Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του...

35
Κωνσταντίνος Σ. Ρέμελης Καθηγητής του Δημοσίου Δικαίου Στη Νομική Σχολή του Δ.Π.Θ. Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Ι Κ Ο Σ Η Μ Ε Ι Ω Μ Α Ερωτήματα Από τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο (Π.Ι.Σ.) μου τέθηκαν προς απάντηση τα ε- ξής ερωτήματα: 1. Γιατροί που έχουν ήδη ένα ιατρείο, δύνανται να ανοίξουν και άλλο ιατρείο στην ίδια περιφέρεια του ίδιου ιατρικού Συλλόγου, στον οποίο είναι ήδη μέλη; 2. Έχουν δικαίωμα οι γιατροί να ανοίξουν ιατρείο και στην περιφέρεια άλλου ιατρικού συλλόγου πέραν της περιφέρειας του Ιατρικού Συλλόγου που ανήκουν; 3. Επιτρέπεται γιατρός να εγγραφεί ταυτόχρονα (μόνιμα ή προσωρινά) σε δύο ιατρι- κούς συλλόγους με σκοπό την λειτουργία δύο ιατρείων; 4. Μπορεί γιατρός να έχει ιατρείο στην Αθήνα και να εργάζεται σε Κέντρο περιφέρειας άλλου ιατρικού συλλόγου σαν συνεργάτης; Απαντήσεις Προδιάθεση Το εγχείρημα απάντησης στα τεθέντα ερωτήματα οφείλει να αντιμετω- πίσει εξ αντικειμένου δυσχερή και μείζονα ερμηνευτικά ζητήματα. Οι ανακύ- πτουσες ερμηνευτικές δυσχέρειες δεν αφορούν τόσο στην ανεύρεση του αλη- θούς νοήματος των εφαρμοζόμενων διατάξεων, όσο στην κανονιστική σύγκρου- ση ανάμεσα σε παλαιότερες ειδικές (ν. 1565/1939 κ.ά.) και νεότερες γενικές δι-
  • Upload

    -
  • Category

    Documents

  • view

    9.144
  • download

    2

Transcript of Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του...

Page 1: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

Κωνσταντίνος Σ. Ρέμελης Καθηγητής του Δημοσίου Δικαίου

Στη Νομική Σχολή του Δ.Π.Θ.

Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Ι Κ Ο Σ Η Μ Ε Ι Ω Μ Α

Ερωτήματα

Από τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο (Π.Ι.Σ.) μου τέθηκαν προς απάντηση τα ε-

ξής ερωτήματα:

1. Γιατροί που έχουν ήδη ένα ιατρείο, δύνανται να ανοίξουν και άλλο ιατρείο στην ίδια

περιφέρεια του ίδιου ιατρικού Συλλόγου, στον οποίο είναι ήδη μέλη;

2. Έχουν δικαίωμα οι γιατροί να ανοίξουν ιατρείο και στην περιφέρεια άλλου ιατρικού

συλλόγου πέραν της περιφέρειας του Ιατρικού Συλλόγου που ανήκουν;

3. Επιτρέπεται γιατρός να εγγραφεί ταυτόχρονα (μόνιμα ή προσωρινά) σε δύο ιατρι-

κούς συλλόγους με σκοπό την λειτουργία δύο ιατρείων;

4. Μπορεί γιατρός να έχει ιατρείο στην Αθήνα και να εργάζεται σε Κέντρο περιφέρειας

άλλου ιατρικού συλλόγου σαν συνεργάτης;

Απαντήσεις

Προδιάθεση

Το εγχείρημα απάντησης στα τεθέντα ερωτήματα οφείλει να αντιμετω-

πίσει εξ αντικειμένου δυσχερή και μείζονα ερμηνευτικά ζητήματα. Οι ανακύ-

πτουσες ερμηνευτικές δυσχέρειες δεν αφορούν τόσο στην ανεύρεση του αλη-

θούς νοήματος των εφαρμοζόμενων διατάξεων, όσο στην κανονιστική σύγκρου-

ση ανάμεσα σε παλαιότερες ειδικές (ν. 1565/1939 κ.ά.) και νεότερες γενικές δι-

Page 2: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

ατάξεις (ν. 3919/2011) που εκ πρώτης όψεως φαίνεται να ρυθμίζουν κατά τρό-

πο διαφορετικό τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρονται τα προς απάντηση

ερωτήματα. Και τούτο διότι οι μεταγενέστερες γενικές διατάξεις δεν φαίνεται

να είναι εξοπλισμένες με αυτονόητο καταργητικό αποτέλεσμα ως προς την ισχύ

των παλαιότερων ειδικών. Επομένως, κρίνεται μεθοδολογικά σκόπιμη, αλλά και

αναγκαία καταρχάς η αναζήτηση της θέσης των γενικών διατάξεων του ν. 3919/

2011 στη συνολική έννομη τάξη, οι συνέπειες που επέφεραν στο πεδίο ισχύος

των προϋφιστάμενων ειδικών διατάξεων και ο εντοπισμός, του εφαρμοστέου,

εν τέλει, νομοθετικού πλαισίου.

Α. Οι ρυθμίσεις του πρόσφατου Ν. 3919/2011

1. Με τις διατάξεις του πρόσφατου ν. 3919/2011 «Αρχή της επαγγελμα-

τικής ελευθερίας, κατάργηση αδικαιολόγητων περιορισμών στην πρόσβαση και

άσκηση επαγγελμάτων»1 ο νομοθέτης φαίνεται prima facie, όπως τουλάχιστο

διατυπώνεται πανηγυρικά στην οικεία αιτιολογική έκθεση, να επεδίωξε την κα-

ταρχήν κατάργηση των περιορισμών που αφορούν στην άσκηση της επαγγελ-

ματικής ελευθερίας. Με τις διατάξεις του κεφαλαίου Α του εν λόγω νόμου και

υπό τον τίτλο «Γενικό Μέρος», διατυπώνονται οι γενικοί κανόνες περί κατάρ-

γησης των περιορισμών και υποχρεώσεων έκδοσης διοικητικών αδειών ως προς

την άσκηση επαγγέλματος, με σκοπό την άρση των υφιστάμενων προστατευ-

τικών ρυθμίσεων που οδηγούν σε περιορισμό της επαγγελματικής ελευθερίας2.

Ειδικότερα:

1 . ΦΕΚ Α΄ 32/02.03.2011. 2 . Βλ. Αιτιολογική Έκθεση επί του Νομοσχεδίου, σελ. 1 και Έκθεση επί του Νομοσχεδίου της Επιστημο-νικής Υπηρεσίας της Βουλής, σελ. 1, καθώς και την εναρμόνιση του υφισταμένου νομοθετικού πλαισίου προς τους κανόνες του ευρωπαϊκού δικαίου στον τομέα της παροχής υπηρεσιών (βλ. και ν. 3844/2010

Page 3: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

α. Με τις ρυθμίσεις του άρθρου 1 που τιτλοφορείται «Αρχή της επαγγελματικής

ελευθερίας» ορίσθηκε ότι «1. Για την πρόσβαση σε επαγγέλματα και την άσκη-

σή τους ισχύει η αρχή της επαγγελματικής ελευθερίας (άρθρο 5 παρ. 1 του Συν-

τάγματος). 2. Οι διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας που αφορούν στην πρό-

σβαση και την άσκηση επαγγελμάτων επιβάλλεται να ερμηνεύονται σε αρμονία

προς την αρχή της επαγγελματικής ελευθερίας και της προστασίας του ανταγω-

νισμού. Διατάξεις που προβλέπουν περιορισμούς στην πρόσβαση και την άσκη-

ση επαγγελμάτων είναι στενώς ερμηνευτέες.

β. Περαιτέρω, με τις διατάξεις του επόμενου άρθρου 2 υπό τον τίτλο «Κατάρ-

γηση αδικαιολόγητων περιορισμών στην πρόσβαση και την άσκηση επαγγελ-

μάτων» προβλέφθηκε ότι «1. Οι προβλεπόμενοι στην ισχύουσα νομοθεσία πε-

ριορισμοί που αφορούν στην πρόσβαση και την άσκηση επαγγελμάτων, πέραν

εκείνων των επαγγελμάτων για τα οποία διαλαμβάνεται ρύθμιση στο κεφάλαιο

Β’ του παρόντος, καταργούνται μετά την πάροδο τεσσάρων (4) μηνών από τη

δημοσίευση του παρόντος3. 2. Ως περιορισμοί, κατά την έννοια της προηγού-

μενης παραγράφου, νοούνται οι εξής: α) Η ύπαρξη, δυνάμει προβλέψεως νό-

μου, περιορισμένου αριθμού προσώπων τα οποία δικαιούνται να ασκήσουν το

επάγγελμα σε όλη την επικράτεια ή σε ορισμένο γεωγραφικό διαμέρισμα, είτε

ο αριθμός αυτός ορίζεται ευθέως είτε προσδιορίζεται εμμέσως βάσει πληθυ-

σμιακών ή άλλων κριτηρίων και χορήγηση διοικητικής αδείας για την άσκηση

του επαγγέλματος μόνο προς συμπλήρωση του αριθμού τούτου. β) Η εξάρτηση

της χορηγήσεως διοικητικής αδείας για την άσκηση επαγγέλματος από την

ΦΕΚ Α 63 «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2006/123 του Ευρωπαϊκού Κοινοβου-λίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά και άλλες διατάξεις»). 3 . Με το άρθρο 1 παράγραφος 1 π.δ. 68/2011,ΦΕΚ Α 153, ορίζεται ότι "Το επάγγελμα του δικαστικού επιμελητή εξαιρείται από τη ρύθμιση του άρθρου 2 παρ. 1 του ν. 3919/2011, ενώ οι περιορισμοί που αφορούν την πρόσβαση και την άσκηση του και προβλέπονται στο ν. 2318/1995 διατηρούνται, στο σύ-νολο τους, σε ισχύ, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 2 του παρόντος. Οι διατηρούμενοι σε ισχύ περιορισμοί ως έχουν, σύμφωνα με την ειδική περί δικαστικών επιμελητών ανωτέρω νομοθεσία, αφορούν τις περιπτώσεις α, β, γ, ε, στ, ζ, η, θ και ι της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 3919/2011".

Page 4: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

εκτίμηση της διοικητικής αρχής ως προς την ύπαρξη πραγματικής ανάγκης προς

τούτο, που θεωρείται συντρέχουσα όταν η προσφορά υπηρεσιών εκ μέρους

των προσώπων που έχουν ήδη αδειοδοτηθεί για την άσκηση του επαγγέλματος

δεν είναι ικανοποιητική για το κοινωνικό σύνολο, είτε καθ’ όλη την επικράτεια

είτε σε ορισμένο γεωγραφικό διαμέρισμα, εν όψει αφ’ ενός του αριθμού των

προσώπων που ασκούν το επάγγελμα και αφ’ ετέρου των προς ικανοποίηση

αναγκών του κοινωνικού συνόλου, ως αποδέκτη των υπηρεσιών αυτών. γ) Η

απαγόρευση για ένα πρόσωπο της ασκήσεως επαγγέλματος έξω από ορισμένο

γεωγραφικό διαμέρισμα, εντός του οποίου και μόνο είναι αυτή επιτρεπτή. δ) Η

επιβολή της υπάρξεως ελάχιστων αποστάσεων μεταξύ των εγκαταστάσεων

προσώπων που ασκούν το επάγγελμα. ε) Η απαγόρευση για ένα πρόσωπο της

δημιουργίας περισσότερων εγκαταστάσεων ή επαγγελματικής δραστηριοποι-

ήσεως σε περισσότερες εγκαταστάσεις, σε ένα ή περισσότερα γεωγραφικά

διαμερίσματα. στ) Η πρόβλεψη αποκλειστικής δυνατότητας ή απαγόρευσης δι-

άθεσης είδους αγαθών από ορισμένη κατηγορία επαγγελματικών εγκαταστάσε-

ων. ζ) Η επιβολή της ασκήσεως επαγγέλματος ή η απαγόρευση της ασκήσεως

του υπό ορισμένη ή ορισμένες εταιρικές μορφές ή ο αποκλεισμός της ασκή-

σεως του υπό εταιρική μορφή, επιτρεπομένης μόνο της ατομικής ασκήσεως αυ-

τού. η) Η επιβολή περιορισμών σχετιζομένων με τη συμμετοχή στη σύνθεση του

μετοχικού ή εταιρικού κεφαλαίου, συναπτομένων προς την ύπαρξη ή την

έλλειψη ορισμένης επαγγελματικής ιδιότητας. θ) Η επιβολή υποχρεωτικών κα-

τώτατων τιμών ή αμοιβών για τη διάθεση αγαθών ή την προσφορά υπηρεσιών

είτε αυτές ορίζονται ευθέως είτε προσδιορίζονται εμμέσως με την εφαρμογή

συντελεστή κέρδους ή με άλλο ποσοστιαίο υπολογισμό. ι) Η επιβολή υποχρέ-

ωσης στον ασκούντα το επάγγελμα να προσφέρει μαζί με τη δική του υπηρεσία,

άλλες συγκεκριμένες υπηρεσίες. 3. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με

πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έναρ-

Page 5: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

ξη ισχύος του παρόντος νόμου, μπορεί να αρθούν και άλλοι περιορισμοί πέραν

εκείνων που ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο. 4. Με προεδρικό διά-

ταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του καθ` ύλην αρμόδιου Υπουργού και του Υ-

πουργού Οικονομικών εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος του

παρόντος νόμου, είναι δυνατή η θέσπιση εξαιρέσεως σε σχέση προς ορισμένο

επάγγελμα από τη ρύθμιση της παραγράφου 1 και η διατήρηση σε ισχύ πε-

ριορισμού αναφερομένου στην παράγραφο 2 ή θεσπιζόμενου δυνάμει της

παραγράφου 3, ως έχει ή με ηπιότερη μορφή, εάν: Ι. Με τον περιορισμό αυτόν

επιδιώκεται η εξυπηρέτηση επιτακτικού λόγου δημοσίου συμφέροντος και II. Ο

περιορισμός αυτός είναι πρόσφορο και αναγκαίο μέσο για την εξυπηρέτηση

του και, από απόψεως εντάσεως της επεμβάσεως στη σφαίρα της οικονομικής

ελευθερίας, τελεί σε εύλογη αναλογία προς τη σπουδαιότητα του επιδιωκο-

μένου να εξυπηρετηθεί επιτακτικού λόγου δημοσίου συμφέροντος, και III. Ο πε-

ριορισμός αυτός δεν εισάγει άμεσα ή έμμεσα διακρίσεις ανάλογα με την ιθα-

γένεια ή όσον αφορά τις επιχειρήσεις ανάλογα με την έδρα τους4.

