ΕΛΠ20 περίληψη

261
Γέννηση και Εξέλιξη της Αρχαίας Ελληνικής Πόλης (25) Εννοιολογικός Προσδιορισμός (26) Ο θεσμός της αρχαίας ελληνικής πόλης αποτελεί σημείο επιστημονικής μελέτης και αντιπαράθεσης, καθώς πρόκειται για τον πρωταρχικό πυρήνα οργανωμένης κοινωνικής και πολιτικής ανθρώπινης συμβίωσης. Η ιστορία του θεσμού είναι τόσο παλιά όσο και η ιστορία των ελληνικών φύλων που εγκαταστάθηκαν στον ελλαδικό χώρο. Δημιουργήθηκε από τους Έλληνες και πρόκειται για τον πληρέστερο τύπο ανεξάρτητης και αυτόνομης κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης. Εκατοντάδες, διάσπαρτες τέτοιες πόλεις αναφέρονται από αρχαίους συγγραφείς και τον Όμηρο που ονομάζει ‘πόλιν’ ή ‘πτολίεθρον’ την ακρόπολη/φρούριο του άστεως και ‘άστυ’ την κατοικημένη περιοχή. Τον 8ο αι. η πόλη διαμορφώθηκε ως ορθολογικά οργανωμένη κοινωνικοπολιτική οντότητα κι όχι απλά μια αναγκαία κοινότητα συμβίωσης. Η εξέλιξη κορυφώθηκε τον 5ο αι. και συνέχισε να εξελίσσεται και τον 4ο. Διάφορες διεργασίες και γεγονότα προκάλεσαν ανακατατάξεις που διαμόρφωσαν ένα νέο κοινωνικό και πολιτικό σκηνικό. Τον 6ο αι. η πόλη ήταν ήδη ένας πολιτικός οργανισμός. (27) Στην Αθήνα υπήρχε πολιτειακή δομή και πρωτοποριακή νομοθεσία, με λειτουργικά πολιτειακά όργανα και κωδικοποιημένες μορφές διακυβέρνησης. Το ίδιο συνέβαινε στη Σπάρτη και σε άλλες πόλεις. Τρεις ήταν οι παράγοντες που συνέβαλαν στο θεσμό της πόλης : - η ανάπτυξη οικονομικών δραστηριοτήτων - ο εκπατρισμός - η άνθηση του θαλάσσιου εμπορίου Οικονομικός Παράγοντας Έπαιξε τον καθοριστικότερο ρόλο. Τον 7ο αι. το εμπόριο και η βιοτεχνία ανθούν σημαντικά. Εμφανίζονται νέα προϊόντα και μέθοδοι, ενώ καθιερώνεται το νόμισμα ως μέσο συναλλαγής. Νόμισμα : Το νόμισμα ανοίγει νέους ορίζοντες τόσο ως εργαλείο εμπορικής ανάπτυξης όσο και ως ενίσχυση του θεσμού της κινητής περιουσίας. Πολλοί γεωργοί και

Transcript of ΕΛΠ20 περίληψη

Page 1: ΕΛΠ20 περίληψη

Γέννηση και Εξέλιξη της Αρχαίας Ελληνικής Πόλης (25) 

Εννοιολογικός Προσδιορισμός (26) Ο θεσμός της αρχαίας ελληνικής πόλης αποτελεί σημείο επιστημονικής μελέτης και αντιπαράθεσης, καθώς πρόκειται για τον πρωταρχικό πυρήνα οργανωμένης κοινωνικής και πολιτικής ανθρώπινης συμβίωσης. Η ιστορία του θεσμού είναι τόσο παλιά όσο και η ιστορία των ελληνικών φύλων που εγκαταστάθηκαν στον ελλαδικό χώρο. Δημιουργήθηκε από τους Έλληνες και πρόκειται για τον πληρέστερο τύπο ανεξάρτητης και αυτόνομης κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης. Εκατοντάδες, διάσπαρτες τέτοιες πόλεις αναφέρονται από αρχαίους συγγραφείς και τον Όμηρο που ονομάζει ‘πόλιν’ ή ‘πτολίεθρον’ την ακρόπολη/φρούριο του άστεως και ‘άστυ’ την κατοικημένη περιοχή. Τον 8ο αι. η πόλη διαμορφώθηκε ως ορθολογικά οργανωμένη κοινωνικοπολιτική οντότητα κι όχι απλά μια αναγκαία κοινότητα συμβίωσης. Η εξέλιξη κορυφώθηκε τον 5ο αι. και συνέχισε να εξελίσσεται και τον 4ο. Διάφορες διεργασίες και γεγονότα προκάλεσαν ανακατατάξεις που διαμόρφωσαν ένα νέο κοινωνικό και πολιτικό σκηνικό. Τον 6ο αι. η πόλη ήταν ήδη ένας πολιτικός οργανισμός. (27) Στην Αθήνα υπήρχε πολιτειακή δομή και πρωτοποριακή νομοθεσία, με λειτουργικά πολιτειακά όργανα και κωδικοποιημένες μορφές διακυβέρνησης. Το ίδιο συνέβαινε στη Σπάρτη και σε άλλες πόλεις. Τρεις ήταν οι παράγοντες που συνέβαλαν στο θεσμό της πόλης : - η ανάπτυξη οικονομικών δραστηριοτήτων - ο εκπατρισμός - η άνθηση του θαλάσσιου εμπορίου 

Οικονομικός Παράγοντας Έπαιξε τον καθοριστικότερο ρόλο. Τον 7ο αι. το εμπόριο και η βιοτεχνία ανθούν σημαντικά. Εμφανίζονται νέα προϊόντα και μέθοδοι, ενώ καθιερώνεται το νόμισμα ως μέσο συναλλαγής. 

Νόμισμα : Το νόμισμα ανοίγει νέους ορίζοντες τόσο ως εργαλείο εμπορικής ανάπτυξης όσο και ως ενίσχυση του θεσμού της κινητής περιουσίας. Πολλοί γεωργοί και τεχνίτες οδηγήθηκαν σε αναζήτηση καλύτερης τύχης στα αστικά κέντρα, ενώ το κράτος το χρησιμοποίησε για την είσπραξη φόρων, που μαζί με τις δωρεές και τις χορηγίες ήταν οι κύριες πηγές εσόδων του. 

Εκπατρισμός : ήταν αποτέλεσμα της στενότητας καλλιεργήσιμης γης, της ανακάλυψης νέων εύφορων περιοχών και της ανάπτυξης της βιοτεχνίας. Το μεγαλύτερο μερίδιο στη γη το κατείχαν οι ευγενείς, μη αφήνοντας περιθώριο στους μικρούς να αναπτυχθούν. Οι τελευταίοι αναγκάζονταν να πληρώνουν τα χρέη τους είτε με το να γίνονται δούλοι, ή να μετοικούν. Στις περισσότερο εύπορες περιοχές σημειώνονταν εσωτερικές αναταραχές, που δημιουργούσαν μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα προς τα αστικά κέντρα (Θουκυδίδης). 

Ναυσιπλοΐα και Εμπόριο : ώθησαν στην αστυφιλία, αύξησαν την γεωργική παραγωγή με προϊόντα ανταλλαγής. (2 Το εμπόριο και η βιοτεχνία αποτελούν πια πηγή πλουτισμού. 

Page 2: ΕΛΠ20 περίληψη

Ο Πλάτων αναφέρει : Η πόλη γεννήθηκε γιατί κανένας άνθρωπος δεν είναι αυτάρκης, αλλά χρειάζεται τον άλλον. Πολλές ανάγκες οδήγησαν πολλούς ανθρώπους να ζουν μαζί για να αλληλοβοηθούνται. Το συνοικισμό αυτόν, ονομάσαμε πόλις. 

Ο Αριστοτέλης αναφέρει : Η πόλις δε δημιουργήθηκε μόνο για να μην αδικεί ο ένας τον άλλον, ούτε μόνο για την αμοιβαία εξυπηρέτηση. Τα δυο παραπάνω αποτελούν συστατικά στοιχεία της, αλλά η πόλη είναι κοινωνία που προέκυψε από τη συνένωση των οίκων και των γενών. Δημιουργήθηκε για να εξασφαλίσει στα μέλη της ευτυχία. Σκοπός της είναι ο πλήρης και αυτάρκης βίος, η ευτυχισμένη και αξιοπρεπής ζωή. 

Και για τους δυο, η πόλη είναι η φυσική εξέλιξη της ανθρώπινης συμβίωσης, που καλύπτει τις αδυναμίες της οικογένειας (οίκος) της ευρύτερης συγγενικής συμβίωσης (γένος, κώμη) και τις αυξημένες ανθρώπινες ανάγκες. (29)Για τον Αριστοτέλη, ο άνθρωπος βρίσκει την ολοκλήρωση μέσα στην πόλη καθώς αυτή ικανοποιεί καλύτερα τις ανάγκες του και εξασφαλίζει ευτυχία και αξιοπρέπεια. Αποτελεί τον πυρήνα της ελληνικής εμπειρίας και της πολλαπλής λειτουργικής οντότητας, που επηρεάζει όλους τους τομείς της ζωής. 

Συμπέρασμα : η πόλη αποτελεί κοινωνικοπολιτική και οικιστική ενότητα, που εξέφραζε την οργανωμένη ζωή. Σκοπός της ήταν η επίτευξη της αυτάρκειας και της ευδαιμονίας των κατοίκων. Τα χαρακτηριστικά της ήταν η ενότητα, η αυτάρκεια και η αυτονομία. 

Τα Χαρακτηριστικά της Πόλης 

Πλάτωνας : η αλληλογνωριμία των πολιτών ως ύψιστο αγαθό. Οι άρχοντες πρέπει να επιτρέπουν την ανάπτυξη μιας πόλης μέχρι το σημείο που διατηρείται η ενότητά της, όχι παραπέρα. 

Αριστοτέλης : είναι δύσκολο έως και αδύνατο να κυβερνηθεί μια πολυπληθής πόλη. Το καλό προκύπτει από την αρμονία του πλήθους προς το μέγεθος. 

Και για τους δυο, απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη της πόλης είναι η ενότητα των πολιτών που προκύπτει από τους μεταξύ τους δεσμούς. Η συνοχή και η συνεκτικότητα του πληθυσμού εξασφαλίζουν την ευδαιμονία, ενώ η διάσπαση και η διχόνοια προκαλούν δεινά. 

Ενότητα = άμεση επικοινωνία και γνωριμία των πολιτών, δράση σύμφωνα με κοινά ήθη θεσμούς και νόμους. Αποτελεί επίσης κριτήριο για το μέγεθος της ιδανικής πόλης, καθώς η πολύ μικρή δεν είναι αυτάρκης και η πολύ μεγάλη δεν είναι πολιτικά λειτουργική. Άρα η ενότητα, η συνοχή και (30) η αμεσότητα στην επικοινωνία προάγουν την αλληλοκατανόηση, την αλληλεγγύη, τη δημιουργία φιλικών δεσμών και επιδρούν στην ανθρώπινη συμπεριφορά φέρνοντας ισορροπία. Ο Πλάτωνας θεωρεί τον άνθρωπο όχι μόνο οργανικό μέρος της πόλης, αλλά συνδέει την ψυχολογία του με την κοινωνική της δομή. Αν η πόλη είναι υπόδουλη, ούτε ο πολίτης είναι ελεύθερος. Η ταύτιση αυτή είναι δεδομένη για τον Πλάτωνα που

Page 3: ΕΛΠ20 περίληψη

υποστηρίζει πως ότι συμβαίνει – καλό ή κακό – σε έναν πολίτη αφορά και την πόλη. 

Αυτάρκεια : ο ακρογωνιαίος λίθος της πόλης και το απαραίτητο ιδεώδες της οργάνωσής της. Σημαίνει την τέλεια εναρμόνιση του μεγέθους, του πληθυσμού και των πόρων. 

Πλάτων : αυτάρκης είναι η πόλη που εξασφαλίζει τα προς το ζην στους πολίτες 

Αριστοτέλης : δίνει ευρύτερο περιεχόμενο στον όρο, ως τον τελικό σκοπό και το τέλειο αγαθό. Είναι ευδαιμονικού χαρακτήρα καθώς οδηγεί στο ‘ευ ζην’ καλύπτοντας τις βιοτικές ανάγκες, αλλά και (31) αφήνοντας τον πολίτη να διαμορφώνει ελεύθερα τη ζωή του. Άρα, μόνο με την αυτάρκεια μπορεί η πόλη να αποκτήσει οργανική πληρότητα, με τη συνύπαρξη δηλαδή της σιγουριάς, της ασφάλειας, της αρμονίας και της ευνομίας. 

Αυτονομία : όρος που περικλείει την αυτοκυριαρχία, την αυτοδιάθεση, την κρατική ανεξαρτησία και την ελευθερία. Περιλαμβάνει όλες τις κοινωνικές, πολιτικές, ηθικές και οικονομικές αρχές της πόλης. Κάθε πόλη είχε τη δική της ταυτότητα και χαρακτήρα. Η αυτονομία, καθώς συνδεόταν με την ατομική ελευθερία ήταν ένα βαθιά ριζωμένο και έντονο συναίσθημα. Συναντάται σε όλες τις ελληνικές πόλεις και εκφράζεται έντονα τόσο με τον τοπικιστικό πατριωτισμό, όσο και με την εθνική συνείδηση. Η αυτονομία είχε τεράστια σημασία για τις πόλεις που δε δίσταζαν να ενωθούν μεταξύ τους προκειμένου να τη διαφυλάξουν από εξωτερικούς εχθρούς. 

Γεωγραφική Θέση και Μέγεθος Οι περισσότερες πόλεις χτίζονταν στις παρυφές ενός λόφου και όταν ήταν δυνατόν, σε κοντινή απόσταση από τη θάλασσα. (32). Στην κορυφή του λόφου βρισκόταν η ακρόπολη, το φρούριο όπου κατέφευγαν οι κάτοικοι σε περίπτωση επιδρομής. Κάποιες πόλεις διέθεταν και τείχη (Αθήνα, Κόρινθος, Άργος). Η Σπάρτη ήταν ανοχύρωτη. Η χωροθέτηση αυτή, εξασφάλιζε ασφάλεια και διευκόλυνε την άμυνα σε περίπτωση επίθεσης. Η έκτασή τους ήταν σχετικά περιορισμένη, ιδίως στα νησιά. Αντικείμενο συζήτησης αποτελούσε ο πληθυσμός. Για τον Ιππόδαμο, η ιδανική πόλη έπρεπε να έχει 10.000 κατοίκους. Ο Πλάτωνας υποστήριζε πως έπρεπε να υπάρχει ο πληθυσμός που θα επέτρεπε στην πόλη να αμύνεται, ταυτόχρονα όμως, οι πολίτες θα πρέπει να γνωρίζονταν μεταξύ τους για να μπορούν να εκλέγουν τους καλύτερους άρχοντες. (5.040 κάτοικοι). Ο Αριστοτέλης θεωρεί πως οι κάτοικοι πρέπει να είναι τόσοι ώστε να είναι αυτάρκης η πόλη. Κάνει διάκριση μεταξύ μεγάλης και πολυάνθρωπης πόλης, υποστηρίζοντας το μέτρο. Πάντως ο πληθυσμός των περισσότερων πόλεων ήταν γύρω στις 10.000. 

Η Κοινωνική Δομή (32) Κύριο χαρακτηριστικό της ιστορικής εξέλιξης των πόλεων ήταν η αντιπαράθεση πλούσιων και φτωχών. Τα βασικά αιτήματα των φτωχών ήταν ο αναδασμός και η παραγραφή των χρεών. Και τα δύο συνδέονταν με την κατοχή γης. Μέχρι την εμφάνιση του νομίσματος, η γη ήταν το μοναδικό κριτήριο πλούτου. Οι πλούσιοι κρατούσαν τη γη και την εξουσία. Διαφοροποίηση υπάρχει σε ελάχιστες πόλεις (όπως στην Αθήνα, μετά το Σόλωνα και τον Κλεισθένη) καθώς το εμπόριο στάθηκε απέναντι στην αγροτική καλλιέργεια. 

Page 4: ΕΛΠ20 περίληψη

Συνήθως υπήρχαν τρεις πληθυσμιακές ομάδες : - οι πολίτες - οι μέτοικοι - οι δούλοι Στη Σπάρτη υπήρχαν πολίτες, οι περίοικοι και οι είλωτες. Δούλοι εμφανίζονται τον 3ο αι. Στην Κρήτη και τη Θεσσαλία, οι κλαρώτες και οι πενέστες αντίστοιχα αποτελούσαν την τρίτη πληθυσμιακή ομάδα. 

Οι Πολίτες Βασικά χαρακτηριστικά τους : - η κατοχή γης - η κατοχή πολιτικών δικαιωμάτων - η καταγωγή από πολίτες γονείς Καθόριζαν την τύχη της πόλης, αποφάσιζαν για ειρήνη ή για πόλεμο, χρηματοδοτούσαν την άμυνα της πόλης, τις θρησκευτικές τελετές και τους αγώνες. Απέφευγαν τη χειρωνακτική εργασία καθώς θεωρούσαν πως ήταν δουλειά για δούλους. Οι υπόλοιπες τάξεις, συμπλήρωναν απλώς την εικόνα καθώς υπηρετούσαν τα συμφέροντα των πολιτών. Οι πολίτες αποτελούσαν τη μειοψηφία σε όλες τις πόλεις. Στην Αθήνα υπολογίζονται κατά 40.000 (100.000 μαζί με τις οικογένειές τους). Το ίδιο συνέβαινε στη Σπάρτη και τη Βοιωτία. (σ. Οι αριθμοί είναι κατά προσέγγιση) 

Οι Μέτοικοι (34) Μέτοικοι ονομάζονταν οι ξένοι που διέμεναν στην πόλη. Αρκετοί κατάγονταν από άλλες ελληνικές πόλεις, ενώ στην Αθήνα υπήρχαν και από άλλες περιοχές, όπως η Θράκη και η Μικρά Ασία. Οι μέτοικοι είχαν κοινά δικαιώματα και υποχρεώσεις με τους πολίτες. Ήταν γραμμένοι στα μητρώα του δήμου, σε ξεχωριστό όμως κατάλογο. Μπορούσαν να ασκήσουν κάποια δημόσια λειτουργήματα (κήρυκας, ιατρός κλπ). Είχαν δικαίωμα σε κινητή περιουσία και δούλους, όχι όμως σε γη, εκτός κι αν τους είχε απονεμηθεί το δικαίωμα της ‘έγκτησις’. Οι μέτοικοι δεν είχαν εκλογικό δικαίωμα, και δε μπορούσαν να καταλάβουν δημόσια αξιώματα. Οι εξαιρέσεις υπήρξαν ελάχιστες, συνήθως ως ανταμοιβή για προσφορά εξεχουσών υπηρεσιών στην πόλη. Όφειλαν να ‘προστατεύονται’ από έναν πολίτη που τους εκπροσωπούσε στις αρχές. Οι οικονομικές τους υποχρεώσεις ήταν σε πολλά σημεία κοινές με αυτές των πολιτών. Η κύρια ήταν η καταβολή του ‘μετοικίου’, ενός κατά κεφαλήν φόρου που πλήρωναν άνδρες και γυναίκες. Συμμετείχαν σε λειτουργίες, εκτός της τριηραρχίας. Υπηρετούσαν στο πεζικό ως οπλίτες, στο στόλο ως ερέτες, αλλά όχι στο ιππικό. Η συμμετοχή τους σε θρησκευτικές τελετές ήταν μάλλον περιορισμένη, αποκλείονταν από τους χορούς (εκτός των Ληναίων), μπορούσαν όμως να μυηθούν στα Ελευσίνια μυστήρια. (35)Δύο λόγοι αυτού του περιορισμού, είναι η σύνδεση των θρησκευτικών τελετών με την ιδιότητα του πολίτη και το γεγονός πως οι μέτοικοι φαίνεται πως λάτρευαν τους δικούς τους θεούς. Η συνεισφορά τους στη ζωή των πόλεων υπήρξε σημαντική, ιδιαίτερα στο εμπόριο. Οι περισσότεροι – τουλάχιστον στην Αθήνα – ήταν έμποροι, βιοτέχνες και τραπεζίτες. Τα κέρδη τους ήταν τέτοια που τους επέτρεπαν την ενεργή συμμετοχή στα οικονομικά της πόλης καθώς και να προσφέρουν ευεργεσίες. Ο αριθμός τους είναι δύσκολο να εκτιμηθεί, διότι οι σχετικές πηγές είναι αποσπασματικές. Πιθανά να

Page 5: ΕΛΠ20 περίληψη

υπήρχαν στην Αθήνα γύρω στις 35 χιλιάδες – μαζί με τις οικογένειές τους, ενώ στη Βοιωτία έφταναν τις 5 με 10 χιλιάδες (αριθμοί κατά προσέγγιση). Οι Δούλοι Πρόκειται για την πολυπληθέστερη ομάδα των πόλεων. Ο θεσμός εξαπλώθηκε τον 5ο αι. (36) λόγω της ανάπτυξης του εμπορίου και της βιομηχανίας, του ανοδικού βιοτικού επιπέδου, της συμμετοχής των πολιτών στα κοινά, της περιφρόνησης προς τη χειρωνακτική εργασία και το μικρό κόστος ενός δούλου. Ο δούλος ήταν αντικείμενο ιδιοκτησίας ‘έμψυχο κτήμα’, απαραίτητος για την ολοκλήρωση του σπιτιού. Τυπικά ο ιδιοκτήτης του δε μπορούσε να ασκήσει βία επάνω του, στην πραγματικότητα όμως, είχε απόλυτα δικαιώματα και μπορούσε να τον εκμισθώσει σε τρίτο. Οι δούλοι δεν είχαν νομική υπόσταση, δικαίωμα ιδιοκτησίας και η οικογένειές τους δεν είχαν αναγνώριση. 

Κατηγορίες δούλων : - Οικιακοί : βοηθούν στο σπίτι, στα χωράφια ή στο εργαστήριο. Τους συντηρούσε ο κύριός τους. - Οι χωρίς οικούντες : εκείνοι που κατοικούσαν ξεχωριστά από τον κύριό τους. Απολάμβαναν σχετική οικονομική ανεξαρτησία καθώς είχαν δική τους εργασία, πλήρωναν ένα πάγιο (αποφορά) στον κύριό τους και κρατούσαν τα υπόλοιπα. - Δημόσιοι : ήταν αστυνομικοί, κλητήρες, γραμματείς, οδοκαθαριστές και συχνά αμείβονταν. - Ανδράποδα μισθοφορούντα : η πιο υποβαθμισμένη κατηγορία, εκμισθώνονταν ως κωπηλάτες στο στόλο ή ως εργάτες στα μεταλλεία. Ο κύριός τους εισέπραττε την αμοιβή τους, ενώ ο εργοδότης τους, τους συντηρούσε. 

Κάποιες φορές ο δούλος μπορούσε να εξαγοράσει την ελευθερία του με τις οικονομίες του. Άλλοτε απελευθερώνονταν κατόπιν αξιέπαινης συμπεριφοράς προς τον κύριό του ή προς την πόλη. Η προσφορά τους στην παραγωγή είναι δεδομένη, ο αριθμός τους όμως είναι υποθετικός καθώς δεν υπάρχουν σαφείς πηγές. (37) Στην Αττική εκτιμάται πως υπήρχαν γύρω στους 100.000 κατά τον 5ο αι. και μάλλον κάτι ανάλογο συνέβαινε και σε άλλες μεγάλες πόλεις, ενώ λιγότεροι πρέπει να ήταν στις αγροτικές περιοχές. Οι δούλοι προέρχονταν από τη Θράκη και χώρες της Ανατολικής Μεσογείου που είχαν εμπορικές σχέσεις με τις ελληνικές πόλεις. 

Η Κοινωνική Δομή της Σπάρτης Στη Σπάρτη ίσχυε ιδιότυπο καθεστώς που διατηρήθηκε λόγω της αυτάρκειας της πόλης και της δυσπιστίας των Σπαρτιατών σε κάθε τι ξένο προς το πολίτευμά τους. Υπήρχαν τρεις κοινωνικές τάξεις : - οι πολίτες - οι περίοικοι - οι είλωτες 

Πολίτες : οι ελεύθεροι Σπαρτιάτες που καθόριζαν την τύχη της πόλης. Θεωρούνταν ίσοι μεταξύ τους, απείχαν από κάθε οικονομική δραστηριότητα και η ζωή τους βασιζόταν στη λιτότητα, την κοινοκτημοσύνη, την ομοιομορφία και τον αντί – ατομικισμό. Ήταν αποκλειστικά αξιωματικοί και στρατιώτες καθώς η κοινωνία τους ήταν οργανωμένη στρατιωτικά. Απέλλα : συνέλευση των πολιτών όπου συμμετείχαν οι Σπαρτιάτες μετά το 30ό έτος της ηλικίας τους 

Page 6: ΕΛΠ20 περίληψη

Γερουσία : συνέλευση των πολιτών όπου συμμετείχαν οι Σπαρτιάτες μετά το 60ό έτος Η πολιτική ζωή ήταν υποβαθμισμένη και η ελευθερία της έκφρασης περιορισμένη, όπως και η συμμετοχή στα κοινά. Κύρια στοιχεία της σπαρτιατικής αγωγής ήταν η υπακοή και η πειθαρχία. 

Περίοικοι : οι κάτοικοι των περιοχών γύρω από τις 4 κώμες της Σπάρτης. Τα εδάφη θεωρούνται σπαρτιατικά και οι περίοικοι Λακεδαιμόνιοι. Αν και τα κατέλαβαν, οι Σπαρτιάτες δε μοιράστηκαν τα εδάφη αυτά αλλά άφησαν τους κατοίκους να τα καλλιεργούν. Οι περίοικοι δε συμμετείχαν στην πολιτική ζωή (3  υπηρετούσαν όμως στο στρατό και μπορούσαν να γίνουν αξιωματικοί, καθώς οι Σπαρτιάτες λιγόστευαν λόγω πολέμων. Ζούσαν από τη γη, εργάζονταν ως έμποροι ή και τεχνίτες κι απολάμβαναν μια κάποια οικονομική και διοικητική αυτονομία. Οι Σπαρτιάτες τους χρησιμοποίησαν ως πρόχωμα σε εχθρικές επιδρομές, ενώ χωρίς την εδαφική και στρατιωτική ενοποίησή τους η Σπάρτη δε θα μπορούσε να γίνει ο ηγέτης που έγινε. 

Είλωτες : παλαιοί κάτοικοι της περιοχής που είχαν υποδουλωθεί. Οι Σπαρτιάτες κατέσχεσαν και μοίρασαν τη γη τους, υποχρεώνοντάς τους να την καλλιεργούν για λογαριασμό τους. Οι είλωτες δεν είχαν πολιτικά και αστικά δικαιώματα είχαν όμως τη δική τους οικογένεια και αποτελούσαν περιουσία της πόλης, όχι των πολιτών. Αυτές ήταν και οι δύο διαφορές τους από τους δούλους των άλλων πόλεων. Η πόλη είχε απόλυτη δικαιοδοσία επάνω τους. Δεν υπηρετούσαν στο στρατό παρά μόνο ως συνοδοί (7 είλωτες για κάθε οπλίτη). Στο τέλος του 5ου αι. είχαν κανονική συμμετοχή. Οι σχέσεις μεταξύ Σπαρτιατών – Ειλώτων ήταν μόνιμα εχθρική και υπάρχουν στοιχεία για μαζικές εξοντώσεις ειλώτων. Οι νέοι εκπαιδεύονταν με την εξόντωσή τους (κρυπτεία) ενώ οι έφοροι κήρυτταν τον πόλεμο στους είλωτες με την έναρξη της θητείας τους. Ο αριθμός των ειλώτων όπως και των περιοίκων είναι επίσης ασαφής. 

Η Πόλη ως Πολιτικός Οργανισμός (39) Η πόλη υπήρξε η πρωτόλεια μορφή ‘κράτους’ κι ένα από τα σημαντικότερα κληροδοτήματα πολιτικής επιστήμης και πρακτικής. Τα ιδανικά των σύγχρονων κρατών (δημοκρατία, ελευθερία) είναι απότοκα του θεσμού αυτού, από όπου προέρχεται η σύγχρονη δημοκρατία. Σε αυτό συμφωνούν διάφοροι μελετητές. Πάνω από όλα όμως, ήταν μια πολιτική κοινωνία, ένας πολιτικός οργανισμός. Το πολιτικό στοιχείο υπερίσχυε, καθώς η πολιτική ενασχόληση ήταν καθημερινή δραστηριότητα όλων των πολιτών. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ο άνθρωπος είναι «ζώο πολιτικό» που ολοκληρώνεται μέσα από την πόλη, η οποία έχει προτεραιότητα έναντι του πολίτη. Αν και προηγείται του ατόμου, το άτομο είναι ο μοναδικός φορέας πολιτικών δικαιωμάτων. Το μέγεθος και η ποιότητα της συμμετοχής είναι διαφορετικά στην ολιγαρχία και την τυραννία από ότι στη δημοκρατία. Όμως, παρ’ όλες τις διαφορές, οι πολίτες υπηρετούν παντού τον ίδιο οργανισμό, την πόλη. Η συμμετοχή τους (40) ωφελεί και την πόλη και τους ίδιους. Τα συμφέροντά τους συμπίπτουν καθώς η ελεύθερη ύπαρξη του πολίτη συνδέεται άμεσα με την ελεύθερη ύπαρξη της πόλης.

Πόλη = λειτουργικό σύστημα αξιών με αναπτυγμένο το αίσθημα της συλλογικής συνείδησης. Σχέση μεταξύ πόλης και πολιτών, κυβερνώντων και κυβερνωμένων (όχι υποτελών). Η σχέση αυτή ανεξάρτητα με τις διαφορές των πολιτευμάτων ήταν ολοκληρωτική, περιορίζοντας την προσωπική ζωή των πολιτών στην Αγορά, στη

Page 7: ΕΛΠ20 περίληψη

Συνέλευση, στις τελετές και στους αγώνες. 

Πόλη και κοινωνία ήταν ταυτόσημες έννοιες, καθώς δεν υπήρχαν όρια στις διάφορες μορφές δραστηριοτήτων (πολιτικές, πνευματικές, καλλιτεχνικές και θρησκευτικές). Το ίδιο συνέβαινε με τον πολιτικό και στρατιωτικό τομέα όπου οι στρατιωτικοί ηγέτες κατείχαν και πολιτικά αξιώματα. Στην Αθήνα η πολιτοφυλακή γινόταν στρατός μόνο σε περίπτωση πολέμου. Στη Σπάρτη μια ομάδα πολιτών ήταν ταυτόχρονα και στρατιώτες που βασίζονταν στην εργασία των ειλώτων. 

Πολιτική οργάνωση : τρία βασικά χαρακτηριστικά - πολυμελής συνέλευση πολιτών - πολυμελές ή ολιγομελές βουλευτικό σώμα - μια ομάδα αξιωματούχων που αναλάμβαναν εκ περιτροπής Η μορφή αυτή διέφερε από πόλη σε πόλη. Στην Αθήνα του 4ου και 5ου αι. ήταν προοδευτική, ενώ στη Σπάρτη συντηρητικότερη. Βέβαια, η αρχαία πόλη δεν ήταν κράτος με τη σύγχρονη έννοια του όρου, όπου ο διοικητικός μηχανισμός είναι αποκομμένος από τους πολίτες. Η Αθήνα είχε έναν τέτοιο μηχανισμό, που δεν αναλάμβανε όμως πολιτική λειτουργία καθώς αποτελούνταν από δούλους που τους επέβλεπαν άρχοντες. 

Εκκλησία του Δήμου : εκεί λαμβάνονταν όλες οι σημαντικές αποφάσεις, όχι όμως (41) από ‘ειδικούς στα πολιτικά’ καθώς θεωρούνταν πως η πολιτική ειδημοσύνη ανήκει στην πολιτική κοινότητα στο σύνολό της. Φτάνουμε λοιπόν πάλι στο προηγούμενο συμπέρασμα, ότι η πόλη ήταν πολιτική κοινότητα, με γνώρισμα την ταύτιση αρχόντων και αρχομένων. Η ανάληψη αξιωμάτων γινόταν εκ περιτροπής με στόχο την ανάπτυξη της πολιτικής δράσης. 

Προσδιορισμός της Έννοιας του Ελεύθερου Πολίτη (43) Η ιδιότητα του πολίτη δε σήμαινε μόνον πως κάποιος αποτελούσε μέρος του κοινωνικού συνόλου, αλλά και ότι συμμετείχε ενεργά σε όλα τα επίπεδα ζωής της πόλης. Αριστοτέλης : πολίτης δεν είναι απλά ο κάτοικος, ούτε αυτός που υπακούει σε συγκεκριμένους νόμους, αλλά αυτός που συμμετέχει στις βουλευτικές και δικαστικές αρχές της πόλης, κατέχει και ασκεί το δικαίωμα του άρχειν και άρχεσθαι. 

Η Καταγωγή Ελεύθερος πολίτης : ο καταγόμενος από γονείς ελεύθερους πολίτες. Ο κανόνας αυτός ήταν απαράβατος με μόνη εξαίρεση στην Αθήνα, κάποιες εποχές που λόγω πολέμων υπήρχε μείωση του ανδρικού πληθυσμού ή ως ανταμοιβή για προσφορά σημαντικών υπηρεσιών στην πόλη. Στη Σπάρτη αλλά και σε άλλες πόλεις όπως η Αίγινα, τα Μέγαρα και η Θήβα, η ιδιότητα του ελεύθερου πολίτη διαφυλάχθηκε με πάθος. (44) Ο Αριστοτέλης αναφέρει πως σε κάποιες πόλεις αρκούσε η καταγωγή από πολίτη πατέρα ενώ σε άλλες, η καταγωγή από μητέρα. Η αναφορά όμως αυτή είναι αόριστη. 

Συμπέρασμα : η ιδιότητα του πολίτη ήταν ένα συγκεκριμένο, κυριαρχικό προνόμιο που οδηγούσε σε άλλα προνόμια και τιμητικά αξιώματα. Γι’ αυτό περιφρουρήθηκε από όλες τις πόλεις, καθιστώντας το σώμα των ελεύθερων πολιτών κλειστό και αυτοδιαιωνιζόμενο. 

Page 8: ΕΛΠ20 περίληψη

Οικονομική Κατάσταση Δύο ήταν τα βασικά οικονομικά χαρακτηριστικά του πολίτη : - η απόκτηση & κατοχή γης και ακινήτων, αποκλειστικό προνόμιο σε όλες τις πόλεις, τόσο που η κατοχή γης και η ιδιότητα του πολίτη ήταν ταυτόσημες. (45) Στη Σπάρτη μπορεί οι κλήροι να ήταν μοιρασμένοι σε όλους τους πολίτες, όμως η γη ανήκε στην πόλη. Οι Σπαρτιάτες δεν ασχολούνταν με την καλλιέργεια της γης, που ήταν αποκλειστική αρμοδιότητα των ειλώτων. - η απαλλαγή από άμεσους, σταθερούς φόρους 

Νομικά χαρακτηριστικά Οι πολίτες απολάμβαναν : - δυνατότητα οποιασδήποτε δικαιοπραξίας - δικαίωμα παράστασης στα δικαστήρια (εμφάνιση ως κατήγοροι) - δικαίωμα σύνταξης διαθήκης και κάθε μορφή κληρονομικού δικαιώματος (εξαιρούνταν οι γυναίκες και οι διανοητικά καθυστερημένοι) Τα νομικά δικαιώματα ήταν άμεσα συνδεδεμένα με τα πολιτικά. Αν κάποιος έχανε την ιδιότητα του πολίτη έχανε και τα νομικά δικαιώματα. (π.χ. οφειλέτης του Δημοσίου, μέχρι να ξεχρεώσει) 

Πολιτικά δικαιώματα Πολιτική δραστηριότητα : συμμετοχή στα πολιτικά, θεσμικά όργανα, η έκφραση δηλαδή των επιθυμιών, των αντιλήψεων και των πεποιθήσεων μέσω της συμμετοχής στους θεσμούς. 

Αθήνα : η συμμετοχή εκφραζόταν στην Εκκλησία του Δήμου, στη Βουλή, την Ηλιαία και στο ολιγομελές σώμα των αρχόντων. (46) Εδώ η πολιτική δραστηριότητα έχει προοδευτική, ολοκληρωμένη μορφή και ουσιαστικό περιεχόμενο. Ήταν προσωπική άμεση, καθολική και δημιουργική. Αυτό το σχήμα οδήγησε στην πιο εξελιγμένη μορφή της αρχαιότητας. Η συμμετοχή αυτή ήταν δημιουργός και παραγωγός της άμεσης δημοκρατίας. 

Σπάρτη και άλλες ολιγαρχικές πόλεις : η συμμετοχή εκφραζόταν στη Συνέλευση του Δήμου, στη Γερουσία ή στο Συμβούλιο και στο σώμα των αρχόντων. Η δραστηριότητα εδώ παρουσιάζει δημοκρατικό έλλειμμα καθώς ο δήμος δεν αποτελεί στοιχείο της πολιτικής τάξης αφού η λειτουργία της Συνέλευσης δεν είχε ουσιαστικό περιεχόμενο. Οι πολίτες απλώς επικύρωναν τις αποφάσεις που είχαν παρθεί από τη Γερουσία ή το Συμβούλιο των Αρχόντων, αποδεικνύοντας έτσι πως η άσκηση της εξουσίας ήταν υπόθεση των ολίγων. Η εκδίκαση των δικών γινόταν από ολιγομελή όργανα προνομιούχων πολιτών. Γνωρίζοντας όλα αυτά, ο Αριστοτέλης θεωρούσε πως μόνο στη δημοκρατία ο πολίτης είναι πραγματικός πολίτης. Στα άλλα πολιτεύματα πρέπει να διασκευαστεί ο ορισμός. 

Στρατιωτική Δραστηριότητα (47) Σε πολλές ελληνικές πόλεις η ιδιότητα του πολίτη και η οπλιτική ικανότητα (κατοχή πλήρους οπλισμού) ήταν απόλυτα συνδεδεμένες. Η πόλη βρισκόταν σε πλήρη αντιστοιχία με το στρατό όπως πλήρης ήταν η ταύτιση πολίτη και στρατιώτη. Για πολλούς αρχαίους συγγραφείς, πολίτες έπρεπε να είναι μόνον όσοι μπορούσαν να υπερασπιστούν την πόλη. 

Page 9: ΕΛΠ20 περίληψη

Σπάρτη : Στρατιώτες παρά πολίτες, περνούσαν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους στα στρατόπεδα. Κάθε άλλη δραστηριότητα απαγορευόταν. Συμμετείχαν τυπικά στην Απέλλα, επικυρώνοντας απλώς τις αποφάσεις άλλων. 

Αθήνα : ο οπλίτης με τον πολίτη ταυτιζόταν μέχρι την εποχή του Κλεισθένη. Κατόπιν υπήρξε επέκταση της ιδιότητα του πολίτη και σε αυτούς που δεν είχαν οπλιτική ικανότητα. Πέρα από αυτό, η Αθήνα πέρασε ένα μεγάλο ειρηνικό χρονικό διάστημα. Από τον Πελοποννησιακό πόλεμο και μετά, η σχέση χαλαρώνει καθώς χρησιμοποιούνται πολλοί μισθοφόροι. 

Θρησκευτική Δραστηριότητα Η πολιτική ήταν παντού, άμεσα συνδεδεμένη με τη θρησκεία. Κάθε πόλη είχε θεό – προστάτη και στις σημαντικές πολιτικές πράξεις περιλαμβάνονταν θυσίες και τελετές προς τιμήν του. 

Αθήνα : οι πολίτες συμμετείχαν στις θρησκευτικές όπως και στις πολιτικές δραστηριότητες. Η είσοδος ενός νέου πολίτη στη ζωή της πόλης συνοδευόταν από τελετουργίες (Δίας, Αθηνά). Έδινε επίσης όρκο, που αποτελούσε τόσο πολιτική όσο και θρησκευτική πράξη. Είσοδος στο πολιτικό σώμα (4: Επικυρωνόταν με δύο εγγραφές, μια στους καταλόγους της φρατρίας και μια στους καταλόγους του δήμου τους. Οι εγγραφές στη φρατρία γινόταν στη γιορτή των Απατουρίων προς τιμήν του Φράτριου Δία και της Φρατρίου Αθηνάς. Την τρίτη μέρα της εορτής, οι γονείς δήλωναν τα παιδιά τους. Η αποδοχή της φρατρίας ήταν η ‘ληξιαρχική πράξη’ γεννήσεως ενώ ο πατέρας ορκιζόταν πως το παιδί του γεννήθηκε από νόμιμο γάμο με Αθηναία. Η εγγραφή στο Δήμο αφορούσε μόνο τα αγόρια, γινόταν στα 18 τους χρόνια κι αποτελούσε την ένταξή τους στο πολιτικό σώμα. Οι δημότες ορκίζονταν για τη νόμιμη ηλικία τους, πως ήταν ελεύθεροι πολίτες και κατάγονταν από νόμιμη γέννηση. Κατόπιν η λίστα ελεγχόταν από τη Βουλή (σε περιπτώσεις προβλήματος γινόταν δίκη). Ύστερα οι νέοι συγκεντρώνονταν κατά φυλές κι εκπαιδεύονταν στρατιωτικά για δύο χρόνια. Μετά έμπαιναν οριστικά στο σώμα των ενεργών πολιτών. 

Η Ιδιότητα του Πολίτη στην Αθήνα και στη Σπάρτη (49) Ανάλογα με το πολίτευμα (δημοκρατικό ή ολιγαρχικό) υπήρχαν ποιοτικές διαφορές στην ιδιότητα του πολίτη. 

Στα ολιγαρχικά πολιτεύματα υπήρχαν δύο τάξεις πολιτών, όπου πλήρη δικαιώματα και εξουσία είχε η τάξη της οποίας η περιουσία ξεπερνούσε κάποιο όριο. Χαλκίδα, Μέγαρα, Κόρινθος, Λέσβος : ο πλούτος (έγγεια ιδιοκτησία και εισόδημα) ήταν το κριτήριο για την απόκτηση πολιτικής ιδιότητας. Θεσσαλία : Οι μεγαλοκτηματίες μονοπωλούσαν την εξουσία ενώ η Συνέλευση επικύρωνε τις αποφάσεις τους. Άρα : στα ολιγαρχικά καθεστώτα η ιδιότητα του πολίτη έπρεπε να συνοδεύεται και από πλούτο, προκειμένου αυτός να συμμετέχει στις αποφάσεις της πόλης. 

Σπάρτη : Το πολίτευμά της χαρακτηρίζεται μοναδικό και η ιδιότητα του πολίτη είχε ιδιαίτερο χαρακτήρα. Ο πολίτης ήταν ταυτόχρονα και στρατιώτης υπό τις διαταγές κληρονομικών βασιλέων που εξουσίαζαν μαζί με τη Γερουσία και τους εφόρους. Στην Απέλλα απλώς επικυρώνονταν οι αποφάσεις τους. Αυτό είναι απότοκο της στρατιωτικής εκπαίδευσης. Οι πολίτες εκπαιδεύονταν από

Page 10: ΕΛΠ20 περίληψη

παιδιά στην υπακοή, οπότε δεν ήταν εφικτό να αντιταχθούν στους ανωτέρους τους. (50) Επίσης και η κατοχή γης δεν είχε την ίδια σημασία που είχε σε άλλες πόλεις καθώς, παρ’ όλο που ήταν κατανεμημένη στους πολίτες, ανήκε στην πόλη και όχι σε αυτούς. Τέλος, οι Σπαρτιάτες, ως στρατιώτες, ήταν στην ουσία ανεπάγγελτοι. Τους ήταν απαγορευμένη κάθε επαγγελματική και εμπορική δραστηριότητα. Οι σύγχρονοι ερευνητές αποκαλούν το πολίτευμά της ‘πολίτευμα των συνταξιούχων’. 

Αθήνα : όταν μιλάμε για πολίτη, μιλάμε για τη δημοκρατική Αθήνα. Εκεί ο όρος ανταποκρίνεται πλήρως στην πραγματικότητα. Επρόκειτο για κατάκτηση των απλών πολιτών που ακολούθησε την εξέλιξη του πολιτεύματος. Μέχρι τον 6ο αι. η Αθήνα δε διέφερε από άλλες πόλεις στη σχέση πλούσιων και φτωχών. Η αλλαγή ξεκίνησε με τις μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα, που κατήργησε τα χρέη των φτωχών αγροτών και απαγόρευσε τη σύναψη δανείων με σωματική εγγύηση (σεισάχθεια). Διαίρεσε τους πολίτες σε τέσσερις τάξεις, με βάση το αγροτικό εισόδημα. Έδωσε την ευκαιρία στη μεσαία και την κατώτερη τάξη να προσεγγίσουν τις μεσαίες (?) ιππέων και ζευγιτών ενώ εξασφάλισε τη συμμετοχή των θητών στην Εκκλησία του Δήμου και την Ηλιαία. Φοβούμενος όμως τις αντιδράσεις, δεν τους έδωσε πρόσβαση στα ανώτερα αξιώματα. Λόγω του ότι η Εκκλησία του Δήμου ήταν όργανο επιβολής αποφάσεων, η δυνατότητα συμμετοχής σε αυτήν ήταν ιδιαίτερα προωθημένο μέτρο. Άρα : τα μέτρα του Σόλωνα ήταν το πρώτο καθοριστικό βήμα προς την απελευθέρωση των κατώτερων τάξεων από τους πολιτικοοικονομικούς συσχετισμούς και τη διεύρυνση της ιδιότητας του ελεύθερου πολίτη. 

Οι μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα δεν ήταν αρκετές κι όταν ο Κλεισθένης ανέλαβε αρχηγός των Δημοκρατικών, προχώρησε σε αλλαγές που περιόρισαν την εξουσία των αριστοκρατών και παραχώρησε περισσότερα δικαιώματα στις κατώτερες τάξεις. Προχώρησε σε θεσμική και κοινωνική αναδιοργάνωση, ανασυνθέτοντας το πολιτικό σώμα και δημιουργώντας νέες μονάδες κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης. Κατένειμε τους πολίτες σε 10 φυλές, διαίρεσε την Αττική σε 30 ομάδες δήμων (τριττύες) που αντιστοιχούσαν ανά δέκα στην πόλη, τα παράλια και τα Μεσόγεια και διαίρεσε τη χώρα σε πάνω από 100 δήμους. Αναβάθμισε τους δήμους, που πιστοποιούσαν την ιδιότητα του πολίτη με την εγγραφή στους καταλόγους τους, και όριζαν αντιπροσώπους στη Βουλή των 500 και την Ηλιαία αντί των φυλών. Έτσι, η ιδιότητα του πολίτη μπορούσε πλέον να αποκτηθεί ευκολότερα ακόμα κι από άτομα που δεν πληρούσαν όλες τις προϋποθέσεις, καθώς ήταν ευκολότερο να αποκτήσει κανείς την εύνοια ενός δημάρχου από αυτήν των μελών κάποιας φυλής. Άρα : η βαρύτητα μετατοπίζεται από τις φυλές στους δήμους. 

Άλλες αλλαγές (52) : Εφιάλτης : αποδυνάμωσε σχεδόν τελείως τον Άρειο Πάγο, μεταφέροντας τις αρμοδιότητές του στα άλλα πολιτειακά όργανα, όπου συμμετείχαν όλοι οι πολίτες. 

Περικλής : Έθεσε σε ισχύ σειρά μέτρων, όπως η επιλογή των αρχόντων με κλήρωση, η παραχώρηση πλήρων πολιτικών δικαιωμάτων σε όλες τις τάξεις, η αμοιβή των μελών της Ηλιαίας και της Εκκλησίας του Δήμου, εφαρμόζοντας τις αρχές της ισονομίας και της ισηγορίας. Έτσι, αναδιαμόρφωσε τον τρόπο διευθέτησης των πολιτικών αποφάσεων και αντιθέσεων και τον μετέφερε στα λαϊκά θεσμικά όργανα.

Page 11: ΕΛΠ20 περίληψη

Με αυτόν τον τρόπο, έδωσε μοναδικό χαρακτήρα και περιεχόμενο στην ιδιότητα του ελεύθερου πολίτη. 

Κοινωνικοπολιτικοί Θεσμοί Οι φρατρίες, οι φυλές και οι δήμοι είχαν τόσο σημαντικό ρόλο στη ζωή της πόλης, που μπορούμε να πούμε πως αποτέλεσαν τη βάση οργάνωσης και λειτουργίας της. Γι’ αυτό ακολουθεί ανάλυση : 

Οι Φρατρίες (53) Γνωστές από την αρχαιότητα, ως συναθροίσεις συγγενικών γενεών. Το γένος ήταν η συμπαγής φυσική ομάδα και πρώτη αυτόνομη μονάδα της αρχαϊκής πόλης. Τα μέλη τους ονομάζονταν γενήτες και συνδέονταν με συγγενικούς δεσμούς. Με Φυλή) Φρατρία την ένωση γενών προέκυψαν οι φρατρίες που επάνω τους βασίστηκε η οργάνωση της πόλης. Οι φυλές είναι οι ενώσεις φρατριών. (Γένος  Οι φρατρίες ήταν σημαντικός ενοποιητικός παράγοντας. Ιδιαίτερα στην κλασική Αθήνα είχαν ουσιαστικό ρόλο στη ζωή του ελεύθερου πολίτη (γέννηση, γάμος, κηδεία). Υποθέτουμε – χωρίς να έχουμε ιδιαίτερες πληροφορίες – πως το ίδιο συνέβαινε και σε άλλες ιωνικές πόλεις (Τήνο, Δήλο κ.α.) Οι περισσότερες λειτουργίες της ήταν θρησκευτικού περιεχομένου, κάποιες όμως ήταν και πολιτικές, με κυριότερη αυτήν της εγγραφής των νεογέννητων στη φρατρία (σαν ληξιαρχική πράξη γέννησης). Η νόμιμη γέννηση ήταν συνδεδεμένη με το κληρονομικό δικαίωμα και την υιοθεσία. Σε αυτές τις πράξεις η φρατρία αναπλήρωνε την πόλη σε διοικητικά καθήκοντα. Επίσης, διέθετε δικό της ιερό, δικές της θεότητες, αρχηγό (φατρίαρχος) και ακίνητη περιουσία. Όλες οι φρατρίες γιόρταζαν μαζί τα Απατούρια, προς τιμήν του Φρατρίου Δία και της Φρατρίας Αθηνάς. 

Φυλή (54) Η φυλή ήταν συνένωση φρατριών και η μεγαλύτερη αυτοδιοικούμενη μονάδα με δικά της όργανα και εδαφική περιοχή, με αρκετά δημοκρατική οργάνωση. Ανώτατο όργανο ήταν η συνέλευση των ανδρών που μπορούσαν να φέρουν όπλα. Αρχηγός κάθε φυλής ήταν ο φυλοβασιλέας, με διοικητικές, στρατιωτικές και θρησκευτικές αρμοδιότητες, ενώ λειτουργούσε και ως διαιτητής στις διαφορές μεταξύ των γενών. Επίσης, υπήρχε το συμβούλιο της φυλής με συμμετοχή των αρχηγών των γενών και των φρατριών. Οι αποφάσεις λαμβάνονταν από το φυλοβασιλέα και το συμβούλιο και εγκρίνονταν ή όχι από τη συνέλευση των πολεμιστών. Γνωρίζουμε πως υπήρχαν δύο ομάδες φυλών, οι ιωνικές (Αργαδείς, Αιγικορείς, Γελέοντες και Όπλητες) και οι δωρικές (Υλλείς, Παμφύλους και Δυμάνες). Σε κάποιες πόλεις διαφοροποιούνταν τα ονόματα και ο αριθμός των φυλών. (55) Οι πληροφορίες που διαθέτουμε αφορούν την οργάνωση και το ρόλο κυρίως των ιωνικών φυλών της Αθήνας. Αν και ο Κλεισθένης προσπάθησε να τις περιορίσει, οι φυλές είχαν τόσο σημαντικό ρόλο που μπορούμε να πούμε ότι ήταν η βάση του αθηναϊκού πολιτεύματος. Κάθε φυλή εξέλεγε έναν άρχοντα, έστελνε 50 βουλευτές στη Βουλή των 500, ασκούσε την πρυτανεία μια φορά το χρόνο και συμμετείχε αναλογικά στη σύνθεση της Ηλιαίας. Ο σημαντικός για την έκφραση της λαϊκής συμμετοχής, θεσμός της αντιπροσώπευσης είχε ως βάση τη φυλή, που εμπλεκόταν και στις οικονομικές υποχρεώσεις των πολιτών (χορηγίες). Επίσης, είχε σημαντικό στρατιωτικό ρόλο, καθώς αποτελούσε τη βάση για το σχηματισμό και τη διάρθρωση του στρατεύματος. (τον 5ο π.Χ. αι. οι δέκα στρατηγοί εκλέγονταν ένας από κάθε φυλή). 

Page 12: ΕΛΠ20 περίληψη

Πάντως, μετά τις αλλαγές του Κλεισθένη, χάθηκε μεγάλο μέρος του παραδοσιακού χαρακτήρα της φυλής. 

Οι Δήμοι Οι δήμοι αποτελούσαν γεωγραφικές υποδιαιρέσεις του εδάφους της πόλης και σε αυτούς ήταν εγγεγραμμένοι οι πολίτες ανάλογα με τον τόπο διαμονής τους. Δεν είχαν πολιτικό ρόλο και δεν ασκούσαν εξουσία. Ο Κλεισθένης το άλλαξε αυτό, αναδιαμορφώνοντάς τους σε αυτοδιοικούμενες κοινότητες και πυρήνες της κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης της πόλης. Αυτό έγινε με τη μεταφορά πολιτικών δραστηριοτήτων από τις φυλές στους δήμους, κατανέμοντας έτσι (56) το πολιτικό σώμα με βάση εδαφικά κριτήρια. Πλέον οι Αθηναίοι δίπλα στο όνομά τους χρησιμοποιούσαν και το όνομα του δήμου τους, που περνούσε από γενιά σε γενιά. Το όνομα του γένους, έδωσε τη θέση του σε τοπωνύμιο. Έτσι διαλύθηκαν τα παραδοσιακά πλαίσια προσωπικών επιρροών, κατέστη δύσκολη η επαναφορά της τυραννίας και δόθηκε σε όλους τους πολίτες κίνητρο συμμετοχής στη διακυβέρνηση της πόλης. Από εκεί και πέρα, ο ρόλος των δήμων ήταν διπλός : - ήταν τοπικές, αυτοδιοικούμενες μονάδες με δημοκρατική οργάνωση και δομή - εφήρμοζαν τις κατευθύνσεις της κεντρικής εξουσίας και ήταν πυρήνες παραγωγής της κεντρικής πολιτικής Επίσης : - είχαν δικά τους διοικητικά όργανα (Συνέλευση των Δημοτών, Δήμαρχος, Δημοτικό Ταμείο, Δημοτική Αστυνομία και Δημοτικό Ιερατείο) - Επέβαλλαν και εισέπρατταν φόρους - Διοργάνωναν πολιτιστικές εκδηλώσεις - Τηρούσαν τη λίστα στρατεύσεως πολιτών 

Τήρηση του καταλόγου των δημοτών – πολιτών : Ήταν η κυριότερη αρμοδιότητα των δήμων. Σε αυτήν τη λίστα ήταν καταχωρημένοι όλοι οι ενήλικοι πολίτες. Η εγγραφή στον κατάλογο έδινε δικαίωμα απόκτησης της ιδιότητας του πολίτη, με αυτόν τον τρόπο οι δήμοι παρενέβαιναν άμεσα στη λειτουργία της πόλης. Το ίδιο συνέβαινε και από το γεγονός πως οι δήμοι όριζαν κατ’ αναλογία με τις φυλές τους βουλευτές της Βουλής των 500 και τους δικαστές της Ηλιαίας. 

Συμπέρασμα : η προσφορά των δήμων στη δημοκρατία ήταν καταλυτική. Η οργάνωση και η λειτουργία τους ώθησε όλους τους πολίτες – ανεξαρτήτως τάξης – να ασχοληθούν με τα κοινά. Λειτούργησαν ως ‘σχολεία’ που προετοίμαζαν τους πολίτες για περαιτέρω σωστή πολιτική συμπεριφορά. (57) Χωρίς τους δήμους δε θα είχε χειραφετηθεί η πλειοψηφία και δε θα είχε πραγματοποιηθεί η άμεση, συμμετοχική δημοκρατία. 

Τα Κριτήρια Απόκτησης της Ιδιότητας του Πολίτη 

Η Καταγωγή (59) Η γέννηση από γονείς Αθηναίους πολίτες ή αστούς ήταν το πρωταρχικό κριτήριο. Νόμιμη γέννηση ήταν αυτή που προερχόταν από το γάμο ενός Αθηναίου πολίτη αστού με την κόρη ενός άλλου Αθηναίου πολίτη αστού. Κάθε άλλη γέννηση θεωρούνταν μη νόμιμη και τα παιδιά, νόθα, που δεν αποκτούσαν ποτέ την ιδιότητα του πολίτη και δεν είχαν κληρονομικό δικαίωμα. 

Page 13: ΕΛΠ20 περίληψη

Διάκριση αστού και πολίτη : Αστός : Οι αστοί δεν είχαν δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτική ζωή, ήταν όμως ελεύθεροι πολίτες. Τα πολιτικά δικαιώματα τους είχαν αφαιρεθεί για κάποιο σοβαρό αδίκημα (προδοσία, λιποταξία). Αστοί θεωρούνταν και τα ανήλικα παιδιά, μέχρι την εγγραφή τους στους καταλόγους του δήμου. Οι γιοί των αστών με την εγγραφή τους γινόντουσαν πολίτες, οι κόρες όμως όχι. Πολίτης : συμμετείχε στις αρχές, ασκούσε πολιτικά δικαιώματα 

Το κριτήριο της καταγωγής ίσχυσε στην Αθήνα από τον 5ο αι. και μετά. Μέχρι τότε ήταν αρκετή η καταγωγή από ένα γονιό πολίτη, τον πατέρα, ενώ η μητέρα μπορούσε να είναι ξένη (μητρόξενοι). Τον 5ο αι. η στάση της Αθήνας άλλαξε και η Εκκλησία του Δήμου (451) ενέκρινε ψήφισμα του Περικλή που έλεγε πως για να θεωρηθεί κάποιος πολίτης, έπρεπε να κατάγεται και από τους δύο γονείς πολίτες ή αστούς. Έτσι, η ιδιότητα του πολίτη έγινε ιδιαίτερο προνόμιο που η απόκτησή του ήταν ιδιαίτερα δύσκολη. Οι λόγοι γι’ αυτήν την αλλαγή είναι απλές εικασίες, καθώς δεν έχουμε συγκεκριμένες εξηγήσεις. Είναι πιθανόν να σχετίζονται με το γόητρο και τα σημαντικά δικαιώματα που εξασφάλιζε η ιδιότητα του πολίτη σε αυτόν που την είχε, όπως οι αμοιβές όσων συμμετείχαν στην (60) Εκκλησία του Δήμου, στην Ηλιαία, καθώς και το δικαίωμα σε δωρεάν διανομές σιταριού. Επίσης, υπήρχε το δικαίωμα κατοχής γης, πάσης φύσεως νομικά δικαιώματα, κυρίως κληρονομικά. Υπήρξαν βέβαια κάποιες περιπτώσεις όπου η ιδιότητα του πολίτη απονεμήθηκε σε μέτοικους. Από τις λίγες πληροφορίες που έχουμε, ξέρουμε πως παρόμοιο ήταν το καθεστώς και σε άλλες πόλεις, όπως στα Μέγαρα, τη Ρόδο και τον Ωρεό, πιθανόν και άλλες. Επίσης, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να συνέβαινε το ίδιο και σε ολιγαρχικές πόλεις αν και η άρχουσα τάξη ίσως να μην ήταν τόσο πρόθυμη να παραχωρήσει ένα τόσο σημαντικό προνόμιο σε ξένους. Κυρίως η Σπάρτη, η πιο κλειστή κοινωνία της εποχής, δεν επέτρεψε ποτέ την είσοδο στο πολιτικό σώμα σε ξένους, ούτε καν στους περίοικους οι οποίοι της είχαν συμπαρασταθεί ιδιαίτερα. Βέβαια, υπήρχαν και πόλεις στις οποίες αυτός ο κανόνας δεν είχε απαρέγκλιτη ισχύ. Σε κάποιες αρκούσε η καταγωγή από τον ένα γονέα. 

Αριστοτέλης : πληροφορεί πως σε μερικές πόλεις αρκούσε η καταγωγή από ελεύθερη πολίτιδα μητέρα, ενώ σε κάποιες άλλες, την αποκτούσαν ακόμη και τα νόθα παιδιά όταν λιγόστευαν τα original. Όταν όμως ο πληθυσμός αυξανόταν πάλι, άρχιζαν οι διαγραφές, πρώτα αυτών που προέρχονταν από δούλο πατέρα ή μητέρα, και κατόπιν όσων προέρχονταν (61) από πολίτη πατέρα και ξένη μητέρα. 

Συμπέρασμα : η καταγωγή ήταν το καθοριστικότερο κριτήριο για την απόκτηση της ιδιότητας του πολίτη, με διαφοροποιήσεις από πόλη σε πόλη. Η Αθήνα τήρησε με ευλάβεια αυτόν τον κανόνα (αν και αυτό είναι σχετικό), όπως και η Σπάρτη και οι άλλες ολιγαρχικές πόλεις. 

Η Κατοχή Γης και Ακινήτων Έγκτησις : σήμαινε την κατοχή γης και ακινήτων. Ήταν αποκλειστικό προνόμιο των ελεύθερων πολιτών. Σε όλες τις ελληνικές πόλεις, η γαιοκτησία ήταν ταυτόσημη με τον πολίτη. Μέτοικοι και ξένοι μπορούσαν να μισθώσουν και να εκμεταλλευτούν ακίνητα, όχι όμως και να τα αγοράσουν, άσχετα αν η οικονομική τους συμβολή ήταν

Page 14: ΕΛΠ20 περίληψη

ευπρόσδεκτη και επιδιωκόμενη. Ξέρουμε πως στην Αθήνα του 4ου αι. έγιναν διευκολύνσεις εμπορικών και οικονομικών συναλλαγών για τους μέτοικους, ποτέ όμως δεν άρθηκε ο αποκλεισμός τους από την ιδιοκτησία. Η δυνατότητα των μετοίκων και των ξένων να αποκτήσουν γη, παραχωρούνταν μόνο με ειδικό διάταγμα. (62) Η στάση αυτή απέναντι στη γαιοκτησία, δικαιολογείται καθώς η γη ήταν το πολυτιμότερο αγαθό. Αποτελούσε κοινή περιουσία του γένους, πιστοποιούσε την αριστοκρατική καταγωγή και ήταν μέσο επιβίωσης και κοινωνικής καταξίωσης. Οι ολιγαρχικές πόλεις προστάτεψαν ιδιαίτερα το δικαίωμα αυτό. Πολλές απαγόρευαν την πώληση κλήρων, ενώ στη Σπάρτη η γη βρισκόταν υπό τον έλεγχο της πόλης. Η σχέση ιδιοκτησίας – ιδιότητας του πολίτη ήταν ιδιαίτερα στενή, καθώς μόνον οι γαιοκτήμονες συμμετείχαν στα κοινά, ενώ σε άλλες πόλεις, μόνον οι γαιοκτήμονες αποφάσιζαν την τύχη της πόλης τους. Το ίδιο συνέβαινε και στην Αθήνα. Μέχρι την εποχή του Σόλωνα, απαγορευόταν η είσοδος στην αγορά σε πολίτες που είχαν σπαταλήσει τον κλήρο τους. Ο Κλεισθένης το άλλαξε αυτό, καθώς με την εγγραφή στους δημοτικούς καταλόγους η έγγεια περιουσία πέρασε σε δεύτερη μοίρα. Ο πολίτης δε χρειαζόταν να έχει ούτε ιδιοκτησία, ούτε περιουσία, καθώς η πλειονότητα ανήκε στην κατώτερη τάξη. Η κατάσταση αυτή παγιώθηκε με τις αλλαγές του Εφιάλτη και του Περικλή, έτσι ώστε η απόκτηση της ιδιότητας του πολίτη και η συμμετοχή στα κοινά να μην συνδέονται με την κατοχή περιουσίας και κοινωνικής θέσης, αλλά με την προσωπική αξία. Συνέπεια αυτού, στο δεύτερο μισό του 5ου αι. ήταν μεγάλος ο αριθμός των πολιτών χωρίς περιουσία. Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς στα ‘Σχόλιά’ του, αναφέρει το διάταγμα του Φορμίσιου το οποίο πρότεινε τον αποκλεισμό από την πολιτική ζωή όσων δεν είχαν γη. Την εποχή εκείνη διενεργήθηκε απογραφή που ανέδειξε 5.000 ακτήμονες πολίτες στην Αθήνα. Στις αρχές του 4ου αι. το ένα δέκατο των Αθηναίων (από 30.000) ήταν ακτήμονες και χωρίς περιουσία (63) αν και υποθέτουμε πως πριν από τον Πελοποννησιακό πόλεμο ο αριθμός αυτός θα ήταν μεγαλύτερος. Το διάταγμα του Φορμίσιου δεν ευδοκίμησε, στο τέλος του 4ου αι. όμως, επανίσχυσε η κατοχή γης και η περιουσία, ως προϋπόθεση για την απόκτηση της ιδιότητας του πολίτη. 

Σύνοψη : η σχέση έγγειας ιδιοκτησίας και ιδιότητας του πολίτη διατηρήθηκε και ήταν προνόμιο καθ’ όλη την ιστορία των ελληνικών πόλεων. Τα αίτια της διατήρησής της ήταν πολιτικά, κοινωνικά αλλά κυρίως, ψυχολογικά. Οι Έλληνες που θεωρούσαν εαυτούς ανώτερους, δεν έδιναν σε ξένους ένα προνόμιο που αποδείκνυε την αριστοκρατική ή ανώτερη καταγωγή τους. Φωτεινή εξαίρεση η Αθήνα του 5ου αι. αν και μετά το τέλος της δημοκρατίας της, η σχέση αυτή επανίσχυσε. 

Η Απονομή της Ιδιότητας του Πολίτη Θεωρούνταν η ύψιστη τιμητική διάκριση της πόλης προς τους ευεργέτες της και ήταν σπάνια. Οι κατ’ απονομή πολίτες (ποιητοί πολίται), εξομοιώνονταν πλήρως με τους εκ καταγωγής. Απολάμβαναν όλα τα δικαιώματα καθώς και αυτά του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι. Μόνη εξαίρεση παρέμενε πως δε μπορούσαν να εκλεγούν ως άρχοντες και να αποτελέσουν μέλη του ιερατείου. Η απονομή είχε ατομικό ή ομαδικό χαρακτήρα (είτε σε συγκεκριμένο άτομο, είτε σε ομάδα ή ομάδες ατόμων). Οι περιπτώσεις αυτές είναι λίγες και οι περισσότερες αφορούν την Αθήνα. (64) Μόνο δύο περιπτώσεις που να αφορούν τη Σπάρτη είναι γνωστές, ενώ το ίδιο σπάνιο ήταν και σε άλλες ολιγαρχικές πόλεις. 

Page 15: ΕΛΠ20 περίληψη

Η κατάσταση στην Αθήνα ήταν ευνοϊκότερη. Μέχρι τα μέσα του 5ου αι. γνωρίζουμε για τρεις περιπτώσεις απονομής. [ ακολουθούν παραδείγματα στις σελ. 64 – 65 του εγχειριδίου] Στο τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου, οι Αθηναίοι αναγνώρισαν στους Ευβοείς την επιγαμία. Έτσι αναγνωρίζονταν οι μικτοί γάμοι ως νόμιμοι και τα παιδιά αυτών των γάμων αποκτούσαν την ιδιότητα του Αθηναίου πολίτη. Είναι πιθανόν κάποιοι εύποροι μέτοικοι να απόκτησαν την ιδιότητα εξαγοράζοντας την εγγραφή τους στους καταλόγους ή τη μαρτυρία πολιτών σχετικά με την ελεύθερη καταγωγή τους. Αυτό όμως επέφερε αυστηρά πρόστιμα (αφαίρεση της περιουσίας, υποβιβασμός σε δούλο). Για την αποφυγή τέτοιων περιστατικών, οι κατάλογοι εξετάζονταν σε τακτά χρονικά διαστήματα από την Εκκλησία του Δήμου, αργότερα τέθηκε ξανά σε ισχύ ο Νόμος του Περικλή (καταγωγή από δύο γονείς πολίτες), ενώ για την κατοχύρωση μιας απονομής, απαιτούνταν ελάχιστοι ψήφοι 6.000 από την Εκκλησία του Δήμου. 

Συμπέρασμα : κατά την κλασική περίοδο, η ιδιότητα του πολίτη απονεμόταν σε άτομα ή ομάδες πολύ σπάνια, και μόνον ως ανταμοιβή για εξαιρετική προσφορά προς την πόλη. (66) Επίσης, οι έλεγχοι που διενεργούνταν δείχνουν πως πρέπει να υπήρξαν και περιπτώσεις παράνομης απονομής. 

Η Στέρηση των Πολιτικών Δικαιωμάτων Η λεγόμενη και ατιμία, ήταν η ποινή προς τους πολίτες που φαίνονταν ανάξιοι της ιδιότητάς τους. Συναντάται αρχικά την εποχή του Σόλωνα ως ποινή του ιδιωτικού ποινικού δικαίου, στην κλασική όμως περίοδο αποτελεί ποινή και του δημόσιου. Η ατιμία ήταν ολική και μερική. Η ολική μπορούσε να είναι απόλυτη ή σχετική. 

Ολική, απόλυτη ατιμία : συναντάται από την αρχή του μέτρου και συνεπαγόταν πλήρη απώλεια της δικαιοπρακτικής ικανότητας, αφαίρεση των περιουσιακών στοιχείων και απαγόρευση παραμονής στην πόλη. Μάλιστα στην αρχή, ένας πολίτης μπορούσε να σκοτώσει τον άτιμο εάν τον έβλεπε στα όρια της πόλης. Η ποινή αφορούσε σοβαρά αδικήματα όπως : - επιδίωξη εγκαθίδρυσης τυραννίας - προσπάθεια κατάργησης ή παράτυπης αλλαγής στην υπάρχουσα νομοθεσία - φόνος σε πρόσωπο που η πόλη είχε εγγυηθεί το απαραβίαστο - εξαπάτηση πολίτη, δίνοντάς του ξένη γυναίκα παρουσιάζοντάς την ως αστή 

Ολική, σχετική ατιμία : ήταν η συνηθέστερη μορφή. Εδώ ο ‘άτιμος’ έχανε ορισμένα πολιτικά δικαιώματα, όχι όμως την ιδιότητα του πολίτη. Συμμετείχε στην Εκκλησία του Δήμου, δεν ελάμβανε όμως το λόγο. Διατηρούσε το δικαίωμα ψήφου. Του απαγορευόταν (67) η συμμετοχή στην Ηλιαία, η ανάληψη αξιωμάτων, η παρουσία στην αγορά και τα ιερά, στις δημόσιες θυσίες και τις αθλητικές εκδηλώσεις. Η ποινή αφορούσε αδικήματα όπως : - μη εξόφληση χρεών προς την πόλη (εδώ η ποινή ήταν κληρονομική έως την εξόφληση) - δωροδοκία δικαστών, ψευδομαρτυρία - υπότροπες καταδίκες για υποβολή παράνομων προτάσεων στην Εκκλησία του Δήμου 

Μερική ατιμία : περιορισμένη μείωση των πολιτικών δικαιωμάτων και της δικαιοπρακτικής ικανότητας. Δεν ξέρουμε πολλά για αυτή τη μορφή ποινής, πάντως

Page 16: ΕΛΠ20 περίληψη

απαγορευόταν η υποβολή προτάσεων στην Εκκλησία του Δήμου, η παράσταση στα δικαστήρια και η απαγόρευση συμμετοχής στην αγορά. Η ποινή αφορούσε αδικήματα όπως : - κατασπατάληση της πατρικής περιουσίας - μη εξόφληση προστίμων προς την πόλη κ.α. 

Διάρκεια της ατιμίας : μπορούσε να είναι προσωρινή ή οριστική. Προσωρινή : αίρονταν σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα Οριστική : η άρση της δεν ήταν εύκολη, καθώς χρειαζόταν 6.000 ψήφους πολιτών για να επικυρωθεί. 

Σύνοψη : η ατιμία ισοδυναμούσε αρχικά με έξωση από την κοινωνία της πόλης και κατόπιν με πολιτικό αφοπλισμό. Σε κάθε περίπτωση ήταν σοβαρό ηθικό παράπτωμα και επέφερε κοινωνική απόρριψη. Ως τέτοια, ήταν ιδιαίτερα μειωτική και επώδυνη. 

Η Θέση της Γυναίκας στην Πολιτική Κοινότητα (6 Ήταν σημαντικά υποβαθμισμένη από κάθε πλευρά. Δεν ανήκε στην πολιτική κοινότητα άρα δεν είχε συμμετοχή στα κοινά. Πέρα από την παρουσίαση της νύφης στη φρατρία του γαμπρού, όπου αναγνωριζόταν ως θυγατέρα Αθηναίου πολίτη, δεν ασχολούνταν καθόλου με την πολιτική. Δε γράφονταν στους καταλόγους και δε θεωρούνταν πολίτες, αλλά αστές. Ως τέτοιες, είχαν σημαντικό ρόλο στη μετάβαση της ιδιότητας του ελεύθερου πολίτη. Κατά τα άλλα η γυναίκα δεν ασκούσε καμία πολιτική δραστηριότητα. Υποβαθμισμένη ήταν και η νομική της θέση, καθώς δεν είχε δυνατότητα υπογραφής συμβολαίων, παράστασης στα δικαστήρια ή δικαίωμα κληρονομιάς του συζύγου της. Δεν είχε επίσης δικαίωμα κατοχής γης. Φορέας των δικαιωμάτων της προς την πόλη εμφανιζόταν κάποιος άνδρας. Ο πατέρας, ο σύζυγος, ο αδερφός, ή ο μεγαλύτερος γιος της αν ήταν χήρα. Κοινωνικά, συμμετείχε στις κυριότερες θρησκευτικές εορτές και τελετές, όμως η συμμετοχή της ήταν περισσότερο υπηρετική. Μόνο στα Θεσμοφόρια (γιορτή των παντρεμένων γυναικών) είχε ουσιαστική συμμετοχή. Η γενική της υποβάθμιση είχε να κάνει με την κοινωνική της θέση. Οι Έλληνες, επηρεασμένοι και από τους Ανατολικούς λαούς, θεωρούσαν τη γυναίκα ως πιο αδύναμη πνευματικά από τον άνδρα, τον οποίο έπρεπε να υπακούει. 

Η Θέση της Γυναίκας στη Σπάρτη (69) Είχε σημαντικές διαφορές από τις άλλες πόλεις. Αν και ούτε εδώ είχε πολιτική δραστηριότητα, απολάμβανε μεγαλύτερη ελευθερία και ασκούσε επιρροή στους άνδρες. (Ο Αριστοτέλης αποκαλεί τους Σπαρτιάτες ‘γυναικοκρατούμενους’). Οι Σπαρτιάτισσες δεν ήταν κλεισμένες στο σπίτι και μάλιστα οι νεαρές γυμνάζονταν για να αποκτήσουν υγιή παιδιά. Εμφανίζονταν στο γυμναστήριο και τις δημόσιες τελετές, γυμνές. Η γυμνότητα δε θεωρούνταν αισχρή στη Σπάρτη καθώς έλειπε κάθε απρέπεια. Καθώς οι άνδρες έλειπαν συνεχώς από το σπίτι, οι Σπαρτιάτισσες δε χρειάζονταν να είναι καλές νοικοκυρές. Έτσι είχαν τη δυνατότητα να συναναστρέφονται μεταξύ τους. Υπάρχουν πληροφορίες πως οι γυναίκες κατείχαν γη, άρα και δικαιοπρακτική ικανότητα. Αυτό δημιουργεί ερωτήματα για τη θέση τους, καθώς δεν έχουμε άλλες σχετικές πληροφορίες. 

Page 17: ΕΛΠ20 περίληψη

Υποχρεώσεις και Δικαιώματα του Ελεύθερου Πολίτη 

Στρατιωτικές Υποχρεώσεις (71) Ήταν η υπέρτατη υποχρέωση και συνιστούσε οικονομική δυνατότητα και σωματική ικανότητα. (72) Ο πολίτης έπρεπε να προμηθεύεται με δικά του έξοδα τον οπλισμό του και να είναι σωματικά υγιής για να μπορεί να υπερασπίζει την πόλη (οπλιτική ικανότητα). Μέχρι τα μέσα του 7ου αι. η υπεράσπιση της πόλης ήταν καθήκον των ευγενών και των πλουσίων. Η ανάπτυξη της πόλης, όμως, το άλλαξε αυτό καθώς και τα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα απέκτησαν σημαντικό στρατιωτικό ρόλο. Αιτία ήταν η τότε καθιέρωση της πολεμικής φάλαγγας. Οι μονομαχίες έδωσαν τη θέση τους στην παράταξη κατά στοίχους. Οι οπλίτες μάχονταν ο ένας δίπλα στον άλλον, σχηματίζοντας συμπαγή μάζα προστατεύοντας ο ένας τον άλλον, καθώς στο αριστερό χέρι κρατούσαν την ασπίδα και στο δεξί το δόρυ. Οι οπλίτες ήταν ίσοι στη μάχη, τη μοιρασιά των λαφύρων και της γης. Η φάλαγγα απαιτούσε περισσότερους πολεμιστές. Έτσι, πολίτες μεσαίων και κατώτερων στρωμάτων απέκτησαν πρόσβαση στο στρατό, εφ’ όσον είχαν την οπλιτική ικανότητα. Εκείνη την περίοδο η ιδιότητα του οπλίτη συνδέθηκε με αυτήν του πολίτη. Ο στρατός και η πολιτική συνδέονται σε όλες τις ελληνικές πόλεις. Αρκετοί μελετητές αναφέρουν ‘πόλεις οπλιτών’ κάτι λογικό, αφού οπλίτης μπορούσε να είναι μόνον εκείνος που μπορεί να υπερασπιστεί την πόλη με την ασπίδα του. Η διάρκεια της θητείας ενός πολίτη διαρκούσε σαράντα χρόνια, από τα είκοσι μέχρι τα εξήντα και ήταν στη διάθεση της πόλης. Ιδιαίτερα στις ολιγαρχίες, η ένταξη στην πολιτική κοινότητα ήταν συνυφασμένη με την οπλιτική ικανότητα (τέλος του 4ου αι.) Η σύνδεση των εννοιών πολίτης – οπλίτης ήταν καθοριστική για την ελληνική πόλη καθώς είχε προφανείς πολιτικές προεκτάσεις τόσο στη λήψη αποφάσεων, όσο και στη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας. Οι αποφάσεις παίρνονταν πλέον και από τα μεσαία στρώματα πολιτών που υπηρετούσαν ως οπλίτες. Η εξουσία των ευγενών περιορίστηκε. (73) καθώς όλες οι αποφάσεις έπρεπε πλέον να εγκρίνονται από την συνέλευση των πολιτών. Επίσης, η σύνδεση οπλίτη – πολίτη, συνέβαλε στην ανάπτυξη της ισότητας, αφού η στρατιωτική ικανότητα έγινε ‘πέρασμα’ προς την πολιτική εξουσία. Η αντιστοιχία αυτή διατηρήθηκε από τα μέσα του 7ου αι. έως τα τέλη του 5ου με διαφοροποιήσεις στην Αθήνα και τη Σπάρτη. Στην Αθήνα οι δύο έννοιες αποσυνδέθηκαν μετά τον Κλεισθένη, ενώ η Σπάρτη παρέμεινε μέχρι το τέλος του 4ου αι. μια στρατιωτική κοινωνία. Από το τέλος του 5ου αι. σε πολλές πόλεις εμφανιζόταν απροθυμία για στράτευση που έφτασε σε δυσφορία στον 4ο. Οι πόλεις χρησιμοποιούσαν πλέον μισθοφόρους, όπως οι αντίπαλες της Αθήνας, στον Πελοποννησιακό πόλεμο. Οι πολίτες δεν ήταν πια πρόθυμοι να πεθάνουν για την πόλη τους. Οι συνεχείς εκστρατείες είχαν κουράσει και οι πληθυσμοί είχαν μειωθεί σημαντικά. Ο δρόμος για την επικράτηση της Μακεδονίας ήταν ανοιχτός. 

Η Περίπτωση της Αθήνας (74) Οι ανακατατάξεις του Κλεισθένη το 509 π.Χ. διαφοροποίησαν τα όσα είδαμε παραπάνω. Ο Κλεισθένης αποσύνδεσε την ιδιότητα του πολίτη από αυτήν του οπλίτη. Από τότε και μετά, οι οπλίτες προέρχονταν από τις ευπορότερες τάξεις (500μέδιμνους, ιππείς και ζευγίτες), ενώ οι φτωχότεροι υπηρετούσαν ως ναύτες στον

Page 18: ΕΛΠ20 περίληψη

ισχυρό Αθηναϊκό στόλο. Η στρατιωτική υπηρεσία ήταν ύψιστη τιμή για τον Αθηναίο. Η προθυμία υπεράσπισης των θεσμών και η διατήρηση των πρωτείων ήταν μοναδική, ιδιαίτερα μετά τους Περσικούς πολέμους. Η λιποταξία και η δειλία θεωρούνταν ιδιαίτερα προσβλητικές κατηγορίες και επέσυραν σοβαρές ποινές. Η προθυμία αυτή δεν ήταν καθαρά αλτρουιστική. Πολίτες της κατώτερης τάξης είχαν ως κίνητρο την αμοιβή που χορηγούσε η πόλη, ένα ποσό μεταξύ μισής και μιας δραχμής την ημέρα. Ο Finley τη θεωρεί ασήμαντη, καθώς καταβαλλόταν μόνον τις ημέρες ενεργούς υπηρεσίας, άλλωστε ο πολίτης δεν αποζημιωνόταν για τον οπλισμό του. Τα πράγματα ήταν καλύτερα για τους κωπηλάτες (75) αλλά και η δική τους υπηρεσία ήταν περιορισμένη. Υπόχρεοι στράτευσης ήταν όλοι οι πολίτες από τα 20 μέχρι τα 60. Από τα 18 έως τα 20 ονομάζονταν έφηβοι και εκπαιδεύονταν στα όπλα και τις πολεμικές τεχνικές. Από τη στράτευση εξαιρούνταν μόνον οι βουλευτές, οι δικαστές και οι δημόσιοι λειτουργοί. (ακολουθεί ο όρκος των εφήβων). Όπως είδαμε και παραπάνω, η προθυμία στρατιωτικής υπηρεσίας υποχώρησε κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο. Οι σημαντικές απώλειες και οι καταστροφές της γης προκάλεσαν δυσφορία, κυρίως στους αγρότες, κάτι που προσπάθησε να αναστρέψει ο Περικλής στον τελευταίο λόγο του. Όμως η ισορροπία ανάμεσα στο ατομικό συμφέρον και την πίστη προς την πατρίδα είχε χαθεί, όπως και η ταύτιση πολίτη – οπλίτη. Την πόλη δεν την υπερασπίζονταν πλέον μόνον οι πολίτες αλλά και οι μέτοικοι, ενώ από τα τέλη του 5ου αι. χρησιμοποιήθηκαν και μισθοφόροι για να καλυφθούν οι ανθρώπινες απώλειες. Ιδιαίτερα μετά το λιμό που έπεσε στην Αττική, οι Αθηναίοι ήταν ακόμη πιο απρόθυμοι για υπηρεσία, καθώς προτιμούσαν την καλλιέργεια της γης από τη συμμετοχή σε μια αβέβαιη και παρατεταμένη στρατιωτική επιχείρηση. 

Η Περίπτωση της Σπάρτης (76) Η κοινωνική δομή της ήταν περισσότερο στρατιωτική, παρά πολιτική. Οι Σπαρτιάτες δόμησαν την κοινωνία τους με τρόπο που να εκπληρώνει καθήκοντα αστυνόμευσης. Ο στρατός και το πολιτικό σώμα βρίσκονταν σε απόλυτη ταύτιση (στρατιώτης – πολίτης). Από το 20ό μέχρι το 60ό έτος της ηλικίας τους, οι Σπαρτιάτες ήταν πρώτα στρατιώτες και μετά πολίτες. Από το 7ο έτος, τα αγόρια εντάσσονταν σε αγέλες, όπου ζούσαν όλα μαζί. Το ίδιο εξακολουθούσε να συμβαίνει και μετά την ενηλικίωσή τους καθώς περνούσαν την περισσότερη ζωή τους στο στρατόπεδο. Ο τρόπος αυτός της Σπάρτης επικρίθηκε από πολλούς (ο Πλάτωνας την αναφέρει ως στρατόπεδο). Θεωρητικά, το κύριο στοιχείο της ζωής αυτής ήταν η ισότητα. Ως ίσοι και όμοιοι οι Σπαρτιάτες μοιράζονταν : - έναν κοινό τρόπο ανατροφής που εμφυσούσε υπακοή, ανδρεία, πειθαρχία και στρατιωτική ικανότητα - ένα μόνο επάγγελμα, αυτό του στρατιώτη - οικονομική ασφάλεια και καμία οικονομική φροντίδα, καθώς όλες οι υπηρεσίες παρέχονταν από τους υποτελείς είλωτες και περίοικους - μια δημόσια ζωή, αποκλειστικά ανδρική, ομοιόμορφη και αντί-ατομικιστική Κύριο στοιχείο της σπαρτιατικής ζωής ήταν η κοινή για όλους αγωγή, που είχε στόχο να διαμορφώσει πολίτες πειθαρχημένους στην εξουσία, καρτερικούς στους κόπους και ικανούς στον πόλεμο. Αυτά, μαζί με το λιτό τρόπο ζωής αφορούσαν το σύνολο των πολιτών χωρίς διαχωρισμούς μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Κυριότερη έκφραση αυτής της αγωγής ήταν τα συσσίτια όπου συμμετείχαν όλοι οι ενήλικοι Σπαρτιάτες. Επρόκειτο για κοινά, λιτά δείπνα και χαρακτήρα καθαρά

Page 19: ΕΛΠ20 περίληψη

στρατιωτικό που στόχο είχαν να συνηθίσουν οι πολίτες στην εγκράτεια και τη φειδώ, σε ένα λιτό τρόπο ζωής. Επειδή τα συσσίτια (77) γινόντουσαν σε σκηνές, οι συνδαιτυμόνες ονομάζονταν σύσκηνοι. Αρμόδιοι για αυτά ήταν οι πολέμαρχοι, κάτι που τόνιζε το στρατιωτικό χαρακτήρα των συσσιτίων. Εκτός από το φαγητό, εκεί ακούγονταν πολιτικοί ή άλλοι λόγοι, γινόντουσαν πειράγματα ή παιζόντουσαν παιχνίδια. Καθώς θεωρούνταν σχολεία σωφροσύνης, πολλές φορές τα επισκεπτόντουσαν παιδιά. Αυτός ο τρόπος ζωής, βασίστηκε κυρίως στη νοοτροπία που απαγόρευε στους Σπαρτιάτες οποιαδήποτε εμπορική ή χειρωνακτική δραστηριότητα πέραν της πολεμικής. Απαγορευόταν επίσης κάθε μορφής αγοραπωλησία, ίσχυε η απαγόρευση κυκλοφορίας χρυσών και αργυρών νομισμάτων. Τα νομίσματά τους ήταν σιδερένια, μεγάλου όγκου για να μην μπορούν να αποθηκευτούν. Έτσι, η πλήρης αποχή από επαγγέλματα ήταν αυτό που συνέδεε αυτό το κοινωνικό σύστημα. Απαλλαγμένοι από το άγχος της επιβίωσης, οι Σπαρτιάτες αφοσιώθηκαν στο στρατιωτικό τρόπο ζωής. 

Συμπέρασμα : η Σπάρτη ήταν οργανωμένη στρατοκρατικά, με απόλυτη ταύτιση μεταξύ των εννοιών πολίτης – στρατιώτης, ενώ η στρατιωτική υπερίσχυε της πολιτικής ιδιότητας. Η αγωγή που λάμβαναν οι Σπαρτιάτες είχε στόχο πρώτα να γίνουν στρατιώτες κι ύστερα πολίτες. Η αποχή από τα επαγγέλματα και η κοινή αγωγή τους, ήταν τα συνεκτικά στοιχεία της Σπάρτης που βοήθησαν στην ανάπτυξη και την κυριαρχία της. 

Οι Οικονομικές Υποχρεώσεις των Πολιτών (7  Κατά κανόνα, οι εύποροι πολίτες αναλάμβαναν το μεγαλύτερο βάρος των στρατιωτικών αρμοδιοτήτων καθώς και το κόστος της λειτουργίας του πολιτεύματος. Έτσι εξηγείται πως στις ολιγαρχικές πόλεις η εξουσία βρισκόταν στα χέρια των ολίγων. Πουθενά δεν υπήρχε φορολογικό σύστημα που να θυμίζει το σημερινό. Εξαίρεση ήταν η Αθήνα, όπου λειτουργούσε μια υποτυπώδης μορφή φόρων, κυρίως άμεσων, πρώτα περιουσίας και κατόπιν εισοδήματος. Για την Αθήνα έχουμε και τις περισσότερες πληροφορίες. Δε γνωρίζουμε αν η Σπάρτη ανέπτυξε σύστημα σχετικό με τα οικονομικά της, καθώς εκεί υπήρχε κοινοκτημοσύνη και απαξιωτική αντίληψη για το χρήμα. Από τα μέσα του 6ου αι. , τα έσοδα των πόλεων προέρχονταν από την εκμετάλλευση της ‘κρατικής’ περιουσίας, δηλαδή ενοικίαση ακινήτων, ορυχεία κ.α. και από φόρους στα ακίνητα και την περιουσία των πολιτών τους. Οι φόροι επιβάλλονταν μόνο σε περίπτωση ανάγκης, όπως οι πόλεμοι. Η Αθήνα είχε περισσότερες πηγές εσόδων. Εκτός από την εκμετάλλευση της ‘κρατικής’ περιουσίας, υπήρχαν και οι εισφορές των μελών της Αθηναϊκής συμμαχίας. Αυτές άρχισαν να καταβάλλονται μετά τους Μηδικούς πολέμους, αρχικά οικειοθελώς για την αποκατάσταση ζημιών και κατόπιν ως φόρος υποτέλειας στην υπερδύναμη Αθήνα, που αλλιώς τους κήρυττε τον πόλεμο. Ο Θουκυδίδης αναφέρει πως πριν τον Πελοποννησιακό πόλεμο, το έσοδο έφτανε τα 600 τάλαντα το χρόνο. Επίσης η Αθήνα ναυπηγούσε πλοία και επέβαλλε, σε όσους χρησιμοποιούσαν τον Πειραιά, τελωνειακά τέλη που ξεκίνησαν από 2% της αξίας των εμπορευμάτων για να φτάσουν στο 5%. Δευτερεύουσες πηγές εσόδων ήταν τα (79) πρόστιμα που επέβαλλαν τα δικαστήρια, ο φόρος διαμονής που πλήρωναν οι μέτοικοι (μετοίκιο), οι λειτουργίες και η εισφορά. 

Page 20: ΕΛΠ20 περίληψη

Οι Λειτουργίες Ήταν ετήσιες, προσωπικές, οικονομικές υποχρεώσεις που είχαν να κάνουν με την ανάληψη εξόδων δημόσιων εκδηλώσεων, πολιτιστικού και αθλητικού περιεχομένου. Οι λειτουργίες τον 4ο αι. ανατίθεντο σε όσους πολίτες είχαν περιουσία πάνω από τρία τάλαντα. Υπάρχουν πληροφορίες πως τον 5ο αι. το ποσό ανερχόταν στα τέσσερα. Ο Δημοσθένης αναφέρει πως οι λειτουργίες ήταν πάνω από 60, αν και νεώτεροι ερευνητές τις υπολογίζουν σε 97. 

Κυριότερες λειτουργίες : 

Χορηγία Αναφερόταν στα έξοδα του χορού ενός δραματικού, λυρικού ή μουσικού έργου. 

Γυμνασιαρχία Η ανάληψη εξόδων μιας αθλητικής διοργάνωσης. 

Τριηραρχία Η ανάληψη εξόδων του εξοπλισμού και της συντήρησης μιας τριήρους, για το διάστημα ενός έτους. Ήταν η πιο σημαντική λειτουργία κι ο πολίτης που την αναλάμβανε ονομαζόταν τριήραρχος και ταυτόχρονα διοικούσε το πλήρωμά της. Το κόστος ήταν ιδιαίτερα υψηλό (3000 έως 6000 δρχ) σε σχέση με τις άλλες λειτουργίες (300 έως 3000 δρχ.) Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι πολίτες που μπορούσαν να ανταποκριθούν στην τριηραρχία δεν ξεπερνούσαν τον 4ο αι. τους 300. Λόγω του κόστους επετράπη η ανάληψή της από δύο και περισσότερους πολίτες, η λεγόμενη ‘συντριηραρχία’. 

Η ανάθεση των λειτουργιών γινόταν από την Εκκλησία του Δήμου. Ο αποδέκτης μπορούσε να αμφισβητήσει την ανάθεση αν είχε αναλάβει άλλη λειτουργία, ή υπήρχε κάποιος άλλος με μεγαλύτερη περιουσία από τον ίδιο (τον οποίο και υποδείκνυε). Σε περίπτωση που ο υποδεικνυόμενος αρνούνταν τη συγκεκριμένη λειτουργία, ο υποδεικνύων μπορούσε να ζητήσει ανταλλαγή των περιουσιών. Η διαδικασία αυτή ολοκληρωνόταν σε δικαστήριο (80) και λεγόταν αντίδοσης. Ένας πολίτης δε μπορούσε να αναλάβει δύο λειτουργίες μέσα στο ίδιο έτος, ή εκ νέου λειτουργία, αν δε μεσολαβούσε ένα έτος σε περίπτωση εορταστικών λειτουργιών και δύο έτη σε περίπτωση τριηραρχίας. Η ανάληψη μιας λειτουργίας έφερε τιμή και κοινωνική αναγνώριση στο λειτουργό, που αποδείκνυε έτσι την αφοσίωση και την αγάπη του προς την πόλη. Πολλοί Αθηναίοι αναλάμβαναν με χαρά μια λειτουργία ενώ όσοι ασχολούνταν με την πολιτική τη χρησιμοποιούσαν προς όφελός τους. Η ανάληψη λειτουργίας ήταν η μεγαλύτερη απόδειξη φιλοπατρίας. 

Η Εισφορά Ήταν ένας φόρος περιουσίας που κατέβαλλαν οι εύποροι Αθηναίοι για την κάλυψη έκτακτων αναγκών σε περιόδους κυρίως πολέμων. Το μέτρο εφαρμόστηκε και σε άλλες πόλεις αλλά τα στοιχεία που έχουμε αφορούν μόνον την Αθήνα. Το 378 ο θεσμός αναδιοργανώθηκε για την πληρέστερη και συντομότερη καταβολή. Καθιερώθηκε μάλλον λίγο μετά την έναρξη του Πελοποννησιακού πολέμου. Σύμφωνα με μαρτυρία του 4ου αι. το τίμημα της χώρας, δηλαδή το ύψος του φορολογητέου εισοδήματος όλων μαζί των Αθηναίων που υποχρεωνόντουσαν σε εισφορά, ήταν 6.000 τάλαντα. Το ποσοστό εισφοράς ανερχόταν στο 1% της

Page 21: ΕΛΠ20 περίληψη

περιουσίας. Η επιβάρυνση αυτή πρέπει να ήταν σημαντική σύμφωνα με τον Ξενοφώντα και το Δημοσθένη. Ο Ξενοφών αναφέρει πως «πονούσε ιδιαίτερα τους πολίτες» ενώ ο Δημοσθένης γράφει πως το 350 περίπου έγιναν προσπάθειες είσπραξης καθυστερημένων εισφορών. 

Σύνοψη : Οι (81) οικονομικές υποχρεώσεις των ελεύθερων πολιτών ήταν οι λειτουργίες και η εισφορά. Επιβάρυναν τους πιο εύπορους, τουλάχιστον στην Αθήνα αλλά μάλλον ίσχυε το ίδιο και αλλού. 

Πολιτικές Υποχρεώσεις και Δικαιώματα Τα πολιτικά δικαιώματα εξασφάλιζαν στον κάτοχό τους τη συμμετοχή του στην πολιτική ζωή. Με αυτά αποκτούσε πρόσβαση στην πολιτική διαδικασία και τη διαχείριση της εξουσίας. Ήταν το μέσο που μετέτρεπε τον πολίτη σε φορέα εξουσίας, πολύτιμο και κυριαρχικό προνόμιο. Στις δημοκρατικές πόλεις, οι κάτοχοί τους λάμβαναν όλες τις σημαντικές αποφάσεις που αφορούσαν την πόλη (πόλεμος, ειρήνη, συμμαχίες, εκλογές κ.α.). Φορείς των πολιτικών δικαιωμάτων ήταν οι ενήλικοι άνδρες πολίτες που είχαν συμπληρώσει το 20ό έτος της ηλικίας τους. Οι γυναίκες, οι ξένοι, οι δούλοι και οι πνευματικά ανάπηροι δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα. Η λειτουργία της πόλης ως πολιτικός οργανισμός, στηρίχθηκε στη συμμετοχή των πολιτών. Η συμμετοχή αυτή δημιουργήθηκε από την έντονη αίσθηση του πολίτη ότι ανήκε στην πόλη (ταύτιση πόλης – πολίτη). Η ταύτιση αυτή (82) είναι που δικαιολογεί την αφοσίωση του πολίτη στην πόλη και την υπαγωγή της ιδιωτικής ζωής στις δημόσιες υποθέσεις για το κοινό καλό. Ο πολίτης πίστευε πως μέσα και μέσω της πόλης ολοκληρωνόταν σαν προσωπικότητα για αυτό και οι έννοιες ‘ιδιωτικό’ και ‘δημόσιο’ ήταν ταυτόσημες. Την ταύτιση αυτή λίγο πολύ, τη συναντάμε και σε άλλες πόλεις, ανεξάρτητα από το πολίτευμά τους. Η διαφορά βρίσκεται στην ευρύτητά της. Στην Αθήνα και γενικά στις δημοκρατίες είχε ευρύτερη βάση. Στη Σπάρτη αφορούσε μόνον τους Σπαρτιάτες. Πάντως, ανεξάρτητα από το εύρος, η ταύτιση πόλης – πολίτη υπήρξε η δημιουργικότερη ιδέα της αρχαίας πόλης. Ήταν το συνεκτικό στοιχείο ενός λειτουργικού συστήματος αξιών, με έντονο το αίσθημα της συλλογικής συνείδησης. Σε αυτήν στηρίχθηκε τόσο η αφοσίωση των Σπαρτιατών στο πολίτευμά τους όσο και η ενεργητική συμμετοχή των Αθηναίων στα κοινά. Η πολιτική δραστηριότητα εκφραζόταν στα τρία κυρίως πολιτειακά όργανα. Τη Συνέλευση των Πολιτών, στο Βουλευτικό Σώμα και μια ομάδα αξιωματούχων που εκλέγονταν εκ περιτροπής. Από πόλη σε πόλη, υπήρχαν διαφορές στη σύνθεση, στις αρμοδιότητες ή στο ρόλο των οργάνων αυτών. Θα τις δούμε παρακάτω. 

