12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά,...

20

Transcript of 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά,...

Page 1: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.
Page 2: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

12054_Fwkiwn_elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ

Page 3: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

12054_Fwkiwn_elafi.indd 2 24/9/18 10:18 πμ

Page 4: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

Ο ΦΩΚΊΩΝ ΔΕΝ ΉΤΑΝ ΕΛΑΦΊ

12054_Fwkiwn_elafi.indd 3 24/9/18 10:18 πμ

Page 5: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

12054_Fwkiwn_elafi.indd 4 24/9/18 10:18 πμ

Page 6: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

ΜΑΝΟΣ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ

Εικονογράφηση

ΜΥΡΤΏ ΔΕΛΗΒΟΡΙΆ

Ο ΦΩΚΊΩΝ

ΉΤΑΝ ΕΛΑΦΊΔΕΝ

12054_Fwkiwn_elafi.indd 5 24/9/18 10:18 πμ

Page 7: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

Εκδόσεις Πατάκη – Σύγχρονη λογοτεχνία για παιδιά και για νέουςΣειρά: Μυθιστορήματα φαντασίαςΜάνος Κοντολέων, Ο Φωκίων δεν ήταν ελάφιΕικονογράφηση-εξώφυλλο: Μυρτώ ΔεληβοριάΔιορθώσεις: Άντωνία ΓουναροπούλουDTP: Νίκη ΆντωνακοπούλουΦιλμ-μοντάζ: Μαρία Ποινιού-ΡένεσηCopyright© για την εικονογράφηση Σ. Πατάκης ΆΕΕΔΕ (Εκδόσεις Πατάκη), Άθήνα 2018Copyright© Σ. Πατάκης ΆΕΕΔΕ (Εκδόσεις Πατάκη) και Μάνος Κοντολέων, Άθήνα 2018Πρώτη έκδοση από τις Εκδόσεις Πατάκη, Άθήνα, Οκτώβριος 2018ΚΕΤ Β776 ΚΕΠ 699/18 ISBN 978-960-16-8054-5

ΠΆΝΆΓΗ ΤΣΆΛΔΆΡΗ (ΠΡΏΗΝ ΠΕΙΡΆΙΏΣ) 38, 104 37 ΆΘΗΝΆ,ΤΗΛ.: 210.36.50.000, 210.52.05.600, 801.100.2665 - FAX: 210.36.50.069ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΆΘΕΣΗ: ΕΜΜ. ΜΠΕΝΆΚΗ 16, 106 78 ΆΘΗΝΆ, ΤΗΛ.: 210.38.31.078YΠOKΆΤΆΣΤΗMA BOPEIAΣ EΛΛAΔAΣ: KOPYTΣAΣ (TEPMA ΠONTOY – ΠEPIOXH B́ KTEO)570 09 KAΛOXΏPI ΘEΣΣAΛONIKHΣ, Τ.Θ. 1213, ΤΗΛ.: 2310.70.63.54, 2310.70.67.15 - FAX: 2310.70.63.55Web site: http://www.patakis.gr • e-mail: [email protected], [email protected]

Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προ στα τεύε ται κατά τις δια τά ξεις της ελ λη νι κής νο-μο θε σίας (Ν. 2121/1993, όπως έχει τρο πο ποιη θεί και ισχύει σή με ρα) και τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευ μα τι κής ιδιο κτη σίας. Άπα γο ρεύε ται απολύτως η άνευ γραπτής αδείας του εκδότη κατά οποιον δή πο τε τρό πο ή μέσο (ηλε κτρο νι κό, μη χα νι κό ή άλλο) αντιγραφή, φω τοα να τύ πω-ση και εν γέ νει ανα πα ρα γω γή, εκ μί σθω ση ή δα νει σμός, με τά φρα ση, δια σκευή, ανα με τά δο ση στο κοι νό σε οποια δή πο τε μορφή και η εν γένει εκ με τάλ λευ ση του συ νό λου ή μέ ρους του έργου.

