουςπουγέμιζανευωδιέςτηνατμόσφαιρακαιθύμιζανστηΣάντσαπαλιέςανοιξιάτικεςμέρες.Καιοπατέραςτηςείχεπάνταλουλούδιαστονκήποτους,τότεπουήτανμικρή.

Λίγαλεπτάαργότεραπέρασανκαιτοτελευταίοσπίτικαιμπήκανστοδάσος,τοοποίοείχεφυτευτείεννιάαιώνεςνωρίτερα,τηνεποχήτωνΝορμανδώνγιαναμπορείναπηγαίνεικυνήγιομονάρχηςμετουςαυλικούςτου.Γιαναφυτευτούναυτάταδέντρα,όμως,είχανγκρεμιστείχωριάολόκληρακαιείχανμείνειπολλοίάνθρωποιστοδρόμο.Ωστόσο,λίγοιταθυμούνταναυτά,ότανχαίρονταντοδάσοςταΣαββατοκύριακα.

ΗΣάντσαάρχισεναλέεισταπαιδιάταονόματατωνδέντρωνπουέβλεπαν.«Ταέχουνφυτέψεικοντάκοντάγιαναμπορούννατααραιώνουνκάθετόσοκαιναπαίρνουνξυλείαγιατουςφράχτες,τατηλεγραφόξυλακαιπολλάάλλα»,εξήγησεστουςγιουςτηςπουδεντηνπολυάκουγαν.

«Πότεθακατεβούμε;»ρωτούσανανυπόμονατονπατέρατους.

«Μόλιςπεράσουμετηνεπόμενηστροφή»,τουςείπεεκείνοςκαιλίγαλεπτάαργότεραέκοψεταχύτητακαιπήγεναπαρκάρεισ’έναπλαϊνόξέφωτοπουχρησίμευεγιαπάρκινγκ.Ήδηυπήρχανεκείπέντεέξιαυτοκίνητα.ΤοδάσοςήτανδημοφιλέςμέροςγιατηνέξοδοτουΣαββατοκύριακουκαιωςτομεσημέριτοξέφωτοθαείχεγεμίσειαυτοκίνητα.

Ταπαιδιάβγήκανέξω,φλυαρώνταςχαρούμενα.ΕίχανφέρειμαζίκαιτοκαροτσάκιτηςΦλόρας,αλλάεκείνηαρνιό-τανναμπειμέσα.Ήθελενατρέξεικιεκείνημετ’αγόρια.

«Εγώπερπατήσω»,είπεθυμωμένηστημητέρατηςκαιφώναξεστ’αδέρφιατηςνατηνπεριμένουν.Φυσικάεκείναδεντηςέδωσανκαμίασημασίακαιημικρήάρχισενασκούζει,μέχριπουέγινεκατακόκκινη.«Περιμένετεκιεμένα!»

Τααγόριαάρχισαννατρέχουνγρηγορότερα.

«Μόλιςκουραστεί,θαθέλεινακαθίσειστοκαρότσιτης,γι’αυτόπάρ’τομαζίσου»,είπεηΣάντσαστονΜαρκ,καθώςακολουθούσανταπαιδιάτουςμέσαστοδάσος.

ΟΜαρκτηνέπιασεαπότοχέρι,θυμίζονταςτανιάτατηςκαιτηνεποχήπουδενήτανακόμαπαντρεμένοικαιτουςάρεσεπολύνακάνουναυτήτηβόλταμόνοιτους.

«Νομίζωότιείναικαιρόςν’αρχίσουννακάνουνιππασίατ’αγόριαταπρωινάτηςΚυριακής.Μεγάλωσανπια»,είπεοΜαρκ.«Θατουςφέρνωεγώεδώμετοαυτοκίνητο».

«Θαχαρούνπολύ»,είπεηΣάντσα,αλλάαναρωτήθηκε

πόσοκαιρόεκείνοςθαμπορούσενατοκάνειαυτό.ΠολλέςφορέςδούλευεόλοτοΣαββατοκύριακο,οπότεθααναγκαζότανναφέρνειεκείνηταπαιδιάτηςγιαιππασία.

ΚαιφυσικάηΦλόρα,μόλιςθαμάθαινεότιτ’αδέρφιατηςθαέκανανιππασία,θαήθελενακάνεικιαυτήκαιθαγίνονταντρομερέςσκηνές.

Τοδάσοςήτανγεμάτοαγριολούλουδα.Ταπαιδιάαναγνώριζανπολλάαπ’αυτά,ιδιαίτεραόσαέβγαινανκαιστονκήποτους.

«Αυτάεδώμοιάζουνμεμικράσκυλάκια»,είπεκάποιαστιγμήοΦέλιξ.

«Μωράσκυλάκια»,συμφώνησεμαζίτουκαιοΤσάρλι.

«Ναι,αλλάστηνάγριαμορφήτους»,τουςεξήγησεηΣάντσα.

ΟΤσάρλιάπλωσετοχέριτουγιανακόψειένα,αλλάτονπρόλαβεοπατέραςτου.«Μη!Μηντακόψεις!»είπεαυστηρά.«Θαμαραθούνπρινταπαςστοσπίτικαιμπορείνακαταστρέψειςκαιτιςρίζεςτους».

«Εγώθέλωσκυλάκια»,κλαψούρισεαμέσωςηΦλόραμεβουρκωμέναμάτια.

«Δεφαντάζομαιναθέλειςναπεθάνουν,έτσιδενείναι;»τηςείπεοΜαρκαυστηρά.

«Τ’αγαπάω...θέλωσκυλάκια!»Ημικρήάπλωσετοπαχουλόχεράκιτηςγιανακόψειέναλουλούδι,ρίχνονταςάγριεςματιέςστονπατέρατης,αλλάοΜαρκείχετοίδιοπείσμαμ’εκείνη.

«Μηντοκόψεις,Φλόρα,γιατίθαθυμώσωπολύ»,τηςείπεαυστηρά.

Ημικρήστράφηκεστημητέρατηςμετεντωμέναταχέρια.«Κακόςάνθρωπος.Κακόςμπαμπάς»,κλαψούρισε.

ΗΣάντσατηνπήρεστηναγκαλιάτηςκαιχτύπησετρυφεράτηνπλάτητηςγιανατηνηρεμήσει.

«Θέλωλουλούδι»,είπεεκείνη.«Μανούλα...θέλωλουλούδι...»

«Όχι,αγαπούλαμου,αφούάκουσεςτιείπεομπαμπάς.Τοκαημένοτολουλούδιθαπεθάνει,αντοκόψεις.Δεθέλειςναπεθάνει,έτσιδενείναι;»

ΗΦλόραάρχισενακλαίειδυνατά.

«Νομίζωότιήρθεηώρατουκαροτσιού.Φαίνεταιότιέχεικουραστεί»,μουρμούρισεοΜαρκκαιηΣάντσασυμφώνησε.

Τααγόριαέτρεχανχαρούμεναστοδάσος.ΗΣάντσαέβαλετηΦλόραστοκαρότσικαιοΜαρκετοιμάστηκενατοσπρώξει.

«'Οχι...Θέλωτρέξωκιεγώ.ΘέλωπαίξωμεΤσάρλι»,φώ-ναζεημικρή,κλοτσώνταςτοναέρα,αλλάοιγονείςτηςδεντηςέδωσανσημασία.Βάδιζαναργάμέσαστοσκιερόδάσος,ενώτοφωςτουήλιουγλιστρούσεμέσααπότακαινούριακαταπράσιναφύλλα,σχηματίζονταςπαράξενασχήματασταστενάδρομάκια.ΗΦλόραπαρατηρούσεγύρωγοητευμένη,ώσπουταβλέφαράτηςάρχισανναβαραίνουνκαινακλείνουν.

ΟΜαρκξανάπιασετοχέριτηςΣάντσα,μπλέκονταςταδάχτυλάτουμεταδικάτηςκιεκείνηένιωσεευτυχία.

«Ανπάνεάσχηματαπράγματα,σκέφτηκαναπάμεπροςτοΒορρά»,είπεεκείνοςκάποιαστιγμή.«ΘαμπορούσαναβρωδουλειάστουΧάριΑμπι.Τονθυμάσαι;Εκείνοτονψηλόγεροδεμένοτύποπουμεπερνάειμερικάχρόνιακαιπουείχεαρχίσειναφαλακραίνει,τηντελευταίαφοράπουτονείδαμε;Υπήρξεδιευθυντήςμουγιακάναδυοχρόνια,πρινανοίξειδικήτουδουλειάστοΓιόρκσαϊρ.Μεπήρετηλέφωνοτηνπερασμένηβδομάδακαιμουείπεότιέμαθεγιαταπροβλή-ματάμαςκαιότι,ανχρειαστώποτέδουλειά,ναειδοποιήσωπρώταεκείνον».

«Μεγάλητουκαλοσύνη!»ΗΣάντσατονθυμόταναμυδρά.Θυμόταντοτραχύ,αλλάευγενικόπρόσωπότου.

«Είναικαλόπαιδί.Ηεταιρείατουδενείναιμεγάληβέβαιακαιομισθόςπουθαμουδίνειδεθασυγκρίνεταιμ’αυτόνπουπαίρνωτώρα,αλλάαυτόπουμουείπεκαιμουάρεσεήτανότιμεθέλειστηνοικοδομήκαιόχιστογραφείο.Πρέπεινασουομολογήσωότιποτέδεμουάρεσεηδουλειάτου

γραφείου».