Η Πολιτική Δραστηριότητα των Πολιτών στην Αθήνα Λόγω του δημοκρατικού της καθεστώτος περιμένουμε μεγαλύτερη συμμετοχή των πολιτών στα κοινά. Επίσης, οι περισσότερες πληροφορίες που έχουμε αφορούν την Αθήνα. Μετά τον Κλεισθένη (83) η πολιτική δραστηριότητα ήταν η κυριότερη για τους Αθηναίους κάτι που όμως είχε ξεκινήσει από το Σόλωνα. Επί Σόλωνα δημιουργήθηκε η Βουλή των 400 και η Ηλιαία, όπως επίσης δόθηκε πρόσβαση στην Εκκλησία του Δήμου και στους πολίτες κατώτερων τάξεων. Ο Κλεισθένης αναδιάρθρωσε τις φυλές, έδωσε πολιτικό βάρος στους δήμους, διεύρυνε τη Βουλή σε 500, αύξησε τον αριθμό

Page 22: ΕΛΠ20 περίληψη

των συνεδριάσεων της Εκκλησίας του Δήμου και, δίνοντας κίνητρο συμμετοχής σε ευρύτερα στρώματα πολιτών άνοιξε την πόρτα στην άμεση δημοκρατία. Το αποκορύφωμα της πολιτικής συμμετοχής ήρθε με τις αλλαγές του Εφιάλτη και του Περικλή. Υποβαθμίστηκε ο Άρειος Πάγος (οι πολιτικές του αρμοδιότητες δόθηκαν στη Βουλή και την Ηλιαία), δόθηκε δυνατότητα στους ζευγίτες να εκλέγονται στο αξίωμα του άρχοντα και καθιερώθηκε αμοιβή για τη συμμετοχή στη Βουλή και την Ηλιαία. Η συμμετοχή αυτή διατηρήθηκε σε υψηλά επίπεδα μέχρι την κατάληψη της Αθήνας από τους Μακεδόνες. Μέχρι τότε όμως, οι Αθηναίοι ασκούσαν την υπέρτατη εξουσία και ο δήμος τους ήταν παντοδύναμος. Εκατοντάδες πολίτες εναλλάσσονταν στα δημόσια αξιώματα και χιλιάδες συμμετείχαν στην Εκκλησία του Δήμου. Καθώς η συμμετοχή ήταν προσωπική, ενεργητική και δημιουργική, η δημοκρατία ήταν άμεση, συμμετοχική και μοναδική. Οι πολίτες καθόριζαν και διαμόρφωναν τα θεσμικά όργανα. Εκείνα προετοίμαζαν τις προτάσεις για τη Βουλή των 500 και λάμβαναν τις αποφάσεις στην Εκκλησία του Δήμου. Οι πολίτες, με τη συμμετοχή τους στην Ηλιαία όχι μόνον απένειμαν δικαιοσύνη αλλά δημιουργούσαν και νόμους όπου υπήρχε κενό. Οι δυνατότητες αυτές δίνονταν σε όλους, χωρίς να είναι κριτήριο η κοινωνική θέση ή η περιουσία. Κάθε Αθηναίος πολίτης προσέφερε τις υπηρεσίες του στην πόλη. 

Η Κριτική της Αθηναϊκής Δημοκρατίας (84) Πολλοί μελετητές άσκησαν κριτική στην σχεδόν απόλυτη κυριαρχία του ελεύθερου πολίτη. Ο D. Held αναφέρει, πως οι καινοτομίες αυτές βασίζονταν στον αποκλεισμό όλων των πληθυσμιακών ομάδων εκτός αυτής των ενήλικων ανδρών. (τυραννία των πολιτών).Άλλοι ερευνητές (85) τη χαρακτηρίζουν ‘απάτη’ όπου οι πολίτες ήταν αργόσχολοι που ζούσαν από την εργασία των δούλων. Ο Μαρξ τη χαρακτήρισε δουλοκτητική κοινωνία, καθώς η δουλεία αποτελούσε τη βάση της συνολικής παραγωγής, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στους πολίτες να ασχοληθούν με την πολιτική. Ο αντίλογος αναφέρει πως η δουλεία υπήρχε ως ενδημικός θεσμός της εποχής καθώς επίσης και το γεγονός πως δεν είχαν όλοι οι πολίτες δούλους. Για την κριτική που αφορά στον αποκλεισμό των γυναικών, ας μην ξεχνάμε πως η γυναίκα απέκτησε πολιτικά δικαιώματα μόλις τον 20ό αι. Το επιχείρημα απαγόρευσης συμμετοχής στα πολιτικά στους ξένους, ισχύει ακόμη και σήμερα σε όλες τις δημοκρατίες. Ο Περιορισμός της Παντοδυναμίας του Πολίτη (86) Ο πολίτης περιοριζόταν μόνον από τους νόμους. Τα ψηφίσματα της Εκκλησίας του Δήμου δε συγκρούστηκαν ποτέ με τους νόμους, που βρίσκονταν υπεράνω του ατόμου και της πόλης, θεσπισμένοι για χάρη του κοινού συμφέροντος. Ο νόμος ήταν μέσο απονομής δικαιοσύνης, ρυθμιστής του πολιτεύματος και ο πραγματικός κύριος της πόλης. Προστάτευε τον πολίτη από την αδικία, ρύθμιζε την οργάνωση της πολιτικής κοινωνίας. Ο Ηράκλειτος συμβούλευε τους πολίτες να αγωνίζονται για τους νόμους όπως και για τα τείχη της πόλης. Ισονομία : αρχή σύμφωνα με την οποία όλοι οι πολίτες ήταν ίσοι απέναντι στο νόμο και είχαν τις ίδιες ευκαιρίες συμμετοχής στα κοινά, ανεξάρτητα από καταγωγή ή περιουσία. 

Page 23: ΕΛΠ20 περίληψη

Τα Πολιτειακά Όργανα της Αθήνας 

Η Εκκλησία του Δήμου Το απόλυτο όργανο της Αθηναϊκής δημοκρατίας. Συμμετείχαν σε αυτήν όλοι οι ενεργοί πολίτες όχι όμως υποχρεωτικά. Η συμμετοχή ενθαρρύνθηκε τον 4ο αι. με την καταβολή αμοιβής (εκκλησιαστικός μισθός) που ξεκίνησε από έναν οβολό ανά συνεδρίαση για να φτάσει αργότερα τους τρεις. Η Εκκλησία του Δήμου συνεδρίαζε 4 φορές σε κάθε πρυτανεία (40 φορές το χρόνο). Η πρυτανεία διαρκούσε 36 ημέρες και τόπος συνεδριάσεων ήταν η Πνύκα με χωρητικότητα τον 5ο αι. 6.000 ατόμων και λίγο περισσότερους τον 4ο. (87) Οι συνεδριάσεις ξεκινούσαν με την ανατολή του ηλίου και τελείωναν το μεσημέρι. Οι αποφάσεις λαμβάνονταν με πλειοψηφία και ανάταση χειρός (χειροτονία). Για τα σημαντικά θέματα απαιτούνταν απαρτία (6.000 ψήφοι) και οι αποφάσεις της Εκκλησίας ονομάζονταν ψηφίσματα. Αυτά χαράσσονταν σε στήλη που εκτίθετο σε κοινή θέα. Την ημερήσια διάταξη καθόριζε η Βουλή των 500 και αρμόδιοι για τη σύγκλιση και τη διεξαγωγή της ήταν οι 50 πρυτάνεις – μέλη της ίδιας φυλής. 

Η Εκκλησία του Δήμου : - εξέλεγε τους άρχοντες - είχε πλήρη εξουσία στα νομοθετικά και διοικητικά θέματα και σε θέματα εξωτερικής πολιτικής (πόλεμος, ειρήνη, συμμαχίες κ.α.) - επέβαλε έκτακτη φορολογία σε καιρό πολέμου - εκτελούσε τα δημόσια έργα - απένειμε ή στερούσε την ιδιότητα του πολίτη κ.α. - δε συζητούσε καμία πρόταση, αν αυτή δεν προτείνονταν από τη Βουλή των 500, τα προβουλεύματα. Ο πολίτης είχε δικαίωμα να προτείνει αλλαγές ή να αρνηθεί την ψήφιση ενός προβουλεύματος. Το προβούλευμα λειτουργούσε ως ασφαλιστική δικλείδα ελέγχοντας την Εκκλησία του Δήμου και αποφεύγοντας αυθαιρεσίες. Οι αποφάσεις της δεν έπρεπε να συγκρούονται με ισχύοντες νόμους. Εάν κάποιος θεωρούσε κάτι τέτοιο, είχε δικαίωμα να καταθέσει αγωγή, που ονομαζόταν γραφή παρανόμων και εκδικάζονταν στην Ηλιαία. Εάν το ψήφισμα δεν αποδεικνυόταν παράτυπο, ο πολίτης τιμωρούνταν. Έτσι προφυλασσόταν η δημοκρατία από επιπόλαιες πράξεις. Σύνοψη : (8  Η Εκκλησία του Δήμου ήταν το κυρίαρχο πολιτειακό όργανο της κλασικής Αθήνας. Ασκούσε την ουσιαστική διακυβέρνηση και αποφάσιζε για τις πολιτικές κατευθύνσεις. Αποφάσιζε επίσης για κάθε προβούλευμα. Υπήρξε η πηγή των αποφάσεων και ενεργούσε – μέσω των συμμετεχόντων σε αυτήν – για το συμφέρον της πόλης. 

Η Βουλή των 500 Μετά τις μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη, ήταν ο δεύτερος πιο σημαντικός θεσμός. Αποτελούνταν από 500 μέλη (50 από κάθε φυλή) που προτείνονταν από τους δήμους ανάλογα με τον πληθυσμό τους. Οι βουλευτές εκλέγονταν με κλήρωση κι έπρεπε να είχαν συμπληρώσει το 30ό έτος της ηλικίας τους, ενώ δε μπορούσαν να αναλάβουν το αξίωμα πάνω από δύο φορές στη ζωή τους. Η θητεία ήταν ετήσια. Οι βουλευτές ορκίζονταν και αναλάμβαναν κάποια προνόμια όπως απαλλαγή από στρατιωτικές υποχρεώσεις και τιμητική θέση στο θέατρο ή σε τελετές. Εισέπρατταν μισθό (βουλευτικός) 5 οβολών την ημέρα αν και τον 5ο αι. το ποσό μειώθηκε. 

Page 24: ΕΛΠ20 περίληψη

Οι 50 βουλευτές προέδρευαν για 36 ημέρες, περίοδος που ονομαζόταν πρυτανεία και οι ίδιοι, πρυτάνεις. Κάθε μέρα κληρωνόταν διαφορετικός πρόεδρος που ονομαζόταν επιστάτης και κρατούσε τη σφραγίδα της πόλης, τα κλειδιά των ιερών, του αρχείου και του θησαυροφυλακίου. Δεν επιτρεπόταν το ίδιο άτομο να εκλεγεί επιστάτης δεύτερη φορά. Η Βουλή συνεδρίαζε στο Βουλευτήριο, συνήθως δημόσια. Οι πρυτάνεις ήταν υποχρεωμένοι να παρευρίσκονται, καθώς συγκαλούσαν τη Βουλή και την Εκκλησία του Δήμου, ενώ κατάρτιζαν τις ημερήσιες διατάξεις. Δικαίωμα ομιλίας είχαν μόνον οι βουλευτές, αλλά οποιοσδήποτε πολίτης μπορούσε να ζητήσει ακρόαση από τους πρυτάνεις και να θέσει κάποιο θέμα. Η Βουλή συνερχόταν σχεδόν καθημερινά, με εξαίρεση εορτές και αργίες. (Οι θήτες μετείχαν από τον 5ο αι.) 

Αρμοδιότητες (89) : - Επεξεργαζόταν κάθε πρόταση που θα συζητούνταν στην Εκκλησία του Δήμου - Επέβλεπε και συντόνιζε την εφαρμογή των ψηφισμάτων της ΕτΔ. - Επόπτευε την οργάνωση του στρατού, του ιππικού και του στόλου - Είχε τη διαχείριση και τον έλεγχο των οικονομικών της πόλης - Υποδεχόταν τις ξένες αποστολές και συνέτασσε συμφωνίες και συνθήκες με άλλες πόλεις - Έλεγχε το έργο των αρχόντων με το τέλος της θητείας τους, επόπτευε και καθοδηγούσε τους υπαλλήλους - Προγραμμάτιζε και εκτελούσε δημόσια έργα - Επέβαλε πρόστιμα μέχρι 500 δραχμές 

Σύνοψη : ήταν όργανο συμβουλευτικό, συντονιστικό και εποπτικό. Διέθετε κρίσιμο ρόλο καθώς επέβλεπε την εκτέλεση των αποφάσεων και τους άρχοντες. Διαχειριζόταν τα δημόσια οικονομικά, οργάνωνε το στρατό και με το προβούλευμα, είχε δυνατότητα να επηρεάζει τη λήψη αποφάσεων. 

Η Ηλιαία Δικαστικός θεσμός που εισήγαγε ο Σόλων. Την απάρτιζαν 6.000 πολίτες που εκλέγονταν με κλήρο και είχαν συμπληρώσει τα 30 χρόνια τους. Την αποτελούσαν αυτοτελή τμήματα 600 δικαστών το καθένα. Από αυτούς, οι 501 ήταν τακτικοί και οι υπόλοιποι αναπληρωματικοί. Η θητεία τους ήταν ετήσια. Ανάλογα με την υπόθεση συνέρχονταν ένα ή περισσότερα τμήματα. Η ολομέλεια ήταν σπάνια και μόνο για σοβαρά αδικήματα. Συνέρχονταν περίπου 250 ημέρες το χρόνο. Οι δικαστές, που ονομάζονταν ηλιαστές εισέπρατταν (90) ημερήσια αμοιβή 2 οβολών την ημέρα. Την παραμονή της δίκης κληρωνόταν το τμήμα που θα εκδίκαζε την υπόθεση για να διασφαλίζεται το ανεπηρέαστο. Οι δίκες ολοκληρώνονταν σε μια ημέρα και διαρκούσαν κατά μέσο όρο 2μιση περίπου ώρες. Οι αποφάσεις λαμβάνονταν με απλή πλειοψηφία κατόπιν μυστικής ψηφοφορίας. Δικαστικές Αρμοδιότητες : - από απλές αστικές υποθέσεις έως πολιτικές δίκες - δημόσιες αγωγές για προδοσία, υπεξαίρεση κ.α. - έλεγχος των ψηφισμάτων της ΕτΔ εφόσον κάποιος πολίτης το απαιτούσε Στις ποινές που επέβαλλε, εκτός από τα πρόστιμα περιλαμβανόταν η εξορία, ακόμα και ο θάνατος. Οι αποφάσεις της ήταν τελεσίδικες και μη εφέσιμες. Στο τέλος του 5ου αι. η δύναμη των ηλιαστών ήταν ιδιαίτερα σημαντική, ενώ τον 4ο

Page 25: ΕΛΠ20 περίληψη

αι. απόκτησαν ιδιαίτερο πολιτικό βάρος, λόγω των παρακάτω αρμοδιοτήτων : - με τη γραφή των παρανόμων, μπορούσε να τροποποιήσει ή να ανατρέψει αποφάσεις της ΕτΔ. - Εκδίκαζε πολιτικούς. Με την καταδίκη η καριέρα τους τερματιζόταν, με αθώωση εκτινασσόταν. - Εκδίκαζε υποθέσεις των αρχόντων που αφορούσαν απιστία, δωροληψία κ.α. - Είχε και νομοθετικές αρμοδιότητες. (91) Σύνοψη : λόγω των παραπάνω, οι ηλιαστές ένιωθαν κύρος και ισχύ καθώς οι ενέργειές τους ήταν αποφασιστικές και η εξουσία τους καταλυτική, ενώ οι αποφάσεις τους δεν ήταν εφέσιμες. Ο Αριστοτέλης υπαινίσσεται πως λόγω αυτής της δύναμης, οι πολιτικοί χρησιμοποιούσαν την Ηλιαία για να αποκτήσουν την εύνοια του δήμου. 

Τα Δημόσια Αξιώματα Στην Αθήνα, τα δημόσια αξιώματα τα αναλάμβαναν πολίτες που εκλέγονταν με κλήρο, για ένα έτος. Με ανάταση χειρός εκλέγονταν οι ταμίες, οι διαχειριστές του δημόσιου χρήματος, οι στρατιωτικοί και ο προϊστάμενος ύδρευσης. Από το 457 πρόσβαση σε αυτά τα αξιώματα απέκτησαν και οι ζευγίτες και οι θήτες. Οι δημόσιοι λειτουργοί ήταν όργανα της Βουλής και ελέγχονταν από αυτήν. Λειτουργούσαν βάσει των νόμων και λογοδοτούσαν στο τέλος της θητείας τους στη Βουλή. Ο αριθμός τους – σύμφωνα με τον Αριστοτέλη – έφτανε τους 700 περίπου. Πριν από την εκλογή τους, οι υποψήφιοι εξετάζονταν από τη Βουλή (δοκιμασία). Για τους εννέα άρχοντες, αυτή ήταν μια τυπική εξέταση επιβεβαίωσης κατοχής της ιδιότητας του πολίτη και η εκπλήρωση των στρατιωτικών και φορολογικών τους υποχρεώσεων. Κατά τη θητεία τους, οι αξιωματούχοι δεν είχαν καμία στρατιωτική υποχρέωση. Κυριότερα δημόσια αξιώματα : - Επώνυμος άρχων : αρμόδιος για υποθέσεις οικογενειακού και κληρονομικού δίκαιου, φρόντιζε επίσης τις δημόσιες εορτές και τελετές - Βασιλέας : φρόντιζε τα της δημόσιας λατρείας και εκδίκαζε (92) σχετικές υποθέσεις. - Πολέμαρχος : αρχικά ήταν ο αρχιστράτηγος και επιμελητής στρατιωτικών υποθέσεων. Μετά τους Περσικούς, οι στρατιωτικές αρμοδιότητες μεταβιβάστηκαν στους 10 στρατηγούς κι ο ίδιος κράτησε μόνο θρησκευτικά καθήκοντα. (92) Εκδίκαζε επίσης υποθέσεις μέτοικων. - Έξι θεσμοθέτες : καθόριζαν τις δικάσιμες μέρες, προέδρευαν και επικύρωναν συμφωνίες με άλλες πόλεις. Επίσης, η προκαταρκτική δοκιμασία των αξιωματούχων γινόταν ενώπιον τους. 

Άλλοι αξιωματούχοι : ταμίες, αποδέκτες, λογιστές, αστυνόμοι, επόπτες εμπορίου (όλοι από δέκα) κ.α. Για τα περισσότερα αξιώματα δεν απαιτούνταν ιδιαίτερες γνώσεις, για αυτό και ήταν προσβάσιμα σε όλους. Εμπειρία και γνώσεις απαιτούνταν για τα στρατιωτικά αξιώματα όπου οι εκλογή γινόταν με χειροτονία. Η θητεία τους ήταν ετήσια όμως οι στρατηγοί μπορούσαν να επανεκλέγονται στο διηνεκές. Κριτήριο για την εκλογή ήταν η κατοχή γης και γι’ αυτό στρατηγοί εκλέγονταν οι εύποροι πολίτες. Από όλα τα αξιώματα, μόνον αυτό του στρατηγού εξασφάλιζε πολιτική επιρροή στον κάτοχό του. Σε αντίθεση, οι άρχοντες και οι υπόλοιποι, δεν άσκησαν ποτέ πολιτική εξουσία, αλλά μόνον εκτελεστική. Τα καθήκοντά τους ήταν ρουτίνας ενώ η σύντομη διάρκεια της θητείας, η κλήρωση και η μη δυνατότητα επανεκλογής, τους εμπόδισαν να διαδραματίσουν σημαντικό πολιτικό ρόλο. 

Page 26: ΕΛΠ20 περίληψη

H Πολιτική Δραστηριότητα των Πολιτών στη Σπάρτη (93) Το πολίτευμα της Σπάρτης δε χαρακτηρίζεται. Είχε στοιχεία δημοκρατίας, ολιγαρχίας και μοναρχίας με κυρίαρχα τα δύο τελευταία. Έχουμε λοιπόν ένα μικτό πολίτευμα που συνένωνε αριστοκρατικά, μοναρχικά και δημοκρατικά στοιχεία (Πολύβιος). Τα πολιτειακά της όργανα, ήταν μάλλον συνέχιση αυτών της ομηρικής πόλης, όπως η βασιλεία και η Γερουσία. Η Απέλλα, η συνέλευση των πολιτών λειτούργησε σχεδόν όπως και η ομηρική των πολιτών –πολεμιστών. Νέος ήταν μόνον ο θεσμός των εφόρων, η προέλευση του οποίου δεν έχει διαλευκανθεί. Μέχρι το τέλος του 6ου αι. την κρατική εξουσία ασκούσαν οι δύο βασιλείς και η Γερουσία. Μετά προστέθηκαν οι πέντε έφοροι. Στην Απέλλα λαμβάνονταν αποφάσεις μόνο για πολύ σημαντικά θέματα (πόλεμοι, συμμαχίες), η εκλογή της Γερουσίας και των εφόρων. Σύμφωνα με τις πηγές τα περιθώρια των πολιτών για ουσιαστική παρέμβαση ήταν περιορισμένα. Σύμφωνα με τον Ξενοφώντα, οι πολιτικές αποφάσεις λαμβάνονταν από τη Μικρή Εκκλησία, αποτελούμενοι από τους δύο βασιλείς, τη Γερουσία και τους εφόρους. Αυτοί ήταν και η πραγματική εξουσία της Σπάρτης που σύμφωνα με το Θουκυδίδη, κρατούσαν τις αποφάσεις τους μυστικές. Ο Αριστοτέλης επικρίνει τους εφόρους και αναφέρει πως ακόμα και οι βασιλείς προσπαθούσαν να τους προσεταιριστούν. Το σπαρτιατικό, ήταν ένα κλειστό πολιτικό σύστημα. Διευθυνόταν από μικρή κάστα ανθρώπων και είχε στόχο τη διατήρηση της ηγετικής της θέσης. Η σχέση κυβερνώντων – κυβερνωμένων είχε κατεύθυνση μόνον από την κορυφή προς τη βάση. Οι εντάσεις και οι συγκρούσεις συνέβαιναν μεταξύ των τριών αυτών ομάδων όμως παραμερίζονταν προκειμένου να διατηρηθεί το υπάρχον σύστημα. (94) Η ύπαρξη πολιτικής κάστας δείχνει την ύπαρξη οικογενειών που επηρέαζαν τις πολιτικές διαδικασίες και προωθούσαν τα μέλη τους. Οι της Γερουσίας κατάγονταν από αριστοκράτες όπως και οι έφοροι αρχικά, που όμως αργότερα εκλέγονταν από την πλούσια τάξη. Κυρίαρχη θέση στο πολίτευμα αυτό κατείχε η κληρονομική αριστοκρατία. Η θέση του Σπαρτιάτη ήταν ανίσχυρη. Σπανίως μπορούσε να εγκρίνει ή να αποδοκιμάσει μια πρόταση, μέσω της Απέλλας και πάλι όχι μέσω πλειοψηφίας αλλά δια βοής. Δεν μπορούσε να λάβει το λόγο, ούτε να καταθέσει πρόταση. Η Απέλλα αποφάσιζε για πολύ σοβαρά θέματα, ή όταν οι τρεις ομάδες διαφωνούσαν. Σε περιπτώσεις διαφωνίας της Απέλλας, οι τρεις ομάδες μπορούσαν να τη διαλύσουν και να μην αναγνωρίσουν το αποτέλεσμα. Η αριστοκρατική οργάνωση της σπαρτιατικής κοινωνίας, αποδυνάμωνε το μέγεθος της πολιτικής συμμετοχής, εξαιτίας της πειθαρχίας, της υπακοής και της υποχώρησης προς το συμφέρον της πόλης που ενίσχυε η σπαρτιατική αγωγή. Εδώ τίθεται το θέμα κατά πόσον ελεύθερος αισθανόταν ο Σπαρτιάτης να εκφραστεί, ενάντια στους ανωτέρους του. Υποθέτουμε πως ψήφιζε, πάντα αναλογιζόμενος την επόμενη μέρα στο στρατόπεδο. Δεν πρέπει να ξεχνούμε πως η (95) παρουσία του στην Απέλλα ήταν μια φορά το μήνα, ενώ στο στρατόπεδο ήταν καθημερινή. 

Οι Βασιλείς Επικεφαλείς του πολιτεύματος. Η βασιλεία ήταν κληρονομική και ισόβια και οι δύο ήταν ίσοι μεταξύ τους. Αρμοδιότητες : - η φροντίδα και η εκτέλεση θυσιών στους θεούς - οι επαφές με το ιερό των Δελφών 

Page 27: ΕΛΠ20 περίληψη

- η υποδοχή απεσταλμένων άλλων πόλεων - θεωρητικά κήρυτταν τον πόλεμο (στην πράξη αυτό γινόταν μαζί με τις άλλες δύο ομάδες) - απεριόριστη εξουσία στο στρατό. Ένας από αυτούς εκλεγόταν μέσω της Απέλλας ως αρχιστράτηγος και είχε απόλυτη εξουσία στο πεδίο της μάχης. Όμως συνοδευόταν από δύο εφόρους οι οποίοι παρακολουθούσαν και κατέγραφαν το έργο του. Με το τέλος του πολέμου μπορούσαν να τον καταγγείλουν για κακοδιοίκηση. Τέτοια περίπτωση, εκδικαζόταν από τη Γερουσία, τους εφόρους και τον έτερο βασιλιά. - Σημαντική επιρροή στην πολιτική σκηνή, καθώς συγκέντρωναν όλες τις στρατιωτικές αρμοδιότητες και αποφάσιζαν για τα στρατιωτικά θέματα. Μέσω αυτών, επηρέαζαν και τα πολιτικά δρώμενα. - Διέθεταν μεγάλο κύκλο επιρροής, αποτελούμενο από επιφανείς Σπαρτιάτες. Έτσι μπορούσαν να χειραγωγήσουν την πολιτική διαδικασία. 

Η Γερουσία Θεσμός που ανάγεται στο ομηρικό συμβούλιο των Γερόντων. Αποτελούνταν από 28 μέλη που είχαν συμπληρώσει το 60ό έτος της ηλικίας τους, συν τους 2 βασιλείς. Η ισόβια θητεία τους, περιόριζε τη δυνατότητα εκλογής των απλών πολιτών, όσων δηλαδή δεν είχαν ευγενική καταγωγή. Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως εκλέγονταν οι συγγενείς των βασιλέων αν και ο κύκλος μπορεί να διευρύνθηκε τον 5ο και τον 4ο αι. Η εκλογή των γερόντων γινόταν δια βοής στην Απέλλα (‘παιδική’ τη χαρακτηρίζει ο Αριστοτέλης). Οι αποφάσεις της λαμβάνονταν με ψηφοφορία που συμμετείχαν και οι βασιλείς. Μέχρι τα μέσα του 5ου αι. η Γερουσία ήταν το ουσιαστικό κυβερνητικό σώμα της Σπάρτης. Λειτουργούσε συμβουλευτικά προς τους βασιλείς, καθοδηγητικά ως προς την Απέλλα και ως ανώτατο δικαστήριο. Μετά τον 5ο αι. μοιραζόταν την καθοδήγηση της Απέλλας με τους εφόρους κυρίως συνεργαζόμενοι πριν μια πρόταση κατατεθεί σε αυτήν. Η Γερουσία συγκαλούσε την Απέλλα, επεξεργαζόταν τις προς ψήφιση προτάσεις και φρόντιζε να ψηφιστούν. Διατήρησε αυτόν τον ρόλο μέχρι την ελληνιστική περίοδο (Πλούταρχος). Ως ανώτατο δικαστήριο, εκδίκαζε ιδιαίτερα σοβαρές υποθέσεις που επέσυραν ποινές εξορίας, στέρησης πολιτικών δικαιωμάτων και θάνατο (φόνος, προδοσία κ.α.). Τα μέλη της εκδίκαζαν επίσης κατηγορίες κατά των βασιλέων που υπέβαλλαν οι έφοροι. Αποτελούσαν την πλειοψηφία κι έτσι ασκούσαν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην εξουσία, καθώς από τις αποφάσεις τους εξαρτιόνταν το μέλλον των βασιλέων. 

Οι Έφοροι Η προέλευση του θεσμού δεν έχει προσδιοριστεί. Μερικοί λένε πως θεσπίστηκε από το Λυκούργο, άλλοι από το Θεόπομπο και άλλοι (9  από κάποιον άγνωστο. Ο θεσμός δε μνημονεύεται στη Μεγάλη Ρήτρα κι αυτό δείχνει Α) πως τον 6ο αι. είτε δεν υπήρχε ο θεσμός Β) είτε δεν είχε μεγάλη σημασία Από τον 5ο αι. εξελίχθηκε σε σημαντικό θεσμό με μεγάλη επιρροή. Οι έφοροι ήταν πέντε και εκλέγονταν από την Απέλλα δια βοής. Δυνατότητα εκλογής είχαν όλοι οι Σπαρτιάτες. Οι έφοροι, ως εκλεγμένοι αντιπρόσωποι των πολιτών, προάσπιζαν τα συμφέροντά τους έναντι των βασιλέων. Θεωρούνταν προστάτες του πολιτεύματος και φρουροί της δημόσιας τάξης. Παράλληλα, βοηθούσαν τους βασιλείς στα καθήκοντά τους. Είχαν σημαντικές πολιτικές και δικαστικές αρμοδιότητες. 

Page 28: ΕΛΠ20 περίληψη

Πολιτικές : - διεύθυναν τις συνεδριάσεις της Απέλλας, όπου ένας από αυτούς προέδρευε (επώνυμος έφορος) - επόπτευαν την υλοποίηση των αποφάσεων της Απέλλας - έκαναν τον απολογισμό των δημόσιων αρχών στο τέλος της θητείας τους - επόπτευαν τη διαπαιδαγώγηση των νέων - έλεγχαν τη διαχείριση των οικονομικών της πόλης Δικαστικές : - εκδίκαζαν όλες τις αστικές υποθέσεις - προσήγαγαν σε δίκη άλλους πολιτειακούς φορείς, ακόμη και τους βασιλείς - εκδίκαζαν όλες τις ποινικές υποθέσει ειλώτων και ξένων. Σε αυτό το πλαίσιο επέβαλλαν πρόστιμα και πραγματοποιούσαν συλλήψεις. Αυτό μπορούσαν να το κάνουν ακόμα και στους βασιλείς. Από τις αρμοδιότητες αυτές, καταλαβαίνουμε πως οι έφοροι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη λειτουργία του πολιτεύματος. Η ιδιότητά τους ως αντιπρόσωποι των πολιτών, η δυνατότητα να ελέγχουν και να παραπέμπουν σε δίκη τους πάντες τους ανέδειξαν σε κεντρικό εξουσιαστικό παράγοντα. Βέβαια, η εξουσία τους δεν ήταν απόλυτη, καθώς η θητεία τους ήταν σύντομη. Φοβούμενοι τα προβλήματα που θα είχαν κατόπιν, είναι πολύ πιθανόν να συνεργάζονταν με τις άλλες ομάδες εξουσίας και όχι να αντιπαρατίθενται μαζί τους. 

Μεγάλη Ρήτρα (99) Χρησμός του Μαντείου των Δελφών που απευθυνόταν στο Λυκούργο με οδηγίες για τη λειτουργία της Σπάρτης. Έλεγε τα εξής : - Να ανεγερθεί ιερό για το Συλλάνιο Δία και τη Συλλάνια Αθηνά - Να συγκροτηθούν φυλές και ωβές (υποδιαίρεση των πολιτών) - Από αυτούς, 30 να γίνουν μέλη της Γερουσίας και βασιλείς - Να συγκαλείται η Απέλλα σε τακτά χρονικά διαστήματα σε συγκεκριμένη τοποθεσία , κι εκεί να συζητιόνται οι προτάσεις και να παίρνονται οι αποφάσεις - Σε περίπτωση κακής απόφασης της Απέλλας, οι γέροντες και οι βασιλείς να την ακυρώνουν 

Απέλλα Εμφανίζεται ως χειραγωγούμενο πολιτικό όργανο. Συνεδρίαζε μόνον για έκτακτα περιστατικά. Σε αυτήν συμμετείχαν οι πολίτες που είχαν κλείσει τα 30. (μπορούσαν και αυτοί των 20 ετών, αλλά η Σπάρτη περίμενε από αυτούς να γυμνάζονται, να εκπαιδεύονται ή να πολεμάνε κι έτσι το απέφευγαν). Τις εισηγήσεις των θεμάτων τις έκανε η Γερουσία και μετά τα τέλη του 6ου αι. οι έφοροι. Οι πολίτες δεν είχαν δυνατότητα κατάθεσης πρότασης, ούτε λάμβαναν το λόγο. Καθοριστικό στοιχείο υπερψήφισης ή καταψήφισης μιας πρότασης ήταν η φωνή, καθώς οι ψηφοφορίες γίνονταν δια βοής. (100) Ο πολίτης απλώς ενέκρινε ή όχι μια πρόταση των ηγετικών ομάδων. Εάν η Απέλλα καταψήφιζε μια πρόταση, οι ομάδες μπορούσαν να ακυρώσουν την απόφαση, να διαλύσουν την Απέλλα και να καταθέσουν εκ νέου την πρόταση μέχρι την έγκρισή της. Σε περιπτώσεις διαφωνίας των ηγετικών ομάδων, αποφάσιζε η Απέλλα. Καμιά φορά οι προτάσεις μπορεί να διαμορφώνονταν κατά τη διαδικασία και τότε θα ήταν δύσκολο για τις ηγετικές ομάδες να προκαταλάβουν την ψήφο των χιλιάδων πολιτών. Για τη διάσταση απόψεων μεταξύ ομάδων και Απέλλας, έχουμε κάποιες πληροφορίες με κυριότερη την περίπτωση όπου οι Συρακούσιοι ζήτησαν βοήθεια από τη Σπάρτη

Page 29: ΕΛΠ20 περίληψη

για να αντιμετωπίσουν τους Αθηναίους. Οι ομάδες αρνήθηκαν αυτήν τη βοήθεια, η Απέλλα όμως ψήφισε υπέρ. (Δραστηριότητα 30 – Κεφάλαιο 1 θεωρείται ΣΟΣ) 

Σύνοψη (102) : Η έννοια του ελεύθερου πολίτη ήταν συνυφασμένη με την ιδιότητα αυτή, ανεξάρτητα από τη μορφή του πολιτεύματος. Ήταν συγκεκριμένο κυριαρχικό προνόμιο με προνομιακές απολαβές και την πιθανή ανάληψη αξιωμάτων. Ήταν το διαβατήριο που εξασφάλιζε στον κάτοχό του πρόσβαση σε όλους τους τομείς της πόλης. Για αυτό η ιδιότητα περιφρουρήθηκε σθεναρά, παραμένοντας ένα κλειστό και αυτοδιαιωνιζόμενο σώμα. Επίσης ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τα βασικά δικαιώματα και τις ελευθερίες του ατόμου, την ελευθερία και την ισότητα. Σήμερα οι έννοιες αυτές έχουν ευρύτερο περιεχόμενο και αφορούν όλους τους ανθρώπους, ενώ στην κλασική Ελλάδα αφορούσαν μόνον τους ελεύθερους άρρενες πολίτες. Τότε η έννοια της ελευθερίας είχε διττή σημασία : Α) την δυνατότητα του ελεύθερου πολίτη να ζει όπως επιθυμεί και Β) να συμμετέχει στα πολιτικά δρώμενα της πόλης. Ήταν δηλαδή ταυτόχρονα ύψιστη ατομική απαίτηση και ταυτόχρονα κυρίαρχο πολιτικό ιδανικό. Ο πολίτης απολάμβανε προσωπική, οικογενειακή και περιουσιακή προστασία. Η ποινή στέρησης της ατομικής ελευθερίας ήταν ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του πολίτη. Η προφυλάκιση επιτρεπόταν σε εξαιρετικές μόνον περιπτώσεις, συνήθως για χρέη προς το δημόσιο που όμως ταχτοποιούνταν με ένα πρόστιμο. Πάντως ποτέ δε μπορούσε να υπάρξει καταδίκη χωρίς δίκη. Το σημαντικότερο στοιχείο της ελευθερίας ήταν το πολιτικό. Στις δημοκρατικές πόλεις, ο πολίτης συνέβαλλε στη διαμόρφωση της πολιτικής βούλησης αφού συμμετείχε σε όλες τις διαδικασίες. Οδηγός ήταν οι γραπτοί και άγραφοι νόμου και η κρίση του. Τότε δεν υπήρχε επηρεασμός και χειραγώγηση της κοινής γνώμης όπως σήμερα. Απουσίαζαν η κομματική πειθαρχία και γραμμή, καθώς δεν υπήρχαν κόμματα. Η πολιτική διαδικασία (103) επηρεαζόταν κατά καιρούς από σημαντικές προσωπικότητες, όπως ήταν ο Περικλής. Στη Σπάρτη και τις άλλες ολιγαρχικές πόλεις δεν υπήρχε ελευθερία στη διαμόρφωση της πολιτικής βούλησης. Η διαδικασία κατευθυνόταν από την πολιτική ελίτ , η είσοδος στην οποία δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση. Η ισότητα, η δεύτερη βασική αρχή, σήμαινε κατοχή των ίδιων πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων για όλους τους πολίτες. Ίση αντιμετώπιση και κατοχή των ίδιων προνομίων. Στις δημοκρατικές πόλεις είχε πολιτικό περιεχόμενο και σήμαινε ίσες ευκαιρίες συμμετοχής στην πολιτική ζωή. Κριτήριο ήταν η κατοχή της ιδιότητας του ελεύθερου πολίτη. Η περιουσία, η κοινωνική τάξη ή το επάγγελμα δεν αποτελούσαν εμπόδιο. Η συμμετοχή στα δημόσια αξιώματα γινόταν με κλήρωση και η συνεχής εναλλαγή των προσώπων, εξασφάλιζε την άμεση και ουσιαστική συμμετοχή όλων των πολιτών σε αυτά. Στη Σπάρτη η ισότητα ήταν κοινωνικού περιεχομένου. Το πολιτικό στοιχείο αναιρούνταν στην πράξη, από τη χειραγώγηση της πολιτικής διαδικασίας από την ολιγάριθμη ηγετική ομάδα που είδαμε παραπάνω. Η κοινωνική αυτή ισότητα, βασίστηκε στο θεσμό της κοινοκτημοσύνης και του κοινού τρόπου ζωής κι ευνοήθηκε από την απαγόρευση της επαγγελματικής δραστηριότητας. Αυτό ήταν αποτέλεσμα της στρατιωτικής οργάνωσης που είχε η Σπαρτιατική κοινωνία. 

Page 30: ΕΛΠ20 περίληψη

Η ιδιότητα του ελεύθερου πολίτη, μπορεί να συγκριθεί με τη σημερινή ιθαγένεια. Ο κάτοχός της, απολαμβάνει σήμερα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα παρόμοια με αυτά του πολίτη. Βέβαια, υπάρχει η διαφορά πως σήμερα αρκεί η υπηκοότητα του ενός γονέα για να περάσει αυτή στο παιδί, ενώ αλλού, αρκεί να γεννηθεί κάποιος στην επικράτεια του κράτους. Σε πολλά κράτη η υπηκοότητα μπορεί να χορηγηθεί σε μη υπηκόους, μετά από διαμονή μερικών ετών. Σε ότι αφορά την αφαίρεσή της, ισχύει το ίδιο που ίσχυε και για τον πολίτη. (104) Σε πολλά κράτη απαγορεύεται, ενώ σε άλλα επιτρέπεται σε εξαιρετικές μόνον περιπτώσεις. 

Για την Αθήνα και τη Σπάρτη έχουμε αρκετές πηγές, καθώς ήταν οι σημαντικότερες πόλεις. Τα στοιχεία άλλων πόλεων είναι λίγα και σποραδικά. Στις δύο μεγάλες όμως και κυρίως στην Αθήνα, η ιδιότητα του ελεύθερου πολίτη είχε την ιδανική της μορφή και συνδεόταν με την καθημερινότητά του.

Page 31: ΕΛΠ20 περίληψη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 – Ο Αρχαίος Δημόσιος Βίος η Πολιτική Ζωή και οι Τάξεις Δικαστική – Στρατιωτική – Θρησκευτική Ζωή Γενικά Χαρακτηριστικά της Αριστοκρατικής Κοινωνίας στην Αρχαϊκή Εποχή (8ος -6ος αι.) 

Κοινωνική Οργάνωση (118) Μετά τον Ελληνικό Μεσαίωνα (11ος – 9ος αι.) στην Ελλάδα συμβαίνουν διάφορες αλλαγές. Την περίοδο αυτή, την Αρχαϊκή, η ελληνική γνώση διευρύνεται καθώς έρχεται σε επαφή με άλλες χώρες στην Ανατολή και τη Δύση με αποτέλεσμα την ανάπτυξη του εμπορίου και των εξερευνήσεων. Από τον 9ο αι. πόλεις όπως η Αθήνα αναγεννιούνται ενώ εμφανίζονται και νέες (Άργος, Θήβα, Σπάρτη). Η αναγέννηση αυτή συμβαίνει σε όλο τον ελλαδικό χώρο και τη Μικρά Ασία, όπου εμφανίζονται ελληνικοί οικισμοί που εξαπλώνονται. Το κοινωνικοπολιτικό καθεστώς της εποχής ήταν η αριστοκρατία. Ο βασιλιάς εκλέγεται για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και οι εξουσίες του περνούν σε ένα συμβούλιο, που αποτελείται μόνο από τη στρατιωτική αριστοκρατία. Ευγενείς : μεγάλοι ιδιοκτήτες γης με επιχειρηματικό πνεύμα, που πρωτοστάτησαν συχνά στην ανάπτυξη του εμπορίου και του αποικισμού, έτσι ώστε να ‘ξεφορτωθούν’ τους φτωχούς και να διατηρήσουν τα προνόμιά τους. Κατείχαν ιδιαίτερες θέσεις όπως επόπτες και ερμηνευτές των θρησκευτικών εθίμων, ενώ μονοπωλούσαν και την εξουσία. (Αθήνα, Κόρινθος, Λάρισα και αλλού). Επίσης, όσοι είχαν τη δυνατότητα να φέρουν όπλα και να αναλαμβάνουν καθήκοντα στρατηγού (επαγγελματίες πολεμιστές) είχαν μεγάλες εκτάσεις γης και συγγενικούς δεσμούς μεταξύ τους, αποτελώντας την αριστοκρατία. Οι αριστοκράτες εκτός από τον πλούτο μονοπωλούσαν όλες τις μορφές εξουσίας, που ασκούσαν σύμφωνα με τις επιθυμίες τους, υπακούοντας σε ένα εθιμικό δίκαιο. (119) Την αρχαϊκή εποχή, παρατηρείται σταθερότητα στις πόλεις, που οδήγησε σε αύξηση του πληθυσμού, που με τη σειρά της οδήγησε στον αποικισμό. Αποτέλεσμα ήταν η αύξηση της παραγωγής, η εμπορευματοποίηση του πλεονάσματος, η ανάπτυξη των ανταλλαγών και η εξειδίκευση της εργασίας που επηρέασε άνισα τον ελληνικό κόσμο. Άλλες περιοχές έμειναν στο περιθώριο κι άλλες υπήρξαν εξαιρετικά δραστήριες. Οι πηγές μας όμως δε δίνουν ακριβή στοιχεία. Η δουλεία υπήρξε μια από τις συνέπειες αυτής της ανάπτυξης. Οι εύποροι πολίτες καταφεύγουν στην εργασία των δούλων, προκειμένου να ανταποκριθούν στις αυξανόμενες ανάγκες. Οι δούλοι προέρχονται από αιχμάλωτους πολέμου, παίρνουν τη θέση των ελεύθερων εργατών και αποτελούν είδος κεφαλαίου (όπως η γη και τα ζώα). Η σημασία τους θα αυξηθεί την κλασική εποχή. Η αριστοκρατία μεταβάλλεται επίσης. Ο πληθυσμός διαφοροποιείται σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο ενώ η διάκριση μεταξύ δημιουργών (τεχνιτών) και αγροτών γίνεται εντονότερη. 

Δημιουργοί : άνθρωποι διαφόρων επαγγελμάτων που μέχρι τότε ανταποκρίνονταν στις βασικές ανάγκες του πληθυσμού. Με την (120) αύξηση της παραγωγής απέκτησαν οικονομική και κοινωνική ανεξαρτησία. Σταδιακά συγκεντρώθηκαν σε συγκεκριμένες περιοχές, δημιουργώντας μια κοινωνική τάξη με ιδιαίτερα συμφέροντα και λατρείες. Σε μεγάλες πόλεις, η θέση τους γινόταν όλο και καλύτερη. Πολιτικά όμως βρίσκονταν στο περιθώριο καθώς οι περισσότεροι ήταν ξένοι και διαφύλατταν τα μυστικά της τέχνης τους. Αγρότες : καλλιεργούσαν το μερίδιό τους από την κοινή γη και σταδιακά απέκτησαν ένα δικαίωμα ατομικής ιδιοκτησίας. Δεν έχουμε πολλές πληροφορίες για αυτούς.

Page 32: ΕΛΠ20 περίληψη

Ορισμένοι ήταν μικροϊδιοκτήτες, άλλοι πλούσιοι (χωρίς όμως να ανήκουν στην αριστοκρατία) κι άλλοι ήταν απλώς εργάτες. Στους φτωχούς αναγνωρίζονταν δικαιώματα ατομικά και ιδιοκτησίας, είχαν όμως και υποχρεώσεις, όπως την καταβολή ενός μέρους της σοδειάς τους και το να μην εγκαταλείπουν το επάγγελμά τους. Η κατάσταση χειροτέρευσε για τους μικρούς. Η δημογραφική αύξηση κατακερμάτισε την έγγεια ιδιοκτησία, διακόπηκαν οι περιοδικοί αναδασμοί της κοινής γης κι έτσι οι ευγενείς συγκέντρωσαν μεγάλες εκτάσεις. Επίσης, η υπερχρέωση των μικροαγροτών στους πλούσιους είχε σαν αποτέλεσμα να οδηγούνται σε κατάσταση δουλείας. Η ανάπτυξη, η σταθερότητα και οι ανταλλαγές, εμφάνισαν μια ‘νέα τάξη’, ξένων, ή αριστοκρατών που εγκατέλειψαν τη γη και τα κοπάδια κι ασχολήθηκαν με το εμπόριο. Στα τέλη του 7ου αι. εμφανίζεται το νόμισμα και η οικονομία αναπτύσσεται πάνω του. 

Οικονομικοί Παράγοντες και ‘Εμπορική Τάξη’ (121) Η δημιουργία μιας μεσαίας τάξης, αποτελεί πρόβλημα για τους μελετητές καθώς δε γνωρίζουμε αν πρόκειται για πλούσιους αγρότες που το έριξαν στο εμπόριο, για ιδιοκτήτες πλοίων, ή εμπόρους γενικά. Το εμπόριο γινόταν από το ίδιο άτομο ή από συγγενείς του, ενώ η παραγωγή φυσικών αγαθών συνδεόταν με τη γη. Εκείνος που είχε γη μπορούσε και να εμπορεύεται. Η κατοχή έγγειας ιδιοκτησίας, αποτέλεσε αργότερα προϋπόθεση για την απόκτηση της ιδιότητας του πολίτη. Στην ανερχόμενη αυτή τάξη, διαχωριζόταν ο έμπορος θαλασσοπόρος από τον μικροέμπορο (κάπηλο). Στην αρχαϊκή εποχή έχουμε σαφώς ανάπτυξη του εμπορίου και της παραγωγής. Ο αποικισμός συνέβαλλε επίσης σε αυτήν τη διαδικασία. Τα αποτελέσματα και οι επιδράσεις του εμπορίου ήταν σημαντικά, κυρίως αργότερα, όταν αυτό συστηματοποιήθηκε. Τον 7ο αι. τα ελληνικά προϊόντα γίνονται αντικείμενο εμπορίου, χωρίς όμως να έχουμε μαζική παραγωγή ή παραγωγή προς πώληση, αλλά ανταλλαγή μεταξύ της μητρόπολης και της αποικίας. Εκτός από τα είδη διατροφής και τις πρώτες ύλες, έχουμε αύξηση στη ζήτηση ειδών πολυτελείας, η οποία δημιουργεί αυξανόμενη ειδίκευση στον εμπορικό τομέα. Ακριβώς γι’ αυτό, εκτός από τους ξένους, πολίτες ακόμη και αριστοκρατικής καταγωγής ασχολούνται με το εμπόριο για να αποκομίσουν κέρδη, παραβλέποντας τους κινδύνους και δημιουργούν μια νέα ‘τάξη εμπόρων’ με απροσδιόριστα χαρακτηριστικά. Έτσι, μαζί με τα παραδοσιακά συμφέροντα των γαιοκτημόνων, αναπτύσσονται και άλλα που αφορούν τον εμπορικό τομέα. Ο εύπορος ιδιώτης, έμπορος ή βιοτέχνης είναι κυρίως μύθος. (122) Πολλοί μικροκαλλιεργητές αναζητούσαν επιπλέον κέρδη στο εμπόριο ενώ η οικογένειά τους συνέχιζε τη φροντίδα της γης. Άλλωστε, έχουν δημιουργηθεί ανισότητες που εντοπίζονται στην άνιση κατανομή του πλούτου. Οι έμποροι και οι τεχνίτες που προμήθευαν τους αγρότες με διάφορα αγαθά, ήταν πολύ λίγοι στον αριθμό και δε μπορούσαν να επηρεάσουν το σύνολο των αγροτών που ήταν πολύ περισσότεροι. Έτσι, δε μπορούμε να μιλάμε για δημιουργία ξεχωριστής τάξης εύπορων εμπόρων ή τεχνών, ή να νομίζουμε πως η αύξηση της παραγωγής έφερε πλούτο. Στην Ελλάδα δεν εμφανίστηκαν ποτέ μεγάλες εμπορικές οικογένειες, ούτε μεγάλες εμπορικές επιχειρήσεις. Όσοι πλούτιζαν, αγόραζαν γη για να ανταγωνιστούν τους ευγενείς ή προσπαθούσαν να την αποκτήσουν μέσω επαναστάσεων. Εφόσον η εμπορική δραστηριότητα ήταν γνωστή στους αριστοκράτες, έμποροι και αγρότες συνδέονταν στενά. Εκείνο που δημιουργείται είναι μια νέα τάξη ανθρώπων, που βελτιώνει τη θέση της κι επιθυμεί να πάψει ο αποκλεισμός της από την εξουσία. 

Page 33: ΕΛΠ20 περίληψη

Οι εύποροι διέφεραν μόνον προς την καταγωγή τους. Οι μη ευγενείς είχαν τις ίδιες απόψεις και συνήθειες με τους ευγενείς, και θεωρούσαν αυθαιρεσία τον πολιτικό τους αποκλεισμό. 

Το Νόμισμα και η Όξυνση των Κοινωνικών Αντιθέσεων Η ανάπτυξη του εμπορίου και το νόμισμα κατέστησαν τη γη πέρα από αναγκαίο και επωφελές αγαθό. Όλοι προσπαθούσαν να πάρουν καλύτερη γη καθώς το μεγαλύτερο πρόβλημα παρέμενε η διανομή της. Η χρήση του νομίσματος όμως πέραν του ότι κατάργησε την ανταλλαγή σε είδος, έφερε και κοινωνικές αλλαγές. Η αποθήκευση και η μεταφορά του πλούτου γίνεται ευκολότερη. (123) Τα δάνεια έγιναν ευκολότερα αλλά και καταστροφικότερα καθώς όσοι δε μπορούσαν να εξοφλήσουν, έχαναν και τα κτήματα και την ελευθερία τους. Οι αγρότες δε μπορούσαν να προσαρμοστούν σε αυτήν την κατάσταση. Ακόμα και ο αποικισμός που φαινόταν σα λύση για τον υπερπληθυσμό και τη ‘στενοχωρία’ δεν εξαφάνισε τη δυσαρέσκεια. Ούτε και ο μισθοφορισμός απέδειδε πλέον, καθώς είχε εμφανιστεί η φάλαγγα των οπλιτών. Η κατάσταση αυτή οδήγησε σε ρήξη της ισορροπίας και μαζί με τη δημογραφική αύξηση, προκάλεσε μια έντονη αγροτική κρίση που εμφανίστηκε σε όλες τις ελληνικές πόλεις. Τον 7ο αι. γίνεται αισθητό το πρόβλημα του αναδασμού και η οικονομική κρίση συνδέεται άμεσα και έμμεσα με τη γαιοκτησία και την κατάργηση των χρεών που οδηγούσαν τους αγρότες στη δουλεία. Έτσι οι αγρότες, μαζί με τους εύπορους αλλά όχι αριστοκράτες, που επιθυμούσαν συμμετοχή στα κοινά – ήρθαν σε ρήξη με τους ευγενείς. Τρία είναι τα προβλήματα της περιόδου : - η παροχή πολιτικών δικαιωμάτων στον αγροτικό πληθυσμό που συμμετέχει και στον πόλεμο - η κατάργηση των αγροτικών χρεών - η εξεύρεση γης που μπορεί να μοιραστεί στους αγρότες Σε κάθε πόλη, παρατηρούνται τα εξής : - το εθιμικό δίκαιο αντικαθίσταται σταδιακά με νόμους - δημιουργείται ένα αίσθημα ισότητας - υπάρχει τάση διεύρυνσης του πολιτικού σώματος. Οι οπλίτες αποτελούν μαζί με το συμβούλιο των ευγενών, τη Συνέλευση, που αν και δεν έχει παντού την ίδια εξουσία, εκπροσωπεί το λαό απέναντι στους ευγενείς. Η περίοδος ανάμεσα στο δεύτερο μισό του 7ου αι. μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 6ου, είναι ιδιαίτερα ταραγμένη, ενώ γίνεται προσπάθεια αποδυνάμωσης της αριστοκρατίας. Καταλυτική για αυτό ήταν η φάλαγγα των οπλιτών. 

Στρατιωτικοί Παράγοντες (124) 

Φάλαγγα Οπλιτών Αποτελείται από βαριά οπλισμένους πεζούς, τους οπλίτες. Είναι μαζικός σχηματισμός εκπαιδευμένων πολεμιστών. Η μάχη παύει να είναι ατομική. Οι οπλίτες είχαν διαφορετικά ιδανικά από αυτά της στρατιωτικής αριστοκρατίας που επιθυμούσε το ατομικό κλέος. Το σημαντικό στη φάλαγγα ήταν να μείνει αδιάσπαστη για να διατηρηθεί η ασφάλεια του οπλίτη. Η σταθερότητα ανάγεται σε ύψιστη πολεμική αρετή. Εκτός από τις αλλαγές στον οπλισμό (125) που έγινε βαρύτερος, η φάλαγγα έφερε κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές. Από την κοινωνία και πόλη των αρίστων, περνάμε

Page 34: ΕΛΠ20 περίληψη

σε αυτή των οπλιτών. Η φάλαγγα απαιτεί συνοχή των μελών της, κοινωνική ομοιογένεια, αλληλεγγύη, συγχρονισμό, καλλιέργεια της δόξας της πόλης και πολιτική ισότητα. Αυτό συμβαίνει γιατί η νίκη ανήκει σε όλους. Στηρίζεται επίσης στην αρχή της ισότητας (λάφυρα, γη) και της εναλλαγής (αντικατάσταση όσων συμμετέχουν). Έτσι, αναπτύσσονται ιδιαίτεροι δεσμοί μεταξύ των πολιτών. Η ανάγκη υπεράσπισης απαιτεί αύξηση των πολεμιστών. Εδώ η φάλαγγα διευρύνει την πολεμική ιδιότητα που παύει να είναι αριστοκρατικό προνόμιο και απευθύνεται πλέον και σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Η ισότητα αυτή, επεκτείνεται και στη δημόσια ζωή. Την πλήρη ταύτιση πολιτικού και οπλιτικού σώματος τη συναντάμε στη Σπάρτη. Πάντως σε όλες τις ελληνικές πόλεις η πολεμική ιδιότητα γίνεται καθήκον όλων των πολιτών. Ο πόλεμος εντάσσεται στην πολιτική και εξομοιώνει τον πολίτη με τον πολεμιστή ενώ πολιτικές και πολεμικές αρετές, ταυτίζονται, όπως η πολιτική και η στρατιωτική οργάνωση. Ο στρατός είναι η πόλη και δεν αποτελεί εμπόδιο στην ανέλιξη του πολίτη. Η πόλη γίνεται το σημείο αναφοράς του ατόμου που συμμετέχει σε όλες τις δραστηριότητές της. Ο κύριος όγκος του στρατού, αποτελείται από αγρότες, που μέχρι τότε ήταν εκτοπισμένοι από την πολιτική ζωή. Τώρα αρχίζουν να συνιστούν το δήμο. Αποκτούν σταδιακά αυτοπεποίθηση απαιτούν (126) πολιτική συμμετοχή και κατ’ επέκταση μερίδιο στην πολιτική εξουσία. Βέβαια, η συμμετοχή στη φάλαγγα είχε σχέση με τα οικονομικά του καθενός, καθώς ο οπλίτης προμηθευόταν μόνος τον οπλισμό του που ήταν ιδιαίτερα ακριβός. Γι’ αυτό, αρκετοί πλούσιοι αγρότες απέκτησαν πολεμική ιδιότητα, άλλοι όμως εξουθενώθηκαν οικονομικά. Η διεκδίκηση πολιτικής συμμετοχής οδήγησε στη διεύρυνση του κοινωνικού και πολιτικού σώματος. Πάντως, όταν οι διάφορες συγκρούσεις δεν οδηγούσαν στην παραχώρηση πολιτικών δικαιωμάτων, οι αγρότες ακολουθούσαν έναν αρχηγό, ο οποίος μετά από νίκη αποκτούσε την εξουσία. 

Πολιτικές Εξελίξεις Η ομηρική κοινωνία όφειλε τη συνοχή της στους βασιλείς, για τους οποίους γνωρίζουμε λίγα πράγματα. Η κρίση και η παρακμή του θεσμού γίνεται σταδιακά και ειρηνικά. Τους διαδέχονται οι ευγενείς με κληρονομική διαδοχή. Η μετάβαση από τη βασιλεία στην αριστοκρατία διαρκεί αρκετούς αιώνες και διαφοροποιείται από πόλη σε πόλη. Την αριστοκρατία διαδέχθηκαν άλλες μορφές διακυβέρνησης, πάλι μέσα από μεταβατικά στάδια. Πέρα από την οικονομική και κοινωνική δυσαρέσκεια, η πτώση των αριστοκρατών ήταν πολιτικό φαινόμενο (η απαίτηση παροχής πολιτικών δικαιωμάτων σε μεγαλύτερο αριθμό ατόμων). Η αριστοκρατία κατέληξε (127) σταδιακά σε ολιγαρχία διότι πλέον δεν αναγνωρίζονταν οι άριστοι μιας απροσδιόριστης αρετής, αλλά αυτοί που είχαν πλούτο και δύναμη. Οι ευγενείς απογοητεύθηκαν όταν ο πλούτος και η δύναμη πέρασε σε χέρια ‘χυδαίων’ και το χειρότερο ήταν πως μερικοί από τους ‘αγαθούς’ ταυτίζονταν με τους ‘χυδαίους’ που ζητούσαν πλούτο. Σύμφωνα με το Θέογνη, οι πλούσιοι ‘χυδαίας’ καταγωγής ήταν : - ξεπεσμένοι άριστοι που προσπαθούσαν να πλουτίσουν - άριστοι που ξέφυγαν από την πατροπαράδοτη αρετή (μέσοι) - αγρότες που ζητούσαν επιπλέον κέρδη - σχετικά πλούσιοι γαιοκτήμονες χωρίς ευγενική καταγωγή - πρώην ακτήμονες που απέκτησαν γη χάρη στο εμπόριο Αυτή η ‘εμπορική τάξη’, με ανομοιογενή κοινωνική προέλευση δεν έπαιζε ρόλο στην

Page 35: ΕΛΠ20 περίληψη

ανατροπή των αριστοκρατών ή την υποστήριξη των τυράννων. Η φάλαγγα των οπλιτών όμως, που είχε ομοιογένεια και κοινό συμφέρον, μπορούσε να έχει απαιτήσεις. Σε μερικές πόλεις (128) (Κόρινθος, Αθήνα, Σπάρτη) οι οπλίτες συνέβαλλαν σημαντικά στην ανατροπή των αριστοκρατών. Άλλος λόγος της διάσπασης των αριστοκρατών, ήταν η κακή διακυβέρνησή τους που γινόταν πιο επιθετική και αρπακτική. Τα παραπάνω αφορούσαν όλες τις ελληνικές πόλεις, παρά τις διαφορές της κάθε μιας. Αρκετές αλλαγές ήταν βίαιες, μέσω των οποίων εγκαθιδρύθηκε στην αρχαϊκή εποχή η τυραννία, που κυριάρχησε μέχρι τον 6ο αι. Είχε επαναστατική μορφή με αρχηγό έναν τύραννο που εμφανιζόταν ως εκπρόσωπος του λαού. Τα υπόλοιπα πολιτεύματα (δημοκρατία, αριστοκρατία, ολιγαρχία) ήταν εχθρικά απέναντι στην τυραννία καθώς η προσωποπαγής μορφή εξουσίας που δεν υπακούει σε κανέναν ήταν αντίθετη τόσο με την αριστοκρατική, όσο και τη δημοκρατική φιλοσοφία. Η τυραννία της αρχαϊκής εποχής, κατήργησε το προνόμιο της καταγωγής και μετέφερε την εξουσία από την κλειστή, αριστοκρατική τάξη στην ευρύτερη των πολιτών που στήριζαν τον τύραννο. (129) Το ίδιο συνέβη και με την υιοθέτηση της φάλαγγας. Όπως είχε γίνει και με τους αριστοκράτες, οι τύραννοι της δεύτερης και τρίτης γενιάς ανατράπηκαν. Τυραννία συναντάμε ξανά αργότερα στη Μ. Ασία και τη Σικελία, αλλά διαφορετικής υφής. Από τη βίαιη αλλαγή της τυραννίας, εμφανίζεται η πόλη της κλασικής εποχής που θα ολοκληρώσει τους θεσμούς της τον 6ο και τον 5ο αι.  συνέλευση πολιτών ως κυρίαρχο πολιτικό σώμα. Η συνέλευση του δήμου είναι κοινό χαρακτηριστικό της ολιγαρχίας και της δημοκρατίας. Η διαφορά βρίσκεται στον αριθμό των πολιτών που συμμετέχουν και στα κριτήρια που απαιτούνται για αυτή τη συμμετοχή.Η τυραννία της αρχαϊκής εποχής, σημαίνει κυρίως τη μετάβαση από το ένα πολιτικό σύστημα στο άλλο : αριστοκρατία  Προβούλευση : ιστορική προσφορά της Σπάρτης. Ένα μικρότερο σώμα αξιωματούχων προετοίμαζε τα υπό συζήτηση θέματα. Στη δημοκρατία, το σώμα αυτό αποτελούνταν από μεγάλο αριθμό πολιτών που κληρώνονταν για ετήσια θητεία. Στις ολιγαρχίες τα μέλη είναι ολιγάριθμα και ψηφίζονται δια βίου. 

Πολιτική και Κοινωνία στην Αρχαϊκή και Κλασική Αθήνα (7ος – 4ος αι.) Η Κατάσταση στην Αθήνα τον 7ο αι. (131) Την εποχή εκείνη η ζωή είναι καθαρά αγροτική και η πόλη δεν έπαιζε μεγάλο ρόλο. Οι 9 άρχοντες ασκούσαν τα καθήκοντά τους με ετήσια, εναλλασσόμενη θητεία. - Άρχων επώνυμος : δίνει το όνομά του στο έτος και κατέχει τη μέγιστη εξουσία - Άρχων Βασιλιάς : θρησκευτικά καθήκοντα - Άρχων Πολέμαρχος : αρχηγός του στρατού - Έξι Άρχοντες Θεσμοθέτες ή Νομοθέτες : δικαστικές αρμοδιότητες - Άρειος Πάγος : συμβούλιο ισόβιων μελών που είχαν χρηματίσει άρχοντες χωρίς να έχουν υποπέσει σε παράπτωμα. Απένειμαν δικαιοσύνη, κι επόπτευαν τη διοίκηση και τους άρχοντες. Πολιτική διαίρεση : περιελάμβανε τρεις τάξεις - Ιππείς : οι κάτοχοι αλόγων που υπηρετούσαν ως άρχοντες, δικαστές ή ιερείς - Ζευγίτες : μπορεί να ήταν όσοι διέθεταν ένα ζεύγος βοδιών ή εκείνοι που ήταν σε ζεύγος φάλαγγας. Οι αγρότες που μπορούσαν να φέρουν όπλα - Θήτες : αγρότες ή μικροϊδιοκτήτες που υπηρετούσαν ως ψιλοί (ελαφρά οπλισμένοι) 

Page 36: ΕΛΠ20 περίληψη

Η Αθηναϊκή κοινωνία χωριζόταν σε τρεις τάξεις : - Ευπατρίδες : ευγενείς της στρατιωτικής αριστοκρατίας των γαιοκτημόνων με αποκλειστικά προνόμια εξουσίας - Δημιουργοί : τεχνίτες, ελεύθεροι εργάτες, χειροτέχνες, έμποροι και ψαράδες που ζούσαν στο περιθώριο της πόλης - Γεωμόροι ή αγροίκοι : γεωργοί, μικροί ή μεσαίοι ιδιοκτήτες γης. Τη μεγάλη πλειοψηφία αποτελούσαν οι μικροϊδιοκτήτες, (132) οι ακτήμονες και οι χρεωμένοι αγρότες που χωρίζονταν : - σε αυτούς που ζούσαν με δάνεια κι έβαζαν υποθήκη το κτήμα, τον εαυτό ή την οικογένειά τους (‘δανείζειν επί σώμασι’) - σε αυτούς που πέρα από τη δική τους, ενοικίαζαν τη γη άλλων. Έδιναν ένα μέρος της σοδειάς ως μίσθωμα και με το υπόλοιπο εξοφλούσαν το χρέος τους και ζούσαν. Λέγονταν εκτήμορες, δε γνωρίζουμε πόσο από την παραγωγή τους έδιναν, ούτε αν ταυτίζονταν με τους θήτες ή τους είλωτες της Σπάρτης. Αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος του δήμου και βρέθηκαν σε κατάσταση πλήρους εξάρτησης. Όσοι δε μπορούσαν να εξοφλήσουν τα χρέη τους πουλούσαν τους εαυτούς τους ή τις οικογένειές τους ως δούλους. Σε αυτήν την πραγματικότητα, ο οφειλέτης έχανε τη γη του, πουλιόταν ως δούλος, οι φτωχοί γινόντουσαν φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι. 

Κύλωνας Αριστοκράτης Αθηναίος, που κατέλαβε την Ακρόπολη και προσπάθησε να γίνει τύραννος. Απέτυχε και οι Αθηναίοι κατέφθασαν μαζικά για να τον εξοντώσουν αυτόν και πολλούς οπαδούς του. Η σημαντικότερη αιτία αποτυχίας του ήταν πως οι αγρότες προτιμούσαν την αριστοκρατική διακυβέρνηση από οποιαδήποτε άλλη. Η προτίμηση αυτή, αποτελεί την πρώτη πολιτική παρέμβαση του δήμου. 

Δράκοντας Επέφερε κάποιες τροποποιήσεις στο πολίτευμα : - προσπάθεια γραπτής καταγραφής και κωδικοποίησης των νόμων - επέκταση του πολιτικού δικαιώματος και σε άλλες τάξεις πλουσίων και οπλιτών - διαχωρισμό (133) του φόνου εκ προμελέτης από τον ακούσιο και απαγόρευση της αυτοδικίας / ανθρωποκτονίας λόγω εκδίκησης. Αρμόδιος για αυτές τις περιπτώσεις ήταν ο Άρειος Πάγος. Το σημαντικότερο ήταν η προσπάθεια του Δράκοντα να αντικατασταθεί το εθιμικό δίκαιο από ένα κοινό για όλους. Ενισχύθηκε έτσι ο ρόλος της πόλης αλλά και οι ευπατρίδες που συμμετείχαν στον Άρειο Πάγο. Ταυτόχρονα πιστοποιείται η νομική γέννηση της πόλης καθώς θεσπίζονται οι κοινοί νόμοι για όλους και δίνεται γραπτός κώδικας. 

Από την Τιμοκρατία στη Δημοκρατία (6ος αι.) 

Σόλωνας Στα τέλη του 7ου αι. η Αθήνα αντιμετωπίζει εσωτερική κρίση (στάσις) που οφείλεται στην ανισότητα του καθεστώτος έγγειας ιδιοκτησίας, στην αύξηση των οφειλετών και δούλων λόγω χρεών ενώ το κύριο αίτημα είναι ο αναδασμός και η αποκοπή χρεών. Ο Σόλων εκλέγεται επώνυμος άρχων το 594 για να λύσει αυτά τα θέματα. Η προσπάθειά του στηριζόταν στην αρχή πως η σχέση ευγενών και λαού έπρεπε να ρυθμίζεται από το νόμο. Χορήγησε λοιπόν γενική αμνηστία (134) στους καταδικασμένους για πολιτικά αδικήματα, επικύρωσε τους νόμους του Δράκοντα και

Page 37: ΕΛΠ20 περίληψη

απαγόρευσε την εξαγωγή σιτηρών (ιδιαίτερα ωφέλιμη δραστηριότητα για τους γαιοκτήμονες) προκειμένου να κάνει την Αττική αυτάρκη. Η κύρια νομοθεσία του, είχε στόχο τη βελτίωση της θέσης των αγροτών και την κατανομή της εξουσίας. Θεωρήθηκε ο ‘θεμελιωτής’ της Αθηναϊκής δημοκρατίας και του αποδίδονται μέτρα που πιθανόν να μην είναι δικά του. Νομοθετήματα με κοινωνικό χαρακτήρα : - η κατάργηση του ‘δανείζειν επί σώμασι’ με αναδρομική ισχύ. Όσοι υποδουλώθηκαν για χρέη ελευθερώθηκαν, κι όσοι πουλήθηκαν, εξαγοράστηκαν και ελευθερώθηκαν. Παράλληλα απαγόρευσε κάθε μελλοντική υποδούλωση από δανεισμό. (πάντως, είναι δύσκολο να φανταστούμε πως τα κατάφερε, 1ον γιατί ήταν πολλοί αυτοί που πουλήθηκαν στο εξωτερικό και 2ον γιατί το νόμισμα αποδίδεται στον Πεισίστρατο και όχι στο Σόλωνα) - η σεισάχθεια. Σημαίνει ‘αποτίναξη των βαρών’ ή ‘αποκοπή χρεών’. Καταργήθηκαν όλα τα χρέη προς το δημόσιο και τους ιδιώτες. Πάντως το χρέος ως όρος, αναφέρεται και σε ενοίκια ή φόρους. Με την κατάργηση αυτή αφαιρέθηκαν οι ‘όροι’, οι στύλοι που τοποθετούνταν σε δεσμευμένη γη, η κυριότητα της οποίας πήγε σε αυτούς που την καλλιεργούσαν. Με τη σεισάχθεια ο Σόλωνας κατάργησε και την εξάρτηση και το χρέος που τη συνόδευε. Στο εξής δε συναντάμε εκτήμορους ή δούλους και ο Αθηναίος αγρότης γίνεται πλήρες μέλος της πολιτικής κοινότητας. 

Ο Σόλωνας κατέταξε τους πολίτες σε 4 εισοδηματικές τάξεις με βάση το φορολογήσιμο εισόδημά τους και προσάρτησε τις τρεις τελευταίες στην παλαιά στρατιωτική και πολιτική διαίρεση που έχουμε αναφέρει. Οι τάξεις αυτές ήταν : - οι πεντακοσιομέδιμνοι : πολίτες που παρήγαγαν ετησίως 500 μεδίμνους κριθάρι και 500 μετρητές λαδιού ή κρασιού, ή είχαν το αντίστοιχο ποσό ως εισόδημα. Μόνον αυτοί εκλέγονταν άρχοντες, ή στη στρατιωτική διοίκηση. Όμως, αυτός ο τρόπος μέτρησης ήταν αυθαίρετος καθώς δινόταν η ίδια αξία στα δύο αυτά μέτρα. - οι ιππείς (ή τριακοσιομέδιμνοι) : (135) όσοι είχαν 200 – 300 μεδίμνους και είχαν δικαίωμα σε κατώτερα αξιώματα - οι θήτες : οι υπόλοιποι ελεύθεροι πολίτες. Πρόκειται για ημερομίσθιους εργάτες χωρίς σταθερή απασχόληση. Συμμετείχαν στην ΕτΔ και στο στρατό ως ψιλοί και είναι απορίας άξιο πως περιλήφθηκαν στους πολίτες χωρίς να είναι οπλίτες. Μέχρι το τέλος του 5ου αι. η διαχωριστική γραμμή ήταν οπλίτες – θήτες. Πάντως, το δικαίωμα ψήφου που απέκτησαν είχε τεράστια σημασία όπως και το δικαίωμά τους στην έφεση. Λόγω των ονομάτων τους, δύσκολα θεωρούμε ως αληθινή την άποψη πως η διάκριση των Αθηναίων οφείλεται στο Σόλωνα. Μπορεί τώρα κάθε τάξη του δήμου να εμφανίζεται κοινωνικά ομοιογενής, οικονομικά όμως υπήρχαν διαφορές με διάφορες επιπτώσεις. Οι διάφορες αναποδιές (φυσικές, εμπορικές) μπορούσαν να μεταβάλλουν την κατάσταση ενός πολίτη._________________

Νομοθετικές ρυθμίσεις : - οι άρχοντες (1ης τάξης) εκλέγονταν από την συνέλευση του Δήμου, όπου συμμετείχαν όλοι οι άνδρες άνω των 20 ετών. Η συνέλευση είχε δικαίωμα να τιμωρεί άρχοντες και να απαγορεύει τη συμμετοχή τους στον Άρειο Πάγο. Αυτός παρέμεινε η ανώτατη δικαστική εξουσία για θέματα διαγωγής, φόνου, εμπρησμού και απόπειρα κατάλυσης του πολιτεύματος. - Η Βουλή των 400, αντίπαλο δέος στον Άρειο Πάγο. Εκεί κληρώνονταν 100 μέλη από κάθε φυλή (3 πρώτες τάξεις). Η Βουλή εξέλεγε, ακύρωνε και προετοίμαζε ότι θα

Page 38: ΕΛΠ20 περίληψη

υποβαλλόταν στην ΕτΔ. Δεν έχουμε ικανοποιητικές πηγές για τη λειτουργία της, εκτός του ότι η δίκη ενός άρχοντα ήταν στη (136) δικαιοδοσία του Δήμου. Και αυτή πάντως, επινοήθηκε μάλλον στο τέλος του 5ου αι. - Το Δικαστήριο ή Εκκλησία της Ηλιαίας : είχε κληρωτά μέλη και ήταν δημοκρατικό δημιούργημα. 

Με τις μεταρρυθμίσεις αυτές, η καταγωγή ως κριτήριο άσκησης της εξουσίας αντικαταστάθηκε από τον πλούτο, κάτι που συνήθως έκαναν οι τύραννοι. Για πρώτη φορά οι μεσαίες τάξεις αποκτούσαν – έστω και ελάχιστη – πολιτική δύναμη, το δικαίωμα ψήφου και εκλογής στα κατώτερα δικαστήρια. Αν και αναδασμός δεν έγινε, οι φτωχοί απαλλαγμένοι από χρέη, έγιναν αναπόσπαστα μέλη του δήμου. 

Η Περίοδος μέχρι την Τυραννία του Πεισίστρατου Ο Σόλων δεν ικανοποίησε ούτε τους αριστοκράτες, ούτε τους αγρότες και δεν απέτρεψε την τυραννία, απλώς την επιβράδυνε. Όλοι θεωρούσαν πως αδικήθηκαν καθώς οι μεταρρυθμίσεις του μπορεί να μετέβαλλαν τις κοινωνικές σχέσεις, δεν απειλούσαν όμως την τάξη. Καθώς δεν μπόρεσε να απαγορεύσει τα δάνεια με υποθήκη τη γη, οι αγρότες εξακολουθούσαν να χρεώνονται με εγγύηση τους εαυτούς τους, την οικογένειά τους ή τη γη τους. Οι όροι συνεχίστηκαν στη γη αλλά και τα σπίτια. Δεν ικανοποιήθηκε το αίτημα της ‘ισομοιρίας’ (ίσα δικαιώματα) δεν έγινε αναδασμός, δε δημεύτηκαν μεγάλες εκτάσεις. (137) Η πολιτική εκπροσώπηση των ανθρώπων του λαού δεν εξασφάλιζε ουσιαστική παρέμβαση. Οι αριστοκράτες διατήρησαν την εξουσία και την επιρροή τους. Τα συμφέροντα και οι ανταγωνισμοί οδήγησαν στην τυραννία. Σύμφωνα με πηγές (Αριστοτέλης), οι ευγενείς ανταγωνίζονταν μεταξύ τους για την ανάδειξη του επώνυμου άρχοντα. Εκεί αντιδρούσαν οι πλούσιοι γαιοκτήμονες που μπορούσαν επίσης να εκλεγούν. Οι πλούσιοι που είχαν πέσει σε ένδεια προσπαθούσαν να επανακτήσουν τα δικαιώματά τους. Οι ακτήμονες και οι μικροί έλπιζαν σε αναδασμό. Η ένωση των πλουσίων – ευγενών και μη – απέκλειε τους οπλίτες από την πλήρη πολιτική συμμετοχή. Το 590 και το 586 δεν κατάφερε να εκλεγεί επώνυμος άρχοντας. Το 580 για την επίτευξη κοινωνικής γαλήνης, αποφασίστηκε να μοιράζονται το δικαίωμα με 10 άρχοντες. (5 ευπατρίδες, 3 γεωργοί 2 δημιουργοί). Αν αυτό αληθεύει, τότε για πρώτη φορά εκπροσωπούνται όλες σχεδόν οι ομάδες πληθυσμού και πως ή το κριτήριο του πλούτου καταργείται, ή καθορίζεται όχι μόνο από τη γη αλλά από το συνολικό πλούτο. Το γεγονός αυτό το αναφέρει μόνο ο Αριστοτέλης και είναι αδιευκρίνιστο. Πάντως, για μια περίοδο 20 ετών φαίνεται να υπήρξε μια ισορροπία. Τα επόμενα 20 οι ταραχές ξανάρχισαν, και οι αντίπαλες ομάδες φέρουν ονόματα που δείχνουν γεωγραφική και όχι κοινωνική προέλευση. Η ανάπτυξη της Αθήνας αναστάτωσε το σχέδιο του Σόλωνα. Η πολιτειακή διακυβέρνηση συνέβαλε στην πολιτική συνείδηση των κατώτερων στρωμάτων που καταλάβαιναν πως μπορούσαν να ζουν καλά χωρίς γη ή και με έναν τύραννο. Η συνείδηση αυτή γίνεται υποχρέωση, αν σκεφτούμε το νόμο του Σόλωνα, που καταδικάζει σε (138) στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων (ατιμία) όποιον μένει αμέτοχος σε πολιτική διένεξη. 

Πεισίστρατος Μετά το Σόλωνα, εμφανίζονται τρεις παρατάξεις : - οι παράλιοι : ασχολούνται με το εμπόριο, την αλιεία, τη ναυσιπλοΐα κι έχουν αρχηγό το Μεγακλή. Προσπαθούν να διατηρήσουν τα δικαιώματα που απέκτησαν επί

Page 39: ΕΛΠ20 περίληψη

Σόλωνα. - Οι πεδιακοί : ευπατρίδες, πλούσιοι γαιοκτήμονες ευγενείς και μη. Έχουν αρχηγό το Λυκούργο. Επιδίωκαν ένα ολιγαρχικό καθεστώς. - Οι διάκριοι : θεωρούσαν τη νομοθεσία του Σόλωνα ανεπαρκή. Είχαν αρχηγό τον Πεισίστρατο και έλπιζαν πως θα ικανοποιούσε τις απαιτήσεις τους για αναδασμό. Επιδίωκαν εγκαθίδρυση της τυραννίας. Ο γεωγραφικός χώρος που δηλώνουν οι ονομασίες αυτές είναι ασαφής και δε μπορούμε να βγάλουμε συμπεράσματα για την κοινωνική ταυτότητά τους. Είναι πιθανόν πως η γεωγραφία έπαιξε κάποιο ρόλο στη διαμόρφωση κοινής συνείδησης δεν ξέρουμε όμως αν όντως υπήρξε αιτία σύνθεσης και συσπείρωσης ομάδων με κοινά ή αντικρουόμενα συμφέροντα. Ο συνδυασμός όμως αυτών των όρων με τους τόπους καταγωγής των αρχηγών, μας επιτρέπει να δούμε τους ανταγωνισμούς τριών αριστοκρατικών οικογενειών και των (139) οπαδών τους. Η ονομασία δόθηκε μάλλον από την περιφέρεια που είχαν τα κτήματα οι αρχηγοί και ζούσαν οι περισσότεροι υποστηρικτές τους. Έτσι η ονοματοδοσία των παρατάξεων αποκτά συγκεκριμένο νόημα (Αριστοτέλης) όπως και το έντονα προσωπικό στοιχείο των αντιπαραθέσεων, οι εντάσεις μεταξύ των παρατάξεων, η κοινωνική και οικονομική ανομοιογένεια των οπαδών που συνιστούν τη συσπείρωση ετερόκλιτων στοιχείων με κοινά συμφέροντα, κάτω από έναν αριστοκράτη αρχηγό. Ο Πεισίστρατος εδραίωσε την εξουσία του μετά τη μάχη της Παλλήνης (546) μέσα από τους ανταγωνισμούς ομάδων και όχι προσωπικούς. Τότε ξεκινά η περίοδος της τυραννίας για την Αθήνα. Ο Πεισίστρατος παρείχε διάφορα αξιώματα και απέκτησε καλές σχέσεις με τους αριστοκράτες, ενώ συμφιλίωσε τις κοινωνικές τάξεις. Δημιούργησε τους ‘κατά δήμους δικαστές’ και συνέχισε τη νομοθεσία του Σόλωνα, φροντίζοντας έτσι ώστε ο εκλεγμένος άρχοντας να είναι άνθρωπος δικός του. Οι Αθηναίοι μάθαιναν να ζουν σε ένα ‘προ-δημοκρατικό’ περιβάλλον. Ενίσχυσε οικονομικά τους μικροϊδιοκτήτες και τους αγρότες, που αργότερα αποτέλεσαν τη βάση των Αθηναίων πολιτών. Στο θρησκευτικό τομέα, ενισχύθηκε η λατρεία της Αθηνάς και του Διονύσου. Εισήχθη η λατρεία του Διονύσου Ελευθερέως και συνδέθηκε με τα μεγάλα Διονύσια. Η λατρεία του θεού απέκτησε επίσημο χαρακτήρα εξισώνοντάς τον με τους μεγάλους θεούς, ενώ μέσα από αυτήν γεννήθηκε η τραγωδία. Η Αθηνά προστατεύει την πόλη μέσα από την πομπή της γιορτής των Παναθηναίων, που αποκτά εθνικό χαρακτήρα και ιδιαίτερη λαμπρότητα. Το πλήθος των γιορτών που εισάγονται στο άστυ ή αναδιοργανώνονται στη χώρα, θέτουν τέλος στον τοπικισμό και εδραιώνουν το κράτος απέναντι στους αριστοκράτες. Ο Πεισίστρατος δεν εμφανίστηκε ως ανατροπέας του παλιού συστήματος, αλλά ως συνεχιστής και εγγυητής μιας νομοθετικής μεταρρύθμισης που έγινε για να δοθούν λύσεις. Είναι επίσης (140) γεγονός πως οι Πεισιστρατίδες δεν ανατράπηκαν από το δήμο της Αθήνας, αλλά από ένα μέρος αριστοκρατών, με το οποίο συνέδραμε ο σπαρτιατικός στρατός. 

Κλεισθένης Ανατρέπει τον Ισαγόρα (507) και εγκαθιδρύει τυραννία. Πρόκειται για κίνημα επανάστασης – σταθμό στην ιστορία της πόλης. Η ανάπτυξή της είχε δημιουργήσει έναν αστικό δήμο ευαίσθητο στα Αθηναϊκά θέματα και πρόθυμο να υποστηρίξει τον Κλεισθένη. Η αγροτική κρίση – λόγω του Πεισίστρατου – είχε λυθεί και τώρα οι Αθηναίοι απαιτούσαν ‘πολιτικές παραχωρήσεις). Παρ’ όλο τον αμφίβολο τρόπο ανάληψης της εξουσίας, ο Κλεισθένης άνοιξε το

Page 40: ΕΛΠ20 περίληψη

δρόμο για τη μεταβολή των θεσμών, έχοντας δύο στόχους : - την αναδιοργάνωση του πολιτικού σώματος - μια νέα οργάνωση εξουσιών. 

Η Αναδιοργάνωση του Πολιτικού Σώματος Κατά τον Ηρόδοτο : Αύξησε τον αριθμό των φυλών σε 10 και οι φύλαρχοι έγιναν 10 αντί για 4 Κατά τον Αριστοτέλη : Αυξήθηκε ο πληθυσμός των πολιτών (141) και δημιουργήθηκε ο δήμος. Κάθε φυλή σχηματίστηκε από 3 τριττύες (άστυ, παραλία, μεσόγεια) που περιλάμβαναν περίπου 14 δήμους. Ο συνολικός αριθμός ήταν 30 τριττύες και περίπου 140 δήμοι. 10 από αυτές αποτελούσαν την Αθήνα, 10 τα παράλια και 10 τα Μεσόγεια. Η δημιουργία του δήμου, είχε στόχο την ενσωμάτωση νέων πολιτών στο πολιτικό σώμα. Ο στόχος της μεταρρύθμισης ήταν να διευκολυνθεί η ενσωμάτωση νέων πολιτών αν και μερικοί ιστορικοί θεωρούν ότι ο Αριστοτέλης απέδωσε ψευδώς την αύξηση του πολιτικού σώματος ως δημοκρατικό μέτρο του Κλεισθένη. Ο Κλεισθένης κατέστρεψε την παλαιά φυλετική οργάνωση, ανέτρεψε της δομές της αριστοκρατικής πόλης κι έθεσε τις προϋποθέσεις για τη δημοκρατία. Σχετικά με τους ‘νεοπολίτες’ μια άποψη λέει πως ο Κλεισθένης έδωσε πολιτικά δικαιώματα στις οικογένειες που είχε εξορίσει ο Ισαγόρας. Αυτό είναι μάλλον απίθανο καθώς με την επιστροφή τους οι εξόριστοι θα επανακτούσαν αυτόματα τα πολιτικά τους δικαιώματα. Το πιθανότερο είναι να έδωσε δικαιώματα σε ξένους ή δούλους, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη. Αυτό δημιουργούσε πολιτική πελατεία, ενίσχυε το δήμο κι επιβεβαίωνε πως δεν ήταν απαραίτητη η κατοχή γης για να γίνει κάποιος πολίτης. Η επανάσταση του Κλεισθένη είναι κυρίως πολιτική. Η κατανομή νέων πολιτών στο ισχύον πλαίσιο συστήνει έναν νέο τύπο κράτους – τη δημοκρατική πόλη. Αναδιοργανώνεται ο πολιτικός χώρος, σύμφωνα με το γεωγραφικό χώρο. Ενσωματώνοντας τους δήμους στις φυλές, ο Κλεισθένης τους καθιστά ίσους ως προς τον πληθυσμό τους καθώς κάθε φυλή είχε την ίδια αντιπροσώπευση στη Βουλή των 500 και την ίδια πολεμική συνεισφορά. Η δημιουργία των νέων φυλών αποσκοπούσε επίσης : - στην (142) αποδυνάμωση της τοπικής επιρροής των παλαιών οικογενειών - στη συσπείρωση κατοίκων από αστικές, αγροτικές και παράλιες περιοχές - στην ανάπτυξη αισθήματος ενότητας Οι δήμοι γίνονται όργανα της τοπικής διοίκησης όπου ο λαός ασκούσε τη δημοκρατία περισσότερο από ότι στη συνέλευση της Αθήνας. Είχαν τοπική αυτοδιοίκηση και πρότειναν υποψήφιους για διάφορα αξιώματα. Ο άνθρωπος έχει πλέον την ενθάρρυνση να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στην πολιτική της πόλης. Ο Κλεισθένης διατήρησε : - τους ναυκράτορες : αξιωματούχοι των στόλων, που έφτασαν τους 50 για να συμφωνούν με τη δεκαδική κατανομή των πολιτών - την κατανομή των πολιτών στις 4 εισοδηματικές τάξεις του Σόλωνα - τις παλαιές φρατρίες Εδώ βλέπουμε τα όρια της δημοκρατίας του. Ο Κλεισθένης δεχόταν το λαό ως τον καλύτερο κριτή, που έπρεπε όμως να οδηγείται από σοφούς και πλούσιους. Για αυτό και διατήρησε τα οικονομικά κριτήρια πρόσβασης στις σημαντικές αρχές, και περιόρισε την ΕτΔ, ενισχύοντας τη Βουλή των 500 όπου οι θήτες δε γίνονταν δεκτοί. 

Page 41: ΕΛΠ20 περίληψη

Η Νέα Οργάνωση των Εξουσιών Αν και γνωρίζουμε ελάχιστα για τις πολιτικές μεταρρυθμίσεις του, αποδίδουμε τους θεσμούς του 5ου αι. στον Κλεισθένη. Δεν είναι βέβαιο πως η Βουλή των 500 δημιουργήθηκε σε βάρος του Άρειου Πάγου, που είχε θρησκευτικές και δικαστικές αρμοδιότητες. Η Βουλή είχε την επιτήρηση και τον έλεγχο των αρχόντων και ίσως της ΕτΔ. Οι σχετικές πληροφορίες είναι σπάνιες. (143) Πάντως, οι βουλευτές και οι άρχοντες διατήρησαν μια σημαντική θέση στην πόλη. Η ΕτΔ ήταν κυρίαρχη σε εγκλήματα που επέφεραν θανατική ποινή ή μεγάλα πρόστιμα. Μπορούσε να αποφασίζει για θέματα ειρήνης ή πολέμου. Στον Κλεισθένη αποδίδουμε την τακτικότητα στις συνεδριάσεις της. 

Από την Ολοκλήρωση και την Ακμή της Δημοκρατίας, στην Κρίση (5ος-4ος αι.) 

Από τον Κλεισθένη στον Εφιάλτη Στις αρχές του 5ου αι. 4 μέτρα προστάτευαν τη δημοκρατία : 

Ο Νόμος για τον Οστρακισμό (144) Εμφανίζεται το 487 και στόχος του ήταν να απομακρύνει από την πόλη τον πολίτη που φαινόταν πως μπορούσε να εγκαθιδρύσει τυραννία. Κατά τη συνέλευση της 6ης πρυτανείας, γινόταν ψηφοφορία με ανάταση χειρός ώστε να φανεί αν ο λαός επιθυμούσε τη χρονιά εκείνη οστρακοφορία. Εάν ναι, γινόταν 2η ψηφοφορία κατά την 8η πρυτανεία, μυστική, όπου καταδικαζόταν ο πολίτης. Απαραίτητη προϋπόθεση ήταν η απαρτία, ώστε το αποτέλεσμα να θεωρείται λαϊκή και όχι παραταξιακή ετυμηγορία. Η ποινή ήταν η ατιμία, η στέρηση δηλαδή των πολιτικών δικαιωμάτων και δεκάχρονη εξορία. Μετά ο ένοχος επέστρεφε στην Αθήνα και επανακτούσε τα δικαιώματά του. Η περιουσία του έμενε άθικτη και μπορούσε να την εκμεταλλεύεται και κατά την εξορία του. 

Ο Όρκος των Βουλευτών Επιβαλλόταν στα μέλη της Βουλής, αλλά δεν ξέρουμε το ακριβές κείμενο. Υποθέτουμε πως τα μέλη δεσμεύονταν να σέβονται το νόμο, να αγωνίζονται κατά της τυραννίας και να μην υποβάλλουν άνομες προτάσεις (μεταγενέστερη προσθήκη). Ο όρκος αντιστοιχούσε στη θέση του φύλακα της νομοθεσίας και των νόμων. 

Τρόπος Εκλογής των Αρχόντων Από το 487 οι άρχοντες κληρώνονταν από κάθε φυλή (145) και μέσα από κατάλογο 10 ατόμων που επέλεγαν οι δήμοι. Ο Αριστοτέλης αναφέρει πως οι 9 άρχοντες επιλέγονταν ένας από κάθε φυλή, οι φυλές όμως ήταν 10. Αυτό δείχνει μια παρακμή του θεσμού. Μάλλον τότε είναι που ο πολέμαρχος χάνει την ανώτατη διοίκηση του στρατού και διατηρεί θρησκευτικές και δικαστικές αρμοδιότητες. Προεδρεύει κυρίως στο Παλλάδιο, που εκδίκαζε υποθέσεις ξένων. 

Θεσμός των Στρατηγών Οι στρατηγοί τοποθετούνται στην ηγεσία του στρατού και της πολιτικής διοίκησης. Μετά τα Μηδικά, η δύναμή τους αυξήθηκε. 

Ο Αθηναϊκός Δήμος στα μέσα του 5ου αι. Τα Περσικά και η καταστολή εσωτερικών εξεγέρσεων (Δήλος) αύξησαν τη σπουδαιότητα του στόλου και των θητών που τον κινούσαν. Η σωτηρία του κράτους

Page 42: ΕΛΠ20 περίληψη

στηριζόταν σε άντρες που ήταν αποκλεισμένοι από την πολιτική ζωή, εκτός από τη σχετικά ασήμαντη συνέλευση. Ο δήμος του 5ου αι. αποτελείται από αγρότες με στέρεες βάσεις και τη δραστήρια τάξη των τεχνιτών κι εμπόρων που μετά τα Μηδικά έβλεπαν τα κέρδη τους να αυξάνονται. Αν και υπήρχε ισονομία μεταξύ των πολιτών, οι εισοδηματικές τάξεις του Σόλωνα υπήρχαν ακόμη. Οι διαφορές στα πολιτικά δικαιώματα μειώνονταν, οι υποχρεώσεις όμως δεν είχαν αλλάξει. Οι πλούσιοι επωμίζονταν τα βάρη των φόρων και των στρατιωτικών δαπανών. Εκτός από αυτό, ήταν πρακτικά αδύνατη η εφαρμογή της πλήρους δημοκρατίας, καθώς στην Αθήνα υπήρχαν τότε 30 με 40.000 πολίτες. Η κατάσταση είναι ιδιόμορφη : οι διοικούντες προέρχονταν από την παλιά αριστοκρατία, ενώ ο αστικός δήμος ασκούσε μονοπώλιο (146) σε βάρος του αγροτικού πληθυσμού. Οι θήτες ήταν οι μόνοι που μπορούσαν να συμμετέχουν στις αυξανόμενες συνεδριάσεις των συνελεύσεων και των δικαστηρίων. Αυτό θα είχε συνέπειες στην εξέλιξη των θεσμών. 

Ο Εφιάλτης και οι Νόμοι για τον Άρειο Πάγο Για τον Εφιάλτη, ο Άρειος Πάγος ήταν το σημαντικότερο εμπόδιο για τη διεύρυνση της δημοκρατίας καθώς αποτελούνταν από αριστοκράτες ισόβιας θητείας. Δεν ξέρουμε πως κατάφερε να τον περιορίσει. Διατήρησε τις θρησκευτικές αρμοδιότητες ενώ οι άλλες μοιράστηκαν στα άλλα όργανα. Τις περισσότερες δικαστικές, τις πήρε η Βουλή των 500. Στον Εφιάλτη αποδίδεται η ‘γραφή παρανόμων’, η δυνατότητα του πολίτη να εναντιώνεται σε κάποιο μέτρο που θεωρούσε αντίθετο στους νόμους, κάτι που όμως δεν είναι σίγουρα δικό του μέτρο. Ο Εφιάλτης κατήργησε ορισμένα προνόμια και συγκεκριμενοποίησε την κυριαρχία του δήμου. Πάντως, για να μπορεί ο δήμος να ασκεί την εξουσία του, έπρεπε να ‘αποζημιώνεται’ για το χρόνο του. Το έργο αυτό το θέσπισε ο Περικλής με τη μισθοφορά. 

Περικλής (147) Θέσπισε τη μισθοφορά, το μισθό που δινόταν στους Αθηναίους όταν επιτελούσαν δημόσια λειτουργήματα. Δόθηκε αρχικά στους δικαστές της Ηλιαίας και μετά επεκτάθηκε σε όλες τις άλλες αρχές. Ο θεσμός αυτός είχε μεγάλες συνέπειες καθώς επέτρεπε ακόμη και στον πιο φτωχό πολίτη να αφιερώνει μέρος του χρόνου του στην πολιτική ζωή, εξισώνοντας την άσκηση των πολιτικών δικαιωμάτων με επάγγελμα. Επέτρεπε επίσης σε μεγάλο αριθμό Αθηναίων να ανέλθουν στα αξιώματα, ενώ η ΕτΔ που συγκαλούνταν τακτικά, αποτελούσε την κυρίαρχη εξουσία. Και ο Περικλής συνέδεσε τη δημοκρατία με τη θαλάσσια ηγεμονία της Αθήνας. Ανέπτυξε το στόλο, κατέστησε τον Πειραιά το πρώτο λιμάνι της Μεσογείου κι έδωσε στους φτωχούς πολίτες τα μέσα να ζουν αξιοπρεπώς. Με την ίδρυση αποικιών και το θεσμό της κληρουχίας (απόδοση έκτασης γης σε όσους πήγαιναν να ζήσουν στις αποικίες) ικανοποίησε τα αιτήματα των φτωχών, τους απομάκρυνε από την πόλη, χωρίς όμως να τους στερεί τα πολιτικά τους δικαιώματα. Έτσι η Αθήνα έλεγχε την πειθαρχία των συμμάχων της κι έδινε γη στους ακτήμονές της. Όλο και περισσότερα κοινωνικά στρώματα του δήμου συνδέονται με τη διαμόρφωση και τον καθορισμό της πολιτικής της πόλης. Διαμορφώνονται οι αρμοδιότητες, οι διαδικασίες, οργανώνονται τα διάφορα σώματα εξειδίκευσης. Αν και είναι αδύνατη η ακριβής χρονολόγηση των διάφορων θεσμών, το βέβαιο είναι (148) πως την εποχή του Περικλή η αθηναϊκή δημοκρατία είναι ένα αρμονικό και ισόρροπο πολίτευμα. 

