ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

198
  • date post

    11-Jul-2015
  • Category

    Art & Photos

  • view

    3.192
  • download

    210

Transcript of ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Page 1: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά
Page 2: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ISSN 1791-910X© 2013 ΧΑΡΛΕΝΙΚ ΕΛΛΑΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΒΕΕγια την ελληνική γλώσσα, κατόπιν συμφωνίας μετη HARLEQUIN ENTERPRISES II B.V. / S.à.r.l.Η ΜΕΛΩΔΙΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑΤίτλος πρωτοτύπου: His One-Night Mistress© Sandra Field 2005. All rights reserved.Μετάφραση: Μαρία ΓεωργιάδουΕπιμέλεια: Ειρήνη ΑντωνίουΑΔΑΜΑΣΤΗ ΚΑΡΔΙΑΤίτλος πρωτοτύπου: Tamed by her Husband© Elizabeth Power 2005. All rights reserved.Μετάφραση: Φρίντα ΚαψάληΕπιμέλεια: Κατερίνα ΔημητρίουΔιόρθωση: Κυριάκος ΜιχελόγκωναςΑπαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους ή του συνόλου του βιβλίου, η αναπαραγωγή ή μετάδοσή του με οποιοδήποτεοπτικοακουστικό ή άλλο μέσο, χωρίς τη γραπτή άδεια του εκδότη.ΣΥΛΛΕΚΤΙΚΑ ΑΡΛΕΚΙΝ - ΤΕΥΧΟΣ 50Τυπώθηκε και βιβλιοδετήθηκε στην Ελλάδα.Made and printed in Greece.

Page 3: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Η ΜΕΛΩΔΙΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ

Page 4: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Αστραφτερή. Εκθαμβωτική. Υπέροχη!Η Λία ντ’ Άντζελι προχώρησε προς το αχανές λόμπι του ξενοδοχείου, όπου οι τεράστιοι καθρέφτες

του με τις περίτεχνες, επίχρυσες κορνίζες αντανακλούσαν κάτι που έμοιαζε με σκηνή απόχοροεσπερίδα του Λουδοβίκου του ΙΔ’. Έσφιξε στο χέρι της την πρόσκληση με τα κομψά χρυσάγράμματα, μια πρόσκληση που της είχε δώσει μόλις χθες ο Παριζιάνος φίλος της Ματιέ. «Είναι έναςχορός μεταμφιεσμένων», της είχε πει με το γοητευτικό λοξό χαμόγελό του. «Δυστυχώς, εγώ δενμπορώ να πάω. Πάρε μαζί σου κανέναν όμορφο, φάε, πιες και χόρεψε με την ψυχή σου». Τοχαμόγελό του έγινε τώρα πονηρό. «Μπορεί και να καταλήξεις στο κρεβάτι του –παραείσαι όμορφηγια να καλογερέψεις, σερί».Η Λία άκουσε με δυσπιστία το κομπλιμέντο του Ματιέ. Ήταν γνωστός σε όλο το Παρίσι για τις

ερωτοδουλειές του. Τη συμβουλή του, όμως, σκόπευε να την ακολουθήσει –κατά ένα μέροςτουλάχιστον: φάε, πιες και χόρεψε. Ναι, αυτά θα τα έκανε με χαρά. Αλλά είχε έρθει στο χορό μόνηκαι μόνη θα έφευγε.Μόνη και ανώνυμη, σκέφτηκε με έναν αναστεναγμό ανακούφισης. Η φήμη που είχε αποκτήσει τον

τελευταίο καιρό δεν της ήταν και τόσο ευχάριστη. Όμως εκείνο το βράδυ δεν ήταν η Λία ντ’Άντζελι, η ταλαντούχα νεαρή βιολονίστα που είχε προβληθεί στο διεθνές προσκήνιο, κερδίζονταςδύο κορυφαίους διαγωνισμούς μέσα σε έξι μήνες. Όχι, σκέφτηκε, κοιτάζοντας λοξά το είδωλό τηςστον κοντινότερο καθρέφτη. Στα χείλη της σχηματίστηκε ένα χαμόγελο. Εκείνο το βράδυ ήταν μιαπεταλούδα, παιχνιδιάρα και αινιγματική, που θα πετούσε από παρτενέρ σε παρτενέρ χωρίς να πιαστείστην απόχη κανενός.Το κοστούμι της ήταν μια γυαλιστερή τιρκουάζ φόρμα που εφάρμοζε σαν γάντι στις καμπύλες του

στήθους, των γοφών, της λεπτής μέσης της και των μακριών, λεπτών ποδιών της. Στα πόδια τηςφορούσε τιρκουάζ μεταλιζέ σανδάλια. Τα φτερά της, φύλλα από αραχνοΰφαντο τιρκουάζ καιπράσινο σιφόν, ανέμιζαν από τα χέρια μέχρι τους μηρούς της. Αλλά το εντυπωσιακότερο στοιχείοτης στολής της ήταν η μάσκα. Σαν κράνος κάλυπτε τα έντονα ζυγωματικά της, άφηνε να φαίνονταιμόνο τα καστανά μάτια της κι έκρυβε τα πυκνά μαύρα μαλλιά της μέσα σε αστραφτερές παγιέτες καιφτερά παγονιού. Στα μάγουλα, στο πιγούνι και στο λαιμό της είχε απλώσει τιρκουάζ σκιά, ενώ ταχείλη της ήταν βαμμένα με χρυσό κραγιόν.Προκλητικό κοστούμι, σκέφτηκε ικανοποιημένη. Ένα κοστούμι που την άφηνε ελεύθερη να είναι

όποια ήθελε.Κανείς εκεί δεν την ήξερε. Κι αυτό σκόπευε να το εκμεταλλευτεί στο έπακρο: να χορέψει με την

καρδιά της και να φύγει τα μεσάνυχτα. Σαν τη Σταχτοπούτα.Τα μάτια της έψαξαν το πλήθος. Μια Μαρία Αντουανέτα, ο Κωδωνοκρούστης της Νοτρ-Νταμ,

ένας καρδινάλιος βγαλμένος από πορτραίτο του Ελ Γκρέκο, μια χορεύτρια του Μουλέν Ρουζ. Όλοιμε μάσκες. Όλοι ξένοι μεταξύ τους. Ίσως και στον ίδιο τους τον εαυτό, σκέφτηκε η Λία, νιώθονταςνα τη διαπερνά ένα μικρό ρίγος νευρικότητας.Έδιωξε από μέσα της την ταραχή, προχώρησε στον πορτιέρη και του έδειξε την αριθμημένη

πρόσκλησή της. Ένας αξιωματούχος με στολή τού ψιθύριζε κάτι στο αυτί. Ο πορτιέρης τής ένευσε

Page 5: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ανυπόμονα προς την αίθουσα, έριξε μια ματιά στην πρόσκληση και την άφησε στη στοίβα με τιςάλλες. Η Λία τον προσπέρασε βιαστικά. Ανησυχούσε μήπως προέκυπτε πρόβλημα που ηπρόσκληση είχε το όνομα του Ματιέ αντί για το δικό της. Καλός οιωνός, σκέφτηκε αναθαρρημένηκαι μπήκε στην αίθουσα.Η μελωδία ενός παλιομοδίτικου βαλς πλανιόταν στο χώρο. Καθρέφτες κοσμούσαν τους τοίχους,

που είχαν το χρώμα του ζαφειριού, ενώ αστραφτεροί χρυσοί πολυέλαιοι κρέμονταν από ένα ταβάνι,τα ζωγραφιστά παχουλά αγγελάκια του οποίου συναγωνίζονταν σε πλήθος τους ανοιξιάτικουςεραστές του Παρισιού. Στον απέναντι τοίχο μακριά τραπέζια με λευκά τραπεζομάντιλα ήτανφορτωμένα με εδέσματα που θα ζήλευε ακόμα και ο βασιλιάς Λουδοβίκος. Σερβιτόροι με άσπρασακάκια τριγύριζαν ανάμεσα στους καλεσμένους, κρατώντας ασημένιους δίσκους με κρασί καισαμπάνια.Και τότε τον είδε.Όπως κι εκείνη, στεκόταν με την πλάτη στον τοίχο, παρατηρώντας τον κόσμο. Ένας ληστής

εποχής, με μανδύα και μπότες, μαύρη μάσκα που έκανε τα μάτια του να μοιάζουν με δυο σχισμές κιένα μαύρο πλατύγυρο καπέλο που έκρυβε τα χαρακτηριστικά του.Κανένα κοστούμι δε θα μπορούσε να κρύψει το ύψος του, τις φαρδιές του πλάτες ή την αύρα της

δύναμης, της επιβολής, του απόλυτου αυτοελέγχου που εξέπεμπε. Μια αύρα που, προφανώς, αυτόςο άντρας γνώριζε ότι διέθετε.Ένας άνθρωπος που έπαιρνε αυτό που ήθελε. Ένας ληστής πραγματικά.Και, όπως κι εκείνη, ήταν μόνος.Ενώ η Λία ένιωθε να τη διαπερνά άλλο ένα ρίγος, το βλέμμα του στάθηκε πάνω της. Ακόμα κι από

την άλλη άκρη της τεράστιας αίθουσας τον ένιωσε να συγκεντρώνεται απότομα, έντονα. Το σώματου έμεινε ακίνητο σαν του ληστή που εντοπίζει το θύμα του.Η Λία δε θα μπορούσε να τρέξει, ακόμα κι αν έπρεπε να το κάνει για να σώσει τη ζωή της.Σαν πεταλούδα καρφωμένη στον τοίχο, σκέφτηκε αναστατωμένη, ενώ η καρδιά της χτυπούσε τόσο

δυνατά που νόμιζε πως θα σπάσει. Είχε φοβηθεί πολλές φορές στη ζωή της. Ήταν κάτι αλληλένδετομε τον αγώνα της για διάκριση που την καθόριζε από τότε που θυμόταν τον εαυτό της. Αλλά ηταραχή της πριν από τα κοντσέρτα υποχωρούσε μπροστά στη σιγουριά της για τις τεχνικές τηςικανότητες και τη βαθύτερη βεβαιότητα ότι, για άλλη μια φορά, θα ξεπερνούσε αυτή την ταραχή.Αυτός ο φόβος ήταν διαφορετικός. Αισθανόταν γυμνή, εκτεθειμένη. Κι όλα αυτά επειδή ένας

άγνωστος έτυχε να την κοιτάξει. Κάποιος που δεν είχε ξαναδεί –γι’ αυτό ήταν βέβαιη– και ούτεήθελε να ξαναδεί.Γελοίο, σκέφτηκε, ενώ μάζευε το κουράγιο της για να αντιμετωπίσει αυτή την πρωτόγνωρη

επίθεση.Επίθεση; Μα, ο άνθρωπος ούτε καν την είχε ακουμπήσει!Σε μια έξαρση αψηφισιάς η Λία έκανε νόημα σ’ ένα σερβιτόρο, πήρε από το δίσκο του ένα ποτήρι

κόκκινο κρασί και, με έναν κοροϊδευτικό χαιρετισμό στον άντρα στην άλλη άκρη της αίθουσας,σήκωσε το ποτήρι της σε πρόποση.Εκείνος έβγαλε το καπέλο του, αποκαλύπτοντας τα ακατάστατα, ξανθισμένα από τον ήλιο μαλλιά

του και υποκλίθηκε βαθιά, με έναν αριστοκρατικό τρόπο που έκανε τη Λία να χαμογελάσει άθελάτης. Κι έπειτα προχώρησε προς το μέρος της.Μέσα στον πανικό της η Λία άκουσε μια αντρική φωνή να της λέει σε σπασμένα γαλλικά: «Βουλέ-

βου ντανσέ αβέκ μουά, μαντάμ;»

Page 6: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Ένας Βρετανός στρατιώτης από τον καιρό του Ναπολέοντα είχε μπει ανάμεσα σ’ εκείνη και τοληστή και της ζητούσε να χορέψουν. Η Λία άφησε γρήγορα το κρασί της στο πιο κοντινό τραπέζικαι του απάντησε στα αγγλικά: «Ναι, ευχαριστώ».«Ωραία, μιλάς αγγλικά», είπε ο στρατιώτης και ύστερα την έπιασε από τη μέση κι άρχισε να τη

στροβιλίζει με άνεση ανάμεσα στους άλλους χορευτές. Η χορευτική του δεινότητα την έκανε νανιώθει ευγνωμοσύνη και μάλιστα δεν έδειχνε να έχει διάθεση για κουβέντα, κάτι για το οποίο η Λίαένιωθε ακόμα μεγαλύτερη ευγνωμοσύνη. Με την άκρη του ματιού της είδε το ληστή ναστριμώχνεται από μια παρέα γυναικών που χόρευαν κι έπειτα να απομακρύνεται μ’ ένα σχόλιο πουτις έκανε να γελάσουν. «Θα ήθελα να δω από πιο κοντά την ορχήστρα», είπε η Λία με κομμένη τηνανάσα. «Μπορούμε να πάμε προς τα κει;»Ο στρατιώτης την οδήγησε υπάκουα στην απέναντι πλευρά της αίθουσας. Το βαλς τελείωσε και

ακολούθησε μια ρούμπα. Ένας κλόουν με κατακόκκινο στόμα τη διεκδίκησε από τον καβαλιέρο τηςκαι η Λία ακολούθησε το ρυθμό του χορού, με τα διάφανα φτερά της να θροΐζουν καθώς κινούσε ταχέρια της. Τον κλόουν διαδέχτηκε ένας αριστοκρατικός τζέντλεμαν που θα μπορούσε να είχε βγειαπό μυθιστόρημα της Τζέιν Όστεν.Καθώς το κομμάτι τελείωνε, ένας άλλος παρτενέρ εμφανίστηκε πίσω από τον ηλικιωμένο

τζέντλεμαν. Ο ληστής, με το μαύρο μανδύα του ν’ ανεμίζει. Τα νεύρα της Λία τεντώθηκαν, αν καιαπό την πρώτη στιγμή που τον είχε δει ήξερε ότι η συνάντηση θα ήταν αναπόφευκτη. «Σειρά μου,νομίζω», της είπε εύθυμα, αλλά με μια νότα ψυχρότητας στη βελούδινη σαν μπράντι φωνή του.Η Λία χαμογέλασε στον παρτενέρ της και γύρισε στο ληστή. Θα μπορούσε να μην αποκριθεί, αλλά

ένα από τα αδιόρθωτα ελαττώματά της ήταν η περηφάνια. Εξάλλου, οι προκλήσεις είναι για να τιςδέχεσαι...«Πολλή ζέστη δεν κάνει εδώ μέσα;» είπε με υπερβάλλουσα ευγένεια, υψώνοντας το πιγούνι της.

«Θα ήθελα ένα ποτήρι σαμπάνια».«Πώς είναι τ’ όνομά σου;»«Δεν είσαι και πολύ διακριτικός, βλέπω».«Απεχθάνομαι τη σπατάλη χρόνου».«Του δικού μου ή του δικού σου;» ρώτησε επιτακτικά η Λία.«Του δικού μου», απάντησε ο άγνωστος.«Τότε ίσως θα ’πρεπε να βρεις μια άλλη παρτενέρ».«Ω, δε νομίζω».«Τότε πες μου το δικό σου όνομα», είπε η Λία, περιμένοντας ότι ο άγνωστος θα αρνιόταν.«Σεθ Τάλμποτ. Από το Μανχάταν. Κι εσύ Αμερικανίδα είσαι».Η Λία ζούσε σ’ ένα μικρό διαμέρισμα στο Γκρίνουιτς Βίλατζ. «Γεννήθηκα στην Ελβετία, κύριε

Τάλμποτ», του απάντησε με τουπέ και με το ίδιο τουπέ ένευσε στον πλησιέστερο σερβιτόρο, οοποίος της πρόσφερε ένα κρυστάλλινο ποτήρι με σαμπάνια.«Βλέπω ότι παίρνεις αυτό που θέλεις», είπε απαλά ο Σεθ Τάλμποτ.«Γίνεται αλλιώς;»«Κατά την άποψή μου, όχι. Χαίρομαι που καταλαβαινόμαστε».«Αποκλείεται να με καταλαβαίνεις, γιατί απλούστατα δεν ξέρεις τι θέλω», αποκρίθηκε η Λία.«Από την πρώτη στιγμή που είδαμε ο ένας τον άλλον θελήσαμε το ίδιο πράγμα», επισήμανε ο Σεθ

Τάλμποτ.Κάνε πίσω, Λία. Πρόσεχε. Σταμάτα αυτή την ιστορία προτού καν αρχίσει. «Μια που δεν είμαι

Page 7: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

μάντισσα», του είπε κοφτά, «γιατί δε μου λες εσύ τι είναι αυτό;»Εκείνος την έπιασε απ’ τον καρπό. Τα δάχτυλά του ήταν δυνατά σαν μέγκενη. Μακριά, λεπτά

δάχτυλα, χωρίς βέρα, όπως πρόσεξε η Λία, με περιποιημένα νύχια και ξανθές τριχούλες. «Άφησέμε», του είπε ανέκφραστα.Ο Σεθ άφησε το χέρι της να πέσει απότομα, μ’ ένα σχεδόν προσβλητικό τρόπο. Η μουσική είχε

αρχίσει να παίζει ξανά. «Στεκόμαστε μες στη μέση», είπε στη Λία και, περνώντας το χέρι του στονώμο της, την τράβηξε από την πίστα.Ο μανδύας του την τύλιξε στις μαύρες πτυχές του. Το χέρι του ήταν βαρύ, το βάρος του οικείο σαν

χάδι. Η Λία θα μπορούσε να διαμαρτυρηθεί. Ακόμα και να φωνάξει. Σε μια αίθουσα γεμάτη κόσμοο Σεθ θα ήταν αδύνατον να κάνει κάτι χωρίς τη συναίνεσή της.Είχε ξανανιώσει έτσι ποτέ; Αισθανόταν σαν υπνωτισμένη. Η καρδιά της χτυπούσε αργά και βαριά

και η ζεστασιά του χεριού του απλωνόταν κάτω απ’ το δέρμα της. Σαν από χιλιόμετρα μακριά, η Λίατον είδε να πετάει το καπέλο του σ’ ένα τραπέζι. Πήρε το άλλο της χέρι και το σήκωσε, χαϊδεύονταςμε τα χείλη του τις κλειδώσεις των δαχτύλων της. Ύστερα το γύρισε και φίλησε την παλάμη της μετον ίδιο νωχελικό, αισθησιακό τρόπο.Τα μαλλιά του ήταν πυκνά και γυάλιζαν σαν μετάξι. Το μόνο που ήθελε η Λία ήταν να πετάξει το

ποτήρι της και να περάσει τα δάχτυλά της μέσα σ’ αυτά τα ακατάστατα κύματα με τις χρυσαφιέςανταύγειες, να νιώσει την πυκνότητά τους, να ακουμπήσει το χέρι της στον αυχένα του. Αντιθέτως,έσφιξε το ποτήρι σαν να ήταν το μόνο πράγμα απ’ το οποίο θα μπορούσαν να στηριχτούν τα λογικάτης.Το στόμα του Σεθ άγγιζε ακόμα την παλάμη της. Έκλεισε τα μάτια της, καθώς η αίσθηση

απλωνόταν στο κορμί της σαν κύματα ηδονής. Βαθιά μέσα της ο πόθος ζωντάνεψε σαν σαρωτικός,επιτακτικός πόνος. Για λίγες στιγμές έξω απ’ το χρόνο, η Λία αφέθηκε σ’ αυτόν, νιώθοντας το σώματης ανάλαφρο σαν της πεταλούδας. Μιας πεταλούδας που άνοιγε τα φτερά της στον ήλιο, σκέφτηκεπαραζαλισμένα. Που απορροφούσε τη ζεστασιά του, λουζόταν στις χρυσές αχτίδες του. Γεμάτη ζωή,έτσι όπως ήθελε να είναι.Πάψε, Λία. Πες τα πράγματα με τ’ όνομά τους. Αφήνεις να σε ξελογιάσει ένας άντρας που ζει στην

ίδια πόλη μ’ εσένα.Τράβηξε το χέρι της και η σαμπάνια πιτσίλισε τα ντελικάτα παπούτσια της. «Σταμάτα!» είπε τραχιά.Ο Σεθ σήκωσε το κεφάλι του, αλλά συνέχισε να της κρατάει το χέρι. «Δε θες να σταματήσω. Πες

την αλήθεια».«Δεν ξέρω τίποτα για σένα κι εσύ...»«Παραλείψαμε τα προκαταρκτικά, αυτό είναι όλο», είπε βραχνά ο Σεθ. «Μπήκαμε κατευθείαν στην

ουσία».Ακούγοντας τη βραχνάδα στη φωνή του και βλέποντας τη φλέβα του να χτυπά δυνατά στο λαιμό

του, η Λία ένιωσε την καρδιά της να φτερουγίζει. «Το νιώθεις κι εσύ», ψιθύρισε.«Το ένιωσα από την πρώτη στιγμή που σε είδα να μπαίνεις».Η Λία το ήξερε. Γι’ αυτό δεν είχε τρέξει στην πίστα με τον πρώτο διαθέσιμο άντρα που βρήκε; «Οι

ληστές ληστεύουν, κύριε Τάλμποτ», είπε άτονα η Λία.«Και οι πεταλούδες έχουν μοναδικό τους σκοπό το ζευγάρωμα».«Ένας ληστής παίρνει αυτό που θέλει ανεξάρτητα από τις επιπτώσεις», σφύριξε η Λία μέσα απ’ τα

δόντια της.«Αν είσαι πρόθυμη γι’ αυτό, δε θα μπορούσα να χαρακτηριστώ ληστής», απάντησε ο Σεθ.

Page 8: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Ω, σταμάτα», είπε εκείνη θυμωμένη. «Με κάνεις κύκλους».«Μ’ αρέσει αυτό», είπε ο Σεθ και ξαφνικά της χαμογέλασε.Ήταν ένα τρομακτικά αρρενωπό χαμόγελο. Θωρακίζοντας τον εαυτό της για να το αντιμετωπίσει, η

Λία του πέταξε παγερά: «Δεν ψάχνω για ταίρι. Το κοστούμι μου είναι απλώς αυτό που είναι –ένακοστούμι. Δε δηλώνει τίποτα για το χαρακτήρα μου».Ο Σεθ την κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω αργά κι εκείνη ένιωσε το βλέμμα του να την καίει. «Κι

όμως, είσαι πολύ προκλητική», της είπε.Εσύ να δεις, σκέφτηκε η Λία, θυμώνοντας με τον εαυτό της. Κοίταξε κάτω. Οι μαλακές δερμάτινες

μπότες του εφάρμοζαν στις γάμπες του κι έκαναν ρεβέρ στο ύψος του γονάτου. Οι δυνατοί μύες τωνμηρών του διαγράφονταν καθαρά μέσα από το στενό μαύρο παντελόνι του. Το βλέμμα της ταξίδεψεπιο πάνω, προσπέρασε το κομψό άσπρο πουκάμισο με το δαντελένιο γιακά που τόνιζε τημαυρισμένη από τον ήλιο επιδερμίδα του και στάθηκε στους φαρδιούς ώμους μέσα από το μανδύα.Ένα κύμα πρωτόγονης επιθυμίας την κυρίεψε, σοκάροντάς τη με την έντασή του. Είχε ξανανιώσειέτσι στη ζωή της;Ποτέ. «Ας είμαστε ειλικρινείς», του είπε με αξιοθαύμαστη ψυχρότητα. «Δεν ντύθηκες κλόουν, με

αυτιά σαν τηγάνια και πρόσωπο πασαλειμμένο με άσπρη μπογιά, σαν αυτόν που χόρευα πριν. Και τοδικό σου κοστούμι είναι σέξι. Και λοιπόν;»«Εντέλει παραδέχεσαι ότι με βρίσκεις σέξι. Κάναμε κάποια πρόοδο».«Άσε τις σεμνοτυφίες», είπε η Λία αγανακτισμένη. «Δεν είμαι τυφλή και οποιαδήποτε γυναίκα που

τιμάει το φύλο της θα σε έβρισκε σέξι».Η φωνή του Σεθ σκλήρυνε. «Αυτό είναι ευχάριστο, αλλά απέχει πολύ από την αλήθεια. Μεταξύ

μας συμβαίνει κάτι που δε μου έχει ξανασυμβεί –όχι έτσι τουλάχιστον. Πρώτη φορά βλέπω κάποιανα μπαίνει σε μια αίθουσα γεμάτη κόσμο και νιώθω ότι πρέπει να την κάνω δική μου. Πίστεψέ με».Το παράδοξο ήταν ότι η Λία δεν είχε λόγο να μην τον πιστέψει. «Ούτε και σ’ εμένα έχει

ξανασυμβεί», του είπε με φωνή που έτρεμε.Με μια ευγένεια που την αφόπλισε, ο Σεθ χάιδεψε το μάγουλό της με το δάχτυλό του. «Σ’

ευχαριστώ για την ειλικρίνεια».«Τότε επίτρεψέ μου να συνεχίσω να είμαι ειλικρινής», είπε σε αυστηρό τόνο η Λία, αν και το μόνο

που λαχταρούσε ήταν να γείρει στον ώμο του και να τον αφήσει να την κρατήσει στην αγκαλιά του.«Δε συνηθίζω να πέφτω στο κρεβάτι με αγνώστους».«Ούτε εγώ», είπε ο Σεθ. «Οπότε γιατί δεν ξεκινάμε λέγοντάς μου το όνομά σου;»Η Λία είχε πάει σ’ αυτόν το χορό αναζητώντας την ανωνυμία. Και, από κάποιο βαθύτερο ένστικτο,

σκόπευε να παραμείνει ανώνυμη. «Μπορώ να σου πω ένα ψεύτικο όνομα», απάντησε, τινάζοντας τοκεφάλι της. «Ή και κανένα. Εσύ αποφασίζεις».Εκείνος της πήρε το ποτήρι απ’ το χέρι και το άφησε στο τραπέζι όπου είχε ακουμπήσει το καπέλο

του. «Γιατί είσαι τόσο αινιγματική;»«Έχω τους λόγους μου».Ο Σεθ στένεψε τα μάτια του. «Είσαι κάποια που θα ’πρεπε να γνωρίζω;»Δεν έμοιαζε με τύπο που θα πήγαινε σε συναυλίες για να ακούσει Μπετόβεν. Ήταν μάλλον για

μπαράκια με τζαζ μουσική, πνιγμένα στον καπνό. «Αμφιβάλλω», του απάντησε.«Αν κοιμηθούμε απόψε μαζί κι αυτό ακριβώς είναι που σκεφτόμαστε, πρέπει να ξέρω ποια είσαι».Είχε δίκιο, σκέφτηκε με τρόμο η Λία, σκεφτόταν να κοιμηθεί μαζί του απόψε. Μα, είχε τρελαθεί;

«Αν επιμένεις να μάθεις τ’ όνομά μου», του είπε, «τότε το θέμα έληξε».

Page 9: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Έχεις μπλεξίματα με το νόμο;»«Όχι!»«Αν δεν είσαι ούτε διάσημη ούτε καταζητούμενη, θα μπορούσες να μου πεις ένα ψεύτικο όνομα

και να μην το καταλάβω».«Απεχθάνομαι τα ψέματα».«Σ’ αρέσει να κερδίζεις».Η Λία γέλασε, με ένα γέλιο βαθύ και ζεστό. «Ναι, φυσικά. Είναι πρόβλημα;»«Κι εμένα μ’ αρέσει να κερδίζω», είπε ο Σεθ.«Τότε, όσον αφορά το όνομά μου, θα σε ωφελήσει μια καινούρια εμπειρία. Πού και πού πρέπει να

διευρύνουμε τους ορίζοντές μας, κύριε Τάλμποτ».«Το όνομά μου είναι Σεθ. Και ίσως να μην το πιστεύεις, αλλά έχω γνωρίσει αρκετές ήττες στη ζωή

μου».Το χαμόγελο της Λία έσβησε. Για άλλη μια φορά τον πίστεψε αμέσως και απόλυτα. «Λυπάμαι γι’

αυτό», του είπε.«Πραγματικά λυπάσαι, έτσι;» ρώτησε ο Σεθ μ’ έναν τόνο περιέργειας στη φωνή του. «Αρχίζεις να

μου εξάπτεις το ενδιαφέρον. Πρόκειται μήπως για κάτι περισσότερο από πόθο;»Η Λία ένιωσε πάλι την καρδιά της να φτερουγίζει από πανικό. «Ένας ληστής και να προσέξει ποτέ

κάτι τόσο εφήμερο όσο μια πεταλούδα, θα το λιώσει καταγής».«Τι θα ’λεγες για τη δική μου εκδοχή; Ένας ληστής προσέχει κάτι τόσο όμορφο που θέλει να το

απολαύσει», αντιγύρισε ο Σεθ.«Αλλά μετά πρέπει να το αφήσει να πετάξει». Η Λία άκουσε στη φωνή της κάτι από τη σκληρότητα

που είχε νωρίτερα η δική του.Για μια στιγμή ο Σεθ έμεινε σιωπηλός, κοιτάζοντάς τη στο πρόσωπο. Ύστερα, μ’ έναν τρόπο τόσο

απότομο που την ξάφνιασε, έβγαλε τη μάσκα του και την πέταξε κάτω. Τα μάτια του ήτανβαθουλωτά, το χρώμα τους εντυπωσιακό, βαθύ πράσινο με κεχριμπαρένιες σπίθες. Τα ζυγωματικάτου ήταν έντονα και για πρώτη φορά η Λία αντίκρισε την απόλυτη δύναμη ενός προσώπου που ήτανυπερβολικά τραχύ για να χαρακτηριστεί αντικειμενικά όμορφο και παράλληλα οι γραμμές του ήτανπολύ δυνατές για να μη χαρακτηριστεί επιβλητικό. Κατάπιε με δυσκολία και είπε το πρώτο πράγμαπου της κατέβηκε στο μυαλό. «Είναι τρέλα ακόμα και που το σκέφτομαι να πέσω στο κρεβάτι μαζίσου... Και είμαι εντελώς νηφάλια, οπότε δεν μπορώ να το αποδώσω στη σαμπάνια».«Δεν έχει καμιά σχέση με τη σαμπάνια», είπε απαλά ο Σεθ. «Βγάλε τη μάσκα σου».«Όχι», απάντησε η Λία. «Αν πάμε στο κρεβάτι μαζί, πρέπει να μου υποσχεθείς ότι δεν πρόκειται ν’

αγγίξεις τη μάσκα μου. Ποτέ δε θα μάθεις ποια είμαι. Αυτό θέλω, αυτοί είναι οι όροι του παιχνιδιού.Αν δε συμφωνείς, τότε φεύγω αμέσως. Κι αν προσπαθήσεις να με σταματήσεις, θα σηκώσω τονκόσμο απ’ τις φωνές».«Δηλαδή, το σχέδιο μάχης καταστρώθηκε... Θα μπορούσα να σου αλλάξω γνώμη, ξέρεις».«Αλλά δε θα προσπαθήσεις. Όχι, αν με σέβεσαι όσο θα ’πρεπε».Παραδόξως, ο Σεθ άρχισε να γελάει τρανταχτά. Έπειτα κοίταξε τη Λία κατάματα. «Νομίζω πως η

ζωή μου ήταν πολύ πληκτική και προβλέψιμη μέχρι τώρα. Τόσο στο κρεβάτι όσο κι έξω απ’ αυτό.Θα σου πω κάτι. Δεν είσαι πληκτική κι ούτε κατά διάνοια προβλέψιμη».Αυτό δεν έγραφαν πάντα στις κριτικές της; Η Λία ντ’ Άντζελι δεν παίζει ποτέ εκ του ασφαλούς.

Ποτέ δεν ακολουθεί την πεπατημένη. Ρισκάρει τα πάντα για να φτάσει στην ψυχή της μουσικής.Εννιά φορές στις δέκα το ρίσκο τής έβγαινε σε καλό. Απόψε, όμως, θα συνέβαινε κάτι ανάλογο με

Page 10: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

τον Σεθ Τάλμποτ; Ή θα ήταν το δέκατο κοντσέρτο της, αυτό που οι κριτικοί επέκριναν χαιρέκακα;Η Λία δεν μπορούσε να ξέρει.

Page 11: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Η ορχήστρα είχε αρχίσει να παίζει ένα ταγκό, το χορό που συμβόλιζε τη μάχη των δύο φύλων. «Δεφαίνεσαι άνθρωπος που ζει μια πληκτική ζωή», είπε η Λία, κοιτάζοντας τον Σεθ στα μάτια.«Τα φαινόμενα απατούν, όμορφη πεταλούδα», απάντησε εκείνος με μια νότα πικρίας.Ώστε πραγματικά είχε γνωρίσει τη θλίψη αυτός ο ψηλός άγνωστος με το μαύρο μανδύα. Για

κάποιο λόγο αυτό έκανε τη Λία ακόμη πιο αποφασιστική. «Συμφωνείς με τους όρους μου, ΣεθΤάλμποτ;» τον ρώτησε, υψώνοντας το παράστημά της. «Θα παραμείνω ανώνυμη και η μάσκα δενπρόκειται να βγει».Ο Σεθ την πλησίασε, έκλεισε το πρόσωπό της στις παλάμες του και τη φίλησε. Εκείνο το φιλί είχε

τα πάντα: την έλξη του ενός προς τον άλλον, τον ακατανίκητο πόθο, τη διάλυση κάθε άμυνάς της.Οι κινήσεις του ήταν γεμάτες σιγουριά, η γλώσσα του ξεσήκωνε τις αισθήσεις της. Τα δόντια τουχάιδευαν τα χείλη της σαν γλώσσες φωτιάς. Χωρίς δισταγμό η Λία ανταποκρίθηκε με την ίδια ζέση,κίνηση στην κίνηση, φλόγα στη φλόγα.Ο Σεθ τραβήχτηκε πίσω αργά. Το πράσινο των ματιών του είχε σκουρύνει, σαν δάσος στο φως του

ήλιου που βασίλευε. «Θα συμφωνούσα με οτιδήποτε προκειμένου να σε έχω στο κρεβάτι μου», τηςείπε κομπιάζοντας και η βαθιά του ανάσα χάιδεψε τα μάγουλά της. «Δε μ’ αρέσουν οι όροι σου –δεμ’ αρέσουν καθόλου. Αλλά τους δέχομαι και υπόσχομαι να μην τους παραβώ».Η Λία αναστέναξε. «Ωραία», είπε, χαμογελώντας αμυδρά. «Μπορούμε να μείνουμε εδώ, να

χορέψουμε, να φάμε, να πιούμε και να κουβεντιάσουμε. Ή να κάνουμε αυτό που θέλουμε και οι δυο–να πάμε κάπου όπου θα είμαστε μόνοι».«Μ’ αρέσει το στυλ σου», είπε ο Σεθ.«Η ζωή είναι μικρή», απάντησε εκείνη, νιώθοντας την καρδιά της να βροντοχτυπάει στο στήθος

της, «και πιστεύω ότι πρέπει να τη ζεις στα όριά της». Ξαφνικά έβαλε τα γέλια. «Δε θα ’θελα ναζήσω ποτέ μέσα σ’ ένα κουκούλι».«Έχω κρατήσει μια σουίτα σ’ αυτό το ξενοδοχείο», είπε απότομα ο Σεθ. «Πάμε».Η Λία πετάρισε τις βλεφαρίδες της. Μια σουίτα εκεί κόστιζε όσα έβγαζε εκείνη σ’ ένα μήνα. Ώστε

ήταν πλούσιος ο τύπος. «Αναρωτιόμουν συχνά πώς είναι να μένει κανείς σε μια τέτοια σουίτα», είπεανάλαφρα. «Να που τώρα θα μάθω».«Δηλαδή δεν είσαι από τις πλούσιες δεσποινίδες που χαζολογούν στο Παρίσι αυτή την εποχή,

περιμένοντας ν’ ανοίξουν τη βίλα τους στη Ριβιέρα;»Η Λία βρήκε την εικόνα διασκεδαστική. «Εργάζομαι σκληρά για να κερδίζω τα προς το ζην», είπε

αστόχαστα, «και δε μου ταιριάζει καθόλου να χαζολογάω».«Και πώς ακριβώς κερδίζεις τα προς το ζην;» της πέταξε ο Σεθ.Εκείνη σήκωσε το χέρι της, χάιδεψε με το δάχτυλό της τα αισθησιακά του χείλη και με μια μικρή

γεύση ικανοποίησης ένιωσε το πιγούνι του να σφίγγεται. «Δε νομίζω ότι αυτό που μας ενδιαφέρειπραγματικά είναι να συζητήσουμε για τις ασχολίες μας», είπε. «Κερδίζω τίμια τα χρήματά μου, είμαιφοβερά φιλόδοξη και σου εγγυώμαι ότι σε δέκα χρόνια θα έχεις ακούσει πολλά για μένα. Μόνο αυτάμπορώ να σου πω. Εκτός...» Η Λία χαμογέλασε άδολα. «...αν δε θέλεις πια να με ξελογιάσεις».«Όχι, δεν άλλαξα γνώμη», είπε ο Σεθ. Έσκυψε και σφράγισε τα χείλη της μ’ ένα φιλί, φλογερό

Page 12: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

αλλά και σύντομο. «Πάμε τώρα;» ρώτησε με μια ηρεμία που όμως διέψευδαν οι σπίθες του πόθουστα μάτια του.Της πρόσφερε το μπράτσο του και η Λία ακούμπησε το χέρι της στον καρπό του, με τα ντελικάτα

χρώματα των φτερών της να θαμπώνουν από το μαύρο του μανδύα του. Άλλο ένα ρίγος φόβου τηδιαπέρασε. Με το κεφάλι ψηλά τον άφησε να την οδηγήσει ανάμεσα στους μεταμφιεσμένους,ξέροντας κατά βάθος ότι αυτό ήταν το μεγαλύτερο ρίσκο που έπαιρνε στη ζωή της. Το βιολί ήτανγνώριμο έδαφος, οικείο, που το αγαπούσε με πάθος και, μερικές φορές, το μισούσε με το ίδιο πάθος.Σε ζητήματα καρδιάς, όμως, είχε μεσάνυχτα.Σε αντίθεση με τον Σεθ Τάλμποτ. Ήταν σίγουρη γι’ αυτό.Προσπέρασαν τον πορτιέρη, που ήταν απασχολημένος με τις προσκλήσεις. Ο υπάλληλος του

ασανσέρ πάτησε το κουμπί χωρίς ο Σεθ να πει λέξη. Άρα ήταν γνωστός εκεί, σκέφτηκε η Λία και τανεύρα της τεντώθηκαν ακόμα περισσότερο.Το ασανσέρ σταμάτησε στον τελευταίο όροφο. Οι μπρούντζινες πόρτες έκλεισαν πίσω τους απαλά.

Ο Σεθ την έπιασε απ’ το χέρι, προχώρησαν στον ψηλοτάβανο διάδρομο και σταμάτησαν μπροστά σεδυο κρεμ πόρτες με χρυσά διακοσμητικά. Τις άνοιξε και της έκανε νόημα να περάσει, όμως τα πόδιατης αρνούνταν να την υπακούσουν. «Δεν ξέρω τίποτα για σένα», είπε βραχνά.«Ξέρεις τι συμβαίνει μεταξύ μας, τι άλλο θέλεις;» είπε ο Σεθ.Εκείνη έσμιξε τα φρύδια της. «Είσαι δεκαπέντε πόντους ψηλότερος από μένα, σίγουρα θα ζυγίζεις

καμιά τριανταριά κιλά παραπάνω κι αν δεν έχεις ήδη μαύρη ζώνη στο καράτε, δε θα δυσκολευόσουνιδιαίτερα να την αποκτήσεις».Ο Σεθ αναστέναξε. «Ποτέ στη ζωή μου δεν έχω λιώσει πεταλούδα και δε σκοπεύω να αρχίσω μαζί

σου».«Κι εγώ πρέπει να σε πιστέψω; Έτσι απλά;»«Δεν ξέρω τι συμβαίνει μεταξύ μας», είπε τραχιά ο Σεθ, «αλλά σίγουρα δεν είναι συμπτωματικό,

γι’ αυτό είμαι βέβαιος. Δε θα ξεγυμνώσουμε ο ένας τον άλλο μόνο με το συνηθισμένο τρόπο, μικρήμου πεταλούδα. Οπότε δεν είναι απλώς ζήτημα σαγήνης, αλλά και εμπιστοσύνης. Νόμιζα ότι τοείχες καταλάβει».«Δεν το είχα καταλάβει», είπε η Λία, με μάτια που έκαιγαν πίσω από τη μάσκα. «Η εμπιστοσύνη

είναι μεγάλη κουβέντα».«Δεν πιέζω τις γυναίκες, δεν είναι του γούστου μου», πρόσθεσε έντονα ο Σεθ. «Εκτός αυτού,

υπάρχει τουλάχιστον ένα τηλέφωνο σε κάθε δωμάτιο. Το μόνο που χρειάζεται είναι να το σηκώσειςκαι να συνδεθείς με τη ρεσεψιόν. Εδώ είσαι πιο ασφαλής από οπουδήποτε αλλού στο Παρίσι,πίστεψέ με».Δεν επρόκειτο να του ζητήσει συγνώμη για την έντασή της. Ανέβα στη σκηνή, κορίτσι μου,

σκέφτηκε εκνευρισμένη η Λία και τον προσπέρασε, μπαίνοντας στη σουίτα του.Το θέαμα της έκοψε την ανάσα. Το βλέμμα της ταξίδεψε από το ένα δωμάτιο στο άλλο,

σταματώντας στους κομψούς χρυσούς πολυελαίους, στα πλούσια, πολυτελή μπροκάρ και σταπυκνά βελούδα. Το ξύλινο πάτωμα ήταν καλυμμένο με χειροποίητα χαλιά-αντίκες. «Έχει καιβεράντα», ψιθύρισε.«Με υπέροχη θέα στον Πύργο του Άιφελ», αποκρίθηκε ο Σεθ σε επίσημο τόνο. «Θέλεις να τον

δεις;»Όλες οι αμφιβολίες της Λία εξανεμίστηκαν. Γύρισε και τον κοίταξε. «Αργότερα. Ίσως», είπε.

Έπειτα σηκώθηκε στις μύτες των ποδιών της και τον φίλησε με πάθος, αλλά με παντελή έλλειψη

Page 13: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

τεχνικής.Εκείνος στένεψε τα μάτια του κι έκλεισε το πρόσωπό της στις παλάμες του. «Πες μου κάτι», είπε

συγκρατημένα. «Δεν είσαι παρθένα, έτσι;»Εκείνη έγνεψε αρνητικά. «Όχι, φυσικά και δεν είμαι. Αλλά έχω πάει μόνο με έναν άντρα κι αυτό

έγινε πριν από τρία χρόνια. Δεν ένιωθα πόθο, μόνο περιέργεια –και ίσως γι’ αυτό να μη μεσυγκίνησε τόσο σωματικά όσο και ψυχικά. Καλά να πάθω».«Κατάλαβα», είπε ο Σεθ. «Τότε πρέπει να αναπληρώσουμε το χαμένο χρόνο, έτσι δεν είναι;»

Έσκυψε και τη φίλησε στο στόμα, ανοίγοντας τα χείλη της με τη γλώσσα του.Η Λία γουργούρισε από ηδονή, κόλλησε πάνω του και, με τη χαρακτηριστική της τόλμη, αφέθηκε

στο καινούριο, στο άγνωστο. Καθώς έβαζε τα χέρια της μέσα απ’ το μανδύα του και αγκάλιαζε τοσφιχτό και δυνατό κορμί του, ο Σεθ την τράβηξε πιο κοντά. Τα στήθη της πιέστηκαν στο στέρνοτου. Ο ερεθισμός του ήταν τόσο έντονος και εντυπωσιακός που η Λία ένιωσε ένα ρίγος ωμήςγυναικείας δύναμης.Το φιλί του έγινε πιο βαθύ, απαιτώντας από κείνη όσα μπορούσε να δώσει. Η Λία συνειδητοποίησε

ότι ήταν έτοιμη να του προσφέρει όλη τη φλογερή δίψα για ζωή που την καθοδηγούσε από τότε πουθυμόταν τον εαυτό της. Η γλώσσα του ήταν καυτή, το σώμα του στιβαρό και αρρενωπό. Χαμένη σεμια θύελλα αισθήσεων, η Λία βύθισε τα δάχτυλά της στα μαλλιά του και του τράβηξε το κεφάλιπρος τα κάτω. Τα γόνατά της λύγιζαν καθώς το ένα κύμα ηδονής διαδεχόταν μέσα της το άλλο,κάνοντάς τη να λιώνει.«Πρέπει να προχωρήσουμε αργά», μουρμούρισε ο Σεθ ανάμεσα στα φιλιά που σκόρπιζε στα

μάγουλά της, στο πιγούνι της, στο λαιμό της. «Δεν πρέπει να βιαστούμε... Πάει πολύς καιρός γιασένα και θέλω να σου δώσω...»Η απάντησή της ήταν να του τραβήξει το πουκάμισο και να το βγάλει απ’ το παντελόνι του. «Σε

θέλω τώρα, Σεθ. Τώρα», τον ικέτεψε.Εκείνος πέταξε το μανδύα του στο πάτωμα κι έβγαλε το πουκάμισό του. Η Λία ένιωσε να της

κόβεται η ανάσα. «Είσαι τόσο όμορφος», είπε βραχνά και ακούμπησε για μια στιγμή το μάγουλό τηςστο στέρνο του. Η καρδιά του χτυπούσε δυνατά. Το δέρμα του ανέδιδε το καθαρό άρωμα τουσαπουνιού και την προσωπική μυρωδιά του, τη μυρωδιά ενός ανθρώπου που της ήταν ταυτόχροναάγνωστος και γνωστός.«Πώς βγαίνει το κοστούμι σου;» τη ρώτησε ο Σεθ, μ’ ένα γέλιο που της ήταν ήδη οικείο. «Είναι

σαν να το έχουν ράψει πάνω σου».Η Λία του γύρισε την πλάτη. «Έχει φερμουάρ», είπε κι έσκυψε το κεφάλι της.Εκείνος χάραξε με το στόμα του ένα μονοπάτι στον απαλό λαιμό της, απολαμβάνοντάς τον πόντο

πόντο και στέλνοντας ρίγη πόθου σε όλο της το κορμί. Ύστερα κατέβασε το φερμουάρ με μιακίνηση, αφήνοντας την πλάτη της γυμνή. Η Λία γύρισε πάλι μπροστά. Με μάτια που έκαιγαν, έβγαλετα μανίκια και άφησε το κοστούμι να πέσει μέχρι τη μέση της.«Θεέ μου, τι όμορφη που είσαι», ψιθύρισε ο Σεθ. Το καυτό του βλέμμα έκανε τις θηλές της να

σκληρύνουν. Πήρε τα στήθη της στις παλάμες του, χάιδεψε την αλαβάστρινη σάρκα τους κι έπειταέσκυψε για να τα φιλήσει.Η Λία έβγαλε μια κραυγή, έγειρε αυθόρμητα μπροστά κι έκλεισε τα μάτια της παραδομένη στην

ηδονή. Τα χέρια του Σεθ, αυτά τα υπέροχα, αισθαντικά χέρια, χάιδευαν τις σφιχτές καμπύλες τηςκοιλιάς και της μέσης της. Η αναπνοή της έγινε πιο γρήγορη, η φλόγα ανάμεσα στους μηρούς τηςδυνάμωνε αβάσταχτα. Σαν να το ήξερε, ο Σεθ την άγγιξε εκεί και η Λία έφτασε στην κορύφωση,

Page 14: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

φωνάζοντας το όνομά του με φωνή γεμάτη κατάπληξη και παραίτηση.Κατέρρευσε πάνω του αποκαμωμένη. «Ποτέ δεν... Αυτό δεν...» μουρμούρισε.«Δεν τελειώσαμε», είπε εκείνος με πάθος. Τη σήκωσε στην αγκαλιά του, διέσχισε το δωμάτιο και

τη μετέφερε σε μια τεράστια κρεβατοκάμαρα. Την απέθεσε στη μέση του κρεβατιού κι έγειρε πάνωτης, σκορπίζοντας φιλιά στα στήθη και στους ώμους της. Ύστερα κατέβηκε χαμηλότερα και τηςτράβηξε το κοστούμι απ’ τους γοφούς.Η Λία πέταξε τα παπούτσια της κι έβγαλε τη φόρμα, μένοντας ολόγυμνη μπροστά του. Βλέποντας

τον Σεθ να την κοιτάζει με θαυμασμό, ένιωσε να αναδύεται και να ξεδιπλώνεται μέσα της κάτι πουδεν είχε ξανανιώσει ποτέ. «Αυτή είμαι εγώ», του είπε με φωνή που έτρεμε.«Είσαι τόσο όμορφη. Τόσο γενναιόδωρη και θαρραλέα», απάντησε εκείνος.Η έκφρασή του την έκανε να θέλει να κλάψει. Μόνο πόθος είναι, σκέφτηκε απελπισμένα. Μόνο

πόθος. «Σεθ», του είπε αποφασιστικά, «πολλά ρούχα φοράς».Το βλέμμα του την έκαιγε σαν φωτιά.«Βγάλε τη μάσκα σου», της είπε. «Σε παρακαλώ».Η Λία δάγκωσε το χείλι της, νιώθοντας τις άμυνές της να λυγίζουν στο άκουσμα αυτής της

παθιασμένης ικεσίας από έναν άντρα που, θα έβαζε στοίχημα, σπάνια παρακαλούσε για οτιδήποτε.«Ήδη σου έδειξα πολλά», είπε. «Έχουμε μια νύχτα, Σεθ, μόνο μια νύχτα. Αλλά μια νύχτα μπορεί ναείναι μια ολόκληρη ζωή, το ξέρεις τόσο καλά όσο κι εγώ».Δεν μπορούσε να του πει ποια είναι, γιατί ο Σεθ Τάλμποτ είχε τη δύναμη ν’ αλλάξει τη ζωή της.

Ήταν σίγουρη γι’ αυτό.Από πέντε χρονών, από τότε που κράτησε στα χέρια της το πρώτο της βιολί, η Λία ήταν

προσηλωμένη σε έναν και μοναδικό στόχο: να γίνει μια από τις καλύτερες του κόσμου. Δεν τον είχεπετύχει ακόμα. Με την ταπεινότητα του γνήσιου καλλιτέχνη ήξερε ότι είχε μπροστά της πολύ δρόμο.Επίσης, πριν από μία ώρα περίπου είχε ανακαλύψει ότι ένας άντρας ονόματι Σεθ Τάλμποτ μπορούσενα την εκτροχιάσει εντελώς. Να την αποσπάσει από τις φιλοδοξίες της, τη μελέτη της και τουςπόθους της.Δεν μπορούσε να επιτρέψει κάτι τέτοιο. Σε κανέναν.«Θα σου δώσω ό,τι άλλο μου ζητήσεις εκτός από την ταυτότητά μου», του είπε χαμηλόφωνα.Με μια δυναμική κίνηση εκείνος σηκώθηκε κι έβγαλε τις μπότες και το παντελόνι του. «Ό,τι άλλο

σου ζητήσω;» είπε μέσα απ’ τα δόντια του. «Είσαι σίγουρη;»«Ναι», απάντησε αποφασιστικά η Λία. «Είμαι».Το κορμί του με τις αδρές γραμμές και τους καλοσχηματισμένους μυς την υπνώτιζε. Η Λία

γονάτισε στο κρεβάτι και το φως από το ανοιχτό παράθυρο άστραψε στις πούλιες της μάσκας της.Γέρνοντας μπροστά, πέρασε απαλά τη γλώσσα της πάνω απ’ τη θηλή του και η κοφτή, απότομηανάσα του έκανε το αίμα της να πάρει φωτιά. Έπειτα τον έπιασε απ’ τους γοφούς, κλείνοντας τονερεθισμό του στην απαλή κοιλάδα ανάμεσα στα στήθη της. Ο Σεθ έριξε το κεφάλι του πίσω,πιέζοντας το σώμα του στη σάρκα της. Ύστερα, εντελώς ξαφνικά, την ξάπλωσε ανάσκελα κι έπεσεαπό πάνω της.«Το μόνο που μπορώ να σκεφτώ είναι ότι σε θέλω», της είπε με κομμένη ανάσα. Χάιδεψε τα στήθη

και την κοιλιά της με τα χέρια και τη γλώσσα του, έπειτα κατέβηκε χαμηλότερα για να της ανοίξει ταπόδια. Η Λία ήταν ήδη έτοιμη, ζεστή, υγρή και πρόθυμη.«Δεν μπορώ να πιστέψω ότι...» άρχισε να λέει, όμως ξέχασε τα πάντα όταν ο Σεθ την οδήγησε ξανά

στην κορύφωση, κάνοντάς τη να ριγεί και να φωνάζει το όνομά του μέσα σε λυγμούς. Αλλά ούτετότε σταμάτησε. Η Λία τον ένιωσε να ξαπλώνει ανάμεσα στα πόδια της, να μπαίνει μέσα της κι αυτή

Page 15: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

να τον τυλίγει σαν να ήταν φτιαγμένος για κείνη και μόνο.Οι κινήσεις του ήταν απαλές, το δικό της καλωσόρισμα φλογερό... Η Λία ριγούσε από κάτω του,

εντελώς παραδομένη σ’ ένα ζευγάρωμα που δε θα μπορούσε να του αντισταθεί ακόμα κι ανεπρόκειτο για την ίδια της τη ζωή.Έπειτα τον άκουσε να φωνάζει κοφτά, είδε το πρόσωπό του να συσπάται και βαθιά μέσα της

ένιωσε την έκρηξη, τη λύτρωσή του, μαζί με τη δική της, που την ώθησε πάνω του σαν κύμα πουσπάζει στα βράχια.Αποκαμωμένη η Λία τον τράβηξε να ξαπλώσει στο κορμί της. Το μέτωπό του πίεζε τη μάσκα στο

μάγουλό της, όμως η ανάσα του της δρόσιζε το λαιμό. «Δεν έχω ξανανιώσει έτσι», είπε ότανξαναβρήκε τη φωνή της.«Ούτε εγώ», απάντησε ο Σεθ.Η Λία θα ήθελε πολύ να πει κάποιο αστείο, να πάρει αψήφιστα μια ένωση που είχε ανατρέψει όλα

όσα πίστευε για τον εαυτό της. Όμως ήξερε ότι θα ήταν άσκοπο, γιατί αυτή η ένωση δε γινόταν ναυποβαθμιστεί τόσο εύκολα. «Και για σένα ήταν διαφορετικό;» τον ρώτησε.«Δεν το κατάλαβες;»«Δεν είμαι τόσο έμπειρη».«Αυτό που με χαρακτηρίζει είναι η δυνατότητά μου να διατηρώ πάντα τον έλεγχο», είπε κοφτά ο

Σεθ, κοιτάζοντας τη Λία στα μάτια. «Όμως τώρα τον έχασα. Εντελώς. Μαζί σου».Τι έπρεπε να του απαντήσει; Η Λία ήταν σίγουρη ότι της έλεγε αλήθεια. Πραγματικά, αυτό ήταν η

εμπιστοσύνη, σκέφτηκε με ένα ρίγος πανικού. Πώς μπορούσε να εμπιστεύεται έναν άντρα που είχεγνωρίσει μόλις πριν από μία ώρα; Η εμπιστοσύνη ήταν κάτι στο οποίο βασίζονταν οι φιλίες. Όχι οιέρωτες της μιας βραδιάς. «Κι εγώ το ίδιο», μουρμούρισε. «Τον έχασα, εννοώ».«Το πρόσεξα», είπε ξερά ο Σεθ.Εκείνη του χαμογέλασε αμυδρά. «Μήπως πρέπει να είμαστε λιγότερο βιαστικοί την επόμενη

φορά;»«Μάλλον. Αν έμαθα κάτι σ’ αυτή τη μία ώρα, είναι να μην κάνω προβλέψεις σε σχέση μ’ εσένα.

Είναι μάταιος κόπος».Ξαφνικά η Λία σοβαρεύτηκε. «Θα έχεις πάει με πολλές... Δεν καταλαβαίνω γιατί μ’ εμένα

διέφερε».«Δεν αλλάζω τις γυναίκες σαν τα πουκάμισα, δε λειτουργώ έτσι. Ούτε αφήνω καμιά τους να με

πλησιάσει υπερβολικά. Όμως μαζί σου δεν είχα άλλη επιλογή».Η έκφραση του Σεθ ήταν επιθετική. «Αυτό είναι το τρομακτικό», είπε η Λία, νιώθοντας ξανά να τη

διαπερνά ένα ρίγος. «Ούτε κι εγώ είχα».«Και τώρα σε θέλω πάλι», είπε εκείνος με ένταση. «Θέλω να εξερευνήσω αργά, πόντο πόντο το

κορμί σου, να μάθω τι σου αρέσει. Να βάλω πάνω σου τη σφραγίδα μου για να μη με ξεχάσειςποτέ».«Σεθ», είπε απαλά η Λία. «Δε θα σε ξεχάσω ποτέ».Το πρόσωπό του πήρε μια έκφραση απελπισίας. «Ωστόσο, δε μου λες ποια είσαι».«Ξέρεις για μένα όσα κανένας άλλος!» απάντησε εκείνη με ειλικρίνεια. «Αυτό πρέπει να σου

αρκεί».«Κατάλαβα», είπε ο Σεθ και της χάιδεψε το γοφό. «Το δέρμα σου είναι τόσο μεταξένιο, τόσο

απαλό...» Έπιασε τη θηλή της με τα δυο του δάχτυλα και την πίεσε απαλά. «Σ’ αρέσει αυτό, ε;»«Ναι», ψιθύρισε η Λία, δίνοντάς του ένα φιλί. «Μ’ αρέσει».

Page 16: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Χάδι με το χάδι, εκείνος την έφερε κοντά του και η Λία ένιωθε πως κάθε του χάδι ήταν ποτισμένομε τρυφερότητα και ειλικρινή επιθυμία να την ευχαριστήσει. Για να τον ανταμείψει χάιδεψε τοστέρνο του, τη μέση και τα λαγόνια του, ώσπου τελικά έφτασε στο πιο ευαίσθητο σημείο τουκορμιού του. Είδε τα μάτια του να σκουραίνουν κι άκουσε την ανάσα του να γίνεται πιο γρήγορη.«Όχι τόσο γρήγορα», της είπε λαχανιασμένος. Τη σήκωσε και την έφερε καθιστή πάνω του,χαϊδεύοντας τη μέση της, ενώ το παριζιάνικο φεγγάρι την έλουζε στο λευκό του φως.Η Λία έκλεισε τα μάτια και τύλιξε γύρω του το κορμί της. Ο Σεθ μπήκε μέσα της αργά και πήρε τα

στήθη της στο στόμα του. Συγκλονισμένη από την ηδονή, εκείνη πέρασε τα δάχτυλά της στο ξανθότρίχωμα του στέρνου του κι έριξε το κεφάλι της πίσω. Αυτή τη φορά η κορύφωση έφτασε σιγά σιγά,όπως η ζέστη μιας καλοκαιριάτικης μέρας μαζί με την αυγή. Η καρδιά της χτυπούσε δυνατά στηνπαλάμη του. Ο Σεθ της έκανε έρωτα με αργές, μακρόσυρτες κινήσεις που την έφερναν όλο και πιοκοντά στην έκσταση.Ενώ η Λία περίμενε τη λύτρωσή του, από τα χείλη της ακούστηκαν οι κραυγές της δικής της.

Καθώς συνέχισε να κινείται πάνω του, ερεθισμένη από το ίδιο της το πάθος, ο Σεθ ανασήκωσε τουςγοφούς του και βούλιαξε μαζί της σ’ εκείνη την άβυσσο που ήταν προανάκρουσμα θανάτου καιταυτόχρονα η χαρά της αναγέννησης.Η Λία κατέρρευσε στην αγκαλιά του και η μάσκα της καρφώθηκε στο στέρνο του. Ήθελε να τη

βγάλει, γιατί ήταν άβολη, αλλά και γιατί ήθελε να δει ο Σεθ τα μάτια της που μέσα τους ήξερε ότικαθρεφτίζονταν όλη η κατάπληξη και η ικανοποίησή της.Όμως δεν έπρεπε. Είχε και μια ζωή έξω απ’ αυτό το δωμάτιο. Ο έλεγχος αυτής της ζωής θα ξέφευγε

από τα χέρια της αν επέτρεπε στον Σεθ Τάλμποτ να γίνει κομμάτι της. Δε θα μπορούσε ούτε καν ναξαναπιάσει το βιολί της.Δε γινόταν να πετάξει στα σκουπίδια τους στόχους της, κόπους και θυσίες δεκαεφτά χρόνων,

εξαιτίας ενός άντρα, επειδή την είχαν μαγέψει τα πράσινα μάτια του με τις χρυσαφιές σπίθες.«Είσαι καλά;» τη ρώτησε γλυκά ο Σεθ και την έσφιξε απ’ τη μέση με έναν τρόπο πολύ κτητικό.Η Λία προσπάθησε να βρει τη φωνή της. Να γυρίσει πίσω από έναν κόσμο όπου είχε μεταμορφωθεί

σε μια άγνωστη, σε μια γυναίκα που την ύπαρξή της ούτε καν υποψιαζόταν. «Ναι. Όχι. Πολύπερίπλοκες ερωτήσεις κάνεις», του είπε.Εκείνος γέλασε κοφτά. «Με κολακεύεις».«Πίστεψέ με, δε σε κολακεύω καθόλου».«Δηλαδή σ’ αρέσει να κάνεις έρωτα μαζί μου».«Μην ψαρεύεις κομπλιμέντα, Σεθ Τάλμποτ. Το αρέσει ούτε καν πλησιάζει στο πώς με κάνεις να

αισθάνομαι. Αλλά ξέρεις κάτι;»«Τι;»«Δεν έφαγα βραδινό, γιατί σκόπευα να φάω στο χορό. Πεινάω».«Θες φαγητό; Ενώ έχεις εμένα;»«Ναι», είπε η Λία, γελώντας. «Συγνώμη γι’ αυτό».Ο Σεθ σηκώθηκε, τραβώντας τη μαζί του. «Υπάρχει μια λαμπρή επινόηση που λέγεται υπηρεσία

δωματίου. Τι θα ήθελες να φας;»Το χαμόγελό του ζέστανε εκείνα τα απίθανα πράσινα μάτια. Μήπως ήταν τρελή που της φάνηκε ότι

διέκρινε τρυφερότητα πίσω απ’ αυτή τη ζεστασιά; «Κρέπες με θαλασσινά και για επιδόρπιο κάνεμου έκπληξη», είπε βιαστικά.«Έγινε», απάντησε ο Σεθ. Έπιασε το τηλέφωνο, είπε κάτι σε άψογα γαλλικά και άφησε το

Page 17: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ακουστικό στη θέση του. Έπειτα σηκώθηκε και τεντώθηκε με αισθησιακή νωχελικότητα.«Αισθάνομαι υπέροχα», είπε.«Και δείχνεις ακόμα πιο υπέροχα», σχολίασε μουδιασμένα η Λία. «Δε ρίχνεις κάτι πάνω σου πριν

ανοίξεις την πόρτα;»«Μη σοκάρουμε το προσωπικό». Ο Σεθ μπήκε στο μπάνιο και λίγα λεπτά αργότερα βγήκε με δυο

άσπρα μπουρνούζια. «Πάρε», είπε, πετώντας το ένα στην αγκαλιά της Λία. Η φωνή του βάθυνε. «Δεθέλω να βλέπει άλλος την ομορφιά σου».Θέλω να βάλω τη σφραγίδα μου πάνω σου...Η Λία δεν άντεχε τόση κτητικότητα. Τότε γιατί ένιωθε μια τσιμπιά ζήλιας και μόνο που σκεφτόταν

τον Σεθ με άλλη;Για εξήγησέ μας, είπε στον εαυτό της, αλλά ήξερε ότι δεν μπορούσε.

Page 18: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Η Λία τράβηξε το μπουρνούζι στα στήθη της, που πάντα πίστευε ότι ήταν πολύ μεγάλα. «Τηνομορφιά μου;» επανέλαβε. «Καλή είμαι, αλλά...»«Είσαι υπέροχη», είπε κοφτά ο Σεθ.Εκείνη ένιωσε τα μάγουλά της να κοκκινίζουν κάτω απ’ τη μάσκα και το μεϊκάπ της. «Δεν υπάρχει

λόγος να λογομαχούμε».«Κανένας απολύτως. Έχω την αίσθηση ότι δεν έχεις ακούσει και πολλά κομπλιμέντα στη ζωή

σου».Οι γονείς της, προσηλωμένοι στη δική τους καριέρα, είχαν πολύ υψηλά πρότυπα. Της έδιναν

συμβουλές όποτε το έκριναν αναγκαίο, αλλά σπάνια την επαινούσαν. Ο Λάιονελ, με τον οποίο είχεεκείνη τη σύντομη σχέση, ήταν πολύ εγωκεντρικός για να κάνει κομπλιμέντα. Όσο για τη μουσικήτης, οι κριτικοί μόλις πρόσφατα είχαν αρχίσει να την προσέχουν. Κάποιοι έδιναν με τοσταγονόμετρο τους επαίνους τους –και πόσο διψούσε γι’ αυτούς, σκέφτηκε με πίκρα η Λία.«Ταξιδεύεις», είπε ο Σεθ.Η Λία επανήλθε απότομα στην πραγματικότητα. Σ’ έναν άνθρωπο που απαιτούσε από κείνη την

αλήθεια, όπως και το βιολί της. «Με αναστάτωσες...» είπε ταραγμένη. «Και όχι μόνο σεξουαλικά».Είχε σκυμμένο το κεφάλι, έτσι δεν είδε πόσο έντονα την παρατηρούσε ο Σεθ. «Ωραία», της είπε.

«Α, χτυπάνε την πόρτα. Πάω να ανοίξω και γυρίζω αμέσως».Ο Σεθ επέστρεψε στην κρεβατοκάμαρα, τσουλώντας ένα μαονένιο κυλιόμενο τραπεζάκι

καλυμμένο με λευκό λινό τραπεζομάντιλο. Άνοιξε τα καπάκια με μια θεατρική κίνηση και μέσα σεδευτερόλεπτα η Λία καθόταν δίπλα του στο κρεβάτι, ισορροπώντας σ’ ένα δίσκο ένα πιάτο Λιμόζ.Οι κρέπες έδειχναν και μύριζαν υπέροχα. «Μπον απετί», είπε και άρχισε να τρώει με όρεξη.Ο Σεθ γέμισε το ποτήρι της με φίνο παγωμένο Σαρντονέ. Εκείνη και πάλι δεν πρόσεξε πώς την

παρατηρούσε όσο έτρωγε, απολαμβάνοντας την κάθε μπουκιά. Αφού η Λία μάζεψε με ένα κομμάτιτραγανή μπαγκέτα και το τελευταίο ίχνος της βελούδινης σος από το πιάτο της, ο Σεθ σήκωσε τοασημένιο σκέπασμα του δίσκου με τα γλυκά.Η Λία γούρλωσε τα μάτια της. «Είναι αριστουργήματα! Ω, κοίτα, μικροί τέλειοι κύκνοι γεμισμένοι

με σαντιγί... Θα πάρω έναν».Δάγκωσε την αφράτη και τραγανή ζύμη. Η κρέμα είχε γεύση Γκραν Μαρνιέ. «Έχω πεθάνει και

είμαι στον παράδεισο», ανακοίνωσε.«Άρα έχω ανταγωνιστή», είπε ο Σεθ.Εκείνη γέλασε, του έβαλε λίγη κρέμα στο πιγούνι και την έγλειψε προκλητικά. «Δε γίνεται να έχω

και εσένα και τον κύκνο;»Ο Σεθ της έδωσε μια τάρτα με κρεμ ανγκλέζ και γλασαρισμένη φράουλα. «Έχεις όρεξη για ζωή,

μικρή μου πεταλούδα».Η Λία έγλειψε την κρέμα από τα δάχτυλά της. «Η ζωή είναι για να τη γλεντάς», είπε με στόμφο.«Είσαι... πόσων χρονών, αλήθεια; Είκοσι; Είκοσι ενός; Κι έχεις πάει μόνο με έναν άντρα; Εγώ δε θα

το χαρακτήριζα ακριβώς γλέντι».«Είμαι είκοσι δύο χρονών κι ενδιαφέρομαι και για άλλα πράγματα εκτός από το σεξ. Ας μη

Page 19: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

μαλώνουμε, Σεθ, διασκεδάζω πάρα πολύ».«Τι είδους πράγματα; Με τι ασχολείσαι όταν δεν πηγαίνεις σε χορούς μεταμφιεσμένων;»Η αλήθεια ήταν πως η Λία, υποσυνείδητα, περίμενε ότι θα του κινούσε την περιέργεια. «Εγώ δε σε

ρώτησα τι δουλειά κάνεις», του είπε, υψώνοντας το πιγούνι της. «Ούτε κι εσύ να ρωτάς. Μουυποσχέθηκες να μην κάνεις προσωπικές ερωτήσεις».«Είμαι ιδιοκτήτης και διευθυντής του Ομίλου Επιχειρήσεων Τάλμποτ. Τον έχεις ακουστά;»Η Λία μαρμάρωσε. «Της Ταλ-Αιρ;» ρώτησε και ο Σεθ κούνησε το κεφάλι του. «Πετάω συχνά με

την εταιρεία σου. Τα αεροπλάνα είναι στην ώρα τους, τα καθίσματα αναπαυτικά και το προσωπικόφιλικό».«Προσπαθούμε», είπε ο Σεθ και ύστερα πρόσθεσε ανάλαφρα: «Δηλαδή ταξιδεύεις πολύ;»Η Λία μετάνιωσε που του είχε δώσει έστω κι αυτή τη μικρή προσωπική πληροφορία. «Όχι και

τόσο», απάντησε ψυχρά. «Είσαι ιδιοκτήτης και της Ταλ-Όιλ;»Ο Σεθ ένευσε καταφατικά. «Κι ενός στόλου από τάνκερ και κρουαζιερόπλοια».«Έτσι εξηγούνται η σουίτα και οι κύκνοι», είπε η Λία, τρώγοντας την τελευταία μπουκιά του

γλυκού της. «Είσαι πολύ πλούσιος», πρόσθεσε σαν να τον κατηγορούσε.Ο Σεθ δάγκωσε ένα εκλέρ. «Με βελγική σοκολάτα», της είπε. «Θέλεις λίγο;»Η αλλαγή θέματος την έκανε να σαστίσει, αλλά πιθανόν αυτό να επιδίωκε. «Το Παρίσι είναι για

εραστές, σωστά;» του είπε και ακούμπησε το χέρι της στο δικό του καθώς δάγκωνε την απαλή καιπλούσια σοκολάτα.«Δηλαδή κάνουμε έρωτα ή πόλεμο;» ρώτησε προκλητικά ο Σεθ.«Εσύ πες μου».Ο Σεθ πήρε το δίσκο απ’ την αγκαλιά της, κατέβασε τα πόδια του απ’ το κρεβάτι και την τράβηξε

να σηκωθεί. «Έλα μαζί μου, θέλω να σου δείξω τη βεράντα».Η Λία κράτησε το χέρι που με τόση οικειότητα είχε εξερευνήσει το σώμα της και προχώρησε

ξυπόλυτη στο χαλί. Εκείνος άνοιξε τις πόρτες και βγήκαν στη βεράντα με τις λουλουδιασμένεςγλάστρες, τον κρύο αέρα της νύχτας και τη μαγεία της πιο ερωτικής πόλης του κόσμου. Πίσω τουςηχούσε η αδιάκοπη κίνηση της Ρυ ντε Ριβολί. Πέρα από τον Κεραμεικό φαινόταν ο Σηκουάνας. Ταφώτα του Καρτιέ Λατέν και του Λεζ Ινβαλίντ καθρεφτίζονταν στον ουρανό. Η Λία αναστέναξε.«Υπέροχο», ψιθύρισε.«Υπέροχο», συμφώνησε ο Σεθ. Τη γύρισε στην αγκαλιά του και την έσπρωξε στον τοίχο. Το

μπουρνούζι της γλίστρησε απ’ τους ώμους της και το δικό του άνοιξε. Άρχισαν να φιλιούνται μεπάθος. Σάρκα στη σάρκα, φλόγα στη φλόγα, πόθο στον πόθο, ώσπου ο Σεθ τη σήκωσε λες και ήτανελαφριά σαν πεταλούδα. Η Λία τύλιξε τα πόδια της στη μέση του και τον βοήθησε να μπει μέσα της,ενώ η ανάσα της έβγαινε λαχανιασμένα. Δεν πέρασε πολλή ώρα μέχρι να νιώσει το κορμί της ναανατριχιάζει από την ένταση της κορύφωσης και ο Σεθ την ακολούθησε μ’ ένα βαθύ, μακρόσυρτοβογκητό.Η Λία γύρισε αργά στην πραγματικότητα. Ο πέτρινος τοίχος τής έγδερνε την πλάτη. Τα πόδια της

είχαν κρυώσει. «Ακόμα και στο Παρίσι θα μας συλλάμβαναν για προσβολή της δημοσίας αιδούς»,είπε βραχνά.«Τότε καλύτερα να πάμε μέσα», είπε ο Σεθ και τη μετέφερε πάλι στην πράσινη και ασημένια χλιδή

της κρεβατοκάμαρας.«Πρέπει να ξαπλώσω», μουρμούρισε εκείνη με το πρόσωπο κρυμμένο στο στήθος του. Θα

ξεχνούσε ποτέ το άρωμα της επιδερμίδας του; Η δική της είχε ποτιστεί μ’ αυτό. Πραγματικά είχε

Page 20: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

αφήσει πάνω της τη σφραγίδα του.Ο Σεθ την απέθεσε στο κρεβάτι με μια τρυφερότητα που της έφερε δάκρυα στα μάτια. Αν ήταν

ειλικρινής, θα του έλεγε ότι όλο εκείνο το βράδυ έκαναν έρωτα, όχι πόλεμο. Όμως δεν ήθελε καν νασκεφτεί τη λέξη έρωτας σε σχέση με τον Σεθ. «Κράτα με στην αγκαλιά σου», του είπε με φωνή πουέτρεμε, χωρίς να ξέρει τι ακριβώς ήθελε απ’ αυτόν.Εκείνος ξάπλωσε δίπλα της, την πήρε στα χέρια του και την έκλεισε στη ζεστασιά του κορμιού του.

Η Λία κούρνιασε στην αγκαλιά του, νιώθοντας την επιθυμία να κάνουν πάλι έρωτα... Σε λίγο,σκέφτηκε, όταν θα ηρεμούσε η αναπνοή της.Και αναπάντεχα γρήγορα, όπως συμβαίνει στα μικρά παιδιά, αποκοιμήθηκε.

* * *Ξύπνησε μες στο σκοτάδι, συνειδητοποιώντας αμέσως πού βρισκόταν. Κάποιος –ποιος άλλος απ’τον Σεθ;– είχε κλείσει τις βαριές κουρτίνες από δαμασκηνό ύφασμα. Ο χώρος φωτιζόταν μόνο απότο αχνό φωτάκι της νύχτας στο μπάνιο.Ο Σεθ. Που την είχε μαγέψει ψυχή τε και σώματι.Ήταν κολλημένος στην πλάτη της, η ανάσα του χάιδευε το γυμνό της ώμο. Η Λία συστράφηκε

στην αγκαλιά του και τα μάτια της προσαρμόστηκαν στο σκοτάδι. Το πρόσωπό του, καθώςκοιμόταν, ήταν γεμάτο δύναμη και ταυτόχρονα ευάλωτο, μ’ έναν τρόπο που άγγιζε τις πιοευαίσθητες χορδές της καρδιάς της. Η Λία γύρισε απ’ την άλλη, καταλαβαίνοντας ότι έπρεπε ναφύγει. Να φύγει μακριά του.Όσο ήταν ακόμα καιρός.Μετακινήθηκε όσο πιο προσεκτικά μπορούσε, σήκωσε το χέρι του απ’ τη μέση της και τραβήχτηκε

ως την άκρη του κρεβατιού. Η στολή της ήταν ριγμένη σε μια πολυθρόνα Λουί Κατόρζ, ταπαπούτσια της τακτικά τοποθετημένα πάνω στο χαλί. Η Λία τα είχε πετάξει στο πάτωμα όπως όπως,πράγμα που σήμαινε ότι ο Σεθ δεν είχε κοιμηθεί το ίδιο γρήγορα.Ίσως και να την παρατηρούσε όσο κοιμόταν.Πήρε τα ρούχα της και πήγε στο μπάνιο, πατώντας στα νύχια. Το μεϊκάπ της είχε πασαλειφτεί.

Φόρεσε τη φόρμα και σήκωσε το φερμουάρ. Τα φτερά κρέμονταν άψυχα απ’ τα μανίκια. Τοκοστούμι δεν ήταν πια προκλητικό, ήταν απλώς γελοίο. Πήρε τα παπούτσια της, προχώρησε σανγάτα στο ξύλινο πάτωμα κι έφτασε στη μεγάλη δίφυλλη πόρτα που οδηγούσε στην ελευθερία.Ο μανδύας του Σεθ ήταν πεταμένος σ’ ένα κομψό τραπέζι- αντίκα δίπλα στην πόρτα. Νιώθοντας

βαθιά ανακούφιση, η Λία τον άρπαξε και τυλίχτηκε στις μαύρες πτυχές του. Ύστερα, με την καρδιάτης να χτυπάει σαν ταμπούρλο, άνοιξε την πόρτα, γλίστρησε έξω και την ξανάκλεισε όσο πιογρήγορα μπορούσε.Προχώρησε βιαστικά στο διάδρομο προς την κόκκινη πινακίδα με την ένδειξη «Έξοδος». Αφού

φόρεσε τα λεπτεπίλεπτα σανδάλια της, κατέβηκε αρκετούς ορόφους από τη σκάλα κι έφτασε στολόμπι. Ο πορτιέρης τής άνοιξε τη γυάλινη πόρτα ευγενικά, ρωτώντας την αν θα ήθελε ένα ταξί.«Νο, μερσί», είπε η Λία χαμογελώντας αφηρημένα και βγήκε στο δρόμο σαν να ήταν συνηθισμένη

να βγαίνει από πολυτελή ξενοδοχεία τις μικρές ώρες.Ούτε άμαξα ούτε κολοκύθα, σκέφτηκε αναστατωμένη.Η Σταχτοπούτα είχε απλώς χορέψει με τον πρίγκιπα. Δεν είχε κάνει έρωτα μαζί του...Πέρασαν ένα ταξί κι ένα σκούτερ. Η Λία έστριψε σε μια γωνία κι έπειτα κοίταξε πίσω της, ξέροντας

υποσυνείδητα ότι ήταν σημαντικό να καλύψει τα ίχνη της.

Page 21: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Ο μανδύας είχε κουκούλα. Τη φόρεσε κι άρχισε να βαδίζει βιαστικά στους έρημους δρόμους,ακολουθώντας μια τεθλασμένη πορεία για να φτάσει στο διαμέρισμα του Ματιέ, που είχε φύγει γιαμια σειρά συναυλιών. Το κλειδί του ήταν σε μια μικροσκοπική τσέπη στη φόρμα της. Το μεταλλικότου περίγραμμα στο μηρό της την έκανε να νιώθει τεράστια ανακούφιση.Τριάντα λεπτά αργότερα η Λία ήταν στο διαμέρισμα. Κοίταξε γύρω της σαν να μην ήξερε πού

ακριβώς βρισκόταν.Ή αν ήθελε να βρίσκεται εκεί.Ο Ματιέ ήταν λάτρης του μινιμαλισμού. Άσπροι τοίχοι, μαύρες δερμάτινες πολυθρόνες, τρεις

ασπρόμαυρες φωτογραφίες πάνω από το πανάκριβο ηχοσύστημα. Ένας χώρος εκ διαμέτρουαντίθετος απ’ την πολυτελή σουίτα του Σεθ.Ο Σεθ. Δεν έπρεπε να τον σκέφτεται. Στις τέσσερις το απόγευμα είχε πρόβα στη Στοκχόλμη, το

βράδυ κοντσέρτο. Το αεροπλάνο της έφευγε απ’ το Ορλύ νωρίς το πρωί.Στο μπάνιο η Λία είδε κι έπαθε μέχρι να βγάλει τη μάσκα, που την είχε στερεώσει με κόλλα πάνω

απ’ τα αυτιά. Έπειτα απομάκρυνε και τα τελευταία ίχνη μακιγιάζ από το πρόσωπό της, τράβηξε απότα μαλλιά της τα τσιμπιδάκια και τα άφησε ελεύθερα. Έβγαλε τη φόρμα της και την έβαλε μαζί με τημάσκα και τα παπούτσια στο κουτί που της είχαν δώσει στο κατάστημα. Χθες, πριν φύγει για τοχορό, είχε προνοήσει να πάρει γραμματόσημο, κάτι που τώρα την έκανε να νιώσει πολύικανοποιημένη με τον εαυτό της. Θα ταχυδρομούσε το κουτί καθ’ οδόν προς το αεροδρόμιο.Επειδή ήθελε να διατηρήσει την ανωνυμία της πάση θυσία, είχε δώσει στο κατάστημα με τα

κοστούμια ψεύτικο όνομα.Έτσι θα ήταν ασφαλής όταν ο Σεθ θα προσπαθούσε να τη βρει –γιατί ήταν σίγουρη ότι θα το έκανε.

Δεν είχε γίνει μεγιστάνας των επιχειρήσεων μένοντας με τα χέρια σταυρωμένα και περιμένοντας νατου πέσουν όλα απ’ τον ουρανό.Πάλι τον σκεφτόταν! Και είχε ορκιστεί να μην το κάνει. Ξέροντας πως έπρεπε να βιαστεί,

προχώρησε γυμνή προς το μπάνιο. Στον καθρέφτη είδε μια γυναίκα που δεν αναγνώριζε πλέον. Ταχαρακτηριστικά της ήταν τα ίδια –στιλπνά μαύρα μαλλιά και σκούρα καστανά μάτια, κληρονομιάτου Ιταλού πατέρα της. Τα έντονα ζυγωματικά, τα τοξωτά φρύδια και το ψηλό, λυγερό κορμί ήτανδώρο της Νορβηγίδας μητέρας της.Όλα τα υπόλοιπα ήταν που είχαν αλλάξει.Ανίκανη να αντισταθεί στον πειρασμό, η Λία σήκωσε το χέρι της και μύρισε το αδιόρατο άρωμα

του Σεθ. Νιώθοντας τον πόνο να την πλημμυρίζει, έκλεισε τα μάτια κι έφερε στο μυαλό της τηνεικόνα του. Θυμήθηκε τις γραμμές του σώματός του, την αναστάτωση στα πράσινα μάτια του ότανέφτανε στην κορύφωση.Την είχε κατακτήσει. Όχι μόνο το κορμί της, αλλά και την ψυχή της.Δαγκώνοντας το χείλι της, η Λία άνοιξε το ντους, μπήκε στην μπανιέρα και πήρε το σαπούνι. Αν

έβγαζε τον Σεθ απ’ το πετσί της, σίγουρα θα τον έβγαζε κι από τη μνήμη της.Ένας άντρας ήταν. Απλώς ένας άντρας. Δε θα τον ξανάβλεπε ποτέ.Δεν είχε φροντίσει γι’ αυτό με κάθε τρόπο;

* * *Μισοκοιμισμένος ακόμα, ο Σεθ άπλωσε το χέρι για ν’ αγγίξει την πεταλούδα-ερωμένη του. Είχεκοιμηθεί κρατώντας τη στην αγκαλιά του, με την επιθυμία να ξυπνήσει μ’ εκείνη στο πλάι του. Στοφως της μέρας θα ανακάλυπτε ποια ήταν. Θα την έκανε να καταλάβει, όπως καταλάβαινε κι ο ίδιος,

Page 22: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ότι δε γινόταν να χωρίσουν οι δρόμοι τους...Αλλά πού ήταν;Τα μάτια του άνοιξαν. Το πρωινό φως έλαμπε μέσα από τα ανοίγματα στις κουρτίνες. Και στο

κρεβάτι ήταν ολομόναχος.Το κοστούμι της έλειπε.Ο Σεθ στηρίχτηκε στον αγκώνα του και αφουγκράστηκε, αλλά το μόνο που άκουσε ήταν το

απόμακρο βουητό της πόλης. Σηκώθηκε απ’ το κρεβάτι βιαστικά. Τα παπούτσια της έλειπαν κι αυτά.Ολόγυμνος και με την καρδιά του σαν ένα κομμάτι πάγο, πήγε να δει στο μπάνιο. Το πρόσωπό του

τον κοιτούσε ανέκφραστο μέσα απ’ τον καθρέφτη. Ξαναβγήκε. Το σαλόνι ήταν άδειο. Ο μανδύαςτου έλειπε απ’ το τραπέζι δίπλα στην πόρτα.Πνίγοντας την περηφάνια του, έψαξε κάθε επιφάνεια της σουίτας για κάποιο σημείωμα, αλλά δε

βρήκε κανένα.Η πεταλούδα είχε πετάξει. Χωρίς ν’ αφήσει ίχνη.Κατάπληκτος ο Σεθ γύρισε στην κρεβατοκάμαρα και κάθισε βαριά στο κρεβάτι. Το κυλιόμενο

τραπεζάκι ήταν ακόμα εκεί, όμως τα γλυκά που είχαν απομείνει δεν έδειχναν πια προκλητικά.Θυμήθηκε την άγνωστη ερωμένη του να τα απολαμβάνει, έπειτα να γλείφει την κρέμα από τοπιγούνι του με το φιλήδονο στόμα της... Βόγκηξε κι έκρυψε το πρόσωπό του στις παλάμες του. Πώςείχε αποκοιμηθεί σαν ανόητος; Πώς την είχε αφήσει να του το σκάσει;Δεν ήξερε τίποτα γι’ αυτήν. Ούτε το όνομά της, ούτε τι δουλειά έκανε, ούτε καν πώς ήταν το

πρόσωπό της κάτω από εκείνη τη μάσκα.Τη μάσκα που είχε αρνηθεί να βγάλει.Δεν μπορούσε να την κατηγορήσει. Έκανε ό,τι ακριβώς είχαν συμφωνήσει. Θα του δινόταν για μια

νύχτα και μετά θα εξαφανιζόταν.Σαν να της ήταν εντελώς αδιάφορος.Ο Σεθ έσφιξε το μέτωπό του, συνειδητοποιώντας το τεράστιο λάθος που είχε κάνει από εγωισμό

και αλαζονεία. Ήταν σίγουρος ότι μπορούσε να την κάνει ν’ αλλάξει γνώμη. Ότι αργά ή γρήγορα θαέβγαζε τη μάσκα και θα του έλεγε τ’ όνομά της.Δεν είχε καταφέρει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Αντιθέτως, εκείνη περίμενε μέχρι να τον πάρει ο

ύπνος για να το σκάσει.Πώς τον είχε παρατήσει έτσι, λες κι αυτό που είχε συμβεί ανάμεσά τους ήταν εξίσου ασήμαντο με

μια παρτίδα χαρτιά ή ένα ποτό στο μπαρ;Ο Σεθ σηκώθηκε, πήγε στο παράθυρο και τράβηξε τις κουρτίνες. Η λάμψη του ήλιου τον έκανε να

μορφάσει. Στο βάθος του ορίζοντα ο Πύργος του Άιφελ άστραφτε σαν βελόνα στο φως.Εντάξει, σκέφτηκε και με μια μικρή δόση χιούμορ παραδέχτηκε ότι γινόταν γελοίος. Είχε φύγει.

Και λοιπόν; Μια γυναίκα ήταν. Απλώς μια γυναίκα. Ο κόσμος ήταν γεμάτος γυναίκες και ποτέ δενείχε πρόβλημα να βρει κάποια να ζεστάνει το κρεβάτι του.Αλλά καμιά τους δεν τον είχε αγγίξει ποτέ έτσι, στην καρδιά και στην ψυχή, όπως τον άγγιξε εκείνη

το προηγούμενο βράδυ.Ποτέ δεν τους το επέτρεπε. Όμως από τη στιγμή που είδε τη γυναίκα με το τιρκουάζ κοστούμι

ήξερε πως δε γινόταν αλλιώς. Μ’ έναν τρόπο που ο Σεθ δεν μπορούσε να εξηγήσει, αυτή η άγνωστηείχε διαπεράσει όλες του τις άμυνες.Και τώρα είχε φύγει. Αφήνοντάς τον πιο μόνο από ποτέ.

Page 23: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Ο Σεθ χτύπησε το χέρι του στο κούφωμα του παραθύρου κι ο ξαφνικός πόνος τον έκανε νασυνέλθει. Θα έκανε ένα ντους και θα ντυνόταν. Έπειτα θα σήκωνε το τηλέφωνο και θα έβαζε ναβρουν τη μυστηριώδη ερωμένη του.Κάποιο ίχνος θα είχε αφήσει. Όλοι άφηναν.Θα την έβρισκε. Αργά ή γρήγορα. Και μπορούσε να πληρώσει για το «γρήγορα». Και τότε θα της

έλεγε τι ακριβώς σκεφτόταν γι’ αυτήν, που είχε ξεγλιστρήσει μες στο σκοτάδι σαν κλέφτης.Ξαφνικά σκέφτηκε κάτι που τον ταρακούνησε. Προφυλακτικό. Δεν είχε χρησιμοποιήσει. Ούτε που

το είχε σκεφτεί.Είχε καταπατήσει έναν από τους βασικούς κανόνες του.Πόσες φορές είχαν κάνει έρωτα; Τρεις; Και ούτε μια φορά δεν του πέρασε απ’ το μυαλό να βγάλει

το πακέτο που είχε στο χαρτοφύλακά του.Ούτε εκείνη είχε αναφέρει κάτι για προφύλαξη. Ίσως να έπαιρνε αντισυλληπτικά. Οι περισσότερες

έπαιρναν. Θεωρούνταν δεδομένο.Όμως εκείνη είχε να πάει με άντρα τρία χρόνια. Γιατί να έπαιρνε το χάπι;Ήταν έξυπνη γυναίκα, πολύ έξυπνη για να κάνει έρωτα με έναν άγνωστο χωρίς να πάρει τα μέτρα

της.Ο Σεθ θεωρούσε τον εαυτό του ευφυέστερο από το μέσο όρο. Κι όμως, το περασμένο βράδυ

σκεφτόταν με τις ορμόνες του, όχι με το μυαλό του. Γιατί όχι κι εκείνη;Χτύπησε πάλι τη γροθιά του στο παράθυρο, προσπαθώντας απελπισμένα να βάλει σε τάξη τις

σκέψεις του. Το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να εύχεται να μην την είχε αφήσει έγκυο. Απότότε που είχε μεγαλώσει αρκετά ώστε να το σκεφτεί, είχε αποφασίσει να μην κάνει ποτέ του παιδί.Οι γονείς του τον είχαν απαλλάξει από τη συγκεκριμένη επιθυμία εδώ και χρόνια.Μαζί με πολλά άλλα.Αλλά τώρα δεν ήταν ώρα να σκέφτεται τους γονείς του. Όχι στις εφτά το πρωί, με λιγότερες από

τέσσερις ώρες ύπνο. Ο Σεθ έκανε ένα ντους και φόρεσε ένα κοστούμι με λεπτές ρίγες κι ένα γαλάζιοπουκάμισο ραμμένο κατόπιν παραγγελίας. Συμπλήρωσε την εμφάνισή του με μια μεταξωτή γραβάτακαι τα ιταλικά, δερμάτινα παπούτσια του, που χάρη στο προσωπικό του ξενοδοχείου έλαμπαν σανκαθρέφτης.Δεν ήταν πια ντυμένος σαν ληστής, ωστόσο συνέχιζε να αισθάνεται έτσι. Σήκωσε το τηλέφωνο κι

έπιασε δουλειά.Είκοσι λεπτά αργότερα είχε μιλήσει στον υπάλληλο της υποδοχής, τον πορτιέρη και το διευθυντή,

αλλά κανένας δεν του είχε προσφέρει την παραμικρή βοήθεια. Ύστερα είχε επικοινωνήσει με ένανιδιωτικό ερευνητή, αναθέτοντάς του να ψάξει ταξί, λεωφορεία και μετρό, να τηλεφωνήσει σε κάθεκατάστημα της πόλης που νοίκιαζε κοστούμια για μεταμφιέσεις, να διαδώσει πολύ διακριτικά ότιαναζητούσε οποιονδήποτε είχε δει μια γυναίκα στους δρόμους του Παρισιού μετά τις τρεις το πρωί,η οποία φορούσε ένα μαύρο μανδύα πάνω από ένα τιρκουάζ κοστούμι πεταλούδας.Θα μπορούσε να ανατρέξει ο ίδιος σ’ αυτές τις πηγές, αλλά ήταν πολύ γνωστός και το τελευταίο

που ήθελε ήταν να κινήσει το ενδιαφέρον του Τύπου. Το θέμα ήταν πολύ προσωπικό.

Page 24: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Μπορεί να ήθελε να τη βρει απελπισμένα, αλλά δεν μπορούσε και να δημοσιεύσει το σκίτσο της σεκάθε εφημερίδα της Ευρώπης.Ο Σεθ άφησε το τηλέφωνο και κοίταξε συνοφρυωμένος το επίχρυσο ρολόι στο σκαλιστό γείσο του

τζακιού. Τώρα το μόνο που του έμενε ήταν να περιμένει. Να περιμένει και να ελπίζει.Βγήκε απ’ τη σουίτα και κατέβηκε στη λιμουζίνα που τον περίμενε. Θα συγκεντρωνόταν στη

δουλειά, σκέφτηκε, καθώς έβγαινε στην ανοιξιάτικη λιακάδα. Η δουλειά πάνω απ’ όλα.Κάποιες σημαντικές διαπραγματεύσεις και μετά μια συνάντηση με τους υπαλλήλους του στο

Παρίσι του έφαγαν όλη τη μέρα. Τελικά έφυγε απ’ το γραφείο στις εφτάμισι και πήγε με τα πόδιαμέχρι το αγαπημένο του καφέ στο Σανζ-Ελιζέ, χαλαρώνοντας τη γραβάτα του καθώς προχωρούσε.Κάθισε σε ένα τραπέζι στο πεζοδρόμιο και παρήγγειλε κοκοράκι και κρεμ μπριλέ, δύο από τιςσπεσιαλιτέ του καταστήματος. Έπειτα έβγαλε το κινητό του και πληκτρολόγησε τον αριθμό τουερευνητή.Πέντε λεπτά αργότερα, με πρόσωπο σφιγμένο, έκλεισε το τηλέφωνο και ήπιε μια γουλιά μερλό. Ο

ερευνητής είχε εντοπίσει το κατάστημα όπου η άγνωστη είχε νοικιάσει το τιρκουάζ κοστούμι. Όμωςφορούσε σκούρα γυαλιά και πλατύγυρο καπέλο και είχε δώσει ψεύτικο όνομα και διεύθυνση.Αυτό ήταν το πρώτο από τα πολλά αδιέξοδα που ακολούθησαν. Φαίνεται πως κανείς δεν είχε δει

καμιά γυναίκα με μακρύ μαύρο μανδύα, είτε πεζή είτε σε ταξί, λεωφορείο, μετρό, αεροδρόμιο ήξενοδοχείο.Η πεταλούδα του είχε εξαφανιστεί από προσώπου γης.Κι όμως... κάτι ήξερε γι’ αυτήν. Μεταμφιέστηκε κι έδωσε ψεύτικο όνομα για να νοικιάσει το

κοστούμι, κάτι που έκανε πολύ πριν συναντήσει τον Σεθ. Γιατί;Πρέπει να ήταν σχετικά γνωστή, τουλάχιστον σε τοπικό επίπεδο. Γι’ αυτό δεν ήθελε να ξέρουν τι

κάνει.Πολύ κατατοπιστικό, σκέφτηκε σαρκαστικά ο Σεθ. Τώρα του έμενε να ψάξει για μια διάσημη

νεαρή γυναίκα που της άρεσε να τρώει γλυκά στη μέση της νύχτας και που θα μπορούσε ναπεριγράψει το κορμί της με κάθε ενοχοποιητική λεπτομέρεια.Παιχνιδάκι!Πάντως, ένα ήταν σίγουρο· δεν ήθελε τα χρήματά του.Κάτι που την έκανε να διαφέρει από τους περισσότερους που γνώριζε.Μπροστά του άφησαν ένα πιάτο με μισοψημένο κρέας κομμένο σε φέτες, καρότα σε λωρίδες και

ξερά φασόλια και του γέμισαν το ποτήρι με το κρασί. Ο Σεθ κοίταξε αφηρημένα το φαγητό. Του είχεκοπεί η όρεξη. Ένα κομμάτι πάγου είχε καθίσει στο στομάχι του και τα χέρια του ήταν κρύα, λες καιήταν χειμώνας.Κι αν δεν την ξανάβλεπε ποτέ;

* * *Τρεις βδομάδες αργότερα, ενώ προχωρούσε στην Μπρόουντ Στρητ για να συναντήσει τοχρηματιστή του, ο Σεθ σταμάτησε απότομα. Δυο άντρες έπεσαν πάνω του. Τους ζήτησε συγνώμηκαι στάθηκε στην άκρη του πεζοδρομίου.Αυτή δεν ήταν;Μια ξανθιά με μακριά πόδια και σοκολατί ταγέρ Σανέλ είχε εμφανιστεί ανάμεσα σε δυο κολόνες

του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης. Η αυτοπεποίθησή της, έτσι όπως κοιτούσε πάνω κάτω τοδρόμο, του φάνηκε οικεία. Έπειτα, σαν να διαισθάνθηκε ότι ο Σεθ την κοιτούσε, η γυναίκα γύρισε

Page 25: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

προς το μέρος του.Πολύ ψηλή. Πολύ αδύνατη. Το πιγούνι της διαφορετικό.Κοίταξε τον Σεθ από την κορφή ως τα νύχια σαν να τον αξιολογούσε. «Μπορώ να σας βοηθήσω;»

τον ρώτησε μετά, μ’ ένα χαμόγελο που συνδύαζε επιδέξια το ενδιαφέρον με την υπεροψία.«Όχι, ευχαριστώ, σας πέρασα για κάποια άλλη», είπε ο Σεθ.«Γνωριζόμαστε;»Όχι, αν και θα το ήθελα πολύ, σκέφτηκε ο Σεθ. «Όχι. Με συγχωρείτε για την ενόχληση», είπε, της

χαμογέλασε προσποιητά και έφυγε.Είχε γελοιοποιηθεί. Ξανά. Πόσες φορές τις τελευταίες είκοσι μία μέρες δεν είχε δει κάποια που την

είχε περάσει για την πεταλούδα του; Που είχε κάνει την καρδιά του να χτυπήσει δυνατά και τηνελπίδα του να φουντώσει;Το μόνο μέρος όπου δεν του είχε συμβεί κάτι τέτοιο ήταν οι φτωχογειτονιές του Ρίο ντε Τζανέιρο.

Είχε πάει εκεί πρόσφατα ως πρόεδρος του φιλανθρωπικού ιδρύματος που είχε δημιουργήσει, σε μιαπροσπάθεια να προσφέρει λίγα από τα χρήματά του με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Αυτά που είχεδει στο Ρίο τον είχαν απογοητεύσει τόσο, ώστε δεν είχε μυαλό να κοιτάζει γυναίκες.Όταν γύρισε στο σπίτι, συνέχισε να σκέφτεται εκείνη τη μοναδική θυελλώδη βραδιά στο Παρίσι.Δηλαδή είχε ερωτευτεί στη διάρκεια εκείνων των λίγων, γεμάτων πάθος ωρών; Όχι βέβαια! Πριν

από πολλά χρόνια δεν είχε ορκιστεί μόνο να μην κάνει παιδιά, αλλά και να αποφεύγει τέτοιου είδουςπαγίδες. Οι έρωτες ήταν για τους έφηβους. Όχι για έναν άντρα σαν αυτόν, με μια τόσο μεγάληοικογενειακή περιουσία που φιλοδοξία του ήταν να την τετραπλασιάσει.Άραγε το ήθελε για να δείξει στη μητέρα και στον πατέρα του ότι δε χρειαζόταν τα χρήματά τους;

Ή την αγάπη τους;Ο Άλαν, ο μαλθακός, δυστυχισμένος πατέρας του, και η Έλινορ, η μητέρα του, με την ατσάλινη

πυγμή· ο Σεθ αισθανόταν εξίσου αποξενωμένος κι από τους δυο.Η Έλινορ ήθελε να παντρευτεί ο γιος της μια κοπέλα της επιλογής της, κάποια που δε θα

συνιστούσε απειλή για την εξουσία της. Η πεταλούδα-ερωμένη του σίγουρα δε θα της έκανε. Ήτανπολύ όμορφη, πολύ σέξι, πολύ ευφυής και με πολύ ισχυρή θέληση.Όχι ότι ο Σεθ ήθελε να παντρευτεί. Ποτέ δεν ήθελε.Δεν ήταν ερωτευμένος. Απλώς την ποθούσε. Δύο πράγματα εντελώς άσχετα. Αντί να ονειρεύεται

το ακατόρθωτο, έπρεπε ν’ αρχίσει πάλι να βγαίνει. Να βρει καμιά ξανθούλα που δε θα απαιτούσετίποτα περισσότερο απ’ ό,τι ήταν πρόθυμος να της δώσει.Σαν τη γυναίκα στο χρηματιστήριο;Ε, όχι, ποτέ!Βράζοντας μέσα του, ο Σεθ ανέβηκε δυο δυο τα γρανιτένια σκαλιά του κτιρίου του χρηματιστή του

και την επόμενη μιάμιση ώρα εστίασε την προσοχή του στους κινδύνους του εμπορίου και στιςιδιοτροπίες των ισοτιμιών. Έπειτα πήγε στο σπίτι του, ένα οίκημα από ψαμμίτη κοντά στο ΣέντραλΠαρκ, κι έβγαλε τα ρούχα της δουλειάς. Φόρεσε ένα σορτς κι ένα φανελάκι, δένοντας με μανία τακορδόνια των αθλητικών παπουτσιών του.Αρκετά, σκέφτηκε, καθώς ανέβαινε στον κυλιόμενο διάδρομό του και ρύθμιζε την κλίση. Δε θ’

άφηνε μια ασήμαντη γυναίκα να του καταστρέψει τη ζωή. Εντάξει, είχε εξαφανιστεί. Ε, στο καλό!Αν του είχε γίνει έμμονη ιδέα μέσα σε μια νύχτα, φαντάσου τι θα γινόταν αν συνέχιζε να τη βλέπει.Θα ξανάβαζε τη ζωή του σε ένα ρυθμό και θα την ξεχνούσε. Κι αν τύχαινε ποτέ να την ξαναδεί, θα

άρχιζε να τρέχει προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Page 26: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Όχι πως θα την ξανάβλεπε βέβαια. Είχε φροντίσει εκείνη γι’ αυτό.Αγκιστρωμένος στο θυμό του, γιατί τον προτιμούσε χίλιες φορές από τις τύψεις που τον βασάνιζαν

από εκείνη τη βραδιά στο Παρίσι, ο Σεθ αύξησε την ταχύτητα στο διάδρομο και ξεκίνησε να τρέχει.Πραγματικά επανερχόταν στους ρυθμούς του, σκέφτηκε, χαμογελώντας πικρόχολα.Αφήνοντας το παρελθόν στο παρελθόν.Και τη μυστηριώδη γυναίκα έξω απ’ τη ζωή του.

* * *Πλέκοντας τα δάχτυλά της για να σταματήσει το τρέμουλο, η Λία κοίταξε τη λεπτή μπλε γραμμή.Ήταν η δεύτερη φορά μέσα σε λίγες μέρες που χρησιμοποιούσε το τεστ εγκυμοσύνης και η δεύτερηφορά που έβγαινε θετικό.Την πρώτη φορά είχε πείσει τον εαυτό της πως είχε γίνει λάθος. Δεν μπορούσε να ήταν έγκυος.Αλλά εκείνο το βράδυ δεν μπορούσε να τον πείσει. Το αποδεικτικό στοιχείο ήταν μπροστά στα

μάτια της.Είχε στα σπλάχνα της το παιδί του Σεθ.Ξαφνικά και εντελώς απρόσμενα την πλημμύρισε χαρά. Θα έφερνε στον κόσμο το παιδί κάποιου

που της είχε χαρίσει υπέρμετρη ευτυχία και που της είχε εμπνεύσει ένα πάθος που ούτε ήξερε ότιδιέθετε. Αγκαλιάζοντας προστατευτικά την κοιλιά της, χαμογέλασε στον απέναντι τοίχο με μάτιαπου έλαμπαν από ευδαιμονία.Θα γινόταν μητέρα.Και ξαφνικά ακούστηκε μέσα της η σκληρή φωνή της λογικής. Το χαμόγελό της εξαφανίστηκε.

Ήταν εφτά εβδομάδων έγκυος στο παιδί ενός άντρα που είχε ορκιστεί να μην ξαναδεί ποτέ.Αναστατωμένη, πήγε και στάθηκε μπροστά στο ένα από τα δύο παράθυρα του εργένικου

διαμερίσματός της, αυτό που είχε θέα στα μπαλκόνια της διπλανής πολυκατοικίας. Ο απογευματινόςήλιος έλαμπε στα τούβλα. Ήταν έγκυος στο παιδί του Σεθ Τάλμποτ. Του Σεθ, που διοικούσε μιααυτοκρατορία διεθνών επιχειρήσεων από τα γραφεία του που απείχαν τριάντα τετράγωνα απ’ τοσπίτι της και που το περιοδικό Φόρτσουν τον συμπεριλάμβανε στη λίστα με τους πλουσιότερουςανθρώπους στην Αμερική.Συγχαρητήρια, Λία.Σε δυο μέρες θα πετούσε στη Νέα Ζηλανδία για να πάρει μέρος σε ένα φεστιβάλ με νέους

μουσικούς. Πανικόβλητη η Λία είδε τις γραμμές των τούβλων να θολώνουν μπροστά στα μάτια της.Πώς θα χωρούσε ένα μωρό στη ζωή της; Ήταν αδύνατον. Είχε κανονίσει κοντσέρτα για τρία χρόνιακαι η καριέρα της είχε αρχίσει να απογειώνεται με έναν τρόπο που τη χαροποιούσε και ταυτόχρονατην προκαλούσε. Δεν μπορούσε να την εγκαταλείψει για χάρη της μητρότητας.Έκτρωση;Την απέρριπτε κατηγορηματικά. Το παιδί του Σεθ; Δε θα άντεχε τις τύψεις. Εξάλλου, ήταν

υπεύθυνη για την ύπαρξη αυτού του παιδιού. Ο Σεθ δεν την είχε πιέσει. Με τη θέλησή της είχε πάειμαζί του και τώρα πλήρωνε το τίμημα.Αλλά κι εκείνος ήταν υπεύθυνος.Τι να έκανε λοιπόν; Να του τηλεφωνούσε στη δουλειά και να του έλεγε, «Με θυμάσαι; Είμαι αυτή

που κάναμε παθιασμένο έρωτα στο Παρίσι. Ξέρεις, είμαι έγκυος»;Ο Σεθ θα πίστευε πως προσπαθούσε να τον τυλίξει. Ήταν πολύ πλούσιος και η εγκυμοσύνη ήταν

ένα από τα αρχαιότερα κόλπα των γυναικών.

Page 27: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Θεέ μου, τι θα κάνω; σκέφτηκε απελπισμένη.Θα πήγαινε στο γιατρό για να σιγουρευτεί ότι ήταν πράγματι έγκυος. Έπειτα, στην ατέλειωτη πτήση

προς το Όκλαντ, θα καθόταν ήρεμα και θα σκεφτόταν τις πιθανότητές της.Πολύ σωστά είχε ανησυχήσει ότι ο Σεθ θα εκτροχίαζε τη ζωή της όταν τον πρωτοείδε.Το είχε κάνει. Αφήνοντάς την έγκυο.

* * *Δυο βδομάδες αργότερα η Λία έστειλε δυο πανομοιότυπα γράμματα, το ένα στα γραφεία του Σεθστο Μανχάταν και το άλλο στα Χάμπτονς, σε μια διεύθυνση που είχε βρει μέσω Ίντερνετ. ΤαΧάμπτονς φημίζονταν για τα παραθαλάσσια σπίτια των πλούσιων και διάσημων, έτσι υπέθεσε πωςήταν το εξοχικό καταφύγιό του. Ήταν σχεδόν βέβαιη ότι θα είχε κάποιο σπίτι στο Μανχάταν, αλλά,φυσικά, θα κρατούσε τη διεύθυνσή του μυστική από το ευρύ κοινό. Η Λία καταλάβαινε καλύτερααπ’ τον καθένα την αξία της προσωπικής απομόνωσης.Πριν από μερικές μέρες είχε αποφασίσει ότι όφειλε να πει στον Σεθ την αλήθεια. Γιατί ήταν έγκυος,

ο γιατρός είχε απλώς επιβεβαιώσει αυτό που ήδη ήξερε.Κι όμως, έτρεμε να του στείλει τα γράμματα. Δεν άντεχε να αμαυρωθεί εκείνη η μαγική νύχτα στο

Παρίσι με κατηγορίες πως είχε παραλείψει να τον προειδοποιήσει ότι δε χρησιμοποιούσεαντισύλληψη. Ή, ακόμα χειρότερα, με υποψίες ότι είχε σχεδιάσει τα πάντα για να τον αναγκάσει νατην παντρευτεί.Όπως και αν αντιδρούσε, η Λία ήταν σίγουρη ότι η αντίδρασή του θα ήταν έντονη και εκρηκτική. Ο

ιδιοκτήτης του Ομίλου Επιχειρήσεων Τάλμποτ δεν είχε φτάσει τόσο ψηλά με τη γλυκύτητα. Η Λίασηκώθηκε από το γραφείο, παίρνοντας τα γράμματα, κατέβηκε από τη σκάλα στο ισόγειο και άνοιξετην εξώπορτα. Η ζέστη του Ιουλίου τη χτύπησε στο πρόσωπο και για μια στιγμή παραπάτησε,νιώθοντας μια ζάλη που μέχρι τώρα ήταν το μοναδικό σύμπτωμα της εγκυμοσύνης.Με μια αίσθηση ότι αφηνόταν στα χέρια της μοίρας, απομακρύνθηκε απ’ τον τοίχο, προχώρησε

δυο τετράγωνα κι έριξε τα γράμματα στο γραμματοκιβώτιο. Ορίστε. Τώρα τα υπόλοιπα εξαρτιόνταναπό τον Σεθ.

Page 28: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Η Λία ξάπλωσε στη σεζλόνγκ της. Πάνω απ’ το κεφάλι της οι φοίνικες θρόιζαν στο φύσημα τουανέμου της Καραϊβικής, ενώ μια ανθισμένη μπουκαμβίλια σκορπούσε πάνω της σκιές. Στη λευκήαμμουδιά, λίγο πιο κάτω από το μπάνγκαλοου της, τα κύματα πηγαινοέρχονταν απαλά. Μια άλλημουσική, σκέφτηκε τεμπέλικα η Λία. Μια μουσική που δεν έβγαινε απ’ το βιολί της.Παράδεισος. Ο απόλυτος παράδεισος. Πόσο συχνά ξάπλωνε χωρίς να κάνει απολύτως τίποτα;Ποτέ.Είχε σηκωθεί νωρίς και είχε κάνει ντους, είχε φορέσει το καινούριο και φανταχτερό εξώπλατο

φόρεμά της και είχε πάει στο λιγότερο επίσημο από τα τρία εστιατόρια του ξενοδοχείου. Αύριο τομεσημέρι, έπειτα από μια πρωινή κατάδυση στον κοραλλιογενή ύφαλο, είχε ραντεβού στο σαλόνιαισθητικής και χαλάρωσης.Και τι πείραζε αν ο προϋπολογισμός της θα τιναζόταν στον αέρα με τις λίγες μέρες που θα έμενε

εκεί; Έκανε διακοπές εκτός σεζόν και μόνο μια φορά το χρόνο παραχωρούσε στον εαυτό της τοπρονόμιο να απολαμβάνει κάποιες στιγμές αποκλειστικά δικές της.Ήταν εκεί μόνο εφτά ώρες και ήδη αισθανόταν άλλος άνθρωπος. Περίμενε να δεις αύριο,

σκέφτηκε. Μασάζ, απολέπιση και χαλάρωση στην πισίνα της θαλασσοθεραπείας. Ό,τι κι αν ήταναυτό.Ήταν κάτι παραπάνω από πρόθυμη να το ανακαλύψει.Σηκώθηκε τεμπέλικα από τη σεζλόνγκ και προχώρησε προς το όμορφο, κλιματιζόμενο

μπάνγκαλοου, που βρισκόταν στη μέση ενός κήπου, όπου πεταλούδες με λαμπερά χρώματαρουφούσαν το νέκταρ των λουλουδιών, ανοιγοκλείνοντας τα φτερά τους. Η Λία σταμάτησε στοπέτρινο μονοπάτι, παρατηρώντας τες για λίγη ώρα. Τόσο ανέμελες, τόσο διψασμένες για τη γλύκατης ζωής... Κάποτε ήταν κι αυτή έτσι. Όμως είχε αλλάξει τα τελευταία οχτώ χρόνια.Πώς θα μπορούσε να μην αλλάξει;Χαμογέλασε θλιμμένα, βλέποντας τα ιριδίζοντα τιρκουάζ σχέδια στα φτερά μιας πεταλούδας.

