ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

100

description

Έτυχε το τεύχος αυτό, να κυκλοφορήσει 15 Αύγουστο. Να σας αφηγηθούμε την ημέρα αυτή θέλουμε. Ξυπνήσαμε και φάγαμε πρωινό. Βούτυρο, φρέσκο ψωμί και μέλι. Δώσαμε και στο γάτο μας φυσικά τις πρωινές λιχουδιές του. Αργότερα είπαμε τα χρόνια πολλά στις Μαρίες της ζωής μας, στους υπολοίπους και κατηφορίσαμε με τα πόδια σ’ ένα μικρό Κυκλαδίτικο εκκλησάκι στο χωριό Αχλάδι. Τον Άγιο Αλέξανδρο. Με αυτά και τ’ άλλα πέρασε η ώρα, ήρθε μεσημέρι και γυρίσαμε σπίτι για να διαλέξουμε εξώφυλλο τεύχους και να κυκλοφορήσει η τέταρτη ΑΦΗ ΓΗ SEE. Είχαμε πολλές επιλογές αλλά τελικά επικράτησε το σιτάρι. Όλοι γνωρίζουμε πόσο σημαντικό δημητριακό είναι το στάρι. Είναι το δεύτερο παγκοσμίως σε συγκομιδή. Τα σιτηρά, είναι από τα πρώτα φυτά που καλλιέργησε ο άνθρωπος και τα ίχνη των περισσοτέρων απ’ αυτά, χάνονται στο βάθος της ιστορίας. Με τον αφηγηματικό τρόπο που μας διακατέχει, μία μέρα σαν αυτή του Δεκαπενταύγουστου, ευχόμαστε οι άνθρωποι να αποκτήσουν ξανά το Α κεφαλαίο του Αυγούστου και να γίνουν χρήσιμο

Transcript of ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

Page 1: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4
Page 2: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

2

Περιεχόμενα

4. Φραπέλληνες

6. Το πιο σύντομο ταξίδι

8. Ερμούπολη: Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης;

10. Μυαλό Κουκούτσι του Νικόλα Στεφαδούρου

12. Loukoumi Festival

16. Έκτακτο της Σοφίας Μαμαλίγκα

18. Φωτογραφικό Αφιέρωμα 30.000 λέξεις

80.Υπόγειες σκέψεις

82. Ο παππούς μου, ο Ζακυθινός

88. Μη με λες Καραγκιόζη!

92. Photo Playlist

94.Της Παναγιάς ονόματα

98.Μυστικός Δείπνος

ΕΚΔΟΤΕΣ:Βαγγέλης Ευαγγελίου: www.vaeva.grΕλίνα Κοντονή: [email protected]

Το δισεβδομαδιαίο περιοδικό ΑΦΗ ΓΗ SEE διανέμεται ελεύθερα στο Διαδίκτυο, σε μορφή ψηφιακού εντύπου, με άδεια Creative Commons. 15 Αυγούστου 2013

ISSN: 2241-648X

Συντάκτες - Δημιουργικό - Μοντάζ (in design) - Φωτογραφίες - Επιμέλεια ύλης - Διόρθωση κείμενων αλλά +

ΤΟΠΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ: ΕΛΛΑΔΑ

Το εξώφυλλο του 4ου τεύχους, δημιουργήθηκε από τους εκδότες του περιοδικού. Με έμπνευση τις καλοκαιρινές βόλτες στη Σύρο.

Page 3: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

3

Έτυχε το τεύχος αυτό, να κυκλο-φορήσει 15 Αύγουστο. Να σας αφηγηθούμε την ημέρα αυτή θέ-λουμε. Ξυπνήσαμε και φάγαμε πρωινό. Βούτυρο, φρέσκο ψωμί και μέλι. Δώσαμε και στο γάτο μας φυσικά τις πρωινές λιχουδιές του. Αργότερα είπαμε τα χρόνια πολλά στις Μαρίες της ζωής μας, στους υπολοίπους και κατηφορίσαμε με τα πόδια σ’ ένα μικρό Κυκλαδίτι-κο εκκλησάκι στο χωριό Αχλάδι. Τον Άγιο Αλέξανδρο.

Με αυτά και τ’ άλλα πέρασε η ώρα, ήρθε μεσημέρι και γυρίσαμε σπίτι για να διαλέξουμε εξώφυλ-λο τεύχους και να κυκλοφορήσει η τέταρτη ΑΦΗ ΓΗ SEE. Είχαμε πολλές επιλογές αλλά τελικά επικράτησε το σιτάρι. Όλοι γνωρίζουμε πό-σο σημαντικό δημητριακό είναι το στάρι. Είναι το δεύτερο παγκοσμί-ως σε συγκομιδή.

Τα σιτηρά, είναι από τα πρώτα φυτά που καλλιέργησε ο άνθρω-πος και τα ίχνη των περισσοτέρων απ’ αυτά, χάνονται στο βάθος της ιστορίας.

Με τον αφηγηματικό τρόπο που μας διακατέχει, μία μέρα σαν αυ-τή του Δεκαπενταύγουστου, ευχό-μαστε οι άνθρωποι να αποκτήσουν ξανά το Α κεφαλαίο του Αυγού-στου και να γίνουν χρήσιμοι όσο το σιτάρι Παγκοσμίως.

Βαγγέλης ΕυαγγελίουΕλίνα Κοντονή

Αφήγηση τέταρτη

Page 4: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

4

Ποιος σου είπε πως ο Θάνατος είναι κακός; Μόνο όταν παίρνει Ζωή! Όταν παίρνει Θά-νατο, είναι αξιοθαύμαστος και δίκαιος. Θά-νατος στον Έλληνα, που θεωρείται ανάξι-ος να φέρει την ιδιότητα του Έλληνα, διότι ζυγίστηκε στο ζύγι της Εθνικής συνείδησης και βρέθηκε λειψός. Θάνατος στον Έλληνα, που αντί να παραγγέλνει καθημερινά την τεράστια γλωσσική και πολιτισμική ποικι-λία, τρώει delivery κουτόχορτο!

Θάνατος στον Έλληνα, που βράζει σε τσου-κάλι παρέα με τους γυαλιστερούς φόβους του, τις πόρνες Ελπίδες, τις στρουθοκάμη-λους προκαταλήψεις και τις αθάνατες αγκυ-λώσεις του. Θάνατος στον Έλληνα, που δεν κάνει βήμα να ψάξει τον κωδικό, με τον οποίο θα έχει πρόσβαση στη ζωή του. Θά-νατος στον Έλληνα, που ακόμα κάνει έρω-τα με σημαιάκια σε διαδηλώσεις πολιτικών ζωντανών νεκρών. Θάνατος στον Έλληνα, που δεν προστάτεψε τη χώρα και υπέγρα-ψε χαρτιά που τυλίγουν την Ελλάδα σαν κηδειόχαρτα και την πηγαίνουν τέσσερις.

Θάνατος στον Έλληνα, που έγινε ήρωας του ’21 επειδή πήγαν να του μαντρώσουν τον καπνό! Θάνατος στον Έλληνα, που ξέ-ρω τι καπνό φουμάρει. Θάνατος στον Έλ-ληνα, που ξαναδημιούργησε «Καιάδα» και πετά αβέρτα τα παιδιά εντός του, μαζί με το μέλλον τους. Θάνατος στον Έλληνα, που κάνει έρω-τα με τον καναπέ του και δι-αιωνίζει το είδος (του κανα-πέ). Θάνατος στον Έλληνα, που ταίζει σκυλοτροφή τα τραγούδια του, αντί ονειρό-σκονη.

Θάνατος στον Έλληνα, που αγαπάει τον αδελφό και όχι τον συνάδελφο.

Θάνατος στον Έλληνα, που έγινε μεσίτης γυάλινων κλουβιών του «φαίνεσθαι» και έβγαζε γλώσσα στις καθαρές καλύβες του «είναι». Θάνατος στον Έλληνα, που απέ-κτησε πρώτου βαθμού συγγένεια με τα Greeklish. Θάνατος στον Έλληνα, που δεν ήταν παρών σε κανένα μάθημα ζωής, σε κανένα μάθημα της Ιστορίας, παρά μόνο έτρωγε αμέριμνος το παρόν του στο προ-αύλιο.

Θάνατος στον Έλληνα, που πατάει mute σε όποια από τις αισθήσεις τον βολεύει. Θά-νατος στον Έλληνα, που παντρεύτηκε τον λήθαργο της βόλεψης, κάνοντας όργια μαζί του, σε κάποια από τα κατουρημένα γρα-φεία του δημοσίου και περίμενε κάθε 1n και 15 να πέσει ο μισθός της τεμπελιάς του.

Αν θεωρείς Έλληνα πως σε αδίκησα σε αυ-τό το Χρονογράφημα, έχεις το δικαίωμα να υποβάλεις ένσταση. Μα ξεχνάς πως είσαι ο Βασιλιάς της γραφειοκρατίας, οπότε άστο. Άνοιξε τηλεόραση και λερώσου με τα Τούρ-κικα! Θάνατος στον Έλληνα που διαφημίζει το ΤΙΠΟΤΑ και το αγοράζει ο ίδιος σε ανα-ρίθμητες άτοκες δόσεις. Μα τι γράφω ο χα-ζός; Αν πεθάνουν όλοι αυτοί, ποιος θα μείνει ζωντανός;

Φραπελληνεστου Βαγγέλη Ευαγγελίου

Page 5: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

5

Page 6: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

6

Το πιο σύντομο ταξίδι

Μπαίνω στο αυτοκίνητο. Που πάω; Στο μέλλον. Σίγουρα στο μέλλον. Τι θα ‘ναι αυ-τό το μέλλον; Ε μα, με πολλές ερωτήσεις ξεκινήσαμε, δε νομίζετε; Ακόμα δεν έχει βάλει την πρώτη. Με τα πολλά με κάνετε να ξεχνώ τα κρισιμότερα. Μουσική. Μουσι-κή παρακαλώ! Πάει το έχα-σα το μυαλό μου. Την είδα πρωταγωνίστρια παλιάς ελ-ληνικής ταινίας, τύπου «Η αρχόντισσα και ο αλήτης», «Μια κυρία στα μπουζούκια» και περιμένω να βγει η ορ-χήστρα να ξεκινήσει το πα-νηγύρι. Άλλο ένα κουμπάκι ήταν καλέ, το κάναμε ολό-κληρο θέμα! Όχι, όχι ξέρω πως δεν είναι αυτό το θέμα σας. Απολαύστε τη διαδρο-μή μετά διαφόρων οργάνων και αφήστε για μια στιγμή τα δικά μου σε ηρεμία. Θα μάθετε τον προορισμό. Κά-ποια στιγμή θα φτάσω. Λέ-τε να μη φτάσω; Μα τι στο καλό άρχισα ψιλή κουβέντα μαζί σας; Διεγείρετε την αβε-βαιότητά μου!Α, τώρα σας έπιασε η περι-έργεια για το παρελθόν! Που ήμουν; Μαζί του. Να πίνου-με τα ποτά μας, να λέμε τα νέα μας, αλλά κουβέντα για τα παλιά μας. Μα τα παλιά, μας έφεραν καλέ μου σε τού-το δω το μέρος! Και να ανά-βουμε τα τσιγάρα μας.. Για την ακρίβεια εγώ, τα άναβα, τα έσβηνα και ο κύκλος δεν είχε τέλος. Έως ότου ‘μείναν ψίχουλα καπνού στο πακέτο! Δόξα τω Θεώ που δεν ήμουν εκείνο το κοριτσάκι γνωστού παραμυθιού, γιατί αν χρειαζόταν να φτιά-ξω μονοπάτι ούτε για δέκα εκατοστά δε θα ‘φτάναν. Εκείνος πιο συγκρατημένος. Γενι-κά. Προσπαθούσα να καταλάβω σε ποιους διαδρόμους σουλάτσαρε το μυαλό του. Μι-