Page 43: ΕΛΠ20 περίληψη

Από τον Πελοποννησιακό Πόλεμο στην Κρίση της Δημοκρατίας Μετά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο οι ισορροπίες ανατράπηκαν με καταστρεπτικές συνέπειες. Σταμάτησε η εκμετάλλευση των ορυχείων του Λαυρίου, μειώθηκαν οι εμπορικές συναλλαγές και η βιοτεχνική παραγωγή. Οι αγροτικές περιοχές λεηλατήθηκαν και ερημώθηκαν, ενώ δημιουργήθηκε αστάθεια στην έγγεια ιδιοκτησία που συγκεντρώθηκε στα χέρια των πλούσιων. Παντού δημιουργήθηκε μια τάξη φτωχών που τους ενδιέφερε περισσότερο η επιβίωση παρά το μέλλον. Πολιτικά, η αποτυχία του Περικλή έφερε στην εξουσία ανθρώπους που υπέκυπταν στις επιθυμίες του πλήθους, παρά το ενέπνεαν. Ο έλεγχος του δήμου γινόταν ολοκληρωτικός. Δυο φορές πήραν την εξουσία οι αντίπαλοι της δημοκρατίας. Την πρώτη φορά μετά την καταστροφική Σικελική εκστρατεία, όπου καταργήθηκε η μισθοφορά και μειώθηκε το σώμα των πολιτών σε 5.000. Οι Αθηναίοι στρατιώτες και ναύτες αντέδρασαν άμεσα από τη Σάμο και τους ξεκατίνιασαν. Τη δεύτερη φορά με το καθεστώς των 30 τυράννων, που είχε στόχο πάλι την κατάργηση της μισθοφοράς και τη μείωση του σώματος των πολιτών σε 3.000. κι αυτό όμως κράτησε μόνο 8 μήνες και η δημοκρατία εγκαθιδρύθηκε χωρίς περαιτέρω προσπάθεια ανατροπής της. Σε αυτές τις συνθήκες, εντύπωση κάνει η πολιτική παραίτηση του δήμου, που αδιαφορεί για τις πολιτικές υποθέσεις κι ενδιαφέρεται μόνο για αποφάσεις πολέμου ή ειρήνης, προσδοκώντας κέρδη. Την ίδια στιγμή, το πλήθος ενθουσιάζεται με τους νικητές στρατηγούς. Ένας νέος μισθός, ο εκκλησιαστικός προσελκύει το δήμο στις συνελεύσεις αντιμετωπίζοντας έτσι την αυξανόμενη αποχή κι δίνοντας τη δυνατότητα στο δήμο να ζήσει. Το ίδιο συνέβαινε με τα πρόστιμα, τις δημεύσεις και διάφορους μισθούς όπως ο θεωρικός, που πρόσφεραν στους φτωχότερους μια μικρή βοήθεια. Σε έξαρση βρίσκονταν οι καταγγελίες εναντίον πλουσίων (συκοφαντία). Ο καθένας μπορούσε να κατηγορήσει όποιον ήθελε για προσπάθεια κατάλυσης πολιτεύματος. (150) Εάν η απόφαση ήταν καταδικαστική, η περιουσία του κατηγορούμενου δημευόταν κι ένα μέρος της πήγαινε στον κατήγορο. Καταλαβαίνουμε λοιπόν πόσο εκβιαστικό ήταν αυτό το μέσο, που είχε ευρεία διάδοση τον 4ο αι. με θύματα που δεν ήταν πάντα εχθροί της δημοκρατίας, αλλά απλώς πλούσιοι. Συν το γεγονός πως το πλήθος των δικών διόγκωνε την πολιτική υποβάθμιση του δήμου. Άλλη συνέπεια, ήταν ο αυξανόμενος επαγγελματικός χαρακτήρας της πολιτικής ζωής. Υπήρξαν οι ρήτορες, με στόχο να πείθουν, ή ειδικοί σε τεχνικά θέματα. Ενώ παλαιότερα ο δήμος εμπιστευόταν τη διακυβέρνηση στα ‘εκπαιδευμένα’ μέλη της αριστοκρατίας, τώρα παραδιδόταν σε άτομα επιδέξια στο λόγο, που μεταχειρίζονταν την ΕτΔ σύμφωνα με τα συμφέροντά τους. Οι ‘χρηματιστές’ (Λυκούργος κ.α.) πήραν ορισμένα μέτρα, όπως η επανεκμετάλλευση των μεταλλείων του Λαυρίου, ο τακτικός χαρακτήρας των εισφορών, η επανοργάνωση της τριηραρχίας, ή η δημιουργία ειδικών ταμείων. 

Πολιτειακά Όργανα στην Αθήνα την κλασική εποχή (151) Παρόλο που η Αθηναϊκή δημοκρατία δεν εξάλειψε τις ανισότητες – γιατί θα οδηγούνταν σε τυραννία – πέτυχε ένα σύστημα ισότητας χωρίς κοινωνικά ή οικονομικά κριτήρια. Η ισότητα αυτή δε στηριζόταν στην ισομοιρία (ίσα πολιτικά δικαιώματα), αλλά στην ισονομία, την ισοτιμία και την ισηγορία. Η βάση της ήταν η κυριαρχία του δήμου, μέσω της ΕτΔ, της Βουλής, των δικαστηρίων και των αρχόντων. 

Εκκλησία του Δήμου Πρόκειται για τη συνέλευση του λαού, όπου θεωρητικά συμμετέχουν όλοι. Όμως, η

Page 44: ΕΛΠ20 περίληψη

πλειοψηφία και κυρίως οι αγρότες ασχολούνταν με τα καθημερινά τους έργα χωρίς να παίρνουν μέρος. Υποθέτουμε πως το πρωί οι παρόντες ήταν πολυάριθμοι και σιγά - σιγά μειώνονταν. Με τον εκκλησιαστικό μισθό, οι φτωχοί γίνονται πλειοψηφία και συμβάλλουν σε μια πολεμική πολιτική, που θα τους απέφερε κέρδη. Κανονικά γίνονταν 4 συνελεύσεις ανά πρυτανεία, χωρίς σταθερές ημερομηνίες λόγω των πολλών αργιών. Σταθερές ήταν δύο, μία στις 11 του Εκατομβαιώνα (Ιούλιος) που άνοιγε το πολιτικό έτος (152) και μια στις 21 του Ελαφηβολιώνα (Απρίλιος) μετά τα μεγάλα Διονύσια. Η κυρίως συνέλευση επικύρωνε τους άρχοντες, αποφάσιζε για θέματα τροφοδοσίας που συνδεόταν με την εξωτερική πολιτική. Επίσης εκεί παρουσιάζονται κατηγορίες για προδοσία, αναφέρονται οι δημευμένες περιουσίες και κληρονομικές αγωγές. Από τις άλλες τρεις, η μια αφορούσε αιτήσεις χάριτος και οι άλλες δύο καθημερινά ζητήματα. Σε έκτακτη ανάγκη, η ημερήσια διάταξη μεταβαλλόταν. Οι συνεδριάσεις γίνονταν στην Πνύκα, έδρα των μελών του προεδρείου. Τον 5ο αι. προέδρευε ο επιστάτης των πρυτάνεων, ενώ τον 4ο αι. ο επιστάτης των προέδρων. Γινόταν θυσία και μετά ο πρόεδρος διάβαζε το προβούλευμα. Κατόπιν ψήφιζαν για να δουν αν το σχέδιο γινόταν δεκτό με ή χωρίς συζήτηση. Στη δεύτερη περίπτωση κάθε Αθηναίος μπορούσε να πάρει το λόγο αν δεν εκκρεμούσε κάποια δίκη σε βάρος του. Τον 4ο αι, η συζήτηση μπορούσε να είναι ανοικτή, χωρίς ψηφοφορία, λόγω της μείωσης των εξουσιών της Βουλής. Αν η πρόταση ενός Αθηναίου γινόταν δεκτή, στο ψήφισμα αναγραφόταν το όνομά του. Επίσης, μπορούσε να παρέμβει στο προβούλευμα, όπου πάλι αναγραφόταν το όνομά του στο ψήφισμα. Οι ψηφοφορίες γινόντουσαν με χειροτονία. Σε περιπτώσεις όπως ο οστρακισμός όμως, ήταν μυστικές. 

Εξουσίες της Εκκλησίας του Δήμου Θεωρητικά (153) ήταν απεριόριστες. - Εξέλεγε τους σημαντικότερους άρχοντες, υπόλογους στο λαό με ετήσια θητεία - Καθιστούσε το λαό κυρίαρχο σε θέματα δικαιοσύνης μέσω της Ηλιαίας και των άλλων δικαστηρίων - Επενέβαινε σε σοβαρές υποθέσεις και υποθέσεις σχετικές με την ασφάλεια του κράτους. Πιο σοβαρή ήταν η εισαγγελία, κατηγορία πως κάποιος είχε διαπράξει προδοσία, ή άλλο σοβαρό αδίκημα. Μετά τον 4ο αι. αναλαμβάνει και ιδιωτικές, απλές υποθέσεις. Στις περιπτώσεις αυτές η απόφαση της Εκκλησίας δεν ήταν τελεσίδικη, έπαιζε όμως ρόλο στο δικαστήριο. - Καθοριστικό ρόλο έπαιζε επίσης σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και νομοθεσίας. Μπορούσε να συνάπτει συμμαχίες, να στέλνει και να δέχεται πρεσβείες, να φτιάχνει συνθήκες, να αποφασίζει για πόλεμο και ειρήνη. Σε περίπτωση πολέμου, οργάνωνε τις προετοιμασίες και την οικονομική οργάνωση της πόλης. Όριο στην παντοδυναμία της ήταν η απειλή για ‘γραφή παρανόμων’ που οδήγησε στη δημοσίευση πλήθους ‘ψηφισμάτων’ που είχαν ισχύ νόμου. Ο Αριστοτέλης αναφέρει πως η ΕτΔ νομοθετούσε κυρίως με ψηφίσματα χωρίς να λαμβάνει υπόψη της τους νόμους. Συμπέρασμα : τον 4ο αι. οι (154) εξουσίες της ΕτΔ παίρνουν υπερβολικές διαστάσεις και η συνέλευση αφήνεται στα χέρια των ρητόρων που χειραγωγούν το δήμο κατά το δικό τους συμφέρον.

Η Βουλή των 500 Τα μέλη της Βουλής εκλέγονταν με τον πιο δημοκρατικό τρόπο. Κληρώνονταν 50 από κάθε φυλή (η σειρά των φυλών κληρωνόταν επίσης). Από τα μέσα του 5ου αι. η

Page 45: ΕΛΠ20 περίληψη

βουλευτική υπηρεσία έγινε μυστική. Κάθε Αθηναίος είχε δικαίωμα για μια (5ος) ή δύο (4ος) φορές στη ζωή του να γίνει μέλος, χωρίς κανένα άλλο κριτήριο. Στην πράξη, το πιθανότερο είναι πως οι βουλευτές προέρχονταν από την εύπορη τάξη και μπορούσαν να αφιερώσουν ένα ή δύο χρόνια στη Βουλή. Οι συνεδριάσεις ήταν καθημερινές και γινόντουσαν στο βουλευτήριο, δυτικά της αγοράς. Η ολομέλεια δεν ασχολούνταν με όλες τις υποθέσεις, καθώς υπήρχαν διάφορες ειδικές επιτροπές που ασχολούνταν με συγκεκριμένο ζήτημα για μικρό ή μεγάλο χρονικό διάστημα. Στην αρχή της θητείας της Βουλής γινόταν η εναρκτήρια θυσία και στη συνέχεια ορκίζονταν οι βουλευτές. Κατά κανόνα οι συνεδριάσεις ήταν δημόσιες (154) οι θεατές όμως δεν παρενέβαιναν στη συζήτηση. Προέδρευαν οι πρυτάνεις που έπαιρναν μια δραχμή ανά συνεδρία (4ος αι.), συγκαλούσαν την Εκκλησία και τη Βουλή, υπεδείκνυαν την ημερήσια διάταξη και τον τόπο, δέχονταν τους επισκέπτες της πόλης, φρόντιζαν την εξόφληση δανείων προς το κράτος και καλούσαν σε απολογία τους στρατηγούς που δεν εκπλήρωναν τις υποχρεώσεις τους. Θεωρητικά φυλούσαν την πόλη νυχθημερόν για αυτό έπρεπε να κοιμούνται στη Θόλο, ένα κτίριο ειδικά για αυτούς. Πάντως τον 4ο αι. μόνο το ένα τρίτο και ο επιστάτης κοιμόταν εκεί. Ο επιστάτης κληρωνόταν μεταξύ των 50 πρυτάνεων κάθε μέρα και ασκούσε τα καθήκοντα αυτά μια φορά. Τον 5ο αι. η Βουλή ασκούσε διάφορες εξουσίες με κύριο έργο την προετοιμασία των ψηφισμάτων της Εκκλησίας (προβούλευμα). Ήταν επίσης, το κύριο εκτελεστικό όργανο των αποφάσεων της ΕτΔ. Έλεγχε αυστηρά τους άρχοντες, τη θρησκευτική ζωή της πόλης, την οικονομική οργάνωση και τα οικονομικά. Αργότερα καθόριζε τις εισφορές των συμμάχων. Η Βουλή είχε επίσης δικαστικές αρμοδιότητες που κληρονόμησε από τον Άρειο Πάγο. Ως θεματοφύλακας του πολιτεύματος γνώριζε τις καταγγελίες κατά των αρχόντων, έχοντας δικαίωμα να διαγράφει όσους θεωρούσε ανάξιους. Μέχρι το 403 μπορούσε να προβεί σε σύλληψη. Τον 4ο αι. οι εξουσίες της μειώθηκαν και άλλαξε η εσωτερική της οργάνωση όπως και ο όρκος των βουλευτών. Οι περιορισμοί αυτοί ήταν εξαρτημένοι από την παθητική στάση της Βουλής στις δύο ολιγαρχικές επαναστάσεις. (156) Πέρα από αυτό, ήταν ένα όργανο μετριοπαθές και συντηρητικό που στήριξε τους ολιγαρχικούς για την ανατροπή της δημοκρατίας. Για αυτό στις αρχές του 4ου αι. οι δικαστικές της αρμοδιότητες μεταβιβάστηκαν στην Ηλιαία και την ΕτΔ. Η πρωτοβουλία των ψηφισμάτων μεταφέρθηκε στην ΕτΔ ενώ η Βουλή συνέτασσε τα πρωτόβουλα εκ των υστέρων, σύμφωνα με τις υποδείξεις εκείνων που είχαν κάνει τις προτάσεις. Συμπέρασμα : η Αθηναϊκή δημοκρατία παρέμεινε σταθερή τον 4ο αι. ως προς τη μορφή της ενώ η Βουλή έκανε απλή καταγραφή. Η Εκκλησία, φαινομενικά πανίσχυρη κατευθυνόταν από πολιτικούς που διαμόρφωναν την πολιτική κι αναλάμβαναν αξιώματα. 

Οι Αρχές Θεωρητικά ήταν ανοιχτές σε όλους. Η μισθοφορά έδινε τη δυνατότητα στον πολίτη να ασχολείται με τα κοινά για ένα χρόνο τουλάχιστον. Περιορισμούς ‘τιμήματος’ είχαν οι πιο σημαντικές αρχές (στρατιωτικές) ή για τη διαχείριση χρημάτων. Οι άρχοντες επιλέγονταν με κλήρωση ή με ψηφοφορία. Κλήρωση : περίπλοκη διαδικασία που γινόταν αρχικά στους δήμους και κατόπιν στις φυλές. Θεωρούνταν δημοκρατική καθώς δεν προσφερόταν για μηχανορραφίες κι έδινε ικανοποιητικά αποτελέσματα. 

Page 46: ΕΛΠ20 περίληψη

Σημαντικότεροι ήταν οι 9 άρχοντες και ο Γραμματέας. Αρχικά κληρώνονταν από τους πολίτες των δύο πρώτων τάξεων και είχαν θητεία έως δύο έτη. Στη συνέχεια δικαίωμα (157) εκλογής αποκτούν και οι ζευγίτες ενώ τον 5ο αι. καταργούνται οι τιμοκρατικές προϋποθέσεις. Με την ανάπτυξη της Εκκλησίας και των δικαστηρίων η εξουσία των αρχόντων διαρκώς μειώνεται μέχρι να αποκτήσουν κυρίως θρησκευτικό ρόλο. Ο συλλογικός και ετήσιος χαρακτήρας των αρχών εξασφάλιζε τη δημοκρατία. Σταδιακά όμως οι αρχές εξειδικεύονται μέχρι που φτάνουμε σε ακραίο κατακερματισμό της εργασίας. Εκτός από τους κληρωτούς, υπήρχαν και οι άρχοντες που ψηφίζονταν. Αν και λίγοι σταδιακά αποκτούν μεγαλύτερη αξία και σημασία. Καθώς οι υποχρεώσεις της πόλης αυξάνονταν, δημιουργήθηκε η ανάγκη να αυξηθεί και η ποικιλία της χρηματιστικής διοίκησης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μεγαλώσει η διαφορά μεταξύ πολιτικών και στρατιωτικών αρχόντων. 

Δικαστική Ζωή Από αυτά που είδαμε, οι Αθηναίοι μάλλον αγνοούσαν τη διάκριση εξουσιών. Η Βουλή ήταν δικαστικό σώμα και οι άρχοντες – βουλευτές είχαν και εκτελεστικές εξουσίες. Το ίδιο ίσχυε και για την ΕτΔ και τα δικαστήρια, που δεν ήταν μόνο χώρος εκδίκασης, αλλά όργανα της πολιτικής ζωής. Η δικαστική δραστηριότητα ήταν σημαντικό στοιχείο της ζωής της πόλης και δεν έπαψε να αυξάνεται. Το Αθηναϊκό δίκαιο διαχώριζε τις ιδιωτικές πράξεις (δίκες) από τις δημόσιες (γραφές) (158). Πολλές δίκες μπορούσαν να εκδικαστούν σε μια μέρα, μόνον όμως μία γραφή. Οι διάδικοι ορκίζονταν, έπαιρναν το λόγο εναλλάξ, (καμιά φορά κατέφευγαν σε λογογράφο) και ο χρόνος ομιλίας τους οριζόταν με κλεψύδρα. Μετά τη συζήτηση, οι δικαστές αποφάσιζαν. Τον 5ο αι. έριχναν ένα πετραδάκι (πετραδάκι, για τα σένα το ’χτισα...) μέσα σε κάλπη. Τον 4ο αι. ο δικαστής έπαιρνε δύο χάλκινα κέρματα. Το ένα ήταν ‘γεμάτο’ για την αθώωση, και το άλλο ‘τρύπιο’ για την καταδίκη. Έριχνε την ψήφο του σε έναν χάλκινο αμφορέα και το άλλο κέρμα σε έναν ξύλινο. Τότε ο δικαστής έπαιρνε το χάλκινο κέρμα χαραγμένο με ένα Γ, και εισέπραττε τους τρεις οβολούς της αμοιβής του. 

Άρειος Πάγος Το παλαιότερο δικαστήριο της Αθήνας, με περιορισμένες αρμοδιότητες αλλά πραγματικό πολιτικό ρόλο. 

Ηλιαία Η ανάπτυξη της Αθήνας και του Πειραιά, η παρέμβαση στις υποθέσεις των συμμάχων της μέσω δικών, πολλαπλασιάζει τα δικαστήρια, ως υποκατάστατα της Ηλιαίας. Η Ηλιαία, εκτός από τα προνόμια του Άρειου Πάγου και εξουσίες της Βουλής, είχε κληρονομήσει και εξουσίες άλλων αρχών. Σε αυτήν συμμετείχαν όλοι οι Αθηναίοι άνω των 30 ετών. Κάθε χρόνο κληρώνονταν 600 δικαστές από κάθε φυλή και χωρίζονταν με ένα περίπλοκο σύστημα, έτσι ώστε (159) οι 10 φυλές να έχουν ισάριθμη αντιπροσώπευση. Οι Ηλιαστές ορκίζονταν σεβασμό στους νόμους και το πολίτευμα. Η Ηλιαία είχε ευρείες αρμοδιότητες στην πολιτική και αστική δικαιοσύνη. Συνερχόταν σε εξαιρετικές περιπτώσεις, αντίθετα με τα δικαστήρια που συνέρχονταν συχνά. Αυτό σημαίνει πως ο μισθός των Ηλιαστών – συνήθως ηλικιωμένων – ήταν σημαντικό μέρος των εσόδων τους. Τον 4ο αι. οι δικαστές κατηγορούνταν για διαφθορά και ‘κυνήγι’ των πλουσίων καθώς πληρώνονταν από τις δημευμένες περιουσίες. Το ίδιο

Page 47: ΕΛΠ20 περίληψη

όμως ισχύει και για το χρηματισμό των δικαστών, όπως και για τον επηρεασμό τους από πολιτικούς ή στρατηγούς. 

Στρατιωτική Ζωή Σημαντικοί σταθμοί στην οργάνωση του αθηναϊκού στρατού υπήρξαν οι ρυθμίσεις του Σόλωνα και του Κλεισθένη σχετικά με τη φάλαγγα των οπλιτών. Η πρώτη συγκροτημένη εμφάνιση του αθηναϊκού στρατού, γίνεται (160) στο Μαραθώνα και αργότερα στις Πλαταιές. Σε όσους διακρίνονταν, αποδίδονταν τιμές, οι μεγαλύτερες όμως δίνονταν στους πεσόντες. Η απειθαρχία τιμωρούνταν με σωματική και χρηματική ποινή, ενώ η δειλία και λιποταξία αποτελούσαν σοβαρά εγκλήματα. Από τη θητεία εξαιρούνταν όσοι απασχολούνταν σε δημόσια υπηρεσία. Σε περίπτωση προσπάθειας αποφυγής της θητείας, ο πολίτης τιμωρούνταν με ατιμία. Τα στρατεύσιμα έτη ήταν από τα 18 έως τα 60. τα δύο πρώτα χρόνια (εφηβεία) ήταν μια μεταβατική περίοδος. Από το 20ό έως το 50ό έτος, οι Αθηναίοι στρατεύονταν μόνον αν το απαιτούσαν οι συνθήκες. Από το 51ο έως το 60ο , αποτελούσαν μια ‘εθνοφρουρά’ μαζί με τους εφήβους που χρησιμοποιούνταν για την άμυνα της Αττικής. Η συγκρότηση του στρατού γινόταν ανάλογα με την ηλικία και τους στρατιωτικούς καταλόγους κάθε στρωτείας (κλάσης). Ανάλογα τις περιστάσεις, η επιστράτευση ήταν γενική ή μερική. Όποιος θεωρούσε πως τον κάλεσαν άδικα, μπορούσε να πάει την υπόθεσή του στο δικαστήριο. Οι μέτοικοι υπηρετούσαν ως οπλίτες στη φρουρά της πόλης ή στην Αττική γενικότερα. Οι δούλοι χρησιμοποιούνταν σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις (Μαραθώνας). Μετά τη Σαλαμίνα, δημιουργήθηκαν τμήματα δούλων – τοξοτών. Όταν επεκτάθηκε η χρήση μισθοφόρων, οι Αθηναίοι υπηρετούσαν μόνον ως εθελοντές. 

Οργάνωση του Στρατού Στηριζόταν στο σύστημα των 10 φυλών, του Κλεισθένη και των δήμων. Έτσι γινόταν η αρχική στρατολογία, η επιστράτευση, η συγκρότηση του στρατού, η επάνδρωση και η στελέχωση. Οι οπλίτες κάθε φυλής συγκροτούσαν μια ‘τάξις’ με αρχηγό το στρατηγό της φυλής. (161) Αργότερα προστέθηκε ο ταξίαρχος που ανήκε και εκλεγόταν από τη φυλή. Τον 5ο αι, καθιερώθηκε ο μισθός των εν ενεργεία στρατιωτών, συνήθως δύο οβολοί την ημέρα. Οι αξιωματικοί έπαιρναν 4, οι ιππείς 6, και οι στρατηγοί 8. οι ιππείς έπαιρναν χρήματα και σε καιρό ειρήνης, για τη συντήρηση του αλόγου και του εξοπλισμού τους. 

Στρατιωτικά Σώματα Φάλαγγα : αποτελούνταν από βαριά οπλισμένους πολίτες των τριών ανώτερων τάξεων, ήταν ο οργανική τακτική μονάδα που περιλάμβανε όλα τα όπλα. Οι οπλίτες προμηθεύονταν τον οπλισμό με έξοδα δικά τους. Οι θήτες είτε υπηρετούσαν ως ‘ψιλοί’ είτε ως κωπηλάτες. Ο οπλίτης συνοδευόταν από ελαφρά οπλισμένο υπηρέτη. Κάθε ιππέας είχε ιπποκόμο. Πραγματικό ιππικό απέκτησαν οι Αθηναίοι μετά τα Μηδικά, με πρότυπο αυτό της Θράκης. Μετά τον 5ο αι. το ιππικό αναβαθμίζεται. Διαιρείται σε 10 μονάδες που ονομάζονται φυλές και οι διοικητές τους φύλαρχοι. Όλοι εκλέγονται από τους πολίτες και ανήκουν (162) στις δύο ανώτερες τάξεις που μπορούσαν να αναλάβουν το κόστος. Λόγω της (162) τεχνικής που απαιτούνταν όμως, οι πολίτες περνούσαν από

Page 48: ΕΛΠ20 περίληψη

‘δοκιμασία’. Όσοι δεν τα κατάφερναν, γίνονταν οπλίτες. Την ίδια περίοδο υιοθετήθηκαν και σώματα ‘ψιλών’, ελαφρά τμήματα πεζικού και τοξότες στους οποίους στρατεύονταν οι θήτες. Μετά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, οι πολίτες αντικαταστάθηκαν από τους μισθοφόρους. Πελταστές = ειδικό σώμα ελαφρού πεζικού. Ονομάζονταν έτσι από τις ασπίδες τους (πέλτη). Αποδείχθηκε επίλεκτο σώμα με σπουδαία φήμη κυρίως ανάμεσα στους σπαρτιάτες. 

Διοίκηση Η στρατιωτική ηγεσία ήταν συλλογική, εκφράζοντας τη δημοκρατία και περιορίζοντας τον κίνδυνο να αναβιώσει η τυραννία. Οι στρατηγοί, οι ταξίαρχοι και οι ίππαρχοι εκλέγονταν. Στρατηγός = χαρακτηριστικός τίτλος της δημοκρατίας. Εκλέγονταν με ετήσια θητεία ανάμεσα στους πολίτες της πρώτης τιμοκρατικής τάξης. Μετά τα Μηδικά, ήταν η σημαντικότερη αρχή της πόλης. Πριν αναλάβουν καθήκοντα, οι στρατηγοί περνούσαν δοκιμασία σχετικά με τη διαγωγή και το χαρακτήρα τους. Στο τέλος της θητείας τους περνούσαν από έλεγχο και απολογισμό του έργου τους. (163) Προϋπόθεση για την εκλογή τους ήταν η ύπαρξη γνήσιων παιδιών και ακίνητης περιουσίας. Οι στρατηγοί διοικούσαν το στρατό, είχαν την επιμέλεια των πολεμικών προετοιμασιών και διευθετούσαν όλα τα σχετικά με τον πόλεμο θέματα. Κατάρτιζαν τον κατάλογο των οπλιτών και διαχειρίζονταν τους έκτακτους πολεμικούς φόρους. Στις πολεμικές επιχειρήσεις συμμετείχαν ανάλογα με τις ανάγκες είτε όλοι, είτε μερικοί από αυτούς. Καθώς ο στρατός ταυτιζόταν με τους πολίτες, οι στρατηγοί ασκούσαν και εξωτερική πολιτική, ενώ έλεγχαν και τα φορολογικά. Επίσης, έπρεπε να είναι καλοί ρήτορες ώστε να μπορούν να υπερασπίζονται την πολιτική τους. Ο Σόλων άσκησε εξουσία ως άρχοντας, όμως οι στρατηγοί (Θεμιστοκλής, Αριστείδης, Περικλής κ.α.) καθόρισαν τις επιλογές της πόλης. Σημαντικό ήταν πως οι στρατηγοί εκλέγονταν απεριόριστα (15 χρόνια ο Περικλής). Από τον πελοποννησιακό πόλεμο και μετά παρατηρούνται αλλαγές. Άτομα που δεν είχαν απαραίτητα αξιώματα αναλαμβάνουν την εξουσία όπως ο Κλέωνας, ή διάφοροι ρήτορες όπως ο Δημοσθένης. Καθώς οι εκστρατείες γίνονται όλο και πιο μακρινές, οι στρατηγοί απομακρύνονται από την ΕτΔ και γίνονται ‘τεχνικοί του πολέμου’. Οι μισθοφόροι αντικαθιστούν τους πολίτες στη μάχη. Ο Τιμόθεος και ο Ιφικράτης ήταν στρατηγοί σε μισθοφορικούς στρατούς. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ασκούν οι στρατηγοί προσωπική πολιτική και όχι μόνο για το καλό της πόλης. Εγκωμίαζαν κάποιο ρήτορα για να τους υποστηρίξει, ή προσεταιρίζονταν κάποιον ξένο ηγεμόνα. (164). Αυτό εξηγεί το γεγονός πως οι στρατηγοί είχαν μπει στο στόχαστρο των ρητόρων ενώ οι δίκες εναντίον τους είχαν αυξηθεί τον 4ο αι. Η βελτίωση των πολεμικών επιχειρήσεων έφερε αλλαγές στις δραστηριότητες των στρατηγών. Σταμάτησαν να πηγαίνουν και οι 10 στις εκστρατείες και δεν εκλέγονταν πλέον ένας από κάθε φυλή, αλλά από το σύνολο των Αθηναίων της τιμοκρατικής τάξης. Υπήρχε : - στρατηγός των οπλιτών (διοικητής του στρατού στην εκστρατεία) - στρατηγός της χώρας (υπερασπιστής της Αττικής) - στρατηγός που έλεγχε το οπλοστάσιο - στρατηγός – διοικητής της ακτής - στρατηγός των συμμοριών (οι 60 πλουσιότεροι Αθηναίοι που χρηματοδοτούσαν διάφορες λειτουργίες) 

Page 49: ΕΛΠ20 περίληψη

Οι άλλοι πέντε στρατηγοί είχαν καθήκοντα ανάλογα των περιστάσεων. Συμπέρασμα : Τον 4ο αι. οι στρατηγοί επανήλθαν στην πρότερη κατάσταση του στρατιωτικού αρχηγού και όχι του πολιτικού. 

Στρατός και Πόλη Μετά την υιοθέτηση της φάλαγγας, ο πόλεμος έγινε χαρακτηριστικό της πολιτικής κοινότητας αντί για προνόμιο της αριστοκρατίας που ήταν πριν. Η πόλη είναι «πόλη των οπλιτών», που τα μέλη της πολεμούν δίπλα – δίπλα. Η στρατιωτική και η πολιτική οργάνωση συγχέονται, ο Αθηναίος πολεμά με την ιδιότητα του πολίτη. Οι διοικητές του στρατού, είναι άρχοντες εκλεγμένοι από τη συνέλευση πολιτών – οπλιτών. Οι στρατιώτες συμπεριφέρονταν ως η πλειοψηφία και κυριαρχία του πολιτικού σώματος. Όμως, τώρα προκύπτουν (165) δύο ζητήματα : - ο στρατός, αντιπροσωπεύει κατά την κλασική εποχή ένα μόνο μέρος του πολιτικού σώματος, αυτών που μπορούσαν να προμηθευθούν τον οπλισμό τους. Οι υπόλοιποι (θήτες) απασχολούνται στο ναυτικό, που αποτελούσε τη βάση της δημοκρατίας. Άρα, οι οπλίτες δεν ταυτίζονται πλήρως με την πόλη, ιδιαίτερα όταν υπολογίσουμε και τους μέτοικους. - Η διαρκώς αυξανόμενη χρήση των μισθοφόρων, που μπορεί να έχει σχέση με τις χρονοβόρες στρατιωτικές επιχειρήσεις, τις μάχες σε απομακρυσμένες περιοχές, σχετίζεται όμως και με την εξέλιξη της πολεμικής τακτικής. Από τα τέλη του 5ου αι. οι στρατηγοί προτιμούν τους επαγγελματίες στρατιώτες που είναι πιο ευέλικτοι κι ευκίνητοι ενώ προσαρμόζονται σε ληστρικού χαρακτήρα πόλεμο. (σε αυτό το θέμα οι ρήτορες εξέφραζαν τη δυσαρέσκειά τους). Μετά τη μάχη της Χαιρώνειας, έγινε προσπάθεια αναδιοργάνωσης του στρατού. Ο Λυκούργος θέσπισε την ‘εφηβεία’, μορφή υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας για όλους τους νέους. Η πόλη παρείχε τον οπλισμό τους και εκείνοι ορκίζονταν να επιτελέσουν το έργο τους. Όταν ο Λυκούργος αποσύρθηκε όμως, η πόλη υπέκυψε στο Μακεδονικό στρατό και η ‘εφηβεία’ έσβησε μαζί με την Αθηναϊκή δημοκρατία._________________

Θρησκευτική Ζωή (166) Η λατρεία του 12θεου ήταν αναπόσπαστα δεμένη με την κλασική Αθήνα. Όλες οι σημαντικές πράξεις περιλάμβαναν θυσία, ενώ οι γιορτές τους καθόριζαν το ημερολόγιο. Η Αθήνα λάτρευε την Αθηνά, προστάτιδα της πόλης, της είχε αφιερώσει τα σημαντικότερα μνημεία της και τελούσε προς τιμήν της τα μεγάλα Παναθήναια. Σημαντικός για την Αθήνα ήταν και ο Διόνυσος. Οι γιορτές προς τιμήν του τελούνταν το χειμώνα και την άνοιξη. Στα Λήναια και τα μεγάλα Διονύσια, γίνονταν και οι δραματικοί αγώνες. Οι αγώνες αυτοί γίνονταν σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο κάτω από την Ακρόπολη που τον 4ο αι. έγινε πέτρινο θέατρο. Η καθολική συμμετοχή ήταν υποχρεωτική. (Ο Πλάτωνας αποκαλούσε τους αγώνες ‘Θεατροκρατία’). Μετά τον 5ο αι. θεσμοθετήθηκε το ‘θεωρικόν’, μισθός που δινόταν σε κάθε πολίτη για να παρακολουθήσει το θέατρο (167) – κάτι που έδινε πολιτικό χαρακτήρα στη λατρεία του Διονύσου. Λατρευόταν επίσης ο Δίας (καρποφορία και δικαιοσύνη), η Άρτεμη (άγρια φύση και ευτοκία) οι Ποσειδώνας και Απόλλωνας (μέτρο και τάξη). Ξεχωρίζουμε τη Δήμητρα, καθώς στο ναό της στην Ελευσίνα τελούνταν τα Ελευσίνια Μυστήρια. Άλλη γιορτή προς τιμήν της ήταν τα Θεσμοφόρια που αφορούσαν μόνον τις παντρεμένες γυναίκες. Οι πολίτες ήταν υποχρεωμένοι να ακολουθούν σχολαστικά το τελετουργικό. Οι παραβάτες θεωρούνταν ιερόσυλοι κι επικίνδυνοι για την πόλη. 

Page 50: ΕΛΠ20 περίληψη

Ερωτήματα για τη θρησκεία ή τον αθεϊσμό, αφορούσαν μια μειοψηφία φιλοσόφων. Γραφή ασέβειας : όποιος ήταν ύποπτος για ασέβεια οδηγούνταν στους δικαστές. Θύματα υπήρξαν ο Αναξαγόρας, ο Πρωταγόρας και ο Σωκράτης. Ταυτόχρονα όμως, υπήρχε και ανοχή προς τις εισαγόμενες ξένες θεότητες, λόγω των σχέσεων με άλλες βάρβαρες χώρες. Έτσι έχουμε τη λατρεία της θρακικής Βενδίδος, της Κύπριας Αφροδίτης και της Ίσιδας ενώ αργότερα εισάγονται και περιθωριακές θεότητες όπως η Κυβέλη ή ο Άδωνις. Πολιτική θρησκεία : θρησκευτική αναγέννηση όπου για πολιτικούς λόγους κατασκευάζονται σημαντικοί ναοί. Η Αθήνα διατηρούσε ισχυρούς δεσμούς με τα πανελλήνια θρησκευτικά κέντρα, ενώ έστελνε αντιπροσώπους στις τακτικές εορτές τους. 

Ιστοριογραφικά Προβλήματα (170) Σπάρτης Οι πηγές μας για τη Σπάρτη προέρχονται από μη Σπαρτιάτες συγγραφείς. Είναι αποσπασματικά, αντιφατικά και μεροληπτικά, φορτισμένα με στερεότυπα. 

Πρώτη περίοδος (5ος και 4ος αι.) Έντονη αντιπαράθεση μεταξύ Αθήνας και Σπάρτης που διεκδικούν την κηδεμονία της Ελλάδας. Η Αθήνα – κυρίως μετά τα Μηδικά – εμφανίζεται ως ηγέτιδα μαζί με το νέο πολίτευμα της δημοκρατίας. Κατόπιν ο πελοποννησιακός πόλεμος αλλάζει τις ελληνικές πόλεις. Η Σπάρτη αναλαμβάνει την ηγεμονία, απογοητεύοντας όμως τους υποστηρικτές της, για να ηττηθεί από τους Θηβαίους και να καταρριφθεί ο μύθος πως ήταν αήττητη. Τέλος, εμφανίζονται οι Μακεδόνες που μεταστρέφουν τη δομή των πόλεων. Για την περίοδο αυτή, υπάρχουν δύο στάσεις στην ‘αθηναϊκή γραμματεία’: 1. Η σύγχρονη Σπάρτη. Θεωρούν πως έχει παρεκκλίνει από την αρχική της νομοθεσία και την κατακρίνουν για ανισότητες και διακρίσεις. 2. Η Σπάρτη του παρελθόντος. Όπου επικρατούσε ευνομία – το πολίτευμα του Λυκούργου – από τα καλύτερα αν όχι το καλύτερο των ελληνικών πόλεων. 

Ευνομία : αποτέλεσμα μικτού πολιτεύματος, εκφράζει όλες τις κοινωνικές τάξεις, κατανέμει ισότιμα τη γη, διαθέτει ιδιόμορφο τρόπο ζωής και δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης. Υπάρχει ελευθερία, ισότητα και ισομοιρία μεταξύ των πολιτών, σεβασμός και υπακοή στους νόμους και στους άρχοντες. Με αυτό το πολίτευμα (171) η Σπάρτη δε γνώρισε κατακτητή ή τυραννία, πολιτικές ή κοινωνικές αναταραχές. Οι Αθηναίοι της περιόδου εντυπωσιαζόντουσαν από την αποτελεσματικότητα της Σπάρτης σε δύσκολες περιόδους, όπως στον πελοποννησιακό πόλεμο. 

Δεύτερη περίοδος (από το 2ο αι.) Οι Ρωμαίοι κατακτούν την Ελλάδα και βάζουν τέλος στις αντιπαραθέσεις. Οι μαρτυρίες για τη Σπάρτη παραπέμπουν στο παρελθόν της. Το ενδιαφέρον εντοπίζεται στο ηθικό της επίπεδο, στο άτομο και τον τρόπο συμπεριφοράς του. Η συμπεριφορά του Σπαρτιάτη ξεπερνά την πόλη του και αποκτά ευρύτερη σημασία. 

Από τις πηγές αυτές και μέχρι τις αρχές του 20ου αι. αναβιώνει το σπαρτιατικό μοντέλο. 15ος αι. : η σπαρτιατική παιδεία αναγνωρίζεται από τον Πλήθωνα Γεμιστό και το Βησσαρίωνα, κυρίως στην εκπαίδευση ενός εθνικού στρατού που θα αναβίωνε τη βυζαντινή αυτοκρατορία. Ο Μακιαβέλλι αργότερα, προβάλλει την εικόνα του ένοπλου πολίτη που υπερασπίζεται με αυτοθυσία την πατρίδα καθώς και το ισόρροπο

Page 51: ΕΛΠ20 περίληψη

μεικτό πολίτευμα. 16ος αι. : με (172) πηγή τον Πλούταρχο, προβάλλεται το ηθικό κύρος της Σπάρτης. 17ος – 18ος αι. : στη Γαλλία η Σπάρτη γίνεται σύμβολο πατριωτισμού, ισότητας και συνταγματικής τάξης. 19ος αι. : στη Γερμανία κορυφώνεται η φιλολακωνικότητα κατά τη Χιτλερική περίοδο καθώς αναγνωρίζονται στο Σπαρτιάτη οι ‘κοινές’ πολεμικές αρετές, η ανωτερότητα και η κυριαρχία της δωρικής και γερμανικής φυλής. Μετά το 19ο αι. : εμφανίζονται πλήθος απόψεων για την ανάλυση και την εξέταση της Σπάρτης. Muller : ο Λυκούργος δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Οι θεσμοί της Σπάρτης είναι έργο της δωρικής φυλής και η Σπάρτη αντιπροσωπεύει το δωρικό πνεύμα. Grote : αρνείται τη φυλετική προέλευση των θεσμών, τους θεωρεί ξεχωριστούς. Αναγνωρίζει εν μέρει το νομοθέτη και υποστηρίζει πως η νομοθεσία της διατηρεί πολλά στοιχεία της ομηρικής. Fustel de Coulanges : τον ενδιαφέρει η ιδιότυπη συγκρότηση της αρχαίας Ελλάδας σε πόλεις – κράτη και η ιδιαιτερότητά τους. Αρνείται τη διαφορά Αθήνας – Σπάρτης καθώς θεωρεί πως η δεύτερη έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με τις άλλες πόλεις. Οι αγγλικές ανασκαφές στο ναό της Αρτέμιδας και οι γερμανικές στις Αμύκλες αποδεικνύουν πως η Σπάρτη άκμασε μέχρι τα μέσα του 6ου αι. ως πολιτιστικό κέντρο, σε αντίθεση με την εσωστρεφή πόλη που παρουσιάζουν οι πηγές. Έτσι, οι ιστορικοί επικαλούνται τις ιδιαιτερότητες της Σπάρτης και τον ανταγωνισμό της με την Αθήνα για να συμφιλιώσουν τις αντιφατικές αυτές εικόνες. 

Η Δημιουργία της Πόλης (9ος – 8ος αι.) Η Σπάρτη κατοικήθηκε από τον 9ο αι. οργανώνεται σταδιακά και επεκτείνεται και εκτός Λακωνίας (173). Γεννιέται αρχικά από τη συνένωση 5 χωριών. Πολιτικά οργανώνεται γύρω από τη βασιλική εξουσία, κι ένα συμβούλιο από αριστοκράτες στρατιωτικούς – γαιοκτήμονες. Η επέκτασή της προκάλεσε δημογραφικό πρόβλημα (στενοχωρία) που συνδέθηκε άμεσα με την κατανομή γης. Η γη που μεταβιβαζόταν από τον ένα Σπαρτιάτη στον άλλο δεν επαρκούσε για όλους, αφήνοντας πολλούς στο περιθώριο. Ο υπόλοιπος κόσμος στράφηκε στον αποικισμό, η Σπάρτη στράφηκε στη Μεσσηνία προκαλώντας το μακροχρόνιο μεσσηνιακό πόλεμο, όπου νικά. Γίνεται προσάρτηση της κοιλάδας του Παμίσου, η Σπάρτη αποκτά καλλιεργήσιμες εκτάσεις, χωρίζει τη χώρα στα δύο και λύνει το πρόβλημά της. Η πεδιάδα διανέμεται στους σπαρτιάτες (πολιτική χώρα) και στην περιοικίδα (χώρα των περιοίκων). Έτσι λύνεται το αγροτικό πρόβλημα κι αρχίζει η περίοδος κοινωνικής και πολιτικής σταθερότητας, ανάπτυξης και επεκτατισμού, μέχρι τα τέλη του 6ου αι. 

Οι Μεγάλες Μεταρρυθμίσεις (7ος – 6ος αι.) 7ος αι. : η φιλόξενη και ανοικτή αριστοκρατική Σπάρτη, παρέχει πολιτική ισότητα σε ξένους. Διαθέτει σημαντική κεραμική παραγωγή και αναπτυγμένο εμπόριο (174) με την υπόλοιπη Ελλάδα και την Ανατολή. Επίσης ανθούν η μουσική και η ποίηση. Στο τέλος όμως του αι. ξεσπά η Μεσσηνιακή επανάσταση με τεράστιες συνέπειες στη σπαρτιατική αριστοκρατία, αφού δημιούργησε εσωτερική κρίση. Η κοινωνία μεταβάλλεται από αυτή των αρίστων σε αυτή των οπλιτών. Η νίκη στον πόλεμο, οφείλεται κυρίως στη φάλαγγα των οπλιτών και όσα αυτή σήμαινε. Η Σπάρτη αξίωσε ολοκληρωτικά το πρότυπο του πολίτη – οπλίτη, διαμορφώνοντας την έννοια του πολίτη. Το ιδεώδες αυτό εξασφάλισε πολιτική και κοινωνική σταθερότητα και συνοχή, εξωτερική ασφάλεια, καθώς και την πρωτοκαθεδρία στον ελλαδικό χώρο. 

Page 52: ΕΛΠ20 περίληψη

Αφού το αγροτικό πρόβλημα είχε λυθεί με τη διανομή της προσαρτημένης γης, το πολιτικό ζήτημα αντιμετωπίστηκε με την παροχή πολιτικών δικαιωμάτων στους αγρότες – οπλίτες. Έτσι δημιουργείται το σώμα των ομοίων, που διοικεί και υπερασπίζεται την πόλη. Ταυτόχρονα επινοείται η Μεγάλη Ρήτρα, νέο νομοθετικό και πολιτειακό πλαίσιο, που ρυθμίζει τις σχέσεις του δήμου (175) με τα πολιτειακά όργανα (Απέλλα, βασιλείς Γερουσία), ενώ δημιουργεί και νέα (Έφοροι). Το κοινωνικό ζήτημα αντιμετωπίστηκε με τη νέα κατανομή γης και ο πληθυσμός χωρίστηκε σε τρεις ομάδες, τους όμοιους, τους περίοικους και τους είλωτες. Όλα αυτά εξασφάλισαν σταθερότητα στην πόλη, της έδωσαν νέα πολιτειακή συγκρότηση κι ένα σημαντικό προβάδισμα έναντι των άλλων πόλεων. Με αυτά τα προνόμια, η σπαρτιατική αριστοκρατίας εξασφάλισε τη θέση της και διατήρησε κατά πολύ το χαρακτήρα της καθώς και την υπεροχή της. Στα παραδοσιακά κριτήρια για την απόκτηση πολιτικών δικαιωμάτων και την άσκηση εξουσίας προστέθηκε και αυτό του πλούτου. Δημιουργήθηκε έτσι μια στερεή ολιγαρχία αριστοκρατικού χαρακτήρα, που υπάκουε σε μια έννομη τάξη πραγμάτων. Η εικόνα της Σπάρτης ολοκληρώνεται μέχρι τις αρχές του 6ου αι. και αποκτά το χαρακτήρα που γνωρίζουμε από την κλασική εποχή. 

Η Μεγάλη Ρήτρα (+ σελ. 96,99) Πρόκειται για την πρώτη συνολική πρόταση νόμων της αρχαϊκής περιόδου, που ρυθμίζει τις σχέσεις των τάξεων και τα πολιτικά δικαιώματα του δήμου. Δεν αναφέρονται οι έφοροι. Πηγές μας είναι ο Τυρταίος και ο Πλούταρχος. Τυρταίος : ηγέτες της βουλής ήταν οι βασιλείς και οι γερουσία, κι ύστερα οι πολίτες. Όλοι έπρεπε να πειθαρχούν στους νόμους ακολουθώντας το λαό. Πλούταρχος : - διαχωρισμός σε ωβές και φυλές - κατανομή των (176) εξουσιών μεταξύ γερουσίας, βασιλέων και δήμου. Ο Λυκούργος έφερε χρησμό (ρήτρα) από τους Δελφούς που ανέφερε τα παραπάνω. Η γερουσία έπρεπε να προτείνει γνώμες και να ρωτά το λαό που επικύρωνε. Επειδή ο λαός διέστρεφε και παραβίαζε τις προτάσεις, προστέθηκε από το βασιλιά Θεόπομπο η εξής ρήτρα : αν ο λαός εξέλεγε κακή γνώμη, οι γέροντες και οι βασιλείς έπρεπε να αντισταθούν, να την αποσύρουν και να διαλύουν την εκκλησία. Πρώτοι έπαιρναν το λόγο οι βασιλείς, μετά οι γέροντες και στο τέλος οι άνδρες του δήμου. Καθώς δεν έχουμε σχετικές πηγές, υποθέτουμε πως οι ωβές αφορούν την πολιτική – τοπική διαίρεση της Σπάρτης, και οι φυλές τη φυλετική διαίρεση. Πιθανόν να εννοείται πως η πολιτική – τοπική διαίρεση συγχωνεύτηκε με τη φυλετική κι αργότερα υπερίσχυσε αυτής. Το κείμενο δεν αναφέρει την ίδρυση της Γερουσίας αλλά τις μεταβολές της, ενώ ορίζει τον αριθμό της σε 30 μαζί με τους βασιλείς. Ορίζεται επίσης να συνέρχεται συχνότερα η εκκλησία του δήμου. Η Γερουσία προτείνει στη συνέλευση διάφορα θέματα (προβουλεύματα). Ο δήμος έχει την τελική απόφαση. Αργότερα, η Γερουσία εμφανίζεται να έχει δικαίωμα veto ενώ μειώνονται οι εξουσίες της εκκλησίας, καθώς αν η Γερουσία δε συμφωνεί με τις προτάσεις του δήμου, διαλύει τη συνέλευση. Πάντως δεν ξέρουμε τι γινόταν σε τέτοιες περιπτώσεις, καθώς η κοινή συναίνεση ήταν απαραίτητη. Το ‘αντιλαϊκό’ αυτό μέτρο, προκάλεσε κρίση. Ως διέξοδος εμφανίστηκε ο θεσμός των εφόρων, που μειώνει τις εξουσίες των βασιλέων και της Γερουσίας, ενισχύει τη θέση του δήμου (177) κι αποτελεί ένα μεγάλο δημοκρατικό βήμα για τη Σπάρτη. Δε μπορούμε να τοποθετήσουμε χρονικά τη Μεγάλη Ρήτρα, όπως δε γνωρίζουμε ούτε

Page 53: ΕΛΠ20 περίληψη

τις συνθήκες ούτε τις αιτίες που οδήγησαν την πόλη να παραχωρήσει εξουσία στο δήμο για να την πάρει πίσω αργότερα. Ίσως αυτό να οφείλεται στο Μεσσηνιακό πόλεμο και στις αλλαγές που αυτός επέφερε. Πάντως, από τα τέλη του 7ου αι. και κατά τον 6ο, η Σπάρτη εμφανίζεται αν όχι ως η δημοκρατικότερη πόλη, τουλάχιστον λιγότερο ολιγαρχική. 

Οι Όμοιοι Όρος για το σπαρτιατικό δήμο και τους πολίτες με πλήρη δικαιώματα. Δηλώνει επίσης πως θεωρητικά δεν υπήρχαν διακρίσεις. Στην πράξη αντιλαμβανόμαστε πως κάποιοι απολάμβαναν περισσότερα προνόμια (βασιλείς, βασιλική οικογένεια, οι γέροντες της Γερουσίας, οι πλούσιοι.). Η θεωρητική αυτή ισότητα ξεκινά από το καθεστώς της ιδιοκτησίας της γης, όπου (178) υπήρχε ισότητα κλήρων. Ο Πολύβιος υποστηρίζει πως οι κλήροι ανήκαν στην πόλη. Ο Πλούταρχος είναι πιο ακριβής : κάθε Σπαρτιάτης διέθετε τον κλήρο που του επέτρεπε να έχει ίδιο εισόδημα με τους άλλους (όχι ο κλήρος αυτός καθ’ αυτός, αλλά το εισόδημα που απέφερε). Αν δεχτούμε πως αυτό συνέβαινε, θα έπρεπε ο κάθε Σπαρτιάτης να εκμεταλλεύεται τη γη με τον ίδιο τρόπο. Αυτό όμως αναιρείται από τις συχνές αναφορές στους πλούσιους καθώς και από τη συνεχή και αυξανόμενη μείωση του πληθυσμού των ομοίων. Όσο για αυτό που λέει ο Πολύβιος, έρχεται σε αντίθεση με τις πηγές της κλασικής εποχής. Κάθε όμοιος ήταν απόλυτος κυρίαρχος του κλήρου του, και τον μεταβίβαζε σε όποιον επιθυμούσε. Ο κλήρος επέτρεπε στον όμοιο να συντηρεί την οικογένειά του και τον απάλλασσε από κάθε επαγγελματική ενασχόληση, ώστε να μπορεί να αφιερώνεται στα κοινά. Δεν ξέρουμε κατά πόσο συνέβαινε αυτό, καθώς ούτε νομικές διατάξεις απαγόρευαν τις επικερδείς ασχολίες, ούτε προβλέπονταν τιμωρίες στους παραβάτες. Αντίθετα, οι Σπαρτιάτες ενδιαφέρονταν να πλουτίσουν, έτσι ώστε να παραμείνουν στο σώμα των ομοίων. Από πηγές, γνωρίζουμε πως είχαν οικονομικά ενδιαφέροντα. Όσον αφορά την απουσία νομίσματος, οι αρχαίοι θεωρούσαν τους Σπαρτιάτες φιλοχρήματους. Η αλήθεια είναι πως κάποιοι ζούσαν με οβελούς κι άλλοι χρησιμοποιούσαν νομίσματα άλλων πόλεων. Σπαρτιατικό νόμισμα, κόβεται από τις αρχές του 5ου αι. (179). Μετά την αποτυχία του Λύσανδρου να εισάγει σπαρτιατικό νόμισμα, οι όμοιοι έπλασαν το μύθο του σιδερένιου νομίσματος. Έτσι όμως έλεγχαν τις σχέσεις τους με τις άλλες πόλεις, που μετά το τέλος του πελοποννησιακού πολέμου είχαν αυξηθεί. Άλλες προϋποθέσεις για να ανήκει κάποιος στο σώμα των ομοίων, πέρα από τον κλήρο, ήταν η γέννηση, η επιτυχημένη συμμετοχή στην αγωγή και τα συσσίτια, και η πλήρης εφαρμογή των κανόνων της πόλης. 

Η Καταγωγή Έπρεπε να προέρχεται από γονείς που ήταν και οι δύο πολίτες. Αυτό είχε στόχο τη διατήρηση της συνοχής και της ομοιογένειας, αποφεύγοντας τις συνέπειες ενός μικτού γάμου. 

Η Αγωγή Το δημόσιο – κρατικό σύστημα εκπαίδευσης που στόχο είχε την απόκτηση πολιτικών δικαιωμάτων. Η συμμετοχή και η επιτυχία στην αγωγή, εκτός από τρόπος κοινωνικοποίησης ήταν (180) και πολιτικό κριτήριο για να γίνει κάποιος, όμοιος. Η άρνηση συμμετοχής ή η αποτυχία, σήμαινε τον αποκλεισμό από την τάξη των πολιτών. 

Page 54: ΕΛΠ20 περίληψη

Ο Σπαρτιάτης γίνεται, δε γεννιέται. Η αγωγή είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να γίνει κάποιος πολίτης με πλήρη πολιτικά δικαιώματα. Η Σπάρτη, ήταν η μοναδική πόλη – κράτος που καθιέρωσε την αμοιβαία αλληλεξάρτηση του εκπαιδευτικού συστήματος με την οικονομική, πολιτική και κοινωνική ζωή. Η σημασία της σπαρτιατικής εκπαίδευσης είναι πως πρόκειται για κοινωνικό θεσμό, όπου η παιδεία των νέων είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση πολιτικών δικαιωμάτων. Η παιδεία αυτή είναι υποχρεωτική, ομοιογενής και ίδια για όλους, ανεξάρτητα από την καταγωγή ή το φύλο. Με τη συμμετοχή της οικογένειας η πόλη φροντίζει για την εκπαίδευση των νέων. Άλλωστε, η επιτυχία στην αγωγή αντανακλούσε στο γόητρο της οικογένειας. Η αγωγή διαρκούσε από τα 7 μέχρι τα 18 χρόνια. Τα παιδιά ζούσαν ομαδικά (μετά το 12ο έτος) χωρισμένα σε τρεις σχολικούς κύκλους. Διακρίνονταν ανάλογα με την ηλικία τους σε παίδες, μειράκια και εφήβους. Κάθε κύκλος είχε συγκεκριμένες δοκιμασίες και πρόγραμμα που περιελάμβανε σωματική και πνευματική άσκηση. Γραφή, ανάγνωση, μουσική, ποίηση, χορός, ασκήσεις, ομαδικότητα, δοκιμασίες, αγωνίσματα, παιδεραστία και οι εορτές, ήταν διάφορα μέτρα έκφρασης και γνώσης. Οι μαρτυρίες δεν αναφέρουν καταστροφή της ατομικότητας ή της προσωπικότητας, αλλά την προσπάθεια να μάθει ο νέος να ζει αρμονικά με τους άλλους, στα πλαίσια του συνόλου. Το παιδί μαθαίνει να διευρύνει το εγώ του και να ορίζει την ταυτότητά του πάντα σε σχέση με το σύνολο, κάτι που είναι σύμφωνο με τις αρχές του 6ου και 5ου αι. Αυτήν την περίοδο, το άτομο – πολίτης ορίζεται σε συνάρτηση με την πόλη του. Παρ’ όλη την ομαδικότητα, η επιτυχία του παιδιού στην αγωγή είναι ατομική, όπως και ο τίτλος του πολίτη. Οι στόχοι της αγωγής ταυτίζονται με το πρότυπο της πόλης και το πνεύμα της εποχής. Αντιστοιχούν επίσης στις κοινωνικές και πολιτικές ανάγκες. Η παιδεία (181) που περιγράψαμε λειτούργησε σε συγκεκριμένη εποχή για να καλύψει τις ανάγκες της σπαρτιατικής κοινωνίας κατά την περίοδο της φάλαγγας των οπλιτών και διήρκεσε μέχρι τα τέλη περίπου του 5ου αι. Κατά το δεύτερο Μεσσηνιακό πόλεμο θεσπίζονται κριτήρια που καθορίζουν τον τρόπο που γίνεται κάποιος πολίτης – όμοιος. Αργότερα διευρύνεται και αναδιοργανώνεται το πολιτικό σώμα, με τη συμμετοχή των αγροτών που μέχρι τότε ήταν στο περιθώριο.Για να αντιμετωπισθεί αυτή η αλλαγή, οι Σπαρτιάτες υιοθέτησαν ένα σύστημα παιδείας ως κριτήριο, ως τρόπο ένταξης στο πολιτικό σώμα και ως διάκριση αυτών που το αποτελούσαν. Η αγωγή πετύχαινε τη συνοχή και παρείχε στο δήμο νέες δυνατότητες. Ο στόχος της εκφράζει την ιστορική πραγματικότητα μετά το τέλος των ‘αρίστων’ και την αρχή της κοινωνίας των ‘πολιτών’. Είναι αντανάκλαση της μεταβατικής κοινωνίας των ‘οπλιτών’. Το ιστορικό πλαίσιο που διαμορφώνεται με την εμφάνιση της φάλαγγας και τη σπαρτιατική παιδεία, ερμηνεύει το πνεύμα της αγωγής, τον πολιτικό και πολεμικό της χαρακτήρα. Δείχνει επίσης την αντίθεση αριστοκρατίας – οπλιτών, τη σχέση που καλλιεργείται ανάμεσα στο άτομο και την κοινωνία . (182) Η σύνδεση παιδείας και πολιτικής ζωής είναι μια καινοτομία. Ο νέος μαθαίνει τους κανόνες της κοινωνικής συμπεριφοράς και της θέσης του, ενώ, μέσα από αυτήν αποκτά τον τίτλο του πολίτη. Η εκπαίδευση ως πολιτική προϋπόθεση είναι τόσο αριστοκρατικό όσο και δημοκρατικό κριτήριο. Αριστοκρατικό : αποτελεί χαρακτηριστικό της αριστοκρατίας. Η υποχρεωτική συμμετοχή ταυτίζεται με την υποχρεωτική επιτυχία κάτι που μπορεί να

Page 55: ΕΛΠ20 περίληψη

περιθωριοποιήσει ή να διακρίνει κάποια μέλη ανάμεσα στους πολίτες. Το γεγονός αυτό διαφοροποιεί τους Σπαρτιάτες τόσο μεταξύ τους, όσο και με πολίτες άλλων πόλεων. Δημοκρατικό : η συμμετοχή σε αυτό το σύστημα αφορά το σύνολο του σώματος ανεξάρτητα από καταγωγή και φύλο. Η συνύπαρξη δύο στοιχείων που εκφράζουν δύο τύπους κοινωνιών, εξηγείται από τη μεταβολή της κοινωνίας από εκείνη των αρίστων σε εκείνη των οπλιτών. Έτσι, η αρετή του νέου δεν έχει να κάνει με την καταγωγή, αλλά με τον αγώνα για την κατάκτησή της. Η αριστεία απευθυνόταν σε εκείνον που συνεισέφερε περισσότερο στην ομάδα παραμένοντας αλληλέγγυος, όμοιος. Για να περάσει η ατομική, αριστοκρατική ανδρεία στη συλλογική τάξη έπρεπε να διαπαιδαγωγηθεί κατάλληλα ο πολίτης για να επιτύχει στη διπλή αποστολή του: - ως πολίτης - ως οπλίτης στο εξής η πολεμική ιδιότητα έγινε συνολικό καθήκον και ο πόλεμος εντάχθηκε στο νέο πλαίσιο της πόλης. Έτσι, ενώ για τους αριστοκράτες ο πόλεμος ήταν ευκαιρία για κλέος και λάφυρα, για τους οπλίτες είναι η εκπλήρωση του καθήκοντος. 

Συμμετοχή στα Συσσίτια (183) Συσσίτια : κοινό δείπνο 15 ή περισσότερων Σπαρτιατών στο οποίο ο καθένας συνεισέφερε το μηνιαίο του μερίδιο φαγητού. (στην Αθήνα, η πόλη σίτιζε όσους τιμούσε στο Πρυτανείο). Η συμμετοχή για τον καθένα ήταν υποχρεωτική και απαιτούσε ομοφωνία αποδοχής από τα μέλη του συσσιτίου. Ο Ξενοφών αναφέρει πως τον 7ο και τον 6ο αι. η έλλειψη χρημάτων δεν απέκλειε κάποιον από τα συσσίτια. Ο Αριστοτέλης στην κλασική εποχή, λέει πως όποιος δε μπορούσε να ανταποκριθεί οικονομικά, έχανε και τα πολιτικά του δικαιώματα. Η πρακτική αυτών των δείπνων είχε μεγάλη σημασία κι αποτελούσε χώρο πολιτικών συζητήσεων ανάμεσα στα μέλη του. Πάντως, το οικονομικό είχε ως αποτέλεσμα να μη μπορούν να συμμετέχουν οι φτωχοί. Έτσι ο θεσμός, ενώ στην αρχή είχε στόχο να δημιουργήσει δεσμούς ισότητας, σταδιακά κατέληξε σε κριτήριο διάκρισης. Δηλαδή, από κοινωνική πρακτική, συνδέθηκε με την οικονομική και πολιτική ζωή των ομοίων. 

Η Πλήρης Εφαρμογή των Κανόνων της Πόλης Αρχή που αφορά τη συμπεριφορά των πολιτών. Οι πολίτες οφείλουν να υπακούουν όχι σε μια δημόσια εξουσία που επιβάλλεται, αλλά στους νόμους που οι ίδιοι ψήφισαν. Επίσης δηλώνει τη συμφωνία του πολίτη στον κοινό τρόπο ζωής (ευνομούμενη πόλη). Η αντίληψη αυτή διογκώθηκε από τους φιλολάκωνες Αθηναίους καθώς η πράξη ήταν διαφορετική γιατί οι Σπαρτιάτες δεν έδειχναν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η τήρηση των κανόνων της πόλης έγινε σημαντική μετά την ανατροπή της αριστοκρατίας, καθώς διαφύλασσε τους πολίτες από τον κίνδυνο της τυραννίας. Εξασφάλιζε την πολιτική ισότητα και την ισορροπία ανάμεσα στις μορφές εξουσίας και τις κοινωνικές τάξεις. Από το πλήθος των ποινών για όσους παρέκκλιναν, καταλαβαίνουμε πως οι Σπαρτιάτες δεν ήταν τόσο υπάκουοι όσο τους εμφανίζουν οι φιλολάκωνες. Ο Αθηναίος πολίτης δεν ήταν λιγότερο υπάκουος. Όπως και σε άλλες πόλεις – κράτη, έτσι και στη Σπάρτη η ελευθερία του πολίτη αναγνωρίζεται μέσα από την υπακοή του στην πόλη και τα όρια αυτής. 

Page 56: ΕΛΠ20 περίληψη

Οι Περίοικοι (185) Η λέξη δηλώνει αυτόν που ζει στην περιφέρεια. Για τους περίοικους της Σπάρτης δε γνωρίζουμε πολλά καθώς οι πηγές είναι ελάχιστες και αντιφατικές. Ισοκράτης : οι Δωριείς της Λακωνίας ήρθαν σε σύγκρουση. Οι ευγενείς που κυριάρχησαν κράτησαν την εύφορη κοιλάδα του Ευρώτα κι έστειλαν το λαό στις λιγότερο εύφορες περιοχές. Οι ευγενείς έμειναν στη Σπάρτη διατηρώντας τα προνόμια της άρχουσας τάξης, ενώ οι εκτοπισμένοι έχασαν όλα τους τα δικαιώματα και θεωρήθηκαν υποτελείς. Ήταν οργανωμένοι σε αυτόνομους δήμους και συμμετείχαν ισότιμα ως οπλίτες. Έφορος : οι περίοικοι είναι Αχαιοί που κατέκτησαν οι Λάκωνες. Η θέση τους είναι παρόμοια με αυτήν των ειλώτων με τη διαφορά πως ενώ οι είλωτες αντιδρούσαν στην εξουσία των σπαρτιατών, οι περίοικοι αποδέχονταν το φόρο υποτέλειας. Για τις περιοικίδες πόλεις, υποθέτουμε πως πρόκειται (186) αρχικά για ομοσπονδίες φυλών που μετασχηματίστηκαν. Μια από αυτές ήταν και η Σπάρτη που λόγω της στρατιωτικής υπεροχής της απέκτησε την πρωτοκαθεδρία έως ότου εκμηδένισε τελείως τις άλλες.Οι περίοικοι συνυπήρχαν αρμονικά με τους ομοίους, συμμετείχαν στην κατανομή της γης, στον πόλεμο και κατοικούσαν στην περιφέρεια της Σπάρτης σε αυτόνομες κοινότητες. (Λακεδαιμόνιοι = Σπαρτιάτες και Περίοικοι). Ήταν τεχνίτες, έμποροι, γεωργοί κι ασχολούνταν με ειδικότητες που ήταν απαγορευμένες στους Σπαρτιάτες. Πάντως, η εξάρτησή τους από τη Σπάρτη δεν τους άφησε να αναπτυχθούν ιδιαίτερα. 

Είλωτες Προέλευση και Καταγωγή Για την ετυμολογία του όρου και την προέλευση του θεσμού μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε. Αρκετοί αναφέρουν πως οι είλωτες ήταν απόγονοι των Αχαιών που κατακτήθηκαν από τους Δωριείς. Άλλοι αναφέρουν πως ήταν Δωριείς. Πιασ’ το αυγό και κούρευτο. Οι είλωτες διαχωρίζονται σε αυτούς της Λακωνίας (‘αρχαίοι’) και αυτούς της Μεσσηνίας (‘Μεσσηνιακοί’). Ο διαχωρισμός αφορά τη στάση τους απέναντι στους όμοιους. Οι Μεσσηνιακοί ενοχλούνταν από την εξουσία της Σπάρτης. Το κοινωνικό τους καθεστώς ήταν αποτέλεσμα κοινωνικών αλλαγών σε βάθος χρόνου. Σύμφωνα με την αρχαϊκή πραγματικότητα πρόκειται για αποτέλεσμα μιας εξέλιξης όπως αυτής της Αθήνας με τους εκτήμορους. Στη Σπάρτη όμως – αντίθετα από την Αθήνα – οι υπερχρεωμένοι αγρότες και γεωργοί είχαν μεγαλύτερη ασφάλεια και σταθερότητα. Γι’ αυτό ίσως και η κατηγοριοποίησή τους είναι δύσκολη. 

Κοινωνικό Καθεστώς Τοποθετείται μεταξύ ελεύθερων και δούλων. Οι είλωτες είναι δημόσιοι δούλοι, ανήκουν στην πόλη και όχι στο άτομο. Ο όμοιος δεν είχε δικαίωμα ιδιοκτησίας πάνω του. Έξω από τη σπαρτιατική επικράτεια, οι είλωτες αντιμετωπίζονταν ως ελεύθεροι άνθρωποι. Οι είλωτες έδιναν μέρος της παραγωγής τους στο Σπαρτιάτη που κατείχε τον κλήρο και κρατούσαν το υπόλοιπο για τον εαυτό τους. Δε γνωρίζουμε πόσο ήταν αυτό το μέρος, πιθανόν όμως να τους επέτρεπε σε ορισμένες περιπτώσεις να πλουτίζουν και να αγοράζουν την ελευθερία τους. Συμμετείχαν στο στρατό (188) ως ψιλοί και από το τελευταίο τέταρτο του 5ου αι. εκτός από κωπηλάτες χρησιμοποιούνταν και ως οπλίτες. Σημαντική ήταν η συμβολή τους στον Πελοποννησιακό πόλεμο. Σε όσους παρείχαν σημαντικές υπηρεσίες στην

Page 57: ΕΛΠ20 περίληψη

πόλη παρέχονταν πολιτικά δικαιώματα. 

Σχέσεις με Σπαρτιάτες Πάλι έχουμε πολλές αντιφάσεις. Πλάτωνας : φανερώνει άγνοια και σύγχυση της Αθήνα πάνω στο θέμα. Αναφέρει πως η ειλωτεία δίχαζε τους Έλληνες, αν και όλοι συμφωνούσαν πως δεν ήταν ορθό να μιλούν οι δούλοι την ίδια γλώσσα με τους ελεύθερους. Λογικά, όταν οι όμοιοι αισθάνονταν ασφάλεια, θα τους φέρνονταν καλά. Όταν κάποιοι είλωτες δεν πλήρωναν ή δημιουργούσαν προβλήματα, γινόταν χρήση βίας. Σίγουρα πάντως οι όμοιοι δεν τους εξόντωναν καθώς δεν τους συνέφερε να χάσουν τα εργατικά χέρια. Επίσης δε διακινδύνευαν έναν πόλεμο με είλωτες και περίοικους. Ο Αριστοτέλης αναφέρει πως κάθε χρόνο οι έφοροι κήρυτταν τον πόλεμο στους είλωτες αλλά μάλλον εννοεί το διάστημα μετά την απώλεια της Μεσσηνίας. Με αυτήν την κίνηση, υπενθύμιζαν στους Μεσσήνιους πως η γη ήταν δική τους και στους Σπαρτιάτες πως έπρεπε συνεχώς να την επαναδιεκδικούν. Ο φόβος των ομοίων για τους είλωτες, ο φόβος των ειλώτων για τους Σπαρτιάτες και οι συνεχείς εξεγέρσεις ανήκουν λίγο στη σφαίρα της υπερβολής και του μύθου. (189) Αν και το καθεστώς των ειλώτων χρονολογείται από την αρχαϊκή εποχή, οι Σπαρτιάτες και τη δομή τους μετέβαλλαν και την επιρροή τους επέκτειναν. Άλλωστε, το γεγονός πως σε δύσκολες για τη Σπάρτη περιόδους, οι είλωτες πολεμούσαν μαζί της, δείχνει πως οι σχέσεις δεν ήταν τόσο τεταμένες όσο νομίζουμε.

Εξωτερική Πολιτική και Σπαρτιατικός Δήμος τον 6ο αι. Η Σπάρτη παγιώνει την πολιτική και στρατιωτική της οργάνωση μέχρι τα μέσα του 6ου αι. Δε θα γνωρίσει ποτέ εσωτερικές αναταραχές ή τυραννία. Με την υποστήριξή της αριστοκράτες άλλων πόλεων – κρατών εκδιώκουν τους τυράννους εγκαθιδρύοντας ολιγαρχίες. Μέχρι το τέλος του 6ου αι. ολοκληρώνονται και οι συμμαχίες της δημιουργώντας την Πελοποννησιακή συμμαχία, που διοικούνταν από συμβούλιο αντιπροσώπων που συνερχόταν στη Σπάρτη. (190) Από πηγές φαίνεται πως όλοι είχαν ίση ψήφο, και ήταν οργανωμένοι με βάση την αρχή της πλειοψηφίας. Ήταν στρατιωτικός και πολιτικός συνασπισμός. Η επιρροή της Σπάρτης σε αυτόν το συνασπισμό και η πολιτειακή της σταθερότητα, της έδινε πανελλήνιο και ‘διεθνές’ κύρος. Ο δήμος είναι κοινωνικά και οικονομικά ομοιογενής. Οι όμοιοι είναι ιδιοκτήτες γης που με το εισόδημά τους τρέφουν την οικογένεια και ανταποκρίνονται στις ανάγκες της πόλης. Οι πολίτες ασχολούνται με τη διοίκηση της πόλης και την εξασφάλιση του εισοδήματος. Το γεγονός πως μειώνονται οι εμπορικές ανταλλαγές δίνει στη σπαρτιάτικη κοινωνία μια εσωστρέφεια και ανακόπτει την πορεία της. Η αλλαγή αυτή αποδίδεται σε πολιτικά αίτια (διαμάχη εφόρων και βασιλέων) και σε οικονομικά αίτια (κατάκτηση της Μ. Ασίας από τους Πέρσες). Ίσως όμως, να πρόκειται απλά για αίσθημα αυτάρκειας και ασφάλειας, καθώς ο υπόλοιπος ελλαδικός χώρος σπαρασσόταν από συγκρούσεις. Ταυτόχρονα, το ενδιαφέρον στην Πελοπόννησο είχε μετατοπιστεί ως προς τη δημιουργία ενός ασφαλούς κράτους. Τέλος, η εσωστρέφεια αυτή ενίσχυε τη σταθερότητα. 

Κοινωνικές Ανισότητες και Πολιτικές Διακρίσεις (5ος αι.) Πρόκειται για περίοδο αλλαγών για τη Σπάρτη, όπου ανατρέπεται η πολιτική και κοινωνική σταθερότητα. Μετά τα Μηδικά η Αθήνα αναδεικνύεται ως στρατιωτικός, οικονομικός και κυρίως

Page 58: ΕΛΠ20 περίληψη

πολιτικός αντίπαλος. (191) Οι δύο πόλεις διεκδικούν την ηγεμονία που οδήγησε στον καταστροφικό Πελοποννησιακό πόλεμο. Η Σπάρτη αλλάζει. Χιλιάδες είλωτες συμμετέχουν ως οπλίτες, ενώ επιφανείς νέοι Σπαρτιάτες παραδίδονται στους Αθηναίους χωρίς να αντιμετωπίσουν πολιτικές κυρώσεις. Η δημιουργία ναυτικού, η χρήση μισθοφόρων, η εισροή χρυσού από την Περσία, κρούσματα χρηματισμού καθώς και το άνοιγμα της αγωγής σε παιδιά μη ομοίων, είναι μερικές από τις αλλαγές αυτές. Αν και οι θεσμοί φαίνονται να παραμένουν, το σώμα των Ομοίων συρρικνώνεται και οι κοινωνικές και πολιτικές αντιπαραθέσεις οξύνονται. Ο δήμος προσπαθώντας να συμμετέχει περισσότερο ενισχύει τους εφόρους σε βάρος των βασιλέων. Λήγει η κοινωνική και οικονομική ομοιογένεια και ανατρέπεται η πολιτική ισότητα. Ο πολίτης – οπλίτης μεταβάλλεται σε γαιοκτήμονα εις βάρος των συμπολιτών του. Πολλοί όμοιοι εκτοπίζονται κυρίως για οικονομικούς λόγους. Αυτή η πολιτική συρρίκνωση έχει ως αποτέλεσμα να περνά η δικαστική και πολιτική εξουσία στα χέρια ολοένα και λιγότερων πολιτών, ενώ το πολίτευμα αποκτά αριστοκρατικό χαρακτήρα. Η πολεμική ιδιότητα περνά και σε άλλες κοινωνικές ομάδες πέρα των ομοίων καθώς και σε μισθοφόρους. Η πολιτική δράση περιορίζεται. (192) Οι αλλαγές αυτές προκύπτουν από το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Το κράτος δε νοιάστηκε να διατηρήσει ένα σταθερό αριθμό κλήρων, ούτε να διασφαλίσει τη μεταβίβαση της γης στην οικογένεια, ούτε έλαβε μέτρα περιορισμού στον αριθμό των κλήρων που μπορούσε να διαθέτει άντρας ή γυναίκα. Έτσι. παρουσιάστηκε το πρόβλημα της ολιγανθρωπίας που έγινε εντονότερο μετά τον καταστροφικό σεισμό του 464. Η επανάσταση της Μεσσηνίας, δημιούργησε άλλο ένα μεγάλο πρόβλημα. 

Νέες Κοινωνικές Τάξεις Η ολιγανθρωπία είχε ως συνέπεια τη δημιουργία νέων πληθυσμιακών ομάδων που αυξάνονταν όσο μειώνονταν οι όμοιοι. Οι ομάδες αυτές (υπομείονες, τρέσαντες, μόθακες, τρόφιμοι, νεοδαμώδεις), παρεμβάλλονταν στους ομοίους, με τους οποίους ανεπίσημα συνδέονταν, τους περιοίκους και τους είλωτες. Δημιουργήθηκαν από ξεπεσμένους σπαρτιάτες, από είλωτες, από μεικτούς γάμους ή από όσους είχαν περάσει την αγωγή. Συνέβαλλαν στον πόλεμο, είχαν όμως και πολιτικές απαιτήσεις. Δημιουργήθηκε έτσι, μια νέα κοινωνική διαστρωμάτωση. (193) Οι νέες ομάδες καλούνταν να καλύψουν το στρατιωτικό κενό της πόλης εις βάρος των ομοίων που στήριζαν την υπεράσπισή της και ασκούσαν την εξωτερική πολιτική, έχοντας την ιδιότητα του πολίτη. Έτσι, οι νέες αυτές ομάδες, απαιτούν πολιτική αναγνώριση και διεύρυνση του πολιτικού σώματος. Δυστυχώς και εδώ οι πηγές μας είναι ελάχιστες. 

Υπομείονες Έτσι λέγονται οι Σπαρτιάτες που συμμετέχουν στο κίνημα του Κινάδωνα και όλοι όσοι δεν ανήκουν στους ομοίους (Ξενοφών). Δεν ξέρουμε την προέλευσή τους, ή αν πρόκειται για Σπαρτιάτες που έχασαν τα δικαιώματά τους. 

Τρέσαντες Στην ομάδα αυτή αρχικά, ανήκουν όσοι υπέστησαν ολική ατιμία λόγω δειλίας στη μάχη. Πάντως, μετά το πρόβλημα της ολιγανθρωπίας, δε θα πρέπει να είχε πολλούς Σπαρτιάτες καθώς ο νόμος για τη στέρηση δικαιωμάτων στους ριψάσπιδες είχε απενεργοποιηθεί. 

Τρόφιμοι (194) Δε γνωρίζουμε ποιοί ήταν, υποθέτουμε όμως από μαρτυρίες πως πρόκειται για ξένους

Page 59: ΕΛΠ20 περίληψη

που έμεναν στη Σπάρτη για διάφορους λόγους. Ίσως να εννοούνται τα φτωχά παιδιά που δε μπορούσαν να συμμετέχουν στην αγωγή, πλαισίωναν όμως τους πλούσιους γόνους που πλήρωναν τα έξοδά τους. Γενικά μάλλον πρόκειται για όσους συμμετείχαν στην αγωγή χωρίς να είναι όμοιοι. 

Μόθακες ή Μόθονες Οι πηγές που έχουμε περιπλέκουν τα πράγματα. 1. πρόκειται για νέους Λάκωνες που συντηρούνταν από τους ομοίους 2. πρόκειται για δούλους, που οι πλούσιοι έδιναν ως συντρόφους στα δικά τους παιδιά. Αν επιτύγχαναν στην αγωγή, τα παιδιά αυτά μπορούσαν να γίνουν όμοιοι. 3. πρόκειται για ελεύθερους νέους, όχι Λακεδαιμόνιους που συντρόφευαν τα παιδιά των ομοίων και συμμετείχαν στην αγωγή. Ανάλογα με τα οικονομικά του όμοιου το παιδί είχε έναν ή περισσότερους μόθακες. Πρόκειται για άτυπη μορφή θετού παιδιού. 4. πρόκειται για νόθα παιδιά ομοίων, καρπούς μεικτών γάμων 5. πρόκειται για παιδιά ομοίων που δε θα γίνονταν ποτέ πολίτες για οικονομικούς λόγους. Πρακτικά, οι μόθακες ανήκουν σε δύο κατηγορίες : - αυτούς που ενώ δεν ανήκαν στους όμοιους είχαν συμμετάσχει στην αγωγή - αυτούς που ήταν νόθα παιδιά ομοίων 

Νεοδαμώδεις (195) Ήταν μάλλον οι είλωτες που ως ανταμοιβή για προσφορά στη Σπάρτη, αποκτούσαν την ελευθερία τους, έναν κλήρο και πιθανόν αργότερα και πολιτικά δικαιώματα. Οι πηγές μας είναι πάλι ελάχιστες. Γνωρίζουμε όμως πως ήταν πολυάριθμοι (2.000 οπλίτες). Ο όρος δηλώνει κάτι παραπάνω από την απελευθέρωση καθώς σε τέτοια περίπτωση δίνονταν ένα προσωνύμιο που δήλωνε την προέλευση και τη νέα τους ταυτότητα. Αναρωτιόμαστε λοιπόν μήπως πρόκειται για νέους δημότες στους οποίους παραχωρήθηκαν πολιτικά δικαιώματα και αναγνωρίσθηκαν ως μέλη της πολιτικής κοινότητας. Είναι επίσης πιθανόν, με αυτήν την κοινωνική ομάδα να έγινε προσπάθεια αναδιοργάνωσης του πολιτικού σώματος και ενδυνάμωσής του καθώς η Σπάρτη υπέφερε από ολιγανθρωπία. Η δράση τους εμφανίζεται από τις αρχές του Πελοποννησιακού πολέμου μέχρι την ήττα των Σπαρτιατών από τους Θηβαίους. Αν αυτό αληθεύει, εξηγεί τις παραπάνω παροχές. Γεγονός είναι πως ο τίτλος του ομοίου παρέμεινε κλειστός και προνόμιο λίγων, οδηγώντας σταδιακά τη Σπάρτη στην αριστοκρατία. Όλη η ιστορία έγινε γιατί οι τάξεις που συνέβαλλαν στον πόλεμο, απαιτούσαν και πολιτικά δικαιώματα. Όταν όμως η Σπάρτη άρχισε να συρρικνώνεται, αυτό ατόνησε. 

Από την Ηγεμονία στην Κρίση 4ος αι. (196) Η ηγεμονία της Σπάρτης μετέβαλλε την ίδια και απογοήτευσε τους οπαδούς της. Η ήττα της στα Λεύκτρα, στη Μαντίνεια και η απώλεια της Μεσσηνίας, εξανεμίζει τις ελπίδες των υπόλοιπων ολιγαρχικών για ηγεσία της Σπάρτης κατά των Περσών. Οι προηγούμενες πολιτικές και κοινωνικές ανισότητες παγιώνονται. Με νόμο του Επιταδέα (4ος αι) κάθε Σπαρτιάτης μπορεί να μεταβιβάζει τη γη του σε όποιον ήθελε και όχι μόνον στους φυσικούς κληρονόμους του. Έτσι ενισχύθηκε η συγκέντρωση της γης στα χέρια των ολίγων. Ο δήμος αποτελείται από μειοψηφία μεγαλογαιοκτημόνων που επιβάλλουν τη θέλησή τους. Η γη ανήκει σε λίγους, το σώμα των πολιτών έχει ελάχιστα μέλη. Δεν υπάρχει κάποια νέα, πολιτική πρόταση. Διάφοροι βασιλείς ηγούνται μισθοφόρων για να

Page 60: ΕΛΠ20 περίληψη

φέρουν πλούτο στην πόλη. (197) Η Σπάρτη καταλήγει μια αριστοκρατική κοινωνία με πλουτοκρατικό χαρακτήρα. Δικαιολογείται έτσι ο Ξενοφών που αναφέρει πως οι Σπαρτιάτες είχαν εγκαταλείψει τις παραδόσεις τους. 

Πολιτειακά Όργανα και Αρχές. Δικαστική Ζωή Τα πολιτειακά όργανα της Σπάρτης είναι απόλυτα συνδεδεμένα με τους άρχοντες και όσους αποτελούν το δικαστικό σώμα. Αναλυτικά : 

Η Απέλλα Η συνέλευση των ομοίων, που έφερε και την ονομασία «εκκλησία». Ο ακριβής όρος, όπως αναφέρεται στη Μεγάλη Ρήτρα, είναι Απέλλα. Συμμετέχουν όλοι οι Σπαρτιάτες όμοιοι άνω των 30 ετών. Συνερχόταν σε ανοικτό χώρο (δε γνωρίζουμε την τοποθεσία) και προέδρευε ο επώνυμος έφορος. Οι εξουσίες της από ένα σημείο και μετά περιορίστηκαν, ενώ (198) σε περίπτωση διαφωνίας, οι βασιλείς και οι γέροντες μπορούσαν να διαλύσουν τη συνέλευση, κάτι που περιόριζε την Απέλλα. Η παρουσία των εφόρων όμως, ως αντιστάθμισμα των περιορισμών έδινε στο δήμο ένα σημαντικό μέσο εξουσίας. Η Απέλλα : - επικύρωνε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής (ειρήνη ή πόλεμος) - εξέλεγε τους εφόρους, τους γέροντες, υποδείκνυε τους στρατηγούς ή τους άρχοντες - παρείχε πολιτικά δικαιώματα σε μη Σπαρτιάτες - αφαιρούσε πολιτικά δικαιώματα από ομοίους Τα παραπάνω δείχνουν πως η επιρροή της ήταν υπαρκτή. Όσο όμως οι όμοιοι συρρικνώνονταν, τόσο η Απέλλα έχανε τη βαρύτητά της. Δεν έχουμε πηγές που να δείχνουν τη λειτουργία της, τη συμμετοχή του δήμου στη συνέλευση ή τον τρόπο επεξεργασίας των διάφορων θεμάτων. Θεωρούμε βέβαιο πως οι έντονες συζητήσεις γίνονταν πριν φτάσει ένα θέμα στην Απέλλα, μεταξύ εφόρων και γερουσίας, ή στα συσσίτια. Καταλαβαίνουμε έτσι πως η Απέλλα επικύρωνε θέματα που είχαν αποφασιστεί ‘άτυπα’ εκ των προτέρων. 

Η Βασιλεία Διατηρήθηκε στη Σπάρτη μέχρι τις αρχές του 2ου αι. και ήταν διπλή, ισότιμη μεταξύ των δύο βασιλέων, οι οποίοι εξισορροπούνταν από τη γερουσία και τους εφόρους. Ήταν μια δυαρχία περισσότερο, παρά μοναρχία. Η βασιλεία ήταν κληρονομική δεν αφορούσε όμως μόνο την πρωτοτοκία ή τους κατιόντες. Η πρωτοτυπία της Σπάρτης έγκειται στο πως η βασιλεία της συνυπήρχε με τις άλλες μορφές εξουσίας. Δε γνωρίζουμε την προέλευση του θεσμού, συναντάμε όμως δυαρχία και σε άλλες πόλεις (Λυδία, Μεσσηνία κ.α.) Σχέσεις μεταξύ Βασιλέων (199) Οι διαφωνίες των βασιλέων – που προέρχονταν από διαφορετικούς οίκους – ήταν συχνές και γνωστές. Εκεί μάλλον στηριζόταν η εξουσία των εφόρων που έκαναν τους διαιτητές. Πιθανότερα ο βασιλιάς με την ισχυρότερη προσωπικότητα επηρέαζε τον άλλον. Σημαντικό είναι το γεγονός πως αν οι βασιλείς συμφωνούσαν, ήταν παράνομο για τους εφόρους να αντιταχθούν. 

Προνόμια Βασιλέων - διέθεταν σωματοφυλακή 300 ανδρών - είχαν τιμητική θέση στις εορτές και όταν έμπαιναν στη Συνέλευση σηκωνόντουσαν όλοι εκτός των εφόρων - ζούσαν με έξοδα της πόλης και θεωρούνταν πλούσιοι 

Page 61: ΕΛΠ20 περίληψη

- είχαν ένα τέμενος (κτήματα) κι έπαιρναν το βασιλικό φόρο - το μερίδιό τους από τα λάφυρα ήταν μεγαλύτερο - στα συσσίτια έπαιρναν διπλή μερίδα - θάβονταν με ιδιαίτερες τιμές και τηρούνταν επίσημο δεκαήμερο πένθος 

Εξουσίες Βασιλέων Πολιτικές εξουσίες : ήταν ισόβια μέλη της γερουσίας με δικαίωμα ψήφου Δικαστικές εξουσίες : σε ζητήματα οικογενειακού δικαίου Θρησκευτικές εξουσίες : ιερατικά καθήκοντα στις θυσίες πριν τις πολεμικές επιχειρήσεις. Σε περίοδο πολέμου, ένας από τους δύο ήταν αρχηγός του στρατού και κατά τη διάρκεια της εκστρατείας η εξουσία του ήταν απεριόριστη. (200) Από τον 6ο αι. και μετά, δύο έφοροι ακολουθούν το βασιλιά ενώ, μετά το 418 σύμφωνα με νόμο, ακολουθούν το βασιλιά και 10 σύμβουλοι. Τα παραπάνω δείχνουν τις προσπάθειες για περιορισμό των βασιλικών εξουσιών και της προσωπικής συμπεριφοράς των βασιλέων που συχνά, δεν εξέφραζε την πόλη. Σε όλη την ιστορία της Σπάρτης υπήρχαν συγκρούσεις μεταξύ των βασιλέων και της Γερουσίας με τους έφορους. Βέβαια, η βασιλική εξουσία περιοριζόταν από το γεγονός πως ήταν διπλή, υπήρχε μοίρασμα εξουσιών και οι έφοροι ασκούσαν έντονο έλεγχο. Επίσης, ο κάθε βασιλιάς έδινε ατομικό όρκο πίστης και σεβασμού στο πολίτευμα. Συμπέρασμα : Η βασιλεία στη Σπάρτη είχε μεγάλο κύρος και πεδίο δράσης. Από τα διάφορα μέτρα όμως, φαίνεται πως ήταν δύσκολο να περιοριστεί ενώ η προσπάθεια της πόλης για έλεγχο, πιθανόν να μπορούσε να ανατρέψει την πολιτειακή ισορροπία. 

Η Γερουσία Από τα σημαντικότερα πολιτειακά όργανα. (201) Πρακτικά ήταν 28 και οι δύο βασιλείς. Πάντως είναι δύσκολο να οριστεί ο αριθμός τους καθώς – καλά φαντάζεστε – δεν έχουμε αρκετές πηγές. 

Εκλογή Γερόντων Προϋποθέσεις : - ηλικία άνω των 60 ετών - εκπλήρωση όλων των στρατιωτικών υποχρεώσεων - διάκριση για το ήθος τους Η εκλογή των γερόντων ήταν ένας αγώνας δημοτικότητας. Ο Αριστοτέλης τον χαρακτηρίζει ‘παιδαριώδη’ γιατί γινόταν δια βοής από την Απέλλα. Όταν κάποιο μέλος πέθαινε, οι υποψήφιοι παρουσιάζονταν ένας – ένας στην εκκλησία του δήμου. Οι κραυγές κρινόντουσαν από τους κριτές που βρίσκονταν κλεισμένοι με έναν έφορο σε γειτονικό κτίριο. 

Εξουσίες Γερουσίας - Τα μέλη της ήταν ισόβια και δε λογοδοτούσαν σε κανέναν - Είχε νομοθετικό και δικαστικό έργο - Η προβούλευση αποτελούσε την πρώτη σημαντική εξουσία της - Είχε το δικαίωμα να ακυρώσει τις προτάσεις της Απέλλας και να διαλύσει τη συνεδρία – ισχυρό όπλο - Ήταν το ανώτατο ποινικό δικαστήριο κι εκδίκαζε υποθέσεις που επέφεραν ποινές θανάτου, εξορίας ή στέρησης πολιτικών δικαιωμάτων. - Μαζί με τους εφόρους, δίκαζε υποθέσεις των βασιλέων 

Page 62: ΕΛΠ20 περίληψη

Οι Έφοροι (202) Πρόκειται για συλλογικό σώμα πέντε αρχόντων που εκλέγονταν ετησίως από την Απέλλα. Έπρεπε να είναι όμοιοι και άνω των 30 ετών. Δε γνωρίζουμε τον τρόπο εκλογής τους. Θεωρούνται ο ‘δημοκρατικός’ χαρακτήρας της Σπάρτης κι έδιναν στο πολίτευμά της πρωτότυπο χαρακτήρα. Οι έφοροι ήταν πάντα σε ετοιμότητα προκειμένου να προστατέψουν το πολίτευμα. 

Προέλευση του Θεσμού Υπάρχουν τέσσερις διαφορετικές εκδοχές : 1. Ο θεσμός συνδέεται με το Λυκούργο καθώς θεωρείται πως στην τελειότητα του έργου του είχε προβλέψει και για τους ‘φύλακες’ της πολιτείας 2. Ο θεσμός συνδέεται με τους βασιλείς (Θεόπομπος) και θεωρείται αποτέλεσμα των κοινωνικών κρίσεων που μάστιζαν τη Σπάρτη στην αρχαϊκή εποχή 3. Όταν κάποια στιγμή απουσίασαν οι βασιλείς σε πόλεμο, όρισαν διοικητικούς λειτουργούς, που καταχράστηκαν την εμπιστοσύνη των βασιλέων κι απέκτησαν ανεξάρτητη εξουσία 4. θεωρείται πως ο θεσμός ιδρύθηκε τον 6ο αι. για να προστατευτεί ο δήμος απέναντι στις φιλοδοξίες των βασιλέων και την πιθανότητα εγκαθίδρυσης τυραννίας. Εμπνευστής θεωρείται ο Χίλωνας. (Σπαζοκεφαλιά : ο κατάλογος των εφόρων αρχίζει μετά το Λυκούργο και πριν το Θεόπομπο) Επίσης (203) η σύγχρονη έρευνα προσθέτει και τη θρησκευτική προέλευση του θεσμού, καθώς οι έφοροι κοιμούνταν στο ιερό της Πασιφάας κι ερμήνευαν τα ουράνια φαινόμενα. Καθώς δεν υπάρχει οριστική άποψη, μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο θεσμός εμφανίζεται τον 8ο αι, αποκτά όμως τη σημασία του από τις αρχές του 6ου. Μόλις έχει λήξει ο Μεσσηνιακός πόλεμος και ο ελληνικός κόσμος ταράζεται από την τυραννία. Η ενδυνάμωση των εφόρων, είναι ένα μέσο άμυνας απέναντι στον κίνδυνο της τυραννίας καθώς και η απάντηση του δήμου στη μείωση των εξουσιών του. Με το δημοκρατικό τρόπο εκλογής των εφόρων ο δήμος ικανοποιήθηκε κάπως…. 

Εξουσίες Εφόρων Ήταν αρκετά διευρυμένες κι αφορούσαν την εσωτερική διοικητική λειτουργία της πόλης. Είχαν πολιτικές και δικαστικές αρμοδιότητες. - Είχαν τον έλεγχο συμπεριφοράς αρχόντων, πολιτών και νέων. - Οι αποφάσεις παίρνονταν κατά πλειοψηφία, εξ’ ονόματος του δήμου. Οι έφοροι συγκαλούσαν και προέδρευαν στην εκκλησία του δήμου και της γερουσίας. - Λογοδοτούσαν μόνο στους διαδόχους τους, μετά το τέλος της θητείας τους. - Μπορούσαν να αποφασίσουν για εξωτερικά θέματα χωρίς να προσαγάγουν την πρεσβεία στην (204) εκκλησία του δήμου - Είχαν δικαίωμα να παύουν, να φυλακίζουν ή να δικάζουν τους άρχοντες - Δίκαζαν αστικές υποθέσεις βάσει εθιμικού δικαίου - Μαζί με τη γερουσία, δίκαζαν τους βασιλείς - Δίκαζαν ατομικά τις ιδιωτικές υποθέσεις και συλλογικά τις δημόσιες - Σε καιρό πολέμου διέταζαν κινητοποίηση, υποδείκνυαν τους στρατηγούς και τη στρατιωτική τακτική που έπρεπε να ακολουθηθεί και όριζαν το βασιλιά που θα ηγούνταν. Δύο έφοροι τον συνόδευαν. Οι Πλάτων και Αριστοτέλης χαρακτηρίζουν τυραννικές τις εξουσίες των εφόρων. Αν και η εξουσία τους ήταν μεγάλη, υπήρξαν αρκετές περιπτώσεις ισχυρών βασιλέων. 

Page 63: ΕΛΠ20 περίληψη

Σχέσεις εφόρων – βασιλέων : - υπήρχε διάσταση απόψεων ως προς την πολιτική που έπρεπε να ακολουθηθεί (εσωτερική ή εξωτερική) - ο θεσμός της βασιλείας ήταν προσωποπαγής, κληρονομικός και μακράς διαρκείας. Ο θεσμός των εφόρων ήταν συλλογικός, με εναλλασσόμενη αρχή, αιρετός και μικρής χρονικής διάρκειας. - Οι έφοροι είχαν αποτέλεσμα όταν υποστηρίζονταν από τη γερουσία ή έναν από τους δύο βασιλείς (εν τη ενώσει η ισχύς) - Αρχικά ήταν δημοκρατικός θεσμός καθώς εξέφραζε τους ομοίους, όμως με τη συρρίκνωση του πληθυσμού κατέληξε ολιγαρχικός. Από τον πελοποννησιακό πόλεμο και μετά οι έφοροι εξαγοράζονταν, δωροδοκούνταν και ήταν διεφθαρμένοι. 

Άλλες Αρχές (205) - 4 πύθιοι : ορίζονταν από τους βασιλείς και στέλνονταν στους Δελφούς για να ζητήσουν χρησμό. - Παιδονόμος : ασχολούνταν με την εκπαίδευση των παιδιών - 5 αγαθοεργοί : εκλέγονταν από τους ιππείς κι εκτελούσαν μυστικές αποστολές - Αρμοστές : εμφανίζονται μετά τον πελοποννησιακό πόλεμο. Είναι Σπαρτιάτες διοικητές που πήγαιναν σε διάφορες πόλεις. Η κακοδιοίκησή τους προκάλεσε την ελληνική δυσαρέσκεια και την απώλεια της σπαρτιατικής ηγεμονίας. - Ναύαρχος : αρχικά δεν ήταν τακτική θέση αλλά έκτακτη, ενώ κάποια στιγμή καταργήθηκε τελείως. (ο Αγησίλαος υπήρξε ο μόνος βασιλιάς – ναύαρχος – αρχιστράτηγος). Η θητεία του ναυάρχου ήταν ετήσια, λογοδοτούσε στους εφόρους και είχε μεγάλη εξουσία. Ο Αριστοτέλης τοποθετεί το ναύαρχο δίπλα στο βασιλιά. 

