Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

202
200

description

 

Transcript of Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

Page 1: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

200 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

χαμό, κι αποφάσισε να φύγει. Έτσι, πήρε τέλος η πρώτη, θυελλώ­

δης περίοδος της ζωής του. Τα πράγματα στη συνέχεια πήραν μια

τόσο διαφορετική τροπή, που, αν δεν είχε ριζώσει βαθιά μέσα του

η χειροπιαστή πραγματικότητα του πόνου, θα 'μοιαζαν με όνειρα.

Είχε βάλει στην μπάντα κάποια λεφτουδάκια. Έκανε λοιπόν ένα

καινούργιο ξεκίνημα, και με τον καιρό απόχτησε σεβαστή περιου­

σία. Στην αρχή ταξίδευε τακτικά στα νησιά, αλλά όσο τον έπαιρναν

τα χρόνια, τόσο πιο σπάνια aποχωριζόταν τη σπιταρόνα του, τρία

μίλια έξω απ' την πόλη, που διέθετε ένα μεγάλο κήπο κι ήταν τριγυ­

ρισμένη από στάβλους, γραφεία και καλύβες μπαμπού για τους

υπηρέτες και τους πολυάριθμους υποτακτικούς του. Κάθε πρωί,

πήγαινε με το αμαξάκι του στην πόλη όπου είχε ένα γραφείο με

λευκούς και κινέζους υπαλλήλους. Ήταν ιδιοκτήτης ενός μικρού

στόλου από σκούνες και τοπικά σκάφη, κι έκανε χοντρικό εμπόριο

με τα προ'ίόντα του νησιού. Κατά τα άλλα ζούσε μοναχικά, χωρίς

ωστόσο να 'ναι μισάνθρωπος, με τα βιβλία και τη συλλογή του, τα­

κτοποιώντας και ταξινομώντας διάφορα είδη εντόμων, αλληλο­

γραφώντας με τους εντομολόγους της Ευρώπης και συντάσσοντας

έναν αναλυτικό κατάλογο των θησαυρών του. Αυτή ήταν η ιστορία

του ανθρώπου που πήγα να συμβουλευτώ για την υπόθεση του

'Γζιμ. Δεν είχα καμιά συγκεκριμένη ελπίδα, αλλά πίστευα ότι θα

μου έκανε καλό ν' ακούσω απλώς και τη δική του γνώμη . Παρόλο

που δε με χώραγε ο τόπος απ' την ανυπομονησία, δεν μπορούσα να

μη σεβαστώ τον έντονο, σχεδόν παθιασμένο τρόπο που παρατη­

ρούσε μια πεταλούδα· έτσι όπως κοίταζε τελείως aπορροφημένος

την μπρούντζινη γυαλάδα εκείνων των εύθραστων φτερών, τις λευ­

κές ρίγες και τις υπέροχες βουλίτσες, έμοιαζε να διακρίνει κάτι άλ­

λο πίσω απ' αυτά, κάτι σαν το είδωλο ενός πράγματος φθαρτού αλ­

λά συνάμα γεμάτου aψηφισιά μπρος στον αναπόφευκτο όλεθρο.

Εκείνοι οι περίτεχνοι και άψυχοι ιστοί φανέρωναν ένα μεγαλείο

ανέγγιχτο απ' το θάνατο .

»"Υπέροχη!" ξαναείπε , σηκώνοντας επιτέλους το βλέμμα του σ'

εμένα. "Ιδού! Η ομορφιά! -αλλά αυτό δεν είναι τίποτε ακόμη

-πρόσεξε ακρίβεια, πρόσεξε αρμονία! Και τι λεπτοδουλειά! Τι δύναμη! τι τελειότητα! Αυτή είναι η φύση -το ισοζύγιασμα κολοσ­

σιαίων δυνάμεων. Ο ίδιος νόμος για το κάθε αστέρι -για το κάθe:

φυλλαράκι χλόης -κι ο Μιfγας Κόσμος δημιουργεί μέσα από μια

Page 2: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 201

τέλεια ισορροπία -αυτό -αυτό το θαύμα· αυτό το αριστούργημα

της φύσης -του άφθαστου καλλιτέχνη".

» "Πρώτη μου φορά ακούω εντομολόγο να λέε ι τέτοια πράγμα­

τα" σχολίασα εύθυμα. "Αριστούργημα! Κι ο άνθρωπος;"

» ''Ο άνθρωπος είναι συναρπαστικός αλλά δεν είναι αριστούρ­

γημα" είπε , στυλώνοντας τα μάτια του στη γυάλινη θήκη . "Ποιος

ξέρει, ίσως ο καλλιτέχνης μας να 'ταν λιγάκι τρελός, ε; Εσύ τι λες;

Μερικές φορές σκέφτομαι πως ο άνθρωπος φυτρώνει εκεί που δεν

τον σπέρνουν, εκεί που δεν υπάρχει χώρος γι' αυτόν· ειδαλλιώς,

γιατί να θέλει όλο τον κόσμο δικό του; Γιατί να τρέχει του σκοτω­

μού πέρα δώθε, ξεσηκώνοντας τα πάντα για τον εαυτούλη του ,

φλυαρώντας για τ' αστέρια, ενοχλώντας τα φύλλα της χλόης; .. . " »"Κυνηγώντας πεταλούδες" σιγοντάρισα εγώ.

«Χαμογέλασε, έγειρε πίσω στη ράχη της καρέκλας και τέντωσε

τα πόδια του μπροστά. "Κάτσε" είπε. "Έπιασα αυτό το σπάνιο ε ί­

δος μόνος μου ένα όμορφο πρωινό. "Ένιωσα μεγάλη συγκίνηση.

Εσύ δεν ξέρεις τι σημαίνει για ένα συλλέκτη να πιάσει ένα τόσο

σπάνιο είδος. Δεν μπορείς να καταλάβεις" .

»Ήταν η σειρά μου τώρα να του χαμογελάσω συγκαταβατικά απ'

την κουνιστή πολυθρόνα μου. Το βλέμμα του έμοιαζε να διαπερνάει

τον τοίχο που κοίταζε και να ταξιδεύει κάπου πέρα, μακριά· ίσως σ'

εκείνη τη νύχτα που έλαβε ένα μ1Ίνυμα απ' τον "φτωχό μου Μοχά­

μεντ", όπως άρχισε να μου εξιστορεί· του ζητούσε να πάει στην

"γκατοικίαν του" -όπως την έλεγε- εννιά δέκα μίλια πορεία σε μου­

λαρόδρομο μέσα από μια ξεχερσωμένη πεδιάδα, με μερικές συστά­

δες δέντρων σκόρπιες εδώ κι εκεί. Ξεκίνησε νωρίς το άλλο πρωί,

αφού πρώτα φίλησε τη μικρή του Έμμα κι άφησε το κουμάντο του

οχυρωμένου του σπιτιού στην "πριγκίπισσα" σύζυγό του. Μου περιέ­

γραψε με λεπτομέρειες πώς τον ξεπροβόδισε ώς την αυλόπορτα,

περπατώντας με το ένα της χέρι στο λαιμό του αλόγου του· φορούσε

μια άσπρη ζακέτα, χρυσές καρφίτσες στα μαλλιά, και μια καφετιά

δερμάτινη ζώνη μ' ένα περίστροφο περασμένη στον δεξιό της ώμο.

"Μου έλεγε ό,τι λένε όλες οι γυναίκες σ' αυτές τις περιπτώσεις" είπε,

"να προσέχω, να κοιτάξω να γυρίσω πριν ό-κοτεινιάσει, κι ότι ήταν

μεγάλη μου κουτουράδα που πήγαινα μόνοζ. Είχαμε πόλεμο και η χώρα δεν 1Ίταν καθόλου ασφαλής οι άντρες μου έβαζαν εκείνη την

ώρα αλεξίσφαιρα παντζούρια στα παράθυρα και γέμιζαν τις καρα-

Page 3: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

202 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

μπίνες τους. Με παρακαλούσε να μην ανησυχώ για κείνην, αλλά να

προσέχω τον εαυτό μου . Μπορούσε να υπερασπιστεί το σπίτι ενά­

ντια σ' οποιονδήποτε εχθρό μέχρις ότου γυρίσω. Εγώ χαμογέλασα

με ευχαρίστηση . Χαιρόμουν και μόνο που την έβλεπα, έτσι νέα, θαρ­

ραλέα και δυνατή. Ήμουν κι εγώ νέος τότε. Μόλις φτάσαμε στην

. πόρτα, άδραξε το χέρι μου, το έσφιξε για μια στιγμή και ύστερα το άφησε. Κράτησα το άλογό μου ακίνητο έξω, ώσπου άκουi:Jα πίσω

μου να κατεβαίνουν οι μπάρες της aυλόπορτας. Είχα ένα μεγάλο

εχθρό εκείνο τον καιρό, έναν απ' τους σημαντικότερους γαλαζοαί­

ματους της χώρας -και μεγάλο μασκαρά, επίσης- που αλώνιζε με

μια συμμορία στις γύρω περιοχές. Για τέσσερα πέντε μίλια κάλ.παζα χωρίς να βιάζομαι· είχε βρέξει τη νύχτα αλλά η ομίχλη είχε τώρα

σκορπίσει ψηλά, και το πρόσωπο της γης ήταν ολοκάθαρο· απλωνό­

ταν τριγύρω χαμογελώντας μου, ολόδροσο, γεμάτο αθωότητα, σαν

μικρό παιδί. Ξαφνικά ακούστηκε μια ομοβροντία -τουλάχιστον εί­

κοσι πυροβολισμοί, απ' ό,τι υπολόγισα. Οι σφαίρες πέρασαν σφυρί­

ζοντας δίπλα απ' τ' αυτιά μου, το καπέλο έπεσε πίσω στο λαιμό μου.

Μια μικρή συνωμοσία, καταλαβαίνεις. Χρησιμοποίησαν τον φτωχό

Μοχάμεντ για να με φωνάξει να πάω, κι ύστερα μου έστησαν εκείνη

την ενέδρα. Κατάλαβα αμέσως τι τρέχει, και σκέφτομαι -εδώ χρειά­

ζεται πονηριά. Το αλογάκι μου φρούμαξε, αναπήδησε και στάθηκε

ακίνητο, ενώ εγώ έγειρα αργά αργά προς τα μπρος, αφήνοντας το κεφάλι μου να πέσει πάνω στη χαίτη του. Ύστερα άρχισε να προχω­

ράει, και με το ένα μάτι διέκρινα πάνω απ' το λαιμό του ένα μικρό

συννεφάκι καπνού που αιωρούνταν μπροστά από μια συστάδα μπα­

μπού στα δεξιά μου. Σκέφτομαι τότε -Αχά! φιλαράκια μου, γιατί

βιασrήκατε έτσι να ρίξετε; Νομίζετε πως τα 'χετε gelungen;so Τράβη­

ξα σιγά σιγά το πιστόλι ιιου ιιΕ το δΕ)S( χέρι. ~το κά.τω κάτω, αυτο( οι

μπαγαπόντηδες δεν ήταν πάνω από εφτά. Πετάχτηκαν απ· το χορτά­

ρι κι άρχισαν να τρέχουν, με τα σαρ6νγκ ανασκουμπωμένα, κραδαί­

νοντας τα ακόντια πάνω απ' τα κεφάλια τους και σκούζοντας ο ένας

στογ άλλοΥ γα π~άσουγ το άλογο, γ~α-τ;ί μc cίχαγ γ~α πcθαμcγο, Τους

άφησα να πλησιάσουν σε απόσταση. νά. ώς: αυτήν εδώ την πόοτα. κι

ύστe:ρα μπαγγJ-t, μπαγγJ-t, μπαγγJ-t --J-tαι δe:γ ξαστόχησα ούτe: μία.

Άλλον έναν ΠUQοβόλησα πισι6πλατα, αλλά δεν πέτυχα. Ήταν κιόλας

50 Καταφέοει.

Page 4: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 203

πολύ μακριά. Κι ύστερα βρέθηκα πάλι μόνος πάνω στο άλογό μου με

το καθαρό πρόσωπο της γης να μου χαμογελάει, και τα κορμιά τριών

ανθρώπων ξαπλωμένα στο χώμα. Ο ένας ήταν ζαρωμένος σαν σκυλί,

ο άλλος ανάσκελα με το ένα χέρι στα μάτια σαν προσήλιο, κι ο τρίτος

λύγισε το πόδι του αργά και το ξαναΊσιωσε κλοτσώντας . Τον παρα­

τήρησα πολύ προσεχτικά απ' το άλογό μου, αλλά δεν έκανε άλλη κί­

νηση -bleίbt ganz rnhίg -απέμεινε τελείως ακίνητος. Και καθώς κοί­ταγα το πρόσωπό του για κάποιο σημείο ζωής, είδα να περνάει πάνω

απ' το μέτωπό του μια αμυδρή σκιά. Ήταν η σκιά αυτής της πεταλού­

δας. Κοίτα το σχήμα των φτερών. Οι πεταλούδες αυτού του είδους

πετάνε ψηλά και γρήγορα. Σήκωσα το βλέμμα και την είδα να απο­μακρύνεται πεταρίζοντας. Σκέφτομαι: Μα πώς είναι δυνατόν! Κι

ύστερα την έχασα απ' τα μάτια μου . Ξεπέζεψα και προχώρησα πολύ

σιγά, βαστώντας με το ένα χέρι το άλογο απ' το χαλινάρι και με το

άλλο το περίστροφο, ενώ τα μάτια μου έπαιζαν πάνω κάτω, δεξιά

αριστερά, παντού! Τέλος, τη βλέπω καθισμένη πάνω σ' ένα μικρό

σωρό από κοπριές, τρία μέτρα μακρύτερα από κει που ήμουν . Η

καρδιά μου άρχισε να χτυπάει σαν τρελή. Άφησα το άλογο, και χω­

ρίς να βάλω το περίστροφο στη θήκη, άρπαξα με το ελεύθερο χέρι το

τσόχινο καπέλο απ' το κεφάλι μου. Έκανα ένα βήμα. Ακίνητος.

Ακόμη ένα βήμα. Τσακ! Την έπιασα! Όταν σηκώθηκα, έτρεμα σαν

το φύλλο απ' την ταραχή, κι όταν άνοιξα εκείνα τα υπέροχα φτερά

και βεβαιώθηκα ότι είχα αποκτήσει ένα είδος τόσο σπάνιο και τέτοι­

ας άφθαστης τελειότητας, το κεφάλι μου άρχισε να γυρίζει κι ένιωσα

τα πόδια μου να λυγίζουν απ' τη συγκίνηση , τόσο, που κάθισα χάμω

για να μην πέσω. Το μεγάλο μου όνειρο όσο καιρό μάζευα πεταλού­

δες για τον καθηγητή, ήταν ν' αποκτήσω μια μέρα κι εγώ ένα δείγμα

απ' αυτό το είδος. Ταξίδεψα ώς τα πέρατα του κόσμου γι' αυτήν, δο­

κίμασα ένα σωρό στερήσεις την είχα δει στον ύπνο μου, καινά που

τώρα, έτσι απρόσμενα, τη βάσταγα ανάμεσα στα δάχτυλά μου -δική

μου! Όπως στο ποίημα (πρόφερε "μποίημα"):

So halt' ίch 's endlίch denn ίn meίnen Handen, Und nenn ' es ίn gewίssem Sίnne meίn"51

51 <<Καινά που τέλος, οτα χέρια το βαστώ, με σιγουριά δικό μου να το λέω» . Γκαί­

τε , Torquato Tasso.

Page 5: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

204 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

»Έδωσε έμφαση στην τελευταία λέξη χαμηλώνοντας ξαφνικά

τη φων11 του, κι aποτράβηξε αργά τα μάτια του απ' το πρόσωπό

μου. Αφοσιώθηκε για λίγο αμίλητος στο γέμισμα της μακρόστενης

πίπας του, και ζουπώντας τέλος τον καπνό με τον αντίχειρα, με

κοίταξε πάλι με ύφος γεμάτο νόημα.

>>"Ναι, φίλε μου. Εκείνη τη μέρα είχα όλα όσα επιθυμούσα· εί­

χα καταφέρει ένα μεγάλο πλήγμα στον κυριότερο εχθρό μου·

ήμουν νέος, δυνατός είχα φίλους, την αγάπη" (είπε "αγάθη")

"μιας γυναίκας ένα παιδί είχα, που γέμιζε την καρδιά μου -ώς κι

αυτό που είχα ονειρευτεί κάποτε στον ύπνο μου ήταν τώρα στα χέ­

ρια μου!"

»Άναψε ένα σπίρτο που πέταξε μια έντονη φλόγα. Πάνω στο

συλλογισμένο, γαλήνιο πρόσωπό του φάνηκε προς στιγμήν μια

σκιά.

»"Φίλους, γυναίκα, παιδί" είπε αργά, κοιτάζοντας τη μικρή

φλόγα -"φούου!" Το σπίρτο έσβησε. Στέναξε και στράφηκε πάλι

στη γυάλινη θήκη. Τα λεπτεπίλεπτα κι όμορφα φτερά τρεμούλια­

σαν ανεπαίσθητα, λες κι η ανάσα του επανέφερε για μια στιγμή

πίσω στη ζωή εκείνο το εξαίσιο αντικείμενο των ονείρων του.

» 'Ή δουλειά" aρχίνησε ξαφνικά, δείχνοντας τα σκόρπια χαρ­

τάκια με τη συνηθισμένη του ευγενικ1Ί και ευδιάθετη φωνή, "κάνει

σπουδαία πρόοδο. Νά, τώρα καθόμουν αυτό το σπάνιο είδος, να

περιγράψω ... Κι εσύ, τι καλά νέα μάς φέρνεις;" >>"Για να σου πω όλη την αλήθεια, Στάιν" είπα, μ' ένα απρόσμε­

νο κόμπιασμα, "ήρθα κι εγώ να σου περιγράψω ένα δείγμα ... " >>"Πεταλούδας;" μ' έκοψε και καλά aνυπόμονος, μ' ένα πονη­

ρούτσικο χαμόγελο.

»"Κάτι λιγότερο τέλειο" απάντησα, νιώθοντας αίφνης αποθαρ­

ρημένος με όλων των λογιών τις αμφιβολίες. "Έναν άνθρωπο!"

»"Α, έτσι" μουρμούρισε, και η χαμογελαστ11 του όψη σοβάρεψε

μόλις γύρισε και συνάντησε τη ματιά μου . Κι αφού πρώτα με κοί­

ταξε για λίγο, ύστερα είπε αργά: ''Ε, λοιπόν -κι εγώ άνθρωπος εί­μαι".

»Έτσι έκανε πάντα· εκεί που σ' ενθάρρυνε τόσο ευπροσήγορα

να του ξανοιχτείς, την τελευταία στιγμή κατάφερνε να σε γεμίζει

ενδοιασμούς για την εξομολόγηση που σκόπευες να του κάνεις .

Πάντως οι δικοί μου ενδοιασμοί δεν κράτησαν πολύ.

Page 6: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 205

»Με άκουσε ώς το τέλος καθισμένος σταυροπόδι. Μερικές φο­

ρές, το κεφάλι του χανόταν τελείως πίσω από ένα μεγάλο σύννεφο

καπνού, ενώ ταυτόχρονα ακουγόταν ένα καλοσυνάτο γρύλισμα.

Όταν τέλειωσα, έλυσε τα πόδια, άφησε κάτω την πίπα του κι έγει­

ρε προς το μέρος μου σοβαρός, με τους αγκώνες στα μπράτσα της

πολυθρόνας και τις άκριες των δαχτύλων του ενός χεριού του ενω­

μένες με του άλλου .

»"Κατάλαβα. Είναι ρομαντικός" .

»Είχε κάνει τη διάγνωση για λογαριασμό μου, και στην αρχή

σάστισα καθώς aντιλήφθηκα πόσο απλό ήταν· η σύσκεψή μας είχε

πράγματι όλα τα γνωρίσματα ενός ιατρικού συμβουλίου -ο Στάιν,

με θωριά σοφού, καθισμένος σε μια πολυθρόνα πίσω απ' το γρα­

φείο του· κι εγώ, aνήσυχος, σε μια άλλη αντικριστά του, αλλά κά­

πως λοξά- κι έτσι η ερώτησή μου ακούστηκε πολύ φυσική:

»"Και τι κάνουμε σ' αυτή την περίπτωση;"

»Σήκωσε το δείχτη του χεριού του.

»"Μία είναι η θεραπεία! Να μας γιατρέψει απ' τον εαυτό μας

μόνο ένα πράγμα μπορεί!" Το δάχτυλό του έπεσε στο γραφείο μ'

έναν ελαφρό χτύπο! Η περίπτωση που μόλις προ ολίγου την είχε

κάνει να φαίνεται τόσο απλή, τώρα έμοιαζε, αν είναι δυνατόν κάτι

τέτοιο, ακόμα πιο απλή -και ολοκληρωτικά ανέλπιδη. Ακολούθη­

σε σιωπή. "Ναι" είπα εγώ, "μιλώντας αυστηρά, το ζήτημα δεν εί­

ναι πώς να γιατρευτεί κανείς, αλλά πώς να ζtiσει".

»Συγκατάνευσε με το κεφάλι, λίγο θλιμμένα απ' ό,τι φάνηκε .

'Ία! jaJ52 Είναι αυτό που λέει ο μεγάλος σας ποιητής: Ιδού η απο­

ρία ... " συνέχισε γνέφοντας με συμπάθεια ... "Πώς να ζtiσει! Αχ! Πώς να ζήσει κανείς".

»Σηκώθηκε, με τις άκριες των δαχτύλων του στηριγμένες στο

γραφείο.

»"Έίναι τόσο πολλές οι ζωές που θέλει να ζήσει ο καθένας

μας" aρχίνησε πάλι. "Αυτή η υπέροχη πεταλούδα βρίσκει ένα μι­

κρό σωρό από βρωμιές και κάθεται εκεί πάνω ήσυχα και καλά·

αλλά ο άνθρωπος δε θα κάτσει ποτέ του ήσυχος πάνω στο λασπω­μένο σωρό του . Τη μια θέλει να 'ναι το ένα, την άλλη τ' άλλο .. .'' Κούνησε το χέρι του προς τα πάνω, ύστερα προς τα κάτω ... "Θέλει

52 Ναι! ναι!

Page 7: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

206 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

να 'ναι άγιος, και θέλει να 'ναι διάβολος -και κάθε φορά που κλεί­

νει τα μάτια, βλέπει τον εαυτό του υπέροχο -τόσο υπέροχο, όσο δε

θα μπορέσει ποτέ να γίνει ... Σ' ένα όνειρο μέσα .. . " »Κατέβασε το γυάλινο καπάκι -η αυτόματη κλειδαριά σφάλισε

μ' ένα ξερό κλικ- πήρε την προθήκη στα δυο του χέρια και τη μετέ­

φερε με θρησκευτική ευλάβεια πίσω στη θέση της, βγαίνοντας απ'

το φωτεινό κύκλο της λάμπας για να περάσει στην αχνοφωτισμένη

περιοχή, και τέλος, εκεί που βασίλευε το άμορφο σκοτάδι. Τι πα­

ράξενο που ήταν -λες κι εκείνα τα λιγοστά βήματα που έκανε, τον

οδήγησαν έξω απ' αυτό τον συγκεκριμένο και τόσο περίπλοκο κό­

σμο. Η ψηλόκορμη φιγούρα του, σαν να είχε απογυμνωθεί ξαφνι­

κά απ' την ύλη της, πλανιόταν αθόρυβη, σκύβοντας με ακαθόρι­

στες κινήσεις πάνω από αθέατα πράγματα· κι η φωνή του, καθώς

aντήχησε από κείνη την απόμακρη περιοχή, όπου τον έβλεπες, τυ­

λιγμένο στο μυστήριο, να καταπιάνεται με πράγματα άυλα, δεν

ήταν πια διαπεραστική αλλά έμοιαζε να ξετυλίγεται μεγαλόπρεπη

και σοβαρή -απαλυμένη απ' την απόσταση .

»"Και το αληθινό βάσανο .-της καρδιάς ο πόνος, του κόσμου ο

πόνος είναι ότι δεν μπορείς να κλείνεις συνέχεια τα μάτια. Σε βε­

βαιώνω, φίλε μου, ότι δε σου κάνει καθόλου καλό ν' ανακαλύπτεις

πως δεν μπορείς να κάνεις τα όνειρά σου αληθινά, επειδή αρκετά

δυνατός ή έξυπνος δεν είσαι.Jα! ... Κι όμως δεν παύεις ποτέ να 'σαι υπέροχος άνθρωπος! Wie? Was? Gott im Himmel!53 Πώς γίνεται

αυτό; Χα! Χα! Χα!"

»0 ίσκιος που περιφερόταν ανάμεσα στα μαυσωλεία των πετα­λούδων ξέσπασε σε ορμητικά γέλια.

»"Ναι ! Αστείο πολύ, αυτό το τρομερό πράγμα είναι. Μόλις

ένας άνθρωπος γεννιέται, πέφτει μέσα σ' ένα όνειρο όπως κά­

ποιος που πέφτει στη θάλασσα. Να προσπαθήσει να σκαρφαλώ­

σει ψηλά στον αέρα, όπως κάνουν οι επιπόλαιοι, βουλιάζει - nicht wahr?5Ό .. Όχι! Πίστεψέ με! Να υποταχτείς στο στοιχείο της κατα­στροφ11ς ο μόνος τρόπος είναι, και παλεύοντας με χέρια και πόδια

να κάνεις τη βαριά, βαθιά θάλασσα να σε κρατήσει επάνω. Κι αν

τώρα με ρωτήσεις -πώς κανείς πρέπει να ζει;"

52 Πώs; Ί\; Θεtf και KiJeιε!

" Έτσι δεν είναι;

Page 8: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 207

»Η φωνή του υψώθηκε ασυνήθιστα δυνατή, θαρρείς κι εκεί που

βρισκόταν μες στη σκοτεινιά είχε εμπνευστεί από κάποια σπίθα

σοφίας. "Θα σου πω! Κι εδώ ο τρόπος μόνο ένας".

»Σέρνοντας βιαστικά τις παντόφλες του, γλίστρησε στη μισο­

σκότεινη περιοχή, και ξαφνικά αναδύθηκε στο φωτεινό κύκλο της

λάμπας. Το προτεταμένο χέρι του στόχευε το στήθος μου σαν πε­

ρίστροφο. Τα βαθουλωμένα του μάτια έμοιαζαν να με διαπερνούν

πέρα για πέρα, αλλά τα σουφρωμένα χείλια του έμεναν κλειστά,

και στο πρόσωπό του δεν υπήρχαν πια τα χνάρια της aπέριττης

ανάτασης όπου τον είχε υψώσει η έμπνευση εκείνης της στερεής

γνώσης μες στο λυκόφως. Το χέρι που σημάδευε το στήθος μου χα­μήλωσε, και πλησιάζοντάς με σιγά σιγά ένα βήμα ακόμη, το ακού­

μπησε απαλά στον ώμο μου. Υπάρχουν πράγματα, είπε μελαγχο­

λικά, που ίσως δεν μπορούν ποτέ να λεχθούν, μόνο που εκείνος

έχει ζήσει τόσο καιρό μόνος, που καμιά φορά το ξεχνάει αυτό -το

ξεχνάει . Το φως αφάνισε την ακλόνητη βεβαιότητα που του είχαν

εμπνεύσει οι μακρινές σκιές του σκοταδιού. Κάθισε στην πολυ­

θρόνα του, και στηρίζοντας τους αγκώνες του στο γραφείο, έτριψε

το μέτωπό του. "Κι όμως έτσι είναι -αυτή είν ' η αλήθεια. Στο ακα­

τανίκητο στοιχείο της καταστροφής να παραδοθείς" ... Μιλούσε με έναν τόνο υποταγής, αποφεύγοντας να με κοιτάζει, με το πρό­

σωπο στηρ ιγμένο στα δυο του χέρια . "Ένας είναι ο δρόμος. Ν'

ακολουθείς το όνειρο, κι ύστερα πάλι πίσω απ' τ' όνε ιρο -κι έτσι

- ewig55 -usque ad finem 56 ••• " Αυτά τα ψιθυριστά λόγια έμοιαζαν να

ξανοίγουν μπροστά μου έναν αχανή και ακαθόριστο χώρο, σαν το

λυκαυγές του ορίζοντα σε μια πεδιάδα όταν γλυκοχαράζει -ή μή ­

πως κι ήταν το σύθαμπο που προμηνάει τη νύχτα; Ποιος έχει το

κουράγιο ν' αποφασίσει; Αλλά όπως και να 'χει, ήταν ένα φως

απατηλό, όλο μαγεία, που τύλιγε μες στην ασύλληπτη μελωδία της

θαμπάδας του τις παγίδες -τους τάφους . Είχε αρχίσει τη ζωή του

γεμάτος αυτοθυσία, ενθουσιασμό κι ευγενικές ιδέες είχε ταξιδέ­

ψει ώς τα πέρατα του κόσμου με διάφορους τρόπους, σε μονοπά­

τια ασυνήθιστα, κι ό,τι ακολούθησε κάθε φορά, το 'κανε δίχως αμ­

φιταλάντευση, γι' αυτό δίχως ντροπή , δίχως μπαμέλεια. Μέχρις

55 Για πάντα.

56 Ώς το τέλος.

Page 9: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

208 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

εδώ είχε δίκιο. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος, αναμφίβολα. Κι όμως,

παρ' όλ' αυτά, ο μεγάλος κάμπος όπου οι άνθρωποι περιπλανιού­

νται ανάμεσα σε τάφους και παγίδες, παραμένει παντέρμος κάτω

απ' την ασύλληπτη ποίηση του λυκόφωτος, με το κέντρο του βου­

τηγμένο στο μισοσκόταδο, κυκλωμένος από μια φωτεινή ακτίνα,

λες ζωσμένος ολούθε από μια φλεγόμενη άβυσσο. Στο τέλος,

έσπασα τη σιωπΊΊ για να του πω ότι, κατά τη γνώμη μου, δεν μπο­

ρούσε κανείς να είναι πιο ρομαντικός απ' αυτόν.

»Κούνησε αργά το κεφάλι του κι ύστερα μου έριξε ένα καρτερι­

κό, ερωτηματικό βλέμμα. Θα 'πρεπε να ντρεπόμασταν, είπε. Σα­

χλαμαρίζουμε σαν σκολιαρούδια, αντί να σrύψουμε καλά καλά το

μυαλό μας για να βρούμε κάτι πρακτικό -μια πρακτική θεραπεία

-για το κακό -για το μεγάλο κακό -επανέλαβε μ' ένα εύθυμο, συ­

γκαταβατικό χαμόγελο . Ωστόσο η κουβέντα μας δεν έγινε καθό­

λου πιο πρακτική . Αποφεύγαμε να αναφέρουμε το όνομα του τζιμ,

λες και προσπαθούσαμε να κρατήσουμε τον ζωντανό και συγκε­

κριμένο άνθρωπο έξω απ' την κουβέντα, σαν να μην 1Ίταν τίποτ' άλ­

λο παρά μια πλανημένη ψυχή, μια βασανισμένη κι ανώνυμη σκιά.

"Λοιπόν" είπε ο Στάιν καθώς σηκωνόταν. "Απόψε θα κοιμηθείς

εδώ, και το πρωί θα σκεφτούμε κάτι πρακτικό -πρακτικό ... " Άνα­ψε ένα κηροπήγιο με δυο κεριά και προχώρησε μπροστά για να με

οδηγ1Ίσει. Περάσαμε μέσ' από σκοτεινές, έρημες κάμαρες, με μόνη

συνοδεία τις λάμψεις των κεριών που βαστούσε ο Στάιν . Το φως

τους γλιστρούσε στα καλογυαλισμένα πατώματα, διάβαινε δω κι

εκεί πάνω στη στιλπνή επιφάνεια ενός τραπεζιού, αναπηδούσε

στην ασυνεχή καμπύλη ενός επίπλου, ή aστραποβολούσε κατακό­

ρυφα μέσα σε aπόμακρους καθρέφτες για να τιναχτεί πάλι έξω,

ενώ οι φιγούρες δυο ανθρώπων και η αναλαμπή από δυο φλόγες

εισχωρούσαν προς στιγμήν λαθραία, σιωπηρά, στα βάθη του κρυ­

σταλλικού κενού. Προχωρούσε ένα βΊ1μα μπροστά, αργά, σκύβο­

ντας ευγενικά για να μου φωτίζει· το βαθιά γαληνεμένο του πρό­

σωπο έμοιαζε ν' αφουγκράζεται κάτι- οι μακριές κατάξανθες τού­

φες των μαλλιών του -με μερικές άσπρες τρίχες- ξεχώριζαν λίγο

μία μία πάνω στον ελαφρά κυρτωμένο λαιμό του .

»"Είναι eομαντικόs -ε_>ομαντικόs" επανέλαβε. "Κι αυτό είναι

κακό -πολύ κακό ... Αλλά και πολύ καλό μαζί" πρόσθεσε . "Μα εί­

ναι στ' αλήθεια ρομαντικός;" έκανα Εγώ Ερωτηματικά.

Page 10: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 209

»"Gewίss"57 είπε, και στάθηκε ακίνητος σηκώνοντας το κηροπή­

γιο ψηλά, χωρίς όμως νa με κοιτάξει. "Είναι ολοφάνερο. Γιατί εί­

ναι αυτό ακριβώς που τον κάνει, μέσα από έναν ενδόμυχο πόνο,

να γνωρίζει τον εαυτό του. Είναι αυτό που τον κάνει για σένα και

για μένα -να υπάρχει".

»Μου ήταν πολύ δύσκολο εκείνη τη στιγμή να πιστέψω στην

ύπαρξη του 'Γζιμ -σ' εκείνη την ύπαρξη που ξεκίνησε από ένα

επαρχιακό παπαδόσπιτο, αμαυρώθηκε από τα πλήθη των ανθρώ­

πων σαν από σύννεφα σκόνης, κι aποστομώθηκε απ' τις αντιφατι­

κές αξιώσεις της ζωής και του θανάτου στον κόσμο της ύλης- αλλά

πάλι, με πόση πειστικότητα, με τι aπροσμέτρητη δύναμη μου επέ­

βαλε την αλήθεια της η άφθαρτη πραγματικότητά του! Φανερώθη­

κε ολοζώντανη μπροστά στα μάτια μου, λες και στο πέρασμά μας

μέσα απ' τα ψηλοτάβανα σιωπηρά δωμάτια, μέσα απ' τις φευγαλέ­

ες αναλαμπές του φωτός και τις αιφνίδιες φαν ε ρώσε ις των ανθρώ­

πινων μορφών, που τρύπωναν στα κλεφτά με συνοδεία τις τρεμου­

λιαστές φλόγες μέσα σε ανεξιχνίαστα και διάφανα βάθη -είχαμε

ζυγώσει πιο κοντά στην απόλυτη αλήθεια που, σαν την ιδέα του

κάλλους, επιπλέει φευγαλέα και δυσδιάκριτη, μισοβουλιαγμένη

στα βουβά, ακύμαντα νερά του μυστηρίου. "Ναι, ίσως να 'ναι ρο­

μαντικός" παραδέχτηκα μ' ένα ελαφρό γελάκι, που ο απρόσμενα

δυνατός ήχος του μ' έκανε να χαμηλώσω πάραυτα τη φωνή μου·

"πάντως για σένα, δε χωράει καμιά αμφιβολία". Άρχισε πάλι να

προχωράει, με το κεφάλι σκυμμένο στο στήθος του και το φως

κρατημένο ψηλά. ''Ε, εντάξει -υπάρχω, κι εγώ".

»Πήγαινε μπροστά μου. Εγώ από πίσω παρακολουθούσα τις κι­

νήσεις του, αλλά αυτό που aντίκριζα τώρα, δεν ψαν η κεφαλή της

εταιρείας, ο καλοδεχούμενος προσκεκλημένος των εσπερινών δε­

ξιώσεων, αυτός που αλληλογραφούσε με διάφορους επιστημονι­

κούς συλλόγους, ή ο φιλόξενος οικοδεσπότης όλων των περιπλανώ­

μενων φυσιοδιφών. Το μόνο που έβλεπα τώρα ήταν η πραγματικό­

τητα της μοίρας του, που είχε τη σοφία να την ακολουθήσει με βήμα

αταλάντευτο, εκείνη η ζωή που aρχίνησε σ' ένα φτωχικό περιβάλ­

λον, γεμάτη άδολο ενθουσιασμό για τη φιλία, την αγάπη, τον πόλε­

μο -για όλες τις υψηλές εκψύ.νuεις του ρομαντισμού. Μόλις φτάσα-

57 Σίγουρα.

Page 11: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

210 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

με μπροστά στην πόρτα του δωματίου μου, γύρισε και με κοίταξε.

"Ναι" είπα, σαν να συνέχιζα μια συζήτηση, "και μαζί μ' όλα τ' άλλα

κάνεις ανόητα όνειρα για μια πεταλούδα· αλλά όταν ένα όμορφο

πρωινό το όνειρο ξεφυτρώνει μπροστά σου, δεν αφήνεις να σου ξε­

φύγει η έξοχη ευκαιρία, ή όχι; Ενώ αυτός ... " Ο Στάιν σήκωσε το χέ­ρι του. "Και πού ξέρεις πόσες ευκαιρίες άφησα να χαθούν; πόσα

όνειρα που βρέθηκαν στο δρόμο μου έχασα;'; Κούνησε το κεφάλι

του με θλίψη. "Θαρρώ πως μερικά θα Ίltαν υπέροχα -αν τα είχα κά­

νει πραγματικότητα. Ξέρεις πόσο πολλά ήταν; Ίσως ούτε κι εγώ ο

ίδιος δεν ξέρω". "Άσχετα απ' το πόσο όμορφα ήταν τα δικά του" εί­

πα εγώ, "αυτός ξέρει με σιγουριά για ένα όνειρο, που δεν μπόρεσε

ποτέ να το πιάσε ι" . "Όλοι μας έχουμε κάνα δυο τέτοια" είπε ο

Στάιν, "κι αυτό είναι το πρόβλημα -το μεγάλο πρόβλημα ... " »Καθώς δίναμε τα χέρια στο κατώφλι, έριξε μια γρήγορη ματιά

στο δωμάτιό μου κάτω απ' το υψωμένο του χέρι. "Καληνύχτα. Κι

αύριο πρέπει να κάνουμε κάτι πρακτικό -πρακτικό ... " »Αν και το δωμάτιό του ήταν πιο πέρα απ' το δικό μου, τον είδα να

γυρίζει πίσω από κει που ήρθαμε. Επέστρεφε στις πεταλούδες του».

Page 12: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

21

«Δε νομίζω να έχει ακούσει κανένας σας για το Πατουσάν» συνέ­χισε ο Μάρλοου, μετά από μια παύση που είχε κάνει για να ανά­

ψει μ' επιμέλεια ένα πούρο. «Αλλά δεν έχει σημασία· είναι σαν

εκείνα τα ουράνια σώματα που μαζεύονται σωρηδόν τις νύχτες

πάνω απ' το κεφάλι μας, και που η ανθρωπότητα δεν έχει ακούσει

ποτέ τίποτε γι' αυτά, είναι έξω απ' το πεδίο των δραστηριοτήτων

της και δεν παρουσιάζουν το παραμικρό γήινο ενδιαφέρον, παρά

μονάχα για τους aστρονόμους που αμείβονται προκειμένου να

αποφανθούν, ως ειδήμονες, περί της συστάσεως, του βάρους, της

τροχιάς τους -να μελετούν τις ιδιορρυθμίες της συμπεριφοράς

τους, τις εκτροπές του φωτός τους -ένα είδος επιστημονικής σκαν­

δαλοθηρίας. Έτσι και με το Πατουσάν. Αναφερόταν με υπονοού­

μενα γεμάτα σημασία στους ανώτερους κυβερνητικούς κύκλους

στην Μπατάβια, κυρίως για τις ιδιορρυθμίες και τις εκτροπές που παρουσίαζε, ενώ στον κόσμο του εμπορίου τ' όνομά του ήταν γνω­

στό σε πολύ λίγους, ελάχιστους. Κανένας ωστόσο δεν είχε πάει

εκεί πέρα, και πολύ αμφιβάλλω αν θα ένιωθε έστω κι ένας την

ανάγκη να το επισκεφθεί αυτοπροσώπως, α~ριβώς όπως κι ένας

aστρονόμος θα έφερνε ζωηρότατες αντιρρήσεις, φαντάζομαι, αν

του πρότειναν να τον μεταφέρουν σ' ένα μακρινό ουράνιο σώμα

όπου, χώρια απ' τις γήινες aπολαύσεις που θα στερούνταν, θα

έπεφτε συν τοις άλλοις σε μεγάλη σύγχυση μπροστά στη θέα ενός

aνοίκειου ουρανού. Ωστόσο, το Πατουσάν δεν έχει καμιά σχέση

ούτε με ουράνια σώματα ούτε με aστρονόμους. Γιατί αυτός που

πήγε ΕΚΕί πέρα, δεν ήταν άλλος απ' τον Ί'ζιμ. Κι όλ' αυτά σας τα

λέω, μόνο και μόνο για να σας δώσω να καταλάβετε ότι η αλλαγή

που έγινε στη ζωή του, δε θα 'ταν πιο σημαντική αν ο Στάιν ιίχι:

κανονίσει να τον στείλει σ' ένα άστρο πέμπτου μεγέθους. ΆφησΕ

πίσω τις γήινες αποτυχίες του κι εκείνη τη φήμη που τον ακολου-

Page 13: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

212 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΓ

θούσε παντού, και βρέθηκε σε συνθήκες ριζικά καινούργιες, πρό­

σφορες για τις δραστηριότητες της πλούσιας φαντασίας του . Πέρα

για πέρα καινούργιες, πέρα για πέρα ενδιαφέρουσες. Και τις εκ­

μεταλλεύτηκε με τον πιο αξιοσημείωτο τρόπο .

»0 Στάιν ήξερε για το Πατουσάν πιο πολλά από κάθε άλλον. Περισσότερα, φαντάζομαι, ακόμη κι απ' αυτά που γνώριζαν στους

κυβερνητικούς κύκλους. Είμαι _σίγουρος ότι είχε ζήσει εκεί πέρα,

είτε τον καιρό που κυνηγούσε τις πεταλούδες του είτε αργότερα,

όταν προσπάθησε με τον αμετανόητο χαρακτήρα του να καρυκεύ­

σει τα παχυντικά πιάτα της εμπορικής του κουζίνας με μια δόση

ρομαντισμού . Υπήρχαν ελάχιστα μέρη στο Αρχιπέλαγος που να

μην πρόλαβε να τα αντικρίσει στο αμόλυντο λυκόφως της ύπαρξής

τους, προτού εισβάλει το φως (και δη το ηλεκτρικό), χάριν της ηθι­

κής τους ανυψώσεως και -και -παρεμπιπτόντως -των υψηλότερων

κερδών. Ανέφερε το Πατουσάν την επομένη της κουβέντας που εί­

χαμε για τον τζιμ, στο τραπέζι, αμέσως μόλις του παρέθεσα αυτού­

σιο το σχόλιο που είχε κάνει ο φουκαράς ο Μπράιερλυ: " Άσ' τον να βουλιάξει έξι μέτρα κάτω απ' το χώμα και να μείνει εκεί". Με

κοίταξε εξεταστικά και με μεγάλο ενδιαφέρον σαν να 'μουν σπά­

νιο έντομο. "Και γιατί όχι" έκανε, σιγοπίνοντας τον καφέ του.

''Εννοούσε κάτι σαν θάψιμο" εξήγησα. "Δε θα σου προξενούσε

βέβαια και μεγάλη ευχαρίστηση, αλλά δεν υπάρχει τίποτε καλύτε­

ρο, αν κρίνουμε απ' αυτό που είναι" . "Ναι, είναι νέος" είπε ο Στάιν

συλλογισμένος. ''Ο πιο νέος άνθρωπος που υπάρχει στον κόσμο"

υποστήριξα εγώ. "Schδn.58 Υπάρχει το Πατουσάν" συνέχισε στον

ίδιο τόνο ... "Κι εκείνη έχε ι πια πεθάνει" πρόσθεσε ακατάληπτα.

»Εγώ βέβαια δεν έχω ιδέα γι' αυτή την ιστορία· το μόνο που

μπορώ να σκεφτώ, είναι ότι το Πατουσάν είχε χρησιμέψει κάποτε

σαν τάφος για κάποιο αμάρτημα, ενοχή ή χτύπημα της μοίρας.

Μου είναι αδύνατο να βάλω κακό στο νου μου για τον Στάιν. Η

μοναδική γυναίκα που υπήρξε στη ζωή του ήταν εκείνο το κορίτσι

απ' τη Μαλαισία, "η σύζυγός μου η πριγκίπισσα" όπως την αποκα­

λούσε, ή πιο σπάνια, σε στιγμές που ξανοιγόταν κάπως, "η μητέρα

της Έμμας μου". Δεν μπορώ να πω με σιγουριά ποια ήταν η γυναί­

κα που είχε αναφέρει σε σχέση με το Πατουσάν· αλλά από διάφο-

se Ωραία.

Page 14: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 213

ρα μισόλογά του κατάλαβα ότι ήταν μια μορφωμένη και πολύ

όμορφη Ολλανδομαλαία, με τραγική ή ίσως απλώς λυπητερή ιστο­

ρία, που το πιο θλιβερό μέρος της ήταν χωρίς αμφιβολία ο γάμος

της μ' έναν Πορτογάλο απ' τη Μαλάκκα,'9 υπάλληλο σε κάποιον

εμπορικό οίκο των ολλανδικών αποικιών. Απ' όσα είπε ο Στάιν,

έβγαλα το συμπέρασμα ότι επρόκειτο για έναν άνθρωπο αποτυχη ­

μένο σ' όσες δραστηριότητες είχε επιδοθεί, όλες λίγο πολύ ακαθό­

ριστες κα_ι παράνομες. Ο Στάιν τον έκανε διευθυντή στο τμήμα της

εμπορικής αλληλογραφίας της Στάιν και Σία αποκλειστικά και μό­

νο για χάρη της γυναίκας του· από εμπορική άποψη όμως, αυτή η

διευθέτηση δεν ήταν σίγουρα η ιδανική , τουλάχιστον για τα συμ­φέροντα της εταιρείας, και τώρα που η γυναίκα του είχε πεθάνει,

ο Στάιν ήθελε να δοκιμάσει έναν άλλο αντιπρόσωπο στη θέση του.

Ο Πορτογάλος, ονόματι Κορνήλιος, θεωρούσε τον εαυτό του έναν

πολύ άξιο αλλά παραγνωρισμένο άνθρωπο, που οι αναμφισβήτη­

τες ικανότητές του τού έδιναν το δικαίωμα σε μια καλύτερη μοίρα.

Αυτόν λοιπόν θα αντικαθιστούσε ο Ί'ζιμ. "Πάντως θαρρώ πως δε

θα θέλει να φύγει απ' το Πατουσάν" παρατήρησε ο Στάιν, "αν και

αυτό δε με αφορά καθόλου. Εγώ μονάχα για χάρη της γυναίκας

του τον ... Αλλά, τώρα που το ξανασκέφτομαι, έχει και μια κόρη· θα τον αφήσω να κρατήσει το παλιό σπίτι αν θελήσει να μείνει".

»Το Πατουσάν είναι μια απομακρυσμένη περιοχή ενός αυτόνο­

μου κρατιδίου, και ο σημαντικότερος οικισμός του έχει το ίδιο

όνομα. Σ' ένα σημείο του ποταμού, γύρω στα σαράντα μίλια απ' τη

θάλασσα, εκεί όπου αρχίζουν να διακρίνονται τα πρώτα σπίτια,

υψώνονται πάνω απ' το δάσος οι κορφές δυο απόκρημνων λόφων, πολύ σιμά ο ένας με τον άλλον, χωρισμένοι μονάχα από κάτι σαν

βαθιά ρωγμή, μια σχισμάδα που μοιάζε ι να προκλήθηκε από ένα

τρομερό χτύπημα. Η κοιλάδα ανάμεσά τους δεν είναι, στην πραγ­

ματικότητα, παρά μια στενή ρεματιά · βλέποντάς τους απ' τον οικι­

σμό, έχεις την εντύπωση πως πρόκειται για ένα ακανόνιστο κωνι­

κό βουναλάκι, χωρισμένο ελαφρά στα δύο. Την τρίτη μέρα μετά

την πανσέληνο, το φεγγάρι, όπως φαίνεται απ' τον ακάλυπτο χώρο

μπροστά στο σπίτι του 'Γζιμ (είχε ένα όμορφο σπίτι, όταν τον επι­

σκέφθηκα, όπως τα φτιάχνουν οι ιθαγενείς), ανέτειλε ακριβώς πί-

59 Λιμάνι στη χερσόνησο της Μαλαισίας, βορειοδυτικά της Σιγκαπούρη ς.

Page 15: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

214 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

σω από κείνους τους λόφους, aπλώνοντας στην αρχή το φως του

πάνω στους δυο όγκους, που διαγράφηκαν στον ορίζοντα κατά­

μαυροι. Ύστερα, ξεγλιστρώντας ψηλά, ανάμεσα στις πλευρές του

χάσματος, φανερώθηκε λαμπερός και ροδοκόκκινος ο σχεδόν τέ­

λειος δίσκος, ώσπου κύλησε μακριά πάνω απ' τις κορφές, σαν να

ξέφευγε θριαμβευτικά αλλά χωρίς τυμπανοκρουσίες από τον

ανοιχτό τάφο που έχασκε κάτω. "Καταπληκτικό!" είπε ο Τζιμ δί­

πλα μου . "Αξίζε ι τον κόπο να το δεις, ε, μη μου πεις;"

»Υπήρχε ένας τόνος προσωπικής περηφάνιας στα λόγια του,

που μ' έκανε να χαμογελάσω· λες και είχε βάλει κι αυτός το χερά­

κι του στη δημιουργία εκείνου του ανεπανάληπτου θεάματος. Είχε κατορθώσει να γίνει ο ρυθμιστής πολλών πραγμάτων στο Πατου­

σάν -πραγμάτων που, εκ πρώτης όψεως, πρέπει να έμοιαζαν τε­

λείως ανεξέλεγκτα από την ανθρώπινη βούληm1, όπως οι κινήσεις

της σελήνης και των άστρων.

»Μου φαινόταν απίστευτο ότι αυτός ήταν ο κυριότερος ρόλος

που τον σπρι6ξαμε να παίξει άθελά μας, ο Στάιν κι εγώ, με μονα­

δικό σκοπό να τον γλιτώσουμε απ' τον κόσμο, απ' τον δικό του κό­

σμο, εννοώ. Αυτός ήταν ο κύριος στόχος μας, αν και εγώ προσωπι­

κά ίσως να παρακινήθηκα λιγάκι από άλλο ένα κίνητρο. Σκεφτό­

μουν να γυρίσω για κάποιο διάστημα στην πατρίδα, και πιθανόν

να ήθελα ασυνείδητα να τον ξεφορτωθώ -να τον ξεφορτωθώ, κα­

ταλαβαίνετε- προτού φύγω. Γύριζα σπίτι και δεν είχα καμιά όρε­

ξη να σέρνω μαζί μου το βραχνά του, τα μίζερα προβλήματα και

τις συγκεχυμένες αξιώσεις του, την εικόνα του: να κουβαλάει λα­

χανιασμένος το φορτίο του χαμένος μες στην ομίχλη. Δεν ξέρω αν

τον κατάλαβα ποτέ μου πέρα για πέρα -ακόμη και μέχρι σήμερα,

που δεν πρόκειται πια να τον ξαναδώ· αλλά είχα την αίσθηση πως

όσο λιγότερο τον καταλάβαινα, τόσο περισσότερο δενόμουν μαζί

του στ' όνομα εκείνης της αμφιβολίας που είναι αχώριστο μέρος

της γνιδσης μας. Αλλά ούτε και τον εαυτό μου ήξερα καλύτερα τό­

τε. Απ' την άλλη, σας το ξαναλέω, γύριζα σπίτι -στην πατρίδα, που

είναι πάντα αρκετά μακρινή, για να κάνει όλα τα παραγώνια στα

σπιτικά της να μοιάζουν ίδια στην καρδιά των ξενιτεμένων της τέ­

κνων· στην πατρίδα, όπου κι ο πιο ταπεινός ανάμεσά μας έχει το δικαίωμα να ξαποστάσει πλάι στη φωτιά του . Περιπλανιόμαστε

κατά χιλιάδες πάνω στον πλανήτη γη, οι διάσημοι και οι ανώνυ-

Page 16: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 215

μοι, κατακτώντας ώς πέρα απ' τους ωκεανούς φήμη, πλούτο ή μια

ξερή μπουκιά ψωμί· αλλά νομίζω ότι για τον καθένα μας ο γυρι­

σμός στην πατρίδα σημαίνει το ξεκαθάρισμα ενός ανοιχτού λογα­

ριασμού . Γυρνάμε για ν' aντικρίσουμε πάλι κατάματα τους ανώτε­

ρούς μας, τους συγγενείς, τους φίλους -αυτούς που υπακούμε κι

αυτούς που αγαπάμε· αλλά ακόμη κι εκείνοι που δεν έχουν κανέ­

ναν απ' όλους αυτούς , οι πιο ελεύθεροι, οι μοναχικοί, οι απαλλαγ­

μένοι από ευθύνες και δεσμούς -ακόμα και γι' αυτούς που η πα­

τρίδα δε σημαίνει κανένα αγαπημένο πρόσωπο, καμιά οικεία φω­

νή- ακόμα κι αυτοί νιώθουν την ανάγκη να συναντηθούν με το

πνεύμα που κατοικεί στη χώρα, κάτω απ' τον ουρανό της, στον αέ­

ρα, στις πεδιάδες και στα υψώματά της, στα χωράφια, στα νερά και στα δέντρα της -ένα φίλο βουβό, κριτή κι εμπνευστή. Πείτε

ό,τι θέλετε, αλλά για να μπορέσεις να γευτείς τη χαρά της πατρί­

δας, να ανασάνεις τη γαλήνη της, να aντικρίσεις την αλήθεια της, πρέπει να γυρίσεις με καθαρή συνείδηση. Ίσως όλ' αυτά να σας

φαίνονται πολύ συναισθηματικά· και πράγματι, ελάχιστοι έχουμε

τη θέληση ή την ικανότητα να κοιτάξουμε με καθαρό μάτι κάτω

απ' την επιφάνεια των συνηθισμένων αισθημάτων μας. Εκεί είναι

τα κορίτσια που αγαπάμε, οι άντρες που θαυμάζουμε, η τρυφερό­

τητα, η φιλία, οι ευκαιρίες, οι χαρές της ζωής . Αλλά το γεγονός ότι

πρέπει ν' αγγίξεις το μερτικό σου με καθαρά χέρια παραμένει,

γιατί υπάρχει πάντα ο κίνδυνος, μόλις πας να τα αδράξεις όλ' αυ­

τά, να γίνουν ξερά φύλλα, αγκάθια .. Θαρρώ πως είναι οι μοναχι­

κοί, αυτοί που δεν έχουν κανένα τζάκι, καμιά αγάπη που να μπο­

ρούν να την πουν δική τους, εκείνοι που γυρνάνε όχι σ' ένα σπιτι­

κό αλλά στην ίδια τη χώρα, για να συναντήσουν το άυλο, αιώνιο

και ανάλλαχτο πνεύμα της -αυτοί είναι που νιώθουν καλύτερα την

αυστηρότητά της, τη σωτήρια δύναμη, τη γοητεία του επίγειου δι­

καιώματός της που απαιτεί την άνευ όρων αφοσίωση και υπακοή

μας. Ναι! ελάχιστοι το συνειδητοποιούμε, αλλά όλοι το νιώθουμε,

και λέω όλοι, χωρίς καμιά εξαίρεση, γιατί όσοι δεν το νιώθουν, εί­

ναι εντελώς ανάξιοι λόγου. Κάθε φυλλαράκι χλόης έχει τη θέση

του πάνω σε τούτη τη γη, τη γη που ανασύρει στο φως τη ζωή του,

τη δύναμή του· έτσι κι ο άνθρωπος ριζώνει στη χώρα απ' όπου μαζί

με τη ζωή αντλεί και την πίστη του. Δεν ξέρω πόσο καταλάβαινα

τον τζιμ, είμαι όμως σίγουρος ότι ένιωθε συγκεχυμένα αλλά έντο-

Page 17: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

216 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

να την ανάγκη μιας παρόμοιας αλήθειας ή, αν προτιμάτε, aυταπά­

της -το ίδιο μού κάνει πώς θα το πείτε, είναι τόσο μικρή η διαφορά

εξάλλου, και τόσο ασήμαντη . Η ουσία είναι ότι αυτή η ανάγκη

υπήρχε μέσα του και τον βασάνιζε. Δε θα ξαναγύριζε ποτέ πια

στην πατρίδα. Ποτέ. Αν είχε την ικανότητα να μιλάει με γλαφυρό­

τητα για τα αισθήματά του, θ' ανατρίχιαζε μπροστά σ' αυτή τη σκέ­

ψη, και θα 'κανε και σας να ανατριχιάσετε . Αλλά δεν την είχε, αν

και ήταν αρκετά εκφραστικός με τον τρόπο του. Μόλις άκουγε για

επιστροφή στην πατρίδα, γινόταν απελπιστικά κλειστός κι aπρο­

σπέλαστος χαμήλωνε το πηγούνι του, σούφρωνε τα χείλια και σε

στραβοκοίταζε αγριωπά και σκοτεινιασμένα μ' εκείνα τα ντόμπρα

γαλανά μάτια του, που έμοιαζαν ν' αντικρίζουν κάτι αβάσταχτο,

κάτι που τον γέμιζε φρίκη κι αποτροπιασμό. Ήταν μεγάλη η δύνα­

μη της φαντασίας μέσα σ' εκείνο το ξεροκέφαλο, με τις πυκνές

τούφες από μαλλιά ταιριασμένες πάνω του σαν τραγιάσκα. Όσο

για μένα, στερούμαι τελείως αυτού του χαρίσματος ( ειδαλλιώς δε θα ήμουν τόσο αβέβαιος γι' αυτόν μέχρι σήμερα), και μη νομίζετε

ότι καθόμουν κι έβαζα με το νου μου το πνεύμα της χώρας να ορ­

θώνεται πάνω απ' τα λευκά απόκρημνα βράχια του Ντόβερ, για να

με ρωτήσει -εμένα που γυρνούσα σώος και αβλαβής, τρόπος τού

λέγειν- τι aπόγινε ο μικρός μου αδερφός. Παρακαλώ, τέτοια

σφάλματα δε διαπράττω. Ήξερα πολύ καλά ότι ήταν από κείνους

που πάνε καλιά τους αζήτητοι. Έχω δει καλύτερους από δαύτον

που έσβησαν, εξαφανίστηκαν, aφανίστηκαν ολοκληρωτικά, χωρίς

να προκαλέσουν ούτε ένα επιφώνημα περιέργειας ή θλίψης. Το

πνεύμα της χώρας, καθώς είναι ταγμένο να καθοδηγεί μεγαλειώ­

δεις επιχειρήσεις, αδιαφορεί για το ανώνυμο πλtiθος. Αλίμονο σ'

αυτούς που ξεκόβουν! Υπάρχουμε μόνο όσο μένουμε ενωμένοι.

Αυτός είχε ξεκόψει κατά κάποιο τρόπο· ήταν ξεκρέμαστος αλλά

η σφοδρή του επίγνωση γι' αυτό, έκανε τη ζωή του τραγική, όπως

ακριβώς η συνειδητότερη ζωή ενός ανθρώπου κάνει το θάνατό

του πιο τραγικό απ' το θάνατο ενός δέντρου. Έτυχε να είμαι δια­

θέσιμος κι έτυχε να αγγίξει κάποια χορδή συμπάθειας μέσα μου.

Αυτό είναι όλο . Η μοναδική μου έγνοια ΊΊταν ο τρόπος που θα ξό­

φλαγε. Θα με είχε πειράξει, για παράδειγμα, αν το 'ριχνε στο πιο­

τό. Η γη είναι τόσο μικρή , που φοβόμουν πως μια μέρα θα με στα­

μάταγε στο δρόμο κάποιος με θολά μάτια και πρησμένο μούτρο ·

Page 18: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 217

κάποιος λιγδιασμένος αλήτης με τρύπια πάνινα παπούτσια και

κουρελιασμένους αγκώνες, που, στ' όνομα μιας παλιάς γνωριμίας,

θα μου ζήταγε κάνα πεντοδόλαρο δανεικό. Ξέρετε πόσο απο­

κρουστικό είναι το γεμάτο ξεγνοιασιά ύφος αυτών των σκιάχτρων

που σε πλησιάζουν από ένα κόσμιο παρελθόν, η γρατζουνιστή

αδιάφορη φωνή τους, τα γεμάτα θράσος κι αναίδεια λοξοκοιτάγ­

ματα -εκείνες οι συναντήσεις, που είναι πιο βασανιστικές για κά­

ποιον ο οποίος πιστεύει στην κοινή μοίρα των ανθρώπων, απ' ό,τι

η θέα ενός αμετανόητου ετοιμοθάνατου για έναν παπά. Αυτό

ήταν, για να σας πω όλη την αλήθεια, ο μοναδικός κίνδυνος που

έβλεπα να διαγράφεται στον ορίζοντα, τόσο γι' αυτόν όσο και για

μένα· αλλά απ' την άλλη πάλι, δεν εμπιστευόμουν καθόλου την πε­

νιχρή φαντασία μου. Θα μπορούσε να γίνει κάτι ακόμα χειρότερο,

που οι δυνάμεις του μυαλού μου ήταν ανίκανες να προβλέψουν.

Γιατί σημειωτέον, η δική του φαντασία ήταν κάθε άλλο παρά πενι­

χρή, και κάτι τέτοιοι ευφάνταστοι άνθρωποι μπορούν να τραβή­

ξουν το σκοινί προς aσύλληπτες κατευθύνσεις, δεδομένου ότι το

aραξοβόλι της ζωής τούς χαρίζει μεγάλη aπλοχωριά. Μάλιστα.

Και το ρίχνουν στο πιοτό. Μπορεί να τον υποτιμούσα μ' αυτούς

τους φόβους μου. Αλλά πώς μπορούσα να ξέρω; Ακόμα κι ο Στάιν

δεν μπορούσε να πει τίποτε παραπάνω απ' το ότι ήταν ρομαντικός.

Εγώ το μόνο που ήξερα, είναι ότι "ήταν δικός μας άνθρωπος". Και

τι στο καλό το 'θελε να είναι ρομαντικός; Σας λέω τόσο πολλά για

τα αυθόρμητα αισθήματα και τις αντιφατικές αντιδράσεις μου,

επειδή δεν έχω να πω και πολλά ακόμη γι' αυτόν τον ίδιο. Το μόνο

που ξέρω, είναι ότι "υπήρξε" για μένα, και σε τελευταία ανάλυση,

μέσα από μένα "υπάρχει" και για σας. Τον ανέσυρα απ' την ανυ­

παρξία με το δικό μου χέρι. Και τον στήνω μπροστά σας. Ήταν οι

κοινότοποι φόβοι μου αδικαιολόγητοι; Δεν ξέρω -ακόμα και τώ­

ρα. Ίσως εσείς ξέρετε καλύτερα, αν πιστέψουμε το σκεπτικό που

λέει ότι οι θεατές βλέπουν πιο καλά το παιχνίδι από τους παίκτες.

Αλλά όπως και να έχει, οι φόβοι μου αποδείχτηκαν υπερβολικοί.

Γιατί κάθε άλλο παρά ξόφλησε · αντίθετα, συνέχισε μια χαρά, συ­

νέχισε με το κεφάλι ψηλά, aπτόητος, πράγμα που έδειξε ότι όχι

μόνο μπορούσε να σταθεί απλώς στα πόδια του, αλλά και να κάνει θαύματα. Ίσως θα 'πρεπε να χαίρομαι, γιατί είχα κι εγώ κάποιο

μερτικό σ' αυτή τη νίκη · αλλά δεν είμαι και τόσο ευχαριστημένος

Page 19: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

218 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΊ'

όσο περίμενα. Αναρωτιέμαι αν το φευγιό του τον είχε οδηγήσει

πράγματι έξω από εκείνη την ομίχλη, μέσ' απ' την οποία αναδυό­

ταν γοητευτικός, αν και όχι ιδιαίτερα σπουδαίος, με ακαθόριστο

περίγραμμα -ένας λιποτάκτης που λαχταράει aπαρηγόρητος την

ταπεινή του θέση στα χαρακώματα. Κι εξάλλου, δεν ειπώθηκε

ακόμα η τελευταία λέξη -ίσως δε θα ειπωθεί ποτέ. Είναι η ζωή

μας πολύ μικρή για να αρθρώσει την τελευταία κουβέντα, ικανο­

ποιώντας τη μοναδική ασίγαστη φιλοδοξία που υποκινεί όλα τα

αδέξια ψελλίσματά μας. Έχω πάψει πια να περιμένω αυτές τις τε­

λευταίες λέξεις, που κι ένα απλό ψιθύρισμά τους αν ήταν δυνατό,

θα ταρακουνούσε συθέμελα με τον ήχο του γη κι ουρανό. Δεν πε­ρισσεύει ποτέ ο καιρός για να προλάβουμε την τελευταία μας λέξη

-την τελευταία λέξη του έρωτα, του πόθου, της πίστης, της μεταμέ­

λειας, της υποταγής, της εξέγερσής μας. Η γη κι ο ουρανός δεν

πρέπει να σαλέψουν απ' τη θέση τους τουλάχιστον όχι από μας,

υποθέτω, που προσκυνάμε τόσο πολλές και διαφορετικές αλή­

θειες και για τα δυο τους. Δε θα 'ναι πολλές οι τελευταίες μου κου­

βέντες για τον 'Γζιμ. Απλά θα βεβαιώσω ότι άγγιξε τα όρια του με­

γαλείου· αλλά τα πράγματα χάνουν τις αληθινές τους διαστάσεις

όταν τα λες, ή μάλλον όταν τ' ακούς. Για να σας μιλήσω ανοιχτά,

αυτό που δεν εμπιστεύομαι είναι το μυαλό σας κι όχι τα λόγια μου.

Θα ήμουν πιο εύγλωττος, αν δεν είχα την υποψία ότι αφήνετε τη

φαντασία σας να λιμοκτονεί για να παχαίνετε το κορμί σας. Δε θέ­

λω να σας προσβάλω· είναι άξιο κάθε σεβασμού το να μην τρέφει

κανείς ψευδαισθήσεις -είναι ασφαλές -κι επικερδές -και βαρετό.

Κι όμως, πρέπει κι εσείς στον καιρό σας να δοκιμάσατε την έξαψη

της ζωής, εκείνη τη συναρπαστική λάμψη που εκτινάζεται αιφνι­

διαστικά μέσα απ' την ασήμαντη καθημερινότητα, σαγηνευτική

σαν τις λαμπερές σπίθες που αναπηδούν από μια άψυχη πέτρα -κι

αλίμονο, το ίδιο φευγαλέα σαν κι αυτές!»

Page 20: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

22

«Η κατάκτηση της αγάπης, του σεβασμού, της εμπιστοσύνης των

ανθρώπων ~η περηφάνια και η δύναμη που κατά συνέπεια ακο­

λουθούν, είναι πρώτης τάξεως υλικό για μια ηρωική εποποιία· μό­νο που το μυαλό μας εντυπωσιάζεται κυρίως από τις πολύ κραυγα­

λέες ενδείξεις μιας τέτοιας επιτυχίας, που στην περίπτωση του

Τζιμ δεν υπήρχαν. Τριάντα μίλια δάσους έκρυβαν την επιτυχία

του απ' το βλέμμα ενός αδιάφορου κόσμου, κι ο απόηχος της δό­

ξας του πνιγόταν στην ακρογιαλιά από το βουερό παφλασμό των

aφρισμένων κυμάτων. Το ρεύμα του πολιτισμού φτάνει ώς μια

χερσόνησο εκατό μίλια βόρεια του Πατουσάv- εκεί χωρίζεται σε

δυο παρακλάδια, ένα προς τα ανατολικά και το άλλο προς τα βο­

ρειοανατόλικά, αφήνοντας παράμερα τις πεδιάδες και τις κοιλά­

δες του Πατουσάν, τα αιωνόβια δέντρα και τους παλιούς κατοί­

κους του , παρατημένους κι aπομονωμένους, ακριβώς σαν να ήταν

μια ασήμαντη, ερειπωμένη νησίδα ανάμεσα στα δυο παρακλάδια

ενός ισχυρού, aσυγκράτητου χείμαρρου. Το όνομα της χώρας

αναφέρεται αρκετά συχνά σε παλιές ταξιδιωτικές αφηγήσεις. Οι

έμ.τtοροι του δέκατου έβδομου αιώνα π1Ίγαιναν εκεί αναζητώντας

να βρούνε πιπέρι, μ' ένα πάθος που έμοιαζε να καίει σαν τη φλόγα

του έρωτα στα στήθια των ολλανδών και εγγλέζων τυχοδιωκτών

την εποχή του Τζέημς του Πρώτου. Ώς την άκρη του κόσμου ήταν

ικανοί να φτάσουν για το πιπέρι! Ήταν έτοιμοι ν' αλληλοσφα­

χτούν για ένα σακούλι πιπέρι χωρίς κανέναν ενδοιασμό και να

πουλήσουν την ψυχtΊ τους -που τόσο πολύ φρόντιζαν κατά τα άλ­

λα- στο διάβολο· η αλλόκοτη δύναμη αυτού του πάθους τούς έκα­

νε ν' αψηq)ούν το θάνατο που τους απειλούσε από χίλιες μεριές -άγνωστες θάλασσες, σιχαμερές και παράξενες aρρώστιες, λα­βωματιές, αιχμαλωσία, πείνα, λοιμο( και απΕλπισία. Όλ' αυτά

τους έκαναν σπουδαίους! Μα το Θεό, ναι ! τους έκαναν ήρωες και

Page 21: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

220 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

φυσιογνωμίες τραγικές συνάμα καθώς συναλλάσσονταν παθια­

σμένοι με τον ασυγκίνητο θάνατο, που επέβαλλε το φόρο του

αδιακρίτως σε νέους και γέρους. Μοιάζει απίστευτο ότι μπορούν

ποτέ να υπάρξουν άνθρωποι που, χωρίς να λογαριάσουν καθόλου

κόπους και θυσίες, μένουν ακλόνητα προσηλωμένοι σ' ένα σκοπό

από καθαρή απληστία και μόνο . Κι όμως ναι, αυτοί έπαιζαν τη

ζωή τους κορόνα γράμματα, ρισκάριζαν ό,τι είχαν και δεν είχαν

για μια τόσο πενιχρή ανταμοιβή. Τα δικά τους τα κοκαλάκια μέ­

ναν να ξασπρίζουν σε απόμακρα ακρογιάλια, για να γεμίζουν οι

τσέπες των ζωντανών στην πατρίδα τους. Ακόμα κι οι διάδοχοί

τους που κόπιασαν και δοκιμάστηκαν λιγότερο, μοιάζουν στα μά­

τια μας σπουδαίοι, όχι σαν πράκτορες του εμπορίου, αλλά σαν όρ­

γανα της μοίρας που ήταν γραμμένο να ξανοιχτούν στο άγνωστο,

υπακούοντας σε μια εσώτερη φωνή, σε μια παρόρμηση που κυλού­

σε στις φλέβες τους, σε μια ονειροφαντασία για το μέλλον. Στάθη ­

καν μεγάλοι· κι οφείλουμε να τους αναγνωρίσουμε ότι δε βρέθη­

καν καθόλου απροετοίμαστοι μπρος στα θαύματα που συνάντη ­

σαν. Το επισφραγίζουν με αυταρέσκεια εξιστορώντας τα βάσανά

τους, την ομορφιά των θαλασσών, τα έθιμα παράξενων φυλών, την

ένδοξη ιστορία λαμπρών ηγεμόνων.

»Στο Πατουσάν είχαν βρει πολύ πιπέρι κι είχαν εντυπωσιαστεί

απ' τη μεγαλοπρέπεια και τη σοφία του σουλτάνου· αλλά κατά πε­

ρίεργο τρόπο, ύστερα από έναν αιώνα περιστασιακής ερωτοτρο­

πίας με τους εμπόρους, η χώρα έμοιαζε να χάνει σιγά σιγά το

εμπορικό της γόητρο. Ίσως να είχε εξαντληθεί το πιπέρι. Πάντως,

ό,τι και να 'γιν ε, κανείς δε νοιάζεται πια σήμερα για το Πατουσάν·

η δόξα του έσβησε, ο σουλτάνος είναι ένας aποβλακωμένος νεα­

ρός με έξι δάχτυλα στο δεξί του χέρι, ένα αβέβαιο και ισχνό εισό­

δημα που το αποσπά με τη βία απ' τον εξαθλιωμένο πληθυσμό, κι

ένα σωρό θείους που τον καταληστεύουν.

»Όλ' αυτά τα ξέρω βέβαια απ' τον Στάιν. Μου είπε τα ονόματα

των θείων και μου σκιαγράφησε εν συντομία τη ζωή και το χαρα­

κτήρα του καθενός ξεχωριστά. Είχε στη διάθεσή του τόσο πολλές

πληροφορίες για τα τοπικά κρατίδια, που θα ισοδυναμούσαν με

επίσημη διπλωματική αναφορά. Μόνο που οι δικές του ήταν aπεί­

ρως διασκεδαστικότερες. Η δουλειά του τον υποχρέωνε να 'ναι κα­

τατοπισμένος. Είχε εμπορικές δοσοληψίες μ' ένα σωρό περιοχές

Page 22: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 221

του κόσμου, και σε μερικές -όπως για παράδειγμα στο Πατουσάν­

η εταιρεία του ήταν η μοναδική που είχε αντιπρόσωπο κατόπιν ει­

δικής αδείας απ' τις ολλανδικές αρχές. Η εν λόγω κυβέρνηση είχε

εμπιστοσύνη στη διορατικότητά του -πράγμα που σήμαινε ότι όλο

το ρίσκο ήταν δικό του χωρίς καμιά απολύτως εξασφάλιση. Οι άν­

θρωποι που ήταν στη δούλεψή του το καταλάβαιναν κι αυτοί, αλλά

προφανώς τους έπειθε ότι αξίζει τον κόπο. Δε μου έκρυψε απολύ­

τως τίποτα εκείνο το πρωινό στο τραπέζι. Απ' όσο μπορούσε να ξέ­

ρει (τα τελευταία νέα ήταν δεκατριών μηνών, όπως δήλωσε με

ακρίβεια), η ζωή και η ιδιοκτησία εκεί πέρα ήταν τελείως επισφα­

λείς όλο τον καιρό. Υπήρχαν ανταγωνιστικές φατρίες, και η μια απ' αυτές είχε καπετάνιο τον πρίγκιπα Αλάνγκ, τον χειρότερο απ'

τους θείους του σουλτάνου, που έλεγχε το ποτάμι, ήταν ο μεγαλύτε­

ρος φοροεισπράκτορας και καταχραστής, και καταδυνάστευε σε

βαθμό κανονικής γενοκτονίας τους aυτόχθονες Μαλαίους που

ήταν εντελώς ανυπεράσπιστοι, χωρίς καν τη διέξοδο του ξενιτεμού

-"γιατί πράγματι" όπως παρατήρησε ο Στάιν, "πού θα μπορούσαν

να πάνε, και πώς θα μπορούσαν να φύγουν;" Χωρίς άλλο δεν είχαν

καν την επιθυμία να φύγουν . Ο κόσμος τους (κυκλωμένος από ψη­

λά, αδιάβατα βουνά) είχε δοθεί στα χέρια των aρχοντογεννημένων

και σ' αυτόν τον πρίγκιπα, που ξέρανε ότι βαστούσε απ' το σόι των

βςισιλιάδων τους. Αργότερα, είχα την τιμή να συναντήσω αυτόν τον

αξιότιμο κύριο. Ήταν ένας λιγδιάρης, μπασμένος και μαραγκια­

σμένος γέρος με μοχθηρά μάτια κι όλα τα δόντια σάπια, που κάθε

δυο ώρες κατάπινε ένα χάπι όπιο, κι αδιαφορώντας για την επίση­

μη θέση του, άφηνε το κεφάλι του ακάλυπτο, και τα μαλλιά του να

πέφτουν σε άγρια, μπλεγμένα τσουλούφια πάνω απ' το μαραμένο,

λεκιασμένο του πρόσωπο. Όταν έδινε ακρόαση, σκαρφάλωνε με

δυσκολία σ' ένα είδος στενής εξέδρας, στημένης σε μια αίθουσα

σαν μισορημαγμένη σιταποθήκη με κόκκινο πάτωμα από μπαμπού,

όπου μέσα απ' τις χαραμάδες έβλεπες κάθε λογής ακαθαρσίες και

σκουπιδαριό, αδειασμένα σ' ένα σωρό κάπου δώδεκα με δεκα­

τρείς σπιθαμές κάτω απ' το σπίτι. Σ' εκείνη την αίθουσα μας υποδέ­

χτηκε, όταν με τη συνοδεία του τζιμ τού έκανα μια εθιμοτυπική

επίσκεψη. Ήταν γύρω στους σαράντα ανθρώπους στο δωμάτιο και

ίσως τρεις φορές τόσοι στο μεγάλο προαύλιο από κάτω. Πίσω απ'

τις πλάτες μας επικρατούσε ένα αδιάκοπο σούσουρο. Μερικοί νε-

Page 23: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

222 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

αροί με ζωηρόχρωμα μεταξωτά μάς στραβοκοίταζαν εξ αποστάσε­

ως οι πιο πολλοί σκλάβοι κι υποτακτικοί ήταν μισόγυμνοι, με κου­

ρελιασμένα σαρόνγκ, βρωμισμένα από στάχτες και σβόλους λά­

σπης. Πριδτη μου φορά έβλεπα τον τζιμ να επιδεικνύει μια αυτο­

κυριαρχία τόσο εντυπωσιακή και ακαταμάχητη. Έτσι όπως έστεκε

τριγυρισμένος απ' αυτούς τους σκουροπρόσωπους ανθρώπους, με

τη γεροδεμένη του κορμοστασιά ντυμένη στ' άσπρα, και τις φαντα­

χτερές μπούκλες των χρυσαφένιων του μαλλιών, έμοιαζε να μαγνη ­

τίζει πάνω του όλο το φως του 1iλιου, που τρύπωνε απ' τις ρωγμές

στα κλειστά παραθυρόφυλλα εκείνης της σκοτεινής κάμαρης, με

τους τοίχους γεμάτους ψαθάκια και την καλαμένια σκεπή. Έμοια­

ζε μ' ένα πλάσμα όχι μονάχα διαφορετικής ράτσας αλλά και δια­φορετικής ουσίας. Επειδή δεν τον είδαν όταν πρωτόρθε με το κα­

νό, ίσως να 'χαν σκεφτεί ότι έπεσε απ' τα σύννεφα. Η αλήθεια

ωστόσο είναι ότι είχε πάει εκεί με μια ξεχαρβαλωμένη πιρόγα, κα­

θισμένος (τελείως aσάλευτος και με τα γόνατα κολλημένα, απ' το

φόβο μ1Ίπως αυτό το πράγμα μπατάρει) πάνω σ' ένα ντενεκεδένιο

μπαούλο -δανεικό από μένα- μ' ένα περίστροφο του Ναυτικού πά­

νω στα πόδια του -αποχαιρετιστ1Ίριο δώρο εκ μέρους μου- που, εί­

τε λόγω μιας παρέμβασης της Θείας Πρόνοιας είτε από κάποια ξε­

ροκεφαλιά του, τόσο χαρακτηριστική γι' αυτόν, ή ίσως πάλι απλά

και μόνο από καθαρή ενστικτώδη διορατικότητα, είχε αποφασίσει

να κουβαλάει μαζί του άδειο . Μ' αυτό τον τρόπο λοιπόν ανέβηκε

τον ποταμό του Πατουσάν. Δε γινόταν τρόπος λιγότερο ποιητικός

κι ανασφαλής, πιο τυχαίος και μοναχικός. Παράξενο, αλήθεια, αυ­

τό το πεπρωμένο, που χρωμάτισε όλες του τις πράξεις με μια aσύ­

νειδη τάση φυγής κι απομόνωσης -ενός πηδήματος στο άγνωστο.

»Ήταν ακριβώς το τυχαίο του όλου πράγματος που μου έκανε

τη μεγαλύτερη εντύπωση . Ούτε εγώ ούτε ο Στάιν είχαμε σαφή ιδέα

τι τον περίμενε εκεί πέρα, όταν, τρόπος τού λέγειν, τον βουτήξαμε

άρον άρον και τον ξαποστείλαμε εκτός των τειχών χωρίς πολλές

τσιριμόνιες. Αυτό που επεδίωκα εκείνη τη στιγμή ήταν απλά η

εξαφάνισή του. Το κίνητρο του Στάιν ήταν, σύμφωνα με το χαρα­

κτήρα του, συναισθηματικής φύσεως. Ήθελε να ξεπληρώσει (σε

είδος, υποθέτω) μια παλιά οφειλή που δεν είχε λησμονήσει ποτ€ του . Στην πραγματικότητα, έτρεφε σ' όλη του τη ζωή μια ιδιαίτερη

συμπάθεια για τα τέκνα της Μεγάλης Βρετανίας . Εδώ που τα λέ-

Page 24: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 223

με, ο τελευταίος ευεργέτης του ήταν Σκοτσέζος -με τα όλα του μά­

λιστα, καθώς άκουγε στο όνομα Αλεξάντερ ΜακΝήλ- ενώ ο Τζιμ

βαστούσε από ένα μέρος πολύ βορειότερα απ' το Τουήντ· αλλά

από απόσταση έξι εφτά χιλιάδων μιλίων η Μεγάλη Βρετανία, αν

και ποτέ δεν εξαφανίζεται τελείως απ' τα μάτια των παιδιών της,

υφίσταται μια σμίκρυνση που καθιστά αυτές τις μικρολεπτομέρει­

ες αμελητέες . Το σφάλμα του Στάιν δεν ήταν και πολύ σημαντικό,

κι οι κρυφές του προθέσεις ήταν τόσο μεγαλόψυχες, που τον πα­

ρακάλεσα με πάσα σοβαρότητα να τις κρατήσει για ένα διάστημα

μυστικές . Δεν ήθελα να επηρεαστεί ο τζιμ απ' την ιδέα ότι του

προσφέρονταν ιδιαίτερα πλεονεκτήματα απ' αυτή την ιστορία· δε θα 'πρεπε επ' ουδενί να το ρισκάρουμε. Εδώ είχαμε να κάνουμε μ'

ένα άλλο είδος πραγματικότητας. Ζητούσε ένα καταφύγιο, αυτό

λοιπόν έπρεπε να του προσφέρουμε, χωρίς να του κρύβουμε κανέ­

ναν απ' τους πιθανούς κινδύνους -τίποτε παραπάνω.

»Σε όλα τ' άλλα ήμουν απόλυτα ε ιλικρινής μαζί του, και μάλι­

στα υπερέβαλα (όπως πίστευα κάπου κάπου) τους κινδύνους του

εγχειρήματος. Αλλά στην πραγματικότητα τους είχα υποτιμήσει· η

πρώτη του μέρα στο Πατουσάν κόντεψε να 'ναι κι η τελευταία του

-και θα ήταν όντως, αν η απερισκεψία ή η αδιαλλαξία του δεν

ήταν τόσο μεγάλη, ώστε να μην καταδεχτεί να γεμίσει εκείνο το

περίστροφο. Θυμάμαι το πρόσωπό του, καθώς το πείσμα και εκεί­

νο το κουρασμένο αίσθημα παραίτησης έδινε σιγά σιγά τη θέση

του στην έκπληξη , το ενδιαφέρον, το θαυμασμό και σε μια παιδική ανυπομονησία, ενώ εγώ του ανέπτυσσα διεξοδικά το σχέδιό μας

για την αναχώρησή του. Ήταν η ευκαιρία των ονείρων του. Ανα­

ρωτιόταν γιατί έχανα τον καιρό μου ... Έσπαγε το κεφάλι του να καταλάβει γιατί ... Ώστε λοιπόν ο Στάιν, ο μεγαλέμπορας, θα ... αλ­

λά βέβαια ήταν προς εμένα αποκλειστικά που όφειλε ... τον έκοψα απότομα. Μιλούσε μπερδεμένα, και η ευγνωμοσύνη του με γέμιζε

με μια ανεξήγητη θλίψη. Του δήλωσα πως αν έπρεπε να υπήρχε

ντε και καλά κάποιος που να του οφείλει ιδιαίτερη ευγνωμοσύνη,

αυτός ήταν ο γερο-Σκοτσέζος που δεν τον είχε ποτέ του ακουστά,

που είχε πεθάνει εδώ και πολλά χρόνια, κι αν είχε απομείνει κάτι

στη μνήμη των ανθρώπων απ' αυτόν, ήταν η βροντοφωνάρα του

και η χοντροκομμένη τιμιότητά του. Αλήθεια, δεν υπήρχε κανείς

για να αποδεχτεί την ευγνωμοσύνη του. Ο Στάιν είχε απλά δώσει

Page 25: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

224 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

σ' έναν νεαρό τη βοήθεια που ο ίδιος είχε δεχτεί στα δικά του νιά­

τα, κι εγώ δεν είχα κάνει τίποτε παραπάνω απ' το να αναφέρω τ'

όνομά του . Εκείνος τότε άλλαξε χρώμα, και τσαλακώνοντας νευ­

ρικά στα δάχτυλά του ένα χαρτάκι, παρατ1Ίρησε ντροπαλά ότι δεν

είχα χάσει ούτε λεπτό την εμπιστοσύνη μου σ' αυτόν.

»Παραδέχτηκα ότι επ' αυτού είχε απόλυτο δίκιο, και μετά από

μια μικρή παύση , πρόσθεσα ότι πολύ θα ήθελα να ακολουθήσει κι

εκείνος το παράδειγμά μου. "Νομίζεις ότι δεν το κάνω;" ρώτησε

aνήσυχος, και συμπλήρωσε μουρμουρίζοντας ότι για να το απο­

δείξει αυτό κανείς, πρέπει να του δοθεί κάποια ευκαιρία· ύστερα

το πρόσωπό του φωτίστηκε, και με σιγανή φωνή διαμαρτυρήθηκε ότι ποτέ δε θα μ' έκανε να μετανιώσω για την εμπιστοσύνη μου

στο πρόσωπό του, που -που .. . »"Μην μπερδεύεις τα πράγματα" τον διέκοψα. "Δεν είναι στο

χέρι σου να με κάνεις να μετανιώσω για οτιδήποτε" . Δεν υπήρχε

περίπτωση να μετανιώσω, αλλά κι αν το έκανα, θα 'ταν δική μου

δουλειά και κανενός άλλου. Απ' την άλλη, του είπα να βάλει καλά

μες στο κεφάλι του ότι αυτός ο διακανονισμός, αυτό -αυτό -το

πείραμα, ήταν δική του υπόθεση· αυτός ήταν ο μοναδικός υπεύθυ­

νος και κανένας άλλος. "Μα, μα" είπε μέσ' απ' τα δόντια του,

"ακριβώς αυτό το πράμα θέλω να ... " Τον παρακάλεσα να μη λέει κουταμάρες, κάτι που επιδείνωσε την αμηχανία του. Ήταν πάλι

στο τσακ να κάνει τη ζωή του ανυπόφορη ... "Έτσι νομίζεις;" ρώ­τησε ενοχλημένος, αλλά την επόμενη στιγμή πρόσθεσε με πεποί­

θηση: "Μα, σου είπα εγώ ότι δε θα πάω; Αφού δέχομαι". Ήταν

αδύνατον να θυμώσω μαζί του. Μην μπορώντας να συγκρατήσω

ένα χαμόγελο, του είπα ότι τα παλιά τα χρόνια όσοι ακολουθού­

σαν το δρόμο του κατέληγαν ερημίτες στις σπηλιές. "Στο διάολο

με τους ερημίτες!" σχολίασε προσπαθώντας να συγκρατηθεί. Και

βέβαια δεν τον τρόμαξε καθόλου η ιδέα της ερημιάς ... "Χαίρω ιδι­αιτέρως" είπα. Γιατί ακριβώς εκεί τον ξαποστέλναμε. Μια κατά­

σταση που θα έβρισκε αρκετά ευχάριστη, δε δίστασα να του υπο­

σχεθώ. "Ναι, ναι" είπε μ' ενθουσιασμό. Είχε δείξει, συνέχισα εγώ

αυστηρά, ότι ήθελε να φύγε ι και να κλείσει πίσω του την πόρτα ... "Αλήθεια;" μ' έκοψε μ' ένα παράξενο κατσούφιασμα, που φάνηκε να τον τυλίγει απ' την κορφή ώς τα νύχια σαν σκιά διαβατάρικου

σύννεφου. Η εκφραστικότητά του ήταν μοναδική! Ναι, μοναδικ1Ί!

Page 26: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 225

"Αλήθεια;" επανέλαβε με πίκρα. "Πάντως δεν μπορείς να πεις ότι

ξεσήκωσα τον κόσμο γι' αυτό. Κι ούτε πρόκειται ν' αλλάξω γνώμη

-μόνο που, στο διάολο! μου έδειξες μια πόρτα ... " "Πολύ ωραία. Περάστε λοιπόν" πέταξα εγώ. Μπορούσα να δεσμευτώ απέναντι

του επισήμως ότι η πόρτα θα έκλεινε πίσω του οριστικά κι αμετά­

κλητα. Η μοίρα του, όποια κι αν ήταν, θα πέρναγε απαραηiρητη

επειδή η χώρα, παρά τη σαπίλα της κοινωνίας της, δεν εθεωρείτο

ώριμη για εξωτερικές επεμβάσεις. Άπαξ και βρισκόταν εκεί, θα

ήταν σαν να μην είχε υπάρξει ποτέ για τον έξω κόσμο. Το μόνο

που θα 'χε για να στηριχτεί όρθιος, θα ήταν τα δυο του ποδάρια,

αν βέβαια έβρισκε το κατάλληλο έδαφος για κάτι τέτοιο. "Σαν να

μην υπήρξα ποτέ -αυτό είναι, Θεέ μου!" μουρμούρισε μέσα του.