ΗΣάντσαχαμογέλασε.«Τοξέρω...Θαήτανπολύωραίαλοιπόν,δεθαήταν;»

«ΜόνοπουθαπρέπειναμετακομίσουμεκαιτοΓιόρκσαϊρείναιαρκετάμακριάαπόδω.Καιφυσικάταλεφτάμαςθαείναιπεριορισμένα.'Οπωςσουείπακαιπριν,οΧάριδεθαμπορείναμουδίνειαυτάπουβγάζωτώραμετονΦρανκ».

«Ανσουαρέσειηδουλειά,δενπειράζει.Θατακαταφέρουμε.ΈχωακούσειότιτασπίτιαστοΒορράείναιπολύφθηνότερα.Θαμπορούσαμεναπουλήσουμετοδικόμαςκαινα

βρούμεέναμικρότεροστοΓιόρκσαϊργιαναμαςμείνουνκαιχρήματα,έτσιδενείναι;»

«Βέβαια.Αυτήτηφορά,αντίναπάρουμεέναμικρόκαιμοντέρνοσπίτι,θαμπορούσαμεν’αγοράσουμεέναμεγαλύτερο,βικτοριανήςεποχής,πουθαμαςέρθεικαιφθηνότερα.Έτσιθαέχουμεπερισσότεροχώρο.Πολλάπράγματαθαμπορώνατακάνωκαιμόνοςμου...ναφτιάξωγιαπαράδειγμακαινούριακουζίνα,ναεκσυγχρονίσωταμπάνια...καιόλααυτάστημισήτιμήαπ’ό,τιανέβαζαάλλουςναμουταφτιάξουν».

«Ωραίαθαήταν»,είπεηΣάντσαμεμάτιαπουέλαμπαν.«Θασεβοηθήσωκιεγώ.Θατακάνουμεόλαμαζί».

Ταδάχτυλάτουέσφιξαντοχέριτης,καθώςτηνκοιτούσεσταμάτια,χαμογελώντας.«Καιστοπρώτομαςσπίτικάναμεπολλέςδουλειές.Τοθυμάσαι;Θυμάσαιτιχάλιαείχε,όταντοαγοράσαμε;Έναχρόνομαςπήρε,ώσπουνατοφτιάξουμε,όπωςθέλαμε».

ΗΣάντσατοθυμότανπάραπολύκαλά.Ήτανπολύευχάριστηανάμνηση.

Ταπαιδιάπροχωρούσανμπροστάτουςχαζεύονταςτουςσκίουρουςπουπηδούσανστακλαδιάτωνδέντρων.

«Κοίτα,μαμά,σκίουροι...»φώναξεοΤσάρλι.

«Σσσ...ΗΦλόρακοιμάται»,τουείπεηΣάντσαμαλακά.

«Πάμεναβρούμεέναμέροςναπαίξουμεκρίκετ»,πρότεινεοΜαρκ.«Έχειέναμεγαλύτεροξέφωτοεδώλίγοπιοκάτω».

«Μαδεφέραμεούτεμπάλαούτερόπαλα»,είπεοΦέλιξ.

«Φέραμε»,τουαποκρίθηκεοΜαρκ,σηκώνονταςψηλάτοκαλάθιπουείχανπάρειμαζίτους.«Έχουμεδυορόπαλακαιμιαμπάλα».

Τααγόριαέβγαλανενθουσιώδειςκραυγέςκαιάρχισαννατρέχουνπροςτομεγάλοξέφωτο,όπουυπήρχανκιάλλοιπουέπαιζανκρίκετήπουέκανανπικνίκ.ΗΣάντσαπήρετοκαρότσικαιοΜαρκπήγεμετουςγιουςτου.Ώσπουνατουςφτάσεικιεκείνη,είχαναδειάσειτοκαλάθι,είχαναφήσειτομπουκάλιμετηλεμονάδα,ταπλαστικάποτήριακαιταπέντεμήλακάτωστοχορτάρικαιτώραέβαζανσημάδιαγιατοπαιχνίδιτους.Μόλιςτηνείδαν,τηςφώναξανναπάειναπαίξεικιεκείνημαζίτους.ΗΦλόρακοιμόταντουκαλού

καιρούκιέτσιηΣάντσατηνάφησεστοκαροτσάκιτηςκαιπήγε.

"Επαιξαναρκετήώρακαι,μόλιςκουράστηκαν,κάθισανναπιουνμιαλεμονάδακαιναφάνεαπόέναμήλο.ΗΦλόραδενείχεξυπνήσειακόμα.ΟΜαρκτηςέριξεμιαματιάκαιμετάχαμογέλασεστηΣάντσα.

«Τηνπροτιμώέτσι!»μουρμούρισε.

ΗΣάντσατονκαταλάβαινεαπόλυτα.ΗΦλόραήτανπολύκουραστικόπαιδί,αλλάάξιζετονκόπο.

«Είναιαξιολάτρευτη»,τουείπε.«Δεθατηνάλλαζαούτεμεέναεκατομμύριολίρες!»

ΟΜαρκχαμογέλασεξανά.«Λεςναμηντοξέρω;Κιεγώμπορείναμηντηνάλλαζα,παρ’όλ’αυτά,είναικαλύτερηότανκοιμάται!»

Πλησίαζεμεσημέρικαιοήλιοςείχεαρχίσεινακαίει.Οουρανόςείχεέναβαθύγαλάζιοχρώμακαιηατμόσφαιραήτανγεμάτηέντομακαιαρώματααπότααγριολούλουδακαιτογρασίδι.ΗΣάντσανύσταξε.Ξάπλωσεστοχορτάρικοντάστοκαροτσάκιτηςκόρηςτης,μετοκεφάλιτηςστησκιάμιαμεγάληςβελανιδιάς,έκλεισεταμάτιακαιλαγοκοιμήθηκε,ακούγονταςτουςγιουςτηςναπαίζουνακόμα.

Ημέρατουςείχεπάειπολύκαλάωςτώρα.Γιαπρώτηφοράεδώκαιχρόνιαήτανπάλιόλοιμαζίκαιευτυχισμένοι:εκείνη,οΜαρκκαιτατρίατουςπαιδιά."Ετσιθαέπρεπεναείναιπάντακαι,αντοφρόντιζαν,θατακατάφερναν!Είχανστοαίματουςτηνευτυχία.

Μιαμύγατηςγαργαλούσετημύτηκαισήκωσενυσταγμένατοχέριγιανατηδιώξει,αλλάεκείνηξαναήρθεαμέσωςκαιάρχισεναπερπατάειπάνωσεόλοτηςτοπρόσωπο.

ΜέσααπότιςβλεφαρίδεςτηςείδεέναστάχυκαιμετάταηλιοκαμέναδάχτυλατουΜαρκπουτοκρατούσε.Τοστάχυπέρασεπάνωαπότημύτητηςκαιστάθηκεσταχείλητης,προκαλώνταςτηςέναέντοναηδονικόγαργάλημα.

Τομελαχρινότουκεφάλιχαμήλωσε,τοστόματουάγγιξεαπαλάτοδικότηςκιεκείνησήκωσετοχέρικαιτοτύλιξεστολαιμότού,μισανοίγονταςταχείλη,ενώηκαρδιάτηςχτυπούσεσαντρελή.

Μιαυπέροχηευχαρίστησηαπλώθηκεστιςφλέβεςτης.Οζεστόςήλιος,οιήχοιτουδάσους,τογέλιοκαιοιφωνέςτων

παιδιώνχάθηκανωςδιάμαγείας,μόλιςβάθυνετοφιλίτους.Μεταμάτιακλειστά,τουχάιδεψετομάγουλοκαιψηλάφισετιςγραμμέςτουπροσώπουτουαπότομάτιωςτοπιγούνι,προσποιούμενηότιήταντυφλήκαιπροσπαθούσεναμαντέψειπώςήτανεκείνος.Ήτανέναπρόσωποαξέχαστοπου,όταντοέβλεπεςμιαφορά,δεντοξεχνούσεςποτέ.

ΟΜαρκτηςψιθύρισεερωτόλογαπάνωστοστόμα,ενώτοχέριτουτύλιγετημέσητηςγιανατηντραβήξειπιοκοντάτου.Αμέσωςτοκορμίτηςυπάκουσεσανναήταντελείωςασπόνδυλο.Τημαγείατηςστιγμήςδιέκοψεέναδυνατόκλάμα.ΟΤσάρλιείχεβρειτηνώραγιαναπέσει.

ΠάνταοΤσάρλι,γιατίήτανπιοαδέξιοςαπότονΦέλιξ.Ηκραυγήτουπόνουπουέβγαλε,έκανετηΣάντσαναανασηκωθείαπότομακαινακοιτάξειγύρωγύρω.

«Οχ,πουναπάρει!»μούγκρισεοΜαρκ.

ΟιφωνέςτουΤσάρλιξύπνησανκαιτηΦλόρα.Ανασήκωσετοκορμάκιτης,άνοιξεταμάτιακαιτοστόμακιέβγαλεμιαδυνατήστριγκλιά.