Έπειτα από εκείνη τη νύχτα στο Παρίσι είχαν περάσει χρόνια μέχρι να ξαναφορέσει τιρκουάζ. Τώρα,όμως, φορούσε. Το καινούριο της μαγιό ήταν τιρκουάζ.Και μάλιστα μου πηγαίνει πολύ, σκέφτηκε αυτάρεσκα και μπήκε στο σπίτι ν’ αλλάξει.Θα περνούσε υπέροχα εκεί. Ολομόναχη.

* * *Ο Σεθ συνοφρυώθηκε, βλέποντας το είδωλό του στον καθρέφτη του μπάνγκαλοου. Η όψη του ήταναπαίσια. Χρειαζόταν μια γερή δόση γαλήνης και ηρεμίας. Και δεν υπήρχε καλύτερο μέρος γι’ αυτόντο σκοπό απ’ το ξενοδοχείο Λευκός Κοραλλιογενής Ύφαλος.Πήρε το ξυραφάκι κι άρχισε να ξυρίζεται. Το τραύμα στα πλευρά του γιατρευόταν, αν και όχι τόσο

γρήγορα όσο θα ήθελε. Τον έτρωγε φοβερά κάτω απ’ τον επίδεσμο. Αν κατάφερνε να απαλλαγείαπό τους εφιάλτες που τόσο συχνά τον βασάνιζαν στον ύπνο του, θα ένιωθε πολύ καλύτερα.Δείπνο, σκέφτηκε. Δεν είχε όρεξη για επισημότητες. Η Αίθουσα Αληγής Άνεμος θα ήταν μια χαρά

γι’ απόψε. Ούτε για διασκέδαση είχε όρεξη, οπότε ήλπιζε να μην ήξερε κανέναν εκεί μέσα.

Page 29: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Μένοντας μόνος μερικές μέρες, θα επέστρεφε στον αγώνα ανανεωμένος.Χτένισε τα μαλλιά του και βγήκε απ’ το μπάνγκαλοου, κοιτάζοντας με ικανοποίηση τη μακριά

λωρίδα της λευκής άμμου και την καταγάλανη θάλασσα. Αλλά μόλις μπήκε στον προθάλαμο τουεστιατορίου, του χάλασε το κέφι.«Σεθ», είπε εύθυμα ο Κόνγουεϊ Φλέμινγκ. «Δεν περιμέναμε να σε βρούμε εδώ –δεν έχει πολλή

δράση».«Ήρθα εδώ για να ξεφύγω απ’ αυτήν», απάντησε κοφτά ο Σεθ.Ο Κόνγουεϊ γέλασε καλοσυνάτα. «Αυτό δεν κάναμε όλοι; Γνωρίζεις τον Πιτ Σόνγιαρντ; Σόνγιαρντ

Γιοτς... Και η σύζυγός του, Τζανίν».Ο Σεθ ανέτρεξε σε ό,τι ήξερε σχετικά με το δημιουργό των ταχύτερων γιοτ στον κόσμο και

διαπίστωσε ότι η Τζανίν ήταν αυθεντία στην ιστορία των νησιών της Καραϊβικής. Όσο για τονΚόνγουεϊ, τον γνώριζε από χρόνια. Έχαιρε μεγάλης εκτίμησης στη Γουόλ Στρητ και ήταν γνωστόςπροστάτης των τεχνών. Ενώ η συζήτηση άναβε, ο Σεθ σκεφτόταν πώς θα γινόταν να κάτσει σεκάποιο τραπέζι μόνος.Και τότε την είδε.Μόλις είχε ανοίξει την πόρτα του προθαλάμου. Φορούσε ένα κοντό κόκκινο φόρεμα και τα μαλλιά

της ήταν ένας καταρράκτης από μαύρο μετάξι. Τα πόδια της ήταν λεπτά, τα τακούνια στα κόκκινασανδάλια της υπερβολικά ψηλά. Η επιδερμίδα της έλαμπε στο φως του ήλιου που έδυε.Ήταν απίστευτα όμορφη.Κοίταξε πίσω της, είδε μια μητέρα με τα δυο μικρά παιδιά της και κράτησε την πόρτα ανοιχτή για

να περάσουν. Το μελαχρινό αγοράκι σήκωσε το κεφάλι του και τη ρώτησε κάτι. Εκείνη έβγαλε ταγυαλιά της και, καθώς έσκυβε για να του απαντήσει, το φόρεμα τσιτώθηκε στους γοφούς της. Τοαγόρι τής τράβηξε τα μαλλιά. Η γυναίκα είπε κάτι που το έκανε να γελάσει και μετά γύρισε στημητέρα του. Η καρδιά του Σεθ χτύπησε δυνατά καθώς παρατηρούσε τη γραμμή του λαιμού της.Πόσος καιρός είχε περάσει από την τελευταία φορά που είχε αισθανθεί τέτοιο άμεσο και επιτακτικό

πόθο;Πολύς. Υπερβολικά πολύς.Αυτή και τα δυο παιδιά δημιουργούσαν μια πανέμορφη εικόνα, σκέφτηκε μελαγχολικά. Την

άκουσε να γελάει. Το γέλιο της ήταν βραχνό. Πολύ σέξι. Καθώς σηκωνόταν, στρώνοντας το φόρεμάτης, το καρδιοχτύπι του Σεθ δυνάμωσε. Και το φόρεμά της ήταν σέξι, ακριβώς επειδή ήταν τόσοκομψό. Ήταν αμάνικο, το ντεκολτέ και τα ανοίγματα στα μανίκια τετράγωνα. Λίγο πάνω από τονποδόγυρο είχε μικρά τετράγωνα κοψίματα που άφηναν να φαίνεται το δέρμα της.Λέγοντας κάτι τελευταίο στην οικογένεια, η γυναίκα γύρισε και προχώρησε στην αίθουσα. Ούτε

που κοίταξε προς το μέρος του. Εκνευρισμένος που το έντονο βλέμμα του δεν την είχε κάνει ούτε ναστρέψει το κεφάλι της, ο Σεθ άκουσε τον Κόνγουεϊ να λέει: «Κούκλα δεν είναι;»«Τη γνωρίζεις;»«Και ποιος δεν τη γνωρίζει;»«Εγώ», είπε ο Σεθ. Το πρόσωπο και το σώμα της ήταν απ’ αυτά που σου έμεναν αλησμόνητα, για

να μην πούμε για τον αέρα της αυτοπεποίθησης, τη στάση της και τη ζεστασιά που είχε δείξει στομικρό αγόρι. Ήταν εκθαμβωτική, σκέφτηκε και συνειδητοποίησε ότι ήθελε πολύ να τη γνωρίσει.Ίσως, τελικά, να είχε ξεπεράσει την αποτυχία που έζησε πριν από οχτώ χρόνια.«Εκπλήσσομαι που δεν την έχεις συναντήσει ποτέ», σχολίασε ο Κόνγουεϊ. «Σου αρέσει η κλασική

μουσική, έτσι δεν είναι;»

Page 30: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Ναι, του άρεσε. Ήταν ένα καινούριο, αλλά πολύ γνήσιο πάθος για κάτι που είχε γνωρίσει μόλιςπριν από δύο χρόνια, μέσω ενός παλιού του φίλου, του Τζούλιαν, στο Βερολίνο. Έσμιξε τα φρύδιατου. «Τι σχέση έχει αυτό;»«Είναι η Λία ντ’ Άντζελι», απάντησε ο Κόνγουεϊ. «Αγαπημένη του κοινού και των κριτικών –για να

μην αναφέρω τον Τύπο και τους ιδιοκτήτες δισκογραφικών εταιρειών. Θα σας συστήσω. Λία;»φώναξε.Εκείνη γύρισε, τον είδε και χαμογέλασε αυθόρμητα. Τα μάτια της ήταν σκούρα, πρόσεξε ο Σεθ,

σχεδόν μαύρα σαν τα μαλλιά της. Τα χείλη και τα νύχια της βαμμένα κατακόκκινα. Είχε ένα πολύαισθησιακό και προκλητικό στόμα. Το δικό του είχε ξεραθεί. «Κόνγουεϊ! Πόσο χαίρομαι που σεβλέπω», είπε ζεστά η Λία.Γνώριζε τον Κόνγουεϊ σχεδόν έξι χρόνια. Πριν από τέσσερα χρόνια το ίδρυμά του για την

υποστήριξη των καλλιτεχνών τής είχε δώσει τη δυνατότητα να αγοράσει ένα βιολί Στραντιβάριους,το οποίο είχε εμπλουτίσει το παίξιμό της σε απίστευτο βαθμό. Γι’ αυτόν θα θυσίαζε ακόμα και τηνπολύτιμη μοναξιά της. Για ένα βράδυ τουλάχιστον.Εκείνος έσκυψε και τη φίλησε σταυρωτά. «Έλα να σου γνωρίσω κάποιους φίλους μου», της είπε.Η Λία κοίταξε προς το μέρος τους, πρόθυμη να τους συμπαθήσει, τόσο για χάρη του Κόνγουεϊ όσο

και για δική της. «Πιτ και Τζανίν Σόνγιαρντ, από το Μέιν», είπε ο Κόνγουεϊ. «Και ο Σεθ Τάλμποτ, οοποίος εδρεύει στη Νέα Υόρκη. Από δω η Λία ντ’ Άντζελι, εξαίρετη βιολονίστα».Ο Σεθ Τάλμποτ, εκεί, μπροστά της! Ο ήλιος που έδυε έλουζε τα μαλλιά του σ’ ένα χρυσαφένιο

φως, ενώ τα μάτια του ήταν καρφωμένα πάνω της. Η Λία έπαθε σοκ. Καθώς το αίμα στράγγιζε απ’το πρόσωπό της, το γυαλισμένο μαονένιο πάτωμα φούσκωνε και βούλιαζε κάτω απ’ τα πόδια της. ΟΣεθ, σκέφτηκε ταραγμένη. Δεν είναι δυνατόν!Έβαλε τα δυνατά της να παραμείνει ψύχραιμη και πρόσταξε το πάτωμα να σταματήσει να

ταλαντεύεται. Ήταν τρομερό να βλέπει τον Σεθ ύστερα από τόσα χρόνια. Έκλεισε για μια στιγμή ταμάτια της και προσευχήθηκε να ξυπνούσε και να έβλεπε ότι όλα αυτά ήταν μόνο ένας εφιάλτης.«Είσαι καλά, Λία;» ρώτησε ανήσυχος ο Κόνγουεϊ.«Ναι... συγνώμη. Μάλλον κάθισα πολύ στον ήλιο». Η Λία χαμογέλασε με κόπο στους Σόνγιαρντ.

«Χθες πέταξα απ’ το Ελσίνκι στο Τορόντο. Στο Ελσίνκι είχε χιόνι και στο Τορόντο νεροποντή. Δεσας συνιστώ να πάτε σε κάποιο από τα δυο Απρίλιο μήνα. Εγώ φταίω που κάθισα στον ήλιο απ’ τηστιγμή που ήρθα εδώ; Αλλά μάλλον το παράκανα».Φλυαρούσε, σκέφτηκε. Σπάνια μιλούσε για τον καιρό όταν υπήρχαν τόσα άλλα ενδιαφέροντα

θέματα. Η Τζανίν γέλασε κι έκανε ένα τετριμμένο σχόλιο για το κλίμα του Μέιν. Η Λία κοίταξεκλεφτά τον Σεθ και χαμογέλασε πάλι βεβιασμένα.«Χαίρομαι πολύ που σας γνωρίζω, σινιόρα ντ’ Άντζελι», είπε εκείνος, με μια χαρά που ακουγόταν

γνήσια. «Έχω και τα εφτά CD σας και τα ακούω συνεχώς».Το σοκ και η θλίψη παραγκωνίστηκαν από ένα βίαιο ξέσπασμα θυμού. Πώς τολμούσε να

προσποιείται ότι δεν είχαν συναντηθεί ποτέ; Ότι δεν του είχε γράψει δύο γράμματα πριν από οχτώχρόνια, πληροφορώντας τον πως θα γινόταν πατέρας; «Με κολακεύετε», είπε κοφτά η Λία και είδετο σαγόνι του να σφίγγεται με την ψυχρότητά της. «Κόνγουεϊ, πόσο θα μείνεις εδώ;» ρώτησε μετά,σ’ ένα σκόπιμα ζεστό τόνο.Ο Κόνγουεϊ έδειχνε μπερδεμένος, και δικαιολογημένα. Ήξερε πόσο ευγενική ήταν απέναντι σε

όσους έδειχναν ενδιαφέρον για το παίξιμό της. «Μέχρι αύριο το μεσημέρι», της απάντησε. «Θαφάμε μαζί;»

Page 31: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Κι εγώ θα το ήθελα», παρενέβη ο Σεθ.Έτσι, ε; σκέφτηκε πικρόχολα η Λία. Τι κρίμα. Ούτε για χίλια Στραντιβάριους δε θα καθόταν στο

ίδιο τραπέζι με τον Σεθ Τάλμποτ, έστω κι αν μιλούσαν για τον καιρό. Γιατί τώρα ήταν η δεύτερηφορά που την πρόδιδε. Έκανε σαν να μην την ήξερε, λες και δεν είχαν μοιραστεί ποτέ εκείνη τηνύχτα, λες και δεν είχε μείνει έγκυος μαζί του. Χαμογέλασε προσποιητά. «Φοβάμαι ότι πρέπει νααρνηθώ. Απόψε θα δειπνήσω στην Αίθουσα Κοραλλιογενής Ύφαλος. Ήρθα απλώς για να ρίξω μιαματιά».Ο Σεθ την κοιτούσε απορημένος. «Δεν έχουμε συναντηθεί ποτέ, σινιόρα ντ’ Άντζελι. Έτσι δεν

είναι; Δεν καταλαβαίνω με τι τρόπο σας πρόσβαλα».Η Λία έπρεπε να φανταστεί ότι δε θα άφηνε ασχολίαστη την κακοτροπία της. Στην άκρη της

γλώσσας της το είχε να του πει: Μα, κύριε Τάλμποτ, ξεχάσατε πώς κάναμε έρωτα στη βεράντα ενόςξενοδοχείου στο Παρίσι; Ή τα δύο γράμματα που σας έστειλα κατόπιν, αναφέροντάς σας το έλασσονπρόβλημα της εγκυμοσύνης μου;Μόλο που θα την ικανοποιούσε αφάνταστα να του το έλεγε, η Λία συγκρατήθηκε. Αν ο Σεθ

Τάλμποτ ήθελε να την αρνηθεί για άλλη μια φορά, ας ήταν. Έτσι θα τον κρατούσε έξω απ’ τη ζωήτης. Θα διαφύλαττε την προσωπική της ζωή, όπως έκανε με κόπο εδώ και τόσα χρόνια.«Όχι, δεν έχουμε συναντηθεί ποτέ, κύριε Τάλμποτ», του είπε. «Αλλά μου θυμίζετε έντονα κάποιον

που θα προτιμούσα να ξεχάσω... Σας παρακαλώ, συγχωρήστε μου την αγένεια». Ορίστε. Είχεδικαιολογηθεί χωρίς να τον ταπεινώσει δημοσίως, λέγοντας την αλήθεια. «Θα ήθελα πολύ ναβρεθούμε αύριο για πρωινό, αν έχεις χρόνο», είπε μετά στον Κόνγουεϊ.Εκείνος υποκλίθηκε ιπποτικά. «Πάντα έχω χρόνο για σένα, Λία. Στις οχτώ και μισή στο φουαγιέ;»«Υπέροχα», απάντησε η Λία και χαμογέλασε στους Σόνγιαρντ. «Με συγχωρείτε». Έπειτα έκανε το

λάθος να κοιτάξει τον Σεθ. Εκείνος την παρακολουθούσε συνοφρυωμένος και με μια τόσο γνήσιαέκφραση απορίας στο πρόσωπο που της ήρθε να τον χαστουκίσει. Ο άνθρωπος έπρεπε να γίνειηθοποιός!«Πρέπει να φύγω, θ’ αργήσω για την κράτησή μου», είπε ανάλαφρα. «Να περάσετε καλά».«Θα τα ξαναπούμε», είπε κοφτά ο Σεθ.Ποτέ, όσο περνάει απ’ το χέρι μου, σκέφτηκε η Λία. Γύρισε και βγήκε από το εστιατόριο, λες και

δε σκεφτόταν τίποτα πιο σημαντικό από το δείπνο.Δεν είχε κάνει κράτηση στην Αίθουσα Κοραλλιογενής Ύφαλος, απλώς ήλπιζε να βρει τραπέζι. Όχι

πως είχε όρεξη...Μέχρι που βρέθηκε στο δρόμο της ο Σεθ Τάλμποτ, ανυπομονούσε για το μοναχικό δείπνο της. Πώς

τολμούσε να υποκρίνεται ότι την έβλεπε για πρώτη φορά; Και μετά να έχει το θράσος να τη ρωτήσειμε τι τρόπο την είχε προσβάλει! Το κάθαρμα.Δεν του άξιζε να είναι πατέρας της κόρης της, της πολυαγαπημένης της Μαρίζ.Που τα μάτια της ήταν καταπράσινα σαν καλοκαιρινά λιβάδια. Ακριβώς όπως του Σεθ.Πριν από οχτώ χρόνια, όταν συνειδητοποίησε ότι ο Σεθ δε σκόπευε να απαντήσει στα γράμματά

της, η Λία είχε υιοθετήσει την τακτική να μη μιλάει ποτέ για την προσωπική της ζωή στα μέσαενημέρωσης. Έτσι, η ύπαρξη της Μαρίζ σπανίως αναφερόταν στον Τύπο. Το ευτύχημα ήταν ότι είχεπάρει ελάχιστο βάρος στη διάρκεια της εγκυμοσύνης της και είχε μια μοδίστρα που κάλυπτεεπιδέξια το ελαφρύ φούσκωμα στην κοιλιά της με φορέματα σε στυλ Αμπίρ. Μόνο δυο κοντσέρταείχε χάσει. Αυτό ήταν όλο.Καθώς η εγκυμοσύνη της προχωρούσε, είχε χρησιμοποιήσει το καταπίστευμα των γονιών της για

Page 32: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

να αγοράσει μια όμορφη παλιά φάρμα στην εξοχή, περίπου διακόσια χιλιόμετρα απ’ το Μανχάταν.Ένας ντόπιος μαραγκός είχε κάνει τις εργασίες της ανακαίνισης. Η κόρη της γεννήθηκε σ’ ένα μικρόνοσοκομείο, οχτώ χιλιόμετρα παρακάτω.Είχε προσλάβει μια νταντά. Είχε αγοράσει αυτοκίνητο. Η φάρμα είχε γίνει σπιτικό, προσφέροντας

σε μητέρα και κόρη μια σταθερότητα.Παρά την προδοσία του, δεν είχε αφήσει τον Σεθ να της καταστρέψει τη ζωή. Αλλά ούτε τον είχε

ξεχάσει. Κάθε φορά που κοίταζε τα μάτια της κόρης της έβλεπε εκείνον. Κανείς δεν τον είχεαντικαταστήσει. Ούτε μια φορά σ’ αυτά τα οχτώ χρόνια δεν είχε νιώσει για κάποιον την έλξη πουείχε νιώσει για τον Σεθ.Το συγκλονιστικό πάθος που την είχε κατακλύσει κάποτε δεν μπορούσε να ξαναβρεθεί εύκολα.Τι θα έκανε τώρα; Μπορούσε να φύγει από το νησί το επόμενο πρωί με ελικόπτερο του

ξενοδοχείου, επικαλούμενη επιτακτική οικογενειακή ανάγκη. Η Νάνσι, η νταντά της Μαρίζ, θαθύμωνε μαζί της. Η γεμάτη ζωντάνια, φερέγγυα Νάνσι ήταν αυτή που επέμενε να περνάει η Λίαολομόναχη λίγες μέρες το χρόνο.Αν έφευγε, δε θα ξανάβλεπε τον Σεθ. Θα έπαιρνε το πρωινό της με τον Κόνγουεϊ και ύστερα θα

εξαφανιζόταν.Ο Σεθ θα την αναζητούσε. Της το είχε πει και δεν έλεγε κούφια λόγια. Πόσο θα έκανε μέχρι να της

μιλήσει για το παρελθόν; Και, το σημαντικότερο, πόσο θα άντεχε εκείνη να συγκρατεί το θυμό της;Το φλογερό ταμπεραμέντο της την είχε βάλει σε μπελάδες αρκετές φορές. Και τώρα διακυβεύονταν

πολλά, γιατί δεν επρόκειτο να τον αφήσει να πλησιάσει την κόρη της.Αλλά αν γύριζε στη φάρμα με την ουρά στα σκέλια, θα είχε ηττηθεί. Είχε ανάγκη αυτές τις

διακοπές, γιατί την περίμενε ένα πολύ εξαντλητικό πρόγραμμα. Γιατί να έφευγε επειδή ο Σεθ είχεεμφανιστεί από το πουθενά;Δεν ήθελε σχέσεις μαζί της. Αν ήθελε, θα μπορούσε να έχει επικοινωνήσει μαζί της οποιαδήποτε

στιγμή τα προηγούμενα οχτώ χρόνια.Η Λία έκοψε έναν ιβίσκο και τον έβαλε πίσω απ’ το αυτί της. Θα έμπαινε στο εστιατόριο με

αυτοπεποίθηση και θα έτρωγε του καλού καιρού. Ύστερα θα γύριζε στο μπάνγκαλοου της και θαδιάβαζε κανένα βιβλίο.Ο Σεθ Τάλμποτ δε θα χαλούσε τις διακοπές της.Αλλά ούτε θα γνώριζε ποτέ τη Μαρίζ.

Page 33: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Ένα πουλί έκρωζε στους θάμνους δίπλα στο μπάνγκαλοου. Ο Σεθ στράφηκε και κοίταξενυσταγμένα το ρολόι. Τα φωτεινά νούμερά του έγραφαν πέντε και σαράντα πέντε. Νούμερα τόσοκόκκινα όσο και το φόρεμα της Λία ντ’ Άντζελι. Ωχ, σκέφτηκε και κουκουλώθηκε με το μαξιλάρι.Στο πρώτο πουλί έκανε τώρα παρέα κι ένα δεύτερο. Ακούγονταν σαν να είχε ξεσπάσει πολεμικήσύρραξη έξω απ’ το ανοιχτό παράθυρό του.Θα έβαζε στοίχημα ότι η Λία σκόπευε να δειπνήσει στην Αίθουσα Αληγής Άνεμος, μέχρι που τον

είδε. Προσπάθησε να διώξει απ’ το μυαλό του την εικόνα της, όταν ήταν καθισμένη μπροστά στηνπόρτα κι έκανε το αγόρι να γελάει. Ή τα μακριά μαύρα μαλλιά της που έπεφταν στους ώμους της,λάμποντας σαν μετάξι. Και η επιδερμίδα της ήταν μεταξένια.Πρόβλημα. Αυτό φώναζε ολόκληρη. Μεγάλο πρόβλημα.Ο Σεθ δε χρειαζόταν τέτοιου είδους προβλήματα.Καταλαβαίνοντας ότι δεν επρόκειτο να κοιμηθεί, άναψε το φως στο κομοδίνο κι έπιασε το

μυθιστόρημα που είχε αρχίσει να διαβάζει πριν από μερικές μέρες, όμως δεν μπορούσε νασυγκεντρωθεί.Πέταξε το βιβλίο στην άκρη. Δεν ήταν τα πουλιά που τον είχαν ξυπνήσει. Ήταν ένας εφιάλτης που

μάλιστα έμοιαζε εντελώς εκτός τόπου σ’ αυτό το περιβάλλον.Οι εικόνες ακόμα τρεμόπαιζαν στο πίσω μέρος του μυαλού του. Μίζερες παράγκες, καμένα χωριά,

πρόσφυγες φορτωμένοι με ό,τι μπορούσαν να κουβαλήσουν στην πλάτη τους. Τα είχε δει όλα αυτάμόλις πριν από μερικές μέρες σε μια περιοχή κοντά στον αφρικανικό ισημερινό που σπαρασσόταναπό εμφύλιο πόλεμο. Αυτό που τον είχε συγκλονίσει ήταν τα παιδιά. Ορφανά παιδιά που έκλαιγαν.Παιδιά αποστεωμένα από την πείνα. Ένα αγόρι που μόλις είχε πεθάνει και η μητέρα του θρηνούσεγοερά... Τι ήταν τα δικά του προβλήματα σε σύγκριση με αυτά;Όπως πάντα, είχε πάει για να διαπιστώσει με τα μάτια του ότι τα χρήματα που έστελνε το ίδρυμά

του σ’ αυτή την περιοχή πήγαιναν κατευθείαν σ’ εκείνους που τα είχαν ανάγκη. Στη διάρκεια τηςεπίσκεψής του είχε βρεθεί κατά λάθος στην πορεία της σφαίρας ενός φανατισμένου αντάρτη. Ησφαίρα είχε περάσει ξυστά από το πλευρό του.Άσχετα από το τι έκανε, είτε μόνος είτε με τη βοήθεια του αξιοθαύμαστου επιτελείου του, δεν

μπορούσε να σταματήσει τον πόλεμο ή να εξαλείψει τα αίτια της φτώχειας. Αυτά υπερέβαιναν κατάπολύ τις δυνατότητες ενός και μόνο ανθρώπου, όσο πλούσιος ή καλοπροαίρετος κι αν ήταν.Πράγμα παράξενο, μαζί με τα συναισθήματα που τον κατέκλυζαν καθώς γύριζε στο σπίτι του

υπήρχε και η συνειδητοποίηση της κενότητας της δικής του ζωής. Μπορεί να είχε καλούς φίλους σεόλο τον πλανήτη, αλλά, κατά τα άλλα, ήταν αποκομμένος. Θα μπορούσε να πει στον εαυτό του ότιαυτό ήταν αποτέλεσμα του αποτυχημένου γάμου των γονιών του. Να ρίξει σ’ εκείνους το φταίξιμογια τη μοναχικότητά του. Αλλά, σε τελική ανάλυση, δεν ήταν πιο φτωχός από εκείνες τις δεμένεςοικογένειες που πάλευαν να επιβιώσουν κάτω από τον τροπικό ήλιο; Αυτοί, τουλάχιστον, είχαν οένας τον άλλον.Εκείνος ποιον είχε;Κανέναν. Μουγκρίζοντας αηδιασμένος, ο Σεθ σηκώθηκε απ’ το κρεβάτι. Θα πήγαινε για μπάνιο,

Page 34: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

άσχετα αν τον πονούσε το τραύμα του. Μετά θα έτρωγε στο δωμάτιό του για να μην πέσει πάνωστον Κόνγουεϊ και τη Λία ντ’ Άντζελι. Είχε ανάγκη αυτές τις διακοπές και ήταν αποφασισμένος νατις απολαύσει.Ενώ το κολύμπι τον ξύπνησε, το πρωινό τού έφερε νύστα. Έτσι, κοιμήθηκε σχεδόν μια ώρα στη

σεζλόνγκ, στη δροσερή βεράντα του μπάνγκαλοου. Ξυπνώντας στα μέσα του πρωινού, σκέφτηκεότι μόλις που προλάβαινε να μπει κι αυτός στο σκάφος που πήγαινε τους τουρίστες στον ύφαλο γιακαταδύσεις. Αρπάζοντας τον εξοπλισμό του, φόρεσε τα μαύρα γυαλιά του κι έτρεξε στην προβλήτα.Το σκάφος ήταν έτοιμο να φύγει. Μοναδικός του επιβάτης ήταν η Λία ντ’ Άντζελι, που φορούσε

ένα λευκό πουκάμισο πάνω απ’ το μαγιό της και τα μαλλιά της ήταν μαζεμένα μέσα σ’ έναπλατύγυρο καπέλο. Επειδή μιλούσε με τον οδηγό, δεν τον είδε.Ο Σεθ θα μπορούσε να γυρίσει πίσω και να πέσει με τα μούτρα στο διάβασμα. Γαλήνιος,

ολομόναχος.Όμως δεν του άρεσε να υποχωρεί.Τελικά αποφάσισε άλλος γι’ αυτόν. «Καλημέρα, κύριε Τάλμποτ», είπε ο οδηγός, χαμογελώντας.

«Θα ’ρθετε μαζί μας;»«Καλημέρα», απάντησε ο Σεθ. «Ναι, λέω να έρθω».Η Λία γύρισε και τον κοίταξε απογοητευμένη. Ήταν ο τελευταίος άνθρωπος που ήθελε να δει

εκείνο το πρωί. Της είχε στοιχίσει ένα πανάκριβο δείπνο το προηγούμενο βράδυ και είχε στοιχειώσειτον ύπνο της. Όταν ο Κόνγουεϊ είχε αναφέρει το όνομά του στο πρωινό, εκείνη είχε αλλάξει θέμααπότομα. Και τώρα ο Σεθ θα της χαλούσε μια εκδρομή που περίμενε πώς και πώς!«Τι απρόσμενη χαρά», είπε σαρκαστικά.«Και για τους δυο μας», απάντησε ο Σεθ με μια λάμψη κοροϊδίας στα μάτια του.«Υπερβάλλεις».«Αν είστε έτοιμοι, φεύγουμε», είπε ο οδηγός.Αν και η Λία θα μπορούσε να πηδήσει στην προβλήτα και να φύγει, το πείσμα ήταν ένα από τα

χαρακτηριστικά που την είχαν βοηθήσει να πετύχει σ’ ένα χώρο με μεγάλη ανταγωνιστικότητα.«Γρήγορα», του είπε κοφτά και τον είδε να μπαίνει στο φουσκωτό και να κάθεται δίπλα της στονπάγκο.Φορούσε ένα άσπρο μακό και μαγιό-σορτσάκι. Τα μπράτσα του ήταν μυώδη, τα χέρια του

ακουμπούσαν χαλαρά στους μηρούς του... Είχε ξεχάσει ποτέ της αυτά τα μακριά, λεπτά δάχτυλαπου έπαιζαν με το κορμί της με την αισθαντικότητα ενός μουσικού; Ο πόθος φούντωσε μέσα της,προδίδοντάς την, όπως την είχε προδώσει και πριν από τόσα χρόνια.Όχι, σκέφτηκε αναστατωμένη. Όχι πάλι.Κάθισε στητή στη θέση της και κρατήθηκε γερά καθώς το σκάφος απομακρυνόταν από την

προβλήτα. Το φουσκωτό χτυπούσε στα κύματα, ο αφρός έμοιαζε με άσπρες πινελιές σε γαλάζιοφόντο. Πανέμορφο, σκέφτηκε η Λία, προσπαθώντας να συγκεντρωθεί σε οτιδήποτε άλλο εκτός απότον άντρα που καθόταν δίπλα της.Σύντομα έφτασαν στον ύφαλο και ο οδηγός έσβησε τη μηχανή. «Οπουδήποτε εδώ γύρω είναι

καλά. Θα σας παρακαλούσα να μην αγγίζετε τα κοράλλια γιατί καταστρέφονται και μερικά απ’ αυτάείναι δηλητηριώδη». Χαμογέλασε ξανά. «Εγώ θα καθίσω εδώ και θα σας περιμένω... Δε μας βιάζειτίποτα».Η Λία έσκυψε για να φορέσει τα βατραχοπέδιλά της. Έπειτα, νιώθοντας μια γελοία συστολή,

έβγαλε το άσπρο πουκάμισό της. Το τιρκουάζ μαγιό της είχε βαθύ ντεκολτέ μπροστά και πίσω και

Page 35: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ανέβαινε ψηλά στους γοφούς. Έπρεπε να φοράω ράσο, σκέφτηκε εκνευρισμένη, όχι ένα μαγιό πουαποκαλύπτει περισσότερα απ’ όσα κρύβει.Άθελά της κοίταξε τον Σεθ. Το βλέμμα του ήταν καρφωμένο πάνω της και ο απροκάλυπτος πόθος

που είδε μέσα του την τάραξε. Ώστε το ένιωθε κι αυτός. Ύστερα από οχτώ χρόνια σιωπής την ήθελεακόμα.Εκείνη. Όχι το παιδί της.Ο θυμός της ξαναφούντωσε πιο άγριος από ποτέ. Πριν από χρόνια είχε γίνει θύμα του, αλλά εκείνη

τη στιγμή δε χρειαζόταν να γίνει θύμα κανενός. Θα τον έκανε να υποφέρει! Πέταξε το πουκάμισότης στον πάγκο κι έσκυψε μπροστά από τον Σεθ για να πάρει τη μάσκα της, προσφέροντάς του μιαπροκλητική εικόνα του στήθους της. Καθώς έπιανε τη μάσκα, έτριψε σκόπιμα το μηρό της στον δικότου.Εκείνος τινάχτηκε, κοιτάζοντάς τη με αναμφισβήτητο πόθο. Κρίμα, Σεθ Τάλμποτ, σκέφτηκε

πικρόχολα. Δεν υπάρχει περίπτωση να με ακουμπήσεις ξανά.«Καλή διασκέδαση», είπε ανάλαφρα. Αφού έβαλε τα σανδάλια της κάτω απ’ το πουκάμισο,

κρέμασε τα πόδια της από το φουσκωτό και γλίστρησε στη θάλασσα. Ξέπλυνε τη μάσκα της μενερό, τη φόρεσε και άρχισε να κολυμπάει. Κοιτάζοντας το βυθό, βρέθηκε ξαφνικά σ’ έναν άλλονκόσμο, όπου μικροσκοπικά ψάρια ακτινοβολούσαν κίτρινο, βυσσινί και μαύρο μέσα σε έναδαντελένιο πλέγμα από κοράλλια που λικνίζονταν νωχελικά.Ο χτύπος της καρδιάς της σιγά σιγά ηρέμησε, ο θυμός της υποχώρησε. Δεν έπρεπε να προκαλεί τον

Σεθ τόσο ωμά, αφού δεν είχε σκοπό να προχωρήσει. Ήταν σκληρό και πιθανόν επικίνδυνο.Αλλά –σκέφτηκε χαιρέκακα– και πολύ ικανοποιητικό.Έπειτα προσπάθησε να τον βγάλει απ’ το μυαλό της. Δεν του άξιζε.Ο Σεθ περίμενε κάνα δυο λεπτά πριν πέσει απ’ το φουσκωτό. Κράτησε το μακό του, κυρίως επειδή

δεν άντεχε να επιδεικνύει το φαρδύ άσπρο επίδεσμο στο πλευρό του. Του έφτανε που είχε κοντέψεινα σκοτωθεί, δεν ήταν ανάγκη και να μιλάει γι’ αυτό. Ειδικά σε ανθρώπους σαν τη Λία ντ’ Άντζελι.Η οποία είχε αντιληφθεί τον πόθο του και, κυριολεκτικά, του είχε μοστράρει τα στήθη της.Προβλέποντας την αντίδρασή μου, σκέφτηκε εκνευρισμένος. Δεν ήξερε αν είχε εκνευριστεί μαζί

της ή με τον εαυτό του. Προσπαθώντας να ηρεμήσει, ο Σεθ έπιασε κουβεντούλα με τον Τζον, τονοδηγό, ενώ φορούσε τα βατραχοπέδιλά του και ξέπλενε τη μάσκα του. Στο τέλος μπήκε στο νερό.Άφησε το σώμα του να βουλιάξει, κοιτάζοντας με δέος τις μυριάδες αποχρώσεις της θάλασσας.

Ύστερα άρχισε να κολυμπάει. Η μεταξένια ζεστασιά του νερού χάιδευε το κορμί του.Χρειαζόταν μια γυναίκα. Αρκεί να μην την έλεγαν Λία.Όταν αναδύθηκε για να πάρει ανάσα, είδε τον αναπνευστήρα της αρκετά κοντά του. Έπρεπε να

πάρει την αντίθετη κατεύθυνση, όμως δεν το έκανε. Σιγά σιγά άρχισε την καταδίωξή του. Φτάνονταςλίγα μέτρα πιο πίσω της, βούτηξε πάλι και την παρατήρησε μέσα από τα κυματιστά ρεύματα τηςπαλίρροιας. Κολυμπούσε σταθερά προς τον ύφαλο. Το σώμα της ήταν λυγερό σαν της γοργόνας μετο τιρκουάζ μαγιό, η μάσκα στο πρόσωπό της της προσέδιδε μια αύρα μυστηρίου.Τιρκουάζ μαγιό. Μάσκα.Ο Σεθ γούρλωσε τα μάτια του. Το σαγόνι του άνοιξε και, άθελά του, ήπιε μια μεγάλη γουλιά νερό.

Βγήκε γρήγορα στην επιφάνεια, βήχοντας και φτύνοντας. Σίγουρα έκανε λάθος. Η φαντασία τουκάλπαζε.Η Λία ντ’ Άντζελι, η μυστηριώδης πεταλούδα-ερωμένη του;Ήταν τρελός και μόνο που το σκεφτόταν. Σύνελθε, Σεθ. Εντάξει, στην πραγματικότητα δεν την

Page 36: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ξέχασες ποτέ. Υποσυνείδητα ξέρεις ότι σ’ έκανε να μη θέλεις άλλη γυναίκα. Και λοιπόν;Αφήνεις ένα τιρκουάζ μαγιό και μια μάσκα με αναπνευστήρα να σου παίζουν παιχνίδια, επειδή

στην πραγματικότητα δεν την ξέχασες ποτέ. Ο Σεθ βλαστήμησε. Τι απεχθανόταν περισσότερο; Τηνελπίδα ότι την είχε ξαναβρεί ή το φόβο ότι έκανε λάθος; Πήρε μια βαθιά ανάσα και καταδύθηκεπάλι. Η αργή, γεμάτη χάρη κίνηση των ποδιών της, η καμπύλη του γοφού της, η μέση και τα στήθητης... Το πρόσωπό της δεν το είχε δει, όμως το σώμα της...Έπρεπε να την αναγνωρίσει από την πρώτη στιγμή που την είδε να μπαίνει στο φουαγιέ του

εστιατορίου.Ο Σεθ βγήκε πάλι στην επιφάνεια κι αυτή τη φορά ήταν σίγουρος. Η γυναίκα στο Παρίσι και η

γυναίκα που συνάντησε χθες ήταν η ίδια. Την είχε βρει. Και το όνομά της ήταν Λία ντ’ Άντζελι.Η πρώτη του αντίδραση ήταν χαρά.Αλλά μετά, με κάποια καθυστέρηση, το μυαλό του άρχισε να λειτουργεί. Η Λία δεν ήθελε εκείνος

να τη βρει. Ήξερε το όνομά του και θα μπορούσε να τον βρει οποιαδήποτε στιγμή στα χρόνια πουμεσολάβησαν. Δεν ήταν επιλογή της να τον συναντήσει το προηγούμενο βράδυ, γι’ αυτό ήτανβέβαιος. Απέναντί του ήταν φοβισμένη και ανταγωνιστική τουλάχιστον. Για να μην πούμεθυμωμένη.Γιατί; Τι της είχε κάνει; Εκείνη είχε εξαφανιστεί. Και ο Σεθ ήθελε οπωσδήποτε να μάθει για ποιο

λόγο.Κολύμπησε μακριά της με αδέξιες κινήσεις. Αισθανόταν σαν να είχε χτυπήσει το κεφάλι του στον

ύφαλο. Αλλά παρά τη συναισθηματική σύγχυση που επικρατούσε μέσα του, για ένα πράγμα ήτανσίγουρος: δε θα άρχιζε να λογοφέρνει μαζί της, με τον Τζον σε απόσταση αναπνοής.Σαράντα λεπτά αργότερα ο Σεθ είδε τη Λία να κατευθύνεται προς το φουσκωτό. Έφτασε εκεί

πρώτος, προσπαθώντας να κρύψει πόσο πονούσε καθώς ανέβαινε στην κουπαστή. Όταν εκείνηπλησίασε, της άπλωσε το χέρι του. «Έλα να σε βοηθήσω», της είπε.Η Λία έβγαλε τη μάσκα της και την πέταξε στην κουπαστή χωρίς να τον κοιτάξει. Το φως του

ήλιου στο πιγούνι της... Γιατί είχε αργήσει τόσο πολύ να την αναγνωρίσει;Την είχε ποθήσει από την πρώτη στιγμή. Αυτό ήταν ένα ακόμα στοιχείο που του είχε διαφύγει.«Μπορώ και μόνη μου», του είπε κοφτά.«Σίγουρα, αλλά πιάσε το χέρι μου».Η Λία έπιασε απότομα το χέρι του κι ο Σεθ την τράβηξε σαν να ήταν πούπουλο. «Ευχαριστώ», του

είπε με μισή καρδιά.«Παρακαλώ».Σμίγοντας τα φρύδια της, η Λία φόρεσε το καπέλο της κι έριξε το πουκάμισο στους ώμους της. Θα

χρειαζόταν έξι ώρες μασάζ για να απαλλαγεί απ’ την ένταση που είχε κυριέψει το κορμί της.Προσπαθώντας να συνέλθει, χάρισε στον Τζον το ζεστό χαμόγελο που είχε τσιγκουνευτεί στον Σεθ.«Ήταν πολύ ωραία, σ’ ευχαριστούμε που μας έφερες εδώ».«Παρακαλώ, κυρία μου».Ο Τζον άναψε τη μηχανή και το φουσκωτό άρχισε να κατευθύνεται προς την ακτή. Το σκηνικό

έμοιαζε με καρτ ποστάλ, από τους ψηλούς φοίνικες μέχρι την κατάλευκη άμμο που την έγλειφαν τακύματα.Όταν το σκάφος χτύπησε μαλακά στον ντόκο, ο Σεθ ξεδίπλωσε το σκοινί και το έδεσε στην μπίντα.

Έπειτα πήρε τον εξοπλισμό του και βγήκε έξω. Η Λία τον ακολούθησε, κρατώντας ταβατραχοπέδιλα σαν ασπίδα καθώς χαιρετούσε τον Τζον. Μετά άρχισε να προχωρεί γρήγορα στην

Page 37: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

αποβάθρα. Ο Σεθ την έπιασε από τον αγκώνα. «Μη βιάζεσαι... Πρέπει να μιλήσουμε».Εκείνη προσπάθησε να τραβηχτεί. «Δεν έχουμε να πούμε τίποτα. Άσε με ήσυχη, αλλιώς θα

παραπονεθώ στη διεύθυνση».«Δεν πρόκειται να μαλώσουμε μπροστά σε όλο τον κόσμο», είπε ανέκφραστα ο Σεθ. «Δύο

επιλογές έχεις: ή θα πας με τα πόδια στο μπάνγκαλοου σου για να μιλήσουμε ή θα σε κουβαλήσωστα χέρια».«Αυτού του είδους η συμπεριφορά έπαψε να υπάρχει μαζί με τον άνθρωπο του Νεάντερταλ...

Ακόμα δεν το πήρες είδηση;» είπε ειρωνικά η Λία.Ο Σεθ την πήρε στα χέρια του και άρχισε να κατευθύνεται προς το μπάνγκαλοου της. «Ξέρω ότι

προστατεύεις την προσωπική σου ζωή», της είπε μέσα απ’ τα δόντια του. «Κι εγώ το ίδιο. Αςελπίσουμε ότι αυτή τη στιγμή δε μας βλέπει κανείς».Χρόνια πριν, κρατώντας τη στην αγκαλιά του, την είχε βγάλει σε μια βεράντα, όπου τα φώτα του

Παρισιού τρεμόπαιζαν και έλαμπαν. Προσπαθώντας να πνίξει αναμνήσεις που, στηνπραγματικότητα, η έντασή τους ουδέποτε είχε μειωθεί, η Λία τον χτύπησε με τον αγκώνα της.Το πρόσωπό του συσπάστηκε απ’ τον πόνο. «Μη! Πονάνε τα πλευρά μου», της είπε.«Όποιος δε θέλει χτύπους, στα καμπαναριά δεν πάει», του πέταξε εκείνη. Δε σκόπευε να του

ζητήσει συγνώμη.Αλλά τι είχαν τα πλευρά του;Τι την ένοιαζε;Ο Σεθ προχωρούσε προς το μπάνγκαλοου, ανάμεσα στις μπουκαμβίλιες και τους ιβίσκους. Πολλή

απομόνωση, σκέφτηκε πανικόβλητη η Λία. «Άσε με κάτω», του φώναξε.Εκείνος την αγνόησε. «Πού είναι το κλειδί;»«Αν νομίζεις ότι θα σε αφήσω να μπεις, λάθος γυναίκα διάλεξες».«Όχι, δε διάλεξα λάθος γυναίκα». Ο Σεθ δοκίμασε την πόρτα και τη βρήκε ξεκλείδωτη. Την άνοιξε

και άφησε τη Λία να πατήσει στο λουστραρισμένο πάτωμα. «Αν σε κάνει να νιώθεις καλύτερα, θααφήσουμε την πόρτα ορθάνοιχτη. Εντάξει, Λία ντ’ Άντζελι, ας μπούμε στο θέμα. Ξέρω ποια είσαι.Είσαι αυτή που κοιμήθηκα μαζί της πριν από οχτώ χρόνια στο Παρίσι –τελικά το κατάλαβα».Η Λία κόντεψε να πνιγεί από το θυμό. «Απ’ την αρχή ήξερες ποια είμαι!»«Τι εννοείς; Ποτέ δε μου είπες το όνομά σου και το έσκασες μες στη νύχτα ενώ κοιμόμουν. Για

δυο βδομάδες είχα βάλει έναν ιδιωτικό ερευνητή να κάνει άνω κάτω όλο το Παρίσι. Δε βρήκε ούτεένα ίχνος σου. Χρησιμοποίησες ψεύτικο όνομα ακόμα κι όταν νοίκιασες το κοστούμι! Και τώρα μεκατηγορείς ότι ήξερα ποια ήσουν; Ας γελάσω!»«Χρησιμοποίησα ψεύτικο όνομα επειδή ήθελα να διατηρήσω την ανωνυμία μου! Μόλις είχα

κερδίσει δύο κορυφαία ευρωπαϊκά βραβεία και ο Τύπος με κυνηγούσε. Δεν ήμουν μόνο ταλαντούχα,αλλά και όμορφη, σέξι και προκλητική, όπως είχες πει κι εσύ. Ήταν μια δύσκολη μέρα και το μόνοπου ήθελα ήταν να ξεφύγω για λίγες ώρες. Και ναι, κάλυψα τα ίχνη μου και πράγματι το έσκασα μεςστη νύχτα. Όμως...»«Θα μπορούσες να επικοινωνήσεις μαζί μου αργότερα. Ή μήπως εκείνη η βραδιά δε σήμαινε τίποτα

για σένα;» Ο Σεθ έπιασε τη Λία από τους ώμους και την έσφιξε. «Απολαυστικό σεξ, αυτό ήταν όλοκι όλο;»«Το έκανα!»«Τι έκανες;»«Σου έγραψα δύο γράμματα! Κάνεις πως δεν τα έλαβες;»

Page 38: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Πότε;»Η Λία δίστασε για λίγο. Ο θυμός του Σεθ ήταν πολύ πειστικός. Κι αν υπήρχε μια πιθανότητα στο

εκατομμύριο να είχαν χαθεί και τα δύο γράμματα; «Λίγο αργότερα», του απάντησε αόριστα.«Λες ψέματα».«Όχι! Το ένα το έστειλα στα γραφεία σου στο Μανχάταν και το άλλο στα Χάμπτονς. Βρήκα τη

διεύθυνση από την ιστοσελίδα σου στο Ίντερνετ».«Εκεί είναι το σπίτι των γονιών μου», είπε ο Σεθ σκεφτικός. «Αν πράγματι μου έγραψες –που

ακόμα δεν έχω πειστεί γι’ αυτό–, τι έγραφαν τα γράμματα;»Η Λία τον κοίταξε κατάματα. «Απλώς ήθελα να κρατήσουμε επικοινωνία», του είπε. «Αλλά εσύ

ποτέ δεν μπήκες στον κόπο να μου απαντήσεις, όπως ξέρουμε και οι δυο».«Δύσκολο να απαντήσει κανείς σ’ ένα γράμμα που δεν πήρε ποτέ», είπε ειρωνικά ο Σεθ.«Γιατί λες να σου φέρθηκα με τόση αγένεια χθες το βράδυ; Χαίρομαι πολύ που σας γνωρίζω. Κι

έπειτα είχες το θράσος να προσθέσεις: Δεν καταλαβαίνω με τι τρόπο σας πρόσβαλα. Λες και δενείχαμε κάνει ποτέ έρωτα σ’ εκείνο το ξενοδοχείο. Δεν ξέχασα εγώ εκείνη τη βραδιά, εσύ τηνξέχασες».«Δεν την ξέχασες;» ρώτησε επιθετικά ο Σεθ.Η Λία δάγκωσε το χείλι της. Ως συνήθως, όταν ήταν θυμωμένη, δεν μπορούσε να συγκρατήσει τη

γλώσσα της. «Όταν είδα ότι δε μου έκανες τη στοιχειώδη τιμή να απαντήσεις στα γράμματά μου, σεξέχασα αμέσως», είπε, παραποιώντας εντελώς την αλήθεια.«Καλά να παραπέσει ένα γράμμα. Αλλά δύο;»«Γι’ αυτό ξέρω ότι τα πήρες. Ή, τουλάχιστον, το ένα».«Δηλαδή με λες ψεύτη;»«Είσαι πολύ έξυπνος», είπε κοροϊδευτικά η Λία.Ο Σεθ την έσπρωξε κι άρχισε να τριγυρίζει στο δωμάτιο. Ένα κίτρινο πουλόβερ ήταν πεταμένο σε

μια πολυθρόνα από μπαμπού. Ένας κλειστός φορητός υπολογιστής στο ξύλινο τραπέζι κι έναμουσικό αναλόγιο μπροστά στο παράθυρο με τη μαγευτική θέα στον ωκεανό. «Πόσο θα μείνεις;» τηρώτησε επιτακτικά.Τα νεύρα της Λία είχαν τεντωθεί. Η πόρτα της κρεβατοκάμαρας ήταν μισάνοιχτη. Στο γραφείο είχε

την αγαπημένη της φωτογραφία της Μαρίζ. «Το ίδιο θα σε ρωτούσα κι εγώ».«Θα φύγω σε τρεις μέρες. Εσύ;»«Δε σε αφορά», είπε ψυχρά η Λία. «Δεν έχουμε να πούμε τίποτα. Με θεωρείς ψεύτρα κι εγώ ξέρω

ότι εσύ είσαι ψεύτης. Ναι, μοιραστήκαμε κάτι κάποτε, αλλά αυτό τελείωσε και συνεχίσαμε και οιδυο τη ζωή μας».«Να μιλάς για τον εαυτό σου», είπε απαλά ο Σεθ και την πλησίασε με δυο δρασκελιές.«Πιστεύεις ότι θα μπορούσα να σε εμπιστευτώ ξανά;» φώναξε η Λία. «Προσπάθησα να

επικοινωνήσω μαζί σου κι εσύ με αγνόησες. Τώρα πληρώνεις τις συνέπειες. Σοβαρέψου, Σεθ».«Όταν γυρίσω, θα μάθω τι έγιναν τα γράμματα. Με την προϋπόθεση ότι τα έχεις γράψει, βέβαια».«Είναι λίγο αργά για να ψάξεις στο σκουπιδοτενεκέ σου».Με μάτια που άστραφταν, ο Σεθ άρπαξε τη Λία και τη φίλησε με ένα μείγμα θυμού και πόθου.

Εκείνη του έπιασε το κεφάλι και ανταποκρίθηκε στο φιλί του με πάθος.Το καπέλο της έπεσε στο πάτωμα. Τα χέρια της σύρθηκαν στα υγρά μαλλιά του, στη σφιχτή

γραμμή του λαιμού του, στους μυς που διαγράφονταν κάτω από το βρεγμένο μακό του.Ο Σεθ της τράβηξε το πουκάμισο, το πέταξε στο πάτωμα και κατέβασε τις ράντες του μαγιό της. Το

Page 39: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

στόμα του αναζήτησε τα απαλά στήθη της. Η επιδερμίδα της είχε γεύση από θάλασσα και ήλιο, ηθηλή της ήταν σκληρή σαν κοράλλι. Η Λία φώναξε το όνομά του κι έριξε το κεφάλι της πίσω, μετην καρδιά να χτυπά δυνατά.Ποτέ του δεν είχε ποθήσει γυναίκα όσο ποθούσε εκείνη. Και τώρα την είχε ξαναβρεί.Η Λία σήκωσε το μακό του και ακούμπησε την κοιλιά της στη δική του, λικνίζοντας τους γοφούς

της. Ο ερεθισμός του Σεθ ήταν άμεσος, έντονος και επιτακτικός. Έβαλε το ένα του χέρι στουςγλουτούς της, την πίεσε πάνω του και τη φίλησε ξανά. Δεν άντεχε άλλο. «Πάμε στηνκρεβατοκάμαρα», είπε βραχνά.Κρεβατοκάμαρα... Η φωτογραφία της Μαρίζ.Η Λία δεν μπορούσε να τον αφήσει να μπει εκεί μέσα.

Page 40: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

Η Λία έμεινε ακίνητη σαν να της είχαν πετάξει έναν κουβά παγωμένο νερό. «Μα, τι έχω πάθει;»φώναξε. «Πάλι ετοιμάζομαι να πέσω στο κρεβάτι μαζί σου χωρίς να σκεφτώ...» Ετοιμαζόταν να πειτις συνέπειες, αλλά πρόλαβε να συγκρατηθεί. «...το αύριο», είπε τελικά. «Δε γνωριζόμαστε, δενεμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλον και παρ’ όλα αυτά θέλουμε να κάνουμε έρωτα;»«Είσαι ό,τι πιο αληθινό γνώρισα ποτέ μου», είπε τραχιά ο Σεθ. «Έλα μαζί μου, Λία. Άφησέ με να

σου κάνω έρωτα. Κι αυτή τη φορά θα μπορώ να βλέπω το πρόσωπό σου και να φωνάζω τ’ όνομάσου...»Η ένταση στα μάτια του έκανε την καρδιά της να φτερουγίσει από πόθο. Όμως δεν επρόκειτο να

του παραδοθεί. Πώς να του μιλούσε για τη Μαρίζ ύστερα από οχτώ χρόνια σιωπής; «Γιατί δεναπάντησες στα γράμματά μου;» τον ρώτησε επιθετικά. «Είχες άλλη ερωμένη; Πες μου, Σεθ. Πες μουτην αλήθεια! Σου ορκίζομαι να κάνω ό,τι μπορώ για να καταλάβω».«Λία, ποτέ δεν τα έλαβα», είπε έντονα ο Σεθ. «Πιστεύεις ότι δε θα είχα απαντήσει; Έκανα σχεδόν

δύο χρόνια για να σε αντικαταστήσω με κάποια άλλη στο κρεβάτι μου. Διάβολε, τι είναι αυτά πουλέω; Ποτέ δεν κατάφερα να σε αντικαταστήσω κι αυτή είναι η αλήθεια».Η Λία τον κοίταξε καλά καλά. Έλεγε ψέματα –θα έβαζε στοίχημα γι’ αυτό. Μακάρι το στοίχημα να

μην ήταν τόσο υψηλό, τόσο βαρύ από το απλό γεγονός της ύπαρξης της Μαρίζ. «Τότε τι έγιναν ταγράμματα;»Απ’ τη στιγμή που η Λία του είπε ότι έστειλε το ένα στα Χάμπτονς, ο Σεθ είχε κάποιες υποψίες και

κατά βάθος έτρεμε μην αποδειχτούν βάσιμες. «Αυτό θα το ανακαλύψω αμέσως μόλις επιστρέψωστο Μανχάταν», είπε κοφτά. «Αλλά πρέπει να το κάνω πρόσωπο με πρόσωπο».«Εννοείς ότι κάποιος τα έκλεψε; Κάποιος στη δουλειά; Ή κάποιος απ’ τους γονείς σου; Δεν μπορώ

να το πιστέψω!»«Δε θέλω να μιλήσω γι’ αυτό πριν να έχω στοιχεία».«Κι εγώ δεν πρόκειται να πάω στο κρεβάτι μαζί σου μέχρι να μάθω. Τα γράμματα είναι πολύ

σημαντικά. Πολύ ουσιώδη».Ο Σεθ ξεφύσηξε αγανακτισμένος κι άρχισε να βηματίζει πάλι στο δωμάτιο. Έπειτα γύρισε και την

κοίταξε. «Δε μ’ εμπιστεύεσαι».«Φυσικά και δε σ’ εμπιστεύομαι! Γιατί θα ’πρεπε;» Ένιωσε το βλέμμα του να την καρφώνει.

«Κρυώνω», ψιθύρισε, αγκαλιάζοντας το σώμα της. «Καλύτερα να φύγεις».«Δηλαδή θα αποφεύγουμε ο ένας τον άλλον τις επόμενες τρεις μέρες; Θα κάνουμε σαν να μην

έχουμε συναντηθεί ποτέ;»«Αν έχουμε λίγο μυαλό, ναι».Ο Σεθ αισθανόταν ενοχές. «Έλα να δειπνήσουμε μαζί απόψε, Λία. Απλώς να δειπνήσουμε».

Χαμογέλασε λοξά. «Θα πούμε πως είναι ραντεβού. Ο Σεθ γνωρίζει τη Λία, νιώθουν έλξη ο ένας γιατον άλλον και της ζητάει να βγουν. Δεν κινδυνεύεις. Δεν πρόκειται να κάνουμε έρωτα στο πάτωματου εστιατορίου».«Δε θα έβαζα στοίχημα γι’ αυτό και η απάντηση είναι όχι».Ο Σεθ την πλησίασε και χάιδεψε το μάγουλό της με το δάχτυλό του. «Στις οχτώ στην Αίθουσα

Page 41: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Κοραλλιογενής Ύφαλος. Στο μεταξύ, κάνε ένα ζεστό ντους... Λυπάμαι πολύ για τα γράμματα.Πρέπει να πληγώθηκες πολύ που δεν απάντησα. Τυπικός άντρας, θα σκέφτηκες. Κοιμάται μαζί σουγια μια βραδιά, παίρνει αυτό που θέλει και μετά σε διαγράφει. Ποτέ δεν ήμουν έτσι και σουορκίζομαι να βρω ποιος τα πήρε».Ακούγοντας την ειλικρίνεια στη φωνή του και ξέροντας τι περιείχαν εκείνα τα γράμματα, η Λία

προσπάθησε να σκεφτεί καθαρά. Ή είχε λάβει τουλάχιστον ένα από αυτά, οπότε η ειλικρίνειά τουήταν απλώς ένα κόλπο για να την ξαναρίξει στο κρεβάτι, ή κάποιος είχε καταστρέψει και τα δύο,κάτι που της φαινόταν απίθανο.«Δεν πρόκειται να δειπνήσω μαζί σου, Σεθ. Είναι σαν να παίζουμε με τη φωτιά», του είπε

ανέκφραστα. «Δεν πιστεύω λέξη απ’ όσα λες –αυτή είναι η αντίρρηση νούμερο ένα και είναιτεράστια. Ωστόσο, υπάρχουν κι άλλες. Σήμερα ήταν σαν επανάληψη του χορού μεταμφιεσμένων.Μόλις βρίσκομαι σε απόσταση τριών μέτρων από σένα, θέλω να σου βγάλω τα ρούχα και να σουορμήσω. Αλλά τώρα είμαι οχτώ χρόνια μεγαλύτερη κι έχω μάθει ένα δυο πράγματα. Πρώτο καικύριο, τέρμα οι έρωτες της μιας βραδιάς».Ο Σεθ άνοιξε το στόμα του για να διαμαρτυρηθεί, αλλά το ξανάκλεισε. Βρίσκοντάς τη για δεύτερη

φορά, τον είχε κυριέψει η επιθυμία να κοιμηθεί πάλι μαζί της. Και μετά; Μετά θα μπορούσε να τηναφήσει, όπως έκανε με όλες τις άλλες;Για γάμο δε γινόταν λόγος και δεν ήθελε παιδιά. Το μόνο που είχε να της προσφέρει ήταν μια

σχέση. Μια εφήμερη σχέση, σκέφτηκε, κάνοντας μια γκριμάτσα.Της άξιζε κάτι καλύτερο απ’ αυτό.«Τότε αύριο», της είπε κοφτά. «Για πρωινό. Ακίνδυνα πράγματα».«Ακίνδυνα; Δεν είμαι και τόσο σίγουρη...»«Από πότε έγινες δειλή;»«Δεν είμαι δειλή. Είμαι λογική», φώναξε η Λία. Το μόνο που ήθελε εκείνη τη στιγμή ήταν να

κρύψει το πρόσωπό της σ’ ένα μαξιλάρι και να πλαντάξει στο κλάμα. «Σε παρακαλώ, φύγε».«Στις εννιά αύριο το πρωί», απάντησε αποφασιστικά ο Σεθ. «Στην Αίθουσα Κοραλλιογενής

Ύφαλος. Φτιάχνουν καταπληκτικές ομελέτες».«Ελπίζω να τις απολαύσεις. Μόνος σου».«Θα έρθεις. Το ξέρω. Γιατί σε έχω ακούσει να παίζεις και η γυναίκα που άκουσα δεν ξέρει τι

σημαίνει δειλία ή επιφύλαξη».Η Λία πήγε στην πόρτα και την άνοιξε διάπλατα. Με το που έφευγε ο Σεθ, θα έκρυβε τη

φωτογραφία της Μαρίζ στον πάτο της βαλίτσας της. «Μακριά από μένα», του είπε με έμφαση.Εκείνος χάιδεψε το μάγουλό της με τα χείλη του. «Όχι...» άκουσε τον εαυτό του να λέει. «Χαίρομαι

πολύ που σε βρήκα».Θα μπορούσε αυτό να χαρακτηριστεί εφήμερη σχέση;

* * *Για δεύτερη κατά σειρά νύχτα, ο Σεθ κοιμήθηκε ελάχιστα. Αυτή τη φορά δεν ήταν οι εφιάλτες πουτον είχαν κρατήσει ξύπνιο. Ήταν η Λία.Ή μάλλον η απουσία της.Δεν την είχε δει καθόλου από χθες. Η σκέψη ότι ήταν λίγα μέτρα μακριά του τον τρέλαινε.

Ανίκανος να ασχοληθεί με οτιδήποτε, έπεσε στο κρεβάτι στις έντεκα, όμως στις τέσσερις το πρωίήταν ξύπνιος και κοιτούσε το σκοτάδι. Δεν ήταν η απουσία της το πρόβλημα, όσο άδειο κι αν

Page 42: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

έμοιαζε το κρεβάτι χωρίς εκείνη. Ήταν η παρουσία της.Δεν ήθελε σχέσεις μαζί του. Τον έβλεπε απλώς ως ερωτύλο.Πραγματικά του είχε γράψει;Αν όχι, γιατί είχε υφάνει ένα τέτοιο δίχτυ από ψέματα; Και γιατί ήταν τόσο θυμωμένη μαζί του;Ακόμα και χωρίς τα γράμματα, αυτή η επανένωση εξακολουθούσε να είναι τρομακτικά επικίνδυνη.

Δεν είχε να της προσφέρει τίποτα.Αλλά ούτε και σε μια φλογερή βραδιά μπορούσε να υπολογίζει. Η Λία ντ’ Άντζελι δεν ήταν σαν τις

γυναίκες με τις οποίες έβγαινε συνήθως. Συναισθηματικά ψυχρές, διαλλακτικές, τόσο ρεαλίστριες,με τον τρόπο τους, όσο κι ο ίδιος. Εκείνη ήταν ευέξαπτη, πεισματάρα, επίμονη και γενναιόδωρη.Δε γινόταν να παίζει μαζί της. Ένα από τα ατού της ως μουσικού ήταν ότι έπαιρνε ρίσκα και

γινόταν ευάλωτη. Δεν μπορούσε να την κατηγορήσει για το ότι ήταν ευάλωτη, όπως δεν μπορούσεκαι να εκμεταλλευτεί τη γενναιοδωρία της.Πριν από μερικούς μήνες ένας φίλος του στο Βερολίνο του είχε βάλει να ακούσει ένα CD της. Η

ερμηνεία της είχε διαπεράσει όλες του τις άμυνες. Ήταν σαν να απευθυνόταν αποκλειστικά σ’αυτόν: στο μοναχικό μικρό αγόρι που υπήρξε κάποτε, στον επιφυλακτικό άντρα που ήταν τώρα.Ύστερα απ’ αυτό είχε αγοράσει όλα τα CD της, αλλά ποτέ δεν είχε πάει σε ρεσιτάλ.Έτσι, δεν την είχε δει ποτέ από κοντά. Απέφευγε πάντα να διαβάζει τις αναλύσεις των

μουσικοκριτικών και δε συνήθιζε να ξεφυλλίζει τις σελίδες με τα κοινωνικά. Οπότε ήξερε πολύ λίγαγι’ αυτήν. Αλλά υπήρχε ακόμα ένας λόγος που δεν την είχε αναγνωρίσει. Όλα τα CD της είχαν γιαεξώφυλλο διάσημους πίνακες ζωγραφικής. Δικές της φωτογραφίες, αν υπήρχαν καθόλου, ήτανχωμένες κάπου στο φυλλάδιο του CD, ανάμεσα σε άλλα πρόσωπα της ορχήστρας. Προφανώς ήταναντίθετο με τις αρχές της να χρησιμοποιεί την ομορφιά της ως μέσο προβολής.Άραγε λόγω αρχών είχε αρνηθεί να δειπνήσουν μαζί χθες το βράδυ; Δεν τον εμπιστευόταν και δεν

ήθελε να χάσει τον καιρό της μαζί του. Ο Σεθ ήταν σίγουρος ότι θα έπαιρνε πρωινό μόνος του.Σ’ αυτή την περίπτωση θα την έβρισκε αργότερα και θα της έλεγε ήρεμα και λογικά ότι είχε δίκιο:

δεν έπρεπε να ξαναδούν ο ένας τον άλλον.Το παιχνίδι θα τέλειωνε προτού καν αρχίσει.Όσο για τον εαυτό του, δε θα κινδύνευε να τον αγγίξει ξανά σ’ εκείνο το ακαθόριστο πεδίο που

ονομαζόταν ψυχή.Έχοντας πάρει την απόφασή του, ο Σεθ δε θα ’πρεπε να δυσκολευτεί να κοιμηθεί. Όμως οι αριθμοί

στο ρολόι διαδέχονταν ο ένας τον άλλον. Ο ουρανός σιγά σιγά φωτίστηκε και τα πουλιά άρχισαν νατιτιβίζουν έξω απ’ το παράθυρό του.Δεν είχε σημασία τι απόφαση είχε πάρει, σκέφτηκε απελπισμένος. Εξακολουθούσε να θέλει τη Λία.

Αν ήταν εκεί τώρα, θα τη φιλούσε μέχρι να της κόψει την ανάσα... Διάβολε, γιατί δεν το βούλωναναυτά τα πουλιά;Στις έξι σηκώθηκε απ’ το κρεβάτι, φόρεσε ένα μακό και βγήκε έξω. Είχε τρεις ώρες πριν

συναντήσει τη Λία για πρωινό. Ξάπλωσε σε μια αιώρα κι έβαλε ένα μαξιλάρι κάτω απ’ το κεφάλιτου. Ο ουρανός είχε ένα απαλό γαλάζιο χρώμα με πινελιές από ροζ και χρυσό. Ακούγοντας τοσιγανό ήχο των κυμάτων στην άμμο, έκλεισε τα μάτια του κι αποκοιμήθηκε.Στο όνειρό του ο ήλιος ήταν εκτυφλωτικός. Καλύβες από λάσπη, ένα στρατιωτικό τζιπ, μια

σιωπηλή ουρά από αβοήθητους χωρικούς. Οι στρατιώτες προσπαθούσαν να χωρίσουν μια μητέρααπ’ το γιο της. Το αγόρι ούρλιαζε. Ένας στρατιώτης τράβηξε το μαχαίρι του και ο Σεθ έβγαλε μιαβραχνή κραυγή τρόμου, τρέχοντας προς τα κει. Όμως τα πόδια του ήταν βαριά σαν μολύβι. Το

Page 43: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

μαχαίρι κατέβαινε κι εκείνος φώναξε ξανά...«Σεθ! Ξύπνα! Ξύπνα, σε παρακαλώ!»Ήταν μπλεγμένος ανάμεσα σε σκοινιά, το σώμα του λουσμένο στον ιδρώτα. Ο Σεθ άνοιξε τα μάτια

του. Η Λία ήταν σκυμμένη από πάνω του και τον ταρακουνούσε με μάτια γεμάτα αγωνία.Δεν ήταν στην Αφρική. Ήταν στο ξενοδοχείο Λευκός Κοραλλιογενής Ύφαλος. Στο μυαλό του το

μαχαίρι διέγραφε ακόμα τη θανατερή πορεία του. «Τι στην ευχή κάνεις εδώ;» ρώτησε κοφτά τη Λία.«Πήγαινα για πρωινό όταν σε άκουσα να ουρλιάζεις. Νόμιζα πως σε σκότωναν».Η ντροπή που η Λία τον είχε ακούσει να ουρλιάζει μεταφράστηκε στο συνειδητό του ως θυμός. Ο

Σεθ ξέμπλεξε τα δάχτυλά του από τα σκοινιά της αιώρας και κατέβασε τα πόδια του. «Και τι θαέκανες αν με σκότωναν;»«Δεν ξέρω, αυτό δεν το σκέφτηκα. Εφιάλτη έβλεπες;»Ο Σεθ σηκώθηκε, παραπατώντας. Η Λία τον έπιασε για να τον συγκρατήσει, αλλά εκείνος της

έσπρωξε το χέρι. «Άσε με», της είπε.«Σου έκανα μια ερώτηση».«Στην οποία δε θέλω να απαντήσω».«Ντρέπεσαι για τον εαυτό σου», είπε με έμφαση η Λία. «Ντράπηκες επειδή είδα μια πτυχή σου που

είναι πολύ προσωπική».«Για δες!» είπε ειρωνικά ο Σεθ. «Δεν είσαι μόνο όμορφη, αλλά και έξυπνη. Παράτα με».Η Λία θα μπορούσε να του απαντήσει εξίσου απότομα. Είχε κοιμηθεί ελάχιστα και ο λιγοστός

ύπνος της ήταν γεμάτος ερωτικά όνειρα. Το αντικείμενο αυτών των ονείρων την κοιτούσε τώρααγριωπά, αλλά λίγο νωρίτερα ο τρόμος στα μάτια του την είχε συγκλονίσει. Τρόμος, πόνος καιαπελπισία... «Θα σου πω κάτι για τον εαυτό μου», του είπε, συγκρατώντας το θυμό που έβραζε μέσατης. «Ο πατέρας μου ήταν διάσημος Ιταλός βαρύτονος...»«Ο Αρτούρο ντ’ Άντζελι. Δεν είμαι τελείως άσχετος». Η φωνή του Σεθ μαλάκωσε. «Διάβασα

κάπου ότι οι γονείς σου σκοτώθηκαν σε αυτοκινητικό πριν από μερικά χρόνια».«Όταν ήμουν δεκαοχτώ χρονών. Εξακολουθούν να μου λείπουν. Ο πατέρας μου ήταν ρομαντικός

και γεμάτος πάθος, συναισθηματικά ασταθής σαν ενεργό ηφαίστειο. Τα ξεσπάσματα του θυμού τουήταν παροιμιώδη. Η μητέρα μου ήταν Νορβηγή. Μια αρπίστρια γνωστή σε όλο τον κόσμο, ήρεμη,λογική και συγκρατημένη».«Η Γκούντρουν Χάλβαρντσον».«Αυτή τη στιγμή προσπαθώ να μη φερθώ σαν τον πατέρα μου, αλλά σαν τη μητέρα μου. Ήρεμα

και συγκρατημένα». Η Λία ύψωσε τον τόνο της. «Παρ’ όλο που θέλω να σου κοπανήσω το κεφάλιστο δέντρο».Άθελά του ο Σεθ χαμογέλασε. «Λυπάμαι, αλλά νικάει ο Αρτούρο».«Γιατί να μη νικήσει; Είσαι τόσο πεισματάρης! Πεισματάρης, απόλυτος και λιγόλογος. Κατά την

άποψή μου, αυτό ισοδυναμεί με ξεροκεφαλιά. Ολέθρια ξεροκεφαλιά. Γιατί δε μου λες τιονειρευόσουν;»Τα μαύρα μαλλιά της Λία είχαν την ίδια γαλαζωπή λάμψη με τα φτερά του κόρακα στον ήλιο.

Φορούσε ένα φουστάνι που το μοτίβο του ήταν μια δίνη από κόκκινο, μαύρο και άσπρο. Στα αυτιάτης φορούσε δυο τεράστιους κόκκινους κρίκους και στα χέρια της κόκκινα και άσπρα βραχιόλια απόσμάλτο. «Σίγουρα θα ξεχώριζες μέσα στο πλήθος», είπε ο Σεθ.«Αν αυτό υποτίθεται πως είναι κομπλιμέντο, ανατρίχιασα».«Ήμουν στην κεντρική Αφρική την περασμένη βδομάδα», είπε γρήγορα ο Σεθ, πριν χάσει το

Page 44: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

θάρρος του. «Είδα πολύ φρικτά πράγματα σε μια τοπική εξέγερση –αυτό έβλεπα στον ύπνο μου. Ανπεριμένεις πέντε λεπτά, θα κάνω ένα ντους και θα σε συνοδέψω για πρωινό».Το πρόσωπο της Λία μαλάκωσε. «Τον περασμένο χρόνο έλαβα μέρος σε ένα φιλανθρωπικό

κοντσέρτο για την καταπολέμηση του ΑΙDS στην Αφρική. Είδα αρκετά καινούρια φιλμ... και είχαφρικτούς εφιάλτες για βδομάδες μετά. Φαντάζομαι πώς είναι να βλέπεις από κοντά τέτοιαπράγματα».Ο Σεθ πέρασε το χέρι ανάμεσα στα μαλλιά του. «Τα παιδιά είναι αυτά που με συγκλονίζουν. Δεν

μπορώ να τα βγάλω απ’ το μυαλό μου».«Γιατί πήγες εκεί; Για δουλειά;»Ο Σεθ σπανίως μιλούσε γι’ αυτή τη δραστηριότητά του. «Ίδρυσα ένα φιλανθρωπικό ίδρυμα πριν

από κάποια χρόνια... Αναπτύχθηκε με τον καιρό, ίσως να το έχεις ακουστά».Η Λία κούνησε αρνητικά το κεφάλι της. «Αφότου δεν απάντησες στα γράμματά μου, απέφευγα

κάθε αναφορά για σένα στον Τύπο».«Ασχολούμαι προσωπικά μ’ αυτό και ταξιδεύω σε όλο τον κόσμο, για να βεβαιωθώ ότι τα χρήματά

μου προσφέρουν όσο περισσότερη ανεξαρτησία γίνεται σ’ αυτούς που έχουν ανάγκη».Η Λία τον κοίταξε σκεφτική. Ήταν πολλά αυτά που δεν έλεγε, αλλά εκείνη μπορούσε να γεμίσει τα

κενά. Ασχολιόταν ενεργά. Νοιαζόταν. Και σ’ αυτή τη διαδικασία ρίσκαρε τη ζωή του. «Χθες, ότανμε φίλησες, πρόσεξα ότι είχες έναν επίδεσμο στο πλευρό σου».Ο Σεθ μόρφασε. «Οι σφαίρες έπεφταν βροχή. Δεν έσκυψα αρκετά γρήγορα».Η Λία έπιασε ένα φύλλο από τον κοντινό θάμνο και το έτριψε αφηρημένα στα δάχτυλά της. Ο Σεθ

ήταν ακέραιος άνθρωπος, αυτό είχε μάθει τα λίγα τελευταία λεπτά. Τα παιδιά είναι αυτά που μεσυγκλονίζουν. Θα αποποιούνταν ποτέ οποιαδήποτε ευθύνη απέναντι στο δικό του παιδί;Λες κι αυτό θα της έδινε τις απαντήσεις που ζητούσε, τον πλησίασε, τον αγκάλιασε απ’ τη μέση και

ανασηκώθηκε για να τον φιλήσει.Εκείνος έμεινε ακίνητος. «Μην το κάνεις, Λία», της είπε.Εκείνη τινάχτηκε σαν να την είχε χαστουκίσει. «Γιατί;»«Συνειδητοποίησα κάτι χθες το βράδυ. Θα σου το έλεγα στο πρωινό».«Καλύτερα να μου το πεις τώρα».Η Λία τραβήχτηκε και τον κοίταξε ανήσυχα. Τέλειωνε, είπε μέσα του ο Σεθ. «Για προσωπικούς

λόγους δε θέλω να παντρευτώ και να κάνω παιδιά. Δεν είσαι από τις γυναίκες που θα μπορούσα ναέχω μαζί τους περιστασιακή σχέση, τη μια μέρα να έρχομαι και την άλλη να φεύγω. Αυτό δελειτούργησε πριν από οχτώ χρόνια και δε βλέπω γιατί να λειτουργήσει τώρα». Ο Σεθ χαμογέλασεαχνά. «Έπρεπε να σε ακούσω χθες, όταν μου είπες να σε αφήσω ήσυχη, γιατί είχες δίκιο».Δε θέλω παιδιά. Η Λία έσφιξε τις γροθιές της. «Δεν είσαι ερωτευμένος μαζί μου;»«Όχι. Ούτε πριν από οχτώ χρόνια ήμουν. Αλλά ό,τι έγινε μεταξύ μας σήμαινε κάτι για μένα».«Γιατί δε θέλεις να παντρευτείς και να κάνεις οικογένεια; Είναι φυσιολογικές ανάγκες».«Είναι μεγάλη ιστορία και δε σκοπεύω να σου την πω».Το μυαλό της Λία πήρε στροφές. «Έστειλα το ένα από τα γράμματά μου στο σπίτι των γονιών σου.

Αν πιστέψω ότι δεν τα πήρες, τότε ίσως έκλεψαν εκείνοι τα γράμματα. Σε μισούν; Αυτό είναι τοπρόβλημα;»«Άσε με ήσυχο!» είπε άγρια ο Σεθ.«Μη μου λες τι να κάνω! Οι γονείς σου σ’ έκαναν να φοβάσαι τις δεσμεύσεις; Πώς, Σεθ;»«Είσαι πιο χοντρόπετση κι από ρινόκερο!»

Page 45: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Στοιχηματίζω πως ούτε οι ρινόκεροι δε σε τρομάζουν». Ούτε οι αδέσποτες σφαίρες, σκέφτηκε ηΛία. «Δεν αντέχω αυτή τη συζήτηση», μουρμούρισε. «Δε χρειάζεται να στεκόμαστε εδώ και ναμαλώνουμε σαν παιδιά».«Θα φύγω μια μέρα νωρίτερα και στο μεταξύ θα φροντίσω να μη διασταυρωθούν οι δρόμοι μας»,

είπε ο Σεθ.«Και θα σε κρατούν οι γονείς σου δέσμιο για όλη την υπόλοιπη ζωή σου;» φώναξε η Λία κι

αναρωτήθηκε αν κατά βάθος δεν αγωνιζόταν μόνο για τη Μαρίζ, αλλά και για τον εαυτό της.«Δεν έχεις δικαίωμα να κάνεις τέτοιες ερωτήσεις».Είχε και παραείχε. Γιατί η Μαρίζ, ειδικά όταν ξεκίνησε το σχολείο και γνώρισε άλλα παιδιά που

όλα είχαν τον μπαμπά τους, εξέφραζε πού και πού την επιθυμία να εμφανιζόταν κι ο δικός της. Μιαεπιθυμία που η Λία ήταν εντελώς ανίκανη να εκπληρώσει.Ο πατέρας της Μαρίζ στεκόταν μπροστά της. Αδιάλλακτος και εχθρικός. «Πολύ καλά», είπε με

πίκρα. «Θα φάω στην Αίθουσα Αληγής Άνεμος και θα κάνω ό,τι μπορώ για να μην ανταμώσουνποτέ οι δρόμοι μας. Αντίο, Σεθ. Καλή τύχη στη ζωή σου».Ο Σεθ δεν έκανε καμιά κίνηση να τη σταματήσει. Το πρόσωπό του ήταν σαν μάσκα, σκληρό και

άδειο, με μάτια ανέκφραστα.Η Λία είχε χάσει τελείως την όρεξή της. Γύρισε γρήγορα στο μπάνγκαλοου της και μπήκε μέσα.

Ήταν όπως ακριβώς το είχε αφήσει. Εκείνη ήταν που είχε αλλάξει.Ο μοναδικός άντρας που είχε κοιμηθεί μαζί του μέσα σε οχτώ χρόνια ούτε καν θα τη φιλούσε. Δε

θα την παντρευόταν, ούτε θα είχε σχέση μαζί της. Και σίγουρα δε θα φερόταν ποτέ ως πατέρας στοπαιδί τους.Πόσο την πονούσε αυτό.Όταν η Μαρίζ είχε ρωτήσει πρώτη φορά για τον πατέρα της, η Λία της είχε απαντήσει προσεκτικά:

«Συναντηθήκαμε μόνο μια φορά. Δεν μπορούσε να με παντρευτεί και ποτέ δεν κρατήσαμε επαφή».«Ήταν καλός;» είχε ρωτήσει με μάτια ορθάνοιχτα η τετράχρονη κόρη της.«Πολύ καλός».«Μπορούμε να πάμε τώρα για παγωτό;»Και πήγαν με τα πόδια μέχρι το μικρό χωριό, όπου έφαγαν παγωτό μπανάνα κάτω απ’ τις φτελιές.Πάει τόσος καιρός, σκέφτηκε η Λία αναστενάζοντας. Έπρεπε να κρατήσει μυστική αυτή τη

συνάντηση με τον Σεθ. Πώς να έλεγε στη Μαρίζ ότι ο πατέρας της δεν ήθελε παιδιά;Οι ώμοι της σφίχτηκαν πάλι από την ένταση. Σκέφτηκε πόσο θα ήθελε τώρα ένα μασάζ, καθώς

άνοιγε το φορητό υπολογιστή της για να δει τα e-mail της. Υπήρχε ένα από τη Νάνσι, με μιαψηφιακή φωτογραφία της Μαρίζ να χαμογελά στο φακό, φορώντας το μακρύ άσπρο νυχτικό της καιμε τα καστανά μαλλιά της να πέφτουν στην πλάτη της. Νιώθοντας την καρδιά της να φουσκώνει απόαγάπη και προστατευτικότητα, κοίταξε εκείνα τα μάτια που έμοιαζαν με καλοκαιρινά λιβάδια. Ηφάρμα που ήταν το σπιτικό τους ονομαζόταν, πολύ εύστοχα, Λιβάδι.Έπρεπε να πει στον Σεθ ότι ήταν πατέρας; Αυτό είχε αποφασίσει τότε που του ταχυδρομούσε

εκείνα τα δύο γράμματα. Ίσως να μην τα είχε λάβει. Όμως θα άλλαζε κάτι; Η Μαρίζ δεν ήταν πιααγέννητο παιδί. Ήταν εφτά χρονών, ευάλωτο και γεμάτο εμπιστοσύνη.Μέσα σ’ αυτό το χάος ένα ήταν σίγουρο: η Μαρίζ δεν έπρεπε να πληγωθεί.Συν τοις άλλοις, ο Σεθ της είχε ξεκαθαρίσει ότι δεν ήθελε περαιτέρω σχέσεις μαζί της. Όχι ότι είχε

και ποτέ... Τότε γιατί της ερχόταν να βάλει τα κλάματα;Να την έπαιρνε ο διάβολος αν έκλαιγε για κάποιον που τη μια μέρα ήθελε να τη ρίξει στο κρεβάτι

Page 46: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

και την άλλη ούτε καν τη φιλούσε. Η Λία καθάρισε κι έφαγε ένα μάνγκο, αλλά της φάνηκε τελείωςάνοστο. Έπειτα πήγε για κολύμπι, αλλά ούτε και το κολύμπι βοήθησε σε τίποτα. Ήταν κουρασμένη,πεινασμένη και στο μυαλό της επικρατούσε πλήρης σύγχυση. Έπρεπε ή δεν έπρεπε να μιλήσει στονΣεθ για τη Μαρίζ;Αργά ή γρήγορα θα διάβαζε κάτι για την κόρη του. Αν και η Λία έκανε ό,τι μπορούσε για να κρατά

τη Μαρίζ μακριά από τη δημοσιότητα, ο Τύπος ήταν αμείλικτος. Δεν ήταν καλύτερα να του το πει ηίδια παρά να το μάθει τυχαία;Ίσως να μην ήταν και τόσο δύσκολο να του το πει. Αν δεν ήθελε παιδιά, τώρα δε θα νοιαζόταν για

τη Μαρίζ περισσότερο από τότε που ήταν ακόμα αγέννητη.Η Λία έτριξε τα δόντια της. Θα τον μισούσε αν εγκατέλειπε την κόρη της τόσο άσπλαχνα.Αφού ξέπλυνε από πάνω της το αλάτι, φόρεσε ένα σορτς κι ένα κοντό τοπ κι έβγαλε το πολύτιμο

Στραντιβάριους από τη θήκη του. Η μουσική πάντα την ηρεμούσε σε στιγμές αναστάτωσης.Κούρδισε το βιολί και άρχισε να παίζει μπροστά στο παράθυρο της κρεβατοκάμαρας.Έπρεπε να εξασκηθεί στον Μπραμς για το κοντσέρτο της επόμενης βδομάδας στη Βιέννη. Αντί γι’

αυτό, άφησε το μυαλό της να ταξιδέψει, περνώντας από μελωδία σε μελωδία και διοχετεύοντας στημουσική όλη τη σύγχυση και τον πόνο της.Πώς γινόταν να ασκεί ένας άντρας τόσο μεγάλη επιρροή πάνω της;

Page 47: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

Ο Σεθ έπαιρνε το πρωινό του στην Αίθουσα Κοραλλιογενής Ύφαλος, με τη μύτη χωμένη στηνεφημερίδα και με την αίσθηση ότι έτρωγε πίτουρα. Η απόφασή του να βγάλει τη Λία απ’ τη ζωή τουήταν σωστή. Τότε γιατί ένιωθε σαν κάθαρμα;Ξεφύλλισε τις σελίδες εκνευρισμένα, προσπαθώντας να συγκεντρωθεί στην τελευταία εξέγερση

στις Φιλιππίνες. Όμως το πρόσωπο της Λία συνέχισε να εμφανίζεται μπροστά του. Είχε αγωνιστεί,αλλά δεν είχε παρακαλέσει. Είχε πληγωθεί, αλλά δεν είχε κλάψει.Την ήθελε όσο δεν είχε θελήσει καμιά.Μήπως είχε δίκιο; Μήπως ήταν ακόμα δέσμιος των γονιών του; Ένα πράγμα ήξερε: μόλις

γυρνούσε σπίτι, θα πήγαινε κατευθείαν στην τεράστια πέτρινη έπαυλη όπου είχε μεγαλώσει και θαρωτούσε τη μητέρα του για τα γράμματα. Ο πατέρας του ποτέ δε θα σκάλιζε την αλληλογραφία του,όμως η Έλινορ θα το έκανε. Θα είχε δει τη Λία ως μια αδέκαρη μουσικό που κυνηγούσε τα χρήματατων Τάλμποτ. Αλλά ήταν δυνατόν να έχει φερθεί τόσο δόλια;Ο Σεθ ήθελε απαντήσεις και θα τις έπαιρνε.Θεωρούσε θετά παιδιά του τα παιδιά με τα οποία είχε συνδεθεί τόσο πολύ μέσω του ιδρύματος;

Τον είχε ταρακουνήσει ποτέ μια γυναίκα όσο η Λία;Γρυλίζοντας αγανακτισμένος, ο Σεθ δίπλωσε την εφημερίδα κι έφυγε από το εστιατόριο. Σήμερα

θα έπεφτε με τα μούτρα στη δουλειά και θα ξεχνούσε τη Λία ντ’ Άντζελι.Αλλά μόλις κάθισε μπροστά στον υπολογιστή του, από το ανοιχτό παράθυρο άκουσε αμυδρά τον

ήχο ενός βιολιού. Σηκώθηκε αργά. Η μελωδία τον τραβούσε σαν μαγνήτης.Άρχισε να προχωρεί στους κήπους πίσω από τα μπάνγκαλοου, έφτασε στην πόρτα της Λία και

στάθηκε εκεί ακίνητος, ακούγοντας με προσοχή, νιώθοντας όλη τη θλίψη και την αβεβαιότητά τηςσαν να ήταν δικές του. Και ξαφνικά και η τελευταία του αμφιβολία διαλύθηκε. Η Λία είχε γράψει ταγράμματα. Η μουσική της έψαχνε πολύ βαθιά για την αλήθεια ώστε να αμφισβητεί τα λόγια της.Σταμάτησε να σκέφτεται πώς είχαν εξαφανιστεί τα γράμματα. Αργότερα, είπε μέσα του. Αργότερα.Το γεγονός ότι του είχε γράψει σήμαινε ότι ήθελε να επικοινωνήσουν. Καθόλου παράξενο που ήταν

τόσο πληγωμένη και θυμωμένη όταν συναντήθηκαν πάλι εκεί, στο νησί.Έπρεπε να της πει ότι την πίστευε.Η πόρτα της ήταν ξεκλείδωτη. Την άνοιξε και μπήκε. Ο φορητός υπολογιστής της ήταν πάνω στο

τραπέζι, στην οθόνη χρωματιστές νότες μετακινούνταν πάνω κάτω, δεξιά αριστερά. Η Λία πρέπει ναήταν στην κρεβατοκάμαρα. Είχε τώρα περάσει από το λυρισμό του Τσαϊκόφσκι σε ένα σύγχρονοκομμάτι γεμάτο θλίψη. Ο Σεθ ξέχασε ότι δεν επρόκειτο για το μπάνγκαλοου του και τον υπολογιστήτου. Το μυαλό του δούλευε με αυτόματο πιλότο όταν πίεσε απαλά το πλήκτρο για το κενό διάστημα.Μια φωτογραφία εμφανίστηκε αμέσως στην οθόνη. Ένα μικρό κορίτσι, με λευκό νυχτικό και

πλατύ χαμόγελο. Ένα πολύ όμορφο κορίτσι, με σγουρά καστανά μαλλιά και πράσινα μάτια.Σαν τα δικά του.Ο Σεθ σωριάστηκε στην καρέκλα με το βλέμμα στραμμένο στην οθόνη. Το κορίτσι στράβωνε το

πιγούνι του, έτσι όπως έκανε μερικές φορές και η Λία. Το παιδί της, σκέφτηκε μουδιασμένα.Φαινόταν περίπου εφτά χρονών.

Page 48: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Το παιδί του;Δεν είχε χρησιμοποιήσει προφυλακτικό εκείνη τη βραδιά στο Παρίσι. Θα μπορούσε να είναι παιδί

του. Γι’ αυτό του είχε γράψει η Λία δύο γράμματα, για να είναι σίγουρη ότι θα έπαιρνε τουλάχιστοντο ένα αν το άλλο χανόταν;Πόσο συχνά έβλεπε μάτια τόσο πράσινα;Η καρδιά του βροντοχτυπούσε. Τα χέρια του ήταν παγωμένα. Εφτά ολόκληρα χρόνια είχε μια κόρη

και δεν το ήξερε! Εφτά χρόνια...Καθώς έσπρωχνε πίσω την καρέκλα, το πάτωμα έτριξε. Η μουσική σταμάτησε απότομα. «Είναι

κανείς εκεί;» φώναξε η Λία απ’ την κρεβατοκάμαρα.Ο Σεθ είχε βουβαθεί. Άκουσε τα βήματά της και την είδε να μπαίνει στο σαλόνι. Κρατούσε ακόμα

το βιολί και το δοξάρι της. Βλέποντάς τον, έμεινε ακίνητη σαν άγαλμα.Ο Σεθ, σκέφτηκε η Λία. Μπροστά στον υπολογιστή με τη φωτογραφία της Μαρίζ. Το πρόσωπό του

ήταν κάτασπρο, τα μάτια του άδεια από το σοκ. Πήρε μια βαθιά ανάσα και προσπάθησε να ακουστείήρεμη, αλλά δεν τα κατάφερε. «Είναι κόρη σου, Σεθ».Εκείνος καθάρισε το λαιμό του. «Το κατάλαβα».«Γι’ αυτό σου έγραψα δύο μήνες αφότου συναντηθήκαμε. Για να σου πω ότι ήμουν έγκυος. Αλλά

λες ότι δεν πήρες τα γράμματά μου».«Ναι, αν και τώρα σε πιστεύω ότι τα έστειλες. Όποιος τα πήρε θα λογοδοτήσει». Η φωνή του Σεθ

ήταν κοφτή. «Πώς τη λένε;»«Μαρίζ. Είναι εφτά χρονών».«Ξέρει για μένα;»«Λίγα πράγματα... Όταν με ρώτησε πρώτη φορά, της είπα ότι η γνωριμία μας ήταν σύντομη κι ότι

δεν μπορούσες να με παντρευτείς. Ποτέ δε ρώτησε το όνομά σου».«Ολομόναχη έφερες στον κόσμο το παιδί μου... Ποτέ δεν την είδα, δεν της έγραψα, δε σου έδωσα

χρήματα για να σε βοηθήσω...»«Δε σου έγραψα επειδή ήθελα χρήματα!»«Δεν είπα ποτέ κάτι τέτοιο». Ο Σεθ έκανε άλλη μια κρίσιμη ερώτηση. «Γιατί δε μου το είπες χθες;»«Πώς να σου το πω, απ’ τη στιγμή που δεν ξέρω ακόμα τι να πιστέψω για τα γράμματα; Γιατί το να

τα εξαφανίσει κάποιος –παρεμβαίνοντας στη ζωή σου και στη ζωή μου τόσο άσπλαχνα– είναιφρικτό».«Ναι», είπε ήρεμα ο Σεθ. «Είναι φρικτό».«Επιπλέον, ήσουν απόλυτος όταν με πληροφόρησες πως δε θέλεις παιδιά. Ποτέ δεν ήθελες και

ποτέ δε θα θελήσεις. Τι να έκανα;»«Σκόπευες να μου το πεις κάποια στιγμή;»«Δεν ξέρω». Η Λία άφησε το βιολί στο τραπέζι και πέρασε τα δάχτυλα ανάμεσα στα μαλλιά της.

«Γι’ αυτό έπαιζα. Προσπαθούσα να καταλάβω τι έπρεπε να κάνω».Ο Σεθ δεν μπόρεσε να συγκρατήσει το θυμό του. «Έπρεπε να μου το πεις αμέσως!»«Όταν μας σύστησαν στο λόμπι; Ω, γεια σου, Σεθ, χαίρομαι που σε ξαναβλέπω. Πόσος καιρός

πέρασε; Οχτώ χρόνια; Παρεμπιπτόντως, έχουμε μια κόρη. Κάνε μου τη χάρη!»«Παίζεις θέατρο από τη στιγμή που συναντηθήκαμε. Στην ουσία μου λες ψέματα».«Δεν είναι τόσο απλό», είπε θυμωμένα η Λία. «Δε θα ρισκάρω να πληγώσω την κόρη μου, Σεθ.

Ειδικά αν πρόκειται να εξαφανιστείς πάλι, επειδή τα παιδιά δεν είναι στα σχέδιά σου. Ούτε και σταδικά μου ήταν πριν από οχτώ χρόνια, πίστεψέ με. Αλλά έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα και...»

Page 49: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Δε σκέφτηκες να κάνεις έκτρωση;»«Όχι. Ούτε στιγμή. Σεθ, τι συμβαίνει;» πρόσθεσε θλιμμένα η Λία, γιατί ο Σεθ έδειχνε σαν κάτι να

τον βασάνιζε.«Τίποτα», της απάντησε, προσπαθώντας να διώξει τους δαίμονες του παρελθόντος. «Θα ήταν

λογική λύση. Ήσουν μόνη, η καριέρα σου είχε αρχίσει να στρώνει...»«Προσπάθησα να συνδυάσω μητρότητα και καριέρα». Η Λία χαμογέλασε μελαγχολικά. «Αρκετοί

κριτικοί έγραψαν πόσο είχε βαθύνει και πλουτύνει το παίξιμό μου γύρω στα είκοσι πέντε μου. Πούνα ήξεραν».«Είσαι πολύ καλή, Λία», είπε ο Σεθ.Τελείως αναπάντεχα, τα μάτια της γέμισαν δάκρυα. «Ευχαριστώ».«Πρέπει να γνωρίσω τη Μαρίζ».«Βιάζεσαι πολύ».«Εφτά χρόνια, Λία! Μου στέρησαν απάνθρωπα εφτά χρόνια από τη ζωή της. Και τώρα μου λες ότι

βιάζομαι;»«Σου στέρησαν; Αφού δε θέλεις παιδιά».«Έχω ένα. Είτε το θέλω είτε όχι».«Αγαπώ τη Μαρίζ περισσότερο από καθετί στον κόσμο», είπε προσεκτικά η Λία. «Δε θ’ αφήσω να

την πληγώσει κανείς, ούτε εσύ ούτε οποιοσδήποτε άλλος. Τουλάχιστον όσο περνάει απ’ το χέριμου».«Για τι σόι άνθρωπο με περνάς;»«Πώς να σου απαντήσω; Ούτε καν σε ξέρω».«Αυτό δεν είναι αλήθεια», είπε ο Σεθ. «Περάσαμε μαζί σχεδόν μια νύχτα. Μαθαίνεις πολλά για

κάποιον όταν μοιράζεσαι μαζί του το κρεβάτι σου».«Έχω αλλάξει από τότε και είμαι σίγουρη ότι έχεις αλλάξει κι εσύ. Δε θα ρισκάρω την ευτυχία της

Μαρίζ».Ο Σεθ κοίταξε τη Λία επίμονα. «Με ποιον είναι τώρα;»«Με τη Νάνσι. Την νταντά που μένει στο σπίτι μου όλο το εικοσιτετράωρο, δασκάλα και καλή μου

φίλη. Η Μαρίζ τη λατρεύει. Η Νάνσι είναι αυτή που επιμένει να φεύγω μόνη μου λίγες μέρες τοχρόνο για να χαλαρώνω. Ούτε παιδί ούτε κοντσέρτα και θα προτιμούσε να άφηνα στο σπίτι και τοβιολί μου. Γι’ αυτό βρίσκομαι εδώ. Όχι όμως ότι χαλάρωσα και πολύ...»«Δηλαδή η Μαρίζ μένει πίσω όταν είσαι σε τουρνέ;»«Μου κάνεις ανάκριση για να δεις αν είμαι καλή μητέρα;»Ο Σεθ πλησίασε τη Λία και χάιδεψε το πιγούνι της με το δάχτυλό του. «Όχι. Με συγχωρείς. Δε

σκέφτομαι καθαρά. Πιστεύω ότι είσαι μια άψογη μητέρα».Εκείνη ακούμπησε το μέτωπό της στον ώμο του, πιο συγκινημένη απ’ όσο ήθελε να του δείξει.

«Μερικές φορές είναι δύσκολο. Οι περιοδείες είναι εξαντλητικές. Αν πρόκειται να λείψω για λίγο, ηΜαρίζ και η Νάνσι έρχονται μαζί μου. Διαφορετικά, η Μαρίζ μένει στο σπίτι. Κάνω ό,τι μπορώ γιανα της προσφέρω μια όσο πιο φυσιολογική ζωή γίνεται. Αλλά δεν μπορώ να εγκαταλείψω τημουσική μου!»«Φυσικά και δεν μπορείς». Ο Σεθ την αγκάλιασε απ’ τη μέση και την τράβηξε πάνω του. «Δείχνει

πολύ ευτυχισμένη», είπε βραχνά.Εκείνη τον κοίταξε δύσπιστα. «Κληρονόμησε την ιδιοσυγκρασία μου».Ο Σεθ γέλασε. «Είναι φιλόμουση;»

Page 50: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Δεν μπορεί να παίξει ούτε μια νότα. Αλλά της αρέσουν τα βιβλία και ήδη έχει γράψει δέκα δικέςτης ιστορίες».«Και στον πατέρα μου αρέσει το διάβασμα. Ίδρυσε έναν εκδοτικό οίκο από τότε που βγήκε στη

σύνταξη και γράφει ένα μυθιστόρημα εδώ και χρόνια».Άλλο ένα νήμα που τους έδενε. «Ω Σεθ, τι θα κάνουμε;»«Εγώ θα γυρίσω στο σπίτι και θα βρω τι έγιναν τα γράμματα. Εσύ θα μιλήσεις στη Μαρίζ για μένα.

Έπειτα θα γνωριστούμε».«Το κάνεις να ακούγεται πολύ εύκολο. Είπες ότι δε θέλεις ούτε γάμους ούτε παιδιά. Ούτε κι εγώ

θέλω γάμο, οπότε δεν υπάρχει πρόβλημα. Αλλά έχεις ένα παιδί, ένα παιδί που είναι σάρκα και αίμασου. Η πατρότητα απαιτεί δέσμευση και μου δίνεις την εντύπωση ότι φοβάσαι τις δεσμεύσεις».Ναι, ήταν αλήθεια. Ο Σεθ ανέκαθεν τις φοβόταν. «Δεν μπορώ να αγνοήσω τη Μαρίζ, έτσι, σαν να

μην υπάρχει! Με δεσμεύει κάτι, είτε μου αρέσει είτε όχι. Όπως εσύ έμεινες έγκυος, είτε σου άρεσεείτε όχι». Κοίταξε τη Λία, σμίγοντας τα φρύδια του. «Τι έχεις κατά του γάμου;»Εκείνη ξέφυγε απ’ το αγκάλιασμά του. «Δεν έχω χρόνο γι’ αυτόν».«Είσαι πολύ απασχολημένη ως ανύπαντρη μητέρα και μουσικός».«Ακριβώς».«Αν παντρευτείς, δε θα είσαι ανύπαντρη μητέρα».«Αν είσαι τόσο έξυπνος, μου εξηγείς πώς θα χειριστούμε αυτό το θέμα;» ξέσπασε η Λία. «Τι θα

γίνει μ’ εμάς; Αρκεί να κοιτάξουμε ο ένας τον άλλον και οι ορμόνες μας τρελαίνονται. Η Μαρίζ είναιαθώα και γεμάτη εμπιστοσύνη. Δε θα διατηρώ σχέση πίσω απ’ την πλάτη της».«Σωστά. Θα έρχομαι να τη βλέπω όταν δε θα είσαι εκεί».Η Λία προσπάθησε να μη δείξει πόσο την πλήγωσε η απόρριψη του Σεθ. «Μα, δεν καταλαβαίνεις;

Θα είμαστε δεμένοι για χρόνια».«Θα είμαστε και οι δυο ελεύθεροι να ζήσουμε τη ζωή μας».Η Λία πιάστηκε από την άκρη του τραπεζιού. «Ειδωθήκαμε για πρώτη φορά μασκαρεμένοι, σε μια

αίθουσα χορού γεμάτη κόσμο. Αλλά αναγνωρίσαμε αμέσως ο ένας τον άλλον. Παίζουμε με τηφωτιά, Σεθ».«Η Μαρίζ υπάρχει. Πρέπει να τη γνωρίσω».Η Λία ακούμπησε στο τραπέζι αποκαμωμένη. Αν ο Σεθ επρόκειτο να γνωρίσει τη Μαρίζ, θα τη

γνώριζε στο Λιβάδι. Που ήταν το καταφύγιό της, το σπίτι της, το μέρος όπου η αγάπη άνθιζεαβίαστα και γαλήνια σαν τα αγριολούλουδα στα λιβάδια. Πώς να τον άφηνε να εισβάλει εκεί;«Ας κανονίσουμε από τώρα μια συνάντηση», επέμεινε εκείνος. «Έχεις πρόχειρη την ατζέντα σου;»

Έβγαλε από την τσέπη του την ηλεκτρονική του ατζέντα. «Τι θα έλεγες για κάποια μέρα την επόμενηβδομάδα;»«Σε μια βδομάδα από σήμερα θα παίζω στη Βιέννη με τον Ιβόρ Ρόσνικοφ», απάντησε κοφτά η Λία.Ο Ρόσνικοφ ήταν ένας δημοφιλής Ρώσος τσελίστας με φήμη μεγάλου γυναικά. «Είναι ο τωρινός

εραστής σου;» ρώτησε ο Σεθ, πριν προλάβει να λογοκρίνει τον εαυτό του.«Και να είναι, δε σε αφορά. Δεν είπες ότι είμαι ελεύθερη να ζήσω τη ζωή μου;»Το είχε πει. Και δεν ήταν από τις πιο έξυπνες δηλώσεις του. «Έχει κοιμηθεί με το μισό γυναικείο

πληθυσμό της Ευρώπης».«Είναι επίσης εξαίρετος μουσικός», του πέταξε η Λία.Είχε μια κόκκινη κηλίδα κάτω απ’ το πιγούνι της, εκεί που ακουμπούσε το βιολί. Ο Σεθ την

κοιτούσε, προσπαθώντας να μην κάνει κάποια κίνηση. Αλλά ένα δευτερόλεπτο αργότερα τραβούσε

Page 51: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

τη Λία πάνω του και τη φιλούσε σαν να ήταν η μοναδική γυναίκα στον κόσμο. Το κορμί της, ηγλυκύτητα του στόματός της ήταν τόσο οικεία, τόσο θελκτικά...Εκείνη κόλλησε πάνω του και τα χείλη της άνοιξαν στο παιχνίδισμα της γλώσσας του. Οι γοφοί της

πιέζονταν στον ερεθισμένο ανδρισμό του και κατάλαβε ότι βρισκόταν εκεί που ανήκε. Εκεί πουανήκε; σκέφτηκε μπερδεμένη. Η θέση της ήταν στο Λιβάδι, όχι στην αγκαλιά του Σεθ.Έπειτα εκείνος την έσπρωξε, ανασαίνοντας βαριά. «Με φιλάς έτσι και μετά μου λες ότι είσαι

ερωμένη του Ρόσνικοφ;»«Ποτέ δεν είπα ότι είμαι!»«Πες μου πότε μπορώ να δω τη Μαρίζ», είπε αποφασιστικά ο Σεθ.«Θα αποφασίσω αν μπορείς ή όχι όταν μάθεις τι έγινε με τα γράμματα. Αφού καθίσεις και σκεφτείς

τι συνεπάγεται η πατρότητα. Η Μαρίζ τα κατάφερε μια χαρά χωρίς πατέρα για εφτά χρόνια. Δε θα σεαφήσω να μπαινοβγαίνεις στη ζωή της καταπώς σου το επιτρέπει το φορτωμένο πρόγραμμά σου. Δεθέλω να πληγωθεί, Σεθ».«Να με πάρει ο διάβολος αν σ’ αφήσω να της στερήσεις τον πατέρα της!»«Θα σου δώσω τα τηλέφωνά μου, ακόμα και το κινητό. Θα επικοινωνήσουμε αφού επιστρέψω από

τη Βιέννη. Με την προϋπόθεση ότι θα έχεις κάποια χειροπιαστή απόδειξη σχετικά με τα γράμματα».«Ξέρω ότι τα έστειλες», είπε ο Σεθ, με φωνή που δε φανέρωνε τίποτα από τα συναισθήματά του.

«Με άλλα λόγια, σε πιστεύω. Σε εμπιστεύομαι. Γιατί δε με εμπιστεύεσαι κι εσύ;»«Προσπάθησε να το δεις από την πλευρά μου», είπε εκνευρισμένη η Λία. «Οχτώ ολόκληρα χρόνια

ήμουν πεπεισμένη ότι με είχες εγκαταλείψει, ότι είχες προδώσει τον έρωτά μας στο Παρίσι,αγνοώντας τις συνέπειές του. Το τραύμα ήταν πολύ βαθύ. Τρομακτικά βαθύ για να πω με άνεση:Και βέβαια θα κοιμηθούμε μαζί, Σεθ. Και βέβαια μπορείς να βλέπεις την κόρη μου όποτε σεβολεύει».«Δε φταίω εγώ που έμεινες μόνη. Ούτε που δε γνώρισα τη Μαρίζ».«Μα, θα χρειαστεί να δεσμευτείς ουσιαστικά μαζί της. Δεν ξέρω αν είσαι ικανός».Η Λία έδειχνε αγριεμένη σαν λέαινα που υπερασπίζεται το μικρό της. Βαθιά μέσα του ο Σεθ ένιωθε

το σεβασμό να αναμειγνύεται με έναν αθέλητο θαυμασμό. «Οι δεσμεύσεις έχουν ήδη γίνει», της είπεμε ειλικρίνεια. «Από τη στιγμή που είδα τα μάτια της Μαρίζ δεν είχα άλλη επιλογή».Η Λία αναστέναξε βαθιά. «Θα ξαναπαίξω με τον Ιβόρ στο Αμβούργο δυο μέρες μετά τη Βιέννη.

Έπειτα θα γυρίσω στο σπίτι». Έκανε μερικούς υπολογισμούς. «Στις δεκαπέντε. Πάρε με τηλέφωνοτότε».Ο Σεθ ήξερε ότι δε θα περίμενε τόσο, όμως αυτό το κράτησε για τον εαυτό του. «Εντάξει», της

είπε.Η Λία δεν περίμενε ότι θα συμφωνούσε. «Πότε θα φύγεις απ’ το νησί;» τον ρώτησε.«Αύριο το πρωί».«Θα χρησιμοποιήσω την υπηρεσία δωματίου για την υπόλοιπη μέρα».Θα μείνω έξω απ’ το δρόμο σου –αυτό εννοούσε η Λία. Αυτό δεν ήθελε κι εκείνος; Ο Σεθ έβγαλε

από την τσέπη του ένα κομμάτι χαρτί κι έγραψε τον αριθμό του κινητού του και την ηλεκτρονικήτου διεύθυνση. «Θα μου στείλεις τη φωτογραφία της Μαρίζ;»Η Λία έκλεισε για μια στιγμή τα μάτια της. «Ναι».«Ευχαριστώ». Τι άλλο μπορούσε να πει ο Σεθ; Ή να κάνει; Σε καμιά περίπτωση δε θα τη φιλούσε

ξανά.Τα μάτια της Λία είχαν μαύρους κύκλους και τα χείλη της ήταν γερμένα προς τα κάτω. «Να

Page 52: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

προσέχεις τον εαυτό σου», της είπε τραχιά και βγήκε από το μπάνγκαλοου.Το ιδιωτικό του τζετ θα ερχόταν αύριο, αλλιώς θα έφευγε την ίδια στιγμή. Όσο πιο μακριά από τη

Λία μπορούσε.Τη Λία ντ’ Άντζελι, τη μητέρα του παιδιού του.

* * *Η αυγή ήταν συνήθως η αγαπημένη της ώρα. Όλα ήταν δροσερά, υπήρχε η ψευδαίσθηση μιαςκαινούριας αρχής, το άνθισμα της ελπίδας καθώς ο ήλιος ξεμύτιζε στον ορίζοντα.Παρ’ όλα αυτά, επειδή ήταν η τελευταία μέρα του Σεθ στο νησί, η Λία αισθανόταν απλώς θλίψη.

