30.4.2004 ΕπίσηµηΕφηµερίδατηςΕυρωπαϊκήςΈνωσης L 145/1 ·...

44
Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης EL 30.4.2004 L 145/1 I (Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση) ΟΔΗΓΙΑ 2004/39/ΕΚ ΤΟΥ EΥΡΩΠΑΪΚΟΥ KΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 21ης Απριλίου 2004 για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 47 παράγραφος 2, την πρόταση της Επιτροπής ( 1 ), τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτρο- πής ( 2 ), τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ( 3 ), Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης ( 4 ), Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Η οδηγία 93/22/EΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 1993, σχετικά με τις επενδυτικές υπηρεσίες στον τομέα των κινητών αξιών ( 5 ), σκοπούσε να καθορίσει τους όρους υπό τους οποίους επιχειρήσεις επενδύσεων και τράπεζες που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας μπορούν να παρέχουν συγ- κεκριμένες υπηρεσίες ή να εγκαθιστούν υποκαταστήματα σε άλλα κράτη μέλη βάσει άδειας λειτουργίας χορηγούμενης από τη χώρα καταγωγής τους και υπό την εποπτεία της. Προς το σκοπό αυτό, η εν λόγω οδηγία επεδίωκε να εναρμονίσει τους αρχικούς όρους για τη χορήγηση άδειας και τη λειτουργία των επιχειρήσεων επενδύσεων, περιλαμβα- νομένων των κανόνων άσκησης των δραστηριοτήτων τους. Προέβλεπε επίσης την εναρμόνιση ορισμένων όρων λειτουρ- γίας των ρυθμιζόμενων αγορών. (2) Ο αριθμός των επενδυτών που συμμετέχουν ενεργά στις χρηματοπιστωτικές αγορές αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια και το φάσμα των υπηρεσιών και των μέσων που τους προσφέρονται διευρύνθηκε και έγινε πιο πολυσύνθετο. Ενό- ψει των εξελίξεων αυτών, το νομοθετικό πλαίσιο της Κοινό- τητας θα πρέπει να καλύψει όλο το φάσμα των δραστηριο- τήτων που απευθύνονται στους επενδυτές. Για το σκοπό αυτό, πρέπει να εξασφαλιστεί ο απαιτούμενος βαθμός εναρ- μόνισης που θα προσφέρει στους επενδυτές υψηλό επίπεδο προστασίας και θα επιτρέψει στις επιχειρήσεις επενδύσεων να παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε όλη την Κοινότητα, ως ενιαία αγορά, βάσει της εποπτείας της χώρας καταγωγής. Για τους λόγους αυτούς, η οδηγία 93/22/ΕΟΚ θα πρέπει να αντικατασταθεί από νέα οδηγία. (3) Λόγω της αυξανόμενης εξάρτησης των επενδυτών από εξατομικευμένες συστάσεις, είναι σκόπιμο να περιληφθεί η παροχή επενδυτικών συμβουλών στις επενδυτικές υπηρεσίες για τις οποίες απαιτείται χορήγηση άδειας. (4) Είναι σκόπιμο να περιληφθούν στον κατάλογο των χρημα- τοπιστωτικών μέσων ορισμένα παράγωγα επί εμπορευμάτων και άλλα παράγωγα, ο τρόπος διάρθρωσης και διαπραγμά- τευσης των οποίων εγείρει ζητήματα ρυθμιστικής προσέγγι- σης παρόμοια με τα ανακύπτοντα από παραδοσιακά χρημα- τοπιστωτικά μέσα. (5) Είναι αναγκαίο να θεσπιστεί ένα συνολικό ρυθμιστικό καθε- στώς που να διέπει την εκτέλεση των συναλλαγών επί χρηματοπιστωτικών μέσων, ανεξάρτητα από τις μεθόδους διαπραγμάτευσης που χρησιμοποιούνται για το σκοπό αυτό, ώστε να εξασφαλισθεί η υψηλή ποιότητα στην εκτέ- λεση των συναλλαγών των επενδυτών και να διασφαλισθεί η ακεραιότητα και η αποτελεσματικότητα του χρηματοπιστω- τικού συστήματος στο σύνολό του. Θα πρέπει να δημιουρ- γηθεί ένα πλαίσιο συνεκτικό και ικανό να λαμβάνει υπόψη τον κίνδυνο, το οποίο θα ρυθμίζει τους κυριότερους τρό- πους εκτέλεσης εντολών που χρησιμοποιούνται σήμερα στην ευρωπαϊκή χρηματοπιστωτική αγορά. Είναι απαραίτητο να αναγνωριστεί η εμφάνιση, παράλληλα με τις ρυθμιζόμενες αγορές, μιας νέας γενεάς οργανωμένων συστημάτων διαπρα- γμάτευσης, τα οποία θα πρέπει να υπαχθούν σε υποχρεώ- σεις που να διασφαλίζουν την αποτελεσματική και εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών. Η δημιουργία ισόρροπου ρυθμιστικού πλαισίου απαιτεί να ενταχθεί σε αυτό μια νέα επενδυτική υπηρεσία συνδεόμενη με τη λειτουργία Πολυμερούς Μηχανισμού Διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ). ( 1 ) ΕΕ C 71 E, 25.3.2003, σ. 62. ( 2 ) ΕΕ C 220, 16.9.2003, σ. 1. ( 3 ) ΕΕ C 144, 20.6.2003, σ. 6. ( 4 ) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Σεπτεμβρίου 2003 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 8ης Δεκεμβρίου 2003 (ΕΕ C 60Ε, 9.3.2004, σ. 1) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 30ής Μαρτίου 2004 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα). Απόφαση του Συμ- βουλίου της 7ης Απριλίου 2004. ( 5 ) EE L 141, 11.6.1993, σ. 27. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (EE L 35, 11.2.2003, σ. 1).

Transcript of 30.4.2004 ΕπίσηµηΕφηµερίδατηςΕυρωπαϊκήςΈνωσης L 145/1 ·...

  • Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής ΈνωσηςEL30.4.2004 L 145/1

    I(Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση)

    ΟΔΗΓΙΑ 2004/39/ΕΚ ΤΟΥ EΥΡΩΠΑΪΚΟΥ KΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥτης 21ης Απριλίου 2004

    για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚτου Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και

    για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίωςτο άρθρο 47 παράγραφος 2,

    την πρόταση της Επιτροπής (1),

    τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτρο-πής (2),

    τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (3),

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 τηςΣυνθήκης (4),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1) Η οδηγία 93/22/EΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου1993, σχετικά με τις επενδυτικές υπηρεσίες στον τομέα τωνκινητών αξιών (5), σκοπούσε να καθορίσει τους όρους υπότους οποίους επιχειρήσεις επενδύσεων και τράπεζες πουέχουν λάβει άδεια λειτουργίας μπορούν να παρέχουν συγ-κεκριμένες υπηρεσίες ή να εγκαθιστούν υποκαταστήματα σεάλλα κράτη μέλη βάσει άδειας λειτουργίας χορηγούμενηςαπό τη χώρα καταγωγής τους και υπό την εποπτεία της.Προς το σκοπό αυτό, η εν λόγω οδηγία επεδίωκε ναεναρμονίσει τους αρχικούς όρους για τη χορήγηση άδειαςκαι τη λειτουργία των επιχειρήσεων επενδύσεων, περιλαμβα-νομένων των κανόνων άσκησης των δραστηριοτήτων τους.Προέβλεπε επίσης την εναρμόνιση ορισμένων όρων λειτουρ-γίας των ρυθμιζόμενων αγορών.

    (2) Ο αριθμός των επενδυτών που συμμετέχουν ενεργά στιςχρηματοπιστωτικές αγορές αυξήθηκε τα τελευταία χρόνιακαι το φάσμα των υπηρεσιών και των μέσων που τουςπροσφέρονται διευρύνθηκε και έγινε πιο πολυσύνθετο. Ενό-ψει των εξελίξεων αυτών, το νομοθετικό πλαίσιο της Κοινό-τητας θα πρέπει να καλύψει όλο το φάσμα των δραστηριο-τήτων που απευθύνονται στους επενδυτές. Για το σκοπόαυτό, πρέπει να εξασφαλιστεί ο απαιτούμενος βαθμός εναρ-μόνισης που θα προσφέρει στους επενδυτές υψηλό επίπεδοπροστασίας και θα επιτρέψει στις επιχειρήσεις επενδύσεωννα παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε όλη την Κοινότητα, ωςενιαία αγορά, βάσει της εποπτείας της χώρας καταγωγής.Για τους λόγους αυτούς, η οδηγία 93/22/ΕΟΚ θα πρέπεινα αντικατασταθεί από νέα οδηγία.

    (3) Λόγω της αυξανόμενης εξάρτησης των επενδυτών απόεξατομικευμένες συστάσεις, είναι σκόπιμο να περιληφθεί ηπαροχή επενδυτικών συμβουλών στις επενδυτικές υπηρεσίεςγια τις οποίες απαιτείται χορήγηση άδειας.

    (4) Είναι σκόπιμο να περιληφθούν στον κατάλογο των χρημα-τοπιστωτικών μέσων ορισμένα παράγωγα επί εμπορευμάτωνκαι άλλα παράγωγα, ο τρόπος διάρθρωσης και διαπραγμά-τευσης των οποίων εγείρει ζητήματα ρυθμιστικής προσέγγι-σης παρόμοια με τα ανακύπτοντα από παραδοσιακά χρημα-τοπιστωτικά μέσα.

