323 Ο Άσωτος Δούκας - Sophia James
description
Transcript of 323 Ο Άσωτος Δούκας - Sophia James
1. Έρωταςκαιδυσπιστία2. ΚΕΦΑΛΑΙΟ13. ΚΕΦΑΛΑΙΟ24. ΚΕΦΑΛΑΙΟ35. ΚΕΦΑΛΑΙΟ46. ΚΕΦΑΛΑΙΟ57. ΚΕΦΑΛΑΙΟ68. ΚΕΦΑΛΑΙΟ79. ΚΕΦΑΛΑΙΟ810. ΚΕΦΑΛΑΙΟ9
Έρωταςκαιδυσπιστία
CHARLOTTELAMB
Μετάφραση:ΜαριάνναΜαυροειδή
ΧΑΡΛΕΝΙΚΕΛΛΑΣ
ΕΚΔΟΤΙΚΗA.Β.Ε.Ε.Ιπποκράτους57,10680ΑθήναΤηλ.:3609438-3629723
ΑΡΛΕΚΙΝ-ΧΡΥΣΑNo884
Τίτλοςπρωτοτύπου:TheMarriageWar
Σειρά:Mills&BoonPresents©1997byCharlotteLambAllrightsreserved.
©1998ΧΑΡΛΕΝΙΚΕΑΑΑΣΕΚΔΟΤΙΚΗA.B.E.E.γιατηνελληνικήγλώσσα,κατόπινσυμφωνίαςμετηHARLEQUINENTERPRISESIIB.V.
Μετάφραση:ΜαριάνναΜαυροειδήΕπιμέλεια:ΓιώταΟικονομικούΔιόρθωση:ΡήγαςΚαραλής
Απαγορεύεταιηαναδημοσίευσημέρουςήτουσυνόλουτουβιβλίου,ηαναπαραγωγήήμετάδοσήτουμεοποιοδήποτεμέσο,χωρίςτηνάδειατουεκδότη.Όλοιοιχαρακτήρεςείναιφανταστικοί.Οποιαδήποτεομοιότηταμεπραγματικάπρόσωπα,πουζουνήέχουνπεθάνει,είναικαθαράσυμπτωματική.
ΤυπώθηκεκαιβιΒλιοδετήθηκεστηνΕλλάδα.
MadeandprintedinGreece.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ1
Ηήμερα,πουήρθετοανώνυμογράμμα,δενείχετίποτατοδιαφορετικόαπότιςάλλεςμέρεςτωντελευταίωνέξιχρόνων.
Μόλιςχτύπησετοξυπνητήρι,ηΣάντσαάνοιξεαπρόθυματαμάτιατηςκιαμέσωςάκουσετονΜαρκνατεντώνεταιστοκρεβάτιτουκαιναχασμουριέται.Γιαέναδυοδευτερόλεπταξανάφερενοσταλγικάστημνήμητηςταχρόνια,πριναπότηγέννησητωνπαιδιών,πουξυπνούσεσ’έναδιπλόκρεβάτιγυμνήκαινυσταγμένηκιένιωθεταχέριατουναεξερευνούννωχελικάτοκορμίτης.Εκείνεςτιςμακρινέςευτυχισμένεςμέρεςπουσυνήθιζαννακάνουνέρωτακαινωρίςτοπρωί,εκτόςαπότοβράδυ.
Τοδιπλόκρεβάτιτοείχαναντικαταστήσειμεταδυομονάδυοχρόνιανωρίτερα,επειδήεκείνηέπρεπενασηκώνεταιτηνύχταγιαναταΐσειτομωρόήνακαθησυχάσεικάποιοαπόταάλλαπαιδιάκαιοΜαρκπαραπονιότανότιτονξυπνούσε.ΣτοδιάστημααυτόηΣάντσαείχεευχηθείπολλέςφορέςναμηνείχανκαταργήσειτοδιπλόκρεβάτι,γιατίμαζίμ’αυτόείχανχάσειτηνπαλιάτουςοικειότητακιοέρωταςδενήτανπιαμιααυθόρμητηκαιαπρογραμμάτιστηυπόθεση.ΕιδικάμετάτηγέννησητηςΦλόρας,είχανπάψεισχεδόντελείωςνακάνουνέρωτα.ΤηνύχταηΣάντσαήτανπάνταπολύκουρασμένηκαιτοπρωίοενείχεποτέκαιρό.
Αφήνονταςτιςαναμνήσειςκατάμέρος,πέταξετοπάπλωμααπόπάνωτης,φόρεσεμηχανικάτιςπαντόφλεςκαιτηρόμπατηςκιέτρεξεστομπάνιο.Έπλυνεβιαστικάταδόντιατης,έριξελίγοκρύονερόστοπρόσωπότης,χτένισεόπωςόπωςτασγουράκαστανοκόκκιναμαλλιάτηςκαιπήγεναξυπνήσειταπαιδιά.ΗΦλόραήτανξύπνιαήδηκαιχοροπηδούσεολόγυμνηστηνκούνιατης,ενώοικόκκινεςμπουκλί-τσεςέπεφτανστοπρόσωπότης.
«Είμαικαγκουρό!Κοίταξέμε,μαμά,είμαικαγκουροοό...»
«Πολύωραία,αγάπημου»,είπεηΣάντσααφηρημένα,σηκώνονταςτομικροσκοπικόνυχτικόαπότοπάτωμα.Τοέριξεστοκαλάθιτηςμπουγάδαςκαιύστεραπήρετηνκόρητηςαγκαλιάκαιτηνπήγεστομπάνιοτωνπαιδιών.«Σηκωθείτε!»φώναξεπροςτοδωμάτιοτωνδυοαγοριών.ΟεξάχρονοςΦέλιξήτανακόμαξαπλωμένος,κουκουλωμένοςμετοπάπλωμαπάνωαπότοκεφάλι,αλλάοπεντάχρονοςΤσάρλιείχεσηκωθείκαιέβγαζετιςπιτζάμεςτου,μεταμάτιακλειστάακόμα.
ΏσπουνατελειώσειηΣάντσαμετηΦλόρακαινακατεβείστηνκουζίνα,οΦέλιξείχεσηκωθείκιαυτόςκαιχασμουριόταν,ενώοΤσάρλιπήγαινεστομπάνιο.Κατεβαίνονταςτησκάλα,ηΣάντσαάκουσετοντουςνατρέχεικαικατάλαβεότιείχεσηκωθείκαιοΜαρκ.
Μάζεψεταγράμματακαιτηνεφημερίδααπότηνψάθατηςπόρτας,ενώηΦλόρα,ντυμένημεμιαπράσινηφορμί-τσα,διαμαρτυρότανκλοτσώνταςδυνατάτοναέρα.ΣτηΣάντσαδενάρεσενασπαταλάειάσκοπαχρήματακιείχεφυλάξειόλαταμωρουδιακάτουΤσάρλιγιατηνπερίπτωσηπουθαέκανεκιάλλομωρό.Έτσι,ότανγεννήθηκεηΦλόρα,είχεόσαρούχαέπρεπεκαιδεχρειάστηκενααγοράσεικανένακαινούριο.Ηενιαίαμόδαγιαταδύοφύλα,πουεφαρμοζότανκαισταμωρά,τηβόλευεπερίφημα.
Μπαίνονταςστηνκουζίνα,γύρισεκαιφώναξεστουςγιουςτηςνακάνουνγρήγορα.Ακούσεόμωςαπόπάνωσούρσιμοποδιώνκαικατάλαβεότι,τουλάχιστον,είχανσηκωθείκαιοιδύο.
Αφησετηνεφημερίδακαιταγράμματαστοτραπέζι,στηθέσητουΜαρκ,έβαλετηΦλόραστο
καρεκλάκιτης,τηςέδωσεένακουτάλιγιαναπαίζεικαιπήγεναφτιάξειτονκαφέ.
Δενμπήκεστονκόπονακοιτάξειταγράμματα.Έτσικιαλλιώςεκείνηέπαιρνεσπάνιαγράμματα.Ηαλληλογραφίατηςπεριοριζότανσεκαμιάκαρτποστάλαπόκάποιαφίληήσυγγενήπουείχεπάειταξίδιστοεξωτερικό,σεκανένανκίτρινοχοντρόφάκελοαπότηνεφορία—πουδενέλεγενατοχωνέψειότιεκείνηδενκέρδιζεπλέονκαθόλουχρήματα—ήσεπροσφορέςαπόκαταλόγουςεταιρειώνπουπροσπαθούσαννατηςπουλήσουνκάτι.Αυτάτατελευταίαέφτανανσυνήθωςμεφακέλουςπουέγραφαναπέξω:«Άνοιξέμεκαικέρδισεμιαπεριουσία!»Τιςκάρτεςσυνήθωςτιςδιάβαζε,αλλάόλαταυπόλοιπαταπετούσεαμέσωςστοσκουπιδοτενεκέ.
Όλεςοικινήσειςτηςταπρωινάήταντόσομηχανικές,ώστεώρεςώρεςένιωθεσανρομπότέτσιπουστριφογύριζεσυνεχώςμέσαστηνκουζίνα.Είχεπολλάνακάνεισεπολύπεριορισμένοχρόνο.Έβαλεσταγρήγορατονκαφέναγίνεταικαι,ώσπουναβράσειτοκουάκερ,έχωσεμερικάκρουασάνστοφούρνομικροκυμάτωνγιαναζεσταθούν,έβγαλεφλιτζάνια,κουταλοπίρουνακαικρύογάλααπότοψυγείοκαιέβαλεσ'έναμπολδαμάσκηναμεπορτοκαλάδαγιατονΜαρκ.Όλασεχρόνορεκόρ.
Μόλιςάκουσεβήματαστησκάλα,έσβησετοκουάκερ,τοσέρβιρεσταμπολτωνπαιδιών,έβαλετηνκατσαρόλαστονεροχύτηκάτωαπότηβρύσηγιαναμαλακώσεικαιναπλυθείευκολότερακαιύστεραάρπαξετηΦλόρα,πουπροσπαθούσεναβγειαπότοκαρεκλάκιτηςκαιτηνξανάβαλεστηθέσητηςτηστιγμήακριβώςπουορμούσανστηνκουζίναοΦέλιξμετονΤσάρλι.
Τουςσταμάτησεκαιέλεγξεανήτανκαθαράτοπρόσωπόκαιταχέριατους,ανείχανπλύνειταδόντιατους,ανήτανχτενισμένοικαιανταρούχατουςήτανεντάξει.ΟΤσάρλιήτανπολύαφηρημένοςκαισυχνάξεχνούσεσημαντικάπράγματα,όπωςτοεσώρουχότουήτημίακάλτσα.
ΌτανκατέβηκεοΜαρκ,ταπαιδιάήτανκαθισμέναήδηστοτραπέζικαιέτρωγαντοπρωινότους.ΜόλιςτονείδεηΦλόρα,χαμογέλασε.«Μπαμπά!»αναφώνησεχαρούμενα.
ΟΜαρκόμωςφαινότανστιςκακέςτουσήμερα.«Φλόρα,είπαμεναμημιλάςμεγεμάτοστόμα!»Κάθισεκαιήπιελίγηπορτοκαλάδα,κοιτάζονταςαφηρημένοςτορολόιτου.«Οχ,
θ’αργήσω.Παιδιά,κάνετεγρήγορα,γιατίσελίγοπρέπειναφύγουμε».
Έφαγεταδαμάσκηνα,κοιτάζονταςτηναλληλογραφίατου.«Αυτόείναιγιασένα»,είπερίχνονταςέναφάκελοπροςτηΙάντσα.Ταγκρίζαμάτιατουίσαίσαπουτηνάγγιξανκιαμέσωςστράφηκαναλλού,ενώταμαύραφρύδιατουέσμιγανκατσούφικα.
ΗΣάντσαπληγώθηκεπολύαπ’αυτότοβλέμμα.Υπήρχεπράγματιαποδοκιμασίασταμάτιατου;Βέβαιαπρωίπρωί,μετηντριμμένητηςρόμπακαιχωρίςμακιγιάζ,δεθαπρέπειναήτανκαιπολύελκυστική,αλλάδενείχεχρόνοναασχοληθείμετηνεμφάνισήτηςπαράμόνοαφούθαέφευγεεκείνοςμεταπαιδιά.Ωστόσο,ήξερεότιέπρεπενακάνειμιαπροσπάθεια,παρ’όλοπουτηστενοχωρούσεφοβεράτογεγονόςότιοΜαρκτηνκοιτούσεέτσι...σανναμηντηναγαπούσεπια.Ηδικήτηςηαγάπη,όμως,ήτανπάντατοίδιοδυνατή.ΤονΜαρκτονήθελε,τονείχεανάγκη.
Γιανακρύψειτηστενοχώριατης,έπιασετολευκόφάκελο.Τοόνομακαιηδιεύθυνσηήτανγραμμέναστηγραφομηχανή.«Απόποιονναείναιάραγε;»ρώτησεδυνατά,κοιτάζονταςτησφραγίδατουταχυδρομείου.Ήταναπότηνπόλητους,πράγμαπουδεντηβοήθησεκαθόλου.
«Ανοιξέτοκαιδεςαπόποιονείναι»,τηςαπάντησεοΜαρκεκνευρισμένος.
Τιτονέχειπιάσειπρωίπρωί;αναρωτήθηκεεκείνη.Δενείχεκοιμηθείκαλάήείχεπροβλήματαστηδουλειάτου;Έκανενατονρωτήσει,αλλάεκείνηακριβώςτηστιγμήηΦλόραέχυσετογάλατηςκιέτσιαναστέναξεκαιπήγενατοκαθαρίσει,ενώοΜαρκέστρεφεμεαηδίατοβλέμματουαλλού.
«Ταάλλαπαιδιάδενέκαναντόσεςζημιές»,μουρμούρισεμέσααπ’ταδόντιατου.
«Ταέχειςξεχάσει,φαίνεται»,τοναντέκρουσεηΣάντσα.«ΟύτεηΦλόραείναιτόσοάτακτη»,πρόσθεσεκαι,αφούσκούπισετοπροσωπάκιτηςκόρηςτης,τηςέδωσεέναφιλίστηνανασηκωτήμυτούλα.«Δενείσαιάτακτη,έτσι,μωρόμου;»
Τοκοριτσάκιγέλασεευχαριστημένοκιέσκυψεμπροστάκαιτηςέδωσεμιαστομέτωπομετολερωμένοτηςκουτάλι.
ΗΣάντσαδενμπόρεσενασυγκροτήσειταγέλιατης.«Έλα,τελείωνεπια,μαϊμουδάκι!»τηςείπετρυφερά.
ΟΜαρκσηκώθηκε.Φαινότανεκτόςτόπουκαιχρόνουμέσασ’αυτότοζεστόκαιευχάριστοδωμάτιομετοτσούρμοταπαιδιά,ταρουστίκέπιπλακαιτιςχαρούμενεςκίτρινεςκουρτίνες.Ήτανψηλός,πάνωαπόένακιογδόνταπέντε,μεπρόσωποσκληρόκαιαποφασιστικό,πουταίριαζεαπόλυταστοκορμίτου,μετουςδυνατούςώμους,τοφαρδύστέρνοκαιταμακριάπόδια.Αλλάκαιηψυχοσύνθεσητουήτανανάλογη.Όταντονπρωτογνώριζεκάποιος,τονκοιτούσεεπιφυλακτικάστηναρχή...γιατί,ότανδεχαμογελούσε,είχεκάτιτο...επικίνδυνοπάνωτου.Κιαυτήτηστιγμήδεχαμογελούσε.Ήτανσανναήτανέτοιμοςναεκραγεί,κάτιπουγινότανσυχνάτοντελευταίοκαιρό.
ΗΣάντσαένιωσεένασκίρτημαανησυχίας.Μήπωςέχειβαρεθείτηνοικογενειακήζωή,μετάαπόέξιχρόνιαπουείμαστεσυνεχώςμεμωρά;αναρωτήθηκε.ΟΜαρκήτανάνθρωποςπληθωρικός.Ησεξουαλικήτουςζωήήτανεκπληκτική,πρινέρθουνταπαιδιάκαιηΣάντσαείχεεπιθυμήσειπολύτιςπαθητικέςερωτικέςτουςνύχτες,αλλάηδουλειάτου—ήτανπολιτικόςμηχανικός—απαιτούσεπολλήενεργητικότητα,ανκαιτώραπιαδενπερνούσεπολλέςώρεςστιςοικοδομέςπουαναλάμβανεηεταιρείατου.Τονπερισσότεροκαιρόβρισκότανστογραφείοκαιασχολιότανμετασχέδια,τηνοργάνωσηκαιγενικάμεγραφικήεργασία,ανκαιηΣάντσαυποπτευότανότιτουέλειπανοιπαλιέςτουδραστηριότητες.Μήπωςείχεμετα-νιώσεικιόλαςπουείχεπαντρευτείκαιείχεκάνειπαιδιάκαιήτανκατάκάποιοτρόποδεσμευμένος;
«Α!Απόψεθ’αργήσω»,τηςανακοίνωσεκοφτά.
Ηκαρδιάτηςβούλιαξε.Τώρατελευταίααργούσεσχεδόνπάντα.«Πάλι;»τονρώτησε.«Τιέχειςνακάνεις;»
«Θαφάωπάλιτοβράδυμετοαφεντικό.ΘέλεινασυζητήσουμεγιατηνκαινούριαοικοδομήστοΈιντζελςΦιλντκαιδενμπορώνατουπωόχι.Έχουμεκαθυστερήσεικαιοχρόνοςείναιχρήμα»,τηςαποκρίθηκε,αλλάχωρίςνατηνκοιτάζεικιαυτόμεγάλωσετηνανησυχίατης.
Μπα,ηφαντασίασουείναι,αντέκρουσετονεαυτότης.
Ωστόσο,ηδιαίσθησήτηςτηςέλεγεότικάτιδενπήγαινεκαλά.Τιάραγε;αναρωτήθηκε.
«Είστεέτοιμοι;»ρώτησεεκείνοςανυπόμοναταδυοαγόρια.«Ελάτε,γιατίδενμπορώναπεριμένωάλλο».Εκείνοςπήγαινεπάνταταπαιδιάστοσχολείοκαι,ότανσχολούσανστιςτρεισήμισι,ταέπαιρνεηΣάντσα.
Ταδυοαγόριαπετάχτηκαναπότοτραπέζικιέτρεξανναφύγουν,αλλάηΣάντσαταπρόλαβεστηνπόρτα.«Ναπλύνετεταχέριακαιτοπρόσωπόσας.Σταμούτρασουέχειςπερισσότεροκουάκεραπ’ό,τιέχειςστοστόμα,Τσάρλι».
ΟΜαρκείχεπάειναβγάλειτοαυτοκίνητο.ΚρατώνταςτηΦλόρααπότοχέρι,ηΣάντσασυνόδευσετααγόριατηςωςτηνπόρτα.
«Προσπάθησεναμηναργήσειςπολύ»,φώναξεστονάντρατης,καθώςταπαιδιάέμπαινανστοπίσωκάθισμακαικούμπωναντιςζώνεςτους.
ΟΜαρκκούνησετοκεφάλιτουκαταφατικά.Τοφωςτουήλιουέλαμπεπάνωσταμαύραμαλλιάτου.ΗΣάντσαδενμπορούσεναδειταμάτιατου,γιατίταέκρυβανταχαμηλωμένατουβλέφαρα,ωστόσο,διαισθανότανότιήτανθυμωμένος.Τισυμβαίνει;αναρωτήθηκε.Μήπωςέχειπροβλήματαστηδουλειά;ΤοΣαββατοκύριακοπρέπειναβρωχρόνονατουμιλήσω.Τοβράδυ,αφούθαέχουνπάειταπαιδιάγιαύπνο.
Τοαυτοκίνητοξεκίνησε.ΗΣάντσατουςκούνησετοχέρικαιστάθηκελίγαλεπτάακόμαστηβεράντα,απολαμβάνονταςτονήλιοστοπρόσωπότης.Τοκαλοκαίρικατέφτανε.Οουρανόςήτανκαταγάλανος,χωρίςούτεένασυννεφάκικαιτατριαντάφυλλακαιοιπανσέδεςείχανανθίσει.Ηπασχαλιάήτανγεμάτηλευκάανθάκιαπουμύρωναντοναέραμετοζεστότουςάρωμα.
Τοσπίτιτουςήτανμοντέρνο,μεμεγάλαπαράθυρακαιστουςδυοορόφους,κήπομεχαμηλότοίχοαπόκόκκινοτούβλογύρωγύρωκιέναγκαράζστοπλάι.ΤουςτοείχεφτιάξειηεταιρείατουΜαρκ,ότανείχανπαντρευτεί,αλλάείχανπάρειμεγάλοδάνειοκαιυπήρχανεποχέςπουδυσκολεύοντανναταβγάλουνπέρα.ΤώραόμωςοΜαρκείχεπάρειπροαγωγήκαιαύξησηκαιταπράγματαήτανπολύκαλύτερα.ΜόνοπουαυτόσήμαινεπερισσότερεςώρεςδουλειάκαιηΣάντσαευχότανσυχνάναμηνείχεαναλάβειοΜαρκτόσεςευθύνες.
Εκμεταλλευόμενητηναφηρημάδατηςμητέραςτης,ηΦλό-ραείχεβρειτηνευκαιρίαναβγειστονκήπο,έχονταςβάλειστόχοτιςκίτρινεςτουλίπεςπουπλαισίωναντογκαζόν.
«Α,όχι!»φώναξεηΣάντσα,τρέχονταςκοντάτης.«Θασεπάωβόλτα,αλλάμόλιςτελειώσωτιςδουλειέςμου».Τηνπήρεαγκαλιά,έριξεμιατελευταίαματιάστονκήποκαι,ξαναμπαί-νονταςμέσα,έκλεισετηνπόρταμετοπόδιτης.
Οιδουλειέςήτανοιίδιεςκάθεμέρα.Πρώτασυμμάζεψετηνκουζίνα.Καθάρισετοτραπέζι,έβαλεταλερωμέναπιάταστοπλυντήριοκαιτοάναψε,ξεχώρισεταρούχαπουείχεγιαπλύσιμοκαιταέβαλεστοπλυντήριογιαναμουλιάσουνκάναμισάωροκαιύστεραπήρετηΦλόραεπάνω,τηνέβαλεστηνκούνιατηςκαιπήγεκιεκείνηνακάνειέναντουςκαιναντυθεί.
Μίαώρααργότερα,αφούείχεκαθαρίσειτοσαλόνικαιτοχολμετηνηλεκτρικήσκούπα,θυμήθηκετογράμματηςκαιπήγεστηνκουζίνανατοπάρει.Έφτιαξεάλλονένανκαφέ,έδωσεστηΦλόραένακομματάκιμήλοναμασουλάειστοκαρεκλάκιτηςκαιάνοιξετοφάκελο.Τογράμμαήτανσύντομοκαιχωρίςυπογραφή.Τοδιάβασεμεμιαματιάκαιτηςανέβηκετοαίμαστοκεφάλι.
Ξέρειςπούθαείναιοάντραςσουαπόψεκαιμεποια;ΤοόνομάτηςείναιΣακίΦαράρ.Είναιηγραμματέαςτουκαιμένειο'έναδιαμέρισμαστοσυγκρότημαΚράουνΤάουερ,στηνοδόΆλαμο,αριθμόςοχτώ,στοδεύτεροόροφο.Ταέχουνεδώκαιαρκετέςβδομάδες.
ΗκαρδιάτηςΣάντσαάρχισεναβροντοχτυπάειαπότοφόβοκαιτηζήλια.Έβαλετοχέριπάνωστοστόματηςγιαναπνίξειμιακραυγήκαιμετηνκίνησηαναποδογύρισετονκαφέτης.Τοζεστόμαύρουγρόχύθηκεπάνωτηςκαιμούσκεψετοπαλιόγαλάζιοπουκάμισοκαιτομπλουτζίντης.Πετάχτηκεπάνωκλαίγονταςμεαναφιλητάκαιβρίζοντας.
«Κακόπαιδί,μαμά»,τημάλωσεηΦλόραφανεράσκανδαλισμένη.«Κακάλόγια.Κακόπαιδί,μαμά»,πρόσθεσε.
ΗΣάντσαξαναείπεμιαβρισιά,ψάχνονταςναβρειτορολότηςκουζίναςγιαναμαζέψειόπωςσυνήθωςτοχυμένουγρό...μόνοπουαυτήτηφοράτηζημιάτηνείχεκάνειηίδιακαιόχιηΦλόρα.
Δενμπορείναείναιαλήθεια,συλλογίστηκε.ΟΜαρκποτέδεθαταέφτιαχνεμεάλλη.Θατοκαταλάβαινα...κάτιθαπρόσεχα.
Ήμήπωςόχι;Ναι!αντέκρουσετονεαυτότης,αρνούμενηναπαραδεχτείότιτογράμμαέλεγετηναλήθεια,καθώςτοστομάχιτηςείχεσφιχτείαπότοφόβο.Ήτανοάντραςτηςκαιτονήξερεκαλά.ΟΜαρκτηναγαπούσεκαιποτέδεθαέκανεδεσμόμεάλληγυναίκα.
Τοθέμαόμωςήταν:τηναγαπούσεακόμα;Θυμήθηκετηναηδίαπουείχεδειστοπρόσωπότουτοπρωί,τηνώραπουέτρωγανκαιδάγκωσεταχείλητης.Τώραπιαδεντηνκοιτούσεόπωςάλλοτε.Αυτόήτανπαραπάνωαπόβέβαιο.Φαίνεταιότι,χωρίςνατοκαταλάβει,είχεαφήσειτονέρωτακαιτοπάθοςναξεγλιστρήσουναπότησχέσητους...Ωστόσο,αυτόδεσήμαινεότιοΜαρκείχεβρειφιλενάδα.Ήταναδύνατονναφανταστείότιτηςέκανεαπιστίες.Όχι!ΌχιοΜαρκ.Ποτέ!
Τηγραμματέατουδεντηνείχεγνωρίσειακόμα,ανκαιτοόνομάτηςτοήξερε.ΗΖακίΦαράρείχεπάειστηνεταιρείατουμόλιςπριναπόέξιμήνεςαπόμιαάλληκατασκευαστικήεταιρεία.ΟΜαρκτηνείχεαναφέρειμερικέςφορέςστηναρχή,αλλάτώρατελευταίακαθόλου.
ΗΣάντσαδενείχειδέαπώςήταναυτήηγυναίκα,ούτεπόσωνχρονώνήταν.Ούτετηςείχεπεράσειποτέαπ’τομυαλόότιθαμπορούσεναυπάρχεικάτιμεταξύεκείνηςκαιτουΜαρκ.
Δενυπάρχειτίποτα!διαβεβαίωσετονεαυτότης.Ούτενατοσκέφτεσαι.Όποιοςέγραψεαυτότογράμμαθαπρέπειναείναιτρελός.
ΣκούπισεταμάτιατηςκαιπήρετηΦλόραστηναγκαλιάτης.Προςτοπαρόνήταναδύνατονναχωρίσουναυτέςοιδυο.Ήτανσαννατιςείχανδεμένεςμεχειροπέδεςόλεςτιςώρεςπουτοκοριτσάκιήτανξύπνιο...Δενμπορούσενατηναφήσειούτεέναλεπτόμόνη,γιατίαμέσωςέκανεζημιές.
Ώρεςώρεςένιωθεαποκαμωμένηαπότιςευθύνεςτηςμητρότηταςκαινοσταλγούσελίγεςώρεςμοναξιάς.Νοσταλγούσετημέραπουδεθαχρειαζόταννασκέφτεταισυνεχώςτουςάλλους,πουθαμπορούσενατεμπελιάσει,νακοιμηθείωςαργάτοπρωί,νασηκωθείόποτετηςέκανεκέφι,ναφορέσεικάτιπιοκομψόαπότοκλασικότηςμπλουτζίν,ναβάλειψηλάτακούνια,ναφτιάξειταμαλλιάτης,νααγοράσειακριβάκαλλυντικάκαιναφορέσειέναακριβόγαλλικόάρωμα...οτιδήποτεδηλαδήγιανααισθανθείκιεκείνηπάλισανγυναίκακαιόχιμόνοσανμητέρα.
ΈλαόμωςπουαυτόήθελαναπότηναρχήμετονΜαρκ!Τοείχανσυζητήσεικαιείχανκαταλήξειότιήθελαναμέσωςπαιδιά.ΟΜαρκήτανμοναχοπαίδιαπόγονείςμεγάλους.Ημητέρατουήτανπάνωαπόσαράνταχρόνωνόταντονγέννησεκαιοπατέραςτουακόμαμεγαλύτερος.Σταπαιδικάτουχρόνιαένιωθεμεγάλημοναξιάκαιτοόνειρότουήταννααποκτήσειέναναδερφόήμιααδερφή.ΟιγονείςτουείχανπεθάνειπροτούσυναντήσειτηΣάντσα.Εκείνηδεντουςείχεγνωρίσειποτέ,αλλάείχεκαταλάβειτηβαθιάλαχτάρατουΜαρκνααποκτήσεικιαυτόςεπιτέλουςμιααληθινήοικογένεια.ΚαιηΣάντσα,όμως,λαχταρούσενακάνειπαιδιά.ΠάνταέβλεπετονεαυτότηςσανέναείδοςΜητέραςΓης,πουθαδημιουργούσεμιαυπέροχηκαιζεστήοικογενειακήζωή,χωρίςναυπολογίζειτηδουλειάκαιτιςθυσίεςπουθαέπρεπενακάνει.
ΞανάβαλεαναστενάζονταςτηΦλόραστοπάρκοτης,τιςέδωσεμερικάπαιχνίδιαγιαναπαίζεικαιύστεραάλλαξερούχακαιφόρεσεκαθαρόμπλουτζίνκαιπουκάμισο.Ότανστάθηκεμπροστάστονκαθρέφτητηςτουαλέταςτηςκαικοιτάχτηκεπροσεκτικά,τρόμαξε.Πώςείμαιέτσι,Θεέμου;Σανμέγαιραέχωκαταντήσει,είπεμέσατης.Γι’αυτόοΜαρκτηςείχερίξειεκείνητηματιάτοπρωί.Δενείχεκαθόλουάδικο.Πόσοκαιρόέχειςνανοιαστείςγιατηνεμφάνισήσου;ρώτησενευριασμένητονεαυτότης.
Απόπότεείχενατοναποπλανήσει,όπωςέκανεπαλιά,τότεπουήτανφρεσκοπαντρεμένοι;Κάποτεέπεφτεγυμνήστοκρεβάτικαιτουέκανετουκόσμουταχάδια,χωρίςνατοναφήνεινατηναγγίξει,μέχριπουτοντρέλαινεαπότονπόθοκαιτότεμόνοτονάφηνενατηνκάνειδικήτου.Τότεήτανπαθιασμένοιεραστές.
Δάγκωσεταχείλητηςκαιπροσπάθησεναθυμηθείπότεήτανητελευταίαφοράπουείχανκάνειέρωτα,αλλάδεντακατάφερε.Θαπρέπειναήτανπριναπόβδομάδες.Μήνες!τηςψιθύρισεμιακυνικήφωνήμέσατης.Μήνες!Είχανμήνεςνακάνουνέρωτα!
ΑπότότεπουείχεγεννηθείηΦλόρα,έκανανέρωταόλοκαιπιοαραιά.Στηναρχήεπειδήδενείχεόρεξηεκείνη.ΟΜαρκείχεδείξειμεγάληκατανόησηόμως.Δενείχεθυμώσειούτετηςείχεπαραπονεθείποτέ.ΜέσασεέξιχρόνιαηΙάντσαείχεγεννήσειτρίαπαιδιάκαιδενήτανκαθόλουπαράξενοπουένιωθετόσοκουρασμένηκαινευρική.
Δεντοείχανσχεδιάσεινακάνουνπερισσότερααπόδυοπαιδιά.ΗΦλόραήτανατύχημακαιαυτήηεγκυμοσύνηήτανηχειρότερη.Τοπρωίείχεναυτία,πόνουςστηνπλάτη,κράμπεςκαιτιςνύχτεςδενμπορούσενακοιμηθεί.Αλλάκαιότανέκανετομωρό,πάλιδενείχενιώσεικαλύτερα.Ήτανεξουθενωμένη,επειδήείχεκάνειδυομέρεςναγεννήσεικαιμάλισταμεδυνατούςπόνουςτομεγαλύτεροδιάστημα.Μετάέκλαιγεσυνέχεια.Προφανώςηαλλαγήστιςορμόνεςτηςκατάτηδιάρκειατηςεγκυμοσύνηςκαιμετάτηγέννατήςείχανδημιουργήσεισυναισθηματικήταραχή.Κρίσηκατάθλιψης,τοέλεγεηαδερφήτης,ηΖόι,ενώογιατρόςτηςτοονόμαζεκανονικήκατάθλιψη.Αυτόόμωςπουήξερεεκείνηήτανότιέκλαιγεμετοπαραμικρόκαιτίποταδεφαινότανναμπορείνατηβοηθήσει.
Αυτόβέβαιαδενείχεκρατήσειπολύ—έναδυομήνες,τοπολύτρεις—αλλάηΦλόραήτανδύσκολοπαιδίαπότηνπρώτηστιγμήπουείχεέρθειστονκόσμο.Τηνύχταήτανέναμωρόανήσυχοκαικλαψιάρικοκαιτοπρωίήθελεναέχειόλητηνπροσοχήπάνωτης.
ΤελικάηΣάντσαδενείχεξαναβρείποτέτηνπαλιάτηςενεργητικότητακαιτηχαράτηςζωήςκαιούτεφυσικάτηδιάθεσηνακάνειέρωτα.ΌσηενέργειαδιέθετετηνξόδευεστηΦλόρακαιστηνκαθημερινήρουτίνα:σταδυοτηςαγόρια,στοσπίτικαιστονκήπο.Μόνοτώρακαταλάβαινεπόσολίγοχρόνοείχε
αφιερώσειταδυοτελευταίαχρόνιααποκλειστικάστονΜαρκ.
Όλαείχανγίνειτόσοσταδιακά,πουδενείχεκαταλάβειότιαπομακρυνόταναπότονΜαρκπόντοπόντο,ώραμετηνώρα.
ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ15
Τοκουδούνιτηςπόρταςτηνέκανενατιναχτείπάνω.Ποιοςδιάολοςναήταν;ΠήρετηΦλόρααγκαλιάκαικατέβηκεκάτω.
Ταέχασεκαιένιωσελίγοαμήχανη,μόλιςείδετηναδερφήτης.«Α,γειασου,Ζόι»,μουρμούρισελίγοβραχνά.«Νόμιζαότιείχεςγύρισμααυτήτηνεβδομάδα».
«Τελειώσαμεχτεςκαιεπέστρεψααργάτηνύχτα.Σουείχαπειότιθαερχόμαστεμετάνακάνουμεγυρίσματακιεδώ,έτσιδενείναι;Έχωόμωςμερικέςμέρεςρεπό,πριναρχίσουμε»,είπεηΖόικοιτάζοντάςτηνερευνητικά.«Ταμάτιασουείναικόκκινα...Μήπωςέκλαιγες;»
«Όχι»,τηςαπάντησεηΣάντσα,ευχόμενηναμηνήταντόσοπαρατηρητικήηαδερφήτης.ΑλλάηΖόιπάνταήτανεύστροφηκαιοξυδερκής.
«Ημαμάείπεκακάλόγια»,πληροφόρησεηΦλόρατηθείατης.«Κακήμαμά».
«Ναι,κακήμαμά»,συμφώνησεηΖόι,κοιτάζονταςπροσεκτικάτηναδερφήτης.«Ποιονέβριζες;Αυτότογλυκύτατοπλασματάκι;Πέρασεςδύσκολημέραμαζίτηςήμήπωςσυμβαίνεικάτιάλλο;»
«Μουχύθηκεοκαφές,αυτόείναιόλο...τίποτασπουδαίοδηλαδή»,είπεηΣάντσα,αποφεύγονταςτοβλέμματηςαδερφήςτης.
«Μμμ».ΗΖόιχαμογέλασεστηΦλόρα.«Εσύέριξεςτοφλιτζάνι,ε;Σίγουρα.ΈλατώραστηθείαΖόι».
Ημικρήπήγεπρόθυμαστηναγκαλιάτηςκαιάρχισεναπεριεργάζεταιαμέσωςταμακριάτηςσκουλαρίκια.
«Κάτωταχέρια,τέρας»,τηςείπεηΖόι,κατεβάζονταςταπαχουλάχεράκιααπόπάνωτης.«Όλαθέλειςναταπειράζεις.Θεέμου,τιτυχερήπουείμαιπουδενέχωπαιδιά!»
«Είναικαιρόςνααποκτήσειςκιεσύ»,τηςείπεηΣάντσαγιαναεισπράξειμιασαρδόνιαματιάαπότηναδερφήτης.
«Ποιοςτολέειαυτό;Ανκρίνωπάντωςαπόσένα,δεθαέλεγαότιείσαικαισπουδαίαδιαφήμισητηςμητρότητας.Κάθεφοράπουσεβλέπω,είσαικαιχειρότερη.Λοιπόν,τιθα'λεγεςγιαένακαφεδάκι;Ήμήπωςέχειςδουλειά;»
«Όχιβέβαια».ΗΣάντσαπήγεστηνκουζίνακαιηΖόιτηνακολούθησε.Ηαδερφήτηςφορούσεένακομψόστενόδερμάτινομαύροπαντελόνιμ'έναμεταξωτόσμαραγδίπουκά-
16CHARLOTTELAMB
μισόαπόπάνω.ΗΙάντσατακοίταξεμεζήλια.Θαπρέπειναήτανσινιέρούχα,γιατίείχανπολύωραίο
κόψιμοκαιήτανπολύκομψά.
Πάντως,εκείνηδενμπορούσεν’αγοράσειτέτοιαρούχα,αλλάκαιναμπορούσε,δεθαείχετηνευκαιρίαναταφορέσειποτέ.ΗΦλόραθατηςτακατέστρεφεστηστιγμή.Θατουςέριχνεφαγητόήθαέκανεεμετόπάνωτουςήθαταλέρωνεμεκαμιάμπογιά.Είχεχιλιάδεςτρόπουςγιανασουχαλάσειέναρούχοκαιπάνταχωρίςμεγάληπροσπάθεια,αλλάδενμπορούσεςνατηνκατηγορήσειςότιτοέκανεεπίτηδες.
ΈτσικιαλλιώςπάνωτηςδεθαέδειχναντόσοωραίαόπωςστηΖόι,ηοποίαήταντριάνταδύοχρόνων,μεμαλλιάστοχρώματηςφωτιάςκαιπράσιναμάτια,ψηλή,όμορφη,έξυπνη,ταλαντούχακαικαλοπληρωμένη.ΗΖόιεργαζότανσεμιαεταιρείαπαραγωγήςταινιώνγιατηντηλεόρασηκαιαυτήτηνεποχήγύριζεμιασειράτεσσάρωνεπεισοδίωναπόέναβιβλίομπεστσέλερμεσυμπρωταγωνιστέςπολύηχηράονόματα.
Είχεένασπίτιέξωαπότηνπόλη,αλλάδενπολυέμενεεκεί,γιατί,λόγωτηςδουλειάτης,γύριζεσυνεχώςόλοτονκόσμο.Ποτέδενήξερεςπούθαπήγαινεμετά.ΤηνπροηγούμενηχρονιάείχεκάνειταινίεςστηνΙσπανίακαιτηνΚαλιφόρνια,αυτότοχρόνοόμωςδούλευεσυνεχώςστοντόποτης,στηνΑγγλία.
ΟιδυοαδερφέςείχανπάνταπολύστενήσχέσηκαιακόμαμετάτογάμοτηςΣάντσαβλέπονταναρκετάσυχνά.ΗΖόιήτανηκαλύτερηφίλητηςΣάντσακαιαςήταντόσοδιαφορετικέςοιζωέςτους.
ΗιδιωτικήζωήτηςΖόιήταναπρόοπτηκαιενδιαφέρουσα,όπωςκαιηκαριέρατης.ΗΣάντσαδενμπορούσεναβρειλογαριασμόμετουςάντρεςπουέβγαινεηαδερφήτης,συνήθωςωραίουςκαιδιάσημους,αλλάκανέναςτουςδεθαπρέπειναείχεπαίξεισημαντικόρόλοστηζωήτης,αφούκανένανδενείχεσυστήσειούτεστουςγονείςούτεστηναδερφήτης.ΤομόνοπράγμαπουφαινότανναενδιαφέρειπραγματικάτηΖόιήτανηκαριέρατης.
ΠροτούγνωρίσειτονΜαρκ,ηΣάντσαήταναποφασισμένηνακάνεικιεκείνηκαριέρα,αλλάστηφωτογραφίακαιόχιστονκινηματογράφο.Εργαζότανσ’έναδιάσημοφωτογρά-
φοτηςΜττοντΣτρητ,οοποίοςειδικευότανστημόδα,καιείχεβάλειπολύυψηλούςστόχουςγιατονεαυτότης.Σχεδία-ζενααποκτήσειμιαμέρατοδικότηςστούντιοκαινακάνειτοόνομάτηςγνωστόσεόλοτονκόσμο.Ναι,κάποτεείχεκιεκείνηόνειρα.
ΗάφιξητουΜαρκστηζωήτηςταείχεαλλάξειόλα.Τημιαστιγμήήταναπόλυτααφοσιωμένηστηδουλειάτηςκαιτηνάλληείχεπάψεινατηνενδιαφέρει.ΜόνοοΜαρκτηνενδιέφερεπια.Ταξέχασεόλακαιτομόνοπουτηνένοιαζεήτανναείναισυνεχώςμαζίτου,νατοναγαπάεικαινακάνουνέρωτα.ΜελίγαλόγιαοΜαρκκατάπιεόλητηςτηζωή.
ΗΖόιόμωςδενείχεδυσκολευτείκαθόλουναανεβείψηλά.Είχεμεγάλεςικανότητεςκαιπολύισχυρήπροσωπικότητα.ΗΣάντσαείχεμεγαλώσειστησκιάτης,έχονταςπλήρησυνείδησηότιδενήτανούτετόσοωραίαούτετόσοέξυπνη.Θαμπορούσεμάλισταναείχεμείνειγιαπάνταστησκιάκαιναέχειχάσειτελείωςτηναυτοπεποίθησήτης,αλλάτοείχεβάλειπείσμαναγίνειμιαμέραπετυχημένησαντηναδερφήτηςκαιν’αποκτήσεικιεκείνηόνομα.
Ηανταγωνιστικότητάτουςείχεπάρειτέλος,μόλιςηΣάντσαπαντρεύτηκεκαιέκανεπαιδιά.ΤότεέπαψενατηνενδιαφέρειηεπιτυχίακαιηπροβολήτηςήτοπώςναφτάσεικαιναξεπεράσειτηΖόι.Ήτανπολύευτυχισμένηγιαναμπορείνασκέφτεταιτηνκαριέρατης.Τηφωτογραφικήμηχανήτηνάγγιζεπλέονμόνογιαναβγάλειφωτογραφίεςσταπαιδιάτης.
ΑφούτακτοποίησετηΦλόραστοκαρεκλάκιτης,ηΖόιάνοιξετοψυγείο,βρήκετηνπορτοκαλάδα,έβαλελίγησεμιακούπα,τηνέδωσεστημικρήκαιύστερακάθισεκοντάστοτραπέζι,κρατώνταςαπόστασηασφαλείαςγιαναμηντηνπιτσιλίσειηανιψιάτης.
ΗΣάντσαέφτιαξεκαφέ,έχονταςτηνπλάτηγυρισμένηστηναδερφήτης.«Πώςπηγαίνειτογύρισμα;Όλαεντάξειήμήπωςέχετεπροβλήματα;»ρώτησε.
«Έχουμεέναπρόβλημα.ΟδιευθυντήςεπιλογήςτωνηθοποιώνεπέμενεναπάρεικαιτονΧαλΘάξφορντ».ΗψυχρότηταστηφωνήτηςΖόιέκανετηΣάντσαναχαμογελάσει,γιατίήξερετιςαπόψειςτηςαδερφήςτηςγιατονΧαλΘάξφορντ.
«Ξέρωότιδεντονπολυσυμπαθείς...αλλάείναικαλόςηθοποιός.Δενείναι;»τηρώτησε.
«ΚαλόςηθοποιόςοΘάξφορντ;Αςγελάσω!ΑυτόςτομόνοπουκάνειείναιναστέκεταισανξύλομεδιπλωμέναταχέριατουκαινααγριοκοιτάζεισαντονΧίθκλιφήναλέειταλόγιατουσανναβρυχάται».
«Είναιπολύαισθησιακόςόμως»,τηνπείραξεηΣάντσα,σερβίρονταςτονκαφέσταφλιτζάνια,σκέτοκαιχωρίςζάχαρη,όπωςάρεσεστηΖόι.
Λίγοέλειψεόμωςνατηςπέσουναπόταχέρια,μόλιςστράφηκεκαιείδετηναδερφήτηςναδιαβάζειτογράμμαπουείχεαφήσειστοτραπέζι.
ΗΖόισήκωσετοκεφάλικαιτηνκοίταξεσταμάτια.«Ώστεγι’αυτόείσαισήμερασανπεθαμένηκιάθαφτη».
ΗΣάντσαστηναρχήχλόμιασεκαιμετάέγινεκατακόκκινησανπαντζάρι.«Πώςτολμάςναδιαβάζειςταγράμματάμου;»
Αφησεταφλιτζάνιακάτωτόσοαπότομα,πουχύθηκελίγοςκαφέςκαιάρπαξετογράμμααπότοχέριτηςαδερφήςτης.
ΗΖόιήταναπτόητηόμως.«Αφούήτανανοιχτό!Χωρίςνατοθέλω,διάβασαμερικέςλέξειςκαιτότεέπρεπεναδιαβάσωκαιταυπόλοιπα».ΚοίταξετηΣάντσααυστηρά,μισοκλείνο-νταςταμάτια.«Είναιαλήθεια;»
ΗΣάντσακάθισεκάτωκαιέχωσετοτσαλακωμένογράμμαστηντσέπητουμπλουτζίντης.«Όχιβέβαια!»
Έπεσεσιωπή.ΗΖόιπαρατηρούσετηναδερφήτηςκατσουφιασμένηκαιμεέκφρασηεπιφυλακτική.«Τογραφικότηςχαρακτήρατοναναγνώρισες;»
ΗΣάντσακούνησεαρνητικάτοκεφάλι.«Όχι.Πώςσυμπεραίνειςότιείναιγυναικείος;»ρώτησεμετάαπόμικρήσκέψη.
ΤοκατακόκκινοστόματηςΖόιστράβωσεκυνικά.«Μόνοοιγυναίκεςτακάνουναυτά.Οιάντρεςμεταχειρίζονταιδιαφορετικέςμεθόδους.Αυτοίήέρχονταικαισουτολένεσταίσιαήσουκάνουνμυστήριατηλεφωνήματα...ανασαίνουνβαριά...ψιθυρίζουναπειλές...τέτοιαπράγματα.Οιγυναίκεςπροτιμούννασουστέλνουνδηλητηριώδηγράμματαμευστερικάλόγιακαισεξουαλικούςυπαινιγμούς.ΠροφανώςαυτόεδώέχειέρθειαπότογραφείοτουΜαρκ.Ίσωςναείναιαπόκάποιαπου
τηςαρέσει,αλλά,επειδήδεντηςδίνεισημασία,ζηλεύειτηγραμματέατου».
ΣτομεταξύηΦλόραείχεπιειόλοτοχυμότηςκαιείχεαρχίσεινακοπανάειτηνκούπαστοδίσκοτηςκαρέκλαςτης.ΗΖόιπετάχτηκεαμέσωςπάνωκαιπήρετηνκούπα.
«Πώςτοαντέχειςαυτόόλημέρα;Εγώθατρελαινόμουν».
ΗΣάντσαπήρετημικρήαπότοκαρεκλάκιτηςκαιτηνπήγεστοπάρκοτης.ΗΦλόραέπιασεαμέσωςέναπάνινοελεφαντάκικαιτοέσφιξεστηναγκαλιάτης.«Δικόμουεφέ-λαντα»,είπεχαδιάρικα.«Δικόμου,δικόμου».
ΗΣάντσαχάιδεψετρυφεράτιςκόκκινεςμπουκλίτσεςτης.«Είναιολόιδιαμ'εσένα,ξέρεις»,είπεστηναδερφήτηςπουφαινόταναγανακτισμένη.
«Δενείμαστεκαλά!Εγώποτέδενήμουντόσοκουραστική».
«Κιόμως!Ημαμάλέειότικόντεψεςνατηντρελάνεις.Εδώπουταλέμε,δενέχειςαλλάξεικαιπολύαπότότε».
ΗΖόικοίταξετηνανιψιάτης,πουείχεβγάλειέξωτηροζγλωσσίτσατης,σφίγγονταςτοελεφαντάκιστηναγκαλιάτης.
«Δικόμουεφέλαντα»,είπεξέρονταςότιηθείατηςμπορούσενατηςτοπάρειόποτεήθελε.
«Τέρας»,είπεηΖόιαυθόρμητακαιύστεραρώτησεκάπωςαμήχανατηναδερφήτης:«Μουμοιάζειπράγματιήαστειευόσουν;»
«Δεναστειευόμουνκαθόλου.Καιβέβαιασουμοιάζει»,απάντησεηΣάντσα,ενώκαθότανπάλιστοτραπέζι.
Ηαδερφήτηςρίγησεκαιτηνξανακοίταξεσκεφτική.«Λοιπόν,τισκοπεύειςνακάνειςμ’αυτότογράμμα;»τηρώτησε.
Εκείνηανασήκωσετουςώμουςκαιήπιελίγοκαφέ.«Θατοαγνοήσωφυσικά.Θατοκάψωκαιθατοπετάξωστασκουπίδια,όπουκαιανήκει».
«Είσαισίγουρηότιλέειψέματα;»ΤαμάτιατηςΖόιείχανγίνειξαφνικάπολύδιεισδυτικά.Ήξερεπολύκαλάτηναδερφήτηςκαιείχελόγουςναυποπτεύεταιότιδενήταναπόλυταειλικρινήςμαζίτης.Τοπρόσωπο,ταμάτια,ηστάσητηςγενικάήτανπολύαποκαλυπτικά.
ΞαφνικάηΣάντσααποφάσισενατηςπειόλητηναλήθεια.«Οχ,δενξέρω»,ομολόγησεαναστενάζοντας.«Ούτεμουείχεπεράσειποτέαπ’τομυαλό,μέχριπουπήρααυτότογράμμα.Ωστόσο,μπορείναείναι...ΗαλήθειαείναιότιμετονΜαρκδενταπάμεκαιπολύκαλάτελευταία...στηνουσίααπότότεπουγεννήθηκεηΦλόρα.Στηναρχήένιωθακουρασμένηκαικακόκεφηκαιδενμπορούσανα...δηλαδήδενήθελα.Δενξέρωγιατί...Ίσωςηερωτικήμουδιάθεσηνακατέρρευσε,επειδήέκανατρίαπαιδιάτόσοκοντάτοέναμετοάλλο.ΟΜαρκστηναρχήήτανπολύκαλόςμαζίμου,αλλάτοπράγματραβούσε...Τώρατελευταίαδεμιλάμεσχεδόνκαθόλου...Ασεπουέχουμεμήνεςνα...»
«Νακάνετεέρωτα;»συμπλήρωσεηΖόιτηφράσητης.
ΗΣάντσακούνησετοκεφάλιτηςκαταφατικά,μεδάκρυασταμάτια.
ΗΖόισηκώθηκεαμέσως,πήγεκοντάτηςκαιτηναγκάλιασε.«Μηνκλαις,Σάντσα.Αχ,πόσολυπάμαι!Δενήθελανασεαναστατώσω».
Εκείνηκατόρθωσενασυγκροτήσειταδάκρυάτης.ΈτριψεταμάτιατηςκαιηΖόιτηςέδωσεέναμαντίλι.Τοπήρε,σκούπισεταμάτιακαιφύσηξετημύτητης.«Συγνώμη».
«Μηναπολογείσαιγιατ’όνοματουΘεού!»αναφώνησεηαδερφήτης.«Εγώστηθέσησουθαχαλούσατονκόσμο.Θαέβαζατιςφωνέςκαιθαταέσπαγαόλαεδώμέσα.ΜαζίμετοκεφάλιτουΜαρκ!Στοκάτωκάτωτηςγραφής,ανήσουνπολύκουρασμένηγιανακάνειςέρωτα,ήτανλόγωτωνπαιδιώντου!Συνήθωςχρειάζονταιδύογι'αυτήτηδουλειά.Ταπαιδιάείναικαιδικότουπρόβλημα.Σάντσα,πρέπεινατουτοπεις,νατουδείξειςτογράμμα...κιανείναιψέματα,θατοκαταλάβειςαπόταμούτρατου.Αλλάκαιαλήθειαναείναι,δεθατακαταφέρεινασουκρυφτεί».
ΗΣάντσατηνκοίταξεμεαπλανέςβλέμμα.«Καιμετάτιθακάνω;Ανμουπειότιείναιαλήθεια;Ότιέχειδεσμό;Εγώπώςπρέπεινααντιδράσω;Θατουπω:‘Καλά,δενπειράζει,συνέχισε;’Ότιαπλώςήθελαναξέρω;Ήθατουδώσωτελεσίγραφο:Έγώήαυτή,διάλεξεκαιπάρε’;Καιανδιαλέξειεκείνη;Ανσηκωθείκαιφύγεικαιμ’αφήσειμεταπαιδιά;»
«Ανπρόκειταινατοκάνειαυτό,καλύτερανατομάθειςαπότώρα.Δενμπορείςνακρύβειςτοκεφάλισουστηνάμμοκαινακάνειςσανναμησυνέβητίποτα,μετηνελπίδαότιθατουπεράσει.Μαδενέχειςκαθόλουεγωισμό,πουναπάρεικαινασηκώσει;»
ΗΣάντσαήθελεναβάλειτακλάματα,αλλάκατόρθωσενασυγκρατηθεί.«Υπάρχουνσπουδαιότεραπράγματαστηζωήαπότονεγωισμόμας»,τηςαπάντησεήρεμα.
«Υπάρχεικάτιπιοσπουδαίοαπότογάμοσου;»τηναντέ-κρουσεηΖόιαυστηρά.«Έλατώρα,Σάντσα,πρέπεινατοαντιμετωπίσεις.Αυτήτην...πώςτηλένε;Ζακί;Τηγνωρίζεις;Πώςείναι;»
«Δενέχωιδέα.Ούτεπουτηνέχωδειποτέ».ΗφωνήτηςΣάντσαράγισεκαιαπότηνπροσπάθειαναδείχνειήρεμη,τηνέπιασετρεμούλα.«Σταμάταναμουκάνειςερωτήσεις.Πρέπεινασκεφτώ,αλλάπώςμπορώνασκεφτώ,ότανέχωτόσαπράγματανακάνωόλητηνώρα;ΚαιμόνοηΦλόραμεεξουθενώνει».
ΗΖόικοίταξετοδίχρονοκοριτσάκιπουχοροπηδούσεμέσαστοπάρκοτου.«Τοφαντάζομαι.Καιμόνονατηνκοιτάς,κουράζεσαι».ΞανάστρεψετοβλέμματηςστηΣάντσα.«Σήμεραδενέχωνακάνωτίποτα.ΘέλειςναμείνωεγώμετηΦλόρακαιναπαςεσύκάπουνασκεφτείςμετηνησυχίασου;»
ΗΣάντσαγέλασε.«Σεμισήώραθασ’έχειβγάλεινοκάουτ!»
«Μασουτηνέχωξανακρατήσει!»
«Ναι,τηνύχταπουκοιμόταν.Αλλάδενέχειςιδέατικάνειμόλιςξυπνήσει.Θαέπρεπεναέχειςμάτιακαιστηνπλάτηγιαναταβγάλειςπέρα».
ΗΖόιανασήκωσετουςώμους.«Θατακαταφέρω.Δενείμαικαιτόσοχαζή.Λοιπόν,φύγετώρα.ΠήγαινεκάπουκαιξέχασετηΦλόραγιαμερικέςώρες.Δεχρειάζεταινακάθεσαιεδώκαινακλαιςτημοίρασου.Κάνεκάτιγιατονεαυτόσου.Πήγαινεναφτιάξειςταμαλλιάσου!Χρόνιαέχειςν’
αλλάξειςχτένισμα.Μιααλλαγήθασεκάνεινανιώσειςπολύκαλύτερα.Καιγιατααγόριαμηνανησυχείς*θαπάωναταπάρωεγώαπότοσχολείο.Μόνο...μπορείςναείσαιπίσωστιςέξι,γιατίέχωέναραντεβούστιςεφτάμισι;»
ΗΣάντσαδίστασελίγο,αλλάτελικάτηςχαμογέλασε.«Εντάξει.Ευχαριστώ,Ζόι...Ανείσαισίγουρηότι...»
«Είμαι!»
«Ευχαριστώ.Είσαιέναςάγγελος.Θαπάωναφτιάξωταμαλλιάμου.Έχειςδίκιο...Πρέπεινατοκάνωαυτό.Ανόμωςέχειςκανέναπρόβλημα,πήγαινεστηΜάρθα.Τηθυμάσαι;
Μένειακριβώςαπέναντι.Είναιεκείνηηκοντούλαμεταπολύκοντάμαύραμαλλιά.Εκείνηθασεβοηθήσει,ανπάεικάτιστραβά».
