ΕΙΣΑΓΩΓΗ - WordPress.com€¦  · Web viewΒασικά συμπεράσματα 2 43. ......

73
ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ & ΕΘΝΟΛΟΓΙΑΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Ευαγγελία Δεμπροπούλου Εργασία στο μάθημα «Ευρωπαϊκή Μετανάστευση» Επιβλέπουσσα: Δώρα Λαφαζάνη, αναπλ. Καθηγήτρια ΤΙΕ

Transcript of ΕΙΣΑΓΩΓΗ - WordPress.com€¦  · Web viewΒασικά συμπεράσματα 2 43. ......

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ & ΕΘΝΟΛΟΓΙΑΣ

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑΕυαγγελία Δεμπροπούλου

Εργασία στο μάθημα «Ευρωπαϊκή Μετανάστευση»Επιβλέπουσσα: Δώρα Λαφαζάνη, αναπλ. Καθηγήτρια ΤΙΕ

Μάιος 2007

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Η ΕΛΛΑΔΑ ΩΣ ΧΏΡΑ ΥΠΟΔΟΧΉΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΏΝ......3Ι. ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ...............5

Α. Η έκταση της μεταναστευτικής παρουσίας στη χώρα..........................................5

Γενικά δημογραφικά στοιχεία................................................................................5

Β. Η έκταση της συνολικής εμφανούς παραβατικότητας..........................................6

Συμπερασματικά..................................................................................................16

Γ. Εγκληματικότητα ή εγκληματοποίηση;...............................................................17

Δ. Διαφοροποίηση της παραβατικότητας κατά υπηκοότητα...................................20

Ε. Διαφοροποίηση παραβατικότητας κατά ηλικία και φύλο..................................23

Η μεταναστευτική εικόνα με κριτήριο το φύλο...................................................23

Η μεταναστευτική εικόνα με βάση την ηλικία.....................................................24

Η περίπτωση των ανηλίκων παραβατών..............................................................25

Το ζήτημα της δεύτερης γενιάς............................................................................28

ΙΙ. ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ.....................30Α. Κοινωνική αντιμετώπιση των μεταναστών.........................................................30

Ρατσισμός και ξενοφοβία στη σύγχρονη Ελλάδα................................................30

Παράγοντες ξενοφοβίας.......................................................................................31

Η ξενοφοβία ως ψυχο-κοινωνικό φαινόμενο.......................................................34

Ρόλος των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας στην δημιουργία στερεοτύπων........35

Στάσεις και αντιλήψεις.........................................................................................36

Βασικά συμπεράσματα 1......................................................................................43

Βασικά συμπεράσματα 2......................................................................................43

Β. Αντιμετώπιση μεταναστών από την δημόσια αρχή/έννομη τάξη.......................44

ΕΠΙΛΟΓΟΣ...............................................................................48

2

Η ΕΛΛΑΔΑ ΩΣ ΧΏΡΑ ΥΠΟΔΟΧΉΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΏΝΗ εργασία εστιάζει στο μεταναστευτικό ζήτημα στην Ελλάδα από την εποχή που μετατράπηκε από χώρα αποστολής εργατικού δυναμικού που υπήρξε επί πολλές δεκαετίες, σε χώρα υποδοχής. Σήμερα στην Ελλάδα και στην Ευρώπη ζει, συμμετέχοντας παραγωγικά, ένας μεγάλος αριθμός μεταναστών. Η παρουσία και η συμμετοχή τους στην κοινωνία σηματοδοτεί έναν κόσμο καινούργιο, δυναμικά μεταβαλλόμενο, αλλά και αμφίσημο.1 Πριν από την δεκαετία του 1970 έχουμε ήδη μετανάστες από την Αφρική και την Ασία, ενώ ακολούθησαν, από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 οι προερχόμενοι από την κεντρική και ανατολική Ευρώπη (Πολωνία και αργότερα Βουλγαρία και Ρουμανία).Αν λάβουμε υπ’ όψη τις κάθε είδους μεταναστευτικές ροές, εισερχόμενες και εξερχόμενες από την Ελλάδα, οι εκροές υπερτερούσαν συντριπτικά απέναντι στις εισροές, ως την δεκαετία του 1970. Από τη δεκαετία του 1970, αυτό αναστράφηκε, συνέπεια κυρίως της παλιννόστησης από τη Γερμανία, παρ’ όλο που η ελληνική έξοδος συνεχίστηκε προς τη χώρα αυτή με σημαντικούς ρυθμούς, ως τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και ιδιαίτερα μετά την ισχύ για τους Έλληνες της ελεύθερης ενδοκοινοτικής κυκλοφορίας, από την 1/1/1988. Από το τέλος όμως της δεκαετίας του ψυχρού πολέμου εγκατέλειψαν μαζικά τις λεηλατούμενες χώρες τους. Με την κατάρρευση των καθεστώτων του ανατολικού συνασπισμού και των άλλων κομουνιστικών καθεστώτων της Ευρώπης και των Βαλκανίων η μεταναστευτική έξοδος εντείνεται. Ενώ ένα μέρος των ανθρώπων αυτών είναι εθνοτικά Έλληνες. Ειδικότερα, το άνοιγμα των συνόρων και η πολιτειακή αλλαγή στην όμορη Αλβανία το 1990 έφερε στην Ελλάδα πολλούς Αλβανούς υπηκόους ,μεταξύ των οποίων και ομογενείς, αρχικά με την ιδιότητα του ΄αιτούντος άσυλο΄ και από το 1991, με εκείνη του οικονομικού μετανάστη. Συνολικά, οι δυο τελευταίες δεκαετίες χαρακτηρίστηκαν από την μαζική εισερχόμενη μετανάστευση από φτωχότερες χώρες και μάλιστα με υψηλούς ρυθμούς, ενώ η

1Μίλτος Παύλου, «Οι μετανάστες σαν κι εμάς : Όψεις της απόκρισης στο μεταναστευτικό φαινόμενο στην Ελλάδα και την Ευρώπη», Σειρά μελετών 8, (2004), Η Ελλάδα της μετανάστευσης, κοινωνική συμμετοχή, δικαιώματα και ιδιότητα του πολίτη , Αθήνα, Εκδόσεις Κριτική ΑΕ & ΚΕΜΟ

3

Ελλάδα παρουσιάζει στην Ευρώπη το μεγαλύτερο κατά κεφαλήν αριθμό μεταναστών ΄χωρίς χαρτιά΄, αλλά και τον μεγαλύτερο αριθμό απελάσεων2.

Επιπροσθέτως θα ήθελα να αναφερθώ στα αίτια της εισερχόμενης μετανάστευσης έτσι ώστε να κατανοηθεί το φαινόμενο της μετανάστευσης σε όλες του τις προεκτάσεις .

Σημαντικό αίτιο μετανάστευσης αποτελεί ένα γεγονός που προκάλεσε πολλές μεταβολές στο διεθνή χώρο όπως υπήρξαν οι περιοριστικές πολιτικές των παραδοσιακών ευρωπαϊκών χωρών υποδοχής μεταναστών που εφαρμόστηκαν από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 και οι δυο πετρελαϊκές κρίσεις3

Οι κύριοι παράγοντες μετανάστευσης είναι, μεταξύ άλλων, οι εξής: χαμηλή οικονομική ανάπτυξη, άνιση κατανομή του εισοδήματος, υπερπληθυσμός στενά συνδεόμενος με έντονη δημογραφική αύξηση, υψηλοί δείκτες ανεργίας, ένοπλες συγκρούσεις και εθνοτικές εκκαθαρίσεις, παραβίαση των δικαιωμάτων του ανθρώπου, διωγμοί, φυσικές καταστροφές (η οικολογική υποβάθμιση γενικότερα) καθώς και η κακή διακυβέρνηση.4

Η ασφάλεια και η βελτίωση της κοινωνικό-οικονομικής κατάστασης στη χώρα υποδοχής αποτελούν τους κύριους παράγοντες προσέλκυσης. Λόγω της έλλειψης εξαιρετικά ή μερικώς ειδικευμένων εργαζομένων, η Ευρώπη στρέφεται όλο και περισσότερο προς τις αγορές εργασίας των αναπτυσσόμενων χωρών προκειμένου να προβεί σε προσλήψεις.5 Ειδικότερα η Ελλάδα κατέστη ελκυστικός προορισμός λόγω της ένταξής της στην ευρωπαϊκή κοινότητα το 1981 και της γενικότερης ανόδου του βιοτικού της επιπέδου. Θετικά επέδρασε επίσης η εγγύτητα ή η γειτνίαση της με πρώην κομουνιστικές χώρες, οι οποίες με την μετάβασή τους στην οικονομία της αγοράς ήραν και τις απαγορεύσεις της μετανάστευσης, αλλά και η δυσκολία ελέγχου των συνόρων και των εισόδων στην ελληνική επικράτεια6.

Ο αριθμός των μεταναστών που εισέρρευσε στην χώρα μας συμπληρώνει την εικόνα της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν και μας διευκολύνει στην εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων για θέματα που θα αναλύσουμε παρακάτω. O ακριβής αριθμός των μεταναστών που ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στη χώρα μας από τις αρχές της δεκαετίας του ΄70 μέχρι και σήμερα δεν είναι δυνατόν να υπολογισθεί με ακρίβεια καθώς το φαινόμενο της μετανάστευσης έχει έκταση που ξεφεύγει από τα καταγεγραμμένα μεγέθη του.

2 Δώρα Λαφαζάνη, «Νέα μετανάστευση προς την Ελλάδα κατά την τελευταία εικοσαετία – Όψεις ενός πρώτου απολογισμού», στα πρακτικά του συνεδρίου , Η κοινωνική Αλλαγή στην Ελλάδα, από το 1980 ως το 2001, Αθήνα, ‘Ίδρυμα Σάκη Καράγιωργα, Σεπτέμβριος 2004.σς 698-720.3 Δώρα Λαφαζάνη, «Νέα μετανάστευση προς την Ελλάδα κατά την τελευταία εικοσαετία – Όψεις ενός πρώτου απολογισμού», όπ πρ.4http://europa.eu/scadplus/scad_el.htm 5 http://europa.eu/scadplus/scad_el.htm6 Δώρα Λαφαζάνη, «Νέα μετανάστευση προς την Ελλάδα κατά την τελευταία εικοσαετία – Όψεις ενός πρώτου απολογισμού», όπ πρ..

4

Ι. ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Α. Η έκταση της μεταναστευτικής παρουσίας στη χώρα

Γενικά δημογραφικά στοιχείαΑσφαλείς εκτιμήσεις ως προς τον ακριβή αριθμό των αλλοδαπών (μεταναστών και προσφύγων) στην Ελλάδα δεν υπάρχουν έως σήμερα μολονότι έχουν περάσει πολλά χρόνια από την εμφάνιση του φαινόμενου της μετανάστευσης προς τη χώρα. Η αδυναμία διαμόρφωσης μιας εικόνας που να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, οφείλεται κατ’ αρχήν στο μεγάλο αριθμό των λαθρομεταναστών. Πράγματι, εκτιμάται ότι μεγάλο ποσοστό των μεταναστών έχει εισέλθει ή παραμένει χωρίς άδεια στη χώρα. Σημαντικό ρόλο στην αδυναμία προσδιορισμού του ακριβούς μεγέθους του μεταναστευτικού πληθυσμού της χώρας διαδραματίζουν και οι δυσχέρειες συντονισμού των διαφόρων επισήμων και ανεπίσημων φορέων, που ασχολούνται με τις επιμέρους πτυχές της μετανάστευσης. Αρκεί να παρατηρηθεί ότι με την παρουσία των μεταναστών στη χώρα ασχολούνται περισσότερα του ενός Υπουργεία, εκτός από την πληθώρα λοιπών φορέων, λ.χ. το Ινστιτούτο Εργασίας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας (ΙΝΕ-ΓΣΕΕ), το Εθνικό Ινστιτούτο Εργασίας (ΕΙΕ), η Eurostat (Στατιστική Υπηρεσία Ευρωπαϊκής Ένωσης), το Ινστιτούτο Isoplan το SOPEMI (Systeme d’ Observation Permanente des Migration, το Εναλλακτικό Δίκτυο Πληροφόρησης. Η σύγκριση λοιπόν των εκτιμήσεων και των δηλώσεων των συναρμόδιων Υπουργείων, καθώς και των άλλων πηγών οδηγεί σε σύγχυση, σχετικά με το μέγεθος των μεταναστευτικών πληθυσμών. Η αμφίβολη ακρίβεια των εκτιμήσεων, μάλιστα οφείλεται εν μέρει και στον διαφορετικό τρόπο, με τον οποίο κάθε φορέας αντιλαμβάνεται το περιεχόμενο της έννοιας του μετανάστη.

Πάντως ποικίλες εκτιμήσεις συνέκλιναν, κατά το 1996-1997, σε έναν αριθμό περίπου 400.000-500.000 μεταναστών, σε μια προσέγγιση δηλαδή με μεγάλη διάσταση ανοίγματος.

Σημαντικό δείκτη ως προς τη σημερινή έκταση της μεταναστευτικής παρουσίας στη χώρα, αποτελούν τα δεδομένα της πρόσφατης απογραφής της 18-3-2001, σύμφωνα με τα οποία ο αριθμός των αλλοδαπών ανέρχεται σε 797.093. Η συγκριτική μάλιστα επεξεργασία των δεδομένων αυτών αποκαλύπτει ότι οι αλλοδαποί (συνεπώς κατά κύριο λόγο οι μετανάστες των οποίων κλιμακώθηκε η παρουσία στη χώρα κατά την τελευταία δεκαετία) ευθύνονται αποκλειστικά για την αύξηση του πληθυσμού της χώρας σε σχέση με την απογραφή του 1991, ενώ η καταγεγραμμένη παρουσία τους αντιστοιχεί σε ποσοστό 7,3% του συνολικού πληθυσμού της χώρας.

Και η τελευταία όμως αυτή εκτίμηση δεν είναι ασφαλής, δεδομένης της διστακτικότητας των παράνομων μεταναστών να συμμετέχουν στην απογραφή. Επομένως εκτιμάται ότι σήμερα ο συνολικός αριθμός των μεταναστών στην Ελλάδα είναι αρκετά υψηλότερος των 800.000 και μάλιστα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, του Υπουργείου Γεωργίας, αλλά και με άλλες εκτιμήσεις, ξεπερνά (μαζί με τους πρόσφυγες) κατά πολύ το 1.000.000 και κινείται γύρω στο 1.200.000.7

Η πλειοψηφία των μεταναστών της εν λόγω δεκαετίας προέρχεται από την Αλβανία,

7 Μοσχοπούλου Αλεξάνδρα, 2005, Η εγκληματικότητα των μεταναστών : απεικόνιση του φαινόμενου στον απογευματινό τύπο 1990-1999, Σακκούλας Αντ

5

σε ποσοστό περίπου 65%., ενώ η Βουλγαρία ανέρχεται σε ποσοστό 4,60 %, η Ρουμανία σε 2,88% ,η Ουκρανία σε 1,78%, η Ρωσία σε 2,30% κ.λπ.8

Είναι μάλιστα ενδιαφέρον από τις αιτήσεις που υποβλήθηκαν το 1998 για παραχώρηση άδειας προσωρινής παραμονής, ότι το 44,2% όλων των αλλοδαπών καταγράφηκε στην περιφέρεια Αττικής.

Β. Η έκταση της συνολικής εμφανούς παραβατικότηταςΗ νέα μεταναστευτική πραγματικότητα είχε αναπόφευκτα σοβαρές, θετικές και αρνητικές, συνέπειες για την ελληνική κοινωνία και εντάχθηκε σε ένα ευρύτερο πλαίσιο κοινωνικοοικονομικών ανακατατάξεων, συμβάλλοντας σε αυτές. Στο πλαίσιο αυτό αναπτύχθηκε για πρώτη φορά και η δημόσια συζήτηση για την παραβατικότητα των μεταναστών η οποία εξελίχθηκε στη διάρκεια της δεκαετίας που πέρασε σε ένα ζήτημα με αυτόνομη δυναμική, σε συνάρτηση με το γενικό θέμα της μετανάστευσης9.

Η σχέση παραβατικότητας και μετανάστευσης είναι πολύπλευρη και παραδόξως ανεπαρκώς μελετημένη παρά την μεγάλη σημασία της από κοινωνική και πολιτική άποψη τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Μπορούμε να διαπιστώσουμε 4 βασικούς τύπους αδικημάτων σχετικά με την μετανάστευση.

1. παράνομη εισροή μεταναστών σε μια χώρα2. διακίνηση μεταναστών από ομάδες του οργανωμένου εγκλήματος3. αδικήματα που διαπράττονται από αλλοδαπούς4. αδικήματα με θύματα μετανάστες που διαπράττονται από γηγενείς πολίτες.Σε αυτούς τους διαφορετικούς τύπους αδικημάτων υπάρχουν διαφορετικοί

συντελεστές προθέσεις και θύματα. Στην παρουσίαση αυτή θα επικεντρωθούμε στον 3 τύπο – αδικήματα που διαπράττονται από αλλοδαπούς10

Σε αυτό το κεφάλαιο πραγματεύομαι την συμμετοχή των αλλοδαπών σε ορισμένες εγκληματικές ενέργειες που τελέστηκαν στη χώρα μας. Για μια πιο σαφή εικόνα της κατάστασης χρησιμοποιήθηκαν οι διαθέσιμοι πίνακες του Υπουργείου Δημόσιας Τάξεως για το διάστημα 1991-2003. Στους πίνακες αυτούς ο διαχωρισμός γίνεται μεταξύ Ελλήνων και αλλοδαπών, χωρίς περαιτέρω κατηγοριοποιήσεις (εθνικότητας, φυλής, φύλου, ετών παρουσίας στην Ελλάδα, μορφωτικού ή κοινωνικού επιπέδου, ηλικίας κ.λπ.). Οι πίνακες του άρθρου αυτού είναι επεξεργασμένοι μόνο με την προσθήκη των στηλών εμφάνισης της ετήσιας μεταβολής (σε σχέση με το προηγούμενο έτος), της ποσοστιαίας αναλογίας αλλοδαπών προς ημεδαπούς, του μέσου όρου των τιμών και της εμφάνισης (για καλύτερη σύγκριση) των στοιχείων που αφορούν εξιχνιασμένες υποθέσεις μόνον. Πρέπει να σημειωθεί πως η κατηγοριοποίηση ξεκινά από τα βαριά εγκλήματα-κακουργήματα και εν συνεχεία σημειώνονται οι παραβάσεις.