    (5) Είναι αναγκαίο να θεσπιστεί ένα συνολικό ρυθμιστικό καθε-στώς που να διέπει την εκτέλεση των συναλλαγών επίχρηματοπιστωτικών μέσων, ανεξάρτητα από τις μεθόδουςδιαπραγμάτευσης που χρησιμοποιούνται για το σκοπόαυτό, ώστε να εξασφαλισθεί η υψηλή ποιότητα στην εκτέ-λεση των συναλλαγών των επενδυτών και να διασφαλισθεί ηακεραιότητα και η αποτελεσματικότητα του χρηματοπιστω-τικού συστήματος στο σύνολό του. Θα πρέπει να δημιουρ-γηθεί ένα πλαίσιο συνεκτικό και ικανό να λαμβάνει υπόψητον κίνδυνο, το οποίο θα ρυθμίζει τους κυριότερους τρό-πους εκτέλεσης εντολών που χρησιμοποιούνται σήμερα στηνευρωπαϊκή χρηματοπιστωτική αγορά. Είναι απαραίτητο νααναγνωριστεί η εμφάνιση, παράλληλα με τις ρυθμιζόμενεςαγορές, μιας νέας γενεάς οργανωμένων συστημάτων διαπρα-γμάτευσης, τα οποία θα πρέπει να υπαχθούν σε υποχρεώ-σεις που να διασφαλίζουν την αποτελεσματική και εύρυθμηλειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών. Η δημιουργίαισόρροπου ρυθμιστικού πλαισίου απαιτεί να ενταχθεί σεαυτό μια νέα επενδυτική υπηρεσία συνδεόμενη με τηλειτουργία Πολυμερούς Μηχανισμού Διαπραγμάτευσης(ΠΜΔ).

    (1) ΕΕ C 71 E, 25.3.2003, σ. 62.(2) ΕΕ C 220, 16.9.2003, σ. 1.(3) ΕΕ C 144, 20.6.2003, σ. 6.(4) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Σεπτεμβρίου 2003 (δεν

    έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση τουΣυμβουλίου της 8ης Δεκεμβρίου 2003 (ΕΕ C 60Ε, 9.3.2004, σ. 1)και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 30ής Μαρτίου 2004 (δενέχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα). Απόφαση του Συμ-βουλίου της 7ης Απριλίου 2004.

    (5) EE L 141, 11.6.1993, σ. 27. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταίααπό την οδηγία 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τουΣυμβουλίου (EE L 35, 11.2.2003, σ. 1).

  • Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής ΈνωσηςEL 30.4.2004L 145/2

    (6) Οι έννοιες της ρυθμιζόμενης αγοράς και του ΠΜΔ θαπρέπει να οριστούν και οι ορισμοί αυτοί να εναρμονιστούνστενά μεταξύ τους ώστε να εκφράζουν το γεγονός ότιαμφότεροι οι όροι αντιπροσωπεύουν την ίδια λειτουργίαοργανωμένης διαπραγμάτευσης. Οι ορισμοί θα πρέπει ναεξαιρούν τα διμερή συστήματα στα οποία επιχείρηση επεν-δύσεων συμμετέχει στη συναλλαγή για ίδιο λογαριασμό καιόχι ως αντισυμβαλλόμενος ο οποίος παρεμβάλλεται μεταξύαγοραστή και πωλητή χωρίς να αναλαμβάνει κίνδυνο. Οόρος «σύστημα» περιλαμβάνει όλες τις αγορές που αποτε-λούνται από σύνολο κανόνων και από χώρο συναλλαγών,καθώς και τις αγορές που λειτουργούν μόνο βάσει συνόλουκανόνων. Δεν υπάρχει υποχρέωση λειτουργίας «τεχνικού»συστήματος αντιστοίχησης των εντολών για τις ρυθμιζόμε-νες αγορές και τα ΠΜΔ. Οι αγορές που αποτελούνταιμόνον από σύνολο κανόνων σχετικών με την ιδιότητα τουμέλους, την εισαγωγή χρηματοπιστωτικών μέσων στη δια-πραγμάτευση, τις συναλλαγές μεταξύ μελών, την υποβολήδηλώσεων, και –ανάλογα με την περίπτωση – τις υποχρεώ-σεις διαφάνειας αποτελούν ρυθμιζόμενες αγορές ή ΠΜΔκατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, οι δε συναλλαγέςπου πραγματοποιούνται στο πλαίσιο αυτών των κανόνωνθεωρούνται πραγματοποιούμενες εντός των συστημάτωνρυθμιζόμενης αγοράς ή ΠΜΔ. Ο όρος «ενδιαφέρον για τηναγορά και την πώληση» πρέπει να ερμηνευτεί με ευρείαέννοια και υποδηλώνει εντολές, ζεύγη εντολών και κάθεάλλη εκδήλωση ενδιαφέροντος. Η απαίτηση τα ενδιαφέρον-τα αυτά να «…συναντώνται στο εσωτερικό του συστήματοςμε κανόνες που δεν παρέχουν διακριτική ευχέρεια και τουςοποίους καθορίζει ο διαχειριστής αγοράς» σημαίνει ότι ησυνάντησή τους γίνεται με τους κανόνες του συστήματος ήμε τα πρωτόκολλα ή τις εσωτερικές λειτουργικές διαδικα-σίες του (περιλαμβανομένων των διαδικασιών που είναιενσωματωμένες σε λογισμικό Η/Υ). Η έκφραση «κανόνεςπου δεν παρέχουν διακριτική ευχέρεια» σημαίνει ότι οικανόνες αυτοί δεν αφήνουν στην επιχείρηση επενδύσεωνπου διαχειρίζεται έναν ΠΜΔ καμία διακριτική ευχέρεια ωςπρος τον τρόπο αλληλεπίδρασης των εν λόγω ενδιαφερόν-των. Οι ορισμοί απαιτούν την αντιστοίχηση των ενδιαφε-ρόντων με τρόπο που να οδηγεί στην κατάρτιση σύμβασης,γεγονός που συνεπάγεται την εκτέλεση της συναλλαγήςσύμφωνα με τους κανόνες του συστήματος ή με τα πρω-τόκολλα ή τις εσωτερικές λειτουργικές διαδικασίες τουσυστήματος.

    (7) Η παρούσα οδηγία σκοπεί να καλύψει τις επιχειρήσεις τωνοποίων η συνήθης επιχειρηματική απασχόληση είναι ηπαροχή/άσκηση επενδυτικών υπηρεσιών ή/και δραστηριοτή-των σε επαγγελματική βάση. Το πεδίο εφαρμογής της δενθα πρέπει να καλύπτει συνεπώς πρόσωπα με άλλη επαγγελ-ματική δραστηριότητα.

    (8) Τα πρόσωπα που διαχειρίζονται τα ατομικά τους περιουσια-κά στοιχεία και οι επιχειρήσεις που δεν παρέχουν επενδυτι-κές υπηρεσίες ούτε ασκούν χρηματοπιστωτικές δραστηριό-τητες πλην των συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό, εκτός εάνείναι ειδικοί διαπραγματευτές ή εάν διενεργούν πράξεις γιαίδιο λογαριασμό εκτός ρυθμιζόμενης αγοράς ή ΠΜΔ κατάτρόπο οργανωμένο, συχνά και συστηματικά, παρέχοντας ένασύστημα προσβάσιμο σε τρίτα μέρη, ώστε να πραγματο-ποιούν συναλλαγές με αυτά, δεν θα πρέπει να εμπίπτουνστο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

    (9) Όπου γίνεται λόγος στο κείμενο για πρόσωπα, θα πρέπει νανοούνται τόσο τα φυσικά όσο και τα νομικά πρόσωπα.

    (10) Θα πρέπει να εξαιρεθούν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, οιδραστηριότητες των οποίων υπόκεινται σε κατάλληλο έλεγ-χο από τις αρμόδιες αρχές προληπτικής εποπτείας και οιοποίες διέπονται από την οδηγία 64/225/ΕΟΚ του Συμ-βουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 1964 περί καταργήσεωςτων περιορισμών στο δικαίωμα εγκαταστάσεως και στηνελεύθερη παροχή υπηρεσιών στον τομέα της αντασφαλίσεωςκαι της αντεκχωρήσεως (1), την πρώτη οδηγία 73/239/ΕΟΚτου Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1973 περί συντονισμούτων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεωνπου αφορούν την ανάληψη δραστηριότητας πρωτασφαλί-σεως, εκτός της ασφαλίσεως ζωής, και την άσκηση αυτής (2)και την οδηγία 2002/83/ΕΚ του Συμβουλίου της 5ηςΝοεμβρίου 2002 σχετικά με την ασφάλιση ζωής (3).

    (11) Τα πρόσωπα που δεν παρέχουν υπηρεσίες σε τρίτους, αλλάέχουν ως δραστηριότητα την παροχή επενδυτικών υπηρε-σιών μόνο στις μητρικές τους επιχειρήσεις, τις θυγατρικέςτους επιχειρήσεις ή σε άλλες θυγατρικές των μητρικών τουςεπιχειρήσεων, δεν θα πρέπει να καλύπτονται από την πα-ρούσα οδηγία.

    (12) Τα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες μόνοπεριστασιακά κατά την άσκηση της επαγγελματικής τουςδραστηριότητας θα πρέπει επίσης να εξαιρεθούν από τοπεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, υπό τον όρο ότι ηδραστηριότητα αυτή υπόκειται σε ρυθμίσεις και ότι οισχετικοί κανόνες δεν απαγορεύουν την παροχή, σε περιστα-σιακή βάση, επενδυτικών υπηρεσιών.