ΗΖόιχαμογέλασεκαικούνησεκαταφατικάτοκεφάλι.«Εντάξει,εντάξει.Δεχρειάζεταιν'ανησυχείςκαιτόσοπολύ.Αντε,πήγαινετώρα.Τώραπουδενκοιτάζειπροςταεδώτοτερατάκισου».
ΗΦλόραεκείνητηστιγμήτουςείχεγυρισμένητηνπλάτη.Αγωνιζότανναχωρέσειένααρκουδάκιμέσασ’έναμικρόπλαστικόκατσαρολάκικαιήταντόσοαπορροφημένη,πουδενπρόσεχετιγινότανπίσωτης.
ΗΣάντσαέριξεμιαματιάγεμάτηευγνωμοσύνηστηναδερφήτηςκαιύστεραάρπαξετηντσάντατηςκαιβγήκεαπότοδωμάτιοστιςμύτες.Δέκαλεπτάαργότεραβρισκότανστοαυτοκίνητότηςκαικατευθυνότανπροςτοκέντροτηςπόλης.Πρώταπρώταπήγεστονκαλύτεροκομμωτήπουήξερεκαιτακατάφερεναπάρειαμέσωςσειρά,επειδήείχεακυρωθείκάποιοραντεβού.Οκομμωτής,πουήρθενατηςφτιάξειταμαλλιά,βύθισετηντσατσάραμέσαστιςπυκνέςτηςμπούκλεςκαιέκανεμιαγκριμάτσα.
«Αυτάταμαλλιάθαμουπάρουνπολλέςώρες!»είπεμουτρωμένος.«Έχετεαποφασίσειπώςταθέλετε;»
«Διαφορετικάαπ’ό,τιείναιτώρα»,τουαπάντησεηΣάντσααμήχανα.Αυτόπουήθελεστηνπραγματικότητανατουπειήταν:Κάνεμεόμορφη.Κάνεμεγοητευτικήγιαναμπορέσωναξανακερδίσωτονάντραμου!Αχ,αςγινότανναξαναπήγαινεέξιχρόνιαπίσωκαιναγινότανόπωςήτανπριναρχίσειναγεννοβολάεικαιναχαλάειτησιλουέτατης!
Οκομμωτήςάρχισενατηςαραιώνεικαινατηςκόβειταμαλλιάκιεκείνηκαθότανπίσωστηνκαρέκλατηςμεταμάτιακλειστάκαισκεφτόταν.Ακόμαόμωςδενμπορούσεναπάρειαποφάσειςγιατίποτα.Πρώτααποφάσιζετοένα,ύστερατοάλλο,ενώστοβάθοςτηνέτρωγεοφόβοςμήπωςέκανεκάτιπουθαοδηγούσεστηδιάλυσητουγάμουτης.
Τελικάεκείνοτογράμμαμπορείναέλεγεψέματακαιδενήτανσωστόναβασανίζεταιγιατοτίποτα.Ανέλεγεαλήθειαόμως;Ηκαρδιάτηςβούλιαξεκαιάρχισεναμασουλάειταχείλητηςγιαναμηνκλάψει.Τιθακάνω,Θεέμου;αναρωτήθηκε.ΜήπωςείχεδίκιοηΖόι;Μήπωςέπρεπενααντιμετω-ττίσειτονΜαρκσταίσια;Νατουδείξειτογράμμακαινατονρωτήσειανέλεγεαλήθεια;
Όχι,αυτόδενμπορούσενατοκάνει,γιατίφοβόταντιθασυνέβαινεμετά.Ένιωθεσανναστεκότανστημε'σηκάποιουναρκοπεδίουκαιότιμετοπαραμικρόβήμαθαμπορούσεναανατιναχτείστοναέρα.
Όχι,δενήτανακριβώςέτσιταπράγματα.Πρώταέπρεπεναμάθειανυπήρχεκάποιααλήθειασ'εκείνη
τηνκατηγορία.Πώςμπορούσενατοκάνειαυτόόμως,χωρίςναρωτήσειτονίδιοτονΜαρκ;
Απόψεεκείνοςθαέτρωγε,υποτίθεται,μετοαφεντικότου,τονΦρανκΜονρό,τονάνθρωποπουείχεφτιάξειτηνκατασκευαστικήεταιρείακαιπουακόμαείχετομεγαλύτερομέροςτωνμετοχώντης.ΟΜαρκδενείχεπειπούθαπήγαινανγιαφαγητό,αλλάσίγουραθαέτρωγανήστοσπίτιτουΜονρό—μιαβίλαέξωαπότηνπόλη—ήσεκάποιοαπόταπιοακριβάεστιατόριατηςπόλης.
ΘαμπορούσενατηλεφωνήσειστοσπίτιτουΜονρόκαιναζητήσειτονΜαρκμετηδικαιολογίαότικάτιήθελενατουπεικαι,ανεκείνοςδενήτανεκεί,θακαταλάβαινεότιτηςείχεπειψέματα.
ΑναστέναξεκιαμέσωςοκομμωτήςΤηρώτησε:«Τισυμβαίνει;Δεσαςαρέσουν;»
ΗΣάντσαταέχασε.Ανοιξεταμάτιατηςκαιτότεείδεστονκαθρέφτηπόσαμαλλιάτηςείχεκόψει.«Α...καλάείναι...εγώ...»τραύλισεμηξέρονταςπώςέπρεπεν’αντιδράσει.
«Θαείναιπολύκαλύτεραμόλιςταστεγνώσωκαιταφορμάρω»,τηςυποσχέθηκε.«Ακόμαδενμπορείτεναέχετεμιαπλήρηεικόνα».
«Σωστά»,τουαποκρίθηκεμ’ένααχνόχαμόγελο.Ακόμαδενμπορούσεπράγματιναέχειπλήρηεικόνα.Έπρεπεναπεριμένει.ΗΖόιόμωςείχεδίκιο.Έπρεπεναμάθειτηναλήθεια.Τώραπουείχεμπειτοδηλητήριομέσατης,δενμπορούσεναησυχάσει.Τοένιωθενακυλάεισανυγρήφωτιάμέσαστιςφλέβεςτης.
Μίαώρααργότεραέφυγεαπότοκομμωτήριοτόσοδιαφορετικήαπόπριν,ώστε,ότανκοιτάχτηκεστονκαθρέφτη,κόντεψεναμηναναγνωρίσειτονεαυτότης.Ταμαλλιάτηςήταντώραφτιαγμένασεμικρέςχαριτωμένεςμπούκλεςπου
πλαισίωνανυπέροχατοπρόσωπότηςκαιτηνέκανανναδείχνειπολύνεότερη.
Προτούστεγνώσουνταμαλλιάτηςμετοπιστολάκι,μιανεαρήβοηθόςτήςείχεκάνειένακαλόκαθαρισμόπροσώπουκαιτηνείχεμακιγιάρειμεχρώματαπουηίδιαδεθαδιάλεγεποτέ:έντονοκόκκινοσταχείλη,ένααπαλόβερικοκίσταβλέφαρακαιέναπολύανοιχτόροζσταζυγωματικά.Στησυνέχεια,τηνώραπουτηςστέγνωνανκαιτηςφορμάριζανταμαλλιά,τηςείχανκάνεικαιμανικιούρ,αλλάείχεαρνηθείνατηςβάψουντανύχιαστοίδιοχρώμαμετοκραγιόντης.
Έτσι,ηκοπέλαταείχεπεράσειμ’ένααπλόδιάφανοβερνίκι.Τώραταδάχτυλάτηςφαίνοντανκομψάκαιμακρύ-τερα.Βέβαια,τοπόσοθακρατούσανμεταπλυσίματατωνπιάτων,τασφουγγαρίσματακαιόλαταυπόλοιπα...αυτόήτανμιαάλληιστορία.
«Είστευπέροχη!»τηςείχανπειόλοιστοκομμωτήριο,ότανπλήρωνετολογαριασμόκιεκείνηείχεχαμογελάσειξέρονταςότιτηςέλεγανψέματα.
«Ευχαριστώ»,είχεπεικαιτουςείχεδώσειπολύκαλό·--φιλοδώρημα.
ΒαδίζονταςστηνκεντρικήλεωφόροτουΧάμπτον,τημικρήπόληπουαπείχεμίαώρααπότοΛονδίνο,τομάτιτηςέπεσεστορολόιτηςεκκλησίαςπουχτυπούσετηνώρακαιγιαπρώτηφοράσυνειδητοποίησεότιήτανκιόλαςμία.Μόνοτότεθυμήθηκεότιδενείχεφάειτίποτα.
Νιώθονταςελεύθερηκαιανέμεληγιαπρώτηφοράεδώκαιπολύκαιρό,αποφάσισενατορίξειλίγοέξω.
ΒρισκότανστηΧάιΣτρητμεκατεύθυνσητοκαλύτεροεστιατόριοτηςπόλης,έναγαλλικόμπιστρόμετοόνομαΛ’Εσπρί,αλλάμόλιςπήγεναδιασχίσειτοδρόμο,είδεστοαπέναντιπεζοδρόμιοτονΜαρκκαιπάγωσε.Είχετοχέριτουτυλιγμένοστημέσημιαςκοπέλαςκαιτηνοδηγούσεπροςτιςπεριστρεφόμενεςπόρτεςτουεστιατορίου.
Ένααυτοκίνητοφρενάρισεαπότομαμπροστάτηςκαιοοδηγόςέβγαλετοκεφάλιτουκαιτηςφώναξεθυμωμένα:«Πούπας,κυράμου;Τρελάθηκες;Παραλίγονασεχτυπήσω!Φύγεαπότημέση,ηλίθια!»
ΗΣάντσατουζήτησεμηχανικάσυγνώμηκαιτραβήχτηκε
πίσω,έχονταςσυνειδητοποιήσειεπιτέλουςότιοΜαρκείχεμπειστοΛ’Εσπρί.
Ποιαήτανεκείνηηξανθιά;Κάποιαπελάτισσα;αναρωτήθηκε.Καιτότεθυμήθηκεότιείχετοχέριτουτυλιγμένομεοικειότηταστημέσητηςκαιότιηξανθιάείχεστρέψειτοκεφάλιτης,τονείχεκοιτάξεισταμάτιακαιτουείχεπεικάτιμεταχείλητηςμισάνοιχτα.
Αυτήείναι,συλλογίστηκε.ΤηΖακίΦαράρδεντηνείχεξαναδείποτέ,ξαφνικάόμωςήτανβέβαιηότιήτανεκείνηηκοπέλακαιότιόλ’αυτάπουέγραφετογράμμαήταναληθινά.ΟΜαρκτηςείχεπειψέματαγιατοπούθαπερνούσετηβραδιάτου.Δεθαπήγαινεναφάειμετοαφεντικότου,αλλάμετηΖακίΦαράρ.Μετάθαπήγαινανστοδιαμέρισμάτηςκαιθα...
Πήρεμιαβαθιάανάσα.Ηφαντασίατηςέτρεχεπεριγρά-φοντάςτηςτιθαέκανεοΜαρκμ’εκείνητηνκοπέλα.
Ήθελενακαθίσειστημέσητουδρόμουκαιναουρλιάξει.Ήθελενατρέξειμέσαστοεστιατόριοκαινατονσκοτώσει.Ανείχεπιστόλι,θαπυροβολούσεήεκείνονήτηνξανθιά...ίσωςκαιτουςδυο.ΉθελεναπληγώσειτονΜαρκόσοτηνείχεπληγώσεικιαυτός.Ήθελεναπάειστοσπίτι,ναβγάλειόλαταακριβάκαικομψάκοστούμιατουαπότηνντουλάπα,ναταπάειστονκήποκαινατουςβάλειφωτιάμαζίμεταωραίατουσινιέπουκάμισακαιτιςμεταξωτέςγραβάτες.Γιατί,ενώεκείνηφορούσεταπαλιάτουπουκάμισακαιταμπλουτζίν,αυτόςήτανπάνταάψογαντυμένος.Έλεγεβέβαιαότι,σανανώτεροστέλεχοςτηςεταιρείαςτου,έπρεπεναφροντίζειγιατηνκαλήτουεικόνα.
Πάντακοίταζεκατσουφιασμένοςτατριμμένατηςρούχακαιταατημέληταμαλλιά,ωστόσο,ποτέδεντηςείχεδώσειχρήματανααγοράσεικιεκείνηέναρούχοτηςπροκοπής.Χρήματατηςέδινε,βέβαια,αλλάεκείνηταπερισσότεραταξόδευεσερούχαγιαταπαιδιά.Τααφιλότιμαμεγάλωναντόσογρήγορα,πουόλοκάτικαινούριοέπρεπενατουςαγοράζεικιέτσιποτέδενπερίσσευετίποταγιατονεαυτότης.ΟΜαρκβέβαιααυτάταπράγματαουδέποτεταπρόσεχε.Ό,τιέπρεπεναγίνειγιαταπαιδιά,τοάφηνεσ’εκείνηκαιποτέδερωτούσετιέκανεταχρήματαπουτηςέδινε.Ότανέβγαινανέξωμαζί,εκείνηφορούσεπάντακάποιο
φόρεμαπουείχεαπόχρόνια,αλλάπουτηςφαινόταναρκετάκομψόακόυα.Ευτυχώςδενείχεπάρειπολλάκιλά,ωστόσο,όλατακαλάτηςρούχαήτανπλέονντεμοντέ...πράγμαπουοΜαρκποτέδεφαινότανναπροσέχει.
Πάντως,πολύκαιρότώρατηνκοιτούσεψυχρά,σαννατησιχαινότανήσαννατηβαριόταν.Προσπάθησεναθυμηθείπότεείχεαρχίσειαυτό...ΛίγομετάτηγέννησητηςΦλόρας;Όχι,όχιαπότόσοπαλιά.
ΜήπωςαπότηνεποχήπερίπουπουείχεπάειηΖακίΦαράρστηνεταιρείατου;Ένιωσενατηςσφίγγεταιτοστομάχιαπότονπόνο.Ναι,τότεθαπρέπειναείχεαρχίσειαυτήηκατάσταση.
Πάντωςηξανθιάδεφαινότανπαραπάνωαπόείκοσιτριώνχρονώνκαιβέβαιαδενείχεκάνειτρειςγέννεςγιαναχαλάσειτοσώματης.Καιασφαλώςομισθόςτηςθαήταναρκετάκαλόςγιαναμπορείνααγοράζειταστενάρούχαπουτόνιζανόμορφατιςγραμμέςτης.ΟΜαρκείχεπεικάποτεότιηκαινούριαγραμματέαςτουήτανέξυπνη,ικανήκαιδραστήρια,αλλάπροφανώςδενήτανμόνοτομυαλότηςαυτόπουτονείχεελκύσει.ΤώραπουηΣάντσατηνείχεδειμεταμάτιατης,ήτανσίγουρηγι’αυτό.
Ήθελενατονσκοτώσει.Τονμισούσε.Τονμισούσετόσοπολύ,πουταμάτιατηςέκαιγαναπόταδάκρυα.Καιτοναγαπούσετόσοπολύ,πουστηνπιθανότηταότιμπορούσενατονχάσει,τηςερχότανναπέσειναπεθάνει.ΣτηζωήτηςοΜαρκήτανοέναςκαιμοναδικός.Αλλοςάντραςδεντηνείχεσυγκινήσειποτέ.Είχεβέβαιακάναδυοφίλουςπριναπ’αυτόν,αλλάοΜαρκήτανοπρώτοςπουείχεερωτευτείπραγματικάκαιπουεπίεφτάχρόνιατώραυπήρξεηανάσακαιτοεπίκεντροτηςζωήςτης.Όχι,δενάντεχενατονχάσει.
Δεθατονχάσεις,συλλογίστηκεαγριεμένη.Αυτότοξανθόπαλιοθήλυκοδενπρόκειταινασουτονπάρει.ΟΜαρκανήκεισ'εσένα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ2
ΗΣάντσαέκανεμεταβολήκαιξανάρχισεναβαδίζεικατάμήκοςτηςκεντρικήςλεωφόρου.Δενήξερεούτεπούπήγαινεούτετιήθελενακάνει.Τομόνοπουκαταλάβαινεήτανότιέπρεπενασκεφτεί.Τηςήταναδύνατονν’αντικρίσειτηΖόι,πρινξαναβρείτηναυτοκυριαρχίατης.Μετηνπρώτηματιάπουθατηςέριχνεηαδερφήτης,θατακαταλάβαινεόλα.Γνωρίζοντανπολύκαλάοιδυοτουςκαιμεταξύτουςείχανελάχισταμυστικά.ΗΖόιήξερεήδηγιατοανώνυμογράμμα.Θατηςείχεφανείπολύφυσικόνατοπάρεικαινατοδιαβάσει’καιβέβαιαποτέδεθατηςείχεπεράσειαπ’τομυαλόότιδενείχετοδικαίωμαναδιαβάζειτηνπροσωπικήαλληλογραφίατηςαδερφήςτης.
Ωστόσο,υπήρχεέναμυστικόπουηΣάντσαδεσκόπευεναμοιραστείμαζίτης.ΗΖόιτηνείχερωτήσειανείχεεγωισμό...Καιβέβαιαείχε!Ήταντόσοεγωίστριαμάλιστα,πουποτέδεθ’άφηνεκανέναν,ούτεκαντηναδερφήτης,νακαταλάβειπόσοπολύτηνείχεπληγώσειηαπιστίατουΜαρκ.
ΗαχαλίνωτηφαντασίατηςάρχισεναοργιάζειπάλικαινατηςστέλνειεικόνεςτουΜαρκμ’εκείνοτοξανθόκορίτσι...ναφιλιούνται...ναπηγαίνουνστοκρεβάτι...
Όχι!Αυτόδενεπρόκειτονατοσκεφτεί,γιατίθατρελαινότανοπωσδήποτε.Ναι,θατρελαινότανσίγουρα,ανφανταζόταντονΜαρκστοκρεβάτιμ’εκείνητηνκοπέλα.
28CharlotteLamb
Κάρφωσετοβλέμματηςσεμιαβιτρίνα.Ήτανέναμαγαζίμερούχα.Προσπάθησεναστρέψειτοενδιαφέροντηςσταρούχαπουφορούσανοιγελαστέςακίνητεςκούκλες.Τομάτιτηςστάθηκεαμέσωςσ’έναφόρεμασεπράσινοσμαραγδίχρώμα,μ’ένακοντόζακετάκιαπόπάνω.Τηςάρεσεπολύαυτότοχρώμα.Έσκυψεπιοκοντάστοτζάμιγιαναδειτηνετικέταμετηντιμήκαιγούρλωσεταμάτια.Χριστέμου!Τόσοακριβόφόρεμαδενείχεαγοράσειποτέστηζωήτης.
Ήτανέτοιμηνασηκωθείναφύγει,αλλάσταμάτησεκαιέσμιξεσκεφτικήταφρύδια.Είχετόσοκαιρόν’αγοράσειέναόμορφορούχο...Γιατίναμηνέκανεκιεκείνημιαφοράκάτιτοεξωφρενικό;Αυτήτηστιγμήπάντωςτοτραβούσεπολύηόρεξήτης.ΕξάλλουοΜαρκείχετηδυνατότητανατηςδιαθέσειπερισσότεραχρήματααπ’ό,τιτηςέδινε.Χρόνιαείχενατηςαυξήσειτοχαρτζιλίκιτης,ενώγιατονεαυτότουαγόραζεόλητηνώρακαινούριαπουκάμισα,κοστούμιακαιγραβάτες.
Πήρεμιαβαθιάανάσακαιμπήκεστοκατάστημα.Μιαγυναίκαγύρισεκαιτηνκοίταξεαπόπάνωωςκάτωκαιστράβωσεταμούτρα,μόλιςείδετοπαλιότηςμπλουτζίνκαιτοξεθωριασμένοπουκάμισο.
Ηέκφρασήτηςήτανσανναέλεγεότιπελάτισσεςντυμένεςσανεκείνηδενήτανκαλοδεχούμενεςστομαγαζίτης.Ηίδιαήτανκοντήμεβαμμέναγαλαζωπάμαλλιάκαιφορούσεέναμπεζφόρεμαπουτηνέκανεναχάνεταιμέσαστοκομψόμπεζντεκόρτουκαταστήματος.
«Μπορώνασαςβοηθήσω;»τηρώτησεμεψυχρήευγένεια.
ΗΣάντσασήκωσεπερήφανατοκεφάλι.Δενείχεκαμίαδιάθεσηναυποστείτέτοιουείδουςσυμπεριφορά.Θαέλεγεκανείςότιδενυπήρχεούτεέναςάνθρωποςντυμένοςμεμπλουτζίν,ενώ,μιαματιάανέριχνεςστοδρόμο,θαέβλεπεςορδέςολόκληρεςνακυκλοφορούνμεμπλουτζίν.Κανέναςαπ’όλουςαυτούςδενέμπαινεσ’αυτότομαγαζί;Μπορεί...αντουςεπιφύλασσαντέτοιασυμπεριφορά.
«Θαήθελαναδοκιμάσωτοπράσινοφόρεματηςβιτρίνας».
Στηνπωλήτριαδενάρεσεαυτό.«Δενξέρωανυπάρχειστονούμερόσας»,τηςαπάντησεψυχρά,λεςκαιηΣάντσαείχετομέγεθοςελέφαντα.
«Αυτότηςβιτρίναςνομίζωότιμουκάνει»,τηςείπεη
ΕΡΩΤΑΣΚΑ!ΔΥΣΠΙΣΤΙΑ29
Σάντσαμ’έναύφοςσανναήτανέτοιμηνατηδαγκώσει.Φαίνεταιότιαυτόπουένιωθεφάνηκεστοπρόσωπότης,γιατί,μόλιςηάλληάκουσετονούμερότης,έβγαλεαπρόθυματοφόρεμααπότηβιτρίνακαιτηςτοέδωσενατοδοκιμάσει.
Τηςέκανετέλεια.Μόλιςτοφόρεσεμάλιστα,τηςάρεσετόσοπολύ,πουέβγαλεαμέσωςτοβιβλιάριότηςεπιταγώνκαιτοαγόρασεκιαςτηνείχεπιάσεινευρικότητααπότηνυπέρογκητιμήτου.
«Θατοφορέσω»,είπεστηνπωλήτρια.«Μπορείτεναμουδώσετεμιατσάνταγιαταρούχαμου;»
ΗγυναίκαπήρεμιατσάντακαιέβαλεμέσατομπλουτζίνκαιτοπουκάμισοτηςΣάντσαμ’έναύφοςσαννασιχαινότανακόμακαιναταπιάσει.ΜετάτοβλέμματηςκατέβηκεσταπόδιατηςΣάντσακιέκανεέναμορφασμόαηδίας.Ήτανσαννατηςέλεγεότιήτανγελοίοναφοράειτέτοιοφόρεμαμ’εκείναταφθαρμένακαιπολυφορεμένασπορπαπούτσια.
Δενείχεάδικο.ΗΣάντσαπήρετηντσάνταμεταρούχατηςκαιβγήκεαπότοκατάστημα.Δίπλαακριβώςυπήρχεέναμαγαζίμεπαπούτσια.Μπήκεμέσακαιαγόρασεέναζευγάριμαύρεςψηλοτάκουνεςγόβεςκαιμιαμαύρητσάντα.Εκείτουλάχιστονηπωλήτριαήτανπιοφιλική.Ήτανμιανέακοπέλαγύρωσταείκοσι,μεξανθάμαλλιάκαιπολύέντονομακιγιάζ.
ΌτανηΣάντσαπλήρωσετολογαριασμό,τηςείπε:«Πολύωραίοτοφόρεμάσας.Εδώδίπλατοπήρατε;Τοείχαδειστηβιτρίνα».
«Ναι,εκείτοπήρα,αλλάαυτήπουέχειτομαγαζίμουέδωσεπολύστανεύρα.Μεκοιτούσεσανναέβλεπεσκουλήκι.Έτσιείναιπάντα,αλήθεια;»
Ηκοπέλαχασκογέλασε.«Ναι,εκτόςανδιαθέτειςπολλάχρήματακαισεπεράσειγιαμεγάληαριστοκράτισσα.Είναιπολύσνομπ.Μηντηςδίνετεόμωςσημασία.Τοφόρεμασαςπηγαίνειπερίφημα».
ΗΣάντσατηςχαμογέλασεμεευγνωμοσύνη.«Ευχαριστώ».Τοείχεανάγκηαυτότοκομπλιμέντο,γιατίκόντευεναχάσεικάθεεκτίμησηγιατονεαυτότης.
Συνέχισετοορόμοτηςκαιξαφνιάστηκεότανεισέπραξεέναθαυμαστικόσφύριγμααπόένανκαθαριστήτζαμιών,
πουήτανανεβασμένοςσεμιασκάλα.Ότανσήκωσεταμάτιατηςκαιτονκοίταξε,τηςέκλεισεμενόηματομάτι.
«Κούκλαμου,πούκρυβόσουντόσοκαιρό;»τηςφώναξε.
ΗΣάντσαγέλασεαμήχανακαιτάχυνετοβήματης,αλλάσεκάθεβιτρίνα,πουπερνούσε,έριχνεμιαματιάστοείδωλότηςκαικάθεφοράπάθαινεσοκ.Ακόμαδενείχεσυνηθίσειτηνκαινούριατηςεικόνα...τηνκαινούριατηςκόμμωση,τοκομψόπράσινοφόρεμακαιταπαπούτσιαμετατακούνιαπουτηνέκανανναφαίνεταιψηλότερηκαιπιολεπτή.Ήτανεκπληκτικόπάντωςπόσοσουέφτιαχνετοκέφιηβελτιωμένηεμφάνιση.Χρόνιατώρακυκλοφορούσενιώθονταςαόρατησεσχέσημετουςάντρες.Ποτέδενπερίμενενατηνπροσέξουν,αντιθέτως,τοαπέφευγεκιόλας.Ήταντόσοαπορροφημένηαπόταπαιδιάκαιαπότιςδουλειέςτης,πουδεντηςέμενεκαιρόςνασκεφτείκαθόλουτονεαυτότης.
Ηώραείχεπεράσει.'Επρεπεναπάειναφάεικάπου,πρινσταματήσουννασερβίρουνγιατομεσημέρι.Είδεέναμπαρμεκρασιάκαιόρμησεμέσα.Διάλεξεέναελαφρύγεύμαμεσολομό,σαλάτακιέναποτήριλευκόκρασί.Κάθισεσεμιαγωνία,όπουδενμπορούσενατηδεικανείςκαιέφαγεαργάμετησκέψητηςστονΜαρκ.Έπρεπεν’αποφασίσειτιθακάνει,αλλάκάθεφοράπουτοσκεφτόταν,τηνέπιανεσφίξιμοστοστομάχι.
Γύρωστιςδύομπήκεστοαμάξιτηςκαιγύρισεστοσπίτι,όπουβρήκετηΖόικαθισμένηστοπάτωματουσαλονιού,μεμιαστοίβαπαιχνίδιαγύρωτηςκαιμιαέκφρασηαπόγνωσηςστοπρόσωπότης.
«ΠούείναιηΦλόρα;»τηρώτησεανήσυχη.
ΗΖόιέβγαλεέναβογκητόκαιέχωσεταχέριαμέσασταμαλλιάτης.«Κοιμάταιεπάνω.Δενήξεραπιαπώςνατηναπασχολήσω...είχαστερέψειαπόιδέες...τηρώτησατιήθελενακάνεικαιμουαπάντησεότιήθελενακάνειμπάνιο.Μουφάνηκεκαλήιδέακιέτσιτηνπήγαεπάνωκαιτηνέβαλαστηνμπανιέρα.Πέρασευπέροχα.Έπνιγεταπλαστικάτηςπαιχνίδια,σήκωνεπαλιρροϊκάκύματακαιμεμούσκεψεαπότηνκορφήωςτανύχια,αλλάκάποιαστιγμήβαρέθηκατόσοπολύ,πουμουερχότανναβάλωτιςφωνέςκιέτσιαποφάσισαότιήτανώρανατελειώσειτομπάνιο.Τότεήτανπου
έγινεοχαμός.Μόλιςτηνέβγαλααττότονερό,άρχισενασκούζεικαινακλοτσάεικαιδεμ’άφηνεούτενατησκουπίσω.Τελικάτηνέβαλαγυμνήστηνκούνιατης,αλλά,ώσπουναπάωναφέρωκαθαράρούχα,τηνείχεπάρειούπνος.Τησκέπασακιεγώόπωςήτανκαικατέβηκακάτω.Θεέμου,Σάντσα,πώςαντέχεις;Απορώπώςδενέχειςπεθάνειακόμα!»
ΗΣάντσαγέλασε.«Ορισμένεςφορέςκιεγώτηνίδιααπορίαέχω».
ΗΖόιπρόσεξεξαφνικάτηνεμφάνισητηςκαιγούρλωσεταμάτια.«Μπα,μπα,μπα»,είπεκοιτάζοντάςτηναπόπάνωωςκάτω.«Τώρασεείδα...Είσαικαταπληκτική!Ταμαλλιάσουείναιυπέροχα...σεμικραίνουνπολύκαιτοφόρεμαείναιεξαίσιο.ΤώραναδειςτιθαπάθειοΜαρκ».
ΗΣάντσακοκκίνισεελαφρά.«Χαίρομαιπουσ’αρέσει.Δενξέρωγιασένα,πάντωςεγώψοφάωγιαένατσάι.'Εχειςφάειτίποτα;»
«Αςπούμε.Έφτιαξασαλάταμετυρίγιατομεσημέρι.ΗΦλόραέφαγελίγοτυρί,ντομάτακαισέλινο,αλλάμετάάρχισεναπετάειταυπόλοιπαεδώκιεκείκιέτσιτηςτηνπήρα.Φυσικάμουέκοψετηνόρεξηκαιδενέφαγαπαράελάχιστα.Ωστόσο,ένατσάιμεμπισκόταθατοήθελαπολύτώρα.Αισθάνομαισανναέχωπάθειυπογλυκαιμία».
Ήπιαντοτσάιτουςμέσαστηνκουζίνα.ΗγλυκιάησυχίατουαπομεσήμερουτουςέφερενύστακαισελίγοηΣάντσαένιωσεταμάτιατηςνακλείνουν.ΑλλάκαιηΖόιφαινότανμισοκοιμισμένη.
ΚάποιαστιγμήηΖόιχασμουρήθηκε,κοίταξετηναδερφήτηςκαιρώτησε:«Λοιπόν,αποφάσισεςτιθακάνεις;»
«Τινακάνωδηλαδή;»ΗΣάντσαπροσποιήθηκεότιδενκατάλαβε,αλλάηαδερφήτηςδενείχεσκοπόνατοαφήσειναπεράσειέτσι.
«ΕννοώγιατονΜαρκκιαυτήτηγυναίκα»,είπεηΖόισταίσια.
«Δενξέρω.Δενέχωαποφασίσειακόμα».
«Νατουδείξειςτογράμμα»,επέμεινεηΖόι.«Μηντοαφήσειςέτσι.Πρέπεινατουμιλήσεις,Σάντσα».
«Τοξέρω.Καιθατοκάνω».ΗΣάντσαδεντηςείπεότιείχεδειτονΜαρκούτεανέφερετίποταγιατηνξανθιάσυνοδότου.Ήξερεότιανάρχιζεναμιλάει,θαλύγιζεκαιτότεηΖόι
θατηνπαρότρυνεναπαρατήσειτονΜαρκήνατουμιλήσει,ενώεκείνηχρειαζότανακόμαχρόνογιανασκεφτεί.
ΤελικάηΖόιτελείωσετοτσάιτηςκαικοίταξετορολόιτης.«Μπορείςναπάρειςεσύταπαιδιά,γιατίεγώπρέπειναπάωσπίτιμου,ναμπωστηνμπανιέρακαιναμουλιάσω;»ρώτησεκάνονταςμιακωμικήγκριμάτσα.«Έχωανάγκηαπόλίγηησυχίακαιανάπαυση».
«Ξέρωακριβώςπώςαισθάνεσαι.ΗΦλόραείναιεμπειρίαανεπανάληπτη...αλλάδενέπρεπενασ’αφήσωμόνημαζίτης»,είπεηΣάντσαχαμογελώντας.«Καιβέβαιαθαπάωεγώναπάρωταπαιδιά...Δενυπάρχεικανέναπρόβλημα».
ΗΖόισηκώθηκεκαιτεντώθηκε.«Είμαιπτώμα!Πάντωςπρέπειναέχειςπολύκουράγιογιαναμπορείςναταβγάλειςπέραμ’αυτότοτερατάκι.Ειλικρινάείσαιηρωίδα».
Φίλησετηναδερφήτηςσταμαλλιάκαιέφυγε.ΗΣάντσαέβαλεκιάλλοτσάιστοφλιτζάνιτηςκαιαφουγκραζόταντησιωπήτουσπιτιού.Παρακαλούσεναμησηκωθείνωρίςηκόρητης,γιατίείχεμίαώραακόμα,ώσπουναπάειναπάρειτααγόριατης.
Είχεμιαπροαίσθησηότιοιεπόμενοιμήνεςθαήτανοιχειρότεροιτηςζωήςτης.ΗΖόιαστειευόταν,όταντηνείχεαποκαλέσειηρωίδα,αλλάδενήταν.Ήτανμιαπολύσυνηθισμένηγυναίκασεμιακατάστασηπολύδύσκοληκαιδενήξερετινακάνει.Τομόνοπουήξερεήτανότιαγαπούσεπολύτονάντρατηςκαιδενμπορούσεούτεναδιανοηθείότιθατονέχανε.
Ούτετηνιδέαότιείχεερωμένημπορούσεν’αντέξει.Αυτότοπράγματηνέτρωγεκαικόντευενατηντρελάνει.
Θεέμου,τιθακάνω;αναρωτήθηκεαπελπισμένη.
***
Τοβράδυέβαλεταπαιδιάτηςγιαύπνοτησυνηθισμένητουςώρα,αφούτουςέφτιαξεναφάνετοαγαπημένοτουςφαγητό:έναφριχτόκατασκεύασμααπόαβγόκαιψητάφασόλιαμετοστ,τοοποίοήτανεφεύρεσητουΤσάρλικαιτοοποίοτηςζητούσανεπίμοναέκτοτε.Μετάτοφαγητότούςέδωσεφρούτοκαιλίγοπαγωτόβανίλια.
Εκείνηδενείχεφάειμαςίτους.Ότανέτρωγεμεταπαιδιάτης,δεναπολάμβανετοφαγητότης.Τοστομάχιτηςδενάντεχεούτετοσυνεχέςσήκω-κάθισεούτετοναβλέπειτηΦλόραναπετάειέναέναταφασόλιατηςστοπάτωμαήτααγόριατηςνακλοτσιούνταιδιαρκώςκάτωαπότοτραπέζι.
Έτρωγε,βέβαια,συχνάμαζίτους,αλλάχωρίςνατοευχαριστιέταιποτέ.Απόψεείχεαποφασίσειναπεριμένειναπλαγιάσουνπρώτακαιμετάναζεστάνειλίγησούπαγιατονεαυτότης.Πάντωςδενπεινούσεκαθόλου.
Ώσπουνατελειώσειτησούπακαιτηφρυγανιάτης,επάνωαπλώθηκεησυχία.Ταπαιδιάείχαναποκοιμηθείκαιτατρία.Κουλουριάστηκεμπροστάστηνηλεκτρικήσόμπακαιέφαγεέναμήλο,κοιτάζονταςτηνψεύτικηφωτιάμετησκέψητηςπάνταστονΜαρκκιεκείνητηγυναίκα.
Πολύθαήθελεναήξερεανήτανκιαπόψεμαζίτηςήείχεβγειπράγματιναφάειμετοαφεντικότου.Τοβλέμματηςέπεσεστοτηλέφωνοκιαμέσωςάπλωσετοχέρι,έπιασετοντηλεφωνικόκατάλογο,πουείχεδίπλατηςκαιάρχισενατονξεφυλλίζει.ΒρήκεαμέσωςτοόνοματηςΖακίΦαράρ,κοίταξετοναριθμό,δίστασελίγο,αλλάτελικάτονσχημάτισεστοκαντράν.
Χτύπησεπολλέςφορέςκιεκείπουήτανέτοιμηνατοκλείσει,άκουσεμιασιγανήβραχνήφωνή.«Ναι;»
ΗΣάντσαδενήξερετινατηςπει.
«Εμπρός;ΕδώΖακίΦαράρ»,είπεηφωνήαπότηνάλλημεριάτουσύρματος.
ΗΣάντσαδεμίλησε.Ήθελενακλείσει,αλλάκαθότανσανυπνωτισμένηκαιάκουγετηφωνήτηςγυναίκαςπουίσωςήτανερωμένητουάντρατης.
«Εμπρός;Εμπρός;»είπεηγυναίκακαιτότεακούστηκεαπότοβάθοςμιαάλληφωνή,αντρική.
«Ποιοςείναι;Ακούςναβαριανασαίνουν;Δώσεμουεδώτοτηλέφωνο.Δενξέρειςπώςμουτηδίνουναυτοίοιανώμαλοι.Θατονξεφορτωθώαμέσως».
ΉτανηφωνήτουΜαρκ.ΗκαρδιάτηςΣάντσαπόνεσεσαννατηνέσφιξεέναγιγάντιοχέρι.
Έναδευτερόλεπτοαργότερατονάκουσεναφωνάζειμέσαστ’αυτίτης:«Ακουσε,κάθαρμα,κλείσεαμέσωςτοτηλέφωνοκαιμη...»
ΗΣάντσακατέβασετοακουστικόκαικάθισεακίνητημεταμάτιακλειστά,τρέμονταςολόκληρη.Ώστεήταναλήθεια.
Ήτανεκεί...μετηΖακίΦαράρ.Είχανκάνειάραγεέρωταήετοιμάζονταννακάνουν;
Όχι,αυτόδενάντεχεούτενατοσκεφτεί.
Έσβησετησόμπακαιταφώτα,έκλεισεόλεςτιςπόρτεςκαιάρχισενακάνειτιςσυνηθισμένεςνυχτερινέςτηςδουλειέςσανρομπότ,μεκινήσειςβαριές,χωρίςναβλέπειτίποτα,γιατίτομυαλότηςήτανφορτωμένομεεικόνεςδυσάρεστεςκιαβάσταχτες.Ήθελεναμπορούσενατιςσβήσει,όπωςτηντηλεόραση...νατιςσταματήσει,αλλάτηνέπνιγεηζήλιακαιοπόνος.
Απόψεδενεπρόκειτονακοιμηθείκιαύριοέπρεπενακάνειπάλιτοκαθήκοντης:ναφροντίσειτα
παιδιάτης,νακάνειτιςδουλειέςτης,ναψωνίσει,ναμαγειρέψει.Καλύτερααυτάόμωςπαράνακάθεταιάπρακτηκαινασκέφτεται.Θαπροσπαθούσε,λοιπόν,νααπασχοληθείμεκάτιγιαναμηνέχεικαθόλουχρόνονασκέφτεται.
***
Ήτανξύπνιαακόμα,ότανγύρισεοΜαρκ.Ακούσετοαυτοκίνητοναδιασχίζειαργάτοδρομάκικαιναμπαίνειστογκαράζκαιλίγαλεπτάαργότερατηνεξώπορταν’ανοιγοκλείνει.Ανασηκώθηκεστοκρεβάτι,στηρίχτηκεστοναγκώνατηςκαικοίταξετορολόιτουκομοδίνου.Ήτανσχεδόνμίατηνύχτα.Όλεςαυτέςτιςώρεςεκείνοςήτανμ’εκείνητηγυναίκα.
Ξαναξάπλωσεκαικοίταξετοταβάνι,ακούγονταςτιςκινήσειςτουΜαρκαπόκάτω.Ακούσετηνπόρτατουψυγείουν’ανοιγοκλείνει.Ίσωςέβαζενερόναπάρειμαζίτουγιατηνπερίπτωσηπουθαξυπνούσετηνύχτα.
Ύστερατονάκουσεν’ανεβαίνειτασκαλιά.Καινεκρήθααναγνώριζεταβήματάτου.Προσπαθούσεναμηντηνξυπνήσει.Δενήθελεπροφανώςναμάθειότιείχεγυρίσειτέτοιαώραστοσπίτιτου.Δενήθελενατηςαπαντήσεισεερωτήσειςτουτύπου,πούήτανκαιτιέκανετόσεςώρες.
Προσπαθούσενατησκαπουλάρει.Πρόδιδεκιεκείνηκαιτογάμοτους,αλλάδενήθελεναπληρώσειτοτίμημαήναυποστείτιςσυνέπειες.
Ε,λοιπόν,τοτίμημαθατοπλήρωνε,ήθελεδενήθελε!ΗΣάντσαθαακολουθούσετησυμβουλήτηςΖόικαιθατουμιλούσεσταίσια...Θατουέλεγεότιταξέρειόλαγιανασταματήσεινατηςλέειψέματα.Καιθαπρόσθετεότιήθασταματούσεναβλέπειτηφιλενάδατουήογάμοςτουςθαέπαιρνετέλος.
Κρατώνταςτηνανάσατης,περίμενεώσπουν’ανοίξειτηνπόρτατουδωματίουτουςκαιναμπει,αλλάεκείνοςδεφάνηκε.Προσπέρασετοδωμάτιοκαιπήγεστομικρόξενώναστοτέλοςτουδιαδρόμου.
Ήτανσαννατηνείχεχαστουκίσει.ΠροφανώςδενήθελεούτενακοιμηθείστοιΊ5ιοδωμάτιομ’εκείνηαπόψε...ίσωςκαικαμίαάλληνύχτα!
Βέβαιαείχεξανακοιμηθείκιάλλεςφορέςσ’εκείνοτοδωμάτιο...τότεπουείχεγυρίσειεκείνηαπότηνκλινικήμετηΦλόρακαιδενάντεχενατουδιακόπτουνκάθετόσοτονύπνο,επειδήξυπνούσετομωρόκαιέκλαιγεγιαναφάειήγιανατουςτραβήξειτηνπροσοχή.Ωστόσο,αυτάείχανγίνειμόνοτηνπρώτηβδομάδα.Ότανέφτασανταδύοκρεβάτια,είχεξαναγυρίσειστοδωμάτιότους.
Ξαφνικάτηνέπιασεθυμός.Πετάχτηκεαπότοκρεβάτικαιβγήκεέξω.ΔιέσχισετρέχονταςτοδιάδρομοκαιόρμησεστονξενώνατηστιγμήακριβώςπουοΜαρκετοιμαζότανναπλαγιάσει.
Ήτανγυμνός.Ταοργισμέναλόγιαπάγωσανσταχείλητης.Είχεμήνεςνατονδειγυμνό.Ότανέχειςπαιδιά,δεγυρίζειςχωρίςρούχα...καιαπότηνάλληδενέκανανπιαέρωτα.Ηκαρδιάτηςάρχισενακαλπάζεικαιτ’αυτιάτηςσφύριζαναπότονήχοτουαίματοςπουέτρεχεμεορμήστοκορμίτης.
Δενμπορούσεναξεκολλήσειταμάτιατηςαπότοδυνατόαντρίκειοκορμίτου.ΟΜαρκήτανπολύαρρενωπός,μεφαρδύστέρνοκαισκούροτρίχωμαστουςμηρούςκαιτιςγάμπεςτου.
Ένιωσεναξεραίνεταιτοστόματης.Τόσοέντονηεπιθυμίαείχεκαιρόνααισθανθείκαιτηςήτανδύσκολονακαταλάβειτιτηςσυμβαίνει.Ένιωσεμιαφλόγαναξεπηδάειαπόβαθιάμέσατηςκαιδεν
μπορούσεούτενααναπνεύσει.
«Σεξύπνησα;Συγνώμη.Πάντωςπροσπάθησαναμηνκάνωθόρυβο»,τηςείπεεκείνοςκοφτά,μεύφοςενοχλημένο,καθώςγλιστρούσεκάτωαπότασεντόνια.Τατράβηξεωςτολαιμότουγιανακρύψειτηγύμνιατου,σαννατονενοχλούσεακόμακαινατονκοιτάζει.
ΗΣάντσαξεροκατάπιεπαλεύονταςμετηνεπιθυμίαναπάεινατοναγγίξει,νααφήσειτοχέριτηςναγλιστρήσειστοδυνατότουκορμί...Καιτιδεθα’δίνετούτητηστιγμήγιαναξαπλώσειδίπλατουκαινατονχαϊδέψει,αλλάέτρεμετηναπόρριψη.«Γιατίήρθεςνακοιμηθείςεδώ;»
«Γιαναμησεξυπνήσωπροφανώς»,τηςαπάντησεμεσαρδόνιούφος,χωρίςνατηνκοιτάει.Είχεταμάτιατουστυλωμένακάπουδίπλατης.ΗΣάντσακατάλαβεότιδενήθελενατηβλέπει.Ηπαρουσίατηςεκείτουπροκαλούσεαμηχανία.Ταμάγουλάτουείχανκοκκινίσειελαφράκαιτοπιγούνιτουήτανσφιγμένο.
«Ναι,αλλάτώραξύπνησα»,τουείπεάγρια,νιώθονταςτονπόνονατηςγδέρνειτασωθικά.«Γιατίάργησεςτόσοπολύ;Πούείχεςπάει,Μαρκ;»
«Σουείπα.Έφαγαμετοαφεντικόμου»,τηςαπάντησεκαιύστεραέκανεότιχασμουριέται.Αλλάτοπρόσωποκαιτοσώματουείχανπολύέντασηγιαναθέλεινακοιμηθεί.«Κοίταξε,είμαιπολύκουρασμένος...Θαταπούμετοπρωί.Μιαπουβρίσκομαιεδώ,καλύτερανακοιμηθώεδώπουείμαι».Έγειρεστοπλάικαιέσβησετοπορτατίφ.«Καληνύχτα,Σάντσα».
Οργισμένεςλέξειςάρχισαννασχηματίζονταιστομυαλότης,τελικάόμωςυπερίσχυσεησυνήθεια.Απότότεπουείχεγεννηθείτοπρώτοτουςπαιδί,είχεμάθειναέρχεταισεδεύτερημοίρα,ναδέχεταιταπάντακαιναμηνπολεμάειτοαναπόφευκτο.Έτσιέπρεπενακάνειμιαμητέρα:ναπαραμερίζειτονεαυτότηςκαιτιςπροσωπικέςτηςεπιθυμίεςκαιανάγκεςγιαχάρητωνπαιδιώντης.Ήθελεναβάλειτιςφωνές,αλλάκατόρθωσεναδαμάσειτοθυμότης.Πήρεμιαβαθιάανάσα,έκλεισεπολύπροσεκτικάτηνπόρταγιαναμηνξυπνήσειταπαιδιά—ανκαιθαήθελενατηνκοπανίσειμεόλητηςτηδύναμη-καιξαναγύρισεστοδωμάτιότης.
Σωριάστηκεστοκρεβάτιτης,τρέμονταςσαντοφύλλο.Ηκραυγήείχεσκαλώσειστολαιμότης·τηνένιωθεναπροσπαθείναβγεικιέτσιέχωσετηγροθιάμέσαστοστόματηςγιανατηφρενάρεικαιδάγκωσετουςκόμπουςτωνδαχτύλωντης.Μέχριπουένιωσετηναλμύρατουαίματοςνακυλάειμέσαστοστόματης.
ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ37
Πώςτόλμησεναμουτοκάνειαυτό;αναρωτήθηκε.Πώςτολμούσενατηςμιλάειτόσοαπότομακαινατηνκοιτάζειμετόσοψυχράκαιαπόμακραμάτια,τηστιγμήπουτηςέλεγεψέματακαιτηνπρόδιδεμεμιαάλληγυναίκα;Ε,λοιπόν,αυτόδενπρόκειταιναπεράσειέτσι,υποσχέθηκεστονεαυτότης.ΉξερεπολύκαλάτισκάρωνεοΜαρκ...Ήτανκάτισανπαιχνίδιαντρικήςεξουσίας.Κλασικόπαράδειγματουφύλουτου...Προσπαθούσεναρίξεισ’εκείνητηνευθύνη.Νατοκάνειναφανείσανναήτανεκείνηπουείχεάδικοκαιείχεφερθείάσχημακαιόχιαυτός.Αυτόςποτέ!
Τοίδιοακριβώςέκανανκαιοιγιοιτους...Τοίδιοπαιχνίδιέπαιζανκιαυτοί,χρησιμοποιώνταςενστικτωδώςτηνίδιααμυντικήμέθοδο.«Εγώ;Μαμά,δεθαέκαναποτέεγώτέτοιοπράγμα.Δεντοέκαναεγώσουλέω.ΗΦλόραέχυσετογάλα...ΗΦλόραέσκισετοπεριοδικό,έσπασετο
φλιτζάνι,έφαγετησοκολάτα...»ΠάνταηΦλόραήτανεκείνηπουέκανετιςζημιές,ενώηΣάντσαέπαιζετορόλοτουντετέκτιβ,τουδικαστήκαιτωνενόρκωνμαζί,προσπαθώνταςαπελπισμέναναρίξειτηνευθύνησεκάποιοαπόταπαιδιάτης,ενώυποπτευότανκαιτατρία.ΤααγόριαπάνταπροσπαθούσαννακατηγορήσουντηΦλόρακαι,ότανεκείνητύχαινενακοιμάταιστοκρεβατάκιτηςκαιδενμπορούσαννααποδείξουντηνενοχήτης,ταέριχνανοέναςστονάλλο,δείχνονταςεξίσουοργισμένοικαιοιδυοαπότηναδικία,μεταμάτιατουςγεμάτααθωότητα.
Αυτοίόμωςήτανπαιδιά,ενώοΜαρκώριμοςάντρας.Ε,λοιπόν,αννομίζειότιθατησκαπουλάρεικιαυτήτηφορά,γελιέται,συλλογίστηκε.Θατουμιλούσεοπωσδήποτετοπρωί,πρινξυπνήσουνταπαιδιά.
Έβαλετοξυπνητήριτηςναχτυπήσειμισήώρανωρίτερααπότηνκανονική,αλλά,ότανσηκώθηκεγιαναξυπνήσεικαιτονΜαρκ,βρήκετοδωμάτιότουάδειο.Θαπρέπειναείχεσηκωθείήδη.Έτρεξεκάτω,αλλάδενήτανούτεεκεί.Είχεφύγειτηνώραπουεκείνηκοιμότανακόμα.
Στοτραπέζιτηςκουζίναςβρήκεένασημείωμα.Τοάρπαξεκαιτοδιάβασεβιαστικά.«Έπρεπεναφύγωνωρίς,γιατίέχωδουλειάστογραφείο.Μαρκ».
Τοέσκισεκομματάκιακαιτοπέταξεμακριά,κλαίγονταςμεαναφιλητάαπότηνοργήκαιτονπόνο.
Πάλιέλεγεψέματα.Είχεφύγειγιαναμηντηναντιμετωπίσει.Είχεδιαισθανθείότιθατουέκανεδύσκολεςερωτήσειςκαιδενήθελενατηςαπαντήσει.
Θατηςαπαντούσεόμως.Αργάήγρήγοραθαήτανυποχρεωμένοςνατηςμιλήσει.
***
ΑργάτοπρωίηΣάντσαπήρετηΦλόρακαιπήγεστομικρόεμπορικόκέντροτηςγειτονιάςναψωνίσει.Ήτανφορτωμένηωςεπάνω,ότανσυνάντησετηΜάρθαΆνταμς,τημόνηγειτόνισσαπουτηςφερότανπραγματικάφιλικά.
«Τιβλέπω,έφτιαξεςταμαλλιάσου!»αναφώνησεεκείνη,χαμογελώνταςπλατιά.«Θαύμαείναι!Δείχνειςπολύνεότερηέτσι...καισουπάνεκοντά».
«Ευχαριστώ.Αισθάνομαιπιοανάλαφρη».
ΗΜάρθακοίταξετιςτρειςτσάντεςμεταψώνιατηςΣάντσα.«Τικουβαλάςεκεί;Αδέιασεςτοκατάστημα;»
«Όλαφαγώσιμαείναι»,μουρμούρισεεκείνη.«Δενξέρειςτικατεβάζουνταπαιδιάκάθεμέρα.Μόνοσήμερατοπρωίέφαγανμισόκουτίκορνφλέικς.Ίσαίσαπουτουςπροφταίνω».
«Πάμεναπιούμεένανκαφέ»,πρότεινεηΜάρθακιέτσιπέρασαναπέναντικαιμπήκανστοΒικτόριανΚόφιΧάουζ,τοοποίοείχεχτιστείέναχρόνονωρίτερακιαςφαινότανσανεκατόχρονών.
Οισερβιτόρεςήτανόλεςνέεςκαινόστιμεςκαιφορούσανμαύρακαικόκκιναφορέματατηςβικτοριανήςεποχής,μεκολλαρισμένασκουφάκιακαιποδιές.Καιτομενούακόμαήτανγραμμένοσεβικτοριανήγλώσσα.ΗΣάντσαόμωςμετηΜάρθαδεχρειαζόταννατοδιαβάσουν,γιατίείχανξαναπάειεκείκαιτοείχανμάθειαπέξω.
ΗΜάρθαπαρήγγειλεαυτάπουέπαιρνανσυνήθως.«Δυοκαφέδες,δυοζεστάψωμάκιαμεβούτυροκαιμιαζεστήσοκολάταγιατοκοριτσάκι».
«Μάλιστα»,είπεησερβιτόρακαιεξαφανίστηκε.
ΗΦλόραείχεσταμπάρειστομεταξύτοξύλινοαλογάκιτηςβικτοριανήςεποχής,πουήτανένααπόταπράγματαπουτηντραβούσανσ’αυτότομέροςκαιήτανημόνηφοράπουδεντοείχεκαβαλήσειάλλοπαιδάκι.
«Θέλωαλογάκι,θέλωαλογάκι»,άρχισεναφωνάζειπροσπαθώνταςνακατεβείαπότοκαρεκλάκιστοοποίοτηνείχεβάλειηΣάντσα.
ΗΜάρθατησήκωσεκαιπήγενατηνανεβάσειστοξύλινοαλογάκι.Ημικρήάρχισεαμέσωςνακουνιέται,λάμπονταςαπόευτυχία.
ΗΣάντσατηνπαρατηρούσεμεέκδηληλατρεία.ΗΦλόραμπορείναήταναπαιτητικήκαικουραστική,αλλάπάνωαπ’όλαήταναξιολάτρευτηκιεκείνηθαέδινεακόμακαιτηζωήτηςγιανατηνπροστατεύσει.Ωστόσο,ηειρωνείατηςτύχηςήτανότιηγέννησηαυτούακριβώςτουπαιδιούείχεχωρίσειτουςγονείςτου.
ΔενήτανότιοΜαρκδεναγαπούσετηνκόρητουήδεντηνήθελε,αλλάτογεγονόςότιμονοπωλούσετηνπροσοχήτηςμητέραςτηςκαιτοότιέπαιρνετόσοπολύαπότοχρόνοτηςπουδενέμενετίποταγιατονίδιο,είχευψώσειέναντοίχοανάμεσάτους.
ΌσοηΣάντσακοιτούσετοπαιδίτης,ηΜάρθαπαρατηρούσεσυνοφρυωμένηεκείνη.
«Συμβαίνειτίποτα;»
ΗερώτησηξάφνιασετηΣάντσα.Μόνοτότεσυνειδητοποίησεότιπάλιήτανέτοιμηνακλάψει.Αυτότηςσυνέβαινεσυνεχώςαπότότεπουείχεπάρειτοανώνυμογράμμα.Έστρεψεαλλούτοκεφάλικαιπέρασεγρήγορατοχέριπάνωαπόταμάτιατης.
«Όχι,όχι»,απάντησεκαιξαναγύρισεπροςτηΜάρθαμ’έναπροσποιητόχαμόγελοσταχείλη.
ΗΜάρθαήτανμιαμικρόσωμηγυναίκα,μόλιςένακαιπενήνταπέντε,μελεπτόκορμίκαικοντάπόδιακαιείχεέναευκίνητοπρόσωποσεσχήμακαρδιάςκαιμαύραμαλλιάπιασμένακότσο,πουείχαναρχίσειναγκριζάρουν,παρ’όλοπουήτανμόλιςσαράνταχρονών.ΈμενεμόνηαπέναντιαπότηΣάντσακαιτοσπίτιτηςήτανπάνταπώλοςέλξηςγιαόλαταπαιδιάτηςΣάντσα,επειδήείχεμιαγάτακαιδυοσκύλους,δυοόμορφακοκκινωπάσέτερμελαμπερότρίχωμακαιυγράσκούραμάτια.
ΤαέξυπναμάτιατηςαρνούντανναδεχτούντοψέματηςΣάντσα.«Έλατώρα,αφούτοξέρειςότισ’εμέναμπορείςναταλεςόλα.Δενπρόκειταιναπωτίποτασεκανέναν»,μουρμούρισεπροσέχονταςκαιτηΦλόρα.«Έχειςπροβλήματα;ΕλπίζωόχιμετηΦλόρα;»
ΗΣάντσαγέλασε.«ΗΦλόραείναιπάνταπρόβλημα!»