Χθες, αφότου έφυγε από το μπάνγκαλοου της, είχε πέσει με τα μούτρα στην εξάσκηση, ώσπουένιωσε πιο σίγουρη για την καντέντσα του Μπραμς. Είχε φάει στη βεράντα, προσπαθώντας να πείσειτον εαυτό της ότι απολάμβανε τη γαλήνη και την απομόνωση. Πού και πού την έπαιρνε κι ο ύπνος.Δεν υπήρχε λόγος να νιώθει τόσο τσακισμένη και αποσυντονισμένη. Χθες είχε τον έλεγχο της

κατάστασης και ο Σεθ είχε δεχτεί τους όρους της. Εντάξει, δεν είχε και τον απόλυτο έλεγχο... Εκείνοτο φιλί ήταν μια παρεκτροπή και δεν υπήρχε αμφιβολία για ποιο λόγο είχε ξυπνήσει τόσο νωρίςσήμερα το πρωί.Όταν σηκώθηκε, αποφάσισε να κολυμπήσει για να καλμάρει τα νεύρα της. Τώρα έπλεε ύπτια στο

νερό, προσπαθώντας να μη σκέφτεται τίποτ’ άλλο πέρα από την ομορφιά του τοπίου. Τα κύματααντανακλούσαν το γαλάζιο τ’ ουρανού. Ένα άσπρο τροπικό πουλί πέταξε από πάνω της, με ταμακριά φτερά του να λάμπουν στο φως. Η άμμος ήταν πεντακάθαρη, η λεύκα κοντά στομπάνγκαλοου ήταν φορτωμένη τεράστια κίτρινα λουλούδια.Θα ένιωθε πολύ καλύτερα όταν μάθαινε ότι ο Σεθ είχε φύγει.Να το θυμάσαι αυτό, Λία.Κι αυτό προσπαθούσε να κάνει όταν, δεκαπέντε λεπτά αργότερα, προχωρούσε προς το

μπάνγκαλοου, ελευθερώνοντας τα μαλλιά της απ’ το σκουφάκι για το κολύμπι. Ξέπλυνε την άμμοαπό τα πόδια της και θαύμασε αφηρημένα το βερνίκι στα νύχια των ποδιών της.Στους θάμνους ένα πουλί έβγαλε μια δυνατή κραυγή. Η Λία σήκωσε το κεφάλι της, με όλες τις

αισθήσεις της σε επιφυλακή. Ο Σεθ μόλις είχε εμφανιστεί στην ακτή, με ένα εφαρμοστό μπλε μαγιόκαι με μια πετσέτα ριγμένη στον ώμο. Δεν την είχε δει.Ύστερα, σαν να ένιωσε το βλέμμα της, γύρισε προς το μέρος της. Έβαλε το χέρι του αντήλιο κι

άρχισε να την πλησιάζει.Η καρδιά της κόντευε να σπάσει. Τα πόδια της είχαν παραλύσει. Καθώς ο Σεθ πλησίαζε, είδε ότι

είχε βγάλει τον επίδεσμο απ’ το πλευρό του. Το σημάδι ήταν μια μακριά κατακόκκινη γραμμή.Θα μπορούσε να έχει σκοτωθεί, σκέφτηκε η Λία. Αν η σφαίρα τον είχε βρει πέντε πόντους πιο

αριστερά, δε θα τον είχε ξαναδεί ποτέ. Ήρεμα, λες κι αυτό σκόπευε να κάνει από την αρχή,προχώρησε προς το μέρος του.Στα μάτια του Σεθ φάνταζε σαν θεότητα της θάλασσας, με το τιρκουάζ μαγιό και τις σταγόνες του

νερού που άστραφταν πάνω της. Το βλέμμα της ήταν γεμάτο δύναμη και αυτοπεποίθηση, τοπερπάτημά της αέρινο. Ήξερε ότι έπρεπε να φύγει προς την αντίθετη κατεύθυνση, αλλά δεν τοέκανε.Η Λία ήταν η μοίρα του.Ο Σεθ δεν πίστευε στη μοίρα.Ύστερα έφτασε κοντά του. Με την ίδια αυτοπεποίθηση τον αγκάλιασε απ’ το λαιμό, σηκώθηκε στις

Page 53: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

μύτες των ποδιών της και τον φίλησε στο στόμα.Ο πόθος ξεχύθηκε μέσα του σαν καυτό κύμα. Το φιλί τους έγινε πιο βαθύ. Τα στήθη της πιέζονταν

στο στέρνο του, οι θηλές της ήταν σκληρές σαν μικροσκοπικά κοχύλια. Πιάνοντάς την από τουςγοφούς, την τράβηξε πάνω του.Όχι εδώ, σκέφτηκε, προσπαθώντας να συγκρατηθεί. Έπιασε τη Λία απ’ το χέρι, έτριψε το μάγουλό

του στα μεταξένια μαλλιά της και προσπάθησε να ηρεμήσει την αναπνοή του. «Πάμε στομπάνγκαλοου μου», της είπε βραχνά και την είδε να χαμογελάει.Προχώρησαν πιασμένοι χέρι χέρι κι έφτασαν στο μπάνγκαλοου του. Ο Σεθ έκλεισε την πόρτα και

πήγε τη Λία στο δωμάτιό του. Εκείνη κοίταξε το άστρωτο κρεβάτι και το ένιωσε τρομερά οικείο.«Θέλω να ξανακάνουμε έρωτα, Σεθ», του είπε ανυπόμονα. «Θέλω να σταθώ γυμνή μπροστά σου».Εκείνος έσκυψε και τη φίλησε στο στόμα. «Με τρελαίνεις, Λία», ψιθύρισε. «Αλλά αυτή τη φορά

δεν πρέπει να ξεχάσουμε...»Άνοιξε γρήγορα το συρτάρι του κομοδίνου κι έβγαλε ένα μικρό αλουμινένιο πακέτο. «Πού να το

σκεφτώ», μουρμούρισε η Λία.«Αρκεί που το θυμήθηκε κάποιος από τους δυο μας. Σε θέλω πολύ...»«Με έχεις. Ολόκληρη. Τώρα».Ο Σεθ κατέβασε τις ράντες του μαγιό από τους ώμους της. Τα στήθη της ήταν πιο γεμάτα απ’ ό,τι

θυμόταν, οι θηλές της ροδαλές. Της τράβηξε το μαγιό μέχρι τους γοφούς και γονάτισε για να της τοβγάλει. Ύστερα έτριψε το πρόσωπό του στην κοιλιά της κι άρχισε να κινείται προς τα κάτω,κρατώντας την απ’ τους μηρούς.Η Λία άνοιξε τα πόδια της, βύθισε τα δάχτυλά της στα μαλλιά του κι έριξε το κεφάλι της πίσω,

καθώς ο Σεθ άγγιζε τις πιο ευαίσθητες πτυχές της σάρκας της. Η ηδονή της κορύφωσης απλώθηκεμέσα της σαν πυρκαγιά, τόσο δυνατή που την έκανε να φωνάξει.Ο Σεθ σηκώθηκε αργά, σκορπίζοντας φιλιά σε όλο της το σώμα. «Θέλω κι άλλο», είπε η Λία,

προσπαθώντας να βρει την ανάσα της. «Πώς γίνεται; Είναι απίστευτο!»«Ούτε που ξεκινήσαμε», απάντησε εκείνος. Το βλέμμα του ταξίδεψε στο πρόσωπό της καθώς η

Λία τραβιόταν, χαμογελώντας του σαγηνευτικά. Έσυρε τα δάχτυλά της στο στέρνο του, χάιδεψε τηνκοιλιά του και ύστερα του κατέβασε το μαγιό. Το άγγιγμά της τον ξετρέλαινε. «Το κορμί σου είναιτόσο όμορφο...» του είπε ψιθυριστά, ενώ εκείνος άφηνε το μαγιό του να πέσει στο πάτωμα. «Φίλησέμε. Τώρα. Κάνε με να ξεχάσω τα πάντα...»Ο Σεθ δεν περίμενε ν’ ακούσει τίποτε άλλο. Τρυγώντας τα απαλά της χείλη, ρούφηξε όλο το

νέκταρ από την ύπαρξή της. Ήταν τόσο πρόθυμη, τόσο ανυπόμονη, που εκείνη τη στιγμή έχασε όσοαυτοέλεγχο του είχε απομείνει. Ξαπλώνοντάς τη στο κρεβάτι, πήρε τα στήθη της στα χέρια του καιφίλησε τις θηλές της, ακούγοντάς τη να ψιθυρίζει το όνομά του με μια φωνή που έμοιαζε με λυγμό.Σήκωσε για λίγο το κεφάλι του και είδε στο πρόσωπό της μια έκφραση απόλυτης ικανοποίησης.Είσαι δική μου, σκέφτηκε. Όλη δική μου.Η Λία τον χάιδευε με ένα παράδοξο μείγμα πάθους και τρυφερότητας. «Δεν μπορώ να περιμένω»,

της είπε με κομμένη ανάσα. Στηρίχτηκε στον αγκώνα του, έπιασε το προφυλακτικό και το φόρεσεβιαστικά.Καθώς έμπαινε μέσα της, το πρόσωπό της συσπάστηκε, η ανάσα της βγήκε τραχιά. Σαν να τον

ωθούσε ένα τεράστιο κύμα, ο Σεθ αισθανόταν να υψώνεται, ώσπου δεν άντεξε άλλο τον άγριοεσωτερικό παλμό της. Εναρμονίστηκαν και καταποντίστηκαν μαζί σε μια δίνη εκτυφλωτικούλευκού.

Page 54: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Ύστερα από λίγο κύλησε στο πλάι, παρασέρνοντας μαζί του και τη Λία. Ακούμπησε το κεφάλι τουστον ώμο της, λουσμένος στον ιδρώτα.Η Λία είχε παραλύσει. «Είσαι καλά;» της ψιθύρισε.Η φωνή του έμοιαζε να έρχεται από μίλια μακριά. Η Λία συνήλθε αργά, ακούγοντας την καρδιά

του τόσο δυνατά που θα μπορούσε να είναι η δική της.Όμως δεν ήταν η δική της. Ήταν του Σεθ. Με τον οποίο μόλις είχε κάνει έρωτα.Είχε γίνει πάλι το ίδιο. Όπως στο Παρίσι.Τι του είχε πει χθες; Δεν πρόκειται να κάνω σχέση μαζί σου.Αυτή η βαρύγδουπη δήλωση είχε κρατήσει λιγότερο από είκοσι τέσσερις ώρες. Η αλήθεια ήταν ότι

δεν μπορούσε να κρατήσει τα χέρια της μακριά του.«Είσαι καλά, Λία;» επανέλαβε υπομονετικά ο Σεθ.«Όχι».Η Λία έκρυψε το πρόσωπό της στο μαξιλάρι. Ο Σεθ την άφησε, πήγε στο μπάνιο κι όταν

ξαναγύρισε τη βρήκε στην ίδια θέση.Η καρδιά του πάγωσε. Άθελά του κοίταξε το ρολόι. Το αεροπλάνο του θα ερχόταν σε λιγότερο από

δύο ώρες.Γονάτισε στο κρεβάτι και της τράβηξε μαλακά τα μαλλιά. «Κοίταξέ με».Η Λία γύρισε και τον αγριοκοίταξε. «Κάνουμε σαν κεραμιδόγατες. Δε γίνεται να συνεχιστεί αυτό!»«Είναι μόνο η δεύτερη φορά μέσα σε οχτώ χρόνια», επισήμανε ο Σεθ.«Έχουμε βρεθεί μόνο δυο φορές μέσα σε οχτώ χρόνια», απάντησε εκείνη. «Δε γίνεται να γνωρίσεις

τη Μαρίζ. Δεν μπορώ να το επιτρέψω. Δεν πρόκειται να την πληγώσω επειδή εσύ κι εγώ κάνουμεσαν σεξομανείς».«Άκουσέ με, Λία», είπε ο Σεθ αποφασιστικά και αναρωτήθηκε ποιον προσπαθούσε να πείσει,

εκείνη ή τον εαυτό του. «Σήμερα είχαν στηθεί όλες οι ερωτικές παγίδες. Τροπική αμμουδιά τηναυγή, εσύ μ’ αυτό το καταραμένο μαγιό, βρεγμένη από τη θάλασσα... Τι περίμενες; Η φάρμα σου δεθα είναι έτσι. Είναι οικογενειακός χώρος, έχεις ακόμα και νταντά –για τ’ όνομα του Θεού! Έχωξεκόψει από τέτοιου είδους πράγματα εδώ και χρόνια. Έχω κάνει στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών».«Αν θέλεις οποιουδήποτε είδους σχέση με τη Μαρίζ, πρέπει να μου πεις γιατί η σκέψη και μόνο

μιας νταντάς σε θυμώνει τόσο που γίνεσαι πύραυλος».«Θα σου πω μόνο ό,τι θέλω να σου πω, τίποτα περισσότερο».Η Λία δεν άντεχε να βλέπει τα μάτια του να γίνονται σκληρά και παγερά σαν σμαράγδια. «Εγώ θα

κάνω κουμάντο όσον αφορά τη Μαρίζ», δήλωσε με ανάλογη αδιαλλαξία και σηκώθηκε από τοκρεβάτι απότομα. Φόρεσε βιαστικά το μαγιό της, ενώ ευχόταν με όλη της την ψυχή να είχε διαλέξειάλλο νησί για διακοπές.Ο Σεθ σηκώθηκε και την έπιασε απ’ τον αγκώνα. «Θα επικοινωνήσουμε μετά τις συναυλίες σου και

θα συμφωνήσουμε».«Όχι, Σεθ», είπε απαλά η Λία, «πρώτα θα μάθεις τι έγινε με τα γράμματά μου και θα μου εξηγήσεις

κι εμένα».«Βλέπω ότι το μυαλό σου δεν επηρεάστηκε καθόλου από αυτό που ζήσαμε μαζί λίγο πριν».«Παλεύω για δύο, όχι μόνο για τον εαυτό μου».«Κι αν εγώ παλεύω για τρεις;» Ο Σεθ δεν ήξερε πώς του είχε έρθει να πει τέτοιο πράγμα.«Δεν το κάνεις. Μην κοροϊδεύεις τον εαυτό σου».Η Λία είχε δίκιο. «Πάντα έβγαινα με διαλλακτικές γυναίκες που ποτέ δεν ύψωναν τον τόνο τους»,

Page 55: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

είπε καυστικά ο Σεθ. «Δεν κινδυνεύω μαζί σου».«Σίγουρα».«Πες το, Λία. Πριν γίνεις εσύ πύραυλος».«Δε θα ’ταν κι άσχημο ένα ταξιδάκι στο διάστημα. Μπορείς να επικοινωνήσεις μαζί μου όταν

γυρίσω από τις συναυλίες μου και θα ήθελα πολύ να φορούσες κάτι πάνω σου».Τα μάτια της πετούσαν σπίθες. Ο Σεθ την πλησίασε. «Μπορούμε να κάνουμε ντους μαζί προτού

φύγεις. Έτσι θα κάνουμε και οικονομία στο νερό».«Η διατήρηση των φυσικών πόρων είναι ιερός σκοπός, όμως δεν είναι η ύψιστη προτεραιότητά μου

αυτή τη στιγμή».«Και ποια είναι η ύψιστη προτεραιότητά σου, αγαπητή Λία;»Τα μάτια του είχαν τώρα όλες τις αποχρώσεις της τροπικής θάλασσας. «Αγαπητέ Σεθ», είπε η Λία,

«ύψιστη προτεραιότητά μου είναι να φύγω από δω για να μην περάσω την υπόλοιπη μέραλεηλατώντας το κορμί σου».Εκείνος έσκυψε και τη φίλησε αργά, βλέποντας με ικανοποίηση τα μάτια της θολωμένα από τον

πόθο. Αλλά, για μια φορά, δεν επρόκειτο να ενδώσει σ’ αυτό τον πόθο.«Και οι δυο πρέπει να φύγουμε από δω», συμφώνησε. «Εγώ πρέπει να διευθύνω μια επιχείρηση κι

εσύ πρέπει να εξασκηθείς. Θα σε δω σε καμιά δυο βδομάδες». Έκανε ένα βήμα πίσω, ελπίζοντας ότιη Λία δε θα άκουγε την καρδιά του που βροντοχτυπούσε.Εκείνη τον κοιτούσε με το στόμα ανοιχτό. «Κλείσε το στόμα σου, γλυκιά μου», της είπε ευγενικά.

«Μοιάζεις με ψάρι ξεβρασμένο στην αμμουδιά. Να περάσεις καλά την υπόλοιπη μέρα σου.Εντάξει;»«Θα την περάσω», του πέταξε. «Χωρίς εσένα. Αγαπητέ μου».Έπειτα στράφηκε και βγήκε απ’ το μπάνγκαλοου, βροντώντας πίσω της την πόρτα. Ο Σεθ μόρφασε

και σωριάστηκε στο κρεβάτι.Έπρεπε να ακυρώσει την άφιξη του τζετ του. Τι νόημα είχε να είναι αφεντικό αν δεν μπορούσε να

κάνει ό,τι του άρεσε...Σε ό,τι αφορούσε τη Λία, αφεντικό δεν ήταν αυτός, ήταν οι ορμόνες του. Καταραμένη

τεστοστερόνη!Του άρεσε πάρα πολύ το γεγονός ότι η Λία δεν υποχωρούσε ποτέ.

Page 56: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9

Ο Σεθ ανέβηκε τα σκαλοπάτια με τα πέτρινα λιοντάρια στη βάση τους. Όλη η έπαυλη ήτανφτιαγμένη από πέτρα. Σαν την καρδιά της μητέρας μου, σκέφτηκε και μπήκε μέσα, ανοίγοντας με τακλειδιά του. Είχε τηλεφωνήσει στην Έλινορ για να την ενημερώσει για τον ερχομό του.Το χολ της εισόδου, με το μαρμάρινο πάτωμα και τα τεράστια αψιδωτά παράθυρα, ήταν

τρομακτικό. Η αρχιτεκτονική του σπιτιού και οι αυστηρά συμμετρικοί κήποι ήταν εντελώςαταίριαστα με το περιβάλλον του ωκεανού και του δάσους. Ο Σεθ ανέβηκε δύο δύο τα δρύινασκαλιά, χαλαρώνοντας τη γραβάτα του.Χτύπησε την πόρτα του προσωπικού καθιστικού της μητέρας του και μπήκε χωρίς να περιμένει

απάντηση. Βαριές βελούδινες κουρτίνες και σκαλιστά έπιπλα από μαόνι ανταγωνίζονταν το φως πουέμπαινε από τα ψηλά παράθυρα. Ανταγωνίζονταν και κέρδιζαν, σκέφτηκε ο Σεθ. «Γεια σου,μητέρα», είπε.Τη φίλησε στο μάγουλο. Τα ασημένια μαλλιά της ήταν χτενισμένα άψογα, το Βαλεντίνο ταγέρ της

κομψότατο και στα δάχτυλά της έλαμπαν διαμάντια. «Η γραβάτα σου είναι αίσχος», του είπε ψυχρά.Εκείνος έβγαλε τη γραβάτα και πέταξε το σακάκι του. Το δωμάτιο ήταν πάντα πολύ ζεστό. «Μόλις

γύρισα από την Καραϊβική».«Θα ήθελες ένα τσάι; Ένα ποτό;»«Όχι. Δεν πρόκειται για κοινωνική επίσκεψη». Ο Σεθ σταμάτησε για λίγο και ευχήθηκε να έβλεπε

έστω και μια σπίθα ζεστασιάς στα μάτια της μητέρας του.«Τότε γιατί δεν μπαίνεις κατευθείαν στο θέμα;»«Πριν από οχτώ χρόνια, στο Παρίσι, είχα μια σύντομη σχέση με μια γυναίκα που δεν ήξερα το

όνομά της», είπε ωμά ο Σεθ. «Μου έγραψε δύο μήνες αργότερα για να με πληροφορήσει ότι ήτανέγκυος. Έστειλε ένα γράμμα στο γραφείο μου κι ένα δεύτερο εδώ. Δεν έλαβα ποτέ κανένα. Μήπωςκατά τύχη τα πήρες εσύ;»«Φυσικά και τα πήρα».«Φυσικά;» επανέλαβε οργισμένος ο Σεθ.«Μια ασήμαντη βιολονίστα που μένει έγκυος από σένα! Πιστεύεις ότι θα την άφηνα να βάλει χέρι

στην περιουσία των Τάλμποτ;»Οι υποψίες του Σεθ ήταν βάσιμες. Η Έλινορ είχε καταστρέψει εν ψυχρώ δύο γράμματα, κρύβοντάς

του ότι θα γινόταν πατέρας. Μη μπορώντας να χωνέψει την προδοσία της, είπε το πρώτο πράγμαπου του κατέβηκε. «Η Λία δεν είναι καθόλου ασήμαντη. Την ξέρει όλος ο κόσμος».«Τότε γιατί δεν ήξερες το όνομά της;» του πέταξε η Έλινορ.«Ήθελε να διατηρήσει την ανωνυμία της. Εκείνο τον καιρό είχε μόλις αρχίσει να γίνεται διάσημη.

Έκανα ό,τι μπορούσα για να την εντοπίσω, αλλά δεν τα κατάφερα... Αν είναι ένα πράγμα ξεκάθαροσε όλο αυτό το μπέρδεμα, είναι ότι η Λία δεν κυνηγούσε τα χρήματά μου ούτε τότε ούτε και τώρα».«Τι αφελής που είσαι! Άνοιξα το γράμμα που ήρθε εδώ και πήγα κατευθείαν στο γραφείο σου για

να καταστρέψω και το δεύτερο. Ευτυχώς, έγραφε ότι είχε στείλει δύο».«Το παιδί που είχε μέσα της ήταν δικό μου!»«Σίγουρα θα έκανε έκτρωση μόλις κατάλαβε ότι δεν επρόκειτο να πάρει δεκάρα από μας».

Page 57: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Δεν έκανε. Η κόρη μου –η εγγονή σου– είναι τώρα εφτά χρονών. Το όνομά της είναι Μαρίζ».«Και πότε παντρεύεσαι για να νομιμοποιήσεις αυτό το παιδί, Σεθ;»Η Έλινορ πάντα κατάφερνε να τον εκνευρίζει. «Δεν παντρεύομαι», απάντησε ο Σεθ, υψώνοντας

τον τόνο του. «Εσύ και ο πατέρας με κάνατε να μισήσω για πάντα το γάμο. Αλλά έχασα εφτά χρόνιααπό τη ζωή της κόρης μου, επειδή εσύ κατέστρεψες εκείνα τα γράμματα. Πώς μπόρεσες να τοκάνεις;»«Εύκολα», είπε η Έλινορ, ανασηκώνοντας τους ώμους της. «Και θα το έκανα πάλι».«Έτσι, ε; Ευτυχώς, η Λία δε σε μιμήθηκε».Η φωνή της Έλινορ ακούστηκε σαν καμτσικιά. «Τι εννοείς;»«Έτυχε να κρυφακούσω εκείνο τον καβγά σου με τον πατέρα, όταν ήμουν οχτώ χρονών. Σε

άκουσα να λες ότι έκανες έκτρωση. Κορίτσι ήταν. Τώρα θα είχα μια αδερφή».«Ήσουν στο κρεβάτι σου και κοιμόσουν».«Ήμουν στη βιβλιοθήκη κι έψαχνα για ένα βιβλίο. Κατέστρεψες μια ζωή επειδή θα σε ξεβόλευε».«Είχα ήδη προσφέρει ένα διάδοχο για το όνομα Τάλμποτ, ήταν καθήκον μου. Όμως δεν υπήρχε

ανάγκη για δεύτερο παιδί».«Γιατί νομίζεις ότι δεν παντρεύτηκα ποτέ; Επειδή δεν ήθελα δικό μου παιδί; Μήπως είχε κάποια

σχέση με το ότι κρυφάκουσα τη μητέρα μου να δηλώνει εν ψυχρώ ότι ξεφορτώθηκε ένα παιδί πουδεν το θεωρούσε τίποτε άλλο παρά μπελά;»«Μην κατηγορείς εμένα για τα κουσούρια σου!»«Ποιον άλλο να κατηγορήσω;»«Οι ωτακουστές παίρνουν αυτό που τους αξίζει».«Αυτό κι αν είναι αλήθεια...» είπε ο Σεθ και πήρε μια βαθιά ανάσα. «Θέλω από σένα μια

ενυπόγραφη δήλωση ότι κατέστρεψες τα δύο γράμματα», της είπε ανέκφραστα.«Και γιατί να το κάνω;»«Γιατί αλλιώς θα φροντίσω να το μάθει όλος ο κόσμος».«Δε θα τολμήσεις!»«Αυτό θα το δούμε».«Και τι θα την κάνεις αυτή τη γελοία δήλωση;»«Θα τη δείξω στη Λία. Για να μάθει γιατί την άφησα να τα βγάλει πέρα ολομόναχη με την

εγκυμοσύνη της και την κόρη μας».«Σ’ εκβιάζει!»«Δε θα το έκανε ποτέ. Η Λία έχει αρχές. Αντίθετα από σένα. Υπόγραψέ τη, μητέρα, αλλιώς θα

φροντίσω να μάθουν όλοι οι υψηλοί γνωστοί σου τι ακριβώς έκανες πριν από οχτώ χρόνια. Η κλοπήτης αλληλογραφίας είναι ποινικό αδίκημα, παρεμπιπτόντως».«Πήγαινε στο γραφείο και φέρε μου το δερμάτινο ντοσιέ».Λίγο αργότερα ο Σεθ κοίταζε σαν στήλη άλατος την Έλινορ να γράφει μια απλή, σύντομη φράση

στο κομψό της επιστολόχαρτο. «Ελπίζω να σε ικανοποιεί», του είπε πικρόχολα καθώς του το έδινε.Εκείνος το διάβασε, το δίπλωσε και το έβαλε στην τσέπη του σακακιού του. «Δε μετανιώνεις

καθόλου γι’ αυτό που έκανες, έτσι;» τη ρώτησε.«Σου είπα ήδη. Όχι. Και τώρα που πήρες αυτό που ήθελες, φύγε».«Άραγε με αγάπησες ποτέ;» ρώτησε ο Σεθ ήρεμα.Τα μάτια της Έλινορ άστραψαν σαν πάγος. «Έκανα το καθήκον μου, φέρνοντάς σε στον κόσμο,

Σεθ. Τι άλλο θέλεις;»

Page 58: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Τι άλλο, αλήθεια; Ο Σεθ σηκώθηκε, παίρνοντας το σακάκι και τη γραβάτα του. «Φεύγω», είπε.Βγήκε από το καθιστικό, κλείνοντας μαλακά την πόρτα. Αλλά καθώς προχωρούσε στο χολ, είδε

τον πατέρα του να βγαίνει από το διπλανό δωμάτιο. «Πατέρα», είπε τυπικά, «τι κάνεις;»Τα μάτια του Άλαν ήταν πράσινα σαν του γιου του και τα πυρρόξανθα μαλλιά του είχαν πινελιές

γκρίζου. Αν και είχε σχεδόν το ίδιο ύψος με τον Σεθ, οι ώμοι του ήταν συνέχεια καμπουριασμένοικαι το πρόσωπό του πρόωρα γερασμένο. Αν η Έλινορ είχε μονοπωλήσει τον έλεγχο στο γάμο τους,ο Άλαν της τον είχε παραχωρήσει μ’ έναν τρόπο που ο Σεθ δυσκολευόταν να σεβαστεί. Και, πολύσυχνά, όταν ο Σεθ ήταν μικρότερος, ο πατέρας του έβρισκε παρηγοριά στα πανάκριβα κρασιά.«Πρέπει να σου μιλήσω», είπε ο Άλαν.«Βιάζομαι...»«Σε παρακαλώ, Σεθ».Πνίγοντας έναν αναστεναγμό, ο Σεθ ακολούθησε τον Άλαν στη βιβλιοθήκη. Εκείνος έκλεισε την

πόρτα. «Άκουσα τι είπες λίγο νωρίτερα στη μητέρα σου», είπε αναστατωμένος. «Είχα δει τοαυτοκίνητό σου απ’ έξω και ήρθα να σε βρω. Δεν ήξερα ότι γνώριζες για την έκτρωση. Πρέπει ναήταν τρομερό βάρος για ένα μικρό παιδί».«Πάει πολύς καιρός, πατέρα».«Αν ήξερα ότι άκουσες ό,τι ειπώθηκε ανάμεσα σ’ εμένα και τη μητέρα σου... σ’ αυτό το

δωμάτιο...» Ένας παλιός πόνος αυλάκωσε το πρόσωπο του Άλαν. «Ήταν η χειρότερη νύχτα τηςζωής μου και είναι φρικτό να μαθαίνω ότι ήσουν μάρτυρας».«Όπως βλέπεις, επέζησα», είπε ξερά ο Σεθ.«Πάντα ήθελα δεύτερο παιδί, η Έλινορ το ήξερε. Από τη στιγμή που μου είπε τι έκανε, δεν

μπόρεσα να την ξαναπλησιάσω. Να έρθω κοντά της με οποιονδήποτε τρόπο». Ο Άλαν έτριψε ταμάτια του και πρόσθεσε με αυτοσαρκασμό: «Αντί γι’ αυτήν, προτιμούσα το ποτό».«Δε φταις εσύ».«Μακάρι να συμφωνούσα μαζί σου. Ούτε και να τη χωρίσω μπορούσα. Πώς να με χαρακτηρίσει

κανείς;»«Πιστό, ίσως;» πρότεινε ο Σεθ, νιώθοντας μια ασυνήθιστη συμπόνια. Αλήθεια, είχε κατανοήσει

ποτέ τον πόνο του πατέρα του;«Δειλό, δε λες καλύτερα;»«Γίνεσαι πολύ σκληρός. Το παρελθόν πέρασε, ξεγράφτηκε. Με το να αυτομαστιγώνεσαι δε βγαίνει

τίποτα».«Δεν είμαι σίγουρος ότι το παρελθόν ξεγράφτηκε».«Γιατί δε γυρνάμε σελίδα, πατέρα; Έχεις μια εγγονή τώρα. Ένα κορίτσι που λέγεται Μαρίζ, που

είναι εφτά χρονών κι έχει κληρονομήσει τα πράσινα μάτια των Τάλμποτ».Ο Άλαν δάκρυσε. «Την έχεις δει;»«Όχι ακόμα. Η Λία είναι πολύ προστατευτική απέναντί της και δικαιολογημένα. Για οχτώ χρόνια

πίστευε πως την αγνοούσα... ώσπου συναντηθήκαμε ξανά από καθαρή σύμπτωση πριν από λίγεςμέρες και όλα βγήκαν στο φως. Αλλά αργά ή γρήγορα θα δω τη Μαρίζ. Πρέπει».«Θα ήθελα πολύ να τη γνωρίσω», είπε μελαγχολικά ο Άλαν.Ο Σεθ έκανε άλλο ένα βήμα στο νέο έδαφος που ανοιγόταν. «Ίσως μπορούμε να το κανονίσουμε

αυτό. Εν καιρώ».Αδέξια ο πατέρας του τον αγκάλιασε απ’ τον ώμο. «Μαρίζ», ψιθύρισε. «Τι όμορφο όνομα».«Η μητέρα της είναι η πιο όμορφη γυναίκα στον κόσμο», είπε βραχνά ο Σεθ.

Page 59: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Είσαι ερωτευμένος μαζί της».«Όχι, φαίνεται πως δεν έχω αυτή την ικανότητα. Αλλά τη θαυμάζω και τη σέβομαι. Και...» Ο Σεθ

χαμογέλασε βεβιασμένα. «Και την ποθώ. Αυτό δεν άλλαξε μέσα σε οχτώ χρόνια».«Ο σεβασμός και ο πόθος δεν είναι κακή βάση για ένα γάμο».«Η Λία δε θέλει να παντρευτεί».«Τότε πρέπει να της αλλάξεις γνώμη, έτσι δεν είναι; Αυτό δε θα ’πρεπε να είναι πρόβλημα για τον

άνθρωπο που διευθύνει τον Όμιλο Επιχειρήσεων Τάλμποτ. Σιδερένια γροθιά μέσα σε βελούδινογάντι και τα λοιπά».«Οι γροθιές της Λία, όμως, δεν είναι απ’ αυτές που θα χαρακτήριζε κανείς βελούδινες και δε

φοράει γάντια», είπε ο Σεθ, χαμογελώντας.«Πρέπει να είναι σπουδαία γυναίκα».«Θα μπορούσες να το πεις κι έτσι».«Ανυπομονώ να τη γνωρίσω. Θα μου στείλεις μια φωτογραφία της Μαρίζ; Και της Λία, αν έχεις».Ο Σεθ δεν είχε. «Θα σου τις στείλω συστημένα», είπε. «Αλλιώς η μητέρα θα τις κάνει κομμάτια».«Αυτό που έκανε ήταν εξωφρενικό. Έχεις κάθε δίκιο να είσαι θυμωμένος».«Κι εσύ το ίδιο».Ο Άλαν αναστέναξε. «Η αλήθεια είναι ότι την αγαπώ ακόμα. Μη με ρωτήσεις γιατί, αλλά την

αγαπώ. Ποιος ξέρει, ίσως η μικρή Μαρίζ να κάνει κάποιο θαύμα».«Δεν πρόκειται να φέρω τη Μαρίζ εδώ!»Ο Άλαν έτριψε το μέτωπό του. «Λυπάμαι πολύ και για πάρα πολλά. Αλλά δεν πρέπει να αφήσεις τα

λάθη μας να σου στερήσουν την ευτυχία, Σεθ. Θα ήταν τραγικό».Ο Σεθ ένιωσε έναν κόμπο στο λαιμό. «Ξέρεις κάτι;» είπε τραχιά. «Πρώτη φορά κάνουμε μια

πραγματική συζήτηση».Ο πατέρας του χαμογέλασε, δείχνοντας ξαφνικά πολύ νεότερος. «Ωραία», είπε. «Θα τα ξαναπούμε.

Θα πήγαινα οπουδήποτε και οποιαδήποτε στιγμή για να γνωρίσω την εγγονή μου».Οι δυο άντρες αγκαλιάστηκαν ξανά κι έπειτα ο Σεθ κατέβηκε κάτω και έφυγε. Ήδη είχε αρχίσει να

νυχτώνει και είχε πολύ δρόμο μπροστά του. Αλλά και πολύ χρόνο για να σκεφτεί, συνειδητοποίησε,κοιτάζοντας το χαρτί που είχε υπογράψει η μητέρα του.Θα φρόντιζε να το δει η Λία αυτό το χαρτί. Αλλά δε θα περίμενε δέκα μέρες.

* * *Ο Σεθ πληκτρολόγησε γρήγορα τα νούμερα και το τηλέφωνο άρχισε να χτυπάει. «Λία ντ’ Άντζελι»,απάντησε μια γυναικεία φωνή.Το στόμα του Σεθ είχε ξεραθεί, αλλά η φωνή του βγήκε αβίαστη. «Θα σε συναντήσω σε μισή ώρα

στο Καφέ Κλιμτ. Είναι ακριβώς απέναντι απ’ το ξενοδοχείο σου».Για μερικές στιγμές έπεσε σιωπή. «Σεθ, τι είδους αστεία είναι αυτά;»«Δεν πρόκειται να ριχτούμε ο ένας στον άλλο στο Κλιμτ. Σ’ το υπόσχομαι».Η Λία συνοφρυώθηκε. «Είσαι στη Βιέννη!»«Ναι. Πίστεψες ότι θα περίμενα μέχρι να γυρίσεις;»«Η αλήθεια είναι πως ναι. Τι ανόητη που είμαι... Δεν μπορώ να σε συναντήσω. Το απόγευμα έχω

πρόβα και το βράδυ κοντσέρτο».Ο Σεθ προσπάθησε να μείνει ατάραχος. «Τελικά κοιμήθηκες με τον Ρόσνικοφ;»Η Λία ρουθούνισε. «Εσύ είσαι με καμιά διαλλακτική γυναίκα που ποτέ δεν υψώνει τον τόνο της;»

Page 60: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Ανακάλυψα ότι με κάνουν και πλήττω».«Ενώ εγώ όχι;»«Μέχρι στιγμής».«Είσαι πολύ καλός στα λόγια».«Πέρνα το επόμενο μισάωρο μαζί μου και θα δούμε αν μπορώ να βελτιωθώ», είπε ο Σεθ. «Θα είσαι

εγκαίρως στην πρόβα σου».«Δε... Να πάρει η ευχή!» φώναξε η Λία κι έκλεισε το τηλέφωνο με δύναμη. Ύστερα πήγε στην

τεράστια μπαρόκ ντουλάπα και την άνοιξε. Ο Σεθ ήταν εκεί. Στη Βιέννη.Δεν ήταν υποχρεωμένη να τον συναντήσει.Αλλά αν δεν πήγαινε, θα κουβαλιόταν στο ξενοδοχείο της.Δεν μπορούσε να του επιτρέψει να μπει στο δωμάτιό της. Υπήρχε κρεβάτι εκεί μέσα.Άρπαξε από την κρεμάστρα ένα ζέρσεϊ παντελόνι και μια τουνίκ σε μια όμορφη μελιτζανί

απόχρωση. Ντύθηκε γρήγορα, μακιγιαρίστηκε και άφησε τα μαλλιά της ελεύθερα. Έπειτα έριξεστους ώμους της ένα φουλάρι κεντημένο με ασημοκλωστή και φόρεσε στ’ αυτιά της ασημένιουςκρίκους. Οι μαλακές δερμάτινες μπότες που είχε αγοράσει στο Παρίσι έβαλαν την τελευταία πινελιά.Δε θα άφηνε με τίποτα τον Σεθ Τάλμποτ να καταλάβει ότι τα νεύρα της ήταν τσιτωμένα πριν από το

κοντσέρτο.Το ξενοδοχείο της ήταν στη συνοικία Μπελβεντέρε, κοντά στο επιβλητικό μέγαρο της

Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Βιέννης, όπου θα έδινε απόψε κοντσέρτο. Προσπαθώντας να αναπνέειαργά και βαθιά, η Λία προχώρησε στην Κάρλπλατς, χαιρετώντας νοερά τους δύο σκαλιστούςαγγέλους στην είσοδο της υπέροχης Κάρλσκίρχε. Έπειτα σταμάτησε για να χαϊδέψει τις καμπύλεςτων γλυπτών του Χένρι Μουρ στο σιντριβάνι. Ο ανοιξιάτικος ήλιος της ζέσταινε το πρόσωπο, οιπάπιες ερωτοτροπούσαν.Το Καφέ Κλιμτ ήταν από τα αγαπημένα της, όχι μόνο για τις ποιοτικές ρεπροντιξιόν του

καλλιτέχνη, αλλά και για τα ψηλά και αριστοκρατικά τοξωτά παράθυρά του, το ήρεμο μουρμουρητότων συζητήσεων και το υπέροχο άρωμα του τούρκικου καφέ. Το βλέμμα της σάρωσε το χώρο.Ο Σεθ καθόταν κάτω από ένα τεράστιο αντίγραφο του Φιλιού. Με τα τακούνια της να χτυπούν στο

μαρμάρινο πάτωμα, προχώρησε προς τα κει. Εκείνος σηκώθηκε κι όταν έφτασε μπροστά του, τηφίλησε σταυρωτά.«Τι συμβαίνει;» τη ρώτησε απότομα. «Μια χαρά θα τα πας απόψε».«Είναι τόσο φανερό ότι τα νεύρα μου είναι κουβάρι;» απάντησε εκείνη.«Σ’ εμένα ναι, αν και δε φημίζομαι για την κατανόησή μου».Η Λία ύψωσε τα φρύδια της. «Μάλιστα. Έπρεπε να το καταλάβω ότι δε θα χάναμε τον καιρό μας

με ψιλοκουβεντούλα... Θα πάρω έναν τούρκικο καφέ και ένα μεγάλο κομμάτι Ζάχερτόρτε».«Κέικ σοκολάτας με επικάλυψη μαρμελάδα βερίκοκο;» είπε εύθυμα ο Σεθ. «Στις κακές σου είσαι».Η Λία χτυπούσε ρυθμικά τα νύχια της στο τραπέζι. «Έτσι είμαι πάντα πριν από τις συναυλίες. Θα

συνέλθω μόλις αρχίσω να παίζω».«Δηλαδή έχει και το τίμημά του το να είσαι η καλύτερη».«Αυτή τη στιγμή δεν είμαι σίγουρη ότι αξίζει».Ο Σεθ σκέπασε το χέρι της με το δικό του. «Μακάρι να μπορούσα να βοηθήσω».Εκείνη δίπλωσε τα δάχτυλά της μέσα στην παλάμη του και τα μάτια της άστραψαν πονηρά. «Μου

αποσπάς την προσοχή. Αυτό βοηθάει».Ο Σεθ έφερε το χέρι της στα χείλη του και φίλησε ένα ένα τα δάχτυλά της. «Οφείλουμε να κάνουμε

Page 61: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

αυτό που πρέπει».Τα μάγουλα της Λία, που πριν ήταν κατάχλομα, τώρα είχαν πάρει ένα ρόδινο χρώμα. «Πρέπει να

παραγγείλεις το κέικ μου, αυτό πρέπει να κάνεις».«Λία, με απογοητεύεις. Προτιμάς τη Ζάχερτόρτε από το ξελόγιασμα;» είπε ο Σεθ και χαμογέλασε

καθώς έκανε νόημα στο σερβιτόρο. Αφού έδωσε την παραγγελία τους, έβγαλε από την τσέπη τουσακακιού του έναν άσπρο φάκελο και το χαμόγελό του έσβησε. «Αυτό είναι για σένα».Η Λία έπιασε το φάκελο λες και ήταν δηλητηριώδες φίδι. Τον άνοιξε και διάβασε το ανάγλυφο

επιστολόχαρτο. «Η μητέρα σου κατέστρεψε και τα δύο γράμματά μου», είπε ανέκφραστα.«Ναι. Μακάρι να μην το είχε κάνει».Η μητέρα της Λία, παρά τον υπέρμετρο επαγγελματισμό και τα υψηλά πρότυπά της, πάντα

αγαπούσε το μοναχοπαίδι της και ήθελε το καλύτερο γι’ αυτό. «Πώς μπόρεσε να κάνει κάτι τέτοιο;Να παρέμβει τόσο απάνθρωπα, αλλάζοντας τη ζωή τριών ανθρώπων που ένας απ’ αυτούς ήταν ογιος της;»«Δεν ξέρω, Λία. Δεν έχω απαντήσεις».«Αυτό που έκανε ήταν απαράδεκτο. Να περιμένω τόσες εβδομάδες να μου απαντήσεις και να

προσπαθώ να μη σε μισήσω... Και μετά, όταν γεννήθηκε η Μαρίζ, να νιώθω εντελώς μόνη...»Τα μάτια της Λία έλαμπαν απ’ τα δάκρυα. «Θα ήμουν κοντά σου αν το ήξερα», είπε βραχνά ο Σεθ.

«Σου τ’ ορκίζομαι».«Αλλά δεν το ήξερες, επειδή η μητέρα σου κατέστρεψε τα γράμματα. Γιατί, Σεθ; Γιατί;»Ο Σεθ ήξερε ότι θα προέκυπτε αυτό το ερώτημα. Ήξερε επίσης ότι για να απαντήσει έπρεπε να

αποκαλύψει για τον εαυτό του πράγματα που πάντοτε κρατούσε μυστικά. Κομπιάζοντας λίγο στηναρχή, άρχισε να περιγράφει την πέτρινη έπαυλη, την ψυχρότητα της Έλινορ, τη δουλικότητα τουΆλαν και τις δικές του αποδράσεις στο δάσος και στην ακτή όταν ήταν παιδί. Ο σερβιτόρος έφερετην παραγγελία τους κι εκείνος συνέχισε να μιλάει, παίρνοντας κουράγιο από τη Λία που τον άκουγεπροσεκτικά. Έπειτα την κοίταξε, ξέροντας ότι έπαιρνε μια βαρυσήμαντη απόφαση. «Ότανανακάλυψα την ύπαρξη της Μαρίζ, θυμάσαι που σε ρώτησα αν είχες σκεφτεί να κάνεις έκτρωση;»«Ναι. Έδειχνες... συγκλονισμένος όταν σου είπα όχι».«Όταν ήμουν οχτώ χρονών, η μητέρα μου είχε κάνει μια έκτρωση... Ο πατέρας μου

καταρρακώθηκε όταν το ανακάλυψε. Τους κρυφάκουγα τη βραδιά που του το είπε».Αυτή τη φορά η Λία σκέπασε το χέρι του Σεθ με το δικό της. «Λυπάμαι πολύ», ψιθύρισε.«Δεν έχω λόγια για να σε ευχαριστήσω που κράτησες τη Μαρίζ», είπε εκείνος τραχιά. «Και πάντα

θα λυπάμαι που δεν ήμουν κοντά σου».Ένα δάκρυ κύλησε από τα βλέφαρα της Λία κι έπεσε στο χέρι του. Ο Σεθ το κοίταξε,

παρατηρώντας ότι το φως από τον πολυέλαιο σχημάτιζε στο κέντρο του τα χρώματα της ίριδας.Γιατί ένα απλό δάκρυ τού φαινόταν το πολυτιμότερο δώρο του κόσμου; «Αυτό είναι το τελευταίοπου θα ’πρεπε να συζητάμε τη βραδιά του κοντσέρτου σου», μουρμούρισε.«Γιατί, Σεθ;»«Γιατί σε αναστάτωσα».«Με εμπιστεύτηκες αρκετά ώστε να μοιραστείς μαζί μου κάτι που σε τραυμάτισε τρομερά όταν

ήσουν παιδί».«Δεν άλλαξε τίποτα που σ’ το είπα».«Αλλαγές συμβαίνουν, είτε το θες είτε όχι. Έχεις εισιτήριο για το κοντσέρτο;»«Όχι. Προτιμώ τα CD. Μουσική εξ αποστάσεως».

Page 62: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Θα φροντίσω να υπάρχει ένα εισιτήριο για σένα στην είσοδο».Ο Σεθ στένεψε τα μάτια του. Αφού η Λία του πετούσε το γάντι, θα της το πετούσε κι αυτός. «Πότε

θα δω τη Μαρίζ;»«Δεν της έχω μιλήσει ακόμα για σένα».Ο Σεθ ένιωσε ένα μαχαίρι να χώνεται στην καρδιά του. «Δεν της έχεις μιλήσει; Γιατί;»«Ήθελα πρώτα να μάθω για τα γράμματα».«Αυτός είναι ο μόνος λόγος;»Η Λία χαμήλωσε το βλέμμα της. «Όταν γύρισα από την Καραϊβική, όλα ήταν πολύ καινούρια.

Έπρεπε πρώτα να ξεδιαλύνω τα δικά μου συναισθήματα».Ο Σεθ σκόπιμα δεν τη ρώτησε τι είδους συναισθήματα ήταν αυτά. «Δε φαντάζομαι να μη με

αφήσεις να τη γνωρίσω;»«Δεν ξέρω». Τα μάτια της Λία έλαμψαν από την οργή. «Μπορώ να αγνοήσω ό,τι έκανε η μητέρα

σου;»«Δεν είμαι υπεύθυνος για τις πράξεις της μητέρας μου», είπε κοφτά ο Σεθ.«Είναι μέλος της οικογένειάς σου. Αυτή και ο πατέρας σου».«Κι εκείνος θέλει να γνωρίσει τη Μαρίζ».Η Λία άρχισε πάλι να χτυπάει τα νύχια της στο τραπέζι. «Δεν μπορώ να ασχοληθώ μ’ αυτό το θέμα

τούτη τη στιγμή».«Δεν έπρεπε να σου δείξω τη δήλωση της μητέρας μου. Ήταν άκαιρο».«Εγώ σου ζήτησα αποδείξεις. Δε γίνεται να παραπονιέμαι που τις πήρα».«Να παραπονιέσαι όσο θες, Λία. Η μητέρα μου φταίει που επί οχτώ χρόνια μεγαλώνεις το παιδί μας

μόνη σου. Πώς νομίζεις ότι αισθάνομαι γι’ αυτό;»«Δεν έχω ιδέα», είπε σφιγμένα η Λία. «Είσαι ειδικός στο να κρύβεις τα συναισθήματά σου».Ο Σεθ δεν κατάλαβε πώς του ήρθε να πει την επόμενη φράση του. «Θα έρθω στο κοντσέρτο».Αναστενάζοντας, η Λία έφαγε την τελευταία της μπουκιά από το κέικ. Είχε μάθει πολλά για τον

Σεθ τα τελευταία λεπτά. Πληροφορίες που την έκαναν να τον νιώθει πιο κοντά της, μ’ έναν τρόποπου την κέντριζε και τη φόβιζε. «Γιατί οι άντρες είναι τόσο περίπλοκοι;» είπε, σμίγοντας τα φρύδιατης.«Για να κάνουν τις γυναίκες να αναρωτιούνται. Θέλεις άλλο ένα κομμάτι;»«Μετά δε θα χωράω στο φόρεμά μου. Είναι πολύ εφαρμοστό. Μπορείς να έρθεις στη δεξίωση μετά

το κοντσέρτο, αν θέλεις».«Υπό τον όρο ότι θα φύγουμε μαζί».Η Λία ύψωσε τα φρύδια της. «Λίγο αυταρχικός δεν είσαι;»«Όποτε με βολεύει», απάντησε ο Σεθ.«Δηλαδή θέλεις να δεσμευτώ απέναντί σου».«Μόνο για τη δεξίωση».«Μου έχεις ξεκαθαρίσει ότι δε θέλεις άλλου είδους δεσμεύσεις μ’ εμένα. Αλλά αν σε αφήσω να

πλησιάσεις τη Μαρίζ, δε γίνεται να λειτουργείς έτσι μαζί της».«Δεν πρόκειται», είπε τραχιά ο Σεθ. «Σ’ το υπόσχομαι».Όμως μπορούσε η Λία να τον πιστέψει; «Ας υποθέσουμε ότι σε αφήνω να γνωρίσεις τη Μαρίζ»,

του είπε. «Ας υποθέσουμε ότι δημιουργείτε μια σχέση και στο μεταξύ εμείς καταλήγουμε να έχουμεσχέση. Τι θα γίνει όταν με βαρεθείς, Σεθ;»«Αυτό θα το αντιμετωπίσουμε όταν συμβεί».

Page 63: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Δεν πρόκειται να δεχτώ να με πετάξεις σαν σκουπίδι».«Δεν πρόκειται να σε πετάξω σαν σκουπίδι!»«Καλή απάντηση», είπε η Λία.Ο Σεθ έσυρε τα δάχτυλά του μέσα απ’ το κολάρο του. «Θα ήθελα να ήμασταν στο κρεβάτι τώρα».«Ένας καθηγητής μου στο Τζούλιαρντ είπε μια μέρα στην τάξη, κοιτάζοντάς μας πάνω από τα

γυαλιά του: Ποτέ σεξ πριν από το κοντσέρτο. Στραγγίζει τη μουσική από το πάθος της. Κρίμα, Σεθ».«Δηλαδή με την αποχή μου συνεισφέρω στον Μπραμς;»«Όλοι πρέπει να κάνουμε θυσίες για την τέχνη».«Πάντα με κάνεις να γελάω», είπε ο Σεθ. «Σεξ και γέλιο. Σπουδαίος συνδυασμός».«Σχεδόν τόσο καλός όσο ο τούρκικος καφές και το κέικ σοκολάτας». Η Λία έσπρωξε πίσω την

καρέκλα της. «Πρέπει να φύγω. Η πρόβα είναι σε δύο ώρες και πρέπει να κάνω ασκήσειςαναπνοών».«Οι συναυλίες σε φέρνουν αντιμέτωπη με τον εαυτό σου», είπε ο Σεθ.Η Λία ξαφνιάστηκε που την καταλάβαινε. «Σωστά. Τι έχω να δώσω στη μουσική; Θα με βρει

ανεπαρκή;» Χαμογέλασε λοξά. «Τέτοιες ασήμαντες ερωτήσεις».Ο Σεθ σηκώθηκε και, αγνοώντας τους άλλους πελάτες, τη φίλησε στο στόμα. «Αποκλείεται να

απογοητεύσεις τον εαυτό σου, το κοινό ή τη μουσική», της είπε. Ύστερα έβγαλε από την τσέπη τουένα μικρό κουτί. «Αυτό είναι για σένα», πρόσθεσε, χωρίς να την κοιτάζει στα μάτια. «Για να σουφέρει τύχη απόψε».Η Λία κοιτούσε το κουτί, αλλά δεν έκανε καμιά κίνηση να το πάρει. «Σεθ, δεν μπορώ να πάρω ένα

δώρο από σένα».«Γιατί όχι; Νομίζεις ότι προσπαθώ να σε δωροδοκήσω;»«Όχι βέβαια. Είσαι τελείως διαφορετικός απ’ τη μητέρα σου».Ο Σεθ έτεινε το κουτί προς τη Λία, πιο συγκινημένος από το απλό κομπλιμέντο της απ’ ό,τι

έδειχνε. «Άνοιξέ το... Δεν είναι τίποτα σπουδαίο».Εκείνη πήρε το κουτί κι άνοιξε το καπάκι. Δυο διαμάντια σκορπούσαν χρωματιστές λάμψεις πάνω

στο μαύρο βελούδο. «Είναι πολύ όμορφα, αλλά...»«Μου θυμίζουν εσένα», είπε ο Σεθ, χαμογελώντας λοξά. «Όταν παθιάζεσαι με κάτι, ακόμα και τα

μαλλιά σου λάμπουν».«Έπρεπε να σε πιστέψω για τα γράμματα και χωρίς να έχω αποδείξεις», μουρμούρισε η Λία.

«Λυπάμαι ειλικρινά».«Σε συγχωρώ», απάντησε ανάλαφρα εκείνος.Εκείνη πήρε μια βαθιά ανάσα. «Τα σκουλαρίκια είναι πολύ όμορφα, Σεθ. Θα χαρώ να τα φορέσω

απόψε... Ευχαριστώ».Ο Σεθ τη φίλησε πάλι. «Πολλοί ερωτικοί πίνακες εδώ μέσα... Καλύτερα να πηγαίνεις. Εγώ θα

μείνω λίγο για να διαβάσω την εφημερίδα μου. Αουφβίντερζεεν, όμορφη Λία».Η Λία κοκκίνισε, ξεφύσηξε και βγήκε απ’ το καφέ με τουπέ.Με ένα ανόητο χαμόγελο ο Σεθ ξανακάθισε. Είχε χαρίσει σε μια γυναίκα διαμάντια, είχε

αποκαλύψει το μυστικό μιας ζωής και είχε συμφωνήσει να πάει σ’ ένα κοντσέρτο. Αλλόκοταπράγματα!Και θα έφευγε από τη δεξίωση με τη Λία.Ο καθηγητής της δεν είχε πει ότι το σεξ απαγορευόταν μετά το κοντσέρτο.

Page 64: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10

Μετά το διάλειμμα η ορχήστρα κούρδισε τα όργανά της και ύστερα απλώθηκε σιωπή. Ο Σεθκαθόταν ακίνητος στο θεωρείο του, με το βλέμμα καρφωμένο στη σκηνή. Αισθανόταν νευρικός, λεςκαι θα έπαιζε εκείνος.Όλη αυτή την ώρα η Λία περίμενε στο παρασκήνιο. Πώς το άντεχε;Με τα τακούνια της να χτυπούν στο πάτωμα, η Λία ανέβηκε στη σκηνή μαζί με τον Ιβόρ Ρόσνικοφ

και το μαέστρο. Φορούσε ένα βυσσινί σατέν φόρεμα, με πρόσθετα στοιχεία από πλισαρισμένούφασμα που τινάζονταν καθώς περπατούσε. Τα χέρια της ήταν κατάλευκα, τα μαλλιά τηςτραβηγμένα πίσω. Τα διαμαντένια σκουλαρίκια που της είχε χαρίσει έλαμπαν στους λοβούς τωναυτιών της.Ο μαέστρος τοποθέτησε την παρτιτούρα, ο Ρόσνικοφ κάθισε στο τσέλο και μετά από μια γρήγορη

ματιά στους δύο σολίστες ο μαέστρος σήκωσε την μπαγκέτα του. Η ορχήστρα έπαιξε τις πρώτεςμελαγχολικές νότες. Ο Σεθ καθόταν ήσυχα, περιμένοντας. Η Λία περίμενε κι αυτή, δείχνονταςαπόμακρη.Γιατί να με χρειάζεται αφού έχει τη μουσική της; σκέφτηκε ο Σεθ. Δε θα τον ερωτευόταν ποτέ, απ’

αυτό τουλάχιστον είχε το κεφάλι του ήσυχο.Η ορχήστρα σταμάτησε και ο Ρόσνικοφ άρχισε να παίζει μια ζωηρή μελωδία. Η Λία σήκωσε το

δοξάρι της και τον ακολούθησε. Ήταν απόλυτα συντονισμένοι μεταξύ τους και συχνά αντάλλασσανματιές μ’ έναν τρόπο που έμοιαζε τρομερά οικείος.Ο Σεθ σκέφτηκε ότι ο ίδιος ποτέ δε θα μπορούσε να μοιραστεί τέτοια οικειότητα με τη Λία.Από κοντά ο τσελίστας έδειχνε πιο ωραίος και νέος απ’ ό,τι στις φωτογραφίες. Ο Σεθ πρασίνισε

απ’ τη ζήλια του.Ποτέ του δεν είχε ζηλέψει άλλον άντρα, για τον απλούστατο λόγο ότι ποτέ δεν είχε νοιαστεί αρκετά

για μια γυναίκα ώστε να ζηλέψει.Το δεύτερο μέρος έφτασε στο τέλος του με ένα χαρμόσυνο φινάλε που έφερε ένα χαμόγελο στο

πρόσωπο της Λία. Ήταν φανερό ότι έκανε αυτό ακριβώς για το οποίο ήταν γεννημένη. Οι τελευταίεςθριαμβευτικές νότες πλημμύρισαν την αίθουσα. Μεσολάβησαν μερικά δευτερόλεπτα σιωπής πριν τοκοινό ξεσπάσει σε χειροκροτήματα.Η Λία και ο Ιβόρ πιάστηκαν χέρι χέρι. Ο μαέστρος κατέβηκε από το πόντιουμ και φίλησε τη Λία

στο μάγουλο. Ύστερα ο Ιβόρ έσκυψε και τη φίλησε στο στόμα, κρατώντας την απ’ τη μέση. Ο Σεθέσφιξε τις γροθιές του. Πώς τολμούσε!Όχι ότι η Λία έδειχνε ενοχλημένη. Οι μαύρες μπούκλες του Ρόσνικοφ και το ρομαντικά λευκό

πρόσωπό του έκαναν τις γυναίκες να μαζεύονται γύρω του όπως οι μέλισσες στο μέλι. Γιατί εκείνηνα ήταν απρόσβλητη στη γοητεία του;Το τελευταίο που ήθελε ο Σεθ ήταν να κάθεται στη δεξίωση και να παρακολουθεί τον Ρόσνικοφ να

την κορτάρει. Και ταυτόχρονα να συγκρατεί την επιθυμία του να στραγγαλίσει δημοσίως ένανπαγκοσμίου φήμης τσελίστα. Θα έλειπε καθόλου στη Λία αν δεν πήγαινε; Πολύ αμφέβαλλε.Περίσσευε στον κόσμο της. Αυτό είχε μάθει απόψε. Αλλά μπορούσε να φύγει τρέχοντας απ’ αυτό

τον κόσμο;

Page 65: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Ποτέ του δεν απέφευγε τις προκλήσεις. Ο Σεθ πήγε στη δεξίωση, όπου κατέβασε ένα ποτήριεξαιρετική σαμπάνια και απέφυγε να αναμειχθεί με το πλήθος που είχε μαζευτεί γύρω από τη Λία καιτον Ιβόρ. Όλη την ώρα ο τσελίστας είχε το χέρι του στον ώμο της. Για να μην του σαλέψει, ο Σεθπήγε σε μια παρέα γνωστών στην άλλη άκρη της αίθουσας, γύρισε την πλάτη του στη Λία κι άρχισενα μιλάει για την οικονομία, λες και εξαρτιόταν η ζωή του απ’ αυτό.Σιγά σιγά το πλήθος διαλύθηκε. Πίσω του ο Σεθ άκουσε βήματα. Καθώς γύριζε, άκουσε τη Λία να

λέει: «Ιβόρ, να σου γνωρίσω το φίλο μου, τον Σεθ Τάλμποτ... Όπως σου είπα, ο Σεθ κι εγώ θαφύγουμε μαζί μετά τη δεξίωση. Σεθ, από δω ο Ιβόρ Ρόσνικοφ».Ο Σεθ θαύμασε το θράσος της. Χαμογέλασε στον τσελίστα και είπε λίγα επαινετικά λόγια για το

κοντσέρτο. «Από πού ξέρεις τη Λία;» ρώτησε ο Ιβόρ με τη βαριά προφορά του.«Γνωριστήκαμε πριν από αρκετό καιρό», είπε αδιάφορα ο Σεθ. «Αν και είχαμε να ιδωθούμε

χρόνια».«Θα τη βγάλεις έξω απόψε;»«Ναι», είπε ο Σεθ. «Θα τη βγάλω έξω απόψε».«Τότε είμαι –πώς το λέτε;– ο μεγάλος χαμένος», είπε ο Ιβόρ κι έφερε το χέρι της Λία στα χείλη του.

«Θα σε δω μεθαύριο στο Αμβούργο, λίμπχεν», πρόσθεσε, χαμογελώντας ζεστά. Έπειτα γύρισε στονΣεθ και του χάρισε ένα παγερό χαμόγελο. «Να την προσέχεις. Οι μικρές ώρες είναι επικίνδυνες».«Η Λία μπορεί να αποφασίσει μέχρι πότε θέλει να μείνει έξω», του απάντησε εκείνος φιλικά.Δέκα λεπτά αργότερα ο Σεθ και η Λία βρίσκονταν έξω. Η Λία κοίταξε γύρω για να βεβαιωθεί ότι

ήταν μόνοι. «Πού θα πάμε;»«Θες κάτι κουλτουριάρικο, κάτι μη κουλτουριάρικο ή κάτι στη μέση;»«Κάτι στη μέση. Με φαγητό και πίστα για χορό».«Εντάξει. Θέλεις να περπατήσουμε;»«Αν δεν είναι στην άλλη άκρη της Βιέννης, ναι». Η Λία άρχισε να βαδίζει δίπλα στον Σεθ, αλλά

κρατώντας λίγη απόσταση. «Πώς σου φάνηκε το κοντσέρτο;» τον ρώτησε.«Έπαιξες εξαιρετικά».«Έχασα μια νότα στο πεντηκοστό τέταρτο μέτρο του τρίτου μέρους».«Δεν το πρόσεξα», είπε ξερά ο Σεθ.«Δε συμπάθησες τον Ιβόρ».«Ούτε αυτός με συμπάθησε».«Μοιάζατε με κοκόρια έτοιμα να επιτεθούν το ένα στο άλλο».Και η Λία έμοιαζε με κοκόρι έτοιμο να επιτεθεί. «Πόσο καιρό ήσουν ερωμένη του;» ρώτησε ο Σεθ.

«Ή είσαι ακόμα;»«Τι είσαι, εισαγγελέας;»«Δεν έδειξες να ενοχλήθηκες όταν σε φίλησε μπροστά στα μάτια δύο χιλιάδων ανθρώπων».Ήταν μια πολύ κουραστική μέρα. «Τι να έκανα;» είπε η Λία. «Να τον κοπανούσα με το βιολί μου;»«Είναι καλός εραστής;»«Δεν ξέρω, αφού ποτέ δεν υπήρξα ερωμένη του. Πέρα απ’ οτιδήποτε άλλο, το εγώ του είναι τόσο

μεγάλο που δεν υπάρχει χώρος για μένα».«Σ’ αυτό το σημείο συμφωνούμε», μούγκρισε ο Σεθ κι αισθάνθηκε να τον πλημμυρίζει απέραντη

ανακούφιση.Η Λία σταμάτησε στο πεζοδρόμιο και τον κοίταξε στα μάτια. «Συνεχάρης τον Ιβόρ για το παίξιμό

του. Εγώ, όμως, έπρεπε να σε ρωτήσω για να μου πεις πώς σου φάνηκα».

Page 66: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Την είχε πληγώσει. «Πιστεύεις ότι θα άνοιγα την καρδιά μου μπροστά σ’ αυτόν το σωσία τουΠαγκανίνι;»«Άνοιξέ την τώρα».«Να πάρει η ευχή, Λία... Ένιωσα όπως νιώθω πάντα όταν παίζεις –μόνο πολύ πιο έντονα, επειδή

ήσουν μπροστά μου. Το κλαμπ όπου θα πάμε είναι εκεί κάτω».Η Λία στύλωσε τα πόδια της. «Μην αλλάζεις θέμα. Πώς νιώθεις πάντα;»«Σαν να φτάνεις ως τα τρίσβαθα της ψυχής μου. Λες και όλες μου οι άμυνες είναι άχρηστες και η

ψυχή μου ανοιχτό βιβλίο. Αυτό θες να μάθεις;» Ο τόνος του Σεθ ήταν έντονος.Εκείνη δάγκωσε το χείλι της. «Μη με κακίζεις».«Δε μου δίνεις έναν κατάλογο με τα ονόματα των εραστών σου τα τελευταία οχτώ χρόνια, για την

περίπτωση που συναντήσω κανέναν σε καμιά απ’ αυτές τις λαμπρές δεξιώσεις;»Η Λία έριξε στους ώμους της τη δαντελένια άσπρη εσάρπα της. «Κανένας κατάλογος. Κανένας

εραστής».«Ω, σίγουρα».«Θέλω να καθίσω, να βγάλω τα παπούτσια μου, να πιω τουλάχιστον δύο μπίρες και να φάω μια

μεγάλη μερίδα γκούλας με έξτρα ψωμάκια», είπε η Λία εκνευρισμένη. «Θα με πας ή όχι σ’ εκείνο τοκλαμπ;»Ο Σεθ την έπιασε απ’ τον αγκώνα. «Πρέπει να είχες εραστή. Πέρασαν οχτώ χρόνια, Λία!»«Ξέρω πόσα χρόνια πέρασαν. Τον περισσότερο καιρό ήμουν ανύπαντρη μητέρα, το ξέχασες;»«Πολλές φορές ήσουν στην άλλη άκρη του Ατλαντικού χωρίς την κόρη σου. Ελεύθερη να κάνεις

ό,τι ήθελες».«Ανακάλυψα το πάθος μαζί σου και δε σκόπευα να αρκεστώ σε λιγότερα», είπε απερίφραστα η

Λία.Ο Σεθ αισθάνθηκε σαν να του είχε δώσει γροθιά. «Αλήθεια είναι αυτό;»«Προσπαθώ να μη λέω ψέματα. Μπίρα και ψωμάκια, Σεθ».Ο Σεθ έπιασε τη Λία αγκαζέ και προχώρησαν τα τελευταία δύο τετράγωνα αμίλητοι. Το κλαμπ

ήταν γεμάτο κόσμο και θόρυβο. Κάθισαν σε ένα άδειο τραπέζι, ο Σεθ έκανε νόημα στο σερβιτόρο κιέδωσε την παραγγελία τους. «Έβγαλες τα παπούτσια σου;» ρώτησε τη Λία.«Ασφαλώς. Με πιστεύεις;» είπε εκείνη.«Για τους εραστές; Ναι».«Ωραία».Ο Σεθ θα αναστατωνόταν αν η Λία του απαριθμούσε τους εραστές της, αλλά άλλο τόσο

αναστατώθηκε ακούγοντας ότι δεν είχε κανέναν. Μήπως επειδή τον τρόμαζε το γεγονός ότι του ήτανπιστή επί οχτώ ολόκληρα χρόνια;Είμαι πιο δειλός κι από κότα, σκέφτηκε, καθώς παρακολουθούσε το σερβιτόρο να φέρνει δυο

μεγάλες μεταλλικές κούπες με μπίρα και να τις αφήνει μπροστά τους. Η Λία σήκωσε τη δική της καιήπιε με λαχτάρα. Ο Σεθ κοιτούσε το λαιμό της σαν υπνωτισμένος.«Συμβαίνει τίποτα;» τον ρώτησε.«Με ερωτεύτηκες στο Παρίσι;»«Όχι. Αλλά αυτό που συνέβη δεν ήταν καθόλου επιφανειακό. Κι όχι μόνο λόγω της Μαρίζ».Το ίδιο πίστευε και ο Σεθ. Αλλά είχε καταφέρει να ξαναβάλει τη ζωή του σε μια τάξη, μέχρι που

είδε πάλι τη Λία.Ήπιε μια μεγάλη γουλιά από την μπίρα του. «Έχεις ερωτευτεί ποτέ;» τη ρώτησε.

Page 67: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Όχι», απάντησε εκείνη. Ούτε και σκόπευε ν’ αφήσει να της συμβεί τώρα, μαζί του.«Έχεις τη μουσική σου, στην καρδιά σου δεν υπάρχει χώρος και για έναν άντρα».«Αυτό δεν είναι αλήθεια. Αγαπώ τη Μαρίζ με όλη μου την καρδιά. Γιατί να μην αγαπούσα κι έναν

άντρα;»Τώρα θα ζήλευε κι ένα εφτάχρονο παιδί; Αναστενάζοντας, ο Σεθ ήπιε άλλη μια γουλιά μπίρα. «Ας

αλλάξουμε θέμα».«Ή, ακόμα καλύτερα, ας χορέψουμε».Διαπιστώνοντας ότι χρειαζόταν κι ο ίδιος λίγη δράση, ο Σεθ συνόδευσε τη Λία στην πίστα κι

άρχισαν να χορεύουν στο ρυθμό της ντίσκο. Οι φουρκέτες έφυγαν απ’ τα μαλλιά της. Το σώμα τηςήταν απίστευτα σέξι με το εφαρμοστό σατέν φόρεμά της. Απόψε σίγουρα θα την έκανε δική του,σκέφτηκε ο Σεθ.«Ήρθε το φαγητό μας», της φώναξε κάποια στιγμή.Εκείνη χαμογέλασε πλατιά, γύρισε κι έπεσε στην αγκαλιά του. «Πάμε!»Στο τραπέζι τους η Λία επιτέθηκε στο γκούλας και στα ψωμάκια της, σπρώχνοντάς τα να πάνε

κάτω με γενναίες γουλιές από μπίρα. «Πεντανόστιμο», είπε, γλείφοντας το πιρούνι της. «Τώρα θέλωεπιδόρπιο. Άπφελστρούντελ. Ζεστό, με κρέμα σαντιγί από πάνω κι ένα μεγάλο ποτήρι Ρίζλινγκ για νατο συνοδέψω».«Μια γυναίκα με ακόρεστη όρεξη», σχολίασε ο Σεθ.Εκείνη έσκυψε και τον φίλησε. «Για ψωμάκια, μπίρα κι εσένα».«Μ’ αυτή τη σειρά;»«Απόψε, ναι».«Έτσι χαλαρώνεις πάντα μετά τα κοντσέρτα;»Η Λία γέλασε. «Συνήθως γυρίζω στο ξενοδοχείο μου και πηγαινοέρχομαι στο δωμάτιο,

βασανίζοντας το μυαλό μου με όλα τα λάθη που έκανα. Εδώ είναι πιο διασκεδαστικά».Η μουσική των Πινκ Φλόιντ δονούνταν μέσα στον καπνισμένο αέρα. «Δεν είναι ακριβώς Μπραμς».«Μπορούμε να ξαναχορέψουμε».Ο Σεθ παρήγγειλε επιδόρπιο κι ένα μπουκάλι Ρίζλινγκ. Αυτή τη φορά πήρε τη Λία στην αγκαλιά

του όταν ανέβηκαν στην πίστα. Ήταν οι μόνοι με επίσημα ρούχα σε όλο το κλαμπ και, ναι... ο Σεθδιασκέδαζε κι αυτός.Ήταν ένας κόσμος τον οποίο οι γονείς του δε θα κατανοούσαν.Το περισσότερο από το λευκό κρασί το ήπιε η Λία και της λύθηκε η γλώσσα. Μίλησε για τα

σκαμπανεβάσματα στην καριέρα της και το κόστος στην προσωπική της ζωή. Περιέγραψε κάποιααστεία περιστατικά με μαέστρους και πιανίστες. Δε μίλησε καθόλου για τη Μαρίζ. Κάποια στιγμήπαρήγγειλε ένα διπλό κρεμ ντε μεντ. Ο Σεθ έπινε καφέ –ένας από τους δυο έπρεπε να μείνεινηφάλιος. «Λία», της είπε τελικά, «νομίζω ότι πρέπει να σε πάω στο ξενοδοχείο σου. Ο Ιβόρ δε θαενέκρινε το γεγονός ότι έμεινες έξω μέχρι τόσο αργά».«Πετάω για Αμβούργο το μεσημέρι».«Μαζί με τον πονοκέφαλό σου απ’ το μεθύσι».Η Λία πετάρισε τις βλεφαρίδες της. «Είμαι μεθυσμένη;»«Κρίνοντας από τη γενική σου κατάσταση, θα μπορούσε κανείς να πει με ασφάλεια...»«Μίλα πιο απλά», γκρίνιαξε η Λία.«Εντάξει, είσαι στουπί».«Εσύ φταις».

Page 68: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Α, ναι;»«Δεν ξέρω τι να κάνω μ’ εσένα».«Καλώς όρισες στο κλαμπ», είπε θλιμμένα ο Σεθ.Η Λία του χάρισε ένα πλατύ χαμόγελο. «Αλλά είσαι πολύ νοστιμούλης».Ξεμέθυστη, η Λία ποτέ δε θα χρησιμοποιούσε τη λέξη «νοστιμούλης». «Ευχαριστώ», απάντησε

σοβαρά ο Σεθ.«Αλλά δε συμπαθώ την οικογένειά σου». Η Λία ήπιε την τελευταία γουλιά λικέρ. «Κάθε τόσο μου

τη δίνει αυτό που έκανε η μητέρα σου. Ο πόνος που προκάλεσε επειδή φοβήθηκε μήπως χώσω τακοφτερά νυχάκια μου στα λεφτά σας... Δεν είσαι έξω φρενών μαζί της;»«Ναι», απάντησε ο Σεθ. Δεν του άρεσε καθόλου η τροπή που είχε πάρει η συζήτηση.«Ναι», επανέλαβε η Λία. «Αυτό έχεις να πεις μόνο;»«Πιστεύεις ότι είμαι εντελώς αναίσθητος;» είπε αυστηρά ο Σεθ. «Δεν αντέχω ούτε να το σκέφτομαι.

Εσύ, μόνη μ’ ένα νεογέννητο, να σκέφτεσαι ότι δεν κάνω τον κόπο ούτε να σηκώσω το τηλέφωνο.Κάνε μου τη χάρη, Λία».Τον κοίταξε σοβαρά. «Χτύπησα κάποια ευαίσθητη χορδή σου».Εκείνος την αγριοκοίταξε. «Τέρμα το ποτό. Σκέτο καφέ από τώρα και στο εξής».«Ουφ... Τέτοια ώρα;»«Τότε πρέπει να φύγουμε».Η Λία ζάρωσε τη μύτη της. «Έχω διάθεση να σε ξελογιάσω. Οι μόνες στιγμές που δεν είμαι

μπερδεμένη είναι όταν είμαστε στο κρεβάτι».«Κι εγώ το ίδιο».«Μ’ αρέσουν αυτά που κάνουμε στο κρεβάτι», είπε χαρούμενα η Λία.Αυτοί που κάθονταν στο διπλανό τραπέζι άκουγαν ατάραχοι. «Κι εμένα το ίδιο», είπε ο Σεθ.«Τότε γιατί καθόμαστε εδώ;»Ο Σεθ πλήρωσε το λογαριασμό και σηκώθηκε, ρίχνοντας την εσάρπα στους ώμους της. Εκείνη

σηκώθηκε, παραπατώντας. «Αχ», έκανε. «Δε σβήνουν αυτό το στροβοσκοπικό φως, μου φέρνειζαλάδα».Ο Σεθ απέφυγε να σχολιάσει ότι η μπίρα, το κρασί και το λικέρ μπορεί να είχαν κάποια σχέση με τη

ζάλη της. Την αγκάλιασε απ’ τη μέση, την έβγαλε έξω και φώναξε ένα ταξί. Μόλις μπήκαν, η Λίαακούμπησε το κεφάλι της στον ώμο του και κοιμήθηκε.Όταν πια έφτασαν στο ξενοδοχείο της, το πρόσωπό της ήταν κάτασπρο. «Δε... δεν έπρεπε να πιω το

λικέρ», μουρμούρισε κι έτρεξε κατευθείαν στο μπάνιο. Ο Σεθ τράβηξε τα σκεπάσματα τουκρεβατιού, βρήκε το δαντελένιο νυχτικό της κάτω απ’ το μαξιλάρι και το κράτησε για λίγο μπροστάτου. Ήθελε να τη δει να το φοράει κι έπειτα να της το βγάλει. Αλλά όχι απόψε.Όταν θα έκαναν ξανά έρωτα, η Λία έπρεπε να είναι τελείως νηφάλια.Της έγραψε ένα σύντομο σημείωμα και το άφησε στο κομοδίνο. Έπειτα εκείνη βγήκε από το

μπάνιο, έπεσε στην αγκαλιά του και του είπε, σουφρώνοντας τα χείλη της: «Τα μάτια σου έχουν τοίδιο χρώμα με το κρεμ ντε μεντ. Σβήσε το φως κι έλα στο κρεβάτι μαζί μου».Ο Σεθ μουρμούρισε κάτι ακαθόριστο καθώς της έβγαζε το φόρεμα. Της ξεκούμπωσε γρήγορα το

σουτιέν και της φόρεσε το νυχτικό. Ενώ την ξάπλωνε στο κρεβάτι, είδε ότι τα βλέφαρά της είχανήδη αρχίσει να κλείνουν. Αφού της έβγαλε το καλσόν, τη σκέπασε με την κουβέρτα. «Καλόν ύπνο,γλυκιά μου», της είπε.Όμως η Λία ήδη κοιμόταν.

Page 69: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

* * *Στις εννιά το πρωί της επόμενης μέρας, ακούστηκε ένα χτύπημα στην πόρτα της. Η Λία κοίταξε απ’το ματάκι, ξέροντας ήδη ποιος ήταν. «Καλημέρα, Σεθ», είπε χαρούμενα.Εκείνος της πέταξε μια εφημερίδα. «Το είδες αυτό;»«Ναι. Μη σε απασχολεί. Έχει ξαναγίνει και ο θόρυβος κόπασε αμέσως».Στην πρώτη σελίδα της φυλλάδας, κάτω από μια έγχρωμη φωτογραφία του Ρόσνικοφ να φιλάει τη

Λία, ο τίτλος υπαινισσόταν πως ο τσελίστας ήταν ο πατέρας του παιδιού της. «Να μη μεαπασχολεί;» γρύλισε ο Σεθ. «Η κόρη μου γίνεται αντικείμενο κουτσομπολιών και μου λες να μη μεαπασχολεί;»«Εδώ είναι Αυστρία. Όχι Νέα Υόρκη. Εκεί κανένας δεν πρόκειται να το δει», είπε λογικά η Λία.

«Οι κριτικές για το κοντσέρτο ήταν καλές, έτσι δεν είναι;» πρόσθεσε, προσπαθώντας να αλλάξειθέμα.«Λία, δε θα ανεχτώ τέτοιου είδους κουτσομπολιά για τη Μαρίζ».«Γιατί είσαι τόσο αναστατωμένος; Δικό μου πρόβλημα είναι, όχι δικό σου».Ο Σεθ ένιωσε σαν να είχε δεχτεί γροθιά στο στομάχι. «Η Μαρίζ είναι και δική μου κόρη, δε

νομίζεις ότι είναι καιρός να το παραδεχτείς; Θα τη γνωρίσω, Λία. Είτε το θες είτε όχι».«Αυτό θα το δούμε», είπε η Λία πεισματάρικα.«Μην προσπαθήσεις να με σταματήσεις», είπε ήρεμα ο Σεθ. «Θα το μετανιώσεις».«Με απειλείς;»«Σου λέω την αλήθεια».«Ξεχνάς ότι η Μαρίζ έχει λόγο σ’ αυτή την υπόθεση», επισήμανε η Λία. Χτύπησε την εφημερίδα με

το δάχτυλό της. «Και μη δίνεις υπερβολική σημασία σ’ αυτό».«Είναι εξωφρενικό. Το όνομα ενός εφτάχρονου παιδιού στην μπροστινή σελίδα μιας

παλιοφυλλάδας!»Τα ρουθούνια της Λία φούσκωσαν από θυμό. «Και τι πρέπει να κάνω; Να παντρευτώ τον Ρόσνικοφ

για να σταματήσουν να μας σχολιάζουν;»«Να παντρευτείς εμένα».Ο Σεθ δεν πίστευε ότι είχε πει τέτοιο πράγμα. Τι τον είχε πιάσει; Δεν ήθελε να παντρευτεί ούτε τη

Λία ούτε καμιά.«Όχι, ευχαριστώ», απάντησε εκείνη.Ήταν ανάγκη να απαντήσει τόσο άμεσα; Τόσο ασήμαντος ήταν γι’ αυτήν που μια πρόταση γάμου

την άφηνε παγερά αδιάφορη; «Βλέπω, σε ξετρέλανε η ιδέα», την ειρωνεύτηκε ο Σεθ.«Ω, σταμάτα πια», είπε εκνευρισμένη η Λία. «Αν έλεγα ναι, τώρα θα είχες φτάσει ήδη στο

αεροδρόμιο».Μάλλον είχε δίκιο, κι αυτό εκνεύρισε ακόμα περισσότερο τον Σεθ. «Αυτό ακριβώς θα κάνω... Θα

σου τηλεφωνήσω στις δεκαπέντε του μηνός και θα κανονίσουμε μια συνάντηση με τη Μαρίζ. Ηοποία ελπίζω να μη μάθει τίποτα απ’ όλα αυτά». Πέταξε τη φυλλάδα στο κρεβάτι.«Την προστατεύω όσο μπορώ», είπε κοφτά η Λία. «Αλλά δεν είμαι υπεράνθρωπος, Σεθ. Η

πραγματικότητα είναι σκληρή και όλα τα παιδιά αναγκάζονται κάποτε να χάσουν την αθωότητάτους». Ξαφνικά η έκφρασή της άλλαξε. «Όπως την έχασες κι εσύ», ψιθύρισε, ακουμπώντας το χέριτου. «Με συγχωρείς, δεν το σκέφτηκα».Ο Σεθ δεν ήθελε τον οίκτο της. Έπιασε το χέρι της και το άφησε να πέσει. «Ελπίζω να πάει καλά η

συναυλία στο Αμβούργο», είπε ψυχρά.

Page 70: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Θα δώσω τα χαιρετίσματά σου στον Ιβόρ».Τα μάγουλα της Λία ήταν κόκκινα απ’ το θυμό. Ο Σεθ τη φίλησε στο στόμα βίαια, έπειτα

στράφηκε και βγήκε απ’ το δωμάτιο.Κατέβηκε τα σκαλιά τρέχοντας, διέσχισε το λόμπι και βγήκε στην ανοιξιάτικη λιακάδα. Είχε

μπουχτίσει από Βιέννη. Καιρός για Μανχάταν, σκέφτηκε. Εκεί θα πήγαινε τώρα. Στο σπίτι του, όπουήξερε τι του γινόταν.

Page 71: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11

«Πάμε να δούμε τους νάρκισσους, μαμά».«Πάμε», είπε η Λία, χαμογελώντας τρυφερά στην κόρη της. Η Μαρίζ φορούσε τις καινούριες της

κίτρινες γαλότσες, ένα αδιάβροχο κι ένα καπέλο με πλατύ γείσο. Η Λία πήρε από την κρεμάστρα τοαδιάβροχό της και μια ομπρέλα πριν βγουν έξω.Εισέπνευσε βαθιά. Βρεγμένο χώμα, καινούρια φύλλα και η υπόσχεση της άνοιξης. Μακάρι να

μπορούσε να τα απολαύσει...Όμως δεν μπορούσε. Έπρεπε να μιλήσει στη Μαρίζ για τον Σεθ.Ο Σεθ δεν επρόκειτο να υποχωρήσει αυτή τη φορά.«Μαρίζ», είπε όταν έσκυψαν να κόψουν λίγους νάρκισσους. «Έχω να σου πω σημαντικά νέα».«Πέρασα το τεστ της αριθμητικής;»Η Λία γέλασε μελαγχολικά. «Πήρες άριστα στα αγγλικά, αυτό ξέρω μόνο. Αλλά κάτι άλλο θέλω να

σου πω».Η Μαρίζ έκρυψε τη μύτη της σ’ ένα κίτρινο λουλούδι και την κοίταξε ανήσυχα. «Δεν είσαι

άρρωστη σαν τη μαμά της Μαίρης Μπλάντεν, έτσι;»«Όχι, είμαι μια χαρά. Για κάτι άλλο πρόκειται. Για τον πατέρα σου, Μαρίζ».Η Μαρίζ χαμήλωσε τα μάτια της. «Τι δηλαδή;»«Πριν από χρόνια, όταν κατάλαβα ότι ήμουν έγκυος, του είχα γράψει σχετικά μ’ εσένα. Ποτέ δεν

απάντησε στα γράμματά μου».«Δε με ήθελε», είπε η Μαρίζ, με μια λογική που τσάκιζε κόκαλα.«Κι εγώ αυτό σκέφτηκα τότε», παραδέχτηκε η Λία. «Αλλά έκανα λάθος. Κάποιος πήρε τα

γράμματα πριν προλάβει να τα διαβάσει εκείνος. Έτσι, δεν ήταν δικό του λάθος που ποτέ δενεπικοινώνησε μαζί μου».«Και πώς το ανακάλυψες;»«Τον συνάντησα πάλι τυχαία στις διακοπές. Και τον ξαναείδα την περασμένη βδομάδα στη Βιέννη.

Μου έδειξε αποδείξεις σχετικές με τα γράμματα. Δε θέλω να πιστεύεις ότι μας απέφευγε επειδή δενοιαζόταν για σένα. Αυτό δεν είναι αλήθεια».«Ω», έκανε η Μαρίζ. Άρχισε να μαδάει μεθοδικά τα πέταλα ενός νάρκισσου. «Θα έρθει στο

σχολείο μου; Για να δουν τα άλλα παιδιά ότι έχω έναν πραγματικό μπαμπά;»Η καρδιά της Λία σφίχτηκε. «Θέλεις;»«Μμμ... Είμαι το μόνο παιδί που δεν έχει κάπου έναν πατέρα. Τα άλλα με πειράζουν μερικές φορές

και με βρίζουν».Η Λία μπορούσε να φανταστεί τι είδους βρισιές ήταν αυτές. «Αυτό δε μου το είχες ξαναπεί», είπε

συγκρατημένα.«Τι νόημα θα είχε;»Τι, αλήθεια; Η Λία έκοψε έναν άσπρο νάρκισσο και τον πρόσθεσε στο μπουκέτο της. Φαίνεται ότι

η απόφαση είχε ληφθεί για λογαριασμό της· έπρεπε να επιτρέψει στον Σεθ να γνωρίσει τη Μαρίζ.«Πιστεύω ότι θα έρθει στο σχολείο σου», είπε. «Πραγματικά θέλει να σε γνωρίσει».Η Μαρίζ κάθισε απότομα στο νωπό χώμα. «Δεν ξέρω τι να του πω».

Page 72: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Ίσως ούτε κι αυτός να ξέρει τι να σου πει. Στην αρχή τουλάχιστον. Αλλά, με την προϋπόθεση ότιτο θες κι εσύ, θα ήθελε να σε βλέπει. Μένει στο Μανχάταν, οπότε μπορείτε να βρισκόσαστε όσοσυχνά θέλεις».«Και οι τρεις μαζί».«Μερικές φορές δε θα είμαι εκεί», είπε αδιάφορα η Λία.«Θα τον παντρευτείς;»«Όχι». Νιώθοντας ένα δυνατό σφίξιμο στο στομάχι, η Λία θυμήθηκε με ποιον τρόπο της είχε

ζητήσει ο Σεθ να τον παντρευτεί και πόσο γρήγορα απέρριψε εκείνη την πρότασή του.«Πώς τον λένε;»«Σεθ Τάλμποτ».Η Μαρίζ έδειχνε φοβισμένη. «Θα αλλάξουν όλα».Η Λία θα μπορούσε να το αρνηθεί, αλλά προσπαθούσε να λέει πάντα την αλήθεια στην κόρη της.

«Ναι, κάποια πράγματα θ’ αλλάξουν».«Μου μοιάζει;»Η Λία ήταν προετοιμασμένη γι’ αυτό και είχε τυπώσει μια φωτογραφία του Σεθ από το Ίντερνετ.

Ήταν καθισμένος στο γραφείο του, φορώντας ένα κοστούμι με λεπτές ρίγες, με φόντο τουςουρανοξύστες του Μανχάταν. Τα πυκνά ξανθά μαλλιά του ήταν ακατάστατα, τα μάτια του είχαν έναεκπληκτικά καθαρό πράσινο χρώμα. «Αυτός είναι», είπε στη Μαρίζ.«Είναι πολύ μεγαλόσωμος», σχολίασε εκείνη.«Είναι ψηλός, ναι. Αλλά όχι κακός σαν τον Τόμι Έβανς. Θα είναι καλός μαζί σου, λουκουμάκι

μου».Ο Τόμι Έβανς ήταν ο νταής της περιοχής. «Τα μάτια του είναι σαν τα δικά μου. Αν είναι τόσο

καλός, γιατί δε θες να τον παντρευτείς;»«Πρέπει να είσαι ερωτευμένος για να παντρευτείς».Η Μαρίζ κοίταξε τη φωτογραφία συνοφρυωμένη. «Πρέπει να τον αγαπήσω;»Η κόρη της είχε μια τάση να κάνει δύσκολες ερωτήσεις. «Η αγάπη δεν είναι ζήτημα της στιγμής,

χρειάζεται χρόνο», απάντησε η Λία. «Συμπάθησέ τον πρώτα. Μπορούμε να συναντηθούμε στοΣτόουνιμπρουκ, στο καφέ. Σ’ αρέσει το σάντουιτς με τόνο που φτιάχνουν εκεί».Η Μαρίζ έδειξε ακόμα πιο φοβισμένη. «Πότε;»«Θα του τηλεφωνήσουμε όταν γυρίσουμε στο σπίτι. Τι θα ’λεγες για μεσημεριανό το Σάββατο;»«Καλά. Μπορώ να μιλήσω στη Σούζι γι’ αυτόν; Και να της δείξω τη φωτογραφία του;»Η Σούζι ήταν η καλύτερη φίλη της Μαρίζ. «Φυσικά και μπορείς», είπε η Λία κι έδωσε τη

φωτογραφία στην κόρη της.«Μπορώ να πάω στη Σούζι τώρα;»«Μόνο για λίγο. Πρέπει να κάνεις τα μαθήματά σου».Η Λία ήξερε ότι η κόρη της ίσως να έλεγε στη Σούζι περισσότερα απ’ ό,τι σ’ εκείνη σχετικά με τα

συναισθήματά της. Πέρασαν μέσα από το δάσος κι έφτασαν στο γειτονικό κτήμα, μιλώντας γιαοτιδήποτε άλλο εκτός από τον Σεθ. Η Μαρίζ κρατούσε ένα μπουκέτο με νάρκισσους για τη μητέρατης φίλης της. Η Λία γύρισε στο σπίτι. Χωρίς να δώσει στον εαυτό της χρόνο για να σκεφτεί,σήκωσε το τηλέφωνο και πληκτρολόγησε τον προσωπικό αριθμό του Σεθ στη δουλειά.«Τάλμποτ», απάντησε κοφτά εκείνος.«Η Λία είμαι».Η καρδιά του Σεθ αναπήδησε. «Δεκατέσσερις έχουμε ακόμα».

Page 73: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Μίλησα σήμερα στη Μαρίζ. Θα σε συναντήσουμε στο Μέιπλγουντ Καφέ στο Στόουνιμπρουκ. ΤοΣάββατο. Μπορείς να είσαι εκεί το μεσημέρι;»Ο λαιμός του Σεθ είχε κλείσει. «Ναι», είπε. «Μπορώ».Η Λία του έδωσε οδηγίες. «Θέλει να με συναντήσει;» τη ρώτησε ταραγμένος.«Είναι φοβισμένη, αλλά θα συνέλθει».«Εγώ να δεις πόσο φοβισμένος είμαι!»«Θα τα πάτε μια χαρά».«Την τελευταία φορά που μιλήσαμε ήσουν αποφασισμένη να την κρατήσεις μακριά μου. Τι

άλλαξε;»«Θέλει να πας στο σχολείο της. Για να δουν τα άλλα παιδιά ότι έχει έναν αληθινό μπαμπά όπως

όλοι». Η φωνή της Λία κόμπιασε. «Της λένε άσχημα πράγματα, Σεθ. Δεν το ήξερα μέχρι σήμερα».Ο Σεθ βλαστήμησε μέσα από τα δόντια του. «Τα παιδιά μπορούν να γίνουν πιο σκληρά από τους

ενηλίκους».«Θα το κάνεις αυτό για τη Μαρίζ;»«Ασφαλώς. Πώς πήγε το κοντσέρτο στο Αμβούργο;»«Μόλις ξεπέρασα τη ζαλάδα μου, πήγε μια χαρά».«Όποτε θα με κοιτάζεις στα μάτια θα θυμάσαι το κρεμ ντε μεντ;»«Ο καιρός θα δείξει».Η φωνή του Σεθ σκλήρυνε. «Πρόσεξα ότι δεν πρότεινες να συναντηθούμε στο Λιβάδι».«Όχι... Δεν είμαι ακόμα έτοιμη να σε δεχτώ εκεί», είπε η Λία.«Πρέπει να κερδίσω το δικαίωμα;»Η Λία τινάχτηκε, ακούγοντας την πικρία στη φωνή του. «Δεν ξέρω. Απλώς δεν ξέρω».«Εντάξει. Το Σάββατο το μεσημέρι», είπε ο Σεθ κοφτά. «Θα έρθω νωρίς για να μην κάνω τη Μαρίζ

να περιμένει».«Καλή ιδέα», απάντησε σφιγμένα η Λία. «Γεια σου, Σεθ».«Γεια».Η Λία άφησε το ακουστικό στη θέση του και κοίταξε τις σταγόνες της βροχής που κυλούσαν στο

τζάμι. Σε τρεις μέρες από σήμερα θα ξανάβλεπε τον Σεθ. Όμως δε θα μπορούσε να τον αγγίξει ή νατου μιλήσει προσωπικά.Θα τον μοιραζόταν με τη Μαρίζ.

* * *Η Λία ένιωθε τα δάχτυλα της Μαρίζ παγωμένα καθώς έμπαιναν στο καφέ. Ο Σεθ καθόταν σ’ ένατραπέζι κοντά στο παράθυρο, αρκετά απομονωμένο απ’ τα υπόλοιπα. Σηκώθηκε όταν τις είδε ναμπαίνουν.Η Λία προχώρησε, χαμογελώντας σ’ ένα γνωστό της ζευγάρι. «Λία... χαίρομαι που σε βλέπω», είπε

άνετα ο Σεθ και τη φίλησε στο μάγουλο. Έπειτα έσκυψε και χαμογέλασε στη Μαρίζ. «Γεια σου,Μαρίζ», είπε απαλά. «Θα έπρεπε να είχαμε συναντηθεί πολύ νωρίτερα... Λυπάμαι γι’ αυτό».Η Μαρίζ τον κοίταξε με τα μεγάλα πράσινα μάτια της που δεν αποκάλυπταν τίποτα. «Η μαμά μού

είπε για τα γράμματα. Γιατί να κάνει κανείς κάτι τέτοιο;»Ο Σεθ δε συνήθιζε να λέει ψέματα. «Η μητέρα μου είχε δική της άποψη για το πώς έπρεπε να είναι

η γυναίκα που θα παντρευόμουν και η μητέρα σου δεν της έκανε. Έτσι, κατέστρεψε τα γράμματαπου μου έστειλε».

Page 74: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Όπως στα παραμύθια», είπε η Μαρίζ. «Ήταν η κακιά».«Κάπως έτσι».«Τα παιδιά στο σχολείο με κοροϊδεύουν που δεν έχω μπαμπά».Ο Σεθ έκανε ένα μορφασμό. «Λυπάμαι πολύ γι’ αυτό. Πάρα πολύ».Η Μαρίζ κοίταξε τη μητέρα της. «Μπορώ να πάρω ένα σάντουιτς με τόνο κι ένα μιλκσέικ

σοκολάτα;»«Φυσικά», απάντησε η Λία. «Αλλά πρέπει να αφήσουμε τον Σεθ να κοιτάξει το μενού».Ο Σεθ το είχε αποστηθίσει όσο τις περίμενε. «Θα πάρω ένα σάντουιτς με κοτόπουλο, τηγανητές

πατάτες και καφέ».«Οι τηγανητές πατάτες είναι ανθυγιεινές», είπε αυστηρά η Μαρίζ.«Μαρίζ...» μουρμούρισε η Λία.«Είναι. Μας το είπε η δεσποινίς Μπρέντον στο μάθημα υγιεινής».«Η δεσποινίς Μπρέντον έχει δίκιο», είπε ο Σεθ. «Αλλά μερικές φορές παραβαίνω τους κανόνες.

Εσύ δεν παραβαίνεις ποτέ τους κανόνες, Μαρίζ;»Η Μαρίζ ανασάλεψε στο κάθισμά της. «Αυτό είναι μυστικό ανάμεσα σ’ εμένα και την καλύτερη

φίλη μου, τη Σούζι. Εσύ έχεις καλύτερο φίλο;»«Ένας καλός μου φίλος ζει στο Βερολίνο. Αυτός μ’ έμαθε να ακούω κλασική μουσική».«Δηλαδή δεν τον βλέπεις συχνά».«Όχι τόσο συχνά όσο θα ήθελα».«Η Σούζι μένει στο διπλανό μας σπίτι».Η συζήτηση διακόπηκε όταν τους πλησίασε η σερβιτόρα. Ο Σεθ ένιωσε τεράστια ανακούφιση.

Έδωσαν όλοι τις παραγγελίες τους και ύστερα απλώθηκε σιωπή. «Στον Σεθ αρέσει πολύ τοκολύμπι», είπε η Λία.«Ξέρω ύπτιο», είπε η Μαρίζ.«Πού κολυμπάς;» ρώτησε ο Σεθ.«Έχουμε πισίνα στο σπίτι μας».Η Λία χαμογέλασε. «Κέρδισα στο διαγωνισμό της Φιλανδίας τον περασμένο χρόνο. Ο Σιμπέλιους

πλήρωσε για την πισίνα μας».«Όταν κάνεις ύπτιο», είπε ο Σεθ, «είναι δύσκολο να βλέπεις πού πηγαίνεις».«Όχι όταν κοιτάζεις πάνω απ’ τον ώμο σου».«Έρχεται το μιλκσέικ σου, Μαρίζ», είπε ανάλαφρα η Λία. «Και στις βουτιές είσαι καλή».«Δεν κρατάω πια τη μύτη μου».Η κουβέντα συνεχιζόταν με κόπο. Ο Σεθ έβλεπε ότι η Μαρίζ δεν του παραχωρούσε ούτε πόντο. Και

γιατί άλλωστε; Η απουσία του της προκαλούσε θλίψη για χρόνια. Μαζί με τη θλίψη ήταν σίγουροςότι η μικρή ένιωθε και θυμό. Θα γίνω και παιδοψυχολόγος τώρα, σκέφτηκε ειρωνικά, καθώς έτρωγετις πατάτες του.Η Μαρίζ τις κοιτούσε. «Πάρε αν θέλεις», της είπε απαλά ο Σεθ. «Λία, μου είπες ότι πρόκειται να

κάνεις σύντομα κάποια ηχογράφηση;»«Τη μεθεπόμενη βδομάδα. Μέχρι τότε έχω οχτώ ολόκληρες μέρες ελεύθερες. Τρομερή

πολυτέλεια».«Δουλεύεις σκληρά», σχολίασε ο Σεθ.«Ενώ εσύ όχι», απάντησε η Λία, υψώνοντας το φρύδι της.Ήταν ντυμένη σπορ, με τζιν και πουλόβερ που εφάρμοζε στα στήθη της. Ο Σεθ έκανε ό,τι

Page 75: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

μπορούσε για να την κοιτάζει στα μάτια. «Φημίζομαι γι’ αυτό. Εσύ δουλεύεις σκληρά στο σχολείο,Μαρίζ;»Όταν ήταν παιδί, πάντα δεν απεχθανόταν τους μεγάλους που έκαναν τέτοιες ανόητες ερωτήσεις για

το σχολείο;«Μερικές φορές».Η Λία άρχισε να περιγράφει κάποιες από τις εκθέσεις της Μαρίζ, προσπαθώντας φιλότιμα να

λαδώσει τα γρανάζια της συζήτησης. Ο Σεθ, όπως έβλεπε, προσπαθούσε εξίσου φιλότιμα ναπλησιάσει τη Μαρίζ, αλλά χωρίς επιτυχία.Τώρα άρχιζε να καταλαβαίνει πόσο βαθιά είχε σημαδέψει την κόρη της η έλλειψη του πατέρα.

Ξεκίνησε να μιλάει για το διαγωνισμό στον οποίο είχε βραβευτεί η Μαρίζ για ένα ποίημα για ταρακούν. Η Μαρίζ δεν έλεγε τίποτα.«Λοιπόν, νομίζω ότι είναι ώρα να πηγαίνουμε», είπε χαρούμενα η Λία μετά το επιδόρπιο. «Η Σούζι

θα έρθει να μείνει απόψε στο σπίτι μας».Ο Σεθ ήλπιζε ότι το μεσημεριανό θα τελείωνε μ’ αυτόν και την κόρη του να κάνουν μια μικρή

βόλτα, αλλά αποφάσισε να μην το προτείνει. «Τι θα ’λεγες την επόμενη φορά να έρθεις στοΜανχάταν με τη μητέρα σου, Μαρίζ; Έχεις πάει ποτέ στο Παιδικό Μουσείο;»Η Μαρίζ κούνησε το κεφάλι, κοιτάζοντας το πιάτο της. «Είναι ωραίο μέρος», είπε σιγανά.«Τότε θα το κανονίσουμε». Ο Σεθ έσκυψε και της ανασήκωσε απαλά το πιγούνι. «Ξέρω ότι αυτό

είναι δύσκολο για σένα –για όλους μας είναι, αλλά για σένα περισσότερο. Θα κάνω ό,τι μπορώ γιανα είμαι καλός πατέρας. Αλλά θα μας πάρει καιρό να συνηθίσουμε ο ένας τον άλλον. Ναεμπιστευτούμε ο ένας τον άλλον».«Θα έρθεις στο σχολείο καμιά φορά; Για να δουν τα παιδιά ότι υπάρχεις;»Ο Σεθ ένιωσε τα μάτια του να τσούζουν. «Φυσικά. Όποτε θέλεις και όσο συχνά θέλεις».«Εντάξει».Και η Μαρίζ έδειχνε έτοιμη να βάλει τα κλάματα. Ο Σεθ πλήρωσε για το φαγητό και σηκώθηκαν.

«Λία, θα μιλήσουμε σύντομα», είπε όταν βγήκαν στο πεζοδρόμιο. «Προς το παρόν, γεια σου,Μαρίζ».Ύστερα τις παρακολούθησε να απομακρύνονται. Η Μαρίζ δεν του κούνησε το χέρι της.Όταν κάθισε στο τιμόνι της αγαπημένης του κόκκινης Πόρσε, συνειδητοποίησε ότι ήταν

εξαντλημένος. Πιο εύκολα θα πετύχαινε τη συγχώνευση δύο εταιρειών, παρά να πλησιάσει έναεφτάχρονο παιδί που δεν ήθελε να το πλησιάσει.Η Λία δεν πρέπει να χάρηκε όταν της πρότεινε να φέρει τη Μαρίζ στο Μανχάταν, όμως δεν είπε

τίποτα.Μήπως δε ζητούσε μόνο επαφή με τη Μαρίζ αλλά και περισσότερα από τη Λία;Μακάρι να ήξερε.Θα γύριζε στο σπίτι του και θα περνούσε το βράδυ ακούγοντας τα CD της, όσο μίζερο κι αν του

φαινόταν αυτό.Ο ήχος του βιολιού από ένα κοντσέρτο του Παγκανίνι πλανιόταν στο σαλόνι του όταν χτύπησε το

τηλέφωνο. Ο Σεθ το σήκωσε. «Σεθ Τάλμποτ».«Καλό γούστο στη μουσική», είπε η Λία.«Το καλύτερο». Συνειδητοποιώντας ότι γελούσε σαν χαζός, ο Σεθ πρόσθεσε: «Τι τρέχει;»Ακολούθησε μικρή παύση. «Δε θέλω να κατηγορείς τον εαυτό σου γι’ αυτό που έγινε σήμερα»,

είπε σφιγμένα η Λία.

Page 76: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Αυτό που δεν έγινε, θες να πεις. Ομολογώ ότι αισθανόμουν απαίσια καθώς γυρνούσα στο σπίτι.Χρειάζεται χρόνος, Λία. Αυτό είναι όλο».Η παύση ήταν μεγαλύτερη αυτή τη φορά. «Θέλεις να έρθεις το επόμενο Σαββατοκύριακο στο

Λιβάδι;»Ο Σεθ αιφνιδιάστηκε. «Το εννοείς;» ρώτησε κατάπληκτος.«Ναι».«Τι σ’ έκανε να αλλάξεις γνώμη;»«Δεν μπορώ να κρατήσω χώρια εσένα και τη Μαρίζ. Θα ήταν λάθος ακόμα και να προσπαθούσα.

Δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο απελπισμένα χρειαζόταν μια πατρική φιγούρα... Έχω πολλέςενοχές, Σεθ».«Εγώ είμαι αυτός που θα ’πρεπε να έχει ενοχές».«Όχι, δεν έχεις δίκιο. Η μητέρα σου θα ’πρεπε».«Τώρα το πέτυχες!»Η Λία συνέχισε σιγανά. «Σε παρακολουθούσα σήμερα με τη Μαρίζ. Προσπαθούσες να την

πλησιάσεις, όμως ποτέ δεν υπερέβης τα όριά της. Θα γίνεις πολύ καλός πατέρας».Για δεύτερη φορά την ίδια μέρα ο Σεθ ένιωσε τα μάτια του να δακρύζουν. «Ευχαριστώ», είπε

σοβαρά. «Μακάρι να συμφωνούσε μαζί σου και η Μαρίζ».«Ίσως να βοηθούσε αν ερχόσουν εδώ».«Η Μαρίζ κι ένα τσουβάλι ενοχές –αυτοί είναι οι μόνοι λόγοι για τους οποίους με προσκαλείς;»«Δε... δεν ξέρω».«Ξεκαθάρισέ το, Λία».«Κάθε φορά που σε βλέπω ανακαλύπτω νέες πτυχές. Νέα βάθη», απάντησε η Λία αγανακτισμένη.

«Όταν ήμουν μεθυσμένη, σου είπα ότι με μπερδεύεις. Ακόμα με μπερδεύεις. Αλλά μου κεντρίζειςκαι το ενδιαφέρον. Θέλω να μάθω τι σε κάνει να αντιδράς. Αυτό δε θα ’πρεπε καν να σου το πω,αλλά η γλώσσα μου έχει την κακή συνήθεια να με προδίδει. Πραγματικά μου αρέσεις, Σεθ».Ο Σεθ αισθάνθηκε να του φεύγει ένα βάρος. «Κι εμένα μου αρέσεις», είπε βραχνά.«Μια που είμαστε γονείς της Μαρίζ, αυτό είναι καλό, δε νομίζεις;» Ο τόνος της φωνής της ήταν

τώρα πιο ανάλαφρος.«Δηλαδή θα σταματήσουμε να μαλώνουμε;»«Υπό την προϋπόθεση ότι θα κάνεις πάντα ό,τι σου λέω».«Τι πιθανότητες υπάρχουν να συμβεί κάτι τέτοιο;»«Τρομερά λίγες», είπε εύθυμα η Λία.«Θα ήθελα πολύ να ήσουν τώρα εδώ», είπε ο Σεθ. «Να ξαπλώναμε και να σου έδειχνα πόσο μ’

αρέσεις».Η καρδιά της Λία χτυπούσε σαν ταμπούρλο. «Τα άσεμνα τηλεφωνήματα απαγορεύονται».«Δειλή».«Ναι, είμαι. Αλλά στο Λιβάδι δεν πρόκειται να...»«Τότε πρέπει να σε παρασύρω στο σπίτι μου. Η κρεβατοκάμαρά μου έχει φεγγίτες και

μπαλκονόπορτες που βγάζουν σε ρουφ γκάρντεν».«Κρεβάτι έχει;»«Μπαίνεις κατευθείαν στην ουσία. Τι ώρα να έρθω το Σάββατο;»«Δε θα μπορέσω να μείνω πολύ μαζί σου», είπε βιαστικά η Λία. «Πρέπει να μελετήσω για τις

ηχογραφήσεις».

Page 77: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Δεν πειράζει», είπε ήρεμα ο Σεθ. «Τι ώρα;»«Μπορείς πρωί; Όσο νωρίτερα σε βολεύει».Ο Σεθ έπρεπε να βρίσκεται στο Τέξας το Σάββατο το πρωί. «Στις εννιάμισι», είπε αμέσως.«Ο καφές θα είναι έτοιμος». Ξαφνικά η Λία άρχισε να κομπιάζει. «Ελπίζω... εννοώ, εύχομαι...

Διάβολε, δεν ξέρω τι εννοώ».Έτσι ένιωθε και ο Σεθ, όμως δε σκόπευε να το παραδεχτεί. «Θα τα πούμε το Σάββατο», είπε κι

έκλεισε το τηλέφωνο.Πώς ήταν δυνατόν μια γυναίκα κι ένα μικρό παιδί να τον αναστάτωναν τόσο;Σμίγοντας τα φρύδια του, ο Σεθ έκοψε τον Παγκανίνι στη μέση του αντάτζο και τον αντικατέστησε

με τον Λούις Άρμστρονγκ. Δευτέρα πρωί πρωί θα τηλεφωνούσε στο Τέξας.

* * *Στις δύο το μεσημέρι του Σαββάτου ο Σεθ άρχισε ν’ αναρωτιέται γιατί είχε έρθει. Το Λιβάδι ήτανόμορφο, ένας συνδυασμός ατημέλητου δασότοπου και φουντωμένων κήπων. Το ίδιο το σπίτι ήτανφιλόξενο, άνετο και ευχάριστα αναστατωμένο. Η νταντά είχε ρεπό εκείνο το Σαββατοκύριακο. ΗΛία τον υποδέχτηκε στην πόρτα, κρατώντας μια κούπα με καφέ. Έδειχνε γεμάτη ένταση καικουρασμένη, όμως ο Σεθ δεν το σχολίασε.Η Μαρίζ ήταν ευγενική και απόμακρη. Ο Σεθ προσπαθούσε να της δείξει ότι νοιαζόταν, χωρίς να

την πιέσει. Έπειτα, ενώ καθόταν στη βεράντα, άκουσε τη φωνή της από το ανοιχτό παράθυρο πίσωτου. «Μα, θέλω να κολυμπήσω, μαμά».«Δεν μπορώ να σταματήσω ακόμα, Μαρίζ. Πρέπει να τελειώσω τη σονάτα».«Θα κάνεις εκατό ώρες», γκρίνιαξε η Μαρίζ.«Όχι, δεν πρόκειται να κάνω πάνω από μια ώρα».«Μια ώρα είναι ολόκληρη αιωνιότητα».«Γιατί δε ρωτάς τον πατέρα σου αν θέλει να κολυμπήσετε;»«Δε θα έχει μαζί του μαγιό».«Ρώτησέ τον».«Δε θέλω!»Η Λία αναστέναξε. «Τότε πρέπει να περιμένεις εμένα».Πέντε λεπτά αργότερα η μπαλκονόπορτα άνοιξε και η Μαρίζ πλησίασε τον Σεθ. Εκείνος την

κοίταξε χαμογελώντας. «Γεια. Τι γίνεται;»Εκείνη δάγκωνε το κάτω χείλι της. «Θες να κολυμπήσουμε;» μουρμούρισε.«Φυσικά. Δώσε μου μόνο πέντε λεπτά ν’ αλλάξω. Θα με περιμένεις εδώ;»Το πρόσωπο της Μαρίζ φωτίστηκε. «Ναι».Ανεβαίνοντας επάνω, ο Σεθ αναρωτιόταν αν ήταν ανόητο να θεωρεί αυτή την έκβαση ένα μικρό

θρίαμβο. Φόρεσε ένα μακό και το μπλε μαγιό του και ξανακατέβηκε στη βεράντα. Η Μαρίζ ήταν ήδηεκεί, φορώντας ένα φωτεινό ροζ μαγιό και φορτωμένη μ’ ένα σωρό φουσκωτά παιχνίδια. «Πάμε»,της είπε.Ξεκλείδωσε την καγκελόπορτα για την πισίνα, πέταξε την πετσέτα του σε μια καρέκλα κι έβγαλε το

μπλουζάκι του. «Ο τελευταίος χάνει», είπε. «Έτσι δε λένε τα παιδιά;»Το βλέμμα της Μαρίζ ήταν καρφωμένο στο πλευρό του. «Ποιος σου το ’κανε αυτό;»Το σημάδι ήταν ακόμα μια άσχημη κόκκινη ουλή. «Α, ήταν... ένα ατύχημα».«Μερικές φορές η Σούζι κι εγώ βλέπουμε καουμπόικες ταινίες. Σε πυροβόλησε κανένας κακός;»

Page 78: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Ναι...»«Ήσουν σε ταχυδρομική άμαξα;»Ο Σεθ κάθισε στην άκρη της πισίνας και χτύπησε το τσιμέντο δίπλα του. «Ήμουν στην Αφρική».«Ουάου», έκανε η Μαρίζ. «Είχε και λιοντάρια;»Προσπαθώντας να λογοκρίνει την αλήθεια αλλά ταυτόχρονα να κρατήσει το ενδιαφέρον της, ο Σεθ

άρχισε να της εξιστορεί. Εκείνη τον διέκοπτε κάθε τόσο με ερωτήσεις. Της είπε για τα παιδιά πουείχε γνωρίσει στα ταξίδια του στον Τρίτο Κόσμο. Η Μαρίζ τον πλησίασε λίγο ακόμα, γελώντας μεκάποια από τα αστεία του και γουρλώνοντας τα μάτια όταν της περιέγραφε μια παρ’ ολίγονσυμπλοκή του μ’ ένα λιοντάρι.«Αυτά κι άλλα πολλά», πρόσθεσε τέλος, νιώθοντας σαν να είχε μόλις κερδίσει το βραβείο Νόμπελ.