λούσαμε. Μάλλον, μιλούσε ως επί το πλεί-στον εκείνος. Βιάζεστε. Βιάζεστε να βγάλε-τε συμπεράσματα. Δεν είναι πως δεν μ’ άφηνε. Είναι που δεν ήθελα να σταματή-σει. Είχα τόση επιθυμία να τον ακούω και μου έκανε το χατίρι. Δεν είχαμε κάνει κα-

μία συμφωνία εκ των προ-τέρων, σας διαβεβαιώ. Δεν είχαμε κάνει γενικότερα κα-μία συμφωνία. Ούτε με τα γεγονότα. Μπόμπα! Έσκα-σε έκτακτο δελτίο! Το άτι-μο διακόπτει το πρόγραμμα και κάποιος μένει πάντα με το στόμα παγωμένα ανοι-χτό. Εν προκειμένω, εγώ. Και για το πρόγραμμα είχα μια υπόνοια. Ήμουν φυσικά προετοιμασμένη για τα πά-ντα. Άλλωστε ήξερα πως δεν έβγαινα με κάποιον τυχαίο. Κι αυτά τα έκτακτα διέκο-πταν συχνά το πρόγραμ-μά του. Ή μάλλον, τον ύπνο του. Και τότε τον ύπνο του διέκοψαν; Μα τι προσβολή προς το άτομό μου είναι αυ-τή! Α, Το σώσατε. Λέτε; Λέτε να βρισκόταν σε όνειρο; Με κάνετε και κοκκινίζω.Έχει βάλει τρίτη κι ένα φα-νάρι κοκκινίζει μαζί μου. Είναι τρομερό πόση ντροπή κατα-κλύζει την πόλη μέσα σ’ ένα 24ωρο. Λίγο να μοιάζαν κι οι άνθρωποι σε τούτους τους στύλους.. Σύμφωνοι, σύμ-φωνοι, αλλάζω ύφος! Πράσι-νο, μα κάτι άλλο χρώματος κόκκινου σταματά τη δια-

δρομή κι αυτή τη φορά φέρω αποκλειστι-κή ευθύνη. «Ήταν τόσο σύντομο αυτό το ταξίδι. Είχα να σου πω τόσο πολλά..», θέλω να του πω. «Το ‘χα αλλιώς φανταστεί» τον άκουσα να λέει, πριν μου χαρίσει το ομορ-φότερο τελευταίο, πρώτο φιλί της ζωής μου.

της Ελίνας Κοντονή

Page 7: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

στην παραλία της Αμπέλας... κάθε μέρα, όλη μέρα

από τις 8 το πρωί μέχριαργά το βράδυ

παραλία Αμπέλας, τ+φ: 22810 45110

e: [email protected], www.ambela.gr

www.facebook.com/ambela.syros

Η ταβέρνα Αμπέλα είναι μια καθημερινή συνταγή με μυρωδιές, γεύσεις

και ιστορίες γύρω απ’ το τραπέζι - μέγιστη νοστιμιά της πατρίδας μας !

Με επιλεγμένες πρώτες ύλες, προϊόντα μόνο στην εποχή τους,

παραδοσιακές συνταγές, βιολογικά πιάτα, μενού για παιδιά, χορτοφάγους

και ειδικές δίαιτες.

Και όλα τα πιάτα, στην καλύτερη σχέση ποιότητας - τιμής, μαγειρεμένα και σερβιρισμένα με εγκαρδιότητα,φιλικότητα, φροντίδα και αισιοδοξία !

7

Page 8: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

8

Η εξωτερική πίεση κι ο εξωτερικός κατα-ναγκασμός αποδεικνύονται συχνά ως οι ευλογημένοι βασικοί μοχλοί δη-

μιουργίας - αυτό λέει η δημοσιογραφική πεί-ρα μου. Η πρόσφατη ιστορία έχει δείξει ότι οι λαοί γίνονται σοφότεροι μετά από δεινά, ή μετά από επιλογές - που όταν έγιναν, είχαν ένα έντονο στοιχείο ρίσκου. Αν δεν ήταν τα δεινά του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ίσως να μην είχε ιδρυθεί η ΕΟΚ - που ήταν ένα εγχεί-ρημα προκλητικό και που είχε ξεσηκώσει με-γάλες αντιδράσεις. Αν δεν ήταν η κρίση του Κόλπου και ο γιουγκοσλαβικός πόλεμος δεν θα είχε προχωρήσει η κοινή εξωτερική πολι-τική της ΕΕ, αν δεν ήταν η ελληνική κρίση δεν θα είχε προχωρήσει η οικονομική ενοποί-ηση, αν δεν ερχόταν στην Αθήνα ο Ζισκάρ δεν θα είχε ανοίξει η Συγγρού το ΄75, αν δεν

είχαμε αναλάβει τους Ολυμπιακούς δεν ξέ-ρω αν θα είχαμε σήμερα το Μετρό ή το αε-ροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος»...

Οι άνθρωποι και οι κοινωνίες χρειάζονται τε-λικά μεγάλες ιδέες. Για να επουλώνουν τις πληγές τους, να στρατεύονται για κάτι κα-λύτερο, να ξεπερνούν τη μιζέρια τους, να αναδεικνύουν τον «καλό» τους εαυτό και να παραμερίζουν τον γκρινιάρικο, τον στρεψό-δικο, τον αδιάφορο και απαθή.

Σας τα λέω όλα αυτά γιατί διάβασα τις προάλλες ότι μια ομάδα γερμανών ακαδη-μαϊκών διερευνά την πιθανότητα επιλογής

της Ερμούπολης ως «πολιτιστικής πρωτεύ-ουσας της Ευρώπης» για το έτος 2021. Από περιέργεια αναζήτησα στο ίντερνετ την ταυτότητα αυτών των ανθρώπων και δια-πίστωσα ότι είναι οι καταλληλότεροι για να έχουν συγκεκριμένη άποψη. Ακαδημαϊ-κοί με κύρος, είχαν την πρωτοβουλία να ονο-μαστεί η Έσεν «πολιτιστική πρωτεύουσα», το πέτυχαν και οργάνωσαν όλο το σχέδιο υλοποίησης. Στη συνέχεια επέλεξαν την Πά-φο (για το 2017) και το σχέδιο προχωρά με επιτυχία. Πρόσφατα διερεύνησαν το ενδε-χόμενο πρόκρισης της Ερμούπολης (για το 2021) – με ένα σοβαρό σκεπτικό.

Το ακόλουθο: ότι η Σύρος είναι μέρος του πανάρχαιου Κυκλαδικού πολιτισμού, ότι η Ερμούπολη ειδικότερα χαρακτηρίζεται από

μια εκπληκτική νεοκλασική αρχιτεκτονική, αλλά και από τη μεσαιωνική αρχιτεκτονική της Άνω Σύρου, ότι φιλοξενεί αρμονικά δύο χριστιανικά δόγματα, ότι στεγάζει το ιστο-ρικό θέατρο «Απόλλων» με ιδιαίτερη πολιτι-στική συνεισφορά, ότι διαδραμάτισε σημα-ντικό ρόλο στη σύσταση και εδραίωση του νεότερου ελληνικού κράτους, ότι στο χώρο της μουσικής συνδυάζει αφενός την παρά-δοση του ρεμπέτικου (κληρονομιά Μάρκου Βαμβακάρη) με τη νησιώτικη μουσική του Αιγαίου, ενώ επί σειρά ετών οργανώνει διε-θνή φεστιβάλ κλασικής μουσικής και ότι τέ-λος γειτνιάζει με το νησί της Δήλου, όπου επίσης μπορεί να φιλοξενηθούν εκδηλώσεις.

Ερμούπολη:«Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης»;

της Χριστίνας Πουλίδου

Page 9: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

[email protected]

Βλέπετε κάτι αρνητικό σε όλα αυτά; Είναι αδύνατον. Και όμως, κάποιοι Συριανοί βρή-καν! Άρχισαν λοιπόν οι μουρμούρες του «μι-κρού χωριού». Πήραν τον μεγεθυντικό φακό και φωταγώγησαν προβλήματα υπαρκτά, αλλά τόσο μικρά... Οι δρόμοι έχουν λακκού-βες, είπαν, το κυκλοφοριακό δεν έχει λυθεί, δεν έχει κάδους η παραλιακή του λιμανιού, στους δρόμους βλέπεις περιττώματα αδέ-σποτων...

Μάλιστα, αν δεις τη μικρή εικόνα όλα αυ-τά συμβαίνουν – η μεγάλη εικόνα όμως εί-ναι αυτή που βλέπεις, όταν μπαίνει το κα-ράβι στο λιμάνι και σου κόβει την ανάσα. Αυτήν είδαν οι ξένοι, οι «ψυλλιασμένοι» ξέ-νοι και είπαν «μάλιστα, το αξίζετε!». Και κά-ποιοι από μας μουρμουράν πως «όχι, δεν το αξίζουμε, δεν είδαν καλά, να τους δείξουμε εμείς και τις αδυναμίες της πόλης μας... » - είναι λογικό αυτό;

Η Σύρος βρίσκεται στο σταυροδρόμι των επιλογών – το αναπτυξιακό της μοντέλο εί-χε δύο πυλώνες: το Νεώριο και τις διοικητι-κές υπηρεσίες. Η κρίση χτύπησε και τα δύο, το Νεώριο μαραζώνει και οι διοικητικές υπη-ρεσίες παλεύουν με τη συρρίκνωση. Η μικρή κλίμακα του νησιού δεν επιτρέπει πτήσεις τσάρτερς, μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες ή μαζικό τουρισμό κρουαζιερόπλοιων – η διέ-ξοδός της περνά μέσα από την ταυτότητά της. Αυτήν είδαν οι ξένοι και αυτήν προτεί-νουν να αναδείξουν.

Η πρόταση να θέσει υποψηφιότητα η Ερ-μούπολη για την «πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης» το 2021, μπορεί να της δώσει την ώθηση που χρειάζεται προς μια ανα-πτυξιακή διέξοδο. Για την ακρίβεια, η συγκε-κριμένη πρόταση προσφέρει στο πιάτο το αναπτυξιακό μοντέλο που θα έπρεπε να εί-χαν ήδη αναζητήσει οι Συριανοί, αξιοποιώ-ντας το πολιτιστικό πλεονέκτημα του τό-που τους.