Τα μάτια του στυλωμένα στα χείλια μου, σπινθήρισαν. Αν λοιπόν

δεν είχε καμιά άλλη απορία, κατέληξα, το καλύτερο που 'χε τώρα

να κάνει ήταν να πηδήξει στο πρώτο γκάρυ60 που θα 'βλεπε, και να

τραβΊΊξει γραμμή στο σπίτι του Στάιν για τις τελευταίες οδηγίες.

Τινάχτηκε έξω απ' το δωμάτιο προτού καλά καλά προλάβω ν'

aποσώσω τα λόγια μου».

60 Μικρή άμαξα με ένα άλογο.

Page 27: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

23

«Δεν επέστρεψε παρά το επόμενο πρωί. Είχε μείνει στου Στάιν

για φαγητό και ύπνο. Δεν υπήρχε πιο υπέροχος άνθρωπος απ' τον

κύριο Στάιν. Είχε στην τσέπη του ένα γράμμα για τον Κορνήλιο

("τον τύπο που τώρα θα πάρει πόδι" εξήγησε, με μια στιγμιαία

κάμψη του ενθουσιασμού του), κι έδειξε με αγαλλίαση ένα ασημέ­

νιο δαχτυλίδι απ' αυτά που έχουν οι ιθαγενείς, πολύ λεπτοδουλε­

μένο και μ' ένα σβησμένο σκάλισμα.

»Ήταν η συστατική του επιστολή σ' έναν παλιό φίλο ονόματι

Ντοραμίν -απ' τους πιο σημαντικούς αρχηγούς εκεί πέρα -σπου­

δαία προσωπικότητα -φίλος του κυρίου Στάιν σ' αυτή τη χώρα

όπου έζησε τόσες και τόσες περιπέτειες. Ο κύριος Στάιν τον απο­

καλούσε "σύντροφο εν όπλοις". Σύντροφος εν όπλοις, καλό ε; Και

δε μίλαγε θαυμάσια αγγλικά ο κύριος Στάιν; Είπε πως τα 'μαθε

στην Κελέβη -μάλιστα, κύριε! Τρομερά αστείο, ε; Μιλούσε με προφορά -με τη μύτη- δεν το 'χα προσέξει κι εγώ; Εκείνος ο τύ­

πος ο Ντοραμίν τού 'χε δώσει το δαχτυλίδι. Είχαν ανταλλάξει δώ­

ρα την τελευταία φορά που χωρίστηκαν. Κάτι σαν υπόσχεση για

αιώνια φιλία. Το 'βρισκε υπέροχο -εγώ; Όταν δολοφονήθηκε

εκείνος ο Μοχάμεντ -Μοχάμεντ, πώς-τον-λέγανε;- αναγκάστη­

καν να το σκάσουν απ' τη χώρα για να σώσουν τη ζωή τους. Την

ήξερα βέβαια αυτή την ιστορία. Μεγάλο αίσχος, ε; ... >>Συνέχισε να μιλάει έτσι ακατάσχετα, ξεχνώντας το φαγητό

του, κρατώντας το μαχαίρι και το πιρούνι στα χέρια του (με είχε

πετύχει στο μεσημεριανό), ελαφρά ξαναμμένος, με τα μάτια σκο­

τεινιασμένα από διάφορες σκιές, χαρακτηριστικό σημάδι ότι βρι­

σκόταν σε έξαψη. Το δαχτυλίδι ήταν ένα είδος διαπιστευτηρίου

-("Όπως στα μυθιστορήματα" είπε με ικανοποίηση) κι ο Ντορα­

μίν θα έκανε ότι καλύτερο μπορούσε γι' αυτόν. Ο κύριος Στάιν

τού είχε σώσει κάποτε τη ζωή· εντελώς συμπτωματικά, είχε πει ο

Page 28: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 227

κύριος Στάιν, αλλά εκείνος -ο Τζιμ- είχε σχηματίσει τη δικ11 του

γνώμη επ' αυτού. Ο κύριος Στάιν ήταν ακριβώς από κείνους που

δεν τους ξεφεύγουν ποτέ τέτοιες συμπτωματικές ευκαιρίες . Τέλος

πάντων. Τυχαία ή ηθελημένα, η ουσία είναι ότι όλ' αυτά εξυπηρε­

τούσαν τα μέγιστα τον δικό του σκοπό. Ο Θεός να βάλει το χέρι

του και να φυλάει ζωντανό ακόμα τον καλό μας γερο-μακαντάση.

Ο κύριος Στάιν δεν ήξερε. Είχε να πάρει νέα του πάνω από χρόνο.

Η αιώνια φαγωμάρα των ιθαγενών είχε ανάψει για τα καλά και το

ποτάμι ήταν αποκλεισμένο. Λίγο ζόρικα τα πράγματα· αλλά δεν

υπήρχε φόβος όλο και κάποια τρύπα θα κατάφερνε να βρει για

να περάσει.

»Μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση όλη αυτή η παράφορη λογο­

διάρροιά του, σχεδόν με είχε φοβίσει. Ήταν φλύαρος σαν σκολια­

ρούδι τις παραμονές των καλοκαιριάτικων διακοπών, που είναι γε­

μάτες υποσχέσεις για διάφορα γοητευτικά μπλεξίματα, και η κατά­

σταση του μυαλού του έμοιαζε για έναν ώριμο άνθρωπο στη δική

του θέση λιγάκι τρελή, επικίνδυνή κι επισφαλής. Εκεί που ήμουν έτοιμος να τον παρακαλέσω να μην παίρνει τα πράγματα τόσο επι­

πόλαια, παράτησε μαχαίρι και πιρούνι (γιατί είχε αρχίσει στο με­

ταξύ να τρώει, ή καλύτερα, να καταπίνει μηχανικά μπουκιές μπου­

κιές αμάσητο το φα"C του) και βάλθηκε να ψαχουλεύει με μανία γύ­

ρω απ' το πιάτο του. Το δαχτυλίδι! Το δαχτυλίδι! Πού στο διάολο ... Α! Νά το ... Το 'σφιξε στη μεγάλη του χούφτα και δοκίμασε όλες τις τσέπες του τη μια μετά την άλλη. Ύψιστε! Φαντάσου να το έχανε!

Έπεσε σε βαθύ συλλογισμό πάνω απ' τη σφιγμένη του γροθιά. Αυ­

τό ήταν! Θα κρέμαγε αυτό το μπιχλιμπίδι στο λαιμό του! Και χωρίς

δεύτερη κουβέντα, ετέθη επί το έργον, βγάζοντας γι' αυτό το σκο­

πό απ' την τσέπη του ένα κομμάτι σπάγκο (που έμοιαζε με κορδόνι

παπουτσιού από βαμβακερό νήμα). Μάλιστα! Ήταν ό,τι έπρεπε!

Μονάχα αν έσπαζε ο διάολος το ποδάρι του, θα ... Και τότε μου 'ρι­ξε ένα βλέμμα σαν να μ' έβλεπε για πρώτη φορά εκεί πέρα, πράγ­

μα που του 'κοψε λιγάκι τη φόρα. Ίσως να μην aντιλαμβανόμουν

πλήρωs, είπε με αnλο·ίχή σοβαρότητα, τη σπουδαιότητα που είχε

για κεινον αυτό το αντικείμενο. Σήμαινε πάνω απ' όλα ένα φ(λο· κι

είναι πολύ σημαντικό να ξέρι::ις πως έχεις ένα φίλο. Είχε κάποια

πείρα επί του θέματος. Μου έγνεψε ι-ιε νόηι-ια, αλλά πeοτού εγώ

προλάβω να κάνω μια χειρονομία διαμαρτυρίας, εκείνος έγειρε το

Page 29: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

228 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

κεφάλι πάνω στο χέρι του κι απόμεινε για λίγο αμίλητος, παίζοντας

συλλογισμένος με τα ψίχουλα στο τραπεζομάντιλο ... "Να βροντή­ξω πίσω μου την πόρτα -πολύ καλοβαλμένη κουβέντα" φώναξε,

και πηδώντας επάνω, άρχισε να πηγαίνοέρχεται στο δωμάτιο, ενώ το καμπούριασμα των ώμων του, το γύρισμα του κεφαλιού, τα ορ­

μητικά κι ακανόνιστα βήματά του, μου έφεραν στο μυαλό εκείνη τη

νύχτα που πηγαινοερχόταν πάλι με τον ίδιο τρόπο, ανοίγοντας την

καρδιά του ή ψάχνοντας να δικαιολογηθεί, πείτε το όπως σας αρέ­

σει, αλλά, όπως και να 'ναι, γεμάτος ζωή -γεμάτος ζωή, μπροστά

στα μάτια μου, μέσα απ' το μικρό σύννεφο που τον τύλιγε, με όλες

τις aσυναίσθητες ταχυδακτυλουργίες του μυαλού του , που αντλού­

σαν κάποια παρηγοριά απ' αυτή την ίδια την αιτία της θλίψης του.

Ήταν η ίδια ψυχική διάθεση, ίδια κι αλλιώτικη μαζί, που σαν άστα­

τος σύντροφος σ1Ίμερα σε οδηγεί στο μονοπάτι της αλήθειας, κι αύ­

ριο σε παρασέρνει χωρίς ελπίδα αντίστασης, με τα ίδια μάτια, το

ίδιο βήμα και την ίδια παρόρμηση, στο δρόμο της πλάνης. Το περ­

πάτημά του Ίlταν σταθερό, τα σκοτεινιασμένα του μάτια πλανιό­

νταν τριγύρω σαν να γύρευαν να βρουν κάτι μες στο δωμάτιο. Το

πάτημα του ενός του ποδιού ακουγόταν κάπως πιο βαριά απ' του

άλλου -κάποια ασυμμετρία στην κατασκευή των παπουτσιών του

ίσως- δημιουργώντας την παράξενη αίσθηση ότι κάποιο αόρατο

εμπόδιο έμπαινε στο δρόμο του. Το ένα του χέρι ήταν χωμένο βα­

θιά στην τσέπη του παντελονιού του, το άλλο έκανε κάτι απότομες

κινήσεις πάνω απ' το κεφάλι του. "Να βροντήξω πίσω μου την πόρ­

τα" φώναξε . "Αυτό περίμενα τόσο καιρό . Τώρα θα τους δείξω ... Θα ... είμαι έτοιμος για όλα ... Πόσο τ' ονειρευόμουν ... Θεέ μου! Να γλιτώσω από δω πέρα. Θεέ μου! Επιτέλους, η τύχη μου γύρισε ... Περίμενε λίγο, και θα δεις . Θα ... "

>>Τίναξε το κεφάλι του αγέρωχα, και πρέπει να σας εξομολογη­

θώ ότι, για πρώτη και τελευταία φορά όσο κράτησε η γνωριμία

μας, ένιωσα να έχω μπαφιάσει μαζί του. Προς τι όλο αυτό το μελό;

Όργωνε το δωμάτιο, σηκώνοντας στα καλά καθούμενα τα χέρια ή

πασπατεύοντας κάπου κάπου το δαχτυλίδι που 'χε κρύψει στο στή­

θος, κάτω απ' τα ρούχα του. Από πού κι ώς πού τέτοια καμώματα

για τον επίδοξο εμπορικό αντιπρόσωπο μιας περιοχής όπου δεν υπήρχε εμπόριο; Γιατί τόση αλαζονι:;ία απέναντι σ' ολόκληρο το

σύμπαν; Σίγουρα δεν ήταν ο πιο σωστός τρόπος σκέψης αυτός για

Page 30: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 229

να ξεκινΊΊσεις μια καινούργια προσπάθεια· aταίριαστος όχι μόνο

γι' αυτόν, είπα, αλλά και για τον καθένα. Στάθηκε ακίνητος από

πάνω μου. Έτσι νόμιζα; ρώτησε, κάθε άλλο παρά θορυβημένος, μ'

ένα χαμόγελο που μου φάνηκε πως έκρυβε μέσα του κάποια αναί­

δεια. Αλλά στο κάτω κάτω είμαι είκοσι ολόκληρα χρόνια μεγαλύ­

τερός του. Οι νέοι είναι αναιδείς είναι δικαίωμά τους -ανάγκη

τους πρέπει να επιβεβαιώσουν τον εαυτό τους, και κάθε αυτοεπι­

βεβαίωση σ' αυτό τον κόσμο των αμφιβολιών παίρνει το σχήμα της

πρόκλησης, του θράσους. Περπάτησε ώς την άλλη άκρη του δωμα­

τίου, ξαναγύρισε, κι ετοιμάστηκε, τρόπος τού λέγειν, να με κατα­

σπαράξει. Μιλούσα έτσι, γιατί ακόμα κι εγώ, που στάθηκα τόσο

φιλικός μαζί του -ακόμα κι εγώ λοιπόν, θυμήθηκα -θυμήθηκα -να

του καταλογίσω -αυτό -αυτό που είχε συμβεί. Τι περίμενες λόι­

πόν απ' τους άλλους -απ' τον πολύ κόσμο; Καθόλου παράξενο που

ήθελε πάση θυσία να φύγει, να φύγει και να μην ξαναγυρίσει στον

αιώνα τον άπαντα -Θεέ μου! Κι εγώ καθόμουν και του έκανα κή­

ρυγμα περί του σωστού τρόπου σκέψης!

>>"Ούτε εγώ ούτε κανένας άλλος θυμάται" φώναξα εγώ. "Εσύ

-εσύ είσαι μονάχα που τα θυμάσαι".

»Δεν πτοήθηκε, και συνέχισε με ζέση: "Να τα ξεχάσω όλα κι

όλους -όλους ... " Η φωνή του χαμήλωσε. 'Έκτός από σένα" πρό­σθεσε.

»"Κι εμένα -κι εμένα, αν ι,χυτό βοηθάει" είπα κι εγώ με πιο μα­

λακή φωνή . Στη συνέχεια aπομείναμε για ένα διάστημα σιωπηλοί

και ράθυμοι, λες aποσταμένοι απ' την κουβέντα. Ύστερα άρχισε

ξανά εκείνος, συγκρατημένα τώρα, και μου είπε πως ο κύριος

Στάιν τον είχε συμβουλέψει να περιμένει κάνα μήνα, για να δει αν

μπορούσε να "παραμείνει" εκεί προτού αποφασίσει να φτιάξει

ένα καινούργιο σπίτι για τον εαυτό του, αποφεύγοντας έτσι τη "μά­

ταιη δαπάνη". Χρησιμοποιούσε aστείες εκφράσεις ο κύριος Στάιν .

"Μάταιη δαπάνη", καλό ... Άκου λέει, να παραμείνει; Μα θέλει και ρώτημα; Δεν επρόκειτο να ξεκολλήσει από κει. Μονάχα να φτάσει

-κι αυτό ήταν. Έβαζε ό,τι στοίχημα ήθελα ότι δε θα κούναγε ρούπι από κει. Το δύσκολο θα 'ταν να φύγει κι όχι να παραμείνει.

»"Μην είσαι επιπόλαιος" είπα, aνήσυχος απ' τον επιθετικό ·τό­

νο τηs ψωνήs του. "Σαν περάσουν μερικά χρονάκια, θα θελήσεις

σίγουρα να γυρίσεις πίσω".

Page 31: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

230 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡ ΑΝΤ

»"Να γυρίσω πού;" ρώτησε αφηρημένα, με τα μάτια στυλωμένα

στο ρολόι που κρεμόταν στον τοίχο.

»Έμεινα για λίγο σιωπηλός. "Δε θα ξανα"ίδωθούμε ποτέ λοι­

πόν;" είπα. "Ποτέ" επανέλαβε ονειροπόλα, δίχως να με κοιτάζει,

κι αμέσως ύστερα ζωντάνεψε ξαφνικά. "Θεέ μου! Δύο η ώρα, και

στις τέσσερις σαλπάρουμε!"

»Και πράγματι, μια μπρατσέρα του Στάιν που έφευγε εκείνο το

απόγευμα για τα δυτικά είχε λάβει εντολή να τον παραλάβει σαν

επιβάτη, αλλά ο Στάιν ξέχασε μάλλον να τους πει να καθυστερή ­

σουν λιγάκι την άναχώρηση. Έτσι, ο Τζιμ έφυγε άρον άρον για να

μαζέψει τα πράγματά του, ενώ εγώ πήγα στο καράβι μου, όπου

υποσχέθηκε πως θα πεταγόταν μια στιγμή να με αποχαιρετήσει

καθώς θα πέρναγε απ' τη ράδα. Ήρθε λοιπόν φουριόζος, βαστώ­

ντας στα χέρια του μια δερμάτινη βαλιτσούλα· επειδή δεν ήταν κα­

θόλου κατάλληλη για το ταξίδι, του έδωσα μια δικιά μου σιδερέ­

νια παλιά κασέλα, με τη σκέψη πως ήταν αδιάβροχη ή . τουλάχι­

στον δε θ ' άφηνε να περνάει η υγρασία. Πήρε τη βαλίτσα του σαν

να ήταν ένα σακί αλεύρι και άδειασε το περιεχόμενό της στην κα­

σέλα. Πάνω στο αναποδογύρισμα, το μάτι μου πήρε τρία βιβλία·

δυο μικρά με σκουρόχρωμο κάλυμμα, κι έναν χοντρό ασημόχρυσο

τόμο -μια φτηνή έκδοση του Σαίξπηρ. "Διαβάζεις Σαίξπηρ;" ρώ­

τησα. "Ναι, είν' ό,τι πρέπει για να σου φτιάξει τα κέφια" απάντη­

σε βιαστικά. Μου έκανε εντύπωση αυτή ~ αξιολόγησή του, αλλά σίγουρα δεν υπήρχε καιρός για ν ' ανοίξουμε κουβέντα περί Σαίξ­

πηρ. Στο τραπέζι της σκευοθήκης βρισκόταν ένα βαρύ περίστρο­

φο και δυο μικρά κουτιά φυσίγγια. "Σε παρακαλώ, πάρ' το αυτό

μαζί σου" είπα. "Ίσως σε βοηθήσει να παραμείνεις". Προτού κα­

λά καλά βγουν αυτές οι λέξεις απ' το στόμα μου, συνειδητοποίησα

τη σκοτεινή σημασία που έκρυβαν . "Ίσως να σε βοηθήσει να

μπεις στη χώρα" διόρθωσα τον εα:υτό μου, μετανιωμένος για την

απρονοησία μου. Εκείνος, ωστόσο, δε σκοτιζόταν διόλου για τέ­

τοιου είδους ζοφερά νοήματα. Μ' ευχαρίστησε διαχυτικότατα και

πετάχτηκε έξω σαν σίφουνας, φωνάζοντας "γεια" πάνω απ' τον

ώμο tου. Άκουσα τη φων1Ί του απ' την μπάντα του πλοίου να φω­

νάζει στο βαρκάρη του να ξεκινήσει, και καθώς κοίταξα απ' το φι­

νιστρίνι, είδα τη βάρκα να παίρνΕι στροφή κάτω απ' την πλώρη .

Καθόταν σκυφτός προς τα μπρος και παρότρυνε τους άντρες του

Page 32: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 231

με φωνές και χειρονομίες κι έτσι που βαστούσε το περίστροφο

στο χέρι, μοιάζοντας να σημαδεύει τα κεφάλια τους, δε θα ξεχάσω

ποτέ μου τα σκιαγμένα πρόσωπα των τεσσάρων Γιαβανέζων και

τη μανία που τράβαγαν κουπί, κάνοντας τη βάρκα να χαθεί μέσα

σε μια στιγμή μπρος απ' τα μάτια μου, σαν όραμα. Ύστερα στρέ­

φοντας το κεφάλι μου, το πρώτο πράγμα που είδα, ήταν τα δυο

κουτιά φυσίγγια στο τραπεζάκι. Τα είχε ξεχάσει.

»Είπα να μου ετοιμάσουν αμέσως τη σκαμπαβία μου· αλλά όι

κωπηλάτες του τζιμ, κυριευμένοι απ' την εντύπωση ότι μ' αυτόν τον

θεόμουρλο στη βάρκα η ζωή τους κρεμόταν από μια κλωστή, έκα­

ναν τόσο γρήγορα, ώστε προτού εγώ ακόμα καλύψω καλά καλά τη μισή απόσταση που χώριζε τα δυο σκάφη, τον είδα να σκαρφαλώ­

νει στο παραπέτο κι από πίσω να καταφτάνει και το μπαούλο του.

Όλα τα πανιά της μπρατσέρας ήταν λυμένα, η μα"Cστρα σηκωμένη,

κι ο μακαράς μόλις είχε αρχίσει να τριζοβολάει σαν ανέβηκα στην

κουβέρτα. Ο κυβερνήτης, ένας σβέλτος κοντόσωμος μιγάς γύρω

στα σαράντα, με μπλε βαμβακερή στολή, συμπαθητικά μάτια,

στρογγυλό πρόσωπο (στο χρώμα της λεμονόκουπας), και λεπτο­

κομμένο μαύρο μουστακάκι που έπεφτε ώς πλάι στα σαρκώδη

σκουρόχρωμα χείλια του, ήρθε προς το μέρος μου γελώντας με αυ­

ταρέσκεια. Παρά το ύφος της ικανοποίησης και την ευδιαθεσία

που μοστράριζε, αποδείχτηκε ότι είχε ένα σωρό μπελάδες στο κε­

φάλι του. Απαντώντας σε μια παρατήρησή μου (ενώ ο τζιμ είχε πά­

ει για μια στιγμή κάτω), είπε: ''Α, ναι, Πατουσάν". Έπρεπε να πάει

τον κύριο ώς την εκβολή του ποταμού, αλλά "ποτέ άνοδος". Τα αγ­

γλικά, που τα μιλούσε χωρίς να κομπιάζει, έμοιαζε να τα 'χει μάθει

από λεξικό που σύνταξε κάποιος παρανο·ίκός φιλόλογος. Αν ήθελε

ο κύριος Στάιν απ' αυτόν "να ανέλθει", εκείνος "ευλαβικώς"

-(θαρρώ πως ήθελε να πει με σεβασμό -αλλά μονάχα ο διάολος

ξέρει τι ήθελε να πει)- "ευλαβικώς" λοιπόν, "θα έκανε αντιρρή­

σεις για την ασφάλεια των περιουσιών". Και αν τον "περιφρονού­

σαν", θα έκανε "αίτηση εγκατάλειψης". Δώδεκα μήνες πρωτύτερα

είχε κάνει εκεί το τελευταίο του ταξίδι, και μόλο που ο κύριος Κορ­

νήλιος "ΕίχΕ ΕξΕυμΕνίσΕι πολλούς εισπράκτορες" του πρίγκιπα

Αλάνγκ και "των κυριοτέρων πληθυσμών", υπό συνθήκες που κα­

θιστούσαν το εμπόριο "παγίδα και λάσπη στα μούτρα", "κάτι αναί­σθητες ομάδες" πυροβολούσαν το πλοίο του μέσα απ' τα δάση όσο

Page 33: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

232 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

κατέβαινε το ποτάμι· πράγμα που ανάγκασε τους άντρες του, "για

να μην εκθέσουν τα μέλη τους, να μείνουν μουγκοί στις κρυψώνες",

κι έτσι η μπρατσέρα κόντεψε να εξοκείλει σε μια αμμούδα στο στό­

μιο του ποταμού, όπου "θα ήταν ικανή καταστραφεί χωρίς επανα­

φορά". Στο πλατύ απλο"ίκό του πρόσωπο, ο οργισμένος aποτροπια­

σμός που του γεννούσε αυηΊ η ανάμνηση διαδεχόταν το καμάρι για

την ευφράδειά του. Απ' τη μια κατσούφιαζε κι απ' την άλλη aστρα­

ποβολούσε, παρατηρώντας με ικανοποίηση τα αναντίρρητα αποτε­

λέσματα του εντυπωσιακού λογυδρίου του. Σκοτεινές ζάρες διέ­

τρεχαν φευγαλέα την ήσυχη θάλασσα, και η μπρατσέρα, με τον πα­

παφίγκο της στο κατάρτι και τους κέρκους της μαιστρας μέτζο νά­

βε, έμοιαζε να περιμένει αναποφάσιστη το πρόσταγμα της αναχώ­

ρησης. Στο μεταξύ, εκείνος συνέχιζε τρίζοντας τα δόντια του μα­

νιασμένα ότι ο πρίγκιπας ήταν "μια καταγέλαστη ύαινα" (δεν μπο­

ρώ να φανταστώ την εικόνα που είχε σχηματίσει στο μυαλό του για

τις ύαινες)· ενώ κάποιος άλλος εκεί πέρα ήταν χίλιες φορές πιο δο­

λερός απ' τα "όπλα του κροκόδειλου". Παρακολουθώντας με το

ένα μάτι τη δουλειά των αντρών του ~ιπροστά, άφηνε όλη του η1ν

ευγλωττία να κυλάει αβίαστα -παρομοιάζοντας το Πατουσάν με

ένα "κλουβί θηρία που αγριεύτηκαν από μακρά αμετανοησία".

Υποθέτω ότι εννοούσε ασυδοσία. Δεν είχε σκοπό, φώναξε, να "εκ­

θέσει τον εαυτό του, ώστε ν' αφεθεί σκοπίμως για ληστεία". Τα μα­

κρόσυρτα σκουξίματα με τα οποία έδινε το χρόνο στους άντρες

που βιράριζαν την άγκυρα, σταμάτησαν, και η φωνή του χαμήλωσε

χωρίς όμως να χάσει καθόλου τη ζωηράδα της: "Αρκετά υπερβολι­

κώς ~ιπούχτισα απ' το Πατουσάν!"

»Στη συνέχεια, με πληροφόρησε ότι το αποτέλεσμα της αδια­

κρισίας του ήταν να βρεθεί δεμένος σφιχτά απ' το λαιμό με χορτό­

σκοινο, σ' ένα παλούκι καταμεσής στα λασπόνερα, έξω απ' το σπί­

τι του πρίγκιπα. Πέρασε σ' αυτή την "ανθυγιεινή τοποθεσία" το

μεγαλύτερο μέρος της μέρας και μια ολόκληρη νύχτα, αλλά όλα

έδειχναν ότι δεν επρόκειτό για τίποτε παραπάνω από ένα είδος

αστείου . Στάθηκε για λίγο μελαγχολικά σ' αυτή την τρομερή ανά­

μνηση κι ύστερα απευθύνθηκε, έτοιμος ν' αρπαχτεί, σε κάποιον

που ερχότανε πρύμα, προς στο πηδάλιο. Όταν στράφηκε πάλι σ'

εμένα, μίλησε φρόνιμα, χωρίς πάθος. Θα πήγαινε τον κύριο ώς την

εκβολή του ποταμού στο Μπατού Κρινγκ (η πόλη του Πατουσάν

Page 34: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 233

"ήταν εγκαταστημένη ενδοχωρικά" παρατήρησε, "τριάντα μί­

λια"). Αλλά στα μάτια του, συνέχισε -ενώ ένας τόνος νωθρής, κου­

ρασμένης επίγνωσης πήρε τώρα στη φων11 του τη θέση της προη­

γούμενης επιβλητικής ευφράδειάς του- στα μάτια του λοιπόν, αυ­

τός ο κύριος ήταν κιόλας "προσομοιασμένος με πτώμα" . "Πώς;

Δεν κατάλαβα;" έκανα εγώ. Πήρε ένα εκπληκτικά αγριεμένο

ύφος και μιμήθηκε σαν τέλειος ηθοποιός την κίνηση του πισώπλα­

του μαχαιρώματος . "Είναι ήδη σαν το σώμα κάποιου εκτοπισμέ­

νου" εξήγησε, μ' εκείνη την ανυπόφορη έπαρση που έχουν οι άν­

θρωποι της ράτσας του, όταν φαντάζονται ότι μόλις τελείωσαν μια

επίδειξη της μεγαλοφυtας τους. Πίσω του είδα τον Ί'ζιμ να μου χα­

μογελάει αμίλητος, και να μου κάνει νόημα με το χέρι να συγκρα­

τήσω το επιφώνημα που ήταν έτοιμο να βγει απ' το στόμα μου.

»Ύστερα, ενώ ο μιγάς έδινε όλο στόμφο τα προστάγματά του,

οι aντένες ταλαντεύονταν τρίζοντας στον αέρα και το βαρύ μπα­

στούνι ανέβηκε με φόρα, ο Ί'ζιμ κι εγώ βρεθήκαμε μόνοι στην

aπάνεμη μεριά της μα·tστρας, δώσαμε τα χέρια και aνταλλάξαμε

τις τελευταίες βιαστικές κουβέντες. Η καρδιά μου είχε aπαλλα­

χτεί πια απ' το βάρος εκείνης της σκοτεινής μνησικακίας, που δια­

τηρούσα ώς τότε ανέπαφη παράλληλα με το ενδιαφέρον μου για

τη μοίρα του. Η αλλοπρόσαλλη φλυαρία του μιγάδα είχε κάνει πιο

χειροπιαστούς τους κινδύνους που τον περίμεναν, απ' ό,τι οι προ­

σεχτικές εκφράσεις του Στάιν. Η κάποια τυπικότητα που κυριαρ­

χούσε πάντα στις συνομιλίες μας δεν υπήρχε τώρα καθόλου· απ'

ό,τι θυμάμαι, τον aποκάλεσα "καλό μου παιδί", κι εκείνος μ' ένα

"παλιόφιλε" προσπάθησε να εκφράσει κουτσά στραβά ένα αίσθη­

μα ευγνωμοσύνης, λες και το ρίσκο που είχε αναλάβει αντιάτάθμι­ζε τα χρόνια μου και μας έφερνε πιο κοντά στην ηλικία και στις

εμπειρίες. Ήταν μια στιγμή αυθεντικής και βαθιάς οικειότητας,

aπρόσμενης και φευγαλέας, σαν τη λάμψη μιας αιώνιας και σωτή­

ριας αλήθειας. Προσπάθησε να με καθησυχάσει, σαν να 'ταν εκεί­

νος ο πιο ώριμος απ' τους δυο μας. "Εντάξει, εντάξει" είπε ορμητι­

κά και με αίσθημα. "Σου υπόσχομαι να προσέχω. Ναι· δε θα ρι­

σκάρω καθόλου. Ούτε στο παραμικρό. Βεβαίως. Δε σκοπεύω να

τα τινάξω γρήγορα. Μην aνησυχείς. Διάολε! Είμαι σίγουρος ότι τίποτα δεν μπορεί να μου κάνει κακό. Είναι τύχη βουνό . Ποτέ δε

e' άφηνα να nϊάει χαι,ιtνrι μια τtτοια θαυμάσια ευκαιρία! " eαυμά·

Page 35: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

234 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

σια ευκαιρία! Καλά λοιπόν, ήταν όντως θαυμάσια, ωστόσο το θέ­

μα δεν είναι μόνο οι ευκαιρίες που σου τυχαίνουν, αλλά και πώς

τις εκμεταλλεύεσαι. Και στην περίπτωσή του, βέβαια, δεν μπορού­

σα να ξέρω. Όπως είχε πει, ακόμα κι εγώ -δεν ξέχναγα να τ'ου κα­

ταλογίσω τις -τις -τις aτυχίες της ζωής του . Έτσι ήταν . Και το κα­

λύτερο που είχε να κάνει, ήταν να φύγει.

»Η βάρκα μου έπλεε τώρα στ' απόνερα της μπρατσέρας, και

τον είδα να στέκει στη πρύμνη μονάχος, λουσμένος στο φως του

ηλιοβασιλέματος, σηκώνοντας το καπέλο ψηλά πάνω απ' το κεφά­

λι του. Άκουσα μια σβησμένη φωνή "Θα λάβεις γρήγορα νέα".

Δεν άκουσα καλά αν είπε "για" μένα ή "από" μένα. Μάλλον "για

μένα". Η αντηλιά της θάλασσας κάτω απ' ·τα πόδια του ήταν εκτυ­

φλωτική και δε μ' άφηνε να τον δω καθαρά· μου ήταν γραμμένο,

φαίνεται, να μην aξιωθώ ποτέ μου να τον δω καθαρά, αλλά το σί­

γουρο είναι ότι δεν έμοιαζε καθόλου, μα καθόλου, "με την προσο­

μοίωση ενός πτώματος", όπως το είχε θέσει εκείνος ο μιγάς σαν

Κασσάνδρα. Είδα το μικρό μίζερο μούτρο του, που ' μοιαζε με πa­ραγινωμένη κολοκύθα, να ξεχωρίζει Κάτω απ' τον αγκώνα του

'Γζιμ. Χαιρετούσε κι αυτός ανεβοκατεβάζοντας το χέρι, σαν να

'ριχνε σε κάποιον κατραπακιές.Αbsίt omen/»61

6 1 Κατά προσέγγιση: «Είθε η κακ1j τύχη να μη βρεθεί στο δρόμο του».

Page 36: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

24

«Η ακτή του Πατουσάν (την είδα κάπου δυο χρόνια αργότερα)

εκτείνεται σε μια ευθεία σκούρα γραμμή που αντικρίζει τα μουντά

νερά του ωκεανού. Κάτω απ' τα βαθυπράσινα φυλλώματα των θά­

μνων, ξεδιπλώνονται κάτι κόκκινες λουρίδες σαν καταρράκτες

σκουριάς και τα χαμηλά βραχάκια σκεπάζονται από αναρριχητι­

κά. Στο στόμιο του ποταμού aρχινούν τα βαλτοτόπια, και πίσω,

πέρα απ' την αχανή ζούγκλα, διακρίνονται οι μυτερές, γαλάζιες κορυφές των βουνών. Μακριά, στο βάθος του πελάγους, μια αλυ­

σίδα από νησάκια -σκοτεινά κομμάτια θρύψαλα- στέκουν στο αι­

ώνιο σύθαμπο του ηλιακού φωτός, σαν τα απομεινάρια ενός τεί­

χους που γκρέμισε η θάλασσα.

>>Στις εκβολές του Μπατού Κρινγκ βρίσκεται ένα ψαροχώρι. Το

ποτάμι, που ήταν τόσο καιρό αποκλεισμένο, είχε ανοίξει τώρα,

και η μικρή σκούνα του Στάιν, που χρησιμοποίησα για την περα­

τζάδα μου, ανέβαινε φορτσάτη χωρίς να δεχτεί πυρά "αναισθήτων

ομάδων". Όλ' αυτά ανήκαν κιόλας στο μακρινό παρελθόν, κατα­

πώς έλεγε ο μεσόκοπος αρχηγός του χωριού που ανέβηκε στη

βάρκα για να κάνει τον οδηγό. Μου μίλησε (ήμουν ο δεύτερος

λευκός που είχε δει στη ζωή του) με εμπιστοσύνη, και σχεδόν όλα

του τα λόγια περιστρέφονταν γύρω απ' τον πρώτο λευκό που είχε

δει στη ζωή του. Τον έλεγε Τουάν Τζιμ, και στον τόνο της φωνής

του όταν αναφερόταν σ' αυτόν, διακρινόταν ένα παράξενο κράμα

οικειότητας και δέους. Οι κάτοικοι του χωριού βρισκόντουσαν

κάτω απ' την ιδιαίτερη προστασία εκείνου του κυρίου, πράγμα

που έδειχνε ότι ο Τζιμ δεν τους κράταγε καμιά μνησικακία. Αν αυ­τό που μου είπε όταν έφευγε, ήταν ότι σύντομα θ' άκουγα να μιλά­

νΕ γι' αυτόν, τότε βγήκε απόλυτα αληθινός;. Κυκλοφορούσε κιόλας;

μια ισrορία πως και καλά η παλ(ρροια ε(χε έρθει δυο ώρες νωρί­

τερα για να τον βοηθήσει να ανέβει το ποτάμι. Εκείνος ο ίδιος ο

Page 37: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

236 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡ ΑΝΤ

ομιλητικότατος γέρος είχε οδηγήσει το κανό, μένοντας κατάπλη­

κτος μπροστά σ' αυτό το φαινόμενο. Επιπλέον, όλη η δόξα είχε

πάει στη δική του φαμελιά. Ο γιος κι ο γαμπρός του τράβαγαν το

κουπί, αλλά ήτανε κοπελούδια ακόμα, χωρίς πείρα, και δεν πήραν

είδηση πόσο γρήγορα έτρεχε το μονόξυλο, ώσπου εκείνος τους

επέστησε την προσοχή σ' αυτό το απίστευτο θαύμα .

»0 ερχομός του Ίζιμ σ' εκείνο το ψαροχώρι ήταν σαν ευλογία Θεού· αλλά σ' αυτούς, όπως και σε πολλούς από μας, η ευλογία

προαναγγέλλεται κάθε φορά με οιωνούς τρομακτικούς. Είχαν πε­

ράσει τόσες γενεές από τότε που ο τελευταίος λευκός επισκέφθη­

κε το ποτάμι, ώστε κι αυτή ακόμα η ανάμνηση του γεγονότος είχε πια λησμονηθεί. Η εμφάνιση αυτού του όντος που είχε πέσει εξ

ουρανού ανάμεσά τους κι απαιτούσε ανυποχώρητα να τον οδηγή­

σουν ώς το Πατουσάν, τους έφερε μεγάλη σύγχυση· η επιμονij του

τούς έφερνε πανικό · και τα λεφτά που τους πρόσφερε, τους γέμι­

ζαν υποψίες. Πρωτάκουστη απαίτηση. Άνευ προηγουμένου. Τι θα

'λεγε ο πρίγκιπας επ' αυτού; Λες να τους τιμωρούσε; Έτσι, πέρα­

σαν το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας με διαβουλεύσεις αλλά ο

άμεσος κίνδυνος που διέτρεχαν απ' την οργή αυτού του ξένου

έμοιαζε τόσο μεγάλος, που στο τέλος τού ετοίμασαν μια παλιά πι­

ρόγα. Οι γυναίκες σκούζανε λυπητερά καθώς έφευγε. Μια άφοβη

γρια-καρακάξα καταράστηκε τον ξένο.

»Κάθισε εκεί μέσα, όπως σας ξαναείπα, πάνω στο τενεκεδένιο

μπαούλο, με το άδειο περίστροφο στα γόνατά του . Έχοντας όλες

τις αισθήσε ις του σ' επιφυλακή -πιο εξουθενωτικό πράγμα απ' αυ­

τό δεν υπάρχει- μπήκε στη χώρα που έμελλε σε λίγο καιρό να μι­

λάει απ' άκρη σ' άκρη για τις αρετές του, απ' τις γαλάζιες κορυφο­

γραμμές του εσωτερικού ώς τις αφρόστικτες κορδέλες στα νερά

των ακτών της. Στην πρώτη στροφή του ποταμού, έχασε απ' τα μά­

τια του τη θάλασσα με τα ακούραστα κύματά της, που υψώνονται,

βουλιάζουν και χάνονται, συνέχεια στον ίδιο ρυθμό -εικόνα και

ομοίωση της αγωνιζόμενης aνθρωπότητας- κι αντίκρισε τα aσά­

λευτα δάση ριζωμένα βαθιά στο χώμα, πυργωμένα ψηλά ώς τη

λάμψη του ήλιου, άφθαρτα στους αιώνες μες στη μυστηριώδη πα­

ντοδυναμία της ιστορίας τους, σαν την ίδια τη ζωή. Και η "ευκαι­ρία" καθόταν στο πλάι του πεπλοφορεμένη, σαν ανατολίτισσα νύ­

φη που περιμένει να την ξεσκεπάσει το χέρι του αφέντη της, που

Page 38: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 237

ήταν κι αυτός επίσης κληρονόμος μιας μυστηριώδους και κραται­

άς παράδοσης! Όπως μου εκμυστηρεύτηκε ωστόσο, δεν είχε ξα­

νανιώσει ποτέ στη ζωή του τέτοια κατάθλιψη και κούραση, όσο μέσα σ' εκείνο το κανό. Η μοναδική κίνηση που aποτόλμησε να

κάνει, ήταν όταν έπιασε, σχεδόν στα κλεφτά, τη φλούδα μιας κα­

ρύδας που έπλεε ανάμεσα στα πόδια του, για ν' αδειάσει λίγο νε­

ρό έξω προσεχτικά και συγκρατημένα. Ανακάλυψε ακόμα πόσο

άβολο και σκληρό κάθισμα είναι το μεταλλικό καπάκι ενός μπα­

ούλου. Ήταν τέρας υγείας, αλλά όχι λίγες φορές σ' εκείνο το ταξί­

δι τον πιάσανε ζαλάδες, που στη διάρκειά τους τσάκωσε τον εαυτό

του να συλλογιέται με σκοτισμένο μυαλό για το μέγεθος της φου­

σκάλας που θα έκανε ο ήλιος στην πλάτη του. Για να περάσει την

ώρα του, βάλθηκε να κο ιτάζει μπροστά, προσπαθώντας κάθε φο­

ρά να ξεχωρίσει αν το λασπωμένο πράγμα που έβλεπε στην όχθη

του ποταμού ήταν κούτσουρο ή αλιγάτορας. Αλλά πολύ γρήγορα

τα παράτησε . Δεν ήταν καθόλου διασκεδαστικό . Συνέχε ια αλιγά­

τορες . Σε μια στιγμή, ένας βούτηξε στο νερό και κόντεψε να του­

μπάρει το κανό. Ωστόσο, η συγκίνηση που του προκάλεσε αυτό το

γεγονός έσβησε το επόμενο κιόλας λεπτό. Ύστερα, όταν φτάσανε

σε μια μεγάλη, έρημη περιοχή, ένιωσε να χρωστάει μεγάλη ευγνω­

μοσύνη σ' ένα μπουλούκι πιθήκους, που κατέβηκαν γραμμή ώς την

ακροποταμιά, καλωσορίζοντας το πέρασμά του μ' ένα κορο"ίδευτι­

κό πανδαιμόνιο . Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες λοιπόν, τράβαγε για

να συναντηθεί με το μεγαλείο του, που θα ήταν τόσο αυθεντικό,

όσο αξιώθηκε ποτέ άνθρωπος να πετύχει. Προς το παρόν, αυτό

που επιθυμούσε κυρίως, ήταν να έρθει το σούρουπο· ενώ στο με­

ταξύ, οι τρεις κωπηλάτες του ετοιμάζονταν να θέσουν σ' εφαρμο­

γή το σχέδιο που είχαν προετοιμάσει για να τον ξεφορτωθούν,

αφήνοντάς τον στο έλεος του πρίγκιπα .

»"Πρέπει να είχα χαζέψει απ' την εξάντληση, ή μπορεί κιόλας

να τον είχα πάρει λιγάκι χωρίς να το καταλάβω" είπε. Το πρώτο

πράγμα που θυμήθηκε, ήταν το κανό που ζύγωνε στην όχθη. Συ­

νήλθε αμέσως και διαπίστωσε ότι είχαν αφήσε ι πια πίσω τους τη

ζούγκλα, ότι πέρα στο ύψωμα φαίνονταν τα πρώτα σπίτια, ότι στα

δεξιά τους έστεκε ένας καταυλισμός, κι ότι οι συνοδοί του πήδη­

ξαν όλοι μαζί σ' ένα σημείο που η όχθη χαμήλωνε, κι έγιναν λαγοί.

Χωρίς να το καλοσκεφτεί, πήδηξε κι αυτός από πίσω τους. Στην

Page 39: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

238 ΤΖΟΖΕΦ ΚΌΝΡΑΝΤ

αρχή νόμιζε ότι τον είχαν παρατ1Ίσει εκεί μόνο του για κάποιον

ανεξήγητο λόγο, αλλά αμέσως μετά άκουσε δυνατές φωνές, μια

βαριά πόρτα να ανοίγει, κι ένα μεγάλο τσούρμο από ανθρώπους

που ξεχύθηκαν έξω και τρέξανε κοντά του. Την ίδια στιγμ1l, εμφα­

νίστηκε στο ποτάμι μια βάρκα γεμάτη οπλισμένους άντρες που κύ­

κλωσε το άδειο κανό του, αποκλείοντας έτσι κάθε δυνατότητα

υποχώρησης.

»"Σάστισα τόσο πολύ απ' όλ' αυτά, που δεν μπόρεσα να μείνω

τελείως ψύχραιμος, καταλαβαίνεις και σίγουρα αν το περίστροφο

ήταν γεμάτο, θα 'χα ρίξει σε κανέναν -μπορεί και σε δυο ή τρεις,

οπότε αυτό βέβαια θα 'ταν και το τέλος μου. Αλλά ευτυχώς ήταν

άδειο ... " "Και γιατί δεν το 'χες γεμίσει;" ρώτησα. "Γιατί έτσι κι αλ­

λιώς, ούτε μ' ολόκληρο τον πληθυσμό μπορούσα βέβαια να τα βά­

λω, αλλά ούτε κι 1Ίθελα να με δουν να πηγαίνω εκεί φοβισμένος"

είπε, ρίχνοντάς μου μια ματιά, που μέσα της aχνοφαινόταν κάτι

από κείνη την κατσούφικη ξεροκεφαλιά του . Απέφυγα να του

υποδείξύ} ότι δε γινόταν να ξέρουν πως οι θαλάμες του όπλου του

ήταν πράγματι άδειες. Έπρεπε να μείνει ικανοποιημένος απ' τον

εαυτό του με τον δικό του τρόπο ... "Τέλος πάντων, δεν ήταν γεμά­

το" ξαναείπε ευδιάθετα, "κι έτσι, στάθηκα απλώς ακίνητος εκεί

που ήμουν, και τους ρώτησα τι σ1Ί μαιναν όλα αυτά. Αυτό τους έκα­

νε να τα χάσουν. Είδα κάμποσους από κείνους τους κλεφταράδες να φεύγουν με το μπαούλο μου. Εκείνος ο ξυλοπόδαρος γερο-μα­

σκαράς, ο Κασίμ (θα σ' τον δείξω αύριο), ήρθε με σαματά προς το

μέρος μου και μου ανήγγειλε ότι ο πρίγκιπας περίμενε να με δει.

«Εντάξει» είπα . Κι εγώ ήθελα να δω τον πρίγκιπα, και πέρασα wτΛώς την αυΛσπορτα και ... και ... για να μην τα πολυλογούμε -ιδού το αποτέλεσμα';. Γέλασε, κι ύστερα με απροσδόκητη έμφα­ση: "Και ξέρεις ποιο είναι το πιο ωραίο απ' όλα;" με ρώτησε. "Θα

σου πω. Τώρα ξέρω πως στο τέλος, έτσι και με καθαρίζανε, εκεί­

νοι θα έχαναν κι όχι εγώ".

»Όλ' αυτά μου τα είπε μπροστά στο σπίτι του τη βραδιά που

σας ανέφερα πρωτύτερα -όταν το φεγγάρι ε ίχε αλαργέψει πια

ψηλά πάνω απ' τη σχισμή ανάμεσα στους λόφους, σαν πνεύμα που

σηκώνεται απ' τον τάφο του· η γυαλάδα του έφτανε ώς κάτω παγε ­

ρή και χλομή σαν το φάντασμα νεκρού ήλιου. Υπάρχει κάτι το

στοιχειωμένο στο φως της σελήνης έχει την πλέρια αταραξία μιας

Page 40: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 239

άυλης ψυχής και κάτι απ' το ακατάληπτο μυστήριό της. Αν το συ­

γκρίνετε με το φως του ήλιου -που ό,τι και να μου πείτε, εγώ πι­

στεύω πως μόνο αυτό είναι που μας κρατά στη ζωή- μοιάζει με την

ηχώ σε σχέση με τον ήχο: παραπλανητική, γεμάτη σύγχυση, είτε

πρόκειται για φωνή σαρκασμού, είτε για τραγούδι λυπητερό. Λεη­

λατεί όλες τις μορφές της ύλης -που, στο κάτω κάτω, είναι η επι­

κράτειά μας- απ' την ουσία τους, αποδίδοντας μονάχα στις σκιές

μια διαβολική οντότητα. Και οι σκιές έστεκαν πράγματί πολύ χει­ροπιαστές τριγύρω μας, αλλά ο τζιμ στο πλάι μου έμοιαζε ακλόνη­

τος, λες και τίποτα -Όύτε κι αυτή ακόμα η απόκρυφη δύναμη του

σεληνόφωτος- να μην μπορούσε να τον κάνει λιγότερο αληθινό

στα μάτια μου. Κι ίσως να είχε πραγματικά γίνει πια εντελώς

απρόσβλητος, μιας και διασώθηκε απ' την επίθεση των δυνάμεων

του σκότους. Όλα γύρω μας ήταν σιωπηλά, aσάλευτα· ακόμη και

στο ποτάμι, οι aχτίδες του φεγγαριού πλάγιαζαν απαλά όπως σε

μια λίμνη. Ήταν η ώρα της φουσκονεριάς, μια στιγμή ακινησίας,

που έκανε την απόλυτη ερημιά αυτής της ξεχασμένης γωνιάς του

κόσμου να φαίνεται ακόμα πιο έντονη. Τα σπίτια, μαζεμένα κατά

μήκος της πλατιάς, aρυτίδωτης φωτεινής λουρίδας, καθρεφτίζο­

νταν στα νερά σε μια πυκνή σειρά από ακαθόριστες, γκρίζες κι

aσημένιες μορφές ανάκατες με μαυριδερούς όγκους, μοιάζοντας

μ' ένα φανταστικό κοπάδι από άμορφα πλάσματα, που σπρώχνο­

νται προς τα μπρος για να πιουν από ένα φανταστικό, άυλο ρυάκι.

Πίσω απ' τους καλαμένιους τοίχους, τρεμόπαιζε πού και πού μια

κόκκινη λάμψη, ζεστή, σαν σπίθα γεμάτη ζωή, σημάδι για την

ύπαρξη ανθρώπινης θαλπωρής, μιας γωνιάς όπου μπορεί κάποιος

να ξαποστάσει.

»Μου εξομολογήθηκε ότι είχε κάτσει πολλές φορές και κοίταζε

εκείνες τις λεπτές, όλο ζεστασιά λάμψεις να σβήνουν η μια μετά

την άλλη, κι ότι ένιωθε όμορφα να βλέπει τους ανθρώπους να πη­

γαίνουν για ύπνο κάτω απ' το βλέμμα του, γεμάτοι εμπιστοσύνη

για το αύριο . "Είναι πολύ ήσυχα εδώ, ε;" ρώτησε. Παρόλο που δεν

11ταν και πολύ εύγλωττος, τα λόγια που ακολούθησαν έκρυβαν μια βαθιά σημασία. "Κοίτα αυτά τα σπίτια· δεν υπάρχει ούτε ένα όπου

να μη μ' εμπιστεύονται. Θεέ μου! Σ' το 'χα πει ότι δε θα το κουνού­

σα με τίποτε από δω. Ρώτα όποιον θέλεις, άντρα, γυναί~α, παι­

δί ... " Σταμάτησr. "ΤΗοζ πά'V'(ων, όλα πάνε ρολόι".

Page 41: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

240 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

»Παρατήρησα αμέσως ότι στο τέλος είχε βρει αυτό που γύρευε.

Ήμουν πάντα σίγουρος γι' αυτό, πρόσθεσα. Κούνησε το κεφάλι

του. "Το λες αλήθεια;" " Έσφιξε ελαφρά το μπράτσο μου. 'Έ, λοι­

πόν -έχεις απόλυτο δίκιο".

»Υπήρχε ένας τόνος αγαλλίασης και περηφάνιας, και κάτι σαν

δέος ακόμα στο συγκρατημένο επιφώνημα που ακολούθησε: "Θεέ

μου! " φώναξε . "Σκέψου μονάχα, τι σημαίνει αυτό για μένα".

Έσφιξε πάλι το μπράτσο μου. "Και ρωτάς αν σκέφτομαι να φύγω.

Θεέ και Κύριε! Εγώ! Να φύγω! Και κυρίως ύστερα απ' όλ' αυτά

που μου είπες για τον κύριο Στάιν .. . Να φύγω! Άκου! Μα αυτό εί­ναι ίσα ίσα που φοβάμαι ... Χίλιες φορές να ... να πέθαινα. Όχι -στο λόγο μου . Μη γελάς . Δεν μπορώ να ζήσω, αν δε νιώθω κάθε

μέρα, κάθε φορά που ανοίγω τα μάτια μου -πως μ' εμπιστεύονται

-πως κανένας δεν έχει το δικαίωμα -καταλαβαίνεις; , Να φύγω! Να πάω πού; Για ποιο λόγο; Για να βγάλω τι;"

»Του είχα πει (στην πραγματικότητα αυτός ήταν ο κύριος λόγος

της επίσκεψής μου) ότι ο Στάιν σκόπευε να του παραχωρήσει αμέ­

σως το σπίτι και όλο το στοκ των εμπορευμάτων, με ορισμένες

απλές διατυπώσεις που θα έκαναν αυτή τη μεταφορά απολύτως

κανονική και έγκυρη. Στην αρχή, μόλις το άκουσε, βάλθηκε να ξε­

φυσάει και να δυσανασχετεί. "Στο διάολο πια με τις ευαισθησίες

σου" του φώναξα. "Δεν κάνει τίποτα ο Στάιν. Απλώς σου δίνει αυ­τό που έφτιαξες από μόνος σου. Και τέλος πάντων, φύλαξε τις

αντιρρ1iσεις σου για τον ΜακΝήλ -όταν τον συναντήσεις στον άλ­

λο κόσμο. Ελπίζω να μην είναι σύντομα ... " Δεν ήθελε πολλά για να cvδώσcι στα cπιχcιρήματά μου, cπcιδή 6λα 6σα είχε κατακτή­

σει, η εμπιστοσύνη, η φήμη , οι φιλίες, η αγάπη -όλ' αυτά τα πράγ­

ματα που τον έκαναν αφέντη , τον κράταγαν συνάμα κι αιχμάλωτό

τους. Κοίταξε με ύφος ιδιοκτήτη τη γαληνεμένη βραδιά, το ποτάμι,

τα σπίτια, την άφθαρτη ζωή των δασών, τη ζωή της γέρικης aνθρω­

πότητας, τα μυστικά της χώρας, την περηφάνια της δικής του καρ­

διάς αλλά στην πραγματικότητα δεν ήταν εκείνος ο αφέντης, γιατί

τα πράγματα αυτά τον διαφεντεύανε ολοκληρωτικά, ώς την πιο

μύχια σκέψη του, ώς την πιο ανεπαίσθητη ροή αίματος στις φλέβες

του, ώς την τελευταία του ανάσα. I

»Ναι, υπήρχε κάτι για το οποίο θα μπορούσε δικαιολογημένα

να υπερηφανεύεται. Ήμουν κι εγώ περήφανος -για λόγου του, αν

Page 42: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 241

και όχι τόσο σίγουρος για την αμύθητη αξία των τροπαίων που κέρ­

δισε. Ήταν υπέροχο. Δεν ήταν κυρίως η aψηφισιά του που μου

έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση. Είναι παράξενο πόσο λίγο απα­

σχόλησε τη σκέψη μου αυτό· σαν να ήταν κάτι πολύ συνηθισμένο

που δεν έπαιξε ουσιαστικό ρόλο στην υπόθεση . Όχι. Ήταν τα άλ­λα του χαρίσματα που μου είχαν παρακινήσει το θαυμασμό. Είχε

αποδείξει ότι μπορούσε να κρατήσει υπό έλεγχο μια έκτακτη κι

ασυνήθιστη κατάσταση, κι ότι διέθετε μια υψηλού επιπέδου δια­

νοητική επαγρύπνηση που απαιτεί κάτι τέτοιο. Και η ετοιμότητά

του επίσης! Καταπληκτική . Οσμιζόταν τα κατατόπια σαν καλογυ­

μνασμένο λαγωνικό. Δεν είχε το χάρισμα του λόγου, αλλά υπήρχε μια αξιοπρέπεια σ' αυτή την έμφυτη λακωνικότητά του, μια επιβλη ­

τική σοβαρότητα στα αδέξια ψελλίσματά του. Είχε ακόμα το παλιό

του συνΊΊθειο να γίνεται κατακόκκινος όταν πείσμωνε. Κάπου κά­

που, ωστόσο, του ξέφευγε μια λέξη, μια φράση, που φανέρωνε πό­

σο βαθιά, πόσο σοβαρά έπαιρνε αυτή την ιστορία, που του χάριζε

την πεποίθηση μιας καινούργιας αρχής. Κι αυτός ήταν ο λόγος που

έδειχνε να αγαπάει τη χώρα και τους ανθρώπους της μ' έναν πα­

θιασμένο εγωισμό, με μια κάπως υπεροπτική τρυφερότητα».

Page 43: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

25 «"Νά, εδώ μέσα μ' είχαν τρεις μέρες φυλακισμένο" μουρμούρισε

(ήταν τότε που είχαμε πάει στου πρίγκιπα), καθώς aνοίγαμε το

δρόμο μας με δυσκολία μέσ' από έναν όχλο υποτακτικών γεμάτο

δέος στο προαύλιο του Τούνκου62 Αλάνγκ. "Απαίσιο μέρος, ε; Κι

αν δεν έκανα φασαρία, θα μ' άφηναν τελείως νηστικό. Τελικά μου

έφεραν ένα μικρό πιάτο ρύζι κι ένα τηγανητό ψάρι μικρούτσικο

σαν μαριδάκι ... Π' ανάθεμά τους! Διάολε! Πέθαινα της πείνας μέ­σα σ' αυτό το σιχαμερό παράπηγμα, ενώ μερικά απ' τα καθάρματα

που με φυλάγανε, κατέβαζαν τον αγλέορα με τις πιατάρες τους

κάτω απ' τη μύτη μου. Τους είχα δώσει το περίφημο πιστόλι σου

μόλις μου το ζήτησαν. Εδώ που τα λέμε, χάρηκα που το ξεφορτώ­

θηκα αυτό το παλιόπραμα. Ένιωθα σαν βλάκας έτσι που πηγαινο­

ερχόμουν μ' ένα άδειο σιδερικό στο χέρι". Εκείνη τη στιγμή μπή­

καμε στην αίθουσα των ακροάσεwν, κι ο τζιμ έγινε αμέσως πολύ σοβαρός και φιλοφρονητικός απέναντι στον πρώην δεσμώτη του.

Α! Ήταν το κάτι άλλο! Μόνο που το θυμάμαι, με πιάνουν ταγέ­

λια. Ωστόσο, είχα εντυπωσιαστεί. Ο περιβόητος γερο-Τούνκου

Αλάνγκ δεν μπορούσε να κρύψει το φόβο του (δεν είχε τίποτα το ηρωικό πάνω του ο φουκαράς, παρ' όλους τους μύθους για τη φλο­

γερή του νιότη, που άφηνε να διαδίδονται με μεγάλη ευχαρίστη­

ση), ενώ παράλληλα τα φερσίματά του φανέρωναν μια επιφυλα­

κτική εμπιστοσύνη απέναντι στον πρώην φυλακισμένο του. Φα­

νταστείτε! Ακόμα κι εκεί που θα 'πρεπε να τον μισούν μ' όλη τους

την καρδιά, τον εμπιστεύονταν. Ο τζιμ -όσο μπόρεσα τουλάχι­

στον να παρακολουθήσω την κουβέντα- προσπαθούσε να εξομα­

λύνει τα πράγματα, βγάζοντας ένα μικρό λογύδριο. Κάποιοι φτω­

χοί χωρικοί είχαν πέσει θύματα ληστείας, καθώς πήγαιναν στο

62 <<Αφέντη μου» οτα μαλαισιακά.

Page 44: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣ ΤΖΙΜ 243

σπίτι του Ντοραμίν με λίγα κομμάτια ελαστικό κόμμι ή μελισσοκέ­

ρι, για να τα ανταλλάξουν με ρύζι. "Κλέφτης είναι ο Ντοραμίν!"

ξέσπασε ο πρίγκιπας. Ολόκληρο το γέρικο κι αδύναμο σώμα του

έμοιαζε να τρεμουλιάζει απ' τη λύσσα που τον είχε πιάσει. Χτυ­

πιόταν σαν παρανο'ίκός πάνω στο χαλάκι του, τινάζοντας χέρια

και πόδια, στριφογυρίζοντας τα μπλεγμένα κουβάρια των μαλ­

λιών του -η προσωποποίηση της κακίας . Όλοι οι άλλοι τριγύρω

μας χάσκανε με στόματα ορθάνοιχτα και μάτια γουρλωμένα .

Ύστερα άρχισε να μιλάει ο τζιμ. Αποφασιστικά, ψύχραιμα, ανα­

πτύσσοντας για κάμποση ώρα το θέμα του, ότι δηλαδή κανένας

άνθρωπος δεν πρέπει να παρεμποδίζεται να κερδίζει με τίμια μέ­

σα το ψωμί του εαυτού του και των παιδιών του. Ο άλλος καθόταν

σαν ράφτης στον πάγκο του, με τις παλάμες στα γόνατα, το κεφάλι

σκυμμένο, κοιτάζοντας επίμονα τον Τζιμ μέσα απ' τα γκρίζα μαλ­

λιά που έπεφταν πάνω στα μάτια του. Όταν ο Τζιμ τελείωσε, κα­

νείς δε σάλεψε απ' τη θέση του. Έμοιαζαν να 'χουν καταπιεί τη

γλώσσα τους δεν ακουγόταν ούτε ο παραμικρός ήχος, ώσπου ο

γερο-πρίγκιπας στέναξε ελαφριά, σήκωσε το βλέμμα, και μ' ένα

τίναγμα του κεφαλιού του πέταξε στα γρήγορα: ''Ακούσατε, λαέ

μου! Να τα σταματήσετε πια αυτά τα κολπάκια". Αυτή η διακήρυ­

ξη έγινε δεκη1 με βαθιά σιωπή. Ένας αρκετά εύσωμος άντρας,

προφανώς άνθρωπος της εμπιστοσύνης του, με έξυπνα μάτια, πλα­

τύ, γωνιώδες, πολύ μελαχρινό πρόσωπο και τρόπους αρκετά πρό­

σχαρους (αργότερα έμαθα ότι ήταν ο δήμιος), μας έφερε δυο φλι­

τζάνια καφέ σ' έναν μπακιρένιο δίσκο που παρέλαβε απ' τα χέρια

ενός κατώτερου υπηρέτη. "Δεν είν' απαραίτητο να το πιεις" μου

ψιθύρισε ο τζιμ πολύ βιαστικά . Στην αρχή δεν κατάλαβα τι ήθελε

να πει και τον κοίταξα με απορία. Τράβηξε μια γερή ρουφηξιά

και κάθισε aτάραχος με το πιατάκι στο αριστερό του χέρι. Τότε

εγώ νευρίασα για τα καλά. "Τι στο διάολο" ψιθύρισα, χαμογελώ­

ντας του φιλικά, "μ' έβαλες χωρίς λόγο σε τέτοιο κίνδυνο;" Τον

καφέ μου βέβαια τον ήπια, δεν υπήρχε κανένας λόγος για το αντί­

θετο, ενώ εκείνος δεν αντέδρασε καθόλου, και σχεδόν αμέσως με­

τά σηκωθήκαμε και φύγαμε. Καθώς διασχίζαμε το προαύλιο πη­

γαίνοντας στη βάρκα μας με τη συνοδεία του έξυπνου και κεφά­του δήμιου, ο τζιμ μού ζήτησε συγνώμη . Η πιθανότητα tjταν σχε­δόν αμελητέα . Εκείνος προσωπικd δε φοβόταν καθόλου για δηλη-

Page 45: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

244 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

τηρίαση. Μία στο δισεκατομμύριο. Με διαβεβαίωσε ότι τον θεω­

ρούσαν πολύ περισσότερο χρήσιμο παρά επικίνδυνο, και άρα ... "Ναι, αλλά ο πρίγκιπας σε φοβάται όπως ο διάολος το λιβάνι. Εί­

ναι ολοφάνερο" aνταπάντησα εγώ, κάπως τσαντισμένα, ενώ όλη

αυτή την ώρα περίμενα aνήσυχος την πρώτη σύσπαση κάποιου

aπαίσιου κολικού. Μου 'ρχόταν εμετός απ' την αηδία. "Αν θέλω

να βοηθήσω λίγο την κατάσταση εδώ χάμω και να προφυλάξω τη

θέση μου" είπε, όπως καθόταν πλάι μου στη βάρκα, "πρέπει να

δεχτώ το ρίσκο· τουλάχιστον μια φορά το μήνα. Ένα σωρό άν­

θρωποι περιμένουν κάθε φορά από μένα να πάω εκεί -για λογα­

ριασμό τους. Με φοβάται! Ακριβώς. Κι ίσως αυτό που φοβάται

πιο πολύ σε μένα, είναι ότι δε φοβάμαι τον καφέ του". Ύστερα

μου έδειξε ένα μέρος στα βόρεια, μπροστά απ' το παράπηγμα, που

αρκετοί απ' τους πασσάλους του έστεκαν με τις μυτερές τους

άκριες σπασμένες. "Από κει πάνω πήδηξα την τρίτη μου μέρα στο

Πατουσάν. Δεν έχουν βάλει ακόμα καινούργιους πασσάλους. Γε­

ρό σάλτο, ε ; " Αμέσως μετά προσπεράσαμε το στόμιο ενός μικρού

παραπόταμου γεμάτου λασπούρα. "Εδώ έκανα το δεύτερο σάλτο

μου. Πήρα λίγη φόρα να το περάσω με την πρώτη, αλλά έπεσα πιο

μέσα. Σκέφτηκα ότι θ' άφηνα το τομάρι μου εκεί. Καθώς πάλευα

να βγω, έχασα τα παπούτσια μου. Κι όλη την ώρα δε μου 'φευγε

απ' το μυαλό πόσο ηλίθιο θα 'ταν να μου καρφωθεί ένα από κείνα

τα διαβολικά, μακρουλά κοντάρια τους στην πλάτη, ενώ θα 'μουν

κολλημένος μες στη λάσπη. Δεν μπορώ να ξεχάσω την αηδία που ένιωθα καθώς στριφογύριζα μέσα σ' αυτό το βούρκο. Εννοώ, κυ­

ριολεκτική αναγούλα -σαν να 'χα δαγκώσει κάτι σάπιο".

»Έτσι έγιναν τα πράγματα -και στο μεταξύ, η τύχη δούλευε για

λογαριασμό του· στάθηκε στο πλάι του καθώς πήδαγε πάνω απ' τα

παλούκια, τσαλαβούτηξε μαζί του στις λάσπες ... aφανέρωτη όμως ακόμα. Γιατί αυτό που τον έσωσε, όπως καταλαβαίνετε, ήταν η

αιφνιδιαστική εμφάνισή του, ειδαλλιώς θα τον ξεπάστρευαν στο

λεπτό με τις μαχαίρες τους και θα τον έριχναν στο ποτάμι. Τον βα­

στούσαν στα χέρια τους , αλλά ήταν σαν να είχαν να κάνουν με μια

ύπαρξη άυλη, ένα φάντασμα, έναν οιωνό. Πώς να τον ερμηνεύ­σουν; Τι έπρεπε να κάνουν; Μήπως θα 'ταν καλύτερα να τον σκο­

τώσουν χωρίς άλλη καθυστέρηση; Τι θα γινόταν όμως τότε; Ο φουκαράς γερο-Αλάνγκ κόντεψε να ζουρλαθεί απ' το φόβο και

Page 46: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 245

απ' τη δυσκολία να πάρει μια απόφαση. Αρκετές φορές το συμ­

βούλιο διαλύθηκε και οι σύμβουλοι έτρεξαν πατείς με πατώ σε

έξω στη βεράντα. Ένας από δαύτους έφτασε στο σημείο -απ' ό ,τι

λέχθηκε- να πηδήξει κάτω στην αυλή -δεκαπέντε σπιθαμές, απ'

ό,τι υπολόγισα- και να σπάσει το πόδι του. Ο βασιλικός κυβερνή ­

της του Πατουσάν ήταν άνθρωπος αλλόκοτος, γεμάτος ιδιορρυθ­

μίες μια απ' αυτές ήταν να ανακατεύει σε κάθε δύσκολη συζήτηση

τις καυχησιάρικες ραψωδίες του , που σιγά σιγά τον γέμιζαν οί­

στρο , με αποτέλεσμα να πετάγεται στο τέλος απ' τη θέση του με

μια χατζάρα στο χέρι. Αλλά αν εξαιρέσουμε αυτές τις παρεμβο­

λές, οι διαβουλεύσεις για τη μοίρα του 'Γζιμ συνεχίζονταν αδιά­πτωτα μέρα νύχτα.

»Στο μεταξύ εκείνος τριγύριζε στην αυλή, όπου μερικοί τον aπό­

φευγαν, άλλοι τον στραβοκοίταζαν, αλλά πάντως όλοι ανεξαιρέτως

τον χάζευαν με περιέργεια· βρισκόταν ουσιαστικά στο έλεος του

πρώτου τυχόντα κουρελιάρη . με μια ματσέτα. Μπήκε κάτω από ένα

μικρό ετοιμόρροπο υπόστεγο για να πάρει έναν υπνάκο · η μπόχα

από κάτι βρωμερό και σάπιο δεν τον άφηνε να ησυχάσει· παρ' όλ'

αυτά, δεν έχασε καθόλου την όρεξή του απ' ό,τι φαίνεται, γιατί μου

είπε πως το στομάχι του δεν έπαψε λεπτό να διαμαρτύρεται σ' όλη τη

διάρκεια της αναμονής. Κάθε τόσο "κάποιος απ' αυτούς τους κόπα­

νους" κατέφτανε τρέχοντας προς το μέρος του σαν aπεσταλμένος

του συμβουλίου και του διαβίβαζε με μελιστάλαχτο τόνο εξωφρενι­

κά ερωτήματα: "Θα ερχόντουσαν να καταλάβουν τη χώρα οι Ολλαν­

δοί; Ήθελε μήπως ο λευκός να ξαναγυρίσει πίσω, απ' το ποτάμι; Τι

τον έκανε να έρθει σε μια τόσο άθλια χώρα; Ο πρίγκιπας επιθυμού­

σε να μάθει αν μπορούσε ο λευκός να επισκευάσει ένα ρολόι". Και

του έφεραν πράγματι ένα επινικελωμένο ρολόι, αμερικάνικο, κι

εκείνος, που βαριόταν πια του θανατά, στρώθηκε στη δουλειά για να

σκοτώσει την ώρα του και προσπάθησε να βάλει ~ιπροστά το ξυπνη­

τήρι. Πρέπει να 'ταν τη στιγμή που ασχολιόταν μ' αυτό το μαραφέτι

στο υπόστεγο, όταν συνειδητοποίησε ξαφνικά σε τι μεγάλο κίνδυνο

βρισκόταν . Έριξε χάμω το ρολόι, "σαν ζεματιστή πατάτα" -όπως εί­πε- χαι βγήχε tξω βιαστικά, χωρίς την παραμικρή ιδέα για το τι ήθε­

λε ή για το τι θα μπορούσε στην π~αγrιατικότητα να κάνει. Το ι-ιόνο που ήξερε, ήταν ότι η κατάστασή του ήταν ανυπόφορη. Άρχισε να

τριγυρίζει άσκοπα πέρα από μια μικρή μισορημαγμένη σιταποθήκη

Page 47: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

246 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

στηριγμένη πάνω σε κάτι στειλιάρια, και το μάτι του έπεσε στους

σπασμένους πασσάλους του φράχτη· και τότε, χωρίς να το σκεφτεί

καθόλου, εντελώς αυθόρμητα και δίχως την παραμικρή ταραχή, έθε­

σε αμέσως σε εφαρμογή το έργο της aπόδρασής του, λες κι εκτελού­

σε ένα σχέδιο που ωρίμαζε μέσα του από μέρες. Γύρισε προσεχτικά

προς τα πίσω για να πάρει φόρα, και ρίχνοντας μια ματιά τριγύρω,

είδε ότι πολύ κοντά του έστεκε ένας aξιωματούχος, με τη συνοδεία

δυο ακοντιστών, έτοιμος να του υποβάλει κάποια ερώτηση. Άρχισε

να τρέχει "περνώντας κάτω απ' τη μύτη τους", πήδηξε απ' το φράχτη

"σαν να 'χε φτερά" και προσγειώθηκε στην άλλη μεριά -ένα πέσιμο

που έκανε όλα του τα κόκαλα να τρίξουν και το κρανίο του έτοιμο ν'

ανοίξει στα δυο. Σηκώθηκε από χάμω χωρίς λεπτό καθυστέρηση. Δε σκεφτόταν τίποτα· το μόνο που μπορούσε να θυμηθεί, είπε, ήταν μια

δυνατή στριγκλιά· τα πρώτα σπίτια του Πατουσάν βρίσκονταν σαρά­

ντα μέτρα απόσταση μπροστά του· είδε το ποταμάκι κι επιτάχυνε μη­

χανικά το βήμα του . Το έδαφος φαινόταν να πετάει κυριολεκτικά

προς τα πίσω κάτω απ' τα πόδια του. Μόλις έφτασε στο τελευταίο

στεγνό κομμάτι που μπορούσε να πατήσει, έδωσε έναν πήδο κι ένιω­

σε να σκίζει τον αέρα σαν πουλί, ένιωσε να προσγειώνεται εντελώς

ομαλά μέσα στη γλοιώδη και μαλακιά λάσπη της απέναντι όχθης.

Μονάχα όταν προσπάθησε χωρίς επιτυχία να κουνήσει τα πόδια,

"ήρθε", όπως το είπε, "στα συγκαλά του". Άρχισε να σκέφτεται εκεί­

να "τα καταραμένα μακριά ακόντια" . Εδώ που τα λέμε, η θέση του

ήταν πιο ευνο'ίκή απ' ό,τι φανταζόταν, αν σκεφτούμε ότι εκείνοι μες

στο παράπηγμα θα έπρεπε, αν ήθελαν να τον πιάσουν, να διασχί­

σουν όλη την απόσταση ώς την πύλη, έπειτα να τρέξουν ώς το σημείο

που προσγειώθηκε, να μπουν στις βάρκες και να ψάξουν ένα στεγνό

μέρος για να κατέβουν. Εξάλλου το ποταμάκι ήταν χωρίς νερό, γιατί

είχε φυρονεριά -αν και δεν μπορούσες να το πεις κατάξερο- και ου­

σιαστικά για κάμποση ώρα ήταν αρκετά ασφαλής, εκτός ίσως αν του

'ριχνε κανείς από πολύ μακριά με ακόντιο. Το ψηλότερο κομμάτι

στέρεης γης ήταν δυο μέτρα μπροστά του. "Σκέφτηκα ότι έπρεπε να

φτάσω ώς εκεί πάση θυσία". Τεντώθηκε προσπαθώντας απελπισμέ­

να να πιαστεί με τα χέρια από κάπου, και το μόνο που κατάφερε,

ήταν να βουλιάξει σtη σιχαμερΊ1, κρύα και γυαλιmερή λάσπη -ψηλά

ώς το πηγούνι. Πίστεψε πως θα θαβόταν ζωντανός εκεί μέσα κι άρ­

χισε να τινάζει τη λάσπη με τις γροθιές του σαν τρελός. Έπεφτε σtο

Page 48: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 247

κεφάλι, στο πρόσωπο, στα μάτια, μέσα στο στόμα του. Μου είπε ότι

θυμήθηκε ξαφνικά το παράπηγμα, όπως αναπολεί κανείς ένα μέρος

όπου ήταν ευτυχισμένος πριν πολλά χρόνια. Λαχταρούσε με όλη του

την καρδιά να ξαναβρισκόταν πάλι εκεί και να φτιάχνει ήσυχα ήσυ­

χα το ρολόι. Να φτιάχνει το ρολόι -μάλιστα. Με την ανάσα κομμένη

απ' τα αγκομαχητά, έκανε aπεγνωσμένες προσπάθειες να βγει. Οι

βολβοί των ματιών του κόντευαν να πεταχτούν απ' τις κόχες τους

αφήνοντάς τον τυφλό, ώσπου με μια τελευταία υπεράνθρωπη προ­

σπάθεια κατάφερε να χωρίσει ψηλαφητά τη λάσπη στα δυο και να

την αποτινάξει απ' το σώμα του. Βρέθηκε να σέρνεται αδύναμα, ψη­

λά στην όχθη. Σωριάστηκε φαρδύς πλατύς στο σταθερό έδαφος και

είδε από πάνω του το φως, τον ουρανό. Ύστερα τον κυρίεψε γλυκά

η σκέψη ότι τον έπαιρνε ο ύπνος. Εκείνος ισχυρίζεται ότι όντως είχε

aποκοιμηθεί· ότι τον είχε πάρει ο ύπνος -ίσως για ένα λεπτό, ίσως

είκοσι δευτερόλεπτα, μπορεί κιόλας να ήταν μονάχα ένα δευτερόλε­

πτο, πάντως θυμάται καθαρά το βίαιο ξύπνημα. Απόμεινε για λίγο

κατάχαμα χωρίς να σαλεύει, κι ύστερα σηκώθηκε και στάθηκε εκεί

γεμάτος λάσπες απ' την κορφή ώς τα νύχια, με τη σκέψη ότι ήταν ο

μοναδικός λευκός σε απόσταση εκατοντάδων μιλίων, έρημος, χωρίς

να περιμένει από κανέναν βοήθεια, συμπάθεια ή οίκτο, σαν παγι­

δευμένο αγρίμι. Τα πρώτα σπίτια δεν απείχαν πάνω από είκοσι μέ­

τρα· και αυτό που τον επανέφερε στην πραγματικότητα, ήταν οι

aπελπισμένες κραυγές μιας γυναίκας που είχε αρπάξει ένα παιδάκι

και το 'βαλε στα πόδια τρομαγμένη. Άρχισε να τρέχει αμέσως με τις

κάλτσες, πασαλειμμένος μ' όλες τις βρωμιές του κόσμου. Είχε δια­

σχίσει περισσότερο από το μισό καταυλισμό. Οι πιο σβέλτες γυναί­

κες έτρεχαν δεξιά κι αριστερά· οι άντρες, πιο αργοί, άφηναν απλώς

να πέσει απ' τα χέρια τους ό,τι κρατούσαν, κι απόμεναν πετρωμένοι

μ' ανοιχτό το στόμα. Όπου γυρνούσε, σκόρπιζε τον τρόμο. Μου είπε

ότι τα μικρά παιδιά που προσπαθούσαν να τρέξουν για να σωθούν,

έπεφταν μπρούμυτα και κλοτσούσαν στον αέρα. Λοξοδρόμησε μέσα από δυο σπίτια σε μια πλαγιά, σκαρφάλωσε μες στην απελπισία του

πάνω από ένα οδόφραγμα με κομμένους κορμούς δέντρων (δεν πέρ­

ναγε βδομάδα χωρίς κάποια εχθροπραξία εκείνο τον καιρό στο Πα­

τουσάν), όρμησε μέσα από τους φράχτες στα καλαμποχώραφα,

όπου ένα σκιαγμένο παιδί τού πέταξε ένα παλούκι, πήρε στα τυφλό

το μονοπάτι, κι έπεσε σούμπιτος στην αγκαλιά μερικών ξαφνιασμέ-

Page 49: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

248 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

νων αντρών. Η ανάσα του μόλις που έφτ;ανε για να ξεσωμίσει αλα­

φιασμένος: "Ντοραμίν! Ντοραμίν!" Θυμάται πως έφτ;ασε μισοκου­

βαλητός, μισοσπρωχτός στην κορφή της πλαγιάς, σ' έναν τεράστιο

περίβολο με φοινικιές και φρουτόδεντρα, όπου ένας μεγαλόσωμος

άντρας καθόταν βαρύς κι aσάλευτος σε μια καρέκλα μέσα σ' αυτό το

τρομερό πανδαιμόνιο. Άρχισε να ψαχουλεύει στα καταλασπωμένα

του ρούχα για να βρει το δαχτυλίδι, αλλά ξαφνικά βρέθηκε ανάσκε­

λα καταγής, κι αναρωτήθηκε ποιος τον είχε χτυπήσει. Απλώς είχαν

πάψει να τον κρατάνε -καταλαβαίνετε- δεν μπορούσε να σταθεί

στα πόδια του. Απ' τα ριζά του λόφου ακούγονταν σκόρπιοι πυροβο­

λισμοί, και πάνω απ' τις στέγες του καταυλισμού υψώθηκε ένας πνι­

χτός βρυχηθμός κατάπληξης. Αλλ.ά τώρα ήταν πια ασφαλής. Οι άν­

θρωποι του Ντοραμίν αμπάρωναν την αυλόπορτα και του έριχναν

νερό στο λαρύγγι· η καλοκάγαθη γριά σύζυγος του Ντοραμίν έτρεχε

πέρα δώθε πολυάσχολη, κι έδινε διαταγές με τσιριχτή φωνή στα κο­

ρίτσια της. 'Ή γριά" είπε μαλακά, "μου φέρθηκε σαν να 'μουν γιος

της. Με βάλανε σ' ένα τεράστιο κρεβάτι -το δικό της- κι έτρεχε μέσα

ε'ξω, σκούπιζε τα μάτια της και με χάιδευε ελαφριά στην πλάτη. Πρέ­

πει να 'χα τα μαύρα μου τα χάλια. Ήμουν ξαπλωμένος εκεί σαν κού­

τσουρο για -κι εγώ δεν ξέρω για πόσο καιρό".

»Φαινόταν να τρέφει μεγάλη συμπάθεια για τη γριά γυναίκα του

Ντοραμίν. Εκείνη απ' την πλευρά της ένιωθε μια μητρική αγάπη γι'

αυτόν . Το πρόσωπό της στρογγυλό, καστανό, απαλό, γεμάτο λεπτές

ρυτίδες, με μεγάλα, κατακόκκινα χείλια (μασουλούσε ακατάπαυστα

μαστίχα από καρύδα) και ζαρωμένα καλοσυνάτα μάτια που τρεμό­

παιζαν αδιάκοπα. Βρισκόταν διαρκώς σε κίνηση, γκρινιάζοντας και

δίνοντας ακούραστα εντολές σ' ένα τσούρμο νεαρές γυναίκες, με

καθαρά, καφετιά πρόσωπα και μεγάλα σοβαρά μάτια, τις θυγατέρες

της, τις υπηρέτριες, τις σκλάβες της. Ξέρετε πώς είναι σ' αυτές τις

φαμελιές είναι σχεδόν αδύνατο να ξεχωρίσεις τι είναι η καθεμιά.

Ήταν πολύ οικονόμα, ακόμη και το ευρύχωρο πανωφόρι της, στερε­

ωμένο μπροστά με διαμαντένιες καρφίτσες, έδινε κατά κάποιο τρό­

πο μια εντύπωση λιτότητας. Στα μαυριδερά γυμνά πόδια της φόραγε

κάτι κίτρινες ψάθινες παντόφλες απ' την Κίνα. Την είδα κι εγώ ο

ίδιος να πηγαινοέρχεται έτσι ανάλαφρα, με τα πλούσια, μακριά

γκρίζα μαλλιά της λυτά ώς τους ώμους. Είχε πάντα στο στόμα της μια

εγκάρδια, έξυπνη κουβέντα· ήταν από ευγενική γενιά, ιδιόρρυθμη

Page 50: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 249

και αυταρχικ1i. Τα απογεύματα καθόταν σε μια πολύ άνετη πολυ­

θρόνα απέναντι απ' το σύζυγό της, και κοίταζε απερίσπαστα μέσα

από ένα φαρδύ άνοιγμα στον τοίχο, που άφηνε να φαίνεται ένα με­

γάλο μέρος του καταυλισμού και του ποταμού.

. »Είχε πάντα τα πόδια της μαζεμένα προς τα πίσω, ενώ ο γερο­

Ντοραμίν καθόταν αντίκρυ της, επιβλητικά, με τα πόδια α;ι;λωμένα,

όπως απλώνει τις ρίζες του ένα βουνό σε μια πεδιάδα. Δεν ήταν aρι­

στοκράτης, γιατί ανήκε στην τάξη των νακό·vrα, 63 νομίζω, ή των εμπό­

ρων, αλλά ο σεβασμός που του έδειχναν και η μεγαλοπρέπεια του

παρουσιαστικσύ του ήταν πολύ εντυπωσιακά. Ήταν ο δεύτερος σε

δύναμη αρχηγός του Πατουσάν. Οι μετανάστες απ' την Κελέβη ( κά­που εξήντα οικογένειες, που μαζί με τους υποτακτικούς και τους

υπόλοιπους μπορούσαν να μαζέψουν γύρω στους διακόσιους άντρες

"οπλισμένους με κρις""") τον είχαν εκλέξει πριν από χρόνια για αρ­

χηγό τους. Οι άντρες αυτής της φυλής είναι έξυπνοι, τολμηροί, εκδι­

κητικοί, και επιδεικνύουν περισσότερο θάρρος απ' τους άλλους Μα­

λαίους και λιγότερη ανοχή απέναντι στην καταπίεση . Ήταν οι αντί­

παλοι του πρίγκιπα. Όλος ο καβγάς βέβαια γινόταν για το εμπόριο .

Αυτός ήταν ο πρωταρχικός λόγος της φαγωμάρας των φατριών και

των ξαφνικών εξεγέρσεων, που τύλιγαν κάθε τόσο ένα μέρος της

αποικίας σε καπνούς, φλόγες, και θόρυβο από πυροβολισμούς και

κραυγές. Χωριά καίγονταν, άντρες σέρνονταν στον καταυλισμό του

πρίγκιπα για να εκτελεστούν ή να υποστούν βασανιστήρια, γιατί

υπέπεσαν στο αμάρτημα να έχουν εμπορικές δοσοληψίες με κά­

ποιον άλλον εκτός από κείνον. Μόλις μια δυο μέρες πριν απ' την

άφιξη του τζιμ, οι αρχηγοί αρκετών οικογενειών από εκείνο το ψα­

ροχώρι, που αργότερα μπήκε κάτω απ' την ιδιαίτερη προστασία του,

είχαν γκρεμιστεί στα βράχια από μια ομάδα ακοντιστών του πρίγκι­

πα, με την κατηγορία ότι πσύλησαν φαγώσιμά aυγά πουλιών σ' έναν

έμπορο απ' την Κελέβη. Ο πρίγκιπας Αλάνγκ ισχυριζόταν πως ήταν

ο μοναδικός έμπορας της χώρας του, και η τιμωρία για το σπάσιμο

του μονοπωλίου ήταν θάνατος η αντίληψή του όμως για το εμπόριο

δεν είχε καμιά διαφορά απ' το πιο κοινό είδος ληστείας. Το μόνο

63 Κυβερνήτης ντόπιου (ή αραβικού) εμπορικού σκάφου~· rδώ υποδηλώνει ότι ο

Ντοραμ(ν είναι διαπρεπ1]ς έμπορας.

64 Ανατολίτικο σπαθί, γ ιαταγάνι.

Page 51: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

250 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

όριο που έμπαινε σrην aπανθρωπιά και σrην απλησrία του, ήταν η

δειλία και ο φόβος που είχε για την οργανωμένη δύναμη των αντρών

απ' την Κελέβη. Ωσrόaο, κι αυτός ο φόβος δεν ήταν αρκετά δυνατός

-ώσπου ήρθε ο Ί'ζιμ- για να τον αναγκάσει να κάθεται ήσυχος.

Έκανε κάθε τρεις και λίγο επιδρομές εναντίον τους και υπερασπι­

ζόταν με πάθος τα δικαιώματά του. Η κατάσταση μπερδευόταν ακό­

μη χειρότερα από έναν περιπλανώμενο ξένο, έναν άραβα μιγάδα,

που για καθαρά θρησκευτικούς λόγους, πισrεύω, είχε υποκινήσει τις

φυλές του εσωτερικού (το λαό της ζούγκλας, όπως τους έλεγε ο Ί'ζιμ)

να ξεσηκωθούν, και είχε εγκατασrαθεί σ' ένα οχυρό σrην κορφή

ενός από εκείνους τους δίδυμους λόφους. Κρεμόταν πάνω απ' την

πόλη του Πατουσάν σαν γεράκι πάνω από κοτέτσι και ρήμαζε την

ύπαιθρο. Ολόκληρα χωριά, ερημωμένα απ' τους κατοίκους τους, σά­

πιζαν πάνω σrους μαυρισμένους πασσάλους τους σrις όχθες γάργα­

ρων ρυακιών, ενώ χορταριασμένα κομμάτια απ' τους τοίχους των

σπιτιών κι απομεινάρια απ' τις στέγες τους έπεφταν στο νερό, δίνο­

ντας την περίεργη εντύπωση μιας φυσικής aποσύνθεσης, σαν να

επρόκειτο για κάποιο είδος βλάσrησης κομμένης σύρριζα από μια

λεπίδα. Οι δυο ομάδες του Πατουσάν δεν είχαν κατασrαλάξει ακό­

μα σε συμπέρασμα σχετικά με το ποιος ήταν ο κύριος σrόχος των αρ­

πακτικών του διαθέσεων. Ο πρίγκιπας μηχανορραφούσε προσεχτι­

κά με τον Άραβα. Μερικοί απ' τους Μπούγκις65 aποίκους, αποκαμω­

μένοι απ' την αιώνια ανασφάλεια, σκεφτόντουσαν επίσης κάπου κά­

που να τον φωνάξουν για βοήθεια. Τα πιο νεανικά μυαλά ανάμεσά

τους συμβούλευαν επιπόλαια "να συμμαχήσουν με τον Σέριφ Αλί

και τους αγριανθρώπους του για να διώξουν τον πρίγκιπα απ' τη χώ­

ρα". Ο Ντοραμίντούς συγκρατούσε με δυσκολία. Γερνούσε, και μό­

λο που ο λόγος του βάραινε ακόμη, τα πράγματα είχαν αρχίσει να

τον ξεπερνούν. Έτσι λοιπόν είχε η κατάσrαση, όταν ο 'Γζιμ, ξεφεύ­

γοντας απ' τον καταυλισμό του πρίγκιπα, εμφανίσrηκε μπροσrά

στον αρχηγό των Μπούγκις με το δαχτυλίδι του, κι έγινε δεκτός, τρό­

πος τού λέγειν, με ανοιχτές αγκάλες σrην καρδιά της μικρής τους

κοινότητας».

