ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής...

163
ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0* ΦΙΑΟΑΟΠΚΟΝ Π<ΝΟ^ΙΚΟΚ ΚΑΤΑ ΤΝΜΗΜΑΝ <ΚΑΙΑΟΜ<ΝΟΝ ΤΟΜΟΣ ΚΔ' ΔΡ. 4 (ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1982> . ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΖΟΥΜΠΟΣ Α. Ν., Μαργαρίτης Εύαγγελίδης (1850-1932) σελ. 481 - 495 ΠΟΥΡΝΑΡΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ., Ό πρώτος διδάκτωρ τοΟ Πανεπιστημίου 'Αθηνών σελ. 496 508 ΑΛΙΣΑΝΔΡΑΤΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Γ., Οί «Θερμοπύλες» τοΟ Καβάφη. Ερμηνευτικά ση μειώματα σελ. 509 536 ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΜΙΧΑΗΛ Φ., 'Ιδεαλισμός καί Δογματισμός: Δύο φιλοσοφικά «πορτραίτα» άπα τον J. G. Fichte. Προσχεδιάσματα σέ μια θεωρία τής φιλο σοφικής ύποκειμενικότητος σελ. 537 557 ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ ΒΑΡΒΑΡΑ, Μαξίμου Πλανούδη προσωπο γραφία (με βάση τις επιστολές του) σελ. 558 599 ΛΑΖΑΝΑΣ ΒΑΣ. Ι., Ό Πίνδαρος στην αρχαία επιγραμματική ποίηση σελ. 600 604 ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ NONNA Δ. Ή αποστολή τοΟ Alfred Mézières (1826-1915) στην 'Ανατολική Θεσσαλία σελ. 605 - 616 ΤΣΕΒΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Δ., Οί δικαστικοί λειτουργοί ως έκφρασταί τής αυθεντίας τής Δικαιοσύνης σελ. 617 - 634 ΧΡΟΝΙΚΑ 'Εκατό χρόνια άπο τον θάνατον τοΟ Γκιουζέππέ Γαριβάλδη (Λόγος τοΟ Ακαδημαϊκού" Π. Σ. Θεοχάρη) σελ. 635 - 638 "Εν ιστορικόν εγγραφον τοϋ Φ. Σ. Π. σελ. 638

Transcript of ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής...

Page 1: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

♦ ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS

PAWA**0* ΦΙΑΟΑΟΠΚΟΝ Π<ΝΟ Ι̂ΚΟΚ

ΚΑΤΑ ΤΝΜΗΜΑΝ <ΚΑΙΑΟΜ<ΝΟΝ

ΤΟΜΟΣ ΚΔ' ΔΡ. 4 (ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1982> .

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

ΖΟΥΜΠΟΣ Α. Ν., Μαργαρίτης Εύαγγελίδης (1850-1932) σελ. 481 - 495

ΠΟΥΡΝΑΡΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ., Ό πρώτος διδάκτωρ τοΟ Πανεπιστημίου 'Αθηνών σελ. 496 ­ 508

ΑΛΙΣΑΝΔΡΑΤΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Γ., Οί «Θερμοπύλες» τοΟ Καβάφη. Ερμηνευτικά ση­

μειώματα σελ. 509 ­ 536

ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΜΙΧΑΗΛ Φ., 'Ιδεαλισμός καί Δογματισμός: Δύο φιλοσοφικά «πορτραίτα» άπα τον J. G. Fichte. Προσχεδιάσματα σέ μια θεωρία τής φιλο­

σοφικής ύποκειμενικότητος σελ. 537 ­ 557

ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ­ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ ΒΑΡΒΑΡΑ, Μαξίμου Πλανούδη προσωπο­

γραφία (με βάση τις επιστολές του) σελ. 558 ­ 599

ΛΑΖΑΝΑΣ ΒΑΣ. Ι., Ό Πίνδαρος στην αρχαία επιγραμματική ποίηση σελ. 600 ­ 604

ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ NONNA Δ. Ή αποστολή τοΟ Alfred Mézières (1826-1915) στην 'Ανατολική Θεσσαλία σελ. 605 - 616

ΤΣΕΒΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Δ., Οί δικαστικοί λειτουργοί ως έκφρασταί τής αυθεντίας τής Δικαιοσύνης σελ. 617 - 634

ΧΡΟΝΙΚΑ

'Εκατό χρόνια άπο τον θάνατον τοΟ Γκιουζέππέ Γαριβάλδη (Λόγος τοΟ Ακαδημαϊκού" Π. Σ. Θεοχάρη) σελ. 635 - 638

"Εν ιστορικόν εγγραφον τοϋ Φ. Σ. Π. σελ. 638

Page 2: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Ρ A KK A * * ♦ * ♦IA*A*rlKW P<M*AIKW ΚΑΤΑ ΤΜΜΗΗΙΑΚ <ΚΑΙΑΦΜ<Η*Η

' Ι δ ι ο κ τ ή τ η ς : ΦΙΛΟΛΟΠΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ «ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ» Γραφεία : Πλατεία *Αγ. Γεωργίου Καρύτση 8—'Αθήναι (Τ.Τ. 124)

Ε π ι τ ρ ο π ή Σ υ ν τ ά ξ ε ω ς *

ΓΕΡ. ΙΏ. ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ : Πρόεδρος Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» NIK. ΛΙΒΑΔΑΡΑΣ : 'Αντιπρόεδρος Φ.Σ. ((Π.» Γ. Κ. ΠΟΥΡΝΑΡΟΠΟ ΥΛΟΣ : Γενικός Γραμματεύς Φ JE. «Π.»

"Υπεύθυνος κατά νόμον έκδοτης Γερ. Ίω. Κονιδάρης Λεωφ. 'Αλεξάνδρας 120

Π ρ ο ϊ σ τ ά μ ε ν ο ς τ υ π ο γ ρ α φ ε ί ο υ : ΕΥ ΑΓ. ΜΠΟΥΛΟΥΚΟΙ 'Οδός Φωτομάρα 54, 'Αθήναι ­ Τηλ. 9238.933

Τιμή τεύχους Δρχ. 120 (Α.Ν. 1092/1938, άρθρον 6, § 1)

ΕΤΗΣΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ (συμπεριλαμβανομένων καί των ταχυδρομικών) : 'Εσωτερικού Δρχ. 500. 'Εξωτερικού Δολλ. 25.

Διά Συλλόγους, Σχολεία Δρχ. 400. Διά Τράπεζας, 'Επιχειρήσεις, 'Οργανισμούς, Ανωνύμους Εταιρείας,

Δήμους καί Κοινότητας Δρχ. 1000.

Εμβάσματα αποστέλλονται έπ' ονόματι τοϋ Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός». Χειρόγραφα δημοσιευόμενα ή μή δέν επιστρέφονται.

Page 3: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Π Α Ν > $ Η $ ΤΟΜΟΣ ΚΔ' ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1982 ΑΡΙΘ. 4

Α. Ν. ΖΟΥΜΠΟΥ ΚαθηγητοΟ Πανεπιστημίου

ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΔΗΣ (1850 - 1932)

Ό Μαργαρίτης Εύαγγελίδης (1850-1932), ό ίστορίκος της φιλοσοφίας έν τω Έθνικφ Πανεπιστήμια), ό διάδοχος του πρώτου ιστορικού1 της φιλο­

σόφου ιστοριογραφίας Ν. Κοτζιά (1814­1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων έν τω Πανεπιστημίω τοΟ Βερολί­

νου Ed. Zeller (1814­1908), συνεπλήρωσε τήν 20ήν Μαρτίου ένεστώτος έτους πεντήκοντα έτη άπο τοΰ θανάτου αύτοϋ, έπισυμβάντος το έτος 1932 εν 'Αθή­

ναις και επί της όδοϋ Μεθώνης 54. Δια του παρόντος σημειώματος σκόπιμον κρίνομεν να παρουσιάσωμεν,

δίκην επιστημονικού Μνημόσυνου, τα βιογραφικά στοιχεία, ώς και τήν όλη ν επιστημονική ν και λοιπήν δραστηριότητα τοΟ ανδρός και έπί τούτοις και μίαν έπιστολήν τοΰ πάλαι ποτέ καθηγητού της Γενικής Ιστορίας Παύλου Καρολίδου· βεβαίως ενταύθα δέν θα μνημονεύσωμεν τήν έθνικήν δραστη­

ριότητα1 τοΰ ανωτέρω, ουδέ τάς τιμάς τάς οποίας ελαβεν επί τη συμπληρώσει τεσσαρακονταετίας, και τούτο διότι τό περίωρίσμένον τοΰ χώρου δέν επι­

τρέπει τοιαύτην πολυτέλειαν αναγραφής· έν πάση περιπτώσει τά κατωτέρω διαλαμβανόμενα τυγχάνουν αποσπάσματα, άτινα έδημοσιεύθησαν κατά και­

ρούς και δή αυτοτελώς2.

1. Β Ι Ο Γ Ρ Α Φ Ι Κ Α

«Ό Μαργαρίτης Εύαγγελίδης έγεννήθη τη 8η Σεπτεμβρίου 1850 έν Μηχανιώνα της Κυζίκου. Μετά τάς έν τή πατρίδι αυτού στοιχειώδεις σπου­

1. 'Υπόμνημα περί τών δικαιωμάτων και παθημάτων τών εστιών τοΰ πολιτισμού Μικρός 'Ασίας και Θράκης, έν 'Αθήναις 1918.

2. Πρβλ.: Έορταί προς τιμήν τοϋ κυρίου Μαργαρίτου Εύαγγελίδου, ομότιμου καθη­

γητού τοΰ Παν/μίου και επιτίμου προέδρου τοΰ Συλλόγου τών Μικρασιατών «Ανατολής», τοΰ οποίου τήν εκδοσιν άνέλαβεν ό Μικρασιατικός Σύλλογος «Ανατολή», έν 'Αθήναις 1926.

31

Page 4: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

482 Α. Ν. Ζούμπου

δάς έπεράτωσε τα έγκύκλια μαθήματα έν τη εν Φαναρίφ Πατρ. Μεγάλη του Γένους Σχολή τω 1871.

Ώ ς πρωτοετής μαθητής της Μ. του Γένους Σχολής ίδρυσε τω 1886 τήν φιλεκπαιδευτικών αδελφότητα Μηχανιώνας «Πρόοδον», ην επεξέτεινε κα­

τόπιν εις Κυζικηνήν αδελφότητα «Πρόοδον». Έδίδαξεν έν Κωνσταντι­

νουπόλει έν Λυκείοις και Παρθεναγωγείοις έπί τριετίαν άπό του 1871­1875, οτε έλθών είς 'Αθήνας ενεγράφη έν τη φιλοσοφική σχολή τοϋ Πανεπιστη­

μίου γενόμενος αγαπητός μαθητής των καθηγητών αύτοϋ και έξαιρέτω του Φιλίππου 'Ιωάννου, του Κωνστ. Σ. Κόντου και τοϋ Σπυρ. Φιντικλέους.

Συνεπλήρωσε δέ τάς σπουδάς αύτοϋ έν Γερμανία άπό τοϋ 1878­1883 σχών έν Λειψία μέν καθηγητάς ιδία τής φιλοσοφίας τον W. Wundt, τον Dro­

bisch και τον Heinze, τής δέ Θεολογίας τον Kahnis και τον Louthard, τής δ' αρχαιολογίας τον J. Overbeck, έν Βερολίνω δέ τής μέν φιλοσοφίας τον Ed. Zeller, τον Lozte, τον Paulsen, τον Lazarus, τον Duboit­Raymond, τής δέ Θεολογίας τον Pfleiderer και τον διευθυντήν τοϋ Χριστιανικοΰ Μουσείου Piper, τον Έρνέστον Κούρτιον και τον Kirchhof.

Έκ Γερμανίας επέστρεψε τή 2 'Ιανουαρίου 1883 και διωρίσθη τή 6 Αύγουστου 1883 καθηγητής τοϋ Δ' γυμνασίου 'Αθηνών.

Τή 30 Δεκεμβρίου 1885 ενεκρίθη υφηγητής τής ιστορίας τής φιλοσο­

φίας έν τω Πανεπιστημίω. Τή 31 Αυγούστου 1885 μετετέθη είς το γυμνάσιον Ναυπλίου, άλλα δέν

μετέβη, διότι δέν συνεβιβάζετο προς τήν έν τω Πανεπιστημίφ διδασκαλίαν αύτοϋ.

Τή 1 Νοεμβρίου 1886 διωρίσθη καθηγητής τοϋ άρτίως ίδρυθέντος Βαρ­

βακείου Λυκείου. Τή 11 Αυγούστου 1892 καθηγητής τοϋ α' έν 'Αθήναις γυμνασίου και

τή 1 Σεπτεμβρίου μετετέθη είς τό Α' τμήμα τοϋ Βαρβακείου γυμνασίου. Τή 24 Φεβρουαρίου 1893 διωρίσθη καθηγητής των ελληνικών και φι­

λοσοφικών έν τή Ριζαρείω Εκκλησιαστική σχολή. Τή 7 'Οκτωβρίου 1894 διωρίσθη τακτικός καθηγητής τής ιστορίας τής

φιλοσοφίας έν τω Έθνικώ Πανεπιστημίω. Τή 1 'Οκτωβρίου 1901 παρακληθείς ύπό τής Φιλεκπαιδευτικής Εται­

ρείας ανέλαβε τήν έν τω Άρσακείω διδασκαλίαν τών φιλοσοφικών μαθημά­

των και τής ιστορίας τής παιδαγωγικής. Διετέλεσε δέ διδάσκων έν τω Ά ρ ­

σακείω έπί δύο και εΐκοσιν ετη. Διέκοψε δέ τήν διδασκαλίαν αύτοϋ τω 1923, οτε κατελήφθη ύπό νόσου.

Τω 1907, αποθανόντος τοϋ καθηγητοΰ τής έν τφ Πανεπιστημίω συστη­

ματικής φιλοσοφίας, ανετέθη τω Μ. Εύαγγελίδη και ή διδασκαλία τών μαθημάτων τής συστηματικής φιλοσοφίας μέχρι τής πληρώσεως τής κενής έδρας τω 1912.

Page 5: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαργαρίτης Εύαγγελίδης (1850­1932) 483

Τη 28 Σεπτεμβρίου 1912 διωρίσθη μέλος τριμελούς επιτροπείας προς άνάλυσιν των έργων και έκτίμησιν της επιστημονικής και διδακτικής ικα­

νότητος ενός έκαστου των υποψηφίων καθηγητών δια τάς κενάς έδρας της φιλοσοφικής Σχολής τοϋ Καποδίστριακοϋ Πανεπιστημίου.

Τή 11 Σεπτεμβρίου 1917 διωρίσθη μέλος τής εν τω Ύπουργείω των Εξω­

τερικών έδρευούσης 'Επιτροπείας τών Ευαγών σκοπών. Τή 7 Μαΐου 1924 νοσήσας εισήχθη προς έγχείρησιν εις το Άρεταίειον

νοσοκομεΐον και κατ' ανάγκην διέκοψε τήν διδασκαλίαν αύτοϋ. Κατά το χρονικον διάστημα τής εν τω Πανεπιστήμια) καθηγεσίας αύτοϋ

εξελέγη τρις κοσμήτωρ τής φιλοσοφικής Σχολής και επομένως μέλος τής Άκαδημεΐκής Συγκλήτου.

Τον δε Ίούνιον τοϋ 1919 οί καθηγηταί τοϋ Πανεπιστημίου εξέλεξαν τον Μαργαρίτη ν Εύαγγελίδην Πρύτανιν τοϋ έτους 1920­1921, έξετέλεσε δε μετ' άφοσιώσεως και εύόρκως τα προπρυτανικά αύτοϋ καθήκοντα, άλλ' οτε θ' ανελάμβανε το κύριον τής Πρυτανείας έργον, έπαύθη δια νόμου και Πρύτανις έγένετο ό έν τή Βουλή πληρεξούσιος Κ. Πολυγένης.