Αν ο κόσμος του νησιού καταλάβει πως αυ-τή είναι η ευκαιρία του, αν παραμερίσει την καχυποψία του για «σκοπιμότητες» (και ποιος δεν έχει;), αν κατανοήσει ότι ο στό-χος είναι μεγάλος και υπερβαίνει τους μι-κρο-ανταγωνισμούς, αν εμπνευσθεί απ’ αυ-τόν και στρατευθεί σε μια προσπάθεια που αναγκαστικά θα αντιμετωπίσει και τα κα-κώς κείμενα, τότε θα ανοίξει τη δρασκελιά

του προς την ανάπτυξη. Όπως ακριβώς συ-νέβη στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν από ένα ερημόνησο, από μια σύμπτωση παρα-γόντων και μέσα σε λίγες δεκαετίες μετεξε-λίχθηκε σε ένα εύπορο περιφερειακό μητρο-πολιτικό κέντρο.

Οι κοινωνίες, οι άνθρωποι χρειαζόμαστε έναν στόχο – μόνον έτσι προχωράμε. Επει-δή όμως ο δρόμος θα είναι μακρύς, θα κάνει «κοιλιές», θα προσκρούει σε δυσκολίες, θα υπάρξουν εντάσεις, διλήμματα, συγκρού-σεις, η απόφαση θα πρέπει να είναι συνειδη-τή και συλλογική. Η συριανή κοινωνία πρέ-πει να κατανοήσει το στοίχημα που της προσφέρεται και να πιστέψει στο στόχο. Στη διαδρομή θα μάθει να συνεργάζεται, θα βρίσκει λύσεις, θα αξιοποιήσει τον έμφυ-το κοσμοπολιτισμό της για το παραγωγι-κό καλό του τόπου. Τώρα πρέπει απλώς να κατανοήσει την ευκαιρία που της προσφέ-ρεται. Αυτό είναι το πρώτο βήμα. Και όπως στον στίβο, τα άλματα, με βήματα ξεκινά-νε...

Η Χριστίνα Πουλίδου, γεννήθηκε το 1958 στην Αθήνα. Σπούδασε νομικά κι έγινε δι-κηγόρος – ένα επάγγελμα που ποτέ δεν τί-μησε, εξού και παραιτήθηκε. Με τη δημο-σιογραφία ασχολήθηκε αρχικά γράφοντας στην «Αυγή» και την «Πρώτη» - στην «Αυ-γή» δούλεψε απ΄τα τέλη του ΄89 ως το 2012, από το ’91 ως το 2011 προστέθηκε ο «Επεν-δυτής» και τέλος το ΑΠΕ, όπου παραμένει. Από πολύ νωρίς ασχολήθηκε με την έννοια της Ευρώπης και την εξωτερική πολιτική. Δούλεψε πολύ στο ραδιόφωνο και στην έντυπη δημοσιογραφία. Είναι ευγνώμων σε όσους εργοδότες συμμερίστηκαν ή ανέχτη-καν τις εμμονές της, στον άντρα της (που υπήρξε πάντα υποστηρικτικός στη δουλειά της) και στους φίλους της, που την τροφο-δοτούν αδιάλειπτα με τη σκέψη τους, την κρίση τους, την αγάπη τους.

Page 10: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

10

Page 11: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

11

Page 12: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

12

Έχουν περάσει αρκετές μέρες από την πραγμάτωση του Loukoumi Festival, μα ακόμα νιώθω χορτάτος με τόσο «άφθονο λουκούμι» που αντίκρισα και έφαγα! Αφού τώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, είμαι με ένα λουκούμι στο στόμα. Παρουσίασα με την Αντιγόνη Ζαφειρακοπούλου, το Σάββατο 10 και την Κυριακή 11 Αυγούστου στην Πλατεία Μιαούλη, το πρώτο φεστιβάλ λουκου-μιού στη Σύρο.

Οι λουκουμοποιοί του νησιού, μας κέρασαν φρεσκότατα λουκούμια, ώστε να δοκιμάσει ο κόσμος, το αγαπημένο γλύκισμα της Σύρου. Τα λουκούμια κόβονταν μπροστά στους επι-σκέπτες πάνω στους παραδοσιακούς πάγκους των εργαστηρίων τους. Παρακολουθήσαμε το Λύκειο Ελληνίδων Σύρου να χορεύει παραδοσιακούς νησιώτικους χορούς. Παίξαμε «Λου-κούμι στην κλωστή». Ένα παλιό παραδοσιακό παιχνίδι του νησιού που πήρε πάλι σάρκα και οστά, με τα πιτσιρίκια να απολαμβάνουν ακόμα και την ήττα. Όποιο παιδί δεν κατά-φερε να μαζέψει πρώτο στο στόμα του την κλωστή, έμεινε με τη γλύκα, μα πέρασε από τους πάγκους των λουκουμοποιών και πήρε όσα λουκούμια ήθελε.

Page 13: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

13

Απολαύσαμε και τον «Καραγκιόζη Λουκου-μοποιό». Πρωτότυπη παράσταση της ομά-δας παραστατικής και εικαστικής δημι-ουργικότητας «Σκιάς Όναρ», οι οποίοι μας χάρισαν και αναμνηστική συλλεκτική φι-γούρα - χαρτοκοπτική του Καραγκιόζη. Πα-ρακολουθήσαμε «Το λουκούμι και η Σύρος». Βίντεο που γυρίστηκε ειδικά για το Φεστι-βάλ Λουκουμιού. Το συριανό λουκούμι έγινε και τραγούδι. Μίνι συναυλία του μουσικού συγκροτήματος «Νέα Τάξη Πραγμάτων»

έλαβε χώρα πάνω σε μία ξύλινη σκηνή με τον κόσμο να τραγουδάει μαζί τους. Η Φι-λαρμονική Ορχήστρα Δήμου Σύρου – Ερμού-πολης ήταν υπέροχη με τη συναυλία που περιλάμβανε γνωστά ελληνικά τραγούδια. Ζήσαμε και τα «Μουσικομαγειρέματα» του Ευτύχη Μπλέτσα, παρουσιαστή της εκπο-μπής «Η κουζίνα της μαμάς», που τραγού-δησε, ψυχαγώγησε και παρουσίασε συντα-γές με λουκούμι.

Page 14: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

14

Στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Λουκουμιού συνεχίζεται έως τις 8 Σεπτεμβρίου στο Βιομηχανικό Μουσείο Ερμούπολης η έκθεση «Το συριανό λουκούμι και οι άνθρωποι του».

Page 15: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

15

Το καλύτερο όμως σας το άφησα για το τέ-λος. Το πιο γλυκό ψηφιδωτό: 5.000 λουκού-μια – 9 μοναδικές δημιουργίες. Εννέα καλλι-τέχνες που ζουν και δημιουργούν στη Σύρο πειραματίστηκαν με πρώτη ύλη το λου-κούμι στην κατασκευή του πιο γλυκού ψη-φιδωτού που κατασκευάστηκε ποτέ! Οι καλλιτέχνες που κατασκεύασαν ζωντανά στην πλατεία τα έργα τους μέσα σε πα-ραδοσιακά τελάρα λουκουμοποιίας είναι με

αλφαβητική σειρά οι: Θοδωρής Βαλιάνος - Τσαβδάρης, Έρση Βαρβέρη, Αναστασία Ιω-αννίδου, Παναγιώτης Καλούδης, Νατάσσα Μπαμπούλη, Πάρις Ξυνταριανός, Κωνστα-ντίνα – Μαργαρίτα Τερζή, Σοφία Τριγώνη, Θανάσης Φωτεινιάς. Συντονιστής του όλου εγχειρήματος ήταν ο Γιάννης Ανδρειωμένος.

Page 16: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

16

Page 17: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

17

Page 18: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

18

Page 19: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

19

ÖùôïãñáöéêüáöéÝñùìá30.000 ëÝîåéò

Page 20: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

20

Page 21: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

21

Page 22: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

22

Page 23: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

23

Page 24: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

24

Page 25: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

25

Page 26: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

26

Page 27: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

27

Page 28: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

28

Page 29: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

29

Page 30: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

30

Page 31: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

31

Page 32: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

32

Page 33: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

33

Page 34: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

34

Page 35: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

35

Page 36: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

36

Page 37: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

37

Page 38: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

38

Page 39: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

39

Page 40: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

40

Page 41: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

41

Page 42: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

42

Page 43: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

43

Page 44: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

44

Page 45: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

45

Page 46: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

46

Page 47: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

47

Page 48: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

48

Page 49: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

49

Page 50: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

50

Page 51: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

51

Page 52: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

52

Page 53: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

53

Page 54: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

54

Page 55: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

55

Page 56: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

56

Page 57: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

57

Page 58: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

58

Page 59: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

59

Page 60: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

60

Page 61: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

61

Page 62: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

62

Page 63: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

63

Page 64: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

64

Page 65: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

65

Page 66: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

66

Page 67: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

67

Page 68: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

68

Page 69: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

69

Page 70: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

70

Page 71: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

71

Page 72: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

72

Page 73: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

73

Page 74: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

74

Page 75: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

75

Page 76: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

76

Page 77: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

77

Page 78: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

78

Page 79: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

79

Page 80: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

80

Συζήτηση μέσα σε ανελκυστήρα.

Μπορείτε σας παρακαλώ να πατήσετε το κουμπί; Θα το πατούσα εγώ, αλλά να, ξέρε-τε, μου αρέσει να με εξυπηρετούν, νιώθω οι-κεία! Στον 7° πάω.

Αυτός ο ανελκυστήρας πάει μόνο στο υπό-γειο. Είναι ρώσικης κατασκευής από την επο-χή του Φιοδόρ... Αν θέλετε να πάτε στον 7°, υπάρχει σκάλα της εποχής του Ιακώβου.

Στο υπόγειο; Χμ! Εντάξει δε με πειράζει κα-θόλου. Άλλωστε είναι ευκαιρία να βρω και κάτι επιθυμίες μου, που έχω παρατήσει εκεί χρόνια τώρα. Όσον αφορά τον Φιοδόρ Ντο-στογιέφσκι, είναι από τους καλούς «φίλους» μου. Έρχεται συχνά στον ύπνο μου και με ακολουθεί στον ξύπνιο. Μήπως είναι και δι-κός σας φίλος; Θα είναι σπουδαίο να έχουμε κοινούς φίλους. Ίσως κάνουμε κάποια στιγ-μή κι ένα «υπόγειο» party.

Στο υπόγειο.

Έρχεται στον ύπνο σας όταν είναι λευκές οι νύχτες ή όταν σκέφτεστε τη Δίκη; Δεν ξέ-ρω αν το υπόγειο είναι ο σωστός χώρος, θα προτιμούσα το κάστρο. Αν θέλετε μπορώ να ρωτήσω τον Ιωσήφ αν είναι ελεύθερο τώ-ρα. Είναι και αυτός φίλος μου.

Περίεργα δεν είναι εδώ μέσα; Δεν έχω ξα-ναδεί παρόμοιο υπόγειο. Ο Φιοδόρ, έρχεται στον ύπνο μου, όταν βλέπω εφιάλτες για την αδικία! Γιατί ο Ιωσήφ συλλαμβάνεται χωρίς λόγο; Τόση ώρα μιλάμε και δεν σας έχω ρωτήσει το όνομά σας. Πως σας λένε; Ξέρετε, με θυμώνει η αδικία. Με τρελαίνει. Μπαίνει σαν σκουλήκι στο μηλομυαλό μου και το σιγοτρώει.

Σε αυτό το υπόγειο έχει μόνο σελίδες που έχει ξεχάσει η κοινωνία. Κι αν ο Ιωσήφ συλ-λαμβάνεται είναι διότι δεν υπήρχε λόγος. Πώς αλλιώς να μπει στο παράλογο και να συναντήσει τον Αλβέρτο; Γιατί σας τρελαί-νει η αδικία; Υπάρχει μόνο με την κοινωνία...