65 Φυλή της Κελέβης.

Page 52: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

26

«0 Ντοραμίν ήταν απ' τους πιο aξιοπρόσεχτους ανθρώπους της φυ­

λής του που έχω συναντήσει ποτέ. Οι σωματικές του διαστάσεις ήταν

τεράστ;ιες για έναν Μαλαίσ δεν τον έκαναν ωστ;όσο να φαίνεται απλώς χοντρός, αλλά του έδιναν κάτι το επιβλητικό και μνημειώδες.

Το ακίνητο σώμα του, ντυμένο με ακριβά πολύχρωμα και χρυσοκέ­

ντητα μεταξωτά· το τεράστιο κεφάλι του, τυλιγμένο σε μια χρυσοπόρ­φυρη μαντίλα· το πλακουτσωτό, μεγάλο, στρογγυλό πρόσωπο, ρυτι­

διασμένο, ζαρωμένο από δυο βαριές ημικυκλικές δίπλες που ξεκίνα­

γαν απ' τα πλατιά, άγρια ρουθούνια, κλείνοντας μέσα τους ένα σαρ­

κώδες στόμα· λαιμός ταύρου· τεράστια κυματιστά φρύδια, κρεμασμέ­

να πάνω απ' τα περήφανα διεισδυτικά μάτια -όλ' αυτά έκαναν ένα

σύνολο που, αν το 'βλεπες μια φορά, σου έμενε αξέχαστο σ' όλη σου

τη ζωή. Η γεμάτη απάθεια αταραξία του (άπαξ και καθόταν, ήταν πο­

λύ σπάνιο να σαλέψει κάποιο μέλος του σώματός του) έμοιαζε εναρ­

μονισμένη με την υψηλή του θέση . Δεν είχε υψώσει ποτέ τη φωνή του,

που ακουγόταν σαν βραχνός, δυνατός ψίθυρος, ελαφρά συγκαλυμμέ­

νος, λες κι ερχόταν από κάπου πολύ μακριά. Όταν περπάταγε, δυο

μικρόσωμα γεροδεμένα παλικάρια, γυμνά απ' τη μέση και πάνω, με

άσπρα σαρόνγκ και μαύρα σκουφάκια ριγμένα πίσω στο κεφάλι, τον

βάσταγαν απ' τους αγκώνες τον έβαζαν απαλά να καθίσει, κι έστε­

καν πίσω απ' την πολυθρόνα του μέχρι που θα εξέφραζε την επιθυμία

να σηκωθεί, στρέφοντας το κεφάλι του αργά, σαν να δυσκολευόταν,

δεξιά κι αριστερά· τότε εκείνοι τον έπιαναν απ' τις μασχάλες και τον

βοηθούσαν να σηκωθεί. Παρ' όλ' αυτά, τίποτε πάνω του δε θύμιζε

σακάτη: αντίθετα, οι βαριές του κινήσεις έμοιαζαν σαν λειτουργίες

μιας συγκρατημένης εσωτερικής δύναμης. Όλοι πίστευαν Οτι συμ­

βουλευόταν τη γυναίκα του για τις δημόσιες υποθέσεις αλλά κανέ­νας, απ' 6σο ξέρω, δεν τους είχε ακούσει ποτέ ν' ανταλλάσσουν μια

κουβέντα. Όταν κάθονταν στην επίσημη θέση τους μπροστά στη με-

Page 53: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

252 ________________ ~Τ~Ζ~Ο~Ζ=Ε~Φ~Κ~Ο~Ν~Ρ~ΑΝ~Τ~------------------

γάλη βεράντα, έμεναν πάντα σιωπηλοί. Κάτω απ' τα μάτια τους, μες

σrο αδύναμο φως, ξανοίγονταν οι aχανείς εκτάσεις των δασών, η

σκοτεΜΊ μελαγχολική θάλασσα από πράσινο που υψωνόταν κυματι­

στή ώς τις μενεξεδένιες και μαβιές οροσειρές το λαμπερό ελικοειδές

σχήμα του ποταμού σαν τεράσrιο S από σφυρήλατο ασήμι· η καφετιά λουρίδα των σπιτιών που συμπορευόταν με το μαίανδρο των πλευρών

της όχθης, ενώ οι δίδυμοι λόφοι δέσποζαν σκαρφαλώνοντας πάνω

απ' τις πλησιέσrερες κορφές των δέντρων. Ήταν καταπληκτικό πόσο

διαφορετικοί έμοιαζαν- εκείνη ανάλαφρη, ντελικάτη, μικροκαμωμέ­

νη, αεικίνητη, κομματάκι σαν μάγισσα, γεμάτη μητρικές έγνοιες ακό­

μα κι όταν ξαπόσrαινε· εκείνος, αντίθετα, τεράσrιος και βαρύς σαν

χοντροπελεκημένη φιγούρα ανθρώπου πάνω σε πέτρα, με κάτι μεγα­

λόθυμο και ταυτόχρονα ανελέητο στην ακινησία του. Ο γιος αυτών

των γερόντων ήταν ένα εξαιρετικό παλικάρι.

»Άργησαν να τον φέρουν σrον κόσμο. Ίσως όμως στην πραγματι­

κότητα να μην ήταν και τόσο νέος όσο φαινόταν. Δεν είναι πια και τό­

σο νέος ένας άντρας σrα είκοσι τέσσερα ή είκοσι πέντε του, τη σrιγμ1Ί

που απ' τα δεκαοχτώ του κιόλας μπορεί να γίνει οικογενειάρχης.

Όταν έμπαινε σrη μεγάλη αίθουσα, σrρωμένη με όμορφα κιλίμια κι

ένα άσπρο σεντονόπανο σrο ψηλό ταβάνι, όπου το ζεύγος των γονιών

του καθόταν με κάθε επισημότητα περιτριγυρισμένο απ' τη γεμάτη

σεβασμό ακολουθία του, προχωρούσε κατευθείαν σrον Ντοραμίν

για να του φιλήσει το χέρι -εκείνος του το πρότεινε με μεγαλοπρέ­

πεια- κι ύσrερα συνέχιζε και πήγαινε να σrαθεί δίπλα στην καρέκλα

της μητέρας του. Πισrεύω, χωρίς υπερβολές, ότι τον λάτρευαν· ωσrό­

σο, δεν είδα ποτέ να του ρίχνουν μια ανοιχτή ματιά. Αλλά εδώ βέβαια

είναι γεγονός ότι μιλάμε για δημόσιες τελετές. Η αίθουσα ήταν συνή­

θως κατάμεστη. Η τελετουργική επισημότητα των χαιρετισμών, ο βα­

θύς σεβασμός που εκδηλωνόταν με χειρονομίες, οι σιγανοί ψίθυροι

και η έκφραση των προσώπων είναι αδύνατον να περιγραφεί. "Άξίζε

τον κόπο, ε;" μου είπε ο 'Γζιμ καθώς διασχίζαμε το ποτάμι στην επι­

στροφή μας. "Είναι ακριβώς όπως στα βιβλία, ε;" συνέχισε, με θριαμ­

βευτικό ύφος. "Κι ο Ντέην Βάριι;"' -ο γιος τους- είναι ο καλύτερος φί­

λος (αν εξαιρέσουμε εσένα) που είχα ποτέ μου. Αυτό που ο κύριος

Στάιν θα 'λεγε «σύντροφος εν όπλοις>>. Στάθηκα πολύ τυχερός, Θεέ

66 Ντέην : τιμητικός τίτλος των Μπούγκις. Βάρις: διάδοχος σtα μαλαισιακά.

Page 54: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 253

μου! Έπεσα πάνω τους τη στιγμή που δεν είχα πια άλλες δυνάμεις" .

Απόμεινε για λίγο συλλογισμένος με το κεφάλι χαμηλωμένο, ύστερα

το σήκωσε και πρόσθεσε: "Βέβαια κι εγώ δεν κάθισα με σταυρωμένα

τα χέρια, αλλά ... " Σταμάτησε πάλι. "Ήταν σαν θεία φώτιση" μουρ­μούρισε. "Κατάλαβα αμέσως ότι αυτό που έπρεπε να κάνω ... "

»Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι επρόκειτο για φώτιση· και μες στο

φούντωμα του πολέμου μάλιστα, όπως ήταν φυσικό αφού και η δύ­

ναμη που απέκτησε, ψαν η δύναμη του ειρηνοποιού. Μονάχα μ' αυ­

τή την έννοια η δύναμη έχει τόσο συχνά το δίκιο με το μέρος της. Δεν

πρέπει να νομίσετε ότι είδε με την πρώτη το δρόμο που ξανοιγόταν

μπροστά του . Όταν έφτασε εκεί, η κοινότητα των Μπούγκις βρισκό­

ταν σε πολύ κρίσιμη κατάσταση. "Όλοι φοβόντουσαν" μου είπε -"ο

καθένας φοβόταν για τον εαυτό του, ενώ εγώ έβλεπα όσο πιο καθα­

ρά γινόταν ότι έπρεπε να ενεργήσουν αμέσως, αν δεν ήθελαν να

εξαφανιστούν ο ένας μετά τον άλλον ανάμεσα στον πρίγκιπα και σ'

εκείνο τον κανάγια τον Σέριφ". ΑΧΑ.ά αυτή η διαπίστωση δε σήμαινε

τίποτε από μόνη της. Έπρεπε να χώσει αυτή την αλήθεια μέσα στα

aπρόθυμα μυαλά τους, να ρίξει τα οχυρά του φόβου, του εγωισμού.

Τελικά τα κατάφερε . .Α).λά υπήρχε ακόμα πολύς δρόμος. Έπρεπε να τους δείξει τον τρόπο. Τους τον έδειξε -ένα παράτολμο σχέδιο­

και πάλι όμως υπήρχαν ακόμα πολλά να γίνουν. Έπρεπε να εμφυ­

σήσει την πίστη του σ' ένα πλήθος ανθρώπων, με χίλιες δυο aπόκρυ­

φες και παράλογες προκαταλήψεις που τους έκαναν να δειλιάζουν·

έπρεπε να εξαλείψει από μέσα τους παιδιάστικες ζηλοτυπίες και να διαλύσει με τη συζήτηση όλων των λογιών τις aνόητες δυσπιστίες.

Χωρίς το βάρος της aυθεντίας του Ντοραμίν και το φλογερό ενθου­

σιασμό του γιου του θα είχε σίγουρα αποτύχει. Ο Ντέην Βάρις, εκεί­

νο το εξαιρετικό παλικάρι, ήταν ο πρώτος που πίστεψε σ' αυτόν· η

φιλία τους ήταν από κείνες τις παράξενες, βαθιές, σπάνιες φιλίες με­

ταξύ έγχρωμων και λευκών, όπου αυτή ακριβώς η διαφορά της ρά­τσας μοιάζει να φέρνει δυο ανθρώπινα πλάσματα πιο κοντά εξαι­

τίας κάποιου μυστικού στοιχείου συμπάθειας. Ο λαός του Ντέην Βά­

ρις έλεγε γι' αυτόν με καμάρι ότι πολεμούσε σαν λευκός. Κι ήταν

αλήθε ια· διέθετε όντως το θάρρος ενός λευκού -το θάρρος που χρει­

άζεται στο ανοιχτό πι;δίο της μάχης, μπορώ να πω- αλλά ε[χε συνά­

μα και το μυαλό ενός Ευρωπαίου. Συναντάς μερικές φορές τέτοιους

α'VθQώΠΟ'Uζ. ~αι μέν~ι~ έκπληκτος, βρ(σκοvταs σ' αυτσvs χωρCs να το

Page 55: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

254 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

περιμένεις έναν οικείο τρόπο σκέψης, μυαλό ανοιχτό, σταθερούς

σκοπούς, ένα αναπτυγμένο αίσθημα αλτρουισμού. Μικρόσωμος, αλ­

λά με θαυμάσιες αναλογίες, ο Ντέην Βάρις είχε περήφανο παράστη­

μα, ευγενικούς κι αβίαστους τρόπους και . ιδιοσυγκρασία φλογερή

σαν την καθαρή φωτιά. Όταν βρισκόταν σε κίνηση, το σκουρόχρω­

μο πρόσωπό του με τα μεγάλα μαύρα μάτια ήταν πολύ εκφραστικό,

ενώ όταν ησύχαζε, απόμενε συλλογισμένο. Ήταν από φυσικού του

λιγομίλητος το σταθερό του βλέμμα, ένα ειρωνικό χαμόγελο, οι γε­

μάτοι περίσκεψη κι αβρότητα τρόποι του, έμοιαζαν να υπαινίσσο­

νται μεγάλες δυνατότητες ευφυ·tας και δύναμης. Τέτοιες υπάρξεις

φανερώνουν στο μάτι του Δυτικού, που τόσο συχνά μένει στην επι­

φάνεια, τις κρυμμένες δυνατότητες φυλών και χωρών, που κουβαλά­

νε τα μυστήρια άγνωστων εποχών. Είμαι σίγουρος ότι όχι μόνο εμπι­

στευόταν τον τζιμ, αλλά και τον καταλάβαινε. Λέω τόσα γι' αυτόν,

επειδή με είχε γοητεύσει. Με δελέαζε κυρίως η καυστική -αν μπορώ

να το πω έτσι- πραότητά του, και η συμπάθεια που έδειχνε ταυτό­

χρονα στις φιλοδοξίες του τζιμ. Σαν να 'χα μπρος στα μάτια μου την

ίδια την πηγή απ' όπου αναβλύζει η ουσία της φιλίας. Αν και ο 'Γζιμ

είχε το πάνω χέρι, ο άλλος είχε σαγηνεύσει εντελώς τον κύριό του.

Στην πραγματικότητα ο 'Γζιμ, ο ηγέτης, ήταν αιχμάλωτος με όλη τη

σημασία της λέξης. Η χώρα, οι άνθρωποι, η φιλία, ο έρωτας, έπαιζαν

όλα το ρόλο του ζηλόφθονου δεσμοφύλακα της ύπαρξής του. Κάθε

μέρα που πέρναγε, πρόσθετε έναν ακόμα κρίκο στα δεσμά αυτής της

παράξενης ελευθερίας. Ένιωθα όλο και πιο σίγουρος γι' αυτό, κα­

Θώς μέρα με τη μέρα μάθαινα κάτι παραπάνω για κείνη την ιστορία.

»Αχ αυτή η ιστορία! Την είχα μάθει πια απέξω κι ανακατωτά.

Μου την ανέφερε συνέχεια στις πορείες μας, όταν κατασκηνώναμε

(γιατί με τραβολογούσε σ' όλο το Πατουσάν, κυνηγώντας ανύπαρ­

κτα θηράματα)· άκουσα ένα μεγάλο μέρος της πάνω σε μια από κεί­

νες τις δίδυμες κορφές, που τα τελευταία εκατό μέτρα τα σκαρφάλω­

σα με χέρια και πόδια. Η συνοδεία μας (απ' όποιο χωριό κι αν περ­

νάγαμε, μας παίρνανε από πίσω διάφοροι εθελοντές) είχε καταλύ­

σει στο μεταξύ σ' ένα μικρό ξέφωτο στα μισά της πλαγιάς, και μες

στη γαλήνια αταραξία του aπόβραδου έφτανε στη μύτη μας από χα­

μηλά η μυρωδιά της θράκας, ανάκατη με μια δυνατή, λεπτή και δια­λεχτή ευωδιά. Ακούγαμε και φωνές εκπληκτικά καθαρές κι ανάλα­

φρες. Ο τζιμ κάθισε στον κορμό ενός πεσμένου δέντρου, έβγαλε την

Page 56: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 255

πίπα του κι άρχισε να καπνίζει. Νιόβγαλτα βλαστάρια χλόης, νιό­

βγαλτοι θάμνοι ξεφύτρωναν παντού γύρω μας κάτω από μια στοίβα

αγκαθωτά κλαράκια διακρίνονταν τα σημάδια ενός παλιού προχώ­

ματος. "Από δω άρχισαν όλα" είπε, μετά από μεγάλη και βαθυστό­

χαστη σιωπή. Στον άλλο λοφίσκο, διακόσια μέτρα μακριά κατά μή­

κος ενός σκοτεινού βάραθρου, είδα μια σειρά από μαυρισμένους

πασσάλους, οι περισσότεροι καταστραμμένοι -τα απομεινάρια του

aπόρθητου οχυρού του Σέριφ Αλί.

»Που όμως κυριεύτηκε . Χάρη σ' αυτόν. Είχε ανεβάσει το παλιό

πυροβολικό του Ντοραμίν ώς στην κορφή αυτού του λόφου· δυο

σκουριασμένα σιδερικά των εφτά λιβρών, κι ένα σωρό μικρά μπρούν­

τζινα κανονάκια -που είχαν χρησιμοποιηθεί σαν αντίτιμο εμπορι­

κών συναλλαγών, και τα οποία, εκτός του ότι αποτελούσαν ένδειξη

πλούτου, είχαν επιπλέον την ικανότητα, αν έκανες την aποκοτιά να τους γεμίσεις το στόμιο, να στείλουν μια σταθερή βολή σε σχετικά

κοντινή απόσταση. Το πρόβλημα ήταν πώς θα τα ανέβαζαν ώς εκεί

πάνω. Μου έδειξε πού είχε στερεώσει τα σκοινιά, μου εξήγησε πώς

είχε αυτοσχεδιάσει μια πρόχειρη τροχαλία από κούφιο κορμό δέ­

ντρου που γύριζε πάνω σ' ένα μυτερό παλούκι, μου έδειξε με την

άκρια της πίπας του το περίγραμμα του προχώματος. Τα τελευταία

εκατό μέτρα της ανάβασης ήταν και τα πιο δύσκολα. Είχε πάρει πά­

νω του όλη την ευθύνη για την επιτυχία του εγχειρήματος . Είχε

στρώσει τις ομάδες κρούσης σε σκληρή δουλειά όλη τη νύχτα. Μεγά­

λες φωτιές που έλαμπαν σε διάφορα σημεία φώτιζαν όλη την πλαγιά

ώς κάτω· "αλλά εκεί πάνω" εξήγησε, "η ομάδα που ανέβαζε τα κα­

νόνια δούλευε στο μαύρο σκοτάδι". Απ' την κορφή, οι άνθρωποι στη λυψuπλu.γιά έμοια~αν με πολυάσχολα μ,υQμ;ήγκια. Κι F.ΚF.ίνnc nνFβο­

κατέβαινε σαν σκίουρος, δίνοντας ακα-rάπαυστα οδηγίες και κο, ,ριi­γιο στους άντοι>ς τ()υ, επιτηρώνταs τη γραμμή σc όλο της το μψωι,. Ο

γΕρο·Ντυ!}αμίν έβαλε και τον κουl)άλησαν με την π()λ11Αρόνα στο

λόφ() _ Τον κατέβασα'' σ' ένα ίσιωμα της πλαγιάς και κάθισc: εκεί στο

ψwς μιας απ' τις μεγάλες φωτιές -"πρώτος μακαντάσης -αρχηγόs με

τα όλα του" είπε ο τζιμ, "μe τα μι~ρά φλογι::ιιά ματάκια του -κι ένα

ζευγάQι τεοάστια τουφέκια πυοόλι.Α(),, στα γόνατά του. Απίθανα

κομμάτια, από tβινο, με αοημι;νιu στόμιο, ασωάλειεc με όιιοοcpο Ο"~άλισμα. και ~ι.άμετcω n:πωs τα παλιά τρομντ;όΥια. Δώρο απ' τuν

Lτάιν, πιΟανόν -w~ ωrrάλλαγμα εκείνου του δαχτυλιδιού . ilQαmrrι>-

Page 57: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

256 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

ρα, τα είχε εκείνο το αγαθό γεροντάκι, ο ΜακΝήλ. Όσο για το πώς

φτάσανε σ' aυτουνού τα χέρια, ε, αυτό πια μονάχα ένας Θεός το ξέ­

ρει. Κάθισε το λοιπόν εκεί δίχως να σαλεύει μήτε το δαχτυλάκι του ,

ενώ πίσω απ' την πλάτη του έκαιγε μια φωτιά, κι ολούθε γύρω του

μπουλούκια ανθρώπων έτρεχαν, φώναζαν κι έσερναν τα κανόνια -ο

πιο σεβάσμιος κι επιβλητικός γέροντας που μπορείς να φανταστείς .

Σίγουρα δε θα 'χε και πολλές πιθανότητες να γλιτώσει, αν ο Σέριφ

Αλί έριχνε το σκυλολόι του εναντίον μας κι έτρεπε σε φυγή τους δι­

κούς μου. Έτσι δεν είναι; Τέλος πάντων, είχε έρθει εκεί πάνω έτοι­

μος να πεθάνει αν κάτι δεν πήγαινε καλά. Μα την αλήθεια! Θεέ μου!

Ήταν συγκινητικό να τον βλέπεις να κάθεται εκεί πέρα -ακλόνητος,

βράχος σωστός. Αλλά ο Σέριφ θα πρέπει να μας πήρε για τρελούς,

και δεν μπήκε καν στον κόπο να έρθει να δει τι σκαρώναμε. Κανείς

δεν πίστευε ότι θα τα καταφέρναμε . Ναι! Νομίζω ότι ακόμα κι οι δι­

κοί μας που έσερναν, έσπρωχναν και ίδρωναν γι' αυτό, δεν πίστευαν

ότι μπορούσε να γίνε ι. Ειλικρινά, δε νομίζω ότι πιστεύανε ... " »Σηκώθηκε όρθιος, χαμογελαστός, με την πίπα του από ρείκι να

σιγοκαίει στη φούχτα του, και μια σπίθα να τρεμοπαίζει στα παιδιά­

στικα μάτια του . Εγώ καθόμουν σ' ένα κούτσουρο από κορμό δέ­

ντρου· κάτω μας αι-τλωνόταν η χώρα, η μεγάλη έκταση των δασών,

σκιερή κάτω απ' το φως του ήλιου, κυματιστή σαν θάλασσα, με τις

aνταύγειες ελικοειδών ποταμών, τα γκριζωπά στίγματα των χωριών,

και κάπου κάπου διακρινόταν ένα ξέφωτο, σαν νησάκι φωτός ανά­

μεσα στους σκοτεινούς κυματισμούς που σχημάτιζαν οι συνεχόμενες

κορφές των δέντρων. Πάνω σ' αυτό το αχανές και μονότονο τοπίο

απλωνόταν μια μελαγχολική μουντάδα· το φως του ήλιου χανόταν

στα βάθη του σαν να 'πεφτε σε άβυσσο· σαν να το κατάπινε το χώμα·

μονάχα μακριά, στο ακρογιάλι, ο έρημος ωκεανός, λείος και στιλ­

πνός μέσα στο αμυδρό μούχρωμα, έμοιαζε να υψώνεται ώς τα με­

σούρανα, σαν τοίχος από ατσάλι.

»Κι εμείς εκεί, λουσμένοι στο φως του ήλιου, πάνω στην κορφή του

ιστορικού γι' αυτόν λόφου. Με. τον Ί'ζιμ να δεσπόζει πάνω απ' τα δά­

ση, την κατήφεια της γης, τη γέρικη ανθρωπότητα. Σαν φιγούρα ανε­

βασμένη σε βάθρο, σύμβολο της άφθαρτης νιότης και δύναμης, κι

ίσως των aρετών της φυλής που δε γερνάνε ποτέ, γιατί έχουν αναδυ· θεί μια για πάντα απ' τη μαυρίλα του ζόφου. Δεν ξέρω κατά ποιο θαυ­

μαστό τρόπο ο τζιμ έπαιρνε πάντα στα μάτια μου διαστάσεις συμβό-

Page 58: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 257

λου. Ίσως αυτός να ήταν κι ο πραγματικός λόγος που ενδιαφέρθηκα

τόσο πολύ για τη μοίρα του. Δεν ξέρω ακόμη αν τον αδικούσα, φέρ­

νοντας στο μυαλό μου εκείνο το γεγονός που είχε δώσει μια νέα τρο­

πή στη ζωή του· αλλά εκείνη ακριβώς τη στιγμή, γεννήθηκε έντονη η

ανάμνησή του μέσα μου. Κι ήταν σαν σκιά μέσα στο άπλετο φως».

Page 59: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

27

«0 μύθος που είχε πλεχτεί γύρω απ' το όνομά του, τον είχε προικί­

σει κιόλας με δυνάμεις υπερφυσικές. Ναι, λεγόταν ότι ολόκληρες

aρμαθιές σκοινιά ε ίχαν στερεωθεί με μεγάλη μαστοριά, και χάρη σ' ένα παράξενο μαραφέτι που γύρναγε με τις προσπάθειες πολ­

λών αντρών, τα κανόνια σύρθηκαν μέσα απ' τους θάμνους κι ανέ­

βηκαν ένα ένα επάνω, σαν τα αγριογούρουνα που ψαχουλεύουν

το δρόμο τους μέσ' απ' τα χαμόκλαδα, αλλά ... κι εδώ, ακόμα και οι πιο φρόνιμοι, κούναγαν σκεφτικοί το κεφάλι τους: υπήρχε κάποιο

ανεξήγητο μυστήριο σε όλ' αυτά, χωρίς αμφιβολία· τι σήμαινε από

μόνη της η δύναμη που βρίσκεται στα σκοινιά και στα μπράτσα

των αντρών; Μέσα στα πράγματα κατοικεί ένα ανυπότακτο πνεύ­

μα που πρέπει να δαμαστεί με ισχυρά γητέματα και ξόρκια. Έτσι τουλάχιστον έλεγε ο γερο-Ζούρα -ένας απ' τους πλέον aξιοπρε­

πείς νοικοκυραίους του Πατουσάν- κάποιο aπόβραδο που κουβε­

ντιάζαμε ήσυχα ήσυχα οι δυο μας. Ωστόσο, ο Ζούρα ήταν συν τοις

άλλοις επαγγελματίας μάγος, που παρευρισκόταν πάντα στη σπο­

ρά και το σόδιασμα του ρυζιού σ' όλη την περιοχή, για να καθυπο­

τάξει εκείνη την πεισματάρικη ψυχή των πραγμάτων. Απ' ό,τι φαι­

νόταν, θεωρούσε αυτή τη δουλειά απ' τις πιο κοπιαστικές, και

ίσως να 'χε δίκιο, γιατί πιθανότατα οι ψυχές των πραγμάτων είναι

αρκετά πιο ξεροκέφαλες απ' τις ψυχές των ανθρώπων. Όσο για

τους απλούς αγρότες των ξέμακρων χωριών, πίστευαν κι έλεγαν

(σαν να 'ταν το πιο φυσικό πράγμα του κόσμου) ότι ο τζιμ είχε

κουβαλήσει τα κανόνια στην πλάτη του -δυο δυο.

»Αυτό έκανε τον τζιμ να χτυπήσει κάτω το πόδι του ενοχλημένα

και να αναφωνήσει μ' ένα νευρικό γελάκι: "Αυτοί, αδερφέ μου,

δεν έχουν κουκούτσι μυαλό, άντε να τα βγάλειςε πέρα μαζί τους.

Κάθονται ολόκληρες νύχτες ξυπνητοί και λένε του κόσμου τις βλα­

κείες, κι όσο πιο χοντρά ψέματα τσαμπουνάνε, τόσο πιο πολύ το

Page 60: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 259

απολαμβάνουν" . Ήταν εύκολο να καταλάβεις ότι αυτός ο εκνευρι­

σμός του οφειλόταν σε μια λεπτή επίδραση που ασκούσε πάνω του

το περιβάλλον . Ήταν κι αυτή μια απ' τις συνέπειες της αιχμαλω­

σίας του. Η σοβαρότητα των αντιρρήσεών του ήταν διασκεδαστικtl,

αλλά στο τέλος αναγκάστηκα να του πω: "Δε φαντάζομαι, φίλε

μου , να νομίζεις πως πιστεύω σ' όλ' αυτά;" Με κοίταξε σαστισμέ­

νος. "Πώς; Όχι! Όχι βέβαια" είπε και ξέσπασε σε βροντερά γέλια.

"Τέλος πάντων τα κανόνια ανέβηκαν, και μόλις έφεξε, ρίξανε όλα

μαζί. Θεέ μου! Έπρεπε να δεις πώς φύγανε ολόκληρα κομμάτια

απ' το οχυρό" φώναξε. Δίπλα του ο Ντέην Βάρις, ακούγοντας άυτά

τα λόγια μ' ένα ήσυχο χαμόγελο, χαμήλωσε τα βλέφαρα και έσυρε

λίγο Κάτω τα πόδια του. Απ' ό,τι φαίνεται, η επιτυχία στο ανέβα­

σμα των κανονιών είχε εμφυσήσει στο λαό του τζιμ ένα τόσο δυνα­

τό αίσθημα αυτοπεποίθησης, που δε δίστασε ν' αφήσει το πυροβο­

λικό στο κουμάντο δυο ηλικιωμένων Μπούγκις, που είχαν παρευ­

ρεθεί σε κάποιες μάχες στα νιάτα τους, και πήγε να ενωθεί με τον

Ντέην Βάρις και την ομάδα εφόδου που ήταν κρυμμένη στη ρεμα­

τιά. Λίγο πριν χαράξει, άρχισαν να σέρνονται προς τα πάνω, και

μόλις έκαναν τα δύο τρίτα του δρόμου, ξαπλώθηκαν στο βρεγμένο

χορτάρι, περιμένοντας να βγει ο ήλιος που ήταν το συμφωνημένο

σινιάλο. Μου περιέγραψε τη γεμάτη ανυπομονησία κι αγωνία συ­

γκίνηση που ένιωθε καθώς παρατηρούσε το γρήγορο ερχομό της

αυγtiς τις παγωμένες κεντιές της πρωινής πάχνης που τρύπωσαν

ώς τα κοκαλά του, έτσι ξαναμμένος που ήταν απ' τη δουλειά και το

σκαρφάλωμα· το φόβο που τον έπιασε μπας κι αρχίσει ξαφνικά να

τρέμει και να σπαρταράει σαν φύλλο περιμένοντας τη στιγμή της

επίθεσης . "Αιώνας μού φάνηκε αυτό το μισάωρο" δήλωσε. Ο σιω­

πηλός καταυλισμός φανερώθηκε σιγά σιγά κάτω απ' τον ουρανό.

Οι διάσπαρτοι σ' όλη την πλαγιά άντρες ζάρωσαν ανάμεσα στις

σκουρόχρωμες πέτρες και τους θάμνους που έσταζαν δροσιά. Ο

Ντέην Βάρις ήταν πεσμένος μπρούμυτα στο πλάι του . "Κοιταχτή­

καμε" είπε ο τζιμ, πιάνοντας απαλά το φίλο του απ' τον ώμο. "Μου

χαμογέλασε μέσα απ' την καρδιά του, αλλά εγώ δεν τόλμησα να ανοίξω στο στόμα μου, γιατί ψοβόμουν μη με πιάσει καμιά τρεμού­

λα. Ναι, στο λόγο μου. Με είχε κόψει κρύος ιδρώτας όταν καλυ­

φθήκαμε -αλλά μη φανταστείς .. . " δήλωσε, κι εγώ τον πίστεψα ότι δε φοβόταν για το αποτέλεσμα της μάχης. Η μόνη του ανησυχία

Page 61: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

260 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

ήταν αν θα μπορούσε να ελέγξει εκείνο το τρέμουλο. Δε σκεφτό­

ταν καθόλου την έκβαση της μάχης. Ήταν aποφασισμένος ν' ανέ­

βει στη κορφή του λόφου και να μείνει εκεί, ό,τι και να γινόταν.

Δεν υπήρχε περίπτωση να κάνει πίσω. Οι άνθρωποι τον είχαν

εμπιστευτεί ολόψυχα. Εκείνον μονάχα! Τα λόγια του .. . »Θυμάμαι πως σ' αυτό το σημείο σταμάτησε, με τα μάτια στυλω­

μένα πάνω μου. "Απ' όσο ξέρω, δεν έχουν ακόμα κανένα λόγο που

να τους κάνει να μετανιώσουν γι' αυτό" είπε. "Κανέναν. Ο Θεός να

βάλει το χέρι του να μη γίνει ποτέ κάτι τέτοιο". Στο μεταξύ -κατά

κακή του τύχη!- ο λόγος του ήταν νόμος για όλα τα πράγματα. Απί­

θανη κατάσταση! Ν ά, τις προάλλες, ένας μουρλόγερος που δεν τον

είχε ξαναδεί ποτέ στη ζωή του, κουβαλήθηΚε από κάποιο χωριό μί­

λια μακριά για να τον ρωτήσει αν ήταν σωστό να χωρίσει τη γυναί­

κα του. Έτσι ακριβώς, όπως το άκουγα. Όλο κάτι τέτοια ... Δεν το χώραγε ο νους του. Εγώ θα το πίστευα; Στρογγυλοκάθισε λοιπόν

του καλού καιρού στη βεράντα κι άρχισε να μασουλάει μαστίχα

από καρύδα, να αναστενάζει και να φτύνει δεξιά κι αριστερά πε­

ρισσότερο από μια ώρα, με κάτι μούτρα ίσαμε το πάτωμα σαν νε­

κροθάφτης, ώσπου στο τέλος τού ξεφούρνισε το παραμύθι. Δεν εί­

ναι και τόσο αστεία όσο φαίνονται αυτά τα πράγματα. Τι έπρεπε

να του πει τώρα, ε; Ήταν η σύζυγός του καλή; Καλή γυναίκα; Ναι.

Καλή γυναίκα -γριά όμως και βάλθηκε να τον ζαλίζει με μια ατέ­

λειωτη ιστορία για κάτι μπρούντζινα τσουκάλια. Είχαν ζήσει μαζί

δεκαπέντε χρόνια -ίσως και είκοσι -δε θυμόταν ακριβώς. Πάντως

πολύ καιρό. Καλή γυναίκα. Την ξυλοφόρτωνε κομμάτι -όχι πολύ ·

-λιγάκι μόνο, σαν ήταν νέα. Έπρεπε -για την τιμή του. Ξαφνικά

στα γεράματά της, πήγε και δάνεισε τρία τσουκάλια στη γυναίκα

του ανιψιού της και το έκανε βούκινο σ' όλο το μαχαλά. Είχε γίνει

ο περίγελος των εχθρών του· δεν είχε πια πρόσωπο για την κοινω­

νία. Τα τσουκάλια τελικά δεν ξαναγύρισαν σπίτι. Έγινε τρομερό

πατιρντί. Αδύνατο να βγάλεις άκρη. Του είπε να γυρίσει σπίτι του,

με την υπόσχεση ότι θα πήγαινε κι εκείνος για να ξεκαθαρίσει την

κατάσταση. Ήταν βέβαια για γέλια, αλλά και μεγάλη αναποδιά,

αδερφέ μου! Μιας μέρας ταξίδι μέσα απ' τη ζούγκλα, κι άλλη μια

χαμένη για να καταφέρεις με χίλια δυο κόλπα ένα τσούρμο ηλίθι­

ους χωριάη:ς να σου δώσουν μια πιστή εικόνα της κατάστασης. Ο

καβγάς κόντευε να φτάσει στα μαχαίρια . Ο κάθε αναθεματισμένος

Page 62: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 261

βλάκας έπαιρνε το μέρος της μιας ή της άλλης οικογένειας, και το

μισό χωριό ήταν έτοιμο να πέσει πάνω στο άλλο μισό με το πρώτο

πράγμα που θα τους τύχαινε στο χέρι. Μα την αλήθεια! Χωρίς πλά­

κα!. .. Αντί να κάτσουν ν' ασχοληθούν με την καταραμένη τη σοδειά τους. Ο γέρος βέβαια ξαναπήρε πίσω στο τέλος τα διαολεμένα του

τσουκάλια -και τα πράγματα ηρέμησαν. Δεν κουράστηκε καθόλου

να τακτοποιήσει το θέμα. Φυσικά. Μπορούσε να διευθετήσει και

την πιο θανάσιμη φιλονικία στη χώρα, χωρίς να κουνήσει καν το μι­

κρό του δαχτυλάκι. Η μόνη δυσκολία κάθε φορά ήταν να βρει την

αλήθεια. Δεν ήταν σίγουρος αν είχε σταθεί δίκαιος απέναντι σε

όλες τις ομάδες. Ήταν το μόνο που τον έκανε να ανησυχεί. Κι αυ­

τές οι συζητήσεις τους! Διάολε! τελείως aσυνάρτητες, δεν έβγαζε

άκρη. Χίλιες φορές να τα 'βαζε μ' ένα οχυρό έξι μέτρα ψηλό κάθε

μέρα. Χίλιες φορές! Αυτό ήταν παιχνιδάκι μπροστά στο άλλο. Ού­

τε και θα του έτρωγε τόσο καιρό. Είχε βέβαια και την πλάκα της η

υπόθεση -εκείνος ο βλάκας θα μπορούσε να 'ναι παππούς του.

Αλλά από μια άλλη σκοπιά, δεν ήταν καθόλου αστείο . Οι αποφά­

σεις του ήταν πάντα καθοριστικές -από τότε που συνετρίβη ο Σέ­

ριφ Αλί. "Τρομερή ευθύνη" ξαναείπε . "Όχι, μα την αλήθεια -ξέ­

χωρα απ' την πλάκα, αν είχα να κάνω με τρεις ζωές αντί με τρία

σκουριασμένα μπρούντζινα τσουκάλια, θα 'ταν το ίδιο ... " »Μ' αυτά τα λόγια περιέγραψε την ηθική επίδραση της νίκης

του στον πόλεμο. Ήταν στ' αλήθεια τεράστια. Οδήγησε την καρ­

διά του απ' τη σύγκρουση στην ειρήνη, και μέσα απ' το θάνατο

χάλκευσε τα δεσμά του με την εσώτερη ζωή του λαού· ακόμα και η

σκοτεινιά της χώρας που απλωνόταν κάτω απ' το φως του ήλιου,

συντηρούσε την παρουσία εκείνης της ανεξιχνίαστης, επίγειας

ανάπαυσης. Ο ήχος της νεαρής δροσερής φωνής του -είναι κατα­

πληκτικό πόσο λίγα ήταν τα σημάδια της κούρασης- υψωνόταν

ανάλαφρα και φτερούγιζε πέρα, πάνω απ' το αυστηρό πρόσωπο

των δασών, σαν τον ήχο των μεγάλων κανονιών εκείνο το τσουχτε­

ρό χάραμα, όταν η μοναδική του έγνοια στον κόσμο ήταν να κυ­

ριαρχήσει στο τρέμουλο του κορμιού του. Μόλις η πρώτη ακτίνα

του ήλιου έπεσε πάνω στα ψηλότερα κλωνάρια των δέντρων, η

κορφή του ενός λόφου τυλίχτηκε κάτω από δυνατές ομοβροντίες

σε σύννεφα άσπρου καπνού, ενώ στην άλλη ξέσπασε μια τρομερή

χλαλοή από ουρλιαχτά, κραυγές πολεμικές, κραυγές οργής, έκ-

Page 63: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

262 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

πληξης, τρόμου. Ο Ί'ζιμ κι ο Ντέην Βάρις ήταν οι πρώτοι που

έφτασαν στους πασσάλους του οχυρού. Ο μύθος θέλει τον Τζιμ να

ρίχνει την πόρτα μ' ένα απλό άγγιγμα του χεριού του. Εκείνος, βέ­

βαια, έκανε ό,τι μπορούσε για να αρνηθεί αυτό το κατόρθωμα. Το

οχυρό -επέμενε σ' αυτό- δεν ήταν άξιο λόγου (ο Σέριφ Αλί βασι­

ζόταν κυρίως στο απρόσιτο της τοποθεσίας) και τέλος πάντων, η

πύλη είχε σμπαραλιαστεί κιόλας σ' ένα σωρό κομμάτια, κι ένας

Θεός ξέρει πώς κρατιόταν ακόμα όρθια. Πήρε φόρα, και βάζο­

ντας σαν βλάκας όλη του τη δύναμη, έπεσε πάνω της με τον ώμο

του, με αποτέλεσμα να πέσει μέσα κουτρουβαλιαστός . Διάολε! Αν

δεν ήταν πίσω του ο Ντέην Βάρις για να τον καλύψει, τότε εκείνος ο βλογιοκομμένος αλητ1Ίριος με τα τατουάζ θα τον είχε καρφώσει

στα σίγουρα με το ακόντιο πάνω στα σπασμένα σανίδια, όπως

έκανε ο Στάιν με τα σκαθάρια του. Ο τρίτος άντρας που μπήκε,

ήταν, απ' ό,τι φαίνεται, ο Ταμπ Ιτάμ, ο προσωπικός υπηρέτης του

Τζιμ. Ήταν ένας Μαλαίος απ' τα βόρεια, ένας ξένος που είχε πε­

ριπλανηθεί στο Πατουσάν και που ο πρίγκιπας Αλάνγκ τον είχε

κρατήσει με τη βία σαν κωπηλάτη στα επίσημα πλοία. Με την

πρώτη ευκαιρία το 'σκασε, και βρίσκοντας προσωρινό καταφύγιο

(αν και πολύ φτωχικό για να του παρέχει τροφή) ανάμεσα στους

aποίκους Μπούγκις, προσκολλήθηκε στον Τζιμ. Είχε επιδερμίδα

πολύ σκούρα, πρόσωπο πλακουτσωτό, μάτια γουρλωτά και γεμά­

τα βλοσυράδα. Η αφοσίωσή του στον "λευκό αφέντη" του ήταν

υπερβολική, σχεδόν φανατική . Δεν ξεκόλλαγε λεπτό δίπλα απ'

τον Τζιμ, τον ακολουθούσε παντού σαν δύστροπος ίσκιος. Στις

επίσημες εμφανίσεις έπαιρνε καταπόδι τον αφέντη του, με το χέρι

στη λαβή της μαχαίρας του, κρατώντας τούς κοινούς θνητούς σε

απόσταση με το άγριο, σκοτεινό του βλέμμα. Ο τζιμ τον είχε κάνει

επιστάτη του σπιτικού του, και όλοι στο Πατουσάν τον σέβονταν

και τον καλόπιαναν σαν άτομο μεγάλης επιρροής . Στην κατάληψη

του οχυρού είχε ξεχωρίσει ιδιαίτερα με την ψυχρή, μεθοδική

αγριότητα της πολεμικής του τέχνης. Η ομάδα εφόδου είχε ανέβει

πολύ γρήγορα, μου είπε ο Ί'ζιμ· παρά τον πανικό των φρουρών,

"έγινε μια άγρια πάλη, σώμα με σώμα, για πέντε λεπτά μέσα σ'

εκείνο το οχυρό, ώσπου κάποιος παλαβός έβαλε φωτιά στους προ­

μαχώνες από κλαδιά και ξερά χορτάρια, και μονομιάς όλοι το βά­

λαμε στα πόδια για να μην ψηθούμε ζωντανοί".

Page 64: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 263

»Η πανωλεθρία του εχθρού ήταν, απ'· ό,τι φαίνεται, ολοκληρωτι­

κή. Ο Ντοραμίν, που περίμενε aσάλευτος στην καρέκλα του, με

τους καπνούς απ' τα κανόνια να ξετυλίγονται αργά αργά πάνω απ'

το μεγάλο κεφάλι του, άκουσε την είδηση μ' ένα βαθύ γρύλισμα.

Όταν πληροφορήθηκε ότι ο γιος του ήταν σώος και πρωτοστατού­

σε στην καταδίωξη του εχθρού, έκανε, χωρίς να βγάλει άλλον ήχο

απ' το στόμα του, μια σθεναρή προσπάθεια να σηκωθεί· οι υπηρέ­

τες του έσπευσαν πλήρεις σεβασμού να τον βοηθήσουν, κι αφού

τον έστησαν όρθιο, εκείνος έσυρε τα πόδια του πολύ επιβλητικά σ'

ένα σκιερό μέρος και ξαπλώθηκε χάμω για να κοιμηθεί, σκεπα­

σμένος καλά καλά μ' ένα άσπρο σεντόνι. Στο μεταξύ, όλο το Πα­τουσάν βρισκόταν στο πόδι. Ο τζιμ μού είπε ότι καθώς έστεκε στο

λόφο με την πλάτη γυρισμένη στο οχυρό, γεμάτο "θρακιές με μαύ­

ρη στάχτη και μισοκαρβουνιασμένα πτώματα, έβλεπε τους ακάλυ­

πτους χώρους ανάμεσα στα σπίτια και στις δυο πλευρές του ποτα­

μού να πλημμυρίζουν ξαφνικά από ανθρ~πους που έτρεχαν γεμά­

τοι έξαψη, και την επόμενη στιγμή να απομένουν πάλι έρημοι. Ώς

τ' αυτιά του έφτανε αδύναμος ο τρεμουλιαστός αχός από γκονγκ και ταμπούρλα· οι άγριες ιαχές του πλήθους ακούγονταν σαν ξε­

σπάσματα ενός aπόμακρου βρυχηθμού. Πλήθος λάβαρα κυματίζα­

νε, σαν μικρά άσπρα, κόκκινα, κίτρινα πουλιά, ανάμεσα στις καφε­

τιές στέγες των σπιτιών. "Θα πρέπει να πήρες μεγάλη χαρά" μουρ­

μούρισα, νιώθοντας μέσα μου να αναδεύεται ένα κύμα συγκίνησης.

»"Ναι, ήταν ... τρομερή! Τρομερή χαρά!" φώναξε δυνατά, τινά­ζοντας τα χέρια του ψηλά. Αυτή η απότομη κίνηση με ξάφνιασε·

ήταν σαν να 'χα δει μονομιάς όλα τα μυστικά της καρδιάς του έκ­

θετα στο φως του ήλιου, στη σκυθρωπή ζούγκλα, στον καθρέφτη

της θάλασσας. Κάτω απ' τα πόδια μας, η πόλη ησύχαζε διαγράφο­

ντας μεγάλες καμπύλες στις όχθες του ποταμού, που τα νερά του

κυλούσαν ήρεμα κι αυτά, σαν aποκοιμισμένα. "Τρομερή" είπε

τρίτη φορά, μιλώντ,ας ψιθυριστά στον εαυτό του.

»Τρομερή! Αναμφίβολα ήταν τρομερή · η επισφράγιση της ορ­

θότητας αυτών που είχε πει, η κατακτημένη γη κάτω απ' τα πόδια

του, η τυφλή εμπιστοσύνη των ανθρώπων στο πρόσωπό του, η πί­στη στον εαυτό τΩυ πΩυ διασώθηκε την τελευταία στιγμή, η μονα­

δι-χ;ότητu τuυ κατορθώματός του ... Είναι αδύνατον, όπως σας προ­ειδοποίησα, να αποδώσω ι-ιε λόγ~α την τcράστια σημασία όλων αυ-

Page 65: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

264 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

τών. Όπως είναι αδύνατον να σας περιγράψω με σκέτες λέξεις

την αναπότρεπτη κι ολοκληρωτική μοναξιά του. Ξέρω βέβαια ότι

ήταν, με όλη τη σημασία της λέξης, ο μοναδικός εκπρόσωπος της

ράτσας του εκεί πέρα· αλλά όλες εκείνες οι πλευρές του χαρακτή­

ρα του που ξαφνικά βγήκαν στην επιφάνεια τον είχαν φέρει σε

πολύ στενή επαφή με τα γύρω του, ούτως ώστε η απομόνωσή του

αυτή να μην μπορεί να δικαιολογηθεί, παρά μόνο σαν απόρροια

της ίδιας του της δύναμης . Η μοναξιά του δυνάμωνε με τη μεγαλο­

σύνη του. Δεν υπήρχε τίποτα που να μπορούσε να παραβληθεί μα­

ζί του , σαν εκείνους τους ξεχωριστούς ανθρώπους που το μόνο μέ­

τρο που υπάρχει για να τους συγκρίνεις, είναι η μεγαλοσύνη της φήμης τους και η φήμη του, μην ξεχνάτε, συζητιόταν παντού σε

ακτίνα πολλών χιλιομέτρων. Για να βγεις πέρα απ' την περιοχή

που έφτανε η δόξα του, έπρεπε να κάνεις ταξίδι πολλών ημερών

με βάρκα ή ν' ακολουθήσε ις κοπιαστικά μονοπάτια μέσ' απ' τη

ζούγκλα. Και η φωνή αυτής της δόξας δεν είχε καμιά σχέση με τις

θριαμβολογίες εκείνης της aνυπόληπτης θεάς που ξέρουμε τόσο

καλά -δεν ήταν χυδαία -ούτε ξεδιάντροπη . Έπαιρνε τον τόνο της

απ' την ακινησία και τη σκοτεινιά μιας χώρας δίχως παρελθόν,

όπου ο λόγος του ήταν η μοναδική αλήθεια κάθε μέρας που περ­

νούσε. Είχε κάτι κοινό με την ποιότητα εκείνης της σιωπής που

μας συνοδεύει στα ανεξερεύνητα βάθη του κόσμου, που την ακού­

με πάντα σιμά μας, διαπεραστική, βαρυσήμαντη -χρωματισμένη

με το θαύμα και το μυστήριο, στα χείλη αυτών που τη διαδίδουν

ψιθυριστά από στόμα σε στόμα».

Page 66: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

28

«0 ηττημένος Σέριφ Αλί το έσκασε απ' τη χώρα δίχως να προβά­

λει άλλη αντίσταση, κι όταν οι εξαθλιωμένοι και καταδιωγμένοι

χωρικοί άρχισαν να ξετρυπώνουν απ' τη ζούγκλα για να γυρίσουν στα μισοκαταστραμμένα τους σπίτια, ο Ί'ζιμ, αφού συμβουλεύτηκε

πρώτα τον Ντέην Βάρις, όρισε τους αρχηγούς. Έτσι έγινε ο πραγμα­

τικός κυβερVΊ1της της χώρας. Όσο για τον γερο-Τούνκου Αλάνγκ,

στην αρχή κόντεψε να τρελαθεί απ' το φόβο του. Ειπώθηκε ότι μό­

λις πληροφορήθηκε την επιτυχία της εφόδου στο λόφο, ρίχτηκε με

το πρόσωπο καταγής στο καλαμένιο πάτωμα της αίθουσας των

ακροάσεων, κι απόμεινε εκεί ακίνητος για ένα ολόκληρο μερόνυ­

χτο, ψελλίζοντας κάτι μισοπνιγμένους ήχους τόσο τρομερούς, που

κανείς δεν τόλμησε να πλησιάσει στο σημείο που ήταν πεσμένος.

Έβλεπε κιόλας τον εαυτό του aτιμασμένο και διωγμένο, να περι­

πλανιέται μακριά απ' το Πατουσάν έρημος και μόνος, ξεγυμνωμέ­

νος, χωρίς όπιο, χωρίς το χαρέμι του, χωρίς οπαδούς, άβουλο θύ­

μα στα χέρια του πρώτου επίδοξου φονιά. Μετά τον Σέριφ Αλί θα

'ρχόταν η δική του σειρά, και ποιος μπορούσε να τα βάλει μ' αυτόν

το σατανά; Εδώ που τα λέμε, ουσιαστικά, τη ζωή του και τη διατή­

ρηση της εξουσίας του, ώς τον καιρό της επίσκεψής μου, τη χρω­

στούσε αποκλειστικά στην αντίληψη που είχε ο Τζι.μ περί δικαίου. Οι Μπούγκις aνυπομονούσαν να ξεκαθαρίσουν παλιούς λογαρια­

σμούς, κι ο aσυγκίνητος γερο-Ντοραμίν έτρεφε τη μύχια ελπίδα

να προλάβει προτού πεθάνει να δει το γιο του κυβερνήτη του Πα­

τουσάν. Σε μια απ' τις συζητήσεις μας, με άφησε να καταλάβω με

πλάγιο τρόπο τις μυστικές του φιλοδοξίες. Είχε έναν άψογο τρόπο

να σε βολιδοσκοπεί με περίσκεψη, χωρίς να χάνει καθόλου την

αξιοπρέπειά του. Εκείνος -άρχισε να λέει- είχε παλέψει με όλες του τις δυνάμεις στα νιάτα του, αλλά τώρα ήταν γέρος και κουρα­

σμένος ... Με τον εντυπωσιακό του όγκο και τα αγέρωχα μικρά μα-

Page 67: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

266 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

τάκια του να ρίχνουν γοργές, έξυπνες και ερευνητικές ματιές θύ­

μιζε έντονα έναν παμπόνηρο γερο-ελέφαντα· το τεράστιο στέρνο

του ανεβοκατέβαινε αργά, δυνατά και ρυθμικά σαν το φούσκωμα

γαλήνιας θάλασσας. Έτρεφε κι εκείνος, όπως υποστήριζε, απε­

ριόριστη εμπιστοσύνη στη σοφία του Τουάν τζιμ. Αν μπορούσε

μονάχα να του αποσπάσει μια υπόσχεση! Έφτανε μονάχα μια λέ­

ξη του! Τα κενά στην αναπνοή του, ο χαμηλός υπόκωφος τόνος της

φωνής του, έμοιαζαν με τα τελευταία ξεσπάσματα μιας καταιγί­

δας που έχει πια ξεθυμάνει.

»Εγώ προσπάθησα να παρακάμψω το θέμα. Ήταν δύσκολο,

γιατί δεν υπήρχε η παραμικρή αμφιβολία ότι ο Ί'ζιμ είχε τη δύνα­μη να το κάνει· σ' αυτή την καινούργια σφαίρα των δραστηριοτή­

των του όλα έμοιαζαν να εξαρτιώνται απ' τη θέλησή του. Αλλά αυ­

τό, σας ξαναλέω, ήταν μηδαμινό σε σχέση με τη σκέψη, την οποία

έκανα καθώς άκουγα τάχα μου με μεγάλη προσοχή τον γερο-Ντο­

ραμί ν, ότι έδειχνε δηλαδή πως είχε φτάσει πια πολύ κοντά στο ση­

μείο που θα γινόταν κύριος της μοίρας του. Ο Ντοραμίν ανησυ­

χούσε για το μέλλον της χώρας, και η καινούργια τροπή που έδω­

σε στη συζήτηση με αιφνιδίασε. Η χώρα παρέμενε σταθερά εκεί

που την είχε aπιθώσει ο Θεός αλλά οι λευκοί, είπε, έρχονται ώς

εδώ για λίγο, κι ύστερα ξαναφεύγουν. Φεύγουν. Κι εκείνοι που

μένουν πίσω δεν έχουν ιδέα αν πρέπει να περιμένουν την επιστρο­

φή τους ή όχι. Γυρίζουν στη δική τους χώρα, στους δικούς τους αν­

θρώπους, κι έτσι θα 'κανε κι αυτός ο λευκός... Δεν ξέρω τι μ'

έσπρωξε να εκτεθώ σ' αυτό το σημείο, φωνάζοντας ζωηρά "Όχι,

όχι". Οι συνέπειες αυτής της aπερισκεψίας μου φάνηκαν αμέσως,

καθώς ο Ντοραμίν γύρισε , με κοίταξε κατάματα χωρίς ν' αλλάξει

καθόλου έκφραση, που πετρωμένη στις αδρές, βαθιές ζάρες του

προσώπου του έμοιαζε με τεράστια καφετιά μάσκα, και είπε σκε­

φτικός ότι αυτά ήταν στ' αλήθεια ευχάριστα νέα· ύστερα ρώτησε

να μάθει το γιατί.

»Η γυναίκα του, εκείνη η μικροσκοπική, καλοκάγαθη μάγισσα,

καθόtαν δίπλα μου ωr: tην άλλη μεριά, με το κεφάλι καλυμμένο,

τα πόδια μαζc;μένα πίσω, και το βλέμμα της καρφωμένο στο μεγά­

λο παράθυρο. Έτσι που την κοίταζα με την άκρια του ματιού μου,

έβλεπα μονάχα μια γκριζόμαλλη μπούκλα της, το πεταχτό μήλο

του προσώπου της, και την ελαφριά κίνηση που έκανε το μυτερό

Page 68: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 267

της πηγούνι καθώς μασουλούσε. Χωρίς να πάρει στιγμή τα μάτια

απ' την απέραντη θέα των δασών που aπλώνονταν ίσαμε τους λό­

φους, με ρώτησε με συμπονετική φωνή πώς κι ένα νιο παλικάρι

σαν κι αυτόν έφυγε τόσο μακριά απ' το σπιτικό του κι έφτασε ώς

εδώ, στην άκρη του κόσμου, περνώντας από τόσους και τόσους

κινδύνους. Δεν είχε φαμελιά εκεί, δεν είχε δικούς του ανθρώπους;

Δεν είχε μια γριά μάνα, πού κράταγε πάντα ολοζώντανη στο μυα­

λό της την εικόνα του προσώπου του; ... »Η ερώτησ11 της με βρήκε τελείως aπροετοίμαστο. Ψέλλισα κά­

τι μέσ' απ' τα δόντια μου και κούνησα αόριστα το κεφάλι. Και κα­

θώς στη συνέχεια προσπάθησα να ξεφύγω απ' αυτή τη δύσκολη

θέση, τα 'κανα ακόμη πιο μούσκεμα. Από εκείνη τη στιγμή κι ύστε­

ρα, ο γερο-νακόντα έγινε πολύ λιγομίλητος. Φοβάμαι πως δεν

ήταν και πολύ ευχαριστημένος απ' τις εξηγήσεις μου, και προφα­

νώς τον είχα βάλει σε σκέψεις. Κατά παράξενο τρόπο, το βράδυ

της ίδιας μέρας (της τελευταίας μου στο Πατουσάν) βρέθηκα για

μια ακόμη φορά αντιμέτωπος με το ίδιο ερώτημα: το αναπάντητο

γιατί της μοίρας του Τζιμ. Κι έτσι, φτάνουμε στην ιστορία του

έρωτά του.

»Θα φαντάζεστε, υποθέτω, πως είναι μια ιστορία σαν όλες τις

άλλες. Έχουμε ακούσει πολλές παρόμοιες ιστορίες, και οι περισ­

σότεροι από μας δεν τις θεωρούν καν ερωτικές. Τις παίρνουμε ως

επί το πλείστον σαν συμπτώσεις της στιγμής: με υπόλογο στην κα­

λύτερη περίπτωση το πάθος, ή ίσως μονάχα τα νιάτα και τον πει­

ρασμό της αμαρτίας καταδικασμένες στη λησμονιά, τέλος, ακόμα

κι αν έχουν δοκιμαστεί από αυθεντικά αισθήματα τρυφερότητας

και μεταμέλειας. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αυτή η γνωμά­

τευση είναι σωστή κι ίσως ισχύει και για τη δική μας ... Αλλά πάλι δεν είμαι καθόλου σίγουρος. Ακόμα κι αν θεωρηθεί επαρκής η

συνηθισμένη οπτική γωνία κάτω απ' την οποία βλέπουμε αυτά τα

πράγματα, η αφήγηση της συγκεκριμένης ιστορίας δεν είναι καθό­

λου εύκολη δουλειά. Εκ πρώτης όψεως δεν παρουσιάζει καμιά

διαφορά από ένα σωρό άλλες ερωτικές ιστορίες για μένα, ωστό­

σο, πίσω απ' τα ξερά γεγονότα αναδύεται η μελαγχολική φιγούρα

μιας γυναίκας, το πνεύμα μιας ανελέητης γνώσης θαμμένης σ' ένα

μοναχικό τάφο, με βλέμμα όλο παράπονο, απελπισμένο, με χείλη

σφαλιχτά για πάντα. Ο τάφος, που έτυχε να τον δω σε μια πρωινή

Page 69: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

268 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

βόλτα, ήταν ένας σχεδόν άμορφος σωρός χώμα, με μια όμορφη

μπορντούρα στη βάση του, διακοσμημένη με άσπρα κοράλλια,

ενώ γύρω γύρω υπ1Ίρχε ένα είδος φράχτη, ένας κύκλος από προ­

χειροκομμένα κλωνάρια που κάποιος είχε μπήξει στη γη. Μια γιρ­

λάντα με φύλλα και λουλούδια ήταν πλεγμένη γύρω απ' τις μύτες

των λεπτών κλαδιών -και τα λουλούδια ήταν φρέσκα.

»Έτσι λοιπόν, άσχετα απ' το αν η σκιά της γυναίκας εκείνης εί­

ναι προ"ίόν της φαντασίας μου ή όχι, εν πάση περιπτώσει μπορώ

να επισημάνω το γεγονός ότι ο τάφος της δεν είχε ξεχαστεί και τον

φρόντιζαν ταχτικά. Αν λάβετε επιπλέον υπόψη σας ότι ο τζιμ είχε

φτιάξει με τα ίδια του τα χέρια εκείνο τον απλό περίβολο, τότε σί­

γουρα θα καταλάβετε εύκολα γιατί ξεχωρίζει αυτή η ιστορία απ'

τ ις άλλες, γιατί αυτή έχει τη μοναδικότητα. Η ικανότητά του να συ­

μπάσχει μ' έναν άλλον άνθρωπο, να ταυτίζεται με τις αναμνήσεις

και τα πιο τρυφερά του συναισθήματα, φανερώνει χαρακτηριστι­

κά τη βαθύτητα των αισθημάτων του. Ήταν άνθρωπος με συνείδη­

ση, και μάλιστα συνείδηση ρομαντική. Ο μοναδικός έμπιστος σύ­

ντροφος και φίλος που είχε στη ζωή της η σύζυγος του ανεκδιήγη­

του Κορνήλιου, ήταν η κόρη της. Ποτέ μου δεν μπόρεσα να κατα­

λάβω πώς εκείνη η φτωχή γυναίκα κατέληξε να παντρευτεί αυτόν

το σιχαμερό μιγάδα -αφού πρώτα αποχωρίστηκε απ' τον πατέρα

της κόρης της- και κάτω από ποιες συνθήκες έγινε εκείνος ο χωρι­

σμός, αν δηλαδή αιτία ήταν ο θάνατος, που καμιά φορά μπορεί να

είναι πολύ ευπρόσδεκτος, ή η αδυσώπητη δύναμη των κοινωνικών

τύπων. Απ' τα λίγα που μου είπε ο Στάιν (γνώστης πολλών και δια­

φόρων ιστοριών), κατάλαβα ότι δεν ήταν μια συνηθισμένη γυναί­

κα. Ο πατέρας της 1Ίταν λευκός ανώτερος υπάλληλος ένας από

κείνους τους λαμπρούς και προικισμένους ανθρώπους, που δεν εί­

ναι αρκετά βαριεστημένοι απ' τη ζωή τους για να τη σπαταλήσουν

στο κυνήγι μιας επιτυχίας, και που η σταδιοδρομία τους τελειώνει

τόσο συχνά κάτω απ' τη σκιά ενός σύννεφου. Φαντάζομαι ότι κι

εκείνη επίσης εστερείτο αυτής της σωτ1Ίριας νωθρότητας -με απο­

τέλεσμα να τερματίσει την καριέρα της στο Πατουσάν. Η μοίρα

όλων μας ... γιατί δεν υπάρχει άνθρωπος -εννοώ, αληθινά ευαί­

σθητος άνθρωπος- που να μη θυμάται ότι στο απόγειο της εκπλή­

ρωσης των επιθυμιών του εγκαταλείφθηκε απ6 κάποιον ή κάτι, πιο ακριβό κι απ' την ίδια τη ζωή ... η κοινή μας μοίρα, λοιπόν,

Page 70: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 269

στρέφεται ενάντια στις γυναίκες με ιδιαίτερη σκληρότητα. Δεν τις

τιμωρεί μια κι έξω σαν αυθαίρετος δεσπότης, αλλά τους επιβάλλει

μακροχρόνια βάσανα θαρρείς για να ικανοποιήσει έναν καταχθό­

νιο, ανικανοποίητο φθόνο. Λες κι αυτή η μοίρα που κυβερνάει τη

γη , ζητάει να πάρει εκδίκηση από κείνες τις υπάρξεις που τολμάνε

να υψωθούν πάνω απ' τα γήινα δεσμά· γιατί μονάχα οι γυναίκες

καταφέρνουν μερικές φορές να δώσουν στην αγάπη τους ένα

στοιχείο χειροπιαστό, που σε γεμίζει δέος -ένα υπερκόσμιο άγ­

γιγμα. Αναρωτιέμαι συχνά -πώς να φαίνεται ο κόσμος στα μάτια

τους -αν έχει το σχήμα και την ουσία που έχει για μας τους άντρες,

τον ίδιο αέρα που εμείς αναπνέουμε! Μερικές φορές σκέφτομαι

πως πρόκειται για μια περιοχή εξωλογικής ευαισθησίας, που κο­

χλάζει απ' την έξαψη της τρικυμισμένης τους ψυχής, φωτεινή , ρι­

ψοκίνδυνη, γεμάτη αυταπάρνηση . Ωστόσο, υποψιάζομαι ότι ελά­

χιστες γυναίκες υπάρχουν στον κόσμο, χωρίς βεβαίως να μου δια­

φεύγει το πολυπληθές του είδους μας και η ισότητα των δύο φύ­

λων, από ποσοτική άποψη -εννοείται. Είμαι σίγουρος ότι η μητέ­

ρα ήταν στον ίδιο βαθμό αληθινή γυναίκα όσο και η κόρη . Κάθε

τόσο μου 'ρχεται στο μυαλό η ζωή τους, πρώτα η νεαρή γυναίκα

και το παιδί, ύστερα η γριά και η νεαρή κοπέλα, η τρομερή μονο­

τονία και το φευγαλέο πέρασμα του χρόνου, το αδιάβατο εμπόδιο

της ζούγκλας, η μοναξιά και η αναταραχή που έζωνε από παντού

αυτές τις δυο μοναχικές υπάρξεις, ο κάθε λόγος που aντάλλαζαν

γεμάτος με μια θλιβερή σημασία. Θα πρέπει να έκαναν αμοιβαίες

εξομολογήσεις, όχι τόσο γι' αυτά που γίνονταν στη ζωή τους, φα­

ντάζομαι, όσο για τα βαθιά τους αισθήματα -ήταν μεταμέλειες,

φόβοι, νουθεσίες, ναι, σίγουρα: νουθεσίες, που η μικρή δεν μπο­

ρούσε να τις καταλάβει καλά πριν απ' το θάνατο της μητέρας της

και τον ερχομό του Τζιμ. Τότε, υποθέτω, θα κατάλαβε πολλά -όχι

τα πάντα- κυρίως το φόβο, απ' ό,τι φαίνεται. Ο τζιμ τη φώναζε με

μια λέξη που σημαίνει κάτι ακριβό, αμύθητο πετράδι - τζοβα"ί:ρι.

Όμορφο, ε; Ναι, μπορούσε να ζήσε ι και έτσι, και αλλιώς . Ήταν

άξιος της ευτυχίας του, όπως στο παρελθόν είχε σταθεί aντάξιος

της δυστυχίας του. 'Γζοβα"ί:ρι τη φώναζε, και το 'λεγε με τον ίδιο

τρόπο που θα 'λεγε "'Γζέην", καταλαβαίνετε -μ' έναν συζυγικό,

καθημερινό, αυτονόητο τρόπο . Άκουσα τ' όνομα για πρώτη φορά δέκα λεπτά ύστερα απ' την άφιξή μου στην αυλή του, όταν, αφού

Page 71: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

270 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

κόντεψε να μου ξεκολλήσει το χέρι, όρμησε στα σκαλοπάτια κι

άρχισε να βροντάει χαρούμενος σαν παιδί την πόρτα κάτω απ' τη

βαριά στέγη. "Ίζοβα"Cρι! Ε, Ίζοβα"Cρι! Τρέχα! Ήρθε ένας φίλος" ... κι ύστερα μου έριξε ξαφνικά ένα ερευνητικό βλέμμα στη μισοσκό­

τεινη βεράντα και μουρμούρισε σοβαρά: "Ξέρεις - εδώ - δε χω­

ράνε εξυπνάδες- δεν μπορώ να σου περιγράψω πόσα της χρω­

στάω - κι έτσι - καταλαβαίνεις -είμαι - ακριβώς σαν να είμα­

στε ... " Το βιαστικό, ανυπόμονο ψέλλισμά του κόπηκε απότομα από ένα σιγανό ξεφωνητό και την ανάλαφρη παρουσία μες στο

σπίτι μιας λευκής φιγούρας κι αμέσως ύστερα, ξεπρόβαλε μέσ'

απ' τη σκοτεινιά, σαν πουλί μέσ' απ' την κόχη της φωλιάς του, ένα

παιδικό αλλά γεμάτο ενεργητικότητα πρόσωπο με λεπτά χαρακτη­

ριστικά και βαθιά, διαπεραστική ματιά. Το όνομα μου έκανε βέ­

βαια εντύπωση· αλλά μονάχα πολύ αργότερα το συνδύασα στο

μυαλό μου με μια καταπληκτική φήμη, που είχα ακούσει στο ταξί­δι μου σ' ένα μικρό χωριό γύρω στα διακόσια τριάντα μίλια βό­

ρεια απ' το ποτάμι. Η σκούνα του Στάιν, με την οποία έκανα το τα­

ξίδι, έπιασε εκεί για να φορτώσει μερικά εμπορεύματα, και κα­

θώς βρήκα την ευκαιρία να κάνω μια βόλτα στη στεριά, ανακάλυ­

ψα προς μεγάλη μου έκπληξη ότι εκείνη η εξαθλιωμένη περιοχή

μπορούσε να καυχιέται ότι διαθέτει έναν τρίτης τάξεως βοηθό αρ­

μοστή, ένα μιγάδα μεγαλόσωμο, χοντρό, λιγδιάρη, με μάτια που

τρεμόπαιζαν και σαρκώδη κατακόκκινα χείλια. Τον βρήκα να κά­θεται φαρδύς πλατύς σε μια καλαμένια πολυθρόνα, με τα πουκά­

μισα ξετσίπωτα ανοιχτά, ένα μεγάλο πράσινο φύλλο στην κορφή

του aχνιστού κεφαλιού του, κι ένα άλλο στο χέρι που το χρησιμο­

ποιούσε τεμπέλικα σαν βεντάλια ... Για το Πατουσάν; Α, ναι. Εται­

ρεία Στάιν. Ήξερε. Υπήρχε άδεια. Δεν ήταν δική του δουλειά.

Δεν ήταν και τόσο άσκημα τώρα εκεί πέρα, σχολίασε ανέμελα,

και συνέχισε σέρνοντας τα λ6για του: ''την έκανε, λέει, για κει

ένας λευκός μπαγαπόντης, ε; Τι 'πες; Φίλος σου; Α, έτσι! ... Είναι αλήθεια το λοιπόν ότι ένας από κείνους τους καταραμένους ... Τι πάει να σκαρώσει; Θα κάνει το κομμάτι του εκεί χάμω, ο μασκα­

ράς. Ε; Δε βάζω και το χέρι μου στη φωτιά . Πατουσάν -μωρέ πέ­

qη:ουν κεrnάλια εκεί χάμω -αλλά τι με κόωτει εμένα". Σταμάτησε, κι άρχισε να βογκάει. "Φτου! Διάολε! Τέτοια κωλοζέστη! Ε, πού

ξέρεις, μπορεί και να 'χει μια βάση τούτο το παραμύθι, και ... "

Page 72: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 271

Έκλεισε το ένα απ' τα ζωώδη, ανέκφραστα μάτια του (το βλέφα­

ρο συνέχισε να τρεμουλιάζει), ενώ με στραβοκοίταξε aποκρου­

στικά με το άλλο. "Πρόσεξε αυτό που θα σου πω" συνέχισε με μυ­

στηριώδη τόνο, "αν -πιάνεις;- αν έχει βάνει με τα σωστά τίποτα

καλό στο χέρι -κάνα από κείνα τα κομματάκια πράσινο γυαλί

-πιάνεις ;- εγώ είμαι κυβερνητικός υπάλληλος -πες σ' αυτόν τον

κανάγια ... Ε; Τι; φίλος σου;" ... Συνέχισε, βυθισμένος aτάραχα στην πολυθρόνα του ... "Μας το ξανάπες μα γι' αυτό κάθομαι και

σου μιλάω. Θαρρώ ότι δε θα σου κακόπεφτε να βγάλεις κάτι κι

εσύ απ' αυτή την ιστορία. Άσε με να τελειώσω. Εσύ πες του μόνο

ότι ξέρω την υπόθεση, αλλά δεν έχω κάνει αναφορά στην κυβέρ­νησή μου. Όχι ακόμα. Μπήκες; Και γιατί να το αναφέρω; Ε; Πες

του να 'ρθει σε μένα, αν τον αφήσουν να βγει ζωντανός απ' τη χώ­

ρα. Πρέπει να 'χει τα μάτια του δεκατέσσερα. Ε; ΊΌ λόγο μου ότι δε θα τον ρωτήσω τίποτα. Άκρα εχεμύθεια -πιάνεις; Κι εσύ τώρα

-πρέπει νfJ. βγάλεις κάτι. Ένα μικρό ρεγάλο για τον μπελά. Μη

διακόπτεις. Είμαι κυβερνητικός υπάλληλος και δεν έκανα αναφο­

ρά. Παστρικές δουλειές. Κατάλαβες; Ξέρω μερικούς κυρίους

πρώτης τάξεως που θα αγοράσουν οτιδήποτε που αξίζει κατιτίς,

και θα του δώσουνε πιότερο χρήμα απ' όσο έχει δει ίσαμε τώρα σ'

ολάκερη τη ζωή του, ο λιγούρης. Τους ξέρω απέξω και ανακατωτά

εγώ αυτούς τους μάγκες". Με κοίταξε σταθερά και με τα δυο μά­

τια ολάνοιχτα τώρα, ενώ εγώ στεκόμουν από πάνω του σαστισμέ­

νος, προσπαθώντας να καταλάβω αν ήταν τρελός ή πιωμένος.

Ίδρωνε, ξεφυσούσε, βογκούσε αδύναμα, και ξυνόταν με μια ηρε­

μία τόσο αποκρουστική, που στάθηκε αδύνατο ν' aντέξω κι άλλο

αυτό το θέαμα, με την ελπίδα να ψαρέψω καμιά πληροφορία ακό­

μα. Την άλλη μέρα, έπιασα επιτούτου κουβέντα με τους ιθαγενείς

εκείνου του μικρού χωριού, κι ανακάλυψα ότι κατά μήκος της

ακτής εξαπλωνόταν σιγά σιγά η ιστορία κάποιου μυστηριώδους

λευκού, κατόχου ενός καταπληκτικού πολύτιμου λίθου -ενός σα­

μαραγδιού, όπως έλεγαν , ασύλληπτα μεγάλου, και ανεκτίμητης

αξίας . Απ' ό,τι φαίνεται, τα σμαράγδια διεγείρουν την ανατολίτι­

κη φαντασία περισσότερο από κάθε άλλο πολύτιμο λίθο. Ο λευ­

κός, σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, είχε αποκτήσει την πέτρα χά­ρη στις μαγικές του δυνάμεις και την πανουργία του. Την έκλεψε

απ' τον κυβερνήτη μιας μακρινής χώρας, κι ύστερα το 'σκασε από

Page 73: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

272 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

κει και ήρθε στο Πατουσάν σε κακό χάλι, γεμίζοντας όμως φόβο

τους ανθρώπους με τη μεγάλη του αγριάδα που τίποτα δε φαινό­

ταν ικανό να τα βάλει μαζί της. Οι περισσότεροι απ' τους πληρο­

φοριοδότες μου πίστευαν ότι η πέτρα ήταν γρουσούζικη --σαν την

περίφημη πέτρα του σουλτάνου της Σουκαντάνα,67 που τα παλιά

χρόνια είχε γίνει υπαίτιος στη χώρα του για ένα σωρό πολέμους κι

άλλες ανείπωτες συμφορές. Ίσως και να 'ταν το ίδιο πετράδι -πώς

μπορούσες να ξέρεις; Στην πραγματικότητα, η ιστορία για ένα

σμαράγδι μυθικών διαστάσεων είναι τόσο παλιά, όσο και η άφιξη

του πρώτου λευκού στα νησιά του Αρχιπελάγους και η πίστη στην

ύπαρξή της είναι τόσο επίμονη, που πριν σαράντα περίπου χρόνια

οι Ολλανδοί έκαναν επίσημη έρευνα για την αλήθεια του πράγμα­

τος. Ο καλύτερος τρόπος να σιγουρέψεις ένα τέτοιο πετράδι -απ'

ό,τι μου εξήγησε ένας γέρος (κάτι σαν γραμματέας του αξιοθρή­

νητου μικρο μαχαραγιά του τόπου), απ' τον οποίο συνέλεξα και τις

περισσότερες πληροφορίες αυτού του καταπληκτικού μύθου για

τον 'Γζιμ- ο καλύτερος τρόπος, είπε στυλώνοντας πάνω μου τα μι­

κρά, μισότυφλα μάτια του (καθόταν κατάχαμα στο πάτωμα της κα­

λύβας σε ένδειξη σεβασμού), είναι να το κρύψεις στο σώμα μιας

γυναίκας . Αυτό δεν μπορεί όμως να γίνει με όλες τις γυναίκες.

Πρέπει να είναι νέα -έβγαλε ένα βαθύ στεναγμό- και άτρωτη απ'

τις βασκανίες του έρωτα. Κούνησε το κεφάλι του συλλογισμένος. Αλλά, απ' ό,τι φαίνεται, μια τέτοια γυναίκα όντως υπήρχε . Είχε

ακούσει να μιλάνε για ένα ψηλόκορμο κορίτσι, που ο λευκός φρό­

ντιζε με μεγάλο σεβασμό και που δεν την άφηνε να ξεμακρύνει

ούτε λεπτό απ' το σπίτι χωρίς συνοδεία. Οι φήμες έλεγαν ότι δεν

πέρναγε μέρα που να μην τον έβλεπες μαζί της περπατούσαν πλάι

πλάι χωρίς να κρύβονται, κρατούσε το μπράτσο της σφιχτά κάτω

απ' το δικό του -έτσι -μ' έναν πολύ περίεργο τρόπο . Αυτό μπορεί

να ;ταν ψέμα, παραδέχτηκε, γιατί ήταν πράγματι πολύ παράξενο

για οποιονδήποτε άνθρωπο· απ' την άλλη όμως, δεν υπήρχε καμιά

αμφιβολία ότι αυτή η κοπέλα είχε κρυμμένο στο στήθος της το πε­

τράδι του λευκού».

67 Περιοχή στη νοτιοανατολικΙ\ Βόρνεο.

Page 74: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

29 «Ιδού λοιπόν η ερμηνεία για τους aπογευματινούς συζυγικούς πε­

ριπάτους του Τζιμ. Αρκετές φορές τούς συνόδεψα κι εγώ σαν τρί­

τος, δοκιμάζοντας πάντα ένα δυσάρεm;ο αίσθημα απ' την παρου­σία του Κορνήλιου να τριγυρίζει στα πέριξ, με την έκφραση πι­

κραμένου πατέρα που τον στερούν απ' τα νόμιμα δικαιώματά του,

κι εκείνο το χαρακτηριστικό σούφρωμα των χειλιcίJν του σαν να

'ταν ανά πάσα στιγμή έτοιμος να τρίξει τα δόντια. Θα πρέπει όμως

να λάβουμε υπόψη μας ότι τριακόσια μίλια μακριά απ' το τελευ­

ταίο καλώδιο του τηλέγραφου και τις γραμμές των ποσταλιών, ο

ξεφτισμένος ωφελιμισμός του πολιτισμού μας μαραίνεται κι αργο­

πεθαίνει αδύναμος, δίνοντας τη θέση του στη δραστηριότητα της

καθαρής φαντασίας, που διαθέτει όλη τη ματαιότητα, συχνά τη

μαγεία, και κάποτε κάποτε την απόκρυφη αλήθεια που έχουν τα

δημιουργήματα της τέχνης. Ο ρομαντισμός είχε κερδίσει αναμφί­

βολα την καρδιά του Τζιμ -κι αυτό ήταν το μόνο αυθεντικό μέρος

του θρύλου, που διαφορετικά θα ήταν εξολοκλ1Ίρου κατασκευα­

σμένος. Δεν τον έκρυβε το θησαυρό του. Στην πραγματικότητα,

ήταν πολύ περήφανος γι' αυτόν.

»Τώρα που το ξανασκέφτομαι, βλέπω πως τελικά είχα προσέ­

ξει πολύ λίγα πράγματα από κείνην . Αυτό που θυμάμαι καλύτερα

απ' όλα είναι η λεία, σταρό.τη επιδερμίδα της και η σκούρα βιολε­

τιά aνταύγεια των μαύρων μαλλιών της, που κυμάτιζαν πλούσια

κάτω από ένα μικρό κρεμεζί σκουφί ριγμένο πίσω στο όμορφο κε­

φάλι της. Οι κινήσεις της ψαν αβίαστες, όλο σιγουριά, κι όταν την

έπιαν~ το ντροπαλό της, κατακοκκίνιζε. Κάθε φορά που κουβέ­

ντιαζα με τον Τζιμ, εκείνη μας γυρόφερνε συνέχεια ρίχνοντάς μας

pιαοτικ!:'ς ματιές, αφήνοντας στο πέρασ~ιά της μια εντύπωση χά­

ρη~ και γοητείαs ι-ιαζί με την έvtονη αίσθηση μιας άγρυπνης πuιιu·

κuλυύθηuης. Οι τρ6ποι τη5 ijταν ένα περίεργο ~ράμα σωνότnταc

Page 75: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

274 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡ ΑΝΤ

και τόλμης. Ύστερα από κάθε της χαμόγελο, η όψη της γινόταν

πολύ σιωπηλή, γεμάτη συγκρατημένη ανησυχία, λες και την κατα­

δίωκε μόνιμα η αίσθηση ενός κινδύνου. Συχνά καθόταν μαζί μας,

στήριζε το μαλακό της μάγουλο στη μικρή της γροθιά κι άκουγε με

προσοχή αυτά που λέγαμε- τα μεγάλα καθαρά μάτια της καρφώ­

νονταν επίμονα στα χείλια μας, σαν να διέκρινε πίσω από κάθε

λέξη που προφέραμε ένα ορατό σχήμα. Η μητέρα της την είχε μά­

θει να γράφει και να διαβάζει· είχε μάθει κάμποσα αγγλικά απ'

τον Τζιμ και τα μιλούσε αρκετά αστεία, με τον σπασμένο, αγορί­

στικο τονισμό της δικής του φωνής. Η τρυφερότητά της πλανιόταν

από πάνω του σαν στοργική φτερούγα που ξεδιπλώνεται στον αέ­

ρα. Ζούσε τόσο πολύ με τη σκέψη του, που είχε αποκτήσει κάτι απ'

τους τρόπους του· υπήρχε κάτι στις κινήσεις της που τον θύμιζε, ο

τρόπος που άπλωνε το χέρι της, για παράδειγμα, που γύριζε το κε­

φάλι ή που κοίταζε. Η ακούραστη στοργή της ήταν τόσο έντονη,

που γινόταν σχεδόν απτή· σαν να πλανιόταν με σάρκα και οστά

στον αέρα που τον περιέβαλλε, σαν να τον τύλιγε με μια ξεχωρι­

στή ευωδία· ξεχυνόταν στο φως του ήλιου όπως μια τρεμουλιαστή,

απαλή, γεμάτη πάθος νότα. Ίσως, με όλ' αυτά που σας λέω, να

σκέφτεστε πως είμαι κι εγώ ρομαντικός, αλλά όχι. Εγώ το μόνο

που κάνω, είναι να σας μεταδίδω πιστά τις εντυπώσεις που αποκό­

μισα από δυο νέους, ένα παράξενο, περιπετειώδες ρομάντσο που

έτυχε να ζήσω από κάπως κοντά. Παρατηρούσα με ενδιαφέρον

την πορεία -της -της καλής του τύχης. Η αγάπη της ήταν ζηλότυπη,

αλλά δεν ξέρω ούτε για ποιο λόγο έπρεπε να ζηλεύει ούτε το αντι­

κείμενο της ζήλιας της. Η χώρα, οι άνθρωποι, τα δάση ήταν συνέ­

νοχοί της, τον προστάτευαν άγρυπνα από κοινού, τυλίγοντάς τον

μέσα σε μια ατμόσφαιρα απομόνωσης, μυστηρίου, ακαταμάχητης

κυριαρχίας. Έτσι όπως ήταν τα πράγματα, δεν μπορούσε να γίνει

διαφορετικά · ήταν αιχμάλωτος της ίδιας δύναμης που τον είχε κά­

νει ελεύθερο, κι εκείνη, μολονότι ήταν έτοιμη να γίνει χαλί για να

την πατήσει, φύλαγε το απόκτημά της με ακλόνητη αποφασιστικό­

τητα -σαν να κινδύνευε να της φύγει. Ο Ταμπ Ιτάμ ακολουθούσε

κατά πόδας τον λευκό του κύριο στις βόλτες μας στους λόφους, με

το κεφάλι του ριγμένο πίσω, επιθετικός κι aρματωμένος απ' την κορφή ώς τα νύχια σαν γενίτσαρος, με γιαταγάνι, ματσέτα κι ακό­

ντιο (χώρια το όπλο του Τζιμ)· ακόμα κι αυτός λοιπόν, ο Ταμπ

Page 76: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 275

Ιτάμ, είχε ύφος aσυμβίβαστου φύλακα -προστάτη, βλοσυρού κι

αφοσιωμένου δεσμοφύλακα, έτοιμου να δώσει και τη ζωή του

ακόμα για την προστασία του αιχμαλώτου του. Τα βράδια που κα­

θόμασταν μέχρι αργά, η σιωπηλή κι ακαθόριστη σκιά του πήγαινε

κι ερχόταν ακατάπαυστα κάτω απ' τη βεράντα με αθόρυβα βήμα­

τα, ή πάλι, όταν σήκωνα το κεφάλι μου, τον έβρισκα να στέκει

απρόσμενα πίσω μας, στητός κι αλύγιστος μες στο μισοσκόταδο.

Συνήθως, μετά από μια ορισμένη ώρα εξαφανιζόταν χωρίς τον

παραμικρό θόρυβο· τη στιγμή όμως που σηκωνόμασταν, αναδυό­

ταν μεμιάς διπλά μας σαν να ξεφύτρωνε μέσ' απ' το πάτωμα, έτοι­

μος να φέρει εις πέρας οποιαδήποτε διαταγή που τυχόν θα του έδινε ο τζιμ. Είμαι σίγουρος ότι και το κορίτσι δεν πήγαινε ποτέ

για ύπνο προτού χωρίσουμε για τη νύχτα. Περισσότερες από μια

φορές τούς είδα απ' το παράθυρο του δωματίου μου να βγαίνουν

έξω μαζί και να στέκουν ήσυχοι, ακουμπώντας στο προχειρο­

φτιαγμένο παραπέτο της βεράντας -δυο λευκές μορφές πλάι πλάι,

το χέρι του στη μέση της, το κεφάλι της γερμένο στον ώμο του. Τα

απαλά, ψιθυριστά λόγια τους έφταναν ώς τ' αυτιά μου διαπεραστι­

κά, γεμάτα τρυφερότητα, παίρνοντας μέσα στην ακινησία της νύ­

χτας μια απόχρωση ήρεμης θλίψης, σαν την επικοινωνία μιας

ύπαρξης με τον εαυτό της που μιλάει με δυο αλλιώτικες φωνές.

Αργότερα, καθώς στριφογύριζα κάτω απ' την κουνουπιέρα στο

κρεβάτι μου, ήμουν σίγουρος ότι άκουγα ελαφρά τριξίματα, μια

αμυδρή ανάσα, ένα λαρύγγι που ξερόβηχε διακριτικά για να κα­

θαρίσει -κι ήξερα πως ήταν ο Ταμπ Ιτάμ που φύλαγε ακόμα καρ­

τέρι. Παρόλο που είχε ένα σπίτι στο κομπάουντ68 (δείγμα της εύ­νοιας του λευκού αφέντη), παρόλο που είχε "πάρει μια γυναίκα",

και οι θεοί τον είχαν ευλογήσε ι πρόσφατα χαρίζοντάς του ένα

παιδί, είμαι σίγουρος ότι όσες μέρες έμεινα εκεί, κοιμόταν κάθε

βράδυ στη βεράντα. Ήταν πολύ δύσκολο να αποσπάσεις έστω και

μια κουβέντα απ' αυτό τον αφοσιωμένο και βλοσυρό υπηρέτη .

Ακόμα και στον τζιμ απαντούσε με σύντομες και κοφτές προτά­

σεις σαν να διαμαρτυρόταν, αφήνοντας να εννοηθεί ότι aυτουνού

η δουλειά δεν ήταν να μιλάει. Τα πιο πολλά μαζεμένα λόγια που

68 Compound: οχυρωμένος περCβολος σπιτιών ή εγκαταστάσεων των Ευρωπαί­

ων (στις Ινδίες και την Κίνα).