Τή 21 'Οκτωβρίου 1922 το σεβαστόν Ύπουργειον προνόησαν περί τών προσφύγων φοιτητών διώρισεν Έπιτροπείαν, όπως άποφαίνηται περί τής εγγραφής ή μή τών προσφύγων εις τό Πανεπιστήμιον. Εις τήν έπιτροπείαν ταύτην κατέλεξε και τον πρόεδρον τοϋ Μικρασιάτικου Συλλόγου 'Ανατο­

λής, ώς τον άκριβέστατον γνώστην τών Μικρασιατικών πραγμάτων Μαργα­

ρίτην Εύαγγελίδην. Κατά τό υπέρ 40ετές διάστημα (1883­1925) έν δημοσία υπηρεσία διατε­

λών ό Μαργαρίτης Εύαγγελίδης πολλάς εμπιστευτικός εκπαιδευτικός άποστολάς εύόρκως και εύσυνειδήτως έξετέλεσεν, ώς κατελέξαμέν τινας τών ανωτέρω, έν τω βιβλιογραφικά) σημειώματι· διότι, έάν έπεχειροΰμεν πλήρη πίνακα τών εκτάκτων τούτων υπηρεσιών να καταγράψωμεν, έπρεπε πολλάς σελίδας τοϋ Πανηγυρικού τεύχους να πληρώσωμεν.

Άλλα δέν πρέπει να άντιπαρέλθωμεν ότι κατ' έντολήν τοϋ Σεβαστού Υπουργείου τών Θρησκευμάτων και τής Παιδείας ό Μαργαρίτης Εύαγ­

γελίδης έπεθεώρει εκάστοτε εκπαιδευτήρια, έπώπτευε τάς απολυτηρίους και εισιτήριους εξετάσεις, τήν έργασίαν τών κ. καθηγητών και τάς προόδους τών μαθητών και τα πορίσματα τών επισκοπήσεων αύτοϋ διεβίβαζε δι' εκθέ­

σεων είς τήν κεντρικήν αρχήν. Μεταξύ δ' άλλων πολλών κατελέγομεν ότι τον Όκτώβριον τοϋ 1902

ώς κοσμήτωρ τής φιλοσοφικής σχολής προήδρευσεν επιτροπείας προς έξέ­

τασιν τών επιθυμούντων να τύχωσΐ πτυχίου καθηγητοΰ τής Γαλλικής γλώσ­

σης. Τον Ίούνιον τοϋ 1903 προήδρευσεν, ώς κοσμήτωρ τής φιλοσοφικής

Page 6: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

484 Α. Ν. Ζούμπου

σχολής, της εξεταστικής επιτροπείας των απολυτηρίων εξετάσεων τής σχο­

λής των γυμναστών. Τον Όκτώβριον του 1908 προήδρευσεν ως προκοσμήτωρ εξεταστικής

επιτροπείας προς δοκιμασίαν τών επιθυμούντων να τύχωσι πτυχίου διδα­

σκάλου τής Γερμανικής γλώσσης. Τον Ίανουάριον του 1904 διωρίσθη μέλος επιτροπείας προς καταρτι­

σμον προγράμματος τών φιλοσοφικών διδακτικών βιβλίων τής μέσης παι­

δεύσεως. Τον Ίούλιον του 1895 περί τών ποινών εν τή Ριζαρείω Σχολή. Τον Άπρίλιον του 1904 προς κρίσιν του Λασσανίου ποιητικού διαγω­

νισμού. Τον Όκτώβριον του 1906 προς κρίσιν τών υποβληθέντων εις τον δια­

γωνισμον εισακτέων είς τα ελληνικά σχολεία διδακτικών βιβλίων. Τή 29 Νοεμβρίου 1905 προς πλήρωσιν τριών θέσεων Επιθεωρητών

διδακτόρων τής φιλολογίας. Τή 8 Νοεμβρίου 1913 προς κρίσιν τών υποβληθέντων είς τον διαγωνι­

σμον βιβλίων τής Μέσης 'Εκπαιδεύσεως κ.τ.λ. κ.τ.λ. Και ει τις άλλη προς τα γράμματα υπηρεσία του φλογερού ζηλωτοϋ τής εθνικής προόδου σεβα­

στού καθηγητού Μαργαρίτου Εύαγγελίδου ανετέθη, έξεπλήρωσεν αυτήν μετά τής ιδιαζούσης αύτω προθυμίας»3.

2. ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΛΟΙΠΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΣ4

Α'. Έν Κωνσταντινουπόλει (1866­1875).

1) Λόγοι προτρεπτικοί προς ϊδρυσιν 'Εκπαιδευτηρίων έν Κυζίκω, 1866. 2) Λογοδοσία τής άδελφότητος Προόδου 1866­75. 3) Λογοδοσία τής Μακεδόνικης άδελφότητος 1872 ώς γραμματεύς

αυτής. 4) 'Υπόμνημα προς τον έν Κωνσταντινουπόλει Έλληνίκόν φιλολογι­

κόν Σύλλογον περί τών εργασιών τής Μακεδόνικης άδελφότητος και περί του Κυριακού αυτής Σχολείου, 1873. Τής εκθέσεως ταύτης αποσπάσματα ήξίωσε ν ' άπαγγείλη έν τω προεδρικά» του λόγω ό 'Ηρακλής Βασιάδης.

5) Λόγος επιμνημόσυνος είς τον Μιχαήλ Κάλφαν Εύεργέτην και Σύμ­

βουλον τής Μακεδόνικης Άδελφότητος, άπαγγελθείς έν τω Ίερώ Ναώ τών Βλαχερνών 1873.

3. Ίδέ Έορταί κτλ., σσ. 76­78. 4. Ένθ' ανωτέρω, σσ. 59­69.

Page 7: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαργαρίτης Εύαγγελίδης (1850­1932) 485

6) Ιστορική πραγματεία επί διπλώματι υποβληθείσα είς τους καθηγη­

τας της Π. Μεγάλης του Γένους Σχολής, 1871. 7) "Αρθρα εν τω Νεολόγω Κωνσταντινουπόλεως περί τής Εκπαιδευτι­

κής καταστάσεως τής Κυζίκου, 1770. 8) "Αρθρα περί του Συμβόλου τής πίστεως εν τω Νεολόγω Κωνσταντι­

νουπόλεως, 1871. Ώς τελειόφοιτος τής Μεγάλης του Γένους Σχολής ό Μαργαρίτης Εύαγ­

γελίδης μετέσχε των πολύκροτων συζητήσεων περί του συμβόλου τής πί­

στεως, εις ας εδωκεν άφορμήν ό εν Λονδίνω καθηγητής των Ελληνικών γραμμάτων 'Ιωάννης Βαλέττας, ού τήν έρμηνείαν δεν έπεδοκίμασεν ό τελέ­

σας τα εγκαίνια του εν Λονδίνφ Ίεροϋ Ναού των 'Ορθοδόξων Μητροπολί­

της Σύρου και Τήνου 'Αλέξανδρος ό Λυκούργος. Ό Μαργαρίτης Εύαγγελίδης ύπερήσπισε τήν άντίληψιν του Ι. Ν.

Βαλέττα, είς ον ή ύπεράσπισίς έφάνη τόσον επιτυχής, ώστε ζητήσας το όνομα του γράψαντος τα άρθρα παρά του διευθυντού τοΰ Νεολόγου Βαφειά­

δου και μαθών επεμψεν αύτω δια τοΰ ανεψιού του Ι. Πανώριου, ύποπροξένου εν Πανόρμω, δώρον τα συγγράμματα αυτού :

α) Περί τοΰ Συμβόλου τής πίστεως. Έν Λονδίνω. β) Τάς έπιστολάς τοΰ Φωτίου. Έν Λονδίνω 1864. γ) Όμηρου βίος και ποιήματα, πραγματεία ιστορική και κριτική. 'Εν

Λονδίνφ 1867· και άλλα τινά βραχύτερα. 9) 'Επιγράμματα εις 'Αρχιερείς και λογίους άνδρας.

Β'. Έν Βερολίνω (1878­1883).

10) Άναίρεσίς τών έν τη Tribune τοΰ Βερολίνου και έν Βιεναίαις Έφη­

μερίσι συκοφαντιών τοΰ έξ 'Αθηνών ανταποκριτού Schumann, διασύροντος και γελοιοποιοΰντος τήν Έλληνικήν πολιτείαν τω 1880.

11) Περί τών ανασκαφών τοΰ Σλείμαν έν Τροία έν τω Περιοδικώ Wo­

chenschrift, 1881. 12) Περί τοΰ νΰν έν Κυζίκω τελουμένου γάμου, παραβαλλομένου προς

τον έν τή άσπίδι τοΰ Άχιλλέως Σ. 491­496 και τή τοΰ Ηρακλέους Ήσίοδ. σελίς 27, 2 και έξης περιγραφόμενον, 1881.

13) Διατριβή περί αρχαίων Ελληνικών ηθών και εθίμων, διασωζομέ­

νων ετι έν Κυζίκω, 1882. Άμφότεραι αϊ υπ' αριθμ. 12 και 13 άναγεγραμμέναι διατριβαί υπεβλή­

θησαν είς τήν Φιλοσοφική ν Σχολή ν τοΰ έν Βερολίνω Πανεπιστημίου. 14) Περί τοΰ «περί φύσεως άνθρωπου» βιβλίου τοΰ Νεμεσίου 'Επισκό­

που Έμέσης, Έναίσιμος επί διδακτορία διατριβή υπό τήν έπιγραφήν: «Zwei Kapitel ùber Nemesius und seine Quellen». Berlin 1882.

Page 8: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

486 Α. Ν. Ζούμπου

Το έργον τοϋτο γερμανιστί γεγραμμένον έκρινεν ή Φιλοσοφική Σχολή του εν Βερολίνα) Πανεπιστημίου ώς «eruditionis et diligentiae specimen pro­

babile». 15) Διατριβή περί του επιχειρήματος Ζήνωνος του Έλεάτου, ότι, εάν

ύπάρχωσΐ πολλά όντα, θά εϊνε ταϋτα κατ' ανάγκην άπειρα τό τε μέγεθος και τήν σμικρότητα. Ή διατριβή αύτη υπεβλήθη εις τήν Φιλοσοφικήν Σχο­

λήν του έν Βερολίνω Πανεπιστημίου (ίδέ Μαργαρίτου Εύαγγελίδου, Φιλο­

σοφικά μελετήματα, τεύχος Α', σελ. 78, έν 'Αθήναις 1886). 16) "Αρθρον έν τη Τεργεσταία Κλειοΐ έκ Βερολίνου έπί τή αγγελία του

θανάτου Φιλίππου 'Ιωάννου, καθηγητού της φιλοσοφίας έν τω Έθνικώ Πανεπίστημίω. Έν τω άρθρω τούτω ό Μαργαρίτης Εύαγγελίδης άπήτει παρά των κληρονόμων τήν εκδοσιν των φιλοσοφικών συγγραμμάτων του άοι­

δίμου διδασκάλου ύπίσχνούμενος προθυμοτάτην προς τούτο συνεργασίαν.

Γ'. Έν 'Αθήναις (1883 κάί εξής).

17) Ό 'Ισλαμισμός και ή επιστήμη. Έν τή έφημερίδι «Αίώνι» αριθ. 4144, 4184 και 4185.

18) Οί δύο πατριάρχαι Ιωακείμ ό Γ" και ό πατριάρχης 'Ιεροσολύμων Νι­

κόδημος. Έν τω «Μη χάνεσαι» του Γαβριηλίδου. 19) Φιλοσοφικά Μελετήματα, τεύχος Α', έν 'Αθήναις 1886, έν φ πλην

της πραγματείας του Έδ. Τσελλέρου «Οί Έλληνες πρόδρομοι τοϋ Δαρβί­

νου», αύξηθείσης δια της παραθέσεως των πηγών, εφ' ών έστηρίχθη ή πρα­

γματεία, συμπεριελήφθησαν δε και αί υπ' αριθ. 15 και 17 σημειωθεϊσαι ανω­

τέρω πραγματείαι. 20) 'Ιστορία της θεωρίας της γνώσεως, έναίσιμος έπί υφηγεσία διατρι­

βή. Έν 'Αθήναις 1885, έκ σελ. 160. Έπαινετικωτάτην κρίσιν αυτής έδημοσίευσεν ό Ed. Zeller φδε: «Μετ' επιστασίας μελετήσας τήν συγγραφήν τοϋ κ. Μαργαρίτου Εύαγ­

γελίδου δύναμαι νά βεβαιώσω, ότι αύτη παρέχει πιστήν και καθαράν έπί εμβριθούς των πηγών μελέτης στηριζομένην εκθεσιν τών προ του Σωκράτους φιλοσοφικών περί της θεωρίας της γνώσεως δοξών, ήτις έπί τοσούτον χρή­

σιμος και πολλού εϊναι αξία όσον τέως ύπήρχεν αληθώς ελλειψις περιεκτι­

κής τίνος μονογραφίας περί τοϋ θέματος τούτου. Εύκταϊον δε όσον και αρε­

στό ν μοι εϊναι νά προσθέσω ότι τον κ. Μαργαρίτη ν Εύαγγελίδην έξετίμησα κατά τήν ενταύθα πολυετή αύτοΰ διατριβήν ου μόνον ύπό τήν εποψιν τοϋ ατομικού αύτοΰ χαρακτήρος, άλλα και δια τον προς τήν έπιστήμην ζήλον αύτοΰ.Έπιβεβαιώ τοϋτο αυθορμήτως καθ' όσον φλέγομαι υπό της επιθυμίας, ίνα συντελέσω κατά τό δυνατόν, όπως ό κ. Μαργαρίτης Εύαγγελίδης τύχη

Page 9: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαργαρίτης Εύαγγελίδης (1850­1932) 487

κύκλου ενεργείας του ζήλου αύτοΰ προς την έπιστήμην και της ικανότητος αύτοϋ άνταξίαν».

Ό δέ καθηγητής Loudvig Stein έδημοσίευσε περί του έργου τούτου τάδε:

«Ή προκειμένη ιστορία της θεωρίας της γνώσεως του κ. Μαργαρίτου Εύαγγελίδου άφιεροϋται τω γεραρφ διδασκάλω Τσελλέρω.

Ό πρώτος τόμος αυτής πραγματεύεται τάς περί της θεωρίας της γνώ­

σεως δοξασίας των προ του Σωκράτους φιλοσόφων. Μετά προίμιον λίαν σαφές και εν κομψή φράσει συντεταγμένον, εν φ βαθέως διήκουσα διαφορά τής δογματικής και κριτικής γνώσεως ενεργώς διασαφηνίζεται, τρέπεται ô συγγραφεύς προς τα πρώτα μικρά ϊχνη τής θεωρίας τής γνώσεως παρά τοις "Ιωσι φυσιολόγοις. Το κέρδος δεικνύει ο συγγραφεύς ενταύθα, ώς εϊναι φυ­

σικόν, λίαν ίσχνόν, τό δ5 αποτέλεσμα άρνητικόν. Οί Έλεάται βεβαίως εχου­

σιν ήδη λάβει άξιόλογον όρμήν προς την θεωρίαν τής γνώσεως, άλλα περί συνειδητής κατανοήσεως του προβλήματος τής γνώσεως, δεν δύναται να γίνηται παρ' αύτοΐς λόγος, πολλω δ' ετι ήττον περί συστηματικής διαμορ­

φώσεως αύτου, ώς και παρά τοϊς προ του Σωκράτους φιλοσόφοις καθόλου — εξαιρουμένων πως των Σοφιστών. — Όσω λοιπόν δυσχερέστερον εϊναι έκ διεσπαρμένων σημειώσεων και πενιχρών υπαινιγμών να συγκρότηση τις ώς σύνολον τάς περί τής θεωρίας τής γνώσεως δόξας των προ τοϋ Σωκράτους φιλοσόφων, τόσω μάλλον είναι άξιον ν' άναγνωρίσωμεν τω κ. Μαργαρίτη Εύαγγελίδη ανεπιφυλάκτως, ότι έλυσε καθόλου επιτυχώς τό δυσχερές τοΰτο πρόβλημα. Ό συγγραφεύς ϊσταται επί τοϋ ύψους τής νεωτέρας επιστημονι­

κής έρεύνης, γινώσκει και χρησιμοποιεί την νεωτάτην περί του θέματος γραμματείαν, ει και εν τοις πορίσμασι αύτοϋ προστίθεται πάντοτε σχεδόν τώ Έδ. Τσελλέρφ. Έπί πρωτοτύπου διεισδύσεως τής ύλης και αυτοτελούς προβολής νέων απόψεων δεν είχε βεβαίως νά έγείρη ό συγγραφεύς αξιώσεις, άλλα τόσον ύψηλαί απαιτήσεις ουδαμώς που προβάλλονται τοις νεαροίς, προς τα πρόσω όρμωμένοις νέοις Έλλησι. Προς άνεξάρτητον τό θέμα τε­

λείως εξαντλούσαν, σύντονον άνεξέτασιν τόσον δύσκολου θέματος απαιτεί­

ται ζώσα επιστημονική παράδοσις ακμαία, ην οί Έλληνες εν μίκρω μόνον μέτρω και μόλις άπό μικρού μόνον χρόνου κέκτηνται. Τούτου ένεκα απο­

φεύγω νά εισέλθω εις κενά τίνα και ελλείμματα του άλλως ικανού και ευ­

γνωμοσύνης αξίου έργου. Άπό καιρού εις καιρόν καθίσταται ανάγκη νά γίνηται περίσκόπησις τής ένεστώσης καταστάσεως επιστήμης τινός και νά συμπεριλαμβάνονται τα πορίσματα των τελευταίων ερευνών εν σαφεΐ και άκριβεΐ γλώσση. Και τούτο δέ είναι μεγάλη υπηρεσία, τό συναρμόσαι δη­

λαδή τα διεσπαρμένα μέλη επιστήμης τινός είς ένιαΐον και περίοπτον σύνο­

λον. Ταύτη ν δέ τήν ύπηρεσίαν όλη ν και πλήρη προσήνεγκεν ό κ. Εύαγγελί­

δης». Και δι' αλλάς ακόμη διεξοδικωτάτας κρίσεις του Θερειανοΰ, τοϋ Μ.