    (13) Τα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες πουσυνιστάμενες αποκλειστικά στη διαχείριση καθεστώτων συμ-μετοχής των εργαζομένων και τα οποία συνεπώς δεν παρέ-χουν επενδυτικές υπηρεσίες σε τρίτους δεν θα πρέπει νακαλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

    (14) Θα πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής τηςπαρούσας οδηγίας οι κεντρικές τράπεζες και οι λοιποίφορείς που επιτελούν παρόμοιες λειτουργίες, καθώς και οιδημόσιοι φορείς που είναι επιφορτισμένοι με ή που παρεμ-βαίνουν στη διαχείριση του δημόσιου χρέους, έννοια πουκαλύπτει και τις επενδύσεις που γίνονται στο πλαίσιο τηςδιαχείρισης αυτής, εκτός από τους ημικρατικούς ή κρατι-κούς φορείς με ρόλο εμπορικό ή συνδεόμενο με τηναπόκτηση συμμετοχών.

    (15) Είναι αναγκαίο να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής τηςπαρούσας οδηγίας οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεωνκαι τα συνταξιοδοτικά ταμεία, ανεξαρτήτως του αν συντο-νίζονται σε κοινοτικό επίπεδο, καθώς και οι θεματοφύλακεςκαι οι διαχειριστές αυτών των επιχειρήσεων, εφόσον υπό-κεινται σε ειδικούς κανόνες άμεσα προσαρμοσμένους στιςδραστηριότητές τους.

    (1) ΕΕ 56, 4.4.1964, σ. 878/64. Οδηγία, όπως τροποποιήθηκε τελευταίααπό την πράξη προσχώρησης του 1972.

    (2) ΕΕ L 228, 16.8.1973, σ. 3. Οδηγία, όπως τροποποιήθηκε τελευταίααπό την οδηγία 2002/87/ΕΚ.

    (3) ΕΕ L 345, 19.12.2002, σ. 1.

  • Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής ΈνωσηςEL30.4.2004 L 145/3

    (16) Για να επωφεληθεί των εξαιρέσεων, το ενδιαφερόμενο πρό-σωπο θα πρέπει να πληροί διαρκώς τις οικείες προϋποθέ-σεις. Ειδικότερα, αν ένα πρόσωπο που παρέχει επενδυτικέςυπηρεσίες ή ασκεί επενδυτικές δραστηριότητες εξαιρείταιαπό την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας διότι οι εν λόγωυπηρεσίες ή δραστηριότητες είναι παρεπόμενες σε σχέση μετην κύρια επιχειρηματική του δραστηριότητα, θεωρούμενησε επίπεδο ομίλου, το πρόσωπο αυτό πρέπει να παύσει νακαλύπτεται από τη σχετική με τις παρεπόμενες υπηρεσίεςεξαίρεση αν η παροχή/άσκηση των εν λόγω υπηρεσιών ήδραστηριοτήτων παύσει να είναι παρεπόμενη σε σχέση μετην κύρια επιχειρηματική του δραστηριότητα.

    (17) Τα πρόσωπα που παρέχουν/ασκούν τις επενδυτικές υπηρε-σίες ή/και δραστηριότητες που καλύπτονται από την πα-ρούσα οδηγία θα πρέπει να έχουν λάβει άδεια από τοκράτος μέλος καταγωγής τους προκειμένου να προστα-τεύονται οι επενδυτές και να διασφαλίζεται η σταθερότητατου χρηματοπιστωτικού συστήματος.

    (18) Τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίαςβάσει της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβου-λίου και του Συμβουλίου της 20ής Μαρτίου 2000 σχετικάμε την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτι-κών ιδρυμάτων (1) δεν χρήζουν άλλης άδειας στα πλαίσιατης παρούσας οδηγίας για να παρέχουν επενδυτικές υπηρε-σίες ή για να ασκούν επενδυτικές δραστηριότητες. Οιαρμόδιες αρχές, πριν χορηγήσουν άδεια λειτουργίας σεπιστωτικό ίδρυμα που αποφασίζει να παράσχει/ασκήσειεπενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες, θα πρέπει ναεπαληθεύουν ότι το εν λόγω ίδρυμα συμμορφούται προςτις οικείες διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

    (19) Όταν επιχείρηση επενδύσεων παρέχει σε μη τακτική βάσημία ή περισσότερες επενδυτικές υπηρεσίες ή ασκεί σε μητακτική βάση μία ή περισσότερες επενδυτικές δραστηριότη-τες που δεν καλύπτονται από την άδεια λειτουργίας της,δεν χρειάζεται επιπλέον άδεια βάσει της παρούσας οδηγίας.

    (20) Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, η δραστηριότητατης λήψης και της διαβίβασης εντολών θα πρέπει ναπεριλαμβάνει και την προσέγγιση δύο ή περισσοτέρωνεπενδυτών, η οποία καταλήγει σε συναλλαγή μεταξύ τωνεν λόγω επενδυτών.

    (21) Ενόψει της επικείμενης αναθεώρησης του πλαισίου Κεφα-λαιακής Επάρκειας στο πλαίσιο της συμφωνίας της Βασι-λείας ΙΙ, τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν την ανάγκη ναεπανεξετασθεί εάν θα πρέπει ή όχι να θεωρείται ότι οιεπενδυτικές εταιρείες που εκτελούν τις εντολές των πελατώντους βάσει ταυτόχρονων αγορών και πωλήσεων, ενεργούνως χρηματομεσίτες και να υπόκεινται, κατά συνέπεια, σεπρόσθετες ρυθμιστικές απαιτήσεις κεφαλαίου.

    (22) Οι αρχές της αμοιβαίας αναγνώρισης και της εποπτείας απότο κράτος μέλος καταγωγής απαιτούν οι αρμόδιες αρχέςτων κρατών μελών να μην χορηγούν ή να ανακαλούν τηνάδεια λειτουργίας εάν παράγοντες όπως το περιεχόμενο τουπρογράμματος δραστηριοτήτων, η γεωγραφική κατανομή ήτο είδος των πραγματικά ασκούμενων δραστηριοτήτων κα-

    ταδεικνύουν σαφώς ότι επιχείρηση επενδύσεων έχει επιλέξειτο νομικό σύστημα κράτους μέλους με μόνο σκοπό νααποφύγει τη συμμόρφωση προς αυστηρότερα πρότυπαισχύοντα σε άλλο κράτος μέλος στην επικράτεια του οποί-ου προτίθεται να ασκήσει ή ασκεί πραγματικά το μεγαλύ-τερο μέρος των δραστηριοτήτων της. Επιχείρηση επενδύ-σεων διαθέτουσα νομική προσωπικότητα θα πρέπει να λαμ-βάνει άδεια λειτουργίας στο κράτος μέλος όπου διατηρείτην καταστατική της έδρα. Επιχείρηση επενδύσεων άνευνομικής προσωπικότητας πρέπει να λαμβάνει άδεια λειτουρ-γίας στο κράτος μέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικάτης γραφεία. Επιπρόσθετα, τα κράτη μέλη θα πρέπει νααπαιτούν οι επιχειρήσεις επενδύσεων να έχουν πάντα τακεντρικά τους γραφεία στο κράτος μέλος καταγωγής καινα ασκούν πράγματι δραστηριότητες στο κράτος αυτό.

    (23) Επιχείρηση επενδύσεων με άδεια λειτουργίας στο κράτοςμέλος καταγωγής της θα πρέπει να δικαιούται να παρέχει/α-σκεί επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες σε όλη τηνΚοινότητα χωρίς να οφείλει να ζητήσει χωριστή άδεια απότην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου επιθυμεί ναπαρέχει/ασκεί τις εν λόγω υπηρεσίες ή δραστηριότητες.

    (24) Δεδομένου ότι ορισμένες επιχειρήσεις επενδύσεων απαλλάσ-σονται από ορισμένες υποχρεώσεις που επιβάλλει η οδη-γία 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 1993για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεωνεπενδύσεων και των πιστωτικών ιδρυμάτων (2), θα πρέπει ναυποχρεούνται να διατηρούν ελάχιστο κεφάλαιο ή να συνά-πτουν ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης ή να συνδυάζουντα δύο. Κατά την προσαρμογή των ποσών της εν λόγωασφάλισης θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι προσαρμο-γές που γίνονται στο πλαίσιο της οδηγίας 2002/92/ΕΚ τουΕυρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ηςΔεκεμβρίου 2002, για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση (3).Η ειδική αυτή μεταχείριση για λόγους κεφαλαιακής επάρ-κειας δεν θα πρέπει να προδικάζει ενδεχόμενες αποφάσειςως προς την κατάλληλη μεταχείριση των εν λόγω επιχειρή-σεων κατά τις μελλοντικές τροποποιήσεις της κοινοτικήςνομοθεσίας για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων.

    (25) Δεδομένου ότι το πεδίο των ρυθμίσεων προληπτικής επο-πτείας θα πρέπει να περιορίζεται στις οντότητες που διατη-ρούν χαρτοφυλάκιο συναλλαγών σε επαγγελματική βάσηκαι αποτελούν για το λόγο αυτό πηγή κινδύνου αντισυμ-βαλλομένου για τους άλλους συμμετέχοντες στην αγορά, οιοντότητες που διαπραγματεύονται για ίδιο λογαριασμόχρηματοπιστωτικά μέσα, περιλαμβανομένων των παραγώγωνεπί εμπορευμάτων που καλύπτονται από την παρούσαοδηγία, καθώς και εκείνες που παρέχουν στους πελάτεςτης κύριας δραστηριότητάς τους επενδυτικές υπηρεσίες σεσχέση με παράγωγα επί εμπορευμάτων παρεμπιπτόντως ωςπρος την κύρια δραστηριότητά τους, θεωρούμενη σε επί-πεδο ομίλου, και με την προϋπόθεση ότι η εν λόγω κύριαδραστηριότητά τους δεν είναι η παροχή επενδυτικών υπη-ρεσιών κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, θα πρέπεινα εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσαςοδηγίας.