12054_Fwkiwn_elafi.indd 6 24/9/18 10:18 πμ

Page 8: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

Μετά από σαράντα τόσα χρόνια,Απροσδόκητα ανανεωμένο

Μα πάντα για την Άννα.Τώρα, βέβαια, και για τον Μάνο

Μ. Κ.

Για μένα, το λοιπόν, το πιο εκπληκτικό,πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο,

είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει.Είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε.

Ναζίμ Χικμέτ (απόδοση Γιάννης Ρίτσος)

12054_Fwkiwn_elafi.indd 7 24/9/18 10:18 πμ

Page 9: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

12054_Fwkiwn_elafi.indd 8 24/9/18 10:18 πμ

Page 10: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

9

ΕΝΑ ΑΓΟΡΊ ΠΟΥ ΘΥΜΊΖΕ –ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΉΤΑΝ– ΕΛΑΦΊ

Τώρα, ο Φωκίων έχει πια φτάσει στα δεκαέξι του τα χρόνια.Βεργολυγερό το κορμί του, καστανά και μεγάλα τα μά-

τια του, καλογραμμένα τα χείλη του. Και ψηλός – λεπτά, μακριά τα κανιά του. Τον βλέπανε οι γείτονες να τρέχει και θαυμάζανε – «Ίδιος με ελάφι μοιάζει!».

Άλλά ο Φωκίων δεν ήταν ελάφι. Άνθρωπος ήταν.Μεγάλωσε σε μια μικρή, τοσηδά πολιτειούλα – λίγα σπί-

τια, μια ή δυο πλατείες, ένα σχολειό, ένας ναός, κάμποσα μα-γαζιά, περισσότερα τα αγροτόσπιτα.

Κι ολόγυρα βουνά. Κάποια από αυτά ήταν ψηλά και απόκρημνα, με μυστικά φαράγγια και απότομες χαράδρες. Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες. Κι αμπέλια, στάχυα, μποστάνια – αυτά στα πεδινά τα μέρη.

12054_Fwkiwn_elafi.indd 9 24/9/18 10:18 πμ

Page 11: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

10

Όμορφος τόπος. Μοναχά η θάλασσα ήταν μακριά. Έπρε-πε να ανέβεις σε βουνοκορφή κι από εκεί –κι αν ο καιρός ήταν καλός και καθαρός ο ορίζοντας– ίσως κατάφερνες να την αγνα-ντέψεις.

Όμορφος τόπος – να το ξαναπώ. Μα να προσθέσω και κάτι ακόμα – δυσάρεστο και άσχημο αυτό. Ο τόπος δεν ανή-κε σ’ αυτούς που δουλεύανε στους αγρούς του, σε όσους εί-χαν μαγαζιά που πουλάγανε τρόφιμα ή ρούχα, βιβλία ή παι-χνίδια. Μήτε ακόμα είχαν δικά τους τα σπίτια που μένανε οι υπάλληλοι του δήμου, οι δάσκαλοι στο σχολείο, οι γιατροί κι οι νοσοκόμοι του νοσοκομείου.

Όλα –γη και κτίρια– ανήκανε στους Άρχοντες – στην πιο Παλιά Οικογένεια εκείνου του τόπου.

Κι αυτοί νοικιάζανε –με μεγάλα νοίκια– σπίτια και μα-γαζιά· βάζανε άδικους φόρους, παίρνανε μεγάλο μέρος της σοδειάς από όσους καλλιεργούσαν τα χωράφια ή συντη-ρούσαν τα αγροκτήματα.

Οι Άρχοντες εκείνοι είχαν και τους δικούς τους φρου-ρούς –τους Γύπες– και τους δικούς τους σπιούνους – τις Κίσ-σες.