Page 10: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

488 Α. Ν. Ζούμπου

Λάππα, Palumbo κτλ. παραπέμπω εις σελ. 29­40 Μαργαρίτου Ευαγγελίδου, Λόγος εισιτήριος εις τήν ίστορίαν της φιλοσοφίας, Έν 'Αθήναις, τύποις Άλεξ. Παπαγεωργίου 1888.

21) Σύνοψις της ίστορίας της Ελληνικής φιλοσοφίας Εδουάρδου Τσελ­

λέρου, έξελληνισθεΐσα υπό Μαργαρίτου Ευαγγελίδου (προσθέντος και πί­

νακα τών φιλοσοφικών σχολών μετά των οπαδών αυτών και πίνακα λέξεων και κυρίων ονομάτων). Έν Αθήναις 1886.

22) Λόγος εισιτήριος εις τήν ίστορίαν της φιλοσοφίας, έν 'Αθήναις 1888.

23) Λόγος εισιτήριος εις τήν φιλοσοφίαν επί τη άναλήψει της τακτικής καθηγεσίας, έν 'Αθήναις 1894.

24) Μάρκου του Ευγενικού. Λύσις της απορίας του αύτοκράτορος 'Ιωάννου του Παλαιολόγου. 'Εν τη Είκοσιπενταετηρίδι της καθηγεσίας Κωνσταντίνου Σ. Κόντου σελ. 387, έν 'Αθήναις 1893.

25) Άνακοίνωσις περί Φωτίου του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (τα κατά τήν έορτήν της Είκοσίπενταετηρίδος Κ. Σ. Κόντου σελ. 63­67), έν 'Αθήναις 1893.

26) Περί τοϋ λόγου του Ζήνωνος του Έλεάτου. Ό λόγος ούτος, δι' ου ό φιλόσοφος αποδεικνύει ότι, έάν δεχθώμεν πολλά τα όντα, άναγκαζόμεθα νά όμολογήσωμεν αυτά άπειρα κατά τε τό μέγεθος και τήν σμικρότητα, διατελεί ετι άποπλανών τους ίστορίαν της αρχαίας φιλοσοφίας γράφοντας. "Εδειξε δ' ότι και ό νεώτατος ιστοριογράφος της αρχαίας φιλοσοφίας W. Windelband έν άμφοτέροις αύτοϋ τοις ίστορικοΐς εργοις έξέθηκε τον συλ­

λογισμόν τούτον του Ζήνωνος κατά τήν έσφαλμένην γραφήν. Ή σχετική άνακοίνωσίς του Μαργαρίτου Ευαγγελίδου έγένετο έν τη 'Επιστημονική εταιρεία υπό τήν προεδρίαν του Κ. Σ. Κόντου και έδημοσιεύθη έν 'Αθηνά, τόμ. β', σελ. 674.

27) Περί της διδασκαλίας τοϋ φιλοσόφου Κάντιου και τοΰ Ίατροϋ Γουφελάνδου δτι αί νόσοι δύνανται νά θεραπεύωνται δι' απλής βουλήσεως, έν τή 'Αττική "Ιριδι.

28) 'Αποσπάσματα αρχαίων φιλοσόφων δια τό φροντιστήριον της Φι­

λοσοφικής Σχολής, 1894. 29) Φιλοσοφικαί πραγματεΐαι, δημοσιευθεΐσαι (1880­1924) έν έπετηρίσι

και τοις περιοδικοΐς Ξενοφάνει, Στοά, 'Αθηνά τής επιστημονικής εταιρείας, ής υπήρξε κατά τήν πρώτην έξαετίαν ό γενικός γραμματεύς (1880­1895), έν Σωτήρι, Πλειάδι, Παρνασσω, Άγώνι, 'Αττική "Ιριδι, ήμερολογίω Ιερο­

σολύμων κτλ. Έκ τών διεσκορπισμένων έν δυσευρέτοις περιοδικοΐς συγγράμμασιν

άξιολογωτάτων πραγματειών τοϋ σοφοΰ καθηγητοΰ Μαργαρίτου Ευαγγε­

λίδου σημειοΰμεν τάς :

Page 11: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαργαρίτης Εύαγγελίδης (1850­1932) 489

Περί Ξενοφάνους, περί Πυθαγόρου, περί της φιλοσοφίας παρά τοις άρ­

χαίοις, περί άποθεώσεως τοϋ Πυθαγόρου, περί Ζήνωνος του ίδρυτοϋ της Στοάς, περί διαφόρων γνωμών των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, περί της Στωικής Σχολής, περί ισοτιμίας και τής τοϋ κόσμου πολιτείας, εν τόμ. Γ' και Δ' τής 'Αθήνας, περί Θαλοϋ τοϋ Μιλησίου, περί τής ηθικής του Δημοκρί­

του, περί τής Μικρας 'Ασίας ώς κοιτίδος τής φιλοσοφίας κτλ. (εν τοις επτά τόμοις του Ξενοφάνους).

30) Ό σκοπός τοϋ ανθρώπου (εν τω ήμερολογίφ τών Ιεροσολύμων), 1898.

31) Κρίσεις του φιλοσοφίκοΰ διαγωνισμοΰ Γρ. Κ. Σούτσου, άναγνω­

σθεΐσαι εν τή αίθούση τών τελετών τοϋ 'Εθνικού Πανεπιστημίου και δημο­

σιευθεΐσαι εν ίδιαιτέροις φυλλαδίοις, 1899, 1902, 1912. 32) Τίς έστιν ή αληθής, αιωνία και γονιμωτάτη Εύποιΐα (άνατύπωσις

εκ του «Αγώνος»), εν 'Αθήναις 1903. 33) Σύνοψις τής ιστορίας τής Φιλοσοφίας μέρος α'. Ιστορία τής φιλο­

σοφίας τών Ελλήνων κατά Ed. Zeller, έν 'Αθήναις τύποις Άθ. Δηληγιάννη 1904 μετά μακρών προλεγομένων, εκ σελίδων λς' και 47.

34) Ή Εβδομηκονταετή ρις τής εις διδάκτορα τής Φιλοσοφίας ανα­

κηρύξεως του Έδ. Τσελλέρου, έν Ξενοφάνει, τόμ. δ', σελ. 98, 1906. 35) Διατριβή περί τής ένότητος τής Ελληνικής φυλής, έν Ξενοφάνει,

τόμ. α', σελ. 540, 1914.

Α'. Λόγοι.

36) Πανηγυρικοί λόγοι κατά τάς επετείους έορτάς τοϋ Συλλόγου τών Μικρασιατών «Ανατολής», δημοσιευθέντες έν ταϊς έπετηρίσι τοϋ Μικρα­

σιατικού Συλλόγου και τω Ξενοφάνει κλ. 1891­1924, ώς:

Κοιτίς τοϋ Έλληνίσμοΰ ή Μικρά 'Ασία. Περί τοϋ έν Μικρά 'Ασία θρησκευτικοΰ και πολιτικοΰ προσηλυτισμού. Περί τής καθαρότητος τής Ελληνικής γλώσσης. Οί "Ελληνες διδάσκαλοι τής άνθρωπότητος. Αί 'Αθήναι είναι θυγάτηρ τής Μικράς 'Ασίας. Περί τής συνάφειας 'Αθηνών και Μικρας 'Ασίας. 37) Προσφωνήσεις προς τους έν τω Συλλόγω τών Μικρασιατών «Ανα­

τολή» τήν πάτριον έορτήν τής βασιλοπήτας πανηγυρίζοντας κατά τάς παρα­

μονάς τών νέων ετών 1891­1915 και δημοσιευθεΐσαι έν ταις Έπετηρίσι και τω Ξενοφάνει.

38) Τα κατά το μνημόσυνον τών άοιδίμων ιεραρχών Καισαρείας "Ιωάν­

νου Άναστασιάδου και Προικοννήσου Παρθενίου, το τελεσθέν ύπό τοϋ

Page 12: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

490 Α. Ν. Ζούμπου

Συλλόγου τών Μικρασιατών 'Ανατολής λόγος Μαργαρίτου Εύαγγελίδου, εν 'Αθήναις 1902.

39) Λόγος επιμνημόσυνος εις Ίω. Δομπόλην και Καποδίστριαν, ίδρυτάς του Καποδ. Πανεπιστημίου, εντολή της συγκλήτου του Πανεπιστημίου, εν 'Αθήναις 1920.

40) Λόγοι επικήδειοι, επιμνημόσυνοι, νεκρολογίαι κλ. έκφωνηθέντες και δημοσιευθέντες κατά διαφόρους περιστάσεις εν Κωνσταντινουπόλει και 'Αθήναις, είς Μιχ. Κάλφαν, Μενέλαον Νεγρεπόντην, Ίωάννην Πεσμαζό­

γλουν, Π. Θ. Άκρίταν, Κωνστ. Ήρ. Βασιάδην, Β. Βασιλειάδην, Άρχίμ. Κύρ. Γρηγοριάδην, Άλέξ. Μ. Δάνιαν, καθηγητήν του εν Σάμω Ίεροδιδασκα­

λείου «Ανατολής» πεσόντα εν Δοϊράνη κλπ. κλπ. 41) Περί του βίου και τών έργων του 'Ιωάννου Γ. Πεσμαζόγλου, εν

Ξενοφάνει, τόμ. Ε', σελ. 1­118 τη 24 Νοεμβρίου 1906. 42) Τα κατά τήν εορτή ν τής είκοσίπενταετηρίδος του καθηγητού Κωνστ.

Σ. Κόντου, εν 'Αθήναις 1893. 43) Λόγος πανηγυρικός άπαγγελθείς εν τη εορτή τής τεσσαρακονταε­

τηρίδος τής εν τω Έθνικώ Πανεπιστημίω καθηγεσίας του Κωνστ. Σ. Κόντου, εν 'Αθήναις 1909.

44) Λόγος άπαγγελθείς κατ' έντολήν τής άκαδημ. συγκλήτου εν τή αί­

θούση των τελετών τών δύο Πανεπιστημίων, πανηγυριζόντων τήν 25 Μαρ­

τίου, ήμέραν τής εθνεγερσίας. Έν 'Αθήναις 1914.

Ε'. Εκπαιδευτικά.

45) 'Εννέα άρθρα συνταχθέντα και δημοσιευθέντα εις τήν «Άκρόπολιν» του Βλ. Γαβριηλίδου το 1883 περί 'Εκπαιδεύσεως.

46) "Ελεγχος τών 'Εκπαιδευτικών νομοσχεδίων του Χαρ. Παπαμάρκου, έν τή Άκροπόλει 1884.

47) Ώ ς γενικός γραμματεύς τής ύπό τήν προεδρίαν του Κ. Σ. Κόντου επιστημονικής εταιρείας συνέταξε μετά τών Π. Π. Οικονόμου, Μιλτιάδου Πανταζή και Γ. Παπαβασιλείου Πρόγραμμα πρακτικού Λυκείου, δημοσι­

ευθέν έν ίδιαιτέρω τεύχει τής 'Αθηνάς 1890, κατ' άπαίτησιν του Χρ. Ζω­

γράφου δια τό έν Κωνσταντινουπόλει Ζωγράφειον. 48) Ώ ς ιδρυτής και πρόεδρος τών φιλεκπαιδευτικών αδελφοτήτων 'Αρ­

τάκης, Πανόρμου, Μηχανιώνας, Περάμου και Κυζίκου άπήγγειλε κατά δια­

φόρους καιρούς εκπαιδευτικούς, πανηγυρικούς και προτρεπτικούς λόγους, δημοσιευθέντος έν ταΐς έφημερίσι Κωνσταντινουπόλεως άπό του 1866­1875.

49) Συνέταξε διαφόρους εκθέσεις κατ' έντολήν του Υπουργείου τής Παιδείας περί τής καταστάσεως τών Γυμνασίων του Κράτους άπό του 1885 και εφεξής.

Page 13: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαργαρίτης Εύαγγελίδης (1850­1932) 491

50) Ώ ς συνιδρυτής του Κυριάκου Σχολείου της Μακεδόνικης φιλεκ­

παιδευτικής άδελφότητος, λειτουργούντος εν τη ευρύτατη αίθούση του εν Μουχλίω Κωνσταντινουπόλεως δημοτικού Σχολείου, έδίδαξεν έρμηνείαν του Ευαγγελίου και Ελληνικά και έξεφώνει Εκπαιδευτικούς και Προτρε­

πτικούς προς παιδείαν Λόγους, 1872­1875. 51) Ώ ς συνιδρυτής της εν Κωνσταντινουπόλει Μακεδόνικης φιλεκπαι­

δευτικής άδελφότητος μετά του Στεφάνου Νούκα, ής αποτέλεσμα υπήρξε ν ή ΐδρυσίς του εν Τσοτυλίω Γυμνασίου, έξεφώνησε κατά διαφόρους περιστά­

σεις 'Εκπαιδευτικούς, Πανηγυρικούς και Επικήδειους λόγους, δημοσίευ­

θέντας εν Έφημερίσι Κωνσταντινουπόλεως, 1872­1873. 52) Συνέταξε το πρόγραμμα και κανονισμόν του εν Τσοτυλίω γυμνασίου

μετά των Στεφάνου Νούκα και Ίωάν. Άλιμπέρτου, 1873. 53) Συνέταξεν ώς Γραμματεύς της 'Επιστημονικής εταιρείας τάς πρώ­

τας λογοδοσίας, δημοσιευθείσας εν Άθηνα 1889­1894. 54) Γνώμη περί των υποψηφίων τής έδρας της Γενικής ιστορίας εν τω

Πανεπιστήμια), εν 'Αθήναις 1918. 55) Υπόμνημα είς την Α. Μ. τον Βασιλέα Γεώργιον τον Α', τον Διάδο­

χον Κωνσταντΐνον, προς τον πρόεδρον τής Ελληνικής κυβερνήσεως Θεό­

δωρον Π. Δηλιγιάννην, προς τον άρχηγόν τής αντιπολιτεύσεως Γεώργιον Θεοτόκην περί ιδρύσεως ίεροδιδασκαλείων κλπ., 1895.

56) Υπόμνημα του Συλλόγου των Μικρασιατών «Ανατολής» προς τό Σεβαστόν Ύπουργεϊον τής Παιδείας περί του Τεροδιδασκαλείου Σάμου εν συγκρίσει προς τά διδασκαλεία τής Ελλάδος, έν 'Αθήναις 1914.

57) Πρόγραμμα συγγραφικού και μεταφραστικού γραφείου, ιδρύσεως Πανεπιστημίου έν τη δούλη Ελλάδι και εφημερίδος ανεξαρτήτων πολιτι­

κών και ιδιωτικών συμφερόντων κατ' έντολήν Μενελάου Νεγροπόντου συν­

ταχθέν κατ' Αύγουστον του 1882 (πρβλ. τον έπικήδειον είς Μενέλαον Νε­

γροπόντην έν νέα έφημερίδι τής 30 Ιανουαρίου 1893 και προλεγόμενα είς την ίστορίαν τής φιλοσοφίας 1904).

58) Έπισκόπησίς τής συγγραφικής παραγωγής τοΰ έτους 1884 έν Άθη­

ναϊκαΐς έφημερίσιν. 59) Κρίσεις τοΰ Σεβαστοπουλείου γλωσσικού διαγωνισμού, άναγνω­

σθεΐσαι έν τη αίθούση τών τελετών τοΰ Πανεπιστημίου και δημοσιευθεΐσαι έν ίδιαιτέροις φυλλαδίοις 1917, 1920 και 1921.

