2gym-chaid.att.sch.gr2gym-chaid.att.sch.gr/horizons.doc · Web viewΕντάξει δεν έχω...

27
ΑΘΕΑΤΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ Γ3 Επιμέλεια: Βάνα Δουληγέρη Φιλόλογος Ένα γαϊτανάκι από φανταστικές ιστορίες που συμβαίνουν……. κάθε μέρα.. Με αφορμή τον «’Παχύ και τον Αδύνατο» 1

Transcript of 2gym-chaid.att.sch.gr2gym-chaid.att.sch.gr/horizons.doc · Web viewΕντάξει δεν έχω...

ΑΘΕΑΤΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ

γ3

Επιμέλεια:

Βάνα Δουληγέρη

Φιλόλογος

Ένα γαϊτανάκι από φανταστικές ιστορίες

που συμβαίνουν……. κάθε μέρα..

Με αφορμή τον «’Παχύ και τον Αδύνατο»

του Άντον Π.΄Τσέχωφ

” ΤΟ ΑΣΗΜΕΝΙΟ ΜΕΝΤΑΓΙΟΝ”

Η ζωή δεν ξέρεις ποτέ τι εκπλήξεις θα σου φέρει, δεν την προβλέπεις… Την μια μέρα μπορεί να νιώθεις κουρασμένος , αγχωμένος μέσα στην πίεση της καθημερινότητας ...ενώ την άλλη μέρα μπορεί να βρεθείς αντιμέτωπη με μια απρόσμενη συνάντηση που θα σου αλλάξει πραγματικά την ζωή . Έτσι συνέβη λοιπόν και με ‘μένα …..

Παρασκευή 3 Μαρτίου του 2008. Μόλις είχα επιβιβαστεί στο καράβι με προορισμό τη Σύρο. Επιτέλους, θα αντίκριζα την οικογένειά μου, που τόσο μου είχε λείψει… Ανυπομονώ…Θόρυβος, χαμένοι ταξιδιώτες, ο καθένας βυθισμένος στις σκέψεις του, στους συλλογισμούς του… Εγώ αγνάντευα το πέλαγος , το ήλιο και τους ολόλευκους γλάρους με τα χρυσαφένια τους φτερά που έδιναν ένα τόνο γαλήνης στον καταγάλανο ουρανό. Καθόμουν αναπαυτικά στην πολυθρόνα με συντροφιά το αγαπημένο μου μυθιστόρημα :” ΤΟ ΑΣΗΜΕΝΙΟ ΜΕΤΑΓΙΟΝ” .

Για να ξεφύγω λίγο απ’ το διάβασμα, έκανα μια βόλτα στο καράβι. Παράτησα το βιβλίο και έφυγα… Κατευθύνθηκα προς το τουριστικό περίπτερο του πλοίου, για να ξοδέψω εκεί το χρόνο μου. Παρατηρώντας, λοιπόν, την πραμάτεια του καταστήματος, άκουσα μια γυναικεία φωνή να αναρωτιέται ποιο βιβλίο να διαλέξει. Η πωλήτρια της πρότεινε ένα μυθιστόρημα της αρέσκειάς της, αλλά η κοπέλα επέμενε στο μυθιστόρημα : “ΤΟ ΑΣΗΜΕΝΙΟ ΜΕΝΤΑΓΙΟΝ”. Ισχυριζόταν ότι είχε ακούσει τις καλύτερες κριτικές γι ‘αυτό και ήθελε να το αγοράσει οπωσδήποτε, αλλά επιθυμούσε και την γνώμη της πωλήτριας. Αποφάσισα έτσι να παρέμβω… Κατευθύνθηκα προς το μέρος της….

Εγώ : - Συγγνώμη , αν θέλετε την γνώμη μου……

Εκείνη: - Χριστίνα!!! Εσύ;;;;

Εγώ : - Αντιγόνηη!!!!!! Αναφώνησα με έκπληξη..

Τα μεγάλα ,βαθυπράσινα μάτια σε συνδυασμό με τα κατάμαυρα σγουρά μαλλιά θύμιζαν την κολλητή μου στο Λύκειο. Η Αντιγόνη… Σοκαρίστηκα. Πέσαμε η μία στην αγκαλιά της άλλης και ήμασταν και οι δύο πραγματικά ενθουσιασμένες. Καθίσαμε ήσυχα και συζητάγαμε πολλή ώρα.

Αντιγόνη : - Πώς είναι η ζωή σου; Παντρεύτηκες; Σπούδασες;;

Εγώ : - Σπούδασα διοίκηση επιχειρήσεων στο Παν/μιο, αλλά δεν έχω βρει δουλειά πουθενά μέχρι τώρα… Έχω παντρευτεί όμως και ο άντρας μου έχει πολύ καλή δουλειά και αυτό μας παρηγορεί. Εσύ;;;

Αντιγόνη :- Εγώ διευθύνω δικιά μου επιχείρηση, αλλά δεν έχω παντρευτεί. Έχω αρκετές υποχρεώσεις, δεν θέλω να δεσμευτώ και με άλλες.. Είπες όμως ότι ψάχνεις δουλειά… Λοιπόν είσαι τυχερούλα…. Η θέση της γραμματέως είναι κενή… Τι λές ;;; Δέχεσαι ;;;

Εγώ :- Αντιγόνηη!!! Εγώ;;

Αντιγόνη :- Εσύ! Πού θα βρω πιο ικανό και έμπιστο συνεργάτη; Λοιπόν ;;; Θα χαρώ πολύ να συνεργάζομαι με την παλιά μου φίλη . Θυμάσαι όπως ήμασταν και παλιά… Η μία στηριζόταν στην άλλη !!!

Εγώ :- ΟΚ! Πες, ότι η περιπέτειά μας μόλις άρχισε! Τώρα που σε βρήκα δεν θέλω να σε χάσω… Πότε αρχίζω;;;

Αντιγόνη :- Θα σου πω αναλυτικότερα ,η δουλειά βρίσκεται στην Αθήνα ,δεν έχεις πρόβλημα;;;;

Εγώ :- Όχι, ψυχή μου ,στην Αθήνα μένω ,όμως πηγαινοέρχομαι στη Σύρο επειδή εκεί είναι οι δικοί μου.

Αντιγόνη :- Αααα, μάλιστα . Το καθήκον, καταλαβαίνω!

Εγώ :- Θα το πάρεις;;;;

Αντιγόνη :- Ποιο ;;;

Εγώ: - Το βιβλίο …

Αντιγόνη :- Εννοείται , αφού σ’ αρέσει κι εσένα, θα το διαβάζουμε παρέα ..