«Αυτόείναιαλήθεια»,είπεηΜάρθα,γελώνταςκιεκείνη.«Κάτιόμωςσυμβαίνει,έτσιδενείναι;Έχουντίποτατααγόριασου;ΉοΜαρκ;»
ΤαμάτιατηςέπιασαναμέσωςτονπνιχτόαναστεναγμότηςΣάντσα.
«ΟΜαρκείναι,σωστά;»ρώτησε.«Δεφαντάζομαιανείναιάρρωστος;Μήπωςέχειπροβλήματαμετηδουλειάτου;»
ΗΣάντσατηςέριξεμιαπονηρήματιά.«ΠολύτονΣέρλοκΧολμςμουπαριστάνεις!Δενείναιτίποτα.Ξέχασέτο».
Ηάλλητηνκοίταξεερευνητικά.«Έχειςταχάλιασου...τοξέρεις;Είσαισανναμηνέχειςκοιμηθείκαθόλουτοβράδυ.Τηντελευταίαφοράόμωςπουσεείδαφαινόσουνμιαχαρά...Πότεήταν,αλήθεια;Πριναπόδυομέρες;Τότεφαινόσουνεντάξει.Λοιπόν,τισυνέβηαπότότε;»
ΗΣάντσακοίταξετηνκόρητηςπουκουνιότανμεμανίαπάνωστοξύλινοαλογάκι,αδιαφορώνταςγιαό,τισυνέβαινεγύρωτης.
Οπειρασμόςήτανμεγάλος.ΉθελεπολύναμιλήσειστηΜάρθα,ηοποίαήτανηπρώτηγειτόνισσαπουτουςείχεεπισκεφτεί,ότανείχανεγκατασταθείστονεόκτιστοσπίτιτουςκαιτουςείχεφέρειέναπιάτομεσπιτικάκουλουράκιακιέναμπουκέτοτριαντάφυλλααπότονόμορφοκήποτης.Απότότεείχεσταθείβράχοςακλόνητοςστοπλευρότης.Τηςέκανεταψώνια,όποτεδενμπορούσεναβγειέξωήτηςκρατούσετομωρό,έτοιμηπάνταν’ακούσειταπροβλήματάτηςμεταπαιδιάκαινατηςδώσεισυμβουλέςήνατηβοηθήσειόπωςκαιόποτεμπορούσε.
ΗΣάντσαένιωθεπολύτυχερήπουείχετόσοκαλήγειτόνισσα,αλλάκιεκείνημετησειράτηςείχεσταθείστοπλευρότηςΜάρθας,ότανείχεπροβλήματα.Τότεπουοσύζυγόςτης,οΤζίμι,οκαθηγητής,τοείχεσκάσειμεμιαδεκαοχτά-χρονηφοιτήτριάτουαπότοκολέγιο,όπουδίδασκε.Είχεγίνειμεγάλοσκάνδαλοκαιοιτοπικέςεφημερίδεςέγραφανσυνεχώςγι’αυτήτηνιστορία.ΟιρεπόρτερδενάφηνανσεησυχίατηΜάρθα.Ήτανσυνεχώςστημένοιέξωαπότοσπίτιτης,τηςέκανανερωτήσειςαπότοθυροτηλέφωνοκαι,όποτεέβγαινεέξω,τηςέκανανεπίθεσηοιφωτογράφοι.
ΏσπουέναβράδυηΣάντσατηνέβαλεκρυφάστοσπίτιτηςκαιτηφιλοξένησεστονξενώνα,μέχρινακαταλαγιάσειοθόρυβος.Ηφιλίατουςείχεαρχίσειουσιαστικάεκείνεςτιςμέρες.ΗΣάντσαήτανομόνοςάνθρωποςστονοποίοηΜάρθαένιωθεότιμπορούσεναμιλάειελεύθερακαιποτέωςτώραδενείχεπροδώσειτηνεμπιστοσύνητης.
Επομένωςτώραμπορούσεκιεκείνηνατηνεμπιστευτεί.«Ηαλήθειαείναιότιείμαιλίγοαναστατωμένη»,άρχισεμετάαπόμικρόδισταγμό.«Χτεςέλαβαένα...ανώνυμογράμμα».
ΗΜάρθαέκανεέναμορφασμόαηδίας.«Ανώνυμογράμμα;Πέτατοστηφωτιάκαιξέχασέτο,Σάντσα.Μόνοανώμαλοιταγράφουναυτά».
«Τοξέρω»,είπεεκείνημεπικρία.«Ωστόσο,νομίζωότιαυτόέλεγετηναλήθεια...'ΕλεγεότιοΜαρκέχειφιλενάδα».
«Αχ...όχι...»ΗΜάρθατηνκοίταξεστενοχωρημένη.«Δεντοπιστεύω.ΟΜαρκσ’αγαπάει!Σάντσα,μηδίνειςσημασία...»
«Δεθαέδινα...Δενείχαυποπτευθείτίποτα...αλλάφοβάμαιότι...»Ηφωνήτηςράγισεκαισταμάτησε,έχονταςταμάτιατηςκαρφωμέναστηΦλόρα,ηοποίακουνιότανακόμαρυθμικάκαισιγοτραγουδούσε.
«Είναιαλήθεια»,συνέχισεβραχνά.«Τογράμμαέγραφεότιχτεςτοβράδυθαέβγαινεμετηγραμματέατου.Εκείνοςμουείχεπειότιθαπήγαινεναφάειμετοαφεντικότου,αλλάτηλεφώνησαστοδιαμέρισμάτηςκαιτονβρήκαεκεί.Ακόυσατηφωνήτου».Ηφωνήτηςάρχισενατρέμει.«Τουςείχαδεικιεγώμαζίνωρίτερα...στοκέντροτηςπόλης,καθώςέμπαινανσ’έναεστιατόριο.Αυτήδεντηνείχαξαναδεί,ωστόσο,είμαιβέβαιηότιήτανηλεγάμενη.ΟΜαρκτηνκρατούσεαπότημέση.Αχ,Μάρθα,είναιτόσονέα...όμορφηκαιξανθιά...Θαείναιδεκαπέντεχρόνιανεότερήτου.Μόλιςτηνείδα,αρρώστησα.Φορούσευπέροχαρούχακαιείχεένακορμίαπ’αυτάπουξετρελαίνουντουςάντρες».
ΗΜάρθατηνάκουγεσυνοφρυωμένη.«Αχ,Σάντσα...δενξέρειςπόσολυπάμαι...ΡώτησεςτονΜαρκ;Τισουείπε;»
«Δεμουδόθηκεηευκαιρία...Χτεςγύρισεπερασμέναμεσά-νύχτακαισήμερατοπρωίέφυγεπρινξυπνήσω.Μεταπαιδιάσυνεχώςμπροστάείναιδύσκολοναμιλήσουμεούτωςήάλλως.Θαπρέπειναπεριμένω,ώσπουνακοιμηθούντοβράδυ».
ΗΜάρθασυγκατένευσε.«Α,δενπρέπεινασυζητήσετεμεταπαιδιάδίπλα».
ΗΣάντσαέβγαλεέναναναστεναγμό.«ΚαισήμεραείναιΠαρασκευή.Ανδενμπορέσωνατουμιλήσωαπόψε,αύριοταπαιδιάθαβρίσκονταιστοσπίτιόλητημέρα...καιτηνΚυριακήφυσικά.Δεθαμπορέσουμεναμείνουμεκαθόλουμόνοι».
«Τιθα’λεγεςναπήγαινααύριοκαιτατρίαπαιδιάστοζωολογικόκήπο;»
ΗΣάντσαπήρεμιαβαθιάανάσα.«Αχ,Μάρθα...θαταπας;»
ΗΜάρθαχαμογέλασε.«Πολύευχαρίστως.Μπορούμεμάλισταναφάμεέξωκαιναταφέρωπίσω,μόλιςβραδιά-σει.Οκαιρόςείναιτόσοωραίος,πουθαείναιθαύμα.Εγώάλλωστεπάντααπολαμβάνωτησυντροφιάτους».ΈριξεμιαματιάστηΦλόρακαιμετάχαμήλωσετηφωνήτης.«Σάντσα,μηναφήσειςναδιαλυθείογάμοςσου,χωρίςναπαλέψεις.ΜακάριναμηνείχαβιαστείκιεγώτόσοπολύναχωρίσωμετονΤζίμι.Πούξέρεις;Μπορείναείχεγυρίσειπίσω,ότανταχάλασεμ’εκείνοτοκορίτσι.Ήτανμιατρέλαπεραστική.Οάνθρωποςέχασετομυαλότου,αλλάησχέσητουςδενκράτησεούτεχρόνο.Ήμουνόμωςτόσοπληγωμένηκαιθυμωμένη,πουέβαλααμέσωςμπροστάτοδιαζύγιο...απόεγωισμό....επειδήόλοςοκόσμοςήξερεότιμεπαράτησεγιαμιαμικρούλα.Ήθελανατονεκδικηθώ.Τώραόμωςτοέχωμετανιώσει».
ΗΣάντσατηνκοίταξεσυμπονετικά,αλλάκαιγεμάτηανησυχία.Γιατίηζωήείναιτόσοπερίπλοκη,τόσοφορτωμένημεπροβλήματα;αναρωτήθηκε.Ήτανσανναβάδιζεςπάνωσετσόφλιααπόαβγά,πουταακούςνασπάνεμεκάθεβήμαπουκάνεις.Αςήτανναμπορείςναδειςμπροστάκαιναπροβλέπειςτιςσυνέπειεςτωνεπιλογώνσου!
«Μηνκάνειςτοίδιολάθος»,συνέχισεηΜάρθαμαλακά.«Θαέδιναταπάνταγιαναμπορούσαναξαναρχίσωαπότηναρχή,ναπρόσφεραστονΤζίμιάλλημιαευκαιρία,αλλά
ΕρωταςΚαιΔυσπιστία^43
είναιπολύαργάπια.Μουέγραψεκάναδυοφορέςεκλιπαρώνταςμενασυναντηθούμεκαιναταπούμε,αλλάεγώτουέγραψαέναπολύπικρόγράμμακαιτονέστειλαστοδιάβολο.ΕκείνοςμετανάστευσεστηνΑυστραλίακιαπότότεούτετονέχωδειούτετονέχωακούσει.ΑναγαπάςτονΜαρκ,μηβιαστείςνα
πάρειςαποφάσεις.Ό,τικιανγίνει,εσύναπεριμένεις...καιμησκεφτείςγιαδιαζύγιο,ανδεβεβαιωθείςότιογάμοςσαςέχειτελειώσειοριστικά».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ3
ΤελικάοΜαρκγύρισεστοσπίτιτοβράδυμετάτιςοχτώ.ΤαπαιδιάήτανόλαστακρεβάτιατουςκαικοιμούντανκαιηΣάντσαβρισκότανστοκαθιστικό,κουλουριασμένηστοχαλίμπροστάστηνηλεκτρικήσόμπακαισκεφτόταν.Τοχειμώναάναβετοκαλοριφέρ,αλλάόχικαιτώρα,Μάημήνα,πουηθερμοκρασίαανέβαινεσυνεχώς.Άλλωστεσελίγεςβοομάδεςθαείχανκαλοκαίρι.Ησημερινήμέραήταναρκετάζεστή,αλλάτηνύχταείχεψύχρα.ΗΣάντσαβέβαια,μετηνπροοπτικήότιθαμιλούσεστονΜαρκ,ότανθαεπέστρεφεστοσπίτι,ήτανπαγωμένηκαικρύωνεόλητημέρακαιόσοέβλεπεότιεκείνοςδενέλεγεναέρθει,τηνείχεπιάσειτρεμούλα.
Ότανκάθισεκάτωμ'έναφλιτζάνικαφέ,αφούείχετσιμπήσειμόνολίγηαπότησαλάταπουθασυνόδευετοψητόκοτόπουλοπουείχεμαγειρέψειγιατονΜαρκ,έξωείχεακόμαφως.Σιγάσιγάόμωςάρχισεναβραδιάζεικαιτώρατοδωμάτιοήτανσκοτεινόστασημείαπουδενέφτανεηκόκκινηλάμψητηςφωτιάς.
Ότανάκουσετοαυτοκίνητο,ίσιωσετοκορμίτης.ΟΜαρκμπήκεστογκαράζ,έκλεισετιςπόρτεςκαιμετάχρησιμοποίησετοκλειδίτουγιαναμπειαπότηνείσοδο.Ηπόρταάνοιξεκιέκλεισε.Τονάκουσεπουέβγαλετοπαλτότουκαιτοκρέμασεκαιύστεραπουμπήκεστοσαλόνι.
«Γιατίκάθεσαιστασκοτεινά;»τηρώτησεκαιάναψεαμέσωςτοφως.
46CHARLOTTELAMB
«ΓιατΓδεμεειδοποίησεςότιθααργούσεςπάλιαπόψε;»τονρώτησεμετησειράτηςεκείνη,χωρίςναγυρίσεινατονκοιτάξει;
«Συγνώμη.Επρόκειτοναφύγωτηνκανονικήμουώρα,αλλάκάτισυνέβηστηνοικοδομήτηςοδούΜπέιλιΚρος...χάλασεέναςεκσκαφέαςκαιτραυματίστηκανδυοάνθρωποι.Έπρεπεναπάωναδωτιέγινεγιανακάνωγραπτήαναφορά».
«Μπορούσεςόμωςναμουτηλεφωνήσεις!»
«Νόμιζαότιδεθαέκαναπαραπάνωαπόμισήώρα,αλλάταπράγματαήτανχειρότερααπ’ό,τιπερίμενα.Κιέτσιάργησα».
«Μααφούέχειςκινητότηλέφωνοστοαμάξισου!»
«Ναι,αλλά...»
«Αλλάδεσκέφτηκεςκαθόλουναμουτηλεφωνήσεις!Αυτέςτιςμέρεςείμαιητελευταίαπουαπασχολείτησκέψησου,έτσιδενείναι;»
ΗΣάντσαείχεσηκωθείκαιτονκοιτούσεεπιτιμητικάκαιμεπικρία,χωρίςόμωςναξεχνάειότιέπρεπεναμιλάεισιγάγιαναμηνξυπνήσειταπαιδιάτης.
Εκείνοςκοκκίνισεελαφρά.Φαινότανπολύσφιγμένοςκιεκείνη,σανανόητηπουήταν,σκέφτηκεότιακόμαδενείχεπροσέξειτοκαινούριοτηςχτένισμα,ούτεότιφορούσετοκαινούριοπράσινοφόρεμααντίτοσυνηθισμένοτηςμπλουτζίν.Αλλάπότετηνείχεπροσέξειγιανατηνπροσέξειτώρα;
«Σουζήτησασυγνώμη!»μουρμούρισεοΜαρκ.«Ανείχαχρόνο,θασουείχατηλεφωνήσει.Μόλιςόμωςέφτασαεκεί,είδαότιγινότανχαμός.Οεκσκαφέαςείχεχτυπήσειένααυτοκίνητο,τοοποίοείχεπάρειφωτιάκαιείχεσπάσεικαιοκεντρικόςαγωγόςτουνερού.Οέναςαπότουςτραυματίεςήτανοεπιστάτηςτηςοικοδομήςκαιοιάλλοιέτρεχανπανικόβλητοιεδώκιεκεί,μηξέρονταςτινακάνουν...Οιπυροσβέστεςήρθανεκείνητηστιγμήκαιεπικρατούσεχάος.Παραδέχομαιότιδεσκέφτηκακαθόλουνασουτηλεφωνήσωγιανασουπωότιθααργήσω,αλλάσετέτοιουείδουςκαταστάσειςλειτουργείςσαναυτόματοκαιξεχνάςτιςασήμαντεςλεπτομέρειες».
«Α,ευχαριστώπολύ!»είπεηΣάντσαθυμωμένη.«Ώστεαυτόείμαιγιασένα...μιαασήμαντηλεπτομέρεια!»
ΟΜαρκκάτιμουρμούρισεμέσααπ’ταδόντιατουκαι
ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ47
έσφιξεταχέριατουγροθιές.«Δεμουλες,τιέχειςπάθειτελευταία;»
ΗΣάντσαόμωςείχεθυμώσειτόσοπολύ,πουγύρισεαπότομαπίσωκαισήκωσεαπότοπάτωματοανώνυμογράμμα,τοοποίοδιάβαζενωρίτεραστοφωςτηςφωτιάςκαιτοείχεαφήσειδίπλαστοάδειοτηςφλιτζάνι.
ΤοέτεινεστονΜαρκ,οοποίοςτοπήρεκατσουφιάζοντας.«Τιείναιαυτό;»
Ηφωνήτηςέτρεμεελαφρά.«Διάβασέτοκαιθαμάθεις».
ΟΜαρκξεδίπλωσετοελαφράτσαλακωμένοχαρτίπουεκείνηείχεχωμένοστηντσέπητηςόλητηνημέρα.Τονπαρατηρούσεπουτοδιάβαζεκαιείδετοσοκστηνέκφρασήτου,τοσφίξιμοτωνχαρακτηριστικώντου,τηνέντασηστοπιγούνικαιστοστόματουκαιτοελαφρόστένεματωνγκρίζωντουματιών.
«Θεέμου!»μουρμούρισεκαιτηνκοίταξεαυστηρά.«Μετοταχυδρομείοήρθε;Πούείναιοφάκελος;»
«Τονπέταξα».
Τηςέριξεμιαοργισμένηματιά.«Γιατ’όνοματουΘεού...γιατίτοέκανεςαυτό;»
«Δενξέρω...Ίσωςεπειδή...»Ξαφνικάτηςήρθενατονχτυπήσει.«Σταμάταναμουκάνειςπαρατηρήσεις,εντάξει;Συνήθωςπετάωόλουςτουςφακέλους...Γιατίναμηντουςπετάωάλλωστε;»
«Μαδενκαταλαβαίνεις;Αυτόςοφάκελοςμπορείναείχεκάποιοστοιχείοπουθαμαςβοηθούσεναμάθουμεποιοςτοέστειλε!»
«Τοσκέφτηκακιεγώ.Ματέλοςπάντωνγιαηλίθιαμεπερνάς;Οφάκελοςήτανδακτυλογραφημένος.Καιδενείχεαποστολέα».
«Σφραγίδαδενείχε;»
ΗΣάντσαέγινεέξαλλη.«Τοποιοςτοέστειλεδενέχεικαιτόσησημασία...τοθέμαείναι...λέειαλήθεια;»
ΟΜαρκτσαλάκωσετογράμμακαιτοπέταξεστηνάλληάκρητουδωματίου.Ύστεραπέρασετοχέριπάνωαπότοπρόσωπότου,σανναήθελενασβήσειαντιδράσειςπουθαμπορούσαννατονπροδώσουν.
«Σουέκαναμιααπλήερώτηση,Μαρκ»,είπεηΣάντσαμελαγχολικά.«Είναιαλήθειααυτόπουέγραφετογράμμαή
δενείναι;Έχειςσχέσημετηγραμματέασουήόχι;Μηνπροσπαθείςνασκεφτείςτιθαμουπεις...απλάπεςμουτηναλήθεια».
Εκείνοςτηςέστρεψετηνπλάτηκαιάρχισεναβαδίζειμέσαστοδωμάτιομετοκεφάλισκυφτόκαιταχέριαχωμέναστιςτσέπεςτου.ΗΣάντσαπερίμενεκαι,παρατηρώνταςτηνπλάτητουκάτωαπότοσακάκι,θυμήθηκετοσώματουγυμνό,όπωςτοείχεδειτηνπροηγούμενηνύχτα.Θυμήθηκεπώςέκαιγετοκορμίτηςεκείνεςτιςστιγμέςκαιτιςώρεςτηςαγρύπνιαςπουακολούθησαν,επειδήφλεγόταναπότονπόθοκαιτηθλίψη.Τονίδιοακριβώςπόνοένιωθεκαιτώρα,αλλάπροσπαθούσενατονδαμάσει,επειδήήξερε,ήτανβέβαιη,ότιοικατηγορίεςήταναληθινές.Ανήτανψέματα,οΜαρκθαείχεαντιδράσειδιαφορετικά...Θαείχεβάλειταγέλιαήθαείχεθυμώσεικαιφυσικάκάτιθατηςέλεγε,αντίνατηςγυρίσειτηνπλάτηκαιναβυθιστείστησιωπή,ανίκανοςνατηνκοιτάξει.
«Γιατί,Μαρκ;Γιατί;»τουφώναξεκιεκείνοςγύρισεαπότομακαιτηνκοίταξεμετοπρόσωπότουξαναμμένοκαιταμάτιατουναγυαλίζουνσαντονπάγο.
«Γιατί;»επανέλαβεεκείνος.«Γιατί;»Καιξαφνικάγέλασε...μ’έναγέλιοβραχνόκαιθυμωμένο,πουτηνέκανενατιναχτείπίσω,σαννατηνείχεχτυπήσει.«Δενξέρειςγιατί;Ανείναιαλήθειαόλ’αυτά,είναιεπειδήδεδίνειςδεκάραγιαμένα.Ώρεςώρεςμάλιστααναρωτιέμαιανενδιαφέρθηκεςποτέπραγματικά».
«Πώςτολεςαυτό;Αφούξέρειςότι...»ψιθύρισεηΣάντσα,αλλάσταμάτησεγιατίπνιγόταν.
«Αυτόπουξέρωείναιότισουήμουναπαραίτητοςγιαναφτιάξειςτηζωήπουήθελες!Χρειαζόσουνένανάντραγιανασουδώσειπαιδιάκιένασπίτι...καιτώραπουτααπέκτησες,δεμ’έχειςπιαανάγκη.Είμαιπεριττός,εκτόςβέβαιααπόταχρήματαπουφέρνωγιαναπληρώνονταιόλ’αυτά!»Έδειξενευριασμένοςτοδωμάτιομετοπαχύχαλίκαιταάνεταέπιπλα.«Ταλεφτάμουσουεπιτρέπουννακάνειςμιαάνετηζωήμαζίμεταπαιδιά,έτσιδενείναι;Τικρίμαπουείσαιυποχρεωμένηναανέχεσαικιεμέναμαζί».
ΗΣάντσαόϊνοιξετοστόματηςγιανατουπειότιδενήταναλήθειααυτάπουέλεγε,ότιτοναγαπούσεκαιτώρακαι
ι
πάντα,αλλάεκείνοςγύρισεαπότομακαιτηνκοίταξεμ'έναύφοςσαννατημισούσε.
«ΜουτοέδειξεςκαθαράότιΘαπροτιμούσεςναεξαφανιζόμουναπόπροσώπουγης.Τώρατελευταίαδεμεκοιτάζειςκαν,ούτεμουμιλάς...όσογιατονέρωτα...Ξέρειςαπόπότεέχουμενακοιμηθούμεμαζί;Θυμάσαικαθόλου;Έλα,σκέψουλίγο.ΑπότότεπουγεννήθηκεηΦλόραπόσεςφορέςέχουμεκάνειέρωτα;»
Ηέκρηξήτουτηςείχεφέρειτέτοιανευρικότητα,ώστε,ότανεκείνοςέκανεέναβήμαπροςτομέροςτης,
τραβήχτηκεπίσω.
ΟΜαρκσταμάτησεκαιτηνκοίταξεμεμάτιαπουπετού-σανφωτιές.«Α,μηνανησυχείς,δενπρόκειταινασεβιάσω!Έχωακόμααρκετόαυτοσεβασμόγιαναεπιβάλωτονεαυτόμουσεμιαγυναίκαπουδεμεθέλει!ΓΓαυτόδενήρθαούτεμιαφοράστοκρεβάτισουόλουςαυτούςτουςμήνες,παρ’όλοπουοιφορέςπουκοιμηθήκαμεμαζίμέσασ’αυτότοχρόνομετριούνταισταδάχτυλατουενόςχεριού!Αυτόδελέγεταιγάμος,Σάντσα.Ζούμεαπλώςκάτωαπότηνίδιαστέγη.Σουδηλώνω,λοιπόν,ότιέχωβαρεθεί.Έχωβαρεθείναμεαγνοείςκαιν’αδιαφορείςγιαμένα».
Δάκρυαξεπήδησαναπόταμάτιατης.«Μαρκ!Πώςμπορείςκαιταλεςαυτά;Ποτέδεναδιαφόρησαγιασένα!»
«Πάντωςεγώένιωθαβαρύψύχος,όποτεεπιχειρούσαναέρθωστοκρεβάτισουκιεσύέκανεςότικοιμόσουνήέλεγεςότιήσουνπολύκουρασμένη»,τηςείπεμέσααπ’ταδόντιατου.
«Δενυποκρινόμουν,Μαρκ.Πάνταείμαικουρασμένητηνύχτα...Τοναφροντίζειςτρίαπαιδιάκιέναολόκληροσπίτιδενείναιακριβώςπικνίκ!»τουαποκρίθηκεθυμωμένη,αλλάμετάμαλάκωσεκαιτουέτεινεικετευτικάτοχέρι.«Μαρκ,ανσεπλήγωσαάθελάμου,λυπάμαι...Ποτέόμωςδεμουπέρασεαπ’τομυαλόότινόμιζεςπωςείχαπάψεινασ’αγαπώ.Γιατίόμωςδεμουείπεςποτέτίποτα;Γιατίδεμουείπεςκάτι;»
«Δηλαδή,τιπερίμενες;Ναπέσωσταγόνατατηςίδιαςμουτηςγυναίκαςγιανατηνκάνωναμεπροσέξει;»φώναξεεκείνος.«Έχωκιεγώπερηφάνια,ξέρεις!Αφούόμωςδεμεθέλειςπια,τισεπειράζειανέχωβρεικάποιαάλλη;»
Ηομολογίατουήτανσανμαχαιριάστηνκαρδιάτης.Ο
50CharlotteLamb
Μαρκτηνκοιτούσεμεμάτιααγριεμένα,περιμένονταςτιςαντιδράσειςτηςκιέτσικατάπιετηνοργήκαιτονπόνοτηςκαι,ότανμπόρεσεναξαναβρείτηφωνήτης,τονρώτησε:«Τηναγαπάς;»
Τοπρόσωπότουσφίχτηκεακόμαπερισσότερο.«ΔεσυζητάωμαζίσουγιατηΖακί!»τηςείπεδηκτικά.«Τώραμιλάμεγιασένα,Σάντσα...γιασένακαιγιαμένακαιόχιγιατηΖακί.Ανογάμοςμαςήταναληθινόςταδυοτελευταίαχρόνια,θαήξερεςακριβώςτικάνωκαιδεθαπερίμενεςναμάθειςγιαμένααπόανώνυμαγράμματα.Αλλάτώραπιαδεσυζητάμεποτέεμείςοιδυο,έτσιδενείναι;Ανπροσπαθήσωποτένασουμιλήσω,δενακούς,γιατίείσαιπολύαπασχολημένημεταπαιδιάσου!»
«Είναικαιδικάσουπαιδιά!»τοναντέκρουσεμεθυμό.
Εκείνοςσυγκατένευσε,παραμερίζονταςανυπόμοναμιατούφαμαλλιάαπότοπρόσωπότου.«Ναικαιτααγαπώ,αλλάδενείμαιπαθιασμένοςμαζίτους.Στηζωήμουυπάρχειχώροςκαιγιαάλλαπράγματα.Εσύόμωςμουέδειξεςξεκάθαραότιταπαιδιάθαέρχονταιπάνταπρώταστηζωήσουκαιότιπέρααπ’αυτάδεσ'ενδιαφέρειτίποτ'άλλο.Σίγουραόχιεγώ».
ΗΣάντσατονκοίταξεσανναμηνπίστευεσταμάτιατης.Ζήλευεταπαιδιά;Ταπαιδιάτου;«Μα...αυτάπρέπειναέχουντηνπρωτοκαθεδρίαστηζωήμας,Μαρκ!Είναιτόσομικράακόμα!Μεχρειάζονταιείκοσιτέσσεριςώρεςτοεικοσιτετράωρο.Όλητημέραείμαιόρθιακαιτρέχωξοπίσωτους.ΗΦλόρα
ιδιαίτεραξέρειςπόσοαπαιτητικήείναι!Ώσπουναέρθειςεσύστοσπίτι,είμαιπτώμακαιτομόνοπουθέλωείναιναπέσωστοκρεβάτιμουκαιναξεραθώ».
«Κάθεβράδυ,Σάντσα;Κάθεβράδυ,πουναπάρεικαινασηκώσει;»
Οσκληρόςτόνοςτουτηςέφερερίγος.Πήγεκοντάτουκαιάγγιξετονώμοτου,αλλάεκείνοςτραβήχτηκεαπότομαμακριά.
«Μαρκ,σεπαρακαλώ...»τουείπεικετευτικά.«Δεθαείναιέτσιγιαπάντα!Μόνοτώραπουείναιακόμαμικράκαιμεχρειάζονταιόλητηνώρα».
«Καιπόσοκαιρόθασυνεχιστείαυτό;Πόσοκαιρόακόμα,Σάντσα;Έναχρόνο;Δύο;Έξι;Δέκα;Πόσοπρέπειναπερί-
μένωακόμα,ώσπουνααποφασίσειςναθυμηθείςότιυπάρχωκιεγώ;»
Ηερώτησήτουήτανρητορική.Δενπερίμενεασφαλώςαπάντηση,ανκαιταμάτιατουεξερευνούσαντοπρόσωπότηςμετέτοιααγριάδα,πουήτανσαννατηχαστούκιζε.
«Όχι,Μαρκ,ασφαλώςόχι!Τώρακαταλαβαίνω...τώρασυνειδητοποίησα...Μαρκ,ειλικρινάούτεείχαυποψιαστείότιένιωθεςέτσι...»άρχισεεκείνηβραχνά,αλλάτηδιέκοψεμεφωνήθυμωμένηκαισκληρή.
«Τοξέρω!Αφούόλουςαυτούςτουςμήνεςδεμεπρόσεχεςκαν.Γιατί,ανμεπρόσεχες,θαείχεςκαταλάβειότιείχαπροβλήματακαιότιχρειαζόμουνβοήθεια...τηδικήσουβοήθειακαιτηνυποστήριξη».
ΗΣάντσαταέχασε.«Τιεννοείς...είχεςπροβλήματα;Τιπροβλήματαδηλαδή;»
Τοστόματουστράβωσεσαρκαστικά.«Μηνκάνειςότιενδιαφέρεσαιξαφνικά!Είναιαργάπιαγιαναμουκάνειςότισυμπάσχεις».
Τιήταναυτάπουέλεγε;ΗΣάντσατονκοίταξεκαλάκαλά,προσπαθώνταςναμαντέψειτιτουσυνέβαινε,τιήταναυτόπουδενείχεπροσέξει,πέρααπότηνυποψίαότιταείχεμεάλληγυναίκα.Τογυναικείοτηςένστικτοέσπευσεναβγάλεισυμπεράσματα.Ανέβλεπεκάποιοαπόταπαιδιάτηςκακόκεφοκαιμεπαράξενησυμπεριφορά,θασκεφτόταναμέσωςότιήτανάρρωστο...
«Είσαιάρρωστος;»τονρώτησεανήσυχη,προσπαθώνταςναβρεικάποιοσημάδι.Ηαλήθειαήτανότιποτέτουδενήταντόσοαδύνατος.Είχεχάσειβάροςτελευταία;Πάντωςτοκοστούμιτουδενεφάρμοζετόσοτέλειαστοσώματουκαιηζώνητουήτανλίγοχαλαρή.
Έπρεπενατοκαταλάβει.Πώςήτανδυνατόνναμηνείχεπροσέξειτασημάδια;ΜήπωςείχεδίκιοτελικάοΜαρκ;Μήπωςτηνείχαναπορροφήσειτόσοπολύταπαιδιάτης,ώστεείχεξεχάσειτονάντρατης;Μααυτόςδεναρρώσταινεποτέ.
ΟΜαρκήτανπάντασεφόρμα.Βρισκότανσεδιαρκήκίνηση,ανεβοκατέβαινεστιςοικοδομές,μετέφερεακόμακαιξύλαήτούβλα,όποτευπήρχεανάγκηκαιγύμναζεπολύ
52CHARLOTTE1_ΑΜΒ
τουςμυςτου.Γενικάήτανέναςγερόςκαιδυνατόςάντραςπουδενείχεαρρωστήσειούτεμιαφοράστηζωήτου.
Τώραόμωςπουτονπρόσεχεκαλύτερα,είδεπόσοτραβηγμέναφαίνοντανταχαρακτηριστικάτου.Ταζυγωματικάτουείχανγίνειπιοέντονα,τοπιγούνιτουφαινότανσφιγμένο,σανναπονούσε,καιηγραμμήτουστόματόςτουσκληρή.Ακόμακαιηεπιδερμίδατουείχεθαμπώσεικαιείχεμιαχλομάδαπουεκείνηδενείχεξαναδείποτέ.Τιναείχεάραγε;
Ηφαντασίατηςάρχισεναοργιάζειμεαποτέλεσμαναβάλειό,τιχειρότεροστομυαλότης.Αχ,όχι,συλλογίστηκεχλομιάζονταςκαιηίδια.Θεέμου,σεπαρακαλώ,αςμηνέχεικαρκίνο.
«Όχι,δενέχωτίποτα»,τηςαπάντησε.«Σουφαίνομαιάρρωστος;Ήμουνπάνταγερόςοργανισμός.Ίσωςναέχωχάσειλίγοβάροςτώρατελευταία,αλλάαυτόσυνέβηεπειδήδενέχωπιαπολλήόρεξηκαιέχωστενοχώριες.Βιολογικάόμωςείμαιμιαχαρά».
Τοχρώμαεπανήλθεστοπρόσωπότηςκαιάρχισεναανασαίνειπιοάνετα.«Τιστενοχώριεςέχεις,Μαρκ;»τονρώτησεήρεμα.
Εκείνοςδίστασεστηναρχή,αλλάτελικάυποχώρησε.«Ναι,ίσωςθα’πρεπενασουταπωγιαναταξέρεις.Γιατίθαεπηρεάσουνκαιτηδικήσουζωή.Πρόκειταιγιατηνεταιρεία.Δεχόμαστεεπίθεση.ΟΓκρεΊντζερ...ΤονξέρειςτονΓκρεΊντζερ.ΕίναιαυτόςπουδιευθύνειτηνGRO,τημεγάληεταιρείακατασκευών,πουδιαφημίζουνόλητηνώραστηντηλεόραση».
ΗΣάντσακούνησεκαταφατικάτοκεφάλιτης.Κάτιθυμόταν.Μιλούσεγιατονπαχύπενηντάρη,μετοψεύτικοχαμόγελοκαιταμικράμάτια.«Ναι,τονθυμάμαι».
«ΟΓκρέιντζερ,λοιπόν,θέλειναεπεκταθείκιεμείςείμαστεμιααπότιςμικρότερεςεταιρείεςπουέχειβάλειστομάτι.Αγοράζειό,τιμετοχήμαςβρεινακυκλοφορείστηναγοράγιανααποκτήσειπροσβάσειςστηνεταιρεία.Είναικάμποσοςκαιρόςτώραπουκαταλάβαμετουςσκοπούςτουκαιαγωνιζόμαστενατονσταματήσουμε.ΓΓαυτόδούλευατόσοσυχνάωςαργάτοβράδυαυτέςτιςτελευταίεςεβδομάδες».
Τότεδεθαπρέπειναήτανόλεςτιςφορέςμ’αυτήν,συλλογίστηκεηΣάντσαανακουφισμένη.Δούλευεπράγματι.Δεντιςέλεγεψέματαόλεςτιςφορές.
«Καιτώρα;Έχουνβελτιωθείκαθόλουταπράγματα;»τονρώτησε.«Κερδίσατετελικά;»
Εκείνοςμόρφασε.«Μακάριναήτανέτσι,αλλάδυστυχώςακόμαδενξέρουμετίποτα.ΟΓκρεΊντζερέχειανακοινώσειότιπροσφέρειμετοχέςκαιοιμέτοχοίμαςθαπρέπειν’αποφασίσουνανθαδεχτούνμίαδικήτουμετοχήδίνονταςσαναντάλλαγμαδύοαπότιςδικέςμας».
«Είναικαλήπροσφοράαυτή;»ρώτησεηΣάντσακατσουφιάζοντας.Δενείχειδέατισήμαινανόλ’αυτά.Ευχήθηκεναείχεδείξειλίγοπερισσότεροενδιαφέρον,γιατίίσωςέτσιναείχεκαταλάβειτισκοτούρεςείχεοΜαρκστομυαλότου.
Εκείνοςανασήκωσετουςώμους.«Πάντωςείναιδελεαστικήπροσφοράγιατουςμετόχους.Ναι.Ηεταιρείατουείναιπολύμεγαλύτερηαπότηδικήμαςκαιπολύπιοπαλιά.ΦυσικάοΦρανκκιεγώετοιμάσαμεμιααντιπροσφορά,ηοποίαθακοινοποιηθείσεόλουςτουςμετόχουςτηνερχόμενηεβδομάδα.Μ’αυτήντουςυποσχόμαστεένακαλόμέρισμα,ανμείνουνμαζίμαςκαιτους
περιγράφουμεπολύρόδινοτομέλλον.Μετάαπόλίγεςμέρεςθαγίνεισυνάντησητωνμετόχωνκαιύστεραθαψηφίσουν...ταχυδρομικώς.Ωστόσο,ώσπουναμετρηθούνοιψήφοι,δενέχουμειδέατιμαςεπιφυλάσσειτομέλλον».
ΟύτεκαιηΣάντσαείχειδέα.Τονάκουγεμεμεγάληπρο-σοχή,γιατίόσασυνέβαινανστηνεταιρείατουτηνενδιέφερανάμεσα.Ηζωήτουςολόκληρηεξαρτιόταναπ’αυτό.Αχ,έπρεπεναείχεδείξειπερισσότεροενδιαφέρον.Γιατίταείχεαφήσειόλαπάνωτου;Γιατίδεντονέβαζενατηςμιλάειγιατηδουλειάτου;Παρ’όλοόμωςπουεπιφανειακάτομυαλότηςασχολιότανμ’αυτότοζήτημα,κατάβάθοςτηνέτρωγανταπροσωπικάτης,ταερωτήματάτηςγιακείνητηγυναίκα,γιατηνοποίαοΜαρκδενήθελενακουβεντιάσειμαζίτης.
Μ’εκείνημιλάειγιαμέναάραγε;αναρωτήθηκε.Συζητούνγιαμένα,ότανείναιξαπλωμένοιστοκρεβάτι;Τηςκάνειταπαράπονάτου;
Κάθεερώτημαήτανσανμιαμαχαιριάστηνκαρδιάτης.Ένιωθεσαννααιμορραγούσεεσωτερικά,βαδίζονταςπροςτοθάνατο.
Πόσοτημισούσεεκείνητηγυναίκα!Εκείνοτοξανθόκορίτσιπουήταντόσονεότεροαπ’αυτήν,πουδενείχεπεράσει
54CharlotteLamb
μήνεςολόκληρουςφουσκωμένησανμπαλόνιγιαναγεννήσειταπαιδιάτουΜαρκ,ούτεείχεσημάδιαστηνκοιλιάτης.Πουδενήταναναγκασμένηναξοδεύειώρεςολόκληρεςσταψώνια,στοπλύσιμο,στοκαθάρισμακαιστομαγείρεμαήναφοράειρούχαπουδεντηνπείραζεκαινακαταστραφούν,αντομωρόέκανεεμετόπάνωτηςήέχυνετοφρουτοχυμότου.
Ήτανάραγεσοβαρήησχέσητους;ΟΜαρκσκόπευενατηνπαρατήσεικάποτε;Αλλάπάνωαπ’όλαηαπάντησηπουήθελεηΣάντσαήτανστηνερώτησηπουοΜαρκείχεαποωύγει.Ήτανερωτευμένοςμ’αυτήτηνξανθιάκοπέλα;
ΒέβαιαηΖακίΦαράρθαγνώριζεόλαταεπαγγελματικάτουπροβλήματα.Δούλευεστογραφείοτουκαιασφαλώςεκείνοςθατηςέλεγεταπάντααπότηνπρώτηστιγμήπουείχεαρχίσειηκρίση.
«Γιατίδεμουταείχεςπεινωρίτεραόλ’αυτά;»ρώτησε,νιώθονταςτολαιμότηςνατσούζειαπότηζήλια.
«Πότενασουταέλεγα;»τηςαντιγύρισεμεκακία.«Πότεεξέφρασεςτηνεπιθυμίαναμιλήσειςμαζίμουήναμεακούσεις;Πότεέδειξεςενδιαφέρονγιατηδουλειάμου;Κάθεφοράπουγύριζαστοσπίτιήσ’έβρισκαμισοκοιμισμένηστοτραπέζιήξύπνια,αλλάμετάαπόλίγαλεπτάχασμουριόσουνκαιπήγαινεςγιαύπνο».
«Θαμπορούσεςνακάνειςμιαπροσπάθεια!Ποτέδεμουέκανεςτονπαραμικρόυπαινιγμόγιατιςστενοχώριεςσου».Απότηζήλιατακαστανάτηςμάτιαείχανγίνειμαύρα.«Προτιμούσεςόμωςναταλεςσ’εκείνητηνξανθιά,τηφιλενάδασου!»
«Αυτήτουλάχιστονμεάκουγε!»
«Ασφαλώς!'Οπότεέπεφτεμαζίσουστοκρεβάτι!Εκείσυζητάτεσυνήθωςγιατηδουλειά;Τονα
κοιμάταιμαζίσουείναικιαυτόμέροςτωνκαθηκόντωντης;»
ΟΜαρκέγινεκατακόκκινοςαπότοθυμό.Τηνάρπαξεαπότουςώμουςκαιτηντράνταξεσανπάνινηκούκλα.
«Γιαάκουσεεδώ,αγριόγατα!»
ΗΣάντσαείχεθυμώσειτόσοπολύ,πουτουέδωσεμιακλοτσιάστοναστράγαλο.Τονκλότσησεμετόσηδύναμη,πουτηςπόνεσετοδάχτυλοτουποδιούκιέβγαλεμιακραυγή.
ΚαιοΜαρκόμωςέβγαλεκραυγή.Τηνάφησεαπότομακιοπισθοχώρησε,πιάνονταςτοπόδιτου.
ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ55
«Θεέμου,τιπόνοςείν’αυτός!Παραλίγοναμουσπάσειςτοναστράγαλο!»
«Τότε,τηνεπόμενηφοράνατοσκεφτείςκαλά,πρινμουορμήσεις!»
ΟΜαρκτηνκοίταξεσαννατηνέβλεπεγιαπρώτηφορά,εξακολουθώνταςνατρίβειτοπόδιτου.Καιξαφνικάτοβλέμματουστάθηκεσταμαλλιάτης.
«Ταμαλλιάσουείναιδιαφορετικά...»μουρμούρισεαφηρη-μένα.«Πότεπήγεςκαιταέφτιαξες;»
«Α,ώστεταπρόσεξεςεπιτέλους!»είπεεκείνησαρκαστικά.«Ταέχωφτιάξειαπόμέρες.Αλλάμήπωςμεκοιτάζειςποτέ;Καιμετάλεςγιαμέναότισεκάνωνανιώθειςαόρατος!»
Ταγκρίζατουμάτιατηνκοίταξανερευνητικάαπότηνκορφήωςτανύχια.Παρατήρησετομεταξωτόφόρεμαπουτύλιγεαπαλάτοκορμίτηςκαιαναδείκνυετηθηλυκότητάτουπουόλουςαυτούςτουςμήνεςήτανκρυμμένηκάτωαπόταπαλιάμπλουτζίνκαιταφαρδιάπουκάμισα.
«Καιτοφόρεμα...»συνέχισεεκείνοςκατσουφιάζοντας.«Κιαυτόκαινούριοείναι,σωστά;»
«Ναι».Τηνέπιασεέξαψη,βλέποντάςτοννατηνκοιτάζειέτσι.Ακουγετουςσφυγμούςτηςναχτυπούνστολαιμό,στουςκαρπούςκαισ'όλοτηςτοκορμί.
Τοστόματουστράβωσεσαρδόνιακαιτηςέριξεένακοροϊδευτικόβλέμμα.«Γιατίόλ’αυτά,Σάντσα;»τηρώτησε.
Εκείνηκοκκίνισεακόμαπιοπολύκαιέστρεψεαλλούτοβλέμμα.
«Άσεμεναμαντέψω.Τογράμμαπότετοπήρες;»
«Πριναπόδυομέρες»,τουομολόγησεανίκανηνατονκοιτάξεισταμάτια.
«Πριναπόδυομέρες»,επανέλαβεεκείνοςσαρδόνια.«Κιέτσιέτρεξεςαμέσωςναφτιάξειςταμαλλιάσουκιαγόρασεςκαινούριαρούχαγιαν’αλλάξειςεικόνα...Αναρωτιέμαιόμωςγιατίταέκανεςόλ’αυτά.Μημουπειςότιείχεςβάλεισκοπόναμεαποπλανήσεις.Αυτόείχεςκατάνου,Σάντσα;»
«Όχι!»διαμαρτυρήθηκεεκείνη,ξέρονταςωστόσοότιέλεγεψέματα.Γιατίγιαποιοάλλολόγοτοείχε
κάνει;
Κιεκείνοςόμωςτοήξερεότιέλεγεψέματακαιγέλασεμ’έναντρόποπουτηνέκανενανιώσειφριχτάταπεινωμένη.
«Ψεύτρα!»*
56CharlotteLamb
Οχαδιάρικοςτόνοςτηςφωνήςτουτηςέφερεακόμαμεγαλύτερηαναστάτωση.ΕυχήθηκεναμηνείχεακολουθήσειτησυμβουλήτηςΖόι,γιατίέτσιείχεκάνειτονΜαρκτώρανατηνπεριφρονείκαινατηνκοροϊδεύει.
«Εμπρόςλοιπόν»,συνέχισεεκείνος.«Κάνετηνκίνησήσου,Σάντσα.Εδώείμαι...καιείμαστεμόνοι.Δείξεμου,λοιπόν,πόσοπολύμεθέλειςακόμα».
«Σταμάτα!»μουρμούρισεεκείνη,σκύβονταςτοκεφάλιγιανακρύψειταδάκρυάτης.Εκείνητηστιγμήτονμισούσε.
Έπρεπεναφύγειγιαναγλιτώσειαπότιςειρωνείεςτου.Χωρίςνατονκοιτάξεικαθόλου,βγήκετρέχονταςαπότοδωμάτιοκαιανέβηκετησκάλα,παλεύονταςνασυγκροτήσειτουςλυγμούςτης.Πώςμπορούσενατηςμιλάειέτσι;Πώςμπορούσενατηνκοιτάζειέτσι;Τόσοπολύτημισούσεπια;
Κάποτεήτανπολύερωτευμένοι...τονπρώτοχρόνοτουγάμουτους,πριναρχίσουννακαταφθάνουνταπαιδιά.Θυμήθηκετηνευτυχίαεκείνηςτηςεποχής,τότεπουβλέπο-ντάςτονκαιμόνοστηνάλληάκρητουδωματίου,ένιωθετοκορμίτηςναπάλλεταιαπόπόθοκαιχαρά...Τότεπουέβλεπεταίδιαακριβώςαισθήματανακαθρεφτίζονταισταγκρίζατουμάτια.Τότεπουδενήθελανκανένανκοντάτουςκαιλαχταρούσανναβρεθούνμόνοιγιαναεξερευνήσουνοέναςτονάλλονσωματικάκαιδιανοητικάκαιναανακαλύψουνταπάνταοέναςγιατονάλλο.
Τότεεκείνηπίστευεότιηάφιξητωνπαιδιώντουςθαέκανεακόμαπιοακλόνητοτοδεσμότους.Στηναρχήήτανβέβαιηγι’αυτό.Σιγάσιγάόμωςάλλαξανόλακαιδενμπορούσενακαταλάβειπότεείχεδημιουργηθείτοχάσμαανάμεσάτους.Τώραπουτοξανασκεφτόταν,έβλεπεότιείχεδημιουργηθείμέραμετημέρα,βδομάδατηβδομάδα.
Αχ,Μαρκ,πώςφτάσαμεωςεδώ;αναρωτήθηκε,περνώνταςτοκατώφλιτηςκρεβατοκάμαρας.
Πρινπρολάβεινακλείσειτελείωςηπόρτα,οΜαρκήτανπίσωτηςκαιτηνέσπρωχνεγιαναπεράσειμέσα.ΗΣάντσαδεφώναξεαπόφόβομήπωςξυπνήσειταπαιδιά.Οπισθοχώρησεθυμωμένηκαιτρομαγμένη,ψιθυρίζοντας:«Ασεμεήσυχη!Δεναντέχωάλλο.Ασεμεήσυχη».
«Απόψεόχι,Σάντσα»,τηςείπεμ’έναύφοςπουέκανετο
αίματηςναπαγώσειαπότονπανικόκαιτοστόματηςναξεραθεί,αλλάαπόένασυναίσθηματελείωςδιαφορετικό.
Δενήθελενααισθάνεταιέτσι,τώρατουλάχιστονπουεκείνοςείχεμπλέξειμεάλλη.Δενήθελεούτενατηναγγίξει,μέχρινασιγουρευτείότιεκείνηησχέσηείχετελειώσει.
ΆσχετααπότοτιπίστευεοΜαρκ,απόψεδενείχεσκοπόνατοναποπλανήσει.Είχεδεχτείβαρύχτύπημαστοναυτοσεβασμότης.Ότανανακαλύπτειςότιοάντραςσουέχειφιλενάδα,αρχίζειςνακοιτάζειςδιαφορετικάτονεαυτόσου.Κιεκείνηείχεκοιταχτείστονκαθρέφτηκαιείχεδειταχάλιατης,γι’αυτόείχεσπεύσειν’αλλάξειτηνεικόνατης...όχιμόνογιατονΜαρκ,αλλάκαιγιατονεαυτότης.
Τονκοίταξεδυστυχισμένη,μισώνταςτηνκυνικήλάμψητωνματιώντου.ΟΜαρκσυνήθιζεναλέειότιδενήτανπιαηκοπέλαπουείχεπαντρευτεί.Ε,λοιπόνούτεκιεκείνοςήτανοάντραςπουείχεπαντρευτείηΣάντσα.ΟδικόςτηςΜαρκποτέδεθατηςφερότανέτσι.
«Μαρκ,φύγεσεπαρακαλώ.Εσύμπορείνααστειεύεσαι,αλλάεγώδεντοβρίσκωκαθόλουαστείο».
«Δενπροσπαθούσανασεδιασκεδάσω»,τηςείπεβγάζονταςτηγραβάτατου.
Οισφυγμοίτηςχτυπούσανσαντρελοί.Τραβήχτηκεακόμαπιοπέρα.«Δεφαντάζομαιναπεριμένειςνακοιμηθώμαζίσουτώραπουέχειςσχέσημεάλληγυναίκα!»τουείπεσοκαρισμένη.«Φύγεαπόδω,Μαρκ!»
Εκείνοςξεκούμπωσετοπουκάμισότου.«Στοκρεβάτισουήστοδικόμου;»τηρώτησεμαλακά.
«Σταμάτα,είπα!»τουφώναξεευχαριστημένηπουηφωνήτηςήτανσταθερή,παρ’όλοπουτοκορμίτηςέτρεμεολόκληρο.
Μετοπουκάμισότουανοιχτό,κάθισεστηνάκρητουκρεβατιούτουκαιάρχισεναβγάζειταπαπούτσιατου.Τοέκανετόσοανέμελα,όπωςκάθεβράδυ,καιμόνοτότεηΣάντσακατάλαβεότιδεναστειευότανκιότιτοεννοούσεπραγματικά.Ήταναποφασισμένοςνατηνπιέσεικαιτηςερχότανναπεθάνει.Αυτόδεθαμπορούσενατοξεπεράσειποτέ.*
Έτρεξεπροςτηνπόρτα,αλλάοΜαρκπετάχτηκεαμέσωςπάνωκαιόρμησεπροςτομέροςτηςαθόρυβα,μετηνευλυ-
58CharlotteLamb
γισίαπάνθηρα.Οφόβοςαπλώθηκεστιςφλέβεςτης.Ήθελενατουξεφύγει,γιατίδενάντεχεστηνιδέαότιθατηναγγίξει,αλλάεκείνοςτηνάρπαξεκαιτηνέσυρεπροςτοκρεβάτι.
Ταμάτιατηςπλημμύρισαναπόοάκρυα.«Όχι,Μαρκ...Πάρεταχέριασουαπόπάνωμου...Μαπώςμπορείςναμουτοκάνειςαυτό;Δενπρόκειταινασεμοιραστώμετηφιλενάδασου!»
Τηνέσπρωξεστοκρεβάτικαι,γέρνονταςπάνωτης,τηνπίεσεμετοδυνατόκορμίτου,ώστεναμηνμπορείνασηκωθεί.Πόσοκαιρόείχενατοννιώσειέτσιαπόπάνωτης.
Έναηδονικόρίγοςσάρωσετοκορμίτης.Τώραπιαδενμπορούσενακάνειπίσω.Τονήθελε.Δενμπορούσεναυποκρίνεταιούτεστονίδιοτονεαυτότης,πόσομάλλονσ’εκείνον.
Έπρεπεόμως.Έπρεπενατονσταματήσει.Ανυπέκυπτεστηνκαυτή,στηνοδυνηρήεπιθυμίατηςσάρκας,θαέχανετελείωςτοναυτοσεβασμότης.ΟΜαρκόλ’αυτάταέκανεγιανατηνπληγώσεικαινατηνταπεινώσει...Τοήξερεότιήτανθυμωμένοςμαζίτης...Τηςτοείχεπειάλλωστεοίδιοςπριναπόλίγο.Ανλοιπόνέκανεέρωταμαζίτηςμετέτοιαδιάθεση,θαήτανγιανατηντιμωρήσεικαιμόνο.
Επομένωςδενέπρεπενατοναφήσει.
Έστρεψετοπρόσωπότηςκαιέσφιξεθυμωμένατουςμυςτουκορμιούτης.
«Ασεμεήσυχη,Μαρκ!»
Έκλεισετοπρόσωπότηςανάμεσαστιςπαλάμεςτουκαιτράβηξετοκεφάλιτηςπροςτοδικότου.Κοιτάχτηκανμιαστιγμήσταμάτια.Ταδικάτηςήτανορθάνοιχτακαισκοτεινιασμένααπότηνοργή,αλλάτουΜαρκήτανανεξιχνίαστα.
Ανοιξετοστόματηςνατουπειόσατηςέρχοντανστομυαλό,αλλάπρινπρολάβειν’αρθρώσειλέξη,τοστόματουκόλλησεάγριαστοδικότης.
Πόσοκαιρόέχειναμεφιλήσει;αναρωτήθηκεανήμπορηνασταματήσειταχείλητηςπουκινιούντανδιψασμένακάτωαπόταδικάτου.Πόσοκαιρό;
Πώςήτανδυνατόνναξεχάσειαυτήτησυγκλονιστικήευχαρίστηση;Γιατίήταντόσοηλίθιακαιείχεαφήσειναμπουνάλλοιανάμεσάτους;Γιατίδενείχεκαταλάβειότιτονέχανε;
ΜετάτηγέννησητηςΦλόραςήτανπαγωμένη,μουδιασμένηγιαμήνες.Δενήθελεούτενατηναγγίζουνούτενακάνειέρωταούτετίποτα.Αφηνετιςμέρεςνακυλούν,βουτηγμένηστηρουτίνα,μετησκέψητηςπάντακαρφωμένησταπράγματαπουείχενακάνει,στιςυποχρεώσειςτηςσανμητέρακαινοικοκυρά,ξεχνώνταςτελείωςτονΜαρκ...Επειδήδεντηςπερίσσευεούτεχρόνοςούτεενέργειαγι’αυτόν,είχεχάσειτοένστικτοτουπόθου.
Τώραοπάγοςείχεαρχίσειναραγίζει.Ταχέριατουκατέβηκαναπότοπρόσωπότηςκαιταακροδάχτυλάτουάγγιξανταστήθητης,κάνοντάςτην’αναστενάξειαπότονπόθο.Τοκορμίτηςαναδυόταναπότονπάγοπουτοκρατούσετόσοκαιρόαιχμάλωτο,καίγονταςοστόπάθοςκιεπιθυμία.Ωστόσο,δενμπορούσενατοναφήσεινατηςκάνειέρωτααπόψε.Δενέπρεπεναυποκύψειτώραπουεκείνοςκοιμότανμεάλληγυναίκα.Πρώταέπρεπεναπάρειτέλοςεκείνηησχέση.
Έπρεπενατονσταματήσει.Τώρα.Προτούναείναιπολύαργά.Προτούτηνπροδώσειτοηλίθιοκορμίτης.Ηεπιδερμίδατηςείχεπάρειφωτιά.Βαθιάμέσατηςπονούσεαπότηλαχτάρανατοννιώσεινατηςκάνειέρωτα,οδηγώνταςκαιτουςδυοτουςσταόριατηςτρέλας.
Αλλάδενμπορούσε.Δεθατονάφηνε.Όχιτώρατουλάχιστονπουτηνπρόδιδεμεμιαάλλη.
Σήκωσεαπότοματοκεφάλιτηςκαιτονέσπρωξεθυμωμένα.
«Όχι,Μαρκ!Δεθασ’αφήσω!»φώναξεδυνατά,έχονταςξεχάσειτελείωςταπαιδιάτηςπουκοιμούντανκιαμέσωςάκουσετηΦλόρανακλαψουρίζει.