    (1) ΕΕ L 126, 26.5.2000, σ. 1. Οδηγία, όπως τροποποιήθηκε τελευταίααπό την οδηγία 2002/87/ΕΚ.

    (2) ΕΕ L 141, 11.6.1993, σ. 1. Οδηγία, όπως τροποποιήθηκε τελευταίααπό την οδηγία 2002/87/ΕΚ.

    (3) ΕΕ L 9, 15.1.2003, σ. 3.

  • Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής ΈνωσηςEL 30.4.2004L 145/4

    (26) Προκειμένου να προστατευθούν τα δικαιώματα κυριότηταςκαι άλλα παρεμφερή δικαιώματα των επενδυτών επί τωντίτλων, καθώς και τα δικαιώματά τους επί των κεφαλαίωνπου εμπιστεύονται σε επιχείρηση, τα δικαιώματα αυτά θαπρέπει ιδίως να διακρίνονται από τα δικαιώματα της επι-χείρησης. Ωστόσο, η αρχή αυτή δεν θα πρέπει να εμποδίζειτην επιχείρηση να ασκεί δραστηριότητες στο όνομά τηςαλλά για λογαριασμό του επενδυτή, εφόσον η ίδια η φύσητης συναλλαγής το απαιτεί και ο επενδυτής συναινεί, γιαπαράδειγμα κατά τις πράξεις δανεισμού τίτλων.

    (27) Όταν πελάτης, ενεργώντας σύμφωνα με την κοινοτική νο-μοθεσία και ιδίως με την οδηγία 2002/47/ΕΚ του Ευρω-παϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουνίου2002, για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικήςασφάλειας, (1) μεταβιβάζει σε επιχείρηση επενδύσεων τηνπλήρη κυριότητα χρηματοπιστωτικών μέσων ή κεφαλαίωνπροκειμένου να εξασφαλίσει ή άλλως πως να καλύψειπαρούσες ή μελλοντικές, υφιστάμενες, εξαρτώμενες απόαβέβαια περιστατικά ή αναμενόμενες υποχρεώσεις του, ταεν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα ή κεφάλαια θα πρέπει ναθεωρούνται ωσαύτως ως μη ανήκοντα πλέον στον πελάτη.

    (28) Οι διαδικασίες για τη χορήγηση, εντός της Κοινότητας,άδειας λειτουργίας σε υποκαταστήματα επιχειρήσεων επεν-δύσεων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτες χώρεςθα πρέπει να συνεχίσουν να εφαρμόζονται στις επιχειρήσειςαυτές. Τα υποκαταστήματα αυτά δεν θα πρέπει να απο-λαύουν της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών του άρθρου 49,δεύτερη παράγραφος της Συνθήκης ή του δικαιώματοςεγκατάστασης σε άλλο κράτος μέλος από εκείνο στο οποίοείναι ήδη εγκατεστημένα. Στις περιπτώσεις στις οποίες ηΚοινότητα δεν δεσμεύεται από διμερείς ή πολυμερείς υπο-χρεώσεις, είναι σκόπιμο να θεσπισθεί διαδικασία που θαεξασφαλίζει ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων της Κοινότηταςτυγχάνουν αμοιβαιότητας μεταχείρισης στις οικείες τρίτεςχώρες.

    (29) Το διευρυνόμενο φάσμα δραστηριοτήτων που πολλές επι-χειρήσεις επενδύσεων ασκούν ταυτόχρονα αυξάνει την πιθα-νότητα συγκρούσεων μεταξύ των συμφερόντων που σχετί-ζονται με τις διάφορες αυτές δραστηριότητες και τωνσυμφερόντων των πελατών τους. Είναι επομένως αναγκαίονα θεσπιστούν κανόνες για να εξασφαλιστεί οι εν λόγωσυγκρούσεις δεν επηρεάζουν αρνητικά τα συμφέροντα τωνπελατών τους.

    (30) Μια υπηρεσία θα πρέπει να θεωρείται ότι παρέχεται μεπρωτοβουλία του πελάτη, εκτός εάν ο πελάτης τη ζητήσεικατόπιν εξατομικευμένης ανακοίνωσης της επιχείρησης ή εκμέρους της επιχείρησης προς το συγκεκριμένο πελάτη, ηοποία καλεί, ή σκοπεί να επηρεάσει, τον πελάτη ως προςσυγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό μέσο ή συγκεκριμένη συ-ναλλαγή. Μια υπηρεσία μπορεί να θεωρείται ότι παρέχεταιμε πρωτοβουλία του πελάτη έστω και αν ο πελάτης τη ζητάβασιζόμενος σε ανακοινώσεις που περιέχουν διαφήμιση ήπροσφορά χρηματοπιστωτικών μέσων, εφόσον αυτές γίνον-ται με μέσο εκ φύσεως γενικό, που απευθύνεται στο κοινό

    ή σε ευρύτερη ομάδα ή κατηγορία πελατών ή δυνητικώνπελατών.

    (31) Ένας από τους στόχους της παρούσας οδηγίας είναι ηπροστασία των επενδυτών. Τα μέτρα προστασίας των επεν-δυτών θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένα στις ιδιαιτερότη-τες καθεμιάς από τις διάφορες κατηγορίες επενδυτών (ιδιώ-τες, επαγγελματίες και αντισυμβαλλόμενοι).

    (32) Κατά παρέκκλιση από τον κανόνα σύμφωνα με τον οποίο ηχώρα καταγωγής χορηγεί άδεια λειτουργίας, ασκεί εποπτείακαι ελέγχει την τήρηση των υποχρεώσεων των σχετικών μετη λειτουργία υποκαταστημάτων, είναι σκόπιμο να αναλάβειη αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής την ευθύνητης τήρησης ορισμένων υποχρεώσεων που θεσπίζει η πα-ρούσα οδηγία σχετικών με τις δραστηριότητες που ασκούν-ται μέσω υποκαταστήματος εντός του εδάφους όπου βρί-σκεται το εν λόγω υποκατάστημα, δεδομένου ότι η αρχήαυτή βρίσκεται πλησιέστερα στο υποκατάστημα και μπορείκαλύτερα να εντοπίσει παραβάσεις των κανόνων που διέ-πουν τις πράξεις του υποκαταστήματος και να παρέμβει.

    (33) Είναι αναγκαίο να επιβληθεί αποτελεσματική υποχρέωση«βέλτιστης εκτέλεσης» για να διασφαλιστεί ότι η επιχείρησηεπενδύσεων εκτελεί τις εντολές των πελατών με τους πλέονευνοϊκούς γι’ αυτούς όρους. Η υποχρέωση αυτή θα πρέπεινα εφαρμόζεται στην επιχείρηση που έχει έναντι του πελάτησυμβατικές ή πρακτορικές υποχρεώσεις.

    (34) Προϋπόθεση του θεμιτού ανταγωνισμού είναι η δυνατότητατων συμμετεχόντων στην αγορά και των επενδυτών νασυγκρίνουν τις τιμές που υποχρεούνται να ανακοινώνουνδημοσία οι διάφοροι φορείς συναλλαγών (δηλ. οι ρυθμιζό-μενες αγορές, οι ΠΜΔ και οι ενδιάμεσοι). Προς τούτο,συνιστάται στα κράτη μέλη να άρουν κάθε τυχόν εμπόδιοπου παρακωλύει την ενοποίηση των σχετικών πληροφοριώνσε ευρωπαϊκό επίπεδο και τη δημοσίευσή τους.

    (35) Όταν συνάπτει εμπορική σχέση με τον πελάτη, η επιχείρησηεπενδύσεων μπορεί να ζητεί από τον πελάτη ή το δυνητικόπελάτη να εκφράζει τη συναίνεσή του σχετικά με τηνπολιτική εκτέλεσης εντολών και, ταυτόχρονα, σχετικά μετη δυνατότητα εκτέλεσης των εντολών τους εκτός ρυθμιζο-μένων αγορών ή ΠΜΔ.

    (36) Τα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες για λο-γαριασμό δύο ή περισσότερων επιχειρήσεων επενδύσεων,όταν εμπίπτουν στον ορισμό της παρούσας οδηγίας, δενθα πρέπει να θεωρούνται συνδεδεμένοι αντιπρόσωποι, αλλάεπιχειρήσεις επενδύσεων πλην ορισμένων προσώπων πουμπορούν να εξαιρούνται.

    (37) Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει το δικαίωμα τωνσυνδεδεμένων αντιπροσώπων να ασκούν δραστηριότητεςδιεπόμενες από άλλες οδηγίες και άλλες συναφείς δραστη-ριότητες σχετιζόμενες με χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες ήπροϊόντα μη καλυπτόμενα από την παρούσα οδηγία, περι-λαμβανομένων των ασκουμένων για λογαριασμό μελών τουιδίου χρηματοπιστωτικού ομίλου.(1) ΕΕ L 168, 27.6.2002, σ. 43.

  • Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής ΈνωσηςEL30.4.2004 L 145/5

    (38) Οι προϋποθέσεις για την άσκηση δραστηριοτήτων εκτός τουχώρου της επιχείρησης επενδύσεων (κατ’ οίκον πωλήσεις)δεν θα πρέπει να καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

    (39) Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών δεν θα πρέπει ναεγγράφουν στο μητρώο ή θα πρέπει να διαγράφουν απόαυτό συνδεδεμένο αντιπρόσωπο, εφόσον από τις πράγματιασκηθείσες δραστηριότητές του διαφαίνεται σαφώς ότι έχειεπιλέξει το νομικό σύστημα ενός κράτους μέλους προκειμέ-νου να αποφύγει τους αυστηρότερους κανόνες που ισχύουνσε άλλο κράτος μέλος, στην επικράτεια του οποίου προ-τίθεται να ασκήσει ή όντως ασκεί το μεγαλύτερο μέρος τωνδραστηριοτήτων του.

    (40) Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, οι επιλέξιμοιαντισυμβαλλόμενοι θα πρέπει να θεωρείται ότι ενεργούν ωςπελάτες.

    (41) Για να διασφαλιστεί ότι οι κανόνες επαγγελματικής δεοντο-λογίας (συμπεριλαμβανομένων των κανόνων για τη βέλτιστηεκτέλεση και το χειρισμό των εντολών των πελατών) τη-ρούνται κατά την παροχή υπηρεσιών στους επενδυτές πουέχουν περισσότερο ανάγκη προστασίας, και σύμφωνα με τιςπρακτικές που έχουν επικρατήσει σε όλες τις αγορές τηςΚοινότητας, είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι η υποχρέωσητηρήσεως των κανόνων επαγγελματικής δεοντολογίας μπο-ρεί να αίρεται στις συναλλαγές που συνάπτονται ή κανονί-ζονται μεταξύ επιλέξιμων αντισυμβαλλομένων.

    (42) Όσον αφορά τις συναλλαγές μεταξύ επιλέξιμων αντισυμ-βαλλομένων, η υποχρέωση δημοσιοποίησης οριακών εντο-λών πελατών θα πρέπει να ισχύει μόνο στην περίπτωση πουο αντισυμβαλλόμενος στέλνει ρητώς στην επιχείρηση επεν-δύσεων οριακή εντολή προς εκτέλεση.

    (43) Τα κράτη μέλη προστατεύουν το δικαίωμα της ιδιωτικήςζωής των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας τωνδεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την οδη-γία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμ-βουλίου για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντιτης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και γιατην ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών. (1)

    a) (44) Για να επιτευχθεί ο διττός στόχος της προστασίας τωνεπενδυτών και της διασφάλισης της εύρυθμης λειτουργίαςτων αγορών κινητών αξιών, πρέπει να εξασφαλίζεται ότι οισυναλλαγές διενεργούνται πράγματι με διαφάνεια και ότι οικανόνες που θεσπίζονται για το σκοπό αυτό εφαρμόζονταιστις επιχειρήσεις επενδύσεων όταν δραστηριοποιούνται στιςαγορές. Για να παρέχεται στους επενδυτές και τους συμμε-τέχοντες στην αγορά η δυνατότητα να αποτιμούν ανά πάσαστιγμή τους όρους συγκεκριμένης συναλλαγής σε μετοχές,την οποία μελετούν, και να επαληθεύουν εκ των υστέρωντους όρους εκτέλεσής της, θα πρέπει να θεσπιστούν κοινοίκανόνες για τη δημοσίευση λεπτομερών πληροφοριών σχε-τικά με τις συναλλαγές σε μετοχές που ολοκληρώθηκαν,καθώς και την ανακοίνωση λεπτομερών πληροφοριών γιατις τρέχουσες ευκαιρίες συναλλαγών σε μετοχές. Οι κανόνεςαυτοί είναι αναγκαίοι για να εξασφαλισθεί η πραγματικήενοποίηση των αγορών μετοχών των κρατών μελών, η

    βελτίωση της αποτελεσματικότητας της συνολικής διαδικα-σίας διαμόρφωσης των τιμών των μετοχών και η διευκό-λυνση της αποτελεσματικής τήρησης των υποχρεώσεων«βέλτιστης εκτέλεσης». Για το σκοπό αυτό απαιτείται ένασυνολικό καθεστώς διαφάνειας που θα εφαρμόζεται σε όλεςτις συναλλαγές σε μετοχές ανεξάρτητα από το εάν εκτε-λούνται από επιχείρηση επενδύσεων σε διμερή βάση ή μέσωρυθμιζόμενων αγορών ή ΠΜΔ. Οι βάσει της παρούσαςοδηγίας υποχρεώσεις των επιχειρήσεων επενδύσεων να ανα-κοινώνουν τιμή αγοράς και πώλησης και να εκτελούν τηνεντολή στην ανακοινωθείσα τιμή δεν απαλλάσσουν τις επι-χειρήσεις επενδύσεων από την υποχρέωση να προωθούν τηνεντολή σε άλλο τόπο εκτέλεσης, αν η εν λόγω εσωτερικο-ποίηση θα μπορούσε να εμποδίσει την επιχείρηση να συμ-μορφωθεί με τις υποχρεώσεις βέλτιστης εκτέλεσης.

    (45) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να εφαρμόζουν τηνυποχρέωση αναφοράς των συναλλαγών που επιβάλλει ηοδηγία σε χρηματοπιστωτικά μέσα που δεν είναι εισηγμένασε ρυθμιζόμενη αγορά.

    (46) Ένα κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να εφαρμόσει τιςπρο και μετά τη διαπραγμάτευση προϋποθέσεις διαφάνειαςπου ορίζονται από την παρούσα οδηγία, σε χρηματοπιστω-τικά μέσα διάφορα των μετοχών. Στην περίπτωση αυτή οιεν λόγω προϋποθέσεις θα πρέπει να εφαρμόζονται σε όλεςτις επιχειρήσεις επενδύσεων των οποίων κράτος μέλοςκαταγωγής είναι το εν λόγω κράτος μέλος για τις πράξειςτους εντός της επικράτειάς του, καθώς και για τις διασυ-νοριακές πράξεις που διενεργούν στο πλαίσιο της ελεύθερηςπαροχής υπηρεσιών. Οι προϋποθέσεις αυτές θα πρέπει ναεφαρμόζονται επίσης στις εντός της επικράτειας του ενλόγω κράτους μέλους πράξεις που διενεργούν εκεί εγκατε-στημένα υποκαταστήματα επιχειρήσεων επενδύσεων πουέχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος.

    b) (47) Οι επιχειρήσεις επενδύσεων θα πρέπει να έχουν τις ίδιεςδυνατότητες συμμετοχής ή πρόσβασης στις ρυθμιζόμενεςαγορές εντός της Κοινότητας. Ανεξάρτητα από το πώςρυθμίζονται επί του παρόντος οι συναλλαγές στα κράτημέλη, έχει ουσιώδη σημασία να καταργηθούν οι τεχνικοί καινομικοί περιορισμοί στην πρόσβαση στις ρυθμιζόμενες αγο-ρές.

    (48) Για να διευκολυνθεί η οριστικοποίηση των διασυνοριακώνσυναλλαγών, είναι επίσης σκόπιμο να διασφαλιστεί η πρό-σβαση όλων των επιχειρήσεων επενδύσεων στα συστήματαεκκαθάρισης (clearing) και διακανονισμού εντός της Κοινό-τητας, ανεξάρτητα από το εάν οι συναλλαγές διενεργήθηκανσε ρυθμιζόμενες αγορές του οικείου κράτους μέλους. Οιεπιχειρήσεις επενδύσεων που επιθυμούν να συμμετέχουνάμεσα στα συστήματα διακανονισμού άλλων κρατών μελώνθα πρέπει να συμμορφώνονται με τις οικείες λειτουργικέςκαι εμπορικές προϋποθέσεις για την απόκτηση ιδιότηταςμέλους και με τα μέτρα προληπτικής εποπτείας που σκο-πούν στη διασφάλιση της ομαλής και εύρυθμης λειτουργίαςτων χρηματοπιστωτικών αγορών.(1) ΕΕ L 281, 23.11.1995, σ. 31.

  • Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής ΈνωσηςEL 30.4.2004L 145/6

    (49) Η άδεια λειτουργίας ρυθμιζόμενης αγοράς θα πρέπει νακαλύπτει όλες τις δραστηριότητες που σχετίζονται άμεσα μετην αναγραφή, την επεξεργασία, την εκτέλεση, την επιβε-βαίωση και την κοινοποίηση των εντολών από τη λήψητους από τη ρυθμιζόμενη αγορά έως τη διαβίβασή τους γιαμετέπειτα οριστικοποίηση, καθώς και τις δραστηριότητεςπου σχετίζονται με την εισαγωγή χρηματοπιστωτικών μέσωνπρος διαπραγμάτευση. Θα πρέπει επίσης να καλύπτονται οισυναλλαγές που διενεργούνται μέσω ειδικών διαπραγματευ-τών διορισμένων από την ρυθμιζόμενη αγορά, στα πλαίσιατων συστημάτων της και σύμφωνα με τους κανόνες που ταδιέπουν. Δεν θεωρούνται διενεργούμενες στα πλαίσια τωνσυστημάτων της ρυθμιζόμενης αγοράς ή του ΠΜΔ όλες οισυναλλαγές μελών ή συμμετεχόντων της ρυθμιζόμενης αγο-ράς ή του ΠΜΔ. Οι συναλλαγές, που διενεργούνται μεταξύμελών ή συμμετεχόντων σε διμερή βάση και οι οποίες δενπληρούν όλες τις προϋποθέσεις που έχουν θεσπιστεί για τιςρυθμιζόμενες αγορές ή τους ΠΜΔ βάσει της παρούσαςοδηγίας, θα πρέπει να θεωρούνται ως συναλλαγές διενερ-γούμενες εκτός ρυθμιζόμενης αγοράς ή ΠΜΔ για τουςσκοπούς του ορισμού των συστηματικών εσωτερικοποιητών(systematic internalisers).Στην περίπτωση αυτή, η υποχρέω-ση των εταιριών επενδύσεων να ανακοινώνουν δημόσια ταδεσμευτικά ζεύγη εντολών θα πρέπει να εφαρμόζεται, εφό-σον πληρούνται οι προϋποθέσεις που επιβάλλει η παρούσαοδηγία.