γ. Τέλος, με τις ρυθμίσεις του άρθρου 3 που τιτλοφορείται «Κατάργηση αδικαι-

ολόγητων απαιτήσεων προηγούμενης διοικητικής άδειας για την άσκηση επαγ-

γελμάτων» ορίσθηκε ότι «1. Η απαίτηση προηγούμενης διοικητικής άδειας για

την άσκηση επαγγέλματος, πέραν εκείνων για τα οποία διαλαμβάνεται ρύθμιση

στο Κεφάλαιο Β` του παρόντος, όταν η χορήγηση της άδειας αυτής συναρτάται

προς την αντικειμενικώς διαπιστούμενη κατά δεσμία αρμοδιότητα, συνδρομή

νόμιμων προϋποθέσεων, παύει να ισχύει μετά πάροδο τεσσάρων (4) μηνών α-

πό τη δημοσίευση του παρόντος. Από το χρονικό εκείνο σημείο και με την επι-

φύλαξη των οριζομένων στο επόμενο εδάφιο, το επάγγελμα ασκείται ελευθέ-

4 . Η παρ. 21 του άρθρου 66 Ν.3984/2011, (ΦΕΚ Α 150/27.6.2011), με την οποία παρατείνονταν οι προ-βλεπόμενες από τα άρθρα 2 και 3 του παρόντος νόμου προθεσμίες μέχρι 15.9.2011, για τα επαγγέλ-ματα αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καταργήθηκε από τότε που ίσχυσε με την παράγραφο 10 του άρθρου 24 ν. 4002/2011 (ΦΕΚ Α’ 180/22.8.2011).

Page 6: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

ρως μετά πάροδο τριμήνου από την αναγγελία ενάρξεως ασκήσεως του, συνο-

δευόμενη από τα νόμιμα δικαιολογητικά για την πιστοποίηση της συνδρομής

των νόμιμων προϋποθέσεων, στην κατά τις ισχύουσες στο χρονικό εκείνο ση-

μείο διατάξεις αρμόδια προς αδειοδότηση διοικητική αρχή. Η αρχή αυτή δύνα-

ται, εντός τριών (3) μηνών από τη λήψη της αναγγελίας, να απαγορεύσει την

άσκηση του επαγγέλματος, στην περίπτωση που δεν συγκεντρώνονται οι νόμι-

μες προϋποθέσεις προς τούτο ή δεν προκύπτει η συνδρομή τους από τα υπο-

βληθέντα στοιχεία. Έννομες συνέπειες που προβλέπονται στο νόμο επερχόμε-

νες ή επιβαλλόμενες με διοικητική πράξη ή δικαστική απόφαση, στην περί-

πτωση ασκήσεως επαγγέλματος χωρίς τη λήψη της απαιτούμενης προς τούτο

διοικητικής άδειας, νοούνται μετά πάροδο τεσσάρων (4) μηνών από τη δημο-

σίευση του παρόντος, συναπτόμενες προς την έναρξη ασκήσεως επαγγέλματος

χωρίς προηγούμενη αναγγελία περί τούτου στην αρμόδια διοικητική αρχή και

επακόλουθη αναμονή επί τρίμηνο, καθώς και προς την άσκηση του επαγγέλμα-

τος παρά τη διατύπωση προς τούτο απαγορεύσεως από την αρμόδια διοικητική

αρχή. 2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του καθ` ύλην

αρμόδιου Υπουργού και του Υπουργού Οικονομικών εντός τεσσάρων (4) μηνών

από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, είναι δυνατή η θέσπιση εξαιρέσε-

ως ως προς ορισμένο επάγγελμα από τη διάταξη της προηγούμενης παραγρά-

φου, αν η διατήρηση του νομικού καθεστώτος της προηγούμενης διοικητικής

άδειας επιβάλλεται από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος και με

την επιφύλαξη της αρχής της αναλογικότητας5.

2. Ακολούθως στο κεφάλαιο Β του ίδιου νόμου, που επιγράφεται «Ειδικό

Μέρος», ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα που αφορούν στην άσκηση ορισμέ-

5. Η παρ. 21 του άρθρου 66 Ν.3984/2011, η οποία παρέτεινε τις προβλεπόμενες από τα άρθρα 2 και 3 του εν λόγω νόμου προθεσμίες μέχρι 15.9.2011, για τα επαγγέλματα αρμοδιότητας του Υπουργείου Υ-γείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καταργήθηκε από τότε που ίσχυσε με την παράγραφο 10, του άρ-θρου 24 Ν. 4002/2011.

Page 7: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

νων κατηγοριών επαγγελμάτων, και συγκεκριμένως του συμβολαιογράφου, του

δικηγόρου και των δικηγορικών εταιρειών, καθώς και του μηχανικού και του

ορκωτού ελεγκτή-λογιστή (άρθρα 4 έως 10).

3. Τέλος, με το εδάφιο β’ της παρ. 3 του άρθρου 9 του εν λόγω νόμου προ-

βλέφθηκε ότι «κάθε γενική ή ειδική διάταξη που αντιβαίνει στις διατάξεις του

παρόντος νόμου καταργείται».

Β. Η γενικότητα των διατάξεων του Ν. 3919/2011, η «ειδικότητα» των προγενέστερων διατάξεων που ρυθμίζουν και οργανώνουν την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος

1. Γενική προσέγγιση

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Αστικού Κώδικα (ΑΚ), που τυποποίησε κανο-

νιστικά μια βασική νομική αρχή, ο νόμος διατηρεί την ισχύ του ενόσω έτερος

κανόνας δικαίου δεν έχει καταργήσει αυτόν ρητώς ή σιωπηρώς. Ρητή κατάργη-

ση έχουμε όταν ευθέως και σαφώς με την κατάλληλη γραμματική διατύπωση ο

νεότερος νόμος καταργεί τον προγενέστερο κανόνα δικαίου, ενώ σιωπηρή κα-

τάργηση επέρχεται είτε όταν κάτι τέτοιο συνάγεται από την έννοια του νεότε-

ρου κανόνα δικαίου είτε όταν ο τελευταίος είναι αντίθετος ή ασυμβίβαστος

προς τον προηγούμενο, δηλαδή όταν ο νεότερος νόμος ρυθμίζει το ίδιο ζήτημα

του προγενέστερου είτε αποκλειστικώς είτε κατά αντίθετο ή παντελώς διαφο-

ρετικό τρόπο (ΑΠ 588/ 1969, ΝοΒ 18, σελ. 314)6. Μ’ άλλα λόγια προϋποθέσεις

της αρχής ότι ο μεταγενέστερος νόμος καταργεί τον προγενέστερο είναι αφενός

ότι συμπίπτει συνολικώς το ρυθμιστικό αντικείμενο και αφετέρου ότι διαφέρει

το ρυθμιστικό περιεχόμενο του προηγούμενου και του επόμενου νόμου.

6 . Κ. Βαβούσκος, Ο κανών LEX POSTERIOR GENERALIS NON DEROGAT LEGI PRIORI SPECIALI ΚΑΙ Η ΕΠ ΑΥΤΟΥ ΘΕΣΙΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΔΗ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ, σε: «Αφιέρωμα στον Αλέξανδρο Λιντζερόπουλο» Α’ τόμος, 1985, σελ. 47 επ. (47 και 52).

Page 8: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

Η εν λόγω ερμηνευτική αρχή, διαπλάσθηκε υπό το κράτος του προϊσχύ-

σαντος ρωμαϊκού δικαίου (Lex posterior derogat legi priori), έχει ευρύτατη και

διεθνή αποδοχή και ερείδεται στη λογική βάση ότι αφού ο νομοθέτης ρυθμίζει

τις ίδιες βιοτικές σχέσεις κατά τρόπο διαφορετικό από αυτόν με τον οποίο τις

ρύθμιζε προηγουμένως, επόμενο είναι στο εξής να ισχύει η νέα του βούληση7.

Περαιτέρω, παραλλαγμένη έκφραση της πιο πάνω αρχής αποτελεί το ευ-

ρείας διεθνούς αποδοχής παραδοσιακό ερμηνευτικό αξίωμα, σύμφωνα με το ο-

ποίο η ειδική διάταξη κατισχύει της γενικής (lex specialis derogat legi generali)8.

Θα πρέπει βέβαια να σημειωθεί ότι η μνημονευθείσα διάταξη του άρ-

θρου 2 του ΑΚ δεν προβαίνει σε διάκριση και διαχωρισμό μεταξύ γενικού και

ειδικού κανόνα δικαίου κατά τρόπο ώστε να καθίσταται σαφές εάν ένας νεότε-

ρος γενικός νόμος καταργεί έναν παλαιότερο ειδικό κανόνα δικαίου, όπως και

αντιθέτως, αν νεότερος ειδικός καταργεί παλαιότερο κανόνα δικαίου9.

Είναι γεγονός ότι όταν ένας ειδικός νόμος είναι μεταγενέστερος ενός γε-

νικού συνήθως δεν υφίσταται ερμηνευτικό πρόβλημα, καθόσον οι ειδικότεροι

ορισμοί του υπερισχύουν και ως μεταγενέστεροι. Πρόβλημα όμως ανακύπτει

στην περίπτωση που ο γενικός νόμος είναι μεταγενέστερος του ειδικού. Αν ο νε-

ότερος γενικός νόμος επιβάλλει ρητώς την ρητή κατάργηση του προγενέστερου

ειδικού κανόνα τότε δεν τίθεται ερμηνευτικό ζήτημα. Τούτο σημαίνει ότι θα

πρέπει να προκύπτει κατά τρόπο αρκούντως σαφή και με ρητή ρυθμιστική απο-

7 . M. Nettesheim, Normenhierarchie im EU-Recht, Europarecht 2006, Heft 6, σελ. 738, Κ. Βαβούσκος, όπ.π. σελ. 54, Β. Καράκωστας, Δύναμη και σχέση προγενέστερου – μεταγενέστερου και γενικού – ειδικού νόμου, ΔΦΝ 1983, σελ. 1224. 8 . Για την καταγωγή και την εξέλιξη της αρχής αυτής βλ. Α. Lindroos, Addressing Norm Conflicts in a Fragmented Legal System: The Doctrine of Lex Specialis, Nordic Journal of International Law 2005, σελ. 27 επ. Για τον γενικότερο ερμηνευτικό κανόνα “in toto iure generi per speciem derogatur et illud potissi-mum habetur, quod ad speciem derectum est” βλ. εκτενέστερα M. Koskenniemi, Fragmentation of Inter-national Law: Difficulties Arising from the Diversification and Expansion of International Law, Έκθεση δη-μοσιευμένη στην ιστοσελίδα: http://untreaty.un.org/ilc/documentation/english/a_cn4_l682.pdf, σελ. 34 επ. 9 . Κ. Βαβούσκος, όπ.π., σελ. 52.

Page 9: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

τύπωση η πρόθεση του νομοθέτη να καταργήσει τον προγενέστερο ειδικό νό-

μο10. Μ’ άλλα λόγια όταν ο μεταγενέστερος γενικός νόμος περιλαμβάνει στο γέ-

νος ή την γενικότητα των περιπτώσεων που προβλέπει και ρυθμίζει και το είδος

ή την ειδική περίπτωση που προβλέφθηκε και ρυθμίσθηκε με τον προγενέστερο

ειδικό νόμο, τότε ο τελευταίος προδήλως καταργείται.