Τέντωσετ’αυτιάτηςκαιαφουγκράστηκε.ΤοκλάματηςΦλόραςδυνάμωσε.
«Μανούλα...μανούλα...μανούλα...»
ΗΣάντσακατάλαβεαμέσως.Ηκορούλατηςέβλεπεπάλικάποιοκακόόνειρο,απόκείναπουδενμπορούσεούτεναπεριγράψειούτεναεξηγήσει.Οτιδήποτεμπορούσενατηςφέρειτηνύχταεφιάλτες...έναπαραμύθι,κάτιπουείχεδειστηντηλεόρασηήστονκήπο.ΗΦλόραήτανπάντα
γεμάτηενεργητικότητα,αλλάέτρεμεταέντομα.Όλα.Αράχνες,μέλισσες,κάμπιες...όλατηνέκανανναπαθαίνειυστερία.Τααδέρφιατηςτοέβρισκανπολύαστείοκαιόλοπήγαιναναθόρυβακοντάτηςκαιτηςέριχνανπότεκάποιααράχνη,
60CHARLOTTELAMB
πότεκάποιαμαλλιαρήκάμπιαστοφόρεμάτηςκαιξεκαρδίζοντανσταγέλια,όταντηνέβλεπαννατινάζεταικαιναουρλιάζει.
«Θαξυπνήσεικαιτουςάλλους.Πρέπειναπάωκοντάτης»,είπεηΣάντσα.«Ασεμενασηκωθώ,Μαρκ».
Ηφωνήτουήταντροχιάκαιθυμωμένη.«Αγνόησέτηνκαιμιαφορά!Τηνέχειςκακομάθεικαιξέρειότιαρκείναβγάλειμιαφωνήγιαναγίνειαμέσωςτοδικότης».
«Δενμπορώ...Αφούτοξέρειςότιδενμπορώ...Πρέπειναπάωκοντάτης...»ΗΣάντσαέσπρωξεδυνατάτουςώμουςτουκιεκείνοςέβγαλεέναθυμωμένομουγκρητόκαιέπεσεστοπλάι.Εκείνησηκώθηκεαμέσωςκαιέτρεξεστοδιπλανόδωμάτιο.
ΗΦλόραήτανόρθιαστηνκούνιατης,μετοκλαμένοπροσωπάκιτηςλουσμένοστοφωςτουφεγγαριούκιαμέσωςέτεινεταχεράκιατηςπροςτηΣάντσα.
«Μανούλα...»
ΗΣάντσατηνπήρεστηναγκαλιάτης,κάθισεστηνκουνιστήπολυθρόνακιάρχισενακουνιέταιμαζίτηςμπροςπίσω.ΗΦλόραέβαλετοδάχτυλοστοστόμακιαναστέναξενιώθονταςεπιτέλουςασφαλής.
ΗΣάντσαδεντηρώτησεγιατοόνειροπουείχεδει,αλλάσυνέχισενακουνιέταιμπροςπίσω,μουρμουρίζονταςένανανούρισμακαισιγάσιγάένιωσετοκορμάκιτουπαιδιούτηςναβαραίνει,καθώςτηντύλιγανκαιπάλιταπέπλατουΜορφέα.Πέντελεπτάαργότερατηνξανάβαλεστοκρεβα-τάκιτης,τησκέπασεκαιβγήκεαθόρυβααπότοδωμάτιο.
Τοδωμάτιότηςήτανάδειο,αλλάμεαναμμέναταφώτα.ΟΜαρκδεφαινότανπουθενά.Στάθηκεστηνπόρτακαιπρόσεξεότιταρούχατουδενήτανπιαεκεί.Είχεαποφασίσεινακοιμηθείπάλιστονξενώναήμήπωςείχεξανακατεβείκάτω;
Δαγκώνονταςστενοχωρημένηταχείλητης,προσπάθησενααποφασίσειτινακάνει.Μετάαπ’αυτόπουείχεσυμβείμεταξύτους,μήπωςέπρεπεναπεριμένεινατουμιλήσειτοπρωί;
Ανπήγαινενατονβρειστονξενώνα,ίσωςεκείνοςνατοθεωρούσεσανκαινούριαπρόσκλησηκαιναξαναπροσπαθούσενακάνειέρωταμαζίτης.
Ανδενπήγαινεόμως,ίσωςναέφευγεπάλιπρωίπρωίγιανααποφυγειναμιλήσειμαζίτης.Μπορείναείχεαποπειραθείνατηναποδιοργανώσειμετονακάνε»έρωταμαζίτης,αλλάαυτότοπαιχνίδιδενεπρόκειτονατοκερδίοει.Έπρεπεναμιλήσουνγιατοδεσμότου.ΗΣάντσαείχεανάγκηναμάθει.
Μόλιςγύρισεγιαναπάεινατονβρει,άκουσετοαυτοκίνητότουναβγαίνειαπότογκαράζκαιπάγωσεολόκληρη.
Έτρεξεστοπαράθυροκαιμόλιςπουπρόλαβεναδειταφώτατουναχάνονταιστονορίζοντα.
Τηνέπιασεαπελπισία.Πούπήγαινετέτοιαώρα;Όχιότιδενήξερεβέβαια.Σ'αυτήνπήγαινε,πούαλλού;Στηνερωμένητου.Αφούδενείχεκαταφέρειναπείσειτηγυναίκατουνακοιμηθείμαζίτου,πήγαινετώραστηνάλλη.Μαζίτηςθαπερνούσετηνυπόλοιπηνύχτα.
Πώςμπορούσεόμως;ΗΣάντσαένιωσεξαφνικάναυτία.Έ-βαλετοχέριστοστόματης,έτρεξεστομπάνιοκιέκανεεμετό.
Ότανσυνήλθελίγο,έκανεέναντουςκαιπήγεστοκρεβάτιτης,ξέρονταςότιδενεπρόκειτονακοιμηθεί.ΤομυαλότηςδεθαέπαυενατηςδείχνειεικόνεςτουΜαρκστοκρεβάτιμετηνάλληγυναίκα...
Σταμάταπια,πρόσταξετονεαυτότης.Δεθέλωνατοσκέφτομαι.Δεθέλωναξέρωτίποτα.Πώςμπόρεσεναφύγει,ότανπριναπόλίγοάγγιζεεμένακαιμεφιλούσεμ’έναντρόποπουμ’έκανενα...
Ηθύμησητηςδικήςτηςασυγκράτητηςεπιθυμίαςτηνέκανεναντρέπεται.Τονμισούσε,επειδήτηνείχεκάνεινανιώσειέτσικαιύστεραείχετρέξειστοκρεβάτιτηςάλληςγυναίκας.
ΊσωςηΖόιναείχεδίκιοτελικά.Ίσωςτομόνοπράγμαπουμπορούσενακάνειτώραήταννατουζητήσειδιαζύγιο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ4
ΤηνύχταηΣάντσακοιμήθηκεπάλιάσχημακαιτοπρωίσηκώθηκεπολύνωρίς.Βρήκετονξενώναάδειο.ΠουθενάίχνοςαπότονΜαρκ.ΗΦλόρακοιμότανμπρούμυτα,μετονποπότηςστοναέρα.ΗΣάντσατηνάφησεκαιπήγεστοδωμάτιοτωναγοριών.Μόλιςτράβηξετιςκουρτίνες,τοδωμάτιοπλημμύρισεφως.Τιειρωνείατηςτύχης,συλλογίστηκε.Μετηδιάθεσηπουείχεσήμερα,τοπρωινόθα’πρεπεναείναιγκρίζοκαιβροχερό.Ανήτανέτσι,όμως,ταπαιδιάδεθαμπορούσανναβγουνέξωμετηΜάρθακαιηίδιαείχεπολλήανάγκηναμείνειμόνη.
Έστρεψετηνπλάτητηςστοπαράθυροκαιείδετουςγιουςτηςναχασμουριούνταικαινατεντώνονταινωχελικάκάτωαπόταπαπλώματάτους.ΤαμάτιατουΤσάρλιάνοιξαναπότομακιαμέσωςανακάθισεστοκρεβάτιτουμεταμαλλιάανακατεμένακαιτοπρόσωποκόκκινοαπότονύπνο.
«Σήμεραέχουμεζωολογικόκήπο!Τιώραείναι,μαμά;Είναιώραναπηγαίνουμε;ΗθείαΜάρθαήρθε;Φέλιξ,ξύπνα...Σήμεραθαπάμεστοζωολογικόκήπο!»
ΟΤσάρλιπετάχτηκεαπότοκρεβάτικιέτρεξεστομπάνιογιαναπρολάβειναμπειπρώτος.Κάθεμέραγινότανμάχημετομεγαλύτεροαδερφότουγιατοποιοςθαέμπαινεπρώτοςστομπάνιο,γιατοποιοςθακαθότανπρώτοςστοτραπέζικαιποιοςθαέμπαινεπρώτοςστοαυτοκίνητοτου
πατέρατους.Καιοιδυοήθελανναείναιπρώτοισεόλα.Μεταξύτουςυπήρχεέναςσυνεχήςανταγωνισμός.
ΟΦέλιξξύπνησεκιαυτός,ανακάθισεστοκρεβάτιτουκαιαμέσωςμετάσηκώθηκεόρθιος.«Θαπάμεστοζωολογικόκήπο...στοζωολογικόκήπο...»άρχισενατραγουδάει.«Είμαικαγκουρόοοο...»
«Σσσ»,τουείπεηΣάντσα,ενώέβγαζεταρούχαπουθαφορούσαν.Εσώρουχα,κάλτσες,μπλουτζίν,καρόπουκάμισακαιελαφριάκαλοκαιρινάπουλόβεργιατηνπερίπτωσηπουθαέπιανεαργότεραψύχρα.«Θαξυπνήσειςτηναδερφήσου».
ΤηνίδιαστιγμήάκουσαντηφωνήτηςΦλόρας.«Σηκωθώ.Μαμά...σηκωθώ!Θέλωσηκωθώ!»φώναζεχοροπηδώνταςστηνκούνιατης.
Ηεπόμενημισήώραήτανχάος,όπωςγινότανσυνήθωςταπρωινά.ΗΣάντσαέκανεταπάνταόπωςσυνήθως.Έβαλετοκεφάλικάτωκαισυνέχισετιςδουλειέςτης,χωρίςν’αφήνειτονεαυτότηςνασκέφτεταιτίποτ’άλλο.Τααγόριαήταντόσοενθουσιασμένα,πουδεντέλειωσαντοπρωινότους,αλλάηΦλόραδενείχετέτοιουείδουςαναστολές.Κάθισεστοκαρεκλάκιτης,σπρώχνονταςευτυχισμένηταδημητριακάμέσαστοστόματηςκαιπαράλληλαπροσπαθούσεναφάεικαιτηνμπανάνατης.ΗΣάντσαπροτίμησεναμηνκοιτάζει.
ΗΜάρθακατέφθασετηνώραπουηΣάντσακαθάριζετοτραπέζι.Μεμάτιαλαμπερά,δείχνονταςενθουσιασμένηόσοκαιταπαιδιά,κοιτούσετηφίλητηςπουτουςέβαζεταπαλτάτους.
«Λοιπόν,ναείστεκαλάπαιδιάκαιναμηστενοχωρήσετετηθείαΜάρθα»,είπεηΣάντσασταπαιδιάτης.
Τααγόριατηνκοίταξανπεριφρονητικά.«Καιβέβαιαθαείμαστεκαλοί,μαμά!»
ΗΦλόρασυγκατένευσεκιεκείνη.«Καλόπαιδί»,υποσχέ-θηκε.«Καλόπαιδί.,θείαΜάτι».
ΗΣάντσαέφερεκαιτοκαροτσάκιτηςμικρής,γιατίήξερεότιδενμπορούσεναπερπατάειπολλήώρα.ΗΜάρθατοέβαλεπίσωστοαυτοκίνητότηςμαζίμ*ένακουτίχρωματιστάμολύβιακαιτρίαβιβλίαπαραμυθιώνγιανααπασχολήσειταπαιδιάστονκήπο,ότανθακουράζονταννατρέχουν.
ΗΣάντσαφίλησεταδυοαγόρια,ταβοήθησενακαθίσουνστιςθέσειςτουςκαικούμπωσετιςζώνεςτους.ΎστερατοποθέτησετοκαθισματάκιτηςΦλόραςστοπίσωμέρος,τηνέβαλεκιεκείνημέσακαικούμπωσετηζώνητης.Ημικρήτηναγκάλιασε.
«Αντίο,μανούλα...Αντίο...»
ΗΣάντσατηναγκάλιασεκιεκείνηκαιύστεραάφησεαπρόθυματοζεστόπαχουλόκορμάκιτης.ΗΦλόραμπορείναήτανκουραστική,αλλάήτανηανάσακαιηχαράτηςζωήςτης.
«Ναπεράσετεκαλάόλοισας»,είπεκλείνονταςτηνπόρτατουαυτοκινήτου.
ΗΦλόραέβγαλεμιαφωνήκαιταματάκιατηςγυάλισαναπόταδάκρυα.«Εφέλαντα,εφέλαντα...θέλωεφελαντάκιμου».
ΗΣάντσαέτρεξεστοσπίτινατηςτοφέρει.Τοβρήκεστοπάτωματηςκουζίνας,όπουτοείχερίξεινωρίτεραημικρή.
ΗΦλόρατοπήρεχαμογελαστήκαιτοέσφιξεστηναγκαλιάτης.ΗΣάντσαξανάκλεισετηνπόρτακαιστράφηκεμ'έναμορφασμόστηΜάρθα.
«Είσαισίγουρηότιθατακαταφέρειςκαιμετουςτρεις;»
«Ασφαλώς!Πάντωςεσύξέχασεακόμακιότιυπάρχουν,ώσπουνατουςξαναφέρωτοβράδυ».
ΗΣάντσααναστέναξε.«Σ’ευχαριστώ.Μεσώζεις.Δενξέρωπώςνασ’ευχαριστήσω...Αυτόπουκάνειςείναιπολύσπουδαίο.Ανόμωςείναιπολύάταχτοι,φέρ’τουςπίσω.Δεχρειάζεταινατουςκρατήσειςμετοζόριόλητηνημέρα».
«Μηνανησυχείςγιαμένα...ήγιαμας!Κιεγώθαπεράσωπολύωραία,τοξέρω»,είπεηφίλητηςμετόσοενθουσιασμό,πουηΣάντσατηνπίστεψε.«Ταπαιδιάσουτααγαπάωπολύκαιανέκαθενμουάρεσεναταφροντίζω».
«Είσαιτρελή,ωστόσοχίλιαευχαριστώ»,είπεηΣάντσακαιηΜάρθακάθισεκιεκείνηπίσωαπότοτιμόνι.
ΗΣάντσαστάθηκεκαιτουςκουνούσετοχέρι,ώσπουναχαθούναπόταμάτιατηςκαιύστεραμπήκεπάλιστοσπίτιγιανακάνειέναμπάνιομετηνάνεσήτης,κάτιπουδενμπορούσεναγίνειπολύσυχνά.Συνήθωςέκανεέναγρήγοροντουςτοπρωί,γιατίφοβότανν’αφήσειμόνηγιαπολύτηΦλόρα.Ποτέδενμπορούσεςναπροβλέψειςτιήτανικανόνακάνειαυτότοπαιδί.
Toσπίτιτήςφάνηκευπερβολικάήσυχοκαιάδειο.Έμεινεώρεςστηνμπανιέρα,ξαπλωμένημέσαστοζεστόαρωματισμένονερό,μεταμάτιακλειστάκαιτοκορμίτηςτελείωςχαλαρό.ΠροσπάθησεναμησκέφτεταιτονΜαρκγιαναμηχαλάσειηωραίατηςδιάθεση.Φρόντισενααδειάσειτοκεφάλιτης
απόκάθεσκέψηκαιν’απολαύσειτηνελευθερίατης.
Σιγάσιγάόμωςτονερόάρχισενακρυώνει,οπότεβγήκε,σκουπίστηκεκαλάκαιύστεραφόρεσεμιαφούσταπουέβαζεσπάνια.ΉτανμιαανοιχτήγκρίζαπλισέφούσταπουήταναδύνατονναφορέσειμετηΦλόραμέσασταπόδιατης.Τηνείχεαγοράσειακριβάτέσσεραχρόνιανωρίτερα,επειδήθαπήγαινανσ’έναγάμο,αλλάφαινότανπολύσικακόμακιαςείχεστενέψειλίγοστημέση.
Οιγέννεςδενκάνουνκαλόστησιλουέτα.ΗΣάντσαδενέτρωγεπολύκαι,τρέχονταςόλημέραπίσωαπόταπαιδιά,δενείχεπάρειπολύβάρος,ωστόσο,τοσώματηςείχεαλλάξεικαιδενήτανόπωςτηνεποχήπουείχεπρωτοπα-ντρευτεί.
Σταείκοσίτηςχρόνιαήτανλεπτήμεκορμίσχεδόναγορίστικοκαιμικράστητάστήθη.Τώραόμως,μετάαπότρειςγέννες,ταστήθητηςείχανμεγαλώσει,ήτανπιοστρογγυλάκαιπιομαλακά,οιγοφοίτηςείχανστρογγυλέψεικιαυτοίκαιημέσητηςείχεφαρδύνειαρκετά.Γενικάτοκορμίτηςείχεχάσειτηνπαλιάτουελαστικότηταπουθατοβοηθούσεναξαναπάρειτοπαλιότουσχήμα.
Ευτυχώςπουημεταξωτήμπλούζαστοχρώματηςτερακότα,πουφορούσε,έδινελάμψηστοπρόσωπότηςκαιτόνιζετακοκκινοκάσταναμαλλιάτης.Ένιωθετομεταξωτόύφασμαυπέροχοπάνωστηνεπιδερμίδατηςκαιτηνέκανενααισθάνεταιπιοθηλυκιά.
Ότανκατέβηκεστηνκουζίνα,έπαθεσοκότανείδεότιήτανπερασμένεςδέκα.ΜαπούήτανοΜαρκ;
Μπορούσεναμαντέψειόμως,δενμπορούσε;Στεκότανμπροστάστοτηλέφωνομεαπλωμένοτοχέρι...Νατηλεφωνούσεστοσπίτιτηςξανθιάςκαινατονζητούσε;
Όχι,δενάντεχεναεξευτελίζεταιέτσι.Αυτόθαήτανσανπαραδοχή...σανναομολογούσεότιπερίμενεπωςοΜαρκθαήτανμ’εκείνητηνκοπέλα.Όχι,δεθατοέκανε.Δεθατουςέδινεαυτήτηνικανοποίηση.
ΊσωςέπρεπενακάνειμιαβόλταμετοαυτοκίνητομέχριεκείνοτοσυγκρότηματηςοδούΆλαμο...Πώςτοέλεγετογράμμα;ΚράουνΤάουερ;Ξαφνικάθυμήθηκεποιοήταν.Ήτανμιαοικοδομήπουοκόσμοςμιλούσεσυχνάγι'αυτήν,ότανείχεπρωτοχτιστεί.Ήτανέναμοντέρνοκτιριακόσυγκρότημαμεεπάλξειςστησκεπή,πουτοέκανανναμοιάζειμεστέμμα.
ΠάντωςθαμπορούσεναπάεικαιναδειαπλώςαντοαυτοκίνητοτουΜαρκήτανπαρκαρισμένοαπέξω.Έναρίγοςδιαπέρασετηραχοκοκαλιάτης.Κιανεκείνοςκοιτούσεοτττότοπαράθυροκαιτηνέβλεπε;Αυτόκιανθαήτανεξευτελι-σμός.Δενάντεχετησκέψηνατηνκοιτάζειαπότοπαράθυρο,πιθανόταταπαρέαμετηΖακίΦαράρ.Μπορείκιόλαςναγελούσανμαζίτης.
Τοπιθανότεροόμωςήτανναβρίσκοντανακόμαστοκρεβάτι.ΣτονΜαρκάρεσεναμένειωςαργάστοκρεβάτιταΣαββατοκύριακα.Καινακάνειέρωταμαζίτης.Πρινέρθουνταπαιδιάαυτέςοιώρεςήτανοιωραιότερεςτηςβδομάδας.
Ένιωσεένασφίξιμοστοστομάχικαιέκλεισεταμάτια.Τοπιγούνιτηςπονούσεαπότηνέντασηκαιτονπόνο.ΠώςμπόρεσενατηςτοκάνειαυτόοΜαρκ;Πώςμπόρεσε;ΩςτώραηΣάντσαδεντονείχεζηλέψειποτέ.Δενήτανάλλωστεοτύποςτηςζηλιάραςγυναίκας.Ποτέδενείχευποψιαστείότιθαμπορούσεναπάεικαιμ’άλληγυναίκα.Τώραόμωςένιωθετηζήλιαναβαραίνειτουςώμουςτηςκαιναχώνειταβρομεράνύχιατηςμέρακαινύχταστασωθικάτης.
ΓιανααπασχοληθείκαιναπάψεινασκέφτεταιτονΜαρκ,ανέβηκεπάνωκαισυγύρισεταδωμάτια.Στιςδέκακαιμισήέφτιαξεέναδυνατόσκέτοκαφέκαικάθισεστοτραπέζιτηςκουζίναςνατονπιει.
Έπρεπεναπάρειμιααπόφαση,αλλάτομυαλότηςβρισκότανσετέτοιασύγχυση,πουδενμπορούσενασυγκροτήσειμιασκέψηπαραπάνωαπόλίγαλεπτά.Όλητηνώραάλλαζεγνώμη.ΠότεαγαπούσετονΜαρκκαιπότετονμισούσε.Μιααποφάσιζενατονχωρίσεικαινατουταπάρειόλακαιμιααποφάσιζεότιδενάντεχενατονχάσεικαιότιθαπολεμούσεμέχριθανάτουγιανατονκρατήσει.Τααισθή-
ματάτηςήτανσαντηφουρτουνιασμένηθάλασσαπουτηνπετούσεμιααπόδωκαιμιααπόκει.
Δενάκουσετοαυτοκίνητο.ΚατάλαβεότιοΜαρκείχεεπιστρέφειμόνοότανάκουσετοκλειδίτουστηνπόρτα.
Ηκαρδιάτηςάρχισενασπαρταράεισαντοψάριέξωαπ’τονερόκαιξαφνικάδυσκολευότανακόμακαιν’αναπνεύσει.Αυτότηςθύμισετηνπρώτηπρώτηφοράπουτονείχεγνωρίσεικαιπουτονείχεερωτευτείστηστιγμή.Τηςήταναδύνατοννατραβήξειταμάτιατηςαπόπάνωτουκαιαπότηνντροπήτηςείχεαρχίσεινατραυλίζει,αλλάκάθεφοράπουτοναισθανότανδίπλατης,απότηνευτυχίαέβλεπεουράνιατόξα.Μαγικέςστιγμές,δυστυχώςόμωςμιαςάλληεποχής.Τώραηζωήτηςδενείχετίποτατομαγικόπλέον.
Μόλιςάκουσεταβήματάτουστοχολ,χαμήλωσετοβλέμμαστονκαφέτης,προσπαθώνταςναδείχνειήρεμηκιαςμηνήτανκαθόλου.Ηπόρτατηςκουζίναςάνοιξεκιαμέσωςτονένιωσενακοιτάζειτοπροφίλτης.
Θυμωμέναλόγιακρέμοντανστηνάκρητηςγλώσσαςτης,αλλάπροτίμησεναμημιλήσειαπόφόβομήπωςξεσπάσεισεκλάματα.
Ησιωπήτραβούσεσεμάκρος.ΤελικάπρώτοςμίλησεοΜαρκμεμιαβραχνήφωνήπουέκανετανεύρατηςναχοροπηδήσουν.
«Πρέπειναμιλήσουμε.Ταπαιδιάπούείναι;»
ΗΣάντσαπήρεμιαβαθιάανάσακαικατάφερενααπαντήσειμεφωνήαρκετάήρεμη.«ΤαέχειπάειηΜάρθαστοζωολογικόκήπο».
Εκείνοςχαμογέλασεσαρκαστικά.«Πολύβολικό.Δικήσουιδέαήτανήδικήτης;Θατηςταέχειςπειόλαασφαλώς,σωστά;Τικάθαρμαείμαικαιτέτοια,ε;Αυτόδεμ’αρέσεικαθόλου,Σάντσα.Δεθέλωναμιλάςστουςγείτονεςγιαμένα.Θαταέχειςπειασφαλώςκαιστηναδερφήσου.Φαντάζομαιτιθαείπε...Ποτέδεμεχώνεψεάλλωστε».
ΟΜαρκπροχώρησεπροςτοτραπέζι.Κάθετουκίνησηφούντωνετοθυμότης,ώσπουδενάντεξεάλλο.Πετάχτηκεπάνω,αλλάπάνωστηβιασύνητηςνατραβηχτείόσοπιομακριάγινόταναπ’αυτόν,γλίστρησεσταφρεσκοσφουγγα-ρισμέναπλακάκιακαιέχασετηνισορροπίατης.
Εκείνοςτινάχτηκεμπροστάκαιπρόλαβενατηνπιάσει,
πρινπέσεικάτω.Μόλιςένιωσετομπράτσοτουνατυλίγεταιγύρωτης,ηΣάντσααισθάνθηκετηνκαρδιάτηςνασυστέλλεται.Τοαίματηςάρχισενατρέχειφρενιασμένομέσαστιςφλέβεςτηςκαιτοκεφάλιτηςθόλωσε.
«Μη!»μουρμούρισε.Λύγισανταγόνατάτηςκιαμέσωςτοχέριτουσφίχτηκεγύρωτηςγιανατηστηρίξει.Αντιδρούσεσανμαθητριούλα.Δενμπορούσεναπιστέψειότιγελοιο-ποιότανέτσι.Τόσοηλίθιαήταν,γιατ'όνοματουΘεού;
Αυτόςοάνθρωποςήτανοσύζυγόςτης!Ήτανχρόνιαπαντρεμένοικαιείχανκάνειτρίαπαιδιά...Ήταν,λοιπόν,τρελήπουπάθαινετέτοιασύγχυσηαπλώςκαιμόνοεπειδήέτυχενατηναγκαλιάσειγιαναμηνπέσει;
«Δεφαντάζομαιναμουλιποθυμήσειςτώρα,ε;Έφαγεςτίποτατοπρωί;»μουρμούρισεεκείνοςκοιτάζοντάςτην.Ταπρόσωπάτουςήταντόσοκοντά,πουηΣάντσαένιωθετηθέρμητηςεπιδερμίδαςτουκαιάκουγετηναναπνοήτου.
Οιχτύποιτηςκαρδιάςτηςκόντευαννατηνκουφάνουν.Παρ’όλ’αυτάψιθύρισε:«Δενπεινάω.Ήπιαμιαπορτοκαλάδαμαζίμεταπαιδιάκαικαφέ».
«Μαείσαιτελείωςηλίθια;»αναφώνησεεκείνοςέξαλλος.«Πούείναιτομυαλόσου;Θαάφηνεςποτέκανέναπαιδίναμηφάειτοπρωί;»Ηφωνήτουήταντροχιάαπότοθυμό.Δενμπορείόμωςνατηςείχεθυμώσειτόσοπολύαπλώςκαιμόνοεπειδήδενείχεφάειπρωινό.Κάτιάλλοήτανηαιτίακιεκείνημπορούσεναμαντέψειτιήταν.ΤονΜαρκτονγνώριζεπολύκαλά.
Ανσχεδίαζενατηνπαρατήσει,τοτελευταίοπράγμαπουθαήθελε,θαήτανναέχεικαιτύψειςαπόπάνω.Δεθαήθελεναασχοληθείκαθόλουμαζίτης.
«Είμαιμιαχαρά»,τουείπεμεπείσμακιαμέσωςχαμήλωσεταβλέφαραγιαναμηδειεκείνοςτονπόνοσταμάτιατης.Δεθατονάφηνενακαταλάβειτηδυστυχίατης.
«Είσαιμιαχαρά!Εμέναμουλες;Αφούφαίνεσαισανάρρωστη.Ηεπιδερμίδασουείναιτόσοωχρή...»Τηςχάιδεψετομάγουλομετοδάχτυλοκιαμέσωςτοάγγιγμάτουέφερεχρώμαστοπρόσωπότης.«Δηλαδήήτανωχρή»,είπετελικά.«Τώραέχεικοκκινίσει».
Νευριασμένημετονεαυτότης,επειδήδενμπορούσενα
κοντρολάρειτααισθήματάτης,ηΣάντσατραβήχτηκεαπότομαπίσω.
«Θέλειςκαφέ;»τονρώτησεγιανακρύψειτηναμηχανίατης.
«Ναι,παρακαλώ»,τηςαποκρίθηκεκοφτάκαικάθισεσεμιακαρέκλα.Εκείνητονένιωθενατηνπαρακολουθεί.Ένιωθεταγκρίζαμάτιατουνααγγίζουνταμαλλιάτηςκαινακατηφορίζουνστημεταξωτήμπλούζα,πουκολλούσεπάνωστοστήθοςτηςκαιμετάστηνπλισέφούστα.
Έβαλετοφλιτζάνιμετονκαφέμπροστάτουκιεκείνοςαμέσωςσήκωσεταμάτιατουστοπρόσωπότης.
«Καινούριαείναικιαυτάπουφοράς;Τιγίνεταιεδώ;Σ’έχειπιάσεικαταναλωτικήμανία;Πόσομουστοίχισανόλ’αυτά;»
«Τέσσεραχρόνιαταέχω!»τουαπάντησε.Μαποτέαυτόςοάνθρωποςδενπρόσεχετιφορούσε;Πώςήτανδυνατόννατηνείχεξεχάσειαυτήτηφούστα;Θυμότανπολύκαλάπουτηςείχεπειότιτουάρεσεπάραπολύ,τότεπουτηνείχεφορέσεισ’εκείνοτογάμο.
«Τότε,γιατίδενταφορούσεςκαθόλου,αλλάγύριζεςσυνεχώςμ’εκείνοτομπλουτζίν;»
«Επειδήταμπλουτζίνείναιπρακτικά»,τουαπάντησεδηκτικά.«Ιδιαίτερατοχειμώναείναιπολύπιοζεστάαπότιςφούστες.Καιότανλερωθούν,ταπετάςμέσαστοπλυντήριοκαιτελειώνεις.Αυτήηφούσταλερώνεταιπολύεύκολακαιθαστοίχιζεμιαπεριουσία,αντηνέστελνακάθετόσοστοκαθαριστήριο».
Μιλούσανγιαταπάντα,εκτόςαπ’αυτόπουτουςαπασχολούσεπραγματικάκαιτοήξερανκαιοιδυο.Ήτανγελοίοναδυσκολεύονταιτόσοπολύνασυζητήσουνξαφνικά.Ήτανάλλημιααπόδειξηότιογάμοςτουςκατέρρεε.Υπήρχεάβυσσοςανάμεσάτους.
«Πάντωςσουπάειπολύ»,παρατήρησεοΜαρκκαιταγκρίζαμάτιατουέλαμπανσαντοκαθαρόνερόπίσωαπότιςμαύρεςβλεφαρίδες.«Είχαξεχάσειπόσοωραίεςγάμπεςέχεις».
ΗΣάντσαένιωσεότικοκκίνιζε.Τοεννοούσεάραγεήτηςτοέλεγεαπλώςγιανατηναποδιοργανώσειτελείως;Τοκακόήτανότιήθελενατονπιστέψει,αλλάδεντολμούσε.Έπρεπεναεπιβληθείστονεαυτότης,ναβάλειτομυαλότηςνα
δουλέψεικαιόχιν'αφήνειτηνκαρδιάκαιτιςαισθήσειςτηςνατηνπάρουναπόκάτω.
«ΜηνομΓζειςότιέχωξεχάσειότιδενήρθεςσπίτιχτεςτοβράδυ!»τουείπεμεηχυνήπουέτρεμεαπότηζήλια.«Πούγύριζεςόληνύχτα;Λεςκαιδεντοξέραμε!Μ’αυτήνήσουνπάλι,έτσιδενείναι;Α,δεχρειάζεταιναμουπειςψέματα.Είναιφανερό.Πέρασεςτηνύχταμαζίτηςκαιμετάέρχεσαιεδώκαι...»
«Δενήμουνμαζίτης»,τηδιέκοψεεκείνοςτόσοάγρια,πουτηντρόμαξε.
ΗΣάντσαπρόσεξετονεύροπουπαλλότανδίπλαστοστόματου.Ήτανπολύθυμωμένος.Αυτότοτικτοπάθαινεμόνοότανείχεμεγάληένταση...ότανήτανπιεσμένος,αγχωμένοςήαναστατωμένος.
Εκείνοςπήρεμιαβαθιάανάσακαισυνέχισεπιοήρεμα.«ΔενπέρασατηνύχταμετηΖακίούτεμεκαμιάάλλη."Εμεινασ’έναμοτέλλίγοέξωαπότηνπόλη.Εκείπήγακατευθείαν,μόλιςέφυγααπόδω.Ανθέλεις,μπορείςνατοελέγξεις.Πάρ’τουςτηλέφωνοκαιρώτα...ήπήγαινεεκείκαιψάρεψετιςκαμαριέρες.Τοδωμάτιοείχεδύοκρεβάτια...Εγώχρησιμοποίησατοένακαιίσαίσαπουμεχωρούσε.Είναιαδύνατοννακοιμηθούνδυοάτομασ'αυτότοκρεβάτι!»
ΗΣάντσατονπίστεψε.Τοσκληρότουβλέμμαέδειχνεότιέλεγεαλήθεια.Έναςαναστεναγμόςανακούφισηςξέφυγεαπόταχείλητης.
ΟΜαρκτονάκουσεκαικατσούφιασε.«Δεγίνεταινασυνεχίσουμεέτσι,Σάντσα»,τηςείπεθυμωμένα.
Τοστομάχιτηςβούλιαξεαπότοφόβο.Θατηςζητούσεδιαζύγιοτώρα;
Μόλιςτηνπροηγούμενηνύχταείχεαποφασίσεινατονχωρίσεικιόμωςτώραέτρεμεμήπωςτηςπρότεινεκάτιτέτοιο.Γιατί,πουναπάρει,δενμπορούσεναπάρειμιααπόφασηκαινατηνκρατήσει;Γιατίάλλαζεσυνεχώςγνώμη;
Τιγνώμη;συλλογίστηκεμεπικρία.Αφούδενείχεκαθόλουμυαλό."Ηταντελείωςηλίθια.Μιαηλίθιαμεαισθήματαρευστά,πουάλλαζαναπόλεπτόσελεπτό.
Ανασήκωσεταμάτιατηςκαιτονέπιασενατηνκοιτάζεικατσουφιασμένος.
«Τιαποφάσειςπρέπειναπάρουμε,Μαρκ;»τονρώτησεαγριεμένη.«Γιαμαςεννοώ;Αλλάπρινέρθουμεσ’αυτό,θαήθελαναμάθωτηναλήθειαγιασένακαιτηΖακίΦαράρ.Ταέχειςμαζίτηςήόχι;Καιπόσοκαιρόδιαρκείαυτό;»
Εκείνοςσηκώθηκεκαιάρχισεναπηγαινοέρχεταιμέσαστηνκουζίνα.ΜετηνπλάτητουγυρισμένηστηΣάντσαμουρμούρισε:«Δενυπάρχειτίποτα.Δενέχωσχέσειςμαζίτης».Ηξαφνικήανακούφισηέδωσετηθέσητηςστηνάγριααμφιβολία,μόλιςτονάκουσεναπροσθέτει:«Δηλαδή,όχιακριβώς».
«'Οχιακριβώς;»επανέλαβεεκείνη.«Αυτότισημαίνειπάλι;»
«Εξαρτάταιαπότοτισχέσειςεννοείκανείς.Πάντωςδενέχωκοιμηθείμαζίτης,αναυτόεννοείς».
ΗΣάντσαήθελετόσοπολύνατονπιστέψει,πουδάγκωσεταχείλητηςγιαναμηντηςξεφύγειέναςλυγμός.Ότανένιωσεικανήναμιλήσεικαιπάλι,χωρίςναβάλειτακλάματα,τονρώτησεβραχνά:«Τοθέμαείναι...πώςτοεννοείςεσύ!Ανδενκοιμάσαιμαζίτης,όπωςλες,τότετισυμβαίνειμεταξύσας;Γιατίκάτιπρέπεινασυμβαίνει,Μαρκ,τοξέρω.Φάνηκεαπότοντρόποπουαντέδρασεςότανσουέδειξαεκείνοτογράμμα.Ήτανφανερόότιαισθάνθηκεςενοχές.Ακόμακιέναςτυφλόςθαμπορούσενατοκαταλάβει».
ΟΜαρκέβγαλεένανήχοσανβογκητό.«Κοίταξε,μετηΖακί...Θέλωναπω,εγώ...Αυτήηκοπέλαείναιτόσο...ΩΘεέμου,είναιτόσοδύσκολονατοπωμελόγια».
«Προσπάθησεναπειςτηναλήθεια!»τονπαρακίνησεηΣάντσαθυμωμένη.«Τομόνοπουέχειςνακάνειςείναιναμουπειςόλητηναλήθεια,Μαρκ.Δενομίζωότιείναικαιτόσοδύσκολοαυτό».
«Είναι.Εδώδεμιλάμεγιαγεγονότα...Μιλάμεγιααισθήματακαιτααισθήματαδενείναιεύκολοναταπροσδιορίσεις».
«Ταδικάσουαισθήματαήταδικάτης;»τονρώτησε,νιώθονταςτηζήλιανατηςξεσχίζειτασωθικά.Τηςομολογούσεδηλαδήότιήτανερωτευμένοςμ’εκείνοτοξανθόκορίτσι;
«Καιτωνδύο»,τηςομολόγησε,χωρίςνατηνκοιτάξει.
Εκείνηπήρεμιαβαθιάανάσα.«Εντάξει»,είπεμετάμεεκπληκτικάήρεμηφωνήπουξάφνιασεακόμακαιτηνίδια.«Αςαρχίσουμεμεταδικάσου.Είσαιερωτευμένοςμαζίτης;»
ΟΜαρκέκανεαρκετήώρανααπαντήσεικαι,καθώςταδευτερόλεπτακυλούσαν,τοκορμίτηςΣάντσαπαλλόταναπότονπόνο.Θατηςέλεγεναι.Θατοπαραδεχόταν.Εκείνητοήξερεβέβαιαότιήτανερωτευμένος,αλλάδενάντεχενατοακούσεικιαπόταχείλητου.
ΤελικάοΜαρκαναστέναξε.«Νομίζωότιθαμπορούσανατηνερωτευτώ».
Θαμπορούσε;Αυτόσήμαινεδηλαδήότιακόμαδεντηνείχεερωτευτεί;
«Νομίζωότιείμαισχεδόνερωτευμένοςμαζίτης»,πρόσθε-σεεκείνοςβραχνάκιαμέσωςτοστομάχιτηςβούλιαξεξανά.Αυτότισήμαινεπάλι;Ότιήτανερωτευμένος,αλλάδενήθελενατοπαραδεχτείανοιχτά;
Έπαιζεμαζίτηςσαντηγάταμετοποντίκι.
«Μαρκ,σταμάταναμιλάςμεγρίφους!»τουείπεαπότομα.«Ήείσαιερωτευμένοςήδενείσαι.Γιατ’όνοματουΘεού,πεςμουεπιτέλους!»
Ταμάτιατουσκοτείνιασαν.«Σουείπαότιδενείναιεύκολοναμιλάςγιααισθήματα!Όλαέγινανσιγάσιγά.Ήμουνφοβεράπιεσμένοςστηδουλειάκαιχρειαζόμουνκάποιονναμιλήσω.Εσύδενείχεςποτέκαιρόναμουδώσειςσημασία...αλλάηΖακίείχε.Ακούσετιςστενοχώριεςμουκαιμουσυμπαραστάθηκε...μουφέρθηκεπολύωραία.Είναιπολύκαλόκορίτσι!»
Καιερωτευμένημαζίσου;συλλογίστηκεηΣάντσα.Θαπρέπειναείναι.Απ’αυτάπουέλεγεοΜαρκκάτιτέτοιοπροέκυπτε.ΗΖακίΦαράρδενήταναπλώςμιακαλήγραμματέας,έτοιμηνατουσυμπαρασταθείόποτετηνείχεανάγκη.Ησχέσητουςείχεπάψειναείναιαπλώςεπαγγελματική.Αυτόςπουείχεγράψειτοανώνυμογράμμακάτιθαπρέπειναείχεκαταλάβει,αλλιώςγιατίθατοέγραφε;ΤααισθήματατηςΖακίθαήτανεύκολονατακαταλάβεικανείς,έστωκαιανοΜαρκτοαρνιόταν.Ίσωςμάλιστανατοείχεσυζητήσεικαιμετιςφίλεςτης.Καιναείχευπαινιχθείότιτοίδιοσυνέβαινεκαισ’εκείνον.
«Πάντωςστοκρεβάτιδενπήγαμεποτέ»,πρόσθεσεοΜαρκκοφτά.
Εκείνητονκοιτούσεερευνητικά.Ταμάτιατουκαρφώθηκανσταδικάτηςντόμπρα,σταθεράκαιπολύσοβαρά...
Έλεγεάραγεαλήθεια;Ναι.ΗΣάντσαήτανβέβαιητώρα.ΟΜαρκδεντηςέλεγεψέματα.
Μιαβαθιάανακούφισητηνπλημμύρισε,αλλάεκείνηακριβώςτηστιγμήοΜαρκτηςπέταξεαδιάφορα:«Ανκαιλίγοέλειψεναγίνεικιαυτόμιαφορά».
Ηομολογίατουτηνέκανεναξανακοκκινίσει.
ΟΜαρκείδετηνέκφρασήτηςκαιτηςείπεάγρια:«Γιατίτιπερίμενεςδηλαδή;Μαζίέχουμεμήνεςνακάνουμεέρωτα.Μήνες,Σάντσα!Ανθρωποςείμαικιεγώ.Δενείμαιφτιαγμένοςγιακαλόγερος,έστωκιανεσύείσαι».
Στομυαλότηςάρχισαννασχηματίζονταιτρελέςεικόνες.Έβλεπετουςδυοτουςναφιλιούνται,ναχαϊδεύονται,ναξαπλώνουνμαζίστοκρεβάτι,ναγδύνουνοέναςτονάλλο...εικόνεςπουέκαιγανμέσαστομυαλότηςκαιπουήξερεότιποτέδεθαμπορούσενατιςξεχάσει.
«Καιτισ’εμπόδισε;»τονρώτησεβραχνά.
Τηςέριξεμιαάγριαματιά.«Φαίνεταιότιδενήμουνακόμαέτοιμοςναδιαλύσωτογάμομας.Ήθελανακάνωέρωταμαζίτης,τοπαραδέχομαι.Καιπαραλίγονατοκάνω,όμωςτηντελευταίαστιγμήσταμάτησα.Δενξέρωγιατί,αλλά...»Πήρεμιαβαθιάανάσα.«Αλλάδενμπόρεσα».
Απότύψεις;αναρωτήθηκεηΣάντσαδυστυχισμένη.ΉμήπωςδενήτανσίγουροςγιατααισθήματάτουγιατηΖακίΦαράρ;Είχεπειπάντωςότιδενήτανακόμαέτοιμοςναδιαλύσειτογάμοτου.Μήπωςαισθανότανακόμακάτιγι'αυτήν;Φοβότανακόμακαιναελπίζει...κιόμως...κάπουμέσατηςείχεανάψειμιαμικρήφλογίτσα.
«Εκείνη;»ρώτησεμεσιγανήφωνή.«Εκείνηπώςτοπήρεπουάλλαξεςγνώμη;»
ΟΜαρκκατσούφιασεακόμαπερισσότερο.«ΔεσκοπεύωνασυζητήσωτααισθήματατιςΖακί,Σάντσα.Θαμιλήσωμόνογιαταδικάμου.Σουείπαότιείναικαλόκορίτσι.Εκείνηδενπρέπεινατηνκατηγορείς.Εγώφταίωγιαόλα».
ΗΣάντσατονκοίταξεειρωνικά.«Δεγίνονταιαυτά,Μαρκ.Πάνταχρειάζονταιδύο.Εφόσονκόντεψεςνακοιμηθείςμαζίτης,θαπρέπεινασ’ενθάρρυνεκιαυτή.Μημουλεςότιδενείναιερωτευμένημαζίσου,γιατίπρέπειναείναι,αλλιώςδεθασεείχεαφήσειναπροχωρήσειςτόσοπολύ».
ΟΜαρκφάνηκεαμήχανος.«Δενείναιδίκαιοναμιλάωγιακείνημαζίσου,Σάντσα.Εσύπώςθαένιωθεςστηθέσητης;»
«Εγώδεθαεπέτρεπαποτέστονεαυτόμουναμπλέξειμ’ένανπαντρεμένο!Πόσομάλλονότανέχεικαιτρίαμικράπαιδιά!»
ΗΖακίΦαράρθαπρέπειναείχεκοπιάσειπολύγιανατονπαρασύρειστοδιαμέρισμακαιστοκρεβάτιτης.Επομένωςπώςθαπρέπειναείχεαισθανθεί,όταντονείδενακάνειπίσωτηντελευταίαστιγμή;Δεθαείχεγίνειέξαλλη;
«Πότε...έγινεαυτό;»ψιθύρισε.
«Οχ,Σάντσα,γιατ’όνοματουΘεού!Σουείπαόλητηναλήθεια...Δεσταματάς,λοιπόν,αυτήτηνανάκριση;Τιωφελείναπροχωρήσουμεστιςλεπτομέρειες;»
«Πρέπειναμάθω!Έγινεπρόσφατα;Εννοώτοότικόντεψεςνακάνειςέρωταμαζίτης».
Εκείνοςάναψεολόκληρος.«Ναι»,τηςαπάντησεμεκακία.«Ανθέλειςναμάθεις,ήτανεκείνοτοβράδυ».
ΗΣάντσαπάγωσε.«Τημέραπουήρθετοανώνυμογράμμα;Τημέραπουμουείπεςψέματαότιθαπήγαινεςναφαςμετοαφεντικόσου,ενώείχεςκανονίσειναπαςστοσπίτιτηςΖακίΦαράρ;»
ΟΜαρκτηνκοίταξεαυστηρά.«Ήθελανα’ξέραπούτοπας.ΠιστεύειςότιτογράμματοέστειλεηΖακί;Αποκλείεται!»
«Ναι;Ναμουεπιτρέψειςνααμφιβάλλω.Μαρκ,γιασκέ-ψουλίγο!Εκείνοτοβράδυτοείχεβάλεισκοπόνασεπάειστοκρεβάτικαιναέρθωνασαςπιάσωσταπράσα».
ΗΣάντσαδενταέτρωγεαυτάτα...περίκαλούκαιαθώουκοριτσιού.Οιάντρεςάλλωστεήταντελείωςανόητοι,ότανεπρόκειτογιαγυναίκες.Δενκαταλάβαινανπώςδουλεύειτομυαλότους.ΟΜαρκήτανέξυπνοςάνθρωποςκαιπολύοξυδερκής,ότανείχενακάνειμεάλλουςάντρες,αλλάσεσχέσημετιςγυναίκεςήτανμπούφος.Απλάδενμπορούσεναδειτίποτακάτωαπότηνωραίαεπιφάνεια.
«ΗΖακίδεθαέκανεποτέτέτοιοπράγμα!Δενείναικαθόλουυπολογίστρια.Κανέναςμαςδενεπιδίωξεαυτήτησχέση.Απλώς...συνέβη!»
Ίσωςκαινατοπίστευεαυτό,αλλάηΣάντσαδεντοπίστευεκαθόλου.Κάποιοςείχεπεικάποτεότιτίποταδεγίνεταιστηντύχη,ότιγιαόλαυπάρχειμιαεξήγηση.
ΔενέριχνεβέβαιαολόκληροτοφταίξιμοστηΖακίΦαράρ.ΤώραπουείχεμιλήσειμετονΜαρκ,καταλάβαινεότικιεκείνηείχετιςδικέςτηςευθύνεςγιατοξεστράτισμάτου.Τατελευταίαχρόνιαείχεπαραμελήσειτογάμοτης,ρίχνονταςόλοτοβάροςσταπαιδιάτης,μεαποτέλεσμαναξεχάσειακόμακαιτηνύπαρξητουΜαρκ.
Όστόσο,ηΖακίΦαράρείχεεκμεταλλευτείτηνκατάσταση.ΕίχεποντάρειστημοναξιάτουΜαρκκαιτηδυστυχίατου,έχονταςκαταλάβειπόσοευάλωτοςήταναυτότονκαιρό.ΟΜαρκδενήτανοτύποςπουφλέρταρεανενδοίασταμεάλλεςγυναίκες.Δενήταντοφλερταυτόπουχρειαζόταν.Εκείνοςήθελενατοναγαπούν,νατοννοιάζονται,νατονακούνε...καιόλ’αυτάέπρεπεναταείχεαπότηγυναίκατουκαιόχιν’αναγκαστείναπάεισεάλλη.
«Μπορούμεν'αφήσουμετηΖακίστηνάκρη;»είπεοΜαρκανυπόμονα.
ΗΣάντσακούνησεαρνητικάτοκεφάλι.«Πώςθαμπορούσαμε;Αφούμαζίδουλεύετε...αφούτηβλέπειςόλητηνώρα...καιβάζωστοίχημαότιδενπρόκειταινασ’αφήσειεύκολαήσυχο.Επομένωςπώςμπορούμενατηναφήσουμεστηνάκρη;»
Ταγκρίζαμάτιατουσκοτείνιασαν.«ΤοπρόβλημαδενείναιηΖακί.Τοπρόβλημαείμαστεεμείς,Σάντσα.Εσύκιεγώ.Ογάμοςμαςκλυδωνίζεται...Τιθακάνουμελοιπόν;»
ΗΣάντσαξεροκατάπιε.«Εσύτιθέλειςνακάνουμε;»ρώτησεμετρεμάμενηφωνή.Ύστεραπερίμενεμετηνκαρδιάστοστόμα,σίγουρηότιθατηςζητήσειδιαζύγιο.Αντηςτοζητούσεόμως,θατουτοαρνίότανορθάκοφτά.Δεθατονάφηνεελεύθερο,γιατίήτανδικόςτης.
ΟΜαρκτηνκοίταξεμ’έναύφοςσανναήθελενατηχαστουκίσει.«Δηλαδήσ’εμένατοαφήνειςπάλι;Αυτόσημαίνειότιτοθέμαδεσ’ενδιαφέρει;Ότιδεδίνειςδεκάραείτεμείνωείτεφύγω;»
Οφόβοςτηνέκανεναθυμώσεικιεκείνηεξίσου.«Μηβάζειςστοστόμαμουλόγιαπουδενείπα!Σερώτησατιθέλειςνακάνουμε.Μημουτοαντιστρέφειςγιαναμεκάνειςνααποφασίσωεγώ.Σουέκαναμιαευθείαερώτησηκαιπεριμένωευθείααπάντηση!»
«Μημουφωνάζεις,Σάντσα!»είπεεκείνοςμετοπρόσωπό
ΕρωταςΚαιδυσπιστία77
τουκατακόκκινοοπτότοθυμό.«ΕπιμένειςνακατηγορείςτηΖακί,ωστόσοεγώσουλέωότιτοσφάλμαείναικυρίωςδικόσου.ΑπότότεπουγεννήθηκεηΦλόρα,μ’έχειςβάλειστηνάκρη.Καιδεφτάνειαυτό,αλλάτώραρίχνειςκαιόλητηνευθύνηγιατογάμομαςσ’εμένα,ενώξέρειςότιτοτιθαγίνειαπόδωκιεμπρόςαφοράεξίσουκιεσένα.Μερώτησεςτιθέλω...Τοίδιολοιπόνσερωτώκιεγώ.Εσύτιθέλειςναγίνει;Εγώπάντωςδενμπορώνασυνεχίσωέτσι.Είναιεφιάλτης.Αποφάσισελοιπόν.Θέλειςναχωρίσουμε;»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ5
Ηερώτησήτουτηνέκανεναριγήσει.Έσκυψετοκεφάλικαιψιθύρισε:«Όχι,ασφαλώςόχι!»Είναιδυνατόνναπιστεύειότιθέλωναχωρίσουμε;αναρωτήθηκε.ΑνοΜαρκπίστευεπραγματικάότιεκείνηήθελεδιαζύγιο,τότετοχάσμαανάμεσάτουςήτανμεγαλύτεροαπ’ό,τιφανταζόταν.Αυτόσήμαινεπωςδεντηνήξερεκαθόλου.
Εκείνηόμωςπόσοκαλάτονήξερε;Ποτέδεντηςείχεπεράσειαπ’τομυαλόότιοΜαρκθαμπορούσενακάνεισχέσημεάλληγυναίκακιακόμαδενείχεσυνέλθειαπότοσοκ.Ωστόσο,ποτέδεντηςείχεαναφέρειότιείχεπροβλήματαστηδουλειάτουούτετηνείχεαφήσεινακαταλάβειπόσοθυμωμένοςήτανμαζίτης,επειδήπίστευεότιδενοιαζότανπιαγιακείνον.Πώςτηςείχεξεφύγειαυτότοπράγμα;Τιάλλο,αλήθεια,δενήξερεγιατονΜαρκ;
Μήπωςστηνουσίαδεντονήξερεκαθόλου;Κιεκείνοςπόσοκαλάτηγνώριζε;
Ήταντόσαχρόνιαπαντρεμένοικαιξαφνικάφέροντανσανξένοι.Τατελευταίαδύοχρόνιαείχαναποξενωθείτελείωςκιεκείνηδενείχεπάρειείδηση.Αυτόήτανπολύβαρύ.Τόσοβαρύ,πουδενμπορούσεούτενασκεφτείπιαλογικά.
Ένιωσεμιακίνησηπίσωτηςκαιξαφνικάτονείδεμπροστάτης.Έβαλετοδάχτυλότουκάτωαπότοπιγούνιτηςκαιτης
80CHARLOTTELAMB
σήκωσετοκεφάλιγιαναμπορείναδειταμάτιατης.Δυομάτιακαστανά,ορθάνοιχτα,σκοτεινάκαιγεμάταδυστυχία.
ΗΣάντσαδενήθελεναδειαυτόςοξένος—πουσυνέβαινεναείναιοάντραςτης—τονπόνο,τηλαχτάρακαιτηναπορίαπουένιωθεεκείνητηστιγμή.
«Μη»,τουείπεπροσπαθώνταςνατραβηχτείμακριά.
ΟΜαρκκατσούφιασεκαιτοβλέμματουστάθηκεστατρεμάμεναχείλητης.«Τι‘μη’,Σάντσα;»μουρμούρισεμέσααπ’ταδόντιατου.«Ναμησ’αγγίζω;Ναμησεπλησιάζω;Αυτόμουτολεςπολύκαιρότώρακιέχωβαρεθείνατοακούω».
«Ποτέδενείπακάτιτέτοιο!»
«Δεντοείπεςμελόγια,πράγματι.Μουτοέχειςπει,όμως,μ’ένασωρόάλλουςτρόπους...Μουτοέλεγετοκορμίσουκάθεφοράπουσεπλησίαζα.Τολέεικαιτώρα».
«Όχι,Μαρκ!Τοφαντάστηκες!»
«Ναι;»
Τοδάχτυλότουσύρθηκεαπαλάπάνωστοστόματηςκιεκείνηρίγησεδυνατά.Ήθελενατραβηχτεί,αλλάφοβόταν,γιατίοΜαρκθατοθεωρούσεσαναπόδειξητωνκατηγοριώντουκαιμπορείναείχεδίκιο.Ηνευρικότητακαιοφόβοςπουτηνέπιανανόποτετηνπλησίαζε...Πότεείχεαρχίσει,αλήθεια,
αυτήηκατάσταση;
Τοναγαπούσεκαιτονήθελε,αλλάαρνιόταννατηναγγίζει.Σ’αυτόείχεδίκιοοΜαρκ.
«Παρανόησες»,τουείπεταραγμένη.
Τοσαρδόνιοχαμόγελότουτηνέκανενακοκκινίσειξανά.«Εντάξει.Τότε,πεςμουότιθέλειςνασ’αγγίζω,Σάντσα!»
Τηςείχεκοπείηφωνή.Απότημιατονήθελεσαντρελήκιαπότηνάλληφοβόταν.Ταυτόχρονατηνενοχλούσεφοβεράηιδέαότιτηνείχεκοροϊδέψει.Μόλιςτιςπροάλλεςλίγοέλειψενακοιμηθείμεμιαάλληγυναίκα.Ναι,δεντονήθελε,ώσπουναβεβαιωθείότιήτανδικόςτηςαποκλειστικάκαιαπόλυτα.Δεντονήθελεμετίποτα,ανείχεδώσειτηνκαρδιάτουαλλού.
Χρειαζότανχρόνογιαναμπορέσειναχαλαρώσειμαζίτου.Χρόνογιαναναεξοικειωθείκαιπάλιμ’αυτότογνωστόάγνωστοπουκάποτεήτανεραστήςτης.
«Δεναπαντάς;»μουρμούρισεεκείνος,κοιτάζοντάςτημ’έναντρόποσανναπροσπαθούσεναδιαβάσειτησκέψητης.