Το σκουλήκι έχει και αυτό το δικαίωμα να ζήσει, ενώ το ασπόνδυλο άτομο που πετά το μήλο δεν είναι άδικο; Είμαι ο άγνωστος του κειμένου. Εσείς;

Ο γνωστός του αντικειμένου! Του αντικειμέ-νου αυτού, που θα σας κάνω δώρο για την γνωριμία μας. Δεν είναι τίποτα παράξενο ή ακριβό. Είναι απλά ανεκτίμητο! Ένα κλειδί. Και πιστέψτε με δεν είναι νεκρό! Είναι ολο-ζώντανο και εσείς τώρα είστε η πόρτα του. Θα είναι σπουδαίο αν πνιγούμε εδώ μέσα, από τις σελίδες που έχει ξεχάσει η κοινωνία.

Όχι, το σπουδαίο γνωστέ μου φίλε, είναι να πάμε στο κάστρο εκεί που μας περιμένουν οι άνθρωποι του παρελθόντος για να μας πουν αν αξίζουμε τη θυσία τους ή αν απλώς παίζουμε με τις λέξεις γιατί συναντήσα-τε ένα κλειδαρά, ο οποίος δεν ξέρει για την Υψηλή Πύλη και νομίζει ότι δεν άρχισε εδώ και αιώνες το παίγνιο της βαρβαρότητας.

Εντάξει σας έχω εμπιστοσύνη, μα θα μου γιατρέψετε την καστροφοβία που έχω από μικρός;

Δεν ασχολούμαστε με φοβίες στην ανθρω-πότητα.

Υπόγειες σκέψειςΒαγγέλης ΕυαγγελίουΝίκος Λυγερός

Page 81: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

81

Page 82: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

82

Κάθε που φτάνει δεκαπενταύγουστος φτά-νει κι εκείνο το ραντεβού, του νου με τη ζωή. Από τότε που με θυμάμαι μικρό κοριτσά-κι, η ημέρα αυτή ήταν συνδεδεμένη με μια γιορτή. Όχι της Παναγίας. Του παππού. Του Ζακυθινού. Εκείνου που για μένα ήταν η «Ξανθούλα» του Σολωμού και «Τα τρία γου-ρουνάκια», ομολογώ πως δεν ξέρω ποιου. Σί-γουρα όμως του παππού Τάκη, που βαπτί-στηκε Παναγιώτης.

Συλλογίζομαι πώς μια ολόκληρη ζωή μπορεί να έχει ως υπότιτλο, δύο τίτλους. Δεν αρ-γεί όμως να με βρει η απάντηση. Τα συναι-σθήματα που γέννησαν οι ήχοι, οι κινήσεις, το ηχόχρωμα, οι εκφράσεις και χίλια δυο άλλα που αποκωδικοποιεί αυτός ο γεμάτος νευρώνες σκληρός δίσκος, γίνονται η ταυτό-τητά της. Για σένα. Γιατί για κάποιον άλλο ίσως να είναι τίποτα.

Με τη βοήθειά του γυρνώ πίσω, τη στιγμή εκείνη που καθισμένη στα πόδια του παπ-πού τον ακούω να μου τραγουδά με την μπάσα, στεντόρεια φωνή του

«Την είδα την ξανθούλα,την είδα ‘ψες αργά,

που εμπήκε στη βαρκούλανα πάει στην ξενιτιά»

Δεν ήταν λίγες οι φορές που σεκόντο του έκανε η γιαγιά Ευλαλία, η όνομα και πρά-μα και συνονόματη. Μεγάλο κεφάλαιο και η γιαγιά.. Τόσο μεγάλο όσο ο έρωτάς τους και η χαριτωμένη ζήλεια του παππού, που κράτησε μέχρι το τέλος.

Μέσα σε δευτερόλεπτα από 7 γίνομαι 33 και η αίσθηση της ξεκάθαρα εγωιστικής από-λαυσης πως ο παππούς τραγουδά στην ξαν-θούλα του για μια ξανθούλα μετατρέπε-ται στην οξύμωρη βεβαιότητα πως έβλεπε σ’ εκείνο το 7χρονο κοριτσάκι εκείνο που θα αποτελούσε το χαρακτηριστικότερο στοι-χείο της ζωής του. Το φευγιό.

Στη κατά γενική ομολογία σταθερή ζωή μου, υπάρχει κάτι που αναταράσσει κάθε τόσο την γαλήνια σταθερότητα και βρί-σκει εκείνον τον χαρακτηρισμό που πριν

Ο παππούς μου, ο Ζακυθινόςτης Ελίνας Κοντονή

Page 83: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

83

κάμποσο καιρό μου απέδωσε ένας αγαπη-μένος άνθρωπος, εξαιρετικά εύστοχο. «Φα-ντομάς»! Διότι σε αντίθεση με την Ξανθού-λα του Dionisio, που κουνούσε το μαντήλι, ετούτη εδώ εξαφανίζεται και εμφανίζεται, επί το πλείστον, δίχως να γίνεται αντιλη-πτή από φίλους και γνωστούς. Ωσάν μια γάτα που δεν χωρά ο νους σου για πότε βρί-σκεται πλάι σου ενώ δευτερόλεπτα πριν εί-σαι σίγουρος πως την είδες να ρουφά νωχελι-κά τον ήλιο στη βεράντα. Ε, κάθε τόπος για μένα είναι μια βεράντα, μέχρι να θελήσω χάδια και να τυλιχτώ ξανά σε πόδια αγα-πημένα.

Διορατικός ο παππούς και δεμένος με την εγγόνα του. Την 1η. Κι εκείνη μαζί του, αν και οι πρώτες μέρες συνύπαρξης δεν προ-διέγραφαν κάτι τέτοιο. Πρώτο εγγόνι και κορίτσι βρε αδερφέ! Σκούρα τα πράγματα. Όμως στο άψε σβήσε τα φωτίσαμε. Τα βρή-καμε πολύ γρήγορα και αγαπηθήκαμε ακό-μα γρηγορότερα. Τόσο που στιγμές - στιγ-μές με έκανε να νιώθω πως δεν θα θελε να ‘χαν γίνει διαφορετικά τα πράγματα. Πως η 1η του έγινε και αγαπημένη.

Τα καλοκαίρια μου είχαν συνδεθεί με την Πρέβεζα, τη γενέθλια πόλη της γιαγιάς που κατάφερε, όχι κοπιωδώς, τον επτανήσιο παππού να χτίσει το σπίτι τους εκεί. Σχε-δόν όσο διαρκούσε η παύση μαθημάτων, κρατούσε και δυνάμωνε η σχέση μας. Μέχρι να έρθει μια ξαφνική εκδρομή - υπενθύμιση, μέχρι να έρθει η επόμενη παύση. Καθόμα-σταν νωρίς το πρωί παρέα για να πιούμε το ζεστό μας, εκείνος το τσάι του κι εγώ το σο-κολατένιο γάλα μου, στο μικρό μπαλκονά-κι μπροστά στην είσοδο του σπιτιού. Σπά-νια καθόμασταν στη μεγάλη βεράντα. Δεν μας άρεσαν οι αποστάσεις και όπως και να το κάνεις σε ένα μπαλκονάκι 1*2 ακούς τις σιωπές καθαρότερα. Εκεί με έβαλε στην κα-ρέκλα, απέναντί του και για πρώτη φορά τον άκουσα να μου αφηγείται το παρα-μύθι που έμελε να είναι και το αγαπημένο μου. «Τα τρία γουρουνάκια». Εκεί τον είδα για πρώτη φορά ως λύκο να γεμίζει τα πνευ-μόνια του με αέρα και να φυσά με δύνα-μη για να ρίξει το πρόχειρα φτιαγμένο αχυ-ρένιο σπιτάκι. Εκεί παρατήρησα για πρώτη φορά εκείνο το φούσκωμα στο πάνω χείλος του, που γινόταν εντονότερο όταν ξεφυσού-σε. Εκεί συνειδητοποίησα πως ένας άνθρω-πος μπορεί να γίνει δεκάδες ρόλοι. Εκεί για πρώτη φορά είδα πόσο λαμπερά μπορού-

σαν να γίνουν τα μάτια του, μέσα από τον θαυμασμό και την εκφραστικότητα των δι-κών μου. Εκεί τα βράδια μου μάθαινε τον ουρανό.

Τα χρόνια περνούσαν και μαζί τους πολ-λοί Δεκαπενταύγουστοι και πολλές μαζώ-ξεις συγγενών στο σπίτι με τη μεγάλη βε-ράντα. Σπιτικό βύσσινο και νεραντζάκι της γιαγιάς στα κρυστάλλινα, σκαλιστά μι-κρά πιατάκια που λες και από κάποιο μα-γικό, δεν έσπασε ποτέ κανένα. Μεγαλώνα-με παρέα, μα η εικόνα εκείνου ήταν εκείνη που πρωτοαντίκρισα. Εκείνη που η μνήμη, μου επιτρέπει να θυμάμαι πως πρωτοαντί-κρισα. Δυνατός, ευθυτενής, με πάτημα τό-σο σταθερό, λες και η γη τον ακολουθούσε. Αυστηρός – αξιωματικός γαρ- μα τρυφερός με τις «κοπελούλες» του, τις εγγονές του. Τη Μαρία, τη Νέλη και τη γράφουσα.

Είναι μεσημέρι και περπατώ στη Σπιανάδα, εκείνη την μεγάλη, καταπράσινη πλατεία που έκανα τα πρώτα βήματα και χρόνια μετά επέστρεψα για να λάβω πανεπιστη-μιακή μόρφωση. Στο νησί που υπήρξε πά-ντα ένα ανοιχτό ραντεβού, δίχως δεσμεύ-σεις και αναμονές, τσου Κορφούς. Το κινητό χτυπάει και όλως παραδόξως, το ακούω. Εί-ναι η μαμά. «Ελίνα φεύγουμε για το νο-σοκομείο, ο παππούς δεν μπορεί να ανα-πνεύσει καλά, έχει χάσει την επαφή με το περιβάλλον». «Νοσοκομείο» και «Παππούς» στην ίδια πρόταση, τα υπόλοιπα δεν με εν-διέφεραν καθόλου. «Δώσε μου τον!». «Μωρό μου δε θα σε καταλάβει». «Κράτα το κινη-τό στο αυτί του, μόνο να του μιλήσω κι ας μη μου απαντήσει» και το κράτησε. «Παπ-πού μου, η Ελίνα είμαι!» και μια απάντη-ση με χαστούκισε, που την είχα σχεδόν κα-ταδικασμένη, «Μάτια μου, κοπελούλα μου, Ελίνα μου», είπε ο παππούς μέσα σ’ ένα ψί-θυρο. Η μαμά και ο μπαμπάς, έκαναν λες και αντίκρισαν ένα θαύμα, αυτό κατάφε-ρα ν’ ακούσω τουλάχιστον. «Παππού μου, αύριο το απόγευμα γράφω ένα σημαντικό μάθημα. Μεθαύριο το πρωί έχουμε ραντε-βού. Μ’ ακούς παππού; Έχουμε ραντεβού». Δεν ξέρω κι εγώ πόσο δυνατά είπα αυτή τη φράση. Λες και ήθελα η φωνή μου να φτά-σει απέναντι δίχως την ανάγκη της συσκευ-ής που κρατούσα. «Ναι μάτια μου». «Παπ-πού έχουμε ραντεβού, μη με ξεχάσεις». Τότε ήταν που άκουσα τους τραυματιοφορείς στο δωμάτιο. Τότε έληξε και το τηλεφώνη-μα.