60) Προλεγόμενα είς τον α' τόμον τής Βιβλιοθήκης τοΰ Συλλόγου τών Μικρασιατών «Ανατολής» Τά άντιπαπικά υπό Άν. Διομήδους Κυριάκου, έν 'Αθήναις 1893, έκ σελ. κα'.

61) Κρίσεις διαφόρων συγγραμμάτων, δημοσιευθεΐσαι κατά διαφόρους καιρούς έν έφημερίσι, περιοδικοΐς, ήμερολογίοις κλπ. ώς τοΰ ύπό Κ. Μακρή Ίατροΰ εκδοθέντος βιβλίου περί μεταξοσκώληκος, τών ύπό τοΰ Παστέρ με­

Page 14: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

!

492 Α. Ν. Ζούμπου

γάλων υπηρεσιών αύτοϋ (έν 'Αθήναις Ν. Έφημερίς 1883), του Δ.Μοστρρ­

του περί της παιδαγωγικής Έλβετίου έν τω περιοδικώ Παρνασσώ, περί Κε­

μερίου υπό Οικονόμου Γεωργίου Παπαδοπούλου έν 'Αθήναις 1919, περί έπιδεσμολογίας Χρ. Βασιλάδου ΐατροϋ. Καθόλου δ' ειπείν οί νεαροί επι­

στήμονες προ της δημοσιεύσεως των έργων των ή των μεταφράσεων αυτών έθεώρουν άπαραίτητον τήν έπιθεώρησιν αυτών υπό του Μαργαρίτου Εύαγ­

γελίδου. 62) Προλεγόμενα εις τήν του Κωνσταντίνου Ν. Παπαμίχαλοπούλου

περιήγησιν εις τον Πόντον τή 25 Αυγούστου 1903. 63) Αιτία της εις Ελλάδα μεταναστεύσεως των έν Καυκάσφ Ελλήνων

του Πόντου και ιστορία τών παθημάτων αυτών, έν 'Αθήναις 1898. 64) Έδημοσίευσεν άρθρα έπικαιρότατα κατά τήν πρώτην περίοδον της

έκριζώσεως του έν Μικρφ 'Ασία Ελληνισμού έν τω Άλυτρώτω 1918­1919 της κοινής τών 'Αλυτρώτων Ελλήνων Επιτροπείας, ής ήτο ό πρόεδρος.

65) Υπόμνημα περί τών δικαιωμάτων και παθημάτων τών Εστιών του πολιτισμού Μικρας 'Ασίας και Θράκης μετά πέντε έγχρωμων χαρτών έκτος του κειμένου. Έν 'Αθήναις 1918.

66) Τω 1884 ίδρυθέντος του θεσμού της δια Κριτικής επιτροπείας εκ­

λογής τών δοκιμωτάτων διδακτικών βιβλίων τής Μέσης 'Εκπαιδεύσεως, διωρίσθη ό Καθηγητής μέλος τής Κριτικής επιτροπείας προς κρίσιν τών φιλοσοφικών, παιδαγωγικών και θρησκευτικών βιβλίων τής Μέσης 'Εκ­

παιδεύσεως. Ό διορισμός τοϋ Καθηγητού έπανελήφθη και κατά τάς έπο­

μένας περιόδους, αλλά δέν άπεδέχετο αυτόν φρονών ότι άτοπον να λάβη εύθύνην εφαρμογής όρων, ους άπεδοκίμασεν επισήμως μετά πάντων τών συναδέλφων αύτοϋ.

67) Ό Μαργαρίτης Εύαγγελίδης προς έπίρρωσιν τών φιλοσοφικών σπουδών έν τω Πανεπιστήμια) επέτυχε παρά τής Πανεπιστημιακής Συγκλή­

του ετησίου χρηματικού επιδόματος προς καταρτίσμόν ειδικής φιλοσοφι­

κής βιβλιοθήκης, αναγκαιότατης προς τήν διδασκαλίαν αύτοϋ, προς τό φι­

λοσοφικόν αύτοϋ φροντιστή ριον και προς χρήσιν τών φιλοσοφούντων Κα­

θηγητών και φοιτητών. Δι' είκοσαετοΰς επιμόνου επιμελείας άπήρτισε βιβλιοθήκην ειδικώς

φιλοσοφικήν άξιολογωτάτην. 68) Ό Καθηγητής έφιλοπόνησε και πολλάς εκθέσεις τών επιθεωρή­

σεων, ας εντολή τοϋ Υπουργείου έξετέλεσεν έν διαφόροις Γυμνασίοις. Τω 1896 έπεθεώρησε μετά τοϋ αειμνήστου συναδέλφου Βασιλείου Λά­

κωνος τα έν Βόλφ, Λαρίσση, Τρικκάλοις, Καρδίτση, Λαμία, Χαλκίδι και Σύρω γυμνάσια.

Τω 1880 έπεθεώρησεν εντολή τοϋ Υπουργείου τα γυμνάσια τών Πατρών και τοϋ Πύργου.

Page 15: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαργαρίτης Εύαγγελίδης (1850­1932) 493

Τώ 1897 έπεθεώρησε τα γυμνάσια της Δημητσάνης και της Άνδριτσαί­

νης και μετά ταϋτα τα γυμνάσια της Σπάρτης και του Γυθείου. Πολλάκις δε ώς αντιπρόσωπος του Κυρίου Υπουργού της Παιδείας

έπώπτευσε τάς απολυτηρίους εξετάσεις 'Αθηναϊκών Γυμνασίων. 69) Εύχομαι όλοψύχως όπως ώς τάχιστα πραγματοποιηθή ή άπόφασις

της επιτροπείας περί της εκδόσεως ή άνατυπώσεως τών φιλοσοφικών καί πατριωτικών συγγραμμάτων του σεβαστού ημών Διδασκάλου»5.

3. ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΡΟΛ1ΔΟΥ

Τέλος ακολουθεί επιστολή του καθηγητού Π. Καρολίδου, ή οποία, ώς εν τοις πρόσθεν έμνημονεύθη, σημειοΐ λίαν ενδιαφέροντα πράγματα.

Ό Μαργαρίτης Εύαγγελίδης και το Παν επιστήμων. Ό Μικρααιάτης σοφός.

«Καί ό μεν Μικρασιατικός Σύλλογος ύπό την ήγεσίαν τοϋ εκ Μικράς 'Ασίας πεφωτισμένου φίλογενους καί φίλαγάθου ρέκτου ΐατροϋ Λαμέρα ΰψιστον τελεί ευγνωμοσύνης έργον δια της υπ' αύτοΰ διοργανωθείσης εορτής τοϋ 'Ιωβηλαίου του φιλοσόφου Μαργαρίτου Εύαγγελίδου. Το δέ Πανεπι­

στήμιον μετέχον της τοϋ 'Ιωβηλαίου τούτου τελετής καί δια τοϋ εν ΐατροίς αρίστου καί διαπρεπούς φιλολόγου καί έλληνίστοΰ της Κοντικής εν τή χρή­

σει τής ελληνικής ακριβολογίας καί ορθοδοξίας τελεί φόρον ευγνωμοσύνης δίκαιότατον εις άνδρα άφιερώσαντα τον μακρόν αύτοΰ βίον εις ύπηρεσίαν τής επιστήμης καί του Πανεπιστημίου. 'Αλλά το Πανεπιστήμιον δια τής συμμετοχής αύτοΰ εις την έορτήν εκτελεί καί έτερον τι έργον ηθικόν, τήν έξιλέωσιν τοϋ ύπ' αύτοΰ εν τω προσώπω τοΰ Μαργαρίτου Εύαγγελίδου τελε­

σθέντος μεγίστου αδικήματος ακουσίου μέν, άλλ' οπωσδήποτε τελεσθέντος έν ύπερτάτω μέτρο). Ό Μ. Εύαγγελίδης, ώς γνήσιος μαθητής τοΰ μεγάλου διδασκάλου, τοΰ περικλεοΰς Κωνσταντίνου Κόντου, ουδέποτε ουδαμώς επε­

δίωκε τιμάς καί αξιώματα. Είχε τήν αρχήν τοΰ Κόντου, ότι καθηγηταί καί αί γνώσεις καί έπιστήμαι αυτών είσι περιουσία τοΰ Πανεπιστημίου, είσίν ούτως ειπείν, μεταλλεία προωρισμένα να έκμεταλλεύωνται ύπό τοΰ Πανεπι­

στημίου καί ότι ό μέγας ούτος εκμεταλλευτής πρέπει να χρησίμοποιή αυτούς προσηκόντως ουχί δέ αυτοί, δίκην Πολυγένους, να έκμεταλλεύωνται τό Παν­

επιστήμιον. Τί δέ συνέβη έν τω κεφαλαίω τούτω ώς προς τον Μαργαρίτην Εύαγγε­

λίδην; Προ ετών ή ευγνωμοσύνη τών αξίων τοΰ Πανεπιστημίου καθηγητών άνέθηκε τω άνδρί χάριν τιμής τό τής Πρυτανείας αξίωμα, ή δέ Κυβέρνησις

5. Ένθ' ανωτέρω, σσ. 59­60.

Page 16: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

494 Α. Ν. Ζούμπου

δια του υπουργού της Παιδείας έπεκύρωσε πανηγυρικώς την πρδξιν της Σχο­

λής και ό Μαργαρίτης Εύαγγελίδης κατά τα νόμιμα εΐωθότα ανέλαβε και έξεπλήρωσε μετ' ευσυνειδησίας και προς το καθήκον άφοσιώσεως το έργον τοϋ αντιπρυτάνεως. 'Αλλ' ακριβώς καθ' ας ημέρας έμελλε ν' άναλάβη το κύριον έργον τοϋ Πρυτάνεως, οι καθηγηταί του Πανεπιστημίου προσκα­

λοΰνται υπό τοϋ τέως πρυτάνεως εις συνέλευσιν προς έκλογήν νέου πρυτά­

νεως, τοϋ νομίμου πρυτάνεως Μαργαρίτου Εύαγγελίδου παυομένου δια νό­

μου. Τί δε συνέβαινεν; Ό κατ' εκείνον τον χρόνον (1920­21) πληρεξούσιος εις τήν τότε Έθνι­

κήν Συνέλευσιν εκλεγείς περίφημος νομοδιδάσκαλος, ό τω 1911 έκβληθείς τοϋ Πανεπιστημίου άποφάσει τής εκκαθαριστικής επιτροπείας, ακολούθως δέ, άναδιορισθέντων πάντων τών παυθέντων, αυτός μόνον αποκλεισθείς τοϋ Πανεπιστημιακοϋ περιβόλου και εν τή συναισθήσει τοϋ δικαίου τών εναν­

τίον αύτοΰ ένεργηθέντων καταδεξάμενος να εκλιπάρηση τάς ψήφους τών καθηγητών, ϊνα διορισθή εις έκτακτον εδραν και ουδεμίας αξιωθείς ψήφου, άρα οΰτε δια τήν έκτακτον και προσωρινή ν εδραν κριθείς άξιος, δτε τώ 1920 κρίμασιν οϊς οΐδε Κύριος είσήλασεν εις τήν Έθνικήν Συνέλευσιν, έβουλεύ­

σατο νϋν ώς φίλος τής τότε Κυβερνήσεως μή μόνον να έπανέλθη εις το Παν­

επιστήμιον, άλλα και να διορισθή υπουργός, ίνα καθυποτάξη τό Πονεπι­

στήμιον είς τα έαυτοΰ βουλεύματα. 'Αλλ' είς τήν άξίωσιν ταύτην έγένετο αρμοδίως ή παρατήρησις δ:ι και

άλλοτε καθηγηταί Πανεπιστημίου εκλεγέντες πληρεξούσιοι έγένονΓο υ­

πουργοί, άλλα διακριθέντες δια τής δυνάμεως τοϋ λόγου και τής εκθέσεως τών ιδεών αυτών, ό δέ ημέτερος νομοδιδάσκαλος αίσθανόμενος τό παντελώς γυμνόν και ενδεές αύτοϋ εν άμφοτέροις τούτοις και νομίσας ότι εμφανιζόμε­

νος έν τή συνελεύσει ώς πρύτανις θα έδικαιολόγει τήν περί υπουργικού θώ­

κου άξίωσιν είργάσατο και έπέτυχεν εκδοσιν νόμου ηθικώς άνομου, >>ι' ου έπαύετο ό Μαργαρίτης Εύαγγελίδης και διετάσσετο εκλογή νέου πρυτάνεως. Τώρα πώς επέτυχε τήν έκλογήν ταύτην δι' επιτροπείας τρομοκρατικής δεν είναι τοϋ παρόντος άρθρου να έκτεθώσι, ταϋτα και άλλα πλείστα άφορώντα είς τήν ηθικώς εκνομον και άνομον πρυτανείαν και τήν κιβδηλικώς νομοθε­

τικήν πλήρη ύπουργίαν θα έκτεθώσιν έν ιδιαιτέρα πραγματεία. Νϋν δέ τον περί τοϋ Μαργαρίτου Εύαγγελίδου λόγον τελευτώντες ανάγ­

κη να έξάρωμεν τα δύο και μεγάλα αδικήματα, τα διαπραχθέντα εναντίον αύτοΰ και δι' αύτοΰ εναντίον τοϋ Πανεπιστημίου, πρώτον τήν είς τό ηθικόν αξίωμα τοϋ Πανεπιστημίου δια τής εναντίον τοϋ αξιοτάτου, δικαιοιάτου, χρηστότατου και νομίμωτάτου Πρυτάνεως χάριν χυδαίας θεσιθηρίαςταΰ τυ­

χαρπάστου γενομένης ύβρεως, δεύτερον αυτό τό εναντίον τοϋ ήθικοΰ αξιώ­

ματος ανδρός φιλοσόφου, χρηστοϋ διδασκάλου, νομίμου πρυτάνεως γενό­

μενον μέγα αδίκημα. Και νΰν έλπίζομεν ότι τό Πανεπιστήμιον δια τώ' δια­

Page 17: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαργαρίτης Εύαγγελίδης (1850­1932) 495

πρεπών αύτοϋ λειτουργών του ιατροφιλοσόφου και ίατροφιλολόγου Ν. Μέρμηγκα και του διαπρεπούς φιλοσόφου Λογοθέτου, άγλαου καρπού πνευ­

ματικού του Μαργαρίτου Εύαγγελίδου και έμου και των όμηλίκων ήμων διδασκάλων άποδοθήσεται τω φιλοσόφφ άνδρί ου μόνον ή πρέπουσα τιμή, άλλα και ή δικαιοσύνη, εφ' ην δικαιότατη ν πάντοτε έχει άξίωσιν ό Μαρ­

γαρίτης Εύαγγελίδης6.

Π. ΚΑΡΟΛΙΔΗΣ "Αρχων Μέγας Διδάσκαλος τοϋ Γένους εν τη" Μεγάλη τοϋ Χρίστου Εκκλησία»

6. Ίδέ «Αθήναι», περίοδος Β', Ιτος Β', αριθμός 3108, Σάββατον 16 'Ιανουαρίου 1926.

Page 18: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Δρος ΚΩΝΣΤ. Γ. ΠΟΥΡΝΑΡΟΠΟΥΛΟΥ Αμίσθου Επικούρου

Καθηγητού Πανεπιστημίου 'Αθηνών

Ο ΠΡΩΤΟΣ ΔΙΔΑΚΤΩΡ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ*

Πρόκειται περί του 'Αναστασίου Ν. Γούδα, όστις εγγραφείς κατ' Άπρί­

λιον του 1837 εις τήν Ίατρικήν Σχολήν του Όθωνείου Πανεπιστημίου, άνε­

κηρύχθη διδάκτωρ ταύτης τήν 8ην 'Ιουλίου 1843. Ή διατριβή του περιελάμ­

βανε: «Περί των κατά το εν Κενούρίφ Βασιλικόν Σακχάρουργεΐον έπιχω­

ρικών νοσημάτων». Αϋτη έδημοσιεύθη εις το περιοδίκόν της 'Ιατρικής Ε ­

ταιρείας 'Αθηνών «Νέος Ασκληπιός» (Β', 130). Το διδακτορικύν δίπλωμα (πρώτον του Πανεπιστημίου Αθηνών) υπογράφουν ό πρύτανις Μισαήλ 'Απο­

στολίδης, καθηγητής της Θεολογικής Σχολής, και ό Κοσμήτωρ τής 'Ιατρι­

κής Σχολής 'Ιωάννης Βοϋρος. Φέρει δε τόν βαθμόν " Α ρ ι σ τ α . Ό καθηγητής Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Πρύτανις τοϋ Πανεπιστημίου

Θεσσαλονίκης το 1966, εις άρθρον του «Περί 'Ανωτάτης Εκπαιδεύσεως», («Καθημερινή» 17­11­1966), γράφει: «... το Όθώνειον Πανεπίστήμιον έχρειά­

σθη 20 ετη άπό τής ιδρύσεως του (1837­1857) δια να δώση τον πρώτον διδά­

κτορα του...», άγνοών τήν άναγόρευσιν εις διδάκτορα τοϋ 'Αναστασίου Ν. Γούδα, γενομένην τήν 8­7­1843, εξ ακριβώς ετη μετά τήν εναρξιν λειτουργίας τοϋ Πανεπιστημίου "Οθωνος. Πρβλ. έπιστολήν Γ. Κ. Πουρναροπούλου εις τήν «Καθημερινήν» 24­1­1967.