Χαρακτηριστικά του Σπαρτιατικού Πολιτεύματος Ο προσδιορισμός του δυσκόλευε τους αρχαίους κλασικούς λόγω της συνύπαρξης διαφορετικών μορφών εξουσίας. Έτσι (206) διατύπωσαν την άποψη του μεικτού πολιτεύματος για να ησυχάσουν. Βασιλείς και Γερουσία : εκφραστές του βασιλικού και αριστοκρατικού στοιχείου Απέλλα : δημοκρατικό στοιχείο Πάντως, γίνονται πολλοί συσχετισμοί με διάφορες παραλλαγές. Αν κρίνουμε το πολίτευμα με βάση τους πολιτειακούς θεσμούς, μπορούμε να δεχτούμε το μεικτό πολίτευμα. Αν δούμε τα κριτήρια για απόδοση του τίτλου του πολίτη, τότε πρέπει να το θεωρήσουμε ολιγαρχικό με έντονα αριστοκρατικά στοιχεία. Το Σπαρτιατικό πολίτευμα διατηρήθηκε σταθερό, λόγω της ισορροπίας μεταξύ των μορφών εξουσίας (εξαιτίας της υπακοής στους νόμους και την πολιτική ισότητα). Επίσης χάρη στο προβάδισμα της πόλης έναντι των άλλων που σπαράσσονταν από εσωτερικές συγκρούσεις και ανισότητες. Όμως, μετά τα μέσα του 5ου αι. το πολίτευμα αυτό δε μπόρεσε να διατηρηθεί, καθώς δεν ακολούθησε τα νέα δεδομένα ενώ ταυτόχρονα, μειώθηκε πολύ και ο πληθυσμός. Στην τελική, το καθεστώς αντί να ενισχύσει την ισότητα των πολιτών ενίσχυσε τις διακρίσεις δημιουργώντας μια elite. 

Στρατιωτική Ζωή (207) Στις αρχές του 5ου αι. η Σπάρτη είχε τη μεγαλύτερη πολεμική εμπειρία ιδιαίτερα με τον περσικό κίνδυνο προ των πυλών. Η υπεροχή αυτή, εντοπιζόταν στην ακρίβεια και την ευελιξία, στη δεξιότητα και την ικανότητα στα όπλα. Ο στρατός – όπως και στην Αθήνα – ήταν άμεσα συνδεδεμένος με την πόλη.

Page 64: ΕΛΠ20 περίληψη

Πολεμική και πολιτική ιδιότητα ήταν ταυτόσημες. Τους πολίτες απασχολούσε όπως παντού, η υπεράσπιση της πόλης, ο πλουτισμός τους και η διάκριση στην πολιτική ζωή. Ο αναχρονισμός ήταν στο γεγονός πως η Σπάρτη παρέμενε πιστή στο πρότυπο πολίτη – οπλίτη, όταν ο ελληνικός κόσμος απομακρυνόταν από αυτό (5ος αι.). Φάλαγγα των οπλιτών : το κύριο σώμα μάχης, αποτελούμενο από Σπαρτιάτες και περίοικους. Οι είλωτες συμμετείχαν αρχικά ως ψιλοί και κατόπιν ως οπλίτες. Η στρατιωτική θητεία διαρκούσε από τα 20 μέχρι τα 30 χρόνια. Κατόπιν ο Σπαρτιάτης γινόταν πλήρες μέλος των ομοίων και είχε το δικαίωμα του εκλέγεσθαι. Οι πολίτες διαιρούνταν σε έξι μόρες, με επικεφαλής ένα πολέμαρχο. Κάθε μόρα είχε τέσσερις λόχους, κάθε λόχος είχε έναν λοχαγό. Κάθε λόχος διαιρούνταν σε δύο πεντηκοστίες και κάθε πεντηκοστία σε δύο ενωμοτίες. Η δύναμη της μόρας ποίκιλλε από 500 έως 900 άνδρες (208) ανάλογα με τον αριθμό των ομοίων. Ιππικό : άργησε να εμφανιστεί στη Σπάρτη, όπως και στην Αθήνα. Είχε 300 ιππείς, επίλεκτο σώμα, σωματοφυλακή του βασιλιά. Στην ουσία όμως ήταν οπλίτες που μάχονταν πεζοί. Σκιρίτες : ιδιαίτερο σώμα, που αναλάμβανε επικίνδυνες αποστολές. Ο ανταγωνισμός με την Αθήνα και ο πελοποννησιακός πόλεμος άλλαξαν τη φυσιογνωμία του. Άρχισαν να συμμετέχουν είλωτες και μισθοφόροι, η εμφάνιση του ναυτικού, το ιππικό, οι μακρινές εκστρατείες ξεπερνούσαν τις δυνατότητες της πόλης. Έτσι, ήταν αναπόφευκτο με την πολιτική αλλαγή να υπάρξει απομάκρυνση από τα παραδοσιακά πρότυπα. 

Θρησκευτική Ζωή Γνωρίζουμε – μαντέψτε – λίγα πράγματα καθώς οι πηγές είναι λίγες και ανεπαρκείς. Όπως και στην Αθήνα έτσι και στη Σπάρτη έχουμε : - πολιτικό χαρακτήρα της θρησκευτικής λατρείας - δωδεκάθεο - στενούς δεσμούς με τα πανελλήνια θρησκευτικά κέντρα Ειδικά χαρακτηριστικά : - πλήρης απουσία της λατρείας του Διονύσου - ιδιαίτερη προτίμηση στον Απόλλωνα και την Άρτεμη στους οποίους ήταν αφιερωμένες οι σημαντικότερες εορτές και συνδέονταν με την ίδρυση της πόλης Για την Άρτεμη υπήρχαν τέσσερις εορτές με ξεχωριστό περιεχόμενο, αφιερωμένες στην παρθένα θεότητα. Ο Απόλλωνας ήταν εξίσου σημαντικός με τρεις σημαντικές εορτές προς τιμή του.

Page 65: ΕΛΠ20 περίληψη

Κεφάλαιο 3 

Ο Έλληνας Άνθρωπος και η Οικονομία (241) Ο αρχαϊκός και κλασικός κόσμος ήταν κόσμος χωρικών και ο πολίτης ζούσε από τη γη. Η γεωργία ήταν η κύρια οικονομική δραστηριότητα και η κατοχή γης συνδεόταν άμεσα με την πολιτική ιδιότητα. Οι άλλες οικονομικές δραστηριότητες δεν ήταν τόσο σημαντικές, ακόμη κι όταν εμφανίστηκε το νόμισμα ως μέσο συναλλαγών. Η εσωτερική δομή και οργάνωση της πόλης – κράτους μεταβάλλεται από τον 4ο αι. και μετά με συνέπειες και στην οικονομία. Έτσι αναπτύσσονται κι άλλες πηγές εισοδήματος, πέρα από την εκμετάλλευση της γης. Αυξάνεται η σημασία του χρήματος και των οικονομικών και επιβεβαιώνεται το νόμισμα. 

Η Νομισματική Δραστηριότητα κατά την Αρχαιότητα (243) Η εμφάνιση του νομίσματος (τέλη 7ου, αρχές 6ου αι.) άλλαξε πολύ την αρχαία ελληνική οικονομία. Διευκόλυνε τις συναλλαγές και επέτρεψε τον πλουτισμό πόλεων και πολιτών. 

Η Οικονομία πριν από το Νόμισμα Πρώτο μέλημα του ανθρώπου ήταν η εξεύρεση αγαθών για την επιβίωσή του. Οι πρώτες κοινωνίες στηρίζονταν στην αυτονομία της παραγωγής. Αρχαίοι συγγραφείς και φιλόσοφοι θεωρούν ευτυχή τον άνθρωπο που παράγει μόνος του ότι χρειάζεται. Η έννοια της οικονομίας ήταν συνώνυμη με αυτήν του οίκου και σκοπός μιας πόλης ήταν η αυτάρκεια (Αριστοτέλης). Με την πάροδο των ετών ο άνθρωπος συνειδητοποίησε πως ο καταμερισμός της εργασίας ήταν πιο αποδοτικός, καθώς παραγόταν πλεόνασμα που μπορούσε να ανταλλαχθεί με άλλα προϊόντα. Έτσι γεννήθηκε το εμπόριο. Στην αρχή γινόταν με ανταλλαγή προϊόντων «αντιπραγματισμός». Η αξία ενός προϊόντος καθοριζόταν από τη χρησιμότητα και τη σπανιότητά του. Η συγκριτική αξία καθοριζόταν από το κύριο προϊόν κάθε χώρου. 

Μειονεκτήματα του αντιπραγματισμού : (244) - η παραγωγή αγαθών και βοσκημάτων δε συμπίπτει πάντα με τις ανάγκες ανταλλαγής - οι έμποροι πρέπει να έχουν χρήσιμα αγαθά για να ανταλλάξουν - το εμπόρευμα πρέπει να είναι ισάξιο με το ανταλλάξιμο προϊόν. - Το μέτρο προσδιορισμού της αξίας πρέπει να είναι αποδεκτό από όλους. 

Μονάδες Αξίας πριν από την Εμφάνιση του Νομίσματος Στη Μεσοποταμία και την Αίγυπτο αρχικά χρησιμοποιήθηκαν τα σιτηρά και κατόπιν τα μέταλλα. (κώδικας του Χαμουραμπί) (245) Το μέταλλο χυνόταν σε λεπτό σύρμα για να διευκολυνθεί το ζύγισμα. Για αυτό η χρήση της ζυγαριάς ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη. Το μέταλλο ως μονάδα μέτρησης ήταν πιο εύχρηστο, καθώς - είχε πραγματική αξία - ήταν μικρό σε όγκο - μπορούσε να υποδιαιρεθεί σε μικρότερες αξίες χωρίς να υποστεί ζημιά - φυλασσόταν εύκολα χωρίς να φθείρεται - δε χρειαζόταν συντήρηση και διατήρηση Τόσο η Αίγυπτος όσο και η Μεσοποταμία είχαν υιοθετήσει τον κανόνα, ένα μέτρο αξίας και σύγκρισης προϊόντων. Αρχικά ο κανόνας βασιζόταν στα σιτηρά και κατόπιν σε κάποιο πολύτιμο μέταλλο. Όμως μέταλλα δεν υπάρχουν παντού. Τα βασίλεια που δεν είχαν μεταλλεία, έπρεπε να τα εισάγουν, να τα αποκτούν ως λάφυρα ή να τα

Page 66: ΕΛΠ20 περίληψη

εισπράττουν ως φόρο υποτέλειας. Οι ίδιες συνθήκες επικρατούσαν και στην Ελλάδα. Το ανάκτορο – η κεντρική εξουσία – συγκέντρωνε και διένειμε τα προϊόντα μέχρι το 12ο αι. Εδώ γεννιέται το ερώτημα, ποιοι ήταν οι κάτοχοι μετάλλου και ποιοι το διαχειριζόντουσαν. Φαίνεται πως ήταν λίγοι, καθώς κυριαρχούσε η αναδιανομή και όχι η ιδιωτική πρωτοβουλία. Στην Αίγυπτο και τη Μεσοποταμία τα αγαθά συλλέγονταν (246) από τις αρχές και μετά μοιράζονταν στο λαό. Σύμφωνα με ευρήματα, τα αρχεία πληρωμών και δανείων φυλάσσονταν μαζί με τα επίσημα σταθμά. Συμπέρασμα : Η οικονομία αυτών των κοινωνιών χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία μιας κεντρικής εξουσίας που αναδιανέμει τα προϊόντα ανάλογα με την κοινωνική θέση και το επάγγελμα του καθενός. 

Η Οικονομία κατά τους Ομηρικούς Χρόνους Πυρήνας ήταν ο οίκος που είχε ευρύτερη έννοια από τη σημερινή. Εκτός από τους συγγενείς εξ αίματος, στον οίκο ανήκουν τόσο οι εργάτες όσο και οι δούλοι της οικογένειας. Όλα τα μέλη υπακούν στον αρχηγό που συγκεντρώνει και διανέμει τα αγαθά. Ως μέτρο αξίας, υιοθετήθηκαν διάφορα αντικείμενα. Στην αρχή ήταν τα βόδια και ο πλούτος στηρίζεται στα αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα. Υπολογίζεται σε κεφαλές ζώων, πολύτιμα αντικείμενα, υφάσματα και μέταλλα. Γύρω στον 8ο αι. με την εμφάνιση της πόλης κράτους γίνονται ριζικές αλλαγές. (247) το επίκεντρο της οικονομίας στηρίζεται στην κτηματική ιδιοκτησία, ενώ παράλληλα αναπτύσσεται η βιοτεχνία και το εμπόριο. Το ρόλο του αρχηγού ενός οίκου, τον παίζουν οι αριστοκρατικές οικογένειες. Παρατηρείται επίσης μεγάλη αύξηση του πληθυσμού και καταμερισμός της εργασίας. Έτσι δημιουργούνται νέες ανάγκες. Η λύση είναι εκτός από τους πολέμους, η ανάπτυξη του εμπορίου και οι αποικίες. Οι πρώτες εμπορικές συναλλαγές αναφέρονται από τον Όμηρο. Η επαφή με άλλους πολιτισμούς ήταν ωφέλιμη τόσο υλικά όσο και πολιτιστικά (π.χ. το αλφάβητο των Φοινίκων). Γύρω στο 10 αι. ο ελλαδικός χώρος υιοθέτησε τη χρήση μετάλλου. Οι μεσοποτάμιες μονάδες βάρους ‘μνα’ και ‘σέκελ’ έφτασαν και εδώ. Τα μέταλλα έγιναν λέβητες, τρίποδες και πέλεκεις, ως σκεύη-νομίσματα. Μια άλλη μορφή, είναι το τάλαντο. Στην Πελοπόννησο χρησιμοποιήθηκε ο σιδερένιος οβελός, αφιερωμένος από τον τύραννο του Άργους Φείδωνα, στη θεά Ήρα. Η Σπάρτη (248) διατηρεί τη δύσχρηστη μορφή του σκεύους νομίσματος και μετά την εμφάνιση του νομίσματος στην Ελλάδα, στους πελάνορες. Αυτό συνέβαινε για να αποφευχθεί η δημιουργία μεγάλης περιουσίας. 

Η Επινόηση του Νομίσματος Σύμφωνα με τα (249) ευρήματα ο πρώτος ‘θησαυρός’ νομισμάτων προέρχεται από το Αρτεμίσιο της Εφέσου. Οι πρώτες νομισματικές κοπές χρονολογούνται γύρω στο 625 – 600 π.Χ. Δε μπορούμε να είμαστε σίγουροι για τους εφευρέτες του νομίσματος (Ίωνες ή Λυδοί) καθώς δεν υπάρχουν αποδείξεις πάνω στα νομίσματα. Πάντως, ανεξάρτητα από το χώρο εφεύρεσης, η διάδοσή του μπορεί να θεωρηθεί ελληνικό φαινόμενο καθώς οι ιωνικές πόλεις άρχισαν να εκδίδουν και να χρησιμοποιούν νομίσματα. Η (250) επικρατέστερη θεωρία είναι του Cook και του Kraay που θεωρούν πως το νόμισμα χρησιμοποιήθηκε για την πληρωμή μισθοφόρων και γενικότερα για συναλλαγές του κράτους. Οι πηγές πάντως δεν το πιστοποιούν. 

Page 67: ΕΛΠ20 περίληψη

Δεν ξέρουμε ποιος εφάρμοσε πρώτος τα νομίσματα από ήλεκτρο. Μπορεί να είναι δυνάστες, βασιλείς ή υπεύθυνοι της κοπής. Ο Κροίσος της Λυδίας ήταν αυτός που εγκαινίασε το διμεταλλικό σύστημα (νομίσματα χρυσού – αργύρου). Η χρήση του εξαπλώθηκε μέσω των αποικιών σε όλη τη Μ. Ασία. Το νόμισμα έχει ρίζες στην οικονομική, πολιτική και κοινωνική άνοδο της πόλης. Η ανάπτυξη του νομίσματος δεν έχει μόνο σχέση με το εμπόριο και τον πλούτο αλλά και με τις διαφοροποιήσεις των πόλεων – κρατών. Από το 800 π.Χ. δημιουργούνται στα κέντρα των πόλεων αγορές, κέντρα διοίκησης (251) δικαιοσύνης και λατρείας. Ίσως από αυτή τη σχέση να βγαίνει και η λέξη νόμισμα – νόμος. Η πορεία του νομίσματος συνδέεται με την πορεία της ελληνικής κοινωνίας από το ανακτορικό, μυκηναϊκό σύστημα, και το φεουδαρχικό της Μεσοποταμίας, στο πολιτειακό σύστημα των πόλεων – κρατών. Το κράτος χρησιμοποιεί το νόμισμα για πληρωμές. Η αύξηση της παραγωγής μπορεί να συνδέεται με στρατιωτικές εκστρατείες. Με νόμισμα πληρώνονται επίσης οι δημόσιοι υπάλληλοι, δίνονται εισφορές, δώρα και άλλα. Γύρω στον 6ο αι. οι πόλεις του ελλαδικού χώρου εκδίδουν νομίσματα. 

Η Εξάπλωση του Νομίσματος ως Μέσο Συναλλαγής Πρώτη η Αίγινα έκοψε αργυρά νομίσματα, κατόπιν η Κόρινθος και η Αθήνα για να ακολουθήσει και ο υπόλοιπος ελλαδικός χώρος. Με το νόμισμα, η πόλη – κράτος επιβεβαιώνει την αυτονομία (252) και πιστοποιεί την ύπαρξή της. Έχει κέρδος καθώς εισπράττει 5% φόρο επί της ονομαστικής του αξίας όπως επίσης κερδίζει και από το συνάλλαγμα στο οποίο υπόκεινται οι ξένοι. Το νόμισμα γίνεται τόσο αποδεκτό που σύντομα κόβονται νομίσματα μικρών υποδιαιρέσεων για τις καθημερινές συναλλαγές. Λόγω της δυσχρηστίας τους όμως, σύντομα αρχίζουν να κόβονται χάλκινα νομίσματα με ψεύτικη ονομαστική αξία που δεν υιοθετήθηκαν ταυτόχρονα από τις πόλεις. Πάντως το κρατικό χρυσό νόμισμα είναι σπάνιο. Ο χρυσός χρησιμοποιούνταν για άλλα αντικείμενα (αγάλματα) ή φυλασσόταν για περιπτώσεις ανάγκης καθώς η αξία του ήταν πολύ μεγάλη. Μετά τις κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου τα χρυσά νομίσματα κατακλύζουν τις αγορές. 5ος αι. : το διεθνές νόμισμα ήταν τα αθηναϊκά τετράδραχμα, απομιμήσεις των οποίων συναντάμε στην Αραβία, τη Συρία, τη Βαβυλώνα και την Αίγυπτο. 

Η Μέθοδος της Νομισματοκοπίας και η Εξεύρεση του Μετάλλου (253) Τα μέταλλα χύνονταν και γίνονταν νομίσματα στο νομισματοκοπείο (δεν έχουμε πληροφορίες για αυτό). Σε πόλεις όπου η νομισματοκοπία είναι διαρκής, πρέπει να υπήρχε σταθερό, μόνιμο κτίριο. Στις άλλες, η νομισματοκοπία ήταν περιοδική. Υπήρχαν πόλεις που έκοβαν νομίσματα για λογαριασμό άλλων αν και τις περισσότερες φορές, κάθε πόλη έκοβε τα δικά της. Τα νομίσματα ήταν παιστά (ένα θερμασμένο στρογγυλό πέταλο χτυπιόταν ανάμεσα σε δύο μήτρες, τον οπισθότυπο και τον εμπροσθότυπο). Τα μεγάλου μεγέθους ήταν χυτά σε μήτρες (254). Λίγες έχουν βρεθεί, μάλλον διότι μετά την παραγωγή τις κατέστρεφαν για την αποφυγή παραχαράξεων. Όπως είπαμε, δεν είχαν όλες οι πόλεις μεταλλεία. Έτσι γίνονταν εισαγωγές μετάλλου. 

Οι Νομισματικοί Τύποι (255) Α. το ομιλόν σύμβολο της πόλης (π.χ. ένα μήλο στη Μήλο) Β. αντικατοπτρίζει τον πλούτο της πόλης (ένα στάχυ στη Λευκανία) 

Page 68: ΕΛΠ20 περίληψη

Γ. αναπαράσταση του προστάτη – θεού Δ. αναφορά σε κάποιο μύθο της πόλης Ε. υπόδειξη πολιτικών αλλαγών (θαλάσσια χελώνα για την Αίγινα αρχικά, χερσαία χελώνα όταν κατακτήθηκε από τους Αθηναίους ) (256) Στ. απεικόνιση πορτρέτου κάποιου θνητού. Τα πορτρέτα στα νομίσματα, εδραιώνονται από τους διαδόχους του Μ. Αλεξάνδρου Σπάνιες είναι (257) οι αναπαραστάσεις ιστορικών σκηνών που σχετίζονται με την επίδραση της Ανατολής. Το αντίθετο συνέβη στους ρωμαϊκούς χρόνους, όπου λόγω προπαγάνδας απεικονίζονται οι αρετές και οι άθλοι του εκάστοτε αυτοκράτορα. 

Η Οικονομία της Αθήνας (257) Η Αθήνα, ήταν μια από τις ισχυρότερες πόλεις – κράτη και φυσικά υπήρξε μια από τις πρώτες που έκοψαν νόμισμα. Ο πλούτος της προερχόταν από την αγροτική – κτηνοτροφική παραγωγή, το εμπόριο, τη βιοτεχνία, τους φόρους και τα πλούσια μεταλλεία του Λαυρίου. Επίσης, ως ‘υπερδύναμη’ συνέλεγε φόρους υποτέλειας και από άλλες πόλεις. Η κυριαρχία αυτή υπήρξε μακρόχρονη. Ο Πειραιάς ήταν κέντρο εμπορικών επαφών καθώς το θαλάσσιο εμπόριο είχε μεγάλη ανάπτυξη, λόγω των δύσβατων χερσαίων δρόμων. Το οδικό δίκτυο παρέμενε κακό, για προστασία από επιδρομές. Ο πληθυσμός αποτελούνταν από πολίτες, μέτοικους και σκλάβους. Μόνον οι πρώτοι μπορούσαν να έχουν έγγεια περιουσία. Λόγω του εμπορίου, αναπτύχθηκαν οι έμποροι και οι βιοτέχνες, που μαζί με τους αγρότες και τους φτωχούς, συμμαχούσαν εναντίον των αριστοκρατών. Σημειώνουμε πως ο πλουτισμός με κινητή περιουσία είναι γνώρισμα των αναπτυγμένων κοινωνιών, καθώς στην αρχή μιας πόλης, το μόνο περιουσιακό στοιχείο ήταν η γη. Ο Σόλωνας προχώρησε (258) σε μεταρρυθμίσεις για να μειώσει τις διαφορές μεταξύ πολιτών και αριστοκρατών. Η οικονομική μεταρρύθμιση όμως δεν είναι νομισματική καθώς τα πρώτα αθηναϊκά νομίσματα εμφανίστηκαν μετά την εποχή του. Αφορούσε μόνον μέτρα και σταθμά. Ο Σόλων διαχώρισε τους πολίτες ανάλογα με το εισόδημά τους, με μονάδα μέτρησης το μέδιμνο, ελαφρύτερη μονάδα από την προηγούμενη. Ανάλογα με τα έσοδα, ορίστηκε ο φόρος που μπορούσε να καταβάλλει ο κάθε πολίτης, όπως και τα αξιώματα που μπορούσε να αναλάβει. Έτσι, ακόμα και οι θήτες μπορούσαν να μετέχουν στη διακυβέρνηση. Η μετρική αυτή μεταρρύθμιση διευκόλυνε και το εμπόριο. Μετά το Σόλωνα ανέλαβε ο Πεισίστρατος και οι αριστοκράτες. Η Αθήνα απέκτησε μεγάλη οικονομική και πολιτική ώθηση. Το κράτος αναπτύσσεται κι έχουμε εισοδηματική πολιτική, ανάπτυξη της βιοτεχνίας και του εξαγωγικού εμπορίου. Η Αθήνα εξάγει προϊόντα. Ο Σόλωνας δίνει κτήματα στους ακτήμονες και πιστώσεις στους παραγωγούς, ενισχύοντας τη μικρή ιδιοκτησία. Η Αθήνα κόβει νομίσματα το 570. μπροστά φέρουν διάφορα εμβλήματα και πίσω έγκοιλο τετράγωνο. Ο Πεισίστρατος καθορίζει το βάρος (8,35 γρ.). (259) Οι γαιοκτήμονες αντιδρούν και ο Κλεισθένης εφάρμοσε ένα μετριοπαθέστερο πρόγραμμα. Η πόλη όμως, είχε ήδη αποκτήσει δημοκρατικό πολίτευμα. Τα πρώτα αθηναϊκά τετράδραχμα φέρουν την Αθηνά και την κουκουβάγια κι εμφανίζονται στην εποχή του Ιππία. Οι ‘γλαύκες’ επιβάλλονται στις διεθνείς αγορές καθώς γίνονται παντού αποδεκτές. Την πρώτη ύλη δίνουν τα κρατικά μεταλλεία του Λαυρίου. 

Η Οικονομική Ζωή της Πόλης (260) 

Page 69: ΕΛΠ20 περίληψη

Το νόμισμα χρησιμοποιήθηκε στην καθημερινή ζωή από νωρίς. Από τον 6ο αι. η πόλη νοικιάζει μεταλλεία και κτήματα σε φρατρίες, δήμους και οργανώσεις, καθώς και ακίνητα που της ανήκουν σε ξένους, μέτοικους και απελεύθερους δούλους. Οι πολίτες χρησιμοποιούσαν το νόμισμα στην καθημερινή ζωή, στην πληρωμή φόρων, εισφορών κλπ. Το ίδιο έκαναν και οι αγρότες. Οι αγορές της Αττικής ήταν στην Αθήνα, στον Πειραιά και στο Σούνιο. Βέβαια, ο αντιπραγματισμός διατηρήθηκε στην ύπαιθρο, έστω και σε λανθάνουσα μορφή κάτι που ο Αριστοτέλης θεωρούσε απολίτιστο. Ίσως να μη μπορούμε να επιβεβαιώσουμε ακριβώς το μέγεθος της χρήσης του νομίσματος, ο μεγάλος αριθμός τους όμως, αποδεικνύει το εύρος τους. Η Αθήνα είχε το πιο αναπτυγμένο σύστημα εισόδων – εξόδων από τον 5ο έως τον 4ο αι. υπό την έγκριση της Εκκλησίας του Δήμου. Το εξέθετε κάθε μήνα ο αντιγραφεύς. Σώζεται μάλιστα πληθώρα επιγραφών με αναφορές στα οικονομικά της πόλης. (Ακολουθούν παραδείγματα στη σελ. 261). Πέραν των τακτικών εξόδων (261) υπήρχαν και οι έκτακτες δαπάνες. Οι μεγαλύτερες, έγιναν για δημόσια έργα την εποχή του Περικλή. Τα έσοδα της πόλης ήταν μεγαλύτερα από τα έξοδά της, λόγω των φόρων και των μονοπωλίων σε προϊόντα, τράπεζες, τα μεταλλεία του Λαυρίου και τη νομισματοκοπία. Οι άμεσοι φόροι των πολιτών ήταν τακτικοί και έκτακτοι. Τακτικοί : ήταν μόνο η εισφορά, καθώς θεωρούσαν πως ο κεφαλικός, ο φόρος ιδιοκτησίας και εργασίας έπλητταν την ελευθερία του ατόμου. Επίσης υπήρχαν οι λειτουργίες, όπως η χορηγία, η γυμνασιαρχία και η ιπποτροφία που ήταν τακτές. Έκτακτοι : η τριηραρχία και η αρχιθεωρία Οι μέτοικοι πλήρωναν 12 δραχμές το χρόνο σε άμεσους φόρους, όπως και οι ξένοι. Όταν δε μπορούσαν να πληρώσουν, πωλούνταν ως δούλοι. Έμμεσοι φόροι : η εκποίηση περιουσίας της πόλης, οι δημεύσεις περιουσιών, τα δικαστικά έξοδοι, τα τέλη και οι δασμοί, διάφοροι φόροι κλπ. Για τη συλλογή των εσόδων, οι πόλη είχε ειδικούς εισπράκτορες με στρατιωτικές δυνάμεις, που επέβαλλαν κυρώσεις στους λαθρεμπόρους. Υπήρχαν επίσης κρατικοί λειτουργοί που επέβλεπαν τις τιμές. Ένα από τα κυριότερα έσοδα των Αθηνών ήταν οι εισφορές των συμμάχων αλλά και γενικότερα τα έσοδά της ήταν πολλά. Έτσι κατάφερε να είναι ένα από τα πλουσιότερα κράτη για δύο αιώνες, προσελκύοντας μέτοικους. Τον 5ο αι. προσπάθησε ανεπιτυχώς να επιβάλλει το νόμισμά της σε όλη την επικράτεια. Πάντως, η Αθήνα κατάφερε να έχει μεγάλη συγκέντρωση κεφαλαίου καταφέρνοντας έτσι να κυριαρχεί, μέχρι την έλευση των Μακεδόνων. Με το Μ. Αλέξανδρο η ελληνική κυριαρχία φτάνει στο απόγειό της και επιβάλλει το νόμισμά της που είναι σύμφωνο με τον αττικό κανόνα τον οποίο ήδη αποδέχονταν οι περισσότερες περιοχές. 

Οικονομική κρίση στην Αθήνα (263) Τον 5ο και 4ο αι. η Αθήνα έχει όλο και περισσότερους πολίτες που δεν είναι ιδιοκτήτες γης ενώ οι μικροϊδιοκτήτες εξαρτιόνταν από τους πλούσιους γαιοκτήμονες με συνέπεια το δανεισμό. Κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, οι αντιθέσεις οξύνθηκαν και η οικονομία παρουσίασε κάμψη. Σταμάτησε η εισροή φόρων υποτέλειας, εξασθένησε το εμπόριο και η πόλη δεν είχε πρόσβαση στα μεταλλεία του Λαυρίου. Χιλιάδες δούλοι δραπέτευσαν, το κράτος βρέθηκε ταπί, αδυνατούσε να πληρώσει τις υποχρεώσεις του και κατέφυγε σε έκτακτα οικονομικά μέτρα : - τέθηκαν σε κυκλοφορία χρυσά νομίσματα 12πλάσιας αξίας. Το μέταλλό τους

Page 70: ΕΛΠ20 περίληψη

προήλθε από επτά επιχρυσωμένα αγάλματα Νικών που είχαν φτιαχτεί για αυτό το σκοπό. Τα χρυσά νομίσματα γρήγορα βγήκαν από την κυκλοφορία κι η πόλη κυκλοφόρησε χάλκινα. Οι Αθηναίοι δεν το αποδέχτηκαν εύκολα αυτό. Και αυτά αντικαταστάθηκαν με αργυρά. Το αθηναϊκό νόμισμα επανεκδίδεται το 391 με το ίδιο βάρος και τύπο. Έχουμε επίσης πληθώρα υποδιαιρέσεων για τις καθημερινές συναλλαγές (264). Η νομισματική παραγωγή ελαττώνεται από τα μέσα του 4ου αι. λόγω των νομισμάτων του Φιλίππου Β και κυρίως του Αλέξανδρου Γ. Ακόμα κι έτσι όμως, η Αθήνα κράτησε σταθερό το βάρος και την ποιότητα του μετάλλου της, χωρίς να καταφύγει στην υποτίμηση. 

Η Οικονομική Πολιτική των Σελευκιδών (265) Στο βασίλειο αυτό, κυκλοφορούσαν εκτός από τα νομίσματα των βασιλέων, νομίσματα του Αλέξανδρου και των διαδόχων του. Αυτά μάλιστα του Αλέξανδρου καλύπτουν το 80% της κυκλοφορίας καθώς τα δέχονται κυρίως οι μισθοφόροι, η Συρία και η Παλαιστίνη. Οι αρχικές εκδόσεις του Σέλευκου φέρουν το όνομα του Αλέξανδρου και έχουν τους ίδιους τύπους. Δικά του νομίσματα έκοψε προς το τέλος της βασιλείας του. Ο διάδοχός του Αντίοχος Α καθιέρωσε το πορτραίτο στο νόμισμα, κρατώντας και αυτός το αττικό βάρος. Άλλωστε το κράτος του βρισκόταν μέσα σε μια περιοχή όπου κυκλοφορούσαν διάφορα νομίσματα, ίδιου σταθμητικού κανόνα, του αττικού. Η νομισματική πολιτική των Σελευκιδών φαίνεται ανοικτή, βασισμένη στο εμπόριο. Ήταν όμως στην ουσία η συνέχεια μιας πρακτικής που προϋπήρχε καθώς γενικά, οι Σελευκίδες δεν έκαναν πολλές αλλαγές και το σύστημά τους παρέμεινε σταθερό μέχρι την κατάκτησή τους από τους Ρωμαίους. Είχαν όμως δύο μειονεκτήματα : - το βασίλειο έχανε κέρδη, καθώς οι έμποροι και οι ξένοι δεν χρειαζόταν να κάνουν συνάλλαγμα - το βασίλειο δε μπορούσε να ελέγξει το πλήθος των νομισμάτων και μπορούσε να βρεθεί σε έλλειψη ή πληθώρα νομισμάτων, κάτι που δημιουργεί πληθωρισμό. Βέβαια, η πολιτική αυτή είχε και πλεονεκτήματα : - τα νομίσματα ήταν ισχυρά και με αξία στις διεθνείς αγορές και είχαν καλή τιμή αλλαγής - οι επιχειρήσεις ανθούσαν όπως και το εμπόριο, η βιοτεχνία και η αγροτική παραγωγή Συμπέρασμα : Οι Σελευκίδες επέλεξαν να έχουν πλούσιους πολίτες για να μπορούν να έχουν πλούσιο κράτος. 

Η Οικονομική Πολιτική των Πτολεμαίων Η Αίγυπτος των Πτολεμαίων διέθετε φυσικά σύνορα κάτι που διευκόλυνε την προστασία της. Ο πληθυσμός της ήταν κυρίως αγροτικός και ζούσε κατά μήκος του Νείλου. Ο πλούτος της βασιζόταν στις εξαγωγές της. Η οικονομία των Πτολεμαίων ήταν κλειστή, με την επιβολή και κυκλοφορία αποκλειστικά του βασιλικού νομίσματος. Ο Πτολεμαίος ο Α είναι ο πρώτος που σταματά τα αλεξάνδρεια νομίσματα. Τα νέα 4δραχμα φέρουν έμπροσθεν το πορτρέτο του και όπισθεν έναν αετό. Από τους Θησαυρούς καταλαβαίνουμε πως ο Πτολεμαίος όχι μόνο εκδίδει νομίσματα δικά του, αλλά επιβάλλει αυτό το μονοπώλιο και σε άλλες κτήσεις. Από ευρήματα του ελλαδικού χώρου, συμπεραίνουμε πως τα πτολεμαϊκά νομίσματα κυκλοφορούσαν παράλληλα με αυτά άλλων χωρών, αν και έχουν κατώτερη αξία. Από έναν πάπυρο, μαθαίνουμε πως οι ξένοι έμποροι όταν έφθαναν στην Αίγυπτο

Page 71: ΕΛΠ20 περίληψη

ήταν υποχρεωμένοι να αλλάξουν τα χρήματά τους με πτολεμαϊκά. Όσοι είχαν νομίσματα αττικού κανόνα, έχαναν ένα 17-18% της αξίας τους. Έτσι το κράτος κέρδιζε περισσότερο. Προφανώς οι έμποροι το δέχονταν αυτό, λόγω των κατώτερων τιμών των προϊόντων καθώς και της πληθώρας προϊόντων και ποιότητας. (269) Οι τιμές διατηρούνταν χαμηλές λόγω του μονοπωλίου, αυξάνονταν όμως οι έμποροι και τα νομίσματα που κυκλοφορούσαν. Για την αποφυγή πληθωρισμού, οι Πτολεμαίοι : - κυκλοφορούσαν ελεγχόμενη ποσότητα χρήματος. Έκοβαν μόνον όσα χρειάζονταν για τις συναλλαγές τους. - Στο εσωτερικό της Αιγύπτου, κυκλοφορούσαν μόνο χάλκινα νομίσματα με υπερτιμημένη αξία, με τα οποία αγόραζαν χρυσά ή αργυρά, κερδίζοντας επιπλέον. Άλλωστε, η επιβολή μονοπωλίου προϋπήρχε στην Αίγυπτο. - Πριν από τους Πτολεμαίους, δεν υπήρχαν πολλές ελληνικές πόλεις, άρα η νομισματική παραγωγή ήταν μικρή. Στη χώρα (270) δεν κυκλοφορούσαν νομίσματα και στην ύπαιθρο γινόταν χρήση του αντιπραγματισμού. Άρα δεν υπήρχε νομισματική παράδοση, κάτι που άφηνε το πεδίο ελεύθερο.

Page 72: ΕΛΠ20 περίληψη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 – ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΙ ΘΕΣΜΟΙ (279) Εισαγωγή Οι σημαντικότεροι οικογενειακοί θεσμοί, είναι αυτοί που σχετίζονται με το γάμο, τη γέννηση, την αποδοχή και την ενσωμάτωση των βρεφών στην οικογένεια καθώς και η ανατροφή των παιδιών. Η Σπάρτη έχει ιδιομορφίες (280) σε σχέση με την Αθήνα καθώς η κοινωνία της ήταν ολιγαρχική. Αποτελούνταν από πολίτες που ήταν ίσοι, όμοιοι μεταξύ τους. Από τα 7 έως τα 30 τους, οι άνδρες ζούσαν σε στρατιωτικούς καταυλισμούς. Το κράτος παρείχε σε κάθε Σπαρτιάτη έναν κλήρο που μεταβιβαζόταν μόνο στο γιο. Στην Αθήνα η κληρονομιά μοιραζόταν σε όλους τους άρρενες κληρονόμους. Αυτός είναι ο λόγος που τα κίνητρα των Αθηναίων για γάμο με γυναίκα με μεγάλη προίκα, απουσιάζουν από τη Σπάρτη. Διαφορετική ήταν επίσης η αντιμετώπιση των πολιτών από το κράτος. Στόχος της Σπάρτης ήταν η δημιουργία γερών στρατιωτών και γυναικών με προορισμό τη γέννα υγιών παιδιών. Τα νεογέννητα έπρεπε πρώτα να γίνουν αποδεκτά από την πόλη πριν αναλάβει η οικογένεια την ανατροφή τους. Στην Αθήνα η αποδοχή του νεογέννητου ήταν πρώτα ιδιωτική υπόθεση. Για τα μη υγιή βρέφη, στη Σπάρτη τα εξέθετε η πόλη, στην Αθήνα η οικογένεια καθώς κανείς δεν είχε υποχρέωση να αναθρέψει κάθε παιδί που γεννιόταν. Η πόλη – κράτος δημιουργήθηκε μεταξύ 8ου και 7ου αι. πυρήνας της είναι ο οίκος, η πατριαρχική οικογένεια, τα μέλη της οποίας ζουν κάτω από την ίδια στέγη. Αρχηγός της οικογένειας ήταν μόνον ο άνδρας. Η επιβίωση της πόλης εξαρτάται από τη συνέχιση του οίκου, μέσω του πολίτη και των απογόνων του κάτι που προϋποθέτει γάμο και απόκτηση παιδιών. Γάμος : θεωρείται ιερός και είναι πρώτιστο μέλημα των νομοθετών. Οι νόμοι για τη γνησιότητα των παιδιών και της κληρονομιάς είναι αυστηροί. Οι παλαιότερες πηγές για το γάμο και την πόλη συναντώνται στα ομηρικά έπη. Ο γάμος είναι διακανονισμός ανάμεσα στο μνηστήρα και τον πατέρα της νύφης. Η γαμήλια τελετή είναι η μεταφορά της νύφης στο καινούριο σπίτι. Υπάρχει επίσης ο αγώνας με έπαθλο τη νύφη, ή η αρπαγή της νύφης, έθιμα παλαιότερα των ομηρικών. Τα έθιμα αυτά τα βρίσκουμε και σε άλλους (281) ινδοευρωπαϊκούς λαούς, προγόνους των Ελλήνων. Στο Έργα και Ημέραι του Ησίοδο, υπάρχει η αρχαιότερη μαρτυρία για την ιδανική ηλικία γάμου. Οι κυριότερες πηγές για το γάμο, τον τοκετό και την ανατροφή των παιδιών χρονολογούνται από την αρχαϊκή εποχή και μετά, σε λογοτεχνικά και επιστημονικά έργα, επιγραφές, παραστάσεις αγγείων και άλλα. Σημαντικό ρόλο έπαιξε η νομοθεσία του Σόλωνα για την Αθήνα. Σπάρτη : η νομοθεσία της αποδίδεται στον ημιμυθικό Λυκούργο. Αργότερα ο βιογράφος του Πλούταρχος έδωσε κι άλλες πληροφορίες. Ορισμένοι από τους σπαρτιατικούς νόμους, κυρίως για τα κληρονομικά δικαιώματα των γυναικών, θυμίζουν αυτούς της κρητικής πόλης Γόρτυνας, χαραγμένους σε επιγραφή με το όνομα Κώδικας ή Νόμος της Γόρτυνας. 

Η Ηλικία Γάμου Ανδρών και Γυναικών (282) 

Ανδρική Ακμή και Γυναικεία Ήβη Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο άνδρας έπρεπε να είναι γύρω στα τριάντα και η γυναίκα να έχει περάσει 4 χρόνια στην ήβη. Αυτός ο υπολογισμός (283) εγκαταλείπεται αργότερα. Υπολογίζουμε όμως πως η ιδανική ηλικία γάμου για μια γυναίκα είναι ανάμεσα στα 14 και 16 της χρόνια. 

Page 73: ΕΛΠ20 περίληψη

Το Αθηναϊκό Πρότυπο Στην Αθήνα, σύμφωνα με το Σόλωνα, επικρατούσε η παραπάνω αντίληψη. 

Κοινά Σημεία των Αρχαίων Μαρτυριών για την Ηλικία Γάμου Ησίοδος – Σόλων : Τα 30 χρόνια ως ιδανική ηλικία για τον άνδρα, έχουν να κάνουν με την ακμή ή ωριμότητά του (284). Ησίοδος – Ξενοφών : η γυναίκα πρέπει να είναι έφηβη Πλάτων – Αριστοτέλης : οι γυναίκες πρέπει να παντρεύονται μεταξύ στα 16 και τα 20 ενώ οι άνδρες ανάμεσα στα 30 – 35 ή 37. έτσι μειώνεται η διαφορά ηλικίας των συζύγων και δίνεται σημασία στη σωματική ανάπτυξη των γυναικών, που πολλές φορές ως έφηβες δεν τα έβγαζαν πέρα με τη γέννα. Οι Αθηναίες παντρεύονταν μεταξύ 13 και 25, ενώ οι άνδρες 17 – 35. Ιδεώδης ηλικία τα 30 για τους άνδρες τα 14 για τις γυναίκες. 

Το Σπαρτιατικό Πρότυπο Δεν προσδιορίζεται αριθμητικά η ηλικία γάμου. Ο Πλούταρχος αναφέρει πως οι Σπαρτιάτισσες ήταν στην ακμή τους όταν παντρεύονταν, ενώ οι άνδρες ήταν γύρω στα 25. Λογικά οι γυναίκες ήταν γύρω στα 20. Aπό τον 5ο αι. και μετά, όλοι οι άνδρες στη Σπάρτη ήταν υποχρεωμένοι να παντρευτούν. Οι Σπαρτιάτισσες περνούσαν την αγωγή. Αντί να ασχολούνται με δουλειές του σπιτιού, ασκούνταν σε αγώνες δρόμου, κι άλλα αθλήματα. Μάθαιναν επίσης τελετουργικά τραγούδια. Αυτό αντιστοιχούσε στην αντίληψη των Σπαρτιατών για ευγονία, θεωρούσαν (285) δηλαδή πως η άθληση έκανε ικανότερες τις μητέρες στην αντιμετώπιση του πόνου και τις βοηθούσε να γεννήσουν υγιή παιδιά. 

Η Ηλικία Γάμου των Ορφανών Κληρονόμων Επίκληροι : οι θυγατέρες που κληρονομούσαν κλήρο, όταν δεν είχαν αδερφούς ή ανιψιούς. Την κληρονομιά τους μπορούσε να διεκδικήσει ο κοντινότερος συγγενής ο αγχιστεύς που θα δεχόταν να την παντρευτεί. Οι εύπορες επίκληροι μπορούσαν να μείνουν ανύπαντρες μέχρι τα 13, μετά υποχρεώνονταν σε γάμο. (Αθήνα). Το ίδιο συνέβαινε και στην Κρήτη (Νόμος Γόρτυνος) όπου η θυγατέρα ονομαζόταν πατρωιώκος. Στη Σπάρτη λεγόταν πατρούχος, μπορούσε όμως να κληρονομήσει η ίδια τα κτήματα του πατέρα της. Ο λόγος που η επίκληρος δεν κληρονομούσε, έχει να κάνει με την ιδιότητα του κυρίου, που είχαν μόνον οι άνδρες. Η Αθηναία δεν θεωρούνταν ποτέ ενήλικη, ή κυρία του εαυτού της. Από τον πατέρα της περνούσε στο σύζυγο και στα γεράματα στους γιούς της. Αν η επίκληρος ήταν ήδη παντρεμένη : - μπορούσε να παραιτηθεί από την κληρονομιά της - μπορούσε να χωρίσει το σύζυγό της και να παντρευτεί τον κοντινότερο συγγενή από την πλευρά του πατέρα της - αν είχε γιο, τότε η περιουσία της περνούσε σε κείνον 

Αιτιολόγηση της Κοινωνικά Αποδεκτής Ηλικίας Γάμου (286) - δίνονταν μεγάλη σημασία στην παρθενία της γυναίκας. Αν είχε και πλήρη άγνοια για τον κόσμο ακόμα καλύτερα, καθώς ο άνδρας της θα της μάθαινε αυτά που ήθελε και έπρεπε να γνωρίζει, τη διαχείριση και τις εργασίες του οίκου. (Ξενοφών – Οικονομικός : η γυναίκα του Ισχόμαχου ήξερε μόνο να υφαίνει, να ράβει και να

Page 74: ΕΛΠ20 περίληψη

μαγειρεύει, εργασίες που ήταν απαραίτητες για την αυτάρκεια του οίκου). - Θεωρούνταν επίσης πως ο γάμος και η εγκυμοσύνη θεράπευε τη συναισθηματική αστάθεια των κοριτσιών που έφταναν στην ήβη. Αυτό εκφράζεται και σε μεταγενέστερη ιατρική πραγματεία που αναφέρει πως τα κορίτσια πρέπει να παντρεύονται και να μένουν έγκυες για να θεραπευτούν, αλλιώς πεθαίνουν. Συμπέρασμα : η νεαρή ηλικία γάμου για τα κορίτσια, ήταν ένας συνδυασμός ιατρικής άγνοιας και πατριαρχικών αντιλήψεων. 

Η Επιλογή Συζύγου (288) 

Ο Γαμπρός ως Επιλογή, η Νύφη ως Έπαθλο Ένας πανάρχαιος τρόπος, είναι να δίνεται η νύφη ως έπαθλο στο νικητή ενός αγώνα ή άθλου. Ο πατέρας της νύφης προκήρυσσε έναν αγώνα με έπαθλο την κόρη του. Ο τρόπος αυτός στόχευε στην εξωγαμία, το γάμο ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν άνηκαν στην ίδια κοινωνική ομάδα. Τέτοιους αγώνες συναντάμε σε επικές και μυθολογικές διηγήσεις Ελλήνων και Ινδών, οι οποίοι επιβιώνουν στην Ελλάδα μέχρι την αρχαϊκή εποχή, στην Ινδία μέχρι τους κλασικούς χρόνους. (ακολουθούν παραδείγματα σελ. 289-290 από την Οδύσσεια και τον Ηρόδοτο). 

Η Επιλογή του Γαμπρού από τη Νύφη (290) Αν και ασυνήθιστο, υπήρχαν περιπτώσεις όπου η νύφη επέλεγε το γαμπρό. Κάτι τέτοιο μαρτυρά ο Ηρόδοτος πως συνέβη με τις κόρες του πάμπλουτου Καλλία. Ο Καλλίας έδωσε πολύ μεγάλη προίκα στην κάθε μια και τις άφησε να διαλέξουν μόνες τους. Το δικαίωμα αυτό εμφανίζεται στους αριστοκρατικούς κύκλους και άλλων λαών όπως στους Ινδούς και τους Κέλτες. 

Η Προίκα (292) Η προίκα αποτελούσε τη μοναδική περιουσία της νύφης, έπρεπε να είναι ανάλογη της οικονομικής κατάστασης του γαμπρού. Προίκα : χρηματικό ποσό ή ακίνητο που η τιμή του υπολογιζόταν σε μετρητά. Το ακίνητο προερχόταν από τον πατέρα, όχι όμως από τον κλήρο του, την έγγεια δηλαδή περιουσία που μεταβιβαζόταν μόνο σε αρσενικό παιδί. Τα μετρητά ήταν η συνεισφορά της γυναίκας στο σπίτι και στη χειρότερη περίπτωση εξασφάλιζαν την συντήρηση της ίδιας και των παιδιών της. Την προίκα διαχειριζόταν ο σύζυγος χωρίς όμως να έχει την κυριότητά της. Αν το ζευγάρι χώριζε ή πέθαινε η γυναίκα πριν αποκτήσει παιδιά, η προίκα επιστρεφόταν στον πατέρα ή τον κηδεμόνα της. Για να εξασφαλιστεί αυτή η επιστροφή, δινόταν εγγύηση ακίνητης περιουσίας. Αν ο σύζυγος δεν επέστρεφε την προίκα, έχανε το ακίνητο που είχε ορίσει ως εγγύηση. Την υποθήκευση του ακινήτου δήλωνε ένας λίθος στον οποίο χαρασσόταν η τιμή του. Αν υπήρχαν αρσενικά παιδιά, η προίκα της μητέρας περνούσε σε αυτά, με την προϋπόθεση πως θα συντηρούσαν τη μητέρα τους τα ίδια ή ο κηδεμόνας της. Όταν ξαναπαντρεύονταν οι χήρες, έπαιρναν προίκα όπως και οι ανύπαντρες. Τις φτωχές επίκληρους προικοδοτούσαν συλλογικά οι πλουσιότεροι συγγενείς τους. 

Η εκ των προτέρων Κληρονομιά ως Προίκα Στην Σπάρτη δε δινόταν προίκα, άλλωστε οι ορφανές πατρούχοι κληρονομούσαν απ’ ευθείας τον πατέρα τους. Αν υπήρχαν αρσενικά αδέρφια, η κληρονομιά μοιραζόταν και το κορίτσι την έπαιρνε εκ των προτέρων, όταν παντρευόταν. Ο Αριστοτέλης αναφέρει πως οι Σπαρτιάτες μπορούσαν να μεταβιβάζουν τη γη τους με προίκα ή κληρονομιά. (293). Στην εποχή του, τα δύο πέμπτα των πλουσίων ήταν γυναίκες. Στη

Page 75: ΕΛΠ20 περίληψη

Σπάρτη η εξωτερική εμφάνιση έπαιζε μεγαλύτερο ρόλο στην εξεύρεση συζύγου από ότι στην Αθήνα. 

Ο Γάμος μεταξύ Συγγενών Αρχή της ενδογαμίας : γάμος μεταξύ μελών της ίδιας κοινωνικής ομάδας. Υποχρεωτική στην περίπτωση επίκληρου για να παραμείνει ο κλήρος του πατέρα της στην οικογένεια. Έτσι συναντάμε γάμους μεταξύ ξαδελφών, θείων και ανιψιών κ.α. στη Σπάρτη μπορούσαν να παντρευτούν και ομομήτριοι (ετεροθαλή αδέλφια από την ίδια μητέρα). Τους αθηναϊκούς γάμους σχεδίαζαν οι αρχηγοί των δύο οίκων, με τη μεσολάβηση της προμνήστριας (προξενήτρας). 

Η Σύναψη Γάμου (295) Αρραβώνας και Γάμος στην Αθήνα Ο γάμος ήταν ιδιωτική υπόθεση, που δεν καταγραφόταν σε κάποια επίσημη ληξιαρχική πράξη. Τον αθηναϊκό γάμο συνιστούσαν δύο διαδικασίες : - εγγύη ή εγγύηση : ένα είδος αρραβώνα που έδινε νομιμότητα στην κατοπινή συμβίωση. - έκδοση : η παράδοση της νύφης και της προίκας της στο σύζυγό της που εκδηλωνόταν με τη μεταφορά της νύφης στο σπίτι του γαμπρού - συνοικείν : η συγκατοίκηση του ζεύγους που ολοκλήρωνε το γάμο (296) 

Ο Αρραβώνας (εγγύη) Επίσημη υπόσχεση ενώπιον μαρτύρων – κάτι σαν αρραβώνας – όπου οριζόταν το μέγεθος και η σύνθεση της προίκας. Η συμφωνία γινόταν ανάμεσα στον πατέρα ή τον κηδεμόνα της νύφης και τον μνηστήρα της. Η εγγύη ήταν κάτι περισσότερο από αρραβώνας, δεδομένου πως κάποιες φορές η κυριότητα και η προίκα της κοπέλας περνούσαν στο μνηστήρα που υποχρεωνόταν να τη συντηρεί. Η παρουσία της κοπέλας στην εγγύη δεν ήταν απαραίτητη. Σε περίπτωση επίκληρου, αντί για εγγύη εκδιδόταν η επιδικασία (δικαστική απόφαση). Έτσι γινόταν αποδεκτό να παντρευτεί την επίκληρο ο κοντινότερος συγγενής του πατέρα. Ανάμεσα στην εγγύη και την έκδοση, μεσολαβούσαν συχνά, αρκετά χρόνια, ενώ άλλες φορές, ο γάμος ματαιωνόταν και η προίκα έπρεπε να επιστραφεί. 

Ο Γάμος (έκδοση) Η επίσημη παράδοση της νύφης στο σύζυγό της, μαζί με τη μεταφορά της προίκας και των προικιών στο νέο σπιτικό. Η λέξη αναφέρεται στο σύνολο των γαμήλιων διαδικασιών, που κρατούσαν τρεις ημέρες. Η έκδοση άρχιζε με θυσίες, εξαγνιστικά λουτρά για το ζευγάρι και κορυφωνόταν με την τελετουργική μεταφορά της νύφης στο σπίτι του γαμπρού. (297) Εκεί ζούσε με τα πεθερικά της. Το βασικό αυτής της τελετουργίας ήταν να ενσωματωθεί το νέο μέλος στην οικογένεια του συζύγου. Ο γάμος συνήθως διεξαγόταν το μήνα Γαμηλιώνα, μήνα του γάμου του Δία με την Ήρα. Νομικώς, η σημαντικότερη πράξη ήταν η παρουσίαση της νύφης στη φρατρία του γαμπρού και γινόταν στην εορτή των Απατουρίων το φθινόπωρο. Δε γνωρίζουμε αν αυτή η παρουσίαση γινόταν πριν ή μετά το γάμο. Μετά την αποδοχή από τη φρατρία ο γαμπρός προσέφερε θυσία, τη γαμηλία, ώστε να αναγνωριστεί η νύφη ως κόρη

Page 76: ΕΛΠ20 περίληψη

Αθηναίου πολίτη. Η αποδοχή από τη φρατρία ήταν απαραίτητη για την αναγνώριση των αρσενικών τέκνων ως Αθηναίων πολιτών. Η έκδοση διαρκούσε τρεις ημέρες αλλά δε γνωρίζουμε πολλές λεπτομέρειες για τα τελετουργικά έθιμα. Σημαντική πηγή είναι το Ονομαστικόν του Πολυδεύκη, ένα λεξικό λέξεων που κατατάσσονται κατά θεματικές ομάδες όπως ο γάμος, η οικογένεια και η ανατροφή των παιδιών, με χωρία και μαρτυρίες. Σύμφωνα με αυτό : - προτέλεια ή προγάμια : αρχική θυσία του γάμου που τελούσαν ξεχωριστά άντρες και γυναίκες. Οι κοπέλες αφιέρωναν βόστρυχο των μαλλιών τους στην Άρτεμη και τις Μοίρες. Έτσι πέθαιναν ως παρθένες. Συχνά αφιέρωναν και τα παιδικά παιχνίδια τους. 

Το Λουτρό του Εξαγνισμού Σκοπός του ήταν ο τελετουργικός εξαγνισμός. (298) Δεν ξέρουμε αν γινόταν πριν ή μετά την προγάμια. Κατά τη διάρκειά του, οι καλεσμένοι κρατούσαν αναμμένους δαυλούς, έτσι ώστε η φωτιά να απομακρύνει τα δαιμονικά στοιχεία από τη ζωή του ζευγαριού, που βρισκόταν στο μεταβατικό στάδιο πριν το γάμο. Το νερό μεταφερόταν από την Εννεάκρουνο πηγή, από όπου έρρεε το γονιμοποιό νερό της Καλλιρρόης. Το αγγείο όπως και η κοπέλα που το μετέφερε λεγόταν λουτροφόρος. (εικ. 1 - 2) 

Το Γαμήλιο Γεύμα (299) Τη δεύτερη μέρα ακολουθούσε γαμήλιο γεύμα στο σπίτι της νύφης ή του γαμπρού. Σε αντίθεση με την καθημερινότητα, οι γυναίκες συνέτρωγαν στο ίδιο δωμάτιο με τους άντρες αλλά σε άλλο τραπέζι. Η νύφη είχε το πρόσωπό της καλυμμένο με πέπλο και φορούσε στεφάνι στο κεφάλι. Οι συγγενείς τη μακάριζαν – της έδιναν δηλαδή ευχές. 

Η Μεταφορά της Νύφης στο Σπίτι του Γαμπρού Όταν νύχτωνε, ο γαμπρός μετέφερε τη νύφη στο σπίτι του με γαμήλιο αμάξι. Εκείνη καθόταν ανάμεσα στο γαμπρό και τον (300) καλύτερό του φίλο (παράνυφος ή πάροχος). Συνοδευόντουσαν από τους συγγενείς και φίλους της νύφης με πρώτη τη μητέρα της. Όλοι μαζί τραγουδούσαν ύμνους του θεού του γάμου (Υμέναιος) κρατώντας αναμμένους δαυλούς. Ήταν μια πολύ φορτισμένη σκηνή για τη νύφη, που εγκατέλειπε για πάντα το σπίτι της. Τέτοιου είδους σκηνές έχουν απεικονιστεί σε λουτροφόρους ή πυξίδες. 

Η Ενσωμάτωση της Νύφης στο Καινούριο Σπίτι (301) Τα πεθερικά την οδηγούσαν στην εστία και την έθεταν με επισημότητα κάτω από την προστασία των θεών του οίκου. Ταυτόχρονα έραιναν το γαμπρό και τη νύφη με καρύδια και ξερά φρούτα (καταχύσματα) σύμβολα γονιμότητας και πλούτου. Ένα αγόρι του οποίου ζούσαν και οι δύο γονείς προσέφερε ένα καλάθι με ψωμί στο ζευγάρι. Η νύφη έτρωγε ένα κυδώνι ή μήλο, όπως έκανε η Περσεφόνη όταν παντρεύτηκε τον Πλούτωνα. Η κορύφωση ερχόταν με τα ανακαλυπτήρια, μια τελετουργική χειρονομία όπου η νύφη αποκάλυπτε το πρόσωπό της στο γαμπρό. Η χειρονομία αυτή είχε συμβολικό χαρακτήρα και δήλωνε την αποδοχή της νύφης για το γάμο. Ύστερα ο γαμπρός οδηγούσε τη νύφη στο νυφικό θάλαμο, ενώ οι καλεσμένοι τραγουδούσαν απ’ έξω ένα επιθαλάμιο. Η επόμενη μέρα ονομαζόταν επαύλια. Οι συγγενείς έφερναν δώρα για το ζευγάρι.

Page 77: ΕΛΠ20 περίληψη

Από τη στιγμή που το ζευγάρι άρχιζε να συγκατοικεί, ολοκληρωνόταν ο γάμος. Στην περίπτωση επίκληρου κόρης, ο γαμπρός έμενε στο σπίτι του κηδεμόνα της νύφης. 

Ο Σπαρτιατικός Γάμος (302) Το πιο λαμπρό είδος γάμου για τη γυναίκα ήταν η αρπαγή κι έχουμε πολλές σχετικές μαρτυρίες. Στους αριστοκράτες της Σπάρτης, αυτός ήταν η εξαίρεση κι όχι ο κανόνας. 

Η Αρπαγή της Νύφης και ο Κρυφός Γάμος Ο γάμος με αρπαγή ίσχυε για τους απλούς Σπαρτιάτες ή για όσους ήταν μικρότεροι από 30 και ζούσαν σε καταυλισμούς. Δεν ξέρουμε από που άρπαζαν τη νύφη. Για μερικά χρόνια ο γάμος αυτός έμενε κρυφός. Υποθέτουμε λοιπόν πως η νύφη μεταφερόταν κρυφά στο σπίτι του γαμπρού, όπου υποβαλλόταν σε τελετουργία τρασβεστισμού. Η νυμφεύτρια κούρευε τη νύφη γουλί, την έντυνε αντρικά και την έβαζε για ύπνο σε ένα αχυρόστρωμα. Εκεί την έβρισκε ο σύζυγος που είχε δειπνήσει στον καταυλισμό. Έμενε μαζί της για λίγο κι ύστερα έφευγε. Την επόμενη μέρα την περνούσε (303) με τους συνομηλίκους του και πήγαινε στη γυναίκα του κρυφά και διακριτικά. Αυτό συνέβαινε γιατί δεν επιτρεπόταν να παντρεύονται οι άνδρες πριν τα 30. Το κόψιμο των μαλλιών της νύφης σηματοδοτούσε το πέρασμά της από παρθένο σε νόμιμη σύζυγο. Δεν τα άφηνε ποτέ ξανά μακριά. Το ανδρικό της ντύσιμο έχει μάλλον αποτροπαϊκό χαρακτήρα. Μια ψυχολογική ερμηνεία αναφέρει πως αυτό είχε στόχο να διευκολύνει τη μετάβαση του γαμπρού από την αποκλειστικά ανδρική και ομοφυλοφιλική του αγωγή στον έγγαμο βίο. Η πρώτη νύχτα δεν είχε πολυτέλεια ή πανηγυρισμό. Έμοιαζε με κρυφή ένωση των ανθρώπων που την ημέρα ασχολούνταν με τον πόλεμο. 

Η Πολυανδρία των Σπαρτιατών Έθιμο κατά το οποίο 3 ή 4 Σπαρτιάτες ή περισσότεροι αν ήταν αδέρφια, μοιράζονταν την ίδια σύζυγο. Τα παιδιά που γεννιόντουσαν ανήκαν σε όλους. Επίσης : - ένας ηλικιωμένος, άτεκνος, μπορούσε να αποκτήσει παιδιά από κάποιον άνδρα που θαύμαζε τη διάπλασή του - ένας άνδρας που δεν ήθελε να παντρευτεί, διάλεγε μια γόνιμη και διακεκριμένη γυναίκα για να κάνει παιδιά μαζί της Παρόμοια έθιμα υπάρχουν και σε άλλους λαούς.

Ο Ερχομός και η Ενσωμάτωση των Παιδιών στην Οικογένεια (305) 

Ο Τοκετός κατ’ Οίκον Ο γάμος είχε μοναδικό σκοπό την απόκτηση παιδιών. Η πρώτη εγκυμοσύνη για τις Αθηναίες πρέπει να ήταν τρομακτική, καθώς πολλές πέθαιναν στη γέννα λόγω του νεαρού της ηλικίας τους, αλλά και πολλά νεογέννητα ζούσαν για λίγες μόνο μέρες. (306) Η γέννα γινόταν από τις γυναίκες του σπιτιού με στοιχειώδη μέσα, στο γυναικωνίτη όπου οι άνδρες δεν είχαν πρόσβαση. Σε περίπτωση λιποθυμίας, η γυναίκα εισέπνεε λεμόνι ή κίτρο. Μετά τη γέννα, σπαργάνωναν το μωρό και το παρουσίαζαν στον πατέρα. Αν ήταν αγόρι, κρεμούσαν στην πόρτα ένα κλαδί ελιάς (σύμβολο ανδρικών ανταμοιβών στο στίβο, την πολιτική και τη στρατιωτική ζωή), αν ήταν κορίτσι, μια μάλλινη κορδέλα (σύμβολο του δεσίματος της γυναίκας με το σπίτι). Αρχικά είχαν αποτροπαϊκό χαρακτήρα, όπως και τα φυλαχτά των νεογέννητων. 

Page 78: ΕΛΠ20 περίληψη

Αν ο τοκετός ήταν δύσκολος, βοηθούσε η μαία, γυναίκα που δε μπορούσε πια να τεκνοποιήσει. Με επωδές (ξόρκια) και μαλάξεις στην κοιλιά η μαμή προσπαθούσε να διευκολύνει τον τοκετό. Ύστατη καταφυγή ήταν η θεότητα. Δημοφιλείς ήταν η Ειλείθυια και η Άρτεμης. Αν ο τοκετός είχε αίσιο τέλος, η μητέρα επισκεπτόταν με το μωρό τα ιερά των παραπάνω ή και της Δήμητρας για να θέσει το μωρό υπό την προστασία τους. Αφιέρωνε τα ρούχα του τοκετού, ένα δίσκο με αναίμακτες προσφορές και θυσίαζε ένα ζώο. 

Η Έκθεση (απόθεση) των Νεογέννητων (307) Αν ο ερχομός του παιδιού προξενούσε αντιδράσεις λόγω δυσμορφίας ή φύλλου ή ήταν καρπός παράνομης σχέσης (308) μπορούσε να μη γίνει δεκτό από τον οίκο. Με την έκθεση ή απόθεση, μπορούσαν να απαλλαγούν από το ανεπιθύμητο νεογνό. Με εντολή του κυρίου του οίκου, η μαία ή μια σκλάβα έβαζε το νεογέννητο σε χύτρα, κασελάκι ή καλάθι και το μετέφερε έξω από την περιοχή, όπου το εγκατέλειπε. Καμιά φορά όμως ο εκτελεστής δεν ήθελε να πεθάνει το μωρό, έτσι το άφηνε σε σταυροδρόμι ή έξω από κάποιο ιερό ελπίζοντας πως κάποιος θα το αναθρέψει. Τα παιδιά αυτά ανατρέφονταν ως δούλοι κάποιου πλούσιου ή υπηρετούσαν κάποιο θεό. Τα κορίτσια διέτρεχαν μεγαλύτερο κίνδυνο για έκθεση από τα αγόρια, λόγω της μικρής κοινωνικής αξίας τους. Η μυθική παράδοση ενδιαφέρεται μόνο για τα έκθετα αγόρια, καρπός σχέσης της μητέρας τους με κάποιο θεό, ή ως απειλή της βασιλικής εξουσίας του πατέρα. Όπως ξέρουμε, πολλά από αυτά έγιναν ήρωες τραγωδιών, όπως ο Οιδίπους και ο Ίων. Δεν έχουμε καμία απόδειξη πως η έκθεση βρεφών συνιστούσε έγκλημα. Επρόκειτο για μια εναλλακτική λύση στην έκτρωση. Με την (309) έκθεση απέφευγαν την ενοχή και το μίασμα που συνεπαγόταν ο φόνος. Ο νόμος δεν υποχρέωνε κανέναν να αναθρέψει κάθε παιδί που γεννιόταν στον οίκο του, πολύ περισσότερο αν δεν είχαν γίνει οι απαραίτητες ιεροτελεστίες αποδοχής του βρέφους στον οίκο. Αυτές συμβόλιζαν την πατρική εστία και την αδιάσπαστη γραμμή αναπαραγωγής καθώς και με την ονοματοθεσία. Αφού το νεογέννητο δεν είχε συνδεθεί με τη φλόγα του σπιτιού δεν είχε πραγματική ύπαρξη. Το ίδιο συνέβαινε και σε άλλους λαούς, όπως οι Πέρσες και οι Ρωμαίοι. 

Η Ενσωμάτωση του Νεογέννητου στην Οικογένεια Πέντε έως 7 ημέρες μετά τη γέννηση, όσοι είχαν λάβει μέρος στον τοκετό γιόρταζαν στο σπίτι του νεογέννητου. Από θρησκευτικής πλευράς, στόχος ήταν να καθαρθεί το μωρό και οι άλλοι από το μίασμα του χυμένου αίματος του τοκετού. Κυρίως όμως, το μωρό ενσωματωνόταν στην οικογένεια με μια μυητική τελετή ή τελετουργία περάσματος. Οι τελετές αυτές (310) συνόδευαν τη μετάβαση ενός ατόμου από μια ομάδα ή κοινωνική κατάσταση, σε μια άλλη. Η γέννηση, η παιδική ηλικία, η εφηβεία, ο γάμος και άλλα, συνοδεύονταν από τέτοιες τελετές. 

Τα Αμφιδρόμια Όπως γινόταν δεκτό ένα νέο ενήλικο μέλος στο πατρικό σπίτι, γινόταν και το νεογέννητο. Η βασική τελετή γινόταν στην εστία του σπιτιού και λεγόταν αμφιδρόμια (τρέξιμο γύρω από την εστία). Η λέξη δήλωνε και την εορτάσιμη μέρα. Οι πληροφορίες μας είναι αντιφατικές. Όσοι είχαν μιανθεί από τον τοκετό έπλεναν τα χέρια τους κι έτρεχαν ελαφροντυμένοι γύρω από την εστία με το μωρό στην αγκαλιά. Στα αμφιδρόμια ήταν απαραίτητη η παρουσία του πατέρα καθώς το μωρό ενσωματωνόταν στην οικογένεια και την εστία του. Ακολουθούσε γαργαλιστικό

Page 79: ΕΛΠ20 περίληψη

δείπνο με διάφορες λιχουδιές. Οι συγγενείς που δεν παρευρίσκονταν, έστελναν θαλασσινά. 

Η Δεκάτη Η δέκατη μέρα μετά τη γέννηση, όπου έδιναν όνομα στο μωρό. Μαζί με συγγενείς και φίλους, προσέφεραν θυσία κι ακολουθούσε δείπνο με συμπόσιο μέχρι το πρωί. Οι προσκεκλημένοι έφερναν δώρα (γενέθλια ή οπτήρια). Στο πρώτο παιδί έδιναν το όνομα του παππού ή της γιαγιάς από την πλευρά του πατέρα. Τα ονόματα με το συνθετικό – ίππος φανέρωναν αριστοκρατική καταγωγή. Ο λόγος για αυτήν τη δεκαήμερη καθυστέρηση, είναι ότι πολλά μωρά πέθαιναν μέσα σε αυτό το διάστημα. Μετά τα αμφιδρόμια και τη δεκάτη, ενώ κρατούσαν ακόμη τα λόχια, η μητέρα παρέμενε περιορισμένη στο σπίτι καθώς θεωρούνταν μιαρή (311). Η κάθαρσή της γινόταν 40 μέρες μετά τον τοκετό, με μια χαρούμενη, σπιτική γιορτή (Τεσσερακοσταίον). 

Η Αθηναϊκή Κατοικία Ο συνηθέστερος τύπος χτίζεται σε μακρόστενο οικόπεδο. Αποτελείται από ανοιχτή αυλή, στο βόρειο τμήμα βρίσκονται οι κατοικήσιμοι χώροι και στο νότιο οι αποθήκες, στάβλοι ή μαγαζιά. Σύμφωνα με αυτόν τον τρόπο, ο Ιππόδαμος ανοικοδόμησε τον Πειραιά. Εδώ εμφανίζονται τα οικοδομικά τετράγωνα με ομοιόμορφα, μακρόστενα σπίτια. Αργότερα το σπίτι χτίζεται σε τετράγωνο οικόπεδο και τα δωμάτια οικοδομούνται γύρω από υπαίθρια αυλή. Τα κυριότερα δωμάτια που βλέπουν στην αυλή είναι ο οίκος και ο ανδρών. Οίκος : η καρδιά του σπιτιού και το παλαιότερο στοιχείο. Εκεί συγκεντρώνεται καθημερινά η οικογένεια, όπου έτρωγαν και μαγείρευαν τελετουργικά στη φωτιά της εστίας. Η εστία ήταν χτιστή, χαμηλή, γύρω στο ένα μέτρο. Βρισκόταν ακριβώς στο κέντρο του δωματίου χωρίς να ακουμπά πουθενά. Ανδρών : το επίσημο δωμάτιο, με χτιστές συνήθως κλίνες και πολυτελές δάπεδο. Εκεί γίνονταν τα συμπόσια, όπου ο οικοδεσπότης και οι φιλοξενούμενοί του έτρωγαν, διασκέδαζαν και συζητούσαν. Χρησιμοποιούνταν επίσης για οικογενειακές, εορταστικές εκδηλώσεις. Το υπνοδωμάτιο του ζευγαριού και ο γυναικωνίτης βρισκόντουσαν στον πρώτο όροφο. Στο γυναικωνίτη ζούσαν τα παιδιά μέχρι τα εφτά τους. Το ισόγειο και ο πρώτος όροφος, επικοινωνούσαν με σκάλα, εσωτερική ή εξωτερική. (παραδείγματα σελ. 312-313). 

Η Αναγνώριση των Παιδιών από τη Φρατρία (313) Οι σημαντικότερες τελετουργίες για την αναγνώριση των αγοριών ήταν το μείον και το κούρειον, ενώ για τα κορίτσια η γαμηλία. Διεξάγονταν κάθε χρόνο, την τρίτη μέρα των Απατουρίων στις κατά τόπους φρατρίες από τη μεριά του πατέρα ή του συζύγου. Η μέρα αυτή λεγόταν Κουρεώτις. Η αποδοχή από τη φρατρία νομιμοποιούσε τη γέννηση των παιδιών μεταξύ των οίκων που συγγένευαν με τον πατρικό ή συζυγικό οίκο. Η φρατρία έλεγχε την κληρονομιά και την πατρική περιουσία. Έτσι, μόνο αν είχαν γίνει αποδεκτοί από τη φρατρία μπορούσαν οι νόμιμοι γιοι των Αθηναίων να ασκήσουν τα περιουσιακά και κληρονομικά δικαιώματά τους. Τα αγόρια γίνονταν Αθηναίοι πολίτες στα 18. θεωρούσαν – όπως και άλλοι Ίωνες – τη φρατρία ως κληρονομιά της και την ανήγαγαν στον ήρωα Ίωνα. Στον όρο

Page 80: ΕΛΠ20 περίληψη

διασώθηκε η ινδοευρωπαϊκή λέξη για τον αδελφό. Η είσοδος (314) των αγοριών στη φρατρία γινόταν με τη θυσία μείον, που προσέφερε ο πατέρας στα Απατούρια, ένα χρόνο μετά τη γέννηση του παιδιού. Σημαντικότερη ήταν η θυσία ζώου που συνόδευε την κουρά των μαλλιών του αγοριού (κούρειον) που συμβόλιζε τη μετάβαση από την παιδική ηλικία στην εφηβεία. Κουρά και θυσία σφράγιζαν την είσοδο του εφήβου στη φρατρία και την αναγνώρισή του από αυτήν. Ο πατέρας ορκιζόταν πως το παιδί ήταν γνήσιο, τέκνο νόμιμου γάμου. Αν η φρατρία δεν αποδεχόταν το παιδί, απομάκρυναν το ζώο από το βωμό. Αλλιώς έπαιρνε ο καθένας από ένα κομμάτι που τους μοίραζε το παιδί. Λίγο μετά το κούρειον, το παιδί παρουσιαζόταν στο δήμο του πατέρα για να εγγραφεί ως Αθηναίος πολίτης. Μετά υπηρετούσε για δυο χρόνια στην πόλη ως φρουρός, ταυτόχρονα με τη στρατιωτική του εκπαίδευση. Αυτή η περίοδος ονομαζόταν εφηβεία. 

Η Γέννηση των Παιδιών στη Σπάρτη Δε γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα για τη γέννα στη Σπάρτη. Οι λίγες πληροφορίες αναφέρουν πως έπλεναν τα νεογέννητα με κρασί και δεν τα σπαργάνωναν. Το πλύσιμο με κρασί ήταν μια δοκιμασία, καθώς όσα μωρά ήταν αρρωστιάρικα ή επιληπτικά πάθαιναν κρίση με το κρασί και πέθαιναν, ενώ τα γερά, δυνάμωναν περισσότερο. 

Η Έκθεση Παιδιών στους Αποθέτες Η Γερουσία και όχι ο πατέρας αποφάσιζε για την τύχη του νεογέννητου. Ο πατέρας παρουσίαζε κάθε μωρό στη Λέσχη. Αν μετά από εξέταση το μωρό ήταν υγιές, το επέστρεφαν στον πατέρα για να το αναθρέψει. Τα καχεκτικά και δύσμορφα, ο πατέρας τα εξέθετε στους Αποθέτες, ένα βάραθρο κοντά στον Ταΰγετο. Την ίδια πρακτική συναντάμε και στους Ινδούς. Το πλύσιμο με κρασί και η υποχρεωτική έκθεση των καχεκτικών υποδηλώνουν την τάση των Σπαρτιατών για ευγονισμό, την τεχνητή επιλογή βρεφών με σκοπό τη βελτίωση των απογόνων. Το ίδιο δηλώνει και η συνήθεια να αποκτά παιδί ένας ηλικιωμένος από τη συνεύρεση της γυναίκας του με νεαρό που επέλεγε ο ίδιος. 

Η Ανατροφή των Παιδιών (316) 

Τα Καθήκοντα της Τροφού και του Παιδαγωγού στην Αθήνα Μετά τον τοκετό, η μητέρα θήλαζε και φρόντιζε το μωρό. Στα πλούσια σπίτια, τα μωρά φρόντιζε και η τροφός (που καμιά φορά θήλαζε κιόλας) και αργότερα ο παιδαγωγός. Τροφός ή τιθήνη : συνήθως ήταν δούλη ή φτωχή ελεύθερη. Αναλάμβανε την καθημερινή φροντίδα του μωρού. Μετά τον απογαλακτισμό του φρόντιζε την τροφή και την εκπαίδευσή του ώστε να γίνει αυτόνομο. Όταν το (317) αγόρι μπορούσε να καταλάβει την ανθρώπινη ομιλία, το αναλάμβανε ο παιδαγωγός, έμπιστος δούλος του σπιτιού. Αργότερα το συνόδευε στις εξόδους του κι ήταν ο μόνιμος συνοδός του. Ο παιδαγωγός ήταν ο πιο αγαπημένος δούλος και τα αγόρια δένονταν μαζί του συναισθηματικά. Η τροφός και ο παιδαγωγός παρέμεναν κοντά στα παιδιά όταν μεγάλωναν και συχνά βλέπουμε να προλογίζουν ή να παρεμβαίνουν στην πλοκή τραγωδιών. Η τροφός του πατέρα, μεγάλωνε πολλές φορές και τα παιδιά του. Τότε λεγόταν προς πάτωρ κι έχαιρε ιδιαίτερου σεβασμού. 

Page 81: ΕΛΠ20 περίληψη

Οι Τροφοί της Σπάρτης (318) Οι νεαροί Σπαρτιάτες ζούσαν σε καταυλισμούς από τα 7 μέχρι τα 30 τους χρόνια. Έτσι δε χρησιμοποιούσαν παιδαγωγούς. Οι Λακώνισσες παραμάνες ήταν περιζήτητες, καθώς δε φάσκιωναν τα μωρά, τα συνήθιζαν να τρώνε εύκολα τα φαγητά, να μη φοβούνται την ερημιά και το σκοτάδι, να έχουν πρέπουσα συμπεριφορά. Με αυτήν την τακτική τα παιδιά προετοιμαζόντουσαν για τη μετέπειτα σκληρή στρατιωτική ζωή. Μετά τα 7 περνούσαν στη δικαιοδοσία του κράτους μέχρι να πεθάνουν. Ανάλογη ως ένα σημείο αθλητική εκπαίδευση υποβάλλονταν και τα κορίτσια. Πολιούχος των τροφών της Λακωνίας ήταν η Άρτεμις Κορυθαλία. Η εορτή της ήταν τα Τιθηνίδια και το ιερό της βρισκόταν στην εξοχή.

Page 82: ΕΛΠ20 περίληψη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 – Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ (333) Οι Αρχαίοι πίστευαν πως αρχικά υπήρχε ένας θεός – δημιουργός του κόσμου. Η σκέψη αυτή διαφαίνεται στις κοσμογονικές και θεογονικές θεωρήσεις τους, που συνδέονταν μεταξύ τους και συνδυάζουν τον ποιητικό μύθο με την παρατήρηση και το διαλογισμό. Οι θεογονικοί μύθοι αναφέρονται στην καταγωγή και ιστορία των θεών ενώ οι κοσμογονικοί προσπαθούν να ερμηνεύσουν τη δημιουργία του κόσμου. Θεογονία του Ησίοδου : αρχικά υπήρχε το Χάος, ύστερα η Γη και ο Έρως που εμφανίζεται ως κινητήρια δύναμη του κόσμου. Ο κόσμος συγκροτήθηκε σταδιακά από έναν ατέρμονο πολλαπλασιασμό και τη συνάντηση αντιθετικών δυνάμεων. Οι θεοί φέρονται ως δημιουργοί μιας ατέρμονης κίνησης τεκνογονίας. Από τον 6ο αι. και μετά, οι Έλληνες άρχισαν να αναζητούν λογικές αιτίες για κάθε τι. Οι απόψεις είναι ποικίλες από εποχή σε εποχή. Όταν ανακάλυψαν την ορθολογική συμμετρία του σύμπαντος (με πρώτο τον Πυθαγόρα που αποκάλεσε το σύμπαν, κόσμο) εμπνεύστηκαν μια θρησκευτική λατρεία και μακαριότητα. Διαπίστωσαν επίσης πως αντίθετα με τον ουράνιο, ο ανθρώπινος κόσμος φθείρεται. Η αντίθεση αυτή προβάλλει μια τραγική διάσταση. Στη συμμετρία και τάξη του ουράνιου θόλου αντιτίθεται ένας γήινος κόσμος που απειλείται διαρκώς από το χάος. Τα άστρα δεν παραβιάζουν ποτέ το δίκαιο, ο άνθρωπος όμως κινδυνεύει από διάφορες δυνάμεις. Η ύβρις, είναι μια από αυτές (334) που ωθεί σε συμπεριφορές έξω από το όριο και προκαλεί τη μήνιν των θεών. Τα συμπεράσματα αυτά συμπίπτουν με μια χρονική στιγμή (7ος – 6ος αι.) όπου οι Έλληνες έβγαιναν από μια περίοδο συνεχών επαναστάσεων και εγκαθίδρυαν μια πολιτική τάξη που βασιζόταν στο νόμο. Είδαν έτσι όχι μόνο την ομορφιά και την κοσμική τάξη, αλλά και μια θεϊκή δικαιοσύνη με ισχυρή και καταστροφική δύναμη. Τη δικαιοσύνη αυτή τοποθετούσαν στο κέντρο του κόσμου ως τη δύναμη που τον κυβερνά και στην οποία όλοι όφειλαν υπακοή. Στην ελληνική σκέψη, ο όρος ‘κόσμος’ αναγνωρίζεται ως αρχή δημιουργίας και νομοθεσίας, αποτελεί ορθολογική τάξη πραγμάτων και δίκαιων σχέσεων, επιβάλλεται σε όλα τα όντα (θεούς και ανθρώπους) καθώς είναι μια τέλεια ολότητα. Απαρχές (335) Θεωρούμε πως οι απαρχές της ελληνικής θρησκείας εντοπίζονται στο μινωικό και το μυκηναϊκό πολιτισμό, καθώς εκεί βρίσκουμε ίχνη λατρειών και τελετουργιών. 

Κρήτη Εκεί συναντάμε αντιλήψεις που ασκούν βαθιά επίδραση στους επόμενους αιώνες. Η μινωική θρησκεία ήταν κυρίως φυσιολατρική και αγνοούσε την απόσταση που χωρίζει τον κόσμο των ανθρώπων από αυτόν των δαιμόνων. Φαίνεται να απολαμβάνει τις χαρές της ζωής χωρίς μεταφυσικές αγωνίες ή αναζητήσεις. Η φύση γίνεται αντιληπτή ως θεότητα. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Μίνωας ήταν γιος κι έμπιστος του Δία. Κάθε εννέα χρόνια ανέβαινε στο βουνό και περνούσε από την κρίση του πατέρα του. Αν ο θεός ήταν δυσαρεστημένος, ο βασιλιάς εξαφανιζόταν. Αν ήταν ευχαριστημένος, ο Μίνωας κατέβαινε στους ανθρώπους με ανανεωμένη τη βασιλεία του για άλλα εννέα χρόνια. Πάντως, ο βασιλιάς δε λατρευόταν ως θεός ενώ οι γυναικείες θεότητες ήταν δυνατότερες των ανδρικών. Η λατρεία της Μεγάλης Θεάς (Πότνια) βρίσκει στην Κρήτη την ολοκλήρωσή της. Η δύναμή της εκδηλώνεται στις ιερές πέτρες, σε στύλους, στο διπλό πέλεκυ (λάβρυς) και σε όλη τη φύση. Η Πότνια, μητέρα και παρθένα, εξαγνίζει άγρια ζώα σφάζοντάς τα κι εκδηλώνει την απόλυτη θηλυκότητα. Οι φευγαλέες εμφανίσεις της εκφράζονται μέσα από φίδια και περιστέρια. 

Page 83: ΕΛΠ20 περίληψη

Ο τύπος της Μητέρας Θεάς είναι κυρίαρχος. Μπορεί να συνοδεύεται από δευτερεύοντα πρόσωπα, μια μεγάλη κόρη και ένα μικρό αγόρι, αποτελώντας έτσι ιερή οικογένεια. (336). Η θεότητα αυτή επιμερίζεται σε πολλές που αφορούν ζώα, φυτά, κορυφές βουνών ή τη θάλασσα. Οι ανδρικές θεότητες αναπαρίστανται από ζώα (κόκκορας, ταύρος). Η ιερογαμία (γάμος μεταξύ θεών) αποτελεί την ετήσια αναγέννηση του σύμπαντος. Η λατρεία των θεοτήτων εκφράζεται με δύο τύπους ιερών : - ένα στη φύση, στο ύπαιθρο - ένα σε σπίτια και ανακτορικά συγκροτήματα. Το γεγονός πως στην Κρήτη δε συναντάμε μεγάλα ιερά, δείχνει πως δεν υπήρχε η τάση για μνημειώδεις εκδηλώσεις θρησκευτικότητας. 

Ηπειρωτική Ελλάδα Θεωρείται πως ο μυκηναϊκός πολιτισμός οφείλει τα χαρακτηριστικά του στο μινωικό. Όμως, η επίδραση της Κρήτης φαίνεται επιφανειακή και όχι ουσιαστική. Η μυκηναϊκή θρησκεία αποτελούσε συγκροτημένο σύνολο. Η κρητική Πότνια υιοθετήθηκε από τους Αχαιούς, οι οποίοι πίστευαν στις δυνάμεις της φύσης και απέδιδαν πνευματική δύναμη σε διάφορα ζώα και αντικείμενα. Τόποι συγκέντρωσης μπορεί να ήταν ένα σπήλαιο, η κορυφή ενός λόφου, ή οι ακροπόλεις. Οι λατρεία τελούνταν από ιερείς που κατείχαν και δημόσια αξιώματα, οι οποίοι προσέφεραν θυσίες. Εδώ όμως οι ανδρικές θεότητες υπερτερούν των γυναικείων. Επίσης τιμούνται τόσο οι χθόνιες, όσο και οι ουράνιες θεότητες, με πάνθεον ισομερώς χωρισμένο σε θεούς και θεές, για τις οποίες συνυπάρχουν διαφορετικής προέλευσης αντιλήψεις. Αναπόσπαστο (337) μέρος της αιτιολογίας των θεών, αποτελούν οι δαίμονες. Δεν είναι εύκολο να διακρίνουμε τις ιδιαιτερότητες της κάθε εποχής. Οι ερμηνείες των σύγχρονων μελετητών είναι τόσες όσες και οι θεότητες. Εκείνο που μπορούμε να πούμε, είναι πως η ελληνική θρησκεία του 7ου – 4ου αι. προέκυψε από τη σύνθεση πολλών θρησκευτικών ρευμάτων και επιδράσεων. Έτσι, όλα όσα συνδέονται με τη θρησκευτική πίστη των αρχαίων είναι αποτέλεσμα μακράς πορείας. Ξεκινά από την εποχή του Χαλκού (αρχές της 2ης χιλιετίας) και ολοκληρώνεται στη γεωμετρική και αρχαϊκή εποχή, που σε ένα βαθμό ολοκληρώνεται τη μυκηναϊκή εποχή. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β, αποκαλύφθηκαν ονόματα θεών που γνωρίζουμε από τις αρχές της 1ης χιλιετίας. Απουσιάζουν μόνο τα ονόματα του Απόλλωνα, (338) της μητέρας του Λητούς και της Αφροδίτης. Ο Διόνυσος εμφανίζεται ως γιος του Δία και αποτελούσε μέρος των μυκηναϊκών θεοτήτων. 

Ανθρωπομορφισμός Οι Έλληνες επινόησαν την πιο ευφυή και συγκαταβατική θρησκεία, καθιερώνοντας την ανθρωπόμορφη παράσταση της θεότητας. Η θρησκεία τους ήταν πολυθεϊστική και εμπλουτιζόταν με νέους θεούς και θεότητες. Εκτός από τη μορφή, τους απέδιδαν και εξαιρετικά πλούσιους μύθους σε ενιαίο σύνολο (μυθολογία). 

Θεοί και Μύθοι (339) Ο ελληνικός χώρος είναι ο μοναδικός με τόσο πλούσιο πάνθεον και μυθολογία. Οι μύθοι αυτοί δεν είναι πάντοτε οι ίδιοι καθώς παρουσιάζουν διάφορες εκδοχές ανάλογα με την περιοχή. Ενιαίο σώμα, αποτελούν οι ιστορίες για τη δημιουργία του κόσμου και την κοινωνία των θεών (Ησίοδος). Η μυθολογία παρέχει ένα σύνολο αναπαραστάσεων που δίνουν πραγματική όψη σε απρόβλεπτες δυνάμεις που εκπροσωπούνται από μια θεότητα. Επίσης, κάθε

Page 84: ΕΛΠ20 περίληψη

επάγγελμα είχε το δικό του θεό προστάτη. Οι αρχαίοι είχαν το αίσθημα του πεπρωμένου, μιας ροής πραγμάτων από όπου κανείς δε μπορούσε να ξεφύγει. Οι θεότητες που το αντιπροσώπευαν ήταν δευτερεύουσες και αφηρημένες. Όμως, το πεπρωμένο περιέχει ευκαιρίες που θεοί και άνθρωποι πρέπει να εκμεταλλευτούν. Οι θεοί διατηρούσαν μια ορισμένη τάξη και ενσάρκωναν ένα συμπλήρωμα της ανθρώπινης ύπαρξης. . Η μυθολογία τοποθετεί τον άνθρωπο μέσα σε μια θεϊκή δραματουργία στην οποία προβάλλει τα ανθρώπινα πάθη. Εξιδανικεύει το ανθρώπινο πεπρωμένο σε ένα μέσο επίπεδο, καθώς ούτε οι θεοί εξαιρούνται από τις ανθρώπινες μικρότητες. 

Η Κοινωνία του Ολύμπου (340) 

Η Θρησκεία του Ομήρου και του Ησιόδου Οι ποιητές Όμηρος και Ησίοδος, αντικατόπτρισαν παράλληλα την ανθρώπινη δράση στη θεϊκή. Απέδωσαν στους θεούς τις επωνυμίες και τα χαρακτηριστικά τους, μοίρασαν τιμές και τέχνες, ξεχώρισαν τα είδη και προσδιόρισαν τις σχέσεις τους με τους ανθρώπους. Στο έργο τους ξεχωρίζουν ως ανώτεροι οι ‘Ολύμπιοι’ θεοί παρουσιάστηκε η προέλευσή τους (Θεογονία), η ιεραρχία, οι ιδιότητές τους και περιέγραψαν τη ζωή και τις περιπέτειές τους. Τα ομηρικά έπη κυρίως, είναι αυτά που αποτύπωσαν οριστικά τους μύθους θεών και ηρώων. Αίνιγμα αποτελεί η πνευματική ελευθερία της ομηρικής αντίληψης. Ο Όμηρος δείχνει τους θεούς να ζουν και να αισθάνονται όπως οι θνητοί. Είχαν τα ίδια προτερήματα και ελαττώματα, ιδιοτροπίες και πάθη. Η διαφορά τους από τους ανθρώπους ήταν η αθανασία, ο πλούτος και οι υπερφυσικές δυνάμεις τους. Ο Όμηρος (341) κατάφερε να γίνει η Βίβλος της Ελλάδας καθώς εξέφραζε μια νέα και ιδιαίτερη αντίληψη της ανθρώπινης κατάστασης και ύπαρξης. Ησίοδος : στη Θεογονία του κατηγοριοποίησε τους θεούς σύμφωνα με τη λογική. Στο Έργα και Ημέραι, αποτύπωσε τους θεούς ως ηθικές δυνάμεις από όπου πήγαζε το δίκαιο (Δίκη, προστατευόμενη του Δία), αποδίδοντας έτσι στη θρησκεία ηθικό περιεχόμενο. Επίσης υποδείκνυε στους αγρότες τελετουργικό ημερολόγιο. Οι Ομηρικοί Ύμνοι ψέλνονταν σε ναούς, συνδέονταν με τη λατρεία και παρέχουν μυθολογικές αφηγήσεις. Από τα παραπάνω, οι θεοί παρουσιάζονται παντοδύναμοι, παντογνώστες και κυρίαρχοι του κόσμου. Αποτελούν ένα σύνολο όπου αντιμάχονται ο ένας τον άλλον και περιορίζουν τις εξουσίες τους. Κατοικούσαν στον Όλυμπο αλλά μπορούσαν να έχουν και δεύτερη κατοικία (Ποσειδώνας, Πλούτωνας). Η κοινωνία τους είναι οργανωμένη σε αμετάβλητες βάσεις. Όμως, η εξουσία του Δία δεν είχε αναγεννητική δύναμη, ούτε έπαιζε σημαντικό ρόλο στην ‘οικονομία’ του κόσμου. Εκείνο που έχει σημασία, είναι πως οι άνθρωποι ζητούσαν (342) από τους θεούς να εξασφαλίσουν ή να εγγυηθούν τις απόλυτες μορφές ζωής. Από δω προκύπτει ο συνδυασμός οικειότητας και απόστασης ανάμεσα στις σχέσεις θεών και ανθρώπων. Οι ζωντανοί θεοί ενσαρκώνουν την άρνηση του θανάτου. 

Θεοί και Ιδιότητες (343) Δίας : ο ανώτερος θεός, που όλοι υπακούουν. Συχνά συμβουλεύεται άλλους θεούς αλλά η τελευταία λέξη είναι δική του. Δεν είναι παντοδύναμος, καθώς τα πράγματα πολλές φορές ακολουθούν τη δική τους πορεία και γνωρίζει και αποτυχίες. Αρχικά εμφανίζεται ως θεός των βουνών και του πολέμου. Σταδιακά γίνεται ο πατέρας θεών και ανθρώπων, φύλακας των νόμων, και διοικεί όλα τα στοιχεία της φύσης. Το μόνο του ελάττωμα είναι οι γυναίκες. Πριν παντρευτεί την Ήρα είχε κι άλλες συζύγους

Page 85: ΕΛΠ20 περίληψη

(Διώνη, Μήτις, Θέτιδα, Ευρυνόμη, Μνημοσύνη, Λητώ, Δήμητρα) αλλά και πλήθος θνητών συντρόφων. Τα ‘Τέκνα’ του Δία (344) Ήβη : οινοχόος των θεών και θεά της νεότητας Ειλείθυια : βοηθούσε τις γυναίκες στη γέννα Άρης : ηλίθιος θεός του πολέμου Ήφαιστος : θεός της φωτιάς, του σιδήρου και των χειροτεχνιών Ήρα : προστάτιδα του γάμου, της μητρότητας Αθηνά : θεά της σοφίας, των τεχνών του πολέμου, της μάχης και της ειρήνης. Δώρισε την ελιά στην Αθήνα, ως παρθένα ήταν σεμνή και σκληρή. Παρηγορούσε τις γυναίκες και ενέπνεε το πολεμικό μένος στους άνδρες. Απόλλωνας : παρορμητικός και φιλόδοξος. Προστάτης της μουσικής και των τεχνών, νομοθέτης, θεός του πολέμου. Ταυτιζόταν με την τάξη, το μέτρο, τη λογική και το κάλλος. Συνδεόταν (μαζί με την Άρτεμη) με τις μυητικές τελετές αγοριών και κοριτσιών. Άρτεμις : (345) παρθένα θεά του κυνηγιού και των δασών. Προστάτιδα της άγριας φύσης και των επίτοκων γυναικών. Αφροδίτη : θεά της ομορφιάς και της ετερόφυλης ερωτικής απόλαυσης. Λατρεύεται σε πολλές μορφές. Οι εταίρες τη θεωρούσαν προστάτιδά τους. Στη γιορτή της τα Αφροδίσια επικρατούσε πλήρης σεξουαλική ελευθερία. Ερμής : θεός των οδοιπόρων, προστάτης των κηρύκων, της τύχης, του εμπορίου και του κέρδους. Θεωρείται επίσης ψυχοπομπός. Είναι ευκίνητος και ταχύς. Τα Αδέλφια του Δία (346) Δήμητρα : θεά των αγροτικών εργασιών Εστία : θεά της Εστίας και της οικογένειας Ποσειδώνας : θεός της θάλασσας και των ποταμών Άδης : βασιλιάς των νεκρών 

Δευτερεύουσες Θεότητες (347) Ίρις : θεά του ουράνιου τόξου και αγγελιαφόρος του Δία Τύχη,Υμέναιος, Όνειρος, Λήθη, Θάνατος Έρωτας : κατά τον Ησίοδο, ο δημιουργός του κόσμου Οι Εννέα Μούσες : ενέπνεαν τους καλλιτέχνες και τους ποιητές Νέμεσις : τιμωρός των υβριστών Ερινύες : τιμωροί της αδικίας Μοίρες : ρύθμιζαν και κυβερνούσαν τη ζωή θνητών και θεών Σειρήνες, Νύμφες, Νηρηίδες, Ωκεανίδες και Σάτυροι, που ζούσαν στα δάση, τους αγρούς και το νερό. Οι θεότητες αυτές συνόδευαν τις μεγαλύτερες με τις οποίες συνδέονταν με συγγενικούς δεσμούς. Χωρίζονται σε ανδρικές και γυναικείες. Ανδρικές : κοινωνικού χαρακτήρα, συνδέονται με την πολιτική, τον πόλεμο, την κυριαρχία, τις επιστήμες, τον πλούτο. Γυναικείες : χωρίζονται σε θεές – μητέρες, σε θεές – κόρες που παραμένουν παρθένες, συμβολίζουν και συνδέονται με τη γη, τη γονιμότητα, το γάμο, τη σεξουαλικότητα και άλλα. Το πάνθεο αυτό, μπορεί να χωριστεί και ανάλογα με το χώρο που επηρεάζει η κάθε θεότητα. Σχηματικά (348) : - ουράνιοι θεοί : Ουρανός, Δίας, Ήλιος, Σελήνη - επίγειοι θεοί : είναι η πλειονότητα. Άλλοι κατοικούν στη γη, άλλοι ανάβλυζαν ως πηγές κι άλλοι κατοικούσαν στον αέρα. 