Όταν όμως με τον γενικό μεταγενέστερο νόμο δεν καταργούνται ρητώς

και σαφώς όλες οι ειδικώς ρυθμιζόμενες περιπτώσεις που ρύθμισε ο προγενέ-

στερος νόμος, τότε εφαρμόζεται η ερμηνευτική αρχή σύμφωνα με την οποία

μεταγενέστερος γενικός νόμος δεν καταργεί προγενέστερο ειδικό (lex posterior

generalis non derogat legi priori speciali)11. Η αρχή αυτή λειτουργεί ως εξαίρεση

στη γενική νομική ερμηνευτική αρχή που αποτυπώνει το άρθρο 2 του ΑΚ και υι-

οθετείται και από την εγχώρια νομολογία12.

Όπως προσφυώς τονίζεται όταν ο νομοθέτης χρησιμοποιεί όχι μόνο γενι-

κή, αλλά και αόριστη διατύπωση δεν καταλείπεται καμία αμφιβολία ότι ουδα-

μώς δύναται να θίξει παλαιότερες ειδικές διατάξεις που ισχύουν ως προς ορι-

σμένες ειδικώς ρυθμιζόμενες σχέσεις και καταστάσεις13. Επί πλέον στις εν λόγω

περιπτώσεις δεν μπορεί να επιφέρει καταργητικό αποτέλεσμα ούτε μια γενική

καταργητική ρήτρα που συνήθως περιλαμβάνεται στον γενικό νόμο. Έτσι, με

την ΣτΕ 1517/2003 έχει κριθεί ότι η διάταξη του άρθρου 77 του Νόμου 2071/

1992, κατά το μέρος που προβλέπει την επιβολή της ποινής της οριστικής παύ-

σης, δεν εθίγη ως ειδική από τις διατάξεις του ν. 2683/1999 (προϊσχύων Υπαλ-

ληλικός Κώδικας). Και τούτο μάλιστα παρά την γενική καταργητική ρήτρα του εν 10 . Βλ. Κ. Βαβούσκος, όπ.π., σελ. 55 11 . Βλ. Κ. Βαβούσκος,όπ.π., σελ. 55 και τις εκεί παραπομπές.

12 . Βλ. Σχετ. ΑΠ 284/2004 ΝΟΒ 53, σελ. 283, ΕΔΚΑ 2005, σελ. 859, Δ/ΝΗ 2005/785, 561/1982, ΕΔΚΑ 1982, σελ. 477, 310/1966, ΝοΒ 14, σελ. 882, 668/1961, ΝοΒ 10, σελ. 423, ΣτΕ 1517/2003, 3450/1980, ΔΕφΑθ 1808/2000, Παρατηρήσεις Β. Καράκωστα σε: Δίκη , 1664, 2009/1982, 519/1981, ΝΣΚ 166, 242/2002.

13. Κ. Βαβούσκος, όπ.π., σελ. 59.

Page 10: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

λόγω Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα. Πράγματι, κατά κανόνα, στους νόμους πε-

ριέχονται και οι αποκαλούμενες μεταβατικές διατάξεις, οι οποίες ρυθμίζουν την

κατά χρόνο ισχύ του προγενέστερου και του μεταγενέστερου νόμου άλλοτε με

την ρητή και συγκεκριμένη μνεία των διατάξεων που καταργούνται και άλλοτε

με γενική καταργητική ρήτρα14. Έτσι, στις συγκεκριμένες περιπτώσεις η πρόβλε-

ψη γενικών καταργητικών ρητρών (που ούτως ή άλλως έχουν εξαιρετικά αμφί-

βολη καταργητική λειτουργία), δεν μπορεί να έχει καταργητικές συνέπειες επί

παλαιότερων ειδικών διατάξεων.

Συμπερασματικά, η αρχή lex posterior generalis non derogat legi priori

speciali συμπυκνώνει και αποδίδει τη λογική ιδέα ότι όταν ένας νόμος διέπει

μια συγκεκριμένη δέσμη σχέσεων στην λεπτομέρεια, είναι παράλογο να αποδο-

θεί στον νομοθέτη η πρόθεση να καταργήσει τη λεπτομερή αυτή ρύθμιση α-

πλώς και μόνο διότι έρχεται σε αντίθεση με μια πιο γενική αρχή που περιέχεται

σε ένα μεταγενέστερο νόμο15.

2. Ο χαρακτήρας των παλαιότερων του ν. 3919/2011 διατάξεων που ρυθμίζουν το πλαίσιο

άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος ως ειδικών

Όπως έχει ήδη αναφερθεί, το δεύτερο κεφάλαιο του ν. 3919/ 2011 συνι-

στά το ειδικό μέρος το οποίο περιέχει ρυθμίσεις για συγκεκριμένα επαγγέλμα-

τα. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι όχι μόνο στο εν λόγω ειδικό μέρος, αλλά και σε

καμία άλλη διάταξη του νόμου ή της συνοδευτικής αιτιολογικής εκθέσεως γίνε-

ται οιαδήποτε μνεία ή αναφορά στο ιατρικό επάγγελμα. Συνεπώς, οι διατάξεις

αυτές είναι αδιάφορες για τα κρίσιμα ερωτήματα. Άρα οι μόνες σχετικές με τις

αιτούμενες απαντήσεις είναι οι ήδη παρατεθείσες διατάξεις του γενικού μέ-

ρους του ν. 3919/2011.

14 . Β. Καράκωστας, ΔΦΝ 1983, όπ.π., σελ. 1224. 15 . V. Thuronyi, Comparative Tax Law, 2003, σελ. 114.

Page 11: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

Όπως έχει δε επίσης εκτεθεί, η ανάδειξη της σχέσης ανάμεσα σε γενικό

και ειδικό κανόνα προϋποθέτει μια λεπτομερειακή σύγκριση μεταξύ δύο δυνη-

τικά συγκρουόμενων από άποψη περιεχομένου κανόνων δικαίου και εφαρμό-

ζεται μόνο όταν το περιεχόμενο του ενός κανόνα δεν αγκαλιάζει το σύνολο του

άλλου κανόνα και έστω και ένα στοιχείο του πλέον λεπτομερειακού κανόνα συ-

νιστά πρόσθετο στοιχείο16.

Από την απλή ανάγνωση των προγενέστερων του ν. 3919/2011 διατάξε-

ων που συνθέτουν το συνολικό πλαίσιο της ιατρικής νομοθεσίας προκύπτει α-

νέτως ότι αποτελούν ειδικές διατάξεις σε σχέση με τις γενικές διατάξεις του εν

λόγω νόμου. Ειδικότερα, από τη διατύπωση των διατάξεων του πρώτου μέρους

του επίμαχου νόμου, συνάγεται ευχερώς ότι το περιεχόμενό τους βρίθει γενικο-

τήτων και διακηρυκτικών ιδίως θέσεων με αμφίβολη κανονιστική εμβέλεια και

αξία. Στο μεν άρθρο 1 επιχειρείται απλώς να διατυπωθεί γενικόλογα η έννοια

και το κανονιστικό εύρος της επαγγελματικής ελευθερίας και οι επί μέρους

αρχές που διέπουν τη λειτουργία της. Οι διατάξεις δε των επόμενων άρθρων 2

και 3 δεν αποτελούν παρά μια γενικόλογη εξειδίκευση των ειδικότερων αρχών

που διέπουν την άσκηση της επαγγελματικής ελευθερίας, οι οποίες απορρέουν

από την συνταγματική κατοχύρωσή της στο άρθρο 5 παρ. 1 Σ. Το ρυθμιστικό

περιεχόμενο των εν λόγω διατάξεων αποτελεί απλή επανάληψη του κανο-

νιστικού περιεχομένου των συγκεκριμένων αρχών, όπως αυτό είναι γνωστό εδώ

και πολλές δεκαετίες και όπως έχει διαμορφωθεί από τις σχετικές θέσεις της

θεωρίας και της νομολογίας.

Συνεπώς, φρονώ ότι οι παλαιότερες διατάξεις στις οποίες περιέχονται

ποικίλοι περιορισμοί ως προς την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος είναι 16 . Βλ. σχετ. B. Simma, D.-E. Khan, M. Zöckler, R. Geiger, The Role of German Courts in the Enforcement of International Human Rights, σε: B. Conforti/F. Francio, Enforcing International Human Rights in Domestic Courts, 1997, σελ. 71 επ. (89).

Page 12: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

προδήλως ειδικές σε σχέση με τις κατεξοχήν γενικές διατάξεις των άρθρων 1 έ-

ως 3 του ν. 3919/2011. Με βάση δε την ερμηνευτική αρχή «lex posterior gene-

ralis non derogat legi priori speciali» οι τελευταίες δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι

κατήργησαν τις προγενέστερες ειδικές. Για τους λόγους δε που επίσης έχουν ε-

κτεθεί, τις ειδικές εν λόγω διατάξεις δεν έχει καταργήσει ούτε η γενική καταρ-

γητική ρήτρα του εδαφίου β’ της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του ν. 3919/

2011, σύμφωνα με την οποία «κάθε γενική ή ειδική διάταξη που αντιβαίνει στις

διατάξεις του παρόντος νόμου καταργείται». Όπως επίσης θα εκτεθεί κατωτέ-

ρω, οι προβλεπόμενοι από την ιατρική νομοθεσία επαγγελματικοί περιορισμοί,

υλοποιώντας την συνταγματική επιταγή για προστασία της ατομικής και δημό-

σιας υγείας, δεν δύνανται να καταργηθούν με γενικές διατάξεις, που δεν έχουν

θεσπισθεί συγκεκριμένα για το ιατρικό επάγγελμα.17

Την άποψη πάντως ότι δεν θα πρέπει να θεωρούνται καταργημένες οι ει-

δικές παλαιότερες διατάξεις ως προς την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος

ενισχύει και η συστηματική ερμηνεία των κρίσιμων νέων διατάξεων μέσω της

ένταξής τους στο όλο δικαϊκό μας σύστημα και της συγκριτικής προσέγγισης του

ρυθμιστικού περιεχομένου τους με το αντίστοιχο μεταγενέστερων συναφών δι-

ατάξεων. Στην κατεύθυνση άρσης σχετικού με την άσκηση του ιατρικού επαγ-

γέλματος περιορισμού, με την παράγραφο 1 άρθρου 29 ν. 3996/201118 (νόμου

δηλαδή μεταγενέστερου του ν. 3919/2011) προστέθηκε στο άρθρο 7 του ν.

3418/2005 παράγραφος 5 που προβλέπει τα εξής: «Επιτρέπεται η προσφορά ι-

ατρικών υπηρεσιών από ιατρούς με την ειδικότητα της Ιατρικής της Εργασίας,

στην περιφέρεια άλλων ιατρικών συλλόγων χωρίς άδεια των συλλόγων αυτών.»

Από το περιεχόμενο της εν λόγω διάταξης συνάγεται ερμηνευτικά ότι στη συνεί-

δηση του νομοθέτη οι παλαιότερες του ν. 3919/2011 ειδικές διατάξεις που προ-

17 . Βλ. Α. Τσιρωνά – Τ. Κουτσοπούλου, Κατ’ Άρθρον Ερμηνεία Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, άρθρο 7, αριθ. 9, υπό δημοσίευση. 18 . ΦΕΚ Α’ 170/5.8.2011.

Page 13: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

βλέπουν περιορισμούς στην άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος δεν θα πρέπει

να θεωρούνται, άνευ άλλου, καταργηθείσες. Άλλως, εάν ήθελε γίνει δεκτό ότι

οι διατάξεις αυτές θα πρέπει να θεωρούνται καταργημένες, όπως και οι συνα-

κόλουθοι περιορισμοί στην άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος, δεν υπήρχε κα-

νένας λόγος να προβλεφθεί, μέσω της τελευταίας ως άνω διάταξης, εξαίρεση

από περιορισμό που προβλέπει η προγενέστερη του ν. 3919/2011 νομοθεσία.

Ούτως ή άλλως δηλαδή εάν έπρεπε να θεωρούνται καταργηθέντες όλοι οι σχε-

τικοί με την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος περιορισμοί που περιέχονται

σε παλαιότερες ειδικές διατάξεις, δεν υπήρχε κανένας λόγος θέσπισης της κρί-

σιμης ερμηνευτικά ειδικής διάταξης της παραγράφου 1 του άρθρου 29 ν. 3996/

2011. Μ’ άλλα λόγια δεν υπήρχε λόγος άρσεως ενός ήδη αρθέντος περιορι-

σμού. Επί πλέον δε θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο ν. 3996/2011 περιορίσθηκε

στην μεμονωμένη άρση του ως άνω περιορισμού με την συγκεκριμένη διάταξη

χωρίς να τροποποιεί ή να αίρει τους λοιπούς περιορισμούς και προϋποθέσεις

άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος που προβλέπει η ιατρική νομοθεσία. Τού-

το σημαίνει ότι ο νομοθέτης είχε συνείδηση ότι διατηρήθηκαν σε ισχύ οι κρίσι-

μοι περιορισμοί και προέβη σε επιλεκτική και εξαιρετική άρση ενός και μόνον

εξ αυτών.