«Δεν πάμε τώρα για κολύμπι;»«Θα σου δείξω το ύπτιό μου», είπε η Μαρίζ μ’ ένα ντροπαλό χαμόγελο.«Βεβαίως!», απάντησε ο Σεθ και μπήκε στο νερό.Από το παράθυρο του επάνω ορόφου η Λία παρακολουθούσε πατέρα και κόρη να χοροπηδούν στο

νερό. Τους είδε επίσης να κάθονται δίπλα δίπλα και να συζητούν, με τη Μαρίζ να κοιτάζει τον Σεθστα μάτια.Αλλαγές, σκέφτηκε. Πολλές αλλαγές.Ο Σεθ και η Μαρίζ άρχιζαν να χτίζουν μια σχέση. Χαιρόταν γι’ αυτό. Όμως δεν μπορούσε να

αγνοήσει και τις συνέπειες. Από τώρα και στο εξής θα μοιραζόταν την κόρη της με τον Σεθ.Μην είσαι ανόητη, μάλωσε τον εαυτό της. Ήδη τη μοιράζεσαι με τη Νάνσι. Και η αγάπη δεν είναι

κάτι που μετριέται με το σταγονόμετρο.Μακάρι ο Σεθ να μην ήταν τόσο ταμπουρωμένος, τόσο επιφυλακτικός. Μερικές φορές είχε την

αίσθηση ότι μόνο στο κρεβάτι ήταν πραγματικά ο εαυτός του.Ο Σεθ βγήκε απ’ την πισίνα και απομάκρυνε απ’ τα μάτια του τα μαλλιά του. Έπειτα έσκυψε κι

έβγαλε τη Μαρίζ, καθίζοντάς την προσεκτικά δίπλα του. Εκείνη γέλασε με κάτι που της είπε.Πατέρας και κόρη, πλάι πλάι. Πιάνοντας ένα χαρτομάντιλο, η Λία σκούπισε τα μάτια της κι

απομακρύνθηκε από το παράθυρο. Έβλεπε την παρτιτούρα σαν ένα συνονθύλευμα από νότες. Πώςνα μελετούσε, όταν ο κόσμος σειόταν συνέχεια κάτω απ’ τα πόδια της;Ωστόσο, μελέτησε άλλες δύο ώρες, περισσότερο για ν’ αφήσει μόνους τον Σεθ και τη Μαρίζ.

Εντέλει άφησε το βιολί της, κατέβηκε κάτω κι έφαγαν και οι τρεις μαζί, βλέποντας στο βίντεο τονΒασιλιά των Λιονταριών. «Ώρα για ύπνο, λουκουμάκι», είπε η Λία, όταν τέλειωσε η ταινία.«Θα μου διαβάσετε μαζί ένα παραμύθι;» ρώτησε κατεργάρικα η Μαρίζ.«Θα σου διαβάσω ένα κεφάλαιο και ο μπαμπάς σου άλλο ένα», απάντησε η Λία.Κι αυτό ακριβώς έκαναν στο χαριτωμένο κίτρινο δωμάτιο της Μαρίζ. Ο Σεθ διάβαζε το κομμάτι

του σταθερά, με το βλέμμα καρφωμένο στις σελίδες. Έβρισκε τη συμμετοχή του σε μια, όπωςφαινόταν, αγαπημένη ιεροτελεστία πολύ συγκινητική. Όταν ήρθε η ώρα να καληνυχτίσει τη Μαρίζ,τη χτύπησε απαλά στον ώμο. «Θα τα πούμε αύριο», της είπε.«Μπορούμε να πάμε να δούμε τη Σούζι», απάντησε εκείνη, κάνοντας ένα μικρό πηδηματάκι στο

κρεβάτι. «Πιστεύει ότι είναι σπουδαίο που βρίσκεσαι εδώ».«Ωραία, θα πάμε. Καληνύχτα, Μαρίζ... Πέρασα πολύ όμορφα μαζί σου σήμερα».Αφήνοντας τη Λία να καληνυχτίσει την κόρη της με ένα φιλί, κατέβηκε κάτω, πήρε το σακάκι του

και βγήκε έξω. Τα αστέρια φαίνονταν πολύ κοντινά. Τα φύλλα των δέντρων θρόιζαν στο φύσηματης αύρας. Η μητέρα του δε συνήθιζε να φροντίζει το μοναχογιό της και δεν μπορούσε να τη

Page 79: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

φανταστεί να κάθεται και να του διαβάζει τις περιπέτειες του Ποντικομικρούλη.Ως παιδί ήταν περιτριγυρισμένος από χρήμα και ό,τι μπορούσε να αποκτηθεί με αυτό. Όμως η

Μαρίζ ήταν πολύ πιο πλούσια.Ο Σεθ προχωρούσε γρήγορα στο δρομάκι. Σήμερα είχαν γίνει πολλά και το σπουδαιότερο ήταν ότι

είχε περάσει αρκετές ώρες στο αγαπημένο Λιβάδι της Λία. Όλη τη μέρα αισθανόταν έντονα τηνπαρουσία της.Θα ήταν μαρτύριο να κοιμηθεί μόνος στο δωμάτιο των φιλοξενούμενων στη σοφίτα.Μισή ώρα αργότερα γύρισε στο σπίτι. Τα φώτα του χρύσιζαν ανάμεσα στα κλαδιά των δέντρων.

Καλά θα ήταν η Λία να είχε πέσει ήδη για ύπνο. Αρκετά είχε αναστατωθεί εκείνη τη μέρα. Δεν ήτανανάγκη να προσθέσει στα συναισθήματά του και τον πόθο.Καθώς έμπαινε μέσα, την άκουσε να τον φωνάζει απ’ την κουζίνα. Ο Σεθ προχώρησε απρόθυμα

στο χολ. Η Λία στεκόταν μπροστά στην ηλεκτρική κουζίνα, φορώντας τζιν και φαρδύ μπλεπουλόβερ. Τα μαλλιά της ήταν πιασμένα με μια κορδέλα. «Έφτιαξα σοκολάτα. Θέλεις λίγη;» τονρώτησε.«Λέω να αρνηθώ και ν’ ανέβω πάνω, η μέρα ήταν εξαντλητική», της απάντησε.Εκείνη άφησε κάτω την κούπα της και του είπε σιγανά: «Θέλεις να έρθεις στο κρεβάτι μαζί μου;»Για άλλη μια φορά τον αιφνιδίασε. «Αυτό δεν περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα. Μην ξεχνάς τη

Μαρίζ».«Κοιμάται βαθιά και θα κλειδώσω την πόρτα της κάμαράς μου».Ο Σεθ πέρασε τα δάχτυλά του στα μαλλιά του. «Τι συμβαίνει, Λία;»«Σε παρακαλώ, Σεθ... Έλα στο κρεβάτι. Μπορούμε να μιλήσουμε εκεί».Η Λία έδειχνε ακόμα κουρασμένη, τα μάτια της ήταν γεμάτα αβεβαιότητα. Ο Σεθ λύγισε.

«Κλείδωσα την εξώπορτα», είπε πεζά.Εκείνη έσβησε το φως της κουζίνας, αφήνοντας αναμμένο το φως του χολ. Άρχισε να ανεβαίνει τη

σκάλα, νιώθοντας τον Σεθ να την ακολουθεί. Στην κρεβατοκάμαρά της είχε ανάψει δυο κεριά.Μόλις έκλεισε την πόρτα, σκιές τρεμόπαιξαν στο πρόσωπο του Σεθ. Η Λία δεν ήξερε τι να κάνει απόεκεί και μετά.Εκείνος την αγκάλιασε, την τράβηξε κοντά του κι ακούμπησε το πρόσωπό της στο στήθος του. Η

ζεστασιά του σώματός του διαπερνούσε το πουκάμισό του. Ο βαρύς χτύπος της καρδιάς του ήτανκαθησυχαστικός και σιγά σιγά η Λία ένιωσε τη συσσωρευμένη ένταση της μέρας να υποχωρεί. «Πούείναι το νυχτικό σου;» τη ρώτησε.«Κάτω απ’ το μαξιλάρι», του απάντησε.Ο Σεθ ξάπλωσε τη Λία στο κρεβάτι κι άρχισε να τη γδύνει αμίλητος. Τα χέρια του έμειναν λίγο

παραπάνω στις καμπύλες των ώμων και του στήθους της, έπειτα στους γοφούς και στους μηρούςτης καθώς της έβγαζε το τζιν. Στο τέλος τής φόρεσε το άσπρο νυχτικό.Εκείνη ένιωθε όλο της το σώμα ρευστό, έγερνε προς το μέρος του. Όμως ο Σεθ δε βιαζόταν.

Έβγαλε το τζιν και την μπλούζα του και τα πέταξε στο κρεβάτι δίπλα του. Μόνο τότε τη φίλησε.Ήταν ένα παρατεταμένο φιλί χωρίς ίχνος από τη λαχτάρα όλων των προηγούμενων.Συντονισμένη με τη διάθεσή του, η Λία πέρασε το πόδι της πάνω απ’ το δικό του, τον αγκάλιασε

και παραδόθηκε. Αργά και σταθερά ο Σεθ την τραβούσε όλο και πιο βαθιά σ’ ένα μέρος φωτισμένοαπό χρυσαφένιο φως, όχι από αχόρταγες φλόγες. Ζεστασιά υπήρχε, ναι. Ζεστασιά που την έκανε ναλιώνει και την τύλιγε στην οικειότητά της. Αλλά αντί να παγιδευτεί σ’ ένα απελπισμένο κυνηγητόγια την ολοκλήρωση, αισθάνθηκε να την τυλίγουν η έγνοια και η ευαισθησία. Η τρυφερότητα.

Page 80: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Ψιθύρισε το όνομα του Σεθ μ’ έναν αναστεναγμό, χάιδεψε με τα χείλη της τον ώμο του καισυνέχισε μέχρι τη σφιχτή καμπύλη της μέσης του. Ύστερα γύρισε στην αγκαλιά του και τον άφησενα μπει μέσα της, βελούδινος και ταυτόχρονα σκληρός.Ακούγοντάς τη ν’ αναστενάζει από ηδονή, ο Σεθ άρχισε να κινείται αργά. Η Λία βόγκηξε και

ακολούθησε το ρυθμό του. Τα μάτια του ήταν καρφωμένα στο πρόσωπό της, με μια έκφραση πουμόνο τρυφερή θα μπορούσε να τη χαρακτηρίσει.Η καρδιά της άνοιγε όσο η ηδονή έφτανε στην κορύφωσή της. Η αναπνοή της έβγαινε γρήγορη, οι

γοφοί της ανεβοκατέβαιναν για να νιώσει τον Σεθ ακόμα πιο κοντά της, όμως συνέχιζε να τονκοιτάζει στα μάτια. Το χρώμα τους είχε πάρει τώρα το σκούρο πράσινο του δάσους, ο χτύπος τηςκαρδιάς του έμοιαζε με πρωτόγονο τύμπανο. Συνεπαρμένη απ’ το ρυθμό του, η Λία λύγισε τη μέσητης και οι σιγανές κραυγές της ακούστηκαν σαν απόμακρη μουσική. Ο Σεθ βόγκηξε βαθιά. Κιέφτασαν μαζί στην έκσταση, ενωμένοι σαν ένας άνθρωπος.Η Λία ήταν τελείως ακίνητη. Το μάγουλό της ακουμπούσε στο στέρνο του Σεθ κι εκείνος την

κρατούσε σαν να μην ήθελε να την αφήσει ποτέ. Σαν το αργό ξετύλιγμα ενός φύλλου, η Λίααισθάνθηκε το συναίσθημα να ξετυλίγεται στην καρδιά της. Σ’ ερωτεύομαι, σκέφτηκε. Ω Σεθ, σ’ερωτεύομαι...Έκλεισε τα μάτια της, ξέροντας ότι αυτό ήταν αλήθεια. Προς το παρόν ήταν αρκετό –και πολύ

καινούριο για να το μοιραστεί. Και μέσα σε μια απόλυτη αίσθηση γαλήνης αποκοιμήθηκε.

Page 81: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12

Ο Σεθ έπρεπε να φύγει κατευθείαν μετά το μεσημεριανό την Κυριακή για να προετοιμαστεί για έναεπαγγελματικό ταξίδι στη Βενεζουέλα. Η Μαρίζ τον χαιρέτησε αγκαλιάζοντάς τον αδιάφορα καιύστερα βγήκε έξω να παίξει. Η Λία, αμίλητη, τον παρακολουθούσε να βάζει το σακβουαγιάζ του στοπίσω κάθισμα της Πόρσε.Δεν του είχε πει ότι τον αγαπούσε, τη φόβιζε αυτή η σκέψη. Όμως πότε θα τον ξανάβλεπε; «Πολύ

φανταχτερό αυτοκίνητο», του είπε.Εκείνος σηκώθηκε και της χαμογέλασε. «Μπορείς να το οδη-γήσεις. Όποτε θες».«Έτσι απλά το λες;»«Πώς αλλιώς; Έχω να σου κάνω μια πρόταση, Λία. Γιατί δε μένεις στο σπίτι μου αυτή την

εβδομάδα που θα κάνεις την ηχογράφηση; Θα λείπω μέχρι το Σάββατο, οπότε θα το έχεις όλο δικόσου».Θα έβλεπε πού ζούσε ο Σεθ. Ίσως να μάθαινε περισσότερα για τον επιφυλακτικό άντρα που είχε

ερωτευτεί. «Καλό ακούγεται», είπε η Λία.Εκείνος δεν περίμενε να συμφωνήσει τόσο εύκολα. «Σαν στο σπίτι σου», είπε καθώς της έδινε το

εφεδρικό κλειδί. «Θα μπορούσε να έρθει η Μαρίζ το επόμενο Σαββατοκύριακο;»«Βέβαια».Ο Σεθ αποφάσισε να εκμεταλλευτεί το πλεονέκτημά του. «Ο πατέρας μου θέλει πολύ να τη

γνωρίσει».Τα μάτια της Λία σκοτείνιασαν. «Ο πατέρας σου ζει με τη μητέρα σου. Η μητέρα σου δε θέλω ούτε

να πλησιάσει τη Μαρίζ».«Δε σου προτείνω να την προσκαλέσεις».«Θα δω», είπε αντιδραστικά η Λία.Ο Σεθ έγραψε το προσωπικό τηλέφωνο του Άλαν στην κάρτα του. «Ο πατέρας μου θέλει να

επανορθώσει, όχι να καταστρέψει», είπε, χαϊδεύοντας το μάγουλό της. «Αν δεν υπήρχε περίπτωσηνα μας δει η Μαρίζ, θα σε φιλούσα μέχρι να σου κόψω την ανάσα. Θα τα πούμε το Σάββατο τοαπόγευμα».Έβαλε μπροστά το αυτοκίνητο, κόρναρε ρυθμικά για να χαιρετήσει την κόρη του κι έφυγε.

* * *Έξι μέρες μετά ο Σεθ ήταν πολύ χαρούμενος που γύριζε στο σπίτι, ξέροντας πως θα τον περίμενανεκεί η Λία και η Μαρίζ.Δεν είχε μιλήσει με τη Λία αφότου έφυγε από το Λιβάδι, ύστερα από έναν έρωτα τόσο διαφορετικό

που τον είχε αφοπλίσει και αποκαρδιώσει ταυτόχρονα.Υπερβολικό συναίσθημα, σκέφτηκε και χαμογέλασε θλιμμένα καθώς άνοιγε την πόρτα. Αλλά το

πρώτο πρόσωπο που είδε δεν ήταν ούτε η Λία ούτε η Μαρίζ. Ήταν ο πατέρας του, με το πουκάμισοτσαλακωμένο και καταλερωμένο. «Σεθ!» αναφώνησε. «Δε σε περιμέναμε τόσο γρήγορα».Ώστε η Λία έχει προσκαλέσει τον πατέρα μου, σκέφτηκε ο Σεθ με ευγνωμοσύνη.«Το αεροπλάνο έφτασε νωρίς. Πώς είσαι, πατέρα;»

Page 82: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Ο Άλαν χαμογέλασε με έναν απροσδόκητα παιδικό τρόπο. «Υπέροχα», απάντησε. «Πέρασα τημέρα με τη Λία και την απίστευτα γοητευτική εγγονή μου, την οποία πήγα μια βόλτα στο αγαπημένομου βιβλιοπωλείο. Μιλούσε ασταμάτητα».Ο Σεθ ανοιγόκλεισε τα μάτια του. «Τι είναι αυτά στο πουκάμισό σου;»Ο πατέρας του κοίταξε κάτω. «Ζωγραφική με τα δάχτυλα. Είμαστε στην κουζίνα, δεν έρχεσαι κι

εσύ;»«Είναι εκεί και η Λία;»«Είναι καταπληκτική γυναίκα, Σεθ».Ο Σεθ μουρμούρισε κάτι ακατάληπτο και ακολούθησε τον πατέρα του στην κουζίνα. Οι γρανιτένιοι

πάγκοι ήταν γεμάτοι χαρτιά πασαλειμμένα με διάφορα χρώματα. Η ζεστή μυρωδιά από μπισκότα μεκομμάτια σοκολάτας πλανιόταν στον αέρα. Η Μαρίζ σήκωσε το κεφάλι της. «Γεια!» φώναξε. «Έλανα δεις τη ζωγραφιά μου. Μπορείς να μαντέψεις τι είναι;»«Μμμ... Μια ορχιδέα;» είπε διστακτικά ο Σεθ.Η Μαρίζ έβαλε τα γέλια. «Όχι, είναι ένα φλαμίνγκο. Κοίτα, να τα φτερά του».«Α», έκανε εκείνος. «Τώρα κατάλαβα. Γεια σου, Λία».Η Λία στεκόταν μπροστά στον πάγκο. Όπως πάντα, η ομορφιά της τον μάγεψε. Ο λαμπερός

καταρράκτης των μαλλιών της, οι αισθησιακές καμπύλες των ζυγωματικών της που τώρα είχαν έναόμορφο ρόδινο χρώμα... όλα πάνω της.«Μπορώ να πάρω ένα μπισκότο;» ρώτησε ο Σεθ.Εκείνη του έτεινε το πιάτο, γελώντας. «Φυσικά».Ο Σεθ ενσωματώθηκε εύκολα στην παρέα. Αν ο Άλαν έδειχνε τόσο διαφορετικός, σκέφτηκε, το

ίδιο συνέβαινε και με το σπίτι του. Ήταν αναστατωμένο. Γεμάτο ζωή. Οικογενειακή ζωή.Αυτή τη σκέψη την κράτησε για τον εαυτό του.Μια ώρα αργότερα περπάτησαν όλοι μαζί τα τέσσερα τετράγωνα μέχρι το εστιατόριο όπου σύχναζε

ο Σεθ. Στο δρόμο έπεσαν πάνω σ’ ένα τηλεοπτικό συνεργείο που έκανε δημοσκοπήσεις. Αν και ηΜαρίζ μαγεύτηκε από τις κάμερες και τις ερωτήσεις, ο Σεθ ενοχλήθηκε και την τράβηξε με τρόπο.«Πεινάω σαν λύκος», της είπε. «Η τελευταία φορά που έφαγα ήταν στο Μαϊάμι. Σου είπα για το

σκυλί στο αεροδρόμιο;»Γεμάτη περιέργεια η Μαρίζ έτρεξε δίπλα του. «Δαλματίας ήταν;»«Όχι, ένα σκοτς τεριέ με κοντά πόδια», είπε ο Σεθ και την έπιασε από το χέρι για να περάσουν

απέναντι.«Καινούρια ιστορία είναι αυτή;» ρώτησε με λαχτάρα η Μαρίζ.«Μπορεί».«Μ’ αρέσει έτσι που λες τις ιστορίες. Πώς πρέπει να σε φωνάζω;»Ο Σεθ σταμάτησε απότομα στη μέση του δρόμου. «Μπορείς να με φωνάζεις μπαμπά, αν θέλεις.

Εμένα, πάντως, θα μου έκανε και το ‘‘Σεθ’’».«Το ‘‘μπαμπά’’ είναι καλύτερο», δήλωσε η Μαρίζ. «Τι έγινε με το σκοτς τεριέ;»Ο Σεθ προσπάθησε να συμμαζέψει το μυαλό του. Το χεράκι της κόρης του στο δικό του και ο

εντυπωσιακός τρόπος με τον οποίο τον είχε αποδεχτεί ως πατέρα της τον είχαν αποσυντονίσειεντελώς. «Κοντεύουμε να φτάσουμε στο εστιατόριο», είπε. «Δεν αφήνουμε την ιστορία μέχρι νακαθίσουμε;»Ο Άλαν προχώρησε μπροστά με τη Μαρίζ. Ο Σεθ στράφηκε στη Λία, συνειδητοποιώντας πόσο

σιωπηλή ήταν όλη αυτή την ώρα. «Τι κάνεις;» τη ρώτησε, περνώντας το χέρι του γύρω απ’ τη μέση

Page 83: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

της.«Μου έλειψες», απάντησε εκείνη. Και ήταν αλήθεια. Της έλειπε πολύ, μέρα και νύχτα.«Θα ήθελα πολύ να σου έκανα έρωτα αυτή τη στιγμή», είπε ο Σεθ.«Κι εγώ το ίδιο», απάντησε η Λία, σκύβοντας το κεφάλι.«Για τι άλλο σου έλειψα;» τη ρώτησε και το χαμόγελό του έσβησε.«Θα σου πω αργότερα». Η Λία διέσχισε την όμορφη βεράντα του εστιατορίου και πήγε σε ένα από

τα ζωηρά βαμμένα τραπέζια.Ναι, θα μου πεις, σκέφτηκε ο Σεθ και κάθισε.Όμως εκείνο το βράδυ, όταν η Μαρίζ πήγε για ύπνο, τους πρόλαβε ο Άλαν. «Σεθ, μπορώ να σου

πω κάποια πράγματα; Ιδιαιτέρως».Η Λία σηκώθηκε και τεντώθηκε νωχελικά. «Λέω να κάνω ένα απολαυστικό μπάνιο και να πέσω

στο κρεβάτι νωρίς», είπε. «Θα σας δω το πρωί».Με αποφεύγει, σκέφτηκε ο Σεθ. Τον απέφευγε από τη στιγμή που είχε έρθει σπίτι. Τι συνέβαινε; Δε

θα το μάθαινε μέχρι να μείνουν μόνοι.Προσπαθώντας να καλμάρει τα νεύρα του, την είδε να φεύγει απ’ το δωμάτιο. Ήθελε να την

αγγίξει. Να την κρατήσει στην αγκαλιά του. Έτσι θα μάθαινε τι συνέβαινε.Στο μεταξύ, ο Άλαν πηγαινοερχόταν πάνω στο παλιό ξεθωριασμένο χαλί. «Άφησα τη μητέρα σου»,

είπε απότομα, όταν η Λία έκλεισε την πόρτα πίσω της.«Τι;»«Έγινε έξαλλη όταν της είπα ότι θα ερχόμουν στο Μανχάταν για να δω τη Μαρίζ. Έβγαζε καπνούς.

Μου απαγόρεψε ακόμα και να το σκέφτομαι. Το ένα οδήγησε στο άλλο... και για πρώτη φορά στηζωή μου δεν υποχώρησα. Πάτησα πόδι».«Καλά έκανες», είπε ζεστά ο Σεθ.«Μου είπε ότι, αν ερχόμουν σήμερα στο Μανχάταν, δε θα μου ξαναμιλούσε ποτέ. Κι εγώ της είπα

πως ναι, είχε δίκιο, δε θα μου ξαναμιλούσε, γιατί δε θα έμενα πλέον μαζί της... Νοίκιασα μια σουίταστο Ριτζ-Κάρλτον». Ο Άλαν χαμογέλασε θλιμμένα. «Το λιγότερο που θα μπορούσα να πω είναι ότιη Έλινορ αιφνιδιάστηκε».«Είμαι πολύ περήφανος για σένα, μπαμπά», είπε ο Σεθ.«Ευχαριστώ, γιε μου», είπε βραχνά ο Άλαν. «Δεν είναι εύκολη γυναίκα η μητέρα σου. Όμως ποτέ

δε σου μίλησα για το παρελθόν της. Δεν ήθελε να ξέρει κανείς και πολύ περισσότερο εσύ. Με είχεβάλει να της υποσχεθώ ότι θα το κρατούσα μυστικό. Τώρα που την άφησα, δεν αισθάνομαι πιαδεσμευμένος από αυτή την υπόσχεση. Πέρασε φρικτά παιδικά χρόνια, Σεθ... Μέσα στη φτώχεια καιτη βία. Ο πατέρας της ήταν μετανάστης εργάτης κι όταν έπιανε το μπουκάλι με το κρασί, κάτι πουσυνέβαινε συχνά, έβγαζε και τη ζώνη του και χτυπούσε όποιο παιδί έβρισκε πιο κοντά. Η Έλινορ τοέσκασε απ’ το σπίτι όταν ήταν δεκατεσσάρων, έπιασε μια χαμαλοδουλειά και δεν τον ξαναείδε ποτέ.Ούτε κι εμπιστεύτηκε ποτέ κανέναν, απ’ όσο ξέρω. Ακόμα κι εμένα που την αγαπούσα. Αλλά γιαχάρη εκείνου του ισχνού μικρού κοριτσιού, που μάζευε σταφύλια ενώ θα ’πρεπε να πηγαίνει στοσχολείο, της συγχωρούσα πολλά».Ο Σεθ ήταν συγκλονισμένος. «Δεν ήξερα τίποτα», είπε.«Ίσως έπρεπε να σου τα είχα πει από καιρό παρά τις αντιρρήσεις της. Αλλά, για κάποιο λόγο, ποτέ

δε μου δόθηκε η ευκαιρία».Ο Σεθ έκανε πολλές ερωτήσεις, μαθαίνοντας σε μισή ώρα περισσότερα απ’ όσα είχε μάθει στα

τριάντα εφτά του χρόνια για το δύσκολο γάμο των γονιών του. «Ούτε η Έλινορ δε θα με κρατούσε

Page 84: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

μακριά από την εγγονή μου», είπε στο τέλος ο Άλαν. «Ούτε αυτή ούτε κανείς».«Η Μαρίζ είναι υπέροχη».«Το ίδιο και η μητέρα της».Ο Σεθ δεν ήθελε να μιλήσει για τη Λία. «Φαίνεσαι πολύ κουρασμένος, μπαμπά, κι εγώ είμαι

κουρέλι. Δούλευα σαν το σκυλί όλη τη βδομάδα. Δεν πάμε για ύπνο;»«Χαίρομαι που κάναμε αυτή τη μικρή κουβέντα, γιε μου. Έστω και τόσο καθυστερημένα».«Κι εγώ χαίρομαι». Ο Σεθ αγκάλιασε τον πατέρα του και τον είδε να βγαίνει απ’ το δωμάτιο. Το

κεφάλι του γύριζε από ένα συνδυασμό κούρασης απ’ το ταξίδι, υπερφόρτωσης πληροφοριών καιυπερβολικού συναισθήματος.Είχε ανάγκη από ύπνο. Πιο πολύ, όμως, είχε ανάγκη τη Λία. Η οποία κοιμόταν στον ξενώνα μαζί με

την κόρη της.Θα μπορούσε να είναι και στη Βενεζουέλα.

* * *Ο Σεθ σηκώθηκε νωρίτερα απ’ όλους το επόμενο πρωί. Κατέβηκε κάτω και κάθισε με μια κούπακαφέ στη γωνιά για το πρωινό που είχε θέα στον κήπο. Από συνήθεια έριξε πρώτα μια ματιά στηνεφημερίδα.Στην έβδομη σελίδα υπήρχε μια μεγάλη έγχρωμη φωτογραφία με τον ίδιο, τη Λία, τη Μαρίζ και

τον Άλαν. «Οικογενειακή έξοδος», έγραφε η λεζάντα, αναφέροντας το όνομα του πατέρα του και τοδικό του. Η Λία ντ’ Άντζελι αναφερόταν ως σύντροφος του Σεθ και η Μαρίζ ως κόρη της. Τα μάτιατα δικά του και της κόρης του ήταν τυπωμένα με το ίδιο εκπληκτικό πράσινο.Σύντροφος, σκέφτηκε ο Σεθ, νιώθοντας την οργή του να φουντώνει. Το νόημα ήταν σαφές. Η Λία

ήταν ερωμένη, η Μαρίζ παιδί εκτός γάμου.Ο ίδιος ένας πατέρας που δε νοιαζόταν αρκετά ώστε να βάλει τα πράγματα στη θέση τους.Διάβολε, αυτό δε θα το ανεχόταν! Του έφτανε ό,τι είχε γίνει στη Βιέννη. Αλλά η Βιέννη ήταν από

την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Η Νέα Υόρκη ήταν η πόλη όπου ζούσε, η έδρα της εταιρείας του.Αυτή τη φορά είχαν χτυπήσει πολύ κοντά στο στόχο τους.Αρκετά!Δεν ήταν η καταλληλότερη στιγμή για να μπει στην κουζίνα η Λία, τρίβοντας τα μάτια της.

«Καφές», είπε, μυρίζοντας τον αέρα. «Είσαι ένας άγγελος».«Οι άλλοι είναι ακόμα στο κρεβάτι;» ρώτησε κοφτά ο Σεθ.Εκείνη άνοιξε τα μάτια της έκπληκτη. «Τι συμβαίνει;»«Είναι;»«Ναι, γιατί;»Ο Σεθ τής έδειξε την εφημερίδα, χτυπώντας τη φωτογραφία με το δάχτυλό του. «Αυτό δεν το

ανέχομαι, Λία. Δεν ανέχομαι να γίνεται η Μαρίζ αντικείμενο κουτσομπολιών και υπονοουμένων.Πρέπει να παντρευτούμε και να βάλουμε τέλος σ’ αυτή την ιστορία».Η Λία πήρε την εφημερίδα από το χέρι του και διάβασε τη λεζάντα. «Η Μαρίζ έχει ήδη πει σε

όλους στο σχολείο ότι είσαι πατέρας της», είπε, σμίγοντας τα φρύδια της. «Οπότε τι σημασία έχει;»Ο Σεθ σηκώθηκε. «Για μένα έχει. Και θα ’πρεπε να έχει και για σένα».«Επί οχτώ χρόνια αντιμετωπίζω την πραγματικότητα ότι η Μαρίζ είναι παιδί εκτός γάμου», είπε

σταθερά η Λία και άνοιξε το ντουλάπι για να πάρει μια κούπα. «Και δε δέχομαι να μου λες πώςπρέπει να αισθάνομαι».

Page 85: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Εκείνος της πήρε την κούπα και την κοπάνησε στον πάγκο. Ύστερα άρπαξε τη Λία και τη φίλησεστο στόμα. Το σοκ την έκανε να μείνει ακίνητη για μερικές στιγμές. Έπειτα αφέθηκε καιανταποκρίθηκε στο φιλί του με πάθος. Νιώθοντας το σώμα του να παίρνει φωτιά, ο Σεθ έκλεισε ταστήθη της στις παλάμες του και πίεσε τα λαγόνια του στα δικά της.Ύστερα την έσπρωξε απότομα. «Πόσο σύντομα μπορούμε να παντρευτούμε;» τη ρώτησε.«Μου προτείνεις να σε παντρευτώ ή μου το ανακοινώνεις;»«Το θέμα δε χωράει διαπραγματεύσεις!»«Έτσι λες εσύ».«Ναι, Λία, έτσι λέω εγώ».Η Λία ακούμπησε στον πάγκο και πιάστηκε από τις στρογγυλεμένες άκρες του. «Μ’ αγαπάς, Σεθ;»

ρώτησε.«Όχι», της απάντησε.«Τότε πώς γίνεται να παντρευτούμε;»«Μ’ αρέσεις, σε θαυμάζω και σε σέβομαι, για να μην αναφέρω πόσο σε θέλω. Όλα αυτά δεν είναι

λίγα για αρχή».«Ούτε και αρκετά».«Τότε είσαι αθεράπευτα ρομαντική».«Μη χλευάζεις τα συναισθήματά μου».Ο Σεθ στένεψε τα μάτια του. «Τι υπαινίσσεσαι;»«Ότι σε έχω ερωτευτεί, Σεθ», είπε απλά η Λία.Εκείνος άνοιξε το στόμα του για να την αντικρούσει, αλλά κάτι στη στάση και στο βλέμμα της

έκαναν τα λόγια να ξεψυχήσουν στα χείλη του. «Πότε έγινε αυτό;»«Το συνειδητοποίησα την τελευταία φορά που κάναμε έρωτα... στο Λιβάδι. Ίσως να είχε συμβεί

αρκετό καιρό πριν, στο Παρίσι. Ποιος ξέρει. Δεν έχει σημασία. Το ζήτημα είναι ότι δεν πρόκειται νασε παντρευτώ αν δε μ’ αγαπάς».«Αγάπη είναι η πιο γελοία λέξη στον κόσμο».«Αυτή είναι η δική σου άποψη, όχι η δική μου. Μου αξίζει ένας σύζυγος που θα με αγαπάει και στη

Μαρίζ αξίζει να έχει δύο γονείς που θα αγαπούν ο ένας τον άλλον. Τέλος της συζήτησης».«Ο πατέρας μου αγαπούσε τη μητέρα μου», είπε ο Σεθ. «Τι βγήκε μ’ αυτό;»«Οι γονείς μου αγαπούσαν τη μουσική, την καριέρα τους, ο ένας τον άλλον και εμένα. Όχι

απαραίτητα μ’ αυτή τη σειρά. Μπορούμε να τα κάνουμε όλα, αυτό προσπαθώ να σου πω».«Είσαι πολύ αισιόδοξη, αλλά αυταπατάσαι».«Είμαι ρεαλίστρια. Στο κάτω κάτω και οι δυο αγαπάμε τη Μαρίζ. Αυτό είναι μια αρχή –μια

υπέροχη αρχή».Ο Σεθ πράγματι αγαπούσε την κόρη του. «Ναι, είναι υπέροχο. Αλλά δεν είναι αρχή για τίποτα. Για

μένα είναι το μόνο που υπάρχει».«Δεν πρόκειται να κάνω συμβιβασμούς, Σεθ. Τα θέλω όλα», είπε η Λία, υψώνοντας το πιγούνι της

πεισματάρικα. «Έναν άντρα που θα αγαπάει και εμένα και το παιδί μας».Εκτός από το να τη φορτώσει στον ώμο του και να την πάει στο δημαρχείο, ο Σεθ δεν έβλεπε πώς

αλλιώς μπορούσε να την πείσει. «Οι συγχωνεύσεις εταιρειών είναι παιχνιδάκι μπροστά σ’ εσένα»,της είπε καυστικά.«Το ελπίζω».«Μου δίνεις την εντύπωση ότι θα μπορούσες να με φας για πρωινό και μετά να με φτύσεις».

Page 86: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Πρέπει πρώτα να πιω τον καφέ μου», είπε η Λία με μια νότα ευθυμίας.Ο Σεθ την πλησίασε και την αγκάλιασε από τη μέση. Το κορμί της ήταν υπέροχα ζεστό και απαλό

κάτω από το λεπτό μετάξι. «Μακάρι να μπορούσαμε να πάμε στο κρεβάτι», μουρμούρισε.«Το σεξ δεν είναι υποκατάστατο της αγάπης. Όχι για μένα, τουλάχιστον», του απάντησε.Ο Σεθ έβαλε τα γέλια, εκπλήσσοντας τόσο εκείνη όσο και τον εαυτό του. «Όταν το σεξ είναι μαζί

σου, πλησιάζει πολύ».Η Λία τον έπιασε απ’ τα μαλλιά, του κατέβασε το κεφάλι και σφράγισε τα χείλη του με τα δικά της.

Το φιλί της τον αναστάτωσε.Στη σκάλα ακούστηκαν βήματα. Η Λία έσπρωξε τον Σεθ κι έστρωσε βιαστικά τη ρόμπα της. «Είναι

η Μαρίζ», είπε με κομμένη ανάσα.Ο Σεθ δεν ήταν σε θέση να αντικρίσει την κόρη του. Γύρισε προς τον πάγκο και άρχισε να γεμίζει

με καφέ την κούπα της Λία. Μισοτελειωμένες δουλειές, σκέφτηκε εκνευρισμένος. Καλώς όρισεςστην πατρότητα, φίλε. Η Λία θα γύριζε απόψε στο Λιβάδι και στο τέλος της εβδομάδας πετούσε γιαΠράγα. Εκείνος, από την άλλη, έφευγε το πρωί για Λονδίνο και Μαλαισία.Δεν είχαν κανονίσει ημερομηνία γάμου. Η Λία είχε κερδίσει αυτόν το γύρο.

Page 87: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13

Το ταξί τον άφησε μπροστά στο Ρουντολφίνουμ, το νεοαναγεννησιακό μέγαρο συναυλιών στιςόχθες του Μολδάβα στην Πράγα. Έβρεχε καταρρακτωδώς.Ο Σεθ έτρεξε προς την είσοδο. Είχε αργήσει. Θα ήταν τυχερός αν προλάβαινε το διάλειμμα.Δε σκόπευε να έρθει στην Πράγα –το αντίθετο μάλιστα. Σκόπευε να κρατηθεί για λίγο σε

απόσταση από τη Λία. Να την αφήσει να ηρεμήσει, να συνέλθει και να αποφασίσει να τον παΟ ταξιθέτης τον οδήγησε μέσα από το καλοντυμένο πλήθος που είχε συνωστιστεί στη διάρκεια του

διαλείμματος, πηγαίνοντάς τον στο καλύτερο θεωρείο της αίθουσας. Η πόρτα έκλεισε πίσω του.Κρέμασε το αδιάβροχό του και κάθισε στο βελούδινο κάθισμα. Το παντελόνι του κολλούσε πάνωτου. Τα μαλλιά του ήταν μούσκεμα.Όμως είχε φτάσει εγκαίρως για να ακούσει τη Λία να παίζει.Το κοινό και η ορχήστρα επέστρεφαν στις θέσεις τους. Η σκηνή ήταν ψηλή και θολωτή και στο

πίσω μέρος της υπήρχε μια σειρά από αστραφτερούς αυλούς εκκλησιαστικού οργάνου. Το θεωρείοτου Σεθ είχε πλήρη θέα στο πόντιουμ. Θα τον έβλεπε η Λία;Όταν έπαιζε, ήταν πολύ συγκεντρωμένη ώστε να της αποσπάσει την προσοχή οτιδήποτε. Ή,

τουλάχιστον, έτσι ήλπιζε εκείνος.Δεν είχαν κάνει έρωτα από εκείνη τη βραδιά στο Λιβάδι. Του φαινόταν σαν να είχε περάσει ένας

αιώνας. Γι’ αυτό δε βρισκόταν εκεί; Για να κάνει έρωτα στη Λία;Για να της αλλάξει γνώμη σε σχέση με το γάμο;Ο Σεθ είχε τη φήμη φανατικού εργένη. Στην αρχή της καριέ-ρας του τα κουτσομπολίστικα

περιοδικά είχαν ξοδέψει αρκετό μελάνι, προσπαθώντας να τον ζευγαρώσουν με διάφορες γνωστέςκαλλονές, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Κι όμως, τώρα ήταν αποφασισμένος να παντρευτεί μια γυναίκαμε την οποία δεν ήταν ερωτευμένος, μια γυναίκα που, συν τοις άλλοις, του αντιστεκόταν στα πάντα.Ήθελε να την παντρευτεί μόνο για χάρη της Μαρίζ;Όλη την εβδομάδα απέφευγε αυτή την ερώτηση...Μια πόρτα άνοιξε και ακριβώς απέναντί του η Λία προχώρησε προς τη σκηνή. Το κοινό ξέσπασε σε

χειροκροτήματα. Καθώς η Λία υποκλινόταν κοιτάζοντας γύρω της, ξαφνικά τον είδε.Για μια στιγμή παραπάτησε. Ο Σεθ είδε να καθρεφτίζεται στο πρόσωπό της το σοκ και αμέσως

μετά να εξαφανίζεται ως διά μαγείας. Πήρε τη θέση της στο πόντιουμ και χαμογέλασε στο μαέστρο.Νιώθοντας ένα σφίξιμο στην κοιλιά, ο Σεθ πρόσεξε ότι φορούσε τα σκουλαρίκια που της είχε

χαρίσει. Λίγο πριν ο μαέστρος σηκώσει την μπαγκέτα του, η Λία κοίταξε κατευθείαν προς τον Σεθ.Οικεία. Έντονα. Προκλητικά. Πώς μπορούσε να περιγράψει αυτό το βλέμμα; Τον είχε διαπεράσει

ολόκληρο, αυτό ήξερε μονάχα.Καθώς σήκωνε το βιολί, η ορχήστρα έπαιξε μια απλή συγχορδία. Έπειτα το βιολί άρχισε την

ανήσυχη, μοναχική αναζήτησή του, λυρική και μελαγχολική. Ο Σεθ καθόταν ακίνητος. Αν και τοκοντσέρτο για βιολί του Νίλσεν ήταν ανέκαθεν ένα από τα αγαπημένα του, απόψε αισθανόταν σαννα το άκουγε για πρώτη φορά. Η Λία έπαιζε αποκλειστικά γι’ αυτόν, το ήξερε. Καθώς τα λεπτάπερνούσαν, απελευθέρωνε όλη την αγάπη, το πάθος και τον πόνο της σε ένα ξέσπασμα μουσικήςπου τον συγκλόνιζε ως τα τρίσβαθα της ψυχής του.

Page 88: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Η συγχορδία του φινάλε πλημμύρισε την πολυτελή αίθουσα. Μια βροχή από χειροκροτήματατράνταξε το χώρο. Νιώθοντας σαν να ήταν γυμνός μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου, ο Σεθσηκώθηκε, βγήκε απ’ το θεωρείο και πήγε να βρει το φροντιστή του μεγάρου στο γραφείο του.«Παρακαλώ, θα φροντίσετε να λάβει η Λία ντ’ Άντζελι αυτό το σημείωμα;» είπε και του έδωσε ένανκλειστό φάκελο, κρατώντας διακριτικά από κάτω ένα χαρτονόμισμα.«Ασφαλώς, κύριε. Μετά χαράς», απάντησε εκείνος.Ο Σεθ τον ευχαρίστησε και γύρισε στο ξενοδοχείο του στην Παλιά Πόλη με ταξί. Η επόμενη

κίνηση ανήκε στη Λία.Ή θα ερχόταν κοντά του με τη θέλησή της ή δε θα ερχόταν καθόλου.Έκανε ντους, φόρεσε ένα σπορ παντελόνι κι ένα πουλόβερ και έβαλε ένα ποτό. Ήξερε ότι η

δεξίωση μετά τη συναυλία θα κρατούσε αρκετά. Έπρεπε να περιμένει. Πότε είχε ξανακαθίσει στοδωμάτιο ενός ξενοδοχείου, σε μια από τις ομορφότερες πόλεις της Ευρώπης, περιμένοντας μιαγυναίκα;Ποτέ.Τα λεπτά περνούσαν. Ο Σεθ άλλαζε κανάλια στην τηλεόραση, ώσπου βαρέθηκε. Ήταν σχεδόν

μεσάνυχτα. Δε θα ’πρεπε να είχε έρθει μέχρι τώρα;Το τηλέφωνο στο γραφείο χτύπησε, κάνοντάς τον να τιναχτεί. Ο Σεθ το άρπαξε. «Ναι;»«Η Λία είμαι. Βρίσκομαι στο λόμπι».«Σουίτα 700. Πάρε το ασανσέρ για τον τελευταίο όροφο».«Έρχομαι αμέσως», είπε εκείνη και έκλεισε.Αλλά στάθηκε για λίγο εκεί, κοιτάζοντας αφηρημένα το Αρ Νουβό ντεκόρ. Ήξερε τι θα γινόταν αν

πήγαινε στη σουίτα του Σεθ. Αυτό δεν ήθελε; Αν όχι, τι γύρευε εκεί; Σηκώνοντας τη φούστα της,προχώρησε βιαστικά προς το ασανσέρ.Πάνω που ετοιμαζόταν να χτυπήσει την πόρτα του Σεθ, εκείνος την άνοιξε. «Λία», της είπε, «έλα

μέσα. Έγινες μούσκεμα;»«Ο οδηγός του ταξί μού κράτησε πολύ ευγενικά την ομπρέλα μέχρι να μπω και μετά πάρκαρε κάτω

από τη μαρκίζα του ξενοδοχείου», άρχισε να λέει χαζά η Λία. «Λατρεύει τον Ντβόρζακ, είπαμεπολλά γι’ αυτόν».«Προφανώς του έφτιαξες τη βραδιά. Θέλεις ένα ποτό;»«Όχι, ευχαριστώ. Ύστερα απ’ ό,τι έγινε στη Βιέννη...»«Είσαι ευχαριστημένη απ’ το κοντσέρτο;» ρώτησε ο Σεθ, βλαστημώντας τον εαυτό του που

κουβέντιαζε με τη Λία σαν να ήταν απλώς μια γνωστή.«Ναι, εσύ;»«Πώς να μην είμαι, όταν έπαιζες μόνο για μένα;»Η Λία δεν το αρνήθηκε. «Ήταν άλλος ένας τρόπος για να σου πω ότι σ’ αγαπώ».«Πιστεύεις ότι είμαι τόσο χοντροκέφαλος ώστε να μην το καταλάβω; Σε άκουσα. Άκουσα την

αγάπη, τον πόθο και το δάκρυ σου».«Εξέφραζα τα συναισθήματά μου». Το φόρεμα της Λία θρόισε καθώς πλησίασε τον Σεθ κι

ακούμπησε το χέρι της στο δικό του. «Ίσως πολύ έντονα. Αλλά δεν μπορώ να αλλάξω, Σεθ. Είμαιαυτή που είμαι. Ανυπόμονη. Παθιασμένη. Ασυμβίβαστη. Δεν μπορείς να μ’ αγαπήσεις;»«Δεν έχω ερωτευτεί ποτέ μου. Δεν ήθελα ούτε να το ακούσω».«Δηλαδή είμαι ίδια με όλες τις άλλες;»«Είσαι τελείως διαφορετική, αλλά δεν μπορώ να ερωτευτώ κατά παραγγελία».

Page 89: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Δε θέλεις, εννοείς».«Δεν μπορώ!»«Τότε δε γίνεται να σε παντρευτώ».«Τι είναι αυτό τώρα; Κόντρα για να δούμε ποιος θα πάρει το πάνω χέρι;»«Απ’ ό,τι φαίνεται, τώρα πια είμαστε όλοι χαμένοι. Εσύ, εγώ, η Μαρίζ...»«Αυτό το παιχνίδι που παίζεις είναι πολύ βρόμικο».«Τι περίμενες;»Άθελά του ο Σεθ σήκωσε το χέρι του και χάιδεψε το μάγουλό της. «Θέλω να κάνουμε έρωτα».Εκείνη έγειρε ασυναίσθητα προς το μέρος του. «Κι εγώ», ψιθύρισε.«Το προτιμώ απ’ το να μαλώνουμε».«Τέρμα τα λόγια, Σεθ», είπε έντονα η Λία. «Πήγαινέ με στο κρεβάτι. Κάνε μου έρωτα, κάνε με να

ξεχάσω τα πάντα εκτός απ’ το κορμί σου».Ο Σεθ την πήρε στην αγκαλιά του και τη μετέφερε στην κρεβατοκάμαρα. Την απέθεσε στο

επιβλητικό κολονάτο κρεβάτι κι έπεσε από πάνω της, βγάζοντας ταυτόχρονα το πουλόβερ του. «Μετρελαίνεις», μουρμούρισε καθώς τη φιλούσε. Η γλώσσα της χάιδεψε τη δική του, τα δόντια τηςδάγκωσαν τα χείλη του. Κυλώντας στο πλάι, ο Σεθ παρέσυρε τη Λία μαζί του, της άνοιξε τοφερμουάρ και κατέβασε το φόρεμά της.Τα γυμνά στήθη της, το γλίστρημα του μεταξιού στους γοφούς της... Θα τη χόρταινε ποτέ; Άνοιξε

τις μπαρέτες και τις πέταξε στο πάτωμα, αφήνοντας τα μαλλιά της να ξεχυθούν στο μαξιλάρι. Ταμάτια της ήταν γεμάτα πόθο.Η Λία βύθισε τα νύχια της στην πλάτη του, δαγκώνοντάς τον στον ώμο. Ήταν το ταίρι του, του

δινόταν με όλη της την ψυχή σ’ έναν παθιασμένο, πρωτόγονο χορό.Ήταν δική του.Όμως δεν την αγαπούσε.Όταν μπήκε μέσα της, η Λία σκίρτησε και τα δάχτυλά της έσφιξαν τους καρπούς του σαν

χειροπέδες. Ο Σεθ ψιθύρισε τ’ όνομά της, προσπαθώντας να πάρει ανάσα.Εκείνη αισθάνθηκε τον οργασμό να απλώνεται μέσα της σαν κύμα, αφήνοντάς την ξέπνοη και

διαλυμένη. Κι ενώ ο Σεθ ριγούσε ακόμη απ’ τη δική του λύτρωση, ακούμπησε το κεφάλι του στονώμο της, νιώθοντας τον ιδρώτα να κυλά στη γυμνή του πλάτη.Δε θυμόταν πώς έβγαλε τα υπόλοιπα ρούχα του. Ή πού βρίσκονταν. Όχι πως είχε σημασία.Γύρισε στο πλάι κι έκρυψε το πρόσωπό του στα στήθη της. Αυτό ήθελε. Να την έχει στην αγκαλιά

του.Εκείνο το πρωί είχε γυρίσει από τη Μαλαισία, ύστερα από τρεις μέρες ασταμάτητων συναντήσεων.

Ο Σεθ αποκοιμήθηκε αμέσως σαν μικρό παιδί.Η Λία άκουγε την απαλή, ρυθμική αναπνοή του. Ήταν η πρώτη φορά που δεν αισθανόταν

ολοκληρωμένη μετά τον έρωτα. Σωματικά είχε ικανοποιηθεί, αλλά την καρδιά της την ένιωθε άδεια.Τη στιγμή της κορύφωσης ήθελε να του φωνάξει πόσο τον αγαπούσε, αλλά δεν το έκανε. Ο Σεθ δενήθελε να ακούσει τέτοια λόγια από κείνη, γιατί δεν μπορούσε να της τα ανταποδώσει.Τι παράξενο να νιώθει μοναξιά, όταν το χέρι του ήταν ακουμπισμένο στο γοφό της και η ανάσα του

της χάιδευε τα στήθη.Περίμενε λίγο ακόμα πριν ξεφύγει απ’ το αγκάλιασμά του. Ο Σεθ μουρμούρισε κάτι στον ύπνο του

κι άπλωσε το χέρι του να την αγγίξει. Εκείνη ζάρωσε μουδιασμένη. Μόνο όταν η ανάσα τουξανάγινε ρυθμική, κατέβηκε απ’ το κρεβάτι. Στο μπάνιο υπήρχαν δυο βελουτέ μπουρνούζια. Αφού

Page 90: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

φόρεσε το ένα, η Λία πήγε και κάθισε στη μαξιλάρα στο φαρδύ περβάζι του παραθύρου. Τα φώτατης Πράγας τρεμόπαιζαν στο βιτρό. Σαν διαμάντια σε μαύρο βελούδο, σκέφτηκε, αγγίζοντας τασκουλαρίκια που της είχε χαρίσει ο Σεθ.Το καμπαναριό μιας εκκλησίας ορθωνόταν προς τον ουρανό σαν λόγχη. Λίγα στενά πιο κάτω ο

ποταμός κυλούσε νωχελικά σε μια πόλη όπου η Λία πάντα αισθανόταν σαν στο σπίτι της.Τώρα, όμως, αισθανόταν ξένη. Παίζοντας για τον Σεθ, του είχε δώσει την καρδιά της. Κι όμως, δεν

είχε καταφέρει να τον αγγίξει ή να τον αλλάξει. Σκύβοντας το κεφάλι, άφησε τα δάκρυα να τρέξουνστα μάγουλά της.Έκλαψε σιωπηλά, ώσπου στέρεψε από συναίσθημα. Ύστερα σηκώθηκε, πήγε στο μπάνιο, έπλυνε

το πρόσωπό της και γύρισε αργά στην κρεβατοκάμαρα για να ντυθεί. Το φόρεμά της ήταν πεταμένοστο πάτωμα, τα εσώρουχά της στη μεριά του κρεβατιού όπου κοιμόταν ο Σεθ, μπερδεμένα με τοπαντελόνι του.Καθώς έκανε να πιάσει τις μπαρέτες για τα μαλλιά της, χτύπησε το πόδι της στο πλάι του

κρεβατιού. Ο Σεθ ανασάλεψε. «Λία;» μουρμούρισε. «Τι κάνεις;»Παγωμένη, η Λία τον είδε να στηρίζεται στον αγκώνα του και ν’ ανάβει το φως στο κομοδίνο.

«Γυρίζω στο ξενοδοχείο μου», είπε.Εκείνος κατέβασε τα πόδια του απ’ το κρεβάτι και πέρασε το χέρι του ανάμεσα στα μαλλιά του.

«Μου το σκας. Όπως και στο Παρίσι».«Είναι πολύ αργά για να σου το σκάσω», απάντησε εκείνη πικρά. «Χάρη στη Μαρίζ είμαι δεμένη

μαζί σου. Πετάω για Βασιλεία το πρωί, έχω ένα μικρό κοντσέρτο πριν γυρίσω στο σπίτι».«Γιατί φεύγεις στη μέση της νύχτας;»Την αλήθεια, Λία. Γιατί δεν του λες την αλήθεια; «Δεν μπορώ να το κάνω αυτό», είπε απελπισμένα.

«Σ’ αγαπώ. Το να είμαι μαζί σου ξέροντας ότι δε μ’ αγαπάς... είναι πολύ οδυνηρό. Με κάνεικομμάτια».«Ήρθες εδώ γνωρίζοντας τι θα συνέβαινε».«Δεν ήξερα τι θα αισθανόμουν μετά. Πώς θα μπορούσα; Πες μου, Σεθ, γιατί ήρθες στο

κοντσέρτο;»«Δεν μπορούσα να είμαι μακριά σου. Ήθελα να σε αγγίξω, να σε κρατήσω στην αγκαλιά μου. Με

τρέλαινε να σ’ έχω στο σπίτι μου το περασμένο Σαββατοκύριακο, ξέροντας ότι δε γινόταν να σεπάρω στο κρεβάτι μου. Ούτε καν να σε φιλήσω όπως ήθελα».«Το σεξ δεν είναι μόνο σαρκική υπόθεση», φώναξε η Λία. «Ξέρεις πώς ένιωσα απόψε; Τρομερά,

απελπιστικά μόνη. Δεν μπορώ να διαχωρίσω το να κάνω έρωτα μαζί σου απ’ το να σ’ αγαπώ. Τόσοαπλό είναι. Και τόσο περίπλοκο».«Δηλαδή αν δε σ’ αγαπήσω, δε θα με αφήσεις να σε ξαναπλησιάσω;» ρώτησε ο Σεθ θυμωμένος.«Το κάνεις ν’ ακούγεται σαν εκβιασμός! Το μόνο που προσπαθώ είναι να προστατέψω τον εαυτό

μου».Ο Σεθ σηκώθηκε και πήγε κοντά της. «Έλα να ξαπλώσεις δίπλα μου... Χρειάζεσαι ύπνο. Ούτε κι

εγώ ξέρω τι πρέπει να κάνουμε. Αλλά σίγουρα κάτι θα σκεφτούμε».Το σώμα του την τραβούσε επάνω του σαν μαγνήτης. «Δεν μπορώ, Σεθ», ψιθύρισε η Λία. «Είναι

επίπονο. Μου προσφέρεις το κορμί σου, αλλά κρατάς όλα τα υπόλοιπα».«Δεν κρατάω τίποτα. Απλά δεν έχω τίποτε άλλο».Τα λόγια του έμοιαζαν με προάγγελμα θανάτου. «Θα μείνω έξω απ’ το δρόμο σου όταν έρθεις στο

Λιβάδι να δεις τη Μαρίζ», είπε άτονα η Λία. «Και μπορεί να τη φέρει η Νάνσι στο Μανχάταν, όταν

Page 91: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

έρθει να μείνει μαζί σου».«Η Μαρίζ είναι πολύ έξυπνο παιδί. Νομίζεις ότι μπορούμε να φερόμαστε σαν δυο ξένοι χωρίς να το

προσέξει; Εσύ μου είπες ότι της αξίζει να έχει δυο γονείς που θ’ αγαπούν ο ένας τον άλλον. Δενείμαι τόσο φιλόδοξος, αλλά, κατά τη γνώμη μου, της αξίζει να έχει δυο γονείς που τουλάχιστονμπορούν να συνυπάρχουν στον ίδιο χώρο».«Σταμάτα!» φώναξε η Λία, κλείνοντας τ’ αυτιά της. «Θα κάνω ό,τι μπορώ για χάρη της, σ’ το

υπόσχομαι».«Τότε παντρέψου με», είπε τραχιά ο Σεθ.«Τώρα καταλαβαίνω πώς έφτασες στην κορυφή. Είσαι άσπλαχνος, δεν ενδιαφέρεσαι για τα

συναισθήματα των άλλων. Θα μιλήσω με τη Νάνσι όταν γυρίσω στο σπίτι κι εσύ με τη Μαρίζμπορείτε να βλέπεστε όσο συχνά θέλετε. Διάβολε, πού είναι το άλλο μου παπούτσι;»«Κάτω απ’ το κρεβάτι». Ο Σεθ το τράβηξε και της το έδωσε.Εκείνη το πήρε απότομα και το φόρεσε. «Καληνύχτα. Όνειρα γλυκά».Η Λία έμοιαζε με πυροτέχνημα έτοιμο να εκραγεί. «Λία», είπε βραχνά ο Σεθ. «Δε φταίω εγώ για

τον τρόπο που με μεγάλωσαν. Εκείνη τη βραδιά που άκουσα τη μητέρα μου να λέει στον πατέραμου για την έκτρωση, κάτι πέθανε μέσα μου. Η ικανότητα να αγαπώ. Δεν μπορώ να δοθώ σε μιαγυναίκα, δεν είναι στο χαρακτήρα μου».Τα μάτια της Λία ήταν δυο κατάμαυρες λίμνες. «Δηλαδή μου λες να σε δεχτώ όπως είσαι;»Ο Σεθ ένιωσε ευγνωμοσύνη για την κατανόηση. «Ναι, μάλλον. Θα σου είμαι πιστός, θα

προσπαθήσω να είμαι ο καλύτερος πατέρας για τη Μαρίζ... αλλά ως εκεί».«Ήδη αγαπάς τη Μαρίζ. Εσύ κι ο πατέρας σου επανορθώνετε για πολλά χρόνια αποξένωσης».

Χαμογέλασε. «Αγαπάς και τη μουσική. Πώς είναι δυνατόν να λες ότι είσαι ανίκανος ν’ αγα-πήσεις;»Ο Σεθ δεν της ανταπέδωσε το χαμόγελο. «Μιλάω για σένα, όχι για τη Μαρίζ ή τον πατέρα μου.

Ζούσα μόνος μου για πολύ καιρό. Ξέρω για τι είμαι ικανός και τι όχι».Ήταν τόσο απόλυτος! «Αφήνεις το φόβο να σου καθορίσει τη ζωή», φώναξε η Λία.«Μακάρι να ήταν τόσο απλό. Δεν είναι. Μιλάμε για κενότητα. Για έλλειψη. Διάβολε, δεν ξέρω καν

πώς να το περιγράψω».«Μίλησέ μου γι’ αυτό. Κάνε με να καταλάβω».Γιατί να μην της έλεγε; Τι είχε να χάσει; Ο Σεθ κάθισε στην άκρη του κρεβατιού. «Ήμουν οχτώ

χρονών, ένα χρόνο μεγαλύτερος απ’ τη Μαρίζ. Είχα κατέβει στη βιβλιοθήκη για να πάρω ένα βιβλίοκι άκουσα τον πατέρα μου να έρχεται. Κρύφτηκα πίσω από το δερμάτινο καναπέ. Εκείνος κάθισεστο γραφείο του και άρχισε να κοιτάζει κάτι αποδείξεις. Ύστερα ακούστηκε η μητέρα μου να μιλάειστο διάδρομο με έναν από τους υπηρέτες. Ο μπαμπάς τη φώναξε και της έδειξε ένα χαρτί, ρωτώνταςτι είχε κάνει σ’ εκείνη την ιδιωτική κλινική όπου πήγαινε πάντα».Ο Σεθ σταμάτησε, χαμένος στις αναμνήσεις. Η μητέρα του φορούσε ένα μαύρο κασμιρένιο

πουλόβερ και μια σειρά μαργαριτάρια. «Του είπε ότι είχε κάνει έκτρωση», συνέχισε, με φωνή άδειααπό συναίσθημα. «Ποτέ δε θα ξεχάσω το σοκ στο πρόσωπό του. Τη ρώτησε αν υπήρχε λόγοςυγείας. Όχι, του απάντησε, απλώς δεν ήθελε δεύτερο παιδί. Ύστερα εκείνος τη ρώτησε αν ήταναγόρι ή κορίτσι. Κορίτσι, του είπε αδιάφορα, λες και μιλούσε για κανένα φόρεμα που είχε πετάξει. Οπατέρας μου έκλαιγε. Αυτό με τρόμαξε. Μια κόρη, είπε. Έλινορ, ξέρεις ότι πάντα ήθελα μια κόρη».Ο Σεθ έτριψε το μέτωπό του. «Δεν ήξερα τι σήμαινε έκτρωση, αλλά καταλάβαινα ότι η μητέρα μου

είχε κάνει κάτι τρομερό. Έπειτα ο πατέρας μου είπε: Πώς μπόρεσες να το κάνεις; Η μητέρα μουσπανίως έχανε την ψυχραιμία της, θεωρούσε τον έλεγχο πάρα πολύ σημαντικό θέμα. Αλλά την

Page 92: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

έχασε, φώναξε στον πατέρα μου ότι ποτέ δε θα έφερνε στον κόσμο ένα κορίτσι, έκανε θρύψαλα έναανεκτίμητο κρυστάλλινο άγαλμα και βγήκε σαν σίφουνας απ’ τη βιβλιοθήκη. Σιγά σιγά ο πατέραςμου σηκώθηκε, παραπατώντας σαν γέρος εκατό χρονών. Βγήκε στο διάδρομο και μετά άκουσα τηνπόρτα της κάμαράς του να κλείνει. Μόνο τότε ανέβηκα στο δωμάτιό μου».«Σεθ, είναι τρομερή ιστορία», είπε η Λία και άπλωσε το χέρι της να τον αγγίξει.Εκείνος την απέφυγε. «Μη», της είπε απότομα. «Δε σου τα λέω όλα αυτά για να με λυπηθείς».«Δε φαντάστηκα κάτι τέτοιο». Η Λία έκανε μια τελευταία προσπάθεια. «Σεθ, μίλησα με τον πατέρα

σου το περασμένο Σαββατοκύριακο, την Κυριακή, αφού έφυγες. Μου είπε κάποια πράγματα για ταπαιδικά χρόνια της μητέρας σου, πόσο σκληρά ήταν. Παρ’ όλο που οι γονείς μου είχαν την καριέρατους, η παιδική μου ηλικία ήταν ευτυχισμένη, γεμάτη μουσική και μια μόνιμη αίσθηση ότι μεαγαπούσαν. Δεν μπορώ να φανταστώ μια παιδική ηλικία σαν της Έλινορ. Μ’ έκανε να τηνκαταλάβω κάπως –ίσως ακόμα και να τη συγχωρήσω για το κακό που μου έκανε. Δεν μπορείς νακάνεις το ίδιο;»«Το ζήτημα δεν είναι η συγχώρηση. Θέλω να καταλάβεις γιατί δεν πρόκειται να παντρευτώ, αυτό

είναι όλο. Ο πατέρας μου αγαπούσε τη μητέρα μου. Της έδωσε την ψυχή του κι εκείνη τηντσαλαπάτησε. Έτσι έμαθα από πολύ νωρίς ότι αγάπη σημαίνει προδοσία και πόνος».«Όχι απαραίτητα!»«Ένα τείχος υψώθηκε εκείνη τη βραδιά, ενάντια σε μια γνώση που ήμουν πολύ μικρός για να

κατανοήσω και σε συναισθήματα πολύ τρομακτικά για να αντέξω. Πάντα θα είναι εκεί».Η αποφασιστικότητα στον τόνο του Σεθ σκότωσε και την τελευταία ελπίδα της Λία. Πήρε την

εσάρπα της και την έριξε στους ώμους της. «Ευχαριστώ που μου μίλησες», είπε απελπισμένα.«Καλύτερα να φύγω... Δε χρειάζεται να με συνοδέψεις».Εκείνος δεν προσπάθησε να τη σταματήσει. Με την καρδιά ραγισμένη, η Λία βγήκε απ’ το

δωμάτιο.

Page 93: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 14

Το καλοκαίρι είχε φτάσει στο Λιβάδι. Τα λουλούδια ήταν μια πανδαισία χρωμάτων, τα πουλιάτιτίβιζαν στα δέντρα και το νερό άστραφτε στο φως του ήλιου καθώς η Λία και η Μαρίζ έπαιζανστην πισίνα.Η Λία θα ’πρεπε να είναι χαρούμενη. Η Μαρίζ είχε διακοπές. Εκείνη είχε μόνο δύο συναυλίες κι

ένα κοντσέρτο στο Κάρνεγκι Χολ, έτσι μπορούσε να περνάει περισσότερες ώρες με την κόρη της. Ολαχανόκηπος ήταν στις δόξες του και είχαν μεγάλη παραγωγή σε φράουλες.Η Μαρίζ είχε περάσει πολύ χρόνο με τον πατέρα της. Ο Σεθ είχε πάει στο κλείσιμο του σχολείου

και τις τελευταίες τρεις εβδομάδες την είχε πάρει στο εξοχικό του στο Κέιπ Κοντ, όπου την είχεμυήσει στην ιστιοπλοΐα και στο κολύμπι στον ωκεανό. Επίσης, είχε έρθει δυο φορές στο Λιβάδι μαζίμε τον Άλαν, δυο επισκέψεις που είχαν βάλει σε δοκιμασία τον αυτοέλεγχο της Λία.Ούτε μία φορά δεν είχε αναφέρει το γάμο, λες και το είχε ξεχάσει τελείως. Της φερόταν με μια

ευγένεια που την εκνεύριζε.Η Μαρίζ τον αγαπούσε κι εκείνος αγαπούσε τη Μαρίζ. Αυτό, τουλάχιστον, το ήξερε.Ποτέ δε θ’ αγαπούσε εκείνη. Η Λία το ήξερε κι αυτό και την πονούσε κάθε στιγμή.Η κόρη της της πέταξε νερό. «Μαμά, κοίτα που θα κάνω βουτιά μέχρι τον πάτο! Ο μπαμπάς με

έμαθε».Η Λία επανήλθε στο παρόν. Είδε την κόρη της να παίρνει βαθιά ανάσα και να βουτάει. «Μπράβο,

Μαρίζ», είπε, όταν εκείνη αναδύθηκε με το πρόσωπο κατακόκκινο. «Έκανες μεγάλη πρόοδο αυτή τηχρονιά».«Ο μπαμπάς με μαθαίνει πολλά ωραία πράγματα». Η Μαρίζ έγειρε το κεφάλι της στο πλάι για να

βγάλει απ’ το αυτί της το νερό. «Γιατί δεν έρχεσαι καμιά φορά στο Κέιπ Κοντ;»Η Λία θα ’πρεπε να είναι προετοιμασμένη γι’ αυτή την ερώτηση, αλλά δεν ήταν. «Καλύτερα να

δημιουργήσεις μια προσωπική σχέση με τον πατέρα σου, Μαρίζ». Μιλάω σαν βιβλίο αυτοβοήθειας,σκέφτηκε αηδιασμένη.«Δε σου το πρότεινε;»«Έχει να αναπληρώσει πολλά χαμένα χρόνια, γλυκιά μου. Δε χρειάζεται να είμαι κι εγώ μαζί σας».Η Μαρίζ ύψωσε το πιγούνι της πεισματάρικα. «Θα σ’ αρέσει το σπίτι του εκεί. Δίπλα μένουν και

δυο παιδιά που παίζω μαζί τους... Θα του πω να σου πει να έρθεις μαζί την επόμενη φορά».«Όχι!»«Μου είπε ότι μπορώ να του ζητήσω ό,τι θέλω».«Αυτό διαφέρει», είπε η Λία αδύναμα, βλαστημώντας από μέσα της τον Σεθ.Η Μαρίζ χτυπούσε το νερό με τα δάχτυλά της. «Μακάρι να ζούσατε μαζί εσύ κι ο μπαμπάς.

Πάντα».«Ω γλυκιά μου...»«Μπορείτε να παντρευτείτε». Η Μαρίζ χαμογέλασε άδολα. «Στον κήπο. Κι εγώ να είμαι

παρανυφάκι. Τώρα έχει πολλά λουλούδια, οπότε δε θα χρειαζόταν να πάρεις ανθοδέσμη».Η Λία δάγκωσε το χείλι της. «Δεν είναι τόσο απλό».«Γιατί; Ο μπαμπάς είναι πολύ καλός... Θα μπορούσε να μείνει εδώ, μου είπε ότι του αρέσει».

Page 94: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Η Λία κοίταξε την κόρη της, ενώ στο μυαλό της στριφογύριζε μια λέξη. Εγωίστρια. Είχε φερθείπολύ εγωιστικά τις τελευταίες βδομάδες. Λες και το να παντρευόταν τον Σεθ θα επηρέαζε μόνο τηδική της ζωή.Τώρα η Μαρίζ είχε δύο γονείς, κάτι που ανέκαθεν λαχταρούσε. Γιατί να μην ήθελε να είναι και

παντρεμένοι;«Σου υπόσχομαι να το σκεφτώ», είπε με προσποιητή ζωηράδα. «Τώρα καλύτερα να βγεις και να

σκουπιστείς. Θέλω να φτιάξουμε μαρμελάδα φράουλα πριν από το βραδινό».«Εντάξει». Η Μαρίζ χάρισε στη Λία ένα φαφούτικο χαμόγελο. «Να δούμε ποια θα φτάσει πρώτη

στην άλλη άκρη της πισίνας. Ύστερα θα σε βοηθήσω να καθαρίσουμε τις φράουλες».Στις εννιά το βράδυ η Μαρίζ κοιμόταν γαλήνια, με τα δάχτυλά της κατακόκκινα από τις φράουλες,

ενώ η Λία καθόταν στην κουζίνα και κοιτούσε τα βάζα με τη μαρμελάδα.Πίσω της το τηλέφωνο στρίγκλισε. Το νούμερο που εμφανίστηκε ήταν του Σεθ. Η Λία το σήκωσε

κι απάντησε.«Λία. Πώς είσαι;»Μπερδεμένη. Δυστυχισμένη. Τρομοκρατημένη. «Καλά», απάντησε η Λία.«Μπορώ να πάρω τη Μαρίζ αύριο το πρωί; Μου ζητούσε να πάμε σινεμά, έχει μια ταινία για τις

φάλαινες αύριο το μεσημέρι. Θα τη φέρω πίσω μεθαύριο».«Φυσικά», απάντησε η Λία. «Έλα νωρίς, θέλει να σε ξεναγήσει στον κήπο».«Τότε θα τα πούμε γύρω στις δέκα», είπε ο Σεθ.Πήγε να του πει ότι έπρεπε να του μιλήσει, αλλά η γραμμή είχε ήδη κλείσει. Βλαστημώντας,

βρόντησε το ακουστικό στη θέση του και σκούπισε τις μαρμελάδες απ’ τον πάγκο. Η Νάνσι έλειπεσε διακοπές. Γρήγορα, πριν αλλάξει γνώμη, η Λία σήκωσε το τηλέφωνο και κανόνισε να πάει ηΜαρίζ να παίξει με τη Σούζι αύριο το πρωί μέχρι τις έντεκα.Έτσι θα έμενε μόνη με τον Σεθ.Αλλά μόνο για μια ώρα.

* * *Είχε πολύ περισσότερη κίνηση απ’ ό,τι περίμενε και η ώρα είχε πάει δέκα και είκοσι πέντε όταν οΣεθ έφτασε στο Λιβάδι. Όπως πάντα, η ηρεμία του τοπίου τον μάγεψε. Η Λία δε θα μπορούσε ναέχει διαλέξει καλύτερο μέρος για να μεγαλώσει τη Μαρίζ, σκέφτηκε και προετοιμάστηκε για τηναναπόφευκτη συνάντηση μαζί της.Τις μισούσε αυτές τις συναντήσεις. Της φερόταν με ευγένεια, ενώ το μόνο που ήθελε ήταν να της

κόψει την ανάσα με τα φιλιά του.Πάρκαρε, ανέβηκε τα σκαλιά, χτύπησε την πόρτα με τη σήτα και μπήκε στο σπίτι. «Μαρίζ, είσαι

έτοιμη;» φώναξε.Τον υποδέχτηκε η Λία. «Γεια σου, Σεθ».Φορούσε ένα κίτρινο σορτς και φαρδύ άσπρο πουκάμισο. Ήταν ξυπόλυτη, τα νύχια των ποδιών της

ήταν βαμμένα πορτοκαλί. Τα ελαφρώς μαυρισμένα από τον ήλιο πόδια της έκαναν την καρδιά τουΣεθ να φτερουγίσει. Ύστερα συνειδητοποίησε πόσο ταραγμένη έδειχνε. «Τι συμβαίνει;» τη ρώτησε.«Πού είναι η Μαρίζ;»«Την έστειλα για λίγο στη Σούζι. Θέλω να μιλήσουμε».«Είναι καλά;»«Ναι... Έχω φτιάξει καφέ. Έλα στην κουζίνα».

Page 95: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Τα παράθυρα ήταν ανοιχτά και οι κουρτίνες ανέμιζαν στην απαλή αύρα. «Τι τρέχει, Λία;»Η Λία γέμισε μια κούπα με καφέ, δείχνοντας στον Σεθ το γάλα και τη ζάχαρη στον πάγκο. «Αν το

θες ακόμα, θα σε παντρευτώ».Αυτή τη φορά η καρδιά του έκανε ένα σάλτο. «Τι είπες;»«Με άκουσες».Η Λία στεκόταν με τα χέρια σταυρωμένα μπροστά στον πάγκο. «Τι σ’ έκανε να αλλάξεις γνώμη;»

ρώτησε ο Σεθ.«Η Μαρίζ. Θέλει να παντρευτούμε. Λαχταρά μια φυσιολογική ζωή. Δυο γονείς που θα ζουν στο

ίδιο σπίτι. Ήταν πολύ εγωιστικό εκ μέρους μου να σκέφτομαι μόνο τις δικές μου ανάγκες,κλείνοντας τα μάτια στις δικές της».«Είσαι ακόμα ερωτευμένη μαζί μου;»«Φυσικά. Είναι ένας έρωτας παντοτινός».Ο τόνος της φωνής της ήταν εντελώς γυμνός από συναίσθημα. Ο Σεθ θύμωσε. «Αν δεν ήταν η

Μαρίζ, δε θα με παντρευόσουν».«Σωστά».Τώρα η Λία κοιτούσε έξω και το πρόσωπό της ήταν τελείως ανέκφραστο. «Πόσο σύντομα θες να

παντρευτούμε;» ρώτησε ο Σεθ, κοιτάζοντάς την επίμονα.«Το συντομότερο. Δεν υπάρχει λόγος να το καθυστερούμε».«Το λες τόσο ωμά!»«Εσύ είσαι αυτός που σκέφτηκε την αστεία ιδέα να παντρευτούμε για να σταματήσουν τα

κουτσομπολιά».«Αλλά τώρα το σκεφτόμαστε για να προσφέρουμε στη Μαρίζ αυτό που χρειάζεται». Ο Σεθ

δίστασε, ξέροντας ότι ετοιμαζόταν να πάρει μια καθοριστική απόφαση. «Τι θα ’λεγες για δυοβδομάδες από σήμερα; Σε βολεύει;»«Παίζω στο Κάρνεγκι Χολ την επόμενη εβδομάδα. Αλλιώς είμαι ελεύθερη μέχρι τις αρχές

Αυγούστου».Ο Σεθ μπορούσε να αναβάλει το ταξίδι του στην Αυστραλία για το τέλος του μηνός. «Θέλεις

ανοιχτό γάμο;»«Όχι! Κλειστό. Εδώ».«Πρέπει να το ανακοινώσουμε στον Τύπο, αλλιώς θα έχουμε πρόβλημα».«Θα τους το ανακοινώσουμε μετά».«Δεν είναι σωστά πράγματα αυτά, Λία. Κάνουμε λες και οργανώνουμε κηδεία, όχι γάμο».«Δεν ξέρω πώς αλλιώς να το κάνω».«Όταν το πούμε στη Μαρίζ, προσπάθησε τουλάχιστον να δείξεις λίγο χαρούμενη στην προοπτική

να με παντρευτείς», είπε ωμά ο Σεθ.Όμως η Λία δεν αντέδρασε. «Εγώ θα το κάνω», είπε. «Κάν’ το κι εσύ».Ο Σεθ ήθελε να του εναντιωθεί. Ήθελε να δει την παλιά καλή Λία που δεν υποχωρούσε ούτε πόντο.

Που τα μάτια της έλαμπαν από πάθος.Αλλά αυτό δεν επρόκειτο να το δει. «Θα κοιμόμαστε μαζί μετά το γάμο», είπε σαν ρομπότ. «Αυτό

δεν είναι διαπραγματεύσιμο».«Φυσικά. Η Μαρίζ είναι αρκετά μεγάλη για να ξέρει ότι η μαμά κι ο μπαμπάς της Σούζι κοιμούνται

στο ίδιο δωμάτιο».Πάλι γυρνούσαν στη Μαρίζ. «Θα φροντίσω για τις άδειες», είπε ο Σεθ.

Page 96: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Θα καλέσω τον ιερέα της τοπικής εκκλησίας για την τελετή. Θέλεις βέρα;»«Ναι», είπε ο Σεθ. «Εσύ;»«Μάλλον. Θα είναι καλύτερα έτσι».«Δηλαδή αυτός ο γάμος γίνεται για τα προσχήματα;»«Για τι άλλο;»«Νομίζω ότι ακούω τη Μαρίζ», είπε ανέκφραστα ο Σεθ.Από το ανοιχτό παράθυρο είχε ακούσει κάποιον να ανεβάζει ένα ποδήλατο στη βεράντα. Καθώς η

πόρτα με τη σήτα έκλεινε, είδε τη Λία να συγκεντρώνεται όπως έκανε πριν από ένα κοντσέρτο.Έπειτα η Μαρίζ μπήκε τρέχοντας στην κουζίνα. «Γεια σου, μπαμπά!» φώναξε κι έπεσε στην αγκαλιάτου.Ο Σεθ τη σήκωσε ψηλά γελώντας και αναρωτήθηκε αν θα τη χόρταινε ποτέ. «Γεια σου. Έτοιμη για

την ταινία;»«Έτοιμη».«Ωραία. Είπα στη μαμά σου ότι θα σε φέρω πίσω αύριο το μεσημέρι».«Μαρίζ, έχουμε να σου πούμε νέα», είπε ανάλαφρα η Λία. «Σπουδαία νέα που ελπίζουμε να σε

κάνουν να χαρείς». Κοίταξε τον Σεθ και χαμογέλασε. «Να της πω, Σεθ;»Ο Σεθ είχε καταπιεί τη γλώσσα του. «Πες της».«Ο πατέρας σου κι εγώ θα παντρευτούμε, Μαρίζ».Η μικρή κοιτούσε μια τον έναν και μια τον άλλον. «Ο μπαμπάς θα μείνει μαζί μας;»Τελικά ο Σεθ βρήκε τη μιλιά του. «Κάποιες φορές θα φεύγω για δουλειές όπως και η μαμά σου και

κάποια Σαββατοκύριακα θα τα περνάμε στο Μανχάταν. Αλλά τον περισσότερο καιρό θα είμαι εδώ».«Σαν πραγματικός μπαμπάς;»«Θα κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ». Ο λαιμός του Σεθ είχε κλείσει.Η Μαρίζ αγκάλιασε τη μητέρα της. «Δε με πειράζει να σε μοιράζομαι με τον μπαμπά».Τα μάτια της Λία είχαν δακρύσει. Ξαφνικά ο Σεθ κουράστηκε να προσποιείται και την αγκάλιασε.

«Μπορούμε να παντρευτούμε στον κήπο», είπε.«Να καλέσω και τη Σούζι;» ρώτησε η Μαρίζ.«Θα είναι κλειστός γάμος», είπε η Λία, χαρίζοντας στον Σεθ άλλο ένα πλατύ προσποιητό

χαμόγελο.«Θα είναι τέλειος», κελάηδησε η Μαρίζ και άρχισε να χορεύει. «Γιατί δεν έρχεσαι μαζί μας στο

σινεμά, μαμά;»Η Λία ταράχτηκε. «Πρέπει να εξασκηθώ για το κοντσέρτο, γλυκιά μου. Ίσως την επόμενη φορά...

Τώρα πρέπει να φύγετε. Σας ετοίμασα μερικά σάντουιτς και χυμούς».«Ευχαριστούμε», είπε ο Σεθ. «Μαρίζ, πας να τα βάλεις στο αυτοκίνητο;»Ενώ η κόρη του έβγαινε απ’ την κουζίνα, γύρισε τη Λία στην αγκαλιά του και τη φίλησε με θυμό,

απελπισία και πόθο. «Ορίστε», είπε. «Τώρα νιώθω καλύτερα».Εκείνη έμεινε εντελώς ακίνητη. «Να ξέρεις ότι δεν πρόκειται να βαρεθώ ποτέ μαζί σου», πρόσθεσε

ο Σεθ.Έπειτα πήγε να βρει την κόρη του.

* * *Τέσσερις μέρες αργότερα ο Σεθ βρισκόταν ανάμεσα στους θεατές που είχαν συγκεντρωθεί στοΚάρνεγκι Χολ. Αυτή τη φορά δε φορούσε σμόκιν, ούτε καθόταν σε θεωρείο. Ήταν ντυμένος απλά

Page 97: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

και καθόταν στην πίσω και πλαϊνή μεριά της πλατείας.Δεν ήθελε να τον δει η Λία.Πάνω απ’ το κεφάλι του έλαμπε ο κυκλικός πολυέλαιος που θύμιζε το δαχτυλίδι του γάμου που

είχε δωρίσει στη γυναίκα του ο Άντριου Κάρνεγκι. Πολύ ειρωνικό, σκέφτηκε ο Σεθ, μια που ο δικόςτου γάμος θα γινόταν σε λίγες μέρες.Δεν είχε κάνει έρωτα με τη Λία ύστερα από εκείνη τη βραδιά στην Πράγα. Της είχε προτείνει να

πάει στο σπίτι του απόψε, όμως είχε αρνηθεί. Ήταν παγερά ευγενική όποτε βρίσκονταν μόνοι καιπολύ φιλική μπροστά στη Μαρίζ. Ο Σεθ δεν ήξερε τι απ’ τα δυο απεχθανόταν περισσότερο. Αλλά ανξαναγινόταν η παθιασμένη, αντιδραστική Λία του, δεν επρόκειτο να τον παντρευτεί. Δεν μπορούσενα έχει και το ένα και το άλλο.Είχε πάρει αυτό που ήθελε με αντίτιμο την ψυχρότητά της. Αισθανόταν χιλιόμετρα μακριά από τη

γυναίκα που θα παντρευόταν σε λιγότερο από δέκα μέρες. Γι’ αυτό βρισκόταν εκεί; Για ναπροσπαθήσει με κάποιον τρόπο να επανασυνδεθεί μαζί της;Είναι θλιβερό, σκέφτηκε και βολεύτηκε στο βελούδινο κάθισμά του, διαβάζοντας το πρόγραμμα.Το προηγούμενο βράδυ ήταν ακόμα πιο θλιβερό. Ανίκανος να κοιμηθεί, τριγύριζε στο σπίτι από τις

δώδεκα ως τις τρεις, τακτοποιώντας βιβλία που δε χρειάζονταν τακτοποίηση. Προσπαθώντας ναξεφύγει από τα ερωτηματικά του.Γιατί δεν μπορούσε να ερωτευτεί τη Λία;Αυτό ήταν το μόνο ερώτημα που είχε σημασία. Και στο οποίο έδινε πάντοτε την ίδια απάντηση:

έφταιγε το τείχος που είχε χτίσει γύρω του από οχτώ χρονών.Ένα τείχος που είναι ακόμα εδώ, σκέφτηκε ο Σεθ, καθώς η ορχήστρα έπαιρνε θέση. Και πίσω απ’

αυτό το τείχος παρακολουθούσε την όμορφη Λία του.Όχι, δεν ήταν δική του.Δεν ήταν, γιατί δεν την αγαπούσε.Στο διάλειμμα σηκώθηκε κι έφυγε από το επιβλητικό μέγαρο της Έβδομης Λεωφόρου. Βάζοντας

τα χέρια στις τσέπες, προχώρησε ανατολικά και μετά βόρεια, προς τη λεωφόρο Μάντισον, όπουβρισκόταν το σπίτι του.Η Λία είχε κάνει τουλάχιστον τρία λάθη στην πρώτη πράξη. Αν και τα είχε διορθώσει ταχύτατα, οι

κριτικοί θα τη σταύρωναν την επόμενη μέρα.Αισθανόταν υπεύθυνος. Έφταιγε αυτός και το τελεσίγραφό του.Αλλά πώς να ακύρωναν το γάμο; Η Μαρίζ θα ήταν απαρηγόρητη.Ο Σεθ μπήκε στο σπίτι και ανέβηκε πάνω, ελπίζοντας ότι η Λία θα είχε αφήσει κάποιο μήνυμα στον

τηλεφωνητή του. Δεν είχε. Και παρ’ όλο που έμεινε ξύπνιος μέχρι τις δύο, δεν τον πήρε τηλέφωνο.Το επόμενο πρωί σηκώθηκε νωρίς, με την ελπίδα ότι η Λία θα του έλεγε πώς αισθανόταν ύστερααπό δυο πολύ χλιαρές κριτικές.Στις εννιάμισι, την ώρα που έβγαινε από το μπάνιο, χτύπησε το κουδούνι. Ο Σεθ φόρεσε ένα τζιν,

προσπάθησε να στρώσει τα υγρά μαλλιά του και κατέβηκε δυο δυο τα σκαλιά. Αλλά όταν άνοιξε τηνπόρτα, δεν είδε τη Λία. Είδε τη μητέρα του.Πάγωσε απ’ το σοκ. «Μητέρα... Συμβαίνει τίποτα;»«Θα μου πεις να περάσω;» είπε εκείνη απότομα. «Ή θα με αφήσεις να περιμένω στο κατώφλι;»«Φυσικά... Πέρασε. Έχω φτιάξει καφέ. Θες λίγο;»«Για όνομα του Θεού, Σεθ, βάλε κανένα ρούχο».«Δε σε περίμενα», είπε ξερά ο Σεθ. «Βολέψου, έρχομαι αμέσως».

Page 98: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Όταν γύρισε, η Έλινορ καθόταν στο σαλόνι, σε μια πανάκριβη καρέκλα ενός Φιλανδού σχεδιαστή.«Αυτή η καρέκλα είναι τρομερά αναπαυτική», είπε εκνευρισμένη. «Δεν καταλαβαίνω γιατί».Εκείνος της έδωσε ένα πορσελάνινο φλιτζάνι με καφέ. Η Έλινορ ήπιε μια γουλιά και το άφησε στο

τραπέζι με τη δερμάτινη επιφάνεια. Για πρώτη φορά έδειχνε να μην ξέρει τι να πει. «Πήρες τηνπρόσκλησή μου για το γάμο;» τη ρώτησε ανέμελα ο Σεθ.«Ναι. Παντρεύεσαι τη βιολονίστα. Νόμιζα πως ήσουν κατά του γάμου».«Είμαι. Η Μαρίζ θέλει να παντρευτούμε... Οπότε παντρευόμαστε».Η Έλινορ κοίταξε έξω. «Θα είναι και ο πατέρας σου εκεί;»Ο Σεθ κούνησε το κεφάλι του. «Αυτός και η Μαρίζ το δήλωσαν εξαρχής».«Ξέρεις ότι με άφησε. Δεν πρόκειται να με συγχωρήσει ποτέ. Εννοώ για το παιδί, πριν από τόσα

χρόνια. Και το ότι του κράτησα μυστική την ύπαρξη της εγγονής του».«Μπορείς να γνωρίσεις τη Μαρίζ, αν θέλεις».«Ποτέ δεν πίστευα ότι θα με εγκατέλειπε!»Στο φως που έμπαινε από τα ψηλά παράθυρα, ο Σεθ έβλεπε ότι η μητέρα του είχε γεράσει τις

τελευταίες βδομάδες. Ή μήπως ήταν απλώς ότι είχε χάσει τον περίφημο αυτοέλεγχό της; «Και γιαμένα ήταν έκπληξη», είπε.Η Έλινορ έσκυψε το κεφάλι, στρίβοντας τα δάχτυλά της με τα διαμαντένια δαχτυλίδια. «Μου...

μου λείπει».«Έχει αλλάξει», είπε ο Σεθ. «Δεν πρόκειται να ξαναδεχτεί εντολές από σένα».«Το ξέρω, Σεθ! Δεν έχω πάθει ακόμα γεροντική άνοια!»«Και τι σκοπεύεις να κάνεις;»Η Έλινορ έπαιξε με το διαμαντένιο μπρασελέ του ρολογιού της. «Φοβάμαι να επικοινωνήσω μαζί

του. Μπορεί να μου πει ότι θέλει διαζύγιο. Ότι τελειώσαμε».«Μου μίλησε για τα παιδικά σου χρόνια και το πώς...»«Δεν είχε καμιά δουλειά να σου μιλήσει γι’ αυτά!»«Κάνεις λάθος», είπε αυστηρά ο Σεθ. «Με βοήθησε να σε καταλάβω. Ως παιδί ποτέ δεν είχες την

αγάπη που σου άξιζε. Σε χτυπούσαν και σε πρόσβαλλαν. Έτσι, από τότε προστάτευες τον εαυτό σουαπ’ την αγάπη. Αρνιόσουν να δώσεις σε κάποιον άλλον αυτό που τόσο σκληρά σου είχαν αρνηθεί».Θα μπορούσε να μιλάει στον εαυτό του. Τόσα χρόνια έκανε ακριβώς το ίδιο.«Η αγάπη είναι παγίδα», απάντησε η μητέρα του. «Βάλ’ τη στην καρδιά σου και θα σε

καταστρέψει».«Η έλλειψή της είναι αυτή που σε καταστρέφει τώρα», είπε ο Σεθ. «Το βλέπω στο πρόσωπό σου».Η Έλινορ έσφιξε τα χείλη. «Πώς τολμάς να μου μιλάς έτσι!»Και οι δυο είχαν ακούσει το τρέμουλο στη φωνή της. «Τηλεφώνησε στον πατέρα», είπε ήρεμα ο

Σεθ. «Δε νομίζω ότι έπαψε ποτέ να σ’ αγαπάει... Δε θες να δεις αν έχω δίκιο;»«Αν κάνεις λάθος, τότε θα γελοιοποιηθώ εντελώς».«Θα είναι δειλία να μην τηλεφωνήσεις», είπε ο Σεθ και για άλλη μια φορά ένιωσε ότι μιλούσε στον

εαυτό του.«Από τότε που το έσκασα από το σπίτι μου ορκίστηκα να μη φοβηθώ ξανά κανέναν», ψιθύρισε η

Έλινορ.Εκείνος της έδωσε το τηλέφωνο. «Απόδειξέ μου το».«Φαίνεται ότι σε είχα υποτιμήσει, Σεθ. Κληρονόμησες πολλά από το χαρακτήρα μου».«Μάλλον έχεις δίκιο», είπε ο Σεθ. Πληκτρολόγησε τον αριθμό του πατέρα του και βγήκε απ’ το

Page 99: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

σαλόνι.Είχε να κάνει κι αυτός ένα τηλεφώνημα. Στη Λία. Αν και δεν ήξερε τι να της πει.Μπορούσε να ξεκινήσει με ένα λυπάμαι. Για το ότι κρυβόταν πίσω από το παρελθόν. Για το ότι είχε

επιτρέψει σ’ αυτό να καθορίσει τη ζωή του. Για το ότι την είχε πληγώσει.Πέντε λεπτά αργότερα η Έλινορ τον βρήκε στην κουζίνα, να κοιτάζει αφηρημένα έξω τον κήπο.

«Θα συναντηθούμε σ’ ένα τέταρτο στα σκαλιά του Μητροπολιτικού Μουσείου. Θα κάνουμεπερίπατο στο Σέντραλ Παρκ και θα με βγάλει για φαγητό».«Ραντεβού δηλαδή», είπε πονηρά ο Σεθ.Η Έλινορ ξεφύσηξε. «Νομίζω πως πρέπει να σ’ ευχαριστήσω».«Μάλλον». Ο Σεθ χαμογέλασε, τη σήκωσε κι άρχισε να τη στροβιλίζει. «Να περάσετε καλά. Να

φάτε πολλή σαντιγί. Μην ξεχάσεις να πεις στον μπαμπά ότι τον αγαπάς».«Σεθ, άσε με κάτω!»Η Έλινορ έδειχνε τόσο σοκαρισμένη που του ήρθε να βάλει τα γέλια. Και, προς μεγάλη του

ικανοποίηση, ο Σεθ πρόσεξε ότι του χαμογελούσε. «Θες να φωνάξω ταξί;» τη ρώτησε.«Θα περπατήσω. Πριν από χρόνια ο πατέρας σου μου χάριζε ένα κίτρινο τριαντάφυλλο σε κάθε

επέτειο του γάμου μας. Μπορεί να του πάρω κανένα καθ’ οδόν».Ο Σεθ φίλησε τη μητέρα του και στα δύο μάγουλα. «Καλή ιδέα», είπε.«Έκανα κάτι φρικτό –την έκτρωση εννοώ», είπε εκείνη, κοιτάζοντας το πουκάμισό του. «Αλλά

όταν ήμουν μικρή, η μητέρα μου γεννούσε το ένα παιδί μετά το άλλο και το καθένα την τραβούσεόλο και πιο κάτω... Και δεν έπρεπε να καταστρέψω εκείνα τα γράμματα. Ήταν μεγάλο λάθος».Τα μάτια της είχαν δακρύσει. «Μερικές φορές τα δάκρυα είναι πολυτιμότερα από τη συγνώμη,

μαμά», είπε ο Σεθ.Η Έλινορ τον κοίταξε στα μάτια. «Χαράμισα πολλή απ’ τη ζωή μου, Σεθ. Μην κάνεις το ίδιο».

Έπειτα άνοιξε την πόρτα κι έφυγε.Η συμβουλή της ήταν εκπληκτική στην απλότητά της.Το μόνο που χρειαζόταν ο Σεθ ήταν να την ακολουθήσει.

Page 100: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 15

Όταν ο Σεθ ξαναμπήκε στο σπίτι, το κινητό του άρχισε να χτυπάει. Το έβγαλε απ’ την τσέπη του, μετο φόβο ότι θα ήταν ο πατέρας του και θα του έλεγε ότι είχε αλλάξει γνώμη.«Σεθ;» ακούστηκε η φωνή της Λία γεμάτη αγωνία. «Σεθ, μ’ ακούς;»Η καρδιά του κόντεψε να σπάσει. «Τι είναι, Λία; Τι συμβαίνει;»«Συμβαίνει κάτι πολύ... Μια στιγμή».Ο Σεθ άκουσε από μέσα μπερδεμένες φωνές. Ύστερα η Λία συνέχισε. «Δεν ξέρω...»«Έγινε τίποτα με τη Μαρίζ; Για τ’ όνομα του Θεού, Λία, απάντησέ μου».«Θα σου απαντούσα, αν σταματούσες να με διακόπτεις! Καλά είναι η Μαρίζ, είναι με τη Σούζι.

Σεθ, ήμουν τόσο ταραγμένη από τις κριτικές που άφησα το βιολί μου στο πίσω κάθισμα ενός ταξί».Η φωνή της άρχισε να τρέμει. «Το Στραντιβάριους. Το πολύτιμο βιολί μου».Ο Σεθ ανακουφίστηκε αφάνταστα που επρόκειτο μόνο για το βιολί της. «Πού είσαι;»«Σ’ ένα άλλο ταξί. Πηγαίνω στο ενεχυροδανειστήριο. Εκεί πήγε επόμενη κούρσα το πρώτο ταξί

όταν με άφησε». Η Λία του έδωσε γρήγορα τη διεύθυνση.«Δε θα πας εκεί μόνη σου, είναι επικίνδυνη περιοχή. Σταμάτα το ταξί και θα σε προλάβω».«Αποκλείεται! Δε θα μπορέσω να αντικαταστήσω ποτέ αυτό το βιολί, ο ήχος του είναι

αξεπέραστος. Απερίγραπτος. Συν το ότι αξίζει μια περιουσία. Πρέπει να το βρω».Η παθιασμένη Λία του είχε επανέλθει σε όλο της το μεγαλείο. «Πες μου τη διεύθυνση του

ενεχυροδανειστήριου και θα έρθω το συντομότερο. Περίμενέ με εκεί –είναι διαταγή!»«Ναι... Εξαρτάται από το αν θα πάρω πίσω το βιολί ή όχι».Ο Σεθ έβαζε το πορτοφόλι του στην τσέπη κι έβγαινε απ’ το σπίτι καθώς μιλούσε. «Το αυτοκίνητό

μου είναι στο συνεργείο. Πρέπει να πάρω ταξί. Προς Θεού, Λία, μη βάλεις τη ζωή σου σε κίνδυνο.Ένα βιολί είναι μόνο».«Μόνο;»«Για μένα είσαι χίλιες φορές πολυτιμότερη από ένα βιολί. Μ’ ακούς; Βλέπω ένα ταξί. Κλείνω».Ο Σεθ σταμάτησε το ταξί κι έδωσε στον οδηγό τη διεύθυνση του ενεχυροδανειστήριου. «Άλλα

πενήντα δολάρια αν με πας εκεί σ’ ένα τέταρτο».Πληκτρολόγησε τον αριθμό του κινητού της Λία, αλλά του απάντησε μια απρόσωπη αντρική φωνή.

«Ο συνδρομητής που καλέσατε δεν είναι διαθέσιμος. Δοκιμάστε αργότερα».Βλαστημώντας μέσ’ απ’ τα δόντια του, ο Σεθ πληκτρολόγησε πάλι τον αριθμό, αλλά η απάντηση

ήταν η ίδια. Είχε κλείσει το τηλέφωνο.Ή μήπως το είχε κάνει κάποιος άλλος παρά τη θέλησή της; Είχε προκύψει πρόβλημα στο

ενεχυροδανειστήριο;Καθώς το ταξί άλλαζε λωρίδες, ο Σεθ πηγαινοερχόταν σαν σακί στο πίσω κάθισμα. Δυο λέξεις

αντηχούσαν στο μυαλό του: Πολύ αργά. Πολύ αργά.Κι αν ήταν πολύ αργά; Αν η Λία είχε πάθει κάτι;Δεν άντεχε να τη χάσει. Η ζωή του θα ήταν μάταιη χωρίς αυτήν.Λουσμένος στον κρύο ιδρώτα, κάλεσε πάλι το κινητό της. Ούτε που νοιάστηκε όταν το ταξί πέρασε

ξυστά ανάμεσα σ’ έναν κάδο σκουπιδιών κι ένα λεωφορείο. Πού ήταν η Λία; Έπρεπε να είναι

Page 101: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ασφαλής. Έπρεπε.Σε δεκατρία λεπτά ακριβώς το ταξί σταμάτησε έξω από ένα ύποπτο μικρό μαγαζί σ’ έναν ακόμα πιο

ύποπτο δρόμο. «Να περιμένω;» ρώτησε ο οδηγός. «Δε μ’ αρέσει και πολύ το μέρος».«Ναι... Θα γυρίσω αμέσως».Ο Σεθ έτρεξε στην πόρτα με τις βαριές σιδερένιες μπάρες. Μπήκε μέσα και κατάλαβε αμέσως ότι η

Λία δεν ήταν εκεί. «Ήταν εδώ μια γυναίκα κι έψαχνε ένα βιολί», είπε στον καταστηματάρχη, έναντύπο απροσδιόριστης ηλικίας που το βλέμμα του φανέρωνε ότι είχε δει πολλά. «Πού πήγε;»«Τι σε νοιάζει;»«Αν είχα χρόνο, θα κάναμε μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση επί του θέματος». Ο Σεθ κοπάνησε

τη γροθιά του στον πάγκο. «Πες μου πού πήγε».«Καλά, καλά». Ο καταστηματάρχης τού είπε ένα δρόμο κοντά σε μια πορτορικάνικη γειτονιά.

«Ένας τύπος αγόρασε το βιολί. Έγιναν όλα πολύ γρήγορα».«Αν δεν είναι εκεί αυτή που ψάχνω, θα γυρίσω. Να εύχεσαι να είναι εκεί».Το ταξί περίμενε. Ο Σεθ έδωσε την καινούρια διεύθυνση και κρατήθηκε καθώς ο οδηγός έστριβε

απότομα κι έμπαινε σε περάσματα επικίνδυνα στενά. Το αυτοκίνητο σταμάτησε κοντά στο τέλοςενός δρόμου. «Εδώ είναι», είπε ο οδηγός.Ο Σεθ βγήκε. Πάνω από το σαματά μιας οικοδομής και τις φωνές των παιδιών που έπαιζαν στο

δρόμο, άκουσε τον ήχο ενός βιολιού. «Άλλα πενήντα αν περιμένεις», είπε στον ταξιτζή.«Εντάξει». Ο ταξιτζής έγειρε πίσω και κατέβασε το κασκέτο του ως τα φρύδια.Ο Σεθ έτρεξε στο δρόμο. Ο φλογερός ρυθμός ενός ισπανικού χορού ηχούσε ανάμεσα στα κτίρια με

τις σκουριασμένες σκάλες κινδύνου και τα γεμάτα σκουπίδια πεζοδρόμια. Έστριψε σε μια πιτσαρίατης κακιάς ώρας και είδε τη Λία μπροστά σ’ ένα σκουπιδοτενεκέ, με μια λουλουδάτη φούστα, έναμακό με βαθύ ντεκολτέ και το αγαπημένο της βιολί στον ώμο. Γύρω της ήταν μαζεμένο ένα μικρόπλήθος. Άντρες, γυναίκες και παιδιά που χτυπούσαν τα πόδια τους, χόρευαν και τραγουδούσαν.Ο Σεθ ακούμπησε σ’ έναν τοίχο λαχανιασμένος. Η Λία ήταν ασφαλής. Δεν την είχαν κλέψει ούτε

βιάσει ούτε απαγάγει. Τίποτα απ’ όλα τα τρομερά πράγματα που είχε βάλει στο νου του.Ποιος άλλος εκτός από τη Λία θα έπαιζε με την ψυχή του σ’ ένα σοκάκι, μπροστά σε ανθρώπους

που δεν είχαν χρήματα για να πληρώσουν ακόμα και το φτηνότερο εισιτήριο για μια συναυλία της;Σηκώθηκε και προχώρησε προς τα κει. Η Λία τον είδε, του χαμογέλασε μόρτικα και, με μια

φιοριτούρα, τελείωσε το κομμάτι. Το πλήθος ξέσπασε σε χειροκροτήματα και φωνές.Όταν την έφτασε, εκείνη χαμογελούσε ακόμα. «Γεια σου, Σεθ», του είπε. «Πήρα πίσω το βιολί

μου».«Το βλέπω». Κοιτάζοντάς τη στα μάτια, ο Σεθ γονάτισε στο ένα του πόδι. Τα νύχια των ποδιών της

ήταν βαμμένα φούξια σαν το μπλουζάκι της.Ενώ γύρω τους είχε πέσει σιωπή, της είπε με επισημότητα: «Λία ντ’ Άντζελι, σ’ αγαπώ. Τε κιέρο.

Τε άμο. Σ’ αγαπώ από κείνη τη νύχτα στο Παρίσι, πριν από οχτώ χρόνια. Σ’ αγαπώ με όλη μου τηνκαρδιά και την ψυχή. Σ’ αγαπούσα χθες, σ’ αγαπώ σήμερα και θα σ’ αγαπώ για πάντα».Η Λία κατέβασε το βιολί της. «Με δουλεύεις», είπε ανέκφραστα.«Ποτέ στη ζωή μου δεν έχω μιλήσει πιο σοβαρά».«Τότε έχεις τρελαθεί».«Σταμάτα να διαφωνείς, αλλιώς θ’ αλλάξω γνώμη».«Μα, είπες ότι δεν πρόκειται να ερωτευτείς ποτέ».«Έκανα λάθος, ήμουν ανόητος. Μπουφόν. Ιντιότα. Ήρθα στα συγκαλά μου σήμερα το πρωί». Η

Page 102: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

φωνή του Σεθ ράγισε. «Πες μου ότι δεν είναι αργά. Ότι μ’ αγαπάς ακόμα και θα με παντρευτείς, ότιθα γίνεις σύντροφος της ζωής μου».Ένας αναστεναγμός ικανοποίησης ακούστηκε απ’ το πλήθος. Η Λία κοκκίνισε. «Μ’ αγαπάς; Είσαι

σίγουρος;»Ο Σεθ χαμογέλασε, μετακινώντας το γόνατό του. «Είμαι τόσο σίγουρος ότι σ’ αγαπώ όσο σκληρό

είναι αυτό το πεζοδρόμιο. Προσπάθησε να μη με κρατήσεις πολύ σε αγωνία, ε;»«Θα σου άξιζε να σε κρατήσω σε αγωνία», είπε σοβαρά η Λία. «Ήμουν απελπισμένη από τη στιγμή

που δέχτηκα να σε παντρευτώ».Εκείνος της έπιασε το χέρι και το φίλησε. «Ορκίζομαι να κάνω ό,τι μπορώ για να είσαι ευτυχισμένη

σε όλη σου τη ζωή».Εκείνη κοκκίνισε ακόμα πιο πολύ. «Πώς κατάλαβες ότι μ’ αγαπάς;»«Η μητέρα μου ήρθε στο σπίτι μου σήμερα το πρωί. Ήταν αναστατωμένη και... πολύ διαφορετική

απ’ ό,τι την ήξερα. Είπε ότι λυπόταν πολύ για όσα είχε κάνει... και δάκρυσε. Όταν έφυγε, σκόπευενα πάρει στον πατέρα μου ένα κίτρινο τριαντάφυλλο. Αφού εκείνη μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο, κιεγώ μπορώ να γκρεμίσω τα τείχη που κρύβομαι πίσω τους. Τα γκρέμισα, Λία. Αλλά όταντηλεφώνησες, νόμιζα ότι σου συνέβη κάτι κακό και πως ήταν πολύ αργά για μένα. Ότι ποτέ δε θαμπορούσα να σου πω ότι σ’ αγαπώ».Μια ηλικιωμένη γυναίκα με μαύρο φόρεμα και μαντίλι είπε, αναστενάζοντας απαλά: «Τε άμο» .

Ένας νεαρός αγκάλιασε την έγκυο γυναίκα του. Ξαφνικά, η Λία έβαλε τα γέλια. «Το ακροατήριοείναι με το μέρος σου, Σεθ».«Χρειάζομαι όλη τη βοήθεια του κόσμου».Η Λία τον σήκωσε. «Θέλω πολύ να γίνω γυναίκα σου, κερίδο. Αγαπημένη σου».«Τελικά τα βρήκαμε», είπε ο Σεθ και τη φίλησε με πάθος.Η Λία ήταν αυτή που διέκοψε το φιλί. Τα μάτια της έλαμπαν από ευτυχία, τα μαλλιά της ανέμιζαν

στην αύρα. «Νομίζω ότι τους αξίζει ένα ανκόρ», είπε και ξεκίνησε να παίζει ένα ζωηρό φλαμένγκο.Όταν η ηλικιωμένη γυναίκα ύψωσε τα χέρια της σαν να έπαιζε κλακέτες, ο Σεθ άρχισε να χορεύειμαζί της.Ήταν ποτέ τόσο ευτυχισμένος;Ο χορός τέλειωσε τόσο έντονα όσο άρχισε. Ο Σεθ υποκλίθηκε στη μαυροντυμένη γυναίκα. «Αυτός

ο κύριος είχε αγοράσει το βιολί μου για την κόρη του», είπε η Λία, όταν κόπασε το χειροκρότημα.Ένα κοριτσάκι κοιτούσε τον Σεθ με τα μεγάλα μαύρα μάτια του. «Θα της πάρουμε ένα άλλο», είπε

εκείνος.«Κι εγώ θα της κάνω μαθήματα», υποσχέθηκε η Λία.«Στο μεταξύ, αγαπημένη μου Λία, ένα ταξί περιμένει να σε πάει στο σπίτι σου. Μακάρι να ήταν

άσπρη άμαξα».Η Λία έβαλε το βιολί στη θήκη του, έδωσε στον πατέρα του κοριτσιού την κάρτα της κι έγραψε το

τηλέφωνό της. Ύστερα κράτησε τον Σεθ απ’ το χέρι. «Μια χαρά είναι και το ταξί», του είπε. «Μιαάμαξα οποιουδήποτε χρώματος θα αργούσε πολύ περισσότερο».«Βιάζεσαι;» ρώτησε εκείνος αθώα.«Ναι. Θέλω να πάμε στο κρεβάτι».Ο Σεθ χάιδεψε απαλά τα χείλη της. «Λυπάμαι που σε πόνεσα. Ήμουν σίγουρος ότι δεν μπορούσα

ν’ αγαπήσω».«Ευτυχώς», αστειεύτηκε εκείνη. «Έτσι δεν ερωτεύτηκες καμιά άλλη».