«Αχ,όχι,όχικιαυτήτώρα!»μουρμούρισεοΜαρκκαισηκώθηκεαπρόθυμα.

«Μαμά,χτύπησα!»φώναξεοΤσάρλι,καθώςερχότανκου-τσαίνονταςπροςτομέροςτουςκαικρατώνταςτοπόδιτου.

«Αχ,τοκαημένοτοπαιδάκιμου»,είπεηΣάντσα,σκύβονταςνατουτοφιλήσει.«Τώραείναικαλύτερα;»ΑγνοώνταςτοσαρδόνιοβλέμματουΜαρκ,σκούπισεταδάκρυατουγιουτηςμ’έναμαντίλιπουέβγαλεαπότηντσέπητης.

ΕκείνοςξανάφυγετρέχονταςγιαναβρειτοναδερφότουκαικάτιάλλααγόριαπουέπαιζανμαζίτουςκαιηΣάντσαέδωσεστηΦλόραλίγηλεμονάδααπότοποτήριτης.Ημικρήσταμάτησεαμέσωςτακλάματακιάρχισεναπίνειμεβουλιμία.

ΟΜαρκταπαρακολουθούσεόλ’αυτάμεμιαέκφρασηφρίκηςστοπρόσωπο.«Είναιτελείωςπρωτόγονοαυτότοκορίτσι,δενείναι;»

«Σσσ»,είπεηΣάντσα,χαϊδεύονταςτακόκκιναμαλλιάτηςκόρηςτης.«Είναιπολύόμορφη.Δενείσαιόμορφη,άγγελέμου;»

«Αγγελοςαυτή;Καλάλένεότιημητρικήαγάπηείναιτυφλή»,είπεοΜαρκγελώνταςκαιύστερακοίταξετορολόι

του.«Καιρόςναφεύγουμε.Νομίζωότιείναιώραναπάμεναφάμε,δεσυμφωνείς;»

«Πείνασακιεγώλίγο»,συμφώνησεηΣάντσα.«Θαείναιαπότονκαθαρόαέρα».

«Καιαπότησυγκίνηση»,τηνπείραξεοΜαρκκαιχαμογέλασε,βλέπονταςτοπρόσωπότηςνακοκκινίζει.

Ταπαιδιάδενήθελανναεγκαταλείψουντοπαιχνίδικαιτουςκαινούριουςφίλουςτους,αλλάοΜαρκάρχισεναμαζεύειταπράγματακαιλίγοαργότερατονακολούθησανστομονοπάτιπουοδηγούσεστοπάρκινγκ.

ΗΣάντσαερχόταναπόπίσωτουςμετηΦλόρα,ηοποίαέβγαζεκραυγέςενθουσιασμούμεκαθετίπουέβλεπε;ταφύλλα,τιςπεταλούδες,τουςσκίουρους,πουήτανμιαμαγικήαποκάλυψηγιαταπαιδικάτηςμάτια.

ΚάπωςέτσιένιωθεκαιηΣάντσασεσχέσημετονΜαρκ.Είχετηναίσθησηότιξανάρχιζαναπότηναρχήκαιηιδέαναπάνεναζήσουνκάπουαλλούτηνενθουσίαζε.Μαζίθαέφτιαχναντοκαινούριοτουςσπίτι.Τομέλλονφάνταζεελ-πιδοφόροκαιλαμπρό,σαντοφάροπουπρωτοαντικρίζειτοπλοίοτηνώρατηςκαταιγίδας.

ΠήγανστοΛευκόΚύκνο,αλλάβρήκαντοπάρκινγκτουσχεδόνγεμάτο.ΟΜαρκείχεφροντίσει,όμως,νακλείσειτραπέζιαπότοτηλέφωνοκιέτσιτουςοδήγησαννακαθίσουνσεμιαήσυχηγωνίατης

θορυβώδουςαίθουσας.

ΗΣάντσαέφαγελίγο,γιατίπρόσεχεναφάνεπρώταταπαιδιάκαιηΦλόραναμηχύσειτοφαγητόπάνωτης.

Είχανφτάσειστοεπιδόρπιο,ότανείδεξαφνικάτονΜαρκνακατσουφιάζει,ναρίχνειμιαματιάκάπουπίσωτηςκαινασφίγγειτοποτήριμετοκρασίτου.

Πίσωτουστοντοίχουπήρχεέναςμεγάλοςκαθρέφτης.ΗΣάντσακοίταξεεκείκιένιωσενατηςπαγώνειτοαίμα,μόλιςείδετηΖακίΦαράρστηνάλληάκρητηςαίθουσας.Φαινότανμόνηήτουλάχιστονεκείνητηστιγμήδεντησυνόδευεκανένας.

ΗΣάντσαδενήτανημόνηπουτηνκοιτούσε.Ήτανκιάλλοιπολλοί.Άντρεςιδιαίτερα.Ήτανεκπληκτικό.Ηκοπέλαήτανπανέμορφη,φορώνταςένααπλόμπλεμεταξωτόφόρεμα,λευκόκαπέλοσταξανθάμαλλιάτηςκαιψηλοτάκουναλευκάπέδιλα.

ΞαφνικάηΣάντσαένιωσεασήμαντηκαιατημέλητη.Πριντοφαγητόείχεπάειστηντουαλέτακαιείχεβουρτσίσειταμαλλιάτηςκαιανανεώσειτομακιγιάζτης,τίποταόμωςδενμπορούσεν’αλλάξειτογεγονόςότιεκείνηείχεκάνειτρίαπαιοιάκαιτοκορμίτηςδενήτανπιασανεκείνουτουκοριτσιού.ΚοιτάζονταςκαιμόνοτηΖακίΦαράρ,ένιωθεσανμεσόκοπηγυναίκα.

ΕκείνητηστιγμήτουςείδεκαιηΖακί.ΗΣάντσαπρόσεξετηνέκπληςηστοπρόσωπότηςκαιταμάτιατηςπουσκοτείνιασανεχθρικά.Τηνέπιασεμεγάληανησυχίακαιδάγκωσεαμήχαναταχείλητης.

Τικακήτύχηήταναυτήπουτηνείχεφέρειστοίδιοεστιατόριοτηνίδιαώρα;Μπορείναήτανέναπαμππολύδημοφιλέςστουςανθρώπουςπουεπισκέπτονταντοδάσος,αλλάηΖακίΦαράρδεφαινότανσανναγύριζεαπόβόλταστοδάσος.Ήτανσανναείχεέρθειαπόεπίσημηδεξίωση.Τιστηνευχήτηνείχεφέρειεδώ;

Είχανπεράσειμιαυπέροχημέραμετηνοικογένειάτους—τηνωραιότερηεδώκαιχρόνια.Γιατί,λοιπόν,είχεέρθειεκείνητώρακαιτουςταχαλούσεόλα;Καιμόνοπουτηνένιωθεστονίδιοχώρο,ηΣάντσααισθανότανδυστυχισμένη.

ΚοίταξετονΜαρκκαικατάλαβετααισθήματάτου.Τονείχεκαταλάβειηίδιαενοχήκαιθλίψηπουείχενιώσεικαιχτεςστοσπίτιτους.

Ευτυχώςπουδενμπορείναέρθειεδώναμαςκάνεισκηνή,συλλογίστηκεηΣάντσαμεανακούφιση.Δεθατολμούσενακάνεικάτιτέτοιοσεδημόσιοχώρο,μετόσοκόσμογύρωτουςκαιπροπαντόςμεταπαιδιάτουςμπροστά.

ΚαιτότεείδετηΖακίναπροχωράειανάμεσααπ’τατραπέζιακαιναέρχεταικατευθείανστοδικότους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ9

ΟΜαρκεώετοσοκκαιτηναπελπισίαστοβλέμματηςΣάντσακαικατσούφιασε.

«Μηνκάνειςσαννασουέπεσεοουρανόςστοκεφάλι.Δενξέρωγιατίήρθεεδώ,αλλάθαμάθω»,είπεκοφτάκιαμέσωςσηκώθηκεκαιπήγεναπρολάβειτηΖακίΦαράρ,πρινφτάσειστοτραπέζιτους.

«Πούπάειομπαμπάς;»ρώτησεαμέσωςοΦέλιξ.«Ποιαείναιαυτήηκυρία;»

«Α,κάποιααπότογραφείοτου.Εσύφάετοπαγωτόσου,αγάπημου»,τουείπεηΣάντσαμεπροσποιητήηρεμία.Τοτελευταίοπράγμαπουήθελεαυτήτηστιγμήήταννααναστατώσειταπαιδιάτης.Δεθαάφηνετίποταναχαλάσειτημέρατους.Είχανπεράσειπολύωραίαωςτώρα.Ταδυοαγόριαφαίνοντανενθουσιασμέναπουήτανμετονπατέρατουςκαιείχανπαίξεικρίκετμαζίτου.

«Εγώτελείωσα»,είπεοΦέλιξ.«Ναδοκιμάσωκαιλίγηαπότηνπουτίγκασου;Δενέχειςφάεισχεδόντίποτα.Δεσ’αρέσει;»

«Όχικαιπολύ»,τουαπάντησεηΣάντσααφηρημένα,αφήνονταςτοκουταλάκιτηςμέσαστομπολ.Τώραπιατηςείχεκοπείτελείωςηόρεξη.ΟΤσάρλιζήτησεναδοκιμάσεικιεκείνοςκαιτουέδωσετουπόλοιπο,αλλάηπροσοχήτηςήτανστραμμένηπάνταστονΜαρκκαιτηνξανθιάκοπέλα.

