Β1 Διατροφή Στην Παιδική Και Εφηβική Ηλικία

27

description

Β1 Διατροφή Στην Παιδική Και Εφηβική Ηλικία

Transcript of Β1 Διατροφή Στην Παιδική Και Εφηβική Ηλικία

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΥπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων

ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΥπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού

Το Ε.Υ.ΖΗ.Ν. είναι πρόγραμμα των Υπουργείων Παιδείας

& Θρησκευμάτων και Πολιτισμού & Αθλητισμού, που

στοχεύει στη διασφάλιση της υγιούς ανάπτυξης των

παιδιών και των εφήβων μέσα από την υιοθέτηση

ισορροπημένων συνηθειών διατροφής και σωματικής

δραστηριότητας.

Το πρόγραμμα περιλαμβάνει διάφορες δραστηριότητες

στο επίπεδο της πρωτοβάθμιας φροντίδας, οι οποίες

αποσκοπούν στην προσφορά γνώσεων, την καλλιέργεια

δεξιοτήτων και τη δημιουργία υπηρεσιών για το παιδί,

το σχολείο αλλά και την οικογένεια, με άξονα τη διαμόρ-

φωση μιας υγιεινής στάσης ζωής.

Επιστημονική Ευθύνη Προγράμματος

Συντώσης Λάμπρος, Ph.D, Καθηγητής Διατροφής & Διαιτολογίας στο Χαροκόπειο

Πανεπιστήμιο

Παναγιωτάκος Δημοσθένης, Ph.D, Καθηγητής Βιοστατιστικής & Επιδημιολογίας

της Διατροφής στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο

Ψαρρά Γλυκερία, Ph.D, Διαιτολόγος – Διατροφολόγος

Τάμπαλης Κων/νος, Ph.D, Καθηγητής Φυσικής Αγωγής - Επιδημιολόγος

Συγγραφική Ομάδα

Αποστόλου Αριστείδης, MSc, Καθηγητής Φυσικής Αγωγής

Αρναούτης Ιωάννης, Ph.D, Καθηγητής Φυσικής Αγωγής

Γεωργούλης Μιχάλης, MSc, Διαιτολόγος - Διατροφολόγος

Μπαθρέλλου Ειρήνη, Ph.D, Διαιτολόγος - Διατροφολόγος

Μπέλλου Έλενα, Ph.D, Διαιτολόγος - Διατροφολόγος

Φιλίππου Χριστίνα, MSc, Διαιτολόγος - Διατροφολόγος

Σχεδιαστική Επιμέλεια

Κυριάκου Δάφνη, MSc, Διαιτολόγος - Διατροφολόγος

1 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Οι συνήθειες διατροφής και σωματικής δραστηριότητας στην παιδική και εφηβική

ηλικία επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό τη σωματική ανάπτυξη, τη διατήρηση ενός υγιούς

βάρους και τη μείωση του κινδύνου για την εμφάνιση χρόνιων νοσημάτων. Οι διατροφικές

απαιτήσεις διαφοροποιούνται σε σχέση με την ενήλικη ζωή, καθώς ο ρυθμός ανάπτυξης

είναι υψηλός. Η διατροφή αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα που επηρεάζει την υγεία του

παιδιού και η επίδραση της σχετίζεται άμεσα με όλες τις πτυχές της ανάπτυξης και

ωρίμανσης. Από την άλλη πλευρά, και η σωματική δραστηριότητα έχει αντίκτυπο στην υγεία

του άμεσα αλλά και μακροπρόθεσμα, καθώς επηρεάζει τον κίνδυνο εμφάνισης χρόνιων

νοσημάτων στην ενήλική ζωή.

Στην παρούσα ενότητα θα αναφερθούν: η αξιολόγηση της σωματικής ανάπτυξης του

παιδιού και με ποιο τρόπο πραγματοποιείται, οι διατροφικές απαιτήσεις των παιδιών σε

επίπεδο θρεπτικών συστατικών και σε επίπεδο ομάδων τροφίμων, ειδικές καταστάσεις που

χρήζουν ιδιαίτερης διατροφικής φροντίδας καθώς και συστάσεις για σωματική

δραστηριότητα για την παιδική και εφηβική ηλικία και πώς αυτές μπορούν να υλοποιηθούν.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΣΩΜΑΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Στην παιδική ηλικία ο ρυθμός ανάπτυξης είναι γενικά σταθερός, με το βάρος των

παιδιών να αυξάνεται κατά 2-3 κιλά ανά έτος, μέχρι το παιδί να γίνει 9-10 ετών, και το ύψος

να αυξάνεται κατά 6-8 εκατοστά από την ηλικία των 2 ετών και ως την εφηβεία. Η ανάπτυξη

βέβαια σε κάποια παιδιά μπορεί να έχει ασταθή εικόνα με περιόδους σταθερότητας που

διακόπτονται από περιόδους με πολύ υψηλό ρυθμό ανάπτυξης. Η σύσταση σώματος στην

παιδική ηλικία παραμένει σχετικά σταθερή. Το ποσοστό λίπους σώματος μειώνεται στα

πρώτα χρόνια, φτάνοντας το χαμηλότερο σημείο στην ηλικία των 4-6 ετών. Στη συνέχεια,

αυξάνεται παράλληλα με την αύξηση του βάρους, με τα κορίτσια να έχουν ελαφρώς

υψηλότερο λίπος σώματος σε σχέση με τα αγόρια. Οι διαφορές μεταξύ των δυο φύλων στο

λίπος σώματος δεν είναι εμφανείς μέχρι την εφηβεία.

Η εφηβεία αποτελεί το μοναδικό στάδιο μετά τη γέννηση κατά το οποίο παρατηρείται

αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης. Οι έφηβοι αποκτούν περίπου το 20% του ενήλικου ύψους

τους και το 50% του ενήλικου βάρους τους στην περίοδο της εφηβείας, η οποία, διαρκεί

περίπου 5 με 7 έτη. Η έναρξη της εφηβείας είναι νωρίτερα για τα κορίτσια (συνήθως 2 έτη)

2 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

σε σχέση με τα αγόρια. Με την ολοκλήρωση της σεξουαλικής ωρίμανσης, ο ρυθμός

ανάπτυξης μειώνεται αλλά η ανάπτυξη συνεχίζεται έως περίπου την ηλικία 18-20 για τα

κορίτσια και έως την ηλικία 20-22 έτη για τα αγόρια. Το ύψος στα περισσότερα κορίτσια δεν

αυξάνεται περισσότερο από 5-8 εκατοστά μετά την έναρξη της εμμηνορυσίας, αν και τα

κορίτσια που έχουν πιο πρώιμη εμφάνιση της εμμηνορυσίας τείνουν να μεγαλώνουν πιο

πολύ μετά την έναρξη της σε σχέση με τα κορίτσια που έχουν πιο ύστερη εμφάνιση της

έναρξης έμμηνου ρύσης. Η σύσταση σώματος κατά την εφηβεία διαφοροποιείται

παράλληλα με τη διαδικασία της σεξουαλικής ωρίμανσης. Τα κορίτσια αποκτούν υψηλότερο

λίπος σώματος κατά την εφηβεία σε σχέση με τα αγόρια, ώστε μετά την ενηλικίωση το

ποσοστό λίπους τους κυμαίνεται σε 22-26% και 15-18% αντίστοιχα. Επιπλέον, κατά την

εφηβεία τα αγόρια αποκτούν τη διπλάσια περίπου μυϊκή μάζα σε σχέση με τα κορίτσια.

Η φυσιολογική σωματική ανάπτυξη ερμηνεύεται ως η εξέλιξη ύψους και βάρους που

συνάδει με την υγεία του παιδιού. Η ανάπτυξη ενός παιδιού αξιολογείται συνήθως με τη

χρήση καθορισμένων ορίων που έχουν συσταθεί με βάση τον πληθυσμό (καμπύλες

ανάπτυξης), και παρόλο που δεν λαμβάνει υπόψη εξατομικευμένα χαρακτηριστικά, όπως το

γενετικό υπόβαθρο του συγκεκριμένου παιδιού (για παράδειγμα, το μέγιστο ύψος που

μπορεί να φτάσει ένα παιδί επηρεάζεται από το ύψος των γονιών του), επιτρέπει την έγκαιρη

ανίχνευση παθολογικών αποκλίσεων (για παράδειγμα, το χαμηλό σωματικό βάρος ενός

παιδιού που μπορεί να συνδέεται με κάποια μεταβολική διαταραχή, το χαμηλό ανάστημα

ενός παιδιού που μπορεί να συνδέεται με φλεγμονώδη νόσο του εντέρου ή με ανεπάρκεια

αυξητικής ορμόνης), και αποτρέπει την άσκοπη περαιτέρω αξιολόγηση παιδιών με

«αποδεκτές» μεταβολές στην ανάπτυξη. Τα όρια αυτά συνήθως οπτικοποιούνται με τη

μορφή καμπυλών ανάπτυξης, ώστε να γίνονται πιο εύκολα στη χρήση τους, τόσο από τους

επαγγελματίες υγείας όσο και από το άμεσο περιβάλλον του παιδιού όπως οι γονείς, οι

εκπαιδευτικοί και άλλοι.