Μερικές φορές η μοίρα σε οδηγεί σε απρόσμενες εκπλήξεις που ανατρέπουν εντελώς τη ζωή σου… Εκείνη την μέρα, κάπου στο Αιγαίο, βρήκα τη χαμένη μου φίλη, μια ανέλπιστη δουλειά και κατάλαβα ότι : << Αν δεν δοκιμάσεις, δεν θα πάρεις . Αν δεν είχα πλησιάσει αυτή την κοπέλα, αν δεν ήταν μια δύναμη μέσα μου να με οδηγεί σ’ εκείνη … τώρα δεν θα ήμασταν μαζί . η κάθε μια με τα δικά της όνειρα και οι δύο με αιώνιο σύμμαχο απέναντι στη ζωή !!!! Χριστίνα Σούτσου

«Δίπλα και απέναντι»

Ξαφνικά στο κέντρο της Αθήνας ο Γιώργος περπατώντας βλέπει έναν γνωστό του, με τον οποίο ήταν κολλητοί φίλοι στα σχολικά τους χρόνια, τον Πέτρο. Ο Γιώργος γεμάτος χαρά πιάνει συζήτηση με τον παλιό του φίλο.

Γιώργος: Πέτρο, ο Γιώργος είμαι, που ήμασταν παλιά μαζί στο σχολείο. Πού χάθηκες, ρε ψυχή;

Πέτρος: Ω, ναι! Σε θυμάμαι! Τι ωραίες στιγμές περνούσαμε μαζί στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο…. Κρίμα που δεν ήμασταν μαζί και στο Πανεπιστήμιο, για να συνεχιστεί η φιλία μας.! Γιατί δεν πάμε να πιούμε έναν καφέ, να τα πούμε;

Γιώργος: Ναι, φυσικά!

Οι δύο φίλοι διάλεξαν μια θέση δίπλα απ’ το παράθυρο στην πλησιέστερη καφετέρια και συνέχισαν τη συζήτηση πίνοντας έναν αχνιστό καφέ.

Γιώργος: Πω, πω! Πόσα χρόνια έχουν περάσει και εμείς δεν έτυχε να συναντηθούμε ποτέ.. Για πες μου τώρα πώς είσαι τώρα; Έχεις οικογένεια; Δουλειά;

Πέτρος: Ναι, έχω μια πανέμορφη γυναίκα και δύο μικρά παιδιά Είμαι οικονομικός σύμβουλος σε μια πολύ επιτυχημένη εταιρεία αλουμινίων, τη «Βιομεταλουμίν», αν την έχεις ακουστά. Ο μισθός μου είναι αρκετά υψηλός και μπορώ να συντηρήσω με ευκολία την οικογένειά μου. Εσύ. πώς τα πας, φίλε μου;

Ο Γιώργος σοκαρισμένος απ΄ αυτά που άκουσε , άσπρισε, μετά χλώμιασε, και στο τέλος κοκκίνισε, αλλά συνέχισε τη συζήτηση.

Γιώργος: Εμένα, δυστυχώς, φίλε μου, η ζωή δεν μου έχει έρθει και τόσο εύκολα. Έχω κάνει οικογένεια και έχω ένα παιδί. Η γυναίκα μου κι εγώ προσπαθούμε με κάθε μέσο να του προσφέρουμε τα καλύτερα, αλλά δεν τα καταφέρνουμε. Εγώ δουλεύω ως καθαριστής στο Δήμο και ο μισθός είναι……ψίχουλα.

Άσε, που κάθε τόσο απειλούν να μας απολύσουν, επειδή τάχα πλεονάζουν οι οδοκαθαριστές.. Και τα χάλια του Δήμου, τα βλέπεις…Σκουπίδι και κακό. . Η γυναίκα μου εργάζεται σε ένα mini market απ’ όπου τα έσοδα είναι επίσης πολύ λίγα. Αλλά προσπαθούμε, όσο μπορούμε.. Εσένα η γυναίκα σου με τι ασχολείται;

Πέτρος: Εμένα δουλεύει στο Δήμο…..Είναι Αντιδήμαρχος υπεύθυνη για τα ζητήματα Καθαριότητας. Έχει υψηλό μισθό και… δεν έχουμε παράπονο.

Ο Γιώργος σηκώθηκε από τη θέση του σαν ελατήριο, ενώ λίγο έλειψε να ρίξει τον καφέ του στο παντελόνι του φίλου του. Ενθουσιασμένος για την προκοπή του φίλου του και λυπημένος για τη δική του ανέχεια, ψέλλισε:

Γιώργος: Χάρηκα πάρα πολύ που ξαναβρεθήκαμε! Να συναντηθούμε ξανά και να μιλήσουμε. Αντίο, φίλε μου, τρέχω να πάρω το παιδί απ΄ το σχολείο.

Με πήρε η ώρα, ξαναείπε, ενώ άφηνε στο τραπεζάκι τα χρήματα για τους καφέδες με γενναίο μπουρμπουάρ…. Θωμάς Σκαφίδας

Γιώργος Κουφάκης «Οι άνθρωποι αλλάζουν»

Σαν γύριζα από τη Σχολή, αργοπορημένος για το σπίτι, θέλησα να διασχίσω τα στενά κερδίζοντας λίγο χρόνο, μέχρι που πέρασα από ένα κατάστημα, που κατασκεύαζε διάφορα μικροέπιπλα.

Το μαγαζί έμοιαζε εγκαταλελειμμένο. Ψυχή δεν πέρναγε.. Εκεί στα σκοτεινά, σαν να φάνηκε μια σκιά να αχνοφαίνεται και να προσπαθεί να κρυφτεί. Αφού πλησίασα, συνειδητοποίησα ότι αυτή η σκιά, δεν ήταν μια συνηθισμένη σκιά ▪ ήταν ο παιδικός μου φίλος, ο Δημήτρης. Χλωμός, αδύνατος και κουρασμένος πήρε πρώτος το λόγο:

---- Γιώργο, εσύ;

----Δημήτρη;

Ήταν ταλαιπωρημένος και με τη φανέλα του γεμάτη μουτζούρες.

---- Κοίτα πώς πέρασαν τα χρόνια!!!! του λέω με ένα μικρό χαμόγελο.

----Ναι, μου απαντάει. Εσύ; Τι έχεις κάνει μέχρι τώρα; Σπουδάζεις ή σταμάτησες κι εσύ σαν κι εμένα, γιατί δεν σε θυμάμαι και καλό μαθητή…..

----Χαχαχα. Κι όμως……Οι άνθρωποι αλλάζουν. Φοιτώ στο 5ο έτος, στην καλύτερη Σχολή Ζαχαροπλαστικής της χώρας. Αυτό ήταν πάντα το επάγγελμα που ονειρευόμουν. Θυμάσαι;

----Πώς να το ξεχάσω; Μας ξετρέλαινες πάντα στο παζάρι του σχολείου φέρνοντας νόστιμα και εντυπωσιακά γλυκά. Ήταν αναμενόμενο να ακολουθήσεις αυτό το δρόμο..