Τα μαθήματα ήρχισαν τήν 1 'Οκτωβρίου 1837, ήσαν δε τα ακόλουθα, διδασκόμενα υπό τών, αντιστοίχως, αναφερομένων πρώτων καθηγητών:

Μερική Παθολογία, Θεραπευτική και Κλινική: Ίω. Βοϋρος Χειρουργική Κλινική : Έρρ. Τράιμπερ Γενική Νοσολογία και Θεραπευτική : Άν. Λευκίας Χειρουργΐα : Ίω. 'Ολύμπιος Μαιευτική : Ν. Κωστής

* Άνακοίνωσις εις το 6ον Πανελλήνιον Ίατρικον Συνέδριον τής Ιατρικής Εταιρείας 'Αθηνών. Τμήμα Ιστορίας τής 'Ιατρικής. Ξενοδοχεΐον Χίλτον, 8 Μαΐου 1980.

Page 19: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Ό πρώτος διδάκτωρ τοΰ Πανεπιστημίου 'Αθηνών 497

'Ανατομή Λοιμολογία 'Ιατροδικαστική 'Υγιεινή

Πλην τούτων έγένοντο παραδόσεις Φυσικής, 'Ιστορίας Ιατρικής, Ιατρικής "Υλης (δηλ. Φαρμακολογίας) ύπό των αυτών καθηγητών καί τών Ξαβ. Λάνδερερ, Φράας, Ήπίτη και Γεωργιάδη­Λευκία.

'Επειδή άφ' ενός μέν ό Αναστάσιος Γούδας εμφανίζεται ώς προσωπι­

κότης, άφ' έτερου δε τα έργα καί ό θυελλώδης βίος του παρουσιάζουν μέγα

Δ. Μαυροκορδάτος Άν. Λευκίας** Ά . Πάλλης Ν. Λεβαδεύς.

Χημείας, Φυσιολογίας,

Ό δρ 'Ιατρός 'Αναστάσιος Νικολάου Γούδας.

ενδιαφέρον, ένομίσαμεν σκόπιμον να πραγματευθώμεν περί αύτοϋ εις τήν άνακοίνωσιν ημών ταύτην.

Βιογραφικά: Έγεννήθη εις το χωρίον Γραμμένον τοϋ νομοΰ 'Ιωαννίνων, το 1816. Άπεβίωσεν είς ήλικίαν 66 ετών εν 'Αθήναις, τω 1883 πάσχων εξ όγκου τοΰ λάρυγγος.

** Ό καθηγητής Αναστάσιος Γεωργιάδης Λευκίας ό Φιλιππουπολίτης είναι ό πρώ­

τος Κοσμήτωρ της Ιατρικής Σχολής είς τα πέντε πρώτα 6τη τής λειτουργίας της. Καθη­

γητής τής 'Ιστορίας τής 'Ιατρικής καί τής Νοσολογίας. Είχε συγγράψει κατά τήν προεπα­

ναστατικήν περίοδον δύο περισπούδαστα συγγράμματα: 1) Άντιπανάκεια, Βιέννη 1810, καί 2) Λοιμού 'Αφορισμοί, Λευτεκία Παρισίων ΑΩΛΒ.

32

Page 20: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

498 Κωνστ. Γ. Πουρναροπούλου

Σπουδαί: Ενεγράφη μεταξύ των πρώτων από της ιδρύσεως του Όθω­

νείου Πανεπιστημίου εις την Ίατρικήν Σχολή ν τω 1837, έπεράτωσεν άνευ ουδεμιάς καθυστερήσεως τάς σπουδάς του ανακηρυχθείς πρώτος διδάκτωρ του όλου Πανεπιστημίου, τον Ίούλιον του 1843.

Περί αύτοϋ εΐπεν εις τήν Έκθεσιν των Πεπραγμένων του ό Πρύτανις του Πανεπιστημίου Μίσαήλ 'Αποστολίδης: « Ό κατά νόμον τάς δημοσίας εξετάσεις ύποστάς έστιν ό φιλοτιμότατος και πλείστου άξιος φοιτητής του καθ' ημάς Πανεπιστημίου 'Αναστάσιος Γούδας ό εξ 'Ιωαννίνων της Ηπεί­

ρου. Πρώτος ούτος έθάρρησε, Κύριοι, άποδύσασθαι εις το ένδοξον στάδιον τών δημοσία δοκιμασιών προκατηρτίσμένος τοις έγκυκλίοις μαθήμασί και από της του Πανεπιστημίου συστάσεως είς τους της 'Ιατρικής Σχολής φοι­

τητάς εγγραφείς, φίλοπόνως δε πάνυ τα τής σπουδής προ διετίας περάνας και εξετασθείς παρά τής Σχολής καί δόκιμος φανείς απελύθη λαβών κατά τον προς ώραν τότε κανονίσμόν άπόδειξιν άπλήν. "Ηδη δε εκδοθέντος του νόμου αύτίκα ήκε τήν έναίσιμον φέρων διατριβήν καί παρρησία διαγωνισάμενος και α ρ ι σ τ ε ύ σ α ς , διδάκτωρ τής ιατρικής άνηγορεύθη παμψηφεί αξιω­

θείς του παρά πάντων επαίνου» (Άνδριανακος, Τρύφων, 1925, Α', σελ. 19). Ό 'Αναστάσιος Γούδας ύποστάς εύδοκίμως τάς, ενώπιον του Βασιλι­

κού Ίατροσυνεδρίου, εξετάσεις έλαβε τήν άδειαν ασκήσεως τής 'Ιατρικής τήν 5 Αυγούστου 1843. Μετεκπαιδευτικαί σπουδαί είς το Παρίσι. 'Επιστρο­

φή καί ευδόκιμος άσκησίς του ιατρικού επαγγέλματος έν 'Αθήναις. Τω 1849 έγένετο Γενικός Γραμματεύς τής 'Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών.

Σνγγραφικον έργον: Πλούσιον τό συγγραφίκόν έργον του 'Αναστασίου Γούδα, πλην τής επί διδακτορία διατριβής του, περί τής οποίας έγένετο λόγος ανωτέρω :

1) Μεγάλαι δόσεις κινίνης ώς θεραπευτικόν τοϋ ΰδρωπος άσκίτου (Ί. Έ . Ά . Συνεδρία 6­10­1847).

2) Μετάφρασίς τής Γενικής Παθολογίας του Σχομέλου, Αθήναι 1848. 3) Περί τής έν Σκιάθω χολέρας (Ί. Έ . Ά . Συνεδρία 5­8­1848). 4) Σύντομος άνακεφαλαίωσίς τών κατά τό λήξαν έτος (1848) πρακτικών

τής Ί . Έ . Ά . (Συνεδρία 11­1­1849). 5) Παρατηρήσεις περί τών έν 'Ελλάδι έπιδημούντων, διαλειπόντων κα­

λουμένων, πυρετών. 1853. 6) Θεραπεία τών διαλειπόντων πυρετών δια κινίνης. 1853. 7) Περί δηλητηριάσεως δια νίκοτιανής (Ί. Έ . Ά . Συνεδρία 3­3­1853). 8) Περιοδικόν «'Ιατρική Μέλισσα». 'Αθήναι 1853­1859. 9) Μετάφρασίς τής Πρακτικής Παθολογίας τοϋ Καθηγητού Ούφελάνδου,

'Αθήναι 1854. Τό έργον τούτο ώς καί τό υπ' αριθ. 2 ελαβον τό βραβείον του 'Αγώνος τών Ίωνιδών.

10) Έρευναι περί ιατρικής χωρογραφίας καί κλίματος τών 'Αθηνών. 1858.

Page 21: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Ό πρώτος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου 'Αθηνών 499

>iB:xm':m?-i:

* Ι :■$! I l lì^PÉ # 11

ΕβΡ® mwwMmm

l l i i i p i i i i i l l l i i l i i i l i s i

ll|ÌPÌÌI|Ì:ÌlliPiji::;:,

l i l i i lÈ t t -ÌS ■■■■ H ^ :

1 :;ts«ii0sieiliÌÌ5;:

Tò πρώτον διδακτορικον δίπλωμα επί περγαμηνής του Πανεπιστημίου 'Α­

θηνών άπονεμηθέν τήν 8ην Ιουλίου 1843, ακριβώς εξ ετη άπατης ιδρύσεως τοϋ 'Ιδρύματος, εις τον ίατρον Άναστάσιον Νικολάου Γούδαν, εξ 'Ιωαν­

νίνων της Ηπείρου όρμώμενον.

Page 22: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

500 Κωνστ. Γ. Πουρναροπούλου

11) Περί επιτυχίας της θεραπείας της χολέρας (Ί. Έ . Ά . Συνεδρία 23­10­

1865). 12) Περιοδίκον «Μέλισσα Αθηνών». 1865­1866. 13) Περί ΐάσεως πάρω νυχιών δια κόνεως ϊσων μερών του φυτοϋ Centauria

Hellenica και κεκαυμένης στυπτηρίας (Ί. Έ . Ά . Συνεδρία 8­10­1871). 14) Παρατήρησίς ταινίας (Ί. Έ . Ά . Συνεδρία 26­11­1871). 15) Καθετηριασμοί της ουρήθρας επί στενωμάτων είς πυρετιώντας και ευθύς

μετά εντριψιν δια κινίνης τοΰ δέρματος φοινικίσθέντος πρότερον δια σίναπίσμοϋ (Ί. Έ . Ά . Συνεδρία 17­12­1871).

16) Περί αντικαταστάσεως της κινίνης δι' ευκαλύπτου κατά τών διαλειπόν­

των πυρετών (Ί. Έ . Ά . Συνεδρία 30­11­1878). Τινές τών εργασιών τούτων έδημοσιεύθησαν χωριστά είς γαλλικήν γλώσσαν. Έκ τών μη ιατρικών έργων του άναφέρομεν τα κάτωθι:

17) Υπομνήματα προς τάς προστάτιδας της Ελλάδος Δυνάμεις και προς άπαντα τον Πεπολιτίσμένον Κόσμον. 1863. Το αυτό γαλλιστί, Παρίσιοι 1863.

18) Παραινέσεις προς τον μέλλοντα Βασιλέα της 'Ελλάδος. 1863. Και γαλ­

λιστί 1863. 19) Ή ένεστώσα κατάστασίς της 'Ανατολής και ιδία της Ελλάδος. 1864. 20) 'Ανατολή και Δύσις. 1867, 1868. Τούτο γαλλιστί και άγγλίστί επίσης. 21) Παράλληλοι Βίοι τών ανδρών τοΰ 'Αγώνος ('Οκτώ τόμοι εκδοθέντες

μεταξύ 1869­1876). 22) Το παρελθόν, τό παρόν και τό μέλλον της 'Ανατολής. 1878.

Ώς δείγμα γραφής του Άν. Γούδα παραθέτομεν τα προλεγόμενα αυτού εις τήν μεταφρασιν τοΰ έργου τοΰ καθηγητού Βερολίνου Hufeland: Έγχειρί­

διον Πρακτικής Παθολογίας: «Προς τους φιλομαθείς σπουδαστάς τής 'Ιατρικής.—Ή επιθυμία τοΰ να

ευκολύνω, ει δυνατόν, εις ύμας τήν σπουδήν τής Ιατρικής, και ή ενδόμυχος πεποίθησίς, δτι μεγάλην ώφέλειαν θέλει προξενήσει, όστις μεταφέρει τάς γνώσεις τών σοφών τής Ευρώπης είς τήν ήμετέραν γλώσσαν, με παρώτρυναν να επιχειρήσω τήν μεταφρασιν και εκδοσιν τοΰ άνά χείρας συγγράμματος τοΰ Ούφελάνδου, τοΰ δικαίως παρά πασι τοις νΰν πατρός τής νεωτέρας έ κ­

λ ε κ τ ι κ ή ς ι α τ ρ ι κ ή ς νομιζομένου. Τό σύγγραμμα τούτο, προϊόν πεντηκονταετοΰς ιατρικής και καθηγητικής

πείρας ανδρός, πιστού τφόντι γενομένου οπαδού τοΰ Ιπποκράτους, και θρη­

σκευτίκώς άφοσιωθέντος είς τήν έξακρίβωσιν τών μυστηρίων τής φύσεως και εις τήν τελειοποίησιν τής επιστήμης, εκδοθέν μέχρι τοΰδε εν Γερμανία έπτάκις, μετεφράσθη είς όλας σχεδόν τάς γλώσσας τών πεφωτισμένων εθνών, τών οποίων οί επιστήμονες και ίδια πάμπολλα και σοφά τής ιατρικής συγγράμματα εχουσι, και ίκανώς φιλότιμοι είναι, ώστε να μή συγκατατί­

Page 23: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Ό πρώτος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου 'Αθηνών 501

θενται ευκόλως εις τήν μετάφρασιν ξένων άλλων, εάν μη βλέπωσΐ πολλήν μεν προσγινομένην εξ αυτών τήν ώφέλειαν εις το έθνος, μεγάλην δε προσδο­

κωμένην τήν άμοιβήν εις τους κόπους αυτών. Άλλα ποια κυρίως είναι τα πλεονεκτήματα, τα όποια άποκαθίστώσΐ το

παρόν σύγγραμμα οΰτως εξοχον και πολύτιμο ν; Δεν είναι μόνον ή ακριβής πάντων τών νοσημάτων περιγραφή, και ή εύστοχος διάγνωσίς, και ή ορθή δεΐξις της καταλλήλου αυτών θεραπείας, τα όποια πάντα ό συγγραφεύς έπι­

στημονίκώτατα εν αύτώ πραγματεύεται* είναι μάλιστα τα εν όλη τη πραγμα­

τεία αναπτυσσόμενα υγιή της επιστήμης δόγματα και αξιώματα, τα όποια ό άοίδιμος Ούφελάνδος πιστώς πάντοτε και άπαρεγκλίτως μέχρι τελευταίας αναπνοής έτήρησε, και εγώ, προς ασφαλή υμών γνώμονα εις τό πρακτικόν μέρος, κρίνω άναγκαΐον να εκθέσω ενταύθα εν ολίγοις.