Page 86: ΕΛΠ20 περίληψη

- Θεοί της γονιμότητας : συνδέονται με την αναπαραγωγή και τη μητρότητα - Χθόνιοι θεοί : θεωρούνταν σκοτεινές δυνάμεις κατοικούσαν σε σπήλαια χαράδρες ή κάτω από τη γη και λατρεύονταν τη νύχτα. 

Ήρωες και Ημίθεοι Κατά τον Όμηρο, ήταν άνθρωποι που διέθεταν εξαιρετική ανδρεία και δύναμη. Κατά τον Ησίοδο, είχαν γεννηθεί από θεούς. Η λατρεία των ηρώων εμφανίζεται τον 8ο αι. γύρω από τους μυκηναϊκούς τάφους. Χρησιμοποιήθηκε ως μίμηση της συμπεριφοράς των ηρώων και ως μέσο ιδιοποίησης της ηρωικής εποχής. Συνδέθηκε επίσης με την προσπάθεια κατασκευής ενός ηρωικού παρελθόντος. Πολλές ομάδες ευγενών (349) ή και πόλεις θεωρούσαν πως κατάγονται από ήρωες. Επίσης υπήρχε η λατρεία των ανώνυμων προγονικών ηρώων, που θεωρούνταν πνεύματα ικανά να ωφελήσουν ή να βλάψουν τους ανθρώπους και για αυτό τους τιμούσαν ιδιαίτερα. Καταλαβαίνουμε από αυτά πως οι θεοί ήταν πανταχού παρόντες. Προστατεύουν αλλά και απαιτούν. Ο Όμηρος και ο Ησίοδος τους παρουσιάζουν τελείως ανθρώπινους με πάθη. Κανείς τους δεν υπερασπίζεται μια ηθική, ούτε αποτελούν πρότυπο συμπεριφοράς. Παρόλο όμως που οι ίδιοι παραβιάζουν κάθε κανόνα, ζητούν από τους ανθρώπους να είναι καλοί και δίκαιοι. (Αιδώς, Δίκη). Αν οι θεοί του Ομήρου συμπεριφέρονται όπως τους αρέσει, οι θεοί του Ησίοδου επενδύουν σε μια ηθική αποστολή και την τήρηση της τάξης. 

Απόλλωνας (350) Του αποδίδονται πολλές και διάφορες ιδιότητες. Είναι κυνηγός, διώκτης των άγριων ζώων, βοσκός και προστάτης των κοπαδιών. Θεωρείται θεός του φωτός και συνδέεται με τον Ήλιο. Επηρέαζε την καρποφορία της γης. Εμφανίζεται επίσης ‘πολιτισμένος’ και ‘εξευγενισμένος’ καθώς είναι υπεύθυνος για κάθε έμπνευση. Σα θεός της μουσικής, της ποίησης και του χορού διαθέτει εκπολιτιστική δύναμη. Ως θεραπευτής θεός, γίνεται ο προστάτης των πασχόντων. Στο πρόσωπό του συγκεντρώνονται όλα τα χαρακτηριστικά που υπερβαίνουν την καθημερινή μετριότητα. Εκπροσωπεί επίσης διάφορες καταστάσεις (το σπίτι, τους δρόμους). Πάνω από όλα όμως, το απολλώνιο πνεύμα συνέβαλε στη μεταβολή των αντιλήψεων για την ανθρωποκτονία. Εμφανίζεται ως κριτής και τιμωρός όσων έπεφταν στο μίασμα και των συνενόχων τους. Αντίθετα, όσους ομολογούσαν τους υποδείκνυε τον τρόπο να επανορθώσουν στους Δελφούς. Με τους χρησμούς και τις συμβουλές του γίνεται ο κατ’ εξοχήν νομοθέτης και πολιτικός θεός. Τέλος, μεσολαβεί ανάμεσα σε θεούς και ανθρώπους. 

Το Μαντείο των Δελφών (351) Ο σημαντικότερος χώρος του ελλαδικού χώρου όπου κατέφευγε όλη η Ελλάδα για να πάρει χρησμό από τον Απόλλωνα, διαμέσου της παρθένας Πυθίας. Στους Δελφούς παρουσιάζεται ως μαντικός θεός που αποκαλύπτει τις επιθυμίες του Δία και το μέλλον. Μια παράδοση αναφέρει πως το μαντείο δημιουργήθηκε λόγω ενός χάσματος της γης από όπου ανάβλυζαν φυσικοί ατμοί. Όταν κάποιος τους εισέπνεε ψέλλιζε ακατανόητες λέξεις που θεωρούνταν μαντικές. Άλλες παραδόσεις αναφέρουν πως το μαντείο ανήκε αρχικά στη θεά Γη, που αργότερα το μοιράστηκε με τον Ποσειδώνα, μετά το έδωσε στη Θέμιδα, από όπου το πήρε ο Απόλλωνας (352). Με την άφιξη του Απόλλωνα στους Δελφούς, συνδυάζονται πολλές και διαφορετικές

Page 87: ΕΛΠ20 περίληψη

παραδόσεις. Η επικράτησή του ήρθε με την ηρωική νίκη του ενάντια στο τέρας Πύθωνα. Αναφέρονται επίσης ως διεκδικητές του ιερού ο Διόνυσος και ο Ηρακλής. Με το Διόνυσο ο Απόλλωνας μοιραζόταν το ιερό για τρεις μήνες. Έτσι η λατρεία των δύο θεών τοποθετείται μαζί. Άλλοι θεωρούν πως ο Διόνυσος εμφανίζεται ως κρίκος μεταξύ των χθόνιων θεών και του Απόλλωνα, ως ερμηνευτή των ολύμπιων αποφάσεων. 

Διόνυσος (352) Τόσο ο Ησίοδος όσο και ο Όμηρος, σχεδόν αγνοούν το Διόνυσο. Όμως (353) δεν υπάρχει θεός πιο δημοφιλής από αυτόν, ή που να προκάλεσε τόσα προβλήματα. Φέρεται ως θεός της γονιμότητας, της βλάστησης που κάθε χρόνο αναγεννιέται και συνδέεται με το σταφύλι, τον κισσό και τα πράσινα μήλα. Είναι προστάτης των αμπελιών και της μέθης, με την οποία κυριεύει τις ψυχές. Οι γιορτές του ήταν ιδιαίτερα σημαντικές για τους ανθρώπους των πόλεων και της υπαίθρου. Η λατρεία του εξαπλώνεται την αρχαϊκή εποχή και τον 6ο αι. επιδρά στη θρησκεία, την τέχνη και την ποίηση. Πάντως, έχει πολλές διαφορετικές εκδηλώσεις και πλήθος ερμηνειών. Επικρατέστερη εκδοχή της γέννησής του είναι πως οι γονείς του είναι ο Δίας και η Σεμέλη, πριγκίπισσα της Θήβας. (διαβάστε το μύθο). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ορφική παράδοση και οι παραλλαγές της που αφορούν τη γέννηση και τη ζωή του. Σύμφωνα με αυτήν, (354) ο Διόνυσος ήταν γιος του Δία και της Περσεφόνης, ένα τέρας με κέρατα και 4 μάτια. Η Ήρα που ζήλευε έστειλε τους Τιτάνες να σκοτώσουν το Διόνυσο. Εκείνοι τον έσφαξαν, τον τεμάχισαν και τον έφαγαν. Μια παραλλαγή λέει πως πρόσφεραν ένα μέρος του στον Απόλλωνα, που δεν το έφαγε αλλά το απόθεσε κάτω από τον τρίποδα της Πυθίας. (διαβάστε και τους άλλους μύθους της σελίδας). Ο τεμαχισμός, ο σπαραγμός και η αναγέννηση του Διονύσου τον καθιστούν σύμβολο της ζωής που αναζωογονεί συνεχώς τη φύση. Ωμοφαγία : τελετή όπου οι μυημένοι συντρώγουν ωμές σάρκες ταύρου που τον θεωρούσαν μια από τις μορφές του θεού. Η πράξη υπαινισσόταν τα πάθη του θεού και την προσπάθεια να ταυτιστούν με αυτόν μέσα από τη βρώση της σάρκας του. Ο Διόνυσος ταυτίστηκε με τις θεότητες της Ελευσίνας και κυρίως το θεό Ίακχο. Παίρνει θέση δίπλα στη Δήμητρα και την Κόρη στα Ελευσίνια Μυστήρια, γίνεται ένα σημαντικό στοιχείο της ορφικής λατρείας και σφετερίζεται ιδιότητες παλαιότερων θεοτήτων. Για αυτό και οι παραδόσεις που τον αφορούν δεν μπορούν να διευκρινιστούν. 

H Λατρεία του Διονύσου (355) Σημαντικά χαρακτηριστικά της ήταν οι οργιαστικές τελετές. Κάθε δύο χρόνια, στους Δελφούς και τον Παρνασσό, στις αρχές Δεκεμβρίου όταν ο Απόλλωνας απουσίαζε, γινόταν τα ‘διονυσιακά όργια’, θρησκευτικές τελετές. Συμμετείχαν μόνο γυναίκες, οργανωμένες σε θιάσους και ονομάζονταν ‘θυιάδες’ ή ‘μαινάδες’ (από τη μανία τους κατά την τέλεση των οργίων), ή ‘βάκχες’. Έφθαναν κατά τη διάρκεια της νύχτας και σκορπίζονταν στον Παρνασσό κρατώντας θύρσο στο ένα χέρι και αναμμένο πυρσό στο άλλο. Ο έξαλλος χορός, η φωτιά, η μουσική τις οδηγούσαν σε κατάσταση έκστασης και μπορούσαν να δεχτούν τη διδασκαλία του Διονύσου και να τον αποδεχτούν μέσα τους. Έτσι εξασφαλίζονταν η ευτυχία στον κάτω κόσμο. Η κορύφωση ερχόταν με το διασπαραγμό, το διαμελισμό ενός αγριμιού που έβρισκαν εκεί με τα χέρια τους, ως ανάμνηση του μαρτυρίου του θεού. Αρκετές φορούσαν το

Page 88: ΕΛΠ20 περίληψη

δέρμα του ζώου, έπιναν το αίμα κι έτρωγαν το ωμό κρέας (ωμοφαγία) σε ιερή κοινωνία με το θεό. (254) Πίστευαν πως έτσι ενώνονταν μαζί του. Ελευθερώνονταν από το σώμα τους, αποκτούσαν θεία ενόραση και προφητική δύναμη. Ο Διόνυσος προσέφερε την ελπίδα για αιώνια σωτηρία. Παρόμοιες τελετές γίνονταν στην Αρκαδία, τη Μακεδονία και τη Θράκη. Στις ανοιξιάτικες γιορτές του Διονύσου, τον συνόδευαν ένας χορός Μαινάδων και Σατύρων. Μαζί τους ο θεός σχηματίζει ‘ιερό σαματά’ και ο χορός προχωρά κραδαίνοντας το φαλλό. Στην Αθήνα οι γιορτές του ήταν πολύ σημαντικές. Τα Μεγάλα ή εν άστει Διονύσια : τελούνταν προς τα τέλη Μαρτίου – αρχές Απριλίου και διαρκούσαν 6 μέρες. Τη δεύτερη γινόταν η μεγάλη πομπή που μετέφερε το άγαλμα του θεού από τον Κεραμικό στο ιερό του. Εύθυμες ομάδες ανδρών και παιδιών έψαλλαν. Κυριότερο έμβλημα ήταν ο φαλλός, σύμβολο γονιμότητας. Το βράδυ, ομάδες ανδρών περιφέρονταν στην πόλη τραγουδώντας και κάνοντας πειράγματα. Τις 4 τελευταίες μέρες, γινόντουσαν οι δραματικές παραστάσεις. Τα Μικρά ή κατ’ αγρούς Διονύσια : γίνονταν τέλη Δεκεμβρίου ή αρχές Ιανουαρίου. Χαρακτηριστικά τους ήταν οι άφθονες σπονδές, δείπνα, χοροί, το βάψιμο του προσώπου, το μασκάρεμα και η ανταλλαγή βωμολοχιών. Έμβλημα ήταν κι εδώ ο φαλλός και τα ‘φαλλικά άσματα’. Λήναια και Ανθεστήρια : (357) κι εδώ κυριαρχούσαν η μέθη, οι χοροί, οι μεταμφιέσεις, οι ύβρεις και οι σαρκασμοί. Δεν υπήρχαν ιδιαίτερες προϋποθέσεις για να συμμετέχει κάποιος στις εορτές του Διονύσου. Οποιοσδήποτε γινόταν δεκτός από μια ομάδα ή θίασο με μυημένα μέλη, μπορούσε να το κάνει. Η ένταξη στη διονυσιακή λατρεία ήταν προσωπική υπόθεση. Η οργιαστική γιορτή εκπλήρωνε έναν καθαρτήριο και συγκεκριμένο ρόλο. Καταργεί τα όρια μεταξύ των ατόμων, των τάξεων και της φύσης. Η άσεμνη συμπεριφορά, η παραβίαση κανόνων, η αντιστροφή των ρόλων καταργούν την τάξη της καθημερινότητας. Ο Διόνυσος καταργεί την απόσταση θεών και ανθρώπων, με τον ενθουσιασμό και την έκσταση. Πρόκειται για έναν ελεύθερο θεό που απευθύνεται σε όλους, ακόμη και τους δούλους. Αν η καταγωγή του εμφανίζεται ‘ξένη’ είναι για να θυμίζει την αστάθεια και την αβεβαιότητα της τάξης του πολιτισμού. Ο Διόνυσος παρουσιάζεται ως νέος που πεθαίνει κι ανασταίνεται, εξαγοράζει κι εξαγνίζει τα ανθρώπινα λάθη. Γίνεται λοιπόν ο θεός που δίνει ελπίδα για μια δικαιότερη μετά θάνατον ζωή. Είναι επίσης ο δαίμονας που κατέχει τις δυνάμεις του σύμπαντος. Όταν από την ύπαιθρο εγκαθίσταται στην πόλη, προκαλεί κρίση. Τον οικειοποιούνται οι αγρότες και οι τύραννοι, που (358) διευρύνουν τη λατρεία του για να περιορίσουν τα θρησκευτικά προνόμια των αριστοκρατών. Ο θεός είναι εχθρός του Κράτους και προσφέρει μια σωτηρία που αμφισβητεί την τάξη. Προέρχεται από έναν αντι – κόσμο όπου ανατρέπονται και συμπληρώνονται οι μορφές του απολλώνιου κόσμου.

Η Πολιτική Θρησκεία (359) 

Θρησκεία και Πόλη Για τους αρχαίους, που εκδήλωναν ατομικά και συλλογικά την ευσέβειά τους, όλοι οι θεσμοί της ζωής συνδέονταν με τη θρησκεία. Οι θεοί – αν και με ελαττώματα – γενικά προασπίζουν την αρετή, τιμωρούν την αδικία. Όμως, η ‘καλή διαγωγή’ δεν ήταν αυτοσκοπός. Οι Έλληνες δε γνώρισαν ιερά βιβλία, κλειστή ιερατική κάστα που να επέβαλλε συγκεκριμένη συμπεριφορά. 

Page 89: ΕΛΠ20 περίληψη

Η θρησκεία βασιζόταν στη συμμετοχή στις επίσημες τελετές και τη σημασία του τελετουργικού μέρους. Έπαιζε σημαντικό ρόλο στη ζωή της πόλης κι εξυπηρετούσε τους σκοπούς και τα ιδεώδη της. Ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με την πολιτική κι η λατρεία των θεών θεωρούνταν ζωτική για τη σταθερότητα της πόλης. Καθώς η θρησκεία αποτελούσε λειτουργία της πόλης, η πόλη ήταν υπεύθυνη για όλα τα θρησκευτικά θέματα. Οι ιερείς – απλοί πολίτες – εκπροσωπούσαν την πόλη, όχι το θεό και δεν είχαν ιδιαίτερη επιρροή στο δήμο. Ο καθένας μπορούσε να εκλεγεί ιερέας αν γνώριζε το τελετουργικό του θεού, άλλωστε οι ιερείς εκτελούσαν καθήκοντα κατώτερων υπαλλήλων καθώς την ηγεσία της θρησκείας την είχε η πόλη. Την περιουσία των ναών διαχειρίζονταν (360) κρατικοί υπάλληλοι. Ο πολίτης πίστευε ότι ήθελε, αρκεί να μην αρνούνταν δημόσια και να μην ασεβούσε απέναντι στους θεούς της πόλης. Η προσβολή της θρησκείας αποτελούσε έγκλημα και τιμωρούνταν αυστηρά. Πριν από κάθε ιδιωτική ή δημόσια πράξη προσφερόταν θυσία, όπως πάλι με θυσίες εξαγνιζόταν ο χώρος πριν από κάθε συνεδρίαση της Εκκλησίας του Δήμου ή πριν από πολεμικές επιχειρήσεις. Ανάλογα με τη ζητούμενη νίκη, έκαναν προσευχές, θυσίες και σπονδές. Προσευχή : τη συναντάμε παντού, στη δημόσια και την ιδιωτική ζωή του πολίτη. Ακόμη και την κλασική, εποχή της αμφισβήτησης, οι προσευχές δείχνουν πως οι δεσμοί με τους θεούς παρέμεναν σταθεροί. Μετά την εγκαθίδρυση της πόλης – κράτους, δημιουργείται μια πολιτική θρησκεία με κυρίαρχη τη λατρεία των ολύμπιων θεών. Η πόλη συλλέγει κι εκμεταλλεύεται τοπικές θεότητες προηγούμενων αιώνων, τις οποίες επιβάλλει ως προστάτιδες της πόλης και τους αποδίδει δημόσια, υποχρεωτική λατρεία, που ασκούσαν οι αριστοκράτες ως πιο ικανοί. Πολλαπλασιάζεται η λατρεία των ηρώων με προσθήκη νέων, προγόνων υποτίθεται των αριστοκρατών. Έτσι ενισχύονταν το κύρος των αριστοκρατών. Οι θεότητες ζωτικής σημασίας (Δήμητρα, Κόρη, Διόνυσος), δεν τους ενδιέφεραν. Το ζητούμενο ήταν η νίκη στον πόλεμο και η κοινωνική σταθερότητα. Αρχικά, οι αριστοκράτες έλεγχαν την πόλη και διαχειρίζονταν και τα θρησκευτικά ζητήματα, η εξέλιξη όμως των πόλεων, περιόρισε την ηγεμονία αυτή. Ο αγρότης, κυρίως μετά την οπλιτική επανάσταση, διεκδικεί τόσο τη συμμετοχή του στα δημόσια, όσο και την αναγνώριση λατρειών που προστάτευαν τη γη και τις καλλιέργειες. Το δεύτερο αίτημά του νομοθετήθηκε, ιδιαίτερα από τους τυράννους που βασίζονταν επάνω του. (361) Οι τύραννοι ανέτρεψαν τους αριστοκράτες, κι ενίσχυσαν τη λατρεία των θεών του λαού, όπως ο Διόνυσος. Κατάφεραν επίσης να πετύχουν ένα συμβιβασμό με την πόλη, που αναλαμβάνει την ευθύνη και χρηματοδότηση των χθόνιων λατρειών. Η θρησκεία τώρα, εμφανίζεται ως αίτημα των κοινωνικών συγκρούσεων. Μετά το τέλος του 6ου αι. καταλήγουμε σε μια ισορροπία ανάμεσα στις παλαιές και τις νέες λατρείες. Θεσμοθετούνται εορτές που ενώνουν τους πολίτες ενώ οι πλούσιοι αναλαμβάνουν τα έξοδα, και η πόλη πληρώνει τα ‘θεωρικά’. Το θέατρο έπαιζε σημαντικό ρόλο γιατί οι διάλογοι είχαν και καθαρτήρια αποτελέσματα. Πάντως, υπήρχαν και θρησκευτικές πλευρές έξω από το πλαίσιο της πόλης, όπως τα πανελλήνια ιερά. Η πολιτική θρησκεία ισχυροποιείται και εξισορροπεί τους θεούς μεταξύ τους, καθώς οι λειτουργίες τους ποικίλλουν. Το κράτος είναι υπεύθυνο για τις θρησκευτικές δραστηριότητες και κρατά τα αναγκαία χρήματα για να τους τιμά. Ο ιερός και δημόσιος βωμός του προστάτη θεού βρισκόταν στο κέντρο ή την κορυφή της πόλης, με το άσβεστο πυρ, σύμβολο των ιδρυτών και των ηρώων. Καμιά φορά, οι πολίτες συνέτρωγαν γύρω του. (362) Η πόλη, τέλος, συνέδεε τους θεούς με τις πολεμικές της νίκες. 

Page 90: ΕΛΠ20 περίληψη

Η καθημερινή ζωή διέπεται από θρησκευτικές και ηρωικές δοξασίες, όπως τα ομηρικά έπη. Πολλά οικοδομήματα έχουν θρησκευτικό χαρακτήρα. Οι γιορτές προς τιμή των θεών, είναι ευκαιρία για έξοδα, ευθυμία, θεατρικούς αγώνες και κάθε θεός είχε ένα μύθο που τον συνέδεε με τη ζωή της πόλης. Οι μύθοι ήταν μέρος της πίστης. Προμήθευαν τους καλλιτέχνες με θέματα και έτσι, θρησκεία και πολιτισμός ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα. Κάθε πόλη είχε το δικό της θεό προστάτη, ‘πάνθεο’ και γιορτές. Αντίστοιχα οι αγροτικές περιοχές λάτρευαν ιδιαίτερα τοπικές θεότητες. Οι πόλεις στις αποικίες διέθεταν στοιχεία τόσο από τη μητρόπολη όσο και τοπικά. Η επέκταση των Ελλήνων κατά την αρχαϊκή εποχή είχε σαν αποτέλεσμα την επέκταση και του πάνθεού της. (363) Συμπέρασμα : η αρχαία ελληνική κοινωνία είχε εν μέρει κοινή πίστη και λατρεία. Η θρησκεία δε συνέδεε μόνον τις πόλεις, ταυτόχρονα τις χώριζε κιόλας. Υπήρχε η γενική λατρεία των ολύμπιων θεών, κάτω από αυτές όμως υπήρχαν σημαντικές λατρείες τοπικών θεοτήτων, ανεξάρτητες από το Δία. Παρά τις διαφορές, οι θρησκευτικές αντιλήψεις ήταν κοινές. Σε κάθε πόλη οι πολίτες συγκεντρώνονταν στους ναούς, που είχαν ενσωματωθεί πλήρως στην πόλη. 

Ναοί, Εορτές και Θυσίες Οι θεοί έπρεπε να είναι πάντα ευχαριστημένοι. Την κλασική εποχή, οι Έλληνες αφιέρωναν χρόνο για να εξευμενίσουν την Τύχη και να ευχαριστήσουν τους θεούς. Για αυτό υπήρχαν προς τιμή τους οι γιορτές και οι λατρευτικές τελετές. Το ημερολόγιο ταυτιζόταν σημαντικά με τη διαδοχή των εορτών και το θρησκευτικό ημερολόγιο μιας πόλης, αποτελούσε στοιχείο της θρησκείας της. Στην Αθήνα τελούνταν γιορτές όλο το χρόνο. Στην ύπαιθρο, σε κάθε συγκομιδή ή σπορά. Κάθε μήνα, τιμούσαν ένα συγκεκριμένο θεό. (364) Μέσα από τις γιορτές, η πόλη επιβεβαίωνε την ενότητά της. Κάθε άτομο ήταν υποχρεωμένο να συμμετέχει από παιδί ακόμη, στη λατρεία. Οι θεοί ζητούσαν επιβεβαίωση της συλλογικής προσωπικότητας της πόλης. Η Υποχρεωτική Τελετή : απαιτούσε την ‘ιερή’ συμμετοχή του κάθε μέλους. Περιλάμβανε την παρέλαση, τα άσματα, και καμιά φορά, κοινά γεύματα. Συνήθως οι ύμνοι φυλάγονταν σε ιερό βιβλίο που φύλαγε η οικογένεια ή η πόλη, χωρίς να αλλάζει κάτι. Έτσι η ζωντανή γλώσσα μεταβαλλόταν, ενώ η τελετουργική όχι. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην κατανοούν οι πιστοί τις λέξεις που χρησιμοποιούνταν. Χρέη ιερέα εκτελούσε ο πατέρας για την οικογένεια, και ο ανώτερος άρχοντας για την πόλη. Τόπος λατρείας : η οικιακή ή η δημόσια εστία, κάποιο σπήλαιο για τους χθόνιους θεούς, ή κάποιος ναός για τους ολύμπιους. Ναός : κατασκευάζονταν από κάθε πόλη ως ‘κατοικία’ του θεού, χωρίς να έχει καμιά λατρευτική ή πνευματική σημασία. Οι πιστοί μαζεύονταν στο εξωτερικό του ναού, γύρω από το βωμό. Μεγάλοι και πολυέξοδοι ναοί απαντώνται σε πολλές πόλεις. Αποκτούν την οριστική τους μορφή από τα μέσα του 8ου αι. και φτιάχνονται από πέτρα ή μάρμαρο. Αναπτύσσεται επίσης η γλυπτική που τους διακοσμεί. Χωρίζονται στον πρόναο (χώρος στο μπροστινό μέρος), στο ναό ή σηκό (κεντρική, μεγάλη αίθουσα) που προστάτευε το άγαλμα του θεού και τέλος, στον οπισθόδρομο (μικρότερη, πίσω αίθουσα) που χρησίμευε ως θησαυροφυλάκιο. Διέθετε επίσης εξωτερικές κολώνες, σκεπή με διπλή κλίση και μεγάλο, ανάγλυφο αέτωμα. Οι καλλιτέχνες προσπαθούν να αποδώσουν ιδανικές μορφές και πολλές φορές, λόγω της καλλιτεχνίας τους, οι ναοί από τόποι λατρείας γινόντουσαν τόποι επίσκεψης. Ο (365) χώρος του ναού ήταν

Page 91: ΕΛΠ20 περίληψη

ιερός και απαραβίαστος. Ήταν τόπος συγκέντρωσης των πιστών και άσυλο όσων καταδιώκονταν. Μέσα στο ναό υψωνόταν το άγαλμα του θεού, με άσβεστη φλόγα να καίει μπροστά του. Οι άνθρωποι συχνά ταύτιζαν το άγαλμα με το θεό κι ισχυρίζονταν κατά καιρούς πως εκείνο ίδρωνε, έκλαιγε ή έκλεινε τα μάτια του. Στα αρχεία του ναού ήταν σημειωμένες οι εορτές του θεού και των κυριοτέρων γεγονότων στη ζωή της πόλης Θυσίες : η προσφορά τους είχε ιδιαίτερη σημασία. Οι πιστοί χρησιμοποιούσαν τις θυσίες και τις προσευχές μπροστά στο βωμό για να αποτρέψουν την οργή του θεού, ή να επικαλεστούν τη βοήθειά του. Ως άτομα, προσέφεραν πολύτιμα είδη. Οι στρατοί, μέρος από τα λάφυρα. Οι αγρότες, καρπούς. Συχνότερα προσέφεραν ζώα. Στις θεές προσέφεραν συνήθως θηλυκά ζώα, λευκά ή ανοιχτόχρωμα. Στον Άδη προσέφεραν μαύρους ταύρους. Ιεροτελεστία : - οι ιερείς έσφαζαν το ζώο νωρίς το πρωί και ράντιζαν το βωμό με το αίμα του - από το ψημένο κρέας, προσέφεραν στο θεό ένα μικρό μέρος και το υπόλοιπο το έτρωγαν οι ιερείς με τους πιστούς - ακολουθούσε κοινό γεύμα που συμβόλιζε την κοινωνία με το θεό (οι ιερείς πρόφεραν τις μαγικές λέξεις που μετέδιδαν στο θύμα τη ζωή και τη δύναμη του θεού. Με τη βρώση, η δύναμη αυτή περνούσε στους πιστούς), όπως και με το κρασί. Η ιδέα της θείας κοινωνίας ήταν ο κυριότερος δεσμός. Όταν όμως η θυσία προσφερόταν σε χθόνια θεότητα, έψηναν όλο το ζώο (ολοκαύτωμα) και το προσέφεραν ολόκληρο στη θεότητα. 

Μαντεία – Πανελλήνια Ιερά (366) Η μαντική και τα μαντεία, κάλυπταν την ανθρώπινη ανάγκη για πρόβλεψη του μέλλοντος. Θεωρώντας πως ο κόσμος διακατέχεται από υπερφυσικές δυνάμεις, διάφορα γεγονότα φαινόταν να καθορίζονται από τη θέληση των θεών. Για να αποκαλυφθεί η θέλησή τους, επιστρατεύονταν οι μάντεις. (στην Ιωνία, οι μάντισσες λέγονταν Σίβυλλαι). Τρόποι μαντικής : - διοσημία : η μέθοδος ερμηνείας της θεϊκής βούλησης - οιωνοί : ερμηνεία των κραυγών και των πτήσεων των πουλιών - ιερεία : ερμηνεία των σπλάχνων θυσιαζόμενου ζώου 

Πανελλήνια Ιερά : Μαντεία με ιδιαίτερη σημασία. Αποτελούσαν κοινό τόπο συνάντησης και συνεκτικό δεσμό των Ελλήνων. Εκεί παραμερίζονταν οι διαφορές κι όλοι μαζί τιμούσαν τους θεούς. Αρχικά ήταν σχεδόν αυτόνομα κράτη. Αργότερα ονομάστηκαν Αμφικτυονίες καθώς όσοι έμεναν κοντά σε αυτά, συνασπίζονταν. Στην αρχή οι Αμφικτυονίες ήταν θρησκευτικές ενώσεις ενώ αργότερα έγιναν μέσο πολιτικού ανταγωνισμού και οι ασθενέστερες υπέκυπταν στις ισχυρότερες. 

Δελφοί (367) Το σπουδαιότερο ιερό – μαντείο και με πολιτική σημασία. Αφιερωμένο στον Απόλλωνα. Ιδιώτες και πόλεις ζητούσαν από αυτό προσανατολισμό. Ο θεός χρησιμοποιούσε μια γυναίκα, την Πυθία για να επικοινωνήσει. Στην αρχή η Πυθία ήταν μια νέα αριστοκρατικής καταγωγής, αργότερα αντικαταστάθηκε με μια πενηντάρα, στολισμένη όμως ως νέα. Όσοι ρωτούσαν το μαντείο των Δελφών ονομάζονταν θεοπρόποι και έπαιρναν σειρά με κλήρο. Αυτός που ζητούσε χρησμό, πήγαινε πρώτα για καθαρμό στην Κασταλία

Page 92: ΕΛΠ20 περίληψη

πηγή και πλήρωνε φόρο (πέλανος). Μετά προσέφερε θυσία στον Απόλλωνα που για να γίνει δεκτή, έπρεπε το ζώο να τρέμει σύγκορμο όταν του ράντιζε η Πυθία το κεφάλι με κρύο νερό. Ο θεοπρόπος εισερχόταν στον οίκο (χώρο αναμονής) και μετά στο άδυτο, όπου απαγορευόταν η είσοδος στις γυναίκες. Πριν η Πυθία αναλάβει καθήκοντα, πέρναγε από καθαρμό στην Κασταλία. Θυμίαζε το πάνω τμήμα του σηκού κι έμπαινε στον οίκο. Εκεί υπήρχε χρυσό άγαλμα του θεού, ο τάφος του Διονύσου και ομφαλός, από όπου έτρεχε το νερό της Κασσωπίδας πηγής. Η Πυθία καθόταν σε ψηλό τρίποδα, έπινε νερό, μασούσε δάφνη κι ανέπνεε τους ατμούς που έβγαιναν από τον ομφαλό. Τελικά έπεφτε σε έκταση κι όταν ο θεοπρόπος έκανε την ερώτησή του, εκείνη απαντούσε ακατάληπτα. Οι ιερείς κατέγραφαν την απάντησή της, τη μετέφραζαν και τη (368) συνέτασσαν σε έμμετρους στίχους. Καθώς οι απαντήσεις ήταν ασαφείς, οι θεοπρόποι κατέφευγαν στους εξηγητές. Οι χρησμοί ήταν συνήθως λοξοί, διφορούμενοι και δυσερμήνευτοι. (Λοξίας Απόλλων). Αντίθετα με τους άλλους, η μαντική του Απόλλωνα είναι εκστατική κι ονομαζόταν ενθουσιασμός, καθώς οι Έλληνες θεωρούσαν πως το αποτέλεσμα οφειλόταν στη θεϊκή αποκάλυψη κι όχι στη γνώση. Εκτός από τον κυρίαρχο, πολιτικό ρόλο του, το μαντείο των Δελφών διατύπωσε μια ηθική σοφίας και πρόβαλε τον καθαρμό και τη μετάνοια στα λάθη. Η φήμη του ξεπέρασε την Ελλάδα και δεχόταν επισκέπτες από όλον τον τότε γνωστό κόσμο. Ανάλογος ήταν και ο πλούτος του. Την κλασική εποχή άρχισε να παρακμάζει, καθώς ο ανταγωνισμός των πόλεων και η παρέμβαση του ‘μεγάλου βασιλέως’ επηρέασαν τους χρησμούς. Η ανάπτυξη επίσης του ορθολογισμού, μείωσε το κύρος της μαντικής του. Πύθια : Διοργανώνονταν στους Δελφούς κάθε τέσσερα χρόνια και ήταν πανελλαδικοί αγώνες προς τιμήν του Απόλλωνα. Δήλος : εκεί βρισκόταν έτερο ιερό του θεού, καθώς η Δήλος ήταν θρησκευτικό κέντρο των ιωνικών πόλεων ενώ τελούνταν εκεί η γιορτή των Ιώνων. 

Δωδώνη : εκεί βρισκόταν ο ναός του Δία και οι βελανιδιές που με το θόρυβο του αέρα ανάμεσα από τα φύλλα τους, έδιναν το χρησμό του. Τον ερμήνευαν ιέρειες. Ίσθμια : ιερό όπου κάθε δύο χρόνια γινόντουσαν αγώνες προς τιμήν του Ποσειδώνα (369) Νέμεα : ιερό όπου κάθε δύο χρόνια γινόντουσαν αγώνες προς τιμήν του Δία. Αφιερωμένα στον ήρωα Οφέλτη Ολυμπία : ιερό όπου κάθε τέσσερα χρόνια γινόντουσαν αγώνες προς τιμήν του Δία. 

Όλοι αυτοί οι αγώνες, ανέπτυξαν το αγωνιστικό πνεύμα των Ελλήνων και την προσπάθειά τους για νίκη αθλητική, πολεμική και πολιτική. Πέρα όμως από τον πολιτικό χαρακτήρα, η νίκη σε κάποιον από αυτούς τους αγώνες απηχεί και παλαιότερες θρησκευτικές εκφάνσεις. Εντάσσονται σε ένα φυσιολατρικό, θεολογικό πνεύμα και εξυμνούν το συναγωνισμό των νέων. Οι αγώνες δείχνουν όχι μόνο το πλούσιο θρησκευτικό ελληνικό βίωμα, αλλά και τη σύνδεσή τους με την έννοια του αγώνα, μέτρο της αρετής, του σθένους και της δύναμης που συνδεόταν με την αρχαϊκή αριστοκρατία. 

Θρησκευτικές Αμφισβητήσεις και Μυστήρια στην Κλασική Εποχή (370) 5ος αι : η ελληνική θρησκεία βρίσκεται σε πλήρη άνθηση. Οι θεοί δείχνουν αυτοέλεγχο και ενδιαφέρονται για τα ανθρώπινα προβλήματα. Οι γιορτές δίνουν την ευκαιρία επικοινωνίας με το θεό, ενδυναμώνουν την πίστη και εδραιώνουν την ενότητα των κατοίκων. Η τέχνη και η λογοτεχνία εξυμνούν τους θεούς, και ο

Page 93: ΕΛΠ20 περίληψη

μετριοπαθής μυστικισμός προσφέρει ισορροπία στις πολιτικές τελετουργίες. Η ευγνωμοσύνη προς τους θεούς που πολέμησαν μαζί με τους ανθρώπους – και κυρίως την Αθήνα – στα Μηδικά, εκφράζεται με τις προσφορές στους Δελφούς και την κατασκευή ναών σε όλη την Αττική, με αποκορύφωμα την Ακρόπολη. Το ίδιο έγινε και σε αρκετά άλλα μέρη. Η παρακμή γίνεται εμφανής τον 5ο αι., όταν εμφανίζεται μια θρησκευτική επανάσταση. Αιτίες για αυτό είναι οι δυσκολίες που αντιμετώπιζε (371) η ιμπεριαλιστική Αθήνα, το άνοιγμα προς Ανατολή και Θράκη που δημιουργούσε νέες θρησκευτικές ανάγκες, τα εσωτερικά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα της πόλης. Μετά τον Περικλή, στην Εκκλησία του Δήμου εισακούγονται περισσότερο οι δημαγωγοί που αμφισβητούν κι αυτές τις θεότητες, που δε βοήθησαν τόσο την Αθήνα μετά τα Μηδικά. Επίσης, αυξήθηκαν οι ξένοι και οι γυναίκες άρχισαν να αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη αυτονομία. Άλλος, λόγος, ήταν το βάρος των τελετουργιών και τελετών έναντι του ορθολογισμού που αναπτυσσόταν. Για άλλους, η πολιτική θρησκεία ήταν πολύ ομαδική και δεν κάλυπτε τις προσωπικές ανάγκες. Το πνεύμα αυτό είναι εμφανές στη διακωμώδηση των θεών στην τραγωδία και την κωμωδία (Αριστοφάνης). Τέλος, αρκετοί (372) φιλόσοφοι αμφισβητούν τα θεία ενώ ο Πρωταγόρας εκφράζει τη θέση πως ο άνθρωπος είναι το μέτρο όλων των πραγμάτων. Η σοφιστική εμβολίζει την παράδοση. Έτσι, πολλαπλασιάζονται οι δίκες για ασέβεια από τη μια, ενώ άλλοι στρέφονται πως ένα διαφορετικό μυστικισμό. 

Μυστήρια Οι κλασικοί Έλληνες δεν ικανοποιούνταν πια από τη δοξασία πως η ψυχή είναι μόνο μια σκιά και πως μετά θάνατον δεν υπάρχει καμιά χαρά. Από τα τέλη του 5ου αι, (373) συστατικό γνώρισμα της ελληνικής θρησκείας είναι το μυστήριο, τελετή όπου αποκαλύπτονται μυστικά σύμβολα, γίνονται ιεροτελεστίες και μύστες είναι οι λάτρεις). Τα κυριότερα ήταν ο ορφισμός και τα Ελευσίνια μυστήρια. 

Ελευσίνια : τα πιο γνωστά και μεγαλειώδη. Ήταν μάλλον φθινοπωρινή εορτή για το όργωμα και τη σπορά. Στις αρχές Μαρτίου γινόταν στην Αθήνα τα Μικρά Ελευσίνια με προκαταρκτικό εξαγνισμό των υποψηφίων στον Ιλισό. Μεγάλα Μυστήρια : γίνονταν το Σεπτέμβριο (Βοηδρομιών). Στις 14 οι ιερείς ξεκινούσαν από την Ελευσίνα για να φέρουν στην Αθήνα τα ιερά (αντικείμενα) και τα τοποθετούσαν στο Ελευσίνιον.Στις 15, ο βασιλεύς συγκέντρωνε στην Ποικίλη Στοά όσους ήθελαν να μυηθούν. Όλοι μπορούσαν, ανεξάρτητα φύλου ή κατάστασης, εκτός από όσους δεν είχαν καθαρθεί από φόνο. Εκεί κηρύσσονταν η έναρξη των Μυστηρίων. Στις 16, οι μύστες πλένονταν στο Φάληρο μαζί με ένα γουρουνάκι το οποίο μετά θυσίαζαν. Στις 17, γινόταν η επίσημη θυσία στο Ελευσίνιον, παρουσία και ξένων. Στις 18 η μέρα ήταν αφιερωμένη στον Ασκληπιό. Στις 19 άρχιζαν οι επίσημες τελετές, με πομπή που ξεκινούσε από την Αθήνα για να επιστρέψει στην Ελευσίνα. Επικεφαλής ήταν το ξόανο του θεού Ίακχου και ακολουθούσαν οι ιερείς και οι πιστοί που έψαλλαν. Στις 20 η πομπή έφτανε στην Ελευσίνα και κατέθεταν το ξόανο στο ναό του. Ακολουθούσε κερνοφορία και προσφορές στις θεές. Γινόταν νηστεία μιας μέρας κι ακολουθούσε μύηση δυο ημερών. Καθώς οι ιερείς επέβαλλαν σιωπή στους μύστες με αυστηρές ποινές για τους

Page 94: ΕΛΠ20 περίληψη

παραβάτες δεν ξέρουμε και πολλά για τη μύηση. Οι πηγές μας δεν είναι και πολύ αξιόπιστες. Θεωρούμε (374) πως οι μύστες έπαυαν να νηστεύουν (όπως η Δήμητρα στον ομηρικό της ύμνο) κι έπιναν ένα ποτό που το έλεγαν κυκεώνα. Μπορεί να γινόταν αναπαράσταση του ύμνου σχετικά με την αρπαγή της Περσεφόνης και την ανακάλυψη της γεωργίας. Η τελετή συνοδευόταν από μουσική, χορό, εναλλαγές σκότους – φωτός και οδηγούσε στην κάθαρση. Οι μύστες του προηγούμενου έτους γίνονταν Επόπτες, το υψηλότερο σκαλί στην ιεραρχία. Η ιερογαμία φαίνεται να ήταν η σημαντικότερη στιγμή. Τον ιερό γάμο της θεάς με το Δία, υποδύονταν ο ιεροφάντης με την ιέρεια και το ‘χρυσό βρέφος’ αποδίδονταν με ένα χρυσό στάχυ. Από τα λίγα που ξέρουμε, μπορούμε να πούμε πως πρόκειται για μια ευκαιριακή γιορτή γονιμοποίησης της γης, η οποία συνδέθηκε με την ανανέωση και τη διαιώνιση της ψυχής. 

Ορφική Λατρεία και Μυστήρια (375) Λατρεία και μυστήρια υπό την προστασία του Ορφέα, πνεύμα ήπιο, τρυφερό και στοργικό. Το δόγμα εξαπλώθηκε και άσκησε τεράστια επίδραση. Σύμφωνα με την παράδοση, όταν έχασε τη γυναίκα του Ευριδίκη, ο Ορφέας κατέβηκε στον Άδη, γοήτευσε τον ίδιο και την Περσεφόνη και πήρε πίσω τη γυναίκα του. Δεν τήρησε όμως την υπόσχεσή του να μη γυρίσει να την κοιτάξει μέχρι να φτάσει στη γη κι έτσι την έχασε για πάντα κι έγινε μισογύνης. Έξαλλες (Μαινάδες) οι γυναίκες που τις αρνήθηκε (376) τον κατασπάραξαν. Ο θάνατός του ταυτίζεται με αυτόν του Διονύσου Ζαγρέως. Η ορφική λατρεία : - δίδασκε τη θεία προέλευση της ψυχής που αρχικά ζούσε στο θεϊκό παράδεισο. Λόγω αμαρτίας ξέπεσε και κλείστηκε στο σώμα για τιμωρία. Με το θάνατο η ψυχή αντιμετωπίζει την κρίση των χθόνιων θεών. Αν η απόφαση ήταν καταδικαστική, η τιμωρία ήταν αυστηρή και αιώνια. Μια θεωρία μιλάει για τη μετεμψύχωση και αναφέρει πως η ψυχή περιπλανιέται σε άλλη μορφή μέχρι να λυτρωθεί και να γίνει δεκτή στο νησί των Μακαρίων. Μια τελευταία παραλλαγή αναφέρει την ελπίδα της λύτρωσης αν υπάρξει προκαταβολική μεταμέλεια, ή κανόνες που θα εκτελεστούν από τους φίλους του θανόντος. Ο καθαρμός θεωρείται πως επιτυγχάνεται με ασκητική, ηθική ζωή και αποχή από το κρέας. Μέσω της μύησης λαμβανόταν η θεία χάρη που εξασφάλιζε καλύτερη μετά θάνατο ζωή. Ο ορφισμός λοιπόν προανήγγειλε μια καλύτερη ζωή μετά το θάνατο. Με τον ορφισμό εμφανίζεται η αντίληψη πως το σώμα είναι κακό και η ψυχή θεϊκή. Κύριος σκοπός είναι η υποταγή της σάρκας για να απελευθερωθεί η ψυχή. Πάντως, οι ορφιστές ξεχώριζαν μόνον από τα λευκά τους ρούχα και την αποχή από το κρέας. Δεν είχε εκκλησιαστική οργάνωση, κατακτούσε όμως ως λατρεία, όλο και περισσότερο έδαφος από τους ολύμπιους. Φτάνουμε λοιπόν σε σημείο (377) που το υπάρχον πάνθεο δεν επαρκεί. Τώρα ανεβαίνουν οι θεότητες που είναι δίπλα στον άνθρωπο, όπως ο Ασκληπιός που προσελκύει συνεχώς νέους πιστούς. Εισάγονται νέες θεότητες, όπως η Κυβέλη, η Βενδία, ο Άδωνις, η Αστάρτη και η Ίσιδα. 

Νέοι Προσανατολισμοί. Στα ελληνιστικά χρόνια η παρακμή αυτή επιταχύνεται. Η λατρεία μεταφέρεται (378) σε μεγάλο μέρος στους βασιλείς ή σε θεότητες όπως η Τύχη. Η μεταστροφή αυτή είχε ως συνέπεια την εμφάνιση νέων θεοτήτων αλλά και τη διαφορά στη θρησκευτική συμπεριφορά των ανθρώπων. Οι πιστοί άρχισαν να οργανώνονται σε ομάδες –

Page 95: ΕΛΠ20 περίληψη

αδελφότητες όπου τιμούσαν καλύτερα τους θεούς τους κι ένιωθαν δεσμούς μεταξύ τους. Ο καθένας είναι πλέον ελεύθερος να επιλέγει ποιο θεό θα λατρεύει, ανάλογα με τις ανάγκες του._________________

Page 96: ΕΛΠ20 περίληψη

Β’ ΤΟΜΟΣ – ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1Πολιτειακοί και Πολιτικοί Θεσμοί της Β. Αυτοκρατορίας (19) 

Το Ρωμαϊκό Υπόβαθρο της Νέας Αυτοκρατορίας : Οι Μεταρρυθμίσεις του Διοκλητιανού και του Μ. Κωνσταντίνου (20) Ο Διοκλητιανός σηματοδοτεί το τέλος της παρακμής της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και την αρχή της ανανέωσης και αποκατάστασης του ρωμαϊκού κράτους. 

Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία το 2ο και 3ο αι. μ.Χ. Με το θάνατο του Μάρκου Αυρηλίου επήλθε κρίση στο κράτος. Συχνές & βίαιες αλλαγές αυτοκρατόρων, συνωμοσίες, πραξικοπήματα, εμφύλιοι, ήττες, κοινωνικές ανισότητες, πολιτικοί και θρησκευτικοί διωγμοί, πληθωρισμός και φυσικές καταστροφές συνέβαλαν στην κρίση αυτή. Σημαντικότερη (21) επίπτωση ήταν η εξασθένιση του αυτοκρατορικού θεσμού. Από το 235 – 285 περισσότεροι από 30 ηγεμόνες είχαν αναγνωρισθεί επίσημα ως Αύγουστοι ή Καίσαρες. Με τις μεταρρυθμίσεις του Διοκλητιανού, το ρωμαϊκό κράτος μπόρεσε να ανακάμψει. Καθιερώθηκε το σύστημα της τετραρχίας για τη διακυβέρνηση του κράτους. Τα καθήκοντα μοιράστηκαν σε τέσσερις ηγεμόνες, οι οποίοι εκλέχτηκαν με αξιοκρατικά κριτήρια. Η πρώτη, με το Διοκλητιανό (για την ανατολή), το Μαξιμιανό (για τη δύση) το Γαλέριο και τον Κωνστάντιο Χλωρό, υπήρξε σταθερό πολιτικό σχήμα, που έφερε την τάξη στο εσωτερικό της χώρας, προστάτευσε την κυριαρχία της Ρώμης, αναβάθμισε και σταθεροποίησε το κύρος του αυτοκράτορα. Οι επαρχίες διαιρέθηκαν επίσης σε μικρότερες, ενώ συνενώθηκαν σε μεγαλύτερες περιφερειακές διοικήσεις. Διαχωρίστηκε η πολιτική από τη στρατιωτική εξουσία, αυξήθηκε το στράτευμα και καταπολεμήθηκε ο πληθωρισμός. Έτσι οι επαρχίες μπορούσαν να ελεγχθούν καλύτερα, αυξήθηκε η αποδοτικότητα των κρατικών υπηρεσιών, η οικονομία ανέκαμψε, όπως και ο στρατός. 

Μ. Κωνσταντίνος : συνέχισε το έργο του Διοκλητιανού και με ριζοσπαστικές λύσεις, εμφάνισε ένα νέο πολιτειακό και πολιτικό σχήμα που ήταν η απαρχή του βυζαντινού κόσμου και του ευρωπαϊκού αργότερα. Πέρα από αυτό, συμφιλίωσε το ρωμαϊκό κράτος με τη χριστιανική θρησκεία και μετέφερε την πρωτεύουσα στην Κωνσταντινούπολη. Μετά τις διαμάχες που ξέσπασαν όταν ο Διοκλητιανός αποσύρθηκε, ο Μ. Κ. έμεινε μόνος αυτοκράτορας του αχανούς ρωμαϊκού κράτους. 

Ο Αυτοκρατορικός Θεσμός του Ύστερου Ρωμαϊκού Κράτους (22) Ο θεσμός κατέληξε σε συγκεντρωτική μοναρχία, όπου ο αναβαθμισμένος αυτοκράτορας είχε απεριόριστη εξουσία και θεία δύναμη. Η αίγλη του ενισχύθηκε από αυστηρή αυλική εθιμοτυπία καθώς και την υιοθέτηση της προσκύνησής του. (209). Ο θείος και υπερβατικός χαρακτήρας του ενισχύθηκε από την αντίληψη της άμεσης θεϊκής προστασίας. Σε επιγραφή, ο Διοκλητιανός και ο Μάξιμος αναφέρονται ως γόνοι και δημιουργοί θεών. Εδώ δε δηλώνεται μόνο η θεία φύση αλλά και η θεϊκή εξουσιοδότηση της εξουσίας τους. Ο Μ. Κ. αρχικά ήταν οπαδός του μιθριδαϊσμού, συνδέοντας το κύρος του με το θεό Ήλιο. Σταδιακά και συνειδητά όμως απομακρύνεται από τη θεοποίηση και τις ειδωλολατρικές θεότητες. Μετά το 324, τη θέση του αυτοκράτορα – θεού, πήρε ο ελέω θεού αυτοκράτωρ. (23) Η αλλαγή αυτή, συνδέεται άμεσα με το χριστιανισμό και απορρέει από την πολιτική του Κ. που ζητούσε τη στήριξη της χριστιανικής εκκλησίας όπως και από την προσωπική του πίστη. 

Page 97: ΕΛΠ20 περίληψη

Η Θρησκευτική Πολιτική του Διοκλητιανού και του Μ.Κ. Και οι δύο ενίσχυσαν τον υπερτονισμό του θείου και τον υπερβατικό χαρακτήρα του αυτοκράτορα. Πάντως η πολιτική τους διέφερε ριζικά. Διοκλητιανός : συνδέθηκε με το μεγαλύτερο διωγμό που υπέστησαν οι χριστιανοί Μ.Κ. : αναγνώρισε επίσημα τη χριστιανική θρησκεία Και οι δύο όμως, επιδίωκαν μια ενιαία θρησκεία, που θα ενεργούσε ως εγγυητής της ασφάλειας και της ευημερίας του κράτους. Η ενοποίηση αυτή είχε ξεκινήσει από τον Αυρηλιανό, που ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για το θεό Ήλιο, δημοφιλή θεό ανάμεσα στο στράτευμα (24) Η διαφορά της πολιτικής των δύο, αφορούσε τον τρόπο ερμηνείας και προσέγγισης της ‘ενιαίας θρησκείας’. Ας δούμε συνοπτικά την εξέλιξη αυτής της πολιτικής. Διοκλητιανός : καθόρισε τη θρησκευτική πολιτική του με βάση τη ρωμαϊκή θρησκεία. Προώθησε ιδιαίτερα τη λατρεία του Ηρακλή και του Δία που τις συνδύασε με τη θεϊκή κατοχύρωση της εξουσίας του. Εμφανίστηκε τότε η αυτοκρατορική λατρεία που εξασφάλιζε την αφοσίωση των υπηκόων στον αυτοκράτορα, καθώς και την πνευματική και πολιτική συνοχή. Οι ατομικές θρησκευτικές προτιμήσεις ενισχύθηκαν από την αντίληψη πως η λατρεία των παραδοσιακών θεών, ενίσχυε τις πράξεις των αυτοκρατόρων και συνέβαλλε στην ευτυχία του κράτους. Σε αυτό το πλαίσιο, κάθε μονοθεϊστική θρησκεία, που απέκλειε τη λατρεία των παραδοσιακών θεών, αποτελούσε πολιτικό κίνδυνο. Ο Διοκλητιανός αντιμετώπισε με αγριότητα τους χριστιανούς. Κατέστρεψε εκκλησίες, συνέλαβε μέλη του κλήρου και διέταξε την τέλεση ειδωλολατρικών θυσιών. Η ποινή για τους ανυπάκουους ήταν θάνατος ή ισόβια καταναγκαστικά έργα. Οι διάδοχοί του συνέχισαν τους διωγμούς με εξαίρεση των Κωνστάντιο και το γιο του Κωνσταντίνο. Όσοι επέλεγαν τη σκληρή γραμμή καταλάβαιναν πως η βία απέναντι στους χριστιανούς δεν είχε αποτέλεσμα και οι διωγμοί απειλούσαν την εσωτερική κρατική τάξη. Ο Γαλέριος – ιδιαίτερα σκληρός – παύει τους διωγμούς το 311. Με διάταγμα νομιμοποίησε το χριστιανισμό ως ‘επιτρεπόμενη θρησκεία’. Παρόμοιο ήταν το διάταγμα του Μαξεντίου ενώ το 313, ο (25) Κωνσταντίνος και ο Λικίνιος συναντήθηκαν στο Μεδιολάνο και αποφάσισαν να συνεχίσουν την ίδια πολιτική. Κάποια στιγμή πήγε να κουνηθείο Λικίνιος, αλλά ο Κ. τον ανέτρεψε και η χριστιανική θρησκεία ελευθερώθηκε σε όλη την αυτοκρατορία. Κωνσταντίνος : πέρασε από αρκετά στάδια. Η γενική, διαλλακτική του στάση μπορεί να ερμηνευτεί ως πολιτική σκοπιμότητα και χειρονομία καλής πίστης. Η θρησκευτική του μεταστροφή έγινε μετά τη νίκη του στη Μουλβία γέφυρα. Το προηγούμενο βράδυ είχε ονειρευτεί το σύμβολο του σταυρού και με αυτό κόσμησε τα αυτοκρατορικά λάβαρα, τα νομίσματα, ακόμα και την περικεφαλαία του. Από το 312 και μετά, καθιέρωσε την Κυριακή ως χριστιανική αργία, τοποθέτησε τους επισκόπους στην απονομή δικαιοσύνης και επέτρεψε τις δωρεές προς την εκκλησία. Μετά τη νίκη του επί του Λικίνιου, φάνηκε ακόμα πιο ριζοσπαστικός. Περιόρισε τις ειδωλολατρικές εορτές εξάλειψε ειδωλολατρικές θεότητες από τα νομίσματα, ανέγειρε εκκλησίες με δημόσιους πόρους και πρόσθεσε στο διάδημά του ένα καρφί από το σταυρό του Ιησού. Επιδίωξε την ενότητα της εκκλησίας καθώς θεώρησε πως η ρωμαϊκή ενότητα έπρεπε να προβάλλεται όχι μόνο πολιτικά αλλά και θρησκευτικά. Το όραμά του ήταν η ενότητα της πίστης και η ευημερία του κράτους και προσπάθησε να το πετύχει με επιστολές του σε ορθόδοξους και αιρετικούς, για να αποκαταστήσει την ενότητα στους κόλπους της εκκλησίας. Από το 316 εμφανίζεται ως διαιτητής στις επισκοπικές διαμάχες. Η παρουσία του υπήρξε καταλυτική στη σύνοδο της Νίκαιας όπου συζητήθηκε το Αρειανικό δόγμα, που αμφισβητούσε τη

Page 98: ΕΛΠ20 περίληψη

θεία φύση του Ιησού. Ο Άρειος εξορίστηκε αλλά ο Κωνσταντίνος κατάφερε να αποφευχθεί η διχόνοια στην (26) Εκκλησία. Η Σύνοδος αυτή, διαμόρφωσε το χριστιανικό δόγμα και θεμελίωσε την αρχή της ανάμιξης της κοσμικής εξουσίας στα εκκλησιαστικά θέματα. Ο ηγεμόνας ήταν η κεφαλή του χριστιανικού κόσμου. Η χριστιανική εκκλησία έδωσε νέα υπόσταση στην ανανεωμένη ανατολική αυτοκρατορία. Η μητέρα του Κ. Ελένη, βρήκε το Γολγοθά, ανακάλυψε τον Τίμιο Σταυρό, και όλα τα λείψανα τα σχετικά με το Θείο Πάθος. Η ανακάλυψη αυτή έφερε αιώνια δόξα και στους δυο. Ο Κ. θεμελίωσε το ναό της Αναστάσεως, της Γέννησης και της Ανάληψης. Η βάπτιση του Κ. λίγο πριν το θάνατό του, στη Νικομήδεια, επισφράγισε τη θρησκευτική πολιτική του. Πέθανε στις 22 Μαΐου του 337 και η σορός του μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου τάφηκε στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων, ως ισαπόστολος. Αγιοποιήθηκε μαζί με τη μητέρα του. 

Η Φυσιογνωμία της Β. Αυτοκρατορίας (27) Η συνένωση ρωμαϊκού κράτους και χριστιανισμού ήταν η αφετηρία της Β.Α. Βυζάντιο, ή Β. Αυτοκρατορία : το χριστιανικό κράτος της Ανατολής, που διαμορφώθηκε με την ίδρυση της Κων/λης το 324 και τελείωσε με την άλωσή της το 1453. θεωρείται συνέχεια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, όμως, μέσα από αλλαγές, μεταμορφώθηκε σε ελληνόφωνο χριστιανικό κράτος. Οι Βυζ. αποκαλούσαν το κράτος τους ρωμαϊκό ή Ρωμαίων κράτος, ή βασιλεία των Ρωμαίων. Ο όρος Βυζάντιον –ινός, χρησιμοποιήθηκε από τον Ιερόνυμο Wolf το 16ο αι. και δήλωνε την αρχαία μεγαρική αποικία, στη θέση της οποίας χτίστηκε η Κων/λη. Η ίδρυσή της, ήταν μια ακόμα μεταρρύθμιση του Κ. που αναγνώρισε την ανάγκη νέας πρωτεύουσας. Η Ρώμη, μακριά από τα νευραλγικά σημεία της αυτοκρατορίες είχε πάψει να είναι το επίκεντρο της πολιτικής ζωής. Οι Αύγουστοι εμφανίζονταν εκεί για λόγους μόνον εθιμοτυπικούς. Μετά τη νίκη του επί του Λικίνιου, ο Κων/νος άρχισε να ψάχνει το μέρος για τη νέα του πρωτεύουσα. (2  Η εκλογή ήταν μεγαλοφυής. Σταυροδρόμι ανατολής – δύσης, πέρασμα εμπορικών δρόμων, κοντά και ταυτόχρονα μακριά από τις επικίνδυνες περιοχές. Με την ίδρυση της πόλης, ξεκινούσε ειρηνικά μια νέα πολιτική εξουσία. Η Νέα Ρώμη, η Πόλις του Κων/νου βρέθηκε ανάμεσα στον αρχαίο και το νέο τρόπο ζωής, εγκαινιάζοντας ένα οικουμενικό, πολιτικό και θρησκευτικό κράτος. Ήταν προϊόν πολιτικής έμπνευσης ή, όπως έλεγε ο Κ. ιδέα που υποβλήθηκε από το θεό. Η θεμελίωση, τα εγκαίνια και η τελική άλωσή της, έμειναν χαραγμένα στη μνήμη των λαών. Ο κρατικός μηχανισμός της Κων/λης βασίστηκε στο ρωμαϊκό πρότυπο. Την ίδια στιγμή, η συγκεντρωτική άσκηση της διοίκησης, η ενίσχυση του αυτοκράτορα και η μονοκρατορία του Κων/νου εξέλιξαν τους ρωμαϊκούς θεσμούς. Η μεταφορά του κέντρου στην Ανατολή, έφερε στο προσκήνιο την ελληνική παιδεία και το χριστιανισμό. Η ελληνική γλώσσα αποτέλεσε το συνεκτικό στοιχείο εκατομμυρίων ανθρώπων από όλες τις φυλές, τάξεις και θρησκείες, εκφράζοντας τέλεια την πολιτική συνοχή. Η εξάπλωση του χριστιανισμού ήταν μεγάλη. Τα εσχατολογικά της μηνύματα, ο συμβολισμός της, η έννοια της αλληλεγγύης, η αγάπη και η φιλανθρωπία της, γοήτευαν τους κατοίκους της Κων/λης. Το Βυζάντιο (29) είναι πολυεθνικό κράτος, σταυροδρόμι δοξασιών και τρόπων ζωής. Η Constitutio Antoniana (διάταγμα του Καρακάλλα το 212 με το οποίο αποκτούσαν το δικαίωμα του ρωμαίου πολίτη όλοι οι ελεύθεροι πολίτες), ήταν η αφετηρία για τη συνοχή των υπηκόων. Το Βυζάντιο στηρίχθηκε στο ομόδοξο και το ομόγλωσσο, για

Page 99: ΕΛΠ20 περίληψη

να ενισχύσει αυτή τη συνοχή. Παγιώθηκε το ομότροπο, η συγκρότηση ενιαίας ανθρώπινης κοινότητας. 

Το Βυζ. Πολιτειακό Σύστημα Πολίτευμα ήταν η μοναρχία. Ο αυτοκράτορας ήταν ο απόλυτος ρυθμιστής των πάντων. Ο ρόλος του ήταν πολυδιάστατος. - διόριζε και απέλυε υπαλλήλους, ενώ απένειμε τίτλους και αξιώματα - είχε απόλυτο έλεγχο στις οικονομικές υποθέσεις - εξέδιδε νόμους και επόπτευε την απονομή δικαιοσύνης - ήταν αρχηγός όλων των στρατιωτικών δυνάμεων - ασκούσε επιρροή στα εκκλησιαστικά πράγματα. Συγκαλούσε τις Οικουμενικές Συνόδους, ήταν διαιτητής στις δογματικές διαφορές, έλεγχε τους πατριάρχες. Το πολίτευμα (30) δεν υπέκειτο σε κοινοβουλευτικό έλεγχο ή συνταγματικούς περιορισμούς. Λόγω του χριστιανισμού όμως, είχε ηθικούς περιορισμούς. Ήταν κοινή συνείδηση για τον ηγεμόνα και τους υπηκόους του πως έπρεπε να ασκεί τα καθήκοντά του με δικαιοσύνη, φιλανθρωπία και ευνομία. Υπήρξαν όμως και πολιτικοί παράγοντες. Η Σύγκλητος, ο στρατός, οι δήμοι και η Εκκλησία. Όλοι κρατούσαν τα όρια που υπαγόρευαν οι αρχές της χριστιανικής θρησκείας, κυρίως ο αυτοκράτορας. 

Η Προέλευση της Αυτοκρατορικής Εξουσίας Η θεοποίηση του αυτοκράτορα ήταν μια σημαντική μεταρρύθμιση του Διοκλητιανού που διαφοροποιήθηκε στα χρόνια του Κ. Ο ‘αυτοκράτορας – θεός’ έγινε εκπρόσωπος του θεού και ‘αυτοκράτορας ελέω θεού’. Ταυτόχρονα επέζησαν οι αντιλήψεις που τον ήθελαν ‘άριστο’, εκλεκτό του λαού και του στρατού. Η δυαρχική αυτή αντίληψη, λειτούργησε καθ’ όλη τη βυζ. περίοδο. (31) Ο αυτοκράτορας τυπικά εκλεγόταν από τη σύγκλητο, το στρατό και τους δήμους, ομάδες που αντιπροσώπευαν τη λαϊκή βούληση. Θεωρητικά, επρόκειτο για παρεμβολή του Αγ. Πνεύματος και της θείας θέλησης. Βέβαια, δεν έλειψαν και οι ρωμαϊκές εκδηλώσεις λατρείας, όπως η προσκύνηση του αυτοκράτορα και των εικόνων του. Διευκρινίζεται πως η λατρεία αυτή δεν αναφέρεται στον αυτοκράτορα αλλά στα σύμβολά του. Σήμερα οι απόψεις διίστανται. Μερικοί υποστηρίζουν πως παρά το χριστιανισμό, εξακολουθούσαν – τουλάχιστον αρχικά – να υφίστανται οι ρωμαϊκές αντιλήψεις περί θεοποίησης του αυτοκράτορα. Άλλοι ερμηνεύουν την προσκύνηση ως καθαρά πολιτική πράξη υποταγής. Βασικά, ότι ήταν ο αυτοκράτορας για τους υπηκόους του, ήταν ο θεός για τον αυτοκράτορα. Στις εικόνες που σώζονται, ο αυτοκράτορας προσκυνά τον ένθρονο Ιησού. Η μεταβολή της αυτοκρατορικής εξουσίας έφερε σημαντικές αλλαγές στην άσκησή της όπως και στο πρότυπο του αυτοκράτορα. Υπογραμμίζονται οι χριστιανικές αρχές της εξουσίας. Ο αυτοκράτορας ήταν εξ ορισμού εκλεκτός του θεού και φιλόχριστος. Οι αρετές του πήγαζαν από την προσπάθεια μίμησης του θεού. Η εξουσία του (32) μεταβιβαζόταν σε διορισμένους άρχοντες στους οποίους οι υπήκοοι έπρεπε να υπακούουν. Ο κλήρος τόνιζε την ανάγκη αυτής της υπακοής για λόγους ευταξίας και σεβασμού. Ακόμη, ο αυτοκράτορας είχε το προνόμιο του κυβερνήτη του ορθόδοξου χριστιανικού κόσμου, αν όχι ολόκληρου. Επίσης, η μεταστροφή ειδωλολατρών προς το χριστιανισμό, θεωρούνταν ως de facto αναγνώριση της ανώτατης εξουσίας του βυζ. αυτοκράτορα. Η ιδέα της μιας, μοναδικής, πραγματικής και νόμιμης αυτοκρατορίας παρέμεινε ζωντανή μέχρι το τέλος. 

Page 100: ΕΛΠ20 περίληψη

Η Αυτοκρατορική Κατοικία (33) Μέγα Ιερόν ή Παλάτιον : η αυτοκρατορική κατοικία, ανάμεσα στον Ιππόδρομο και τα θαλάσσια τείχη. Πρόκειται για ακανόνιστο, ανομοιογενές σύνολο κτιρίων διαφορετικών χρονολογιών και χρήσεων. Πληροφορίες μας δίνουν τρία κείμενα : - η Έκθεσις περί βασιλείου τάξεως του Κωνσταντίνου Ζ’ Πορφυρογέννητου - η Χρονογραφία του Θεοφάνη - η μαρτυρία του Νικόλαου Μεσαρίτη, σκευοφύλακα της Εκκλησίας του Φάρου (χάρτης 1). - στην είσοδο των ανακτόρων (34) υπήρχε τεράστιος ψηφιδωτός πίνακας του αυτοκράτορα σε στάση δέησης. - Η είσοδος του παλατιού, οδηγούσε στη Μέση και ονομαζόταν Χαλκή εξαιτίας των κεραμιδιών με μπρούτζινη επένδυση ή μπρούτζινες εξώθυρες. ( η Χάλκη ξαναφτιάχτηκε από τον Ιουστινιανό, μετά την καταστροφή της στη στάση του Νίκα, ο οποίος τη μετέτρεψε σε μουσείο τέχνης - Στο μέτωπο της κεντρικής πόρτας υπήρχε ψηφιδωτή, ολόσωμη εικόνα του Ιησού και λεγόταν Χαλκίτης. Η εικόνα αυτή ταλαιπωρήθηκε στα χρόνια της εικονομαχίας. Η Χαλκή υποβαθμίστηκε από το Νικηφόρο Φωκά. Μετά το 1200 δεν ξανακούμε για αυτή. - Αίθουσα (35) των 19 ακκουβιτών : τραπεζαρία - Δάφνη : πτέρυγα με κατοικίες - Χρυσοτρίκλινος : η αίθουσα του αυτοκρατορικού θρόνου και των επίσημων τελετών. Την έχτισε ο Ιουστίνος Β και την επίπλωσε εξαιρετικά. - Ιουστινιανός ή Τρίκλινος του Ιουστινιανού : μεγάλη αίθουσα υποδοχής. Θεωρείται πως καταστράφηκε από θυελλώδεις άνεμους. - Τρίκογχο : ημικυκλική αίθουσα συνεδριάσεων με τρεις αψίδες. Χτίστηκε από το Θεόφιλο - Σίγμα : ταράτσα σε σχήμα Σ - Καμιλάς : η ιματιοθήκη της βασίλισσας - Καινούριον : πολυτελείς κατοικίες που έχτισε ο Βασίλειος ο Α Ακολουθούν διάφορες περιγραφές του παλατιού.. (36-37-3  Το θέμα είναι πως ελάχιστα πράγματα σώζονται καθώς το παλάτι υπέστη φυσικές και ανθρώπινες καταστροφές. 

Οι Παλατινές Λειτουργίες : Ιεραρχία και Τάξις (39) Πολύτιμη πηγή είναι η Έκθεσις περί Βασιλείου Τάξεως του Κ. Πορφυρογέννητου που δίνει πληροφορίες για τις τελετές του παλατιού. Για κάθε σημαντική κρατική ή θρησκευτική υπόθεση υπήρχε και η ανάλογη τελετή. Οι περισσότερες γινόντουσαν εντός παλατιού και συμμετείχαν μέλη της αυλής, ευνοούμενοι πολίτες ή ξένοι προσκεκλημένοι. Υπήρχαν και δημόσιοι εορτασμοί στους δρόμους της πόλης στον Ιππόδρομο ή στις εκκλησίες. Η (40) συμμετοχή του αυτοκράτορα συνοδευόταν από πλήθος διαδικασιών. Ομιλίες, συνοδεία, ειδική ένδυση κα. Η έννοια της τάξεως ήταν σημείο αναφοράς και προσδιόριζε λεπτομερώς την ιεράρχηση των πράξεων και την τήρηση της εθιμοτυπίας. Έτσι, η παλατινή τελετουργία, αντανακλούσε με τη σειρά της την καθιέρωση και την τήρηση της τάξεως, στοιχεία της αυτοκρατορικής πολιτικής. 

Όψεις της Δημόσιας Ζωής του Αυτοκράτορα Η στέψη : το αποκορύφωμα της βυζ. παλατινής τελετουργίας που άλλαξε με το χρόνο. Αρχικά ήταν μια ενιαία τελετή με κύριο το στρατιωτικό στοιχείο. Στα μέσα του 5ου αι. εμφανίζονται η σύγκλητος, οι δήμοι και ο Πατριάρχης, ο οποίος

Page 101: ΕΛΠ20 περίληψη

συμπράττει κατά την τοποθέτηση του διαδήματος στο κεφάλι του αυτοκράτορα. Η θρησκεία έφερε καινοτομίες στην τελετή, όπως το διαχωρισμό αναγόρευσης – στέψης. Άλλαξε επίσης ο χώρος. Στην αρχή λάμβανε χώρα στο Έβδομον (προάστιο της Πόλης) μετά γινόταν στον Ιππόδρομο και στα τέλη του 8ου αι, στην Αγία Σοφία. Το ίδιο τελετουργικό υπήρχε και για το (41) συναυτοκράτορα, μόνο που εδώ τη στέψη (όπως και για την αυτοκράτειρα) την έκανε ο αυτοκράτορας. Φρόντιζαν επίσης ώστε οι στέψεις των συνβασιλέων να συμπίπτουν με μεγάλες χριστιανικές εορτές (Χριστούγεννα Πάσχα). Ακολουθεί περιγραφή από τον Κ. Πορφυρογέννητο. Ακρόαση : (42) αυτή των ξένων απεσταλμένων ήταν η πιο εντυπωσιακή. Υπήρχε ειδικό ένδυμα, και η είσοδος στην αίθουσα ακροάσεων γινόταν με ιεραρχική σειρά. Οι αξιωματούχοι προσκυνούσαν τον αυτοκράτορα. Δημόσιες εμφανίσεις : ανάλογα με την εκδήλωση υπήρχε και τελετουργικό. Η αναχώρηση για μάχη συνοδευόταν από παρακλητικές λειτουργίες. Η αναχώρηση για (43) ειρηνικούς σκοπούς συνοδευόταν από θεία λειτουργία και πανηγυρικούς. Η τελετή υποδοχής απαιτούσε αντιπροσωπία έξω από την πόλη, επευφημίες και πανηγυρικούς. (περιγραφή του Θρίαμβου του αυτοκράτορα). Χριστιανικές εορτές : ο αυτοκράτορας (44) συμμετείχε ενεργά, ειδικά το Πάσχα. Αυτοκρατορικά συμπόσια : (45) συνήθως συνοδευόντουσαν από χορό και τραγούδι. Ο αυτοκράτορας συμμετείχε επίσης σε επετειακές εορτές, σε υποδοχές αγίων λειψάνων. Με λίγα λόγια (46) η δημόσια ζωή του αυτοκράτορα ήταν ιδιαίτερα έντονη. 

Όψεις της Ιδιωτικής Ζωής του Αυτοκράτορα Η Έκθεσις δίνει πολλές σχετικές πληροφορίες. Γέννηση διαδόχου : λάμβανε χώρα (47) σε ειδικό διαμέρισμα, την πορφύρα, που έβλεπε στο λιμάνι του Βουκολέοντος. Οι τοίχοι του έφεραν πορφυρές πλάκες, εξ ου και το όνομα Πορφυρογέννητος. Αν το παιδί ήταν αγόρι, οι αγγελιαφόροι έτρεχαν να το αναγγείλουν στην αυτοκρατορία. Ακολουθούσαν οι ευχές του Πατριάρχη, ιππικοί αγώνες και επευφημίες στον Ιππόδρομο. Την 8η μέρα το βρέφος πήγαινε στην εκκλησία όπου του διάβαζαν ευχές. Ακολουθούσε εθιμοτυπική επίσκεψη από τις κυρίες επί των τιμών που προσέφεραν ευχές και δώρα. Κατόπιν συνέχιζαν οι συγκλητικοί. Τα γενέθλια του αυτοκράτορα : γιορτάζονταν στο παλάτι, με εξαιρετικό κέφι. Γινόταν επίσημο δείπνο με χορό. Η βάπτιση : χωρίς ορισμένο χρόνο από τη γέννηση (Γιόρταζε όλη η πρωτεύουσα και οι δρόμοι στολίζονταν με λουλούδια, στους εξώστες κρεμούσαν πολύτιμα υφάσματα και οι κάτοικοι στολισμένοι, έβγαιναν στο δρόμο. Οι ανάδοχοι επιλέγονταν από το βασιλικό οίκο ή τους κύκλους των ανώτατων αξιωματούχων. Το μυστήριο γινόταν στην Αγία Σοφία. Μετά το βάπτισμα, το μωρό επέστρεφε με πομπή στο παλάτι. Γάμος : είχε ιδιαίτερες διαδικασίες. Η νύφη έπρεπε να είναι ευγενικής καταγωγής, παρθένα και κυρίως, όμορφη. Η επιλογή της γινόταν με (49) ιδιότυπο τρόπο. Έμπιστοι αυλικοί επέλεγαν τις πιο όμορφες κοπέλες και τις έφερναν στο παλάτι. Εκεί, την επιλογή την έκανε ο αυτοκράτορας. Οι πριγκίπισσες παντρεύονταν συνήθως παιδιά ευγενών. Επιγαμικοί δεσμοί : προτάσεις γάμου από ξένους ηγεμόνες με αποστολή γραμμάτων ή απεσταλμένων. Η βυζ. διπλωματία λειτουργούσε πάντα ανάλογα με το συμφέρον της. 

Page 102: ΕΛΠ20 περίληψη

Πολλοί γάμοι γινόταν σε μικρή ηλικία καθώς το νόμιμο ήταν 12 – 14 χρόνια για τα κορίτσια και 14 – 18 για τα αγόρια (50). Βασιλικός γάμος : γινόταν συνήθως στην Αγ. Σοφία, αλλά και σε άλλους ναούς. Η γαμήλια τελετή ήταν μεγαλόπρεπη, ενώ (51) ακολουθούσε συμπόσιο. Λουτρό της νύφης : αναπόσπαστη τελετή του γάμου, που γινόταν τρεις μέρες μετά το γάμο. Περιλάμβανε παρέλαση των λουτρικών με συνοδεία τραγουδιών και χορού καθώς και τις κυρίες των τιμών. Ο γάμος του αυτοκράτορα συνοδευόταν από δώρα του προς τους υπηκόους του. Άλλοτε χρηματικά, κι άλλοτε σε είδος, όπως τα διάφορα τραπέζια που στρώνονταν σε διάφορα μέρη της πρωτεύουσας. Υπήρξαν και γάμοι κατά παράβαση εκκλησιαστικών κανόνων και θεσμών, όπως αυτός του Ηράκλειου με την ανιψιά του Μαρτίνα ή η τεταρτογαμία του Λέοντος Στ’ Σοφού. Θάνατος και Ταφή του αυτοκράτορα : (53) ήταν ο επίλογος της επίγειας ζωής. Αν και τα ταφικά έθιμα δε διέφεραν πολύ από αυτά των λαϊκών, υπήρχε ιδιαίτερη εθιμοτυπία. (53-54). Οι περισσότερες ταφές γινόντουσαν στο ναό των Αγίων Αποστόλων αλλά και αλλού. Όταν ο θάνατος ήταν βίαιος, η ταφή δεν τελούνταν σύμφωνα με το τυπικό. 

Η Βυζαντινή Υπαλληλία (56) Η οργάνωση της κρατικής μηχανής, βασιζόταν στον αυτοκράτορα ως πηγή κάθε εξουσίας. Κάτω απ’ αυτόν, υπήρχε μια περίπλοκη κρατική μηχανή, οργανωμένη με αυστηρά συγκεντρωτικό και ιεραρχικό σύστημα. Η σταδιοδρομία του υπαλλήλου ήταν ανοικτή σε μεγάλη μερίδα πολιτών, με βασική προϋπόθεση κάποιες γενικές εγκυκλοπαιδικές γνώσεις (εκτός των γιατρών, των νομικών και των εκπαιδευτικών που έπρεπε να είναι πιο εξειδικευμένοι). Η πρόσβαση ήταν ανοικτή σε όλους τους υπηκόους. Αρκετοί επαρχιώτες κατάφεραν να φτάσουν σταδιακά σε υψηλά αξιώματα. (π.χ. Ψελλός). Όμως, από τον 11ο αι. και μετά (57) οι πλούσιες οικογένειες και μέλη του αυτοκρατορικού περιβάλλοντος άρχισαν να αναλαμβάνουν τα υψηλά αξιώματα, δημιουργώντας μια κλειστή τάξη δημόσιων λειτουργών. Υπήρχαν πάντως και οι εξαιρέσεις. (Αλέξιος Απόκαυκος). Το Βυζάντιο, αντίθετα με τη Δύση, απέκτησε συγκροτημένη κρατική μηχανή. Ο κλήρος είχε κάποιες σποραδικές εμφανίσεις σε αυτήν, κάτι που ενισχύθηκε την εποχή των ΠαλαιολόγωνΥπήρχαν δύο ειδών θέσεις, στη διοίκηση και το στρατό, οι υψηλότερες και οι κατώτερες. Υψηλότερες : δίνονταν από τον αυτοκράτορα σε άτομα που επέλεγε ο ίδιος. Τα διόριζε προφορικά, για 3 χρόνια. (αξίαι δια λόγου). Έφταναν τους 60 και χωρίζονταν σε επτά κύριες ομάδες, ενώ διεκπεραίωναν τις υποθέσεις του κράτους. Κατώτερες : ονομάζονταν στρατείες, ήταν ισόβιες και μπορούσαν να αγοραστούν ή να πουληθούν από τους ενδιαφερόμενους. Οι υπάλληλοι έδιναν όρκο (υπαλληλικής αξιοπιστίας) ο οποίος κατατίθετο στα αρχεία του παλατιού, σε ειδικό μητρώο. (59) Υπήρχαν πολύ αυστηροί νόμοι για τη σωστή άσκηση των καθηκόντων τους. Ο Ιουστινιανός μάλιστα, είχε ορίσει τους επισκόπους ως επόπτες των υπαλλήλων. Αξίαι βραβείου : τιμητικά αξιώματα που έδινε ο αυτοκράτορας. Η απονομή τους γινόταν σε επίσημη τελετή, συνήθως με την ευκαιρία μιας εορτής, ή την Κυριακή. Ο αυτοκράτορας έδινε ένα βραβείο που συμβόλιζε το αξίωμα. Άλλοι έπαιρναν ειδικό ένδυμα, κόσμημα ή έγγραφο. Τα αξιώματα αυτά ήταν ισόβια, αλλά όχι κληρονομικά. Δίνονταν στην πλειονότητα των ανώτατων αυλικών. Επίσης, ήταν δυνατή η κατοχή

Page 103: ΕΛΠ20 περίληψη

θέσης χωρίς τίτλο (άπρατοι), όπως και κάτοχοι τίτλων χωρίς αξιώματα (λιτοί). Το αξίωμα ήταν ανάλογο των προσωπικών σχέσεων με τον αυτοκράτορα. Ο βαθμός (60) του αξιώματος καθόριζε τη θέση του κατόχου στην ιεραρχία που ήταν ιδιαίτερα αυστηρή. Σε κάθε τίτλο, αντιστοιχούσε ορισμένο αυλικό αξίωμα, συνδεδεμένο με την προσωπική υπηρεσία του αυτοκράτορα. (Πίνακας 1). Στο 2ο μισό του 10ου αι. (61) εμφανίστηκαν νέοι τιμητικοί τίτλοι, ενώ τον 11ο αι. τα αξιώματα αυξήθηκαν πάλι, λόγω της οικονομικής ανάπτυξης. Στα χρόνια των Κομνηνών, ήρθαν οι αλλαγές. Ο Αλέξιος άλλαξε τους παλαιούς τίτλους κι απένειμε αξιώματα σε δικά του άτομα. Την ύστερη βυζ. περίοδο, το μονοπώλιο των σημαντικών αξιωμάτων κατείχαν τα μέλη μεγάλων και πλούσιων οικογενειών. Εξακολουθούσε όμως να υπάρχει η δυνατότητα – αν και περιορισμένη – για ορισμένους, η αναρρίχηση σε υψηλά αξιώματα μετά από θητεία σε κάποια άλλα. Τα αξιώματα δια βραβείων συνοδεύονταν από τη ρόγα, ετήσιο μισθό. Το ένδυμα επίσης, έπαιζε μεγάλο ρόλο στο αξίωμα καθώς ήταν ανάλογό του (62). Οι τιμητικοί τίτλοι ήταν εξαγοράσιμοι (η τιμή του αξιώματος) αν και η αντίδραση των αυτοκρατόρων ως προς αυτό ήταν αντιφατική. Ο Ιουστινιανός το απαγόρευσε, ενώ ο Λέων ο Στ’ όρισε συγκεκριμένο ποσό. Οι τιτλούχοι είχαν κοινωνικά και οικονομικά οφέλη (αλίμονο!) 

Η Διοίκηση του Παλατιού (63) Τα ανάκτορα είχαν δική τους υπηρεσία, που εξυπηρετούσε και προστάτευε τον αυτοκράτορα. Σημαντική θέση κατείχαν οι ευνούχοι γιατί ήταν ακίνδυνοι για τις γυναίκες και δε μπορούσαν λόγω αναπηρίας να διεκδικήσουν το θρόνο. Είχαν καθημερινή επαφή με τον αυτοκράτορα και μπορούσαν εύκολα να αποκτήσουν δύναμη και επιρροή. Κατά τη διάρκεια των αιώνων, η υπηρεσία διαφοροποιείται. Πρωτοβεστιάριος : διαχειριζόταν (64) την ιδιωτική περιουσία του αυτοκράτορα και την ιματιοθήκη του. Τον 11ο αι. ήταν το κύριο πρόσωπο του παλατιού. Επί της τραπέζης του δεσπότου : υπεύθυνος για τα γεύματα του αυτοκράτορα Επί της τραπέζης της αυγούστας : υπεύθυνος για τα γεύματα της αυτοκράτειρας. Πιγκέρνης : οινοχόος Παπίας : υπεύθυνος ασφάλειας και καθαριότητας του ανακτόρου καθώς και της προστασίας των πολύτιμων σκευών. Πρωτοσπαθάριος : (65) προϊστάμενος των σωματοφυλάκων και των αγγελιαφόρων. Πρωτοστράτορας : προϊστάμενος των αυτοκρατορικών ιπποκόμων Αρμοφύλακες : αρμόδιοι για τα αυτοκρατορικά όπλα Εταιρεία : η ανακτορική φρουρά (αρχηγός ο εταιρειάρχης, ιδιαίτερα σημαντική θέση). Στα μέσα του 11ου αι. η ανακτορική υπαλληλία αλλάζει συνεχώς δομή. Επικρατεί ασάφεια και αβεβαιότητα Ύστερη, βυζ. περίοδος : η ζωή στα ανάκτορα ρυθμιζόταν από ομάδα αυλικών αξιωματούχων. Υπήρχαν επίσης παλατοφύλακες, υπασπιστές και τα ειδικά σώματα της αυτοκρατορικής φρουράς. Παλαιολόγεια περίοδος : οι αυτοκρατορικές υπηρεσίες εξειδικεύονται ακόμα περισσότερο. Π.χ. το αξίωμα του παρακοιμώμενου, διχάστηκε. Ο παρακοιμώμενος του κοιτώνος διατήρησε τις προγενέστερες αρμοδιότητες ενώ ο παρακειμώμενος της σφενδόνης ήταν υπεύθυνος της αυτοκρατορικής σφραγίδας. Το αξίωμα αυτό δεν υπάρχει κατά το 15ο αι. Παρακοιμώμενη : η προσωπική υπηρέτρια της αυτοκράτειρας. 

Page 104: ΕΛΠ20 περίληψη

Η Αυτοκρατορική Γραμματεία (67) Ρύθμιζε τη διεκπεραίωση των αυτοκρατορικών υποχρεώσεων, κυρίως τη σύνταξη και την αποστολή εγγράφων και επιστολών, που αφορούσαν νόμους, αποφάσεις, νομικά ή φορολογικά θέματα και λοιπά. Με την πάροδο των ετών, υπέστη αλλαγές. Πρώιμη περίοδος : ομάδα αποτελούμενη από τον κοιαίστωρ του ιερού παλατίου, τέσσερις αντιγραφείς και υπάλληλους του τμήματος υπογραφών. Κοιαίστωρ : επεξεργαζόταν νομικά θέματα, αιτήματα ιδιωτών ή κρατικών υπηρεσιών. Ήταν ο ιεραρχικά ανώτερος και δε χρησιμοποιούσε μόνιμο προσωπικό. Τέσσερις αντιγραφείς : επεξεργάζονταν τις σημειώσεις και παρατηρήσεις του αυτοκράτορα πάνω στα εισερχόμενα, διεκπεραίωναν τις απαντήσεις, συνέτασσαν ή μετέφραζαν στην ελληνική. Πριμηκήριος των νοταρίων : Προϊστάμενος του τμήματος υπογραφών. Οι νοτάριοι είχαν χρέη γραφέων. Σηκρητάριοι : κάνουν την εμφάνισή τους στα μέσα του 5ου αι. Κρατούσαν (6  τα απόρρητα πρακτικά του αυτοκρατορικού συμβουλίου. Επικεφαλής ήταν ο πρωτοασηκρήτης. 

Μεσοβυζαντινή Περίοδος : αλλάζουν κάποια πράγματα στην αυτοκρατορική γραμματεία. Οι 4 αντιγραφείς περνούν στην αρμοδιότητα του κοιαίστορα, με ανεξάρτητο των επί των δεήσεων. Αργότερα, τα καθήκοντα του κοιαίστορα περνούν στο χώρο της δικαιοσύνης και τα νομικά στον πρωτοασηκρήτη. Ο τελευταίος κατέληξε ανώτατος δικαστικός, την εποχή των Παλαιολόγων. Μυστικός : κρατούσε την απόρρητη και προσωπική αλληλογραφία του αυτοκράτορα. Επί του κανικλείου : φρόντιζε το αυτοκρατορικό μελανοδοχείο και όλα τα μέσα με τα οποία υπέγραφε ο αυτοκράτορας. Παρευρισκόταν στις υπογραφές και ετοίμαζε τα διπλώματα των δια βραβείου αξιών. Μέγας λογοθέτης : κατάληξη του λογοθέτη του δρόμου, ο οποίος εισηγούνταν στον αυτοκράτορα θέματα εξωτερικής πολιτικής. Μετά το 2ο μισό του 12ου αι. τοποθετούνταν ως γραμματείς, άνθρωποι του αυτοκρατορικού (69) περιβάλλοντος, χωρίς υπαλληλική σχέση με το φορέα. Ο όρος γραμματικός, αντικατέστησε αυτόν του ασηκρήτη με προϊστάμενο τον πρωτονοτάριο. 

Η Διοίκηση της Κωνσταντινούπολης (70) Ανήκε στον έπαρχο της πόλης. Πρωτοβυζαντινή περίοδος : ο έπαρχος είχε υψηλά δικαστικά καθήκοντα και ποικίλες υπηρεσίες, όπως την ασφάλεια, τη νυκτερινή εγκληματικότητα, κάτι σαν σημερινός δήμαρχος, αρχηγός της αστυνομίας και διευθυντής αγορανομίας. Ήταν επίσης υπεύθυνος για την εξασφάλιση των ειδών διατροφής. Μεσοβυζαντινή περίοδος : το κύρος και η επιρροή του έπαρχου συνοδευόταν από μεγαλόπρεπη τελετή. Αποκαλείται πατέρας της πόλης, ενώ ο Ψελλός τον τοποθετεί αμέσως μετά τον αυτοκράτορα. Το αξίωμα άρχισε να υποβαθμίζεται από τα μέσα του 12ου αι. Δύο αιώνες μετά, την διοίκηση ασκούν δύο κεφαλατικεύοντες. (Δείτε τον πίνακα 3 στις σελ. 70-71). 

Η Διοικητική Κρατική Μηχανή (72) Πρωτοβυζαντινή περίοδος : η οργάνωση αφομοίωσε αρκετές από τις μεταρρυθμίσεις του Διοκλητιανού, ενώ ταυτόχρονα καινοτόμησε, δείχνοντας μια τάση απομάκρυνσης

Page 105: ΕΛΠ20 περίληψη

από το ρωμαϊκό πρότυπο. Από το Μ. Κωνσταντίνο και μετά, η διοικητική κρατική μηχανή απέκτησε νέο χαρακτήρα καθώς εμφανίστηκαν νέοι τίτλοι. Ιερόν κονσιστώριον : το αυτοκρατορικό συμβούλιο, συμβουλευτικό όργανο του αυτοκράτορα. Οι συνεδριάσεις του ονομάζονταν σιλέντιον καθώς οι σύμβουλοι άκουγαν και επικροτούσαν τις αποφάσεις του αυτοκράτορα. Μάγιστρος των θείων οφφικίων : η υπηρεσία αποτελούνταν από τους μαγιστριάνους ή διατρέχοντας που ήταν οι βασιλικοί ταχυδρόμοι και πληροφοριοδότες. Ο προϊστάμενός τους επόπτευε την ανακτορική γραμματεία και τη φρουρά, εξασφαλίζοντας έτσι την ασφάλεια του αυτοκράτορα. Ασκούσε έλεγχο στα εργαστήρια παραγωγής όπλων, επόπτευε τις αυλικές τελετές και προετοίμαζε την υποδοχή ξένων απεσταλμένων. Ο Μάγιστρος των οφφικίων συνεργαζόταν στενά με τον αυτοκράτορα κι απέκτησε μεγάλο κύρος. Κόμης των θείων θησαυρών : (73) είχε τη γενική εποπτεία και διαχείριση των δημόσιων οικονομικών κι επόπτευε τη συλλογή φόρων δασμών και χορηγιών. Έλεγχε επίσης τα νομισματοκοπεία, τα μεταλλεία και τις δημόσιες αποθήκες. Κόμης της ιδικής περιουσίας : μεριμνούσε για τα αυτοκρατορικά κτήματα. Ρύθμιζε την είσπραξη ενοικίων, δωρεών, κατασχέσεις και δημεύσεις υπέρ της αυτοκρατορικής περιουσίας. ( Ο Αναστάσιος Α έδωσε την αρμοδιότητα των κτημάτων στον κόμητα ιδικής κτήσεως, ενώ ο ιδικής περιουσίας έγινε δικαστής θεμάτων δημοσιονομικής φύσης. 

Μεσοβυζαντινή περίοδος : ενιαίες υπηρεσίες διασπάστηκαν σε μικρότερες που είχαν άμεση εξάρτηση από τον αυτοκράτορα. Διασπάστηκαν οι υπηρεσίες του μαγίστρου και των κόμητων. Η πλειονότητα αυτών των υπηρεσιών είχε έντονο δημοσιονομικό χαρακτήρα με στόχο την αποδοτικότητα της είσπραξης φόρων. Σακελλάριος : γενικός επόπτης των δημόσιων οικονομικών, στην κορυφή της ιεραρχίας. (Δείτε τον πίνακα στις σελίδες 74, 75, 76,77 και κλάψτε). Οι κοινωνικές (77) αλλαγές του 11ου αι. έφεραν ρυθμιστικές ανακατατάξεις στο μηχανισμό της διοίκησης. Η εποχή χαρακτηρίζεται από θέσπιση νέων αξιωμάτων χωρίς όμως δραστικές αλλαγές στη δομή των υπηρεσιών. 

Αλέξιος Κομνηνός : ήθελε την επιστροφή σε μια κεντρική εξουσία που επικράτησε και στον τομέα της διοίκησης. Θεσμοθετήθηκαν αξιώματα με συντονιστικό και καθοδηγητικό χαρακτήρα. Λογοθέτης των σεκρέτων ( ή μέγας λογοθέτης) : είδος πρωθυπουργού Μεσάζοντας : προσωπικός σύμβουλος του αυτοκράτορα. Μέγας Λογαριαστής : γενικός συντονιστής και ελεγκτής των οικονομικών υπηρεσιών. Είδος υπουργού Οικονομικών. 

Υστεροβυζαντινή Περίοδος : ελάχιστες αλλαγές που αφορούσαν την παρακμή του συστήματος των Κομνηνών, καθώς υπήρχαν σημαντικές κοινωνικές μεταβολές και φθορά στην αυτοκρατορία. Ο μεγάλος λογοθέτης υποβαθμίστηκε σταδιακά, μέχρι την πλήρη εξάλειψή του._________________

Η Διοίκηση των ΕπαρχιώνΠρώιμη Βυζαντινή Περίοδος : η δομή της επαρχιακής διοίκησης ήταν απότοκη του Διοκλητιανού και του Μ. Κωνσταντίνου. Κύριο χαρακτηριστικό της, ήταν ο διαχωρισμός πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας. Υπαρχία : η μεγαλύτερη διοικητική ενότητα με συγκεκριμένο αριθμό περιφερειών.

Page 106: ΕΛΠ20 περίληψη

Επικεφαλής της υπαρχίας ήταν ο έπαρχος, πανίσχυρος και άμεσα εξαρτημένος από τον αυτοκράτορα. Βικάριοι : Οι επικεφαλής των διοικήσεων. Κόμητες : οι επικεφαλής της Ανατολής Έπαρχος των πραιτορίων : πολιτικός άρχοντας με διοικητικές, (79) οικονομικές και δικαστικές αρμοδιότητες, υπεύθυνος για την πληρωμή και τον ανεφοδιασμό του στρατού με τρόφιμα. Ο Ιουστινιανός προσπάθησε να καταπολεμήσει τη συσσώρευση πολλών αρμοδιοτήτων σε ένα πρόσωπο. Κατάργησε τους βικάριους, συγχώνευσε κάποιες επαρχίες και εγκαινίασε τη συγκέντρωση τόσο της πολιτικής όσο και της στρατιωτικής εξουσίας στο ίδιο πρόσωπο. Μεσοβυζαντινή περίοδος : στρατιωτικοποιείται η επαρχιακή διοίκηση και θεσπίζονται τα θέματα. Θέμα : υπάρχει πρόβλημα στη χρονολόγηση του θεσμού και την ερμηνεία του όρου. Θεωρείται ότι αρχικά δήλωνε το στρατιωτικό κατάλογο με τους στρατιώτες μιας μονάδας κι όχι μιας γεωγραφικής και διοικητικής ενότητας. Στρατηγός : διοικητής του θέματος, με τριετή ή τετραετή θητεία. Καθήκον του ήταν η στρατιωτική άμυνα μιας περιοχής και η πολιτική διοίκησή της. Τους στρατιώτες αποτελούσαν (80) οι αγρότες της περιοχής. Ο ρόλος του στρατηγού υποβαθμίστηκε τον 11ο αι. λόγω των νικών της Μακεδονικής δυναστείας. Ο κριτής υπερσκέλισε το στρατηγό, η στρατιωτική θητεία έγινε προϊόν εξαγοράς και φορολογική υποχρέωση. Ο εθνικός στρατός παρακμάζει και η άμυνα παραδίνεται στους μισθοφόρους. Κομνηνοί : αποκατάστησαν το σύστημα των θεμάτων. Δούκες : διοικητές στρατιωτικών δυνάμεων και με πολιτικές αρμοδιότητες. Η εξουσία τους περιλάμβανε μια πόλη και την ευρύτερη περιοχή της. Σταδιακά οι πόλεις ενοποιήθηκαν και αποτέλεσαν νέα, μεγάλα θέματα. Το σύστημα αυτό, αν και υπέστη αρκετές μεταβολές, παρέμεινε μέχρι το τέλος της αυτοκρατορίας. 