8 http://www.geocities.com9 Μοσχοπούλου Αλεξάνδρα, 2005, Η εγκληματικότητα των μεταναστών : απεικόνιση του φαινόμενου στον απογευματινό τύπο 1990-1999, Σακκούλας Αντ10 Martin Baldwin-Edwards, (2001), « Παραβατικότητα και μετανάστευση : Μύθοι και πραγματικότητες», Αστυνομική επιθεώρηση

6

ΠΙΝΑΚΑΣ 1: ΑΝΘΡΩΠΟΚΤΟΝΙΕΣ

 ΕΤΟΣ ΗΜΕΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ % ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ

% ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΩΣ %

ΗΜΕΔΑΠΩΝ 1991 204   25   12% 1992 231 13% 34 36% 15% 1993 257 11% 34 0% 13% 1994 244 -5% 34 0% 14% 1995 228 -7% 40 18% 18% 1996 241 6% 62 55% 26% 1997 222 -8% 81 31% 36% 1998 201 -9% 66 -19% 33% 1999 175 -13% 97 47% 55% 2000 214 22% 62 -36% 29% 2001 185 -14% 92 48% 50% 2002 187 1% 91 -1% 49% 2003 189 1% 113 24% 60%

μέσος όρος 214 -0,6% 64 13,4% 30%

Σχόλια στον Πίνακα 1Παρατηρείται από τον παραπάνω πίνακα πως η συμμετοχή των Ελλήνων σε εξιχνιασμένες ανθρωποκτονίες μειώνεται κατά μ.ο. κατά 0,6% κάθε έτος. Η συμμετοχή των αλλοδαπών σε εξιχνιασμένες ανθρωποκτονίες αυξάνεται κατά μ.ο. κατά 13,4% κάθε έτος. Με βάση τα στοιχεία του 2003 και τον πληθυσμό της χώρας το 2001, ανά 100.000 Ελλήνων έχουμε 1,86 συμμετέχοντες σε ανθρωποκτονίες, ενώ ανά 100.000 αλλοδαπών έχουμε 14,18 (8 φορές περισσότερους).

7

ΠΙΝΑΚΑΣ 2: ΒΙΑΣΜΟΙ

ΕΤΟΣ ΗΜΕΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ % ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ

% ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΩΣ %

ΗΜΕΔΑΠΩΝ 1991 207   29   14% 1992 216 4% 39 34% 18% 1993 201 -7% 38 -3% 19% 1994 162 -19% 29 -24% 18% 1995 166 2% 25 -14% 15% 1996 118 -29% 34 36% 29% 1997 149 26% 41 21% 28% 1998 124 -17% 52 27% 42% 1999 136 10% 47 -10% 35% 2000 180 32% 66 40% 37% 2001 127 -29% 54 -18% 43% 2002 141 11% 64 19% 45% 2003 121 -14% 97 52% 80%

μέσος όρος 157 -4,4% 47 10,6% 30%

Σχόλια στον Πίνακα 2Η συμμετοχή των Ελλήνων σε εξιχνιασμένες υποθέσεις βιασμών βαίνει μειούμενη κατά μ.ο. κατά 4,4% κάθε έτος. Η συμμετοχή των αλλοδαπών αντιθέτως βαίνει αυξανόμενη κατά μ.ο. κατά 10,6% κάθε έτος. Ανά 100.000 Ελλήνων έχουμε 1,19 συμμετέχοντες σε βιασμούς, ενώ ανά 100.000 αλλοδαπών έχουμε 12,17 (10 φορές περισσότερους).

8

ΠΙΝΑΚΑΣ 3: ΛΗΣΤΕΙΕΣ

ΕΤΟΣ ΗΜΕΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ % ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ

% ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΩΣ %

ΗΜΕΔΑΠΩΝ 1991 543   59   11% 1992 909 67% 139 136% 15% 1993 932 3% 129 -7% 14% 1994 564 -39% 128 -1% 23% 1995 586 4% 168 31% 29% 1996 436 -26% 98 -42% 22% 1997 374 -14% 181 85% 48% 1998 516 38% 326 80% 63% 1999 603 17% 344 6% 57% 2000 616 2% 241 -30% 39% 2001 570 -7% 279 16% 49% 2002 642 13% 310 11% 48% 2003 710 11% 273 -12% 38%

μέσος όρος 615 2,3% 206 13,6% 37%

Σχόλια στον Πίνακα 3Η συμμετοχή των Ελλήνων σε εξιχνιασμένες υποθέσεις ληστειών αυξάνει κατά μ.ο. κατά 2,3% κάθε έτος. Η συμμετοχή των αλλοδαπών αυξάνει κατά μ.ο. κατά 13,6% κάθε έτος (6 φορές μεγαλύτερη αύξηση). Aνά 100.000 Ελλήνων έχουμε 6,98 συμμετέχοντες σε ληστείες, ενώ ανά 100.000 αλλοδαπών έχουμε 34,25 (5 φορές περισσότερους).

9

ΠΙΝΑΚΑΣ 4: ΟΠΛΟΚΑΤΟΧΗ 

ΕΤΟΣ ΗΜΕΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ % ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ

% ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΩΣ %

ΗΜΕΔΑΠΩΝ 1998 997   233   23% 1999 1161 16% 155 -33% 13% 2000 1766 52% 232 50% 13% 2001 1900 8% 311 34% 16% 2002 1871 -2% 281 10% 15% 2003 1747 -7% 308 10% 18% μέσος όρος 1574 11,9% 253 5,7% 16%

Σχόλια στον Πίνακα 4Τα διαθέσιμα στοιχεία αφορούν την περίοδο 1998-2003. Η συμμετοχή των Ελλήνων σε εξιχνιασμένες υποθέσεις όπλων αυξάνει κατά μ.ο. κατά 11,9% κάθε έτος. Η συμμετοχή των αλλοδαπών αυξάνει κατά μ.ο. κατά 5,7% κάθε έτος (2 φορές μικρότερη αύξηση). Οι αλλοδαποί συμμετέχοντες σε παραβιάσεις του νόμου περί όπλων ως ποσοστό των Ελλήνων ξεκινούν από 23% το 1998 και φτάνουν στο 2003 στο 18%. Η συμμετοχή των αλλοδαπών στην οπλοκατοχή κατά μ.ο. αντιστοιχεί στο 16% της συμμετοχής των Ελλήνων. Με βάση τα στοιχεία του 2003 και τον πληθυσμό της χώρας το 2001, ανά 100.000 Ελλήνων έχουμε 17,18 συμμετέχοντες σε παραβιάσεις νόμου περί όπλων, ενώ ανά 100.000 αλλοδαπών έχουμε 38,64 (2 φορές περισσότερους).

10

ΠΙΝΑΚΑΣ 5: ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΙΟ

ΕΤΟΣ ΗΜΕΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ % ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ

% ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΩΣ %

ΗΜΕΔΑΠΩΝ 1991 139   6   4% 1992 284 104% 9 50% 3% 1993 175 -38% 27 200% 15% 1994 234 34% 15 -44% 6% 1995 189 -19% 45 200% 24% 1996 115 -39% 108 140% 94% 1997 137 19% 112 4% 82% 1998 181 32% 289 158% 160% 1999 168 -7% 174 -40% 104% 2000 186 11% 233 34% 125% 2001 194 4% 212 -9% 109% 2002 226 16% 220 4% 97% 2003 210 -7% 360 64% 171%

μέσος όρος 188 3,5% 139 40,7% 83%

 Σχόλια στον Πίνακα 5Η συμμετοχή των Ελλήνων σε εξιχνιασμένες υποθέσεις λαθρεμπορίου αυξάνει κατά μ.ο. κατά 3,5% κάθε έτος ενώ η συμμετοχή των αλλοδαπών αυξάνει κατά μ.ο. κατά 40,7% κάθε έτος (12 φορές μεγαλύτερη αύξηση). Οι αλλοδαποί συμμετέχοντες σε λαθρεμπόριο ως ποσοστό των Ελλήνων της ίδιας εγκληματικής κατηγορίας ξεκινούν από 4% το 1991, αυξάνουν ραγδαία, για να φτάσουν στο 2003 στο 171%.Η συμμετοχή των αλλοδαπών στο λαθρεμπόριο κατά μ.ο. αντιστοιχεί στο 83% της συμμετοχής των Ελλήνων. Με βάση τα στοιχεία του 2003 και τον πληθυσμό της χώρας το 2001, ανά 100.000 Ελλήνων έχουμε 2,07 συμμετέχοντες σε λαθρεμπόριο, ενώ ανά 100.000 αλλοδαπών έχουμε 45,16 (22 φορές περισσότερους).

11

ΠΙΝΑΚΑΣ 6: ΑΠΑΤΕΣ

ΕΤΟΣ ΗΜΕΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ % ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ

% ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΩΣ %

ΗΜΕΔΑΠΩΝ 1991 408   14   3% 1992 400 -2% 18 29% 5% 1993 427 7% 15 -17% 4% 1994 390 -9% 16 7% 4% 1995 406 4% 15 -6% 4% 1996 419 3% 32 113% 8% 1997 422 1% 42 31% 10% 1998 314 -26% 41 -2% 13% 1999 364 16% 81 98% 22% 2000 533 46% 59 -27% 11% 2001 530 -1% 62 5% 12% 2002 478 -10% 78 26% 16% 2003 420 -12% 91 17% 22%

μέσος όρος 424 0,2% 43 16,9% 10%

Σχόλια στον Πίνακα 6Η συμμετοχή των Ελλήνων σε εξιχνιασμένες υποθέσεις απάτης αυξάνει κατά μ.ο. κατά 0,2% κάθε έτος ενώ η συμμετοχή των αλλοδαπών αυξάνει κατά μ.ο. κατά 16,9% κάθε έτος (84 φορές μεγαλύτερη αύξηση). Οι αλλοδαποί συμμετέχοντες στις απάτες ως ποσοστό των Ελλήνων ξεκινούν από 3% το 1991, αυξάνουν σταθερά, για να φτάσουν στο 2003 στο 22%. Η συμμετοχή των αλλοδαπών σε απάτες, κατά μ.ο. αντιστοιχεί στο 10% της συμμετοχής των Ελλήνων. Με βάση τα στοιχεία του 2003 και τον πληθυσμό της χώρας το 2001, ανά 100.000 Ελλήνων έχουμε 4,13 συμμετέχοντες σε απάτες, ενώ ανά 100.000 αλλοδαπών έχουμε 11,42 (3 φορές περισσότερους)

12

ΠΙΝΑΚΑΣ 7: ΚΛΟΠΕΣ-ΔΙΑΡΡΗΞΕΙΣ

 ΕΤΟΣ ΗΜΕΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ % ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ

% ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΩΣ %

ΗΜΕΔΑΠΩΝ 1991 7242        1992 7053 -3%      1993 7273 3%      1994 6989 -4%      1995 7603 9%      1996 5532 -27%      1997 6065 10%      1998 3870 -36% 3139   81% 1999 3983 3% 2929 -7% 74% 2000 4625 16% 2597 -11% 56% 2001 5036 9% 2214 -15% 44% 2002 5210 3% 2527 14% 49% 2003 5507 6% 2447 -3% 44%

μέσος όρος 5845 -1,8% 2642 -4,9% 58%

Σχόλια στον Πίνακα 7Η συμμετοχή των Ελλήνων σε εξιχνιασμένες υποθέσεις κλοπών-διαρρήξεων μειώνεται κατά μ.ο. κατά 1,8% κάθε έτος. Η συμμετοχή των αλλοδαπών μειώνεται κατά 4,9% (3 φορές μεγαλύτερη μείωση). Οι αλλοδαποί συμμετέχοντες σε κλοπές-διαρρήξεις ως ποσοστό των Ελλήνων ξεκινούν από 81% το 1998, μειώνονται σταθερά, για να φτάσουν στο 2003 στο 44%. Η συμμετοχή των αλλοδαπών σε κλοπές-διαρρήξεις κατά μ.ο. αντιστοιχεί στο 58% της συμμετοχής των Ελλήνων. Με βάση τα στοιχεία του 2003 και τον πληθυσμό της χώρας το 2001, ανά 100.000 Ελλήνων έχουμε 54,17 συμμετέχοντες σε κλοπές-διαρρήξεις, ενώ ανά 100.000 αλλοδαπών έχουμε 306,99 (6 φορές περισσότερους). Οι εξιχνιασθείσες υποθέσεις κλοπών-διαρρήξεων αφορούν το 15% περίπου των αποπειρών και τετελεσμένων κλοπών-διαρρήξεων, απ’ όσες τελικώς καταγγελθήκαν στην Αστυνομία, ενώ περίπου ένα 20% παρόμοιων περιστατικών δεν αναφέρονται στην Αστυνομία.

13

ΠΙΝΑΚΑΣ 8: ΠΛΑΣΤΟΓΡΑΦΙΑ

 ΕΤΟΣ ΗΜΕΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ % ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ

% ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΩΣ %

ΗΜΕΔΑΠΩΝ 1991 426   72   17% 1992 468 10% 55 -24% 12% 1993 370 -21% 47 -15% 13% 1994 401 8% 69 47% 17% 1995 260 -35% 78 13% 30% 1996 233 -10% 71 -9% 30% 1997 216 -7% 108 52% 50% 1998 222 3% 996 822% 449% 1999 250 13% 1504 51% 602% 2000 266 6% 1802 20% 677% 2001 401 51% 1668 -7% 416% 2002 532 33% 3240 94% 609% 2003 494 -7% 2787 -14% 564%

μέσος όρος 349 1,2% 961 35,6% 289%

Σχόλια στον Πίνακα 8Η συμμετοχή των Ελλήνων σε εξιχνιασμένες υποθέσεις πλαστογραφίας αυξάνεται κατά μ.ο. κατά 1,2% κάθε έτος. Η συμμετοχή των αλλοδαπών αυξάνεται κατά μ.ο. κατά 35,6% κάθε έτος (30 φορές μεγαλύτερη αύξηση). Οι αλλοδαποί συμμετέχοντες σε πλαστογραφίες ως ποσοστό των Ελλήνων της ίδιας εγκληματικής κατηγορίας ξεκινούν από 17% το 1991, αυξάνονται ραγδαία για να φτάσουν το 2000 στο 677% και το 2003 να φτάσουν στο 564%. Η συμμετοχή των αλλοδαπών σε πλαστογραφίες κατά μ.ο. αντιστοιχεί στο 289% της συμμετοχής των Ελλήνων. Με βάση τα στοιχεία του 2003 και τον πληθυσμό της χώρας το 2001, ανά 100.000 Ελλήνων έχουμε 4,86 συμμετέχοντες σε πλαστογραφίες, ενώ ανά 100.000 αλλοδαπών έχουμε 349,65 (72 φορές περισσότερους).

14

ΠΙΝΑΚΑΣ 9: ΕΠΑΙΤΕΙΑ

 ΕΤΟΣ ΗΜΕΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ % ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ

% ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΩΣ %

ΗΜΕΔΑΠΩΝ 1991 129   19   15% 1992 176 36% 30 58% 17% 1993 416 136% 33 10% 8% 1994 596 43% 72 118% 12% 1995 454 -24% 69 -4% 15% 1996 525 16% 242 251% 46% 1997 799 52% 446 84% 56% 1998 107 -87% 302 -32% 282% 1999 172 61% 365 21% 212% 2000 213 24% 480 32% 225% 2001 208 -2% 637 33% 306% 2002 160 -23% 355 -44% 222% 2003 193 21% 255 -28% 132%

μέσος όρος 319 3,4% 254 24,2% 80%

Σχόλια στον Πίνακα 9Η συμμετοχή των Ελλήνων σε υποθέσεις επαιτείας αυξάνεται κατά μ.ο. κατά 3,4% κάθε έτος.Η συμμετοχή των αλλοδαπών αυξάνεται κατά μ.ο. κατά 24,2% κάθε έτος (7 φορές μεγαλύτερη αύξηση). Οι αλλοδαποί συμμετέχοντες σε επαιτεία ως ποσοστό των Ελλήνων ξεκινούν από 15% το 1991, αυξάνονται ραγδαία για να φτάσουν το 2001 στο 306% και το 2003 να καταλήξουν στο 132%. Η συμμετοχή των αλλοδαπών στην επαιτεία κατά μ.ο. αντιστοιχεί στο 80% της συμμετοχής των Ελλήνων. Με βάση τα στοιχεία του 2003 και τον πληθυσμό της χώρας το 2001, ανά 100.000 Ελλήνων έχουμε 1,9 συμμετέχοντες σε επαιτεία, ενώ ανά 100.000 αλλοδαπών έχουμε 31,87 (17 φορές περισσότερους).