Page 84: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

84

Το μεθαύριο έφτασε πολύ πιο αργά απ’ ότι συνήθως, σε καιρό εξεταστικής περιόδου. Καράβι, Ηγουμενίτσα, Νοσοκομείο Πρεβέ-ζης. «Άργησα παππού;». «Καθόλου μάτια μου. Είδες; Πρώτος στο ραντεβού μας». Πρώ-τος στο ραντεβού. Εκείνο που κανείς δεν πί-στευε πως θα προλάβουμε. Στο δωμάτιο, ο θείος Ανδρέας, οι γονείς μου, η γιαγιά κι εγώ. «Ελίνα μου, έχουμε κι άλλο ραντεβού. Έρχε-ται και άλλη κοπελούλα μου». Είχε ξεκινή-σει η αδερφή μου και θα έφτανε το απογευ-ματάκι. «Ναι παππού, έρχεται η Νέλη μας. Στις 6 θα είναι εδώ. Εδώ θα μας βρει όλους». Ο παππούς για αρκετές μέρες δεν είχε όρεξη. Ο παππούς ήταν μια στάλα πάνω σ’ εκεί-νο το κρεβάτι, μα εκείνη την ημέρα έφαγε το φαγητό του, ήθελε και κρέμα βανίλια. Η γιαγιά του την έδωσε στο στόμα. 6 και τέταρτο και η μικρή μπαίνει στο δωμάτιο, που θύμιζε εκείνη τη μεγάλη βεράντα που γέμιζε φωνές μόλις φτάναμε στο χωριό. Όχι, δεν βρισκόμασταν στο Νοσοκομείο. Στη βε-ράντα μας βρισκόμασταν και λέγαμε τα πρώτα νέα. Για μαθήματα, για τσου έρω-τες (όπως τους έλεγε), δίχως όμως να θέλει να ακούσει και πολλά πολλά. Αυστηρός εί-παμε, αλλά κοντά μας. Για το πόσο θα μεί-νουμε. Κάθε φορά για το πόσο θα μείνουμε. Και ήταν σα να ‘λεγε πάντα «μη φύγετε». Κι εκείνη τη φορά το ίδιο. Μέσα στα γέλια ακούστηκε μια φωνή, «σε 10 λεπτά τελειώ-νει το επισκεπτήριο ή μάλλον το πάρτυ σας!». Ο παππούς έκανε να σηκωθεί, «σιγά μη φύγουν οι εγγόνες μου. Εδώ θα καθίσουν. Ακούς εκεί επισκεπτήριο! Εμείς είχαμε ολό-κληρο ραντεβού και θα μας το κόψεις εσύ;». Μα αυτό το «θράσος» του παππού έκανε τη νοσηλεύτρια να χαμογελάσει. Ήταν και αυτό, που όταν έλεγε κάτι ήταν νόμος και ουαί κι αλλοίμονο στον παραβάτη!

Η γιαγιά με τον θείο έκαναν να φύγουν. «Που θα πας Ευλαλία μου; Εδώ με τον άντρα σου θα μείνεις» και ήθελε να μείνει, μα οι μέρες στο νοσοκομείο έφεραν την κούραση. Τελι-κά την άφησε να φύγει.. Πρώτα όμως την έπιασε από το χέρι, την τράβηξε κοντά του και της έδωσε φιλί. Στο στόμα. Κι αυτό το φιλί δεν ήταν δύο 80χρονων ανθρώπων, ήταν εκείνο το πρώτο. Την ίδια στιγμή ήξε-ρα. Ο παππού έλεγε αντίο στη γιαγιά. Πνι-χτά και κρυφά τα δάκρυα της μάνας μου και τα δικά μου. Τόσο που τα καταλάβαμε μόνο εμείς οι δύο.

Αρκετή ώρα μετά τη λήξη του επισκεπτη-ρίου και έπειτα από πολλές παρατηρήσεις έπρεπε να φύγουμε κι εμείς. Θα έμενε ο μπα-μπάς με τη μαμά. Αγκαλιάσαμε τον παπ-πού μας. Φιλήσαμε τον παππού μας. Τον βεβαιώσαμε πως το επόμενο πρωί θα βρι-σκόμασταν δίπλα του πριν ξυπνήσει. Μόνο τότε ηρέμισε κι εκείνος και οι γραμμές στο πρόσωπο.

Φύγαμε. Περπατήσαμε. Περίπου 1 ώρα μετά χτύπησε το τηλέφωνό μου. Ήταν η μαμά. Έκλαιγε. Ένα «Μωρό μου ο παππούς έφυγε» και σαν από ταινία το τηλέφωνο έπεσε χά-μω κι έσπασε. Εκείνο το «Ευλαλία» στη για-γιά, που συνήθως τη φώναζε Λούλα. Το φι-λί. Η χαρά μας. Όλα με είχαν προετοιμάσει, όμως γαμώτο δεν γίνεται συνήθεια η απώ-λεια!

Από εκείνο το βράδυ του Ιούλη του 2006, στις 22 και κάθε που φτάνει Δεκαπενταύγου-στος, μου κάνουν παρέα δυο σκέψεις. Πως το σημαντικότερο ραντεβού της ζωής μου έγινε με έναν άνδρα που στην αρχή δεν του πολυάρεσα και πως, στο ραντεβού μας, δεν του ζήτησα να μου αφηγηθεί για μια ακό-μα φορά το παραμύθι . Εκείνο, με τα τρία γουρουνάκια..

Page 85: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

85

Page 86: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

86

Όταν ένας άνθρωπος παύει να πιστεύει στο Θεό, δεν είναι ότι δεν πιστεύει πια σε τίπο-τε. Πιστεύει σε οτιδήποτε. G. K. Chesterton, 1874–1936, Άγγλος συγγραφέας & κριτικός

Ο άνθρωπος θεωρεί ιερό ό,τι πιστεύει, όπως βλέπει όμορφο ό,τι αγαπάει. Ernest Renan, 1823-1892, Γάλλος φιλόσοφος & ιστορικός

Το να μην μπορείς να πι-στέψεις είναι ένα είδος αναπηρίας. Γιάννης Τσα-ρούχης, 1910-1989, Ζωγρά-φος

Όταν δεν είσαι ειλικρινής, πρέπει να υποκρίνεσαι. Και υποκρινόμενος στον εαυτό σου καταλήγεις να πιστεύεις τον εαυτό σου, και αυτό είναι η αρ-χή κάθε πίστης. Alberto Moravia, 1907-1990, Ιτα-λός συγγραφέας

Η πίστη είναι παθιασμένη διαίσθηση. William Wordsworth, 1770-1850, Άγγλος ρο-μαντικός ποιητής

Πιστεύω στο Θεό, τον Μότσαρτ και τον Μπετόβεν. Richard Wagner, 1813-1883, Γερμα-νός συνθέτης

Λατρεύω την απερισκεψία της πίστης. Πρώ-τα πηδάς στο κενό και μετά βγάζεις φτερά. William Sloane Coffin, 1924-2006, Αμερικανός ιεροκήρυκας & ακτιβιστής

Άρχισα την επανάσταση με 82 άτομα. Θα το ξανάκανα, ακόμη και με 10 ή 15 και με ακλόνητη πίστη. Δεν έχει σημασία πόσο μι-κρός είσαι, αν έχεις πίστη και σχέδιο δράσης.Φιντέλ Κάστρο, 1925-, Κουβανός ηγέτης

Η χειρότερη από όλες τις ψυχικές καταστάσεις εί-ναι η αδιαφορία. Felicite Robert de Lamennais, 1782-1854, Γάλλος συγ-γραφέας

Η απόλυτη πίστη δια-φθείρει εξίσου απόλυτα με την απόλυτη εξου-σία. Eric Hoffer, 1902-1983, Αμερικανός συγγραφέας & φιλόσοφος

Επιτέλους, πόσους κύκνους πρέπει να δούμε για να πεισθούμε ότι οι κύκνοι είναι άσπροι.Karl Popper, 1902-1994, Αγγλοαυστριακός φι-λόσοφος

Ισχυρίζομαι ότι μία εκκλησία με αλεξικέραυ-νο στη στέγη, δηλώνει έλλειψη πίστης.Doug McLeod, 1946-, Αμερικανός μπλουζίστας

Ðßóôåõåêáé ìçåñåýíá

Page 87: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

87

Page 88: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

88

Προκειμένου να φύγει, θα δεχόταν να πάει οπουδήποτε. Ας ήταν και σκο-τεινός ο προορισμός-αρκεί να μπο-

ρούσε να αναπνέει ελεύθερα. Έτσι κι έγινε. Ένα πρωινό του Σεπτέμβρη, μίλια μακρυά από όσα δεν άντεχε να είναι, βρέθηκε ο Αρ-τέμης, σε μια καινούρια γη, να υποδύεται ότι ποτέ του δεν ήταν : κατά βάση ελεύθε-ρος. Ενδεδυμένος τον αστό του εαυτό, με τα χέρια συνήθως στις τσέπες του στενού πα-ντελονιού του, περισσότερο εμφανιζόταν να φεύγει, παρά να έρχεται. Η αλήθεια εί-ναι ότι δεν περνούσε απαρατήρητος. Καλο-φτιαγμένος και ευγενικός, οι περισσότερες, πέφτοντας στην παγίδα του, του αντιγύρι-ζαν μια δεύτερη ματιά. Κάθε τους βλέμμα, μια δική του μικρή ή μεγαλύτερη νίκη. Προ-τιμούσε, όσο και παράδοξο, τις μικρές νί-κες-ήταν πιο εύκολα διαχειρίσιμες. Στα πιο σπουδαία βλέμματα αισθανόταν αμηχανί-α-κι αν ήταν εξίσου σπουδαία διαπεραστι-κά, ώστε ανακάλυπταν την αλήθεια που πάσχιζε να καταχωνιάσει στα μέσα του, από μικρό παιδί ? Εκείνη την ερημιά του μυαλού του, από την οποία ο μόνος τρό-πος, που είχε βρει για να αποδράσει, ήταν η γυναικεία συντροφιά-ακόμη κι αν χρεια-ζόταν να πληρώσει για αυτήν, αρκεί να μην τον έβρισκε το ξημέρωμα μόνο. Η ανάγκη του για επιβεβαίωση ήταν μεγάλη-τόσο με-γάλη που καμία γυναίκα από μόνη της δεν κατάφερνε ποτέ να του καλύψει.