ΕρωταςΚαιΔυσπιστία81
Εκείνηέστρεψετοβλέμματηςαλλού,νιώθονταςσκιρτήματαπανικούστοστομάχιτης.«Μουπροκαλείςνευρικότητα...»Πήρεμιαβαθιάανάσα.«Μεκάνειςναντρέπομαικαιναδειλιάζω...»Ήθελενατουεξηγήσειακριβώςπώςαισθανόταν,νατονκάνεινακαταλάβειότιένιωθεσανναμηντονγνώριζεπια,αλλάταλόγιαείχανκολλήσειστολαιμότης.
«Ντρέπεσαι;»τηρώτησεμαλακά,σηκώνονταςαργάκαιτοάλλοτουχέρι.
ΗΣάντσατινάχτηκεσοκαρισμένη,μόλιςταδάχτυλάτουγλίστρησαναπαλάστοστήθοςτης.«Δενείμαιέτοιμηγια...Εσύοίδιοςέλεγες...Μαρκ,πρέπειναμιλήσουμε...»Τοκορμίτηςκουνιόταννευρικά,καθώςοαντίχειράςτουτηςχάιδευετηθηλή.
«Τότεμίλα»,τηνπαρότρυνεμεβραχνήφωνή.«Πεςμουπώςαισθάνεσαι...»Τοστόματουάγγιξετολαιμότηςκαιγλίστρησεαργάπροςτονώμοτης.'Υστεραπαραμέρισετοπουκάμισότηςγιαναταξιδέψειστηλείαεπιδερμίδαανάμεσασταστήθητης.
Μ’ένανπνιχτόστεναγμόδιαμαρτυρίας,αλλάκαιευχαρίστησης,ηΣάντσαπροσπάθησενατραβηχτείπαλεύονταςμετηνίδιατηνεπιθυμίατης,ενώαντιστεκότανσυνάμαστηδικήτου,αλλάτομπράτσοτουτυλίχτηκεγύρωτηςκαιτηναιχμαλώτισε.Τοκεφάλιτουτηνέσπρωχνεπίσωστομπράτσοτουμετόσηεπιμονή,πουλίγοέλειψεναχάσειτηνισορροπίατης.Τηςξεκούμπωσετηνμπλούζα,παραμέρισετοσουτιένκαιτοδαντελένιολευκόκομπινεζόνκαιάφησετακαυτάτουχείληναεξερευνήσουντηγυμνήσάρκαπουείχεαποκαλύψει.
ΑυτόπουένιωσεηΣάντσαήταντόσοέντονο,πουπονού-σε.Κόλλησεπάνωτου.Τοκεφάλιτηςγύριζεκιέκλεισεταμάτια.Τηςερχότανλιποθυμία,παρ’όλοπουήξερεκαλάότιδενεπρόκειτοναλιποθυμήσει.Αισθανότανναπνίγεται,ναβουλιάζεισ’ένανωκεανόηδονής.ΟΜαρκτηνάγγιζεμετηνίδιαφλόγακαιτοίδιοπάθοςπουείχανγνωρίσειστηναρχήτουδεσμούτους.
Γιατίείχεαφήσειτονεαυτότηςναχάσειαυτότοθαύματωναισθήσεων;Τιτηςείχεσυμβείκαιτηνείχεκάνειναξεχάσειτηνομορφιάτηςαγκαλιάςτου,τηνομορφιάτηςπλήρουςπαράδοσηςστηνηδονήτωναισθήσεων;
Toστόματουανηφόρισεκαιπάλιστολαιμότηςκαισταμάτησεσταχείλητης.Ταάνοιξεκαιάφησετηγλώσσατουναγλιστρήσειμέσα.ΗΣάντσατουανταπέδωσετοφιλί.Ένιωθετοκορμίτηςναβουλιάζειστηνηδονή,ναχάνεταικαιμόνοτοχέριτουήτανπουτηνεμπόδιζενασωριαστείστοπάτωμα.
Κρατώνταςτησφιχτά,οΜαρκτηχαμήλωνεπροςτακάτω.Κιεκείνη,χαμένηόπωςήτανμέσαστιςφλόγεςπουόλοκαιδυνάμωναν,δενκαταλάβαινετιγινόταν,μέχριπουένιωσεταπλακάκιατουδαπέδουνααγγίζουντηνπλάτητης.
Ταπλακάκιαήτανκρύακαιτοσοκαπότηνεπαφήμετηνκαυτήτηςσάρκαόμοιομετουκρύουνερούπουσουρίχνουνστοπρόσωπομιαζεστήμέρατουκαλοκαιριού.Τηςξέφυγεμιακραυγήκαιάνοιξεταμάτια.ΚαιτότεείδετοπρόσωποτουΜαρκλίγαεκατοστάπάνωαπότοδικότης,καθώςτοκορμίτουτηνπλησίαζε.
«Όχι!»φώναξεριγώνταςσύγκορμηκαιγύρισεστοπλάιγιανατοναποφύγει.Πρινεκείνοςπρολάβειν’αντιδράσει,είχεσηκωθείόρθια.
ΟΜαρκέμεινεμερικέςστιγμέςμετοπρόσωποστοπάτωμα.Τονάκουγεναβαριανασαίνει.Ύστερασηκώθηκεκιεκείνοςκαιτηνκοίταξεμεμάτιαπουγυάλιζαναπόπόθο.
«Σάντσα,γιατ’όνοματουΘεού,μησταματάςτώρα.Αφούτοθέλειςκαιτοθέλωκιεγώ.Τοέχουμεανάγκηκαιοιδυο,τοξέρειςότιτοέχουμεανάγκη!»Τηςάπλωσεταχέριατουπουέτρεμανελαφρά.«Ταβλέπεις;Γιανακαταλάβειςπόσοσεθέλω».
«Όπωςήθελεςκιαυτήνεκείνητηνύχτα;»τοναντέκρουσεμεπικρίακιεκείνοςβόγκηξε,έκλεισεταμάτιατουκαιγύρισεαπότηνάλλημεριά.
«Πάλιταίδια!Είναιανάγκηναμιλάμεσυνεχώςγι’αυτό;ΞέχνατηΖακί!»
«Δενμπορώ.Εσύμπορείς;Ότανδουλεύειςμαζίτηςόλημέρα,τηβλέπειςσυνεχώςκαιμένειςμόνοςμαζίτης;Μπορείναμηνκοιμηθήκατεμαζί,αλλάμόνοςσουείπεςότιλίγοέλειψεναγίνεικιαυτό.Εκείνηθαδεχτείνατελειώσειέτσιαπότομαοδεσμόςσας;»
«Δεσμόδενκάναμεποτέ!Απλώςβλεπόμαστεγιαέναδιάστημα.Εντάξει.Τοπαραδέχομαι.Ωστόσο,δενεπρόκειτο
ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ83
γιαδεσμό.Απλώςβγήκαμεμαζίμερικέςφορές,αυτόείν’όλο».
«Αυτόείν’όλο;»επανέλαβεηΣάντσα,τρέμονταςαπότοθυμό.«Καιτικάνατεσ’εκείναταραντεβού,Μαρκ;Φιλιόσαστε;Κρατιόσαστεχεράκιχεράκι;Αγγίζατεοέναςτονάλλο;»
ΟΜαρκτηνκοίταξεσυνοφρυωμένος,ενώτοστόματουήτανμιαίσιαγραμμή.Δεντοαρνήθηκε.Ησιωπήτουήτανσανομολογία.
«Κιαυτόεσύδεντοθεωρείςδεσμό;»μουρμούρισεεκείνημεφωνήβραχνήαπότηζήλια.
«Δενκοιμηθήκαμεποτέμαζί!»
«Μαμόνοαυτόθεωρείςαγάπηεσύ;Τονακοιμηθείςμεκάποιον;Αχ,είσαιτυπικόςαρσενικός!Τυφλόςκαιαδιάφοροςπροςτιςαλήθειεςτηςζωής.Μαρκ,κάτιθαπρέπειναένιωθεςγι’αυτήτηγυναίκα!Τοίδιοκιεκείνηγιασένα!»
Εκείνοςκάθισεκοντάστοτραπέζι,έσκυψετοκεφάλικαικοιτούσετοάδειοφλιτζάνιτουκαφέ.ΗΣάντσατονπαρατηρούσε,κουμπώνονταςαυτομάτωςτακουμπιάτηςμετρεμάμεναδάχτυλα.
«Θατηςμιλήσω...θατηςεξηγήσω»,είπεεκείνοςμετάαπόλίγο.
«Τότε,νατηςπειςότιδεγίνεταινασυνεχίσειναδουλεύειγιασένα,Μαρκ!Θαήτανάδικοκαιγιακείνηκαιγιαμένα.Θαήτανμιασυνεχήςαπειλήγιατογάμομας».
«Δενμπορώνατηναπολύσω!Θαήτανάδικο.Δεντοκαταλαβαίνεις;Ωστόσο,θαμπορούσανατηρωτήσω,ανθέλειναδουλέψειγιακάποιονάλλο».
«Μαανβρίσκεταιστοίδιοκτίριο,θατηβλέπειςόλητηνώρα!»
«Θατηςμιλήσω»,επανέλαβεεκείνοςκαισηκώθηκε.«Ίσωςναπροτιμάεικιεκείνην’αλλάξειαφεντικό.Εγώπάντως,Σάντσα,δενμπορώνατηναπολύσω».Κοίταξετορολόιτου.«Μάλιστα,θαέλεγανατοτακτοποιήσωαμέσως.Προφανώςεσύδενπρόκειταιναικανοποιηθείς,παράμόνοόταντηςπωότιόλατέλειωσανμεταξύμας».
ΗΣάντσαένιωσεένασκίρτημαπανικού.Δενπίστευεότιηάλληγυναίκαθατονάφηνετόσοεύκολα.ΗΖακίΦαράρθαπολεμούσεγιανατονκρατήσει.Ήτανβέβαιηγι’αυτό.Κιεκείνητοίδιοθαέκανεστηθέσητης.ΗΖακίΦαράρθα
προσπαθούσενατοναποπλανήσεικαιστηνκατάστασηπουήτανοΜαρκτώρα,θαήτανεύκολοναυποκύψειστονπειρασμό.
Γιατί,αχ,γιατίήταντόσοηλίθιακαιείχεαφήσειτογάμοτηςναφτάσεισταόριατηςκαταστροφής;
«Θαπάμεμαζί»,είπεαυθόρμητα.
ΟΜαρκτηνκοίταξεάγρια.«Δεφαντάζομαινατολεςσοβαρά!Τιπροσπαθείςναμουκάνεις,Σάντσα;Θαφανείσανναμουέδωσεςτελεσίγραφοκιέρχεσαιμαζίγιαναβεβαιωθείςότιθακάνωαυτόπουμεδιέταξες»·Δυοκόκκιναστίγματαθυμούφάνηκανσταμάγουλάτου.«Θαγίνωρεζίλι.Τιπροσπαθείςνακάνεις;Ναδιαλύσειςτοναυτοσεβασμόμου;Αυτόθέλεις,Σάντσα;»
«Όχιβέβαια!»τουαποκρίθηκεξαναμμένη.«Απλώςφοβάμαιγιατοτιθασυμβεί,ανπαςνατηδειςμόνος».
«Α,θαπρέπειναμουέχειςεμπιστοσύνη».Ταγκρίζαμάτιατουκαρφώθηκανσταδικάτης.«Ήμήπωςδεμ’εμπιστεύεσαι,Σάντσα;»
«Δενείναιότιδενεμπιστεύομαιεσένα,αλλάεκείνη!Ανείναιερωτευμένημαζίσου,δεθακαθίσεινασ’
ακούσειμεσταυρωμέναχέρια.Θααντιδράσεικαιθαπροσπαθήσεινασεκάνειν’αλλάξειςγνώμη».
«Δεντηνξέρεις,αλλιώςδεθαέλεγεςτέτοιαπράγματα!ΗΖακίδενείναιτουδρόμου.ΗΖακίείναι...»
«Καλόκορίτσι!»συμπλήρωσεοργισμένηηΣάντσα.«Τοξέρω.Μουτοείπες.Ωστόσο,μουφαίνεταιότιδενξέρειςκαλάτιςγυναίκες,Μαρκ.Εγώνομίζωότιαυτότο‘καλόκορίτσι’θαπαλέψειμενύχιακαιμεδόντιαγιανασεκρατήσει».
Κούνησεαρνητικάτοκεφάλιτου.«Ποτέδεφανταζόμουνότιθαήσουντόσοκυνική.Δεντηνξέρειςτηνκοπέλα,ενώεγώτηνξέρω.Τηςφέρθηκαάσχημα.Δενέπρεπεν’αρχίσωνατηβλέπωκαιεκτόςγραφείου».
«Καιβέβαιαδενέπρεπε!»τουφώναξεηΣάντσαθυμωμένη,επειδήτηνείχεπεικυνική.«Ανείμαικυνική,ποιοςμ’έκανεέτσι;»
«Αναρχίσουμεπάλιτοπαλιόεπιχείρημαγιατοποιοςέγινεπρώτα:ηκόταήτοαβγό»,αναφώνησεοΜαρκ,«τότεκιεγώθαεπαναλάβωαυτόπουείπαπριν.Ανκοίταξαάλληγυναί-
ΕρωταςΚαιδυσπιστία85
κα,ήτανεπειδήεσύέδειχνεςότιείχεςπάψειναενδιαφέρε-σαι».
ΗΣάντσαδάγκωσεταχείλητης.«Μόνοπουδενείναιαλήθεια,Μαρκ.Απλώςήμουνπολύκουρασμένη.ΠρώταμετηδύσκοληεγκυμοσύνημουκαιμετάμετηΦλόραπουείναιτόσοαπαιτητικόμωρό,ώστεναμημουμένειενέργειαούτεγιανακάνωέρωτα.Δενείχακαταλάβειπώςένιωθες.Προσπαθούσααπλώςναταβγάλωπέρα».
ΟΜαρκσυγκατένευσεαναστενάζοντας.«Τοξέρω.Κοίταξε,Σάντσα,μπορούμενακάνουμεανακωχή;Νασταματήσουμεναμαλώνουμεκαινακατηγορούμεοέναςτονάλλο,ναξεχάσουμεταπαλιάκαινακάνουμεμιακαινούριααρχή;»
«Αυτόδενμπορείναγίνει,όσοηΖακίΦαράρεξακολουθείναυπάρχειστηζωήσου!Πρέπεινατοκαταλάβειςαυτό,Μαρκ».ΗΣάντσαέκανεμιαπαύση.«Πρέπειναμάθωποιοςέκανετηνπρώτηκίνηση.Εσύήεκείνη;»
ΟΜαρκέκανεμιακίνησηανυπομονησίας.«Κανένας.Απλώςέτυχεναφάμεμαζίέναβράδυμετάτηδουλειά.'Ετσιάρχισετοπράγμα.Τηνπρώτηφοράδενήτανραντεβού.Ήμαστεδυοσυνάδελφοιπουπήγανναφάνεμαζί.Σιγάσιγάόμωςηατμόσφαιραάλλαξε,ταπράγματαέγινανπιοπροσωπικάκαιμετάαρχίσαμεναπροσέχουμε,νακρυβόμαστε,ναλέμεψέματαστουςσυναδέλφουςμαςκιεγώναλέωψέματασ’εσέναότιδήθενδούλευαωςαργά.Μπλέξαμε,χωρίςνατοκαταλάβουμεκιεγώκατηγορώπιοπολύτονεαυτόμουπαράεκείνη».
ΗΣάντσαγέλασε.«Εγώόμωςκατηγορώπερισσότεροεκείνη,γιατίήξερεότιήσουνπαντρεμένοςμετρίαπαιδιά!»
«Μήπωςεγώδεντο’ξέρα,πουναπάρει;Δενείχακαμίαδουλειάναβγαίνωμαζίτης.ΓΓαυτόσουλέω...Σάντσα,προσπάθησεναμεκαταλάβεις.Πρέπεινατηδωμόνος.Δεγίνεταιναπάωεκείδεμένοςμεχειροπέδεςμαζίσου,σανναμηνεμπιστεύεσαιανθατηςπωαυτάπουπρέπει!»
ΟΜαρκπήγεπροςτηνπόρτακαιηΣάντσατονακολού-θησε.
«Μαρκ,μηνπηγαίνειςσπίτιτης!Μημείνειςμόνοςμαζίτης.ΠερίμενενατηςμιλήσειςτηΔευτέραστογραφείο».
Γύρισεκαιτηναγριοκοίταξε.«Δεθέλωσκηνέςστογρα-
/
φείο!Δεντοκαταλαβαίνεις;Κοίταξε,δεθ’αργήσω.Θαγυρίσωμόλιςμπορέσω.Μιακαιδενείναιεδώταπαιδιά,θαμπορούσαμεναπάμεναφάμεκιεμείςμιαφοράέξω.ΈχουμεπολύκαιρόναπάμεστοΌουκΧάουζ.Πάρ’τουςστοτηλέφωνοκαικλείσετραπέζιγιατημία».
ΗπόρταβρόντηξεπίσωτουκαιηΣάντσαστάθηκεσανάγαλμακαιάκουγετοαυτοκίνητότουν’απομακρύνεται.Τορολόιτουτοίχουέδειχνεότιηώραήτανεντεκάμισι.ΟΜαρκείχεμείνειμίαολόκληρηώραμαζίτηςκαιδενείχεκαταλάβειτίποτα.Τώραόμωςπουείχεξαναφύγει,ήξερεότιθατηςφαινόταναιώνας,ώσπουναεπιστρέφειεκείνος.
Πήγεστοτηλέφωνοκαιπήρετοαγαπημένοτουςεστιατόριο,τοΌουκΧάουζ,έναπαλιόγεωργιανόπαμπσταπροάστιατηςπόλης,γιανακλείσειτραπέζιγιατημία.ΟΜαρκείχεδίκιο.Είχαντόσοπολύκαιρόναπάνεεκεί,ώστε,ότανάκουσετηφωνήπουτηςαπάντησε,δεντηναναγνώρισε.
«ΟΤζουλςείστε;»ρώτησεδιστακτικά.
«ΔυστυχώςοΤζουλςέχειφύγειεδώκαιέξιμήνες»,είπεηφωνήσεκαλάαγγλικά,αλλάμεέντονηξενικήπροφορά.«ΕίμαιοΠιερ,οκαινούριοςδιευθυντής».
«Α,χαίρετε.Σαςπαίρνωγιανακλείσωένατραπέζιγιαδύοάτομαγιασήμεραστημία».
«Μιαστιγμήπαρακαλώ...μμμ...ναι,έχουμετραπέζι.Μουλέτε,παρακαλώ,τοόνομάσας;»
«Κρόφτον...κυρίαΚρόφτον».
Έγινεμιαμικρήπαύσηκαιμετάηφωνήξανακούστηκεχαμογελαστή.«Βεβαίως,κυρίαΚρόφτον.Είμαστεπάνταευτυχείς,όποτεβλέπουμεεσάςκαιτοσύζυγόσας.Θασαςκρατήσωτοίδιοτραπέζιπουσαςείχαδώσεικαιτηνπερασμένηεβδομάδα».
ΗΣάντσακατέβασεμουδιασμένητοακουστικό.ΟΜαρκπήγαινετηΖακίΦαράρστοεστιατόριότους!
ΤοχειρότεροήτανότιτηνκράτησητηνέκανεμετοόνομακύριοςκαικυρίαΚρόφτον.ΌλοιοισερβιτόροιθακαταλάβαιναναμέσωςότιηΣάντσαδενήτανηγυναίκαπουεμφάνιζεοΜαρκσανσύζυγότουόλοαυτότονκαιρό.Καιοκαινούριοςδιευθυντήςείχεέξιμήνεςεκεί.
ΕπομένωςδενμπορούσεναπάειεκείμετονΜαρκκαινα
ΕρωταςΚαιΔυσπιστία87
βλέπειταγκαρσόνιανατηνκρυφοκοιτάζουνκαινατηνκουτσομπολεύουνπίσωαπότηνπλάτητης.Αλλάούτεμπορούσεναξανατηλεφωνήσειγιαναακυρώσειτηνκράτηση.Αυτόέπρεπενατοκάνειο
Μαρκ.
Τανεύρατηςείχαντέτοιοχάλι,ώστε,ότανάκουσετοκουδούνιτηςπόρτας,τινάχτηκεολόκληρη.Πέρασανμερικέςστιγμές,ώσπουνασυνέλθεικαιναπάειν’ανοίξει.
ΉτανηΖόιπιοεντυπωσιακήπαράποτέ,μ'έναπολύστενότζινπαντελόνι,μιαμεταξωτήμπλούζασεχτυπητόσμαραγδίκιέναμαύροστενόσουέτγιλέκοαπόπάνω.
Ηαδερφήτηςτηνκοίταξεερευνητικά.«Είσαικαλά;»ρώτησεσυνοφρυωμένη.«Τιέγινε;Γιατίέχειςαυτάταμούτρα;ΜήπωςμίλησεςμετονΜαρκ;»
«Ναι,μιλήσαμε».
ΑπότηΖόιδεδιέφυγεηβραχνάδατηςφωνήςτης.«Μμ...»έκανεσκεφτική.«Ναυποθέσωότιτανέαδενείναικαλά;Έλα,λέγελοιπόν!Αφούξέρειςότιστοτέλοςθαμουταπειςόλα!Τισυμβαίνει,Σάντσα;»
Κοίταξεπάνωαπότονώμοτηςαδερφήςτης.«Ταπαιδιάπούείναι;Γι’αυτάήρθαμε.ΟΓκάιμερώτησεανήθελαναπάμεσ’έναπανηγύριστοΡάμσντενκιεγώσκέφτηκαναπάρουμεμαζίκαιταπαιδιάσου.ΚαιοΓκάιπαιδίείναικατάβάθος.Θακοιτάξειναπεράσουνκαλάκαιτατρία.Στηνεπιστροφήμπορούμεν’αγοράσουμεψάριακαιπατάτεςναφάνεγιαναμηνέχειςναμαγειρεύεις.ΈτσιθαμπορέσετενακαθίσετεμετονΜαρκναταπείτεμετηνησυχίασας».
ΗΣάντσαχαμογέλασεάτονα.«Σ’ευχαριστώπολύ,Ζόι,αλλάταπαιδιάταέχειπάειηΜάρθαστοζωολογικόκήπο».
Ταφρύδιατηςαδερφήςτηςανασηκώθηκαν.«Μπράβο!Δικήτηςιδέαήτανήδικήσου;»
«Δικήτης».
«Τηςταέχειςπεικιεκείνης;ΓιατονΜαρκεννοώ».
«ΗΜάρθαείναιπολύκαλήμουφίλη».ΗΣάντσακοίταξετηνκόκκινηΠόρσεπουήτανπαρκαρισμένηέξωαπότοσπίτιτης.Οοδηγόςτιςπαρατηρούσεαπότοανοιχτόπαράθυροτουαυτοκινήτου,ενώηζεστήανοιξιάτικηαύρατουανακάτευεταμαλλιά.«ΟΓκάιείναιαυτόςεκείμετηνΠόρσε;»
«Ναι.Είναιοπαραγωγόςμας».ΗΖόιχαμογέλασε.«Πρέπει
ναείμαικαλήμαζίτουγιαναμαςδώσειόλαταχρήματαττουχρειαζόμαστε».
«Αφούσ’αρέσεικιεσένα!»ΕίχανμιλήσειπολλέςφορέςγιατονΓκάι,παρ’όλοπουηΖόιήτανπάνταμυστικοπαθήςσεσχέσημετηνπροσωπικήτηςζωή.Ίσωςόμωςναμηνήθελεπράγματινατοπάρειπολύσοβαρά.Γιακείνηπρώταερχότανηκαριέρατης,ανκαιμετονΓκάιβλέπονταναρκετάσυχνάτώρατελευταία.
Δενήτανπολύωραίος.Ήτανμεγαλόσωμοςκαιλίγοάχαρος,μεπολλάμαλλιάκαιφαρδιούςώμους,αλλάτοπρόσωπότουέδειχνεηρεμίακαιχιούμορ,πράγμαπουάρεσεπολύστηΣάντσα.Εκείνοςταχρειαζότανσίγουρααυτάγιαναμπορέσειναταβγάλειπέραμετηναδερφήτης.
Ακούσεξαφνικάτοτηλέφωνοκαιέτρεςενατοσηκώσει.
«Εμπρός;»είπεξέπνοη.
«Οάντραςσουείναιμαζίτηςτώρα»,τηςείπεμιαπνιχτήφωνή.«Στοδιαμέρισμάτης.Ανθέλεις,μπορείςναπαςνατουςπιάσειςσταπράσα.Ήμήπωςδενενδιαφέρεσαι;»
«Εσείςποιαείστε;»ρώτησεεκείνηταραγμένη,αλλάηάγνωστητηςέκλεισετοτηλέφωνοσταμούτρα.
ΗΣάντσακατέβασετοακουστικό,τρέμονταςαπότοθυμό.ΓύρισεκαιβρήκετηΖόιακριβώςαπόπίσωτης.
«Ποιοςήταν;»τηρώτησεηαδερφήτηςκατσουφιάζοντας.
«Αυτή...Ναι,αυτήήταν,είμαιβέβαιη.Προσπαθούσεν’αλλάξειτηφωνήτης.Θαπρέπειναείχεσκεπάσειμεμαντίλιτοτηλέφωνογιαναμηντηνκαταλάβω,αλλάείμαιβέβαιηότιήταναυτή».
ΗΖόιδεχρειάστηκεναρωτήσειγιαποιαμιλούσε.«Τισουείπεκαιταράχτηκεςτόσοπολύ;»Ταζωηράτηςμάτιαεξερευνούσανανήσυχατοκατάχλομοπρόσωποτηςαδερφήςτης.
«ΕίπεότιοΜαρκείναιαυτήτηστιγμήστοδιαμέρισμάτηςκαιότι,ανθέλω,μπορώναπάωνατουςπιάσω».
«Τοκα...»ΗΖόισταμάτησεαπότομακαιξανακατσούφια-σεδείχνονταςπολύθυμωμένη.«Μήπωςείναιεδώ;Δεφαντάζομαιναείναιμέσα;»
ΗΣάντσακούνησεαρνητικάτοκεφάλι.«Όχι.'Εφυγεπριναπόδέκαλεπτάγιαναπάεισ’εκείνη».ΕίδετηνέκφρασητηςΖόικαιέσπευσεναπροσθέσει:«Μουτοείπεόμως!Πάεινα
τηςπειότιόλατέλειωσανμεταξύτους.Εγώτουείπαότιπρέπεινατηδιώξειαπότηδουλειάκαιναπάψεινατηβλέπει,εντόςήεκτόςγραφείου,ανθέλεινασυνεχίσουμεναείμαστεπαντρεμένοι».
ΤαχείλητηςΖόιστράβωσανσαρδόνια.«Αναυτόθέλεις,τότεχαίρομαι,αλλάξέρωαπόπείραότι,ότανέναςάντραςξεστρατίσειμιαφορά,μετάτουγίνεταισυνήθεια.Πάντως,αντονθέλειςπραγματικά,εμέναμημουδίνειςσημασία».
Έβγαλεαπότημαύρητσάντατηςέναμικρόσημειωματάριοκιέναστυλό,σήκωσετοακουστικότουτηλεφώνουκαιάρχισενασχηματίζειέναναριθμό.
«Τικάνειςεκεί;Δεφαντάζομαιναπαίρνειςαυτήν;»αναφώνησεηΣάντσαμεφρίκηκαιπροσπάθησενατηςαρπάξειτοτηλέφωνο,αλλάηΖόιτηςέσπρωξετοχέρικαικόλλησετοακουστικόστοαυτίτης.
Έναλεπτόαργότερακαιχωρίςναπειλέξη,κάτιέγραψεστοσημειωματάριότηςκαιέκλεισετοτηλέφωνο.ΗΣάντσατηνπαρακολουθούσεκατάπληκτη.
Ηαδερφήτηςστράφηκεπροςτομέροςτηςκαιτηςέδειξετοσημειωματάριο.«Αυτόςείναιοαριθμόςτης;»
ΗΣάντσαδυσκολευόταννατονδιακρίνει.Οιαριθμοίχόρευανσανμαύρεςμύγεςπάνωστολευκό
χαρτί.Ότανόμωςκατόρθωσεναεστιάσειτοβλέμματης,αναγνώρισεαμέσωςτονούμερο.
«Ναι,αυτόείναι.Απάντησε;»ψιθύρισε.«Πάντωςδενκατάλαβατιήθελεςνααποδείξεις».
«Φαίνεταιότιταπαιδιάσούέχουννερουλιάσειτομυαλό»,είπεηΖόισαρκαστικά.«Δεντοήξερεςότι,ανπάρειςαυτότοναριθμό,σουλένεαπόπούσουέχουνκάνειτοτελευταίοτηλεφώνημα;»Έγραψετονούμεροκαιτηςτοέδειξε.«Εκτόςβέβαιααντοπρόσωποπουσουτηλεφώνησεπάρειάλλονούμεροπρώταγιανασεμπλοκάρει.Γι'αυτόείναιαδύνατονναεντοπίσειςτουςδιάφορουςανώμαλουςπουκάνουνεκείνατααισχράτηλεφωνήματα.Ωστόσο,λένεότιόλοιμαςδικαιούμαστεναέχουμειδιωτικήζωή,ακόμακιαυτοίοιάρρωστοιπουπαίρνουντιςγυναίκεςκαιτιςκατατρομάζουν».
ΗΣάντσατηνάκουγεκαιδεντηνάκουγε.«Ώστεαυτήήτανλοιπόν.Αρακαιτογράμμαεκείνηθαμουτοέστειλε»,μουρμούρισεσαννασκεφτότανδυνατά.
«Προφανώς».ΗΖόισυγκατένευσε.«Ιουκάνειπόλεμονεύρων,αγάπημου,δεντοκαταλαβαίνεις;»
ΗΣάντσατηνκοίταξεμεαπλανέςβλέμμα.«Τι;»
«Προσπαθείνασενευριάσειτόσοπολύ,ώστενασ’αναγκάσειναδιώξειςτονΜαρκαπότοσπίτικαινατουζητήσειςδιαζύγιο.Σπουδαίακυρία.Λοιπόν,τισκοπεύειςνακάνεις;»
«ΘατοπωτουΜαρκ»,τηςαπάντησεηΣάντσαάγρια.«Ίσωςέτσικαταλάβειότιηκυρίαδενείναιτόσοαθώα,όσοφαίνεται!»
«Οιάντρεςείναιστραβοίσεσχέσημετιςγυναίκες,Σάντσα.Είναιφοβερότοπόσοεύκολαμπορούννατουςξεγελάσουνορισμένες».ΗΖόιτηνκοίταξεαυστηρά.«ΟΜαρκσουομολόγησεότιείχεσχέση;»
«Είπεότιδενήτανκάτισοβαρό».
«Τιθαπειαυτό;»
«Ότιακόμαδεν...»ΗΣάντσαάφησετηφράσητηςμετέωρη.«Δεθέλωναμιλάωγι'αυτό,Ζόι!»πρόσθεσεπαραπονιάρικα.
Ηαδερφήτηςόμωςδενέλεγενατοβάλεικάτω.«Λέειότιδενέχουνκοιμηθείμαζίακόμα;Κιεσύτονπίστεψες;»
«Ναι!»τηςφώναξεηΣάντσα.
ΗΖόιχαμογέλασε.«Τότε,γιατίέχειςτόσοαμυντικήστάση;»
Κάποιοςχτυπούσετηνπόρτα.Γύρισανκαιοιδυοκαικοίταξανξαφνιασμένεςπροςταεκεί.ΉτανοΓκάιπουτουςχαμογελούσεαμήχανα.
«Γειασας.Τελικάτιγίνεται,θαπάμεταπαιδιάστοπανηγύριήόχι;»Ηφωνήτουήτανζεστήκαιβαθιάκαιείχεμιατόσοευχάριστηχροιά,πουτονέκανεαμέσωςσυμπαθητικόσταμάτιασου.
«Έχουνπάειστοζωολογικόκήπομεμιαγειτόνισσα»,τουεξήγησεηΖόιμ’έναχαμόγελοπουέδειχνεότιτονσυμπαθούσεπολύ.
«Τότε,θαπάμεμόνοιμας»,είπεεκείνοςχαμογελώνταςπλατιά.«ΘασεστριμώξωστοΤρένομεταΦαντάσματατηνώραπουξεπετάγονταιοισκελετοίμέσααπ’τοσκοτάδικιεσύθαβάλειςτιςφωνέςκαιθαπέσειςστηναγκαλιάμου».
«Περίμενε!»μουρμούρισεηΖόι.«Μάλλονεσύθαφοβηθείςκαιθαπέσειςστηναγκαλιάμου,αλλάεγώθασεσπρώξωαμέσωςμακριά».
«Νασαςφτιάξωκαφέ;»προσφέρθηκεηΣάντσαευγενικά,
νιώθονταςκάποιοοίκτογιατονΓκάιπουείχεπάρειέναθλιμμένούφος.Αναρωτήθηκεπόσοκαιρόακόμαθαάντεχεναπολιορκείμιαγυναίκαπουτουφερότανσανσεαδέσποτοσκύλο.
Φυσικάτηναπόφασητηνπήρεηαδερφήτης.«Όχι,ευχαριστούμε,αλλάπρέπειναφύγουμε.Έλα,Γκάι,πάμε».
Εκείνοςτηνακολούθησεσανυπάκουοσκυλί,βαδίζονταςδίπλατηςμετοκορμίτουστητό.ΗΖόικοντοστάθηκεστηνπόρτακαικοίταξεσοβαράτηναδερφήτης.«Ναείσαιπολύαυστηρήμαζίτου,Σάντσα,καιναμηντοναφήσειςνασερίξειπάλι.Ανκαινομίζωότιδελέειψέματα,αλλιώςγιατίνααγωνίζεταιτόσοπολύνασεπείσειότιταπράγματαδενείναιόπωςτανόμιζες;»
Ότανέφυγετοζευγάρι,ηΣάντσαστάθηκεστοπαράθυροτηςκουζίναςκαιπαρατηρούσεσκεφτικήτονηλιόλουστοκήπο.ΤιναγινότανάραγεστοσπίτιτηςΖακίΦαράρτώρα;ΝαείχεδίκιοηΖόι;ΉτανπράγματιηίδιααυτήπουπροσπαθούσενατηνπείσειγιατηνενοχήτουΜαρκ;
Αχ,πώςθαήθελεναήτανμιαμύγαστοντοίχοεκείνουτουδιαμερίσματος!Έπρεπεναμάθειτηναλήθεια.ΉθελεναεμπιστευτείτονΜαρκ,νατονπιστέψει,αλλάτηνεμπόδιζεηζήλια.
Ταλεπτάκυλούσαν.Τορολόιτηςέδειχνεδώδεκακαιτέταρτο.ΠούήτανοΜαρκ;Θαγύριζεπίσωήόχι;
Αρχισεναπηγαινοέρχεταιμέσαέξωστοσπίτι,ακούγονταςτηναπόλυτησιγή.Είχεπολύκαιρόναμείνειέτσιμόνη,χωρίςταπαιδιά,χωρίςτρεχάλεςκαιπαιδικέςφωνέςπουδιέκοπτανσυνεχώςτιςσκέψειςτης.Ήτανμιαεμπειρίαπαράξενηκαιμάλλονδυσάρεστη.Τώραμπορούσεν’ακούειόλουςτουςμικρούςθορύβουςτουσπιτιού,τουςοποίουςέπνιγεσυνήθωςηφασαρίαπουέκανανταπαιδιά.Τοτικτακτουεκκρεμούςστοχολ,τονανεπαίσθητοψίθυροτουθερμοσίφωνα,τοβουητότουπλυντηρίουκαιτατριξίματατουξύλουτουπατώματος,καθώςτοζέσταινεοήλιος.Τοσπίτιήτανζωντανόςοργανισμός,ότανήτανκιεκείνημέσα.
Αχ,μαπούήτανοΜαρκτέλοςπάντων;Ξανακοίταξετορολόιτης.Δενείχανπεράσειπαράμόνοπέντελεπτά.
Τηςείχανφανείώρες.Συνέχισεναβαδίζειπάνωκάτωστο
δωμάτιο,ώσπουξαφνικάάκουσεαυτοκίνητοναπλησιάζει,αλλάδεσταμάτησε.ΔενήτανοΜαρκ.
Κοίταξεπάλιτορολόιτης.Δώδεκακαιμισή.Είχεπειότιθαξαναρχόταν,ακόμαόμωςδενείχεφανεί.Ήτανμ’εκείνητηγυναίκα.Στοσπίτιτης.Στοκρεβάτι.
Έβαλετοχφιπάνωστοστόματηςγιαναεμποδίσειμιακραυγή.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ6
Στημιαακριβώςάρχισεναφτιάχνειμιασαλάταγιαναφάει,παρ’όλοπουτοφαγητόήταντοτελευταίοπράγμαπουτηναπασχολούσεαυτήτηστιγμή.Έπρεπεόμωςνακάνεικάτιγιανααπασχολήσειταχέριατηςκαινααδειάσειτομυαλότηςαπότιςσκέψεις.
Πάντωςήτανειρωνείατηςτύχης!Απότότεπουείχεαποκτήσειτοπρώτοτηςπαιδί,δενείχεποτέούτεέναλεπτόησυχία.Όλοευχότανναβρειλινόχρόνογιατονεαυτότης,ναξεφύγειγιαλίγοαπόταπαιδιάτηςκαιαπότιςδουλειέςτουσπιτιούκαιναζήσεικιεκείνημιαφοράσανκανονικόςάνθρωπος.Καιτώραπουείχεολόκληρητημέραστηδιάθεσήτης,δεντηςάρεσεκαθόλου.
Στημίακαιείκοσιχτύπησετοτηλέφωνο.Τοκοιτούσεσανχαζή,μητολμώνταςνατοσηκώσει,απόφόβομήπωςήτανοΜαρκκαιτηςέλεγεότιτελικάδεθαγύριζεστοσπίτι,ότιείχεδιαλέξειτηΖακίΦαράρκαιότιήθελεδιαζύγιο.
Τοτηλέφωνοσυνέχιζεναχτυπάει.Ξαφνικάτηςπέρασεμιαδυσάρεστησκέψη.ΜήπωςοΜαρκείχεπάθεικάτι;Είχεφύγειπολύαναστατωμένοςαπότοσπίτι.Μήπωςείχεχτυπήσειμετοαυτοκίνητο;
Έτρεξενασηκώσειτοτηλέφωνο,νιώθονταςπαγωμένηαπότοφόβο.
«Εμπρός;»είπεμεφωνήπουμόλιςακουγόταν.
«ΗκυρίαΚρόφτον;ΣαςτηλεφωνώαπότοΌουκΧάουζ»,
94CharlotteLamb
είπεμιαφωνήκαθόλουφιλικήαυτήτηφοράκαιμετοδίκιοτης.
«Α!»ήταντομόνοπουμπόρεσενααρθρώσει.
«Είχατεκλείσειτραπέζιγιατημία»,συνέχισεοάντραςψυχρά.«Σαςτοκρατήσαμεμέχριτώρα,αλλάυπάρχειουράαπόπελάτεςπουπεριμένουνναγευματίσουνκαι,όπωςκαταλαβαίνετε,θααναγκαστούμεναακυρώσουμετηνκράτηση».
«Ασφαλώς»,απάντησεηΣάντσαηλίθια.«Λυπάμαιπολύ,αλλάοάντραςμουκαθυστέρησεναέρθειναμεπάρει.Είχεπειότιθαήτανεδώπριναπόμίαώρα,αλλάακόμαδενέχειφανεί.Σαςζητώσυγνώμη».
Ηταραγμένητηςφωνήδενάλλαξεκαθόλουτιςδιαθέσειςτουυπαλλήλουτουεστιατορίου.«Πολύκαλά,κυρίαΚρό-φτον,αλλάθαέπρεπεναμαςείχατεειδοποιήσει.Ξέρετεπόσουςπελάτεςέχωδιώξει,στουςοποίουςθαμπορούσαναδώσωτοτραπέζισας;»
«Συγνώμη»,επανέλαβεηΣάντσακαιάκουσεναβροντάειτοτηλέφωνο.
Αναστέναξεκαικατέβασετοακουστικό.Σ’αυτότοεστιατόριοδεθαξαναπήγαινανποτέ.Γιαπολλούςκαιδιάφορουςλόγους.Πρώτονγιατίεκείνηδενήθελεναξαναπατήσειτοπόδιτηςεκεί,τώραπουήξερεότισ'αυτότοεστιατόριοπήγαινεοΜαρκκαιτηΖακίΦαράρκαιδεύτερονγιατίπιθανόταταοδιευθυντήςτουδεθαήθελενατουςξανακρα-τήσειτραπέζι.
Ξανακοίταξετορολόιτηςκαιδιαπίστωσεότιηώρακόντευεμιάμιση.Σελίγοθασυμπληρώνοντανδύο
ώρεςπουείχεφύγειοΜαρκκαιβέβαιαδεχρειαζόταντόσοπολύγιαναπειςαντίοσεκάποιον.
ΤηνώραπουτηλεφώνησεεδώηΖακίΦαράρ,σκέφτηκεηΣάντσα,οΜαρκθαπρέπειναέφτανεστοσπίτιτης.Θατονείδε,λοιπόν,απότοπαράθυροκιαμέσωςμουτηλεφώνησεκαιμουείπεψέματαότιήτανστοκρεβάτιμαζίτης.Τιήλπιζεναπετύχειόμως;Πίστευεότιθαέτρεχανατουςπιάσωσταπράσα;
ΠροφανώςηΖακίταείχεπειαυτάγιανακάνειπιοπειστικάταλόγιατης.ΗΣάντσαάρχισεναφαντάζεταιτησκηνή.
ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ95
Ηξανθιάκοπέλαίσωςείχεσηκωθείαργά.Ίσωςήτανακόμαμετονυχτικό,όταντηνείχεπάρειστοτηλέφωνο.Ήμάλλονθαείχεκάνειντουςκαι,μόλιςείδετονΜαρκαπότοπαράθυρο,θαείχετρέξειστηνκρεβατοκάμαραναφορέσεικάτιποιοπροκλητικό,ώστε,μόλιςθαχτυπούσετοκουδούνι,νατρέξεινατουανοίξει,κάνονταςότιείχεμόλιςσηκωθείαπότοκρεβάτι.
ΟΜαρκθαείχεαρχίσεινατηςλέειαμέσωςότιόλαείχαντελειώσειμεταξύτουςκιεκείνηθαείχεβάλειασφαλώςτακλάματα.Ότανεκείνοςθαπροσπάθησενατηνπαρηγορήσει,εκείνηθακόλλησεπάνωτουσανταπαράσιταπουκολλούνσταδέντρα.
ΗΣάντσαείχεέναπαρασιτικόφυτόστονκήποτηςτονπροηγούμενοχρόνο.Ήτανέναπολύόμορφοφυτό,μεροζκαιλευκάλουλουδάκια,τοοποίοόμωςαπλωνότανπολύγρήγορακαιέπνιγεταάλλαφυτά.Αντοάφηνε,πολύγρήγοραθαείχεκαταλάβειόλοτονκήπο.Μόνοπουεκείνηήταναποφασισμένηνατοδαμάσει.Τοξερίζωσεκαιύστεραάναψεφωτιάκαιτοέκαψε.ΤοίδιοανελέητηέπρεπεναγίνεικαιμετηΖακίΦαράρ.
Ανδενήτανήδηπολύαργά.Αχ,γιατίτονείχεαφήσειναπάειστοσπίτιτης;Αφούτοήξερεότιήτανεπικίνδυνο,δεντοήξερε;ΠροφανώςηΖακίΦαράρδενείχεαναστολέςκαιδεθατονάφηνεεύκολαήσυχο.
Ούτεεγώόμωςθατοναφήσω!συλλογίστηκεηΣάντσασφίγγονταςταδόντια.Είναιοάντραςμουκαιτοναγαπώκαιθαπαλέψωμενύχιακαιμεδόντιαγιανατονκρατήσω.Είμαικιεγώσκληρόκαρύδικαιξέρωναπολεμάω!ΈχωεπενδύσειχρόνιααπότηζωήμουπάνωστονΜαρκ.Είναιοπατέραςτωνπαιδιώνμουκαιδενπρόκειταινακαθίσωάπρακτηκαινατονδωναφεύγειμεμιαάλληγυναίκα.Κιαυτήτισόιάνθρωποςείναιπουθέλειναμεχωρίσειαπότονάντραμου;Δενέχεικαθόλουφιλότιμο;
Γι’αυτάταπράγματαόμωςχρειάζονταιδύο,έτσιδενείναι;
ΟΜαρκδενήτανκάποιοπαιχνιδάκιγιατοοποίοπάλευεεκείνημετηΖακί.Ήτανώριμοςάνθρωπος,μεμυαλόκαιπολύδυνατήθέληση.Γιατίόμωςείχεμπλέξειμ’αυτήτηγυναίκα;Προφανώς,επειδήαπότησύζυγότουδενέπαιρνε
αυτόπουήθελε.ΗΣάντσααναστέναξε,κλείνονταςταμάτια.ΘαήτανπολύεύκολοναρίξειόλητηνευθύνηστονΜαρκήσ’εκείνητηγυναίκαγιαό,τιείχεσυμβεί,αλλάτίποταστηζωήδενήταντόσοεύκολο.Έπρεπεναπαραδεχτείότιείχεκιεκείνητιςευθύνεςτης.
Θαμπορούσεβέβαιαναβρειένασωρόδικαιολογίες,ωστόσοογάμος—όπωςκιόλαταπράγματαστηζωή—ήτανκάτιγιατοοποίοέπρεπεναδουλέψεις,κάτιπουέπρεπεναφροντίζειςναείναιπάντασε
καλήκατάσταση.Αυτόβέβαιαίσχυεκαιγιατουςδύο.Εκείήτανπουείχαναποτύχει.
ΜετονΜαρκείχανπάψειναπροσφέρουνοέναςστονάλλοτηναγάπηκαιτηνυποστήριξηπουχρειάζονταν,μεαποτέλεσμαογάμοςτουςνααρχίσειναφθίνει,χωρίςνατοκαταλάβουν.ΑνεκείνηείχεενθαρρύνειτονΜαρκνατηςμιλήσειγιαταπροβλήματάτου,αντονάκουγεπραγματικά,αντουφερότανπιοτρυφερά,ίσωςναμηνείχεαναζητήσειστοργήκαικατανόησηαπόμιαάλληγυναίκα.Αλλάκιεκείνος,ανείχεπροσέξειπόσοκουρασμένηήτανηγυναίκατουκαιείχεπροσπαθήσεινατηβοηθήσει,αντηςείχεδείξειμεγαλύτερηκατανόησηκαιτρυφερότητα...Αν,αν,αν.Είχαναφήσειπολλέςευκαιρίεςναχαθούνκιαυτήεδώδενέπρεπενατηχάσουνμετίποτα!
Οοικείοςθόρυβοςτηςμηχανήςτουαυτοκινήτουτουτηνέκανεναισιώσειτοκορμίτης.ΈτρεξεστοπαράθυροκαιείδετονΜαρκναμπαίνειστογκαράζ.Μιαανακούφισητηνπλημμύρισεσανπαλιρροϊκόκύμα.Έκλεισεμιαστιγμήταμάτιακαιπροσπάθησεναεπιβληθείστονεαυτότης.Ξανα-γύρισεαμέσωςστηνκουζίνακαισυνέχισετηνπροετοιμασίατουγεύματόςτους.Μαζίμετησαλάταθασέρβιρεκρύοκοτόπουλοκαιψωμίψημένομεκατσικίσιοτυρίαπόπάνω.Αναψετογκριλκαιάρχισενακόβειτοτυρί.
ΜόλιςάκουσετονΜαρκναμπαίνει,άφησεκάτωτομαχαίρικαιγύρισενατοναντιμετωπίσει,σκουπίζονταςταχέριατηςσεμιαπετσέτατηςκουζίνας.Τιθατηςέλεγεάραγε;'Οτιείχεαλλάξειγνώμη;'Οτιτελικάοδικόςτουςγάμοςείχεπάρειτέλοςκαιόχιοδεσμόςτουμ*εκείνητηνκοπέλα;
Τηςφάνηκεπολύπεσμένος,σανναείχεπάθεισοκ.«Συ-
ΕρωταςΚαιΔυσπιστία97
γνώμηπουάργησα»,τηςείπεκοφτά.«ΤιέγινεμετοΌουκΧάουζ;Έκλεισεςτραπέζι;»
«Ναι,αλλάγιατημία.Μεπήρανόμωςστημιάμισικαιτοακύρωσαν.Δεφαίνοντανκαθόλουευχαριστημένοι».ΗΣά-ντσατονκοίταξεσταμάτια.«Έμαθαότιείχεςφάειεκείκαιτηνπερασμένηβδομάδα.Μετησύζυγόσου».
ΟΜαρκέκλεισεταμάτιατου.Τιπήγαινενατηςκρύψει;Φοβότανότιθαδιάβαζετησκέψητουήδενήθελεούτενατηβλέπει;«ΩΘεέμου»,μουρμούρισεεκείνος.«Ώστεέκανετηνκράτησημετοόνομα...»
«ΚύριοςκαικυρίαΚρόφτον.Μάλιστα.Φυσικάοδιευθυντήςυπέθεσεότιήμουνεγώκαιμουυπενθύμισεότιτρώωσυχνάεκείμετοσύζυγόμου»,είπεηΣάντσαμετρεμάμενηφωνή.Δενήθελενατουκάνεισκηνή.Αρκετάείχανπεράσειωςτώρα.
ΟΜαρκξανάνοιξεταμάτια.«Όχικαισυχνά,Σάντσα!Μιαφοράμόνοτηνπήγαεκεί,τηνπερασμένηβδομάδαπουείχεταγενέθλιάτης.ΕίπεότιήθελεναπάμεσεκάποιοκαλόεστιατόριοκαιεπειδήήξερεότιτοΌουκΧάουζείναιτοαγαπημένομου—τηςτοείχαπει,φαίνεται—μουζήτησεναπάμεμιαφοράεκείκιεγώτηςείπαεντάξει.Καιτηλεφώνησεεκείνηγιανακλείσειτραπέζι».
«ΓιατονκύριοκαιτηνκυρίαΚρόφτον!»Παράτιςκαλέςτηςπροθέσεις,ηΣάντσαύψωσετηφωνήτης.«Μημουπειςότιδεφαντάστηκεςότιόλοιθατηνέπαιρνανγιατηγυναίκασου;»
ΟΜαρκβύθισεοργισμένοςταδάχτυλαμέσασταμαλλιάτου.«Απ'ό,τιθυμάμαι,μερώτησανπράγματι
ανάρεσεστησύζυγόμουτοφαγητό.Έπρεπενατουςδιορθώσω,αλλάεκείνητηστιγμήδεμουφάνηκεκαιτόσοσημαντικό.Θαένιωθααμηχανία,αντουςέλεγα,‘Όχι,ηκυρίαείναιηγραμματέαςμουκαιόχιηγυναίκαμου’.Πούναφανταστώότιτουςείχεπειεπίτηδεςψέματα».
«Πολλάψέματαλέειόμως»,παρατήρησεηΣάντσα.
ΟΜαρκτηςέριξεμιαέντονηματιά.«Τισημαίνειαυτό;»
«Μουτηλεφώνησελίγομετάπουέφυγες...»
«Σουτηλεφώνησε;»αναφώνησεενοχλημένος.
«Προσπάθησεν’αλλάξειτηφωνήτης,ωστόσοξέρωότιήτανεκείνη.Είμαιβέβαιη».ΗΣάντσαπροσπαθούσενατονψυχολογήσει.«Μουείπεότιήσουνμαζίτηςστοκρεβάτι».
Toπρόσωπότουσφίχτηκε,σανναείχεδεχτείχαστούκικαιηεπιδερμίδατουέγινεκατακόκκινη.«Είσαιβέβαιηότιήταναυτή;»ρώτησεαργά.«Αναγνώρισεςτηφωνήτης;»
«Έτσιμουφάνηκε,αλλάήτανηΖόιεδώ,ηοποίαπήρεκάποιονούμεροπουσουλέειαπόπούσουτηλεφώνησαντηντελευταίαφορά.ΉτανοαριθμόςτηςΖακίΦαράρ.Έτσιβεβαιώθηκα».
Βαθιέςρυτίδεςσχηματίστηκανστομέτωπότου.«ΗΖόι;ΤιγύρευεηΖόιεδώ;»
«Πέρασεμαζίμετονπαραγωγότηςγιαναπάρουνταπαιδιάναταπάνεσ’έναπανηγύρικαιήτανεδώότανέγινεεκείνοτοτηλεφώνημα».
«Κιεσύκάθισεςκαιτηςταείπεςόλα!»ΗφωνήτουΜαρκείχεσκληρύνειαπότοθυμό.
«Αφούταράχτηκακαιτοκατάλαβε.Είναιηαδερφήμου,Μαρκ,καινοιάζεταιγιαμένα.Γιατί,λοιπόν,ναμηντηςανοίξωτηνκαρδιάμου;Σεκάποιονέπρεπεναμιλήσωκιεγώ».ΗΣάντσαπάλευενασυγκροτήσειταδάκρυάτης.
ΟΜαρκαναστέναξε.«Πάντωςθαπροτιμούσαναμηντηςταείχεςπει.Δεθέλωναξέρειόλοςοκόσμοςταπροσωπικάμας».
«ΗΖόιδενείναιόλοςοκόσμος.Είναιηαδερφήμου!Μεγνωρίζεικαλάκαικατάλαβεαμέσωςότιεκείνοτοτηλεφώνημαμεείχεαναστατώσει!»
ΗφωνήτουΜαρκμαλάκωσε.«Λυπάμαιπολύ,ανταράχτηκες,Σάντσα,αλλά,γιατ'όνοματουΘεού,θαπρέπεινακατάλαβεςότιαυτάπουσουείπεηΖακίήτανψέματα.Πώςθαβρισκόμουνμαζίτηςστοκρεβάτι,αφούσουείχαπειότιπήγαινανατηςδηλώσωότιόλατελείωσανμεταξύμας;»
ΗΣάντσαδάγκωσεταχείλητηςγιαναπάψουννατρέμουν.«Πώςμπορούσαναείμαιβέβαιη;Δενήξερατινασκεφτώ.Μπορείναμουείχεςπειψέματαήμπορεί,μόλιςτηνειΤ>ες,ναάλλαξεςγνώμη.Δενήξεραανέπρεπενασουέχωεμπιστοσύνη.Εκείνοτογράμμαέκανετηγηνατρέμεικάτωαπόταπόδιαμουκαιδενήξεραπιατιναπιστέψω».
«Έτσινιώθεις,Σάντσα;»ρώτησεοΜαρκκατσουφιάζοντας.«Λυπάμαιειλικρινά.Ξέρωτιέχειςπεράσει.Ταίδιαπέρασακιεγώτουςτελευταίουςμήνεςπουπίστευαότιδε
μ’αγαπούσεςπια.Πρέπειν’αρχίσουμεναξαναεμπιστευό-μαστεοέναςτονάλλο.Δεθαείναιεύκολο,τοξέρω,αλλάαυτόπουθασουπωτουλάχιστονπρέπεινατοπιστέψεις.Τηναπέλυσα,Σάντσα,σουτ’ορκίζομαι».
ΗΣάντσαπήρεμιαβαθιάανάσα,κοιτάζονταςερευνητικάτοπρόσωπότου.Ταγκρίζαμάτιατουήτανσυννεφιασμένακαιταχείλητουσφιγμένα.Ταήξερεκαλάαυτάτασημάδια.ΟΜαρκήτανπολύθυμωμένος,αλλάμεποιον;Μετηνίδια,επειδήτουείχεζητήσειναδιώξειτηΖακίΦαράρήμετονεαυτότου,επειδήείχευποκύψει;Τόσοδύσκοληαπόφασηήτανλοιπόν;Μήπωςτελικάήτανερωτευμένοςμ’εκείνητηνκοπέλα;
Τηνέπνιξεπάλιηζήλια.«Τιέγινε,όταντηςτοείπες;»
Τοστόματουστράβωσεαπόαηδία.«'Εγινεμιαπολύδυσάρεστησκηνή.Κοίταξε,Σάντσα,δεθέλωναμιλήσωγι'αυτό.Γίνεταινατοξεχάσουμε;Αυτήηγυναίκαέχειφύγειοριστικάαπότηζωήμου».
ΗΣάντσακοίταξετοτραπέζιτηςκουζίναςκαιαυτομάτωςξαναγύρισεσταπρακτικάθέματατηςοικογενειακήςτηςζωής.
Τιάλλοείχεάλλωστεγιανακρατηθεί,τώραπουέβλεπεταπάντανακαταρρέουνγύρωτης;Αυτήτηστιγμήένιωθεσανναάνοιγεηγηκάτωαπόταπόδιατης.
«Έχωφτιάξειμιασαλάτα.Τιάλλοθέλειςναφας;Ναψήσωψωμίμεκατσικίσιοτυρίαπόπάνωήμήπωςπροτιμάςκρύοκοτόπουλοαπ’αυτόπουέχειπερισσέψειαπόχτες;»
«Ό,τιθέλεις»,τηςαπάντησεάτονα.«Δενπεινάω».
ΗΣάντσατουέριξεμιαανήσυχηματιά.ΟΜαρκδεντηςφαινότανκαθόλουκαλά.