Page 77: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

276 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

άκουσα να βγαίνουν απ' το στόμα του εθελοντικά, ήταν ένα πρωι­

νό, όταν τέντωσε ξαφνικά το χέρι του προς την αυλή για να δείξει

τον Κορνήλιο, και είπε : "Νά, έρχεται ο Ναζαρηνός" .69 Δε νομίζω

πως απευθυνόταν σε μένα, μόλο που στεκόμουν πλάι του· αυτό

που επεδίωκε μάλλον περισσότερο, ήταν ν' αφυπνίσει την προσο­

χή και την αγανάκτηση του σύμπαντος . Κάποια μισόλογα που

μουρμούρισε στη συνέχεια για σκυλιά και για την τσίκνα ψητού

κρέατος, μου φάνηκαν ιδιαίτερα πετυχημένα. Ο μεγάλος, τετρά­

γωνος περίβολος φλεγόταν απ' τις ακτίνες του ήλιου , και μολονότι

ο Κορνήλιος τον διέσχιζε σιγά σιγά λουσμένος στο άπλετο φως,

ορατός απ' τον καθένα, έδινε την παράξενη εντύπωση ανθρώπου

που ξεγλιστράε ι στα μουλωχ'τά μέσ' απ' το σκοτάδι. Σου 'φερνε

στο νου μονομιάς όλα τα aποκρουστικά πράγματα του κόσμου. Το

αργό, ακαταπόνητο βάδισμά του έμοιαζε με το σούρσιμο ενός σι­

χαμερού σκαθαριού· μονάχα τα πόδια του κουνιόνταν με τρομερή

φιλοπονία, ενώ το σώμα διατηρούσε την ακινησία του . Υποθέτω

ότι η πορεία που ακολουθούσε για να φτάσει εκεί που ήθελε, δεν

είχε λοξοδρομήματα, έτσι όμως που πήγαινε με τον έναν ώμο γερ­

μένο προς τα μπρος, έμοιαζε να προχωράει όλο ελιγμούς. Τον

έβλεπες συχνά να κόβει βόλτες αργά αργά ανάμεσα στα υπόστε­

γα, σαν να οσμιζόταν μια μυρωδιά· περνούσε μπρος απ' τη βερά­

ντα ρίχνοντας επάνω κλεφτές ματιές ύστερα εξαφανιζόταν μ' όλο

του το πάσο στη στροφή μιας καλύβας. Το ελεύθερο που είχε ν'

αλωνίζει εκεί πέρα, δεν αποδείκνυε παρά την παράλογη αδιαφο­

ρία του Τζιμ ή, από μια άλλη άποψη, την άπειρη περιφρόνηση που

έτρεφε για το άτομό του, γιατί ο Κορνήλιος είχε παίξει έναν πολύ

αμφίβολο ρόλο (το ελάχιστο που μπορείς να πεις) σ' ένα συγκε­

κριμένο επεισόδιο, που θα μπορούσε να είχε σταθεί μοιραίο για

τον τζιμ. Τελικά όμως δυνάμωσε ακόμα περισσότερο την αίγλη

του . λλλά μήπως υπήρχε και τίποτα που να μη δυνάμωνε την αίγλη

του; Κι ήταν ειρωνεία της καλής του τύχης ότι εκείνος, που άλλοτε

την είχε τόσο άκαρπα κυνηγήσει, έμοιαζε να γεύεται τώρα χωρίς

την παραμικρή προσπάθεια μια ζωή αμέριμνη και γοητευτικ11.

»Πρέπει να σας πω ότι είχε φύγει απ' το χωριό του Ντοραμίν

πολύ σύντομα μετά την άφιξή του -στην πραγματικότητα, τόσο

69 Ναζαρηνός: υποτιμητικό επίθετο των μουσουλμάνων για τους χριστιανούς .

Page 78: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 277

γρήγορα, που έβαλε σε κίνδυνο την ασφάλειά του, και φυσικά

πριν ξεσπάει ο πόλεμος. Αυτό που τον παρακίνησε να φύγει, ήταν

μια αίσθηση καθήκοντος έπρεπε να φροντίσει τις δουλειές του

Στάιν, είπε. Έτσι δεν είναι; Μ' αυτόν το σκοπό λοιπόν διέσχισε το

ποτάμι, αδιαφορώντας πλήρως για την προσωπική του ασφάλεια,

κι εγκαταστάθηκε στο σπίτι του Κορν1Ίλιου. Πώς τώρα αυτός ο τε­

λευταίος την έβγαζε πάντα καθαρή σ' εκείνους τους aνήσυχους

καιρούς, δεν έχω ιδέα. Αλλά στο κάτω κάτω, θα πρέπει να είχε

σαν aτζέντης του Στάιν την προστασία του Ντοραμίν, ώς έναν ορι­

σμένο βαθμό· πάντως, είτε έτσι είτε αλλιώς, κατάφερνε πάντα να

τη σκαπουλάρει όταν τα πράγματα γίνονταν πολύ σκούρα, ενώ

δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι η στάση του, οποιαδήποτε τακτική κι

αν αναγκαζόταν κάθε φορά να τηρήσει, χαρακτηριζόταν από μια

προστυχιά που 11ταν η σφραγίδα του χαρακτ1Ίρα του. Ναι, το χα­

ρακτηριστικό του σημάδι· ήταν μέσα κι έξω πρόστυχος, όπως άλ­

λοι άνθρωποι ξεχωρίζουν αμέσως μόλις τους δεις με το μεγαλόψυ­

χο, μοναδικό και σεβάσμιο παρουσιαστικό τους. Ήταν το στοι­

χείο της φύσης του, που διαπότιζε όλες τις πράξεις, τα πάθη, τα

συναισθήματά του· πρόστυχος όταν θύμωνε· πρόστυχος όταν χα­

μογελούσε ή όταν λυπόταν· το ίδιο πρόστυχος στις αβρότητες ή

στα ξεσπάσματα της αγανάκτησής του. Σίγουρα, πιο πρόστυχο

ερωτικό αίσθημα απ' το δικό του δε θα 'ταν δυνατό να υπάρξει

-αλλά μπορεί να διανοηθεί κανείς ένα τέτοιο αηδιαστικό έντομο

ερωτευμένο; Ακόμα κι αυτή η αίσθηση σιχαμάρας που σου Προξε­

νούσε, ήταν επίσης πρόστυχη, έτσι που ένα άτομο απλώς αηδια­

στικό θα φαινόταν μπροστά του γεμάτο ευγένεια. Η θέση που του

ταιριάζει σ' αυτή την ερωτική ιστορία δεν είναι ούτε στα παρα­

σκήνια ούτε στο προσκ1Ίνιό της, μονάχα στις παρυφές της εθεάθη

να τριγυρίζει στα μουλωχτά, αινιγματικός και βρωμερός, μιαίνο­

ντας το ευωδιαστό άρωμα που ανέδιδε η νιότη και η απλότητά της.

»0 ρόλος του σε όλες τις περιπτώσεις Ίlταν τελείως παρακατιανός, αλλά ίσως σ' αυτό ακριβώς βρήκε μερικά πλεονεκτήματα. Ο τζιμ μού

είπε ότι στην αρχή τον υποδέχτηκε με μια ξετσίπωτη διαχυτικότητα κι

όλου του κόσμου τις γαλιφιές. 'Ό τύπος έμοιαζε να πετάει απ' τη χα­

ρά του" είπε ο τζιμ με αηδία. "Μου 'ρχότανε κάθε πρωί τρεχάτος και

μου έσφιγγε και τα δυο χέρια -π' ανάθεμά τον! -αλλά δεν ήμουν ποτέ

σίγουρος αν θα με τάιζε για πρωινό. Αισθανόμουν πολύ τvχc:ρός αν

Page 79: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

278 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

έτρωγα τρία γεύματα σε δυο μέρες και μ' έβαλε να του υπογράψω

απόδειξη για δέκα δολάρια τη βδομάδα. Ήταν σίγουρος, δήλωσε, ότι

ο κύριος Στάιν δε θα 'θελε απ' αυτόν να με συντηρεί σπίτι του δωρε­

άν. Ε, κι εκείνος έκανε ό,τι μπορούσε, με φιλοξενούσε σχεδόν με το

τίποτα. Ήταν rj ανώμαλη κατάσταση της χώρας που τον ανάγκαζε σ' αυτό, έλεγε, τραβώντας τα μαλλιά του απ' τη λύπη του, και στη συνέ­

χεια εκλιπαρούσε είκοσι φορές τη μέρα τη συγνώμη μου, έτσι που στο

τέλος κατάντησα να τον παρακαλέσω να μη στεναχωριέται. Μου

έφερνε αναγούλα. Η μισή σκεπή του σπιτιού είχε καταρρεύσει, και

γενικά όλο το σπίτι ήταν στα κακά του χάλια, με τούφες αγριόχορτα

να ξεφυτρώνουν στις άκριες των λιωμένων ψαθιών, που κρέμονταν ετοιμόρροπα απ' τους τοίχους. Έβαλε όλα του τα δυνατά για να μου

αποδείξει ότι ο κύριος Στάιν τού χρωστούσε λεφτά απ' το εμπόριο

των τριών τελευταίων χρόνων, αλλά τα βιβλία του ήταν σκισμένα και

μερικά δεν υπήρχαν καθόλου. Προσπάθησε με διάφορα μισόλογα να

ρίξει το φταίξιμο στη γυναίκα του. Το βρωμόσκυλο! Στο τέλος ανα­

γκάστηκα να του απαγορεύσω να αναφέρει έστω και τ' όνομά της,

γιατί έκανε το Ίζοβcitρι να κλαίει. Δεν μπορούσα να ανακαλύψω τι

είχαν απογίνει τα εμπορεύματα. Στην αποθήκη του δεν υπήρχε τίποτ'

άλλο εκτός από ποντίκια, που πέρναγαν ζωή χαρισάμενη ανάμεσα

στους σωρούς τα σκουπίδια από στρατσόχαρτο και παλιά τσουβάλια.

Όλοι μού επιβεβαίωναν ότι πρέπει να έκρυβε κάπου καταχωνιασμέ­

να πολλά χρήματα, αλλά δεν μπόρεσα φυσικά να του πάρω κουβέ­

ντα. Πέρασα τις πιο άθλιες μέρες της ζωής μου σ' εκείνο το ερείπιο.

Προσπάθησα να 'μαι συνεπής στα καθήκοντά μου απέναντι στον

Στάιν, αλλά είχα να σκεφτώ κι ένα σωρό άλλα πράγματα. 'Οταν το

'σκασα και πήγα στου Ντοραμίν, ο γερο-Τούνκου Αλάνγκ φοβήθηκε

κι έδωσε πίσω όλα μου τα πράγματα. Αυτό έγινε με πλάγιο τρόπο και

άκρα μυστικότητα μέσω ενός Κινέζου που είχε εκεί πέρα ένα μικρό

μαγαζάκι· αλλά μόλις έφυγα απ' τον καταυλισμό των Μπούγκις και

πήγα να μείνω στου Κορνήλιου, άρχισε να λέγεται ανοιχτά ότι ο πρί­

γκιπας είχε κατά νου να με βγάλει σύντομα απ' τη μέση . Ευχάριστη

κατάσταση, ε; Και δεν έβλεπα πώς θα μπορούσα να τον εμποδίσω, αν είχε πράγματι πάρει μια τέτοια απόφαση . Αλλά το χειρότερο απ' όλα

ήταν πως είχα συνέχεια τη δυσάρεστη αίσθηση ότι δεν έκανα τίποτα χρήσιμο, ούτε για τον Στάιν ούτΕ για μΕνα. Α! ήταν απαίσια -όλον

εκείνο τον ενάμιση μήνα"».

Page 80: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

30

«Στη συνέχεια, μου είπε πως δεν ήξερε τι ήταν αυτό που τον έκανε

να μένει εκεί -αλλά μάλλον δε χρειάζεται και πολλή σκέψη.

Έτρεφε μια βαθιά συμπάθεια για το απροστάτευτο κορίτσι, που βρισκόταν στο έλεος aυτουνού του "άθλιου και θρασύδειλου κα­

νάγια". Ο ΚορνΊΊλιος της έκανε τη ζωή μαρτύριο, μονάχα που δεν

την έδερνε, κι αυτό, φαντάζομαι, επειδή δεν είχε τα κότσια. Απαι­

τούσε να τον αποκαλεί πατέρα, "και με σεβασμό, παρακαλώ -με

σεβασμό" τσίριζε, κουνώντας τη μικρή κίτρινη γροθιά του κάτω

απ' τη μύτη της . "Εγώ είμαι ένας άνθρωπος καθωσπρέπει, τ'

ακούς; Εσύ τι είσαι, ε; Μας λες λοιπόν τι είσαι εσύ; Ή μπας και

θαρρείς πως θα κάθομαι να μεγαλώνω το μπάσταρδο ενός άλλου,

κι από πάνω δε θα με σέβεται, ε; Μωρέ θα 'πρεπε να με προσκυ­

νάς που σ' αφήνω να με λες πατέρα. Άντε λοιπόν -λέγε : .Μάλιστα,

πατέρα .. . Όχι; ... Θα δεις λοιπόν". Και τότε άρχιζε να βρίζει την πεθαμένη, ώσπου το κορίτσι το ' βαζε στα πόδια κρατώντας το κε­

φάλι μέσα στα χέρια της. Εκείνος την έπαιρνε από πίσω μέσα σ'

όλα τα δωμάτια, γύρω γύρω απ' το σπίτι κι ανάμεσα στις παρά­

γκες, ώσπου τη στρίμωχνε σε καμιά γωνιά, όπου έπεφτε γονατιστή

βουλώνοντας τ' αυτιά της, ενώ αυτός στεκόταν λίγο πιο πέρα από

πίσω της και ξέρναγε για κάνα μισάωρο χωρίς ανάσα ένα σωρό

βρωμερές συκοφαντίες για τη μητέρα της . "Διαόλου σπέρμα ήταν ,

μωρή , η μάνα σου, διάολου σπέρμα -αλλά και συ μη θαρρείς πως

πας πίσω" ωρυόταν στο τέλος, μαζεύοντας μια χούφτα χώμα ή λά­

σπη (υπήρχε άφθονη λάσπη γύρω απ' το σπίτι) και πετώντας τη

στα μαλλιά της. Μερικές φορές, ωστόσο, εκείνη κράταγε μια εντε­

λώς περιφρονητική στάση απέναντί του Και τον κοίταζε αμίλητη,

με πρόσωπο σκοτεινό και σφιγμένο, λέγοντας μονάχα πού και πού

μια δυο λέξεις, που έκαναν τον άλλον ν' αφηνιάζει και να σπαρτα­

ράει απ' το κακό του. Ο Τζιμ μού είπε ότι αυτές οι σκηνές ήταν φο-

Page 81: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

280 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΓ

βερές. Και πράγματι, ήταν ασυνήθιστο θέαμα μέσα στην άγρια

ζούγκλα. Αν το καλοσκεφτεί κανείς, το αδιέξοδο μιας τόσο περί­

πλοκης και σκληρ1iς κατάστασης ψαν τρομακτικό Ο aξιοσέβα­

στος κύριος Κορν1iλιος (οι Μαλαίοι τον φώναζαν Ίντσι70 Ν έλιους,

με μια γκριμάτσα που σΊiμαινε πολλά) ήταν ένας άνθρωπος πολύ

πικραμένος απ' τη ζωή. Δεν ξέρω τι λογής απολαβές περίμενε να

αποκομίσει απ' το γάμο του· αλλά προφανώς, το ελεύθερο να κλέ­

βει, να καταχράται, και να σφετερίζεται για πολλά χρόνια και μ'

όποιον τρόπο τον βόλευε καλύτερα τα εμπορεύματα της Εταιρείας

του Στάιν (ο Στάιν διατηρούσε ένα σταθερό απόθεμα όσο καιρό

μπορούσε να στέλνει τα καράβια του εκεί πέρα), δεν του φαινό­ταν δίκαιη ανταμοιβή για τη θυσία του σεβαστού του ονόματος. Ο

τζιμ είχε όλη την καλή διάθεση να τον σπάσει στο ξύλο· απ' την

άλλη όμως, αυτές οι σκηνές ήταν τόσο οδυνηρές κι aπαίσιες, που

το μόνο που ήθελε εκείνη τη στιγμή, ήταν να πάρει το κορίτσι μα­

κριά από κει για να μην πληγώνεται μ' αυτά που άκουγε. Μετά

από κάθε τέτοια σκηνή, εκείνη απόμενε αμίλητη, γεμάτη αγωνία,

ζουλώντας πού και πού σπασμωδικά το στήθος της μ' ένα πρόσω­

πο παγωμένο απ' την απελπισία, και τότε ο 'Γζιμ την πλησίαζε σιγά

σιγά και της έλεγε με σπασμένη φων1Ί: "Έλα τώρα -έλα -τι ωφε­

λεί -πρέπει να βάλεις κάτι στο στόμα σου" ή τίπότα παρόμοιο, εκ­δηλώνοντας έτσι τη συμπάθειά του. Ο Κορνήλιος συνέχιζε να σέρ­

νεται μέσ' απ' τις πόρτες, να μπαινοβγαίνει στη βεράντα, μουγκός

σαν ψάρι, ρίχνοντας μοχθηρές, καχύποπτες, σκοτεινές ματιές.

"Μπορώ αν θες να του βουλώσω το στόμα" της είπε μια φορά ο

Τζιμ, "μια λέξη σου φτάνει". Και ξέρετε τι του απάντησε ; Είπε

-μου αφηγήθηκε ο 'Γζιμ κατάπληκτος- ότι αν δεν ήταν απολύτως

σίγουρη ότι ήταν ένας άνθρωπος πέρα για πέρα δυστυχισμένος,

θα 'βρισκε το κουράγιο να τον σκοτώσει με τα ίδια της τα χέρια.

"Το φαντάζεσαι; Αυτό το φουκαριάρικο κορίτσι, σχεδόν παιδί

ακόμη, να φτάσει να λέΕι τέτοια πράγματα" ξεφώνισε με τρόμο.

Έμοιαζε αδύνατο να τη γλιτώσει όχι μόνο απ' αυτό τον άθλιο μα­

σκαρά, αλλά ακόμα κι απ' τον ίδιο της τον εαυτό! Δεν ήταν μονά­

χα ότι τη λυπόταν· ήταν κάτι περισσότερο από οίκτος σαν να 'χε

κάποιο βάρος στη συνείδησή του που την άφηνε να ζει κάτω απ'

70 <<Κύριος» στα μαλαισιακά.

Page 82: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 281

αυτές τις συνθήκες. Αν έφευγε απ' το σπίτι, θα έμοιαζε με πρόστυ­

χη λιποταξία. Είχε καταλάβει πια ότι δεν είχε να βγάλει τίποτα μέ­

νοντας κι άλλο εκεί, λογαριασμούς, χρήματα ή κάποια καινούργια

πληροφορία· παρ' όλ' αυτά, δεν έλεγε να σηκωθεί και να φύγει,

εξωθώντας τον Κορνήλιο στα όρια, δε θα πω της τρέλας, αλλά

μάλλον της τόλμης. Στο μεταξύ, ένιωθε να τον ζώνουν ένα σωρό

σκοτεινοί κίνδυνοι. Ο Ντοραμίν είχε στείλει πάνω από δυο φορές

έναν έμπιστο υπηρέτη, για να του δηλώσει επίσημα ότι δεν μπο­

ρούσε να του εγγυηθεί την ασφάλειά του, αν δε διάβαινε πάλι το

· ποτάμι και δεν ερχόταν να μείνει με τους Μπούγκις. Άνθρωποι κάθε λογής τον επισκέπτσvtαν, συχνά μες τα μαύρα μεσάνυχτα, για να του αποκαλύψουν συνωμοσίες ενάντια στη ζωή του. Θα τον

δηλητηρίαζαν. Θα τον μαχαίρωναν στο μπάνιο. Είχε κανονιστεί

να τον πυροβολήσουν από μια βάρκα στο ποτάμι. Ο καθένας απ'

αυτούς τους πληροφοριοδότες παρουσιαζόταν σαν γκαρδιακός

του φίλος. Ήταν αρκετά όλ' αυτά -μου είπε- για να σου κόψουν

τον ύπνο για όλη την υπόλοιπη ζωή σου. Μερικά ήταν δυνατόν να

συμβούν -ή μάλλον, πιθανό- αλλά οι ψεύτικες προειδοποιήσεις

τον γέμιζαν μονάχα με το αίσθημα ότι παντού τριγύρω του, απ'

όλες τις πλευρές, μες οτο σκοτάδι, εξυφαίνονταν εγκληματικές συ­

νομωσίες. Ό,τι πρέπει για να σου σπάσουν τα νεύρα, όσο γερά κι

αν είναι. Τέλος, μια νύχτα, ο ίδιος ο Κορνήλιος, παίρνοντας όλες

τις προφυλάξεις και με πάσα μυστικότητα, του εξέθεσε με σοβαρό

και γαλίφικο τόνο ένα μικρό σχέδιο όπου για εκατό δολάρια

-άντε για ογδόντα· ας πούμε ογδόντα- αυτός, ο Κορνήλιος, Θα

έβαζε έναν έμπιστο άνθρωπό του να περάσει τον τζιμ μυστικά απ'

το ποτάμι, κανένας κίνδυνος. Δεν υπήρχε άλλη διέξοδος -αν ο τζιμ ήθελε τη ζωούλα του. Τι είναι ογδόντα δολάρια. Τίποτα. Ένα

τιποτένιο ποσό. Ενώ αυτός, ο Κορνήλιος, που θα έμενε πίσω,

έπαιζε το κεφάλι του κορόνα γράμματα, αποδεικνύοντας έτσι την

αφοσίωσή του στο νεαρό φίλο του κυρίου Στάιν. Μου ήταν πολύ

δύσκολο να βλέπω -μου είπε τζιμ- ·τις αηδιαστικές γκριμάτσες

που έκανε· τράβαγε τα μαλλιά του, χτύπαγε τις γροθιές του στο

στήθος, ταρακουνιότανε μπρος πίσω με τα χέρια να ζουπάνε στο

στομάχι του, και κατάφερε μάλιστα να χύσει αληθινά δάκρυα. "Το

αίμα σου επί της κεφαλής σου" γρύλισε τέλος, κι όρμησε έξω. Πο­

λύ θα 'θελα, αλήθεια, να μάθω πόσο ειλικρινής ήταν ο Κορνήλιος

Page 83: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

282 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

σ' αυτή την παράστασή του. Ο Ί'ζιμ μού εξομολογήθηκε ότι δεν

έκλεισε μάτι αφότου έφυγε . Ξάπλωσε ανάσκελα σε μια φθαρμένη

κουρελού πάνω στο καλαμένιο πάτωμα, και προσπάθησε να σκο­

τώσει την ώρα του κοιτάζοντας μες στο σκοτάδι τα γυμνά δοκάρια

πάνω απ' το κεφάλι του, και στήνοντας αυτί στο θρόισμα του αέρα

καθώς περνούσε μέσ' απ' τις σκισμένες ψάθες. Από μια τρύπα στο

ταβάνι, άστραψε ξαφνικά ένα αστέρι. Το μυαλό του ήταν μια δίνη

από σκέψεις που στροβιλίζονταν ακατάπαυστα· ωστόσο, ήταν

εκείνη ακριβώς τη νύχτα που ωρίμασε μέσα του το σχέδιο της επί­

θεσης εναντίον του Σέριφ Αλί. Αυτή η σκέψη απασχολούσε, όπως

είπε, συνέχεια το μυαλό του, μόλις έβρισκε λίγο ελεύθερο χρόνο

απ' τις aτελέσφορες προσπάθειες που έκανε να βρει μια άκρη στις

υποθέσεις του Στάιν· αλλά η τελική έμπνευση του ήρθε εντελώς

ξαφνικά. Σαν να 'βλεπε κιόλας τα κανόνια ανεβασμένα στη κορφή

του λόφου . Η εικόνα τού έφερε τόση έξαψη , που δε γινόταν βέ­

βαια πια λόγος για ύπνο. Τινάχτηκε πάνω και βγήκε ξιπόλητος στη

βεράντα. Εκεί που περπατούσε αθόρυβα, έπεσε πάνω στην κοπέλα

που ακουμπούσε ακίνητη στον τοίχο σαν να κρατούσε σκοπιά.

Στην κατάσταση που βρισκόταν το μυαλό του εκείνη τη στιγμή, δεν

ξαφνιάστηκε που την είδε ξύπνια τέτοια ώρα· ακόμα κι όταν τον

ρώτησε ψιθυριστά και γεμάτη ανησυχία πού μπορε ί να τριγυρνού­

σε ο Κορνήλιος, της απάντησε απλώς ότι δεν είχε ιδέα. Εκείνη

έβγaλε ένα σιγανό βογκητό και κοίταξε εξεταΟτικά προς το κα­μπόνγκ.7' Γύρω βασίλευε απόλυτη ησυχία. Ήταν τόσο ενθουσια­

σμένος απ' το καινούργιο του σχέδιο, που άρχισε να της τα λέει

όλα με το νι και με το σίγμα. Εκείνη τον άκουγε χτυπώντας ελαφρά

τα χέρια της, κι έβγαζε σιγανά επιφωνήματα θαυμασμού, χωρίς

ωστόσο να χαλαρώνει καθόλου την επαγρύπνησή της. Απ' ό,τι φαί­

νεται, ο Ί'ζιμ είχε αποκτήσει κιόλας το συνήθε ιο να της εκμυστη­

ρεύεται τα πάντα -και δε χωράει αμφιβολία ότι κι εκείνη με τη σει­

ρά της του έδινε ένα σωρό χρήσιμες συμβουλές για την κατάσταση

στο Πατουσάν. Με βεβαίωσε επανειλημμένως ότι ποτέ δε βγήκε

ζημιωμένος ακολουθώντας τις συμβουλές της. Πάντως, εκεί που εί­

χε αρχίσει να της εξηγεί φουριόζος με κάθε λεπτομέρε ια το σχέδιό

του, εκείνη του έσφιξε ξαφνικά το μπράτσο και χάθηκε από δίπλα

71 Campong: μ~yάλο χωριό της Μαλαισίας ή της Ι.,;δονησίας .

Page 84: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 283

του, χωρίς αυτός να προλάβει να καταλάβει τι έγινε. Αμέσως ύστε­

ρα όμως, ξεφύτρωσε μπροστά του ο Κορνήλιος που, βλέποντας τον

τζιμ, έσκυψε γρήγορα προς το πλάι σαν να τον είχαν πυροβολήσει,

κι έπειτα στάθηκε εντελώς ακίνητος στο σκοτάδι. Τέλος, προχώρη­

σε προς τα μπρος προσεχτικά σαν φιλύποπτος γάτος. "Είχαν έρθει

κάτι ψαράδες" είπε με τρεμουλιαστή φων11. "Να πουλήσουν ψάρια

-δηλαδή .. . " Πρέπει να 'ταν γύρω στις δύο το πρωί -ιδανική ώρα για έναν πλανόδιο ψαρά να πουλήσει την πραμάτεια του!

»0 τζιμ, ωστόσο, το άφησε να περάσει έτσι, κι ούτε που το ξα­

νασκέφτηκε. Το μυαλό του ήταν απασχολημένο με άλλα πράγμα­

τα, κι εξάλλου δεν είχε δει ούτε ακούσει τίποτα ύποπτο. Αρκέστη­

κε σ' ένα αφηρημένο 'Ά!", ήπιε μια γουλιά νερό από μια στάμνα

που ήταν εκεί δίπλα, κι αφήνοντας τον Κορνήλιο να βασανίζεται

από μια ανεξήγητη ταραχή -που τον έκανε ν' αγκαλιάσει με τα δυο του χέρια το σαρακοφαγωμένο κάγκελο της βεράντας, λες κι

ήταν έτοιμος να σωριαστεί χάμω- ξαναγύρισε μέσα, και ξάπλωσε

στο χαλάκι του για να σκεφτεί πάλι το σχέδιό του με την ησυχία

του. Ύatερα από λίγο, άκουσε κάτι πνιχτά β1Ίματα. Σταμάτησαν. Μια φωνή ψιθύρισε τρεμάμενη πίσω απ' τον τοίχο : "Κοιμάσαι;"

"Όχι! Τι τρέχει;" ρώτησε ζωηρά, ενώ απ' έξω ακούστηκε μια από­

τομη κίνηση · μετά έπεσε απόλυτη σιωπ1Ί, λε$ κι αυτός που είχε ψι­

θυρίσει λίγο πριν, τρόμαξε από κάτι. Ο τζιμ έγινε έξω φρενών και

πετάχτηκε έξω γεμάτος ανυπομονησία· μόλις τον είδε ο Κορνή ­

λιος, το 'βαλε στα πόδια με μια σιγανή κραυγή, και διασχίζοντας

τη βεράντα ώς τα σκαλοπάτια, έμεινε με την πλάτη κολλημένη στο

σπασμένο στηθαίο. Ο τζιμ, που δεν μπορούσε να βγάλει καμιά

άκρη απ' όλ' αυτά, του φώναξε από μακριά να του πει τι στο διάο­

λο θέλει. "Σκέφτηκες καθόλου αυτό που σου είπα;" ρώτησε ο

Κορνήλιος, βγάζοντας τις λέξεις απ' το στόμα του με κόπο, σαν να

'χε ρίγη από ψηλό πυρετό. "Όχι!" φώναξε ο τζιμ τσαντισμένος

για τα καλά. "Ούτε το σκέφτηκα κι ούτε πρόκειται να το σκεφτώ.

Θα μείνω εδώ, στο Πατουσάν". "Θθα πεπεθάνεις εδδδώ πππέρα"

απάντησε ο Κορνήλιος με ξεψυχισμένη φωνή, τρέμοντας σύγκορ­

μος. Όλη αυτή η κατάσταση ήταν τόσο παράλογη κι εκνευριστική,

που ο 'Γζιμ δεν ήξερε αν έπρεπε να την πάρει στην πλάκα 1l να νευ­ριάσει. "Όχι nριν αnό σtνα, να 'σαι βέβαιος" έκανε αγανακτισμέ­νος, αλλά κρατώντας ταυτόχρονα με δυσκολία τα γέλια του .

Page 85: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

284 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

Ύστερα, μισοαστεία μισοσοβαρά (ήταν σε υπερδιέγερση, όπως

σας είπα, απ' όλες εκείνες τις σ~έψεις για το σχέδιό του) συνέχισε φωναχτά: "Δεν έχω φόβο από τέτοια! Κάνε ό,τι σου καπνίσει".

Και τότε του φάνηκε ότι ο Κορνήλιος, που έστεκε εκεί μακριά του,

μες στο μισοσκόταδο, ενσάρκωνε κατά κάποιο τρόπο όλες τις

αναποδιές και τις δυσκολίες που είχαν τύχει στη ζωή του . Άφησε

τον εαυτό του να ξεσπάσει -τα νεύρα του :ήταν παρατεντωμένα μέ­

ρες τώρα- και τον στόλισε μ' ένα σωρό κοσμητικά -απατεώνα,

ψεύτη, κανάγια, μασκαρά· είχε πάρει φόρα και δε σταμάταγε με

τίποτα. Παραδέχτηκε ότι ξεπέρασε κάθε όριο, ότι ήταν εκτός εαυ­

τού -προκάλεσε όποιον ήθελε στο Πατουσάν να 'ρθει, αν του βα­

στάει, να τα βάλει μαζί του -δήλωσε ότι θα τους χόρευε όλους στο

ταψί, κι ένα σωρό άλλα ακόμα με απειλητικό και καυχησιάρικο

τόνο. Φέρθηκα σαν γελοίος φαφλατάς, είπε. Και μόνο που το θυ­

μόταν, γινόταν κόκκινος σαν το παντζάρι. Είχε χάσει τελείως τον

αυτοέλεγχό του . Η κοπέλα, που καθόταν μαζί μας, έγνεψε με το

κεφάλι βιαστικά προς τα μένα, κατσούφιασε αμυδρά, και με παι­

δική σοβαρότητα είπε: "Τον άκουσα κι εγώ". Εκείνος γέλασε και

κοκκίνισε. Αυτό που τον έκανε στο τέλος να σταματήσει, είπε,

ήταν η σιωπή , η απόλυτη , ίδια με τάφο, σιωπή της δυσδιάκριτης φι­

γούρας, που έστεκε εκε ί μακριά του σε μια απόκοσμη ακινησία,

σαν να 'χε γίνει ένα με το κάγκελο που πάνω του είχε κουλουρια­

στεί. Μόλις ήρθε λοιπόν στα συγκαλά του, σταμάτησε απότομα κι

αναρωτήθηκε τι είχε πάθει. Κοίταξε για λίγο τον άλλον παρατη­

ρητικά· τίποτα, ούτε μια κίνηση, ούτ' ένας ήχος. "Λες κι ο τύπος τα

'χε τινάξει όση ώρα εγώ χάλαγα τον κόσμο" είπε. Ντρεπόταν τόσο

πολύ για τον εαυτό του, που πήγε μέσα βιαστικά χωρίς άλλη κου­

βέντα και ξάπλωσε πάλι χάμω. Αυτό το ξέσπασμα, ωστόσο, φαίνε­

ται να του έκανε καλό, γιατί όλη την υπόλοιπη νύχτα κοιμήθηκε

βαθιά σαν αγγελούδι. Βδομάδες είχε να κοιμηθεί τόσο καλά.

"Εγώ όμως δεν κοιμήθηκα" έκανε το κορίτσι, με τον αγκώνα στο

τραπέζι, και το μάγουλο στηριγμένο στην παλάμη της. "Εγώ φύλα­

γα σκοπός" . Τα μεγάλα της μάτια έλαμψαν, τρεμοπαίξανε για λί­

γο, κι έπειτα στυλώθηκαν επίμονα πάνω μου>> .

Page 86: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

31

«Καταλαβαίνετε βέβαια με πόσο ενδιαφέρον τούς άκουγα. Μια

μέρα αργότερα, αποδείχτηκε ότι όλες αυτές οι λεπτομέρειες είχαν

τη σημασία τους. Ο Κορνήλιος δεν έκανε το επόμενο πρωί καμιά

νύξη για τα γεγονότα της νύχτας . "Ελπίζω να κοπιάσεις πάλι στο

φτωχικό μου" μουρμούρισε δύστροπα καθώς γύριζε να φύγει, τη

στιγμή που ο 'Γζιμ έμπαινε στο κανό για να πάει στο καμπόνγκ του

Ντοραμίν. Ο 'Γζιμ έγνεψε μονάχα με το κεφάλι του χωρίς να τον

κοιτάξει. "Δεν περνάς κι άσκημα εξάλλου εδώ, ε;" μουρμούρισε ο

άλλος χολωμένος. Ο 'Γζιμ πέρασε όλη τη μέρα με τον γερο-νακό­

ντα, κηρύσσοντας στους αρχηγούς της κοινότητας των Μπούγκις,

που είχαν μαζευτεί εκεί για μια επίσημη σύσκεψη, την αναγκαιό­

τητα να δράσουν με σθένος και αποφασιστικότητα. Θυμόταν μ'

ευχαρίστηση πόσο εύγλωττος και πειστικός είχε φανεί. "Προσπά­

θησα να τους τονώσω όσο γινότανε το ηθικό εκείνη την κρίσιμη

ώρα" είπε. Στην τελευταία επιδρομή του Σέριφ Αλί, οι άνθρωποί

του λεηλάτησαν τα περίχωρα του συνοικισμού και είχαν απαγάγει

μερικές γυναίκες απ' την πόλη. Την προηγούμενη μέρα, είχαν θε­

αθεί να τριγυρνάνε στην αγορά μερικοί απεσταλμένοι του Σέριφ

Αλί, ντυμένοι με άσπρες κελεμπίες, όλο υπεροψία και καυχησιές

για τη φιλία που έδενε τον πρίγκιπα με τον αφέντη τους. Ένας

από δαύτους στάθηκε πιο μπροστά απ' τους άλλους, κάτω από ένα

δέντρο, κι ακουμπώντας με τον αγκώνα στη μακριά κάνη της κα­

ραμπίνας του, παρότρυνε τους περαστικούς να προσευχηθούν και

να μετανοήσουν· τους συμβούλεψε ακόμη να σκοτώσουν όλους

τους ξένους που βρίσκονταν ανάμεσά τους, μερικοί εκ των οποί­ων, καθώς είπε, ήταν άπιστοι, κι άλλοι κάτι ακόμα χειρότερο -τέ­

κνα του Εωσφόρου, μεταμφιεσμένα σε μουσουλμάνους. Αναφέρ­

θηκε ακόμη ότι κάμποσοι απ' τους ανθρώπους του πρίγκιπα ανά­

μεσα στους ακροατές εξέφρασαν ανοιχτά την επιδοκιμασία τους.

Page 87: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

286 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

Ο τρόμος που κυρίεψε τους απλούς ανθρώπους ήταν μεγάλος. Ο

Τζιμ, μ' ένα αίσθημα μεγάλης ικανοποίησης για τη δουλειά που

έφερε εις πέρας κατά τη διάρκεια της μέρας, διέσχισε ξανά το πο­

τάμι πριν βραδιάσει.

»Επειδή είχε πείσει οριστικά τους Μπούγκις να δράσουν παίρ­

νοντας αποκλειστικά πάνω του την ευθύνη για την επιτυχία, ήταν τόσο χαρούμενος και ξένοιαστος, που έβαλε όλα του τα δυνατά

για να φερθεί στον Κορνήλιο ευγενικά. Αυτό όμως είχε σαν συνέ­

πεια να γίνει ο Κορνήλιος τρομερά διαχυτικός, βάζοντας σε μεγά­

λη δοκιμασία την αντοχή του 'Γζιμ, που υποχρεώθηκε, όπως είπε,

ν' ακούει τα τσιριχτά ψευτόγελά του και να τον βλέπει να στριφο­γυρίζει ανοιγοκλείνοντας τα μάτια, ή ν' αρπάζει ξαφνικά το πη­

γούνι του και να ζαρώνει πάνω στο τραπέζι με μάτια εντελώς πα­

ρανο"ίκά. Το κορίτσι δε φάνηκε, κι ο 'Γζιμ αποσύρθηκε νωρίς στο

δωμάτιό του. Όταν σηκώθηκε για να καληνυχτίσει, ο Κορνήλιος

έδωσε έναν πήδο, κλότσηόε την καρέκλα του πέρα, κι έσκυψε τό­

σο, που χάθηκε κάτω απ' το τραπέζι σαν να 'θελε να πιάσει κάτι

που του έπεσε . Η καληνύχτα του ακούστηκε βραχνά από κει κάτω

που ήταν χωμένος. Ύστερα ο Τζιμ τον είδε κατάπληκτος να ξε­

προβάλλει πάλι με κρεμασμένο πηγούνι, και να τον κοιτάζει καλά

καλά με aποβλακωμένα και φοβισμένα μάτια. Άρπαξε την άκρη

του τραπεζιού. "Τι τρέχει; Είσαι άρρωστος;" τον ρώτησε ο 'Γζιμ. "Ναι, ναι. Ένας τρομερός κολικός" είπε ο άλλος κι αυτό, σύμφω­

να με τη γνώμη του Ίζιμ, ήταν πέρα για πέρα αλήθεια. Αν συνέ­

βαινε πράγματι έτσι, τότε αυτό αποτελούσε, εν όψει των όσων

σχεδίαζε να κάνει κρυφά εκείνη τη νύχτα, επαίσχυντη ένδειξη

μιας όχι ακόμα τέλειας αναισθησίας, η οποία βεβαίως πρέπει να

του αναγνωριστεί άνευ επιφυλάξεως .

»Όπως και να 'χει, ο ήσυχος ύπνος του Τζιμ ταράχτηκε απ' το

όνειρο ενός ουρανού, που αντηχούσε ξεδιάντροπα, με στεντόρεια

φωνή, και τον καλούσε επίμονα: Ξύπνα! Ξύπνα! Ήταν τόσο δυνα­

τή η φωνή , που παρά τις aπελπισμένες προσπάθειες που έκανε να

συνεχίσει τον ύπνο του, ξαναγύρισε στην πραγματικότητα. Μόλις

άνοιξε τα μάτια του, αντίκρισε τις κόκκινες τρεμουλιαστές φλόγες

μιας πυρκαγιάς που υψωνόταν στον αέρα. Κουλούρες από μαύρο

πυκνό καπνό ελίσσονταν γύρω απ' το κεφάλι μιας οπτασίας, ενός

πλάσματος εξώκοσμου, ντυμένου στα κ6.τασπρα, με σοβαρό, τρα-

Page 88: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 287

βηγμένο, ανήσυχο πρόσωπο. Μετά από ένα δευτερόλεπτο περί­

. που, αναγνώρισε το πρόσωπο του κοριτσιού. Βαστούσε ένα δαυλό ψηλά πάνω απ' το κεφάλι της κι επαναλάμβανε μονότονα και πιε­

στικά: "Σήκω! Σήκω! Σήκω!"

»Τινάχτηκε απότομα όρθιος εκείνη του έβαλε αμέσως στο χέρι

ένα περίστροφο, το δικό του, που κρεμόταν από ένα καρφί στον

τοίχο, γεμάτο αυτή τη φορά. Το άδραξε χωρίς να πει τίποτα, συγ­

χυσμένος, μισοκλείνοντας τα μάτια του στο φως. Αναρωτήθηκε σε

τι να τον χρειαζόταν.

»Εκείνη τον ρώτησε γρήγορα και πολύ σιγανά: "Μπορείς να

πολεμήσεις τέσσερις άντρες μ' αυτό;" Όταν έφτασε σ' αυτό το ση­

μείο της εξιστόρησής του, έβαλε τα γέλια καθώς θυμήθηκε με πό­

ση ευγένεια και προθυμία έστερξε να της προσφέρει τη βοήθειά

του, φανερώνοντας με ζήλο τις αγαθές του προθέσεις: "Φυσικά

-βεβαίως -βεβαίως -πες μόνο τι θέλεις να κάνω". Δεν είχε ξυπνή­

σει ακόμη καλά καλά, κι είχε την εντύπωση ότι ήταν πολύ αβρός

κάτω από κείνες τις εξαιρετικές συνθήκες, μ' αυτή την εκδήλωση

της τυφλής και γεμάτης προθυμία αφοσίωσής του. Ύστερα εκείνη

βγήκε απ' το δωμάτιο κι αυτός την ακολούθησε· στο διάδρομο

σκουντούφλησαν πάνω σε μια γριά στρίγκλα, που έκανε το μαγεί­

ρεμα, τόσο ξεμωραμένη, που μόλις και μετά βίας μπορούσε να κα­

ταλάβει όταν της μιλούσε κανείς. Μόλις τους είδε, σηκώθηκε, και

μουρμουρίζοντας κάτι με το φαφούτικο στόμα της, τους πήρε από

πίσω κουτσαίνοντας. Στη βεράντα, μια αιώρα από καραβόπανο

όπου συνήθως κοιμόταν ο Κορνήλιος, λικνίστηκε ελαφρά μόλις

την άγγιξε ο τζιμ με τον αγκώνα του. Ήταν αδειανή.

»Οι εγκαταστάσεις στο Πατουσάν αποτελούνταν αρχικά από

τέσσερα κτίρια, όπως όλοι οι εμπορικοί σταθμοί της Εταιρείας

Στάιν. Ό,τι είχε απομείνει απ' τα δυο για να τα θυμίζει ακόμη,

ήταν δυο σωροί παλιόξυλα, σπασμένα μπαμπού, κι η μουχλιασμέ­

νη τους aχυροσκεπή που από πάνω της έγερναν μελαγχολικά, σε

διαφορετική κλίση ο καθένας, οι τέσσερις γωνιακοί στύλοι από

γερό ξύλο· η κυρίως αποθήκη, ωστόσο, έστεκε ακόμη καλά, αντι­

κριστά στο σπίτι του ατζέντη. Ήταν μια στενόμακρη καλύβα

φτιαγμένη με λάσπη και πηλό· οι μεντεσέδες της μεγάλης σανιδέ­νιαs πόρτας άντεχαν αχόμα, ύστeρα από τόσο καιρό, evώ σ' tvαv

απ' τους πλα·ίνούς τοίχους υπήρχε ένα τετράγωνο άνοιγμα, κάτι

Page 89: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

288 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

σαν παράθυρο με τρία ξύλινα κάγκελα. Προτού κατέβουν τα λιγο­

στά σκαλοπάτια, το κορίτσι γύρισε το κεφάλι και του είπε βιαστι­

κά: "Θα σε σκότωναν στον ύπνο σου". Μόλις το άκουσε αυτό ο

Ί'ζιμ, ένιωσε σαν να τον είχαν πιάσει κορόιδο . Το γνωστό παρα­

μύθι. Είχε κουραστεί πια απ' αυτές τις δήθεν απόπειρες ενάντια

στη ζωή του . Είχε μπουχτίσει απ' αυτές τις προειδοποιήσεις. Του

φέρνανε αναγούλα. Με βεβαίωσε πως είχε γίνει πυρ και μανία με

την κοπέλα, γιατί νόμιζε πως τον είχε ξεγελάσει. Την ακολούθησε

ώς εκεί με την ιδέα πως χρειαζόταν τη βοήθειά του, και τώρα ήταν

σχεδόν έτοιμος να κάνει στροφή επιτόπου και να γυρίσει πίσω αη ­

διασμένος. "Ξέρεις" εξήγησε συλλογισμένος, "νομίζω ότι για ολό­κληρες εβδομάδες εκείνο τον καιρό δεν ήμουν και πολύ στα καλά

μου" . "Μωρέ, ήσουν και παραήσουν" μου ξέφυγε εμένα.

»Εκείνη, ωστόσο, συνέχισε .το δρόμο της γρήγορα, έτσι που

αναγκάστηκε να την ακολουθήσει ώς το προαύλιο . Όλος ο φρά­

χτης είχε πέσει εδώ και καιρό· τα βουβάλια του γε ίτονα μπαίνανε

κάθε πρωί ανεμπόδιστα στην αλάνα φρουμάζοντας δυνατά· ο χώ­

ρος είχε αρχίσει ήδη να υποτάσσεται στη ζούγκλα . Ο Τζιμ και το

κορίτσι στάθηκαν μέσα στα πυκνά χόρτα. Έξω απ' τον κύκλο του

φωτός που τους τύλιγε, απλωνόταν ένα αδιαπέραστο σκοτάδι, και

μόνο πάνω απ' τα κεφάλια τους τ' αστέρια έριχναν τη λάμψη τους

αφειδώλευτα. Ήταν μια υπέροχη νύχτα, μου είπε -ολόδροση, μ'

ένα ελαφρό αεράκι απ' το ποτάμι. Είναι φανερό ότι η γλύκα της

βραδιάς δεν του πέρασε καθόλου απαρατήρητη . Γιατί μην ξεχνά­

τε ότι πρόκειται για ερωτική ιστορία. Η νύχτα έμοιαζε να τους

χα.ίδεύει με την τρυφερή της ανάσα. Κάπου κάπου, η φλόγα του

δαυλού κυμάτιζε κι ακουγόταν σαν σημαία που ανεμίζει· για κά­

μποση ώρα δεν ακουγόταν τίποτ' άλλο. "Περιμένουν στην αποθή­

κη" ψιθύρισε το κορίτσι, "περιμένουν το σινιάλο". "Ποιος θα το

δώσει;" τη ρώτησε. Εκείνη κούνησε το δαυλό, που η φλόγα του δυ­

νάμωσε πάλι μ' έναν καταρράχτη από σπίθες. "Κοιμόσουν τόσο

ανήσυχα" συνέχισε μουρμουριστά. "Παραφύλαγα όσο κοιμό­

σουν''. ''Εσύ!" φώναξε ο Ί'ζιμ, τεντώνοντας το λαιμό του για να

κοιτάξει τριγύρω του . "Νομίζεις ότι μόνο σήμερα έμεινα άγρυπνη

να σε φυλάω;" του είπε, μ' έναν τόνο aπελπισμένης αγανάκτησης.

>>Εκείνος αισθάνθηκε σαν να 'χε φάει μια δυνατή γροθιά στο

στομάχι. Του κόπηκε η ανάσα. Σκέφτηκε ότι είχε φερθεί σαν ζώο ·

Page 90: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 289

κι ένιωσε μεταμελημένος, συγκινημένος, ευτυχισμένος , γεμάτος

αγαλλίαση . Επιτρέψτε μου να σας υπενθυμίσω ακόμη μια φορά

ότι πρόκειται για ερωτικ1i ιστορία· το πράγμα γίνεται ολοφάνερο

απ' τη χαζομάρα, την κάθε άλλο παρά απωθητική, την εκστατική

αποβλάκωση των ενεργειών τους, εκείνο το χασομέρι κάτω απ' το

φως του δαυλού, σαν να 'χανε σταθεί να κάνουν τις εξομολογή­

σεις τους επίτηδες εκεί έξω, προς ηθικόν παραδειγματισμόν των

υποψηφίων δολοφόνων. Αν οι άνθρωποι του Σέριφ Αλί διέθεταν

μια σταλιά θάρρος, εκείνη ΊΊταν η πιο κατάλληλη στιγμή, όπως πα­

ρατήρησε ο Τζιμ, για να του ριχτούνε. Η καρδιά του χτυπούσε δυ­

νατά -όχι από φόβο -αλλά του φάνηκε πως άκουσε το χορτάρι να

θρο·tζει, και προχώρησε ανάλαφρα έξω απ' την ακτίνα του φωτός.

Κάτι σκοτεινό, μόλις ορατό, φάνηκε και χάθηκε στη στιγμή . Φώ­

ναξε δυνατά: "Κορνήλιε! Ε, Κορνήλιε! " Ακολούθησε βαθιά σιω­

πή. Η φωνή του δε φάνηκε να έφτασε μακρύτερα από έξι μέτρα.

Το κορίτσι ξαναβρέθηκε στο πλάι του. "Φεύγα!" είπε . Η γριά ερ­

χόταν προς το μέρος τους. Η καμπουριασμένη φιγούρα της ταλα­

ντευόταν με σπασμένα μικρά πηδηματάκια καθώς έπεσε πάνω της

το φως την άκουσαν να μουρμουρίζει κάτι μέσ' απ' το στόμα της

και να βγάζει έναν αδύναμο παραπονιάρικο στεναγμό . "Τρέχα!"

ξανάπε η κοπέλα ταραγμένη . "Τρέχα, τώρα που φοβηθήκανε -το φως -τις φωνές. Τώρα ξέρουν πως είσαι ξύπνιος -ξέρουν πως εί­

σαι μεγάλος, δυνατός, άφοβος ... " "Αφού ε ίμαι όλ' αυτά" άρχισε

εκείνος, αλλά εκείνη τον διέκοψε. "Είσαι -απόψε! Αλλά τι θα γί­

νει αύριο και μεθαύριο; Μπορώ να μένω ξάγρυπνη κάθε νύχτα;"

Η ανάσα της κόπηκε από ένα λυγμό, που τον αναστάτωσε σε βαθ­

μό απερίγραπτα.

»Μου είπε πως ποτέ του δεν είχε ξανανιώσει τόσο μικρός, τόσο

αδύναμος -κι όσο για το κουράγιο, προς τι; σκέφτηκε. Ένιωθε τό­

σο aνυπεράσπιστος, που του φαινόταν ανώφελο ακόμα και να το

βάλει στα πόδια. Και μόλο που εκείνη συνέχιζε ακατάπαυστα να

του ψιθυρίζει με έξαψη "Πήγαινε στον Ντοραμίν, π1iγαινε στον

Ντοραμίν", αυτός κατάλαβε πως στη μοναξιά του, που πολλαπλα­

σίαζε τους κινδύνους τριγύρω του, δεν είχε άλλο καταφύγιο εκτός

από εκείνην. "Σκέφτηκα" μου είπε , "πως αν την έχανα, τότε όλα

θα τέλειωναν". Ο μόνος λόγος που αποφάσισε να πάει να κοιτά­

ξε ι στην αποθήκη, ήταν ότι δεν μπορούσαν βέβαια να μείνουν για

Page 91: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

290 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

όλη τους τη ζωή μες στη μέση εκείνης της αυλ1iς. Την άφησε να τον

ακολουθήσει χωρίς καν να του περάσει απ' το μυαλό να την απο­

τρέψει, σαν να 'ταν πια ενωμένοι μ' ένα δεσμό ακατάλυτο. "Σά­

μπως δεν είμαι άφοβος, ε;" έκανε μέσ' απ' τα δόντια του. Εκείνη

τον συγκράτησε απ' το χέρι. "Περίμενε μέχρι να σου φωνάξω" ε ί­

πε, και με το δαυλό στο χέρι έστριψε τρέχοντας αθόρυβα στη γω­

νία. Έμεινε μόνος στη σκοτεινιά, μπροστά στην πόρτα· από μέσα

δεν ακουγόταν τίποτα, μήτε άχνα. Κάπου πίσω απ' την πλάτη του,

εκείνη η γριά καρακάξα άφησε να της ξεφύγει ένα ανατριχιαστι­

κό βογκητό. Κι ύστερα το κορίτσι τού φώναξε δυνατά, σχεδόν

ουρλιάζοντας: "Τώρα! Σπρώξε!" Έσπρωξε με φόρα· η πόρτα

άνοιξε τρίζοντας με θόρυβο και φανέρωσε στα έκπληκτα μάτια

του το εσωτερικό, που ήταν ένα χαμηλοτάβανο μπουντρούμι φωτι­

σμένο από τη μαυροκίτρινη, κυματιστή λάμψη του δαυλού . Μέσ'

απ' τους καπνούς, φάνηκε ένα άδειο ξύλινο κιβώτιο καταμεσής

στο πάτωμα· κουρέλια κι άχυρα αναδεύτηκαν ελαφρά απ' το ρεύ­

μα, κι ύστερα πάλι κατάκατσαν χωρίς να σηκωθούν ψηλότερα

στον αέρα. Εκείνη κρατούσε το δαυλό μέσα απ' τα κάγκελα του

παραθύρου. Είδε το γυμνό χέρι της να βαστάει σταθερά το δαυλό,

τεντωμένο κι αλύγιστο σαν σιδερένιο aντιστύλι. Το μόνο πράγμα

εκεί μέσα ήταν μια ανάκατη ντάνα παλιές ψάθες στην απέναντι

γωνιά, που έφτανε σχεδόν ώς το ταβάνι, τίποτ' άλλο .

»Μου είπε ότι ένιωθε μεγάλη πίκρα κι απογοήτευση. Οι επα­

νειλημμένες προειδοποιήσεις είχαν βάλει σε σκληρή δοκιμασία

την υπομονή του· πήγαιναν τόσες βδομάδες τώρα που ένιωθε πο­

λιορκη μένος από ένα σωρό υποτιθέμενους κινδύνους, ώστε θα

'ταν σαν να του έφευγε ένα βάρος από πάνω του, αν κάποιος απ'

αυτούς τους κινδύνους έπαιρνε επιτέλους μορψΊl συγκεκριμένη

και χειροπιαστή . "Αυτό θα 'χε βάλει τουλάχιστον για λίγο τα

πράγματα στη θέση τους, καταλαβαίνεις;" είπε. "Διάολε! Σαν να

μου πλάκωνε τα στήθια μια βαριά κοτρόνα τόσες μέρες". Έτσι πί­

στευε, ότι είχε έρθει επιτέλους η ώρα να γίνει κάτι, και τώρα -τί­

ποτα. Κανένα ίχνος ανθρώπου εκε ί μέσα . Είχε σηκώσει το πιστόλι του ψηλά καθώς άνοιγε η πόρτα, τώρα όμως το χέρι του έπεσε πά­

λι κάτω βαριά. "Ρίξε! Μην κάθεσαι" φώναξε απ' έξω το κορίτσι

με αγωνία. Καθιός βρισκόταν στο σκοτάδι, και με το χέρι περα­

σμένο μέσα απ' τη μικρή τρύπα ίσαμε τον ώμο, δεν μπορούσε να

Page 92: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 291

δει τι γινόταν κι ούτε τολμούσε να πάρει από μέσα το δαυλό για να

τρέξει ώς την πόρτα. "Δεν υπάρχει ψυχ1i εδώ μέσα" έσκουξε ο

Τζιμ περιφρονητικά, αλλά εκεί που ήταν έτοιμος να ξεσπάσει σ'

ένα θυμωμένο, χολωμένο γέλιο, κατάπιε τη γλώσσα του χωρίς να

βγάλει άχνα: ακριβώς τη στιγμή που γύριζε να φύγε ι, το βλέμμα

του συναντήθηκε με δυο μάτια που τον κοίταζαν μέσ' απ' το σωρό

με τις ψάθες. Είδε το aσπράδι τους που φωτίστηκε φευγαλέα.

''Βγες έξω" φώναξε μανιασμένος, αλλά με μια μικρή δόση αμφι­

βολίας τότε, μέσ' απ' τα σκουπίδια ξεπρόβαλε ένα σκουροπρόσω­

πο κεφάλι, ένα κεφάλι αλλόκοτο χωρίς σώμα, που τον κοίταζε επί­

μονα και μοχθηρά. Αμέσως μετά, ολόκληρος ο σωρός αναδεύτη­

κε, κι από μέσα ξεπήδησε σβέλτα ένας άνθρωπος, που έβγαλε ένα

σιγανό γρύλισμα και σαλτάρισε καταπάνω του . Οι ψάθες πίσω του τινάχτηκαν στον αέρα· είχε το δεξί του χέρι σηκωμένο ψηλά

με τον αγκώνα λυγισμένο , και μέσα απ' τη γροθιά του που υψωνό­

ταν λίγο πάνω απ' το κεφάλι του, προεξείχε η θαμπή λεπίδα ενός

κρις. Ένα ρούχο, που τυλιγόταν σφιχτά γύρω απ' τη μέση του ,

φαινόταν εκτυφλωτικά άσπρο πάνω στο γυαλιστερό του δέρμα·

και το γυμνό του σώμα λαμπύριζε σαν να 'ταν βρεγμένο.

»0 Τζιμ τα πρόσεξε όλ' αυτά ώς την παραμικρή λεπτομέρεια. Μου είπε πως ένιωσε ένα ανείπωτο ξαλάφρωμα, ένα αίσθημα εκ­

δίκησης γεμάτο αγαλλίαση. Καθυστέρησε επίτηδες να πυροβολή­

σει, είπε. Περίμενε ένα κλάσμα του δευτερολέπτου, περίμενε να

κάνει ο άλλος τρία βήματα -ο χρόνος είχε σταματήσει. Καθυστέ­

ρησε, για να προλάβει να πει από μέσα του με ευχαρίστηση: ''Εί­

ναι κιόλας νεκρός". Δεν είχε καμιά αμφιβολία γι' αυτό. Τον άφη­

σε να πλησιάσει, γιατί έτσι κι αλλιώς δε θ' άλλαζε τίποτα. Ήταν

ξεγραμμένος, όπως και να 'χε. Πρόσεξε τα διεσταλμένα ρουθού­

νια, τα γουρλωμένα μάτια, τη γεμάτη υπερένταση ακινησία του

προσώπου, κι ύστερα πυροβόλησε.

»0 πυροβολισμός ακούστηκε μέσα σ' εκείνο το μικρό χώρο σαν κανονιά. Έκανε ένα βήμα πίσω. Το κεφάλι του άλλου τινάχτηκε ψηλά, τα χέρια του απλωθήκανε προς τα μπρος, και το κρις τού

'πεσε στο πάτωμα. Αργότερα, διαπίστωσε ότι η σφαίρα τον είχε

πετύχει λίγο πιο πάνω απ' το στόμα, και βγήκε ψηλά, απ' την πίσω

μεριά του κρανίου. Με τη φόρα που είχε πάρει, έκανε ακόμη δυο

βήματα, το πρόσωπό του πήρε ξαφνικά μια παραμορφωμένη έκ-

Page 93: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

292 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

φραση, με το στόμα να χάσκει ορθάνοιχτο, τέντωσε τα χέρια

μπροστά ψηλαφώντας σαν τυφλός το κενό, ώσπου έσκασε χάμω βαριά με το κούτελο, σχεδόν πάνω στα ξιπόλητα πόδια του Ύζιμ.

Ο Τζιμ είπε ότι τα παρατήρησε όλα αυτά καταλεπτώς. Ήταν ήρε­

μος, χαλαρωμένος, χωρίς να νιώθει μνησικακία ή ταραχή, λες κι ο

θάνατος αυτού του ανθρώπου ήταν η εξιλέωση για όλα όσα είχε

τραβήξει. Η αποθ1Ίκη είχε γεμίσει εντελώς απ' τη μαύρη καπνιά του δαυλού, :ιi:ου η φλόγα του έκαιγε κατακόκκινη, χωρίς να τρε­

μοπαίζει καθόλου. Προχώρησε αποφασιστικά, πέρασε πάνω απ'

το νεκρό σώμα, και σημάδεψε με το πιστόλι του άλλη μια γυμνή φι­

γούρα που ξεχώριζε αμυδρά στην άλλη άκρη. Εκεί που ήταν έτοι­

μος να τραβήξει τη σκανδάλη, ο άλλος έριξε χάμω με δύναμη το

κοντό, βαρύ ακόντιο που κρατούσε, και κάθισε πειθήνιος πάνω

στα πόδια του, με τη πλάτη στον τοίχο και τα ενωμένα του χέρια

ανάμεσα στα σκέλια. "Τη θες τη ζωή σου;" είπε ο τζιμ. Ο άλλος

δεν έβγαλε άχνα. "Πόσοι είσαστε;" τον ρώτησε πάλι ο τζιμ.

"Άλλοι δυο, Τουάν" είπε πολύ σιγανά, κοιτάζοντας με τα μεγάλα

έκπληκτα μάτια του την κάνη του ρεβόλβερ. Και πράγματι, κάτω

απ' τα ψαθιά ξετρύπωσαν δυο τύποι ακόμη, προτείνοντας επιδει­

κτικά τα αδειανά τους χέρια».

Page 94: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

32

«0 Ί'ζιμ στάθηκε από πίσω τους για να τους ελέγχει, και τους οδή­γησε σαν πρόβατα έξω απ' την πόρτα· όλη εκείνη την ώρα, ο δαυ­

λός έστεκε aσάλευτος, αδραγμένος σφιχτά απ' το λεπτό χέρι, που

δεν τρεμούλιασε ούτε στο ελάχιστο. Οι τρεις άντρες υπάκουαν σ'

ό,τι τους έλεγε, χωρίς άχνα, σαν αυτόματα. Τους έβαλε στη γραμ­

μή. "Πιαστείτε χέρι χέρι" πρόσταξε. Εκείνοι έκαναν ό,τι τους εί­

πε. 'Ό πρώτος που θα τραβήξει το χέρι του ή θα γυρίσει το κεφά­

λι, θα πεθάνει" είπε. ''Εμπρός!" Βγήκαν έξω όλοι μαζί αλύγιστοι·

από πίσω εκείνος και πλάι τους η κοπέλα, που μ' ένα μακρύ άσπρο

νυχτικό και τα μαύρα της μαλλιά λυτά ώς τη μέση, κράταγε το φως.

Το στητό και λυγερό κορμί της έμοιαζε να γλιστράει ανάλαφρα

χωρίς ν' αγγίζει τη γη· ο μόνος θόρυβος που ακουγόταν, ήταν το

απαλό θρόισμα της πυκνής χλόης. "Στοπ!" φώναξε ο Τζιμ.

»Η όχθη του ποταμού ήταν απότομη · μια τσουχτερή δροσιά

ανέβαινε απ' τα νερά· το φως έπεσε ώς τη λεία, σκοτεινή επιφά­

νεια που άφριζε χωρίς να κυματίζει· δεξιά κι αριστερά, οι προσό­

ψεις των σπιτιών διαδέχονταν κολλητά η μια την άλλη κάτω απ' τις

επίπεδες στέγες. "Τους χαιρετισμούς μου στον Σέριφ Αλί -μέχρι

να 'ρθω εγώ αυτοπροσώπως" είπε ο τζιμ. Κανένα κεφάλι απ' τα

τρία δε σάλεψε. "Πηδήξτε" είπε με βροντερή φωνή. Ακούστηκε

ένας μονάχα παφλασμός στα νερά που τινάχτηκαν ψηλά· τρία

μαύρα κεφάλια βγήκαν σπασμωδικά στην επιφάνεια και ξανα­

βούτηξαν· αλλά γρήγορα, η ταραχή και το πιτσίλισμα των νερών

ξεμάκρυνε, γιατί ο φόβος μιας aποχαιρετιστήριας σφαίρας τούς

έκανε να κολυμπούν μ' όλη τους τη δύναμη. Ο τζιμ γύρισε και κοί­

ταξε την κοπέλα, που παρατηρούσε όλα όσα γίνονταν αμίλητη και με μεγάλη προσοχή. Ένιωσε ξαφνικά την καρδιά του να πλαντά­

ζει τα στήθια του κι ένα πνίξιμο στο λαιμό. Ίσως αυτή να ήταν η

αιτία που για πολλή ώρα δεν είπε τίποτα· εκείνη του ανταπέδωσε

Page 95: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

294 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

τη ματιά, και γράφοντας στον αέρα ένα μεγάλο κύκλο με το χέρι

της, πέταξε τον αναμμένο δαυλό στο ποτάμι Η κόκκινη, πύρινη

λάμψη έκανε μια μεγάλη τροχιά στο νυχτερινό ουρανό, και βού­

λιαξε στα νερά μ' ένα μοχθηρό σύριγμα, ενώ το ήρεμο, απαλό φως

των αστεριών τούς έλουσε με τη λάμψη του, ανεμπόδιστο πια.

»Δε μου ανέφερε τι είπε, όταν επιτέλους ξαναβρήκε τη λαλιά

του. Πάντως δε νομίζω να στάθηκε ιδιαίτερα ομιλιτικός. Ο κόσμος

έστεκε γύρω τους aσάλευτος, η νύχτα τούς τύλιγε με την ανάσα

της, μια από κείνες τις νύχτες που θαρρείς και υπάρχουν μόνο και

μόνο για να γεννούν την τρυφερότητα· απ' την άλλη, είναι μερικές

στιγμές που οι ψυχές μας -σαν να 'χουν απελευθερωθεί απ' το

σκοτεινό τους περίβλημα- aστραποβολούν με τέτοια εξαιρετική

ευαισθησία, που κάνει τη σιωπή πιο διάφανη απ' όλα τα λόγια του

κόσμου. Όσο για το κορίτσι, μου είπε ότι "Έμεινε για λίγο σαν

aποκαρωμένη . Απ' την υπερένταση -καταλαβαίνεις. Μια αντί­

δραση του οργανισμού. Πρέπει να ένιωθε τρομερή εξάντληση

-και τα παρόμοια. Και -και -στο διάολο, μ' αγαπούσε, καταλα­

βαίνεις ... κι εγώ ... φυσικά δεν είχα καταλάβει τίποτα τόσο καιρό ... δε μου 'χε περάσει ποτέ απ' το μυαλό ... "

»Τότε σηκώθηκε κι άρχισε να πηγαινοέρχεται κάπως ταραγμέ­

νος. "Να 'ξερες πόσο -πόσο την αγαπάω. Δε βρίσκω λόγια να σ'

το περιγράψω . Δεν υπάρχουν λόγια γι' αυτά τα πράγματα. Ένα αλλιώτικο φως φωτίζει τις πράξεις σου όταν aρχίζεις να βλέπεις,

όταν φτάνεις να νιώθεις καθημερινά ότι η ύπαρξή σου είναι ανα­

γκαία -καταλαβαίνεις, απολύτως αναγκαία- για έναν άλλον άν­

θρωπο. Το νιώθω αυτό. Κι είναι θαυμάσιο. Αλλά προσπάθησε μια

εμένα τώρα, που τη βρήκα έτσι εδώ πέρα -σαν να 'χεις βγει έξω

βόλτα, και πέφτεις ξαφνικά πάνω σε κάποιον που αργοπεθαίνει

στις μαύρες ερημιές . Διάολε! Δεν υπήρχε καιρός για χάσιμο.

Εξάλλου, με εμπιστεύτηκε. Και θαρρώ πως το αξίζω ... " »Πρέπει να σας πω ότι το κορίτσι μάς είχε αφήσει μόνους εδώ και

κάμποση ώρα. Χτύπησε το στήθος του . "Ναι! Το νιώθω και πιστεύω

πως την αξίζω την καλή μου τύχη!" Είχε το χάρισμα να προσδίδει

πάντα ένα ιδιαίτερο νόημα στο καθετί που του συνέβαινε . Αυτή ήταν

η γνώμη που είχε για την ερωτική του περιπέτεια: ειδυλλιακή, ολίγον

επίσημη, και βεβαίως aυθεντικότατη, μιας και οι απόψεις του είχαν

Page 96: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 295

πάντα τη σφραγίδα της ακλόνητης σοβαρότητας της νιότης. Λίγο

καιρό αργότερα, σε μια άλλη περίπτωση, μου είπε: "Είμαι μονάχα

δυο χρόνια εδώ πέρα, και μα το Θεό, μου φαίνεται αδιανόητο να ζή­

σω κάπου αλλού. Και μόνο η σκέψη τού έξω κόσμου είναι αρκετή

για να με γεμίσει τρόμο· γιατί, ξέρεις" συνέχισε, παρατηρώντας με

χαμηλωμένο βλέμμα το παπούτσι του που έλιωνε ένα μικρό σβόλο

ξεραμένη λάσπη (κάναμε βόλτα στην ακροποταμιά) -"γιατί δεν έχω

ξεχάσει καθόλου πώς βρέθηκα εδώ. Όχι ακόμη!"

»Απέφυγα να τον κοιτάξω, αλλά νομίζω ότι άκουσα να του ξε­

φεύγει ένας μικρός στεναγμός περπατήσαμε για λίγο σιωπηλοί.

"Μα την ψυχή μου" άρχισε πάλι, "αν επιτρέπεται ποτέ να ξεχα­

στεί κάτι τέτοιο, τότε νομίζω πως τώρα έχω κάθε δικαίωμα να το

σβήσω απ' το μυαλό μου . Ρώτα όποιον θες εδώ πέρα" ... Η φωνή του άλλαξε. "Δεν είναι παράξενο" συνέχισε με ευγενικό, σχεδόν

νοσταλγικό τόνο, "πως όλοι αυτοί οι άνθρωποι, όλοι αυτοί οι άν­

θρωποι που μπορούν να κάνουν τα πάντα για μένα, είναι αδύνατο

να καταλάβουν; Καθόλου! Πρέπει να με πιστέψεις. Φαίνεται κά­

πως σκληρό. Ίσως να 'μαι βλάκας, ε; Τι άλλο πια μπορώ να θέλω;

Αν τους ρωτήσεις ποιος είναι γενναίος -ποιος είναι αληθινός -δί­

καιος -σε ποιον θα εμπιστεύονταν τη ζωή τους -θα λέγανε, στον

Τουάν Τζιμ. Κι όμως δε θα μάθουν ποτέ την αλήθεια, την πραγμα­

τική αλήθεια για μένα ... " » Όλ' αυτά μου τα είπε την τελευταία μέρα που περάσαμε μαζί.

Εγώ δεν έκανα το παραμικρό σχόλιο· προαισθανόμουν ότι ετοι­

μαζόταν να πει κι άλλα, να πλησιάσει πιο κοντά στην ουσία του

πράγματος. Ο ήλιος, που το συγκεντρωμένο του αχτιδοβόλημα κά­

νει τη γη μας να μοιάζει με μικροσκοπικό κόκκο σκόνης που στρο­

βιλίζεται αέναα στο διάστημα, είχε βασιλέψει πίσω απ' το δάσος,

και το διάχυτο γαλανό φως του ουρανού έπεφτε πάνω σ' έναν κό­

σμο, απ' όπου έλειπαν οι σκιές και οι εκτυφλωτικές λάμψεις των

ψευδαισθήσεων περί επιβλητικής γαλήνης και περισυλλογής. Δεν

ξέρω γιατί, αλλά όση ώρα τον άκουγα, παρατηρούσα συνάμα

έντονα το βαθμιαίο σκοτείνιασμα του ποταμού, του αέρα· το ακα­

τανίκητο, αργό άπλωμα της νύχτας που αγκάλιαζε σιωπηλά όλες

τις: ΟQατές; μορφές;, έσβηνιc τα Π!Cριγράμματα, β-όθιζε τα σχήματα

όλο και πιο βαθιά στο σκοτάδι, σαν τη σταθερή πτώση μιας σχεδόν

aόρατης μαύρης σκόνης.

Page 97: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

296 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝ'Γ

»"Διάολε" άρχισε απότομα, "είναι φορές που δεν ξέρουμε τι μας

γίνεται· το μόνο που ξέρω τώρα, είναι πως σου λέω ό,τι μου κατεβαί­

νει. Μιλάω, θαρρείς κι έχω ξεμπερδέψει με δαύτο -μ' αυτό το διαο­

λόπραμα που δε λέει να ξεκολλήσει απ' το μυαλό μου ... Ξέχνα το ... Να με πάρει ο διάολος αν ξέρω τι μου γίνεται. Έχω όλο τον καιρό

να το σκεφτώ με την ησυχία μου . Και στο κάτω κάτω της γραφής, τι

αποδείχτηκε; Πποτα. Εσύ βέβαια θα 'χεις τις αντιρρήσεις σου ... " »Μουρμούρισα κάτι σαν διαμαρτυρία.

»"Δεν πειράζει" είπε. "Είμαι ευτυχισμένος ... σχεδόν. Φτάνει να κοιτάξω μονάχα το πρόσωπο του πρώτου ανθρώπου που θα συνα­

ντήσω, για να ξανακερδίσω την αυτοπεποίθησή μου. Είναι αδύνα­τον να καταλάβουν τι γίνεται μέσα μου . Εντάξει, και τι μ' αυτό!

Άλλωστε, δεν τα 'χω καταφέρει και τόσο άσκημα".

»"Καθόλου άσκημα" είπα εγώ.

»"Κι όμως, δε θα 'χες καμιά όρεξη να με πάρεις στη δούλεψή

σου στο καράβι, ε;"

»"Μην είσαι ηλίθιος! " φώναξα. "Κόφ' το πια" .

»"Νά! Τα βλέπεις;" φώναξε aτάραχος, σαν να θριάμβευε. "Μό­

νο" συνέχισε, "κάνε πως το λες αυτό σε κάποιον εδώ πέρα, και σί­

γουρα θα σε πάρουνε για βλάκα, ψεύτη ή ακόμα και τίποτα χειρότε­

ρο. Γι' αυτό κι εγώ μπορώ να το aντέξω. Δε λέω, έχω κάνει κατιτίς

γι' αυτούς, αλλά μπροστά σ' αυτό που μου δίνουν εκείνοι ... " »"Καλό μου παιδί" είπα, "γι' αυτούς θα μείνεις πάντα ένα aξε­

διάλυτο μυστήριο" . Ύστερα aπομείναμε για λίγο αμίλητοι.

»"Μυστήριο" επανέλαβε προτού σηκώσει το βλέμμα του. "Ωραία

λοιπόν, τότε άσε με καλύτερα να μείνω εδώ για πάντα"·

»Μετά τη δύση του ήλιου, η σκοτεινιά έμοιαζε να μας κατακλύ­

ζει από παντού σαν να αναδυόταν μέσα κι απ' την πιο ανεπαίσθη­

τη πνοή της αύρας. Σ' ένα μονοπάτι ανάμεσα στους φράχτες, ξε­

χώρισα την aσάλευτη, άγρυπνη, λιγνή κορμοστασιά του Ταμπ

Ιτάμ σε πλήρη επιφυλακή · και μες στο μούχρωμα, διέκρινα κάτι

λευκό να πηγαινοέρχεται στο γείσο της στέγης. Μόλις ο 'Γζιμ, με

τον Ταμπ Ιτάμ καταπόδι του, άρχισε τη βραδινή του περιπολία,

ανέβηκα στο σπίτι μόνος, όπου προς μεγάλη μου έκπληξη ξεπρό­

βαλε μπροστά μου το κορίτσι, που σίγουρα παραμόνευε από και­

ρό αυτή την ευκαιρία.

»Είναι δύσκολο να σας πω με ακρίβεια τι ήθελε να βγάλει από

Page 98: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 297

μένα. Χωρίς αμφιβολία ήταν κάτι πολύ απλό -αλλά ό,τι πιο απλό

στον κόσμο, τόσο και πιο δύσκολο να λεχθεί, όπως, για παράδειγ­

μα, η ακριβής περιγραφή του σχήματος που έχει ένα σύννεφο. Γύ­

ρευε μια διαβεβαίωση, μια δήλωση, μια υπόσχεση, μια εξήγηση

-δεν ξέρω πώς να το πω: δεν υπάρχουν λέξεις γι' αυτό. Κάτω απ'

τη μεγάλη στέγη, στο μισοσκόταδο, το μόνο που έβλεπα ήταν οι

κυματιστές άκριες του φορέματός της, το μικρό, χλομό οβάλ σχή­

μα του προσώπου της, η λευκή λάμψη των δοντιών της, κι όταν γύ­

ρισε προς το μέρος μου, οι μεγάλες μελαγχολικές κόχες των μα­

τιών της, που στο βάθος τους σαν να ξεχώριζε μια κίνηση ανεπαί­

σθητη, όπως όταν ρίχνεις το βλέμμα σ' ένα πάρα πολύ βαθύ πηγά­

δι. Τι είναι αυτό που σαλεύει εκεί κάτω; αναρωτιέσαι. Να 'ναι ένα

τυφλό τέρας, ή μονάχα μια παραστρατημένη λάμψη από κάποιο

μακρινό αστέρι; Μου φάνηκε -μη γελάτε, το ξέρω, δεν ταιριάζει η

παρομοίωση- πιο ανεξιχνίαστη μέσα στην παιδική της άγνοια,

ακόμα κι απ' τη Σφίγγα που κάθεται και βάνει παιδιάστικα αινίγ­

ματα στους aνύποπτους διαβάτΕς. Την είχαν κουβαλήσει στο Πα­τουσάν μωρό νεογέννητο . Μεγάλωσε εκεί πέρα, χωρίς να δει, χω­

ρίς να γνωρίσει, χωρίς να πάρει μια ιδέα για οποιοδήποτε άλλο

μέρος . Αμφιβάλλω κατά πόσο πίστεψε ότι υπήρχε κι άλλος κό­

σμος παραέξω. Δεν μπορώ να διανοηθώ τι αντίληψη είχε σχηματί­

σει στο κεφάλι της : όλα όσα ήξερε για τους κατοίκους αυτού του

κόσμου, ήταν μια προδομένη γυναίκα κι ένας μοχθηρός βλάκας κι

ο αγαπημένος της, κι αυτός είχε έρθει από κει, προικισμένος με

ακαταμάχητα θέλγητρα· αλλά τι θα aπογινόταν εκείνη αν αυτός

επέστρεφε στους μυστηριώδεις τόπους, που έμοιαζαν να διεκδι­

κούν πάντα απαιτητικά πίσω τούς δικούς τους ανθρώπους; Η μη­

τέρα της, προτού πεθάνει, την είχε προειδοποι1Ίσει γι' αυτό, με μά­

τια γεμάτα δάκρυα .. . »Με έπιασε σφιχτά απ' το μπράτσο, και μόλις σταμάτησα, τρά­

βηξε το χέρι της βιαστικά. Ήταν τολμηρή και μαζί συγκρατημένη.

Δε φοβόταν τίποτα, αλλά η βαθιά αβεβαιότητα και η αίσθηση ενός

πράγματος απόλυτα ξένου την έκανε κάπως διστακτική -ένας

θαρραλέος άνθρωπος που πάει ψηλαφητά στο σκοτάδι. Ανήκα σ'

εκείνο το Άγνωστο που θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να της πά­ρει πίσω τον Τζιμ. Ήμουν μυημένος, τρόπος τού λέγειν, πάνω σε

ό,τι αφορούσε τη φύση και τις προθέσεις εκείνου του Άγνωστου

Page 99: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

298 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

-ο έμπιστος ενός απειλητικού μυστηρίου -aρματωμένος πιθανό­

τατα με όλα του τα όπλα! Θα πρέπει στα σίγουρα να νόμιζε ότι θα

μπορούσα με μια μου μονάχα λέξη να πάρω τον Ί'ζιμ μέσ' απ' τα

ίδια της τα χέρια· κι είναι βέβαιο ότι περνούσε ένα σωρό αγωνίες

και φόβους στη διάρκεια των μεγάλων μου συζητήσεων με τον

Τζιμ· δοκίμαζε μια τόσο βαθιά κι αβάσταχτη αγωνία, που θα 'ταν

φυσικό να προσπαθήσει να με σκοτώσει, αν η ψυχή της διέθετε

σκληρότητα εφάμιλλη με την ένταση των καταστάσεων που αντι­

μετώπιζε. Αυτά κατάλαβα, κι αυτά σας λέω· σ' αυτό το συμπέρα­

σμα έφτασα σιγά σιγά, κι όσο πιο πολύ καταστάλαζε μέσα μου, τό­

σο πιο μεγάλη κι απίστευτη γινόταν η έκπληξή μου. Δεν μπόρεσα

να μην την πιστέψω, αλλά δε βρίσκω λόγια για να σας περιγράψω

το πώς επέδρασε πάνω μου το ορμητικό και παράφορο μουρμου­

ρητό της, ο χαμηλός, παθιασμένος τόνος της φωνής της με τις ξαφ­

νικές, ξέπνοες παύσεις, οι γοητευτικές, γρήγορες κινήσεις των

άσπρων χεριών της. Τέλος, τα χέρια έπεσαν aσάλευτα, η σκοτεινή

φιγούρα λικνίστηκε σαν αδύναμο δεντράκι στον άνεμο, το χλομό

περίγραμμα του προσώπου της χαμήλωσε· ήταν αδύνατον να δια­

κρίνεις τα χαρακτηριστικά της, η σκοτεινιά των ματιών της aπρο­

σμέτρητη· δυο φαρδιά μανίκια υψώθηκαν στο σκοτάδι σαν φτε­

ρούγες που ξεδιπλώνονται στον αέρα, κι απόμε ινε σιωπηλή, με τα

χέρια να βαστούν το κεφάλι της>>.

Page 100: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

33

«Όλ' αυτά μ' άγγιξαν βαθιά μέσα μου· η νιότη, η άγνοια, η ομορ­

φιά της, που είχε την απέριττη χάρη και το λεπτεπίλεπτο σφρίγος

ενός αγριολούλουδου, η παθητική παρακλητική στάση της, και τέ­

λος η απελπισία της, επέδρασαν πάνω μου σχεδόν με την ίδια

ένταση που είχε κι ο δικός της άλογος και ενστικτώδης φόβος που

φώλιαζε στην καρδιά της. Όπως όλοι μας, φοβόταν το άγνωστο,

και η άγνοιά της έδινε σ' αυτό το άγνωστο διαστάσεις τρομακτι­

κές. Εγώ ήμουν στα μάτια της το σύμβολο αυτού του άγνωστου -το

σύμβολο όλων μας, του σύμπαντος κόσμου, που μήτε νοιάζεται μή­

τε και χρειάζεται ούτε τόσο δα τον Τζιμ. Εκεί που ήμουν έτοιμος

να της πω για την αδιαφορία του απέραντου κόσμου, η σκέψη ότι

κι ο Τζιμ ανήκε σ' αυτό το μυστηριώδες άγνωστο των φόβων της,

και επομένως εγώ, ό,τι κι αν aντιπροσώπευα, δεν είχα το δικαίω­

μα να μιλήσω για λογαριασμό του, μ' έκανε να διστάσω. Ένας

στεναγμός γεμάτος απόγνωση και πόνο μ' έκανε τελικά να ανοίξω το στόμα μου. Στην αρχή , διαμαρτυρήθηκα ότι, τουλάχιστον εγώ,

δεν είχα έρθει με την πρόθεση να πάρω τον τζιμ από κει.

»Και τότε γιατί ήρθα; Έκανε μια ελαφριά κίνηση, κι ύστερα

απόμεινε ακίνητη σαν μαρμαρένιο άγαλμα μες στη νύχτα. Προ­

σπάθησα να της εξηγήσω με συντομία: φιλία, δουλειές αν τυχόν

ευχόμουν κάτι, αυτό ήταν μάλλον να μείνει ... "Πάντα μας παρατά­νε και φεύγουν" μουρμούρισε. Ο aπόηχος μιας θλιμμένης σοφίας

φάνηκε να αναδύεται απ' τον τάφο, που τα στοργικά της χέρια τον

στόλιζαν κάθε τόσο με λουλούδια, σαν ανεπαίσθητος στεναγμός ... Τίποτα, είπα, δεν μπορούσε να πάρει τον Τζιμ από κοντά της.

»Αυτή την πεποίθηση έχω τώρα· αυτήν είχα και τότε· ~ταν το

μόνο δυνατό συμπέρασμα που έβγαινε από τα γεγονότα. "Μου το

ορκίστηκε" είπε εκείνη ψ ιθυριστά, σαν να μιλούσε στον εαυτό της.

"Του το ζήτησες εσU ; " τη ρώτησα

Page 101: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

300 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

»Έκανε ένα βήμα προς το μέρος μου. "Όχι. Ποτέ! " Το μόνο

που του 'χε ζητήσει, ήταν να φύγει. Κι αυτό, επειδή εκείνη τη νύ­

χτα πλάι στο ποτάμι, όταν ο τζιμ είχε σκοτώσει εκείνο τον άνθρω­

πο -κι η κοπέλα πέταξε το δαυλό στα νερά, την κοίταξε μ' έναν πε­

ρίεργο τρόπο. Ήταν πολύ φωτεινά, κι ο κίνδυνος είχε απομα­

κρυνθεί -για λίγο . Της είπε ότι δε θα την άφηνε στα χέρια του

Κορνήλιου. Εκείνη επέμενε. Έπρεπε να την αφήσει και να φύγει.

Ο τζιμ είπε ότι δεν μπορούσε -ότι του ήταν αδύνατον. Έτρεμε κα­

θώς της το 'λεγε αυτό. Τον είχε νιώσει που έτρεμε ... Δε χρειάζεται και πολλή φαντασία για να αναπαραστήσει κανείς στο μυαλό του

τη σκην11, ν ' ακούσει σχεδόν τους ψιθύρους τους. Φοβόταν κι αυτή απ' τη μεριά της για τη ζωή του. Πιστεύω ότι τότε τον έβλεπε απο­

κλειστικά σαν το υποψήφιο θύμα εχθρικών δυνάμεων που εκείνη

κατανοούσε καλύτερα απ' τον ίδιο. Παρόλο που με την απλή και

μόνο παρουσία του κυριαρχούσε στην καρδιά της, απορροφούσε

όλες τις σκέψεις της και νεμόταν όλα τα στοργικά και τρυφερά της

αισθήματα, παρ' όλ' αυτά δεν του έδινε και πολλές πιθανότητες να

τα καταφέρει. Είναι προφανές ότι εκείνο τον καιρό όλοι είχαν την

τάση να υποτιμούν τις πιθανότητές του. Για την ακρίβεια, δε φαι­

νόταν να 'χει ούτε την παραμικρή. Τουλάχιστον αυτή ήταν η άπο­

ψη του Κορνήλιου. Μου το εξομολογήθηκε, θέλοντας κυρίως να

ελαφρύνει κάπως τη θέση του, όσο αφορά την ύποπτη στάση που

είχε κρατήσει στη συνωμοσία του Σέριφ Αλί για τον εξολοθρεμό

του άπιστου. Ακόμα κι ο ίδιος ο Σέριφ Αλί, όπως φαίνεται τώρα

καθαρά, δεν ένιωθε παρά περιφρόνηση για τον λευκό. Πιστεύω

ότι τα κίνητρα που τον ωθούσαν στη δολοφονία του τζιμ ήταν κυ­

ρίως θρησκευτικά. Μια απλή πράξη ευσέβειας (κατά συνέπεια

πολύ αξιέπαινη), αλλά άνευ ιδιαίτερης σημασίας. Ο Κορνήλιος

ήταν σύμφωνος σ' αυτό το τελευταίο. "Λόγω τιμής, κύριε" του είπε

με τον σιχαμερό του τρόπο, στη μοναδική περίσωση που κατάφερε

να με ξεμοναχιάσει -"Λόγω τιμής, αξιότιμε κύριε, πού να το 'ξε­

ρα; Ποιος ήταν; Τι είχε κάνει για να κερδίσει την εμπιστοσύνη των

ανθρώπων; Πώς του 'ρθε του κυρίου Στάιν κι έστειλε εδώ πέρα

ένα παιδαρέλι να λέει παχιά λόγια σ' έναν πιστό γέρο υπηρέτη

του; Ήμουν έτοιμος να τον σώσω για ογδόντα δολάρια. Μονάχα ογδόντα δολάρια. Γιατί δεν έφυγε ο βλάκας; Μήπως θα 'πρεπε να

βάλω το κεφάλι μου στο στόμα του λύκου για έναν ξένο;" Σερνό-

Page 102: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 301

ταν μπροστά μου σαν το σκουλήκι βάζοντας όλη του την τέχνη, δί­

πλωνε το σώμα του επιτήδεια, άφηνε τα χέρια να αιωρούνται πά­νω απ' τα γόνατά μου, λες κι ήταν έτοιμος να μου αγκαλιάσει τα

πόδια. "Τι ψυχή έχουν ογδόντα δολάρια; Τόσο σπουδαίο πια ήταν

να δώσει αυτό το τιποτένιο ποσό σ' έναν έρμο και απροστάτευτο

γέρο, που του χαράμισε τη ζωή ένα πεθαμένο διαβολοθήλυκο;"

Και πάτησε τα κλάματα. Αλλά ας μην προτρέχω. Τον Κ~ρνήλιο

τον τρακάρισα εκείνη τη νύχτα, αφού πρώτα άκουσα όλα ό9α είχε

να μου πει η κοπέλα.

»'Ηταν τελείως aνιδιοτελής όταν πίεζε τον τζιμ να φύγει μα­

κριά της, να φύγει απ' τη χώρα. Αυτό που κυριαρχούσε πάνω απ'

όλα στις σκέψεις της, ήταν ότι εκείνος κινδύνευε -ακόμα κι αν υπο­

θέσουμε πως ήθελε -ασυναίσθητα ίσως- να σώσει και τον εαυτό

της μ' αυτό· αλλά γιά σκεφτείτε λιγάκι το προμήνυμα που είχε απ'

τη μητέρα της, το μάθημα που είχε διδαχτεί απ' το κάθε λεπτό εκεί­

νης της ζωής, που είχε τελειώσει τόσο πρόσφατα και κυριαρχούσε

σ' όλες τις αναμνήσεις της. Έπεσε στα πόδια του -η ίδια μού το

'πε- εκεί πλάι στο ποτάμι, κάτω απ' το διακριτικό φως των άστρων,

που δε φανέρωνε τίποτε άλλο, παρά κάτι μεγάλες μάζες βουβές,

σκιές, χώρους aπέραντους δίχως σύνορα, και τρεμόπαιζε αμυδρά

πάνω στο πλατύ ρυάκι κάνοντάς το να μοιάζει μεγάλο σαν θάλασ­

σα . Εκείνος τη σήκωσε πάνω. Τη σήκωσε, κι αυηΊ παραδόθηκε.