---Εσύ; Σπούδασες; Ακολούθησες τις οικονομικές επιστήμες, που ονειρευόσουν;

----Μπαααα…. Κατάρα έπεσε στο σπιτικό και την οικογένειά μου. Ο πατέρας μου έμεινε χωρίς δουλειά, γιατί η εταιρεία που δούλευε, χρεοκόπησε. Η μητέρα μου δασκάλα σε παιδιά πρώτης δημοτικού, ελάχιστος μισθός. Μόνο αυτό το μαγαζάκι μας έμεινε και μας συντηρεί, κι από δω …..κουτσά πράγματα, ίσα-ίσα βγάζουμε ένα πιάτο φαΐ….Τι σπουδές και τέχνες….Εδώ με τον πατέρα μου, από το πρωί μέχρι το βράδυ, ελπίζοντας να πει, έστω κι ένας πελάτης….. Δύσκολα….

---- Λυπάμαι πολύ, για τα κακά αυτά μαντάτα. Ελπίζω να αλλάξουν τα πράγματα και τα οικονομικά της οικογένειάς σου. Και συ μην τα παρατάς!! Να ελπίζεις!!! Λοιπόν, αντίο! Θα περνάω από εδώ, όταν γυρνάω απ΄τη σχολή. Ελπίζω να σε βρίσκω, να τα λέμε λιγάκι.

----Δεν θα είμαι πουθενά αλλού!! Και να ήθελα.. Δεν θα μπορούσα.. Αντίο…

Γιώργος Κουφάκης

Ροζ μπαλαρίνες Μουρούλη Φωτεινή

Ήταν Μάρτιος νωρίς το βράδυ όταν γυρνούσα από τη δουλειά και σταμάτησα σε ένα γνωστό ζαχαροπλαστείο της περιοχής. Ήταν τα γενέθλιά μου και θέλησα να αγοράσω λίγα γλυκά για να κεράσω τους συγγενείς και φίλους που θα έρχονταν να μου ευχηθούν. Βγαίνοντας από το μαγαζάκι βλέπω μία γυναίκα γύρω στην ηλικία μου να βγαίνει από το αυτοκίνητό της -φορώντας όχι και τόσο καθημερινά ρούχα -και να προσπαθεί να κλειδώσει όσο πιο γρήγορα γίνεται το αμάξι της για να μπει στο μαγαζί. Μέσα στη βιασύνη της κατάφερα να συγκρατήσω ένα πράγμα πάνω της .Τις ροζ ελαφρώς φθαρμένες μπαλαρίνες της .Μου φάνηκαν γνώριμες αλλά δεν μπόρεσα να καταλάβω αμέσως.

Εκείνη βιαστική με προσπέρασε τόσο γρήγορα που μπόρεσα να ρίξω μόνο μια φευγαλέα ματιά στο γυαλιστερό και αγχωμένο πρόσωπο της .Και τότε θυμήθηκα ήταν το ίδιο γυαλιστερό και πάντα αγχωμένο πρόσωπο με της κολλητής μου στο γυμνάσιο και στο λύκειο ,της Θάλειας. Αμέσως κατάλαβα από που θυμάμαι αυτές τις μπαλαρίνες. Ήταν οι ίδιες που τις είχα αγοράσει στην τρίτη λυκείου για τα γενέθλιά της. Τότε γύρισα και φώναξα:

-Θάλεια ,Θάλεια. Περίμενε...Εκείνη ξαφνιασμένη γύρισε απότομα και με κοίταξε εξονυχιστικά, και μετά από λίγο το πρόσωπό της πήρε μία παράξενη έκφραση.

-Ειρήνη, Ειρηνάκι μου!!!. Εσύ είσαι; Δεν το πιστεύω!! Χρόνια και ζαμάνια.

- Ναι, το ξέρω Θάλεια μου. Χαθήκαμε. Από τη στιγμή που περάσαμε σε διαφορετική σχολή χάσαμε κάθε επαφή.

-Φυσικό είναι. Εσύ Αρχιτεκτονική στη Θεσσαλονίκη, εγώ Μαθηματικό στην Κρήτη. Ήταν μεγάλη η απόσταση. Αλλά άστα αυτά τώρα. Για πες μου τα νέα σου.

-Εεεε… να μωρέ , τελείωσα τη σχολή στη Θεσσαλονίκη, όπως ξέρεις, και μετά γύρισα στην Αθήνα και έπιασα δουλεία στο αρχιτεκτονικό γραφείο του θείου μου και από τότε δουλεύω εκεί. Εσύ;

- Εγώ, μόλις τελείωσα τη σχολή έπιασα δουλειά σε ένα φροντιστήριο στην Κρήτη. Δεν μπορούσα όμως την απόσταση από τους δικούς μου και γύρισα πίσω. Από τότε κάνω ιδιαίτερα σε κάποια παιδάκια, δουλεύω κάποιες ώρες σε ένα φροντιστήριο. Ε… τα βγάζω πέρα. Τώρα τέλος Μαρτίου θα παρακολουθήσω κάποια μαθηματικά σεμινάρια.

Η Θάλεια σταμάτησε απότομα. Κάθισε λίγο και μετά αναφώνησε με τσιριχτή φωνή ένα ενθουσιώδες Αααα… Τότε με πλησίασε και άρχισε να με φιλάει.

- Χρόνια πολλά! Να τα εκατοστήσεις! είπε γεμάτη ενθουσιασμό.

Εγώ έμεινα έκπληκτη .Απάντησα ένα ξερό ΄΄Ευχαριστώ΄΄ και τίποτα άλλο. Εκείνη συνέχισε: - Θυμάσαι, ποτέ η μία δεν ξέχναγε τα γενέθλια ή τη γιορτή της άλλης. Το θυμόμασταν πάντα. Εγώ αισθάνθηκα αμηχανία και ντροπή. Εκείνη πρέπει να το κατάλαβε γιατί συνέχισε:

- Πρέπει να έχω πολλή καλή μνήμη για να το θυμάμαι μετά από τόσα πολλά χρόνια. Γιατί είναι πολλά χρόνια, μη νομίζεις. – Κοντά στα δέκα, συμπλήρωσα εγώ.

- Ακριβώς, απάντησε εκείνη. Λοιπόν, Ειρηνάκι μου χάρηκα τόσο πολύ που σε είδα. Έλα να ανταλλάξουμε τηλέφωνα. – Βέβαια, της απάντησα εγώ. – Α… και να μην ξαναχαθούμε! Αφού ανταλλάξαμε τηλέφωνα, χαιρετηθήκαμε και πήρε κάθε μία το δρόμο της.