«Πρέπειναφαςόμως»,τουείπε.«Τοφαγητόθασεκάνεινανιώσειςκαλύτερα.Χρειάζεσαιζάχαρηγιατοαίμασου».
«Χρειάζομαιέναποτό»,τηναντέκρουσεπηγαίνονταςστοσαλόνι.
Τονάκουσεν’ανοίγειέναμπουκάλικρασίκαι,αναστενάζοντας,έβαλετοψωμίμετοτυρίστοφούρνο.
Πώςθατακατάφερναν;Ηζωήτουςποτέδεθαξαναγινότανηίδια.Ηέντασηπουυπήρχεμεταξύτουςέκανετοπιγούνιτηςναπονάεικαιτοπρόσωπότηςναπαγώνει.Έτσιένιωθεάραγεκιεκείνος;Ίσως.Πάντωςέτσιέδειχνε.
Έβγαλετοψωμίμετοτυρίαπότοφούρνογιαναμηνκαείκαιπήγεστηνπόρτατουσαλονιού.«Σεπειράζειναφάμεστηνκουζίνα;Θαείναιπιοεύκολο».
ΟΜαρκγύρισεμετοποτήριστοχέρικαιτηνκοίταξεμεμιααπόμακρηέκφρασησταμάτια.'Υστερασυγκατένευσε.«Εντάξει,όπωςπροτιμάς.Ναφέρωκρασίκαιγιασένα;»
«Ναι»,τουαπάντησεμετηνελπίδαότιτοκρασίθαέφτιαχνελίγοτηνατμόσφαιρα.
ΚάθισανστοτραπέζικαιοΜαρκ,αφούέβαλεκρασίστοποτήριτης,κοίταξετοψημένοψωμί.
«Ωραίοφαίνεται»,είπε.«Θυμάσαιπούτοείχαμεπρωτο-φάει;ΣτηΝορμανδία,σ’εκείνοτοεστιατόριοέξωαπότοΜπαγιέ».
Προσπαθούσεν’ανοίξειμαζίτηςσυζήτηση,σανναήτανδυοξένοι.Αλλάαυτόακριβώςδενήταν;ΗγέννησητηςΦλόραςτουςείχεαπομακρύνεικαιταδυοτελευταίαχρόνιατουςείχαναλλάξειπολύκαιτουςδυο.Τώραήτανδιαφορετικοίάνθρωποικαιέπρεπεναξαναγνωριστούνκαλάαπ’την
<*ΡΧΠ·
«Τοθυμάμαι»,τουαπάντησεριγώνταςελαφρά,γιατίαμέσωςτηςήρθανστομυαλόγέλια,χαρές,λιακάδεςκαινιάτα,πουηοικογενειακήζωήτουςταείχεκαταπιείγιαπάντα.
ΟΜαρκδοκίμασελίγοαπότοτυρί.«Ωραίοείναι.Τομαρινάρισεςμεελαιόλαδο,πριντοψήσεις;»
«'Οχι,απλώςτουέριξαλίγολάδιαπόπάνω,πριντοβάλωστοφούρνο».
«Είναιαπίθανο»,είπε,πριντελειώσειτοκρασίτου.
«Ευχαριστώ.Χαίρομαιπουσουαρέσει»,τουαπάντησεχαμογελώντας.
Εκείνοςέβαλεκιάλλοκρασίστοποτήριτουκαιήπιεμιαγουλιά.«Ξέρειςτισκεφτόμουν;»είπεαπότομα.«Αναρωτιέμαιαναυτήσουέστειλεκιεκείνοτοανώνυμογράμμα».
«Σίγουρα».
Εκείνοςέκανεμιαγκριμάτσα.«Μουτηνέφερε,ξέρεις.Δενμπορούσαναφανταστώότιθαήταντέτοιοςάνθρωπος.Έπαιζεπολύπειστικάτορόλοτηςκαιμουφαινότανπολύκαλόκορίτσι.Ότανόμωςτηςείπαότιθασταματούσανατηβλέπω,οιμάσκεςέπεσαν.Έπεσεπάνωμουκαιμεεκλιπα-
ρούσεναμείνω».ΟΜαρκέστρεψεαλλούτοβλέμματου.«Αφούεπιχείρησεακόμακαιναμερίξειστοκρεβάτι».
ΗΣάντσατονάκουγεχωρίςκαμίαέκπληξη.
«Ότανείδεότιτοκόλποδενέπιασε»,συνέχισεοΜαρκ,«έβγαλετονπραγματικότηςεαυτόστηνεπιφάνεια.Προσπάθησεακόμακαιναμ’εκβιάσει.Είπεότιθαπάρειδικηγόρουςκαιθαμουκάνειμήνυσηκαιότιθαπουλήσειτηνιστορίατηςστιςεφημερίδες!»
«Λεςνατοκάνει;»ρώτησεηΣάντσαανήσυχη.
Τοστόματουσφίχτηκεκαιταμάτιατουάστραψαν.«Δενπάεινακάνειό,τιθέλει;Δεδίνωδεκάρα.Αμφιβάλλωανθαυπάρξειεφημερίδαπουθαενδιαφερθείκαθόλου.Στοκάτωκάτωτηςγραφήςδενείμαισταρτουσινεμάούτεκάποιαδιασημότητακαιφυσικάδενείναιούτεεκείνη!Γιατί,λοιπόν,ναθέλουνναδιαβάσουνγιαμας;Όλ'αυτάταέλεγεγιαναμετρομάξει».
«Τοήξεραότιδεθασ’άφηνετόσοεύκολα»,ψιθύρισεηΣάντσα,σφίγγονταςμετοχέριτηςτοτραπέζι.
ΟΜαρκτηςέπιασεταχέριακαιταέκλεισεανάμεσασταδικάτου.«Μηφοβάσαι»,τηςείπεμαλακά.«Εσένα,αγάπημου,δενπρόκειταινασεπληγώσει.Δεθατηναφήσω».
Είχεπολύκαιρόνατηνπει«αγάπημου».Τουχαμογέλασεαμήχανακιεκείνοςτηςανταπέδωσετοχαμόγελο.
«'Ελατώρα,φάε,γιατίτοτυρίθακρυώσει!Καιησαλάταείναιυπέροχη.Τοντρέσινγκείναιωραίο.Τιείναι;»
«Ένααπλόγαλλικόντρέσινγκμεξίδιαπόφραμπουάζ,πουείχαφέρειπέρσιαπότηΓαλλία,μελίγοελαιόλαδο,μουστάρδακαιμέλι».
«Πάντωςκαλύτεραδεθαμπορούσαμεναφάμεπουθενά.Χαίρομαιπουτελικάμείναμεστοσπίτι».
«Κιεγώ.Στοεστιατόριοάλλωστεδεθαμπορούσαμεναμιλήσουμεμεάνεση.Μαρκ,πώςλεςναπάειησυνάντησημετουςμετόχους;ΠιστεύειςότιθακαταφέρετεμετονΦρανκνατουςπείσετεναμηνπουλήσετεστονΓκρέιντζερ;»
Ανασήκωσετουςώμουςτου.«Εμείςθακάνουμεό,τιπερνάειαπότοχέριμας,αλλάδενείμαικαιτόσοβέβαιοςότιθαπειστούν.ΗπροσφοράτουΓκρέιντζερείναιπολύδελεαστική,οιμετοχέςτουέχουνδιπλάσιααξίααπότιςδικέςμαςκαι
γενικάείναιπολύκαλήπροσφορά,αυτόοφείλωνατοομολογήσω».
«ΜαεσύκιοΦρανκέχετεμοχθήσειπολύγιαναφτιάξετεαυτήτηνεταιρεία!Δενμπορείναμηντοκαταλαβαίνουναυτό!Καιοιδυοδουλεύατεσανσκλάβοι,ενώεκείνοικάθοντανκαιαπολάμβαναντακέρδη.Ανπουλήσουντώρα,θαείναιπολύάδικο!»
ΟΜαρκτηςχαμογέλασε.«Συμφωνώαπόλυταμαζίσου,αλλάοιμέτοχοιμόνοέναπράγμασκέφτονται.Πόσαπερισσότεραχρήματαθαβγάλουναπόμιαεταιρεία.Δενκάθονταιναπροβληματιστούντισυνέπειαθαέχειαυτόγιατουςεργαζόμενους».
«Θαχάσουνπολλοίτηδουλειάτους;»τονρώτησεανήσυχη.
«Μάλλον.Σετέτοιεςκαταστάσειςείναιπολλοίαυτοίπουχάνουντηθέσητους,απόταμεγάλαστελέχημέχριτουςκατώτερουςυπαλλήλους».
«Ανκαταλήξετενα...Τιθακάνεις,Μαρκ;»
«Δενέχωιδέα»,τηςαπάντησεμουτρωμένος.«Ίσωςχρειαστείναπουλήσουμετοσπίτικαινααγοράσουμεέναμικρότερο.Έτσικιαλλιώςθαπρέπειναμετακομίσουμεαπόδω,ανβρωδουλειάσεάλληεταιρεία».
ΗΣάντσαέπαθεσοκ,αλλάέβλεπεσταμάτιατουότιφοβόταντηναντίδρασήτηςκαισκέφτηκεότι,εφόσονήτανμαζί,δεντηνενδιέφερετίποτ’άλλο.Σήκωσετοπιγούνιτηςψηλάκαιτουχαμογέλασεενθαρρυντικά.«Δενπειράζει.Έχουμεζήσεικαισεμικρότερασπίτια.Θατακαταφέρουμεκαιτώρα».
Είδετοπρόσωπότουναγεμίζειανακούφιση.«Δηλαδήδεσεπειράζει;»
Τουχαμογέλασεπλατιά.«Θαείναισανναξαναρχίζουμε.Θαέχειπλάκα».
«Ναι,μπορείναέχειςδίκιο»,συμφώνησεεκείνοςπρόθυμα.«Τιώραθαφέρειπίσωταπαιδιάη
Μάρθα;»
«Αργάτοαπόγευμαμουείπε».
«Επομένωςέχουμεακόμακαιρόγια...»Τηνκοίταξεπίσωαπότιςσκούρεςβλεφαρίδεςτουκιέναπονηρόχαμόγελοζωγραφίστηκεσταχείλητου.«Ναμιλήσουμε»,τελείωσετηφράσητου.
ΗΣάντσαένιωσετουςσφυγμούςτηςναεπιταχύνονται.Η
ΕρωταςΚαιδυσπιστία103
κουβένταδενήτανσίγουρααυτόπουείχεστομυαλότου,τοέβλεπεκαθαροίσταμάτιατου.Έφερεέναμπολμεφρούτα,μόλιςτελείωσαντοφαγητότουςκαιοΜαρκτηςείπεότιδενήθελεναφάειτίποταάλλοπαράμόνοναπιειένανκαφέ.
«Πήγαινεστοσαλόνινακαθίσειςκαιθασουτονφέρωεκείσ’έναλεπτό»,τουείπε,αλλάεκείνοςκούνησεαρνητικάτοκεφάλι.
«Θασεβοηθήσωκιεγώ.Κάποτεσεβοηθούσαπολύ.Τοθυμάσαι;»
Τοθυμότανκαιπολύκαλάμάλιστα.Ήτανταπρώταχρόνιατουγάμουτους,τότεπουοιανιαρέςδουλειές,όπωςτοσυγύρισμακαιτοπλύσιμοτωνπιάτων,γίνοντανακόμακαιδιασκεδαστικές,αρκείνατιςέκανανμαζί.
ΟΜαρκμάζεψετοτραπέζικιέβαλεταπιάταστοπλυντήριο,ενώεκείνηέφτιαχνετονκαφέ.Ύστεραπήρετοδίσκοκαιτονπήγεστοσαλόνι.
ΗΣάντσακάθισεστοπάτωμα,δίπλαστοχαμηλότραπέζικαισερβίρισεσκέτοκαφέσεδυοφλιτζάνια.ΟΜαρκέβαλεμούσικήκαιύστεραπροχώρησεπροςτομέροςτης.Κάθετουβήματηναναστάτωνεόλοκαιπερισσότερο.Ξαφνικάένιωθετόσοαμήχανη,πουδενμπορούσεούτενατονκοιτάξεισταμάτια.
Τουέδωσεαμέσωςτοφλιτζάνιτου.Εκείνοςτοπήρεμεπονηρόχαμόγελο.Ταμάτιατουτηςέλεγανκαθαράότιήξερεγιατίήτανξαναμμένηκαιγιατίέτρεμετοχέριτης,όταντουπρόσφερετοφλιτζάνι.
Εκείνησηκώθηκεαπότομακαισωριάστηκεσεμιαπολυθρόναμετονκαφέτηςστοχέρι.Νόμιζεότιθαφαινόταντελείωςφυσικό,αλλάηέκφρασήτουέδειχνεότιδενμπορούσενατονξεγελάσει.Παρ’όλ’αυτάεκείνοςδενέκανεκανένασχόλιο.Κάθισεστηναπέναντιπολυθρόνακαιτέντωσεμπροστάταμακριάτουπόδια.
Ησιωπήτραβούσε.ΟΜαρκείχεταμάτιατουμισόκλει-στα,σανναήτανέτοιμοςνακοιμηθεί,κάτιόμωςστοβλέμματουέκανετιςτρίχεςτουαυχένατηςνασηκωθούνόρθιες.Τισκέφτεταιάραγε;αναρωτήθηκεηΣάντσα.
«ΕλπίζωναμηντρέλαναντηΜάρθαταπαιδιάσήμερα»,είπε.«Ταέχειξαναπάεικιάλλεςφορέςβόλτα,αλλάόχιόλητηνημέρα».
«Θατακαταφέρει,είμαιβέβαιος.Φαίνεταιπολύάξιαγυναίκα»,παρατήρησεοΜαρκκαιυστέραήπιελίγοκαφέ,κοιτάζονταςτηνπάνωαπότοχείλοςτουφλιτζανιούτου.
«Πάντωςείχαμεωραίαμέρασήμερα»,είπεεκείνηβραχνά.
«Πράγματι»,συμφώνησεμαζίτης.
«Ταπαιδιάτρελαίνονταιναπηγαίνουνστοζωολογικόκήπο».
ΟΜαρκγέλασε.«Καλόθαήταν,ανήθελαννακρατήσουνκάναδυο.ΤηΦλόραγιαπαράδειγμα.Τώρατελευταίανομίζειότιείναικαγκουρόκαιείμαιβέβαιοςότιθατηςβρουνχώροναμείνει».
ΗΣάντσατουέριξεμιαανήσυχηματιά.Μερικέςφορέςγινότανεχθρικόςαπέναντιστηνκόρητους,ενώσταδυοαγόριαφερόταντελείωςδιαφορετικά.Εκείνοςόμωςτηςχαμογέλασεκαικατάλαβεαμέσωςότιαστειευότανκαιηρέμησελίγο.
«Μεγαλώνουντόσογρήγορατααφιλότιμα»,παρατήρησε.«ΣεδυοχρόνιαηΦλόραθαπάειστονηπιαγωγείοκιέτσιδεθατηνέχωσταπόδιαμουόλητημέρα».Γιαμιαστιγμήηιδέατηςφάνηκεκαταθλιπτική.
«Ανπροτείνειςνακάνουμεκιάλλοπαιδί,ξέχασέτο»,δήλωσεοΜαρκανασηκώνονταςταφρύδια.«Αυτόπουσουχρειάζεταιείναιναξεκουραστείςαπότησυνεχήφροντίδακάποιουμωρού,έτσιδενείναι;»
ΗΣάντσαβόγκηξε.«Τοσυζητάς;Αισθάνομαισανναμηνκάνωτίποτ’άλλοεδώκαιχρόνια!Θαήθελαναέχωκιεγώπάλιλίγοχρόνογιατονεαυτόμου».Ταμάτιατηςέλαμψαν.«Ίσως,μάλιστα,νασυνεχίσωταμαθήματαφωτογραφίαςπουπαρακολουθούσακαιναξαναρχίσωναεργάζομαιμεμειωμένοωράριο.Οραίαθαήταν».
«Γιατίόχι;Ήσουνκαλήφωτογράφοςκαιείναικρίμαπουάφησεςτέτόιοταλέντοναπάειχαμένο.Αρκετήαπότηζωήσουέχειςαφιερώσειστουςάλλουςκαιείναινομίζωκαιρόςνασκεφτείςκαιτονεαυτόσου».
«Αν,μάλιστα,βγάλωκαιχρήματα,ίσωςσυνεισφέρωκιεγώστοεισόδημάμας».
ΟΜαρκτηνκοίταξεέκπληκτοςκαισκεφτικός.«Αυτόείναιαλήθεια.Δεμουείχεπεράσειποτέαπ’τομυαλόότιθαμπορούσεςναξαναπιάσειςδουλειά,αλλάοφείλωναπωότι
λίγαέξτραχρήματαθαμαςήτανπολύχρήσιμα,αντελικάμαςπάρειτηνεταιρείαοΓκρέιντζερκαιαναγκαστώνακοιτάξωαλλούγιαδουλειά».
ΗΣάντσαένιωσεμεγάληαγαλλίαση.ΟΜαρκφαινότανπολύκαλύτερατώρακαιοιγραμμέςτηςέντασηςείχανχαθείαπότοπρόσωπότου.Σηκώθηκεκαιγονάτισεδίπλαστοχαμηλότραπέζι.«Θέλειςκιάλλοκαφέ;»τονρώτησε.
Εκείνοςσηκώθηκεμετοφλιτζάνιτουστοχέρικαιτοακούμπησεστοτραπεζάκι,αλλάμόλιςηΣάντσαπήγενατοπιάσει,γονάτισεδίπλατηςκαιτηναγκάλιασε.Κινήθηκετόσογρήγορα,πουτηνέπιασεαπροετοίμαστη.
ΗΣάντσατοήξερεότιαργάήγρήγοραθαέκανεκάτιτέτοιοκαιείχεαποφασίσεινατοδεχτείήρεμακαιψύχραιμα,χωρίςναχάσειτονέλεγχοτηςκατάστασης.Ωστόσο,μόλιςτηνάγγιξε,τηςφάνηκεότιτοκορμίτηςτρελάθηκεκαιάρχισενακαίειαπότηνκορφήωςτανύχια.
Εκείνοςέδεσεταχέριαπίσωαπότηνπλάτητηςκαιτηντράβηξεκοντάτου.Τηςχαμογέλασε,παρατηρώνταςταορθάνοιχταέκπληκταμάτιατης.«Σταμάτανακάνειςσαντρομοκρατημένοκουνέλι,υπνωτισμένοαπόφίδι,κάθεφοράπουσεπλησιάζω!Χαλάρωσε,Σάντσα,δενείναιτίποτα.Γιατηνπερίπτωσηπουτοέχειςξεχάσει,συμβαίνειναείμαστεπαντρεμένοι.Δενείναιανήθικοναφιλάειέναςάντραςτηγυναίκατου!»
Τηφίλησεαπαλάστοστόμα.Ήτανέναφιλίσύντομοκαιτρυφερό,αλλάεκείνηήθελεπερισσότερα.Τοστόματηςκόλλησεστοδικότουκιεκείνοςσήκωσετοκεφάλιτουκαιτηνκοίταξεβαθιάσταμάτια.«Ταβλέπεις;Δενήτανκαιτόσοοδυνηρό.Ήταν;»
ΗΣάντσαδενήτανπιασίγουρηγιατίποτα.Οπόνοςδενήτανκάτιτόσοαπλό,όπωςνόμιζεκάποτε.Τονασεφιλάειέναςάντραςγιατονοποίοδενήσουνκαιτόσοσίγουρη,μπορούσενασουπροκαλέσειπολύπόνο.
«Μημεκοιτάζειςέτσι»,τηςείπεοΜαρκαυστηρά,φιλώνταςταβλέφαρατης.Ηάκρητηςγλώσσαςτουάγγιξετιςβλεφαρίδεςτης,στέλνονταςηδονικάκύματασεόλοτηςτοκορμί.Οιχτύποιτηςκαρδιάςτηςδυνάμωσανκαιξαφνικάένιωσεσανναπετούσε.
Τηνεπόμενηφοράπουάνοιξεταμάτιατης,κατάλαβεότι
ήτανξαπλωμένηανάσκελαστοχαλί.ΈβγαλεμιακραυγήκαικοίταξετονΜαρκσταμάτια.Ήτανγερμένοςαπόπάνωτης,μετοπρόσωπότουλίγαεκατοστάμακριάαπότοδικότης.
«Αχ,Μαρκ,όχι!»
«Αχ,Σάντσα,ναι»,τηςείπεκοροϊδευτικά,γέρνονταςακόμαπιοκοντάτης.Όσοπιοπολύτηνπλησίαζε,τόσοηκαρδιάτηςβροντοχτυπούσεκαιοισφυγμοίτηςεπιταχύνονταν.
«Σεπαρακαλώ»,ψιθύρισεμετοστόμακατάξεροξαφνικά.
«Μεπαρακαλείςτι,Σάντσα;»τηρώτησεμαλακά.«Νασεφιλήσω;Μααυτόείχασκοπόνακάνω,μηνανησυχείς».
Μόλιςταχείλητουέκλεισανπάνωσταδικάτης,ηΣάντσαένιωσεότιχανόταν.Δενήθελεπιαναφύγει.Ήθελεναπαραδοθείαπόλυταστηνηδονήπουτηςπρό-σφερετοφιλίτου.
Ξανάκλεισεταμάτιατης,απομονώνονταςεσκεμμένατονκόσμοαπέξω,μαζίμετιςανησυχίεςκαιτιςαμφιβολίεςτης.Γιατίτονπολεμούσεάλλωστε;Γιατίαντιστεκότανσεκάτιπουλαχταρούσετόσοπολύ;Ταχείλητηςτρεμούλιασανκαιμισάνοιξανκάτωαπότηνκαυτήπίεσητωνδικώντου.Τοαίματηςάρχισενατραγουδάειμέσαστ’αυτιάτης.Δενμπορούσεούτεν’ακούσειτίποταούτεναδεικιέτσιπαραδόθηκεστηνηδονή.
Ταμπράτσατηςτυλίχτηκανγύρωαπ’τολαιμότου,τραβώνταςτονακόμαπιοκοντάτηςκαιταδάχτυλάτηςβυθίστηκανσταπυκνάσκούραμαλλιάτου.Μ’ένανπνιχτόαναστεναγμό,εκείνοςτηςξεκούμπωσετομεταξωτόπουκάμισοκαιάφησεταδάχτυλάτουναγλιστρήσουναπόμέσα.Οιπαλάμεςτουέκλεισανπάνωαπότιςζεστέςκαμπύλεςτουστήθουςτης.
Τοάγγιγμάτουτηνέκαιγε.Ακουγετηνανάσατουναβγαίνεικοφτήκαιγρήγορη,όμοιαμετηδικήτης.Τουξεκούμπωσετοπουκάμισοκαιφίλησετοστήθοςτου,ακούγονταςκουδούνιανααντηχούν
εκκωφαντικάμέσαστ’αυτιάτης.
ΟΜαρκμουρμούρισεμιαβρισιά.
Εκείνηάνοιξεταμάτιασαστισμένη.«Τι;...»
Τότεμόνοσυνειδητοποίησεότιτακουδούνιαδενήτανστηφαντασίατης.Χτυπούσετοκουδούνιτηςπόρταςτους.
«Μηδίνειςσημασία»,μουρμούρισεοΜαρκ,αλλάαμέσως
ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ107
ηΣάντσαάκουσεφωνές.Οικείεςαγαπημένεςφωνές.Πουτηνκαλούσαν.
«Μανούλα,πούείσαι;Μανούλα...»
«ΟΘεέμου,γύρισαν»,μούγκρισεοΜαρκμέσααπ’ταδόντιατου.«ΚιεγώνόμιζαότιηΜάρθαθατουςκρατούσεόλητηνημέρα».
ΗΣάντσαάρχισεναξαναντύνεταιβιαστικά.Ταχέριατηςέτρεμαν,καθώςκούμπωνετηνμπλούζακαιίσιωνετηφούστατης.Ώσπουνατακτοποιήσεικάπωςταμαλλιάτης,άκουσεκάποιοπαιδίναχτυπάειτοπαράθυροτουσαλονιού.Ήξερεότιδενμπορούσαννατουςδουν,αφούήτανκαιοιδυοξαπλωμένοιστοπάτωμα,αλλάμόλιςθασηκωνόταν,θατηνέβλεπαν,γι’αυτόέπρεπεναείναιεντάξει.
ΟΜαρκάρχισενακουμπώνεικιεκείνοςτοπουκάμισότου.«Ποιανούιδέαήταννακάνουμεπαιδιά;»ρώτησε,καθώςσηκωνόταν.
«Δικήσου»,τουαπάντησεηΣάντσα,πηγαίνονταςν’ανοίξει.
«Θαπρέπειναείχατρελαθείτελείως»,μουρμούρισεεκείνοςμ’έναβογκητό.
ΌτανηΣάντσαάνοιξετηνπόρτα,ηΜάρθατηςχαμογέλασεαπολογητικά.«Πάθαμεέναμικρόατύχημακαιαναγκαστήκαμεναεπιστρέφουμενωρίτερα»,τηςεξήγησε.
ΕίχετηΦλόρααγκαλιά,τυλιγμένησ’έναχαλάκιτουαυτοκινήτου.ΓιαμιαστιγμήφάνηκεστηΣάντσαότιθασταματούσεηκαρδιάτης,αλλάτελικάείδεότιηκορούλατηςδενείχετίποτα.Αντιθέτωςάπλωνεταχεράκιατηςγιανατηνπάρειστηναγκαλιάτης.
ΜόλιςηΣάντσατηναγκάλιασε,κατάλαβετιείδουςήταντοατύχημαπουέλεγεηΜάρθα.Ημικρήήτανολόγυμνηκαιταμαλλιάτηςήτανβρεγμένα.
«Έπεσαστηλίμνη»,τηνπληροφόρησε.
«Λυπάμαιπολύ»,είπεηΜάρθα.«Μιαστιγμήτηνάφησααπόταμάτιαμουκαι...Πήγανατουςπάρωπαγωτό.Ακόυσαπουέπεσεστονερό.Ευτυχώςπουήτανπολύρηχά.Τηνέβγαλααμέσωςέξω,αλλάταρούχατηςείχανγίνειμούσκεμακαιαναγκάστηκανατηςταβγάλωτελείως».
«Δεφοράωτίποτα»,είπεηΦλόρα.«ΗθείαΜάτιπουέβγαλεόλαρούχα».
Τααγόριαστομεταξύείχανμπειστοσπίτικαικατευθύ-
νοντανστηνκουζίνα.ΗΣάντσαακούσετονΜαρκνατουςμιλάεικαιτιςφωνέςτωνγιωντουςνατουαπαντούνμ'ενθουσιασμό.
«Εσύθακάνειςμπάνιο,δεσποινίςμου»,είπεστηΦλόρα.«Μάρθα,πέρασεμέσαναπιειςλίγοτσάι».
«Μπα,καλύτεραναπάωσπίτιμουνακάνωκιεγώέναμπάνιο.Κολλάωολόκληρη».
ΗΣάντσαγέλασε.«Αχ,σελυπάμαι.ΕίναιπολύάτακτηηΦλόρα.Σ’ευχαριστώπολύπουτουςάντεξεςμιαολόκληρημέρα.Μεγάλησουκαλοσύνη».
«Πέρασαωραία,άσχετααπότοατύχημάμας»,τηδιαβεβαίωσεηΜάρθα.
«Ευχαριστώ»,τηςείπεηΦλόρακαι,σκύβοντας,τηςέδωσεέναφιλίστημύτη.
ΗΜάρθατηφίλησεκιεκείνη.«Αντίο,μωρόμου»,είπεκαιχαμογέλασεστηΣάντσα.«Βλέπωότισεωφέλησεηανάπαυση.Έχειςκοκκινίσει».
ΗΣάντσακοκκίνισεακόμαπιοπολύ.Ηάλληγέλασεκαιέφυγεγιατοσπίτιτηςκιεκείνηπήρετηγυμνήκορούλατης,πουδιαμαρτυρότανκαικλοτσούσετοναέρακαιτηνπήγεεπάνωγιανατηςκάνειμπάνιο.
Λίγοαργότερα,καθαρήκαιγλυκιάσαναγγελούδι,φορώνταςτιςαγαπημένεςτιςπιτζάμεςμετααρκουδάκιακαιτιςκόκκινεςκαρδούλες,ηΦλόρακαθότανστοκαρεκλάκιτηςκαιέτρωγεαβγόομελέταμεκομματάκιαφρυγανιά,ενώτααγόρια,πουείχανκάνεικιεκείναμπάνιοκαιείχανφορέσειτιςπιτζάμεςτους,καταβρόχθιζαντοστ,περιγράφονταςμεζωηράχρώματατιςόμορφεςώρεςπουείχανπεράσειστοζωολογικόκήπο.
ΟΜαρκκαθότανστοτραπέζικαιέπινετσάι,ενώτουςέκανεερωτήσειςκαιάκουγεμεπροσοχήτιςαπαντήσειςτους.Ταπαιδιάήτανενθουσιασμέναπουτονείχανκοντάτουςκαισυναγωνίζοντανγιατόποιοςθατραβήξειπερισσότεροτηνπροσοχήτου.
ΗΣάντσαδεμιλούσεπολύ.Πρόσεχεναφάνεόλοτοφαγητότουςκαιναπιουντηνπορτοκαλάδατους,αποφεύ-γονταςτιςζημιέςπουγίνοντανσυνήθωςστοτραπέζι.Ωστόσο,μέχρικαιηΦλόραδενέχυσετίποταπάνωτηςκαιη
ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ109
ποδίτσατηςήτανπεντακάθαρη,όταντηςτηνέβγαλεηΣάντσαγιανατηνπάειγιαύπνο.
Στιςεφτάείχανκοιμηθείκαιοιτρεις.ΗΣάντσακατέβηκεκάτωκαιβρήκετονΜαρκστοσαλόνιναπαρακολουθείποδόσφαιροστηντηλεόρασημεταπόδιατουανεβασμέναστοχαμηλότραπέζι,απόλυταχαλαρωμένοςκαιάνετος.Στάθηκεμιαστιγμήστηνπόρτακαιτονκοιτούσενιώθονταςένααίσθημααπόλυτηςευτυχίας.Γιαπρώτηφοράμετάαπόπολλούςμήνεςαισθανότανκαλάστομικρόκοσμότης.
Ύστεραθυμήθηκεότισελίγεςώρεςθαπήγαινανκιαυτοίγιαύπνοκαιοισφυγμοίτηςξανάρχισανναχτυπούντρελά.
ΟΜαρκσήκωσετοκεφάλικαισυνοφρυώθηκε,μόλιςείδετηνέκφρασήτης.Ένακοροϊδευτικό
χαμόγελοζωγραφίστηκεσταχείλητου.
«Ξέρωτισκέφτεσαι»,ψιθύρισεκιεκείνηκοκκίνισεσανπαντζάρι.
«Αναρωτιόμουντιθαήθελεςναφαςγιαβραδινό»,τουείπεψέματα.
«Ψεύτρα»,τηςείπεχαμογελώνταςπλατιά.«Δενπαίρνουμεκάτιαπέξωγιαναμηνέχειςναμαγειρεύειςπάλι;Ανπεταχτώμέχριτοκινέζικοεστιατόριο,σεδέκαλεπτάθαείμαιπίσω».
«Ωραίαιδέα!Έχουμεπολύκαιρόνατοκάνουμεαυτό».
«Πολλάδενέχουμεκάνειεδώκαιπολύκαιρό»,μουρμούρισεοΜαρκκοιτάζονταςμεευθυμίαταμάγουλάτηςπουξαναβάφοντανκόκκινα.«Καιπρέπεινακοιτάξουμενατακάνουμεόλα»,πρόσθεσεπονηρά.
ΗΣάντσαέκανεότιδενέπιασετονυπαινιγμό.«Εγώθαήθελαλίγοκοτόπουλομετηγανητόρύζι,αβγόκαιαρακά».
ΟΜαρκτεντώθηκενωχελικά.«Εγώάλλαείχακατάνου»,τηνπείραξε.«Αλλάδενπειράζει.Εγώλέωναπάρωαρνάκιμεπιπεριέςκαιμαύρησάλτσααπόφασόλια.Κιεσένασ’αρέσειαυτότοφαγητό,έτσιδενείναι;»
Εκείνησυγκατένευσε.«Ναφτιάξωκαιπράσινοτσάιήμήπωςπροτιμάςκρασί;»
«Τσάι»,τηςαπάντησεαδίστακτακαισηκώθηκε.
ΈφυγεαμέσωςκαιηΣάντσαετοίμασετοτραπέζιτηςκουζίνας.Έβγαλεκινέζικαμπολκαιξυλάκια,ζέστανετρία
μεγαλύτεραμπολστοφούρνοκαιέβαλεδυοκεριάστημέσητουτραπεζιού,ενώπαράλληλαετοίμαζετοτσάι.
ΟΜαρκσεδέκαλεπτάήτανπράγματιπίσω.Μόλιςάκου-σετοκλειδίτουστηνπόρτα,ηΣάντσαέριξετοκαυτόνερόπάνωσταφύλλατουτσαγιούγιανααπλωθείτοάρωμάτουςσεόλοτοδωμάτιο.
ΟΜαρκτηςέδωσετοπακέτομετοφαγητόκαιανοιγό-κλεισετημύτητου,εισπνέονταςτολεπτόάρωμα.
«Ωραίαμυρίζει»,είπε.
Έπλυνεταχέριατουκαικάθισεστοτραπέζι,ενώηΣάντσαέριχνεταφαγητάσταζεσταμέναμπολ.ΟΜαρκείχεπάρεικαικράκερ,τηγανητάψωμάκιακιέναπιάτομεανάμεικταλαχανικά.
«Έχειςφέρειφαγητόγιαέξιάτομα!»αναφώνησεεκείνη.
«Μουέσπασεημύτη,μόλιςμπήκαστοεστιατόριο.Σκέ-φτηκαναπάρωκαιπάπιατουΠεκίνου,αλλάέπρεπεναπεριμένωπολύ».Ήπιεμιαγουλιάτσάικαιέκλεισεαπολαυστικάταμάτια.«Μμμ...θαυμάσιο».
Έφαγανμετηνησυχίατουςκαιμετάμάζεψανμαζίτοτραπέζικαιέβαλανταπιάταστοπλυντήριο.ΎστεραηΣάντσαέστειλετονΜαρκστοσαλόνικαιέφτιαξεκαφέ.Όταντελείωσε,τονβρήκεπάλιαποχαυνωμένοστηντηλεόραση.Αυτήτηφοράπαρακολουθούσετααθλητικάνέακαιπερίμενεν’ακούσειτοσκορτουματςπουέβλεπενωρίτερα.
Μόλιςτελείωσαντααθλητικάκαιάρχισεμιαταινία,κάθισανκαιτηνείδανμαζί,αλλάηΣάντσαούτεπουκαταλάβαινετιγινόταν.Ησκέψητηςόλοξαναγύριζεστηνύχταπουείχανμπροστάτους.Ηκαρδιάτηςχτυπούσεδυνατάκαιμιαγλυκιάζεστασιάαπλωνότανστοκορμίτης.
Στιςδέκασηκώθηκε.«Λέωνακάνωέναμπάνιο,πρινπλαγιάσουμε»,είπεαποφεύγονταςταμάτιατου.
«Θασεδωσύντομα»,τηςαποκρίθηκεεκείνοςμαλακά.
Έκανετομπάνιοτης,χωρίςναβιάζεταικαθόλου.Μούλιασεαρκετήώραστοελαφράαρωματισμένονερόκαιύστερασκουπίστηκεαργάκαιφόρεσεέναλεπτόλευκόμεταξωτόνυχτικό,μεδαντέλεςκιαπόπάνωμιαασορτίμακριάρόμπα.Αφούβούρτσισεταμαλλιάγης,έβαλελίγογαλλικόάρωμααπ'αυτόπουτηςείχεκάνειδώροοΜαρκταΧριστούγεννα.
Τώραθαέχειπάειστηνκρεβατοκάμαρα,συλλογίστηκε,
ΕρωταςΚαιΔυσπιστία111
καθώςάνοιγετηνπόρτατουμπάνιου.Ότανέφτασεστοκεφαλόσκαλοόμως,άκουσεομιλίεςαπόκάτω.
Πάγωσεολόκληρη.Μεποιονμιλάει;αναρωτήθηκε.Είναικανείςκάτωήμιλάειστοτηλέφωνο;Έσκυψεστηνκουπαστήγιανακοιτάξεικάτωκιένιωσενατηςανακατεύεταιτοστομάχι.
ΟΜαρκήτανκάτωυεμιαγυναίκαστηναγκαλιάτου.Μιαγυναίκαμεξανθάμαλλιά.ΤηΖακίΦαράρ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ7
ΗΣάντσατουςκοιτούσεσανμαρμαρωμένηγιαμερικέςστιγμές.Αναρωτιότανμήπωςείχεπαραισθήσεις.Θαπρέπειναήτανεφιάλτης,ένακακόόνειρο.Δενμπορείαυτότοπράγμανασυνέβαινεπραγματικά.Δενήτανδυνατόναυτήηγυναίκαναβρισκόταντώραεδώ,στοσπίτιτης,ντυμένημ’έναμικροσκοπικόκόκκινομεταξωτόφόρεμα,πουέμοιαζεπερισσότερομεεσώρουχοκαικρεμόταναπότουςγυμνούςτηςώμουςμεκάτιλεπτάτιραντάκια.Τούφασμακολλούσεσανγάντιστοκορμίτηςκαιτοστρίφωμαήτανπολύπάνωαπόταγόνατα,αφήνονταςσεκοινήθέατομεγαλύτερομέροςτωνμηρώντης.
Έτοιμηήταννατσιμπηθείγιαναβεβαιωθείότιήτανξύπνια.Μήπωςηφαντασίατηςτηςέπαιζεπαιχνίδια;ΌλητηνώραφανταζόταντονΜαρκναφιλάειεκείνητηγυναίκακαιίσωςτοίδιονασυνέβαινεκαιτώρα.
Έκλεισεταμάτιατηςκαιταξανάνοιξε,αλλάεκείνοιήτανακόμαεκεί,απόκάτωτης,στοχολ.
Ηξανθιάέκλαιγεμελυγμούς.«Αχ,Μαρκ,μεκάνειςπολύδυστυχισμένη.Δεγίνεταιναμεπαρατήσειςτώρα...Όχιτώρα.Δενπιστεύωότιδεμ’αγαπάςπια».
«Μη,Ζακί»,έλεγεοΜαρκβραχνά.«Μηνκλαις,σεπαρακαλώ».Ταχέριατουέκλεισανγύρωαπ’τηλεπτήμέσητης,σανναήθελενατηντραβήξειπιοκοντάτου.
ΗΣάντσαδενήξερετινακάνει.Όχι,δενήταντηςφαντασίαςτης.Οπόνοςήτανπολύέντονοςγιαόνειρο,έστωκαιγιαεφιάλτη.
Ένιωθεσανναείχεεκραγείβόμβαμέσαστοκεφάλιτης.Κατέβηκετρέχονταςτησκάλα,κινδυνεύονταςναμπερδευτείστηρόμπατηςκαιναπέσει,ενώταμάτιατηςέκαιγαναπότηνοργήκαιταδάκρυα.
ΟΜαρκάκουσεταβήματάτηςκιέσπρωξετηνξανθιάπιοπέρα.Γύρισε,μετοπρόσωπότουξαναμμένοκαιμιαέκφρασησταμάτια,πουηΣάντσαερμήνευσεσανενοχή.
Τονκοίταξεπεριφρονητικά.«Ναι,εγώείμαικιετούτητηφοράσεσυνέλαβαηίδιαμαζίτης,σωστά;Τινόμιζες;Ότιήμουνακόμαστομπάνιοήότισεπερίμεναστοκρεβάτι;Όχι,Μαρκ,δυστυχώςατύχησες.Σεείδαμεταίδιαμουταμάτιαστηναγκαλιάτηςκαισαςάκουσαμετ'αυτιάμου».
«Θαταπούμε,ότανφύγει»,αποκρίθηκεεκείνοςκοφτά,αλλάηΣάντσααυτήτηφοράδενεπρόκειτονατουχαριστεί.
«Πώςτολμάς;»φώναξεμεφωνήπουέτρεμε.«Νατηφιλάςεδώμέσα,κάτωαπότημύτημου,μέσαστοίδιομουτοσπίτι!»Ξεροκατάπιεσυγκροτώνταςμεκόποταδάκρυάτης.«Αχ,Μαρκ,πώςμπόρεσες;»
«Μαδεντηφιλούσα!»
«Αφούσεείδα!»Ακόμαεπέμενενατηςλέειψέματα.Αυτότηνάναψεακόμαπερισσότερο.Θαπρέπεινατηθεωρούσεπολύηλίθιαγιαναεπιμένεινατηνκοροϊδεύειμπροστάσταμάτιατης!
«Αυτήνείδεςναμεφιλάει!»τηςείπεμεένταση.
«Δεσεείδανααντιστέκεσαιόμως!Τηνκρατούσεςμάλιστααπότημέσηκαιτηντραβούσεςπιοκοντάσου».
«Προσπαθούσανατηναπωθήσω».
ΗΣάντσαγέλασεσαρκαστικά.«Μαγιαηλίθιαμεπερνάςεπιτέλους;Ξέρωτιείδα».
«Αυτόείναιτοπρόβλημα...ότιδενξέρεις!Τηνείδεςμεταμπράτσατηςτυλιγμέναστολαιμόμου,τηνείδεςναμεφιλάει,αλλάδενείδεςνατηφιλάωκιεγώ.Δεντηφίλησα,οπότεδενείναιδυνατόνναείδεςκάτιτέτοιο!»
«Αχ,Μαρκ,πώςμπορείςκαιταλεςαυτά;»παρενέβηηξανθιάμεπάθος,κοιτάζοντάςτονμεθλιμμέναμάτια.
Είναιπολύόμορφη,συλλογίστηκεηΣόΐντσα,καθώςτηνπαρατηρούσε.Καιπολύνέα.Ταμαλλιάτηςδενήτανφυσικάξανθά,γιατίπούκαιπούέβλεπεςσκούρεςρίζες,αλλάτοκορμίτηςήτανκαλό:λεπτό,αλλάμεκαμπύλες,μεστήθηστητά,μεμέσηλεπτήκαιμεγάμπεςκαλοσχηματισμένες.Αυτήόμωςδενείχεκάνειτρίαπαιδιάγιανατηςπέσειτοστήθοςτηςήγιανααποκτήσειραγάδεςστηνκοιλιάτης.
Ωστόσο,κάτιείχεαυτήηκοπέλαπουδενάρεσεστηΣάντσακαιδενήτανμόνοεπειδήείχεβάλειστομάτιτονάντρατης.ΦαίνεταιότιηΖακίΦαράρδιαισθάνθηκεότιτηνκοιτούσε,γιατίτηςέριξεέναβλέμμακιεκείνηέπιασεαμέσωςμιαλάμψηκακίαςσταγαλανάτηςμάτια.Ηπρώτηεντύπωσητηςνεότητας,τηςγλύκαςκαιτηςαθωότηταςείχεαρχίσεικιόλαςναξεθωριάζει.ΑυτήηγυναίκαείχεβγειστοκυνήγικαιλείατηςήτανοσύζυγοςτηςΣάντσα.Δεθατονέπιανεόμως!
«Δενξέρωτισαςέχειπει,πάντωςείναιψέματα»,είπεηξανθιά.«Κιαυτόςμ'αγαπάει.Έχουμεσχέσειςεδώκαιαρκετούςμήνες».
«Σάντσα,πήγαινεπάνωκαιάφησέμενατοχειριστώ»,μουρμούρισεοΜαρκθυμωμένα.«Εμείςθαταπούμεαργότερα.Όχιτώρα».
ΗΣάντσατονκοίταξεψυχρά.«Τώραθαταπούμε.Δενπρόκειταινασ’αφήσωμόνομαζίτης».Ξαφνικάηφωτιάέσπασετονπάγο.«Μουείπεςψέματα!Μουείπεςότιποτέδεντηναγάπησεςκαιότιόλαείχαντελειώσειμεταξύσας!»
«Έτσιείναι»,τηβεβαίωσεοΜαρκκοφτά.
«Όχι,δενείναικαθόλουέτσι»,πετάχτηκεηκοπέλα,κοιτάζονταςτηΣάντσαμεμίσος.
ΗΣάντσαήθελενατησκοτώσει.ΉτανπολύθυμωμένημετονΜαρκ,αλλάμισούσεκιαυτήτηγυναίκαπουπροσπαθούσενατηςχαλάσειτογάμο,νατηςκαταστρέψειτηζωήκαιναπληγώσειταπαιδιάτης.Ήτανπολύνέακαιμπορούσεναβρειόσουςήθελε,γιατίλοιπόνείχεβαλθείνακλέψειτονάντραμιαςάλληγυναίκας;
«Είναι»,επανέλαβεοΜαρκ.«Ό,τισουείπα,τοεννοούσα,Ζακί.Θέλωνατοπιστέψεις.Όλατέλειωσανοριστικάκαιαμετάκλητα».
«Αφούδεντηναγαπάς!»τουείπεηξανθιά.«Αντηναγαπούσες,δεθαάρχιζεςποτέναβγαίνειςμαζίμου!Τηνέχειςβαρεθεί.Έχειςβαρεθείκαιτογάμοσουκαιταπαιδιάσου.
Αφούμουέλεγεςότιθατηνπαρατήσειςκιότιθαπάρειςδιαζύγιο!»
Τηςείχευποσχεθείτέτοιαπράγματα;συλλογίστηκεηΣά-ντσα.
Ηάλληστράφηκεσ’εκείνη.«Μουείχεπειότιθασαςάφηνε.Μουτοείχεορκιστεί»,αποκάλυψεμεπικρία.«Είχεπειότιογάμοςσαςείχετελειώσει,ότιείχεμήνεςνακοιμηθείμαζίσαςκαιότιδενεπρόκειτονατοξανακάνειποτέ!»
ΗΣάντσαδενήθελενατηνπιστέψει,αλλά...
«Τηςείπεςτέτοιαπράγματα;»ρώτησετονΜαρκμεσιγανήτρεμάμενηφωνή.«Πώςμπόρεσες;Δηλαδήμιλούσεςμαζίτηςγιαμένα...γιαμας!Εμέναμουείπεςτοαντίθετο,αλλάέλεγεςψέματα».
ΟΜαρκπήρεμιαβαθιάανάσα.«Μηφωνάζειςγιατ’όνοματουΘεού!Θαξυπνήσειςταπαιδιά».
«Λίγοαργάδεντασκέφτηκες;Προφανώςδεσεαπασχολούσανκαθόλουτότεπουσκεφτόσουνναμ’αφήσειςκαιναταπαρατήσεις!»
«Δενμπορούμεναμιλάμεεδώστοχολ,γιατίμπορείναμαςακούσουν»,είπεοΜαρκμεσφιγμέναδόντια.«Θατοήθελεςαυτό;»
«Ασφαλώςόχι!»ΗΣάντσαπροχώρησεέξαλληπροςτοσαλόνικαιοΜαρκτηνακολούθησε.ΗΖακίΦαράρέτρεξεξοπίσωτους.
ΟΜαρκάναψετοφωςκαιστάθηκεμεςστημέσητουδωματίουμεταχέριατουχωμέναστιςτσέπες.«Σάντσα,μηδίνειςσημασίασ’αυτάπουλέει»,άρχισεπολύήρεμα.«Αντηναφήσεις,θαμαςβάλειναφαγωθούμε.Μηντηςεπιτρέψειςναμαςχωρίσει,γιατίαυτόπροσπαθείνακάνει.Δεντοβλέπεις;»
«Εγώθέλωαπλώςναομολογήσειςτηναλήθεια»,είπεηΖακίΦαράρ,μεδάκρυασταμάτια.«Μ’αγαπάςκαιτοξέρεις,ενώαυτήδεντηναγαπάςπια...αντηναγάπησεςποτέ.Ογάμοςσαςέχειτελειώσεικαιαυτήείναιηαλήθεια.Είπεςότιταοικονομικάσουδεσουτοεπιτρέπουνναπάρειςδιαζύγιο,γιατίμετάθαέχειςναπληρώνειςμεγάληδιατροφή.Πάντωςεμένααγαπάςκαιόχιαυτήν!»
ΗΣάντσαένιωσεσαννατηςείχανδώσεικλοτσιάστοστομάχι.ΚοίταξετονΜαρκγεμάτηαγωνία.«Έτσιτηςείπες;
ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ117
Γι’αυτόμένειςακόμαμαζίμου;Επειδήδεναντέχειςοικονομικάέναδιαζύγιο;»
Τομυαλότηςδούλευεπυρετωδώς,οδηγώνταςτησ'ένασυμπέρασμαπολύοδυνηρό.Τώραεξηγούντανπολλά.ΟΜαρκείχεπειότιηεταιρείατουείχεοικονομικάπροβλήματακαισελίγομπορείναβρισκότανχωρίςδουλειά.Ανλοιπόνχώριζαν,θαέχανετοσπίτικαιθαείχεναπληρώνεικαιδιατροφήαπόπάνω,συνόλαταέξοδατουδιαζυγίου.
Εκείνοςπέρασετοχέριτουπάνωαπόταμαλλιάτου.«Όχι!»είπεθυμωμένα.«Σάντσα,λέειψέματα.Μηντηςδίνειςσημασία.Θαπρέπειναέχειςστραβωθείτελείωςγιαναμηβλέπειςτιπάεινασκαρώσει!Είναιηπαλιάτακτικήτουδιαίρεικαιβασίλευε.Μηναφήνεις,λοιπόν,νατηςπεράσει».
«Σουείπεμήπωςότισ’αγαπάειακόμα;»ρώτησεηξανθιάτηΣάντσα.«Ανναι,λέειψέματα.Εμέναμουυποσχέθηκεότι,ανκοιμόμουνμαζίτου,θασεάφηνε,θαέπαιρνεδιαζύγιοκαιθαμεπαντρευόταν.Δεσ’αγαπάειπια,χώνεψέτο.Φαίνεταιόμωςότιέκανεμερικούςυπολογισμούςκαιείδεότιέναδιαζύγιοθατουκόστιζεπολύκιέτσιήρθεκαιμουείπεότιπρέπειναπάψουμεναβλεπόμαστε.Αλλάμουομολόγησεότιεμένααγαπάεικιόχιεσένα».
ΗΣάντσαξανασκέφτηκεόλ'αυτάπουτηςείχεπειοΜαρκτιςτελευταίεςδυομέρεςκαιένιωσετηνκαρδιάτηςναβουλιάζει.Είχεπειπολλά,αλλάδεντηςείχεπειτοπιοσημαντικό.Δεντηςείχεπειότιτηναγαπούσεακόμα.Καιδεντοείχεκάνειγιαέναναπλόλόγο.Δενμπορούσεναπειψέματα.
ΟΜαρκκοίταξεταμάτιατηςπουήτανβουτηγμέναστηθλίψηκαικατσούφιασεακόμαπερισσότερο.«Αρκετά!»φώναξεπηγαίνονταςστηνπόρτα.«Ζακί,φεύγεις.Τώρα!Καιμηνξαναγυρίσειςποτέ.Μείνεμακριάαπότοσπίτιμουκαιαπότηγυναίκαμου.Μ’αυτάπουκάνεις,δενπρόκειταινακερδίσειςτίποτα.Σουείπαότιτέλειωσανόλακαιτοεννοούσα.Ανσεπλήγωσα,σουζητώσυγνώμη.Δενέπρεπεν’αρχίσωναβγαίνωμαζίσου.Ήτανέναβλακώδεςλάθοςκαιλυπάμαιπολύ,αλλάτελειώσαμε».
Βγήκεέξω,αφήνονταςανοιχτήτηνπόρτα,αλλάεκείνηδεντονακολούθησε.«Ό,τικαινασουπει,θαείναιψέμα»,σφύριξεστηΣάντσα.«Είμαστεεδώκαιμήνεςεραστές.Δεσ’
αγαπάει.Μένειακόμαμαζίσου,επειδήταοικονομικάτουδεντουεπιτρέπουνγιατηνώραναπάρειδιαζύγιο.Αυτόθέλειςόμως;Ένασύζυγοπουείναιερωτευμένοςμεάλλη;»
ΗΣάντσαήθελεναβουλώσειτ’αυτιάτης,αλλάόχιν'αφήσειτηΖακίΦαράρνακαταλάβειπόσοτηνείχεπληγώσει.Τηςγύρισε,λοιπόν,τηνπλάτηκαι,πλησιάζονταςστοτζάκι,κοιτούσετιςφωτογραφίεςμετιςασημένιεςκορνίζεςπάνωστομάρμαρο.ΉτανηαπεικόνισητηςζωήςτηςμετονΜαρκ.Ταγελαστάπρόσωπατωνπαιδιώντους,διάφοραστιγμιότυπααπόδιακοπές,εκείνημετονΜαρκτηνημέρατουγάμουτουςναποζάρουνχαμογελαστοίμπροστάστοφακό,λάμπονταςαπόευτυχία.
«Μπορείςνατονκρατήσεις,αλλάθαξέρειςπάνταότιστηνκαρδιάτουέχειεμένακιότιείναιδικόςμου!»είπεηΖακίΦαράρ.
ΗΣάντσαγύρισεαπότομαπροςτομέροςτης.«Όχι,δικόςμουείναι!Είναιοάντραςμουκαιπατέραςτωνπαιδιώνμου.Σ’εμάςανήκεικαιδενπρόκειταιναμαςτονπάρεις.Ήξερεςαπότηναρχήότιήτανπαντρεμένος,γιατίλοιπόντουκόλλησες;»
«Δεντουκόλλησακαθόλου!Δεχρειάστηκε.Ερωτευτήκαμεοέναςτονάλλο».
ΗΣάντσατηςχάρισεέναειρωνικόχαμόγελο.«Λεςψέματα.ΤονΜαρκμπορείνατονξεγέλασες,αλλάεμέναόχι.Είσαιοτύποςτηςγυναίκαςπουπάνταθέλειαυτόπουέχεικάποιαάλλη.Σεερεθίζειαυτό,έτσιδενείναι;Σουαρέσεινακλέβειςτουςάντρεςτωνάλλων.Είσαισυναισθηματικάκλεπτομανής...»
Ηάλληαναψοκοκκίνισε.«Κιεσύτιείσαιδηλαδή;»αναφώνησεοργισμένη.«Έχειςαγκιστρωθείσ'ένανάντραπουξέρειςότιδεσ’αγαπάει.Μαδενέχειςκαθόλουαυτοσεβασμό;»
«Στηθέσησουαυτήτηλέξηδεθατηνέπιαναστοστόμαμου.Είσαιαρκετάνόστιμη,ώστεναμπορείςναβρειςδικόσουάντρα.Ήτανανάγκη,λοιπόν,νακυνηγήσειςένανάντραπουήξερεςότιανήκεσεάλλη;ΚαιμημουπειςότιοΜαρκήταναυτόςπουσεκυνήγησε,γιατίδεντοπιστεύω.Είναιολοφάνεροότιτονείχεςβάλειστομάτιαπότηνπρώτηστιγμήπουπήγεςστογραφείοτου.Τονκατάφερεςνα
βγειμαζίσου,επειδήογάμοςμαςέτυχεναπερνάεικρίσηεκείνο
τονκαιρό.Ε,λοιπόναυτάτελείωσανπια.Τώραείμαστεπάλιμαζί».
«Μέχριναξαναβαρεθεί!»τηναντέκρουσεηΖακίΦαράρτηστιγμήπουοΜαρκξανάμπαινεστοδωμάτιο.
«Δεσουζήτησαναφύγεις;»είπεαυστηράστηΖακίκαικατσούφιασε,μόλιςείδετοστενοχωρημένοπρόσωποτηςΣάντσα.«Τισουέλεγεπάλι;»τηρώτησε.
«Τηςείπατηναλήθεια...ότιεμένααγαπάςκαιόχιαυτήν.Αφούτοξέρεις,Μαρκ!»αναφώνησεηκοπέλαικετευτικά,τείνοντάςτουτοχέρι.
Εκείνοςκούνησεαρνητικάτοκεφάλιτου.«Τιάλλοπρέπεινασουπωγιανακαταλάβεις;Όλατέλειωσανμεταξύμας,Ζακί.Λυπάμαιπουβγήκαμαζίσου.Ανσεπλήγωσα,σουζητώσυγνώμη,όμωςεδώδενέπρεπεναέρθειςαπόψεκαινααναστατώσειςτηγυναίκαμου.Τώραπηγαίνεις,σεπαρακαλώ,πρινχάσωτηνψυχραιμίαμου».
Τηνάρπαξεαπότομπράτσοκαιάρχισενατηντραβάειπροςτηνπόρτα.
«Αφησέμε!»ούρλιαξεεκείνη.
ΗΣάντσαφοβήθηκεότιθαξυπνούσεταπαιδιάκαιδεντοήθελεμετίποτα.Αυτόθαμπορούσενατουςκαταστρέψειτηζωή.ΕκείνηκαιηΖόιείχανγονείςπουαγαπιούντανπολύκαιηαγάπητουςδημιουργούσεένααίσθημαασφάλειαςσταπαιδιάτους,μεαποτέλεσμαναέχουνπεράσειπολύευτυχισμέναπαιδικάχρόνια.