Στέκοντανστημέσητηςαίθουσαςκαισιγομιλούσανκα-

τσουφιασμένοι.Τιναέλεγανάραγε;ΗΖακίΦαράρτονκοιτούσεσταμάτια,μετοχέριτηςπάνωαπότομπράτσοτου,σανναετοιμαζόταννατοναγγίξει.ΤηΣάντσακόντευενατηνπιάσειναυτία.ΔενάντεχεναβλέπειεκείνητηγυναίκαμετονΜαρκ.

ΞαφνικάτονείδεναπιάνειτηΖακίαπότομπράτσοκαινατησπρώχνειπροςτηνέξοδοτουεστιατορίου.

Πούπηγαίνουν;αναρωτήθηκε.Τουςπαρακολουθούσανκαικάποιοιθαμώνεςκαιμετάκοιτούσανεκείνηκαιταπαιδιάκαιόλοσιγομιλούσαν.Νιώθονταςαγανακτισμένηκαιταπεινωμένη,ευχήθηκεναμπορούσενασηκωθείναφύγει,αλλάκάποιοςέπρεπεναπληρώσειτολογαριασμόκαιταπαιδιάδενείχαντελειώσειακόματοπαγωτότους.ΕπομένωςέπρεπενακαθίσειναπεριμένειτονΜαρκ.Κιανδεγύριζε;

Μ’ετούτακαιμ’εκείναείχεξεχάσειτηΦλόρα,ώσπουάκουσεένανπαράξενοήχοκαιγύρισεπροςτομέροςτης.«Αχ,Φλόρα,όχι!Κακόκορίτσι!»

Ημικρήείχεχώσειόλοτοχέριτηςστοπαγωτόκαιτοανακάτευεκαιύστερασκούπιζεταδάχτυλάτηςπάνωστηφόρματης.

«Εγώζωγραφίσω»,είπεκοιτάζονταςταροζκαιπράσιναστίγματα.

«Αυτόπουέκανεςήτανπολύκακό!»ΗΣάντσαπήρετομπολαπόμπροστάτηςκαιάρχισενατηνκαθαρίζειμεταχαρτομάντιλαπουείχεπάνταμαζίτης,όποτεπήγαινεκάπουμεταπαιδιά.Αργάήγρήγοραταχρειαζόταν,ιδιαίτεραότανείχεμαζίκαιτηΦλόραπουτηςάρεσεπολύναβρομίζεται.

ΗΦλόρακλοτσούσεδυνατάταπόδιατηςκαρέκλαςτης.«Δώσεμου...Τοθέλω,τοθέλω»,φώναζεσκύβονταςγιαναπιάσειτομπολμετοπαγωτό.

Οσερβιτόρος,πουείχεδειόλητησκηνήαπόμακριά,έτρεξεκοντάτουςκαιάρχισεναμαζεύειό,τιεύθραυστουπήρχεστοτραπέζι.

«Θαπάρετεκαφέ,κυρία;»ρώτησεψυχρά.

«Δικόμου...Δώσεμου»,φώναξεηΦλόρα,μόλιςεκείνοςέπιασετομπολτης.

ΗΣάντσακατακόκκινηκαιέξαλληαπόθυμό,τησήκωσεαπότηνκαρέκλακαιτηνκάθισεσταπόδιατης.«Όχι,

ευχαριστώ.Δεθέλωκαφέ.Μουφέρνετε,παρακαλώ,τολογαριασμό;»

«Βεβαίως,κυρίαμου»,είπεοσερβιτόροςυπεροπτικάκαιεξαφανίστηκε.

Πρινέρθειολογαριασμόςόμως,ξαναεμφανίστηκεοΜαρκμεκατεβασμέναταμούτρα.

ΗκαρδιάτηςΣάντσαφτερουγισε,μόλιςτονείδε.Πάνταθαένιωθεαυτήτηναβεβαιότηταμαζίτου;ΠροσπάθησενακαταλάβειαπότούφοςτουτιείχεγίνειμετηΖακίΦαράρ,αλλάταμάτιατουήτανκατεβασμένακαιτοστόματουείχεγίνειμιαίσιαγραμμήαπότοσφίξιμο.Φαινότανπολύθυμωμένος.Μεποιον;ΜετηΖακίΦαράρ;

Ήμήπωςμ’εκείνη;Ξεροκατάπιεαμήχανα.ΠώςένιωθεπραγματικάοΜαρκγι’αυτήν;

Παρ’όλαόσατηςείχεπει,ηΣάντσαακόμαδενήξερετααισθήματάτουαπέναντίτης.Μήπωςσταβάθητηςκαρδιάςτουθαπροτιμούσενατηχωρίσεικαιναφύγειμ’εκείνητηνκοπέλα;Ανδενείχανπαιδιά,θατοείχεκάνειήδη;Στοκάτωκάτωτηςγραφήςακόμαδεντηςείχεπειότιτηναγαπούσε.Αντηναγαπούσετελικά,γιατίδεντηςτοέλεγε;

Τηςείχεπει,βέβαια,ότιήθελεναξαναφτιάξουντηζωήτουςκαιόλοπροσπαθούσενακάνειέρωταμαζίτης,αλλάμιαέκτηαίσθησηθαμμένηβαθιάμέσατηςτηνπροειδοποιούσεναμηντοναφήσειακόμα.Προςτοπαρόνδενμπορούσενατουέχειαπόλυτηεμπιστοσύνη.Τώραμάλισταπουτονέβλεπεέτσι,χαιρότανπουδεντονείχεαφήσει.

«Καφέθαπιούμε;»τηρώτησε,αλλάεκείνηκούνησεαρνητικάτοκεφάλι.

ΟΜαρκκοίταξεψυχράτηΦλόραπουκλοτσούσεακόμα.«ΒλέπωότιηΦλόρακάνειπάλιτανάζιατης.Καλύτεραναζητήσωτολογαριασμό».

«Τονζήτησαεγώ.Σ’έναλεπτόθαμαςτονφέρουν.Θασεπεριμένωέξω»,τουείπεκαισηκώθηκε.ΠροχώρησεπροςτηνέξοδομετηΦλόραστηναγκαλιά,ενώτ’αγόριατηνακολουθούσαν,κάνονταςότιδεβλέπειταπερίεργαβλέμματατωνάλλωνθαμώνωντουεστιατορίου.

ΔιασχίζονταςτομεγάλοχολτουΛευκούΚύκνου,είδετηνξανθιάναέρχεταιπροςτομέροςτουςκαιτανεύρατηςέγινανκόμποι.Αχ,όχι!ΜήπωςξαναρχότανγιατονΜαρκ;

ΤότεπρόσεξεότιηΖακίΦαράρδενήτανμόνη.Τησυνόδευεέναςψηλόςεμφανίσιμοςάντρας,γύρω

στασαράντα,πουτηνκρατούσεμάλιστααγκαζέ.Φορούσεένακαλοραμμένοκοστούμι,πουθαπρέπεινατουείχεκοστίσειπολλάχρήματακαιτασκούραμαλλιάτουείχαναρχίσειναγκριζά-ρουνστουςκροτάφους.

Θαπρέπειναήτανπολύωραίοςστανιάτατου,συλλογίστηκεαυθόρμητα.ΉταντόσοαφοσιωμένοςστηΖακίΦαράρ,πουούτεπρόσεξετηΣάντσα,ότανπέρασεαπόμπροστάτους.

«Αυτήείναιηκυρίαπουμιλούσεμετονμπαμπά»,είπεοΦέλιξδυνατά.«Ποιαείναι,μαμά;»

«Καμία»,απάντησεηΣάντσα,χωρίςναμπειστονκόποναχαμηλώσειτηφωνήτης.

ΛίγαλεπτάαργότεραβγήκεκιοΜαρκαπότοεστιατόριοκαιπήγεκοντάτους.ΗκαρδιάτηςΣάντσακλοτσούσεδυνατάμέσαστοστήθοςτης.Πάλιπροσπάθησεναψυχολογήσειτηνέκφρασήτου,αλλάδενκατάφερετίποτα.ΘαπρέπειναείχεδεικιεκείνοςτηΖακίΦαράρμετονάγνωστοάντρα.Μήπωςείχεζηλέψει;Μήπωςαυτήήτανηκαινούριατακτικήπουσκόπευεν’ακολουθήσειηξανθιά;Νατονκάνειναζηλέψει;

Είχεδικότηςκλειδίκιέτσιξεκλείδωσετοαυτοκίνητο,έβαλεταπαιδιάνακαθίσουνστιςθέσειςτουςκαικούμπωσετιςζώνεςτους.ΌτανκάθισεοΜαρκπίσωαπότοτιμόνικιάναψετημηχανή,εκείνηέσκυψεμπροστάκιέκανεότικουμπώνειτηζώνητης.

Ύστεραέβαλεστοκασετόφωνομιακασέταμεπαιδικάτραγούδια.