Όση ώρα περπατούσα, για να πάω στο αμάξι μου, σκεφτόμουν πως αυτή η κοπέλα μετά από δέκα ολόκληρα χρόνια θυμόταν ποια μέρα είχα εγώ γενέθλια. Με εξέπληξε ευχάριστα αυτή της η διάθεση. Δεν το πίστευα. Έκανα μια μικρή αναδρομή στο παρελθόν και θυμήθηκα πώς ήμασταν τότε. Κολλητές αυτοαποκαλούμασταν. Και αναρωτιέμαι: μήπως ήμασταν; Μήπως δεν έπρεπε να χαθούμε; Μήπως δεν έπρεπε να πάψουμε να είμαστε κολλητές; Και τότε κατάλαβα. Υπάρχουν στιγμές στη ζωή σου που αναθεωρείς ορισμένες καταστάσεις. Βλέπεις που έκανες λάθος και που έπραξες σωστά. Επίσης, καταλαβαίνεις ότι κάποια πράγματα παίζουν σημαντικότερο ρόλο στη ζωή σου από αυτό που πιστεύεις εσύ ότι παίζουν. Έτσι, μετά από αυτή την τυχαία συνάντηση, κατάλαβα ότι η σχέση μου με αυτή την κοπέλα ήταν σημαντικότερη από ό,τι πίστευα.

Μουρούλη Φωτεινή

SHAPE

Επανασύνδεση μέσω εκπτώσεων

Οι χειμερινές εκπτώσεις άρχισαν. Βρήκα και εγώ ευκαιρία λοιπόν να ψωνίσω κάτι πραγματάκια που χρειαζόμουν. Έτσι καθώς χάζευα τις βιτρίνες στον πεζόδρομο του Περιστερίου, ξαφνικά άκουσα μια γυναικεία φωνή να φωνάζει με επιφύλαξη το όνομά μου.-<<Σοφία>>;;;;;Γύρισα αμέσως το κεφάλι μου προς το μέρος της και είδα την Αθηνά. Την καλύτερή μου φίλη από το γυμνάσιο. -<<Αθηνά μου;! Τι κάνεις, αγάπη μου;>> αναφώνησα. -<<Δεν είναι δυνατόν!!!!!! Εσύ είσαι λοιπόν! Είπα και εγώ · δεν θα μπορούσα να κάνω λάθος!>>Ριχτήκαμε η μία στην αγκαλιά της άλλης και παραμείναμε αγκαλιασμένες για τουλάχιστον ένα λεπτό. -<<Καλή μου φίλη, πόσο χαίρομαι που σε ξαναβλέπω;!>> είπε βουρκωμένη. -<<Και εγώ επίσης! Πόσο μου έχεις λείψει… Έχουμε να τα πούμε δέκα χρόνια!>> είπα συγκινημένη και εγώ. -<<Για δες! Δεν έχεις αλλάξει καθόλου! Αλήθεια, τι έκανες στην ζωή σου; Παντρεύτηκες; Σπούδασες; Βρήκες καλή δουλειά;, με ρώτησε με ενδιαφέρον.-Ευτυχώς κατάφερα να περάσω στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης ,στην σχολή που ήθελα, και να σπουδάσω δημοσιογραφία. Εκεί γνώρισα και τον άντρα μου. Αφού τελειώσαμε και οι δύο το πανεπιστήμιο, βρήκαμε ευτυχώς δουλειά σε μία μεγάλη δημοσιογραφική εταιρία στην Καβάλα. Μετακομίσαμε εκεί όπου και παντρευτήκαμε, πρόσθεσα.

-Τελικά, κατάφερες να πραγματοποιήσεις το όνειρό σου και να φύγεις από την Αθήνα. Τυχερούλα! αναφώνησε.-Ναι, βέβαια αν εδώ και έξι μήνες περίπου αναγκαστήκαμε να επιστρέψουμε στην Αθήνα γιατί η εταιρία έκλεισε και μείναμε και οι δύο άνεργοι και όπως πολλοί συμπατριώτες μας, Ψάχνουμε τώρα δουλειά. Εσύ πώς έφτιαξες την ζωή σου;>>-Όπως και εσύ, κατάφερα να σπουδάσω και να βρω δουλειά ως φυσικοθεραπεύτρια. Δεν παντρεύτηκα ακόμα γιατί δεν βρέθηκε ο κατάλληλος να με ανεχτεί! Ξέρεις εσύ! γέλασε πνιχτά.-<<Σταθερές αξίες! αντιγέλασα.-<<Θυμάσαι τι κάναμε στην τάξη στο γυμνάσιο;>> με ρώτησε γελώντας.-<<Χαχαχαχα! Ξεχνιούνται αυτά; Θυμάμαι μας είχε κολλήσει να λέμε μέσα στην τάξη "Ελλάδα" και σκάγαμε στα γέλια!>> της είπα.-<<Τι όμορφα χρόνια.Τι θυμήθηκα τώρα! Την Ελένη να λέει την χαρακτηριστική της λέξη "μανάρι", και εσένα με τον Γιώργο να λέτε συνεχώς "ε ναι" και να τραγουδάτε με τον Χρήστο. είπε συγκινημένη.-<<Ναι.. θυμάμαι! Πάμε να κάτσουμε κάπου να τα πούμε, είπα, τραβώντας την από το χέρι.-Αχ, καρδιά μου, δεν μπορώ τώρα. Έχω φύγει σκαστή απ΄ την δουλειά. Γράψε τον αριθμό του τηλεφώνου μου και πάρε με το απόγευμα να κανονίσουμε.>> είπε βιαστικά.-<<Αμάν αυτές οι δουλειές σου! Τώρα που σε βρήκα δεν πρόκειται να σε ξαναχάσω είπα και την χαιρέτησα. Σοφία Μυλωνάκη

Όσα φέρνει η ώρα …..

Έχοντας αποφοιτήσει εδώ και πολλά χρόνια από το σχολείο περπατώντας με την κόρη μου στο δρόμο συνάντησα τελείως τυχαία την παλιά μου φίλη και συμμαθήτρια Μαίρη και ακολούθησε η παρακάτω συζήτηση

- Έλα Παναγία μου!!!!!! λέω έκπληκτη εγώ Μαίρη εσύ είσαι ;

- ΄΄Ελένη μου,εσύ είσαι δεν σε γνώρισα τι κάνεις; ΄΄

Στην συνέχεια έκπληκτες και οι δύο πήγαμε σε μία μία καφετέρια για να συζητήσουμε και να αναπολήσουμε στο παρελθόν

-Ελένη μου, άλλαξες, ομόρφυνες, βέβαια, αλλά και πάχυνες λιγάκι .Θα μου πεις γιατί εγώ πάω πίσω δυο παιδιά και τόση κούραση, με σπουδές ,μεταπτυχιακά και τώρα δουλειά και άντρα .Εργαζόμενη γυναίκα, βλέπεις; Εσύ τι κάνεις στην ζωή σου από μικρή είχες πολλά όνειρα και ήλπιζες να άλλαξες τον κόσμο. Δεν είδα να τα κατάφερες τελικά χαχαχαχαχαχ .Αστειεύομαι βέβαια ……

-Μαίρη μου με την καλή σου κουβέντα πάντα από μικρή καλή κουβέντα για άνθρωπο δεν έλεγες .Παντρεύτηκα και έχω και ένα παιδάκι.