Επίσης, με τη διάταξη του άρθρου 35 παράγραφος 1 του μεταγενέστερου

ν. 4025/2011 ορίσθηκε ότι: «Αρμόδια αρχή για τη χορήγηση, αναστολή, ανά-

κληση και ακύρωση άδειας άσκησης επαγγέλματος ιατρών, καθώς και τίτλου

ιατρικής ειδικότητας ορίζεται ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος. Με απόφαση

του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζονται τα απαιτούμε-

να δικαιολογητικά, η διαδικασία για τη χορήγηση τίτλου ιατρικής ειδικότητας, η

διενέργεια εξετάσεων και λοιποί όροι και προϋποθέσεις». Τούτο σημαίνει ότι

απλώς μεταβιβάσθηκε η αρμοδιότητα χορήγησης και ανάκλησης της άδειας

άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος, αφού ταυτοχρόνως διατηρείται ένα καθε-

Page 14: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

στώς προηγούμενης αδειοδότησης για την άσκηση του συγκεκριμένου επαγγέλ-

ματος και λειτουργίας ιατρείου, και παραμένει η έννοια της έδρας του ιατρείου

στα γεωγραφικά όρια ενός συγκεκριμένου ιατρικού συλλόγου19. Θα πρέπει μά-

λιστα να επισημανθεί ότι η κατά τα ανωτέρω αδειοδότηση διατηρείται με νεό-

τερη διάταξη του ν. 3919/2011 σε προφανή αντίθεση με την ρύθμιση περί γενι-

κής απελευθέρωσης των επαγγελμάτων και της τεκμαιρόμενης χορήγησης άδει-

ας ασκήσεως επαγγέλματος που μόλις πριν από λίγους μήνες είχε προβλέψει το

άρθρο 3 του εν λόγω νόμου.

Εξάλλου, όπως ήδη αναφέρθηκε, με το άρθρο 1 παράγραφος 2 εδάφιο 2

του ν. 3919/2011 προβλέφθηκε ότι «Διατάξεις που προβλέπουν περιορισμούς

στην πρόσβαση και την άσκηση επαγγελμάτων είναι στενώς ερμηνευτέες».

Πρόδηλο είναι ότι ο φερόμενος, ως καταργητικός των περιορισμών στην επαγ-

γελματική ελευθερία, νόμος αναγνωρίζει την παραμονή σε ισχύ περιορισμών

και απαγορεύσεων που προβλέπονται από προγενέστερες ειδικές διατάξεις. Α-

πλώς, κατά τον νομοθέτη, όπου αυτοί συναντώνται θα πρέπει να ερμηνεύονται

στενά, προδήλως κατ΄ εφαρμογή της καθιερωμένης στο δημόσιο δίκαιο ερμη-

νευτικής αρχής in dubio pro libertate.

Τέλος, όπως θα αναφερθεί εκτενώς αμέσως πιο κάτω, οι κρίσιμες ειδικές

διατάξεις δεν μπορούν να θεωρηθούν καταργηθείσες μέσω γενικής καταργητι-

κής ρήτρας και για τον πρόσθετο λόγο ότι εξειδικεύουν και εξυπηρετούν επιτα-

κτικό δημόσιο συμφέρον που συνίσταται όχι μόνο στην προστασία της δημόσι-

ας υγείας υπό την στενή έννοια, αλλά και τον καθορισμό των γενικότερων κρι-

τηρίων και προϋποθέσεων που πρέπει να συντρέχουν, προκειμένου κάποιος να

μπορεί να ασκεί την ιατρική επιστήμη και το ιατρικό επάγγελμα. Όπως δε θα

εκτεθεί κατωτέρω, οι εν λόγω μάλιστα «περιορισμοί» και «απαγορεύσεις» δεν

δύνανται επίσης να αρθούν, ακόμη και με ειδικότερες διατάξεις, οι οποίες θα

19 Βλ. παρ. 1 και 2 του άρθρου 35 του ν. 4025/2011.

Page 15: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

καταργούσαν συλλήβδην κάθε δημόσιο έλεγχο, χωρίς να αντικαθιστούν την

κρατική εποπτεία με άλλα ανάλογα απαγορευτικά, αλλά κατ’ ουσίαν προστα-

τευτικά της δημόσιας υγείας μέτρα20.

Γ. Η εφαρμογή των κανόνων του ανταγωνισμού στο πεδίο άσκησης των ελευθερίων επαγγελμάτων και η θέσπιση απαγορεύσεων και περιορι-σμών στην επαγγελματική ελευθερία για λόγους δημόσιου συμφέρον-τος 1. Οι ρυθμίσεις του εθνικού δικαίου

Καταρχάς θα πρέπει να επισημανθεί ότι υπό το φως των εξελίξεων στο

πεδίο του κοινοτικού δικαίου, που θα αναλυθούν εκτενώς κατωτέρω, θα πρέπει

να θεωρείται πλέον δεδομένη και στην εγχώρια έννομη τάξη, η διείσδυση και η

εφαρμογή των κανόνων του ανταγωνισμού στο πεδίο άσκησης των ελευθερίων

επαγγελμάτων και λειτουργίας των οικείων επαγγελματικών συλλόγων. Και

τούτο μάλιστα ασχέτως της μορφής οργανώσεως των τελευταίων ως δημοσίου

ή ιδιωτικού δικαίου και ασχέτως της διαπιστώσεως ότι ασκούν ή όχι δημόσια

εξουσία. Το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της χώρας μας με την παραπεμπτι-

κή ενώπιον της Ολομέλειας απόφασή του ΣτΕ 125/2009 επισημαίνει καταρχήν

ότι κατά τις διατάξεις περί ανταγωνισμού, “ερμηνευόμενες υπό το φως του κοι-

νοτικού δικαίου του ανταγωνισμού, στην έννοια της «επιχειρήσεως» υπάγεται

κάθε φορέας (φυσικό ή νομικό πρόσωπο) που ασκεί οικονομική δραστηριότη-

τα, ήτοι δραστηριότητα προσφοράς αγαθών ή υπηρεσιών σε δεδομένη αγορά,

ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος του φορέα αυτού και του τρόπου χρημα-

τοδοτήσεώς του». Εξ άλλου, κατά το Δικαστήριο, «μια επαγγελματική οργάνω- 20. Βλ. Α. Τσιρωνά – Τ. Κουτσοπούλου, Κατ’ άρθρον Ερμηνεία Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, άρθρο 7, όπ.π. αριθ. 9.

Page 16: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

ση μπορεί, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να αποτελεί «ένωση επιχειρήσεων»

κατά την έννοια του άρθρου 1 του ανωτέρω νόμου, ακόμη και εάν τελεί υπό

καθεστώς δημοσίου δικαίου». Μια απόφαση δε επαγγελματικής οργανώσεως,

μπορεί, μολαταύτα, να μην εμπίπτει στο άρθρο 1 του ν. 703/1977 εφόσον η ορ-

γάνωση αυτή έχει κανονιστική εξουσία σε συγκεκριμένο τομέα, απαρτίζεται δε

κατά πλειοψηφία από εκπροσώπους της δημόσιας εξουσίας και λαμβάνει τη

σχετική απόφαση αυτή με τήρηση ορισμένων κριτηρίων δημοσίου συμφέρον-

τος. Σε περίπτωση που η επαγγελματική οργάνωση δεν απαρτίζεται κατά πλειο-

ψηφία από εκπροσώπους της δημόσιας εξουσίας, μπορούν τα μέλη της επαγ-

γελματικής οργανώσεως να χαρακτηρισθούν ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες

των ενδιαφερομένων επιχειρηματιών εφόσον, σύμφωνα με τη διάταξη με την

οποία τους παρέχεται η σχετική εξουσιοδότηση, υποχρεούνται να καθορίζουν

το περιεχόμενο των σχετικών αποφάσεων «λαμβάνοντας υπόψη όχι μόνον τα

συμφέροντα των επιχειρήσεων, αλλά και το γενικό συμφέρον».

Περαιτέρω, το Δικαστήριο θεωρεί ότι οι οδοντίατροι (κατ’ επέκταση και

οι γιατροί) παρέχουν, υπό την ιδιότητά τους ως ανεξάρτητων οικονομικών μο-

νάδων, υπηρεσίες στην αγορά των οδοντιατρικών υπηρεσιών. Ενόψει του ότι οι

οδοντίατροι λαμβάνουν από τους ασθενείς τους αμοιβή για τις υπηρεσίες που

τους παρέχουν και αναλαμβάνουν τους οικονομικούς κινδύνους σχετικά με την

άσκηση της δραστηριότητάς τους, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι οι οδοντίατροι

ασκούν οικονομική δραστηριότητα και, επομένως, «αποτελούν «επιχειρήσεις»

υπό την έννοια του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 703/1977, ανεξαρτήτως του γεγονό-

τος ότι ρυθμίζεται η άσκηση του επαγγέλματός τους». Εξ άλλου, κατά το Δικα-

στήριο η Ελληνική Οδοντιατρική Ομοσπονδία (πρώην Πανελλήνιος Οδοντιατρι-

κός Σύλλογος), που είναι, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 35 παρ. 2 του ν.

1026/ 1980, το κεντρικό συντονιστικό όργανο και η εποπτεύουσα οργάνωση

όλων των οδοντιάτρων και των οδοντιατρικών συλλόγων της Χώρας και, εκτός

Page 17: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

άλλων, εποπτεύει την τήρηση των κανόνων της οδοντιατρικής δεοντολογίας και

υποστηρίζει επαγγελματικά συμφέροντα των οδοντιάτρων της Χώρας, εναρμο-

νίζουσα αυτά με τα συμφέροντα του κοινωνικού συνόλου. Επομένως, εφ’ όσον

η ως άνω Ομοσπονδία είναι η εποπτεύουσα οργάνωση ελεύθερων επαγγελμα-

τιών (βλ. και ΣτΕ 2613/1982), οι οποίοι συνιστούν «επιχειρήσεις» υπό την έν-

νοια του άρθρου 1 του ν. 703/1977, αποτελεί «ένωση επιχειρήσεων» υπό την

έννοια της ίδιας διατάξεως, συντρεχουσών και των λοιπών προϋποθέσεων, εφ’

όσον δηλαδή στη συγκεκριμένη περίπτωση οι ενέργειες των οδοντιατρικών

συλλόγων τους οποίους εποπτεύει, αντίκεινται στο άρθρο 1 του ν. 703/1977, α-

νεξαρτήτως εάν οι περιγραφόμενες στο νόμο αρμοδιότητές της επιβάλλουν την

εναρμόνιση των επαγγελματικών συμφερόντων των οδοντιάτρων με τα συμφέ-

ροντα του κοινωνικού συνόλου και ανεξαρτήτως του ότι υπόκειται, όπως όλα τα

νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, σε κρατική εποπτεία (άρθρα 43, 74, 76 ν.

1026/1980).

Από την άλλη όμως πλευρά θα πρέπει να υπογραμμισθεί ότι με βάση το

ισχύον Σύνταγμα (άρθρο 21 παρ. 3) το Κράτος υποχρεούται να μεριμνά για την

υγεία των πολιτών. Επιπροσθέτως, μετά την αναθεώρηση του 2001, σύμφωνα

με την παράγραφο 5 του άρθρου 5 Συντ. ο καθένας έχει δικαίωμα στην προστα-

σία της υγείας του21. Τούτο σημαίνει ότι η υγεία προστατεύεται από το Σύνταγ-

μά μας και ως κοινωνικό και ως ατομικό δικαίωμα, δηλαδή ως δικαίωμα του

καθενός22. Συνεπώς, το κράτος οφείλει, όχι μόνον να απέχει από οιαδήποτε

βλαπτική ενέργεια που προσβάλλει το ως άνω ατομικό δικαίωμα, αλλά και να

διασφαλίζει με θετικές ενέργειες τους όρους προστασίας της ατομικής και της

δημόσιας υγείας23. Έτσι, με βάση την τελευταία αυτή κανονιστική επιταγή ανα-

21 . Βλ. Και άρθρο 7 παράγραφος 2 Σ. όπου, μεταξύ άλλων, απαγορεύεται και τιμωρείται ως νόμος ορίζει, οιαδήποτε βλάβη της υγείας. 22 .Κ. Χρυσόγονος, Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, 3η έκδ. 2006, σελ. 550. 23 . Χ. Ανθόπουλος, Νέες διαστάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων, 2001, σελ. 160, επ., Π. Παπαρρη-γοπούλου - Πεχλιβανίδη, Το δημόσιο δίκαιο της υγείας, 2009, σελ. 38 επ.