«Είναιανάγκη;»μουρμούρισεοΜαρκ.

«Γιαναείναιήσυχαταπαιδιά».

«Ναι,αλλάεμέναθαμεπιάσειπονοκέφαλοςκαιπονόδοντοςμαζί!»

ΗΦλόρατραγουδούσεήδηένατραγούδιγιαέναελεφα-ντάκι,κάνονταςτιςανάλογεςκινήσειςμεταχέριατης.

«Είναιανάγκηνατοκάνειαυτόαπόπίσωμου;Ανήξερετουλάχιστονταλόγια,δεθαμεπείραζετόσοπολύ!»είπεοΜαρκκατσούφικα,βγαίνονταςαπότοπάρκινγκ.

«Αφούτηςαρέσει.Τιπειράζειανδενξέρειταλόγια;»τουαποκρίθηκεηΣάντσαενοχλημένη.

Άρχισεναπαρατηρείτονήλιο,τοτοπίο,τοδρόμο,ταέντομα...οτιδήποτε,γιαναμησκέφτεταικάτιπουθαμπορούσενατηστενοχωρήσει.

Τώρατραγουδούσανκαιτ'αγόριατηςκαιήτανδύσκολον’ακούσειςοτιδήποτεάλλο,έτσιόμωςδεθαμπορούσανν’ακούσουντιέλεγεεκείνημετονΜαρκ.

«ΠοιοςήταναυτόςμετηΖακίΦαράρ;»τονρώτησεχαμηλόφωνα.

«Τουςείδεςκιεσύ;»ΟΜαρκγύρισεκαιτηςέριξεμιαματιά.«Μπορείναγίνειτοκαινούριοτηςαφεντικό.Έτσιελπίζειτουλόίχιστον.Είχεκάνειαίτησηστηνεταιρείατουκαισυναντήθηκανεδώγιανασυζητήσουν».

«Αλήθεια;»είπεηΣάντσαμεανανεωμένεςτιςελπίδεςτης.«Πολύγρήγοραδεντοαποφάσισε;Χτεςακόμααρνιόταννασ’αφήσεικαιναφύγει».

«Δενείχεάλληεκλογή.Χτεςτηςξεκαθάρισατηθέσημου».ΟΜαρκμιλούσετόσοήρεμα,πουδυσκολευόταννατονακούσει,ωστόσοτοπρόσωπότουέδειχνεθυμό.«Φαίνεταιότιεπίτηδεςσουέστειλεεκείνοτοανώνυμογράμμακαισουέκανετοτηλεφώνημαγιανασενευριάσειτόσοπολύ,ώστεναμεδιώξειςαπότοσπίτικαιναζητήσειςδιαζύγιο.Τοπιστεύειςαυτό;Είπεότιείχεβαρεθείναμεπεριμένεινααποφασίσωκιέτσιπήρεεκείνητηνπρωτοβουλία.Αυτόόμωςδελέγεταιδολοπλοκία;»

«Αυτόακριβώςείχασκεφτείκιεγώ.Αυτόήταντοκίνητρότηςκαιαπόμιαπλευράχαίρομαιπουτοέκανε,γιατίαλλιώςδεθαείχαμάθειτίποτακαι...»ΣταμάτησεχωρίςνατελειώσειτησκέψητηςκαιοΜαρκαναστέναξε,κουνώνταςκαταφατικάτοκεφάλι.

«Ναι».

Ήξερανκαιοιδυοπιαότι,ανηΣάντσαδενείχεμάθειγιατηΖακίΦαράρ,οΜαρκμπορείναείχεκαταλήξειστοκρεβάτιμαζίτης.ΗΣάντσαήξερεβέβαιαότιθατονσυγχωρούσε,ανξαναγύριζεκοντάτης,αλλάθαείχεπληγωθείακόμαπερισσότερο.

«Αςελπίσουμε,λοιπόν,ότιθαπάρειτηνκαινούριαδουλειά»,είπε.«ΑλλάαυτόςτηςπαίρνεισυνέντευξηΚυριακάτικακαισεπαμπ;Λίγοπερίεργοδεσουφαίνεται;»

«Είναιπράγματιπερίεργο».

«Αναρωτιέμαιτιθασκεφτείηγυναίκατου,όταντομάθει.Ήμήπωςδενείναιπαντρεμένος;»

ΟΜαρκανασήκωσετουςώμους.«Δεγνωρίζωτίποταγιατηνιδιωτικήτουζωή.Ίσωςναμηνείναιπαντρεμένος.Καιναείναι,όμως,μπορείνακάνειό,τιτουαρέσει.Εμέναπάντωςμουφάνηκεάνθρωποςπουξέρειτιθέλεικαιτοπαίρνειπάντα».

«ΊσωςηΖακίΦαράρναβρήκετονόμοιοτης»,παρατήρησεηΣάντσα,νιώθονταςμεγάληανακούφισηξαφνικά.ΊσωςστηΖακίΦαράρναάρεσανοισκληροίάντρεςήνατηςάρεσετοκυνήγικαιοθρίαμβοςτηςυποταγήςτους.

«Τιδουλειάκάνειαυτός,ξέρεις;»ρώτησεκαιοΜαρκσυγκατένευσε.

«ΤοόνομάτουείναιΘομΓιόχανσον.Είναιπροϊστάμενοςεπενδύσεωνσεμιαμεγάληασφαλιστικήεταιρεία.ΗεταιρείαμαςέχεισυνεργαστείμαζίτουκαιέτσιτονγνώρισεηΖακί.Τοείχακαταλάβειότιτουάρεσεαπότότε,γιατίτηνκοιτούσεδιαρκώς.Νομίζωότιείναισκανδιναβικήςκαταγωγήςκαιίσωςνατοντράβηξανταξανθάτηςμαλλιά».

ΗΣάντσαχαμογέλασε.«Αυτόςόμωςδενείναιξανθός».

«Ναι,δενείναι.ΘαπρέπειναέχειπάρειαπότηνΑγγλίδαμητέρατου.ΠάντωςτουάρεσεηΖακίκαιτοείχεκαταλάβεικιεκείνη.Ποτέδεντηςξεφεύγει,όταντηνκοιτάζειέναςάντρας.Φαίνεταιότι,μόλιςτηςείπαότιήθελαναφύγει,έσπευσενατουτηλεφωνήσει».

ΗΣάντσαπαρατηρούσεταλεπτάτουχέριαπουκρατούσαντοτιμόνικαινόμιζεότιτηςανέβαινεηκαρδιάστολαιμό.Δεφαινότανκαθόλουστενοχωρημένος.Ούτεκανενοχλημένος.Δενέδειχνεσαν

ερωτευμένοςπουαναγκάζεταιναπειαντίοσ’έναόνειρο.Οτόνοςτηςφωνήςτου,ότανμιλούσεγιατηΖακίΦαράρ,ήτανστεγνόςκαιλίγοκυνικός,αλλάδενείχεούτεθυμόούτεπόνο.

«Είσαικαλά;»τονρώτησεμεχαμηλήφωνήκιεκείνοςτηςέριξεμιαματιάκαικατσούφιασε,αλλάμετάτηςχαμογέλασεμ’έναχαμόγελοπουτηνάφησεάφωνη.

ΕρωταςΚαιΔυσπιστία149

«Ανεννοείςαυτόπουεννοώ,τότεπερίμενεκαιθασουδείξωτοβράδυ»,τηςαπάντησεμετηνίδιαχαμηλήφωνή.

Τοπρόσωπότηςέγινεκατακόκκινοκαιοισφυγμοίτηςάρχισανκαιπάλιναχτυπούνσαντρελοί.

ΟΜαρκτοπρόσεξεκαιταμάτιατουσκοτείνιασαναπότονπόθο.Ύστεραέστρεψετηνπροσοχήτουστοδρόμοκαισυνέχισεναοδηγείσιωπηλός,ενώεκείνηξάπλωνεπίσωστοκάθισμάτηςκιέκλεινεανακουφισμένηταμάτια,βουτηγμένηστηνευτυχία.

Τώραπιαδενάκουγεούτετηδυνατήμουσικήούτεταπαιδιάτηςπουτραγουδούσανπίσω.ΤώραήξερεότιηΖακίΦαράρσελίγοθαέβγαινεοριστικάαπότηζωήτουΜαρκκαιογάμοςτουςθαείχεκαιπάλιελπίδες.Τώραμπορούσαννακάνουνμιακαινούριααρχή.ΟΜαρκτηςανήκε.Ποτέδεθαάφηνεναξαναμπείτίποταανάμεσάτους,ούτεκανταπαιδιάτους.

Ότανέφτασανστοσπίτι,έβαλανταπαιδιάτουςστηντηλεόρασηναδουντηναγαπημένητουςταινίαμετακινούμενασχέδιακαιπήγανστηνκουζίναναετοιμάσουντοβραδινόφαγητό.ΠρώταόμωςηΣάντσαέφτιαξετσάικαικάθισαννατοπιουνστοτραπέζιτηςκουζίνας.

«ΠάντωςήτανμεγάλησύμπτωσηπουβρέθηκανστοΛευκόΚύκνοπουείχαμεπάεικιεμείς,δενομίζεις;»ρώτησεηΣάντσακαιοΜαρκέκανεμιαγκριμάτσα.