Στα φανερά, βέβαια, κρατούσε τους τύπους, περισσότερο από όσο στα κρυφά τις απο-στάσεις. Για αυτό και διάλεγε να κοιτάζει στα κλεφτά και ν’ αγγίζει στα σκοτάδια, όταν δεν τον έβλεπαν. Και τώρα άγνωστος μεταξύ αγνώστων, ήταν ελεύθερος να κα-μώνεται τον καλό του εαυτό. Μακρυά από τον δικό του τόπο, σε τούτη εδώ την πόλη, μπορούσε ελεύθερα να αποτινάξει επιτέ-λους τη ρετσινιά του άξεστου βλάχου, που τον στοίχειωνε από την άγουρη εφηβεία του. Κι έτσι, μέρα με τη μέρα, δεν χόρται-νε να ζει το όνειρο του, αστός πολύφερνος και μοσχανεθρεμένος, φροντίζοντας να δι-

πλοκλειδώνει τα κλισέ του χωριού του, σαν σκελετούς φυλαγμένους στην ντουλάπα. Και έτσι λίγο λίγο, από τα κρυφά στα φα-νερά, τάϊζε τη φιλαρέσκεια του, αγνοώντας ότι το πηγάδι της ανασφάλειας είναι άπα-το το ρημάδι και, πως όσους έρωτες -πληρω-μένους ή μη-κι αν έριχνε μέσα, πάλι έντρο-μο θα αντηχούσε το κενό στην ψυχή του. Τη στιγμή που πρωτοείδε την Πανδώρα, δεν κατάφερε να συγκρατήσει το αδηφάγο βλέμμα του .

Η ματιά η δική της, όμως διαισθητικά διέκρι-νε την κίνηση του να κρυφτεί, μάλλον από ντροπή για τις παρορμήσεις του, μόλις την αντίκρυσε. Στάθηκε πίσω από έναν μικρό-σωμο συνάδελφο, στο ήδη ασφυκτικά γεμά-το κόσμο, ανήλιαγο γραφείο του διευθυντή. Ήταν η ώρα των συστάσεων, για το άρτι αφιχθέν προσωπικό της εταιρίας, σε εκείνο το σκοτεινό κτίριο της λαμπερής πρωτεύου-σας. Είπε το όνομα του αλλά μπέρδεψε τα λόγια του-μετά που το σκεφτόταν πολύ φοβόταν ότι είχε ξεστομίσει αρλούμπες, κά-τι ψελίσματα για τις ευκαιρίες στη ζωή του που είχαν χαθεί, κάτι που καθόλου δεν ταί-ριαζε στην περίσταση, αλλά φευ -δεν βρήκε κάτι εντυπωσιακότερο να πει. Η νεοφερμέ-νη ωστόσο, δεν έδειξε να δίνει σημασία στα λεγόμενα του, ούτε στον ίδιο-γενικά έδειχνε να μη δίνει σε τίποτα σημασία περισσότε-ρη από όσο άξιζε . Τυλιγμένη στο δερμάτι-νο παλτό της έμοιαζε σα να είχε βγει από σελίδα illustration περιοδικού, στρέφοντας, δίχως να προσπαθεί, την προσοχή των υπο-λοίπων πάνω της. Μιλούσε δυνατά, σίγου-ρη πολύ για όσα έλεγε, τόσο σίγουρη που δεν σήκωνε δεύτερη κουβέντα. Χαμογελού-σε όμως πλατιά και ανεπιτήδευτα και εκεί-νος, όσο την κοίταζε, τόσο πιο πολύ κατα-λάβαινε ότι του άρεσε.

Και βλέποντας την να στέκεται στην πόρ-τα, την ένιωσε, άθελα του, να γίνεται σί-φουνας και να ορμά σε κάθε χαραμάδα που συναντούσε μπροστά της. Και μπροστά της, τύχαινε να βρίσκεται αυτός. «Αυτή η

ΜΗ ΜΕ ΛΕΣ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗ!της Ιωάννας Λιζάρδου

Page 89: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

89

γυναίκα είναι αλλιώτικη», σκέφτηκε. Όπως και όλες τις άλλες, θα την ξεμονάχιαζε, δια-κριτικά, αμέσως μόλις έβρισκε ευκαιρία.

Στο μεταξύ, η αλήθεια ήταν πως για τις φο-ρές που δεν του δινόταν καμία ευκαιρία και για εκείνες τις ώρες, που τον έζωνε η μονα-ξιά, υπήρχε πάντα η Αννούλα:ένα κομμάτι μάλαμα, αυτή η κοπέλα, βράχος ακλόνη-τος στα μετώπισθεν, πάντα χαμογελα-στή και πάντα τιμημένη . Η αλήθεια είναι, πως ότι κι αν συνέβαινε, εν αγνοία της φυσι-κά, με όλες τις άλλες, την Αννούλα την εί-χε κορώνα στο κεφάλι του-το πάνω. Γιατί στο κάτω κεφάλι οι βασίλισσες εναλλάσσο-νταν κατά περίπτωση. Εκείνη όμως, ήταν πάντα στη θέση της:να τον νοιάζεται και να τον φροντίζει, να του μαγειρεύει, να του πλένει τα σεντόνια, που εκείνος αβασάνι-στα βρώμιζε με άλλες και να του σιδερώνει με ζήλο τα πουκάμισα, που βιαστικά του ξέσκιζαν οι άλλες. Να τον περιμένει νυχθη-μερόν να επιστρέψει αδιαμαρτύρητα -από τα επαγγελματικά ραντεβού, τα εκπαιδευ-τικά σεμινάρια, τα ταξίδια αστραπή στην πρωτεύουσα, τις ημέρες της ενδοσκόπησης στο Άγιο Όρος. Δίχως να αναρωτιέται και δίχως να απορεί, πιστή σα σκυλί, με βλέμμα εξώφθαλμο που λαχταρούσε για ένα μονά-χα χάδι. Λαχταρούσε και ένα μονόπετρο, η αλήθεια είναι, όπως κάθε κοπέλα, που φυλ-λομετράει δήθεν αδιάφορα στο περίπτε-ρο τα περιοδικά του γάμου, αλλά δεν είχε αντίρρηση λίγο ακόμα να περιμένει τον πρί-γκηπα της να ξεζέψει το ασημί του άλογο.

Εκείνος, πάλι, όλο και κάποια πρόφαση έβρι-σκε όχι μονάχα να μην ξεπεζεύει αλλά να το τουρμπίζει ακόμη περισσότερο. Και ας μην ήξερε τι ακριβώς έψαχνε ή περίμενε να βρει και έχοντας μάλλον πάψει πια και να το περιμένει, αφού επί χρόνια δεν είχε κά-τι (ή κάποια) φανεί. Τελευταία βέβαια και εκείνος, κάνοντας την ανάγκη φιλότιμο, χαμήλωσε τον πήχη των απαιτήσεων του και κατέληξε να μην αναζητά αξιοσέβα-στα πτυχία και προικώα εντυπωσιακά-Και τι πείραζε, δηλαδή, που η Αννούλα, δεν είχε τίποτα από αυτά ?Κορίτσι για σπίτι ήτανε, θα πρόσφερε και μια βοήθεια στους γέρους του γονείς του, που τόσο την είχαν ανάγκη. Κι έτσι, όλων των όνειρο θα μπορούσε να εκ-πληρωθεί και το δικό του, είχε σκεφτεί, θα παρέμενε ανέπαφο και ασφαλές να το συ-ναντάει στα κλεφτά και ενίοτε στα πληρω-μένα.

Ζυγίζοντας, λοιπόν, τα πράγματα καλά, άφησε πίσω του, για τελευταία φορά την πρόθυμη Αννούλα, αφού πρώτα της όρισε ημερομηνία γάμου, έχοντας με χαρμολύπη δεχτεί μια δουλίτσα, χιλιόμετρα μακρυά. Και τώρα, κάθε φορά που η Πανδώρα πλη-σίαζε κοντά του, αισθανόταν να του κόβε-ται η ανάσα. Αυτή η γυναίκα ήταν αέρας που φυσούσε μανιασμένος. Είχε όλα όσα εί-χε πάψει από καιρό να περιμένει, πως θα συναντούσε στο διάβα του. Και σα να μην έφθαναν αυτά, ήταν και διαβολεμένα sexy. Τα χείλη της στάζανε έρωτα-έρωτα όπως στις πιο τρελές, ανομολόγητες φαντασιώ-σεις του. Έρωτα πολυπρόσωπο, άλλοτε τρυ-φερό και άλλο πρόστυχο, ξεγυμνωμένο από αναστολές, από πρέπει και από μη. Έρωτα που αποκοιμιόταν τη χαραυγή μπροστά στο αναμένο τζάκι για να ξυπνήσει, σαν σε όνειρο, πάνω από μια κούπα αχνιστό κα-φέ, που κυλούσε προκλητικά ανάμεσα στα πόδια της. Και αν καμιά φορά αισθανόταν έναν αδιόρατο φόβο, ότι αυτό το όνειρο δεν του ανήκε, πεισματικά αρνιόταν να την αφήσει από τα δυο του χέρια. Και μη διστά-ζοντας να βουτάει τα δάκτυλα του στο μέ-λι, ολημερίς το άπλωνε στο σπαρταριστό κορμί και το γευόταν αχόρταγα κάθε στιγ-μή.

Μαζί της μπορούσε να φτάσει ως την άκρη του κόσμου . Είχε, βέβαια, και εκείνη τον τρό-πο της: Του έκλεινε ραντεβού για καφέ στον Πειραιά και όταν έφθανε την έβρισκε στη σκάλα του πλοίου να του κουνάει χαμογε-λώντας συνωμοτικά 2 εισιτήρια στον αέρα. Άλλη πάλι φορά, την καληνύχτιζε με φιλιά στο κρεβάτι της στην Ελλάδα και το άλλο πρωί, τόσο αναπάντεχα, την έβρισκε να κά-θεται δίπλα του για breakfast στο βροχερό Λονδίνο. Αρκούσε ένα της βλέμμα για να δι-απεράσει τις κλειδωμένες πόρτες του μυαλού του, να συναντήσει τις πιο μύχιες επιθυμίες του και να τις πραγματοποιήσει. Μάλιστα πολλές από τις επιθυμίες του, είχε προ-λάβει η ίδια να τις ικανο-ποιήσει, για την πάρτη της, από πριν και το μό-νο που τώρα έκανε ήταν να τις μοιράζεται μα-ζί του. Τόσο αυτονόητα, τόσο γενναιόδωρα.

Page 90: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

90

Για εκείνην δεν υπήρχε τίποτα ικανό να αντισταθεί στα θέλω της. Και εκείνος μα-ζί της ένιωθε να κρατά όλον τον κόσμο στα χέρια του. Και ολοένα τον έσφιγγε να μην του ξεγλιστρήσει, πιο σφιχτά από όσο κρά-ταγε την ίδια ολημερίς στην αγκαλιά του.

Αυτή η γυναίκα ήταν λαχείο. Και του είχε κληρώσει από το πουθενά. Ήταν άλλωστε φανερό ότι και εκείνη δεν είχε μάτια για κα-νέναν άλλο, μολονότι τα αυτιά της ήταν πάντα ανοιχτά. Οι κεραίες της δούλευαν στο φουλ, τόσο που μερικές φορές, στα-ματούσε να τη θαυμάζει και άρχιζε να τη φοβάται. Όταν θύμωνε, τα μάτια της πε-τούσαν σπίθες. Και έλεγε πράγματα για εκείνον, που κανείς, εκτός από τον ίδιο δεν μπορούσε να ξέρει. Για μερικά μάλιστα, αμ-φέβαλλε αν τα γνώριζε και εντελώς.