Ήταν επόμενο. Πώς ν' αντισταθεί στα δυνατά χέρια, την τρυφερή

φωνή, το ρωμαλέο ώμο που της προσφερόταν για ν' ακουμπήσει

πάνω του το φτωχό, μοναχικό κεφαλάκι της . Η ανάγκη -η τρομερή

ανάγκη για όλ' αυτά -της πονεμένης καρδιάς, του σκοτισμένου

μυαλού -η ορμή της νιότης -η παρόρμηση της στιγμής. Θέλετε κι

άλλα; Είναι αρκετά, θαρρώ, για να καταλάβει κανείς -εκτός κι αν

είναι πια ανίκανος να κατανοήσει κατιτίς απ' αυτά που γίνονται

στον κόσμο μας. Έτσι, αφέθηκε με προθυμία να τη σηκώσει -να τη

στηρίξει πάνω του. "Καταλαβαίνεις -διάολε! Είναι πολύ σοβαρό

-όχι βλακείες" μου είχε ψιθυρίσει βιαστικά ο Υζιμ στο κατώφλι του

σπιτιού του, με ανήσυχο συλλογισμένο πρόσωπο. Δεν ξέρω αν εί­

ναι βλακεία ή όχι, αλλά οι ίδιοι το ρομάντσο τους το έπαιρναν πολύ

στα σοβαρά· βρέθηκαν μαζί κάτω απ' τη ~κιά μιαs ρημαγμένης ζω­ής, σαν τον ιππότη και την πριγκιπέσα που σμίγουν ανάμεσα στα

στοιχειωμένα ερείπια για ν' ανταλλάξουν όρκους αγάπης κι αφο-

Page 103: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

302 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

σίωσης. Το φως των αστεριών ήταν ό,τι έπρεπε για την περίπτωση,

μια λάμψη αμυδρή κι απόμακρη, ανίσχυρη να μεταμορφώσει τις

σκιές σε σχήματα και να φανερώσει την άλλη πλευρά της όχθης.

Στάθηκα και κοίταξα για αρκετή ώρα το ποτάμι εκείνη τη νύχτα,

απ' το ίδιο ακριβώς μέρος που είχαν σταθεί κι εκείνοι· κυλούσε

σιωπηλό, σκοτεινό σαν τα νερά της Στυγός την επομένη έφυγα, αλ­

λά δε θα ξεχάσω ποτέ μου αυτό που γύρευε να περισώσει όταν τον

παρακινούσε να την αφήσει όσο ήταν ακόμα καιρός. Μου το είπε

ήρεμα -είχε φτάσει τώρα σ' ένα σημείο τρομερά σημαντικό για να

εκδηλωθεί με μια συνηθισμένη, απλή ταραχή- η φωνή της αναδυό­

ταν τόσο ήσυχη μέσ' απ' το σκοτάδι, όσο και η λευκή μισοκρυμμένη

μορφή της. Μου είπε: "Δε θέλω να πεθάνω κλαίγοντας". Εγώ νόμι­

σα πως δεν άκουσα καλά.

»"Δε θέλεις να πεθάνεις κλαίγοντας;" επανέλαβα ύστερα από

λίγο . "Σαν τη μάνα μου" πρόσθεσε αμέσως . Το περίγραμμα της

λευκής φιγούρας δε σάλεψε καθόλου. 'Ή μάνα μου έκλαψε πικρά

προτού πεθάνει" εξήγησε. Μια ασύλληπτη γαλήνη έμοιαζε να 'χει

αναδυθεί απ' το χώμα, περιβάλλοντάς μας ανεπαίσθητη, σαν το

κρυφό φούσκωμα της παλίρροιας τη νύχτα, εξαλείφοντας τα γνω­

ρίσματα των συνηθισμένων αισθημάτων. Και τότε μ' έπιασε ξαφ­

νικά αγωνία, σαν να είχα χάσει τη γη κάτω απ' τα πόδια μου και

να βούλιαζα καταμεσής στα νερά, ένας αιφνίδιος τρόμος για το

άγνωστο του βυθού. Συνέχισε να μου εξηγεί ότι για να μείνει μόνη

με τη μητέρα της τις τελευταίες στιγμές της ζωής της, αναγκάστηκε

να φύγει απ' το προσκεφάλι της και να πάει να στηρίξει με τη ρά­

χη την πόρτα, ώστε να κρατήσε ι απ' έξω τον Κορνήλιο. Ήθελε να

μπει στο δωμάτιο και βάραγε συνέχεια την πόρτα με τις δυο του

γροθιές, σταματώντας μονάχα κάπου κάπου για να φωνάξει βρα­

χνά "Άσε με να μπω! Άσε με να μπω!" Στην απέναντι γωνιά ξα­

πλωμένη πάνω σε κάτι κουρελούδες, η ετοιμοθάνατη γυναίκα με

χαμένη κιόλας τη φωνή κι ανίκανη να σαλέψει το χέρι της, ανασή­κωσε με κόπο το κεφάλι και με μια αδύναμη κίνηση του καρπού

έμοιαζε να παραγγέλνει -"Όχι! Όχι! " κι η υπάκουη κόρη στήριζε την πόρτα μ' όλη τη δύναμη των ώμων της, και την κοίταζε. "Τα μά­

τια της γέμισαν δάκρυα -κι ύστερα ξεψύχησε" κατέληξε το κορί­τσι, με aτάραχη και μονότονη φωνή, που πιο πολύ από καθετί άλ­

λο, πιο πολύ κι απ' την αγαλματένια ακινησία του κορμιού της ή

Page 104: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 303

απ' τη δύναμη των λέξεων, έκανε τη ψυχή μου άνω κάτω, με τον

αγιάτρευτο, παράφορο τρόμο εκείνης της σκηνής. Ένιωσα μέσα

μου την αντίληψη που είχα για τη ζωή να εκμηδενίζεται, το κατα­

φύγιο που φτιάχνουμε όλοι για να τρυπώνουμε μέσα σε στιγμές

κινδύνου σαν τις χελώνες στο καβούκι τους, να καταρρέει. Για μια

στιγμή ο ηλιόλουστος κόσμος, που χάρη στις ακαταπόνητες προ­

σπάθειες των κατοίκων του τακτοποιείται βολικότατα, πλήρως

συμμορφωμένος με τις επιταγές του ανθρώπινου εγκεφάλου, γίνη­

κε μες στο μυαλό μου ένα κολοσσιαίο, τερατώδες και δυσαρμονι­

κό συνονθύλευμα που μου προκαλούσε τρόμο. Ευτυχώς αυτό κρά­

τησε μόνο μια στιγμή, γιατί αμέσως μετά ξαναγύρισα γραμμή στο

καβούκι μου. Υποχρεωτικά -δεν έχουμε άλλη κρυψώνα, όπως ξέ­

ρετε. Έφτασε μόνο ν' aτενίσω για κάνα δυο δευτερόλεπτα τους

χώρους εκείνους πέρα απ' τα όρια, για να χάσω εντελώς τα λόγια

μου μέσα σ' έναν κυκεώνα σκοτεινών σκέψεων που με είχε κυριέ­

ψει. Τα λόγια τα ξαναβρήκα βέβαια πολύ γρήγορα, γιατί ανήκουν

κι αυτά στη σφαίρα του φωτός και της τάξης όπου καταφεύγουμε

όλοι. Καινά, ήταν κιόλας έτοιμα να με υπηρετήσουν προτού εκεί­

νη ψιθυρίσει απαλά: ''Ορκίστηκε πως δε θα μ' αφήσει ποτέ, τότε

που σταθήκαμε εκεί μονάχοι. Μου το ορκίστηκε!. .. " "Κι είναι δυ­

νατόν εσύ -ιδιαίτερα εσύ ! να μην τον πιστεύεις;" τη μάλωσα με ει­

λικρίνεια και βαθιά ταραχή. Γιατί δεν μπορούσε να τον πιστέψει;

Προς τι αυτή η έλλειψη εμπιστοσύνης, αυτός ο έμμονος φόβος; λες

και η έλλειψη εμπιστοσύνης μαζί με το φόβο να 'ταν οι φύλακες

της αγάπης της. Ήταν τερατώδες. Κανονικά, η βαθιά αφοσίωση

που έτρεφε γι' αυτόν θα 'πρεπε να τη βοηθήσει να οικοδομήσει

ένα απροσπέλαστο, ειρηνικό καταφύγιο. Ίσως να της έλειπε η

πείρα -και η επιδεξιότητα. Στο μεταξύ είχε έρθει η νύχτα, βιαστι­

κή· μαύρο σκοτάδι απλώθηκε γύρω μας, έτσι που το περίγραμμά

της, μόλο που δε σάλεψε καθόλου, ξεθώριασε σαν την απρόσιτη

μορφή ενός μελαγχολικού και παραπονιάρικου φαντάσματος. Και

ξαφνικά, την άκουσα να ψιθυρίζει πάλι ήσυχα: "Κι άλλοι ορκίστη­

καν τα ίδια πράγματα". Έμοιαζε με καλομελετημένο επιμύθιο πά­νω σε κάποιες θλιβερές και γεμάτες δέος σκέψεις που έκανε.

Όσο πιο σιγανά γινόταν, συμπλήρωσε: "Κι ο πατέρας μου" . Στα­μάτησε για να πάρει μια ανάσα που μόλις ακούστηκε. "Κι ο δικός

της πατέρας" ... Νά, λοιπόν, τι την είχε διδάξει η ζωή! Εγώ είχα

Page 105: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

304 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

έτοιμη την απάντηση στο στόμα μου: "Μα, ο Τζιμ δεν είναι σαν κι

αυτούς" . Δεν είχε καμιά πρόθεση να το αμφισβητήσει, απ' ό,τι φά­

νηκε · αλλά μετά από λίγο, το παράξενα ήρεμο ψιθύρισμά της κυ­

μάτισε πάλι στον αέρα σαν σε όνειρο και γλίστρησε ώς τ' αυτιά

μου . "Και γιατί είναι αλλιώτικος; Είναι καλύτερος; Είναι ... ;" "Στο λόγο της τιμής μου ... " τη διέκοψα, "πιστεύω ότι είναι" . Οι φωνές

μας είχαν χαμηλώσει, παίρνοντας ένα μυστηριώδη τόνο. Μέσα απ'

τις καλύβες όπου έμεναν οι άνθρωποι του Τζιμ (κατά κύριο λόγο

απελευθερωμένοι σκλάβοι απ' τον καταυλισμό του Σέριφ) άρχισε

να τραγουδάει κάποιος με διαπεραστική, μακρόσυρτη φωνή. Κα­τά μήκος του ποταμού, μια μεγάλη φωτιά (στου Ντοραμίν, σκέφτη ­

κα) σχημάτιζε μια λαμπερή σφαίρα, που έφεγγε καταμόναχη μες

στη νύχτα. "Είναι πιο ειλικρινής;" μουρμούρισε. "Ναι" είπα. "Πιο

ειλικρινής από κάθε άλλον" επανέλαβε, τονίζοντας τις λέξεις .

"Κανείς εδώ πέρα" είπα, "δε θα αμφέβαλλε για τα λόγια του μήτε

στον ύπνο του -κανείς δε θα τολμούσε -εκτός από σένα".

»Η αντίδρασή της σ' αυτό ήταν μια ανεπαίσθητη κίνηση . "Είναι

και πιο γενναίος;" συνέχισε με αλλαγμένο τόνο. "Ποτέ δεν πρό­

κειται να σ' αφήσει από φόβο" είπα λίγο νευρικά. Το τραγούδι κό­

πηκε απότομα πάνω σε μια διαπεραστική νότα, και το διαδέχτηκε

ο θόρυβος aπόμακρων φωνών που κουβέντιαζαν. Ακουγόταν κι η

φωνή του τζιμ. Μου έκανε εντύπωση η σιωπή της. "Τι σου είπε;

Σου είπε κάτι συγκεκριμένο;" ρώτησα. Καμιά απόκριση. "Τι έκα­

τσε και σου είπε;" επέμεινα.

»"Νομίζεις ότι μπορώ να σου πω; Δεν ξέρω! Δεν μπορώ να κα­

ταλάβω! " φώναξε στο τέλος . Έκανε κάποια κίνηση Νομίζω πως

έσφιξε τα χέρια της . "Είναι κάτι που δε θα το ξεχάσει ποτέ στη

ζωή του".

»"Τόσο το καλύτερο για σένα" είπα σκυθρωπά.

»"Τι είναι; Τι είναι;" Ο ικετευτικός τόνος της φωνής της ήταν

γεμάτος παράκληση και προσμονή. "Μου είπε πως δείλιασε. Πώς

μπορώ να το πιστέψω αυτό; Πρέπει να 'μαι τρελή για να το πιστέ­

ψω. Όλοι εσείς έχετε κάτι να θυμάστε! Όλοι σας γυρίζετε πίσω.

Τι είναι; Εσύ θα μου πεις! Τι είναι αυτό το πράγμα; Είναι ζωντα­

νό; -νεκρό; Το μισώ! Είναι σκληρό. Έχει πρόσωπο και φωνή -αυ­

τή η συμφορά; Θα 'ρθει σαν εικόνα -σαν λαλιά; Ίσως στον ύπνο

του, όταν δε eα βλέπει εμένα -και τότε (:)α σηκω(:)εί και eα φύγει.

Page 106: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 305

Α! εγώ δε θα του το συγχωρήσω ποτέ. Η μάνα μου συγχώρεσε

-εγώ όμως ποτέ! Θα 'ναι σαν σινιάλο -σαν κάλεσμα;"

»Ήταν απίστευτο! Υποψιαζόταν τον ίδιο του τον ύπνο -κι έμοια­

ζε να πιστεύει πως εγώ μπορούσα να της πω το γιατί! Νά λοιπόν,

μια φτωχή , θνητή ύπαρξη, παρασυρμένη απ' τη γοητεία μιας οπτα­

σίας, πάσχιζε ν' αποσπάσε ι από ένα άλλο φάντασμα το φοβερό

μυστικό για τις αξιώσεις που προβάλλει ο άλλος κόσμος πάνω

στην οπτασία αυτή, που περιπλανιέται χωρισμένη απ' το σώμα της

ανάμεσα στα πάθη τούτης της γης. Ένιωσα το έδαφος κάτω απ' τα

πόδια μου να υποχωρεί και να διαλύεται. Κι όμως το θέμα ήταν

πολύ απλό· μπορεί τα δαιμόνια που επικαλείται με μαγγανείες ο

φόβος και η ανησυχία των ανθρώπων, να υποχρεώνονται καμιά

φορά να δώσουν κι αυτά εγγυήσεις, το ένα για την αφοσίωση και

τη συνέπεια του άλλου, μπροστά στους aπελπισμένους θνητούς

μάγους αν αληθεύει κάτι τέτοιο, εγώ -μονάχα εγώ, απ' όλους τους

"σάρκα ενδεδυμένους"- έτυχε δυστυχώς να επωμιστώ τρέμοντας

μια παρόμοια παγερή και στείρα ευθύνη. Σινιάλο, κάλεσμα ! Πόσο

αληθινά ήταν αυτά τα λόγια μες στην άγνοιά της! Δυο λέξεις! Πού

τις βρήκε, πώς της Ίiρθαν στο στόμα και τις ξεστόμισε, δεν το χω­

ράει ο νους μου. Οι γυναίκες μπορούν να εμπνευστούν κάτω απ'

την ένταση μερικών στιγμών, που για μας είναι απλώς φριχτές, πα­

ράλιογες ή μάταιες. Η ανακάλυψη και μόνο ότι είχε φωνή και μι­

λούσε, ήταν αρκετή για να γεμίσει την καρδιά σου με δέος. Αν μα­

ζί με την κραυγ1Ί του πόνου της μπορούσε να βγάλει απ' τα χείλη

της πέτρες, δε θα θεωρούσα το θαύμα μεγαλύτερο κι οδυνηρότε­

ρο. Αυτοί οι λιγοστοί φθόγγοι, που περιπλανιόνταν μες στη νύχτα,

έκαναν τις δυο ζωές τους που τις κατάπινε σιγά σιγά το έρεβος να

φαίνονται στα μάτια μου τραγικές. Ήταν αδύνατον να της δώσω

να καταλάβει. Καταριόμουν σιωπηρά την ανημποριά μου. Κι ο

Τζιμ -άλλος φτωχοδιάβολος κι αυτός! Ποιος είχε την ανάγκη του;

Ποιος τον θυμόταν; Βρήκε αυτό που γύρευε . Ακόμα και η ίδια του

η ύπαρξη είχε ίσως ξεχαστεί πια. Είχαν πάρει κι οι δυο τη μοίρα

τους στα χέρια τους σαν γνήσιοι τραγικοί ήρωες.

»Η ακινησία της ήταν προφανώς ένα σημάδι αναμονής, κι εγώ

έπρεπε να μιλήσω για λογαριασμό του αδερφού μου απ' το βασί­

λειο των σκιών που σ' εγκαταλείπουν και σε ξεχνούν. Η επίγνωση

της ευθύνης μου και η αγωνία της με είχαν αναστατώσει βαθιά.

Page 107: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

306 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

Θα 'δι να τα πάντα εκείνη τη στιγμή για να βρω τη δύναμη να κατα­

πραuνω την εύθραυστη ψυχή της, που παράδερνε μέσα στην απέ­

ραντη άγνοια, σαν πουλάκι που χτυπιέται πάνω στα παγερά κά­

γκελα του κλουβιού. Πολύ εύκολο να της πω: "Μη φοβάσαι!" -αλ­

λά και πόσο δύσκολο! Πώς να σκοτώσω το φόβο; Πώς να πυροβο­

λήσεις στην καρδιά ένα φάντασμα; να πάρεις το κεφάλι ενός βρι­

κόλακα, να κόψεις το στοιχειωμένο του λαρύγγι; Είναι απ' τα εγ­

χειρήματα που αναλαμβάνεις με ζήλο στα όνειρά σου, και πρέπει

να 'σαι απόλυτα ικανοποιημένος αν καταφέρεις να ξεφύγεις στο

τέλος μονάχα με τα μαλλιά μουσκεμένα απ' τον ιδρώτα κι ένα τρέ­

μουλο σ' όλο σου το κορμί. Τέτοια σφαίρα δε χύθηκε ακόμα στο

καλούπι, τέτοιο λεπίδι δε σφυρηλατήθηκε ακόμα, τέτοιος λεβέ­

ντης δε γεννήθηκε ακόμα. Και τα φτερωτά λόγια της αλήθειας σω­

ριάζονται μπροστά στα πόδια σου βαριά και aσήκωτα σαν μολύβι.

Αυτό που χρειάζεσαι για μια παρόμοια μοιραία αναμέτρηση, εί­

ναι μια μαγεμένη, φαρμακερή σα:Lτα βουτηγμένη σε ψέμα τόσο φί­

νο κι επιτήδειο, που είναι αδύνατον να το συλλάβει νους ανθρώ­

που . Τέτοιας λογής aποκοτιές τις κάνουμε μονάχα στον ύπνο μας,

αφεντάδες!

»Άρχισα τα ξόρκια μου με βαριά καρδιά, κυριευμένος από

σκοτεινή οργή. Η φωνή του τζιμ ακούστηκε ξαφνικά από απένα­

ντι δυνατή και σοβαρή, καθώς επιτιμούσε πλάι στο ποτάμι την

αδιαφορία κάποιου κατηγορούμενου που έμενε βουβός. Τίποτα

-είπα, σιγά αλλά καθαρά- δεν υπάρχει τίποτα σ' αυτό τον άγνω­

στο κόσμο, που τόσο την ανησυχούσε, ικανό να της κλέψει την ευ­

τυχία της, δεν υπάρχει τίποτα, μήτε ζωντανό μήτε νεκρό, μήτε πρό­

σωπο, φωνή ή δύναμη που θα μ.;τορούσε να πάρει τον Τζιμ μακριά

της. Πήρα μια βαθιά ανάσα κι εκείνη ψιθύρισε απαλά: "Έτσι μου

είπε κι εκείνος" . "Σου είπε την αλ1Ίθεια" έκανα εγώ. "Όχι" είπε μ'

ένα στεναγμό, και γυρνώντας απότομα προς το μέρος μου, πρό­

σθεσε με ένταση στη φωνή που μόλις διακρινόταν: "Γιατί ήρθες σε

μας από κει πέρα; Μιλάει τόσο συχνά για σένα. Σε φοβάμαι. Θέ­

λεις -θέλεις να τον πάρεις πίσω;" Μια συγκαλυμμένη κρυφή επι­

θετικότητα είχε εισχωρήσει στα βιαστικά μουρμουρητά μας. "Δε

θα ξανάρθω ποτέ" είπα πικραμένος . "Και δεν τον θέλω. Κανείς δεν τον θέλει". "Κανείς" επανέλαβε μ' έναν τόνο αμφιβολίας.

"Κανείς" βεβαίωσα εγώ με μια παράξενη έξαρση. "Πιστεύεις ότι

Page 108: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 307

είναι δυνατός, σοφός, θαρραλέος, μεγαλόψυχος -γιατί όχι και ει­

λικρινής; Αύριο φεύγω -κι έτσι όλ' αυτά θα τελειώσουν. Ποτέ δεν

πρόκειται να σε ταράξει πάλι μια φωνή από κει πέρα. Εσύ δεν ξέ­

ρεις πόσο μεγάλος είναι αυτός ο κόσμος που νομίζεις ότι θα τον

aποζητήσει. Καταλαβαίνεις; Τεράστιος. Κρατάς την καρδιά του

στα χέρια σου. Πρέπει να το νιώσεις αυτό, να το καταλάβεις μια

για πάντα". "Ναι, το ξέρω" ξεστόμισε ψυχρά, χωρίς να σαλέψει

-όπως ο ψίθυρος που θα 'βγαινε απ' τα χείλια ενός αγάλματος.

»Ένιωθα ότι δεν είχα καταφέρει τίποτα. Αλλά και τι επεδίωκα

στο κάτω κάτω; Δεν είμαι σίγουρος τώρα. Μια μυστήρια φλόγα

μέσα μου όλη εκείνη την ώρα με εμψύχωνε, σαν να με καλούσε

ένα σπουδαίο κι αναπόφευκτο καθήκον -η επίδραση των περιστά­

σεων πάνω στο μυαλό και στα συναισθήματά μου. Σε ολονών τη

ζωή υπάρχουν κάτι τέτοιες στιγμές, τέτοιες επιρροές που έρχονται

απ' έξω, ακατανόητες, με μια δύναμη ακαταμάχητη -σαν να προ­

έρχονται απ' τις μυστηριώδεις συζεύξεις των πλανητών. Είχε στα

χέρια της, όπως της το είχα ξεκαθαρίσει, την καρδιά του. Είχε δι­

κιά της την καρδιά του κι όλα τ' άλλα -φτάνει να το πίστευε. Δεν

επρόκειτο να υπάρξει ποτέ κανένας σ' ολόκληρο τον κόσμο που

να χρειαζόταν την καρδιά, το μυαλό, τα χέρια του τζιμ. Κοινότατη

μοίρα, κι όμως έμοιαζε φριχτό να λες κάτι τέτοιο για ένα συγκε­

κριμένο άνθρωπο. Με άκουγε χωρίς να πει τίποτα, και η ακινησία

της τώρα έμοιαζε με τη διαμαρτυρία ενός αμετανόητου άπιστου .

Τι την ένοιαζε εκείνη για τον κόσμο πέρα απ' τη ζούγκλα; ρώτησα.

Απ' όλα τα πλήθη των ανθρώπων που κατοικούσαν σ' εκείνο το

αχανές άγνωστο, δεν επρόκειτο, τη διαβεβαίωσα, όσο καιρό ζού­

σε, να υπάρξει γι' αυτόν ένα κάλεσμα ή ένα σημάδι. Ποτέ, συνέχι­

σα, σαν να με παράσερναν τα ίδια μου τα λόγια. Ποτέ! Ποτέ! Ακό­

μα μέχρι σήμερα δεν μπορώ να καταλάβω πού βρήκα τη σιγουριά

κι όλο εκείνο το πάθος στα λόγια μου . Προφανώς είχα την ψευδαί­

σθηση ότι επιτέλους άρπαξα το στοιχειό απ' το λαρύγγι. Και

πράγματι, όλη εκείνη τη σκηνή τη θυμάμαι σαν ένα πολύ ζωηρό

όνειρο, με κάθε λεπτομέρεια . Γιατί θα 'πρεπε να φοβάται; Ήξερε

καλά ότι ήταν δυνατός, ειλικρινής, σοφός, γενναίος. Ήταν όλα

αυτά. Σίγουρα. Και κάτι παραπάνω ακόμα. Ήταν σπουδαίος

-ακατάβλητος: -κι ο κόσμος δε θα τον αποζητούσε, τον είχε ξεχά­

σει, δεν ήθελε ούτε να τον ξέρει.

Page 109: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

308 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

»Σταμάτησα· το Πατουσάν ήταν βυθισμένο στη σιωπή, κι ο αδύ­

ναμος κοφτός ήχος ενός κουπιού που έσκιζε τα νερά απ' το πλευ­

ρό κάποιας πιρόγας καταμεσής στο ποτάμι, έδινε σ' αυτή τη σιωπή

aπροσμέτρητες διαστάσεις. "Γιατί!" μουρμούρισε. Ένιωσα όλη τη

λύσσα που πιάνει κάποιον στο φούντωμα μιας γερής κλοτσοπατι­

νάδας. Το στοιχειό πάσχιζε να ξεγλιστρήσει μέσ' απ' τα χέρια

μου . "Γιατί;" ξαναείπε πιο δυνατά· "πες μου!" Και καθώς εγώ εί­

χα μείνει μ' ανοιχτό το στόμα, εκείνη χτύπησε κάτω το πόδι της

σαν κακομαθημένο παιδί. "Γιατί; Μίλα! " "Θες να μάθεις; " τηρώ­

τησα με μανία. "Ναι ! " φώναξε. "Επειδή δεν είναι αρκετά καλός"

είπα άσπλαχνα. Στη διάρκεια της στιγμιαίας σιωπής που ακολού­

θησε, το μάτι μου πήρε τη φωτιά που φούντωσε στην απέναντι

όχθη, κι αφού πρώτα διέστειλε την κυκλική της λάμψη σαν εκτυ­

φλωτικό αστέρι, ύστερα συρρικνώθηκε ξαφνικά σε μια κόκκινη

αιχμή. Μονάχα όταν ένιωσα τα δάχτυλά της να σφίγγονται γύρω

απ' το μπράτσο μου, κατάλαβα πόσο κοντά μου στεκόταν. Δε χρει­

άστηκε να δυναμώσει τη φωνή της για να στάξει στα λόγια της μια

φαρμακερή περιφρόνηση, μια άπειρη πίκρα κι απελπισία.

»"Κι αυτός το ίδιο λέει ... Είσαστε ψεύτες! "

»Τις δυο τελευταίες λέξεις τις φώναξε στη μητρική της γλώσσα.

"Άσε με να τελειώσω!" την παρακάλεσα· η ανάσα της τρεμούλια­

σε και κόπηκε · άφησε το χέρι μου. "Κανείς, κανείς δεν είναι αρκε­

τά καλός" άρχισα, με τη μεγαλύτερη σοβαρότητα που γινόταν .

Άκουγα τους λυγμούς που έκοβαν την ανάσα της να δυναμώνουν

σε βαθμό επικίνδυνο. Οι ώμοι μου καμπούριασαν. Σε τι θα ωφε­

λούσε; Και τότε ακούστηκαν τα βήματα κάποιου που πλησίαζε.

Γλίστρησα μακριά χωρίς άλλη λέξη ... »

Page 110: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

34

Ο Μάρλοου κούνησε τα πόδια του και σηκώθηκε απότομα μ' ένα

ελαφρύ παραπάτημα, σαν να προσγειώθηκε πάλι στη γη κάπως ανώ­

μαλα ύmερα από μια ορμητική πτήση mo διάστημα. Ακούμπησε με

την πλάτη στο κάγκελο της βεράντας, και το βλέμμα του έπεσε mις

μεγάλες καλαμένιες πολυθρόνες σκόρπιες δεξιά κι αριστερά. Τα

aποχαυνωμένα σώματα που βούλιαζαν μέσα τους φάνηκαν ν' aφυ­

πνίζονται ξαφνιασμένα απ' τη μετακίνησή του. Κάνα δυο ανακάθι­

σαν ανήσυχα· εδώ κι εκεί έλαμπε ακόμα η καύτρα ενός τσιγάρου· ο

Μάρλοου τους κοίταζε με βλέμμα ανθρώπου που επιστρέφει απ' τους

aπόμακρους τόπους ενός ονείρου. Ένα λαρύγγι ξερόβηξε· μια μαλα­

κή φωνή τον παρακινούσε αδιάφορα να συνεχίσει: «Κι ύmερα;»

«Τίποτα>> είπε ο Μάρλοου ελαφριά ξαφνιασμένος. «Της το είχε

πει -αυτό είν' όλο. Κι εκείνη δεν τον πίmεψε -τίποτ' άλλο. Όσο για

μένα, δεν ξέρω αν είναι σωmό, ταιριαmό, πρέπον, να χαρώ γι' αυ­

τό ή να λυπηθώ. Δεν ξέρω τι πίστευα τότε -στην πραγματικότητα,

δεν ξέρω ίσαμε σήμερα, και ίσως δε θα μάθω ποτέ . Άραγε τι πί­

mευε ο ίδιος ο φουκαράς ο 'Γζιμ; Στο τέλος, νικάει η αλήθεια -ξέ­

ρετε, το γνωσtό Magna est veritas et'2 ••• Ναι, όταν όμως της δίνεται η

ευκαιρία. Υπάρχει σίγουρα κάποιος νόμος εδώ -με την ίδια έννοια

που υπάρχει ένας νόμος-ρυθμιστής της τύχης μας mα ζάρια. Δεν

είναι η δικαιοσύνη που υπηρετεί τους ανθρώπους, αλλά η σύμπτω­

ση, το τυχαίο, η μοίρα -όλοι αυτοί οι σύμμαχοι του υπομονετικού

χρόνου- που διατηρεί μια ισοπεδωτική και σχολαστική ισορροπία.

Και οι δυο είχαμε πει ακριβώς το ίδιο πράγμα. Και οι δυο είχαμε

πει την αλήθεια -ή μήπως μονάχα ο ένας -ή κανένας; ... » Ο Μάρλοου σταμάτησε, σταύρωσε τα χέρια του στο στήθος και

συνέχισε με αλλαγμένη φωνή:

72 Μεγάλη η αλήθεια και υπερισχύει (Έσδρας Α' 4.41).

Page 111: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

310 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡ ΑΝΤ

«Μας είπε ψεύτες. Κακόμοιρο κορίτσι. Ωραία λοιπόν -ας τ'

αφήσουμε στην τύχη, και στο συνεργό της το χρόνο, που ποτέ του

δε βιάζεται και που ο μόνος του εχθρός είναι ο θάνατος, ο οποίος

δεν κάθεται ποτέ να περιμένει. Είχα κάνει πίσω -δεν το κρύβω ότι

σκιάχτηκα λίγο. Τόλμησα να τα βάλω με τον ίδιο το φόβο, και φυ­

σικά έφαγα τα μούτρα μου. Το μόνο που είχα καταφέρει, ήταν να

κάνω την αγωνία της ακόμα πιο μεγάλη με τον υπαινιγμό για την

ύπαρξη μιας μυστηριώδους συμπαιγνίας, μιας ανεξήγητης κι ακα­

τανόητης συνωμοσίας που αποσκοπούσε στο να την κρατήσει για

πάντα στο σκοτάδι. Κι αυτό έγινε από μόνο του, σαν φυσική κι

αναπόφευκτη απόρροια των πράξεών του, αλλά και των δικών

της! Ήταν σαν να μου 'χε επιτραπεί να ρίξω μια ματιά από κοντά

στην τεχνική της αδυσώπητης μοίρας, που είμαστε τα θύματά της

-και τα όργανά της. Η θύμηση του κοριτσιού που είχα αφήσει να

στέκεται εκεί aσάλευτο με γέμιζε φρίκη · ο ήχος που έκαναν τα βή­ματα του Ίζιμ καθώς πλησίαζε χωρίς να με βλέπει με τις βαριές

μπότες του, αντηχούσε σαν δυσοίωνη προφητεία. "Μπα! Χωρίς

φως!" είπε με δυνατή, aπορημένη φωνή . "Τι κάνετε εσείς οι δυο

στο σκοτάδι;" Αμέσως μετά πρέπει να την είδε, γιατί της φώναξε

χαρούμενα: "Γεια σου, κορίτσι! " "Γεια σου, αγόρι!" αποκρίθηκε

εκείνη αμέσως, με αξιοθαύμαστη ετοιμότητα και κουράγιο.

>>Αυτός ήταν ο συνηθισμένος τρόπος που χαιρέταγε ο ένας τον

άλλον, και ο ελαφρά καυχησιάρικος τόνος που έπαιρνε η κάπως τσι­

ριχτή αλλά γλυκιά φωνή της, ήταν πολύ κωμικός, χαριτωμένος και

παιδικός. Έκανε τον Ίζιμ να πλέει σε πελάγη ευτυχίας . Ήταν η τε­

λευταία φορά που τους άκουγα ν' ανταλλάσσουν αυτόν το γνώριμο

χαιρετισμό, κι ένιωσα ένα τσίμπημα στην καρδιά, γιατί η γλυκιά πρί­

μα φωνή της, η aξιαγάπητη προσπάθειά της να φανεί αμέριμνη, το

καμάρι της γι' αυτόν, έμοιαζαν να σβήνουν πρόωρα, και το παιχνι­

διάρικο κάλεσμα ακούστηκε τώρα σαν βογκητό . Ήταν τρομερό. "Τι

έκανες εδώ με τον Μάρλοου" τη ρώτησε ο τζιμ· κι ύστερα: "Κατέβη­

κε κάτω; Περίεργο, πώς και δεν τον είδα ... Μάρλοου, είσαι κάτω;"

»Δεν απάντησα. Δεν ήθελα να πάω -τουλάχιστον όχι αμέσως.

Μου ήταν αδύνατον. Όσο με φώναζε, εγώ φρόντισα να το σκάσω απ'

την αυλόπορτα που έβγαζε σ' ένα νιόσκαφτο χωράφι. Όχι· δεν ήμουν

ακόμα σε θέση να τους αντικρίσω· προχώρησα βιαστικά με χαμηλω­

μένο κι;φάλι στο καλοστρωμένο μονοπατάκι. Τριγύρω, το ανασκαμ-

Page 112: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 311

μένο αφράτο χώμα, τα λιγοστά μεγάλα δέντρα πελεκημένα, τα χαμό­

κλαδα κομμένα, το χορτάρι καψαλισμένο. Είχε σκεφτεί να δοκιμάσει

εκεί καλλιέργεια καφέ. Ο ψηλός λόφος, ορθώνοντας τη διπλή κατά­

μαυρη κορφή του στην καθαρή κίτρινη λάμψη του φεγγαριού που

ανάτελλε, έμοιαζε να ρίχνει τη σκιά του στο χώμα που είχε προετοι­

μαστεί για τους πειραματισμούς του Ί'ζιμ. Είχε στα σκαριά μπόλικα

παρόμοια πειράματα. Όταν τα πρωτάκουσα, θαύμασα τη δαιμόνια

ενεργητικότητα και καπατσοσύνη του . Τώρα, όλα του τα σχέδια, η

ενεργητικότητα, ο ενθουσιασμός του φαίνονταν στα μάτια μου σαν

ανυπόστατες χίμαιρες και καθώς σήκωσα στο βλέμμα, είδα ένα κομ­

μάτι του φεγγαριού να ακτινοβολεί μέσ' απ' τους θάμνους στον πάτο

της χαράδρας. Για μια στιγμή, μου φάνηκε σαν στιλπνός δίσκος που

κατρακύλησε απ' την ουράνια θέση του πάνω στη γη, καταλήγοντας

στα βάθη αυτού του χάσματος και η ανυψωτική του τροχιά έμοιαζε

με νωχελική επιστροφή· ώσπου τέλος aπαγκιστρώθηκε, ξεγλιστρώ­

ντας μέσ' απ' τα μπλεγμένα κλωνάρια, ενώ τα γυμνά, στρεβλά χο­

ντρόκλαδα μερικών δέντρων που έστεκαν στην πλαγιά, aυλάκωσαν

στο πρόσωπό του μια μαύρη χαρακιά. Και σαν μέσ' από ένα σπήλαιο,

εξαπόλυσε τις μυτερές ακτίνες του μακριά, φανερώνοντας μ' αυτή

την πένθιμη μισερή του λάμψη τα κατάμαυρα κούτσουρα των πεσμέ­

νων δέντρων, τις βαριές τους σκιές να ζώνουν τριγύρω τα πόδια μου,

τον ίσκιο μου που προχώραγε, και τη σκιά ενός μοναχικού τάφου πά­

ντα στολισμένου με λουλούδια. Στο χλομό σεληνόφωτο, τα μπλεγμέ­

να aνθάκια έπαιρναν μορφές πρωτόγνωρες για τον νου, χρώματα

ακαθόριστα στα μάτια, λες κι επρόκειτο για λουλούδια μοναδικά που

δεν τα μάζεψε χέρι ανθρώπου, που δεν ανθίσανε σ' αυτό τον κόσμο,

προορισμένα αποκλειστικά για τους νεκρούς. Το αψύ άρωμά τους

αναδευόταν στο ζεστό αέρα και τον έκανε πυκνό και βαρύ σαν τον

καπνό του λιβανιού. Κομμάτια άσπρα κοράλλια έλαμπαν γύρω απ' το

σκοτεινό βουναλάκι σαν γιρλάντα ξασπρισμένα κόκαλα. Τα πάντα

γύρω ήταν τόσο ήσυχα, που όταν σταμάτησα κι εγώ να περπατάω,

έλεγες πως κάθε 1Ίχος και κίνηση στον κόσμο είχε πάψει μια για πά­

ντα.

»Η βαθιά ησυχία έκανε τη γη να μοιάζει με απέραντο κοιμητή­

ριο. Στάθηκα εκεί για κάμποση ώρα, με τη σκέψη στραμμένη κυ­

ρίως σ' εκι;ίνους τους ζωντανούς που, χαμένοι σι; απόμακρα μέρη,

niρα ωτ' -το βΜμμα της ανθρωnότη-τας, είναι παρ' όλ' αυτά κα-ταδι-

Page 113: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

312 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

κασμένοι να μοιράζονται μαζί της τις τραγικές και γελοίες μιζέριες

της. Και τους ευγενικούς αγώνες της ακόμη -ποιος ξέρει; Η ανθρώ­

πινη καρδιά είναι αρκετά μεγάλη για να χωρέσει μέσα της όλο τον

κόσμο. Είναι αρκετά γενναία για να κουβαλήσει το φορτίο· έχει

όμως και το θάρρος που χρειάζεται για να το πετάξει από πάνω της;

»Απ' ό,τι φαίνεται, με είχαν πιάσει τα συναισθηματικά μου . Το

μόνο σίγουρο είναι ότι έμεινα εκεί πέρα πολλή ώρα, και στο τέλος με

κυριάρχησε ένα αίσθημα μοναξιάς τόσο ολοκληρωτικής, που όσα

μόλις προ ολίγου είχα δει κι ακούσει, ακόμα κι αυτή η ίδια η ανθρώ­

πινη λαλιά, έμοιαζαν να 'χουν περάσει οριστικά στην ανυπαρξία,

αφήνοντας μονάχα για λίγο ακόμα στη μνήμη μου τον απόηχό τους,

σαν να ήμουν ο τελευταίος άνθρωπος πάνω στη γη. Ήταν μια παρά­

ξενη και θλιβερή ψευδαίσθηση, μισοσυνειδητή μισοασυνείδητη

απόρροια του μυαλού, όπως όλες οι ψευδαισθήσεις, που κατά τη

γνώμη μου δεν είναι παρά νεφελώδη οράματα της aπρόσιτης αλή­

θειας. Και το Πατουσάν ήταν ένα απ' τα χαμένα, λησμονημένα,

άγνωστα τοπία της γης είχα κοιτάξει κάτω απ' τη σκοτεινή του επι­

φάνεια · κι είχα την αίσθηση ότι όταν την άλλη μέρα θα το άφηνα και

θα 'φευγα για πάντα, θα γλιστρούσε ξανά στην ανυπαρξία, ζώντας

πια μονάχα στη μνήμη μου ώσπου κι εγώ ο ίδιος θα πέρναγα στην αι­

ώνια λήθη. Έτσι νιώθω μέσα μου ίσαμε σήμερα· ίσως να 'ναι αυτή

ακριβώς η αίσθηση που με παρακίνησε να σας aφηγηθώ αυτή την

ιστορία, θέλοντας να παραδώσω στα χέρια σας, τρόπος τού λέγειν,

την ίδια της την υπόσταση, την πραγματικότητά της -την αλήθεια της,

που αποκαλύφθηκε στη στιγμή μιας ψευδαίσθησης.

>>Τότε έσκασε μύτη ο Κορνήλιος. Αναδύθηκε σαν ερπετό μέσα από

μια χορταριασμένη λάκκα. Το ετοιμόρροπο σπίτι του πρέπει να 'ταν

κάπου εκεί κοντά, αν και δεν το είχα δει ποτέ μου, μιας και δεν είχα

εξερευνήσει αρκετά εκείνη την περιοχή. Πλησίαζε τρεχάτος απ' το

μονοπατάκι· τα βρωμερά, άσπρα παπούτσια του χοροπήδαγαν βιαστι­

κά πάνω στη σκοτεινή γη· μόλις μ' έφτασε, πάτησε φρένο κι άρχισε να

κλαψουρίζει και να ζαρώνει κάτω απ' την ψηλή καπελαδούρα του. Το

κατσιασμένο του σώμα χανόταν τελείως μέσα σ' ένα μαύρο τσόχινο

κοστούμι. Ήταν το καλό του κοστούμι για τις αργίες και τις γιορτές,

και μου υπΕνθύμισΕ πως αυτή ήταν η τtταρτη ΚυριαΚΊl που περνούσα

στο Πατουσάν. Όσο καιρό ήμουν εκεί, είχα ένα αόριστο προαίσθημα

πως ήθελε να μου ανοίξει την καρδιά του, αν βέβαια έβρισκε την ευ-

Page 114: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 313

καιρία να με ξεμοναχιάσει πουθενά. Με γυρόφερνε συνέχεια με μια

ανήσυχη ικετευτική έκφραση στο ξινισμένο, κιτρινιάρικο μούτρο του,

αλλά τόσο η δειλία του, όσο και η δική μου ενστικτώδης απροθυμία να

έχω οποιαδήποτε σχέση μ' ένα τόσο αηδιαστικό υποκείμενο, τον κρά­

ταγε σε απόσταση . Ωστόσο, θα τα 'χε καταφέρει, αν δεν ήταν κάθε

φορά έτοιμος να το βάλει στα πόδια μόλις έκανες να τον κοιτάξεις.

Δεν μπορούσε ν' αντέξει το αυστηρό βλέμμα του Ίζιμ, ούτε το δικό

μου, που προσπαθούσα να κάνω τον αδιάφορο· ούτε καν το αγέρωχο

και βλοσυρό βλέμμα του Ταμπ Ιτάμ. Όπου και να τον πετύχαινες, τον

έβλεπες να φεύγει με την ουρά κάτω απ' τα σκέλια, ρίχνοντας προς τα πίσω λοξές ματιές πάνω απ' τον ώμο του, μ' ένα καχύποπτο γρύλισμα

ή αμίλητος, με μισοκακόμοιρο, διακονιάρικο ύφος αλλά ό,τι και να

'κανε , δεν τα κατάφερνε να κρύψει τον βαθύ αγιάτρευτο εκφυλισμό του χαρακτήρα του, όπως το επιμελημένο ντύσιμο δεν μπορεί να κρύ­

ψει κάποια τερατώδη δυσμορφία ενός σώματος.

»Δεν ξέρω γιατί, ίσως να 'φταιγε το πεσμένο μου ηθικό απ' την

ολοκληρωτική 11ττα που είχα υποστεί πριν μια ώρα στην αναμέ­

τρησή μου με το στοιχειό του φόβου, αλλά τον άφησα να με στρι­

μώξει χωρίς να προβάλω την παραμικρή αντίσταση. Ήταν, απ'

ό,τι φαίνεται, της μοίρας μου εκείνη τη μέρα ν ' ακούω εξομολογή­

σεις και να τρώω τα μούτρα μου πάνω σε αναπάντητα ερωτηματι­

κά. Μεγάλη δοκιμασία · αλλά ευτυχώς η περιφρόνηση , η αυθόρμη­

τη περιφρόνηση που προκαλούσε η παρουσία του, την έκανε λιγό­

τερο δυσβάσταχτη . Μου ήταν αδύνατον να τον πάρω στα σοβαρά.

Απ' τη στιγμή που είχα πειστεί ότι ο τζιμ, που ήταν κι ο μόνος για

τον οποίο νοιαζόμουν, είχε πάρει στα χέρια του τη μοίρα του, δε μ'

ένοιαζε πια τίποτ' άλλο. Μου είχε δηλώσει πως ήταν ικανοποιημέ­

νος ... σχεδόν. Κι αυτό ήταν πιο πολύ απ' ό,τι οι περισσότεροι από

μας θα ρισκάριζαν να ισχυριστούν. Εγώ -που έχω το δικαίωμα να

θεωρήσω τον εαυτό μου "αρκετά καλό"- δεν το τολμάω. Ούτε και

κανείς από σας, θαρρώ, ε;»

Ο Μάρλοου σταμάτησε σαν να περίμενε απάντηση. Κανείς δεν

άνοιξε το στόμα του να μιλήσει.

«Έτσι είναι>> aρχίνησε πάλι. «Καλύτερα να μην το μάθουμε πο­

τέ μαι;, αφού για να φανερωθεί στ' αλήθεια τι λογής άνeρωπο κρύ­

βουμε μέσα μας, χρειάζεται πάντα να φάμε ένα σκληρό μπάτσο

απ' τη μοίρα. Ενώ τώρα ο Τζιμ, που είναι κι αυτός απ' το δικό μας

Page 115: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

314 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

το σινάφι, δικός μας άνθρωπος, έλεγε πως ήταν ευχαριστημένος .. . σχεδόν. Γιά σκεφτείτε! Σχεδόν ευχαριστημένος. Θα μπορούσε κα­

νέίς να τον φθονήσει για το χτύπημα που του φύλαξε η μοίρα του.

Σχεδόν ευχαριστημένος. Τι άλλο μπορεί να έχει σημασία μετά απ'

αυτό; Τι σημασία είχε ποιος τον υποπτευόταν, ποιος τον εμπιστευ­

όταν, ποιος τον αγαπούσε ή τον μισούσε -ιδιαίτερα δε, αν αυτός

που τον μισούσε ήταν ο Κορνήλιος .

»Και στο κάτω κάτω, όλ' αυτά Ίlταν ένα είδος αναγνώρισης.

Μπορείς να κρίνεις έναν άνθρωπο το ίδιο καλά απ' τους φίλους

όσο κι απ' τους εχθρούς που έχει, κι αυτός ο εχθρός του Τζιμ ήταν

κάποιος που κανένας αξιοπρεπής άνθρωπος δε θα ντρεπόταν να

'χει για εχθρό, χωρίς ωστόσο, γι' αυτό το λόγο, να τον υπερτιμάει.

Αυτή ψαν η άποψη του τζιμ, αλλά και η δική μου· ο τζιμ όμως εί­

χε και γενικότερους λόγους να τον περιφρονεί. "Αγαπητέ μου

Μάρλοου" έλεγε , "νιώθω πως αν τραβήξω ίσια το δρόμο μου, τί­

ποτα δεν μπορεί να μου σταθεί εμπόδιο. Μα την αλήθεια. Είσαι

κιόλας αρκετό καιρό εδώ για να ξέρεις τι γίνεται -και όχι, πες

μου, δε νομίζεις πως είμαι μια χαρά εδώ πέρα; Όλα εξαρτώνται

από μένα και, διάολε! Έχω πια μεγάλη εμπιστοσύνη στον εαυτό

μου. Τι χειρότερο θα μπορούσε να κάνει απ' το να με σκοτώσει;

Αλλά ούτε μια στιγμή δεν πιστεύω πως θα 'κανε κάτι τέτοιο. Δε θα

μπορούσε, καταλαβαίνεις -ακόμη κι αν εγώ ο ίδιος τού έδινα μια

γεμάτη καραμπίνα και του γύριζα την πλάτη για να μου ρίξει. Τέ­

τοιο ψοφίμι είναι. Κι αν υποθέσουμε πως θα το 'θελε -νομίζεις

πως θα τα κατάφερνε; Ωχ, και στο κάτω κάτω, σάμπως ήρθα εδώ

για να γλιτώσω τη ζωούλα μου; -Όχι, ήρθα για να σταθώ όρθιος

στα ποδάρια μου, και δε σκοπεύω να το κουνήσω ρούπι από δω ... " »"Μέχρι που να γίνεις απόλυτα ευχαριστημένος" πέταξα εγώ.

«Καθόμασταν κάτω απ' το σκέπαστρο στην πλώρη της βάρκας

του· είκοσι κουπιά άστραφταν σαν ένα, δέκα στην κάθε πλευρά,

σκίζοντας τα νερά μ' ένα χτύπημα, ενώ πίσω απ' την πλάτη μας ο

Ταμπ Ιτάμ έγερνε αμίλητος δεξιά κι αριστερά, με τα μάτια στυλω­

μtνα κάτω απ' την ΕπιφάνΕια των νΕQών, πQοσtχοvταc:; να κQατάΕι τη μακρόστενη πιρόγα εκεί που το ρεύμα ήταν πιο δυνατό. Ο Ί'ζιμ

έσκυψε το κεφάλι του, γράφοντας έτσι κατά κάποιο τρόπο τον επί­

λογο στην τελευταία μας συζήτηση . Η σκούνα είχε ξεκινήσει απ' την

προηγουμένη, κατηφορίζοντας το ποτάμι παρασυρμένη απ' τη φυ-

Page 116: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 315

ρονεριά, αλλά εγώ είχα καθυmερήσει την αναχώρησή μου για μια

νύχτα, κι έτσι τώρα ο Ί'ζιμ με συνόδευε ώς την εκβολή του ποταμού.

»Μου 'χε κακιώσει λίγο που ανακάτεψα mην κουβέντα μας τον

Κορνήλιο, αν και εδώ που τα λέμε, εγώ μόλις που τον είχα αναφέρει.

Ήταν πολύ τιποτένιος για να τον φοβάσαι, μόλο που η καρδιά του

ήταν γεμάτη μίσος. Σε κάθε δεύτερη κουβέντα του με αποκαλούσε

"αξιότιμε κύριε", κι όση ώρα με ακολουθούσε καταπόδι απ' τον τάφο

της "μακαρίτισσας" της γυναίκας του ώς την πόρτα του καταυλισμού

του Ί'ζιμ, κλαψούριζε αmαμάτητα. Έλεγε ότι ήταν ο πιο δυmυχισμέ­

νος άνθρωπος του κόσμου, ένα αθώο θύμα, που το έλιωσαν σαν

σκουλήκι· με ικέτευε να του ρίξω έστω μια ματιά. Δεν είχα καμιά

όρεξη να του κάνω τη χάρη, αλλά μπορούσα να δω με την άκρη του

ματιού μου τη δουλοπρεπή σκιά του να γλιmράει πίσω μου, ενώ το

φεγγάρι, που έmεκε κρεμασμένο mον ουρανό ψηλά δεξιά μας, έμοια­

ζε να διασκεδάζει, aτενίζοντας μακάρια το θέαμα που του προσφέ­

ραμε. Έβαλε όλα του τα δυνατά να μου δώσει εξηγήσεις -όπως σας

είπα και πριν- για το ρόλο που έπαιξε εκείνη την αξιομνημόνεmη νύ­

χτα. Λόγοι σκοπιμότητας. Πώς μπορούσε να ξέρει ποιος θα έπαιρνε

τελικά το πάνω χέρι; "Θα τον είχα σώσει, αξιότιμε κύριε! Θα τον είχα

σώσει για ογδόντα δολάρια" διαμαρτυρόταν με τη γλυκερή του φω­

νή, ένα βήμα πίσω μου. "Σώθηκε μόνος του" είπα, "και σ' έχει συχω­

ρέσει''. Άκουσα ένα πνιχτό γελάκι και γύρισα προς το μέρος του·

ετοιμάmηκε να το βάλει αμέσως mα πόδια. "Γιατί γελάς;" mάθηκα

και τον ρώτησα. "Μην ξεγελιέmε, αξιότιμε κύριε" έσκουξε, χάνο­

ντας προφανώς κάθε έλεγχο των συναισθημάτων του. "Σώθηκε μό­

νος του! Αυτός δεν ξέρει τι του γίνεται, αξιότιμε κύριε -καθόλου.

Ποιος είναι mo κάτω κάτω; Τι γυρεύει εδώ πέρα -ο παλιοκλέφτης; Τι γυρεύει, ε; Ρίχνει mάχτη mα μάτια του κόσμου · και mα δικά σας,

αξιότιμε κύριε · αλλά σ' εμένα δεν μπορεί, δεν περνάνε σ' εμένα αυτά.

Είναι βλάκας με πατέντα, αξιότιμε κύριε". Εγώ γέλασα με περιφρό­

νηση, και κάνοντας mροφή επιτόπου, άρχισα πάλι να περπατάω.

Έτρεξε να με προλάβει για να μου ψιθυρίσει βίαια πίσω απ' τ' αυτί:

"Ήρθε τώρα να μας βάλει τα γυαλιά ένα νιάνιαρο -ένα παιδαρέλι''. Δεν του έδωσα βέβαια καμιά σημασία, κι εκείνος, βλέποντας ότι ο

χρόνος τον βίαζε, μιας και πλησιάζαμε πια το φράχτη από μπαμπού

που ξεχώριζε πάνω στη σκοτεινή ξεχερσωμένη γη, μπήκε αμέσως mo θέμα. Άρχισε μ' ένα δακρύβρεχτο πρελούδιο. Τα τρομερά χτυπήματα

Page 117: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

316 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

της μοίρας τού είχαν σκοτίσει τα λογικά. Ήταν σίγουρος πως είχα

μεγάλη καρδιά, ναι, θα τον συχώραγα για όλ' αυτά που ξεστόμιζε πά­

νω σι;ον καημό του. Όχι, δεν τα εννοούσε στ' αλήθεια· μόνο που ο

aξιότιμος κύριος δεν ήξερε τι σημαίνει να 'σαι καταστραμμένος, aτι­

μασμένος, ποδοπατημένος. Μετά απ' αυτή την εισαγωγή, έφτασε

στην καρδιά του θέματος, αλλά μ' έναν τόσο ασυνάρτητο, γεμάτο επι­

φωνήματα και πλάγιο τρόπο, που για πολλή ώρα δεν μπορούσα κα­

θόλου να καταλάβω πού το πήγαινε. Μου γύρευε να μεσολαβήσω για

χάρη του στον Ί'ζιμ. Ήταν, απ' ό,τι φαίνεται, και κάποια λεφτά στη

μέση . Κάθε τόσο έλεγε "μια αξιοπρεπής προμήθεια -ένα δωράκι".

Έμοιαζε να ισχυρίζεται πως στάθηκε χρήσιμος σε κάτι, φτάνοντας

μάλιστα να διακηρύξει με κάποια θέρμη ότι η ζωή δεν έχει καμιά

αξία για κάποιον που του έχουν στερήσει τα πάντα. Εγώ βέβαια δεν

έβγαλα άχνα, αλλά ούτε και βούλωσα τ' αυτιά μου. Το ζουμί της ιστο­

ρίας, που σιγά σιγά άρχισε να ξεκαθαρίζει μες στο μυαλό μου, ήταν

ότι διεκδικούσε κάποια λεφτά ως αντάλλαγμα για το κορίτσι. Εκεί­

νος την ανάστησε . Το παιδί ενός άλλου. Ένα σωρό σκοτούρες και

βάσανα- γέρος άνθρωπος τώρα- ένα δωράκι. Αν ο aξιότιμος κύριος

έμπαινε στον κόπο να πει ένα λογάκι ... Στάθηκα και τον κοίταξα με

απορία, κι εκείνος από φόβο, υποθέτω, μήπως σκεφτώ ότι έκανε

εκβιασμό, βιάστηκε να κάνει μια παραχώρηση. Ως αντάλλαγμα σ'

ένα "λογικό δώρο" που θα 'παιρνε αμέσως, ήταν πρόθυμος να ανα­

λάβει τη φροντίδα του κοριτσιού, "χωρίς πρόσθετη επιβάρυνση

-όταν ο κύριος θα έφευγε για την πατρίδα του". Το μικρό κιτρινιάρι­

κο πρόσωπό του, που τα χαρακτηριστικά του μοιάζαν ζουπηγμένα

όλα μαζί σε μια ζάρα, φανέρωνε μια φιλαργυρία γεμάτη αγωνία και

πάθος. Η φωνή του ακούστηκε κλαψιάρικη και ικετευτική: "Δε θα

σας ξαναενοχλήσω πια - ο φυσικός κηδεμόνας- ένα κάποιο ποσό ... "

»Έστεκα εκεί και τον κοιτούσα γεμάτος έκπληξη και θαυμα­

σμό. Προφανώς είχε αναγάγει την επαιτε ία σε επάγγελμα. Ξαφνι­

κά, κατάλαβα ότι έβρισκε κάποια σιγουριά σ' αυτή τη δουλοπρεπή

στάση του, λες και ποτέ σ' όλη του τη ζωή δεν του είχε αμφισβητη­

θεί αυτός ο ρόλος. Πρέπει να νόμιζε πως ζύγιαζα μέσα μου τα

υπέρ και τα κατά της πρότασής του, γιατί άρχισε τα σιρόπια.

"Όλοι οι καθωσπρέπει κύριοι έδιναν ένα ρεγάλο όταν ερχόταν ο

καιρός να φύγουν" είπε επιτήδεια. Έκλεισα τη μικρή πόρτα μΕ

πάταγο . "Στην προκειμένη περίπτωση, κύριε Κορνήλιε" είπα, ''ο

Page 118: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 317

καιρός αυτός δε θα 'ρθε ι ποτέ" . Χρειάστηκαν μερικά δευτερόλε­

πτα για να συλλάβει το νόημα αυτού που άκουσε. "Πώς ! " φώναξε

σχεδόν στριγκλίζοντας. "Γιατί;" συνέχισα απ' την άλλη μεριά της

πόρτας." Δεν τον έχεις ακούσει ποτέ να το λέει; Δε θα γυρίσει πο­

τέ πίσω". ''Ε, αυτό παραείναι" κραύγασε. Τα "αξιότιμε κύριε" μας

τελείωσαν βέβαια μια και καλή. Για κάμποση ώρα απόμεινε τελεί­

ως ακίνητος, κι ύστερα, χωρίς ίχνος δουλοπρέπειας, άρχισε πολύ

σιγανά: "Δε θα φύγει ποτέ -α! μας κόπιασε εδώ, ένας διάολος ξέ­ρει από πούθε -μας κόπιασε εδώ -ένας διάολος ξέρει το γιατί

-για να με ποδοπατάει μέχρι τα στερνά μου -αχ, να με ποδοπατά­

ει" (χτύπησε ελαφριά τα πόδια του στο έδαφος) "έτσι δα -ποιος

ξέρει γιατί- ίσαμε την τελευταία μου ώρα ... " Η φωνή του έσβησε εντελώς τον έπιασε ένας μικρός βήχας ήρθε κοντά στο φράχτη,

και μου είπε με εμπιστευτικό και μελαγχολικό τόνο ότι δε θα άφη ­

νε πια να τον ποδοπατάν ε. "Βάστα, καρδιά μου -βάστα" μουρμού­

ρισε χτυπώντας το στήθος του . Ήμουν έτοιμος να βάλω τα γέλια,

αλλά ξαφνικά αγρίεψε, και μ' ένα απότομο ξέσπασμα φώναξε:

"Χα! Χα! Χα! Θα δείτε! Θα δείτε! Ώστε έτσι; Θα με κλέψετε; Θα

μου τα κλέψετε όλα; Όλα; Όλα;" Το κεφάλι του έγειρε πάνω στον

ώμο του, τα χέρια του κρεμάστηκαν μπροστά σφιγμένα το ένα με

τ' άλλο. Θα νόμιζε κανείς ότι η μεγάλη του αγάπη για το κορίτσι

είχε κάνει τα λογικά του να σαλέψουν και την καρδιά του χίλια

κομμάτια. Ξαφνικά, σήκωσε το κεφάλι του και άρχισε το υβρεολό­

γιο: "Ίδια η μάνα της -φίδι κολοβό σαν τη μάνα της. Ολόιδια. Και

στα μούτρα. Στα μούτρα. Η διαόλισσα!" Ακούμπησε το κούτελο

πάνω στο φράχτη, κι από κει συνέχισε να εξαπολύει απειλές και

τρομερές βλαστήμιες στα πορτογαλεζικα, πνιχτά επιφωνήματα

ανάμεικτα με σπαραξικάρδιους θρήνους και βογκητά. Οι ώμοι

του τραντάζονταν πάνω κάτω απ' τους λυγμούς, θαρρείς και περ­

νούσε κρίση θανατηφόρας αρρώστιας. Μια απερίγραπτα γελοία

και πρόστυχη παράσταση που μ' έκανε να φύγω όσο πιο γρήγορα

γινόταν. Προσπάθησε να φωνάξει κάτι πίσω μου. Κάποια βρισιά

για τον τζιμ, υποθέτω -όχι πολύ δυνατά όμως -ήμασταν πια κοντά

στο σπίτι. Το μόνο που άκουσα καθαρά ήταν: "Το νιάνιαρο -το

παιδαρέλι!"»

Page 119: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

35

«Ωστόσο το άλλο πρωί, μόλις τα σπίτια του Πατουσάν χάθηκαν στην

πρώτη στροφή που έκανε το ποτάμι, όλ' αυτά έσβησαν εντελώς απ'

τα μάτια μου μαζί με τα χρώματα, το σχήμα, το νόημά τους, σαν μια

ζωγραφιά που η φαντασία δημιουργεί πάνω στο κανναβάτσο, και

που μετά από μια βαθιά ενατένιση, της γυρνάς την πλάτη οριστικά κι

αμετάκλητα. Απομένει στη μνήμη ακίνητη, άχρωμη, με τη ζωή μέσα

της παγιδευμένη, σ' ένα αδιαφοροποίητα φως. Οι φιλοδοξίες, οι φό­

βοι, το μίσος, οι ελπίδες, αποτυπώθηκαν στο μυαλό μου ακριβώς

όπως τα είδα -ολοζώντανα, αποκτώντας μια διάρκεια που δε θ' άλ­

λαζε ποτέ. Είχα αφήσει πίσω μου τη ζωγραφιά, κι επέστρεφα σ'

εκείνο τον κόσμο όπου τα γεγονότα τρέχουν, οι άνθρωποι αλλάζουν,

τα φώτα τρεμοσβήνουν, η ζωή κυλάει σαν κρυστάλλινο ρυάκι, αδιά­φορο αν από κάτω είναι στρωμένο με λάσπη ή βότσαλα. Δεν είχα

καμιά όρεξη να κάνω καταδύσεις αρκετούς μπελάδ~ς τραβούσα για

να κρατήσω το κεφάλι μου στην επιφάνεια. Πάντως, αυτά που άφη­

να πίσω μου δεν μπορώ να τα φανταστώ να μεταβάλλονται. Ο πελώ­

ριος και μεγαλόκαρδος Ντοραμίν με τη μικρόσωμη, μαγισσούλα γυ­

ναίκα του ν' ατενίζουν πλάι πλάι το τοπίο της χώρας τους, τρέφοντας

μυστικές φιλοδοξίες κι όνειρα για το γιο τους ο Τούνκου Αλάνγκ,

μαραγκιασμένος και μόνιμα συγχυσμένος ο Ντέην Βάρις, ευφυής

και γενναίος, αφοσιωμένος στον τζιμ, με τη σταθερή ματιά και την

παιχνιδιάρικη φιλικότητά του· η κοπέλα αφοσιωμένη, γεμάτη φό­

βους και υποψίες, στο αντικείμενο της λατρείας της. Ο Ταμπ Ιτάμ

βλοσυρός και πιστός ο Κορνήλιος ν' ακουμπά το μέτωπό του στο

φράχτη κάτω απ' το φεγγαρόφωτο -ναι, δεν τρέφω καμιά αμφιβολία

για όλους αυτούς. Η ύπαρξή τους σαν να κρέμεται ανάλλαχτη για

πάντα κάτω απ' το ραβδάκι του θάυματοποιού. Αλλά η φιγούρα που

γύρω της πΕριστρέφονται όλοι τους -αυτή η φιγούρα ζΕι κι ανασαί­νει αληθινά, και δεν είμαι καθόλου σίγουρος για λόγου της. Καμιά

Page 120: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 319

μαγική ράβδος δεν μπορεί να την αναγκάσει να σταθεί aσάλευτη

μπροστά στα μάτια μου. Είν' ένας από μας.

»0 Τζιμ, όπως σας ξαναείπα, με συνόδεψε στο πρώτο στάδιο

του ταξιδιού της επιστροφής μου στον κόσμο που εκείνος είχε

απαρνηθεί. Ο δρόμος μας έμοιαζε μερικές φορές να περνάει μέσ'

απ' την ίδια την καρδιά της aπάτητης, άγριας ζούγκλας. Τα ξέφω­

τα άστραφταν κάτω απ' το δυνατό ήλιο· ανάμεσα στους ψηλούς

τοίχους που σχημάτιζε η πυκνή βλάστηση, η ζέστη λαγοκοιμόταν

πάνω στα νερά και η βάρκα κύλαγε γοργά, σκίζοντας τον αέρα

που έμοιαζε να 'χει ακινητοποιηθεί πυκνός και υγρός κάτω απ' τη

σκιάδα των ψηλόκορμων δέντρων. »Το φάσμα του επικείμενου χωρισμού είχε παρεμβάλει κιόλας

ανάμεσά μας μια τεράστια απόσταση, και τα λόγια μας όταν μιλά­

γαμε, έβγαιναν απ' το στόμα με κόπο, σαν να πιέζαμε τις σιγανές

φωνές μας να καλύψουν ένα μεγάλο κι ολοένα αυξανόμενο διά­

στημα. Η βάρκα τράβαγε το δρόμο της σταθερά· εμείς, πλάι πλάι,

λιώναμε μες στον aσάλευτο καυτό αέρα· στο πρόσωπό μας νιώθα­

με τσουχτερή τη μυρωδιά της λάσπης, του βάλτου, την aρχέγονη

μυρωδιά της καρπερής γης ώσπου ξαφνικά, σε μια στροφή, θαρ­

ρείς ένα πελώριο χέρι ανασήκωσε από μακριά μια βαριά κουρτί­

να, και ξεπρόβαλε απότομα μια τεράστια πύλη. Το φως φάνηκε να αναδεύεται, ο ουρανός από πάνω ξανοίχτηκε πιο πλατύς, ένα

απόμακρο μουρμουρητό έφτασε ώς τ' αυτιά μας. Δροσιά μάς τύλι­

ξε, πλημμύρισε τα πνευμόνια μας, κέντρισε το μυαλό, το αίμα, τη

θλίψη μας -ίσια μπροστά, είδαμε τη ζούγκλα να βυθίζεται στο βα­

θυγάλανο φρύδι της θάλασσας.

»Πήρα βαθιά αναπνοή, ρουφώντας άπληστα τη μεγαλοσύνη του

ανοιχτού ορίζοντα στον αέρα, που έμοιαζε να δονείται απ' την ανά­

σα της ζωής, απ' την ενέργεια ενός κοσμου δίχως το παραμικρό ψε­

γάδι. Ορθάνοιχτα μπροστά μου ο ουρανός κι η θάλασσα. Το κορίτσι

είχε δίκιο -υπήρχε ένα σημάδι, ένα κάλεσμα σ' αυτά -κάτι στο οποίο aποκρινόμουν με κάθε ίνα της ύπαρξής μου. Άφησα τη ματιά μου ν'

απλωθεί αδέσμευτη στο χώρο, σαν κάποιος που μου σπάζει τα σφι­

χτά δεσμά γύρω απ' τα μουδιασμένα του μέλη κι αρχίζει να τρέχει

χοροπηδώντας έξαλλος, με την καρδιά γεμάτη αγαλλίαση απ' τη με­

θυστική αίσθηση της ελευθερίας. "Είναι θεσπέσιο!" φώναξα, κι

ύστερα κοίταξα δυστυχισμένο κατάδικο που είχα δίπλα μου. Καθό-

Page 121: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

320 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

ταν με το κεφάλι χαμηλωμένο στο στήθος του, και πέταξε ένα "Ναι"

δίχως να σηκώσει τα μάτια του , σαν να φοβόταν μήπως κι αντικρίσει

μια μομφή για τη ρομαντική του συνείδηση, γραμμένη με κεφαλαία

γράμματα στον καθαρό ουρανό κάτω απ' το γαλάζιο πέλαγος.

»Εκείνο το απόγευμα χαράχτηκε στη μνήμη μου ώς την πιο μικρή λεπτομέρεια. Αράξαμε σε μια αμμούδα στην όχθη. Πιο πίσω, μια

σειρά βραχάκια σκεπασμένα ώς τα ριζά τους με αναρριχητικά φυτά.

Μπροστά, στο ύψος των ματιών, απλωνόταν η γαλήνια θάλασσα, με

μια ανεπαίσθητη ανυψωτική κλίση ώς τη γραμμή του ορίζοντα που

'μοιαζε με κλωστή. Μεγάλα, στραφταλιστά κύματα κυλούσαν ανά­

λαφρα στη γουβωτή, σκούρα επιφάνεια, ευέλικτα σαν φτερά κυνη­

γημένα απ' τον άνεμο. Αντίκρυ στη φαρδιά εκβολή, υπήρχε μια κομ­

ματιασμένη ογκώδης αλυσίδα από νησιά, που αντανακλούσαν πιστά

στο διάφανο στρώμα του νερού το περίγραμμα της ακτής. Ψηλά, στο

άχρωμο φως του ήλιου, ένα μοναχικό πουλί, κατάμαυρο, ζυγιαζόταν

στον αέρα· ανεβοκατέβαινε πάνω απ' το ίδιο σημείο, χτυπώντας

ανάλαφρα τις φτερούγες του. Μια αράδα ερειπωμένες, μαυριδερές

αχυροκαλύβες κούρνιαζαν πάνω απ' το ανεστραμμένο τους είδωλο

στα νερά, σ' ένα σωρό ψηλούς πασσάλους με το χρώμα του έβενου.

Μια μικροσκοπική μαύρη πιρόγα ξεκίνησε από κει με δυο λεπτοκα­

μωμένους μαύρους, που βύθιζαν τα κουπιά στ' ανοιχτοπράσινα νερά

μ' όλη τους τη δύναμη· αλλά το κανό έμοιαζε κι αυτό να γλιστράει με

κόπο πάνω στον καθρέφτη του νερού. Αυτός ο σωρός οι άθλιες κα­

λύβες ήταν το ψαροχώρι που το 'χε καύχημα ότι βρισκόταν κάτω απ'

την ιδιαίτερη προστασία του λευκού αφέντη· οι δύο άνθρωποι στο

κανό ήταν ο γερο-φύλαρχος κι ο γαμπρός του. Βγήκαν κι aνηφόρι­

σαν προς το μέρος μας στη λευκή αμμούδα, λιγνόκορμοι, με δέρμα

σκούρο καφετί, σαν να τους είχαν στεγνώσει στους καπνούς μιας

φωτιάς, γεμάτοι σταχτιά μπαλώματα απ' τη μέση και πάνω, με τα κε­

φάλια τους τυλιγμένα σε βρώμικα αλλά καλοδιπλωμένα τουλπάνια.

Μόλις μας έφτασαν, ο γέρος άρχισε αμέσως να λέει τα παράπονά

του, φλύαρος, κουνώντας το κοκαλιάρικο χέρι του και στυλώνοντας

στον τζιμ μ' εμπιστοσύνη τα γέρικα, θολά μάτια του. Οι άνθρωποι

του πρίγκιπα δεν τουs άφηναν σε ησυχία· ο καβγάς 11ταν για κάτι χε­

λωνίσια αυγά που ε ίχαν μαζέψει οι δικοί του από κείνα εκε ί τα νη­σιά -και τεντώνοντας το καφετί, ισχνό χέρι του πάνω απ' το κουπί,

έδειξε κάπου πέρα στη θάλασσα. Ο Ί'ζιμ τον άκουσε μερικά λεπτά

Page 122: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 321

χωρίς να σηκώσει το βλέμμα, και τέλος τού είπε ευγενικά να περιμέ­

νει. Θα συζήταγαν το θέμα του σε λιγάκι. Αποτραβήχτηκαν πειθήνια

λίγο πιο πέρα και κάθισαν στις φτέρνες, με τα κουπιά ακουμπισμένα

μπροστά τους στην άμμο· η ασημένια αναλαμπή των ματιών τους πα­

ρακολουθούσε καρτερικά τις κινήσεις μας. Η απεραντοσύνη του

ανοιχτού πελάγους, η γαλήνη της ακρογιαλιάς που απλωνόταν προς

βορρά και νότο πιο πέρα κι από κει που έφτανε η ματιά μου, ορθώ­

νονταν σαν μια κολοσσιαία παρουσία, που aτένιζε απ' το ύψος του

μεγαλείου της εμάς τους τέσσερις νάνους, aπομονωμένους σ' ένα

κομμάτι υγρή άμμο.

»"Το κακό είναι" είπε ο τζιμ κατσούφικα, "ότι όλοι αυτοί οι

φουκαράδες στο ψαροχώρι θεωρούνταν για γενιές ολόκληρες

προσωπικοί σκλάβοι του πρίγκιπα -κι αυτό το ραμολιμέντο δε λέ­

ει τώρα να χωνέψει ότι .. . " »Σταμάτησε . "Ότι εδώ τα άλλαξες όλ' αυτά" είπα εγώ.

>>"Ναι. Τα άλλαξα" μουρμούρισε σκυθρωπά.

» ''Είχες την ευκαιρία" επέμεινα εγώ .

>>"Την είχα;" είπε . "Καλά, ας πούμε ότι είναι κι έτσι. Ξαναβρή ­

κα την εμπιστοσύνη στον εαυτό μου -ένα καλό όνομα- κι όμως,

μερικές φορές μού 'ρχεται ... Όχι! Θα κρατήσω αυτό hου έχω. Τι άλλο μπορώ να περιμένω εξάλλου" . Έδειξε με το χέρι του προς τη

θάλασσα. "Πάντως τίποτα από κει πέρα" . Χτύπησε το πόδι του

στην άμμο. "Ώς εδώ είναι η επικράτειά μου, και δεν είμαι διατε­

θειμένος να χάσω ούτε σπιθαμή''.

>>Προχωρήσαμε κι άλλο στην παραλία. "Ναι, τα άλλαξα όλ' αυ­

τά" συνέχισε, ρίχνοντας μια λοξή ματιά στους δυο άνδρες που κά­

θονταν ανακούρκουδα· "αλλά μπορείς να σκεφτείς τι θα γινόταν

άμα έφευγα; Διάολε! Το φαντάζεσαι; Σωστή κόλαση . Όχι! Αύριο

θα πάω πάλι σ' αυτόν τον γερο-ξεκούτη, τον Τούνκου Αλάνγκ, θα

τα παίξω όλα για όλα πίνοντας τον καφέ του, και θα φέρω τον κό­

σμο ανάποδα γι' αυτά τα σκατένια τα χελωνίσια αυγά. Όχι, δε λέω,

μου φτάνουν αυτά που έχω. Ποτέ πια. Πρέπει να συνεχίσω, να συ­

νεχίσω για πάντα με το κeφάλι ψηλά, για να νιώθω τη σιγου~ιά

πωs τCποτα δεν μπορεϊ να μου χάνει κακό. Έχω ανάγκη την εμπι­

στοσύνη τους, yια να νιώθω δυνατός, για να -για" ... Σήκωσε το βλέμμα του προs τη θάλασσα σαν να αναζητούσε εκεί τη λέξη που

γύρευε ... "yια να μη χάσω ολότελα''. .. Η φωνή του βούλιαξε ξαφνι-

Page 123: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

322 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

κά κι έγινε μουρμουρητό ... " εκείνους που ίσως δε θα ξαναδώ ποτέ πια. Εσένα, για παράδειγμα" .

>>Τα λόγια του με τάραξαν και μ' έκαναν να ντραπώ. "Για το

Θεό, φίλε μου" είπα, "θα με κάνεις να το πάρω πάνω μου· το μόνο

που χρειάζεται, είναι να προσέχεις τον εαυτό σου". Ήμουν γεμά­

τος ευγνωμοσύνη, γεμάτος στοργή γι' αυτό το περιπλανώμενο παι­

δί, που το βλέμμα του με είχε ξεχωρίσει ανάμεσα στη μάζα του

ανώνυμου πλήθους όπου ήταν η θέση μου. Δεν είναι δα και κανέ­

νας σπουδαίος λόγος αυτός για να περηφανεύομαι. Γύρισα απ' την

άλλη το αναψοκοκκινισμένο μου πρόσωπο · κάτω απ' το χαμηλωμέ­

νο ήλιο, τον βαθυπόρφυρο σαν κάρβουνο που είχε αρπάξει φωτιά,

απλωνόταν ώς πέρα μακριά η θάλασσα, προσμένοντας να υποδε­

χτεί στην άπειρη γαλήνη της την πύρινη σφαίρα. Δυο φορές έκανε

να ανοίξει πάλι το στόμα του, αλλά και τις δυο συγκρατήθηκε· τέ­

λος, σαν να 'χε βρει έναν τρόπο ... »"Θα μείνω πάντα φίλος πιστός" είπε ήσυχα. "Φίλος πιστός" ξα­

ναείπε, δίχως να με κοιτάζει, αλλά αφήνοντας για πρώτη φορά τη μα­

τιά του να περιπλανηθεί πάνω στα νερά, που από γαλάζια είχαν γίνει

τώρα άλικα κάτω απ' τις φλόγες του ηλιοβασιλέματος. Ναι, ήταν ρο­

μαντικός, ρομαντικός. Θυμήθηκα τα λόγια του Στάιν ... "Βυθισμένος στο στοιχείο της καταστροφής ! ... για ν' ακολουθεί τ' όνειρό του, κι

ύστερα πάλι πίσω απ' τ' όνειρο -κι έτσι -για πάντα ... " Ήταν ρομαντι­κός, αλλά αυτό δεν τον έκανε λιγότερο αυθεντικό. Ποιος ξέρει τι λο­

γής μορφές, τι οράματα, ποια πρόσωπα και τι είδους εξιλέωση ανα­

ζητούσε στη λάμψη του ηλιοβασιλέματος!. .. Μια μικρή βάρκα απ' τη

σκούνα πλησίαζε αργά, με το ρυθμικό χτύπημα των δύο κουπιών της

προς την παραλία για να με παραλάβει. 'Έξάλλου, είναι και το τζο­

βatρι" είπε, σπάζοντας τη βαθιά σιωπή γης, ουρανού και θάλασσας,

που με είχε συνεπάρει τόσο πολύ, ώστε στο άκουσμα της φωνής του

αναπήδησα ξαφνιασμένος. "Το τζοβαtρι". "Ναι" μουρμούρισα. "Ξέ­

ρεις καλά τι σημαίνει για μένα" επέμεινε. "Το είδες κι από μόνος

σου. Με τον καιρό θα καταλάβει ... " "Το ελπίζω" τον διέκοψα. "Μ' εμπιστεύεται κιόλας" είπε συλλογισμένος, κι έπειτα, αλλάζοντας τον

τόνο της φωνής του, ρώτησε: "Πότε θα ξαναβρεθούμε αλήθεια;"

»"Ποτέ -εκτός κι αν γυρίσεις πίσω" απάντησα, αποφεύγοντας το

βλέμμα του. Δεν έδειξε έκπληξη· έμεινε για λίγο τελείως ακίνητος .

»"Αντίο, λοιπόν" είπε τέλος. "Ίσως να 'ναι καλύτερα έτσι".

Page 124: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 323

»Δώσαμε τα χέρια και πήγα στη βάρκα που με περίμενε με την

πλώρη στην ακτή. Η σκούνα λικνιζόταν στη μαβιά θάλασσα, με τη

μα:tστρα σηκωμένη και τη σκότα του φλόκου σοβράνο· τα πανιά της

είχαν μια τριανταφυλλένια απόχρωση. "Θα γυρίσεις σύντομα στην

Αγγλία;" ρώτησε ο 'Γζιμ, ακριβώς τη στιγμή που έβαζα το πόδι μου

στην κουπαστή. "Σε κάνα χρόνο, αν είμαστε καλά" είπα. Η καρίνα

σύρθηκε στην άμμο, η βάρκα μπήκε στη θάλασσα, τα βρεγμένα κσυ­

πιά χτύπησαν και βυθίστηκαν στα νερά μια, δυο φορές. Ο 'Γζιμ, στο

φρύδι του νερού, ύψωσε τη φωνή του. "Πες τους ... " άρχισε. Έκανα νόημα στους άντρες να σταματ11σουν το κουπί και περίμενα με αγω­

νία. Να πω σε ποιους; Ο μισοβυθισμένος ήλιος έπεφτε καταπάνω

του· διέκρινα τις κόκκινες aνταύγειες στα μάτια του που με κοίταζαν

άφωνα ... "Όχι -τίποτα" είπε, και με μια ελαφριά κίνηση του χεριού του έκανε νόημα στους άντρες να συνεχίσουν. Δεν ξαναγύρισα το

βλέμμα μου στην ακτή ώσπου ανέβηκα στη σκούνα.

>>Αλλά τότε ο ήλιος είχε κιόλας βασιλέψει. Το σούρουπο απλώ­

θηκε για τα καλά στην ανατολή, και η ακτή, σκοτεινιασμένη πια,

ορθωνόταν ώς το άπειρο σαν ζοφερός τοίχος, σαν το προπύργιο

της νύχτας ο ορίζοντας στα δυτικά έμοιαζε με μεγάλη χρυσοπόρ­

φυρη φλόγα, που μέσα της έστεκε ακίνητο και σκοτεινό ένα μεγά­

λο, μοναχικό σύννεφο, ρίχνοντας μια σταχτιά σκιά στα νερά από

κάτω· κι ο 'Γζιμ στην ακρογιαλιά κοίταζε συλλογισμένος τη σκούνα

που 'χε γυρίσει πόντζα λα μπάντα κι άρχιζε να κερδίζει ταχύτητα.

>>Οι δυο μισόγυμνοι ψαράδες ανασηκώθηκαν αμέσως μόλις

έφυγα· θα 'χ αν αρχίσει τώρα σίγουρα να κλαίγονται στο λευκό κύ­

ριο για την τιποτένια, μίζερη, καταπιεσμένη ζωή τους, και χωρίς

αμφιβολία εκείνος άκουγε προσεχτικά το μοιρολόι τους και το εν­

στερνιζόταν, γιατί ήταν κι αυτό μέρος της τύχης του -"της διαβολι­

κής του τύχης", της τύχης που, όπως με είχε βεβαιώσει, την άξιζε

από κάθε άποψη . Κι αυτοί επίσης, σκεφτόμουν, ήταν τυχεροί, και

την άξιζαν εξίσου αυτή την τύχη, γιατί ήταν πεισματάρηδες και

δεν το 'βαζαν κάτω. Τα μαυριδερά, κοκαλιάρικα σώματά τους

εξαφανίστηκαν στο σκοτεινό φόντο προτού ακόμη χάσω απ' τα

μάτια μου τον προστάτη τους. Εκείνος ήταν κάτασπρος απ' την

κορφή ώς τα νύχια, κι έτσι παρέμεινε ορατός, με το προπύργιο της

νύχτας πίσω απ' τη ράχη του, τη θάλασσα στα πόδια, την ευκαιρία

της ζωής του στο πλάι του -κρυμμένη ακόμη. Εσείς τι λέτε; Ήταν

Page 125: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

324 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

ακόμα κρυμμένη; Εγώ δεν ξέρω. Για μένα, αυτή η άσπρη φιγούρα

στη γαλήνη της ακρογιαλιάς και της θάλασσας έμοιαζε να στέκει

στο κέντρο ενός τεράστιου αινίγματος. Το σούρουπο βάθαινε στα­

θερά στον ουρανό πάνω απ' το κεφάλι του, η αμμουδιά είχε κιό­

λας βουλιάξει στο σκοτάδι κάτω απ' τα πόδια - του, κι εκείνος δε

φαινόταν μεγαλύτερος από ένα παιδί -ύστερα μονάχα μια κουκκί­

δα, μια λεπτή, άσπρη κουκκιδίτσα, που έμοιαζε να συγκρατεί μέ­

σα της όλο το φως που απόμενε στο σκοτεινιασμένο κόσμο ... Και ξαφνικά, έσβησε τελείως απ' τα μάτια μου ... »

Page 126: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

36

Μ' αυτά τα λόγια ο Μάρλοου τέλειωσε την αφήγησή του, και το

ακροατήριο διαλύθηκε πάραυτα κάτω απ' το αφηρημένο, συλλογι­

σμένο του βλέμμα. Έφυγαν απ' τη βεράντα άλλοι μονάχοι, άλλοι

δυο δυο, δίχως να χάσουν καθόλου καιρό, αμίλητοι, λες και η τελευ­

ταία εικόνα αυτής της aνολοκλήρωτης ιστορίας, αυτή η ίδια η απου­

σία ενός τέλους, μαζί με τον τόνο του ομιλητή, να είχαν κάνει κάθε

περαιτέρω συζήτηση μάταιη, κάθε σχόλιο αδύνατο . Ο καθένας τους

έμοιαζε να φεύγει παίρνοντας μαζί του τις δικές του εντυπώσεις,

σαν να 'ταν κάποιο μυστικό· μονάχα ένας απ' όλους τους ακροατές

έμελλε ν' ακούσει κάποτε την τελευταία λέξη αυτής της ιστορίας.

Ήταν περίπου δυο χρόνια αργότερα, όταν έλαβε στο σπίτι του ένα

χοντρό φάκελο· η διεύθυνση του παραλήπτη ήταν γραμμένη με τον

όρθιο και γωνιώδη γραφικό χαρακτήρα του Μάρλοου.

Αυτός ο προνομιούχος κύριος λοιπόν, άνοιξε το πακέτο, έριξε

μια ματιά μέσα, κι ύστερα το άφησε πάλι κάτω και πήγε ώς το πα­

ράθυρο. Το διαμέρισμά του ήταν στο τελευταίο πάτωμα ενός ψη­

λού κτιρίου, κι έτσι η ματιά του περιπλανήθηκε πολύ μακριά στον

ορίζοντα μέσα απ' το καθαρό τζάμι, σαν να βρισκόταν στο καμα­

ράκι ενός φάρου. Οι καμπουριαστές στέγες των σπιτιών γυάλιζαν,

οι προεξοχές τους, σπασμένες απ' το σκοτάδι, διαδέχονταν η μια

την άλλη δίχως τελειωμό σαν σκοτεινά κύματα. Στα βάθη της πολι­

τείας κάτω απ' τα πόδια του, αναδευόταν ένα ακαθόριστο aστα­

μάτητο μουρμουρητό . Τα καμπαναριά στις εκκλησίες, πολυάριθ­

μα, σκορπισμένα στην τύχη εδώ κι εκεί, ορθώνονταν σαν φάροι

πάνω σ' έναν ατέλειωτο λαβύρινθο από ξέρες η δυνατή βροχή γι­

νόταν ένα με το σούρουπο του χειμωνιάτικου aπόβραδου· και η

ηχηρή φωνή απ' τον πύργο ενός μεγάλου ρολογιού σήμαινε την

ώρα μεγαλόπρεπα και αυστηρά, ξεσπώντας τέλος σε κάτι που

έμοιαζε με διαπεραστική κραυγή. ΤράβηξΕ τις βαριές κουρτίνες.

Page 127: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

326 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

Μια λιμνούλα φως απλώθηκε στο γραφείο του κάτω απ' το πορ­

τατίφ, το χαλί έπνιγε το θόρυβο απ' τα βήματά του, οι μέρες των

περιπλανήσεων είχαν τελειώσει ανεπιστρεπτί. Τέλος πια οι ορίζο­

ντες που, σαν την ελπίδα, δε γνωρίζουν όρια και φραγμούς, τέλος

πια τα δε ιλινά στο επιβλητικό τέμενος των δασών, τέλος η ενθου­

σιώδης αναζήτηση της χώρας που δεν ανακαλύπτεται ποτέ, πάνω

απ' τις βουνοκορφές, μέσ' απ' τα ποτάμια, πέρα απ' τα κύματα. Η

ώρα είχε σημάνει! Τέλος πια! Τέλος! -αλλά ο ανοιχτός φάκελος

στο γραφείο, ξύπνησε απ' τη λήθη ήχους, οράματα, τη γεύση του

παρελθόντος -ένα συρφετό ξεθωριασμένα πρόσωπα, ένα βόμβο

σιγανές φωνές που σβήνουν μακριά, στις ακρογιαλιές aπόμακρων

ωκεανών κάτω απ' τον παράφορο, ανελέητο ήλιο. Αναστέναξε

και κάθισε για ν' αρχίσει το διάβασμα.

Στην αρχή είδε πως υπήρχαν τρία διαφορετικά κομμάτια. Κά­

μποσες σελίδες πιασμένες και καρφιτσωμένες μαζί· ένα τετράγω­

νο, γκριζωπό φύλλο χαρτί με τις λιγοστές λέξεις γραμμένες από

έναν άγνωστο γραφικό χαρακτήρα, και τέλος, ένα γράμμα του

Μάρλοου που εξηγούσε τα καθέκαστα. Μέσα απ' αυτό το τελευ­

ταίο έπεσε, καθώς το σήκωσε, ένα άλλο γράμμα κιτρινισμένο απ'

τον καιρό και φαγωμένο στα μέρη που δίπλωνε. Το πήρε, το 'βαλε

παράμερα και έσκυψε πάλι πάνω απ' την επιστολή του Μάρλοου·

πέρασε τις πρώτες aράδες στα πεταχτά, αλλά έπειτα συγκρατήθη­

κε και συνέχισε το διάβασμα πιο προσεχτικά, σαν κάποιος που

πλησιάζει με αργό βήμα κι άγρυπνο βλέμμα τα εδάφη μιας ανεξε­

ρεύνητης χώρας.