«Μπορείναμηντοπιστεύεις,Σάντσα,αλλάήτανσύμπτωση.Εγώπάντωςδεντηςείχαπειότιθαπηγαίναμεεκεί».

Ταμάτιατουςσυναντήθηκανκιεκείνητουχαμογέλασε.«Σεπιστεύω.Τηνείδαπώςξαφνιάστηκεμόλιςμαςαντίκρισε».

«ΠολλοίδιαλέγουντοΛευκόΚύκνογιαταπολύπροσωπικάτουςραντεβού»,παρατήρησεοΜαρκ.«ΜόνοέναςΘεόςξέρειγιατίτοκάνουν,αφούείναιπάνταγεμάτοαπόκόσμο».

«Ίσωςεπειδήείναιρομαντικό.Πολύπαλιόκαιμέσαστοδάσος...Εμέναπάντωςμουαρέσειπολύ».ΗΣάντσαέκανεμιαπαύσηκαιμετάρώτησε:«Γιατίμαλώνατεόμως,πριντηβγάλειςέξωμετοζόρι;»

«Τηςείπαναπάεινατονπεριμένειστομπαρκαιναμαςαφήσειήσυχουςκαιτηνέπιασαντανεύρατης.Έτσιαναγκάστηκανατηνπάωέξωσηκωτή.Ήμουνέξαλλοςμαζίτης,

γιατίφοβήθηκαότιΘαμαςέκανεπάλιφασαρίεςκαιμάλισταμπροστάσταπαιδιά».

ΗΣάντσαρίγησε.«Αυτόφοβήθηκακιεγώ!»

ΟΜαρκτηνκοίταξεανήσυχος.«Τοκατάλαβα.Είδαπώςέγινετοπροσωπάκισου,μόλιςμπήκεμέσα

καιμίσησατονεαυτόμου».Σταμάτησεκαιύστεραπρόσθεσεβραχνά.«Αγάπημου,συγχώρεσέμεγιαόλαόσασουέχωκάνει.Δεθέλωναδικαιολογηθώ.Ξέρωτιέκανα.Ξέρωπωςσουείπαότιγιαόλαέφταιγεςεσύκιαυτόθαπρέπεινασεπλήγωσεακόμαπερισσότερο».

«Τελικάδενείχεςκαιπολύάδικο»,απάντησεηΣάντσααυθόρμητα.«Τίποτααπ’όλ’αυτάδεθαείχεγίνει,ανήμουνπιοπροσεκτικήκαιδενείχααφήσεινααπομακρυνθούμετόσοπολύ».

«Γι’αυτάταπράγματαχρειάζονταιδύο,Σάντσα.Λόγωτωνδυσκολιώνπουαντιμετώπιζαφέτοςστηδουλειάμου,είχααρχίσεινααισθάνομαισανναήμουνομόνοςμεπροβλήματα,αλλάδενήμουν,έτσιδενείναι;Κιεσύείχεςταδικάσουκαιτοήξερα.ΜετηΦλόραείχεςδύσκοληεγκυμοσύνηκαιδύσκοληγέννακαιμετάείχεςτηνίδιατηΦλόρα.Τώραπουέμειναμιαολόκληρημέραμαζίτης,σεθαυμάζωγιατηνυπομονήσου.Είναιεξουθενωτικήπραγματικά».

«Μεεξουθενώνει,ωστόσο,όπωςσουείπακαιπριν,δεθατηνάλλαζαούτεμ’έναεκατομμύριολίρες»,τουαπάντησεκιεκείνοςγέλασε.

«Τοξέρωότιτηλατρεύεις,αλλάείναιπολύκουραστική,Σάντσα.Νομίζωότιπρέπεινατηστέλνειςστονπαιδικόσταθμόγιαλίγεςώρεςτηβδομάδα,ώστενασουμένειλίγοςχρόνοςκαιγιατονεαυτόσου».

«Τοέχωσκεφτείκιεγώ»,τουομολόγησε.«Ίσωςτουχρόνουπουθαείναιλίγομεγαλύτερη».

«Καιτώραόμωςχρειάζεσαιλίγηξεκούραση,Σάντσα»,επέμενεεκείνοςπολύσοβαρά.

«Ναι,αλλάηΦλόραμ’έχειανάγκηακόμα.Ταπαιδιάσαναυτήχρειάζονταιπολλήαγάπη,αλλάσουτηνανταποδίδουνπάντα.ΗΦλόραείναιπολύτρυφερόκοριτσάκι,Μαρκ.Θατηνκρατήσωεδώάλλονέναχρόνο,μέχρινακλείσειτουλάχιστοντατρία».

ΟΜαρκτηνκοίταξεσταμάτια.«Πάνταπεισματάρα,ε;

Εντάξει,αρκείναμηνπαρακουράζεσαι.Καιτ’αγόριασεχρειάζονται,όμως,τοίδιοκιεγώ.Σεπαρακαλώμημεβάλειςπάλιστοπεριθώριο».

«Όχι»,τουυποσχέθηκε.

Τηςέτεινετοχέρικιεκείνηακούμπησετοδικότηςπάνωτου.«Αυτάέπρεπενασουταείχαπειαπόκαιρό»,ψιθύρισεεκείνος.«Έπρεπενασουείχαπειπώςένιωθακαινασεδώσωνακαταλάβειςτιμαςσυνέβαινε,αντίνακάνωμούτρα.Αισθανόμουνόμωςπαραμελημένοςκαιδυστυχισμένοςκαιαντίνασουμιλήσω,κοίταξαναβρωαλλούπαρηγοριά.Καταλαβαίνωότισεπλήγωσαπολύκαιμετανιώνωπραγματικά.Ανμπορούσαναγυρίσωπίσωτορολόι,θατοέκανα,πίστεψέμε.Σουυπόσχομαιότιαυτόδεθαξαναγίνειποτέ,αλλάσεπαρακαλώ,σεπαρακαλώπολύ,Σάντσα,άφησελίγοχώροστηζωήσουκαιγιαμένα».

ΗΣάντσαέφερετοχέριτουσταχείλητηςκαιτουφίλησετηνπαλάμη.«Πάνταήσουνό,τιπιοσημαντικόείχαστηζωήμου.Δεντοξέρεις;Απλώςτώραμεταπαιδιάσεπαραμέλησαλίγο.Σ’αγαπώ,Μαρκ».

«Σάντσα...»ψιθύρισεκοιτάζοντάςτηβαθιάσταμάτιακιεκείνητουχαμογέλασεεξίσουσυγκινημένη.

«Στηζωήμουθαυπάρχειπάνταχώροςγιασένα.Απόδωκιεμπρόςθαφροντίσουμεναμιλάμε,ναλέμεοέναςστονάλλοαυτόπουέχουμεστομυαλόκαιστηνψυχήμας.Αυτόέπρεπεναείχαμεκάνειαπότηναρχή,Μαρκ,έχειςδίκιο».

«Αυτόήταντολάθοςμου!»μουρμούρισεεκείνοςμελαγχολικά.

«Όχι»,διαμαρτυρήθηκεηΣάντσα.«Μαδεβλέπεις;Καιοιδυοφταίμε!Ούτεεγώσουμιλούσατώρατελευταία.Ήμουντόσοαπασχολημένη,πουδεσ'έβλεπακαν.Αφούκόντευαναξεχάσωότισ’αγαπούσα.Είχαμεχάσειτηνεπαφήμας,Μαρκ.Τώραόμωςαυτάτέλειωσανκιαυτόείναιτοπιοσημαντικό.Είμαστεπάλιμαζί.Πήραμετομάθημάμας,γι’αυτόαπόδωκιεμπρόςθαπρέπειναμιλάμεμεειλικρίνειαοέναςστονάλλοκαιναλέμεαυτόπουαισθανόμαστε!»

«Ανθέλεις,μπορώνασουπωτιακριβώςαισθάνομαιτώρα»,είπεοΜαρκ.Έκανετογύροτουτραπεζιούκαιτησήκωσεαπότηνκαρέκλατης.

152CHARLOTTELAMB

ΗκαρδιάτηςΣάντσαχτυπούσετόσοδυνατά,πουτηνκούφαινε.

Τηνκοίταξεμεπάθος.«Ανδενήταντώραταπαιδιάστοσπίτι,θασεπήγαιναπάνωκαιθασου’δειχναεγώ!»

Έβαλετοχέριτηςπάνωσταχείλητου.«Σσσ...Σ’αυτότοσπίτικαιοιτοίχοιέχουναυτιά!Μικράαυτιά,αλλάμεοξύ-τατηακοή».

ΟΜαρκφίλησετρυφεράταακροδάχτυλάτης.«Πρέπειναβρούμεοπωσδήποτεκάποιονναμείνειεδώμεταπαιδιάκαιναπάμεκάπουγιαλίγεςμέρεςοιδυομας».

«ΑύριοτοπρωίθαμιλήσωστηΜάρθακαιτηΖόι»,τουυποσχέθηκε.

Εκείνοςτηφίλησε,τυλίγονταςταχέριατουστημέσητης.«Αυτόπρέπειναγίνεισύντομα,αγάπημου»,μουρμούρισεπάνωσταχείλητης.«Γιατίμ'έχειπιάσειαπελπισία».