 

15

ΠΙΝΑΚΑΣ 10: ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ

ΕΤΟΣ ΗΜΕΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ % ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ

% ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΩΣ %

ΗΜΕΔΑΠΩΝ 1998 102   14   14% 1999 387 279% 152 986% 39% 2000 337 -13% 297 95% 88% 2001 503 49% 518 74% 103% 2002 555 10% 1206 133% 217% 2003 328 -41% 1860 54% 567%

μέσος όρος 369 26,3% 675 165,9% 171%

Σχόλια στον Πίνακα 10Η συμμετοχή των Ελλήνων σε υποθέσεις παραβίασης του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας αυξάνεται κατά μ.ο. κατά 26,3% κάθε έτος. Η συμμετοχή των αλλοδαπών αυξάνεται κατά μ.ο. κατά 165,9% (6 φορές μεγαλύτερη αύξηση). Οι αλλοδαποί συμμετέχοντες στην παραβίαση του νόμου ως ποσοστό των Ελλήνων ξεκινούν από 14% το 1998, αυξάνονται ραγδαία για να φτάσουν το 2003 στο 567%. Η συμμετοχή των αλλοδαπών σε παραβιάσεις του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας κατά μ.ο. αντιστοιχεί στο 171% της αντίστοιχης των Ελλήνων. Με βάση τα στοιχεία του 2003 και τον πληθυσμό της χώρας το 2001, ανά 100.000 Ελλήνων έχουμε 3,63 συμμετέχοντες σε υποθέσεις παραβίασης του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας, ενώ ανά 100.000 αλλοδαπών έχουμε 233,35 (64 φορές περισσότερους). 11

ΣυμπερασματικάΘα ήθελα να επισημάνω συμπερασματικά πως οι παραπάνω πίνακες παρουσιάζουν την εικόνα της εγκληματικότητας βάση στατιστικών δεδομένων και αριθμητικών μετρήσεων δίνοντας μια συγκεκριμένη αντίληψη ότι δηλαδή το επίπεδο της εγκληματικότητας των αλλοδαπών υπερτερεί αυτού του γηγενούς πληθυσμού. Αυτό που θα ήθελα να αναφέρω και αργότερα να αναλύσω είναι πως η εικόνα της εγκληματικότητας που δίνεται μπορεί να αναστραφεί αν ληφθούν υπόψη κάποιοι σημαντικοί παράγοντες που λειτουργούν κατασταλτικά και διαστρεβλώνουν την εικόνα της εγκληματικότητας των μεταναστών.

11 http://www.geocities.com

16

Γ. Εγκληματικότητα ή εγκληματοποίηση;Η ανάγνωση των παραπάνω πινάκων πρέπει να λαμβάνει υπόψην πέραν των πορισμάτων των στατιστικών στοιχείων, μια σειρά ερμηνευτικών παραμέτρων συναρτώμενων με τους μετανάστες προκειμένου να οδηγηθούμε σε ορθές εκτιμήσεις και γόνιμα συμπεράσματα, ως προς το εξεταζόμενο θέμα. Ορισμένοι από τους παράγοντες που θα πρέπει να συνεκτιμώνται κατά την «μετάφραση» των αριθμητικών δεδομένων των στατιστικών στο πεδίο της κοινωνικής πραγματικότητας, είναι οι ακόλουθοι : 1. Στο χαρακτηριστικό «αλλοδαποί», που χρησιμοποιείται στις στατιστικές περιλαμβάνονται και οι Ευρωπαίοι πολίτες, προερχόμενοι από κράτη - μέλη της Ε.Ε., οι οποίοι απολαμβάνουν διαφορετικό νομικό καθεστώς από τους λοιπούς αλλοδαπούς και η παρουσία τους στη χώρα είναι νόμιμη. Η κατηγορία αυτή των αλλοδαπών, άλλωστε, δεν φαίνεται να έχει αναλάβει- στη συνείδηση τουλάχιστον των πολιτών και των αρμόδιων φορέων-το μερίδιο της ευθύνης, που της αναλογεί, για την «εισαγόμενη» παραβατικότητα.2. Η πλειοψηφία των μεταναστών συγκεντρώνει τα δημογραφικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά, που ευνοούν την παράβαση : ανήκει στην ηλικιακή ομάδα, με τη μεγαλύτερη συμμετοχή στην παραβατικότητα, αφού πρόκειται κυρίως για νέους άνδρες, μη συνοδευόμενους από τις οικογένειές τους. Οι μετανάστες ανήκουν σε χαμηλή κοινωνικό-οικονομική τάξη, είναι θύματα μιας αβέβαιης, προβληματικής αγοράς εργασίας, ζουν στην πλειοψηφία τους ως παράνομοι, σε υποβαθμισμένες περιοχές. Τα παραπάνω, έχουν σαν αποτέλεσμα να είναι ανόμοια η σύγκριση της ομάδας των μεταναστών δραστών (επομένως και των αλλοδαπών) με τους Έλληνες δράστες, στη βάση του ποσοστού, που κάθε ομάδα εκπροσωπεί στον πληθυσμό της χώρας.3. Οι παράνομες δραστηριότητες των μεταναστών εμφανίζουν υψηλή θεατότητα, λόγω ακριβώς της διαφορετικής καταγωγής των δραστών, του παράνομου συνήθως χαρακτήρα της παραμονής τους στη χώρα και των διαρκών ελέγχων, εξαιτίας του φαινόμενου της παράνομης μετανάστευσης.4. Το γεγονός καθεαυτό της (λαθραίας) έλευσης και εργασίας των μεταναστών και προσφύγων στη χώρα έχει ποινικοποιηθεί και ευθύνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό για τα ποσοστά συμμετοχής της ομάδας αυτής στην παραβατικότητα. Δηλαδή μεγάλο μέρος αν όχι η πλειονότητα αφορά την παράβαση της νομοθεσίας περί αλλοδαπών, με αποτέλεσμα να αυξάνει η συμμετοχή τους στην παραβατικότητα12 Επιπλέον ομάδες μεταναστών εμπλέκονται σε υψηλό βαθμό σε αδικήματα κατά περιουσίας, σε πλαστογραφίες εγγράφων και στην επαιτεία. Στους τομείς λοιπόν αυτούς η μετανάστευση έχει προκαλέσει αύξηση της παραβατικότητας στην Ελλάδα13

5. Η παράνομη δραστηριότητα των μεταναστών αφορά κυρίως σε ορισμένα είδη εγκλημάτων τα οποία έχουν από τη φύση τους (λ.χ. ανθρωποκτονίες) απαξιωτικό χαρακτήρα και υψηλό ποσοστό εξιχνίασης. Κατά συνέπεια είναι εκείνα τα εγκλήματα που τροφοδοτούν κατ’ αρχήν τις στατιστικές, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται τελικά σε συνολικό επίπεδο χαρακτηριστικά υψηλή η συμμετοχή των μεταναστών στην παραβατικότητα της χώρας. Ωστόσο οι μετανάστες δεν φαίνεται να έχουν μεγάλη

12 Μοσχοπούλου Αλεξάνδρα, 2005, Η εγκληματικότητα των μεταναστών : απεικόνιση του φαινόμενου στον απογευματινό τύπο 1990-1999, Σακκούλας Αντ13Martin Baldwin-Edwards, (2001), « Παραβατικότητα και μετανάστευση : Μύθοι και πραγματικότητες», Αστυνομική επιθεώρηση

17

συμμετοχή, λόγω έλλειψης ευκαιριών, στη διάπραξη άλλων ειδών εγκλημάτων, που τελούνται με μεγάλη συχνότητα λ.χ. εγκλημάτων οικονομικού χαρακτήρα.14

6. Η διάθεση του πληθυσμού για την καταγγελία των εις βάρος του εγκλημάτων ή αυτών που υποπίπτουν στην αντίληψή του, η οποία είναι προθυμότερη στην περίπτωση δραστών μεταναστών.15

7. Αντίθετα με τους Έλληνες, οι μετανάστες διστάζουν να καταγγείλουν παράνομες πράξεις σε βάρος τους, με δράστες είτε ομοεθνείς τους είτε, συχνότερα, Έλληνες. Αυτό οφείλεται κυρίως στο φόβο αντεκδίκησης ή ακόμη στον κίνδυνο απέλασης τους από τη χώρα, καθώς και στη δυσπιστία τους απέναντι στις διωκτικές αρχές, ως προς τον σεβασμό των δικαιωμάτων τους. Επομένως όπως προκύπτει από σχετικές έρευνες θυματοποίησης, υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός αφανούς παραβατικότητας που επιδρά αναμφίβολα στην ακρίβεια των στατιστικών δεδομένων.16

8. Η εντονότερη αστυνομική επιτήρηση της μεταναστευτικής κοινότητας, που μοιραία καταλήγει στην αποκάλυψη περισσότερων δραστών παραβάσεων σ ΄ αυτό το τμήμα του πληθυσμού συγκριτικά με άλλα.17 Η αστυνομία, υπό την πίεση συχνά του κοινωνικού συνόλου και υπό την επίδραση των αρνητικών στερεοτύπων, που έχουν επικρατήσει κυρίως για τους Αλβανούς μετανάστες, ρίχνει συχνά το βάρος της δραστηριότητας της στην καταστολή της παραβατικότητας των συγκεκριμένων ομάδων του πληθυσμού.18 9. Οι προκαταλήψεις των δικαστών, η απουσία σοβαρής νομικής εκπροσώπησης και άλλες αδυναμίες, όπως η γλώσσα κ.λ.π., που καταλήγουν στην ευκολότερη κατάγνωση ενοχής και στη βαρύτερη επιμέτρηση ποινών όταν πρόκειται για αλλοδαπούς μετανάστες.19

Συνεπώς μιλάμε για μια διαδικασία «εγκληματοποίησης» και κοινωνικής κατασκευής του μετανάστη-εγκληματία που εδράζεται στην αντίστοιχη στερεοτυπική πρόσληψη που έχει εμπεδωθεί στην συλλογική κοινωνική συνείδηση. Λίγο μετά την άφιξη των –Αλβανών κυρίως- μεταναστών στις αρχές της δεκαετίας του 1990 παρατηρούνται διαδικασίες συγκρότησης ενός αρνητικού στερεότυπου που εξισώνει τον «αλλοδαπό» με το «λαθρομετανάστη» και αυτόν με τον «επικίνδυνο εγκληματία». Γενικότερα η ποινικοποίηση-εγκληματοποίηση της μεταναστευτικής κοινότητας οργανώνεται γύρω από την έννοια της «λαθρομετανάστευσης», αντίληψη και (πρακτική) που εξακολουθεί να κυριαρχεί ακόμη και όταν το νομικό καθεστώς των μεταναστών σχετικά ομαλοποιείται. Ιδιαίτερα δαιμονοποιείται η αλβανική εθνοτική ομάδα, το «γενικευμένο» μέλος της οποίας παρίσταται ως «Λαθρομετανάστης, Κλέφτης, Βίαιος, Επικίνδυνος, Βαλκάνιος, Εγκληματίας».20

14 Μοσχοπούλου Αλεξάνδρα, 2005, Η εγκληματικότητα των μεταναστών : απεικόνιση του φαινόμενου στον απογευματινό τύπο 1990-1999, Σακκούλας Αντ15 Βασίλης Χ. Καρύδης, «Το ζήτημα της δεύτερης γενιάς : Έγκλημα και Μετανάστευση, Σειρά μελετών 8, (2004), Η Ελλάδα της μετανάστευσης, κοινωνική συμμετοχή, δικαιώματα και ιδιότητα του πολίτη, Αθήνα, Κριτική ΑΕ & ΚΕΜΟ16 Μοσχοπούλου Αλεξάνδρα οπ.πρ.17 Βασίλης Χ. Καρύδης, οπ πρ18 Μοσχοπούλου Αλεξάνδρα οπ.πρ..19Βασίλης Χ. Καρύδης, οπ πρ..

20 Βασίλης Χ. Καρύδης, «Το ζήτημα της δεύτερης γενιάς : Έγκλημα και Μετανάστευση, Σειρά μελετών 8, (2004), Η Ελλάδα της μετανάστευσης, κοινωνική συμμετοχή, δικαιώματα και ιδιότητα του πολίτη, Αθήνα, Κριτική ΑΕ & ΚΕΜΟ

18

Σε κάθε περίπτωση, η ευάλωτη θέση των μεταναστών και η άγρια εκμετάλλευση της παράνομης κατάστασής τους ή της αδυναμίας εισόδου στη χώρα για εργασία μέσω νόμιμης οδού-καλύπτοντας πραγματικές ανάγκες αγοράς-οδηγεί στην αύξηση της εγκληματικότητας των οργανωμένων ομάδων. Οι τελευταίοι αναλαμβάνουν το ρόλο της διευκόλυνσης της εισόδου ή ακόμη και της προστασίας των συχνά θυματοποιημένων από τους εργοδότες μεταναστών, υποχρεώνοντας τους νέους μετανάστες σε δεσμούς εξάρτησης και αναγκαστικής στρατολόγησης. Ανάλογα με τις ανάγκες της μεταναστευτικής αγοράς-η οποία δημιουργείται ακριβώς από την περιοριστική και ανεδαφική μεταναστευτική πολιτική και την αδιαφάνεια-διαφθορά του διοικητικού συστήματος-αλλά και της αγοράς εγκλήματος-ναρκωτικά, όπλα, δουλεμπόριο, πορνεία-οι οργανωμένες ομάδες εγκλήματος έχουν μεγαλύτερη ή μικρότερη παρουσία ανά περιόδους στην επικράτεια. Δεν είναι τυχαίο ότι τα προγράμματα κοινοποίησης του 2001 σήμαναν και μια υποχώρηση της εγκληματολογικής συζήτησης, καθώς περιόρισαν ή καλύτερα μετατόπισαν την αγορά σχετικά με την είσοδο και τη διαμονή στη χώρα.21

Δ. Διαφοροποίηση της παραβατικότητας κατά υπηκοότηταΣε αυτό το κεφάλαιο θα ήθελα να αναφέρω την διαφοροποίηση του εγκλήματος στην Ελλάδα με βάση την υπηκοότητα καθώς αποτελεί σημαντικό στοιχείο για τη ανάλυση του θέματος που πραγματεύομαι. Η κατηγοριοποίηση των μεταναστών κατά εθνική ομάδα και η ανάλογη έκταση της παραβατικότητας τους μας δίνει μια σαφή εικόνα με ποικίλα συμπεράσματα Ο παρακάτω πίνακας θα μας βοηθήσει.

ΠΙΝΑΚΑΣ 11

Παραβατικότητα αλλοδαπών 1993 1994

ΣύνολοΣυλ/θέντες 4548 4346

παραβάσεις 279 152 Παραβατικότητα

αντ22.μεταναστών 337 -13% 297

21 Μίλτος Παύλου, «Οι μετανάστες σαν και εμάς : Όψεις της απόκρισης στο μεταναστευτικό φαινόμενο στην Ελλάδα και στη Ευρώπη», Σειρά μελετών 8, (2004), Η Ελλάδα της μετανάστευσης-κοινωνική συμμετοχή, δικαιώματα και ιδιότητα του πολίτη ,Αθήνα, ΑΕ & ΚΕΜΟ

19

Σύνολο Συλ/θέντες 4778 3546 παραβάσεις 100 1206

ΠΙΝΑΚΑΣ 12

Παρατηρούμε από τον παραπάνω πίνακα ότι ο ποσοστιαίος αριθμός δραστών κατά υπηκοότητα διαφοροποιείται από τα ποσοστά που εκπροσωπεί η αντίστοιχη εθνική ομάδα στο σύνολο των αλλοδαπών μεταναστών. Οι δράστες Πολωνικής υπηκοότητας χάριν παραδείγματος υπολείπονται κατά πολύ του ποσοστού που αντιπροσωπεύουν οι Πολωνοί μετανάστες στο μεταναστευτικό πληθυσμό, σε αντίθεση προς την υπερεκπροσώπηση που εμφανίζουν οι Ρουμάνοι ή και οι Γιουγκοσλάβοι δράστες. Το ποσοστό των δραστών αλβανικής υπηκοότητας αντιστοιχεί περίπου σε αυτό, το οποίο αντιπροσωπεύει η εθνική τους ομάδα στον συνολικό μεταναστευτικό πληθυσμό. Σημειώνουμε ότι οι Αιγύπτιοι και Φιλιππινέζοι δράστες οι κοινότητες των οποίων αριθμούν δεκάδες χιλιάδες άτομα , ούτε καν εμφανίζονται στον ανωτέρω πίνακα. Οριστικά συμπεράσματα όμως δεν μπορούν ακόμα να εξαχθούν αν δεν αποκτηθεί η εικόνα του είδους της εγκληματικότητας στην οποία εμπλέκονται οι διάφορες ομάδες μεταναστών.

Η καταγραμμένη παραβατικότητα των αντικανονικών μεταναστών αναλύεται στις ακόλουθες κύριες κατηγορίες εγκλημάτων κατά υπηκοότητα. Παραθέτουμε ενδεικτικά τα στοιχεία για το έτος 1994. Ο πρώτος αριθμός αφορά τους δράστες και ο δεύτερος στις παραβάσεις.