Οι Γύπες –εκείνα τα τρομακτικά πτηνά με τους καμπυλω-τούς λαιμούς, το μικρό κεφάλι και τα σκληρά ράμφη– τρομο-κρατούσαν όσους τολμούσαν να ονειρευτούν μια πιο ελεύθε-ρη, δίκαιη ζωή. Και οι Κίσσες –αυτές με ένα χαρούμενο γκρίζο φτέρωμα που το στόλιζαν ανάλαφρες πινελιές γαλάζιου και μαύρου– σε ξεγελούσαν, τις εμπιστευόσουνα κι εκείνες αμέ-σως σε μαρτυρούσανε. Σπιούνοι – αν κάποιος κάτι έλεγε που δε θα άρεσε στους Άρχοντες, τούτοι οι ρουφιάνοι τούς το προ-φταίνανε και ο αστόχαστος βρισκότανε στη φυλακή.

Στον τόπο αυτό, λοιπόν, ο Φωκίων ζούσε. Εκεί είχε γεν-νηθεί.

12054_Fwkiwn_elafi.indd 10 24/9/18 10:18 πμ

Page 12: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

11

Κι οι δυο γονείς του δάσκαλοι. Ένα παιδί μονάχα αξιώ-θηκαν να έχουν.

Και το λατρεύανε. Το καμαρώνανε.«Ελαφάκι μου!»Η μάνα του έτσι από μικρό τον φώναζε.Μα ο πατέρας, αν και γελούσε, διαφωνούσε.«Όχι, ο Φωκίων δεν είναι ελάφι… Άνθρωπος είναι! Μην

το ξεχνάμε εμείς για να το θυμάται κι αυτός για πάντα».Τέτοια παράξενα τα λόγια του Δάσκαλου.Κι ήταν τον καιρό που ο Φωκίων ίσα που είχε αρχίσει να

πηγαίνει κι αυτός στο σχολείο, που ρώτησε τον πατέρα του:«Γιατί έγινες Δάσκαλος;»«Γιατί αυτό ήθελα να γίνω!» του απάντησε εκείνος.«Και γιατί το ήθελες;» επέμεινε ο Φωκίων.«Γιατί έτσι θα ήμουνα χρήσιμος στους άλλους».Ο Φωκίων έσμιξε τα φρύδια.«Δεν καταλαβαίνω…» είπε.Ο πατέρας έκλεισε το βιβλίο που διάβαζε. Έξυσε το πι-

γούνι του.«Λοιπόν… Άκουσέ με προσεχτικά!... Ο Μήτσος που

δουλεύει στον φούρνο… Άυτός, που λες, κάνει ή δεν κάνει με τη δουλειά του καλό σε όλους μας;»

Το αγόρι κούνησε το κεφάλι.«Κάνει, αφού ψήνει το ψωμί που τρώμε».«Κι ο Τάσος, που μέρα παρά μέρα περνά με το κάρο

και μαζεύει τα σκουπίδια μας… Κι αυτός με τη δουλειά του δεν κάνει καλό σε όλους μας;»

«Κάνει!»«Κι η Ελεονόρα, η νοσοκόμα… Τι λες και γι’ αυτήν;»Ο Φωκίων και πάλι συμφώνησε. Μα επέμενε.«Άλλά εσύ τι καλό κάνεις στους άλλους;»

12054_Fwkiwn_elafi.indd 11 24/9/18 10:18 πμ

Page 13: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

12

«Τους μαθαίνω…» χαμογέλασε ο πατέρας. «Όπως η μη-τέρα σου, έτσι κι εγώ, σας μαθαίνουμε τα Γράμματα».

Ξαφνικά μια άλλη απορία πέρασε από τον νου του Φω-κίωνα.