Η Στρατιωτική Διοίκηση (82) Τις πληροφορίες μας τις δίνουν τα στρατηγικά ή τακτικά, πραγματείες στρατιωτικού περιεχομένου. 

Οι Ένοπλες Δυνάμεις Ο Διοκλητιανός διέκρινε το στρατό σε Α. προκάλυψης και ανάσχεσης και Β. αντεπίθεσης και κρούσης Πρώιμοι χρόνοι : η συνοριακή άμυνα είχε ανατεθεί στους λιμιτανέους που είχαν επικεφαλής ένα δούκα. Σε αντάλλαγμα για τη θητεία τους ελάμβαναν καλλιεργήσιμες παραμεθόριες εκτάσεις τις οποίες ταυτόχρονα προστάτευαν. Κομιτατήσιοι : ήταν εγκατεστημένοι σε καίρια σημεία της ενδοχώρας και αποτελούσαν το στρατό ξηράς, δηλαδή αντεπίθεσης. Υπάγονταν στους στρατηλάτες. Ο Ιουστινιανός πολλαπλασίασε τους στρατηλάτες και δημιούργησε νέες στρατιές στη Θράκη και το Ιλλυρικό. Στρατηλάται των πεζών (83) : αποτελούσαν τη γενική εφεδρεία και τον πυρήνα των δυνάμεων εκστρατείας. Ο βυζαντινός στρατός ήταν ανομοιογενής τα πρώιμα χρόνια. Υπήρχαν υπήκοοι της αυτοκρατορίας, αλλοεθνείς (φοιδεράτοι) και μισθοφόροι (σύμμαχοι). Μεσοβυζαντινή περίοδος : Οι στρατιωτικές δυνάμεις αποτελούνταν από τον ταγματικό και τον θεματικό στρατό. 

Page 107: ΕΛΠ20 περίληψη

Θεματικός : έχει ήδη γίνει αναφορά στα θέματα. Καθήκοντα του στρατού αυτού ήταν η διαφύλαξη της ασφάλειας και η εύρυθμη διοίκηση της περιοχής τους. Κατά την ακμή των θεμάτων, η αυτοκρατορία είχε την καλύτερη ασφάλεια. Το στρατό αποτελούσαν ντόπιοι χωρικοί (στρατιώται). Στρατολογούνταν μέσω της στρατείας, ο ιδιοκτήτης δηλαδή κάποιων κτημάτων που χαρακτηρίζονταν στρατιωτικά, ήταν απαλλαγμένος από φόρους, έπρεπε όμως να συντηρεί πολεμικό ίππο και να συμμετέχει σε εκστρατείες χωρίς πληρωμή. Τάγματα : συμπεριλάμβαναν το ιππικό κρούσης και το στόλο. Αποτελούνταν από επαγγελματίες στρατιώτες, υπηκόους και μισθοφόρους. Συντηρούνταν από το κράτος. Οι αρχηγοί τους ονομάζονταν δομέστικοι ή δρουγγάριοι. Χωρίζονταν (84) σε τρεις κατηγορίες : - τάγμα των σχολών με επικεφαλής το δομέστικο - τους εξκουβίτορες με επικεφαλής τον κόμη - το τάγμα των αριθμών ή της βίγλης με επικεφαλής τον δρουγγάριο Τα τάγματα υπάκουαν στον αυτοκράτορα και αναλάμβαναν εμπιστευτικές αποστολές και τη φρούρηση του παλατιού. Τάγμα των φοιδεράτων : επίλεκτο σώμα Την ίδια περίοδο έγιναν αλλαγές και στην ανώτατη ηγεσία. Εάν δε συμμετείχε στην εκστρατεία, ο αυτοκράτορας όριζε αρχιστράτηγο το δομέστικο των σχολών. Αργότερα οι δομέστικοι έγιναν δύο (Ανατολής και Δύσης). Η ονομασία αργότερα του πρώτου ως μέγας δομέστικος, δείχνουν τη στρατιωτική σημασία της περιοχής. Από τον 11ο αι. ο βυζαντινός στρατός παρακμάζει, χάνονταν τον αξιόμαχο χαρακτήρα του που οδήγησε στην ήττα του Ματζικέρτ. Οι Κομνηνοί επιχείρησαν δις να αναδιοργανώσουν το στρατό κάτω από ενιαίο φορέα. Προσπάθησαν επίσης να ενισχύσουν τη στρατολόγηση μέσω της Πρόνοιας : παροχή γης σε παροίκους, με τον όρο των στρατιωτικών παροχών στο κράτος. Ο Μανουήλ Α’ Κομνηνός αντικατέστησε τους μισθούς με δωρεές παροίκων αυξάνοντας (85) την προσφορά αιτήσεων. Οι πολεμιστές αυτοί ενίσχυσαν προσωρινά την δύναμη της αυτοκρατορίας, τελικά όμως το σύστημα απέτυχε. Η επιστροφή των Βυζαντινών στην Κωνσταντινούπολη μετά την άλωση του 1204 συνοδεύτηκε από στρατιωτικές αποτυχίες που έπληξαν το γόητρό της και εξάντλησαν τα χρήματά της. Το στρατιωτικό επιτελείο αποτελούνταν από το μέγα δομέστικο και πολλούς υψηλόβαθμους, συγγενείς των Παλαιολόγων, που είχαν όλοι το διακριτικό μέγας, μπροστά από τον τίτλο τους. 

Ο Στόλος (86) Αν και αρχικά η Μεσόγειος ήταν ιδιαίτερα ασφαλής, η έλευση των Αράβων εξανάγκασε τους βυζαντινούς να οργανώσουν στόλο. Έτσι, δημιούργησαν ένα μεγάλο, τακτικό, μόνιμο στόλο με αρχηγό το Στρατηγό των Καράβων ή Καραβησιάνων, με πλοία ανοιχτής θάλασσας και ταχύπλοα που συντηρούσε το κράτος. Ο στόλος εμπλέχτηκε σε συνωμοσίες και σφετερισμούς, αναγκάζονταν το Λέοντα Γ’ Ίσαυρο να αλλάξει τη ναυτική διοίκηση σύμφωνα με τα πρότυπα του στρατού ξηράς. Εμφανίστηκε και στη θάλασσα το Θέμα των Κιβυρραιωτών. Τη διοίκηση των θεμάτων ασκούσαν στρατηγοί και δρουγγάριοι. Υιοθετήθηκε επίσης το σύστημα των στρατιωτικών κτημάτων σύμφωνα με το ηπειρωτικό θέμα, που διατηρήθηκε όλο το 10ο αι. Η (87) πρωτεύουσα είχε δικό της, ανεξάρτητο στόλο. Το ναυτικό έφτασε στο απόγειό του το 10ο αι. για να παρακμάσει κι αυτό 50 χρόνια αργότερα. Την περίοδο των Μακεδόνων, η ειρήνη και η ασφάλεια της ναυσιπλοΐας έφερε την εγκατάλειψη του στόλου, μέχρι την απειλή από τους Νορμανδούς, που ανάγκασε τον

Page 108: ΕΛΠ20 περίληψη

Αλέξιο Α’ Κομνηνό στην ανεύρεση μόνιμων ναυτικών λύσεων. Ιδρύθηκε ενιαίος ανεξάρτητος στόλος που επανδρώθηκε με Έλληνες επαγγελματίες ναύτες. Αρχηγός του ήταν ο Μέγας Δουξ. Το ναυτικό ανέκαμψε για λίγο. Ο Ιωάννης Β’ Κομνηνός προκειμένου να μειώσει τις κρατικές δαπάνες, κατέστρεψε το ναυτικό. Οι πειρατές με τις συνεχείς επιδρομές τους δημιούργησαν κλίμα τρόμου και αβεβαιότητας. Ο Μανουήλ Α’ ζήτησε τη ναυτική συνδρομή των Βενετών ενώ ταυτόχρονα κατασκεύαζε στόλο. Δυστυχώς όμως δεν κατάφερε πολλά πράγματα. Την Παλαιολόγεια περίοδο, οι Γενουάτες και οι Βενετοί ελέγχουν το Αιγαίο (8 . Έγιναν κάποιες προσπάθειες ανάκαμψης, που όμως δεν απέδωσαν καθώς το 14ο αι. οι Ιταλοί και οι Τούρκοι κυριαρχούν στη θάλασσα. 

Πολεμικός Εξοπλισμός και Τέχνη του Πολέμου Τον 4ο και τον 5ο αι. η δύναμη του βυζ. στρατού είναι 650.000 άνδρες, αριθμός που ολοένα και μειώνεται. Τον 5ο και 6ο αι. αλλάζει η φυσιογνωμία του σε σχέση με τον αμυντικό εξοπλισμό του. Το πεζικό υποβαθμίστηκε για χάρη του ιππικού, το οποίο επανδρώθηκε με τοξότες που έφεραν πανοπλία. Οι ιππείς αυτοί ήταν εξοικειωμένοι τόσο με το δόρυ όσο και με το τόξο, φορούσαν χιτώνες και τα άλογά τους προστατεύονταν από χοντρά καλύμματα. Σημαντική πηγή πληροφοριών είναι η Στρατηγική έκθεσις και σύνταξις Νικηφόρου Δεσπότου, πραγματεία 6 κεφαλαίων. Τη συνέγραψε ο Νικηφόρος Φωκάς. Πεζικό : (89) προστάτευε τα περάσματα, προφύλασσε τα στρατόπεδα και γενικά ο ρόλος του ήταν αμυντικός. Συνήθως παρατασσόταν σε ορθογώνιο παραλληλόγραμμο. Ελαφρύ πεζικό : οπλισμένο με σφενδόνες και ακόντια Κονταράτο : οπλισμένο με δόρυ, σπαθί, θώρακες και ασπίδες Τοξότες : εύστοχοι, δυνατοί και ταχείς Μεναύλατοι : οπλισμένοι με το βαρύ, ομώνυμο δόρυ. 

Ιππικό : επιθετικού χαρακτήρα. Η πανοπλία τους ήταν από φολιδωτό ή αλυσιδωτό θώρακα, σιδερόπλεκτα γάντια, περικνημίδες και κράνη, οπλισμένοι με ρόπαλα και σπαθιά. 

Οπλισμός του βυζ. στρατού : ευθύγραμμα και καμπυλόγραμμα ξίφη, μονής ή διπλής κόψης. Ακόντια. Κοντάρια με σιδερένιες αιχμές (ξιφάρια). Στην επίθεση οι στρατιώτες κράδαιναν ρόπαλα, τσεκούρια και σιδεροραβδιά. Την τελευταία περίοδό του, ο στρατός αποτελούνταν στην ουσία από μισθοφόρους που άλλαξαν κι εκείνοι κάποια πράγματα όπως τις ασπίδες. Οχυρωματική τεχνική : πάνω στα ρωμαϊκά πρότυπα. Τα οχυρωματικά έργα περιελάμβαναν κάστρα, φρούρια και στρατό, ενώ οχυρωνόντουσαν και τα μεγάλα αστικά κέντρα (90). Πολιορκίες : είχαν ενδιαφέρουσες τεχνικές και μεθόδους. Χρησιμοποιούσαν μηχανισμούς όπως καταπέλτες, μηχανές εκτόξευσης βελών, πολιορκητικούς κριούς. Η προσωρινή στρατοπέδευση είχε οργανωμένη πρακτική, ενώ η τακτική στις ναυμαχίες ήταν να μένουν τα βαριά, ογκώδη πλοία στο κέντρο, με τα ελαφρότερα να πλέουν στις πτέρυγες. Χρησιμοποιούσαν επίσης το εξαιρετικό υγρό πυρ, τοξότες και βαλλιστικά όπλα. Δρόμων και χελάνδιον : στρατιωτικά πλοία Καματηρά : μεταγωγικά πλοία που μετέφεραν πολιορκητικές μηχανές Δρομώνια, γαλέρες, κουμβάρια, ουσίες : ελαφρότερα πλοία. (διαβάστε για το δρόμωνα και το υγρόν πυρ στις σελ. 90-91). 

Page 109: ΕΛΠ20 περίληψη

Ο στρατός είχε και θρησκευτικά καθήκοντα (91). Οι στρατιώτες παρακολουθούσαν την κυριακάτικη λειτουργία ενώ καθημερινά τους απασχολούσαν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα. Ψάλλονταν ο όρθρος και ο εσπερινός, ενώ οι στρατιώτες ζητούσαν μετάνοια. Η αποχή από τα καθήκοντα αυτά τιμωρούνταν αυστηρά και (92) πολλαπλασιάζονταν σε περίοδο πολέμου. Πριν από τις μάχες, οι στρατιώτες έλυναν τις διαφορές τους, νήστευαν εξομολογούνταν και κοινωνούσαν, έτσι ώστε να ενισχυθεί το ηθικό τους. 

Η Απονομή Δικαιοσύνης (93) Μοναδική πηγή δικαίου ήταν ο αυτοκράτορας που είχε και την ύψιστη δικαστική εξουσία. 

Η σχέση του Αυτοκράτορα με τους νόμους Ο νόμος ήταν ο πιο ισχυρός αν και αντιφατικός φραγμός στην απόλυτη εξουσία του αυτοκράτορα. Αν και ο αυτοκράτορας ήταν η πηγή των νόμων, ο νόμος παρέμενε ανώτερος. Ο Ιουστινιανός νομοθέτησε πως ο αυτοκράτωρ εξαιρείται των νόμων, τον έκανε παντοδύναμο και του έδωσε το αποκλειστικό νομικό δικαίωμα. Ότι επιτάσσει ο αυτοκράτορας έχει ισχύ νόμου. Ο θεός όρισε τον αυτοκράτορα έμψυχο νόμο. Ταυτόχρονα υπάρχουν σαφείς νύξεις για την συμμόρφωση στους νόμους και υποδηλώνουν την επιβολή της νομοθεσίας στον αυτοκράτορα. Αυτό προκύπτει από την ηθική υποχρέωσή του να υποτάσσεται στην ιερότητα των νόμων, να προσαρμόζει την εξουσία του κατά μίμηση του Θεού. Έτσι ο αυτοκράτορας δεν είναι αυθαίρετος, αλλά με το παράδειγμά του διδάσκει το δίκαιο και περιφρουρεί την ευνομία. Η βασιλεία έχει το νόημα της εννόμου επιστασίας. Ο αυτοκράτορας μπορούσε (94) να δικάζει σοβαρά εγκλήματα και επόπτευε όλα τα όργανα απονομής δικαιοσύνης. Οι τακτικοί δικαστές είχαν την ποινική δικαιοδοσία όπως όλοι όσοι εκπροσωπούσαν τον αυτοκράτορα. Έπαρχος της πόλεως (δικαστής της πρωτεύουσας), πραίτωρ των δήμων, κοιαίστωρ (θέματα οικογενειακού δικαίου, γνησιότητας ή πλαστογραφίας εγγράφων): είχαν ποινική δικαιοδοσία στην πρωτεύουσα. Διοικητές των επαρχιών : δίκαζαν ποινικές ή αστικές υποθέσεις πρώτου βαθμού Βικάριοι, ύπαρχοι : δίκαζαν ποινικές ή αστικές υποθέσεις δεύτερου βαθμού Εφέσεις : οι δικαστικές αποφάσεις που υποβάλλονταν στον αυτοκράτορα και μπορούσαν να αλλαχθούν από αυτόν. Δεητήριον έγγραφον, δέησιν, υπομνηστικόν : μορφή εφέσεων που κατέληγε στον επί των δεήσεων, που μελετούσε και υπέβαλλε εκθέσεις στο αυτοκρατορικό δικαστήριο. Κριταί : μέλη των δικαστηρίων (95) της πρωτεύουσας που ορίζονταν επαρχιακοί δικαστές για συγκεκριμένο χρόνο. 

Μεσοβυζαντινή περίοδος : Κριταί του βήλου : ασχολούνταν με υποθέσεις του αυτοκρατορικού δικαστηρίου Κριταί του Ιπποδρόμου : συμμετείχαν στο δικαστήριο του Ιπποδρόμου Επί τον κρίσεων : δικαστήριο που ιδρύθηκε την εποχή του Κωνσταντίνου Θ’ του Μονομάχου και έλεγχε τις αποφάσεις των επαρχιακών δικαστηρίων. Είχε τεράστιο ανθρωπιστικό αντίκτυπο και απάλλασσε τους φτωχούς υπηκόους από μια δαπανηρή μετάβαση στη Βασιλεύουσα. (ο Ρωμανός Α και άλλοι, είχαν χτίσει ειδικούς ξενώνες για διαδίκους). Πραίτωρας : απέδιδε δικαιοσύνη στην επαρχία, σε αστικά θέματα Στρατηγός του θέματος : απέδιδε δικαιοσύνη στην επαρχία, σε ποινικά ή πειθαρχικά

Page 110: ΕΛΠ20 περίληψη

αδικήματα Δικηγόροι : σημαντικός ο ρόλος τους. Ανήκαν σε συντεχνίες κι έπρεπε να παρουσιάζουν πάντα εγγυήσεις ηλικίας, εντιμότητας και γνώσης. Νοτάριοι ή ταβουλάριοι : συμβολαιογράφοι, που έπρεπε να έχουν ιδιαίτερα προσόντα. (διαβάστε τη δοκιμασία τους) Ο Μανουήλ Α΄ Κομνηνός (96) αναδιοργάνωσε τη δικαιοσύνη. Εξέδωσε Νεαρά το 1166 που δίνει πληροφορίες για το δικαστικό σύστημα, την ισομερή κατανομή των αυτοκρατορικών δικαστηρίων και τη συχνότητα εκδίκασης υποθέσεων (3 φορές την εβδομάδα). Οι νομικοί διέθεταν εριστικό πνεύμα που καθυστερούσε την εκδίκαση υποθέσεων. Η Νεαρά περιόρισε τις απεραντολογίες των συνηγόρων και καθιέρωσε τις αγορεύσεις χωρίς δευτερολογίες. Αν η απόφαση δεν ήταν ομόφωνη επικρατούσε η πλειοψηφία και στις ισοψηφίες, η άποψη του προέδρου. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης των παραπάνω, οι νομικοί αποκλείονταν από την άσκηση του επαγγέλματος. Επίσης, ορίστηκε προθεσμία περάτωσης των υποθέσεων με σχετικές ποινές. (οι ποινικές υποθέσεις είχαν περιθώριο 2 ετών, ενώ οι αστικές 3) που βάραιναν τον υπεύθυνο. Ο Μανουήλ, με δεύτερη Νεαρά, καθόρισε τις ημέρες αργίας των δικαστηρίων (ολική ή μερική). Δεν ξέρουμε πόσο και αν απέδωσαν τα μέτρα του Μανουήλ. Μετά τη λατινική κυριαρχία (97) η αστική δικαιοσύνη είχε παρακμάσει αναγκάζοντας τα θρησκευτικά δικαστήρια να εκδικάζουν και αστικές υποθέσεις. Ο Ανδρόνικος Β’ Παλαιολόγος συνέστησε το 1296 ένα νέο ανώτατο 12μελές δικαστήριο που αρχικά είχε λαμπρά αποτελέσματα, στο τέλος όμως ατόνησε. Ο Ανδρόνικος Γ’ προσπαθώντας να ανασυγκροτήσει το κράτος μετά τον 7ετή εμφύλιο πόλεμο έφερε κι άλλες αλλαγές στο δικαστικό σύστημα. Δημιούργησε με τη σειρά του ανώτατο 4μελές δικαστήριο (2 κληρικοί, 2 λαϊκοί) γνωστοί ως καθολικοί κριταί των Ρωμαίων. Οι κρίσεις τους ήταν μη εφέσιμες και ήταν αρμόδιοι για όλη την αυτοκρατορία. Αν και οι πρώτοι τελικά κρίθηκαν ένοχοι κατάχρησης και εξορίστηκαν, ο θεσμός παρέμεινε μέχρι την άλωση. Για λόγους χρόνου και αναγκαιότητας οι υποθέσεις εκδικάζονταν από έναν κριτή, στο όνομα όμως και των τεσσάρων. Σταδιακά εμφανίστηκαν και τοπικοί καθολικοί κριτές (Θεσσαλονίκη, Τραπεζούντα κ.α.) ενώ επεκτεινόταν η δικαστική αρμοδιότητα των επισκόπων. Συχνά, το δικαστήριο του Πατριαρχείου έπαιζε καθοριστικό ρόλο. Με την έλευση των Τούρκων, τα θρησκευτικά δικαστήρια ήταν τόσο οργανωμένα που μπόρεσαν να αναλάβουν τις υποθέσεις του χριστιανικού πληθυσμού. 

Οι ΠοινέςΣκοπός της ήταν η αποκατάσταση της διαταραγμένης έννομης τάξης. Στα γραπτά του επισκόπου Καισαρείας Βασιλείου, τονίζεται η αξία της ως μέσο γενικής και ειδικής πρόληψης. Αργότερα, στην Εκλογή του, ο Λέων Γ’ θεωρεί πως η ποινή περιλαμβάνει την κάθαρση, τη βελτίωση και τον εκφοβισμό. Αργότερα δόθηκε έμφαση στην ιδέα της ανταπόδοσης για εκείνους που εθίγησαν από το έγκλημα. Βάση της ποινικής δίωξης ήταν η αρχή της υπαιτιότητας (η ψυχική σχέση του δράστη με την πράξη). Προβλήματα δημιουργούσε η ποινική δίωξη ανηλίκων. Συνήθως τα παιδιά απαλλάσσονταν από ποινές, δεν ξέρουμε όμως τον ακριβή προσδιορισμό της ηλικιακής απαλλαγής και υπάρχουν αρκετές αντιφάσεις πάνω στο θέμα. Χαρακτηριστικές αξιόποινες πράξεις στο βυζ. δίκαιο, είναι η ληστεία, η απόκρυψη ληστών, η αρπαγή γυναικών, γης ή κινητών πραγμάτων, η αρπαγή (99) πραγμάτων από ναυάγιο ή άλλη καταστροφή, η αυτοδικία, η μαγεία και τα εγκλήματα περί τη γενετήσια ζωή (μοιχεία, βιασμός, αιμομιξία κ.α.). Εμφανίζονται ως ποινές, αυτή του θανάτου, σωματικές, εξορία, δήμευση περιουσίας κ.λ.π.). 

Page 111: ΕΛΠ20 περίληψη

Η θανατική ποινή ήταν κληρονομιά του ρωμαϊκού δίκαιου και ο χριστιανισμός δεν κατάφερε να εξαφανίσει τις φριχτές μεθόδους της. Ο τρόπος εκτέλεσης καθοριζόταν από το δικαστή, αν δεν υπήρχαν σαφείς αναφορές στο νόμο. Οι Ίσαυροι αντικατέστησαν τη θανατική ποινή με άλλες για αρκετά αδικήματα και κατάργησαν τους αποτρόπαιους τρόπους θανάτωσης εκτός από την περίπτωση εμπρησμού εκ προθέσεως και ληστείας μετά φόνου. Συχνά εμφανίζονται ποινές ακρωτηριασμών για διάφορα αδικήματα. Οι Μακεδόνες, διατήρησαν τον ακρωτηριασμό, αλλά σε μικρότερη κλίμακα από τους Ίσαυρους. Ο ακρωτηριασμός ως ποινή και ο ‘εκβαρβαρισμός’ του ρωμαϊκού ποινικού δικαίου, απασχολούν ιδιαίτερα τους επιστήμονες. (διαβάστε το απόσπασμα της σελ.) Ο σωματικός κολασμός (100) (μαστίγωμα κ.α.) συναντάται συχνά τόσο ως κύρια ποινή, όσο και ως παρεπόμενη της εξορίας ή του ακρωτηριασμού. Εφαρμοζόταν σε δούλους ή ελεύθερους χαμηλής τάξης (ευτελείς). Το κούρεμα επίσης ήταν ποινή, που αποσκοπούσε σε ηθική μείωση του δράστη. Η φυλάκιση μάλλον ήταν προσωρινό μέτρο και αφορούσε τη φύλαξη των υποδίκων και όχι τον κολασμό τους. Εξαιρέσεις παρατηρούνται μετά το 12ο αι. Υποκατάστατο της φυλάκισης, ήταν ο εγκλεισμός σε μοναστήρι για αναγκαστική μετάνοια. Καθώς απαγορευόταν η αποβολή του μοναστικού σχήματος, πολλοί αυτοκράτορες το χρησιμοποίησαν ως μέσο ‘εξαφάνισης’ των αντιπάλων τους. Άλλωστε η φυλάκιση ήταν η συνήθης ποινή για εγκλήματα καθοσιώσεως (προδοσίας). Η εξορία υιοθετούνταν ως ποινή για μέσα αδικήματα (101). Ισόβια, ή περιορισμένη ήταν αυτοτελής, αν και πολλές φορές συνοδευόταν από σωματικό κολασμό ή καταναγκαστικά έργα. Η δήμευση της περιουσίας ήταν αρκετά διαδεδομένη κυρίως ανάμεσα στους υψηλόβαθμους κρατικούς υπαλλήλους. Πέρα όμως από συγκεκριμένες ποινές, μια καταδίκη είχε δυσμενείς συνέπειες στην άσκηση αστικών πράξεων (σαν το δικό μας βεβαρημένο ποινικό μητρώο). Πάντως το βυζ. δίκαιο, επηρεασμένο από το χριστιανισμό συνήθως δεν προκαλούσε ηθικές μειώσεις αν και υπάρχουν παραδείγματα δημόσιου εξευτελισμού. Καταργήθηκε επίσης η απαγόρευση ταφής καταδικασμένου σε θάνατο. Η στέρηση αυτή, αφορούσε μόνο τους εν γνώσει τους αυτόχειρες. 

Σύνοψη Ενότητας (102) Ο Διοκλητιανός ενίσχυσε και αναβάθμισε τον αυτοκρατορικό θεσμό και τονίστηκε η θεία προέλευσή του. Η αυτοκρατορική λατρεία λειτουργεί ως εγγύηση πνευματικής και πολιτικής συνοχής. Ο Μ. Κωνσταντίνος αντικατέστησε τον αυτοκράτορα – θεό με τον ελέω Θεού αυτοκράτορα. Η νέα αυτή πολιτική εξουσία παγιώθηκε με τη μεταφορά της πρωτεύουσας στην Κωνσταντινούπολη. Η μεταφορά αυτή βοήθησε την εξέλιξη των ρωμαϊκών θεσμών. Η ελληνική γλώσσα και ο χριστιανισμός έδωσε νέο χαρακτήρα στη νεόκοπη Βυζ. Αυτοκρατορία. Το πολίτευμά της ήταν η απόλυτη μοναρχία, με ηθικούς όμως περιορισμούς. Διάφοροι πολιτικοί παράγοντες (σύγκλητος, στρατός, δήμοι) και η εκκλησία περιόριζαν τον αυτοκρατορικό απολυταρχισμό. Έδρα και κέντρο του αυτοκράτορα ήταν το Μέγα ή Ιερόν Παλάτιον με πολλές και πολυτελείς αίθουσες για την αυτοκρατορική οικογένεια, υποδοχή και ακρόαση, για τελετές κλπ. Τα κτίρια αντανακλούσαν την αίγλη της αυτοκρατορικής εξουσίας και τις εκάστοτε πολιτικές σκοπιμότητες. Η ζωή εκεί συνδεόταν με πολυάριθμες τελετές, εντυπωσιακής εθιμοτυπίας. Η παλατινή τελετουργία είχε την αρχή της αυτοκρατορικής πολιτικής, δηλαδή την καθιέρωση και τήρηση της τάξεως σε όλους τους τομείς. Εκεί

Page 112: ΕΛΠ20 περίληψη

προσαρμόστηκε και η κρατική μηχανή. Ο χαρακτήρας της ήταν (103) αυστηρά συγκεντρωτικός και ιεραρχικός. Με την πάροδο των ετών πολλά πράγματα άλλαξαν αλλά πάντοτε οι δικαιοδοσίες ήταν σαφείς και λεπτομερείς. Οι διάφορες υπηρεσίες εξασφάλιζαν την εύρυθμη λειτουργία του κράτους. Οι κρατικοί λειτουργοί εκτός από τα λειτουργικά τους αξιώματα, έπαιρναν και τιμητικά. Αυτό δημιουργούσε οικειότητα μεταξύ του μονάρχη και των τιτλούχων. Η οργάνωση αυτή, ήταν κληρονομιά του Διοκλητιανού και του Μ. Κωνσταντίνου, η οποία αναπροσαρμοζόταν και συμπληρωνόταν για να ανταποκρίνεται στις εκάστοτε ανάγκες.

Η Πνευματική Συγκρότηση του Βυζαντινού Ανθρώπου (106) Το θρησκευτικό αίσθημα ήταν ιδιαίτερα ανεπτυγμένο. Βοηθούσε το βυζαντινό να ξεπερνά τις καθημερινές δυσκολίες και να αντιμετωπίζει τη μέλλουσα ζωή. Η ευλάβεια είχε ιδιαίτερη σημασία. Επηρέαζε όλες τις δραστηριότητες και τις συμπεριφορές, ενώ υπήρχε πάντα η διάθεση για προσωπική και πρακτική επαφή με το θεό. Η ζωή του ήταν μια συνεχής δοξολόγηση. Θεωρούσε το θεό ποιητή – πλάστη των πάντων με ευταξία. Ο θεός επιθυμούσε να τηρούν κι οι άνθρωποι αυτήν την τάξη, τόσο κοινωνικά όσο και προσωπικά. Έτσι, ήταν έντονη η πεποίθηση πως κάθε άνθρωπος έπρεπε να υποτάσσεται στους ανωτέρους του, που είχαν άλλωστε την εξουσία από το θεό. Όποιος αντιτασσόταν στην εξουσία, αντιτασσόταν στις εντολές του θεού. Οι ανατροπείς είχαν τη γενική κατακραυγή. Ηθικές αξίες : πηγές είναι τα αγιολογικά κείμενα που κυκλοφορούσαν ευρέως. Οι (107) δίκαιοι περιγράφονταν με φωτεινά πρόσωπα, ενώ οι αμαρτωλοί ρυπαροί και μολυσμένοι ανάλογα με την αμαρτία. Δίκαιοι θεωρούνταν οι απόστολοι, οι μάρτυρες, οι προφήτες, οι μετριόφρονες κλπ. Άδικοι ήταν οι άσωτοι, οι μάγοι, οι παιδεραστές, οι μοιχοί κλπ. Δεν ξέρουμε κατά πόσον η ζωή των βυζ. ήταν σύννομη με τους ηθικούς αυτούς κανόνες. Ο Ιωάννης Δαμασκηνός έχει κάνει άσχημα σχόλια για τις πόλεις ενώ υπάρχουν και άλλες σκόρπιες σχετικές αναφορές. Πάντως, καθώς η επανάληψη είναι μήτηρ πάσης μαθήσεως, από το συνεχές μπούρου μπούρου, τα εκκλησιαστικά μηνύματα επηρέασαν το μέσο πολίτη που θεωρούσε τους μοναχούς ως τους τέλειους χριστιανούς. 

Εκφράσεις της Θρησκευτικότητας του Βυζαντινού Ανθρώπου Τάση προς μοναχισμό : κύριο χαρακτηριστικό, τα μοναστήρια ήταν γεμάτα. Άλλοι αποσύρονταν εκεί, μετά από έντονη ζωή. Τα χαρακτηριστικά (108) του μοναχικού βίου, αποτελούσαν χαρακτηριστικά της τελειότητας. Λατρεία ιερών λειψάνων : κληρονομιά από τους πρώτους χριστιανούς. Περιλάμβανε λείψανα μαρτύρων. Μετά τον 4ο αι. παρατηρείται έξαρση της λατρείας, καθώς η Αγία Ελένη ανακάλυψε το Σταυρό του Μαρτυρίου κι έστειλε κομμάτι του στην Κων/λη. Η αναζήτηση κι άλλων λειψάνων υπήρξε αδιάκοπη και η Βασιλεύουσα έγινε μουσείο τους. Οι Κωνσταντινοπολίτες τα θεωρούσαν θαυματουργά. Η φήμη για τις θαυματουργικές παρεμβάσεις τους ήταν άμεση και γινόταν δεκτή ανεπιφύλακτα. Η λατρεία αυτή θεωρούνταν πως εξασφάλιζε (109) εγγύτητα με το θείο και έφτανε στα ανώτερα στρώματα της κοινωνίας. Τοπικές λατρείες : εξασφάλιζαν τη μεγαλύτερη και αμεσότερη προσέγγιση με το θείο. Οι Θεσσαλονικείς για παράδειγμα, θεωρούσαν πως ο Άγιος Δημήτριος μεριμνούσε για την πόλη τους και τους ίδιους. 

Page 113: ΕΛΠ20 περίληψη

Ο Φόβος του Αγνώστου και το Μέλλον της Ανθρωπότητας για τους Βυζαντινούς (111). Η μέριμνα για το μέλλον ήταν συνεχής κι επηρέαζε την πνευματική και κοινωνική συμπεριφορά των βυζαντινών. Οι προφητείες για τη συντέλεια του κόσμου γνώριζαν μεγάλη εξάπλωση παρ’ όλες τις αναβολές της Δευτέρας Παρουσίας. Παρά τη θρησκευτικότητά του, ο βυζαντινός κατέφευγε στη μαντική που περιελάμβανε πολλούς τρόπους πρόβλεψης. Ενδιαφέρουσες είναι οι πληροφορίες της Άννας Κομνηνής για μαντικά φαινόμενα και αστρολόγους. Η Εκκλησία (112) αν και αρνητική, ασχολήθηκε σε ένα σημείο με τη μαντική (Όσιος Λουκάς ο Νέος). Η αβεβαιότητα για το μέλλον και η ανθρώπινη αναζήτηση έδωσαν ξεχωριστή θέση στη μαγεία. Ο Λέων Γ’ Ίσαυρος αφιέρωσε τρεις διατάξεις στην καταπολέμησή της. Ο Λέων Στ’ ο Σοφός τη χαρακτηρίζει ολέθρια και απαγόρευσε κάθε μαγική πράξη, ακόμα και τις θεραπευτικές. Η στάση της Εκκλησίας απέναντι στη μαγεία ήταν εχθρική, αν και υπήρχαν πρόσωπα που ερμήνευαν ή κατείχαν υπερφυσικές δυνάμεις. Ο διαχωρισμός σατανικής δύναμης και θεόπνευστης βοήθειας (113) ήταν σαφής. Ορισμός της μαγείας : η μαγεία και οι πρακτικές των ειδωλολατρών ήταν δαιμονικές, έργο ασώματων όντων που υπηρετούσαν το διάβολο. Ήταν πάντοτε κακή. Στους μάγους κατέφευγαν για ερωτικές ή ανταγωνιστικές υποθέσεις. Η παρέμβαση των αγίων αφορούσε θεραπείες, αποφυγή ή καταστολή φυσικών καταστροφών κ.α. Παρ’ όλη την ποινικοποίηση οι άνθρωποι συνέχισαν να ενδιαφέρονται για τη μαγεία που είχε στόχο την υγεία, την ευτυχία και την εκπλήρωση επιθυμιών. Πρακτικά και διαδικαστικά αυτό είχε τις ρίζες του στον παγανισμό που εμπλουτίστηκε ή αλλοιώθηκε από το χριστιανισμό. Ο αποτροπαϊκός χαρακτήρας του σταυρού, των αναφωνήσεων, των επικλήσεων, τα φυλαχτά, ήταν προχριστιανικές συνήθειες. Η τάση προς τη μαγεία, φαίνεται από μαγικά κείμενα, (114) γητείες ή εξορκισμούς. Η Εκκλησία τηρούσε αρνητική στάση, ακόμα κι όταν γίνονταν προσπάθειες εναρμόνισης με τη θρησκεία. Τέτοια κείμενα βρίσκουμε και σε ιατροσοφικούς κώδικες, πράγμα που δείχνει πως οι συντάκτες τους τα θεωρούσαν βοηθήματα. Πάντως, οι γιατροί του βυζ. ήταν απόλυτα κάθετοι σε αυτές τις πρακτικές. Οι θεολογικοί και λαϊκοί κύκλοι συνέδεαν τους μάντεις με τους δαίμονες. Οι βυζ. πίστευαν πως (115) οι δαίμονες ήταν έκπτωτοι άγγελοι κάτι που πιστοποιείται από πλήθος πηγών. Οι ορδές τους θεωρούνταν αναρίθμητες, πανταχού παρούσες, έτοιμες να προκαλέσουν διαταραχές. Σύμφωνα με τις πηγές, οι δαιμονιζόμενοι ήταν ψυχικά νοσούντες άνθρωποι τους οποίους θεράπευαν μόνον κάποια ιερά πρόσωπα. Η δαιμονολογία αυτή, είχε προχριστιανικές επιδράσεις όμως, η ύπαρξη δαιμόνων προσλαμβάνονταν από τους βυζ. ως αντίθεση προς τη θεϊκή επουράνια πολιτεία ενώ θεωρούσαν τη ζωή τους ως αέναη πάλη του καλού με το κακό. 

Η Βυζαντινή Κοινωνία Ο βυζ. αντιμετώπιζε την καθημερινότητα με διάθεση ερμηνείας (116) και αιτιολόγησης των υπερβατικών και ανθρώπινων φαινομένων. Δημιούργησε έτσι μια ιδιότυπη φυσιογνωμία που διατηρήθηκε μέχρι τέλους. Αφομοίωσε τους κανόνες της πολιτείας και επηρεάστηκε κοινωνικά από τις εκάστοτε ρυθμίσεις. Πίστευε πως ήταν περισσότερο υπήκοος του ανώτερου άρχοντα, παρά μέλος ενός γένους ή κρίκος σε μια ιεραρχική αλυσίδα. Η κοινωνία του Βυζαντίου ήταν έντονα κινητική και ρευστή παρά την ιεραρχία της. Δεν υπήρχαν κληρονομικά ή ταξικά εμπόδια μεταξύ των ομάδων και οποιοσδήποτε μπορούσε να αποκτήσει πλούτο ή

Page 114: ΕΛΠ20 περίληψη

υψηλή κοινωνική θέση. Η κινητικότητα αυτή, επηρέαζε και το θρόνο. Γνώρισε βέβαια αρκετές ανακατατάξεις και διαφοροποιήσεις. Οι Βυζαντινοί κατέτασσαν την κοινωνία τους φραστικά. Μεγάλοι και μικροί, δυνατοί και πένητες και καμιά φορά, μεσαίοι. Κάποιες φορές η ταξινόμηση γίνεται ανάλογα με το επάγγελμα ή λειτούργημα (συγκλητικοί, μοναχοί, αστικός πληθυσμός, γεωργοί). Κάτω από την αδιαφιλονίκητη κορυφή – τον αυτοκράτορα, η κοινωνία στηριζόταν θεωρητικά στην τάξη. Η κοινωνική ομάδα που βρισκόταν ακριβώς κάτω από αυτόν επηρεαζόταν άμεσα. Ήταν ένα αυτοκρατορικό επιτελείο, με εσωτερική εθιμοτυπική ιεραρχία και διέθετε έντονη κινητικότητα. Οι σύγχρονοι όροι που το χαρακτηρίζουν (117) είναι αυτοί της ‘ανώτερης’ ή ‘άρχουσας’ τάξης. Κύρια χαρακτηριστικά της ήταν η ευγενική καταγωγή, η περιουσία, η άσκηση ανώτατων λειτουργημάτων και η προσωπική αξία. Δεν προσδιοριζόταν από κληρονομική κατοχύρωση, αλλά από κοινωνική κινητικότητα και ρευστότητα. Η εκχώρηση ενός ξαφνικού τίτλου, οι ανατροπές είχαν επιπτώσεις στα μέλη της. Αυτές οι ανατροπές, εμπόδισαν τη συγκρότηση κλειστής ‘αριστοκρατικής’ κοινότητας. Οι αλλαγές αυτές έγιναν πιο αισθητές από το 10ο αι. και προέκυψαν από μια σειρά εξελίξεων. Αναφέρουμε ενδεικτικά τη δημιουργία μιας πιο κλειστής, ή παγιωμένης ‘άρχουσας’ τάξης κατά τη διάρκεια της Μακεδονικής δυναστείας. Κι εκεί όμως παρατηρήθηκε ασυνέχεια (118). Την ανώτερη τάξη αποτελούσαν : - Συγκλητικοί : είχαν αριστοκρατική καταγωγή και σημαντική περιουσία. Από τον 7ο έως τον 9ο αι. δεν έχουμε μαρτυρία οικογενειών με μακρόχρονη παράδοση, κάτι που πιθανόν οφείλεται στους αυτοκράτορες. Τον 11ο αι. η τάξη αναβαθμίζεται και τη διέπει κινητικότητα, καθώς περιλαμβάνει εμπόρους και τεχνίτες. - Στρατιωτικοί αξιωματούχοι : επαρχιακές οικογένειες που μονοπωλούσαν τα μεγάλα στρατιωτικά αξιώματα. Με ενδογαμίες και γαιοκτησία, παγίωσαν μια ‘στρατιωτική αριστοκρατία’ που εκτιμούσε την αρχαία καταγωγή τόσο, που να κατασκευάζει φανταστικές γενεαλογίες. Κατάγονταν κυρίως από παραμεθόριες περιοχές και διατηρούσαν τους δεσμούς τους ακόμη κι όταν μετακόμιζαν στη Βασιλεύουσα. - Πολιτική αριστοκρατία : υψηλόβαθμοι αυλικοί ή κρατικοί λειτουργοί και αξιωματούχοι. Παγιώθηκε από τα μέλη των οικογενειών που υπηρετούσαν τον αυτοκράτορα. Κατάγονταν από την Πόλη, την Ελλάδα, τα νησιά του Αιγαίου και τα παράλια της Μ. Ασίας. Διέθεταν όμορφα σπίτια και αυτοκρατορικές παραχωρήσεις – προνόμια (119). Ήταν επινοητικοί, υπάκουοι και είχαν ιδιαίτερες γνώσεις και ικανότητες. Η θέση τους ήταν ιδιαίτερα επισφαλής, κατά τα γούστα του αυτοκράτορα. - Μεσαία τάξη : καλλιεργητές, κατώτεροι κρατικοί υπάλληλοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, έμποροι. Ήταν εγκατεστημένοι στα αστικά κέντρα. Η ανάπτυξη της οικονομίας ανέδειξε πλούσιους βιοτέχνες και εμπόρους. Τα μέλη της ήταν οργανωμένα σε συντεχνίες ή αδελφότητες. - Κατώτερη τάξη, όχλος : οι φτωχοί που άγγιζαν την εξαθλίωση. Ψαράδες, εργάτες ηθοποιοί, ζητιάνοι κ.α. Πολλοί από αυτούς ζούσαν από την κρατική πρόνοια. Στην ίδια τάξη ανήκαν και οι δούλοι, που λόγω του χριστιανισμού είχαν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης. Η τιμή τους ήταν υψηλή και προέρχονταν από δούλους γονείς, αγορά ή αιχμαλωσία. Ασχολούνταν με τα οικιακά σε πλούσια σπίτια. Πολλές πηγές αναφέρουν ψυχική επαφή των δούλων με την οικογένεια κάτι που δημιουργούσε ιεραρχία μεταξύ του προσωπικού. Η νομοθεσία προέβλεπε την απελευθέρωσή τους και ήταν συχνό φαινόμενο η απελευθέρωση ζεύγους δούλων με οικονομική υποστήριξη. 

Page 115: ΕΛΠ20 περίληψη

Κοινωνικές Δομές κατά την Πρωτοβυζαντινή περίοδο Πρόκειται για μεταβατική περίοδο, όπου το βασικό χαρακτηριστικό ήταν η αυστηρή κοινωνική ιεράρχηση, νομοθετημένη από το κράτος. Εμφανίστηκαν όμως πρακτικά εμπόδια. Την πρώτη θέση κατείχαν οι Συγκλητικοί. Στην αριστοκρατική καταγωγή και την περιουσία προστέθηκε η προσωπική αξία και η δόκιμη κρατική υπηρεσία, που διεύρυναν την τάξη. Η παλαιά ρωμαϊκή τάξη των ιππέων συγχωνεύτηκε με τους Συγκλητικούς. Όλα αυτά διεύρυναν τα μέλη της. Η διεύρυνση αυτή όμως, προκάλεσε την παρέμβαση του αυτοκράτορα. Για να περιφρουρηθεί το κύρος του θεσμού, η τάξη διαστρωματώθηκε εσωτερικά. Δικαίωμα συμμετοχής στη Σύγκλητο είχαν οι ιλλούστριοι. Τα ενεργά μέλη έμεναν στην Κωνσταντινούπολη ενώ τα υπόλοιπα, στην επαρχία. Θεωρητικά το αξίωμα δεν ήταν κληρονομικό, όμως κάποια παιδιά συγκλητικών λάμβαναν έναν κατώτερο τίτλο. Τα μέλη της Συγκλήτου ανήκαν στην κατηγορία honestiores (εντιμότεροι) μαζί με τον ανώτατο και ανώτερο κλήρο. Όλοι μαζί αποτελούσαν μια προνομιούχο κατηγορία με δικαστικά και φορολογικά προνόμια. Humiliores (ταπεινότεροι), ονομάζονταν οι αγρότες, που αποτελούσαν σημαντική, ενιαία ομάδα και ο αστικός πληθυσμός που ήταν ιδιαίτερα ευκίνητος. Από τους αστούς, τα μέλη των συντεχνιών ήταν ανώτερα και απολάμβαναν οικονομικά (122) προνόμια. Μπορούσαν να μεταπηδήσουν στις κατώτερες βαθμίδες των honestiores. Οι ελεύθεροι εργάτες και όσοι είχαν ευκαιριακές ασχολίες, ανήκαν στην κατώτερη βαθμίδα, όπου υπήρχε ελάχιστη κινητικότητα και αυστηρή πειθαρχία στη διαστρωμάτωση. Οι δούλοι βρίσκονταν στην τελευταία βαθμίδα. 

Συμπέρασμα : Α) το κοινωνικό σύστημα του πρώιμου βυζαντίου νομοθετήθηκε από το κράτος Β) αυτό είχε αποτέλεσμα την έλλειψη κινητικότητας Γ) η προσπάθεια για κλειστή κοινωνία τα βρήκε μπαστούνια και αρκετοί εύποροι ανέβηκαν βαθμίδα. 

Αλλαγές στις Κοινωνικές Δομές κατά τη Μέση και Ύστερη Βυζαντινή Περίοδο Σταδιακά, η οικονομία επέβαλλε τους δικούς της όρους. Τον 9ο αι. εμφανίστηκαν οι μεγάλοι γαιοκτήμονες, ο ισχυρότερος φορέας της μεσοβυζαντινής περιόδου. Βαθμιαία απέκτησαν (123) μεγάλη δύναμη κι ενισχύθηκαν από συγγενικούς δεσμούς και την άσκηση κρατικών λειτουργημάτων. Ενέπνεαν κύρος στον πληθυσμό κι ήταν αποφασιστικοί παράγοντες στις ιδιαίτερες πατρίδες τους. Δυνατοί : σταδιακά μονοπώλησαν τα ανώτερα και ανώτατα αξιώματα και αντικατέστησαν τους ‘αξιοσέβαστους’. Ο Ρωμανός Α’ Λακαπηνός, περιγράφει σε Νεαρά του τους άρχοντες – δυνατούς : αξιωματούχοι και ανώτατοι λειτουργοί, οι συγκλητικοί, μέλη της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, ηγούμενοι μονών και οι διαχειριστές ευαγών ιδρυμάτων. Από τις αρχές του 10ου έως τις αρχές του 11ου αι. υπήρχε μεγάλος ανταγωνισμός ανάμεσα στην κεντρική εξουσία και τους γαιοκτήμονες. Η προσπάθεια των αυτοκρατόρων να κρατήσουν πολιτικές και κοινωνικές ισορροπίες οδήγησε στη θέσπιση νομοθετικών μέτρων μέσα από διάφορες Νεαρές. Μετά τον 11ο αι. σταμάτησε η πολιτική εναντίον των δυνατών. Οι αυτοκράτορες στηρίχθηκαν στη μεσαία αστική τάξη, που συνδέθηκε με την ανάπτυξη της οικονομίας και την είσοδο στον κρατικό μηχανισμό προσώπων που δεν ανήκαν σε μεγάλες οικογένειες και πλούτη, διέθεταν όμως προσωπικές ικανότητες. Η δεύτερη

Page 116: ΕΛΠ20 περίληψη

αυτή ομάδα που απέκτησε πρόσβαση στη σύγκλητο και στα ανώτερα αξιώματα, βρέθηκε πολλές φορές σε αντίθεση με την παλαιότερη τάξη. Στο δεύτερο μισό του 11ου, οι αυτοκρατορικές προσπάθειες για κοινωνική και πολιτική ισορροπία, απέτυχαν μπροστά στην αντίδραση των γαιοκτημόνων, που καταλαμβάνουν τον έλεγχο του κράτους όταν ανεβαίνει στο θρόνο ο Αλέξιος Α’ Κομνηνός. Οι Κομνηνοί (124) εκπροσωπούν μια κληρονομική, επαρχιακή αριστοκρατία και αναδιοργανώνουν την ιεραρχία στα μέτρα τους. Το 12ο αι. δημιουργείται μια κλειστή ομάδα οικογενειών, που συνδέονται με την οικογένεια των Κομνηνών μέσω γάμων. Εκτός από περιουσία, κατείχαν υψηλούς τίτλους και τα σημαντικότερα κρατικά λειτουργήματα. Σημαντικό ρόλο στην αποδυνάμωση των Κομνηνών έπαιξε η αστική μεσαία τάξη και στα τέλη του 12ου αι. η επιρροή της ενισχύεται. Μετά το 1204 πολλά μέλη της κατέφυγαν στη Νίκαια, όπου συμμετείχαν στη διοίκηση και το στρατό. Ακόμα και όταν οι Παλαιολόγοι προσπάθησαν να επαναφέρουν την αριστοκρατία, δεν έχασαν την εξουσία τους καθώς το κράτος είχε άμεση ανάγκη την οικονομική τους ενίσχυση. Στα χρόνια αυτά, η ‘άρχουσα’ τάξη απέκτησε κλειστό και συμπαγή χαρακτήρα. Οι ισχυρές οικογένειες που την αποτελούσαν δημιούργησαν κέντρα εξουσίας εκτός Κωνσταντινούπολης, που οδήγησε στην ανεξαρτησία τους από την κεντρική εξουσία. 

Οι Κάτοικοι της Β. Αυτοκρατορίας. Ονόμαζαν τους εαυτούς τους Ρωμαίους, ή χριστιανούς. Βυζάντιος, ονομαζόταν αυτός που είχε γεννηθεί στην Κωνσταντινούπολη, που είχε χτιστεί σε αυτή τη θέση. Μπορούμε (125) να πούμε πως Βυζαντινοί ήταν οι χριστιανοί απόγονοι των Ρωμαίων στην Ανατολή όπου κυριαρχούσε η ελληνική γλώσσα και η ελληνιστική παράδοση. 

Ο χαρακτήρας της Β. Αυτοκρατορίας Εξωτερικά παρουσιάζεται ως η συνέχεια της Ρωμαϊκής, ειδικά στο διοικητικό σύστημα, και τη διοίκηση του στρατού. Εσωτερικά όμως, είναι συνέχεια των ελληνιστικών κρατών (εσωτερικές δομές και θεσμοί). Επίσης, η οικονομική και κοινωνική ζωή οργανώνεται γύρω από τα αστικά κέντρα, χαρακτηριστικό κληροδότημα του ελληνιστικού κόσμου. (Σβορώνος, 1991). Η αντίληψη των βυζ. ήταν η προσκόλληση στη ρωμαϊκή άποψη περί ‘οικουμενικότητας’ της αυτοκρατορίας. Η ενωτική ιδεολογία που αναπτύχθηκε βασίστηκε σε 4 παράγοντες : - στο ομότροπον : συγκεντρωτικό και μοναρχικό πολίτευμα, με αρχή τον αυτοκράτορα και την πίστη θεοπρόβλητης και θεοστήρικτης αυτοκρατορικής εξουσίας. - στο ομόγλωσσον : η κοινή ελληνική γλώσσα - στο ομόδοξον : η χριστιανική θρησκεία - στην πίστη για τα ρωμαϊκά πάτρια : εκεί στηρίχθηκε η οργάνωση της διοικητικής μηχανής Οι παράγοντες αυτοί, δε μπόρεσαν να ισοπεδώσουν το ανθρώπινο μωσαϊκό, κυρίως ιδεολογικά. Ο πληθυσμός ήταν ετερόκλητος, με διαφορετικές γλώσσες, αντιλήψεις, κοινωνική και πολιτισμική αντίληψη. Αυτό ήταν ιδιαίτερα έντονο στα πρώιμα χρόνια πριν συρρικνωθεί η αυτοκρατορία, αλλά και μετά τις κατακτήσεις των Μακεδόνων στρατηγών – αυτοκρατόρων. Η πολιτεία έλαβε (126) αρκετά μέτρα για να γεφυρώσει αυτές τις διαφορές, όπως οι μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών, που προέκυπταν από τα δημογραφικά προβλήματα, τις φυσικές καταστροφές ή τις πολεμικές επιχειρήσεις. Καμιά φορά, οι μετακινήσεις γίνονταν για να αποτραπούν κινήματα ανεξαρτησίας. Σε

Page 117: ΕΛΠ20 περίληψη

τέτοιες περιπτώσεις, οι αυτοκράτορες κατέφυγαν στη διπλωματία και τη θρησκεία. Αλλοδαποί ευγενείς αφομοιώνονταν στο στρατό και την πολιτική διοίκηση, με αντάλλαγμα την πίστη τους στο χριστιανισμό και τον αυτοκράτορα. Στις πολυπληθέστερες κοινωνικά χαμηλές ομάδες, χρησιμοποιούσαν τον εκχριστιανισμό και τον εξελληνισμό. Για να δούμε αν οι προσπάθειες της κεντρικής εξουσίας για ενότητα απέδωσαν, πρέπει να δούμε λεπτομερώς τι συνέβη. Π.χ. η τέχνη και η αρχιτεκτονική, είναι ενδεικτικά στοιχεία μιας κοινής καλλιτεχνικής έκφρασης, εξάρτησης από το κέντρο και κυκλοφορίας ανθρώπων και ιδεών. Το Βυζάντιο κατέληξε πολυεθνικό, με έντονους πολιτικούς και πολιτειακούς θεσμούς. Επίσης, η συμβολή του χριστιανισμού ως προς την οικουμενικότητα, πρόσφερε οργάνωση και συγκρότηση σε αρκετές χώρες. Η ιστορία (127) σλαβικών λαών, ή της ιταλικής χερσονήσου έχουν άμεση σχέση με το Βυζάντιο καθώς οι ιδιαιτερότητές τους εντάχθηκαν στο υπόβαθρο της αυτοκρατορίας. 

Η Γλώσσα των Βυζαντινών Πρώιμη περίοδος : πολύγλωσση κοινωνία. Τα λατινικά στο δυτικό τμήμα ήταν η επίσημη γλώσσα της διοίκησης. Στο ανατολικό τα πράγματα ήταν περίπλοκα. Στη διοίκηση, το στρατό και οι δυτικοί έποικοι μιλούσαν λατινικά. Στην επικοινωνία όμως και την επαρχιακή διοίκηση κυριαρχούσαν τα ελληνικά. Η Συρία κρατούσε τα συριακά, η Μεσοποταμία και η Παλαιστίνη τα συριακά, τα αραμαϊκά και τα αραβικά. Στην Αλεξάνδρεια μιλούσαν κοπτικά αν και τον 6ο αι. η διοίκηση είχε τα ελληνικά ως επίσημη γλώσσα. Στις παραμεθόριες περιοχές, μιλούσαν τις τοπικές γλώσσες. Τον 7ο αι. τα ελληνικά έγιναν η επίσημη γλώσσα της αυτοκρατορίας. Στα μέσα του ίδιου αι. οι αραβικές κατακτήσεις απομάκρυναν τους πληθυσμούς εκείνους που μιλούσαν συριακά, αραβικά και κοπτικά. Η αυτοκρατορία περιορίστηκε σε αμιγώς ελληνόφωνες περιοχές. Πάντως η γλωσσική πολυμορφία παρέμεινε στο Βυζάντιο. Η ελληνική γλώσσα άλλαξε αρκετά μέσα στο χρόνο. Θεωρούμε σήμερα πως τα βυζαντινά ελληνικά ήταν πιο κοντά στα σημερινά από τα αρχαία. Δυστυχώς, τα σχετικά κείμενα που έχουν σωθεί είναι ελάχιστα. Παράλληλα με την απλή καθομιλουμένη, διατηρήθηκαν κάποια αρχαία γλωσσικά ιδιώματα όπως η αττική διάλεκτος των ρωμαίων αττικιστών. Χρησιμοποιήθηκε σε λογοτεχνικά κείμενα, περιορισμένου κοινού. Η στάση της Εκκλησίας σε αυτήν τη γλώσσα ήταν αρνητική (μέλι στα χείλη της πόρνης). (Διαβάστε τα σχόλια του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου, σελ. 129). Η ελληνιστική κοινή υιοθετήθηκε από την εκκλησία στην Αγία Γραφή και τα λειτουργικά βιβλία. Αυτό αποδεικνύει πως ήταν κατανοητή από σημαντικό τμήμα του πληθυσμού. 

Οι Πόλεις των Βυζαντινών Η αυτοκρατορία παρέμενε πάντα κράτος της Αρχαιότητας με επίκεντρο την πόλη. Η ζωή εκεί όμως, γνώρισε αρκετές εξελίξεις που τη διαμόρφωσαν ανάλογα. 

Η Πρώιμη Βυζαντινή Περίοδος (130) Ο οικιστικός χαρακτήρας ήταν σε γενικές γραμμές παρόμοιος με αυτόν της Αρχαιότητας κατά τους ρωμαϊκούς και ελληνιστικούς χρόνους. Οι βυζ. πρώιμες πόλεις συνέχισαν το αρχαίο παρελθόν τους. Η νομιμοποίηση και η καθιέρωση του χριστιανισμού, συνέβαλε βαθμιαία στην αναδιάταξη των πολεοδομικών δομών. Οι λίγες καινούριες πόλεις που ιδρύθηκαν όμως, διαφοροποιούνται, με μια νέα πολεοδομική νοοτροπία. Οι ανασκαφές δίνουν αρκετά στοιχεία. 

Page 118: ΕΛΠ20 περίληψη

Ο σχεδιασμός της Κωνσταντινούπολης, μπορεί να θεωρηθεί δείγμα της πρώιμης βυζ. πόλης. Χτίστηκε (131) σε ιδανικό στρατηγικό σημείο, η έκτασή της αυξήθηκε τέσσερις με πέντε φορές μαζί με τον πληθυσμό της. Ο λαός απολάμβανε δωρεάν άρτο και θεάματα (όπως στη Ρώμη), και η ανώτερη τάξη αποκτούσαν πολυτελή παλάτια (όπως στη Ρώμη). Βασικός παράγοντας πολεοδομίας ήταν η ελληνιστική παράδοση. Η Κωνσταντινούπολη είχε φαρδιές λεωφόρους με δευτερεύοντες δρόμους κυκλοφορίας και ήταν στολισμένη με έργα τέχνης. Ο Ιππόδρομος διευρύνθηκε και έγινε κέντρο δημόσιας ψυχαγωγίας, συνδεδεμένο με τις αυτοκρατορικές τελετές. Δίπλα χτίστηκε το παλάτι της Δάφνης, με την πλατεία του Αυγουσταίου (προς τιμήν της μητέρας του Κωνσταντίνου, Ελένης). Επίσης κατασκευάστηκε το κτίριο της Συγκλήτου και διατηρήθηκαν τα λουτρά του Ζευξίππου. Η Μέση, η κεντρική λεωφόρος οδηγούσε στο Forum (Αγορά) του Μ. Κωνσταντίνου, ο ομφαλός της πόλης. Εκεί στήθηκε το μεγαλόπρεπο ορειχάλκινο άγαλμά του. Αν και όχι αποκλειστικά, ο Κωνσταντίνος έδωσε χριστιανικό χαρακτήρα στην πρωτεύουσά του με αρκετές εκκλησίες, που κατέλαβαν εξέχουσα θέση στην πόλη χωρίς (132) όμως να καταστρέψει τους ειδωλολατρικούς ναούς ή τα εθνικά κτίρια. Αν και καμιά άλλη πόλη δε μοιάζει με την Κωνσταντινούπολη στο σύνολό της, αρκετές από τις αρχές της συναντώνται και σε άλλες πόλεις. Αρκετές διέθεταν τείχη και οργανωμένο σύστημα δρόμων με φαρδιές λεωφόρους που περικλείονταν από σκεπαστές, διακοσμημένες στοές. Διατηρήθηκαν επίσης τα θέατρα, τα δημόσια λουτρά και τα γυμναστήρια, οι αγορές και ο ιππόδρομος. Υπήρχαν σιταποθήκες, υδραγωγεία και δεξαμενές. Έξω από τα τείχη βρισκόντουσαν τα νεκροταφεία, τα περιβόλια και οι επαύλεις ή αν υπήρχε, η εβραϊκή συνοικία και Συναγωγή. Έχουμε ξαναπεί πως ο χριστιανισμός έφερε αλλαγές. Προστέθηκε η κεντρική εκκλησία μαζί με τα διοικητικά της κτίρια. Πολλαπλασιάστηκαν οι εκκλησίες, ενώ πολλά ειδωλολατρικά μνημεία εγκαταλείφθηκαν. Άλλοτε μετατράπηκαν και άλλοτε γκρεμίστηκαν. Πολλές πρωτοβυζαντινές εκκλησίες χτίστηκαν πάνω σε εθνικά μνημεία (βασιλική του Αγ. Δημητρίου). (133) Η διοικητική οργάνωση συνέχισε τη ρωμαϊκή, όπως το γεγονός πως οι έπαρχοι του πραιτωρίου προέρχονταν από τους Συγκλητικούς. Υπήρχε επίσης το σώμα των βουλευτών των πόλεων (curiales). Πρόκειται για μια κλειστή ομάδα, μόνιμων κατοίκων της πόλης, που διέθεταν μεσαία ή μικρή ακίνητη περιουσία. Υπηρετούσαν στα συμβούλια και είχαν συλλογικές αρμοδιότητες στη διαχείριση αστικών υπηρεσιών (επισκευή έργων κοινής ωφέλειας, καθαριότητα κλπ). Τα έξοδα αυτά καλύπτονταν από την πόλη, από εισφορές ή από τους ίδιους. Αν οι βουλευτές δεν είχαν δυνατότητα ή διάθεση για αυτό το έξοδο, προσπαθούσαν να απαλλαγούν από τη βουλευτική τους ιδιότητα. Ήθελαν μια θέση στο δημόσιο (πρωτότυπο!) ως κληρικοί ή καθηγητές ή να εγκατασταθούν στο ύπαιθρο. Μερικοί το έσκαγαν και άλλοι έμεναν (134) ανύπαντροι για να μην κληροδοτήσουν το βουλευτικό αξίωμα. Η πολιτεία προσπάθησε να πατάξει αυτό το φαινόμενο. Απαγορεύτηκε η ένταξη των βουλευτών σε δημόσιες ή εκκλησιαστικές υπηρεσίες, και η πώληση των περιουσιών τους. Η πίεση είχε αποτέλεσμα τη διάλυση του σώματος. Οι φτωχοί εξαφανίστηκαν ενώ οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι και μεγαλογαιοκτήμονες, συμβάλλοντας και εκείνοι στη διάλυση αυτή, που οριστικοποιήθηκε τον 6ο αι. Νέες δυνάμεις εμφανίζονται. Η Εκκλησία παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο καθώς αναλαμβάνει μεγάλο κοινωνικό έργο υπέρ των αναξιοπαθούντων. Η οικονομική κατάστασή της ήταν ανθηρή, λάμβανε μεγάλες επιχορηγήσεις και κτηματικά κληροδοτήματα. Η παρακμή των βουλευτών, έδωσε αρμοδιότητες στους επισκόπους.

Page 119: ΕΛΠ20 περίληψη

Οι τοπικοί επίσκοποι απέδιδαν δικαιοσύνη, έλεγχαν τη ζωή της πόλης κι απέκτησαν πολιτική και διοικητική δύναμη. Ο επίσκοπος ήταν ιεραρχικά ίσος με τον επαρχιακό διοικητή στην έδρα του διοικητή, ενώ στις άλλες πόλεις ήταν ανώτερος. Οικονομική και Κοινωνική ζωή : παρουσιάζει ιδιαίτερη κινητικότητα. Οι πόλεις, ως κέντρα, αποτελούν πόλο έλξης για πολλούς. Υπήρχαν διοικητικοί και εκκλησιαστικοί αξιωματούχοι, γαιοκτήμονες, έμποροι, λόγιοι, βιοτέχνες, επισκέπτες, καλλιτέχνες πόρνες και ζητιάνοι. Ανάμεσα στην αστική και αγροτική ζωή υπήρχε (135) ουσιαστική διαφορά. Η πόλη εξασφάλιζε επιβίωση, είχε βασικές ανέσεις και διασκεδάσεις. Κάθε πόλη είχε το χαρακτήρα της που επηρεαζόταν από τη γεωγραφία της, της δυνατότητες οδικής επικοινωνίας, τα οχυρωματικά έργα και τις οικιστικές της συνήθειες, παράγοντες που είχαν αντίκτυπο στην οικονομία της. Η Κωνσταντινούπολη ήταν το ελκυστικότερο αστικό κέντρο. Υπήρχε όμως και η Αλεξάνδρεια, το μεγαλύτερο λιμάνι με πλούσια παράδοση. Η Αντιόχεια, η Βηρυτός, η Έφεσος, η Μίλητος, η Θεσσαλονίκη ήταν μερικές άλλες. Υπήρχαν σημαντικά κέντρα αγροτικών περιοχών, όπως η Αδριανούπολη και η Λάρισα όπως και παραμεθόριες πόλεις όπως η Μεσημβρία, η Άγκυρα κ.α. Δεν έχουμε πολλές γνώσεις για τους πληθυσμούς των πόλεων, μπορούμε να πούμε όμως πως ήταν σχετικά μικροί σε μέγεθος. . Ιστορική εξέλιξη : (136) επηρεάστηκε από αστάθμητους παράγοντες που διατάραξαν την ομαλή πορεία της αστικής ζωής. Φυσικές καταστροφές, επιδημίες, εχθρικές επιδρομές και εσωτερικές αναταραχές ήταν μερικές από αυτές. Πληγή επίσης αποτελούσε η βία στις πόλεις, που επιδεινώθηκε στα τέλη του 5ου και τον 6ο αι. Η μεγαλύτερη (137) συμφορά ήταν η επιδημία βουβωνικής πανώλης που σημειώθηκε το 541. Ο αριθμός των θυμάτων ήταν τεράστιος και είχε επίδραση τόσο δημογραφικά όσο και οικονομικά. Ο πληθυσμός των πόλεων υπέστη σημαντική μείωση, οι καθημερινές ασχολίες διακόπηκαν και η ακρίβεια ήταν αβάσταχτη. Στις περισσότερες περιπτώσεις υπήρξε επανόρθωση, όμως ο βαθμός ανάκαμψης ήταν διαφορετικός για την κάθε μια. Τα αρνητικά αυτών των καταστροφών συνδυάστηκαν με κατοπινές φυσικές καταστροφές όταν οι πόλεις συρρικνώθηκαν και αργότερα εξαφανίστηκαν. Οι πολεμικές επιχειρήσεις ήταν η χαριστική βολή για τις πόλεις καθώς δεν κατάφεραν να ανασυγκροτηθούν και να αναβιώσουν. 

Η Παρακμή των πόλεων Συντελέστηκε στο διάστημα από τα τέλη του 6ου έως τα μέσα του 7ου αι. εποχή που ονομάζεται συμβατικά ‘σκοτεινοί’ ή ‘μεταβατικοί’ χρόνοι. Αν και οι πληροφορίες που έχουμε είναι αποσπασματικές, είναι ιδιαίτερα βοηθητικές. 

Η παρακμή της Αθήνας (138) Ο χώρος της Αγοράς εγκαταλείφθηκε μετά το δεύτερο μισό του 7ου αι. και ο οικισμός περιορίστηκε στην Ακρόπολη. Η εγκατάλειψη αυτή έγινε σταδιακά, μετά από εκτεταμένες καταστροφές που συνδυάστηκαν με σλαβικές επιδρομές. Την ίδια συρρίκνωση παρουσιάζουν και άλλες ελληνικές πόλεις (Κόρινθος, Άργος, Σπάρτη). Θεσσαλονίκη. Οι πληροφορίες μας είναι ελάχιστες. Πολιορκήθηκε από τους Σλάβους και τους Αβάρους πλήγηκε από λοιμούς και πείνα. Δέχτηκε πλήθος προσφύγων από βλάχικες επαρχίες. Η εικόνα της από τα μέσα του 7ου έως τον 9ο αι. ήταν διαφορετική. Είχε περιορισμένη οικοδομική δραστηριότητα. Αποσπασματικές πληροφορίες δείχνουν πως ο πληθυσμός της ζούσε περισσότερο αγροτική παρά αστική ζωή. Κατά βάσιν όμως, η ζωή της παραμένει άγνωστη. 

Page 120: ΕΛΠ20 περίληψη

Παρακμή (139) έζησαν και οι πόλεις της Μ. Ασίας. Επέζησε η Νίκαια, ενώ η Κύζικος έπαψε να υπάρχει μετά τον καταστροφικό σεισμό του 543. Πόλεις στη δυτική και κεντρική Μ. Ασία, παρήκμασαν επίσης, αν και διατήρησαν τα φρούριά τους (Πέργαμος, Άγκυρα). 

Έφεσος Μετά τις περσικές επιθέσεις (7ος αι.) ερειπώθηκε. Λίγο αργότερα όμως χτίστηκαν νέα τείχη που περιέβαλαν ένα μικρό οικισμό. Το αρχαίο θέατρο και άλλα δημόσια κτίρια γέμισαν ταπεινά σπίτια. Η οικοδομική δραστηριότητα περιορίστηκε με μόνη εξαίρεση την εκκλησία της Παναγιάς. Υψώθηκε φρούριο και υπάρχουν πληροφορίες πως υπήρχε σημαντική εμπορική δραστηριότητα στην περιοχή. Η Έφεσος είναι δείγμα της πόλης την εποχή της αστικής παρακμής. Ο οχυρωμένος χώρος της κάλυπτε μικρότερη περιοχή από ότι στην αρχή. Ως οικοδομικά υλικά (140) χρησιμοποιήθηκαν αυτά προγενέστερων κατασκευών. Διασώθηκαν βέβαια οι εκκλησίες ενώ οι μονές και τα κοιμητήρια χτίζονταν πλέον εντός των τειχών και όχι εκτός. 

Κωνσταντινούπολη (από τα θαύματα του Αγ. Αρτεμίου) Τον 7ο αι. παρέμεινε εμπορικό και επαγγελματικό κέντρο. Η παρακμή εμφανίζεται τον 8ο αι. Τα τείχη δεν επιδιορθώθηκαν μετά το σεισμό του 740. επιβλήθηκε έτσι φόρος, από τον Λέοντα Γ ‘ για να προσλάβει τεχνίτες. Ο πληθυσμός της μειώθηκε από λοιμό το 747 κι έτσι ο Κωνσταντίνος Ε’ έφερε εποίκους από την Ελλάδα και το Αιγαίο. Η περιγραφή από το ‘Παραστάσεις σύντομοι χρονικαί’, δίνει την εικόνα εγκατάλειψης και ερήμωσης. Τον 8ο αι. η οικοδομική δραστηριότητα περιορίστηκες σε οχυρωματικά έργα και επισκευές. Νέα κτίρια χτίζονται, όταν αυτοκράτορας (141) είναι ο Θεόφιλος. 

Η Περίοδος Ανάκαμψης των Β. Πόλεων (μέσα 9ου αι. – 1204) Ξεκίνησε τον 9ο αι. και κορυφώθηκε τον 11ο και το 12ο, κάτι που φαίνεται στο πλήθος των νομισμάτων που κυκλοφορούσαν. Από τις πόλεις που αναβαθμίστηκαν η Θεσσαλονίκη έγινε σημαντικό κέντρο. Η ανάκαμψη αφορούσε την αύξηση πληθυσμού, τη βελτίωση διαβίωσης, την άνθηση του εμπορίου και της βιοτεχνίας. Την περίοδο αυτή, δεν υπάρχει ο πρότερος μνημειακός χαρακτήρας. Ο σχεδιασμός των πόλεων δεν ήταν συγκεκριμένος, προέκυψε από τις συνθήκες και τις καθημερινές ανάγκες. Τα σπίτια ήταν κακοκτισμένα και ή που θα συνωστίζονταν ή που θα ήταν διάσπαρτα χωρίς καμία τάξη. Ο ιδιωτικός χαρακτήρας, (142) ήταν το χαρακτηριστικότερο στοιχείο της μεσοβυζαντινής αστικής ζωής. Δεν υπάρχουν πληροφορίες για οργανωμένους κοινόχρηστους χώρους ή πλατείες. Τα καταστήματα και οι βιοτεχνίες ήταν μέσα σε στενούς δρόμους ή αυλές και όχι σε συγκρότημα. Δεν υπήρχαν δημόσια λουτρά ή θέατρα. Ο ιππόδρομος επέζησε μόνον στην Κωνσταντινούπολη, πάντα όμως σε συνδυασμό με τις αυτοκρατορικές τελετές, όχι τον πληθυσμό. Ο μοναδικός τόπος δημόσιων συναντήσεων ήταν η εκκλησία. Εμφανίστηκε επίσης η συνήθεια να χτίζουν οι πλούσιοι ιδιωτικές εκκλησίες. Δεν κατασκευάζονταν καθεδρικοί ναοί. Η ζωή διασπάστηκε στις γειτονιές που είχαν τη δική τους μικρή εκκλησία. Ακόμη και τα αστικά μοναστήρια ήταν ενταγμένα στον πολεοδομικό ιστό. Επικράτησε επίσης να δημιουργούνται κοιμητήρια μέσα στις πόλεις. Μόνο οι οχυρώσεις ακολουθούσαν συγκεκριμένο σχεδιασμό. Υπήρχε πάντοτε

Page 121: ΕΛΠ20 περίληψη

οχυρωμένη ακρόπολη στρατιωτικού χαρακτήρα με ιδιαίτερο τείχος, λαμβανόταν υπόψη η εκμετάλλευση της γεωγραφίας και ενσωμάτωνε προγενέστερες οχυρώσεις. Η μέριμνα για την καλύτερη αντιμετώπιση πρακτικών θεμάτων (πόσιμο νερό, καθαρισμός), ήταν επίσης οργανωμένη. Οι διαφορές πρωτοβυζαντινών – μεσοβυζαντινών πόλεων είναι ευδιάκριτες και στην πρωτεύουσα. Τον 9ο αι. χτίστηκαν νέα κτίρια στην Κωνσταντινούπολη, περιορίστηκαν όμως στο εσωτερικό του παλατιού (143) κι επιχειρήθηκαν μεγάλης κλίμακας επισκευές παλαιότερων κτιρίων, κυρίως εκκλησιών. Η διοίκηση των μεσοβυζαντινών πόλεων επηρεάστηκε στα σκοτεινά χρόνια. Το σώμα των βουλευτών και το αξίωμα του έπαρχου είχαν εκλείψει. Με σχετική Νεαρά του Λέοντα ΣΤ’ Σοφού, καταργήθηκε η Βουλή των πόλεων και κατ’ επέκτασιν η τοπική αυτοδιοίκηση. Την ίδια περίοδο υποβαθμίστηκε ο κοινωνικός ρόλος της εκκλησίας, λόγω οικονομικών προβλημάτων. Τον 11ο και 12ο αι. παρατηρούνται κάποιες μορφές αυτοδιοίκησης στις επαρχιακές πόλεις, όπως στη Θεσσαλονίκη. Στις τοπικές συνεδριάσεις όμως, δεν υπήρχαν επίσημοι κρατικοί αντιπρόσωποι αλλά τοπικοί άρχοντες και πλούσιοι. Οικονομική κατάσταση και κοινωνική σύνθεση : οι πόλεις ξαναγίνονται πόλος έλξης και η αλλαγή στη νοοτροπία σηματοδοτεί την εποχή. Η ‘μέση αστική τάξη’ έρχεται στο προσκήνιο καθώς τα μέλη της ζουν με άνεση και (144) προσδιορίζουν την οικονομική φυσιογνωμία. Το εμπόριο και οι ιστορικές συγκυρίες αυξάνουν τον αστικό πληθυσμό με την προσθήκη και ξένων (Ρώσοι και Ιταλοί στην Κωνσταντινούπολη). Οι ειδικές παραχωρήσεις του Αλέξιου Α στη Βενετία, είχαν αποτέλεσμα την ίδρυση βενετικών, εμπορικών αποικιών με ιδιαίτερα σημαντική παρουσία στη Βασιλεύουσα.

Η Βυζαντινή Πόλη κατά την Υστεροβυζαντινή Περίοδο (13ος – 15ος ) Μετά το 1204, οι συνεχείς εχθροπραξίες και η πειρατεία δημιούργησαν ανασφάλεια στους πληθυσμούς. Η οικονομία συρρικνώθηκε και ο βιοπορισμός ήταν δύσκολος. Προκλήθηκε δημογραφικός και οικονομικός μαρασμός, ο αριθμός και το μέγεθος των πόλεων συρρικνώθηκε. Η αναδιανομή του πλούτου ωφέλησε (φυσικά) τους ήδη πλούσιους κι εξαθλίωσε τους καλλιεργητές. Η κοινωνική και οικονομική βελτίωση ήρθε αργότερα, όταν οι Οθωμανοί ενοποίησαν τη νοτιοανατολική Ευρώπη. 

Οικιστική Διαμόρφωση των Υστεροβυζαντινών Πόλεων Οι πόλεις χαρακτηρίζονται από στενότητα για να διευκολύνεται η άμυνα (Μυστράς, Μονεμβασιά). Αυτό, δυσκόλευε μεν τη διαβίωση των κατοίκων, παρείχε δε, μια αίσθηση ασφάλειας αφού η στενότητα συνδυαζόταν με τείχη. Οικιστικά οι Παλαιολόγειες πόλεις διακρίνονται σε δύο υποσύνολα : - άνω πόλη : τα υψηλότερα και ασφαλέστερα σημεία όπου έμεναν οι πλουσιότεροι πολίτες και βρισκόταν το διοικητικό κέντρο. Στην κορυφή της άνω πόλης βρισκόταν η ακρόπολη. - Κάτω πόλη : εκεί κατοικούσαν τα μεσαία στρώματα, ασκούνταν οι κύριες δραστηριότητες των κατοίκων. Εκεί βρισκόταν η αγορά, οι εκκλησίες και το λιμάνι (αν υπήρχε). Σε άλλες συνοικίες κατοικούσαν οι αλλοεθνείς και οι αλλόθρησκοι. Η ιταλοί έμποροι διεκδικούσαν συχνά οχύρωση των συνοικιών τους για λόγους ασφάλειας. Ο λόγος όμως ήταν ο ‘αποικιοκρατισμός’ τους. Τα οικήματα των πόλεων δείχνουν τα προβλήματα της περιόδου. Οι κατοικίες πλουσίων που σώζονται, είναι κατασκευασμένες από ανθεκτικά υλικά, σε ύψος δύο ορόφων. Ακολουθούν την κλίση του εδάφους και συχνά διέθεταν ιδιωτικές στέρνες για τη συλλογή νερού όπως και ιδιωτικά παρεκκλήσια. 

Page 122: ΕΛΠ20 περίληψη

Διοικητική Δομή των Υστεροβυζαντινών Πόλεων Τη δύσκολη Παλαιολόγεια περίοδο (147) το πολιτικό και διοικητικό καθεστώς των πόλεων είναι ιδιαίτερα αυτόνομο. Η συρρίκνωση της αυτοκρατορίας φέρνει στο προσκήνιο τους ‘δεσπότες’ που κυβερνούσαν περιοχές αποκομμένες ή απομακρυσμένες από την Πόλη και τον αυτοκράτορα. Είχαν κέντρα όπως ο Μυστράς και η Θεσσαλονίκη. Στην ουσία, την εξουσία είχαν οι αριστοκράτες, (δυνατοί) της κάθε περιοχής (π.χ. Αθήνα) ακόμα και περιοχών που βρίσκονταν κοντά στη Βασιλεύουσα. Οι αποκαλούμενες ‘πόλεις – κάστρα’ λόγω του στρατηγικού σημείου όπου βρίσκονταν και των ισχυρών τειχών που τις προστάτευαν, μπορούσαν να αψηφούν τις αυτοκρατορικές διαθέσεις, ατιμώρητα. Η εδραιωμένη αριστοκρατική εξουσία και η παρουσία στρατιωτικών δυνάμεων, απέτρεπε τις επαναστάσεις κοινωνικού τύπου, (148) σε αντίθεση με άλλες πόλεις της αυτοκρατορίας, όπως η Αδριανούπολη. 

Κοινωνική και Οικονομική Σύνθεση του Υστεροβυζαντινού Κόσμου Οι πόλεις – όπως και τα προηγούμενα χρόνια, ήταν κέντρα συγκέντρωσης, μεταποίησης και εξαγωγής προϊόντων. Η οικονομική αυτή διαδικασία, συνέβαλε στη διαμόρφωση της κοινωνίας το 13ο – 15ο αι. Διακρίνουμε και εδώ τις ίδιες κοινωνικές ομάδες, με κάποιες διαφορές. Υπήρχαν διοικητικοί αξιωματούχοι, στρατιωτικοί, πολλοί μοναχοί, λόγιοι, έμποροι, βιοτέχνες και εργάτες. Όμως, μεγάλο μέρος του στρατού το αποτελούσαν μισθοφόροι ποικίλης προέλευσης, Ιταλοί έμποροι, εγκατεστημένοι σε σημαντικές πόλεις, που έλεγχαν το εξωτερικό εμπόριο. Ο πλούτος τους ερχόταν σε αντιπαράθεση με τη φτώχια του πληθυσμού και προκάλεσε βίαιες αντιδράσεις. Οι Έλληνες έμποροι ήταν απλοί συνεργάτες ή πράκτορες των Ιταλών σε τοπικό επίπεδο. Υπήρχαν βέβαια (149) και Έλληνες που κατάφεραν να πλουτίσουν, μόνο όμως μετά από αυτοκρατορική βοήθεια, όπως στη Μονεμβασία. Αντίθετα, τα προνόμια που δόθηκαν στους Ιταλούς, είχαν ως αποτέλεσμα την εξαθλίωση των δημόσιων οικονομικών. Παρά την κακή οικονομική κατάσταση οι αριστοκράτες πλούτισαν ακόμη περισσότερο. Οι Παλαιολόγοι τους παραχώρησαν εκτεταμένα προνόμια, όπως κρατικά αξιώματα και γαίες καθώς και συλλογή φόρων. Αρκετοί αριστοκράτες συνεργάστηκαν με δυτικούς εμπόρους. Οι μέσο αστοί και οι μικροαστοί που επλήγησαν από τους Ιταλούς εμπόρους και τους Έλληνες αριστοκράτες, αντέδρασαν με επαναστατικές κινήσεις, όπως το κίνημα των Ζηλωτών στη Θεσσαλονίκη που επικράτησε για λίγα χρόνια. Δίπλα στις πόλεις (150), ζούσαν οι καλλιεργητές, σε ιδιαίτερα άσχημη κοινωνική θέση. Δεν αντιμετώπιζαν μόνον τις φυσικές καταστροφές, αλλά και την πολιτική αστάθεια. Η αυξανόμενη δύναμη των αριστοκρατών είχε αντίκτυπο στη διαβίωσή τους. Οι ελεύθεροι καλλιεργητές κατάντησαν ‘πάροικοι’ εξαρτώμενοι δηλαδή από τους μεγάλους γαιοκτήμονες. Η ‘παροικία’ προέκυψε από τις δωρεές μεγάλων εκτάσεων σε ευνοούμενους του αυτοκράτορα, ή μοναστήρια. 

Προσαρμογή των Υστεροβυζαντινών Πόλεων στα δεδομένα της Οθωμανικής Κυριαρχίας. Η κατάκτηση αστικών κέντρων από τους Οθωμανούς, τα τροποποίησε. Οι Οθωμανοί έγιναν η νέα ελίτ, που κατοχύρωνε την ασφάλειά της. Κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο, η βυζαντινή άνω πόλη ήταν η οθωμανική συνοικία. Τα τείχη και η κοινωνική δομή των Παλαιολόγων διατηρήθηκε με την υπερκάλυψη όμως του οθωμανικού στοιχείου. Η αριστοκρατία εξελίχθηκε σε ανώτερη εμπορική τάξη, ως

Page 123: ΕΛΠ20 περίληψη

αποτέλεσμα του σφετερισμού των γαιών από τους οθωμανούς. 

Η Αγροτική Οικονομία των Βυζαντινών (151) Η γεωργία ήταν η κύρια απασχόληση. Στόχος της ήταν η άμεση κατανάλωση, η αυτάρκεια στη διατροφή, έστω κι αν γινόντουσαν εισαγωγές για τις μεγάλες πόλεις. Για τους πλούσιους γαιοκτήμονες, η ιδιοκτησία και η καλλιέργεια ήταν το εισόδημά τους, χωρίς όμως να γνωρίζουμε λεπτομέρειες, λόγω έλλειψης πηγών. 

Κατανομή και Εκμετάλλευση της Γης Πρώιμη περίοδος : η μεγάλη ιδιοκτησία υπερισχύει της μικρής αν και συνυπάρχουν όλα τα μεγέθη. Το κράτος, ο αυτοκράτορας, η Εκκλησία και ορισμένοι ιδιώτες ήταν οι μεγάλοι ιδιοκτήτες. Υπήρχαν επίσης μικροί και μεσαίοι που είχαν σημαντικό ρόλο και οργανώνονταν σε αγροτικές κοινότητες, τις κωμαρχίες. Η κεντρική εξουσία προσπάθησε να τις προστατεύσει με σειρά νόμων. 7ος αι. : οι Άραβες καταλαμβάνουν τις δυτικές επαρχίες και η αστική ζωή παρακμάζει. Χάνονται περιοχές με μεγάλες ιδιοκτησίες, η καλλιέργεια καθιερώθηκε ως η κύρια οικονομική δραστηριότητα και οι αγροτικές σχέσεις άλλαξαν. Τα θέματα, ήταν σημαντικά στην εξέλιξη της κατανομής γης. Πολλά κτήματα δόθηκαν σε καλλιεργητές με αντάλλαγμα να υπηρετούν το στρατό. (στρατιωτόπια ή στρατιωτικά κτήματα). 7ος – 9ος αι. : (152) οι μικρές και μεσαίες περιουσίες ήταν η κύρια μορφή κατοχής γης. Ο Γεωργικός Νόμος αναφέρει ελεύθερους καλλιεργητές με απεριόριστη κυριότητα της περιουσίας τους. Φυσικά, ο αυτοκράτορας, η εκκλησία και η αριστοκρατία διατηρούσαν πάντα τις μεγάλες εκτάσεις τους. 9ος – 10ος : ανατρέπεται η ισορροπία μικρής και μεγάλης ιδιοκτησίας. Η μεγάλη ιδιοκτησία συνεχώς αυξάνεται και υπερισχύουν οι δυνατοί. Κομνηνοί : (153) Εφαρμόζονται νέοι θεσμοί. Η μεγάλη ιδιοκτησία ήταν τώρα η κύρια μορφή κατοχής γης. Ύστερη Βυζαντινή Περίοδος : οι μεγαλογαιοκτήμονες rule. Η παραγωγή είναι δική τους και μόνον. Η Εκκλησία και οι γαιοκτήμονες που ανταγωνίστηκαν την κεντρική εξουσία, ενισχύθηκαν εις βάρος των μικρομεσαίων. Η αυτοκρατορική πολιτική ατόνησε και η αγροτική τάξη κόντεψε να εξαφανισθεί. Απέμειναν οι πάροικοι, με μικρά κομμάτια γης, και υποχρεωμένοι να εκτελούν την αγγαρεία, δηλαδή εργασία χωρίς αμοιβή. Φορολογία : Άμεση : ήταν βασικό έσοδο του κράτους από την έγγεια ιδιοκτησία, τους ταξικούς και επαγγελματικούς φόρους. Έμμεση : τελωνειακοί φόροι διακίνησης εμπορευμάτων, φόροι μεταβιβάσεων ακινήτων αγοραπωλησίες κλπ. Πρώιμη Βυζ. Περίοδος : το φορολογικό σύστημα ακολουθούσε το Διοκλητιανό. Οι φορολογικές υποχρεώσεις καθορίζονταν βάσει υπολογισμού της γης, της ανθρώπινης εργασίας (αυτόνομης, εξαρτημένη ή δούλη) και της εργατικής δύναμης των ζώων. Γινόταν άθροιση δύο ισοδύναμων μονάδων, του ζυγού για τη γη, και της κεφαλής για ανθρώπους και ζώα. Άμεσοι αγροτικοί φόροι : - η αννώνα : καταβολή τμήματος της παραγωγής ή χρηματικού ποσού. Με αυτό συντηρούνταν ο στρατός, γινόταν ο ανεφοδιασμός πόλεων σε τρόφιμα κλπ. - Αννωνικές εισφορές : φόροι για την κάλυψη στρατιωτικής ενδυμασίας και εξάρτυσης, ίππων και κάλυψη εξόδων για την επιστράτευση και συντήρηση στρατιωτών. 

Page 124: ΕΛΠ20 περίληψη

Μεσοβυζαντινή περίοδος : οι αγροτικοί φόροι έγιναν πολυπλοκότεροι ενώ δημιουργήθηκαν και νέοι. Υπολογισμός : βάσει τη μορφολογία και την ποιότητα του εδάφους, το είδος της καλλιέργειας, τα υποζύγια και το ανθρώπινο δυναμικό. Η έκταση χαρακτηριζόταν χωραφιαία, σπόριμη, νομαδιαία ή λιβαδαία, υπάμπελος ή αμπελώνες. Το χωράφι μετριόταν ανά μόδιους. Άμεσοι αγροτικοί φόροι : - ο έγγειος φόρος : αλλιώς, δημόσιος κανών ή δημόσιον τέλος - το καπνικόν : πολύ υψηλός, κεφαλικός φόρος που πλήρωναν τα νοικοκυριά. Κάποιοι αυτοκράτορες των κατάργησαν προσωρινά. - Τα παρακολουθήματα : συμπληρωματικοί φόροι για έκτακτες ανάγκες, υπολογισμένοι επί του βασικού έγγειου φόρου. - Επήρειες ή αγγαρείες : έκτακτες εισφορές σε χρήμα, σε υπηρεσία ή σε είδος. Είχαν να κάνουν με παροχή καταλύματος, διατροφή του στρατού κ.α. Συχνά οι φόροι μειώνονταν με διάφορες απαλλαγές. Κουφισμοί : προσωρινή, μερική μείωση φόρου αν ο ιδιοκτήτης απομακρυνόταν από τη γη του δικαιολογημένα. Εξκουσσείαι : απαλλαγές από έκτακτες επιβαρύνσεις που παρέχονταν στην Εκκλησία, τα ιδρύματα και κάποιους ιδιώτες Επιβολή απόρων : καταβολή φόρου για χέρσες εκτάσεις (άπορα). Οι αγρότες μιας κοινότητας έπρεπε να πληρώνουν φόρους και για τα κτήματα της κοινότητας που είχαν εγκαταληφθεί. Ιδιόστατα : Μεγάλα αγροκτήματα που ανήκαν σε μεγαλογαιοκτήμονες ή στην Εκκλησία και ήταν ξεχωριστές φορολογικές μονάδες. Έτσι οι ιδιοκτήτες τους απαλλάσσονταν από τη συλλογική φορολογική ευθύνη που την επωμίζονταν οι μικρομεσαίοι. Αλληλέγγυον : (156) η συλλογική ευθύνη επεκτάθηκε από την κοινότητα σε όλους τους φορολογούμενους μιας περιοχής (Βασίλειος Β’). Έτσι πλήρωναν και οι μεγάλοι γαιοκτήμονες αλλά με τις αντιδράσεις τους το μέτρο κατήργησε ο Ρωμανός Γ’. Κομνηνοί : στα χρόνια τους εμφανίστηκαν νέοι θεσμοί. Οι απαλλαγές και τα προνόμια των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και των λαϊκών γαιοκτημόνων έγιναν περισσότερα. Ύστερη Βυζαντινή περίοδος : οι πάροικοι πλήρωναν τόσο τον τακτικό φόρο στους γαιοκτήμονες αλλά και τους συμπληρωματικούς του κράτους. Ήταν επίσης υποχρεωμένοι να τους κάνουν δώρα (το κανίσκιον) και να αναλαμβάνουν αγγαρείες. Έτσι, δεν είναι παράξενο που συχνά συνέβαιναν βίαια επεισόδια. 

Αγροτική Εργασία : Μορφές και Τεχνογνωσία (157) Υπήρχαν δύο μορφές αγροτικής εργασίας : - η άμεση, με συνεργία δούλων ή μισθίων - η έμμεση, με ενοικίαση της γης Καθώς ο δεύτερος τρόπος υποσκέλισε τον πρώτο, έχουμε δύο κατηγορίες : - τους ελεύθερους καλλιεργητές : μικροί και μεσαίοι γαιοκτήμονες με οικογενειακές καλλιέργειες, οργανωμένοι σε κοινότητες, κώμες ή χωρία. - Τους εξαρτημένους γεωργούς : καλλιεργούσαν τα κτήματα των μεγάλων και ήταν ή ελεύθεροι ενοικιαστές ή μισθωτοί, οι δουλοπάροικοι (δεσμευμένοι επί γενεάς με μακρόχρονα συμβόλαια) και οι εναπόγραφοι, που ήταν δούλοι. Με την επίσημη πολιτική δέσμευσης του καλλιεργητή με τη γη, οι εργασιακές σχέσεις άλλαζαν : - εμφύτευση : παραχώρηση ακαλλιέργητων εκτάσεων από το κράτος, την εκκλησία ή

Page 125: ΕΛΠ20 περίληψη

από ιδιώτες. Ο εμφυτευτής αξιοποιούσε τη γη, με την καταβολή ενός ποσού στον ιδιοκτήτη και έγγειο φόρο στο κράτος. Σε αντάλλαγμα, είχε πλήρη δικαιώματα στο χωράφι. Τεχνικές καλλιέργειας : χωρίς πρωτοτυπία. Βασική μέθοδος ήταν το όργωμα και η αγρανάπαυση ή η εναλλαγή στη σοδειά. Το πότισμα ήταν μόνιμο πρόβλημα, παρά τα προηγμένα ρωμαϊκά συστήματα άρδευσης. Συνήθως γινόταν από πηγάδια και δεξαμενές, με βρόχινο ή νερό από πηγή. Εργαλεία : αξίνα, τσαπί, τσεκούρι και άλλα. Προϊόντα : κυρίως σιτηρά, ελιές, αμπέλια. Επίσης λινάρι, βαμβάκι και ανεπτυγμένη ήταν η κηπουρική. 

Η Βιοτεχνία (158) Δομές και Οργάνωση Το εμπόριο δεν ξεχώριζε σαφώς από τη βιοτεχνία. Ξεχωρίζουμε πάντως 3 κατηγορίες: - Συντεχνίες : επαγγελματικά σωματεία που ελέγχονταν από την κεντρική εξουσία για να αποφεύγεται η αισχροκέρδεια και να ελέγχεται η παραγωγή και η διακίνηση των προϊόντων. Περιλάμβαναν πολλά επαγγέλματα, κάθε είδος βιοτεχνίας και ειδικευμένους τεχνίτες πολύτιμων μετάλλων. Ήταν μονάδες ιδιωτικής οικονομίας, ελεγχόμενες από το κράτος. Είχαν αυστηρούς κανονισμούς που ρύθμιζαν λεπτομερώς την ιεράρχηση και τον τρόπο λειτουργίας τους. - Ανεξάρτητους τεχνίτες - Βασιλικά εργαστήρια : κρατικά σωματεία που κάλυπταν κρατικές και αυτοκρατορικές ανάγκες. Είχαν ειδικές νομοθετικές διατάξεις. Τα μέλη τους ήταν μισθωτά. Εκεί συγκαταλέγονταν και οι κογχυλευταί, που επεξεργάζονταν την πορφύρα (κρατικό μονοπώλιο) και οι μονετάριοι, οι χαράκτες νομισμάτων. 

Η Παραγωγή Η βιοτεχνία αποτελούνταν από διάφορες επιχειρήσεις ειδών πολυτελείας, της αργυροχοΐας, της χρυσοχοΐας, της βυρσοδεψίας κ.α. Βιοτεχνία (159) Υφασμάτων : εξελίχθηκε ιδιαίτερα στο Βυζάντιο, αν και δε σώζεται τίποτα από την πρωτοβυζαντινή περίοδο, παρ’ όλο που λειτουργούσαν εκεί περίφημα εργαστήρια. Ίδιας τέχνης και τεχνικής εργαστήρια λειτουργούσαν στη Συρία, την Παλαιστίνη και την Αίγυπτο, με έντονη ελληνιστική παράδοση τόσο θεματικά όσο και στη χρωματική επεξεργασία. Ιδιαίτερη ώθηση έδωσε η εισαγωγή του μεταξιού. Η βιομηχανία του άνθησε ιδιαίτερα στην Κωνσταντινούπολη. Το Επαρχικό βιβλίο αναφέρει πέντε σχετικές συντεχνίες. Η πελατεία ήταν τόσο ντόπια όσο και ξένη, μαζί με τους αυτοκράτορες και τους αριστοκράτες της Εκκλησίας. Τα μεταξωτά υφάσματα συγκαταλέγονταν στα κωλυόμενα ή κεκωλυμένα προϊόντα, απαγορευόταν δηλαδή η ελεύθερη εξαγωγή τους, για την οποία απαιτούνταν ειδική σφραγίδα. Ταπητουργία : σημαντικός κλάδος. Από την επιχείρηση της πλούσιας Δανιηλίδας στην Πάτρα, έχουμε διάφορες πληροφορίες για την τεχνική και τις πρώτες ύλες. Βαφεία υφασμάτων : παγκοσμίου φήμης. Η βαφή γινόταν με πορφύρα ή φυτικές βαφές. Τα πορφυρά προορίζονταν μόνο για την αυτοκρατορική οικογένεια και τους (160) ανώτατους αξιωματούχους. Ήταν ιδιαίτερα κοπιαστική και δαπανηρή δουλειά για αυτό και οι τιμές ήταν υψηλές. Τη βαριά βιοτεχνική παραγωγή, κάλυπταν τα ναυπηγεία, η μεταλλουργία και η οπλουργία. 

Page 126: ΕΛΠ20 περίληψη

Το Βυζ. Εμπόριο Δομές και Οργάνωση Το σημαντικό για το Βυζάντιο εμπόριο, γνώρισε πολλές διακυμάνσεις. Πάντοτε όμως το κράτος μεριμνούσε για τη βελτίωση των συνθηκών διεξαγωγής του και το θεσμικό πλαίσιο. Περιορισμός της ιδιωτικής πρωτοβουλίας : από την πρώιμη κιόλας περίοδο οι έμποροι και οι βιοτέχνες οργανώθηκαν σε συντεχνίες που εξελίχθηκαν σε κρατικούς και ημικρατικούς οργανισμούς. Το Επαρχικό βιβλίο αναφέρει διάφορες συντεχνίες, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπήρχαν κι οι ελεύθεροι επαγγελματίες (161) Βασική απαίτηση του κράτους από τα σωματεία ήταν η αξιολόγηση παροχής υπηρεσιών σε συνάρτηση με τις αγοραστικές ανάγκες ή τις απαιτήσεις της αυλής. Σε αντάλλαγμα το κράτος παραχωρούσε ορισμένα προνόμια οικονομικής φύσης (π.χ. Ναύκληροι). Επίσης, η συντεχνία είχε νομικές δεσμεύσεις αναφορικά με την ποιότητα και τον τρόπο εξάσκησης του επαγγέλματος. Προβλέπονταν αυστηρές κυρώσεις (πρόστιμα, διαγραφή) για όσους παρέβαιναν τη δεοντολογία ή δε σεβόντουσαν τις διατάξεις. Η κρατική προσοχή επικεντρωνόταν στο εμπόριο υφασμάτων που θωρακιζόταν με περιοριστικά μέτρα, όπως και άλλα επαγγέλματα. Π.χ. στους κρεοπώλες απαγορευόταν να αγοράζουν τα ζώα από τον κτηνοτρόφο εκτός πόλης, ή να πωλούν κρέας τη Σαρακοστή. Το κράτος καθόριζε τις τιμές, ειδικά σε προϊόντα πρώτης ανάγκης, ασκούσε έλεγχο στη διακίνησή τους και διατηρούσε το μονοπώλιο σε κάποια προσοδοφόρα προϊόντα, όπως το αλάτι, το σιτάρι και το μετάξι. Επέβαλλε επίσης περιορισμούς στην ελεύθερη διακίνηση προϊόντων όπως το κρασί και το λάδι. Την (162) πρώιμη περίοδο, οι έμποροι πλήρωναν υψηλό φόρο εξάσκησης επαγγέλματος (χρυσάργυρο ή πραγματικό χρυσίο). Ο Αναστάσιος το κατήργησε το 498, ανακουφίζοντάς τους, ενώ αναπτύχθηκε η εμπορική δραστηριότητα. Πάντως, οι εμπορικές συναλλαγές συνοδεύονταν πάντοτε από φορολογικές επιβαρύνσεις, όπως οι τελωνειακοί φόροι και δασμοί. Η είσπραξή τους γινόταν από τους κομμερκάριους σε συνοριακούς σταθμούς. 

Ο Χαρακτήρας των Βυζ. Εμπορικών Επιχειρήσεων - Περιορισμένη παρουσία μεγάλων εμπορικών βυζ. επιχειρήσεων. Τέτοιες επιχειρήσεις ήταν λίγες, συνήθως εγκατεστημένες σε άλλες πόλεις και λειτουργούσαν με μισθωτούς πράκτορες. Δε γνωρίζουμε πολλά γι’ αυτές. Η πλειονότητα των επιχειρήσεων ήταν μικρές, ιδιωτικές, που προωθούσαν οι ίδιες τα εμπορεύματά τους, κυρίως σε εμποροπανηγύρεις. Επίσης, πολλά μοναστήρια παρήγαν προϊόντα, όχι μόνο για την κάλυψη των αναγκών τους, αλλά και για εμπόριο. - Ο γεωγραφικός περιορισμός της εμπορικής δραστηριότητας και ο κατακερματισμός των ανταλλαγών σε τοπικές αγορές. (163) Εκτός από σπουδαία αστικά κέντρα, η ακτίνα δράσης των διάφορων επιχειρήσεων ήταν περιορισμένη στις τοπικές αγορές. Εμποροπανηγύρεις : περιοδικές αγορές, δίπλα στις μόνιμες των πόλεων. Είχαν χαρακτήρα τοπικών αγορών. Εξαίρεση αποτελούσαν κάποιες ετήσιες αγορές (Κιλικία) όπου σύχναζαν και ξένοι έμποροι. 

Σταθμοί Εξέλιξης Πρώιμη Βυζ. περίοδος : υπήρχαν αρκετές πόλεις με έντονη οικονομική και εμπορική δραστηριότητα. Το σημαντικότερο γεγονός όμως, ήταν η εισαγωγή της

Page 127: ΕΛΠ20 περίληψη

μεταξοτροφίας και η ανάπτυξη της βιοτεχνίας μεταξωτών. Το βυζ. κράτος αποδεσμεύτηκε σταδιακά από τον περσικό έλεγχο και ανέπτυξε δική του δραστηριότητα. 7ος αι. : η αστική και δημογραφική κρίση επηρέασε αρνητικά το εμπόριο. Τα σημαντικότερα κέντρα της Ανατολής όπως η Αλεξάνδρεια, είχαν χαθεί. Οι χερσαίοι δρόμοι βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των Αράβων. Αν και στις ειρηνικές περιόδους το εμπόριο αναθερμαίνονταν, οι υψηλοί δασμοί των Αράβων δημιουργούσαν αβεβαιότητα. Οι Άραβες επίσης, έκαναν αδιάβατους τους θαλάσσιους δρόμους κι έτσι το εμπόριο με τη Δύση μειώθηκε στο ελάχιστο. Το ίδιο συνέβαινε και στον Αίμο. 9ος αι. : η αστική ζωή ανακάμπτει και επηρεάζει το εμπόριο. Αναβίωσαν οι τοπικές αγορές και δημιουργήθηκαν νέες προϋποθέσεις. 11ος και 12ος αι. : πολλαπλασιάζονται τα βυζ. αστικά κέντρα, οι Βενετοί και άλλοι δυτικοί έμποροι επικρατούν και ανθεί το εμπόριο στη Μεσόγειο. Δ’ Σταυροφορία : παγιώνεται η κυριαρχία των Ιταλών στην ανατολική Μεσόγειο. Τα ελληνικά κράτη που διαμορφώθηκαν μετά ακολούθησαν πολιτική αυτάρκειας. Η αυτοκρατορία της Νίκαιας ενίσχυσε την τοπική αγορά χωρίς να ενισχύσει το εξωτερικό εμπόριο. Παλαιολόγεια περίοδος : καθοριστική ήταν παρουσία των Ιταλών στην ανατολική Μεσόγειο, ενώ οι Βενετοί είχαν τον έλεγχο αρκετών βυζ. περιοχών (Κρήτη, Μεθώνη, Κορώνη). Έτσι, το βυζ. εμπόριο έγινε μέρος του δυτικού συστήματος κι εξυπηρετούσε τις δυτικές αγορές. 14ος – 15ος αι. : σημαντικός αριθμός βυζ. εμπόρων βρίσκεται σε διάφορες πόλεις (165) και έφεραν ονόματα που έδειχναν την καταγωγή τους (Λάσκαρις, Βατάτζης κ.α.). οι δραστηριότητές τους όμως, είχαν τοπικό ή διεπαρχιακό χαρακτήρα, χωρίς πρόσβαση στις διεθνείς αγορές. Η κατάσταση αυτή, δεν άλλαξε ποτέ. 

Το Βυζ. Νόμισμα (το δολάριο του Μεσαίωνα) Μοναδικό όπλο της αυτοκρατορίας ήταν το χρυσό της νόμισμα. Ο σόλιδος, όπως ονομάζεται, είχε πάντοτε τεράστια φήμη και δύναμη (166). Ανήκε στα κωλυόμενα αγαθά, η διακίνησή του στο εξωτερικό γινόταν κάτω από αυστηρό έλεγχο και μέσα σε αυστηρούς νόμους και διατάξεις, που απέρρεαν από : - την επίτευξη κερδοφόρων διακρατικών εμπορικών συναλλαγών προς όφελος του κράτους - την αποδυνάμωση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας ή της ανεξέλεγκτης χρηματικής δραστηριότητας. Ο έλεγχος της παραγωγής και διακίνησης του νομίσματος, ήταν από τους βασικότερους στόχους του κράτους και το πετύχαινε με μια σειρά μηχανισμών ελέγχου. 

Το Παράπτωμα της Παραχάραξης Υπήρχαν σαφείς και αυστηρές ποινές. Το ψαλίδισμα της περιφέρειας του χρυσού (167) νομίσματος επέφερε ποινή θανάτου. Η κιβδηλοποιία είχε ανάλογες ποινές με την εσχάτη προδοσία. Άλλες ποινές ήταν η πυρά και το κόψιμο των χεριών. Η τελευταία δεν εφαρμόζεται μόνο στον κιβδηλοποιό, αλλά στους συνεργάτες, και τον κτηματία ή τον ένοικο του σπιτιού που έγινε η παραχάραξη (Λέοντας ΣΤ) Οι ποινές παραχάραξης χάλκινου νομίσματος ήταν ηπιότερες. Δήμευση της περιουσίας, εξορία ή καταναγκαστική εργασία ήταν μερικές. Στους δούλους επιβαλλόταν ο θάνατος. Οι ποινές γινόταν αυστηρότερες, όταν οι εμπλεκόμενοι ήταν

Page 128: ΕΛΠ20 περίληψη

κρατικοί λειτουργοί. 

Η Παραγωγή του βυζ. Νομίσματος Δεν γνωρίζουμε πολλά. Πρέπει να συνεχίστηκε η μέθοδος του Διοκλητιανού, με κρατικά νομισματοκοπεία διασκορπισμένα. Αρχικά ανήκουν στη δικαιοδοσία του Κόμητος των Ιερών Παροχών και διαχωρίζονται σε αυτά που εκδίδουν χρυσά και αυτά που παράγουν χάλκινα νομίσματα. Χάλκινα κοβόντουσαν σε όλα, χρυσά όμως, μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα. Σε εποχές πολέμου, ιδρύονταν έκτακτα νομισματοκοπεία για να καλυφθούν οι στρατιωτικές ανάγκες. Κάθε νομισματοκοπείο χάραζε (168) τα αρχικά της πόλης του και το δηλωτικό γράμμα του εργαστηρίου που ήταν υπεύθυνο για την κοπή. Στο οπισθότυπο δηλωνόταν το νομισματοκοπείο σε συντομογραφία. Τον 7ο αι. τα νομισματοκοπεία μειώθηκαν. Η Κωνσταντινούπολη είχε το μοναδικό του ανατολικού τμήματος. Η μαζική κατάργηση των επαρχιακών, δείχνει την παρακμή της αστικής ζωής και τις νέες τάσης οργάνωσης της αυτοκρατορίας που ήθελε την άμεση εξάρτηση της περιφέρειας από αυτήν. Το 1204 το κράτος κατακερματίζεται και σε κάθε πρωτεύουσα ιδρύεται προσωρινά και από ένα.

Συνοπτική Ιστορία των Βυζ. Νομισμάτων Χρυσό νόμισμα : η βάση του νομισματικού συστήματος. Αρχικά ονομαζόταν σόλιδος (με υποδιαιρέσεις το σεμίσσιον και το τρεμίσσιον) , μετά ιστάμενον και κατόπιν υπέρπυρον. Τεταρτηρόν : νόμισμα του Νικηφόρου Φωκά, ίδιο με το σόλιδο, αλλά ελαφρύτερο. Κόπηκε ως προσαρμογή του βυζ. νομίσματος στο αραβικό νόμισμα, για τη διευκόλυνση των ανταλλαγών καθώς και για να αντιμετωπισθεί η αυξανόμενη εμπορική δραστηριότητα, ενώ το απόθεμα χρυσού είχε ελαττωθεί. Μετά το Βασίλειο Β’, το νόμισμα υποτιμάται και γίνεται πρόσμιξη με άλλα μέταλλα. Η υποτίμηση είχε δύο φάσεις : ήταν ελεγχόμενη και συνδυάστηκε με την ανάπτυξη Ήταν καταστροφική και συνδυάστηκε με την ήττα στο Μαντζικέρτ Η παραγωγή χρυσών νομισμάτων μειώνεται από το 1261 έως το 1453. Οι αργυρές κοπές είχαν αναμνηστικό χαρακτήρα μέχρι τις αρχές του 7ου αι. Εξάγραμμον : βαρύ, ασημένιο νόμισμα. Μεγάλες ποσότητες (170) κόπηκαν το 621 όταν η Εκκλησία παραχώρησε εκκλησιαστικά σκεύη στον Ηράκλειο για να αντιμετωπίσει τον πόλεμο με τους Πέρσες. Καθώς τα βρήκαμε σχεδόν αποκλειστικά στον Καύκασο, υποθέτουμε πως χρησίμευσαν για την πληρωμή μισθοφόρων. Μιλιαρέσιον : το έκοψε ο Λέων Γ’ ΄΄Ισαυρος τον 8ο αι. είναι ανεικονικό και συνδέεται με τις αντιλήψεις του Λέοντα. Ίσως πάλι, ήταν αντίποινα στο αραβικό νόμισμα που αναφερόταν στο Μωάμεθ Ασημένιο νόμισμα : υποβαθμισμένο. Κάλυπτε έκτακτες πολεμικές ανάγκες και επετειακές εκδηλώσεις. Κυκλοφορούσε, αλλά περιορισμένα. Την Παλαιολόγεια περίοδο έχουμε μια στροφή προς το ασημένιο νόμισμα, πρόκειται όμως για κύκνειο άσμα. Οι Δυτικοί στρέφονται προς το χρυσό νόμισμα (171), φέρνοντας αναστάτωση στην αγορά του χρυσού. Το Βυζ. αντιμετώπισε την έλλειψη του μετάλλου. Χάλκινο νόμισμα : ο 6ος αι. ήταν ο πιο σημαντικός στην εξέλιξή του. Δημιουργήθηκε ο φόλλις, μεγάλο και βαρύ νόμισμα. Γνώρισε πολλές αλλαγές και χρησιμοποιήθηκε ως (172) έκφραση της βαθιάς θρησκευτικότητας του Τζιμισκή. Ίσως όμως, κάλυπτε

Page 129: ΕΛΠ20 περίληψη

απλώς την ανάγκη για ένα ευέλικτο νόμισμα που θα κυκλοφορούσε εύκολα και ίσως γινόταν κοινής αποδοχής. 

Η Κυκλοφορία του Βυζ. Νομίσματος έξω από τα όρια της Αυτοκρατορίας Η διακίνησή του ήταν μεγάλη, καθώς έχουν βρεθεί βυζ. νομίσματα από τη Βόρεια Θάλασσα μέχρι τον Ινδικό ωκεανό. Πάντως, η διακίνηση αυτή γνώρισε πολλές φάσεις. Η επικοινωνία με τους Άραβες ήταν προβληματική, λόγω των θρησκευτικών και πολιτικών διαφορών. (173). Πάντως, πηγές αναφέρουν μεγάλες πληρωμές είτε για διπλωματικές συμφωνίες, είτε για πολεμικές αποζημιώσεις ή λύτρα αιχμαλώτων. (θησαυρός του Mardin) Στις ευρωπαϊκές περιοχές, η διακίνηση είναι ανάλογη της εποχής και των συναλλαγών. Σόλιδοι του Ιουστινιανού ή του Ηρακλείου έχουν βρεθεί στη Ρωσία και στην Κεντρική Ευρώπη. Νομίσματα βρέθηκαν επίσης στη Σκανδιναβία. Η Δύση προσπάθησε να μιμηθεί το βυζ. σόλιδο και ανέπτυξε δική της νομισματοκοπεία. 

Το Βυζ. Νόμισμα μέσα στην Αυτοκρατορία. Το μεγαλύτερο μέρος της φορολογίας καταβαλλόταν σε χρήμα που κατέληγε στο αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο. Η κύρια πηγή εσόδων του κράτους – όπως έχουμε ξαναπεί – ήταν οι άμεσοι και οι έμμεσοι φόροι. Δεν έχουμε όμως πολλές πηγές. Τα έξοδα (175) του κράτους ήταν οι πληρωμές στρατιωτικών, δημοσίων υπαλλήλων, πολεμικών αποζημιώσεων, δωρεές, κατασκευές, ελεημοσύνες κ.α. Υπήρχαν φυσικά πολλές ανισότητες στις μισθοδοσίες. Οι τιμές των προϊόντων φυσικά άλλαξαν πολλές φορές κατά τη διάρκεια της Αυτοκρατορίας. Το χάλκινο νόμισμα είναι αυτό που αντανακλά την καθημερινότητα και δίνει πληροφορίες. 

Σύνοψη Ενότητας (176) Η θρησκευτικότητα σφράγισε τις προσωπικές επιδιώξεις και την πολιτική αγωγή του Βυζαντινού, που εντάχθηκε συνειδητά κάτω από τον Αυτοκράτορα, ο οποίος ήταν υπήκοος του Θεού και όχι μέλος κάποιου γένους. Έτσι, η βυζ. κοινωνία (177) ήταν αρκετά κινητική και ρευστή. Η απόκτηση πλούτου και αξιωμάτων δεν κολλούσε σε κληρονομική – ταξική ιεραρχία. Σημαντικά κοινωνικά φαινόμενα από το 10ο έως τον 11ο αι. ήταν ο ανταγωνισμός ανάμεσα στην κεντρική εξουσία και τους δυνατούς, καθώς και η εμφάνιση της αστικής τάξης. Από τους Κομνηνούς ξεκινά μια κλειστή κοινωνική ομάδα που ολοκληρώθηκε την Παλαιολόγεια περίοδο. Η βυζ. κοινωνία ήταν πολυμορφική και πολύγλωσση. Η ζωή ήταν επικεντρωμένη στην πόλη, που γνώρισε όμως αρκετές εξελίξεις. Ο πλούτος βασιζόταν στους αγρότες που ήταν οι κύριοι φοροδότες. Η μικρή, η μεσαία και η μεγάλη γαιοκτησία συνυπάρχουν πάντοτε. Αρχικά η μικρομεσαία περιουσία ήταν η κύρια μορφή κατοχής γης, κατόπιν όμως η μεγάλη περιουσία αυξάνεται και υπερισχύουν οι δυνατοί. Αυτό ολοκληρώνεται την ύστερη περίοδο. Η βιοτεχνία και το εμπόριο ήταν σημαντικά πεδία δράσης, χωρίς όμως να διαχωρίζονται σαφώς ως δραστηριότητες. Οι έμποροι και οι βιοτέχνες οργανώθηκαν από την αρχή σε συντεχνίες (178). Χαρακτηριστική ήταν η απουσία μεγάλων επιχειρήσεων, ο γεωγραφικός περιορισμός και ο κατακερματισμός των ανταλλαγών σε τοπικές αγορές. 

Page 130: ΕΛΠ20 περίληψη

Όπλο της βυζ. οικονομίας και της πολιτικής σκοπιμότητας ήταν το νόμισμα που οι σύγχρονοι το ονομάζουν δολάριο του Μεσαίωνα. Η παραγωγή και διακίνησή του υπόκειντο σε αυστηρό έλεγχο. Βασικό έξοδο ήταν οι μισθοδοσίες και η συντήρηση μόνιμου στρατού και διπλωματικών αποστολών, δεν έχουμε όμως πολλές σχετικές πληροφορίες. Η φορολογία όμως, εφοδίαζε συνεχώς το αυτοκρατορικό ταμείο. 

Σύνοψη Κεφαλαίου Η Β. Αυτοκρατορία ξεκίνησε με την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης και τελείωσε με την άλωσή της το 1453. Υπέστη αρκετές μεταβολές. Ήταν προϊόν διασταύρωσης της Ρώμης και του Ελληνισμού με συνεκτικό κρίκο το χριστιανισμό. Διαμόρφωσε ένα σταθερό πολιτειακό σύστημα με κεφαλή τον αυτοκράτορα, που ήταν ο απόλυτος ρυθμιστής των πάντων και ο εκλεκτός του Θεού.Το πολίτευμά της ήταν η απόλυτη μοναρχία. Αν και η εθνική και γλωσσική σύσταση της αυτοκρατορίας ήταν περίπλοκη, η θρησκευτικότητα αποτελούσε το κοινό χαρακτηριστικό. Πάντως ο Βυζαντινός έμεινε συνειδητά διάδοχος των Ρωμαίων.

Page 131: ΕΛΠ20 περίληψη

Τόμος Β’ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΒΙΟΣ 

Εισαγωγή (205) Τον 4ο αι. η χριστιανική εκκλησία θριαμβεύει καθώς γίνεται νόμιμη και επίσημη θρησκεία του ρωμαϊκού κράτους, έως να διαμορφωθεί η βυζ. αυτοκρατορία. Μετά τον 7ο αι. οι λέξεις ‘Ρωμαίος’ και ‘Χριστιανός’ γίνονται ταυτόσημες. Με την παρακμή της Ρώμης η βίωση της χριστιανικής πνευματικότητας συνδέει ένα μωσαϊκό εθνοτήτων και γίνεται υποστηρικτικός παράγοντας του ρωμαϊκού οικοδομήματος. Την πρωτοβυζ. Περίοδο, η εκκλησία παρά το θρίαμβό της, σπαράσσεται από διαφορετικές αντιλήψεις και δόγματα. Ο εκκλησιαστικός βίος διαμορφώθηκε μέσα από πολλές εξελίξεις και μεταβολές. Τη μεσοβυζ. Περίοδο εμφανίζεται ο μεσαιωνικός τρόπος ζωής. Δημιουργούνται νέα χαρακτηριστικά που τα αναγνωρίζουμε στον κλειστό, ιδιωτικό τρόπο ζωής που επηρεάζει και τις θρησκευτικές εκδηλώσεις. Η Ανατολή με τη Δύση αποξενώνονται, έρχονται σε αντίθεση μέχρι το τελειωτικό σχίσμα. Την υστεροβυζ. Περίοδο το σχίσμα είναι τελειωτικό και απασχολεί το λαό και την εξουσία. Μετά από τους σταυροφόρους και τους Βενετούς ο Βυζαντινός αναγνωρίζει τις πολιτισμικές του ιδιαιτερότητες μέσα από την εκκλησιαστική του ταυτότητα. Η βυζ. ιστορία χωρίζεται σε τρεις περιόδους - πρώιμη βυζαντινή ή πρωτοβυζαντινή ή εποχή της ύστερης αρχαιότητας από το 324 έτος ίδρυσης της Κωνσταντινούπολης έως το 650, επιβολή των αράβων στη Μεσόγειο - μεσοβυζαντινή ή μεσαιωνική από το 650 έως το 1204, άλωση της Πόλης από τους Φράγκους - υστεροβυζαντινή ή παλαιολόγεια μέχρι το 1453, άλωση της Πόλης από τους Τούρκους Τα χρονολογικά όρια είναι λίγο ασαφή. 

Επισκόπηση της Βυζ. Εκκλησιαστικής Ιστορίας (208) 

Πρώτα δείγματα Καισαροπαπισμού Έτος εκκίνησης της εκκλησιαστικής ιστορίας θεωρείται το 325, όταν ο Κωνσταντίνος συγκάλεσε την Α’ οικουμενική σύνοδο στη Νίκαια. (209) Πριν από αυτό όμως, είχε υπάρξει υποστήριξη των χριστιανών από τον αυτοκράτορα, στοιχείο ιδιαίτερα σημαντικό. Υπήρξαν κι άλλοι αυτοκράτορες – υπερασπιστές του χριστιανισμού, υπήρξαν και άλλες σύνοδοι. Επίσης, τα έργα των Πατέρων της Εκκλησίας θα γίνουν ανεξάντλητες πηγές έμπνευσης και σχολιασμού από τους μεταγενέστερους. Η εθνική θρησκεία περνάει στο περιθώριο. Ο Γαλέριος, το 311 λίγο πριν πεθάνει παύει το Μεγάλο Διωγμό των χριστιανών, με διάταγμα που τους αναγνωρίζει το δικαίωμα της λατρείας. Ο Κωνσταντίνος και ο Λικίνιος, ρωμαίοι συγκύριοι, συναντώνται το 313 στα Μεδιολάνα και αποφασίζουν να συνεχίσουν τη βούληση του Γαλέριου. Πλέον, ο ρωμαίος αυτοκράτορας συνδέεται με τη χριστιανική θρησκεία, που καθίσταται μια από τις επιτρεπόμενες θρησκείες των Ρωμαίων. Λίγο αργότερα, η Εκκλησία αναλαμβάνει ρόλο στις πολιτικές αποφάσεις και εξελίξεις. Ο Κωνσταντίνος δείχνει εύνοια στο χριστιανισμό, χτίζει εκκλησίες, αναμιγνύεται συχνότερα στα εκκλησιαστικά θέματα και συγκαλεί την Α’ Οικουμενική Σύνοδο. Η εκατέρωθεν αυτή ανάμιξη (210) δημιουργεί προβλήματα στη βυζ. κοινωνία. Η

Page 132: ΕΛΠ20 περίληψη

αίρεση έλαβε και πολιτικές διαστάσεις, φτάνοντας σε σημείο να διώκονται άνθρωποι ακίνδυνοι πολιτικά από το κράτος. Καισαροπαπισμός : η ανάμιξη της κοσμικής εξουσίας στα εκκλησιαστικά πράγματα. Υπήρξε μόνιμο πρόβλημα του Βυζαντίου. 

Το Πρόβλημα του Δόγματος και οι Οικουμενικές Σύνοδοι Το κεντρικό πρόβλημα της εκκλησίας είναι οι έριδες γύρω από το δόγμα, η αντίληψη που αφορά τη φύση ενός από τα πρόσωπα της Τριάδας και τη σχέση μεταξύ τους. Οι έριδες προϋπήρχαν, όμως ο Κωνσταντίνος ασχολείται με αυτές τον 4ο αι. κάτι που συνεχίζεται με όλους τους αυτοκράτορες. Η ανώτατη κοσμική αρχή προσπαθεί να εξομαλύνει την κρίση, σπανίως όμως το καταφέρνει. Οι δογματικές έριδες έχουν δύο αφετηρίες. 1. η έννοια της μιας και καθολικής πίστης, η μοναδικότητα της ορθοδοξίας. Ως εξ αποκαλύψεως αλήθεια, ο χριστιανισμός δεν επιτρέπει πολυφωνίες. 2. η υιοθέτηση της ελληνικής παιδείας από τους χριστιανούς και την καλλιέργεια της ρητορικής και της φιλοσοφίας, που δίνουν νέο πρόσωπο στη χριστιανική σκέψη. Ο μορφωμένος της εποχής έπρεπε να γνωρίζει την τέχνη του λέγειν και του διαλέγεσθαι. Οι θεολογικές διαμάχες του Βυζ. ξεκινούσαν συχνά από προβλήματα ερμηνείας λέξεων ή γλώσσας. Για την εποχή εκείνη, η θεολογία ήταν χώρος συγκρούσεων με συγκεκριμένη προβληματική και προεκτάσεις. Οι σπουδαιότερες κοινωνικές συγκρούσεις είχαν να κάνουν με θρησκευτικά ζητήματα. Ο Γρηγόριος Νύσσης αναφέρει πως στην αγορά της Κωνσταντινούπολης, συζητιόνταν σοβαρά δογματικά ζητήματα. 

Οι Οικουμενικές Σύνοδοι Οικουμενική Σύνοδος είναι ένα συνέδριο εκκλησιαστικών εκπροσώπων από όλες τις επαρχίες της αυτοκρατορίας. Συνέρχονται μετά από πρόταση του αυτοκράτορα και χρησιμοποιούν κρατικά μεταφορικά μέσα. Κινητοποιούνταν επίσης και το δημόσιο ταχυδρομείο, έτσι ώστε η προσέλευση να είναι μεγάλη και αντιπροσωπευτική. Η διάρκειά της μπορεί να φτάσει και το ένα έτος, με ενδιάμεσες συνεδρίες για κάθε ζήτημα ξεχωριστά. Η σύνοδος λειτουργεί όπως ένα αστικό δικαστήριο. Κάθε ενδιαφερόμενος προσκομίζει τις αποδείξεις του (συνήθως κείμενα της Αγίας Γραφής ή των πατέρων) ακολουθεί συζήτηση και στο τέλος η σύνοδος αποφασίζει σχετικά με το θέμα. Όλα δημοσιεύονται (212) στα πρακτικά. Συχνά ή σύνοδος θεσπίζει κανόνες για θέματα κανονικού, πειθαρχικού δικαίου και κοινωνικής συμπεριφοράς. Οι αποφάσεις μιας συνόδου είναι συνήθως αναμενόμενες. 

Α’ & Β’ Οικουμενική Σύνοδος Ο Κωνσταντίνος θέλησε κάποια στιγμή να επισκεφθεί τους Αγίους Τόπους και να βαπτισθεί στον Ιορδάνη, αλλά εγκατέλειψε την ιδέα, καθώς η εκεί εκκλησία βρισκόταν σε αναταραχή. Με κέντρο την Αλεξάνδρεια, η θεολογική διαμάχη του επισκόπου Αλέξανδρου και του πρεσβύτερου Άρειου, είχε εξαπλωθεί. Τότε ο αυτοκράτορας αποφάσισε να συγκαλέσει σύνοδο στη Νίκαια της Βιθυνίας, που θα έλυνε αυτά τα προβλήματα. Η έναρξη έγινε στις 20-05 του 325 με πρόεδρο τον ίδιο και την παρουσία 318 επισκόπων. Ο Άρειος κήρυττε πως ο Υιός του Θεού δεν είναι ίσος του, αλλά δημιούργημά του. Η σύνοδος καταδίκασε τη διδασκαλία αυτή και διακήρυξε το ομοούσιο μεταξύ Πατρός και Υιού. Στη Νίκαια εκδόθηκε το Σύμβολο της Πίστεως το οποίο συμπληρώθηκε

Page 133: ΕΛΠ20 περίληψη

στην σύνοδο της Κωνσταντινούπολης το 381, όπου καθιερώθηκες η επίσημη ομολογία πίστης της εκκλησίας. Ο Αρειανισμός πάντως συνεχίστηκε (213) οπαδοί του μάλιστα ήταν οι αυτοκράτορες Κωνστάντιος και Ουάλης. Ήταν η πρώτη τριαδολογική αίρεση που ονομάστηκε έτσι γιατί αναφέρεται στη σχέση μεταξύ των προσώπων της αγίας Τριάδας. Αντίστοιχο πρόβλημα, αν και μικρότερο, δημιούργησε ο επίσκοπος Κων/λεως Μακεδόνιος που κήρυττε πως και το Άγιο Πνεύμα ήταν δημιούργημα του Πατρός. Και αυτός καταδικάστηκε – όπως και άλλες συναφείς αιρέσεις – από τη Β’ Σύνοδο, που συγκάλεσε ο Θεοδόσιος. Επί βασιλείας του Θεοδόσιου του Α’ ο χριστιανισμός γίνεται η επίσημη κρατική θρησκεία και οι οπαδοί των αιρέσεων μπαίνουν στο περιθώριο. Πολλοί, εξακολουθούν να επιβιώνουν ανά τους αιώνες. 

Εμφάνιση και Ανάπτυξη του Μοναχισμού Ο μοναχισμός ήταν ένα κίνημα που επηρέασε σημαντικά τις αντιλήψεις των Βυζαντινών και επέζησε ως τις μέρες μας. Άνθησε τον 4ο αι. είχε όμως αρχαιότερες καταβολές. Η κοινή, αυστηρή ζωή των χριστιανών και η αναχώρηση από τον κόσμο των ανθρώπων ήταν γνωστά φαινόμενα, ιδιαίτερα στην Αίγυπτο που θεωρείται κοιτίδα του μοναχισμού. Ο μοναχισμός ήταν κίνημα λαϊκών που αποζητούσαν τη χαμένη αθωότητα των αποστολικών χρόνων. Άνθρωποι από διάφορα κοινωνικά στρώματα άφησαν τη ζωή τους για να αποσυρθούν στην έρημο. Αργότερα, κάποιοι αυτοκράτορες τελείωσαν τη ζωή τους ως μοναχοί (Μιχαήλ Α’ Ραγκαβές, Ιωάννης ΣΤ’ Κατακουζηνός). Ερημίτες μαρτυρούνται στην Αίγυπτο από τα μέσα του 3ου αι. Αντώνιος : (214) θεωρείται πατέρας του μοναχισμού. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του απομονωμένος, με νηστεία και προσευχή. Ο αντί Αρειανιστής πατριάρχης Αλεξάνδρειας Αθανάσιος, έγραψε τη βιογραφία του. Παχώμιος : θεωρείται ο ιδρυτής του κοινοβιακού μοναχισμού. Υπήρξε κατώτερος αξιωματικός, που μαθήτευσε σε ασκητή και οργάνωσε με στρατιωτικό σχεδόν τρόπο το πρώτο μοναστικό κοινόβιο, στην Αίγυπτο. Η προσευχή και το τραπέζι είχαν υποχρεωτική συμμετοχή, ενώ κάθε μοναχός είχε ένα συγκεκριμένο – συνήθως χειρονακτικό – καθήκον. Ο άξονας ήταν η υπακοή στον ηγούμενο. Ο αναχωρητισμός και ο κοινοβιακός μοναχισμός επεκτάθηκαν. Ιδρύθηκαν οι Λαύρες, μοναστήρια με χαλαρότερη ζωή. Στη Συρία εμφανίστηκαν οι στυλίτες, ακραία μορφή μοναχισμού όπου ο μοναχός περνούσε τη ζωή του πάνω σε στύλο. Ο Μέγας Βασίλειος, υποστηρικτής του μοναχικού βίου, θέσπισε κανόνες που απέρριπταν τον αναχωρητισμό, μείωνε τον αριθμό των μοναχών για τα κοινόβια και συμφιλίωνε το μοναχισμό με τις πόλεις. 

Οι Θεολογικές Έριδες του 5ου αι. Τον 5ο αι. τα προβλήματα της Εκκλησίας αφορούν τη σχέση θείας και ανθρώπινης φύσης του Χριστού. Ο πατριάρχης Νεστόριος θεωρεί πως η θεότητα έχει επιλέξει ως δοχείο της τον άνθρωπο Χριστό. Η Μαρία δεν είναι Θεοτόκος αλλά Χριστοτόκος. Αντίθετος με αυτό είναι ο επίσκοπος Αλεξανδρείας Κύριλλος. Ο Νεστόριος ηττήθηκε στην Γ’ Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου, το 431, που ήταν η αφετηρία για τη λατρεία της Παναγίας στην ανατολική Μεσόγειο. Κέντρο των Νεστοριανών έγινε η Έδεσσα της Συρίας. Οι Αλεξανδρινοί έφεραν μια νέα διδασκαλία. Θεωρούσαν πως οι δύο φύσεις του Χριστού συνενώθηκαν σε μια, τη θεία. Οι μονοφυσίτες υπερτιμούσαν το θείο παράγοντα στο Χριστό. Η Ρώμη και η Κων/λη αντιτάθηκαν. Στη Δ’ Οικουμενική

Page 134: ΕΛΠ20 περίληψη

σύνοδο που συγκάλεσε ο Μαρκιανός, διατυπώθηκε το δόγμα των δύο τέλειων, αδιαίρετων και ασυγχύτων φύσεων του Χριστού, ενώ καταδικάστηκαν ο μονοφυσιτισμός και ο νεστοριανισμός. Η σύνοδος αυτή, ήταν η πολυπληθέστερη, οι αποφάσεις της όμως, διεύρυναν το χάσμα ανάμεσα στο βυζ. κέντρο και τις ανατολικές επαρχίες. Η Συρία προχώρησε στο μονοφυσιτισμό. Έτσι, η βυζ. θεολογία ξέφυγε από την ανατολική πνευματικότητα κι έκανε κέντρο της την πρωτεύουσα. Επειδή κι άλλες περιφέρειες έδειξαν διάθεση αποσκίρτησης, η κεντρική βυζ. εξουσία προσπάθησε να αποκαταστήσει τη θρησκευτική ενότητα, με τα αντίθετα όμως αποτελέσματα. Ο Ζήνων δημοσιεύει το Ενωτικόν, που προσπαθεί να ικανοποιήσει τις δύο πλευρές, δημιουργεί όμως τρεις τάσεις : τους διφυσίτες, τους μονοφυσίτες και τους ενωτικούς. Πολέμιος του ενωτικού ήταν ο πάπας Φήλιξ, που αντιπαρατέθηκε τόσο ώστε να προκύψει το πρώτο σχίσμα, διάρκειας 30 ετών. Τέλος, ο 28ος κανόνας της Δ’ συνόδου που εξομοίωνε τους επισκόπους της Νέας και Πρεσβύτερης Ρώμης στάθηκε η αφετηρία του ανταγωνισμού μεταξύ των δύο αυτών κέντρων. 

Ο Ιουστινιανός και η Ε’ Οικουμενική Σύνοδος. Ήταν ένθερμος υποστηρικτής της ορθοδοξίας. Επιδόθηκε σε αγών κατά των ετερόδοξων και προσπάθησε να επιβάλει ομοιομορφία. Στον Ιουστινιάνειο (216) Κώδικα ορίζεται πως όσοι δεν ακολουθούν την καθολική και αποστολική εκκλησία δε μπορούν να γίνουν κρατικοί υπάλληλοι, να λάβουν οποιοδήποτε αξίωμα ή να προσηλυτίσουν. Εκτός από την αφαίρεση του δικαιώματος να διδάσκουν οι εθνικοί, ο αυτοκράτορας έκλεισε και την Πλατωνική Ακαδημία των Αθηνών. Οι μονοφυσίτες όμως κυριαρχούσαν στις ανατολικές επαρχίες και αφού δεν κατάφερε να συμβιβάσει τα πράγματα, ο Ιουστινιανός ενίσχυσε την ορθόδοξη Ρώμη. Στην Ε’ Οικουμενική σύνοδο που έγινε στην Κων/λη, καταδικάστηκαν τα Τρία Κεφάλαια, δηλαδή τα κείμενα του Θεόδωρου Μοψουεστίας ως ύποπτα για νεστοριανισμό, τα κείμενα του επισκόπου Κύρου, και του Ίβα Εδέσσης. Έτσι το χάσμα διευρύνθηκε ακόμη περισσότερο. 

Η Μονοθελητική Έριδα Μονοθελητισμός : η νέα διδασκαλία που προσπάθησε να συγκεράσει τις διαφορές, λέγοντας πως υπάρχει ένα μόνο θέλημα του Χριστού. Έδωσε αφορμή για νέα αντιπαράθεση. Ο πάπας Μαρτίνος συγκαλεί στη Ρώμη τη σύνοδο του Λατερανού, που καταδικάζει τα διατάγματα των βυζ. αυτοκρατόρων που υποστήριζαν τα νέα δόγματα. Το 680-691 γίνεται στην Κων/λη η ΣΤ’ Οικουμενική σύνοδος, που κηρύττει ως ορθόδοξο το δόγμα των δυο θελήσεων και ενεργειών του Χριστού. Ο Ιουστινιανός Β’, συγκαλεί νέα σύνοδο, την Πενθέκτη (ή η εν Τρούλλω σύνοδος). Εκεί συμπληρώθηκαν τα δόγματα (217) της Ε’ & ΣΤ’ συνόδου. Ρυθμίζονται διάφορα εκκλησιαστικά ζητήματα και καταδικάζονται κάποια ειδωλολατρικά έθιμα που είχαν επιβιώσει μέχρι τότε. 

Η Εικονομαχική Κρίση Θεωρείται πως οι διαμάχες του δόγματος τελειώνουν τον 7ο αι. Προκύπτει όμως νέο πρόβλημα: η εικόνα. Από τον 6ο αι. η εικόνα αρχίζει να αποκτά ιδιαίτερο ρόλο στη λατρεία της Ανατολής και για αρκετά χρόνια η εικονομαχία ήταν το κύριο δόγμα της βυζ. εξουσίας. Η εικονομαχία είχε σημιτικές καταβολές. Η υιοθέτησή της από τον Λέοντα Γ’,

Page 135: ΕΛΠ20 περίληψη

σχετιζόταν με τα δεινά που έπλητταν την αυτοκρατορία και θεωρήθηκαν θεϊκή τιμωρία για την εικονολατρία – ειδωλολατρία των πιστών. Για να κατευνάσει τη θεία οργή ο Λέων απέσυρε από την πύλη των ανακτόρων την εικόνα του Χριστού και η εικονομαχία γίνεται η πολιτική της αυλής. Αντίπαλος των εικονομάχων στάθηκε ο μοναχός Ιωάννης Δαμασκηνός. Συνέγραψε τρεις λόγους Υπέρ των Εικόνων, όπου η απεικόνιση του Χριστού συνδεόταν με το δόγμα της ενσάρκωσης. Ο Κωνσταντίνος Ε’, γιός του Λέοντα, έγινε φανατικός διώκτης των εικονολατρών. Συγκάλεσε σύνοδο στην Ιερεία του Βοσπόρου και επικύρωσε τις απόψεις του (218). Εκεί έλαβαν μέρος 388 επίσκοποι που καταδίκασαν τους απολογητές της εικόνας και απαγόρευσαν τη λατρεία τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την καλλιέργεια μιας ανεικονικής τέχνης, με βασικό σύμβολο το σταυρό, καθώς και το διωγμό των εικονόφιλων. Ο διωγμός αυτός κορυφώθηκε το 760 και είχε ως θύματα τους μοναχούς. Πολλά μοναστήρια έκλεισαν, μοναχοί απέταξαν το σχήμα τους δια της βίας, ενώ ο άγιος Στέφανος ο Νέος βρήκε βίαιο θάνατο. Η πρώτη φάση της εικονομαχίας ήταν βασικά μοναχομαχία. 

Η Πρώτη Αναστήλωση των Εικόνων και η Δεύτερη Εικονομαχία. Ο Λέων Δ και κατόπιν η γυναίκα του, Ειρήνη η Αθηναία έδωσαν τέλος στο θέμα, απορρίπτοντας την εικονομαχία, με την Ζ’ οικουμενική σύνοδο στη Νίκαια. Πρόεδρος ήταν ο πατριάρχης Κων/λεως Ταράσιος και συμμετείχαν 350 επίσκοποι και μεγάλος αριθμός μοναχών. Η σύνοδος υπογράμμισε πως η προσκύνηση δεν αναφέρεται στην εικόνα αυτή καθαυτή, αλλά στο εικονιζόμενο ιερό πρόσωπο. Επίσης, δε σχετίζεται με τη λατρεία που αποδίδεται αποκλειστικά στο θεό. Η σύνοδος αυτή, είναι η τελευταία που αναγνωρίζει η ανατολική εκκλησία. Στη Νίκαια επίσης, θριαμβεύει ο μοναχισμός, ιδιαίτερα ο κοινοβιακός. Αρκετοί αριστοκράτες γίνονται ηγούμενοι, έτσι ο μοναχισμός ανακτά την αίγλη και τη δύναμή του, μέχρι την ίδρυση του Αγίου Όρους το 963. Η εικονομαχία επανέρχεται 30 χρόνια αργότερα από τον Λέοντα Ε’ τον Αρμένιο. Ακολουθεί η σύνοδος της Αγίας Σοφίας (815) που επαναφέρει σε ισχύ τη σύνοδο της Ιερείας, τις διώξεις και τις εξορίες πολλών εικονόφιλων. (219) Ουσιαστικά λήγει με το θάνατο του εικονομάχου αυτοκράτορα Θεόφιλο το 842. Η αυτοκράτειρα Θεοδώρα και ο πατριάρχης Μεθόδιος αναλαμβάνουν να αποκαταστήσουν τις εικόνες, η πολιτεία υποτάσσει την εκκλησία στην εξουσία της και η ελληνορωμαϊκή παράδοση δεν υποκύπτει στην ασιατική ανεικονική αντίληψη. Η εκκλησία διατυπώνει το Συνοδικόν της Ορθοδοξίας, που μνημονεύει τους νικητές της πίστης, καταδικάζει τους αιρετικούς και δηλώνει πως έφτασε ο καιρός για σταθερότητα. 

Από το Φώτιο έως το Οριστικό Σχίσμα (1054) Η γλώσσα, τα πολιτικά και οι λειτουργικές διαφορές, αποξένωσαν την ελληνική Ανατολή από τη λατινική Δύση κι έγιναν το πρώτο σχίσμα μετά την εικονομαχία. Φώτιος : ένθερμος υποστηρικτής της ανατολικής εκκλησίας και παράδοσης και εμπνευστής της πολιτιστικής της εξάπλωσης στους Σλάβους. Η ανάληψη του πατριαρχικού θρόνου από το Φώτιο, δημιούργησε αντιπαλότητα μεταξύ Κωνσταντινούπολης και Ρώμης. Όταν ο πάπας διεκδίκησε τη βουλγάρικη εκκλησία, η κρίση μεγάλωσε. Λίγο πριν καθαιρεθεί, ο Φώτιος συγκάλεσε σύνοδο όπου καταδικάστηκε η διδασκαλία για την και εκ του υιού εκπόρευση του Αγ. Πνεύματος, το λεγόμενο Φώτιο Σχίσμα. Ο Φώτιος, ιδιαίτερα μορφωμένος εξέφρασε το βυζαντινό ουμανισμό, το ενδιαφέρον

Page 136: ΕΛΠ20 περίληψη

δηλαδή των βυζαντινών λόγιων για τα έργα της κλασσικής και ελληνιστικής αρχαιότητας. Κορυφώνεται την εποχή των Μακεδόνων που είναι μια εποχή όπου υπάρχουν καλές και διπλωματικές σχέσεις με τη Ρώμη. Οι σχέσεις αυτές διαταράσσονται οριστικά το 1056. Οι λόγοι του σχίσματος ήταν (220) το filioque και η διαφορετική αντιμετώπιση θεμάτων όπως η νηστεία, ο γάμος των ιερέων κ.α. Η ένταση ήρθε όταν ο Λέων Θ’ αφορίζει τον πατριάρχη Κηρουλλάριο. Ο αφορισμός ανταποδίδεται σε σύνοδο της Κωνσταντινούπολης. Από εκεί και πέρα, η συνεχής παρουσία Βενετών ή Σταυροφόρων στο βυζαντινό χώρο θα διευρύνει το ρήγμα. 

Το Κίνημα του Ησυχασμού Η μόνιμη διαμάχη του Βυζ. είναι η επανένωση ή όχι με τη λατινική εκκλησία. Οι αυτοκράτορες και αρκετοί λόγιοι είναι φιλενωτικοί, η πλειοψηφία του λαού και του κλήρου, ανθενωτική. Οι Παλαιολόγοι με δύο προσπάθειες, δεν κατάφεραν κάτι. Ησυχαστική θεωρία : η παράδοση των μοναχών της Ανατολής, που αποβλέπουν μονάχα στη θέα και ένωση του θεού, χωρίς καμία κοσμική φροντίδα. Με την επίκληση του Ιησού στην προσευχή, ο προσευχόμενος έφτανε στην πλήρη συγχρονισμό αναπνοής και προσευχής, και από κει στη θέα του ακτίστου φωτός. Ο Βαρλαάμ ο Καλαβρός ήταν βασικός πολέμιος αυτού του κινήματος (221) και κατήγγειλε το μυστικισμό των αγιορειτών ως σκοτεινή δεισιδαιμονία. Εναντίον του κινήθηκε ο Γρηγόριος Παλαμάς που κήρυττε την ανθρώπινη δυνατότητα να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ υπερβατικού και εγκόσμιου. Μετά από διάφορες μάχες, ο ησυχασμός αναγνωρίζεται, το Βυζάντιο επιστρέφει στις εκκλησιαστικές του ρίζες και ο μοναχισμός νικά για μια ακόμη φορά. 

Σύνοψη Ενότητας Η πρώιμη βυζ. περίοδος χαρακτηρίζεται από έριδες και αιρέσεις, με την ενεργή ανάμιξη του αυτοκράτορα. Η τελευταία μεγάλη θρησκευτική σύγκρουση είναι της εικονομαχίας. Κατόπιν, με την αντίθεση πατριάρχη και πάπα, οδηγούμαστε στο σχίσμα που διχάζει τους βυζαντινούς.

Οι Πηγές για τη Μελέτη της Εκκλησιαστικής Ζωής και Ιστορίας στο Βυζάντιο (225) 

Τα Αγιολογικά Κείμενα (226) Είναι κείμενα σχετικά με τη ζωή, τη διδασκαλία και τις δραστηριότητες των αγίων. - Μαρτύρια : δραματικές αφηγήσεις των δοκιμασιών των χριστιανών από αλλόθρησκους ή αιρετικούς - Εγκώμια : πανηγυρικοί λόγοι με θέμα το μαρτύριο ή το βίο ενός αγίου, με ρητορικούς κανόνες - Βίοι Αγίων : βιογραφίες ιερών προσώπων που καταγράφουν τη θαυμαστή επίγειά τους πολιτεία. Συνήθως γράφονται από το μαθητή του βιογραφούμενου, με σκοπό τη διάσωση των θαυμαστών πραγμάτων που έκανε και τη διάδοση της διδασκαλίας του - Συλλογές Θαυμάτων : μικρές ιστορίες θεραπείας ή σωτηρίας ανθρώπων ύστερα από την επέμβαση ενός αγίου. Κέντρο τέτοιων πράξεων μπορεί να είναι ένα μοναστήρι - Αποφθέγματα των Πατέρων της Ερήμου - Ψυχωφελείς ιστορίες : προέρχονται από την έρημο, και είναι σύντομα, αφηγηματικά κείμενα ανεκδοτολογικού χαρακτήρα. Οι συλλογές τους ονομάζονται Πατερικά. ή Γεροντικά και σώζονται ως αυτόνομα κείμενα. Οι Βίοι, τα αποφθέγματα και οι ιστορίες είναι οι βασικές πηγές μας. Υπάρχει επίσης η λογοτεχνία της ερήμου, που σκιαγραφεί τη ζωή των ασκητών και των μοναχών. Η

Page 137: ΕΛΠ20 περίληψη

πλουσιότερη πηγή μας πάντως, είναι οι βίοι. Εκκλησιαστική Ιστοριογραφία (227) Γεννήθηκε από τον Ευσέβιο, επίσκοπο Καισαρείας ως αντίδραση στην εθνική ιστοριογραφία. Είχε αντικείμενο όλα τα γεγονότα και τις καταστάσεις που σημαδεύουν το χριστιανικό κόσμο. Άξονας ήταν οι πράξεις των αυτοκρατόρων που ευνόησαν το χριστιανισμό και στόχος της, η απόδειξη της παντοδυναμίας του θεού. Παρ’ όλη τη συχνή έλλειψη αντικειμενικότητας μας δίνουν πολύτιμες πληροφορίες. 

Τα Μοναστηριακά Τυπικά Σημαντική πηγή για τη μελέτη του τρόπου ζωής στα μοναστικά κοινόβια. Συγγραφείς τους ήταν οι κτήτορες ή ιδρυτές μονών που ήθελαν να τους δώσουν νομική υπόσταση και εσωτερικό κανονισμό, σύμφωνα με την προσωπικότητά τους. Τα Τυπικά αναφέρουν λεπτομέρειες της καθημερινότητας, τα ήθη και τα έθιμα της βυζ. κοινωνίας. Σώζονται 60, με σημαντικότερα : - του αγίου Σάββα, ιδρυτή της ομώνυμης λαύρας στην Παλαιστίνη τον 6ο αι. με λειτουργικό περιεχόμενο - του αγίου Θεόδωρου Στουδίτη, που αποτέλεσε πρότυπο ακόμη και για ρωσικά μοναστήρια - της μονής της Ευεργέτιδος στην Κων/λη, πλούσιο σε πληροφορίες. 

Ο Βίος των Ασκητών στην Έρημο (229) 

Πιθανές Ερμηνείες του Αναχωρητικού Φαινομένου Ο μοναχισμός, θεωρείται κίνημα κατά της εκκοσμίκευσης της Εκκλησίας, έκφραση αποδοκιμασίας του χριστιανισμού που υποστηρίζεται από το κράτος (230) επιστροφή στον τρόπο ζωής των πρώτων χριστιανών και τη διδασκαλία του Χριστού για πτωχεία και αποταγή του κόσμου. Ήδη, από τον 4ο αι. ο μοναχός ήταν αναγνωρισμένη μορφή στην Αίγυπτο. Εκεί άκμασε ένα κίνημα που περιφρονεί την κοινωνική ζωή και τον πολιτισμό. Τα κίνητρα όσων άφησαν τα εγκόσμια για να κατοικήσουν στην έρημο μπορεί να ήταν απλά η απαλλαγή από φόρους και υποχρεώσεις. Ή, μια βαθύτερη εσωτερική αγωνία λόγω της ευρύτερης κρίσης της εποχής. Η έξοδος από τον κόσμο, διαμόρφωσε έναν τρόπο ζωής ιδιαίτερο και συχνά ακραίο. Αντίθετα με άλλα αναχωρητικά κινήματα, αυτό του χριστιανισμού γνώρισε ιδιαίτερη διάδοση, μέσα από προφορικές και γραπτές πηγές. Οι πιο ονομαστοί προσκυνητές που κατέγραψαν τις εμπειρίες τους είναι ο Παλλάδιος, και ο Ιωάννης Μόσχος. 

Οι Άνθρωποι της Αιγυπτιακής και των άλλων Ερήμων Η Αίγυπτος ήταν η χώρα που δέχτηκε το μεγαλύτερο αριθμό μοναχών. Ο λαός της (231) έχει αναπτυγμένη θρησκευτικότητα – έως φανατισμού, και κατά καιρούς υπέστη διωγμούς. Λόγω του δύσκολου κλίματος, οι Αιγύπτιοι ήταν ανθεκτικοί στις φυσικές δυσκολίες και η διαφορά μεταξύ της εύφορης χώρας και της ερήμου ήταν ιδιαίτερα έντονη. Ο άνθρωπος της εποχής, ένιωθε ελάχιστη απόσταση μεταξύ πόλης και πραγματικής ή μεταφορικής ερήμου. Πλήθος ανδρών και γυναικών, με υψηλά ή ταπεινά κίνητρα προσπάθησαν να απομονωθούν σε μέρη που δεν είχε αγγίξει ο πολιτισμός. Οι περισσότεροι ήταν Κόπτες χωρικοί, συνηθισμένοι στις κακουχίες. Ο αναχωρητισμός διαδόθηκε και σε άλλες περιοχές. Μεγάλη προσέλευση από ποικίλους ανθρώπους παρατηρήθηκε στην έρημο της Ιουδαίας. Στη Συρία, περιβάλλον πιο φιλικό, οι ασκητές δεν απομονώθηκαν ποτέ πλήρως. Το ίδιο συνέβη στη Μ. Ασία και την Ελλάδα. 

Page 138: ΕΛΠ20 περίληψη

Η Ενδιαίτηση (232) Στην Άνω Αίγυπτο, μια καλύβα ήταν αρκετή για καταφύγιο. Στην Κάτω, λόγω των ανέμων και των βροχών, ήταν απαραίτητη μια πιο στέρεη κατοικία. Το πιο πρόσφορο κατάλυμα, ήταν οι σπηλιές. Το κελί έπρεπε να βρίσκεται σε απόσταση ασφαλείας από τον κόσμο, για να διαφυλάσσεται η ησυχία και η απομόνωση. Έπρεπε να βρίσκονται μακριά ακόμα και από πηγάδια ή έλη. 

Η Ενδυμασία (233) Η αναζήτηση ησυχίας συνοδευόταν από απόρριψη της κοσμικής ενδυμασίας ή και οποιασδήποτε ενδυμασίας. Η απόλυτη γυμνότητα, προοριζόταν για εκείνους που είχαν φτάσει σε υψηλό πνευματικό στάδιο. Ο δόκιμος μοναχός, ενδυόταν το αγγελικό σχήμα που αποτελούνταν από τη μηλωτή, τη ζώνη, τον ανάλαβο (επωμίδα), και το κουκούλιον. Ήταν έθιμο ο νέος μοναχός να παίρνει το ένδυμα αυτό από κάποιον παλαιότερο. Όταν ο αριθμός των αναχωρητών μεγάλωσε, το ένδυμα μαζί με την κουρά, έδειχνε την είσοδο στη μοναστική ζωή. Η καθαριότητα της ένδυσης πήγαινε περίπατο, αν και το Σάββατο και την Κυριακή, οι μοναχοί φορούσαν ένα δεύτερο χιτώνα για την εκκλησία. Συχνά θάβονταν με την ενδυμασία αυτή. 

Η Διατροφή Αυστηρή νηστεία και λίγη τροφή, με σκοπό την ανάμνηση των παθών του Χριστού και την υπέρβαση των αδυναμιών. Λίγες είναι οι πηγές για παρατεταμένη ασιτία και συνδέονταν με τη Σαρακοστή ή την προσπάθεια νίκης επί πειρασμών (234). Πάντως, ακόμα κι έτσι η περίοδος δεν ξεπερνούσε τις 40 μέρες. Ιδιαίτερα διαδεδομένη ήταν η αποχή (235) από το φαγητό μέχρι τη δύση του ηλίου, πρακτική που εδραιώθηκε στο μουσουλμανικό ραμαζάνι. Βασική τροφή ήταν το ψωμί, σε μικρά καρβέλια που μπορούσε να φαγωθεί και μετά από καιρό, βουτηγμένο στο νερό. Συνήθως συνοδευόταν με αλάτι. Λαχανικά, καρποί, χόρτα και όσπρια συμπλήρωναν τη διατροφή των ασκητών. Στη Συρία, οι ερημίτες που έτρωγαν μόνο χόρτα ονομάζονταν βοσκοί. Εξαιρέσεις από τη νηστεία υπάρχουν για τους ασθενείς και οδοιπόρους. Οι επισκέπτες φιλεύονταν με ότι καλύτερο είχε το τραπέζι του ερημίτη, που συχνά διέκοπτε τη νηστεία του για το χατίρι τους. 

Η Μέρα και η Νύχτα στο Κελί Η μέρα ήταν αφιερωμένη στην προσευχή και την ανάγνωση. Ο ασκητής καθόταν με τα πόδια διπλωμένα, το κεφάλι γυρτό ή και πεσμένο στα γόνατα, χωρίς να ακουμπά πουθενά η πλάτη. Ο μοναχός έπρεπε (236) να βιώνει την ησυχία, στραμμένος στο Θεό, αποδιώχνοντας τους πειρασμούς. Ακηδία : βασικός πειρασμός. Στιγμιαία ή διαρκής κατάσταση πλήξης, αποθάρρυνσης. Την προκαλεί η έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης ή νοήματος. Μπορούσε να καταπολεμηθεί με διάφορα εργόχειρα. Η χειρωνακτική εργασία συνοδευόταν συχνά από απαγγελία στίχων του Δαβίδ. Η ξεκούραση και ο ύπνος δε μπορούσαν να περάσουν χωρίς προσευχή. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα ασκητών που έμεναν άυπνοι και προσεύχονταν. Η αγρυπνία ήταν επιβεβλημένη για εκείνους που έμπαιναν σε αισχρούς πειρασμούς. Ο ασκητής – όταν – κοιμόταν σε μια ψάθα, στη μέση του κελιού χωρίς να ακουμπά το κεφάλι του στον τοίχο. Αυτό ονομαζόταν χαμευνία, και στόχο είχε τη

Page 139: ΕΛΠ20 περίληψη

σκληραγώγηση αλλά και την εγρήγορση, καθώς ο ασκητής έπρεπε να μπορεί ανά πάσα στιγμή να σηκωθεί και να προσευχηθεί. 

Τα Όνειρα της Ερήμου (237) Ο κόσμος ‘ενοχλούσε’ τον ασκητή μέσω των ονείρων. Διάφοροι πειρασμοί, φόβοι και νοσταλγία μπορούσαν να ταλαιπωρήσουν τον ύπνο του. Πονηρά όνειρα εμφανίζονται σε όλους τους ερημίτες κι ο στόχος είναι να αποκλειστεί κάθε τέτοιο όνειρο, μέσα από την καθαρή συνείδηση. 

Σύνοψη Ενότητας Η γενικότερη άρνηση του κόσμου, έδωσε ώθηση στον αναχωρητισμό. Ξεκίνησε από την Αίγυπτο και εξαπλώθηκε. Ο ασκητής πάλευε καθημερινά με τις φυσικές αντιξοότητες και τους πειρασμούς. Η κατοικία, η ενδυμασία και η διατροφή, υπηρετούσαν το ιδανικό της προσευχής και της ταπεινότητας, προκειμένου να γίνει η συνάντηση με το θείο. 

Η Ζωή των Μοναχών στο Κοινόβιο (238) 

Η Συγκρότηση Μιας Μοναχικής Κοινότητας Ο Παχώμιος οργάνωσε το πρώτο κοινόβιο στην Ταβέννησο του Νείλου, με στρατιωτικά πρότυπα. Ανάλογες κοινότητες δεν είχαν στόχο την οργανωμένη κοινοβιακή συνύπαρξη. Άλλωστε (239) και η λέξη μονή, στην αρχή σήμαινε το κελί του ασκητή. Το μοναστήρι του Παχώμιου, σε αντίθεση με άλλα, στήθηκε κοντά σε καλλιεργήσιμη γη. Είχε στρατιωτική δομή και οργάνωση με εξωτερικό τείχος για προστασία. Ήταν κατανεμημένο σε οίκους, όπου οι μοναχοί εργάζονταν, προσεύχονταν και έτρωγαν μαζί. Οι δουλειές μοιράζονταν σε όλους και ο κάθε ένας έπαιρνε τίτλο ανάλογα με τη δουλειά που αναλάμβανε. Ο Maruta, επίσκοπος Β. Συρίας, έλεγε πως η εργασία ήταν το ένα κομμάτι της ημέρας, η προσευχή και η ανάγνωση το δεύτερο, ενώ η τροφή και η ξεκούραση το τρίτο. Σήμαντρον : ξύλινη σανίδα που τη χτυπούσαν με ξύλινο σφυράκι και δήλωνε τη σύναξη των μοναχών στο καθολικό ή την τράπεζα. ιδρυτής κοινοβίου. αναχωρητής Για μερικούς, αυτή η ζωή ήταν μια γέφυρα για τον αναχωρητικό βίο που θεωρούνταν το αποκορύφωμα μιας πνευματικής πορείας. Οι κοινοβιακή ζωή για τον Παχώμιο και το Μέγα Βασίλειο, θεωρείται δια βίου κλήση, υπερκεράστηκε (240) όμως από το μεταγενέστερο σχήμα κοινοβίτης  Κατά την Εικονομαχία, πολλοί πλούσιοι γαιοκτήμονες ίδρυσαν κοινόβια στα κτήματά τους, όμως πολλά διαλύθηκαν όταν ο ιδρυτής τους πέθαινε. Μια νέα μονή ιδρυόταν όταν αφιερωνόταν η εκκλησία της σε κάποιον άγιο. Η εκκλησία αυτή ονομαζόταν καθολικόν ή κυριακός ναός και είχε την κεντρική θέση στο μοναστήρι. Λίγες μονές ιδρύονταν σε κέντρα προσκυνήματος από τον αυτοκράτορα ή εκπροσώπους του. Από τη μέση περίοδο, μοναστήρια ιδρύονται και στελεχώνονται με μέλη μιας πλούσιας οικογένειας. Η λειτουργία του κοινόβιου βασιζόταν στην ιεραρχία και την υπακοή στον ηγούμενο ή αβά (πατέρας). Η εξουσία του ήταν ισόβια κι εκτελούσε καθήκοντα πνευματικού πατέρα για τους μοναχούς. Δεύτερος στην ιεραρχία ήταν ο δευτεράριος, βοηθός και υπεύθυνος για οικονομικά και διοικητικά ζητήματα. Λόγο είχαν επίσης πάντοτε οι γέροντες μοναχοί. Υπάρχουν δύο τύποι κοινοβίων : 1. τα κοινόβια : οι μοναχοί ζουν και προσεύχονται από κοινού, σε οικήματα που

Page 140: ΕΛΠ20 περίληψη

περιβάλλονται από τείχος. Η τράπεζα ήταν ίδια για όλους, που έτρωγαν σιωπηλοί, ενώ ένας μοναχός διάβαζε περικοπές από ιερά κείμενα. Οι εργασίες ήταν κατανεμημένες σε διακονήματα. 2. τις λαύρες : η ζωή εκεί είναι πιο χαλαρή. Οι μοναχοί ζουν μόνοι τους ή με έναν ή δύο μαθητές, σε κελιά ή σπηλιές. Το Σάββατο ή την Κυριακή συγκεντρώνονται για τη θεία ευχαριστία. Το είδος αυτό εμφανίζεται τον 5ο αι. και διαδίδεται στο Βυζάντιο. Όλες οι εκκλησίες εκτός της Ρώμης και της Αλεξάνδρειας τελούν τη θεία λειτουργία και το Σάββατο. Ακολουθεί η αγάπη, δηλαδή το κοινό γεύμα, πλουσιότερο των καθημερινών. Μεγάλο μέρος (241) του χρόνου, αφιερωνόταν στις λειτουργίες και τις προσευχές. Οι υποχρεώσεις κάθε μοναχού ήταν καθορισμένες. Τέλος, απαραίτητη προϋπόθεση για ένα μοναχό ήταν η σταθερή παραμονή του στο μοναστήρι (stabilitas loci). Υπάρχουν όμως πάμπολλα παραδείγματα περιπλανώμενων μοναχών. 

Ιδιόρρυθμα Μοναστήρια Σε αυτά, ο κάθε μοναχός ακολουθούσε το δικό του πρόγραμμα. Φρόντιζε για την συντήρησή του, (242) μπορούσε να διατηρεί μια ελάχιστη περιουσία, ή να εργάζεται για την τροφή και την ένδυσή του. Έτρωγε μόνος του και η κοινή τράπεζα λειτουργούσε μόνον τις εορτές. Ο ηγούμενος μπορούσε να έχει περιορισμένη και όχι ισόβια θητεία, ενώ πλαισιωνόταν από μια ολιγαρχική σύναξη. Ο τύπος αυτός, αντιμετωπίστηκε με δυσπιστία και τυπικά καταδικάζεται ως παρέκκλιση. Άνθησε κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο. 

Σύνοψη Ενότητας Ο κοινοβιακός μοναχισμός και ο ασκητισμός εμφανίστηκαν στην Αίγυπτο, αλλά διαδόθηκαν σε όλη τη Μεσόγειο. Κάθε κοινότητα είχε ως κέντρο της τον ηγούμενο στον οποίον όφειλαν όλοι υπακοή. Κάθε μοναχός είχε συγκεκριμένα καθήκοντα. Χαλαρότερες μορφές ήταν οι λαύρες και οι ιδιόρρυθμες μονές. 

Ο Βυζαντινός Κλήρος (243) Οι Επίσκοποι Κλήρος : ο όρος αρχικά περιλάμβανε όλη τη χριστιανική κοινότητα. Αργότερα έως και σήμερα, δηλώνει τους χειροτονημένους. Ιερωμένοι : όσοι τελούν μυστήρια Κληρικοί : οι βοηθοί των ιερωμένων. Επίσκοπος : ο επιβλέπων, επιφορτισμένος με την πνευματική και υλική επιστασία μιας κοινότητας. Επίλυε διαφορές μεταξύ των μελών της κοινότητας, καλλιεργούσε σχέσεις με άλλες, και την υπερασπιζόταν ενώπιον της εξουσίας. Οι επίσκοποι ήταν οι πρώτοι που διώκονταν. Μετά την επικράτηση της νέας (244) θρησκείας, οι αρμοδιότητές τους ταυτίζονται με μια πόλη. Εκλέγονται συνήθως από τον κατώτερο κλήρο και την αριστοκρατία της πόλης. Αρκετοί λαϊκοί έγιναν επίσκοποι χωρίς να περάσουν από άλλα στάδια ιεροσύνης. Ο Ρόλος του Επισκόπου : είναι ο πνευματικός καθοδηγητής του ποιμνίου και των προϊσταμένων των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων. Προστατεύει κάθε αδικημένο και είναι αρμόδιος για κάθε ζήτημα που αφορά την περιοχή του. Audentia episcopalis : το δικαίωμα εκδίκασης ιδιωτικού δικαίου, που δόθηκε από το Μ.Κ. Ο κόσμος εμπιστευόταν περισσότερο τους επίσκοπους από τους δικαστές. Με τα χρόνια και καθώς ο θεσμός του βουλευτή παρακμάζει, ο επίσκοπος αναλαμβάνει πολιτικές και οικονομικές αρμοδιότητες, καταλήγοντας ο φυσικός ηγέτης της πόλης (κάτι σαν το σημερινό δήμαρχο). Ο επίσκοπος είναι άγαμος, συνήθως ο πιο μορφωμένος άνθρωπος της περιοχής που

Page 141: ΕΛΠ20 περίληψη

μπορεί να αντιπαρατεθεί σε πνευματικούς αντιπάλους. Κατά την (245) πρώιμη περίοδο, ο επίσκοπος είναι πανίσχυρος και καταξιωμένος. Αργότερα όμως, παύει να προσελκύει πόρους και προσοχή από την εξουσία και τα προνόμιά του μειώνονται. 

Άλλοι Βαθμοί Ιεροσύνης Κατώτερος κλήρος : πρεσβύτεροι, διάκονοι, υποδιάκονοι, αναγνώστες. Οι γυναίκες μπορούσαν να γίνουν μόνον διακόισσες. Για να γίνει κάποιος πρεσβύτερος ή επίσκοπος έπρεπε να έχει περάσει τα 30. για τους διακόνους ήταν τα 25, για τους υποδιακόνους τα 20. επιτρεπόταν ο γάμος, αν είχε γίνει πριν τη χειροτονία. Οι κληρικοί είχαν σημαντικές φοροαπαλλαγές, απαλλαγή από στρατιωτική υπηρεσία και τα δημόσια καθήκοντα. Απαγορευόταν η ανάμιξή τους σε εμπορικές ή άλλες οικονομικές δραστηριότητες, κάτι που σόκαρε τους βυζαντινούς όταν το είδαν στους δυτικούς. Πρεσβύτεροι ή ιερείς : διορίζονταν σε ενορίες και πληρωνόταν από τον τοπικό επίσκοπο. Έπρεπε να γνωρίζει την πίστη και τους ιερούς κανόνες και να έχει άμεμπτη ηθική. Διάκονοι : βοηθούσαν στην τέλεση των μυστηρίων, ή εκτελούσαν χρέη γραμματέα για τον επίσκοπο. Το ίδιο και οι διακόνισσες, αν και συμμετείχαν κυρίως στις βαπτίσεις γυναικών, ενώ το 12ο αι. παύουν να υπάρχουν. Υποδιάκονοι : βοηθοί του διάκονου Αναγνώστες : διάβαζαν από τον άμβωνα τον Απόστολο. Εκτός από τους επισκόπους που αρκετοί έγιναν σύμβολα, οι κατώτεροι κληρικοί παρέμειναν άσημοι και φτωχοί. Είχαν ελάχιστη συμμετοχή σε συνόδους (247) και ελάχιστοι ιερείς άγγιξαν την αγιότητα. Σπάνια επίσης αναλάμβαναν αξιώματα ή αποκτούσαν επιρροή. Ίσως αυτό συνέβη γιατί ο κλήρος δε διαχωρίζονταν από τους λαϊκούς. 

Σύνοψη Ενότητας Οι επίσκοποι ήταν πρόσωπα υψηλής παιδείας, μεγάλης επιρροής και αναλάμβαναν σημαντικό ρόλο κατά την πρώιμη περίοδο. Αργότερα έχασαν τη δύναμή τους. Ο υπόλοιπος κλήρος δε διαφοροποιήθηκε από τους λαϊκούς.

Η Λατρευτική Ζωή των Πιστών στην Πόλη και στην Ύπαιθρο (248) 

Οι Εορτές και οι Πανήγυρεις Αποτελούσαν ιδιαίτερο χαρακτηριστικό και λάμβαναν χώρα καθ’ όλο το έτος. Η εορτή έχει περισσότερο (249) θρησκευτικό χαρακτήρα ενώ η πανήγυρις κοινωνικό, χωρίς όμως αυτό να είναι απόλυτο. Ανάλογα με την ημερομηνία, οι εορτές είναι ακίνητες (Χριστούγεννα) ή κινητές (Πάσχα). Δεσποτικές : αφορούν το Χριστό Θεομητορικές : αφορούν την Παναγία ή Να αφορούν έναν άγιο, μια εκκλησιαστική επέτειο. Η διάκριση αυτή, αποτελούσε ουσιαστική ιεράρχηση για τους βυζ. Πανήγυρις : ο όρος σημαίνει τη θρησκευτική εορτή αλλά και την έκθεση προϊόντων προς πώληση. Στο Βυζάντιο είχε ευρύτερη χρήση. Δηλώνονται θρησκευτικές και αυτοκρατορικές εορτές. Μπορεί επίσης να είναι συνώνυμη του πανηγυρικού λόγου. Γενικά, σημαίνει τη σύναξη ανθρώπων σε ορισμένο τόπο. 

Page 142: ΕΛΠ20 περίληψη

Οι εορτές και οι πανήγυρεις ήταν βασική αφορμή μετακίνησης του μεσαιωνικού ανθρώπου. Η λατρεία δεν περιοριζόταν στο ναό αλλά καταλάμβανε και δημόσιο χώρο. Συνοδευόταν από λιτανεία που άρχιζε και τελείωνε στην εκκλησία. Η λιτή αρχικά είχε σκοπό την πάλη κατά των αιρέσεων, την αποτροπή σεισμών, την παύση της ξηρασίας, την προστασία από επιδρομείς, ή τον εορτασμό μιας επετείου. Η εορτή σχετική με το Χριστό, την (250) Παναγία ή έναν άγιο, έχει ευρείες κοινωνικές διαστάσεις όχι μόνο στην πόλη αλλά και την ύπαιθρο. Υπήρχαν κάποια κέντρα λατρείας (Αγ. Θέκλα), που μια συγκεκριμένη εποχή του χρόνου φιλοξενούσαν μεγάλο αριθμό πιστών. Οι πανήγυρεις αυτές είχαν κυρίως τοπικό ενδιαφέρον. 

Τα Θαύματα και ο Κόσμος τους (251) Θαύμα : η κατά υπερφυσικό τρόπο αποκατάσταση μιας χαμένης ισορροπίας που έχει πλήξει έναν άνθρωπο ή αριθμό ανθρώπων. Το θαύμα έχει αρχαιοελληνικό παρελθόν κι εμφανίζεται συνεχώς στην ιστορία. Υπάρχουν πολλές πηγές που αναφέρουν θαυμαστές θεραπείες ανθρώπων που προσέφυγαν σε ναούς, ή ζήτησαν τη συνδρομή των θεών. Με την επικράτηση του χριστιανισμού και τη λατρεία των λειψάνων η πίστη στο θαύμα λαμβάνει τεράστιες διαστάσεις. Η θαυματουργία γίνεται αναπόσπαστο στοιχείο αγιότητας και γεννά τη λατρεία σε ένα πρόσωπο είτε εν ζωή είτε μετά θάνατον. Τα θαύματα (252) είναι ποικίλα : θεραπείες, αποτροπή και ανατροπή του κακού, η υπέρβαση χώρου και χρόνου, η νίκη κατά του θανάτου και η επάνοδος στη ζωή. Συνήθως εντάσσονται στο βίο ενός αγίου και συντελούνται εν ζωή ή μετά θάνατον. Φιλολογικά αυθύπαρκτο, βρίσκεται στις ‘συλλογές θαυμάτων’, αγιολογικά κείμενα. Εγκοίμηση : συνήθης μέθοδος θεραπείας, όπου ο άρρωστος πήγαινε στο ναό για να κοιμηθεί, να κατακλιθεί, έτσι ώστε να τον επισκεφθεί ο άγιος στον ύπνο του και να τον θεραπεύσει, ή να του πει πώς να θεραπευθεί. Μετά τον 5ο αι. η εγκοίμηση διαδίδεται γοργά. Οι πάσχοντες πηγαίνουν ειδικά εφοδιασμένοι (ρούχα, τρόφιμα) σε ειδικά για την περίπτωση μέρη που βρίσκονται κοντά στο ναό. Η παραμονή μπορεί να είναι μακρόχρονη και πολλοί πάσχοντες αφιερώθηκαν τελικά στο θεό. Όσοι επέστρεφαν στην πατρίδα τους, έπαιρναν αναμνηστικά, όπως φιάλες με ευλογία (θαυματουργό νερό ή μύρο από το προσκύνημα του αγίου). Φημισμένες για τις θεραπευτικές τους ιδιότητες ήταν και οι πηγές (Ζωοδόχος Πηγή). Οι λίγες αλλά ενδιαφέρουσες (253) ‘συλλογές θαυμάτων’ της πρώιμης περιόδου, καταγράφουν ένα ετερόκλητο πλήθος πιστών. Για άνδρες και γυναίκες των επαρχιών, ο άγιος ήταν ο ιατρός που θεράπευε δωρεάν (Άγιοι Ανάργυροι) ή θεράπευε όταν οι γιατροί αποτύγχαναν. 8ος αι. : αλλάζει ο χώρος και η μέθοδος θεραπείας. Στην Κων/λη και την ύπαιθρο, τα προσκυνήματα είναι συνήθως μοναστήρια και όχι ναοί. Δεν ξέρουμε γιατί, αλλά η εγκοίμηση υποχωρεί σημαντικά. Ίσως επειδή έχει ειδωλολατρικές καταβολές, ίσως επειδή η μακρόχρονη παραμονή σε μοναστήρι δε συνάδει με το χαρακτήρα του. Όπως και να’χει, το θαύμα προέρχεται πλέον από τα λείψανα του αγίου. Ο ασθενής ραντίζεται με το μύρο ή το λάδι από το καντήλι του αγίου. Παρόμοια δύναμη αποδίδεται και στην εικόνα του αγίου, κυρίως μετά τη λήξη της εικονομαχίας. Την περίοδο του εγκυκλοπαιδισμού, το θαύμα και η αγιότητα αντιμετωπίζονται με δυσπιστία από τα ανώτερα στρώματα, γι’ αυτό και αναφέρονται ελάχιστα θαύματα και αγιοποιήσεις. Μια αναβίωση του θαύματος παρατηρήθηκε στα χρόνια του Ανδρόνικου Β’ όπου στα παλαιότερα, προστέθηκαν και κάποια καινούρια, για να καταδείξουν τη διαχρονικότητα των προσκυνημάτων στην παραγωγή θαυμάτων. 

Page 143: ΕΛΠ20 περίληψη

ΟΙ ΠΑΓΑΝΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΒΙΩΣΕΙΣ (255) 

Από τους Αρχαίους Θεούς και Ήρωες στους Βυζ. Αγίους 

Παρά την εκτόπιση (256) των αρχαίων θεών και ηρώων από το χριστιανισμό, η αρχαία θρησκεία άργησε να εκλείψει τελείως. Πληροφορίες που έχουμε, μαρτυρούν πως μέχρι τον 8ο αι. υπήρχαν πολλοί ειδωλολάτρες ενώ στην Πελοπόννησο οι εθνικοί – που προσηλύτισε ο Βασίλειος Α’, ήταν γνωστοί με το όνομα Έλληνες. Στη διαμάχη των δύο θρησκειών, δεν υπήρξε νικητής. Πολλά τελετουργικά, τυπικά και σύμβολα της ελληνορωμαϊκής θρησκείας πέρασαν στο χριστιανισμό, κυρίως όσον αφορά στη λατρεία των αγίων. Από το 19ο αι. θεωρείται πως οι άγιοι ήταν οι φυσικοί διάδοχοι των ηρώων. Όπως και οι ήρωες, οι άγιοι κέρδισαν μια θέση ανάμεσα στο θεό και τον άνθρωπο. Όταν διαδόθηκε η λατρεία των αγίων, η εκκλησία χαλάρωσε λίγο την αυστηρότητά της, υποκύπτοντας στις επιθυμίες των πιστών. Εγκοίμηση : στην πρακτική αυτή, φαίνεται καθαρά η συνέχεια καθώς οι επιγραφές της Επιδαύρου, δείχνουν (257) πως η λειτουργία της ως ιερό, είναι ανάλογη των θαυμάτων των Κοσμά και Δαμιανού. Τίθεται το ερώτημα αν πρόκειται για τον εκχριστιανισμό μιας αρχαίας πρακτικής, ή απλή επίδειξη ανοχής εκ μέρους της εκκλησίας. Αυτό ίσως ενισχύεται από το γεγονός πως μετά τον 7ο αι. η πρακτική αυτή εγκαταλείπεται. Λατρεία και μετακομιδή λειψάνων: αν και θεωρείται αυστηρά χριστιανική συνήθεια, η μετακομιδή της τέφρας ενός ήρωα ήταν αρκετά συχνό ελληνικό φαινόμενο (μεταφορά της τέφρας του Θησέα από τη Σκύρο στην Αθήνα). Ο χριστιανισμός αποδέχεται και διαδίδει την πρακτική αυτή από τα μέσα του 4ου αι. Ο Κωνστάντιος, γιος του Μ.Κ. εγκαθιστά τα πρώτα λείψανα στο ναό των Αγ. Αποστόλων. Εκχριστιανισμός ενός εθνικού κέντρου προσκυνήματος : πχ στην Αλεξάνδρεια υπήρχε το μαντείο και ο ναός της Ίσιδος, όπου εθνικοί και χριστιανοί πήγαιναν για συμβουλές και θεραπεία, με τη μέθοδο της εγκοίμησης. Ο Κύριλλος, πατριάρχης Αλεξανδρείας μετέφερε εκεί τα λείψανα δύο αγίων (258). Τον 5ο αι. η λατρεία των λειψάνων ήταν σχεδόν καθολική. Η λατρεία των αγίων ταυτίστηκε με την εύρεση και προσκύνηση των λειψάνων τους και δε σταμάτησε ποτέ. Υπήρξε επίσης – εκτός από τη μεταφορά ρόλων – και μεταφορά ονομάτων. Στον Αγ. Δημήτριο αναγνωρίζουμε τη Δήμητρα, πόσο μάλλον όταν στην Ελευσίνα ανεγέρθηκε ναός προς τιμήν του. Οι άγιοι Γεώργιος και Θεόδωρος ως δρακοκτόνοι φαίνεται να υποκατέστησαν την Ηρακλή και το Θησέα. Οι παραπάνω ομοιότητες και αναλογίες μεταξύ ηρώων και αγίων θέτουν το θέμα αν η μια λατρεία συνεχίζει την άλλη με διαφορετικό τρόπο. Όμως, δε μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός πως η λατρεία των αγίων προέκυψε από τη λατρεία των χριστιανών μαρτύρων. Η λατρεία των λειψάνων, ξεκίνησε από την έκφραση σεβασμού προς το σκήνωμά τους και ρίζωσε πρώτα στους Ιουδαίους που είχαν ασπαστεί το χριστιανισμό. Επίσης, δεν είμαστε βέβαιοι κατά πόσο η Εκκλησία και οι πιστοί οικειοποιήθηκαν τη λατρεία των ηρώων με τις απαραίτητες μετατροπές. Η λατρεία των αγίων με εκδηλώσεις όπως ανέγερση ναού, καταχώρηση συγκεκριμένης εορτής στο ημερολόγιο ή τη μετακομιδή λειψάνων, πιθανόν να είχε διαφορετικό υπόβαθρο κάθε φορά. Υπήρξαν άγιοι που δημιουργήθηκαν από τη μυθιστορηματική φαντασία (Επτά Παίδες της Εφέσου). Υπήρξαν αυθεντικοί άγιοι, με λατρεία που αναπτύχθηκε χωρίς

Page 144: ΕΛΠ20 περίληψη

μυθολογικό στοιχείο (259) όπως ο άγιος Γεώργιος. Τέλος, υπήρξαν άγιοι που κληροδοτήθηκαν από την ειδωλολατρική παράδοση, όπως ο Κύρος και ο Ιωάννης που αντικατέστησαν την Ίσιδα. Παρ’ όλες τις ομοιότητες, οι άγιοι δεν εξομοιώθηκαν ποτέ με τους θεούς. Οι συγγραφείς Βίων ή Θαυμάτων εφιστούν την προσοχή στο γεγονός πως δε θαυματουργεί ο άγιος αλλά ο θεός μέσω του αγίου, ενώ οι διηγήσεις θαυμάτων τελειώνουν με δοξολογία προς το θεό. Αυτό γινόταν για αποφυγή του κινδύνου να λάβει η λατρεία ενός αγίου επικίνδυνες διαστάσεις. Συμπέρασμα : υπάρχουν πολλές αντιστοιχήσεις μεταξύ αρχαίου και χριστιανικού κόσμου σε θέματα λατρείας και πίστης. Ανά περίπτωση, οι ομοιότητες αυτές ήταν λατρευτικά κατάλοιπα του παρελθόντος, συστατικά ‘νέας’ ή παλιάς θρησκείας ή υπαγορεύσεις των χριστιανών πνευματικών ηγετών για την προσέλκυση κόσμου. 

Οι Επιβιώσεις των (26) Εορτών και των Εθίμων και η Αντίθεση της Επίσημης Εκκλησίας. Γνωρίσαμε ήδη τις χριστιανικές εορτές και πανήγυρεις που εκτός από στοιχείο της λατρείας τους, ήταν και αφορμή συνάντησης και ψυχαγωγίας. Ωστόσο, προέκυψε μια παράξενη συμβίωση χριστιανικών και εθνικών εορτών. Το ίδιο συνέβη και με κάποια έθιμα, που καμιά φορά δεν είχαν καμία σχέση με την αρχαία θρησκεία. Αρκούσε όμως να θεωρηθούν ξένες προς την κατά Χριστόν ζωή για να θεωρηθούν ‘αρχαία ήθη’. Οι χριστιανοί που συνέχιζαν να τα τηρούν, ονομάζονταν ‘ελληνίζοντες’. Πηγές από κείμενα χριστιανών συγγραφέων και τις καταδικαστικές αποφάσεις εκκλησιαστικών συνόδων. Ιωάννης Δαμασκηνός : στο ‘περί αιρέσεων’, αναφέρει τα έθιμα που τηρούν οι ‘εθνικόφρονες’, χριστιανοί δηλ. που κράτησαν εθνικές λατρευτικές συνήθειες. Παραδέχονται την τύχη, τη μοίρα, την αστρολογία, τη μαντεία, ερμηνεύουν οιωνούς, τελούν θυσίες εξιλασμού και εξορκισμού. Οι επιβιώσεις αυτές εκδηλώνονται ως : - πρακτικοί τρόπου για την πρόβλεψη του μέλλοντος : μαντεία, ωροσκόπια, αστρολογία) - μαγικές αποτροπαϊκές πρακτικές : θυσίες εξιλασμού, εξορκισμού - ενεργός συμμετοχή σε ειδωλολατρικές εορτές Λίγο πριν το Δαμασκηνό, η Πενθέκτη σύνοδος είχε καταδικάσει πολλές εθνικές εορτές και ειδωλολατρικές πρακτικές. Αφού αυτά εμφανίζονται και αργότερα, καταλαβαίνουμε πως οι πιστοί δεν τα εγκαταλείπουν αμέσως. Με το επιθετικό της ύφος, η εκκλησία δείχνει την αγωνία της για την εξάλειψή τους. Οι περισσότερες εορτές που αναφέρονται στην Πενθέκτη (261) είχαν κυρίως ρωμαϊκή καταγωγή. Υπήρχαν οι Καλένδες (1η Ιανουαρίου), τα Βότα, τα Βρουμάλια και άλλες. Ιδιαίτερη εορτή ήταν η 1η Μαρτίου, με ορχήσεις γυναικών και ανδρών. Οι ετήσιες αυτές εορτές συνδυάζονταν με μεταμφιέσεις ζώων, χρήση προσωπείων, χορούς, συμπόσια και γενικό ξεφάντωμα. Ξένη προς το βίο των χριστιανών θεωρήθηκε η προσφυγή σε μάντη, τα άλματα πάνω από φωτιές και η συμμετοχή σε θεατρικά παιχνίδια. Πάντως, μερικές εορτές επεβίωσαν και μετά την καταδίκη τους. Οι Καλένδες εξακολούθησαν να εορτάζονται, όπως και τα Βρουμάλια. Όσο δύσκολο και αν ήταν να καταργηθούν οι παγανιστικές εορτές, ήταν σχεδόν αδύνατο να καταργήσουν οι Βυζ. τη μαγεία και την αστρολογία. Αρκετοί (262) όπως ο Μιχαήλ Ψελλός πίστευαν πως υπήρχε μια δόση αλήθειας σε αυτές. Άλλωστε για τους περισσότερους ανθρώπους ήταν περιθωριακές εκδηλώσεις πίστης. Η Εκκλησία είχε να αντιπαλέψει την αδυναμία του ανθρώπου να κατανοήσει τη ζωή και την επιθυμία του να γνωρίζει το μέλλον. 

Page 145: ΕΛΠ20 περίληψη

Σύνοψη Ενότητας Οι παγανιστικές επιβιώσεις βρίσκονται σε δύο επίπεδα, τη λατρεία και τα έθιμα των Βυζ. υπάρχουν αρκετά στοιχεία της εθνικής θρησκείας, με μεγαλύτερη την ομοιότητα της πίστης προς τους αγίους. Η εγκοίμηση, η λατρεία των λειψάνων, η ανάδειξη αγίου ως προστάτη μιας πόλης, δηλώνουν μια συνέχεια. Πάντως, δε μπορούμε να είμαστε πάντα βέβαιοι για αυτή τη συνέχεια. Παρά την καταδίκη εθνικών πρακτικών από την εκκλησία πολλές εορτές και έθιμα επιβιώνουν μέχρι τα μεσαιωνικά χρόνια. Το ίδιο η μαγεία και η αστρολογία. 

Σύνοψη Κεφαλαίου (263) Είδαμε πως οι έριδες και οι αιρέσεις απασχόλησαν τη βυζ. εκκλησία κατά την πρώιμη περίοδο. Κατόπιν ήρθε η κρίση της εικονομαχίας, το κίνημα του ησυχασμού, το σχίσμα. Σε όλες αυτές τις κρίσεις, ο αυτοκράτορας είχε ουσιαστική συμμετοχή. Οι κυριότερες πηγές μας για τα εκκλησιαστικά του βυζ. έρχονται από τα αγιολογικά κείμενα, την εκκλησιαστική ιστοριογραφία και τα μοναστηριακά Τυπικά. Το αναχωρητικό φαινόμενο, με κεντρική θέση στη θρησκευτική ζωή, έχει δύο μορφές τον ασκητισμό και τον κοινοβιακό μοναχισμό. Η Εκκλησία στελεχώνεται από μορφωμένους επισκόπους, που αποκτούν κύρος και αίγλη κατά την πρώιμη περίοδο, ενώ ο κατώτερος κλήρος είχε μεγαλύτερη σχέση με τους Λαϊκούς. Οι εορτές και οι πανηγύρεις είναι οι αφορμές μετακίνησης, με ευρείες κοινωνικές διαστάσεις. Αναπόσπαστα στοιχεία της χριστιανικής λατρείας είναι η λατρεία των λειψάνων και η πίστη στις θαυματουργίες των αγίων, με ενσωματωμένα αρκετά παγανιστικά στοιχεία._________________

Page 146: ΕΛΠ20 περίληψη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 (277) Ο Δημόσιος Βίος των Ελλήνων Κατά την Περίοδο της Οθωμανικής Κυριαρχίας 

Η Θέση των Ελλήνων ως Υπηκόων της Οθωμ. Αυτοκρατορίας 

Υπήρχαν δύο κατηγορίες : Οι Μουσουλμάνοι Οι Μη Μουσουλμάνοι : περιλαμβάνονταν οι Έλληνες ως χριστιανοί και αποτελούσαν υπηκόους δεύτερης κατηγορίας. Δεν εντάσσονταν στο στρατό της αυτοκρατορίας, δε συμμετείχαν στη διοίκηση της χώρας και επωμίζονταν το μεγαλύτερο μέρος της φορολογίας και άλλων υποχρεώσεων. Υπάγονταν σε διάφορες κατηγορίες, ανάλογα με τον τρόπο υποδούλωσής τους: οικειοθελής παράδοση, στρατιωτική ήττα, ή, ανάλογα με τη σημασία που είχε η περιοχή τους. Στην τελευταία περίπτωση, η οθωμανική διοίκηση παρείχε κάποια προνόμια που διέφεραν ανά περιοχή. Οι έλληνες θεωρούνταν ζιμμί, οπαδοί μονοθεϊστικής θρησκείας, των οποίων τα ιερά βιβλία ήταν αποδεκτά από το Ισλάμ. Δεν υπήρχε σαφής προσδιορισμός των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των ζιμμί, εκτός από την καταβολή του ειδικού κεφαλικού φόρου. Όλα τα υπόλοιπα ήταν κατά περιοχή και ανά συνθήκες. Η κοινωνική ανωτερότητα των μουσουλμάνων ήταν απόλυτη. Ακόμη και προνομιούχοι χριστιανοί (Φαναριώτες) υστερούσαν έναντι (278) ενός μουσουλμάνου σε περίπτωση αντιπαράθεσης. Σύμφωνα με τούρκους ιστορικούς, η υπεροχή αυτή προερχόταν από τη στρατεύσιμη ιδιότητά τους, ότι δηλαδή παρείχαν προστασία έναντι ξένης επιβουλής. 

Το Παιδομάζωμα Πρόκειται για τη βίαιη στρατολόγηση παιδιών στα σώματα των γενίτσαρων, όπου αποξενώνονταν από την οικογένεια και εξισλαμίζονταν υποχρεωτικά. Πρόκειται για πολύ πικρή ιστορία. Η πρακτική αυτή εγκαταλείφθηκε, όταν σταμάτησε η εδαφική επέκταση της αυτοκρατορίας κι έτσι δε χρειαζόταν επιπλέον στρατός. Ο ρόλος των γενίτσαρων δεν ήταν μόνο στρατιωτικός: αποκομμένοι από τις ρίζες τους γινόντουσαν επίλεκτοι αξιωματικοί που καταλάμβαναν συχνά, υψηλά αξιώματα. Η δουλειά τους ήταν να προστατεύουν το σουλτάνο από τυχόν ανταπαιτητές του θρόνου, καθώς εκπαιδεύονταν από μικροί να τον θεωρούν πατέρα και προστάτη τους. Επικίνδυνοι για κάτι τέτοιο, ήταν οι γόνοι οθωμανικών οικογενειών που έπαιρναν (279) κρατικά αξιώματα. Έτσι, η ένταξη ενός νέου στους γενίτσαρους αποτελούσε τραγική μοίρα από την οικογένειά του, ενώ προκαλούσε το φθόνο των Τούρκων. 

Οι Φορολογικές Υποχρεώσεις των Ελλήνων Τους τελευταίους αι. η αυτοκρατορία είχε παρακμάσει κι αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα. Στηριγμένη σε αναχρονιστικούς θεσμούς, τα έσοδά της ήταν μόνο από τη φορολόγηση των υπηκόων της. Καθώς όμως δεν είχε την απαραίτητη διοικητική δομή ελέγχου, κατέληξε στην αυθαίρετη και ανεξέλεγκτη αφαίμαξη. Ακολουθεί λίστα : - το χαράτσι : έγγειος φορολογία, αναλογική (ποσοστό επί της παραγωγής, δεκάτη) ή πάγια (ανάλογα την έκταση και την ποιότητα του αγρού) - φόρος μύλων : επιβαλλόταν σε μύλους και εργαστήρια. Ήταν ανάλογος της χρονικής διάρκειας του μύλου ή του εργαστηρίου - φόρος άλεσης καφέ (!) : τον μοιράζονταν το Δημόσιο, ο αλεστής και ο καβουρντιστής 

Page 147: ΕΛΠ20 περίληψη

- δικαίωμα γάμου : καταβαλλόταν από τον (280) πατέρα της νύφης και αποτελούσε πρόσοδο του τιμαριού της περιοχής. Τον πλήρωναν και οι μουσουλμάνοι αλλά οι έλληνες έδιναν τα διπλά - Φόρος εγκλημάτων και ανθρωποκτονιών : επιβαλλόταν στο δολοφόνο. Για μικρότερες παραβάσεις προβλεπόταν πρόστιμο. Τον εισέπραττε ο πασάς της επαρχίας που επεδίωκε να τις δικάζει αυτός - Φόρος μεταβίβασης γης : από τους κληρονόμους του γεωργού για να λάβουν άδεια καλλιέργειας. Αντιστοιχούσε στο ένα δέκατο της αξίας του αγρού - Φόρος καπνού : από αυτούς που διέμεναν σε οικήματα του τιμαρίου και ήταν φόρος για την εστία, το τζάκι - Σπέντζα : αποκλειστικά για ενήλικους μη μουσουλμάνους. Εκεί γινόταν όργιο αυθαιρεσιών - Δασμοί : σε εισαγωγές και εξαγωγές, όπου οι μουσουλμάνοι και οι Ευρωπαίοι είχαν προνόμια έναντι των Ελλήνων - Αγορανομικά τέλη : για την εμπορία και μεταφορά ειδών. Το ύψος το καθόριζε ο καδής - Ιστηράς : υποχρεωτική πώληση αγαθών σε χαμηλές τιμές για τη σίτιση της πρωτεύουσας. Επαχθής φορολογία που για να εξασφαλίζει τα αγαθά αυτά, απαγόρευε την εξαγωγή τους. - Δαπάνες διοίκησης : πλήθος φόρων από την υπογραφή ενός εγγράφου έως τη συμμετοχή στη συντήρηση των κάστρων του Δούναβη. Ήταν ανεξέλεγκτες καθώς η Υψηλή Πύλη δε μπορούσε να κρατήσει τα αρπακτικά της. 

Από το 17ο αι. (281) που σταμάτησαν οι νίκες του οθωμ. Στρατού που εφοδίαζαν το κράτος με πλούσια λάφυρα, οι πασάδες ανέλαβαν τη διοίκηση των επαρχιών, έχοντας καθήκον να διατηρούν ετοιμοπόλεμο το στρατό και να λειτουργούν ως φοροεισπράκτορες. Έτσι εξελίχθηκαν σε οικονομικούς διαχειριστές που εκτός από την είσπραξη και την καταβολή των φόρων στην πρωτεύουσα, παρακρατούσαν χρήματα οι ίδιοι, αντί μισθού. Τα χρήματα αυτά τα χρησιμοποιούσαν για τη συντήρηση του στρατού και για τη δωροδοκία των αξιωματούχων εκείνων που μπορούσαν να τους βοηθήσουν να διατηρήσουν την εξουσία τους. Με ένα σύστημα εκπλειστηριασμού και εκμετάλλευσης των πόρων της περιοχής τους, εξασφάλιζαν την είσπραξη των φόρων, με τη βοήθεια τρίτων που κι αυτοί κερδοσκοπούσαν με τη σειρά τους. Με όλες αυτές τις τσιριτσάντζουλες, τα ποσά ήταν πολλαπλάσια αυτών που έφταναν στο θησαυροφυλάκιο του σουλτάνου. Η κεντρική εξουσία γνώριζε τις αυθαιρεσίες αυτές, αλλά είτε λόγω παρακμής της κρατικής μηχανής, είτε την ανάπτυξη τοπικών δυνάμεων, έδειχνε ανοχή. Άλλωστε, η ανάθεση αυτών των διαδικασιών σε ιδιώτες ξαλάφρωναν το κέντρο από τη διατήρηση ειδικών υπαλλήλων. Τέλος, έδινε την ευκαιρία στους υπαλλήλους να πλουτίζουν, και να μην εκφράζουν δυσαρέσκειες. Με αυτές τις συνθήκες (282) οι χριστιανοί ήταν εκτεθειμένοι σε όλες τις αυθαιρεσίες που δεν περιορίζονταν στην καταβολή φόρων, ή τις αγγαρείες, αλλά τους ανάγκαζε να φιλοξενούν πλουσιοπάροχα τους Οθωμανούς άρχοντες, τόσο σε είδος όσο και σε χρήμα. Η υποχρέωση αυτή αφορούσε κάθε Ευρωπαίο που βρισκόταν στην αυτοκρατορία. Άλλες υποχρεώσεις των ελλήνων ήταν η συντήρηση, ο ανεφοδιασμός και η στελέχωση του στόλου. Η θητεία τους δεν είχε μεγάλη χρονική διάρκεια οι συνθήκες όμως παντελώς άθλιες. Για αυτό, όσοι μπορούσαν την εξαγόραζαν. 