Τα διαγράμματα των καμπυλών ανάπτυξης αποτελούνται από μια σειρά ποσοστιαίων

καμπυλών που δείχνουν την κατανομή μιας επιλεγμένης σωματομετρίας στα παιδιά.

Δημιουργούνται με βάση ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα υγιών παιδιών ενός πληθυσμού, και

ιδανικά απευθύνονται προς χρήση για την αξιολόγηση παιδιών του ιδίου πληθυσμού. Στην

Ελλάδα συνήθως χρησιμοποιούνται καμπύλες ανάπτυξης που για τη δημιουργία τους

χρησιμοποιήθηκε δείγμα από ελληνόπαιδα, όπως αυτές που περιέχονται στα παιδικά

βιβλιάρια υγείας, ή εναλλακτικά καμπύλες από διεθνείς οργανισμούς, όπως οι καμπύλες

3 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

ανάπτυξης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, της Παγκόσμιας Ομάδας Δράσης για την

Παχυσαρκία (International ObesityTaskforce, IOTF) και του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης

Ασθενειών των Ηνωμένων Πολιτειών (Center for Disease Control and Prevention, CDC),όπου

το δείγμα που χρησιμοποιήθηκε για τη δημιουργία τους προέρχεται από πολλές χώρες. Σε

κάθε περίπτωση, οι καμπύλες ανάπτυξης δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ως διαγνωστικό

μέσο, αλλά ως ένα εργαλείο που θα βοηθήσει στη συνολική αξιολόγηση του παιδιού.

Η αξιολόγηση της ανάπτυξης γίνεται συνήθως μέσω των διαγραμμάτων καμπυλών

ανάπτυξης βάρους προς ηλικία, ύψους προς ηλικία και δείκτη μάζας σώματος προς ηλικία,

οι οποίες διαφοροποιούνται ανάλογα με το φύλο. Υπενθυμίζεται ότι ο ΔΜΣ ορίζεται ως o

λόγος του σωματικού βάρους εκφρασμένου σε κιλά προς το τετράγωνο του ύψους

εκφρασμένο σε μέτρα στο τετράγωνο, δηλαδή: ΔΜΣ = Βάρος (kg) / Ύψος2 (m2).Σε κάθε

διάγραμμα σημειώνεται η θέση του παιδιού σύμφωνα με δύο στοιχεία: την ηλικία του (στον

οριζόντιο άξονα)και τη μετρούμενη τιμή της εκάστοτε παραμέτρου, δηλαδή βάρους, ύψους,

δείκτη μάζας σώματος (στον κάθετο άξονα) ανάλογα με το διάγραμμα που χρησιμοποιείται

(για παράδειγμα τα διαγράμματα 1, 2 και 3, τα οποία αφορούν αγόρια ηλικίας 2-18 ετών).

Σε κάθε καμπύλη του διαγράμματος αναγράφεται ένα νούμερο που αντιστοιχεί σε

εκατοστιαία θέση. Έτσι για παράδειγμα, κοιτώντας το διάγραμμα 1, ένα αγόρι 11 ετών με

βάρος 25 kg, βρίσκεται στην 25ηεκατοστιαία θέση για το βάρος ως προς την ηλικία του. Αυτό

σημαίνει πως για κάθε 100 παιδιάπου μετρήθηκαν (από το δείγμα που χρησιμοποιήθηκε για

τη δημιουργία των καμπυλών ανάπτυξης) τα 25 είχαν χαμηλότερο βάρος από το

συγκεκριμένο παιδί και τα 75 είχαν υψηλότερο. Με αυτό τον τρόπο, εντοπίζονται παιδιά που

βρίσκονται είτε πολύ χαμηλά είτε πολύ υψηλά στις καμπύλες.

Οι καμπύλες επιτρέπουν την οπτικοποιημένη διαχρονική παρακολούθηση της

ανάπτυξης του παιδιού με σκοπό να ελεγχθούν μεγάλες διακυμάνσεις στο ρυθμό ανάπτυξης

του παιδιού. Μία και μόνο αξιολόγηση της ανάπτυξης ενός παιδιού δεν μπορεί να δώσει

σημαντικές πληροφορίες για το αν η ανάπτυξη του είναι ή όχι ικανοποιητική. Τα υγιή παιδιά

συνήθως διατηρούνται στις ίδιες εκατοστιαίες θέσεις κατά τη διάρκεια των σχολικών

χρόνων. Συνεπώς, ένα παιδί που βρίσκεται κάθε χρόνο μεταξύ της 25ης και 50ης εκατοστιαίας

θέσης για το βάρος προς την ηλικία του, βρεθεί στη συνέχεια στην 10η εκατοστιαία θέση, θα

αξιολογηθεί διαφορετικά από ένα παιδί που κάθε χρόνο βρίσκεται στη 10η εκατοστιαία

θέση.

4 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

Διάγραμμα 1: Βάρος προς ηλικία, αγοριών 2-18 ετών.

5 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

Διάγραμμα 2: Ύψος προς ηλικία, αγοριών 2-18 ετών.

6 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

Διάγραμμα 3: Δείκτης Μάζας Σώματος προς ηλικία, αγοριών 2-18 ετών.

7 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

Η διατροφή στην παιδική και εφηβική ηλικία οφείλει να καλύπτει τις αυξημένες ανάγκες

σε ενέργεια και θρεπτικά συστατικά που χαρακτηρίζουν την ανάπτυξη. Στα πρώτα στάδια

ζωής απαιτείται περισσότερο θρεπτική τροφή αναλογικά με το μέγεθος σώματος, σε σχέση

με την ενήλικη ζωή, καθώς πραγματοποιείται η ανάπτυξη των ιστών, ο σχηματισμός των

οστών, δοντιών και μυών. Προσοχή θα πρέπει να δοθεί καθώς τα παιδιά μπορούν πιο

εύκολα να βρεθούν σε κίνδυνο δυσθρεψίας, όταν δεν έχουν όρεξη για φαγητό για μεγάλο

χρονικό διάστημα, όταν καταναλώνουν περιορισμένο αριθμό και ποικιλία τροφίμων ή όταν

το μεγαλύτερο μέρος της διατροφικής τους πρόσληψης αποτελείται από φτωχά σε θρεπτικά

συστατικά τρόφιμα.

Ενέργεια και θρεπτικά συστατικά

Οι ενεργειακές ανάγκες υγιών παιδιών επηρεάζονται από την ηλικία, το φύλο, το ύψος,

το βάρος και το επίπεδο σωματικής δραστηριότητας. Η ενεργειακή πρόσληψη πρέπει να

είναι επαρκής, ώστε να καλύπτει τις ανάγκες της ανάπτυξης, αλλά χωρίς να τις υπερκαλύπτει

και να οδηγεί στην πρόσληψη υπερβάλλοντος βάρους. Οι εκτιμώμενες ενεργειακές ανάγκες

για τα παιδιά κυμαίνονται μεταξύ 1200 έως και 3200 kcal ανά ημέρα, με τα αγόρια να έχουν,

γενικά, υψηλότερες ενεργειακές ανάγκες από τα κορίτσια. Στον πίνακα 1, αναφέρονται οι

εκτιμώμενες ενεργειακές ανάγκες παιδιών ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα, το φύλο και το

επίπεδο σωματικής δραστηριότητας. Ως μη δραστήρια χαρακτηρίζονται τα παιδιά που

κάνουν καθιστική ζωή, δηλαδή που η δραστηριότητα τους περιλαμβάνει μόνο τις ελαφριές

δραστηριότητες της καθημερινής ζωής. Ως μέτρια δραστήρια χαρακτηρίζονται τα παιδιά που

ο τρόπος ζωής τους περιλαμβάνει σωματική δραστηριότητα που ισοδυναμεί σε περπάτημα

2,5-5 km/ημέρα σε ένταση 5-6,5 km/ώρα σε συνδυασμό με τις ελαφριές δραστηριότητες της

καθημερινής ζωής. Ως δραστήρια χαρακτηρίζονται τα παιδιά που ο τρόπος ζωής τους

περιλαμβάνει σωματική δραστηριότητα που ισοδυναμεί σε περπάτημα περισσότερο από 5

km/ημέρα σε ένταση 5-6,5 km/ώρα σε συνδυασμό με τις ελαφριές δραστηριότητες της

καθημερινής ζωής.

8 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

Πίνακας 1. Ενεργειακές ανάγκες (σε kcal) παιδιών ανάλογα με την ηλικία, το φύλο και

το επίπεδο σωματικής δραστηριότητας.