«Και πού μάθατε εσείς όλα αυτά τα γράμματα;»Ο Δάσκαλος με το χέρι του έδειξε προς τη μεριά της

ανατολής.«Στην Άλλη Χώρα… Εκεί υπάρχει το Μεγάλο Σχο-

λειό…»Ο Φωκίων δάγκωσε τα χείλη του. Κάτι ακόμα ήθελε να

καταλάβει. «Καλά… Ο Μήτσος φτιάχνει το ψωμί που τρώμε, ο Τάσος καθαρίζει τις αυλές και τους δρόμους μας… Η Ελε-ονόρα κάνει τις ενέσεις για να μας πέσει ο πυρετός… Εσύ και η μητέρα τι καλό κάνετε στους άλλους με το να τους διδάσκε-τε τα γράμματα;»

Ο Δάσκαλος ανάσανε βαθιά. Η φωνή του έγινε σοβαρή.«Τους μαθαίνουμε… Σας μαθαίνουμε να διαβάζετε… Κι

όποιοι ξέρουν να διαβάζουν ξέρουν και να σκέφτονται!»«Κι όταν σκεφτόμαστε… Τότε;…» Κάτι περισσότερο

αναζητούσε να μάθει το αγόρι.«Τότε μπορούμε να ελπίζουμε πως μια μέρα θα ζού-

με…» – στιγμούλα μόνο δίστασε ο Δάσκαλος, κι αμέσως μετά με σταθερή φωνή πρόσθεσε: «…ελεύθεροι!». Και κοί-ταξε με τρυφερότητα τον γιο του. Πίσω από τα βλέφαρά του, όμως, μια σκιά είχε κουρνιάσει.

Ο Φωκίων πλησίασε την πόρτα και ετοιμάστηκε να βγει στον κήπο. Μα κάτι πρέπει να του πέρασε από τον νου και στράφηκε προς τον πατέρα του.

«Και τα ζώα, που ενώ μπορούν και μιλάνε, δεν ξέρουν να διαβάζουν… Άυτά δε σκέφτονται;»

Ο Δάσκαλος χαμογέλασε.

12054_Fwkiwn_elafi.indd 12 24/9/18 10:18 πμ

Page 14: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

13

«Οι άνθρωποι παίρνουμε τη γνώση από τη Μάθηση. Τα ζώα την παίρνουν από τη Φύση!»

Ο Φωκίων δεν ήταν βέβαιος αν όλα αυτά τα είχε κατα-λάβει. Μα δε ρώτησε τίποτε άλλο.

Βγήκε έξω. Στον δρόμο…Κι εκεί προς το τέλος του δρόμου διέκρινε το μεγάλο

σπίτι όπου ζούσαν οι Άρχοντες της Παλιάς Οικογένειας – άγριοι άνθρωποι. Κατσούφηδες και ακατάδεχτοι δείχνανε όποτε τύχαινε να βγούνε από το μεγάλο τους το σπιτικό για να επιθεωρήσουν τα χωράφια και τα υποστατικά με τα ζώα.

Πάνω στη στέγη αυτού του μεγάλου σπιτιού, ο Φωκίων πρόσεξε τους Γύπες που είχαν γαντζωθεί, με τα σκληρά νύ-χια τους, στα κεραμίδια και με τα ράμφη ξύνανε τις φτερού-γες τους – άγρια πουλιά.

Ο Φωκίων είχε ακόμα μέσα στ’ αυτιά του τις κουβέντες του πατέρα του – μια μέρα θα ζούμε ελεύθεροι!

Άνατρίχιασε.Και πήρε να τρέχει προς την αντίθετη μεριά του δρόμου.Ήταν –τότε– γύρω στα έξι του χρόνια. Κάπου τόσο.

12054_Fwkiwn_elafi.indd 13 24/9/18 10:18 πμ

Page 15: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

12054_Fwkiwn_elafi.indd 14 24/9/18 10:18 πμ

Page 16: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

15

ΚΑΠΩΣ ΕΤΣΊ ΞΕΚΊΝΉΣΑΝ ΟΛΑ

Μετά –τώρα ξεκινά η ιστορία μας– τα χρόνια περάσανε και ο Φωκίων έκλεισε τα δεκαέξι.

Κι είχε –από καιρό– αποφασίσει πως ο πιο καλός του φίλος ήταν ένα… άλογο. Ένα άσπρο άλογο – χαίτη που έπε-φτε με αρχοντιά στον λαιμό· ουρά πλούσια, μακριά, σχεδόν ακούμπαγε στο έδαφος.