«Πάρ’ταχέριασουαπόπάνωμου!Μηνομίζειςότιθαμεξεφορτωθείςτόσοεύκολα»,απειλούσεηΖακίΦαράρ.«Ακόμαδενέχωτελειώσειμαζίσου».
«Έχωτελειώσειόμωςεγώμαζίσου!»τηςαποκρίθηκεοΜαρκ,ενώτηνέσπρωχνεέξωστοχολ.Ηεξώπορταάνοιξεκαιμετάαπόλίγαδευτερόλεπταξανάκλεισε.ΑκολούθησεσιωπήκαιηΣάντσαέκλεισεταμάτιατης,ριγώνταςσύγκορμη.
ΗΖακίΦαράρείχεφύγει,αλλάεκείνηείχεμείνειμέσασεμιαθάλασσααπόμπερδεμένεςσκέψειςκαιαισθήματα.Αυτήηκοπέλαδεντηςάρεσε,ωστόσοτηλυπόταν.ΜπορείναείχεβάλειεπίτηδεςστομάτιτονΜαρκ—επειδήήτανοτύποςτηςγυναίκαςπουεπιθυμούσετουςάντρεςτωνάλλωνγυναικών—όμωςτονείχεαγαπήσει,ήταναναμφισβήτητο.ΗΣάντσαείχεδειτοπάθοςσταμάτιατηςκαιείχεακούσει
τονπόνοστηφωνήτης.Κιεκείνηείχεπληγωθείπολύεπομε'νως.ΟΜαρκείχεπληγώσεικαιτιςδυο.
Τονάκουσεναμπαίνειπάλιστοσαλόνικαιναστέκεταιπίσωτης.«Τέρματαψέματα,Μαρκ»,ψιθύρισε.«Αρκετά.Αλλαδεναντέχω».
Ηφωνήτουήτανήρεμηκαισταθερή.«Δεσουέχωπεικανέναψέμα.Σουείπατηναλήθεια.ΨέματαέλεγεηΖακί.Μετοντρόποπουτηςμίλησεςπριναπόλίγο,νόμιζαότιτοείχεςκαταλάβεικιεσύ.Ήταναποφασισμένηναμημ’αφήσειναγλιτώσωχωρίςφασαρία.Τοείπεςκαιμόνησουκαιείχεςδίκιο».
«Ό,τικιανέκανεπάντως,έχειπληγωθείκιεκείνη.Τώρατοκατάλαβα!Σεερωτεύτηκεπραγματικά,Μαρκ».
«Οχ,γιατ’όνοματουΘεού,Σάντσα.Δεχρειάζεταινατηλυπάσαι!Εδώήρθεγιανακάνειφασαρίακαιζημιάκαιτοπέτυχε,έτσιδενείναι;»
«Πώςμπορώνασεπιστέψω,ότανμουέκρυβεςτόσαπράγματαόλοαυτότονκαιρό;»ΗΣάντσαγύρισεκαιτονκοίταξεμεπικρία.
Τοπρόσωπότουήτανσκληρό,τοίδιοκαιηφωνήτου.«Απόχτεςόμωςσταμάτησανασουκρύβωοτιδήποτε.Τώραταξέρειςόλα».
«Ναι;Πώςμπορώναείμαιβέβαιη;Πώςμπορώναξέρωτισυνέβηπραγματικάμ’εσένακιαυτήτηγυναίκα;Ισχυρίζεσαιότιδενκοιμήθηκεςποτέμαζίτης,αλλάεκείνηλέειτοαντίθετο.Ισχυρίζεσαιότιμαζίτηςδεμιλούσεςποτέγιαμένακαιπάλιεκείνηλέειτοαντίθετο.Ποιοναπότουςδυοναπιστέψω,Μαρκ;»
Εκείνοςείχεχλομιάσεικαιταμάτιατουείχανμαύρουςκύκλους.
«Μεξέρειςτόσαχρόνιακαιρωτάςακόμα;»τηςείπε,σφίγγονταςταχέριατουσεγροθιές.
Εκείνηκούνησεαργάτοκεφάλι.«Δενείμαικαιτόσοβέβαιηπια,ανσεξέρωπραγματικά.Αρχίζωναπιστεύωότιδεσεξέρωκαθόλου».
«Τοπερίεργοείναιότιτοίδιοπιστεύωκιεγώγιασένα!»μουρμούρισεεκείνος.
ΗΣάντσαφοβότανότιαπόστιγμήσεστιγμήθαέβαζετακλάματακαιδενήθελεναδειοΜαρκπόσοπολύτηνείχεπληγώσει.
«Είμαιπολύκουρασμένη.Πάωναπλαγιάσω»,τουείπεπηγαίνονταςστηνπόρτα.Χρειαζότανχρόνογιαναξεπερά-σειτοσοκ.«Εσύμπορείςνακοιμηθείςστονξενώνα»,τουπέταξεπάνωαπότονώμοτης.
«Αποκλείεται!»αναφώνησεεκείνος,ξεσπαθώνονταςξαφνικά.
Οτόνοςτηςφωνήςτουτηνέκανενακοντοσταθεί,αλλάήταναποφασισμένηναμηντουδείξειότιτονφοβόταν.Ανασήκωσεψηλάτοκεφάλικαιπροχώρησεβιαστικάπροςτησκάλα.
ΟΜαρκτηνακολούθησεσιωπηλός.Εκείνηάρχισεν’ανεβαίνειτρέχονταςτασκαλιά,αλλάτηνπρόλαβεστοκεφαλόσκαλο.Τοχέριτουτυλίχτηκεστημέσητης,ενώτοάλλογλίστρησεκάτωαπόταγόνατάτηςκαιτησήκωσεστοστήθοςτου.
«Μαρκ,άφησέμε,θαμερίξεις»,τουψιθύρισεαπόφόβομηνξυπνήσουνταπαιδιά.Τοσπίτιήτανπολύήσυχο,αλλάτααισθήματάτουςπολύφορτισμένακαιεπικίνδυνα.
Εκείνοςδεναπάντησε.Τηνπήγεστοδωμάτιότουςκαιέκλεισετηνπόρταμετοπόδιτου.
«Ασεμεκάτω!»τουείπεηΣάντσαθυμωμένακιαμέσωςεκείνοςτηνπέταξεστοκρεβάτι.Σήκωσετοκεφάλιγιαναδιαμαρτυρηθείκαιτονείδεναγδύνεταιβιαστικάκαιναπετάειταρούχατουπροςόλεςτιςκατευθύνσεις.
«Δενπρόκειταινακοιμηθείςεδώαπόψε!»τουείπε.
«Εδώθακοιμηθώκαιμάλισταστοκρεβάτι»,τηναντέκρου-σεμέσααπ’ταδόντιατουκαιηάγριαλάμψητωνματιώντουέκανετουςσφυγμούςτηςνακαλπάζουν.
Έπρεπεναστρέψειαλλούτοβλέμματης,γιατίεκείνοςήτανγυμνόςτώρα,μόνοπουδενήτανκαιτόσοεύκολο.Ήθελετόσοπολύνατονκοιτάξει!Τιςπροάλλες,ότανείχεπάειστονξενώνακαιτονείχεβρειγυμνόστοκρεβάτι,ήθελενατονκοιτάζεικαινατονκοιτάζει,λαχταρώνταςνατοναγγίξει,αλλάεκείνοςτηςείχεδείξεικαθαράότιδεντηνήθελε.Αυτότηνείχεπονέσειπολύ.Ηαπόρριψηπάνταπονάειπολύ.
Ηειρωνείαήτανότιαπόψεδενείχεσκοπόνατηνπερί-φρονήσει,κάθεάλλομάλιστα.Ήτανφανερότιείχεστομυαλότουκαιέπρεπενατονσταματήσει,αλλάμέσατηςήξερεότιδενήθελε.Ήθελενατοναγγίξει,ναχαϊδέψειτοδυνατόκορμίτου,νανιώσειτηζεστήτουεπιδερμίδακάτωαπόταακροδάχτυλάτης,ναβυθίσειταδάχτυλάτηςστιςσκούρεςτρίχεςτουστέρνουτου,ν’αγγίξειτοεπίπεδοστομάχι,τουςδυνατούςγοφούς,τουςμυώδειςμηρούς.
'Επρεπεόμωςνατονκρατήσεισεαπόσταση,μέχριναβεβαιωθείότιησχέσητουμετηΖακίΦαράρείχεπάρειοριστικάτέλος.
«Τοεννοώ,Μαρκ!Δενπρόκειταινακοιμηθώμαζίσου».Πήγενακατεβείαπότηνάλλημεριάτουκρεβατιού,όμωςταχέριατουτηνάρπαξαναπότημέσηκαιτηνξανατράβη-ξανπίσω.
«Μημουαντιστέκεσαι,Σάντσα.Απόψεδενπαίζω,σεπροειδοποιώ»,μουρμούρισεεκείνος,ενώτηνέριχνεστοστρώμα.
«Ούτεκιεγώπαίζω!»ΗΣάντσατονκοίταξεάγρια,αλλάαμέσωςευχήθηκεναμηντοείχεκάνει.Μιαματιάήταναρκετήγιαναδιαλύσεικάθείχνοςαντίστασης.Έκλεισεταμάτια,νιώθονταςναβυθίζεταιστοκενό.Όπουνα’τανθαέπιανεπάτοκαιθαγινότανχίλιακομμάτια.Μαπούείχεπάειοαυτοσεβασμόςτης;Ήταναδύναμηκαιέτρεμε,αναπνέο-νταςτόσογρήγορα,πουήξερεότιθατοπρόσεχεκιεκείνοςκαιθακαταλάβαινετισήμαινε.
ΟΜαρκέλυσεαργάτηζώνητηςρόμπαςτης.«Καινούριοείναιαυτό;»τηρώτησεβραχνά.«Μ’αρέσειπουηδαντέλαδενκρύβειτιςθηλέςσου».Τοκεφάλιτουκατέβηκεκαιηγλώσσατουχώθηκεηδονικάμέσαστιςδαντέλες.
Τηςπιάστηκεηανάσα.«Μη!»
Τοένατουχέριαγκάλιασετοστήθοςτης.«Ανλάβεικανείςυπόψητουότιέχειςκάνειτρίαπαιδιά,ταστήθησουείναιεκπληκτικάακόμα»,μουρμούρισε,ενώτοστόματουεξερευνούσετιςαπαλέςκαμπύλες.«Είναικαλύτερααπότότεπουσεπρωτογνώρισα.Τότεήτανμιασταλιά,ενώτώραείναιπιοαισθησιακά.Θυμάμαιπουσεκοιτούσα,ότανθήλαζεςτηΦλώρακαιτηζήλευα».
ΤοστόματουάνοιξεαπαλάγύρωαπότηθηλήτηςκαιηΣάντσαένιωσενατηςκόβεταιηανάσα.Τώραπιαήταναδύνατοννατοναπωθήσει.Ήθελενατουχαϊδέψειταμαλλιά,νατονσφίξειπάνωτηςκαινατουπαραδοθείτελείως.
«Σεχρειάζομαι»,τηςψιθύρισε,ενώάφηνεταχέριατουναγλιστρήσουνκάτωαπότονυχτικότης,
ανάμεσαστουςμηρούςτης,στέλνονταςηδονικάρίγησεόλοτηςτοκορμί.
Αλλάοπόθοςδενήταναρκετός.Εκείνηήθελενατηναγαπάεικιόλας.Μισοσηκώθηκεαπότομακαιτονέσπρωξε.
«Σταμάτα,Μαρκ!ΤηΖακίΦαράρδεντηνέχωξεχάσειακόμα.Δεθασ'αφήσωναμουκάνειςέρωτα,μέχριναβεβαιωθώότιησχέσηαυτήτελείωσεοριστικά».
«Σουείπα...»
«Ναι,αλλάπρινσεδωμέσαστηναγκαλιάτης!»
«Εκείνηέπεσεπάνωμουκαιδενπρόλαβανατραβηχτώ».
«Δενείναικαθόλουαστείο,Μαρκ!»
«Μαδεντοείπαγιααστείο.Τοεννοούσα.Τηςάνοιξατηνπόρτακαι,πρινκαταλάβωτιγινόταν,έπεσεπάνωμου,μεαγκάλιασεκαιπροσπάθησεναμεφιλήσει».
«Καιτακατάφερε!»
«Εγώόμωςδεντηφίλησα,Σάντσα.Πόσεςφορέςπρέπεινασουτοπω;»ΟΜαρκανακάθισεκιεκείνοςστοκρεβάτικιαμέσωςεκείνητράβηξεταμάτιατηςαπότογυμνότουκορμί.Έσκυψε,άρπαξετοπάπλωμααπότοδικότουκρεβάτικαιτουτοπέταξε.
«Δενμπορούμενασυζητήσουμε,ανδεσκεπαστείς.Τυλίξου,λοιπόν,μ’αυτό!»
Ταμάτιατουτηνκοίταξανκοροϊδευτικά.«Τιτρέχει,Σάντσα;Ταχάνειςότανμεβλέπειςγυμνό;»
«Δυσκολεύομαινακάνωσοβαρήσυζήτηση!»τουομολόγησεκοκκινίζοντας.
Τοβλέμματουδιέτρεχεμεπόθοτοκορμίτης.«Εμέναμουείναιεύκολονομίζειςνασυγκεντρωθώ,ότανσεβλέπωέτσι;»
ΗΣάντσαένιωθετοσφυγμότηςναχτυπάειδυνατάστολαιμότης.ΟΜαρκτηςχαμογέλασεικανοποιημένος,σανναείχεκαταλάβειτηναντίδρασήτηςκαιύστερασηκώθηκε,πέταξετοπάπλωμαστοκρεβάτικαιπήγεστηνντουλάπαναπάρειμιαρόμπα.
Εκείνηβρήκεευκαιρίαναγλιστρήσεικάτωαπότασκεπάσματακαινατραβήξειτοπάπλωμαωςεπάνω.ΟΜαρκ
επέστρεψεκαι,δένονταςτηζώνητηςρόμπαςτου,τηςέριξεμιαψυχρήματιά.
«Αισθάνεσαιπιοασψαλήςτώρα;»τηρώτησεειρωνικά,ενώκαθότανστηνάκρητουκρεβατιού,αλλάπολύκοντάτης.«Είναιανάγκηνακάνουμεαυτήτησοβαρήσυζήτησητώρα;Δενξέρωγιασένα,πάντωςεγώείμαιπολύκουρασμένος.Περάσαμεδύσκολημέρασήμερα».
«Ναι,αλλάδιαρκώςαναβάλλουμετησυζήτησηγιασένακιαυτήτηγυναίκα!»
«Ό,τιχρειάζεταιναμάθεις,σουταέχωπει!»
«Όχι,Μαρκ.Τώραπιαδεσεπιστεύω.Είδατοπρόσωπόσου,ότανκατέβαινα.Είχεςένοχηέκφραση.Γιατίαισθάνεσαιένοχος,ανδενυπήρξεςποτέεραστήςτης;»
Ηφωνήτουακούστηκετροχιά.«Πόσεςφορέςπρέπεινασουτοπωακόμα;Μαγιατίδεμεπιστεύεις;Εραστήςτηςδενυπήρξαποτέ!»"Εκανεμιαπαύσηκαικατσούφιασε.«Ανκαιομολογώότιέχωενοχές.Εγώφταίωγιαόλα.Δενέπρεπεναβγωμαζίτης.Εκείνηπίστεψεότιήτανσοβαρόκιεγώτηνάφησα.Μουάρεσεόμως...μουάρεσεπολύ.Θαμπορούσανατηνερωτευτώ,ανσυνεχίζαμεγιαπολύακόμα».
«Είσαιβέβαιοςότιδεντηνερωτεύτηκες;»τονρώτησεμεφωνήβραχνήαπότηζήλια.
Εκείνοςαναστέναξε.«Όχι,Σάντσα.Ανδενήσουνεσύστημέση,μπορείνατηνείχαερωτευτεί,αλλάδεντηνερωτεύτηκα.Προσπάθησανακάνωτονεαυτόμουνανιώσειγι'αυτήναυτόπουένιωθεεκείνηγιαμένα,αλλάδενμπόρεσα.Απλώςμουάρεσεναβγαίνωμαζίτηςκαινασυζητάμεγιατηδουλειάκαιγιαταπροβλήματατηςεταιρείας.Κιεσένασουταέλεγακάποτε,αλλάτώραπιαδενέχειςχρόνοναμ’ακούςκιεγώείχαανάγκηνατασυζητάωμεκάποιον».
«Μπα,αλήθεια;»τουπέταξεηΣάντσαειρωνικά.«Καιδιάλεξεςμιαπολύαισθησιακήκοπέλα;Εκτόςανμέσασουήθελεςναταφτιάξειςμαζίτης».
ΟΜαρκέβγαλεέναβογκητό.«Αχ,πόσεςφορέςπρέπεινασουτοπω;"Οχι!Τουλάχιστονστηναρχή.Αλλάαυτόείναιτοπρόβλημαμετιςερωτικέςσχέσεις.Τοπρώτοβήμαγίνεταιπολύεύκολα.Βγαίνειςέξωμαζίτης,τρώτε,μιλάτεγιατηδουλειά,γιαταπροβλήματάσαςκαιμετάσεπαίρνειο
κατήφορος.Έναςκατήφοροςστρωμένοςμερόδα,πουμπορείόμωςνασεοδηγήσειτελικάστηνκόλαση».
ΗζωήτηςΣάντσαπάντωςείχεγίνεικόλασηαπότημέραπουείχελάβειεκείνοτοανώνυμογράμμα.Πότεείχεγίνειακριβώς;Δενμπορούσεούτεναθυμηθείπια.Αλλάδενείχεκαμίασημασία.
«Σάντσα,σουορκίζομαιότιδενείχασκοπόνακάνωερωτικόδεσμόμαζίτης»,είπεοΜαρκκοφτά.
«Τότε,τισκοπόείχες;Νακάνετεσοβαρήφιλία;»τονρώτησεσαρκαστικά.
Εκείνοςτηνκοίταξεανέκφραστα.«Σεπαρακαλώ,ναμεπιστέψεις,Σάντσα.Στηναρχήδενείχακαταλάβειπούπήγαιναναμπλέξωκαι,όταντοσυνειδητοποίησα,ήτανπολύαργά».
«Πολύαργάγιανασταματήσεις;»τονρώτησεμετοπρόσωπότηςπανιασμένοαπότονπόνο.ΔενάντεχενατονακούειναμιλάειγιατησχέσητουμετηΖακίΦαράρ,αλλάέπρεπεναμάθειοπωσδήποτε.
ΟΜαρκπέρασεταχέριατουπάνωαπότοπρόσωπότου,σανναήθελεναδιώξειτηνέντασηπουέσφιγγεταχαρακτηριστικάτου.«Όχι,δενήταναυτό»,μουρμούρισεάτονα.«Όλαέχουντελειώσειπια,Σάντσα,σουτ’ορκίζομαι,αλλάτοκαημένοτοκορίτσιέγινεδυστυχισμένοεξαιτίαςμου.ΓΓαυτόαισθάνομαιενοχές.Δενέπρεπεν’αφήσωναγίνειαυτό.Έπρεπενασταματήσωνατηβλέπω,μόλιςκατάλαβαότιεκείνητοείχεπάρεισοβαρά».
«Ναι,έπρεπε»,είπεηΣάντσακάπωςαφηρημένα.Τώρατονπίστευε.Μιλούσετόσοσοβαρά,πουδενήτανδυνατόνναλέειψέματα.Τοκακόόμωςήτανότιεκείνηείχεκάτιάλλοναστενοχωριέταιτώρα.Η
ΖακίΦαράρτηςείχεπει«τώραξέρειςότιείναιδικόςμου...»Καιμετάείχεπροσθέσει:«Μαζίσουδεντέλειωσαακόμα...»
Ίσωςήτανκούφιεςαπειλές,επειδήήτανθυμωμένηκαιπονούσε,αλλάαντοέλεγεαλήθεια;Τιάλλοθατουςσκάρωνε
ακόμα;
ΤαχέριατουΜαρκέπεσανσταπλάγια.ΗΣάντσαείδετατραβηγμέναχαρακτηριστικάκαιτασυννεφιασμέναμάτιατου.ΟΜαρκανησυχούσεγιακείνοτοξανθόκορίτσι.
«Δενπρόκειταινατοβάλεικάτω»,είπεηΣάντσαμεφωνήπουέτρεμεελαφρά.«Τοξέρειςκιεσύ.Μαρκ,φοβάμαιπολύ.Τηςέχειςγίνειέμμονηιδέα."Εχειςμπειστοαίματηςκαιοιάνθρωποιπουτοπαθαίνουναυτόχάνουνκάθεαίσθησηλογικής,θαμπορούσενακάνειοτιδήποτε».
«Μηναφήνειςτηφαντασίασουνασεπαρασύρει!»είπεεκείνοςδείχνονταςπολύήρεμος,όμωςταμάτιατουφανέρωνανότιανησυχούσεπολύπερισσότεροαπ'όσοήθελεναομολογήσει.ΉξερεκαλάτηΖακίΦαράρκαιτιήτανικανήνακάνει,αλλάδενήθελεναανησυχείκαιηΣάντσα.
«Δενείναιτηςφαντασίαςμουκαιτοξέρεις!»ψιθύρισεεκείνη.
ΟΜαρκέκανεέναμορφασμό.«Τιμπορείνακάνειδηλαδή;»ρώτησε.«Εφόσονξανασμίξαμεεμείςοιδυο,ηΖακίτιμπορείνακάνειγιαναμαςπληγώσει;»
«Δενξέρω,Μαρκ»,είπεηΣάντσαχαμηλόφωνα.«Αυτόπουξέρωόμωςείναιότιθαπροσπαθήσει».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ8
ΟΜαρκδεμίλησεκαιηΣάντσαπρόσεξετηνέντασηκαιτηνανησυχίαστοπρόσωποκαιταμάτιατου.«Φαίνεσαικουρασμένος»,τουείπε.«Κιεγώείμαιπτώμα.Πήγαινενακοιμηθείς,Μαρκ».
Εκείνοςκοίταξεαμίλητοςπρώταεκείνηκιέπειτατοάλλοκρεβάτι.
ΗΣάντσαόμωςκούνησεαρνητικάτοκεφάλι.«Όχι.Νομίζωότιαπόψεείναικαλύτερανακοιμηθείςστονξενώνα,δεσυμφωνείς;Χρειαζόμαστεχρόνογιανασυνέλθουμε.Είναιπολύνωρίςακόμα.Πρώταπρέπειναξαναγνωριστούμεαπότηναρχή».
«Καιπόσοκαιρόπρέπειναπεριμένωκατάτηγνώμησου;»τηρώτησεθυμωμένα.
«Αχ,Μαρκ,μπαίνουνχρονικάόριασ’αυτάταπράγματα;Ότανέρθειηώρα,θατοκαταλάβουμε».
«Σάντσα...»μουρμούρισεβραχνά,ενώτηςάπλωνετοχέριτου.
Κοιτάχτηκανσιωπηλοί.Τηνικέτευεβουβάκιεκείνηδυσκολευόταννατουξαναπείόχι.ΤότεόμωςάκουσαντηΦλόρανακλαίειστονύπνοτηςκαιηΣάντσαέστρεψετοκεφάλιτηςγιαν’αφουγκραστείκαλύτερα.
Μήπωςείχεπάλιεφιάλτη;Αλλάτοκοριτσάκιείχεσταματήσει.
«Πώςβρίσκειπάντατηνώρααυτότοπαιδί!»μουρμούρισεοΜαρκ,αφήνονταςτοχέριτουναπέσει.
«Είναιδύσκολοναμιλήσουμεμεταπαιδιάστοσπίτι»,παρατήρησεηΣάντσα.Ακόμαδυσκολότεροείναινακάνειςέρωτακαινατοαπολαύσεις,ότανφοβάσαιδιαρκώςότικάποιοπαιδίμπορείναφωνάξεικαινασεδιακόψει,πρόσθε-σενοερά.Τοότιήτανυποχρεωμένοινακάνουνέρωτασταβουβά,απόφόβομηντουςακούσουνταπαιδιά,τουςεμπόδιζεναπαραδοθούναπόλυταστοπάθος.ΑυτόςάλλωστεδενήτανέναςαπότουςλόγουςπουείχαναπομακρυνθείμετονΜαρκ;
Οέρωταςδεδιαρκείγιαπάντα.Φωτίζεισαντοουράνιοτόξοτονπρώτο,ίσωςκαιτοδεύτεροχρόνοτουγάμου,αλλάσελίγομπαίνειστημέσηηκαθημερινήρουτίναπουθαμπώνειτοφωςκαιείναιτόσοαπασχολημένοςκανείςπουδενπροσέχειτισυμβαίνει.
Ηαγάπησιγάσιγάαλλάζει,γίνεταιλιγότεροέντονη,οενθουσιασμόςχάνεταικαι,ανείσαιτυχερός,μένειμόνοηαγάπη,μιααγάπηφυσιολογικήκαικαθημερινή,χωρίςταπάνωκαιτακάτωτουέρωτα.
Μήπωςεκείκάναμετολάθος;αναρωτήθηκεηΣάντσα.ΜήπωςηκαθημερινήαγάπηδενείναιαρκετήγιατονΜαρκ;Μήπωςαναζητάειακόματιςσυγκινήσειςτουπρώτουκαιρού;
«Χρειαζόμαστεναμείνουμεμόνοιγιαλίγεςμέρες,χωρίςταπαιδιά.ΛεςηΖόιναμπορείνα...»
ΗΣάντσαγέλασε,μόλιςσκέφτηκετηναντίδρασητηςαδερφήςτης,αντηςπρότεινεκάτιτέτοιο.«Μπα,όχι.ΗΖόιήδητοθεωρείπολύδύσκοληδουλειάκαινομίζωότιώρεςώρεςφοβάταιτηΦλόρα».
ΟΜαρκέκανεμιαγκριμάτσα.«Δεμ’εκπλήσσειαυτό.Κιεγώτηφοβάμαιώρεςώρες.Είναιαγρίμι».
«Πώςτολεςαυτό;»διαμαρτυρήθηκεηΣάντσα.«Τοκοριτσάκιμουείναισκέτηγλύκα».
«Ναι,είναιγλυκό,αλλάκαιπολύκακομαθημένο.Πέντελεπτάνατηναφήσειςμόνη,θασουκάνειτοσπίτιάνωκάτω!Κάθεταιμέσαστοπάρκοκαιεκσφενδονίζειταπαιχνίδιατηςπαντού».
ΗΣάντσαγέλασε.
«Γι'αυτόσυνεχίζεινατοκάνει!»συμπλήρωσεοΜαρκ
στεγνά.«ΕπειδήσαςβλέπειεσένακαιτηΜάρθαναγελάτε,όταντακάνειαυτά».
«ΗΜάρθατηλατρεύειόμως».
ΟΜαρκφάνηκενατοσκέφτεται.«Πράγματι.ΑναρωτιέμαιμήπωςθαμπορούσεεκείνηνακρατήσειταπαιδιάτοΣαββατοκύριακο».
ΗΣάντσατοσκέφτηκελίγοκαιξαφνικάέλαμψετοπρόσωπότης.«Μπορεί.Τηςαρέσεινατακρατάειορισμένεςώρες.ΑνδεχτείναβοηθήσειλίγοκαιηΖόι...Αν,παραδείγματοςχάρη,πάρειεκείνητοΣάββατοτ’αγόρια,πουθατοκάνειφαντάζομαι,γιατίαυτάμπορείναταχειριστείκαλύτερα...»
«Πάντωςηαδερφήσουταπάεικαλάμετοαντίθετοφύλο»,είπεοΜαρκεύθυμα.«Ακόμακαιμετανεαράαρσενικά».
ΗΣάντσαγέλασε.«Έτσιήταναπόμικρή!Θυμάμαιτιεντύπωσηέκανεστ’αγόριαακόμακιότανπηγαίναμεστοδημοτικό,ενώεμέναποτέδεμεπρόσεχεκανένας.ΗΖόιτουςέκανενατηνκοιτάζουνμεγουρλωμέναμάτια,πρινακόμαμπειστηνεφηβεία.Εγώποτέδενέκαναεντύπωσησεκανέναν».
«Τότε,θαπρέπειναήταντυφλοί!»είπεοΜαρκκαιχαμογέλασε,μόλιςτηνείδενακοκκινίζει.«ΕγώποτέδενέριξαστηΖόιδεύτερηματιά».
ΗΣάντσατοθυμόταναυτό.ΤηναδερφήτηςτηνενοχλούσεπουοΜαρκδεντηςέδειχνετοπαραμικρόενδιαφέρον.ΗΣάντσαφοβότανότιεκείνοςθαερωτευόταντηναδερφήτηςαπότηνπρώτηστιγμή,όπωςγινότανμεόλουςτουςφίλουςτης,αλλάοΜαρκδεντηςείχεδώσειποτέσημασία.
«Γι’αυτόδενέχειπαντρευτείακόμα»,είπεοΜαρκστεγνά.«Γιατίποτέδενμπόρεσενατηνικανοποιήσειμόνοέναςάντρας.Τηςαρέσεινακάνουνουράγιαχάρητης».
ΗΣάντσαξαφνιάστηκεμεταλόγιατου.«Αυτόπουλεςδενείναιπολύωραίο,Μαρκ.Απλώςδενέτυχεναβρειακόματονκατάλληλο».
Εκείνοςτηςχαμογέλασε.«Ηαδερφήσουείναιεντάξειάνθρωπος,τώραπιαέμαθανατησυμπαθώπερισσότερο,αλλάεγώτηβλέπωπιοανεπηρέαστααπόσένα.Είναιπολύεπιλεκτικήκαιπολύεγωίστρια.Ανέκαθενείχεόποιονάντραήθελεκιέτσιδενμπορείναδιαλέξειέναναπ’όλους.Περιμένειμετηνελπίδαότικάποτεθαβρειτονκαλύτερο».
ΗΣάντσατοσκέφτηκεκαικατσούφιασε.ΠάντωςκιεκείνητηνπαραξένευετογεγονόςότιηΖόιδενείχεπαντρευτείακόμα,παρ’όλοπουείχεπάνταάντρεςγύρωτης.
«Ενπάσηπεριπτώσει»,συνέχισεοΜαρκ,«γιαναεπανέλθουμεστοθέμαμας...ΜπορείςναπειςστηΜάρθακαιτηΖόινααναλάβουνταπαιδιάέναολόκληροΣαββατοκύριακο;»
«Ναι,θαμπορούσανατουςτοπωτηΔευτέρα»,απάντησεηΣάντσακάπωςδιατακτικά.
«Ωραίαθαήταν,ανταέπαιρνεηΜάρθααυτότοΣαββατοκύριακο»,είπεοΜαρκμεενθουσιασμό.«Όσογρηγορότερα,τόσοκαλύτερα».
ΗΣάντσαένιωσεταμάγουλάτηςναβάφονταικόκκινακιέστρεψεαλλούτοβλέμμα.Ήταντόσοεύκολοναυποκύψειτώρακαιναξεχάσειό,τισυνέβημετηΖακίΦαράρ.Ένακομμάτιτουεαυτούτηςτοήθελεπολύ,ωστόσοέναάλλοήξερεότιογάμοςτουςθαμπορούσενακρατήσειμόνοαντοήθελανπραγματικάκαιοιδυο.
«ΗΜάρθατουςείχεκαισήμερα,ανθυμάσαι»,τουυπενθύμισεκιεκείνοςαναστέναξε.
«Καλά,ρώτατηνεσύκαιβλέπουμε».
«Εντάξει».ΗΣάντσακοίταξετορολόιτης.«Είμαιπολύκουρασμένη,Μαρκ».
Εκείνοςσηκώθηκε,αλλάπήγεκοντάτηςκαιτηφίλησεπολύαπαλάστοστόμα.
«Καληνύχτα,Σάντσα».
«Καληνύχτα»,ψιθύρισεεκείνη,κάνονταςπροσπάθειαναδιατηρήσειτονέλεγχότης.
Εκείνοςστάθηκελίγοακόμακαιτηνκοιτούσε,αλλάύστεραμάζεψεαπρόθυματαρούχατουκαιβγήκεαπότοδωμάτιο.ΗΣάντσαπάλευεμετηλαχτάρατηςνατονφωνάξειπίσω,νατονπροσκαλέσειστοκρεβάτιτης,αλλάήξερεότιήτανπολύνωρίς.Ακόμαδενήταναπόλυτασίγουρηότιδεντηνείχεπροδώσει.
Προδοσίαυπήρχε,ωςπροςαυτόδεχωρούσεκαμίααμφιβολία.Τουλάχιστοντουείχεπεράσειαπ'τομυαλόναγίνειεραστήςτηςΖακίΦαράρκαιπαραλίγονατοκάνεικιόλαςκαιηΣόίντσαέπρεπενατοξεπεράσειτελείωςαυτόγιαναμπορέσεινατονσυγχωρήσεικαιναξεχάσει.Πώςήταν
δυνατόνναξαναγίνουνευτυχισμένοι,ανήτανγεμάτηαπόαμφιβολίεςκαιυποψίες;
Μήπωςόμωςριψοκινδύνευευπερβολικά;ΉξερεότιθαπροτιμούσεναπεθάνειπαράναχάσειτονΜαρκκιόμωςδίσταζεακόμη.Μήπωςήτανπαράλογο;Μήπωςέτσικινδύνευεπερισσότερονατονχάσει;ΗΖακίΦαράρδενείχεφύγειούτεείχεδεχτείακόματηνκατάσταση,ήτανκάπουτριγύρωκαισχεδία-ζετηνεπόμενηκίνηση.Αυτήδεθατονάφηνεποτέναπεριμένει.Θατονάρπαζε,χωρίςτονπαραμικρόδισταγμό.
Μήπωςέπρεπενακάνεικιεκείνητοίδιο;
Ογάμοςόμωςέπρεπεναέχειγεράθεμέλιααγάπηςκαιεμπιστοσύνης,αλλιώςδενμπορούσεςναπεριμένειςτίποτα.
Έσβησετοφωςκαιέμεινεστοσκοτάδινααφουγκράζεταιτηνησυχίατουσπιτιού.Τηςάρεσεπουτουςένιωθεόλουςγύρωτης,ασφαλείςκάτωαπότηνίδιαστέγη—τονάντρακαιταπαιδιάπουαποτελούσαντονκόσμοτηςκαιπουτηνείχανανάγκηόσοκιεκείνηαυτούς.
Αυτόήτανπουείχεξεχάσειγιαλίγο,μετάτηγέννησητηςΦλόρας!Είχεαφοσιωθείτόσοπολύστα
παιδιάτης,πουείχεπαραμελήσειτελείωςτονΜαρκ.Τώραόμωςτοείχεθυμηθείκαιθαέκανεό,τιπερνούσεαπότοχέριτηςγιαναμηντοξαναξεχάσειποτέ.
***
Ξύπνησεμετοαπολαυστικόάρωματουκαφέσταρουθούνιατης.ΑνοιξεαργάτανυσταγμένατηςμάτιακαιβρήκετονΜαρκκαθισμένοστοκρεβάτιτηςμετονήλιοπάνωτου.Ήτανντυμένοςμεκολεγιακήμπλούζακαιμπλουτζίν.
Ανασηκώθηκεαπότομα.«Τιώραείναι;»ρώτησεανήσυχη.«ΗΦλόρα...»
«Είναικάτω,στοπάρκοτης»,τηδιαβεβαίωσεοΜαρκ.«Καιτααγόριαβλέπουνκινούμενασχέδιαστηντηλεόραση.Σουέφερακαφέκαιτοστ.Εγώέφαγαπρωινόμαζίμεταπαιδιά».ΤηςέδωσεέναπιάτομεμιαβουτυρωμένηφρυγανιάκαιηΣάντσατοπήρεαργά.
«Τουςέφτιαξεςπρωινό...εσύ;»τονρώτησεμεδύσπιστούφος.
«Δεχρειάζεταιναεκπλήσσεσαιτόσοπολύ.Έφτιαξακουά-κερστοφούρνομικροκυμάτων.Οιοδηγίεςήτανπολύαπλές.
Δενεξερράγητίποτακαι,παρ’όλοπουπολύαπ’τοκουάκερτοσκόρπισεηΦλόραστοκαρεκλάκιτης,έφαγεαρκετόκαιφάνηκενατηςαρέσεικιόλας».ΟΜαρκτηνκοίταξεχαμογελώντας.«Φάετώρατηφρυγανιάσου,γιατίθακρυώσει».
ΗΣάντσαδάγκωσετηφρυγανιά,νιώθονταςπολύπεινα-σμένηξαφνικά.ΟΜαρκείχετραβήξειτιςκουρτίνεςκαιτοδωμάτιολουζότανστοφως.Τοβλέμματηςέπεσεστονκαθρέφτη.Είδετονεαυτότηςμεταμαλλιάανακατεμένα,τοπρόσωπορόδινοαπότονύπνοκαιτονυχτικότηςπεσμένοαπότονέναώμονααφήνειγυμνόέναμεγάλοτμήματηςεπιδερμίδαςτης.Πώςήτανάραγε;
ΟΜαρκπρόσεξετοβλέμματηςκαιχαμογέλασε.«Είσαιπολύαισθησιακή»,μουρμούρισεέχονταςμαντέψειτησκέψητης.«Μακάριναμπορούσαναπλαγιάσωκιεγώδίπλασου».
Εκείνηκοκκίνισεκαιηανάσατηςέγινεπιογρήγορη.
Ταμάτιατουτηνκοροΐδευαν.«Καλύτεραόμωςναπάωκάτωναδωτικάνουνταπαιδιά»,τηςείπεμ’έναναναστεναγμό.«ΗΦλόραμπορείνασπάσειτοπάρκοτηςκαινακάνεικαμιάζημιά».
«Θαέκανεσίγουρα,ανέβρισκετηνευκαιρία»,συμφώνησεμαζίτου,χαμογελώντας.
ΟΜαρκέσκυψεκαιφίλησετονώμοτης.Τοφιλίτουτηςέκαψετηνεπιδερμίδα.Ήθελενατυλίξειταχέριατηςστολαιμότουκαινατοντραβήξειστοκρεβάτι,αλλάεκείνοςίσιωσεαμέσωςτοκορμίτου.
«Μηβιαστείςκαθόλου.Σήμεραδεχρειάζεταιναμαγειρέψεις.Θασαςπάωέξωγιαφαγητό.Πρώταθαπάμενακάνουμεμιαβόλταστοδάσοςκαιμετάθαφάμεσεκάναπαμπ...Τιθα’λεγεςγιατοΛευκόΚύκνο;»
«Ωραίαιδέα»,τουαπάντησεευχαριστημένη.ΜόλιςέφυγεοΜαρκ,τελείωσετοπρωινότηςκιέκανεέναωραίομπάνιομετηνησυχίατης.Φόρεσεμιαλευκήπλισέφούστα,μεμιακίτρινητουνίκαπόπάνω,χτενίστηκε,μακιγιαρίστηκεκαικατέβηκεκάτω.Βρήκετηνκουζίνατηςτακτοποιημένη,χωρίςκανένα
ίχνοςότιεκείμέσαείχανφάειάνθρωποι.
ΟΜαρκκαθότανστοσαλόνιμετατρίατουςπαιδιά,ταοποίαήτανκολλημέναστηντηλεόραση.Τηνκοίταξεμ’έναντρόποπουτηνξανάκανενακοκκινίσει.
«Φοβόμουνότιθαέβαζεςπάλιτοαιώνιομπλουτζίνσου!»
ΕρωταςΚαιΔυσπιστία133
Εκείνηγέλασε,κουνώνταςαρνητικάτοκεφάλι.
«Έτοιμη;»τηρώτησεμαλακά.«Παιδιά,είμαστεόλοιέτοιμοι;»
Ταδυοαγόριαπετάχτηκανπάνωκιέσβησαντηντηλεόραση.«Φεύγουμε;Αχ,ωραία.Έλα,μπαμπά,πάμεναβγάλουμετοαμάξι.Οχ,Φλόρα,πάψε...Ασετώρατομίκιμάους.Θαπάμεστοδάσος!»
Έτρεξανέξωκαιοιδυοντυμένοιμεκαθαράπουκάμισακαιμπλουτζίν,μεταμαλλιάτουςχτενισμένακαιταπρόσωπάτουςκαθαρά.ΟΜαρκτουςακολούθησε.
«Έχωπάρειμαζίένακαλάθιμελεμονάδακαιφρούτα»,είπεστηΣάντσαπάνωαπ’τονώμοτου.«Έλα!»
ΗΦλόραάπλωσεταχεράκιατηςστηΣάντσα,πουτηνέβγαλεαμέσωςαπότοπάρκοτης.ΟΜαρκτηςείχεφορέσειτηναγαπημένητηςφόρμαμετοκοραλλίχρώμαπουτόνιζεπερισσότεροτακόκκιναμαλλιάτης,αλλάτηςπήγαινεπολύ.Απόκάτωτήςείχεφορέσειέναλευκόφανελάκι.Καιτοδικότηςπρόσωποήτανκαθαρόκαιταμαλλάκιατηςβουρτσισμένα.
ΗΣάντσαδενμπορούσεναπιστέψειότιοΜαρκταείχεκαταφέρειτόσοκαλάμεταπαιδιά.Στηναρχήτηβοηθούσεπότεπότε,αλλάτώρατελευταίαήτανμονίμωςαπασχολημένοςήκουρασμένοςκαιδεντηρωτούσεπιαανήθελενατηςκάνεικάτι.Έτσικιεκείνηείχεπάψειπροπολλούναζητάειτηβοήθειάτου.
Είχεαλλάξειάραγε;Μάλλον.Ίσωςήθελενατηςδείξειότι,ότανέλεγεότιήθελεναξαναφτιάξουντηζωήτους,τοεννοούσεκιαυτότηςέδινεμεγάληχαρά.
Ηκαρδιάτηςήτανγεμάτηελπίδα,ότανξεκίνησαν.Είχαντόσοκαιρόναβγουνέξωσανοικογένεια,πουδεθυμόταναπόπότε.Ταπαιδιάφαίνοντανενθουσιασμέναπουήτανμαζίμετονπατέρατουςκαικοιτούσανσυνεχώςαπότοπαράθυρο,φλυαρώνταςχαρούμενα.ΟΜαρκβγήκεαπότηνπόληκαιπήρετονπαλιόρωμαϊκόδρόμοπουοδηγούσεμέσαστοδάσος.
Προτούφτάσουνεκεί,πέρασαναπόσπίτιαμεανθισμένουςκήπουςπουγέμιζανευωδιέςτηνατμόσφαιρακαιθύμιζανστηΣάντσαπαλιέςανοιξιάτικεςμέρες.Καιοπατέραςτηςείχεπάνταλουλούδιαστονκήποτους,τότεπουήτανμικρή.
Λίγαλεπτάαργότεραπέρασανκαιτοτελευταίοσπίτικαιμπήκανστοδάσος,τοοποίοείχεφυτευτείεννιάαιώνεςνωρίτερα,τηνεποχήτωνΝορμανδώνγιαναμπορείναπηγαίνεικυνήγιομονάρχηςμετουςαυλικούςτου.Γιαναφυτευτούναυτάταδέντρα,όμως,είχανγκρεμιστείχωριάολόκληρακαιείχανμείνειπολλοίάνθρωποιστοδρόμο.Ωστόσο,λίγοιταθυμούνταναυτά,ότανχαίρονταντοδάσοςταΣαββατοκύριακα.
ΗΣάντσαάρχισεναλέεισταπαιδιάταονόματατωνδέντρωνπουέβλεπαν.«Ταέχουνφυτέψεικοντάκοντάγιαναμπορούννατααραιώνουνκάθετόσοκαιναπαίρνουνξυλείαγιατουςφράχτες,τατηλεγραφόξυλακαιπολλάάλλα»,εξήγησεστουςγιουςτηςπουδεντηνπολυάκουγαν.
«Πότεθακατεβούμε;»ρωτούσανανυπόμονατονπατέρατους.
«Μόλιςπεράσουμετηνεπόμενηστροφή»,τουςείπεεκείνοςκαιλίγαλεπτάαργότεραέκοψεταχύτητακαιπήγεναπαρκάρεισ’έναπλαϊνόξέφωτοπουχρησίμευεγιαπάρκινγκ.Ήδηυπήρχανεκείπέντεέξιαυτοκίνητα.ΤοδάσοςήτανδημοφιλέςμέροςγιατηνέξοδοτουΣαββατοκύριακουκαιωςτομεσημέριτοξέφωτοθαείχεγεμίσειαυτοκίνητα.
Ταπαιδιάβγήκανέξω,φλυαρώνταςχαρούμενα.ΕίχανφέρειμαζίκαιτοκαροτσάκιτηςΦλόρας,αλλάεκείνηαρνιό-τανναμπειμέσα.Ήθελενατρέξεικιεκείνημετ’αγόρια.
«Εγώπερπατήσω»,είπεθυμωμένηστημητέρατηςκαιφώναξεστ’αδέρφιατηςνατηνπεριμένουν.Φυσικάεκείναδεντηςέδωσανκαμίασημασίακαιημικρήάρχισενασκούζει,μέχριπουέγινεκατακόκκινη.«Περιμένετεκιεμένα!»
Τααγόριαάρχισαννατρέχουνγρηγορότερα.
«Μόλιςκουραστεί,θαθέλεινακαθίσειστοκαρότσιτης,γι’αυτόπάρ’τομαζίσου»,είπεηΣάντσαστονΜαρκ,καθώςακολουθούσανταπαιδιάτουςμέσαστοδάσος.
ΟΜαρκτηνέπιασεαπότοχέρι,θυμίζονταςτανιάτατηςκαιτηνεποχήπουδενήτανακόμαπαντρεμένοικαιτουςάρεσεπολύνακάνουναυτήτηβόλταμόνοιτους.
«Νομίζωότιείναικαιρόςν’αρχίσουννακάνουνιππασίατ’αγόριαταπρωινάτηςΚυριακής.Μεγάλωσανπια»,είπεοΜαρκ.«Θατουςφέρνωεγώεδώμετοαυτοκίνητο».
«Θαχαρούνπολύ»,είπεηΣάντσα,αλλάαναρωτήθηκε
πόσοκαιρόεκείνοςθαμπορούσενατοκάνειαυτό.ΠολλέςφορέςδούλευεόλοτοΣαββατοκύριακο,οπότεθααναγκαζότανναφέρνειεκείνηταπαιδιάτηςγιαιππασία.
ΚαιφυσικάηΦλόρα,μόλιςθαμάθαινεότιτ’αδέρφιατηςθαέκανανιππασία,θαήθελενακάνεικιαυτήκαιθαγίνονταντρομερέςσκηνές.
Τοδάσοςήτανγεμάτοαγριολούλουδα.Ταπαιδιάαναγνώριζανπολλάαπ’αυτά,ιδιαίτεραόσαέβγαινανκαιστονκήποτους.
«Αυτάεδώμοιάζουνμεμικράσκυλάκια»,είπεκάποιαστιγμήοΦέλιξ.
«Μωράσκυλάκια»,συμφώνησεμαζίτουκαιοΤσάρλι.
«Ναι,αλλάστηνάγριαμορφήτους»,τουςεξήγησεηΣάντσα.
ΟΤσάρλιάπλωσετοχέριτουγιανακόψειένα,αλλάτονπρόλαβεοπατέραςτου.«Μη!Μηντακόψεις!»είπεαυστηρά.«Θαμαραθούνπρινταπαςστοσπίτικαιμπορείνακαταστρέψειςκαιτιςρίζεςτους».
«Εγώθέλωσκυλάκια»,κλαψούρισεαμέσωςηΦλόραμεβουρκωμέναμάτια.
«Δεφαντάζομαιναθέλειςναπεθάνουν,έτσιδενείναι;»τηςείπεοΜαρκαυστηρά.
«Τ’αγαπάω...θέλωσκυλάκια!»Ημικρήάπλωσετοπαχουλόχεράκιτηςγιανακόψειέναλουλούδι,ρίχνονταςάγριεςματιέςστονπατέρατης,αλλάοΜαρκείχετοίδιοπείσμαμ’εκείνη.
«Μηντοκόψεις,Φλόρα,γιατίθαθυμώσωπολύ»,τηςείπεαυστηρά.
Ημικρήστράφηκεστημητέρατηςμετεντωμέναταχέρια.«Κακόςάνθρωπος.Κακόςμπαμπάς»,κλαψούρισε.
ΗΣάντσατηνπήρεστηναγκαλιάτηςκαιχτύπησετρυφεράτηνπλάτητηςγιανατηνηρεμήσει.
«Θέλωλουλούδι»,είπεεκείνη.«Μανούλα...θέλωλουλούδι...»
«Όχι,αγαπούλαμου,αφούάκουσεςτιείπεομπαμπάς.Τοκαημένοτολουλούδιθαπεθάνει,αντοκόψεις.Δεθέλειςναπεθάνει,έτσιδενείναι;»
ΗΦλόραάρχισενακλαίειδυνατά.
«Νομίζωότιήρθεηώρατουκαροτσιού.Φαίνεταιότιέχεικουραστεί»,μουρμούρισεοΜαρκκαιηΣάντσασυμφώνησε.
Τααγόριαέτρεχανχαρούμεναστοδάσος.ΗΣάντσαέβαλετηΦλόραστοκαρότσικαιοΜαρκετοιμάστηκενατοσπρώξει.
«'Οχι...Θέλωτρέξωκιεγώ.ΘέλωπαίξωμεΤσάρλι»,φώ-ναζεημικρή,κλοτσώνταςτοναέρα,αλλάοιγονείςτηςδεντηςέδωσανσημασία.Βάδιζαναργάμέσαστοσκιερόδάσος,ενώτοφωςτουήλιουγλιστρούσεμέσααπότακαινούριακαταπράσιναφύλλα,σχηματίζονταςπαράξενασχήματασταστενάδρομάκια.ΗΦλόραπαρατηρούσεγύρωγοητευμένη,ώσπουταβλέφαράτηςάρχισανναβαραίνουνκαινακλείνουν.
ΟΜαρκξανάπιασετοχέριτηςΣάντσα,μπλέκονταςταδάχτυλάτουμεταδικάτηςκιεκείνηένιωσεευτυχία.
«Ανπάνεάσχηματαπράγματα,σκέφτηκαναπάμεπροςτοΒορρά»,είπεεκείνοςκάποιαστιγμή.«ΘαμπορούσαναβρωδουλειάστουΧάριΑμπι.Τονθυμάσαι;Εκείνοτονψηλόγεροδεμένοτύποπουμεπερνάειμερικάχρόνιακαιπουείχεαρχίσειναφαλακραίνει,τηντελευταίαφοράπουτονείδαμε;Υπήρξεδιευθυντήςμουγιακάναδυοχρόνια,πρινανοίξειδικήτουδουλειάστοΓιόρκσαϊρ.Μεπήρετηλέφωνοτηνπερασμένηβδομάδακαιμουείπεότιέμαθεγιαταπροβλή-ματάμαςκαιότι,ανχρειαστώποτέδουλειά,ναειδοποιήσωπρώταεκείνον».
«Μεγάλητουκαλοσύνη!»ΗΣάντσατονθυμόταναμυδρά.Θυμόταντοτραχύ,αλλάευγενικόπρόσωπότου.
«Είναικαλόπαιδί.Ηεταιρείατουδενείναιμεγάληβέβαιακαιομισθόςπουθαμουδίνειδεθασυγκρίνεταιμ’αυτόνπουπαίρνωτώρα,αλλάαυτόπουμουείπεκαιμουάρεσεήτανότιμεθέλειστηνοικοδομήκαιόχιστογραφείο.Πρέπεινασουομολογήσωότιποτέδεμουάρεσεηδουλειάτου
γραφείου».
ΗΣάντσαχαμογέλασε.«Τοξέρω...Θαήτανπολύωραίαλοιπόν,δεθαήταν;»
«ΜόνοπουθαπρέπειναμετακομίσουμεκαιτοΓιόρκσαϊρείναιαρκετάμακριάαπόδω.Καιφυσικάταλεφτάμαςθαείναιπεριορισμένα.'Οπωςσουείπακαιπριν,οΧάριδεθαμπορείναμουδίνειαυτάπουβγάζωτώραμετονΦρανκ».
«Ανσουαρέσειηδουλειά,δενπειράζει.Θατακαταφέρουμε.ΈχωακούσειότιτασπίτιαστοΒορράείναιπολύφθηνότερα.Θαμπορούσαμεναπουλήσουμετοδικόμαςκαινα
βρούμεέναμικρότεροστοΓιόρκσαϊργιαναμαςμείνουνκαιχρήματα,έτσιδενείναι;»
«Βέβαια.Αυτήτηφορά,αντίναπάρουμεέναμικρόκαιμοντέρνοσπίτι,θαμπορούσαμεν’αγοράσουμεέναμεγαλύτερο,βικτοριανήςεποχής,πουθαμαςέρθεικαιφθηνότερα.Έτσιθαέχουμεπερισσότεροχώρο.Πολλάπράγματαθαμπορώνατακάνωκαιμόνοςμου...ναφτιάξωγιαπαράδειγμακαινούριακουζίνα,ναεκσυγχρονίσωταμπάνια...καιόλααυτάστημισήτιμήαπ’ό,τιανέβαζαάλλουςναμουταφτιάξουν».
«Ωραίαθαήταν»,είπεηΣάντσαμεμάτιαπουέλαμπαν.«Θασεβοηθήσωκιεγώ.Θατακάνουμεόλαμαζί».
Ταδάχτυλάτουέσφιξαντοχέριτης,καθώςτηνκοιτούσεσταμάτια,χαμογελώντας.«Καιστοπρώτομαςσπίτικάναμεπολλέςδουλειές.Τοθυμάσαι;Θυμάσαιτιχάλιαείχε,όταντοαγοράσαμε;Έναχρόνομαςπήρε,ώσπουνατοφτιάξουμε,όπωςθέλαμε».
ΗΣάντσατοθυμότανπάραπολύκαλά.Ήτανπολύευχάριστηανάμνηση.
Ταπαιδιάπροχωρούσανμπροστάτουςχαζεύονταςτουςσκίουρουςπουπηδούσανστακλαδιάτωνδέντρων.
«Κοίτα,μαμά,σκίουροι...»φώναξεοΤσάρλι.
«Σσσ...ΗΦλόρακοιμάται»,τουείπεηΣάντσαμαλακά.
«Πάμεναβρούμεέναμέροςναπαίξουμεκρίκετ»,πρότεινεοΜαρκ.«Έχειέναμεγαλύτεροξέφωτοεδώλίγοπιοκάτω».
«Μαδεφέραμεούτεμπάλαούτερόπαλα»,είπεοΦέλιξ.
«Φέραμε»,τουαποκρίθηκεοΜαρκ,σηκώνονταςψηλάτοκαλάθιπουείχανπάρειμαζίτους.«Έχουμεδυορόπαλακαιμιαμπάλα».
Τααγόριαέβγαλανενθουσιώδειςκραυγέςκαιάρχισαννατρέχουνπροςτομεγάλοξέφωτο,όπουυπήρχανκιάλλοιπουέπαιζανκρίκετήπουέκανανπικνίκ.ΗΣάντσαπήρετοκαρότσικαιοΜαρκπήγεμετουςγιουςτου.Ώσπουνατουςφτάσεικιεκείνη,είχαναδειάσειτοκαλάθι,είχαναφήσειτομπουκάλιμετηλεμονάδα,ταπλαστικάποτήριακαιταπέντεμήλακάτωστοχορτάρικαιτώραέβαζανσημάδιαγιατοπαιχνίδιτους.Μόλιςτηνείδαν,τηςφώναξανναπάειναπαίξεικιεκείνημαζίτους.ΗΦλόρακοιμόταντουκαλού
καιρούκιέτσιηΣάντσατηνάφησεστοκαροτσάκιτηςκαιπήγε.
"Επαιξαναρκετήώρακαι,μόλιςκουράστηκαν,κάθισανναπιουνμιαλεμονάδακαιναφάνεαπόέναμήλο.ΗΦλόραδενείχεξυπνήσειακόμα.ΟΜαρκτηςέριξεμιαματιάκαιμετάχαμογέλασεστηΣάντσα.
«Τηνπροτιμώέτσι!»μουρμούρισε.
ΗΣάντσατονκαταλάβαινεαπόλυτα.ΗΦλόραήτανπολύκουραστικόπαιδί,αλλάάξιζετονκόπο.
«Είναιαξιολάτρευτη»,τουείπε.«Δεθατηνάλλαζαούτεμεέναεκατομμύριολίρες!»
ΟΜαρκχαμογέλασεξανά.«Λεςναμηντοξέρω;Κιεγώμπορείναμηντηνάλλαζα,παρ’όλ’αυτά,είναικαλύτερηότανκοιμάται!»
Πλησίαζεμεσημέρικαιοήλιοςείχεαρχίσεινακαίει.Οουρανόςείχεέναβαθύγαλάζιοχρώμακαιηατμόσφαιραήτανγεμάτηέντομακαιαρώματααπότααγριολούλουδακαιτογρασίδι.ΗΣάντσανύσταξε.Ξάπλωσεστοχορτάρικοντάστοκαροτσάκιτηςκόρηςτης,μετοκεφάλιτηςστησκιάμιαμεγάληςβελανιδιάς,έκλεισεταμάτιακαιλαγοκοιμήθηκε,ακούγονταςτουςγιουςτηςναπαίζουνακόμα.