Επίπεδο Σωματικής Δραστηριότητας

Ηλικία Φύλο Χαμηλό Μέτριο Υψηλό

4-8 ετών Αγόρια &κορίτσια 1200-1400 1400-1600 1600-2000

9-13 ετών Αγόρια 1600-2000 1800-2200 2000-2600

Κορίτσια 1400-1600 1600-2000 1800-2200

14-18 ετών Αγόρια 2000-2400 2400-2800 2800-3200

Κορίτσια 1800 2000 2400

Όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενη ενότητα, οι υδατάνθρακες, οι πρωτεΐνες και το

λίπος (μακροθρεπτικά συστατικά) αποτελούν τις κύριες πηγές ενέργειας της καθημερινής

δίαιτας. Η συνιστώμενη αναλογία για τα μακροθρεπτικά συστατικά για την ηλικία των 4-18

ετών είναι 45-65% υδατάνθρακες, 10-30% πρωτεΐνη και 25-35% λίπος, η οποία έχει βρεθεί

ότι καλύπτει τις ανάγκες των παιδιών.

Οι υδατάνθρακες αποτελούν την κύρια πηγή ενέργειας και διαχωρίζονται σε απλούς

(όπου περιλαμβάνονται τα σάκχαρα) και σύνθετους (όπου περιλαμβάνονται το άμυλο και οι

φυτικές ίνες). Κάποια σάκχαρα περιέχονται εκ φύσεως σε κάποια τρόφιμα (όπως η λακτόζη

στο γάλα και η φρουκτόζη στα φρούτα), ενώ άλλα προστίθενται σε τρόφιμα για να βελτιωθεί

η γεύση τους (όπως η ζάχαρη στους χυμούς φρούτων). Οι φυτικές ίνες συνήθως βρίσκονται

φυσικά σε τρόφιμα, όπως είναι τα όσπρια, τα λαχανικά και τα φρούτα καθώς και τα

δημητριακά ολικής άλεσης. Η μεγαλύτερη ποσότητα υδατανθράκων καταναλώνεται με τη

μορφή αμύλου που βρίσκεται σε τρόφιμα όπως τα δημητριακά, οι πατάτες και τα αμυλούχα

λαχανικά. Συνήθως, τα τρόφιμα που περιέχουν άμυλο έχουν υποστεί επεξεργασία με

αποτέλεσμα να έχουν χαθεί οι ίνες του τροφίμου. Παρόλο που τα παιδιά συνήθως

καταναλώνουν επαρκείς ποσότητες υδατανθράκων, συνήθως αυτοί περιλαμβάνουν

μεγαλύτερες ποσότητες σακχάρων και επεξεργασμένου αμύλου (και μικρότερες ποσότητες

ινών), οι οποίες παρέχουν θερμίδες χωρίς να προσφέρουν επαρκείς ποσότητες απαραίτητων

θρεπτικών συστατικών. Οι πρωτεΐνες παρέχουν, εκτός από ενέργεια, αμινοξέα τα οποία

συμμετέχουν στην ανάπτυξη όλων των ιστών που πραγματοποιείται κατά την παιδική και

εφηβική ηλικία. Οι πρωτεΐνες προσλαμβάνονται από ζωικές τροφές, όπως τα

γαλακτοκομικά, το κρέας, το κοτόπουλο, το ψάρι και τα παράγωγα τους και φυτικές τροφές,

9 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

όπως τα όσπρια, τα δημητριακά και οι ξηροί καρποί. Στις δυτικού τύπου κοινωνίες, η

πρόσληψη πρωτεϊνών συνήθως υπερκαλύπτει τις ανάγκες των παιδιών. Παρόλα αυτά,

μεγαλύτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στα παιδιά που ακολουθούν χορτοφαγική διατροφή

ή και σε αυτά που είναι ιδιαιτέρως επιλεκτικά στα τρόφιμα που καταναλώνουν (θα

αναφερθούν αναλυτικότερα σε επόμενη υποενότητα). Τα λίπη είναι η πιο ενεργειακά πυκνή

πηγή ενέργειας διακρίνονται σε μονο-, πόλυ- ακόρεστα και κορεσμένα λιπαρά οξέα και

περιλαμβάνουν όλα τα ζωικά λίπη όπως το βούτυρο και τα φυτικά όπως τις μαργαρίνες, το

ελαιόλαδο και άλλα έλαια. Παρέχουν ενέργεια στα παιδιά αλλά θα πρέπει να

αποθαρρύνεται η κατανάλωση των κορεσμένων και τρανς λιπαρών οξέων, που περιέχονται

στα ζωικά λίπη και στα επεξεργασμένα τρόφιμα και έχει σχετιστεί με την εμφάνιση πολλών

χρόνιων νοσημάτων.

Η προαναφερόμενη αναλογία μακροθρεπτικών έχει συσταθεί, ώστε να καλύπτει τις

ανάγκες των παιδιών και σε όλα τα μικροθρεπτικά συστατικά. Η συστηνόμενη πρόσληψη για

συγκεκριμένα μικροθρεπτικά συστατικά, που θα αναφερθούν στη συνέχεια, είναι

υψηλότερη κατά τηνπαιδική και εφηβική ηλικία, για να καλυφθούν οι αυξημένες ανάγκες

της ανάπτυξης:

Βιταμίνη Α: Η βιταμίνη Α αποτελεί ένα συστατικό απαραίτητο για την όραση, τη

λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, καθώς και τη διαφοροποίηση και τον

πολλαπλασιασμό των κυττάρων, διεργασίες με έντονη λειτουργία κατά το στάδιο της

ανάπτυξης. Τα περισσότερα παιδιά στις ανεπτυγμένες χώρες λαμβάνουν επαρκείς

ποσότητες βιταμίνης Α, παρόλα αυτά για να εξασφαλίζεται η ικανοποιητική πρόσληψη θα

πρέπει να ενθαρρύνονται να καταναλώνουν τρόφιμα από όλες τις ομάδες τροφίμων, και

ιδίως λαχανικά όλων των χρωμάτων (καρότο, κολοκύθα, σπανάκι, παντζάρια), φρούτα,

κρέας (ιδίως συκώτι) και γαλακτοκομικά.

Ασβέστιο και βιταμίνη D: Το ασβέστιο είναι ένα συστατικό απαραίτητο για τη δόμηση

των οστών, συνεπώς σημαντικό για τη σωματική ανάπτυξη. Για το λόγο αυτό οι ανάγκες για

την πρόσληψη ασβεστίου είναι αυξημένες στα παιδιά (12-18 ετών) σε σχέση με τους

ενήλικες. Τα γαλακτοκομικά προϊόντα είναι η κύρια πηγή ασβεστίου για τα παιδιά, καθώς

είναι πλούσια σε ασβέστιο και καταναλώνονται καθημερινά. Για τα παιδιά που δεν

καταναλώνουν γαλακτοκομικά συστήνεται να καταναλώνουν εναλλακτικά, άλλες πηγές

ασβεστίου όπως τα μικρά ψάρια που καταναλώνονται με το κόκαλο, τα πράσινα φυλλώδη

λαχανικά, οι ξηροί καρποί και σπόροι, το ταχίνι και τα εμπλουτισμένα με ασβέστιο

10 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

δημητριακά πρωινού και προϊόντα σόγιας (π.χ. γάλα σόγιας). Η βιταμίνη D αυξάνει την

απορρόφηση ασβεστίου και έχει σημαντικό ρόλο για την υγεία των οστών. Η ανεπάρκεια

βιταμίνης D προκαλεί ραχίτιδα στα παιδιά. Οι διατροφικές της πηγές δεν είναι πολλές και η

ικανοποιητική της πρόσληψη δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της διατροφής αλλά

απαιτεί και την έκθεση του παιδιού στην ηλιακή ακτινοβολία, η οποία αποτελεί και την κύρια

πηγή βιταμίνης D για τον οργανισμό. Αυξημένο κίνδυνο έλλειψης της βιταμίνης εμφανίζουν

τα παιδιά που έχουν πολύ σκούρο δέρμα, που ζουν σε περιοχές χωρίς ηλιοφάνεια και

γενικότερα κατά τη χειμερινή περίοδο.

Σίδηρος: Οι ανάγκες για σίδηρο είναι υψηλότερες κατά την περίοδο της ανάπτυξης. Ο

αιμικός σίδηρος (που περιέχεται σε τρόφιμα ζωικής προέλευσης: κρέας, πουλερικά, ψάρι,

θαλασσινά, αβγό) είναι πιο εύκολα απορροφήσιμος από τον μη-αιμικό σίδηρο (που

περιέχεται σε τρόφιμα φυτικής προέλευσης: ψωμί, δημητριακά, λαχανικά, όσπρια, ξηροί

καρποί και φρούτα). Η απορρόφηση του μη-αιμικού σιδήρου μπορεί να αυξηθεί μέσω

συνδυασμού των φυτικών πηγών σιδήρου με τρόφιμα που περιέχουν βιταμίνη C

(εσπεριδοειδή, ντομάτα, μπρόκολο, κουνουπίδι, ακτινίδιο, φράουλα). Ένα συχνό πρόβλημα

που εμφανίζεται λόγω της ανεπαρκούς πρόσληψης σιδήρου είναι η σιδηροπενική αναιμία.