Από πάντα ήξερες ότι ήθελα να γίνω δημοσιογράφος . Τελικά, τα κατάφερα μετά από πολύ κόπο και προσπάθησα το όνειρο μου έγινε πραγματικότητα σπούδασα δημοσιογραφία στην Θεσσαλονίκη .Εκεί που γνώρισα και τον σύζυγό μου .Τώρα δουλεύω στην τοπική εφημερίδα της περιοχής μου και γράφω για την εξουσία και την άθλια κατάσταση που βρισκόμαστε .Είμαι πολύ επικριτική άλλωστε εγώ και η εξουσία πότε δεν τα πηγαίναμε καλά γιατί να τα πάμε τώρα ..

-Ά ρε, φιλενάδα……… από μικρές λέγαμε ότι θα τα καταφέρουμε και τελικά έγινε πραγματικότητα .Ίσως επειδή είχαμε πολύ πίστη και θέληση για το μέλλον μας αλλά και την μετέπειτα πορεία μας .Σαν τώρα θυμάμαι που καθόμασταν κάτω από τα αστέρια και προσευχόμασταν έτσι ώστε οι ευχές μας να γίνουν πραγματικότητα ..

-Ά, ρε Μαίρη τι ωραία που περνάγαμε, ήμασταν κολλητές και μοιραζόμασταν τα πάντα .Θυμάσαι τότε που μιλάγαμε μέσα στην τάξη και μας φώναζε η καθηγήτρια αλλά εμείς το χαβά μας ,αν δεν αποφασίζαμε ποιο ήταν το πιο ωραίο αγόρι της τάξης η κουβέντα θα συνεχιζόταν για ώρες

-Χαχαχαχαχαχα, μανάρι μου εσύ εε… δηλαδή …Ελένη.

-Ωχ, τι μου θύμισες τώρα….. αυτοαποκαλούμασταν μανάρια, ήταν το συνθηματικό μας Αχχχχχ…. μακάρι ο χρόνος να σταματούσε στο παρελθόν, όταν ήμασταν παιδιά, αλλά, δυστυχώς, δεν μπορεί να συμβεί αυτό

-Δεν μπορώ να καταλάβω πώς χαθήκαμε έτσι εμείς οι δυο που ήμασταν τόσο δεμένες.

-Αχ Ελένη μου, η οικογένεια τα φέρνει έτσι με την δουλειά, που είναι πολυτέλεια ο χρόνος για τον εαυτό μας και δεν ασχολούμαστε τους φίλους μας. Θεωρώ ότι ήταν τεράστιο λάθος μας που χαθήκαμε. Επειδή οι περισσότεροι γύρω μας δεν δίνουν προτεραιότητα στη φιλία και δεν αντιλαμβάνονται την αξία της, αυτό δεν σημαίνει ότι θα γίνουμε και εμείς ένα με τη μάζα……….

-Μαίρη μου, είμαι σίγουρη ότι από ‘δώ και πέρα τα λάθη του παρελθόντος δεν θα επαναληφθούν .Άντε, πάμε να φύγουμε, γιατί, όπως και μικρές μιλούσαμε για ώρες, ήρθαμε μεσημέρι και τώρα κοντεύει 12….

Το εκδικητικό λουλούδι

Εμπορικό κέντρο The Mall Μαρούσι.

Καθώς περπατούσα αφηρημένη στις βιτρίνες των καταστημάτων έπεσε πάνω μου μια γυναίκα με ένα τεράστιο λουλούδι στο κεφάλι, το οποίο μου μπήκε στο μάτι...

-Συγγνώμη, αφαιρέθηκα, είπε εκείνη.

-Δε πειράζει ֗ ήταν ένα μικρό ατύχημα, της είπα.

Όμως στο πρόσωπο που με κοιτούσε και το κοιτούσα διέκρινα κάτι γνωστό και οι μνήμες με οδήγησαν στο πρόσωπο μιας παιδικής μου φίλης.

Αναφώνησα.-Γιώτα!!!! εσύ είσαι;

-Πού γνωρίζετε το όνομά μ...Ευγενία εσύ είσαι; είπε, χωρίς να ολοκληρώσει το λόγο της.

-Τι κάνεις; Πώς είσαι; Ομορφιές βλέπω, είπα κάνοντας πολλές ερωτήσεις.

-Είμαι μια χαρά. Και όσο για το αν ομόρφυνα δεν ξέρω πάντως σήμερα είναι το λουλούδι που με φωτίζει, είπε η Γιώτα.

-Φυσικά, το λουλούδι είναι...εξωφ…. εξαιρετικό θέλω να πω ,,, απάντησα, ενώ στην συνέχεια μου ήρθε να βάλω τα γέλια.

-Πες μου, έκανες το όνειρό σου πραγματικότητα.; Ξέρεις αυτό που μου είχες πάρει τα αυτιά, να γίνεις φιλόλογος, είπε η Γιώτα.

-Σαφώς, έβαλα τα δυνατά μου και πέρασα στη φιλολογία Αθήνας. Εσύ;

-Εγώ ήθελα δημοσιογράφος μετά οδοντίατρος, μετά αρχιτέκτονας και τελικά δεν έγινα τίποτα από αυτά. Δεν βαριέσαι καλά είναι και τα οικιακά, ζωή να 'χουμε.

Είχα μείνει έκπληκτη….. Θέλησα να την ρωτήσω, αλλά δεν μπορούσα, γιατί το βλέμμα μου ήταν στο τεράστιο λουλούδι και τα χείλη μου επτασφράγιστα, μη δραπετεύσει το ανελέητο γέλιο μου, που είχα καλά κλειδωμένο.

-Άραγε θυμάσαι το σχολείο, της είπα.

-Φυσικά. Περισσότερο θυμάμαι που είχα σπάσει το αγαπημένο σου στυλό. Πω, πω άσε που δεν μου μιλούσες μετά, είπε.

Αναρωτήθηκα και πάλι.

-Τίποτα άλλο δε θυμάσαι; Το θρανίο μας; Τέλος πάντων, τις στιγμές που είχαν πλάκα.

-Μπα, περνάνε τα χρόνια δε βλέπεις εσύ δουλεύεις, εγώ έχω και παιδιά. Έχω οικογένεια. Έxω και σύζυγο δεν στό ΄ πα….. Στό ΄πα;;

-Χαίρομαι πολύ, της είπα , αλλά είχα στεναχωρηθεί με την απάντησή της.

-Ποια είναι τα παιδιά σου; την ρώτησα

-Να βλέπεις αυτό το αγόρι που έχει πασαλειφθεί με το παγωτό μέχρι την μύτη; Αυτός είναι ο Κυριάκος μου, επειδή γεννήθηκε ημέρα Κυριακή. Και το κοριτσάκι με την Barbie;; Ε, αυτή είναι η Αναστασία μου.