22 Πρόκειται για τους αλλοδαπούς μετανάστες οι οποίοι εισήλθαν μόνιμα υπό κάποια ιδιότητα – τουρισμός, σπουδές, μόνιμη εργασία – αλλά στη συνέχεια παραμένουν παράνομα στη χώρα ως «αντικανονικοί» μετανάστες. Υπολογίζονται σε ποσοστό περίπου 60% του συνόλου της παράνομης μετανάστευσης

 Παραβατοκότητα μεταναστών κατά υπηκοότητα 1993 1994

Αλβανική Συλ/θέντες 3547 4070 παραβάσεις 2187 1969

Βουλγαρική » 464 792 » 327 360

Γιουγκ/ική » 243 431 » 204 271

Ινδική » 154 106 » 56 46

Ιρακινή » 493 474 » 116 98

Πακιστανή » 442 572 » 74 99

Πολωνική » 348 305 » 270 213

Ρουμανική » 478 778» 308 400

Τουρκική » 143 122

20

1994 – Δομή παραβατικότητας μεταναστών κατά υπηκοότητα ΠΙΝΑΚΑΣ 13

ΠΑΡΑΒΑΣΕΙΣ ΥΠΗΚΟΟΤΗΤΕΣ

Αλβανική Βουλγαρική Γιουγκ/βική Ινδική πλαστογραφία 140/69 9/8 20/15 8/6 Ανθρωποκτονία 24/11 - - 4/2 Σωμ. Βλάβες 93/57 13/8 4/3 2/1 Βιασμός 13/12 2/2 2/2 1/1 Κλοπή 498/347 76/45 81/48 - Ληστεία 53/38 1/1 6/3 - Ναρκωτικά 68/36 3/3 8/6 1/1 Όπλα 101/42 8/5 10/8 - Επαιτεία-αλητεία 79/39 1/1 53/32 - Περί αλλοδαπών 499/278 121/67 81/47 14/9 Λαθραία είσοδος 1395/301 263/44 11/7 57/14 Παρ. εργασία 77/512 239/131 128/75 19/12

ΣΥΝΟΛΟ 39261891 788/356 428/268 105/45

ΠΙΝΑΚΑΣ 14

ΠΑΡΑΒΑΣΕΙΣ ΥΠΗΚΟΟΤΗΤΕΣ

Ιρακινή Πακιστανή Πολωνική Ρουμανική Τουρκικήπλαστογραφία 26/15 6/6 - 15/3 13/10Ανθρωποκτονία 2/1 - - 4/2 4/3Σωμ. Βλάβες 7/5 1/1 4/3 7/6 -Βιασμός - - 2/2 - -Κλοπή 4/4 1/1 36/28 169/103 4/4Ληστεία 9/4 2/1 2/2 11/7 -Ναρκωτικά - 12/6 - 4/4 18/16Όπλα 1/1 1/1 4/2 12/6 4/2Επαιτεία-αλητεία - 1/1 2/1 2/2 1/1Περί αλλοδαπών 36/19 71/18 82/57 183/89 14/11Λαθραία είσοδος 366/32 437/43 4/4 128/43 47/20Παρ. εργασία 11/8 31/15 140/87 200/99 1/1ΣΥΝΟΛΟ 474/98 572/99 305/213 765/387 122/78

Όπως προκύπτει από τα στατιστικά στοιχεία του πίνακα, περίπου ¾ του συνόλου των αδικημάτων που φέρεται ότι διέπραξαν μετανάστες αφορούν στην παραβίαση του Νόμου περί Αλλοδαπών, δηλαδή στο γεγονός ότι εισήλθαν και παραμένουν είτε εργάζονται παράνομα στη χώρα. Επομένως, ουσιαστικά πρόκειται για την

21

ποινικοποίηση του καθεστώτος που διαβιώνουν. Αυτή η κατηγορία καταλαμβάνει για ορισμένες εθνικές ομάδες ποσοστό άνω του 90% της συνολικής παραβατικότητας που εμφανίζουν.23

Το ποσοστό κατά συνέπεια που αντιπροσωπεύουν οι λαθρομετανάστες δράστες παραβάσεων στη συνολική παραβατικότητα γνωστών δραστών παραβάσεων πρέπει να μειωθεί κατά τον αντίστοιχο λόγο των ¾. Διαπιστώνουμε πάλι ότι η στατιστική εικόνα της παραβατικότητας αποτελεί ένα είδος «μαγικής εικόνας», η οποία κατά την πολλαπλή της ανάγνωση απροσδόκητα εμφανίζει διαφορετικά σχήματα και αποκτά κάθε φορά άλλο περιεχόμενο.

Από το σύνολο της παραβατικότητας των λαθρομεταναστών πρέπει επίσης να εξαιρεθούν οι περιπτώσεις διάπραξης των αδικημάτων της επαιτείας και της αλητείας στο βαθμό που έχει έντονα αμφισβητηθεί η κοινωνική απαξία αυτής της συμπεριφοράς και κατά συνέπεια η ποινικοποίηση του φρονήματος και ενός τρόπου ζωής που σε κάθε περίπτωση δεν προσβάλλει κάποιο υλικό έννομο αγαθό24.Ακόμη περισσότερο, εφόσον η διάπραξη αυτού του αδικήματος από τους μετανάστες οφείλεται αποκλειστικά στις άθλιες συνθήκες διαβίωσης κατά την άφιξή τους στη χώρα και δεν συνιστά βιωμένη στάση ζωής που ενδεχομένως αντιστρατεύεται συνειδητά τις κοινωνικές αξίες της εργασίας και της μόνιμης κατοικίας.

Με αυτόν τον μεθοδολογικά βάσιμο τρόπο περιορίζεται η «πραγματική» παραβατικότητα των λαθρομεταναστών σε ποσοστό κάτω του 1% του συνόλου των γνωστών δραστών παραβάσεων! Ένα τέτοιο οριστικό συμπέρασμα όμως για την παραβατικότητα των λαθρομεταναστών θα συγκροτούσε μία άλλη «μαγική εικόνα» που συσκοτίζει την εγκληματολογική πραγματικότητα.25

Ε. Διαφοροποίηση παραβατικότητας κατά ηλικία και φύλο

Η μεταναστευτική εικόνα με κριτήριο το φύλο Σε γενικές γραμμές η εικόνα της μετανάστευσης στην Ελλάδα είναι γένους αρσενικού. Οι άντρες αποτελούν το 74% του συνόλου των μεταναστών. Το ποσοστό των γυναικών μεταξύ των μεταναστών και των προσφύγων, που βρίσκονται στη χώρα είναι, λοιπόν, σαφώς μικρότερο και ποικίλει έντονα, ανάλογα με την εθνικότητα. Παρατηρείται ότι η «γυναικεία» μετανάστευση είναι σχεδόν ανύπαρκτη σε ορισμένες ομάδες μεταναστών, ενώ σε άλλες μονοπωλεί σχεδόν τη μεταναστευτική παρουσία της συγκεκριμένης υπηκοότητας στη χώρα.

Μεταξύ των ανδρών μεταναστών είναι σαφής η αριθμητική υπεροχή των Αλβανών. Οι τελευταίοι αποτελούν το 73.4% των ανδρών μεταναστών και ακολουθούν οι Ρουμάνοι (ποσοστό 4.2%), οι Πακιστανοί επίσης (4,2%), οι Βούλγαροι (ποσοστό 3,7%), και οι Ινδοί (ποσοστό 2,3%). Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι οι προερχόμενοι από ορισμένες ομάδες χωρών μετανάστες και κυρίως από χώρες Ινδοπακιστανικής χερσονήσου και από αραβικά κράτη είναι σχεδόν αποκλειστικά άνδρες. Αναφέρεται ενδεικτικά ότι το ποσοστό 99,5% των Πακιστανών που υπέβαλαν αίτηση το 1998 ήταν άνδρες, 99% των προερχόμενων από 23 Σε σύνολο 46 παραβάσεων από 106 Ινδούς δράστες, 35 και 90 αντίστοιχα ανήκουν σ’ αυτήν τη κατηγορία αδικημάτων. Στις 98παραβάσεις από 474 δράστες προερχομένους από το Ιράκ, 59 παραβάσεις με 413 δράστες αφορούν στη λαθραία είσοδο και παράνομη εργασία. Το ίδιο ισχύει και για τους Πακιστανούς : σε σύνολο 99 παραβάσεων από 572 δράστες, 76 παραβάσεις από 539 δράστες οφείλονται στο Ν. 1975/91 περί Αλλοδαπών.24 Είναι χαρακτηριστικό ότι η παράβαση της αλητείας (άρθρο 408 Π.Κ) καταργήθηκε με τον Ν.2207/94.25 Καρύδης Β, (1996), Η εγκληματικότητα των μεταναστών στην Ελλάδα-ζητήματα θεωρίας και αντεγκληματικής πολιτικής, Αθήνα, Παπαζήσης

22

το Μπαγκλαντέζ, 98% των Ινδών, 95% των προερχόμενων από τη Συρία και 94% των Αιγυπτίων.

Σε ότι αφορά στη γυναικεία πλευρά της μετανάστευσης, μια αρχική παρατήρηση είναι ότι σε ορισμένες εθνικότητες η γυναικεία παρουσία αποτελεί τη συντριπτική πλειοψηφία στη χώρα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το ποσοστό 60-80% των μεταναστών που προέρχονται από τις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες, είναι γυναίκες. Πολύ υψηλό είναι επίσης το ποσοστό των γυναικών στις μεταναστευτικές κοινότητες των Φιλιππίνων (ποσοστό 8,3%), της Σρι Λάνκα (ποσοστό 64,5%) και της Αιθιοπίας (ποσοστό 71%).

Σε συνολικό επίπεδο διαπιστώνεται ότι και υπό το πρίσμα της κατανομής κατά φύλο, η αλβανική υπηκοότητα υπερέχει αριθμητικά όλων των άλλων, καθώς ποσοστό 43,7% όλων των μεταναστριών είναι Αλβανίδες. Ακολουθούν οι Βουλγάρες υπήκοοι, με ποσοστό 15% του συνόλου των γυναικών, οι Ουκρανές με ποσοστό 8,3%, οι Ρουμάνες με ποσοστό 5,5% και οι Γεωργιανές με 5%.

Σε ότι αφορά την ομάδα των Αλβανών, που έχει και την πιο έντονη παρουσία στη χώρα, αξίζει να σημειωθεί ότι το ποσοστό των γυναικών στους κόλπους της μεταναστευτικής αυτής ομάδας ανέρχεται σε 17,4%. Είναι λοιπόν σαφής η υπεροχή των ανδρών Αλβανών υπηκόων στη χώρα, παρόλο που οι γυναίκες διεκδικούν ένα αξιόλογο ποσό της παρουσίας αυτής της εθνικότητας στην ελληνική κοινωνία.

Η διαφοροποίηση της αναλογίας των γυναικών στον πληθυσμό των μεταναστών, ανάλογα με την εθνικότητα, μπορεί να ερμηνευθεί σε συνάρτηση, αφενός με τις πολιτιστικές και θρησκευτικές δομές των κοινωνιών καταγωγής τους και αφετέρου με τους τομείς απασχόλησης, που επίσης ποικίλουν ανά εθνικότητα. Με δύο λόγια, η πλειοψηφία των γυναικών που προέρχονται από τα κράτη της ανατολικής Ευρώπης και οι οποίες αποτελούν ένα μεγάλο ποσοστό σε σχέση με τους άνδρες ομοεθνείς τους, έχει εμπλακεί με την θέλησή της ή χωρίς αυτήν, στην πορνεία, μέσω διεθνών κυκλωμάτων σωματεμπορίας. Το σημαντικό ποσοστό εξάλλου των γυναικών, που προέρχονται από τις Φιλιππίνες και ορισμένες αφρικανικές χώρες, οφείλεται κατά κύριο λόγο στην οργανωμένη διακίνησή τους στη χώρα με σκοπό να απασχοληθούν ως οικιακές βοηθοί, απασχόληση που θεωρείται κατά κύριο λόγο γυναικεία.

Μια δεύτερη βασική παρατήρηση, που αφορά την γυναικεία συμμετοχή στη μετανάστευση προς τη χώρα, είναι ότι τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια τάση «θηλυκοποίησης». Πιο συγκεκριμένα, οι γυναίκες μετανάστριες, των οποίων η έλευση στην Ελλάδα ήταν, αρχικά, κατά κανόνα, συνδεδεμένη με την απόφαση των οικογενειών τους για εγκατάσταση στη χώρα, αρχίζουν, κατά τα τελευταία έτη να αποκτούν αυτοδύναμη παρουσία στον ελλαδικό χώρο. Έχουν αρχίσει να κινούνται αυτόνομα, να απασχολούνται και να διεκδικούν μια δυναμικότερη θέση στην ελληνική κοινωνία, χωρίς ωστόσο η διαφοροποίηση αυτή να συνεπάγεται με αντίστοιχη άνοδο του ποσοστού συμμετοχής τους στον μεταναστευτικό πληθυσμό της χώρας.

Η μεταναστευτική εικόνα με βάση την ηλικίαΣύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το Εθνικό Παρατηρητήριο Απασχόλησης σε δείγμα 50.961 του συνόλου των αιτήσεων προσωρινής παραμονής που υποβλήθηκαν στον ΟΑΕΔ το 1998, οι μετανάστες και (πρόσφυγες) είναι στην πλειοψηφία τους νέοι, δηλαδή άτομα που ανήκουν στις ηλικιακές ομάδες με μεγάλη πιθανότητα να εμπλακούν σε εγκληματικές δραστηριότητες. Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξε και μια πρώτη επεξεργασία δείγματος 2.000 αιτήσεων νομιμοποίησης, που υποβλήθηκαν το 2001, με βάση το νέο νομικό πλαίσιο για την μετανάστευση.

23

Ποσοστό 87,7% των περιπτώσεων που μελετήθηκαν, κινούνται στο φάσμα από 15 έως 44 ετών και μόλις 9,9% είναι άνω των 45 ετών. Η παρατήρηση αυτή είναι εύλογη, στο βαθμό που γίνεται γενικά αποδεκτό ότι η πλειοψηφία των μεταναστών είναι άνθρωποι, που έρχονται στη χώρα για να εργαστούν και επομένως ανήκουν σε παραγωγικές ομάδες γι’ αυτό και είναι αναμενόμενη η υπαγωγή τους σε χαμηλότερες ηλικιακές κλίμακες.26 Στο σχολικό πληθυσμό αγγίζουν ποσοστό 10% του συνόλου ενώ σε κάποιες περιοχές υπάρχουν σχολεία που τα παιδιά των μεταναστών υπερβαίνουν το 40% του συνόλου. Ταυτόχρονα τα ποσοστά εγκατάλειψης του σχολείου (ιδιαίτερα στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση)-drop-out- είναι πολλαπλάσια του ιθαγενούς πληθυσμού.27 . Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι τα πορίσματα αυτής της έρευνας δεν μπορούν να θεωρηθούν με βεβαιότητα αντιπροσωπευτικά επειδή, όπως έχει ήδη προαναφερθεί, μεγάλος αριθμός μεταναστών δεν υπέβαλλε αίτηση για άδεια παραμονής.

Όσον αφορά την ηλικία των κρατούμενων αλλοδαπών φαίνεται να είναι μικρότερη από τη μέση ηλικία των Ελλήνων. Σύμφωνα με την έρευνα του προγράμματος TSER, το 1996, 58,8% των αλλοδαπών ήταν ηλικίας 15-26 χρόνων, ενώ μόνο το 18,5% των Ελλήνων ανήκαν στην ίδια ηλικιακή ομάδα. Παρατηρείται πάντως ότι γενικά οι δράστες μικρότερων ηλικιών είναι λαθρομετανάστες κυρίως από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και από τα Βαλκάνια (η πλειοψηφία μεταξύ 20 και 29 χρόνων), σε αντίθεση με τους λοιπούς αλλοδαπούς κρατουμένους. Η πλειοψηφία των Αφρικανών και Ασιατών κρατουμένων κατά το 1994 ήταν μεταξύ 20 και 34 χρόνων. Οι Αλβανοί και Ρουμάνοι κρατούμενοι, στη συντριπτική πλειοψηφία τους μετανάστες (κυρίως παράνομοι), αποτελούν τους νεότερους κρατουμένους. Από την συνδυασμένη εξάλλου μελέτη ηλικίας δράστη και εγκλήματος προκύπτει ότι οι μικρότερες ηλικίες εμπλέκονται κυρίως στην παράβαση της διάρρηξης, με σαφή επικράτηση των Ρουμάνων νεαρών δραστών.

Τέλος, όπως ήδη σημειώθηκε, η συντριπτική πλειοψηφία των ανήλικων αλλοδαπών κρατουμένων είναι Αλβανοί, γεγονός που εξηγείται από τη μαζική κατά τα τελευταία έτη εισροή στη χώρα νεαρών μεταναστών, χωρίς να συνοδεύονται από τις οικογένειες τους.28

Η περίπτωση των ανηλίκων παραβατώνΗ έκταση της παραβατικότητας των ανηλίκων γενικά και ειδικότερα των αλλοδαπών ανηλίκων δραστών προβάλλεται συχνά με «τρομοκρατικό» τρόπο. Αν εξετάσουμε όμως προσεκτικά την οντολογία του φαινόμενου, όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία, η εικόνα μεταβάλλεται σημαντικά.

Σύμφωνα με την επιμελημένη παρουσίαση των στοιχείων της δραστηριότητας του 3 ου Τμήματος Ανηλίκων Αττικής, κατά το έτος 1993 η υπηρεσία αυτή ασχολήθηκε με 877 περιπτώσεις αδικημάτων, τα οποία φέρονται ότι διέπραξαν 1002 ανήλικοι Αλβανοί υπήκοοι, οι οποίοι αποτελούν περίπου και το σύνολο των αλλοδαπών δραστών. Οι αλλοδαποί (Αλβανοί) κατά συνέπεια ανήλικοι φέρονται ότι συνιστούν περίπου το 60% του συνόλου των γνωστών ανηλίκων παραβατών. Για την

26 Μοσχοπούλου Αλεξάνδρα, 2005, Η εγκληματικότητα των μεταναστών : απεικόνιση του φαινόμενου στον απογευματινό τύπο 1990-1999, Σακκούλας Αντ27Βασίλης Χ. Καρύδης, «Το ζήτημα της δεύτερης γενιάς : Έγκλημα και Μετανάστευση, Σειρά μελετών 8, (2004), Η Ελλάδα της μετανάστευσης, κοινωνική συμμετοχή, δικαιώματα και ιδιότητα του πολίτη, Αθήνα, Κριτική ΑΕ & ΚΕΜΟ28 Μοσχοπούλου Αλεξάνδρα, 2005, Η εγκληματικότητα των μεταναστών : απεικόνιση του φαινόμενου στον απογευματινό τύπο 1990-1999, Σακκούλας Αντ

24

εξαγωγή όμως ορθών συμπερασμάτων απαιτείται η μελέτη του είδους της παραβατικότητας που οδήγησε στη σύλληψη των ανηλίκων. Συγκεκριμένα.

Οι βασικές κατηγορίες των αδικημάτων που διέπραξαν ανήλικοι το έτος 1993 ήταν εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας (413, ποσοστό 47,1%), επαιτεία-αλητεία (368, ποσοστό 42%), παραβιάσεις ειδικών ποινικών νόμων (82, ποσοστό 9,4%).

Οι δράστες των δυο βασικών κατηγοριών αδικημάτων κατά υπηκοότητα παρουσιάζονται στον επόμενο πίνακα.