Τότε, θυμόταν άθελα του, την Αννούλα, που ήταν καλόβολη, που πίστευε ότι κι αν της σέρβιρε και δεν ρώταγε ποτέ. Τούτη εδώ, έκρυβε μέσα της τη θαλασσα κι ούτε που ήξερες τι θα μπορούσε να ξεβράσει η τρικυ-μία από το στόμα της. Όταν ήταν ήρεμη, του απευθυνόταν με ατάκες του Ελύτη, μα σαν δεν της γινόταν το χατήρι ο Μπουκόφ-σκι μπροστά της ωχριούσε. Ήταν προφα-νώς ικανή για το καλύτερο και το χειρότερο. Κάποιοι μάλιστα, παλιοί της γνώριμοι στη δουλειά, τη χαρακτήριζαν αδίστακτη. Τους είχε φυσικά χεσμένους. Μονάχα μία σκέψη, δική του, τον βασάνισε και τον έκανε να τρέμει σαν το ψάρι : μήπως σύντομα κατέ-φθανε η μέρα που η Πανδώρα ανακάλυπτε το διπλό παιχνίδι του και τον εγκατέλειπε μόνο, σαν στυμμένη λεμονόκουπα.

Φώλιαζε μέσα του διπλός, σαν το άνανδρο παιχνίδι του, ο φόβος και του έκοβε, νόμιζε, τα πόδια. Εξαιτίας εκείνου του φόβου, έλεγε, ξανά και ξανά στον εαυτό του, δεν έβρισκε το θάρρος να κάνει ένα βήμα μπροστά και να σταθεί όρθιος δίπλα της, όπως της άξιζε:

κατά αποκλειστι-κότητα. Δεν του είχε αναφέρει πο-τέ τίποτα, αλλά από τα συμφρα-ζόμενα καταλά-βαινε ότι η Πανδώ-ρα την ειλικρίνεια και την αποκλει-στικότητα στη σχέση τα θεωρού-

σε στοιχεία αδιαπραγμάτευτα. Είχε εξο-μολογηθεί σε ένα -δυο παλιούς του φίλους το δίλημμα του- και βέβαια το συζητούσε συχνά και με τον Άρη, έναν αμφιλεγόμε-νο τύπο με μια χαρακτηριστική απαξίωση στο βλέμμα, ο οποίος γνώριζε την ιστορία από πρώτο χέρι :Επρόκειτο για έναν ελεει-νό κατ’ επάγγελμα παραμυθά, που ο Αρτέ-μης πρωτοσυνάντησε γυροφέρνοντας στα μπαρ του Κέντρου και που στην αρχή τη γούσταρε και εκείνος την Πανδώρα, αλλά γρήγορα παραδέχτηκε την ήττα του και αποσύρθηκε αμαχητί.

Έτσι μείνανε φίλοι και μετά από μερικές ζα-λισμένες βραδυές ορκίστηκαν και κουμπα-ριά-με την Πανδώρα, όχι με τον Αρτέμη. Ο παραμυθάς συνήθιζε να ορκίζεται διάφορα, κατά καιρούς. Με τον Αρτέμη είχαν σφίξει τα χέρια σε μια ιδιότυπη Ομερτά, αφήνο-ντας-είχαν πει- την Πανδώρα έξω από τις ανομολόγητες σκέψεις τους. Στο μεταξύ, ανάμεσα τους εκείνη απολάμβανε εξίσου το κουβεντολόϊ με τον Αρη, όσο και τον έρωτα της με τον φίλο του. Συχνά δε ο καημένος ο Αρτέμης δεν είχε ιδέα τι συζητούσαν επί ώρες οι δυο τους, ευλαβικά σκυμμένοι πάνω από ακαθόριστο αριθμό απολαύσεων του λάρυγγα. Σπάνια κατόρθωνε να ακολουθή-σει το μίτο των φιλοσοφικών τους αναζητή-σεων, κυρίως περί των ανθρωπίνων σχέσεων, αλλά δεν τον πολυενδιέφερε κιόλας. Η δική του φιλοσοφία ζωής δεν εμπεριείχε δόσεις φι-λοσοφίας-η φιληδονία του κάλυπτε πλήρως το υπαρξιακό του κενό. Έτσι τους άφηνε να συζητάνε ανενόχλητοι μέχρι τα ξημερώμα-τα. Ως φίλοι πάντα έβρισκαν κάτι ενδιαφέ-ρον να πουν.

Παραδόξως όμως, ο Άρης, σε αντίθεση με τους άλλους δύο φίλους, που έβλεπαν μάλ-λον θετικά την ιστορία με την Πανδώρα, υπολογίζοντας μεταξύ άλλων και το boost που θα έδινε η καπάτσα γυναίκα στη ζωή του Αρτέμη, δεν τον ενθάρρυνε ποτέ να ανατρέψει τη μέχρι τώρα ζωή του, για χά-ρη της νέας του κάβλας. Δεν μασούσε τα λόγια του ο παραμυθάς. “Κάβλα” την ανέ-βαζε, “Κάβλα “ την κατέβαζε την Πανδώρα, επισημαίνοντας καλού κακού ότι δεν ήταν ο τύπος του “Και ρε μαλάκα, δεν παρέλειπε να τον προειδοποιεί, ποιος είσαι εσύ να κρα-τήσεις τέτοια γυναίκα?Αυτή μαζί σου, σπάει την ανία της. Αργά ή γρήγορα θα σε παρα-τήσει. ” Μα ο Αρτέμης στο μήνα πάνω, την είχε ήδη ερωτευθεί και στο δίμηνο ήξερε πως

Page 91: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

91

ήθελε να την παντρευτεί κιόλας. Θα χώρι-ζε με την Αννούλα-έτσι κι αλλιώς δεν ήταν πια ερωτευμένος μαζί της. Ήταν καλή κο-πέλα και τον περιποιούνταν, αλλά η καρ-διά του ανήκε πλέον αλλού. Και το μυαλό του επίσης:ακόμη και η λογική ήταν με το μέρος του. Η Πανδώρα τα είχε όλα-ακόμη κι εκείνα που δεν θα κατάφερνε ποτέ να απο-κτήσει μόνος του ό ίδιος. Κακά τα ψέμμα-τα, το οικονομικό εξακολουθούσε να είναι ένα σπουδαίο ζήτημα στις μέρες μας. Μαζί της, δεν θα χρειαζόταν να ανησυχήσει ποτέ ξανά για τίποτα.

Βασανιζόταν μονάχα, που στην Αννούλα, δεν ήξερε πως να το φέρει. . Και πως να πά-ρει πίσω αναίμακτα, 2 μήνες μετά, μια πρό-ταση γάμου και όλα τα συμπράγκαλα που είχε κουβαλήσει στο σπιτικό της. Είχε δοκι-μάσει να της το φέρει αγάλι αγάλι, στήνο-ντας έναν σικέ καυγά, αλλά στο διά ταύτα δεν κατάφερνε να φτάσει. Τον έζωναν και οι ενοχές, τον προβλημάτιζε και τι θα πει ο κό-σμος, όταν μαθευόταν πως παράτησε την Αννούλα για μια άλλη γυναίκα-όλα τα άλ-λα καμώματα μπορούσε να τα κρατάει στη σκιά, τούτο όμως θα έπεφτε στην πλατεία σαν κεραυνός εν αιθρία… Τελικά, ένα πρωί πήρε βαθιά ανάσα και σχημάτισε τον αριθ-μό της. Της μιλούσε με ανάσες κοφτές, σαν από πριν προγραμματισμένος. Δεν μπορού-σε, είπε, να ζήσει όλη του τη ζωή στο χωριό. Ούτε ήταν έτοιμος, της εξομολογήθηκε για γάμο-για την ακρίβεια εννοούσε δεν ήταν έτοιμος για γάμο μαζί της, αλλά αυτό δεν χρειαζόταν να ειπωθεί προς το παρόν. Ας το μάθαινε αργότερα, από αλλού.

Η Αννούλα, όπως συνήθιζε, άκουγε βουβή και δεν έκαμε καμία ερώτηση. Ζήτησε μονάχα από τον επίδοξο γαμπρό, αν ήταν άντρας, που δεν ήταν, να εμφανιστεί αυτοπροσώ-πως στο σπίτι της και να δώσει τις εξηγή-σεις του ως όφειλε, στον αδελφό της. Στο χωριό της, εν έτη 2012 η τιμή, τιμή δεν έχει. Στη ζωή του Αρτέμη, πάραυτα, όλα έχουν μια τιμή και όλα κάποια στιγμή πληρώνο-νται-εκείνος δε πάντα προτιμούσε να μπο-ρεί να πληρώνει τοις μετρητοίς. Κίνησε, με αγωνία και κρυφή χαρά, στο λιμάνι, για να τη συναντήσει. Την είδε από μακρυά, να κο-ντοστέκεται στην προβλήτα, με τα ακου-στικά στα αυτιά, αγναντεύοντας το πέλα-γος. Την πλησίασε σιγανά για να την πάρει αγκαλιά. Πάντα του ζήταγε να την παίρνει αγκαλιά. Και τότε την άκουσε, που μιλούσε

στο τηλέφωνο-με εκείνη την καθάρια φω-νή, την τόσο σίγουρη, που έπειθε ακόμα και διαβόλους: «Γλυκιά μου Άννα, την άκουσε να λέει, αφού τον θέλεις τον άνανδρο, χάρισμα σου. Έτσι κι αλλιώς, για μένα δεν έκανε πο-τέ…

Άλλωστε, εγώ στο γάμο του Καραγκιόζη, ού-τε για να διασκεδάσω την ανία μου, δεν θα πήγαινα…” Μέσα στη σκοτοδίνη του, σα να του φάνηκε πως άκουγε από κάπου απόμε-ρα τον παραμυθά, χαιρέκακα να τoν σφυ-ροκοπά: «Στα λεγα, μαλάκα, αυτή η γυναί-κα, δεν κάνει για σένα, γιατί δεν είναι σαν τις άλλες. Tούτη εδώ κουβαλάει τη χίμαιρα στο αίμα.»

Η Ιωάννα Λιζάρδου ξεκίνησε να υπάρχει ως θλιβερό κληροδότημα ενός γάμου που άφη-σε την τελευταία του πνοή, ξημερώματα,σε ένα τροχαίο. Συνέχισε, σκυλί δαρμένο, πί-σω από τα πατζούρια ενός βωβού σπιτιού, σε ένα έρημο νησί που μισεί ακόμα. Και όλα που έγινε, για όσους την αγάπησαν, αν την αγάπησε ποτέ κανείς εκτός από τα παραμύ-θια, ένα εισιτήριο στο κομοδίνο. Για όποιους τη συναντούν κατά τύχη στο διάβα τους, παραμένει ακόμα, ένα χαλασμένο κοντέρ, κολλημένο στα 200.

Page 92: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

92

PHOTO PLAYLISTκάθε εικόνα κι ένα videoclip

πηγή εικόνων: www.500px.com

Page 93: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

93

Page 94: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

94

Σε όλες τις κοινότητες των Ελλήνων, στην εορτή της Παναγίας γίνονται μεγάλα πα-νηγύρια και μαζεύονται σ’ αυτά όλοι, από όπου κι αν ζουν, από κάθε μέρος του πλανή-τη. Η πίστη, η αγάπη, η γόνιμη σκέψη και η εφευρετικότητα όχι μόνο των καλλιτεχνών και των λογίων, αλλά και του απλού πι-στού λαού προς την Παναγία φαίνεται και από τις επωνυμίες που της έχουν δώσει.