Απότηνπόρταάκουσανβαριέςανάσεςκαιχωρίστηκαναπότομα.Ταδυοαγόριατουςκοίταζανσκανδαλισμένα.

«Νόμιζαότιβλέπατετηλεόραση»,είπεοΜαρκαυστηρά.

«ΤηΦλόρατηνπήρεούπνοςμέσαστοπάρκο»,τουςανακοίνωσεοΦέλιξ.

«Πραία.Τότεαφήστετηνακοιμηθεί»,είπεοΜαρκ.

«Μαδεθατηνπάτεστοκρεβάτιτης;»απόρησεοΤσάρλι.

«Όχι»,παρενέβηηΣάντσα.«Έτσικιαλλιώςκοντεύειηώρατουφαγητού.Τώραεσείςελάτεναμεβοηθήσετεναστρώ-σουμετοτραπέζικαι,μόλιςείμαστεέτοιμοι,θαξυπνήσωεγώτηΦλόρα».

Δεχρειάστηκενατοκάνουν,γιατίσεπέντελεπτάηΦλόραξύπνησεκαι,μόλιςείδεότιήτανμόνητηςκαιητηλεόρασηκλειστή,έμπηξετιςφωνές.

Πεινούσεπολύκιέφαγεέναβραστόαβγό,γιαούρτι,κεράσιακαιήπιεπορτοκαλάδα.

ΟΜαρκκοιτάζονταςτηΣάντσαπουτησήκωνεαπότοκαρεκλάκιτηςλίγοαργότεραρώτησε:«Απορώπώςτακαταφέρνεικαιρίχνειτομισόφαγητόπάνωτης.Τρώειτίποτατελικάήόχι;»

«Ταχέριακαιταμάτιατηςδενέχουντέλειοσυντονισμόακόμα»,τουεξήγησεεκείνη,σκουπίζονταςτοπρόσωποκαιταχέριατηςκόρηςτους.

«Τηςαρέσεινατακάνειόλαχάλια»,είπεοΦέλιξ.

ΕρωταςΚαιΔυσπιστία153

«Αυτόκατάλαβακιεγώ»,είπεοπατέραςτουκλείνονταςτουτομάτι.

ΗΣάντσαπήγεστοκρεβάτιτηςτηΦλάρα,πουείχεξανανυστάξειστομεταξύ,καιταδυοαγόριατιςακολούθησαναπρόθυμα.Τουςπήρεσχεδόνμίαώρα,ώσπουνατακτοποιηθούν.Μόλιςπλάγιασαν,ηΣάντσατουςείπεμιαιστορίακαιμετάέκλεισετοφωςκαιβγήκεαπότοδωμάτιότουςστιςμύτες.

Έμεινεκατάπληκτη,ότανβρήκετονΜαρκστηνκουζίναμετηνποδιάναβγάζειαπότοφούρνοέναπιρέξμετοπάνινογάντι.

«Απόψεμαγείρεψαεγώ!»τηςείπεμεενθουσιασμό.

Τοέκανεκαιπαλαιότερα,στηναρχήτηςγνωριμίαςτους,τότεπουταοικονομικάτουδεντουεπέτρεπαννατηβγάζεικάθεμέραέξωγιαφαγητό.Απόψεείχεφτιάξεισπαγγέτιμεσάλτσαντομάταφτιαγμένημεπιπεριές,μανιτάριακαικρεμμύδιακαιμπόλικηπαρμεζάνααπόπάνω.

«Ωραίοτραπέζι»,είπεηΣάντσαμεθαυμασμό.Είχεβάλεικαικεράκιαστημέσηκαιείχεσερβίρεικόκκινοκρασίσταποτήρια.«Πολύρομαντικό».

«Αυτόήθελακιεγώναπετύχω»,τηςαποκρίθηκεβάζονταςκαιταπιάταστοτραπέζι.«Θέλωνασουδημιουργήσωτηνκατάλληληδιάθεση,ανδεντοπρόσεξες».

Οισφυγμοίτηςεπιταχύνθηκαν.Καιβέβαιατοείχεπροσέξει.

ΟΜαρκτηνείδενακοκκινίζει,χωρίςνακρύβειτηνευθυμίατου,αλλάδενείπετίποτα.Έβαλεαπαλήμουσικήκαιέφαγανστοφωςτωνκεριών,μιλώνταςπολύλίγο.ΗκαρδιάτηςΣάντσαχτυπούσεσανταμπούρλομέσαστοστήθοςτης.Όταντελείωσαν,μάζεψαντοτραπέζικαιύστεραοΜαρκέσβησετακεριάκαιτημουσικήκαιτηνέπιασεαπότοχέρι.

«Δενμπορώναπεριμένωάλλο,Σάντσα»,τηςψιθύρισε,ενώταμάτιατουέλαμπαναπόπόθο.«Έλα,πάμεστοκρεβάτι».

Εκείνητονακολούθησεσιωπηλή.Ανέβηκαναθόρυβατησκάλα.Ταπαιδιάτους,κουρασμένααπότηνπρωινήτουςβόλτα,κοιμούνταντουκαλούκαιρού.Μηνξυπνήσετεκαιμημεφωνάξετεκαθόλου!συλλογίστηκεηΣάντσα.Τουλάχιστοναπόψε,αγαπούλεςμου.Κοιμηθείτεκαιμιαφοράμέχριτοπρωί!

ΟΜαρκδενάναψετοφως.Έκλεισεαπλώςτηνπόρτατους,μόλιςμπήκεκιεκείνηστοδωμάτιο.ΗκαρδιάτηςΣάντσαχοροπήδησε,ότανάκουσετοκλικτουκλειδιούστηνκλειδαριά.Στάθηκεακίνητη

μέσαστοσκοτάδι,μεμοναδικήσκέψηότιήτανεπιτέλουςμόνοιοιδυοτους.

ΟΜαρκτηνπλησίασεαπόπίσωκαιοισφυγμοίτηςεπιταχύνθηκαν.Πέρασεταμπράτσατουγύρωαπότημέσητηςκαιτηνέσφιξεπάνωτου,χώνονταςτοπρόσωπότουσταμαλλιάτης,ενώηζεστήτουανάσατηςχάιδευετοναυχένα.«ΟΘεέμου,Σάντσα,ανήξερεςπόσοσεχρειάζομαι»,μουρμούρισεαφήνονταςτοχέριτουναγλιστρήσειστοστήθοςτης.

Κιεκείνητονχρειαζόταν.Μ*έναβαθύαναστεναγμό,άφησετονεαυτότηςναχαλαρώσειστηναγκαλιάτου,έτοιμηκαιπρόθυμηναγευτείταχάδιατου.

«Μουέλειψεςτόσοπολύ.Κόντευανατρελαθώόλουςαυτούςτουςμήνες»,τηςψιθύρισεοΜαρκμετρεμάμενηφωνή,καθώςταχείλητουκινούντανκαυτάπάνωστολαιμότης.«Ένιωθαπολύμόνοςμακριάσου.Σ'αγαπώ,μωρόμου».

«Κιεγώ»,τουείπεβραχνά,γυρνώνταςμέσαστηναγκαλιάτουγιανατονβλέπει.Τύλιξεκιεκείνηταμπράτσατηςστημέσητου.

Ένιωσετουςμυςτηςπλάτηςτουνασκληραίνουνκάτωαπόταχέριατηςκαιτηνανάσατουναλαχανιάζει.«Τότε,πεςτοκιεσύ»,τηςμουρμούρισε.«Πεςμουότιμ’αγαπάς.Έχωμεγάληανάγκηνατοακούσω.Όλοαυτότοδιάστημαένιωθασανναμεείχεςκλειδώσειαπέξω,σανναμημεείχεςπιαανάγκη.Ήμουνπολύδυστυχισμένος,αγάπημου».

Ηκαρδιάτηςσκίρτησεαπόπόνο.Ήτανπράγματιτόσοδυστυχισμένος;Αχ,γιατίδεντοείχεπροσέξειτόσοκαιρό;Γιατίδενείχεκαταλάβειπώςένιωθε;Ήτανδυνατόνναήταντόσοτυφλή;Ούτ’εκείνηβέβαιαπερνούσεωραίαμετιςδουλειέςκαιτησυνεχήφροντίδατωνπαιδιών,αλλάέπρεπεναείχεαντιληφθείτηδυστυχίατουΜαρκ.Δεθασυγχωρούσεποτέτονεαυτότης.

«Λυπάμαιπολύ,Μαρκ.Δενείχακαταλάβειότιδενήσουνευτυχισμένος.Ήμουνπολύαπασχολημένη,βλέπεις...Αλλάσ'αγαπώ.Πάντασ'αγαπούσα»,τουομολόγησε,ρίχνονταςπίσωτοκεφάλιτης.Ταμάτιατηςμέσαστοφεγγαρόφωτο

ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ155

ήτανσκοτεινιασμένααπότονπόθο,όταντασήκωσεσταδικοίτου.

«Νασυνεχίσειςναμουτολες.Έχωανάγκηνατοακούω»,τηςείπεσυγκινημένος.Ύστερατοστόματουκατέβηκεμεορμήστοδικότηςκαιτηφίλησεμετόσοπάθος,πουτηςέκοψετηνανάσα.