ΠΙΝΑΚΑΣ 15

Κλοπές Επαιτεία-αλητείαΈλληνες 177 48Αλβανοί 225 315

Λοιποί αλλοδαποί 11 5

Κατά συνέπεια, οι Αλβανοί ανήλικοι δράστες φέρονται ότι διέπραξαν 540 αδικήματα στις δύο αυτές κατηγορίες και συνολικά οι αλλοδαποί 556 αδικήματα σε σύνολο 781, ήτοι ποσοστό περίπου 70% του συνόλου. Στην πραγματικότητα όμως ουσιαστικό ποινικό-εγκληματολογικό ενδιαφέρον πρέπει να έχουν για τους λόγους που έχουμε αναφέρει, μόνον οι 225 κλοπές που διέπραξαν – 236 στο σύνολο των αλλοδαπών ανηλίκων-, οι οποίες μάλιστα είναι στη μεγάλη τους πλειοψηφία ελαφριάς μορφής29. Αυτό το δεδομένο περικόπτει το ποσοστό της εμφανούς παραβατικότητας που αποδίδεται στους αλλοδαπούς και ειδικότερα στους Αλβανούς ανηλίκους περίπου κατά 60%! Με αυτόν τον τρόπο η συμμετοχή τους στη συνολική εγκληματικότητα των ανηλίκων ανέρχεται σε ποσοστό περίπου 25%, καθόλου ευκαταφρόνητο αλλά όχι τερατώδες.

Ενδιαφέρον φυσικά παρουσιάζει το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των αλλοδαπών ανηλίκων παραβατών έχει αλβανική υπηκοότητα, παρατήρηση η οποία θα φανεί χρήσιμη κατά την ανάλυση του είδους της παραβατικότητας κάθε εθνικής ομάδας μεταναστών, το βαθμό της κοινωνικής τους προσαρμογής και ενσωμάτωσης και τα συμπεράσματα που μπορούν να προκύψουν από αυτήν την διαδικασία 30

Σύμφωνα με τα υφιστάμενα επίσημα στοιχεία η εγκληματικότητα των ανηλίκων για το διάστημα 1999-2003 παρίσταται ως εξής :

29 Κλοπή απλή (χρημάτων/ειδών) : 32,2%, κλοπή μοτοποδηλάτου : 7%, διάρρηξη καταστ./οικιών : 3.2%, ληστεία/απληστίας : 0.8%30 Καρύδης Β, (1996), Η εγκληματικότητα των μεταναστών στην Ελλάδα-ζητήματα θεωρίας και αντεγκληματικής πολιτικής, Αθήνα, Παπαζήσης

25

ΠΙΝΑΚΑΣ 16Έτος 1999 2000 2001 2002 2003

Σύνολο 22247 24061 26174 26391 21839ΠαραβάσειςΚΟΚ 19533 21779 24187 24237 20125

Ημεδαποί 20811 22461 24459 24373 19810

Αλλοδαποί 1435 1600 1716 2016 1919

Ποσοστό 6,5% 6,6% 6,6% 7,6% 8,8%

Πηγή : Υπουργείο Δημόσιας Τάξης

Διαπιστώνουμε ότι τα ποσοστά συμμετοχής των ανηλίκων αλλοδαπών κινούνται σε φυσιολογικά επίπεδα, με μια αυξητική τάση κατά τα δύο τελευταία χρόνια. Αυτό όμως οφείλεται στη συγκεκριμένη συμμετοχή τους σε παραβάσεις που σχετίζονται με τον ΚΟΚ, (καθώς προϊόντος του χρόνου αυξάνεται το ποσοστό των κατόχων μηχανοκίνητων στη μεταναστευτική κοινότητα.) κατηγορία αδικημάτων που συνιστά άνω του 85% της παραβατικότητας που παρουσιάζουν οι ανήλικοι στη χώρα μας. Επίσης θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το δεδομένο ότι στη παράβαση της επαιτείας οι αλλοδαποί αποτελούν την συντριπτική πλειοψηφία των δραστών, ενώ φυσικά στις παραβιάσεις του Νόμου περί Αλλοδαπών σχεδόν το σύνολο. Σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα, οι μισοί σχεδόν ανήλικοι που καταδικάστηκαν από το Δικαστήριο Ανηλίκων Αθηνών το έτος 2000 είναι αλλοδαποί, κυρίως Αλβανοί. Επίσης, οι αλλοδαποί αποτελούν σήμερα άνω του 50% του πληθυσμού των κρατούμενων ανηλίκων στις Φυλακές Ανηλίκων της χώρας.31

Η εικόνα όμως μεταβάλλεται, εάν ανατρέξουμε στα στοιχεία που αφορούν ορισμένα «εγκλήματα δρόμου», όπως η κλοπή, η ληστεία, και οι παραβάσεις περί ναρκωτικών.

ΠΙΝΑΚΑΣ 17ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΝΗΛΊΚΩΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΏΝ ΣΤΟΥΣ ΓΝΩΣΤΟΎΣ ΣΤΗΝ αστυνομία δράστες

Έτος 1999 2000 2001 2002 2003Κλοπές 28% 25% 23% 20% 25%

Διακ. Κλοπές 11% 27% 21% 32% 18%Ληστεία 31% 17% 34% 31% 29%

Ναρκωτικά 13% 10% 9% 13% 24%

Πηγή : Υπουργείο Δημόσιας Τάξης

31 Βασίλης Χ. Καρύδης, «Το ζήτημα της δεύτερης γενιάς : Έγκλημα και Μετανάστευση, Σειρά μελετών 8, (2004), Η Ελλάδα της μετανάστευσης, κοινωνική συμμετοχή, δικαιώματα και ιδιότητα του πολίτη, Αθήνα, Κριτική ΑΕ & ΚΕΜΟ

26

Γίνεται κατά συνέπεια, φανερό ότι η εμπλοκή των ανήλικων μεταναστών σ΄ αυτά τα εγκλήματα που θορυβούν την κοινή γνώμη είναι σαφώς μεγαλύτερη από το ποσοστό που αντιπροσωπεύουν στο σύνολο της παραβατικότητας των ανηλίκων στη χώρα. Θα πρέπει όμως να σημειώσουμε στο σημείο αυτό ότι πλην των εγκλημάτων της (απλής) κλοπής και –εν μέρει- περί των ναρκωτικών, ο απόλυτος αριθμός των περιστατικών είναι ιδιαίτερα μικρός, ώστε να μην μπορεί να γίνει λόγος για κάποια «τάση» στους ανήλικους δράστες γενικά και στους μετανάστες ειδικότερα (π.χ. για το έτος 2002, διακ.κλοπές ,σύνολο 62, ημεδαποί 42, αλλοδαποί 20, ληστεία/συναυτουργία : σύνολο 39, ημεδαποί 26, αλλοδαποί 13). Μια καλύτερη και πιο ενδιαφέρουσα εικόνα μας παρέχει η παραβατικότητα των ανηλίκων στην περιφέρεια Αττικής. Σύμφωνα με τα στοιχεία για το έτος 1999, την Υποδιεύθυνση Ανηλίκων απασχόλησαν 572 ανήλικοι εκ των οποίων 380 (66,4%) ήταν Αλβανοί , 151 (24,4%) Έλληνες και 41 (7,2%) λοιποί αλλοδαποί. Τα μισά από τα αδικήματα των ανηλίκων αφορούν περιπτώσεις επαιτείας, στις οποίες φέρονται ως δράστες Αλβανοί σε ποσοστό περίπου 90%!

Παρά το γεγονός ότι ο μισός περίπου μεταναστευτικός πληθυσμός έχει συγκεντρωθεί στην περιφέρεια Αττικής, και κατά τους υπολογισμούς άνω του 60% προέρχεται από την Αλβανία, έχει ενδιαφέρον η διαπίστωση ότι 64% των ανηλίκων δραστών εγκλημάτων κατά της ιδιοκτησίας είναι αλλοδαποί, ενώ περίπου 80% από αυτούς ανήκουν στην αλβανική εθνοτική ομάδα

Το ζήτημα της δεύτερης γενιάςΗ δεύτερη γενιά μεταναστών αναφέρεται στα παιδιά των μεταναστών που έχουν γεννηθεί στη χώρα υποδοχής ή έστω διαμένουν αρκετά χρόνια σε αυτήν (συνήθως όταν έχουν παρακολουθήσει το εκπαιδευτικό της σύστημα για 5 με 6 χρόνια τουλάχιστον)32Λαμβανομένου υπόψη ότι ο κύριος όγκος της μετανάστευσης στην Ελλάδα έλαβε χώρα από το 1990 και εντεύθεν, οι έφηβοι (και νέοι μέχρι 21 ετών) ανήκουν σε διάφορες ομάδες με κριτήριο το χρόνο και τον τρόπο εγκατάστασής τους. Ήρθαν – νόμιμα ή παράνομα – με τους γονείς τους ή και μόνοι τους ή ενώθηκαν στη συνέχεια με την οικογένειά τους, μετανάστευσαν σε παιδική ή εφηβική ηλικία ή γεννήθηκαν στη χώρα. (για τις νεότερες των 15 ετών ηλικίες, αλλά και μεγαλύτερες για κάποιες παλαιότερες εθνοτικές ομάδες, όπως οι Αιγύπτιοι ή κάποιοι Αφρικανοί).33

Τα παιδιά της δεύτερης γενιάς θα συγκροτήσουν την προσωπικότητα τους στη κοινωνία στην οποία ζούνε τη δεδομένη περίοδο, και θα αναπτύξουν τις ικανότητες τους, καθώς επίσης και τις κοινωνικές τους σχέσεις κάτω από τις συνθήκες που τους παρέχει η συγκεκριμένη χώρα με τις εκεί προοπτικές.34 Συνοπτικά θα παραθέσουμε τα διαφορετικά χαρακτηριστικά τους (σε σχέση με της «πρώτης γενιάς»):α) Μονιμότητα ( αντί της αίσθησης προσωρινότητας)β) Καθεστώς μεγαλύτερης «νομιμότητας» (αντί της σχεδόν ή ολοκληρωτικήςπαρανομίας).Στην πράξη μεγαλύτερη δέσμευση από το πλέγμα των υποχρεώσεωνπου αυτή συνεπάγεταιγ) Μικρότερες ή και καθόλου προσδοκίες οικονομικής (ή και γενικότερης)καλυτέρευσης

32http://www.socialsenter.gr 33 Βασίλης Χ. Καρύδης «Το ζήτημα της δεύτερης γενιάς : Έγκλημα και μετανάστευση», Σειρά μελετών 8,(2004), Η Ελλάδα της μετανάστευσης-κοινωνική συμμετοχή, δικαιώματα του πολίτη, Κριτική ΑΕ & ΚΕΜΟ34 Αθανάσιος Μαρβάκης, «Κοινωνική ένταξη ή κοινωνικό απαρτχάιντ;», Σειρά μελετών 8,(2004), Η Ελλάδα της μετανάστευσης-κοινωνική συμμετοχή, δικαιώματα του πολίτη, Κριτική ΑΕ & ΚΕΜΟ

27

Οι συνέπειες για τους ίδιους :

α) Μικρότερες δυνατότητες κινητικότηταςβ) Σοβαρότατοι κίνδυνοι ανεργίας («Ευθύτερος» ανταγωνισμός με αντίστοιχαστρώματα της κοινωνίας «υποδοχής»)γ) «Ξεκινούν» έχοντας βιώσει την αποτυχία στον χώρο που έχουν μέχρι τώραεκτεθεί, δηλ. το σχολείο. Ακολουθούν κατιούσα οικονομικοκοινωνική πορεία σεσχέση με τους γονείς τουςδ) Η όποια ελπίδα κοινωνικής κινητικότητας εντοπίζεται – κυρίως- στοεσωτερικό της κοινότητάς τους. Κοινωνικός αποκλεισμός- Περιθωριοποίησηε) Υποκατάσταση θεσμών κοινωνικής ασφάλειας και υποστήριξης απόμορφές πατρωνίας (εκτός και εντός «γκέτο», πχ μορφές «μαφίας», που εκτός τωνάλλων προσφέρουν και μια προσδοκία κοινωνικής ανόδου και σεβασμού στοεσωτερικό της κοινότητας)η) Μοναδική σχεδόν δυνατότητα ανταλλαγών με την κοινωνία υποδοχήςαπομένει στο «μη ορατό» χώρο κοινωνικών δραστηριοτήτων («εισροές» και«εκροές» που κινούνται στο χώρο της «παρανομίας»)

Συνολικά οι συνέπειες μπορούν να συνοψιστούν στην πολλαπλήκαταπίεση (κράτος, φτώχεια, περιθώριο, αλλά και πάτρωνες, εθιμικές δεσμεύσεις) και την ασφυξία του τοπικού και κοινωνικού «γκέτο»

Συνέπειες για την κοινωνία υποδοχής:

α) Αύξηση του ρατσισμού (όχι πια του «λάιτ» της ιδιοτέλειας, αλλά του«σκληρού» ρατσισμού του ανταγωνισμού για πρόσβαση σε κοινούς «πόρους»)β) Επέκταση των μη κοινωνικά ελεγχόμενων δραστηριοτήτων και ενίσχυσητων μηχανισμών εξουσίας (ή/και «παραεξουσίας») που τις ελέγχουνγ) Αύξηση της ανασφάλειας και της ξενοφοβίας και συνεπώς της καταστολήςδ) Επιβάρυνση και υποβάθμιση των θεσμών και υπηρεσιών του κοινωνικούκράτουςε) Ένταση της χρησιμοποίησης των μεταναστών για περιστολή κοινωνικώνδικαιωμάτων από το κράτος35

Το στοίχημα για την κοινωνία παραμονής τους, η οποία μπορεί πράγματι να εκλαμβάνεται από τους γονείς τους ως χώρα υποδοχής, είναι το ακόλουθο : πέρα από τη χώρα παραμονής, θα μπορούσε να αποτελέσει για τους νέους της δεύτερης γενιάς και χώρα αποδοχής τους ή θα παραμείνει χώρα αποκλεισμού;36

Αν εστιάσουμε στην κοινωνική πραγματικότητα του εγκλήματος, οι ανήλικοι μετανάστες βιώνουν συνθήκες που σχετίζονται και ευνοούν την εμπλοκή τους στη σοβαρή παραβατικότητα. Ήδη γεννιούνται και μεγαλώνουν παιδιά υπό τη σκιά της παρανομίας σε ένα κοινωνικό μικρό-περιβάλλον περιθωριοποίησης και ένα ηθικό κλίμα αποσύνθεσης. Είναι ενδεχόμενο όταν ανδρωθούν να διεκδικήσουν όσα η κοινωνία τους στέρησε και τους οφείλει με το μόνο τρόπο που θα γνωρίζουν και θα είναι γι’ αυτούς ψυχολογικά και κοινωνικά εφικτός : την ένταξη σε δομημένες υποκουλτούρες που θα έχουν εντωμεταξύ συγκροτηθεί και γενικότερα την αντικοινωνική και εγκληματική εκτροπή.

Συμπερασματικά επισημαίνουμε πως οι συνθήκες και όροι διαβίωσης των μεταναστών στην Ελλάδα και η αρνητική αλληλεπίδρασή τους με τους επίσημους και άτυπους μηχανισμούς κοινωνικού ελέγχου προοιωνίζουν σοβαρά κοινωνικά

35 http://www.socialsenter.gr36 Αθανάσιος Μαρβάκης, «Κοινωνική ένταξη ή κοινωνικό απαρτχάιντ;», Σειρά μελετών 8,(2004), Η Ελλάδα της μετανάστευσης-κοινωνική συμμετοχή, δικαιώματα του πολίτη, Κριτική ΑΕ & ΚΕΜΟ

28

προβλήματα, μεταξύ των οποίων η έξαρση της παραβατικότητας, στο προσεχές μέλλον της άνδρωσης μιας δεύτερης γενιάς μεταναστών στο σημερινό συγκεκριμένο κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό πλαίσιο.37

ΙΙ. ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ

Α. Κοινωνική αντιμετώπιση των μεταναστώνH μεταναστευτική παρουσία στη χώρα έχει καταστεί κατά τα τελευταία έτη συνώνυμο των αυξημένων μεγεθών παραβατικότητας, στη συνείδηση τόσο του Έλληνα πολίτη, όσο, πολύ συχνά και των επίσημων φορέων του κοινωνικού ελέγχου.

Όμως οι Έλληνες, δικαίως ή μη, βίωσαν και εξακολουθούν να βιώνουν, μαζί με την εισροή των μεταναστών, το φόβο του εγκλήματος, που κατά περιόδους έφθασε στα όρια του πανικού. Εύλογα ή μη, αντέδρασαν και αντιδρούν στον κίνδυνο που φαίνεται να απειλεί την ελληνική κοινωνία και άσκησαν και ασκούν πιέσεις στην Πολιτεία για την απομάκρυνση των φερόμενων ως υπαιτίων. Συνάμα, δεν έλλειψαν και οι περιπτώσεις αυτοδικίας και ρατσιστικού μένους, όταν κρινόταν ότι η παρεχόμενη θεσμοθετημένη προστασία δεν ήταν ικανοποιητική. Το κλίμα αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από κάποιο χρονικό σημείο και έπειτα ως ξενοφοβικό, καθώς οι αρνητικές τάσεις και στάσεις απέναντι στους μετανάστες τείνουν να γενικευτούν, με τρόπο μάλιστα μη συνειδητό, στην ελληνική κοινωνία που εξακολουθεί να υποστηρίζει με ζήλο την ανεκτικότητα και το πνεύμα αφιλοξενίας της. Τελικά, η δυσπιστία απέναντι στους μεταναστευτικούς πληθυσμούς, που εισέρρευσαν στη χώρα και η πεποίθηση ότι αποτελούν τον κύριο παράγοντα αύξησης παραβατικότητας, φαίνεται να διακατέχει (επίσης όχι πάντοτε συνειδητά) μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας, στο οποίο περιλαμβάνονται αναπόφευκτα και φορείς του επίσημου κοινωνικού ελέγχου.