Page 103: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Ίσως, κατά βάθος, να ήξερα ότι με περίμενες».«Ω Σεθ, τι καλά που θα είμαστε!»«Υποψιάζομαι πως οι γονείς μου θα έρθουν στο γάμο. Μαζί. Θα προειδοποιήσω τη μητέρα μου να

μη σου μιλήσει υποτιμητικά».«Αν το κάνει, θα ανακαλύψει ότι βρήκε το μάστορά της. Την έχεις συγχωρήσει, έτσι;»«Ναι. Ξεπέρασα εκείνη τη βραδιά στη βιβλιοθήκη. Άνοιξα την καρδιά μου στην ωραιότερη γυναίκα

στον κόσμο. Αυτό το πρωί ήταν σπουδαίο».Η Λία γέλασε. «Άκου και την τελευταία δοκιμασία. Η Μαρίζ σκοπεύει να σκορπίζει μαζί με τη

Σούζι λουλουδάκια στους καλεσμένους. Θα το αντέξεις;»«Χαριτωμένο ακούγεται. Τι θα ’λεγες να κάνουμε το φθινόπωρο ένα μεγάλο πάρτι στο Παρίσι, στο

ξενοδοχείο όπου γνωριστήκαμε;»«Κι αυτό χαριτωμένο ακούγεται».«Αλλά κάθε πράγμα στην ώρα του. Πρώτα το κρεβάτι».Ο οδηγός του ταξί περίμενε ακόμα, ροχαλίζοντας δυνατά. Ο Σεθ βρήκε την ευκαιρία να φιλήσει

πάλι τη Λία. Ύστερα χτύπησε το παράθυρο και μπήκαν στο πίσω κάθισμα. Ο Σεθ έδωσε στονταξιτζή τη διεύθυνση. «Τώρα δε βιαζόμαστε», είπε. «Τη βρήκα. Τη γυναίκα που περίμενα σε όλημου τη ζωή».«Πρέπει να πάρω έξτρα φιλοδώρημα γι’ αυτό», είπε αργόσυρτα ο οδηγός.«Θα πάρεις».Είκοσι λεπτά αργότερα ο ταξιτζής έφευγε, δείχνοντας πολύ ευχαριστημένος απ’ τη ζωή του. Ο Σεθ

άνοιξε την εξώπορτα, σήκωσε τη Λία στην αγκαλιά του και την πέρασε απ’ το κατώφλι.«Εξασκούμαι», είπε, κλείνοντας την πόρτα πίσω του.«Γι’ αυτό θες να με πας στο κρεβάτι; Για να κρατηθείς σε φόρμα;» τον πείραξε εκείνη.«Σε πάω στο κρεβάτι επειδή μου φαίνεται ότι πέρασε ένας αιώνας από την τελευταία φορά που σε

αγκάλιασα. Επειδή είσαι υπέροχη και σέξι και σ’ αγαπώ σαν τρελός».Η Λία γέλασε με την καρδιά της. «Κι εγώ σ’ αγαπώ, Σεθ. Και ξέρεις τι λένε, η εξάσκηση οδηγεί

στην τελειότητα».Ο Σεθ έκλεισε το πρόσωπό της στις παλάμες του και την κοίταξε μ’ ένα βλέμμα γεμάτο αγάπη.

«Ήδη είσαι τέλεια», της είπε.

Page 104: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΑΔΑΜΑΣΤΗ ΚΑΡΔΙΑ

Page 105: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Ένιωθε την ένταση στον αέρα. Η βαριά απογευματινή ζέστη ήταν ανυπόφορη και, παρ’ όλο πουφορούσε ελαφρύ κοστούμι, ο Κέιν Φάλκονερ δεν ένιωθε καθόλου άνετα.Φυσιολογικά, η Βαρκελώνη ήταν μια πόλη που του άρεσε, αλλά τώρα, καθώς περπατούσε στον

πλαισιωμένο με δέντρα δρόμο, μπροστά απ’ τα περίπτερα με σουβενίρ και λουλούδια και ταυπαίθρια καφέ, χαιρόταν που είχε τελειώσει τις δουλειές του.Οι φοιτητικές διαδηλώσεις, που καθόλου δεν τον ενδιέφεραν, είχαν ακινητοποιήσει την πόλη.

Στους γύρω δρόμους ακούγονταν κορναρίσματα, μαρσαρίσματα και βαριές ισπανικές βρισιές απόταξιτζήδες που επιβάρυναν έτσι την ηχορύπανση. Ένα διαπεραστικό κρώξιμο από ένα περίπτεροέκανε τα ήδη σπασμένα νεύρα του να τεντωθούν σαν ελατήρια. Γυρίζοντας το κεφάλι του, είδεμερικά πουλιά με πολύχρωμα φτερά στριμωγμένα μέσα σ’ ένα κλουβί, έτοιμα για πούλημα.Ο Κέιν απέστρεψε το βλέμμα του αγανακτισμένος. Ευτυχώς, εκείνος ήταν περαστικός. Δεν ήταν

παγιδευμένος εδώ στο θόρυβο και τη ζέστη και τη σκόνη, σκέφτηκε ανακουφισμένος. Έριξε μιαματιά στα ζωηρόχρωμα λουλούδια μιας γλάστρας σ’ ένα απ’ τα περίπτερα. Το βλέμμα τουκαρφώθηκε στο κορίτσι που ήταν ανασηκωμένο στα δάχτυλα των ποδιών του και μύριζε ένα απ’ ταλουλούδια που κρέμονταν απ’ τη γλάστρα.Οι καταρράκτες των μαλλιών της κυλούσαν σαν χρυσαφένιο μέλι στην πλάτη της. Την αναγνώρισε

αμέσως απ’ το μακρύ, λεπτό λαιμό της. Η Σάνον Μπουβιέ! Ήταν το μόνο μέρος στον κόσμο πουδεν περίμενε να τη βρει. Όταν είχε πάει στη διεύθυνση που του είχαν δώσει στο Μιλάνο πριν έξιμήνες, ένας δύστροπος σπιτονοικοκύρης τού είχε πει ότι είχε πάει να μείνει με το φίλο της. Και ότι οιδυο τους είχαν φύγει απ’ την Ιταλία, αλλά κανείς δεν ήξερε για πού. Κάπου στο εξωτερικό μάλλον.Η Σάνον Μπουβιέ. Αριστοκράτισσα –πλούσια αλήτισσα, τη χαρακτήριζαν κάποιοι λιγότερο

ευγενικοί από κείνον– κληρονόμος μιας μεγάλης κατασκευαστικής εταιρείας που η Σάνον ούτεήθελε ούτε νοιαζόταν γι’ αυτή.Ήταν πιο αδύνατη, πρόσεξε ο Κέιν, ρίχνοντας μια ματιά στο εφαρμοστό μπλουζάκι και το φαρδύ

παντελόνι εκστρατείας... πολύ πιο αδύνατη απ’ την τελευταία φορά που την είχε δει. Ταχαρακτηριστικά της ήταν τραβηγμένα και το ροδαλό νεανικό πρόσωπό της φαινόταν κάπωςκουρασμένο. Ήταν, όμως, χωρίς καμιά αμφιβολία, εκείνη.Τα χείλη του ήταν σφιγμένα, το κορμί του ριγούσε από μια ταραχή που δεν ήθελε να παραδεχτεί

καθώς προχωρούσε μέσα στο πλήθος προς το μέρος της.

* * *Η Σάνον πήρε την ανοιχτόχρωμη ορχιδέα που της πρόσφερε η ηλικιωμένη ιδιοκτήτρια τουπεριπτέρου... μια χειρονομία που η Ισπανίδα ανθοπώλισσα έκανε συχνά όταν η «εύθραυστησενιορίτα», όπως την αποκαλούσε, περνούσε μπροστά απ’ το περίπτερό της.Τώρα η γυναίκα κούνησε πέρα δώθε το κεφάλι της, αγανακτισμένη με το σαματά που

προκαλούσαν οι διαδηλωτές. Είχε ξεκινήσει σαν μια ειρηνική συγκέντρωση, είχαν, όμως, διεισδύσεικάποιοι διαφωνούντες, οι οποίοι απειλούσαν να τη διαλύσουν. Κοίταξε ανήσυχη πάνω απ’ τον ώμοτης προς την πορεία των φοιτητών. Η ανάσα της πιάστηκε καθώς αντίκρισε τον άντρα που της έκοβε

Page 106: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

τη θέα.«Γεια σου, Σάνον».Κάτι σκίρτησε μέσα της, αυτή η οικεία ταραχή που ένιωθε πάντα όταν τον έβλεπε, πράγμα που την

έκανε αυτόματα επιφυλακτική. Ήταν ο τελευταίος άνθρωπος που περίμενε να δει. Κι όμως, εκείνοςήταν εδώ, μπροστά της. Και η επιβλητική παρουσία του, μ’ ένα σχεδόν εξωπραγματικό τρόπο, έκανεόλους κι όλα να σβήνουν σαν να ήταν το μόνο άτομο στη Λας Ράμπλας.«Κέιν!» Η Σάνον δεν κατάφερε να εμφανιστεί ατάραχη όπως θα ήθελε. Το βλέμμα της καρφώθηκε

στο πρόσωπό του, στα αδρά χαρακτηριστικά του προσώπου του που τόσο καλά θυμόταν: ταπλούσια, καλοκομμένα καστανά μαλλιά, το ψηλό μέτωπο και το θεληματικό σαγόνι, το βαθύ,σαγηνευτικό λακκάκι στο πιγούνι του. «Τι γυρεύεις εδώ;» Κρίνοντας απ’ το ανοιχτόχρωμο ακριβόκοστούμι που τόνιζε το γυμνασμένο κορμί του, βρισκόταν εδώ για δουλειές, αν και το μεταξωτόάσπρο πουκάμισό του ήταν ξεκούμπωτο στο λαιμό.«Το ίδιο ετοιμαζόμουν να ρωτήσω κι εγώ». Πάνω απ’ τα κορναρίσματα και τις αγριεμένες φωνές, ο

τόνος του ήταν απαλός και βαθύς, ήρεμος. Δεν έδειχνε εκνευρισμένος όπως ένιωθε εκείνη. «Νόμιζαότι βρισκόσουν πολύ πιο μακριά». Το βλέμμα του χάιδεψε τις ντελικάτες γραμμές του προσώπουτης, τέλειες όσο και η ορχιδέα που κρατούσε στο χέρι της. «Κάποιος μου είπε ότι ήσουν στο Ρίο».Έτσι του είχαν πει. Η Σάνον δεν μπορούσε να σκεφτεί καθαρά καθώς τα γκριζογάλαζα μάτια του

την υπνώτιζαν. Είχε ρωτήσει για κείνη; Ή το είχε ακούσει τυχαία; Από κάποιον που είχε αναφερθείστο επιπόλαιο κορίτσι που διέλυε οικογένειες, όπως έγραφαν οι εφημερίδες πριν τρία περίπουχρόνια, προσφέροντας θέμα στο σκανδαλοθηρικό κοινό τους;«Ε... όπως βλέπεις...» Η Σάνον γέλασε αμέριμνα, σηκώνοντας τα χέρια της στον αέρα. «...δε

βρίσκομαι στο Ρίο». Μετά ευχήθηκε αμέσως να μην το είχε κάνει, όταν είδε ότι είχε τραβήξει τηνπροσοχή του το σλόγκαν Ελευθερία για τους Ταύρους , που ήταν τυπωμένο στο κατακόκκινομπλουζάκι της.Το στόμα του –ένα σκληρό στόμα, πίστευε πάντα η Σάνον– έκλεισε αποδοκιμαστικά και τα

ατσάλινα μάτια του έδειχναν, όπως συνέβαινε συχνά, σαν να τη χλεύαζαν. «Δίνεις ακόμα μάχες υπέρτων αδυνάτων, Σάνον;»«Κάποιος πρέπει να το κάνει».Τα χείλη του στράβωσαν σε κάτι ανάμεσα σε γκριμάτσα και χαμόγελο. «Είμαι της άποψης πως

όταν βρίσκεσαι σε κάποια ξένη χώρα, σέβεσαι τα έθιμά της».«Έχεις κάθε δικαίωμα να εκφράζεις τις απόψεις σου», είπε η Σάνον.Ο Κέιν την κοίταξε συγκαταβατικά, κάνοντάς τη να νιώσει σαν να είχε κερδίσει ένα γύρο επειδή ο

αντίπαλός της την είχε αφήσει να τον κερδίσει. «Λοιπόν, τι κάνεις εδώ στην Ισπανία;»Η Σάνον κοίταξε ένα νεαρό ζευγάρι που χάζευε τα χειροποίητα κοσμήματα σ’ ένα διπλανό

περίπτερο. Τι έκανε εκείνη εδώ;Ετοιμάστηκε να του πει, μετά άλλαξε γνώμη την τελευταία στιγμή. «Σκοτώνω το χρόνο μου»,

μουρμούρισε. Και ήταν αλήθεια, κατά κάποιον τρόπο...Τα χείλη του Κέιν σφίχτηκαν. «Τι στο καλό σημαίνει αυτό;»Η Σάνον ταράχτηκε, διακρίνοντας την αποδοκιμασία στον επικίνδυνα χαμηλό τόνο της φωνής του.

Αλλά ο Κέιν πάντα την αποδοκίμαζε. Όπως όλοι όσοι ήταν προκατειλημμένοι μαζί της. Άλλωστε,στην τελευταία τους συνάντηση, είχε πει ότι ήταν ένα πλουσιοκόριτσο που προσπαθούσε με κάθετρόπο να τραβάει πάνω του τους προβολείς της δημοσιότητας. Παράξενο, αυτή η ανάμνηση τηνπλήγωνε ακόμα.

Page 107: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Εννοώ, είναι ένα καλό μέρος για να μην κάνεις τίποτα». Να ξεχάσεις, να φορτίσεις τις μπαταρίεςσου, σκέφτηκε η Σάνον. Να γίνεις καλά.«Αυτό κάνεις;» Ο Κέιν έβαλε το ένα χέρι μέσα στην τσέπη του παντελονιού του, τεντώνοντας το

ύφασμα πάνω στους σφιχτούς γοφούς του. «Τίποτα;» Το περιφρονητικό χαμόγελό του έλεγεκαθαρά ότι δεν τον είχε εντυπωσιάσει η απάντησή της.Η Σάνον ανασήκωσε τους ώμους της. Με την άκρη του ματιού της είδε τη γυναίκα του

ανθοπωλείου να τους παρακολουθεί, πιστεύοντας προφανώς ότι ήταν ζευγάρι. Ο ψηλός, δυναμικόςάντρας και το εξίσου ψηλό, ξανθό κορίτσι. Αναρωτήθηκε αν τους έβλεπαν όλοι σαν ζευγάρι. Ανδιέκριναν την ένταση που υπήρχε ανάμεσά τους, το δυνατό πάθος που φούντωνε πάντα ότανβρίσκονταν μαζί, αν και κανένας τους δεν το παραδεχόταν. Όλα αυτά τα συναισθήματα τουςταλάνιζαν ακόμα και πριν φύγει οργισμένος ο Κέιν απ’ το γραφείο του πατέρα της, αρνούμενος, σεαντίθεση με τα υπόλοιπα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, να υποκύψει στη θέληση του ΡάνολφΜπουβιέ.«Πού μένεις;» ρώτησε ο Κέιν.Η περιοχή που του ανέφερε ήταν εντυπωσιακά ακριβή, αλλά δε θα περίμενε τίποτα λιγότερο.«Κάνεις διακοπές;»Η Σάνον δίστασε πριν κουνήσει καταφατικά το κεφάλι της.«Είσαι εδώ μόνη;» Καθώς το βλέμμα του καρφωνόταν στο αδυνατισμένο, αλλά πανέμορφο

πρόσωπό της, η Σάνον προσπαθούσε να μαντέψει τα κίνητρά του.«Ναι».Ο φίλος της λοιπόν δεν υπήρχε πια. «Γιατί δε μου κάνει εντύπωση αυτό;»«Δεν ξέρω. Γιατί;»Θεέ μου! Είχε τόση αυτοπεποίθηση! Πόσο ήταν τώρα; αναρωτήθηκε ο Κέιν. Είκοσι ένα; Αλλά

ακόμα και έφηβη είχε μεγαλύτερη αυτοκυριαρχία από μερικές γυναίκες που είχαν τα διπλάσιαχρόνια.«Έχεις κάποιο διαμέρισμα εδώ;»«Μια μονοκατοικία», τον διόρθωσε η Σάνον. «Είναι κάποιων φίλων μου».«Κατάλαβα».«Όχι, δεν κατάλαβες», είπε η Σάνον εκνευρισμένη. Δεν της άρεσε η ανάκριση που της έκανε.

Πραγματικά δεν καταλάβαινε, παραδέχτηκε ο Κέιν. Αναρωτήθηκε γιατί ήταν τόσο ατημέληταντυμένη, τι της είχε συμβεί. Αλλά δεν ήθελε να δώσει συνέχεια στο θέμα... δεν ήθελε ν’ ανακαλύψειότι τελικά υπήρχε κάποιος φίλος.«Λοιπόν, τι θα γίνει όταν βαρεθείς να μην κάνεις τίποτα στη Βαρκελώνη;» τη ρώτησε καυστικά. «Ή

δεν πρόκειται να συμβεί αυτό;»«Μπορεί και να συμβεί». Σε αντίθεση με τον δικό του, ο τόνος της δικής της φωνής ήταν εύθυμος,

αμέριμνος.«Πότε;» ρώτησε ο Κέιν σκληρά. «Όταν παρουσιαστεί κάτι –ή κάποιος– με περισσότερο

ενδιαφέρον;»Κάτω απ’ το λεπτό ύφασμα της μπλούζας της, το στήθος της Σάνον ανασηκώθηκε στην

προσπάθειά της να μην του δώσει κάποια σαρκαστική απάντηση. Διέκρινε το θυμό που έβραζε κάτωαπ’ την επιφανειακή αταραξία του, κάτι που δεν μπορούσε να εξηγήσει. Είχε φερθεί ανόητα και είχεπληρώσει γι’ αυτό. Αλλά αυτό ανήκε στο παρελθόν, γιατί λοιπόν ήθελε ο Κέιν να της το θυμίζει;Θα του απαντούσε στο σχόλιό του. «Συνήθως κάτι παρουσιάζεται», μουρμούρισε, αποφασισμένη

Page 108: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

να μην τον αφήσει να δει, μέσα απ’ το αόρατο τείχος που είχε χτίσει γύρω απ’ τον εαυτό της, τηναληθινή Σάνον Μπουβιέ.«Και δε σκέφτηκες ποτέ ότι ο πατέρας σου μπορεί ν’ αναρωτιέται πού είναι και τι κάνει η

μοναχοκόρη του; Δε σκέφτηκες καθόλου να γυρίσεις σπίτι;»Πόνος και οργή φούσκωσαν σαν άγριος χείμαρρος μέσα της. Γιατί η Σάνον δε σκεφτόταν τίποτ’

άλλο, δεν ήθελε τίποτ’ άλλο απ’ αυτό. Αλλά ο Ράνολφ Μπουβιέ της είχε ξεκαθαρίσει μετά τοσκάνδαλο στο οποίο είχε αναμειχτεί τι περίμενε απ’ τη μοναχοκόρη του... και δεν ήταν η ζωή πουήθελε εκείνη. Η Σάνον ένιωθε μεγαλύτερο αυτοσεβασμό κάνοντας τη ζωή που έκανε τα τελευταίαδυόμισι χρόνια –και για την οποία άνθρωποι σαν τον Κέιν Φάλκονερ δεν ήξεραν τίποτα απολύτως–,παρά κάτω απ’ το βάρος των εκατομμυρίων του αυταρχικού πατέρα της.«Όχι, Κέιν, δεν το σκέφτηκα. Και ούτε είναι κάτι που σε αφορά».«Χωρίς να έχεις ιδέα τι κάνει; Και πώς είναι τα πράγματα στην Αγγλία;»Η αγωνία έκανε τα φωτεινά γαλάζια μάτια της Σάνον να σκοτεινιάσουν. Στην αρχή μάθαινε απ’ τις

εφημερίδες και από γνωστούς της. Αλλά τους τελευταίους μήνες δεν ήταν σε θέση να ψάχνει γιαπληροφορίες...«Είχες κάποια επαφή μαζί του;» ρώτησε διστακτικά. Θα της έκανε εντύπωση αν της έλεγε ναι.

Μετά απ’ τον τρόπο που είχε φύγει απ’ την εταιρεία, οι σχέσεις του με τον πατέρα της σίγουρα δε θαήταν καλές.«Ξέχνα το», είπε ο Κέιν. «Όπως είπες και η ίδια, δεν είναι κάτι που με αφορά». Έβαλε και το άλλο

του χέρι στην τσέπη του και κοίταξε τον πλημμυρισμένο από κόσμο πεζόδρομο.Ήθελε να πει κι άλλα. Ένιωθε τα λόγια να τον πνίγουν, όπως έπνιγε το πλήθος τους δρόμους, γιατί

οι διαδηλωτές έμπαιναν στη Λας Ράμπλας τώρα. Ο Κέιν χρειάστηκε να υψώσει τη φωνή του πάνωαπ’ τη φασαρία που γινόταν.«Για τι γίνεται αυτή η διαδήλωση;» Ήταν μια ρητορική ερώτηση. Ο Κέιν είχε ήδη ρωτήσει το

διευθυντή στη σύσκεψη που είχε νωρίτερα για διαπραγματεύσεις που του είχαν εξασφαλίσει τηνκατασκευή πιο πολλών πολυτελών διαμερισμάτων κατά μήκος της Κοτ ντ’ Αζίρ.«Θέλουν δικαιοσύνη. Κατανόηση», απάντησε η Σάνον.Ζητούσε και η ίδια αυτά τα πράγματα από κείνον; αναρωτήθηκε ο Κέιν. Γι’ αυτό τον κοίταζε σαν να

ήταν κανένας τύραννος, επειδή πίστευε ότι της φερόταν άδικα; Ότι δεν έδειχνε κατανόηση; Οσυνδυασμός της βραχνής φωνής της και της εκθαμβωτικής ομορφιάς της τον έκανε νασυνειδητοποιεί οργισμένος με τον εαυτό του ότι ασκούσε πολύ έντονη επίδραση πάνω του, όπως καισ’ όλους τους άλλους άντρες. Ω, καταλάβαινε. Καταλάβαινε ότι ο Ράνολφ Μπουβιέ πέθαινε κάθεμέρα εξαιτίας της απώλειας της μοναχοκόρης του, ενώ εκείνη γλεντούσε, γυρίζοντας σ’ όλο τονκόσμο για να κάνει το κέφι της όπως η ίδια είχε παραδεχτεί. Κι όμως, όταν της είχε πει να γυρίσεισπίτι, του είχε φανεί ότι είχε διακρίνει πόνο στο βάθος των γαλάζιων ματιών της...«Ίσως χρησιμοποιούν λάθος μέθοδο», είπε ο Κέιν. «Δε θα κερδίσουν τη συμπάθεια κανενός

εμποδίζοντας κουρασμένους ανθρώπους να γυρίσουν σπίτι από τις δουλειές τους».Δυο κόκκινες βούλες εμφανίστηκαν στη χλομή αλλά άψογη επιδερμίδα του προσώπου της. «Ούτε

αν καθίσουν φρόνιμα και αποδεχτούν όλα όσα τους σερβίρει το κατεστημένο θα κερδίσουν καμιάσυμπάθεια».Όπως είχε αρνηθεί να κάνει εκείνη; Αυτή η σκέψη πέρασε σαν αστραπή απ’ το μυαλό του Κέιν.

Γιατί ήξερε πως, όποια κι αν ήταν η συμπεριφορά της Σάνον, ο Ράνολφ Μπουβιέ την καταπίεζε.Όπως καταπίεζε κι όλους τους άλλους... υπηρετικό προσωπικό, συνεργάτες, διευθυντές του. Και

Page 109: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

κοιτάζοντας το λεπτό κορίτσι που τον επηρέαζε με τρόπους που ντρεπόταν να παραδεχτεί,καταλάβαινε γιατί ένιωθε σαν να ασφυκτιούσε ζώντας μαζί του.«Μου κάνει εντύπωση που δεν είσαι επικεφαλής της πορείας», της είπε.«Θα μπορούσα να ήμουν, αλλά είχα...» Την προσοχή της Σάνον τράβηξε κάτι πιο πάνω στο δρόμο.Κοίταξε και ο Κέιν και είδε μια ομάδα νεαρών να φωνάζουν και να σπρώχνονται έξω από ένα καφέ.«Αλλά είχες τι;» την παρακίνησε ο Κέιν. Και αμέσως μετά ρώτησε σαρκαστικά: «Κάτι πιο

συναρπαστικό να κάνεις;»Για μια στιγμή τα γαλάζια μάτια της σκοτείνιασαν. «Ναι, ακριβώς», είπε η Σάνον, χαμογελώντας

γλυκά. «Ήμουν...»Κάτι πέρασε ξυστά δίπλα τους. Ένα άδειο κουτάκι αναψυκτικού, που έπεσε πίσω απ’ τη Σάνον μ’

έναν υπόκωφο ήχο.«Νομίζω ότι πρέπει να φύγουμε από δω», είπε ο Κέιν.Η Σάνον τραβήχτηκε μακριά του. «Δε νομίζω ότι χρειάζομαι...» άρχισε να λέει, αλλά ένα κομμάτι

μυτερό ξύλο τη χτύπησε στο μέτωπο. «Ωχ!»Καθώς διπλωνόταν απ’ τον πόνο, το χέρι του Κέιν τυλίχτηκε στη γυμνή μέση της. Βλαστημώντας,

την κράτησε όρθια. Ήταν ελαφριά σαν σπουργιτάκι. «Είσαι καλά;»Για μια στιγμή, η Σάνον ζαλίστηκε.«Σάνον!» άκουσε σαν σε όνειρο τη φωνή του Κέιν. Έγνεψε καταφατικά και άκουσε τον

αναστεναγμό ανακούφισής του.«Γιατί είσαι θυμωμένος; Είσαι πάντα θυμωμένος μαζί μου». Τα λόγια της ακούστηκαν σαν να ήταν

μεθυσμένη.«Βούλωσ’ το και περπάτα. Μπορείς να περπατήσεις;»«Φυσικά μπορώ», αποκρίθηκε η Σάνον αγανακτισμένη. Αυτό που δεν μπορούσε, όμως, να κάνει

ήταν ν’ αντέξει την αισθησιακή ζεστασιά του χεριού του γύρω απ’ τη γυμνή μέση της. Ήθελε ναγείρει πάνω του και να νιώσει την παρηγοριά και την προστασία που της πρόσφερε. «Είμαι μιαχαρά», είπε, προσπαθώντας ν’ απελευθερωθεί.«Έλα, λοιπόν», επέμεινε ο Κέιν, με αδικαιολόγητα βραχνή φωνή, και, αρπάζοντας το πάνινο

σακίδιό της που της είχε πέσει, την έβαλε μπροστά του και την οδήγησε μακριά απ’ την επικίνδυνηζώνη.«Η ορχιδέα μου!» Η Σάνον έριξε μια ματιά πίσω της και είδε την ορχιδέα τσαλαπατημένη στη μέση

του δρόμου.«Άφησέ την!» την πρόσταξε ο Κέιν και η Σάνον ένιωσε δάκρυα να πλημμυρίζουν τα μάτια της

καθώς την τραβούσε μακριά.Στην άκρη του πεζόδρομου, ο Κέιν την έβαλε μέσα σ’ ένα ταξί.«Γιατί πάμε στη μαρίνα;» τον ρώτησε όταν μπήκε κι εκείνος, έχοντας ακούσει τον προορισμό που

είχε δώσει στον οδηγό.«Γιατί έχω έρθει με το σκάφος». Ο Κέιν έκλεισε την πόρτα. «Μπορείς να ξεκουραστείς εκεί μέχρι

να ηρεμήσουν τα πνεύματα».«Με το σκάφος;» Οι κρόταφοί της πονούσαν. Τι σκάφος;Ο Κέιν χαμογέλασε. «Σκέφτηκα να συνδυάσω δουλειά και ψυχαγωγία», της είπε καθώς το ταξί

κατευθυνόταν προς το λιμάνι. «Ευτυχώς, οι δουλειές μου τελείωσαν, τουλάχιστον για σήμερα».Η Σάνον δεν ήθελε να βρεθεί παγιδευμένη σ’ ένα σκάφος μαζί με τον Κέιν Φάλκονερ. Όχι πως

φοβόταν ότι δε θα της φερόταν όπως έπρεπε. Αλλά δεν ήθελε να είναι μόνη μαζί του.

Page 110: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Νομίζω ότι θα έπρεπε να προσπαθήσω να γυρίσω σπίτι», είπε, κοιτάζοντας πίσω.«Και πώς θα το κάνεις αυτό; Με λεωφορείο; Ή θα βρεις κανένα ταξί με φτερά για να πετάξει πάνω

απ’ τους δρόμους της πόλης;»Προφανώς είχε μαντέψει ότι δεν είχε δικό της μέσο μεταφοράς. Η Πόρσε της, όπως και τα

περισσότερα πράγματά της, είχαν μείνει πίσω όταν η Σάνον είχε φύγει απ’ την Αγγλία και τη ζωήπου δεν άντεχε άλλο.Είχε δίκιο, όμως, ο Κέιν, σκέφτηκε, ρίχνοντας άλλη μια ματιά πίσω της. Όλα τα οχήματα, μικρά και

μεγάλα, ήταν ακινητοποιημένα.«Μπορώ να περπατήσω», είπε.«Μ’ αυτό το χτύπημα στο κεφάλι σου; Θέλεις να το κάνεις;»Η Σάνον ευχόταν να μπορούσε να πει ναι, αλλά η αλήθεια ήταν ότι δεν μπορούσε.«Γιατί βιάζεσαι να γυρίσεις σπίτι;» ρώτησε ο Κέιν όταν εκείνη παρέμεινε σιωπηλή. «Σε περιμένει

κανένα πεινασμένο κατοικίδιο εκεί;»«Όχι».Ο Κέιν γέλασε. «Μην ανησυχείς. Αν έχεις κάποιο ραντεβού απόψε, θα βρούμε τρόπο να γυρίσεις

πριν προφτάσει να σκεφτεί ότι τον έστησες».«Ευχαριστώ», μουρμούρισε η Σάνον, γυρίζοντας το κεφάλι της απ’ την άλλη πλευρά. Ο δυνατός

ήλιος του Ιουνίου που έμπαινε απ’ το ανοιχτό παράθυρο χάιδευε τα χρυσαφένια μαλλιά της,τονίζοντας το όμορφο προφίλ της.«Έχεις;» τη ρώτησε ξαφνικά.«Αν έχω τι;»«Κάποιο ραντεβού».Όποιος κι αν ήταν ο λόγος που ήθελε να μάθει, η Σάνον ήταν σίγουρη ότι δεν το έκανε επειδή

ήθελε να τη βοηθήσει να πάει εγκαίρως στο ραντεβού της. «Δε νομίζω ότι αυτό σε αφορά», είπεκοφτά.Περνούσαν απ’ τη γέφυρα, το επιβλητικό μνημείο του Κολόμβου που δέσποζε στον ορίζοντα,

τραβώντας την προσοχή του Κέιν.«Έχεις δίκιο, δε με αφορά», της είπε.«Τότε γιατί ρώτησες;» του είπε προκλητικά η Σάνον. «Μήπως θέλεις να μου ζητήσεις εσύ να

βγούμε;»Ο Κέιν γέλασε σαρκαστικά, δείχνοντάς της τι σκεφτόταν γι’ αυτή την ιδέα. Δε χρειαζόταν να πει

τίποτα. Του είχαν δοθεί πολλές ευκαιρίες να το κάνει στο παρελθόν και δεν είχε αξιοποιήσει καμιά.Ξαφνικά, η Σάνον ένιωσε απελπιστικά την ανάγκη να κερδίσει την επιδοκιμασία του. «Είτε το

πιστεύεις είτε όχι, Κέιν, ακόμα κι εγώ μένω μερικές φορές σπίτι για να λουστώ».«Που σημαίνει;»«Δε θα έκανα τίποτα το συγκεκριμένο».Ο Κέιν την κοίταξε δύσπιστα, κάτι που έδειχνε πόσο άσκοπη θα ήταν οποιαδήποτε προσπάθειά της

να τον κάνει ν’ αλλάξει γνώμη για κείνη.«Θα είναι δύσκολο», σχολίασε ο Κέιν χλευαστικά, «να μην κάνεις τίποτα όλη τη μέρα και μετά να

μην έχεις τίποτα να κάνεις και όλη τη νύχτα». Τα μάτια του είχαν μια πιο σοβαρή έκφραση τώρα.«Σε θεωρούσα πιο έξυπνη απ’ το να τριγυρνάς άσκοπα σ’ όλο τον κόσμο –για να επαναλάβω ταδικά σου λόγια– ‘‘σκοτώνοντας το χρόνο σου...’’»Η Σάνον του έριξε μια κλεφτή ματιά. Τη θεωρούσε πράγματι έξυπνη; Πίστευε ότι άξιζε κάτι; Ότι η

Page 111: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ζωή της είχε κάποια αξία; Ένιωσε την καρδιά της να ζεσταίνεται.«Ποιος λέει ότι τριγυρνάω άσκοπα;»«Αυτό δεν κάνεις;» είπε ο Κέιν σκυθρωπός. Και πριν προφτάσει εκείνη ν’ απαντήσει, συνέχισε: «Η

ζωή δεν είναι ένα μεγάλο, ατέλειωτο πάρτι, Σάνον. Ήλπιζα ότι αυτό θα το είχες μάθει πια».Η Σάνον κοίταξε έξω απ’ το παράθυρο, δαγκώνοντας τη γλώσσα της για να μην του πει πόσο

μεγάλο πάρτι ήταν η ζωή για κείνη. Μπροστά τους, αμέτρητα κατάρτια υψώνονταν προς τον ουρανόαπ’ τα σκάφη στη μαρίνα. Μικρά ιστιοφόρα δεμένα δίπλα στα αστραφτερά σκαριά μεγαλύτερωνσκαφών.«Δεν είναι;» Τα μαλλιά της ανέμιζαν στον αέρα καθώς η Σάνον έστρεφε πάλι την προσοχή της σ’

εκείνον. «Ίσως όχι για σένα, Κέιν, αλλά, όπως ξέρουμε και οι δύο, εγώ ανήκω στους λίγουςπρονομιούχους. Δε χρειάστηκε ποτέ να δουλέψω. Ο μπαμπάς πληρώνει όλους τους λογαριασμούςμου μια φορά το μήνα... και κοιμάμαι σχεδόν όλη τη μέρα για να μπορώ να γλεντάω τη νύχτα!»Κάτι στο ξέσπασμά της τον έκανε να γείρει προς το μέρος της. Ήταν πολύ μεγάλος, πολύ

επιβλητικός και ενοχλητικά σέξι, σκέφτηκε η Σάνον καθώς ο Κέιν της μιλούσε χαμηλόφωνα για ναμην ακούει ο οδηγός του ταξί. «Και θα πρέπει να εντυπωσιαστώ απ’ αυτό;»Η Σάνον ένιωσε απελπισία βλέποντας μια λάμψη περιφρόνησης κάτω απ’ τις πυκνές, σκούρες

βλεφαρίδες του. Γιατί, φυσικά, δεν προσπαθούσε να τον εντυπωσιάσει, ούτε ήταν τίποτα απ’ αυτάπου του είπε αλήθεια. Το γεγονός, όμως, ότι ο Κέιν ήταν έτοιμος να πιστέψει το χειρότερο για κείνητην έκανε να θέλει πιο πολύ να τον αφήσει να το πιστεύει.«Άντε στο διάβολο», μουρμούρισε η Σάνον, αποστρέφοντας το βλέμμα της.Στη μαρίνα, αφού ο Κέιν πλήρωσε τον ταξιτζή, εκείνη αρνήθηκε τη βοήθειά του, περπατώντας

μόνη της δίπλα του στην προκυμαία.«Ποιο είναι το δικό σου;» τον ρώτησε σαρκαστικά, κοιτάζοντας μερικές ψαρόβαρκες που

λικνίζονταν δίπλα στα μεγαλύτερα σκάφη.Έτρεχε σχεδόν πίσω του, μη μπορώντας ν’ ακολουθήσει τις μεγάλες δρασκελιές του.Ο Κέιν σταμάτησε δίπλα σ’ ένα μικρό κότερο, μπροστά από ένα αστραφτερό γιοτ που τράβηξε την

προσοχή της Σάνον, περιμένοντάς τη να φτάσει κοντά του.Αυτό θα σου ταίριαζε περισσότερο, Κέιν, σκέφτηκε η Σάνον, τραβώντας το βλέμμα της απ’ το

πολυτελές γιοτ που είχε πάνω από δεκαπέντε μέτρα μήκος. Αυτό είναι περισσότερο το δικό σουστυλ. Γρήγορο. Δυναμικό. Ακριβό.«Είσαι καλά;»Ο Κέιν την κοίταζε ερευνητικά και η Σάνον ήξερε ότι είχε προσέξει τον ιδρώτα στο μέτωπό της και

τις ρηχές, γρήγορες αναπνοές της.«Είμαι μια χαρά». Δεν ήταν, όμως. Ένιωθε εξαντλημένη.«Φταίει το χτύπημα στο κεφάλι σου;»«Όχι, είμαι εντάξει», μουρμούρισε η Σάνον, προσπερνώντας τον. Αλλά δεν ήταν ακόμα τόσο καλά

όσο νόμιζε.«Μ’ έπεισες!» είπε ο Κέιν και σηκώνοντάς τη σαν να ήταν πούπουλο, την ανέβασε στο αστραφτερό

γιοτ.

Page 112: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

«Δε χρειαζόταν να με κουβαλήσεις», είπε η Σάνον, όταν ο Κέιν ανέβηκε τα ξύλινα σκαλοπάτια καιτην άφησε μπροστά στις γυάλινες πόρτες του πίσω καταστρώματος του γιοτ. «Μπορούσα να τακαταφέρω μόνη μου».«Αλήθεια;» Με το πάτημα ενός κουμπιού, οι συρόμενες πόρτες άνοιξαν και η Σάνον είδε

κατάπληκτη το πολυτελέστατο εσωτερικό του σκάφους: κρεμ δερμάτινοι καναπέδες, ξύλινηεπένδυση στους τοίχους, παχιά χαλιά και οροφή με σουέτ επένδυση. «Πρώτον», είπε ο Κέιν,οδηγώντας την απ’ τα λίγα σκαλοπάτια στο σαλόνι που βρισκόταν σε χαμηλότερο επίπεδο και δενμπορούσε να το δει κανείς απ’ την προκυμαία, «ήσουν ζαλισμένη. Και δεύτερον, έδειχνες έτοιμη νακαταρρεύσεις. Είσαι χλομή και έχεις μαύρους κύκλους κάτω απ’ τα μάτια σου. Επιπλέον, είσαι πολύαδύνατη. Με δυο λόγια, είσαι ράκος».«Ευχαριστώ», είπε η Σάνον πάνω απ’ τον ώμο της, με μια έκφραση πικρίας. «Θύμισέ μου να σου

ανταποδώσω το κομπλιμέντο κάποια στιγμή».Ο Κέιν την οδήγησε από μερικά καινούρια σκαλοπάτια επενδυμένα με μοκέτα επάνω σε μια

όμορφα σχεδιασμένη μικρή τραπεζαρία και κουζίνα.Απ’ την πόλη, ο ήχος σειρήνων περιπολικών έφτανε μέχρι εδώ.«Κάθισε», είπε ο Κέιν με απαλή φωνή.Όσο κι αν δεν της άρεσε να της δίνει εντολές, η Σάνον βούλιαξε στα απαλά κρεμ μαξιλάρια του

ημικυκλικού καναπέ και ακούμπησε τα χέρια της πάνω στο γυαλιστερό οβάλ τραπέζι.«Μιλάω σοβαρά, Σάνον. Δείχνεις πολύ χάλια», είπε ο Κέιν, αφήνοντας το σακίδιό της πάνω στο

τραπέζι. «Τι έκανες τα τελευταία... πόσα είναι; Δύο, δυόμισι χρόνια;» Την κοίταξε αποδοκιμαστικά.«Γλέντια και ξενύχτια όπως πάντα;»Η Σάνον τον παρακολουθούσε σκυθρωπή καθώς ο Κέιν πέρασε πίσω απ’ το μαρμάρινο πάγκο της

κουζίνας –που ήταν πλήρως εφοδιασμένη– και έπαιρνε κάτι από ένα ντουλάπι πριν ανοίξει τη βρύσητου νεροχύτη.«Αφού ξέρεις, γιατί ρωτάς;» τον προκάλεσε, αφού εκείνος θεωρούσε τον εαυτό του παντογνώστη.

«Όπως λένε, ‘‘έκαιγα το κερί κι απ’ τις δυο άκρες’’. Αλλά εσύ δεν το κάνεις ποτέ αυτό, το κάνεις,Κέιν; Ή είσαι τόσο μεγάλος και δυνατός που αντέχεις οτιδήποτε;»Μια ακούσια ματιά στο γεροδεμένο κορμί του έκανε το αίμα να κυλήσει πιο γρήγορα στις φλέβες

της και τον πόνο στους κροτάφους της να γίνει πιο οξύς καθώς ο Κέιν ερχόταν προς το μέρος της.«Ας ρίξουμε μια ματιά σ’ αυτό εδώ», είπε, χωρίς να της δώσει απάντηση.Έπιασε το πιγούνι της με αναπάντεχη τρυφερότητα καθώς εξέταζε το τραύμα στο μέτωπό της.«Δε βλέπω εκδορές, αλλά φοβάμαι ότι δε θ’ αποφύγεις κάποια μελανιά». Έβαλε μια κρύα

κομπρέσα πάνω στο τραύμα με το βρεγμένο πανί που είχε πάρει απ’ το ντουλάπι, κάνοντάς τη νακρατήσει την ανάσα της.«Πονάει;»«Όχι». Του έλεγε ψέματα, για να μην την περάσει για κανένα νιάνιαρο. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό.

Το άγγιγμά του έκανε την καρδιά της να χτυπάει τόσο δυνατά, που η Σάνον αναρωτιόταν ανμπορούσε εκείνος να την ακούσει.

Page 113: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Δικό σου είναι αυτό το σκάφος;» τον ρώτησε, προσπαθώντας να μην τον αφήσει να καταλάβειπόσο την επηρέαζαν η ζεστασιά του κορμιού του και το άρωμα της κολόνιας του καθώς ο Κέινσκούπιζε απαλά το τραύμα της. Αν ήταν δικό του, τότε, σκέφτηκε η Σάνον, θα τα είχε καταφέρειπολύ καλά απ’ όταν έφυγε απ’ την εταιρεία του πατέρα της.«Θα μ’ έβρισκες πιο ελκυστικό αν έλεγα ναι;»Η Σάνον ένιωσε την ανάσα της να πιάνεται στο λαιμό της, παρ’ όλο που ο χλευαστικός τόνος της

φωνής του έδειχνε καθαρά ότι την πείραζε. Δεν την είχε σε εκτίμηση και το ήξερε. Δεν την είχεκαταδικάσει όπως και όλοι οι υπόλοιποι;«Δε θα σ’ έβρισκα ελκυστικό ακόμα κι αν είχες είκοσι γιοτ, Κέιν», του είπε με επιδεικτικά

προσποιητή γλύκα, κρύβοντας μ’ ένα ψεύτικο χαμόγελο τον πόνο και τη μεγάλη, θαμμένη βαθιά,λαχτάρα της. Η καρδιά της χτυπούσε σαν τύμπανο. «Σίγουρα δεν έχεις κάποια σύζυγο κρυμμένη σεμια απ’ αυτές τις καμπίνες;» Η Σάνον έδειξε μ’ ένα νεύμα τα σκαλοπάτια που έβλεπε δίπλα στοπηδάλιο να οδηγούν κάτω, στις καμπίνες του σκάφους.«Δεν υπάρχει σύζυγος», απάντησε ο Κέιν κοφτά.Η ανακούφιση που ένιωσε η Σάνον ήταν μεγάλη και ανεξήγητη. «Γιατί;» επέμεινε. «Δεν

ξανανιώνεις, ξέρεις». Πόσο ήταν τώρα; αναρωτήθηκε. Τριάντα τριών; Τριάντα τεσσάρων;«Μείνε ακίνητη», την πρόσταξε ο Κέιν, χωρίς να τσιμπήσει το δόλωμα, κάνοντάς την ξαφνικά να

νιώσει πόσο παιδαριώδες ήταν το σχόλιό της. Η ωριμότητά του ήταν ένα απ’ τα πράγματα που τηςάρεσαν σ’ εκείνον.Πέφτοντας πάλι σε μια αναγκαστική σιωπή, η Σάνον κατάπιε το σάλιο της, νιώθοντας το λαρύγγι

της στεγνό. Το βλέμμα της εστιάστηκε στη λεπτή του μέση και πιο κάτω.Ω Θεέ μου! σκέφτηκε, αποφασίζοντας ότι θα κατάφερνε να ελέγξει καλύτερα τις αντιδράσεις της

αν δε χρειαζόταν να τον κοιτάζει. Έκλεισε τα μάτια της, μετά συνειδητοποίησε ότι το άρωμα τουκορμιού του ήταν πιο δυνατό και ότι τώρα άκουγε ακόμα και τις ανάσες του. Ήταν γρήγορες καιδιακεκομμένες... σαν να είχε κουραστεί περισσότερο απ’ όσο νόμιζε εκείνη για να την κουβαλήσειπάνω στο γιοτ.«Κράτησέ τη μόνη σου τώρα». Ο τόνος της φωνής του –και η όλη συμπεριφορά του– καθώς άφηνε

στα δάχτυλά της την κομπρέσα ήταν ανεξήγητα απότομος.

* * *Ο Κέιν χαιρόταν που μπορούσε ν’ ασχοληθεί με φλιτζάνια και πιατάκια και βραστήρες. Κανέναςάντρας δε θα μπορούσε ν’ αγγίξει τη Σάνον Μπουβιέ και να μείνει αδιάφορος, σκέφτηκε. Τονεπηρέαζε μ’ έναν τρόπο πολύ αισθησιακό, όπως πάντα, αν ήθελε να είναι απόλυτα ειλικρινής με τονεαυτό του. Θα ένιωθε ανακούφιση όταν διαλυόταν η διαδήλωση και μπορούσε να την πάει στο σπίτιτης, είπε στον εαυτό του. Χτύπησε δυνατά ένα ντουλάπι και μετά αναρωτήθηκε, καθώς έριχνε μ’ ένακουτάλι τσάι στην τσαγιέρα, γιατί κατά βάθος δεν ήθελε να την αφήσει να φύγει.Η Σάνον δεν έδειχνε καθόλου καλά, αλλά ακόμα και η αδυναμία της πρόσθετε κάτι στην

αδιαμφισβήτητη σεξουαλικότητά της. Και τον έκανε να νιώθει πράγματα που ήξερε ότι δεν απέρρεαναπ’ την επιθυμία του δυνατού αρσενικού να προστατέψει το λιγότερο δυνατό θηλυκό. Όχι, ήταν μιαλιγότερο μεγαλόψυχη και περισσότερο πρωτόγονη επιθυμία να κατακτήσει αυτή την επικίνδυναόμορφη γυναίκα. Θα ήταν, όμως, καταστροφικό αν υπέκυπτε σ’ αυτή την αδυναμία του. Η Σάνονδεν ήταν καλά. Οποιοσδήποτε μπορούσε να το δει αυτό. Και τον απασχολούσε το γεγονός ότιβρισκόταν μόνη σε μια ξένη χώρα. Αν ήταν, όντως, μόνη.

Page 114: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Διάβολε! Γιατί ήθελε να μπλέξει; Ο Κέιν έσφιξε τα δόντια του καθώς έκλεινε το βραστήρα καιέριχνε το καυτό νερό στην τσαγιέρα. Δε χρωστούσε τίποτα στον Ράνολφ Μπουβιέ ούτε στηνκακομαθημένη, εγωκεντρική κόρη του.Δεν ήταν δική του ευθύνη, διαβεβαίωσε τον εαυτό του. Μπορούσε να τη βάλει σ’ ένα ταξί και να τη

στείλει σπίτι της. Είχε περάσει τα δεκαοχτώ. Η ίδια είχε επιλέξει τον τρόπο που θα ζούσε και ανήθελε να καταστρέψει τη ζωή της, αυτό δεν είχε καμιά σχέση μ’ εκείνον. Γιατί λοιπόν ένιωθε αυτήτην τόσο γελοία όσο και δυνατή επιθυμία να την προστατέψει;«Έχει μπάνιο αυτό το πράγμα;»«Ναι, είναι...» Γυρίζοντας απότομα καθώς η Σάνον σηκωνόταν, ο Κέιν δε συνέχισε τη φράση του,

βλέποντας πόσο ταλαιπωρημένη έδειχνε.«Είσαι καλά;» Πλησιάζοντάς την, ο Κέιν είδε τον ιδρώτα στο μέτωπό της.«Ναι, είμαι μια χαρά». Τα λόγια της, όμως, μπερδεύονταν απ’ την κούραση. Ή από κάτι άλλο,

σκέφτηκε ο Κέιν, νιώθοντας έναν ξαφνικό φόβο.Η εμφάνισή της. Τα τραβηγμένα χαρακτηριστικά... Πώς δεν το είχε σκεφτεί νωρίτερα;«Ω, όχι, δε νομίζω!» Το χέρι του άρπαξε το φθαρμένο πάνινο σακίδιό της που, καταλαβαίνοντας τις

προθέσεις του, η Σάνον είχε προσπαθήσει ν’ αρπάξει πρώτη. Τίποτα δεν μπορούσε ν’ αποκλειστεί μ’αυτό το κορίτσι.Τα δάχτυλά του έσφιξαν τα ντελικάτα κόκαλα των καρπών της καθώς τους άρπαζε και τους δύο

μαζί και τους γύριζε απ’ τη μέσα πλευρά για να εξετάσει προσεκτικά τα χέρια της.«Για τι ψάχνεις;» Τα μάτια της Σάνον πέταξαν σπίθες οργής. «Για σημάδια αυτοκακοποίησης;»Χωρίς να το σκεφτεί, ο Κέιν είχε αδειάσει όλο το περιεχόμενο του σακιδίου της πάνω στην

καλογυαλισμένη επιφάνεια του τραπεζιού.«Τι στο διάβολο νομίζεις ότι κάνεις;» Η Σάνον τον κοίταζε σοκαρισμένη.Ο Κέιν ένιωθε άσχημα γι’ αυτό που έκανε, αλλά αισθανόταν και την υποχρέωση να το κάνει. Για

δική της χάρη. Για χάρη του πατέρα της. Και δική του...Κραγιόν. Χτένα. Τσαντάκι. Διάφορα χαρτιά. Ένα μπουκάλι με ταμπλέτες;Το σήκωσε για να διαβάσει την ετικέτα, αλλά εκείνη το άρπαξε απ’ το χέρι του.«Ένα γαστρεντερικό πρόβλημα. Εντάξει; Γι’ αυτό βρίσκομαι εδώ και όχι στο Περού».Τα μάτια του Κέιν στένεψαν. Το αναθεματισμένο κορίτσι ταξίδευε παντού. «Στο Περού;»Η Σάνον ανασήκωσε τους ώμους της. «Στο Ρίο. Στο Περού. Τι σε νοιάζει; Δε σ’ ενδιαφέρει πού

ήμουν ή τι έκανα. Ανησυχείς μόνο για το τι μπορεί να έφερα πάνω στο πολύτιμο σκάφος σου».Αυτό δεν ήταν ακριβώς αλήθεια –δεν ήταν καθόλου αλήθεια, αλλά δεν μπορούσε να της το πει.«Εντάξει, έκανα λάθος». Ο Κέιν άρχισε να ξαναβάζει τα πράγματά της μέσα στο σακίδιο, αλλά η

Σάνον το άρπαξε κι αυτό απ’ τα χέρια του.«Υποθέτω ότι για σένα αυτός είναι ένας τρόπος να ζητάς συγνώμη». Η οργή έδωσε λίγο χρώμα στα

μάγουλά της καθώς η Σάνον μάζευε τα πράγματά της. «Μπορεί να έχεις σχηματίσει πολύ άσχημηγνώμη για μένα, όπως και πολλοί άλλοι άνθρωποι, αλλά δε δίνω δεκάρα γι’ αυτό. Έχω, όμως, σαναρχή να μην πλησιάζω ναρκωτικά, συζύγους άλλων γυναικών και οτιδήποτε με κάνει να χάνω τοναυτοέλεγχό μου. Και το κορμί μου έχει κάποια αξία για μένα!»Σαν αυτό να ήταν το σήμα που περίμεναν, τα μάτια του Κέιν γλίστρησαν, με δική τους βούληση,

στο λεπτό κορμί της, σταματώντας στην απαλή επιδερμίδα της γυμνής μέσης της. Σ’ αυτή τη λεπτήμέση που θα τη ζήλευαν οι περισσότερες γυναίκες, στο επίπεδο στομάχι με το χαριτωμένο αφαλό,στις απαλές καμπύλες των γοφών της. Ο Κέιν ήθελε να τυλίξει το χέρι του στη μέση της και να την

Page 115: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

τραβήξει κοντά του όπως είχε κάνει νωρίτερα εκεί στη Ράμπλας. Μόνο που αυτή τη φορά δε θα τοέκανε για να την προστατέψει, συνειδητοποίησε με κάποια ντροπή, αλλά για να νιώσει τη ζεστή,μεταξένια επιδερμίδα της κάτω απ’ τα χέρια του...Π’ ανάθεμά την! Τον είχε κάνει να σκέφτεται σαν κανένα άβγαλτο μαθητούδι. Ο Κέιν προσπάθησε

να σβήσει αυτές τις σκέψεις απ’ το μυαλό του, παίρνοντας απ’ το τραπέζι το μικρό κόκκινο έγγραφοκαι δίνοντάς το στη Σάνον.«Κρατάς πάντα μαζί σου το διαβατήριό σου;»Εκείνη το άρπαξε και το έβαλε στο σακίδιο μαζί με τα υπόλοιπα πράγματά της. «Είχα πέσει δυο

φορές θύμα ληστείας όταν ήμουν...» Η Σάνον σταμάτησε, κοιτάζοντάς τον σαν να σκεφτόταν αυτόπου ετοιμαζόταν να πει. «Από τότε, το κρατώ πάντα πάνω μου. Όποιος θέλει να το πάρει, θα πρέπεινα με αντιμετωπίσει πρώτα», είπε αποφασιστικά. «Αυτό ισχύει και για σένα», πρόσθεσε αμέσως.Ο Κέιν την κοίταξε ανασηκώνοντας το φρύδι του. «Είμαι βέβαιος ότι είσαι αρκετά δυνατή και

μπορείς ν’ αποκρούσεις όποιον το επιχειρήσει», σχολίασε ξερά.Το χαμόγελό της θα μπορούσε να ζαλίσει οποιονδήποτε άντρα, αλλά όχι εκείνον.«Νομίζω ότι δε θα ήταν άσχημη ιδέα να ξαπλώσεις για λίγο», τη συμβούλεψε, κατεβάζοντάς τη σε

μια καμπίνα με ανοιχτόχρωμα λακαρισμένα έπιπλα και ένα πελώριο κρεβάτι. «Δείχνεις σαν ναχρειάζεσαι λίγη ξεκούραση. Και το ντους...» Της έδειξε τη γυάλινη πόρτα σε μια άκρη της καμπίνας.«Όταν φρεσκαριστείς, θα σου φέρω τσάι».«Ευχαριστώ».Έδειχνε σαν εγκαταλειμμένο παιδί, σκέφτηκε ο Κέιν, καθώς στεκόταν εκεί με το φαρδύ παντελόνι

εκστρατείας και το κοντό κόκκινο μπλουζάκι με το σαχλό σλόγκαν τυπωμένο πάνω στο στήθος της.Δε θύμιζε καθόλου κληρονόμο μιας εταιρείας αξίας πολλών εκατομμυρίων λιρών, για ταπροβλήματα της οποίας προφανώς δεν είχε ιδέα. Αυτή η εταιρεία, άλλωστε, δεν την ενδιέφερε παράμόνο για τον τρόπο ζωής που της πρόσφερε, υπενθύμισε στον εαυτό του, σφίγγοντας τα χείλη του.Αν δεν τη γνώριζε, θα μπορούσε κάλλιστα να την περάσει για κάποιο απ’ τα κορίτσια πουκυκλοφορούσαν στους δρόμους.«Είπες ότι έχεις σαν αρχή να μην τους πλησιάζεις».«Τι;» Η Σάνον γύρισε ξαφνιασμένη. Προφανώς νόμιζε ότι ο Κέιν είχε κιόλας φύγει.«Συζύγους άλλων γυναικών», της είπε χαμηλόφωνα.Εκείνη του έριξε μια πλάγια ματιά και μια σκιά πέρασε απ’ το όμορφο πρόσωπό της, κάνοντάς τον

να μετανιώσει που είχε θίξει αυτό το θέμα. Γιατί το είχε κάνει; αναρωτήθηκε ο Κέιν. Για ναυπενθυμίσει στον εαυτό του πόσο επικίνδυνη ήταν; Για να προστατευτεί; Για όνομα του Θεού, ηΣάνον δεν ήταν παρά ένα αδύναμο κορίτσι. Τι προστασία χρειαζόταν εκείνος;«Ναι». Η Σάνον ανασήκωσε αδιάφορα τους ώμους της. «Έχεις ακούσει τι λένε. Όποιος καεί με το

χυλό, φυσάει και το γιαούρτι».Ο Κέιν δεν μπόρεσε να κρατηθεί. «Γι’ αυτό με ρώτησες αν ήμουν παντρεμένος, Σάνον;»

* * *Καθώς η πόρτα της καμπίνας έκλεινε πίσω του, η Σάνον ήθελε να πετάξει κάτι πάνω της. Εντάξει,είχε κάνει ένα λάθος. Ήταν ανάγκη να της το χτυπάει ο Κέιν;Της φερόταν σαν να ήταν ένα επιπόλαιο, ασυνείδητο πλουσιοκόριτσο, όπως ακριβώς την είχαν

χαρακτηρίσει οι σκανδαλοθηρικές εφημερίδες, σκέφτηκε με πικρία. Και αυτό την είχε αναγκάσει ναφύγει απ’ την Αγγλία. Πιο πολύ, όμως, την πλήγωνε η άσχημη γνώμη που είχε ο Κέιν για κείνη. Η

Page 116: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Σάνον πέταξε το σακίδιό της πάνω στο ανοιχτόχρωμο κάλυμμα του κρεβατιού πριν τραβήξει τησυρόμενη γυάλινη πόρτα του μπάνιου.Ένα μικρό χαμόγελο πλανήθηκε στα χείλη της όταν είδε το ροδόχρωμο νιπτήρα, το ντους και το

άσπρο μάρμαρο του πάγκου. Είχε πολύ καιρό ν’ απολαύσει τέτοιες πολυτέλειες. Ήταν κάτι που είχεστερηθεί όταν είχε αποφασίσει ν’ αποκτήσει την ελευθερία της, φεύγοντας μακριά απ’ τακουτσομπολιά και τις εφημερίδες και τη δικτατορική συμπεριφορά του πατέρα της.Ανακουφισμένη γι’ αυτό το μικρό διάλειμμα μακριά απ’ τον Κέιν, άνοιξε τις βρύσες και έριξε νερό

στο πρόσωπό της. Καθώς έβλεπε το νερό να εξαφανίζεται μέσα στο σωλήνα του νιπτήρα, ευχόταννα μπορούσε με τόση ευκολία να εξαφανίσει και τις αναμνήσεις απ’ το παρελθόν της.Η Σάνον ήταν εννιά χρονών όταν είχε πεθάνει η μητέρα της πέφτοντας απ’ το άλογό της. Και από

τότε ο Ράνολφ Μπουβιέ δεν ήξερε τι να κάνει με την κόρη του που μεγάλωνε πολύ γρήγορα και τηςάρεσαν οι περιπέτειες. Η ζωή της ήταν μια σειρά από ακριβά οικοτροφεία και οι διακοπές της,ταξίδια στο εξωτερικό με οποιοδήποτε απρόθυμο μέλος του προσωπικού του πατέρα της δεχόταν ναπληρωθεί για να τη συνοδέψει. Αυτό που ήθελε –που χρειαζόταν– η Σάνον ήταν η αγάπη και ητρυφερότητα του πατέρα της, αλλά εκείνος ήταν πολύ απασχολημένος για να της διαθέσει έστω καιλίγο χρόνο. Αντί γι’ αυτό, της χάριζε ό,τι μπορούσε ν’ αγοραστεί. Γρήγορα αμάξια. Κοσμήματα.Ρούχα. Και φυσικά, διακοπές. Τα είχε όλα, αλλά δυστυχώς, σκέφτηκε η Σάνον με θλίψη, δεν ήταναρκετά. Θα αντάλλασσε όλα όσα της έδινε ο πατέρας της για μια ζεστή και αρμονική σχέση μαζίτου. Ήθελε να μπορούσε να του μιλάει για τα όνειρα και τις φιλοδοξίες της, να τον βλέπει να παίρνειστα σοβαρά τις απόψεις της. Αλλά ο Ράνολφ Μπουβιέ δεν ήταν ο άνθρωπος που άκουγε τις απόψειςτων άλλων.Η άρνησή του ν’ αποδεχτεί ότι η Σάνον ήθελε να κάνει κάτι πιο αξιόλογο στη ζωή της απ’ το να

στέκεται δίπλα σ’ έναν πλούσιο σύζυγο, όπως έκανε η μητέρα της, ήταν ίσως αυτό που την έκανε ναεπαναστατήσει. Ολονύχτια πάρτι. Δημοσιότητα. Αμφισβητήσιμες παρέες. Τότε η Σάνον πίστευε ότιαυτά αντικαθιστούσαν την αγάπη και τη φροντίδα που δεν είχε. Αλλά ήταν ένα φτωχόυποκατάστατο που δεν κρατούσε πολύ, όπως δεν κρατούσαν και οι σχέσεις της με τους άντρες πουτην κυνηγούσαν. Και όσο μεγάλωνε η δική της απογοήτευση, άλλο τόσο μεγάλωνε και ηαποδοκιμασία του πατέρα της. Δεν του άρεσε ο τρόπος συμπεριφοράς της· η αδυναμία της να μείνειγια πολύ μ’ έναν άντρα, η αρνητική δημοσιότητα που προκαλούσαν οι πράξεις της. Δεν καταλάβαινεότι γινόταν ρεζίλι; Ότι είχε βγάλει άσχημο όνομα; Αλλά δεν έφταιγε εκείνη αν όλοι ανεξαιρέτως οιάντρες με τους οποίους συνδεόταν ήθελαν τα λεφτά της ή το κορμί της... ή και τα δύο.Όλοι, εκτός απ’ τον Κέιν Φάλκονερ, δηλαδή.Περνώντας πάλι την πετσέτα στην αστραφτερή βέργα της, η Σάνον βγήκε ξανά στην

κρεβατοκάμαρα. Το πελώριο κρεβάτι με τα μαλακά μαξιλάρια του ήταν πραγματική πρόκληση καιτο ρολό στο φινιστρίνι ήταν κατεβασμένο και εμπόδιζε το δυνατό ισπανικό ήλιο να μπαίνει στηνκαμπίνα.Ίσως δεν ήταν άσχημη ιδέα ν’ ακούσει τη συμβουλή του Κέιν και να ξαπλώσει για λίγο, σκέφτηκε.

Η διαδήλωση θ’ αργούσε ακόμα να διαλυθεί και θα ήταν ανοησία της να επιχειρήσει να γυρίσει σπίτιπριν ηρεμήσουν τα πράγματα στην πόλη.Πέφτοντας στο άνετο κρεβάτι, η Σάνον προσπάθησε να μη σκέφτεται πού κοιμόταν ο Κέιν όταν

βρισκόταν πάνω στο γιοτ. Δεν μπορούσε όμως και να πάψει να μπαίνει απρόσκλητος στις σκέψειςτης και να τη βασανίζει όπως έκανε από τότε που η Σάνον ήταν δεκαεφτά χρονών.Ασκούσε μια πολύ επικίνδυνη επίδραση πάνω της απ’ την πρώτη στιγμή που τον είχε δει. Θυμόταν

Page 117: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

καλά τη μέρα που είχε πάει στο μοντέρνο κτίριο γραφείων της εταιρείας Μπουβιέ Ντιβέλοπμεντς καιτον είχε βρει να κάθεται πίσω απ’ το γραφείο του πατέρα της, σαν να ανήκε εκεί.Δεν είχε σηκώσει το βλέμμα του για μια στιγμή, αλλά μια στιγμή ήταν αρκετή για ν’ αποτυπωθούν

για πάντα στη μνήμη της τα έντονα χαρακτηριστικά του και η επιβλητική παρουσία του.Κοιτώντας τα καλοχτενισμένα σκούρα μαλλιά του και τους φαρδιούς ώμους του κάτω απ’ το

ακριβό σκούρο σακάκι, η Σάνον είχε νιώσει θυμό που δεν την είχε προσέξει. Όλοι την πρόσεχαν.Φορούσε ένα μαύρο μεταξωτό κοστούμι εκείνη τη μέρα και είχε πιασμένα τα μαλλιά της ψηλά στοκεφάλι της. Θυμόταν ακόμα πόσο αισθησιακά κολλούσε το μετάξι της ζακέτας και του παντελονιούστο κορμί της.Τότε ο Κέιν είχε σηκώσει το βλέμμα του, σαν να είχε μόλις εκείνη τη στιγμή αντιληφθεί την

παρουσία της, αν και η Σάνον ήταν σίγουρη ότι την είχε πάρει είδηση πολύ νωρίτερα. Και παρ’ όλοπου ήταν πολύ ψηλή με τα δέκα πόντων τακούνια της, όταν εκείνος στάθηκε όρθιος, ένιωσε σαν νατην επισκίαζε με το επιβλητικό, όντως, ύψος του.«Κέιν Φάλκονερ». Η φωνή του ήταν βαθιά και σέξι και καθώς της άπλωνε το χέρι του πάνω απ’ το

γραφείο, το φωτεινό χαμόγελό του είχε σβήσει το θυμό της. «Το πιο καινούριο μέλος τουδιοικητικού συμβουλίου». Ήταν μέλος του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας του πατέρα τηςλοιπόν. Τα δάχτυλα που έπιασαν τα δικά της ήταν ζεστά και σταθερά και η επαφή τους την έκανε ναξεχάσει ότι έπρεπε να συστηθεί και η ίδια. «Π-πού είναι ο πατέρας μου;» Η Σάνον άκουσε έντρομητον εαυτό της να τραυλίζει, κάτι που δεν της είχε ξανασυμβεί.«Ο...» Δυο μάτια που της θύμιζαν γαλάζιες αλπικές λίμνες την είχαν κοιτάξει κάτω από πυκνές

σκούρες, μακριές βλεφαρίδες. «Εσύ είσαι λοιπόν η Τζέζεμπελ», σχολίασε εύθυμα ο Κέιν,επαναλαμβάνοντας το όνομα που είχε χρησιμοποιήσει μια απ’ τις εφημερίδες για να την περιγράψει.Αν ήταν μεγαλύτερη τότε, θα είχε ίσως γελάσει μ’ αυτό, είχε σκεφτεί εκ των υστέρων η Σάνον.

Εκείνη τη στιγμή, όμως, παρά την αυτοπεποίθησή της, ένιωθε πολύ ανασφαλής και επηρεασμένη απ’τη δυναμική παρουσία του για να δεχτεί με χάρη το επικριτικό σχόλιό του.Παίρνοντας αδιάφορο ύφος, σαν προστατευτική πανοπλία, η Σάνον είχε μουρμουρίσει: «Αφού το

λες εσύ. Δεν ήταν αυτή που αψήφησε τους κανόνες συμπεριφοράς και ρεζιλεύτηκε, φορώνταςκόκκινα σ’ ένα χορό που όλες οι άλλες γυναίκες είχαν φορέσει άσπρα;» Θυμήθηκε μια παλιάχολιγουντιανή ταινία που είχε δει κάποτε σχετικά μ’ αυτό το θέμα. Και όταν ο άντρας πίσω απ’ τογραφείο είχε κουνήσει πάνω κάτω το κεφάλι του, η Σάνον είχε συνεχίσει. «Ίσως θα μπορούσαν ναμε είχαν αποκαλέσει Δανιήλα», είπε μ’ ένα νευρικό γέλιο. «Που τόλμησα να σταθώ μόνη».« Ο Δανιήλ», τη διόρθωσε εκείνος, αφήνοντας τελικά το χέρι της, «ήταν άντρας. Και είχε

αντιμετωπίσει λιοντάρια... τα οποία, θα έλεγα, είναι προτιμότερα απ’ το σκανδαλοθηρικό Τύπο. Καιεσύ είσαι μόνο ένα κορίτσι». Έτσι μπορεί να πίστευε εκείνος, αλλά όταν το βλέμμα του γλίστρησεστον απαλό λαιμό της και άγγιξε τις καμπύλες του στήθους της κάτω απ’ το βαθύ ντεκολτέ τηςζακέτας της, η Σάνον μεγάλωσε. Και κατάλαβε ότι είχε βρει το μάστορά της. Και τον άντρα της ζωήςτης.«Δε σε πληγώνουν, δε σ’ ενοχλούν;» ρώτησε ο Κέιν. «Αυτά που γράφουν».Φυσικά την ενοχλούσαν, αλλά αν τους άφηνε να το καταλάβουν, τότε θα είχαν κερδίσει, θα την

έκαναν κομμάτια, σκέφτηκε η Σάνον με πικρία. Γι’ αυτό, με μια ελαφρά κίνηση του ώμου της, πουεντελώς συμπτωματικά αποκάλυψε πιο πολύ απ’ το στήθος της, απάντησε: «Ποιο; Το ότι δε χάνωκανένα απ’ τα έξαλλα πάρτι που γίνονται στην πόλη ή το ότι αλλάζω φίλους πιο συχνά και απ’ όσοαλλάζω εσώρουχα;» Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι έκανε τόσο τολμηρές δηλώσεις. Και όχι μόνο

Page 118: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

επειδή αυτά που του έλεγε δεν ήταν αλήθεια, αλλά και επειδή δεν είχε γνωρίσει ποτέ μέχρι τότε ένανάντρα στον οποίο ήθελε να κάνει καλή εντύπωση. Παρ’ όλα αυτά, ανασήκωσε τους ώμους της καιείπε αδιάφορα: «Γιατί να με πληγώνουν ή να μ’ ενοχλούν;» Και ήξερε ότι είχε ακουστεί σαν να μηντην ενοχλούσαν πράγματι.«Πληγώνουν τον πατέρα σου». Ο Κέιν την κοίταξε με μια λάμψη στα μάτια που η Σάνον κατάλαβε

ότι δεν ήταν οργή αλλά κάτι άλλο. «Αυτό ακριβώς, όμως, μπορεί να θέλεις να πετύχεις».Παρ’ όλο που προσπαθούσε να συνέλθει απ’ το σοκ μιας αμοιβαίας σεξουαλικής έλξης, η Σάνον

ένιωσε τα λόγια του σαν χαστούκι στο πρόσωπό της. Ποιος νόμιζε ότι ήταν αυτός ο άντρας; Ποιοδικαίωμα είχε να της μιλάει μ’ αυτό τον τρόπο αφού δεν τη γνώριζε καν; Αφού δεν ήξερε τίποτα γιακείνη... ή για τις άσχημες σχέσεις που είχε με τον πατέρα της;«Δεν ξέρω ποιος είσαι ή τι γυρεύεις εδώ, κύριε Φάλκονερ. Αλλά δε νομίζω ότι η προσωπική μου

ζωή –ή οποιουδήποτε άλλου σ’ αυτή την οικογένεια– σε αφορά! Εκτός αν πιστεύεις ότι ένα απ’ τακαθήκοντά σου είναι να με σύρεις ξανά στον ίσιο και στενό δρόμο. Και σ’ αυτή την περίπτωση,μπορώ να σου πω από τώρα ότι χάνεις άδικα το χρόνο σου!»Ο Κέιν ξεφύλλιζε μερικά χαρτιά πάνω στο γραφείο με τα μακριά δάχτυλά του, αλλά σήκωσε το

βλέμμα του, παραμένοντας εντελώς ατάραχος απ’ το ξέσπασμά της.«Δεν έχω καμιά πρόθεση να σε σύρω πουθενά, Σάνον». Ήταν η πρώτη φορά που έλεγε το όνομά

της και, παρά το θυμό της, ακούγοντας τον τρόπο που το είπε με τη βαθιά, βαρύτονη φωνή του, ηΣάνον ανατρίχιασε. «Παρ’ όλο που θα μου άρεσε να δεχτώ την πρόκληση, δε θα ήθελα να δω τοόνομά μου στις σκανδαλοθηρικές φυλλάδες».Η Σάνον έφυγε απ’ το γραφείο εκείνη τη μέρα με το κεφάλι ψηλά, αλλά έτοιμη να βάλει τα

κλάματα, έχοντας ξεχάσει τελείως γιατί είχε πάει εκεί.Μετά απ’ αυτό προσπαθούσε να τον αποφεύγει, αλλά αυτό ήταν αδύνατον. Έχοντας κερδίσει την

εύνοια του Ράνολφ Μπουβιέ απ’ την αρχή, ο Κέιν δεχόταν συχνά προσκλήσεις για δείπνο στο σπίτι.Μερικές φορές η Σάνον αναγκαζόταν να του μιλήσει όταν τηλεφωνούσε στον πατέρα της στο σπίτι –χωρίς να ξέρει πώς, ακόμα και η βαθιά, αδιάφορη φωνή του είχε τη δύναμη να την κάνει να λιώνει.Και, φυσικά, ο Κέιν βρισκόταν σε κάθε εκδήλωση της εταιρείας, που ο πατέρας της την ανάγκαζε ναπηγαίνει κι εκείνη.«Πόσων χρονών είσαι;» είχε βρει το κουράγιο να τον ρωτήσει όταν της είχε ζητήσει να χορέψουν

στο τελευταίο δείπνο της εταιρείας.«Πολύ μεγάλος για σένα», είχε απαντήσει ο Κέιν.Πλησιάζοντας τα δεκαεννιά, σίγουρη για την ομορφιά της και μια σεξουαλικότητα που μερικές

φορές την έφερνε σε σημείο απελπισίας, η Σάνον γέλασε και, χρησιμοποιώντας όλη τη θηλυκότητάτης, του είπε όλο γλύκα: «Και τι σε κάνει να νομίζεις ότι αυτή η απλή ερώτηση σημαίνει πως θα σεήθελα;»Η τόλμη της τον ξάφνιασε, αλλά ο Κέιν γέλασε μόνο και την τράβηξε πάνω του.«Επειδή είμαι ίσως ο μόνος άντρας στο Λονδίνο που δεν έχει προσπαθήσει να σε πάει στο

κρεβάτι», της απάντησε, με φωτεινό χαμόγελο και σαρκαστικό βλέμμα. «Και ένα πράγμα πουυποψιάζομαι για σένα, Σάνον, είναι ότι οι μεγαλύτερες προκλήσεις σου είναι τα πράγματα που δενμπορείς να έχεις».Παρ’ όλο που είχε γελάσει, το σχόλιό του την είχε κάνει να μελαγχολήσει, επιβεβαιώνοντας τις

υποψίες της ότι έχανε άδικα το χρόνο της αν νόμιζε ότι θα έκανε ποτέ τον Κέιν να τη συμπαθήσει...και πολύ περισσότερο να την ποθήσει. Ήταν πολύ έμπειρος και πολύ έξυπνος και τα εφηβικά

Page 119: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

θέλγητρά της δεν τον συγκινούσαν. Όταν ήταν μαζί, έβρισκε πάντα τρόπους να την ταπεινώνει.Όταν άρχισε να βγαίνει με τον Τζέισον Μάρκαμ, εκείνος της ζήτησε να περάσει το καλοκαίρι μαζί

του στο εξοχικό του δίπλα σε μια λίμνη στη Σκοτία. Η Σάνον το είδε σαν μια ευκαιρία ναδραπετεύσει όχι μόνο απ’ τον αυταρχισμό του πατέρα της, αλλά και απ’ τα αισθήματά της για τονΚέιν. Ήταν, σκέφτηκε, ανόητα και παιδαριώδη. Εξωφρενικά σεξουαλικά. Βασανιστικά έντονα.Η σχέση της με τον Τζέισον, απ’ την άλλη, της πρόσφερε κάτι πιο ήρεμο, μαζί με μια φιλία που

εκείνο τον καιρό της έλειπε. Οι περισσότερες απ’ τις γυναίκες με τις οποίες προσπαθούσε να πιάσειφιλία τελευταία την έβλεπαν μόνο σαν σεξουαλική ανταγωνίστρια. Και οι περισσότεροι άντρες σανένα μέσο τόνωσης του εγωισμού τους.Ο Τζέισον έδειχνε ότι ενδιαφερόταν για κείνη σαν άτομο. Άκουγε τις ιδέες της και τα όνειρά της.

Και αν η σχέση τους δεν ήταν ολοκληρωμένη, όπως θα ήθελε εκείνος, δεν είχε σκοπό να την πιέσει.Ήταν, την είχε διαβεβαιώσει, ένας υπομονετικός άνθρωπος... ικανοποιημένος να περιμένει. Και έτσιακριβώς ένιωθε η Σάνον, ικανοποιημένη και ευχαριστημένη. Όπως θα έπρεπε να νιώθει με κάποιονπου σκεφτόταν να φτιάξει μαζί του τη ζωή της, είχε καταφέρει να πείσει τον εαυτό της. Όχι τόσοτρελή από πόθο που να νιώθεις ότι θα πέθαινες απ’ την αγωνία, όπως την έκανε να νιώθει οεφηβικός έρωτάς της για τον Κέιν. Και αν ο Τζέισον δεν την οδηγούσε ποτέ στα ύψη έκστασης πουονειρευόταν ότι θα έφτανε μέσα στην αγκαλιά του Κέιν... ήταν καλύτερα έτσι. Αυτό που ένιωθε γιατον Τζέισον ήταν αληθινό, όχι μια φαντασίωση. Αληθινό και δυνατό και θα διαρκούσε. Γιατί οΤζέισον Μάρκαμ, ανερχόμενος ραλίστας και γιος υπουργού, ήταν αληθινός. Ο Τζέισον ήταν εκεί. ΟΤζέισον ήταν δικός της.Γι’ αυτό, όταν δημοσιεύτηκε η απόπειρα αυτοκτονίας της γυναίκας του, εξαιτίας της απιστίας του,

οι σκανδαλοθηρικές φυλλάδες έστησαν γλέντι, παρουσιάζοντας τη Σάνον σαν τη φαμ φατάλ τηςυπόθεσης και τον Τζέισον σαν το άτυχο θύμα.Μη μπορώντας να πιστέψει ότι της είχε πει ένα τόσο μεγάλο ψέμα, η Σάνον είχε γυρίσει στο

Λονδίνο και είχε αρνηθεί ν’ απαντήσει στις ερωτήσεις που της έκαναν. Και είχε υποστεί μια διπλήδόση οργής του πατέρα της επειδή εκείνη την ίδια βδομάδα ο Κέιν Φάλκονερ είχε κάποια διαφωνίαμαζί του και είχε φύγει απ’ την εταιρεία.Ήξερε ότι οι ανταγωνιστές τους κυνηγούσαν τον Κέιν. Ήξερε, επίσης, ότι δυσκολευόταν να

συνεργαστεί με τον πατέρα της. Αλλά μετά απ’ τη δική της προδοσία από έναν άντρα που η Σάνονείχε πείσει τον εαυτό της ότι αγαπούσε ή, τουλάχιστον, ότι μπορούσε να εμπιστεύεται, η λιποταξίατου Κέιν την είχε κάνει ράκος.Απογοητευμένη και πληγωμένη, ήταν μόνη στο σπίτι όταν ο Κέιν είχε περάσει εκείνο το

Σαββατοκύριακο για να πάρει μερικά προσωπικά χαρτιά του. Καθώς το σκάνδαλο μ’ εκείνηπρωταγωνίστρια βρισκόταν στο φόρτε του, ο συνήθης σαρκασμός του είχε μετατραπεί σεασυγκράτητη οργή όταν εκείνη τον είχε κατηγορήσει για τη λιποταξία του.«Τολμάς να μιλάς για τη δική μου συμπεριφορά;» Τα μάτια του έδειχναν εχθρότητα. «Είναι μεγάλο

θράσος να μιλάει έτσι ένα πλουσιοκόριτσο που δε σταματάει σε τίποτα προκειμένου να γλεντήσει!Θα μπορούσα να σου πω και πολύ περισσότερα, Σάνον, αλλά δε θα κάνω τον κόπο». Η Σάνον δενήξερε τότε ότι ο Κέιν ήταν φίλος της οικογένειας της Τζένιφερ Μάρκαμ, κάτι που δικαιολογούσείσως τον τόσο μεγάλο θυμό του. «Ελπίζω να βρεις αυτό που θέλεις... για το καλό το δικό σου καιόλων των άλλων!» της είχε πει καθώς κατευθυνόταν προς την πόρτα.Η γνώμη του για κείνη, το γεγονός ότι έφευγε και η απογοήτευσή της που ο Κέιν δεν είχε πάρει

ποτέ το μέρος της την είχαν κάνει έξαλλη. «Με είπες Τζέζεμπελ την πρώτη μέρα που με είδες», του

Page 120: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

φώναξε εκτός εαυτού η Σάνον. «Ε, λοιπόν, αν εγώ είμαι μια Τζέζεμπελ, εσύ είσαι ένας Ιούδας!»Η οργή την είχε κάνει να του το πει αυτό. Και η ζήλια επειδή εκείνος ήταν ελεύθερος να φύγει.

Γιατί, κατά βάθος, η Σάνον τον θαύμαζε που είχε αντιταχθεί στον αυταρχισμό του πατέρα της. Δενήταν ένας άντρας που ο πατέρας της, ή οποιοσδήποτε άλλος, θα μπορούσε να του επιβάλει τηθέλησή του.Ο Κέιν είχε φύγει τότε, χτυπώντας δυνατά την πόρτα πίσω του, και η Σάνον δεν τον είχε ξαναδεί

μέχρι σήμερα. Είχε ακούσει ότι ο Κέιν δεν είχε πάει αμέσως σε άλλη εταιρεία. Θυμόταν, μάλιστα,τον πατέρα της να λέει γι’ αυτόν ότι είχε κόψει τη μύτη του για να εκδικηθεί το πρόσωπό του. Καιότι θα μετάνιωνε πικρά που είχε φύγει απ’ την εταιρεία. Ο Κέιν είχε προφανώς βρει κάποια άλληκαλοπληρωμένη θέση. Θα είχε χρησιμοποιήσει τις γνώσεις και το ταλέντο του για ν’ ανεβεί στηνκορφή κάποιας άλλης εταιρείας...Η Σάνον χασμουρήθηκε, το απαλό λίκνισμα του σκάφους την ηρεμούσε, ένιωθε τα βλέφαρά της

βαριά... ήταν ολοφάνερο ότι ο Κέιν τα είχε καταφέρει πολύ καλά.

* * *Ο βραδινός ήλιος έκανε τα νερά να δείχνουν χρυσαφιά και, όρθιος στο πίσω κατάστρωμα, ο Κέινρουφούσε με απληστία το δροσερό αέρα που ερχόταν απ’ τη θάλασσα.Πέρα απ’ την προβλήτα, τα ακινητοποιημένα οχήματα είχαν αρχίσει να κινούνται πάλι. Άκουγε το

βόμβο μηχανών, πρόσεξε τα πρώτα φώτα ν’ ανάβουν στα μπαρ και στα καφέ γύρω απ’ τη μαρίνα.Έπιασε τον εαυτό του να σκέφτεται εκείνη τη μέρα, σχεδόν πριν ένα χρόνο, όταν τον είχε καλέσει οΡάνολφ Μπουβιέ.Τον είχε βρει τότε, κάτω από συνθήκες που ο Κέιν θα μπορούσε εύκολα να είχε προβλέψει,

ανήσυχο, καταβεβλημένο, πραγματικό ράκος. Ο ίδιος έφταιγε γι’ αυτή την κατάσταση, ο Κέιν τοήξερε, αλλά δεν μπορούσε να τον κατηγορήσει. Ο Ράνολφ χρειαζόταν τη βοήθεια και τις συμβουλέςτου και ο Κέιν ανησυχούσε πολύ για κείνον και την εταιρεία για την οποία είχε δουλέψει κάποτε καιδεν του έκανε καρδιά ν’ αρνηθεί.Σκότωνε μόνος του τον εαυτό του, είχε σκεφτεί ο Κέιν. Οι γιατροί τού είχαν πει να χαλαρώσει,

αλλά η άσχημη κατάσταση της εταιρείας του δεν ήταν το μόνο πρόβλημα. Η αποξένωσή του απ’ τηΣάνον του είχε κοστίσει πολύ.Στη βραδινή αύρα, ο Κέιν ένιωθε σαν ν’ άκουγε τα λόγια του Ράνολφ καθώς στεκόταν μαζί του

εκείνο το πρώτο βράδυ στη βεράντα της έπαυλης των Μπουβιέ. Βρες την κόρη μου! Σε ικετεύω, βρεςτην κόρη μου! Βρες την και...Ο Κέιν έβγαλε απ’ το μυαλό του την υπόλοιπη συζήτηση, αλλά αυτή η ικεσία απ’ το παλιό

αφεντικό του έκανε την καρδιά του να σφίγγεται.Ο άνθρωπος ήταν ένας τύραννος, αλλά αν τον χειριζόσουν σωστά, γινόταν σαν τίγρης χωρίς

δόντια... θορυβώδης αλλά ακίνδυνος. Και ήθελε πίσω την κόρη του.Ο Κέιν αναστέναξε. Και λοιπόν; Αυτό δεν ήταν δική του δουλειά. Μπορεί να ήξερε πώς να κάνει

μια εταιρεία κερδοφόρα, αλλά τα όσα ήξερε για τις ανθρώπινες σχέσεις –σχέσεις πατέρα και κόρης–θα μπορούσε να τα γράψει πάνω σ’ ένα γραμματόσημο. Ήταν αλήθεια ότι είχε κάνει μερικέςαπόπειρες να τη βρει... και για δικούς του λόγους. Αλλά αυτή ήταν μια δύσκολη χρονιά και είχεπολύ λίγο χρόνο για να κυνηγάει χαμένες κληρονόμους. Και όταν είχε χρόνο και έψαχνε, έφτανεπάντα σε αδιέξοδο. Μέχρι σήμερα...Και τώρα... τώρα είχε αρχίσει να εύχεται να μην την είχε βρει. Η Σάνον δεν έδειχνε –δεν ήταν–

Page 121: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

καλά. Κι εκείνος αναρωτιόταν ανήσυχος τι έκανε στον εαυτό της.Αν μπορούσε να την κάνει να σκεφτεί λογικά. Να την πείσει να γυρίσει στο σπίτι της πριν

αρρωστήσει πραγματικά, σκέφτηκε, ξέροντας ότι δε θα τα κατάφερνε. Γιατί, πώς θα το έκανε αυτόσε μια δυο ώρες; Η δέσμευση που είχε αναλάβει του άφηνε πολύ λίγο χρόνο.Πάνω απ’ τη μαρίνα, το βλέμμα του έπεσε στο επιβλητικό μνημείο του Κολόμβου. Πρόσεξε για

πρώτη φορά ότι ο μεγάλος αυτός άντρας δεν έδειχνε δυτικά, προς την Αμερική που είχε ανακαλύψει,αλλά ανατολικά, προς τη Μεσόγειο Θάλασσα. Μέσα στο μυαλό του Κέιν, μια ιδέα ξεφύτρωσεξαφνικά και άρχισε να μεγαλώνει.Θα σε μισήσει γι’ αυτό, Φάλκονερ, προειδοποίησε τον εαυτό του, γυρίζοντας και διασχίζοντας με

μεγάλες δρασκελιές το κατάστρωμα. Και αυτό, σκέφτηκε, ήταν κάτι που θα το αντιμετώπιζε ότανερχόταν η ώρα.

Page 122: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Ο βόμβος του ελικοπτέρου δυνάμωνε. Τα παιδιά γελούσαν και κουνούσαν τα χέρια τους,φωνάζοντας το όνομά της. Τώρα μπορούσε να διακρίνει τα πρόσωπα των παιδιών. Δε γελούσαν πια.Την κοίταζαν ανήσυχα –μερικά έκλαιγαν, άλλα ούρλιαζαν– καθώς την έβλεπαν να χτυπάει έντρομημε τα χέρια της τον αέρα. Και ο ήχος δεν ήταν πια ο βόμβος ελικοπτέρου, αλλά ένα ολόκληροσμήνος εντόμων που της είχε επιτεθεί.«Όχι!» Η Σάνον πετάχτηκε· η καρδιά της χτυπούσε σαν τρελή, το πρόσωπό της ήταν κρυμμένο

μέσα στις παλάμες της καθώς προσπαθούσε να ρουφήξει οξυγόνο.Ήταν εντάξει, σκέφτηκε, κοιτάζοντας γύρω της. Είχε κοιμηθεί και βρισκόταν ακόμα στην καμπίνα

στο γιοτ του Κέιν και ο ήχος που είχε ακούσει ήταν...Τινάχτηκε σαν ελατήριο πάνω στο μεγάλο, πολυτελές κρεβάτι. Ήταν η μηχανή;Φορώντας τις σαγιονάρες που είχε βγάλει ένας Θεός ήξερε πριν πόση ώρα, έτρεξε να δει απ’ το

φινιστρίνι τι συνέβαινε.Η Βαρκελώνη έδειχνε σαν μια καρτ ποστάλ και απομακρυνόταν όλο και πιο πολύ, πρόσεξε

έντρομη.Χωρίς να χάσει στιγμή, διέσχισε παραπατώντας την καμπίνα, μισοκοιμισμένη.Ο Κέιν δεν ήταν στο κάτω πηδάλιο, πρόσεξε όταν ανέβηκε επάνω. Προφανώς πλοηγούσε απ’ το

επάνω κατάστρωμα.Τον βρήκε καθισμένο πίσω απ’ το πηδάλιο να προσπαθεί να βγάλει το σκάφος στα ανοιχτά. Είχε

βγάλει το κοστούμι του και τώρα φορούσε μαύρο μακό και τζιν. Παρά τις ανησυχίες της, η Σάνονδεν μπορούσε να μην προσέξει τους φαρδιούς ώμους και τα μυώδη μπράτσα του.«Πού πάμε;» τον ρώτησε.Εκείνος την κοίταξε ξαφνιασμένος καθώς έφτανε δίπλα του. Το χλομό πρόσωπό της είχε μια

έκφραση οργής και απορίας, τα μαλλιά της ανέμιζαν απαλά στον αέρα.«Επιτέλους, ξύπνησες», της είπε, στρέφοντας πάλι την προσοχή του στα κουμπιά και στις οθόνες

του πίνακα οργάνων. «Πώς νιώθεις;»Πώς τολμούσε να τη ρωτάει; Η Σάνον τον αγριοκοίταξε. Οι απογευματινές αχτίδες του ήλιου

τόνιζαν τις ανταύγειες των μαλλιών του. «Είπα, πού πάμε;»Ο Κέιν εξέταζε κάτι στον πίνακα και δε σήκωσε το βλέμμα του. «Εσύ σκότωνες το χρόνο σου,

όπως μου είπες, Σάνον, αλλά εγώ όχι. Έχω το πρόγραμμά μου».«Πρόγραμμα... Τι πρόγραμμα;» ρώτησε η Σάνον ανήσυχη. Με κάθε λεπτό που περνούσε έβγαιναν

πιο πολύ στα ανοιχτά. «Πού στο διάβολο με πας;» τον ρώτησε πάλι.Χειριζόταν με μεγάλη μαεστρία το σκάφος, πρόσεξε η Σάνον καθώς περίμενε την απάντησή του.«Πρέπει να παραδώσω αυτό το πράγμα στις Κάννες πριν το τέλος της βδομάδας και έχω ήδη χάσει

πολύτιμο χρόνο», είπε ο Κέιν φλεγματικά. «Φοβάμαι λοιπόν ότι θα πρέπει να ανεχτείς την παρουσίαμου μέχρι τότε».«Στις Κάννες. Στις Κάννες!» επανέλαβε η Σάνον πανικόβλητη. Δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που

άκουγε. Σίγουρα τη δούλευε. «Οι Κάννες είναι στη Γαλλία».Το στόμα του στράβωσε σ’ ένα σαρκαστικό χαμόγελο καθώς ο Κέιν συνέχιζε ατάραχος την πορεία

Page 123: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

του. «Παίρνεις άριστα στη γεωγραφία, Σάνον. Χαίρομαι που βλέπω ότι έμαθες κάτι σ’ αυτά ταακριβά σχολεία που φοιτούσες».«Είσαι ξιπασμένος και ξετσίπωτος!» Η Σάνον κοίταξε την ακτή που χανόταν, μετά κάρφωσε το

βλέμμα της πάνω του οργισμένη. «Γύρισε πίσω αυτό το πράγμα αμέσως!» Ο Κέιν την αγνόησε.«Γύρισέ το, είπα!» του φώναξε πιο επιτακτικά.«Λυπάμαι, Σάνον. Δεν μπορώ να το κάνω αυτό», είπε ο Κέιν με ήρεμη φωνή. «Όπως σου είπα, έχω

ήδη καθυστερήσει. Μου λείπει το μέλος του πληρώματος που είχα όταν ξεκίνησα για να έρθω εδώ κιεσύ παραδέχτηκες ότι δεν έκανες τίποτα συγκεκριμένο εκεί πίσω».«Με απήγαγες... και τώρα έχεις το θράσος να μου ζητάς να γίνω μέλος του πληρώματός σου;» Η

φωνή της ακουγόταν τσιριχτή.«Είπες ότι έψαχνες για καινούριες συγκινήσεις».«Είπα...» Το είχε πει εκείνη αυτό;«Και ξέρω ότι είναι κάτι που το έχεις κάνει για τον πατέρα σου».Ναι, στο παρελθόν. Είχε πάει κι εκείνος μαζί τους στο γιοτ μια δυο φορές. Η Σάνον θυμήθηκε πόσο

ενθουσιασμένη ένιωθε τότε που θα έκαναν παρέα. Αλλά αυτό ήταν διαφορετικό...«Με απήγαγες λοιπόν για να σε βοηθήσω;» Ξαφνικά ένιωσε φόβο. Φόβο και οργή επειδή ο Κέιν

είχε καταφέρει να την ανεβάσει με δόλιο τρόπο στο σκάφος του. «Αν δε γυρίσεις πίσω αμέσως, θαγυρίσω μόνη μου στην ακτή κολυμπώντας!»«Μη λες ανοησίες!»«Τώρα θα δεις!» Η Σάνον απομακρύνθηκε παραπατώντας, χωρίς να προσέξει ότι ο Κέιν είχε κόψει

ταχύτητα. Καθώς προχωρούσε βιαστικά, έτοιμη να πραγματοποιήσει την απειλή της, χτύπησε στοσιδερένιο στέγαστρο που προστάτευε το ψυγείο και την ψησταριά.«Μην κάνεις ανοησίες!» Καθώς έφτανε στη σκάλα, η Σάνον έβγαλε μια μικρή κραυγή όταν το χέρι

του Κέιν τυλίχτηκε στη μέση της σαν σιδερένια στεφάνη.«Άσε με!» Η Σάνον στριφογύρισε, χτυπώντας τον στο στέρνο. «Άσε με, ψευτοπαλικαρά!»«Για όνομα του Θεού, Σάνον, ηρέμησε! Πιστεύεις ότι ήθελα να σε πάρω μαζί μου; Είχα ήδη χάσει

χρόνο με τη σύσκεψη που είχα κι εσύ κοιμόσουν τόσο βαθιά, που δεν ήθελα να σ’ ενοχλήσω. Είχεςδεχτεί ένα χτύπημα στο κεφάλι, αλλά ακόμα και χωρίς αυτό, δεν έδειχνες καθόλου καλά και δενμπορούσα να σ’ αφήσω μόνη!»Νιώθοντας ζαλάδα και αδυναμία –αλλά περισσότερο απ’ την παρουσία του–, η Σάνον τραβήχτηκε

μακριά του. «Ω, τώρα ξαφνικά το κάνεις για το δικό μου καλό!»«Σε τελική ανάλυση, το ελπίζω».Ο ήλιος που έδυε ήταν εκτυφλωτικός, κάνοντάς τη να μισοκλείσει τα μάτια της καθώς η Σάνον

έγερνε το κεφάλι της και τον κοίταζε προκλητικά. «Τι σημαίνει αυτό;»«Αυτό σημαίνει ότι νομίζω πως χρειάζεσαι για μερικές μέρες να σε φροντίσει κάποιος. Και αν στο

μεταξύ μπορώ να σε πείσω να δεις τι κάνεις στον εαυτό σου, να δεις τι πετάς επειδή δε θέλεις ν’αντιμετωπίσεις κάποια πράγματα γυρίζοντας στο σπίτι σου, τόσο το καλύτερο!»Η οργή έκανε τα μάτια της να γίνουν σκούρα σαν ζαφείρια. «Τι εννοείς; Να αντιμετωπίσω κάποια

πράγματα; Τι πράγματα;»«Μια εταιρεία που μάλλον θα γίνει δική σου κάποια μέρα είτε το θέλεις είτε όχι. Έναν πατέρα που

δεν ξανανιώνει».Η αγωνία την έκανε ξαφνικά να ξεχάσει όλα τα άλλα. «Είπες ότι δεν τον είχες δει», ψέλλισε η

Σάνον.

Page 124: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Όχι, δεν το είπα».Δεν το είχε πει; Η Σάνον δεν μπορούσε να θυμηθεί όλα όσα της είχε πει ο Κέιν στη Λας Ράμπλας.«Τότε, τι συμβαίνει; Είναι καλά, δεν είναι;» ρώτησε ανήσυχη.«Ανησυχία είναι αυτό που βλέπω στην έκφρασή σου, Σάνον;»«Εσύ τι νομίζεις ότι είναι;» του είπε απότομα. Ο Ράνολφ Μπουβιέ μπορεί να μην ήταν ένας

στοργικός γονιός, αλλά ήταν πατέρας της.«Εγώ νομίζω ότι πρέπει να σταματήσεις τα ταξίδια και τα γλέντια και να σκεφτείς ότι ο πατέρας

σου ίσως σε χρειάζεται. Σκέψου, επίσης, ότι σε μερικά πράγματα μπορεί να έχει δίκιο, αντί ν’αντιτίθεσαι σε όλα όσα πιστεύει εκείνος και να επαναστατείς από πείσμα!»«Από πείσμα;» Αυτό νόμιζε ο Κέιν; «Γιατί;» του είπε προκλητικά. «Και αν διαφωνώ σε πολλά απ’

αυτά που πιστεύει εκείνος; Μπορεί να είμαι πολλά πράγματα, Κέιν, αλλά υποκρίτρια δεν είμαι. Καιδε θυμάμαι να σεβόσουν ποτέ τόσο πολύ τον πατέρα μου. Κι εσύ του είχες εναντιωθεί όταν έφυγες,αφήνοντάς τον μετέωρο!»Ο Κέιν σκυθρώπιασε. Ίσως δεν του άρεσε να του το υπενθυμίζει, σκέφτηκε η Σάνον. Αναρωτήθηκε

αν θυμόταν τις βαριές κουβέντες που είχαν ανταλλάξει οι δυο τους την τελευταία φορά που είχεπεράσει ο Κέιν απ’ το σπίτι και την είχε βρει μόνη.«Η αγαπημένη του κόρη ήταν αυτή που τον άφησε μετέωρο. Αφού είχε καταφέρει πρώτα να

κηλιδώσει το όνομα των Μπουβιέ!»«Αυτό δεν είναι αλήθεια!» Το αίμα ανέβηκε στο κεφάλι της Σάνον καθώς θυμόταν. Την είχε

σουβλίσει –και εντελώς άδικα– ο σκανδαλοθηρικός Τύπος. Είχε πέσει θύμα ανθρώπων που είχανπιο μεγάλη δύναμη από κείνη. Αλλά αυτό που την είχε πληγώσει πιο πολύ απ’ όλα ήταν ότι τηνκατηγορούσε και ο ίδιος ο πατέρας της, που δεν είχε ασχοληθεί ποτέ μαζί της. «Και έφυγα επειδή οπατέρας μου αρνιόταν ν’ αποδεχτεί ότι είχα δικές μου απόψεις... όπως είχες κι εσύ!»«Με μια διαφορά», είπε ο Κέιν σαρκαστικά.«Ω;»«Εμένα δε με είχε μεγαλώσει».Η Σάνον γύρισε απ’ την άλλη πλευρά, με τους ώμους καμπουριασμένους, τα χέρια τυλιγμένα

προστατευτικά γύρω απ’ το κορμί της. Κοίταξε αφηρημένη τα μικροσκοπικά κτίσματα της ισπανικήςγης, που φάνταζαν σαν σκοτεινές σιλουέτες κόντρα στον κατακόκκινο δίσκο του ήλιου που έδυε.Δεν μπορούσε να γυρίσει και να ζήσει στη σκλαβιά, κάτω απ’ τη δικτατορική συμπεριφορά του

πατέρα της. Ούτε άντεχε να πιστεύουν όλοι το χειρότερο για κείνη αφού το μόνο της έγκλημα ήτανότι την είχε κοροϊδέψει ένας άντρας που εκείνη πίστευε ότι ήταν ελεύθερος να την αγαπήσει. Τογεγονός ότι είχε κερδίσει σε μερικά ράλι και ήταν γιος γνωστού πολιτικού είχε κάνει την υπόθεσηπρωτοσέλιδο όταν η γυναίκα του είχε προσπαθήσει ν’ αυτοκτονήσει και είχε χάσει το αγέννητομωρό της. Ίσως, σκέφτηκε η Σάνον τώρα, να ήταν καλύτερα αν είχε μιλήσει κι εκείνη στουςρεπόρτερ. Αλλά είχε σιωπήσει, προτιμώντας να τη βλέπουν σαν μια πόρνη παρά σαν μια ηλίθια.Μετά απ’ αυτό, ο Ράνολφ Μπουβιέ είχε προσπαθήσει να της στερήσει την ανεξαρτησία και τηνελευθερία της, μέχρι που η Σάνον ένιωθε σαν να πνιγόταν. Τελικά, μερικές βδομάδες μετά τηναποχώρηση του Κέιν απ’ την εταιρεία, έφυγε κι εκείνη απ’ το Λονδίνο για πάντα.«Ο πατέρας μου σ’ έστειλε να με βρεις και να προσπαθήσεις να με πας πίσω;» τον ρώτησε. Και

όταν εκείνος δεν απάντησε, συνέχισε επιθετικά. «Αυτό είναι λοιπόν! Σε ξαναπήρε στη δούλεψή του,έτσι;» τον κατηγόρησε, σίγουρη γι’ αυτό. Έσφιξε τα χείλη της όταν πρόσεξε το ανεπαίσθητοανασήκωμα των ώμων του. «Αυτό το σκάφος είναι του πατέρα μου, έτσι; Δεν είναι δικό σου. Κι εγώ

Page 125: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

που σκεφτόμουν πόσο καλά τα είχες καταφέρει!» Γέλασε χλευαστικά, καλύπτοντας μ’ αυτό το γέλιοτον πόνο που της προκαλούσε η άσχημη γνώμη του Κέιν για κείνη. Και την πίκρα της που δενμπορούσε ποτέ να του πει πόσο λάθος έκανε. Πως τίποτα δεν ήταν όπως έδειχνε. «Το όνομα τωνΜπουβιέ δεν είναι λοιπόν και τόσο κηλιδωμένο για σένα!» συνέχισε η Σάνον το κατηγορητήριο. «Ήήταν περισσότερο ελκυστική η προσφορά που σου έγινε αυτή τη φορά;»Τον άκουσε να κρατά την ανάσα του. «Νομίζεις πως όλα εκεί καταλήγουν, ε;» είπε ο Κέιν

σκωπτικά. «Στα λεφτά», πρόσθεσε και, γυρίζοντας, κατευθύνθηκε προς το πηδάλιο.«Όχι;» είπε η Σάνον ακολουθώντας τον. Από δική της πείρα, ήταν πολύ ψηλά στον κατάλογο

προτεραιοτήτων των περισσότερων ανθρώπων: των αντρών που είχε γνωρίσει, των αυλοκολάκων,των υποτιθέμενων φίλων της. «Τι σου πρόσφερε; Ένα μεγάλο ποσό αν με φέρεις πίσω;» Τον είδε ναπαίρνει τη θέση του μπροστά στο πηδάλιο και να αυξάνει την ταχύτητα του σκάφους με μεγάληεπιδεξιότητα. «Ό,τι κι αν σε πληρώνει, θα σου δώσω τα διπλά», του είπε, υψώνοντας τη φωνή τηςγια ν’ ακουστεί πάνω απ’ το δυνατό, απειλητικό βόμβο της μηχανής.«Απ’ το επίδομά σου;» ρώτησε ο Κέιν, ανασηκώνοντας το ένα φρύδι.Ίσως πίστευε ότι δεν μπορούσε να τον πληρώσει, σκέφτηκε η Σάνον. Αναρωτήθηκε πόσα ήξερε ο

Κέιν.«Έχω τρόπο να σε πληρώσω», τον διαβεβαίωσε, αρπάζοντας το δροσερό μέταλλο μιας κουπαστής

για να μη χάσει την ισορροπία της. Υπήρχαν τα κοσμήματα που η Σάνον δεν ήθελε. Οι πίνακες πουείχε αφήσει στην Αγγλία. Δεν ήταν Μονέ ή Κόνσταμπλ, αλλά άξιζαν πολλά λεφτά. Είχε και τηνΠόρσε...«Το βλέπω».«Όχι μ’ αυτό τον τρόπο!» είπε η Σάνον, βλέποντας τον τρόπο που το βλέμμα του γλιστρούσε πάνω

στις απαλές καμπύλες του κορμιού της, κάνοντας την ανάσα της να πιαστεί, τα μάγουλά της ναφουντώσουν καθώς συνειδητοποιούσε ότι ο Κέιν σκόπιμα παρερμήνευε τα λόγια της.«Νιώθω ανακούφιση που το ακούω, γιατί παρ’ όλο που σε βρίσκω πολύ γοητευτική, έχω σαν αρχή

να μην μπλέκω με μικρές αριστοκράτισσες που τους αρέσει να γίνονται πρωτοσέλιδα. Η τιμή σουλοιπόν δεν κινδυνεύει, αν αυτό είναι κάτι που σ’ απασχολεί». Και μετά, πριν προφτάσει η Σάνον ν’απαντήσει, πρόσθεσε: «Και τι σε κάνει να νομίζεις ότι ο πατέρας σου μου έκανε κάποια προσφορά;»«Γιατί τον ξέρω καλά». Τον είδε να πατάει ένα κουμπί και αμέσως ένα συνονθύλευμα από στοιχεία

παρουσιάστηκε στην οθόνη. «Και τώρα ξέρω πως, όπως οι περισσότεροι άνθρωποι, αγοράζεσαι κιεσύ, αν η τιμή είναι καλή».«Δυστυχώς, Σάνον», είπε ο Κέιν χωρίς να την κοιτάξει, «νομίζω ότι το να σε γυρίσω πίσω θα μου

κοστίσει πολύ περισσότερα απ’ όσα μπορείς να πληρώσεις». Μετά έριξε μια ματιά στο σλόγκαν τηςμπλούζας της. «Φοβάμαι, λοιπόν, ότι οι ταύροι θα πρέπει να τα καταφέρουν χωρίς τη γενναιόδωρηυποστήριξή σου για λίγο».«Είσαι...» Η βρισιά που του πέταξε δεν ακούστηκε πάνω απ’ το θόρυβο της μηχανής. «Κι εγώ που

πίστευα ότι ήσουν καλύτερος απ’ τους υπόλοιπους».Για μια στιγμή, καθώς το βλέμμα του συναντούσε το δικό της, η Σάνον διέκρινε μια σιωπηλή

απορία. Σαν να τον είχε ξαφνιάσει αυτή η ομολογία της. Αμέσως μετά, όμως, ο Κέιν έστρεψε όλητου την προσοχή στο πηδάλιο. «Λυπάμαι που σε απογοητεύω», είπε ξερά.Σφίγγοντας τα χείλη της, η Σάνον γύρισε και κατέβηκε στο σαλόνι, όπου έπεσε αποκαμωμένη σ’

έναν απ’ τους ανοιχτόχρωμους δερμάτινους καναπέδες. Της είχε πει ότι λυπόταν που τηναπογοήτευε. Κι εκείνη λυπόταν, σκέφτηκε.

Page 126: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Τον θαύμαζε πάντα και τον ζήλευε. Για την ντομπροσύνη του, για την άρνησή του να σκύβει τοκεφάλι. Τώρα ανακάλυπτε με μεγάλη απογοήτευση ότι, στην πραγματικότητα, δε διέφερε απ’ όλουςτους άλλους.Και γιατί την απογοήτευε αυτό; αναρωτήθηκε με πικρία. Δίχως άλλο, αυτά τα συναισθήματα ήταν

μόνο απομεινάρια ενός δυνατού εφηβικού έρωτα. Αλλά ακόμα κι αν αυτή η έντονη σεξουαλικότητάτου την επηρέαζε και τώρα, ήταν αυτό ακριβώς, καθαρά σεξουαλικό.Ευτυχώς, σκέφτηκε, σφίγγοντας ξαφνικά τα δόντια της, αφού ο Κέιν της είχε πει ξεκάθαρα και

χωρίς περιστροφές ότι δεν τον ενδιέφερε σαν γυναίκα! Για κείνον δεν ήταν παρά ένα κακομαθημένοπλουσιοκόριτσο που είχε πληρωθεί για να το πάει εκεί που ανήκε. Χωρίς να ξέρει τίποτα για κείνη,για τα πιστεύω της, τις ελπίδες της, τα όνειρά της.Προχώρα, λοιπόν, Κέιν Φάλκονερ! Η Σάνον κούνησε οργισμένη ένα περιοδικό που είχε πάρει απ’

το τραπεζάκι του καφέ πριν το πετάξει πάλι κάτω. Δεν ξέρεις τίποτα για μένα... ούτε θα μάθεις!σκέφτηκε, καταφεύγοντας πάλι πίσω απ’ το προστατευτικό τείχος που είχε υψώσει γύρω της. Ανθέλεις να σκέφτεσαι το χειρότερο για μένα, δε με νοιάζει!