Η εμφάνιση σιδηροπενικής αναιμίας είναι πιο συχνή στην εφηβεία σε σχέση με την παιδική

ηλικία γεγονός που οφείλεται στις αυξημένες ανάγκες των εφήβων για σίδηρο. Η αιτία, για

τα αγόρια είναι κυρίως η αύξηση της μυϊκής μάζας ενώ για τα κορίτσια η έναρξη της

εμμηνορρυσίας. Παρόλο που η διατροφή μπορεί να συμβάλλει μέσω της συχνής

κατανάλωσης τροφίμων πλούσιων σε σίδηρο στην πρόληψη της σιδηροπενικής αναιμίας,

συνήθως για την αντιμετώπιση της απαιτείται η λήψη συμπληρωμάτων σιδήρου. Τα

συμπτώματα της σιδηροπενικής αναιμίας περιλαμβάνουν αδυναμία, κόπωση, τριχόπτωση

κ.ά. ενώ έχει σχετιστεί και με μείωση της σχολικής απόδοσης των παιδιών, όπως θα

αναφερθεί εκτενέστερα και σε επόμενη ενότητα.

Νάτριο: Παρόλο που το νάτριο είναι ένα απαραίτητο μικροσυστατικό, η πρόσληψή του

μέσω της δίαιτας συνήθως υπερκαλύπτει τις ανάγκες του οργανισμού. Το αλάτι (χλωριούχο

νάτριο) από τα επεξεργασμένα τρόφιμα αποτελεί την κύρια πηγή νατρίου στη δίαιτα. Η

αυξημένη κατανάλωση αλατιού σχετίζεται με την εμφάνιση υπέρτασης, ένα σημαντικό

παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων, ακόμα και στην παιδική

ηλικία. Η μείωση της πρόσληψης αλατιού στην καθημερινή διατροφή των παιδιών μπορεί

να βοηθήσει στη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης κατά την παιδική ηλικία αλλά και

11 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

μελλοντικά. Για τη μείωση της πρόσληψης αλατιού συστήνεται η αποφυγή της κατανάλωσης

τροφίμων ιδιαιτέρως πλούσιων σε αλάτι, όπως τα επεξεργασμένα κρέατα, το γρήγορο

φαγητό, τα αλμυρά τυριά, η αποφυγή προσθήκης μεγάλων ποσοτήτων επιτραπέζιου

αλατιού κατά την παρασκευή των γευμάτων και η αύξηση της κατανάλωσης τροφίμων

φτωχών σε αλάτι όπως τα λαχανικά και τα φρούτα.

Τέλος, άλλα θρεπτικά συστατικά με ιδιαίτερη σημασία κατά την περίοδο της ανάπτυξης

είναι το φυλλικό οξύ και ο ψευδάργυρος. Οι ανάγκες για φυλλικό οξύ αυξάνονται κατά την

ανάπτυξη καθώς το φυλλικό οξύ είναι απαραίτητο για τον πολλαπλασιασμό των κυττάρων.

Καλές πηγές φυλλικού οξέος είναι τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά, τα φρούτα (ειδικά τα

εσπεριδοειδή), και τα εμπλουτισμένα με φυλλικό οξύ δημητριακά πρωινού. Ο ψευδάργυρος

είναι σημαντικός για την ανάπτυξη του ανοσοποιητικού και την καλή γνωσιακή λειτουργία.

Καλές πηγές ψευδαργύρου είναι το συκώτι, το κόκκινο άπαχο κρέας, τα πουλερικά, τα

θαλασσινά καθώς και τα δημητριακά ολικής άλεσης, τα όσπρια και οι ξηροί καρποί.

ΟΜΑΔΕΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενη ενότητα, τα τρόφιμα χωρίζονται σε ομάδες με βάση

την περιεκτικότητά τους σε κάποια θρεπτικά συστατικά. Οι κύριες ομάδες τροφίμων είναι οι

ακόλουθες: δημητριακά, γαλακτοκομικά, φρούτα, λαχανικά, κρέας και υποκατάστατα, λίπη

και έλαια. Στον ακόλουθο πίνακα καταγράφεται ο αριθμός των ισοδυνάμων για κάθε ομάδα

τροφίμων, ο οποίος συστήνεται να καταναλώνεται από τα παιδιά, ανά ηλικιακή ομάδα και

φύλο. Ο πίνακας 2 αποτελεί έναν οδηγό και δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε απόλυτο

βαθμό, καθώς υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που μπορεί να επηρεάζουν το συνιστώμενο

μέγεθος μερίδας ενός παιδιού, όπως το επίπεδο σωματικής δραστηριότητας. Περισσότερες

πληροφορίες σχετικά με τις ομάδες τροφίμων αναφέρονται σε προηγούμενη ενότητα.

12 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

Τα δημητριακά αποτελούν πλούσια πηγή υδατανθράκων αλλά και πρωτεϊνών,

βιταμινών και ανόργανων στοιχείων. Συστήνεται να προτιμώνται τα μη επεξεργασμένα, τα

οποία διατηρούν μεγαλύτερο μέρος από τα θρεπτικά συστατικά τους, οπότε περιέχουν

μεγαλύτερες ποσότητες φυτικών ινών, σιδήρου και βιταμινών Β. Στα μη επεξεργασμένα

δημητριακά ανήκουν όλα τα προϊόντα ολικής άλεσης. Για να αυξηθεί η κατανάλωση

δημητριακών ολικής άλεσης από τα παιδιά συστήνεται να χρησιμοποιούνται τρόφιμα ολικής

άλεσης κατά την παρασκευή των γευμάτων, όπως είναι το καστανό ρύζι και τα ζυμαρικά

ολικής άλεσης. Επίσης, τρόφιμα ολικής άλεσης μπορούν να παρέχονται στο πρωινό, όπως τα

Πίνακας 2. Ενδεικτικός αριθμός ισοδυνάμων που συστήνονται να καταναλώνονται ανά

ηλικία και φύλο για κάθε ομάδα τροφίμων (Υπουργείο Τροφίμων και Γεωργίας Η.Π.Α).

Ομάδα

τροφίμων

Αγόρια και

κορίτσια Αγόρια Κορίτσια

1 ισοδύναμο

ισούται με… 4-8 ετών

9-13

ετών

14-18

ετών

9-13

ετών

14-18

ετών

Δημητριακά 5 5 6 6 8 >1 φέτα ψωμί

>2 φρυγανιές

Γαλακτοκομικά 2,5 3 3 3 3

>1 φλιτζάνι γάλα

>1 κεσεδάκι

γιαούρτι

Φρούτα 1-1,5 1,5 1,5 1,5 2 >1 μικρό μήλο

>1 μέτριο αχλάδι

Λαχανικά 1,5 2 2,5 2,5 3

>2 φλιτζάνια ωμά

>1 φλιτζάνι

βρασμένα λαχανικά

Κρέας και

υποκατάστατα 4 5 5 5 6,5

>1 μικρή μπριζόλα

(4 ισοδύναμα)

>1 αβγό (1

ισοδύναμο)

Λίπη και έλαια 4 5 5 5 6

>1 κουταλάκι του

γλυκού, ελαιόλαδο

ή μαγιονέζα

13 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

δημητριακά πρωινού ολικής άλεσης και στα ενδιάμεσα σνακ όπως το ψωμί ολικής άλεσης

για τα σάντουιτς και οι σπιτικές μπάρες δημητριακών. Καθώς οι επιλογές των παιδιών

επηρεάζονται πολύ από τα άτομα που λειτουργούν ως πρότυπα για αυτά, που για τα

μικρότερα παιδιά συνήθως είναι οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί, η κατανάλωση προϊόντων

ολικής άλεσης μπροστά τους μπορεί να λειτουργήσει ως παράδειγμα προς μίμηση. Τα

μεγαλύτερα παιδιά μπορούν να εκπαιδευτούν να διαβάζουν τις ετικέτες τροφίμων και να

αναγνωρίζουν ποια τρόφιμα είναι ολικής άλεσης, ώστε να τα προτιμούν.