« ... Δεν πιστεύω να ξέχασες» συνέχιζε το γράμμα. «Μονάχα εσύ είχες δείξει κάποιο ενδιαφέρον για εκείνον, που κράτησε και μετά

το τέλος της αφήγηση ς, αν και θυμάμαι καλά πως δε συμφωνούσες

ότι είχε γίνει κυρίαρχος της μοίρας του. Είχες προφητέψει γι' αυ­

τόν την καταστροφή που φέρνει η πλήξη και η αηδία απ' τις πολλές

τιμές, απ' αυτή την οικειοθελή υποταγή σε υποχρεώσεις που κανείς

δε σου επιβάλλει παρά μονάχα ο ίδιος σου ο εαυτός, απ' το νεανικό

έρωτα που έχει σαν πηγή του τον οίκτο . Είχες πει πως ήξερες καλά

"αυτές τις καταστάσεις", πόσο παραπλανούν, δημιουργώντας την

ψευδαίσθηση της επιτυχίας. Είχες πει ακόμα -σου ξαναθυμίζω­"ότι όποιος αφιερώνει τη ζωή του σ· αυτούς" (αυτούς σήμαινε όλη

την ανθρωπότητα με καφετί, κίτρινο ή μαύρο πετσί), "είναι σαν να

Page 128: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 327

ξεπουλάει την ψυχή του στο διάβολο". Υποστήριξες ότι "αυτά τα πράγματα" είναι ένα φορτίο που μπορεί κάποιος να πάρει και να

κρατήσει στους ώμους του, μονάχα αν στηρίζεται πάνω στη σταθε­

ρή πεποίθηση για την αλήθεια των ιδεών, που ανήκουν αποκλειστι­

κά στη φυλή μας και που στο όνομά τους θεμελιώνεται η τάξη ενός

ηθικού νόμου. "Χρειαζόμαστε απαραιτήτως τη δύναμη αυτού του

νόμου για να στεκόμαστε όρθιοι" είχες πει. "Χρειαζόμαστε μια

αναγκαία και δίκαιη πίστη, για να μπορούμε να θυσιάσουμε τη ζωή

μας συνειδητά και με την πεποίθηση ότι αξίζει τον κόπο. Χωρίς αυ­

τήν, η θυσία δεν είναι παρά πόθος λησμονιάς, κι ο δρόμος της προ­

σφοράς καθόλου καλύτερος απ' το δρόμο της απώλειας". Με άλλα

λόγια, υποστήριξες πως πρέπει να πολεμάμε στην πρώτη γραμμή,

ειδαλλιώς η ζωή μας δεν αξίζει πεντάρα. Πολύ πιθανό! Εσύ βέβαια

πρέπει να ξέρεις -μην το πάρεις για ειρωνεία- μιας και μπλέχτη­

κες ώς τα μπούνια σε τόσες καταστάσεις και την έβγαζες πάντα κα­

θαρή, χωρίς να κάψεις τα φτερά σου. Το ζήτημα, ωστόσο, είναι

πως ο τζιμ δεν είχε να κάνει με κανέναν άλλον απ' ολόκληρη την

ανθρωπότητα, παρά με τον εαυτό του, και το ερώτημα είναι αν στο

τέλος είχε συγκατανεύσει σε μια πίστη πιο δυνατή απ' τους νόμους

της τάξης και της προόδου. »Εγώ δεν μπορώ να κρίνω. Ίσως να μπορέσεις εσύ -μόλις τε­

λειώσεις το διάβασμα. Στο κάτω κάτω της γραφής, υπάρχει αρκε ­

τή δόση αλήθειας σ' αυτό που λέμε "φευγαλέος σαν σύννεφο". Εί­

ναι αδύνατον να διαβάσεις τον Τζιμ ξεκάθαρα -ένας λόγος παρα­

πάνω, τη στιγμή που η τελευταία του εικόνα μάς δίνεται μέσ' απ'

τα μάτια άλλων. Δε διστάζω να μοιραστώ μαζί σου όλα όσα ξέρω

για το τελευταίο επεισόδιο που, για να χρησιμοποιήσω μια δική

του έκφραση, "του έλαχε". Αναρωτιέται κανείς αν αυτή δεν ήταν

ίσως η πιο σημαντική του ευκαιρία, η τελευταία κάι αποφασιστική

δοκιμασία, που πάντα υποπτευόμουν πως περίμενε, για να μπορέ­

σει στη συνέχεια να συντάξει ένα μήνυμα προς εκείνον τον άμεμ­

πτο κόσμο που δε διέπραττε λάθη. Θα θυμάσαι πως όταν τον άφη­

σα για τελευταία φορά, αφού με ρώτησε αν θα γύριζα σύντομα

σπίτι, ύστερα φώναξε ξαφνικά το κατόπι μου "Πες τους! " ... Στά­

θηκα και περίμενα -περίεργος, πρέπει να ομολογήσω, αλλά κι

όλος ελπίδα- για να τον ακούσω τελικά να φωνάζει μονάχα ένα "Όχι. Τίποτα". Αυτό ήταν όλο -και τώρα πια δεν πρόκειται να ξα-

Page 129: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

328 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡ ΑΝΤ

νακουστεί η φωνή του· δε στάλθηκε κανένα μήνυμα, εκτός κι αν

βγάλουμε ένα μόνοι μας, μεταφράζοντας τη γλώσσα των γεγονό­

των που συχνά είναι πιο αινιγματική κι απ' την πιο περίτεχνη συ­

ναρμογή λέξεων . Επιχε ίρησε ακόμη μια φορά να μιλήσει· μα πάλι

δεν τα κατάφερε, όπως θα δεις και μόνος σου διαβάζοντας τη με­

γάλη γκριζωπή σελίδα που σου στέλνω μαζί με το γράμμα μου .

Έκανε μια προσπάθεια να γράψει· προσέχεις τον γραφικό του

χαρακτήρα; Εντελώς συνηθισμένος. Πάνω πάνω έχει γράψει

"Φρούριο Πατουσάν" . Φαντάζομαι πως είχε πραγματώσει το σχέ­

διό του να κάνει το σπίτι του απρόσβλητο οχυρό. Ήταν ένα θαυ­

μάσιο σχέδιο: μια τάφρος, ένα ανάχωμα περιτοιχισμένο μ' ένα

φράχτη από παλούκια, και στις γωνιές τα κανόνια, πάνω σε εξέ­

δρες για να μπορούν να στριφογυρνάνε προς κάθε πλευρά του τε­

τραγώνου . Ο Ντοραμίν είχε συμφωνήσει να το εξοπλίσει με τα κα­

νόνια του· έτσι, οι οπαδοί του θα ήξεραν ότι υπάρχει ένα ασφαλές

μέρος, όπου κάθε πιστός πολεμιστής θα μπορούσε να καταφύγει

σε περίπτωση αιφνίδιου κινδύνου. Είναι φανερό λοιπόν ότι ούτε η

προνοητικότητα του έλειπε, ούτε η πίστη στο μέλλον . Με τον και­

ρό, όλοι εκείνοι που αποκαλούσε "οι άνθρωποί μου" -οι απελευ­

θερωμένοι αιχμάλωτοι του Σέριφ- δημιούργησαν με τις καλύβες

και τα χωραφάκια τους στη σκιά του φρουρίου μια ξεχωριστή πε­

ριοχή του Πατουσάν, όπου μέσα στα όριά της ήταν απόλυτος αφέ­

ντης και κύριος. "Φρούριο Πατουσάν". Δεν υπάρχει ημερομηνία

όπως θα πρόσεξες. Τι νόημα έχει εξάλλου ένας αριθμός και το

όνομα μιας μέρας μέσα στις τόσες άλλες; Είναι επίσης αδύνατον

να καταλάβεις ποιον είχε στο νου του όταν άρπαζε την πένα του

για να γράψει: Τον Στάιν -εμένα -όλο τον κόσμο -ή μήπως δεν

ψαν παρά η άσκοπη ξαφνιασμένη κραυγή μιας μοναχικής ύπαρ­

ξης που στέκει αντιμέτωπη με τη μοίρα της; "Έγινε κάτι τρομερό"

έγραψε προτού παρατήσει την πένα του για πρώτη φορά· πρόσεξε

τη μουντζούρα από μελάνι κάτω απ' αυτά τα λόγια, πόσο μοιάζε ι

με την αιχμή ενός βέλους. Ύστερα από λίγο προσπάθησε πάλι,

και με κάτι χοντρά κολλυβογρά.μματα, λες και το χέρι του ήταν

από σίδεQο, έγQαψε ακόμη μια σειQά. "ΠQέπει αμέσως: τώρα ... " Η πένα πιτσίλισε το χαρτί με μελάνια, και αυτή τη φορά εγκατέλειψε ορισ-ηκά την προσπάθεια. Ώς εδώ ήταν. Είχε δει μια ά.βυσσο, που

μήτε το μάτι μήτε η λαλιά μπορούσαν να βυθομετρήσουν . Το κατα-

Page 130: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 329

λαβαίνω αυτό. Είχε συντριβεί απ' τον ίδιο του τον εαυτό -απ' το

χάρισμα εκείνης της μοίρας που είχε κάνει ό,τι καλύτερο μπορού­

σε για να την πάρει στα χέρια του .

»Σου στέλνω ακόμα ένα παλιό γράμμα -πολύ παλιό. Βρέθηκε

φυλαγμένο προσεχτικά στο χαρτοφύλακά του. Είναι του πατέρα

του · απ' την ημερομηνία φαίνεται ότι το έλαβε λίγες μέρες προτού

μπαρκάρει με το Πάτνα . Το τελευταίο γράμμα που πήρε απ' το

σπίτι του. Το είχε φυλάξει σαν θησαυρό όλ' αυτά τα χρόνια. Ο

αγαθός γερο-πάστορας αγαπούσε ιδιαίτερα το γιο που είχε φύγει

στα καράβια. Το διάβασα μέσες άκρες, κι όπου έπεσε το μάτι μου,

δε διέκρινα παρά λόγια στοργής. Έλεγε στον "αγαπημένο του Ίζέημς" ότι το τελευταίο μεγάλο του γράμμα ήταν πολύ "ειλικρι­

νές κι ενδιαφέρον". Τον νουθετούσε "να μην κρίνει τους ανθρώ­

πους σκληρά ή βιαστικά". Τέσσερις σελίδες γεμάτες με κοινότο­

πες ηθικές διδαχές και τα τελευταία νέα της οικογένειας. Ο Τομ "χειροτονήθηκε". Ο σύζυγος της Κάρυ είχε ''οικονομικές δυσχέ­

ρειες". Έτσι συνέχιζε ο γέροντας με ακλόνητη εμπιστοσύνη στη

Θεία Πρόνοια και στη θεμελιωμένη τάξη του σύμπαντος, γνωρίζο­

ντας όμως ταυτόχρονα καλά τους μικρούς κινδύνους, τις λύπες και

τα βάσανα της καθημερινής ζωής. Είναι εύκολο να τον φαντα­

στείς, με τα ψαρά του μαλλιά και το γαλήνιο πρόσωπο, να κάθεται

και να μελετάει ειρηνικά σ' ένα απόρθητο καταφύγιο γεμάτο βι­

βλία, όπου για σαράντα χρόνια γυρόφερνε αδιάκοπα στο κεφάλι

του τις φτωχικές του σκέψεις για την πίστη και την αρετή, για το

πώς πρέπει να ζεις και τον μοναδικό ορθό τρόπο να πεθάνεις

εκεί όπου είχε συντάξει τόσα και τόσα κηρύγματα, όπου καθόταν

και κουβέντιαζε με το αγόρι του στην άλλη άκρη της γης. Αλλά μή­

πως έχει καμιά σημασία η απόσταση; Η αρετή είναι ίδια παντού

στον κόσμο, και δεν υπάρχει παρά μονάχα μία πίστη, μία κατα­

νοητή στάση απέναντι στη ζωή και το θάνατο. Είχε την ελπίδα ότι

ο "αγαπημένος του Τζέημς" δε θα λησμονούσε ποτέ "πως αυτός

που υποκύπτει μια φορά στον πειρασμό, την ίδια στιγμή διακινδυ­

νεύει την ολοκληρωτική διαφθορά και την αιώνια καταδίκη της

ψυχής του. Γι' αυτό, πάρε μέσα σου την ακλόνητη απόφαση να μην

κάνεις ποτέ, όποια κίνητρα κι αν υπάρχουν, κάτι που η καρδιά

σου πιστεύει ότι είναι λάθος". Του γράφει ειδήσεις για έναν αγα­

πημένο σκύλο· και το αλογάκι, "που άρεσε σ' όλους σας να το κα-

Page 131: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

330 ΤΖΟΖΕΦ KONPANr

βαλάτε όταν ήσαστε μικροί", τυφλώθηκε απ' τα γερατειά κι ανα­

γκάστηκαν να το σκοτώσουν. Ο γεράκος επικαλούνταν γι' αυτόν

τη θεία ευλογία· η μητέρα κι όλα τα κορίτσια στο σπίτι τού έστελ­

ναν την αγάπη τους .. . Όχι, δεν υπάρχει τίποτ' άλλο σ' αυτό το κι­τρινισμένο, φαγωμένο γράμμα, πέρα απ' τα στοργικά αισθήματα

του γερο-πάστορα που η ικμάδα τους ξεθύμανε πια ύστερα από

τόσα χρόνια. Δε έλαβε ποτέ απάντηση. Ποιος ξέρει όμως τι λογής

φανταστικές συζητήσεις έκανε ο 'Γζιμ με όλες αυτές τις ενάρετες,

άχρωμες μορφές των αντρών και των γυναικών που κατοικούσαν

εκείνη την ήσυχη γωνιά του κόσμου, την τόσο μακρινή από κινδύ­

νους και συγκρούσεις όσο ένας τάφος, κι αποπνέανε όλες ανεξαι­ρέτως την ίδια νηφάλια ηθική ευωδία. Μοιάζει απίθανο να ανήκει

σ' εκείνο τον κόσμο· αυτός, στον οποίο "είχαν λάχει" τόσο πολλά

πράγματα. Σ' εκείνους δε συνέβη ποτέ τίποτα· ποτέ δεν τους έπια­

σε κάτι εξ aπροόπτου και ποτέ δεν πήραν το κάλεσμα να παλέ­

ψουν με τη μοίρα. Είναι όλοι τους εδώ μέσα, ζωντανεμένοι απ' τη

γλυκιά φλυαρία του πατέρα, αδερφοί κι αδερφάδες, οστούν εκ

των οστέων του και σαρξ εκ της σαρκός του,73 κοιτάζοντας με κα­

θαρή, ανυποψίαστη ματιά· θαρρώ πως τον βλέπω να 'χει επιστρέ­

ψει επιτέλους κοντά τους, όχι πια μια απλή λευκή σπίθα στην καρ­

διά του απέραντου μυστηρίου, αλλά στις κανονικές του διαστά­

σεις, να στέκει αδιάφορος ανάμεσα σ' αυτές τις αβασάνιστες μορ­

φές με τη σοβαρή, ρομαντική του έκφραση· πάντα βουβός, σκοτει­

νός -τυλιγμένος στην aχλή ενός σύννεφου .

»Τα τελευταία συμβάντα της ιστορίας θα τα βρεις στις λιγοστές

σελίδες που σου εσωκλείω εδώ. Πρέπει να παραδεχτείς ότι είναι

ακόμα πιο ρομαντική κι απ' τα πιο τολμηρά όνειρα των παιδικών

του χρόνων· απ' την άλλη όμως, βρίσκω πως υπάρχει σ' όλα αυτά

ένα είδος βαθιάς και τρομαχτικής λογικής ακολουθίας, σαν να

ήταν ικανή η φαντασία από μόνη της να εξαπολύσει καταπάνω μας ένα συντριπτικό πεπρωμένο. Η ύβρις των σκέψεών μας πέφτει

πάνω στα κεφάλια μας όποιος παίζει με τα σπαθιά, από σπαθί πε­

θαίνει.74 Αυτή η εκπληκτική κατάληξη, που το πιο θαυμαστό ση­

μείο της είναι ότι είναι πέρα για πέρα αληθινή, ήρθε σαν αναπό-

73 «Οστούν εκ των οστέων μου και σαρξ εκ της σαρκ6ς μου» (Γένεσις 2.23). 74 «Πάντες γαρ οι λαβόντες μάχαιραν εν μαχαίρα αποθανούvται» (Ματθαίος 26.52).

Page 132: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 331

φευκτη συνέπεια. Δεν μπορούσε να μη γίνει κάτι τέτοιο. Μην το

ξεχνάς στιγμή αυτό, όταν θα αναλογίζεσαι με θαυμασμό πώς μπό­

ρεσε να συμβεί κάτι τέτοιο λίγο πριν την τελική σωτηρία. Έγινε

-και δεν υπάρχει τρόπος ν ' αμφισβητηθεί η λογική του αναγκαιό­

τητα.

»Σου παραθέτω εδώ τη συνέχε ια της ιστορίας σαν να 'μουν αυ­

τόπτης μάρτυρας . Οι πληροφορίες μου ήταν αποσπασματικές, αλ­

λά έχω ταιριάξει τα σκόρπια κομμάτια μαζί και νομίζω πως είναι

αρκετά για να δώσουν μια κατανοητή εικόνα. Αναρωτιέμαι πώς

θα τα εξιστορούσε ο ίδιος . Μου εξομολογήθηκε κατά καιρούς τό­

σο πολλά, που μερικές φορές σκέφτομαι ότι έχει υποχρέωση να

'ρθει εδιδ μπροστά μου και να μου τα πει με τα δικά του λόγια, μ'

εκείνη την ανέμελη κι όμως όλο αίσθημα φωνή, χωρίς τσιριμόνιες,

κομμάτι μπερδεμένος, ενοχλημένος, πληγωμένος, πετώντας μια

απ' τις χαρακτηριστικές λέξεις ή φράσεις, που φώτιζαν στιγμιαία

κάτι απ' τον εσώτερο εαυτό του, χωρίς όμως να σε βοηθάνε καθό­

λου να προσανατολιστείς θετικά. Μου είναι δύσκολο να πιστέψω

ότι δε θα ξανάρθει ποτέ . Δε θα ακούσω ποτέ πια τη φωνή του ούτε

θα αντικρίσω ξανά το απαλό ροδοψημένο του πρόσωπο, με άσπρη

γραμμή στο μέτωπο και τα νεανικά μάτια, που η συγκίνηση τα

έκανε να σκουραίνουν μ' ένα χρώμα βαθύ γαλανό σαν άβυσσος» .

Page 133: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

37

«Όλα άρχισαν με το σπουδαίο ανδραγάθημα κάποιου κυρίου ονόμα­

τι Μπράουν, που έκλεψε με μεγάλη μαστοριά μια ισπανική σκούνα

από έναν κολπίσκο κοντά στη Ζαμποάνγκα.75 Οι πληροφορίες μου, προτού ξετρυπώσω τον εν λόγω παλικαρά, ήταν εντελώς ασύνδετες.

Τελείως απροσδόκητα, τον πέτυχα λίγες μόλις ώρες προτού παραδώ­

σει στον Κύριο το αλαζονικό του πνεύμα. Κατά καλή τύχη, ήταν πρό­

θυμος και σε θέση να μιλήσει μόλις περνούσαν οι δυνατές κρίσεις

άσθματος που τον έπιαναν, και το βασανισμένο του σώμα σπαρτα­

ρούσε από μοχθηρή αγαλλίαση στην απλή και μόνο σκέψη του τζιμ.

Η ιδέα ότι "είχε πάρει πίσω το αίμα του απ' αυτόν το φαντασμένο γύ­

φτου λα", τον ανέβαζε στον έβδομο ουρανό. Αν ήθελα να μάθω κάτι

απ' το στόμα του, έπρεπε να υποφέρω εκείνο το θολό βλέμμα που

έριχναν τα άγρια, καταζαρωμένα απ' τις ρυτίδες μάτια του· σ' έκανε

να σκέφτεσαι ότι ορισμένες μορφές κακίας είναι πολύ κοντά στην

τρέλα· προκαλούνται από μια βαθιά εμπάθεια, που όσο μεγαλύτερη

αντίσταση συναντά, τόσο περισσότερο φουντώνει, διαλύοντας την

ψυχή σε χίλια κομμάτια και δίνοντας μια επίπλαστη δύναμη στο σώ­

μα. Η αφήγησή του φανέρωσε ακόμα ώς ποια aνυποψίαστα βάθη

έφτανε η πανουργία του άθλιου Κορνήλιου, που το πρόστυχο κι ακα­

τάλυτο μίσος του κατεύθυνε τις πράξεις του με εμπνευσμένη οξυδέρ­

κεια, δείχνοντάς του αλάθητα το δρόμο της εκδίκησης.

»"Με την πρώτη ματιά που του έριξα, κατάλαβα αμέσως τι ηλί­

θιος ήτανε" ε ίπε με κομμένη την ανάσα ο ετοιμοθάνατος Μπρά­

ουν. "Σιγά τον άντρακλα! Διάολε! Τενεκές ξεγάνωτος! Δεν μπο­ρούσε να μου πει έξω απ' τα δόντια «Κάτω τα χέρια απ' το πλιά­

τσικο!» Έτσι κάνουν οι άντρες, κύριε! Ανάθεμα την ψυχή του και

την ανωτερότητά του! Με είχε στο χέρι -αλλά πού τα κότσια για

1s Λιμάνι στις Φιλιππίνες.

Page 134: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 333

να με ξεκάνει. Ο χέστης! Μ' άφησε να φύγω, σαν να μην άξιζα ού-

τε να με φτύσει! ... " Ο Μπράουν αγωνίστηκε απεγνωσμένα για να πάρε ι μια ανάσα ... "Μ' άφησε να φύγω ... Καλά του 'κανα κι εγώ και τον ξεπάστρεψα ... " Πνίγηκε πάλι ... "Τα 'φαγα τα ψωμιά μου,

αλλά τουλάχιστον πεθαίνω ήσυχος. Μ' ακούς, κύριος -δεν ξέρω τ'

όνομά σου- άμα είχα λεφτά -θα σου έδινα ένα πεντόλιρο για -για

τα καλά μαντάτα -μα το Θεό, να μη με λένε Μπράουν ... " Έκανε έναν τρομερό μορφασμό ... "Κύριο Μπράουν".

»Όλ' αυτά τα είπε με βαθιά αγκομαχητά, ενώ τα κιτρινιάρικα

μάτια του με κοίταγαν επίμονα απ' το μακρουλό ζαρωμένο, καφε­

τί μούτρο του· τίναξε το αριστερό του χέρι· η γκριζόμαυρη, μπερ­

δεμένη γενε ιάδα κρεμόταν σχεδόν ίσαμε τα γόνατά του· μια λι­

γδιασμένη, κουρελιασμένη κουβέρτα σκέπαζε τα πόδια του . Τον

είχα ανακαλύψει στην Μπανγκόκ με τη βοήθεια εκείνου του πολυ­

τεχνίτη του Σόμπεργκ, του ξενοδόχου, που μου είχε υποδείξει

εμπιστευτικά πού έπρεπε να ψάξω. Απ' ό,τι φαίνεται, ένας χασο­

μέρης, aποβλακωμένος αλήτης -ένας λευκός που ζούσε με τους

ιθαγενείς, παντρεμένος με Σιαμέζα- θεώρησε μεγάλο προνόμιο

να προσφέρει στέγη στον διαβόητο κύριο Μπράουν, για να περά­

σει τις τελευταίες του μέρες. Όση ώρα μιλούσε μέσα σ' εκείνο το

άθλιο καλυβόσπιτο, κάνοντας συνάμα αγώνα για να κερδίσει το

κάθε λεπτό της ζωής του, η Σιαμέζα με τα χοντρά γυμνά ποδάρια

και το ηλίθιο, πρόστυχο πρόσωπο, καθόταν σε μια σκοτεινή γωνιά

μασουλώντας με απάθεια μαστίχα από καρύδα. Κάπου κάπου, ση ­

κωνόταν για να διώξει μακριά τις κότες. Στο περπάτημά της η κα­

λύβα σειόταν απ' άκρη σ' άκρη. Ένα άσκημο κίτρινο παιδί, γυμνό

και κοιλαράδικο, σαν μικρός ε ιδωλολατρικός θεός, στεκόταν στα

πόδια του καναπέ, με το δάχτυλο στο στόμα, απορροφημένο στη

βαθιά και γαλήνια ενατένιση του ετοιμοθάνατου.

»Μιλούσε ξαναμμένος αλλά κάθε τόσο, στη μέση μιας λέξης,

τον άρπαζε απ' το καρύδι ένα αόρατο χέρι, και τότε με κοίταζε

άλαλος, με μια έκφραση γεμάτη αμφιβολία κι αγωνία. Σαν να φο­

βόταν μήπως κουραστώ να περιμένω και φύγω, αφήνοντάς τον με

την ιστορία μισοτελειωμένη, προτού προλάβει να εκφράσει όλη

του την αγαλλίαση. Πέθανε εκείνη τη νύχτα, νομ,ίζω, αλλά εγώ εί­

χα μάθει στο μεταξύ όλα όσα ήθελα για την υπόθεση.

»Αυτά λοιπόν για τον κύριο Μπράουν επί του παρόντος.

Page 135: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

334 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

>>Οχτώ μήνες πρωτύτερα, είχαμε πιάσει λιμάνι στο Σαμαράνγκ,

κι έκανα την καθιερωμένη μου επίσκεψη στον Στάιν. Στη βεράντα,

πάνω απ' τον κήπο του σπιτιού, έστεκε ένας Μαλαίος που με χαι­

ρέτησε κάπως ντροπαλά· θυμήθηκα πως τον είχα δει στο Πατου­

σάν, στο σπίτι του Τζιμ, ανάμεσα στους Μπούγκις που ερχόντου­

σαν τα βράδια εκεί και κουβέντιαζαν με τις ώρες για τις αναμνή ­

σεις τους απ' τον πόλεμο και τις κρατικές υποθέσεις. Ο Τζιμ μού

τον είχε αναφέρει μια φορά σαν έναν aξιοσέβαστο μικρέμπορα,

ιδιοκτήτη ενός μικρού, θαλασσοπόρου ντόπιου σκάφους, που είχε

αναδειχτεί "ένας απ' τους καλύτερους άντρες στην κατάληψη του

οχυρού". Δε μου έκανε μεγάλη κατάπληξη που τον είδα εκεί, μιας και κάθε έμπορος απ' το Πατουσάν που είχε την τόλμη να φτάσει

ώς το Σαμαράνγκ, ήταν φυσικό να περάσει κι απ' το σπίτι του

Στάιν. Ανταπέδωσα το χαιρετισμό και προσπέρασα. 'Εξω απ' το δωμάτιο του Στάιν, έπεσα πάνω σ' έναν ακόμη Μαλαίο, που δεν

ήταν άλλος απ' τον Ταμπ Ιτάμ.

>>Τον ρώτησα αμέσως τι γύρευε εκεί πέρα· σκέφτηκα ότι μπορεί

να 'χε έρθει κι ο 'Γζιμ για επίσκεψη στον Στάιν . Σκέψη που με γέ­

μισε χαρά και συγκίνηση. Ο Ταμπ Ιτάμ έδειχνε σαν να μην ήξερε

τι να πει. "Είναι μέσα ο Τουάν Ί'ζιμ;" τον ρώτησα ανυπόμονα.

"Όχι" μουρμούρισε, χαμηλώνοντας για μια στιγμή το κεφάλι του,

και ύστερα με ξαφνική σοβαρότητα: "Δεν ήθελε να πολεμήσει.

Δεν ήθελε να πολεμήσει" είπε δυο φορές. Έμοιαζε ανίκανος να

πει τίποτε άλλο· τον παραμέρισα και μπήκα μέσα.

>>0 Στάιν, ψηλός και καμπουριασμένος, έστεκε μονάχος στη μέ­ση της κάμαρης ανάμεσα στις προθήκες με τις πεταλούδες του. ''Α!

εσύ είσαι, φίλε μου;" είπε θλιμμένος, κοιτάζοντάς με εξεταστικά

μέσ' απ' τα γυαλιά του. Μια γκριζόμαυρη ζακέτα από αλπακά κρε­

μόταν ξεκούμπωτη ώς τα γόνατά του. Φορούσε ψάθινο καπέλο και

τα χλομά του μάγουλα aυλακώνονταν από βαθιές ρυτίδες. "Μα, τι

τρέχει λοιπόν;" ρώτησα νευρικά. "Τι γυρεύει εδώ ο Ταμπ Ιτάμ; ... " "Έλα, να δεις το κορίτσι. Έλα, είν' εδώ" είπε, προσπαθώντας με

δυσκολία να δείξει κάποια ενεργητικότητα. Προσπάθησα να τον

σταματήσω, αλλά εκείνος με ευγενική επιμονή αρνιόταν να δώσει

σημασία στις aνήσυχες ερωτήσεις μου. "Είναι εδώ, εδώ" επανέλα­

βε με μεγάλη ταραχή. "Ήρθανε πριν δυο μέρες. Ένας γέρος σαν κι

εμένα, ένας ξένος -καταλαβαίνεις- δεν μπορεί να κάνει πολλά

Page 136: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 335

πράγματα ... Έλα, από δω ... Τα νιάτα δε συγχωρούν ... " Ήταν φανε­ρό ότι ήταν πάρα πολύ λυπημένος ... 'Ή δύναμη της ζωής μέσα τους,

η άσπλαχνη δύναμη της ζωής ... " Μουρμούριζε καθώς με οδηγούσε γύρω απ' το σπίτι· εγώ τον ακολουθούσα σαν χαμένος μέσα σ' ένα

σωρό ζοφερές και θυμωμένες εικασίες. Στην πόρτα του σαλονιού

μού έφραξε το δρόμο. "Την αγαπούσε πάρα πολύ;" με ρώτησε, κι

εγώ περιορίστηκα να γνέψω καταφατικά, νιώθοντας τόση πίκρα κι

απογοήτευση, που φοβόμουν να μιλήσω μη μου ξεφύγει καμιά κου­

τουράδα. "Φοβερό!" μουρμούρισε . "Εμένα δε μ' ακούει. Είμαι ένας

γέρος, ξένος άνθρωπος. Ίσως εσένα ... σε ξέρει εσένα. Μίλα της.

Δεν μπορούμε να την αφήσουμε έτσι. Πες της να τον συγχωρέσει.

Ήταν φοβερό". "Σίγουρα" είπα εγώ νευριασμένα, καθώς δεν κα­

ταλάβαινα τίποτα· "αλλά εσύ τον έχεις συγχωρέσει;" Με κοίταξε

παραξενεμένος. "Πρέπει πρώτα ν' ακούσεις" είπε, κι ανοίγοντας

την πόρτα, μ' έσπρωξε ξαφνικά μέσα.

>>Το ξέρεις εκείνο το μεγάλο σπίτι του Στάιν, με τα δυο αχανή

δωμάτια υποδοχής, παστρικά, έρημα, και γεμάτα aστραφτερά

πράγματα που μοιάζουν να μην τα κοίταξε ποτέ μάτι ανθρώπου.

Είναι δροσερά ακόμα και τις πιο καυτές μέρες του καλοκαιριού,

και σου δίνουν την αίσθηση ότι μπαίνεις σε υπόγεια σπηλιά με χα­

μόκλαδα. Διέσχισα το πρώτο, και στο άλλο είδα το κορίτσι να κά­

θεται στην άκρη ενός μεγάλου τραπεζιού από μαόνι, με το κεφάλι

της ακουμπισμένο εκεί πάνω, και το πρόσωπο κρυμμένο ανάμεσα

στα χέρια της. Σαν επιφάνεια από πάγο, το καλογυαλισμένο πά­

τωμα αντανακλούσε θαμπά την εικόνα της. Τα καλαμένια στόρια

ήταν κατεβασμένα, και μέσα απ' την αλλόκοτη πρασινωπή σκοτει­

νιά που σχημάτιζαν οι φυλλωσιές των δέντρων απ' έξω, φύσαγε ο

αέρας με δυνατά ξεσπάσματα, κουνώντας πέρα δώθε τις μεγάλες

κουρτίνες στα παράθυρα και τις πόρτες. Η λευκή σιλουέτα της

έμοιαζε φτιαγμένη από χιόνι· πάνω απ' το κεφάλι της, κουδούνι­

ζαν τα κρύσταλλα του μεγάλου πολυέλαιου σαν aστραφτεροί στα­

λακτίτες. Σήκωσε το βλέμμα και με είδε που την πλησίαζα. Ένιω­

θα ένα πάγωμα στην καρδιά, λες και παντού σ' αυτά τα τεράστια,

ψυχρά δωμάτια φώλιαζε η απελπισία.

»Με αναγνώοισε με την ποώτη, κι αμέσως μόλις σταμάτησα, χα­

μήλωσε πάλι το βλέμμα και είπε ήσυχα; "Με άφησε· έτσι μας αφή­νετε πάντα -για τον δικό σας σκοπό". Το πρόσωπό της ήταν τελείως

Page 137: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

336 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

ανέκφραστο. Όλη η φλόγα της ζωής έμοιαζε να 'χει aποτραβηχτεί

ώς τα ανεξερεύνητα μύχια της καρδιάς της. "Θα 'ταν εύκολο να πε­

θάνω μαζί του" συνέχισε, κι έκανε μια ελαφριά κουρασμένη χειρο­

νομία σαν δήλωση παραίτησης από κάτι ασύλληπτο. "Δεν ήθελε!

Σαν να 'χε τυφλωθεί -σαν να μη μ' έβλεπε που του μιλούσα -σαν να

μη μ' έβλεπε που έστεκα μπρος στα μάτια του. Σαν να μην υπήρχα

εκεί. Α! Είστε σκληροί, άπιστοι, υποκριτές, χωρίς συμπόνια. Γιατί

είστε τόσο κακοί; Ή μήπως είστε όλοι σας τρελοί;"

»Έπιασα το χέρι της δεν αντέδρασε, κι όταν το άφησα, κρεμά­

στηκε άψυχο κάτω ώς το πάτωμα. Αυτή η αδιαφορία, πιο τρομερή

απ' τα δάκρυα, τις κραυγές και τις κατηγόριες, έμοιαζε ν' aψηφά­

ει το χρόνο και την παρηγοριά. Ένιωθες πως ό,τι και να 'λεγες, δε

θα μπορούσε να φτάσει ώς το κέντρο του πόνου που είχε παραλύ­

σει και πετρώσει την καρδιά της.

»0 Στάιν μού είχε πει: "Θα δεις". Είδα κι άκουσα. Τα άκουσα όλα με κατάπληξη και δέος απ' την αλύγιστη και γεμάτη παραίτη­

ση φωνή της . Δεν μπορούσε να συλλάβει το αληθινό νόημα όσων

μου έλεγε, και η μνησικακία της με γέμισε οίκτο γι' αυτήν -και γι'

αυτόν, επίσης. Όταν τέλειωσε, aπόμεινα σαν ριζωμένος στη θέση

μου. Στηριγμένη στον αγκώνα, είχε καρφώσει πάνω μου το σκλη­

ρό της βλέμμα, και οι ριπές του ανέμου που φυσούσε ακόμα έκα­

ναν τα κρύσταλλα να κουδουνίζουν μέσα στην πρασινωπή σκοτει­

νιά . Ψιθύριζε μέσ' απ' τα δόντια της: "Κι όμως, με έβλεπε! Έβλε­

πε το πρόσωπό μου, άκουγε τη φωνή μου, τον πόνο μου. Όταν κα­

θόμουν δίπλα στα πόδια του με το μάγουλο ακουμπισμένο στα γό­

νατά του, κι εκείνος έβαζε το χέρι του στο κεφάλι μου, η κατάρα

της ασπλαχνιάς και της τρέλας ήταν κιόλας μέσα του · περίμενε τη

μέρα. Και η μέρα ήρθε! .. . Και προτού βασιλέψει ο ήλιος, δεν ε ίχε

πια μάτια για να με δει -ήταν τυφλός και κουφός και χωρίς οίκτο,

όπως όλοι σας. Δε θα κλάψω γι' αυτόν. Ποτέ, ποτέ. Ούτ' ένα δά­

κρυ. Όχι! Έφυγε από κοντά μου σαν να 'μουν χειρότερη κι απ' το

θάνατο. Το 'σκασε σαν να τον καλούσε κάτι καταραμένο που

άκουσε ή είδε στον ύπνο του ... " »Η σταθερή ματιά της έμοιαζε να καταδιώκει την εικόνα ενός

άντρα, που η δύναμη του εφιάλτη τον απέσπασε βίαια μέσ' απ' την

αγκαλιά της. Δεν έδωσε καμιά σημασία στη σιωπηλή μου υπόκλι­

ση. Την άφησα κι έφυγα μ' ένα αίσθημα ανακούφισης.

Page 138: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 337

>>Την είδα άλλη μια φορά εκείνο το απόγευμα. Μόλις την άφησα

την πρώτη φορά, έψαξα για τον Στάιν, μα δεν τον βρήκα πουθενά

μες στο σπίτι· άρχισα έτσι να κόβω βόλτες έξω, κυνηγημένος από

θλιβερές σκέψεις, στους κήπους, σ' εκείνους τους ονομαστούς κή­

πους του Στάιν όπου μπορείς να βρεις όλα τα φmά και τα δέντρα της

τροπικής ζώνης. Ακολούθησα το ρεύμα ενός ρυακιού και κάθισα

αρκετή ώρα σ' ένα σκιερό παγκάκι κοντά στην όμορφη τεχνητή λί­

μνη, όπου μερικά υδρόβια πουλιά με ψαλιδωτά φτερά βουτάγανε

και πλατσουρίζανε m:α νερά με θόρυβο . Τα κλωνάρια απ' τις κασου­

αρίνες76 πίσω μου σάλευαν ανάλαφρα, χωρίς σταμάτημα, φέρνοντας

στ:η θύμησή μου το θρόισμα που κάνουν τα έλατα στην πατρίδα.

>>Και να 'θελα, δε θα μπορούσα να βρω πιο κατάλληλη συνοδεία

στους στοχασμούς μου απ' αυτό το πένθιμο, αδιάκοπο μουρμουρη­

τό. Είπε πως τον είχε πάρει από κοντά της ένα όνειρο -και τι απά­

ντηση μπορούσε να της δώσει κανείς σ' αυτό; -ένα τέτοιο αμάρτη­

μα έμοιαζε ασυγχώρητο. Αλλά μήπως το ίδιο δεν ισχύει για όλο το

ανθρώπινο είδος που κυνηγάει στα τυφλά ένα όνειρο: τη δύναμη

και τη δόξα, και παρασύρεται στα σκοτεινά μονοπάτια της aνυπο­

λόγιστης σκληρότητας όσο και του ανυπέρβλητου αλτρουισμού;

Και τι άλλο είναι στο κάτω κάτω η αναζήτηση της αλήθειας;

>>'Όταν σηκώθηκα για να γυρίσω στο σπίτι, το μάτι μου πήρε

μέσ' από ένα άνοιγμα στις φυλλωσιές το γκριζόμαυρο πανωφόρι

του Στάιν, κι όταν σε λίγο έφτασα στη στροφή του μονοπατιού, τον

συνάντησα μαζί με την κοπέλα. Το μικρό της χέρι ακουμπούσε στο

μπράτσο του, και το γκριζόμαυρο κεφάλι του με το ψάθινο καπέλο

έγερνε από πάνω της πατρικά, όλο συμπόνια κι ενδιαφέρον. Έκα­

να στην άκρια να περάσουν, αλλά εκείνοι σταμάτησαν και με κοί­

ταξαν. Η ματιά του χαμήλωσε κάτω, μπροστά m:α πόδια του· το

κορίτσι λυγερό και λεπτοκαμωμένο στο μπράτσο του, κοίταζε

σκοτεινιασμένο κάπου πέρα απ' τον ώμο μου, με μαύρα, καθαρά,

aσάλευτα μάτια. "Schrecklich" μουρμούρισε εκείνος. "Τρομερό! Τρομερό! Τι μπορεί να κάνει κανείς;" Έμοιαζε ν' απευθύνει αυτά

τα λόγια στα ευγενικά μου αισθήματα, αλλά τα νιάτα της και το

κενό των ημερών που την περίμεναν, με συγκίνησαν περισσότερο·

και ξάφνου, μόλο που ήξερα πως τίποτα δεν μπορούσε να ειπω-

76 Μεγάλο δέντρο της Αυστραλίας ι-ιε τεράστια κλωνάρια σαν αλογοουρές.

Page 139: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

338 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΓ

θεί, βρέθηκα να υπερασπίζομαι για χάρη της την υπόθεση του

τζιμ. "Πρέπει να τον συγχωρέσεις" κατέληξα, και η φωνή μου

ακούστηκε στ' αυτιά μου πνιγμένη, χαμένη μέσα σ' ένα απαθές,

κουφό και αχανές διάστημα. "Όλοι μας ζητάμε συγχώρεση" πρό­

σθεσα μετά από λίγο.

»"Τι έχω κάνει;" ρώτησε, άαλεύοντας μόνο τα χείλια. »"Δεν τον εμπιστεύτηκε ς ποτέ" είπα εγώ.

»"Ήταν κι αυτός σαν τους άλλους" πρόφερε αργά.

»"Όχι, δεν ήταν σαν τους άλλους" διαμαρτυρήθηκα, αλλά εκεί­

νη συνέχισε με κακία, χωρίς οίκτο:

»"Ήταν ψεύτης". Τότε ξέσπασε ξαφνικά ο Στάιν. "Όχι! Όχι!

Φτωχό μου παιδί! ... " Χάιδεψε το χέρι της που ακουμπούσε άψυχα m;o μανίκι του. "Όχι! όχι! Δεν ήταν ψεύτης! Αληθινός! αληθινός! αληθινός!" Προσπάθησε να κοιτάξει βαθιά στο πετρωμένο της

πρόσωπο. "Δεν καταλαβαίνεις. Αχ! Γιατί δεν καταλαβαίνεις; ... Τρομερό" είπε σ' εμένα. "Κάποια μέρα θα καταλάβει".

»"Θα της εξηγήσεις εσύ;" ρώτησα, κοιτάζοντάς τον ίσια στα μά­

τια. Ύστερα συνέχισαν το δρόμο τους.

>>Τους ακολούθησα με το βλέμμα. Η άκρη απ' το φόρεμά της

σερνόταν m;o μονοπάτι, τα μαύρα της μαλλιά λυμένα ελεύθερα. Περπατούσε στητή κι ανάλαφρη στο πλευρό του ψηλού άντρα,

που το μακρύ άκομψο πανωφόρι του κρεμόταν απ' τους σκυφτούς

ώμους του σε κατακόρυφες πτυχές, καθώς βάδιζε αργοκουνώντας

τα πόδια του. Χάθηκαν πίσω από κείνο το δασάκι (μπορεί να το

θυμάσαι) με τα δεκαέξι διαφορετικά είδη μπαμπού, το καθένα με

το διακριτικό του γνώρισμα για το έμπειρο μάτι. Όσο για μένα,

περιοριζόμουν να κοιτάζω γοητευμένος την άφθαm;η χάρη κι

ομορφιά αυτού του αλσύλλιου με τα αυλάκια, στεφανωμένου με

αιχμηρά φύλλα και φουντωτά aνθάκια -την απαλότητα και το

σφρίγος μιας ξέγνοιαστης πληθωρικής ζωής που ξεχώριζε απ' τα άλλα πράγματα διάφανη και καθαρή σαν μαγευτική φωνή. Θυμά­

μαι ότι aπόμεινα έτσι να το κοιτάζω αρκετή ώρα, σαν κάποιος που

σκύβει προς τα μπρος για ν' ακούσει έναν ψίθυρο παρηγοριάς. Ο

ουρανός είχε πάρει ένα μαργαριταρένιο γκρίζο χρώμα. Ήταν μια

από κείνες τις συννεφιασμένες μέρες, τις τόσο σπάνιες στους τρο­

πικούς, που οι αναμνήσεις ξυπνούν άθελα μέσα σου η μια πισω

απ' την άλλη, αναμνήσεις από άλλες ακρογιαλιές, άλλα πρόσωπα.

Page 140: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 339

»Το ίδιο απόγευμα γύρισα στην πόλη, παίρνοντας μαζί μου τον

Ταμπ Ιτάμ και τον άλλο Μαλαίο, που με το καραβάκι του το είχαν

σκάσει μέσα στη σύγχυση, το φόβο και την απελπισία της συμφο­

ράς . Η αναστάτωση που τους προκάλεσε αυτή η καταστροφή φαι­

νόταν να έχει αλλάξει κάτι απ' το φυσικό τους. Το πάθος του κορι­

τσιού είχε παγώσει, και ο κατσούφης λιγομίλητος Ταμπ Ιτάμ είχε

γίνει σχεδόν φλύαρος. Ακόμα και η βλοσυράδα του είχε αντικατα­

σταθεί εν μέρει από μια αμηχανία και ταπεινότητα, σαν να 'χε δει

με τα ίδια του τα μάτια την αποτυχία ενός παντοδύναμου μάγου

στην ώρα της κρίσεως. Ο έμπορος Μπούγκις, ένας συνεσταλμέ­

νος, αναποφάσιστος άντρας, ήταν πολύ σαφής στα λίγα που έπρε­

πε να πει. Είχαν καταληφθεί προφανώς κι οι δυο από δέος, από

την αίσθηση ενός βαθιού, ανεξήγητου μυστηρίου, το άγγιγμα κά­

ποιου ανεξιχνίαστου θαύματος>>.

Εδώ, με την υπογραφή του Μάρλοου, τέλειωνε το καθαυτό

γράμμα. Ο προνομιούχος αναγνώστης καμπούριασε το λαιμό της

λάμπας του, και μονάχος πάνω απ' τις στέγες των σπιτιών της πό­

λης που aπλώνονταν σαν κύματα, όπως ένας φαροφύλακας πάνω

απ' τον ωκεανό, στράφηκε στις σελίδες της ιστορίας.

Page 141: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

38

«Όλα άρχισαν, όπως σου ξαναείπα, μ' εκείνο τον Μπράουν» έγραφε

στην αρχή της διήγησής του ο Μάρλοου. «Εσύ έχεις τριγυρίσει αρκετά

cπον Δυτικό ΕιQηνικό, θα ΠQέπει να τον έχεις ακουcπά. Ήταν το νού­μερο ένα του υπόκοσμου σrις ακτές της Αυσrραλίας -κι αυτό όχι γιατί

βρισκόταν συχνά εκεί πέρα, αλλά γιατί το όνομά του εκθειαζόταν πά­

ντα πρώτο και καλύτερο σε όλα τα ανέκδοτα για τους εκτός νόμου, με

τα οποία συνήθως καλωσορίζονται οι επισκέπτες απ' την Αγγλία· και

οι πιο αθώες απ' αυτές τις ιστοριούλες που κυκλοφορούσαν για την

αφεντιά του απ' το Κέηπ Γιορκ77 ώς τον Κόλπο του Έντεν/8 έφταναν

με το παραπάνω -αν λεγόντουσαν στο σωστό μέρος- για να τον ξ απο­στείλουν χωρίς δεύτερη κουβέντα στην κρεμάλα. Δεν παρέλειπαν επί­

σης ποτέ να σας γνωστοποιήσουν ότι πιθανότατα ήταν γιος βαρόνου.

Όπως και να 'χει, το σίγουρο είναι ότι είχε λιποτακτήσει από ένα εγ­

γλέζικο καράβι τον πρώτο καιρό της χρυσοθηρίας, και μέσα σε λίγα

χρόνια είχε γίνει πασίγνωσrος σαν ο φόβος κι ο τρόμος των νησιών

της Πολυνησίας. Άρπαζε ιθαγενείς, καταλήστευε κάποιον μοναχικό

λευκό έμπορα παίρνοντάς του ακόμα και το παντελόνι, κι ύστερα,

ανάλογα με τα κέφια του, προσκαλούσε αυτόν το φουκαρά σε μονο­

μαχία με καραμπίνα στην παραλία -μια μονομαχία αρκετά τίμια εκ

πρώτης όψεως, αν παραβλέψουμε το γεγονός ότι ο aντίπαλος τα είχε

κιόλας μισοκακαρώσει απ' την τρομάρα του. Ο Μπράουν ήταν ένας

κουρσάρος των ημερών μας, aξιολύπητος βέβαια, όπως και τα περισ­

σότερα απ' τα πλέον ξακουστά πρότυπα του είδους αυτό όμως που

τον έκανε να ξεχωρίζει απ' τους σύγχρονους συναδέλφους του μαχαι­

ροβγάλτες, σαν τον Μπούλυ Χέιζ ή τον μελιστάλαχτο Πης,79 ή εκείνο

τον παρφουμαρισμένο φιλάρεσκο κανάγια με τις μακριές φαβορίτες,

77 Ακρωηjριο στη βορειοανατολική ακτή της Αυστραλίας. 7S Βρίσκεται στη νοτιοανατολική Νέα Νότια Ουαλία, στην Αυστραλία.

Page 142: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 341

γνωστό σαν βρώμικο Ντικ, ήταν η υπεροπτική στάση με την οποία

έκανε τις παρανομίες του, και η βαθιά περιφρόνηση που ένιωθε τόσο

για την ανθρωπότητα εν γένει, όσο και για τα εκάστοτε Εtύματά του Οι

υπόλοιποι ήταν απλώς παλιάνθρωποι κι ακόρεστοι σαν κτήνη, αλλά

αυτός έμοιαζε να παρακινείται από κάποιο πολυσύνθετο κίνητρο.

Μπορούσε να ληστέψει έναν άνθρωπο, θαρρείς μόνο και μόνο για ν'

αποδείξει πόσο τον περιφρονούσε, πυροβολούσε ή σακάτευε φιλήσυ­

χους κι άκακους ξένους με μια άγρια κι εκδικητική σοβαρότητα, που

μπορούσε να τρομοκρατήσει και τον πιο παράτολμο ντεσπεράντο.

Στις μέρες της μεγάλης του δόξας, κυβερνούσε μια εξοπλισμένη

μπρατσέρα μ' ένα τσούρμο ανάκατο από Κανάκου~ και φυγόδικους φαλαινοθήρες, και καυχιόταν, δεν ξέρω κατά πόσο ήταν αλήθεια, ότι

είχε τη μυστική οικονομική υποστήριξη μιας πολύ αξιοπρεπούς εται­

ρείας που εμπορευόταν ινδική καρύδα. Στη συνέχεια το έσκασε

-όπως διαδόθηκε- με τη γυναίκα ενός ιεραπόστολου, ένα κοριτσάκι

σχεδόν, απ' το Κλάπχαμ, που είχε παντρευτεί εκείνο το πράο παλικά­

ρι με την πλατυποδία σε μια στιγμή ενθουσιασμού, αλλά όταν βρέθηκε

ξαφνικά στη Μελανησία, έχασε κατά κάποιο τρόπο τον μπούσουλα.

Σκοτεινή ιστορία. Την πήρε μαζί του άρρωστη και πέθανε πάνω στο

καράβι του. Λέγεται -ως το πιο αξιοθαύμαστο σημείο της υπόθεσης­

ότι θρήνησε γοερά, βγάζοντας όλη του την πίκρα πάνω στο νεκρό της

σώμα. Μετά από πολύ λίγο, τον εγκατέλειψε και η καλή του τύχη .

Έχασε το καράβι του σε κάποιες ξέρες στ' ανοιχτά της Μαλάιτα," 1 και

για ένα διάστημα εξαφανίστηκε από προσώπου γης σαν να 'χε πάει

στον πάτο μαζί με το καράβι. Ύστερα τ' όνομά του ακούγεται πάλι

στη Νούκα-Χίβα,82 όπου αγόρασε μια παλιά γαλλική σκούνα απ' την

κυβέρνηση. Δεν ξέρω τι λογής ένδοξα επιχειρήματα είχε κατά νου

όταν έκανε την αγορά, είναι όμως φανερό ότι η Βόρεια Θάλασσα με

τους ύπατους aρμοστές της, τους πρόξενους, τα θωρηκτά και το διε­

θνή έλεγχο μύριζε πια αρκετά μπαρούτι για έναν τζέντλεμαν του εί­

δους του. Απ' ό,τι φαίνεται, τότε έχουμε μετατόπιση του σκηνικού των

79 Μπούλυ Χέιζ, Π ης: αμερικανοί πειρατές που πέθαναν από βίαιο θάνατο στα 1870. 80 Κανάκο ι: όρος που χρησιμοποιούν οι Αυστραλοί για τους ανειδίκευτους εργά­

τες από τη Μελανησία.

" Μαλάιτα ~tαι Νού~tα-Χίβα: νησιά στον Νότιο Ειρηνικό.

82 Μεγάλο νησί στις Φιλιππίνες .

Page 143: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

342 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

δραστηριοτήτων του δυτικότερα, γιατί κάνα χρόνο μετά, θα παίξει

ένα ρόλο απίσtεmα τολμηρό, αν και όχι αρκετά προσοδοφόρο από

οικονομική άποψη, σε μια ιλαροτραγωδία που εκτυλίσσεται στη Μα­

νίλα, με πρωταγωνισtές έναν καταχραστ;ή κυβερνήτη κι ένα φυγόδικο ταμία· ύστερα, μάλλον βολοδέρνει για λίγο με το σαπιοκάραβό του

γύρω απ' τις Φιλιππίνες, πολεμώντας τις αναποδιές της τύχης, ώσπου,

τέλος, ακολουθώντας την προκαθορισμένη του πορεία, θα σαλπάρει

από κει για να πάρει μέρος, σαν τυφλός συνεργός των σκοτεινών δυ­

νάμεων, στην ισtορία του τζιμ.

»0 ίδιος ισχυριζόταν ότι όταν τον συνέλαβε η ισπανική ακτοφυ­

λακή, το μόνο του παράπτωμα ήταν ότι προσπαθούσε να πουλήσει δυο τρεις ντουζίνες όπλα στους στασιαστές. Αν αυτό αληθεύει, τότε

δεν μπορώ να καταλάβω καθόλου τι γύρευε στ' ανοιχτά της βόρειας

ακτής του Μιντανάο.83 Κατά πάσα πιθανότητα εκβίαζε τους ντό­

πιους χωρικούς κατά μήκος της παραλίας. Τέλος πάντων, η ουσία εί­

ναι ότι η ακτοφυλακή τού έβαλε φρουρά πάνω στο καράβι και τον

έφερε γιαλό γιαλό συνοδεία ώς τη Ζαμποάνγκα. Στο δρόμο, τα δυο

καράβια χρειάστηκε για κάποιο λόγο να πιάσουν λιμάνι σ' έναν από

κείνους τους καινούργιους ισπανικούς οικισμούς -που η χρησιμότη­

τά τους αποδείχτηκε μακροπρόθεσμα αρκετά αμφισβητήσιμη- ο

οποίος είχε το πλεονέκτημα να διαθέτει συν τοις άλλοις, εκτός από

τον καθιερωμένο κρατικό ιθύνοντα, και μια ωραιότατη, γεροφτιαγ­

μένη σκούνα αγκυροβολημένη στο λιμανάκι του· εκείνο το σκαρί,

που ήταν χίλιες φορές καλύτερο απ' το σαπιοκάραβό του, ορέχτηκε

να βάλει στο χέρι ο Μπράουν.

»Η τύχη τού πήγαινε κόντρα -όπως μου είπε ο ίδιος. Είκοσι ολό­

κληρα χρόνια καταλήστευε τον κοσμάκη με απαράμιλλη αναλγησία

και περιφρόνηση, κι όμως οι αχάρισtοι κάτοικοι αmού του πλανήτη

δεν του είχαν προσφέρει άλλη υλική απολαβή από ένα μικρό πουγκί

ασημένια δολάρια, καταχωνιασμένα στο γιατάκι του τόσο καλά, "που

μήτε ο ίδιος ο Βελζεβούλης δε θα μπορούσε να τα ξετρυπώσει". Αmό

ήταν όλο κι όλο -ούτε σεντ παραπάνω. Είχε κουραστεί απ' τη ζωή που

έκανε, κι ο θάνατος δεν τον φόβιζε καθόλου . Αλλά αυτός ο άνθρωπος,

που ρισκάριζε κάθε τόσο τη ζωή του για ψύλλου πήδημα με μια παγε­

ρή και χλευαστική ανεμελιά, έτρεμε στην ιδέα της φυλακής. Η απλή

Β3 Μεγάλο νησί στιs Φιλιππίνεs.

Page 144: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 343

και μόνο σκέψη να βρεθεί στη στενή, τον γέμιζε μ' έναν παράλογο

τρόμο, τον έκοβε κρύος ιδρώtας, έκανε τα νεύρα ταυ σμπαράλια και

το αίμα στις φλέβες ταυ να παγώνει -τον ίδιο τρόμο που θα δοκίμαζε

ένας δεισιδαίμονας στη σκέψη ότι βρίσκεται αγκαλιά μ' ένα βρικόλα­

κα. Έτσι λοιπόν, ο "κρατικός ιεtύνων" που ανέβηκε αμπόρδο για να

κάνει μια προκαταρκτική έρευνα στο φορτίο ταυ πλοίαυ, αφού δεν

άφησε τίποτε άψάχτο όλη τη μέρα, επέστρεψε στη στεριά μονάχα σαν νύχτωσε για τα καλά, καυκαυλωμένος σε μια κάπα και παίρνοντας με­

γάλες προφυλάξεις, ώστε να μην καυδαυνίζει η μικρή περιαυσία ταυ Μπράουν παυ καυβαλούσε στο σακούλι του . Αργότερα (το άλλο πρωί

κιόλας, νομίζω), σαν άνθρωπος συνεπής στις υποσχέσεις του, κατάφε­

ρε να ξαποστείλει την κυβερνητική λέμβο σε κάποια επείγουσα ειδική

αποστολή. Ο καπετάνιος της, που δεν είχε παραπανίσιο πλήρωμα, αρ­

κέστηκε να πάρει προτού φύγει όλα τα πανιά, ώς το τελευταίο κουρε­

λάκι, απ' τη σκούνα του Μπράαυν, και φρόντισε να δέσει τις δυο βάρ­

κες ταυ στην ακτή, δυο μίλια μακρύτερα.

»Όμως ο Μπράουν είχε στο τσούρμο ταυ ένα ναύτη παυ του ήταν

τυφλά αφοσιωμένος τον είχε κλέψει απ' τα Νησιά ταυ Σολομώντα84

όταν ήταν μικρός, και η υπόλοιπη ληστοσυμμορία δεν έπιανε μπάζα

μπροστά του. Αυτό το παλικάρι, λοιπόν, κολύμπησε ώς τη σκούνα των

Ισπανών -κάπαυ πεντακόσια μέτρα- βαστώντας απ' την άκρη έναγε­

ντέκι που ετοιμάστηκε γι' αυτό το σκοπό με όσα συρματόσκοινα είχα­

νε στη δικιά ταυς τη σκούνα. Τα νερά ήταν ήσυχα κι ο κόλπος σκοτει­

νός "σαν τα σωθικά της γελάδας", όπως το περιέγραψε ο Μπράουν. Ο

νεαρός απ' τα Νησιά του Σολομώντα σκαρφάλωσε πάνω απ' τη λα­

γκέτα με την άκρη του σκοινιού ανάμεσα στα δόντια του. Το πλήρωμα

του ακτοπλο'ίκού -όλοι Ταγκαλ~- είχε κατέβει στη στεριά και ξεφά­

ντωνε ταυ καλού καιρού σ' ένα χωριό. Οι δυο άντρες της βάρδιας που είχαν μείνει αμπόρδο, πετάχτηκαν ξαφνικά μέσ' απ' τον ύπνο ταυς και

είδαν μπροστά ταυς τον ίδιο το διάβολο. Τα μάτια του γυάλιζαν, και

χοροπηδούσε γοργά σαν αστραπή πέρα δώθε πάνω στο κατάστρωμα.

Πέφτοντας στα γόνατα, παραλυμένοι απ' την τρομάρα, άρχισαν να

σταυροκοπιούνται και να προσεύχονται μαυρμαυριστά. Μ' ένα χασα­

πομάχαιρο παυ είχε βρει στο μαγειρείο ο τύπος απ' τα Νησιά του Σο-

84 Συγκρότημα νησιών στον Δυτικό Ειρηνικό, ανατολ~κά της Νέας Γουινέας.

ss Μαλαίοι χριστιανοί απ' τις Φιλιππίνες .

Page 145: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

344 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

λομώντα, χωρίς να διακόψει τα πατερημά τους, έσφαξε τον ένα μετά

τον άΊJ..ο- με το ίδιο μαχαίρι βάλθηκε να πριονίζει υπομονετικά το πα­

λαμάρι από ίνες καρύδας, ώσπου τινάχτηκε κάτω απ' τη λεπίδα κι έπε­

σε άτα νερά. Ύστερα έβγαλε μέσα στην ησυχία μια προσεχτική κραυ­

γή, και οι συμμορίτες του Μπράουν, που όλη αυτιΊ την ώρα περίμεναν

γεμάτοι ελπίδα, με τα μάτια καρφωμένα στο σκοτάδι και τ' αυτιά τε­

ντωμένα, άρχισαν να τραβούν με το μαλακό τη δικιά τους άκρη του γε­

ντεκιού. Σε λιγότερο από πέντε λεπτά, οι δυο σκούνες κόλλησαν μ' ένα ελαφρύ τράνταγμα κι ένα τρίξιμο στα ξάρτια τους.

»Χωρίς να χάσουν καθόλου καιρό, οι άντρες του Μπράουν άλλα­ξαν καράβι, παίρνοντας μαζί τις πιστόλες τους και μια μεγάλη ποσό­

τητα πυρομαχικά. Ήταν δεκάξι συνολικά: δυο φυγάδες ναύτες του

πολεμικού, ένας ξερακιανός λιποτάκτης από ένα γιάνκικο θωρηκτό,

δυο κοκορόμυαλοι κατάξανθοι Σκανδιναβοί, ένας μιγάδας, ένας

ήσυχος Κινέζος που μαγείρευε -κι όλοι οι υπόλοιποι ήταν από εκεί­

να τα γνήσια aποβράσματα των Νότιων Θαλασσών που είναι αδύ­

νατον να ταξινομηθούν. Κανείς απ' όλους αυτούς δε σκοτιζόταν και

πολύ για το τομάρι του· ο Μπράουν που, αδιαφορώντας για την κρε­

μάλα, έτρεχε να γλιτώσει απ' το φάντασμα των ισπανικών φυλακών,

τους είχε υποτάξει στη θέλησή του. Δεν τους έδωσε τον καιρό να με­

ταφέρουν αρκετές προμήθειες ο καιρός ήταν κάλμα, ο αέρας βαρύς

απ' την υγρασία, και μόλις φύσηξε ένας ελαφρός μπάτης, έλυσαν τα

σκοινιά. Τα πανιά φούσκωσαν αθόρυβα· η παλιά τους σκούνα έμοια­

ζε να ξεκολλάει μαλακά απ' το κλεμμένο σκαρί και να ξεγλιστράει

σιωπηλά μακριά, μαζί με τη μαύρη μάζα της ακτής, μες στη νύχτα.

»Κι έτσι, πήρανε δρόμο. Ο Μπράουν μού διηγήθηκε με λεπτομέ­

ρειες την περατζάδα τους μέσ' απ' τα Στενά του Μακασάρ. Μια σπα­

ραξικάρδια κι απελπισμένη ιστορία. Είχαν ελλείψεις από τρόφιμα

και νερό· πλευρίζανε διάφορα ντόπια σκάφη βουτώντας ό,τι έβρι­

σκαν απ' το καθένα. Ο Μπράουν δεν τολμούσε βέβαια να μπει σε κα­

νένα λιμάνι με κλεμμένο καράβι. Δεν είχε καθόλου λεφτά για ν' αγο­

ράσει πράγματα, ούτε χαρτιά να δείξει, μήτε κανένα πειστικό παρα­

μύθι για να τον αφήσουν να ξαναφύγει. Ένα αραβικό μπάρκο με ολ­

λανδική σημαία, που αιφνιδίασαν μια νύχτα στο αγκυροβόλιο έξω

απ' το Πόλο Λάουτ, τους εφοδίασε με λίγο σκουληκιασμένο ρύζι, ένα

τσαμπί μπανάνες κι ένα βαρέλι νερό· τρεις μέρες ομίχλη μαζί μ' ένα

μπουρίνι απ' τα βορειοανατολικά τούς έφερε στη θάλασσα της Ιάβας.

Page 146: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 345

Τα κίτρινα, λασπωμένα κύματα περιέλουζαν απ' την κορφή ώς τα νύ­

χια αιrτό το μπουλούκί τούς λιμασμένους μαχαιροβγάλτες. Έβλεπαν

ποστάλια που τραβούσαν σταθερά τη ρότα τους προσπέρναγαν κα­

λοφτιαγμένα εγγλέζικα καράβια με σκουριασμένες μπάντες, αραξο­

βολημένα στα ξέβαθα να περιμένουν ώσπου να γυρίσει ο καιρός ή να

'ρθει φουσκοθαλασσιά· μια αγγλική κανονιοφόρος άσπρη και καλο­

φροντισμένη, με δυο λεπτά κατάρτια, διασταυρώθηκε μια μέρα σε

κάποια απόσταση με την πορεία τους και σε μια άλλη περίπτωση,

μια ολλανδέζικη κορβέτα, μαύρη, με χοντρά ξάρτια, πρόβαλε αχνά

μπρος στη μάσκα τους, πλέοντας αργά σαν φάντασμα μες στην ομί­

χλη. Εκείνοι γλιστρούσαν πάντα αθέατοι, aπαρατήρητοι, μια κομπα­

νία aπόβλητοι της κοινωνίας, με χλεμπονιάρικα μούτρα, εξαγριωμέ­

νοι απ' την πείνα και στοιχειωμένοι απ' το φόβο. Το σχέδιο του

Μπράουν ήταν να τραβήξουν για τη Μαδαγασκάρη, όπου περίμενε,

ιδέα όχι ολότελα αβάσιμη, να πουλήσει τη σκούνα στο Ταματάβε ή

να καταφέρει ίσως, χωρίς πολλές πολλές ερωτήσεις, να βρει κανένα

πλαστό χαρτί για το καράβι. Προτού όμως επιχειρήσει το μεγάλο τα­

ξίδι στον Ινδικό, έπρεπε οπωσδήποτε να βρει φαγητό -και νερό.

»Ίσως να 'χε ακουστά το Πατουσάν -ή ίσως πάλι απλώς να 'χε

δει τυχαία το όνομα γραμμένο με μικρά γράμματα στο χάρτη- ένα

μεγαλούτσικο χωριό, ψηλά στις όχθες ενός ποταμού σε κάποιο

κρατίδιο ιθαγενών, τελείως ανυπεράσπιστο, πέρα απ' τους πολυ­

σύχναστους δρόμους της θάλασσας, εκεί όπου δεν έφταναν υπο­

βρύχια καλώδια. Είχε ξανακάνει και παλιότερα κάτι τέτοιο -για

επαγγελματικούς λόγους ενώ τώρα ήταν απόλυτη ανάγκη, ζήτημα ζωής ή θανάτου -ή μάλλον ελευθερίας. Ελευθερίας! Ήταν σίγου­

ρος πως θα 'βρισκε εκεί προμήθειες -μοσχαράκια, ρύζι, γλυκοπα­

τάτες . Οι εξαθλιωμένοι συμμορίτες γλείφανε κιόλας τα δάχτυλά

τους . Ίσως θα μπορούσαν να φισκάρουν τη σκούνα με ντόπια

προ'ίόντα και, ποιος ξέρει -ίσως τους περίμεναν και κάμποσα

πραγματικά, κουδουνιστά νομισματάκια! Μερικοί απ' τους αρχη ­

γούς της χώρας μπορεί να κατεβάζανε το παραδάκι εθελοντικά.

Μου είπε πως αν έκαναν να του χαλάσουν τα σχέδια, θα τους έβα­

ζε να χορέψουν σ' αναμμένα κάρβουνα. Τον πίστεψα. Και οι

άντρες του τον πίστεψαν. Όχι πως ξέσπασαν σε ζητωκραυγές

· -ήταν ένα μουγκό κοπάδι- αλλά ακόνιζαν τα νύχια τους σαν λύκοι στα μουλωχτά.

Page 147: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

346 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΓ

>>Για καλή του τύχη, ο καιρός πήγε πρίμα. Έτσι και βάσταγε η

άπνοια λίγες μέρες ακόμη, θα πλάκωνε πάνω σ' εκείνη τη σκούνα τέ­

τοια φρίκη, που δε τη χωράει νους ανθρώπου, μα τον βοηθήσανε οι

αέρηδες, θαλασσινοί και στεριανοί, κι έτσι, σε λιγότερο από μια βδο­

μάδα που καβαντζάρισε τα Στενά της Σούνδης, ήρθε κι αραξοβόλησε

στο στόμιο του Μπατού Κρινγκ, σε ακτίνα βολής απ' το ψαροχώρι.

»Δεκατέσσερις νοματαίοι στοιβάχτηκαν στη φελούκα της σκού­

νας (που ήταν μεγαλούτσικη, γιατί χρησίμευε για μεταφορές εμπο­

ρευμάτων), κι άρχισαν ν' ανεβαίνουν το ποτάμι, ενώ δύο απόμειναν

να φυλάνε το καράβι, με φαγητό ίσα ίσα για να βαστήξουν δέκα μέ­

ρες ακόμα. Τους ευνόησε η παλίρροια κι ο αέρας, κι ένα απομεσή­

μερο η μεγάλη, λευκή βάρκα με το κουρελιασμένο πανί κατέπλευσε

με το θαλασσινό αγέρι πρύμα στην ποταμιά του Πατουσάν· στοιβαγ­

μένα μέσα της τα δεκατέσσερα εκείνα σκιάχτρα που κοίταγαν μπρο­

στά, με το μάτι να γυαλίζει απ' την πείνα και τα δάχτυλα στη σκανδά­

λη . Ο Μπράουν βασιζόταν πολύ στον τρόμο που θα έσπερνε η αιφνι­

διαστική εισβολή τους. Μπήκαν με την τελευταία πνοή της παλίρροι­

ας απ' τον καταυλισμό του πρίγκιπα δε φαινόταν κανένα σημείο ζω­

ής τα πρώτα σπίτια και στις δυο πλευρές του ποταμού έμοιαζαν

εγκαταλειμμένα. Μερικά κανό ψηλά στο ποτάμι είχαν τραπεί σε

άτακτη φυγή . Ο Μπράουν'έμεινε κατάπληκτος απ' τη μεγάλη έκταση

του τόπου. Παντού βασίλευε βαθιά σιωπή. Τα σπίτια έκοβαν τον αέ­

ρα. Έτσι, μπήκαν επί το έργον δυο κουπιά, και η βάρκα συνέχισε το

ανέβασμα του ποταμού· το σχέδιο ήταν να πιάσουν ένα γερό σπίτι

για να ταμπουρωθούν στο κέντρο της πόλης, προτού οι ιθαγενείς

προλάβουν να σκεφτούν για αντίσταση .

»Απ' ό,τι φαίνεται, ο αρχηγός του ψαροχωριού στο Μπατού

Κρινγκ κατάφερε να προειδοποιήσει έγκαιρα τους κατοίκους.

Όταν η μεγάλη βάρκα έφτασε στο ύψος του τζαμιού (που το είχε

φτιάξει ο Ντοραμίν: ένα κτίσμα με αετώματα και διάκοσμο από

σκαλιστά κοράλλια στη στέγη), το προαύλιό του ήταν κιόλας γεμάτο

κόσμο. Ένας αλαλαγμός σηκώθηκε απ' το πλήθος, και στη συνέχεια

ο χτύπος των γκονγκ που μεταδινόταν απ' άκρη σ' άκρη του ποτα­

μού. Από κάπου επάνω, βρόντηξαν δυο μικρά μπρούντζινα εξάλι­

βρα κανόνια, και οι στρογγυλές μπάλες κατρακύλησαν κάτω στο ξέ­φωτο και από κει έπεσαν με δύναμη στο ποτάμι, τινάζοντας aστρα­

φτερούς πίδακες νερού στο φως του ήλιου. Πολλοί απ' αυτούς που

Page 148: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΠΙΜ 347

έστεκαν μπροστά στο τζαμί άρχισαν να φωνάζουν και να πυροβο­

λούν όλοι μαζί, και οι σφαίρες πέφτανε σφυρίζοντας λοξά πάνω στα

νερά· ακανόνιστο, παρατεταμένο τουφεκίδι ανοίχτηκε κι απ' τις δυο

όχθες ενάντια στη βάρκα· οι άντρες του Μπράουν απάντησαν με μια

άγρια μπαταριά. Τα κουπιά είχαν τραβηχτεί μέσα στη βάρκα.

»Η άμπωτη σ' αυτό το ποτάμι έρχεται πολύ γρήγορα μετά τη φου­

σκονεριά, κι έτσι η βάρκα καταμεσής στο ρεύμα, σχεδόν αθέατη μες

σtους καπνούς, άρχισε να παρασύρεται προς τα πίσω με την πρύμνη.

Ο καπνός είχε πυκνώσει και σtις δυο όχθες καθώς κατακάθιζε απ'

τις στέγες των σπιτιών σε μια επίπεδη λωρίδα, έμοιαζε με σtενόμα­

κρο σύννεφο που χωρίζει σtα δυο μια βουνοπλαγιά. Ο σαματάς της

μάχης, οι δονήσεις απ' τις κλαγγές των γκονγκ, το βαρύ κροτάλισμα

των τυμπάνων, τα μανιασμένα ουρλιαχτά και οι ομοβροντίες, δημι­

ουργούσαν ένα τρομερό πανδαιμόνιο, εν μέσω του οποίου ο Μπρά­

ουν καθόταν aποσβολωμένος, χωρίς όμως να ξεκολλήσει ρούπι απ'

τη θέση του Οτο δοιάκι, ενώ μέσα του έβραζε απ' τη λύσσα για όλους αυτούς που είχαν το θράσος να υπερασπιστούν τον εαυτό τους . Δύο

απ' τους άντρες του είχαν τραυματισtεί, και διαπίσtωσε ότι μερικές

βάρκες που είχαν έρθει απ' τον καταυλισμό του Τούνκου Αλάνγκ,

έσtεκαν στην άκρη της πόλης και τους έκλειναν το δρόμο της υποχώ­

ρησης. Έξι βάρκες γεμάτες άντρες. Καμιά διέξοδος από πουθενά·

αλλά τότε, είδε την είσοδο του μικρού ορμίσκου (την ίδια που ο τζιμ

είχε πηδήξει με την άμπωτη για να το σκάσει). Τώρα ήταν γεμάτη νε­

ρό. Οδήγησαν τη βάρκα εκεί, κατέβηκαν και -για να μην τα πολυλο­

γούμε- ταμπουρώθηκαν σ' ένα βουναλάκι, γύρω σtα εννιακόσια μέ­

τρα απ' τον καταυλισμό, που ουσιαστικά τώρα τον έλεγχαν απόλυτα

απ' τη θέση που είχαν καταλάβει. Οι λοφοπλαγιές ήταν γυμνές, εκτός

από κάτι λιγοστά δέντρα στην κορφή. Βάλθηκαν να τα κάψουν για να

φτιάξουν ένα πρόχωμα, και προτού νυχτώσει, ήταν τέλεια οχυρωμέ­

νοι· στο μεταξύ, οι βάρκες του πρίγκιπα παρέμεναν σtο ποτάμι τηρώ­

ντας μια παράξενη ουδετερότητα. Όταν βασίλεψε ο ήλιος, θυμωμέ­

νες κόκκινες γλώσσες φωτιάς από ξερά φρύγανα ζώσανε τις όχθες κι

απ' τις δυο μεριές, ενώ παραπέρα η θαλπωρή της σκοτεινιάς τύλιξε

σιγά σιγά τις στέγες των σπιτιών, τις συσtάδες με τα λυγερά φοινικό­

δεντρα, και τα φρουτόδεντρα με τα βαρυφορτωμένα κλωνάρια. Ο

Μπράουν διέταξε να βάλουν cρωτιά σtο χορτάρι γύρω απ' το χαρά­

κωμά του · ένα φτενό, πύρινο δαχιυλιδάκι κατηφόρισε σαν φίδι στη

Page 149: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

348 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

λοφοπλαγιά, πίσω απ' το προπέτασμα του καπνού που υψωνόταν αρ­

γά αργά· δω κι εκεί, κάποιο ξερό βάτο τυλιγόταν στις φλόγες μ' έναν

απότομο, μοχθηρό βρυχηθμό . Η πυρκαγιά δημιούργησε ελεύθερο

πεδίο βολής για τις καραμπίνες της μικρής ομάδας, κι εξαπλώθηκε

σιγοσβ1Ίνοντας ώς τις παρυφές του δάσους και τη λασπουδερή όχθη του ορμίσκου. Μια λωρίδα ζούγκλας, μια υγρή βαθιά λάκκα με ορ­

γιαστική βλάστηση ανάμεσα στο βουναλάκι και τον καταυλισμό του

πρίγκιπα, τη σταμάτησε εκεί με δυνατά τριζοβολητά και εκρήξεις απ'

τους μίσχους των μπαμπού που έσκαγαν. Ο ουρανός ήταν βαρύς, βε­

λούδινος, κατάστικτος απ' το σμάρι των άστρων. Το καψαλισμένο

έδαφος άχνιζε τώρα ήσυχα, με χαμηλές, σερνάμενες τούφες κα­

πνού, ώσπου ένα ελαφρό αεράκι ήρθε και τις σκόρπισε τελείως. Ο

Μπράουν περίμενε επίθεση αμέσως μόλις η παλίρροια γινόταν πάλι

αρκετά δυνατή, για να σπρώξει τις πολεμικές βάρκες που είχαν κό­

ψει την υποχώρησή του ώς την είσοδο του ορμίσκου. Για ένα πράγμα

πάντως ήταν απόλυτα σίγουρος: ότι θα επιχειρούσαν να απομακρύ­

νουν τη βάρκα του, που ξεχώριζε σαν σκοτεινός ψηλός όγκος πάνω

στη μουντή γυαλάδα των λασπόνερων απ' τα ριζά του λόφου. Ωστό­

σο, οι βάρκες των αντιπάλων στο ποτάμι δεν έκαναν καμιά κίνηση. Ο

Μπράουν έβλεπε απ' το οχυρό τα φώτα και τα κτίσματα του πρίγκιπα

να καθρεφτίζονται στο νερό. Έμοιαζαν aραγμένα κατά μήκος του ποταμού. Άλλα φώτα που επέπλεαν στα νερά, διέσχιζαν το ποτάμι

απ' τη μια μεριά ώς την άλλη. Κι ακόμα, φωτίτσες σπίθιζαν ακίνητες

πάνω στους μακρόστενους τοίχους των σπιτιών, μακριά ώς εκεί που

έστριβε το ποτάμι κι ακόμη πιο πέρα, βαθιά μέσα στις απομονωμένες

εκτάσεις της ενδοχώρας. Οι μεγάλες φωτιές περιτριγύριζαν κτίσμα­

τα, στέγες, μαύρους σωρούς ίσαμε κει που έφτανε το μάτι του. Ετούτο

το μέρος ήταν τεράστιο . Οι δεκατέσσερις απελπισμένοι εισβολείς,

μπρούμυτα πίσω απ' τα πελεκημένα δέντρα, σήκωναν το πηγαύνι για

να παρατηρήσουν την κίνηση σ' αυτή την πολιτεία, που έμοιαζε να

προχωράει μίλια και μίλια μαζί με το ποτάμι, γεμάτη μιλιούνια εξα­

γριωμένους πολεμιστές. Δεν έβγαζαν τσιμουδιά. Κάπου κάπου,

άκουγαν ένα δυνατό σκούξιμο ή ένα μοναχικό πυροβολισμό από πο­

λύ μακριά. Γύρω απ' το λημέρι τους όμως, όλα ήταν ακίνητα, σκοτει­

νά, σιωπηλά. Σαν να τους είχαν aπολησμονήσει, λες και η αναταραχή

που κρατούσε ξύπνιο τον πληθυσμό δεν είχε να κάνει καθόλου μ' αυ­

τούς σαν να 'ταν κιόλας πεθαμένοι>>.

Page 150: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

39 «Όλα όσα έγιναν εκείνη τη νύχτα είχαν μεγάλη σημασία, γιατί δη­

μιούργησαν μια κατάσταση που δεν άλλαξε καθόλου μέχρι την

επιστροφή του Τζιμ. Ο Τζιμ είχε φύγει για το εσωτερικό της χώ­ρας πάνω από μια βδομάδα, κι αυτός που κατεύθυνε το πρώτο

πλήγμα ενάντια στον εχθρό ήταν ο Ντέην Βάρις. Εκείνο το γεν­

ναίο κι έξυπνο παλικάρι (που 1Ίξερε να πολεμάει όπως οι λευκοί)

ήθελε να τελειώνει μια κι έξω με την υπόθεση, αλλά δεν είχε το

ανάλογο κύρος στο λαό του. Στερούνταν το γόητρο ενός λευκού

σαν τον Ί'ζιμ, και τη φήμη μιας ακατάβλητης, υπερφυσικής δύνα­

μης. Δεν ήταν η ορατή, χειροπιαστή ενσάρκωση της απόλυτης αλή­

θειας, της σίγουρης νίκης. Τον αγαπούσαν, τον εμπιστεύονταν,

τον θαύμαζαν, όμως ήταν πάντα ένας από αυτούς, ενώ ο Ί'ζιμ ήταν

ένας από εμάς. Επιπλέον, ο λευκός -δυνατός σαν βράχος- ήταν

άτρωτος απ' τα βόλια των εχθρών, ενώ ο Ντέην Βάρις βρισκόταν

στην εξουσία του θανάτου. Αυτές οι ανέκφραστες σκέψεις κατεύ­

θυναν τις απόψεις των προεστών της πόλης, που αποφάσισαν να

μαζευτούν στο οχυρό του Ί'ζιμ για να συσκεφθούν με θέμα την κα­

τάσταση έκτακτης ανάγκης που είχε προκύψει, σαν να περίμεναν

ν' αντλήσουν σοφία και κουράγιο απ' την ίδια την κατοικία του

λευκού που απουσίαζε. Οι πυροβολισμοί των aχρείων του Μπρά­

ουν ήταν τόσο εύστοχοι ή τυχεροί, που οι αμυνόμενοι είχαν κιόλας

έξι θύματα. Οι τραυματίες βρισκόντουσαν ξαπλωμένοι στη βερά­

ντα όπου τους φρόντιζαν οι γυναίκες. Τα γυναικόπαιδα που έμε­

ναν σε σπίτια χαμηλά, κοντά στο ποτάμι, είχαν τρέξει στο φρούριο

με τον πρώτο συναγερμό. Αρχηγός εκεί ήταν το κορίτσι· έκανε

κουμάντο με μεγάλη δεξιοσύνη και αποφασιστικότητα· "οι άν­

θρωποι του Τζιμ", που, αφήνοντας τη μικρή τους εγκατάσταση κά­

τω απ' τον καταυλισμό, είχαν πάει μέσα για να σχηματίσουν ένα

σώμα φρουράς, έκαναν ό,τι τους έλεγε. Οι ξεσπιτωμένοι δεν ξε-

Page 151: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

350 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

κόλλαγαν από κοντά της, και σ' όλη αυτή την ιστορία, μέχρι τη

στιγμή της καταστροφής στο τέλος, το κορίτσι επέδειξε ακατάβλη­

το θάρρος κι ενθουσιασμό. Σ' αυτήν έτρεξε ο Ντέην Βάρις αμέσως

μόλις αντιλήφθηκε τον κίνδυνο, γιατί πρέπει να ξέρεις ότι ο μόνος

στο Πατουσάν που είχε στη διάθεσή του πυρομαχικά, ήταν ο 'Γζιμ.

Ο Στάιν, με τον οποίο ο 'Γζιμ διατηρούσε συχνή αλληλογραφία, εί­

χε αποσπάσει απ' την ολλανδική κυβέρνηση μια ειδική άδεια για

να μεταφέρει στο Πατουσάν πεντακόσια βαρέλια μπαρούτι. Η πυ­

ριτιδαποθήκη ήταν μια μικρή παράγκα από χοντροκομμένα κού­

τσουρα, καμουφλαρισμένη πολύ καλά κάτω από σωρούς χώματα,

κι όταν απουσίαζε ο 'Γζιμ, το κλειδί ήταν στα χέρια της κοπέλας.

Στο συμβούλιο, που συγκροτήθηκε στις έντεκα το βράδυ στην τρα­

πεζαρία του 'Γζιμ, καταψήφισαν την άποψη του Βάρις για άμεση

και σθεναρή δράση . Απ' ό,τι μου είπαν, εκείνη πήγε και στάθηκε

όρθια πλάι στην άδεια καρέκλα του 'Γζιμ, στην κεφαλή του μεγά­

λου τραπεζιού, κι έβγαλε έναν πολεμοχαρή, φλογερό λόγο, που

προς στιγμήν απέσπασε αρκετά μουρμουρητά επιδοκιμασίας απ'

τους συγκεντρωμένους αρχηγούς. Ο γερο-Ντοραμίν, που είχε να

πατήσε ι το πόδι του έξω απ' την πόρτα του σπιτιού του περισσότε­

ρο από ένα χρόνο, είχε κουβαληθεί με μεγάλη δυσκολία. Αυτός

ήταν βέβαια η κεφαλή της συγκέντρωσης. Οι σύμβουλοι ήταν γε­

μάτοι αναποφασιστικότητα, και ο λόγος του γερο-αρχηγού θα

ήταν καθοριστικός αλλά απ' ό,τι νομίζω, δεν τόλμησε να δώσει τη

συγκατάθεσή του, γιατί φοβόταν τη φλογερή ιδιοσυγκρασία του

γιου του. Τελικά υπερίσχυσαν οι πιο αναβλητικοί σύμβουλοι.

Ένας, ονόματι Χατζή86 Σαμάν, επεσήμανε διεξοδικά ότι, όπως και να 'χει, "αυτοί οι τυραννικοί και άγριοι άντρες είχαν σκάψει στα

σίγουρα το λάκκο τους από μόνοι τους. Ή θα 'μεναν στο λόφο και

θα πέθαιναν της πείνας, ή θα προσπαθούσαν να ξαναπάρουν τη

βάρκα τους πίσω, οπότε εκείνοι θα τους πυροβολούσαν από ενέ­

δρες που θα 'χαν στήσει στον ορμίσκο, είτε πάλι θ' άφηναν θέση

τους για να καταφύγουν στο δάσος, όπου θα αργοπέθαιναν ένας

ένας". Υποστήριξε ότι με τη σωστή τακτική αυτοί οι σατανικοί ξέ­

νοι θα εξοντώνονταν χωρίς το ρίσκο μιας aνοιχτής σύγκρουσης,

και τα λόγια του cCχαν μΕγάλη βαρύτητα, ιδιαίτερα στους: ιθαγε-

Β6 Τιμητική προσφώνηση ενός μουσουλμάνου που έχει επισκεφθεί τη Μέκκα.

Page 152: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣ ΤΖΙΜ 351

νείς του Πατουσάν. Αυτό που ανησυχούσε πιο πολύ τον πληθυσμό

της πόλης, ήταν ότι την πιο κρίσιμη cπιγμή οι βάρκες του πρίγκιπα

έμειναν aχρησιμοποίητες. Αντιπρόσωπος του πρίγκιπα σtο συμ­

βούλιο ήταν ο διπλωμάτης Κασίμ. Δεν είπε πολλά, αλλά άκουγε

τους άλλους όλο προσήνεια, κρυμμένος πίσω από ένα μόνιμο χα­

μόγελο. Όση ώρα κράτησε το συμβούλιο, οι αγγελιοφόροι έφερ­

ναν κάθε τρεις και λίγο αναφορές για τις κινήσεις των εισβολέων.