Εκατοντάδες είναι τα ονόματα, ή «Θεοτο-κωνύμια» όπως λέγονται, που έχει δώσει ο λαός στην Παναγία. Άλλα βγαλμένα από ύμνους, άλλα από τον τόπο που βρίσκεται κάποιος Ναός ή Μοναστήρι κι άλλα εξαιτί-ας του τρόπου που έχει αγιογραφηθεί. «Η ονοματοδοσία» γίνεται συνήθως ανάλογα με τον τόπο ή τον τρόπο που έχει γίνει η εικονογράφη-ση», λέει ο διδάκτωρ Θε-ολογίας Α. Καριώτογλου. Μητέρα, προστάτιδα, τι-μώμενη, ιερό πρόσωπο. Η Παναγία κατέχει πρω-ταρχική θέση στην τιμή και στον σεβασμό των χριστιανών σε κάθε γωνιά της Ελλάδας. Της έχουν αφιερώσει μεγαλοπρε-πείς εκκλησίες και ταπει-νά ξωκλήσια. Την αποκα-λούν Θεοτόκο, αλλά της έχουν δώσει και πολυά-ριθμα προσωνύμια, όπως διαβάσαμε στο dogma.gr Σε κάθε γωνιά της Ελλά-δας, είτε νησιωτική είτε ηπειρωτική, απα-ντώνται εφευρετικά και παράξενα ονόματα της Παναγίας. Ο κ. Καριώτογλου επισημαί-νει συγκεκριμένα: «Εκτός από την Παναγία τη Γλυκοφιλούσα, που ο Χριστός αγγίζει το μάγουλο της μητέρας του, σε όλες τις άλ-λες παραστάσεις υπάρχει μια σχετική από-σταση, η οποία συμβολίζει την ισορροπημέ-νη σχέση που πρέπει να έχει η μητέρα με το παιδί». Μπορεί, βέβαια, η Θεομήτωρ να έχει εκατοντάδες χαρακτηρισμούς, όμως σε κάθε ναό, μέσα στο ιερό, υπάρχει πάντα η

Παναγία η Πλατυτέρα των Ουρανών, όπου «απεικονίζεται με τα χέρια ανοιχτά και στη μέση της βρίσκεται η μορφή του Χριστού», σημειώνει ο κ. Καριώτογλου.

Από τις πιο γνωστές Παναγίες, που πήραν το όνομά τους ανάλογα με τη γεωγραφι-κή θέση ή την τοποθεσία που βρίσκονται οι αντίστοιχες εκκλησίες, είναι οι εξής: η Πα-ναγία η Κανάλα στην Κύθνο, η Παναγία Σουμελά, η Παναγία η Λιμνιά στη Λίμνη Ευβοίας, η Παναγία Κύκκου στην Κύπρο, η Παναγία η Ιεροσολυμίτισσα, η Παναγία η Αγιασώτισσα στην Αγιάσο και η Παναγία η Φοδελιώτισσα στο Φόδελε του Ηρακλεί-ου Κρήτης. Υπάρχουν, όμως, και άλλοι χα-

ρακτηρισμοί που προσ-διορίζουν το σημείο όπου βρίσκεται χτισμένος ο να-ός, όπως: Παναγία Σπη-λιανή, που βρίσκεται στο Πυθαγόρειο Σάμου αλ-λά και στη Νίσυρο, Πα-ναγία Γκρεμιώτισσα που βρίσκεται στην Ιο, Πανα-γία Σαραντασκαλιώτισ-σα στον Μαραθόκαμπο Σάμου, Παναγία Θαλασ-σινή στην Ανδρο, που εί-ναι χτισμένη σε βράχο μέσα στη θάλασσα, Πα-ναγία η Κρεμαστή στην Ηλεία όπου η Μονή κρέμε-ται από έναν βράχο.

Τα προσωνύμια της Πα-ναγίας, όμως, της αποδί-

δονται και ανάλογα με τον τρόπο που είναι ζωγραφισμένη η εικόνα της. Οπως υπενθυ-μίζει ο κ. Καριώτογλου, η Παναγία αποκα-λείται και Γλυκοφιλούσα, Ελεούσα, Βρεφο-κρατούσα, Μεγαλομάτα, Θρηνούσα, Δεξιά ακόμα και Τριχερούσα. Η εικόνα της Πανα-γίας της Τριχερούσας βρίσκεται στη Μονή Χιλανδαρίου στο Αγιον Ορος. Η απεικόνι-ση της Παναγίας με τρία χέρια αποδίδεται στην εξής ιστορία: «Ο άγιος Ιωάννης ο Δα-μασκηνός κρατώντας το κομμένο δεξί του χέρι, το οποίο του κόπηκε από τους εικονο

Της Παναγιάς ονόματα

Page 95: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

95

Page 96: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

96

μάχους, παρακάλεσε την Παναγία να μη μεί-νει ανάπηρος. Χάρη σε θαύμα της Παναγίας συγκολλήθηκε το άκρο και εκείνος της αφιέ-ρωσε ασημένιο ανάθημα σε σχήμα χεριού. Η θέση του στη συγκεκριμένη εικόνα το κάνει να φαίνεται σαν ένα τρίτο χέρι της Παναγί-ας».

Μια πολύ γνωστή Παναγία είναι η Φιδούσα (ή κατ’ άλλους Φιδιώτισσα) στην Κεφαλονιά. Κάθε χρόνο, κοντά στον Δεκαπενταύγουστο, στο χωριό Μαρκόπουλο της Κεφαλονιάς εμ-φανίζονται και κυκλοφορούν στις εικόνες των ναών του χωριού μικρά και ακίνδυνα φίδια. Επίσης, στη Σάμο υπάρχει το μοναστήρι της Παναγίας της Βροντιανής, που ονομάστηκε έτσι γιατί στο υψόμετρο που βρίσκεται φυσά-ει δυνατός άνεμος ο οποίος βροντάει. Ακόμη, στη Ζάκυνθο, στη Μονή Στροφάδων, βρίσκε-ται η εικόνα της Παναγίας της Θαλασσομα-χούσας. Σύμφωνα με την παράδοση, η εικόνα, που κάποτε εκλάπη, πάλεψε με τα κύματα και έφτασε στο Μοναστήρι χωρίς να κατα-στραφεί στη θάλασσα. Σε άλλες περιπτώσεις η Παναγία ονομάζεται ανάλογα με την ημε-ρομηνία που γιορτάζει. Ετσι, στη Σαντορίνη απαντάται η Παναγία η Τριτιανή που γιορτά-ζει την τρίτη ημέρα του Πάσχα και στη Σίφ-νο η Παναγία η Δεκαπεντούσα, που γιορτάζει το Δεκαπενταύγουστο. «Η ύπαρξη αυτής της πλούσιας ονοματολογίας δεν σημαίνει απλώς μια συναισθηματική σχέση του λαού με την Παναγία, αλλά κυρίως το γεγονός ότι μέσα από αυτόν τον πλούτο των ονομάτων επιση-μαινόταν η σημασία του προσώπου για τη Σωτηρία του κόσμου: η Μαρία έγινε το σκεύ-ος εκλογής για να γίνει ο Θεός άνθρωπος και να διασωθεί το ανθρώπινο γένος και ο κόσμος από τη φθορά του θανάτου. Άλλωστε, και η γιορτή της Κοίμησης αυτό ακριβώς συμβολί-ζει, την καταπάτηση του Θανάτου. Γι αυτό και τιμάται ως το Πάσχα του καλοκαιριού», καταλήγει ο κ. Καριώτογλου.

Καταθέτω με αλφαβητική σειρά, μερικά από τα αγαπημένα μου ονόματα που έχει δώσει ο λαός στην Παναγία: Αγία Υπακοή, Αληθινή, Αμπελακιώτισσα, Ανέμη, Αρβανίτισσα, Βοή-θεια, Αρχαγγελιώτισσα, Βουρνιώτισσα, Γιά-τρισσα, Γκρεμιώτισσα, Γοργόνα, Γουρλομάτα, Δακρυρροούσα, Δροσιανή, Εκατονταπυλια-νή, Επίσκεψη, Θαλασσινή, Θαλασσίτρα, Κα-κιά Μέλισσα, Κουνίστρα, Κυρά των Αγγέλων, Κυρά-Ψηλή, Λαοδηγήτρια, Ορφανή, Χοζοβιώ-τισσα.

Page 97: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

97

Page 98: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

98

Κάθομαι στο γνωστό τραπέζι που αγαπάω. Εκείνο που είναι στρογγυλό σα χάπι. Το παυ-σίπονο μου. - Τι θα πάρετε; Μου είπες. Και ήδη έπαιρνα το βλέμμα σου. - Έχετε παντζάρια; Ρώτησα. Για να μην καταλάβεις πως ήδη αι-μορραγώ, αφού θα φτύσω όλες τις ανήλικες νεράιδες του πλανήτη. Με έχει τραυματίσει ο εγωισμός μου, μου είπες κάποτε. Άδειο το μα-γαζί και γεμάτο το «ζει».

Κάθισες στην καρέκλα να μου κάνεις παρέα. Ήμουν μόνος, είμαι μόνος και θα.. - όχι μην το γράψεις, σκέφτεσαι - εντάξει, απόψε θα τραυ-ματίσω ΕΓΩ τον εγωισμό μου. Σου ζήτησα το λογαριασμό. Και μου είπες. - Πληρώσατε ήδη. Ξέρω γιατί μου μιλούσες στον πληθυντικό. Γιατί ήσουν η μόνη που έβλεπες να κάθονται, στις διπλανές δυο καρέκλες, η καρδιά μου και η μαλακία που με δέρνει καθημερινά και κρυφά.

Σηκώθηκα να φύγω και ήρθα σπίτι. Μα ήμουν ακόμα σ’ εκείνο το στρογγυλό τραπέζι. Εκεί που η τετράγωνή μου λογική για πρώτη φορά αναστέναξε. Εκεί που τα μαλλιά μου μάκρυ-ναν 7 μέτρα ακόμα. Εκεί που κοίταξα το Θεό και του παρήγγειλα νερό. Νερό της βροχής. Μια βροχή ενήλικη. Κόκκινη απ΄ τα παντζάρια.

Πιτσιρικάς θυμάμαι, πως είχαμε ένα στρογγυ-λό τραπέζι. Τότε που οι γονείς μου ήταν φτω-χοί κι εγώ πλούσιος. Τώρα ξαναβρήκα το ίδιο τραπέζι. Και ξέρω καλά. Εσύ πλούσια κι εγώ φτωχός. Φτωχός μα Χριστός. Κι εσύ πλούσια που με γέννησες.

Μυστικός Δείπνοςτου Βαγγέλη Ευαγγελίου

Από το βιβλίο «Τα Λιγαπάτητα»

Page 99: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

99

Page 100: ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #4

100

ΑΧ ΡΕ ΜΑΝΑΓΕΝΝΗΘΗΚΕΣ ΤΟ 1958ΠΟΣΟ ΑΤΥΧΗ ΕΙΣΑΙ

ΕΧΕΙ ΤΗ ΘΕΣΗ ΣΟΥΓΙ’ΑΥΤΟ Η ΠΑΝΑΓΙΑ

ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ “ΤΑ ΛΙΓΑΠΑΤΗΤΑ”

ISSN: 2241-648X