Page 18: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

τίθεται στον κοινό νομοθέτη η υποχρέωση να καθορίζει και να εξειδικεύει τα

μέτρα που πρέπει να ληφθούν προκειμένου να καταστρωθεί και να λειτουρ-

γήσει ένα σύστημα περίθαλψης για τους πολίτες και προστασίας της δημόσιας

υγείας. Το κράτος είναι υποχρεωμένο λοιπόν να δραστηριοποιείται και να δημι-

ουργεί την κατάλληλη υποδομή παροχής υπηρεσιών ιατρικής περίθαλψης και

μάλιστα όχι μόνο στο επίπεδο της θεραπείας, αλλά και της πρόληψης24. Πα-

ράλληλα όμως, στο πλαίσιο της ίδιας συνταγματικής επιταγής πρέπει να ορί-

ζονται από τον κοινό νομοθέτη και τα αφορώντα στην οργάνωση του ιατρικού

επαγγέλματος, δηλαδή τα γενικότερα κριτήρια και οι προϋποθέσεις που πρέπει

να συντρέχουν, προκειμένου κάποιος να μπορεί να ασκεί την ιατρική επιστήμη

και το ιατρικό επάγγελμα. Έτσι, το ιατρικό επάγγελμα συνδέεται άρρηκτα με τα

ως άνω συνταγματικά κατοχυρωμένα αγαθά της υγείας, ατομικής και δημόσιας,

αλλά και της σωματικής ακεραιότητας και της ζωής25.

Στο πλαίσιο αυτό, το Συμβούλιο της Επικρατείας26 με αφορμή την επε-

ξεργασία διατάγματος για τις προϋποθέσεις παροχής υπηρεσιών πρωτοβάθμι-

ας φροντίδας υγείας από ιδιωτικούς φορείς έχει δεχθεί ότι οι κανόνες της ιατρι-

κής δεοντολογίας έχουν συνταγματική κάλυψη και έρεισμα (21 παραγρ. 3). Το

Δικαστήριο έκρινε ότι οι διατάξεις του εν λόγω διατάγματος «είναι, κατ’ αρχήν,

σύμφωνες προς το άρθρο 5 του Συντάγματος, τελούν δε σε αρμονία και με το

άρθρο 21 παρ. 3 αυτού, κατά την έννοια του οποίου η μέριμνα για την προστα-

σία της υγείας των πολιτών αποτελεί βασικό καθήκον της Πολιτείας και εκδη-

λούται με την ρυθμιστική παρέμβαση του Κράτους δια της θεσπίσεως γενικού

24 . Βλ. σχετ. Ξ. Κοντιάδης, Το κοινωνικό κράτος πρόληψης ως απάντηση στην κρίση του παραδοσιακού κοινωνικού κράτους, Εφαρμ. 2005, σελ. 1 επ., Κ. Χρυσόγονος, Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, όπ.π., σελ. 549. 25 . Βλ. Α. Τσιρωνά – Τ. Κουτσοπούλου, Κατ’ Άρθρον Ερμηνεία Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, άρθρο 7, όπ.π., αριθ. 8. 26 . Πρακτικό Επεξεργασίας (ΠΕ) ΣτΕ 182/1995, ΤοΣ 1995, σελ. 496 επ. Βλ. για το ίδιο ζήτημα και ΠΕ 193/ 1995.

Page 19: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

και αντικειμενικού χαρακτήρος κανόνων χάριν του δημοσίου συμφέροντος

(πρβλ. ΠΕ 193/ 1991). Το δημόσιο συμφέρον εν προκειμένω έχει ιδίως ανάγκην

προστασίας από την διαπιστωθείσα ισχυρά ροπή προς εμπορία της ιατρικής και

τις εντεύθεν πολλαπλές παραβιάσεις των κανόνων της ιατρικής, δεοντολογίας,

από την ενδεχομένη χαμηλή ποιότητα των παρεχομένων ιατρικών υπηρεσιών,

από την ηυξημένη πλασματική ζήτηση εξειδικευμένων ιατρικών εξετάσεων και

από τα συνεχώς διογκούμενα ελλείμματα των ασφαλιστικών φορέων (βλ. και

συζητήσεις στη Βουλή την 6η και 31η Οκτωβρίου 1994 κατά την ψήφιση του Ν.

2256/ 1994)». Έτσι, οι όποιοι περιορισμοί στο πεδίο άσκησης του ιατρικού ε-

παγγέλματος και της ιατρικής επιστήμης θεωρείται ότι τίθενται κατεξοχήν για

την προστασία των πάσης φύσεως αποδεκτών των ιατρικών υπηρεσιών, οι ο-

ποίοι πρέπει να διαφυλάσσονται από την ανεύθυνη άσκηση εν λόγω επαγγέλ-

ματος27. Με βάση δε την κρίσιμη ως άνω συσχέτιση μεταξύ ιατρικού επαγγέλ-

ματος και δικαιώματος προστασίας της υγείας, όπως εύστοχα επισημαίνεται, η

κατάργηση κάθε κρατικού ελέγχου και η άρση κάθε επαγγελματικού περιορι-

σμού δεν μπορεί να θεωρηθεί σύμφωνη με το Σύνταγμα στα επαγγέλματα που

σχετίζονται με την υγεία28.

Περαιτέρω, όπως ειδικότερα γίνεται παγίως δεκτό από το Συμβούλιο της

Επικρατείας «από τις διατάξεις του Α.Ν. 1565/1939, του Β.Δ. της 11.10/7.11.

1957 και του άρθρου 145 του Ν. 2071/1992 συνάγονται τα ακόλουθα: Προς ά-

σκηση της ιατρικής, προς την οποία εξομοιώνεται ρητώς η κατοχή οποιασδή-

ποτε θέσεως έμμισθης ή τιμητικής, ...για την οποία απαιτείται κατά νόμο ως

εφόδιο η κατοχή πτυχίου ιατρικής πανεπιστημιακής σχολής, πρέπει προηγου-

μένως να χορηγείται άδεια ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος κατόπιν αιτή-

σεως του ενδιαφερομένου ιατρού, στην οποία σημειώνεται ο ιατρικός σύλλο-

27 Δ.-Α. Αλεξιάδης, Δίκαιο της υγείας, Δεοντολογία της υγείας, 2000, σελ. 135 επ. και 178 επ. 28 . Βλ. Α. Τσιρωνά – Τ. Κουτσοπούλου, Κατ’ Άρθρον Ερμηνεία, άρθρο 7, όπ.π., αριθ. 8, Κ. Χρυσόγονος, όπ.π., σελ. 549, Π. Παπαρρηγοπούλου - Πεχλιβανίδη, Το δημόσιο δίκαιο της υγείας, όπ.π., σελ. 54 επ.

Page 20: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

γος, στην περιφέρεια του οποίου ο αιτούμενος την άδεια ιατρός προτίθεται να

ασκήσει την ιατρική, υπό την προεκτεθείσα έννοια, και τούτο μάλιστα δεδομέ-

νου ότι, όπως προκύπτει από το όλο πλέγμα των διατάξεων του Α.Ν. 1565/

1939, και του Β.Δ. της 11.10/7.11.1957, μόνο σε μία περιφέρεια ιατρικού συλ-

λόγου της χώρας μπορεί να ασκείται η ιατρική. Ειδικώτερα, δε το άρθρο 145

του ν. 2071/1992 εθέσπισε το πρώτον την υποχρέωση εγγραφής στον οικείο ια-

τρικό σύλλογο και για τους κατέχοντες θέση, για την οποία απαιτείται, κατά νό-

μο ως εφόδιο η κατοχή πτυχίου ιατρικής πανεπιστημιακής σχολής, ακόμη και ό-

ταν δεν ασκούν το επάγγελμα του ιατρού (είτε ως ελεύθερο επάγγελμα, είτε

υπό την ιδιότητα του ιατρού του Εθνικού Συστήματος Υγείας). Οι διατάξεις αυ-

τές, με τις οποίες οργανώνεται η άσκηση της ιατρικής επιστήμης στην χώρα με

σκοπό την καλύτερη επιτέλεσή της και την προάσπιση της δημοσίας υγείας, δεν

προσκρούουν σε καμία συνταγματική διάταξη, ειδικώτερα δε στο άρθρο 5 παρ.

1, που κατοχυρώνει την ελεύθερη επαγγελματική δραστηριότητα (πρβλ. σχετι-

κά με το συμβατόν με το άρθρο 5 του Συντάγματος των περιορισμών της επαγ-

γελματικής ελευθερίας ΣτΕ 197/1999, 2225/1986, 1678/2002, 1522/ 1981, 413/

1993, 789/1991, 1903/ 1989, 2368/1988, 2049/1988, 1618/1988 κ.ά.)». Επομέ-

νως, με βάση τα ανωτέρω οι προβλεπόμενοι στις ειδικές διατάξεις περιορισμοί

και απαγορεύσεις ως προς την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος δεν συνι-

στούν περιορισμούς κατά κυριολεξία, αλλά εξειδίκευση του δικαιώματος και

του δημόσιου συμφέροντος που προβλέπονται στο άρθρο 21 παράγραφος 3

του Συντάγματος. Σε κάθε πάντως περίπτωση, όπως εκτέθηκε, η επιταγή της εν

λόγω διάταξης δεν επιτρέπει στο κράτος να άρει κάθε «περιορισμό» στα επαγ-

γέλματα που σχετίζονται με την υγεία και να παραιτηθεί του σχετικού ελέγχου

ως προς τον τρόπο άσκησής τους.

2. Οι ρυθμίσεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Page 21: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

Όλα τα ανωτέρω ζητήματα εδώ και καιρό δεν είναι αδιάφορα και για τον

κοινοτικό νομοθέτη από τον οποίο και ρυθμίζονται. Παράλληλα, το Δικαστήριο

της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) έχει να επιδείξει πολύ πλούσια και γόνιμη νομο-

λογία στην κατεύθυνση ερμηνείας των κρίσιμων διατάξεων. Πιο συγκεκριμένα:

Το Δικαστήριο με μια δέσμη αποφάσεών του έχει καθορίσει τις προϋπο-

θέσεις υπό τις οποίες οι διατάξεις των άρθρων 101 και 102 περί ανταγωνισμού

της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πρώην άρθρα 81 και

82 ΣΕΚ) έχουν εφαρμογή και ως προς τους όρους άσκησης των ελευθερίων ε-

παγγελμάτων, σύμφωνα με τους κανόνες που έχουν θεσπισθεί από τον εθνικό

νομοθέτη και από τους οικείους επαγγελματικούς συλλόγους29.

Ως γνωστόν, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, στο πλαίσιο του δι-

καίου του ανταγωνισμού, στην έννοια της επιχειρήσεως υπάγεται κάθε φορέας

που ασκεί οικονομική δραστηριότητα, ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος

που διέπει τη λειτουργία του και του τρόπου χρηματοδοτήσεώς το30. Σύμφωνα

δε πάλι με πάγια νομολογία συνιστά οικονομική δραστηριότητα κάθε δραστηρι-

ότητα προσφοράς αγαθών ή υπηρεσιών σε δεδομένη αγορά31.

29 . Βλ. εκτενή αναφορά στην έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής επί του Νομοσχεδίου στην σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ένωσης: Απόφαση της 29ης Φεβρουαρίου 2002, C- 309/1999, «Wouters», Συλλογή 2002 τόμος Ι, σελ. 1577 επ., Απόφαση της 19ης Φεβρουαρίου 2001, C- 35/1999 «Arduino», Συλλογή 2002 τόμος Ι, σελ. 1529 επ., Απόφαση της 9ης Σεπτεμβρίου 2003, C- 198/2001 «CIF», Συλλογή 2003 τόμος Ι, σελ. 8055 επ., Απόφαση της 17ης Φεβρουαρίου 2005, C- 250/2003, «Mauri», Συλλογή 2005 τόμος Ι, σελ. 1267 επ., Απόφαση της 19ης Σεπτεμβρίου 2006, C- 506/2004 «Graham J. Wilson», Aρμενόπουλος 2007 σελ. 802 επ. με σχόλιο Α. Άνθιμου, Απόφαση της 19ης Σεπτεμβρίου 2006, υπόθεση C- 193/2005 «Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, Aρμενόπουλος 2007 σελ. 809 επ. με σχόλιο Α. Άνθιμου. 30 . Βλ., ιδίως, τις αποφάσεις της 23ης Απριλίου 1991, C-41/90, Höfner και Elser, Συλλογή 1991, σ. Ι-1979, σκέψη 21, της 17ης Φεβρουαρίου 1993, C-159/91 και C-160/91, Poucet και Pistre, Συλλογή 1993, σ. Ι-637, σκέψη 17, της 16ης Νοεμβρίου 1995, C-244/94, Fédération française des sociétés d'assurance κ.λπ., Συλλογή 1995, σ. Ι-4013, σκέψη 14, της 12ης Σεπτεμβρίου 2000, C-180/98 έως C-184/98, Pavel Pavlov κ.λπ., σκέψη 74. 31 . Βλ. Αποφάσεις του Δικαστηρίου της 16ης Ιουνίου 1987, C-118/85, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 1987, σ. 2599, σκέψη 7, και της 18ης Ιουνίου 1998, C-35/96, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 1998, σ. Ι-3851, σκέψη 36, της 12ης Σεπτεμβρίου 2000, C-180/98 έως C-184/98, Pavel Pavlov κ.λπ., σκέψη 75.