    (50) Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές μπορούν να αποφασί-σουν να ανακοινώνουν τις τρέχουσες τιμές προσφοράςμόνο στους ιδιώτες πελάτες ή μόνο στους επαγγελματίεςπελάτες ή σε αμφότερες τις κατηγορίες πελατών Δεν θαπρέπει να τους επιτρέπεται να εφαρμόζουν διακριτική μετα-χείριση εντός των εν λόγω κατηγοριών πελατών.

    (51) Το άρθρο 27 δεν υποχρεώνει τους συστηματικούς εσωτερι-κοποιητές να ανακοινώνουν δημόσια δεσμευτικά ζεύγη εν-τολών σε σχέση με συναλλαγές όγκου μεγαλύτερου απότον κανονικό όγκο συναλλαγών της αγοράς.

    (52) Σε περίπτωση που μία επενδυτική εταιρεία είναι συστηματι-κός εσωτερικοποιητής τόσο για μετοχές όσο και για άλλαχρηματοπιστωτικά μέσα, η υποχρέωση ανακοίνωσης ζευγώνεντολών θα πρέπει να ισχύει μόνο για τις μετοχές, με τηνεπιφύλαξη της αιτιολογικής σκέψης 46.

    (53) Η παρούσα οδηγία δεν έχει στόχο να επιβάλει την εφαρμο-γή κανόνων διαφάνειας για το στάδιο που προηγείται τηςδιάθεσης στην αγορά στις συναλλαγές εκτός επισήμωνχρηματιστηριακών αγορών, ορισμένα χαρακτηριστικά τωνοποίων είναι ότι πραγματοποιούνται «επί τούτου» σε μητακτική βάση, ότι διενεργούνται με αντισυμβαλλόμενουςαπό τον τομέα της χονδρικής και αποτελούν τμήμα επι-χειρηματικής σχέσης η οποία χαρακτηρίζεται από συναλλα-γές όγκου μεγαλύτερου από τον κανονικό όγκο συναλλα-γών της αγοράς, και ότι στο πλαίσιό τους οι πράξειςδιενεργούνται εκτός των συστημάτων που χρησιμοποιούνταισυνήθως από την εκάστοτε εταιρεία για τις συναλλαγές τηςως συστηματικού εσωτερικοποιητή.

    (54) Ο συνήθης όγκος της αγοράς για κάθε κατηγορία μετοχώνδεν θα πρέπει να είναι σημαντικά δυσανάλογος προς κάθεμετοχή της εν λόγω κατηγορίας.

    (55) Η αναθεώρηση της οδηγίας 93/6/ΕΟΚ θα πρέπει να καθο-ρίζει τις ελάχιστες προϋποθέσεις κεφαλαίου που οφείλουννα πληρούν οι ρυθμιζόμενες αγορές προκειμένου να τουςδοθεί άδεια λειτουργίας, και κατά τον καθορισμό αυτό θαπρέπει να ληφθεί υπόψη ο ιδιαίτερος χαρακτήρας τωνκινδύνων που ενέχουν αυτές οι αγορές.

    (56) Οι διαχειριστές ρυθμιζόμενης αγοράς θα πρέπει να έχουνεπίσης τη δυνατότητα να διαχειρίζονται ΠΜΔ σύμφωνα μετις οικείες διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

    (57) Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας που διέπουν την εισα-γωγή μέσων προς διαπραγμάτευση βάσει των κανόνων πουεφαρμόζει η ρυθμιζόμενη αγορά δεν θα πρέπει να θίγουντην εφαρμογή της οδηγίας 2001/34/ΕΚ του ΕυρωπαϊκούΚοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 28ης Μαΐου 2001σχετικά με την εισαγωγή κινητών αξιών σε χρηματιστήριοαξιών και τις πληροφορίες επί των αξιών αυτών που πρέπεινα δημοσιεύονται (1). Η ρυθμιζόμενη αγορά δεν θα πρέπεινα εμποδίζεται να επιβάλλει αυστηρότερες προϋποθέσειςαπό τις προβλεπόμενες με την παρούσα οδηγία στουςεκδότες των κινητών αξιών ή των μέσων που εισάγει προςδιαπραγμάτευση.

    (58) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα νααναθέτουν σε διάφορες αρμόδιες αρχές τον έλεγχο τηςεφαρμογής των εκτεταμένων υποχρεώσεων που προβλέπον-ται με την παρούσα οδηγία. Οι αρχές αυτές θα πρέπει ναέχουν δημόσιο χαρακτήρα που να διασφαλίζει την ανεξαρ-τησία τους έναντι των οικονομικών φορέων και που ναεπιτρέπει να αποφεύγονται οι συγκρούσεις συμφερόντων.Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν κατάλληληχρηματοδότηση της αρμόδιας αρχής σύμφωνα με το εθνικότους δίκαιο. Ο διορισμός των δημόσιων αρχών δεν θαπρέπει να αποκλείει τη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων υπό τηνευθύνη της αρμόδιας αρχής.

    (59) Οι τυχόν εμπιστευτικές πληροφορίες που το σημείο επι-κοινωνίας κράτους μέλους λαμβάνει από το σημείο επι-κοινωνίας άλλου κράτους μέλους δεν θα πρέπει να θεω-ρούνται ως αμιγώς εσωτερικής φύσεως.

    (60) Είναι αναγκαίο να ενισχυθεί η σύγκλιση των εξουσιών πουπαραχωρούνται στις αρμόδιες αρχές προκειμένου να δη-μιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την ισοδύναμη εφαρμογήτων διατάξεων εντός της ενοποιημένης χρηματοπιστωτικήςαγοράς. Η αποτελεσματικότητα της εποπτείας μπορεί ναεξασφαλιστεί μέσω ελάχιστου κοινού συνόλου εξουσιών σεσυνδυασμό με επαρκή μέσα.

    (1) ΕΕ L 184, 6.7.2001, σ. 1. Οδηγία, όπως τροποποιήθηκε τελευταία απότην οδηγία 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμ-βουλίου (ΕΕ L 345, 31.12.2003, σ. 64).

  • Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής ΈνωσηςEL30.4.2004 L 145/7

    (61) Ενόψει της προστασίας των πελατών και με την επιφύλαξητων δικαιωμάτων τους ένδικης προστασίας, τα κράτη μέληθα πρέπει να ενθαρρύνουν δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείςπου έχουν συσταθεί με σκοπό την εξωδικαστική επίλυσητων διαφορών να συνεργάζονται στην επίλυση των διασυ-νοριακών διαφορών, λαμβάνοντας υπόψη τη σύσταση98/257/ΕΚ της Επιτροπής της 30ής Μαρτίου 1998 σχετι-κά με τις αρχές που διέπουν τα αρμόδια όργανα για τηνεξωδικαστική επίλυση των διαφορών κατανάλωσης (1). Κατάτην εφαρμογή των διατάξεων για τις καταγγελίες και τιςδιαδικασίες εξωδικαστικού διακανονισμού των διαφορών, τακράτη μέλη θα πρέπει να χρησιμοποιούν τους υφιστάμενουςμηχανισμούς διασυνοριακής συνεργασίας, και ιδίως το Δί-κτυο προσφυγής για χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (FIN-Net).

    (62) Οποιαδήποτε ανταλλαγή ή διαβίβαση πληροφοριών μεταξύαρμοδίων αρχών, άλλων αρχών, οργάνων ή προσώπων θαπρέπει να συνάδει προς τους κανόνες μεταφοράς δεδομένωνπροσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες, όπως αυτοίορίζονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ.

    (63) Είναι αναγκαίο να ενισχυθούν οι διατάξεις περί ανταλλαγήςπληροφοριών μεταξύ αρμόδιων εθνικών αρχών και οι υπο-χρεώσεις συνδρομής και συνεργασίας μεταξύ των αρχώναυτών. Λόγω της αυξανόμενης διασυνοριακής δραστηριότη-τας, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να ανταλλάσσουν τις αναγ-καίες πληροφορίες για την άσκηση των καθηκόντων τουςκατά τρόπο που να διασφαλίζει την αποτελεσματική εφαρ-μογή της παρούσας οδηγίας ακόμα και σε καταστάσεις στιςοποίες παραβάσεις ή πιθανολογούμενες παραβάσεις μπο-ρούν να εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των αρχών δύο ήπερισσοτέρων κρατών μελών. Κατά την ανταλλαγή τωνπληροφοριών απαιτείται η τήρηση του επαγγελματικούαπορρήτου ώστε να εξασφαλίζεται η ομαλή διαβίβαση τωνπληροφοριών και η προστασία ορισμένων δικαιωμάτων.

    (64) Στη σύνοδό του της 17ης Ιουλίου 2000, το Συμβούλιοσυνέστησε την Επιτροπή Σοφών για τη ρύθμιση των ευρω-παϊκών αγορών κινητών αξιών. Στην τελική της έκθεση, ηΕπιτροπή Σοφών πρότεινε την καθιέρωση νέων νομοθετικώντεχνικών βάσει προσέγγισης σε τέσσερα επίπεδα: γενικέςαρχές, μέτρα εφαρμογής, συνεργασία και εφαρμογή. Τοπρώτο επίπεδο, η οδηγία, θα πρέπει να περιοριστεί στηδιατύπωση γενικών αρχών, ενώ στο δεύτερο επίπεδο, ηΕπιτροπή, επικουρούμενη από ειδική επιτροπή, θα πρέπεινα θεσπίσει τεχνικά μέτρα εφαρμογής.