* * *Ρίχνοντας μια ματιά πάνω απ’ τον ώμο του όταν η Σάνον έφυγε οργισμένη, ο Κέιν πρόσεξε πόσοαπογοητευμένη έδειχνε. Του είχε πει ότι τον θεωρούσε καλύτερο απ’ τους άλλους, κάτι που τον είχεξαφνιάσει, όπως τον είχε ξαφνιάσει και το πόσο είχε ευχαριστηθεί όταν το άκουσε. Νόμιζε πάντα ότιη Σάνον δεν είχε καθόλου καλή άποψη για κείνον. Και τώρα, μετά απ’ αυτή τη μικρή, τυχαίααποκάλυψη, ένιωθε ξαφνικά σαν κανένα κάθαρμα.Την επέκρινε, όχι επειδή το έκαναν όλοι οι άλλοι –δεν ήταν ποτέ απ’ τους ανθρώπους που

ακολουθούσαν το ρεύμα–, αλλά επειδή έβλεπε τον κατήφορο που είχε πάρει κι αυτό επιδεχότανκριτική. Αλλά όλοι, γυναίκες και άντρες, είχαν δικαίωμα ν’ απολογηθούν. Κι εκείνος δεν της είχεδώσει μια ευκαιρία να το κάνει. Ίσως έπρεπε να την είχε αφήσει εκεί που βρισκόταν, αντί ναπροσπαθεί να την κάνει να δει τα πράγματα με το δικό του μάτι, αφού έβλεπε ότι ήταναποφασισμένη να μην το κάνει. Αλλά αν την είχε αφήσει και μετά της συνέβαινε κάτι...Έβγαλε απ’ το μυαλό του αυτή τη σκέψη και ευχήθηκε να μην είχε αναμειχθεί.Είχε δίκιο όταν τον είχε κατηγορήσει ότι είχε δεχτεί κάποια ελκυστική προσφορά για να γυρίσει

πάλι στην Μπουβιέ, αν και δε θα ήταν προς το συμφέρον του και πολύ περισσότερο της εταιρείας...ν’ αρνηθεί. Αλλά αν ήξερε την αρχική προσφορά που του είχε κάνει ο Ράνολφ για να τη φέρει πίσω–μια προσφορά που εκείνος είχε απορρίψει αμέσως–, η Σάνον θα είχε πηδήσει στο νερό χωρίςδεύτερη σκέψη.Κοιτώντας την πυξίδα, υπολογίζοντας την απόσταση απ’ το σημείο που θ’ αγκυροβολούσε, ο Κέιν

αναρωτήθηκε αν τον είχε πιστέψει όταν της είχε πει ότι ανησυχούσε για κείνη. Και αν εκείνος, ότανείχε ισχυριστεί ότι η υγεία και η ασφάλειά της ήταν οι μόνοι λόγοι που την είχε κρατήσει μαζί του,ήταν απόλυτα ειλικρινής με τον εαυτό του.Γιατί η αλήθεια ήταν ότι, από κείνη την πρώτη μέρα που η Σάνον είχε μπει στο γραφείο του πατέρα

της πριν πέντε χρόνια περίπου, είχε ξυπνήσει μέσα του πολλά αντικρουόμενα αισθήματα. Ανησυχία.Οργή. Προστατευτικότητα. Και δυνατό πόθο! Και αυτό ήταν το κυριότερο, σκέφτηκε απελπισμένος.Γιατί, νέα όπως ήταν τότε, και οργισμένη όπως ήταν όταν τον είχε αποκαλέσει Ιούδα, είχε τη δύναμηνα τον ερεθίζει, ακόμα και τώρα, όπως καμιά άλλη γυναίκα.Τρίζοντας τα δόντια του, ο Κέιν έσφιξε το πηδάλιο, πλοηγώντας μέσα στο σκοτάδι που είχε αρχίσει

wWw.GreekLeech.info

Page 127: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

να πέφτει. Πώς θα οδηγούσε αυτό το πράγμα στις Κάννες μ’ εκείνη επάνω, δεν μπορούσε ναφανταστεί, αφού ήθελε να τη γδύσει κάθε φορά που την κοίταζε. Ακόμα και μ’ αυτά τα άχαραρούχα, την ήθελε σαν τρελός. Και είχε κάνει αυτό το γελοίο σχόλιο για την τιμή της, θέλοντας ναπροειδοποιήσει τον εαυτό του να προσέχει. Ακόμα και καθώς τη σκεφτόταν ξαπλωμένη πάνω στομεγάλο κρεβάτι της καμπίνας –όπως την είχε δει νωρίτερα όταν της είχε πάει λίγο τσάι και την είχεβρει κοιμισμένη, με τα ξανθά μαλλιά της απλωμένα πάνω στο μαξιλάρι–, απ’ το μυαλό τουπερνούσαν σκέψεις που δεν ήταν καθόλου έντιμες.Όπως και στο παρελθόν, μετά το σκάνδαλο, όταν ένιωθε απογοητευμένος και θυμωμένος μαζί της

–και με τον εαυτό του– επειδή την ήθελε ακόμα, ζήλευε όλους τους άντρες των οποίων το κρεβάτιθα είχε μοιραστεί. Και ήθελε να ήταν εκείνος αυτός του οποίου το όνομα θα ψιθύριζε τρυφερά, γιατον οποίο τα μεγάλα γαλάζια μάτια της θα θόλωναν από πόθο. Εκείνος που θ’ άκουγε τις πνιχτέςκραυγές της καθώς θα φιλούσε το βελούδινο κορμί της και θα ένιωθε το δικό του κορμί ναερεθίζεται, όπως τώρα, απ’ τη μεγάλη έκσταση που θα της χάριζε...«Τι απέγινε ο τελευταίος επιβάτης σου;»«Τι;» Ο Κέιν γύρισε τόσο απότομα, που παραλίγο να πετάξει κάτω μια κούπα που βρισκόταν δίπλα

στον πίνακα οργάνων.«Ο τελευταίος επιβάτης σου. Αυτός που ήταν το πλήρωμά σου. Τι έπαθε;»«Δεν έπαθε τίποτα». Ακουγόταν ταραγμένος, πρόσεξε η Σάνον. «Την άφησα στη Βαρκελώνη».Αυτή η πληροφορία αποπροσανατόλισε τη Σάνον για μια στιγμή. Ο Κέιν την κοίταξε μ’ έναν τρόπο

που την έκανε να ριγήσει. Λέγοντας, όμως, στον εαυτό της ότι δεν την ένοιαζε ποιον είχε πάνω στογιοτ, τον ρώτησε: «Γιατί; Βαρέθηκε τα νταηλίκια σου;»«Όχι».Η βεβαιότητα στη φωνή του την έκανε να νιώσει κάτι που δεν ήθελε ν’ αναλύσει.«Τι ήταν; Καμιά μαζοχίστρια;»Η Σάνον πρόφτασε να δει ένα εύθυμο χαμόγελο στα χείλη του πριν ο Κέιν στρέψει πάλι την

προσοχή του στον πίνακα.Είχε κοιμηθεί μαζί του; αναρωτήθηκε, νιώθοντας το στομάχι της να σφίγγεται. Είχε περάσει

ατέλειωτες ώρες ηδονής μαζί του στη μεγάλη καμπίνα, τη σκάλα της οποίας είχε προσέξει η Σάνονμέσα στο σαλόνι; Μα, φυσικά! σκέφτηκε με μια ξαφνική δυσαρέσκεια που δεν είχε σχέση μόνο μετο γεγονός ότι βρισκόταν πάνω στο σκάφος του παρά τη θέλησή της. Τώρα καταλάβαινε γιατί είχεσπεύσει να της πει ότι δεν ενδιαφερόταν για κείνη.«Πεινάς;» Ο Κέιν είχε κόψει ταχύτητα και το σκάφος έπλεε τώρα πιο αργά.Κοιτώντας έξω καθώς τα φώτα τους έπεφταν στη σκοτεινιασμένη θάλασσα, η Σάνον έβαλε τα

χέρια της στις πίσω τσέπες του παντελονιού της. «Όχι τόσο που να δεχόμουν οτιδήποτε από σένα».Ο Κέιν δεν τράβηξε το βλέμμα του απ’ την πορεία τους. «Όπως θέλεις», είπε φλεγματικά.

«Απέχουμε πολύ ακόμα απ’ τις Κάννες».Κατεβαίνοντας κάτω, η Σάνον άρχισε να περιφέρεται μέσα στο πολυτελές σαλόνι, τρώγοντας ένα

νύχι της. Τι έπρεπε να κάνει; αναρωτήθηκε. Δεν μπορούσε να κάθεται εδώ και να παραπονιέται,αφήνοντάς τον να την πάει στη Γαλλική Ριβιέρα. Και είχε καταλάβει ότι δε θα μπορούσε να τονπείσει να τη γυρίσει πίσω στη Βαρκελώνη.Ξέροντας ότι έπρεπε να φάει κάτι όσο θα έψαχνε για κάποιο άλλο σχέδιο, ανέβηκε απ’ τη σκάλα

στο μικρό μαγειρείο.Ο Κέιν θα είχε ανάψει τα φώτα νωρίτερα, γιατί η κουζίνα ήταν φωτισμένη. Άρχισε ν’ ανοίγει

Page 128: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ντουλάπια και να τα κλείνει πάλι χτυπώντας τα, για να του δείξει πόσο θυμωμένη ήταν. Τελικά,βρίσκοντας μερικά πιάτα που χρειάζονταν μόνο ζέσταμα, έβγαλε ένα απ’ το ψυγείο και το έβαλε στοφούρνο μικροκυμάτων. Πάτησε μερικά κουμπιά και ο φούρνος τελικά άναψε.Αφήνοντας το φαγητό να ζεσταθεί, ανέβηκε πάλι στο κατάστρωμα και σχεδόν συγκρούστηκε με

τον Κέιν που κατέβαινε κάτω.Η νύχτα είχε πέσει για τα καλά, τη θέση του ήλιου είχε πάρει ένα ολόγιομο φεγγάρι που έριχνε το

ασημένιο φως του πάνω στα κύματα.«Ίσως δεν το έχεις σκεφτεί», του είπε ξέπνοη, «αλλά τι θα κάνω για ρούχα;»Καθώς το πρόσωπό του ήταν στη σκιά, η Σάνον μπορούσε μόνο να νιώσει το χαμόγελο στα χείλη

του καθώς της έκανε νεύμα να γυρίσει πίσω και την ακολούθησε.«Είμαι βέβαιος ότι κάτι θα βρεις στην ντουλάπα της καμπίνας σου που θα σου κάνει», της είπε,

ανάβοντας τα φώτα στο σαλόνι, πριν εξαφανιστεί στη σκάλα που οδηγούσε κάτω, για να ελέγξειπροφανώς κάτι στο μηχανοστάσιο.Που σήμαινε τι; αναρωτήθηκε η Σάνον με περιέργεια. Ότι η τελευταία, αξιολάτρευτη επιβάτισσά

του είχε αρχίσει το ταξίδι μένοντας σε δική της καμπίνα και μετά είχε μετακομίσει στη δική του;«Αν νομίζεις ότι θα φορέσω κάποιο απ’ τα αποφόρια της φιλενάδας σου, κάνεις μεγάλο λάθος!»

του είπε όταν ο Κέιν ανέβηκε πάλι επάνω. Αναρωτιόταν πόσο σοβαρή ήταν η σχέση του μ’ αυτή τηγυναίκα αν είχε αφήσει ρούχα της στο γιοτ, σαν να ήξερε ότι θα ερχόταν πάλι εδώ...«Κάποια στιγμή θα πρέπει να βγάλεις αυτά που φοράς κι αν δε σε πειράζει η μόνη εναλλακτική

λύση» –παρ’ όλο που της είχε πει ότι δεν ενδιαφερόταν για κείνη, το βλέμμα του χάιδευε το λεπτόκορμί της σαν να το φανταζόταν γυμνό– «εμένα σίγουρα δε με πειράζει».Η Σάνον ένιωσε τα μάγουλά της να φουντώνουν και ανακουφίστηκε όταν το άρωμα τυριού τον

έκανε να μυρίσει τον αέρα. «Μμμ, κάτι μυρίζει πολύ ωραία», είπε ο Κέιν.«Αυτό είναι το δείπνο μου», είπε η Σάνον. «Κι αν νομίζεις ότι μαγειρεύω για σένα, μετά απ’ το

θράσος σου να με κουβαλήσεις εδώ παρά τη θέλησή μου, πλανάσαι οικτρά!»«Είσαι πνεύμα αντιλογίας. Το ήξερα, αλλά δεν είχα καταλάβει πόσο».«Και τι σου έχουν πει να κάνεις σ’ αυτό το ταξίδι; Να με τιθασεύσεις;»«Ω, αυτό θα έκανε πολύ ενδιαφέρον το ταξίδι». Η Σάνον ταράχτηκε όταν ο Κέιν έπιασε μια τούφα

χρυσαφένια μαλλιά και την τύλιξε στο δείκτη του. Το άρωμα της κολόνιας του έφτανε σταρουθούνια της και η ανάσα της έγινε πιο γρήγορη. Τρομάζοντας με τις αντιδράσεις της, τον κοίταξεεπιφυλακτικά. «Μην ανησυχείς», είπε ο Κέιν. «Δε με συγκινεί η ιδέα να τιθασεύσω ένα έξαλλο,απείθαρχο κορίτσι. Πίστευα, όμως, πάντα ότι ένα καλό ξύλο στην αρχή δε θα σου έκανε κακό».Η Σάνον δεν είχε καταλάβει ότι τον χτύπησε μέχρι που ένιωσε το χέρι της να πονάει. Κοίταξε

πανικόβλητη το μάγουλό του που είχε κοκκινίσει.«Σε πληροφορώ ότι έχω κλείσει τα είκοσι δύο και ο τρόπος που ζω δεν έχει καμιά, απολύτως καμιά

σχέση μ’ εσένα». Η φωνή της έτρεμε. «Ή με κανέναν άλλον».Ο Κέιν σήκωσε τα χέρια ψηλά, σαν να ζητούσε εκεχειρία. Το σαγόνι του ήταν σφιγμένο και το

στέρνο του ανεβοκατέβαινε σαν να είχε κάνει ώρες γυμναστική.«Εντάξει, ίσως μου άξιζε», είπε. «Ας ξεκαθαρίσουμε ένα πράγμα, όμως. Δεν είχα καμιά πρόθεση να

σε ανεβάσω παρά τη θέλησή σου στο γιοτ. Ήθελα μόνο να σε προστατέψω μέχρι να ηρεμήσουν ταπνεύματα εκεί έξω. Δε θα ήθελα να βρεθώ με μια αγριόγατα σ’ αυτό το ταξίδι αν δεν το υπαγόρευανοι συνθήκες».«Όπως οι συνθήκες της υγείας μου;» ρώτησε η Σάνον καθώς ο Κέιν ανέβαινε πάλι στο

Page 129: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

κατάστρωμα.«Ακριβώς!» της είπε, βλέποντας ότι τον ακολουθούσε.«Είσαι πολύ γενναιόψυχος!» Η Σάνον δεν μπορούσε να σταματήσει, ήθελε να τον ακούσει να της

λέει έστω και μια καλή κουβέντα.«Όχι ακριβώς. Σου είπα ήδη ότι είχα καθυστερήσει πολύ», είπε ο Κέιν, παίρνοντας πάλι τη θέση

του στο πηδάλιο. «Υποσχέθηκα ότι θα ήμουν στις Κάννες μέχρι την Πέμπτη... και σκοπεύω να τοκάνω. Αν δεν έχω καταφέρει να σου βάλω λίγο μυαλό μέχρι τότε... και αν πιστεύω ότι είσαι αρκετάκαλά, τότε θα φροντίσω να γυρίσεις στη Βαρκελώνη».«Μπράβο!» Το φως του φεγγαριού έριχνε ασημένιες ανταύγειες στα μαλλιά της καθώς στεκόταν

εκεί δίπλα του με τα χέρια στους γοφούς της. «Και αυτό σε απαλλάσσει απ’ την κατηγορία τηςαπαγωγής;»«Η πρώτη μας στάση θα είναι στο Σεν Τροπέ», συνέχισε ο Κέιν, αγνοώντας την ερώτησή της. «Αν

θέλεις ρούχα, είμαι βέβαιος ότι τα μαγαζιά εκεί θα έχουν κάτι που θα ικανοποιεί ακόμα και τα δικάσου δύσκολα γούστα».Άλλο ένα καρφί, σκέφτηκε η Σάνον, για το κορίτσι που νόμιζε εκείνος ότι ήταν, το κορίτσι που

νόμιζε ότι ήξερε. Όχι την πραγματική Σάνον Μπουβιέ... αυτή που είχε αισθήματα και ελπίδες καιόνειρα. Θα του έδειχνε λοιπόν!«Σε παρακαλώ, μην ανησυχείς για τα γούστα και την υγεία μου, αξιότιμε κύριε Φάλκονερ. Γιατί,

όταν βγούμε στη στεριά, δε θα περιμένω την άδειά σου. Θα πάρω το πρώτο αεροπλάνο και θαγυρίσω πίσω!»Αερολογίες, σκέφτηκε η Σάνον αυτοσαρκαζόμενη, αφού δεν είχε λεφτά ούτε για εισιτήριο

λεωφορείου, πόσο μάλλον αεροπλάνου! Καθώς ήταν άρρωστη και δεν μπορούσε να δουλέψειαρκετές βδομάδες, οι οικονομίες της είχαν συρρικνωθεί. Και ό,τι της είχε απομείνει θα έπρεπε ναχρησιμοποιηθεί για να πληρωθούν τα χρέη που είχε εν αγνοία της δημιουργήσει. Ο εγωισμός της δεντην άφηνε, όμως, να πει στον Κέιν σε πόσο άσχημη οικονομική κατάσταση ήταν. Δεν ήθελε ναμάθει ο πατέρας της ότι είχε δίκιο όταν της είχε πει ότι δε θα τα κατάφερνε μόνη της.«Αυτό είναι δικαίωμά σου», είπε ο Κέιν, «αλλά, αν το κάνεις, δε θα είσαι και τόσο σπουδαία

κόρη».Η Σάνον απομακρυνόταν, όταν όμως άκουσε τα λόγια του σταμάτησε. Ήθελε να την κάνει να

νιώσει ενοχές. Και αυτό εκείνος θα το χρησιμοποιούσε για να πετύχει το δικό του σκοπό. Να πάρειτην αμοιβή του, σκέφτηκε με πικρία.«Ο πατέρας σου ανησυχεί για σένα», είπε ο Κέιν σαν να είχε διαβάσει τις σκέψεις της. «Ανησυχεί

ότι δε φροντίζεις τον εαυτό σου. Και παρ’ όλο που συμφωνώ μαζί του γενικά...» Έτριψε το σαγόνιτου. «...θα έλεγα ότι μπορείς να φροντίσεις τον εαυτό σου».«Ο πατέρας μου πιστεύει ότι καμιά γυναίκα δεν μπορεί να κάνει τίποτα αν δεν υπάρχει κάποιος

άντρας να διευθύνει τη ζωή της», είπε η Σάνον χολωμένη.«Κι εσύ θέλεις ν’ αποδείξεις ότι κάνει λάθος;»«Κακό είναι αυτό;»«Όχι. Μόνο που υπάρχει σωστός τρόπος και...» Ο Κέιν σταμάτησε καθώς κάτι σαν έκρηξη

ακούστηκε απ’ το μαγειρείο.«Τι στο...»«Ω, όχι!»Είχαν φωνάξει και οι δυο μαζί και η Σάνον τώρα έτρεχε να δει τα λαζάνια που είχε ξεχάσει εντελώς.

Page 130: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Η γυάλινη πόρτα του φούρνου μικροκυμάτων ήταν πασαλειμμένη, πρόσεξε, μπαίνοντας στηνκουζίνα.«Φαίνεται ότι το δείπνο σου δεν ήθελε να το φας», είπε ο Κέιν πίσω της, κλείνοντας το φούρνο και

ανοίγοντας την πόρτα του.Ζέστη και ατμοί δραπέτευσαν, μαζί με τη μυρωδιά ενός γεύματος που θα ήταν πολύ νόστιμο αν δεν

είχε καταστραφεί. Τώρα σάλτσα και κομμάτια ζυμαρικών κρέμονταν απ’ την οροφή και τατοιχώματα του φούρνου.«Ίσως είναι καλύτερα να μαγειρεύω εγώ στο μέλλον», της είπε ξερά, χρησιμοποιώντας ένα γάντι

για να βγάλει ό,τι είχε απομείνει απ’ τον πλαστικό δίσκο. «Ξέχασα. Δεν είναι κάτι που έχεις μάθει νακάνεις». Ο τόνος της φωνής του ήταν πειραχτικός.«Όχι με τόσους υπηρέτες. Φυσικά όχι!» είπε η Σάνον προκλητικά, τσατισμένη απ’ το καρφί του για

την προνομιούχα ζωή της. Αν μπορούσε να θεωρηθεί προνόμιο να αφήνουν σε οικοτροφεία καιακριβά ξενοδοχεία ένα παιδί που θρηνούσε ακόμα το θάνατο της μητέρας του! σκέφτηκε θλιμμένα.«Και εκεί που μένω τώρα δεν έχω ανάγκη να μαγειρεύω μόνη μου!»Δεν είχε ούτε βρύση με νερό, πόσο μάλλον μπάνιο ή ακόμα και στέγη πάνω απ’ το κεφάλι της

μερικές φορές. Εκτός αν θεωρούσες στέγη τη λινάτσα ενός βρόμικου, εικοσάχρονου φορτηγού.Αλλά ούτε αυτό θα το έλεγε στον Κέιν.

Page 131: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Πεινούσε σαν λύκος, συνειδητοποίησε η Σάνον, αφήνοντας κάτω μια σύγχρονη νουβέλα μυστηρίουπου είχε βρει πάνω στην τουαλέτα καθώς σηκωνόταν απ’ το κρεβάτι. Αναρωτήθηκε αν ο Κέιν είχεκαταφέρει να καθαρίσει το φούρνο μικροκυμάτων. Πριν λίγο τον είχε ακούσει να ρίχνει άγκυρα γιατη νύχτα και τώρα ένιωθε μόνο το απαλό λίκνισμα του σκάφους στα ήρεμα νερά.Είχε έρθει εδώ κάτω για να μην είναι μέσα στα πόδια του, αποφασίζοντας ότι του άξιζε να τον

αφήσει να καθαρίσει μόνος του αφού την είχε απαγάγει. Τώρα ευχόταν να είχε πάρει κάτι μαζί της ναφάει όταν είχε αρνηθεί την προσφορά του να της μαγειρέψει εκείνος.«Δε θέλω τίποτα από σένα», του είχε πει απότομα. «Θα φάω κάτι κρύο». Είχε δει μερικά τυριά στο

ψυγείο και ψωμί πάνω στον πάγκο. «Και θα το φάω στην καμπίνα μου... μόνη!»Εκείνος είχε ανασηκώσει τους ώμους του. «Όπως επιθυμείς», της είχε πει αδιάφορα.Ψάχνοντας στην ντουλάπα, δεν είχε βρει και πολλά ρούχα. Εκτός από μια τουνίκ για τη θάλασσα

και μερικά κομμένα κολάν, δεν υπήρχε σχεδόν τίποτ’ άλλο και οπωσδήποτε τίποτα για τον ύπνο.Η φίλη του ίσως δε χρειαζόταν τίποτα στο κρεβάτι, σκέφτηκε η Σάνον σκυθρωπή. Αλλά ποια

γυναίκα θα χρειαζόταν; Με έναν άντρα σαν τον Κέιν δίπλα της;Αποφασίζοντας ότι η τουνίκ θα τη βόλευε, βούρτσισε τα μαλλιά της χωρίς να κοιταχτεί στον

καθρέφτη και ανέβηκε στο μαγειρείο.Ο Κέιν στεκόταν μπροστά στην κουζίνα και μαγείρευε, ρίχνοντας κρέμα πάνω σε κάτι που

τσιτσίριζε και μύριζε πολύ ωραία στο τηγάνι. Ένιωσε το βλέμμα του πάνω της, αλλά τον αγνόησε.Προσπερνώντας τον, διέσχισε το σαλόνι και βγήκε στον καθαρό αέρα του καταστρώματος.Εδώ, κάτω απ’ την τέντα στο πίσω μέρος του γιοτ, ένα τραπέζι ήταν στρωμένο για δύο, μ’ ένα

αναμμένο κερί στη μέση. Περίμενε λοιπόν ότι εκείνη θα έτρωγε μαζί του. Ότι θα μοιραζόταν τοτραπέζι του... κι αυτό το μπουκάλι με άσπρο κρασί στον πάγο δίπλα στο καλαθάκι με το ψωμί.Όπως το είχε μοιραστεί κάποια άλλη, πιο πρόθυμη επιβάτισσα πριν από κείνη;Σφίγγοντας πεισματικά τα χείλη της, η Σάνον έκανε τον κύκλο του τραπεζιού, σταματώντας

μπροστά στη σκάλα που οδηγούσε στη σωσίβια λέμβο και στην πλατφόρμα για βουτιές. Ήταν ταίδια σκαλοπάτια απ’ τα οποία την είχε ανεβάσει στο σκάφος ο Κέιν νωρίτερα.Είχαν αγκυροβολήσει σ’ έναν όρμο λουσμένο στο φως του φεγγαριού. Τα φώτα από μερικά κτίρια

στην ακτή τρεμόπαιζαν και ανατολικά μπορούσες να διακρίνεις σκοτεινούς λόφους. Το φεγγάριήταν πιο ψηλά τώρα και φώτιζε τη θάλασσα. Μια απαλή αύρα τη δρόσισε και καθάρισε το μυαλότης.Πού βρίσκονταν τώρα; αναρωτήθηκε. Στα σύνορα Ισπανίας-Γαλλίας; Δεν ήταν βέβαιη και ούτε

σκόπευε να ρωτήσει τον Κέιν.Το άρωμα φαγητού απ’ το μαγειρείο την έκανε να εισπνεύσει βαθιά. Δεν άντεχε άλλο. Πέθαινε της

πείνας κι εκείνος το έκανε σκόπιμα... έκανε τα σάλια της να τρέχουν και το στομάχι της ναδιαμαρτύρεται για το φαγητό που είχε αρνηθεί.Έτοιμη να γυρίσει πάλι κάτω τη στιγμή που ανέβαινε ο Κέιν, η Σάνον απομακρύνθηκε και με τα

χέρια σταυρωμένα στάθηκε έχοντάς του γυρισμένη την πλάτη. Κάρφωσε το βλέμμα της στηθάλασσα καθώς ο Κέιν έβαζε τα δυο πιάτα που κρατούσε πάνω στο τραπέζι.

Page 132: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Έλα να φας».«Όχι».Εκείνος δεν προσπάθησε να την πείσει. Η Σάνον άκουγε ενοχλημένη τις κινήσεις του: το τρίξιμο

του καθίσματος, το θόρυβο μαχαιροπίρουνου πάνω σε πορσελάνη. Τον ήχο ποτηριού που γέμιζε μεκρασί. Και όλη αυτή την ώρα το γαργαλιστικό άρωμα του φαγητού έφτανε στα ρουθούνια της.Ακολούθησε μιας στιγμής σιωπή. Ο Κέιν προφανώς δοκίμαζε το κρασί. Θα ήταν δροσιστικό,

σκέφτηκε η Σάνον. Το φαντάστηκε να γλιστράει στο δικό της λαρύγγι, ακούγοντάς τον να καταπίνει,χτυπώντας τα χείλη του με ικανοποίηση. «Μμμ. Είναι πολύ καλό».Η Σάνον γύρισε και τον αγριοκοίταξε. Είχε αρχίσει να τρώει. Το πιάτο του άχνιζε καθώς άρχιζε να

κόβει τα καλομαγειρεμένα σκαλοπίνια του. Μπορούσε σχεδόν να νιώσει τη γεύση τους. Ο εγωισμόςτης την παρακινούσε να πάει κάτω. Το στομάχι της, όμως, την παρακαλούσε να το λυπηθεί.Κέρδισε το στομάχι της.Χωρίς να τον κοιτάξει στο πρόσωπο από ντροπή, κάθισε απέναντί του, πήρε μαχαίρι και πιρούνι και

έκοψε ένα σκαλοπίνι. Ήταν τρυφερό και έλιωσε στο στόμα της. Έκλεισε τα μάτια της,απολαμβάνοντάς το.«Δεν είναι τέλειο;» τη ρώτησε ο Κέιν, σαν να ήταν κάτι που της είχε ζητήσει να δοκιμάσει κι εκείνη

είχε συμφωνήσει με μεγάλη χαρά. Αλλά δεν έκανε κανένα άλλο σχόλιο, κάτι για το οποίο η Σάνονένιωσε ευγνωμοσύνη.«Κι αυτό είναι πολύ καλό». Έτοιμος να γεμίσει το ποτήρι της με κρασί, ο Κέιν σταμάτησε με το

μπουκάλι στο χέρι. «Συγνώμη. Ξέχασα. Παίρνεις αντιβιοτικά».«Μισό ποτήρι δε θα με πειράξει».Είδε τα χείλη του να κυρτώνουν. Μπορεί να χαμογελούσε επειδή την έβλεπε να πέφτει με τα

μούτρα στο φαΐ. Η Σάνον, όμως, πίστευε πως έφταιγε το ότι, αντί να πιάσει το μπουκάλι στηνπροσπάθειά της να τον εμποδίσει να της στερήσει το κρασί, είχε πιάσει τον καρπό του χεριού του.«Λοιπόν, γιατί παίρνεις αντιβιοτικά;» τη ρώτησε ο Κέιν, αφού της έβαλε κρασί και άφησε πάλι το

μπουκάλι μέσα στον πάγο. «Τι είναι αυτό το γαστρεντερικό πρόβλημά σου;» Πήρε το πιρούνι τουκαι συνέχισε να τρώει. «Ή δε θα έπρεπε να ρωτάω;»«Μπορείς να ρωτάς», είπε η Σάνον, ριγώντας ακόμα απ’ αυτή τη σύντομη επαφή. «Είχα πάει

κάπου. Αρρώστησα. Γύρισα πίσω».Δε θα του έλεγε πώς είχε κολλήσει ή πόσο σοβαρό ήταν. Αυτό το κομμάτι της ζωής της ήταν πολύ

προσωπικό. Δε θα το αποκάλυπτε σε κάποιον που ήταν έτοιμος να πάρει λεφτά για να την πάει πίσωστον πατέρα της παρά τη θέλησή της, όσο καλά κι αν ήξερε να μαγειρεύει.Ο Κέιν δεν επέμεινε. Με το ποτήρι στο χέρι, είχε γείρει πίσω στο άνετο κάθισμά του και μελετούσε

την απαλή συμμετρία του προσώπου της και τα ξανθά μαλλιά της που έδειχναν σχεδόν ασημένιακάτω απ’ το φως του φεγγαριού.«Λοιπόν, πώς βρέθηκε ένα αρχέτυπο αγγλικό τριαντάφυλλο σαν εσένα με το όνομα Μπουβιέ;»Το βλέμμα του έκανε τους σφυγμούς της να καλπάζουν. Η Σάνον δεν ήθελε να κάθεται εδώ μαζί

του και να μιλάει περί ανέμων και υδάτων, υποκρινόμενη ότι ήταν όλα εντάξει αφού δεν ήταν, γι’αυτό του απάντησε απότομα: «Νόμιζα ότι εσύ και ο πατέρας μου ήσαστε κολλητοί. Γιατί δε ρωτάςεκείνον;»Ο Κέιν έσκυψε μπροστά και την κοίταξε μ’ ένα σκληρό βλέμμα. «Ρωτάω εσένα».«Είχα Γάλλο παππού», άκουσε κατάπληκτη η Σάνον τον εαυτό της ν’ απαντάει.«Τι σήμαινε αυτό; Πολλές διακοπές στη Γαλλία;»

Page 133: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Πολλές διακοπές». Διακοπές παντού. «Αλλά όχι μόνο στη Γαλλία. Όχι με τον παππού μου».Μόνο με όποιον απ’ το προσωπικό του Ράνολφ δεχόταν να πληρωθεί για να τη συνοδέψει. «Δεν τονείχα γνωρίσει. Πέθανε πριν γεννηθώ εγώ».«Λυπάμαι».«Μη λυπάσαι. Κάτι που δεν είχες ποτέ δε σου λείπει».«Αλήθεια;» Η Σάνον τον είδε να συνοφρυώνεται. Είχε διακρίνει τον εκνευρισμό στη φωνή της;

«Ούτε εγώ γνώρισα ποτέ παππού», συνέχισε ο Κέιν, «αλλά νιώθω σαν να μου έχει λείψει κάτι. Καιδεν έχω παντρευτεί, δεν έχω κάνει παιδιά, αλλά, αν δεν αποκτήσω ποτέ, πιστεύω ότι θα νιώθω σαννα έχω χάσει κάτι».Αυτή η ομολογία του την ξάφνιασε. Δε θα μπορούσε ποτέ να τον φανταστεί σαν τύπο

οικογενειάρχη.«Τα παιδιά είναι μεγάλος μπελάς», είπε η Σάνον, μαζεύοντας μ’ ένα κομμάτι ψωμί τη σάλτσα απ’

το πιάτο της. «Ρώτα τον πατέρα μου». Και πριν προφτάσει να σταματήσει τον εαυτό της, πρόσθεσε:«Ω, ξέχασα... το έχεις κάνει ήδη, σωστά;»Οι απαλοί ήχοι της θάλασσας γέμισαν τη σιωπή που ακολούθησε.«Νομίζεις», είπε ο Κέιν, «ότι επενδύω κάθε λεπτό του πολύτιμου χρόνου μου με τον Ράνολφ

συζητώντας για σένα;»Δεν το έκανε;Φυσικά όχι, σκέφτηκε η Σάνον, συνειδητοποιώντας ότι θα ήθελε να πιστέψει ότι το έκανε. Αλλά

ήταν πολύ ασήμαντη για να τη σκέφτεται τόσο πολύ ένας άντρας σαν τον Κέιν.«Φυσικά όχι», είπε. «Ο χρόνος είναι χρήμα. Και η λέξη ‘‘επενδύω’’ επιβεβαιώνει το πόσο μεγάλη

σημασία έχει για σένα».Αν του είχε πετάξει δόλωμα, ο Κέιν δεν τσίμπησε. Ξαναγέμισε ήρεμος το ποτήρι του και

προσφέρθηκε να γεμίσει και το δικό της.Η Σάνον κούνησε αρνητικά το κεφάλι της.«Θέλεις να πεις, δηλαδή, πως αν κάνεις ποτέ παιδιά θα τα βλέπεις σαν μπελά;»«Φυσικά όχι!» Η απάντησή της ήταν άμεση και κατηγορηματική. «Θα τα κάνω να νιώθουν ότι είναι

πολύτιμα. Θα τα...» Σταμάτησε, καταλαβαίνοντας ότι κινδύνευε να παρασυρθεί σε πιο πολλέςαποκαλύψεις.«Συνέχισε».Η Σάνον ήταν έτοιμη να πει ότι θα τους έδινε όλο το χρόνο, την αγάπη και τη στοργή που είχε

στερηθεί εκείνη. «Θα τους δώσω όλα όσα δεν είχα ποτέ εγώ», είπε αντί γι’ αυτό.Ο Κέιν της έριξε μια πλάγια ματιά. «Κάποιοι άνθρωποι θα έλεγαν ότι αυτά δεν είναι και τόσα

πολλά».Ναι, μπορεί να το έλεγαν, σκέφτηκε η Σάνον με πικρία. «Δε θα μπορούσες να καταλάβεις»,

μουρμούρισε.Ο Κέιν άφησε κάτω το πιρούνι και το μαχαίρι του, ακούμπησε τους αγκώνες στο τραπέζι και

στήριξε το πιγούνι στα χέρια του. «Δοκίμασέ με», είπε με απαλή φωνή.Η Σάνον πήρε το ποτήρι της. «Πόσο χρόνο μπορείς να διαθέσεις;»«Όλη τη νύχτα, αν θέλεις». Μπορεί να φαντάστηκε τη χροιά αισθησιασμού πίσω απ’ τα λόγια του.

Παρ’ όλα αυτά, την έπιασε απροετοίμαστη και έλυσε τη γλώσσα της.Του είπε λοιπόν για την παιδική της ηλικία, πώς έχασε τη μητέρα που λάτρευε και που ήταν πολύ

νεότερη απ’ τον Ράνολφ, και έξι μήνες αργότερα και τη γιαγιά της. Για τα σχολεία και τις συνοδούς

Page 134: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

της. Ο Κέιν την παρακινούσε να συνεχίσει... και την άκουγε προσεκτικά.Η Σάνον θυμήθηκε τις νύχτες που περνούσε στο κρεβάτι της όταν ήταν δεκαοχτώ και φανταζόταν

τον εαυτό της να του μιλάει όπως τώρα, μονοπωλώντας την προσοχή του. Φανταζόταν...Σταμάτησε πανικόβλητη αυτές τις σκέψεις. «Κι εσύ;» τον ρώτησε.«Εγώ τι;»«Έχεις παρελθόν... πέρα απ’ το γεγονός ότι δε γνώρισες ποτέ παππού; Έχεις καθόλου σκελετούς

κρυμμένους στην ντουλάπα σου; Ή ήσουν πάντα ο κύριος Τέλειος;»Ένα φρύδι του ανασηκώθηκε, αλλά ο Κέιν αποφάσισε ν’ αγνοήσει το σχόλιό της. «Λυπάμαι που

θα σε απογοητεύσω», είπε, «αλλά όχι... όχι, δεν υπάρχουν σκελετοί. Είχα μια συνηθισμένη, μεσαίαςτάξης παιδική ηλικία. Δημόσιο σχολείο. Πανεπιστήμιο. Όσο για τα υπόλοιπα...» Χαμογέλασε. «Σ’ενδιαφέρει πραγματικά;»«Όχι», απάντησε κοφτά η Σάνον, παρ’ όλο που την ενδιέφερε πάρα πολύ. Τι είχε κάνει όταν έφυγε

απ’ την Μπουβιέ. Ποια ήταν τα χόμπι του. Πώς ήταν η γυναίκα που είχε φέρει εδώ και είχε μοιραστείμαζί της το κρεβάτι του. «Όχι», επανέλαβε, «αλλά αφού δεν έχουμε τίποτ’ άλλο να κάνουμε...»«Τι άλλο θα προτιμούσες να κάναμε, Σάνον;» ρώτησε ο Κέιν πειραχτικά.Τα βλέμματά τους διασταυρώθηκαν και η Σάνον ένιωσε το λαιμό της να στεγνώνει. Θεέ μου, γιατί

έκανε αυτές τις ερωτήσεις μ’ αυτή τη βαθιά, σέξι φωνή του σαν να μιλούσε στη γυναίκα του... σαννα ήθελε να βρίσκεται μαζί της, αφού...Αφού τι; Αφού εκείνος της είχε πει ξεκάθαρα ότι δεν τον ενδιέφερε περισσότερο απ’ όσο όταν ήταν

δεκαεφτά; Αφού όλοι οι άντρες που γνώριζε από δεκάξι μέχρι εξήντα χρονών έκαναν τα πάντα γιανα την οδηγήσουν στο κρεβάτι τους κι εκείνος ήταν ο μόνος που δεν έκανε τίποτα; Γιατί δεν έκανε;«Θέλω να πάω στο κρεβάτι». Η Σάνον σηκώθηκε ξαφνικά, χτυπώντας στη βιασύνη της το τραπέζι

με το γόνατό της, κάνοντας τα ποτήρια να κουνηθούν επικίνδυνα.Σηκώθηκε κι ο Κέιν, χωρίς τη δική της αδεξιότητα. «Νομίζω ότι θα πρέπει να πάμε και οι δύο στο

κρεβάτι», είπε βραχνά.Η Σάνον κατάπιε το σάλιο της, πιασμένη στα δίχτυα της έντονης σεξουαλικότητάς του. Η

ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη. Το βλέμμα του έκανε τα μισάνοιχτα χείλη της να καίνε σαν να ταάγγιζε το στόμα του. Δεν εννοούσε αυτό που είχε πει. Όχι όπως είχε ακουστεί, σκέφτηκε η Σάνον.Μόνο αυτή η ακατανίκητη έλξη που ένιωθε για κείνον την είχε κάνει να παρερμηνεύσει τα λόγιατου...«Όχι, όχι μαζί, Σάνον», είπε ο Κέιν, σαν να είχε διαβάσει τις σκέψεις της. «Είμαι βέβαιος ότι οι

περισσότεροι άντρες θα έδιναν οτιδήποτε για να απολαύσουν τα θέλγητρά σου κι ας τους πετούσεςμετά σαν τη χθεσινή εφημερίδα. Αλλά εγώ δεν είμαι ένας απ’ αυτούς. Πώς το αντέχουν;αναρωτιέμαι».«Δεν το αντέχουν. Καταστρέφω τη ζωή τους, θυμάσαι;» Ποιος νόμιζε ότι ήταν και της έκανε

κηρύγματα ηθικής; «Και τόσο που επιμένεις να μου λες ότι εσύ έχεις ανοσία, αρχίζω ν’ αμφιβάλλω,Κέιν Φάλκονερ!» του είπε και συνέχισε αμείλικτα: «Ο κύριος διαμαρτύρεται υπερβολικά έντονα, θαέλεγα!»Απ’ τα μάτια της έτρεχαν δάκρυα μέχρι να φτάσει στην καμπίνα της.

* * *Παρακολουθώντας την καθώς έφευγε, ο Κέιν ήθελε να δώσει κλοτσιά στον εαυτό του.Τα ’κανες θάλασσα, Φάλκονερ, σκέφτηκε. Γιατί την προκαλούσε μ’ αυτό τον τρόπο, δεν ήξερε. Ή

Page 135: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ίσως ήξερε και δεν ήθελε να το παραδεχτεί. Ήθελε πολύ αυτή τη γυναίκα, την ήθελε στο κρεβάτιτου... στη ζωή του. Ήθελε να χορτάσει τη γεύση της και το άρωμά της, παρ’ όλο που πίστευε ότικανένας άντρας δε θα μπορούσε να γίνει εραστής της και να παραμείνει αλώβητος.Θυμήθηκε τη φωτογραφία του Τζέισον Μάρκαμ σε μια σκανδαλοθηρική εφημερίδα. Θυμήθηκε τα

λόγια που είχε χρησιμοποιήσει για να δικαιολογήσει την ερωτική του σχέση με τη Σάνον Μπουβιέ.Με είχε μαγέψει!Και πόσο επιδέξια είχε μπήξει το μαχαίρι της στο δικό του εγωισμό όταν είχε αναφέρει χλευαστικά

τις προσπάθειές του ν’ αρνηθεί πόση επίδραση ασκούσε πάνω του. Γιατί, φυσικά, κινδύνευε κιεκείνος να μαγευτεί, προειδοποίησε τον εαυτό του. Γι’ αυτό έπρεπε να συνεχίσει να το αρνείται.Παρά τις εμπειρίες της, όμως, ήταν πολύ νέα για να νιώθει τόση πικρία. Και ο Κέιν υποψιαζόταν ότι

γι’ αυτό δεν ευθύνονταν μόνο ένας εραστής που την είχε προδώσει ή ο σκανδαλοθηρικός Τύπος.Όπως είχε καταλάβει απ’ τα λεγόμενά της, ο Ράνολφ Μπουβιέ δεν ήταν ο πιο στοργικός πατέρας τουκόσμου.Η κόρη του δεν εμπιστευόταν κανέναν, αλλά ειδικότερα τους άντρες. Και εκείνος, ο Κέιν

Φάλκονερ, δε θα ήθελε με κανέναν τρόπο να την κάνει να χάσει πιο πολύ την εμπιστοσύνη της στοφύλο του.

* * *Η Σάνον δεν ήξερε τι την είχε ενοχλήσει, αλλά το φως που περνούσε απ’ το φινιστρίνι έδειχνε ότιδεν είχε ξημερώσει καλά ακόμα.Ένας ξαφνικός παφλασμός έξω την έκανε να σηκωθεί γυμνή απ’ το κρεβάτι και να πάει μέχρι το

φινιστρίνι.Τα όνειρά της ήταν γεμάτα παράξενους ήχους. Αλλά ίσως δεν ήταν όλοι στα όνειρά της, σκέφτηκε,

σκιάζοντας τα μάτια της καθώς οι πρώτες ακτίνες του ήλιου την εμπόδιζαν να δει.Πάνω στο γιοτ επικρατούσε απόλυτη ησυχία, κάτι που σήμαινε ότι ο Κέιν κοιμόταν ακόμα στην

καμπίνα του. Αρπάζοντας μια απ’ τις πετσέτες του μπάνιου και δένοντάς την πάνω απ’ το στήθοςτης, ανέβηκε αθόρυβα στο πίσω κατάστρωμα.Παρ’ όλο που ήταν τόσο νωρίς, η μέρα ήταν ζεστή. Ο όρμος όπου είχαν αγκυροβολήσει είχε μια

αμμουδιά με βότσαλα. Ήταν μια απόσταση που μπορούσε εύκολα να την καλύψει κολυμπώντας. Ηθάλασσα ήταν τόσο ήρεμη, που δεν μπορούσε να εξηγήσει τους θορύβους που είχε ακούσει απ’ τηνκαμπίνα της. Μετά, κάτι άνοιξε στα δύο την επιφάνεια του νερού στα δέκα μέτρα μπροστά της. Μιαλεία, γκρίζα μορφή πετάχτηκε απ’ τα βάθη και αμέσως μετά την ακολούθησαν άλλες. Η Σάνονκοίταζε σαν υπνωτισμένη καθώς τρία πανέμορφα δελφίνια βουτούσαν πάλι μέσα στο νερό. Ηελευθερία την καλούσε καθώς κατέβαινε στην πλατφόρμα και στεκόταν δίπλα στη σωσίβια λέμβο.Ένα βήμα, σκέφτηκε η Σάνον, επιστρατεύοντας όλο το κουράγιο της για να το κάνει. Ένα βήμα καιθα ήταν ελεύθερη σαν τα δελφίνια...

* * *Ο Κέιν είχε κοιμηθεί πολύ βαριά. Συνήθως ξυπνούσε πριν χτυπήσει το ξυπνητήρι, αλλά τώραακούγονταν οι συνήθεις ειδήσεις για προβλήματα σε μακρινές ακτές, πλημμύρες στην Ασία,μαλακωμένη άσφαλτος απ’ τον καύσωνα στην πατρίδα.Φορώντας ένα σκούρο μαγιό και ένα κοντομάνικο πουκάμισο, χτένισε με τα δάχτυλα τα μαλλιά

του και πέρασε στα πόδια του τις σαγιονάρες του. Νιώθοντας ότι θα σκότωνε άνθρωπο για έναφλιτζάνι καφέ, κατευθύνθηκε προς το μαγειρείο.

Page 136: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Αναζωογονημένος απ’ την πρώτη δόση καφεΐνης μετά από μερικές γουλιές, γέμισε ένα φλιτζάνι γιατη Σάνον και το πήγε κάτω στην καμπίνα της. Άνοιξε την πόρτα όταν εκείνη δεν απάντησε σταχτυπήματά του.«Σάνον;» Είδε άδειο το κρεβάτι της και το βλέμμα του πέταξε αμέσως στη διάφανη συρόμενη

πόρτα του επίσης άδειου μπάνιου. «Σάρον;»Πώς ήταν δυνατόν να είχε σηκωθεί κιόλας; αναρωτήθηκε συνοφρυωμένος. Θα την είχε δει. Εκτός

αν είχε βγει στο κατάστρωμα.Αφήνοντας το φλιτζάνι και το πιατάκι πάνω στην τουαλέτα, ανέβηκε βιαστικά επάνω. Δεν τη βρήκε

πουθενά.«Σάνον;» Κοίταξε ανήσυχος τον ουρανό, τη θάλασσα και την απρόσβατη ακτή. Δηλαδή, σχεδόν

απρόσβατη...Νιώθοντας να τον λούζει κρύος ιδρώτας, κοίταξε πάλι γύρω του. Θεέ μου, όχι! «Σάνον!» Ο πανικός

ήταν μια άγνωστη λέξη για κείνον, αλλά ο Κέιν τον ένιωθε τώρα και ήθελε να χαστουκίσει τον εαυτότου για τα πράγματα που είχε πει το προηγούμενο βράδυ. «Σάνον!»Ξαφνικά, μέσα στο νερό, κοντά στο γιοτ, διέκρινε το ξανθόμαλλο κεφάλι της. Το ανόητο κορίτσι,

κολυμπούσε με τα δελφίνια. Ο Κέιν έτρεξε στο κάτω κατάστρωμα τη στιγμή που η Σάνον ανέβαινεπάλι στο σκάφος.Η ανακούφιση που ένιωσε όταν την είδε αντικαταστάθηκε τώρα από ένα συναίσθημα πολύ πιο

δυνατό, που τον συγκλόνισε. Η Σάνον ανέβηκε στην πλατφόρμα γυμνή, λυγερόκορμη σαν γοργόνακαι εξίσου σαγηνευτική. Το νερό έτρεχε απ’ το κορμί της, τα ξανθά μαλλιά της ήταν κολλημένα στοκεφάλι της και έπεφταν στους ώμους της.Μετά σήκωσε το βλέμμα της, τον είδε να στέκεται στη σκάλα από πάνω της και τα μάτια της

άνοιξαν διάπλατα. Στάθηκαν για λίγο εκεί ακίνητοι. Η Σάνον τον κοίταζε σαν υπνωτισμένη. Αλλά ηγυμνή ομορφιά της έκανε τον Κέιν να τα χάσει. Το μυαλό του θόλωσε καθώς το βλέμμα του χάιδευετο κορμί της: την απαλή σάρκα των ώμων της, τα μικρά αλλά τέλεια στήθη με τις σφιγμένεςροδαλές θηλές, τις απαλές καμπύλες της μέσης και των γοφών της και το τριγωνικό χνούδι ανάμεσαστους μηρούς της...Ένιωθε το κορμί του να ερεθίζεται. Τι στο διάβολο προσπαθούσε να του κάνει;Θυμωμένος, ο Κέιν έσκυψε και πήρε την πετσέτα που είχε μόλις προσέξει στο κατάστρωμα. Δεν

καταλάβαινε το αναθεματισμένο κορίτσι ότι ήταν άντρας με σάρκα και αίμα;«Πάρε». Της πέταξε την πετσέτα με τόση δύναμη, που η Σάνον παραλίγο να πέσει πίσω για να την

πιάσει. «Για όνομα του Θεού! Φόρεσε κάτι».Σαστισμένη, εκείνη έσφιξε την πετσέτα πάνω της. «Γιατί σοκαρίστηκες τόσο πολύ;» άκουσε

κατάπληκτη τον εαυτό της να λέει, καταφέρνοντας να κρύψει πόσο είχε ταραχτεί βλέποντάς τον εκείπίσω από ένα χλευαστικό χαμόγελο. «Η περίφημη ανοσία σου κινδυνεύει, Κέιν;»Καθώς τον προσπερνούσε με το κεφάλι της ψηλά, όλες οι δυνάμεις της γης δε θα μπορούσαν να

εμποδίσουν τον Κέιν να την αρπάξει και να τη σταματήσει. Η Σάνον έβγαλε μια πνιχτή κραυγήκαθώς την άρπαζε απ’ το χέρι και τη γύριζε οργισμένος προς το μέρος του.«Τι στο διάβολο ήταν αυτό που έκανες;» Η οργή έκανε τον Κέιν να χάσει τον αυτοέλεγχό του.

«Ξέρεις τι σκέφτηκα όταν δε σε βρήκα πουθενά; Όταν σε είδα εκεί μέσα στο νερό;» Η αμεριμνησία,πρόσεξε, είχε αντικατασταθεί από κάτι που έμοιαζε πολύ με... τι; Ντροπή; Ανησυχία; Αυτό σήμαινεότι δεν ένιωθε τόσο άνετα παρελαύνοντας γυμνή μπροστά του όσο θα ήθελε να τον κάνει ναπιστέψει. «Γιατί δε μου το είπες πριν πέσεις στο νερό;»

Page 137: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Άσε με!»«Όχι». Τα δάχτυλά του έσφιξαν πιο πολύ το χέρι της. «Απάντησέ μου πρώτα!»«Τι θα είχες κάνει;» τον ρώτησε μ’ ένα μορφασμό πόνου. Ο Κέιν ξέσφιξε τα δάχτυλά του. «Θα με

σταματούσες;»«Μάλλον. Ή τουλάχιστον θα επέμενα να μην κολυμπήσεις ασυνόδευτη».«Γιατί; Για να μην πάθω τίποτα; Ή για να μη σκεφτώ να δραπετεύσω;»«Θα ήταν ανοησία αν το δοκίμαζες», είπε ο Κέιν πιο ήρεμα τώρα. «Και ξέρουμε πολύ καλά και οι

δύο ότι δεν είσαι ανόητη, Σάνον».«Αλήθεια;» Η Σάνον τράβηξε το χέρι της. «Νόμιζα ότι πίστευες πως δεν έχω κουκούτσι μυαλό».Το βλέμμα του χάιδεψε το πρόσωπό της, ακολουθώντας τα νερά που έτρεχαν στους ώμους της. Η

Σάνον ένιωσε ένα ρίγος στη ραχοκοκαλιά της, η ανάσα της έγινε πιο γρήγορη καθώς το βλέμμα τουΚέιν γλιστρούσε πιο χαμηλά στην καμπύλη των γοφών της.«Είναι άγρια πλάσματα», είπε ο Κέιν, με φωνή τραχιά απ’ τον πόθο που φούντωνε ασυγκράτητος

μέσα του. Προσευχόταν να μην είχε προσέξει η Σάνον πόσο ερεθισμένος ήταν. «Θα μπορούσαν νασου είχαν κάνει τουλάχιστον μερικούς μώλωπες».«Αλλά και πάλι θα ήταν πιο ανώδυνο απ’ ό,τι με κάποιο πολιτισμένο πλάσμα! Με τα ζώα

τουλάχιστον είναι μόνο σωματικό... και ξέρεις πού στέκεσαι».Είχε πληγωθεί βαθιά, σκέφτηκε ο Κέιν. Ακόμα και τώρα πονούσε. Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορούσε

να μη συνεχίσει την ανάκριση. «Κάνεις πάντα αυτό που θέλεις; Χωρίς να σκέφτεσαι τίποτα;»Αυτό πίστευε εκείνος;Από πάνω τους, ένας γλάρος πετούσε και τα ξύλα του γιοτ έτριζαν καθώς διαστέλλονταν με την

πρωινή ζέστη.«Γιατί όχι;» Η Σάνον ανασήκωσε τους ώμους της. «Κυνηγάω τα γλέντια και τη διασκέδαση. Έτσι

δε μου είχες πει κάποτε; Δοκίμασέ το κι εσύ. Μπορεί να σε βοηθήσει να χαλαρώσεις λίγο».«Νομίζεις ότι χρειάζομαι να χαλαρώσω;»«Δεν το νομίζω, το ξέρω. Με καταδικάζεις γι’ αυτό που είμαι, αλλά κι εσύ είσαι σαν όλους τους

άλλους άντρες που έχω γνωρίσει. Μόνο που εσύ είσαι και υποκριτής, γιατί προσποιείσαι ότι δενείσαι. Θέλεις πολύ να μου ριχτείς, αλλά δεν τολμάς γιατί αυτό θα ήταν προσβολή για τον τόσοπολύτιμο εγωισμό σου! Εκτός απ’ αυτό, είσαι και υπάλληλος του πατέρα μου... ή μήπως θα έπρεπενα πω, λακές του;» Ήθελε να τον προσβάλει, να τον πληγώσει, όπως είχε εκείνος –και όλος οκόσμος– προσβάλει και πληγώσει την ίδια. «Δε θα ήθελες να κάνεις κάτι που θα εξέθετε σε κίνδυνοτη θέση σου δίπλα του, θα ήθελες; Όχι βέβαια, αφού τον παράτησες και μετά γύρισες πάλιγονατιστός. Δε νομίζεις ότι έχεις χάσει την αξιοπιστία σου;»Κάτω απ’ την τέντα τώρα, η Σάνον θα είχε τρέξει γύρω απ’ το τραπέζι, αλλά ο Κέιν πρόφτασε και

στάθηκε μπροστά της, εμποδίζοντάς την.«Είμαι υποκριτής, λοιπόν. Και συκοφάντης. Λακές του πατέρα σου». Η φωνή του ήταν επικίνδυνα

χαμηλή, το ένα του χέρι έπιανε το πιγούνι της ανάμεσα στον αντίχειρα και το δείκτη. «Και νομίζειςότι η θέση μου δίπλα στον Ράνολφ θα μ’ εμπόδιζε να πάρω αυτό που θέλω, αν μ’ ενδιέφερε ναδοκιμάσω;»Είχε πάει γυρεύοντας, σκέφτηκε η Σάνον, μαλώνοντας τον εαυτό της. Τώρα ευχόταν να μην είχε

ανοίξει το στόμα της. Κράτησε την ανάσα της καθώς το μεγάλο του δάχτυλο χάιδεψε το κάτω τηςχείλι αισθησιακά, ερεθίζοντάς την, παρ’ όλο που ήταν ταπεινωτικό. Άθελά της, τα βλέφαρά τηςέκλεισαν για να μη βλέπει την περιφρόνηση στα μάτια του.

Page 138: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Πιστεύεις ότι κρατάς τα κλειδιά της αποπλάνησης, Σάνον; Ότι εσύ ορίζεις τους κανόνες; Πιστεύειςότι μπορείς να παίζεις με τον εγωισμό των αντρών;»Όχι, δεν το πίστευε αυτό. Φυσικά όχι, φώναζε το μυαλό της. Μια δυνατή έξαψη έσβησε το φόβο

καθώς η Σάνον ένιωθε τη σεξουαλικότητα που εξέπεμπε το μυώδες κορμί του. Αυτή η επαφήαρσενικού-θηλυκού ήταν ένα φονικό κοκτέιλ αισθήσεων, πιο δυνατό από οποιοδήποτε είχεδοκιμάσει μέχρι τώρα.Μια τυχαία ματιά κάτω τής έδειξε πόσο ερεθισμένος ήταν ο Κέιν, αν και δε χρειαζόταν να κοιτάξει

για να το καταλάβει. Τον πρόδιδαν το ξαναμμένο πρόσωπό του και το βαρύ ανεβοκατέβασμα τουστέρνου του.Ο πάντα ψύχραιμος Κέιν! Τελικά δεν ήταν τόσο ανεπηρέαστος, σκέφτηκε η Σάνον, αν και δεν

μπορούσε να βρει λόγια για να τον βασανίσει. Ένιωθε ξαφνικά τις θηλές του στήθους της νασφίγγονται, το μυαλό της να θολώνει.«Συγχαρητήρια. Τελικά είμαι κι εγώ άνθρωπος», είπε ο Κέιν, επικίνδυνα χαμηλόφωνα. «Τώρα,

πήγαινε και φόρεσε κάτι πριν ξεχάσω πόσο πολιτισμένος είμαι και σου δείξω πώς ακριβώς είναι ναπαίζεις μ’ ένα άγριο ζώο».Πληγωμένη και βαθιά ταπεινωμένη, η Σάνον έτρεξε στην καμπίνα της.

Page 139: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Ήταν ένα ηλιόλουστο πρωινό με καταγάλανο ουρανό. Τώρα, όμως, αφράτα σύννεφα είχαν αρχίσεινα μαζεύονται πάνω απ’ τα καταπράσινα βουνά στην ακτή. Ξαπλωμένη στα παχιά μαξιλάρια ενόςπάγκου στο πάνω κατάστρωμα, η Σάνον είδε τον Κέιν να σηκώνεται απ’ το πηδάλιο και να κάνεικάτι στο ψυγείο και την ψησταριά.Όλο το πρωί, μετά το ταπεινωτικό ιντερλούδιό τους, του είχε δείξει καθαρά ότι δεν ήθελε καμιά

επικοινωνία μαζί του. Και προς μεγάλη της έκπληξη, εκείνος είχε σεβαστεί την επιθυμία της και είχεασχοληθεί μόνο με το σκάφος.Κατά διαστήματα, όμως, τα τελευταία σαράντα λεπτά που ήταν ξαπλωμένη εκεί, του έριχνε κρυφές

ματιές, θαυμάζοντας το σμιλεμένο προφίλ του, τους φαρδιούς ώμους και τα μυώδη μπράτσα του.Η Σάνον είχε πιάσει τον εαυτό της ν’ αναρωτιέται πάλι για τη γυναίκα με την οποία είχε ξεκινήσει

το ταξίδι του και γιατί την είχε αφήσει στη Βαρκελώνη. Πόσο σοβαρή ήταν η σχέση τους. Αν και δενήταν απαραίτητο να είναι σοβαρή, ήταν; Όχι όταν υπήρχαν τόσες γυναίκες που ευχαρίστως θα τονσυνόδευαν σ’ ένα ταξίδι αναψυχής. Δεν ήταν διόλου απίθανο να σχημάτιζαν ουρές για ναμοιραστούν ένα κρεβάτι μαζί του κάτω στη μεγάλη καμπίνα!«Έλα, σκέφτηκα ότι θα ήθελες κάτι δροσερό».Χαμένη στις σκέψεις της, η Σάνον άνοιξε ξαφνιασμένη τα μάτια της και είδε τον Κέιν να στέκεται

από πάνω της, κρατώντας δυο ποτήρια με κάτι κόκκινο που έδειχνε πολύ δροσιστικό.«Ευχαριστώ», του είπε μέσα απ’ την καρδιά της καθώς ανακαθόταν και έπαιρνε το ένα ποτήρι. «Τι

είναι;»Ο Κέιν κάθισε στην άλλη άκρη του πάγκου και άπλωσε το χέρι του στην ξύλινη ράχη του. «Χυμοί

φρούτων και μια πρέζα γρεναδίνη». Της χαμογέλασε. «Δεν είναι καθόλου δυνατό».Σε αντίθεση μ’ εσένα, σκέφτηκε η Σάνον, γιατί μπροστά στο γαλάζιο του ουρανού και της

θάλασσας, ο Κέιν έδειχνε σαν θεός της αρρενωπότητας. Η Σάνον αναρωτήθηκε πώς θα ήταν ναένιωθε τις τρίχες του κορμιού του να χαϊδεύουν το δικό της κορμί. Χαμήλωσε αμέσως το βλέμματης, νιώθοντας ανακούφιση που τα μαλλιά της, πεσμένα μπροστά, έκρυβαν το πρόσωπό της καθώςέπινε το νόστιμο παντς μέσα απ’ τα παγάκια που κουδούνιζαν μελωδικά καθώς χτυπούσαν στοποτήρι.«Πώς νιώθεις;» Την κοίταζε τόσο επίμονα, που η Σάνον ένιωσε σαν να ψηνόταν κάτω απ’ την

άσπρη τουνίκ που φορούσε πάνω απ’ το σλιπάκι της, που το είχε πλύνει μαζί με το σουτιέν της τοπροηγούμενο βράδυ.Ήταν ένα ρούχο με φαρδιά λαιμόκοψη και κρόσσια από χάντρες στο κάτω μέρος. Ότσο Ρίος

έγραφε πάνω στο στήθος και η Σάνον δε θα το φορούσε ποτέ για να κάνει ηλιοθεραπεία αν είχε άλληεπιλογή. Στην ντουλάπα, όμως, δεν υπήρχε τίποτ’ άλλο. Όχι ότι θα φορούσε κάτι που ανήκε στιςφιλενάδες του, τόσο προσωπικό όσο ένα μπικίνι αν έβρισκε κανένα εκεί. Και ούτε θα καθόταν στοκατάστρωμα με το σουτιέν και το σλιπάκι της.Τα μάτια του, όμως, την ενοχλούσαν, όσο κι αν έδειχναν αληθινή ανησυχία. «Πρέπει να πω ότι

δείχνεις καλύτερα», συνέχισε ο Κέιν. «Τα μάγουλά σου έχουν περισσότερο χρώμα σήμερα».«Τι περιμένεις;» είπε η Σάνον, κοιτάζοντας στην ακτή τα κάτασπρα σπίτια ενός χωριού που ήταν

Page 140: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

κουρνιασμένο στην πλαγιά ενός πευκόφυτου βουνού. «Ότι θα σε βοηθήσω;» Βέβαια, δεν τον είχεβοηθήσει καθόλου μέχρι τώρα. Ούτε εκείνος της το είχε ζητήσει. Ίσως είχε καταλάβει ότι δεν ήτανδιατεθειμένη να το κάνει!«Μην υποκρίνεσαι ότι δε διασκεδάζεις έστω και λίγο», είπε ο Κέιν μ’ ένα χαμόγελο. «Αυτό το

απροσδόκητο κολύμπι το πρωί ήταν μια ωραία περιπέτεια για κάποια που βρίσκεται εδώ παρά τηθέλησή της».Διάβολε! Γιατί το είχε κάνει, αναρωτήθηκε η Σάνον, αφού το ήξερε ότι εκείνος θα χρησιμοποιούσε

αυτές τις στιγμές αδυναμίας της εναντίον της κάποια στιγμή;«Μόνο επειδή, όπως είπες κι εσύ, θα ήταν ανοησία αν δοκίμαζα να το σκάσω. Και αν υπάρχει κάτι

που ξέρω να κάνω, Κέιν, αυτό είναι να διασκεδάζω κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες». Δεν ήταναυτή η απάντηση που θα περίμενε ν’ ακούσει από κείνη; Του την είχε δώσει λοιπόν.Σιωπηλά, όμως, έπρεπε να παραδεχτεί ότι ένιωθε όντως καλύτερα σήμερα το πρωί –καλύτερα απ’

ό,τι είχε νιώσει εδώ και βδομάδες– και σκέφτηκε ότι αυτό είχε περισσότερη σχέση με το θαλασσινόαέρα και τον ήλιο παρά με την αλτρουιστική συμπεριφορά του Κέιν.«Αυτό έκανες στο Μιλάνο;» Ο Κέιν ήπιε μια μεγάλη γουλιά απ’ το ποτό του. «Διασκέδαζες;»Το ποτήρι της Σάνον έμεινε μετέωρο καθ’ οδόν προς τα χείλη της. «Πώς ήξερες ότι ήμουν στο

Μιλάνο;» ρώτησε απότομα.Εκείνος καθόταν εκεί, χωρίς ν’ αντιλαμβάνεται την επίδραση που ασκούσε πάνω της η παρουσία

του, κρατώντας το ποτήρι με τα μακριά δάχτυλά του και απολαμβάνοντας το ποτό του.«Μήνες έψαχνα να σε βρω. Ανακάλυψα τα ίχνη σου εκεί, αλλά ο σπιτονοικοκύρης σου με

πληροφόρησε ότι είχες φύγει πριν αρκετό καιρό. Τι έκανες εκεί;» επανέλαβε ο Κέιν με τη βαθιάφωνή του.Η Σάνον τίναξε πίσω τα μαλλιά της κι ένιωσε το βλέμμα του να παρακολουθεί αυτή τη μικρή

χειρονομία, μετά να χαϊδεύει το λεπτό προφίλ της, την κάτασπρη, λεία στήλη του λαιμού της.«Δούλεψα λίγο σαν μοντέλο», του είπε, προσπαθώντας να μη δείξει ότι είχε επηρεαστεί απ’ αυτό.

«Όταν δε δούλευα... μελετούσα».«Μελετούσες;» Ο Κέιν ανασήκωσε το ένα του δασύ φρύδι. Αυτό κι αν τον είχε ξαφνιάσει. «Τι

μελετούσες;»Η Σάνον ανασήκωσε τους ώμους της και ήπιε άλλη μια γουλιά απ’ το παντς της. «Πώς να

επαναστατείς εναντίον των αντεπαναστατών;»«Δεν υπάρχει τέτοια λέξη».Η Σάρον χαμογέλασε. «Ούτε τέτοιο μάθημα υπάρχει». Στην πραγματικότητα, σπούδαζε διοίκηση

επιχειρήσεων και είχε πάρει το πτυχίο της με πολύ καλό βαθμό, αν και αυτό δε θα το έλεγε στονΚέιν. «Πιστεύεις κι εσύ ότι είμαι απλώς μια επαναστάτρια, έτσι;» τον προκάλεσε. «Όπως το πιστεύειο πατέρας μου. Και όλοι οι άλλοι».Ο Κέιν σκέφτηκε για λίγο την ερώτησή της. «Ο Λίνκολν δεν ήταν αυτός που είπε, ‘‘Μια μικρή

επανάσταση κάπου κάπου δεν κάνει κακό’’;»«Ο Τζέφερσον», τον διόρθωσε η Σάνον κι εκείνος συμφώνησε μ’ ένα χαμόγελο που σήμαινε ότι το

ήξερε και δοκίμαζε τις δικές της γνώσεις. Και χαιρόταν που δεν την είχε πιάσει αδιάβαστη. «Καιέμαθα να πετάω».«Να πετάς;»Η Σάνον πρόσεξε με ικανοποίηση ότι τον είχε ξαφνιάσει.«Έχεις πάρει άδεια;»

Page 141: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Εκείνη ανασήκωσε τον έναν ώμο. «Αν έχει κάποια αξία».«Αν έχει κάποια...» Ο Κέιν την κοίταξε αποδοκιμαστικά. «Τι ήταν για σένα; Άλλος ένας τρόπος

απόδρασης απ’ την πλήξη; Τι θα κάνεις με όλα αυτά που σου προσφέρει η ζωή, Σάνον; Θα ταπετάξεις στα σκουπίδια;» Τώρα ο Κέιν καθόταν με τα χέρια στηριγμένα στους σφιχτούς,ηλιοκαμένους μηρούς του, κρατώντας σφιχτά το ποτήρι και κοιτάζοντάς την αγανακτισμένος.«Τόση εξυπνάδα και ταλέντο που έχεις θα πίστευα ότι μετά από τόσο καιρό θα είχες σκεφτεί νακάνεις κάτι πιο χρήσιμο, πιο πρακτικό με τη ζωή σου».Κάτι πιο πρακτικό με τη ζωή της!Η Σάνον ήθελε να του πει ότι ήξερε καλύτερα από κείνον τι θα πει να γίνεσαι χρήσιμος. Και πόσο

πρακτική ήταν η αυτοεξορία της. Αλλά η σιωπή, όπως είχε μάθει η Σάνον πριν πολύ καιρό, σουεξασφάλιζε ησυχία και η ησυχία ήταν κάτι που εκτιμούσε περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο, μετά απ’την αληθινή φιλία και την αγάπη. Οι άνθρωποι έπλητταν αν δεν μπορούσαν να μάθουν τίποτα γιασένα. Και σε άφηναν ήσυχη. Αλλά αν έλεγε κάτι για τον εαυτό της σε κάποιον, αυτό θα τραβούσε τοενδιαφέρον των μέσων μαζικής ενημέρωσης και οι σκανδαλοθηρικές φυλλάδες θα έστηναν γλέντι,που θα το πλήρωνε εκείνη. Στην καλύτερη περίπτωση, θα έγραφαν ότι ζητούσε δημοσιότητα για νακαθησυχάσει τη συνείδησή της. Στη χειρότερη, θα έψαχναν να τη βρουν. Και θα έκαναν ό,τιμπορούσαν για να γελοιοποιήσουν αυτό που προσπαθούσε να κάνει...«Η απόδραση απ’ την πλήξη είναι αποκλειστικό προνόμιο των πολύ πλούσιων, Κέιν, αλλά εσύ δε

θα μπορούσες να ξέρεις τίποτα γι’ αυτό», του είπε και αφήνοντας το ποτήρι της πάνω στο κάλυμματης ψησταριάς, η Σάνον πήγε και στάθηκε δίπλα στην κουπαστή.Το χωριό στην πλαγιά του βουνού είχε εξαφανιστεί και τώρα τα βουνά υψώνονταν σαν να είχαν

ξεφυτρώσει απ’ την ακτή, σκοτεινά σαν να έκρυβαν μυστικά.«Δεν ξέρω αν θα το ήθελα», είπε ο Κέιν.«Όλοι το θέλουν». Η Σάνον στεκόταν εκεί, η αύρα ανέμιζε τα μαλλιά της, η κάτασπρη σάρκα της

αποκαλυπτόταν προκλητικά εκεί που η τουνίκ είχε γλιστρήσει χαμηλά στον έναν της ώμο. «Όποιοςλέει ότι δεν το θέλει είναι ή ανώμαλος ή ψεύτης. Αλλά συνέχισε να έχεις την εύνοια του πατέρα μου.Μπορεί να φτάσεις εκεί κάποια μέρα».Παρακολουθώντας την από πίσω, ο Κέιν ένιωθε την αδρεναλίνη του να εκτοξεύεται στα ύψη. Ήταν

μαζί με τη Σόφι όταν είχε αγοράσει αυτή την τουνίκ στην Τζαμάικα. Αλλά παρ’ όλο που ήτανόμορφο κορίτσι, δεν τη γέμιζε όπως η Σάνον. Υπήρχε κάτι σ’ αυτή τη γυναίκα, η εμφάνισή της, ηομιλία, οι κινήσεις της, που τον έκανε να νιώθει δυνατά, αντικρουόμενα συναισθήματα. Και να χάνειτην αυτοκυριαρχία του, για την οποία περηφανευόταν πάντα. Και αυτό δεν του άρεσε.«Είσαι πολύ κυνική, το ξέρεις;»Οι χάντρες της τουνίκ κουνήθηκαν πάνω στους μεταξένιους μηρούς της όταν η Σάνον γύρισε και

στήριξε τους αγκώνες της στην κουπαστή. Ο Κέιν ένιωσε το στόμα του να στεγνώνει καθώς ηπροσοχή του εστιαζόταν στην απαλή κίνηση του στήθους της κάτω απ’ τη λεπτή βαμβακερή τουνίκ,ανακαλύπτοντας ότι η Σάνον δε φορούσε σουτιέν.Ξαφνικά την είδε να ταράζεται, σαν να είχε αντιληφθεί πόσο προκλητική ήταν αυτή η στάση. Η

Σάνον κατέβασε αμέσως τα χέρια της απ’ την κουπαστή. «Μου το έχουν πει κι αυτό μια δυο φορές».Ο Κέιν τράβηξε το βλέμμα του απ’ το γυμνό ώμο της. «Τι απέγινε ο φίλος σου;» Ήταν κάτι που

ήθελε να μάθει απ’ όταν την είχε βρει στη Λας Ράμπλας.«Φίλος;» Η φωνή της Σάνον ήταν διστακτική, επιφυλακτική.«Αυτός με τον οποίο πήγες να μείνεις».

Page 142: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Να μείνω...» Η Σάνον σταμάτησε απότομα και για μια στιγμή ο Κέιν ήθελε να την αρπάξει απ’ τονντελικάτο καρπό του χεριού της, να την πετάξει πάνω στα γόνατά του και να της δώσει αυτό το ξύλοπου της είχε πει χθες ότι έπρεπε να είχε φάει πριν πολύ καιρό. Πώς ήταν δυνατόν να υποκρίνεται ότιδεν καταλάβαινε τι της έλεγε;«Είχες τόσους πολλούς, που δεν μπορείς να θυμηθείς;» τη ρώτησε σαρκαστικά. «Εννοώ αυτόν που

για χάρη του έφυγες απ’ την Ιταλία».«Ω, τον Πιρς;» Η Σάνον γέλασε και έδειχνε έτοιμη να προσθέσει και κάτι άλλο. Αλλά η αμοιβαία

έλξη ανάμεσά τους την έκανε να νιώθει παγιδευμένη όπως κι εκείνος. «Με τον Πιρς είχα πάει στοΠερού», είπε τελικά.«Α!» είπε ο Κέιν, λες κι αυτό τα εξηγούσε όλα.Αλλά δεν τα εξηγούσε, σκέφτηκε η Σάνον. Δεν είχε συζήσει ποτέ με τον Πιρς. Ο Πιρς και η

γυναίκα του της είχαν συμπαρασταθεί όταν είχε φύγει απ’ την Αγγλία, την είχαν βοηθήσει ναξαναβρεί τον αυτοσεβασμό της, την είχαν παρακινήσει να κάνει κάτι που ήθελε πραγματικά, κάτιπου άξιζε τον κόπο...«Και πού είναι ο αγαπητός Πιρς τώρα;»Ο ανακριτικός τόνος της φωνής του την έκανε ν’ αποφασίσει να μην του δώσει την ικανοποίηση να

μάθει την αλήθεια. Η Σάνον ανασήκωσε τους ώμους της αδιάφορα. «Οι δρόμοι μας χώρισαν».«Φυσικά». Τελειώνοντας το ποτό του, ο Κέιν άφησε το ποτήρι του δίπλα στο δικό της. «Φουκαρά

Πιρς», σχολίασε καθώς σηκωνόταν. «Σχεδόν τον λυπάμαι. Ειδικά αφού ξεχάστηκε τόσο εύκολα.Θυμάσαι κανέναν απ’ αυτούς, Σάνον; Ή είναι απλώς μια θαμπή σειρά από πρόσωπα:»Μια ριπή ανέμου σάρωσε το κατάστρωμα, γυρίζοντας τις σελίδες του περιοδικού που η Σάνον είχε

αφήσει πάνω στον πάγκο, κάνοντάς τη ν’ ανατριχιάσει, αν και αυτό είχε περισσότερη σχέση με τηνπροφανή περιφρόνηση του Κέιν παρά με το δροσερό αέρα.«Θυμόμουν εσένα», ψιθύρισε, χωρίς να το σκεφτεί.«Πρέπει να νιώσω κολακευμένος;» είπε ο Κέιν, με φωνή απροσδόκητα βραχνή, αλλά και

χλευαστική.Ήταν φυσικό. Η Σάνον δεν είχε κάνει τίποτα για να προσπαθήσει ν’ αλλάξει τη γνώμη που είχε για

κείνη. Αλλά γιατί να το κάνει; Δεν μπορούσε να καταλάβει ο ίδιος τι άτομο ήταν; σκέφτηκε καιαναρωτήθηκε γιατί μετά απ’ όλα αυτά τα χρόνια την ενδιέφερε ακόμα η γνώμη του. Δε θα της έδινεκανένας μια ευκαιρία; Θα την έκριναν πάντα όλοι, ειδικά εκείνος, απ’ αυτά που έγραφαν οιεφημερίδες; Απ’ αυτό στο οποίο την είχαν οδηγήσει η αφέλειά της και η ευπιστία της;Θέλοντας απελπιστικά να μάθει κάτι που την απασχολούσε από χθες το βράδυ, η Σάνον άκουσε

τον εαυτό της να ρωτάει ξαφνικά: «Σχετικά με το κορίτσι στο οποίο ανήκει αυτό εδώ...» Τράβηξε μετα δάχτυλα την τουνίκ που φορούσε.Ο Κέιν πήγαινε να καθίσει πίσω απ’ το πηδάλιο, αλλά γύρισε και κοίταξε πάνω απ’ τον ώμο του

συνοφρυωμένος. «Τι σχετικά μ’ αυτήν;»«Είναι κάτι πολύ σημαντικό για σένα;»«Ναι, είναι πολύ σημαντικό», της απάντησε χωρίς κανένα δισταγμό, κάνοντας το στομάχι της να

σφιχτεί.«Θα την παντρευτείς;» Διάβολε! Γιατί είχε κάνει αυτή την ερώτηση;«Να την παντρευτώ;» Ο Κέιν γέλασε, αποκαλύπτοντας δυο σειρές κάτασπρα δόντια. «Όχι», είπε με

βεβαιότητα, ελέγχοντας κάτι στον πίνακα οργάνων. «Δε θα την παντρευτώ. Γιατί;» Σκυμμένος πάνωαπ’ τον πίνακα, την κοίταζε με απορία, σαν να είχε προσέξει πώς είχε χαλαρώσει η Σάνον

Page 143: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ακούγοντας την απάντησή του. «Με βλέπεις σαν το επόμενο θύμα σου; Γιατί αν είναι έτσι, ξέχνατο», τη συμβούλεψε ξερά. «Έχω σαν αρχή να κρατιέμαι μακριά από πολύ όμορφες αλλάκακομαθημένες νεαρές υπάρξεις σαν εσένα».«Φυσικά», είπε η Σάνον γελώντας. Και αμέσως μετά κατέβηκε κάτω για να μην καταλάβει ο Κέιν

πόσο πονούσε.

* * *Ο καιρός άλλαξε το απόγευμα. Ο άνεμος δυνάμωσε, τα κύματα κατάβρεχαν τα καταστρώματα,στέλνοντάς τους και τους δύο μέσα. Ο Κέιν αναγκάστηκε να βρει αγκυροβόλι για το βράδυ πολύνωρίτερα απ’ ό,τι θα ήθελε.«Γιατί δε χαλαρώνεις;» τη ρώτησε, μπαίνοντας στο σαλόνι πριν το δείπνο, αφού είχε ρίξει άγκυρα.

Ακούγοντάς τον να μπαίνει, η Σάνον είχε πετάξει τη λίμα των νυχιών της μέσα στο σακίδιό της καιείχε πεταχτεί όρθια πριν προφτάσει εκείνος να καθίσει κοντά της στον ημικυκλικό δερμάτινοκαναπέ. Την έπιασε απ’ τον καρπό, εμποδίζοντάς τη να φύγει.«Άσε με!» είπε η Σάνον με τσιριχτή φωνή. «Δε θέλω να κάθομαι δίπλα σε κάποιον που προσπαθεί

συνέχεια να με ταπεινώνει». Τον απέφευγε με κάθε τρόπο μετά τη στιχομυθία τους στο κατάστρωμαεκείνο το πρωί. Είχε φάει μόνη της και καθόταν όσο μπορούσε πιο μακριά του. Ντρεπόταν πουμπορούσε ακόμα να ασκεί τόσο έντονη επίδραση πάνω της αφού οτιδήποτε της έλεγε ήτανσχεδιασμένο για να την πληγώσει.«Να σε ταπεινώνει;»Ακόμα και μ’ αυτά τα ρούχα –σκούρο τζιν και σκούρο καλοραμμένο πουκάμισο–, έδειχνε τόσο

κομψός και γοητευτικός. Προφανώς είχε κάνει και ντους γιατί τα μαλλιά του ήταν ακόμα βρεγμένα,πρόσεξε η Σάνον, και μύριζε φρεσκάδα.«Μ’ έφερες παρά τη θέλησή μου εδώ! Ξεσπάς πάνω μου με κάθε ευκαιρία που σου δίνεται! Δε

σκέφτηκες ότι ίσως παραβαίνεις κάποιο νόμο; Ότι μπορώ να σου κάνω μήνυση για απαγωγή;»Τα μάτια της έλαμπαν σαν πολύτιμα πετράδια και το πρόσωπό της ήταν ξαναμμένο, πρόσεξε ο

Κέιν. «Ναι... και όχι». Κι όταν είδε την απορία στα όμορφα μάτια της, της εξήγησε: «Ναι, ίσωςπαραβαίνω κάποιο νόμο, αλλά δε νομίζω ότι θα μου κάνεις μήνυση, γιατί δεν πιστεύω ότι ήσουν καιτόσο ευτυχισμένη εκεί που βρισκόσουν».Η Σάνον τράβηξε το χέρι της οργισμένη. «Είσαι πολύ σίγουρος για τον εαυτό σου».Ο Κέιν την είδε να τρίβει τον καρπό της εκεί που τα δάχτυλά του είχαν αφήσει άσπρα σημάδια.«Σε πόνεσα;» Δεν το είχε κάνει σκόπιμα. «Συγνώμη. Αλλά όπως είπα, δεν έδειχνες πολύ

ευτυχισμένη και ούτε τόσο καλά. Ήσουν έτοιμη να καταρρεύσεις».«Δε θα είχα καταρρεύσει», τον διαβεβαίωσε η Σάνον. «Έχω μεγάλη αντοχή, Κέιν».«Ίσως, αλλά δεν είσαι φτιαγμένη από πέτρα, Σάνον», της είπε, βλέποντάς την έτοιμη να φύγει.

«Και δε θα σε εξαναγκάσω να γυρίσεις στο σπίτι σου. Αυτή την απόφαση θα την πάρεις η ίδια. Αλλάο πατέρας σου δεν είναι καλά...»«Δεν είναι καλά;» Η Σάνον είχε φτάσει στη σκάλα του μαγειρείου, αλλά τώρα γύρισε, πανέμορφη,

σκέφτηκε ο Κέιν, ακόμα και με το κόκκινο σαχλό μπλουζάκι και ένα κομμένο κολάν που προφανώςείχε βρει στην καμπίνα της. Τα μεγάλα μάτια της τον κοίταζαν με αγωνία. «Σε ρώτησα πώς ήταν. Δεμου είπες...»«Ω, δεν είναι κάτι που απειλεί τη ζωή του», τη διέκοψε ο Κέιν. Αναρωτήθηκε αν ήταν ανακούφιση

αυτό που έκανε τους λεπτούς ώμους της να κυρτώσουν καθώς η Σάνον ερχόταν και έπεφτε βαριά

Page 144: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

στον απέναντι καναπέ. «Αλλά θα μπορούσε ν’ αποβεί μοιραίο αν συνεχίσει έτσι. Ν’ ανησυχεί γιασένα... μαζί με όλα τα άλλα».«Τι εννοείς;» ρώτησε η Σάνον, καθώς σκεφτόταν πως ο Ράνολφ Μπουβιέ ίσως ένιωθε τελικά κάτι

για κείνη. «Τι εννοείς... μαζί με όλα τα άλλα;»«Εννοώ τις μεγάλες απώλειες εσόδων που έχει η εταιρεία τα τελευταία χρόνια. Ο Ράνολφ

κινδύνεψε να χρεοκοπήσει. Δεν το ήξερες;» ρώτησε συνοφρυωμένος.«Όχι...» Πριν φύγει, η Σάνον ήξερε ότι τα κέρδη είχαν μειωθεί, αλλά πίστευε ότι ήταν κάτι που θα

διορθωνόταν, αν και ο πατέρας της δε συζητούσε ποτέ θέματα της εταιρείας μαζί της.«Για όνομα του Θεού, Σάνον! Ξέρω ότι βλέπεις την εταιρεία μόνο σαν ένα μέσο χρηματοδότησης

της πολυτελούς ζωής σου, αλλά πίστευα ότι αργά ή γρήγορα θα έδειχνες κάποιο ενδιαφέρον».Η Σάνον έκανε ένα μορφασμό σαν να είχε δεχτεί κάποιο χαστούκι. Γιατί, φυσικά, σκέφτηκε με

πικρία, ενδιαφερόταν πολύ. Η εταιρεία δε χρηματοδοτούσε μόνο την πολυτελή ζωή της, όπως τοείχε θέσει ο Κέιν. Είχε χρηματοδοτήσει και τις σπουδές της, της είχε δώσει ευκαιρίες που άλλοιάνθρωποι της ηλικίας της μπορούσαν μόνο να ονειρευτούν. Ήταν και κάτι άλλο. Η μητέρα της και οπατέρας της είχαν δουλέψει σκληρά γι’ αυτή την εταιρεία. Για όλους αυτούς τους λόγους, η επιτυχίαή η αποτυχία της είχε μεγάλη σημασία για κείνη.Αγνοώντας το σχόλιο του Κέιν ότι δεν ενδιαφερόταν, συνέχισε τις ερωτήσεις. «Τι άλλο πρέπει να

μάθω;»«Βρισκόταν σε πολύ δύσκολη θέση», της είπε εκείνος σοβαρά. «Η καινούρια στρατηγική του δεν

είχε αποδώσει. Εγώ το περίμενα. Το είχα προβλέψει, αλλά δεν ήθελε να μ’ ακούσει. Γι’ αυτόέφυγα».«Γι’ αυτό...» Ήταν πράγματι τόσο έξυπνος; Τόσο διορατικός; «Λοιπόν, τι έγινε;» τον ρώτησε λίγο

πιο ψυχρά τώρα. «Σε δέχτηκε πίσω στο διοικητικό συμβούλιο με ανοιχτές αγκάλες για μιακαινούρια πρόβλεψη του μέλλοντος;»«Ο πατέρας σου επικοινώνησε μαζί μου... επειδή ήταν απελπισμένος».«Πρέπει να ήταν», μουρμούρισε η Σάνον. Ο Κέιν δεν είχε, λοιπόν, γυρίσει γονατιστός πίσω στην

Μπουβιέ. Ο Ράνολφ τον είχε παρακαλέσει να γυρίσει. Αυτό δεν το περίμενε ποτέ απ’ τον πατέρατης.«Ήθελε τη συμβουλή μου επειδή ήξερα καλά τη δουλειά του... και ήλπιζε ότι θα τον βοηθούσα να

ορθοποδήσει».Θα έπρεπε να βρισκόμουν κι εγώ εκεί, σκέφτηκε η Σάνον. Και θα βρισκόταν αν της είχε πει έστω

και μια φορά ο πατέρας της ότι τη χρειαζόταν αντί να αρνείται ν’ αποδεχτεί τις ικανότητές της, αντίνα την κριτικάρει και να την αποδοκιμάζει σε οτιδήποτε έκανε.«Και τον βοήθησες;»«Ίσως αν δεν έλειπες όταν συνέβαιναν όλα αυτά... αν έδειχνες κάποιο ενδιαφέρον...»«Έδειξα. Ή, τουλάχιστον, προσπάθησα», είπε η Σάνον, «αλλά... ίσως δεν το είχες προσέξει, ο

πατέρας μου δε μου το συγχώρησε ποτέ που ήμουν κορίτσι! Ήθελε ένα αγόρι για να τον διαδεχτεί...να κρατήσει την εταιρεία, να διαιωνίσει το όνομα των Μπουβιέ. Το μόνο που ήθελε για μένα ήταν ναπαντρευτώ με κάποιον κατάλληλο! Δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ για τις ιδέες ή τις απόψεις μου».Ένα νεύρο συσπάστηκε στο σαγόνι του Κέιν και τα πυκνά μαύρα φρύδια του έσμιξαν. «Μίλησέ

μου γι’ αυτό», είπε.Για μια στιγμή τα μεγάλα γαλάζια μάτια της τον κοίταξαν σαν να της είχε ζητήσει να του κάνει μια

ξενάγηση στον πλανήτη Ερμή. Ο μόνος ήχος που ακουγόταν ήταν το φτερούγισμα ενός γλάρου

Page 145: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

κάπου από πάνω τους.«Δε θα τον καταφέρεις να δεχτεί ποτέ κάποια απ’ τις δικές μου προτάσεις. Θα μάθει από πού

προέρχονται και θα τις απορρίψει. Και στο τέλος μπορεί ν’ αναγκαστείς να παραιτηθείς πάλι».«Όχι». Ο Κέιν ακουγόταν τόσο βέβαιος, σκέφτηκε η Σάνον.«Γιατί;» τον ρώτησε ψυχρά. «Είναι τόσο μεγάλος ο μισθός σου, που θα σε κάνει να δαγκώσεις τη

γλώσσα σου αυτή τη φορά;»Δεν είχε αντιληφθεί ποτέ πόση πικρία ένιωθε η Σάνον, σκέφτηκε ο Κέιν. Και ο Μπουβιέ προφανώς

ήταν ο κύριος υπεύθυνος για τη συμπεριφορά της. «Ο πατέρας σου θα με ακούσει», της είπε μεήρεμη φωνή.Έδειχνε τόσο σίγουρος για τον εαυτό του, σκέφτηκε πάλι η Σάνον, αλλά περίμενε, ήθελε να την

ακούσει. Του είπε, λοιπόν, πώς εκείνη πίστευε ότι έπρεπε να κάνουν τα πακέτα τους πιο ελκυστικάγια τον αγοραστή, προτείνοντας καινούριες, εναλλακτικές μεθόδους μάρκετινγκ που ο Ράνολφ δενήθελε να δοκιμάσει. «Είμαστε τόσο σίγουροι για το όνομά μας, που έχουμε εφησυχάσει. Και καμιάεταιρεία δεν πρέπει να το κάνει αυτό». Η Σάνον συνέχισε, αναλύοντάς του τις ιδέες της, και ο Κέιντην άκουγε σιωπηλά και προσεκτικά, χωρίς να τη διακόπτει όπως θα έκανε ο πατέρας της.Παρακολουθούσε όσα του έλεγε σαν να ήταν πολύ σημαντικά.Κάτι που ήταν τρελό, σκέφτηκε η Σάνον, αφού ο Κέιν ήταν απλώς ένας απ’ τους διευθυντές του

πατέρα της. Ο Ράνολφ Μπουβιέ θα είχε τον τελευταίο λόγο, ό,τι κι αν πίστευε ο Κέιν Φάλκονερ. Τιτον ενδιέφεραν λοιπόν οι δικές της απόψεις εφόσον εκείνος έπαιρνε τον παχυλό μισθό του στο τέλοςκάθε μήνα;Παρ’ όλα αυτά, κανένας δεν την είχε κάνει ποτέ να νιώσει σαν να άξιζε ν’ ακούσουν τι είχε να πει.

Και της άρεσε αυτή η αίσθηση, ειδικά όταν, τελειώνοντας, κατάλαβε ότι ο Κέιν είχε εντυπωσιαστεί.«Είσαι ένα πακέτο γεμάτο εκπλήξεις», της είπε, κοιτάζοντάς την ερευνητικά, απόλυτα ήρεμος, με

το ένα του πόδι πάνω στο γόνατο του άλλου.«Αλήθεια;» Η Σάνον ένιωσε την καρδιά της να ζεσταίνεται. «Τι φανταζόσουν, ότι δε θα μπορούσα

να οργανώσω τίποτα πιο δύσκολο απ’ το μανικιούρ της άλλης βδομάδας;» Κι όταν εκείνοςχαμογέλασε χωρίς να πει τίποτα, συνέχισε: «Υπάρχουν και πολλά άλλα, Κέιν Φάλκονερ».«Τι;» Ξαφνικά ο Κέιν σηκώθηκε. «Έξυπνες ιδέες;» Η Σάνον τον είδε να βγάζει ένα CD απ’ τη θήκη

του και να το βάζει να παίξει. «Δεν έχω καμιά αμφιβολία». Γύρισε πάλι κοντά της. «Ή μιλούσες γιαεκπλήξεις;»«Και τα δύο». Τελικά, δεν την έπαιρνε στα σοβαρά, σκέφτηκε η Σάνον, βλέποντας το εύθυμο

χαμόγελο στα χείλη του. «Δεν έμεινα ακριβώς άπραγη απ’ όταν έφυγα απ’ το σπίτι».«Μπορώ να το φανταστώ», μουρμούρισε ο Κέιν ειρωνικά, καθώς οι νότες απ’ τη Μικρή Σουίτα

του Ντεμπισί πλημμύριζαν το σαλόνι.Όχι, δεν μπορείς, σκέφτηκε η Σάνον καθώς αναρωτιόταν γιατί πονούσε τόσο πολύ. Ο Κέιν δεν

ήταν ποτέ τίποτα περισσότερο από συνεργάτης του πατέρα της για κείνη κι όμως την τρόμαζε τοπόσο πολύ ήθελε να του κάνει καλή εντύπωση. «Δε θα το έλεγες αυτό», μουρμούρισε, «αν μεήξερες πραγματικά».«Όχι;» Ο μελαγχολικός αλλά και τόσο προκλητικός τόνος της φωνής της έκανε την ανάσα του να

πιαστεί. Ήθελε να τη γνωρίσει και με τρόπους που θα έφερναν αυτό το αυτάρεσκο χαμόγελο σταχείλη της, αν το ήξερε.Για μια ατέλειωτη στιγμή, ο Κέιν πάλεψε με την επιθυμία του να τη σηκώσει απ’ τον καναπέ, να

την πάρει στην αγκαλιά του και να της χαρίσει στιγμές ηδονής που δε θα ξεχνούσε ποτέ. Ένιωσε τα

Page 146: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

χέρια του να σφίγγονται και να ξεσφίγγονται στα πλευρά του καθώς προσπαθούσε να ελέγξει τιςανάσες του. Τώρα ευχόταν να μην είχε βάλει αυτή τη μουσική για αντιπερισπασμό. Ήταν πολύαπαλή και αισθησιακή και τον έκανε να δυσκολεύεται πιο πολύ να μείνει στο ίδιο δωμάτιο μαζί της.Ο Κέιν βλαστήμησε μέσα απ’ τα σφιγμένα δόντια του πριν κατέβει τη σκάλα που οδηγούσε στην

καμπίνα του, αφήνοντας τη Σάνον μόνη να σκέφτεται ότι ακόμα και η ιδέα να τη γνωρίσει καλύτεραήταν απορριπτέα.

Page 147: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Οι στέγες από τερακότα των καταστημάτων και τα υπαίθρια καφέ κατά μήκος της προκυμαίαςδημιουργούσαν μια έντονη αντίθεση με το φωτεινό γαλάζιο του ουρανού.Όρθια στο κατάστρωμα, φορώντας ένα απ’ τα πουκάμισα του Κέιν και ένα δανεικό κολάν, η Σάνον

του έδινε οδηγίες καθώς εκείνος έστρεφε το γιοτ προσεκτικά ανάμεσα στα άλλα σκάφη για να τοδέσει στην προβλήτα.Ακολουθώντας την εντολή του, η Σάνον πέταξε γρήγορα το σκοινί στον άντρα που περίμενε στο

μόλο.«Πώς τα κατάφερες να βρεις θέση στο Σεν Τροπέ;» τον είχε ρωτήσει νωρίτερα, ξέροντας ότι δεν

ήταν καθόλου εύκολο.«Διασυνδέσεις», είχε απαντήσει ο Κέιν ξερά και η Σάνον δεν είχε επιμείνει.Τώρα, καθώς τον έβλεπε να κατεβαίνει για να βοηθήσει να δεθεί σωστά το σκάφος, η Σάνον

θαύμαζε το γεροδεμένο κορμί του. Οι γυμνοί, ηλιοκαμένοι βραχίονές του τονίζονταν πιο πολύ απ’το άσπρο πουκάμισο που φορούσε και το ανοιχτόχρωμο, καλοραμμένο παντελόνι του χάιδευε τουςσφιχτούς μηρούς του.Ξαφνικά, όμως, εκείνος γύρισε και την κοίταξε και η Σάνον βιάστηκε να στρέψει την προσοχή της

στον ηλιοκαμένο μεσήλικο άντρα που τους βοηθούσε με το σκοινί. Εκείνος της χάρισε ένα φωτεινόχαμόγελο και η Σάνον του το ανταπέδωσε με ενθουσιασμό, γιατί ήταν ένας αντιπερισπασμός απ’ τοφονικό μαγνητισμό του Κέιν και την ενοχλητική οξυδέρκειά του.Όταν ξανακοίταξε τον Κέιν, εκείνος έδειχνε σκυθρωπός και η Σάνον βιάστηκε ν’ αποστρέψει το

βλέμμα της.Η Ριβιέρα, άλλωστε, είχε τη δική της γοητεία, με τις σειρές των γιοτ της, την προκυμαία της και,

πάνω απ’ τις στέγες των άσπρων και κεραμιδί κτιρίων απέναντι απ’ το μόλο, τον κίτρινο τρούλο τουπύργου με το ρολόι. Αλλά ο ιριδισμός του νερού ήταν αυτό που της έκοβε την ανάσα, η καθαρότητατου ουρανού και της θάλασσας, με τους καταπράσινους λόφους της χερσονήσου που τη μάγευαν.Και αυτό τη βοήθησε να συνέλθει μέχρι να γυρίσει πάλι ο Κέιν πάνω στο σκάφος.«Δεν μπορώ να πιστέψω αυτή τη λαμπρότητα του φωτός», του είπε με ειλικρινή θαυμασμό. Το όλο

σκηνικό τής θύμιζε πίνακα κάποιου ιμπρεσιονιστή ζωγράφου.«Γι’ αυτό ο Γκογκέν και ο Βαν Γκογκ και άλλοι ζωγράφοι έρχονταν εδώ να ζωγραφίσουν, γιατί

τους μάγευε το τοπίο, όπως κι εσένα». Και έρχονταν ακόμα, σκέφτηκε η Σάνον, βλέποντας τακαβαλέτα που ήταν στημένα από μερικούς ζωγράφους κατά μήκος της προβλήτας. «Κοιτάς όλουςτους άντρες σαν να θέλεις να σε γδύσουν;»Η ερώτησή του την άφησε άναυδη. «Τι;»«Μοιράζεις σ’ όλους τους άντρες γενναιόδωρα υποσχέσεις όπως έκανες με το φουκαρά τον

Στεφάν;»Η Σάνον συνοφρυώθηκε. Σίγουρα δε μιλούσε για το απλό χαμόγελο που είχε ανταλλάξει με το

μεσήλικο άντρα!«Δεν καταλαβαίνω τι εννοείς», του είπε.«Όχι», συμφώνησε ο Κέιν. «Δεν πιστεύω ότι καταλαβαίνεις. Είσαι έτοιμη;»

Page 148: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Ήταν καλό να βρίσκεται στη στεριά, να νιώθει τσιμέντο κάτω απ’ τα πόδια της και να περιπλανιέταιστα στενά, μεσαιωνικά δρομάκια με τα μοναχικά καφέ και τις ακριβές μπουτίκ τους. Και ξαφνικά, ηΣάνον ένιωθε τόσο χαρούμενη που συμφώνησε στην πρόταση του Κέιν να καθίσουν για καφέ.Η επιλογή του ήταν ένα μικρό, ρουστίκ καφέ με σίδερο και ψάθα, όπου μια βιτρίνα με ευρωπαϊκά

γλυκίσματα τους τράβηξε μέσα με το γαργαλιστικό άρωμα φρεσκοκομμένου καφέ.«Ντε παν ο ρεζέν, σ’ ιλ βου πλε» . Η Σάνον άκουσε τον Κέιν να παραγγέλνει στον πάγκο καθώς

εκείνη έβρισκε θέσεις δίπλα στην τζαμαρία και να συνεχίζει να μιλάει με τους σερβιτόρους. Η βαθιά,σέξι φωνή του ταίριαζε τέλεια με την προφορά, σκέφτηκε, αφού η άψογη γνώση του της γλώσσαςτην έκανε να ντραπεί. Και να σκεφτεί κανείς ότι εκείνη είχε Γάλλους προγόνους!Οι δυο νεαροί σερβιτόροι γελούσαν με κάτι που τους έλεγε ο Κέιν και, απ’ την εγκαρδιότητα και

τον τρόπο που έριχναν βλέμματα θαυμασμού προς το μέρος της, ήταν ολοφάνερο ότι μιλούσαν γιακείνη.«Θαυμάζω το γούστο σου», είπε ο ένας σερβιτόρος στον Κέιν.«Και δεν εννοεί στον καφέ», πρόσθεσε ο άλλος.Παρ’ όλο που δεν κατάλαβε την απάντηση του Κέιν, ένιωσε το αίμα να κυλάει ζεστό στις φλέβες

της, ακούγοντας άλλους άντρες να εκφράζουν το θαυμασμό τους για κείνη μπροστά του.«Έρχεσαι συχνά εδώ;» τον ρώτησε όταν κάθισε απέναντί της στο τραπέζι. Ήταν φανερό ότι αυτή

δεν ήταν η πρώτη του επίσκεψη στο καφέ.«Κάθε φορά που έρχομαι στο Σεν Τροπέ», απάντησε ο Κέιν, χωρίς να της αναφέρει τι είχαν πει οι

σερβιτόροι.«Δε φοβάσαι μη μ’ αναγνωρίσει κανείς και αμαυρωθεί το καλό σου όνομα;»«Γιατί; Δεν είμαστε εραστές», της υπενθύμισε ο Κέιν.«Ευτυχώς, όχι», μουρμούρισε η Σάνον, νιώθοντας ανακούφιση όταν ένας απ’ τους σερβιτόρους

πλησίασε με τους καφέδες τους και ένα καλαθάκι γεμάτο γλυκά με σταφίδες και τράβηξε τηνπροσοχή του Κέιν. Όχι ότι θα τον απασχολούσε αν τον έβλεπαν μαζί της και κουτσομπόλευαν... ή ανέλεγαν οτιδήποτε άλλο για κείνον, σκέφτηκε η Σάνον. Θα τον άφηνε άθικτο, όπως ο αέρας πουχτυπάει ένα γερό δέντρο. Δε θα πληγωνόταν ούτε θα σημαδευόταν απ’ αυτό, όπως εκείνη.«Μου πρόσφεραν τέσσερα απ’ αυτά». Το δυνατό, ηλιοκαμένο χέρι του έπιασε ένα απ’ τα γλυκά.

«Φαίνεται ότι μάγεψες αυτά τα φουκαριάρικα παιδιά πίσω απ’ τον πάγκο. Πρέπει να κάνω μιαεπίσκεψη όσο θα βρίσκομαι εδώ και αυτό περιλαμβάνει και γεύμα. Μας περιμένουν το μεσημέρι».«Μας περιμένουν;» ψέλλισε η Σάνον σαστισμένη, καταφέρνοντας να κρύψει την έκπληξή της πίσω

απ’ το χαμόγελο που χάρισε στο σερβιτόρο.« Ναι, μας», επιβεβαίωσε ο Κέιν, λίγο εκνευρισμένος. Έριξε μια σχεδόν υποτιμητική ματιά στο

σερβιτόρο. «Δεν πρόκειται να σε αφήσω ελεύθερη στο Σεν Τροπέ χωρίς συνοδό».«Γιατί;» Τα μαλλιά της κυμάτιζαν σαν μετάξι καθώς η Σάνον κουνούσε το κεφάλι της και γελούσε,

κάνοντας τους δυο σερβιτόρους να στρέψουν την προσοχή τους πάνω της. «Φοβάσαι ότι μπορεί ν’αποπλανήσω όποιον άντρα βρεθεί μπροστά μου;»«Νόμιζα ότι θα σου άρεσε ένα διάλειμμα. Να κάνεις παρέα με κάποιον άλλον εκτός από μένα», είπε

ο Κέιν, αγνοώντας το σχόλιό της. «Εξάλλου, οι Κόλτρεϊν είναι παλιοί πελάτες του πατέρα σου.Έχεις τα ίδια δικαιώματα να βρίσκεσαι εκεί που έχω κι εγώ».Αυτό την ξάφνιασε. Ο Ράνολφ θα επέμενε να πάει η Σάνον για ψώνια μέχρι να τελειώσει εκείνος τις

επαγγελματικές του υποχρεώσεις. Όσο κι αν ήθελε να πάει, όμως –να δει, να μιλήσει με άλλουςανθρώπους–, δεν της άρεσε η ιδέα ότι ο Κέιν το είχε κανονίσει χωρίς να τη ρωτήσει. Όχι αφού την

Page 149: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

είχε φέρει εδώ χωρίς τη θέλησή της!«Δεν μπορώ», του είπε ξερά. «Δεν έχω τίποτα να φορέσω. Δε γίνεται να εμφανιστώ σε κάποιο σπίτι

για φαγητό φορώντας το πουκάμισό σου και τα αποφόρια της φιλενάδας σου».Ο Κέιν κοίταξε συλλογισμένος το σκούρο μπλε πουκάμισό του, που ήταν όντως πολύ μεγάλο

πάνω της. Η Σάνον είχε γυρίσει τα μανίκια του μέχρι τους αγκώνες. Και παρ’ όλο που του άρεσε ηιδέα να καλύπτεται το λεπτό, σέξι κορμί της από ένα δικό του ρούχο, έπρεπε να παραδεχτεί ότι ηΣάνον έπλεε μέσα σ’ αυτό.«Κανένα πρόβλημα. Αυτό το μέρος είναι γεμάτο μπουτίκ. Πίστευα ότι ένα κορίτσι σαν εσένα θα το

γλεντούσε πραγματικά».«Σίγουρα... μόνο που...» Η Σάνον άφησε κάτω το γλυκό που είχε πάρει στα χέρια της και έγλειψε

αισθησιακά με τη γλώσσα της τη ζάχαρη απ’ το δάχτυλό της, σαν να το έκανε σκόπιμα για να τονερεθίσει. «Δεν έχω λεφτά», του είπε χαμηλόφωνα.«Δεν έχεις;...» Προσπαθώντας ακόμα να συνέλθει απ’ την επίδραση που είχε πάνω του αυτή η

κίνησή της, ο Κέιν ανακάτεψε σαστισμένος τον καφέ του. «Είσαι κληρονόμος μιας περιουσίαςπολλών εκατομμυρίων λιρών και μου λες ότι δεν έχεις λεφτά;»«Ακριβώς».Σίγουρα τον δούλευε, σκέφτηκε ο Κέιν. «Δεν πληρώνει ο μπαμπάκας όλους τους λογαριασμούς

σου;» τη ρώτησε.Ο τόνος της φωνής του ήταν τόσο σαρκαστικός, που η Σάνον παραλίγο να σηκωθεί και να φύγει

απ’ το καφέ, να γυρίσει την πλάτη της στις επικρίσεις του, όπως είχε κάνει και με όλους τους άλλουςστην Αγγλία. Αλλά αυτό ήταν διαφορετικό. Για πρώτη φορά στη ζωή της ένιωθε την ανάγκη ναυπερασπιστεί τον εαυτό της. Να δικαιολογήσει τα κίνητρά της. Ήθελε να κάνει τον Κέιν, αν όχικανέναν άλλον, να τη δει σαν κάτι περισσότερο απ’ το κακομαθημένο, χωρίς αρχές πλουσιοκόριτσοπου έβλεπε τα πάντα σαν μέσο διασκέδασης.«Δεν έχω δικά μου λεφτά μέχρι να γίνω είκοσι πέντε... έχω μόνο ένα μηνιαίο επίδομα», του

διευκρίνισε με ήρεμη φωνή. «Αλλά ο μπαμπάς έκοψε το επίδομά μου χωρίς να το ξέρω. Το έμαθαμόνο όταν γύρισα στη Βαρκελώνη και τότε ήμουν πολύ άρρωστη για να κάνω κάτι. Η τράπεζαακύρωσε την πιστωτική μου κάρτα». Γιατί οι περισσότερες απ’ τις οικονομίες της είχαν ξοδευτείστην αποστολή που είχε αναλάβει. Αλλά αυτό δε θα του το έλεγε. Και ό,τι είχε απομείνει θα έπρεπενα χρησιμοποιηθεί για να πληρωθούν τα χρέη της.«Εννοείς ότι γλεντούσες σ’ όλα τα μέρη της γης –σπαταλώντας λεφτά– χωρίς να ελέγχεις αν

υπήρχαν διαθέσιμα;»Όπως το έθετε ο Κέιν, ακουγόταν πολύ ανεύθυνο. Αλλά μερικές φορές δεν ήταν δυνατόν...Ένας λεπτός ώμος ανασηκώθηκε κάτω απ’ το πελώριο μπλε πουκάμισο. «Δε νόμιζα ότι χρειαζόταν

να το κάνω. Υπήρχαν πάντα».«Και πίστευες ότι έτσι θα συνέχιζαν να είναι τα πράγματα, παρ’ όλο που είχες φύγει χωρίς να

ειδοποιήσεις κανέναν πού ήσουν; Παρ’ όλο που είχες επιλέξει να λιποτακτήσεις;»Ω, ήταν άσκοπο, σκέφτηκε η Σάνον απελπισμένη. Κοίταξε έξω απ’ την τζαμαρία την κομψή νέα

γυναίκα που περνούσε, κρατώντας –όπως οι περισσότερες γυναίκες στο Σεν Τροπέ– απ’ το λουρίένα σκυλάκι. Ο Κέιν ήταν τόσο προκατειλημμένος που ό,τι κι αν του έλεγε, εκείνος θα τοδιαστρέβλωνε και θα το παρουσίαζε σαν άλλη μια επιπολαιότητα ενός κακομαθημένουπλουσιοκόριτσου.«Δε λιποτάκτησα! Με ανάγκασαν να φύγω!» του είπε οργισμένη. «Αλλά, φυσικά, θα γύριζα αν

Page 150: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ήξερα ότι υπήρχαν προβλήματα». Τουλάχιστον είχε δίκιο, σκέφτηκε ο Κέιν, που το πίστευε αυτό.«Αλλά δεν το ήξερα. Και οικονομικά, νόμιζα ότι ήμουν εντάξει πριν φύγω απ’ την Ευρώπη. Δεφαντάστηκα ότι ο πατέρας θα έκοβε το επίδομά μου και θα έμενα απένταρη!»Δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια της Σάνον, όχι επειδή δεν είχε λεφτά, αλλά στη σκέψη ότι ο ίδιος ο

γονιός της το έκανε αυτό για να μπορεί να την κουμαντάρει.«Και πώς θα ζούσες; Πώς θα επιβίωνες αν σε είχα αφήσει στη Βαρκελώνη;»«Μου άφησαν οι φίλοι μου το σπίτι τους χωρίς να πληρώνω νοίκι όσο θα δούλευαν στο εξωτερικό.

Τα ντουλάπια και το ψυγείο ήταν γεμάτα. Και πολλοί άνθρωποι δουλεύουν για να ζήσουν, Κέιν.Αυτό νόμιζα ότι θα το είχες ακούσει».«Περίεργο, αλλά το είχα όντως ακούσει». Ο Κέιν την κοίταξε με τα χέρια σταυρωμένα.«Απλώς δεν το συνέδεσες ποτέ μ’ εμένα. Αλλά θα έπιανα μια δουλειά –οποιαδήποτε δουλειά–

αμέσως μόλις ένιωθα καλύτερα, για να βγάλω όσα λεφτά χρειάζονταν για να γυρίσω πάλι στοΠερού».«Στον Πιρς;»«Όχι, όχι στον Πιρς», είπε η Σάνον σαν να είχε αρχίσει να χάνει την υπομονή της μαζί του. «Ο Πιρς

είναι παντρεμένος».Αυτό δε σ’ εμπόδισε στο παρελθόν . Ο Κέιν δεν το είπε αυτό, αλλά η έκφρασή του έλεγε ότι το

σκεφτόταν.Η Σάνον έκρυψε τον πόνο της πίσω από ένα χαμόγελο. «Είμαι πιο επιλεκτική αυτό τον καιρό».Μια λάμψη πέρασε απ’ τα μάτια του Κέιν, κάτι σαν εκδικητικότητα. «Κι εγώ που είχα σχεδόν μπει

στον πειρασμό να δεχτώ την προσφορά σου να μου δώσεις τα διπλά για να σε πάω πίσω στηΒαρκελώνη», σχολίασε μ’ ένα εύθυμο χαμόγελο που απάλυνε τις σκληρές γραμμές του προσώπουτου. Παρά τη θέλησή της, η Σάνον ένιωσε το επικίνδυνο δίχτυ της γοητείας του να τυλίγεται σφιχτάγύρω της.

* * *«Έλα», είπε ο Κέιν δέκα λεπτά αργότερα, πιάνοντάς την απ’ τον αγκώνα καθώς έβγαιναν απ’ τοκαφέ.«Πού θα πάμε;»Δεν της απάντησε, την οδήγησε μόνο απ’ το στενό πεζόδρομο σε μια δεντροφυτεμένη πλατεία.Η πλατεία ήταν γεμάτη τραπέζια εστιατορίων και καφέ, υπαίθρια μανάβικα και ακριβές μπουτίκ.

Παρακολουθώντας γύρω της αφηρημένη, η Σάνον κοίταξε ερωτηματικά τον Κέιν όταν κατάλαβε ότιάνοιγε την πόρτα μιας απ’ τις μπουτίκ και την έσπρωχνε μέσα.«Δε θέλουμε να κυκλοφορείς γυμνή», της είπε εκείνος, οδηγώντας την προς μια κομψά ντυμένη

πωλήτρια.«Μεσιέ Φάλκονερ». Το πρόσωπο της γυναίκας, λεπτό σαν μπαλαρίνας, φωτίστηκε από ένα πλατύ

χαμόγελο όταν είδε τον Κέιν.Ήταν γνωστός ακόμα κι εδώ;«Φρόντισε να την ντύσεις, σε παρακαλώ», είπε στη γυναίκα με τα σαγηνευτικά γαλλικά του.