-Εντυπωσιακό.!!!!! Και εγώ έχω οικογένεια. Είμαι παντρεμένη με ένα χειρουργό και έχουμε δύο παιδιά , την Ισμήνη και τον Πέτρο.

-Χειρουργό ε.;;;;;;Μπράβο, μπράβο.´…….Σταμάτα, παιδί μου, μη με τραβάς, είπε η Γιώτα.

-Καλά, σε χαιρετάω, Ευγενία μου!!!! Θα τα ξαναπούμε!!! Θα σε πάρω τηλέφωνο, να βρεθούμε οικογενειακώς φώναζε, σαν να μην είχε καμιά σημασία που δεν είχε το τηλέφωνό μου, ενώ είχε ήδη ανέβει στις κυλιόμενες με την κορούλα της να της τραβάει τη φούστα και το μικρό Κυριάκο να ουρλιάζει πως θέλει γαριδάκια με δώρο τάπα Spiderman.

Ευγενία Σιέμπου Γ'3

Παρασκευή μεσημεράκι

Παρασκευή μεσημεράκι[…] Στην Καλαμάτα[…] Ποπό κάνει τσουχτερό κρύο[…] Γυρνάω από την σχολή[…] Κατευθύνομαι προς το σπίτι που νοικιάζω[…] Ωραίο σπίτι γραφικό, δίπλα σε κάτι παλιά αρχοντικά, μεγάλης αξίας σπίτια- πιάνουν πολλά χρήματα.

Αυτά τα << μικρά ανάκτορα>> όπως τα αποκαλώ έχουν μεγάλες στους τοίχους αναπαραστάσεις και κάτι φοβερά τζάμια βιτρό που έχουν θέμα την καθημερινή ζωή κάποιου άλλου πολιτισμού και κατά πάσα πιθανότητα του Ιαπωνικού. Μέσα έχουν βαριά σκαλιστά έπιπλα από ξύλο κερασιάς, οξείας και καρυδιάς και κάτι χρυσούς πολυελαίους. Εντάξει δεν έχω και την πολυτέλεια να μένω και σε τέτοια σπίτια, αλλά αν και μικρό είναι πολύ βολικό για ένα άτομο το δικό μου σπίτι. Τέλος πάντων κατηφορίζω, περνάω το δρόμο που παίρνω πάντα για να φτάσω στο σπίτι.

Περπατάω αποφασιστικά και σκεπτικά, με αργά βήματα και πάντα με τον γνωστό φόβο[…] Εεε, είναι φυσικό όταν βρίσκεσαι σε μια ξένη περιοχή και όλοι σχεδόν οι κάτοικοι σε κοιτάνε περίεργα. Όμως δεν έχω και παράπονο είναι φιλικοί και φιλόξενοι. Άντε υπομονή αύριο θα πάω για Σαββατοκύριακο πίσω στην Αθήνα και μετά από εβδομάδα πάλι πίσω στην σχόλη Καθώς λοιπόν προχωράω σκεπτικά αντικρίζω από μακριά μια γυναίκα. Συνήθως δεν παρατηρώ πολύ. Η αλήθεια είναι ότι παρατηρώ και θυμάμαι μόνο ό,τι μόνο μου κάνει εντύπωση. Για παράδειγμα, αν μπω μέσα σε ένα δάσος θυμάμαι σχεδόν όλα τα είδη φυτών, δέντρων και ζώων που είδα. Για να μην πολυλογούμε, αυτή η γυναίκα ήταν πολύ προσεγμένη στην εμφάνισή της, αφού σκέφτηκα πως μπορεί να έμενε σε ένα από αυτά τα πολυτελέστατα σπίτια. Δεν έδωσα όμως και σημασία, την προσπερνάω. Αυτή γυρνάει πίσω και με σκουντάει. Πάγωσα, κοντοστέκομαι λιγάκι και μετά γυρνάω. Τότε αυτή η γυναίκα που είδα μου λέει: Σόνια εσύ είσαι; Εκείνη την ώρα είχα ανάμεικτα συναισθήματα. Από την μια ένιωθα όπως και τα μικρά παιδάκια που πηγαίνουν για πρώτη φορά στο σχολείο φοβισμένα για το τι θα συναντήσουν, ενώ από την άλλη ήμουν χαρούμενη γιατί σε ένα ξένο τόπο για εμένα συναντώ ένα άτομο που μάλλον το γνωρίζω.

· Σ- Ναι η Σόνια είμαι αλλά…

· Α- Μη μου πεις πως δεν με κατάλαβες!

· Σ- Ομολογώ ότι μου είμαι λίγο δύσκολο!

· Α- Ε, τότε να σε βοηθήσω λίγο. (Βγάζει ξαφνικά μια κιτρινισμένη από τα χρόνια φωτογραφία. Ήταν λίγο δύσκολο να διακρίνεις τα πρόσωπα πόσο μάλλον εγώ που δεν την έχω ξαναδεί ποτέ.)

· Α- Από εδώ που λες είναι η παλιά μας τάξη!

· Σ- Δεν το πιστεύω Ασπασία εσύ είσαι. Μην μου πεις! Ποπό πόσα χρόνια πάνε!

· Α- Ναι ,ναι άστα!

· Σ- Λοιπόν, Ασπασία πες μου για εσένα!

· Α-Εεε[…], εσύ πως τα πας πως από εδώ;(Την είδα πως δεν ήθελε να μου μιλήσει για τον εαυτό της, ήταν πολύ διστακτική. )

· Σ- Που λες εγώ πέρασα εδώ σε μια σχολή. Εσύ;

· Α- Σε ποια σχολή;

· Σ- Πέρασα…

· Α- εσένα Σόνια ποτέ δεν σε κατάλαβα. Δεν ήσουν ποτέ σταθερή στις αποφάσεις σου. Το μόνο που μπόρεσα να καταλάβω ήταν η τρέλα σου για τα μαθηματικά!

· Σ-Ναι, ακόμα μου αρέσουν!

· Α- Την μια ήθελες να γίνεις πυρηνικός φυσικός, γιατί σου άρεσε η φυσική και τα πειράματα. Δεν θα ξεχάσω όταν έβαλες φωτιά στην κουρτίνα του σπιτιού σου. Την άλλη ήθελες να γίνεις γιατρός. Καλά εκεί είχες φάει μεγάλο κώλυμα. Άσε που είχες τρέλα με τους υπολογιστές και ήθελες να γίνεις μηχανικός ηλεκτρονικών υπολογιστών. Αλλά αυτό που είχε μεγαλύτερη πλάκα ήταν η επιθυμία σου να πετάξεις με αεροπλάνο, εεε ήθελες να γίνεις πιλότος.