Και πρώτον ότι ό άνθρωπος μόνος τών εν τη γή πλασμάτων, μετάσχων του υπέρτατου και ανεκτίμητου δωρήματος, του λόγου, είναι φύσει προωρι­

σμένος και οφείλει πανταχού και πάντοτε να πράττη τό καλόν. Δεύτερον ότι οφείλει, δια της ορθής χρήσεως του θείου τούτου χαρίσματος, να καταγί­

νηται άνενδότως παρά πάντα τον βίον εις τήν έξακρίβωσιν τών μυστηρίων της φύσεως, τα όποια ή θεία βούλησίς έπ' αύτώ τούτω ίσως έκάλυψε, δια να πεισθή, πώς άρα μέλλομεν να μεταχειρισθώμεν αυτό. Τρίτον, ότι πάντες μεν οι άνθρωποι όφείλουσιν άείποτε να πράττωσΐ τό καλόν, μάλιστα δε πάν­

των, ό ιατρός διότι εις αυτόν ιδία ή θεία πρόνοια απεκάλυψε τάπλειότερα τών μέσων, τα όποια εάν τις μεταχειρίζηται ορθώς, και πάσχων ανακουφί­

ζεται, και ύγιαίνων, σκοπιμώτερον προς τον προορίσμόν αύτοϋ ζή. Εις τον ίατρόν έπέτρεψεν ή θεία πρόνοια τα προς εύζωίαν, ιατρικώς θεωρουμένην, συμβάλλοντα μέσα* όθεν και είναι ούτος ύπόχρεως να πράττη οίκοθεν πάν ό,τι συντελεί εις αυτήν. Έν évi λόγω επειδή ό ιατρός είναι δ ο τ ή ρ τ η ς υ γ ε ί α ς , πολλάκις δε καί τής ζωής τών αδελφών αύτου, οφείλει να φροντί­

ζη μάλιστα περί τής, όσον ενεστιν, έντελεστέρας εκπληρώσεως του έπιμό­

χθου, καί πολλάκις κατά δυστυχίαν παραβλεπομένου, ίεροϋ τούτου καθή­

κοντος. Τέταρτον ότι ό ιατρός είναι μόνον ό θεράπων τής φύσεως' άρα δέν ΐατρεύει αυτός τα νοσήματα, αλλά ή φύσις. Έκ του αξιώματος τούτου ορμώ­

μενος ό συγγραφεύς, συνέταξεν ιδίαν πραγματείαν, περί φ υ σ ι α τ ρ \ κ ή ς υπ' αύτοϋ όνομασθεϊσαν, έν ή εκθέτων τάς θαυμάσιας τής φύσεως δυνάμεις, μικράν τίνα περιορίζει τήν εις τήν ϊασιν τών νοσημάτων σύμπραξιν τοΰ ια­

τρού, καί αποδεικνύει προφανέστατα, ότι ευτυχής είναι μόνον, όστις έκτι­

μήσας δεόντως τάς δυνάμεις ταύτας, καί γνωρίσας ακριβώς τα έαυτοΰ καθή­

κοντα, τάς μεν σέβεται μετά θρησκευτικού ζήλου, τα δε μετά καθαρας συνει­

δήσεως έκπληροΐ. Εντεύθεν ό συγγραφεύς ουδέν τών συστημάτων απολύτως καί δεισιδαιμόνως ένηγκαλίσθη ποτέ, άλλ' εκλέγων πανταχού τό καλόν, σεβόμενος δέ κατά τό προσήκον καί τών άλλων τάς θεωρίας, καί ποδηγε­

Page 24: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

502 Κωνστ. Γ. Πουρναροπούλου

τούμενος πάντοτε ύπο της φύσεως, έξέθηκεν εν τώ συγγράμματι τούτφ σα­

φώς και είλικρινώς, δ,τι ώφέλιμον και συνάδον προς τον ορθόν λόγον και τους αναλλοίωτους της φύσεως νόμους ή αυτός κατά την ιδίαν πολυχρόνιον πεΐραν εύρεν, ή άλλοι εις τα άλλως σαθρά αυτών συστήματα έπρέσβευον, ή, τέλος πάντων, αύτη ή φύσις εις αυτόν, ή εις άλλους άπεκάλυψεν. Πέμπτον δέ και τελευταΐον ότι ή φύσις είναι τοσούτον ποικίλη και φειδωλή Λερί τήν άποκάλυψιν τών εαυτής μυστηρίων ώστε πάντοτε μεν άνακαλύπτομεν, ουδέ­

ποτε δε πρέπει να φανταζώμεθα ότι έφθάσαμεν εις τών ανακαλύψεων τό τέρμα. "Οθεν και ό συγγραφεύς σέβεται μεν πανταχού τάς τών άλλων ανακα­

λύψεις, και βασανίζων αύτάς δια του λόγου, υποδεικνύει τό ώφέλιμον της χρήσεως αυτών άλλα και πάντοτε προς τήν άτέλειαν της ανθρωπίνου φύσεως σκοπών, προτρέπει τους θεράποντας αυτής να έπασχολώνται ένδελεχώς εις εϋρεσιν εϊτε καταλληλότερων και σκοπίμωτέρων ιαματικών μέσων, εϊτε νέων όλως αγνώστων, και έναποτεταμιευμένων όντων εις τα άδυτα της φύσεως, προς δόξαν τών μεταγενεστέρων.

Και ταύτα μέν είναι τα κυριώτερα τοϋ ενδόξου ημών συγγραφέως δό­

γματα, μόνα ικανά και επιτήδεια να όδηγήσωσΐ τον ΐατρόν εις τήν μετά συνειδήσεως έκπλήρωσιν τών εαυτού καθηκόντων. Έπί τοιούτων δέ δο­

γμάτων και αξιωμάτων, ώς επί άκατασείστου κρηπΐδος, στηριζόμενον τό σύγγραμμα τούτο, είναι αναμφιβόλως, και θέλει εΐσθαι πάντοτε σπουδαιό­

τατης μελέτης άξιον, ώς έφάμιλλον να συναριθμήται εις τα συγγράμματα τών ημετέρων προγόνων, οϊτινες πρώτοι τοιαύτα υγιούς νοΰ δόγματα έπρέ­

σβευσαν και πρώτοι αυτά εις τους μεταγενεστέρους παρέδωκαν. Εις ημάς δέ, φίλοι συνάδελφοι και ομότεχνοι, καιρός εφιστάται ήδη αρμόδιος κατά τον λαμπρόντοϋτον αγώνα, τον όποιον έπιζήλως ή πατρίς αγωνίζεται περί ανα­

κτήσεως πάσης σοφίας και παιδείας, να έγκύψωμεν έντονώτερον καί εις τών αρχαίων καί εις τών της εσπερίας Ευρώπης νεωτέρων ιατρών τα σοφά πο­

νήματα, εάν όντως άγαπώμεν τήν φιλάνθρωπον ΐατρικήν έπιστήμην, καί θέ­

λωμεν να έπαγγελλώμεθα αυτήν προσηκόντως. Ή πατρίς προσδοκά καί απαιτεί παρ' ημών δικαίως τήν εις τα πάτρια

δώματα άνάκλησιν της ιατρικής, δια να δυνηθή ή επιγενόμενη γενεά ν' ανά­

δειξη αυτήν εις τήν άρχαίαν έστίαν διαλάμπουσαν καί αύθις, ώς τό πάλαι. 'Αλλά προς τούτο πρέπει προ πάντων να σπουδάζωμεν μετά ζήλου καί

επιμελείας τήν έπιστήμην, μηδενός φειδόμενοι κόπου, καί είς τα ενόντα προς τήν μάθησιν βοηθήματα άρκούμενοι· διότι ούτε άλλαχοΰ άπονητί δι­

δάσκεται, ούτε ό πολύς εκείνος Ιπποκράτης είχε πλειότερα βοηθήματα, οτε έδημιούργησε τω όντι τήν έπιστήμην καί οί πλείστοι δέ τών νΰν εν Ευ­

ρώπη θαυμαζομένων δέν κατέστησαν μεγάλοι, από μεγάλων ορμώμενοι. Είς τον 'Ιπποκράτη ή έπί ζώων μόνον ανατομή ήρκεσε να άποθανατίση τα συγ­

γραφέντα ύπ' αύτοϋ, καί μάλιστα τήν σημειωτικήν, κρινομένην ετι καί νΰν

Page 25: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Ό πρώτος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου 'Αθηνών 503

κατά τα πλείστα άλάνθαστον, δια τήν ακριβή παρατήρησιν και περιγραφήν των συμπτωμάτων, και το όπωσοϋν εντελές άπεικόνισμα τών εσωτερικών νοσηρών αλλοιώσεων τών σπλάγχνων. 'Ωσαύτως και του Γαληνού ή επί δύο μόνον ανθρωπίνων νεκρών παρατήρησίς έδωκε τοσούτον κύρος εις τα ανατομικά και φυσιολογικά αυτού συγγράμματα, ώστε και κατά τον δέκατον έκτον εισέτι αιώνα, αν τι μη έσυμφώνει προς τήν περιγραφήν τοΰ Γαληνού, ώς παρεκτροπή της φύσεως ένομίζετο* ό 'Ιάκωβος Σελούϊος έτόλμησε μά­

λιστα να εϊπη, ότι παρεφθάρη ή ανθρωπινή φύσις και δια τούτο αί περιγραφαί τοΰ Γαληνού δέν εφαρμόζονται πλέον εις τον άνθρωπον. Εις πολλά δέ πανε­

πιστήμια τής Ευρώπης, όπου γίνονται αί μέγισται της επιστήμης πρόοδοι, και αί λεπτομερέστατα! τής φύσεως εξακριβώσεις, έτι και νΰν δέν ύπάρχουσι μέσα πλειότερα, όσων δυνάμεθα και ημείς ήδη νά οίκονομήσωμεν ενταύθα.

Πρέπει δ' έπειτα ν ' άποστρεφώμεθα και νά άποφεύγωμεν, ώς τήν πανώλη, τον ζητοΰντα κατά πάντα τρόπον νά έμφιλοχωρήση και εις ημάς βδελυρώ­

τατον άγυρτίσμόν και έμπειρίσμόν. Πρόσφορον δέ προσέτι εις τήν πρόοδον τής τέχνης νομίζω και τήν έπί

μάλλον αΰξησιν τοΰ ζήλου ημών προς τήν διατήρησιν τής 'Ιατρικής Εται­

ρείας, τής οποίας έργον πρώτιστον έστω ή εις τήν πατρίδα επάνοδος τής επιστήμης, και ή δι' επιστημονικών εφημερίδων διάδοσίς τών έπ' άγαθώ τής πασχούσης άνθρωπότητος αδιαλείπτως γινομένων εφευρέσεων και ανακαλύψεων.

Και μή άποδειλιώμεν προς τούτο­ εχομεν άρωγόν πρώτον μέν, το ήμέτε­

ρον έθνος, δεικνυόμενον πάντοτε φιλόμουσον και φιλομαθές, και πάντα δεύτερα τής παιδείας τιθέμενον έπειτα δέ πασαν εν γένει τήν απανταχού τής Ευρώπης ΐατρικήν χορείαν, προθυμουμένη ώς γνωστόν, νά μας συντρέχη παντί σθένει εις τής επιστήμης τήν έπίδοσίν.

Έάν λοιπόν έπαποδυθώμεν είς τό στάδιον τής σπουδής τής ιατρικής καταβάλλοντες αφειδώς τους προσήκοντας κόπους, και διατηροΰντες μέχρι τέλους άκμαίαν τήν προθυμίαν τοΰ νά φθάσωμεν είς τό τέρμα αυτού, τήν έκμάθησιν τής επιστήμης, δια νά δικαιώσωμέν ποτέ τάς προσδοκίας τής πατρίδος ας μή άμφιβάλλωμεν ότι θέλομεν και ημείς άγωνισθή υπέρ τής επιστημονικής εύκλείας αυτής, μεθ' όσης γενναιότητος και φιλοτιμίας ήγω­

νίσθησαν χθες οί πατέρες ημών υπέρ τής πολιτικής αυτονομίας. Περί δέ τής έμής μεταφράσεως νομίζω άναγκαΐον νά εϊπω, ότι πλην τής

μικρός μου προς τοσούτον δυσχερές και έπίμοχθον έργον ικανότητος, έπηύ­

ξησε τήν δυσχέρειαν αυτού ετι μάλλον ή παντελής ελλειψις οριστικών κα­

νόνων και όρων τής γλώσσης και μάλιστα τής επιστημονικής, ώς ευκόλως έπείσθη είς τούτο, όστις επεχείρησε νά μετάφραση είς τήν ήμετέραν γλώσ­

σαν οιονδήποτε έπιστημονικον βιβλίον. Εντεύθεν είς πολλά μέν λάθη υπέ­

πεσα αναντιρρήτως και εγώ, και πρώτος ομολογώ εν γνώσει τάς ελλείψεις

Page 26: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

504 Κωνστ. Γ. Πουρναροπούλου

του ιδίου μου έργου­ αλλ' επικαλούμενος τήν μετ' επιεικείας κρίσιν των σο­

φών συναδέλφων μου και λογίων κηρύττω άπο τούδε τήν εύγνωμοσύνην μου εις τους θέλοντας να μοί άπευθύνωσΐ τάς σοφάς αυτών παρατηρήσεις περί τών είρημένων ελλείψεων.

Των πολλών δε προς τήν άποπεράτωσιν τοΰ έργου και προς τήν, όσον ενεστιν, όλιγωτέραν άτέλειαν αυτού μόχθων ίκανήν άμοιβήν θέλω νομίσει, εάν κριθή και τούτο συμβάλλον κατά τι εις τήν άνέγερσιν τοΰ μεγάλου επιστημονικού οικοδομήματος, επί τοΰ οποίου εις υμάς, ω φίλοι συσπου­

δασταί, απόκειται να επιθέσητε τήν χρυσήν κορωνίδα. Έρρωσθε. "Εγραφον εν Αθήναις τήν 25 Μαρτίου 1846

Ό μεταφραστής».

Το έργον του τούτο ό Γούδας αφιερώνει:

«Τω φιλογενεστάτω καί σοφωτάτω Κυρίω Κυρίφ

Άλεξάνδρφ Στούρτζα Ίδιαιτέρω Συμβούλω της Α. Μ. τοΰ Αύτοκράτορος

πασών τών Ρωσσιών κτλ. κτλ. κτλ.

Τήν Έλληνικήν ταύτην μετάφρασιν τεκμήριο ν

Ευγνωμοσύνης καί Σεβασμού Άνατίθησιν

Ό μεταφραστής».

Ό Hufeland ήτο πενθερός τοΰ Στούρτζα, ώς εξάγεται έκ της συνοδευού­

σης τήν άφιέρωσιν επιστολής τοΰ Γούδα. Κρίσις : Έκ της μετά τον θάνατον τοΰ Γούδα δημοσιευθείσης εις τήν

«Έστίαν» τοΰ 1882 (σελ. 170 κ.έξης) σκιαγραφίας αυτού υπό Ρ. παραλαμβά­

νομεν τα κάτωθι: «"Αν ή "Ηπειρος είναι ή ύπό της Θείας Προνοίας ευλογημένη χώρα,

ή παράγουσα εξόχως φιλοπάτριδας άνδρας, τα Γραμμενοχώρια είναι ή κώμη αυτής, εφ' ής άναμφηρίστως μείζων έλαχε κλήρος έκ της θείας ευλογίας. Κώμη προνομιούχος, γεννήσασα τους Ζωσιμάδας, τους Καπλάνας, τον Ά ­

σώπιον καί το 1816 τον Γούδαν. Ό βίος ανθρώπων τινών ύπό τοσούτων πληρούται ατυχιών, ώστε αγνοεί

τις τί πρώτον να θαυμάση, τήν έπιμονήν της τύχης, διαρκώς δεικνυούσης προς αυτούς δυσμένειαν, ή το σθένος τής ψυχής καί τήν δύναμιν τοΰ χαρα­

κτήρος τών θνητών τούτων, παλαιόντων δι'όλου τοΰ βίου προς τήν άκατά­

σχετον καταδρομήν, με χρίστιανίκόν μειδίαμα είς τα χείλη καί κελαινήν

Page 27: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Ό πρώτος διδάκτωρ τοΰ Πανεπιστημίου 'Αθηνών 505

πίκρίαν εις την καρδίαν. Μία των ισχυρών τούτων φύσεων υπήρξε και ό Γούδας, ούδ' εφ' άπαξ τοϋ βίου αύτοΰ ευνοηθείς, έστω και δια παροδικού του βίου μειδιάματος».

Και τώρα ας πλησιάσωμεν τον πίκραμένον βίον τοϋ Γούδα. "Οταν ήτο ακόμη παιδί κατά την πολιορκίαν τοϋ Σουλίου ετάφη ζών

άπό άνατιναχθέντα χώματα υπό πεσόντος εχθρικού όλμου. 'Αργότερα ευρι­

σκόμενος εις Ιωάννινα μόλις έσώθη από πυρκαϊάν της μεγάλης αγοράς της πόλεως. Μαθητής ακόμη πληροφορείται άπό τον πατέρα του ότι λόγφ τής μεγίστης ένδειας των έπρεπε να έργασθή πλησίον ενός ζωέμπορου, εις τον όποιον τον είχεν εκμισθώσει! Ευτυχώς τον εσωσεν ό ανάδοχος του Αγάπιος, 'Ηγούμενος τής Μονής Λ'υκοστάνης, ό όποιος ανέλαβε τα έξοδα τής παι­

δεύσεως αύτοϋ. Μόλις έπε,ράτωσε τάς γυμνασιακός σπουδάς του διορίζεται διδάσκαλος εις τήν Καλαμ,πάκαν εις ήλικίαν 19 ετών. Μετά διετίαν έρχεται είς τάς 'Αθήνας. Ό διδάσκαλος του Γεννάδιος τον προτρέπει να σπουδάση φιλολογίαν ή θεολογίαν. Αυτός όμως έπροτίμησε τήν Ίατρικήν και έτσι εϊς ήλικίαν 21 ετών εγγράφεται είς τήν άντίστοιχον Σχολή ν τοΰ νεότευκτου Πανεπιστημίου 'Αθηνών.