Τα γαλακτοκομικά αποτελούν πηγές πρωτεϊνών, λιπιδίων, ασβεστίου, βιταμινών (A, D,

B12) και ανόργανων στοιχείων. Είναι απαραίτητα για τη σωστή ανάπτυξη του σκελετού και

για το λόγο αυτό είναι ιδιαιτέρως σημαντικά κατά την παιδική ηλικία. Η πρόσληψη

γαλακτοκομικών έχει σχετιστεί με μείωση του κινδύνου εμφάνισης πολλών χρόνιων

νοσημάτων, όπως η οστεοπόρωση, τα καρδιαγγειακά, ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 και

η υπέρταση. Για τα παιδιά άνω των 2 ετών, πολλοί διεθνείς οργανισμοί συστήνουν την

κατανάλωση ημίπαχων γαλακτοκομικών, παρόλο που αρκετά νέα ερευνητικά δεδομένα

δείχνουν πως τα λίπη που περιέχονται στα γαλακτοκομικά δεν έχουν δυσμενή επίδραση για

την υγεία, αλλά αντιθέτως μπορεί να έχουν και κάποιες ευεργετικές επιδράσεις. Για να

επιτευχθεί ικανοποιητική πρόσληψη γαλακτοκομικών από τα παιδιά που δεν δείχνουν

ιδιαίτερη προτίμηση για την κατανάλωσή τους μπορούν να συνδυαστούν με άλλα τρόφιμα

της αρεσκείας τους, π.χ. με δημητριακά πρωινού ή/και φρούτα.

Ένα συχνό διατροφικό πρόβλημα που αφορά τα γαλακτοκομικά και την κατανάλωση

τους είναι η δυσανεξία στη λακτόζη που εμφανίζεται τόσο στα παιδιά, όσο και σε

μεγαλύτερες ηλικίες που εκδηλώνεται με ναυτία, δυσπεψία, φούσκωμα του στομαχιού, και

κοιλιακό πόνο. Οφείλεται στην ανικανότητα του οργανισμού να πέψει πλήρως την λακτόζη,

το βασικό σάκχαρο των γαλακτοκομικών, λόγω ανεπάρκειας (συνήθως μερικής) της

λακτάσης του υπεύθυνου ενζύμου για την πέψη της λακτόζης. Η κατανάλωση

γαλακτοκομικών συστήνεται να γίνεται ανάλογα με την ανεκτικότητα κάθε ατόμου. Το γάλα

συνήθως προκαλεί τα περισσότερα συμπτώματα οπότε συστήνεται να προτιμάται η

κατανάλωση ζυμωμένων γαλακτοκομικών όπως γιαούρτι και τυρί. Σε περιπτώσεις ολικής

ανεπάρκειας του ενζύμου, (ένα σπανιότερο φαινόμενο), τα γαλακτοκομικά θα πρέπει να

υποκατασταθούν με άλλα τρόφιμα που αποτελούν πηγές ασβεστίου ώστε να εξασφαλιστεί

η επαρκής πρόσληψη του.

14 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

Τα φρούτα αποτελούν άριστη πηγή ενέργειας λόγω της περιεκτικότητάς τους σε

υδατάνθρακες και είναι πλούσια σε διαιτητικές ίνες, αντιοξειδωτικές ουσίες, βιταμίνες και

ανόργανα στοιχεία. Η κατανάλωση ποικιλίας φρούτων είναι ιδιαιτέρως σημαντική, καθώς τα

φρούτα διαφέρουν ως προς την περιεκτικότητά τους σε βιταμίνες και ανόργανα στοιχεία.

Για τα παιδιά, θα πρέπει να προτιμάται η κατανάλωση του φρέσκου φρούτου σε σχέση με

τους χυμούς φρούτων, ώστε να προσλαμβάνεται η μέγιστη δυνατή ποσότητα διαιτητικών

ινών. Όσον αφορά τους χυμούς θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στην κατανάλωση

τους, η οποία έχει σχετιστεί με την εμφάνιση παιδικής παχυσαρκίας. Πολλοί χυμοί του

εμπορίου έχουν πολύ χαμηλή περιεκτικότητα σε χυμό φρούτου και πολύ υψηλή σε σάκχαρα.

Σε γενικές γραμμές, η σειρά προτεραιότητας είναι: φρούτο, χυμός από φρέσκα φρούτα,

χυμός συσκευασμένος (100% φυσικός χυμός).

Τα λαχανικά είναι πλούσια σε βιταμίνες, αντιοξειδωτικά και διαιτητικές ίνες και

ταυτόχρονα φτωχά σε ενέργεια. Αποτελούν μια από τις καλύτερες διατροφικές επιλογές και

θα πρέπει να συνοδεύουν όλα τα κύρια γεύματα των παιδιών. Η κατανάλωση ποικιλίας

λαχανικών είναι ιδιαιτέρως σημαντική, ώστε να προσλαμβάνονται σε επαρκείς ποσότητες

απαραίτητες βιταμίνες, μέταλλα και ιχνοστοιχεία.

Τα φρούτα και λαχανικά αποτελούν ομάδες που προσφέρουν πολλά θρεπτικά

συστατικά και η κατανάλωσή τους έχει σχετιστεί με μείωση του κινδύνου για την εμφάνιση

πολλών χρόνιων νοσημάτων. Παρόλα αυτά, τα παιδιά συνήθως δεν καταναλώνουν επαρκείς

ποσότητες. Ένας από τους σημαντικότερους τρόπους να αυξηθεί η κατανάλωσή τους είναι η

αυξημένη έκθεση των παιδιών σε αυτά: να είναι πάντα διαθέσιμα στο σπίτι, να υπάρχουν σε

κάθε γεύμα ή να προσφέρονται ως σνακ. Επιπλέον, μπορούν να δοθούν σε διαφορετικές

μορφές στα παιδιά, αναζητώντας την πιο καλά αποδεκτή. Τέλος, καταλυτικά δρα το πόσο

καταναλώνονται από τα άτομα του περιβάλλοντος, ιδίως τους ενήλικες, καθώς τα παιδιά

μαθαίνουν μέσω της μίμησης.

Η διατροφική ομάδα του κρέατος προσφέρει πρωτεΐνες, σίδηρο, βιταμίνες και

ανόργανα στοιχεία. Συστήνεται να προτιμώνται τα πιο άπαχα τρόφιμα της ομάδας και να

αποφεύγονται τα επεξεργασμένα (π.χ. αλλαντικά), που είναι πλούσια σε κορεσμένο λίπος

και αλάτι. Οι συστάσεις για τα παιδιά, όπως και για τους ενήλικες, είναι η πιο συχνή

κατανάλωση ψαριών, οσπρίων και πουλερικών σε σχέση με το κόκκινο κρέας. Τα ψάρια

προσφέρουν ω-3 λιπαρά οξέα, τα οποία είναι απαραίτητα για τη σωματική ανάπτυξη και

έχουν σχετιστεί με βελτίωση στη σχολική απόδοση των παιδιών, όπως θα αναφερθεί

15 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

εκτενέστερα σε επόμενη ενότητα. Τα όσπρια, ως καλή πηγή φυτικών πρωτεϊνών, σιδήρου

και ψευδαργύρου, μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτική για τα παιδιά που δεν αγαπούν το

κρέας, ενώ ως πηγή διαιτητικών ινών, φυλλικού οξέος και καλίου μπορούν να

αντικαταστήσουν εν μέρει τα λαχανικά, για όσα παιδιά δυσκολεύονται να τα καταναλώσουν.

Τα λίπη και έλαια περιλαμβάνουν όλα τα λίπη που είναι στερεά (ζωικό βούτυρο,

μαργαρίνες) και τα έλαια που είναι υγρά σε θερμοκρασία δωματίου. Τα ζωικά λίπη όπως το

βούτυρο, είναι συνήθως πλούσια σε κορεσμένα λιπαρά ενώ τα φυτικά λίπη, όπως είναι τα

περισσότερα έλαια και οι μαργαρίνες είναι πλούσια σε μόνο- και πολυακόρεστα λιπαρά. Ένα

βασικό συστατικό της Μεσογειακής δίαιτας είναι το ελαιόλαδο, ένα έλαιο πλούσιο σε

μονοακόρεστα λιπαρά οξέα. Συστήνεται η παρασκευή τροφίμων για τα παιδιά να γίνεται με

χρήση ελαιόλαδου και αυτό να προτιμάται στις σαλάτες, ενώ να αποφεύγεται η χρήση

ζωικών λιπαρών τόσο στη μαγειρική όσο και ως τρόφιμο.

Παρότι, όλες οι ομάδες τροφίμων είναι ιδιαίτερα σημαντικές για την καλή κατάσταση

της υγείας και τη σωματική ανάπτυξη των παιδιών υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις

αποκλεισμού τροφίμων ή ολόκληρων ομάδων τροφίμων από τη διατροφή των παιδιών. Τοι

φαινόμενο, αυτό, παρατηρείται είτε σε συγκεκριμένες ηλικίες, όπως η επιλεκτική

κατανάλωση φαγητού στα παιδιά προσχολικής ηλικίας, είτε είναι απόρροια της επιλογής του

παιδιού να ακολουθήσει κάποια συγκεκριμένου τύπου διατροφή όπως η φυτοφαγία. Στη

συνέχεια, θα αναφερθούν εκτενέστερα οι δυο αυτές συνθήκες και πως προτείνεται να

αντιμετωπίζονται ώστε να εξασφαλίζεται η ισορροπία της διατροφής του παιδιού.

ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΦΑΓΗΤΟΥ

Η επιλεκτική κατανάλωση φαγητού ορίζεται ως η άρνηση και η απροθυμία που δείχνει

ένα παιδί για να καταναλώσει ένα μεγάλο αριθμό τροφίμων, που περιλαμβάνει τρόφιμα που

ήδη γνωρίζει αλλά και νέα τρόφιμα που δεν έχει ξαναδοκιμάσει (συχνά αναφέρεται ως

τροφική νεοφοβία). Αποτελεί ένα φυσιολογικό στάδιο της ανάπτυξης, είναι ιδιαιτέρως

συχνή σε παιδιά προσχολικής ηλικίας και μειώνεται σταδιακά μέχρι την ενηλικίωση.

Η επιλεκτική κατανάλωση φαγητού θεωρείται πως είναι αποτέλεσμα γενετικών και

περιβαλλοντικών παραγόντων καθώς και παραγόντων που σχετίζονται με τη σωματική

ανάπτυξη. Ειδικότερα, η άρνηση κατανάλωσης νέων τροφίμων, έχει χαρακτηριστεί ως ένας

ωφέλιμος εξελικτικός μηχανισμός που αύξανε τις πιθανότητες επιβίωσης καθώς προστάτευε

16 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

τα μικρά παιδιά από την κατανάλωση άγνωστων και πιθανότατα επικίνδυνων για την υγεία

ουσιών. Η προτίμηση που δείχνουν τα παιδιά όταν γεννιούνται σε συγκεκριμένες γεύσεις

(όπως στη γλυκιά γεύση) και η αποστροφή προς άλλες γεύσεις (όπως την πικρή γεύση),

έχουν επίσης θεωρηθεί ως ένας προσαρμοστικός και προστατευτικός μηχανισμός επιβίωσης

(καθώς όλες οι επικίνδυνες ουσίες έχουν συνήθως πικρή γεύση). Επιπλέον, τα τρόφιμα με

σωματική γλυκιά γεύση έχουν συνήθως αυξημένη ενεργειακή πυκνότητα (όπως η πατάτα)

ενώ τα τρόφιμα με πικρή γεύση είναι συνήθως είτε χαμηλά σε θερμίδες (όπως τα πράσινα

φυλλώδη λαχανικά) είτε σε κάποιες περιπτώσεις τοξικά.

Το περιβάλλον του παιδιού επηρεάζει επίσης τις διατροφικές του προτιμήσεις και

επιλογές καθώς τα παιδιά μαθαίνουν μέσω της παρατήρησης των άλλων. Συνεπώς, μια

επαναλαμβανόμενη έκθεση σε ποικιλία γεύσεων μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα

αποδοχής νέων τροφίμων. Τα πρότυπα των παιδιών, συνήθως άτομα από το στενό τους

περιβάλλον, όπως οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί, έχουν ιδιαιτέρως έντονη επιρροή στις

τροφικές επιλογές των παιδιών.

Η επιλεκτική κατανάλωση φαγητού αποτελεί συνήθως ένα φυσιολογικό στάδιο στην

ανάπτυξη πολλών παιδιών. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, ένα υγιές παιδί

ακολουθώντας τα αισθήματα πείνας και κορεσμού θα έχει φυσιολογική ανάπτυξη. Εάν

βέβαια η επιλεκτική κατανάλωση φαγητού πραγματοποιείται για πολύ μεγάλο χρονικό

διάστημα ή παρατηρηθεί μια διακριτή αλλαγή σε σχέση με τις προηγούμενες διατροφικές

συνήθειες του παιδιού, συστήνεται να διερευνηθούν και πιθανές ιατρικές αιτίες. Παρόλα

αυτά, μια συνετή προφύλαξη είναι η παρακολούθηση της ανάπτυξης του παιδιού, ώστε να

γίνει έγκαιρα η αναγνώριση κάποιας σημαντικής καθυστέρησης στην ανάπτυξη που μπορεί

να σχετίζεται με σημαντική επιλεκτική κατανάλωση τροφίμων. Επιπλέον, θα πρέπει να

εξεταστεί το μέγεθος της περιοριστικής συμπεριφοράς του παιδιού και οι επιπτώσεις που

έχει αυτή στην πρόσληψη απαραίτητων θρεπτικών συστατικών. Για παράδειγμα, απαιτείται

μεγαλύτερη προσοχή όταν το παιδί αρνείται να καταναλώσει ολόκληρες ομάδες τροφίμων,

π.χ. κανένα φρούτο ή κανένα λαχανικό σε σχέση με συγκεκριμένα τρόφιμα από τις ίδιες

ομάδες τροφίμων.

Η αντιμετώπιση της επιλεκτικής κατανάλωσης φαγητού περιλαμβάνει διάφορες

μεθόδους. Η αύξηση της έκθεσης του παιδιού στο νέο τρόφιμο (ή φαγητό) (έως και 15 φορές)

κρίνεται σημαντική, ώστε το παιδί να αποδεχτεί το νέο τρόφιμο. Ωστόσο, εάν το νέο τρόφιμο

προσφέρεται πολύ συχνά ή πρόκειται για ένα τρόφιμο που ευρέως δεν προτιμάται, η

17 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

επιμονή με αυτές τις προσπάθειες μπορεί να είναι αναποτελεσματική. Τα παιδιά είναι πιο

πιθανό να καταναλώσουν ένα τρόφιμο αν την ίδια ώρα και άλλοι το καταναλώνουν. Τα νέα

τρόφιμα θα πρέπει να εισάγονται ξεχωριστά στο διαιτολόγιο του παιδιού και να

προσφέρονται σε συνδυασμό με ήδη αποδεκτές γεύσεις. Δεν θα πρέπει να

χρησιμοποιούνται άλλα τρόφιμα ως επιβράβευση (για παράδειγμα, φάε τις φακές και θα

σου πάρω γλυκό). Επίσης, δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ανταλλάγματα για να

καταναλωθεί το νέο τρόφιμο (για παράδειγμα, φάε τη σαλάτα σου και θα σε πάω στις

κούνιες). Οι στρατηγικές αυτές μπορεί να είναι αποτελεσματικές βραχυπρόθεσμα, αλλά

μακροπρόθεσμα ενοχοποιούν κάποια τρόφιμα και αυξάνουν την επιθυμία για άλλα

(δηλαδή, τα παιδιά αρχίζουν να πιστεύουν ότι οι φακές και η σαλάτα είναι τρόφιμα που δεν

είναι τόσο καλά, ενώ τα γλυκά είναι κάτι πολύ νόστιμο).

ΦΥΤΟΦΑΓΙΑ

Οι φυτοφαγικές δίαιτες σχετίζονται με μειωμένο κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα,

υπέρταση, σακχαρώδη διαβήτη, παχυσαρκία και καρκίνο. Τα χαρακτηριστικά μιας

φυτοφαγικής δίαιτας που συμβάλλουν στη μείωση του κινδύνου χρόνιων νοσημάτων

περιλαμβάνουν τη χαμηλότερη πρόσληψη κορεσμένων λιπαρών και χοληστερόλης και την

υψηλότερη πρόσληψη φρούτων, λαχανικών, δημητριακών ολικής άλεσης, ξηρών καρπών

και φυτικών ινών.

Οι συνηθέστεροι τύποι φυτοφαγίας είναι:

Η γαλακτο-ωο-φυτοφαγία: Αποκλείεται από τη διατροφή το κρέας, αλλά

καταναλώνονται τα γαλακτοκομικά προϊόντα και τα αβγά.

Η γαλακτο-φυτοφαγία: Αποκλείονται από τη διατροφή το κρέας και τα αβγά, αλλά

καταναλώνονταιτα γαλακτοκομικά προϊόντα.

Η ωο-φυτοφαγία: Αποκλείονται από τη διατροφή το κρέας και τα γαλακτοκομικά,

αλλά καταναλώνονται τα αβγά.

Η αυστηρή ή καθαρή φυτοφαγία (Vegan): Απαντάται λιγότερο συχνά σε σχέση με

τους άλλους τύπους φυτοφαγίας. Αποκλείονται από τη διατροφή όλα τα ζωικά

προϊόντα (κόκκινο κρέας, πουλερικά, ψάρια, αβγά, γαλακτοκομικά προϊόντα) και

υποπροϊόντα (π.χ. μέλι) και καταναλώνονται μόνο φυτικές τροφές.

18 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

Επίσης, και ο τύπος της ημι-φυτοφαγίας, όπου αποκλείεται από τη διατροφή μόνο

το κόκκινο κρέας, ενώ καταναλώνονται τα πουλερικά και ψάρια.