«Άφησέ τη να πάρει ό,τι θέλει και χρέωσέ τα σ’ εμένα».«Δε θέλω να με πατρονάρεις, Κέιν Φάλκονερ», μουρμούρισε η Σάνον, οργισμένη που μιλούσαν

για κείνη σαν να μην ήταν εκεί μπροστά τους.«Κρίμα, γιατί δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς», είπε εκείνος μ’ ένα σαρκαστικό χαμόγελο πριν φύγει

Page 151: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

και την αφήσει μέσα στην μπουτίκ μόνη.Κατάπληκτη, η Σάνον χαμογέλασε αφηρημένα στην πωλήτρια, αλλά μέσα της έβραζε από θυμό.

Είχε φέρει εδώ ο Κέιν και τη γυναίκα που «είχε μεγάλη σημασία για κείνον» και της είχε φερθεί μετην ίδια υπεροψία; Γι’ αυτό είχε πίστωση σ’ ένα τόσο ακριβό κατάστημα με γυναικεία είδη;Έτοιμη να τρέξει να τον προφτάσει και να του πει τι μπορούσε να κάνει με τη γενναιοδωρία του, η

Σάνον γύριζε προς την πόρτα, όταν η πωλήτρια τη ρώτησε ευγενικά αν μπορούσε να τηνεξυπηρετήσει.Γιατί όχι; σκέφτηκε ξαφνικά η Σάνον. Του χρειαζόταν ένα καλό μάθημα, για την αδιαφορία και την

αλαζονεία με την οποία της φερόταν. Και την είχε αφήσει ελεύθερη να...«Ουί, μαντάμ», είπε μ’ ένα μυστηριώδες χαμόγελο καθώς το βλέμμα της επέλεγε ήδη μερικά ρούχα

που ήταν εξωφρενικά ακριβά. «Θα δοκιμάσω αυτά...»Η Σάνον άρχισε να παίρνει ρούχα μαζί της. Εντάξει, Κέιν Φάλκονερ, σκέφτηκε σκανταλιάρικα.

Ήρθε η ώρα της εκδίκησης!* * *

Το κουδούνι έβγαλε έναν απαλό ήχο και, καθώς ο Κέιν έμπαινε στην μπουτίκ, το άρωμα τηςπωλήτριας κι ένα ποτ πουρί τριαντάφυλλου τον τύλιξαν αμέσως.«Μεσιέ Φάλκονερ», είπε η πωλήτρια. «Ελ ε πρετ πουρ βου!» Έδειξε με μια κίνηση όλο χάρη προς

το δοκιμαστήριο.Την άλλη στιγμή, η κουρτίνα του θαλάμου τραβιόταν και η Σάνον έβγαινε στο κατάστημα. Τα

μάτια του Κέιν γούρλωσαν. Τα μακριά ξανθά μαλλιά της ήταν πιασμένα πίσω απ’ τη μια πλευρά τουκεφαλιού της με μια ασημένια πιάστρα που είχε προφανώς μόλις αγοράσει. Αλλά το τέλειο κορμίτης ήταν αυτό απ’ το οποίο δεν μπορούσε να τραβήξει το βλέμμα του, ντυμένο από πάνω μέχρικάτω με απαλό άσπρο δέρμα.Η κοντή ζακέτα, πάνω από ένα ασημί μπουστάκι, ήταν διακοσμημένη με μια σειρά ασημένιες

αλυσίδες και αγκράφες. Το ασορτί παντελόνι, με τις ίδιες λεπτές αλυσίδες, άφηνε ακάλυπτα τοεπίπεδο στομάχι της κι ένα μικρό, σαγηνευτικό αφαλό. Και όταν προχώρησε προς το μέρος του, οΚέιν πρόσεξε μια σειρά από δικτυωτά κορδόνια που άρχιζαν απ’ τους γοφούς και έφταναν μέχριτους λεπτούς αστραγάλους της, επιτρέποντάς του να βλέπει απαλή σάρκα από κάτω, χρυσαφένιασάρκα που τονιζόταν πιο πολύ απ’ το κάτασπρο δέρμα.«Μεσιέ; Είστε ευχαριστημένος;» ρώτησε η πωλήτρια. «Δείχνει... εκθαμβωτική... ναι;»Ο Κέιν ένιωθε σαν να του είχε κλέψει κάποια νεράιδα τη λαλιά. Δεν είχε δει τίποτα τόσο μαγευτικό

στη ζωή του. Σάλιωσε τα χείλη του πριν μπορέσει να μιλήσει.«Εκθαμβωτική», επανέλαβε βραχνά και τα μάτια του δε χόρταιναν να κοιτάνε. Ήθελε να βγάλει το

δέρμα από πάνω της, να την ξαπλώσει στο παχύ χαλί και να της κάνει έρωτα εδώ μέσα στηνμπουτίκ!Η Σάνον ένιωσε ένα γλυκό ρίγος καθώς συνειδητοποιούσε την επίδραση που είχε πάνω του, τον

τρόπο που την κοίταζαν τα ατσάλινα γαλάζια μάτια του, κάνοντας το αίμα της να κοχλάζει. Ήτανσαν να είχε ανοίξει ένα κλουβί και να είχε αφήσει ελεύθερο έναν τίγρη που νόμιζε ότι ήτανεξημερωμένος. Έβγαλε αυτή τη σκέψη απ’ το μυαλό της και έσκυψε να μαζέψει τα ψώνια της.«Θα κουβαλήσεις τις τσάντες μου;» Του χάρισε ένα φωτεινό χαμόγελο καθώς του τις έδινε.Έδειχνε, σκέφτηκε ο Κέιν, σαν να είχε αγοράσει ολόκληρο το κατάστημα!«Ω!» Άλλη μια τσάντα θρόισε καθώς η πωλήτρια έτρεξε να τους προφτάσει. «Και το μπικίνι σας,

Page 152: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

μαντμαζέλ!»«Μπικίνι;» Ο Κέιν έριξε μια ματιά στη Σάνον. Εκείνη του έδωσε και τη μικρή τσάντα.«Τώρα το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να πληρώσεις», του είπε όλο γλύκα.Το ίδιο κι εσύ, αγάπη μου, της υποσχέθηκαν τα μάτια του καθώς ο Κέιν περίμενε την πωλήτρια να

κόψει το τιμολόγιο. Το υπέρογκο ποσό που είχε ξοδέψει ήταν υπεύθυνο για τη λάμψη οργής πουπέρασε απ’ τα μάτια του; αναρωτήθηκε η Σάνον. Φυσικά, θα του τα έδινε πίσω μέχρι την τελευταίαπένα όταν γύριζε στο Λονδίνο. Ή έφταιγε η επίδραση που είχε πάνω του παρά τους ισχυρισμούς τουότι είχε ανοσία;Ω, πόσο θα ήθελε να τον κάνει να νιώθει τρελός για κείνη, όπως τόσοι και τόσοι άλλοι άντρες –

άντρες που δεν είχαν καμιά σημασία και των οποίων τις επιθέσεις κατάφερνε πάντα η Σάνον ν’αποφεύγει.«Συγχαρητήρια», είπε ο Κέιν μέσα απ’ τα σφιγμένα δόντια του, αν και η έκφραση στα μάτια του

έδειχνε πόθο και όχι αποδοκιμασία. «Το μόνο που σου λείπει είναι το μαστίγιο».Η Σάνον γέλασε και, νιώθοντας πιο τολμηρή μ’ αυτά τα ρούχα και τη δύναμη της θηλυκότητάς της,

πέρασε το χέρι της γύρω απ’ το μπράτσο του και ένιωσε απερίγραπτη ικανοποίηση καθώς οι ζεστοίμύες του έκαναν μια σύσπαση κάτω απ’ τα δάχτυλά της.Τα μαλλιά της κινήθηκαν απαλά όταν έγειρε προκλητικά το κεφάλι της προς το δικό του. «Τι να το

κάνω το μαστίγιο, Κέιν;»Εκείνος χαμογέλασε, αλλά η Σάνον διέκρινε την ένταση στο πρόσωπό του και ένιωσε το σφίξιμο

του κορμιού του πριν γυρίσει αλλού το βλέμμα του.Την κοίταζαν όλοι, πρόσεξε η Σάνον απελπισμένη καθώς διέσχιζαν την πλατεία, νιώθοντας ακόμα

καλά, παρά τις ματιές ζήλιας που της έριχναν οι γυναίκες και τον απροκάλυπτο πόθο που έβλεπε σταμάτια όλων των αντρών. Δύο απ’ τους νεαρότερους άντρες που την προσπέρασαν σφύριξαν κιόλαςσιγανά.«Τι είναι αυτό που κάνεις σ’ αυτά τα παιδιά, Σάνον;»Το είχε προσέξει, λοιπόν. Βλέποντας την αποδοκιμασία στα μάτια του, η Σάνον ήθελε να τον

πικάρει πιο πολύ, λέγοντάς του ότι δεν ήταν μόνο τα παιδιά αλλά και τα πιο ώριμα μέλη του φύλουτου που πίστευαν ότι είχαν το δικαίωμα να την καταβροχθίζουν με τα μάτια τους.«Εγώ δεν κάνω τίποτα!» του είπε αγανακτισμένη. Και την ίδια στιγμή, ένας ηλικιωμένος άντρας

που δεν μπορούσε να ξεκολλήσει το βλέμμα του από πάνω της χτύπησε με το ποδήλατό του τονπροφυλακτήρα ενός αυτοκινήτου που ήταν παρκαρισμένο στο δρόμο.«Όχι συνειδητά, όχι», συμφώνησε ο Κέιν. «Είναι κάτι που σου το έχει χαρίσει ο Θεός, όπως αυτά

τα σέξι αγγελικά μαλλιά και τα παιδικά γαλάζια μάτια. Δείχνεις σαν άγγελος, αλλά είσαι μιαμάγισσα, Σάνον. Μαγεύεις οποιοδήποτε άτυχο αρσενικό περάσει δίπλα σου».«Αλλά όχι εσένα;»Θεέ μου! Αν μπορούσε να το παραδεχτεί! Αυτή η προσποίηση τον τρέλαινε! Η παρουσία της δίπλα

του τον τρέλαινε! Αλλά η φωνή του Κέιν ακούστηκε ψυχρή όταν μίλησε. «Όχι, όχι εμένα».

* * *Ένα αμάξι τούς περίμενε όταν γύρισαν στην προκυμαία, μια πελώρια άσπρη Μερσέντες. Πίσω απ’το τιμόνι καθόταν ο Στεφάν, που τους είχε βοηθήσει να δέσουν το σκάφος νωρίτερα.«Ο Στεφάν δουλεύει για τους Κόλτρεϊν πάνω από είκοσι χρόνια», της εξήγησε ο Κέιν απ’ το

μπροστινό κάθισμα, καθώς το αμάξι ανέβαινε τους καταπράσινους λόφους πάνω απ’ την πόλη.

Page 153: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Ακόμα και πριν πουλήσουν και έρθουν να μείνουν εδώ, όπως και τόσοι άλλοι Βρετανοί,παρακινημένοι απ’ το καλύτερο κλίμα και τους πιο ανοιχτούς χώρους που έχει να προσφέρει ηΓαλλία. Παρεμπιπτόντως, είναι και φίλοι μου, σχεδόν οικογένειά μου, εκτός από συνεργάτες».Η φωνή του είχε έναν προειδοποιητικό τόνο και η Σάνον αναρωτήθηκε γιατί. Δεν εμπιστευόταν τη

συμπεριφορά της; Φοβόταν πως, λόγω του παρελθόντος της και των φοβερών πραγμάτων που είχανγράψει για κείνη οι εφημερίδες, θα μπορούσε να τον κάνει ρεζίλι;Οι αμφιβολίες για τον εαυτό της απειλούσαν να καταστρέψουν την αυτοεκτίμησή της, που με τόσο

κόπο είχε κερδίσει η Σάνον μετά την υπόθεση με τον Τζέισον Μάρκαμ. Στα μάτια του Κέιν, καιόλων των άλλων προφανώς, ήταν ακόμα το κορίτσι που λίγο έλειψε να διαλύσει ένα γάμο και πουήταν υπεύθυνο για τον παραλίγο θάνατο μιας αθώας μέλλουσας μητέρας. Παραδόξως, όμως, ηΣάνον νοιαζόταν μόνο για τη γνώμη του Κέιν τώρα και δεν την ενδιέφερε τι σκεφτόταν όλος ουπόλοιπος κόσμος. Μόνο τον Κέιν ήθελε στο πλευρό της, αλλά δεν τον είχε. Και καθώς καθότανπίσω του, με τα ψώνια της στο διπλανό κάθισμα, αναρωτιόταν θλιμμένα γιατί την είχε απαγάγει καιπροσπαθούσε να την πείσει να γυρίσει στο σπίτι της. Το έκανε για να εξασφαλίσει την εύνοια τουΡάνολφ Μπουβιέ; Και να μπορέσει να πάει μπροστά στη ζωή του; Πόσο θα τον πλήρωνε, άραγε, οπατέρας της για την επιστροφή της;Ενστικτωδώς, όμως, ήξερε ότι ο Κέιν δεν ήταν άνθρωπος που χρειαζόταν την εύνοια κανενός. Το

εννοούσε, λοιπόν, όταν της είχε πει ότι ανησυχούσε για κείνη; Και αν ναι, γιατί δεν μπορούσε να είχετηλεφωνήσει στον Ράνολφ και να του πει πού ήταν η κόρη του; Γιατί είχε αποφασίσει να την πάρειμαζί του; Της είχε πει ότι δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς, αλλά μήπως στην πραγματικότητα τηνήθελε πάνω στο σκάφος;Την ξάφνιασε το πόσο πολύ ήθελε να το πιστέψει αυτό. Αλλά δε θα έπρεπε, αν και εκείνη τον

ήθελε πάντα, ακόμα και πριν το ατυχές επεισόδιο με τον Τζέισον. Η φιλία της με τον Τζέισον,συνειδητοποιούσε τώρα η Σάνον, ήταν ένας προσωρινός αντιπερισπασμός. Δεν είχε νιώσει κανένααπ’ τα δυνατά συναισθήματα που ξυπνούσε μέσα της ο Κέιν, χωρίς να το ξέρει και τότε και τώρα.Την ήθελε μαζί του κι ας έλεγε όχι; Γιατί, σαρκικά, την ήθελε, όσο κι αν προσπαθούσε να το

αρνηθεί. Τι ήταν, λοιπόν, αυτό που τον έκανε να συγκρατείται; Η φήμη της; Ή η γυναίκα που είχεφέρει μαζί του στη Βαρκελώνη; Η γυναίκα στην οποία, απ’ όσα της είχε πει ο ίδιος, δε φερόταν μετην αδιαφορία και περιφρόνηση που έδειχνε σ’ εκείνη.Το ηθικό της είχε πέσει μέχρι να φτάσουν στον προορισμό τους, που ήταν μια όμορφη βίλα με

πανοραμική θέα στην ακτή.Λουλούδια κρέμονταν απ’ τα μπαλκόνια της και οι άσπροι τοίχοι της έλαμπαν κάτω από το βαθύ

γαλάζιο ενός ανέφελου ουρανού.«Έλα», είπε ο Κέιν, ανοίγοντας την πόρτα της με μεγάλη ευγένεια, όπως θα έκανε με οποιαδήποτε

γυναίκα, άσχετα με το τι σκεφτόταν για κείνη. «Άσε τις τσάντες σου», τη συμβούλεψε. «Θα τιςπάρεις όταν μας πάει πίσω ο Στεφάν».Καθώς η Μερσέντες απομακρυνόταν, τρεις φιγούρες βγήκαν απ’ τη βίλα: ένας άντρας και μια

γυναίκα, μ’ ένα μικρό άσπρο τεριέ μπροστά τους. Αυτή η εικόνα οικογενειακής ζωής άγγιξε κάποιαευαίσθητη χορδή μέσα της. Θα προσπαθούσε να μην απογοητεύσει τον Κέιν, σκέφτηκε η Σάνον.«Γεια σου, Μπάξτερ, παλιόφατσα!» Ο Κέιν είχε σκύψει και χάιδευε το ενθουσιασμένο μικρό τεριέ.

Ήταν ολοφάνερο ότι συμπαθούσε το σκυλί όσο συμπαθούσε και το σκυλί εκείνον.«Ω, είσαι αξιολάτρευτος!» Η Σάνον έσκυψε και χάιδεψε το σκυλί, που είχε ξαφνικά στρέψει την

προσοχή του σ’ εκείνη.

Page 154: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Το ζευγάρι, όμως, φώναζε πίσω το σκυλί και η Σάνον ίσιωσε το κορμί της καθώς τους πλησίαζαν.Χαιρέτησαν ζεστά τον Κέιν, η γυναίκα μ’ ένα φιλί στο μάγουλο, ο άντρας της μ’ ένα σφίξιμο τουχεριού.«Είμαι η Έστερ Κόλτρεϊν». Η Έστερ άπλωσε το λεπτό χέρι της στη Σάνον. «Κι εσύ είσαι...» είπε η

γυναίκα πριν προφτάσει ο Κέιν να τις συστήσει.«Η Σάνον». Η Σάνον ανταπέδωσε το ζεστό χαμόγελο της γυναίκας. Της άρεσε η αμεσότητά της, η

ειλικρίνεια στο πρόσωπό της που πλαισιωνόταν απ’ τα καλοχτενισμένα σταχτόξανθα μαλλιά της.«Σάνον Μπουβιέ».«Α...» είπε η γυναίκα σχεδόν επιφυλακτικά και τα γκρίζα μάτια της γύρισαν και κοίταξαν τον Κέιν.

Αλλά μετά το χαμόγελο επανήλθε στα χείλη της. «Καλώς όρισες στο σπίτι μας, Σάνον», είπε ηΈστερ.Ο άντρας της Έστερ πλησίασε και, παίρνοντας και τα δυο χέρια της Σάνον μέσα στα δικά του,

χαμήλωσε τη φωνή του σχεδόν συνωμοτικά και είπε: «Είμαι ο Μπαρτ ‘‘Μπαρθόλομιου’’ Κόλτρεϊν.Ό,τι κι αν σου πουν για μένα, φοβάμαι ότι είναι αλήθεια. Και χαίρομαι πάρα πολύ που γνωρίζω τηνπανέμορφη κόρη του Ράνολφ». Τη φλέρταρε με το δικό του τρόπο, ανοιχτά και αποδεκτά,συνειδητοποίησε η Σάνον, γελώντας όπως και οι άλλοι. Μετά ο Μπαρτ την άφησε και έστρεψε τηνπροσοχή του στο σκυλί, που χοροπηδούσε ακόμα γαβγίζοντας για να τραβήξει την προσοχή τηςΣάνον.«Το ξέρω, είναι πανέμορφη», είπε ο οικοδεσπότης τους στο σκυλί. «Υπερβολικά όμορφη για μένα

κι εσένα», πρόσθεσε, κλείνοντας το μάτι στη Σάνον.«Συγνώμη», είπε η Έστερ. «Συνήθως δεν είναι έτσι».Ο άντρας σου ή το σκυλί; σκέφτηκε η Σάνον εύθυμα.«Δεν είναι ποτέ έτσι με ξένους», συνέχισε η Έστερ απολογητικά, προσπαθώντας να συγκρατήσει

τον Μπάξτερ που χοροπηδούσε. «Πρέπει να έχεις κάτι που τραβάει τα ζώα».«Κάτι», μουρμούρισε ο Κέιν στο αυτί της Σάνον καθώς ο Μπαρτ πρότεινε να πάνε όλοι μέσα.«Λοιπόν, αγγελική μου μάγισσα». Η χαμηλή φωνή του έκανε τη Σάνον να ριγήσει. «Κινδυνεύουν

όλοι –και όλα– απ’ τη μαγική ομορφιά σου;»Τη θεωρούσε υπεύθυνη για κάτι χωρίς να είναι δικό της λάθος, κάτι που δεν μπορούσε να ελέγξει.

Η Σάνον είχε πολλές φορές ευχηθεί να μην είχε τόσο μεγάλη επίδραση πάνω στους άλλους ηομορφιά της. Γιατί αυτό συχνά την οδηγούσε σε επικίνδυνες καταστάσεις.Τώρα επιθυμούσε απελπιστικά την παράδοση του Κέιν. Ήθελε να τον κατεβάσει απ’ το βάθρο του

και να τον κάνει να τη θέλει όσο τον ήθελε κι εκείνη. Να τον κάνει να χάσει την παροιμιώδηαυτοκυριαρχία του, που νόμιζε ότι τον προστάτευε απ’ τον απρόθυμο αλλά αληθινό πόθο του γιακείνη. Να τον δει να πεθαίνει από πόθο και να αναγκάζεται να ομολογήσει ότι είχε κάνει λάθος.Με το κεφάλι ψηλά, έριξε μια ματιά πάνω απ’ τον ώμο της και είπε: «Όλοι, εκτός από σένα».

Page 155: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

Οι Κόλτρεϊν έμεναν στη Γαλλική Ριβιέρα δέκα χρόνια. Είχαν μετακομίσει εκεί όταν είχαν πουλήσειένα μεγάλο κομμάτι γης στην Μπουβιέ Ντιβέλοπμεντς, έμαθε η Σάνον καθώς έπιναν ένα απεριτίφστο μεγάλο και άνετο καθιστικό.Καθόταν δίπλα στην Έστερ σε έναν απ’ τους χαμηλούς καναπέδες, απολαμβάνοντας τη θέα του

κήπου πίσω απ’ τις ανοιχτές τζαμόπορτες. Έβλεπε ένα τραπέζι από μέταλλο και γυαλί στρωμένο γιατο γεύμα. Έβλεπε, επίσης, το σκούρο κόκκινο φύλλωμα ενός σπάνιου δέντρου και, μέσα από μιασειρά πικροδάφνες, το γαλάζιο νερό μιας πισίνας.«Ξέρουμε τον Κέιν απ’ όταν ήταν μικρός», πληροφόρησε η οικοδέσποινα τη Σάνον. Ήταν γείτονες

στην Αγγλία πριν σκοτώσει τους γονείς του μια χιονοστιβάδα στην Αυστρία που είχαν πάει για σκι,της εξήγησε.«Λυπάμαι πολύ». Η Σάνον κοίταξε τον Κέιν σοκαρισμένη. «Δεν ήξερα...»«Όχι;» είπε εκείνος χαμηλόφωνα απ’ την απέναντι πλευρά του δωματίου.Η έκφρασή της έδειχνε συμπόνια. Είχε, λοιπόν, γνωρίσει κι εκείνος τον πόνο.Δεν αντιλήφθηκε το βλέμμα που αντάλλαξαν ο οικοδεσπότης και η οικοδέσποινά τους, και ο

Μπαρτ, ο οποίος καθόταν σε μια πολυθρόνα δίπλα στον Κέιν, ήταν αυτός που έσπασε τη σιωπή,ξεροβήχοντας πριν μιλήσει. «Λοιπόν, πώς είναι ο γερο-Ράνολφ αυτό τον καιρό;»Η ερώτηση απευθυνόταν στη Σάνον και, ξαφνιασμένη, εκείνη προσπάθησε να βρει κάποια

απάντηση. Δεν τολμούσε να πει σ’ αυτό το ευγενικό, αρμονικό ζευγάρι ότι δεν ήξερε πώς ήταν οπατέρας της. Ότι είχε πάρα πολύ καιρό να πάει σπίτι, γιατί δεν τα πήγαιναν καλά. Τελικά, ο Κέινήταν αυτός που την έβγαλε απ’ τη δύσκολη θέση.«Ήταν μια χαρά όταν τον αφήσαμε. Δουλεύει πιο πολύ απ’ όσο θα έπρεπε, αλλά ελπίζουμε στο

μέλλον να μην έχει πολλές στενοχώριες. Έτσι δεν είναι, Σάνον;»Το χαμόγελό του ήταν ευγενικό κι εκείνη του το ανταπέδωσε. Αυτό που προφανώς εννοούσε μ’

αυτό το σχόλιο, υποψιαζόταν, ήταν: Θα σε πάω σπίτι... όσο κι αν αντιστέκεσαι. Και εγώ θα έρθω,σκέφτηκε η Σάνον με πικρία. Αλλά εσύ θα γονατίσεις πρώτος πριν υποκύψω στη θέλησή σου. Θαπάρεις την αμοιβή σου για τις υπηρεσίες σου.Δεν είπαν τίποτ’ άλλο γι’ αυτό το θέμα, όμως, γιατί την άλλη στιγμή ελαφρά βιαστικά βήματα στο

χολ ανήγγειλαν την άφιξη άλλου ενός μέλους της οικογένειας. Ήταν ένα λεπτό κορίτσι με σκούραμαλλιά, γύρω στα δεκαεφτά. Το πρόσωπό της ήταν ξαναμμένο καθώς έμπαινε στο δωμάτιο καικατευθυνόταν προς τον ακαταμάχητα γοητευτικό καλεσμένο των Κόλτρεϊν σαν να ήταν ο μόνοςάνθρωπος μέσα στο δωμάτιο.«Κέιν!» Είχε διασχίσει το ξύλινο δάπεδο και είχε τυλίξει τα χέρια της στο λαιμό του πριν καλά

καλά προφτάσει εκείνος να σηκωθεί.«Έμιλι». Τα χείλη του άγγιξαν το μέτωπό της και ο Κέιν τραβήχτηκε με μεγάλη επιδεξιότητα. Το

πρόσωπο του κοριτσιού είχε φουντώσει πιο πολύ, πρόσεξε η Σάνον. Και ήταν σίγουρη ότι για χάρητου Κέιν είχε φορέσει ένα φόρεμα τόσο κοντό, που έδειχνε όλο πόδια.«Αυτή είναι η κόρη του ανιψιού του Μπαρτ», είπε η Έστερ στη Σάνον καθώς σηκωνόταν. «Μένει

μαζί μας όσο θα λείπουν οι γονείς της στο Λονδίνο».

Page 156: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Η Σάνον Μπουβιέ;» Τα καστανά μάτια του κοριτσιού γούρλωσαν όταν τις σύστησε η Έστερ. «Τιέχεις κάνει τον τελευταίο καιρό;» ρώτησε ξέπνοη απ’ τον ενθουσιασμό. «Έχω πάρα πολύ καιρό ναδιαβάσω κάτι για σένα».Απόλυτη σιωπή επικράτησε στο δωμάτιο και η Σάνον έβλεπε ότι οι Κόλτρεϊν ένιωθαν άσχημα.

Προσπαθώντας να τους βγάλει απ’ τη δύσκολη θέση, χαμογέλασε, κρύβοντας τον πόνο της. «Τίποταπου να ενδιαφέρει τον Τύπο, φοβάμαι», είπε.«Η Σάνον ήταν στο Περού», είπε ο Κέιν. Στεκόταν εκεί εκπέμποντας μια τόσο δυνατή

σεξουαλικότητα που καμιά απ’ τις γυναίκες μέσα στο δωμάτιο, σκέφτηκε η Σάνον, δεν μπορούσε ν’αγνοήσει. Μόνο ο Μπαρτ καθόταν ακόμα, με τον Μπάξτερ στην αγκαλιά του.«Στο Περού; Αλήθεια;» αναφώνησε η Έμιλι, χαρίζοντας ένα φωτεινό χαμόγελο στο χαρισματικό

επισκέπτη τους. «Με τον Κέιν;» πρόσθεσε ενθουσιασμένη.Το γέλιο του ακούστηκε βαθιά σεξουαλικό μέσα στο φωτεινό, πολυτελές δωμάτιο. «Όχι»,

απάντησε κοφτά. «Όχι μ’ εμένα».Φυσικά, δε θα ήθελε να νομίζει κανείς ότι ήταν ζευγάρι, σκέφτηκε η Σάνον μελαγχολικά. Θα τον

έκανε, όμως, να χάσει αυτό το υπεροπτικό ύφος του, ορκίστηκε. Και θα ένιωθε μεγάλη ικανοποίηση.«Ήθελα να πάω στο γιοτ μαζί με τον Κέιν και τη Σόφι, αλλά δε με άφησε», είπε η Έμιλι,

σουφρώνοντας τα χείλη της.«Ήξερες ότι δε θα έβλεπε τη Σόφι για αρκετό καιρό και χρειαζόταν να μείνει μερικές μέρες μόνος

μαζί της», είπε η Έστερ αυστηρά. Φυσικά, δε θα ήθελε να έχει ένα ερωτοχτυπημένο έφηβο κορίτσιμαζί τους πάνω στο σκάφος, σκέφτηκε η Σάνον, νιώθοντας ένα δυνατό τσίμπημα ζήλιας που τηνέκανε να μορφάσει.Μόνο ο Κέιν το πρόσεξε και την κοίταξε με απορία. Η Σάνον ένιωσε ευγνωμοσύνη όταν μια

υπηρέτρια ήρθε ν’ αναγγείλει στην Έστερ ότι το γεύμα τους ήταν έτοιμο.Έφαγαν έξω στον κήπο, κρύα κρέατα, θαλασσινά και διάφορες σαλάτες, κάτω από μια πέργκολα

με περικοκλάδες που τους προστάτευαν απ’ τις αχτίδες του ήλιου της Ριβιέρας.«Κάθισε δίπλα μου!» πρόσταξε η Έμιλι τον Κέιν. «Κι εσύ, Σάνον. Κάθισε απ’ την άλλη πλευρά.

Θέλω να μπορώ να μιλάω και με τους δύο».Η Σάνον, λοιπόν, βρέθηκε καθισμένη στο μεγάλο τραπέζι ανάμεσα στην Έμιλι και την

οικοδέσποινά της, ενώ το έφηβο κορίτσι μονοπωλούσε την προσοχή του Κέιν μ’ έναν τρόπο που σ’έκανε να τη λυπάσαι.Έτσι ήταν κι εκείνη στα δεκαεφτά; αναρωτήθηκε η Σάνον, νιώθοντας σχεδόν οίκτο για το κορίτσι.

Δε νόμιζε ότι ήταν έτσι.Τώρα, έχοντας ανακρίνει τη Σάνον για το πού αγόραζε τα ρούχα της, τι μάρκα μακιγιάζ

χρησιμοποιούσε και αν έκανε αρωματοθεραπεία, ξαφνικά η Έμιλι αναφώνησε: «Ω Σάνον! Μακάρινα ήμουν τόσο όμορφη όσο εσύ! Πώς είναι να έχεις όλους τους άντρες να τρώνε απ’ την παλάμησου!»«Έμιλι!» τη μάλωσε η Έστερ.Μόνο ένα πουλάκι που τιτίβιζε μέσα στο φύλλωμα της περικοκλάδας έσπαζε τη σιωπή που είχε

πέσει στο τραπέζι.Η Σάνον ένιωσε να ιδρώνει παρ’ όλο που είχε βγάλει τη ζακέτα της. «Πολύ άβολα», μουρμούρισε,

προσπαθώντας να χαμογελάσει. «Μερικές φορές εύχομαι να χρησιμοποιούσαν πιάτα». Το είπε σαναστείο, αλλά ακούστηκε ματαιόδοξο και υπεροπτικό.Δεν ήθελε να απογοητεύσει τον Κέιν. Ήθελε, όμως, να χαστουκίσει αυτό το κορίτσι που την έφερνε

Page 157: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

σε τόσο δύσκολη θέση, να χαστουκίσει οποιονδήποτε την επέκρινε βασισμένος στα κουτσομπολιάτου σκανδαλοθηρικού Τύπου. Γι’ αυτό συνέχισε, σκάβοντας έναν όλο και πιο βαθύ λάκκο για τονεαυτό της με κάθε συλλαβή της. «Μπορεί να έχουν καλή συμπεριφορά στο τραπέζι, αλλά είναιπαράξενο πόσο απολίτιστοι γίνονται όταν είναι πεινασμένοι».Από απέναντι, διέκρινε μια προειδοποιητική λάμψη στα ατσάλινα γαλάζια μάτια του Κέιν και

έκρυψε την ντροπή της πίσω από ένα προκλητικό χαμόγελο.Τι σημασία είχε, σκέφτηκε, σηκώνοντας ψηλά το κεφάλι της καθώς συνειδητοποιούσε ότι ήθελε να

τον προκαλέσει, να τον ταρακουνήσει με την εξωφρενική συμπεριφορά της. Να κάνει τους άλλουςνα πιστέψουν ότι ήταν εραστής της γιατί την πλήγωνε το γεγονός πως τον τρόμαζε η ιδέα νασκεφτόταν κανείς ότι ήταν. Απλώς ευχόταν να μην ήταν αναγκασμένη να το κάνει μπροστά στουςΚόλτρεϊν.«Ω Σάνον! Έχεις τόσο χιούμορ!» φώναξε το κορίτσι δίπλα της. «Και έχουν γραφτεί τόσα για

σένα!»«Πράγματα που δεν είναι καθόλου τιμητικά. Όταν μεγαλώσεις λίγο ακόμα», είπε η Σάνον

θλιμμένα, «θα καταλάβεις ότι είναι καλύτερα να μην πιστεύεις όλα όσα διαβάζεις».«Ω, θέλω να τα πιστεύω!» φώναξε η Έμιλι. «Νομίζω ότι είναι τόσο... εντυπωσιακά!» Έριξε μια

ματιά στον Κέιν. «Θα ήθελα να κάνω κι εγώ εντύπωση κάποια μέρα».Θα κάνεις, σκέφτηκε η Σάνον, ακούγοντας την ψιθυριστή επίπληξη της Έστερ. Το κορίτσι, όμως,

δεν πήρε είδηση τίποτα και έστρεψε την προσοχή της στον Κέιν.«Πρέπει να ζητήσω συγνώμη για την Έμιλι», είπε η Έστερ αγγίζοντας τη Σάνον στο χέρι.

«Φοβάμαι ότι ο ανιψιός του άντρα μου και η γυναίκα του την έχουν κακομάθει και είναι υπερβολικάτολμηρή».«Δεν πειράζει. Όλοι περάσαμε απ’ τα δεκαεφτά», είπε η Σάνον, αναγνωρίζοντας την

αντικειμενικότητα της Έστερ. Αυτή η σιωπηλή υποστήριξη την έκανε να συμπαθήσει πιο πολύ τηνοικοδέσποινά της.Ακολούθησε μια συζήτηση ανάμεσά τους για τη Γαλλία και ειδικότερα την Προβηγκία.

Ταυτόχρονα, η Σάνον άκουγε κομμάτια απ’ την πολιτική συζήτηση που είχε ο Κέιν με τονοικοδεσπότη τους. Και έβλεπε το έφηβο κορίτσι να κρέμεται απ’ τα χείλη του.«Νόμιζα πάντα ότι η Γαλλία ήταν το πλησιέστερο στην Αγγλία μέρος... σκηνικά και γεωγραφικά»,

είπε η Σάνον, κοιτάζοντας τους πράσινους λόφους πάνω απ’ τα γαλάζια νερά στην εκβολή τουποταμού... ένα σκηνικό που της θύμιζε πολύ την Αγγλία.«Η γη των προγόνων σου;» Η Έστερ χαμογέλασε, έχοντας υπόψη της τη γαλλική καταγωγή της

Σάνον.Τα μάτια της Σάνον είχαν βουρκώσει καθώς έκανε τη σύγκριση ανάμεσα σ’ αυτή τη χώρα και το

σπίτι της που είχε αρχίσει να της λείπει όλο και πιο πολύ.Ανταπέδωσε το χαμόγελο. «Ίσως γι’ αυτό την αγαπάω τόσο πολύ». Και ίσως είχε δίκιο ο Κέιν που

της είχε πει ότι δεν ήταν ευτυχισμένη στη Βαρκελώνη, σκέφτηκε ξαφνικά. Ίσως έκανε για κείνη αυτόπου η ίδια ήθελε πραγματικά να κάνει όλο αυτό τον καιρό. Ήξερε κάτι; αναρωτήθηκε. Είχε κοιτάξειβαθιά μέσα στην ψυχή της και είχε δει τη νοσταλγία για το σπίτι της πριν την αντιληφθεί η ίδια;Ένα δυνατό χαχανητό διέκοψε τους ρεμβασμούς της. Η Σάνον είδε την Έμιλι να σηκώνεται

ξαφνικά απ’ την καρέκλα της.«Πάω να κολυμπήσω. Έλα, Σάνον. Πάμε να βουτήξουμε μαζί». Είχε ήδη αρχίσει να τραβάει το

φερμουάρ του φορέματός της. «Κι εσύ, Κέιν».

Page 158: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Φοβάμαι ότι πρέπει να μιλήσω για δουλειές με το θείο σου», είπε ο Κέιν σχεδόν ανυπόμονα.«Κι εγώ φοβάμαι ότι δεν έχω μαγιό», δήλωσε η Σάνον με κάποια ανακούφιση.«Νομίζω ότι μπορούμε να σου δανείσουμε κάποιο μαγιό», προσφέρθηκε η Έστερ.«Όχι, ειλικρινά...» Τι να έλεγε; Ότι, παρ’ όλο που θα της άρεσε να κολυμπήσει, δεν ήθελε ν’

ακούσει κι άλλα ενοχλητικά σχόλια απ’ την ενθουσιώδη και αδιάκριτη Έμιλι;«Το ξέχασες κιόλας, Σάνον;» Η φωνή του Κέιν ακούστηκε ανεπαίσθητα χλευαστική. «Αγόρασες

ένα μπικίνι το πρωί. Είναι στο αμάξι».Θεέ μου, ήταν ανάγκη να το αναφέρει αυτό;«Αλήθεια;» Τα μάτια της Έμιλι φωτίστηκαν από περιέργεια. «Μπορώ να το δω; Πήγαινε να το

φορέσεις». Έβγαζε το φόρεμά της τώρα και το ντε πιες, σχεδόν σεμνό μαγιό της αποκάλυπτε έναλεπτό, αναπτυσσόμενο ακόμα κορμί. «Μπορείς ν’ αλλάξεις στο δωμάτιό μου».Π’ ανάθεμά σε, Κέιν! Η Σάνον γέλασε νευρικά. «Είναι μόνο για το σκάφος. Για ηλιοθεραπεία...»«Κανένα μπικίνι δεν είναι μόνο για ηλιοθεραπεία!» φώναξε η Έμιλι, και μετά συνοφρυώθηκε. «Δε

φοβάσαι το νερό, Σάνον;» Η ερώτηση συνοδευόταν από ένα μικρό χαχανητό.Αυτό ήταν! σκέφτηκε η Σάνον ανακουφισμένη. Ήταν μια καλή δικαιολογία για ν’ αποφύγει να

κολυμπήσει χωρίς να χρειαστεί να τους πει ότι το μπικίνι της ήταν τόσο μικροσκοπικό, που δε θατολμούσε να το φορέσει μπροστά τους.Πριν προφτάσει ν’ ανοίξει το στόμα της, όμως, άκουσε τη φωνή του Κέιν. «Όποιος κολυμπάει στη

θάλασσα ξημερώματα, μ’ ένα κοπάδι δελφίνια, αποκλείεται να φοβάται το νερό». Ο ειρωνικός τόνοςτης φωνής του έλεγε καθαρά ότι είχε αντιληφθεί τους δισταγμούς της και διασκέδαζε μαζί της.«Δείξ’ τους, Σάνον». Σηκώθηκε απ’ την καρέκλα του. «Θα ζητήσω απ’ τον Στεφάν να φέρει τιςτσάντες σου».Τι μπορούσε να κάνει τώρα; σκέφτηκε η Σάνον, βλέποντάς τον να πηγαίνει να βρει τον σοφέρ. Αν

ισχυριζόταν ότι είχε πονοκέφαλο, μάλλον δε θα την πίστευαν. Και δεν ήθελε να φανεί αγενής μετάαπ’ τη γενναιόδωρη φιλοξενία των Κόλτρεϊν.Όρθια ήδη, δεν μπορούσε να κοιτάξει στα μάτια τον Κέιν, που είχε γυρίσει και της έδινε τη μικρή

τσάντα με το όνομα της ακριβής μπουτίκ πάνω της, ξέροντας ότι θα αντίκριζε τη χλευαστικήέκφρασή του.«Ευχαριστώ». Από δική της ανοησία είχε μπλέξει, σκέφτηκε η Σάνον, και τώρα ήταν αναγκασμένη

να υποστεί τις συνέπειες.

* * *Βγήκε απ’ το σπίτι φορώντας το πάνω κομμάτι ενός τροπικού πορτοκαλί μπικίνι και ένα ασορτίτετράγωνο κομμάτι υφάσματος που κάλυπτε το κάτω ήμισυ του κορμιού της, αφήνονταςεκτεθειμένο ένα μακρύ λεπτό πόδι καθώς περπατούσε.Δεν τον κοίταξε, πρόσεξε ο Κέιν απ’ τη θέση του κάτω απ’ την πέργκολα. Διέσχισε ξυπόλυτη τη

βεράντα και κατευθύνθηκε προς την πισίνα. Κρατούσε ψηλά το κεφάλι της πάνω στον όμορφολαιμό της και είχε πιασμένα πίσω τα χρυσόξανθα μαλλιά της, τονίζοντας πιο πολύ τα λεπτάχαρακτηριστικά του προσώπου της.Στην άκρη της πισίνας στάθηκε και κοίταξε το νερό όπου η Έμιλι κολυμπούσε ήδη, αλλά χωρίς,

πρόσεξε ο Κέιν, να βλέπει πραγματικά το έφηβο κορίτσι. Υπήρχε αξιοπρέπεια στη στάση της καιέδειχνε σχεδόν αιθέρια, αλλά πρόσεξε ότι το σαγόνι της ήταν σφιγμένο. Μετά την είδε ναξεκουμπώνει το παρεό, αφήνοντάς το να γλιστρήσει κάτω, και ο Κέιν ένιωσε τους μυς του κορμιού

Page 159: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

του να σφίγγονται.Το κάτω κομμάτι απ’ το μπικίνι της δεν ήταν παρά ένα στρινγκ με χάντρες, που την έκανε να

δείχνει σαν να ήταν γυμνή, με εξαίρεση τα κορδόνια του πάνω κομματιού που ήταν δεμένα στολαιμό και την πλάτη της.Ο Κέιν ένιωσε το κορμί του να φουντώνει και στριφογύρισε ανήσυχα στη θέση του. Σφύριξε

ασυνείδητα μέσα απ’ τα σφιγμένα δόντια του.«Κύριε των Δυνάμεων!» ψιθύρισε ο Μπαρτ πάνω απ’ τον παφλασμό του λεπτού κορμιού της

Σάνον που έσκιζε την επιφάνεια του νερού. «Είναι σαν κάτι που έπεσε απ’ τον ουρανό, Κέιν. Ανήταν δική μου...» Γέλασε, ρίχνοντας μια ματιά στο σκυλί που ήταν κουλουριασμένο πάνω στηνάδεια καρέκλα της Σάνον. «...θα την κλείδωνα κάπου για να την έχω αποκλειστικά για μένα».«Ναι», μουρμούρισε ο Κέιν καθώς τώρα ευχόταν αυτό ακριβώς να είχε κάνει. Δεν μπορούσε να

τραβήξει το βλέμμα του από πάνω της καθώς η Σάνον εμφανίστηκε πάλι στην επιφάνεια και άρχισενα κολυμπάει με χάρη.Πώς μπορούσε να συγκεντρωθεί στη δουλειά όταν είχε μπροστά στα μάτια του αυτό το υπέροχο

πλάσμα; Δεν ήταν φτιαγμένος από πέτρα.Μαντεύοντας, όμως, ότι αυτό το εξωφρενικά αποκαλυπτικό μπικίνι είχε αγοραστεί για να φορεθεί

μόνο μπροστά σ’ εκείνον, ένιωσε, μαζί με τον πόθο, να φουντώνει και ο θυμός μέσα του.Ίσως αυτός ήταν ο σκοπός της, σκέφτηκε. Να τον κάνει να τρώει απ’ την παλάμη της, όπως όλοι οι

άλλοι ανόητοι για τους οποίους είχε μιλήσει νωρίτερα. Για να νιώσει την ικανοποίηση να τον δει νασέρνεται στα πόδια της όπως οι υπόλοιποι.Δε σκόπευε, όμως, να γυμνωθεί έτσι μπροστά στους οικοδεσπότες τους, γι’ αυτό ήταν βέβαιος.

Τώρα μπορούσε να εξηγήσει τους δισταγμούς της πριν βγάλει το παρεό και πέσει στην πισίνα.Παρά το θυμό και τον ερεθισμό του, όμως, κάποιο γενναιόψυχο κομμάτι του εαυτού του θαύμαζε

το κουράγιο της. Ήταν μια έξυπνη νέα γυναίκα –πολύ πιο έξυπνη απ’ ό,τι πίστευε αρχικά εκείνος–,ποιο ήταν λοιπόν το κίνητρό της; Να τον δει να ταπεινώνεται επειδή είχε πει ότι δεν την ήθελε; Γιατί,παρά τη σιδερένια θέλησή του, είχε φτάσει στα όρια της αντοχής του. Ή μήπως σχεδίαζε να τοναποπλανήσει και μετά να τον γελοιοποιήσει;Μια ανατριχίλα διέτρεξε το κορμί του Κέιν καθώς σκεφτόταν ότι η Σάνον ήταν ίσως μια μικρή,

ασυνείδητη πλανεύτρα εξαιτίας της οποίας η γυναίκα ενός άλλου άντρα είχε αποπειραθεί ν’αυτοκτονήσει. Ότι διασκέδαζε κάνοντας τους άντρες να σέρνονται στα πόδια της. Αν ήταν αλήθειααυτό, τότε το καλύτερο θα ήταν να παίξει το παιχνίδι της, φροντίζοντας να έχει εκείνος τον έλεγχο.Ρίχνοντας μια ματιά στην άκρη της πισίνας, η Σάνον βγήκε στην επιφάνεια και τίναξε τα νερά απ’

το πρόσωπό της. Είδε τον Κέιν να την κοιτάζει απ’ την πέργκολα συλλογισμένος.Η Έστερ έβγαινε απ’ το σπίτι κρατώντας ένα δίσκο. Ευτυχώς, ήταν μέσα όταν είχε βγει η Σάνον

απ’ το δωμάτιο της Έμιλι φορώντας σχεδόν τίποτα. Δεν ήθελε να τους σοκάρει, συνειδητοποίησε,αλλά το είχε κάνει, αν έκρινε απ’ τις αντιδράσεις του Μπαρτ και του Κέιν όταν είχε αφήσει το παρεόνα πέσει κάτω.Τώρα, η προσοχή του Μπαρτ είχε στραφεί στον καφέ που είχε φέρει η γυναίκα του και η Έμιλι

κολυμπούσε –σιωπηλή επιτέλους– στην άλλη άκρη της πισίνας. Η Σάνον ένιωσε το κορμί της ναπάλλεται απ’ τον πόθο που έβλεπε στα μάτια του Κέιν.Τον είχε ερεθίσει, αλλά τον είχε επίσης εξοργίσει, αυτό ήταν ολοφάνερο. Τον είχε ντροπιάσει

μπροστά στους φίλους και συνεργάτες του και το ένστικτο της Σάνον έλεγε ότι αυτή τη φορά δε θατη γλίτωνε τόσο φτηνά.

Page 160: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Τα βρεγμένα μαλλιά της έλαμπαν κάτω απ’ τον ήλιο. Η Σάνον ένιωθε παγιδευμένη απ’ τιςαντιδράσεις του δικού της κορμιού, αλλά τον κοίταξε με σταθερό βλέμμα, αποφασισμένη να μηντον αφήσει να το καταλάβει. Μετά, όμως, η Έμιλι φώναξε το όνομά της καθώς την πλησίαζε και ηΣάνον διέκρινε ένα ανεπαίσθητο χαμόγελο στα χείλη του Κέιν, κάτι σαν αποδοχή της πρόκλησης, κιένιωσε ένα ρίγος να διατρέχει τη ραχοκοκαλιά της καθώς του γύριζε την πλάτη.

* * *«Πρέπει να ξανάρθεις», της είπε η Έστερ έξω απ’ τη βίλα περίπου μια ώρα αργότερα. Η Σάνονμπορούσε να δει ότι ήταν μια ειλικρινής πρόσκληση.Στέκονταν δίπλα στο ανοιχτό αμάξι, περιμένοντας τον Μπαρτ και τον Κέιν. Οι δυο άντρες

μιλούσαν ακόμα κάτω απ’ τη μεγάλη στοά της βίλας. Η Έμιλι είχε μείνει μαζί τους και η Σάνον δεχρειαζόταν να μαντέψει γιατί.«Συγνώμη για τη συμπεριφορά της Έμιλι», είπε η Έστερ σαν να είχε διαβάσει τις σκέψεις της

Σάνον. «Είναι ανησυχητικά ερωτευμένη με τον Κέιν. Ελπίζω να μη σ’ ενόχλησε».«Όχι», απάντησε η Σάνον φιλικά. Γιατί να μ’ ενοχλήσει, σκέφτηκε θλιμμένα. Δεν είμαι η γυναίκα

της ζωής του. Ήταν ολοφάνερο, όμως, ότι αυτό πίστευε η Έστερ.«Ο Μπαρτ κι εγώ ανησυχούμε για τον Κέιν. Είναι τόσο εργασιομανής, αν και όπως φαίνεται αυτό

τον θρέφει. Και πρέπει να παραδεχτώ ότι δείχνει εξαιρετικά καλά».Γύρισαν και οι δύο και κοίταξαν τον ψηλό, μελαχρινό άντρα που άκουγε υπομονετικά κάτι που του

έλεγε ο φλύαρος οικοδεσπότης του. Η Έμιλι κοίταζε με λατρεία τον Κέιν.«Είναι ωραίο δείγμα αρσενικού». Η Έστερ χαμογέλασε στη Σάνον. «Ψύχραιμος και ατάραχος

εξωτερικά, αλλά δυναμίτης από κάτω. Γίνεται ηφαίστειο όταν θυμώσει, αν και ευτυχώς αυτό δεσυμβαίνει συχνά. Και βρίσκει πάντα χρόνο για τους ανθρώπους που αγαπάει... ειδικά για τη Σόφι».«Για τη Σόφι;» Τα φρύδια της Σάνον έσμιξαν. Ενέκρινε η Έστερ τις ελεύθερες σχέσεις ζευγαριών;

Προφανώς, αφού ήταν ολοφάνερο πως πίστευε ότι εκείνη και ο Κέιν είχαν ερωτικές σχέσεις.«Είναι ένα αξιαγάπητο κοριτσάκι», συνέχισε η Έστερ. «Αλλά ο Κέιν είναι υπερπροστατευτικός

μαζί της. Θα σου έχει πει, φαντάζομαι, ότι γεννήθηκε αργά στο γάμο τους και ήταν μόνο οχτώχρονών όταν πέθαναν οι γονείς τους».«Οι γονείς τους;» ρώτησε η Σάνον σαστισμένη.«Ήταν φοβερό», είπε η Έστερ, αναφερόμενη προφανώς στη χιονοστιβάδα, αλλά η Σάνον δεν την

άκουγε. Η Σόφι, λοιπόν, ήταν...Μια απερίγραπτη χαρά της έκοψε την ανάσα. Αδερφή του; Κι εκείνη πίστευε...«Έρχεται ο Κέιν τώρα».Η Σάνον προσπάθησε να συνέλθει απ’ το σοκ πριν φτάσουν κοντά τους ο Κέιν και ο Μπαρτ. Η

Έμιλι, πρόσεξε, κρεμόταν κυριολεκτικά απ’ το μπράτσο του.«Θα έρθεις πάλι σύντομα, ελπίζω, Κέιν;» είπε σχεδόν ικετευτικά. «Κι εσύ, Σάνον», πρόσθεσε. «Να

πείσεις τον Κέιν να σε φέρει μαζί του».Η Σάνον προσπάθησε να χαμογελάσει, αλλά δεν ήταν εύκολο καθώς έβλεπε τη σκληρή έκφραση

στα μάτια του Κέιν. Φιλενάδα ή όχι, δε σκόπευε να την ξαναφέρει εδώ –ή να την πάει οπουδήποτεαλλού– με τη θέλησή του.Καθισμένη δίπλα του αυτή τη φορά, στα πίσω καθίσματα της Μερσέντες, με τα ψώνια της

μεταφερμένα στο πορτ μπαγκάζ, η Σάνον δεν ένιωθε καθόλου άνετα. Ο Κέιν δεν της είχε πει λέξη σ’όλο το ταξίδι της επιστροφής, αν και οι λίγες κουβέντες που είχε ανταλλάξει με τον Στεφάν ήταν

Page 161: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

φιλικές και σε ήρεμο τόνο.«Δε μου είπες ότι η Σόφι είναι αδερφή σου», τον προκάλεσε η Σάνον όταν έφτασαν στην

προκυμαία, αρπάζοντας τις τελευταίες τσάντες που δεν είχε βγάλει ακόμα εκείνος απ’ το πορτμπαγκάζ.«Δε με ρώτησες».Καθώς το αμάξι απομακρυνόταν, ο Κέιν γύρισε απότομα και άρχισε να περπατάει με μεγάλες

δρασκελιές, προσπερνώντας τα διάφορα σκάφη. Τα νερά ήταν ήρεμα και στο μικρό θέρετροεπικρατούσε μια γαλήνη που τόνιζε πιο πολύ τα οξυμένα πνεύματα ανάμεσα σ’ εκείνη και τον Κέιν.Ήταν ακόμα θυμωμένος μαζί της για τον τρόπο που είχε συμπεριφερθεί στο σπίτι των φίλων του.

Το στομάχι της σφίχτηκε όταν ξαφνικά εκείνος σταμάτησε και της έκανε νεύμα –ευγενικός κάτωαπό οποιεσδήποτε συνθήκες– ν’ ανεβεί πρώτη στο γιοτ.Η Σάνον ήθελε να του πει πού να βάλει το γιοτ του... και τον ιπποτισμό του! Ότι από δω μπορούσε

να φτάσει μόνη της σπίτι! Αλλά δεν μπορούσε, σκέφτηκε απελπισμένη. Ο εγωισμός ήταν μεγάληπολυτέλεια όταν η πιστωτική σου κάρτα είχε αποσυρθεί και οι οικονομίες σου είχαν απορροφηθείστην προσπάθειά σου να βοηθήσεις άλλους ανθρώπους. Όταν δεν είχες λεφτά ούτε για ένααεροπορικό εισιτήριο. Και βέβαια, δε θα δεχόταν ποτέ να τηλεφωνήσει στον πατέρα της και να τουζητήσει βοήθεια. Γι’ αυτό η Σάνον ανέβηκε στο σκάφος, έτοιμη για λογομαχία.Ο Κέιν πάτησε ένα κουμπί και οι πόρτες του εξώστη άνοιξαν. Η Σάνον πέρασε μέσα χωρίς να τον

κοιτάξει και μπήκε στο πολυτελές σαλόνι.Οι ήχοι της μέρας έσβησαν όταν οι πόρτες ξανάκλεισαν και η εκκωφαντική σιωπή που ακολούθησε

έκανε την καρδιά της να χτυπάει σαν τρελή. «Θα πάω να κάνω ένα ντους», ψέλλισε η Σάνον.Προχωρώντας αθόρυβα πάνω στο παχύ χαλί, είχε φτάσει στη σκάλα που οδηγούσε στο μαγειρείο,

όταν ένιωσε τα δυνατά δάχτυλα του Κέιν στο μπράτσο της.«Όχι, δε θα πας ακόμα!»«Τι νομίζεις ότι κάνεις;» Η Σάνον ένιωσε φόβο καθώς γύρισε και είδε τη σκοτεινιασμένη έκφρασή

του. «Άσε με!»«Όχι πριν μου πεις τι ήταν αυτή η μικρή παράσταση που έδωσες σήμερα».Η Σάνον ξεροκατάπιε. «Δεν ξέρω τι εννοείς».«Όχι;» Να ανανεώσω εγώ τη μνήμη σου. ‘‘Δε φαντάζεσαι πόσο απολίτιστοι γίνονται όταν είναι

πεινασμένοι’’», της υπενθύμισε ο Κέιν τη φράση που είχε πει στην Έμιλι, κάνοντάς τη να κοκκινίσειαπό ντροπή. «Και αργότερα... στην πισίνα».«Στην πισίνα;» Η Σάνον ένιωθε τόσο ταπεινωμένη, που η μόνη λύση ήταν να στέκεται εκεί και να

δείχνει ότι δεν ήταν. «Τι συμβαίνει, Κέιν; Μη μου πεις ότι σοκαρίστηκες».Κάπου στο μαγειρείο, ένας θερμοστάτης κουδούνισε, σαν μια μικρή φωνή που την προειδοποιούσε

να μην κάνει ανοησίες.«Δεν έχει σημασία πώς ένιωσα εγώ», είπε εκείνος. «Αλλά η Έστερ και ο Μπαρτ είναι φίλοι μου».Η Σάνον ήθελε να σωριαστεί σε μια γωνιά και να πεθάνει. Αντί γι’ αυτό, τίναξε πίσω το κεφάλι της,

κάνοντας τα χρυσαφένια μαλλιά της να χοροπηδήσουν πάνω στο κάτασπρο δέρμα της ζακέτας της.«Δεν έδειξαν ότι τους πείραξε», είπε με ψεύτικη αμεριμνησία.«Γιατί είναι πολύ ευγενικοί και δεν αντιδρούν όταν ένα τολμηρό παλιοκόριτσο αποφασίζει να κάνει

επίδειξη μπροστά τους».«Δεν έκανα επίδειξη».«Αλήθεια; Τότε τι θα το έλεγες;» Το πρόσωπό του είχε ασπρίσει απ’ το θυμό και η Σάνον είδε ένα

Page 162: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

νεύρο να συσπάται στο σαγόνι του. «Αυτή η μικρή παράσταση στην πισίνα ήταν κατάλληλη μόνογια τη θάλασσα ή την κρεβατοκάμαρα... και το ξέρεις! Και μετά απ’ όλη αυτή τη συμπεριφορά σουδε θα έχουν καμιά αμφιβολία ότι είμαστε εραστές!»Αυτή ήταν λοιπόν η καρδιά του θέματος, σκέφτηκε η Σάνον. Γιατί αυτό ήταν το τελευταίο πράγμα

που θα ήθελε ο Κέιν!«Ω Θεέ μου!» είπε η Σάνον με πικρία και, τραβώντας απότομα το χέρι της, κατέβηκε απ’ τις σκάλες

στη δική της καμπίνα και μπήκε απ’ την ανοιχτή πόρτα μέσα πριν καταλάβει ότι ο Κέιν την είχεακολουθήσει.«Για όνομα του Θεού, Σάνον!» Το χέρι του την άρπαξε πάλι, σταματώντας τη. «Δεν καταλαβαίνεις

ότι μ’ αυτή τη συμπεριφορά σου επιβεβαιώνεις όλα όσα έχουν γράψει για σένα οι εφημερίδες;»«Δε με νοιάζει!» Δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια της Σάνον, γιατί το μόνο που την ενδιέφερε ήταν η

δική του εκτίμηση.«Με νοιάζει εμένα όμως!» φώναξε οργισμένος ο Κέιν.«Γιατί;» τον προκάλεσε με πικρία, συνειδητοποιώντας ότι η ίδια είχε σκοτώσει και τη λίγη

εκτίμηση που ίσως είχε αρχίσει ο Κέιν να έχει για κείνη. «Επειδή αμαύρωσα την άμεμπτη φήμησου;»«Τη δική σου φήμη σκέφτομαι, μικρή ανόητη! Πότε θα ωριμάσεις και θα καταλάβεις ότι δε

χρειάζεται να γίνεσαι εξωφρενική για να τραβήξεις την προσοχή ενός άντρα;»«Την προσοχή ενός άντρα;» Αυτό νόμιζε ο Κέιν ότι έκανε; «Αν προσπαθούσε κάποια να τραβήξει

την προσοχή ενός άντρα, αυτή ήταν εκείνο το αξιολύπητο παιδί, το οποίο αναγκάστηκα να ανεχτώσήμερα το απόγευμα. Αν δεν το πρόσεξες, σε ικέτευε να την προσέξεις».«Κι εσύ όχι;»«Όχι!» Ο Κέιν την είχε αφήσει και η Σάνον μπήκε στην καμπίνα.«Αυτό ακριβώς δεν προσπαθείς να κάνεις...» Ο Κέιν έδειξε τις τσάντες που κρατούσε στο χέρι του.

«...με αυτά...» Το βλέμμα του στράφηκε στο εφαρμοστό δερμάτινο κοστούμι. «...και μ’ αυτό;»«Όχι!»Ο Κέιν πέταξε τις τσάντες πάνω στο κρεβάτι και προχώρησε αργά προς το μέρος της. «Όπως

επισήμανες κι εσύ, όλοι περάσαμε απ’ τα δεκαεφτά», της είπε, θυμίζοντάς της τι είχε πει εκείνη γιατην Έμιλι. «Και κανένας ώριμος άντρας δεν παρεξηγεί ό,τι λέει ένα ερωτευμένο έφηβο κοριτσάκι.Αλλά εσύ είσαι μεγαλύτερη και ξέρεις καλύτερα, Σάνον. Ήξερες πολύ καλά τι έκανες».«Ήξερα;» Η Σάνον έκανε μερικά βήματα πίσω, αλλά έπεσε πάνω στο ξύλο της τουαλέτας. Ναι,

ήξερε πολύ καλά τι έκανε! Αλλά τώρα δεν ήξερε πώς ν’ αντιμετωπίσει τις συνέπειες. «Δενκαταλαβαίνω τι εννοείς», ψέλλισε.Όχι;» Το χαμόγελο του Κέιν ήταν θλιμμένο. «Τότε νομίζω ότι ήρθε η ώρα να σου δείξω».

Page 163: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

Ένας μικρός ήχος ξέφυγε απ’ τα χείλη της και μια προειδοποιητική λάμψη πέρασε απ’ τα μάτια της,αλλά ο Κέιν τα αγνόησε και τα δύο καθώς την τραβούσε πάνω του, παγιδεύοντας τα λεπτά χέρια τηςστο ζεστό, σκληρό στέρνο του.Η Σάνον προσπάθησε ν’ αντισταθεί, γυρίζοντας το κεφάλι της για ν’ αποφύγει το στόμα του. Αλλά

το ένα του χέρι είχε περάσει μέσα στα μαλλιά της και τραβούσε πίσω το κεφάλι της. Και τώρα δενμπορούσε να κάνει τίποτ’ άλλο παρά να δεχτεί την τιμωρία του φιλιού του.Καθώς το στόμα του αιχμαλώτιζε το δικό της, η Σάνον έπνιξε μια διαμαρτυρία. Θεέ μου! Τον

ήθελε! Αλλά όχι έτσι! Όχι με οργή, σκέφτηκε, προσπαθώντας ακόμα ν’ αντισταθεί καθώς ο Κέιν τηγύριζε και την έριχνε πάνω στο κρεβάτι.Μπορεί να συνέχιζε ν’ αντιστέκεται στα ένστικτα που της φώναζαν ν’ αφεθεί στις επιθυμίες του

κορμιού της. Αλλά όταν ο Κέιν έπεσε πάνω της κι ένιωσε την πίεση του κορμιού του, η Σάνονέβγαλε μια πνιχτή κραυγή και ανταποκρίθηκε λαίμαργα στο φιλί του.Θεέ μου, πόσο καιρό το ήθελε αυτό! Απ’ την πρώτη στιγμή που είχε μπει στο γραφείο και τον είχε

δει, ονειρευόταν να τον κάνει να τη θέλει...Τα χέρια του είχαν περάσει κάτω απ’ τη ζακέτα της και χάιδευαν τη γυμνή μέση της, η ανάσα της

Σάνον έβγαινε ρηχή... κι όταν ο Κέιν σήκωσε το μικρό μπουστάκι και αποκάλυψε το στήθος της,ένιωσε τις θηλές της να ερεθίζονται και σφίχτηκε πιο πολύ πάνω του.Το στόμα του ήταν καυτό πάνω στη σάρκα της κι ένα άγριο κύμα πόθου σάρωσε το είναι της. Η

Σάνον κινήθηκε ανήσυχη από κάτω του, τρίβοντας τους γοφούς της στους δικούς του. Ο εμφανήςερεθισμός του την έκανε να νιώσει ρίγη χαράς, όπως και ο τρόπος που βόγκηξε ο Κέιν όταν τα χέριατης γλίστρησαν κάτω απ’ το πουκάμισό του που το είχε τραβήξει απ’ τη ζώνη του παντελονιού του.Ο Κέιν τράβηξε το φερμουάρ του παντελονιού της, κάνοντάς τη να χάσει τα λογικά της.«Ω Κέιν, σε παρακαλώ!»Η γεμάτη πάθος ικεσία της τον επανέφερε στην πραγματικότητα. Θεέ μου, τι έκανε; Ο Κέιν σήκωσε

το κεφάλι του να την κοιτάξει· τα μαλλιά του ήταν ανακατεμένα, το πρόσωπό του ξαναμμένο απ’τον πόθο.Έδειχνε σαν έκπτωτος άγγελος, σκέφτηκε, πιάνοντας μια τούφα απ’ τα μπερδεμένα μαλλιά της και

τυλίγοντάς τα στο δάχτυλό του. Ανέγγιχτη ακόμα, με εξαίρεση τα φουσκωμένα απ’ το φιλί τουχείλη της και τα πανέμορφα μάτια – βαριά από τον πόθο– που τον κοίταζαν σαν να τονπαρακαλούσαν να την οδηγήσει στον παράδεισο. Κι ένας Θεός ήξερε πόσο ήθελε εκείνος να τοκάνει. Αλλά την είχε φέρει εδώ χωρίς τη συγκατάθεσή της, υπενθύμισε ο Κέιν στον εαυτό του. Καιδε θα άφηνε αυτή τη μικρή σειρήνα να τον ξελογιάσει για τη δική της εγωιστική ικανοποίηση. Και ναγίνει άλλο ένα ασήμαντο φτερό στο καπέλο της. Τώρα ήταν αναγκασμένος να παραδεχτεί ότι τηνήθελε πάρα πολύ και για πάρα πολύ καιρό.Τη φίλησε τρυφερά στο μέτωπο. «Όχι», είπε αποφασιστικά καθώς σηκωνόταν.Το σοκ έβγαλε τη Σάνον απ’ το λήθαργό της. «Όχι;» Η φωνή της έτρεμε καθώς στηριζόταν στον

έναν της αγκώνα και κοίταζε ερευνητικά το πρόσωπό του. Δεν μπορούσε να το πιστέψει. «Τιεννοείς, όχι;»

Page 164: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Έδειχνε τόσο πληγωμένη και ξαφνιασμένη, που ο Κέιν ήθελε να πέσει δίπλα της, να την πάρει πάλιστην αγκαλιά του και να σβήσει τον πόνο απ’ το όμορφο πρόσωπό της. Να την οδηγήσει στα ύψητης έκστασης, ικανοποιώντας ταυτόχρονα και το δικό του αβάσταχτο πόθο.Αντί γι’ αυτό, έμεινε εκεί που βρισκόταν.«Όσο κι αν μπαίνω στον πειρασμό να ξεχάσω τις αρχές μου και το γεγονός ότι σε έφερα εδώ παρά

τη θέλησή σου, δε συνηθίζω να παίζω με τις κόρες συνεργατών μου. Ακόμα κι αν είναι τόσοόμορφες και τόσο πρόθυμες όσο εσύ, αξιολάτρευτη Σάνον μου. Ξέρω ότι αυτό μπορεί να επηρεάσειαρνητικά μια καλή επαγγελματική σχέση».«Παλιο...» Κάτι έλαμψε στα μάτια της, κάνοντάς τα να δείχνουν σαν σκούρα πολύτιμα πετράδια.

Δεν μπορούσε να της το κάνει αυτό. Δεν μπορούσε! «Από πότε απέκτησες αρχές;» τον ρώτησε,τραβώντας το μπουστάκι της καθώς ανασηκωνόταν.«Πριν πέντε λεπτά», αποκρίθηκε ο Κέιν στωικά, παρατηρώντας πώς έτρεμαν τα χέρια της που

προσπαθούσαν να κλείσουν το φερμουάρ του παντελονιού της.«Κάθαρμα», είπε η Σάνον, νιώθοντας τα μάγουλά της να φουντώνουν απ’ την οργή. Είχε ξαναβρεί

την επιθετικότητά της και ο Κέιν την προτιμούσε έτσι. Τον έκανε να νιώθει λιγότερες ενοχές.Λιγότερο κάθαρμα.«Θα ήμουν μεγαλύτερο κάθαρμα αν έπαιρνα αυτό που τόσο γενναιόδωρα μου πρόσφερες», της

είπε. «Αλλά πρέπει να παραδεχτείς ότι φέρθηκα αρκετά ιπποτικά».Γιατί; Επειδή δεν ένιωθε τίποτα για κείνη; «Ιπποτικά!» Η Σάνον ένιωθε ντροπή και απογοήτευση,

αλλά αυτό δεν ήταν τίποτα μπροστά στον πόνο που της προκαλούσε τούτη η σκέψη.«Έτσι νομίζω». Στεκόταν εκεί σαν κάποιο είδος υπερανθρώπου, μ’ ένα σαρκαστικό χαμόγελο στα

αισθησιακά χείλη του. «Στο κάτω κάτω», της είπε ανέκφραστος, «δεν είναι αυτό που είχες σχεδιάσειγια μένα;»Η Σάνον τον κοίταξε αιφνιδιασμένη. Ήταν; Είχε φανταστεί ότι μπορούσε να ξυπνήσει το πάθος και

τα κτηνώδη ένστικτά του χωρίς να πέσει η ίδια θύμα αυτών των δυνατών επιθυμιών;Άθελά της, το βλέμμα της γλίστρησε χαμηλά στο κορμί του. Ήταν ερεθισμένος. Την ήθελε ακόμα

και δεν είχε σημασία που κι εκείνη τον ήθελε σαν τρελή! Δεν την εκτιμούσε ούτε τη συμπαθούσε,σκέφτηκε η Σάνον θλιμμένα. Γι’ αυτό δε θα υπέκυπτε ποτέ στον πόθο του για κείνη, όπως πίστευεπροφανώς ότι είχαν κάνει τόσοι άλλοι άντρες, όσο πολύ κι αν την ήθελε.«Φύγε», του είπε ψιθυριστά, νιώθοντας ταπείνωση και ντροπή.

* * *Οι Κάννες ήταν όπως τις θυμόταν η Σάνον από προηγούμενες επισκέψεις της, μια πόλησυναρπαστική, πολυτελής, υπέροχη. Τα παρτέρια με τα λουλούδια ήταν ολάνθιστα στηνπλαισιωμένη με φοίνικες λεωφόρο και τα υπερπολυτελή κτίρια με τις πολύχρωμες σημαίες τουςμιλούσαν για την περίοδο μεγαλοπρέπειας και ακμής τους στις αρχές του προηγούμενου αιώνα.Εκείνη πίστευε ότι ανήκε σ’ αυτό τον κόσμο, σκέφτηκε η Σάνον, περπατώντας με τον Κέιν στο

δρόμο, κοιτώντας τις Πόρσε, τις Λαμποργκίνι, τα πολυτελή ξενοδοχεία, τις γκαλερί και τις μπουτίκμε ρούχα επώνυμων σχεδιαστών. Κι όμως, δεν ανήκε. Δεν ανήκε πουθενά και σε κανέναν.Απροσάρμοστη, σκέφτηκε, κοιτώντας πίσω απ’ τα σκούρα γυαλιά τις σειρές από ροζ ομπρέλες στηγεμάτη κόσμο αμμουδιά και τα νωθρά βουνά πίσω απ’ τη θάλασσα.«Γιατί δείχνεις τόσο θλιμμένη;»Δεν του ξέφευγε τίποτα, σκέφτηκε η Σάνον απελπισμένη.

Page 165: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Δε χρειάζεται να μου βρεις ξενοδοχείο», του είπε, αποφεύγοντας την ερώτησή του, μη θέλονταςνα του αποκαλύψει τις σκέψεις της. «Καλύτερα να μείνω στο σκάφος». Θα το παρέδιδε το άλλοπρωί, γι’ αυτό ο Κέιν είχε προτείνει να της βρει ξενοδοχείο... για να είναι πιο άνετα. Η υποψία, όμως,ότι ήθελε να την ξεφορτωθεί μια ώρα αρχύτερα της προκαλούσε αβάσταχτο πόνο. «Απ’ την άλλη,θα μπορούσα ν’ ανταλλάξω το ρολόι μου εκεί πέρα...» Η Σάνον έδειξε το ακριβό κοσμηματοπωλείοστην απέναντι πλευρά του δρόμου. «Θα έπαιρνα αρκετά λεφτά για ένα αεροπορικό εισιτήριο».«Θα μπορούσες», συμφώνησε ο Κέιν. «Αλλά δε θα το κάνεις».«Τι σε κάνει να είσαι τόσο βέβαιος;»«Πρώτα απ’ όλα, έχεις ήδη δεχτεί την πρόσκλησή μου γι’ αυτή την εκδήλωση απόψε».Μόνο επειδή ήταν ένα φιλανθρωπικό δείπνο με οικοδεσπότη έναν απ’ τους παλιούς πελάτες της

Μπουβιέ, σκέφτηκε η Σάνον. Για κανέναν άλλο λόγο.«Και ξέρω ότι δε λες ποτέ όχι όταν πρόκειται για καλό σκοπό. Ξέρω, επίσης, ότι αυτό το ρολόι

ανήκε στη μητέρα σου και ο Ράνολφ σου το έδωσε στα δέκατα όγδοα γενέθλιά σου. Ήρθες στογραφείο εκείνη τη μέρα και μου το έδειξες».Ναι, έτσι ήταν. Η Σάνον θυμήθηκε πώς το είχε χρησιμοποιήσει σαν δικαιολογία για να του μιλήσει.

Της έκανε εντύπωση που το θυμόταν ο Κέιν, όμως, αφού εκείνη αργότερα είχε σκεφτεί πόσο ανόητηήταν που πίστευε ότι θα τον ενδιέφερε κάτι τόσο ασήμαντο όσο τα γενέθλιά της.«Τότε... θα μπορούσες να μου δώσεις εσύ λεφτά για ένα εισιτήριο».«Όχι», απάντησε ο Κέιν ξερά.«Εκμεταλλεύεσαι την κατάστασή μου».Ο Κέιν γέλασε. «Ακριβώς».«Γιατί;» ρώτησε η Σάνον, παρατηρώντας πώς γύριζαν οι περαστικοί και τους κοίταζαν και τους

δύο. Προφανώς θα σκέφτονταν πόσο ταιριαστό ζευγάρι ήταν. «Για να μου δώσεις άλλο ένα μάθημα,ταπεινώνοντάς με;»«Δεν είχα καταλάβει ότι αυτό έκανα. Δεν είχα ποτέ και δεν έχω καμιά πρόθεση να σε ταπεινώσω,

Σάνον».Αλλά το είχε κάνει, σκέφτηκε εκείνη με πόνο καθώς θυμόταν τη σκηνή στην καμπίνα της όταν

γύρισαν απ’ τη βίλα των Κόλτρεϊν χθες. Και πώς οι ανόητες ελπίδες της να τον κάνει να λυγίσειείχαν γίνει μπούμερανγκ για κείνη... με τον πιο εξευτελιστικό τρόπο.Του χάρισε ένα φωτεινό χαμόγελο, αλλά τα χείλη της έτρεμαν. «Χαίρομαι». Ένιωσε τα μάτια της

να πλημμυρίζουν δάκρυα και προσπάθησε να τα καταπιεί, γιατί ντρεπόταν. «Δε θα ήθελα να μάθω τιθα έκανες αν είχες αυτή την πρόθεση».

* * *Η εκδήλωση εκείνο το βράδυ ήταν μια αστραφτερή γιορτή στην αίθουσα χορού ενός απ’ τα πιοπολυτελή ξενοδοχεία του θερέτρου.«Θα χρειαστείς ένα φόρεμα για απόψε», της είχε πει ο Κέιν νωρίτερα. Αλλά η Σάνον δεν ένιωσε

τόση ικανοποίηση όση ήλπιζε ότι θα ένιωθε όταν το διάλεγε χθες, λέγοντάς του ότι της είχε ήδηαγοράσει.Το φόρεμα, σ’ ένα απαλό, διαφανές ύφασμα, είχε άσπρο μπούστο με λεπτά κορδόνια, βαθύ

ντεκολτέ και οι κυματιστές πτυχές της φούστας ήταν σε άσπρο και σταχτογκρί και κατέληγαν σ’ έναδαντελωτό στρίφωμα. Είχε μαζεμένα ψηλά τα μαλλιά της, αφήνοντας δυο χρυσαφένιες τούφες ναπέφτουν στο πρόσωπό της. Στο λαιμό και τα αυτιά της φορούσε λεπτοδουλεμένα ασημένια

Page 166: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

κοσμήματα, τα οποία της είχε αγοράσει ο Κέιν εκείνο το απόγευμα. Και στα πόδια της φορούσε ταασημένια ψηλοτάκουνα σανδάλια που είχε αγοράσει για το δερμάτινο κοστούμι της.Τώρα, μετά το δείπνο, η Σάνον στεκόταν δίπλα στον Κέιν με μια παρέα και θυμόταν την αντίδρασή

του όταν την είχε δει ν’ ανεβαίνει απ’ την καμπίνα της στο σαλόνι νωρίτερα.«Δείχνεις... εκθαμβωτική», της είχε πει.Προσπαθώντας ν’ αγνοήσει την έξαψη που της είχαν προκαλέσει τα λόγια του, η Σάνον είχε

ψελλίσει σαστισμένη: «Κι εσύ το ίδιο».Η Σάνον είχε προσέξει την ώρα του δείπνου πόσα γυναικεία κεφάλια στρέφονταν προς το μέρος

που καθόταν ο Κέιν και πόσα ζευγάρια γυναικεία μάτια τον καταβρόχθιζαν σαν νόστιμο επιδόρπιο.Υπήρχαν ομιλίες, παρουσιάσεις και ευχαριστίες σε μεγάλους δωρητές και τώρα, καθώς στέκοντανόλοι σε παρέες και φλυαρούσαν, η Σάνον γύρισε το κεφάλι της, ακούγοντας ξαφνικά να φωνάζουντο όνομά της.«Γουίλ!»Ο ψηλός άντρας που πλησίασε τη συντροφιά έσκυψε και τη φίλησε στο μάγουλο.«Κέιν, να σου συστήσω τον Γουίλ Ρέινολντς, έναν... ένα φίλο μου», είπε η Σάνον διστακτικά, πριν

γνωρίσει τον Κέιν στον άλλον άντρα. Και δεν μπόρεσε να καταλάβει γιατί εκείνος είχεσυνοφρυωθεί.Ο Κέιν χαιρέτησε σχεδόν ψυχρά τον Γουίλ. Φίλος, είχε πει η Σάνον. Αλλά χωρίς να του εξηγήσει

πού τον είχε γνωρίσει ή γιατί πίστευε αυτός ο τύπος ότι μπορούσε να τη φιλάει. Χρειαζόταν να τουδώσει μερικές απαντήσεις. Αμέσως μετά, όμως, σκέφτηκε ότι δεν είχε κανένα δικαίωμα.«Πρέπει να πω ότι δείχνεις πολύ καλύτερα απ’ ό,τι όταν ήμαστε εκεί πέρα», είπε ο άντρας. Ο Κέιν

πρόσεξε ότι αυτός ο τύπος, ο Γουίλ, έδειχνε γερασμένος, παρ’ όλο που δε θα ήταν μεγαλύτερος απόκείνον. Πρόσεξε, επίσης, πώς κοίταζε τη Σάνον. «Ο Πιρς σου στέλνει την αγάπη του. Ανησυχούσεγια σένα. Όλοι ανησυχούσαμε. Μας έλειψες».«Κι εσείς μου λείψατε». Το χαμόγελο της Σάνον ήταν γνήσιο. «Πες του ότι είμαι καλά τώρα».Η έκφραση της Σάνον ήταν νοσταλγική και σοβαρή. Ήταν, άραγε, σοβαρή η σχέση της με τον

Πιρς; αναρωτήθηκε ο Κέιν. Παρ’ όλο που του είχε πει ότι ήταν παντρεμένος; Νιώθοντας ντροπή γιατον εαυτό του, ο Κέιν συνειδητοποίησε ότι ήθελε να δώσει γροθιά στον Γουίλ επειδή μετέφερε στηΣάνον την αγάπη του άλλου άντρα.«Πόσο σκοπεύεις να την κρατήσεις μακριά μας, Κέιν;» Αυτός ο φιλικός διάβολος του μιλούσε σαν

να ήταν παλιοί φίλοι. «Πιλότοι αποστολών ανθρωπιστικής βοήθειας τόσο αφοσιωμένοι...» Πέρασετο ένα του χέρι γύρω απ’ τους ώμους της Σάνον. «...είναι πιο πολύτιμοι κι από χρυσάφι εκεί στοΠερού».«Πιλότοι ανθρωπιστικής βοήθειας;»Η Σάνον κατάπιε το σάλιο της καθώς τα γαλάζια μάτια του Κέιν την κοίταζαν ερευνητικά.«Απ’ τους καλύτερους», συνέχισε ο Γουίλ, χωρίς να πάρει είδηση την αμηχανία της Σάνον και την

έκπληξη του Κέιν. «Καμιά αποστολή δεν ήταν πολύ επικίνδυνη... καμιά δουλειά πολύ σκληρή για τηΣάνον».«Είμαι σίγουρη ότι ο Κέιν δε θέλει να κάθεται εδώ και να σ’ ακούει να εκθειάζεις τις αρετές μου,

Γουίλ!» είπε η Σάνον, γελώντας νευρικά. Δεν ήθελε να μιλάει με τόσο επαινετικά λόγια για κείνη οΓουίλ μπροστά στον Κέιν.«Συγνώμη...» Ο Γουίλ τους κοίταξε, μια τον έναν και μια τον άλλον, παρατηρώντας τελικά την

τεταμένη ατμόσφαιρα. «Δεν είχα καταλάβει...» Έριξε μια απολογητική ματιά στον Κέιν. «Δεν...

Page 167: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ήξερες... ότι πετούσε;»«Ήξερα», είπε εκείνος, συνειδητοποιώντας ότι αυτό ήταν προφανώς το μόνο πράγμα που ήξερε για

τη Σάνον.«Θα σας δω αργότερα λοιπόν...»Κανένας απ’ τους δυο δεν αντιλήφθηκε την αποχώρηση του Γουίλ καθώς δυο ζευγάρια γαλάζια

μάτια συγκρούονταν, το ένα επιθετικό, το άλλο αμυντικό.«Γιατί δε μου είπες ότι είχες ασχοληθεί με αποστολές ανθρωπιστικής βοήθειας;» ρώτησε ο Κέιν.Τα δάχτυλα της Σάνον έσφιξαν το ποτήρι που κρατούσαν. «Δεν ήθελα την επιδοκιμασία σου».«Όχι, αλλά σκόπιμα ήθελες να με κάνεις να πιστεύω το χειρότερο για σένα».«Όχι. Εσύ το ήθελες αυτό. Εγώ απλώς σε άφησα να το πιστεύεις».«Όπως θα με είχες αφήσει και να σου κάνω έρωτα χθες;»Ο σφυγμός στο λαιμό της άρχισε να πάλλεται σαν τρελός. Η Σάνον ετοιμάστηκε να δώσει μια

απάντηση, αλλά κάποιος ήρθε να μιλήσει με τον Κέιν. Και αμέσως μετά κάποιος άλλος πήρε τηΣάνον και δεν της δόθηκε η ευκαιρία να του μιλήσει μέχρι πολύ αργότερα.«Έλα», είπε τελικά ο Κέιν, βρίσκοντάς τη σε μια παρέα νεαρών θαυμαστών της απ’ τους οποίους η

Σάνον ήθελε να δραπετεύσει. «Λυπάμαι που θα σας τη στερήσω», είπε στους νεαρούς, «αλλά έχεινα πάρει μια πολύ πρωινή πτήση αύριο».Δε ζητούσε την άδειά τους. Το διέκρινε στην έκφραση του προσώπου του και στον τόνο της φωνής

του. Και θα του είχε πει κάτι, αλλά είχε βαρεθεί να συζητάει και χαιρόταν που θα έφευγαν.Περνούσαν μπροστά απ’ το μπαρ, όταν άκουσε ξαφνικά τις φωνές. Υπερβολικά δυνατές, φωνές

μεθυσμένων.«...αυτή η εταιρεία είναι ξοφλημένη. Θα είχε κιόλας κλείσει αν συνέχιζε όπως πριν ο πολύς και

μέγας Ράνολφ. Είχε διώξει το ένα τρίτο του προσωπικού. Έκοβε απ’ όπου μπορούσε για να γεμίζουνοι δικές του τσέπες... παρέβλεπε την ασφάλεια, έκανε εισαγωγές φτηνών υλικών...»Η Σάνον κατευθυνόταν κιόλας προς το σημείο όπου κάθονταν οι τρεις άντρες, όταν ένιωσε το

απαλό άγγιγμα του Κέιν στον καρπό του χεριού της. «Μη δίνεις σημασία, Σάνον».Εκείνη τον αγνόησε και προχώρησε με τα χείλη σφιγμένα, έτοιμη ν’ αντικρούσει τον άντρα που

μιλούσε και που καθόταν με άλλους δύο στα ψηλά σκαμπό του μπαρ.Ο Κέιν την παρακολουθούσε σαν υπνωτισμένος. Δεν την είχε ξαναδεί τόσο δυνατή και τόσο

ευάλωτη ταυτόχρονα. Η αξιοπρέπειά της ήταν ολοφάνερη, η επιδερμίδα της ήταν χωρίς ψεγάδι, μεεξαίρεση τη μελανιά απ’ το ξύλο που είχαν πετάξει οι διαδηλωτές και η οποία τραβούσε πιο πολύτην προσοχή στην τέλεια ομορφιά της.«Πρώτον», την άκουσε να λέει, «η εν λόγω εταιρεία δεν έπαιζε και δε θα παίξει ποτέ με την

ασφάλεια του κοινού για ίδιον όφελος. Θα μπορούσατε να μηνυθείτε για δυσφήμιση. Και δεύτερον,αν το προσωπικό σκεφτόταν καμιά φορά τι μπορούσαν κι αυτοί να κάνουν για την εταιρεία και όχιμόνο τι μπορούσε να κάνει η εταιρεία γι’ αυτούς, θα είχαν όλοι δουλειές».Οι άντρες τα έχασαν για μια στιγμή. Μετά, όμως, ο πιο θρασύς γύρισε και την κοίταξε επιθετικά.

«Και ποια στο διάβολο είσαι εσύ, μανταμίτσα; Η Μπουβιέ;» Γέλασαν και οι τρεις σαρκαστικά.Προχωρώντας προς το μπαρ για να τη σώσει, ο Κέιν την είδε να σηκώνει ψηλά το κεφάλι της με

αξιοπρέπεια και ν’ απαντάει κοφτά: «Αυτή ακριβώς είμαι».Βλέποντας το αίμα να στραγγίζει απ’ τα πρόσωπα των τριών αντρών, ο Κέιν ένιωσε ένα σφίξιμο

στο στομάχι του. Ήταν περήφανη για την καταγωγή της. Περήφανη για όλα αυτά για τα οποία είχανδουλέψει οι γονείς της και που τώρα τα αντιπροσώπευε εκείνη. Ήθελε να συμμετέχει, αλλά ο

Page 168: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Ράνολφ δεν την είχε αφήσει. Είχε προσπαθήσει να της επιβληθεί, όπως σ’ όλους γύρω του. Μόνοπου η Σάνον δε θα υπέκυπτε στη θέληση κανενός άντρα. Γι’ αυτό είχε βρει το δικό της τρόπο ναφανεί χρήσιμη. Βοηθώντας ανθρώπους που τη χρειάζονταν.Έβλεπε, συνειδητοποίησε ο Κέιν, μια καινούρια Σάνον. Αλλά όχι, όχι μια καινούρια, σκέφτηκε,

επιπλήττοντας τον εαυτό του. Μια Σάνον που ήταν πάντα εκεί, μόνο που εκείνος, προκατειλημμένοςεναντίον της, δεν μπορούσε να τη δει.Οι άντρες είχαν κατεβεί απ’ τα σκαμπό και οι δύο απ’ αυτούς προσπαθούσαν να πείσουν τον τρίτο

να φύγουν αθόρυβα. Εκείνος, όμως, πιο μεθυσμένος απ’ τους άλλους, ήταν αποφασισμένος να πειτην τελευταία λέξη.«Αυτός ο ‘‘επανορθωτής’’, λοιπόν, με τον οποίο σε είδα, αυτός ο δυναμίτης που κάλεσαν για να

αναποδογυρίσει τα πράγματα... σ’ έχει αναποδογυρίσει κι εσένα;» Άρχισε να γελάει με τουπονοούμενό του, αλλά την άλλη στιγμή το γέλιο του κοβόταν και ο άντρας έτρεχε σαν λαγός μαζίμε τους συντρόφους του προς την πόρτα.Ο Κέιν ήταν πίσω της και είχε ακούσει τη συζήτηση, η Σάνον το κατάλαβε απ’ την απειλητική

έκφρασή του. Κι αυτό εξηγούσε τον τρόπο που το έβαλαν στα πόδια οι τρεις μεθυσμένοι άντρες.«Έλα», της είπε με απαλή φωνή, πιάνοντάς την απ’ τον αγκώνα.Η Σάνον έγειρε το κεφάλι της, είδε την τρυφερότητα στο πρόσωπό του κι ένα βαθύ συναίσθημα

σάρωσε το είναι της, ένα συναίσθημα που δε θα μπορούσε να κρύψει ακόμα κι αν προσπαθούσε.Δεν είχε αγαπήσει ποτέ, σκέφτηκε απελπισμένη, κανέναν τόσο πολύ στη ζωή της.«Είναι αλήθεια;» τον ρώτησε ψιθυριστά καθώς ο Κέιν έπαιρνε το λεπτό μεταξωτό σάλι της απ’ την

γκαρνταρόμπα και το περνούσε τρυφερά γύρω απ’ τους ώμους της. «Είναι ξοφλημένη η εταιρεία;»«Όχι».Διέσχιζαν το φουαγιέ όταν μια κάμερα φώτισε ξαφνικά τα πρόσωπά τους. Ο Κέιν έδειχνε έτοιμος

να τον χτυπήσει όταν ο άντρας παραμέρισε μ’ ένα «Ευχαριστώ, δεσποινίς Μπουβιέ», πριν μπει στηναίθουσα χορού.«Το λες για να με παρηγορήσεις», τον προκάλεσε η Σάνον, βγαίνοντας στον καλά φωτισμένο

δρόμο. Ήταν αργά, αλλά κυκλοφορούσε πολύς κόσμος έξω.«Είμαι στην εταιρεία τους τελευταίους δέκα μήνες», είπε ο Κέιν. «Έχε μου εμπιστοσύνη». Την

οδήγησε μέσα απ’ τον κόσμο στην προκυμαία, που έδειχνε πολύ διαφορετική τη νύχτα.«Δεν είσαι απλώς ένα απ’ τα ανώτερα στελέχη του πατέρα μου, έτσι;» είπε η Σάνον. Επανορθωτή

τον είχε αποκαλέσει ο μεθυσμένος άντρας, κάτι που σήμαινε πως εκείνος έδινε τις εντολές. Και πωςαυτό που είχε τυχαία ακούσει η Σάνον απόψε, ότι ο Κέιν είχε εκτοξευτεί στην κορφή επαγγελματικάμετά από κάποιες έξυπνες αγορές μετοχών, ήταν αλήθεια. Και τώρα πουλούσε το ταλέντο του –γιακάποιον κολοσσιαίο μισθό δίχως άλλο– για να κάνει πάλι κερδοφόρα την εταιρεία απ’ την οποία είχεπαραιτηθεί.«Όχι», είπε ο Κέιν. «Με κάλεσαν με μοναδικό σκοπό να λύσω τα προβλήματα της εταιρείας».«Για πόσο καιρό;»«Είπα ότι θα μείνω ένα χρόνο». Ο χρόνος του, λοιπόν, με την εταιρεία τελείωνε, όπως τελείωνε και

μ’ εκείνη, σκέφτηκε η Σάνον μελαγχολικά, γυρίζοντας το θλιμμένο βλέμμα της προς τη θάλασσα.«Αλλά αρκετά για μένα», είπε ο Κέιν. «Τώρα...» Η φωνή του έγινε πιο απαλή. «...πες μου για τοΠερού».Η Σάνον του μίλησε λοιπόν για τη συνάντησή της με τον Πιρς και τη γυναίκα του, που της είχε

μάθει να πετάει στο Μιλάνο, και για τις αποστολές ανθρωπιστικής βοήθειας που αναλάμβαναν στο

Page 169: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

εξωτερικό. «Διάβασα μια έκκλησή τους για εθελοντές μετά τις πλημμύρες στο Περού που σάρωσαναρκετά χωριά και ήθελα να βοηθήσω κι εγώ όσο μπορούσα. Όταν ο Πιρς και η Τζάκι πέταξαν εκεί,πήγα μαζί τους. Είδα τη φτώχεια σε μερικά απ’ αυτά τα μέρη και τις συνθήκες κάτω απ’ τις οποίεςζούσαν οι άνθρωποι εκεί, είδα την απελπισία τους –ειδικά των παιδιών– και αποφάσισα να μείνω».«Και δεν είπες τίποτα». Τα λόγια του έδειχναν έκπληξη και κάτι άλλο. Ήταν εκτίμηση;

αναρωτήθηκε η Σάνον.Ανασήκωσε τους ώμους της. «Δεν έβλεπα κανένα λόγο να σου το πω».Το φεγγάρι δεν ήταν πια τόσο γεμάτο όσο πριν τρία βράδια, πρόσεξε καθώς έφταναν στην

προβλήτα. Έλειπε ένα μικρό κομμάτι, σαν να το είχε αρπάξει κάποιος και να το είχε κόψει.«Οι εφημερίδες αύριο κατά πάσα πιθανότητα θα γράφουν ότι είμαστε εραστές», του είπε με τραχιά

φωνή.«Σε πειράζει;»Ρωτούσε εκείνη αν την πείραζε; «Όχι αν δεν πειράζει εσένα».«Θα περάσει σύντομα», είπε ο Κέιν αδιάφορα.Όπως το μαϊστράλι που φυσούσε απ’ τα βουνά και πάγωνε αυτή την περιοχή το χειμώνα, σκέφτηκε

η Σάνον και ανατρίχιασε.«Έλα».Η ανάσα της πιάστηκε όταν ένιωσε τα χέρια του Κέιν να ρίχνουν απαλά τη ζακέτα του στους ώμους

της. Ήταν ακόμα ζεστή απ’ το κορμί του. Είχε το άρωμα της κολόνιας του.Το γιοτ περίμενε σαν σιωπηλό αρπακτικό, λαμπερό στο φως του φεγγαριού, κομψό και δυναμικό,

το όνειρο ενός εκατομμυριούχου.«Δικό σου είναι, ε;» είπε η Σάνον, αν και δε χρειαζόταν απάντηση.«Ναι».Όπως το ήξερε κατά βάθος απ’ την αρχή.Το σαλόνι ήταν σκοτεινό, μόνο τα μικρά φώτα στο πίσω κατάστρωμα τους βοήθησαν να φτάσουν

εκεί.Ο Κέιν στεκόταν στα σκαλοπάτια με την πλάτη του στις κλειστές πόρτες και δεν μπορούσε να δει

το πρόσωπό του.«Ευχαριστώ που μου δάνεισες τη ζακέτα σου». Η Σάνον άφησε τη ζακέτα να γλιστρήσει απ’ τους

ώμους της, αλλά την κρατούσε ακόμα καθώς πήγαινε προς τον καναπέ. Το άρωμα και η υφή τηςζακέτας ήταν τα μόνα που θα της έμεναν. Γιατί δε θα μπορούσε ποτέ να μπει στην καρδιά αυτού τουάντρα και να τον κάνει να την αγαπήσει όπως τον αγαπούσε εκείνη. Γιατί αύριο θα γύριζαν στηνπατρίδα...«Σάνον...»Ο αισθησιασμός με τον οποίο είχε πει ο Κέιν το όνομά της την ακινητοποίησε. Η Σάνον στάθηκε

εκεί, έχοντάς του γυρισμένη την πλάτη της.Εκείνος στεκόταν ακόμα στην πόρτα, αλλά, με μια έκτη αίσθηση, η Σάνον κατάλαβε τη στιγμή που

κατέβηκε τα σκαλοπάτια μέσα στο σκοτάδι και πλησιάζοντας άγγιξε απαλά το χέρι της.Η καρδιά της παραλίγο να πάψει να χτυπάει και μόνο η δύναμη της θέλησής του την έκανε να

γυρίσει και να τον κοιτάξει. Και την άλλη στιγμή βρισκόταν μέσα στην αγκαλιά του και ο Κέιν τηφιλούσε με λαιμαργία, με πάθος... σαν να μην υπήρχε κανένα εμπόδιο ανάμεσά τους... σαν να μησκόπευε να σταματήσει ποτέ να τη φιλάει.

Page 170: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9

Πιεσμένη πάνω στο καυτό κορμί του, η Σάνον σφίχτηκε πιο πολύ, νιώθοντας ολόκληρο το σώμα τηςνα τρέμει καθώς το στόμα του καταβρόχθιζε το δικό της. Ήταν και οι δύο ξέπνοοι όταν ο Κέινσήκωσε το κεφάλι του και την κοίταξε.Αυτό ήταν, σκέφτηκε η Σάνον απελπισμένη. Τώρα θα μου πει να πάω για ύπνο. Θεέ μου! Δε θα το

άντεχε!Τα μάτια της είχαν σκοτεινιάσει απ’ τον πόθο και μέσα στο σκοτάδι δεν μπορούσε να δει τι

καθρέφτιζαν τα δικά του –δεν ήθελε να δει την ειρωνεία εκεί– και άφησε το κεφάλι της ν’ακουμπήσει στα γένια που είχαν αρχίσει να μεγαλώνουν στο σαγόνι του μ’ ένα βαθύ αναστεναγμό.Τα χέρια του, ζεστά πάνω στη γυμνή πλάτη της, την τραβούσαν ξαφνικά πάλι πάνω του, τα δόντια

του δάγκωναν απαλά την τρυφερή σάρκα του λαιμού της, κάνοντάς τη να βογκάει από πόθο. «ΩΚέιν, μη μ’ αφήσεις. Αγάπησέ με, σε παρακαλώ!»Ένιωσε την ένταση στο κορμί του, άκουσε τη διακεκομμένη ανάσα του. Μετά την έπιασε απ’ το

χέρι και την οδήγησε στη μεγάλη καμπίνα του γιοτ.Η Σάνον δεν είχε έρθει ποτέ πριν εδώ. Δυο λάμπες έκαιγαν απ’ τη μια και την άλλη πλευρά του

υπέροχου διπλού κρεβατιού και ολόκληρη η καμπίνα ήταν επιπλωμένη με μεγάλη πολυτέλεια.Γύρισε και είδε τον Κέιν να στέκεται πίσω της.«Είναι μεγάλο», είπε ψιθυριστά.Ένα αισθησιακό χαμόγελο χαράχτηκε στα χείλη του. «Ναι».Η Σάνον δεν ήταν βέβαιη ποιος κινήθηκε πρώτος, αλλά την άλλη στιγμή βρισκόταν πάλι στην

αγκαλιά του, ο Κέιν τη φιλούσε κι εκείνη ανταποκρινόταν με το ίδιο πάθος.«Σάνον...» Το όνομά της βγήκε βαθιά μέσα απ’ το λαρύγγι του και η Σάνον ένιωσε το τρέμουλο

του κορμιού του πριν τη σηκώσει και την αποθέσει στο κρεβάτι.Το στόμα του διεκδίκησε πάλι το δικό της, πιέζοντας το κεφάλι της πάνω στα μαξιλάρια και

φέρνοντας το ερεθισμένο κορμί του πάνω απ’ το δικό της.«Με κάνεις να τρελαίνομαι», της είπε ανασαίνοντας με δυσκολία. «Πάντα μ’ έκανες να

τρελαίνομαι!» Τα χέρια του τράβηξαν το λεπτό ύφασμα του φορέματός της, αποκαλύπτοντας τααπαλά στήθη της, και ο Κέιν πήρε τη μια ερεθισμένη θηλή της μέσα στο ζεστό του στόμα.Η Σάνον ανασήκωσε το κορμί της, θέλοντας περισσότερα, περισσότερα απ’ όσα ήθελε ποτέ στη

ζωή της. Ο συνδυασμός τρυφερότητας και πάθους καθώς τα χείλη και τα χέρια του χάιδευαν τοκορμί της την έκανε να βγάζει μικρές, πνιχτές κραυγές ηδονής.Η καμπίνα είχε ηχομόνωση... ήταν φτιαγμένη για έρωτα. Τα μάτια της άνοιξαν και η Σάνον είδε τον

εαυτό της στον πελώριο καθρέφτη της οροφής, είδε και τα δυο κορμιά τους ξαπλωμένα εκεί στοκρεβάτι. Αναστέναξε σοκαρισμένη βλέποντας το είδωλό της. Τα μαλλιά της ήταν ελεύθερα καιμπερδεμένα, το κορμί της ολόγυμνο. Αναρωτήθηκε πώς είχε καταφέρει ο Κέιν να βγάλει όλα ταρούχα της, ενώ ο ίδιος, με εξαίρεση το άσπρο πουκάμισό του που τα τρεμάμενα δάχτυλά της είχανξεκουμπώσει, παρέμενε ντυμένος.Σαν υπνωτισμένη, η Σάνον κοίταζε το ηλιοκαμένο χέρι του που χάιδευε το μηρό της, ενώ το κεφάλι

του ήταν σκυμμένο πάνω απ’ το στήθος της. Μετά ο Κέιν μετακινήθηκε, είδε το βλέμμα της

Page 171: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

καρφωμένο στον καθρέφτη της οροφής και χαμογέλασε.«Ηδονοβλεψίας, αγάπη μου; Σου αρέσει να βλέπεις τι σου κάνω;»«Όχι», μουρμούρισε η Σάνον, κλείνοντας τα μάτια της. Αλλά της άρεσε, μόνο που φοβόταν να του

το πει. Φοβόταν τι θα σκεφτόταν ο Κέιν για κείνη αν του έλεγε πως ό,τι κι αν ήταν αυτό που τηςέκανε, ήθελε να το νιώθει με όλες τις αισθήσεις της. Αλλά τώρα κράτησε τα μάτια της κλειστά καιαφέθηκε στην ηδονή που της χάριζαν τα χάδια του.«Για να είμαι ειλικρινής», είπε ο Κέιν με τα χείλη του μέσα στα μαλλιά της, «δε με συγκινεί η

οπτική παράσταση κάθε φορά που κάνω έρωτα».«Το ξέρω». Δεν ήξερε πώς, αλλά το ήξερε πράγματι. Ο Κέιν ήταν ένας τόσο έμπειρος εραστής, που

δε χρειαζόταν βοηθήματα για να αυξήσει την ηδονή, τόσο τη δική του όσο και της παρτενέρ του. ΗΣάνον σκέφτηκε μελαγχολικά για μια στιγμή τις άλλες γυναίκες που θα είχαν περάσει και θαπερνούσαν απ’ τη ζωή του.«Κέιν...» ψέλλισε καθώς τον παρακολουθούσε να βγάζει το πουκάμισό του. Να του το έλεγε;

«Κέιν, εγώ...»«Σσσ», μουρμούρισε εκείνος, γέρνοντας πάλι πάνω της, μυώδης και γεροδεμένος και υπέροχος.

«Νομίζεις ότι δε σε ήθελα;» Είχε παρερμηνεύσει το λόγο για τον οποίο είχε πει τόσο διστακτικά τοόνομά του. «Ποτέ δε θα καταλάβεις πόσο», συνέχισε ο Κέιν τρέμοντας από πόθο. Και άρχισεαμέσως να της δείχνει, χρησιμοποιώντας το στόμα και τα χέρια και τη φωνή του για να την οδηγήσεισε τέτοια ύψη έξαψης που να μην μπορεί να σκεφτεί τίποτ’ άλλο εκτός απ’ το πόσο τον ήθελε.Και όταν μπήκε μέσα της, η ηδονή κι ένας οξύς, στιγμιαίος πόνος την έκαναν να βγάλει μια μικρή

κραυγή. Ο Κέιν την κοίταξε σοκαρισμένος, αλλά ήταν ήδη πολύ αργά. Βογκώντας, άρχισε νακινείται πάλι, χάνοντας εντελώς τον αυτοέλεγχό του. Αλλά οι ήχοι που έβγαιναν απ’ τα χείλη τηςΣάνον τώρα ήταν κραυγές έκστασης καθώς την οδηγούσε σε πρωτόγνωρα για κείνη μέρη μέχρι πουο ταυτόχρονος, εκρηκτικός οργασμός τους έφερε δάκρυα στα μάτια της και την έκανε να σκεφτεί:Αυτός είναι ο δικός μου κόσμος! Εδώ ανήκω!

* * *Ήταν ξαπλωμένη στην πλάτη της, με τα πόδια της μαζεμένα απ’ τη μια πλευρά, όταν ο Κέινξεμπέρδεψε τα μέλη του κορμιού του απ’ τα δικά της. Αλλά σαν να μην ήθελε να δει τον εαυτό τηςστον καθρέφτη τώρα ή ν’ αντιμετωπίσει το σκληρό του βλέμμα, η Σάνον γύρισε το κεφάλι της απ’την άλλη πλευρά καθώς περίμενε τις ερωτήσεις του.«Πες μου ότι δεν το φαντάστηκα», είπε ο Κέιν, αν και δε χρειαζόταν να ρωτήσει. Μια μικρή

σταγόνα αίμα στο πάπλωμα ήταν αρκετή απόδειξη. «Σάνον;» Ήταν κουλουριασμένη στο πλευρό τηςσαν να ήθελε να προστατευτεί από κάτι. «Πες μου ότι δεν έκανα έρωτα σε μια παρθένα», επέμεινε οΚέιν.«Γιατί;» Γύρισε και τον κοίταξε κι ένα πειραχτικό χαμόγελο εμφανίστηκε στα χείλη της. «Είμαι η

πρώτη σου;»«Ναι». Ο Κέιν κούνησε πέρα δώθε το κεφάλι του και τα ανακατεμένα μαλλιά του έπεσαν στο

μέτωπό του. «Δεν ξέρω. Έτσι νομίζω. Αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ότι εγώ ήμουν ο πρώτοςσου».«Γιατί; Τι πειράζει;»Ο Κέιν κούνησε πάλι το κεφάλι του. «Δεν πειράζει. Απλώς νόμιζα ότι είχες...»«Πείρα; Γι’ αυτό μου έκανες έρωτα χωρίς να χρησιμοποιήσεις τίποτα; Επειδή νόμιζες ότι θα έχω

Page 172: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

φροντίσει η ίδια την προφύλαξή μου;»Δεν ήταν κατηγορία, μόνο μια δήλωση. Παρ’ όλα αυτά, ο Κέιν μάλωσε τον εαυτό του για τη

συμπεριφορά του. Αν το είχε σκεφτεί, θα την είχε ρωτήσει. Πάντα ρωτούσε, μόνο που δεν είχενιώσει ποτέ πριν έτσι...«Όχι». Της χαμογέλασε. «Αλλά μετά την ιστορία με τον Μάρκαμ...»«Δεν είχαμε σεξουαλικές σχέσεις», είπε η Σάνον. «Τον συνάντησα σ’ ένα απ’ τα πολλά πάρτι στα

οποία πήγαινα τότε. Νομίζω ότι το έκανα αναζητώντας την προσοχή και την εκτίμηση που δεν είχααπ’ τους ανθρώπους που είχαν σημασία για μένα. Απ’ τους φίλους μου... ή τους ανθρώπους πουθεωρούσα φίλους μου», διόρθωσε μ’ ένα μορφασμό πόνου. «Απ’ τον πατέρα μου. Από σένα».Τα φρύδια του Κέιν έσμιξαν καθώς τα μάτια του κοίταζαν ερευνητικά το πρόσωπό της.«Ήξερα ότι ήταν παντρεμένος», συνέχισε η Σάνον, «αλλά μου είπε ότι ήταν έτοιμος να πάρει

διαζύγιο. Μου άρεσε να μιλάω μαζί του κι έδειχνε ενδιαφέρον για τα πράγματα στα οποία πίστευα.Τα πράγματα που ήθελα να κάνω».«Όπως να σώσεις τον κόσμο;»«Όπως να προσπαθήσω να κάνω πιο εύκολη τη ζωή ανθρώπων που δεν είχαν γεννηθεί τόσο

προνομιούχοι όσο εγώ. Και με κυνηγούσε επίμονα. Δεν ήθελα να κάνω σχέση μαζί του πριν πάρειδιαζύγιο», συνέχισε η Σάνον. «Μου είπε ότι ήταν θέμα εβδομάδων, αλλά ότι ήταν καλύτερα να μηνεμφανιζόμαστε δημοσίως μέχρι τότε, για να προστατευτώ εγώ. Εγώ!» Ένα σχεδόν υστερικό γέλιοξέφυγε απ’ το λαιμό της. «Η κατάσταση στο σπίτι μου ήταν ανυπόφορη και όταν μου πρότεινε ναφύγουμε μαζί για το καλοκαίρι, μου φάνηκε καλή ιδέα. Του είπα, όμως, ότι δε θα κοιμόμουν μαζίτου πριν μείνει και νομικά ελεύθερος. Μου έκανε εντύπωση πόσο εύκολο ήταν να μη μοιράζομαι τοκρεβάτι του. Νόμιζα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά μ’ εμένα, γιατί δε μ’ ερέθιζε όπως... κάποιος άλλος.Αλλά έπεισα τον εαυτό μου ότι δεν είχε σημασία. Ότι η φιλία και η συντροφικότητά μας μετρούσανπάνω απ’ όλα.»Νόμιζα ότι έφταιγε η απογοήτευσή του όταν άρχισε να μου λέει ότι δεν ήμουν φυσιολογική.

Νόμιζα ότι ίσως δεν ήμουν πράγματι. Και ότι εκείνος νοιαζόταν πραγματικά για μένα και ήθελε ναμε βοηθήσει όταν επέμενε να του πω αν είχα νιώσει ποτέ βαθιά συναισθήματα για κάποιον άλλον.Και μια μέρα του είπα».«Τι του είπες;» την παρακίνησε ο Κέιν.Κλείνοντας τα μάτια της, η Σάνον δίστασε για λίγο· μετά η φωνή της ακούστηκε ψιθυριστή. «Του

είπα ότι δεν ήμουν εντελώς ανώμαλη γιατί ερεθιζόμουν όταν σκεφτόμουν εσένα». Το είχε πει,λοιπόν. Και τώρα δεν είχε σημασία τι νόμιζε για κείνη ο Κέιν, γιατί ήξερε. «Μετά απ’ αυτό άρχισε ναπροσπαθεί να μ’ ερεθίσει... χρησιμοποιώντας εσένα ως...» Ντροπιασμένη, η Σάνον γύρισε πάλι απ’την άλλη πλευρά και κουλουριάστηκε καθώς θυμόταν πώς ο Μάρκαμ της είχε πει κάποια μέρα ότιμπορούσε να κάνει κι εκείνος χωρίς αυτό που δεν ήθελε ο Κέιν Φάλκονερ. «Τότε κατάλαβα ότι ήτανάρρωστος... ότι ήθελε να με πληγώσει. Και αποφάσισα ότι έπρεπε να δώσω τέλος σ’ αυτή τη σχέση.Σχεδίαζα να του το πω εκείνο το Σαββατοκύριακο, όταν θα έβρισκα κάπου αλλού να πάω. Δεν ήξεραότι η γυναίκα του είχε μάθει για μένα... ότι δεν επρόκειτο να πάρει διαζύγιο. Αλλά τότε γράφτηκε γιατην απόπειρα αυτοκτονίας της».«Και δεν προσπάθησες να υπερασπιστείς τον εαυτό σου;»«Φοβόμουν», παραδέχτηκε η Σάνον. «Αν αποκάλυπτα στις εφημερίδες ότι έλεγε ψέματα πως

ήμαστε εραστές, φοβόμουν ότι θα έλεγε αυτό που του είχα πει. Ότι το όνομά σου θα εμφανιζόταν σ’όλα τα πρωτοσέλιδα και τότε εσύ...»