Page 22: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά το ιατρικό επάγγελμα έχει κριθεί ότι οι ανε-

ξάρτητοι ειδικευμένοι ιατροί έχουν την ιδιότητα των ανεξάρτητων οικονομικών

μονάδων που παρέχουν υπηρεσίες σε μια αγορά, αυτή των εξειδικευμένων ια-

τρικών υπηρεσιών και ως εκ τούτου ασκούν οικονομική δραστηριότητα. Επο-

μένως, αποτελούν επιχειρήσεις υπό την έννοια των άρθρων 101 και 102 της

Συνθήκης, χωρίς ο περίπλοκος και τεχνικός χαρακτήρας των υπηρεσιών που πα-

ρέχουν και το γεγονός ότι ρυθμίζεται η άσκηση του επαγγέλματός τους να μπο-

ρούν να μεταβάλουν το συμπέρασμα αυτό32.

Για τις εθνικές έννομες τάξεις, στις οποίες οι ίδιοι οι επαγγελματικοί

σύλλογοι εισάγουν κανόνες δικαίου κανονιστικού περιεχομένου, το Δικαστήριο

δέχεται ότι οι εν λόγω σύλλογοι – ανεξαρτήτως του χαρακτηρισμού τους ως νο-

μικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου – εμπίπτουν στην έννοια των

«επιχειρήσεων» κατά το άρθρο 101 παρ. 1 και 2 της Συνθήκης για τη Λειτουργία

της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πρώην άρθρο 81 ΣΕΚ) περί απαγόρευσης κάθε πρακτι-

κής ή συμφωνίας μεταξύ επιχειρήσεων, η οποία νοθεύει ή θέτει εμπόδια στον

ελεύθερο ανταγωνισμό, εφόσον με τις πράξεις τους είναι σε θέση να κατευθύ-

νουν την οικονομική δραστηριότητα των μελών τους προς συγκεκριμένη συμπε-

ριφορά.

Ωστόσο, η νομολογία του Δικαστηρίου της Ένωσης υιοθέτησε σημαντι-

κότατες εξαιρέσεις από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 101 της Συνθήκης για

τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πρώην άρθρο 81 ΣΕΚ), δεχόμενη ότι

ειδικές διατάξεις υπερισχύουν της αντίστοιχης κοινοτικής ρύθμισης - μολονότι

είναι καταρχήν αντίθετες προς το ευρωπαϊκό δίκαιο του ανταγωνισμού - και

32 . Βλ. Απόφαση του Δικαστηρίου της 18ης Ιουνίου 1998, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 1998, σ. Ι-3851, σκέψεις 37 και 38, της 12ης Σεπτεμβρίου 2000, όπ.π., σκέψη 77.

Page 23: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

μπορούν να θέτουν απαγορεύσεις στην άσκηση ορισμένου επαγγέλματος – ε-

φόσον, διαζευκτικώς: α) συντρέχουν επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος

που δικαιολογούν μια απαγόρευση, β) οι εξαιρετικές διατάξεις είναι απαραίτη-

τες για την άρτια άσκηση του συγκεκριμένου επαγγέλματος και υπό την προϋ-

πόθεση ότι η σχετική απαγόρευση είναι κατάλληλη για την επίτευξη του επι-

διωκόμενου σκοπού και δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του σκο-

πού αυτού όρια, (τηρείται δηλαδή η αρχή της αναλογικότητας), γ) η έκδοση της

συγκεκριμένης διάταξης δεν συναρτάται με την άσκηση διακριτικής ευχέρειας

του οικείου επαγγελματικού συλλόγου, αλλά επιβάλλεται από τη νομοθεσία

του κράτους-μέλους33. Ειδικότερα, έχει κριθεί ότι «η προστασία, αφενός, των

καταναλωτών και ιδίως των αποδεκτών των νομικών υπηρεσιών που παρέχουν

δικηγόροι, και, αφετέρου, της εύρυθμης λειτουργίας της δικαιοσύνης αποτε-

λούν σκοπούς που περιλαμβάνονται σ’ αυτούς που μπορούν να θεωρηθούν ως

επιτακτικοί λόγοι γενικού συμφέροντος, ικανοί να δικαιολογήσουν έναν περιο-

ρισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών (βλ., υπό την έννοια αυτή, αποφάσεις

της 12ης Δεκεμβρίου 1996, C-3/95, Reisebüro Broede, Συλλογή 1996, σ. I-6511,

σκέψη 31 και την παρατιθέμενη νομολογία, και της 21ης Σεπτεμβρίου 1999,

C-124/97, Läärä κ.λπ., Συλλογή 1999, σ. I-6067, σκέψη 33), υπό τη διπλή προϋ-

πόθεση ότι το υπό κρίση εθνικό μέτρο είναι κατάλληλο για την εξασφάλιση της

υλοποιήσεως του επιδιωκόμενου σκοπού και ότι δεν βαίνει πέραν αυτού που

είναι αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού αυτού». Περαιτέρω, στην ίδια από-

φαση επισημαίνεται αμέσως κατωτέρω ότι το εθνικό δικαστήριο «θα πρέπει,

πάντως, να εξακριβώσει αν οι σχετικοί με το δικηγορικό επάγγελμα κανόνες και

ιδίως οι κανόνες περί οργανώσεως, προσόντων, δεοντολογίας, ελέγχου και ευ-

33 . Βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις του Δικαστηρίου της 5ης Ιουνίου 1997, C-398/95, SETTG, Συλλογή 1997, σ. I-3091, σκέψη 21, της 30ής Μαρτίου 2006, C-451/03, Servizi Ausiliari Dottori Commercialisti, σκέψη 37 και της 5ης Δεκεμβρίου 2006, C-94/04 και C-202/04, Federico Cipolla κατά Rosaria Portolese (C-94/04), Stefano Macrino, Claudia Capodarte κατά Roberto Meloni (C-202/04), σκέψη 61.

Page 24: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

θύνης επαρκούν αφ’ εαυτών για την επίτευξη των σκοπών της προστασίας των

καταναλωτών και της εύρυθμης λειτουργίας της δικαιοσύνης»34.

3. Οι εθνικές διατάξεις που ρυθμίζουν το πλαίσιο άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος ως ε-

ξειδικεύουσες το δημόσιο συμφέρον

Πέραν των πιο πάνω νομολογιακών θέσεων και στις διατάξεις των άρ-

θρων 2 και 3 του ν. 3919/2011 που παρατέθηκαν και στην συνοδευτική εισηγη-

τική έκθεση γίνεται ρητή αναφορά στην νομολογιακή αρχή, σύμφωνα με την ο-

ποία ο κοινός νομοθέτης μπορεί να θέτει περιορισμούς στην άσκηση της επαγ-

γελματικής ελευθερίας για συγκεκριμένους και επιτακτικούς λόγους δημοσίου

συμφέροντος (βλ. σελ. 3 και 4 αιτιολογικής έκθεσης). Επίσης όπως εκτέθηκε

εκτενώς, σύμφωνα με τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι δέσμες

ειδικών διατάξεων που απαρτίζουν το συνολικό πλαίσιο άσκησης του ιατρικού

επαγγέλματος συνιστούν εκτελεστικό νόμο του άρθρου 21 παρ. 3 Σ. και έχουν

συνταγματική κάλυψη ως εξειδικεύουσες σχετική συνταγματική επιταγή.

Περαιτέρω, σύμφωνα με τα όσα έχουν εκτεθεί και ιδίως με βάση τις πα-

ρατεθείσες νομολογιακές θέσεις, στην πλειονότητά τους οι διατάξεις που οργα-

νώνουν το ιατρικό επάγγελμα και ρυθμίζουν τον τρόπο άσκησής του θεσπίζον-

ται συνδεόμενες, κατά κανόνα, με το δημόσιο συμφέρον που εξειδικεύουν. Το

δημόσιο συμφέρον συνίσταται εν προκειμένω όχι μόνο στη δημιουργία της κα-

τάλληλης υποδομής για την παροχή υπηρεσιών περίθαλψης, αλλά και στον κα- 34 . Απόφαση του Δικαστηρίου 5ης Δεκεμβρίου 2006, όπ.π., σκέψη 69. Για την υπέρβαση του αναγκαίου μέτρου στον τομέα της δημόσιας υγείας βλ. απόφαση του Δικαστηρίου της Ένωσης της 21ης Απριλίου 2005 Υπόθεση C-140/03, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας που έκρι-νε ότι οι περιορισμοί των διατάξεων του ν. 971/1979, περί ασκήσεως του επαγγέλματος του οπτικού και λειτουργίας καταστημάτων οπτικών υπερβαίνουν το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη του επιδιωκόμε-νου σκοπού της προστασίας της δημόσιας υγείας. Συναφής και η ΣτΕ 1991/ 2005 (Ολομ) που έκρινε ότι οι ίδιοι ως άνω περιορισμοί του ν. 971/1979 δεν παρίστανται αναγκαίοι για τη διασφάλιση του επιδιωκομένου με αυτές σκοπού της προστασίας της δημόσιας υγείας.

Page 25: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

θορισμό από τον κοινό νομοθέτη του πλαισίου των γενικότερων κριτηρίων και

των προϋποθέσεων που πρέπει να συντρέχουν, προκειμένου κάποιος να μπο-

ρεί να ασκήσει το ιατρικό επάγγελμα και την ιατρική επιστήμη. Επομένως, οι

περιορισμοί που προβλέπονται από τις διατάξεις αυτές ως προς την άσκηση

του ιατρικού επαγγέλματος και της ιατρικής επιστήμης θα πρέπει να σημειωθεί,

ότι εκτός από ορισμένες ίσως ακραίες περιπτώσεις τελούν σε αρμονία και είναι

ανεκτοί από το δίκαιο της Ένωσης και το Σύνταγμα. Επί πλέον οι ειδικές διατά-

ξεις που θεσπίζουν περιορισμούς και απαγορεύσεις ως προς την άσκηση του

ιατρικού επαγγέλματος δεν έχουν εκδοθεί, όπως απαιτεί το κοινοτικό δίκαιο,

κατ’ άσκηση διακριτικής εξουσίας των οικείων συλλόγων, αλλά αποτελούν ρυθ-

μίσεις που περιέχονται σε τυπικούς νόμους. Πέραν τούτου η εξειδίκευση του

επιτακτικού δημόσιου συμφέροντος μέσω των εν λόγω ειδικών διατάξεων ανα-

δεικνύει ένα πρόσθετο επιχείρημα υπέρ της μη κατάργησής τους. Και τούτο δι-

ότι δεν μπορούν να θεωρηθούν καταργηθείσες ειδικές διατάξεις που εξειδικεύ-

ουν επιτακτικούς λόγους δημόσιου συμφέροντος μέσω γενικής καταργητικής

ρήτρας.

Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι εάν ήθελε γίνει δεκτό ότι όλες οι πα-

λαιότερες του ν. 3919/2011 ειδικές διατάξεις που περιέχουν περιορισμούς ως

προς την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος έχουν καταργηθεί, εξ αντικει-

μένου αναδεικνύεται ένα έντονο κενό δικαίου, με αποτέλεσμα ένα ευρύτατο

πεδίο σχέσεων και καταστάσεων να παραμένει αρρύθμιστο και μάλιστα σε ένα

ιδιαίτερα ευαίσθητο ζήτημα που άπτεται της υγείας και της ζωής των πολιτών.

Και αν ακόμη οι γενικές διατάξεις του νέου ν. 3919/2011 θεωρηθούν ως καταρ-

γητικές των παλαιότερων ειδικών, λόγω της γενικότητάς τους δεν μπορεί να

θεωρηθούν ότι οργανώνουν ένα νέο πλαίσιο άσκησης του ιατρικού επαγγέλ-

ματος. Το περιεχόμενό τους παραμένει ούτως ή άλλως γενικό και προδήλως αό-

ριστο και απαιτεί ως εκ τούτου εξειδίκευση. Βέβαιον είναι ότι την ανάγκη αυτή

Page 26: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

εξειδίκευσης έχει διαπιστώσει και η ίδια η Διοίκηση με την έκδοση της πρό-

σφατης Εγκυκλίου Υ3β/Γ.Π./οικ. 141282/21-12-2011, ασχέτως αν παρανόμως με

την εν λόγω Εγκύκλιο δεν ερμηνεύεται, αλλά θεσπίζεται πρωτογενώς δίκαιο.

Και τούτο διότι σε κάθε περίπτωση και αν ακόμη οι γενικές διατάξεις των άρ-

θρων 1 έως 3 του ν. 3919/2011 θεωρηθούν καταργητικές των παλαιότερων ει-

δικών, δεν μπορούν να θεωρηθούν εξουσιοδοτικές για την έκδοση κανονιστι-

κών πράξεων, όπως εσφαλμένα υπέλαβαν οι συντάκτες της ως άνω Εγκυκλίου.