Page 148: ΕΛΠ20 περίληψη

Τρόποι Μετριασμού της Αυθαιρεσίας Μέσα σε αυτό το χαμό, οι Έλληνες προσπαθούσαν να πετύχουν τη λιγότερο δυνατή ανάμιξη των οθωμανών στα εσωτερικά τους. Η απευθείας καταβολή των φόρων στην Κωνσταντινούπολη ήταν ένας τρόπος και θα δούμε παρακάτω πως γινόταν. Μεμονωμένοι υπήκοοι μπορούσαν να αποφύγουν τις αυθαιρεσίες αν αναγνωρίζονταν ως διπλωματικοί ή εμπορικοί αντιπρόσωποι κάποιας ευρωπαϊκής χώρας. Αυτοί εφοδιάζονταν με ειδικό έγγραφο που πιστοποιούσε την ιδιότητά τους και τους εξασφάλιζε. Όμως, (283) η δυνατότητα αυτή ήταν εξαιρετικά περιορισμένη και εγκυμονούσε κινδύνους, σε περίπτωση που η αυτοκρατορία εμπλεκόταν σε πόλεμο με την εν λόγω χώρα. Άλλος τρόπος ήταν η εθελουσία εξωμοσία, δηλαδή η αλλαγή θρησκείας. Πάντως ήταν πολλοί αυτοί που διατηρούσαν κρυφά την αρχική τους πίστη, παρ’ όλους τους κινδύνους (κρυπτοχριστιανοί). Πάντως, κάποιοι έλληνες απέκτησαν και διατήρησαν τη δυνατότητα να ανέρχονται ως διερμηνείς, ή ως διοικητές των Παραδουνάβιων Ηγεμονιών. Λέγονταν Φαναριώτες καθώς διέμεναν στο Φανάρι, περιοχή δίπλα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Δεδομένου ότι το Ισλάμ δεν ενθάρρυνε την εκμάθηση ξένων γλωσσών, η μόρφωση των Φαναριωτών και άλλων ελλήνων λόγιων τους βοήθησε ιδιαίτερα, όταν η αυτοκρατορία άρχισε να αναγνωρίζει τα ευρωπαϊκά κράτη ως αντιπάλους. Οι δραγομάνοι, όπως ονομάζονταν οι διερμηνείς, ήταν απαραίτητοι στους αγράμματους Οθωμανούς που δε μπορούσαν να διαβάσουν ή να γράψουν. Η παιδεία δεν ήταν απαραίτητη στο στρατό. Οι εξαιρέσεις ήταν ελάχιστες. Οι έλληνες που παρείχαν τις υπηρεσίες τους συχνά γίνονταν μέλη του φιλικού τους περιβάλλοντος. Βοηθούσαν στις συναλλαγές των οθωμανών και συχνά τους δάνειζαν. Όλα αυτά όμως είναι η εξαίρεση. Οι έλληνες ήταν πάντα δεύτερης κατηγορίας, κάτι που προκαλούσε δυσαρέσκεια, ιδιαίτερα ανάμεσα στους μορφωμένους και πλούσιους. 

Συμπέρασμα : λόγω της πίστης τους, οι έλληνες ήταν υποδεέστεροι των οθωμανών. Είχαν κυρίως φορολογικές υποχρεώσεις ενώ τα δικαιώματά τους ήταν ελάχιστα και συνήθως καταστρατηγούνταν. Κάποιοι, κατάφεραν να αναλάβουν υψηλά αξιώματα και να αποκτήσουν πλούτη και πολιτική επιρροή. Η συμβολή τους στην προετοιμασία της επανάστασης ήταν σημαντική. 

Οι Έλληνες ως Μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας (285) Η ιδιότητα των ελλήνων ως χριστιανών, τους έδινε κάποιο πολιτιστικό προβάδισμα σε σχέση με τους υπόλοιπους ορθόδοξους. Οι πατριάρχες και οι ανώτεροι κληρικοί μπορεί να μην είχαν ελληνική καταγωγή, είχαν όμως ελληνική παιδεία. 

Οργάνωση και Αρμοδιότητες του Οικουμενικού Πατριαρχείου Ο Οικουμενικός Πατριάρχης περιβλήθηκε από το Μωάμεθ τον Πορθητή με υψηλό κύρος και αρκετές αρμοδιότητες αμέσως μετά την άλωση. Ο Πατριάρχης έγινε και κοσμικός ηγέτης των ορθόδοξων υπηκόων και προσωπικά υπόλογος για τη νομιμοφροσύνη τους. Η (286) δικαιοδοσία του επεκτεινόταν σε όλους τους ορθόδοξους χριστιανούς, εκτός από εκείνους που υπάγονταν στα πατριαρχεία Αντιοχείας, Ιεροσολύμων και Αλεξανδρείας καθώς και στην αυτοκέφαλη εκκλησία της Κύπρου. Το κύρος του Οικουμενικού, πάντως, υπερέβαινε των άλλων. Επίσης, είχε εκκλησιαστική δικαιοδοσία και επί των ορθόδοξων που ζούσαν εκτός αυτοκρατορίας. 

Page 149: ΕΛΠ20 περίληψη

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο απέκτησε κατά την οθωμανική κυριαρχία περισσότερη επιρροή και δικαιοδοσίες από όσες είχε τη βυζ. περίοδο. Υπήρχε ο Καπού κεχαγιάς, επίσημα διαπιστευμένος εκπρόσωπος στην Υψηλή Πύλη, που συνεργαζόταν στον αρμόδιο για θέματα δικαιοσύνης οθωμανό, όταν το ζήτημα αφορούσε σύλληψη έλληνα από την αστυνομία. Ο Μέγας Λογοθέτης : ιδιαίτερα σημαντικό αξίωμα, που εποφθαλμιούσαν όλοι. Εκπροσωπούσε το κοσμικό στοιχείο του πατριαρχείου. Φυσικά, υπήρχαν και άλλοι κληρικοί και λαϊκοί, που στελέχωναν τη γραμματεία του πατριαρχείου. Η Εκκλησία μπορούσε να εκδικάζει υποθέσεις οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου. Αρμόδιο όργανο ήταν το Πατριαρχικό Ντιβάνι, με δύο συνεδρίες την εβδομάδα υπό τον Πατριάρχη, ή αργότερα του Πρωτοσύγγελου. Η εκκλησιαστική εξουσία ήταν υποδεέστερη της κρατικής, όφειλε να εκφράζεται μέσα από τις δομές της και να συμμορφώνεται ανάλογα. Η διοικητική διαίρεση της εκκλησίας λάμβανε υπόψη της τη διάκριση σε επαρχίες της Ανατολίας και της Ρούμελης. Η εκκλησιαστική διοίκηση επικεντρωνόταν στην άντληση πόρων από τους πιστούς. Οι οικονομικές συναλλαγές μεταξύ οθωμανών και εκκλησίας ήταν δυσάρεστη αλλά αναγκαία πρακτική. Άλλωστε το οθωμανικό κράτος ασκούσε ιδιαίτερο έλεγχο στην εκκλησία για την εξασφάλιση των απαραίτητων πόρων της. Για να ανταπεξέλθει, το Πατριαρχείο τηρούσε (287) την κάσα του κοινού, ένα είδος τράπεζας του Γένους. Η τράπεζα αυτή δανειζόταν για να πληρώσει τους τούρκους, δάνειζε όμως και η ίδια σε τρίτους, και μάλιστα με τόκο. Την εποπτεία είχαν οι Επίτροποι και οι Έφοροι, που αποκαλούνταν τιμιώτατοι. Το μικτό αυτό σώμα, είχε την οικονομική διαχείριση αλλά και σημαντική συμμετοχή στα ελληνικά ζητήματα. Τα έσοδα προέρχονταν από φόρους τόσο βυζαντινούς, όσο και οθωμανικούς. Καθώς οι φόροι δεν επαρκούσαν, κατέφευγε στις ‘ζητείες’ ένα είδος εράνων. Δεχόταν επίσης εισφορές σε είδος. Οι κατώτεροι κληρικοί ζούσαν ως αγρότες. Έτσι επικοινωνούσαν καλύτερα με το ποίμνιό τους, αποθαρρύνοντας την ενασχόλησή τους με την παιδεία. Η έλλειψή της ήταν κοινό γνώρισμα των περισσότερων κληρικών της υπαίθρου. Τη συντήρησή τους αναλάμβανε το ποίμνιο κι αυτό ενίσχυε την εγγραμματοσύνη τους. Άλλη πηγή εισοδήματος ήταν τα τυχερά, πάντα ανάλογα με τη δυνατότητα της ενορίας. Πάντως τα έσοδα των εξομολογητών που ήταν επιεικείς με τους πιστούς, ήταν μεγαλύτερα. Οι πιστοί είχαν κι άλλες υποχρεώσεις πέρα από τα τυχερά ή τη συντήρηση των ιερέων. Καθώς η εκκλησία χρειαζόταν χρήματα για δωροδοκίες , επιβάρυνε τους πιστούς με αυτές τις οφειλές. Η οθωμ. Διοίκηση τηρούσε στάση νομιμοποίησης αλλά και εκφοβισμού της εκκλησίας. Τα σουλτανικά φιρμάνια μπορούσαν να διατάξουν διορισμό, παύση ή εξορία. Επίσης χρειαζόταν άδεια για την ανοικοδόμηση ή επισκευή ναών από τις αρχές που έβρισκαν επιπλέον τρόπο να κερδοσκοπήσουν. Μετά τη συνθήκη του Κουτσούκ Καϊναρτζή οι ορθόδοξοι υπήκοοι της αυτοκρατορίας είχαν την ρωσική προστασία (288). Αυτό επέτρεψε την έκδοση άδειας επισκευής του κτιρίου του πατριαρχείου. Το μεγαλύτερο έξοδο φυσικά ήταν η δωροδοκία των οθωμανών, πάντως όλα τα έξοδα τα επωμίστηκαν οι πιστοί. Υπήρχαν πολλές αφορμές για να επιβληθούν οικονομικές επιβαρύνσεις στην εκκλησία (έχει παραδείγματα το εγχειρίδιο) και οι οθωμανοί τις εκμεταλλευόντουσαν όλες, παρά τη φαινομενική ανεξιθρησκεία. 

Page 150: ΕΛΠ20 περίληψη

Συμπέρασμα : η εκκλησία ήταν σημαντικός θεσμός κατά την υποδούλωση και απέκτησε κάποια κοσμικά καθήκοντα και εξουσίες. Συντέλεσε στη διατήρηση της γλωσσικής και πολιτισμικής ενότητας και τη διαμόρφωση κοινών δεσμών και συμφερόντων έναντι του μουσουλμάνου κατακτητή. 

Η Κοινοτική Αυτοδιοίκηση και τα Τοπικά Προνόμια (289) Εκτός από την εκκλησία, οι οθωμανοί δέχτηκαν και διατήρησαν και το θεσμό της τοπικής αυτοδιοίκησης. Αυτός διατήρησε βυζ. στοιχεία, προσαρμόστηκε όμως και στις νέες ανάγκες. Η οθωμ. Διοίκηση χρειαζόταν ειδικό μηχανισμό δημοσιονομικής πολιτικής. Αντίστοιχος θεσμός, με μεγαλύτερες όμως δικαιοδοσίες υπήρχε και για τους μουσουλμάνους υπηκόους. Αγιάν : οι μουσουλμάνοι κοινοτικοί άρχοντες Δημογέροντες, προεστοί, πρόκριτοι, κοτσαμπάσηδες : οι ορθόδοξοι κοινοτικοί άρχοντες. Οι επαρχιακές διοικητικές οθωμανικές αρχές είχαν τοπικά συμβούλια αγιάνηδων και προεστών, με συμβουλευτικό και συμπληρωματικό ρόλο, καθώς τα υπηρεσιακά συμβούλια στελεχώνονταν αποκλειστικά με οθωμανούς. 

Η Εκλογή των Κοινοτικών Αρχόντων Γινόταν με εθιμικές διαδικασίες κατά το Μάρτη ή τον Απρίλη, από τους άνδρες της κοινότητας, που συγκεντρώνονταν στην αυλή της εκκλησίας. Κατά τους πρώτους αι. της τουρκοκρατίας, συνήθως εκλέγονταν οι ιερείς. Αργότερα η κοινοτική εξουσία έγινε πιο κοσμική και κριτήρια για την εκλογή ήταν η εμπειρία, η ηλικία, η εγγραμματοσύνη, ο πλούτος και η δυνατότητα καλής συνεργασίας με τους οθωμανούς. Η συχνή ανάμιξη των αρχών ήταν καθοριστική. Η εκλογή επικυρωνόταν από τις αρχές με το χοτζέτι του καδή ή του πασά της επαρχίας. Οι προεστοί είχαν φοροαπαλλαγές και τιμητική τουρκική συνοδεία κατά τις μετακινήσεις τους. Φορούσαν πολυτελή (290) ενδυμασία, δηλωτική του αξιώματος, κυρίως όμως αποκτούσαν πολιτική επιρροή. Οι προεστοί που εκπροσωπούσαν όλες τις κοινότητες της επαρχίας ή της περιφέρειας αποκτούσαν δύναμη που οι οθωμανοί δε μπορούσαν να αγνοήσουν. Οι τοπικοί αξιωματούχοι, ορθόδοξοι και μη, λόγω της εντοπιότητας και της μακράς θητείας τους, υπερτερούσαν έναντι των διορισμένων διοικητικών αξιωματούχων που πολλές φορές αντικαθίσταντο άμεσα. Σε ορισμένες επαρχίες, η δύναμή τους ήταν τόση που ο οθωμανός αξιωματούχος έπρεπε να τους λαμβάνει σοβαρά υπόψη. 

Οι Αρμοδιότητες των Κοινοτικών Αρχόντων - η ενημέρωση των μελών για την έκδοση κρατικών αποφάσεων που έπρεπε να γνωστοποιήσουν στον πληθυσμό της κοινότητάς τους - η κατανομή φόρων στις διάφορες κοινότητες και η επίλυση των σχετικών διαφορών - διαχειριστικός έλεγχος στις τοπικές διοικητικές δαπάνες, πριν την επικύρωσή τους από τον καδή 

Βεκίληδες : μόνιμοι εκπρόσωποι των προεστών στην Κωνσταντινούπολη. Μέσω αυτών είχαν άμεση ενημέρωση για την κρατική πολιτική και μπορούσαν να την επηρεάσουν με δωροδοκίες και προσωπικές διασυνδέσεις. Τα έξοδα αυτά βάραιναν φυσικά το λαό τους. Οι βεκίληδες ήταν πρόσωπα εμπιστοσύνης των προεστών και φρόντιζαν τα συμφέροντά τους. Συχνά τα συμφέροντα των προεστών και του λαού τους συνέπιπταν, όπως π.χ. οι φορολογικές ελαφρύνσεις. Τα τοπικά αυτά προνόμια

Page 151: ΕΛΠ20 περίληψη

(291) ήταν μέρος της πολιτικής διαίρεσης που εφάρμοζαν οι οθωμανοί για να διατηρούν τον έλεγχο (διαίρει και βασίλευε). Πέρα όμως (292) από αυτό, οι εκπλειστηριασμοί των επαρχιακών εισοδημάτων και η προικοδότηση ευαγών ιδρυμάτων προς την οικογένεια του σουλτάνου, συνεπαγόταν επιβαρύνσεις ή απαλλαγές. Έτσι, οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των κατοίκων ανάμεσα στις περιοχές, παρουσίαζαν μεγάλες αποκλίσεις. Το καθεστώς της κάθε περιοχής, είχε να κάνει και με τις συνθήκες που η περιοχή αυτή είχε περιέλθει στην αυτοκρατορία (ειρηνικά, κατόπιν μάχης) στην οικονομική και στρατηγική της σημασία για το κράτος. Έτσι, τα νησιά του Αιγαίου και η Μάνη διατήρησαν ένα βαθμό αυτονομίας, και υπήρχε σχεδόν παντελής απουσία τούρκων στην περιοχή. Οι τοπικές οθωμανικές αρχές είχαν μάλλον συμβολική σημασία και συνεργάζονταν με τους προεστούς. Το ίδιο συνέβαινε και σε άλλες περιοχές (Μέτσοβο, Ύδρα) όπου το προνόμιο ήταν ουσιαστικά, η απαλλαγή των κατοίκων από τον έλεγχο των τοπικών κέντρων εξουσίας και η απευθείας υπαγωγή τους στην κεντρική διοίκηση. Η μετακίνηση πληθυσμών σε πιο προνομιούχες περιοχές ελεγχόταν από ειδική νομοθετική ρύθμιση που απαγόρευε την εγγραφή κάποιου σε φορολογική λίστα άλλη από αυτήν που βρισκόταν αρχικά. Άλλο κίνητρο ήταν η κατανομή των φόρων όχι ατομικά, αλλά συλλογικά, έτσι ώστε αν έφευγε κάποιος το μερίδιό του το κάλυπταν οι συντοπίτες του. Πέρα από τη φορολογία, την εκπροσώπηση και τη συνεργασία με τις αρχές, οι προεστοί είχαν και άλλα καθήκοντα που είχαν να κάνουν με τη δημόσια ζωή της κοινότητας, τη διαχείριση της κοινοτικής περιουσίας, την τήρηση των ληξιαρχικών και άλλων εγγράφων κ.α. Το κυριότερο όμως (293) είναι πως οι προεστοί αποτελούσαν μια μορφή διοικητικής οργάνωσης των υπόδουλων, που τους εξασφάλιζε κάποια εκπροσώπηση και μια στοιχειώδη ασφάλεια. 

Συμπέρασμα : αν και φαινομενικά δευτερεύον, ο θεσμός της τοπικής αυτοδιοίκησης γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη και απέκτησε πολιτική δύναμη λίγο πριν την επανάσταση. Αυτό οφειλόταν στην ανάπτυξη φυγόκεντρων τάσεων των πασάδων. Η κυβέρνηση ζητούσε τοπικούς συμμάχους και πολλές κοινότητες διαλέγονταν απευθείας με την κεντρική εξουσία. 

Η Απονομή Δικαιοσύνης (295) Δικαστικές αρμοδιότητες κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας είχαν οι δικαστικές οθωμανικές αρχές η Εκκλησία και οι Κοινότητες. 

Απονομή Δικαιοσύνης από τις Οθωμανικές Αρχές Το οθωμανικό δίκαιο ήταν συνδυασμός θρησκευτικής και πολιτικής νομοθεσίας. Θρησκευτική πλευρά : - το Κοράνι - οι προσθήκες σε αυτό των μαθητών και των πρώτων διαδόχων του Μωάμεθ - οι αποφάσεις των ιμάμηδων και των δασκάλων του Ισλάμ Οι πηγές αυτές αποτελούσαν το seri τον ιερό νόμο, που τον συμπλήρωναν οι Κανούν, οι πολιτικοί νόμοι του κράτους, η παράδοση και η θέληση του ηγεμόνα. Οι αστικές και ποινικές διατάξεις αυτής της νομοθεσίας εφαρμόζονταν και στους έλληνες, ενώ οι θρησκευτικές, μόνο στους μουσουλμάνους. Καδής : αρμόδιος δικαστικός αξιωματούχος. Στη δικαιοδοσία του περιλαμβανόταν ο καζάς, η περιοχή της επαρχίας ή του νομού. Δεν ήταν αποκλειστικά δικαστικός

Page 152: ΕΛΠ20 περίληψη

αξιωματούχος, αλλά επόπτης όλης της διοίκησης, για την εξασφάλιση της νομιμότητας. Τα δημόσια έγγραφα επικυρώνονταν μόνον από αυτόν, μεριμνούσε για τη μεταβίβαση αναφορών ή καταγγελιών ανεξάρτητα αν αυτός που τις υπέβαλλε ήταν έλληνας ή οθωμανός. Αναλάμβανε ποινικές υποθέσεις μόνον μετά από ειδική εντολή του πασά της περιφέρειας και ήταν υποχρεωτική η παρουσία και του αρμόδιου προεστού ή αγιάνη που μπορούσε να ασκήσει έφεση. Επίσης επικύρωνε κάθε δικαιοπραξία. Το αξίωμά του ήταν ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς μπορούσε να εγκαλέσει και τις οθωμανικές αρχές αν διαπίστωνε ατασθαλίες. Κι αυτός ο θεσμός όμως έχασε το κύρος του, όπως και το σύνολο της αυτοκρατορίας. Πάλι το κέρδος στη μέση. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα (296) ακραία φαινόμενα ασυνέπειας μεταξύ των ατόμων που αναλάμβαναν αυτήν τη θέση. Καθώς όλοι χρηματίζονταν, η απονομή της δικαιοσύνης ήταν πρακτικά ανύπαρκτη. Τέλος, η απληστία των οθωμανών, τους έκανε να κρατούν για τον εαυτό τους την εκδίκαση σοβαρών ποινικών αδικημάτων, ώστε να καρπώνονται το υψηλό χρηματικό πρόστιμο που είδαμε παραπάνω. Άλλοτε, αναλάμβαναν οι ίδιοι την απονομή δικαιοσύνης. Πάντως η επιβολή ποινών δεν ήταν ανεξέλεγκτη, ιδιαίτερα η θανατική έπρεπε να επικυρωθεί από την Κωνσταντινούπολη. Σε αντίθετη περίπτωση, υπήρχαν σοβαρές κυρώσεις. Πάντως, δεν είναι βέβαιος αυτός ο έλεγχος. 

Η Εκκλησία ως μηχανισμός Απονομής Δικαιοσύνης Το Πατριαρχείο, καθώς είχε αυτό το δικαίωμα παρότρυνε τους πιστούς να επιλύουν τις διαφορές τους μέσω του ιδίου κι όχι με εξωγενείς παράγοντες. Στις επαρχίες, δικαστικά καθήκοντα είχαν τα επισκοπικά δικαστήρια, με τον επίσκοπο και τους προεστούς. Οι αποφάσεις τους επανεξετάζονταν μόνο ενώπιον του πατριαρχικού δικαστηρίου και όχι των οθωμανών. Τις κοσμικές υποθέσεις, τις εκδίκαζε με βάση την Εξάβιβλο του Αρμενοπουλου, έναν κώδικα της βυζ. νομοθεσίας και επιβλήθηκε στον τουρκοκρατούμενο ελληνικό κόσμο. Ήταν μια γραπτή και όχι εθιμική νομοθεσία που παρουσίαζε διαφορές σε μερικές περιοχές. Σε ορισμένες περιπτώσεις η εκκλησία (297) νομοθετούσε για να αντιμετωπίσει απρόβλεπτες καταστάσεις. Το Πατριαρχείο διέθετε υπόγεια φυλακή για τους ‘άτακτους’ ή μπορούσε να τους στέλνει στο Ιπλικχανέ, ένα πλεκτήριο καραβόσχοινων για τον οθωμανικό στόλο. Διέθετε επίσης φρενοκομείο για κακοήθεις νεανίσκους άνδρες ή γυναίκες και τους ‘ανάγωγους άνδρες’. Τις ποινές εκτελούσαν όργανα του πατριαρχείου (γιασακτσήδες και ευταξίες) και οι μητροπολίτες. Η εκκλησία σπάνια εκτελούσε τις ως άνω ποινές. Συνήθως επέβαλλε πνευματικές ποινές όπως αφορισμούς, που ήταν πιο αποτελεσματικά για τους θρησκευόμενους έλληνες. 

Η Απονομή Δικαιοσύνης από τους Τοπικούς Άρχοντες Ήταν δευτερεύουσα και συμπληρωματική σε αυτήν της εκκλησίας. Τα θρησκευτικά δικαστήρια θεωρούνταν ανώτερα και τα κοινοτικά λειτουργούσαν περισσότερο ως διαιτητές. Στα πρώτα δινόταν έμφαση στο ιερό στοιχείο και στα δεύτερα στο κοσμικό. Οι έλληνες τα θεωρούσαν προτιμότερα των τουρκικών γιατί τα τουρκικά απαιτούσαν υπέρογκα ποσά αλλά και γιατί κατά τους έλληνες δεν ήταν αμερόληπτα. Όντως, σε περιπτώσεις αντιδικίας ορθόδοξου – μουσουλμάνου, ο καδής έδινε βαρύτητα στο μουσουλμάνο. Εκτός από αυτό, οι χριστιανοί θεωρούσαν ανεπίτρεπτο να προσφύγουν σε οθωμανικό δικαστήριο. 

Page 153: ΕΛΠ20 περίληψη

Οι αρχές αναγνώριζαν την ισχύ των κοινοτικών δικαστηρίων όπως και των θρησκευτικών (298) καθώς η φιλοσοφία τους ταύτιζε τη θρησκευτική και την πολιτική εξουσία και ήταν αποδεκτή η απονομή δικαιοσύνης στους χριστιανούς από τους ομόθρησκούς τους. Πάντως, η έκταση της δικαιοδοσίας ήταν ανάλογη με την πολιτική δύναμη της κοινότητας και τη δυνατότητα να αναφέρεται απευθείας στην κεντρική διοίκηση. Οι ποινές ήταν ανάλογες του εκκλησιαστικού δικαστηρίου και επιβάλλονταν μέσω της εκκλησίας. Συνηθισμένο μέτρο ήταν το ‘εξωεκκλησίασμα’, η απαγόρευση δηλαδή να εισέλθει ο τιμωρημένος στο ναό. Αν αγνοούσε την απαγόρευση δεν έπαιρνε αντίδωρο ούτε τον θυμιάτιζε ο παπάς, ενώ δεν τον επισκεπτόταν για τέλεση ιεροπραξίας. Η κλίμακα ξεκινούσε από απλό πρόστιμο και έφτανε στον αφορισμό από το μητροπολίτη. Οι συνέπειες του αφορισμού ήταν πολύ σοβαρές καθώς ο τιμωρούμενος δεν είχε πια θέση στην κοινωνία. Τα κοινοτικά δικαστήρια δίκαζαν με βάση το εθιμικό δίκαιο της περιοχής, που φυλασσόταν για να μην αλλοιωθεί από τους τούρκους. Έχουμε αρκετά σχετικά στοιχεία. 

Συμπέρασμα : η Εκκλησία και οι Κοινότητες παρείχαν ένα αίσθημα ασφάλειας στους υπόδουλους έλληνες ως προς την απονομή δικαιοσύνης. Βάσεις ήταν το βυζαντινό και τοπικό εθιμικό δίκαιο. 

Η Κοινωνική Πρόνοια (299) Παρά τις δύσκολες συνθήκες ζωής και την ένδεια, υπήρχαν θεσμοί που παρείχαν περίθαλψη στους άπορους και τους αναξιοπαθούντες. Σε όλη την επικράτεια υπήρχαν ευαγή ιδρύματα, που η συντήρηση και η λειτουργία τους εξασφαλιζόταν από κρατικούς πόρους. Στα θρησκευτικά αυτά ιδρύματα κατέφευγαν κυρίως μουσουλμάνοι. Για τους χριστιανούς, αρμόδια ήταν η εκκλησία και η κοινότητα. Η εκκλησία διατηρούσε στην πρωτεύουσα νοσοκομεία και άλλα ιδρύματα που λειτουργούσαν (300) με πόρους των ελληνικών κοινοτήτων της Πόλης, περιέθαλπταν όμως όλους τους έλληνες. Στην επαρχία, διέθετε κονδύλια για τη βοήθεια φτωχών την προίκιση κοριτσιών ή την προσφορά κάρβουνων και τροφής σε φτωχές οικογένειες. Άλλοτε αναλάμβανε την καταβολή των φόρων όσων δε μπορούσαν να ανταποκριθούν. Φιλανθρωπίες έκαναν και τα μέλη των κοινοτήτων, αγοράζοντας σκλάβους που πωλούσαν οι τούρκοι, ή μεριμνώντας για την κηδεία και την ταφή των άπορων. Τα έξοδα έβγαιναν από εράνους. Ιδιαίτερη μέριμνα απολάμβαναν οι άρρωστοι και τα βρέφη, που η κοινότητα, από φόβο για πιθανό εξισλαμισμό τους, τα φρόντιζε με τροφούς. Υπήρχε επίσης μια στοιχειώδη πυροσβεστική υπηρεσία, νεκροθάφτης που λεγόταν μόρτης. Ήταν συνήθως άτομα που είχαν επιβιώσει από θανατηφόρο λοιμώδες νόσημα (πανούκλα) και διέθεταν ανοσία. Επίσης υπήρχε μέριμνα για την πρόσληψη και μισθοδοσία ιατρού, πολλοί από αυτούς ιδιαίτερα λαμπροί. Οι γιατροί βοηθούσαν να αποφεύγονται εγκλεισμοί χριστιανών γυναικών στα χαρέμια, ή διευκόλυναν έναν κρατούμενο να δραπετεύσει. (301) Αρκετοί βέβαια ήταν κομπογιαννίτες, είχαν όμως μια κάποια θεραπευτική ικανότητα και πολλοί απέκτησαν μεγάλη φήμη. Για σοβαρές ασθένειες, κανονιζόταν η μεταφορά του ασθενή στην Πόλη, σε κάποιο νοσοκομείο. Αν στη Δύση, ο ασθενείς απομονώνονταν στην Ελλάδα και την Τουρκία θεωρούσαν ιερή την υποχρέωση της οικογένειας να φροντίσει τον ασθενή, ακόμη κι αν η μόλυνση επεκτεινόταν. Η φροντίδα και η στοργή μπορούσαν πολλές φορές να θεραπεύσουν ή να περιορίσουν την επιδημία. Στο τέλος της Τουρκοκρατίας, η επαφή με τη δύση έφερε άλλα ήθη όπως λοιμοκαθαρτήρια, που ήταν όμως η εξαίρεση και

Page 154: ΕΛΠ20 περίληψη

όχι ο κανόνας. Σε ορισμένες κοινότητες υπήρχε τακτική εισφορά υπέρ των πτωχών η οποία καταγραφόταν λεπτομερώς. 

Συμπέρασμα : Εκκλησία και κοινοτική αυτοδιοίκηση συνέδραμαν τους χριστιανούς που είχαν ανάγκη. Υποκαθιστούσαν την ανύπαρκτη κρατική κοινωνική πολιτική. Η λειτουργία (302) των θεσμών αυτών, συσπείρωσε ακόμη περισσότερο τους έλληνες._________________

Οι Κλέφτες και οι Αρματολοί (302) 

Η οθωμανική κυριαρχία δημιούργησε μια τάξη πραγμάτων στην οποία αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν οι υπόδουλοι. Η προσαρμογή αυτή όμως, ήταν επιφανειακή. Ήδη από τους πρώτους αι. γίνεται λόγος για τους stradioti, ελαφρά οπλισμένους έλληνες που πολεμούσαν τους Τούρκους στο πλευρό των Βενετών, ή συμμετείχαν σε εξεγέρσεις. Ονομαστός ήταν ο Μερκούριος Γκούμας. Οι (303) πηγές μας δεν επιτρέπουν να δούμε τις σχέσεις των στρατιωτών αυτών με τους ανθρώπους της υπαίθρου ή των πόλεων, όπως δε γνωρίζουμε την καταγωγή και την κοινωνική τους τάξη. Πάντως, υπάρχουν αναφορές για τους ‘έφιππους, γενναιότατους στρατιώτες’ από την εποχή του Νικηφόρου Φωκά. 

Οι Κλέφτες Οι έλληνες που αρνούνταν την τουρκική δουλεία, κατέφευγαν σε δυσπρόσιτες ορεινές περιοχές, σχημάτιζαν συνήθως μικρές, ένοπλες ομάδες και πραγματοποιούσαν ληστρικές επιδρομές. Οι Τούρκοι δεν κατάφεραν να τους αναχαιτίσουν, καθώς αρκετοί απέκτησαν αίγλη και θεωρήθηκαν ήρωες από τους υπόδουλους. Έτσι η έννοια του κλέφτη εξιδανικεύτηκε και έγινε αργότερα ταυτόσημη του εθνικού αγωνιστή. Το 17ο αι. οι κλέφτες άρχισαν να δημιουργούν μεγάλες ομάδες και να πραγματοποιούν οργανωμένες επιθέσεις, ενώ ταυτόχρονα το κύρος τους μεγάλωνε. Η κάθε ομάδα είχε συνήθως 50 άτομα, πλήρως αφοσιωμένα στον αρχηγό τους, τον καπετάνιο. Το αξίωμα αυτό δεν ήταν κληρονομικό, αλλά το ελάμβανε ο ικανότερος της ομάδας. Η εξουσία του δεν δεχόταν αμφισβήτηση και ήταν απεριόριστη. Η τακτική τους ήταν ο αιφνιδιασμός (κλεφτοπόλεμος). Εκμεταλλευόντουσαν τη γνώση του εδάφους (304), την ταχύτητα και την ορμή τους. Σε περίπτωση επίθεσης των Τούρκων, έβρισκαν καταφύγιο πίσω από φυσικά εμπόδια (βράχια, δέντρα) που τα ονόμαζαν ταμπούρια. Η ζωή τους απεικονίζεται στα δημοτικά τραγούδια εξιδανικευμένη, ενώ τους αναφέρουν και οι ξένοι περιηγητές της εποχής. Η αντοχή τους στις δυσκολίες και τις κακουχίες, η έλλειψη της οικογένειας και της γυναίκας – σοβαρά προβλήματα – είχε ως αντιστάθμισμα την προσωπική τους ελευθερία και αξιοπρέπεια, την απόκτηση φυσικών δεξιοτήτων καθώς και το θαυμασμό που απολάμβαναν. Σε περιοχές με έντονη τούρκικη παρουσία, η δράση τους ήταν περιορισμένη (Ήπειρος). Στις περιοχές με πιο χαλαρό έλεγχο (Πελοπόννησος) είχαν μεγάλη δύναμη και συνήπταν συμμαχίες με κοτσαμπάσηδες ή τούρκους αγιάνηδες. Όταν η αυτοκρατορία αντιμετώπισε εξωτερικά προβλήματα, η πιθανότητα να χαθεί ο έλεγχος ήταν μεγαλύτερη. Η Υψηλή Πύλη εξαπέλυσε διωγμό εναντίον τους και τους εξεδίωξε το 1805. όσοι μπόρεσαν, διέφυγαν στη Μάνη και τα Επτάνησα από όπου επέστρεψαν για την επανάσταση. Μαζί τους ήταν και ο Θ. Κολοκοτρώνης. 

Page 155: ΕΛΠ20 περίληψη

Οι Αρματολοί Ανήκαν σε παρόμοια κατηγορία με τους κλέφτες. Ο όρος σημαίνει τον ένοπλο φρουρό ή τον πειρατή. Από την αρχή της τουρκοκρατίας ιδρύθηκε στα δύσβατα Άγραφα της Θεσσαλίας το αρματολίκι, σώμα από πιθανόν τούρκους στρατιώτες. Οι τούρκοι αργότερα οργάνωσαν βοηθητικά σώματα από χριστιανούς, στους οποίους παρείχαν μισθό και φοροαπαλλαγή. Ο αρματολισμός αναπτύχθηκε με σκοπό τη φύλαξη των δερβενίων (κλεισουρών) από τους κλέφτες. Μεταξύ του 1520 – 1566 υπήρχαν 15 αρματολίκια στις Βόρειες περιοχές. Στην Πελοπόννησο δεν υπήρχε κανένα. Από τις αρχές του 18ου αι. οι αρματολοί που υποτίθεται φυλούσαν τους τούρκους, άρχισαν να συνεργάζονται με τους κλέφτες και να ξεφεύγουν από τον τουρκικό έλεγχο. Διάφοροι ηγήθηκαν εξεγέρσεων (Ζήσης Καραδήμος). Έτσι, οι τούρκοι διόρισαν εξισλαμισμένους αλβανούς στη θέση των αρματολών. Λίγο πριν την επανάσταση, οι κλέφτες και οι αρματολοί είχαν ταυτιστεί. Πάντως, οι τούρκοι συνέχισαν να στρατολογούν έλληνες, ακόμη κι όταν έβλεπαν πως δεν τους ωφελούσε. Τους προσέφεραν όμως πολύτιμη πολεμική εκπαίδευση. Ορισμένες περιοχές όπως το Σούλι και η Μάνη, για λόγους ιστορικούς και τοπογραφικούς είχαν ένα καθεστώς ημιαυτονομίας. Έτσι έγιναν καταφύγια όσων καταδίωκαν οι τούρκοι. 

Η Οικογένεια : τα Παιδιά, οι Έφηβοι, οι Γυναίκες και ο Γάμος (308) 

Η θέση Παιδιών και Εφήβων Η οικογένεια για τους οθωμανούς, ήταν η βασική φορολογική μονάδα, στην οποία κατανέμονταν οι κύριοι φόροι. Υπεύθυνος για την πληρωμή τους ήταν ο άνδρας μετά τα 12 ή τα 13, καθώς τότε θεωρούνταν ικανός να κρατά όπλο. Έτσι ο έφηβος αντιμετωπιζόταν ως άνδρας, μπορούσε να εκλεγεί κοτσάμπασης, κλέφτης ή αρματολός. Για να προσδιορίσουν την ηλικία των εφήβων, οι τούρκοι χρησιμοποιούσαν μια ηλίθια διαδικασία με ένα σκοινί (δες περιγραφή), καθώς οι γονείς πολλές φορές ψεύδονταν για την ηλικία του παιδιού τους. Φυσικά υπήρχαν και οι αυθαιρεσίες, μην ξεχνιόμαστε. Τα παιδιά αντιμετωπίζονταν ως ενήλικοι και όταν επρόκειτο για αγοραπωλησία ακινήτου. Οι σκληρές (309) συνθήκες διαβίωσης υποχρέωναν τα παιδιά να εργάζονται από πολύ μικρά στους αγρούς, σε σπίτια ευπόρων ή σε εργαστήρια, όπου πολλές φορές μάθαιναν την τέχνη. Σε περιπτώσεις που οι γονείς όφειλαν χρήματα που δεν μπορούσαν να πληρώσουν, έδιναν τα παιδιά τους ως ενέχυρο στη φυλακή, μέχρι να εξοικονομήσουν οι ίδιοι το απαραίτητο ποσό. Οι παραπάνω υποχρεώσεις αφορούσαν κυρίως τα αγόρια αν και σε εξαιρετικές δυσκολίες εργάζονταν και τα κορίτσια. Υπό ομαλές όμως συνθήκες, οι κανόνες ήταν διαφορετικοί, προκειμένου να μην κινδυνεύσει η τιμή των κοριτσιών, κάτι που ως κίνδυνος, περιόριζε τη χαρά για τη γέννηση κοριτσιού. Το κορίτσι χρειαζόταν προστασία και προίκα, πράγματα δύσκολα για την εποχή. Έτσι ήταν σύνηθες φαινόμενο ο αρραβώνας και ο γάμος από μικρή ηλικία, με αποτέλεσμα γυναίκες να γίνονται πολύτεκνες μητέρες πριν καν κλείσουν τα 20 χρόνια τους. Ακόμη όμως και στο πατρικό σπίτι, οι υποχρεώσεις τους δεν ήταν λίγες καθώς υποκαθιστούσαν τη μητέρα που βοηθούσε στα χωράφια. Τα παιδιά όφειλαν απόλυτη υπακοή στους γονείς και ιδιαίτερα στον πατέρα, η πατρική εξουσία του οποίου ήταν θεσμοθετημένη. Μπορούσε να διαχειρίζεται εν λευκώ (310) την τύχη των παιδιών του. Αρματολοί και κοτσαμπάσηδες έδιναν τα παιδιά τους ενέχυρο για να εξασφαλίσουν ανακωχή ή συμμαχίες. Τα αρραβώνιαζαν

Page 156: ΕΛΠ20 περίληψη

για να ισχυροποιήσουν τη θέση τους και τα τιμωρούσαν αυστηρά αν αυθαδίαζαν. Αργότερα, μετά το τέλος της επανάστασης, όσοι είχαν ανδρωθεί στα χρόνια της δε μπορούσαν να ανεχτούν την ελευθεριότητα στις οικογενειακές σχέσεις. Θα ήταν εύκολο να αδικήσουμε τους γονείς εκείνης της εποχής. Αν σκεφτούμε όμως τις σκληρές συνθήκες ζωής, τα οικονομικά προβλήματα και τις αυθαιρεσίες του κράτους καθώς και την ευκολία που οι τούρκοι μπορούσαν να απαγάγουν, να κακοποιήσουν ή και να θανατώσουν ένα παιδί, μπορεί να κατανοήσουμε τις στάσεις τους. Οι όμορφοι νέοι και νέες ήταν εύκολο να βρεθούν έγκλειστοι σε χαρέμι. Επειδή όμως τα παιδιά είναι πάντα παιδιά, υπάρχουν πολλές αναφορές για ομαδικά παιχνίδια αγοριών ή κορίτσια που καμάρωναν υποτυπωδώς στολισμένα. Ας μην ξεχνάμε πως τα δικαιώματα του παιδιού ήταν κάτι άγνωστο τότε. Ακόμη κι έτσι όμως, η Εκκλησία υπερασπιζόταν καθοριστικά τα παιδιά. Η γονική αγάπη θεωρείται (311) δεδομένη, όπως και οι στενοί δεσμοί της οικογένειας. «Βασίλη τίμα τον μπαμπά, κι εσύ μπαμπά, έχε γνώσιν». Παροιμία της εποχής που δίνει το στίγμα. 

Η Θέση της Γυναίκας (312) Παραδόξως, η ελληνίδα είχε δικαιώματα ! Μπορούσε να κληρονομήσει την πατρική περιουσία, στην πράξη όμως, μόνον αν δεν υπήρχε αδελφός. Μπορούσε όμως να αξιώσει να προικιστεί. Θεωρητικά μπορούσε να μορφωθεί, στην πράξη όμως αυτό απαγορευόταν. Υπήρχαν γυναίκες που εργάζονταν ως μαμές ή γιάτρισσες, δε μπορούσαν όμως να καταλάβουν δημόσια αξιώματα. Φορολογικά υπαγόταν στον πατέρα ή τον άνδρα της – εκτός από τις χήρες που πλήρωναν όμως το μισό φόρο. Ο πατέρας της όφειλε να καταβάλλει το ‘δικαίωμα γάμου’, στον τιμαριούχο της περιοχής, έτσι ώστε να αντισταθμιστεί το δικαίωμα του τιμαριούχου να κοιμηθεί με τη νύφη την πρώτη νύχτα του γάμου (δυτικό φρούτο). Οι οθωμανοί μπορούσαν να συνάψουν σεξουαλικές σχέσεις ή και γάμο με χριστιανή, ακόμη και χωρίς τη θέλησή της, φτάνει τα παιδιά να ασπάζονταν το Ισλάμ. Απαγορευόταν ρητά ο γάμος χριστιανού με μουσουλμάνα. Με εξαίρεση τους πασάδες, η απαγωγή ή αποπλάνηση χριστιανής θεωρούνταν μεγάλο αδίκημα. Αν όμως η γυναίκα έμενε έγκυος, το παιδί παραδιδόταν στον πατέρα κι έτσι πολλές αναγκαστικά έμεναν με τους άνδρες αυτούς προκειμένου να μη στερηθούν το παιδί τους. Αυτές όμως ήταν οι εξαιρέσεις. Οι Ελληνίδες παντρευόντουσαν έλληνες, με τον αρραβώνα να γίνεται (313) πολύ νωρίς. Ο πατέρας επέλεγε το σύζυγο, που γινόταν ο φυσικός αφέντης της γυναίκας. Οι γάμοι σπάνια διαλύονταν. Λόγοι διαζυγίου ήταν η πνευματική ασθένεια, η άμβλωση και η ανακάλυψη πως η νύφη δεν ήταν παρθένα. Μετά το διαζύγιο, η γυναίκα μπορούσε να ζητήσει πίσω την προίκα της, καθώς και διατροφή, εκτός κι αν είχε η ίδια διαπράξει απιστία. Πάντως, καθώς τα κορίτσια περνούσαν σχεδόν όλη τη ζωή τους στο σπίτι, σπάνια σκεφτόντουσαν κάτι τέτοιο. Η υπακοή της συζύγου στο σύζυγο ποίκιλε ανά περιοχή. Εκεί που υπήρχε οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη, η σύζυγος απέκτησε εξουσία στην ανατροφή των παιδιών το σχεδιασμό του γάμου τους και στη διαχείριση της περιουσίας. Μπορούσε επίσης να διεκδικήσει τα παιδιά της αν έχανε το σύζυγό της πριν αυτά ενηλικιωθούν. Οι σύζυγοι και οι μητέρες απολάμβαναν σεβασμού από την κοινωνία, απαγορευόταν όμως οποιαδήποτε σεξουαλική σχέση εκτός γάμου που θεωρούνταν πορνεία. Πόρνες θεωρούνταν ακόμα και οι γυναίκες που είχαν βιαστεί. Όλες εξορίζονταν μέχρι να αποδείξουν πως άλλαξαν ζωή. Ο (314) ελεύθερος χρόνος των πλούσιων είχε να κάνει με εργόχειρα, μουσική κι επίσκεψη στο δημόσιο λουτρό. Οι φτωχές γυναίκες που εργάζονταν συνέχεια,

Page 157: ΕΛΠ20 περίληψη

πήγαιναν στην εκκλησία ή σε κανένα πανηγύρι. Εξαίρεση αποτέλεσε ο Κοσμάς ο Αιτωλός που ήταν αντίθετος στην αντιμετώπιση των γυναικών ως υποδεέστερων. 

Συμπέρασμα : η ελληνική οικογένεια της τουρκοκρατίας είχε ισχυρή συνοχή με αρχηγό τον πατέρα. Η γυναίκα ήταν υποδεέστερη ενώ και τα παιδιά εξαρτώνταν απόλυτα από τον πατέρα. Υπήρχε αγάπη και σεβασμός ανάμεσα στα μέλη της, αν και οι συνθήκες ήταν ιδιαίτερα σκληρές. Με τα χρόνια, η οικονομική και πνευματική ανάπτυξη εκσυγχρόνισε κάπως τις αντιλήψεις για τα παιδιά και τις γυναίκες. 

Η Εκπαίδευση Στην τουρκοκρατία είχε τρεις περιόδους : - από την Άλωση μέχρι τις αρχές του 17ου αι. - από το δεύτερο μισό του 17ου αι. έως το τέλος του 18ου - λίγο πριν την επανάσταση 

Μετά την Άλωση Οι λόγιοι κατέφυγαν στη Δύση. Η πνευματική ζωή δέχτηκε ισχυρό πλήγμα μαζί με τη δημογραφική και οικονομική κάμψη. Με μεμονωμένους δάσκαλους επεβίωσε η ελληνική παιδεία. Οι ελάχιστοι λόγιοι ζούσαν στην Πόλη, τη Θεσσαλονίκη και το Μυστρά. Ο αριθμός των μαθητών ήταν τόσο μικρός που δε μπορούμε (315) να μιλάμε για συστηματική εκπαίδευση. Η Σχολή των Φιλανθρωπηνών και η Πατριαρχική σχολή ήταν από τις ελάχιστες που λειτουργούσαν. Μετά τη σχετική απόφαση της συνόδου του 1593, η εκκλησία ανέλαβε ηγετικό ρόλο κι άρχισαν να ιδρύονται σχολεία. Οι οθωμανοί έδειξαν ανοχή σε αυτήν την πρωτοβουλία, καθώς είχαν ήδη εκχωρήσει αρμοδιότητες στην εκκλησία. Άλλωστε η εκπαίδευση ήταν απαραίτητη για τη στελέχωσή της με εγγράμματους κληρικούς. Η οθωμανική ανοχή δεν ήταν ομοιόμορφη. Κάποιοι εκδηλώθηκαν αρνητικά σε πιθανότητες τοπικής εξέγερσης ενώ η έλλειψη σχολείων από τις περισσότερες περιοχές δημιούργησε το μύθο του ‘κρυφού σχολειού’. Κοινά σχολεία : οργανωμένες σχολές στοιχειώδους εκπαίδευσης. Λειτουργούσαν σε ναούς και μοναστήρια και δίδασκαν ανάγνωση από εκκλησιαστικά βιβλία, καθώς και γραφή και αριθμητική. Τα εύπορα παιδιά, διδάσκονταν στο σπίτι από οικοδιδάσκαλους. 

Μέσα 17ου – τέλη 18ου αι. Μετά τις οθωμανικές νίκες στη νοτιοανατολική Ευρώπη, επικρατεί ηρεμία. Πληθυσμοί που είχαν καταφύγει σε άλλες περιοχές επέστρεψαν, ανέπτυξαν οικονομική δραστηριότητα και διαμόρφωσαν την τάξη των εμπόρων που είχε εκπαιδευτικά ενδιαφέροντα. Οι Φαναριώτες επεδίωξαν συστηματική εκπαίδευση για τα βλαστάρια τους, καθώς και οι ίδιοι λόγω της παιδείας τους είχαν σταδιοδρομήσει. Το συντονισμό της προσπάθειας διατηρεί η εκκλησία που (316) ταυτόχρονα περιορίζει τον παπικό προσηλυτισμό. Ιδρύονται περισσότερα σχολεία, σταθεροποιείται ένα πρόγραμμα σπουδών, εκδίδονται βιβλία κι εμφανίζονται φωτισμένοι δάσκαλοι. - Πατριαρχική Σχολή : με διευθυντή το Θεόφιλο Κορυδαλέα έλαμψε καθώς ήταν αυτός που εισηγήθηκε τον ανθρωπιστικό στοχασμό στο πρόγραμμα. Κατόπιν, ο Θεόφιλος Βούλγαρης εισήγαγε τις ιδέες Ευρωπαίων στοχαστών και τα φυσικομαθηματικά. 

Page 158: ΕΛΠ20 περίληψη

- Αθωνιάδα Σχολή : είχε περιορισμένο χρόνο λειτουργίας - Σχολές των Ιωαννίνων : ήταν από τις σημαντικότερες καθώς η περιοχή και προνόμια είχε, και οικονομική ανάπτυξη γνώρισε. Ο Μεθόδιος Ανθρακίτης υπήρξε φορέας του ευρωπαϊκού πνεύματος. Υπήρξαν σχολές και σε άλλες περιοχές ενώ σημαντικά ελληνικά σχολεία λειτούργησαν στις παροικίες της διασποράς αλλά και στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. 

Από τα τέλη του 18ου έως την Επανάσταση Με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή που έδωσε ελευθερία ναυσιπλοΐας στα ελληνικά πλοία με ρωσική σημαία, αναπτύχθηκε το ναυτικό εμπόριο και δημιουργήθηκαν σχέσεις με τη δύση που εκτίναξαν την εκπαίδευση. Ιδρύθηκαν πολλά νέα σχολεία που δίδασκαν τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό και τις φυσικές επιστήμες. Η διδασκαλία εκσυγχρονίστηκε. Δημιουργήθηκαν πολλές σημαντικές σχολές όπως η Ακαδημία των Κυδωνιών, το Γυμνάσιο της Χίου, η Σχολή των Μηλέων Πηλίου, το Επιστημονικό Γυμνάσιο της Αθήνας και η Καπλαναία σχολή των Ιωαννίνων. 

Ίδρυση σχολείων : δεν ήταν αποκλειστικότητα της εκκλησίας, εκείνη όμως αναγνώριζε και επόπτευε. Η πρωτοβουλία μπορεί να ερχόταν από κοινότητες ή εύπορους ιδιώτες που ήθελαν να προσφέρουν στην ιδιαίτερη πατρίδα τους. 

Οργάνωση : την ευθύνη της διοίκησης την είχαν εξέχοντα μέλη της τοπικής κοινωνίας όπως οι επίτροποι, που εποπτεύονταν από το πατριαρχείο. Διαχειρίζονταν τα οικονομικά, επέλεγαν το διδακτικό προσωπικό και τους μαθητές, μεριμνούσαν για τη συντήρηση του σχολείου και τη λειτουργία του. Αυτά ήταν αρμοδιότητες του σχολάρχη σε συνεργασία με τους επιτρόπους. Οι πόροι του σχολείου προέρχονταν από δωρεές, την τοπική εκκλησία, την κοινότητα ή τις βιοτεχνίες. Σπάνια επιβάλλονταν δίδακτρα κι αυτά ήταν χαμηλά, και τα πλήρωναν μόνο οι εύποροι μαθητές. Αρχικά τα σχολεία στεγάζονταν σε ναούς και μοναστήρια, ενώ αργότερα σε μισθωμένες οικίες. Το 18ο αι. άρχισαν να κτίζονται κτιριακά συγκροτήματα που περιλάμβαναν αίθουσες βιβλιοθήκες, εργαστήρια, κοιτώνες κ.α. Κτιριακό πρότυπο ήταν οι μονές. 

Πρόγραμμα διδασκαλίας : παρουσίαζε ποικιλία με βασικά στοιχεία την ανάγνωση και γραφή από εκκλησιαστικά βιβλία και στοιχειώδη αριθμητική. Στα σχολεία 2ης βαθμίδας διδασκόταν η αρχαία ελληνική γλώσσα και αργότερα οι φυσικές επιστήμες, οι ευρωπαϊκές γλώσσες. Η νεοελληνική εκτόπισε την αρχαία ως γλώσσα διδασκαλίας, κι εμφανίστηκε η εμπορική αλληλογραφία ως μάθημα. Τα νέα μαθήματα προκάλεσαν αντιδράσεις ιδιαίτερα ισχυρές. 

Διδακτικό προσωπικό : στην αρχή οι δάσκαλοι ήταν εμπειρικοί και ανήκαν στον κλήρο. Από το 19ο αι. άρχισαν να προσλαμβάνονται κοσμικοί με ευρωπαϊκές σπουδές και αντιλήψεις. Η αύξηση των μαθητών έφερε την αύξηση και των καθηγητών. 

Οι μαθητές : ήταν άρρενες σε μεγάλη ηλικία. Ο λόγος ήταν πως έπρεπε να έχουν γένια για να μην προκαλούν σε πειρασμό. Οι αυστηρότητα, οι τιμωρία και η άγνοια παιδαγωγικών μεθόδων, οδηγούσαν πολλούς σε εγκατάλειψη των σπουδών τους, που

Page 159: ΕΛΠ20 περίληψη

έτσι κι αλλιώς διαρκούσαν πολύ (5 – 10 χρόνια). Αφού οι εύποροι είχαν οικοδιδασκάλους, τα σχολεία είχαν (319) λαϊκό χαρακτήρα και πολύ φτωχά παιδιά. Η εκπαίδευση ήταν δωρεάν και συχνά οι άριστοι έπαιρναν υποτροφίες. Η πλειονότητα όμως δε μπορούσε τελικά να μορφωθεί και γιατί οι θέσεις ήταν λίγες, αλλά και τα παιδιά αναγκάζονταν να δουλέψουν. Ανάλογα ήταν τα πράγματα και για τα κορίτσια, αλλά οι λίγες αναφορές δείχνουν πως τα πλούσια κορίτσια διδάσκονταν στο σπίτι, ενώ τα φτωχά μάθαιναν οικιακά και χειροτεχνία. Φωτεινή εξαίρεση η Ευανθία Καϊρη με μεγάλη επιστημοσύνη. 

Συμπέρασμα : η εκπαίδευση ήταν αρχικά υποτυπώδης, αναπτύχθηκε όμως πριν την επανάσταση. Δέχτηκε ισχυρή επίδραση από τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό παρά τις αντιδράσεις. Αρχικός φορέας ήταν η εκκλησία, κατόπιν όμως ενδιαφέρθηκαν και οι εύρωστοι εμποροναυτικοί κύκλοι. 

Η Πόλη κατά την Οθωμανική Κυριαρχία (321) Η οθωμανική κατάκτηση έφερε πολλές και διαφορετικές αλλαγές. Οι οθωμανοί ήταν πλέον η νέα ελίτ, που απολάμβανε απεριόριστα προνόμια. Οι έλληνες έγιναν πολίτες δεύτερης κατηγορίας, που συντηρούσαν τις πολεμικές επιχειρήσεις των τούρκων. Σταδιακά όμως, οι έλληνες ευημέρησαν, κατέλαβαν σημαντική θέση στην οικονομία και τη διοίκηση του οθωμανικού κράτους. Οι λίγες πηγές που έχουμε, επιβεβαιώνουν αυτό το γεγονός. Παρακάτω θα δούμε τη δημιουργία των νέων αστικών κέντρων, την οικιστική διαμόρφωση των πόλεων και τις αλλαγές που έφεραν οι οθωμανοί. 

Σχηματισμός Νέων Πόλεων στον Ελληνικό χώρο (322) Αν και στηρίχθηκαν στην προγενέστερη χωροταξική τους οργάνωση, οι ελληνικές πόλεις διαμορφώθηκαν από δύο παράγοντες : - τη μείωση του ελληνικού στοιχείου, ως αποτέλεσμα των μακροχρόνιων πολέμων - τη δημογραφική αλλοίωση μετά την εγκατάσταση των τούρκων εποίκων που δημιούργησαν αστικά κέντρα τουρκικού χαρακτήρα (Γιαννιτσά) Αρκετές ασήμαντες πόλεις αναπτύχθηκαν όταν αξιοποιήθηκε η θέση τους, όπως η Κομοτηνή, η Ξάνθη ή η Δράμα. Επίσης, η Λειβαδιά υποκατέστησε τη Θήβα ως σημαντικό κέντρο. Η μείωση των ελλήνων στις εύφορες περιοχές, όταν απομακρύνθηκαν βίαια ή έφυγαν οι ίδιοι σε αναζήτηση καλύτερης τύχης, αντισταθμίστηκε από την εγκατάσταση των οθωμανών. Σχηματίστηκαν νέα οικιστικά κέντρα, όπου το επέτρεπε η εδαφική διαμόρφωση, όπως στο Πήλιο. Κάποια από αυτά, όπως η Κοζάνη, αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα. 

Οικιστική Διαμόρφωση των Πόλεων στην Τουρκοκρατία (323) Οι τούρκοι κατέλαβαν τις καλύτερες και ασφαλέστερες περιοχές, για λόγους άνεσης και ασφάλειας. Στις ελληνικές ορεινές και νησιωτικές περιοχές που δεν μπορούσαν να συντηρήσουν μεγάλους πληθυσμούς, το τουρκικό στοιχείο ήταν ελάχιστο. Εξαίρεση αποτελούσαν μέρη με στρατιωτική ή οικονομική σημασία. Ο χώρος της άνω πόλης (υστεροβυζ. Περίοδος) έγινε ο πυρήνας της τουρκικής συνοικίας. Οι έλληνες αναγκάστηκαν να κατοικήσουν στις φτωχότερες συνοικίες, αρχικά τουλάχιστον. Τα ελληνικά σπίτια δε μπορούσαν να είναι ψηλότερα από τα οθωμανικά. Οι ωραιότερες εκκλησίες έγιναν τζαμιά και στις υπόλοιπες απαγορευόταν να χτυπούν οι καμπάνες. Οι περισσότερες πόλεις, χαρακτηρίζονται από στενή και ακατάστατη ρυμοτομία. Το κέντρο της πόλης ήταν στην αγορά. Στις σημαντικότερες πόλεις, η αγορά στεγαζόταν

Page 160: ΕΛΠ20 περίληψη

στο μπεζεστένι, ειδικό κτίριο. Άλλο σημαντικό σημείο ήταν τα δημόσια λουτρά (χαμάμ), χώρος κοινωνικών συναναστροφών, απόλυτα διαχωρισμένο για άνδρες και γυναίκες. Τα υστεροβυζαντινά τείχη και οι ακροπόλεις διατηρήθηκαν λόγω των συνεχών πολεμικών επιχειρήσεων. 

Πληθυσμιακή και Οικονομική Σύνθεση της Κοινωνίας της Τουρκοκρατίας Παρά την τουρκοκρατία, η βυζαντινή κοινωνική δομή διατηρήθηκε σε γενικές γραμμές. Οι τούρκοι εγκαταστάθηκαν ως κυρίαρχοι, αλλά επειδή ενδιαφερόντουσαν περισσότερο για τον πόλεμο , αναγκάστηκαν (324) να εκχωρήσουν κάποια διοικητικά προνόμια στους Έλληνες που τα πήγαιναν καλύτερα, κυρίως στο εμπόριο. Από τα τέλη του 17ου αι. το ελληνικό στοιχείο κυριαρχεί στις εμπορικές δοσοληψίες μεταξύ Οθωμανών και Ευρωπαίων. Ο περιορισμός της πειρατείας με το τέλος των βενετοτουρκικών πολέμων, επέτρεψε τον πλούτο ναυτικών περιοχών όπως η Ύδρα οι Σπέτσες κ.α. Τα πλαίσια βιοπορισμού και πλουτισμού των ελλήνων τέθηκαν αμέσως μετά την Άλωση. Ο πλούτος μέσω γαιοκτησίας ήταν αδύνατος, καθώς η γη είχε περάσει στα χέρια των τούρκων. Οι παλαιές αριστοκρατικές οικογένειες είχαν εξοντωθεί, ή αποχωρήσει, όπως εκδιώχθηκαν και οι Ιταλοί έμποροι. Όσοι επιβίωσαν, άρχισαν να πλουτίζουν ως αστοί. Οι αριστοκράτες της επαρχίας έγιναν πετυχημένοι έμποροι. Όλοι όμως κινδύνευαν να καταστραφούν εκ νέου, αν ήθελαν οι κατακτητές. Οι Φαναριώτες κατέλαβαν διοικητικές θέσεις στην αυτοκρατοία. Οι μικροαστοί και οι βιοτέχνες συσπειρώθηκαν σε συντεχνίες (εσνάφια ή ρουφέτια) για να κατοχυρώσουν την άσκηση του επαγγέλματός τους. Εσνάφια : είχαν αυστηρή ιεραρχία και συγκεκριμένες διατάξεις λειτουργίας. Επικεφαλής ήταν ο πρωτομαΐστωρ. Επιδίδονταν σε κοινωφελή έργα και σπάνια υπήρχαν κοινά εσνάφια μεταξύ ελλήνων και τούρκων. Αισθητό ήταν επίσης (325) το εβραϊκό στοιχείο, το οποίο λειτουργούσε με ενθάρρυνση των τουρκικών αρχών, περιόριζε όμως τους έλληνες εμπόρους λόγω του ανταγωνισμού. Στον περίγυρο των πόλεων εργάζονταν οι γεωργοί, ελεύθεροι ή δουλοπάροικοι. Οι ελεύθεροι είχαν κληρονομικό δικαίωμα γεωχρησίας και μπορούσαν να φύγουν από τη γη τους αν πλήρωναν ειδικό φόρο. Οι δεύτεροι ήταν στη διάθεση του κυρίου τους. Αρκετό μέρος της γεωργικής παραγωγής στηρίζονταν σε αλβανούς αγρότες (Αρβανίτες). Η εγκατάστασή τους χρονολογείται από το 14ο αι. και ανήκαν στο χαμηλότερο κοινωνικό στρώμα. Η υπερφορολόγηση τους οδηγούσε συχνά στην αθλιότητα. Ο έμφυτος δυναμισμός τους, οδήγησε μερικούς στη ναυτιλία με εντυπωσιακά αποτελέσματα, ενώ άλλοι έγιναν κλέφτες. 

Κατοικία, Ενδυμασία, Διατροφή Οι υλικές συνθήκες διαβίωσης επηρεάζονταν από 2 παράγοντες : τον τοπογραφικό και τον οικονομικό. Αστικά κέντρα : εννοούνται οι πόλεις με πληθυσμό λίγων δεκάδων χιλιάδων, είχαν εμπορική κίνηση κι αποτελούσαν τα διοικητικά κέντρα της περιοχής τους. Οι υπόλοιπες πόλεις ήταν κωμοπόλεις, με πληθυσμό που σπάνια έφτανε ή ξεπερνούσε (326) τις 10.000 Οι κάτοικοι με κοινή θρησκεία και απασχόληση συνήθως ζούσαν μαζί στους μαχαλάδες. Την πόλη διέσχιζε κεντρικός δρόμος με παραπήγματα, καταστήματα, ξενοδοχεία κ.α. Στο οχυρωμένο κάστρο ήταν το διοικητικό κέντρο, το μέγαρο του διοικητή, η αστυνομία και ο στρατός. Σε διάφορα σημεία της πόλης βρίσκονταν τα θρησκευτικά ιδρύματα. 

Page 161: ΕΛΠ20 περίληψη

Οι Αστικές Κατοικίες Φυσικά οι κοτσαμπάσηδες και οι έμποροι είχαν φοβερά σπίτια κι αρχοντικά. Ο πλούτος τους όμως περιοριζόταν στο εσωτερικό, για να μην προκαλούν το φθόνο των τούρκων. Αν έκαναν το λάθος αυτό, ήταν σίγουρο πως η βαριά φορολογία και οι δωροδοκίες τους έφταναν στη χρεοκοπία. Χαρακτηριστικές οικίες βρίσκονται στα Γιάννενα (327). Έχουν συνήθως μεγάλη εσωτερική αυλή και μια μικρή στο πίσω μέρος. Μια εσωτερική σκάλα οδηγούσε στο χαγιάτι από όπου φαίνονταν όλα τα διαμερίσματα του σπιτιού. Στην αυλή υπήρχε πάντα κήπος ενώ κάθε σπίτι είχε το πηγάδι του. Η επίπλωση ήταν λιτή. Τραπέζια και καρέκλες χρησιμοποιούσαν όσοι είχαν ευρωπαϊκές επιρροές, ακόμη κι αυτοί όμως το απέφευγαν για να μην προκαλέσουν τον τουρκικό φθόνο. Τα βασικά ήταν οι σοφάδες με ένα μικρό τραπέζι στο κέντρο που εμφανιζόταν μόνο στα γεύματα. Επίσης σεντούκια, ράφια και στα πλουσιόσπιτα, καθρέφτες και εικονίσματα, χάλκινα και ασημένια σκεύη κουζίνας, τιμαλφή και όπλα. Οι Έλληνες έτρωγαν με τα χέρια γι’ αυτό και τα μαχαιροπήρουνα ήταν σπάνια. Το wc συνήθως βρισκόταν έξω από την κατοικία και σπανιότερα υπήρχε δοχείο νυκτός. Η πολυτέλεια βρισκόταν στις κουρτίνες, τα χαλιά και τα καλύμματα καθώς και στην ενδυμασία των ενοίκων. Δεσπόζουν οι γούνες, που ήταν και το σήμα κατατεθέν του προύχοντα. Γενικότερα, τα ρούχα των πλουσίων ήταν πραγματικοί θησαυροί (σκούφια με μαργαριτάρια και χρυσά νομίσματα). Τα σπίτια των φτωχών αστών ήταν άβολα, ισόγεια και σκοτεινά, (328) όπως και οι στενοί δρόμοι. Στη μια πλευρά των δρόμων – που συνήθως ήταν χωματόδρομοι και σπάνια καλντερίμι – υπήρχε χαντάκι για τη συλλογή του βρόχινου νερού, αποτελούσε όμως και παγίδα για τους νυχτερινούς διαβάτες. 

Οι Αγροτικές Κατοικίες Τα σπίτια, ακόμη και των εύπορων, ήταν πλιθόχτιστα με καλαμοσκεπή. Δεν υπήρχε τζάκι ή καμινάδα και υπήρχε χαμηλός μεσότοιχος που χώριζε το σπίτι από το στάβλο. Τα πράγματα της οικογένειας ήταν κρεμασμένα στους τοίχους ή κάτω στο πάτωμα. Αργαλειός, κρησάρα, χαλκώματα κι ένα στρώμα από ξερό πηλό που έστρωνε το δάπεδο. Σημάδι ευημερίες και εργατικότητας, ήταν ο φούρνος έξω από το σπίτι, ο λαχανόκηπος και η κληματαριά. Τα καλύτερα αγροτικά σπίτια ήταν συνήθως αυτά των ιερέων. Οι φτωχοί αγρότες έμεναν συχνά σε άθλιες, πλίνθινες καλύβες με μοναδική επίπλωση μερικές ψάθες στο πάτωμα και λίγα μαγειρικά σκεύη. 

Η Ενδυμασία (329) Εκείνο τον καιρό, η ενδυμασία ήταν στοιχείο που δήλωνε το αξίωμα, την κοινωνική θέση, την εθνότητα και το θρήσκευμα. Για την άρχουσα τάξη, τα ενδύματα είχαν συγκεκριμένο κόψιμο, χρώμα και μορφή. Άλλωστε τα χρώματα και η ποιότητα είχαν συμβολικό χαρακτήρα. Εκτός από τις γούνες, ένα σύνολο από πολυτελή ενδύματα και κοσμήματα ικανοποιούσαν την επιθυμία των πλούσιων ελλήνων για καταξίωση. Όταν αυτή ξεπερνούσε τα όρια, επέμβαινε η κοινοτική αυτοδιοίκηση. (ακολουθούν παραδείγματα). Υπερβολές (330) γινόντουσαν κατά την προικοδοσία, μια πραγματική μάστιγα που προκάλεσε την επέμβαση του πατριαρχείου. Κάθε εποχή είχε τη μόδα της και υπάρχουν πολλές περιγραφές από τους ξένους περιηγητές στην Ελλάδα. Η πολυχρωμία (331) τα κρόσια, οι μεταξωτές κάλτσες,

Page 162: ΕΛΠ20 περίληψη

σκούφιες κεντημένες με μαργαριτάρια για τις γυναίκες, σχεδόν οθωμανική ενδυμασία για τους άνδρες. Στα Γιάννενα οι ένοπλοι του πασά φορούσαν φουστανέλα, στις άλλες περιοχές αντεριά και άλλα. Φυσικά οι φτωχοί δεν εντυπωσίασαν με την ενδυμασία τους τους περιηγητές κι έτσι δεν έχουμε πολλές πληροφορίες. Σε κάποιες περιοχές (Κέα) η ενδυμασία ήταν συγκεκριμένη. Στην Πελοπόννησο εναρμονιζόταν με τις ανάγκες της δουλειάς. 

Διατροφή (332) Αντιθέσεις υπήρχαν και στις διατροφικές συνήθειες των Ελλήνων, με κοινό όμως χαρακτηριστικό τη νηστεία. Βάση της διατροφής ήταν το σιτάρι, μέτρο της οικονομίας. Για να προστατευθεί η σοδειά, η κεντρική διοίκηση είχε επιβάλλει σειρά μέτρων για την ελεύθερη διάδοση του προϊόντος. Ο χειρότερος ήταν ο ιστηράς, η αναγκαστική συγκέντρωση της παραγωγής στην πρωτεύουσα, σε χαμηλή τιμή για να εξασφαλιστεί η σίτιση των μεγάλων πόλεων. Ακόμη και μετά από αυτό όμως, οι παραγωγοί δε μπορούσαν να εξάγουν γι’ αυτό φυσικά κατέφυγαν στο λαθρεμπόριο. Η γεωργική παραγωγή εξαρτιόταν απόλυτα από τον καιρό ενίοτε κατέστρεφε ολόκληρη τη σοδειά. Σε καλή χρονιά δεν έλειπε το ψωμί, ήταν όμως από κριθάρι, σίκαλη ή καλαμπόκι στις επαρχίες, ενώ στις πόλεις ήταν σταρένιο. Το γεύμα των εύπορων ήταν ποικίλο και ιδιαίτερα πλούσιο σε περίπτωση επισκέπτη. Οι περιηγητές (333) αναφέρουν ιδιαίτερα το μέλι και την ελληνική ζαχαροπλαστική. (ακολουθούν παραδείγματα). Οι φτωχοί ξεφάντωναν που (334) και που με ψητό αρνί, κρασί, ψωμί και σαλάτα, φαγητά που προτιμούσαν και οι κλέφτες, αν και το αρνί ήταν ιδιαίτερα ακριβό. Άλλωστε, το μεγαλύτερο μέρος του έτους, πλούσιοι και φτωχοί νήστευαν. Κατά τη νηστεία, την τιμητική τους είχαν διάφορα λαχανικά. Οι ξένοι περιηγητές υπέφεραν κατά τη διάρκεια της νηστείας, καθώς έβρισκαν μόνο σκόρδα, πράσα, κρεμμύδια. Στις παραθαλάσσιες περιοχές ήταν λίγο καλύτερα τα πράγματα, μόνο όμως για αυτούς που μπορούσαν να αγοράσουν χταπόδια και καλαμαράκια. 

Η Οικονομία και τα Επαγγέλματα Ήταν κυρίως αγροτική, παρά την ανάπτυξη της βιοτεχνίας και της ναυτιλίας. Εκεί στηριζόταν και η φορολογία.

Το Καθεστώς Γαιοκτησίας Το οθωμανικό δίκαιο έλεγε ότι η γη ανήκει στο κράτος και το κυριαρχικό δικαίωμα στο σουλτάνο που εισέπραττε όλη την έγγεια πρόσοδο και είχε στα χέρια του όλη την κρατική οικονομική εξουσία. Προκειμένου να την ελέγχει, διένειμε τη γαιοπρόσοδο στους αξιωματούχους που απέκτησαν τιμάρια, χωρίς όμως δικαίωμα ιδιοκτησίας ή κληρονομιάς. Το καθεστώς τους εξαρτιόταν από το φιρμάνι του πασά. Οι χωρικοί (ραγιάδες) ήταν απλοί νομείς (335) στους οποίους το κράτος παραχωρούσε τη γη για καλλιέργεια και κηπουρική. Είχαν μόνο κληρονομικό δικαίωμα. Στο τέλος της τουρκοκρατίας άρχισε η ιδιωτικοποίηση εκτάσεων και η δημιουργία τσιφλικιών με έλληνες και τούρκους ιδιοκτήτες. Αυτό περιόρισε τα δικαιώματα των ακτημόνων, που συχνά αναγκάζονταν να προπωλούν τη σοδειά σε πολύ χαμηλές τιμές. Παρά την ένδεια όμως, οι χωρικοί δεν έγιναν ποτέ δουλοπάροικοι. Η τοπική εξουσία τελούσε υπό το σουλτάνο και η αδικία σε βάρος των υπηκόων τιμωρούνταν. Κάποιες φορές έγινε κι αυτό. Κυριότερα γεωργικά προϊόντα : σιτηρά, όσπρια, λάδι, ελιές, σταφίδα, κρασί, βαμβάκι, καπνός κ.α.. Υπήρχε και ζωοτεχνική παραγωγή, μετάξι, γαλακτοκομικά,

Page 163: ΕΛΠ20 περίληψη

κερί, μέλι, δέρματα. Στις παραθαλάσσιες περιοχές και τα νησιά, αλιεία και σπογγαλιεία. 

Η Βιοτεχνία Θύλακες βρίσκονταν στις πόλεις και τις κωμοπόλεις. Παραγόταν κόκκινα βαμβακερά νήματα, ρευστή κόλλα, μεταξωτά, παστά ψάρια. Οι κανόνες παραγωγής και πώλησης αυτών των προϊόντων, καθοριζόταν από ειδική νομοθεσία και τοπικές διατάξεις. Οι συντεχνίες είχαν περιορισμένη δικαιοδοσία και περιορίζονταν σε μέτρα εξάλειψης του εσωτερικού ανταγωνισμού και αλληλοβοήθειας στα μέλη. Και εδώ έχουμε χαλάρωση των μέτρων στα τέλη της τουρκοκρατίας, όπως άλλωστε σε όλους τους τομείς. Η συντεχνία οριζόταν από το μάστορα (usta) τον κάλφα και βοηθό του (kalfa) και το τσιράκι, (336) ή μαθητευόμενο (cirak). Το τσιράκι εργαζόταν για να μάθει την τέχνη με ελάχιστη ή καθόλου αμοιβή. Ο μάστορας γινόταν μέλος της συντεχνίας αν είχε μαθητεύσει σε κάποιο άλλο μέλος. Το τσιράκι γινόταν κάλφας από το μάστορα, σε συγκέντρωση μαστόρων. Ο κάλφας ήταν μισθωτός και γινόταν μάστορας μετά από πολλά χρόνια, μόνο με τη συγκατάθεση των άλλων μαστόρων, συνήθως μετά την επιτυχή εκτέλεση μιας παραγγελίας ή τεχνουργήματος. Η αναγόρευσή του ήταν πανηγυρική. 

Ο Χαρακτήρας της Οικονομίας Στους πρώτους αι. ήταν κλειστή. Οι εμπορικές συναλλαγές ήταν σπάνιες και γινόταν στις εμποροπανήγυρεις. Τα πανηγύρια γίνονταν έξω από την πόλη και απορροφούσαν τα προϊόντα που δεν είχαν πωληθεί στην αγορά. Τα επισκέπτονταν και ξένοι έμποροι με άλλα είδους προϊόντα από τα τοπικά. Είχαν οικονομική, κοινωνική και πνευματική σημασία. Ενώ αρχικά οι βοσκοί πουλούσαν τα μαλλιά, τα χαλιά και τα δέρματα σε Εβραίους και Ιταλούς εμπόρους, τον 18ο αι. εξαπλώθηκαν στην Αυστρία, τη Ρωσία και την Ουγγαρία. Το ελληνικό εμπόριο αναπτύχθηκε στην Ευρώπη γρήγορα. Η ελληνική έγινε η γλώσσα του εμπορίου. Ο όρος ‘έλληνας’ έφτασε να σημαίνει ‘πλανόδιος πωλητής’. Το οδικό δίκτυο συνέβαλε (337) πολύ στην ανάπτυξη του χερσαίου εμπορίου. Σε διάφορα σημεία του υπήρχαν χάνια και ταχυδρομικοί σταθμοί. Το πρόβλημα ήταν στην ασφάλεια των δρόμων, καθώς καραδοκούσαν ληστές, παρ’ όλη την αυστηρή τιμωρία τους όταν τους έπιαναν. Το μέτρο της οθωμανικής διοίκησης, ήταν να θεωρεί συνυπεύθυνους όλους τους κατοίκους μιας περιοχής όπου διαπράττονταν ληστείες, και ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικό. Άλλοτε οι δρόμοι φρουρούνταν, αλλά και οι ίδιοι οι ταξιδιώτες φρόντιζαν να ταξιδεύουν σε μεγάλα καραβάνια, για την ασφάλειά τους. Άλλο πρόβλημα ήταν η κακή κατάσταση των δρόμων, η κακοκαιρία, η έλλειψη σημείων προσανατολισμού, η ανύπαρκτη συντήρηση γεφυρών κλπ. Τα μεταφορικά μέσα ήταν καμήλες, μουλάρια και άλογα. Για την έλξη του φορτίου βουβάλια, αγελάδες και βόδια. Το πετάλωμα ήταν υποχρεωτικό κι έγινε δεύτερο επάγγελμα για αγρότες, αμαξάδες και ταξιδιωτικούς υπαλλήλους. Οχήματα κυκλοφορούσαν μόνο στα πεδινά, καθώς οι ορεινοί δρόμοι ήταν αδιάβατοι. Τα οχήματα ήταν πρωτόγονα κάρα, ή αραμπάδες. Τα υψηλά στελέχη φυσικά, είχαν ευρωπαϊκές, πολυτελείς άμαξες. Το 2ο μισό του 18ου αι. η ελληνική ναυτιλία αναπτύχθηκε στη Μεσόγειο. Ο Επταετής πόλεμος (338) η Γαλλική επανάσταση και οι πόλεμοι του Ναπολέοντα απομάκρυναν τους Γάλλους και τη θέση τους κατέλαβαν οι Έλληνες. Μετά το Κιουτσούκ Καϊναρτζή οι Έλληνες πλούτισαν από τη θάλασσα. Μετέφεραν κυρίως κρασί και σιτηρά. 

Page 164: ΕΛΠ20 περίληψη

Ιδιαίτερα αναπτύχθηκαν η Ύδρα, οι Σπέτσες και τα Ψαρά με τη χρηματοδότηση πλούσιων κεφαλαιούχων και τη βοήθεια των Φαναριωτών. Οι Έλληνες επιδόθηκαν και σε τραπεζικές επιχειρήσεις, δημιουργώντας τεράστιες περιουσίες, όπως οι οικογένειες Δάβαρη και Σίνα. Υπήρχε έντονη δραστηριότητα στην Κωνσταντινούπολη, με τον ανταγωνισμό όμως των Εβραίων και των Αρμενίων. Από ένα σημείο και μετά, δάνειζαν ακόμη και τούρκους. Δάνεια χρειάζονταν φυσικά και οι φτωχοί χωρικοί στους οποίους πήγαιναν πλούσιοι έμποροι και προαγόραζαν τη σοδειά σε χαμηλή τιμή ή τους δάνειζαν, με αντάλλαγμα την απόκτηση ποσοστού επί της παραγωγής. 

Συμπέρασμα : (339) οι έλληνες ήταν κυρίως αγρότες, γεωργοί και κτηνοτρόφοι. Το οθωμανικό δίκαιο προστάτευε το δικαίωμα να καλλιεργούν, αλλά η φορολογία τους έφτανε μέχρι την ένδεια. Στις πόλεις ορισμένοι ασχολήθηκαν με τη βιοτεχνία με πολύ καλά αποτελέσματα. Δυνατότητες πλουτισμού είχαν οι έμποροι και οι τραπεζίτες. Το εμπόριο είχε πολλούς κινδύνους, κυρίως τη ληστεία και την πειρατεία καθώς και τις διεθνείς αλλαγές. Όπως, παρά τις δυσκολίες, οι έλληνες κατόρθωσαν από το 2ο μισό του 18ου αι. και μετά να αποκτήσουν χρήματα και επιρροή. 

Οι Έλληνες και οι Ξένοι : Σχέσεις, Νοοτροπίες, Στερεότυπα (340) 

Οι Ξένοι Περιηγητές Κυρίως κατά το τέλος της Τουρκοκρατίας, η Ελλάδα έγινε πόλος έλξης για τους – κυρίως – δυτικοευρωπαίους περιηγητές αρχαιολάτρες, που αναζητούσαν τα ερείπια της χαμένης αρχαιότητας. Άλλοι, κυνηγούσαν την περιπέτεια και μια εξωτική όπως νόμιζαν Ελλάδα. Αρκετοί κατάσκοποι έρχονταν για να καταγράψουν την κατάσταση. Λιγότεροι ήταν αυτοί που έρχονταν ως έμποροι καθώς τους ξένους εμπορικούς οίκους αντιπροσώπευαν οι Έλληνες. Ανάλογα με την ιδιότητα και τους λόγους της έλευσης, διαμορφωνόταν και η αντίληψη για τους σύγχρονους έλληνες. Οι πιο αυστηροί ήταν οι αρχαιογνώστες που δε μπορούσαν να συγχωρήσουν στους απογόνους του Περικλή άγνοια ιστορίας και γλώσσας. Πολλές φορές ήταν πικρόχολοι και άδικοι. Λιγότεροι ήταν εκείνοι που ενθουσιάζονταν με την ομοιότητα των σύγχρονων ελλήνων με τα αρχαία γλυπτά. Όλοι πάντως θρηνούσαν την κατάντια του ελληνικού λαού και εύχονταν την απελευθέρωσή του. Η φτώχια του λαού, ο ανυπότακτος χαρακτήρας και η ληστρική δραστηριότητα των κλεφτών συνάρπαζαν τους πιο ρομαντικούς. Η αντίθεση μεταξύ υπόδουλου έλληνα και βάρβαρου δυνάστη, έδινε επιχειρήματα (341) στους οπαδούς του διαφωτισμού που ήθελαν να αποδείξουν τα ολέθρια αποτελέσματα της υποταγής σε ένα απολυταρχικό καθεστώς. 

Σημεία Τριβής Πολλοί περιηγητές από αγάπη για την αρχαιότητα ή το κέρδος επεδίωκαν τη μεταφορά αρχαίων ευρημάτων στην πατρίδα τους. Αποκορύφωμα αυτής της μαλακίας, ήταν η αρπαγή των γλυπτών του Παρθενώνα από το λόρδο Έλγιν. Οι οθωμανοί αντιλήφθηκαν αυτό το ενδιαφέρον και το εκμεταλλεύτηκαν προς όφελός τους. Με διάφορα υλικά ανταλλάγματα, οι πασάδες έδιναν άδειες εκσκαφής στους επίδοξους αρχαιολόγους. Μια από τις δικαιολογίες των ξένων για αυτό το αίσχος, είναι η αδιαφορία των Ελλήνων για την αξία και την προστασία των αρχαίων μνημείων. Μέχρι ένα σημείο είχαν δίκιο αλλά υπήρξαν πολλές περιπτώσεις όπου φτωχοί και αμόρφωτοι άνθρωποι

Page 165: ΕΛΠ20 περίληψη

προστάτεψαν τα αρχαία μνημεία από το ‘ενδιαφέρον’ των περιηγητών, κάτω από τη μύτη των Οθωμανών που το ευνοούσαν. Άλλο σημείο τριβής, ήταν η υποχρέωση όλων, και ιδίως των πρόκριτων και των ευπορότερων, να φιλοξενούν τους ξένους (342) της περιοχής τους, λόγω της έλλειψης ξενοδοχείων, καταστημάτων και συγκοινωνίας. Συνήθως οι έλληνες ήταν πρόθυμοι να φιλοξενήσουν, καθώς κολακευόταν και ο εγωισμός τους. Το πρόβλημα ήταν οι πολύ συχνές επισκέψεις και η αλαζονεία των ξένων προς τους Τούρκους και τους Έλληνες. Οι τελευταίοι άρχισαν να κάνουν παράπονα, καθώς η κατάχρηση φιλοξενίας ήταν τόσο οικονομική, όσο και ηθική. Άλλο πρόβλημα ήταν οι προκαταλήψεις των Ευρωπαίων για τις σεξουαλικές προτιμήσεις των κατοίκων της Ανατολής. Από τη μια θεωρούν υποκρισία το κλείσιμο του (343) κοριτσιού στο σπίτι, ή προκάλυμμα οργίων, και από την άλλη, θεωρούν ανηθικότητα την ελευθεριότητα των γυναικών σε ορισμένα, πιο ανεπτυγμένα νησιά. Ψυχροί και αντικειμενικοί ήταν όσοι ερχόντουσαν στην Ελλάδα με συγκεκριμένη αποστολή. Κατέγραφαν τον τρόπο ζωής και τις συμπεριφορές, λαμβάνοντας υπόψη και τις ιδιαιτερότητες των συνθηκών. Τα κείμενά τους είχαν στόχο να αποτυπώσουν τα προβλήματα και τις δυνατότητες για περαιτέρω αξιοποίηση. (Leake). 

Η Οπτική των Ελλήνων (344) Λόγω της ελπίδας για έξωθεν βοήθεια, οι Έλληνες συμπαθούσαν τους ξένους, ειδικά εκείνους που είχαν πολεμήσει με τους τούρκους, δεν έχουμε όμως πολλές πληροφορίες για το πώς τους έβλεπαν. Από τις αναφορές των περιηγητών, υποθέτουμε πως τους θαύμαζαν και τους ζήλευαν ταυτόχρονα, προσδοκώντας βοήθεια για την απελευθέρωσή τους. Οι μορφωμένοι έλληνες βέβαια, ήταν σε θέση να εκτιμήσουν και να απομυθοποιήσουν τους ξένους. Πάντως οι ευρωπαίοι, θεωρούσαν αυτονόητο το θαυμασμό των ελλήνων για τα επιτεύγματα της Δύσης. Πάντως, παρά τις προκαταλήψεις (345) και τα στερεότυπα, οι σχέσεις ελλήνων και ξένων κατά την τουρκοκρατία ήταν θετικές. Οι έλληνες ένιωθαν να ανήκουν στη χριστιανική δύση, που σεβόταν την ελληνική ιστορία. Οι δυτικοί θαύμαζαν την αρχαιότητα και θεωρούσαν στίγμα για τον πολιτισμό την υποδούλωση των ελλήνων στους τούρκους. 

Συμπέρασμα : πολλοί ξένοι επισκέπτονταν την Ελλάδα. Η γνώμη τους ήταν συχνά επικριτική. Αντίστοιχα, πολλοί έλληνες τσαντίζονταν με την αλαζονεία τους. Οι επαφές όμως συνέβαλαν στην ανάπτυξη φιλελληνικού κινήματος, που βοήθησε ιδιαίτερα όταν ξέσπασε η επανάσταση. 

Η Πνευματική και Καλλιτεχνική Δημιουργία των Ελλήνων Στην αρχή η πνευματική ζωή ήταν ανύπαρκτη, καθώς οι σημαντικοί και πνευματικοί έλληνες εγκατέλειψαν τη χώρα. Η αναγέννηση (346) άρχισε από το 17ο αι. και μετά. 

Η Πνευματική Δημιουργία Το δρόμο άνοιξε το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ο πατριάρχης Κύριλλος Λούκαρης φρόντισε για την ίδρυση τυπογραφείου στην Πόλη, τη μετάφραση της Καινής Διαθήκης στην καθομιλουμένη και την αναβάθμιση της Μεγάλης του Γένους Σχολής. Από το 18ο αι. οι Φαναριώτες αναλαμβάνουν δράση. Χορηγούν υποτροφίες, ιδρύουν σχολεία και δημοσιεύουν βιβλία. Οι λόγιοι του 18ου αι. είχαν την τάση να συσσωρεύουν γνώση, ενώ τότε άρχισε να διαδίδεται το βιβλίο. Εκδίδονται πολλά βιβλία, κυρίως εκκλησιαστικά που πωλούνται συνήθως στα πανηγύρια ή καταλήγουν στα Ιωάννινα, συσκευασμένα σε ξύλινα

Page 166: ΕΛΠ20 περίληψη

κιβώτια. Από εκεί διανέμονται σε άλλες περιοχές (347). Κυκλοφορούν επίσης λιγοσέλιδα βιβλία, οι ‘φυλλάδες’, με ιδιαίτερα δημοφιλή αυτήν του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Πολλές εκδόσεις γνώρισαν οι Μύθοι του Αισώπου, ο Ερωτόκριτος κ.α. Ο Αγαθάγγελος είχε ευρύτατη διάδοση, χρησμολογικό κείμενο με στόχο την προπαγάνδα πως η ελευθερία θα ερχόταν από τους Ρώσους. Ριμάδες : πολύστιχες αφηγήσεις που μυθοποιούσαν ιστορικά περιστατικά τοπικού ενδιαφέροντος. Τις έφτιαχναν στιχουργοί μέτριας μόρφωσης. Οι ριμάδες και οι φυλλάδες κυκλοφορούσαν περισσότερο στα αστικά κέντρα. Στην ύπαιθρο (348) επιβίωναν ακόμα οι χρονογραφίες, με κορυφαίο το Χρονικό του Γαλαξιδιού, πατριωτικό, ηρωικό και θρησκευτικό. Κορυφαία λαϊκή έκφραση ήταν το κλέφτικο δημοτικό τραγούδι, που εξυμνούσε την ελεύθερη ζωή των κλεφτών, τις χαρές και τις λύπες τους. Κοσμάς ο Αιτωλός : μοναχός με εξαιρετική προσωπικότητα, απεύθυνε ομιλίες υψηλής ρητορικής, περιοδεύοντας επί σειρά ετών. Ο ίδιος δεν κατέγραφε τίποτα, οι οπαδοί του όμως μετέφεραν κάποια αποσπάσματα. Ζητά από τους ακροατές του να καταλάβουν την αναγκαιότητα της ελληνικής παιδείας. 

Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός Η περίοδος αυτή είναι γεμάτη σημαντικές μορφές που επηρεάστηκαν από τον ευρωπαϊκό διαφωτισμό. Ευγένιος Βούλγαρις, Νικηφόρος Θεοτόκης, Θεόφιλος Καΐρης και ο Ανώνυμος συγγραφέας της Ελληνικής Νομαρχίας είναι μερικοί. Ρήγας Βελεστινλής : κορυφαίος οραματιστής μιας ελεύθερης και δημοκρατικής Ελλάδας σε ειρηνική συμβίωση με τους άλλους βαλκανικούς λαούς. Προσπάθησε να πραγματοποιήσει το όραμά του μέσα από τη συγγραφή και την ποίηση (349). Ο Θούριός του, ενέπνευσε τη γενιά των αγωνιστών του ’21. Υπήρξε εθνομάρτυρας καθώς συνελήφθη από τους Αυστριακούς και βρήκε μαρτυρικό θάνατο με απόφαση του πασά του Βελιγραδίου. Έγινε διαχρονικό σύμβολο του ελληνικού αγώνα για ελευθερία και δημοκρατία. Αδαμάντιος Κοραής : έζησε τα περισσότερα χρόνια του στη Γαλλία όπου επηρεάστηκε από το Διαφωτισμό. Ήταν υπέρμαχος της μετακένωσης των ευρωπαϊκών επιτευγμάτων στην Ελλάδα. Προσέφερε πολλά στις εκδόσεις για 20 και πλέον χρόνια, εκδίδοντας αρχαίους συγγραφείς, με εμπεριστατωμένα σχόλια και ανάλυση των απόψεών του. Οι εκδόσεις του είχαν παγκόσμιο κύρος και θεωρήθηκε από τους μεγαλύτερους φιλόλογους της εποχής. Βραβεύτηκε από τη Γαλλία και του προσφέρθηκαν πανεπιστημιακές έδρες. Οι εκπρόσωποι του Νεοελληνικού Διαφωτισμού είχαν δύο ζητήματα : - η παιδευτική αξία των μαθηματικών και των φυσικών επιστημών, για τις οποίες υπήρχαν επιφυλάξεις από την εκκλησία και τους συντηρητικούς κύκλους. Οι φυσικές επιστήμες θεωρήθηκαν επικίνδυνες για τις παραδοσιακές αξίες και μέσο παρότρυνσης των νέων σε αθεΐα. Οι φιλελεύθερες ιδέες της Γαλλικής επανάστασης είχαν τρομάξει αρκετούς. - Η επιλογή ανάμεσα σε αρχαΐζουσα και την καθομιλουμένη γλώσσα. Η αντιδικία εκφράστηκε με πραγματείες και μελέτες, προκάλεσε όμως και προσωπικές διαμάχες μεταξύ των λογίων. Ο Κοραής προσπάθησε να βρει μια μέση οδό, αλλά μάταια. Την ίδια περίοδο, παρατηρούμε μια στροφή των Ελλήνων προς την αρχαιότητα. Οι λόγιοι και οι απλοί άνθρωποι αναζητούν τα πρότυπά τους στον κλασικό χώρο. Η ανάγκη αυτή εκφράστηκε με την ονοματοδοσία αρχαίων ελληνικών ονομάτων σε παιδιά και καράβια. Η εκκλησία το θεώρησε στροφή στον παγανισμό και ο Γρηγόριος ο Ε εξέδωσε εγκύκλιο εναντίον των αρχαίων ονομάτων. 

Page 167: ΕΛΠ20 περίληψη

Η Καλλιτεχνική Δημιουργία (351) Η Βυζαντινή αγιογραφική παράδοση, συνεχίστηκε σε όλη την τουρκοκρατία με εικόνες υψηλής καλλιτεχνικής αξίας. Το κέντρο βρισκόταν στην Κρήτη. Η θεματολογία διευρύνθηκε με την προσθήκη αρχαίων μορφών που με το έργο τους θεωρούνται κάπως ως πρόδρομοι του χριστιανισμού. Η μεταβυζαντινή ζωγραφική διαδόθηκε σε όλο τον ορθόδοξο κόσμο. Οι ζωγράφοι της γνώριζαν μεγάλη επιτυχία σε όλη τη Βαλκανική. Καλλιεργήθηκε επίσης η γλυπτική με τέμπλα, άμβωνες και επισκοπικούς θρόνους. Αναπτύχθηκε και η αρχιτεκτονική, κυρίως όμως σε εμπορικές και εύπορες πόλεις όπου χτίστηκαν ωραία διώροφα αρχοντικά, στα οποία υπάρχει ζωγραφική και ξυλόγλυπτη διακόσμηση. 

Σύνοψη : (352) Η επιβίωση του ελληνισμού κατά την τουρκοκρατία, είναι ίσως το μεγαλύτερο επίτευγμά του. Μέχρι την επανάσταση οι Έλληνες ήταν υπόδουλοι και αποτελούσαν πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Κατέβαλαν υπέρογκους φόρους και καταπιέζονταν ποικιλοτρόπως. Παρά τις συνθήκες όμως, αξιοποιήθηκαν θεσμοί όπως η εκκλησία και η κοινότητα που βοήθησαν στη διατήρηση της πολιτιστικής ταυτότητας και την καλύτερη οργάνωση της καθημερινής ζωής. Καθώς δεν έλειψαν οι εξεγέρσεις, κύριοι εκφραστές αναγνωρίσθηκαν οι κλέφτες και οι αρματολοί, ένοπλες ομάδες που τελικά ταυτίστηκαν με την επιθυμία της ελευθερίας. Η φτώχια εξανάγκαζε τα παιδιά να εργάζονται από νωρίς. Οι γυναίκες ζούσαν περιορισμένες, με το διαρκή φόβο της απαγωγής ή της αποπλάνησης. Πάντως είχαν επίσημο δικαίωμα εκπαίδευσης, αν και μόνο οι εύπορες μπορούσαν να το ασκήσουν. Η διασκέδασή τους περιοριζόταν σε θρησκευτικές εορτές και πανηγύρια. Η (353) αναγκαστική συμβίωση με τους τούρκους, έφερε αλλαγές στις πόλεις. Ιδρύθηκαν νέα αστικά κέντρα και χωριά, ενώ πλήθος τούρκων εγκαταστάθηκαν σε περιοχές ελλήνων που είχαν εκδιωχθεί ή μετοικήσει. Η οικιστική διαμόρφωση συνδέεται με τις άσχημες συνθήκες διαβίωσης. Διοικητικά, οθωμανικές και ελληνικές τοπικές αρχές συνυπήρχαν. Ιδιαίτερα σημαντικός ήταν ο ρόλος των επισκόπων. Οι Έλληνες αξιοποίησαν την κοινωνική και οικονομική σύνθεση των κοινοτήτων για να πλουτίσουν. Ιδιαιτερότητες παρατηρούμε και στο εβραϊκό και αρβανίτικο στοιχείο του πληθυσμού. Η κατά βάση αγροτική ζωή, άρχισε να επεκτείνεται και σε εμπορικές επιχειρήσεις το 18ο αι. Η ναυτιλία απέδωσε πλούτο αλλά και νέες ιδέες. Αυτό επηρέασε θετικά την πνευματική και καλλιτεχνική ζωή των υπόδουλων, παρ’ όλο το σνομπισμό των δυτικών.