· Σ- Ποπό, ναι το θυμάμαι. Ξέρεις με τα αεροπλάνα έχω…

Α- Ναι και ενώ όλα τα παιδιά είχαν λογικά όνειρα και επιθυμίες εσύ είχες τα πιο περίεργα! Λοιπόν δεν μου είπες πέρασες σε καμία σχολή; Γιατί με αυτές τις επιθυμίες που είχες δεν πιστεύω που θα τις πραγματοποίησες.

· Σ- Και όμως πέρασα στην σχολή Ικάρων και σε ένα χρόνο από τώρα θα μπορέσω στα αληθινά να πετάξω F-16.

SHAPE

· A- Έλα,τώρα, πλάκα μου κάνεις.!!!!

· Σ- Γιατί όχι! Όταν έχεις έναν στόχο πρέπει να παλέψεις για να τον πετύχεις . Εσύ Ασπασία να φανταστώ θα πήρες τις επιχειρήσεις του πατέρα σου. Θυμάμαι πως ήταν πολύ κερδοφόρες παλιά.

· Α-Σωστά όπως το είπες παλιά.

· Σ- Δεν μπορώ να σε πιστέψω.(Η αλήθεια είναι ότι βγάζανε πολλά χρήματα για την εποχή εκείνη εεεε και συνεχεία μεγαλοπιάνονταν και το έπαιζαν πλούσιοι, είναι αυτό που λέμε ότι δεν έπεφτε η μύτη του κάτω. )

· Σ-Και πώς από εδώ; Θυμάμαι πως ήταν το χωριό σου αλλά γιατί τέτοια απόφαση να έρθετε εδώ.

· Α- Άστα χάσαμε τα λεφτά μας και το μόνο που μας έμεινε είναι ένα καλό όνομα. Όσο αφορά το γιατί βρισκόμαστε εδώ είναι το γεγονός ότι στην πόλη είναι δύσκολη η ζωή, ενώ εδώ όσα να’ ναι τα προς το ζην τα βγάζεις.(Σκέφτομαι από μέσα μου και λέω: κοιτά να δεις πως τα φέρνει η ζωή. Εκεί που τα έχεις όλα και είσαι μια χαρά έρχεται μια στιγμή που τα χάνεις. Η ζωή είναι ένα παιχνίδι που πρέπει να παλέψεις για να νικήσεις. Στην ζωή τίποτα δεν είναι δεδομένο , με πολύ κόπο κατακτιέται. Είδα μια Ασπασία έτσι όπως δεν την είχα ξαναδεί. Την λυπήθηκα ֗ πραγματικά.

· Α- Τέλος πάντων Σόνια τα λέμε γιατί έχω αργήσει[…] Δουλεύω εδώ σε ένα γωνιακό ταβερνάκι για να βοηθάω την οικογένεια μου με τα έξοδα. Δώσε μου το τηλέφωνό σου και τα λέμε από Δευτέρα.

· Σ-Εντάξει Ασπασία, τα λέμε από εβδομάδα μιας και που θα είμαστε στον ίδιο τόπο για πολύ καιρό. Αλλά μετά δεν θα χαθούμε!

Σοφία Κραστάνα

Εκτός υπηρεσίας

Ένα βροχερό απόγευμα περίμενα στη στάση το λεωφορείο, για να πάω στην δουλειά μου. Το λεωφορείο είχε καθυστέρηση, Περίμενα, περίμενα και τίποτα….

Έριχνα ματιές αγωνίας μια στο στενό και μια στο ρολόι μου, ώσπου ξαφνικά βλέπω έναν άνθρωπο να έρχεται προς το μέρος μου και να κάθεται κάτω από το υπόστεγο, δίπλα μου. Όσο εγώ περίμενα το λεωφορείο, περίμενε αμίλητος και ο κύριος. Ήμουν σκεπτική, γιατί αυτός ο κύριος μου θύμιζε κάτι.

Όλο σκεφτόμουν και σκεφτόμουν και από περιέργεια τον ρώτησα πώς τον λένε. Εκείνος με μια βαριά φωνή και κάπως αμήχανα μου είπε ότι τον λένε Τάσο. Νόμιζα άτι από κάπου τον ήξερα. Θυμήθηκα ότι κάποτε είχα έναν συμμαθητή, που τον έλεγαν Τάσο, και μου τον θύμιζε έντονα, αλλά δεν είπα τίποτα. Ύστερα, καθώς χτύπησε το κινητό του, τον άκουσα να μιλάει σε έναν φίλο του και να λέει : «Εδώ και μία ώρα περιμένω το λεωφορείο και ακόμα να έρθει, όχι τίποτα άλλο, θα χάσω και την δουλειά μου.»

Επειδή πια με βασάνιζε η περιέργεια πιο πολύ από το άφαντο λεωφορείο, αποφάσισα να τον ρωτήσω τι δουλειά κάνει. Τον ρώτησα και μου είπε ότι είναι καθηγητής σε σχολείο֗ διδάσκει Αρχαία Ελληνικά. Θυμήθηκα ότι ο παλιός συμμαθητής μου, ο Τάσος, είχε ιδιαίτερη κλίση στο μάθημα αυτό. Πριν προλάβω να δικαιολογηθώ για την αδιακρισία μου, μου είπε ότι κάτι του θυμίζω. Με ρώτησε και αυτός πώς με λένε και με τι ασχολούμαι. Του απάντησα πως το όνομά μου είναι «Παναγιώτα» και πως είμαι γυμνάστρια στον Ιδιωτικό τομέα. Μπορώ να πω πως το πρόσωπό του φωτίστηκε. Μου είπε πως του θυμίζω μια παλιά φίλη που πήγαινε μαζί του σχολείο. Αμέσως μετά του είπα: και μένα μου θυμίζεις έναν παλιό μου συμμαθητή. Κατευθείαν με διέκοψε: -Παναγιώτα, εσύ είσαι; Απίστευτο….Πόσο χαίρομαι που σε ξανασυναντάω!! Θυμάσαι που λέγαμε παλιά ότι θα γίνουμε αστυνόμοι, θα κρατάμε όπλο και θα βάζουμε κλήσεις στα αυτοκίνητα έτσι για πλάκα; Θυμάσαι;

-Πώς είναι δυνατόν να το ξεχάσω, ανταπάντησα. Χαχαχαχαχαχα! Θυμάμαι που λέγαμε επίσης ότι θα παίρνουμε το όπλο και, όταν δεν έχουμε καμιά υπόθεση, θα κάνουμε μπαμ μπουμ μεταξύ μας.

Ενθουσιάστηκα που με θυμόταν και είχε συγκρατήσει και τέτοιες λεπτομέρειες. – Τάσο, δεν το πιστεύω ότι σε ξαναβλέπω μετά από τόσα χρόνια. Παλιές καλές εποχές, χρόνια ανέμελα, χωρίς έννοιες.