Οι παραπάνω εκτιμήσεις επιβεβαιώνονται στην καθημερινή ελληνική πραγματικότητα των τελευταίων χρόνων και τεκμηριώνονται τόσο από την κριτική θεώρηση του μεταναστευτικού νομικού πλαισίου, εκείνου τουλάχιστον που ίσχυε μέχρι πρόσφατα, όσο και από έρευνες κοινής γνώμης που πραγματοποιήθηκαν κατά τα τελευταία χρόνια στη χώρα38

Ρατσισμός και ξενοφοβία στη σύγχρονη ΕλλάδαΗ μετανάστευση μεταβάλλει τα δημογραφικά, τα οικονομικά και τα κοινωνικά δεδομένα των χωρών υποδοχής, μεταξύ αυτών και της Ελλάδας κατά την τελευταία δεκαπενταετία, αυξάνει τον αριθμό των κοινωνικών υποκειμένων που παίρνουν μέρος στην συλλογική ζωή και που έρχονται σε αντιπαράθεση για τον έλεγχο των διαδικασιών ανακατανομής των υλικών και συμβολικών αγαθών. Η μετανάστευση πριμοδοτεί συνεπώς μια κοινωνική διαδικασία επαναπροσδιορισμού των θέσεων, των ρόλων και του κύρους. Σε αυτές τις συγκυρίες συχνά μερίδες των εθνικών πληθυσμών, φοβούμενες ότι θα ανατραπεί η θέση τους στις υπό διαμόρφωση νέες κλίμακες ιεραρχίας και ότι θα χάσουν-τα επισφαλή στη σημερινή συγκυρία-προνόμια που συνδέονται με την εθνικότητα-υπηκοότητα στον εργασιακό τομέα αλλά και σε 37 Βασίλης Χ. Καρύδης «Το ζήτημα της δεύτερης γενιάς : Έγκλημα και μετανάστευση. Οπ πρ..38 Μοσχοπούλου Αλεξάνδρα, 2005, Η εγκληματικότητα των μεταναστών : απεικόνιση του φαινόμενου στον απογευματινό τύπο 1990-1999,Σακκούλας Αντ

29

αυτόν των άλλων δικαιωμάτων, αυτοπροσδιορίζονται ως πλειονότητες και προσπαθούν να επιβάλλουν έναν αρνητικό προσδιορισμό και μια κατώτερη θέση στους ξένους στιγματίζοντας τους. Η ξενοφοβία μετατρέπεται σε ρατσισμό όταν μια ομάδα αποκτά τη δύναμη να επιβάλλει ορισμένες αντιλήψεις ως ηγεμονικές και ως νομιμοποιητική βάση για τη στέρηση δικαιωμάτων και για την καταστράγηση της αρχής της ισότητας-όταν αποκτά την εξουσία να αποκλείει.

Ο ρατσισμός αποτελεί ένα σύστημα αντιλήψεων και ενεργειών που καθιστά ορατή και ορίζει ως διαφορετική μια κοινωνική ομάδα βάσει μιας πραγματικής ή υποθετικής καταγωγής, για να την υποτιμήσει και για να τοποθετηθούν τα άτομα που θεωρούνται ότι την αποτελούν στις κατώτερες κοινωνικές θέσεις ή να αποκλειστούν και να περιθωριοποιηθούν εντελώς. Με τον ισχυρισμό ότι οι διαφορές και οι ιεραρχίες που βασίζονται πάνω τους, έγκειται σε εγγενή χαρακτηριστικά, επιδιώκεται ο εγκλωβισμός του «άλλου» σε μια αμετάβλητη κατώτερη κοινωνική θέση. Η διάκριση και ο στιγματισμός μπορούν να βασιστούν σε οποιοδήποτε υπαρκτό ή φανταστικό χαρακτηριστικό, σε κάποιο εξωτερικό γνώρισμα, όπως είναι το χρώμα του δέρματος, ή σε κάποιο πολιτισμικό στοιχείο, όπως είναι η θρησκεία, η γλώσσα, οι συνήθειες.Ο σύγχρονος ρατσισμός συνυφαίνεται με τον εθνικισμό μετατρέποντας τον πολιτισμό σε μια στατική υποστασιοποιημένη έκφραση της εθνικής μοίρας, προβάλλοντας την εικόνα ενός ομοιογενούς κα αμετάβλητου εθνικού πολιτισμού, ο οποίος κινδυνεύει από τη δράση εσωτερικών και εξωτερικών εχθρών-συσχετίζει την εικόνα της ενοποιημένης και στατικής πολιτισμικής κοινότητας, με τις ιδέες της καταγωγής, του έθνους, της εθνικότητας με τον πατριωτισμό παίρνοντας αποστάσεις από τις θεωρίες περί βιολογικής κατωτερότητας. Ο ρατσιστικός λόγος παίρνει σήμερα τη μορφή της υπεράσπισης της πολιτισμικής ταυτότητας και των συνόρων έναντι του κινδύνου διείσδυσης του «άλλου» στην επικράτεια και αλλοίωσης της ιδιπροσωπίας του έθνους. Συνεπώς ο ρατσισμός σηματοδοτεί τις απόπειρες να ανακοπεί η πλήρης συμμετοχή των ξένων κατοίκων μιας χώρας, στην οικονομική κοινωνική, πολιτική και πολιτισμική ζωή της.39

Παράγοντες ξενοφοβίαςΣε αυτήν την υποενότητα θα ήθελα να αναφερθούν οι διάφοροι προσδιοριστικοί παράγοντες της ξενοφοβίας σε διάφορα πεδία, όπως το οικονομικό πεδίο ( σε τι βαθμό η ξενοφοβία απορρέει από οικονομικά προβλήματα), το κοινωνικό-πολιτισμικό πεδίο (σε τι βαθμό η μετανάστευση αντιλαμβάνεται ως απειλή για την πολιτισμική και εθνοτική ομοιογένεια του έθνους) και το γνωστικό πεδίο (τι γνωρίζει ο γηγενής πληθυσμός για τον αριθμό των μεταναστών, για την ιστορία του πολιτισμού, τη θρησκεία και άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτών, που αφορούν στην άποψη για την δυνητική τους συμβολή/προσβολή στο κοινωνικό σύνολο, αλλά και να αναλυθούν περαιτέρω.

Οικονομικό πεδίο

Έρευνες για τις στάσεις και αντιλήψεις απέναντι στους μετανάστες αναδεικνύουν τογεγονός ότι η ελληνική κοινή γνώμη συνδέει τη μετανάστευση με τις προβαλλόμενες αρνητικές επιπτώσεις των αλλοδαπών για την οικονομική ευημερία του γηγενή πληθυσμού. Οι οικονομικοί παράγοντες παραπέμπουν στον ανταγωνισμό μεταξύ

39 Λίνα Βεντούρα, «Εθνικισμός, ρατσισμός και μετανάστευση στη σύγχρονη Ελλάδα», Σειρά μελετών 8,(2004), Η Ελλάδα της μετανάστευσης-κοινωνική συμμετοχή, δικαιώματα του πολίτη, Κριτική ΑΕ & ΚΕΜΟ

30

γηγενούς και ξένου πληθυσμού για τη διεκδίκηση οικονομικών πόρων (θέσεις απασχόλησης, κοινωνικές παροχές κ.τ.λ.).

Η ανεργία και η αύξηση των κοινωνικών δαπανών αποτελούν τα πλέονδιαδεδομένα «οικονομικά» επιχειρήματα υπέρ των περιοριστικών μεταναστευτικώνπολιτικών. Με βάση τα αποτελέσματα του Ευρωβαρόμετρου και της ΕυρωπαϊκήςΚοινωνικής Έρευνας, οι θέσεις αυτές υποστηρίζονται συνήθως από ένα ευρύ φάσμα των Ευρωπαίων πολιτών. Η έξαρση αντί-μεταναστευτικών στάσεων και αντιλήψεων, αναδεικνύουν το γεγονός ότι η κινητοποίηση της κοινής γνώμης είναι σε θέση να αντικρούσει με σφοδρότητα τη συναίνεση μεταξύ των μελών μιας ελίτ που χαρακτηρίζεται από (1) ανεκτικότητα απέναντι στους μετανάστες καθώς και από (2) μια ορισμένη αντίληψη και ευαισθησία ως προς τις μακροπρόθεσμες ανάγκες για αύξηση του ευρωπαϊκού πληθυσμού (Citrin & Sides, 2004). Είναι γεγονός ότι η δημόσια συζήτηση για τους μετανάστες επικεντρώνεται στις βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις της μετανάστευσης, δηλαδή στις επιπτώσεις στην αγορά εργασίας και τα δημόσια οικονομικά. Με τον τρόπο αυτό, αγνοούνται συστηματικά οι θεωρητικές και εμπειρικές έρευνες με αντικείμενο μια διαφορετική προσέγγιση του μεταναστευτικού φαινομένου σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Μια τέτοια ενέργεια παραπέμπει σε μακροοικονομικές θεωρήσεις του ζητήματος σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Σύμφωνα με αυτές τις θεωρίες η μετανάστευση συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη σε εθνικό επίπεδο. Αναλυτικότερα, η αύξηση της οικονομικής ευημερίας επιτυγχάνεται διαμέσου δύο μηχανισμών σε μακροοικονομικό επίπεδο:-Πρώτον, η εργασία των μεταναστών (κυρίως σε θέσεις που δεν καλύπτονται απόγηγενείς εργαζομένους) είναι πηγή εισοδημάτων τόσο για τον εργαζόμενομετανάστη όσο και για τους εργοδότες (και κατ’ επέκταση για τους προμηθευτέςτους). Με βάση τη συγκεκριμένη διαπίστωση αναδιπλώνονται μια σειρά απόευεργετικές επιδράσεις με αφετηρία την αύξηση της ζήτησης (που προκύπτει απότην προαναφερόμενη αύξηση του εισοδήματος). Η ζήτηση αυξάνει την παραγωγήκαι ως εκ τούτο την απασχόληση. Συμπερασματικά, η απασχόληση των μεταναστών έχει πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα και στο εισόδημα και στην απασχόληση των Ελλήνων (Ιωακείμογλου, 1998). Η παρατήρηση αυτή ενισχύει την πεποίθηση ότι η προσπάθεια απομόνωσης των οικονομικών επιπτώσεων της μετανάστευσης σε δύο διακριτούς κόσμους (των μεταναστών και των ντόπιων) καταλήγει σε αποσπασματικές και περιορισμένες από αναλυτική άποψη προσεγγίσεις του ζητήματος (Λυμπεράκη Α., Πελαγίδης Θ., 2000).- Δεύτερον, η εισροή μεταναστών αυξάνει την προσφορά εργασίας επιτρέποντας τηναύξηση της παραγωγής. Το γεγονός αυτό ωφελεί αφενός τους γηγενείς εργαζόμενους (αγορά φτηνών προϊόντων), περαιτέρω τους μετόχους (απόδοση του κεφαλαίου) καθώς και το κράτος (καταβολή φόρων).η αναγκαιότητα της συγκεκριμένης αναφοράς απορρέει από την έντονα διαδεδομένη αντίληψη βάσει της οποίας το μεταναστευτικό φαινόμενο παρουσιάζει αρνητικές επιπτώσεις για μια σειρά μεγεθών όπως το ΑΕΠ, η ανεργία, τα επίπεδα των μισθών, τα δημόσια οικονομικά και η αναδιανομή του εισοδήματος. Ως εκ τούτου, η εν λόγω πρωτοβουλία συμβάλλει στην απόκτηση πολύτιμων γνώσεων και πληροφοριών για το βαθμό στον οποίο οι στάσεις και αντιλήψεις σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο αντανακλούν τις πραγματικές οικονομικές επιπτώσεις της μετανάστευσης, έτσι όπως αυτές καταγράφονται από τις θεωρητικές και εμπειρικές μελέτες.Συνοπτικά, προκύπτουν τα εξής πορίσματα:-Πρώτον, οι υποστηρικτές των περιοριστικών μεταναστευτικών πολιτικών στηρίζονται σε αποσπασματικές αναλύσεις των οικονομικών επιπτώσεων της

31

μετανάστευσης. Αγνοούνται ως εκ τούτου μια σειρά θετικών επιδόσεων μακροπρόθεσμου χαρακτήρα, όπως (1) η αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ που προκύπτει από τη μετακίνηση των εργαζομένων από λιγότερο σε περισσότεροπαραγωγικές οικονομίες, (2) τα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα της απασχόλησηςτων μεταναστών ως προς το εισόδημα και την απασχόληση των γηγενών, (3) ηαύξηση της παραγωγικής δυνατότητας καθώς και (3) η δυνητική συμβολή στημελλοντική βιωσιμότητα των ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών ταμείων καιεντούτοις στη διασφάλιση της βιωσιμότητας Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Μοντέλου.-Δεύτερον –ακόμα και αν περιοριστεί η ανάλυση του ζητήματος στις κατεξοχήναρνητικές συνέπειες της μετανάστευσης (ανεργία, μείωση μισθών, επιδείνωσηδημοσίων οικονομικών), έτσι όπως αυτές εκφράζονται μέσα από έρευνες στάσεωνκαι αντιλήψεων, από τα ΜΜΕ και από πολιτικές οργανώσεις και πρόσωπα, η διεθνήςκαι εγχώρια βιβλιογραφία για το ζήτημα τείνει να συμφωνήσει ότι οι προβαλλόμενες αυτές συνέπειες είτε δεν ισχύουν, είτε δεν παρουσιάζουν την έκταση που συνήθωςτους αποδίδεται.-Τρίτον, αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι, αν και συνολικά η οικονομία τείνει ναεπωφεληθεί (υπό ορισμένες προϋποθέσεις) από την εισροή μεταναστών στην αγοράεργασίας, τμήματα των εργαζομένων πλήττονται από την εν λόγω εξέλιξη. Όπωςπροέκυψε από σχετικές μελέτες, οι ομάδες αυτές αφορούν κατά κύριο λόγω τουςεργαζόμενους που παρουσιάζουν ομοειδείς δεξιότητες με τους ξένους εργαζόμενους(κατά κύριο λόγο δηλαδή ανειδίκευτοι εργαζόμενοι) και που συνεπώς ανταγωνίζονται τους μετανάστες στην αγορά εργασίας.

Κοινωνικό-πολιτισμικό πεδίο

Η ανάπτυξη ξενοφοβικών τάσεων τροφοδοτείται από ένα σύνολο ετερογενών παραγόντων, που σχετίζονται είτε με τις οικονομικές επιπτώσεις της μετανάστευσης, είτε με τους φόβους περί αλλοίωσης της εθνοτικής και πολιτισμικής ομοιογένειας, είτε ακόμα με την υπερεκτίμηση του αριθμού αλλοδαπών που κατοικούν. Η εξέταση της εγχώριας βιβλιογραφίας για το συγκεκριμένο πεδίο αναδεικνύει το ρόλο που διαδραματίζει ο εθνοτικός χαρακτήρας της ελληνικής ταυτότητας, και αυτό από τηνίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι σήμερα (Τριανταφυλλίδου, 1998). Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η παραπάνω συγγραφέας, τα εθνοτικά-γενεαλογικά-πολιτισμικά συστατικά του ελληνικού έθνους αποτελούν τα κύρια σημεία αναφοράς για τη διάκριση μεταξύ του «εμείς» και του «άλλου». Αν και τα πολιτισμικά, γλωσσικά και θρησκευτικά χαρακτηριστικά αποτελούν ισχυρά στοιχεία διάκρισης, δεν αποτελούν ωστόσο αξεπέραστα εμπόδια. Όπως ειπώθηκε παραπάνω, η ελληνική ταυτότητα συγκροτείται κατά κύριο λόγω από εθνοτικούς και πολιτισμικούς παράγοντες. Ως εκ τούτου, είναι πιθανό, οι μετανάστες να αντιλαμβάνονται, για ένα τμήμα του γηγενούς πληθυσμού, ως μια σοβαρή απειλή για την εθνοτική ομοιογένεια της χώρας.

Συνολικά, η ανάλυση των κοινωνικών επιπτώσεων των μεταναστών στην παρούσα μελέτη δεν μπορεί παρά να περιοριστεί στη σχέση της μετανάστευσης με την εγκληματικότητα, δεδομένου ότι το συγκεκριμένο ζήτημα αναλύεται σε αυτήν την εργασία. Οι αρνητικές επιπτώσεις της μετανάστευσης ως προς την εγκληματικότητα έχουν προβληθεί κατά κόρον από τα ΜΜΕ-ένα θέμα που θα αναλυθεί αργότερα. Είναι γεγονός ότι οι περισσότεροι Έλληνες συνδέουν την αύξηση της εγκληματικότητας με την εισροή μεταναστών στην επικράτεια.

32

Γνωστικό πεδίο

Η έλλειψη πληροφόρησης για τον ακριβή αριθμό των μεταναστών καθώς και ηυποτίμηση-άγνοια για τον πολιτισμό και την ιστορία των μεταναστευτικών ομάδων που εισέρχονται στην Ελλάδα συντελούν καθοριστικά στην ανάπτυξη της ξενοφοβίας και της απόρριψης.40

Η ξενοφοβία ως ψυχο-κοινωνικό φαινόμενοΕίναι γεγονός ότι η τελευταία δεκαετία χαρακτηρίζεται από σημαντικές αλλαγές στοσύνολο των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Η πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού, ησταδιακή επικράτηση σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο της οικονομίας της αγοράς και η άνοδος του νεο-φιλελευθερισμού, η κοινωνία της πληροφορίας, η ραγδαία ανάπτυξη των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας, καθώς και η μετάβαση σε μια οικονομία βασισμένη στη γνώση, η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη χωρών του τρίτου κόσμου, η αποβιομηχάνιση, η απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων και η συρρίκνωση του ρόλου των συνδικάτων, η επικράτηση του ατομικισμού και η αποδυνάμωση της έννοιας του δημόσιου συμφέροντος, οι ιδιωτικοποιήσεις, η απολιτικοποίηση, η κρίση της αριστεράς και της ιδεολογίας, η επικράτηση της έννοιας του καταναλωτή έναντι αυτής του πολίτη, η οικονομική και επαγγελματική χειραφέτηση των γυναικών, η αναζήτηση σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο νέων ισορροπιών μεταξύ παραδοσιακών και σύγχρονων πολιτισμικών προτύπων, η ανεργία και η κρίση του κράτους πρόνοιας καθώς και η αποδυνάμωση των ρυθμιστικών μηχανισμών και αξιακών συστημάτων του κράτους- έθνους δεν αντιπροσωπεύουν παρά ένα περιορισμένο αριθμό των δομικών αλλαγών που διέπουν τα ευρύτερα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά συστήματα σε διεθνές, εθνικό και τοπικό επίπεδο.