Αί μηνιαϊαι δαπάναι του ανήρχοντο είς 15 δραχμάς, άλλα τό έλλεϊπον ύπερεκάλυπτε το πάθος τής μαθήσεως πού τον διέκρινεν. Ιδού μικρόν δείγμα: Κατά τήν ήμέραν τοΰ Πάσχα πλούσιος θείος του τον έκάλεσεν είς γεΰμα. Έβράδυνε πολύ νά μεταβη και είς καταιγισμόν επιπλήξεων δια τήν βραδύ­

τητα του έψέλισεν ότι έξέχασε τάς υποχρεώσεις του εις τον στόμαχόν του παρά τάς 50 ημέρας νηστείας, διότι, όπως έτόνισε μέ πολλήν άφέλειαν: «Μοϋ έτυχε σπανιώτατον δια τάς Αθήνας εύρημα: Έ ν πτώμα αποκλειστικώς ανή­

κον είς έμέ προς σπουδήν τής 'Ανατομίας. Έπ" αύτοΰ είργαζόμην εως τώρα». Μετά τήν λήψιν τοΰ διδακτορικοΰ διπλώματος προσελήφθη ώς βοηθός

τής Παθολογικής Κλινικής έν τω Νοσοκομείφ 'Αθηνών. Διωρίσθη στρα­

τιωτικός ιατρός, αλλά παρητήθη και διωρίσθη ιατρός εις τό Γαλλικόν Σακ­

χαροποιεΐον Φθιώτιδος. Μετά τήν διάλυσιν αύτοΰ έπέστρεψεν είς 'Αθήνας ολίγον προ τής εκρήξεως επιδημίας χολέρας είς τήν Σκίαθον. Πάντων σχεδόν των είς "Αθήνας τότε ιατρών αρνουμένων νά μεταβοϋν είς τήν χολερόβλητον νήσον, πολλά προφασίζομένων, ό Γούδας εδέχθη τήν είς Σκίαθον άποστολήν και τόσον κατ' αυτήν διεκρίθη, ώστε μετά τήν έπιστροφήν του απεστάλη είς τό Παρίσι προς περαιτέρω σπουδάς.

Μετά τήν έπιστροφήν του άπό εκεί συγγράφει και εκδίδει τάς μεταφρά­

σεις τών συγγραμμάτων των καθηγητών Σχομέλου (1848) και Ούφελάνδου (1854). Βιβλιοδετήσας πολυτελώς τά έργα ταΰτα παρουσιάζεται είς τον Βα­

σιλέα Όθωνα δια νά τοΰ τά προσφέρη. Αυτός τον δέχεται ψυχρότατα: ­ Πόθεν είσθε; τον έρωτα. ­ Έξ 'Ηπείρου!

Page 28: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

506 Κωνστ. Γ. Πουρναροπούλου

Τότε ό Βασιλεύς με προκατάληψιν ϊσως άπό δυσμενείς εισηγήσεις του λέγει:

­ Είναι περίεργον πώς όλοι θέλετε να άποκατασταθήτε εις 'Αθήνας και δεν πηγαίνετε εις τήν πατρίδα σας!

Και ή άκρόασις έληξεν άποτόμως. Ό Γούδας ήσθάνθη πίκραν εως τα μύχια της καρδίας του.

Άπό τότε τον έμίσησε και βαθμιαίως έπείσθη ότι μέ άστοχους επανα­

στατικός υποκινήσεις ό "Οθων έβλαπτε τήν Τεράν Μεγάλην Ίδέαν και άρα κατέληγε να γίνεται προδότης αυτής. Και ώς τέτοιον τον έπολέμησεν. Ό Γούδας έγένετο επαναστάτης. Έκτύπα όχι μόνον τον Όθωνα άλλα και τους φίλους του, όπως τον καθηγητήν Φίλιππον Ιωάννου, κατά του οποίου, τολ­

μήσαντος να όμιλήση μέ άσέβειαν δια τό Μεσολόγγι, έγραψε τα Μοιρολό­

για του Σουλιώτου. 'Αρχίζει νά δημοσιογραφή. Τον Αϋγουστον του 1860 συλλαμβάνεται

δι' άρθρον του γραφέν εις τήν εφημερίδα «Ανεξαρτησία». Δικάζεται και καταδικάζεται είς φυλάκισίν. Εις τήν φυλακήν ήσθένησε και έζήτησε νά τοϋ επιτρέψουν νά νοσηλευθή είς έξοχικήν του οίκίαν ύπό φρούρησίν. Ό "Οθων ήρνήθη μέ πείσμα, άλλα τοϋ εμήνυσε νά κάμη αϊτησιν χάριτος, τήν οποίαν καί ύπέσχετο νά τοϋ παράσχη. "Εστειλεν όμως προς έπίσκεψίν του τους ιατρούς Ρέζερ καί θεοφιλαν, οι όποιοι τοϋ ύπεσχέθησαν αν ζητήση χάριν νά του δοθή ή έδρα της Γενικής Νοσολογίας, ή κενωθεϊσα δια τοϋ θανάτου τοϋ καθηγητού της Ιστορίας της 'Ιατρικής καί Νοσολογίας 'Ανα­

στασίου Γεωργιάδου Λευκίου τοϋ Φιλιππουπολίτου. Είς τό βασίλΐκόν πεί­

σμα ό Σουλιώτης Γούδας αντέταξε τό ίδικόν του πείσμα καί παρά τάς πολ­

λάς υπέρ αύτοϋ αναφοράς κατοίκων Αθηνών καί Πειραιώς έξέτισεν όλό­

κληρον τήν ποινήν του είς τάς φύλακας. Κατά τον χρόνον τοΰτον ήγωνίζετο δημοσιογράφων καί δι' άρθρων καί φυλλαδίων παρηνώχλει τήν Αύλήν. Μετά τήν άποφυλάκισίν του ή οικία του εγινεν έπαναστατικόν κέντρον. Σύντροφοι είς τους άντιοθωνικούς αγώνας τοϋ Γούδα ήσαν ό Δ. Γρίβας καί ό 'Αλέξανδρος Σοΰτζος, ό όποιος ήδη ώμίλει «περί έξώσεως τοϋ κο­

πρωνύμου». Ό Γούδας ώργάνωνε καί κίνημα έπαναστατικόν μέ χωρικούς έκ τών

περί τάς 'Αθήνας χωρίων. Τό κίνημα εξερράγη τήν 3 Μαρτίου 1862, απέτυχε καί διετάχθη ή σύλληψίς του. Βοήθεια τοϋ Προξένου τής Ισπανίας, φίλου του Τάκ, έφυγαδεύθη εις Πειραιά, όπου έπεβιβάσθη τής αγγλικής ναυαρχίδος «"Αρης» κατόπιν συστάσεως τοϋ "Αγγλου πρεσβευτοϋ Ούάις. 'Εφοδιασθείς διά διαβατηρίου άγγλικοΰ έγένετο δεκτός είς τό γαλλικόν πλοΐον «Orondi», δι' ού άπήλθεν εις Σμύρνην. "Οταν τό πλοΐον εφθασεν είς Σϋρον, ό είσαγγε­

λεύς έζήτησε νά τοϋ παραδοθή ό Γούδας, άλλ' ό Γάλλος πλοίαρχος Fouchard ήρνήθη, επιδεικνύων τό άγγλικόν διαβατήριον τοϋ Γούδα. Ή γενναία αυτή

Page 29: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Ό πρώτος διδάκτωρ τοΰ Πανεπιστημίου 'Αθηνών 507

στάσις τοΰ Γάλλου πλοιάρχου ένεθουσίασε τους Συρίους, οί οποίοι τάχιστα έγέμισαν το κατάστρωμα τοΰ «Orondi» με άνθοδέσμας.

Εις την Σμύρνην ό Γούδας εγινεν ενθουσιωδώς δεκτός, του έδώρησαν δέ συμβολικώς εις άνάμνησιν πολύτιμον ξίφος. Γρήγορα έφθασαν εκεί και οί προγεγραμμένοι της Επαναστάσεως τοΰ Ναυπλίου. Έκ μέρους όλων ό Γούδας έγραψε και έδημοσίευσεν: 'Υπόμνημα τών εξόριστων.

Έκ Σμύρνης ό Γούδας έταξίδευσεν εις Εύρώπην και έβολιδοσκόπει περί των διαθέσεων των Ήγεμονοπαίδων δια την αποδοχήν τοΰ ελληνικού θρόνου, πού δέν εΐχεν ακόμη κενωθή.

Εύρίσκέτο ακόμη είς τό Λονδΐνον, όταν την 10 'Οκτωβρίου 1862 έγέ­

νετο ή μεταβολή, με εξωσιν του Όθωνος. Ό στρατηγός Καλλέργης, πρε­

σβευτής τότε είς τό Παρίσι, τον καλεί και μόλις συναντώνται του λέγει: — Προσπαθήσετε νάδιατηρηθη ή τάξις είς τήν Ελλάδα δια νά δυνη­

θώμεν νά έπιτύχωμεν τήν άπελευθέρωσιν τών δούλων αδελφών μας, αν οί ισχυροί της γης θελήσουν νά μας επιβάλουν καί πάλιν τήν πολυδάπανον βασιλείαν είς τόσον μικρόν κράτος.

Μόλις έπέστρεψεν ό Γούδας είς Αθήνας, πολυάριθμοι φοιτηταί έσπευ­

σαν είς τήν οίκίαν του καί τοΰ έζήτουν νά είσέλθη επαναστατικά) δικαιώματι είς τό Πανεπίστήμιον ώς καθηγητής της Παθολογίας. Άλλ ' αυτός δέν κατεδέχθη τοΰτο.

Θα κλείσωμεν τήν μικράν ταύτην άνασκόπησιν περί τοΰ φλογεροΰ τού­

του έπαναστάτου καί αρίστου ίατροΰ, δια τών κάτωθι κρίσεων συγχρόνου του:

«Έζησε, προς ενα σκοπόν μέχρι τέλους τοΰ βίου του άφιερών τάς συμ­

βουλάς καί ενεργείας του, ενα πόθον τρέφων έν τη καρδία καί μίαν ελπίδα βαυκαλίζων έν τή διάνοια του: νά ΐδη τήν 'Ελλάδα μεγάλην καί ελευθέραν πάσαν. Καί όταν μέχρις εκπνοής ώμίλει περί τοΰ προσφιλούς αύτω ονείρου, εις τον σπινθηρίζοντα όφθαλμόν του διεχύνετο παράδοξος λάμψις. 'Αλλ' απέθανε πριν οί πόθοι αύτοΰ πληρωθώσΐ, συμπαρασύρας τό παράπονόν του είς τον τάφον του. 'Απέθανε σχεδόν λησμονημένος ό φιλόπατρις Άνήρ, περί ου δύναται τις νά εΐπη, ότι όνειρευθείς νέαν εθνική ν εποχή ν μεγάλου ργόν, καί ποθών νά ϊδη ταύτην τελείως πραγματουμένην, ήνάλωσε τον βίον άφο­

σιούμενος καί προτρέπων είς έργα μεγάλα». Αυτός ήτο ό πρώτος διδάκτωρ τοΰ «Όθωνείου Πανεπιστημίου».

Page 30: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

THE FIRST DOCTOR OF MEDICINE OF ATHENS UNIVERSITY

By: Constantine G. Pournaropoulos, M.D. Ass. Professor School of Medicine Athens University

S u m m a r y

The first M.D. of Athens University— which was established in 1837 ­

is proclaimed in 1843. He is Anastasios N. Goudas, doctor, who was born in the village of Grammenon, Yannena, in 1816 and died in Athens in 1883. He was one of the first students of the Medical School of Athens University in which he enrolled in 1837 directly subsequent to the establishment of the Uni­

versity. Details are given concerning the operation of the Medical School during

the first years of its function. The life, studies and work of Anastasios Goudas are also included. Special reference is made to his revolutionary struggle against King

Othon and his struggle towards the latter's fall.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ά ν δ ρ ι α ν ά κ ο ς Τ ρ ύ φ ω ν , Ή Μαιευτική καί Γυναικολογία έν Ελλάδι, τόμος Α' 1925, Β' 1926.

Γ ε ω ρ γ ι ά δ η ς ­ Φ ι λ ι π π ο υ π ο λ ί τ η ς ' Α ν α σ τ ά σ ι ο ς , Άντιπανάκεια, ήτοι περί των αιτίων, α τάς νόσους δυσιάτους, μή τοιαύτας καθ' έαυτάς οΰσας ώς έπί το πολύ απεργάζονται, Έν Βιέννη αωι' [1810].

Γ ε ω ρ γ ι ά δ η ς­Λ ε υ κ ί α ς­Φ ι λ ι π π ο υ π ο λ ί τ η ς ' Α ν α σ τ ά σ ι ο ς , Πυρετού πεμφιγώδους ή Λοιμού 'Αφορισμοί, Έν Λευτεκία των Παρισίων, ΑΩΛΒ' [1832].

Γ ο ύ δ α ς ' Α ν α σ τ ά σ ι ο ς , Μετάφρασις της Γενικής Παθολογίας τοΰ Σχομέλου, 'Αθήναι 1848.

Γ ο ύ δ α ς ' Α ν α σ τ ά σ ι ο ς , Μετάφρασις τής Πρακτικής Παθολογίας τοΰ Καθηγη­

τού Ούφελάνδου, 'Αθήναι 1854. Γ ο ύ δ να ς ' Α ν α σ τ ά σ ι ο ς , Παράλληλοι Βίοι των 'Ανδρών τοΰ 'Αγώνος, τόμοι Α'­Η',

'Αθήναι 1869­1876. Π ο υ ρ ν α ρ ό π ο υ λ ο ς Γ., Ό πρώτος διδάκτωρ («Καθημερινή» 24­1­1967). Π ο υ ρ ν α ρ ό π ο υ λ ο ς Κ., 'Από τήν ίστορίαν τής 'Ιατρικής Δεοντολογίας. Ό νεοϊππο­

κρατισμός τοΰ Ούφελάνδου (1762­1836), «Παρνασσός» ΚΔ' (1982) σ. 344­361. Χ ρ ή σ τ ο υ Π., Περί 'Ανωτάτης Εκπαιδεύσεως («Καθημερινή» 17­11­1966). P., Βιογραφία Γούδα, «Εστία», 1882.

Page 31: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Γ. Γ. ΑΛΙΣΑΝΔΡΑΤΟΥ

οι «ΘΕΡΜΟΠΎΛΕς» ΤΟΥ ΚΑΒΆΦΗ

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ

1. Το ποίημα. 2. Γλωσσικά. 3. Ποίημα τον χρέους. 4. 'Αντιστοιχίες : αρχαίοι, Σολωμός. 5. Παραλλαγές στο ϊδιο θέμα. 6. Ή ερμηνεία τον Στρατή Τσίρκα. 7. Μια εύλογη απορία. 8. Το ποίημα στα σχολεία.

1. Το ποίημα.

Πολλοί ερμηνευτές έχουν ασχοληθεί ώς τώρα με τις συμβολικές «Θερ­

μοπύλες» του Καβάφη κι έχουν διατυπώσει πολύ χρήσιμες κρίσεις και από­

ψεις για το νόημα του κορυφαίου αύτοϋ έργου του 'Αλεξανδρινού ποιητή1. Εντούτοις θα επιτραπεί και στον υποφαινόμενο να εκθέσει μερικές άλλες κρίσεις και απόψεις, πού ίσως δέ διατυπώθηκαν — τουλάχιστο μέ τον ϊδιο τρόπο — άπό τους μέχρι σήμερα σχολιαστές του έργου.