Τοκεφάλιτηςγύριζε.Ταμπράτσατηςτυλίχτηκανστολαιμότουκαιτονέσφιξανδυνατάκιεκείνος,χωρίςναξεκολλήσειταχείλητουαπόταδικάτης,τησήκωσεστηναγκαλιάτουκαιτημετέφερεστοκρεβάτι.

«Τοπρώτοπράγμαπουθακάνουμεαύριο»,τηςψιθύρισε,καθώςτηνακουμπούσεστοστρώμα,«θαείναιναπάμεν’αγοράσουμεδιπλόκρεβάτι.Βαρέθηκανακοιμάμαιμόνοςμου.Σάντσα,σεχρειάζομαιστοκρεβάτιμουγιαναμπορώνασ'αγγίζω,νασ’αγκαλιάζωκάθεβράδυκαιόλητηνύχτα.Στοκάτωκάτωτηςγραφήςαυτόθαπειγάμος».

1·:4

«Ναι,αγάπημου»,τουαπάντησεβραχνά.Άκουγετοαίματηςνατραγουδάειμέσαστ’αυτιάτης,καθώςτονπαρακολουθούσεναβγάζειταρούχατουμεχέριαπουέτρεμαν.ΉξερεακριβώςπώςένιωθεοΜαρκ,γιατίτοίδιοένιωθεκιεκείνη.

Ανακάθισεστοκρεβάτικιάρχισεναγδύνεταικιεκείνη,πετώνταςταρούχατηςστοπάτωμα,όπωςτότεπουήτανέφηβη,αλλάσυνέχιζενατονκοιτάζεισανναεξαρτιότανηζωήτηςαπ’αυτό.Κατάκάποιοτρόποεξαρτιόταν.Ήθελενατονβλέπειγιαναθυμίσειστονεαυτότηςτιέχανετόσοκαιρό.ΟΜαρκείχεέναυπέροχοσώμα.

ΟλήθαργοςπουτηνείχεπιάσειμετάτηγέννησητηςΦλόρας,ηαπροθυμίαγιαέρωτα,ανήκαντώραστοπαρελθόν.Οιαντιδράσειςτουκορμιούτηςτηνύχταπουτονείχεξαναδείγυμνόγιαπρώτηφοράμετάαπόπολλούςμήνες,οάγριοςπόθοςπουτηνείχεπλημμυρίσει,τηνείχανξαφνιάσειφοβερά.Τοίδιοένιωθεκαιτώρα.Λαχταρούσενατονκοιτάζει,νατοναγγίξει,νατονχαϊδέψεικαι,απ'ό,τικαταλάβαινε,έτσιακριβώςαισθανότανκιεκείνος.

ΟΜαρκγονάτισεμπροστάτηςτελείωςγυμνόςκιέσκυψεγιαναφιλήσειταστήθητηςκαιηΣάντσα,τρέμονταςαπόπόθο,άρχισενατουχαϊδεύειταμαλλιά.

«Αγάπημου»,μουρμούρισεμεταχείλητουπάνωαπότη

θηλήτης.«Είσαιπολύόμορφη,Σάντσα.Πιοόμορφηαπότότεπουσεείχαπρωτογνωρίσει».

Τοστόματουγλίστρησεαργάπροςτημέσητης.Ηγλώσσατουέκανετογύροτουαφαλούτηςκαιμετάκατέβηκεακόμαπιοκάτω,ενώηαναπνοήτουακουγότανσανναείχετρέξειήδηδυοχιλιόμετρα.

'Ενιωθετηνεπιδερμίδατουκαυτήανάμεσαστουςμηρούςτης.Τοκεφάλιτουκινήθηκεαργάκαιμόλιςβρήκεαυτόπουγύρευε,τηςέκοψετηνανάσα.ΗΣάντσαένιωθεότιλιώνει.Έκλεισεταμάτια,βγάζονταςσιγανούςστεναγμούς,ενώταχέριατηςγλιστρούσανμέσασταμαλλιάτου.

Ηυγρήφλόγατηςγλώσσαςτουτηντρέλαινε.Έγειρετοκεφάλιτηςστοπλάι,τραυλίζονταςαπόευχαρίστηση.

«Ναι...Αχ,Μαρκ...αγάπημου...σ’αγαπώ»,μουρμούρισελαχανιασμένη.

Ξαφνικάεκείνοςέγειρεπάνωτηςκαιτηςέκλεισετοστόμαμετοδικότου,βγάζονταςηδονικούςστεναγμούς.Εκείνηανασήκωσεενστικτωδώςτοκορμίτηςγιανασυναντήσειτοδικότουκαιτύλιξεταμπράτσατηςγύρωτου.

Βιάζονταντόσοπολύναικανοποιήσουντηδίψατόσωνμηνών,πουέναδευτερόλεπτοαργότεραέκανανέρωταμεπάθοςκαιλαχτάρα,βάζονταςκατάμέροςτιςπίκρεςκαιτηνοργή,πουτουςείχανκρατήσειτόσοκαιρόχωρισμένους.

Οισυσσωρευμένεςεπιθυμίεςκαιοιπόθοιτούςείχανκα-τακλύσειεντελώς.Τώραπιαδενήτανσεθέσηούτενασκεφτούν.Ηκαταιγίδαπουφούντωνεμέσαστακορμιάτουςήτανπολύβίαιηγιανααφήσειχώροκαιγιαάλλεςσκέψειςήεπιθυμίες.Ότανξέσπασετελικά,ηΣάντσανόμιζεότιείχεδιαλυθείσεμόρια,ενώοΜαρκκρατιόταναπόπάνωτηςσαντονάνθρωποπουπνίγεταικαιπροσπαθείναπιαστείαπ’οτιδήποτεβρειμπροστάτου.

Όταντελικάκάλυψανόλητηνπορείααπότηνκορύφωσητουπαραδείσουωςτηνάβυσσοτουτέλους,ο

Μαρκσωριάστηκεπάνωτηςκαιέμεινεεκείμετοπρόσωπότουχωμένομέσασταστήθητης,ανασαίνονταςβαριά,ενώτοσώματουέτρεμεκαιηεπιδερμίδατουέβγαζεφλόγες.

ΗΣάντσαείχεαπομείνειακίνητημεταμπράτσατηςανοιγμένασταπλάγιακαιταμάτιακλειστά,ανήμπορηνααρθρώσειλέξη.

ΕρωταςΚαιΔυσπιστία157

«Θεέμου,πόσοτοείχαανάγκηαυτό!»ψιθύρισεοΜαρκμετάαπόλίγο.Ύστεραέστρεψετοκεφάλιτουκαιφίλησεαπαλάτηθηλήτης.«Σ’αγαπώ,Σάντσα.Μημεξανακλείσειςποτέέξω,τ’ακούς;Μουτουπόσχεσαι;»

«Ναι»,μουρμούρισεεκείνηνωχελικάκαι,σηκώνονταςτοχέρι,άρχισενατουχαϊδεύειταμαλλιά.«Σ’αγαπώ,Μαρκ,καισουυπόσχομαιότιδεθαξαναχάσουμεποτέοέναςτονάλλο».

ΑνέχανετονΜαρκ,όληηυπόλοιπηζωήτηςθαήτανσκοτεινήκαιάδεια.Γι’αυτόαπόδωκαιπέραθαφρόντιζενακρατάειτηφλόγατηςαγάπηςτουςπάντααναμμένη.Στοκάτωκάτωτισημαίνειγάμος;Σημαίνειναμοιράζεσαιτηζωήσουμεκάποιον,ναφροντίζειοέναςτονάλλο,ναυπάρχειαγάπηκαιαλληλεκτίμηση.Ήτανέναςδρόμοςδιπλήςκατεύθυνσης.Έπρεπεναδουλεύουνκαιοιδυογιαναείναιογάμοςπετυχημένος.Τονκρατούσεσφιχτά,απολαμβάνονταςτηναφήτουκορμιούτουπάνωτης.

«Σ’αγαπώ»,τουξανάπεκαισήκωσετοστόματηςγιαναδεχτείτοφιλίτου.

ΤΕΛΟΣ

ΈρωταςκαιδυσπιστίαΌτανηΣάντσαέλαβετοανιόνυμογράμμα,ηπρώτητηςσκέψηήταννατοκάψει.Τογεμάτοκακίαμήνυμάτουδενμπορείναήταναλήθεια...Ξέρειςπουθαβρίσκεταιαπόψεοάντραςσου;Ξέρειςμεποια;

ΗΣάντσααγαπούσετονΜαρκμετηνίδιαδύναμητουπρώτουκαιρού,ανκαιησχέσητουςδενήτανπιατόσοτρυφερήόπιόςάλλοτε.Ποτέδενφανταζότανόμωςότιοάντραςτηςθαέπεφτεστηναγκαλιάμιαςάλληςγυναίκας!Όταναποφάσισενατουμιλήσειανοιχτά,οτρόποςπουαντέδρασεοΜαρκτηνξάφνιασε.Πρώτααπ’όλα,φαινόταννατηθέλειακόμα.ΌμωςηΣάντσαδεθατονάφηνενατηνκαλοπιάσειμεγλυκόλογα.Αυτήτηφοράχρειαζότανκάτιπολύπαραπάνωγιανατηνπείσει...