Αντιμέτωπο με τα παραπάνω, μεγάλο τμήμα του πληθυσμού στερείται κατάλληλων αναλυτικών εργαλείων και πληροφόρησης για τη σύλληψη και κατανόηση των ευκαιριών και απειλών που προκύπτουν από το αναδυόμενο πολυσύνθετο νέο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον. Η σύνδεση του μεταναστευτικού φαινομένου με τις τρέχουσες κοινωνικοοικονομικές και πολιτισμικές αλλαγές παρουσιάζεται, σε πολλές περιπτώσεις, ως αναπόφευκτη. Οι συλλογικές «κρίσεις ταυτότητας» σημάνουν την αδυναμία των συλλογικών παραδοχών να ερμηνεύσουν τις ευρύτερες δομικές αλλαγές που διέπουν το κοινωνικοοικονομικό, πολιτισμικό και αξιακό σύστημα (Μικράκης, 1998).41

Οι μετανάστες ενσαρκώνουν το πρότυπο του «αποδιοπομπαίου τράγου». Χωρίς δικαιώματα, χωρίς δηλαδή δυνατότητα υπεράσπισης, οι μετανάστες «ενοχοποιούνται» για τις ευρύτερες αρνητικές εξελίξεις σε συλλογικό και ατομικό επίπεδο. Η συγκεκριμένη αντίληψη οδηγεί στην παρακάτω υπόθεση εργασίας: η ξενοφοβία και η απόρριψη των μεταναστών είναι συνάρτηση των προσωπικών και συλλογικών αδιεξόδων στο συμβολικό και πραγματικό πεδίο που χαρακτηρίζουν τα μέλη μιας κοινωνίας που διέπεται από δομικές αλλαγές στο σύνολο των δραστηριοτήτων της. Οι φόβοι παγκοσμιοποίησης αποτελούν εξάλλου (μαζί με τους φόβους εγκληματικότητας) μια από τις σημαντικότερες εκφράσεις της ετεροφοβίας (Παύλου, 2004). Τα παραπάνω αναδεικνύουν τον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζουν οι συναισθηματικοί παράγοντες αναιρώντας τα αποτελέσματα των ορθολογιστικών/γνωστικών αναλυτικών εργαλείων για την εξαγωγή συμπερασμάτων

40 http://www.xeniosdias.gr/meletes

41 http://www.xeniosdias.gr/meletes

33

με αντικείμενο τις ευρύτερες διαδικασίες διαμόρφωσης των στάσεων και αντιλήψεων.

Ρόλος των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας στην δημιουργία στερεοτύπωνΤα ΜΜΕ, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες του «παγκόσμιου χωριού» διαδραματίζουν σημαντικότατο ρόλο στη διαμόρφωση στάσεων και αντιλήψεων του πληθυσμού κα της αντίστοιχης κοινωνικής συνείδησης. Σύμφωνα με μια χαρακτηριστική διατύπωση «Ο Τύπος-αλλά και γενικότερα τα ΜΜΕ-δεν είναι ο καθρέπτης της πραγματικότητας αλλά δομεί ο ίδιος μια άλλη «πραγματικότητα» με στόχο την (υπό)λανθάνουσα πίεση προς τον αναγνώστη να «κατανοήσει» τον κόσμο κατά ένα συγκεκριμένο τρόπο… Το προ-κατασκευασμένο σχήμα αντίληψης αναπτύσσει την προκατάληψη, αποθαρρύνει την αμεροληψία και αποπροσανατολίζει την κρίση.42 Η στερεοτυπική παρουσίαση των ειδήσεων (και γενικότερα του περιεχομένου των ΜΜΕ) είναι στη ουσία μια στοιχειώδης κωδικοποίηση των συμβάντων και των σχετιζόμενων με αυτά προσώπων και συμπεριφορών, με την ένταξή τους στον προϋπάρχοντα στην εκάστοτε κοινωνία χάρτη κοινωνικών νοημάτων και αξιών. Πρόκειται λοιπόν για ένα μηχανισμό κοινωνικά αναγκαίο, σε μια πρώτη θεώρηση, και για το χώρο της μαζικής επικοινωνίας, καθώς καθιστά την πολυσύνθετη πραγματικότητα ευχερέστερα κατανοητή, ιδίως σε περιπτώσεις που η προσωπική γνώση και η άμεση εμπειρία του κοινού είναι πολύ περιορισμένες (λ.χ. το έγκλημα), οπότε η εικόνα σε σχέση με αυτούς τους τομείς προέρχεται κατά κύριο λόγο από τα ΜΜΕ.

Παράλληλα όμως με την παραπάνω λειτουργία, τα ΜΜΕ, με την αδρή μορφή που προσδίδουν στα καταγραφόμενα συμβάντα μέσω της στερεοτυπίας, επιτυγχάνουν να προκαλέσουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη, θεατή ή ακροατή για τα ειδησεογραφικό προϊόν. Και τούτο, διότι είτε παρέχουν στους δέκτες των μηνυμάτων τους τη δυνατότητα ταύτισης με τα γεγονότα που περιγράφουν, καθώς προβάλλονται οι κοινές στα μέλη της κοινωνίας πλευρές τους, είτε ακόμη προξενούν την έκπληξη και την κίνηση έντονων συναισθημάτων τους, με το να τονίζουν-μέσω πάλι της απλουστευτικής παραμορφωτικής παρουσίασης-τις αποκλίουσες πτυχές των γεγονότων αυτών και να αποσιωπούν τις λοιπές διαστάσεις τους. Υπό αυτές τις συνθήκες, τα ΜΜΕ διαμορφώνουν τελικά σε μεγάλο βαθμό και με βάση στερεότυπα και προκαταλήψεις, το ιδεολογικό πλαίσιο το οποίο παρέχεται στην κοινή γνώμη, ώστε η τελευταία να αντιλαμβάνεται και να ερμηνεύει την πραγματικότητα που της προβάλλεται.

Οι πλέον προσφιλείς και φυσικά επικερδής για τα ΜΜΕ στερεοτυπικές κατασκευές, κατά τη διαμόρφωση των ειδήσεων, με κριτήριο τις ειδησεογραφικές αξίες, είναι η αρνητική αναπαράσταση προσώπων και φυσικά η στιγματιστική αναπαράσταση της παρέκκλισης από τους κανόνες της κοινωνίας (ιδίως υπό τη μορφή εγκληματικής πράξης).43

Μια πρόσφατη έρευνα ανάλυσης περιεχομένου των δημοσιευμάτων του έντυπου τύπου σχετικά με το μεταναστευτικό φαινόμενο κατά την περίοδο 1990-93, καταλήγει μεταξύ άλλων στα ακόλουθα ενδιαφέροντα συμπεράσματα : ως βασικά προβλήματα εντοπίζονται από τους δημοσιογράφους η ανεργία που προκαλεί η μετανάστευση στον ντόπιο πληθυσμό και η έξαρση της εγκληματικότητας. Η εθνική ομάδα που αναφέρεται σε πολύ μεγάλη συχνότητα είναι η Αλβανική. Τα προβλήματα

42 Καρύδης Β, (1996), Η εγκληματικότητα των μεταναστών στην Ελλάδα-ζητήματα θεωρίας και αντεγκληματικής πολιτικής, Αθήνα, Παπαζήσης43 Μοσχοπούλου Αλεξάνδρα, 2005, Η εγκληματικότητα των μεταναστών : απεικόνιση του φαινόμενου στον απογευματινό τύπο 1990-1999,Σακκούλας Αντ

34

εγκληματικότητας που σχετίζονται με τους μετανάστες αφορούν κυρίως εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας και διακίνηση ναρκωτικών ενώ έπονται σε συχνότητα οι αναφορές στο έγκλημα του βιασμού. Συχνά όμως συναντάται ο χαρακτηρισμός «δολοφόνοι» και «φονιάδες». Οι προβαλλόμενες λύσεις συνίστανται κυρίως σε προτροπές για τη θέσπιση αυστηρότερης νομοθεσίας για την ένταξη της περιφρούρησης των συνόρων.44

Στάσεις και αντιλήψεις

44 Καρύδης Β, (1996), Η εγκληματικότητα των μεταναστών στην Ελλάδα-ζητήματα θεωρίας και αντεγκληματικής πολιτικής, Αθήνα, Παπαζήσης

35

36

37

38

39

40

41

Βασικά συμπεράσματα 1«Η αύξηση της εγκληματικότητας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στους μετανάστες»• Αν και παρατηρούμε μια σημαντική διαφορά(14%) μεταξύ ερωτώμενων ανώτερης/μέσης ή κατώτερης εκπαίδευσης, •Η συσχέτιση μεταξύ μετανάστευσης και εγκληματικότητας κυριαρχεί σε όλες της πληθυσμιακές ομάδες.•Οι αλλοδαποί του περιβάλλοντος των ερωτώμενων (που διαμένουν στην γειτονιά ή στην πολυκατοικία τους) δεν δημιουργούν προβλήματα. Ωστόσο, «οι αλλοδαποί» σαν γενική και απρόσωπη κατηγορία, ευθύνονται για την αύξηση της εγκληματικότητας•Ρόλος ΜΜΕ σε σχέση με τη συγκεκριμένη εικόνα;

Βασικά συμπεράσματα 2 « Οι μετανάστες φταίνε για την αύξηση της ανεργίας»•Τα ποσοστά συσχέτισης μεταξύ ανεργίας και μετανάστευσης είναι υψηλά σε όλες τις πληθυσμιακές κατηγορίες. •Η συγκεκριμένη αντίληψη είναι συνάρτηση του επιπέδου εκπαίδευσης. Ειδικότερα, των ερωτωμένων κατώτερης εκπαίδευσης θεωρεί τους μετανάστες υπεύθυνους για την αύξηση της ανεργίας, ποσοστό που ίσως υποδηλώνει ανασφάλεια αλλά και ανταγωνισμό στην αγορά εργασίας. •Αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων εις βάρος νοικοκυριών στα οποία επικεφαλής είναι ανειδίκευτος εργάτης.

42

45

Β. Αντιμετώπιση μεταναστών από την πολιτεία και την έννομη τάξηΠολιτεία :Έχουμε την τύχη να ζούμε σε μια ευρωπαϊκή κοινοβουλευτική δημοκρατία, σε μια φιλελεύθερη πολιτεία, «πρωταρχική υποχρέωση» της οποίας αποτελεί «ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου» (άρθρ.2 παρ.1 Σ.). «Όλοι όσοι βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας….» (άρθ.5 παρ.2 Σ.) και «καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητα του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας….» (άρθ.5 παρ.1 Σ.). Ζούμε επομένως σε ένα χώρο ελευθερίας, ισότητας και δικαιοσύνης όπου έκαστος (και όχι μόνο οι Έλληνες) θεωρείται φορέας ανθρώπινης αξίας και τυγχάνει σεβασμού από τα κρατικά όργανα. Τουλάχιστον αυτό προβλέπει το Σύνταγμα. Η υπόθεση αυτής της σύντομης μελέτης είναι η ύπαρξη μεγάλης διάστασης μεταξύ της αφηρημένης αναγνώρισης δικαιωμάτων των αλλοδαπών και του σεβασμού τους στην πράξη, διάσταση που παρατηρείται στις αντιφάσεις του κανονιστικού πλαισίου των αλλοδαπών αλλά και στην πρακτική της δημόσιας διοίκησης όταν καλείται να υλοποιήσει το πλαίσιο αυτό. Το ερώτημα που τίθεται θα μπορούσε να συνοψιστεί ως εξής : ο αλλοδαπός αντιμετωπίζεται από την ελληνική πολιτεία ως υποκείμενο δικαιωμάτων ή, αντιθέτως, ως κατά παραχώρηση αποδέκτης μη δεσμευτικών ευεργετημάτων; Και περαιτέρω : η στάση των φορέων δημόσιας εξουσίας μήπως εμφανίζει έκδηλα σημάδια απαξίας προς την ανθρώπινη υπόσταση του αλλοδαπού αυτή καθαυτή;

Το δίκαιο των αλλοδαπών αναμορφώθηκε ριζικά στην Ελλάδα το 2001 (Ν.2910/01) και μέχρι και το τέλος του 2003 τροποποιήθηκε πέντε φορές. Η βασική 45 http://www.iom.gr/inst/iom/gallery/events

43

τομή που επιχειρήθηκε το 2001 ήταν η ορθολογικοποίηση του συστήματος αδειών παραμονής και εργασία των αλλοδαπών, με τη μεταφορά αρμοδιοτήτων από τις αστυνομικές αρχές (Ν.1975/91) στις περιφερειακές υπηρεσίες του υπουργείου Εσωτερικών και στην τοπική αυτοδιοίκηση. Παράλληλα, επιχειρήθηκε η νομιμοποίηση της παραμονής του μεγάλου αριθμού αλλοδαπών που ζούσαν και εργάζονταν παράνομα στην Ελλάδα. Επρόκειτο για τη δεύτερη φάση νομιμοποίησης, καθώς η πρώτη ανάγεται το 1997 και είχε διεκπεραιωθεί από τις υπηρεσίες του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ). Και οι δύο αυτές απόπειρες ήσαν εξ ορισμού θνησιγενείς, διότι δεν εγκαθιστούσαν μια πάγια διαδικασία σύμφωνα με την οποία κάποιος αλλοδαπός με την πλήρωση ορισμένων προϋποθέσεων, θα μπορούσε να νομιμοποιήσει την παραμονή του στην Ελλάδα, αλλά έθεταν μια καταληκτική προθεσμία κατάθεσης δικαιολογητικών ( 2 μήνες από την έναρξη ισχύος του νόμου, (άρθ. 66 παρ.2.ι του Ν.2910/01) για τους ήδη τότε ευρισκόμενους παράνομους στην Ελλάδα. Ο έκτακτος χαρακτήρας της δυνατότητας νομιμοποίησης της παραμονής σε συνδυασμό με την αυστηρότητα και την ακαμψία των πάγιων διατάξεων για παραμονή και εργασία του νόμου αυτού δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν στην πραγματικότητα του διαρκούς ρεύματος μετανάστευσης. Ήδη στα τέλη του 2003 μια πέμπτη τροποποίηση του δικαίου των αλλοδαπών βρίσκεται υπό κατάθεση στη Βουλή, γεγονός ενδεικτικό της έλλειψης ενός συνολικού και ευέλικτου πλαισίου. Τα κενά του νόμου, κάποια από τα οποία καλύφθηκαν στις προηγούμενες τροποποιήσεις του, είναι σημαντικά και δεν θα μπορούσαν να αποδοθούν απλώς σε νομοθετική προχειρότητα.

Αν και ήταν καταρχήν θετική η μεταφορά αρμοδιότητας από τον κατεξοχήν φορέα καταστολής, που είναι η αστυνομία, σε υπηρεσίες του υπουργείου Εσωτερικών, προβλέφθηκαν διαδικασίες εξαιρετικά ανεπαρκείς ( Μια Επιτροπή Μετανάστευσης σε κάθε περιφερειακή διεύθυνση στην οποία αντιστοιχούσαν χιλιάδες αιτήσεις, ελλιπείς ενημέρωση και στελέχωση των Δήμων, δηλαδή των αρχικών παραληπτών των αιτήσεων των αλλοδαπών), και τόσο γραφειοκρατικές με αποτέλεσμα σήμερα, δύο χρόνια μετά από την προαναφερθείσα προθεσμία του Ν.2910/01, οι αλλοδαποί να τελούν ακόμη σε καθεστώς προσωρινό, φέροντας μια απλή βεβαίωση ότι έχουν καταθέσει εμπροθέσμως δικαιολογητικά, βεβαίωση που τουλάχιστον να προστατεύει από τον κίνδυνο απέλασης. Σημειωτέον ότι είναι συχνό φαινόμενο, όσοι έχουν άδεια ετήσια παραμονής κα επιζητούν την ανανέωσή της, να αναμένουν για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει το έτος, με αποτέλεσμα, όταν παραλαμβάνουν τη νέα άδεια, αυτή να έχει λήξει! Από τα προηγούμενα συνάγεται ασφαλώς ότι το καθεστώς προσωρινότητας δεν είναι απλώς ένα σύμπτωμα γραφειοκρατίας, είναι αυτό που χαρακτηρίζει όλη τη στάση της πολιτείας απέναντι στους μετανάστες, μια στάση αναμονής και αμηχανίας απέναντι στην εξέλιξη του μεταναστευτικού ρεύματος και στη μετατροπή της Ελλάδας σε χώρα υποδοχής μεταναστών.

Αντιλήψεις οι οποίες είναι αποτρεπτικές της εισόδου των «ξένων» στη χώρα συνιστά και η πρόσφατη εσφαλμένη εγκύκλιος της 25.8.2003 του ΥΠΕΣΔΔΑ που έθετε τη νομιμότητα της παραμονής ως όρο πρόσβασης στην εκπαίδευση. Βεβαίως, η εγκύκλιος ήταν αντίθετη στο Ν.2101/92 και γρήγορα αποσύρθηκε με εντολή του ΥΠΕΠΘ. Η άρνηση ωστόσο του δικαιώματος στην εκπαίδευση είναι χαρακτηριστική της νοοτροπίας της διοίκησης που δεν βλέπει παιδιά με θεμελιώδη δικαιώματα διότι δεν έχει δικαιοκρατική αντίληψη του ίσου προς τον αλλοδαπό, αλλά έχει, αντίθετα, εξωτερικεύει μια ξενοφοβική κουλτούρα απόκρουσης του παράνομου μετανάστη.

Με δεδομένη αυτήν την νοοτροπία, η διοίκηση καλείται να ξεδιαλύνει το γραφειοκρατικό κουβάρι των ρυθμίσεων για τη νόμιμη παραμονή των αλλοδαπών. Το έλλειμμα χρηστής διοίκησης που οι αλλοδαποί αντιμετωπίζουν καταρχήν σε επίπεδο

44

κανονιστικό, όπως προαναφέρθηκε, επιτείνεται από την αδιαφορία και την προσβλητική συμπεριφορά των διοικητικών οργάνων που καλούνται να το υλοποιήσουν.