Ημέρατουςείχεπάειπολύκαλάωςτώρα.Γιαπρώτηφοράεδώκαιχρόνιαήτανπάλιόλοιμαζίκαιευτυχισμένοι:εκείνη,οΜαρκκαιτατρίατουςπαιδιά."Ετσιθαέπρεπεναείναιπάντακαι,αντοφρόντιζαν,θατακατάφερναν!Είχανστοαίματουςτηνευτυχία.
Μιαμύγατηςγαργαλούσετημύτηκαισήκωσενυσταγμένατοχέριγιανατηδιώξει,αλλάεκείνηξαναήρθεαμέσωςκαιάρχισεναπερπατάειπάνωσεόλοτηςτοπρόσωπο.
ΜέσααπότιςβλεφαρίδεςτηςείδεέναστάχυκαιμετάταηλιοκαμέναδάχτυλατουΜαρκπουτοκρατούσε.Τοστάχυπέρασεπάνωαπότημύτητηςκαιστάθηκεσταχείλητης,προκαλώνταςτηςέναέντοναηδονικόγαργάλημα.
Τομελαχρινότουκεφάλιχαμήλωσε,τοστόματουάγγιξεαπαλάτοδικότηςκιεκείνησήκωσετοχέρικαιτοτύλιξεστολαιμότού,μισανοίγονταςταχείλη,ενώηκαρδιάτηςχτυπούσεσαντρελή.
Μιαυπέροχηευχαρίστησηαπλώθηκεστιςφλέβεςτης.Οζεστόςήλιος,οιήχοιτουδάσους,τογέλιοκαιοιφωνέςτων
παιδιώνχάθηκανωςδιάμαγείας,μόλιςβάθυνετοφιλίτους.Μεταμάτιακλειστά,τουχάιδεψετομάγουλοκαιψηλάφισετιςγραμμέςτουπροσώπουτουαπότομάτιωςτοπιγούνι,προσποιούμενηότιήταντυφλήκαιπροσπαθούσεναμαντέψειπώςήτανεκείνος.Ήτανέναπρόσωποαξέχαστοπου,όταντοέβλεπεςμιαφορά,δεντοξεχνούσεςποτέ.
ΟΜαρκτηςψιθύρισεερωτόλογαπάνωστοστόμα,ενώτοχέριτουτύλιγετημέσητηςγιανατηντραβήξειπιοκοντάτου.Αμέσωςτοκορμίτηςυπάκουσεσανναήταντελείωςασπόνδυλο.Τημαγείατηςστιγμήςδιέκοψεέναδυνατόκλάμα.ΟΤσάρλιείχεβρειτηνώραγιαναπέσει.
ΠάνταοΤσάρλι,γιατίήτανπιοαδέξιοςαπότονΦέλιξ.Ηκραυγήτουπόνουπουέβγαλε,έκανετηΣάντσαναανασηκωθείαπότομακαινακοιτάξειγύρωγύρω.
«Οχ,πουναπάρει!»μούγκρισεοΜαρκ.
ΟιφωνέςτουΤσάρλιξύπνησανκαιτηΦλόρα.Ανασήκωσετοκορμάκιτης,άνοιξεταμάτιακαιτοστόμακιέβγαλεμιαδυνατήστριγκλιά.
«Αχ,όχι,όχικιαυτήτώρα!»μουρμούρισεοΜαρκκαισηκώθηκεαπρόθυμα.
«Μαμά,χτύπησα!»φώναξεοΤσάρλι,καθώςερχότανκου-τσαίνονταςπροςτομέροςτουςκαικρατώνταςτοπόδιτου.
«Αχ,τοκαημένοτοπαιδάκιμου»,είπεηΣάντσα,σκύβονταςνατουτοφιλήσει.«Τώραείναικαλύτερα;»ΑγνοώνταςτοσαρδόνιοβλέμματουΜαρκ,σκούπισεταδάκρυατουγιουτηςμ’έναμαντίλιπουέβγαλεαπότηντσέπητης.
ΕκείνοςξανάφυγετρέχονταςγιαναβρειτοναδερφότουκαικάτιάλλααγόριαπουέπαιζανμαζίτουςκαιηΣάντσαέδωσεστηΦλόραλίγηλεμονάδααπότοποτήριτης.Ημικρήσταμάτησεαμέσωςτακλάματακιάρχισεναπίνειμεβουλιμία.
ΟΜαρκταπαρακολουθούσεόλ’αυτάμεμιαέκφρασηφρίκηςστοπρόσωπο.«Είναιτελείωςπρωτόγονοαυτότοκορίτσι,δενείναι;»
«Σσσ»,είπεηΣάντσα,χαϊδεύονταςτακόκκιναμαλλιάτηςκόρηςτης.«Είναιπολύόμορφη.Δενείσαιόμορφη,άγγελέμου;»
«Αγγελοςαυτή;Καλάλένεότιημητρικήαγάπηείναιτυφλή»,είπεοΜαρκγελώνταςκαιύστερακοίταξετορολόι
του.«Καιρόςναφεύγουμε.Νομίζωότιείναιώραναπάμεναφάμε,δεσυμφωνείς;»
«Πείνασακιεγώλίγο»,συμφώνησεηΣάντσα.«Θαείναιαπότονκαθαρόαέρα».
«Καιαπότησυγκίνηση»,τηνπείραξεοΜαρκκαιχαμογέλασε,βλέπονταςτοπρόσωπότηςνακοκκινίζει.
Ταπαιδιάδενήθελανναεγκαταλείψουντοπαιχνίδικαιτουςκαινούριουςφίλουςτους,αλλάοΜαρκάρχισεναμαζεύειταπράγματακαιλίγοαργότερατονακολούθησανστομονοπάτιπουοδηγούσεστοπάρκινγκ.
ΗΣάντσαερχόταναπόπίσωτουςμετηΦλόρα,ηοποίαέβγαζεκραυγέςενθουσιασμούμεκαθετίπουέβλεπε;ταφύλλα,τιςπεταλούδες,τουςσκίουρους,πουήτανμιαμαγικήαποκάλυψηγιαταπαιδικάτηςμάτια.
ΚάπωςέτσιένιωθεκαιηΣάντσασεσχέσημετονΜαρκ.Είχετηναίσθησηότιξανάρχιζαναπότηναρχήκαιηιδέαναπάνεναζήσουνκάπουαλλούτηνενθουσίαζε.Μαζίθαέφτιαχναντοκαινούριοτουςσπίτι.Τομέλλονφάνταζεελ-πιδοφόροκαιλαμπρό,σαντοφάροπουπρωτοαντικρίζειτοπλοίοτηνώρατηςκαταιγίδας.
ΠήγανστοΛευκόΚύκνο,αλλάβρήκαντοπάρκινγκτουσχεδόνγεμάτο.ΟΜαρκείχεφροντίσει,όμως,νακλείσειτραπέζιαπότοτηλέφωνοκιέτσιτουςοδήγησαννακαθίσουνσεμιαήσυχηγωνίατης
θορυβώδουςαίθουσας.
ΗΣάντσαέφαγελίγο,γιατίπρόσεχεναφάνεπρώταταπαιδιάκαιηΦλόραναμηχύσειτοφαγητόπάνωτης.
Είχανφτάσειστοεπιδόρπιο,ότανείδεξαφνικάτονΜαρκνακατσουφιάζει,ναρίχνειμιαματιάκάπουπίσωτηςκαινασφίγγειτοποτήριμετοκρασίτου.
Πίσωτουστοντοίχουπήρχεέναςμεγάλοςκαθρέφτης.ΗΣάντσακοίταξεεκείκιένιωσενατηςπαγώνειτοαίμα,μόλιςείδετηΖακίΦαράρστηνάλληάκρητηςαίθουσας.Φαινότανμόνηήτουλάχιστονεκείνητηστιγμήδεντησυνόδευεκανένας.
ΗΣάντσαδενήτανημόνηπουτηνκοιτούσε.Ήτανκιάλλοιπολλοί.Άντρεςιδιαίτερα.Ήτανεκπληκτικό.Ηκοπέλαήτανπανέμορφη,φορώνταςένααπλόμπλεμεταξωτόφόρεμα,λευκόκαπέλοσταξανθάμαλλιάτηςκαιψηλοτάκουναλευκάπέδιλα.
ΞαφνικάηΣάντσαένιωσεασήμαντηκαιατημέλητη.Πριντοφαγητόείχεπάειστηντουαλέτακαιείχεβουρτσίσειταμαλλιάτηςκαιανανεώσειτομακιγιάζτης,τίποταόμωςδενμπορούσεν’αλλάξειτογεγονόςότιεκείνηείχεκάνειτρίαπαιοιάκαιτοκορμίτηςδενήτανπιασανεκείνουτουκοριτσιού.ΚοιτάζονταςκαιμόνοτηΖακίΦαράρ,ένιωθεσανμεσόκοπηγυναίκα.
ΕκείνητηστιγμήτουςείδεκαιηΖακί.ΗΣάντσαπρόσεξετηνέκπληςηστοπρόσωπότηςκαιταμάτιατηςπουσκοτείνιασανεχθρικά.Τηνέπιασεμεγάληανησυχίακαιδάγκωσεαμήχαναταχείλητης.
Τικακήτύχηήταναυτήπουτηνείχεφέρειστοίδιοεστιατόριοτηνίδιαώρα;Μπορείναήτανέναπαμππολύδημοφιλέςστουςανθρώπουςπουεπισκέπτονταντοδάσος,αλλάηΖακίΦαράρδεφαινότανσανναγύριζεαπόβόλταστοδάσος.Ήτανσανναείχεέρθειαπόεπίσημηδεξίωση.Τιστηνευχήτηνείχεφέρειεδώ;
Είχανπεράσειμιαυπέροχημέραμετηνοικογένειάτους—τηνωραιότερηεδώκαιχρόνια.Γιατί,λοιπόν,είχεέρθειεκείνητώρακαιτουςταχαλούσεόλα;Καιμόνοπουτηνένιωθεστονίδιοχώρο,ηΣάντσααισθανότανδυστυχισμένη.
ΚοίταξετονΜαρκκαικατάλαβετααισθήματάτου.Τονείχεκαταλάβειηίδιαενοχήκαιθλίψηπουείχενιώσεικαιχτεςστοσπίτιτους.
Ευτυχώςπουδενμπορείναέρθειεδώναμαςκάνεισκηνή,συλλογίστηκεηΣάντσαμεανακούφιση.Δεθατολμούσενακάνεικάτιτέτοιοσεδημόσιοχώρο,μετόσοκόσμογύρωτουςκαιπροπαντόςμεταπαιδιάτουςμπροστά.
ΚαιτότεείδετηΖακίναπροχωράειανάμεσααπ’τατραπέζιακαιναέρχεταικατευθείανστοδικότους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ9
ΟΜαρκεώετοσοκκαιτηναπελπισίαστοβλέμματηςΣάντσακαικατσούφιασε.
«Μηνκάνειςσαννασουέπεσεοουρανόςστοκεφάλι.Δενξέρωγιατίήρθεεδώ,αλλάθαμάθω»,είπεκοφτάκιαμέσωςσηκώθηκεκαιπήγεναπρολάβειτηΖακίΦαράρ,πρινφτάσειστοτραπέζιτους.
«Πούπάειομπαμπάς;»ρώτησεαμέσωςοΦέλιξ.«Ποιαείναιαυτήηκυρία;»
«Α,κάποιααπότογραφείοτου.Εσύφάετοπαγωτόσου,αγάπημου»,τουείπεηΣάντσαμεπροσποιητήηρεμία.Τοτελευταίοπράγμαπουήθελεαυτήτηστιγμήήταννααναστατώσειταπαιδιάτης.Δεθαάφηνετίποταναχαλάσειτημέρατους.Είχανπεράσειπολύωραίαωςτώρα.Ταδυοαγόριαφαίνοντανενθουσιασμέναπουήτανμετονπατέρατουςκαιείχανπαίξεικρίκετμαζίτου.
«Εγώτελείωσα»,είπεοΦέλιξ.«Ναδοκιμάσωκαιλίγηαπότηνπουτίγκασου;Δενέχειςφάεισχεδόντίποτα.Δεσ’αρέσει;»
«Όχικαιπολύ»,τουαπάντησεηΣάντσααφηρημένα,αφήνονταςτοκουταλάκιτηςμέσαστομπολ.Τώραπιατηςείχεκοπείτελείωςηόρεξη.ΟΤσάρλιζήτησεναδοκιμάσεικιεκείνοςκαιτουέδωσετουπόλοιπο,αλλάηπροσοχήτηςήτανστραμμένηπάνταστονΜαρκκαιτηνξανθιάκοπέλα.
Στέκοντανστημέσητηςαίθουσαςκαισιγομιλούσανκα-
τσουφιασμένοι.Τιναέλεγανάραγε;ΗΖακίΦαράρτονκοιτούσεσταμάτια,μετοχέριτηςπάνωαπότομπράτσοτου,σανναετοιμαζόταννατοναγγίξει.ΤηΣάντσακόντευενατηνπιάσειναυτία.ΔενάντεχεναβλέπειεκείνητηγυναίκαμετονΜαρκ.
ΞαφνικάτονείδεναπιάνειτηΖακίαπότομπράτσοκαινατησπρώχνειπροςτηνέξοδοτουεστιατορίου.
Πούπηγαίνουν;αναρωτήθηκε.Τουςπαρακολουθούσανκαικάποιοιθαμώνεςκαιμετάκοιτούσανεκείνηκαιταπαιδιάκαιόλοσιγομιλούσαν.Νιώθονταςαγανακτισμένηκαιταπεινωμένη,ευχήθηκεναμπορούσενασηκωθείναφύγει,αλλάκάποιοςέπρεπεναπληρώσειτολογαριασμόκαιταπαιδιάδενείχαντελειώσειακόματοπαγωτότους.ΕπομένωςέπρεπενακαθίσειναπεριμένειτονΜαρκ.Κιανδεγύριζε;
Μ’ετούτακαιμ’εκείναείχεξεχάσειτηΦλόρα,ώσπουάκουσεένανπαράξενοήχοκαιγύρισεπροςτομέροςτης.«Αχ,Φλόρα,όχι!Κακόκορίτσι!»
Ημικρήείχεχώσειόλοτοχέριτηςστοπαγωτόκαιτοανακάτευεκαιύστερασκούπιζεταδάχτυλάτηςπάνωστηφόρματης.
«Εγώζωγραφίσω»,είπεκοιτάζονταςταροζκαιπράσιναστίγματα.
«Αυτόπουέκανεςήτανπολύκακό!»ΗΣάντσαπήρετομπολαπόμπροστάτηςκαιάρχισενατηνκαθαρίζειμεταχαρτομάντιλαπουείχεπάνταμαζίτης,όποτεπήγαινεκάπουμεταπαιδιά.Αργάήγρήγοραταχρειαζόταν,ιδιαίτεραότανείχεμαζίκαιτηΦλόραπουτηςάρεσεπολύναβρομίζεται.
ΗΦλόρακλοτσούσεδυνατάταπόδιατηςκαρέκλαςτης.«Δώσεμου...Τοθέλω,τοθέλω»,φώναζεσκύβονταςγιαναπιάσειτομπολμετοπαγωτό.
Οσερβιτόρος,πουείχεδειόλητησκηνήαπόμακριά,έτρεξεκοντάτουςκαιάρχισεναμαζεύειό,τιεύθραυστουπήρχεστοτραπέζι.
«Θαπάρετεκαφέ,κυρία;»ρώτησεψυχρά.
«Δικόμου...Δώσεμου»,φώναξεηΦλόρα,μόλιςεκείνοςέπιασετομπολτης.
ΗΣάντσακατακόκκινηκαιέξαλληαπόθυμό,τησήκωσεαπότηνκαρέκλακαιτηνκάθισεσταπόδιατης.«Όχι,
ευχαριστώ.Δεθέλωκαφέ.Μουφέρνετε,παρακαλώ,τολογαριασμό;»
«Βεβαίως,κυρίαμου»,είπεοσερβιτόροςυπεροπτικάκαιεξαφανίστηκε.
Πρινέρθειολογαριασμόςόμως,ξαναεμφανίστηκεοΜαρκμεκατεβασμέναταμούτρα.
ΗκαρδιάτηςΣάντσαφτερουγισε,μόλιςτονείδε.Πάνταθαένιωθεαυτήτηναβεβαιότηταμαζίτου;ΠροσπάθησενακαταλάβειαπότούφοςτουτιείχεγίνειμετηΖακίΦαράρ,αλλάταμάτιατουήτανκατεβασμένακαιτοστόματουείχεγίνειμιαίσιαγραμμήαπότοσφίξιμο.Φαινότανπολύθυμωμένος.Μεποιον;ΜετηΖακίΦαράρ;
Ήμήπωςμ’εκείνη;Ξεροκατάπιεαμήχανα.ΠώςένιωθεπραγματικάοΜαρκγι’αυτήν;
Παρ’όλαόσατηςείχεπει,ηΣάντσαακόμαδενήξερετααισθήματάτουαπέναντίτης.Μήπωςσταβάθητηςκαρδιάςτουθαπροτιμούσενατηχωρίσεικαιναφύγειμ’εκείνητηνκοπέλα;Ανδενείχανπαιδιά,θατοείχεκάνειήδη;Στοκάτωκάτωτηςγραφήςακόμαδεντηςείχεπειότιτηναγαπούσε.Αντηναγαπούσετελικά,γιατίδεντηςτοέλεγε;
Τηςείχεπει,βέβαια,ότιήθελεναξαναφτιάξουντηζωήτουςκαιόλοπροσπαθούσενακάνειέρωταμαζίτης,αλλάμιαέκτηαίσθησηθαμμένηβαθιάμέσατηςτηνπροειδοποιούσεναμηντοναφήσειακόμα.Προςτοπαρόνδενμπορούσενατουέχειαπόλυτηεμπιστοσύνη.Τώραμάλισταπουτονέβλεπεέτσι,χαιρότανπουδεντονείχεαφήσει.
«Καφέθαπιούμε;»τηρώτησε,αλλάεκείνηκούνησεαρνητικάτοκεφάλι.
ΟΜαρκκοίταξεψυχράτηΦλόραπουκλοτσούσεακόμα.«ΒλέπωότιηΦλόρακάνειπάλιτανάζιατης.Καλύτεραναζητήσωτολογαριασμό».
«Τονζήτησαεγώ.Σ’έναλεπτόθαμαςτονφέρουν.Θασεπεριμένωέξω»,τουείπεκαισηκώθηκε.ΠροχώρησεπροςτηνέξοδομετηΦλόραστηναγκαλιά,ενώτ’αγόριατηνακολουθούσαν,κάνονταςότιδεβλέπειταπερίεργαβλέμματατωνάλλωνθαμώνωντουεστιατορίου.
ΔιασχίζονταςτομεγάλοχολτουΛευκούΚύκνου,είδετηνξανθιάναέρχεταιπροςτομέροςτουςκαιτανεύρατηςέγινανκόμποι.Αχ,όχι!ΜήπωςξαναρχότανγιατονΜαρκ;
ΤότεπρόσεξεότιηΖακίΦαράρδενήτανμόνη.Τησυνόδευεέναςψηλόςεμφανίσιμοςάντρας,γύρω
στασαράντα,πουτηνκρατούσεμάλιστααγκαζέ.Φορούσεένακαλοραμμένοκοστούμι,πουθαπρέπεινατουείχεκοστίσειπολλάχρήματακαιτασκούραμαλλιάτουείχαναρχίσειναγκριζά-ρουνστουςκροτάφους.
Θαπρέπειναήτανπολύωραίοςστανιάτατου,συλλογίστηκεαυθόρμητα.ΉταντόσοαφοσιωμένοςστηΖακίΦαράρ,πουούτεπρόσεξετηΣάντσα,ότανπέρασεαπόμπροστάτους.
«Αυτήείναιηκυρίαπουμιλούσεμετονμπαμπά»,είπεοΦέλιξδυνατά.«Ποιαείναι,μαμά;»
«Καμία»,απάντησεηΣάντσα,χωρίςναμπειστονκόποναχαμηλώσειτηφωνήτης.
ΛίγαλεπτάαργότεραβγήκεκιοΜαρκαπότοεστιατόριοκαιπήγεκοντάτους.ΗκαρδιάτηςΣάντσακλοτσούσεδυνατάμέσαστοστήθοςτης.Πάλιπροσπάθησεναψυχολογήσειτηνέκφρασήτου,αλλάδενκατάφερετίποτα.ΘαπρέπειναείχεδεικιεκείνοςτηΖακίΦαράρμετονάγνωστοάντρα.Μήπωςείχεζηλέψει;Μήπωςαυτήήτανηκαινούριατακτικήπουσκόπευεν’ακολουθήσειηξανθιά;Νατονκάνειναζηλέψει;
Είχεδικότηςκλειδίκιέτσιξεκλείδωσετοαυτοκίνητο,έβαλεταπαιδιάνακαθίσουνστιςθέσειςτουςκαικούμπωσετιςζώνεςτους.ΌτανκάθισεοΜαρκπίσωαπότοτιμόνικιάναψετημηχανή,εκείνηέσκυψεμπροστάκιέκανεότικουμπώνειτηζώνητης.
Ύστεραέβαλεστοκασετόφωνομιακασέταμεπαιδικάτραγούδια.
«Είναιανάγκη;»μουρμούρισεοΜαρκ.
«Γιαναείναιήσυχαταπαιδιά».
«Ναι,αλλάεμέναθαμεπιάσειπονοκέφαλοςκαιπονόδοντοςμαζί!»
ΗΦλόρατραγουδούσεήδηένατραγούδιγιαέναελεφα-ντάκι,κάνονταςτιςανάλογεςκινήσειςμεταχέριατης.
«Είναιανάγκηνατοκάνειαυτόαπόπίσωμου;Ανήξερετουλάχιστονταλόγια,δεθαμεπείραζετόσοπολύ!»είπεοΜαρκκατσούφικα,βγαίνονταςαπότοπάρκινγκ.
«Αφούτηςαρέσει.Τιπειράζειανδενξέρειταλόγια;»τουαποκρίθηκεηΣάντσαενοχλημένη.
Άρχισεναπαρατηρείτονήλιο,τοτοπίο,τοδρόμο,ταέντομα...οτιδήποτε,γιαναμησκέφτεταικάτιπουθαμπορούσενατηστενοχωρήσει.
Τώρατραγουδούσανκαιτ'αγόριατηςκαιήτανδύσκολον’ακούσειςοτιδήποτεάλλο,έτσιόμωςδεθαμπορούσανν’ακούσουντιέλεγεεκείνημετονΜαρκ.
«ΠοιοςήταναυτόςμετηΖακίΦαράρ;»τονρώτησεχαμηλόφωνα.
«Τουςείδεςκιεσύ;»ΟΜαρκγύρισεκαιτηςέριξεμιαματιά.«Μπορείναγίνειτοκαινούριοτηςαφεντικό.Έτσιελπίζειτουλόίχιστον.Είχεκάνειαίτησηστηνεταιρείατουκαισυναντήθηκανεδώγιανασυζητήσουν».
«Αλήθεια;»είπεηΣάντσαμεανανεωμένεςτιςελπίδεςτης.«Πολύγρήγοραδεντοαποφάσισε;Χτεςακόμααρνιόταννασ’αφήσεικαιναφύγει».
«Δενείχεάλληεκλογή.Χτεςτηςξεκαθάρισατηθέσημου».ΟΜαρκμιλούσετόσοήρεμα,πουδυσκολευόταννατονακούσει,ωστόσοτοπρόσωπότουέδειχνεθυμό.«Φαίνεταιότιεπίτηδεςσουέστειλεεκείνοτοανώνυμογράμμακαισουέκανετοτηλεφώνημαγιανασενευριάσειτόσοπολύ,ώστεναμεδιώξειςαπότοσπίτικαιναζητήσειςδιαζύγιο.Τοπιστεύειςαυτό;Είπεότιείχεβαρεθείναμεπεριμένεινααποφασίσωκιέτσιπήρεεκείνητηνπρωτοβουλία.Αυτόόμωςδελέγεταιδολοπλοκία;»
«Αυτόακριβώςείχασκεφτείκιεγώ.Αυτόήταντοκίνητρότηςκαιαπόμιαπλευράχαίρομαιπουτοέκανε,γιατίαλλιώςδεθαείχαμάθειτίποτακαι...»ΣταμάτησεχωρίςνατελειώσειτησκέψητηςκαιοΜαρκαναστέναξε,κουνώνταςκαταφατικάτοκεφάλι.
«Ναι».
Ήξερανκαιοιδυοπιαότι,ανηΣάντσαδενείχεμάθειγιατηΖακίΦαράρ,οΜαρκμπορείναείχεκαταλήξειστοκρεβάτιμαζίτης.ΗΣάντσαήξερεβέβαιαότιθατονσυγχωρούσε,ανξαναγύριζεκοντάτης,αλλάθαείχεπληγωθείακόμαπερισσότερο.
«Αςελπίσουμε,λοιπόν,ότιθαπάρειτηνκαινούριαδουλειά»,είπε.«ΑλλάαυτόςτηςπαίρνεισυνέντευξηΚυριακάτικακαισεπαμπ;Λίγοπερίεργοδεσουφαίνεται;»
«Είναιπράγματιπερίεργο».
«Αναρωτιέμαιτιθασκεφτείηγυναίκατου,όταντομάθει.Ήμήπωςδενείναιπαντρεμένος;»
ΟΜαρκανασήκωσετουςώμους.«Δεγνωρίζωτίποταγιατηνιδιωτικήτουζωή.Ίσωςναμηνείναιπαντρεμένος.Καιναείναι,όμως,μπορείνακάνειό,τιτουαρέσει.Εμέναπάντωςμουφάνηκεάνθρωποςπουξέρειτιθέλεικαιτοπαίρνειπάντα».
«ΊσωςηΖακίΦαράρναβρήκετονόμοιοτης»,παρατήρησεηΣάντσα,νιώθονταςμεγάληανακούφισηξαφνικά.ΊσωςστηΖακίΦαράρναάρεσανοισκληροίάντρεςήνατηςάρεσετοκυνήγικαιοθρίαμβοςτηςυποταγήςτους.
«Τιδουλειάκάνειαυτός,ξέρεις;»ρώτησεκαιοΜαρκσυγκατένευσε.
«ΤοόνομάτουείναιΘομΓιόχανσον.Είναιπροϊστάμενοςεπενδύσεωνσεμιαμεγάληασφαλιστικήεταιρεία.ΗεταιρείαμαςέχεισυνεργαστείμαζίτουκαιέτσιτονγνώρισεηΖακί.Τοείχακαταλάβειότιτουάρεσεαπότότε,γιατίτηνκοιτούσεδιαρκώς.Νομίζωότιείναισκανδιναβικήςκαταγωγήςκαιίσωςνατοντράβηξανταξανθάτηςμαλλιά».
ΗΣάντσαχαμογέλασε.«Αυτόςόμωςδενείναιξανθός».
«Ναι,δενείναι.ΘαπρέπειναέχειπάρειαπότηνΑγγλίδαμητέρατου.ΠάντωςτουάρεσεηΖακίκαιτοείχεκαταλάβεικιεκείνη.Ποτέδεντηςξεφεύγει,όταντηνκοιτάζειέναςάντρας.Φαίνεταιότι,μόλιςτηςείπαότιήθελαναφύγει,έσπευσενατουτηλεφωνήσει».
ΗΣάντσαπαρατηρούσεταλεπτάτουχέριαπουκρατούσαντοτιμόνικαινόμιζεότιτηςανέβαινεηκαρδιάστολαιμό.Δεφαινότανκαθόλουστενοχωρημένος.Ούτεκανενοχλημένος.Δενέδειχνεσαν
ερωτευμένοςπουαναγκάζεταιναπειαντίοσ’έναόνειρο.Οτόνοςτηςφωνήςτου,ότανμιλούσεγιατηΖακίΦαράρ,ήτανστεγνόςκαιλίγοκυνικός,αλλάδενείχεούτεθυμόούτεπόνο.
«Είσαικαλά;»τονρώτησεμεχαμηλήφωνήκιεκείνοςτηςέριξεμιαματιάκαικατσούφιασε,αλλάμετάτηςχαμογέλασεμ’έναχαμόγελοπουτηνάφησεάφωνη.
ΕρωταςΚαιΔυσπιστία149
«Ανεννοείςαυτόπουεννοώ,τότεπερίμενεκαιθασουδείξωτοβράδυ»,τηςαπάντησεμετηνίδιαχαμηλήφωνή.
Τοπρόσωπότηςέγινεκατακόκκινοκαιοισφυγμοίτηςάρχισανκαιπάλιναχτυπούνσαντρελοί.
ΟΜαρκτοπρόσεξεκαιταμάτιατουσκοτείνιασαναπότονπόθο.Ύστεραέστρεψετηνπροσοχήτουστοδρόμοκαισυνέχισεναοδηγείσιωπηλός,ενώεκείνηξάπλωνεπίσωστοκάθισμάτηςκιέκλεινεανακουφισμένηταμάτια,βουτηγμένηστηνευτυχία.
Τώραπιαδενάκουγεούτετηδυνατήμουσικήούτεταπαιδιάτηςπουτραγουδούσανπίσω.ΤώραήξερεότιηΖακίΦαράρσελίγοθαέβγαινεοριστικάαπότηζωήτουΜαρκκαιογάμοςτουςθαείχεκαιπάλιελπίδες.Τώραμπορούσαννακάνουνμιακαινούριααρχή.ΟΜαρκτηςανήκε.Ποτέδεθαάφηνεναξαναμπείτίποταανάμεσάτους,ούτεκανταπαιδιάτους.
Ότανέφτασανστοσπίτι,έβαλανταπαιδιάτουςστηντηλεόρασηναδουντηναγαπημένητουςταινίαμετακινούμενασχέδιακαιπήγανστηνκουζίναναετοιμάσουντοβραδινόφαγητό.ΠρώταόμωςηΣάντσαέφτιαξετσάικαικάθισαννατοπιουνστοτραπέζιτηςκουζίνας.
«ΠάντωςήτανμεγάλησύμπτωσηπουβρέθηκανστοΛευκόΚύκνοπουείχαμεπάεικιεμείς,δενομίζεις;»ρώτησεηΣάντσακαιοΜαρκέκανεμιαγκριμάτσα.
«Μπορείναμηντοπιστεύεις,Σάντσα,αλλάήτανσύμπτωση.Εγώπάντωςδεντηςείχαπειότιθαπηγαίναμεεκεί».
Ταμάτιατουςσυναντήθηκανκιεκείνητουχαμογέλασε.«Σεπιστεύω.Τηνείδαπώςξαφνιάστηκεμόλιςμαςαντίκρισε».
«ΠολλοίδιαλέγουντοΛευκόΚύκνογιαταπολύπροσωπικάτουςραντεβού»,παρατήρησεοΜαρκ.«ΜόνοέναςΘεόςξέρειγιατίτοκάνουν,αφούείναιπάνταγεμάτοαπόκόσμο».
«Ίσωςεπειδήείναιρομαντικό.Πολύπαλιόκαιμέσαστοδάσος...Εμέναπάντωςμουαρέσειπολύ».ΗΣάντσαέκανεμιαπαύσηκαιμετάρώτησε:«Γιατίμαλώνατεόμως,πριντηβγάλειςέξωμετοζόρι;»
«Τηςείπαναπάεινατονπεριμένειστομπαρκαιναμαςαφήσειήσυχουςκαιτηνέπιασαντανεύρατης.Έτσιαναγκάστηκανατηνπάωέξωσηκωτή.Ήμουνέξαλλοςμαζίτης,
γιατίφοβήθηκαότιΘαμαςέκανεπάλιφασαρίεςκαιμάλισταμπροστάσταπαιδιά».
ΗΣάντσαρίγησε.«Αυτόφοβήθηκακιεγώ!»
ΟΜαρκτηνκοίταξεανήσυχος.«Τοκατάλαβα.Είδαπώςέγινετοπροσωπάκισου,μόλιςμπήκεμέσα
καιμίσησατονεαυτόμου».Σταμάτησεκαιύστεραπρόσθεσεβραχνά.«Αγάπημου,συγχώρεσέμεγιαόλαόσασουέχωκάνει.Δεθέλωναδικαιολογηθώ.Ξέρωτιέκανα.Ξέρωπωςσουείπαότιγιαόλαέφταιγεςεσύκιαυτόθαπρέπεινασεπλήγωσεακόμαπερισσότερο».
«Τελικάδενείχεςκαιπολύάδικο»,απάντησεηΣάντσααυθόρμητα.«Τίποτααπ’όλ’αυτάδεθαείχεγίνει,ανήμουνπιοπροσεκτικήκαιδενείχααφήσεινααπομακρυνθούμετόσοπολύ».
«Γι’αυτάταπράγματαχρειάζονταιδύο,Σάντσα.Λόγωτωνδυσκολιώνπουαντιμετώπιζαφέτοςστηδουλειάμου,είχααρχίσεινααισθάνομαισανναήμουνομόνοςμεπροβλήματα,αλλάδενήμουν,έτσιδενείναι;Κιεσύείχεςταδικάσουκαιτοήξερα.ΜετηΦλόραείχεςδύσκοληεγκυμοσύνηκαιδύσκοληγέννακαιμετάείχεςτηνίδιατηΦλόρα.Τώραπουέμειναμιαολόκληρημέραμαζίτης,σεθαυμάζωγιατηνυπομονήσου.Είναιεξουθενωτικήπραγματικά».
«Μεεξουθενώνει,ωστόσο,όπωςσουείπακαιπριν,δεθατηνάλλαζαούτεμ’έναεκατομμύριολίρες»,τουαπάντησεκιεκείνοςγέλασε.
«Τοξέρωότιτηλατρεύεις,αλλάείναιπολύκουραστική,Σάντσα.Νομίζωότιπρέπεινατηστέλνειςστονπαιδικόσταθμόγιαλίγεςώρεςτηβδομάδα,ώστενασουμένειλίγοςχρόνοςκαιγιατονεαυτόσου».
«Τοέχωσκεφτείκιεγώ»,τουομολόγησε.«Ίσωςτουχρόνουπουθαείναιλίγομεγαλύτερη».
«Καιτώραόμωςχρειάζεσαιλίγηξεκούραση,Σάντσα»,επέμενεεκείνοςπολύσοβαρά.
«Ναι,αλλάηΦλόραμ’έχειανάγκηακόμα.Ταπαιδιάσαναυτήχρειάζονταιπολλήαγάπη,αλλάσουτηνανταποδίδουνπάντα.ΗΦλόραείναιπολύτρυφερόκοριτσάκι,Μαρκ.Θατηνκρατήσωεδώάλλονέναχρόνο,μέχρινακλείσειτουλάχιστοντατρία».
ΟΜαρκτηνκοίταξεσταμάτια.«Πάνταπεισματάρα,ε;
Εντάξει,αρκείναμηνπαρακουράζεσαι.Καιτ’αγόριασεχρειάζονται,όμως,τοίδιοκιεγώ.Σεπαρακαλώμημεβάλειςπάλιστοπεριθώριο».
«Όχι»,τουυποσχέθηκε.
Τηςέτεινετοχέρικιεκείνηακούμπησετοδικότηςπάνωτου.«Αυτάέπρεπενασουταείχαπειαπόκαιρό»,ψιθύρισεεκείνος.«Έπρεπενασουείχαπειπώςένιωθακαινασεδώσωνακαταλάβειςτιμαςσυνέβαινε,αντίνακάνωμούτρα.Αισθανόμουνόμωςπαραμελημένοςκαιδυστυχισμένοςκαιαντίνασουμιλήσω,κοίταξαναβρωαλλούπαρηγοριά.Καταλαβαίνωότισεπλήγωσαπολύκαιμετανιώνωπραγματικά.Ανμπορούσαναγυρίσωπίσωτορολόι,θατοέκανα,πίστεψέμε.Σουυπόσχομαιότιαυτόδεθαξαναγίνειποτέ,αλλάσεπαρακαλώ,σεπαρακαλώπολύ,Σάντσα,άφησελίγοχώροστηζωήσουκαιγιαμένα».
ΗΣάντσαέφερετοχέριτουσταχείλητηςκαιτουφίλησετηνπαλάμη.«Πάνταήσουνό,τιπιοσημαντικόείχαστηζωήμου.Δεντοξέρεις;Απλώςτώραμεταπαιδιάσεπαραμέλησαλίγο.Σ’αγαπώ,Μαρκ».
«Σάντσα...»ψιθύρισεκοιτάζοντάςτηβαθιάσταμάτιακιεκείνητουχαμογέλασεεξίσουσυγκινημένη.
«Στηζωήμουθαυπάρχειπάνταχώροςγιασένα.Απόδωκιεμπρόςθαφροντίσουμεναμιλάμε,ναλέμεοέναςστονάλλοαυτόπουέχουμεστομυαλόκαιστηνψυχήμας.Αυτόέπρεπεναείχαμεκάνειαπότηναρχή,Μαρκ,έχειςδίκιο».
«Αυτόήταντολάθοςμου!»μουρμούρισεεκείνοςμελαγχολικά.
«Όχι»,διαμαρτυρήθηκεηΣάντσα.«Μαδεβλέπεις;Καιοιδυοφταίμε!Ούτεεγώσουμιλούσατώρατελευταία.Ήμουντόσοαπασχολημένη,πουδεσ'έβλεπακαν.Αφούκόντευαναξεχάσωότισ’αγαπούσα.Είχαμεχάσειτηνεπαφήμας,Μαρκ.Τώραόμωςαυτάτέλειωσανκιαυτόείναιτοπιοσημαντικό.Είμαστεπάλιμαζί.Πήραμετομάθημάμας,γι’αυτόαπόδωκιεμπρόςθαπρέπειναμιλάμεμεειλικρίνειαοέναςστονάλλοκαιναλέμεαυτόπουαισθανόμαστε!»
«Ανθέλεις,μπορώνασουπωτιακριβώςαισθάνομαιτώρα»,είπεοΜαρκ.Έκανετογύροτουτραπεζιούκαιτησήκωσεαπότηνκαρέκλατης.
152CHARLOTTELAMB
ΗκαρδιάτηςΣάντσαχτυπούσετόσοδυνατά,πουτηνκούφαινε.
Τηνκοίταξεμεπάθος.«Ανδενήταντώραταπαιδιάστοσπίτι,θασεπήγαιναπάνωκαιθασου’δειχναεγώ!»
Έβαλετοχέριτηςπάνωσταχείλητου.«Σσσ...Σ’αυτότοσπίτικαιοιτοίχοιέχουναυτιά!Μικράαυτιά,αλλάμεοξύ-τατηακοή».
ΟΜαρκφίλησετρυφεράταακροδάχτυλάτης.«Πρέπειναβρούμεοπωσδήποτεκάποιονναμείνειεδώμεταπαιδιάκαιναπάμεκάπουγιαλίγεςμέρεςοιδυομας».
«ΑύριοτοπρωίθαμιλήσωστηΜάρθακαιτηΖόι»,τουυποσχέθηκε.
Εκείνοςτηφίλησε,τυλίγονταςταχέριατουστημέσητης.«Αυτόπρέπειναγίνεισύντομα,αγάπημου»,μουρμούρισεπάνωσταχείλητης.«Γιατίμ'έχειπιάσειαπελπισία».
Απότηνπόρταάκουσανβαριέςανάσεςκαιχωρίστηκαναπότομα.Ταδυοαγόριατουςκοίταζανσκανδαλισμένα.
«Νόμιζαότιβλέπατετηλεόραση»,είπεοΜαρκαυστηρά.
«ΤηΦλόρατηνπήρεούπνοςμέσαστοπάρκο»,τουςανακοίνωσεοΦέλιξ.
«Πραία.Τότεαφήστετηνακοιμηθεί»,είπεοΜαρκ.
«Μαδεθατηνπάτεστοκρεβάτιτης;»απόρησεοΤσάρλι.
«Όχι»,παρενέβηηΣάντσα.«Έτσικιαλλιώςκοντεύειηώρατουφαγητού.Τώραεσείςελάτεναμεβοηθήσετεναστρώ-σουμετοτραπέζικαι,μόλιςείμαστεέτοιμοι,θαξυπνήσωεγώτηΦλόρα».
Δεχρειάστηκενατοκάνουν,γιατίσεπέντελεπτάηΦλόραξύπνησεκαι,μόλιςείδεότιήτανμόνητηςκαιητηλεόρασηκλειστή,έμπηξετιςφωνές.
Πεινούσεπολύκιέφαγεέναβραστόαβγό,γιαούρτι,κεράσιακαιήπιεπορτοκαλάδα.
ΟΜαρκκοιτάζονταςτηΣάντσαπουτησήκωνεαπότοκαρεκλάκιτηςλίγοαργότεραρώτησε:«Απορώπώςτακαταφέρνεικαιρίχνειτομισόφαγητόπάνωτης.Τρώειτίποτατελικάήόχι;»
«Ταχέριακαιταμάτιατηςδενέχουντέλειοσυντονισμόακόμα»,τουεξήγησεεκείνη,σκουπίζονταςτοπρόσωποκαιταχέριατηςκόρηςτους.
«Τηςαρέσεινατακάνειόλαχάλια»,είπεοΦέλιξ.
ΕρωταςΚαιΔυσπιστία153
«Αυτόκατάλαβακιεγώ»,είπεοπατέραςτουκλείνονταςτουτομάτι.
ΗΣάντσαπήγεστοκρεβάτιτηςτηΦλάρα,πουείχεξανανυστάξειστομεταξύ,καιταδυοαγόριατιςακολούθησαναπρόθυμα.Τουςπήρεσχεδόνμίαώρα,ώσπουνατακτοποιηθούν.Μόλιςπλάγιασαν,ηΣάντσατουςείπεμιαιστορίακαιμετάέκλεισετοφωςκαιβγήκεαπότοδωμάτιότουςστιςμύτες.
Έμεινεκατάπληκτη,ότανβρήκετονΜαρκστηνκουζίναμετηνποδιάναβγάζειαπότοφούρνοέναπιρέξμετοπάνινογάντι.
«Απόψεμαγείρεψαεγώ!»τηςείπεμεενθουσιασμό.
Τοέκανεκαιπαλαιότερα,στηναρχήτηςγνωριμίαςτους,τότεπουταοικονομικάτουδεντουεπέτρεπαννατηβγάζεικάθεμέραέξωγιαφαγητό.Απόψεείχεφτιάξεισπαγγέτιμεσάλτσαντομάταφτιαγμένημεπιπεριές,μανιτάριακαικρεμμύδιακαιμπόλικηπαρμεζάνααπόπάνω.
«Ωραίοτραπέζι»,είπεηΣάντσαμεθαυμασμό.Είχεβάλεικαικεράκιαστημέσηκαιείχεσερβίρεικόκκινοκρασίσταποτήρια.«Πολύρομαντικό».
«Αυτόήθελακιεγώναπετύχω»,τηςαποκρίθηκεβάζονταςκαιταπιάταστοτραπέζι.«Θέλωνασουδημιουργήσωτηνκατάλληληδιάθεση,ανδεντοπρόσεξες».
Οισφυγμοίτηςεπιταχύνθηκαν.Καιβέβαιατοείχεπροσέξει.
ΟΜαρκτηνείδενακοκκινίζει,χωρίςνακρύβειτηνευθυμίατου,αλλάδενείπετίποτα.Έβαλεαπαλήμουσικήκαιέφαγανστοφωςτωνκεριών,μιλώνταςπολύλίγο.ΗκαρδιάτηςΣάντσαχτυπούσεσανταμπούρλομέσαστοστήθοςτης.Όταντελείωσαν,μάζεψαντοτραπέζικαιύστεραοΜαρκέσβησετακεριάκαιτημουσικήκαιτηνέπιασεαπότοχέρι.
«Δενμπορώναπεριμένωάλλο,Σάντσα»,τηςψιθύρισε,ενώταμάτιατουέλαμπαναπόπόθο.«Έλα,πάμεστοκρεβάτι».
Εκείνητονακολούθησεσιωπηλή.Ανέβηκαναθόρυβατησκάλα.Ταπαιδιάτους,κουρασμένααπότηνπρωινήτουςβόλτα,κοιμούνταντουκαλούκαιρού.Μηνξυπνήσετεκαιμημεφωνάξετεκαθόλου!συλλογίστηκεηΣάντσα.Τουλάχιστοναπόψε,αγαπούλεςμου.Κοιμηθείτεκαιμιαφοράμέχριτοπρωί!
ΟΜαρκδενάναψετοφως.Έκλεισεαπλώςτηνπόρτατους,μόλιςμπήκεκιεκείνηστοδωμάτιο.ΗκαρδιάτηςΣάντσαχοροπήδησε,ότανάκουσετοκλικτουκλειδιούστηνκλειδαριά.Στάθηκεακίνητη
μέσαστοσκοτάδι,μεμοναδικήσκέψηότιήτανεπιτέλουςμόνοιοιδυοτους.
ΟΜαρκτηνπλησίασεαπόπίσωκαιοισφυγμοίτηςεπιταχύνθηκαν.Πέρασεταμπράτσατουγύρωαπότημέσητηςκαιτηνέσφιξεπάνωτου,χώνονταςτοπρόσωπότουσταμαλλιάτης,ενώηζεστήτουανάσατηςχάιδευετοναυχένα.«ΟΘεέμου,Σάντσα,ανήξερεςπόσοσεχρειάζομαι»,μουρμούρισεαφήνονταςτοχέριτουναγλιστρήσειστοστήθοςτης.
Κιεκείνητονχρειαζόταν.Μ*έναβαθύαναστεναγμό,άφησετονεαυτότηςναχαλαρώσειστηναγκαλιάτου,έτοιμηκαιπρόθυμηναγευτείταχάδιατου.
«Μουέλειψεςτόσοπολύ.Κόντευανατρελαθώόλουςαυτούςτουςμήνες»,τηςψιθύρισεοΜαρκμετρεμάμενηφωνή,καθώςταχείλητουκινούντανκαυτάπάνωστολαιμότης.«Ένιωθαπολύμόνοςμακριάσου.Σ'αγαπώ,μωρόμου».
«Κιεγώ»,τουείπεβραχνά,γυρνώνταςμέσαστηναγκαλιάτουγιανατονβλέπει.Τύλιξεκιεκείνηταμπράτσατηςστημέσητου.
Ένιωσετουςμυςτηςπλάτηςτουνασκληραίνουνκάτωαπόταχέριατηςκαιτηνανάσατουναλαχανιάζει.«Τότε,πεςτοκιεσύ»,τηςμουρμούρισε.«Πεςμουότιμ’αγαπάς.Έχωμεγάληανάγκηνατοακούσω.Όλοαυτότοδιάστημαένιωθασανναμεείχεςκλειδώσειαπέξω,σανναμημεείχεςπιαανάγκη.Ήμουνπολύδυστυχισμένος,αγάπημου».
Ηκαρδιάτηςσκίρτησεαπόπόνο.Ήτανπράγματιτόσοδυστυχισμένος;Αχ,γιατίδεντοείχεπροσέξειτόσοκαιρό;Γιατίδενείχεκαταλάβειπώςένιωθε;Ήτανδυνατόνναήταντόσοτυφλή;Ούτ’εκείνηβέβαιαπερνούσεωραίαμετιςδουλειέςκαιτησυνεχήφροντίδατωνπαιδιών,αλλάέπρεπεναείχεαντιληφθείτηδυστυχίατουΜαρκ.Δεθασυγχωρούσεποτέτονεαυτότης.
«Λυπάμαιπολύ,Μαρκ.Δενείχακαταλάβειότιδενήσουνευτυχισμένος.Ήμουνπολύαπασχολημένη,βλέπεις...Αλλάσ'αγαπώ.Πάντασ'αγαπούσα»,τουομολόγησε,ρίχνονταςπίσωτοκεφάλιτης.Ταμάτιατηςμέσαστοφεγγαρόφωτο
ΕΡΩΤΑΣΚΑΙΔΥΣΠΙΣΤΙΑ155
ήτανσκοτεινιασμένααπότονπόθο,όταντασήκωσεσταδικοίτου.
«Νασυνεχίσειςναμουτολες.Έχωανάγκηνατοακούω»,τηςείπεσυγκινημένος.Ύστερατοστόματουκατέβηκεμεορμήστοδικότηςκαιτηφίλησεμετόσοπάθος,πουτηςέκοψετηνανάσα.
Τοκεφάλιτηςγύριζε.Ταμπράτσατηςτυλίχτηκανστολαιμότουκαιτονέσφιξανδυνατάκιεκείνος,χωρίςναξεκολλήσειταχείλητουαπόταδικάτης,τησήκωσεστηναγκαλιάτουκαιτημετέφερεστοκρεβάτι.
«Τοπρώτοπράγμαπουθακάνουμεαύριο»,τηςψιθύρισε,καθώςτηνακουμπούσεστοστρώμα,«θαείναιναπάμεν’αγοράσουμεδιπλόκρεβάτι.Βαρέθηκανακοιμάμαιμόνοςμου.Σάντσα,σεχρειάζομαιστοκρεβάτιμουγιαναμπορώνασ'αγγίζω,νασ’αγκαλιάζωκάθεβράδυκαιόλητηνύχτα.Στοκάτωκάτωτηςγραφήςαυτόθαπειγάμος».
1·:4
«Ναι,αγάπημου»,τουαπάντησεβραχνά.Άκουγετοαίματηςνατραγουδάειμέσαστ’αυτιάτης,καθώςτονπαρακολουθούσεναβγάζειταρούχατουμεχέριαπουέτρεμαν.ΉξερεακριβώςπώςένιωθεοΜαρκ,γιατίτοίδιοένιωθεκιεκείνη.
Ανακάθισεστοκρεβάτικιάρχισεναγδύνεταικιεκείνη,πετώνταςταρούχατηςστοπάτωμα,όπωςτότεπουήτανέφηβη,αλλάσυνέχιζενατονκοιτάζεισανναεξαρτιότανηζωήτηςαπ’αυτό.Κατάκάποιοτρόποεξαρτιόταν.Ήθελενατονβλέπειγιαναθυμίσειστονεαυτότηςτιέχανετόσοκαιρό.ΟΜαρκείχεέναυπέροχοσώμα.
ΟλήθαργοςπουτηνείχεπιάσειμετάτηγέννησητηςΦλόρας,ηαπροθυμίαγιαέρωτα,ανήκαντώραστοπαρελθόν.Οιαντιδράσειςτουκορμιούτηςτηνύχταπουτονείχεξαναδείγυμνόγιαπρώτηφοράμετάαπόπολλούςμήνες,οάγριοςπόθοςπουτηνείχεπλημμυρίσει,τηνείχανξαφνιάσειφοβερά.Τοίδιοένιωθεκαιτώρα.Λαχταρούσενατονκοιτάζει,νατοναγγίξει,νατονχαϊδέψεικαι,απ'ό,τικαταλάβαινε,έτσιακριβώςαισθανότανκιεκείνος.
ΟΜαρκγονάτισεμπροστάτηςτελείωςγυμνόςκιέσκυψεγιαναφιλήσειταστήθητηςκαιηΣάντσα,τρέμονταςαπόπόθο,άρχισενατουχαϊδεύειταμαλλιά.
«Αγάπημου»,μουρμούρισεμεταχείλητουπάνωαπότη
θηλήτης.«Είσαιπολύόμορφη,Σάντσα.Πιοόμορφηαπότότεπουσεείχαπρωτογνωρίσει».
Τοστόματουγλίστρησεαργάπροςτημέσητης.Ηγλώσσατουέκανετογύροτουαφαλούτηςκαιμετάκατέβηκεακόμαπιοκάτω,ενώηαναπνοήτουακουγότανσανναείχετρέξειήδηδυοχιλιόμετρα.
'Ενιωθετηνεπιδερμίδατουκαυτήανάμεσαστουςμηρούςτης.Τοκεφάλιτουκινήθηκεαργάκαιμόλιςβρήκεαυτόπουγύρευε,τηςέκοψετηνανάσα.ΗΣάντσαένιωθεότιλιώνει.Έκλεισεταμάτια,βγάζονταςσιγανούςστεναγμούς,ενώταχέριατηςγλιστρούσανμέσασταμαλλιάτου.
Ηυγρήφλόγατηςγλώσσαςτουτηντρέλαινε.Έγειρετοκεφάλιτηςστοπλάι,τραυλίζονταςαπόευχαρίστηση.
«Ναι...Αχ,Μαρκ...αγάπημου...σ’αγαπώ»,μουρμούρισελαχανιασμένη.
Ξαφνικάεκείνοςέγειρεπάνωτηςκαιτηςέκλεισετοστόμαμετοδικότου,βγάζονταςηδονικούςστεναγμούς.Εκείνηανασήκωσεενστικτωδώςτοκορμίτηςγιανασυναντήσειτοδικότουκαιτύλιξεταμπράτσατηςγύρωτου.
Βιάζονταντόσοπολύναικανοποιήσουντηδίψατόσωνμηνών,πουέναδευτερόλεπτοαργότεραέκανανέρωταμεπάθοςκαιλαχτάρα,βάζονταςκατάμέροςτιςπίκρεςκαιτηνοργή,πουτουςείχανκρατήσειτόσοκαιρόχωρισμένους.
Οισυσσωρευμένεςεπιθυμίεςκαιοιπόθοιτούςείχανκα-τακλύσειεντελώς.Τώραπιαδενήτανσεθέσηούτενασκεφτούν.Ηκαταιγίδαπουφούντωνεμέσαστακορμιάτουςήτανπολύβίαιηγιανααφήσειχώροκαιγιαάλλεςσκέψειςήεπιθυμίες.Ότανξέσπασετελικά,ηΣάντσανόμιζεότιείχεδιαλυθείσεμόρια,ενώοΜαρκκρατιόταναπόπάνωτηςσαντονάνθρωποπουπνίγεταικαιπροσπαθείναπιαστείαπ’οτιδήποτεβρειμπροστάτου.
Όταντελικάκάλυψανόλητηνπορείααπότηνκορύφωσητουπαραδείσουωςτηνάβυσσοτουτέλους,ο
Μαρκσωριάστηκεπάνωτηςκαιέμεινεεκείμετοπρόσωπότουχωμένομέσασταστήθητης,ανασαίνονταςβαριά,ενώτοσώματουέτρεμεκαιηεπιδερμίδατουέβγαζεφλόγες.
ΗΣάντσαείχεαπομείνειακίνητημεταμπράτσατηςανοιγμένασταπλάγιακαιταμάτιακλειστά,ανήμπορηνααρθρώσειλέξη.
ΕρωταςΚαιΔυσπιστία157
«Θεέμου,πόσοτοείχαανάγκηαυτό!»ψιθύρισεοΜαρκμετάαπόλίγο.Ύστεραέστρεψετοκεφάλιτουκαιφίλησεαπαλάτηθηλήτης.«Σ’αγαπώ,Σάντσα.Μημεξανακλείσειςποτέέξω,τ’ακούς;Μουτουπόσχεσαι;»
«Ναι»,μουρμούρισεεκείνηνωχελικάκαι,σηκώνονταςτοχέρι,άρχισενατουχαϊδεύειταμαλλιά.«Σ’αγαπώ,Μαρκ,καισουυπόσχομαιότιδεθαξαναχάσουμεποτέοέναςτονάλλο».
ΑνέχανετονΜαρκ,όληηυπόλοιπηζωήτηςθαήτανσκοτεινήκαιάδεια.Γι’αυτόαπόδωκαιπέραθαφρόντιζενακρατάειτηφλόγατηςαγάπηςτουςπάντααναμμένη.Στοκάτωκάτωτισημαίνειγάμος;Σημαίνειναμοιράζεσαιτηζωήσουμεκάποιον,ναφροντίζειοέναςτονάλλο,ναυπάρχειαγάπηκαιαλληλεκτίμηση.Ήτανέναςδρόμοςδιπλήςκατεύθυνσης.Έπρεπεναδουλεύουνκαιοιδυογιαναείναιογάμοςπετυχημένος.Τονκρατούσεσφιχτά,απολαμβάνονταςτηναφήτουκορμιούτουπάνωτης.
«Σ’αγαπώ»,τουξανάπεκαισήκωσετοστόματηςγιαναδεχτείτοφιλίτου.
ΤΕΛΟΣ
ΈρωταςκαιδυσπιστίαΌτανηΣάντσαέλαβετοανιόνυμογράμμα,ηπρώτητηςσκέψηήταννατοκάψει.Τογεμάτοκακίαμήνυμάτουδενμπορείναήταναλήθεια...Ξέρειςπουθαβρίσκεταιαπόψεοάντραςσου;Ξέρειςμεποια;
ΗΣάντσααγαπούσετονΜαρκμετηνίδιαδύναμητουπρώτουκαιρού,ανκαιησχέσητουςδενήτανπιατόσοτρυφερήόπιόςάλλοτε.Ποτέδενφανταζότανόμωςότιοάντραςτηςθαέπεφτεστηναγκαλιάμιαςάλληςγυναίκας!Όταναποφάσισενατουμιλήσειανοιχτά,οτρόποςπουαντέδρασεοΜαρκτηνξάφνιασε.Πρώτααπ’όλα,φαινόταννατηθέλειακόμα.ΌμωςηΣάντσαδεθατονάφηνενατηνκαλοπιάσειμεγλυκόλογα.Αυτήτηφοράχρειαζότανκάτιπολύπαραπάνωγιανατηνπείσει...