.Άχ βρε Παναγιώτα κρίμα που τελικά έγινα καθηγητής και εσύ γυμνάστρια και δεν ακολουθήσαμε το όνειρό μας. Παρόλο που ήθελα να διδάσκω αρχαία ελληνικά στα παιδιά, το κρυφό όνειρό μου ήταν να κρατάω όπλο. Τώρα κρατάω μια κιμωλία…

- Άχ, βρε Τάσο, πώς τα λές έτσι….Ακόμα θυμάμαι το όνειρό μας, αλλά αφού δεν το ακολουθήσαμε δεν πειράζει, τουλάχιστον περνάμε καλά.

-Έτσι είναι, Παναγιώτα μου.

-Τέλος πάντων. Εσύ πες μου. Πώς τα περνάς;

-Μια χαρά, μου απάντησε, χαμογελαστός. Είχα συγκινηθεί πολύ, γιατί με τον Τάσο λέγαμε πως δεν θα χαθούμε, θα είμαστε μαζί για πάντα, γιατί ήταν ο καλύτερος μου φίλος. Ύστερα είδα στο βλέμμα του ότι συγκινήθηκε και αυτός.

Και …..πάνω στην ώρα, νάσου ξαφνικά και το λεωφορείο, αλλά εμείς δεν επιβιβαστήκαμε. Είπαμε να πάμε μια βόλτα με τα πόδια, να δηλώσουμε ασθένεια στη δουλειά και να θυμηθούμε τα παλιά.

Βεβαίως, ανταλλάξαμε τηλέφωνα, ώστε να μην ξαναχαθούμε. Ήταν μια θαυμάσια και παράξενη μέρα. Περίμενα κάτι που δεν ήρθε, και ήρθε κάτι που δεν το περίμενα.

Μηλιαράκη Παναγιώτα

Η αποκάλυψη του Μπάτμαν

Ένα σχετικά ανέμελο πρωί μέσα στο γραφείο μου έρχεται ξαφνικά η ιδιαιτέρα γραμματέας του Διευθυντή και μου ανακοινώνει:

-Ανδρέα, σε ζητάει ο Διευθυντής επειγόντως!!!!

-Εντάξει, της απαντώ.

Πάω αμέσως στο γραφείο. Ο Διευθυντής, χωρίς να σηκώσει το βλέμμα του από το λαπ-τοπ μου λέει:

-Ανδρέα σε φώναξα, για να σου αναθέσω μια συνέντευξη από ένα πολύ σημαντικό πρόσωπο, που --πράγμα σπάνιο-- απασχολεί τη δημοσιότητα με ….ευχάριστο τρόπο.

-Πώς λέγεται αυτός ο εκκεντρικός κύριος ;

-Το όνομά του είναι Διονύσης Κουβάλης.

Άφωνος μένω, όταν ακούω το όνομα. Ο Διονύσης…. Παλιός συμμαθητής στο Λύκειο και παιδικός μου φίλος. Από μικροί λέγαμε ότι θα γίνουμε δημοσιογράφοι. Εγώ ακολούθησα τη Δημοσιογραφία, αλλά αυτός κάτω απ΄ την πίεση των γονιών του πέρασε στη Γυμναστική Ακαδημία.

Συνεχίζει ο Αρχισυντάκτης μου , ο κύριος Μάρκου, κλείνοντας το λαπ τοπ :

-Ξέρεις ποιος είναι αυτός;

-Εννοείται, του απαντώ. Λαμπρός αθλητής. Ολυμπιονίκης στο στίβο.

-Η συνέντευξη είναι δική σου. Η συνάντηση κλεισμένη για αύριο στις 5 στο Ιντερκοντινένταλ . Τη θέλω στο γραφείο μου αύριο το βράδυ. Έφυγες!

-Θα την έχετε έτοιμη.

Αφού καθόμουν όλο το απόγευμα και λίγο από το βράδυ στον υπολογιστή για να συντάξω τις ερωτήσεις , ανοίγω ένα καινούριο παράθυρο στο ίντερνετ, για να βρω επίκαιρα στοιχεία από πρόσφατες συνεντεύξεις. Τα κατέγραψα και τότε μου ήρθε η ιδέα να του κάνω μια μικρή πλάκα. Στο σχολείο όλοι τον φώναζαν με το παρατσούκλι Μπάτμαν, επειδή φορούσε σκουρόχρωμα ρούχα και περπατούσε αθόρυβα, τόσο αθόρυβα που δεν καταλάβαινες αν είναι κάποιος πίσω σου, για να σε τρομάξει. Η ιδέα ήταν μέσα σε μια από τις ερωτήσεις μου να συμπεριλάβω αιφνιδιαστικά τη λέξη Μπάτμαν π. χ. <<Ποιος ήταν ο αγαπημένος Υπερ-ήρωας, ο Μπάτμαν ή ο Σούπερμαν; >> ή <<Ξέρω ότι το παρατσούκλι σου στα σχολικά σου χρόνια ήταν «Μπάτμαν». Από πού προέκυψε αυτό;>>. Αφού ιεράρχησα όλες τις άλλες ερωτήσεις, άφησα την ερώτηση με το παρατσούκλι για το τέλος.

Την επόμενη μέρα, στο Λόμπι του Ξενοδοχείου, με χαιρετάει εγκάρδια και στο επόμενο δευτερόλεπτο μου δηλώνει ότι του φαίνομαι γνωστός. Τον διαβεβαιώνω ότι είναι η πρώτη φορά που του παίρνω συνέντευξη. Αφού μας σέρβιραν τον καφέ μας, ήμασταν έτοιμοι να ξεκινήσουμε. Του κάνω όλες τις ερωτήσεις που τις απαντά χωρίς περιστροφές και ολοκληρωμένα , πράγμα που δεν έκανε ποτέ μικρός,. Η συζήτηση κυλάει ήρεμα και ευχάριστα, ώσπου φτάνουμε στην τελευταία ερώτηση.

· Ξέρω ότι το παρατσούκλι σας στο Λύκειο ήταν Μπάτμαν, από πού προέκυψε;

· Πώς το ξέρετε αυτό; Πώς μάθατε το παρατσούκλι μου; Έγινε σαν πατζάρι , ήπιε την τελευταία γουλίτσα εσπρέσσο και συνέχισε. Τέλος πάντων, το παρατσούκλι αυτό το εμπνεύστηκε ο κολλητός, παιδικός μου φίλος, ο Ανδρέας, επειδή περπατούσα αθόρυβα, τόσο που γινόμουν αντιληπτός πάντα την τελευταία στιγμή…

· Σου άξιζε, φαίνεται, γιατί θυμάμαι ότι ερχόσουν και με τρόμαζες συνέχεα!

Μόλις το άκουσε χλόμιασε και μου απάντησε:

· Ανδρέααααα, εσύ είσαι;

-Φυσικά!!!

Η αποκλειστική συνέντευξη ήταν στο γραφείο του Διευθυντή τελικά την επόμενη μέρα. Το πιο σημαντικό μέρος της όμως δεν δημοσιεύτηκε ποτέ.

Ανδρέας Παναγιώτης Περβενάς

SHAPE

1