Οι ατελείωτες ουρές των αλλοδαπών έξω από τα γραφεία του Δήμου ή της Αστυνομίας, η μη παροχή καν της δυνατότητας να μπουν στο κτίριο, όπως συμβαίνει στο Δήμο και στην Περιφέρεια Αθηνών, εκτός αν τους συνοδεύει δικηγόρος ή εάν απευθυνθούν σε κάποιο κύκλωμα προώθησης αιτήσεων, δεν συνιστούν απλώς δείγματα ακραίας περιφρόνησης. Συνήθεις αποδέκτες προσβολών, οι αλλοδαποί στις συναλλαγές τους με τη δημόσια διοίκηση αντιμετωπίζονται κάθε άλλο παρά φορείς δικαιωμάτων αφού μπορεί ανεμπόδιστα κάθε δημόσιος υπάλληλος να τους αποπέμψει επειδή τόλμησαν να του απευθυνθούν. Έννομη τάξη : Για τη στάση γενικότερης αστυνόμευσης από πλευράς των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους είναι χαρακτηριστική η ίδρυση τμημάτων συνοριοφυλάκων στις πόλεις της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Οι συνοριοφύλακες σταματούν τους αλλοδαπούς (οι οποίοι είναι αναγνωρίσιμοι με βάση τις στερεοτυπικές αντιλήψεις της Ελληνικής Αστυνομίας) στο κέντρο της πόλεις για να ελέγξουν τα νομιμοποιητικά τους έγγραφα. Κατ΄ αυτό τον τρόπο, κάθε αλλοδαπός είναι ύποπτος παράνομης διαμονής και, από πλευράς σημειολογίας, τα «σύνορα» που φυλάσσουν οι συνοριοφύλακες έχουν πλέον μεταφερθεί στο κέντρο της πόλης, χωρίζοντας τον Έλληνα από τον «ξένο».

Η παραπάνω επιφυλακτική έως ξενοφοβική και αρνητική στάση της έννομης τάξης στην αναγνώριση της υπόστασης των αλλοδαπών ως ισότιμων υποκειμένων δικαίου, καθίσταται εμφανής εκεί που τα δικαιώματα είναι ήδη επαρκώς προσδιορισμένα και θεμελιώδη. Ο διοικητικός περιορισμός της προσωπικής ελευθερίας, που απολαμβάνει των εγγυήσεων του άρθ.5 του Συντάγματος και των άρθρων 3 και 5 της ΕΣΔΑ, είναι τι κατεξοχήν πεδίο που δοκιμάζονται τα όρια της φιλελεύθερης θεώρησης των αλλοδαπών. - Η κράτησηΛόγω και της καταδίκης της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην υπόθεση Dugoz, για παραβίαση του άρθρ.5, παρ. 1,4 της ΕΣΔΑ, λόγω της παρατεταμένης κράτησης προς δικαστική απέλαση χωρίς επαρκές νομικό έρεισμα και δικαστική προσφυγή για αντιρρήσεις κατά της κράτησης και διότι οι συνθήκες κράτησης στα κρατητήρια της Δραπετσώνας και της Λ. Αλεξάνδρας κρίθηκαν ότι συνιστούσαν παράβαση του άρθρ.3 της ΕΣΔΑ ως εξ αντικειμένου ταπεινωτική μεταχείριση, το σχετικό πλαίσιο του προηγούμενου Ν.1975/91 τροποποιήθηκε σημαντικά. Ο Ν.2910/01 εξουσιοδότησε τον κανονιστικό νομοθέτη προς πρόβλεψη ανάλογης διαδικασίας για τις δικαστικές απελάσεις, προέβλεψε ανώτατο όριο κράτησης 3 μηνών για την διοικητική απέλαση και δυνατότητα προβολής αντιρρήσεων στο δικαστήριο ενώ, λόγω της μεταβατικής του διαδικασίας νομιμοποίησης των παράνομων αλλοδαπών, επέτρεψε την αποσυμφόρηση των αστυνομικών κρατητηρίων από το μεγάλο αριθμό προς απέλαση αλλοδαπών που έως τότε συνωστίζονταν σε συνθήκες ανεπαρκούς υποδομής που συνιστούσαν εξευτελιστική μεταχείριση.

Ωστόσο το μεγάλο κύμα παράνομης εισόδου των μεταναστών από τα χερσαία και τα εκτεταμένα θαλάσσια σύνορα της Ελλάδας δημιούργησε εκ νέου έναν ουσιαστικά διαρκώς παραμένοντα πληθυσμό υπό διοικητική κράτηση και όχι υπό καθεστώς ποινικού σωφρονισμού από τις λιμενικές και αστυνομικές αρχές, που δεν διαθέτει ούτε τις στοιχειώδες εγγυήσεις της σωφρονιστικής μεταχείρισης. Άνθρωποι στοιβαγμένοι σε ελάχιστα τετραγωνικά, χωρίς διαχωρισμό των χώρων για γυναίκες και οικογένειες με παιδιά, με ανεπαρκείς έως ανύπαρκτες συνθήκες υγιεινής, με

45

ελλιπή εξαερισμό, χωρίς επικοινωνία με τον έξω κόσμο και συχνά χωρίς προαυλισμό, είναι συνθήκες τουλάχιστον εξευτελιστικές με την έννοια του άρθρ.3 της ΕΣΔΑ. Η κράτηση στις συνθήκες αυτές επί τρίμηνο (δεδομένου ότι η αστυνομική διοίκηση έχει μετατρέψει το ανώτατο όριο σε σταθερή διάρκεια της κράτησης και μερικές φορές μάλιστα το υπερβαίνει) δεν τιμά καμία χώρα που θα ήθελε να σέβεται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Και ενώ οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις της χώρας στηλιτεύουν τις συνθήκες αυτές, ο πληθυσμός των εγκλείστων μεταναστών αντιμετωπίζει την αδιαφορία της πολιτείας που δεν καταβάλλει καμία προσπάθεια να συντονίσει και να διευκολύνει τους συναρμόδιους τοπικούς φορείς στην εξεύρεση χρημάτων και της αναγκαίας υποδομής. Χαρακτηριστική είναι η άρνηση του ΥΠΕΣΔΔΑ προς εφαρμογή του νόμου (άρθρ.48 του Ν.2910/01) που αναθέτει τις διοικητικές Περιφέρειες-και όχι στους ευεπίφορους στις πιέσεις των ψηφοφόρων στους αιρετούς τοπικούς άρχοντες-την αρμοδιότητα ίδρυσης και λειτουργίας κέντρων υποδομής μεταναστών. Σε μια πρωτοφανή επίδειξη προκατάληψης απέναντι στους αλλοδαπούς, το ΥΠΕΣΔΔΑ προβαίνει με πρόσφατη εγκύκλιο στην προδήλως εσφαλμένη ερμηνεία ότι οι Περιφέρειες της χώρας ασχολούνται μόνο με τους νόμιμους αλλοδαπούς, αν και το άρθρο 48 του Ν.2910/01 καταλαμβάνει αυτούς που τελούν υπό απέλαση διότι παραβίασαν τις προϋποθέσεις νόμιμης εισόδου και παραμονής του νόμου αυτού.

Ο λόγος είναι ακριβώς η ιδεολογία του φόβου απέναντι στο μεταναστευτικό κύμα. Είναι εμφανής η αύξηση της ποινικοποίησης, της γκετοποίησης των μεταναστών όσο υποχωρεί το κράτος πρόνοιας, του ρόλου της φυλάκισης στη διαχείριση της φτώχειας. Η είσοδος οικονομικών μεταναστών εξαφανίζει τα πρόσωπα, που δεν αντιμετωπίζονται ως φορείς ανθρώπινης αξίας αλλά ως πρόβλημα προς εξουδετέρωση-δηλ. επαναπροώθηση-και τα δικαιώματά τους (τροφή, αέρας, κίνηση, ιδιωτική και οικογενειακή ζωή, υγιεινή, ιατρική μέριμνα) διολισθαίνουν σε απλά ευεργετήματα, που μία φιλάνθρωπος εξουσία δύναται να παραχωρήσει, σε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό, πάντως όχι στον αναγκαίο βαθμό γιατί ελλείπει η συνείδηση δικαίου, η αντίληψη της συσχέτισης υποχρεώσεων της διοίκησης προς αντίστοιχα δικαιώματα αυτών που ο Τύπος ονομάζει απαξιωτικά λαθρομετανάστες.

Ολοκληρώνοντας, η απαξιωτική συμπεριφορά των δημόσιων οργάνων προς τον αλλοδαπό ως χρήστη δημόσιων υπηρεσιών μαρτυρεί μια γενικότερη στάση έλλειψης σεβασμού της αξιοπρέπειάς του. Οι αλλοδαποί δεν αντιμετωπίζονται ως υποκείμενα δικαιωμάτων αλλά ως αντικείμενο των αντιφατικών ρυθμίσεων, το οποίο θετικό περιεχόμενο των οποίων δεν έχει πάντα απτό αντίκρισμα στην πράξη, με αποτέλεσμα να υφίστανται επαχθείς περιορισμούς σε θεμελιώδη δικαιώματα : το δικαίωμα να μένουν μαζί με την οικογένειά τους, με ασφάλεια και χωρίς συνεχείς παρενοχλήσεις, σε χώρα όπου προσπαθούν να εργαστούν νόμιμα έχοντας παράλληλη ασφάλιση και ισότιμη πρόσβαση στη δικαστική προστασία-δηλαδή τα βασικά και αυτονόητα μιας αξιοπρεπούς ζωής σε ένα ευνοούμενο κράτος. Οι παραπάνω ελλείψεις δεν μπορούν να αποδοθούν σε συγκυριακή γραφειοκρατία ή σε μεμονωμένες ξενοφοβικές συμπεριφορές. Πρόκειται για γενικευμένα φαινόμενα και συνδέονται με την αντιμετώπιση του μετανάστη ως προβλήματος προς διαχείριση-δηλαδή τις διαπιστωμένα εξευτελιστικές συνθήκες μεταχείρισης στους χώρους μαζικής κράτησης. 46

46 Χρύσα Χατζή, «Ο αλλοδαπός ως υποκείμενο δικαιωμάτων στην ελληνική έννομη τάξη», Σειρά μελετών 8,(2004), Η Ελλάδα της μετανάστευσης-κοινωνική συμμετοχή, δικαιώματα του πολίτη, Κριτική ΑΕ & ΚΕΜΟ

46

ΕΠΙΛΟΓΟΣΑνακεφαλαιώνοντας και έχοντας ολοκληρώσει την εργασία μου θα ήθελα να αναφερθώ συνοπτικά στους τομείς που τέθηκαν υπό ανάλυση για το θέμα που συνδυάζει το μεταναστευτικό κύμα που έχει ήδη επηρεάσει βαθιά την ελληνική κοινωνία και την παραβατικότητα των μεταναστών στο εγχώριο κοινωνικό κράτος υποδοχής. Η ανάλυση του συγκεκριμένου θέματος αποσκοπεί στην βαθύτερη κατανόηση τόσο του φαινομένου της μετανάστευσης όσο και της παραβατικότητας των μεταναστών. Οι τομείς που εξετάστηκαν ερμηνεύουν την παραβατικότητα όχι ως πρόβλημα προς διαχείριση αλλά ως κοινωνικό φαινόμενο που αναδεικνύει ευρύτερες πτυχές της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας. Εξετάστηκε λοιπόν και αναλύθηκε η κατάσταση της παραβατικότητας στην Ελλάδα σε ορισμένες προεκτάσεις της όπως είναι η έκταση της συνολικής παραβατικότητας στην Ελλάδα, η κατηγοριοποίηση αδικημάτων με βάση την εθνικότητα, η διαφοροποίηση των μεταναστών με βάση την ηλικία, την γενιά και το φύλο και η αντιμετώπιση αυτών από την κοινωνία και την πολιτεία καθώς και την έννομη τάξη ώστε να αποδοθεί μια συνολική εικόνα της κατάστασης που επικρατεί. Η διαδικασία ανάλυσης του συγκεκριμένου θέματος κατέστη πολυσύνθετη καθώς διίστανται οι απόψεις επί του θέματος κατά πολύ, ιδιαίτερα στην ανάλυση της έκτασης της παραβατικότητας των μεταναστών σε συνάρτηση με αυτήν του γηγενούς πληθυσμού. Διαπιστώθηκε μέσω ερευνών πως στην ελληνική επικράτεια υπάρχει η πεποίθηση πως οι μετανάστες αποτελούν τον κύριο παράγοντα αύξησης της παραβατικότητας στην Ελλάδα και αυτό λόγω ξενοφοβικών τάσεων και ρατσιστικών αντιλήψεων. Στην εργασία αναφέρονται αρκετοί παράγοντες που διαψεύδουν αυτήν την αντίληψη και θέτουν εντόνως το ζήτημα της εγκληματοποίησης των μεταναστών. Η ανάλυση της κατάστασης που επικρατεί στη χώρα μας αναφορικά με τους μετανάστες παραβάτες αντικατοπτρίζει τη στάση της ελληνικής πολιτείας απέναντι στους μετανάστες τόσο σε συμβολικό επίπεδο-με την έννοια της επιβολής της κρατικής κυριαρχίας στους παρείσακτους μη πολίτες που διεκδικούν δικαιώματα-όσο και στο πεδίο της εφαρμογής της πολιτικής με την ανάληψη ενός ενεργότερου ρόλου από την κεντρική διοίκηση και τον κρατικό μηχανισμό γενικότερα. Η αντιμετώπιση των μεταναστών λοιπόν από την κοινωνία αλλά και από την πολιτεία και την έννομη τάξη αναλύθηκε εκτενώς στην εργασία καθώς αποτελεί ζήτημα καίριας σημασίας. Κατά την άποψή μου αυτό που πρέπει να σημειωθεί και να τεθεί ως βασικό συμπέρασμα είναι πως για την παραβατικότητα των μεταναστών δεν ευθύνονται οι ίδιοι αλλά η απαξιωτική συμπεριφορά της κοινωνίας και της πολιτείας και πρωτίστως η έλλειψη σωστής μεταναστευτικής πολιτικής. Ο κοινωνικός αποκλεισμός, η περιθωριοποίηση (που απορρέουν από ρατσιστικές στάσεις και αντιλήψεις), οι συνθήκες και οι όροι διαβίωσης τους και η αρνητική αλληλεπίδρασή τους με τους επίσημους και άτυπους μηχανισμούς κοινωνικού ελέγχου προοιωνίζουν σοβαρά κοινωνικά προβλήματα μεταξύ των οποίων και η αύξηση της παραβατικότητας. Σε κάθε περίπτωση επίσης η ευάλωτη θέση και η άγρια εκμετάλλευση της παράνομης κατάστασής τους ή της αδυναμίας εισόδου στη χώρα για εργασία μέσω νόμιμης οδού-καλύπτοντας πραγματικές ανάγκες αγοράς-οδηγεί στην αύξηση της παραβατικότητας οργανωμένων ομάδων.

47

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ελληνόγλωσση- Καρύδης Βασίλης Χ., (1996), Η εγκληματικότητα των μεταναστών στην

Ελλάδα-ζητήματα θεωρίας και αντεγκληματικής πολιτικής, Αθήνα, Παπαζήσης- Καρύδης Βασίλης Χ, «Το ζήτημα της δεύτερης γενιάς : Έγκλημα και

Μετανάστευση, Σειρά μελετών 8, (2004), Η Ελλάδα της μετανάστευσης, κοινωνική συμμετοχή, δικαιώματα και ιδιότητα του πολίτη, Αθήνα, Κριτική ΑΕ & ΚΕΜΟ

- Δώρα Λαφαζάνη, «Νέα μετανάστευση προς την Ελλάδα κατά την τελευταία εικοσαετία – Όψεις ενός πρώτου απολογισμού», στα πρακτικά του συνεδρίου, Η κοινωνική Αλλαγή στην Ελλάδα, από το 1980 ως το 2001, Αθήνα, ‘Ίδρυμα Σάκη Καράγιωργα, Σεπτέμβριος 2004.σς 698-720.

- Μίλτος Παύλου, «Οι μετανάστες σαν κι εμάς : Όψεις της απόκρισης στο μεταναστευτικό φαινόμενο στην Ελλάδα και την Ευρώπη», Σειρά μελετών 8, (2004), Η Ελλάδα της μετανάστευσης, κοινωνική συμμετοχή, δικαιώματα και ιδιότητα του πολίτη , Αθήνα, Εκδόσεις Κριτική ΑΕ & ΚΕΜΟ

- Μοσχοπούλου Αλεξάνδρα, 2005, Η εγκληματικότητα των μεταναστών : απεικόνιση του φαινόμενου στον απογευματινό τύπο 1990-1999, Σακκούλας Αντ

- Αθανάσιος Μαρβάκης, «Κοινωνική ένταξη ή κοινωνικό απαρτχάιντ;», Σειρά μελετών 8,(2004), Η Ελλάδα της μετανάστευσης-κοινωνική συμμετοχή, δικαιώματα του πολίτη, Κριτική ΑΕ & ΚΕΜΟ

- Λίνα Βεντούρα, «Εθνικισμός, ρατσισμός και μετανάστευση στη σύγχρονη Ελλάδα», Σειρά μελετών 8,(2004), Η Ελλάδα της μετανάστευσης-κοινωνική συμμετοχή, δικαιώματα του πολίτη, Κριτική ΑΕ & ΚΕΜΟ

- Χρύσα Χατζή, «Ο αλλοδαπός ως υποκείμενο δικαιωμάτων στην ελληνική έννομη τάξη», Σειρά μελετών 8,(2004), Η Ελλάδα της μετανάστευσης-κοινωνική συμμετοχή, δικαιώματα του πολίτη, Κριτική ΑΕ & ΚΕΜΟ

Ξενόγλωσση- Martin Baldwin-Edwards, (2001), « Παραβατικότητα και μετανάστευση :

Μύθοι και πραγματικότητες», Αστυνομική επιθεώρηση

Διαδικτυακοί τόποι- http://europa.eu/scadplus/scad_el.htm - http://www.geocities.com - http://www.socialsenter.gr - http://www.xeniosdias.gr/meletes - http://www.iom.gr/inst/iom/gallery/events

48