Άυτός ήταν ο Άλέξης.Και τα απομεσήμερα –παλικάρι και άτι– συναντιόντου-

σαν στο δάσος κι άλλοτε παίζανε – με κάποιο τόπι· άλλοτε ο Φωκίων ανέβαινε στη ράχη του Άλέξη και καλπάζανε στις μαλακές πεδιάδες· άλλοτε διαλέγανε φρούτα –μήλα, αχλά-δια ή σύκα– και πασαλειβόντουσαν από τα γλυκά ζουμιά.

Κάπου κάπου μπορεί να ζούσανε και μια μικρή… πε-ριπέτεια.

12054_Fwkiwn_elafi.indd 15 24/9/18 10:18 πμ

Page 17: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

16

Ναι, όπως τότε –απόγευμα πάντα– που έτυχε ένας σκορπιός να δαγκώσει το αγόρι και ήταν το άλογο που έτρε-ξε μέχρι το σπίτι του Δάσκαλου και με αγχωμένα χλιμιντρί-σματα –ανάμεσά τους ξεχώριζε το όνομα του παλικαριού: Φωκίων– κατάφερε να κάνει τον πατέρα να καταλάβει πως κάτι κακό είχε συμβεί στον γιο του και στη συνέχεια τον πήρε πάνω στη ράχη του και τον οδήγησε εκεί όπου είχε συμβεί το ατύχημα.

Τις περισσότερες, πάντως, φορές, συνηθίζανε –κου-ρασμένοι πια από το παιχνίδι– να περιμένουνε να δούνε τον ήλιο να δύει. Ο Άλέξης όρθιος πάνω σε βράχο πλατύ, ο Φωκίων ακούμπαγε την πλάτη του στον κορμό μιας γέρι-κης βελανιδιάς, κι αυτή –αν ήταν στα κέφια της– έβαζε το φύλλωμά της να ιστορεί παλιές ιστορίες του κόσμου – άλ-λες λέγανε για δράκους, άλλες για μεγάλες καταστροφές, άλλες πάλι είχανε να κάνουνε με το πώς γεννήθηκε το φως και πώς δημιουργήθηκαν τα ποτάμια και οι λίμνες.

Τις περισσότερες φορές οι δυο φίλοι συζητούσανε. Για το μέλλον τους.

«Θα φύγω κάποια μέρα. Θέλω να σπουδάσω!»Ξεκάθαρος ήταν, εκείνο το απόγευμα, ο Φωκίων.Ο Άλέξης τίναξε τη χαίτη του, με τη δεξιά οπλή του χτύ-

πησε τον βράχο. Δεν ήθελε να σκέφτεται πως μπορεί μια μέρα ο φίλος του να έφευγε.

«Λυπηθώ…» – όπως όλα τα ζώα, μιλούσε με φράσεις που είχαν μια και μόνο λέξη.

Κι έπειτα –το σούρουπο ερχότανε– οι δυο φίλοι σηκώ-θηκαν και πήρανε να επιστρέφουν στο χωριό.

Κι όπως κάθε φορά, έτσι κι εκείνο το σούρουπο, θα περ-νούσανε έξω από το σπίτι όπου έμενε ο Περδίκας μαζί με τη γυναίκα του και τα τρίδυμα κοριτσάκια του.

12054_Fwkiwn_elafi.indd 16 24/9/18 10:18 πμ

Page 18: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

17

Ο Περδίκας ήταν γεωργός. Στα χωράφια που του είχαν νοικιάσει οι Άρχοντες, καλλιεργούσε πατάτες.

Τέτοια ώρα συνήθιζε να κάθεται στην αυλόπορτα του σπιτιού του και να καμαρώνει τις κορούλες του που φτιά-χνανε πατατοκουκλάκια και γελάγανε και τραγουδούσανε.