    (65) Με το ψήφισμα που εξέδωσε στις 23 Μαρτίου 2001, τοΕυρωπαϊκό Συμβούλιο της Στοκχόλμης ενέκρινε την τελικήέκθεση της Επιτροπής Σοφών και την προτεινόμενη προ-σέγγιση σε τέσσερα επίπεδα, προκειμένου να αυξηθεί ηαποτελεσματικότητα και η διαφάνεια της διαδικασίας θέσπι-σης της κοινοτικής νομοθεσίας περί κινητών αξιών.

    (66) Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Στοκχόλμης, ταμέτρα εφαρμογής του επιπέδου 2 θα πρέπει να χρησιμο-ποιούνται συχνότερα για να εξασφαλίζεται η δυνατότηταπροσαρμογής των τεχνικών διατάξεων στις εξελίξεις τηςαγοράς και των εποπτικών προτύπων, θα πρέπει, δε, να

    προσδιορισθούν προθεσμίες για όλα τα στάδια των εργα-σιών του επιπέδου 2.

    (67) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με το ψήφισμά του της 5ηςΦεβρουαρίου 2002 σχετικά με την εφαρμογή της νομοθε-σίας περί χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, ενέκρινε επίσηςτην έκθεση της Επιτροπής Σοφών, βάσει της επίσημηςδήλωσης στην οποία προέβη την ίδια μέρα ενώπιον τουΚοινοβουλίου η Επιτροπή και της επιστολής την οποίααπηύθυνε στις 2 Οκτωβρίου 2001 ο αρμόδιος για τηνεσωτερική αγορά Επίτροπος προς τον πρόεδρο της Επι-τροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής του Κοι-νοβουλίου σχετικά με τις εγγυήσεις για το ρόλο τουΕυρωπαϊκού Κοινοβουλίου στη διαδικασία αυτή.

    (68) Τα μέτρα που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή τηςπαρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα μετην απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ηςΙουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης τωνεκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτρο-πή (2).

    (69) Θα πρέπει να δίδεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο χρονικόδιάστημα τριών μηνών από την πρώτη διαβίβαση τουσχεδίου μέτρων εφαρμογής, ώστε να μπορεί να τα εξετάζεικαι να διατυπώνει τη γνώμη του. Εντούτοις, σε επείγουσεςπεριπτώσεις δεόντως αιτιολογημένες, το εν λόγω διάστημαμπορεί να συντμηθεί. Εάν, εντός του διαστήματος αυτού, τοΚοινοβούλιο εγκρίνει ψήφισμα, η Επιτροπή θα πρέπει ναεπανεξετάσει τα σχεδιαζόμενα μέτρα εφαρμογής.

    (70) Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι περαιτέρω εξελίξειςστις χρηματοπιστωτικές αγορές, η Επιτροπή θα πρέπει ναυποβάλλει εκθέσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στοΣυμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων για τηνασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης, το πεδίο εφαρμογής τωνκανόνων διαφάνειας και την ενδεχόμενη παροχή άδειαςλειτουργίας ως επιχειρήσεων επενδύσεων σε διαπραγματευ-τές που ειδικεύονται σε παράγωγα επί εμπορευμάτων.

    (71) Ο στόχος της δημιουργίας ενοποιημένης χρηματοπιστωτικήςαγοράς στην οποία οι επενδυτές προστατεύονται επαρκώς,ενώ διασφαλίζεται παράλληλα η αποτελεσματικότητα και ηακεραιότητα του συνόλου της αγοράς, απαιτεί τη θέσπισηκοινών κανονιστικών προϋποθέσεων για τις επιχειρήσειςεπενδύσεων, όπου και αν έχουν λάβει άδεια λειτουργίαςεντός της Κοινότητας, και για τη λειτουργία των ρυθμιζό-μενων αγορών και των άλλων συστημάτων συναλλαγώνκατά τρόπο ώστε η έλλειψη διαφάνειας σε συγκεκριμένηαγορά ή η δυσλειτουργία της να μη θέτουν σε κίνδυνο τηναποτελεσματική λειτουργία του συνόλου του ευρωπαϊκούχρηματοπιστωτικού συστήματος. Δεδομένου ότι ο εν λόγωστόχος μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο,η Κοινότητα θα πρέπει να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με τηναρχή της επικουρικότητας, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότη-τας, η οποία ορίζεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγίαδεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του στόχουαυτού,

    (1) ΕΕ L 115, 17.4.1998, σ. 31. (2) EE L 184, 17.7.1999, σ. 23.

  • Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής ΈνωσηςEL 30.4.2004L 145/8

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    ΤΙΤΛΟΣ I

    ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

    Άρθρο 1

    Πεδίο εφαρμογής

    1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις επενδύσεωνκαι στις ρυθμιζόμενες αγορές.

    2. Οι ακόλουθες διατάξεις εφαρμόζονται επίσης σε πιστωτικάιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει της οδηγίας2000/12/ΕΚ, όταν τα εν λόγω ιδρύματα παρέχουν/ασκούν μία ήπλείονες επενδυτικές υπηρεσίες/δραστηριότητες:

    — Τα άρθρα 2 παράγραφος 2, 11, 13 και 14

    — Το Κεφάλαιο ΙΙ του Τίτλου ΙΙ, εκτός του άρθρου 23 παράγρα-φος 2 δεύτερο εδάφιο

    — Το Κεφάλαιο III του Τίτλου II, εκτός του άρθρου 31 παρά-γραφοι 2 έως 4 και του άρθρου 32 παράγραφοι 2 έως 6 και8 έως 9

    — Τα άρθρα 48 έως 53, 57, 61 και 62 και

    — Το άρθρο 71 παράγραφος 1.

    Άρθρο 2

    Εξαιρέσεις

    1. Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται:

    (α) στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, κατά την έννοια του άρθρου 1της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ ή του άρθρου 1 της οδηγίας2002/83/ΕΚ, και στις επιχειρήσεις που ασκούν τις δραστη-ριότητες αντασφάλισης και αντεκχώρησης που αναφέρονταιστην οδηγία 64/225/ΕΟΚ,

    (β) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες αποκλει-στικά στις μητρικές τους επιχειρήσεις, στις θυγατρικές τουςεπιχειρήσεις ή σε άλλες θυγατρικές επιχειρήσεις των μητρικώντους επιχειρήσεων,

    (γ) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτική υπηρεσία ως παρεπό-μενη δραστηριότητα στο πλαίσιο της επαγγελματικής τουςδραστηριότητας, υπό τον όρο ότι η δραστηριότητα αυτήδιέπεται από νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις ή απόεπαγγελματικό κώδικα δεοντολογίας που δεν απαγορεύουντην παροχή της υπηρεσίας αυτής,

    (δ) στα πρόσωπα που δεν παρέχουν/ασκούν άλλες επενδυτικέςυπηρεσίες/ δραστηριότητες πλην της διενέργειας πράξεων γιαίδιο λογαριασμό, εκτός εάν είναι ειδικοί διαπραγματευτές(market makers) ή εάν διενεργούν πράξεις για ίδιο λογαρια-σμό εκτός ρυθμιζόμενης αγοράς ή ΠΜΔ κατά τρόπο οργανω-μένο, συχνά και συστηματικά, παρέχοντας ένα σύστημα προ-σβάσιμο σε τρίτα μέρη, ώστε να πραγματοποιούν συναλλαγέςμε αυτά,

    (ε) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες οι οποίεςσυνίστανται αποκλειστικά στη διαχείριση συστημάτων συμμε-τοχής των εργαζομένων,

    (στ) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες που συνί-στανται μόνο στη διαχείριση συστημάτων συμμετοχής των

    εργαζομένων και στην παροχή επενδυτικών υπηρεσιών απο-κλειστικά στις μητρικές τους επιχειρήσεις, στις θυγατρικέςτους επιχειρήσεις ή σε άλλες θυγατρικές επιχειρήσεις τωνμητρικών τους επιχειρήσεων,

    (ζ) στα μέλη του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζώνκαι στους άλλους εθνικούς οργανισμούς που επιτελούν παρό-μοιες λειτουργίες και στους λοιπούς δημόσιους φορείς πουδιαχειρίζονται το δημόσιο χρέος ή παρεμβαίνουν στη διαχεί-ρισή του,

    (η) στους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων και στα ταμείασυντάξεων, είτε υπόκεινται σε συντονισμό σε κοινοτικό επί-πεδο είτε όχι, και στους θεματοφύλακες και διαχειριστέςαυτών των επιχειρήσεων,

    (θ) στα πρόσωπα που διενεργούν πράξεις σε χρηματοπιστωτικάμέσα για ίδιο λογαριασμό ή παρέχουν υπηρεσίες επενδύσεωνσε παράγωγα επί εμπορευμάτων ή σε παράγωγες συμβάσεις,που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι, τμήμα Γ.10, στουςπελάτες της κύριας δραστηριότητάς τους, υπό τον όρο ότιαυτό αποτελεί παρεπόμενη δραστηριότητα ως προς την κύριαδραστηριότητά τους, θεωρούμενη σε επίπεδο ομίλου, και ότιη εν λόγω κύρια δραστηριότητά τους δεν είναι η παροχήεπενδυτικών υπηρεσιών κατά την έννοια της παρούσας οδη-γίας ούτε η παροχή τραπεζικών υπηρεσιών βάσει της οδηγίας2000/12/ΕΚ,