Οι φήμες, υπερβολικές έως εξωφρενικές, έδιναν κι έπαιρναν: σtο

στόμιο του ποταμού βρισκόταν ένα μεγάλο καράβι με κανόνια και

πάρα πολλούς άντρες -μερικούς λευκούς, άλλους με μαύρο πετσί,

και πρόσωπα διψασμένα για αίμα. Θα κατέφταναν από στιγμή σε

στιγμή με αλογάριαστες βάρκες, για να aφανίσουν κάθε ζωντανό

πλάσμα που θα έβρισκαν μπροστά τους. Ο κόσμος είχε παραλύσει

απ' το φόβο ενός άμεσου κι ακατανόητου κινδύνου. Για μια στιγμή

μάλισtα, δημιουργήθηκε πανικός ανάμεσα στις γυναίκες στο προ­

αύλιο· ουρλιαχτά· τρεξίματα· παιδιά τσιρίζανε -ο Χατζή Σαμάν

βγήκε έξω για να τους καθησυχάσει. Ύστερα ένας σκοπός του

οχυρού πυροβόλησε κάτι που είδε να κινείται cπο ποτάμι, και πα­

ραλίγο να σκοτώσει ένα χωρικό, που έφερνε στις γυναίκες της φα­

μελιάς του μ' ένα κανό τα πολυτιμότερα τσουμπλέκια του νοικοκυ­

ριού του και μια ντουζίνα πουλερικά. Αυτό προκάλεσε ακόμα με­γαλύτερη σύγχυση . Στο μεταξύ, η φλυαρία σtο σπίτι του Ί'ζιμ συ­

νεχιζόταν παρουσία του κοριτσιού. Ο Ντοραμίν καθόταν αναψο­

κοκκινισμένος, βαρύς, κοιτάζοντας τους ομιλητές, βαριανασαίνο­

ντας σαν ταύρος. Πήρε το λόγο τελευταίος, μετά τον Κασίμ, που

δήλωσε πως οι βάρκες του πρίγκιπα θα επέστρεφαν στη βάση

τους, επειδή οι άντρες έπρεπε να υπερασπιστούν τον καταυλισμό

του αφέντη τους. Ο Ντέην Βάρις δεν είπε τη γνώμη του από σεβα­

σμό cπον πατέρα του, μόλο που η κοπέλα τον ξόρκιζε στ' όνομα

του τζιμ να μιλήσει. Ήταν πρόθυμη να του δώσει όλους τους

άντρες του τζιμ, επειδή ανησυχούσε για τους εισβολείς και ήθελε

να τους δει να φεύγουν όσο πιο γρ1Ίγορα γινόταν. Εκείνος έριξε

μια δυο ματιές cπον Ντοραμίν, κι ύστερα περιορίστηκε μονάχα να

κουνήσει το κεφάλι του χωρίς να πει τίποτα. Τέλος, το συμβούλιο

διαλύθηκε με την απόφαση να στείλουν μια ισχυρή δύναμη cπα

σπίηα που βρίσκονταν πλησιέστερα στον ορμίσκο, για να ελέγχει τη βάρκα του εχθρού. Όλ' αυτά όμως θα γίνονταν στα κρυφά για

Page 153: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

352 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

να ξεγελάσουν τους ληστές, παρασέρνοντάς τους να επιχειρήσουν

να επιβιβαστούν στη βάρκα, όπου μια πετυχημένη βολή θα ξεπά­

στρευε σίγουρα τους περισσότερους. Για να αποτραπεί η διαφυγή

των τυχόν επιζώντων και να εμποδιίπεί η άφιξη κι άλλων ληστών

απ' το ποτάμι, ο Ντοραμίν διέταξε τον Ντέην Βάρις να πάρει μια

οπλισμένη ομάδα Μπούγκις και να πάει σε μια ορισμένη θέση στο

ποτάμι, δέκα μίλια νότια του Πατουσάν, όπου θα οχυρωνόταν

στην ακτή και θα μπλόκαρε το ποτάμι με κανό. Δεν πιστεύω καθό­

λου ότι ο Ντοραμίν φοβόταν την άφιξη καινούργιων δυνάμεων.

Κατά τη γνώμη μου, όλ' αυτά τα έκανε, γιατί ήθελε πάνω απ' όλα

να κρατήσει το γιο του μακριά απ' την πρώτη γραμμή του πυρός.

Για να προφυλαχτεί η πόλη από τυχόν επιδρομή, θα άρχιζε αμέ­

σως μόλις ξημέρωνε η κατασκευή ενός οδοφράγματος στο τέλος

του δρόμου στην αριστερή όχθη. Ο γερο-νακόντα δήλωσε ότι θα

επιστατούσε ο ίδιος σ' αυτή τη δουλειά. Υπό την επίβλεψη του κο­

ριτσιού μοίρασαν αμέσως στους άντρες μπαρούτι, σφαίρες και

καψούλια. Αρκετοί αγγελιοφόροι θα έφευγαν προς διαφορές κα­

τευθύνσεις για να βρούνε τον 'Γζιμ· κανείς δεν ήξερε πού ακριβώς

βρισκόταν εκε ίνη τη στιγμή. Οι αγγελιοφόροι ξεκίνησαν τα χαρά­

ματα, αλλά ο Κασίμ είχε καταφέρει από νωρίτερα ν' αρχίσει δια­

πραγματεύσεις με τον πολιορκημένο Μπράουν.

»Αυτός ο ικανός κι έμπιστος διπλωμάτης του πρίγκιπα, φεύγο­

ντας απ' το φρούριο για να γυρίσει στον κύριό του, πήρε μαζί του

στη βάρκα και τον Κορνήλιο, που τον είδε να τριγυρίζει αμίλητος

ανάμεσα στους ανθρώπους στο προαύλιο. Ο Κασίμ είχε τα σχέδιά

του και τον ήθελε για διερμηνέα. Έτσι, εκεί που ο Μπράουν ανα­

λογιζόταν την απελπιστική του θέση, άκουσε -γύρω στο χάραμα­

τη φιλική, λαχανιασμένη φωνή κάποιου απ' το βαλτώδες, κατάφυτο

κοίλωμα που ζητούσε -στ' αγγλικά- την άδεια ν' ανέβει επάνω, για

μια πολύ σπουδαία αποστολή , αφού βέβαια πρώτα λάβαινε μια εγ­

γύηση για την προσωπική του ασφάλεια. Μόλις το άκουσε αυτό ο

Μπράουν, μόνο που δεν πέταξε απ' τη χαρά του . Έπαψε πια να

νιώθει σαν παγιδευμένο αγρίμι. Αυτά τα φιλικά λόγια διέλυσαν

αμέσως τη φριχτή αγωνία που είχε γεννήσει μέσα του η έντονη

επαγρύπνηση, όμοια με την αγωνία ενός τυφλού που δεν ξέρει από

πού θα του έρθει το θανάσιμο χτύπημα. Στην αρχή έκανε βέβαια

τον δύσκολο . Η φωνή συνέχισε με τη δήλωση: "Είμαι λευκός. Ένας

Page 154: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 353

φτωχός, καταστραμμένος γέρος, που έχει φάει όλη του τη ζωή

εδώ". Η υγρή, τσουχτερή ομίχλη του πρωινού έκρυβε τις πλαγιές

του λόφου, κι αφού aνταλλάξανε φωναχτά λίγες κουβέντες ακόμη ,

ο Μπράουν κατέληξε : "Έλα, λοιπόν, αλλά μόνος, πρόσεχε!" Στην

πραγματικότητα -όπως μου είπε σπαρταρώντας απ' τη λύσσα στη

θύμηση της aπελπιστικής θέσης που είχε βρεθεί τότε- δεν είχε κα­

μιά σημασία. Ήταν αδύνατον να δούνε μερικά μέτρα μπροστά απ'

τη μύτη τους, και καμιά μπαμπεσιά δεν μπορούσε να κάνει την κα­

τάστασή τους χειρότερη. Σε λίγο ο Κορνήλιος, με την καθημερινή

του περιβολή, ένα κουρελιασμένο βρώμικο πουκάμισο και παντε­

λόνι, ξιπόλητος, μ' ένα στραπατσαρισμένο καπέλο από φελλό στο

κεφάλι του, φάνηκε αμυδρά να ανεβαίνει λοξοπερπατώντας προς

τους πολιορκημένους, κόβοντας κάπου κάπου το βήμα του διστα­

κτικά, με το αυτί τεντωμένο και το μάτι να παίζει προσεχτικά τριγύ­

ρω. "Έλα. Μη φοβάσαι!" έσκουξε ο Μπράουν, ενώ οι άντρες του

αναπήδησαν. Όλες οι ελπίδες τους για ζωή αναπτερώθηκαν ξαφ­

νικά και συγκεντρώθηκαν σ' αυτόν τον κατσιασμένο, άθλιο επι­

σκέπτη, που εντελώς αμίλητος σκαρφάλωσε αδέξια πάνω απ' τον

κορμό ενός πεσμένου δέντρου, και τρέμοντας απ' το πρωινό αγιά­

ζι, κοίταξε με το ξινισμένο καχύποπτο μούτρο του ένα γύρο την κο­

μπανία των αξύριστων, ανήσυχων κι άυπνων ντεσπεράντο.

»Μισή ώρα εμπιστευτικής συνομιλίας με τον Κορνήλιο ήταν αρ­

κετή για να μπάσει τον Μπράουν στο νόημα των εσωτερικών υπο­

θέσεων του Πατουσάν. Δεν άφησε να του ξεφύγει κουβέντα.

Υπήρχαν δυνατότητες, απεριόριστες δυνατότητες αλλά για να συ­

νεχιστεί η κουβέντα πάνω στις προτάσεις του Κορνήλιου, έβαλε

ως όρο να σταλούν επάνω μερικά τρόφιμα σαν ένδειξη καλής πί­

στης. Ο Κορνήλιος έφυγε κατηφορίζοντας με κόπο το λόφο προς

τη μεριά του παλατιού του πρίγκιπα, και μετά από λίγο μερικοί

άντρες του Τούνκου Αλάνγκ ανέβηκαν φέρνοντας μια μικρή πο­

σότητα ρύζι, κόκκινες πιπεριές και παστά ψάρια. Πολύ καλύτερα

βέβαια απ' το τίποτα. Αργότερα, επέστρεψε κι ο Κορνήλιος συνο­

δεύοντας τον Κασίμ, που έσκασε μύτη μ' έναν αέρα ευπροσηγο­

ρίας και καλής πίστης, σανδαλοφορεμένος, και τυλιγμένος απ' το

λαιμό ώς τους aστραγάλους μ' ένα σκούρο μπλε σεντονόπανο.

Αφού έσφιξε με αβρότητα το χέρι του Μπράουν, τραβήχτηκαν οι

τρεις τους παράμερα για να τα πουν με την ησυχία τους. Οι άντρες

Page 155: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

354 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝτ

του Μπράουν, ξαναβρίσκοντας την αυτοπεποίθησή τους, χτυπού­

σαν στην πλάτη ο ένας τον άλλον κι έριχναν ματιές όλο σημασία

στον αρχηγό τους, ενώ καταπιάνονταν με τις προετοιμασίες του

μαγειρέματος.

»0 Κασίμ δεν έτρεφε καμιά ιδιαίτερη συμπάθεια απέναντι στον Ντοραμίν και τους Μπούγκις, αλλά μισούσε ακόμα περισσό­

τερο τη νέα κατάσταση πραγμάτων. Σκεφτόταν ότι αυτοί οι λευκοί .

μαζί με τους οπαδούς του πρίγκιπα θα μπορούσαν να επιτεθούν

και να νικήσουν τους Μπούγκις προτού επιστρέψει ο τζιμ. Στη συ­

νέχεια ήταν σίγουρο πως θ' ακολουθούσε μαζική λιποταξία του

λαού, και η βασιλεία του λευκού προστάτη των φτωχών και των αδυνάτων θα έπαιρνε τέλος. Αργότερα, θα μπορούσε να ξεμπερ­

δεύει κανείς και με τους καινούργιους συμμάχους. Δεν είχαν κα­

νένα φίλο στη χώρα. Ο άνθρωπός μας έπιανε με την πρώτη τι μέ­

ρος του λόγου είναι ο καθένας και είχε ζήσει αρκετά τους λευ­

κούς, για να καταλάβει ότι αυτοί οι νεοφερμένοι ήταν άνθρωποι

χωρίς πατρίδα, aπόβλητοι της κοινωνίας. Ο Μπράουν κράτησε

μια πόζα βλοσυρή κι ανεξιχνίαστη. Όταν πρωτάκουσε τη φωνή

του Κορνήλιου να παρακαλά να τον δεχτούν, του γεννήθηκε

απλώς η ελπίδα ότι θα μπορούσαν να ξεφύγουν. Σε λιγότερο από

μια ώρα, στο κεφάλι του στριφογύριζαν άλλης λογής σκέψεις Είχε

πάει εκεί σπρωγμένος απ' την ανάγκη, για να κλέψει φαγητό, κά­

να φόρτωμα καουτσούκ ή ρετσίνι, το πολύ πολύ μερικά ψωροδό­

λαρα, κι έβαλε το κεφάλι του στου λύκου το στόμα. Τα διαβήματα

του Κασίμ όμως είχαν γεννήσει τώρα μέσα του την ιδέα να δια­

γουμίσε ι ολόκληρη τη χώρα. Προφανώς το 'χε κάνει κιόλας κά­

ποιος άλλος μπάσταρδος -από μόνος του. Αν και δεν τα 'χε κατα­

φέρει και τόσο καλά. Ίσως υπήρχε η δυνατότητα να δουλέψουν

μαζί -να στύψουν τη χώρα σαν λεμονόκουπα, κι ύστερα ήσυχα

ήσυχα να του δίνουν. Στην πορεία των διαπραγματεύσεων με τον

Κασίμ αντιλήφθηκε πως νόμιζαν ότι είχε ένα μεγάλο καράβι στη

θάλασσα με πολλούς άντρες. Ο Κασίμ τον παρακάλεσε σοβαρά

να ανεβάσει το καράβι του με τα πολλά όπλα και τους άντρες στο

ποτάμι, και να το θέσει στην υπηρεσία του πρίγκιπα. Ο Μπράουν

προσποιήθηκε ότι ήταν πρόθυμος, και σ' αυτή τη βάση οι διαπραγ­μ,ατe;ύσe;~ς συνe;χCστηκαν μe; αμ,ο~βαCα δυσπ~στCα. Τρe;~ς φορiς

εκείνο το πρωινό, ο υπομονετικός και καπάτσος Κασίμ κατέβηκε

Page 156: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 355

κάτω να συσκεφθεί με τον πρίγκιπα και ξανανέβηκε βιαστικός με

μεγάλες δρασκελιές. Στη διάρκεια του παζαριού, ο Μπράουν

αναλογιζόταν με μακάβρια ικανοποίηση τη σαραβαλιασμένη του

σκούνα, που την έπαιρναν για καλοεξοπλισμένο καράβι, ενώ αυτή

δεν είχε πάνω της παρά ένα παχύ m;ρώμα βρώμας, έναν Κινέζο κι

έναν άσπρο κούτσαυλο, πρώην τσανακογλύφτη απ' τη Λεβούκα,

κι αυτοί αντιπροσώπευαν τους πολλούς του άντρες. Το απόγευμα,

εξασφάλισε κι άλλα τρόφιμα, μια υπόσχεση για μερικά χρήματα,

και μια προμήθεια από ψαθιά για να φτιάξουν οι άντρες του κανέ­

να πρόχειρο κατάλυμα. Προσώρας, οι άντρες του ροχάλιζαν ξα­

πλωμένοι, προσπαθώντας να κρύψουν τα μάτια τους απ' το κάμα

του ήλιου· αλλά ο Μπράουν καθόταν ξέσκεπος στο λιοπύρι, πάνω

σ' ένα απ' τα πελεκημένα κούτσουρα, με το μάτι cπυλωμένο σtη

θέα της πόλης και του ποταμού. Υπήρχε πολύ πλιάτσικο εκεί πέ­

ρα. Ο Κορνήλιος, που ένιωθε σαν σtο σπίτι του, είχε σtρωθεί του

καλού καιρού σtο πλάι του και φλυαρούσε· του έδειχνε τις διάφο­

ρες τοποθεσίες, τον συμβούλευε, του έδινε τη δική του εκδοχή για

το χαρακτήρα του τζιμ και σχολίαζε με τον δικό του τρόπο τα γε­

γονότα των τριών τελευταίων χρόνων. Ο Μπράουν, που aτένιζε

μακριά παριστάνοντας τον αδιάφορο, άκουγε με προσοχή την κά­

θε του λέξη αλλά δεν μπορούσε να καταλάβει τι λογής κουμάσι

ήταν αυτός ο τζιμ. "Πώς τον λένε; 'fζιμ! τζιμ! Οι άνθρωποι έχουν

κι άλλο όνομα δα". "Έτσι τον φωνάζουν εδώ" είπε ο Κορνήλιος

περιφρονητικά, "Τουάν 'fζιμ. Σαν να λέμε Λόρδος 'fζιμ'Ό "Τι δου­

λειά κάνει; Πού γεννήθηκε;" ρώτησε ο Μπράουν. "Τι τύπος είναι;

Είναι Εγγλέζος;" "Ναι, ναι, είναι Εγγλέζος. Κι εγώ είμαι Εγγλέ­

ζος. Απ' τη Μαλάκκα. Είναι βλάκας. Βγάλ' τον απ' τη μέση, κι

ύm;ερα θα 'σαι εσύ ο γενικός δερβέναγας. Όλα εδώ πέρα είναι δι­

κά του" εξήγησε ο Κορνήλιος. "Θαρρώ πως θα μπορούσε αργά ή

γρήγορα να τα μοιραστεί με κάποιον" σχολίασε ο Μπράουν, υψώ­

νοντας λίγο τη φωνή του. "Όχι, όχι. Ο μόνος τρόπος είναι να τον

καθαρίσεις με την πρώτη ευκαιρία, κι ύστερα μπορείς να κάνεις

ό,τι γουσtάρεις" επέμεινε σοβαρά ο Κορνήλιος. "Είμαι πολλά

χρόνια εδώ πέρα και σε συμβουλεύω σαν φίλος''.

»0 Μπράουν πέρασε το μεγαλύτερο μέρος του απογεύματος κουβεντιάζοντας έτσι με τον Κορνήλιο κι aτενίζοντας με κρυφή

χαρά τη θέα του Πατουσάν, που είχε αποφασίσει να το κάνει λεία

Page 157: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

356 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

του, ενώ την ίδια ώρα οι άντρες του ξεκουράζονταν. Την ίδια μέ­

ρα, τα μονόξυλα του Ντέην Βάρις κατέβηκαν αθόρυβα ένα ένα,

όσο πιο μακριά γινόταν απ' τον ορμίσκο, και κατηφόρισαν το πο­

τάμι για να του κλείσουν το δρόμο της υποχώρησης. Ο Μπράουν

δεν πήρε χαμπάρι αυτή την κίνηση, κι ο Κασίμ που ανέβηκε επά­

νω μια ώρα πριν το ηλιοβασίλεμα, δε φρόντισε καθόλου να τον

ενημερώσει. Περίμενε ότι ο λευκός θ' ανέβαζε το καράβι του στο

ποτάμι και φοβόταν πως αυτό το νέο θα τον aποθάρρυνε. Πίεζε

φορτικά τον Μπράουν να στείλει το "όρντινο", προσφέροντας

ταυτόχρονα έναν έμπιστο αγγελιοφόρο, που για μεγαλύτερη μυ­

στικότητα (όπως εξήγησε) θα πήγαινε από ξηράς στο στόμιο του

ποταμού για να δώσει το "όρντινο" στο καράβι. Μετά από λίγη

σκέψη, ο Μπράουν βρήκε σκόπιμο να κόψει μια σελίδα απ' το ση­

μειωματάριό του και να γράψει δυο λόγια: "Προχωράμε. Μεγάλη δουλειά. Κρατήστε τον αγγελιοφόρο" . Ο γεροδεμένος νεαρός που

διάλεξε ο Κασίμ, έφερε εις πέρας την υπηρεσία που του ανέθεσαν

με ευσυνειδησία, λαμβάνοντας την ανταμοιβή του όλως απροό­

πτως απ' το ζήτουλα και τον Κινέζο, που τον έριξαν με το κεφάλι

στο άδειο αμπάρι της σκούνας και έκλεισαν από πάνω του γρήγο­

ρα το καπάκι. Ο Μπράουν δεν μπήκε στον κόπο να μου πει τι από­

γιν ε εκείνο το παιδί».

Page 158: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

40

«Αυτό που στην πραγματικότητα επεδίωκε ο Μπράουν, ήταν να

κερδίσει χρόνο παίζοντας κρυφι;ούλι με το διπλωμάτη Κασίμ. Θεω­

ρούσε αυτονόητο ότι, για να μπορέσει να γίνει σωστή δουλειά,

έπρεπε το δίχως άλλο να συνεργαστεί με τον λευκό. Δεν του περ­

νούσε καν απ' το μυαλό ότι ένα τέτοιο παλικάρι (που στο κάτω κάτω

πρέπει να 'ταν διαόλου κάλτσα για να 'χει βάλει έτσι στο χέρι τους

ιθαγενείς) θα μπορούσε ποτέ να αρνηθεί τη βοήθειά του, που θα

τον έβγαζε απ' τον κόπο να κλέβει τους χωριάτες με το σταγονόμε­

τρο, κι από ένα σωρό προφυλάξεις και ρίσκα, επειδή ενεργούσε μό­

νος. Νά τώρα, που υπήρχε αυτός, ο Μπράουν, για να του προσφέρει

τη δύναμή του . Δε χρειαζόταν δεύτερη σκέψη. Όλα ήταν ευνο·ίκά

για μια aντρίκεια συμφωνία. Και τα κέρδη, βέβαια, μισά μισά. Η

σκέψη ότι υπήρχε ένα οχυρό -που τον περίμενε- ένα αληθινό φρού­

ριο με πυροβολικό (αυτό το ήξερε απ' τον Κορνήλιο), του ήταν ιδι­

αιτέρως ελκυστική . Μονάχα μια φορά να πάταγε το ποδάρι του

εκεί μέσα, και .. . Θα επέβαλλε τους όρους του, μετρημένα πράγματα βέβαια, αλλά όχι και να ξεφι;ιλιστεί τελείως. Γιατί ο τύπος έμοιαζε

μπασμένος στα κόλπα. Θα δούλευαν μαζί σαν αδέρφια μέχρι ... μέ­χρι που θα 'ρχόταν η ώρα να χωρίσουν τα τσανάκια τους, και τότε

μια πιστολιά θα 'βαζε τα πράγματα στη θέση τους. Νιώθοντας το αί­

μα του να βράζει από άγρια δίψα για πλιάτσικο, aνυπομονούσε πό­

τε θα 'ρθει η ώρα να τα κουβεντιάσουν. Έβλεπε κιόλας τη χώρα

διαλυμένη, λεηλατημένη σαν στυμμένη λεμονόκουπα. Στο μεταξύ,

έπρεπε να 'χει στο χέρι τον Κασίμ, πρώτον, για τα τρόφιμα -κι ύστε­

ρα, σαν μια δεύτερη λύση ανάγκης. Αλλά το κυριότερο ήταν να εξα­

σφαλίσει το καθημερινό τους φαγητό . Απ' την άλλη, δεν του 'πεφrε

καθόλου άσκημη η ιδέα ν' αρχίσει τον πόλεμο για λογαριασμό του

πρίγκιπα, και να δώσει ένα καλό μάθημα σ' εκείνους που τον υπο­

δέχτηκαν με ντουφεκίδι. Λ'\Jσσαγε για μακελειό.

Page 159: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

358 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

»Λυπάμαι που δεν μπορώ να σου aφηγηθώ αυτό το μέρος της

ιστορίας, που το ξέρω φυσικά κυρίως απ' τον Μπράουν, παρά μό­

νο μέσ' απ' τα δικά του λόγια. Μέσ' απ' τα σπασμωδικά, άγρια λό­

για που χρησιμοποιούσε για να μου φανερώσει τις σκέψεις του,

την ώρα που η μέγκενη του χάρου έσφιγγε το λαρύγγι του, διέκρι­

νες μια απροκάλυπτη, ανελέητη θέληση για την επιτυχία του σκο­

πού που είχε βάλει, μια παράξενη μνησίκακη στάση απέναντι στο

ίδιο του το παρελθόν, μια τυφλή πίστη για την ορθότητα της βούλη­

σής του ενάντια σ' όλη την ανθρωπότητα, κάτι από εκείνο το αίσθη­

μα που πρέπει να έκανε τον αρχηγό μιας ορδής περιπλανώμενων

φονιάδων να αναγορεύει τον εαυτό του σε "μάστιγα του Θεού"."7

Δε χωράει αμφιβολία πως η έμφυτη, αδίστακτη αγριότητα που εί­

ναι το υπόβαθρο ενός τέτοιου χαρακτήρα, είχε φτάσει στο απόγειό

της τόσο απ' την αποτυχία, την αναποδιά της τύχης και τις πρόσφα­

τες στερήσεις, όσο κι απ' την απελπιστική θέση που βρισκόταν· αλ­

λά το πιο αξιοσημείωτο απ' όλ' αυτά ήταν ότι όση ώρα σχεδίαζε δό­

λιες συμμαχίες, έχοντας ήδη αποφασίσει μέσα του για την τύχη του

λευκού, όση ώρα δολοπλοκούσε αγέρωχα κι αυτοσχεδίαζε με τον

Κασίμ, αυτό που πραγματικά επιθυμούσε, σχεδόν ασυνείδητα,

ήταν ν' αφανίσει από προσώπου γης εκείνη την πολιτεία μέσα στη

ζούγκλα που τον είχε αψηφήσει, να τη δει στρωμένη απ' άκρη σ'

άκρη με πτώματα, τυλιγμένη στις φλόγες. Ήταν εύκολο να φαντα­

στώ, ακούγοντας την αμετανόητη, λαχανιασμένη φωνή του, τις

αμέτρητες εικόνες σφαγής και λεηλασίας που σχηματίζονταν στο

μυαλό του, καθώς aτένιζε τη χώρα με τις ώρες πάνω από κείνο το

βουναλάκι. Η περιοχή κοντά στον ορμίσκο έμοιαζε εγκαταλειμμέ­

νη, μόλο που στην πραγματικότητα σε όλα τα σπίτια καραδοκού­

σαν οπλισμένοι άντρες, έτοιμοι για δράση . Ξαφνικά, πέρα απ' την

aπλωσιά του γυμνού εδάφους, με τα μονοπατάκια που ελίσσονταν

ανάμεσα σε μικρές συστάδες κοντόχοντρους θάμνους και σωρούς

ανασκαμμένο χώμα και σκουπίδια, ξεπρόβαλε στο πλάτωμα του

δρόμου, κοντά στα κλειστά, σκοτεινά κι έρημα σπίτια που βρίσκο­

νταν στο τέλος του, ένας άντοας:, μόνος:, μοιάtονταc πολύ μικρο­σκοπικός απ' την απόσταση. Ίσως κάποιος απ' τους κατοίκους

που είχε καταφύγε ι στην απέναντι όχθη του ποταμού, και τώρα

87 Όπως ο Απίλας.

Page 160: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 359

επέστρεφε για να πάρει κάποιο αντικείμενο απ' το νοικοκυριό

του. Προφανώς θεωρούσε πως δεν κινδύνευε καθόλου στο λόφο,

που βρισκόταν τόσο μακριά στην άλλη μεριά του ορμίσκου. Ακρι­

βώς πάνω στη στροφή του δρόμου, ήταν ένα προχειροφτιαγμένο

οδόφραγμα γεμάτο δικούς του ανθρώπους. Προχωρούσε χωρίς να

βιάζεται. Ο Μπράουν τον είδε και φώναξε αμέσως κοντά του το

πρωτοπαλίκαρό του, έναν Γιάνκη λιποτάκτη, ξερακιανό, που περ­

πάταγε σαν ξεβιδωμένος. Εκείνος πλησίασε με ανέκφραστο πρό­

σωπο, σέρνοντας τεμπέλικα την καραμπίνα του. Όταν κατάλαβε

τι του ζήταγαν, ένα δολοφονικό κι αλαζονικό χαμόγελο φανέρωσε

αμέσως όλα του τα δόντια, σχηματίζοντας δυο βαθιές δίπλες κάτω

απ' τις πρησμένες μαγούλες του. Είχε να το λέει πως ήταν δεινός

σκοπευτής. Γονάτισε στο ένα πόδι, σημάδεψε με σταθερό χέρι μέ­

σα απ' τα κλωνάρια ενός πεσμένου δέντρου, πυροβόλησε, και

αμέσως πετάχτηκε πάνω για να δει το αποτέλεσμα. Ο άντρας από

μακριά, γύρισε το κεφάλι του στην εκπυρσοκρότηση, έκανε ακόμα

ένα βήμα προς τα μπρος, φάνηκε για μια στιγμή να κοντοστέκεται,

και ξαφνικά έπεσε κάτω στα τέσσερα. Στη σιωπή που διαδέχτηκε

τον κοφτό κρότο της καραμπίνας, ο εκτελεστής, χωρίς να πάρει τα

μάτια του απ' το θήραμα, αποφάνθηκε πως "οι φίλοι τούτου δω

του μάγκα δε μέλλει πια να χολοσκάσουν ποτέ για την υγεία του".

Μπορούσε κανείς να διακρίνει τα μέλη του πληγωμένου να σα­

λεύουν σπασμωδικά στην προσπάθεια που έκανε το σώμα του να

συρθεί με τα τέσσερα. Ένας μυριόστομος αχός aπόγνωσης κι έκ­

πληξης υψώθηκε από κείνο το έρημο ξέφωτο. Ο άντρας σωριά­

στηκε χάμω με την κοιλιά, το πρόσωπο στο χώμα, και δεν ξανασά­

λεψε πια. "Αυτό τους έδειξε τι μπορούσαμε να κάνουμε" μου είπε

ο Μπράουν. "Τους κάναμε να φοβούνται πως θα το βρουν από κει

που δεν το περιμένουν. Αυτό ήθελα. Ήταν διακόσιοι προς έναν, αλλά τώρα δε θα 'κλειναν μάτι όλη τη νύχτα. Κανείς τους δεν είχε

φανταστεί ποτέ ότι μπορούσε να φάει σφαίρα από τόσο μακριά.

Εκείνος ο μασκαράς, ο άνθρωπος του πρίγκιπα, αναμετρούσε την

πλαγιά με τα μάτια γουρλωμένα απ' την τρομάρα".

»Όση ώρα μιλούσε ο ετοιμοθάνατος Μπράουν, προσπαθούσε

ταυτόχρονα να σφουγγίξει με τρεμάμενα χέρια τους λεπτούς

aφρούς απ' τα χείλια του που είχαν μπλαβιάσει. "Διακόσιοι προς

έναν. Διακόσιοι ΠQΟζ έναν ... τρέμανε σαν το φύλλο απ' το φόβο

Page 161: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

360 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΓ

τους, το φόβο, σου λέω ... ". Τα μάτια του είχαν πεταχτεί έξω απ' τις κόχες. Έπεσε πίσω, προσπαθώντας ν' αρπαχτεί απ' τον αέρα με

τα κοκαλιάρικα δάχτυλά του. Ανακάθισε πάλι, καμπουριαστός κι

αναμαλλιασμένος σαν τα ανθρωπόμορφα τέρατα των παραμυ­

θιών, με κοίταξε λοξά, με το στόμα ορθάνοιχτο απ' την αγωνία

ώσπου να ξαναβρεί τη λαλιά του ύστερα από κείνον το σπασμό. »Θέλοντας, επιπλέον, να κάνει τον εχθρό να πυροβολήσει για

να εντοπίσει τις ομάδες που βρίσκονταν πιθανόν κρυμμένες στους θάμνους κατά μήκος του ορμίσκου, ο Μπράουν πρόσταξε τον μαύ­

ρο απ' τα Νησιά του Σολομώντα να κατέβει στη βάρκα και να φέ­

ρει ένα κουπί, όπως θα 'στελνες ένα κυνηγόσκυλο να σου φέρει ένα ματσούκι ξύλο μέσ' απ' το νερό. Όμως το κόλπο δεν έπιασε, κι ο φί­

λος μας γύρισε πίσω χωρίς να πέσει ούτε μία τουφεκιά. "Δεν υπάρ­

χει κανένας" έβγαλαν το συμπέρασμα μερικοί άντρες. 'Άφύσ'κο

πράμα" σχολίασε ο Γιάνκης. Εκείνη την ώρα περίπου είχε φύγει

κι ο Κασίμ, πολύ εντυπωσιασμένος, ευχαριστημένος αλλά και κά­

πως aνήσυχος. Πιστός στη διπλοπρόσωπη πολιτική του, είχε στεί­

λει μήνυμα στον Ντέην Βάρις με την προειδοποίηση να 'χει το νου

του στο καράβι του λευκού, γιατί είχε πληροφορίες ότι ήταν έτοι­

μο να ανέβει το ποτάμι. Το παρουσίαζε σαν εύκολη λεία, και τον

εξόρκιζε να μην το αφήσει να περάσει αλλά να του επιτεθεί. Αυτό

το διπλό παιχνίδι εξυπηρετούσε το σκοπό του, που ήταν να κρατή­

σει τις δυνάμεις των Μπούγκις χωρισμένες και να τις εξασθενήσει

με μάχες. Απ' την άλλη, είχε στείλει την ίδια μέρα ένα άλλο μήνυ­

μα στο συμβούλιο των αρχηγών των Μπούγκις στην πόλη, που

τους διαβεβαίωνε πως προσπαθούσε να πείσει τους εισβολείς να

αποσυρθούν· ζητούσε επειγόντως από το οχυρό μπαρούτι για τους

άντρες του πρίγκιπα. Είχε περάσει αρκετός καιρός από τότε που ο

Τούνκου Αλάνγκ είχε λάβει ως πολεμοφόδια καμιά εικοσαριά

παλιά μουσκέτα, που σκούριαζαν στις θήκες τους στην αίθουσα

των ακροάσεων. Η ανοιχτή επικοινωνία ανάμεσα στο λόφο και το

"παλάτι" τούς έβαζε όλους σε σκέψεις. Μερικοί έλεγαν πως είχε

φτάσει πια ο καιρός για τον καθένα να πάρει θέση. Σύντομα θα

χυνόταν άφθονο αίμα και πολλοί άνθρωποι θα δεινοπαθούσαν.

Το κοινωνικό οικοδόμημα της νοικοκυρεμένης, ειρηνικής ζωής

όπου ο καθένας ήταν σίγουρος για το αύριο , οικοδόμημα θεμελιω­

μένο απ' τα χέρια του Ί'ζιμ, έμοιαζε έτοιμο να καταρρεύσει σε

Page 162: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 361

ερείπια βουτηγμένα στο αίμα το ίδιο κιόλας βράδυ. Ένα μεγάλο

μέρος της φτωχολογιάς είχε καταφύγει ήδη στη ζούγκλα, και το

υπόλοιπο ψηλά στο ποτάμι. Αρκετοί απ' την ανώτερη τάξη θεώρη­

σαν αναγκαίο να πάνε να υποβάλουν τα σέβη τους στην αυλή του

πρίγκιπα. Αλλά οι γιοι του πρίγκιπα τους υποδέχτηκαν κακήν κα­

κώς. Ο γερο-Τούνκου Αλάνγκ, που κόντευε στο μεταξύ να μουρ­

λαθεί απ' το φόβο και την αναποφασιστικότητα, αφού απόμεινε

για κάμποσο βλοσυρός κι αμίλητος, άρχισε ύστερα να τους σκυλο­

βρίζει που τόλμησαν να έρθουν με αδειανά τα χέρια· εκείνοι ανα­

χώρησαν περίτρομοι· μόνο ο γερο-Ντοραμίν κράτησε τους αν­

θρώπους της περιοχής του σε συνοχή, και ακολούθησε aταλάντευ­

τος το σχέδιό του. Θρονιασμένος σε μια μεγάλη πολυθρόνα απ' το

πρόχειρο παράπηγμα, έδινε τις εντολές του με βαθιά, βροντερή

φωνή, τελείως aσυγκίνητος, κουφός στις φήμες που οργίαζαν.

»Ύστερα ήρθε το σούρουπο, κρύβοντας πρώτα το σώμα του

σκοτωμένου που το 'χαν παρατημένο εκεί με τα χέρια απλωμένα,

σαν να τον είχαν καρφώσει στο χώμα, κι εν συνεχεία ο περιστρε­

φόμενος θόλος της νύχτας αργοκύλησε απαλά, ώσπου έζωσε ολού­

θε το Πατουσάν, λούζοντας τη γη με τη μαρμαρυγή των αναρίθμη­

των κόσμων του διαστήματος. Στην πλατεία του χωριού έλαμψαν

πάλι μεγάλες φωτιές κατά μήκος του μοναδικού δρόμου, φωτίζο­

ντας δω κι εκεί με τις φλόγες τους τις επικλινείς ευθείες των στε­

γών, τους τσατμαδένιους τοίχους, ή καμιά ψηλή καλύβα που δια­

κρινόταν ολόκληρη μες στις λάμψεις πάνω σε κατακόρυφους μαύ­

ρους πασσάλους κι όλη αυτή η αράδα τον σπιτιών, φωτισμένη απ'

τις λικν ιστές φλόγες, έμοιαζε να τρεμοσβήνει φιδογυριστή ανεβαί­

νοντας το ποτάμι, ώς τη σκοτε ινή καρδιά της χώρας. Βαθιά σιωπή

απλωνόταν στα σκοτεινά ριζά του λόφου, ενώ οι φλόγες απ' τις αλ­

λεπάλληλες φωτιές παιχνίδιζαν στον αέρα σιωπηλές απ' την αντί­

περα όμως όχθη του ποταμού που ήταν ολοσκότεινη, εκτός από μια

μοναχική φωτιά πλάι στο ποτάμι μπροστά απ' το φρούριο, αναδύ­

θηκε στον αέρα μια δόνηση που όλο και δυνάμωνε, σαν ποδοβολη­

τό από πολ1!Πριθμα πόδια, χλαλοή από μυριάδΕς ψωνές ή πτώση

των "''cρών cνός ανωωλvγιuτu μακρινου καταρράχτη . Τότε, μου

εξομολογήθηκε ο Μπράουν, εκεί που καθόταν με την πλάτη γυρι­

σμένη στους άντρες του και κοίταζΕ όλο αυτό το θέαμα, τον κυ­

ριάρχησε η αίσθηση πως, παρά την περιφρόνησή του για την αν-

Page 163: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

362 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

θρωπότητα και την ακλόνητη αυτοπεποίθησή του, τελικά θα 'σπαγε

τα μούτρα του πάνω σ' έναν τοίχο. Αν εκείνη τη στιγμή ήξερε ότι η

βάρκα του μπορούσε να ταξιδέψει, θα επιχειρούσε να την καταλά­

βει, παίζοντας κορόνα γράμματα μια μεγάλη καταδίωξη ώς κάτω

στο ποτάμι και τη λιμοκτονία στη θάλασσα. Ήταν πολύ αμφίβολο

αν θα τα κατάφερνε να ξεφύγει. Αλλά, τέλος πάντων, παραιτήθηκε

αμέσως απ' αυτό το σχέδιο. Ύστερα, για μια στιγμή, του πέρασε

απ' το μυαλό να επιτεθεί στην πόλη, αλλά κατάλαβε ότι έτσι θα βρί­

σκονταν εκτεθειμένοι στο φωτισμένο δρόμο όπου θα τους σκότω­

ναν σαν σκυλιά πυροβολώντας τους απ' τα σπίτια. Ήταν διακόσιοι

προς έναν -σκέφτηκε, ενώ οι άντρες μαζεμένοι γύρω από τις δυο

θράκες που σιγόκαιαν, μασούλιζαν τις τελευταίες μπανάνες κι

έψηναν τις λιγοστές γλυκοπατάτες που χρώσταγαν στις διπλωμα­

τίες του Κασίμ. Ο Κορνήλιος καθόταν ανάμεσά τους και γλαροκοι­

μόταν κατσουφιασμένος .

»Ύστερα ένας απ' τους λευκούς θυμήθηκε ότι στη βάρκα είχε

απομείνει λίγο ταμπάκο, και παίρνοντας θάρρος απ' το κατόρθω­

μα του μαύρου απ' τα Νησιά του Σολομώντα που κατέβηκε χωρίς

να τον πειράξει κανένας, δήλωσε πως θα πάε ι να το πάρει. Όλη η

συμμορία ξαναβρήκε αμέσως το κέφι της . Όταν ρωτήθηκε ο

Μπράουν, απάντησε μονάχα με σιχασιά: "Τράβα όπου στο διάολο

θες". Ήταν σίγουρος ότι δε διέτρεχε κανέναν κίνδυνο αν πήγαινε

στον ορμίσκο μες στο σκοτάδι. Ο άλλος πήδηξε πάνω απ' τον κορ­

μό του δέντρου και χάθηκε μες στη νύχτα. Μια στιγμή μετά ακού­

στηκε να σκαρφαλώνει στη βάρκα κι ύστερα να πηδάει έξω . "Το

πήρα" φώναξε. Ακολούθησε μια λάμψη κι ένας πυροβολισμός απ'

τα ριζά του λόφου. "Με λαβώσανε" έσκουξε. "Κοιτάξτε! Κοιτάξτε

-χτυπήθηκα", και στη στιγμή όλες οι καραμπίνες άναψαν. Ο λό­

φος ξέρασε μες στη νύχτα φωτιά και θόρυβο σαν μικρό ηφαίστειο,

κι όταν ο Μπράουν με τη βοήθεια του Γιάνκη σταμάτησε τους πα­

νικόβλητους πυροβολισμούς, βρίζοντας και μοιράζοντας μπουνιές

δεξιά κι αριστερά, ένα βαθύ ξεπνο·ίσμένο βογκητό ακούστηκε ψη­

λά απ' τον ορμίσκο κι αμέσως μετά μια θρηνητική οιμωγή, λυπητε­

ρή σαν φαρμάκι, που έκανε το αίμα στις φλέβες να παγώνει.

Ύστερα, κάπου πέρα απ' τον ορμίσκο, μια δυνατή φωνή είπε με­

ρικές ακατανόητες λέξεις . "Να μη ρίξει κανένας" φώναξε ο

Μπράουν. "Τι λέει αυτός;" "Ε, σεις στο λόφο, ακούτε; Ακούτε;

Page 164: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 363

Ακούτε;" επανέλαβε τρεις φορές η φωνή. Ο Κορνήλιος μετέφρα­

σε κι ύστερα διαβίβασε την απάντηση στον Μπράουν, που φώνα­

ξε: "Μίλα, ακούμε". Έπειτα η φωνή, ηχηρή και πομπώδης σαν τη

φωνή ενός κήρυκα, κι αλλάζοντας συνέχεια θέση στις παρυφές

των θάμνων εκείνης της σκοτεινής ερημιάς, διακήρυξε ότι ανάμε­

σα στο λαό των Μπούγκις που ζει στο Πατουσάν και τους λευκούς

στο λόφο, με όλους όσοι τους ακολουθούν, δεν μπορεί να υπάρξει

καμιά εμπιστοσύνη, κανείς οίκτος, συζήτηση ή ειρήνη. Ύστερα

ακούστηκε το θρόισμα ενός θάμνου· και μια μπαταριά που ρίχτη­

κε στα κουτουρού. "Βλάκες του κερατά" μουρμούρισε ο Γιάνκης,

χτυπώντας στο χώμα γεμάτος τσαντίλα τον υποκόπανο της καρα­

μπίνας του. Ο Κορνήλιος μετέφρασε. Ο πληγωμένος κάτω στο λό­

φο, αφού κραύγασε δυο φορές "Πάρτε με από δω! Πάρτε με από

δω!", συνέχισε να κλαψουρίζει και να βογκάει. Όση ώρα κατέ­

βαινε στη σκοτεινιασμένη λοφοπλαγιά, καθώς κι ύστερα που σύρ­

θηκε και τρύπωσε μες στη βάρκα, δε διέτρεξε κανέναν κίνδυνο.

Αλλά φαίνεται ότι μες στη χαρά του που βρήκε καπνό, ξεχάστηκε

και πήδηξε έξω απ' τη λάθος πλευρά. Η άσπρη βάρκα που έστεκε

ψηλά πάνω στην ξερή γη τον άφησε ακάλυπτο· το φάρδος του ορ­

μίσκου δεν ήταν πιο πολύ από εφτά μέτρα σ' εκείνο το μέρος, και

την ίδια στιγμή έτυχε να σέρνεται ανάμεσα στους θάμνους της

απέναντι όχθης ένας άντρας.

»Ήταν ένας Μπούγκις απ' το Τοντάνο που είχε έρθει πρόσφατα

στο Πατουσάν, κατά σύμπτωση συγγενής μ' εκείνον που πυροβο­

λήθηκε το απόγευμα. Στην πραγματικότητα, το αποτέλεσμα εκεί­

νου του περίφημου, μακρινού πυροβολισμού ήταν να γεμίσει φρίκη

όλους τους αυτόπτες μάρτυρες . Οι φίλοι του τον είδαν να σωριάζε­

ται απροσδόκητα μπροστά στα μάτια τους μ' ένα αστείο μισοειπω­

μένο στα χείλη, κι η καρδιά τους γέμισε πίκρα και οργή γι' αυτή την

αποτρόπαια πράξη. Εκείνος ο συγγενής του, ονόματι Σι-Λάπα,

βρισκόταν την ίδια στιγμή με τον Ντοραμίν στο παράπηγμα, λίγα

μόλις μέτρα πιο πέρα. Δεν μπορείς ν' αρνηθείς -εσύ που ξέρεις τό­

σο καλά τη ράτσα του- ότι στάθηκε εξαιρετικά θαρραλέος, αφού

δέχτηκε εθελοντικά να μεταφέρε ι το μήνυμα μόνος του μες στο

σκοτάδι. Γλιστρώντας αθόρυβα στο ξέφωτο, παρεξέκλινε απ' το

δρόμο του προς τα δεξιά και βρέθηκε απέναντι στη βάρκα. Οι ξαφ­

νικές φωνές του συμμορίτη τον έκαναν να σαστίσει. Γονάτισε, στε-

Page 165: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

364 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

ρέωσε το όπλο του mον ώμο, κι όταν ο άλλος πήδηξε απ' τη βάρκα

ακάλυπτος, τράβηξε τη σκανδάλη τρεις φορές σχεδόν εξ επαφής

mην κοιλιά εκείνου του άθλιου φουκαρά. Ύ m;ερα έπεσε με τη

μούρη m;o χώμα κάνοντας τον πεθαμένο, ενώ ένα λεπτό χαλάζι από σίδερο πέρασε σφυρίζοντας μέσ' απ' τα χαμόκλαδα δίπλα απ'

το δεξί του αυτί· ύστερα άρχισε να λέει κάτι φωναχτά, αλλά μένο­

ντας συνέχεια ζαρωμένος m;α δυο και καμουφλαρισμένος. Μόλις

σταμάτησε να μιλάει, πήδηξε πλάγια, έμεινε για λίγο ακίνητος m;o έδαφος, κι επέm;ρεψε τέλος m;α σπίτια σώος και αβλαβής, έχοντας

κερδίσει εκείνη τη νύχτα μια δόξα, που σίγουρα τα παιδιά του θα

φρόντιζαν μ' επιμέλεια να κρατήσουν τη φλόγα της άσβεσtη.

»Στο μεταξύ, οι δυο μικρές εστίες φωτιάς m;o λόφο σιγόσβηναν κάτω απ' τα χαμηλωμένα βλέμματα των αντρών της θλιβερής κο­

μπανίας, που δεν έκαναν τίποτα για να τις κρατήσουν αναμμένες.

Κάθισαν κάτω αποθαρρημένοι, με σφιγμένα χείλια και σκυφτό

κεφάλι, ν' αφουγκράζονται τους στεναγμούς του συντρόφου τους

από κάτω. Ήταν νταβραντισμένος άντρας κι υπέφερε πολύ ωσό­

του ξεψυχήσει, με βογκητά που πότε δυνάμωναν και πότε εξασθέ­

νιζαν, σαν να ξομολογιότανε μυστικά τον πόνο του. Μερικές φο­

ρές ούρλιαζε, κι άλλες πάλι, ύστερα από πολύ σύντομη σιωπή,

ακουγόταν να μουρμουρίζει σε ντελίριο ατελείωτα κι ακατανόητα

παράπονα. Δε σταμάτησε στιγμή.

»"Τι φελάει;" είπε σε μια στιγμή ο Μπράουν, κοιτάζοντας ψυ­

χρά τον Γιάνκη που, βλαστημώντας μέσ' απ' τα δόντια του, ετοιμα­

ζόταν να κατέβει κάτω. "Έτσι είναι" συμφώνησε ο λιποτάκτης,

και παραιτήθηκε απ' το σχέδιό του με μισή καρδιά. "Άμα λαβω­

θείς εδώ πάνω, την έβαψες. Μονάχα που η φωνή του καπετάνιου

θα τους αλαφιάσει ολουνούς και θα αρχινήσουνε να κακομελετά­

νε". "Νερό!" φώναξε ο πληγωμένος με εξαιρετικά καθαρή και δυ­

νατή φωνή, συνεχίζοντας ύστερα αδύναμα τα βογκητά του . "Ου,

από νερό κι άλλο τίποτες" μουρμούρισε ο άλλος στον εαυτό του

μοιρολατρικά. "Τώρα που φουσκώνει το ποτάμι". »Και πράγματι, κοντά m;o χάραμα ήρθε η παλίρροια, βάζοντας

τέλος στο μοιρολόι και τις κραυγές του πόνου, ενώ ο Μπράουν που

καθόταν με το πηγούνι στηριγμένο στη χούφτα του και κοίταγε το

Πατουσάν, σαν κάποιος που ατενίζει aνήμπορος μια aπάτητη βου­

νοκορφή, άκουσε από κάπου μακριά στην πόλη το κοφτό μεταλλικό

Page 166: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 365

μουγκρητό ενός μπρούντζινου κανονιού των έξι λιβρών. "Τι είν' αυ­

τό;" γύρισε και ρώτησε τον Κορνήλιο που έκοβε βόλτες εκεί τριγύ­

ρω. Ο Κορνήλιος τέντωσε το αυτί του . Μια υπόκωφη βροντερή φω­

νή έφτασε απ' την πόλη ώς κάτω στο ποτάμι. Ένα μεγάλο ταμπούρ­

λο άρχισε να βροντάει, και του αποκρίθηκαν άλλα μ' ένα ρυθμικό

μονότονο μουρμουρητό. Στο σκοτεινό μέρος της πόλης άναψαν δω

κι εκεί τρεμουλιαστά φωτάκια, ενώ απ' το μέρος που έκαιγαν οι

φωτιές υψώθηκε ένας βαθύς, μακρόσυρτος ψίθυρος. " Ήρθε" είπε ο Κορνήλιος . "Τι; Κιόλας; Είσαι σίγουρος;" ρcδτησε ο Μπράουν.

"Ναι! Ναι! Σίγουρος . Δεν ακούς;" "Και τι στο διάολο κάνουν τόσο

σαματά;" συνέχισε ο Μπράουν. "Απ' τη χαρά τους" είπε φρουμάζο­

ντας ο Κορνήλιος "τον έχουν για πολύ σπουδαίο, και κάνουν όλο

αυτό το νταβαντούρι για να τον χαιρετήσουν, γιατί τόσο κόβει το

νιονιό τους, αλλά μη θαρρείς, κι ελόγου του δεν έχει πιότερο μυαλό

από 'να παιδαρέλι". "Και δε μου λες" είπε ο Μπράουν, "πώς θα τον

διπλαρώσουμε;" "Έννοια σου, και θα 'ρθει από μόνος του" είπε με

σιγουριά ο Κορνήλιος. "Δηλαδή, θα 'ρθει δω πάνω σαν να μην τρέ­

χει τίποτα;" Ο Κορνήλιος έγνεψε με πεποίθηση μες στο σκοτάδι.

"Μάλιστα. Θα 'ρθει ντουγρού εδώ πάνω για να μιλήσετε. Είναι βλάκας με πατέντα. Θα το δεις και μόνος σου". Ο Μπράουν δεν πί­

στευε στ' αυτιά του. "Θα δεις. Θα δεις" επανέλαβε ο Κορνήλιος .

"Δε φοβάται -δε φοβάται τίποτα. Θα 'ρθει και θα σου παραγγείλει

ν' αφήσεις ήσυχο το λαό του. Όλοι πρέπει ν' αφήσουν το λαό του

στην ησυχία του. Είναι σαν μωρό. Θα 'ρθει εδώ πάνω χωρίς να φο­

βάται καθόλου". Αλίμονο! Πόσο καλά τον ήξερε τον 'Γζιμ -εκείνη η

"σιχαμένη γρια-νυφίτσα" όπως τον αποκάλεσε ο Μπράουν. "Σίγου­

ρα, σου λέω" επέμεινε ο Κορνήλιος με ζέση, "και τότε, καπετάνιε,

θα βάλεις κείνο τον ψηλέα να του ρίξει στο ψαχνό. Φτάνει να βγά­

λεις αυτόν απ' τη μέση, κι απέ, θα τους έχεις όλους στο χέρι, θα μπο­

ρείς να τους πάρε ις ό,τι τραβάει η ψυχή σου -να φύγεις όποτε σου

καπνίσει. Χα! χα! χα! Άλλο πράμα σου λέω ... " Μόνο που δε χορο­

πήδαγε απ' την ανυπομονησία και τη συγκίνηση · ο Μπράουν με το

κεφάλι ελαφρά γυρισμένο πάνω απ' τον ώμο του έβλεπε πίσω απ'

τον Κορνήλιο τους άντρες του, λουσμένους στο ανελέητο φως της

αυγής, να κάθονται περονιασμtνοι ώς το κόκκαλο απ' το αγιάζι ανάμεπα στα αποκα"Lδια και το σκουπιδαριό της -χ.ατασκrΤνωuής

τους, τσακισfλένσι, σκιαη-ι~νο~, vτυμtνοι στα κουQέλια» .

Page 167: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

41

«Μέχρι την τελευταία στιγμή , προτού η μέρα χαράξει για τα καλά

και τους περιλούσει στο φως της, οι φωτιές στη δυτική όχθη έμε­

ναν αναμμένες, δυνατές και ξεκάθαρες κι ύστερα, ο Μπράοyν ε ί­

δε καταμεσής σ' έναν κύκλο από πολύχρωμες φιγούρες που έστε­

καν ακίνητες ανάμεσα στις δυο σειρές τα μπροστινά σπίτια, έναν

άντρα με ευρωπα·ίκά κάτασπρα ρούχα και κάσκα. "Νά τος! Νά

τος! " φώναξε ο Κορνήλιος ταραγμένος. Οι άντρες του Μπράουν

τινάχτηκαν πάνω όλοι μαζί και στριμώχτηκαν πίσω απ' την πλάτη

του, κοιτάζοντας με θολά μάτια. Η ομάδα με τα παρδαλά χρώμα­

τα, τα σκούρα πρόσωπα και τη λευκή φιγούρα στη μέση παρατη ­

ρούσε το λοφίσκο. Ο Μπράουν ξεχώριζε ώς και την κίνηση που

έκαναν μερικά γυμνά καφετιά χέρια για να σταθούν προσήλιο πά­

νω απ' τα μάτια, ή για να δείξουν προς το μέρος τους. Τι έπρεπε να

κάνει; Κοίταξε τριγύρω του: παντού, απ' όλες τις πλευρές, τους

έζωνε σαν τοίχος η ζούγκλα· πεδίο μάχης ενός άνισου αγώνα.

Έριξε ακόμη μια ματιά στους άντρες του . Η περιφρόνηση, η κού­

ραση, η λαχτάρα για ζωή, η επιθυμία να δοκιμάσει γι' άλλη μια

φορά την τύχη του -ν' αφήσει κάπου αλλού τα κόκαλά του- πάλευ­

αν μέσα του . Του φάνηκε πως η λευκή φιγούρα εκεί κάτω, υπό τη

συνοδεία όλων των δυνάμεων της χώρας, επισκοπούσε με κιάλια

τη θέση τους. Ο Μπράουν πήδηξε πάνω στο κούτσουρο τινάζο­

ντας τα χέρια ψηλά, με τις παλάμες ανοιχτές προς τα έξω. Τα μέλη

της πολύχρωμης ομάδας στριμώχτηκαν γύρω απ' τον λευκό, δυο

φορές τον παράσυραν προς τα πίσω μαζί τους, προτού τους ξεφύ­

γει κι αρχίσει να περπατάει μόνος σιγά σιγά. Ο Μπράουν παρέ­

με ινε ανεβασμένος στο κούτσουρο ωσότου ο τζιμ, που μια φαινό­

ταν και μια χανόταν ανάμεσα στα βάτα, έφτασε σχεδόν ώς τον ορ­

μίσκο · τότε ο Μπράουν πήδηξε κάτω και κατηφόρισε για να τον

συναντήσει στο δικό του έδαφος.

Page 168: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣτzΙΜ 367

>>Πρέπει να συναντήθηκαν, υποθέτω, όχι πολύ μακριά απ' το

μέρος, ίσως στο ίδιο ακριβώς σημείο , όπου ο Ύζιμ έκανε το δεύτε­

ρο aπεγνωσμένο πήδημα της ζωής του -το σάλτο που τον έφερε

κατευθείαν στην καρδιά της ζωής του Πατουσάν, χαρίζοντάς του

την αφοσίωση, την αγάπη και την εμπιστοσύνη των ανθρώπων της

χώρας. Στάθηκαν ο ένας αντίκρυ στον άλλον λοιπόν, εκεί στον ορ­

μίσκο , αναμετρώντας με βλέμμα σταθερό ο ένας τον άλλον προτού

ανοίξουν το στόμα. Σίγουρα εκείνες οι ματιές θα 'ταν πολύ αντα­γωνιστικές . Ξέρω ότι ο Μπράουν μίσησε τον Τζιμ με την πρώτη

ματιά. Όποιες κι αν ήταν αυτές οι ελπίδες που έτρεφε μέσα του,

έσβησαν μονομιάς. Δεν ήταν αυτός ο άντρας που περίμενε να δει.

Αυτός ήταν ο λόγος που τον μίσησε -με το καρό του φανελένιο

πουκάμισο, τα μανίκια κομμένα στους αγκώνες, την γκρίζα γενει­

άδα, και το μούτρο του ρουφηγμένο και καμένο απ' τον ήλιο- κα­

ταράστηκε μ' όλη του την καρδιά τα νιάτα και την αυτοπεποίθηση

του άλλου, τα καθαρά μάτια και τους άνετους τρόπους του. Αυτός

ο τύπος ήταν σε ασύγκριτα καλύτερη θέση απ' τη δική του . Δεν

έμοιαζε ούτε στο ελάχιστο διατεθειμένος να παραχωρήσει οτιδή­

ποτε για να πάρει βοήθεια. Είχε όλα τα πλεονεκτήματα με το μέ­

ρος του -ιδιοκτησία, ασφάλεια, εξουσία. Και από πίσω του, μια

συντριπτική δύναμη να τον υποστηρίζει! Δεν ήταν λιγούρης κι

aπελπισμένος, και δεν έμοιαζε καθόλου να φοβάται. Στα σκοτει­

νιασμένα απ' το θυμό μάτια του Μπράουν, εκείνα τα άψογα ρού­

χα του τζιμ, απ' την άσπρη κάσκα ώς τις υφασματένιες γκέτες και

τα καλογυαλισμένα με στουπέτσι άσπρα παπούτσια, έμοιαζαν ν'

ανήκουν στα πράγματα που σ' όλη τη διάρκεια της ζωής του τάχτη­

κε να τα περιφρονεί και να τα κορο"ίδεύει.

>> "Ποιος είσαι;" ρώτησε τέλος ο Τζιμ, με το συνηθισμένο τόνο

της φωνής του. "Με λένε Μπράουν" απάντησε ο άλλος δυνατά,

"καπεταν-Μπράουν. Εσένα;" Κι ο τζιμ, μετά από μια μικρή παύ­

ση, συνέχισε ήσυχα σαν να μην τον είχε ακούσει: "Τι σ' έφερε

εδώ;" 'Έ, αφού θες τόσο πολύ να το μάθεις, θα σ' το πω" είπε με

πίκρα ο Μπράουν. "Μια λέξη φτάνει. Η πείνα. Κι εσένα;"

>>"Εδώ, σαν να βγήκε λίγο απ' τα νερά του ο μάγκας" είπε ο

Μπράουν, εξιστορώντας μου την αρχή της παράξενης συζήτησης

μεταξύ εκείνων των δυο ανθρώπων, που αντικειμενικά τους χώρι­

ζαν ι-ιονάχα δυο δραmt.c:λιΕς στη λασπουδερή όχθη, κι όμως ταυτό-

Page 169: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

368 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

χρονα έστεκαν στα δυο αντίθετα άκρα, που ανάμεσά τους περι­

κλείεται ολόκληρο το φάσμα των διαφόρων αντιλήψεων του αν­

θρώπινου γένους για τη ζωή . "Τα 'χασε και κοκκίνισε σαν το παν­

τζάρι. Ζόρικη ερώτηση, ε; σκέφτηκα. Του είπα πως αν μ' έπαιρνε

για κάναν ξοφλημένο για να με κάνει ό,τι θέλει, έπεφτε έξω, γιατί

κι εκείνου η θέση δεν ήταν διόλου καλύτερη. Είχα ένα παλικάρι εκεί πάνω που όλη την ώρα τον σημάδευε με την κάνη του, και δεν

περίμενε παρά ένα σινιάλο μου. Αλλά δε χρειαζόταν να ανησυχεί

γι' αυτό. Είχε κατέβει με τη θέλησή του. «Ας συμφωνήσουμε» του

είπα, «ότι είμαστε και οι δυο ξεγραμμένοι, κι ας κουβεντιάσουμε

πάνω σ' αυτή τη βάση σαν ίσος προς ίσον. Είμαστε ίσοι μπρος στο

θάνατο». Παραδέχτηκα πως είχα πιαστεί εκεί πάνω σαν το ποντί­

κι στη φάκα, αλλά ήμασταν τώρα κι οι δυο στην παγίδα, κι εξάλ­

λου, ένα πιασμένα ποντίκι μπορεί ακόμα να δαγκώσει. Μπήκε

αμέσως στο νόημα. «Δεν μπορεί, αν δε ζυγώσεις τη φάκα μέχρι να

ψοφήσει» μου έκανε. Του είπα πως αυτή η τακτική είναι στα μέ­

τρα των φίλων του των ιθαγενών, αλλά θαρρούσα πως εκείνος

ήταν αρκετά πολιτισμένος για να φερθεί έτσι, ακόμα και σ' ένα

ποντίκι. Ναι, ήθελα να μιλήσουμε. Αλλά δεν το 'χα σκοπό να του

φιλήσω τα πόδια για να σώσω το τομάρι μου. Οι άντρες μου ήταν

-ε -ό,τι και να 'τανε -άνθρωποι ήταν κι αυτοί σαν ελόγου του. Το

μόνο που θέλαμε από δαύτον, ήταν να έρθει να μιλήσουμε σταρά­

τα. «Τι διάολο» είπα, καθώς στεκόταν εκεί aσάλευτος σαν παλού­

κι, <<θες να 'ρχεσαι εδώ κάθε μέρα και να μετράς με τα κιάλια σου

πόσοι από μας βαστάν ακόμη στα ποδάρια τους; Αποφάσισε. Στο

Θεό σου, φέρε αυτούς τους σατανάδες εδώ πέρα να σκυλοσφα­

χτούμε, ειδαλλιώς άφησέ μας να φύγουμε και να πεθάνουμε της

πείνας στο πέλαγο! Κι εσύ άσπρος είσαι ... όσο για τα ρέστα, πως είναι ο λαός σου και πως είσαι κι εσύ σαν κι αυτούς, είναι μπαρού­

φες. Και τι στο διάολο κερδίζεις απ' αυτό; Τι βρήκες δω χάμου

που είναι τόσο -τόσο πολύτιμο; Ε; Φοβάσαι μπας και κάνουμε γι­

ουρούσι, ε; Είστε διακόσιοι προς έναν. Φοβάσαι ότι θα κατέβουμε

στην aπλωσιά. Α! Σου δίνω το λόγο μου πως θα καλοπεράσετε

προτού ξεμπερδέψετε μαζί μας. Λες ότι επιτέθηκα άνανδρα Ενά­

ντια σε φιλήσυχους ανθρώπους. Τι με νοιάζει εμένα αν είναι φιλή ­

συχοι ή όχι, όταν εγώ πεθαίνω της πείνας άδικα των αδίκων. Αλλά εγώ δεν είμαι φοβητσιάρης. Δείξε μας κι εσύ τι είσαι λοιπόν. Φέρ'

Page 170: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣτzΙΜ 369

τους εδώ, γιατί αλλιώς, ο διάολος να με πάρει, θα πεθάνω, αλλά

μαζί μου θα ξαποστείλω τουλάχιστον τους μισούς απ' το "φιλήσυ­

χο" χωριό σου μπαρουτοκαπνισμένους σε τόπο χλοερό»".

»Ήταν τρομερός -καθώς μου τα διηγιόταν- αυτός ο τυραννι­

σμένος ανθρώπινος σκελετός που καθόταν ζαρωμένος με το πρό­

σωπό του πάνω στα γόνατα, σ' ένα άθλιο κρεβάτι σ' εκείνη τη μι­

σορημαγμένη καλύβα, έτσι όπως σήκωσε το κεφάλι του για να με

κοιτάξει θριαμβευτικά και γεμάτος μοχθηρία.

»"Έτσι του μίλησα -ήξερα τι έπρεπε να πω" άρχισε πάλι, αδύ­

ναμα στην αρχή, αλλά ξαναβρίσκοντας σε κλάσματα του δευτερο­

λέπτου όλο του τον καλό εαυτό, ξερνώντας άγρια την περιφρόνηση

που φώλιαζε μέσα του. "Δεν έχουμε καμιά όρεξη να καταφύγουμε

στη ζούγκλα και να τριγυρνάμε εκεί μέσα σαν λιμασμένοι σκελε­

τοί, πέφτοντας ο ένας μετά τον άλλο για να μας φάνε ζωντανούς τα

μυρμήγκια. Α, όχι .. . «Δεν aξίζεις καλύτερη τύχη» είπε. «Κι εσύ για­τί aξίζεις;» του φώναξα, «εσύ που λουφάζεις δω χάμω, και μας

τσαμπουνάς παχιά λόγια για ευθύνες, για αθώες ζωές και για τα

καταραμένα σου "καθήκοντα"; Τι παραπάνω ξέρεις για μένα, απ'

ό,τι ξέρω εγώ για σένα; Εγώ ήρθα δω για το φα:L. Πιάνεις; -λίγο

φαγάκι να λαδώσουμε τ' αντεράκι μας. Εσύ γιατί ήρθες δω χάμω;

Τι γύρευες να βρεις; Το μόνο που σου ζητάμε, είναι να μας δώσεις

την ευκαιρία να πολεμήσουμε ή να μας aφήσεις το δρόμο ανοιχτό

για να γυρίσουμε από κει που 'ρθαμε ... » «Αν θες, μπορούμε να χτυ­

πηθούμε τώρα αμέσως οι δυο μας» είπε, στρίβοντας το μικρό του

μουστάκι. «Κι εγώ θα σ' άφηνα μετά μεγάλης μου χαράς να με ξε­

κάνεις» είπα εγώ. «Εδώ που φτάσαμε, απ' όπου και να σαλτάρω

για τον άλλο κόσμο, το ίδιο κάνει. Μπούχτισα πια. Αλλά μακάρι να

'ταν έτσι εύκολο. Βλέπεις, δεν aρμενίζω μοναχός, έχω κι άλλες ψυ­

χές μαζί μου -εγώ δεν είμαι από κείνους που κόβουν λάσπη με την

πρώτη στραβοτιμονιά και παρατάνε τους άλλους στου χάρου τα δό­

ντια» είπα. Έμεινε για λίγο σκεφτικός, κι ύστερα με ρώτησε τι είχα

κάνει («έξω εκεί» είπε, δείχνοντας με το κεφάλι του πέρα απ' το

ποτάμι) και βρέθηκα σ' αυτό το χάλι. «Δε μου λες, μπας και βρεθή­

καμε δω χάμω για να πούμε την ιστορία της ζωής μας;» τον ρώτη­

σα. «Όχι, αν είναι έτσι δηλαδής, κάνε την αρχή . Όχι, ε; Καλά λοι­

πόν, να 'σαι σίγουρος ότι δεν έχω καμιά όρεξη να την ακούσω.

Κράτα τη για τον εαυτό σου. Ξέρω ότι δεν είναι καλύτερη απ' τη δι-

----------------- -----

Page 171: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

370 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

κιά μου. Γεννήθηκα κι έζησα σ' αυτό τον κόσμο -κι εσύ το ίδιο, αν

και μιλάς σαν να 'σουν από κείνους που θα 'πρεπε να 'χουν φτερά,

για να σεργιανάνε χωρίς ν' αγγίζουν τη βρώμικη γη. Ναι, είναι

βρώμικη. Κι εγώ δεν έχω φτερά. Και είμαι εδώ, γιατί πρώτη φορά

στη ζωή μου φοβήθηκα. Θέλεις να μάθεις τι; Τη φυλακή. Αυτή εί­

ναι που μου κόβει τα πόδια. Ορίστε λοιπόν, αφού ρωτάς να μάθεις.

Δε ρωτάω τι σ' έφερε εσένα εδώ, στου διαόλου τη μάνα, όπου, απ'

ό,τι φαίνεται, έχεις πιάσει την καλή. Ήταν το ριζικό σου, και το δι­

κό μου είναι να παρακαλάω σαν χάρη να με σκοτώσουν χωρίς πολ­

λά πολλά, ή να με πετάξουν με τις κλοτσιές για να πάω να ψοφήσω

ελεύθερος καταπώς ξέρω εγώ ... »"

»Η αγαλλίαση που δόνησε το τσακισμένο του κορμί ήταν τόσο

σφοδρή, σίγουρη και γεμάτη μοχθηρία, ώστε έμοιαζε να 'χει νική­

σει προς στιγμήν το θάνατο που τον παραμόνευε σ' εκείνη την κα­

λύβα. Η παρανο'ίκή εμπάθειά του υψώθηκε πάνω απ' τα κουρέλια

και τη μιζέρια, όπως σηκώνεται ένα πτώμα απ' το σκοτάδι του τά­

φου. Είναι αδύνατον να ξέρω κατά πόσο διαστρέβλωνε την αλή­

θεια, στον τζιμ τότε, σ' εμένα εκείνη τη στιγμή -ή και ανέκαθεν

στον ίδιο του τον εαυτό . Η ματαιοδοξία παίζει μακάβρια παιχνί­

δια με τη μνήμη μας, και κάθε αληθινό πάθος χρειάζεται πάντα

μια αυταπάτη για να κρατηθεί ζωντανό. Μπροστά στο κατώφλι του κάτω κόσμου, ντυμένος σαν ζητιάνος, τσαλαπατούσε τούτο

τον κόσμο, τον έφτυνε κατάμουτρα, τον έλουζε με ανείπωτη περι­

φρόνηση, με το ολέθριο πνεύμα της άρνησης που ήταν το υπόβα­

θρο για όλες του τις παρανομίες. Τους είχε συντρίψει όλους

-άντρες γυναίκες, άγριους, εμπόρους, παλιανθρώπους και ιερα­

πόστολους -και τον 'Γζιμ -αυτόν το ροδομάγουλο διακονιάρη. Αυ­

τός ο θρίαμβος in articulo mortis,88 αυτή η σχεδόν μεταθανάτια

ψευδαίσθηση ότι είχε ποδοπατήσει τον κόσμο ολάκερο, δε γέννη­

σε μέσα μου αισθήματα aπέχθειας. Ακούγοντάς τον να κομπάζει

μες στην άθλια και σιχαμερή του αγωνία, θυμήθηκα τις κορο'ίδευ­

τικές κουβέντες που κυκλοφορούσαν στα χρόνια της μεγάλης του

δόξας, όταν για τουλάχιστον ένα χρόνο και περισσότερο το καρά­

βι του "κυρίου" Μπράουν γυρόφερνε, συχνά για μέρες, έξω από

ένα νησάκι, όπου το πράσινο έσμιγε με το γαλάζιο της θάλασσας,

ss Στα πeόθυeα του θανάτου.

Page 172: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 371

και το σπιτάκι της ιεραποστολής ξεχώριζε σαν μαύρη κουκκίδα

πάνω στη λευκή αμμουδιά. Ο "κύριος" Μπράουν -στην ξηρά­

χρησιμοποιούσε όλη του τη γοητεία για να πλανέψει ένα κορίτσι

με ρομαντική καρδιά, για το οποίο η Μελανησία αποδείχτηκε πως

δεν ήταν παράδεισος όσο για το σύζυγο, αυτός έτρεφε απατηλές

ελπίδες ότι θα κατόρθωνε να σώσει μια αμαρτωλή ψυχή . Εκείνος

ο φουκαράς είχε εκφράσει μερικές φορές ανοιχτά την πρόθεση να

φέρει "τον κύριο Μπράουν στον ίσιο δρόμο". "Να τσουβαλιάσει

τον κύριο Μπράουν στους ουρανούς" -όπως το είπε μια φορά

ένας σουλατσαδόρος του λιμανιού και με κοίταγε λοξά- "ίσα για

να δουν εκεί πάνω τι μπουμπούκια είναι οι καπεταναίοι στον Ει­

ρηνικό". Ο "κύριος" Μπράουν, που το 'σκασε με μια γυναίκα

ετοιμοθάνατη κι έκλαψε πάνω απ' το νεκρό της σώμα. "Την κου­

βάλησε στα χέρια σαν μωρό" έλεγε κάποιος, που έλαχε να 'ναι τό­

τε μηχανικός σ' εκείνο το καράβι. "Και μη μου πείτε πως την έκα­

νε κέφι για γκόμενα, διότι θα γελάσει και το παρδαλό κατσίκι.

Αυτή, κυρίες και κύριοι, είχε τέτοιο χάλι όταν την ανέβασε στο κα­

ράβι, που ούτε να τον γνωρίσει δεν μπορούσε · ήταν ξαπλωμένη

εκεί στο γιατάκι του και κοίταγε συνέχεια το δοκάρι με κάτι ματά­

ρες νά, που γυαλίζανε -κι ύστερα ξεψύχησε. Απ' τις ξορκισμένες

τις θέρμες, θαρρώ". Θυμόμουν όλες αυτές τις ιστορίες την ώρα

που εκείνος, σφουγγίζοντας την μπερδεμένη του γενειάδα με το

μπλαβοκίτρινο χέρι του, μου έλεγε ξαπλωμένος πάνω στο νεκρο­

κρέβατο που έζεχνε απ' την μπόχα, πώς του την έφερε μπαμπέσι­

κα, πώς τον τουμπάρισε, πώς του 'δωσε και κατάλαβε aυτουνού

του μασκαρά, του αγιόπαιδου, του "μη μου άπτου" του τζιμ. Μπο­

ρεί να μην ήταν φοβητσιάρης, όμως υπήρχε άλλος δρόμος, "νά μια

μονοπατάρα, φαρδιά πλατιά, που έτσι και την έβρισκες, μπορού­

σες να τον χτυπήσεις κάτω σαν χταπόδι, να του αλλάξεις τον αδό­

ξαστο, να του ξεριζώσεις τη ρουφιάνα την ψυχή του και να της γυ­ρίσεις τα μέσω όξω. Μα το Θεό!">>

Page 173: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

42

«Σχετικά μ' αυτό το περιβόητο μονοπάτι, δε νομίζω ότι ο Μπράουν

είχε περισσότερες δυνατότητες απ' το να του ρίξει απλώς μια αδιά­

κριτη ματιά. Και κατά τα φαινόμενα, αυτά που είδε τον είχαν μπερ­

δέψε ι, γιατί διέκοψε κάμποσες φορές την αφήγησή του λέγοντας:

"Μου ξεγλιστρούσε μέσ' απ' τα δάχτυλα. Έσπαγα το κεφάλι μου να

καταλάβω τι μέρος του λόγου ήταν". Κι αφού μου 'ριχνε μια άγρια

ματιά, συνέχιζε να θριαμβολογεί όλο μοχθηρία. Η συζήτηση των δύο

αντρών στην ακροποταμιά μοιάζει τώρα στα μάτια μου σαν θανάσι­

μη μονομαχία, που τα παγερά μάτια της μοίρας την παρακολουθούν

με πλήρη επίγνωση του τέλους. Όχι, δεν τα κατάφερε να του "γυρί­

σει την ψυχή τα μέσα όξω", αλλά πάλι, αν δεν κάνω κι αυτή τη φορά

λάθος, το πνεύμα του Ί'ζιμ, αυτό το ανώτερο πνεύμα που ήταν εντε­

λώς απρόσιτο για το Μπράουν, αναγκάστηκε να γευτεί βαθιά όλη

την πίκρα εκείνης τη αναμέτρησης. Ήταν οι εντολοδόχοι, με τους

οποίους ο κόσμος π υ είχε απαρνηθεί τον κατεδίωκε στο φευγιό

του. Λευκοί από "κε έξω", από εκεί όπου δε θεωρούσε τον εαυτό του άξιο να ζει. Αυτή 'ταν όλη κι όλη η απολαβή του -μια απειλή που

κλόνιζε και υπονόμε ε τα καλά του έργα. Αυτή η έντονη μελαγχο­

λία, η ανάμεικτη αίσ ηση θυμού και υποταγής που αποπνέανε οι λι­

γοστές κουβέντες το Ί'ζιμ, μπέρδεψε τον Μπράουν καθώς προσπα­

θούσε να διαβάσει τ χαρακτήρα του. Πολλοί μεγάλοι άντρες χρω­

στάνε το μεγαλείο το ς σε μια θαυμαστή ικανότητα να aφυπνίζουν

κάθε φορά τις κατά ηλες δυνάμεις στην ψυχή των ανθρώπων, που

μέλλουν να χρησιμοπ ιηθούν σαν εργαλεία για να υπηρετήσουν ένα

συγκεκριμένο σκοπό Ο Μπράουν, σαν να ήταν αληθινά μεγάλος

άντρας, είχε το διαβ λικό χάρισμα να εντοπίζει το καλύτερο και το

πιο αδύνατο σημείο τ ν θυμάτων του. Παραδέχτηκε πως ο Ί'ζιμ δεν ήταν από κείνους πο μπορείς να τους τυλίξι::ις μΕ κλάψες και παρα­

κάλια, κι έτσι φρόντ σε να φερθεί σαν άνθρωπος ντόμπρος, που

Page 174: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 373

αντιμετωπίζει άφοβα τις κακοτυχίες, την καταφρόνια και το θάνατο.

Το λαθρεμπόριο μερικών όπλων δεν ήταν δα και κάνα έγκλημα, πα­

ρατήρησε. Κι όσο για την άφιξή του στο Πατουσάν, ποιος μπορούσε

να υποστηρίξει ότι δεν είχε έρθει σαν κάποιος που ζητάει βοήθεια;

Αυτοί οι σατανάδες εκεί πέρα τους βαρέσανε στο ψαχνό κι απ' τις

δυο όχθες, χωρίς να σταθούν να ρωτήσουν. Αυτό μπόρεσε να το

ισχυριστεί ξεδιάντροπα, γιατί ο Ντέην Βάρις, δρώντας πράγματι χω­

ρίς καθυστέρηση, είχε αποτρέψει μεγαλύτερες συμφορές ο Μπρά­

ουν μού είπε ανοιχτά ότι, βλέποντας πόσο μεγάλο ήταν το μέρος, πή­

ρε την αστραπιαία απόφαση ότι μόλις κατάφερναν να ταμπουρω­

θούνε καλά, θα έβαζε φωτιά δεξιά κι αριστερά και θ' άρχιζε να πυ­

ροβολεί καθετί ζωντανό, με σκοπό να καταπτοήσει και να τρομο­

κρατήσει τον πληθυσμό. Η δυσαναλογία των δυνάμεων ήταν τόσο

μεγάλη, που αυτός ήταν ο μοναδικός τρόπος να πετύχει το σκοπό του

-είπε σε μια κρίση βήχα. Αλλά αυτό βέβαια δεν το ανέφερε στον

τζιμ. Πάντως, η πείνα και οι κακουχίες πσυ τραβήξανε, ήταν πέρα

για πέρα αληθινές το καταλάβαινες με την πρώτη ματιά. Σφύριξε

δυνατά στους άντρες του, κι εκείνοι ήρθαν και στάθηκαν στη γραμμή

πάνω στα κούτσουρα, έτσι που να τους βλέπει ο τζιμ. Όσο για κεί­

νον που σκοτώθηκε, εντάξει, έγινε -δεν μπορούμε να πούμε -αφού

ανοίξανε πόλεμο ... Ο πόλεμος δεν είναι παίξε γέλασε -άμα σε στρι­μώξουν έτσι ... κι ήταν καθαρή δουλειά, μια σφαίρα κατάστηθα, όχι σαν τον δικό τους το φουκαρά, που κειτόταν πεσμένος τώρα στη

όχθη. Τον άκουγαν ν' αργοπεθαίνει έξι ολόκληρες ώρες με το μολύ­

βι στα σωθικά. Εν πάση περιπτώσει ήταν πάτσι, ένας μ' έναν ... Κι όλ' αυτά τα 'λεγε ένας aποκαμωμένος άνθρωπος που δεν ψηφάει πια τί­

ποτα· ένας άνθρωπος κυνηγημένος σε κάθε του βήμα απ' την κακο­

τυχία, έτσι που στο τέλος τραβάει πια κουτουρού κι όπου τον βγάλει.

"Στο κάτω κάτω, βάλε το χέρι στην καρδιά και πες μου στα ίσια, άμα

κοιτάς να γλιτώσεις το τομάρι σου μες στην αναμπουμπούλα, σά­

μπως κάθεσαι να σκεφτείς πόσοι άλλοι θα πάνε καλιά τους, αν θα

'ναι τρεις, τριάντα ή τριακόσιοι;" τον ρώτησε κοφτά. Ήταν σαν να

τον είχε μαστορέψει ο ίδιος ο διάολος. "Μωρέ τινάχτηκε σαν να τον

τσίμπησε σκορπιός" μου κοκορεύτηκε ο Μπράουν. "Σταμάτησε

αμέσως να μου παριστ:άνει το αγγελούδι. Το βούλωσΕ χαι χοίταζΕ μπουρινιασμένος --όχι εμένα -αλλά κάτω, στο χώμα". Του κερατά!

Όλοι κάποια λαδιά κάνουμε στη ζωή μας, και δεν έχουμε το δικαίω-

Page 175: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

374 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

μα να φερόμαστε στους άλλους σαν να 'τανε σκυλιά· άμα πέσεις στη

λούμπα, το μόνο που κοιτάς είναι να τη σκαπουλάρεις όπως όπως

-και τα λοιπά, και τα λοιπά. Μέσα απ' αυτές τις τραχιές κουβέντες

αναδυόταν μια λεπτή νύξη για το κοινό τους αίμα, ένα υπονοούμενο

για κοινές εμπειρίες που τους έδεναν· μια αηδιαστική πεποίθηση ότι

είναι ένοχοι για το ίδιο πράγμα, ότι ήταν κάτοχοι μιας μυστικής γνώ­

σης που συνέδεε ακατάλυτα το μυαλό και την καρδιά τους.

»Τέλος, ο Μπράουν κάθισε κατάχαμα aπλώνοντας την αρίδα του,

και παρατηρούσε τον 'Γζιμ με την άκρια του ματιού του . Ο 'Γζιμ έστε­

κε συλλογισμένος απ' την άλλη μεριά του ποταμού, χτυπώντας με μια

βέργα το πόδι του. Απ' όλα τα σπίτια τριγύρω δεν ακουγόταν ούτε

ένας ήχος, θαρρείς και είχαν σαρωθεί από κάποιο λοιμό που είχε

εξαφανίσει και το παραμικρό ίχνος ζωής υπήρχαν όμως πολλά αθέ­

ατα μάτια στραμμένά στους δυο άντρες, που είχαν ανάμεσά τους την

ποταμιά, μια άσπρη βάρκα μπαταρισμένη, και το σώμα ενός τρίτου

άντρα μισοβυθισμένο στη λάσπη. Τα κανό είχαν αρχίσει να πηγαι­

νοέρχονται πάλι στο ποτάμι, γιατί το Πατουσάν ξαναβρήκε με την

επιστροφή του λευκού κυρίου την πίστη του στη σταθερότητα των γή­

ινων θεσμών. Η δεξιά όχθη, τα λιακωτά των σπιτιών, οι σχεδίες

aραγμένες και στις δυο πλευρές της ακροποταμιάς, ακόμα και οι

στέγες στα μικρά ψαθοκάλυβα που τα 'χανε για λουτρά, ήταν γεμά­

τες με ανθρώπους που, σε απόσταση αρκετά μεγάλη για ν' ακούγο­

νται και σχεδόν αθέατοι, κοίταζαν με όλη τη δύναμη των ματιών τους

προς τη μεριά του λόφου, πέρα απ' τον καταυλισμό του πρίγκιπα.

Πιο κοντά, μες στο πλατύ ακανόνιστο δαχτυλίδι από πυκνή βλάστη­

ση, που το χώριζε σε δυο μεριές ο καθρέφτης του ποταμού, επικρα­

τούσε απόλυτη ησυχία. ''Υπόσχεσαι να φύγεις απ' την ακτή;" ρώτη­

σε ο Ί'ζιμ. Ο Μπράουν σήκωσε το χέρι του κι ύστερα το άφησε να

πέσει, σαν να δεχόταν τη μοίρα αγόγγυστα --σαν να υπέκυπτε στο

μοιραίο. "Και να παραδώσεις τα όπλα σου;" Ο Μπράουν σηκώθηκε

και του 'ριξε μια άγρια ματιά. "Να δώσω τα όπλα μας! Μόνο αν πα­

τήσεις πάνω απ' το κουφάρι μου. Μπας και θαρρείς πως χέστηκα απ'

το φόβο μου και δεν ξέρω τι μου γίνεται; Α! όχι! Τούτα τα όπλα, τα

κουρέλια που φοράω και κάτι παλιοκαραμπίνες στο καράβι είναι

ό,τι έχω και δεν έχω· και το μόνο που μου απομένει, είναι. να τα ξε­

πουλήσω όλα στη Μαδαγασκάρη, αν φτάσω ποτέ εκεί πέρα -ψωμο­

ζητώντας στο δρόμο από καράβι σε καράβι".

Page 176: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 375

>>0 Ί'ζιμ δεν είπε τίποτα. Τέλος, πέταξε τη βέργα που βάσταγε στο χέρι του, και είπε σαν να μιλούσε στον εαυτό του: "Δεν ξέρω

αν έχω τη δύναμη" ... "Δεν ξέρεις! Και μου ζητάς να δώσω τα όπλα μου! Καλό κι αυτό" φώναξε ο Μπράουν. "Φαντάσου δηλαδή, άλλα

να πούνε σ' εσένα κι άλλα να κάνουν μ' εμένα". "Καλά, αν δεν

έχεις τη δύναμη, τι καθόμαστε και κουβεντιάζουμε;" συνέχισε ήρε­

μα τώρα. "Γιατί ήρθες εδώ χάμω; Για να σκοτώσεις την ώρα σου;"

>>"Πολύ καλά" είπε ο Ί'ζιμ, σηκώνοντας ξαφνικά το κεφάλι του

ύστερα από μια μεγάλη σιωπή. "Ή που θα 'χεις ελεύθερο το δρό­

μο να φύγεις, ή μια ανοιχτή μάχη" . Έκανε στροφή επιτόπου κι

απομακρύνθηκε.

>>Ο Μπράουν σηκώθηκε αμέσως, αλλά δεν ανέβηκε το λόφο,

παρά μόνο όταν είδε τον Ί'ζιμ να χάνεται ανάμεσα στα πρώτα σπί­

τια. Ήταν η τελευταία φορά που τον έβλεπε . Καθώς γυρνούσε, συ­

νάντησε τον Κορνήλιο που κατηφόριζε την πλαγιά σέρνοντας τα

πόδια του, με σκυμμένο κεφάλι. Σταμάτησε μπροστά στον Μπρά­

ουν. "Γιατί δεν τον σκότωσες;" είπε με ξινισμένη φωνή, γεμάτη δυ­

σαρέσκεια. "Γιατί μπορώ να κάνω κάτι καλύτερο απ' αυτό" απά­

ντησε ο άλλος μ' ένα κεφάτο χαμόγελο. "Όχι! όχι!" διαμαρτυρήθη­

κε έντονα ο Κορνήλιος. "Δεν μπορείς. Έχω ζήσει εδώ πολλά χρό­

νια" . Ο Μπράουν τον κοίταξε με περιέργεια . Η ζωή αυτού του τό­

που που βρισκόταν σε πόλεμο μαζί του, είχε πολλές πλευρές υπήρ­

χαν πράγματα που δε θα μπορούσε ποτέ να καταλάβει. Ο Κορνή­

λιος συνέχισε το δρόμο του προς το ποτάμι aποκαρδιωμένος. Τέρ­

μα πια το ειδύλλιο με τους καινούργιους φίλους η λυπηρή αυτή

έκβαση των γεγονότων τού είχε χαλάσει τη διάθεση, και το κιτρι­

νιάρικο, γέρικο μουσούδι του σούφρωσε τρισχειρότερα απ' το γι­

νάτι· καθώς κατέβαινε, έριχνε λοξά βλέμματα δεξιά κι αριστερά,

χωρίς να παραιτείται ούτε λεπτό απ' την έμμονη ιδέα του .

»Από δω και πέρα, τα γεγονότα πήραν το δρόμο τους γοργά,

ανεμπόδιστα, αναβλύζοντας κατευθείαν απ' τα τρίσβαθα της καρ­

διάς των ανθρώπων, σαν ποταμός από αθέατη, σκοτεινή πηγή . Η εικόνα του τζιμ καταμεσής σε Ωλ' ωrι:ά είναι χυρίως όπως την εί­

δαν τα μάτια του Ταμπ Ιτάμ. Ήταν βέβαια και τα ι--ιάτια τηs κοπέ­

λας, αλλά αυτεινής η ζωή είναι πολύ συvυφασμcνη μι:; τη δικtΊ του ·

μπαίν~ι στη μέση το πάθος της, η απορία, η οργή, και πάνω απ' όλα

ο φόβος χι ο ερωτάς της που δε συγχωρεί. Ενώ στον πιστό υπηρέτη,

Page 177: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

376 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

που ήταν κι αυτός εξίσου aνήμπορος να καταλάβει όπως όλοι οι άλλοι, το μόνο που παρεμβάλλεται είναι η αφοσίωση· αφοσίωση

και πίστη στον κύριό του τόσο δυνατή, που ακόμα και η τρομερή

του κατάπληξη υποτάχτηκε σ' ένα μελαγχολικό αίσθημα αποδοχής

μιας μυστηριώδους αποτυχίας. Δεν είχε μάτια παρά μόνο για τον

κύριό του, και διατήρησε, ακόμα και μες στο αποκορύφωμα της

σύγχυσης, το ύφος του υπάκουου, αφοσιωμένου φύλακα.

»0 αφέντης του γύρισε απ' τη συνομιλία του με τους λευκούς, περ­

πατώντας αργά προς το οδόφραγμα που ήταν στημένο στο δρόμο.