Η ανάπτυξη των παιδιών που ακολουθούν γαλακτο-ωο-φυτοφαγία, γαλακτο-

φυτοφαγία και ωο-φυτοφαγία είναι παρόμοια με παιδιά που δεν ακολουθούν φυτοφαγική

διατροφή. Τα παιδιά που ακολουθούν αυστηρή φυτοφαγία έχει βρεθεί πως μπορεί να είναι

ελαφρώς πιο μικρόσωμα σε σχέση με τα παιδιά που δεν ακολουθούν φυτοφαγική δίαιτα

αλλά, παρόλα αυτά, βρίσκονται μέσα στα φυσιολογικά όρια των καμπυλών ανάπτυξης.

Γενικά, ισχύει πως μια σωστά σχεδιασμένη φυτοφαγική δίαιτα μπορεί να καλύψει τις

διατροφικές απαιτήσεις των παιδιών και να ωφελήσει την υγεία τους, αρκεί να ληφθούν

υπόψη τα τρόφιμα και οι ομάδες τροφίμων που αποκλείονται από το διαιτολόγιο του

παιδιού, ώστε να βρεθούν εναλλακτικές πηγές πρόσληψης των θρεπτικών συστατικών που

προσφέρουν. Σε μικρότερο κίνδυνο για την εμφάνιση διατροφικών ελλείψεων είναι τα

παιδιά και οι έφηβοι που ακολουθούν γαλακτο-ωο-φυτοφαγική διατροφή. Αντιθέτως,

ιδιαίτερη φροντίδα πρέπει να δοθεί για τα παιδιά και τους εφήβους που ακολουθούν

αυστηρή φυτοφαγία, καθώς από το διαιτολόγιό τους αποκλείονται εκτός από τις ζωικές

τροφές και όλα τα υποπροϊόντα ζωικής προέλευσης, με ενδεχόμενο την έλλειψη

συγκεκριμένων θρεπτικών συστατικών.

Στη συνέχεια, αναφέρονται τα θρεπτικά εκείνα συστατικά στα οποία πρέπει να δοθεί

ιδιαίτερη προσοχή στις περιπτώσεις φυτοφαγίας.

Πρωτεΐνες: Μια φυτοφαγική δίαιτα μπορεί να παρέχει επαρκή πρωτεϊνική πρόσληψη,

εφόσον υπάρχει κατανάλωση ποικιλίας τροφών φυτικής προέλευσης, έτσι ώστε να

προσλαμβάνονται όλα τα απαραίτητα αμινοξέα. Παιδιά που ακολουθούν γαλακτο-ωο-

φυτοφαγία δεν παρουσιάζουν προβλήματα μειωμένης πρόσληψης πρωτεϊνών, ενώ όσα

ακολουθούν αυστηρά φυτοφαγική διατροφή θα πρέπει να προσλαμβάνουν ποικιλία

συμπληρωματικών πηγών φυτικής προέλευσης, τα οποία σε συνδυασμό παρέχουν όλα τα

απαραίτητα αμινοξέα (π.χ. καστανό ρύζι και φασόλια). Καλές πηγές πρωτεϊνών φυτικής

προέλευσης είναι τα όσπρια, οι ξηροί καρποί, τα ξερά φασόλια, η σόγια και το ταχίνι.

Ασβέστιο: Καθώς τα παιδιά έχουν αυξημένες ανάγκες σε ασβέστιο λόγω της σωματικής

ανάπτυξης θα πρέπει να δοθεί προσοχή στην πρόσληψη ασβεστίου, εάν η διατροφή που

ακολουθεί το παιδί αποκλείει τα γαλακτοκομικά. Εναλλακτικές πλούσιες πηγές ασβεστίου

19 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

είναι τα σκούρα πράσινα φυλλώδη λαχανικά (σπανάκι, μπρόκολο, λάχανο), τα ξερά

φασόλια, το σουσάμι, το ταχίνι, τα αμύγδαλα, τα ξερά σύκα, καθώς και τρόφιμα

εμπλουτισμένα με ασβέστιο, όπως προϊόντα σόγιας, χυμοί πορτοκαλιού, ρύζι και

δημητριακά.

Σίδηρος: Αποτελεί την κύρια διατροφική έλλειψη των φυτοφάγων, κυρίως για τους

αυστηρά φυτοφάγους και αυτό διότι οι φυτικές πηγές που είναι πλούσιες σε σίδηρο

περιέχουν μη–αιμικό σίδηρο, ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, είναι πιο δύσκολο να

απορροφηθεί από το σώμα σε σχέση με τον σίδηρο σε ζωικής προέλευσης τρόφιμα. Για το

λόγο αυτό, οι ανάγκες κυρίως για τα αυστηρά φυτοφάγα παιδιά είναι αυξημένες σε σχέση

με τα υπόλοιπα παιδιά. Πλουσιότερες πηγές σιδήρου είναι τα αβγά, τα πράσινα φυλλώδη

λαχανικά (μπρόκολο, σπανάκι), τα όσπρια, οι ξηροί καρποί, τα αποξηραμένα φρούτα, τα

δημητριακά ολικής άλεσης, τα προϊόντα σόγιας και τα εμπλουτισμένα με σίδηρο δημητριακά

πρωινού. Η ταυτόχρονη κατανάλωση τροφίμων που περιέχουν βιταμίνη C βοηθά στην

καλύτερη απορρόφηση του σιδήρου από τον οργανισμό.

Ψευδάργυρος: Φυτικές πηγές ψευδαργύρου είναι οι ξηροί καρποί, το φύτρο σιταριού,

τα όσπρια, τα εμπλουτισμένα δημητριακά, τα ξερά φασόλια, οι σπόροι κολοκύθας, τα

προϊόντα σόγιας, το ταχίνι, το ψωμί ολικής άλεσης και τα δημητριακά. Οι μη ζωικές πηγές

προέλευσης του ψευδαργύρου είναι πιο δύσκολα απορροφήσιμες από τον ανθρώπινο

οργανισμό. Η κατανάλωση προϊόντων με προζύμι, όπως το ψωμί, φαίνεται ότι βοηθά στην

καλύτερη απορρόφηση του ψευδαργύρου.

Βιταμίνη Β12: Η βιταμίνη Β12 βρίσκεται μόνο σε ζωικές τροφές, όπως είναι τα αβγά και

τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Παιδιά και έφηβοι που ακολουθούν γαλακτο-ωο-φυτοφαγική

διατροφή προσλαμβάνουν αρκετή ποσότητα βιταμίνης Β12. Σε περιπτώσεις αυστηρής

φυτοφαγίας, όπου παρατηρείται πολύ συχνά έλλειψη, η πρόσληψη θα πρέπει να γίνεται

μέσω εμπλουτισμένων τροφίμων, όπως δημητριακά, ψωμί, σόγια, μαγιά και ρύζι.

Βιταμίνη D: Αν και όταν υπάρχει επαρκής έκθεση στον ήλιο δεν παρατηρείται έλλειψη,

η βιταμίνη D βρίσκεται μόνο σε τρόφιμα ζωικής προέλευσης, άρα αν αποκλείονται και τα

γαλακτοκομικά προϊόντα από τη διατροφή, η μόνη πηγή πρόσληψης είναι τα εμπλουτισμένα

τρόφιμα, όπως οι χυμοί εμπορίου.

Ω- 3 λιπαρά οξέα: Καθώς τα λιπαρά αυτά οξέα βρίσκονται κυρίως στα ψάρια και τα

θαλασσινά, οι χορτοφάγοι θα πρέπει να βρουν εναλλακτικές πηγές πρόσληψης. Σε αυτές

συμπεριλαμβάνονται ο λιναρόσπορος, τα καρύδια, η σόγια, τα ακτινίδια, τα πράσινα

20 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

φυλλώδη λαχανικά (μπρόκολο, σπανάκι, λάχανο, γλιστρίδα) καθώς και εμπλουτισμένα

τρόφιμα και συμπληρώματα. Η κατανάλωση εμπλουτισμένων φυτικών τροφίμων και η

χρήση συμπληρωμάτων, κυρίως για τις περιπτώσεις των θρεπτικών συστατικών που

περιέχονται μόνο σε προϊόντα και υποπροϊόντα ζωικής προέλευσης, όπως η βιταμίνη Β12

και ο ψευδάργυρος, μπορεί να βοηθήσει στην κάλυψη των θρεπτικών απαιτήσεων των

παιδιών και των εφήβων.

ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

Η σωματική δραστηριότητα αποτελεί μια σημαντική παράμετρο του τρόπου ζωής που

προωθεί και συνδέεται με την καλή κατάσταση υγείας του παιδιού. Είναι σημαντικό οι

συνήθειες σωματικής δραστηριότητας, να εδραιωθούν στην παιδική ηλικία, ώστε να

αυξηθούν οι πιθανότητες διατήρησης τους και στην ενήλική ζωή. Η συχνή σωματική

δραστηριότητα έχει πολλά πλεονεκτήματα για την σωματική ανάπτυξη και την υγεία, καθώς

βοηθάει στην δόμηση και διατήρηση του σκελετού, των μυών και αρθρώσεων, προάγει την

ψυχική ευημερία, βοηθάει στον έλεγχο του βάρους και μειώνει τον κίνδυνο για υπερβάλλον

βάρος και για εμφάνιση παχυσαρκίας και προωθεί την ανάπτυξη ενός υγιούς

καρδιαγγειακού συστήματος. Επιπλέον, βοηθάει στην ένταξη του παιδιού στο κοινωνικό

σύνολο, καθώς επιτρέπει την κοινωνική αλληλεπίδραση και βελτιώνει την αυτοέκφραση, την

αυτοπεποίθηση και την αυτοεκτίμηση. Παράλληλα, βοηθάει την ικανότητα μάθησης και

κατανόησης και συνδέεται με καλύτερες σχολικές επιδόσεις. Τέλος προστατεύει από την

εμφάνιση χρόνιων νοσημάτων στη ενήλικη ζωή που περιλαμβάνουν τα καρδιαγγειακά

νοσήματα, το σακχαρώδη διαβήτη, την οστεοπόρωση, και κάποιες μορφές καρκίνου.

Οι καθιστικές δραστηριότητες (τηλεόραση, ηλεκτρονικός υπολογιστής, ηλεκτρονικά

παιχνίδια, χρήση κινητού τηλεφώνου) αποτελούν μια ξεχωριστή κατηγορία

δραστηριοτήτων, η οποία χαρακτηρίζεται από χαμηλή ενεργειακή δαπάνη. Οι

δραστηριότητες αυτές δεν αυξάνουν την ενεργειακή δαπάνη σημαντικά σε σχέση με το

επίπεδο ηρεμίας και έχει βρεθεί πως συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο για την εμφάνιση

χρόνιων νοσημάτων όπως τα καρδιαγγειακά νοσήματα. Οι καθιστικές δραστηριότητες στην

παιδική ηλικία έχουν σχετιστεί με υψηλότερο δείκτη μάζας σώματος, κακή φυσική

κατάσταση και προβλήματα υγείας στην ενήλικη ζωή.

21 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

Η σωματική δραστηριότητα περιλαμβάνει όλα τα είδη κίνησης των σκελετικών μυών

που οδηγούν σε αύξηση της ενεργειακής δαπάνης σε σχέση με το στάδιο ηρεμίας.

Περιλαμβάνει τόσο τα οργανωμένα αθλήματα (π.χ. ποδόσφαιρο) όσο και τις δραστηριότητες

για διασκέδαση (π.χ. παιχνίδι στο πάρκο), τη μετακίνηση (περπάτημα προς το σχολείο) και

τη σωματική εργασία (π.χ. πλύσιμο αυτοκινήτου). Συνήθως περιγράφεται με βάση τις

ακόλουθες παραμέτρους: τύπος (αερόβια, μυϊκή ενδυνάμωση, οστική ενδυνάμωση,

ευκαμψία), συχνότητα (αριθμός φορών), διάρκεια (χρόνος) και ένταση (χαμηλή, μέτρια,

υψηλή). Στον πίνακα 3 παρακάτω φαίνονται διάφορες προτάσεις για δραστηριότητες που

συστήνονται για παιδιά ανάλογα με τον τύπο και την ένταση της άσκησης.

Όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενη ενότητα, τα παιδιά μέχρι την ηλικία των 5 ετών, που

έχουν τη δυνατότητα να περπατάνε χωρίς βοήθεια, θα πρέπει να κινούνται ημερησίως για

τουλάχιστον 3 ώρες, ενώ για τα παιδιά άνω των 5 ετών συστήνεται τουλάχιστον 1 ώρα

άσκησης την ημέρα. Η 1 ώρα άσκησης συστήνεται να περιλαμβάνει αερόβιες

δραστηριότητες, μέτριας κυρίως έντασης, οι οποίες να εναλλάσσονται με κάποιες

δραστηριότητες υψηλής έντασης, καθώς και με ασκήσεις ενδυνάμωσης του μυοσκελετικού

συστήματος. Η έντονη σωματική δραστηριότητα όσο και οι ασκήσεις ενδυνάμωσης

συστήνονται σε συχνότητα τουλάχιστον 3 φορές την εβδομάδα, για κάθε κατηγορία. Αυτή η

ενασχόληση μπορεί να αποτελεί μέρος του καθημερινά συντεινόμενου 60λεπτου ή και να

είναι επιπρόσθετη. Η τρέχουσα σύσταση για τον περιορισμό των καθιστικών

δραστηριοτήτων είναι τα παιδιά να δαπανούν λιγότερο από δύο ώρες την ημέρα μπροστά

από τηλεοράσεις, υπολογιστές και κονσόλες παιχνιδιών.

Τα παιδιά θα πρέπει να ενθαρρύνονται να πραγματοποιούν δραστηριότητες που είναι

διασκεδαστικές και κατάλληλες για την ηλικία και τα ενδιαφέροντά τους. Για τα μικρότερα

παιδιά η σωματική δραστηριότητα είναι πιο πιθανό να είναι λιγότερο οργανωμένη να

περιλαμβάνει δραστηριότητες της καθημερινότητας και παιχνίδι. Όσο μεγαλώνουν,

αυξάνονται και οι ευκαιρίες και η επιθυμία τους να συμμετέχουν σε πιο οργανωμένη

σωματική δραστηριότητα, όπως τα σπορ καθώς και η δραστηριότητα που σχετίζεται με

μετακίνηση (π.χ. από το σπίτι στο σχολείο και πίσω). Η καλύτερη μέθοδος για την αύξηση

της σωματικής δραστηριότητας των παιδιών είναι η ενσωμάτωση σωματικής

δραστηριότητας στον καθημερινό τρόπο ζωής και η εύρεση δραστηριοτήτων που κάνουν τα

παιδιά να διασκεδάζουν και να νιώθουν ευχάριστα με τον εαυτό τους. Κατά την επιλογή

δραστηριοτήτων για ένα παιδί θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα ενδιαφέροντα του, οι

22 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

ικανότητες και δυνατότητες του, ο χαρακτήρας του και ο σωματότυπός του, καθώς και άλλοι

παράγοντες, όπως οι διαθέσιμες ευκαιρίες για σωματική δραστηριότητα, η πρόσβαση, ο

διαθέσιμος χρόνος και η οικονομική δυνατότητα της οικογένειας.

Πίνακας 3: Προτάσεις για κάθε τύπο άσκησης.

Μέτριας έντασης

αερόβια άσκηση

Γρήγορο περπάτημα, ποδήλατο, χορός, παιχνίδια με μπάλα (πχ,

μήλα), πατίνι, σχοινάκι

Αερόβια άσκηση

υψηλής έντασης

Παιχνίδια που περιλαμβάνουν τρέξιμο (πχ κυνηγητό), τραμπολίνο,

ποδήλατο (γρήγορο), πολεμικές τέχνες, τρέξιμο, οργανωμένα σπορ

(ποδόσφαιρο, μπάσκετ, βόλεϋ), γρήγορος χορός

Μυϊκή ενδυνάμωση Σκαρφάλωμα, ασκήσεις που χρησιμεύει το βάρος σώματος,

μονόζυγο, διελκυστίνδα

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η διατροφή αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα που επηρεάζει την σωματική ανάπτυξη

και τη διατήρηση και επίτευξη της υγείας στην παιδική και εφηβική ηλικία. Η αξιολόγηση της

σωματικής ανάπτυξης ενός παιδιού θα πρέπει να είναι διαχρονική και να γίνεται πάντα

εξατομικευμένα. Οι διατροφικές απαιτήσεις διαφοροποιούνται σε σχέση με την ενήλικη ζωή

λόγω του υψηλού ρυθμού ανάπτυξης. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται σε καταστάσεις που

χρήζουν ιδιαίτερης διατροφικής φροντίδας. Τέλος, η σωματική δραστηριότητα συμπληρώνει

τις διατροφικές συνήθειες ως μια πολύ σημαντική παράμετρος που έχει αντίκτυπο στην

υγεία του παιδιού.

23 Β1. ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

Πηγές

Craig WJ, Mangels AR; American Dietetic Association. Position of the American Dietetic

Association: vegetarian diets. J Am Diet Assoc. 2009 Jul;109(7):1266-82.

Gidding SS, Dennison BA, Birch LL, Daniels SR, Gillman MW, Lichtenstein AH, Rattay KT,

Steinberger J, Stettler N, Van Horn L; American Heart Association. Dietary

recommendations for children and adolescents: a guide for practitioners. Pediatrics. 2006

Feb;117(2):544-59.

U.S Department of Agriculture, U.S Department of Health and Human Services. Dietary

guidelines for Americans 2010.

Α. Ζαμπέλας Η διατροφή στα στάδια της ζωής Κεφάλαια 5 και 6. 2003.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΥπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων

ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΥπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού