2lyk-evosm.thess.sch.gr2lyk-evosm.thess.sch.gr/oldsite/ergasia_arxaia-tsakmaki.docx · Web...

14
ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΜΑΘΗΤΡΙΑ: ΕΥΑ ΤΣΑΚΜΑΚΗ ΤΜΗΜΑ: Α΄5 ΣΧ. ΕΤΟΣ 2010 - 2011 ΥΠΕΥΘ. ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: ΣΟΦΙΑ ΣΑΣΚΑΛΙΔΟΥ Θέμα: Να αναζητήσετε πληροφορίες και να επισημάνετε το ρόλο της εκκλησίας του δήμου. Με ποιον τρόπο ο Θηραμένης και άλλες ομάδες επηρέαζαν τις πολιτικές αποφάσεις σε αυτήν. Ποιοι και με ποιον τρόπο επηρεάζουν τις πολιτικές αποφάσεις σήμερα. Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ Η ΕΓΚΑΘΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Η δημιουργία των πόλεων κρατών συνδέεται με την παρακμή και την πτώση της βασιλείας. Το πολίτευμα της βασιλείας παρέμεινε μόνο σε περιοχές που διατήρησαν το φυλετικό τρόπο οργάνωσης και δεν δημιούργησαν πόλεις-κράτη, όπως π.χ. η Ήπειρος, η Μακεδονία κ.α. Ο ιστορικός βίος του θεσμού της πόλης-κράτους ξεκίνησε με την επικράτηση των ευγενών και την εγκαθίδρυση αριστοκρατικών πολιτευμάτων. Στα αριστοκρατικά καθεστώτα η εξουσία βρισκόταν στα χέρια των αρίστων, εκείνων δηλαδή που αντλούσαν τη δύναμη από την καταγωγή τους και την κατοχή γης. Οι οικονομικές ωστόσο εξελίξεις που προκάλεσε ο αποικισμός με την ανάπτυξη του εμπορίου και της βιοτεχνίας έφεραν στην επιφάνεια νέες κοινωνικές ομάδες, τους βιοτέχνες, τους εμπόρους, τους ναυτικούς και τους τεχνίτες. Οι νέες κοινωνικές ομάδες όξυναν τον κοινωνικό ανταγωνισμό και διεκδίκησαν μέσα από συγκρούσεις μερίδιο στην εξουσία. Στα τέλη του 7 ου αιώνα 1

Transcript of 2lyk-evosm.thess.sch.gr2lyk-evosm.thess.sch.gr/oldsite/ergasia_arxaia-tsakmaki.docx · Web...

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ:

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ

ΜΑΘΗΤΡΙΑ: ΕΥΑ ΤΣΑΚΜΑΚΗ

ΤΜΗΜΑ: Α΄5 ΣΧ. ΕΤΟΣ 2010 - 2011

ΥΠΕΥΘ. ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: ΣΟΦΙΑ ΣΑΣΚΑΛΙΔΟΥ

Θέμα: Να αναζητήσετε πληροφορίες και να επισημάνετε το ρόλο της εκκλησίας του δήμου. Με ποιον τρόπο ο Θηραμένης και άλλες ομάδες επηρέαζαν τις πολιτικές αποφάσεις σε αυτήν. Ποιοι και με ποιον τρόπο επηρεάζουν τις πολιτικές αποφάσεις σήμερα.

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ Η ΕΓΚΑΘΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Η δημιουργία των πόλεων κρατών συνδέεται με την παρακμή και την πτώση της βασιλείας. Το πολίτευμα της βασιλείας παρέμεινε μόνο σε περιοχές που διατήρησαν το φυλετικό τρόπο οργάνωσης και δεν δημιούργησαν πόλεις-κράτη, όπως π.χ. η Ήπειρος, η Μακεδονία κ.α. Ο ιστορικός βίος του θεσμού της πόλης-κράτους ξεκίνησε με την επικράτηση των ευγενών και την εγκαθίδρυση αριστοκρατικών πολιτευμάτων. Στα αριστοκρατικά καθεστώτα η εξουσία βρισκόταν στα χέρια των αρίστων, εκείνων δηλαδή που αντλούσαν τη δύναμη από την καταγωγή τους και την κατοχή γης. Οι οικονομικές ωστόσο εξελίξεις που προκάλεσε ο αποικισμός με την ανάπτυξη του εμπορίου και της βιοτεχνίας έφεραν στην επιφάνεια νέες κοινωνικές ομάδες, τους βιοτέχνες, τους εμπόρους, τους ναυτικούς και τους τεχνίτες. Οι νέες κοινωνικές ομάδες όξυναν τον κοινωνικό ανταγωνισμό και διεκδίκησαν μέσα από συγκρούσεις μερίδιο στην εξουσία. Στα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ. και στις αρχές του 6ου αι π.Χ. οι διαφορές οξύνθηκαν και οι αγώνες μεταξύ των ευγενών από τη μία πλευρά και των πλουσίων από την άλλη έγιναν ιδιαίτερα σκληροί. Αργότερα όμως με την καταγραφή των νόμων διευρύνθηκε στις περισσότερες πόλεις η πολιτική βάση εφόσον η συμμετοχή στη διακυβέρνηση της πολιτείας έγινε με βάση την οικονομική κατάσταση των πολιτών. Το πολίτευμα κατ’ αυτό τον τρόπο μεταβλήθηκε σε ολιγαρχικό η όπως ονομάστηκε διαφορετικά τιμοκρατικό επειδή κριτήριο διάκρισης των πολιτών ήταν τα τιμήματα, δηλαδή το εισόδημα. Η επικράτηση των ολίγων όμως δεν έδωσε λύση στα προβλήματα του πλήθους. Οι αντιθέσεις διατηρήθηκαν και πολλές φορές τις εκμεταλλεύτηκαν πρόσωπα που ήθελαν να καταλάβουν την εξουσία. Η προσωπική εξουσία που επέβαλαν ονομαζόταν τυραννίδα. Μετά την πτώση των τυραννικών καθεστώτων στις περισσότερες πόλεις επιβλήθηκαν εκ νέου ολιγαρχικά καθεστώτα. Σε κάποιες άλλες ωστόσο έγιναν μεταρρυθμιστικές νομοθετικές προσπάθειες που άνοιξαν το δρόμο για τη δημοκρατία. Η θεμελίωση της δημοκρατίας ήταν το αποτέλεσμα πολιτικών μεταρρυθμιστικών μέτρων (Σόλων και Κλεισθένης) που έδωσαν την εξουσία σε όλους τους ενήλικες πολίτες - το δήμο - και ανέδειξαν κυρίαρχο πολιτειακό όργανο την Εκκλησία του Δήμου.

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ

Η εκκλησία του Δήμου καθιερώθηκε το 594π.Χ. από το Σόλωνα και ήταν το σώμα που στα πλαίσια της δημοκρατίας έγινε κυρίαρχο έχοντας σπουδαιότατες δικαιοδοσίες. Στην εκκλησία έπαιρναν μέρος όλοι οι Αθηναίοι που είχαν πλήρη δικαιώματα, ήταν δηλαδή και οι δύο γονείς τους πολίτες Αθηναίοι. Αποκλείονταν από τη συνέλευση του δήμου, οι γυναίκες, οι μέτοικοι, οι δούλοι, που δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα και όσοι είχαν διαπράξει αδικήματα («άτιμοι») Κάθε πολίτης είχε τη δυνατότητα να μετέχει στις συνεδρίες από το εικοστό έτος της ηλικίας του, οπότε είχαν λήξει οι διετείς στρατιωτικές του υποχρεώσεις και περιλαμβανόταν στον «εκκλησιαστικό πίνακα». Αρχικά η συνέλευση γινόταν μια φορά κάθε μήνα, αλλά αργότερα λάμβανε χώρα τρεις φορές τον ίδιο μήνα. Οι ψηφοφορίες γίνονταν με ανάταση του χεριού. Ο καθένας μπορούσε να πάρει το λόγο και να διατυπώσει ελεύθερα την άποψή του (ισηγορία) ενώ όλοι συμμετείχαν στη διαμόρφωση και την ψήφιση των νόμων (ισονομία). Οι αποφάσεις παίρνονταν κατά πλειοψηφία και γράφονταν σε λίθινη στήλη που την τοποθετούσαν σε δημόσιο χώρο. Για να αποφευχθεί ο κίνδυνος αυθαιρεσίας του Δήμου υπήρχαν κάποιοι περιορισμοί στην εξουσία της εκκλησίας. Ο βασικότερος ήταν το ότι τα ψηφίσματα δεν επιτρεπόταν να αντιβαίνουν στον ισχύοντα νόμο.

ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ

Η Εκκλησία ψήφιζε τους νέους νόμους, αφού της είχε υποβληθεί προηγουμένως το σχετικό «προ βούλευμα» από τη Βουλή των πεντακοσίων. Εξέλεγε ορισμένους από τους αιρετούς ή κληρωτούς άρχοντες και ασκούσε τον έλεγχο της διοικήσεως. Αποφάσιζε για τη σύναψη ειρήνης ή την κήρυξη πολέμου. Στη δική της εξουσία ήταν να κλίσει συμμαχία με οποιαδήποτε πόλη ή ξένο κράτος και να ορίσει τους αντιπροσώπους της Αθήνας που θα έδιναν τους καθιερωμένους όρκους, κατά την υπογραφή της συμμαχίας.

Σε πολεμικές περιόδους αποφάσιζε για τον αριθμό των πολιτών που θα επιστρατεύονταν είτε στον στόλο είτε στο πεζικό, όπως και για τον αριθμό των μετοίκων ή των δούλων που ήταν ανάγκη να πλαισιώσουν τους Αθηναίους πολίτες στις επιχειρήσεις. Υποδείκνυε, ακόμη, τους στρατηγούς που θα είχαν την αρχηγία των δυνάμεων της πόλεως και τους έδινε οδηγίες σχετικά με πολεμικές επιχειρήσεις, χαράσσοντας και τη γραμμή που θα τηρούσαν στον πόλεμο. Ασκούσε και οικονομικές αρμοδιότητες: είχε δηλαδή τον κύριο λόγο για τον προσδιορισμό των εξόδων του πολέμου, αλλά και της αποστολής πρεσβειών ή της κατασκευής δημοσίων κτιρίων. Στη δικαιοδοσία της υπαγόταν η ψήφιση νόμων οικονομικού περιεχομένου, σχετικών με το νόμισμα, τα μέτρα και τα σταθμά, καθώς και τα τελωνεία.

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ

Η Εκκλησία συνερχόταν σε τέσσερις τακτικές συνεδριάσεις στη διάρκεια κάθε «πρυτανείας» - επομένως, στο διάστημα του έτους, συνεδρίαζε κανονικά σαράντα φορές. Η πρώτη από τις τέσσερις συνεδρίες κάθε πρυτανείας λεγόταν «κυρία Εκκλησία» και είχε καθορισμένα θέματα. Σ' αυτήν γινόταν η «επιχειροτονία», η ψηφοφορία δηλαδή για την κρίση της χρηστής διοικήσεως των αρχόντων. Η Εκκλησία του δήμου, όπως είναι φυσικό, με την παντοδυναμία που απέκτησε, μετά το 462 π.χ., έπαιζε πρωτεύοντα ρόλο στα θέματα που αφορούσαν τις σχέσεις αθηναϊκού κράτους και πόλεων της συμμαχίας. Αρχικά, η εξουσία της περιοριζόταν ίσως στη λήψη αποφάσεων για τα μέτρα που λαμβάνονταν για τις πόλεις που αποστατούσαν. Πολύ σύντομα όμως, άρχισε να έχει λόγο ή Εκκλησία για όλα τα θέματα της συμμαχίας. Στις αποφάσεις της Εκκλησίας δεν γινόταν κανένας έλεγχος φαίνεται όμως καθαρά πως είχε ληφθεί σοβαρή μέριμνα, ώστε η κυριαρχία που χάριζε στον δήμο το πολίτευμα, να μην αποβαίνει σε βάρος του. Σκληρές ήταν οι τιμωρίες που επιβάλλονταν σε εκείνους που επιχειρούσαν να εκμεταλλευθούν το δικαίωμα του λόγου, που με γενναιοδωρία προσέφερε η δημοκρατία, για να επιτύχουν αποφάσεις αντίθετες προς το κρατικό συμφέρον.

ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΗΤΤΑ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΣΤΟΥΣ ΑΙΓΟΣ ΠΟΤΑΜΟΥΣ

Αν και η Αθήνα είχε νικηθεί και παραδοθεί άοπλη, ο Λύσανδρος και οι ολιγαρχικοί χρειάστηκαν να χρησιμοποιήσουν διάφορους ελιγμούς και την απειλή ωμής βίας για να κάμψουν την αντίσταση της πλειοψηφίας και να εγκαταστήσουν ολιγαρχικό πολίτευμα. Ενώ είχαν συμφωνήσει μεταξύ τους για τον σκοπό αυτό, υπέβαλαν στην Εκκλησία του δήμου ένα κείμενο συνθηκολόγησης που έγραφε ότι οι Αθηναίοι θα διατηρούσαν το πατροπαράδοτο πολίτευμα. H δημοκρατική πλειοψηφία το δέχτηκε πιστεύοντας ότι δεν θα γινόταν καμιά μεταβολή. Οι ολιγαρχικοί, όμως, δεν συμφωνούσαν μεταξύ τους. Αρχηγός των μετριοπαθέστερων ολιγαρχικών ήταν πάντα ο Θηραμένης, με συνεργάτες τον Aρχίνο, τον Kλειτοφώντα και τον Φορμίσιο, ενώ οι ακραίοι είχαν αρχηγό τον Kριτία. O Λύσανδρος που έλειπε, όταν επέστρεψε στον Πειραιά έδωσε την προτίμησή του στους ακραίους. Οι μετριοπαθείς υπέκυψαν. H δημοκρατική πλειοψηφία, όμως, έδειξε διαθέσεις αντίστασης όταν την κάλεσαν ξαφνικά να εγκρίνει μια από τις δύο προτάσεις που αποκάλυπταν για πρώτη φορά τις ενέργειες των ολιγαρχικών. H πρώτη πρόταση που διατύπωσε ο Δρακοντίδης, έλεγε ότι η Εκκλησία του δήμου ενέκρινε τη μεταβολή του πολιτεύματος. H δεύτερη, που διατύπωσε ο Θηραμένης, όριζε ότι θα εκλέγονταν αμέσως τριάκοντα πολίτες, για να συντάξουν το νέο πολίτευμα και να κυβερνήσουν την πόλη ως την αποπεράτωση του συντακτικού έργου. Παρότι αιφνιδιάστηκαν, οι δημοκρατικοί αντέτειναν ότι αυτές οι προτάσεις ήταν αντίθετες με τον όρο της συνθήκης που έλεγε ότι οι Αθηναίοι θα διατηρούσαν το "πατροπαράδοτο πολίτευμα". Επειδή έγινε φανερό ότι η πλειοψηφία θα επικροτούσε αυτή τη γνώμη, πήρε τον λόγο ο ίδιος ο Λύσανδρος και απείλησε ότι αν δεν δέχονταν τις προτάσεις θα χρησιμοποιούσε βία. Στη συνέχεια ζητήθηκε από την Εκκλησία να εκλέξει τους τριάκοντα άρχοντες

Ο ΘΗΡΑΜΕΝΗΣ

Έζησε στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. στην Αθήνα, μαθήτευσε κοντά στο σοφιστή Πρόδικο και διακρίθηκε ως στρατηγός και πολιτικός. Φιλόδοξος, χωρίς αρχές και σταθερότητα στις πολιτικές του επιλογές, μεταπηδούσε εύκολα από τη δημοκρατική στην ολιγαρχική παράταξη και αντιστρόφως, αλλά θεωρούσε την τυραννίδα ως την πιο ενδεδειγμένη μορφή του πολιτεύματος. Γι’ αυτή την τακτική του οι αρχαίοι τον ονόμασαν «κόθορνο». Καταλυτικός ήταν ο ρόλος του κατά την πολιορκία της Αθήνας στο τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου. Μετά τη σύναψη της ειρήνης και την κατεδάφιση των τειχών έγινε ένας από τους Τριάκοντα τυράννους.

Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΟΥ ΘΗΡΑΜΕΝΗ

Ο ολιγαρχικός Θηραμένης πρότεινε στη συνέλευση του λαού να παίξει το ρόλο του μεσολαβητή στο Λύσανδρο (Θηραμένης εἶπεν ἐν ἐκκλησίᾳ ὅτι εἰ βούλονται αὐτὸν πέμψαι παρὰ Λύσανδρον). Υποστήριζε ότι θα έβγαζε τους Αθηναίους από το αδιέξοδό τους, αν πήγαινε στη Σπάρτη για να διερευνήσει τις προθέσεις των Σπαρτιατών. Η πρόταση αυτή δείχνει τις στενές σχέσεις του Θηραμένη με την ολιγαρχική Σπάρτη. Έτσι οι Αθηναίοι έστειλαν το Θηραμένη στη Σπάρτη για να επιτύχει τους πιο ευνοϊκούς για την Αθήνα όρους ειρήνης. Ο Θηραμένης υποσχέθηκε στους Αθηναίους ότι θα επιστρέψει στην Αθήνα αφού πληροφορηθεί από τους Σπαρτιάτες τι ακριβώς σκέφτονται, δηλαδή να υποτάξουν τους Αθηναίους χωρίς όρους ή απλώς ζητούν λόγους ασφαλείας ως εγγύηση (εἰδὼς ἥξει Λακεδαιμονίους πότερον ἐξανδραποδίσασθαι τὴν πόλιν βουλόμενοι ἀντέχουσι περὶ τῶν τειχῶν ἢ πίστεως ἕνεκα).Οι αθηναίοι επέλεξαν να συμφωνήσου με την πρόταση του Θηραμένη καθώς πίστευαν ότι εφόσον η σχέση του με τη Σπάρτη και το Λύσανδρο ήταν φιλική και ο ίδιος ήταν ολιγαρχικός, θα γινόταν πιο εύκολα αποδεκτός από αυτούς. Τέλος επειδή ήταν δεινός ρήτορας πίστευαν ότι θα διαπραγματευόταν τους όρους της ειρήνης με τον καλύτερο τρόπο για την πατρίδα του.

ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΘΗΡΑΜΕΝΗ

Ο Θηραμένης που ήταν ολιγαρχικός και φανατικός οπαδός της πολιτικής των Σπαρτιατών, έδωσε δελεαστικές υποσχέσεις στους λιμοκτονούντες Αθηναίους, για να βγάλει τους συμπολίτες του από το τραγικό τους αδιέξοδο. Όμως καθυστερούσε τρεις μήνες στη Σπάρτη (Πεμφθεὶς δὲ διέτριβε παρὰ Λυσάνδρῳ τρεῖς μῆνας καὶ πλείω), ώσπου να βεβαιωθεί ότι οι λιμοκτονούντες συμπολίτες του θα συμφωνούσαν σε οτιδήποτε εξαντλημένοι από την πείνα (ἐπιτηρῶν ὁπότε Ἀθηναῖοι ἔμελλον διὰ τὸ ἐπιλελοιπέναι τὸν σῖτον ἅπαντα ὅ τι τις λέγοι ὁμολογήσειν). Οι προθέσεις του πονηρού Θηραμένη ήταν δόλιες. Όπως γράφει εδώ και ο Ξενοφώντας, ο Θηραμένης περίμενε στη Σπάρτη να τελειώσουν εντελώς τα τρόφιμα στην Αθήνα και να επιβάλει τις απόψεις του. Καλοπερνούσε κοντά στον Λύσανδρο, ενώ οι συμπολίτες του πέθαιναν από την πείνα. Σκέφθηκε δόλια και κακόβουλα για την πατρίδα του, γιατί τυφλώθηκε από το κομματικό πάθος του. Ενώ στάλθηκε να διερευνήσει τη δυνατότητα σύναψης ειρήνης με τους Σπαρτιάτες, καθυστερούσε επίτηδες για να εξαθλιώσει σωματικά και ηθικά τους συμπολίτες του. Επιδίωκε την εξόντωση των πολιτικών του αντιπάλων, δηλαδή των δημοκρατικών. Ενώ η πατρίδα του πολιορκούνταν και ο ίδιος ήταν στη Σπάρτη, οι ολιγαρχικοί οπαδοί του Θηραμένη κέρδιζαν έδαφος και καταδίκαζαν σε θάνατο το δημαγωγό Κλεοφώντα που ήταν αντίθετος σε κάθε συμβιβασμό με τους Σπαρτιάτες. Εξυπηρετούσε, επομένως, το σχέδιο των Σπαρτιατών, που ήθελαν να εξαναγκάσουν τους Αθηναίους να συνάψουν ειρήνη χωρίς όρους.

ΟΙ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΘΗΡΑΜΕΝΗ

Ο Θηραμένης επέστρεψε στην Αθήνα μετά από τέσσερις μήνες. Ως δικαιολογία για την καθυστέρησή του ανέφερε ότι τον είχε κατακρατήσει ο Λύσανδρος λέγοντας ότι δεν είναι αρμόδιος να αποφασίσει για την ειρήνη (Ἐπεὶ δὲ ἧκε τετάρτῳ μηνί, ἀπήγγειλεν ἐν ἐκκλησίᾳ ὅτι αὐτὸν Λύσανδρος τέως μὲν κατέχοι, εἶτα κελεύοι εἰς Λακεδαίμονα ἰέναι· οὐ γὰρ εἶναι κύριος ὧν ἐρωτῷτο ὑπ' αὐτοῦ, ἀλλὰ τοὺς ἐφόρους). Η απόφαση αυτή ανήκε στους εφόρους που αποτελούσαν την ανώτατη πολιτική αρχή στη Σπάρτη.

ΔΗΜΑΓΩΓΟΙ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ

Εκτός από ομάδες αντίθετες στο δημοκρατικό πολίτευμα όπως οι ολιγαρχικοί (Θηραμένης) τις πολιτικές αποφάσεις που παίρνονταν στην εκκλησία του Δήμου επηρέαζαν και οι δημαγωγοί-ρήτορες. Η λέξη δημαγωγός στην αρχή σήμαινε τον ηγέτη του λαού που οδηγούσε το δήμο μακριά από πολιτικά σφάλματα. Η δημαγωγική φύση ιχνηλατείται ως ένα δυνατό στοιχείο χωρίς αρετή, με μεγάλο εύρος φάσματος στα πεδία της απληστίας και της πλεονεξίας. Η δημόσια εικόνα των δημαγωγών δεν στηρίζεται μόνο στις επικοινωνιακές δεξιότητες και τη ρητορική τους δεινότητα, που δεν αποτελούν κάτι το μεμπτό, αλλά οφείλεται κυρίως στις εντυπώσεις, τις φήμες, και τις διαδόσεις πληροφοριών-γνώσεων που οι ίδιοι προωθούν σκόπιμα, ώστε να εξαπατούν το ακροατήριό τους, κάτι που δεν έκανε ποτέ ο Περικλής. Οι δημαγωγοί είναι κατά τεκμήριο διεφθαρμένοι πολιτικοί ηγέτες χαμηλής καταγωγής συνήθως  αμόρφωτοι. και άξεστοι στο ύφος. Η λέξη δημαγωγός απέκτησε κακή σημασία όταν διάφοροι πολιτικοί για μικροπολιτικούς σκοπούς παρέσυραν το λαό κολακεύοντας τα ταπεινά ένστικτά του ή υποδαυλίζοντας τα πάθη του.

Έκαναν την εμφάνισή τους στην αθηναϊκή πολιτική σκηνή ύστερα από τον θάνατο του Περικλή ( 429 π.χ. ). Ήταν γέννημα της "νέας αστικής τάξης" που δημιουργήθηκε τότε στην Αθήνα με την ανάπτυξη του εμπορίου και της "βιομηχανίας". Έχοντας, συχνά, το χάρισμα του λόγου και πάντως δίχως επίσημες θέσεις στην πολιτεία και άρα δίχως συγκεκριμένες υποχρεώσεις, ασκούσαν μεγάλη επιρροή στον λαό προτείνοντας ευχάριστες στον πολύ κόσμο πολιτικές δίχως να έχουν την ευθύνη της υλοποίησής τους. Σχηματισμένη από το ουσιαστικό "δήμος" (=λαός) και από το θέμα του ρήματος "άγω" (=οδηγώ) η λέξη είχε σε αρκετούς συγγραφείς τη σημασία του οδηγητή, του ηγέτη του λαού, γρήγορα όμως πήρε "αρνητικό" περιεχόμενο, επειδή οι "δημαγωγοί" κατάντησαν απλώς να "παρασέρνουν" τον λαό.

ΕΠΙΡΡΟΗ ΤΩΝ ΔΗΜΑΓΩΓΩΝ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ

Στην αρχαία Αθήνα παραχωρούνταν σε κάθε εκκλησιαζόμενο το πολιτικό δικαίωμα της ισηγορίας, της ελεύθερης συμμετοχής στις συνελεύσεις του λαού. Αυτή όμως η ελευθερία θα ήταν φαινομενική αν δεν ενισχυόταν από ένα άλλο πολιτικό δικαίωμα, εξίσου θεμελιώδες, της παρρησίας, της απόλυτης ελευθερίας λόγου, για να μπορεί ο κάθε ρήτορας να εκθέτει την προσωπική του άποψη και μ’ αυτό τον τρόπο να φωτίζεται κάθε πτυχή του υπό συζήτηση θέματος. Η παρρησία, λοιπόν, ως κοινωνική αρετή και ως πολιτικό δικαίωμα συναντούσε και τότε, όπως και τώρα, αντιδράσεις από τους παρευρισκόμενους, οι οποίοι υποκινούνταν από τους δημοπιθήκους, όπως πολύ χαρακτηριστικά τους ονομάζει ο Αριστοφάνης, ή, αλλιώς, τους δημοκολύκους, τους δημαγωγούς δηλαδή που είχαν ως κύριο μέλημα να γίνουν δημοφιλείς κολακεύοντας το πλήθος.

ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ «ΔΗΜΑΓΩΓΟΙ»

Στη σημερινή εποχή αν και δεν ισχύει η έννοια του δημαγωγού με την κυριολεκτική σημασία της υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν τις πολιτικές αποφάσεις. Η προσπάθεια αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης δεν είναι, πάντοτε, φανερή, μήτε οφείλεται στους ίδιους, πάντα, λόγους. Συνήθως, σχετίζεται με την πρόθεση των "πλανευτών" να στρέψουν αλλού τα βλέμματα του κόσμου και να τον κάνουν να μην ασχολείται με ό,τι, πιθανόν, θα τους έφερνε σε δύσκολη θέση π.χ. οι πολιτικοί δεν θέλουνε ο λαός ν' ανακατεύεται στα πόδια τους δηλαδή στα κέντρα λήψης των σημαντικών κοινωνικοπολιτικών αποφάσεων, τα ιερατεία δεν επιθυμούνε, μεταξύ άλλων την ανάμειξη των πιστών στην ερμηνεία των θεολογικών δογμάτων, οι οικονομικά δυνατοί δεν επιδιώκουν τη συμμετοχή του λαού στη διανομή των ωφελημάτων μιας ορθολογικής οικονομικής διαχείρισης. Δημιουργώντας αναστάτωση και ανασφάλεια στους πολίτες, εμποδίζοντας τη λήψη σωστών αποφάσεων απ' αυτούς, καθώς αδυνατούν να σκεφτούν νηφάλια, καλλιεργώντας τη δυσπιστία απέναντι στους θεσμούς και στα πρόσωπα από τα οποία αυτοί αντιπροσωπεύονται, δίνουν έτσι σε κάποιους την ευκαιρία να επιτελούν ανενόχλητοι το έργο της υπονόμευσης της δημοκρατίας.