    (ι) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές κατά τηνάσκηση άλλης επαγγελματικής δραστηριότητας μη εμπίπτου-σας στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, υπό τηνπροϋπόθεση ότι δεν αμείβονται ειδικά για την παροχή τωνσυμβουλών αυτών,

    (ια) στα πρόσωπα των οποίων η κύρια δραστηριότητα συνίσταταιστη διενέργεια πράξεων σε εμπορεύματα ή/και παράγωγα επίεμπορευμάτων για ίδιο λογαριασμό. Η εξαίρεση αυτή δεν έχειεφαρμογή όταν τα πρόσωπα που διενεργούν πράξεις σεεμπορεύματα ή/και παράγωγα επί εμπορευμάτων για ίδιολογαριασμό αποτελούν μέρος ομίλου, κύρια δραστηριότητατου οποίου είναι η παροχή άλλων επενδυτικών υπηρεσιών,κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας ή τραπεζικών υπηρε-σιών βάσει της οδηγίας 2000/12/ΕΚ

    (ιβ) στις επιχειρήσεις οι οποίες παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίεςή/και επιδίδονται σε επενδυτικές δραστηριότητες που συνί-στανται αποκλειστικά στη διενέργεια πράξεων για ίδιο λογα-ριασμό σε αγορές συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης ήδικαιωμάτων προαίρεσης επί χρηματοπιστωτικών μέσων ήάλλων παραγώγων και σε αγορές τοις μετρητοίς με μόνοσκοπό την αντιστάθμιση κινδύνων θέσεων σε αγορές παραγώ-γων ή δραστηριοποιούνται για λογαριασμό άλλων μελών τωναγορών αυτών ή διαμορφώνουν τιμές για τα μέλη τωναγορών αυτών, και οι οποίες καλύπτονται από την εγγύησηεκκαθαριστών μελών των ιδίων αγορών, εφόσον την ευθύνηγια την εκτέλεση των συμβάσεων που συνάπτουν οι επιχειρή-σεις αυτές φέρουν εκκαθαριστές μέλη των ιδίων αγορών,

    (ιγ) στις ενώσεις που συγκροτούνται από δανικά και φινλανδικάσυνταξιοδοτικά ταμεία με μοναδικό σκοπό τη διαχείριση τωνπεριουσιακών στοιχείων των ταμείων που είναι μέλη τους,

    (ιδ) στους «agenti di cambio» των οποίων οι δραστηριότητες καιτα καθήκοντα διέπονται από το άρθρο 201 του ιταλικούνομοθετικού διατάγματος αριθ. 58 της 24ης Φεβρουαρίου1998.

  • Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής ΈνωσηςEL30.4.2004 L 145/9

    2. Τα δικαιώματα που απορρέουν από την παρούσα οδηγία δενεκτείνονται στις υπηρεσίες που παρέχονται από αντισυμβαλλομέ-νους σε πράξεις που διενεργούνται από δημόσιους φορείς πουχειρίζονται το δημόσιο χρέος ή από μέλη του Ευρωπαϊκού Συστή-ματος Κεντρικών Τραπεζών κατά την άσκηση των καθηκόντων τουςσύμφωνα με τη Συνθήκη και το καταστατικό του ΕυρωπαϊκούΣυστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής ΚεντρικήςΤράπεζας ή κατά την άσκηση ισοδύναμων καθηκόντων δυνάμειεθνικών διατάξεων.

    3. Για να λαμβάνει υπόψη τις εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικέςαγορές και να διασφαλίζει την ενιαία εφαρμογή της παρούσαςοδηγίας, η Επιτροπή, ενεργώντας με τη διαδικασία του άρθρου 64παράγραφος 2, δύναται να ορίζει, ως προς τις εξαιρέσεις πουπροβλέπονται στην παράγραφο 1 στοιχεία (γ), (θ) και (ια), τακριτήρια με τα οποία προσδιορίζεται πότε μια δραστηριότηταθεωρείται παρεπόμενη κύριας δραστηριότητας, σε επίπεδο ομίλου,καθώς και πότε μια δραστηριότητα ασκείται παρεμπιπτόντως.

    Άρθρο 3

    Προαιρετικές εξαιρέσεις

    1. Ένα κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσειτην παρούσα οδηγία σε πρόσωπα των οποίων είναι το κράτοςμέλος καταγωγής και τα οποία:

    — δεν επιτρέπεται να διατηρούν στην κατοχή τους χρήματα ήκινητές αξίες πελατών και ως εκ τούτου δεν επιτρέπεται σεκαμία στιγμή να είναι οφειλέτες των πελατών τους,

    — δεν επιτρέπεται να παρέχουν καμία επενδυτική υπηρεσία, εκτόςαπό τη λήψη και διαβίβαση εντολών επί κινητών αξιών καιμεριδίων που εκδίδονται από οργανισμούς συλλογικών επενδύ-σεων και την παροχή επενδυτικών συμβουλών που σχετίζονταιμε τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα, και

    — κατά την παροχή της υπηρεσίας αυτής επιτρέπεται να διαβιβά-ζουν εντολές μόνο σε:

    (i) επιχειρήσεις επενδύσεων με άδεια λειτουργίας σύμφωνα μετην παρούσα οδηγία,

    (ii) πιστωτικά ιδρύματα με άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τηνοδηγία 2000/12/ΕΚ,

    (iii) υποκαταστήματα επιχειρήσεων επενδύσεων ή πιστωτικώνιδρυμάτων με άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα, υποκείμε-να σε και συμμορφούμενα με κανόνες προληπτικής επο-πτείας που κατά την κρίση των αρμόδιων αρχών είναιτουλάχιστον εξίσου αυστηροί με τους οριζόμενους στηνπαρούσα οδηγία, στην οδηγία 2000/12/ΕΚ ή στην οδη-γία 93/6/ΕΟΚ,

    (iv) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων εξουσιοδοτημένουςβάσει του εθνικού δικαίου κράτους μέλους να διαθέτουνμερίδια στο κοινό, και διαχειριστές τέτοιων οργανισμών,

    (v) επιχειρήσεις επενδύσεων σταθερού κεφαλαίου, κατά τηνέννοια του άρθρου 15 παράγραφος 4 της δεύτερηςοδηγίας 77/91/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμ-βρίου 1976, περί συντονισμού των εγγυήσεων που απαι-τούνται στα κράτη μέλη εκ μέρους των εταιρειών, κατάτην έννοια του άρθρου 58 δεύτερη παράγραφος τηςσυνθήκης, για την προστασία των συμφερόντων των εταί-ρων και των τρίτων με σκοπό να καταστούν οι εγγυήσειςαυτές ισοδύναμες όσον αφορά τη σύσταση της ανωνύμουεταιρείας και τη διατήρηση και τις μεταβολές του κεφα-λαίου της (1), τα αξιόγραφα των οποίων είναι εισηγμένα ήαγοράζονται/πωλούνται σε ρυθμιζόμενη αγορά κράτουςμέλους,

    υπό την προϋπόθεση ότι οι δραστηριότητες των προσώπωναυτών υπόκεινται σε ρυθμίσεις σε εθνικό επίπεδο.

    2. Τα πρόσωπα που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής τηςπαρούσας οδηγίας δυνάμει της παραγράφου 1 δεν απολαύουν τηςπροβλεπόμενης στα άρθρα 31 και 32 αντιστοίχως ελευθερίαςπαροχής υπηρεσιών/άσκησης δραστηριοτήτων και ίδρυσης υποκα-ταστημάτων.

    Άρθρο 4

    Ορισμοί

    1. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

    1) «επιχείρηση επενδύσεων»: κάθε νομικό πρόσωπο του οποίουσύνηθες επάγγελμα ή δραστηριότητα είναι η παροχή μιας ήπερισσότερων επενδυτικών υπηρεσιών σε τρίτους ή/και ηδιενέργεια μιας ή περισσότερων επενδυτικών δραστηριοτήτωνσε επαγγελματική βάση.

    Τα κράτη μέλη μπορούν να περιλαμβάνουν στον ορισμό τωνεπιχειρήσεων επενδύσεων και επιχειρήσεις που δεν είναι νομι-κά πρόσωπα, εφόσον:

    (α) το νομικό τους καθεστώς διασφαλίζει επίπεδο προστασίαςτων συμφερόντων των τρίτων ισοδύναμο με το προσφε-ρόμενο από τα νομικά πρόσωπα, και

    (β) υπόκεινται σε ισοδύναμη και προσαρμοσμένη στη νομικήτους μορφή προληπτική εποπτεία.

    Ωστόσο, εάν φυσικό πρόσωπο παρέχει υπηρεσίες που συνε-πάγονται την κατοχή χρημάτων ή κινητών αξιών τρίτων,μπορεί να θεωρηθεί επιχείρηση επενδύσεων για τους σκοπούςτης παρούσας οδηγίας μόνον εφόσον, με την επιφύλαξη τωνάλλων απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας και της οδηγίας93/6/ΕΟΚ, πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

    (α) τα δικαιώματα κυριότητας των τρίτων επί των χρηματοπι-στωτικών μέσων και των χρημάτων πρέπει να διασφαλί-ζονται, ιδίως σε περίπτωση αφερεγγυότητας της επιχείρη-σης ή των ιδιοκτητών της, κατάσχεσης, συμψηφισμού ήκάθε άλλης προβολής αξιώσεων εκ μέρους των δανειστώντης επιχείρησης ή των ιδιοκτητών της,

    (1) ΕΕ L 26, 31.1.1977, σ. 1. Οδηγία, όπως τροποποιήθηκε τελευταία απότην