Όλοι ήταν γεμάτοι χαρά που τον έβλεπαν να γυρίζει, γιατί δε φοβό­

ντουσαν μόνο μήπως τον σκοτώσουν, αλλά και για το τι θα γινόταν

μετά από κάτι τέτοιο. ο nιμ μπήκε σ' ένα σπίτι όπου είχε αποσυρθεί

ο Ντοραμίν, κι έμεινε εκεί μόνος με τον αρχηγό των Μπούγκις για

πολλή ώρα. Χωρίς αμφιβολία, συζήτησε μαζί του για την πορεία που

θα ακολουθούσαν από δω και μπρος, αλλά κανένας δεν ήταν παρών

σ' εκείνη την κουβέντα. Μόνο ο Ταμπ Ιτάμ που έστεκε όσο πιο κοντά

στην πόρτα γινόταν, άκουσε τον αφέντη του να λέει: "Ναι, όλος ο λα­

ός θα μάθει την επιθυμία μου· αλλά μίλησα σ' εσένα, Ντοραμίν, ιδιαί­

τερα και πριν απ' όλους τους άλλους, γιατί εσύ ξέρεις την καρδιά μου

και τους πόθους της, όσο εγώ ξέρω τη δικιά σου και τον μεγάλο της

πόθο. Και ξέρεις καλά πως για το μόνο πράγμα που νοιάζομαι, ε ίναι

το καλό του λαού". Ύστερα ο αφέντης του βγήκε σηκώνοντας το πα­

ραπέτο στην πόρτα, κι εκείνος, ο Ταμπ Ιτάμ, πρόλαβε να δει για μια

στιγμή τον γερο-Ντοραμίν καθισμένο στην καρέκλα, με τα χέρια στα

γόνατα και το βλέμμα του ριγμένο κάτω, ανάμεσα στα πόδια του .

Έπειτα ακολούθησε τον αφέντη του στο φρούριο, όπου είχαν μαζευ­

τεί όλοι οι αρχηγοί των Μπούγκις και οι κάτοικοι του Πατουσάν για

να συζητήσουν. Ο ίδιος ο Ταμπ Ιτάμ έτρεφε την ελπίδα μιας μάχης.

"Μήπως δε θα παίρναμε κι αυτό το λόφο όπως και τον άλλο τότε;"

αναφώνησε περίλυπος. Υπήρχαν πολλοί ωστόσο στην πόλη που έλπι­

ζαν ότι οι άπληστοι ξένοι θα πείθονταν να φύγουν, βλέποντας τόσους

γενναίους άντρες έτοιμους να πολεμήσουν. Θα 'ταν καλό να έφευγαν

έτσι. Απ' τη στιγμή που έγινε γνωστή η άφιξη του nιμ πριν τα ξημε­

ρώματα, με τις κανονιές που έπεσαν απ' το φρούριο και τους χτύπους

των μεγάλων ταμπούQλων, όλος ο φόβος που κρεμόταν πάνω απ' το Πατουσάν είχε διαλυθεί και υποχωρήσει, σαν κύμα που σκάει πάνω

στα βράχια, αφήνοντας πίσω του το χοχλακιστό αφρό της έξαψης, της

Page 178: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 377

περιέργειας και των ατέλειωτων συζητήσεων. Οι μισοί απ' τους κα­

τοίκους είχαν αναγκαmεί να αδειάσουν τα σπίτια τους για λόγους

άμυνας και να εγκαταmαθούν mo δρόμο, στη δεξιά πλευρά του πο­

ταμού, συνωmισμένοι γύρω απ' το φρούριο, με το φόβο να δουν από

λεπτό σε λεπτό τα παρατημένα σπίτια τους ζωσμένα mις φλόγες. Η

γενική επιθυμία ήταν να τακτοποιηθούν τα πράγματα όσο το δυνατόν

πιο γρήγορα. Το κορίτσι είχε φροντίσει να μοιραmεί φαγητό mους

ξεσπιτωμένους. Κανείς δε γνώριζε τις προθέσεις του λευκού κυρίου

τους. Μερικοί διατείνονταν ότι τα πράγματα ήταν χειρότερα απ' ό,τι

mον πόλεμο με τον Σέριφ Αλί. Σ' εκείνο τον πόλεμο υπήρχαν πολλοί

αμέτοχοι· ενώ τώρα όλοι είχαν κάτι να χάσουν. Το :ιτήγαιν' έλα απ' τα

κανό ανάμεσα στα δυο μέρη της πόλης τραβούσε το ενδιαφέρον

όλων. Δύο πολεμικές βάρκες των Μπούγκις ήταν αγκυροβολημένες

στη μέση του ποταμού για να τον προστατεύουν, και μια στήλη κα­

πνού έστεκε σχεδόν ακίνητη :ιτάνω απ' την πλώρη τους οι άντρες τους

μαγείρευαν το μεσημεριάτικο ρύζι όταν ο τζιμ, μετά τις συνομιλίες

με τον Μπράουν και τον Ντοραμίν, πέρασε το ποτάμι και μπήκε mo φρούριο απ' την πλωτή είσοδο. Όλο το aνθρωπομάνι που βρισκόταν

μέσα, έτρεξε αμέσως μόλις τον είδε και στριμώχτηκε γύρω του, έτσι

που δυσκολευόταν να συνεχίσει το δρόμο του για το σπίτι. Δεν τον εί­

χαν δει προηγουμένως, γιατί όταν έφτασε τη νύχτα, αντάλλαξε λίγες

λέξεις μόνο με το κορίτσι που είχε κατέβει στη ξύλινη αποβάθρα για

να τον υποδεχτεί, κι ύστερα πήγε γραμμή να συναντήσει τους αρχη­

γούς και τους πολεμιmές στην απέναντι όχθη. Όλοι τον καλωσόρι­

ζαν. Μια γριά ξεσήκωσε γέλια στο πλήθος, καθώς βγήκε σπρώχνο­

ντας θυμωμένη μπροmά μπροmά, και του παράγγειλε με γκρινιάρι­

κη επιτακτική φωνή να μην πάθουν κακό απ' τους ληστές τα δυο της

αγόρια που ήταν υπό τις διαταγές του Ντοραμίν. Πολλοί απ' τους πα­

ριmάμενους προσπάθησαν να την τραβήξουν μακριά, αλλά εκείνη

δεν το 'βαλε κάτω, κι έσκουξε: "Αφήστε με! Τι 'ναι αυτά, μουσουλμά­

νοι; Σα δε ντρέπεmε να γελάτε. Σάμπως δεν είναι σκληροί, κολασμέ­

νοι, φονιάδες;" "Αφήστε την ήσυχη" είπε ο τζιμ, και καθώς ξαφνικά

απλώθηκε ησυχία, συνέχισε αργά: "Δε θα πάθει κανείς τίποτα". Μπήκε στο σπίτι προτού ο βαΕtύς στεναγμός της γριάς και τα δυνατά

μουρμουρητά ικανοποίησης του πλήθους ξe;θυμάνουν πίσω του.

»Δεν υπάρχει αμφιβολία πως είχε πάρει απόφαση ν' αφήσει τον

Μπράουν ελεύθερο να γυρίσει στη θάλασσα. Ήταν η σειρά της

Page 179: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

378 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΓ

μοίρας του τώρα να επαναστατήσει και να τον σύρει όπου αυτή

ήθελε. Για πρώτη φορά εκφράστηκαν ανοιχτά αντιρρήσεις ενάντια

στη γνώμη του, και αναγκάστηκε να επιμείνει πολύ για να επιβλη­

θεί. "Λέγανε πολλά, κι ο κύριός μου στην αρχή έμενε σιωπηλός" εί­

πε ο Ταμπ Ιτάμ. "Βράδιασε, κι εγώ άναψα τα κεριά στο μεγάλο

τραπέζι. Απ' τη μια μεριά κι απ' την άλλη κάθονταν οι αρχηγοί, και

η κυρά μου δεν έφυγε καθόλου απ' το πλάι του αφέντη".

»Όταν aρχίνησε το λόγο του, η απροσδόκητη αντίδραση που συ­

ναντούσε, έκανε την απόφαση που είχε πάρει μέσα του ακόμα πιο

δυνατή. Οι λευκοί στο λόφο περίμεναν την απάντησή του. Ο αρχη­

γός τους τού είχε μιλήσει στη δική του γλώσσα, ξεκαθαρίζοντας

πολλά πράγματα δύσκολο να εξηγηθούν σε άλλη γλώσσα. Ήταν

άνθρωποι παραστρατημένοι, που τα βάσανα τους είχαν τυφλώσει

μπροστά στο σωστό και το λάθος. Ναι, είναι αλήθεια ότι είχαν χα­

θεί κιόλας ζωές, αλλά γιατί να χαθούν κι άλλες; Βεβαίωνε όλους

όσοι τον άκουγαν, τους συγκεντρωμένους αρχηγούς του λαού, ότι η

ευτυχία τους ήταν και δική του ευτυχία, οι απώλειές τους και δικές

του απώλειες, τα βάσανά τους και δικά του. Κοίταξε ένα γύρο τα

σοβαρά πρόσωπα που τον άκουγαν, και τους είπε να μην ξεχνούν

ότι είχαν πολεμήσει και μοχθήσει μαζί. Ήξεραν το θάρρος του ... Εδώ ένα μουρμουρητό τον διέκοψε ... κι ότι δεν τους είχε ξεγελάσει ποτέ. Χρόνια τώρα ζούσαν μαζί. Ένιωθε μια βαθιά και μεγάλη

αγάπη για τη χώρα και τους ανθρώπους της. Ήταν έτοιμος να πλη­

ρώσει με τη ζωή του για το παραμικρό κακό που θα μπορούσε να

προκληθεί, αν άφηναν τους λευκούς με τις γενειάδες να φύγουν.

Ήταν κακοί άνθρωποι, αλλά μήπως και η μοίρα δεν είχε σταθεί

ακόμα πιο κακιά μαζί τους; Δεν είχαν βγει πάντα σωστές οι συμ­

βουλές που τους είχε δώσει; Έφεραν ποτέ τα λόγια του βάσανα

στο λαό; τους ρώτησε. Πίστευε πως ήταν καλύτερο ν' αφήσουν τους

λευκούς με τους συντρόφους τους να φύγουν ζωντανοί. Τους το ζη­

τούσε σαν χάρη. "Εγώ, που δε με πιάσατε ποτέ να σας λέω ψέματα,

σας ζητάω να τους αφήσετε". Γύρισε προς τον Ντοραμίν. Ο γερο­

νακόντα δεν έκανε καμιά κίνηση. "Τότε λοιπόν" είπε ο τζιμ, "σε

παρακαλώ, καλέ μου φίλε, να καλέσεις τον Ντέην Βάρις, το γιο

σου, γιατί αυτή τη φορά δε θέλω να είμαι εγώ αρχηγός"».

Page 180: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

43

«0 Ταμπ Ιτάμ, όρθιος πίσω απ' την καρέκλα του αφέντη του, έμει­

νε εμβρόντητος. Η δήλωση του 'Γζιμ προκάλεσε τεράστια αίσθηση .

"Εγώ λέω να τους αφήσετε να φύγουν, αυτό είναι το καλύτερο. Δε

νομίζω να σας ξεγέλασα ποτέ ώς τώρα" επέμεινε εκείνος. Ακολού­

θησε σιωπή. Απ' το σκοτεινό προαύλιο ακούγονταν χαμηλοί ψίθυ­

ροι και σουρσίματα ποδιών ενός πλήθους ανθρώπων. Ο Ντοραμίν

σήκωσε το μεγάλο κεφάλι του και είπε ότι, όπως δε γίνεται ν' αγγί­

ξεις τον ουρανό με το χέρι, άλλο τόσο είναι αδύνατο να διαβάσεις

τις καρδιές των ανθρώπων, ωστόσο -έδινε τη συγκατάθεσή του. Οι

άλλοι είπαν τη γνώμη τους με τη σειρά. "Είναι το καλύτερο", "Να

τους αφήσουμε να φύγουν" και τα παρόμοια. Αλλά οι περισσότε­

ροι είπαν απλά ότι "εμπιστεύονταν τον Τουάν 'Γζιμ" .

>>Σ' αυτή την απλή συγκατάβαση προς τη δική του θέληση έγκει­

ται όλη η ουσία της σχέσης του Τζιμ με τους κατοίκους του Πατου­

σάν . Η πίστη στο αλάθητό του και η επικύρωση αυτής της εμπιστο­

σύνης τον έκανε να αισθάνεται ισότιμος μ' εκείνους τους άψο­

γους, ηθικά άμεμπτους ανθρώπους, που στέκουν ακλόνητοι πάντα

στην πρώτη γραμμή. Τα λόγια του Στάιν "Είναι ρομαντικός! Ρομα­

ντικός!" aντηχούν μακριά, πάνω απ' την αξεπέραστη απόσταση

που τον κρατάει ζηλότυπα και δε θα τον αφήσει ποτέ πια, ούτε στα

νύχια ενός κόσμου που αδιαφορεί για τις αρετές και τα ελαττώμα­

τά του, ούτε στον παθιασμένο έρωτα της κοπέλας που, φαρμακω­

μένη απ' την αγιάτρευτη πίκρα του χωρισμού, aρνιέται ανελέητα

να του χαρίσει έστω κι ένα δάκρυ. Απ' τη στιγμή που η απόλυτη

διαφάνεια και γνησιότητα των τριών τελευταίων χρόνων της ζωής του ΕίχΕ κερδίσει τη μάχη ενάντια στην άγνοια, το φόβο και την

οργιί των ανtιριόπων, δε φαινόταν πια στα μάτια μου όπως τον εί­χα δΕι για τελευταία φορά -σαν μια λευκή κηλCδα να τραβά πάνω

της όλο το αμυδρό φως που απόμενε στην έρημη ακρογιαλιά και

Page 181: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

380 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΓ

τη σκοτεινιασμένη θάλασσα -αλλά μεγαλύτερος, κι ακόμη πιο δυ­

στυχισμένος μέσα στη μοναξιά. Η ψυχή του μένει μυστήριο σκλη­

ρό κι aξεδιάλυτο, ακόμα και για τη γυναίκα που τον αγάπησε όσο

κανένας άλλος στον κόσμο.

»Είναι φανερό πως δεν είχε σταθεί κακόπιστος απέναντι στον

Μπράουν· δεν υπήρχε λόγος να αμφιβάλλει για την ιστορία του ,

που την αλήθεια της έμοιαζε να τεκμηριώνει η χοντροκομμένη κι

aντρίκεια ειλικρίνεια με την οποία αποδεχόταν την ηθική και τις

συνέπειες των πράξεών του. Δεν μπορούσε να υποψιαστεί την πα­

ρανο"ίκή εγωπάθεια του Μπράουν, που τον έκανε, όταν έβλεπε να

εμποδίζεται και να ματαιώνεται η πραγμάτωση της θέλησής του ,

τρελό από αγανάκτηση και γεμάτο εκδικητική μανία σαν επίδοξο

δικτάτορα που του χαλάνε τα σχέδια. Αν όμως ο τζιμ δε δυσπι­

στούσε απέναντι στον Μπράουν, είχε προφανώς κάποια ανησυχία

μην τυχόν συμβεί καμιά παρεξήγηση που θα μπορούσε να καταλή­

ξει σε σύγκρουση και αιματοχυσία. Αυτός ήταν ο λόγος που ζήτη­

σε απ' το κορίτσι, αμέσως μόλις αποχώρησαν οι μαλαίοι αρχηγοί,

να του φέρει να φάει κάτι στα γρήγορα, γιατί έπρεπε να βγει απ'

το οχυρό του και να πάρει υπό τις διαταγές του την πόλη. Στις δια­

μαρτυρίες της ότι έπρεπε να ξεκουραστεί, απάντησε πως υπήρχε

φόβος να συμβεί κάτι, για το οποίο μετά δε θα συγχωρούσε ποτέ

τον εαυτό του . "Πήρα την ευθύνη για τη ζωή όλων των κατοίκων"

είπε . Στην αρχή ήταν κακόκεφος τον σερβίρισε εκείνη μόνη της,

παίρνοντας τα πιάτα και τους δίσκους (το σερβίτσιο το είχε κάνει

δώρο ο Στάιν) απ' τον Ταμπ Ιτάμ. Μετά από λίγο, το πρόσωπό του

φωτίστηκε· της είπε πως της ανέθετε τη διοίκηση του φρουρίου για μια νύχτα ακόμα. "Δεν έχει ύπνο απόψε για μας, φιλαράκο" είπε,

"όσο οι δικοί μας βρίσκονται σε κίνδυνο". Ύστερα συνέχισε aστειευόμενος ότι δεν την έφτανε κανένας άντρας εκεί πέρα. "Αν

είχε γίνει αυτό που θέλατε εσύ κι ο Ντέην Βάρις, ούτε ένας απ' αυ­

τούς τους φουκαράδες δε θα 'ταν ζωντανός σήμερα". "Είναι πολύ

κακοί;" ρώτησε εκείνη, σκύβοντας πάνω απ' την καρέκλα του. "Οι

άνθρωποι μερικές φορές κάνουν το κακό χωρίς να είναι χειρότε­

ροι απ' τουs άλλουs" είπε μετά από ένα δισταγμό.

»0 Ταμπ Ιτάμ ακολούθησε τον αφέντη του στην ξύλινη αποβά­θρα έξω απ' το φρούριο. Η νύχτα ήταν καθαρή, αλλά χωρίς φεγ­

γάρι, και στη μέση του ποταμού ήταν σκοτεινά, ενώ το νερό που

Page 182: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 381

κυλούσε πλάι και στις δυο όχθες καθρέφτιζε τη λάμψη από πολλές

φωτιές, "όπως τη βραδιά που έχουμε Ραμαζάνι" είπε ο Ταμπ Ιτάμ.

Μερικές απ' τις πολεμικές βάρκες γλίστραγαν αργά στη σκοτεινή

ζώνη, ενώ άλλες έστεκαν σταματημένες στα νερά παλαντζάροντας

πέρα δώθε. Εκείνη τη νύχτα ο Ταμπ Ιτάμ είχε πολλή δουλειά, τόσο

στο ποτάμι τραβώντας κουπί, όσο και στην ξηρά ακολουθώντας

κατά πόδας τον αφέντη του: ανεβοκατέβαιναν συνέχεια στους

δρόμους όπου έκαιγαν οι φωτιές, και πιο μέσα, στις παρυφές της

πόλης όπου μικρές ομάδες φύλαγαν σκοπιά στα χωράφια. Ο Του­

άν 'Γζιμ έδινε διαταγές που εκτελούνταν πιστά. Τέλος, πήγαν και

στον καταυλισμό του πρίγκιπα που εκείνη τη νύχτα βρισκόταν υπό

τον έλεγχο ενός αποσπάσματος από ανθρώπους του Τζιμ. Ο γερο­

πρίγκιπας είχε καταφύγει νωρίς το πρωί με τις περισσότερες γυ­

ναίκες του στο σπίτι που είχε σ' ένα παραποτάμιο χωριό της ζού­

γκλας. Ο Κασίμ, που είχε μείνε ι πίσω, πήρε μέρος στο συμβούλιο

για να εξηγήσει διεξοδικά, με ύφος δραστήριου αλλά και προσε­

χτικού ανθρώπου, τις διπλωματικές του κινήσεις της προηγούμε­

νης μέρας. Φερόταν αρκετά ψυχρά, αλλά κατάφερε να διατηρήσει

το χαμόγελό του και να βρίσκεται ταυτόχρονα σε πλήρη ετοιμότη­

τα, κι όταν ο Τζιμ τού είπε σοβαρά ότι σκόπευε να καταλάβει τον

καταυλισμό εκείνη τη νύχτα με τους άντρες του , προσποιήθηκε ότι

αυτή η προοπτική τον χαροποίησε ιδιαίτερα. Μετά τη διάλυση του

συμβουλίου, διπλάρωνε τον έναν ή τον άλλον αρχηγό που αποχω­

ρούσε, και δήλωνε με δυνατή και γεμάτη ευγνωμοσύνη φωνή ότι η

περιουσία του πρίγκιπα θα ήταν ασφαλής κατά την απουσία του .

»Γύρω στις δέκα, οι άντρες του τζιμ μπήκαν στον καταυλισμό.

Ήταν μια καλή θέση για τον έλεγχο του ορμίσκου, κι ο τζιμ σκό­

πευε να μείνει εκεί μέχρι να φύγει ο Μπράουν. Μια μικρή φωτιά

έκαιγε στον ομαλό, χορταριασμένο χώρο έξω απ' τον τοίχο με τους

πασσάλους, κι ο Ταμπ Ιτάμ έφερε ένα σκαμνάκι για τον αφέντη του.

Ο 'Γζιμ τού είπε να προσπαθήσει να κοιμηθεί, κι ο Ταμπ Ιτάμ πήρε

μια κουρελού και ξάπλωσε λίγο πιο πέρα· αλλά δεν τον έπαιρνε ο

ύπνος, παρόλο που ήξερε πως έπρεπε να ξεκινήσει πριν την αυγή

για ένα σημαντικό ταξίδι. Ο αφέντης του έκοβε βόλτες μπροστά στη

φωτιά με το κεφάλι του χαμηλωμένο και τα χέρια πίσω . Όποτε πλη­

σίαζε προς το μέρος του, ο Ταμπ Ιτάμ καμωνόταν τον κοιμισμένο,

γιατί δεν ήθελε να ξέρει ο αφέντης του πως τον κρυφοκοιτούσε . Τέ-

Page 183: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

382 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

λος, ο αφέντης στάθηκε ακίνητος από πάνω του, και κοιτώντας τον

εκεί που ξάπλωνε, είπε σιγανά: "Είναι ώρα".

»0 Ταμπ Ιτάμ σηκώθηκε αμέσως κι έκανε τις προετοιμασίες για το ταξίδι. Η αποστολή του ήταν να πάει κάτω στο ποτάμι τουλάχι­

στον μια ώρα προτού φτάσει εκεί η βάρκα του Μπράουν, για να πει

στον Ντέην Βάρις οριστικά κι επίσημα ότι είχε επιτραπεί στους

λευκούς να περάσουν ανενόχλητοι. Ο Ί'ζιμ δεν εμπιστευόταν κανέ­

ναν άλλο για αυτή την αποστολή. Προτού ξεκινήσει ο Ταμπ Ιτάfλi,

πιο πολύ για τους τύπους (μιας και η θέση του δίπλα στον Ί'ζιμ τον

έκανε σε όλους γνωστό), ζήτησε ένα σημάδι, μια απόδειξη για τα

όσα θα 'λεγε. "Επειδή, Τουάν" είπε, "το μήνυμα είναι σημαντικό

και θα τους μεταφέρω τα λόγια σου λέξη προς λέξη" . Ο αφέντης

του έβαλε πρώτα το χέρι του στη μια τσέπη, έπειτα στην άλλη, και

τελικά έβγαλε απ' το δείχτη του το ασημένιο δαχτυλίδι του Στάιν

που φόραγε συνήθως, και το έδωσε στον Ταμπ Ιτάμ. Όταν ο Ταμπ

Ιτάμ έφυγε για την αποστολ1Ί του, η θέση του Μπράουν στο λόφο

ήταν σκοτεινή, εκτός από μια μοναχή μικρή λάμψη ανάμεσα απ' τα

κλωνάρια ενός δέντρου που είχαν κόψει οι λευκοί.

»Νωρίς το βράδυ, ο Μπράουν είχε λάβα απ' τον Τζιμ ένα δι­

πλωμένο κομμάτι χαρτί στο οποίο έγραφε: "Είσαι ελεύθερος να

φύγεις. Ξεκίνα με την πρωινή φουσκονεριά . Πρόσεχε τους άντρες

σου. Οι θάμνοι και στις δυο πλευρές του ορμίσκου κι ο καταυλι­

σμός στο στόμιό του είναι γεμάτοι με οπλισμένους άντρες. Μην

επιχε ιρήσεις κανένα κόλπο, δε θα 'χεις καμιά πιθανότητα· πι­

στεύω όμως πως δε θες να χυθεί αίμα". Ο Μπράουν το διάβασε,

έσκισε το χαρτί σε μικρά κομμάτια, και γυρνώντας στον Κορνήλιο

που το είχε φέρει, είπε χλευαστικά: "Έχε γεια, εκλεκτέ φίλε μου".

Ο Κορνήλιος ήταν όλο το απόγευμα στο φρούριο, τριγυρίζοντας

όσο πιο aπαρατήρητος μπορούσε το σπίτι του τζιμ. Ο τζιμ τον

διάλεξε για να πάει το σημείωμα, επειδή μιλούσε αγγλικά, κι επει­

δή ήταν απίθανο να τον πυροβολήσουν κατά λάθος αφού τον ήξε­

ρε ο Μπράουν, όπως θα μπορούσε ίσως να γίνει μ' έναν Μαλαίο

που θα πλησίαζε μες στο μισοσκόταδο . >>Ο Κορνήλιος δεν έφυγε μόλις παράδωσε το χαρτί. Ο Μπράουν

καθόταν πλάι σε μια μικρή φωτιά· όλοι οι άλλοι ήταν ξαπλωμένοι.

"Έχω μια πολύ ενδιαφέρουσα πληροφορία" μουρμούρισε ο Κορ­

νήλιος με απότομο ύφος. Ο Μπράουν δεν έδωσε σημασία. "Τι κέρ-

Page 184: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 383

δισες" συνέχισε ο άλλος, "που δεν τον σκότωσες; Χώρια απ' το

πλιάτσικο στα σπίτια των Μπούγκις, θα 'χ ες και την ανταμοιβή σου

απ' τον πρίγκιπα, ενώ τώρα δεν έβγαλες τίποτα". "Δε μας αδειά­

ζεις τη γωνιά, λέω γω" γρύλισε ο Μπράουν χωρίς να τον κοιτάξει.

Αλλά ο Κορνήλιος κάθισε πλάι του κι άρχισε να ψιθυρίζει κάτι πο­

λύ γρήγορα, πιάνοντάς τον κάπου κάπου απ' τον αγκώνα. Αυτό

που είπε, έκανε τον -Μπράουν να ανακαθίσει απότομα με μια βλα­

στήμια. Τον είχε απλώς πληροφορήσει για την οπλισμένη ομάδα

του Ντέην Βάρις κάτω στο ποτάμι. Στην αρχή, ο Μπράουν θεώρη­

σε ότι τον πούλησαν και τον πρόδωσαν, αλλά ύστερα το ξανασκέ­

φτηκε και κατέληξε πως δεν υπήρχε μπαμπεσιά στη μέση. Δεν είπε

τίποτα, κι έπειτα από λίγο ο Κορνήλιος πέταξε μ' έναν τόνο τέλειας

αδιαφορίας ότι υπήρχε κι άλλος δρόμος απ' το ποτάμι, που εκείνος

τον ήξερε καλά. "Χμ, ενδιαφέρον" είπε ο Μπράουν, τεντώνοντας

το αυτί του· κι ο Κορνήλιος άρχισε να μιλάει γι' αυτά που γίνονταν

στην πόλη, κι αναμετάδωσε όλα όσα ειπώθηκαν στο συμβούλιο, μι­

λώντας όσο πιο χαμηλόφωνα μπορούσε στο αυτί του Μπράουν,

όπως όταν μιλάς ανάμεσα σε ανθρώπους που κοιμούνται και δε

θες να τους ξυπνήσεις. "Θαρρεί πως μου 'κανε και καλό από πάνω,

ε;" μουρμούρισε πολύ σιγανά ο Μπράουν ... "Ναι. Είναι βλάκας.

Παιδαρέλι. Ήρθε εδώ και με καταλήστεψε" συνέχισε ψιθυριστά ο

Κορνήλιος, "και κέρδισε την εμπιστοσύνη ολονών. Αν γίνει όμως

κάτι και πάψουν να τον πιστεύουν, τότε θα τον δούμε. Κι ο Μπού­

γκις Ντέην που σε περιμένει εκεί κάτω στο ποτάμι, καπετάνιο, εί­

ναι αυτός που σε κυνήγησε ώς εδώ πάνω όταν πρωτόρθες". Ο

Μπράουν παρατήρησε αδιάφορα ότι δε θα 'ταν άσκημα αν μπο­

ρούσαν να τον αποφύγουν, κι ο Κορνήλιος δήλωσε με τον ίδιο αφη­

ρημένο, συλλογισμένο τόνο ότι ήξερε έναν παραπόταμο αρκετά

φαρδύ, που θα μπορούσε να βγάλει τη βάρκα του Μπράουν πίσω

απ' τη θέση του Βάρις. "Δεν πρέπει να κάνετε καθόλου φασαρία

όμως" είπε συμπληρωματικά, "γιατί σ' ένα σημείο θα περάσουμε

πολύ κοντά τους. Πολύ κοντά. Έχουν ταμπουρωθεί στη στεριά με

τις βάρκες τραβηγμένες έξω" . ''Α, όσο για αυτό, μη σκοτίζεσαι κα­θόλου, άμα θέλουμε, είμαστε αθόρυβοι σαν τα ποντίκια" είπε ο

Μπράουν. Ο Κορνήλιος έθεσε ως όρο ότι στην περίπτωση που θα

οδηγούσε τη βάρκα, θα τράβαγαν από πίσω και το κανό του. "Πρέ­

πει να γυρίσω πίσω γρήγορα" εξήγησε.

Page 185: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

384 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΓ

>>Δυο ώρες προτού φέξει, κυκλοφόρησε στον καταυλισμό η εί­

δηση απ' τους φρουρούς ότι οι λευκοί ληστές κατέβαιναν στη βάρ­

κα τους. Σχεδόν αμέσως, όλοι οι οπλισμένοι άντρες απ' τη μια άκρη του Πατουσάν ώς την άλλη τέθηκαν σε επιφυλακή · οι όχθες

του ποταμού όμως παρέμεναν τόσο ήσυχες, που αν δεν ήταν οι

φωτιές που έκαιγαν με σπασμωδικές θαμπές φλόγες, θα νόμιζε

κανείς πως η πόλη κοιμάται βαθιά, όπως τον καιρό της ειρήνης.

Χαμηλά, πάνω απ' τα νερά, απλωνόταν ένα στρώμα πυκνής ομί­

χλης, δημιουργώντας την ψευδαίσθηση ενός γκρίζου αδιαπέρα­

στου φωτός, που, ωστόσο, δε σε βοηθούσε να δεις τίποτα. Όταν η

μεγάλη βάρκα του Μπράουν γλίστρησε απ' τον ορμίσκο στο ποτά­

μι, ο τζιμ στεκόταν στο χαμηλότερο σημείο της στεριάς, μπροστά

απ' τον καταυλισμό του πρίγκιπα -στο ίδιο ακριβώς σημείο που εί­

χε πατήσει για πρώτη φορά το πόδι του στη γη του Πατουσάν. Μια

σκιά αναδύθηκε μέσ' απ' την γκριζάδα· σάλευε μοναχική, ογκώ­

δης, όμως πάντα φευγαλέα στο μάτι. Προκάλεσε πλήθος ψίθυρων.

Ο Μπράουν άκουσε απ' το τιμόνι τον τζιμ να λέει ήρεμα: ''Ανοι­

χτός δρόμος . Ακολούθησε το ρεύμα του ποταμού όσο κρατάει η

ομίχλη· αλλά θα διαλυθεί σύντομα". "Ναι, σε λίγο θα βλέπουμε

καθαρά" απάντησε ο Μπράουν.

>>Οι άντρες (τριάντα ώς σαράντα) που έστεκαν με τα μουσκέτα

τους σε ετοιμότητα έξω απ' τον καταυλισμό, κράτησαν την ανάσα

τους. Ο ιδιοκτήτης του κα"ίκιού, που τον συνάντησα στη βεράντα

του Στάιν, ήταν ένας απ' αυτούς. Μου είπε πως όταν η βάρκα

έφτασε στο χαμηλότερο σημείο της όχθης, φάνηκε για μια στιγμή

να μεγαλώνει και νά πυργώνεται τεράστια, ίδιο βουνό. "Αν νομί­ζεις πως αξίζει τον κόπο να καθυστερήσεις ακόμη μια μέρα στη

θάλασσα" φώναξε ο τζιμ, "θα κοιτάξω να σου στείλω μερικά τρό­

φιμα -μοσχάρια, γλυκοπατάτες -ό,τι μπορώ". Η σκιά συνέχισε να

κινείται. "Εντάξει, θα περιμένω" είπε μια φωνή, ανέκφραστη και

υπόκωφη μέσ' απ' το πυκνό πούσι. Κανείς απ' τους πολυάριθμους

προσεχτικούς ακροατές δεν κατάλαβε τι σήμαιναν αυτά τα λόγια·

ύστερα ο Μπράουν και οι άντρες του ξεμάκρυναν με τη βάρκα

τους και χάθηκαν σαν φαντάσματα χωρίς τον παραμικρό θόρυβο.

>>Έτσι ο Μπράουν, αθέατος μες στην ομίχλη, έφυγε απ' το Πα­

τουσάν καθισμένος στην πρύμνη της σκαμπαβίας του πλάι πλάι με

τον Κορνήλιο. "Μπορεί να σου στείλει κάνα μοσχαράκι" είπε ο

Page 186: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 385

Κορνήλιος. ''Ε, βέβαια, μοσχαράκια, γλυκοπατάτες . Αφού το 'πε

αυτός, πάει τέλειωσε. Δε λέει ποτέ ψέματα. Μου έκλεψε τα πάντα.

Αλλά δω που τα λέμε, καλύτερα κάνα δυο μοσχαράκια απ' το πλιά­

τσικο, ε;" "Το καλό που σου θέλω, βούλωσ' το, ειδαλλιώς θα βρε­

θείς έξω απ' τη βάρκα μονάχος μέσα σ' αυτή την κωλομίχλη" είπε ο

Μπράουν. Η βάρκα έμοιαζε να μην προχωράει καθόλου· δε φαινό­

ταν τίποτα, ούτε καν οι όχθες του ποταμού, μονάχα η πάχνη κυλού­

σε κι έσταζε σε χοντρές σταλαγματιές απ' τα γένια και τα πρόσωπά

τους. Ήταν κάτι aπόκοσμο, μου είπε ο Μπράουν. Ο καθένας τους

ένιωθε σαν να παράδερνε ολομόναχος μες στην ομίχλη, με μια βάρ­

κα στοιχειωμένη, ζωσμένος από τους ανεπαίσθητους στεναγμούς

και ψιθύρους ενός πλήθους φαντασμάτων. "Και να μ' έριχνες, εγώ

ξέρω πού βρίσκομαι" μουρμούρισε ο Κορνήλιος κατσούφικα.

"Έχω πολλά χρόνια εδώ πέρα". "Όχι τόσα για να βλέπεις μέσ' από

μια τέτοια ομίχλη" είπε ο Μπράουν, γέρνοντας τεμπέλικα πίσω και

στρέφοντας πέρα δώθε με το χέρι του το άχρηστο δοιάκι. "Φτάνουν

και περισσεύουν" γρύλισε ο Κορνήλιος. "Μπράβο, αυτό είναι πολύ

καλό" σχολίασε ο Μπράουν. "Να πιστέψω δηλαδή πως μπορείς να

βρεις στα τυφλά αυτό τον παραπόταμο που λες;" Ο Κορνήλιος

έβγαλε ένα γρύλισμα. "Έχετε δυνάμεις για κουπί;" ρώτησε, σπάζο­

ντας τη σύντομη σιωπή. "Και βέβαια!" φώναξε ξαφνικά ο Μπρά­

ουν. ''Ε, σεις, τα κουπιά". Μες στην ομίχλη ακούστηκαν διάφοροι

χτύποι, κι ύστερα από λίγο το ρυθμικό τρίξιμο aόρατων κουπιών

πάνω σε aόρατους σκαρμούς. Κατά τα άλλα δεν άλλαξε τίποτα, και

αν δεν ήταν κι ο ελαφρός παφλασμός του ξύλου που βυθιζόταν στα

νερά, θα νόμιζε κανείς πως πετάγαμε με αερόστατο μέσα σ' ένα

σύννεφο, είπε ο Μπράουν. Από κει κι ύστερα, ο Κορνήλιος δεν ξα­

νάνοιξε το στόμα του, παρά μονάχα για να ζητήσει γκρινιάρικα από

κάποιον να λύσει το κανό του που ήταν δεμένο πίσω απ' τη βάρκα.

Σιγά σιγά, η ομίχλη aραίωσε και η θέα μπροστά τους άρχισε να κα­

θαρίζει. Ένα σκοτεινό μπάλωμα προς τα δεξιά φάνηκε στον Μπρά­

ουν σαν την καμπούρα της νύχτας που αποσυρόταν. Ξαφνικά, ένα

μεγάλο κλωνάρι γεμάτο φύλλα ξεπρόβαλε πάνω απ' το κεφάλι του,

με τις μακριές άκρες των κλαδιών κάθυγρες κι ασάλευτeς. Δίχως

λέξη, ο Κορνήλιοc; του άρπαξF τn τιμόνι απ' τα χcριαη.

Page 187: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

44

«Δε νομίζω να ξαναμίλησαν από τότε. Η βάρκα μπήκε σ' ένα στε­

νό παρακλάδι του ποταμού, όπου συνέχιζε το δρόμο της με δυσκο­

λία καθώς τα κουπιά έβρισκαν στις θρυμματισμένες όχθες. Η σκο­

τεινιά απλώθηκε σαν τεράστια μαύρη φτερούγα πάνω απ' την ομί­

χλη, που πλημμύριζε το χώρο από την επιφάνεια του νερού ίσαμε

τις κορφές των δέντρων. Ψηλά, απ' τα κλωνάρια, έπεφταν μες

στην καταχνιά χοντρές ψιχάλες υγρασία. Σε μια στιγμή ο Κορνή­

λιος μουρμούρισε κάτι, κι ο Μπράουν διέταξε τους άντρες του να

γεμίσουν τα όπλα τους. "Θα σας δώσω μια ευκαιρία να ξεκαθαρί­

σετε τους λογαριασμούς σας προτού την κοπανήσουμε, βρε παλιο­

κερατάδες" είπε στη συμμορία του. "Κοιτάξτε μην πάει χαμένη

-κοπρόσκυλα". Για απάντηση ακούστηκαν πνιχτά γρουξίματα. Ο

Κορνήλιος έλεγε και ξανάλεγε να προσέχουν το κανό του.

>>Στο μεταξύ, ο Ταμπ Ιτάμ είχε φτάσει στο τέλος του ταξιδιού

του. Καθυστέρησε λίγο απ' την ομίχλη, αλλά τραβούσε κουπί στα­

θερά και πορευόταν σύρριζα με την όχθη, κατά το νοτιά. Το φέγ­

γος της καινούργιας μέρας άρχισε ν' απλώνεται σιγά σιγά, σαν τη

λάμψη ενός γλόμπου από αδιάφανο γυαλί. Οι όχθες στα πλάγια

του ποταμού ήταν δυο μαύρες μουντζούρες, όπου ξεχώριζαν αμυ­

δρά κάτι μακρόστενα σχήματα σαν κολόνες, και ψηλά από πάνω

οι σκιές των στριφτοπλεγμένων κλαδιών. Η ομίχλη κάθιζε ακόμα

πυκνή πάνω στο νερό, όμως οι σκοπιές έκαναν καλή δουλειά, για­

τί όταν ο Ταμπ Ιτάμ πλησίασε το στρατόπεδο μέσ' απ' τον άσπρο

αχνό, ξεπρόβαλαν οι φιγούρες δύο αντρών και τον σταμάτησαν με

δυνατή φωνή . Εκείνος απάντησε, και την επόμενη στιγμή ένα κα­

νό ήρθε και πλεύρισε το δικό του για ν' ανταλλάξουν τις νεότερες

ειδήσεις με τους κωπηλάτες. Όλα ήταν εντάξει. Το ζήτημα είχε

λήξει. Ύστερα οι άντρες στο κανό ξεκόλλησαν από δίπλα του, κι

ευθύς αμέσως χάθηκαν απ' τα μάτια του. Συνέχισε το δρόμο του,

Page 188: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 387

ώσπου έφτασαν στ' αυτιά του πάνω απ' το νερό κάτι σιγανές φω­

νές, και κάτω απ' την ομίχλη που τώρα σηκωνόταν στριφογυρίζο­

ντας, είδε τη λάμψη από πολλές μικρές φωτιές σε μιαν αμμούδα,

με φόντο ένα ψηλό, ανάριο σύδεντρο και θάμνους . Εκεί υπήρχε

άλλη μια σκοπιά που τον ρώτησε ποιος είναι. Φώναξε το όνομά

του, ενώ ταυτόχρονα, με δυο τελευταία χτυπήματα των κουπιών,

έβγαλε το μονόξυλο στην αμμουδιά. Το στρατόπεδο απλωνόταν

σε μεγάλη έκταση. Ένας χαμηλόφωνος βόμβος αναδυόταν απ' τις

πολλές μικρές παρέες των αντρών, που είχαν στήσει κιόλας το

πρωινό κουβεντολόι. Πλήθος λεπτές κλωστές καπνού υψώνονταν

αργά μες στην άσπρη ομίχλη. Μικρά καταλύματα στηριγμένα σε

πασσάλους ψηλότερα απ' το έδαφος είχαν φτιαχτεί ειδικά για

τους αρχηγούς. Τα μουσκέτα όρθια σχημάτιζαν μικροσκοπικές

πυραμίδες, και τα μακριά δόρατα ήταν μπηγμένα ένα ένα στην άμ­

μο κοντά στις φωτιές.

»0 Ταμπ Ιτάμ απαίτησε με ύφος γεμάτο σημασία να τον οδηγή­σουν αμέσως στον Ντέην Βάρις. Βρήκε το φίλο του λευκού κυρίου

του ξαπλωμένο σ' έναν ψηλό σοφά από μπαμπού, κάτω από ένα

πρόχειρο υπόστεγο με καλάμια και ψάθες. Ο Ντέην Βάρις ήταν

ξύπνιος . Το μέρος όπου πλάγιαζε, με τη ζωηρή φωτιά να καίει

μπροστά του, θύμιζε πρωτόγονο λατρευτικό βωμό. Ο μοναχογιός

του νακόντα Ντορqμίν αποκρίθηκε ευγενικά στο χαιρετισμό του. Ο Ταμπ Ιτάμ άρχισε δίνοντάς του το δαχτυλίδι σαν εγγύηση για τη γνησιότητα του μηνύματος που έφερνε. Ο Ντέην Βάρις στηρίχτηκε

στον αγκώνα του και τον πρόσταξε να μιλήσει και να πει όλα τα

νέα . Αρχίζοντας με τον καθιερωμένο λακωνικό του πρόλογο: ''τα

νέα είναι καλά", ο Ταμπ Ιτάμ επανέλαβε τα λόγια του Υζιμ. Στους

λευκούς, που αποχωρούσαν με την κοινή συγκατάθεση όλων των

αρχηγών, είχε επιτραπεί να κατέβουν το ποτάμι. Απαντώντας σε

μια δυο ερωτήσεις, ο Ταμπ Ιτάμ ανέφερε τα πεπραγμένα του τε­

λευταίου συμβουλίου. Ο Ντέην Βάρις άκουσε με προσοχή ώς το

τέλος, παίζοντας στα χέρια του το δαχτυλίδι που τελικά το φόρεσε

στο δείχτη του δεξιού χεριού του . Μόλις ο Ταμπ Ιτάμ τέλειωσε την

αναφορά του , ο Ντέην Βάρις τον έστειλε να φάει και να ξεκουρα­

στεί. Έδωσε αμέσως διαταγή να ετοιμάζονται για επιστροφή το

απόγευμα. Ύστερα ο Ντέην Βάρις ξάπλωσε πάλι, με τα μάτια

ανοιχτά, ενώ οι προσωπικοί του υπηρέτες ετοίμαζαν το φαγητό

Page 189: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

388 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

του στη φωτιά· πλάι της καθόταν ο Ταμπ Ιτάμ, κουβεντιάζοντας με

τους aργόσχολους που μαζεύονταν για ν' ακούσουν τις τελευταίες

ειδήσεις απ' το χωριό. Ο ήλιος καταβρόχθιζε σιγά σιγά την ομί­

χλη. Ωστόσο, μια ισχυρή δύναμη φύλαγε σκοπιά στο σημείο του

κυρίως ποταμού, όπου αναμενόταν να εμφανιστεί από λεπτό σε

λεπτό η βάρκα των λευκών.

»Είχε φτάσει η στιγμή που ο Μπράουν θα 'παιρνε πια το αίμα

του πίσω απ' τον κόσμο που, έχοντας υποστεί για μια εικοσαετία

την περιφρονητική και τυραννική δραστηριότητά του, αρνήθηκε

τελικά να του παραχωρήσει έστω και τον απλό τίτλο του πετυχημέ­

νου ληστή. Αυτή η τελευταία ωμή θηριωδία θα τον παρηγορούσε

ίσαμε το νεκροκρέβατό του σαν ανάμνηση του αδάμαστου θάρ­

ρους του. Αποβίβασε μυστικά τους άντρες του στην πίσω πλευρά

της νησίδας, απέναντι απ' το στρατόπεδο των Μπούγκις, και τους

οδήγησε απ' την άλλη μεριά. Μετά από μια σύντομη και τελείως

αθόρυβη συμπλοκή, ο Κορνήλιος, που είχε προσπαθήσει να ξεγλι­

στρήσει μακριά τη στιγμή της aποβίβασης, υποχρεώθηκε να τους

δείξει το πιο βατό μονοπάτι μέσ' απ' τα χαμόκλαδα. Ο Μπράουν

τού κράταγε γραπωμένα πίσω απ' την πλάτη και τα δυο κοκαλιά­

ρικα χέρια μες στη μεγάλη του γροθιά, και κάπου κάπου του έδινε

μια απότομη σπρωξιά, εξαναγκάζοντάς τον να προχωρήσει. Ο

Κορνήλιος έμενε μουγκός σαν το ψάρι, σιχαμερός αλλά συνεπέ­

στατος στο σκοπό του, που έμπαινε, επιτέλους, σιγά σιγά στο δρό­

μο της ολοκλήρωσης. Στην άκρη του δάσους, οι άντρες του Μπρά­

ουν σκορπίστηκαν τριγύρω με προφυλάξεις και περίμεναν. Είχαν

μπροστά τους ολόκληρο το στρατόπεδο απ' τη μια μεριά ώς την

άλλη, ενώ κανένα μάτι δεν ήταν γυρισμένο προς το μέρος τους.

Δεν πέρασε από κανενός το μυαλό ότι οι λευκοί μπορεί να μάθαι­

ναν την ύπαρξη του στενού περάσματος πίσω απ' το νησάκι. Όταν

ο Μπράουν έκρινε πως η κατάλληλη στιγμή είχε φτάσει, έσκουξε με όλη του τη δύναμη "Ρίχτε τους!" -και δεκατέσσερις πυροβολι­

σμοί aντήχησαν σαν ένας.

»0 Ταμπ Ιτάμ μού είπε πως η έκπληξη ήταν τόσο μεγάλη, που, εκτός από κείνους που σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν, μήτε ένας

απ' τους άλλους δε σάλεψε από τη θέση του για κάμποση ώρα με­

τά την πρώτη μπαταριά. Έπειτα κάποιος ούρλιαξε, και στη συνέ­χεια μια δυνατή κραυγή κατάπληξης και φόβου ξεχύθηκε απ' τα

Page 190: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 389

λαρύγγια ολονών. Ο τυφλός πανικός που κυριάρχησε, έκανε τους

άντρες να πηγαινοέρχονται πέρα δώθε στην ακτή, σαν κοπάδι ζω­

ντανά που φοβούνται το νερό. Κάτι λίγοι πηδήξανε αμέσως στο

ποτάμι, αλλά οι περισσότεροι το σκέφτηκαν μόνο μετά την τελευ­

ταία ομοβροντία. Τρεις φορές οι άντρες του Μπράουν έριξαν στο ψαχνό, ενώ ο Μπράουν, ο μόνος ακάλυπτος, έβριζε και ούρλιαζε :

"Φάτε τους! Φάτε τους!"

»Ο Ταμπ Ιτάμ λέει ότι με την πρώτη ντουφεκιά κατάλαβε τι είχε

γίνει. Παρόλο που δεν πληγώθηκε, έπεσε χάμω ακίνητος σαν πε­

θαμένος, αλλά με τα μάτια ανοιχτά. Στον ήχο των πρώτων πυροβο­

λισμών, ο Ντέην Βάρις που ήταν πλαγιασμένος στο σοφά του, πε­

τάχτηκε κι έτρεξε έξω στην ακάλυπτη όχθη, ακρ ιβώς τη στιγμή

που οι καραμπίνες άδειαζαν για δεύτερη φορά. Μια σφαίρα τον

βρήκε στο μέτωπο. Ο Ταμπ Ιτάμ τον είδε να πέφτει ανοίγοντας τα

χέρια διάπλατα. Τότε, είπε , τον έπιασε ένας μεγάλος φόβος -όχι

πρωτύτερα. Οι λευκοί αποχώρησαν όπως είχαν έρθει -αθέατοι.

»Έτσι, ο Μπράουν κανόνισε τους λογαριασμούς του με την κα­

κιά του μοίρα. Είναι αξιοσημείωτο ότι ακόμα και σ' αυτό το απο­

τρόπαιο ξέσπασμα είχε προσδώσει έναν τόνο "aνωτερότητας",

σαν τους ανθρώπους που πιστεύουν ότι η αφηρημένη έννοια του

"δικαίου" είναι εσαεί παρούσα κάτω από το περίβλημα των πιο

απλών και συνηθισμένων φιλοδοξιών τους . Δεν το θεωρούσε ένα

χυδαίο και ύπουλο μακελειό· γι' αυτόν ήταν ένα μάθημα, μια θεία

δίκη -ιδού ένα ακόμα σκοτεινό κι απαίσιο χαρακτηριστικό της aν­

θρωπινής φύσης μας που, πολύ φοβάμαι, δεν είναι θαμμένο τόσο

βαθιά κάτω απ' την επιφάνεια, όσο μας βολεύει να νομίζουμε.

»Αργότερα, οι λευκοί αποχωρούν χωρίς ο Ταμπ Ιτάμ να τους

δει, και ταυτόχρονα χάνονται μπροστά απ' τα μάτια όλης της aν­

θρωπότητας το ίδιο και η σκούνα, έκανε φτερά όπως όλα τα κλεμ­

μένα πράγματα. Υπάρχουν όμως φήμες ότι κάνα μήνα αργότερα

ένα βαπόρι περιμάζεψε μια μεγάλη άσπρη βάρκα στον Ινδικό

Ωκεανό. Δυο μαυροκακανιασμένοι κι aποσκελετωμένοι εκπρό­

σωποι της κίτρινης φυλής με γυάλινα μάτια αναγνώρισαν ψελλίζο­

ντας τα αρχηγικά δικαιώματα ενός τρίτου, που δήλωσε ότι ονομα­

ζόταν Μπράουν. Τους ΕίπΕ πως η σκούνα του, που τράβαγε βό­

ρεια ψορτωμένη ζάχαQη απ' την Ιάβα, έμπαζ~ ν~ρά μετά από μια

άσκημη αβαQία Και qJO'lJVtάρωε κάτω απ' τα πόδια του. Αυτής κ. ι.

Page 191: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

390 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

οι σύντροφοί του ήταν οι επιζώντες από ένα τσούρμο έξι αντρών.

Οι άλλοι δυο πέθαναν πάνω στο βαπόρι που τους είχε μαζέψει. Ο

Μπράουν επέζησε ώς τον καιρό που τον συνάντησα εγώ, λίγο πριν

κλείσει οριστικά η αυλαία της ζωής του.

>>Πάνω στο φευγιό τους, μάλλον θα ξέχασαν να λύσουν το κανό

του Κορνήλιου . Τον ίδιο τον Κορνήλιο τον άφησε ο Μπράουν να

φύγει μόλις άρχισαν οι πυροβολισμοί, με μια αποχαιρετιστήρια

κλοτσιά. Ο Ταμπ Ιτάμ, αφού σηκώθηκε ανάμεσα απ' τους σκοτω­

μένους, είδε τον "Ναζαρηνό" να τρέχει πάνω κάτω στην ακροπο­

ταμιά ανάμεσα στα πτώματα και τις μισοσβησμένες φωτιές.

Έβγαζε μικρά ξεφωνητά. Ξαφνικά, βούτηξε στο νερό και προ­

σπάθησε μανιασμένα να σπρώξει μια απ' τις βάρκες των Μπού­

γκις στο ποτάμι. "Ύστερα, μέχρι που με είδε" αφηγήθηκε ο Ταμπ

Ιτάμ, "καθόταν εκεί και κοίταζε το βαρύ κανό ξύνοντας το κεφάλι

του" . "Τι απόγινε αυτός;" ρώτησα. Ο Ταμπ Ιτάμ με κοίταξε κι έκα­

νε μια χαρακτηριστική κίνηση με το δεξί του χέρι. "Δυο φορές τον

χτύπησα, Τουάν" είπε. "Μόλις με είδε να τον πλησιάζω, έπεσε κα­ταγήs κι άρχισε να τσιρίζει και να κλοτσάει. Στρίγκλιζε σαν φοβι­

σμένο κοτόπουλο ώσπου ένιωσε την αιχμή· ύστερα κοκάλωσε εκεί

και με κοίταζε , καθώς έσβησνε η ζωή απ' τα μάτια του".

>>Μετά απ' αυτό, ο Ταμπ Ιτάμ δεν έχασε καιρό. Καταλάβαινε

πόσο σημαντικό ήταν να φέρει πρώτος αυτός τα τρομερά νέα στο

φρούριο . Υπήρχαν βέβαια πολλοί επιζώντες απ' την ομάδα του

Ντέην Βάρις αλλά μέσα στον τρελό πανικό τους, άλλοι είχαν πε­

ράσει κολυμπώντας το ποτάμι κι άλλοι χώθηκαν μες στη ζούγκλα.

Δεν ήξεραν ποιος είχε κάνει αυτή την επίθεση -αν είχαν έρθει κι

άλλοι λευκοί ληστές, αν είχαν καταλάβει κιόλας ολόκληρη τη χώ­

ρα ... πίστευαν πως είχαν πέσει θύματα μιας σατανικής προδοσίας που θα τους έσερνε στον αφανισμό. Μερικές μικρές ομάδες δεν

τόλμησαν να επιστρέψουν , παρά μονάχα τρεις μέρες μετά. Κά­

μποσοι, ωστόσο, προσπάθησαν να γυρίσουν στο Πατουσάν αμέ­

σως, και το πλήρωμα ενός κανό που έκανε περιπολία εκείνο το

πρωινό στο ποτάμι, είδε το στρατόπεδο ακριβώς τη στιγμή που

έγινε η επίθεση . Στην αρχή, οι κωπηλάτες πήδηξαν στο νερό και

κολύμπησαν ώς την aντικρινή όχθη, αλλά ύστερα γυρίσανε στη

βάρκα τους κι άρχισαν έντρομοι ν ' ανεβαίνουν το ποτάμι. Απ' αυ­

τούς, ο Ταμπ Ιτάμ προπορευόταν κατά μία ώρα>> .

Page 192: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

45

«Όταν ο Ταμπ Ιτάμ, τραβώντας κουπί σαν τρελός, έφτασε στην

ακροποταμιά του χωριού, οι γυναίκες είχαν μαζευτεί στα λιακωτά

μπροστά στα σπίτια και περίμεναν να δουν να επιστρέφει ο μι­

κρός στόλος του Ντέην Βάρις. Η ατμόσφαιρα ήταν γιορταστική·

δω κι εκεί, έβλεπες άντρες που βαστούσαν ακόμα στα χέρια τους

δόρατα ή ντουφέκια να κόβουν βόλτες ή να στέκονται στην όχθη.

Τα μαγαζιά των Κινέζων είχαν ανοίξει από νωρίς αλλά η αγορά

ήταν άδεια, κι ένας φρουρός που βρισκόταν ακόμα στο πόστο του ,

στη γωνιά του φρουρίου, είδε τον Ταμπ Ιτάμ και το ανάγγειλε

στους από μέσα. Η πύλη ήταν ορθάνοιχτη. Ο Ταμπ Ιτάμ πήδηξε στη στεριά κι άρχισε να τρέχει μ' όλη του τη δύναμη. Ο πρώτος άν­

θρωπος που συνάντησε, ήταν το κορίτσι που ερχόταν απ' το σπίτι.

>>0 Ταμπ Ιτάμ ανάστατος, με κομμένη την ανάσα, χείλια τρεμάμε­να και μάτια αγριεμένα, στάθηκε για λίγο μπροστά της, σαν να τον

κράταγαν δεμένο με μάγια. Ύστερα ξέσπασε βιαστικά: "Σκοτώσανε

τον Ντέην Βάρις κι άλλους πολλούς". Εκείνη χτύπησε τα χέρια το ένα

με το άλλο, και η πρώτη της κουβέντα ήταν: "Κλείσε την πύλη". Οι πε­

ρισσότεροι άντρες της φρουράς είχαν γυρίσει στα σπίτια τους αλλά ο

Ταμπ Ιτάμ φώναξε τους λιγοστούς που είχαν απομείνει να μπούνε

μέσα γρήγορα. Το κορίτσι έστεκε μαρμαρωμένο καταμεσιiς στο προ­

αύλιο, ενώ οι άλλοι έτρεχαν από δω κι από κει. 'Ό Ντοραμίν" φώνα­

ξε απεγνωσμένα, καθώς πέρασε από δίπλα της ο Ταμπ Ιτάμ. Την

επόμενη φορά που ξαναβρέθηκε κοντά της, εκείνος απάντησε στη

σκέψη της βιαστικά: "Ναι, αλλά εμείς έχουμε όλη τη δύναμη του Πα­

τουσάν στα χέρια μας". Εκείνη τον έπιασε απ' το μπράτσο τρέμοντας,

του έδειξε το σπίτι και του ψιθύρισε: "Πες του να 'ρθει εδώ".

>>0 Ταμπ Ιτάμ ανέβηκε τρέχοντας τα CJ"rtαλοπάτια. Ο αφέντης του κοιμόταν. "Εγώ είμαι. ο Ταμπ Ιτάμ" φώναξε απ' την π6ρτα, "με νeα

που δεν μπορούν να περιμένουν". Και μόλις είδε τον τζιμ να στρι-

------ -----

Page 193: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

392 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

φογυρνάει στο μαξιλάρι του και ν' ανοίγει τα μάτια, ξέσπασε μονο­

μιάς. "Μέρα κακή, Τουάν, καταραμένη μέρα". Ο αφέντης του μισο­

σηκώθηκε στον αγκώνα για ν' ακούσει -ακριβώς όπως είχε κάνε ι κι

ο Ντέην Βάρις. Κι ύστερα, ο Ταμπ Ιτάμ άρχισε την ιστορία του πα­

σχίζοντας να πει τα πράγματα με τη σειρά, αποκαλώντας τον Ντέην

Βάρις πανγκλίμα:89 "Έπειτα ο πανγκλίμα φώναξε τον αρχηγό της

βάρκας του και τού παράγγειλε: «Δώσε στον Ταμπ Ιτάμ κάτι να φά­

ει»" -κι όταν ο αφέντης του κατέβασε το πόδι στο πάτωμα, τον κοί­

ταξε με τόση αγωνία, που τα λόγια στάθηκαν στο λαρύγγι του.

»"Μίλα" είπε ο τζιμ. "Σκοτώθηκε;" "Ζωή σ' εσένα" φώναξε ο

Ταμπ Ιτάμ. "Τέτοιο άσπλαχνο φονικό. Έτρεξε έξω με τους πρώτους

πυροβολισμούς κι έπεσε ... " Ο αφέντης του πήγε ώς το παράθυρο και χτύπησε με τη γροθιά του το παντζούρι. Το δωμάτιο γέμισε φως ύστε­

ρα, με σταθερή αλλά βιαστική φωνή, άρχισε να του δίνει διαταγές για

να μαζευτεί ένας στόλος από βάρκες με σκοπό την άμεση καταδίωξη

του εχθρού, να πάει σ' εκείνο τον άντρα, στον άλλον -να στείλει αγγε­

λιο(ΙJόοοuι;:· και κrιθcδς; ~ιιλο1Ίσιο . ~ri.θισ~ στο ~ρι;βάτι, ι:=ιυψc για να δέ­

σει βιαστικά τις μπότες του, και ξαφνικά, σήκωσε το κεφάλι του. "Τι πε­

ριμένεις;" ρώτησε αναψοκοκκινισμένος. "Μη χάνεις καιρό". Ο Ταμπ

Ιτάμ δε σάλεψε απ' τη θέση του . "Συχώρα με, Τουάν, αλλά .. . " άρχισε να ψελλίζει. "Τι;" φώναξε δυνατά ο αφέντης, κι έμοιαζε τρομερός κα­

θώς έγειρε το κορμί του προς τα μπρος, aρπάζοντας βίαια την άκρια

του κρεβατιού. "Είναι επικίνδυνο για τον υπηρέτη σου να πάει έξω

ανάμεσα στο λαό" είπε ο Ταμπ Ιτάμ, διστάζοντας για μια στιγμή.

»Τότε ο τζιμ κατάλαβε. Είχε φύγει από έναν κόσμο για ένα τιπο­

τένιο πήδημα που ούτε αυτός δεν ήξερε πώς το είχε κάνει, και τώρα

ο άλλος κόσμος, ο κόσμος του, το έργο των χεριών του, κατέρρεε σε

ερείπια πάνω στο κεφάλι του. Ήταν επικίνδυνο για τον υπηρέτη του

να πάει έξω στο λαό του! Υποθέτω ότι εκείνη ακριβώς τη στιγμή

αποφάσισε ν' αντιμετωπίσει την καταστροφή με το μοναδικό τρόπο

που του φαινόταν σωστός πάντως το μόνο που ξέρω στα σίγουρα,

είναι πως βγήκε απ' το δωμάτιο χωρίς να πει τίποτα και κάθισε

μπροστά στο μεγάλο τραπέζι, απ' την κεφαλή του οποίου συνήθιζε

να διευθετεί τις υποθέσεις του κόσμου του και να διακηρύσσει καθη­

μερινά την αλήθεια που κατοικούσε στην καρδιά του . Για δεύτερη

89 Μαλαίος αρχηγός.

Page 194: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 393

φορά οι δυνάμεις του σκότους λεηλατούσαν τη γαλήνη της ψυχής

του . Καθόταν εκεί σαν πέτρινο άγαλμα. Ο Ταμπ Ιτάμ, γεμάτος σεβα­

σμό, έκανε κάποια νύξη να προετοιμάσουν την άμυνά τους. Το κορί­

τσι που αγαπούσε, ήρθε μέσα και του μίλησε, αυτός όμως περιορί­

στηκε να κουνήσει μονάχα το χέρι του, κι εκείνη την έπιασε δέος μ'

αυτή τη βουβή έκκληση για σιωπή. Βγήκε στη βεράντα και κάθισε

στο πεζούλι, σαν να 'θελε να τον προστατέψει με το ίδιο της το σώμα

απ' τους κινδύνους που καραδοκούσαν έξω.

»Τι λογής σκέψεις πέρασαν άραγε απ' το μυαλό του -τι αναμνή­

σεις; Ποιος μπορεί να πει; Όλα είχαν τελειώσει· για δεύτερη φορά

κρινόταν ανάξιος της εμπιστοσύνης των ανθρώπων. Τότε ήταν, πι­στεύω, που προσπάθησε να γράψει -όχι σε κάποιον συγκεκριμέ­

να- και τα παράτησε. Ένιωθε την μοναξιά να τον τυλίγει από πα­

ντού. Οι άνθρωποι του 'χαν εμπιστευτεί τη ζωή τους -μόνο αυτό

έφτανε· κι όμως δε θα μπορούσαν ποτέ, όπως είχε πει, να τον κατα­

λάβουν. Όσοι aφουγκράζονταν έξω απ' την πόρτα, δεν άκουγαν

τον παραμικρό θόρυβο. Αργότερα, κατά το δειλινό, πήγε στην πόρ­

τα και κάλεσε τον Ταμπ Ιτάμ. "Λοιπόν;" ρώτησε. "Μεγάλος θρή­

νος, κι οργή" είπε ο Ταμπ Ιτάμ. Ο τζιμ τον κοίταξε . ''Εσύ ξέρεις"

μουρμούρισε . "Ναι, Τουάν" είπε ο Ταμπ Ιτάμ. ''Ο υπηρέτης σου

ξέρει, και η πύλη είναι κλειστή. Θα χρειαστεί να πολεμήσουμε".

"Να πολεμήσουμε; Για ποιο λόγο;" ρώτησε εκείνος. "Για τη ζωή

μας" . "Εγώ δεν έχω ζωή" του αποκρίθηκε . Ο Ταμπ Ιτάμ άκουσε το

κορίτσι που έστεκε δίπλα στην πόρτα να βγάζει ένα ξεφωνητό.

"Ποιος ξέρει" είπε ο Ταμπ Ιτάμ. "Με τόλμη και πονηριά μπορεί να

ξεφύγουμε. Είναι και φόβος πολύς ακόμα στις καρδιές των ανθρώ­

πων". Έφυγε μ' ένα σωρό ανάκατες σκέψεις στο κεφάλι του για

βάρκες και πέλαγα, αφήνοντας τον τζιμ και την κοπέλα μόνους.

»Μια ώρα ολόκληρη, εκείνη χτυπήθηκε μαζί του με νύχια και με

δόντια για να περισώσει την ευτυχία της αλλά δεν έχω το κουράγιο

να ιστορήσω τις εικόνες που μου έδωσε στην αφήγησή της. Κατά τα

άλλα, δεν μπορώ να ξέρω ούτε αν ο τζιμ έλπιζε σε κάτι -ούτε τι πε­

ρίμενε να συμβεί, ούτε τι φανταζόταν ... Ήταν aνυποχώρητος, και μες στη μοναξιά του που χειροτέρευε απ' το πείσμα, το πνεύμα του

έμοιαζε να υψώνεται πάνω απ' τα ερείπια της ύπαρξής του . Εκείνη φώναξε μέσα στ' αυτί του: "Πολέμα! " Δεν μπορούσε να τον καταλά­

βει. Δεν υπήρχε τίποτα για να πολεμήσει. Ετοιμαζόταν ν' αποδείξει

Page 195: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

394 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

τη δύναμή του και να κυριαρχήσει πάνω στο πικρό πεπρωμένο του μ'

έναν άλλο τρόπο. Βγήκε στην αυλή, κι από πίσω του , με λυτά μαλλιά,

αγριεμένο πρόσωπο, με κομμένη την ανάσα, πρόβαλε εκείνη τρεκλί­

ζοντας κι ακούμπησε πλάι στην πόρτα. "Ανοίξτε την πύλη" διέταξε

εκείνος. Ύστερα στράφηκε προς τους άντρες του που βρίσκονταν

ακόμη μέσα και τους έδωσε την άδεια να πάνε στα σπίτια τους. "Για

πόσο, Τουάν;" ρώτησε κάποιος δειλά. "Για όλη σας τη ζωή" του

απάντησε εκείνος με σοβαρή φωνή.

»Βαριά σιωπή είχε απλωθεί τώρα πάνω απ' την πόλη, μετά τα μοι­

ρολόγια και τους θρήνους που ολημερίς κυλούσαν πάνω απ' το πο­

τάμι και σκόρπιζαν παντού σαν μια ανασαμιά πικρή, σαν να 'χε

ανοίξει διάπλατα όλα τα παραθύρια του της θλίψης το κονάκι. Από

στόμα σε στόμα ψιθυρίζονταν φήμες που γέμιζαν τις καρδιές με τα­

ραχή και φοβερές αμφιβολίες. Οι ληστές θα ερχόντουσαν ξανά, πο­

λύ περισσότεροι τώρα, μ' ένα μεγάλο καράβι, και κανείς στη χώρα

δε θα γλίτωνε απ' τα χέρια τους. Εφιαλτική ανασφάλεια κατατυραν­

νούσε το μυαλό των ανθρώπων που νιώθανε τη γη να τρέμει κάτω

απ' τα πόδια τους, και σιγοψιθύριζαν τις υποψίες τους ο ένας στον

άλλον μυστικά, σαν να τους πλάκωνε η σκιά ενός aπαίσιου οιωνού.

»0 ήλιος χαμήλωνε πάνω απ' τη ζούγκλα όταν έφεραν το σώμα του Ντέην Βάρις στο καμπόνγκ του Ντοραμίν. Το κουβαλούσαν

τέσσερις άντρες σκεπασμένο προσεχτικά μ' ένα λευκό σεντόνι,

που είχε στείλει η γριά μάνα του κάτω στην πύλη για να τυλίξει το

γιο της στην επιστροφή του. Τον ακούμπησαν χάμω μπρος στα πό­

δια του Ντοραμίν, κι ο γέρος κάθισε για πολλή ώρα ακίνητος με τα

χέρια του στα γόνατα, το βλέμμα χαμηλωμένο. Οι φυλλωσιές των

φοινικόδεντρων λικνίζονταν απαλά, και τα κλωνάρια των φρουτό­

δεντρων αναδεύονταν πάνω απ' το κεφάλι του. Όταν ο γερο-να­

κόντα σήκωσε το βλέμμα από κάτω, όλοι οι άντρες του λαού του

βρίσκονταν εκεί πέρα με τα όπλα τους εκείνος όμως άφησε τη μα­

τιά του να πλανηθεί αργά πάνω απ' τη μάζα των ανθρώπων, σαν

να 'ψαχνε να βρει ένα πρόσωπο που απουσίαζε. Ύστερα το πη­

γούνι του ξαναβούλιαξε στο στήθος του. Οι ψίθυροι του πλήθους

ανακατεύονταν με το αλαφρό θρόισμα των φύλλων. · »'Ηταν εκεί κι ο Μαλαίος που είχε φέρει τον Ταμπ Ιτάμ και το κο­

ρίτσι στο Σαμαράνγκ. "Εγώ δεν ήμουν θυμωμένος σαν τους άλλους"

μου είπε, αλλά η καρδιά του ήταν γεμάτη δέος και κατάπληξη "για

Page 196: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 395

τα απρόσμενα γυρίσματα της μοίρας των ανθρώπων, που κρέμεται

πάνω απ' τα κεφάλια τους σαν σύννεφο φορτωμένο κεραυνούς" . Εί­

πε ακόμα πως όταν ο Ντοραμίν έκανε νεύμα να ξεσκεπάσουν το σώ­

μα του Ντέην Βάρις, ο "φίλος του λευκού κυρίου", όπως συνήθιζαν

να τον αποκαλούν, κειτόταν εκεί ανάλλαχτος, με τα ματόκλαδα μι­

σάνοιχτα σαν να 'ταν έτοιμος να ξυπνήσει. Ο Ντοραμίν έσκυψε λίγο

προς τα μπρος σαν να 'ψαχνε κάτι που του έπεσε στη γης. Τα μάτια

του διέτρεξαν το σώμα ερευνητικά απ' την κορφή ώς τα νύχια για να

βρούνε τη λαβωματιά. Στο μέτωπο, μια μικρή μικρή πληγ1i· κι όλοι

κράταγαν την ανάσα τους, όταν ένας απ' τους παρευρισκόμενους

έσκυψε κι έβγαλε το ασημένιο δαχτυλίδι απ' το ξυλιασμένα χέρι.

Χωρίς να μιλήσει, το κράτησε ψηλά μπροστά στον Ντοραμίν . Ένα

μουρμούρισμα aποδοκιμασίας και τρόμου ξεσηκώθηκε απ' το πλή­

θος στη θέα αυτού του δαχτυλιδιού, που το γνώριζαν όλοι τόσο καλά.

Ο γερο-νακόντα το κοίταξε επίμονα, και ξαφνικά, άφησε να ξεχυθεί

βαθιά μέσ' απ' τα στήθια του ένα δυνατό άγριο βογκητό, ένας βρυ­

χηθμός οδύνης και λύσσας, σαν το βροντερό μουγκανητό λαβωμέ­

νου ταύρου · οι καρδιές των ανθρώπων πλημμύρησαν τρόμο απ' την

τόση άφατη οργή και τη θλίψη . Για κάμποση ώρα, όλοι απόμειναν

aσάλευτοι στις θέσεις τους, ενώ το σώμα μεταφέρθηκε παράμερα

από τέσσερις άντρες . Το άφησαν κάτω από ένα δέντρο, κι αμέσως οι

γυναίκες της φαμελιάς του άρχισαν μ' ένα μακρόσυρτο ολολυγμό το

μοιρολόι, γεμάτο βόγκους και σπαραχτικές κραυγές ο ήλιος πήρε

να βασιλεύει· όταν κόπαζε ο δυνατός θρήνος, ξεχώριζε η τραγουδι­

στή φωνή δύο γερόντων που έψελναν το Κοράνι.

»Την ίδια περίπου ώρα, ο 'Γζιμ, ακουμπώντας στην άκρια ενός

κανονιού με την πλάτη γυρισμένη στο σπίτι, aτένιζε το ποτάμι· το

κορίτσι στηριζόταν στην πόρτα του σπιτιού, βαριανασαίνοντας σαν

να 'χε τρέξει ώρα πολλή, και τον κοίταζε διατρέχοντας με το βλέμ­

μα την αυλή . Ο Ταμπ Ιτάμ έστεκε όχι μακριά απ' τον αφέντη του,

περιμένοντας καρτερικά ό,τι έμελλε να συμβε ί. Εντελώς ξαφνικά,

ο 'Γζιμ, που έμοιαζε βαθιά aπορροφημένος σε γαλήνιους στοχα­

σμούς, γύρισε προς το μέρος του και είπε: " Ώρα να τελειώνουμε". >>"Τουάν" είπε ο Ταμπ Ιτάμ και τον πλησίασε πρόθυμος. Δεν ήξε­

ρe τι eννοούσe u αφέντης τσu, αλλd μόλις ο · 1 'ζιμ κουνήθηκε, το κορί­τσι αναπήδησΕ αμέσως κι άρχισε να τρέχει στο προαύλιο. Κανείς άλ­λος απ' τους ανθρώπους του σπιτισύ δε βρισκόταν εκΕί κοντά. Στα μι-

Page 197: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

396 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΓ

σά του δρόμου, το κορίτσι τρέκλισε και φώναξε τον Ί'ζιμ με τ' όνομά

του· προφανώς εκείνος είχε ξαναρχίσει να κοιτάζει στοχαστικά και

γαλήνια το ποτάμι, στην προηγούμενη θέση του, με τη ράχη ακουμπι­

σμένη στο κανόνι. "Θα πολεμήσεις;" του φώναξε. "Δε χάθηκε τίπο­

τα" είπε, "για να πολεμήσω να το ξανακερδίσω" . Κι έκανε ένα βήμα

προς το μέρος της. "Θέλεις να φύγεις;" φώναξε εκείνη ξανά. "Δεν

υπάρχει τρόπος να ξεφύγω" είπε κοντοστέκοντας, κι εκείνη απόμει­νε ακίνητη , σιωπηλή, να τον κατατρώει με τα μάτια της. "Θα πας

εκεί;" είπε αργά αργά. Εκείνος έσκυψε το κεφάλι. ''Α!" ξεφώνισε,

τρυπώντας τον με το βλέμμα της. "Ή τρελός είσαι ή ψεύτης. Θυμάσαι

εκείνη τη νύχτα που σε ικέτευα να μ' aφήσεις και να φύγεις, κι εσύ εί­

πες πως δεν μπορούσες; Είπες ότι ήταν αδύνατον! Αδύνατον! Θυμά­

σαι που είπες πως δε θα μ' άφηνες ποτέ; Γιατί; Από μόνος σου το υπο­

σχέθηκες. Μήπως σ' το ζήτησα εγώ; -το ξέχασες;" "Φτάνει, καλή

μου" είπε εκείνος. "Δεν αξίζει να κάνεις έτσι για μένα".

»0 Ταμπ Ιτάμ είπε ότι εκεί που μιλούσαν, το κορίτσι έβαλε ξαφνι­

κά τα γέλια, τρανταζόταν ολόκληρη από τα χαχανητά, σαν δαιμονι­

σμένη . Ο αφέντης του έπιασε το κεφάλι του με τα χέρια. Ήταν ντυμέ­

νος άψογα όπως κάθε μέρα, μονάχα που δε φορούσε καπέλο. Ξαφνι­

κά, εκείνη σταμάτησε να γελάει. "Για τελευταία φορά" φώναξε απει­

λητικά, "θα υπερασπίσεις τον εαυτό σου;" "Τίποτα δεν μπορεί να μου

κάνει κακό" της αποκρίθηκε, σε μια τελευταία αναλαμπή εκείνου του

aπαράμιλλου, του εξαίσιου εγωισμού του. Ο Ταμπ Ιτάμ την είδε να

σκύβει προς τα μπρος εκεί που έστεκε, ν' ανοίγει τα χέρια της και να

τρέχει γρήγορα προς το μέρος του. Ρίχτηκε πάνω του και τύλιξε τα

χέρια της γύρω απ' το λαιμό του .

»"Α, δε θα φύγεις από μένα" φώναξε ... "Είσαι δικός μου!" »Αναλύθηκε σε λυγμούς στον ώμο του. Ο aχανής ουρανός πά­

νω απ' το Πατουσάν ήταν κατακόκκινος σαν ανοιχτή φλέβα που

αιμορραγεί. Ένας πελώριος ήλιος φώλιαζε ολοπόρφυρος ανάμε­

σα στις κορφές των δέντρων, και το δάσος από κάτω απλωνόταν

σκοτεινό κι απειλητικό.

»0 Ταμπ Ιτάμ μού είπε ότι εκείνο το βράδυ ο ουρανός ήταν ορ­γισμένος και φοβερός . Δεν έχω λόγους να μην τον πιστέψω, γιατί

ξέρω ότι την ίδια ακριβώς μέρα ένας κυκλώνας είχε περάσει έξι μίλια έξω απ' την ακτή, μόλο που στη στεριά δεν έγινε αισθητός

παρά σαν μια αδύναμη αναταραχή του αέρα.

Page 198: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 397

»Ξάφνου, ο Ταμπ Ιτάμ είδε τον Ίζιμ να πιάνει τα χέρια της, προ­

σπαθώντας να τα λύσει γύρω απ' το λαιμό του. Εκείνη κρεμάστηκε

πάνω του με το κεφάλι ριγμένο πίσω· τα μαλλιά της έφταναν ώς το χώ­

μα. "Έλα εδώ" του φώναξε ο αφέντης του, κι ο Ταμπ Ιτάμ πήγε και τον βοήθησε να λευτερωθεί απ' το πιάσιμό της. Δυσκολεύτηκε ν' ανοί­

ξει τα δάχτυλά της. Ο Ί'ζιμ έγειρε από πάνω της, την κοίταξε σοβαρά στα μάτια, κι εντελώς ξαφνικά την παράτησε κι έτρεξε στην ξύλινη

αποβάθρα. Ο Ταμπ Ιτάμ τον ακολούθησε, αλλά καθώς γύρισε το κε­

φάλι του πίσω, είδε ότι εκείνη αγωνιζόταν να σηκωθεί όρθια. Έκανε

μερικά βήματα το κατόπι τους, κι ύστερα έπεσε βαριά στα γόνατα.

"Τουάν! Τουάν!" φώναξε ο Ταμπ Ιτάμ. "Κοίτα πίσω!" Αλλ.ά ο Ί'ζιμ

βρισκόταν κιόλας στο κανό με το κουπί στο χέρι. Δεν κοίταξε πίσω. Ο

Ταμπ Ιτάμ μόλις που πρόλαβε να πηδήξε ι στο κανό που ξεκίναγε. Η

κοπέλα ήταν πεσμένη στα γόνατα με τα χέρια πλεγμένα, σιην πύλη δί­

πλα στο ποτάμι. Έμεινε για λίγο εκεί σε μια στάση ικετευτική, κι ύστε­

ρα τινάχτηκε πάνω. "Είσαι ψεύτης!" ούρλιαξε πίσω απ' τον Ί'ζιμ.

"Συγχώρεσέ με!" φώναξε εκείνος. "Ποτέ! Ποτέ!" του αντιγύρισε.

>>0 Ταμπ Ιτάμ πήρε το κουπί απ' τα χέρια του Ί'ζιμ· έμοιαζε άπρεπο να τραβάει κουπί ο κύριός του, κι εκείνος να κάθεται χωρίς να κάνει τί­

ποτα. Όtαν έφτασαν στην απέναντι όχθη , ο αφέντης τού απαγόρευσε

να πάει κι άλλο μαζί του· αλλά ο Ταμπ Ιτάμ τον ακολούθησε από από­

σταση καθώς aνηφόριζε την πλαγιά για το καμπόνγκ του Ντοραμίν.

>>Είχε αρχίσει να σουρουπώνει. Οι φλόγες από τους δαυλούς

τρεμόπαιζαν δω κι εκεί. Όσους συναντούσαν στο δρόμο τους,

έμοιαζαν γεμάτοι δέος και παραμέριζαν βιαστικά για να κάνουν

δρόμο στον τζιμ. Από ψηλά ακούγονταν τα μοιρολόγια των γυναι­κών. Το προαύλιο ήταν γεμάτο aρματωμένους Μπούγκις με τους

υποτακτικούς τους κι όλο το λαό του Πατουσάν.

>>Δεν ξέρω γιατί είχαν μαζευτεί όλοι αυτοί εκεί. Προετοιμάζο­

νταν για πόλεμο, για εκδίκηση ή για την απώθηση μιας αναμενόμε­

νης εισβολής; Πέρασαν πολλές μέρες προτού πάψουν να φυλάγο­

νται, τρέμοντας από φόβο μην επιστρέψουν οι λευκοί με τις μακριές

γενειάδες και τα κουρέλια, που η ακριβής σχέση τους με τον δικό

τους λευκό κύριο ήταν ακατανόητη. Ακόμα και για κείνα τα απλο"ίκά

μυαλά, ο Ίζιμ θα έμενε για πάντα ένα βασανιστικό μυστήριο.

>>0 Ντοραμίν μόνος, τεράστιος, τσακισμένος απ' τον πόνο, καθόταν στην πολυθρόνα του με δυο πιστόλια στα γόνατα, κάτω απ' το βλέμμα

του οπλισμένου πλήθους. Όταν εμφανίστηκε ο Ί'ζιμ, κάποιος έβγαλε

Page 199: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

398 ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΝΡΑΝΤ

μια φωνή κι όλα τα κεφάλια γύρισαν ταυτόχρονα προς το μέρος του·

ύστερα η μάζα παραμέρισε δεξιά κι αριστερά, κι εκείνος προχώρησε

μέσα σ' ένα διάδρομο από βλέμματα που τον aποστρέφονταν. Διάφο­

ροι ψίθυροι τον συνόδευαν στο πέρασμά του· μουρμουρητά: "Αυτός

φταίει για το κακό". "Έκανε μάγια" ... Εκείνος τους άκουγε -ίσως! »Μόλις έφτασε στο φως των δαυλών, τα μοιρολόγια των γυναι­

κών κόπηκαν απότομα. Ο Ντοραμίν δε σήκωσε το κεφάλι του, κι ο

τζιμ στάθηκε σιωπηλός για κάμποση ώρα μπροστά του. Ύστερα

κοίταξε προς τ' αριστερά και προχώρησε προς τα κει με προσεχτι­

κά βήματα. Η μητέρα του Ντέην Βάρις κούρνιαζε ζαρωμένη στο

προσκεφάλι του γιου της, με το πρόσωπο κρυμμένο πίσω απ' τα

γκρίζα ξέπλεκα μαλλιά της. Ο Τζιμ πλησίασε αργά, ανασήκωσε το

σεντόνι, κοίταξε το νεκρό φίλο του κι ύστερα το ξανάφησε να πέ­

σει χωρίς μια λέξη. Σιγά σιγά γύρισε πίσω.

»"Ήρθε! Ήρθε!" κυκλοφορούσε από στόμα σε στόμα, ξεση­

κώνοντας ένα μουρμουρητό που τον κύκλωνε από παντού. "Είπε

πως θα το πλήρωνε με τη ζωή του" φώναξε κάποιος . Το άκουσε

και γύρισε προς το πλήθος. "Ναι, με τη ζωή μου". Μερικοί τραβή­χτηκαν πίσω. Ο Τζιμ περίμενε για λίγο μπροστά στον Ντοραμίν, κι

ύστερα είπε χαμηλόφωνα: "Έρχομαι γεμάτος θλίψη ". Περίμενε

γι' άλλη μια φορά. "Έρχομαι έτοιμος κι άοπλος" ξαναείπε.

»0 δυσκίνητος γέροντας χαμήλωσε το πλατύ του μέτωπο σαν βόδι κάτω απ' το ζυγό, κι έκανε μια προσπάθεια να σηκωθεί, αδράχνο­

ντας τις πιστόλες του απ' τα γόνατα. Απ' το λα(!ύγγι του έβγαιναν

γουργουρητa, ήχοι πνιγμένοι, ζωώδεις, κι οι δυο βοηθοί του τον στή­

ριξαν από πίσω. Οι παριστάμενοι πρόσεξαν πως το δαχτυλίδι που

είχε αφήσει στην ποδιά του έπεσε χάμω, κυλώντας ώς τα πόδια του

λευκού κυρίου. Ο δύστυχος τζιμ κοίταξε το φυλαχτό που του είχε

ανοίξει τις πόρτες της δόξας, της αγάπης και της επιτυχίας μέσα σ'

αυτή τη χώρα, στο απάτητο κάστρο της ζούγκλας που το τριγύριζε ο

αφρός των κυμάτων, μέσα σ' αυτή τη χώρα που σαν έπεφτε ο ήλιος,

ερχόταν η νύχτα να στήσει το πιο ψηλό της μετερίζι. Ο Ντοραμίν, πα­

λεύοντας να σταθεί στα ποδάρια του, σχημάτιζε με τους δυο βαστά­

ζους του ένα τραμπαλιστό τρίο που παράπαιε όλο μαζί· τα μικρά του

μάτια κοίταζαν με μια έκφραση τρελής οδύνης, οργής, με μιαν άγρια

λάμψη, που δε διέcρυγε απ' την προσοχή κανενός κι ύστερα, ενώ ο τζιμ τον κοίταζε κατάματα, αλύγιστος και ξεσκούφωτος στο φως των δαυλ<.6v, κρεr-ιάστηκε βαρύs ι-ιε το αeιοτεeό του χέρι απ' το λαιμό

Page 200: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)

ΛΟΡΔΟΣΤΖΙΜ 399

ενός από τους σκυφτούς νέους, και σηκώνοντας μελετημένα το δεξί

χέρι του, πυροβόλησε το φίλο του γιου του κατάστηθα.

»Το πλήθος, που είχε τραβηχτεί μακριά απ' τον τζιμ μόλις ο Ντο­

ραμίν σήκωσε το χέρι του, όρμησε προς τα μπρος με θόρυβο μετά

τον πυροβολισμό . Λένε πως ο λευκός έριξε δεξιά κι αριστερά σε όλα

εκείνα τα πρόσωπα μια περήφανη κι ανυποχώρητη ματιά. Κι ύστε­

ρα, φέρνοντας το χέρι στο στόμα του, έπεσε προς τα μπρος, νεκρός.

»Κι έτσι, τέλειωσαν όλα. Πέθανε τυλιγμένος στην ομίχλη, ανεξι­

χνίαστος, λησμονημένος, χωρίς συγχώρεση κι αθεράπευτα ρομαντι­

κός. Ούτε στις πιο τρελές στιγμές των εφηβι~ών του οραμάτων δεν

είχε ονειρευτεί τη σαγηνευτική μορφή μιας τέτοιας καταπληκτικής

επιτυχίας! Κι είναι πολύ πιθανό, ακριβώς την ώρα της τελευταίας πε­

ρήφανης κι ανένδοτης ματιάς του, να αξιώθηκε ν' aτενίσει καταπρό­

σωπο αυτή την ευκαιρία που, σαν ανατολίτισσα νύφη, είχε έρθει να

σταθεί πεπλοφορεμένη στο πλευρό του . »Εμείς όμως δε βλέπσυμε σ' αυτόν παρά έναν επίδοξο εραστή της

δόξας, που πρόδωσε το αγκάλιασμα ενός παθιασμένσυ γήινου έρωτα

για ν' απαντήσει στο κάλεσμα του εκστατικού εγωισμού του. Παράτη­

σε μια γυναίκα με σάρκα και οστά, για να χαρεί το ματωμένο αρρα­

βώνα του μ' ένα άυλο ιδανικό ορθής συμπεριφοράς. Άραγε τώρα εί­

ναι απόλυτα ικανοποιημένος; Κρίμα. Θα 'πρεπε να το μάθουμε. Είναι

ένας από μας -μήπως εγώ ο ίδιος δεν μπήκα εγγυητής για την ακλόνη­

τη σταθερότητα του χαρακτήρα του; Έπεφτα λοιπόν τόσο έξω; Τώρα

που πια δεν υπάρχει, έρχονται στιγμές που η πραγματικότητα της

ύπαρξής του με κατακλύζει με μια δύναμη ασύλληπτη, συντριπτική· κι

άλλοτε πάλι, περνάει μπρος απ' τα μάτια μου σαν άυλο πνεύμα που

παραστράτησε και βρέθηκε καταμεσής στα πάθη αυτής της γης, έτοι­

μο ανά πάσα στιγμή να παραδοθεί ολόψυχα στο κάλεσμα του δικού

του κόσμου, των σκιών. »Ποιος ξέρει; Έφυγε- και κανείς δεν μπόρεσε να διαβάσει την

καρδιά του. Το δυστυχισμενο κορίτσι περνάει τώρα μια βουβή, άχαρη ζωή στο σπίτι του Στάιν. Ο Στάιν έχει γεράσει για τα καλά

πια . Το νιώθει κι από μόνος του , και κάθε τόσο λέει ότι "ήρθε ο

καιρός να τα aποχωριστώ όλ' αυτά· καιρός να τα aποχωριστώ ... ", ενώ το χέρι του πλανιέται θλιμμένα πάνω απ' τις πεταλούδες του».

Σεπτέμβριος 1899- Ιούλιος 1900

Page 201: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)
Page 202: Λόρδος Tτζιμ - Tζόζεφ Kόνραντ (part 2)