Η Εγκύκλιος αυτή καταφανώς δεν περιορίζεται σε ερμηνεία των κρίσιμων δια-

τάξεων του επίμαχου ν. 3919/2011, αλλά θεσπίζει δίκαιο, χωρίς να υφίσταται η

προς τούτο απαιτούμενη από το Σύνταγμα (άρθρο 43) κανονιστική αρμοδιότη-

τα, προβλεπόμενη από εξουσιοδοτική διάταξη.

Κατά συνέπεια, για όλους τους εκτεθέντες λόγους οι παλαιότερες του ν.

3919/ 2011 ειδικές διατάξεις ως προς την οργάνωση του ιατρικού επαγγέλμα-

τος θα πρέπει να θεωρηθεί ότι παραμένουν σε ισχύ και οι απαντήσεις που ακο-

λουθούν δίδονται με βάση τις ρυθμίσεις που περιέχονται στις εν λόγω διατά-

ξεις.

Δ. Απάντηση επί του πρώτου ερωτήματος

1. Με τις διατάξεις του α.ν. 1565/1939 (Φ.Ε.Κ. Α` 16) ορίζονται, μεταξύ

άλλων, τα ακόλουθα: Άρθρο 1: «Δια την άσκησιν της ιατρικής και την χρησιμο-

ποίησιν του τίτλου ιατρός, απαιτείται άδεια, χορηγουμένη κατά τας διατάξεις

του παρόντος. Προς άσκησιν της ιατρικής εξομοιούται και η κατοχή οιασδήποτε

εμμίσθου ή τιμητικής θέσεως, δι’ ην απαιτείται ως εφόδιον το πτυχίον της Ια-

τρικής Πανεπιστημιακής Σχολής». Άρθρο 3: «Ίνα χορηγηθή άδεια ασκήσεως της

ιατρικής απαιτείται ...α)...ε) Να σημειώνεται εν τη αιτήσει ο Ιατρικός Σύλλογος,

εις την περιφέρειαν του οποίου ο ιατρός προτίθεται να έχη την επαγγελματικήν

Page 27: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

αυτού εγκατάστασιν...». Άρθρο 14: «Απαγορεύεται η πλανοδιακή άσκησις της

Ιατρικής. Τακτικαί περιηγήσεις προς παροχήν ιατρικής συνδρομής επιτρέπονται

τη εγκρίσει του οικείου Ιατρικού Συλλόγου, όταν συνηγορούν προς τούτο ιδιαί-

τεραι τοπικαί συνθήκαι». Άρθρο 15: «Απαγορεύεται εις τους Ιατρούς να δέχων-

ται συστηματικώς καθ` ωρισμένας ημέρας και ώρας αρρώστους προς εξέτασιν ή

θεραπείαν εν πόλει ή χωρίω, ένθα δεν είναι εγκατεστημένοι επαγγελματικώς,

όταν εν τη πόλει ή τω χωρίω τούτω υπάρχη εγκατεστημένος άλλος Ιατρός. Εάν η

πόλις ή το χωρίον ευρίσκεται εκτός της περιφερείας του Ιατρικού Συλλόγου,

απαιτείται άδεια του Ιατρικού Συλλόγου, εις τον οποίον τούτο υπάγεται. Κατ`

αναλογίαν τα αυτά ισχύουν και προκειμένου περί ειδικού ιατρού ...» Άρθρο 16:

«Κατά την διάρκειαν της παραμονής εν θερέτρω ή λουτροπόλει δια παραθερι-

σμόν ή λουτροθεραπείαν ο ιατρός οφείλει να απέχη της ασκήσεως του επαγ-

γέλματος αυτού, εφ’ όσον υπάρχει εγκατεστημένος άλλος ιατρός, πλην αν πρό-

κειται περί επειγούσης ανάγκης ή περί αρρώστων, οι οποίοι διετέλουν και

προηγουμένως υπό την θεραπείαν αυτού ή περί Συμβουλίου κατόπιν προσκλή-

σεως υπό θεράποντος ιατρού». Άρθρο 17: «1. Ο Ιατρός δεν δύναται να διατηρή

πλειότερα του ενός Ιατρεία. Εξαιρούνται τα εξωτερικά ιατρεία των κλινικών.

Δύο ή πλειότεροι ιατροί διαφόρου ειδικεύσεως δύνανται να διατηρώσιν εν

κοινόν ιατρείον, οφείλουσιν όμως τους οικονομικούς όρους, υφ’ ους θα γίνεται

η συνεργασία αύτη να υποβάλωσι προηγουμένως εις τον οικείον Ιατρικόν Σύλ-

λογον, όστις δι’ ητιολογημένης αποφάσεως του Δ.Σ. αυτού δύναται ν’ απορ-

ρίψη εν μέρει ή εν όλω ή να τροποποιήση τούτους. Κατά της αποφάσεως ταύ-

της επιτρέπεται προσφυγή εις το Υπουργείον Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως,

όπερ αποφαίνεται τελικώς μετά γνωμάτευσιν του Ανωτάτου Υγειονομικού

Συμβουλίου. 2. Ο Ιατρός, ο οποίος έχει ίδιον Ιατρείον δεν δύναται να έχη

συγχρόνως και έτερον από κοινού μετ` άλλου. 3. Ιατρείον υπό την έννοιαν του

παρόντος άρθρου είναι ο χώρος, εν τω οποίω γίνονται δεκτοί άρρωστοι προς

Page 28: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

εξέτασιν ή περιπατικήν θεραπείαν. 4. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύ-

ουσι και δια τα μικροβιολογικά, βιοχημικά και λοιπά επιστημονικά εργα-

στήρια».

Επίσης, οι διατάξεις του άρθρου 7 του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (ν.

3418/2005) που τιτλοφορείται “τόπος άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος”

ορίζουν ότι: “1. Ο ιατρός ασκεί τα καθήκοντά του στην περιφέρεια του ιατρικού

συλλόγου στον οποίο έχει εγγραφεί και στη διεύθυνση που έχει δηλώσει. Απα-

γορεύεται στον ιατρό να διατηρεί περισσότερα του ενός ιατρεία ή εργαστήρια

είτε ατομικά είτε σε συνεργασία με άλλον συνάδελφό του ή με τη μορφή ια-

τρικής εταιρείας. 2. Επιτρέπεται η προσφορά ιατρικών υπηρεσιών στην περιφέ-

ρεια άλλου ιατρικού συλλόγου, όταν υπάρχει άμεσος κίνδυνος της ζωής ή της

υγείας ασθενή ή όταν ο ιατρός καλείται να συμμετάσχει σε ιατρικό συμβούλιο,

μετά από πρόσκληση του θεράποντος ιατρού ή του ίδιου του ασθενή ή, σε πε-

ρίπτωση αδυναμίας αυτού, των οικείων του, σύμφωνα με τη διαδικασία που

αναφέρεται στο άρθρο 22. 3. Απαγορεύεται η πλανοδιακή άσκηση της ιατρικής.

Επιτρέπονται οι τακτικές επισκέψεις για την παροχή ιατρικής συνδρομής μετά

από άδεια του διοικητικού συμβουλίου του κατά τόπο αρμόδιου ιατρικού συλ-

λόγου. 4. Επιτρέπεται η παροχή ιατρικής φροντίδας ή η συγκέντρωση επιστη-

μονικών στοιχείων, καθώς και η υλοποίηση προγραμμάτων προληπτικής ιατρι-

κής ή άλλων προγραμμάτων κοινωνικού ή φιλανθρωπικού χαρακτήρα από ια-

τρικούς ή άλλους φορείς του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα, μετά από έγ-

γραφη έγκριση του οικείου τοπικού ιατρικού συλλόγου, στην οποία ορίζεται ο

χώρος, ο χρόνος και ο τρόπος παροχής αυτών των υπηρεσιών. Τέλος, στο άρ-

θρο 145 του ν. 2071/1992 (Φ.Ε.Κ. Α` 123) ορίζεται ότι «Ιατροί που ασκούν το

ιατρικό επάγγελμα στην περιοχή ιατρικού συλλόγου με οποιαδήποτε μορφή και

σχέση εργασίας ή κατέχουν θέση που απαιτείται πτυχίο ιατρικής, υποχρεούνται

όπως εντός μηνός από της εγκαταστάσεώς τους να εγγραφούν στα μητρώα του

Page 29: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

οικείου και μόνο ιατρικού συλλόγου. Η μη συμμόρφωσή τους αποτελεί πειθαρ-

χικό αδίκημα και διώκεται σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία».

2. Από τη συνδυασμένη ερμηνεία των παρατεθεισών διατάξεων συνάγε-

ται ότι ο γιατρός υποχρεούται καταρχήν να εγκαθίσταται και να παρέχει τις

υπηρεσίες του στην περιφέρεια του Ιατρικού Συλλόγου, στον οποίο είναι εγγε-

γραμμένος και να διατηρεί ένα μόνο ιατρείο. Τη μόνη εξαίρεση συνιστά η περί-

πτωση που προβλέπει το άρθρο 15 του ν. 1565/1939, σύμφωνα με την οποία οι

γιατροί μπορούν να δέχονται συστηματικώς σε ορισμένες ημέρες και ώρες α-

σθενείς προς εξέταση ή θεραπεία σε πόλη ή χωριό εντός της περιφέρειας του

ίδιου Ιατρικού Συλλόγου με την προϋπόθεση ότι στην πόλη αυτή ή το χωριό δεν

υπάρχει εγκατεστημένος άλλος γιατρός. Εάν η πόλη ή το χωριό ευρίσκεται ε-

κτός της περιφέρειας του Ιατρικού Συλλόγου, απαιτείται άδεια του Ιατρικού

Συλλόγου, στον οποίον τούτο υπάγεται.

Ε. Απάντηση επί του δεύτερου ερωτήματος

Πέραν των οριζομένων στις διατάξεις που παρατέθηκαν επ’ αφορμή

της απάντησης στο προηγούμενο ερώτημα, το από 11.10.1957 β.δ./με τίτλο

‘’Κωδικοποίησις διατάξεων Α.Ν. 1565/1939 περί Ιατρικών Συλλόγων – Πειθαρ-

χικών Συμβουλίων’’ (φ. 225/1957) ορίζει στο άρθρο 3 ότι ‘’1. Μέλη του Ιατρικού

Συλλόγου είναι υποχρεωτικώς πάντες οι εν τη περιφερεία αυτού επαγγελμα-

τικώς εγκατεστημένοι ιατροί και καθ΄ οιονδήποτε τρόπον ασκούντες το επάγ-

γελμα κατά την έννοια του άρθρου 1 του Α.Ν. 1565/1939…3. Ουδείς ιατρός

δύναται να είναι συγχρόνως μέλος δύο ιατρικών συλλόγων.’’ Κατά την έννοια

των διατάξεων αυτών, ο κανόνας, κατά τον οποίον ο γιατρός υποχρεούται κα-

ταρχήν να εγκαθίσταται και να παρέχει τις υπηρεσίες του μόνο στην περιφέρεια

του συλλόγου του, δεν είναι ανεπίδεκτος εξαιρέσεων, εφόσον, κατά τα άρθρα

Page 30: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

14 και 15 του ΑΝ 1565/1939, δύναται να παρέχει τις υπηρεσίες του και στην πε-

ριοχή άλλου Συλλόγου κατόπιν αδείας του τελευταίου. Έτσι, επιτρέπεται, κατ΄

εξαίρεση, να χορηγείται από τον οικείο ιατρικό σύλλογο σε γιατρό άλλου γειτο-

νικού συλλόγου άδεια να παρέχει στους ασθενείς του υπηρεσίες νοσοκομει-

ακής περίθαλψης σε νοσοκομειακές μονάδες που βρίσκονται στην περιφέρεια

του πρώτου συλλόγου. Η άδεια αυτή χορηγείται με γνώμονα την καλύτερη προ-

στασία της δημόσιας υγείας, κατ΄ εκτίμηση των συντρεχουσών γεωγραφικών

και συγκοινωνιακών συνθηκών, εφόσον στην περιφέρεια του γειτονικού ιατρι-

κού συλλόγου, όπου υπάγεται ο αιτούμενος την ειδική αυτή άδεια γιατρός, δεν

υπάρχουν κατάλληλα εξοπλισμένες ειδικές κλινικές για την περίθαλψη του α-

σθενούς (βλ. ΣτΕ 412/2007, 3180/2004, 990/1999, 1957/1985). Συνεπώς, η σχε-

τική άδεια χορηγείται κατ’ άσκηση διακριτικής ευχέρειας του οικείου συλλόγου

με κριτήρια την καλύτερη προστασία της δημόσιας υγείας, τις υφιστάμενες γε-

ωγραφικές και συγκοινωνιακές συνθήκες, και υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι

στην περιφέρεια του γειτονικού ιατρικού συλλόγου, όπου υπάγεται ο αιτούμε-

νος την ειδική αυτή άδεια γιατρός, δεν υπάρχουν κατάλληλα εξοπλισμένες ει-

δικές κλινικές για την περίθαλψη του ασθενούς.