Τα πρωτεία φυσικά στην άσκηση πολιτικής επιρροής κατέχουν τα ΜΜΕ τα οποία εξαιτίας της πρωτοφανούς εξουσίας και δύναμης που τους έχει δοθεί μπορούν να προκαλέσουν «πλύση εγκεφάλου» λόγω της μονόπλευρης ενημέρωσης και τα μετάδοσης συγκεκριμένων μηνυμάτων. Επιφέρουν έτσι εγκλωβισμό-περιχαράκωση της σκέψης, απώλεια της ελευθερίας βούλησης, παθητικότητα και πνευματική στασιμότητα. Συχνά μάλιστα, όταν ελέγχονται από την εκάστοτε εξουσία ή εξυπηρετούν ύποπτα συμφέροντα και σκοπιμότητες, εκφυλίζουν και υπονομεύουν τη δημοκρατία, αφού περνούν έμμεσα μηνύματα που ασυνείδητα ασκούν καταλυτική επιρροή στη σκέψη των ανθρώπων. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που για τα ΜΜΕ έχει αναφερθεί το εξής: «τα ΜΜΕ είναι η τέταρτη εξουσία που πολλές φορές γίνεται και πρώτη». Ικανά λοιπόν να «ρίξουν» κυβερνήσεις, να «ξεσκεπάσουν» πολιτικά πρόσωπα και να καθορίσουν την ανθρώπινη σκέψη για τα πολιτικά ζητήματα, είναι φανερό πως τα ΜΜΕ κυριαρχούν στη ζωή μας.

Φυσικά άμεσα συνδεδεμένη με την πολιτική είναι η οικονομία. Μεγάλα χρηματικά ποσά, συμφέροντα, ανηθικότητες και αδικίες συνθέτουν το σημερινό πολιτικό σκηνικό όπου τα πάντα μεταφράζονται σε χρήμα. Η τεράστια δύναμη των σύγχρονων εταιρειών με τα ισχυρά κέντρα δημοσίων σχέσεων (lobbies) τους προσδίδει την απαραίτητη εξουσία για να επηρεάζουν την κοινή γνώμη. Έχουν αποκτήσει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στην ικανότητά τους να επηρεάζουν τις κυβερνήσεις προς όφελός τους, π.χ., ευνοϊκούς όρους στα πυρηνικά εργοστάσια και αμυντικούς εξοπλισμούς, προστασία μέσα από δασμούς μιας και οι ίδιες οι κυβερνήσεις θέλουν να προωθούν πολιτικές που θα εξασφαλίζουν ψήφους αλλά και χρηματοδότες. Στα σημερινά καθεστώτα όπου ισχύει το πολίτευμα της αντιπροσωπευτικής (έμμεσης) δημοκρατίας αντιπρόσωποι και υπεύθυνοι για την υπεράσπιση των συμφερόντων του λαού είναι τα πολιτικά πρόσωπα που εκλέγει ο ίδιος ο λαός. Στις περισσότερες περιπτώσεις όμως γίνεται από τους πολιτικούς κατάχρηση της εξουσίας που τους έχει δοθεί και έτσι οδηγούνται στη διαφθορά. Οι πολιτικοί μετά την εκλογή τους χρήζονται αυτομάτως υπεύθυνοι των δικών τους προσωπικών σκοπιμοτήτων και αδιαφορούν για την τύχη του λαού. Τυφλωμένοι από εγωισμό γίνονται κυνηγοί του εύκολα αλλά και συνάμα άτιμου κέρδους και προσπαθούν να γεμίσουν τις τσέπες τους προτού αποχωρήσουν από τα έδρανα της βουλής.

Είναι γεγονός, λοιπόν, πως στην ερώτηση «αν υπήρχε, υπάρχει ή θα μπορούσε να υπάρχει «έντιμη εξουσία»; η απάντηση είναι μία «Αναμφίβολα, όχι.» Η εξουσία είναι πάντοτε ταυτόσημη με τη διαφθορά και ασκείται προς ίδιον όφελος των (κατά κανόνα, ανεπάγγελτων) επαγγελματιών πολιτικών που τη διαχειρίζονται. Από τα ομηρικά έπη μέχρι τις μέρες μας, η εξουσία εμφανίζεται συνώνυμη με την κατάχρηση και τη διαφθορά. Κι όσο πιο ισχυρή είναι η εξουσία τόσο πιο αχαλίνωτη είναι η κατάχρηση και η διαφθορά που εμπεριέχει. Δίκαια αναφέρει και ο Ισοκράτης: «Η Δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται διότι κατεχράσθη το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας, διότι έμαθε τους πολίτες να θεωρούν την αυθάδεια ως δικαίωμα, την παρανομία ως ελευθερία, την αναίδεια του λόγου ως ισότητα και την αναρχία ως ευδαιμονία.»

9