Page 173: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Δε θα με κολάκευε το γεγονός ότι το πιο σέξι κορίτσι του Λονδίνου ήθελε να κάνει έρωτα μόνομ’ εμένα;»Η Σάνον έκλεισε σφιχτά τα μάτια της καθώς σκεφτόταν την ντροπή που θα ένιωθε αν είχε

δημοσιευτεί αυτό.«Ήταν λοιπόν όλα μια παράσταση για τις στήλες κουτσομπολιών;» Ο Κέιν δεν μπορούσε να

κρύψει την απορία του ούτε τη χαρά που ένιωθε ξαφνικά.«Ήταν αυτό που περίμεναν από μένα», είπε η Σάνον με πικρία, γυρισμένη ακόμα προς το

παράθυρο. «Όσο περισσότερο προσπαθούσαν να με κατακρεουργήσουν, τόσο πιο αποφασισμένηήμουν να παραμείνω άθικτη. Κανένας απ’ τους άντρες με τους οποίους είχα βγει, όμως, δε θα τοομολογούσε αυτό».«Σάνον...» Το χέρι που την τράβηξε πάλι κοντά του ήταν πολύ τρυφερό. «Θέλεις να πεις πως όλα

αυτά τα χρόνια κρατούσες τον εαυτό σου για μένα;»«Όχι», προσπάθησε να το αρνηθεί η Σάνον, γιατί αυτό ήταν παράλογο. Αλλά ο Κέιν γέλασε απαλά,

όχι όπως είχε γελάσει ο Τζέισον, με κακία, αλλά με μια αισθησιακή απόρριψη της άρνησής της.«Χαίρομαι που το έκανες αυτό». Έσκυψε και φίλησε την ευαίσθητη σάρκα πάνω απ’ το γοφό της

πριν τα δάχτυλά του αρχίσουν να εξερευνούν με μεγάλη επιδεξιότητα το κορμί της.Με μεγάλη ευκολία, την ερέθισε πάλι και η Σάνον ένιωσε το κορμί της να ξεδιπλώνεται και να του

παραδίδεται άνευ όρων. Θα την πλήγωνε όπως είχε κάνει ο Τζέισον, όπως είχαν κάνει κι άλλοιάντρες... αλλά όχι σκόπιμα. Μόνο όταν ράγιζε την καρδιά της, όταν αποφάσιζε να την αφήσει. Προςτο παρόν, όμως, αυτό δεν είχε σημασία. Το μόνο που είχε σημασία ήταν ότι εκείνη είχε ανοίξει τομυαλό της, την καρδιά και το κορμί της σ’ αυτόν το μοναδικό άντρα. Και ότι ήταν δική του, γιαπάντα... ή για όσο καιρό της επέτρεπε να μείνει κοντά του.

* * *Ξαπλωμένος μέσα στο σκοτάδι κάτω απ’ τα κλινοσκεπάσματα, ο Κέιν απολάμβανε τη ζεστή, γλυκιάικανοποίηση που είχε βρει στην αγκαλιά της Σάνον.Εκείνη κοιμόταν ακόμα. Ένιωθε τα στήθη της ν’ ανεβοκατεβαίνουν πάνω απ’ το χέρι του που

συνέχιζε να είναι τυλιγμένο στο κορμί της και αισθανόταν το δικό του κορμί να ερεθίζεται απ’ τηνεπαφή του μεταξένιου μηρού της, που ήταν παγιδευμένος ανάμεσα στους δικούς του.Του είχε δώσει τα πάντα, κάθε ρανίδα του εαυτού της, με τον έρωτά της και μ’ αυτή την ομολογία

της που ο Κέιν δεν μπορούσε ακόμα να πιστέψει. Ότι όσο εκείνος την παρακολουθούσε ναεξελίσσεται σε μια πανέμορφη νεαρή γυναίκα, ζηλεύοντας όλους τους άντρες που εμφανίζοντανμαζί της, η Σάνον δεν ήθελε κανέναν άλλον εκτός από κείνον. Και ο Κέιν δεν είχε αντιληφθεί τίποτα,αφού η Σάνον είχε κάνει τα πάντα για να μην τον αφήσει να το καταλάβει.Ο πόθος τον έκανε να νιώθει σαν να είχε πυρετό. Σηκώθηκε, φίλησε τα χρυσόξανθα μαλλιά της και

τη μελανιά του μετώπου της.Η Σάνον αναδεύτηκε και της ξέφυγε μια μικρή κραυγή πόθου, γιατί ακόμα και κοιμισμένη τον

ήθελε, τα χέρια της τον αναζητούσαν, το στόμα της ήταν ζεστό και πρόθυμο κάτω απ’ το δικό του.Πόσες φορές της είχε κάνει έρωτα απ’ όταν την έφερε εδώ απ’ το ξενοδοχείο; Δύο; Τρεις; Δε

θυμόταν πια. Και ακόμα δεν μπορούσε να τη χορτάσει. Ήταν πάλι ερεθισμένος.Όταν μπήκε ξανά μέσα της, η Σάνον κινήθηκε ανήσυχα για να τον τραβήξει πιο βαθιά,

αναστενάζοντας ηδονικά. Και μετά οι αισθήσεις τούς κυρίεψαν και τους δύο μέχρι πουαποκαμωμένοι βούλιαξαν στο στρώμα μετά από έναν καινούριο εκρηκτικό οργασμό.

Page 174: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Λίγο αργότερα, καθώς η Σάνον βρισκόταν ακόμα από κάτω του και τα χείλη του χάιδευαν το λαιμότης, ο Κέιν είπε βραχνά: «Παντρέψου με».«Τι;»Ο Κέιν άναψε μια λάμπα πάνω απ’ το κρεβάτι. Η Σάνον έδειχνε ξαφνιασμένη, όπως κι ο ίδιος. Δεν

είχε κάνει ποτέ πριν πρόταση γάμου –αν και είχε φτάσει πολύ κοντά μια φορά πριν μερικά χρόνια–ούτε περίμενε ότι θα το έκανε τώρα. Γιατί ο Κέιν δεν ήταν παρορμητικός άνθρωπος. Ήξερε, όμως,ότι δε θα μπορούσε ποτέ ξανά να σκεφτεί τη Σάνον στην αγκαλιά κάποιου άλλου. Και μόνο πουέβλεπε άλλους άντρες να της μιλάνε απόψε, ένιωθε να τρελαίνεται από ζήλια. Και ήταν πολύόμορφη και πολύ γλυκιά, σκέφτηκε, για να την αφήσει να κυκλοφορεί ελεύθερη. Δεν μπορούσε νατη χάσει. Όχι τώρα. Όχι μετά απ’ αυτό.«Θέλω να γίνεις γυναίκα μου», της είπε.Η Σάνον κούνησε πέρα δώθε το κεφάλι της με δυσπιστία. «Μου κάνεις πρόταση;»«Χρειάζεται να σου το δώσω γραμμένο;»«Όχι... εννοώ... γιατί;» Η Σάνον τον κοίταζε σαστισμένη.«Γιατί;» Ο Κέιν προσπάθησε να βρει κάποιο λόγο που δε θα τον έκανε ν’ ακούγεται σαν

ερωτοχτυπημένος μαθητής. «Εντάξει, δεν τα καταφέρνω καλά σ’ αυτά τα πράγματα. Αλλά αν σουπω επειδή με τρελαίνεις; Επειδή δε νομίζω ότι θα μπορέσω να ξανακοιμηθώ ποτέ χωρίς να σ’ έχωδίπλα μου. Επειδή αν συνεχίσουμε έτσι θα μείνεις έγκυος. Και επειδή κάποιος πρέπει να σε θέσειεκτός κυκλοφορίας, για να σταματήσουν οι φήμες και το θέατρο που παίζεις εσύ τόσα χρόνια. Καιεπειδή πιστεύω ότι δεν υπάρχει πιο κατάλληλος από μένα για να το κάνει αυτό».«Μόνο γι’ αυτά;» Η Σάνον γέλασε πάλι, αλλά αυτή τη φορά από χαρά, πρόσεξε ο Κέιν

ανακουφισμένος.«Το λες σοβαρά, έτσι;» Δάκρυα έκαναν τα μάτια της να λάμπουν σαν ζαφείρια. «Αλλά εγώ...»

Κούνησε πέρα δώθε το κεφάλι της. «Εγώ νόμιζα ότι δε με συμπαθούσες καν!»«Ότι δε σε συμπαθούσα; Ήθελα να σκοτώσω όποιον άντρα τολμούσε να σ’ αγγίζει. Να σε

φιλάει...» Τα χείλη του χάιδεψαν τα δικά της.«Μα μέχρι χθες νόμιζα ότι είχες σχέσεις με κάποια...» Η Σάνον δεν μπορούσε να ξεχάσει την

αγωνία της όταν τον φανταζόταν στην αγκαλιά κάποιας άλλης γυναίκας. «Γιατί με άφησες να τοπιστεύω αυτό;»Ο Κέιν χάιδεψε μ’ ένα δάχτυλο το λαιμό της. «Γιατί ήταν ο μόνος τρόπος για να κρατήσω

μαζεμένα τα χέρια μου».Η Σάνον δάγκωσε το κάτω της χείλι προκλητικά, μη μπορώντας να πιστέψει ότι είχε τόσο ισχυρή

επίδραση πάνω σ’ έναν τόσο δυναμικό άντρα. «Και θα γνωρίσω αυτή την αδερφή σου;»«Μόνο αν με παντρευτείς. Λοιπόν;» ρώτησε ο Κέιν, λίγο αβέβαιος ξαφνικά.«Ω Κέιν! Φυσικά θα σε παντρευτώ!» Η Σάνον ανακάθισε και τύλιξε τα χέρια της στο λαιμό του.

«Πίστευες ότι θα έλεγα όχι;» Τραβήχτηκε πίσω και τον κοίταξε, μετά χάιδεψε μ’ ένα δάχτυλο τααισθησιακά χείλη του.«Όχι».«Είσαι υπερόπτης!» τον πείραξε η Σάνον.«Είναι ένα απ’ τα λίγα ελαττώματά μου».«Και μετριόφρων!» Γελώντας, η Σάνον έπεσε στα μαξιλάρια και άνοιξε πλατιά τα χέρια της σαν ν’

αγκάλιαζε ολόκληρο το σύμπαν. «Κυρία Κέιν Φάλκονερ».«Καλά ακούγεται». Ο Κέιν κοίταξε το όμορφο πρόσωπό της και την απαλή, προκλητική γύμνια του

Page 175: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

κορμιού της μ’ ένα χαμόγελο ικανοποίησης.«Κυρία Σάνον Φάλκονερ», διόρθωσε η Σάνον.«Λέγε το μ’ όποιον τρόπο σου αρέσει», είπε ο Κέιν, διεκδικώντας τη γλύκα των χειλιών της. «Το

αποτέλεσμα είναι το ίδιο».Ήταν η Σάνον Μπουβιέ... εκεί ακριβώς που ανήκε, σκέφτηκε με ικανοποίηση. Μαζί του. Στη ζωή

του. Στο κρεβάτι του.Ξαφνικά σκέφτηκε ότι έκανε αυτό ακριβώς που ήθελε ο Ράνολφ Μπουβιέ, αν και τώρα δεν είχε πια

μεγάλη σημασία. Ο μέλλων πεθερός του θα ευχαριστιόταν πολύ τώρα που η Σάνον θα ήταν πάνταυπό τη φροντίδα του Κέιν. Όσο για τον ίδιο, θα είχε αυτό που ήθελε. Αυτό που ήθελε πάντα...

* * *Ο ήλιος έλαμπε στον ουρανό όταν προσγειώθηκαν στο Λονδίνο και βγαίνοντας απ’ το αεροδρόμιοκατευθύνθηκαν προς τη Μερσέντες που τους περίμενε.Τώρα, καθώς ο Κέιν οδηγούσε επιδέξια, γύρισε και της έριξε μια ματιά. «Έχεις εκνευρισμό;»Εννοούσε επειδή θα έβλεπε τον πατέρα της και η Σάνον κούνησε πάνω κάτω το κεφάλι της. Απ’ τη

στιγμή που είχαν προσγειωθεί, το στομάχι της είχε δεθεί κόμπος.«Δε χρειάζεται», της είπε καθησυχαστικά. «Θα του πω εγώ ότι γύρισες, αν θέλεις να πας

κατευθείαν σπίτι. Ή μπορείς να έρθεις στο γραφείο και να τον αντιμετωπίσουμε μαζί».Η Σάνον σκέφτηκε το μεγάλο, άδειο σπίτι απ’ το οποίο είχε φύγει πριν δυόμισι χρόνια. Δεν ήθελε

να πάει εκεί και να περιμένει όλη μέρα να δει τι κηρύγματα θα της έκανε ο πατέρας της πριν τηναφήσει να νιώσει ότι την αποδεχόταν ξανά.«Θα έρθω στο γραφείο. Αλλά θα τον δω μόνη μου», είπε αποφασιστικά στον Κέιν. «Είναι πατέρας

μου και...»Το ξαφνικό χτύπημα του τηλεφώνου τη διέκοψε. Αυτόματα, ο Κέιν πάτησε ένα κουμπί και

απάντησε.«Γεια σου, Κέιν. Πού είσαι;» Ήταν η βαθιά φωνή της προσωπικής βοηθού του Ράνολφ.«Είμαι πίσω στο Λονδίνο. Θα βρίσκομαι εκεί σε...» Γυρίζοντας το χέρι που κρατούσε το τιμόνι, ο

Κέιν συμβουλεύτηκε το ρολόι του και της είπε τι ώρα θα έφτανε.«Είσαι μόνος;»«Όχι», είπε ο Κέιν. «Εντελώς εμπιστευτικά, έχω και τη Σάνον μαζί μου. Μπορείς να πεις ελεύθερα

οτιδήποτε θέλεις».Ακολούθησε σιωπή και η Σάνον αναρωτήθηκε αν είχε κοπεί η γραμμή. Μετά η φωνή ακούστηκε

πάλι, κοφτή. «Μπορείς να μου τηλεφωνήσεις εσύ;»Ό,τι κι αν ήταν αυτό που είχε να πει, η προσωπική βοηθός ήθελε να το ακούσει μόνο ο Κέιν,

σκέφτηκε η Σάνον μελαγχολικά. Όταν λοιπόν εκείνος βρήκε κάποιο σημείο να σταματήσει και πήρεστο χέρι του το τηλέφωνο, γύρισε ν’ ανοίξει την πόρτα. «Ίσως πρέπει να βγω έξω για λίγο», είπεχλευαστικά.Ο Κέιν την έπιασε και την κράτησε στη θέση της καθώς μιλούσε στο τηλέφωνο.«Τι;» Σιωπή. «Πότε;» Ο Κέιν έσφιξε πιο πολύ το χέρι της. «Πόσο άσχημα είναι;» ρώτησε, κάνοντας

τη Σάνον να γυρίσει και να τον κοιτάξει ανήσυχη.«Τι είναι;» τον ρώτησε, βλέποντας τις γραμμές γύρω απ’ το στόμα του να βαθαίνουν. «Τι

συμβαίνει;»«Ο πατέρας σου. Έπαθε καρδιακή προσβολή. Τον έχουν πάει στο νοσοκομείο».

Page 176: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Είναι πολύ άσχημα;»«Ναι», είπε ο Κέιν. Ευχόταν να μπορούσε να της πει πιο μαλακά τα νέα. Ενστικτωδώς, όμως, ήξερε

ότι αυτό το κορίτσι, που έσωζε παιδάκια σ’ όλο τον κόσμο και αντιμετώπιζε μεθυσμένους στοόνομα της οικογενειακής τιμής, θα ήθελε ν’ ακούσει την αλήθεια. «Είναι πολύ σοβαρά».

Page 177: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10

Τα χέρια που έκλειναν τα μάτια της Σάνον είχαν ένα πολύ οικείο άρωμα αντρικής κολόνιας.«Θέλω να σε πάω στο κρεβάτι», ψιθύρισε ο Κέιν από πίσω. Η ανάσα του χάιδεψε τις ξανθές τούφες

που δεν ήταν πιασμένες στον κομψό γαλλικό κότσο.Ήταν η πρώτη φορά σε τρεις βδομάδες που ερωτοτροπούσε μαζί της. Από κείνη τη φοβερή μέρα

που είχαν γυρίσει απ’ τη Γαλλία και είχαν μάθει ότι ο Ράνολφ δεν ήταν μόνο πολύ άρρωστος, αλλάκι ότι δεν υπήρχαν ελπίδες ν’ αναρρώσει.«Μπορεί να μπει κανένας», είπε η Σάνον γελώντας. Η πόρτα της αίθουσας συμβουλίων ήταν

ανοιχτή και μπορούσε να περάσει οποιοσδήποτε απ’ έξω.«Όταν αυτό το ακούω από ένα κορίτσι που του αρέσουν οι καθρέφτες στην οροφή και τα

προκλητικά δερμάτινα ρούχα, ομολογώ ότι βρίσκω πολύ γοητευτική τη σεμνότητά σου». Ο Κέιν τηςχαμογέλασε πριν γυρίσει την πινακίδα απ’ την πλευρά που έγραφε «Συμβούλιο σε Εξέλιξη» καικλείσει την πόρτα.«Θα το μαντέψουν», του είπε, αφού δεν είχαν αναγγείλει ακόμα τον αρραβώνα τους λόγω της

αρρώστιας του πατέρα της. Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορούσε να κρύψει τη λάμψη πόθου στα μάτια της.«Δε νομίζεις ότι το ξέρουν ήδη;»Ναι, προφανώς θα το είχαν καταλάβει απ’ τον απαλό τόνο της φωνής του όταν της μιλούσε. Και

απ’ το κυριαρχικό άγγιγμα του χεριού του στο μπράτσο της.Ήταν ολοφάνερο απ’ την αρχή στην Μπουβιέ Ντιβέλοπμεντς ότι έβλεπαν όλοι με μεγάλο σεβασμό

τον Κέιν. Σε λιγότερο από ένα χρόνο είχε κάνει πάλι την εταιρεία ανταγωνιστική. Και τώρα πουέλειπε ο Ράνολφ, είχε επιμείνει να αρχίσει η Σάνον αμέσως τη διευθυντική εκπαίδευσή της για ναγίνει στέλεχος της εταιρείας.Βλέποντάς τη να δουλεύει δίπλα του, είχε κερδίσει κι εκείνη το σεβασμό του προσωπικού. Αλλά

σύντομα είχαν αρχίσει να την εκτιμούν για τις δικές της ικανότητες. Τώρα, καθώς την έπαιρνε στηναγκαλιά του, η Σάνον ένιωθε βαθιά ικανοποίηση βλέποντας πόσο πολύ την ήθελε.«Θέλω ν’ αναγγείλω σύντομα τον αρραβώνα μας», της είπε με βραχνή φωνή. «Θέλω να έρθεις να

μείνεις μαζί μου». Της το είχε προτείνει και στην αρχή, αλλά αφού ο πατέρας της βρισκόταν σεκώμα στο νοσοκομείο, η Σάνον δεν ένιωθε ότι ήταν σωστό. Άλλωστε είχε πολλές εκκρεμότητες νατακτοποιήσει στο σπίτι.«Δεν μπορώ να περιμένω άλλο», της είπε πριν τη σηκώσει και τη βάλει πάνω στο μακρύ,

καλογυαλισμένο τραπέζι συμβουλίων. Είχαν περάσει σχεδόν τέσσερις βδομάδες από κείνη τηβραδιά πάθους που είχαν ζήσει στο γιοτ, όπου είχαν περάσει στιγμές χαλάρωσης μαζί. Εδώ είχανπολλές στενοχώριες. Και πολλή δουλειά...Τώρα, όμως, καθώς το στόμα του χάιδευε το λαιμό της και το χέρι του γλιστρούσε κάτω απ’ τη

γαλάζια μεταξωτή μπλούζα της, η Σάνον έβγαλε μια πνιχτή κραυγή παράδοσης.«Δε νομίζω ότι αυτό που θέλω πραγματικά είναι να σου κάνω έρωτα πάνω σ’ ένα τραπέζι.

Τουλάχιστον όχι σ’ αυτό το τραπέζι». Ο Κέιν γέλασε απαλά και τραβήχτηκε καθώς ακουγόταν οχαρακτηριστικός ήχος της ενδοσυνεννόησης δίπλα τους.«Απλώς να σου υπενθυμίσω... ότι έχεις άλλη μια σύσκεψη, Κέιν», ακούστηκε η φωνή της

Page 178: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

προσωπικής βοηθού του Ράνολφ. «Σε δεκαπέντε λεπτά. Και έχω στο τηλέφωνο κάποιον απ’ τηνΤσέστερτον». Έκανε μια μικρή παύση. «Θέλουν να μιλήσουν στη Σάνον».Η Σάνον ανακάθισε αμέσως και έστρωσε την μπλούζα της. «Εντάξει... θα το πάρω... στο γραφείο

του πατέρα μου». Ακουγόταν, σκέφτηκε, σαν να την έπιασαν να κάνει έρωτα με τον αναπληρωτήπρόεδρο της εταιρείας.«Μπράβο, Σάνον», είπε ο Κέιν χαμογελώντας. «Σ’ έχω εκπαιδεύσει πολύ καλά αν ο μεγαλύτερος

πελάτης μας επιμένει να μιλήσει σ’ εσένα».«Όχι, μου έχεις δώσει πολύ περισσότερα από μια καλή εκπαίδευση, Κέιν», του είπε, κατεβαίνοντας

απ’ το τραπέζι. Της είχε δώσει μια ευκαιρία, μια θέση στην εταιρεία. Σεβασμό.Θυμόταν πώς είχε νιώσει όταν η προσωπική βοηθός του πατέρα της είχε ζητήσει να μιλήσει

ιδιαιτέρως στον Κέιν όταν γύριζαν απ’ το αεροδρόμιο. Αλλά τώρα καταλάβαινε ότι η ευαίσθητηαυτή γυναίκα δεν ήθελε ν’ ακούσει απ’ το τηλέφωνο τα νέα για την κατάσταση της υγείας τουπατέρα της.«Θα τον κάνουμε να νιώσει περήφανος για σένα», είπε ο Κέιν, ανοίγοντάς της την πόρτα, σαν να

είχε διαβάσει τις σκέψεις της. Γιατί ο Ράνολφ Μπουβιέ τους είχε αφήσει όλους κατάπληκτους, αφούείχε ήδη αρχίσει ν’ αναρρώνει και να δίνει εντολές στις νοσοκόμες απ’ το κρεβάτι.«Μου είπαν ότι είσαι εδώ», ήταν το μόνο που είχε πει όταν είχε ξυπνήσει και είχε δει τη Σάνον να

κάθεται δίπλα του. Είχε χαϊδέψει αφηρημένα το λεπτό χέρι που ακουμπούσε πάνω στο κρεβάτι του,σαν να ήταν κανένα κατοικίδιο που έπρεπε να του δείξει κάποια στοργή. «Χαίρομαι που σ’ έπεισε οΚέιν να γυρίσεις. Πάντα έδειχνες σεβασμό σ’ εκείνον... αν όχι σ’ εμένα».Γιατί με σέβεται κι εκείνος και αναγνωρίζει την αξία μου! ήθελε να του πει η Σάνον, αλλά δε

μίλησε. Δεν ήθελε ν’ αναστατώσει τον πατέρα της στην κατάσταση που βρισκόταν. Θα έπρεπε να ζειπιο ήρεμα, του είχαν πει οι γιατροί, αν αγαπούσε τη ζωή του. Και μετά ξαφνικά, το προηγούμενοβράδυ που τον είχε επισκεφθεί, η Σάνον είχε μάθει ότι θα έβγαινε σύντομα απ’ το νοσοκομείο.Αν είχε η Σάνον κάποια ελπίδα ότι θα της δινόταν η ευκαιρία να τον φροντίσει, συσφίγγοντας τους

δεσμούς ανάμεσά τους, ο πατέρας της την έσβησε, λέγοντάς της ότι θα έπαιρνε αποκλειστικήνοσοκόμα γι’ αυτό.«Ο Κέιν μου λέει ότι δουλεύεις στο γραφείο... και ότι του είσαι απαραίτητη». Είχε κάνει μια

γκριμάτσα σαν να μην το πίστευε. «Μείνε εκεί να βοηθήσεις. Είμαι βέβαιος ότι θα είσαι χρήσιμη».Χρήσιμη, σκέφτηκε η Σάνον με πικρία. Όχι απαραίτητη. Μόνο χρήσιμη.Κάτι ήταν κι αυτό, σκέφτηκε τώρα με τα μάτια της γεμάτα δάκρυα καθώς έμπαινε στο γραφείο του

για να πάρει το τηλεφώνημα. Ίσως μετά από εκατό χρόνια να την άφηνε και να εκφράσει τις απόψειςτης! Αλλά τι σημασία είχε, σκέφτηκε, χαμογελώντας μέσα απ’ τα δάκρυά της. Τώρα είχε την αγάπητου Κέιν.

* * *Τις επόμενες μέρες η Σάνον τις πέρασε μέσα σε μια διαρκή έξαψη, όταν ο Κέιν ανήγγειλε τοναρραβώνα τους και πέρασε στο δάχτυλό της ένα ζαφείρι πλαισιωμένο με διαμάντια που η ίδια είχεεπιλέξει.Η Σάνον αντιμετώπισε με αξιοζήλευτη ευγένεια και λακωνικότητα τον Τύπο. Και μετά έπρεπε να

γνωρίσει τη νεαρή φοιτήτρια που μπήκε ένα πρωί στο γραφείο και απαίτησε να βγάλει ο Κέιν γιαφαγητό εκείνη και την αρραβωνιαστικιά του.«Δεν κατάφερε, λοιπόν, να σου τον πάρει η Έμιλι Κόλτρεϊν», την πείραξε η Σόφι Φάλκονερ όταν,

Page 179: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

μετά το φαγητό, κάθονταν μόνες στο μικρό μπιστρό μέχρι να πληρώσει ο Κέιν το λογαριασμό. Τοχαμόγελό της ήταν γλυκό και ένα φρύδι ήταν ανασηκωμένο κάτω απ’ τις σκούρες φράντζες τωνμαλλιών της. Όπως και ο αδερφός της, σκέφτηκε η Σάνον, αυτό το δεκαεννιά χρονών κορίτσι δεχρειαζόταν πολλά λόγια για να πει αυτό που ήθελε.«Παραλίγο», απάντησε η Σάνον.Τα δυο κορίτσια γέλασαν. Η Σάνον είχε συμπαθήσει απ’ την πρώτη στιγμή τη μέλλουσα κουνιάδα

της.Μαυρισμένη από ένα μήνα στην Ισπανία πριν αρχίσει η φοίτησή της σ’ ένα απ’ τα καλύτερα

πανεπιστήμια της χώρας, η Σόφι Φάλκονερ ήταν ώριμη, ανεξάρτητη και ήξερε ακριβώς πού βάδιζεστη ζωή. Και ήταν ολοφάνερο, απ’ τις τρυφερές ματιές που του έριχνε μερικές φορές, ότι λάτρευετον αδερφό της.«Απ’ ό,τι έχω καταλάβει, σε απήγαγε... και αναγκάστηκες να δανειστείς τα ρούχα μου!» Η Σόφι

σήκωσε το βλέμμα και κοίταξε τον Κέιν που γύριζε στο τραπέζι τους. «Δεν το περίμενα αυτό απόσένα, αγαπημένε μου αδερφέ!»«Σου εξήγησα. Το έκανα επειδή δεν ήταν καλά», είπε με έμφαση ο Κέιν, ρίχνοντας στη Σάνον μια

ματιά που έκανε την καρδιά της να σκιρτήσει.«Αλλά μετά με πήγε στο Σεν Τροπέ», είπε η Σάνον, σίγουρη ότι δεν υπήρχαν μυστικά ανάμεσα

στον Κέιν και την αδερφή του.«Στο Σεν Τροπέ;» Η Σόφι σήκωσε το κεφάλι της και του χαμογέλασε. «Βέβαια, ξέρω ότι πάει εκεί

τις πιο ξεχωριστές απ’ τις γυναίκες του», σχολίασε γελώντας.«Και αυτή είναι η τελευταία φορά που θα πάει εκεί μια συγκεκριμένη νεαρή γυναίκα», υποσχέθηκε

παιχνιδιάρικα ο Κέιν, ανταλλάσσοντας ένα ζεστό χαμόγελο με τη Σάνον.Ήταν όλα όσα φανταζόταν ότι θα ήταν, σκέφτηκε εκείνη καθώς η καρδιά της ξεχείλιζε από αγάπη.

Ζεστός. Τρυφερός. Γενναιόδωρος.«Προφανώς τον έκανες να χάσει τα λογικά του», είπε η Σάνον. «Μόλις πριν μερικούς μήνες

ορκιζόταν ότι θα έμενε για πάντα εργένης».«Μην την ακούς». Ο Κέιν σηκώθηκε και τράβηξε την καρέκλα της Σάνον.«Γιατί;» Η Σάνον γέλασε. Μπορεί να είχαν συμβεί όλα πολύ γρήγορα, αλλά δεν είχε νιώσει ποτέ

τόσο ευτυχισμένη στη ζωή της.

* * *Στην αρχή, ο Ράνολφ Μπουβιέ είχε δείξει μόνο μικρή έκπληξη όταν η Σάνον του είχε δείξει τοδαχτυλίδι στο νοσοκομείο και του είχε πει τα μελλοντικά σχέδιά της.«Συγχαρητήρια», της είχε πει και τίποτ’ άλλο, αν και εκείνη είχε δει στην έκφρασή του ότι ήταν

ευχαριστημένος.Προς το τέλος της βδομάδας πήρε εξιτήριο και η Σάνον έμεινε σπίτι για να τον υποδεχτεί.«Δεν ξέρω γιατί θέλεις ν’ ασχοληθείς με την εταιρεία», της είπε όταν η νοσοκόμα πήγε να

τακτοποιηθεί στο δωμάτιό της και έμειναν μόνοι οι δυο τους στο επιβλητικό σαλόνι. «Σε μεγάλωσαγια να στέκεσαι δίπλα σ’ έναν πετυχημένο άντρα. Για τη μητέρα σου ήταν αρκετό αυτό». Η Σάνονσκέπαζε τα πόδια του με μια κουβέρτα εκεί που καθόταν στην αγαπημένη του πολυθρόνα δίπλα στομεγάλο τζάκι. Αυτό το σπίτι ήταν πολύ μεγάλο και αφιλόξενο, σκέφτηκε, αλλά δεν τηντρομοκρατούσε πια. Ούτε ο πατέρας της την τρομοκρατούσε τώρα.«Όχι, δεν ήταν αρκετό», αντέτεινε με χαμηλή αλλά σταθερή φωνή. «Ήθελε να γίνει επαγγελματίας

Page 180: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ιππεύτρια. Να εκπαιδευτεί για τους Ολυμπιακούς. Αλλά έπνιξε τα δικά της όνειρα για να γίνει αυτόπου ήθελε ο άντρας της. Εγώ δεν είμαι τόσο πειθήνια. Μοιάζω πιο πολύ σ’ εσένα».«Χμμ». Ο πατέρας της έκανε ένα μορφασμό, αλλά η Σάνον διέκρινε μια λάμψη επιδοκιμασίας στα

υγρά γκρίζα μάτια του. «Ας ελπίσουμε ότι ο Κέιν μπορεί να σε χαλιναγωγήσει».Ο πατέρας της έπιασε το χέρι της και άφησε το μεγάλο του δάχτυλο να χαϊδέψει το ζαφείρι του

δαχτυλιδιού της. «Προφανώς πήρες αυτό που ήθελες. Το ίδιο κι εκείνος».«Το ελπίζω». Το χαμόγελο της Σάνον ήταν φωτεινό.«Εγώ είμαι βέβαιος». Ο Ράνολφ άφησε το χέρι της και πήρε το ποτήρι με το χυμό πορτοκαλιού που

του είχε αφήσει η νοσοκόμα στο τραπέζι δίπλα του. «Κι εγώ θα έχω πάρει αυτό που θέλω όταν μουκάνεις έναν κληρονόμο». Άφησε κάτω το ποτήρι. «Είναι ο κατάλληλος άνθρωπος και για τους δυομας, Σάνον. Με τις μετοχές που αγόρασε όταν οι τιμές ήταν σχεδόν στο μηδέν, ήξερα ότι θα έκανεθαύματα αν τον έπειθα να γυρίσει πίσω. Ξέρει τι μπορεί να περιμένει αφού σ’ έφερε σπίτι, το ήξερεεδώ και μήνες... το μεγαλύτερο δώρο για κείνον όταν σε παντρευτεί».Η Σάνον ένιωσε μια ανατριχίλα στη ραχοκοκαλιά της. «Και ποιο είναι αυτό;» ρώτησε ανήσυχη.«Τον έλεγχο της εταιρείας».«Τον έλεγχο...» Μια βαθιά γραμμή εμφανίστηκε ανάμεσα στα φρύδια της και η φωνή της έσβησε.«Ω, στην αρχή έκανε ότι δεν το ήθελε, απέρριψε όλο το πακέτο που του πρόσφερα», συνέχισε ο

Ράνολφ χωρίς να προσέξει τον πόνο στα μάτια της κόρης του.«Πακέτο;» Η καρδιά της σφίχτηκε. «Λοιπόν... τον έστειλες με το γιοτ του και... εκείνος ήρθε να με

βρει;» Θεέ μου, δεν μπορούσε να το πιστέψει αυτό για τον Κέιν. Όχι για τον άντρα που αγαπούσε!Όχι!«Το γιοτ του;» Ο Ράνολφ συνοφρυώθηκε. «Σε έφερε πίσω με γιοτ; Έτσι κατάφερε να σε πείσει;»

Το πλατύ χαμόγελό του έδειχνε ότι είχε εντυπωσιαστεί. «Όταν μου είπε ότι σε συνάντησε στηΒαρκελώνη, νόμιζα ότι γυρίσατε με το αεροπλάνο. Του βγάζω το καπέλο... ξέρει να χειρίζεται τιςγυναίκες, όπως ξέρει να κάνει κερδοφόρες εταιρείες που είναι έτοιμες να χρεοκοπήσουν. Έφτιαξεμια δική του πολύ επιτυχημένη επιχείρηση τα χρόνια που δεν ήταν μαζί μας και, παρ’ όλο που δε θαέπρεπε να το λέω, δε μας χρειάζεται πια. Η παραίτησή του απ’ την εταιρεία μας ήταν μια σημαντικήκαμπή στη ζωή του. Έκανε μερικές έξυπνες κινήσεις... και έγινε εκατομμυριούχος! Αλλά αυτή είναιη καλύτερή του κίνηση... η απόφασή του να σε παντρευτεί».Όχι! «Με παντρεύεται επειδή μ’ αγαπάει!»«Πιθανόν». Ο Ράνολφ έσφιξε τα χείλη του. «Αλλά δε θέλω να παντρευτεί η κόρη μου με τα μάτια

κλειστά. Από τη γυναίκα εξαρτάται να κρατάει ζεστή την ερωτική φωλιά της. Άντρες σαν τον Κέινδεν κυβερνώνται απ’ το συναίσθημα».«Από τι, τότε; Αν είναι τόσο πλούσιος, γιατί θέλει να γίνει πλουσιότερος;»«Πρέπει να καταλάβεις, κορίτσι μου... όπως το είχε καταλάβει η μητέρα σου. Άντρες σαν εμένα,

σαν τον Κέιν, δεν ενδιαφέρονται μόνο για τα λεφτά. Μας αρέσει ο ανταγωνισμός, η δύναμη. Είναικάτι σαν αφροδισιακό. Σαν ναρκωτικό».Και ο Κέιν ένιωθε μεγαλύτερο εθισμό κάθε φορά που της έκανε έρωτα, σκέφτηκε η Σάνον,

καταπίνοντας τα δάκρυά της. Αφού εκείνη ήταν το κλειδί για ν’ αποκτήσει ακόμα μεγαλύτερηεξουσία!Δεν μπορούσε να το πιστέψει. Ο Κέιν την αγαπούσε και θα της το έλεγε αν του είχε κάνει τέτοια

πρόταση ο πατέρας της.Θα της το έλεγε όντως; Οι αμφιβολίες τη βασάνιζαν. Επέμενε τόσο πολύ να τη φέρει πίσω. Και δεν

Page 181: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

της είχε πει ποτέ ότι την αγαπούσε. Ω, της είχε πει πολλά πράγματα. Όπως ότι τον τρέλαινε. Ότι δεθα κοιμόταν ποτέ ξανά αν δεν την είχε δίπλα του. Αλλά αυτός ήταν ένας καλός τρόπος για ν’αποφύγει να πει σ’ αγαπώ.Η Σάνον υπενθύμισε στον εαυτό της πόσο τρυφερός ήταν ο Κέιν μαζί της. Ότι κανένας δε θα

μπορούσε να υποκρίνεται τόσο καλά αν μοναδικό του κίνητρο ήταν η ικανοποίηση της δίψας του γιαεξουσία. Υπήρχε μόνο ένας τρόπος να μάθει με βεβαιότητα, σκέφτηκε η Σάνον. Θα τον ρωτούσε σταίσια.Δεν τον είδε εκείνο το βράδυ. Η ίδια αποφάσισε να μείνει με τον πατέρα της και ο Κέιν είχε μια

βραδινή σύσκεψη στην πόλη. Έψαξε παντού να τον βρει την άλλη μέρα, μέχρι που το κορίτσι στηρεσεψιόν τής είπε ότι είχε πάει στην αίθουσα συμβουλίων και δε δεχόταν τηλεφωνήματα.Τον βρήκε να στέκεται μόνος μπροστά στο μακρύ τραπέζι, ταξινομώντας μερικά χαρτιά απ’ το

χαρτοφύλακά του.«Καλημέρα», ετοιμάστηκε να πει ο Κέιν, αλλά σταμάτησε όταν η Σάνον έκλεισε αθόρυβα την

πόρτα πίσω της. «Τι συμβαίνει;» τη ρώτησε. Ήταν χλομή και εκνευρισμένη και υπήρχαν μαύροικύκλοι κάτω απ’ τα μάτια της.«Είναι αλήθεια;» ρώτησε η Σάνον σχεδόν ψιθυριστά.«Είναι ποιο αλήθεια;» Ο Κέιν συνοφρυώθηκε.Δαγκώνοντας τα χείλη της, η Σάνον κοίταξε το βάζο με τους άσπρους κρίνους στη μέση του

καλογυαλισμένου τραπεζιού. «Σου έχει προσφέρει ο πατέρας μου τον έλεγχο της εταιρείας;» τονρώτησε, κοιτώντας τον στα μάτια.Ο Κέιν της έριξε μια πλάγια ματιά. «Τι;»«Σου τον έχει προσφέρει;» επανέλαβε η Σάνον.Ο Κέιν άφησε ήρεμα τα χαρτιά πάνω στο τραπέζι και, κάπως διστακτικά, σαν να μετρούσε τα λόγια

του, είπε: «Μου έκανε αυτή την πρόταση... ναι».«Για να με παντρευτείς;» Η καρδιά της Σάνον χτυπούσε σαν τρελή καθώς περίμενε να τον ακούσει

να το αρνείται.«Εκείνος σου το είπε αυτό;» ρώτησε ο Κέιν.«Έτσι έγινε;» Γιατί δεν προσπαθούσε να το αρνηθεί; Γιατί την κοίταζε τόσο... ξαφνιασμένος;«Να...»«Έτσι έγινε;» Θεέ μου, γιατί δίσταζε; Γιατί δε γελούσε και δεν της έλεγε «Φυσικά όχι!»«Αυτή ήταν η αρχική πρότασή του... ναι», είπε τελικά ο Κέιν. «Πριν μήνες... αλλά αρνήθηκα».«Αλλά μετά άλλαξες γνώμη;»Ο Κέιν την κοίταξε ψυχρά. «Τι θέλεις να πεις;»«Είναι αλήθεια, λοιπόν». Πώς μπόρεσε; «Πώς μπόρεσες;»«Σάνον, για όνομα του Θεού!» Ο Κέιν έκανε ένα βήμα προς το μέρος της. Εκείνη κούνησε το

κεφάλι της, κάνοντας ένα βήμα πίσω. «Θεώρησα ότι ήταν μια τρελή πρόταση όταν μου την έκανε,αλλά είμαι βέβαιος ότι σκεφτόταν μόνο εσένα».«Εμένα; Κι εσύ; Εμένα σκεφτόσουν κι εσύ; Πότε ακριβώς οργανώσατε αυτή τη σκευωρία;»«Δεν ήταν σκευωρία!» είπε ο Κέιν οργισμένος τώρα.«Όχι; Τι ήταν; Συμφωνία κυρίων;» Τα μάγουλα της Σάνον είχαν φουντώσει απ’ το θυμό. «Πάρε

την κόρη μου απ’ τα χέρια μου και κάν’ τη να υποκύψει στη θέλησή σου κι εγώ σ’ αντάλλαγμα θασου δώσω όση δύναμη θέλεις;»«Δεν υπάρχει καμιά δύναμη, όπως με τόσο δραματικό τρόπο το θέτεις. Και με κολακεύεις, όπως

Page 182: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

και ολόκληρο το αρσενικό γένος, αν νομίζεις ότι μπορεί ένας άντρας να σε κάνει να υποκύψεις στηθέλησή του!» Τα μάτια του Κέιν πετούσαν γαλάζιες σπίθες. «Δεν έχεις αρκετά...»Ο Κέιν πάτησε θυμωμένα την ενδοσυνεννόηση που χτυπούσε και η Σάνον θυμήθηκε την τελευταία

φορά που είχαν βρεθεί μόνοι σ’ αυτή την αίθουσα. Ήθελαν τόσο πολύ ο ένας τον άλλον, πουπαραλίγο να κάνουν έρωτα πάνω στο τραπέζι. «Όχι τηλεφωνήματα, σου είπα!» άκουσε τη θυμωμένηφωνή του.«Ξέρω μόνο ό,τι μου είπε ο πατέρας μου», του είπε η Σάνον όταν γύρισε πάλι να την κοιτάξει.«Και δεν είχε δικαίωμα να το κάνει!»«Όχι, δεν είχε», επανέλαβε η Σάνον καθώς δάκρυα πλημμύριζαν τα μάτια της. «Ήρθες λοιπόν με το

ωραίο σκάφος σου και με πήρες είτε ήθελα να έρθω είτε όχι!»«Ω, ναι, βέβαια».«Ήταν μέσα στο σχέδιο και το ότι υποκρινόσουν πως δεν ήθελες να με αποπλανήσεις; Έπαιζες το

μεγάλο προστάτη επειδή ήξερες ότι έτσι θα μ’ έκανες να σ’ εμπιστευτώ; Αφού εγώ προσπαθούσα...»Προσπαθούσε να τον μειώσει, να τον αποπλανήσει. Είχε γίνει ρεζίλι, μη μπορώντας να φανταστεί τισχεδίαζε εκείνος.«Αυτό θέλεις να πιστέψεις;» Βαθιές γραμμές αυλάκωναν το μέτωπό του καθώς ο Κέιν έβαζε μερικά

χαρτιά μέσα στο χαρτοφύλακά του.«Δεν ήταν έτσι;» Η Σάνον ντρεπόταν τώρα που δεν είχε καταλάβει τη μεγάλη φιλοδοξία του, αν και

δεν είχε ιδέα πόσο δυνατός είχε γίνει στο μεταξύ ο Κέιν.«Ω, για όνομα του Θεού, Σάνον! Τι πρέπει να πω σε μια τόσο παιδαριώδη κατηγορία; Πόσες φορές

πρέπει να σου το πω; Ο Ράνολφ μου το πρότεινε... κι εγώ αρνήθηκα! Εντάξει;»«Και μετά γιατί άλλαξες γνώμη;»«Νομίζω ότι είναι προφανές!»«Γιατί;» επέμεινε η Σάνον. Πες μου ότι μ’ αγαπάς! σκέφτηκε. Πες το, μόνο μια φορά! Εκείνος,

όμως, δεν το είπε.«Μετά απ’ όλο αυτόν το χρόνο που περάσαμε μαζί; Αν δεν το ξέρεις, φοβάμαι ότι δεν μπορώ να

σου το πω».Φυσικά όχι. Δεν ήθελε να πει ψέματα. Αυτό τουλάχιστον του το αναγνώριζε.«Τι φαντάζεσαι;» ρώτησε ο Κέιν σκληρά. «Ότι το ξανασκέφτηκα και σχεδίασα να σε απαγάγω... για

να σε κάνω να με παντρευτείς;»Η Σάνον ήθελε να πιστέψει ότι δεν ήταν έτσι. Αλλά πώς μπορούσε να είναι βέβαιη;«Γιατί όχι; Γιατί να μην κάνεις το κορίτσι να σ’ ερωτευτεί; Αυτό θα ήταν ένα επιπλέον δώρο για

σένα».«Ναι». Ο Κέιν δεν μπορούσε πια να κρύψει την οργή και την πικρία του. «Αν ήξερα πόσο λίγη

πίστη είχες σ’ εμένα, ίσως το ξανασκεφτόμουν πριν σου κάνω πρόταση γάμου».Φώναζαν ο ένας στον άλλον, χωρίς να υποχωρεί κανένας. Θα τους άκουγαν όλοι, σκέφτηκε η

Σάνον, ακόμα κι αν δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι έλεγαν.«Αν θέλεις μόνο εμένα και όχι την εταιρεία, τότε απόδειξέ το», του είπε, ξέροντας ότι ένας άντρας

με το δικό του εγωισμό δε θα δεχόταν αυτή την πρόκληση.«Να το αποδείξω; Μου έχεις τόσο λίγη εμπιστοσύνη που μου ζητάς να το αποδείξω;» Τα γαλάζια

μάτια του ήταν ψυχρά σαν ατσάλι όταν την κοίταξε. «Αν πρέπει να το κάνω αυτό», είπε ο Κέινκλείνοντας το χαρτοφύλακά του, «τότε δεν έχουμε τίποτ’ άλλο να πούμε».«Κέιν!»

Page 183: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Το χτύπημα της πόρτας της αίθουσας συμβουλίων ήταν η μόνη απάντηση στην κραυγή αγωνίαςτης.

Page 184: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11

Η Σάνον δεν ήξερε πώς πέρασαν οι επόμενες μέρες. Εκείνο το πρώτο πρωί την κοίταζαν όλοι μεσυμπόνια αλλά και θαυμασμό. Συμπόνια επειδή ήξεραν ότι είχε πέσει θύμα του τρομακτικού θυμούτου Κέιν και θαυμασμό επειδή δεν είχε υποχωρήσει.Καθώς η μέρα περνούσε χωρίς λέξη απ’ τον Κέιν, και μετά πέρασαν δύο, τρεις και τέσσερις μέρες,

η Σάνον είχε αρχίσει ν’ ανησυχεί.Ήξερε ότι ο Κέιν είχε να πάει κάπου αυτή τη βδομάδα. Αλλά, αν την αγαπούσε, δε θα της

τηλεφωνούσε, να της πει ότι καταλάβαινε; Ότι ήξερε πώς έδειχναν τα πράγματα; Ότι ο έλεγχος τηςεταιρείας ήταν το τελευταίο πράγμα στο μυαλό του όταν της είχε ζητήσει να τον παντρευτεί; Ότι τηναγαπούσε... πάνω απ’ όλα; Ότι θα έκανε ό,τι μπορούσε για να λυθεί αυτή η παρεξήγηση;Αλλά εκείνη του το είχε ζητήσει αυτό. Και το αποτέλεσμα ήταν να φύγει ο Κέιν και να την αφήσει.

Ή ήταν λάθος της που είχε ζητήσει επιβεβαίωση;Καθισμένη στο γραφείο του, κοιτώντας κάποια αλληλογραφία που της είχε δώσει η προσωπική

βοηθός του, η Σάνον έριξε μια ματιά γεμάτη λαχτάρα στο τηλέφωνο, παρακαλώντας το να χτυπήσει.Ήθελε τόσο ν’ ακούσει τη φωνή του. Να τον ακούσει να της λέει ότι ήταν λάθος του που είχε

θυμώσει τόσο πολύ. Ότι οι αντιδράσεις του ήταν υπερβολικές. Ότι ήθελε να τη δει καιανυπομονούσε να γυρίσει πίσω στο Λονδίνο.Γιατί; σκέφτηκε απελπισμένη, με τους αγκώνες της πάνω στο γραφείο και στηρίζοντας το κεφάλι

της στα χέρια της. Γιατί δεν της τηλεφωνούσε;«Σάνον;»Η Σάνον σήκωσε το βλέμμα της ξαφνιασμένη.«Είσαι καλά;» ρώτησε ο Στιούαρτ Μέιναρντ. Στα πενήντα δύο, ο Στιούαρτ ήταν ο μεγαλύτερος απ’

τους συμβούλους της εταιρείας. Ήταν ένας λεπτός άντρας χωρίς έντονα χαρακτηριστικά και ηέκφρασή του πίσω απ’ τα γυαλιά του χωρίς σκελετό έδειχνε ανησυχία.«Καλά είμαι», έσπευσε να τον διαβεβαιώσει η Σάνον, χωρίς να ισχυριστεί ότι είχε πονοκέφαλο.

Ποιος ο λόγος; σκέφτηκε. Ήξεραν όλοι πώς ένιωθε μετά απ’ τη σφοδρή σύγκρουσή της με τον Κέινστις αρχές της βδομάδας.Αμήχανος και προσπαθώντας να αστειευτεί, ο Στιούαρτ είπε: «Δείχνεις σαν να σ’ έχει καταπιεί

αυτή η καρέκλα».Η καρέκλα ήταν φτιαγμένη για κάποιον πιο βαρύ... κυριολεκτικά και μεταφορικά. Κάποιον πιο

επιβλητικό. Κάποιον σαν τον Κέιν.«Ξέρεις, όμως», είπε η Σάνον μ’ ένα βεβιασμένο χαμόγελο, «ότι μερικές φορές τα φαινόμενα

απατούν».«Ναι, πολύ σωστά». Η Σάνον ήξερε ότι ο Στιούαρτ είχε εντυπωσιαστεί, όσο και όλοι οι άλλοι, με

τις ικανότητές της να διευθύνει... σαν να είχε γεννηθεί μ’ αυτό το ταλέντο. «Κι αυτό θα πρέπει να τοδείξεις στον καινούριο διευθυντή όταν φύγει ο Κέιν».«Ναι... έχουμε μερικές βδομάδες ακόμα γι’ αυτό», του υπενθύμισε η Σάνον, γράφοντας ένα

σημείωμα σ’ ένα απ’ τα γράμματα μπροστά της, για να μην προσέξει ο Στιούαρτ πόσο είχε ταραχτείστην αναφορά του ονόματος του Κέιν.

Page 185: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Απ’ ό,τι κατάλαβα», είπε εκείνος διστακτικά, «αποφάσισε ότι η δουλειά του εδώ τελείωσε καιαυτή η υπόθεση στο Τσάνελ Άιλαντ είναι η τελευταία που θα χειριστεί προσωπικά». Και όταν ηΣάνον τον κοίταξε σαστισμένη, γιατί αυτό το άκουγε για πρώτη φορά, ο Στιούαρτ πρόσθεσεαμήχανος: «Έτσι τουλάχιστον κατάλαβα».Εννοείς ότι θα φύγει νωρίτερα; Η Σάνον ήθελε να κάνει κάποιο σχόλιο που θα έδειχνε ότι το ήξερε,

όχι ότι ο Κέιν είχε πάρει αυτή την απόφαση χωρίς να της το πει. Αλλά γιατί το είχε κάνει, εκτός ανείχε αποφασίσει ότι είχαν τελειώσει όλα και μεταξύ τους; Και σ’ αυτή την περίπτωση, ήταν αλήθειαόσα της είχε πει ο Ράνολφ για άντρες σαν εκείνον και τον Κέιν; Ότι κυνηγούσαν μόνο τη δύναμη;Και τώρα που το πραγματικό κίνητρό του αποκαλύφθηκε εκείνος δεν ήθελε να συνεχιστεί η σχέσητους; Και να την παντρευτεί; Να υποκρίνεται; Ή είχε απλώς –όπως θα ήθελε να πιστέψει η Σάνον–πληγωθεί ο Κέιν και θυμώσει επειδή δεν τον εμπιστευόταν; Επειδή είχε τόσες αμφιβολίες γιακείνον...«Ν-ναι, φυσικά», άκουσε τον εαυτό της να λέει τώρα. «Καταλαβαίνω».«Φυσικά. Το ήξερες». Ο Στιούαρτ προσπαθούσε να την κάνει να νιώσει καλύτερα, σκέφτηκε η

Σάνον. Να την κάνει να νιώσει σαν να μην ήταν η τελευταία που το μάθαινε πριν πει στα άλλαστελέχη της εταιρείας ότι ο καβγάς που είχαν ακούσει απ’ την αίθουσα συμβουλίων ήταν πιοσοβαρός απ’ ό,τι νόμιζαν.Ήταν, δεν ήταν; Η Σάνον ευχόταν να έφευγε ο Στιούαρτ και να την άφηνε στη δυστυχία της. Γιατί

τι θα μπορούσε να είναι πιο σοβαρό απ’ το να ανακαλύπτεις ότι ο άντρας που αγαπάς σε παντρεύεταιμόνο για το συμφέρον του; Και όταν τον ρωτάς γι’ αυτό να σηκώνεται και να φεύγει χωρίς ναπροσπαθήσει να δικαιολογηθεί, χωρίς ούτε ένα τηλεφώνημα;Διχασμένη ανάμεσα στην αγάπη της για κείνον και τις υποψίες της, η Σάνον είχε προσπαθήσει να

του τηλεφωνήσει δυο φορές, αλλά τη μία απάντησε ο αυτόματος τηλεφωνητής του και την άλλημιλούσε. Μετά εκείνη είχε χάσει το κουράγιο της, αποφασίζοντας να τον περιμένει να γυρίσει για ναμιλήσει μαζί του.«Τι είναι αυτό;» ρώτησε, έτοιμη να βάλει τα κλάματα όταν ο Στιούαρτ έβαλε ένα φάκελο μπροστά

της.«Είναι κάποια δουλειά που έκανα πρόσφατα για την Τσέστερτον σχετικά με το έργο στο Τσάνελ

Άιλαντ. Ήταν κάτι που θα το χειριζόταν ο Ράνολφ μέχρι που αρρώστησε, γι’ αυτό συμφώνησε ναπάει ο Κέιν εκεί. Θα φύγει απ’ το Γκέρνσεϊ αύριο με τους πελάτες και ο Ράνολφ ήθελε να πάω κι εγώστο πάρτι που θα δώσει γι’ αυτούς ο Κέιν αύριο το βράδυ».«Στο Γκέρνσεϊ;» Η Σάνον συνοφρυώθηκε, δεν καταλάβαινε τι ήθελε να της πει. «Και θέλεις να σου

κλείσει κάποιος πτήση;»«Όχι. Ο Κέιν θα τους φέρει πίσω με το γιοτ».Η καρδιά της Σάνον άρχισε ξαφνικά να χτυπάει σαν τρελή. «Με το γιοτ;»«Έχω ακούσει ότι έχει ένα πολυτελέστατο σκάφος...» Ο Στιούαρτ χαμογέλασε σαν παιδί. «...το

οποίο έφερε απ’ τη Μεσόγειο την περασμένη βδομάδα, όπως θα ξέρεις». Σταμάτησε, σαν ναπερίμενε να το επιβεβαιώσει η Σάνον. Όταν εκείνη παρέμεινε σιωπηλή, συνέχισε: «Χαιρόμουν πουθα μου δινόταν η ευκαιρία να το δω, αλλά τώρα ο Ράνολφ επιμένει ότι πρέπει να πάει μια Μπουβιένα τους συναντήσει νότια αύριο, γι’ αυτό σου δίνω το φάκελο».Όχι!«Δε... δεν μπορώ», ψέλλισε η Σάνον, απορρίπτοντας αυτή την ιδέα. Πώς μπορούσε να πάει εκεί

κάτω να ψυχαγωγήσει το μεγαλύτερο πελάτη τους και να φέρεται στον Κέιν σαν να μην είχε συμβεί

Page 186: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

τίποτα; Να φοράει όλο το βράδυ ένα χαμόγελο όταν η καρδιά της σφιγγόταν από τόσες υποψίες;Όταν υπήρχαν τόσα που ήθελε να του πει, να τον ρωτήσει; «Έχω πάρα πολλή δουλειά εδώ...»Έδειξε με μια απελπισμένη κίνηση τα χαρτιά πάνω στο γραφείο της. «Εσύ θέλεις να πας. Νομίζω ότιείναι δίκαιο να πας εσύ αφού έχεις δουλέψει σ’ αυτό το έργο...»«Ο Ράνολφ θα νομίζει ότι αψήφησα τις αποφάσεις του». Ο Στιούαρτ ακουγόταν πραγματικά

ανήσυχος. «Ήξερε ότι ήθελα πολύ να πάω, αλλά ξέρεις πώς είναι...»Κι εσύ δε θέλεις να του αντισταθείς, σκέφτηκε η Σάνον, καθώς θυμόταν απ’ το παρελθόν ότι ο

Στιούαρτ ήταν ένας απ’ αυτούς που έλεγαν πάντα ναι στον πατέρα της. Κανένας δε θα του έλεγε όχι,εκτός απ’ τον Κέιν, σκέφτηκε. Κι εμένα.Κάτι σκίρτησε μέσα της καθώς σκεφτόταν πόσο ίδιοι ήταν. Πόσο φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλον

έδειχναν μέχρι πριν μερικές μέρες.Αλλά ήθελε να τον δει μόνο. Όχι σαν οικοδέσποινα σε κάποιο πάρτι που έδινε εκείνος, παρ’ όλο

που αν έφερνε αντιρρήσεις, σκέφτηκε, ο Ράνολφ θα θύμωνε και θα έχανε την ψυχραιμία του. Αυτόθα μπορούσε να του δημιουργήσει επιπλοκές και ήταν κάτι που δεν έπρεπε να συμβεί. Ανάρρωνεπολύ καλά. Είχε αρχίσει, μάλιστα, και να καβγαδίζει με τη νοσοκόμα του, η οποία δε χάριζε κάστανακι αυτό τον βοηθούσε πολύ.Όχι, αποφάσισε η Σάνον. Δε θα έκανε τίποτα που θα μπορούσε να εκθέσει σε κίνδυνο την υγεία

του πατέρα της, όσο κι αν δεν ήθελε να συμφωνήσει σ’ αυτό που της ζητούσε να κάνει.«Εντάξει», είπε και είδε τους μυς του Στιούαρτ να χαλαρώνουν. «Θα πάω».

* * *Υπήρχε μια ευλογημένη γαλήνη στην περιοχή του Χάμσιρ, μετά το δύσκολο ταξίδι απ’ το Λονδίνο,αν και δεν έκανε τίποτα για να ηρεμήσει τις πεταλούδες που φτερούγιζαν στο στομάχι της Σάνον.Η καρδιά της χτυπούσε σαν τρελή καθώς έμπαινε τελικά στο πάρκινγκ της μαρίνας, αρκετά

αργότερα απ’ όσο θα ήθελε. Άφησε τη μαύρη Πόρσε και κατευθύνθηκε προς το επώδυνα οικείοσκάφος που είχε ήδη αγκυροβολήσει εκεί, κάτω απ’ τον απογευματινό ήλιο.Καθώς το πλησίαζε και έβλεπε μερικές άγνωστες φιγούρες πάνω, η απαλή μουσική και τα γέλια απ’

τα καταστρώματα φανέρωναν ότι το πάρτι είχε ήδη αρχίσει.Νιώθοντας την καρδιά της έτοιμη να σπάσει κάτω απ’ το απλό μαύρο φόρεμά της, η Σάνον

ανέβηκε στο πίσω κατάστρωμα, περπατώντας προσεκτικά με τα ψηλοτάκουνα μαύρα σανδάλια της.Προσπάθησε ν’ αναγνωρίσει μέσα απ’ τα γέλια και τις συζητήσεις τη φωνή που ήθελε ν’ ακούσει.Μ’ ένα κρεμ πουκάμισο και τζιν που τόνιζε τη λεπτή μέση, τους στενούς γοφούς και τα δυνατά,

αθλητικά πόδια του, ο Κέιν στεκόταν στο σαλόνι, με την πλάτη του γυρισμένη προς την πόρτα τουεξώστη. Μιλούσε σ’ ένα κομψό ζευγάρι με γκρίζα μαλλιά, που η Σάνον μάντεψε ότι θα ήταν οδιευθυντής της Τσέστερτον και η γυναίκα του. Κυκλοφορούσαν κι άλλοι μέσα στο σαλόνι. Έναάλλο ζευγάρι, πιο νέοι, όπως κι αυτοί που είχε δει στο επάνω κατάστρωμα. Άλλοι διευθυντές,θυμήθηκε, που της είχε πει ο Στιούαρτ ότι είχαν προσκληθεί με τις συνοδούς τους απ’ τα κεντρικάγραφεία, που βρίσκονταν στο Χάμσιρ, το οποίο ήταν σε πολύ μικρή απόσταση.Καθώς κατέβαινε απ’ τα σκαλοπάτια στο σαλόνι, κάποιος την είδε και άγγιξε τον Κέιν στο χέρι.Η έκφραση στο πρόσωπό του, καθώς γύριζε, έδειχνε σοκ. Δεν του είχε πει λοιπόν κανείς ότι θα

ερχόταν, σκέφτηκε η Σάνον, αφού ο Στιούαρτ την είχε διαβεβαιώσει ότι θα τον ειδοποιούσε.«Πού είναι ο Στιούαρτ;» ρώτησε ο Κέιν, πλησιάζοντάς την. Το βλέμμα του την έκανε να ριγήσει

καθώς γλιστρούσε απ’ τα πιασμένα ψηλά μαλλιά της, στους ώμους της κάτω απ’ τις λεπτές

Page 187: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

μπρετέλες και στο σαγηνευτικό πλαϊνό άνοιγμα του εφαρμοστού φορέματός της. Η αμηχανία ήταντο μόνο που άφησε ο Κέιν να φανεί στην έκφρασή του.«Ο πατέρας μου άλλαξε γνώμη. Ήθελε να έρθω εγώ στη θέση του». Τραβώντας το βλέμμα της απ’

το ηλιοκαμένο δέρμα του λαιμού του, η Σάνον κοίταξε ερευνητικά το πρόσωπό του, ψάχνοντας γιασημάδια ανακούφισης. Ή χαράς. Οτιδήποτε που θα της έλεγε ότι χαιρόταν που είχε έρθει εκείνη.Αλλά το χαμόγελό του ήταν ψυχρό και σύντομο. Σίγουρη ότι εκείνος πίστευε πως αυτό ήταν δικήτης ιδέα, η Σάνον είπε χαμηλόφωνα: «Δεν το αποφάσισα εγώ. Αλλά δεν μπορούσα να φέρωαντιρρήσεις... όχι όταν είναι τόσο άρρωστος».«Όχι», συμφώνησε ο Κέιν ανέκφραστος, αν και κάτι της έλεγε ότι ζύγιζε την κάθε της αντίδραση.Δεν το άντεχε. Όχι όταν εκείνη επιθυμούσε τόσο να την πάρει στην αγκαλιά του, να της πει ότι είχε

κάνει λάθος που είχε φύγει τόσο θυμωμένος απ’ το γραφείο. Να της πει πόσο του είχε λείψει. Αλλάεκείνος δεν το έκανε. Κι ούτε μπορούσε, φυσικά, να το κάνει μπροστά σε τόσο κόσμο, σκέφτηκε ηΣάνον, προσπαθώντας να δικαιολογήσει την ψυχρή στάση του.«Σ’ αυτή την περίπτωση, πρέπει να σου φέρω ένα ποτό. Και να σε συστήσω στον κόσμο», είπε ο

Κέιν. Το άγγιγμα του χεριού του στην πλάτη της ήταν τυπικό, αλλά τα δάχτυλά του έκαιγαν τηγυμνή σάρκα της. Ζαλισμένη, η Σάνον τον άκουσε να κάνει τις συστάσεις. Άκουσε τις αντιδράσειςανθρώπων με τους οποίους, μέχρι τώρα, εκείνη είχε μιλήσει μόνο στο τηλέφωνο.«Λυπήθηκα που άκουσα για τον πατέρα σου», είπε η γυναίκα του διευθυντή καθώς η Σάνον έπινε

τον ντοματοχυμό που είχε ζητήσει απ’ το σερβιτόρο, και κάποιος άλλος είπε: «Νομίζω ότι πρέπει νασε συγχαρούμε».Ο Κέιν δεν την είχε συστήσει ως αρραβωνιαστικιά του, μόνο ως την Μπουβιέ που εκπροσωπούσε

την εταιρεία... και η Σάνον σκέφτηκε αν αυτό ήταν σημαδιακό. Αλλά τώρα, καθώς η καρδιά τηςζητούσε απελπιστικά διαβεβαιώσεις, χαμογέλασε και έκανε κάποιο σχόλιο που ήταν σίγουρη πωςήταν ανόητο.«Είναι μια πολύ όμορφη βραδιά», είπε ο Κέιν. «Γιατί δεν πάμε έξω;»Βρέθηκε λοιπόν έξω στο κατάστρωμα, συζητώντας με τον έναν καλεσμένο μετά τον άλλον. Και

όλη αυτή την ώρα η μουσική έπαιζε απαλά από κρυμμένα μεγάφωνα και οι σερβιτόροι περνούσαν μεδίσκους γεμάτους καναπεδάκια και ποτά. Και η Σάνον, μ’ ένα ψεύτικο χαμόγελο στα χείλη,ψυχαγωγούσε τους καλεσμένους, νιώθοντας πολύ έντονα την παρουσία του Κέιν, ακούγοντας τηνπλούσια χροιά της φωνής του και το βαθύ του γέλιο. Βλέποντάς τον πότε πάνω στο τελευταίοκατάστρωμα, πότε στο σαλόνι ν’ αλλάζει ένα CD.Μένοντας μόνη στο πίσω κατάστρωμα όταν η γυναίκα με την οποία μιλούσε πήγε μέσα να πάρει τη

ζακέτα της, η Σάνον ένιωσε μια ανατριχίλα στον αυχένα της και γυρίζοντας είδε τον Κέιν να τηνκοιτάζει κατάματα.«Διασκεδάζεις;» Η φωνή του ήταν χλευαστική.Νιώθοντας να λιώνει κάτω απ’ το βλέμμα του, η Σάνον έριξε μια ματιά στις ανοιχτές πόρτες του

σαλονιού όπου στέκονταν μερικοί καλεσμένοι. «Δε μου είπες ότι θα έφευγες», του είπεχαμηλόφωνα.Το πρόσωπό του ήταν μια ανέκφραστη μάσκα. «Πήρα αυτή την απόφαση το Σαββατοκύριακο. Δε

μου δόθηκε η ευκαιρία να σου το πω».«Με ταπείνωσες, λοιπόν, αφήνοντάς με να το μάθω απ’ τον Στιούαρτ». Η φωνή της έτρεμε και η

Σάνον δεν μπορούσε να το κρύψει. «Πώς νομίζεις ότι φάνηκε αυτό;» του είπε προκλητικά.«Σαν να μη μιλάμε». Μετά, χωρίς καμιά προειδοποίηση, συνέχισε: «Στο διάβολο με το πώς

Page 188: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

φάνηκε!» Η μάσκα είχε πέσει και ο Κέιν συνέχισε τώρα σε πιο ήρεμους τόνους: «Δεν προσπαθούσανα σε ταπεινώσω, Σάνον, αν και εσύ είσαι πεπεισμένη ότι αυτός είναι ο μοναδικός σκοπός της ζωήςμου. Ένα πρόβλημα έχει παρουσιαστεί στη δική μου εταιρεία που χρειάζεται την παρουσία μουπερισσότερο απ’ όσο η Μπουβιέ τώρα. Αλλά η Μπουβιέ θα συνεχίσει να πηγαίνει καλά με τονκαινούριο διευθυντή που έχω προσλάβει. Ούτε εσύ ούτε ο Ράνολφ έχετε λόγο ν’ ανησυχείτε».Ακούγονταν όλα τόσο οριστικά. Έτσι ήθελε ο Κέιν ν’ ακουστεί; αναρωτήθηκε η Σάνον ζαλισμένη,

καθώς ένα δυνατό γέλιο έφτασε απ’ το πάνω κατάστρωμα.«Δείχνεις χλομή», σχολίασε ο Κέιν, κοιτάζοντας το ποτήρι με το μεταλλικό νερό που κρατούσε η

Σάνον στο χέρι της. «Και δεν έχεις πιει σταγόνα αλκοόλ όλο το βράδυ».Η Σάνον γύρισε το κεφάλι της, για να μη δει ο Κέιν την αγωνία της. «Δεν πιστεύω... να είσαι

έγκυος», πρόσθεσε εκείνος.Κρατώντας την ανάσα της, η Σάνον γύρισε και τον κοίταξε, ανασηκώνοντας ελαφρά τον έναν ώμο.

«Θα ήταν καλό για τα σχέδιά σου αν έλεγα ναι;»«Σχέδια;» Τα μάτια του Κέιν σκοτείνιασαν με κάποιο συναίσθημα που η Σάνον δεν μπορούσε να

προσδιορίσει, αλλά ένιωσε την έντασή του, την οργή που προσπαθούσε να συγκρατήσει.«Λυπάμαι που θα σε απογοητεύσω», του είπε ψιθυριστά καθώς κάποιος κατέβαινε τη σκάλα πίσω

τους και πήγαινε στο σαλόνι. Κάτι τέτοιο δε θα ενίσχυε τη θέση του, σκέφτηκε η Σάνον, αν αυτόπου πραγματικά ήθελε ήταν η εταιρεία κι εκείνη περίμενε το μωρό του; «Για να απαντήσω, όμως»,συνέχισε, «ούτε εσύ έχεις πιει».Με εξαίρεση τους σερβιτόρους, ήταν ο μόνος που κυκλοφορούσε όλο το βράδυ χωρίς ποτήρι στο

χέρι του. Ο άψογος οικοδεσπότης, συγκρατημένος, με αυτοπειθαρχία. Κύριος του εαυτού του καιτων άλλων.«Μου αρέσει να έχω τον έλεγχο», αποκρίθηκε ο Κέιν επιβεβαιώνοντάς το και, με έναν πιο σκληρό

τόνο στη φωνή του, πρόσθεσε: «Αλλά εσύ αυτό το ξέρεις». Ήταν η πρώτη αναφορά που έκανε στηλογομαχία τους πίσω στο Λονδίνο, στις κατηγορίες που είχε εκτοξεύσει η Σάνον και στον καβγάτους.«Το μόνο που ξέρω είναι ότι δεν το αρνήθηκες».«Οπότε πρέπει να είναι αλήθεια».Η Σάνον γύρισε το κεφάλι της για να μην προσέξει ο Κέιν τα δάκρυα που έλαμπαν κάτω απ’ τις

κόκκινες ακτίνες του ήλιου που έδυε.«Φοράς, όμως, ακόμα το δαχτυλίδι μου». Η Σάνον τράβηξε αμέσως το χέρι της απ’ την κουπαστή

και έσφιξε με τα δάχτυλά της τη μέση της. «Γι’ αυτούς το κάνεις;» Ο Κέιν έδειξε με μια κίνηση τουπιγουνιού του προς το πάνω κατάστρωμα απ’ όπου ακούγονταν οι περισσότερες συζητήσεις. «Ήαποφάσισες ν’ αλλάξεις γνώμη για έναν άντρα που σε θέλει μόνο για την αξία σου σε μετοχές καιποσοστά;»Η Σάνον ταράχτηκε. «Γι’ αυτό με θέλεις;» τον προκάλεσε, κοιτώντας τον στα μάτια.Αλλά η έκφραση των ματιών του ήταν κρυμμένη κάτω απ’ τις πυκνές βλεφαρίδες του. «Εσύ πρέπει

να δώσεις απάντηση στον εαυτό σου γι’ αυτό».Τα γαλάζια μάτια της Σάνον σκοτείνιασαν και έδειχναν σαν να ζητούσαν επιβεβαίωση.«Πώς μπορώ;» ρώτησε ψιθυριστά, νιώθοντας έναν κόμπο στο λαιμό. Είχε εμπιστευτεί και στο

παρελθόν και η εμπιστοσύνη της είχε γίνει μπούμερανγκ για κείνη. Δεν ήθελε να ξαναπεράσει τηνίδια δοκιμασία.Αλλά μετά κάποιος φώναξε τον Κέιν απ’ το επάνω κατάστρωμα.

Page 189: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

Η Σάνον τον είδε να κοιτάζει πάνω απ’ τον ώμο του εκνευρισμένος, σαν να τον ενοχλούσε κιεκείνον αυτή η διακοπή όσο και την ίδια.«Θα μιλήσουμε αργότερα», της είπε σχεδόν ψιθυριστά. Προς το παρόν, όμως, φορώντας ένα πλατύ

χαμόγελο, ο Κέιν επέστρεψε στο πάρτι και στους καλεσμένους του. Και η Σάνον αναρωτήθηκε πώςμπορούσε με τόση ευκολία να ξαναμπαίνει στο πετσί του ρόλου του τέλειου οικοδεσπότη. Ήτανσίγουρη ότι η μεσήλικη γυναίκα δε θα μπορούσε ποτέ ν’ αντιληφθεί τον εκνευρισμό του κάτω απ’την έκφραση απόλυτης αταραξίας του προσώπου του.Η Σάνον δεν είχε βρει άλλη ευκαιρία να του μιλήσει μέχρι τη στιγμή που έβγαινε απ’ την τουαλέτα

επισκεπτών αρκετά αργότερα. Μη περιμένοντας ότι ήταν κανένας άλλος κάτω, ξαφνιάστηκε όταντον είδε να βγαίνει απ’ το μικρό γραφείο απέναντι. Η γεροδεμένη κορμοστασιά του γέμιζε το μικρόχώρο.«Πρέπει να πιεις ένα ποτήρι σαμπάνια. Για να χαλαρώσουν τα τεντωμένα νεύρα σου», της είπε,

διακρίνοντας προφανώς την ταραχή της όταν τον είδε. «Εκτός αν βρούμε κάποιον άλλον τρόπο ναχαλαρώσεις».Ένα καυτό κύμα πόθου σάρωσε το είναι της, κάνοντας τα γόνατά της να τρεμουλιάσουν. «Νομίζεις

ότι μπορείς να με κουμαντάρεις μ’ αυτό τον τρόπο;»Ο Κέιν γέλασε απαλά. «Δεν μπορώ;»«Όχι», ψέλλισε η Σάνον ζαλισμένη.«Θα δούμε αργότερα, εντάξει;» Μέσα απ’ τους ήχους μουσικής, γέλιου και συζητήσεων που

έφταναν από πάνω, η φωνή του ήταν βελούδινη, προκλητική.Εικόνες της μεγάλης καμπίνας πέρασαν απ’ το μυαλό της· η αισθησιακή διακόσμηση, η ανάμνηση

του ασυγκράτητου πάθους τους, οι πνιχτές κραυγές απόλυτης έκστασης.«Έτσι νομίζεις, Κέιν. Και αυτό προφανώς ελπίζει ο πατέρας μου».«Ένα θέμα, λοιπόν, στο οποίο συμφωνώ μαζί του».«Εσύ το κανόνισες αυτό μ’ εκείνον;» ρώτησε η Σάνον.«Όχι βέβαια!»Παράξενο, αλλά τον πίστευε. «Καλύτερα, για να μη δεις τις προσπάθειές σου να πηγαίνουν

χαμένες, αφού σκοπεύω να γυρίσω πίσω απόψε».«Πάνω απ’ το πτώμα μου!» Ο Κέιν άπλωσε το ένα του χέρι στον τοίχο, παγιδεύοντάς την. Η Σάνον

ξεροκατάπιε, η καρδιά της χτυπούσε σαν να ήταν έτοιμη να σπάσει, το άρωμα της κολόνιας του τηζάλιζε.«Μη με πιέζεις, Κέιν».Εκείνος αγνόησε τα λόγια της. «Μπορείς να φύγεις το πρωί», της είπε, σαν να μην είχε καμιά

σημασία για κείνον. «Αλλά, για όνομα του Θεού, φέρσου λογικά. Ακόμα κι αν δεν έχεις πιει, δενείσαι ασφαλής πίσω από ένα τιμόνι. Είσαι πολύ κουρασμένη. Πολύ αναστατωμένη...»«Ποιος λέει ότι είμαι αναστατωμένη;» Ακόμα και στα δικά της αυτιά, η φωνή της ακουγόταν

πανικόβλητη.«Άκουσε τη φωνή σου. Το μόνο κατάλληλο μέρος για σένα είναι το κρεβάτι».«Και αυτό θα λύσει όλα τα προβλήματα, ε;» είπε η Σάνον σαρκαστικά, προσπαθώντας ν’ αρνηθεί

τη συγκίνηση που προκαλούσε η πρότασή του στο κορμί της, παρ’ όλο που το μυαλό της ήθελε νατην απορρίψει.«Θα σε κρατήσει μακριά απ’ τους δρόμους», είπε ο Κέιν, σκυθρωπός ακόμα. «Δεν έχω σκοπό να

σ’ αφήσω να οδηγήσεις μέχρι το σπίτι σου απόψε».

Page 190: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

«Δεν υπάρχει τρόπος να με σταματήσεις», είπε αποφασιστικά η Σάνον. «Εκτός αν μπορείς να μουπεις έναν καλό λόγο, που δε θα έχει σχέση με το σεξ ή την ασφάλειά μου, για τον οποίο θα πρέπει ναμείνω».Τον κοίταξε κατάματα και ένας κόμπος τής έκλεισε το λαιμό καθώς διέκρινε τα δυνατά

συναισθήματα στο ατσάλινο βλέμμα του. Πόθος, αυτό μόνο ήταν, κατάφερε να πείσει τον εαυτό της.Δυνατός πόθος που αποδείκνυε μόνο την ισχυρή έλξη που υπήρχε ανάμεσά τους και στην οποία, ανέμενε, ήταν σίγουρη ότι θα υπέκυπτε, σκέφτηκε απελπισμένη. Πέθαινε από επιθυμία να ενδώσει στοδικό της ακόρεστο πόθο, να παραδοθεί πάλι στην απίστευτη ηδονή που ένιωθε κάθε φορά πουέκαναν έρωτα. Αλλά τότε δε θα μάθαινε ποτέ. Δε θα ήταν ποτέ σίγουρη...Ο Κέιν ετοιμάστηκε να μιλήσει, αλλά έπειτα σταμάτησε, βλέποντας ότι μια γυναίκα στεκόταν στη

σκάλα και περίμενε να πάει στην τουαλέτα.Αρπάζοντας αυτή την ευκαιρία, η Σάνον έτρεξε επάνω και τον παράτησε εκεί, αφήνοντας τη

γυναίκα να περάσει. Αναρωτήθηκε τι ετοιμαζόταν ο Κέιν να της πει.

* * *Ήταν περασμένες έντεκα όταν άρχισαν οι περισσότεροι απ’ τους καλεσμένους να φεύγουν, αλλάτελικά μόνο λίγοι είχαν απομείνει.Ο νυχτερινός αέρας ήταν κρύος, αλλά η Σάνον έμεινε στο πάνω κατάστρωμα, τρίβοντας

αφηρημένη τα μπράτσα της καθώς κοίταζε τη μαρίνα, ανακουφισμένη που μπορούσε να μείνειμερικά λεπτά μόνη.«Εδώ είσαι λοιπόν».Η οικεία βαθιά φωνή έκανε τους μυς της να σφιχτούν. Ο Κέιν. Τα βήματά του ήταν ελαφρά πάνω

στο κατάστρωμα από ξύλο τικ.«Ήθελα να σ’ ευχαριστήσω που ήρθες». Η φωνή του ήταν απαλή. «Η βραδιά πήγε πολύ καλά».«Ναι». Γέλια έφταναν επάνω απ’ το πίσω κατάστρωμα, απ’ τους τελευταίους ξενύχτηδες της

βραδιάς. «Αλλά δεν ήταν δική μου απόφαση», απάντησε η Σάνον στις ευχαριστίες του. «Ο πατέραςμου επέμενε να έρθω εγώ».Άκουσε τη βαθιά εισπνοή που πήρε ο Κέιν. «Αυτός είναι ο μόνος λόγος για τον οποίο ήρθες;»Η Σάνον γύρισε και του έριξε μια ματιά πάνω απ’ τον ώμο της. Καθώς τον τύλιγαν οι σκιές της

νύχτας, δεν μπορούσε να δει τα χαρακτηριστικά του, αλλά η φωνή του ήταν τραχιά. Ο κρύος αέραςανέμιζε τα μαλλιά του, κάνοντας κι εκείνη ν’ ανατριχιάζει. Έτριψε πάλι τα γυμνά της χέρια για να τακρατήσει ζεστά.«Ξέρεις, για μια γυναίκα που είναι τόσο συγκροτημένη, δεν είσαι ποτέ αρκετά καλά

προετοιμασμένη για τον καιρό».Η Σάνον ταράχτηκε όταν κάτι τυλίχτηκε γύρω απ’ τους ώμους της, το μαύρο μεταξωτό μπολερό

που είχε αφήσει κάτω στο σαλόνι.«Ευχαριστώ», μουρμούρισε, προστάζοντας τον εαυτό της να τραβηχτεί μακριά, αλλά τα χέρια του

Κέιν τυλίχτηκαν στα μπράτσα της και τη γύρισαν να τον κοιτάξει.«Τι σου θυμίζει αυτό;» ρώτησε ο Κέιν.«Όχι», διαμαρτυρήθηκε η Σάνον, γιατί ήξερε πολύ καλά τι της θύμιζε. Εκείνο το βράδυ στις

Κάννες όταν ο Κέιν είχε ρίξει τη ζακέτα του στους ώμους της στην προκυμαία και είχαν ανεβεί στογιοτ μόνοι, θέλοντας απελπιστικά ο ένας τον άλλον...«Τρέμεις», της είπε ψιθυριστά, ρουφώντας το άρωμα των μαλλιών της. «Γιατί το θέλεις. Το

Page 191: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

θέλουμε και οι δύο...»«Όχι», επανέλαβε η Σάνον ξέπνοα, πανικόβλητη επειδή ο Κέιν είχε δίκιο.«Γιατί;» ρώτησε ο Κέιν βραχνά. «Επειδή θέλεις να πιστέψεις αυτό που σου είπε ο πατέρας σου; Ότι

σε παντρεύομαι για χίλιους άλλους λόγους εκτός απ’ τον προφανή; Επειδή δεν μπορείς ναφανταστείς ότι ίσως είμαι ερωτευμένος μαζί σου;» Η πικρία στη φωνή του την έκανε να τον κοιτάξειμε απορία. Πόσο θα ήθελε να τον πιστέψει. Η ζεστασιά του κορμιού του, το άρωμα της κολόνιαςτου, η επαφή των χεριών του γκρέμιζαν τις αντιστάσεις της. Η Σάνον θα είχε πέσει στην αγκαλιά τουαν δεν τραβιόταν ξαφνικά εκείνος.«Α, εδώ είναι!» Το ζευγάρι μεσήλικων που τον είχαν συνοδέψει απ’ το Γκέρνσεϊ είχαν ανεβεί στο

κατάστρωμα και τους πλησίαζαν. «Θα φύγουμε τώρα, Κέιν». Χέρια σφίχτηκαν και ευχαριστίεςεκφράστηκαν για μια όμορφη μικρή κρουαζιέρα και μια θαυμάσια βραδιά. «Θέλω ν’ αγοράσω μιαΠόρσε», είπε η γυναίκα στον Κέιν, «και η Σάνον έτυχε ν’ αναφέρει ότι εκείνη πουλάει τη δική τηςκαι ότι είναι κάτω στο πάρκινγκ. Θα πάμε λοιπόν να της ρίξουμε μια ματιά πριν έρθει το ταξί μας.Υπέροχο σκάφος», είπε η γυναίκα κοιτώντας γύρω της. Μετά κοίταξε μια τη Σάνον και μια τον Κέιν.«Φτιαγμένο για ειδύλλια. Έλα, λοιπόν, αγαπητέ μου». Έπιασε απ’ το χέρι τον άντρα της πουχαμογελούσε καλοσυνάτα και τον τράβηξε προς τη σκάλα. «Πάμε να δούμε το αμάξι».Ακολουθώντας τους, έτοιμη να κατεβεί μαζί τους, η Σάνον ένιωσε ξαφνικά κάτι σαν μέγκενη να

την αρπάζει απ’ το μπράτσο και να την τραβάει πίσω.«Δε μου είπες ότι θα πουλούσες το αμάξι σου». Τα μάτια του Κέιν την κοίταζαν ερευνητικά στο

πρόσωπο. Το φως από το κάτω κατάστρωμα τον έκανε να δείχνει απροσδόκητα σκυθρωπός καικουρασμένος.«Όχι;» Η λέξη βγήκε σαν λυγμός απ’ τα χείλη της. Σε παρακαλώ, μη με κοιτάς έτσι!«Και όταν τους δείξεις την Πόρσε... θα γυρίσεις πάλι εδώ;»Αυτές οι παρακλητικές λέξεις... το τρέμουλο στη φωνή του... την έκαναν να διστάσει για μια

στιγμή. «Όχι», κατάφερε να ψελλίσει η Σάνον. «Είπες και ο ίδιος», συνέχισε, «ότι η εταιρεία έχειορθοποδήσει τώρα και ο καινούριος διευθυντής θα τα πάει πολύ καλά ακολουθώντας τη δική σουστρατηγική». Το στόμα της είχε στεγνώσει, τα λόγια που είχε προετοιμάσει και που νόμιζε ότι θαέλεγε με μεγάλη ευκολία κολλούσαν τώρα στο λαιμό της, αλλά τα έσπρωξε να βγουν απ’ τα χείλητης. «Θα γυρίσω στο Περού».Αγωνία ήταν αυτό που διέκρινε στο πρόσωπό του; Πώς του το έκανε αυτό αφού ήθελε τόσο να του

πει ότι δεν ήταν αλήθεια; Ότι ήθελε να μείνει; Να σβήσει τον πόνο απ’ την έκφρασή του και να τονδει να την κοιτάει πάλι με το παλιό, οικείο χαμόγελό του; Αλλά είχε πει στο ζευγάρι ότι θα τουςέδειχνε το αμάξι της. Είχε ευθύνες. Το ίδιο και ο Κέιν.«Πρέπει να φύγω».Την άλλη στιγμή, η Σάνον κατέβαινε στο πίσω κατάστρωμα χωρίς να ρίξει ματιά πίσω της. Όταν

άκουσε τον Κέιν να φωνάζει με αγωνία το όνομά της και να την ακολουθεί, πήδησε βιαστικά στηνπροβλήτα και έτρεξε στο πάρκινγκ.

Page 192: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12

Στο σκοτεινό εσωτερικό της Πόρσε –σιωπηλό τώρα που το ζευγάρι είχε φύγει– η Σάνον κάθισε καιέκλεισε τα μάτια της.Είχαν αποφασίσει να μην το πάρουν τελικά –ήθελαν ένα μεγάλο αμάξι για τα τρία σκυλιά τους–

και, παρ’ όλο που ήταν φιλικοί και ευχάριστοι, χαιρόταν που είχε μείνει μόνη της για να μπορέσει νασκεφτεί.Είχε πει στον Κέιν ότι θα γύριζε σπίτι της απόψε. Αλλά πώς μπορούσε να φύγει; Εκείνος ήθελε να

της μιλήσει και, ό,τι κι αν ήταν αυτό που είχε να της πει, η Σάνον ήθελε να το ακούσει.Είχε πει ότι την αγαπούσε. Καυτά δάκρυα πίεζαν τα κλειστά βλέφαρά της. Το είχε σχεδόν πει,

διόρθωσε τον εαυτό της. Αλλά πώς θα μπορούσε ένας άντρας που της φερόταν με τόσητρυφερότητα να μην είναι ερωτευμένος; Ό,τι κι αν της είχε πει ο Ράνολφ.Οι προθέσεις του πατέρα της ίσως ήταν αγαθές όταν της είχε πει τι θα κέρδιζε ο Κέιν απ’ αυτόν το

γάμο. Αλλά ήξερε ότι ο πατέρας της δεν ήταν ιδιαίτερα ευαίσθητος άνθρωπος. Μόνο ο Κέιν είχεκαταφέρει να κερδίσει το σεβασμό του. Ήταν ίσως το είδος άντρα που θα ήθελε ο Ράνολφ νααποκαλεί γιο του... και κληρονόμο του. Αφού εκείνη ήταν μόνο ένα κορίτσι, ένα επαναστατημένοκορίτσι. Τα τελευταία δύο χρόνια, όμως, η Σάνον είχε δει τη σκληρή όψη της ζωής. Και δεν ήταν πιαδεκαεννιά. Είχε ωριμάσει πολύ. Ήταν μια γυναίκα τώρα... που έλεγχε η ίδια τη μοίρα της, τη ζωήτης.Δεν ήταν κανένας άγγελος. Είχε, όμως, την ικανότητα να κρίνει. Και, κρίνοντας απ’ τα λόγια και τις

κινήσεις του Κέιν απόψε, όλα της τα ένστικτα της έλεγαν να μην έχει αμφιβολίες γι’ αυτόν.Η καρδιά της χτυπούσε δυνατά καθώς έβγαινε απ’ το αμάξι και πατούσε το κουμπί στο

τηλεχειριστήριο που κλείδωνε την Πόρσε.

* * *Απ’ τη θέση του μπροστά στο επάνω πηδάλιο, ο Κέιν ευχόταν να έφευγε και το τελευταίο ζευγάρι.Ήταν κουρασμένος και δεν ήξερε για πόσο ακόμα θα μπορούσε να παίζει το ρόλο του ευχάριστουοικοδεσπότη. Απ’ τη στιγμή που έφυγε η Σάνον μαζί με το μεσήλικο ζευγάρι, δεν μπορούσε νασυγκεντρωθεί σε τίποτα. Είχε πιστέψει ότι θα κατάφερνε να την πείσει να μείνει. Του είχε σχεδόνφανεί ότι κι εκείνη ήθελε να μείνει, αλλά μετά τους είχαν διακόψει κι εκείνη είχε φύγει. Και παρ’ όλοπου ήθελε να την ακολουθήσει, ήταν αναγκασμένος να μείνει πάνω στο σκάφος με τους υπόλοιπουςκαλεσμένους του. Ήλπιζε, προσευχόταν να γύριζε. Αλλά εκείνη δεν είχε γυρίσει.Αν είχε το αμάξι του, σκέφτηκε, και αν ήταν μόνος, θα έτρεχε να την προφτάσει, παραβιάζοντας

όλους τους κανόνες ορίων ταχύτητας. Αλλά δεν ήταν μόνος και δεν είχε αμάξι και η πτήση που είχεκλείσει για το Λονδίνο έφευγε αύριο.Εκείνος έφταιγε, που δεν της είχε πει όλη την αλήθεια απ’ την αρχή για την πρόταση του πατέρα

της. Την είχε απογοητεύσει πολύ ένας άλλος άντρας στο παρελθόν. Έπρεπε να το είχε σκεφτεί αυτόκαι να μην είχε φύγει θυμωμένος την περασμένη Δευτέρα. Ήταν φυσικό να δυσκολεύεται η Σάνοννα εμπιστευτεί κάποιον... Μηχανικά, κούνησε πάνω κάτω το κεφάλι του σε κάτι που έλεγε ο άλλοςάντρας και του έδωσε αφηρημένος μια απάντηση. Δεν περίμενε ποτέ ότι ο Ράνολφ θα της έλεγε...

Page 193: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

* * *Η Σάνον άκουγε φωνές απ’ το επάνω κατάστρωμα. Ανήκαν στο ζευγάρι που είχαν πει ότι είχαν πάειστην Ινδία ή κάπου. Οι απαντήσεις του Κέιν ήταν κοφτές και λακωνικές. Ήθελε να πάει επάνω νατον βρει, να του δείξει ότι είχε γυρίσει. Αλλά θα έδειχνε χάλια, με το μεϊκάπ της πασαλειμμένο καιτα μάτια της πρησμένα απ’ το κλάμα. Εξάλλου, δεν ήθελε να δει κανέναν άλλον εκτός απ’ τον Κέιν.Όλα τα φώτα ήταν αναμμένα όταν μπήκε στο πολυτελές σαλόνι. Όλοι οι άλλοι είχαν φύγει,

πρόσεξε με ανακούφιση. Ένας ήχος, όμως, τράβηξε την προσοχή της στην καμπίνα κάτω και πίσωαπ’ το μαγειρείο.Έφευγαν και οι τελευταίοι σερβιτόροι, σκέφτηκε, αναγνωρίζοντας τον άντρα που ανέβηκε απ’ τη

σκάλα.Μη θέλοντας να τη δουν, η Σάνον γλίστρησε αθόρυβα και κατέβηκε απ’ την πίσω σκάλα στη

μεγάλη καμπίνα. Το δωμάτιο ήταν όπως το θυμόταν απ’ τη νύχτα πάθους που είχε περάσει εκεί μετον Κέιν στις Κάννες.Τον είχε ερωτευτεί παράφορα εκείνη τη νύχτα. Πάνω στο γιοτ του. Σ’ αυτό το δωμάτιο. Στο

κρεβάτι του. Και είχε καταλάβει με τη γυναικεία διαίσθησή της ότι δε θα την πλήγωνε ποτέ. Δε θα τηχρησιμοποιούσε. Δε θα την πρόδιδε. Ήταν ανόητη που είχε αφήσει κάποιον άλλον να την κάνει ναπιστέψει ότι έκανε λάθος.Θα τον περίμενε εδώ, σκέφτηκε, νιώθοντας έξαψη. Θα φρεσκαριζόταν λίγο. Θα του έλεγε ότι

λυπόταν που δεν τον είχε εμπιστευτεί. Και μετά...Αν σε συγχωρήσει. Ετοιμαζόταν να μπει στο μπάνιο, όταν πέρασε αυτή η σκέψη απ’ το μυαλό της.

Φυσικά. Μερικές στιγμές απόψε εκείνος ήταν τόσο ψυχρός. Αλλά τι περίμενε; Οι κατηγορίες πουείχε εκτοξεύσει εναντίον του ήταν βαριές. Αν λοιπόν είχε παρερμηνεύσει τη συμπεριφορά τουαπόψε; Αν δεν την ήθελε πίσω;

* * *Το άρωμά της τον βασάνιζε καθώς κατέβαινε τη σκάλα. Θα το αναγνώριζε οπουδήποτε. Αλλά ακόμακι αν είχε μπει στη μεγάλη καμπίνα η Σάνον όσο ήταν πάνω στο γιοτ, δε θα μύριζε ακόμα.Ο πόνος τον είχε τρελάνει, σκέφτηκε ο Κέιν ανοίγοντας τη μικρή πόρτα έξω απ’ τη μεγάλη

καμπίνα, όπως τον είχαν τρελάνει και οι δυο τελευταίοι καλεσμένοι του. Η γυναίκα είχε ζητήσει απ’τον άντρα της να φύγουν πριν μισή ώρα. Αλλά εκείνος ήθελε να δει και το μηχανοστάσιο!Όταν τελείωσε και μ’ αυτό, καθώς ο άντρας ανέβαινε τη σκάλα μπροστά του, ο Κέιν δίστασε για

λίγο μπροστά στην πόρτα της καμπίνας.Το άρωμά της ήταν πιο δυνατό τώρα. Και άκουγε νερό να τρέχει; αναρωτήθηκε ταραγμένος.Γιατί είχε γυρίσει; Είχε ξεχάσει κάτι; Ή είχε αποφασίσει ότι ήθελε να συζητήσει μαζί του; Αν είχε

έρθει μόνο για να του πει το οριστικό αντίο; Να του πει πόσο τον περιφρονούσε και μετά να φύγει;Ήθελε ν’ ανοίξει την πόρτα και να μάθει. Να μπει μέσα, να την πάρει στην αγκαλιά του και να τημεθύσει με τα φιλιά του, υποχρεώνοντάς τη να τον ακούσει. Δεν ήξερε τι τον σταμάτησε. Μάλλοναυτοί οι τελευταίοι καλεσμένοι του. Αναστενάζοντας, ο Κέιν υπενθύμισε στον εαυτό του τακαθήκοντα που είχε ως οικοδεσπότης.Στο μεταξύ, όμως, αν βαριόταν η Σάνον να περιμένει και έφευγε πριν απελευθερωθεί εκείνος απ’

τις υποχρεώσεις του; Ο Κέιν δεν είχε νιώσει ποτέ τόση αβεβαιότητα στη ζωή του. Κάτι έπρεπε νακάνει.Ο βόμβος της μηχανής έκανε τη Σάνον να σηκώσει το σκυμμένο κεφάλι της μπροστά στον

Page 194: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

καθρέφτη του μπάνιου που στεκόταν. Τίναξε απότομα πίσω τα μαλλιά που βούρτσιζε προς ταμπρος.Τι έκανε ο Κέιν; Έτρεξε στην καμπίνα, κρατώντας ακόμα τη βούρτσα στο χέρι της.Έβγαζε το γιοτ στα βαθιά. Τα φώτα της ακτής που έβλεπε η Σάνον απ’ τα οβάλ φινιστρίνια ν’

απομακρύνονται το επιβεβαίωναν. Γιατί; Πού πήγαινε;Είχε ακούσει τους δύο τελευταίους καλεσμένους να φεύγουν πριν λίγο. Τον περίμενε να

εμφανιστεί... να έρθει κάτω στην καμπίνα. Σίγουρα δεν πήγαινε κανέναν νυχτερινή κρουαζιέρα. Καιτο πρωί θα πετούσε για Λονδίνο. Γιατί έβγαινε λοιπόν απ’ τη μαρίνα;Πέταξε τη βούρτσα πάνω στο κρεβάτι. Ήταν καιρός, σκέφτηκε εκνευρισμένη, να του πει ότι ήταν

εδώ!Φτάνοντας στην πόρτα, ανακάλυψε ότι δεν άνοιγε. Γιατί δεν άνοιγε; Μετά από μερικές ακόμα

απόπειρες, κατάλαβε. Ο Κέιν θα είχε κατεβεί κάτω όταν εκείνη φρεσκαριζόταν... και δεν τον είχεακούσει. Ήξερε ότι ήταν εδώ και την είχε κλειδώσει μέσα!Τα επαναστατικά ένστικτά της συγκρούονταν με μια μεγάλη, άγρια χαρά. Αναστέναξε. Αν ήταν

ακόμα θυμωμένος, δε θα το έκανε ποτέ αυτό, σκέφτηκε. Θα τολμούσε να το κάνει μόνο αν ήταντρελά, απελπισμένα ερωτευμένος μαζί της. Αν είχε καταλάβει ότι κι εκείνη ήταν τρελά, απελπισμέναερωτευμένη μαζί του!Εκτός αν σκόπευε να βουλιάξει το γιοτ μ’ εκείνη μέσα ή να την πετάξει απ’ το κατάστρωμα. Τι

σχεδίαζε να κάνει μαζί της; Το αίμα κύλησε καυτό στις φλέβες της, γιατί η Σάνον ήξερε τι.Ίσως είχε σκεφτεί ότι η απαγωγή ήταν ο μόνος τρόπος για να τη φέρει πίσω στο κρεβάτι του, να την

αναγκάσει να τον ακούσει. Και η Σάνον θα άκουγε οτιδήποτε είχε να της πει. Αλλά αυτή τη στιγμήτο τελευταίο πράγμα που ήθελε να κάνει μαζί του ήταν να μιλήσει!Τι έπρεπε λοιπόν να κάνει στο μεταξύ; Να καθίσει εδώ και να περιμένει; Η Σάνον δεν είχε

συνηθίσει ποτέ να κάθεται και να περιμένει για κάτι στη ζωή της.Εντάξει, Κέιν Φάλκονερ...Δαγκώνοντας τα χείλη της, κοίταξε γύρω της. Μετά σήκωσε τα χέρια της και έβγαλε το εφαρμοστό

φόρεμά της.

* * *Ευκίνητη σαν γάτα, η Σάνον έσπρωξε το επενδυμένο κάθισμα πάνω απ’ την έξοδο κινδύνου καιβγήκε στο πίσω κατάστρωμα.Πίσω της, πάνω στο σκοτεινό νερό, το πλοίο άφηνε κάτασπρους αφρούς. Από πάνω, η τέντα ήταν

ακόμα ανοιχτή και ο μεσονύχτιος ουρανός ήταν σπαρμένος με αστέρια.Εδώ έξω στη θάλασσα, φορώντας μόνο το μαύρο σατέν σουτιέν και σλιπάκι της, ο αέρας την

πάγωνε, αλλά ο πυρετός του πόθου την κρατούσε ζεστή.Τα μικρά φώτα κάτω από κάθε σκαλοπάτι την οδήγησαν στο πάνω κατάστρωμα. Ο αέρας φυσούσε

τα μαλλιά της και η καρδιά της χτυπούσε σαν τρελή, αλλά περπατώντας με τις μαύρες κάλτσες τηςδεν έκανε θόρυβο.Ο Κέιν στεκόταν μπροστά στο πηδάλιο έχοντάς της γυρισμένη την πλάτη του καθώς έκανε κάτι

στον πίνακα οργάνων. Πώς είχε μπορέσει ποτέ να τον αμφισβητήσει; Η καρδιά της ξεχείλιζε απόαγάπη καθώς τον παρακολουθούσε. Τον είδε να ρίχνει μια ματιά στα φώτα της ακτής πουτρεμόσβηναν και μετά να κόβει ταχύτητα. Ετοιμάζονταν να σταματήσουν.Με σβελτάδα αιλουροειδούς, η Σάνον γλίστρησε πίσω απ’ την ψησταριά, πήγε πίσω του και σαν

Page 195: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

σκιά, σήκωσε τα χέρια της και έκλεισε με τα δάχτυλά της τα μάτια του. Άκουσε την ανάσα του πουπιανόταν, ένιωσε το σφίξιμο των μυών του, αλλά ο Κέιν έμεινε εντελώς ακίνητος καθώς τουψιθύριζε βραχνά μέσα στο αυτί: «Θέλω να σε πάω στο κρεβάτι».Αλλά μετά, γρήγορος σαν αστραπή, την άρπαξε και την τράβηξε πάνω στην ποδιά του και τίποτα

δεν είχε πια σημασία γιατί η Σάνον βρισκόταν εκεί που ανήκε... μέσα στην αγκαλιά του. Καιανταποκρινόταν στα λαίμαργα φιλιά του σαν να είχε να τον δει μια ολόκληρη ζωή.«Τι σ’ έκανε να γυρίσεις;» ρώτησε ο Κέιν ξέπνοα.«Εσύ».«Αλήθεια;»«Ω Κέιν, φέρθηκα τόσο ανόητα. Συγνώμη για όλα αυτά που είπα –που σε κατηγόρησα ότι θα με

παντρευόσουν για να πάρεις τον έλεγχο της εταιρείας. Το ξέρω ότι μ’ αγαπάς. Μ’ αγαπάς, σωστά;»πρόσθεσε με αγωνία.Τα χείλη του, όπως και η φωνή του, ήταν τρυφερά πάνω στο λαιμό της. «Πώς θα μπορούσες ποτέ

ν’ αμφιβάλλεις γι’ αυτό;»Αυτό ακριβώς δεν είχε ρωτήσει και η ίδια τον εαυτό της πριν μερικά λεπτά;«Νομίζω ότι σε ήθελα τόσο καιρό, που δεν μπορούσα να πιστέψω ότι είχα πραγματικά σταθεί τόσο

τυχερή», μουρμούρισε η Σάνον.«Ω, εγώ είμαι ο τυχερός», ψιθύρισε ο Κέιν. «Όταν νόμιζα ότι με άφησες απόψε, φοβήθηκα ότι θα

τρελαινόμουν!»«Το ίδιο κι εγώ. Γι’ αυτό γύρισα». Η Σάνον χάιδεψε τα πλούσια μαλλιά του. «Και μετά με

κλείδωσες στην καμπίνα. Με απήγαγες!»«Μόνο επειδή ήθελα απελπισμένα να σου μιλήσω». Ο Κέιν έσκυψε από πάνω της και έκανε κάτι

στον πίνακα. Το γιοτ σχεδόν σταμάτησε τώρα. «Έπρεπε να σε κρατήσω πάνω στο σκάφος μέχρι ναφύγουν όλοι οι άλλοι. Και σε έφερα εδώ έξω γιατί φοβήθηκα μη μαλώσουμε και φύγει πάλι κάποιοςαπ’ τους δυο μας».«Εγώ δε θα φύγω», είπε η Σάνον, ανασηκώνοντας τα χείλη της για να συναντήσουν τα δικά του.

Και απογοητεύτηκε όταν εκείνος τη φίλησε μόνο πεταχτά.«Αργότερα», της υποσχέθηκε ο Κέιν, ακούγοντας τη διαμαρτυρία της. «Πρώτα υπάρχουν δυο

πράγματα που θέλω να ξέρεις».Το χέρι του χάιδεψε τη μεταξωτή κάλτσα της. Δεν ήξερε πώς θα μπορούσε να συγκεντρωθεί σ’

αυτά που ήθελε να της πει, αλλά θα δοκίμαζε.«Συγνώμη που έφυγα απ’ το γραφείο τη Δευτέρα, αλλά ήμουν πολύ πληγωμένος... πολύ

θυμωμένος. Μαζί σου. Με τον Ράνολφ. Όταν με πλησίασε ο πατέρας σου και μου ζήτησε τη βοήθειάμου, αρχικά το έκανα για το δικό μου συμφέρον. Οι μετοχές είχαν πολύ χαμηλή τιμή. Μπορούσα ν’αγοράσω μεγάλο πακέτο. Πρόθεσή μου ήταν να μείνω εκεί για ένα χρόνο, μέχρι να ορθοποδήσει ηεταιρεία. Μετά θα πουλούσα πάλι και θα επένδυα σε μια απ’ τις δικές μου εταιρείες. Όταν ο πατέραςσου μου ζήτησε να σε βρω... και μου πρόσφερε να μου πουλήσει την πλειοψηφία των μετοχών αν δεσ’ έφερνα μόνο πίσω, αλλά σε παντρευόμουν κιόλας, γέλασα και αρνήθηκα. Δε θα συμφωνούσαποτέ σ’ αυτό. Νομίζω ότι ο Ράνολφ ζει ακόμα στο δέκατο ένατο αιώνα... πιστεύοντας ότι μπορεί ναδιαλέξει εκείνος τον άντρα που θα παντρευτεί η κόρη του.»Άρχισα να ψάχνω να σε βρω επειδή, όπως σου έχω πει, είδα πόσο πολύ σε ήθελε πίσω, αλλά

κυρίως επειδή ανησυχούσα για σένα. Ήθελα να σε ξαναδώ και να μάθω πού και πώς ήσουν. Όταν σεβρήκα στη Βαρκελώνη, ήταν καθαρά συμπτωματικό. Είχα ακούσει ότι ήσουν μια μικρή μάγισσα,

Page 196: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

αλλά δε φανταζόμουν ποτέ ότι θα ασκούσες τόσο ισχυρή επίδραση πάνω μου. Όταναρραβωνιαστήκαμε, αποφάσισα πως αν ο πατέρας σου ήθελε να το δει με τα δικά του μάτια –ότισυμφωνούσα με την αρχική του πρόταση– ήταν δικό του θέμα. Δεν περίμενα ποτέ ότι θα σουμιλούσε γι’ αυτό». Η οργή ήταν πάλι ολοφάνερη στη φωνή του. «Σκέφτηκα να σου το πω ο ίδιος,αλλά δεν είχα αποδείξεις ότι δεν ήμουν όσα έτσι κι αλλιώς υποψιάστηκες πως ήμουν. Το μόνο πουμπορούσα να κάνω ήταν να ελπίζω ότι θα καταλάβαινες τη δύναμη και τις αδυναμίες μου».«Τις καταλαβαίνω», είπε η Σάνον, νιώθοντας την αγάπη και την τρυφερότητα και τον πόθο να

φουσκώνουν μέσα της. Χάιδεψε μ’ ένα δάχτυλο το σαγόνι και το λαιμό του και ένιωσε την ανάσατου να πιάνεται όταν το χέρι της γλίστρησε κάτω απ’ το πουκάμισό του. «Μόνο που δεν έχειςπολλές αδυναμίες».Ο Κέιν γέλασε απαλά. «Ναι... ίσως μόνο μία...» Το αρρενωπό χέρι που γλίστρησε κάτω απ’ το

σλιπάκι της έκανε τη Σάνον να βγάλει μια πνιχτή κραυγή ηδονής. «Σοβαρά...» Είχε και κάτι άλλο νατης πει. «Όταν παντρευτούμε, θα έχω τον έλεγχο της εταιρείας, Σάνον».Οι χρυσαφένιες βλεφαρίδες της τρεμόπαιξαν και μια μικρή ρυτίδα σχηματίστηκε ανάμεσα στα

μάτια της.«Θα έχω την πλειοψηφία των μετοχών και θα σου τις εκχωρήσω. Για να μπορείς να έχεις τον

πρώτο λόγο... να μπορείς να πραγματοποιείς τις ιδέες σου».«Ω Κέιν!» Βουρκωμένη, η Σάνον τον αγκάλιασε, απολαμβάνοντας τη ζεστασιά και τη δύναμη και

τη βαθιά αγάπη που έβλεπε στα μάτια του. «Σ’ αγαπώ», του είπε ψιθυριστά. «Πάντα σ’ αγαπούσα.Και μου έχεις δώσει τόσα πολλά. Παρ’ όλο που με θεωρούσαν όλοι ατίθαση και επαναστάτρια...»«Μμμ». Ο Κέιν ακουγόταν σαν να συμφωνούσε, αλλά του άρεσε αυτή η ιδέα. Την απομάκρυνε

λίγο και την κοίταξε στα μάτια. «Νόμιζα ότι σε είχα κλειδώσει στο δωμάτιό σου», της είπε. «Πώςβγήκες;»Η Σάνον ένιωσε ένα ρίγος να διατρέχει τη ραχοκοκαλιά της. «Το ήξερες ότι θα τα κατάφερνα».«Χαίρομαι γι’ αυτό», είπε επιδοκιμαστικά ο Κέιν, χαϊδεύοντας αισθησιακά το σχεδόν γυμνό κορμί

της.«Δεν μπορούσα να σκαρφαλώσω στην έξοδο κινδύνου με το στενό φόρεμά μου, μπορούσα;» είπε

η Σάνον, ικανοποιημένη με τον εαυτό της.«Φυσικά όχι», συμφώνησε ο Κέιν. Τραβώντας την πάλι πάνω στην ποδιά του, αναρωτήθηκε πώς

είχε καταφέρει να κλέψει την καρδιά αυτής της ζεστής, αξιολάτρευτης, γενναιόδωρης γυναίκας. Τοσημάδι στο μέτωπό της, πρόσεξε, είχε σβήσει τώρα, όπως και οι αμφιβολίες της.«Είσαι πανέμορφη», ψιθύρισε βραχνά, μη χορταίνοντας να την κοιτάζει. «Πανέμορφη και

πανέξυπνη και εξωφρενική. Ακόμα και σαν παιδί ήσουν εξωφρενική», θυμήθηκε συγκινημένος.«Δεν ήμουν παιδί... ήμουν γυναίκα», του υπενθύμισε η Σάνον, καθώς θυμόταν τον απελπισμένο

έρωτά της για τον Κέιν εκείνο τον καιρό. «Αλλά εσύ δεν το είχες προσέξει».«Ω, το είχα προσέξει», μουρμούρισε ο Κέιν βραχνά, αλλά η Σάνον δεν μπορούσε να πει τίποτ’

άλλο γιατί η ηδονή που της χάριζαν τα επιδέξια χέρια του θόλωνε το μυαλό της. «Εξωφρενική,επαναστάτρια και απίστευτα σέξι...»Η Σάνον αναδεύτηκε ανήσυχα πάνω στην ποδιά του, μη αντέχοντας άλλο όσα της έκαναν τα χέρια

του.«Και ζητούσα απελπισμένα την προσοχή κάποιου», του υπενθύμισε, τυλίγοντας το ένα της χέρι

γύρω απ’ το λαιμό του και τραβώντας τον πάνω της.Και χωρίς να χρειαστεί περισσότερη ενθάρρυνση, ο Κέιν έσκυψε το κεφάλι του και της πρόσφερε

Page 197: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

όλη την προσοχή που χρειαζόταν, γιατί δεν υπήρχε τίποτ’ άλλο να πουν.

Page 198: ΑΡΛΕΚΙΝ-Η μελωδία του έρωτα - S.field & αδάμαστη καρδιά

ΠΕΡΙΕΧΌΜΕΝΑ

Η ΜΕΛΩΔΙΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ 5ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 7ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 18ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 29ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 38ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 46ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 54ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 65ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 76ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 91ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10 104ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 114ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12 130ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13 139ΚΕΦΑΛΑΙΟ 14 149ΚΕΦΑΛΑΙΟ 15 160ΑΔΑΜΑΣΤΗ ΚΑΡΔΙΑ 167ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 169ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 181ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 197ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 212ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 225ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 237ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 250ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 264ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 276ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10 287ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 297ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12 311