Μα εκείνο το σούρουπο.«Κλάματα…» είπε το άλογο, ο Άλέξης.Ο Φωκίων αφουγκράστηκε κι εκείνος.«Καλά λες. Κλάματα κι εγώ ακούω… Κι είναι από το

σπίτι του Περδίκα… Έλα! Πάμε να δούμε τι συμβαίνει».Πήρανε να τρέχουν.Και ξαφνικά μπροστά τους! Ά, τον καημένο τον Περδί-

κα που ήταν μπροστά τους.Γεμάτος αίματα και με ρούχα ξεσχισμένα.Η γυναίκα του με ένα μουσκεμένο πανί προσπαθούσε

να τον καθαρίσει.Τα τρία κοριτσάκια κλαψουρίζανε.«Δέστε τι κάνανε στον πατέρα μας!» με μια φωνή και τα

τρία φωνάξανε καθώς είδαν τον Φωκίωνα και τον Άλέξη.«Μα τι συνέβη;» θέλησε να μάθει ο Φωκίων.Και οι τέσσερις μαζί –ο Περδίκας, η γυναίκα του και οι

τρεις κορούλες– αρχίσανε να εξηγούνε… Άλλοτε τα λόγια τους ακουγόντουσαν καθαρά, άλλοτε τα πνίγανε κλάματα, άλλοτε γινόντουσαν κραυγές – πόνου μα και οργής.

«Γύπες!» είπε ο Άλέξης και τα αυτιά του τεντωθήκανε.«Ναι, αυτοί!»Ο Περδίκας έκανε νόημα στη γυναίκα και στις κόρες

να σωπάσουν. «Γύπες από τη φρουρά της Παλιάς Φαμίλιας, αυτοί... Πέσανε πάνω μου… Με σακατέψανε…»

«Μα γιατί;»Ο Φωκίων είχε γονατίσει δίπλα στον ξαπλωμένο Περδίκα.

12054_Fwkiwn_elafi.indd 17 24/9/18 10:18 πμ

Page 19: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.

18

«Πατάτες» ακούστηκε να λέει το άλογο.Και ο πληγωμένος άντρας κούνησε το κεφάλι του.«Ναι… Ζητήσανε να μου πάρουν όλη σχεδόν τη σοδειά…

Κι όταν εγώ αρνήθηκα… Γιατί τότε τι θα πουλήσω για να βγάλω μερικά λεφτά… Να ζήσουμε κι εμείς!» Βόγκηξε από τον πόνο ο Περδίκας.

«Οι φρουροί άρχισαν να τον χτυπάνε με τα φτερά τους, να τον ξεσχίζουν με τα νύχια τους…» Τα τρία κορίτσια πιά-σανε και πάλι τα κλάματα.

«Και μας αδειάσανε κι όλη την αποθήκη… Κι έρχεται χειμώνας… Πώς θα ζήσουμε!» Η γυναίκα του γεωργού ανα-στέναξε.

Ο Φωκίων δε μιλούσε. Μόνο έπιασε από τις μασχάλες τον πληγωμένο άντρα, τον βοήθησε να μπει στο σπίτι του.

Και μετά βγήκε και πάλι έξω.«Γύπες…» χλιμίντρισε το άλογο και τα χείλη του αναση-

κώθηκαν και φάνηκαν τα μεγάλα του δόντια.Ο Φωκίων του χάιδεψε το κούτελο. Κάτι… Μια ιδέα

σχηματιζότανε στο μυαλό του και τα δάχτυλά του περάσανε, με μια μηχανική κίνηση, ανάμεσα από τη χαίτη του Άλέξη.

«Γύπες…» πάλι είπε το άλογο.Ο Φωκίων με ένα σάλτο βρέθηκε στη ράχη του.«Τρέξε…» παρακάλεσε τον φίλο του.Βιαζότανε να φτάσει στην πλατεία.

12054_Fwkiwn_elafi.indd 18 24/9/18 10:18 πμ

Page 20: 12054 Fwkiwn elafi.indd 1 24/9/18 10:18 πμ · Κάποια άλλα ήταν χαμηλά, λόφοι σχεδόν. Με ήρεμα δάση από πεύκα. Με ελαιώνες.