ΣΤ. Απάντηση επί του τρίτου ερωτήματος

Σύμφωνα με την απόλυτη και κατηγορηματική διατύπωση της παραγρά-

φου 3 του άρθρου 3 του ήδη παρατεθέντος από 11.10.1957 β.δ. «Ουδείς ιατρός

δύναται να είναι συγχρόνως μέλος δύο ιατρικών συλλόγων». Εάν κατά τα άλλα

σκοπείται η λειτουργία δεύτερου ιατρείου στην περιοχή άλλου Ιατρικού Συλλό-

γου ισχύουν τα όσα αναπτύχθηκαν ως απάντηση στο αμέσως προηγούμενο

ερώτημα.

Page 31: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

Η. Απάντηση επί του τέταρτου ερωτήματος

Όπως ήδη έχει αναφερθεί στο άρθρο 145 του ν. 2071/1992 (φ. 123 Α)

ορίζονται τα ακόλουθα: «Ιατροί που ασκούν το ιατρικό επάγγελμα στην περι-

οχή ιατρικού συλλόγου με οποιαδήποτε μορφή και σχέση εργασίας ή κατέχουν

θέση που απαιτείται πτυχίο ιατρικής, υποχρεούνται όπως εντός μηνός από της

εγκαταστάσεώς τους να εγγραφούν στα μητρώα του οικείου και μόνο ιατρικού

συλλόγου. Η μη συμμόρφωσή τους αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα και διώκεται

σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία». Εξάλλου, το Β.Δ. της 11 Οκτωβρίου/7

Νοεμβρίου 1957 ορίζει στο άρθρο 2 παρ. 1 ότι «οι εν τη περιφερεία εκάστου Υ-

γειονομικού Κέντρου ιατροί, οι ασκούντες νομίμως το επάγγελμα αυτών αποτε-

λούν ιατρικόν Σύλλογον», στο άρθρο 3 παρ. 1 ότι «μέλη του ιατρικού συλλόγου

είναι υποχρεωτικώς πάντες οι εν τη περιφερεία αυτού επαγγελματικώς εγκα-

τεστημένοι ιατροί και καθ’ οιονδήποτε τρόπον ασκούντες το επάγγελμα κατά

την έννοιαν του άρθρου 1 του Α.Ν. 1565/1939», στο άρθρο 3 παρ. 3 ότι «ου-

δείς ιατρός δύναται να είναι συγχρόνως μέλος δύο ιατρικών Συλλόγων», στο

άρθρο 10 ότι «1. Το Δ.Σ. εκάστου Συλλόγου υποχρεούται να διαγράψη τους εν-

τός του έτους παραιτουμένους ιατρούς, τους μετατιθεμένους ή μετοικούντας,

τους αποθνήσκοντας, τους λαμβάνοντας σύνταξιν γήρατος ή προσκαίρου ανικα-

νότητος παρά του Τ.Σ.Α.Υ., τους εις ους τελεσιδίκως επεβλήθη η ποινή της ορι-

στικής παύσεως και τους οπωσδήποτε αποβαλόντας την ιδιότητα του ιατρού,

προκαλούν ταυτοχρόνως εφ’ όσον συντρέχει τοιαύτη περίπτωσις και την περί

ανακλήσεως της αδείας πράξιν του Υπουργού Κοινωνικής Προνοίας. (...)» και

στο άρθρο 11 ότι “σκοπός των ιατρικών συλλόγων είναι, μεταξύ άλλων, η εναρ-

μόνιση των ηθικών και οικονομικών συμφερόντων μεταξύ των μελών του προς

το γενικότερο συμφέρον του λαού και του Κράτους (παρ. 1) και ότι ο σκοπός

Page 32: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

αυτός επιδιώκεται ιδίως με την άσκηση πειθαρχικής εξουσίας επί των τυχόν

παρεκτρεπομένων, την εποπτεία επί της πιστής τηρήσεως των νόμων και κανο-

νισμών των αφορώντων τα καθήκοντα και τα δικαιώματα των ιατρών κ.λπ.

(παρ. 2)”.

Σύμφωνα δε με τα ήδη εκτεθέντα από τη συνδυασμένη ερμηνεία των

παρατεθεισών διατάξεων συνάγεται ότι: Για την άσκηση της ιατρικής, προς την

οποία εξομοιώνεται ρητώς η κατοχή οποιασδήποτε θέσεως έμμισθης ή τιμητι-

κής, για την οποία απαιτείται κατά νόμο ως εφόδιο η κατοχή πτυχίου ιατρικής

πανεπιστημιακής σχολής, πρέπει προηγουμένως να χορηγείται άδεια ασκήσεως

του ιατρικού επαγγέλματος κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου ιατρού,

στην οποία σημειώνεται ο ιατρικός σύλλογος, στην περιφέρεια του οποίου ο αι-

τούμενος την άδεια ιατρός προτίθεται να ασκήσει την ιατρική, υπό την προε-

κτεθείσα έννοια, και τούτο μάλιστα δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από το όλο

πλέγμα των διατάξεων του Α.Ν. 1565/1939, και του Β.Δ. της 11.10/7.11.1957, η

ιατρική μπορεί να ασκείται μόνο σε μία περιφέρεια ιατρικού συλλόγου της χώ-

ρας (ΣτΕ 3826 και 3827/2009).

Έχει μάλιστα κριθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας ότι το άρθρο

145 του ν. 2071/1992 εθέσπισε το πρώτον την υποχρέωση εγγραφής στον οι-

κείο ιατρικό σύλλογο και για τους κατέχοντες θέση, για την οποία απαιτείται,

κατά νόμο ως εφόδιο η κατοχή πτυχίου ιατρικής πανεπιστημιακής σχολής, ακό-

μη και όταν δεν ασκούν το επάγγελμα του ιατρού (είτε ως ελεύθερο επάγγελμα,

είτε υπό την ιδιότητα του ιατρού του Εθνικού Συστήματος Υγείας, ΣτΕ 3826 και

3827/2009). Αξίζει δε να υπογραμμισθεί ότι οι κρίσιμες εν λόγω περιοριστικές

της επαγγελματικής ελευθερίας διατάξεις, με τις οποίες οργανώνεται η άσκηση

της ιατρικής επιστήμης στην χώρα με σκοπό την καλύτερη επιτέλεσή της και την

προάσπιση της δημοσίας υγείας, δεν προσκρούουν, κατά την πάγια νομολογία,

σε καμία συνταγματική διάταξη και ειδικότερα στο άρθρο 5 παρ. 1, που κατοχυ-

Page 33: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

ρώνει την ελεύθερη επαγγελματική δραστηριότητα (ΣτΕ 197/1999, 2225/1986,

1678/2002, 1522/1981, 413/1993, 789/1991, 1903/ 1989, 2368/1988, 2049/

1988, 1618/1988 κ.ά.)». Κατά τις κρίσιμες ως άνω διατάξεις, όπως ορθά τις ερ-

μηνεύει το Δικαστήριο, εφόσον “η ιατρική ασκείται υπό μορφή κατοχής θέσε-

ως απαιτούσης ως εφόδιο το πτυχίο ιατρικής σχολής και συνεπαγομένης, κατά

νόμο, περιορισμούς στην άσκηση του ελευθέρου ιατρικού επαγγέλματος, ο ια-

τρικός σύλλογος στον οποίο οφείλει, κατ’ αρχήν να εγγραφεί ο ενδιαφερόμενος

ιατρός είναι ο σύλλογος στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται η υπηρεσία,

στην οποία ανήκει οργανικώς η θέση, για την κατοχή της οποίας απαιτείται η

προδιαληφθείσα άδεια ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος. Τούτο δε, διότι

ο ιατρικός σύλλογος, στον οποίο οφείλει να εγγράφεται ο ιατρός, προσδιορίζε-

ται από την κύρια δραστηριότητά του, για την οποία απαιτείται η ανωτέρω

επαγγελματική άδεια, ως κύρια δε δραστηριότητα στις περιπτώσεις επιτρεπο-

μένης παραλλήλως ασκήσεως του ελευθέρου ιατρικού επαγγέλματος προς την

κατοχή θέσεως απαιτούσης πτυχίο ιατρικής νοείται η τελευταία, εφόσον πρό-

κειται για θέση δημοσίου λειτουργού, ελευθέρως επιλεγείσα από τον πτυχι-

ούχο της ιατρικής και η οποία συνεπάγεται, κατά νόμο, κάποιους περιορισμούς

στην ελεύθερη επαγγελματική δραστηριότητα του ιατρού” (ΣτΕ 3826 και 3827/

2009).

Συμπέρασμα

Με βάση τα όσα εκτέθηκαν καταλήγω στο συμπέρασμα ότι:

α. Οι ειδικές διατάξεις που ίσχυαν ως προς την οργάνωση και την άσκηση του ι-

ατρικού επαγγέλματος πριν από την θέση σε ισχύ του ν. 3919/ 2011 δεν πρέπει

να θεωρούνται καταργημένες από τις γενικές διατάξεις των άρθρων 1 έως 3 του

Page 34: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

εν λόγω νόμου. Έτσι, οι απαντήσεις στα τεθέντα ερωτήματα έπρεπε να επιχει-

ρηθούν με βάση το ειδικό νομοθετικό καθεστώς που συνθέτουν οι παλαιότερες

διατάξεις.

β. Στο δεύτερο ερώτημα προσήκει η απάντηση ότι ο γιατρός πρέπει καταρχήν

να εγκαθίσταται και να παρέχει τις υπηρεσίες του στην περιφέρεια του Ιατρικού

Συλλόγου, στον οποίο είναι εγγεγραμμένος και να διατηρεί ένα μόνο ιατρείο.

Με το άρθρο 15 του ν. 1565/1939, εισάγεται εξαίρεση, σύμφωνα με την οποία

οι γιατροί μπορούν να δέχονται συστηματικώς σε ορισμένες ημέρες και ώρες

ασθενείς προς εξέταση ή θεραπεία σε πόλη ή χωριό εντός της περιφέρειας του

ίδιου Ιατρικού Συλλόγου με την προϋπόθεση ότι στην πόλη αυτή ή το χωριό δεν

υπάρχει εγκατεστημένος άλλος γιατρός. Εάν η πόλη ή το χωριό ευρίσκεται ε-

κτός της περιφέρειας του Ιατρικού Συλλόγου, απαιτείται άδεια του Ιατρικού

Συλλόγου, στον οποίον τούτο υπάγεται.

γ. Η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα είναι ότι ο πιο πάνω κανόνας, κατά τον

οποίον ο γιατρός υποχρεούται καταρχήν να εγκαθίσταται και να παρέχει τις υ-

πηρεσίες του μόνο στην περιφέρεια του συλλόγου του, δεν είναι ανεπίδεκτος

εξαιρέσεων, εφόσον, κατά τα άρθρα 14 και 15 του ΑΝ 1565/1939, δύναται να

παρέχει τις υπηρεσίες του και στην περιοχή άλλου Συλλόγου κατόπιν αδείας

του τελευταίου. Η άδεια αυτή χορηγείται κατ’ άσκηση διακριτικής εξουσίας του

οικείου συλλόγου και με γνώμονα την καλύτερη προστασία της δημόσιας υγεί-

ας, κατ΄ εκτίμηση των συντρεχουσών γεωγραφικών και συγκοινωνιακών συνθη-

κών, εφόσον στην περιφέρεια του γειτονικού ιατρικού συλλόγου, όπου υπάγε-

ται ο αιτούμενος την ειδική αυτή άδεια γιατρός, δεν υπάρχουν κατάλληλα εξο-

πλισμένες ειδικές κλινικές για την περίθαλψη του ασθενούς.

δ. Στο τρίτο ερώτημα προσήκει η απάντηση ότι η κατηγορηματική διατύπωση

της παραγράφου 3 του άρθρου 3 του από 11.10.1957 β.δ. δεν επιτρέπει σε κα-

νένα γιατρό να είναι συγχρόνως μέλος δύο ιατρικών συλλόγων.

Page 35: Γνωμοδότηση καθ. Κ. Ρέμελη για τους όρους άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.pdf

ε. Η απάντηση στο τέταρτο και τελευταίο ερώτημα είναι ότι σύμφωνα με τις

οικείες διατάξεις και την ερμηνεία τους από τη νομολογία, η ιατρική μπορεί να

ασκείται μόνο σε μία περιφέρεια ιατρικού συλλόγου της χώρας. Έτσι, εφόσον η

ιατρική ασκείται υπό μορφή κατοχής οιασδήποτε θέσεως στον δημόσιο ή ιδιω-

τικό τομέα που απαιτεί ως εφόδιο το πτυχίο ιατρικής σχολής ο ιατρικός σύλλο-

γος στον οποίο οφείλει, κατ’ αρχήν να εγγραφεί ο ενδιαφερόμενος ιατρός είναι

ο σύλλογος στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται η υπηρεσία, στην οποία α-

νήκει οργανικώς η θέση, για την κατοχή της οποίας απαιτείται η προδιαληφθεί-

σα άδεια ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος.

Κομοτηνή 9 Ιανουαρίου 2011

Ο γνωμοδοτών

Καθηγητής Κωνσταντίνος Ρέμελης