1. 'Αναφέρω τους περισσότερους μέ χρονολογική σειρά: Γ ρ η γ ό ρ ι ο ς Ξ ε ν ό ­

π ο υ λ ο ς , Ένας ποιητής, περ. «Παναθήναια», έτος Δ', 30 Νοεμβρίου 1903, σ. 99 (ανα­

δημοσιεύεται στή «Νέα Εστία», τόμ. 14, 1933, σ. 751). Γ ι ώ ρ γ ο ς Σ ε φ έ ρ η ς , 'Ακόμη λίγα για τον 'Αλεξανδρινό, στο βιβλίο του «Δοκιμές», 31974, "Ικαρος, [Αθήνα], πρώτος τόμος (1936­1947), σ. 387­388 (πρώτη δημοσίευση 'Αλεξάνδρεια 1944). Ε. Π. Π α π α ­

ν ο ύ τ σ ο ς , Ό διδακτικός Καβάφης, στο βιβλίο του «Παλαμάς, Καβάφης, Σικελιανός», 31971, "Ικαρος, [Αθήνα], σ. 172­188 και ιδιαίτερα στις σ. 173­178 (πρώτη δημοσίευση περ. «'Αγγλοελληνική 'Επιθεώρηση», Όκτώβρ. 1947, Δεκέμ. 1947, Φεβρ. 1948). C. Μ. B o w r a , Ό Κωνσταντίνος Καβάφης και τό Ελληνικό παρελθόν [μετάφραση άπό το βιβλίο του «The Creative Experiment», London 1949, σ. 29­60], περ. «'Αγγλοελληνική 'Επιθεώρηση», τόμ. 4 (1949­1950), αριθ. 7, Νοέμβρ. ­ Δεκέμβρ. 1949, σ. 227. Ζ ω ή Κα­

ρ έ λ λ η , Σχόλιο πάνω στις «Θερμοπύλες» τοΰ Καβάφη, περ. «Ό Αιώνας μας», αριθ. 7, 'Ιούλιος 1950, σ. 197­201. Γ ι ά ν ν η ς Μ ι χ α λ έ τ ο ς , Ή ποίηση τοΰ Καβάφη. Αισθη­

τική Θεώρηση, 'Αθήναι 1952, σ. 56­58. Γ ι ά ν ν η ς Δ ά λ λ α ς , Ό Καβάφης και ή «πόλις των ιδεών» του. Παρεκβολή στις «Θερμοπύλες», στο βιβλίο του «Καβάφης

Page 32: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

510 Γ. Γ. Άλισανδράτου

Οί «Θερμοπύλες» γράφτηκαν τον ' Ιανουάριο του 19012 και δημοσιεύ­

τηκαν το 19033. "Ας δοϋμε όμως πρώτα τί λέει το ποίημα.

Θερμοπύλες

Τιμή σ1' εκείνους δπου στην ζωή των ώριααν καί φυλάγουν Θερμοπύλες. Ποτέ από το χρέος μή κινοϋντες' δίκαιοι κ ϊσιοι σ' δλες των τες πράξεις,

5 άλλα με λύπη κιόλας κ ευσπλαχνία' γενναίοι οσάκις είναι πλούσιοι, κι δταν είναι πτωχοί, πάΧ εις μικρόν γενναίοι, πάλι συντρέχοντες δσο μπορούνε' πάντοτε τήν αλήθεια ομιλούντες,

10 πλην χωρίς μίσος για τους 'ψευδόμενους.

καί 'Ιστορία. Αισθητικές λειτουργίες», Έρμης, 'Αθήνα 1974, σ. 28­45 (πρώτη δημοσίευση περ. «Νέα Εστία», τόμ. 57, 1955, τεΰχος 15 Μαΐου, σ. 646­652). Γ. Θ έ μ ε λ η ς, Ή ποίη­

ση τοϋ Καβάφη. Διαστάσεις καί όρια. Δοκιμή για μια βαθύτερη ερμηνεία, Κωνσταν­

τινίδης, [Θεσσαλονίκη 1970], σ. 15­50 passim (πρώτη δημοσίευση περ. «Νέα Πο­

ρεία» Θεσσαλονίκης, τεϋχος 3­6, Μάιος­Αύγουστος 1955). Σ τ ρ α τ ή ς Τ σ ί ρ κ α ς , Ό Καβάφης καί ή εποχή του, Κέδρος, [Αθήνα], 41978, σε όλο το μέρος «Θερμοπύλες τοϋ παροικιακοΰ αστισμού», σ. 367­436 καί ιδίως σ. 403­423 (πρώτη έκδοση, Κέδρος, 1958). Μ α ν ώ λ η ς Γ ι α λ ο υ ρ ά κ η ς , Ό Καβάφης τοϋ κεφαλαίου Τ. Συνομιλίες με τον Τίμο Μαλάνο, Αλεξάνδρεια 1959, σ. 147­156 (= Ό ί δ ι ο ς , Καβάφης. 'Από τον Πρίαπο στον Κάρλ Μαρξ, Όλκός, 'Αθήνα 1975, σ. 118­125). Γ. Θ έ μ ε λ η ς, "Οριο επαφής Σο­

λωμοϋ­Καβάφη, στο βιβλίο «Δώδεκα διαλέξεις» τοϋ Έθνικοϋ Θεάτρου, Σειρά Α', [Αθήνα] 1961, σ. 187­210 passim. Γ. Θ έ μ ε λ η ς, Ή διδασκαλία των Νέων Ελληνικών. Το πρό­

βλημα τής ερμηνείας. Δεύτερος τόμος, Κωνσταντινίδης, Θεσσαλονίκη 1969, σ. 226­231 καί passim στις σ. 231­260. Ά ν τ. Φ λ. Κ α τ σ ο υ ρ ό ς, Οί «Θερμοπύλες» τοϋ Κα­

βάφη, «Φιλολογική Πρωτοχρονιά» τοϋ 1971, 'Αθήνα, σ. 51­53. Ξ. Α. Κ ο κ ό λ η ς, Φορμαλισμός, διδακτική τής λογοτεχνίας καί οί «Θερμοπύλες» τοϋ Καβάφη, περ. «Φιλό­

λογος» Θεσσαλονίκης, τεϋχος 11­12, Όκτώβρ. 1977, σ. 197­209. 2. Αυτό κατά τό χρονολογικό πίνακα τοϋ ίδιου τοϋ Καβάφη· βλ. Κ. Π. Κ α β ά φ η ,

'Ανέκδοτα Ποιήματα (1882­1923). Φιλολογική επιμέλεια Γ. Π. Σ α β β ί δ η , "Ικαρος, Αθήνα 1968, σ. ια'­ιβ' καί 128. Ό Σ τ ρ α τ ή ς Τ σ ί ρ κ α ς , ο. π., σ. 405, τό υπολογίζει αλλιώς: «γράφτηκε επομένως δχι πριν άπό τις 23 Αυγούστου 1901 ούτε μετά τις 3 Αυ­

γούστου 1903, άφοϋ πηγαίνοντας τή δεύτερη φορά στην "Αθήνα, τό είχε μαζύ του». Πρβλ. αυτόθι σ. 7.

3. Βλ. Κ. Π. Κ α β ά φ η , Ποιήματα, Α' (1896­1918). Φιλολογική επιμέλεια Γ. Π. Σ α β β ί δ η , στ' φωτολιθογραφική ανατύπωση, "Ικαρος, ['Αθήνα 1970], σ. 129. Επίσης Κ. Π. Κ α β ά φ η , 'Ανέκδοτα Ποιήματα (1882­1923), Φιλολογική επιμέλεια Γ. Π. Σα β­

β ί δ η , ό. π., σ. 128.

Page 33: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οί «Θερμοπύλες» τοΰ Καβάφη 511

Και περισσότερη τιμή τους πρέπει όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν) πώς ο 'Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος,

14 κ' οί Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε4'.

2. Γλωσσικά.

'Αρχίζω με κάποιες γλωσσικές παρατηρήσεις, πού τις θεωρώ απαραί­

τητες για τήν ερμηνεία του ποιήματος. "Αλλωστε υπενθυμίζω ότι και ό ίδιος ô Καβάφης έχει κάμει, το 1918, πολλές παρόμοιες παρατηρήσεις στη μεγάλη κριτική του για το βιβλίο του Hubert Pernot «Grammaire du Grec Moderne», Paris 19175.

Στον πρώτο στίχο το δπου είναι αναφορική αντωνυμία και σημαίνει «οί όποιοι» (δχου = οπού = πού).

Στον ϊοιο στίχο ή εκφορά στην ζωή των αντί στή ζωή τους ή έστω στή ζωή των εντάσσεται στην καβαφική λογιοσύνη ή γενικότερα στην «καβα­

φική» γλώσσα, πού δέ διακρίνεται για φυσικότητα και ομαλότητα. Τήν ϊδια λογιοσύνη συναντούμε και παρακάτω μέ τις λέξεις κινοϋντες, οσάκις, πτω­

χοί, εις μικρόν, συντρέχοντες, ομιλούντες, πλην, ψευδόμενους. Ό δεύ­ερος στίχος θα ήταν ομαλότερος, αν αντί τοΰ και είχε νά: ώρισαν

να φυλάγουν Θερμοπύλες. Μέ τήν παρεμβολή του και, λένε συνήθως οί ερ­

μηνευτές, γίνεται αναδίπλωση τοΰ νοήματος ώς επιβεβαίωση της πράξης: όρισαν νά ρυλάγουν και πράγματι φυλάγουν «Θερμοπύλες»· όχι μόνο πήραν τήν απόφαση αυτή, άλλα και πραγματοποιοΰν τήν απόφαση τους. Προσω­

πικά όχι μονό δέ θα μοΰ γεννοΰσε αμφιβολίες τό νά φυλάγουν, άλλα, καθώς είπα, τό θεορώ και λογικά ομαλότερο άπό τό επιβεβαιωτικό τάχα και φυλά­

γουν: άφοΰ πρόκειται νά αποδοθεί τιμή, ασφαλώς αποδίδεται σέ κείνους πού τό αξίζουν, πού όρισαν νά φυλάγουν και φυλάγουν «Θερμοπύλες», όχι σέ κείνους πο) δειλιάζουν και λιποτακτούν ή αδιαφορούν ή οπωσδήποτε δέν πραγματοποιοΰν τήν απόφαση τους. Στην αρνητική αυτή περίπτωση μπορεί νά τους καιαλαβαίνουμε, νά τους ερμηνεύουμε, ακόμη και νά τους συγχω­

ρούμε, όχι 3μως και νά τους τιμούμε! Δέ θα μπορούσε νά γίνει καμιά παρε­

ξήγηση, ά\ ό ποιητής έγραφε ομαλότερα τό νά. Άφοΰ τους τιμοΰμε, σημαί­

νει πώς φυλάγουν «Θερμοπύλες»!

4. Το κε.μενο δίνεται μέ τήν ορθογραφία τοΰ Καβάφη· βλ. Κ. Π. Κ α β ά φ η , Ποιή­

ματα, A' (1895­1918). Φιλολογική επιμέλεια Γ. Π. Σ α β β ί δ η, ο. π., σ. 103. 5. Ή κρ.τική αυτή δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά άπό το Γ. Α. Π α π ο υ τ σ ά κ η,

Καβάφη Πεζϊ, Φέξης, 'Αθήνα 1963, σ. 195­234.

Page 34: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

512 Γ. Γ. Άλισανδράτου

Στον επόμενο στίχο πρέπει οπωσδήποτε να ερμηνεύσουμε το μη κινοϋν­

τες, άφοΰ εδώ — και μόνο εδώ — έχει μια ειδική σημασία, σημαίνει δηλ. κάτι άλλο από τήν κοινή του έννοια: μήν ξεφεύγοντας και όχι μήν ξεκινών­

τας. Τό αμετάβατο κινώ μόνο στο λαϊκότερο τύπο του κουνώ σημαίνει αλ­

λάζω θέση, μετακινούμαι: «δεν κούνησε απ' τή θέση του»· ό λόγιος τύπος μή κινονντες πού χρησιμοποιεί ό Καβάφης, κανονικά δεν έχει αυτήν τή σημασία. Τό αμετάβατο κινώ ή καλύτερα κινάω κανονικά σημαίνει κινούμαι, ξεκινάω, φεύγω άπό ενα μέρος, για να πάω σε άλλο­ «κίνησε ή Γερακίνα για νερό»; πού λέει και τό τραγούδι· «χθες... έκίνησεν ό Δημήτριος Σκυλίτζης προς εσάς», γράφει τό 1805 ό Κοραής6, ή, μεταφορικά, ξεκινάω, εχω κίνητρο, παίρνω αφορμή aitò κάτι: «κινάει άπό τήν προϋπόθεση ότι» κτλ. Ό Καβάφης όμως εδώ τό χρησιμοποιεί με τήν έννοια του μετακινούμαι, ξεφεύγω, και όχι με τήν έννοια του ξεκινάω ή εχω κίνητρο­ γιατί αν φαντασθούμε κάτι τέτοιο, ανατρέπεται όλο τό νόημα του ποιήματος: πώς μπορεί να αποδίδουμε τιμή σέ ανθρώπους πού όρισαν να φυλάγουν «Θερμοπύλες» χωρίς να ξεκινούν (ή να κινούνται) άπό τήν αίσθηση τοΰ χρέους! Ό στίχος αυτός, πού κλείνει και τό πρώτο μέρος τοϋ ποιήματος (βλ. παρακάτω), μας δίνει τον κυριολε­

κτικό τίτλο τοϋ έργου, πού είναι «Τό χρέος», — ενώ τό «Θερμοπύλες» είναι ό συμβολικός του τίτλος — και επομένως μας επιβάλλει να ερμηνεύσουμε τό μη κινονντες ώς μήν ξεφεύγοντας (μή μετακινούμενοι, θα λέγαμε σέ λο­

γιότερη έκφραση). Πώς συμβαίνει ώστε τό μή κινοϋντες νά αποκτά εδώ μία τέτοια σημασία, αυτό ασφαλώς οφείλεται στις γλωσσικές ιδιορρυθμίες τοϋ Καβάφη, για τις όποιες ό Σεφέρης θα χρησιμοποιήσει τον πολύ εύγλωττο χαρακτηρισμό «γλωσσικές αβεβαιότητες»7 και άλλους ακόμη πιο αρνητι­

κούς8.

6. Βλ. ' Α δ α μ ά ν τ ι ο ς Κ ο ρ α ή ς , 'Αλληλογραφία, έκδοση «Όμίλου Μελέτης τοΰ Ελληνικού Διαφωτισμού», τόμος δεύτερος, 1799­1809, 'Αθήνα 1966, σ. 296.

7. Βλ. Γ ι ώ ρ γ ο υ Σ ε φ έ ρ η , Δοκιμές, δ. π., σ. 396: «Γλωσσικές αβεβαιότητες [για τήν '"Απιστία"]: "Μακρυνή ζωή" σημαίνει απόμακρη, όχι ζωή πού βαστά πολλά χρό­

νια' "ξεπετούσε στο χώμα τα βραχιόλια της"· δέ μου φαίνεται πώς μπορούμε να ποΰμε "ξεπέταξε στο τραπέζι τό καπέλο του"».

8. Πολλές είναι οί αρνητικές παρατηρήσεις τοϋ Σεφέρη για τή γλώσσα τοϋ Καβάφη· αναφέρω μόνο μιά: «γράφει μια δημοτική τοϋ έαυτοϋ του, ιδιαίτερη, ακατάστατη, εξω άπό κάθε κανόνα, αναρχική, φτιαγμένη άπό τα στοιχεία πού μπόρεσε να κρατήσει άπό τήν κληρονομιά του και τό παροικιακό περιβάλλον του. Στο γράμμα τοΰ φίλου μου τοϋ Νάνη Παναγιωτόπουλου [...] διαβάζω: " Ή φράση του είναι παρμένη άπό τήν κοινή κουβέντα λαϊκών ή μικροαστών (όπως μου έλεγε) τοΰ καφενέ ή τοΰ χρηματιστηρίου, πού συλλαμβά­

νει ώς ωτακουστής πάνω στή "βράση" της, σέ στιγμές δυναμικές, πού σπάζουν τους γραμ­

ματικούς και συντακτικούς δεσμούς και πλάθουν αναρχικά τή γλώσσα"». Βλ. Γ ι ώ ρ γ ο υ Σ ε φ έ ρ η , Δοκιμές, ο. π., σ. 431­432. («"Εμποροι καί χρηματιστές ήταν ό κόσμος τοϋ

Page 35: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οί «Θερμοπύλες» τοΰ Καβάφη 513

Ό στίχος αυτός σε συνδυασμό με τους δύο πρώτους στίχους αποτελεί ενα είδος «σχήμα εκ παραλλήλου», γιατί και οί τρεις μαζί εκφράζουν το ίδιο νόημα με τρόπο θετικό και αρνητικό: όρισαν να φυλάγουν (και πράγματι φυλάγουν) «Θερμοπύλες» και δεν ξεφεύγουν ποτέ από τό χρέος τους αυτό. Όπωσδήποτε όμως ο στίχος αυτός μας ενώνει κατευθείαν μέ τό τρίτο μέρος τοϋ ποιήματος, μετά τήν παρεμβολή των στίχων του δεύτερου μέρους (4­10) (βλ. παρακάτω).

Τό γενναίοι τοϋ έκτου και τοϋ έβδομου στίχου έχει ερμηνευθεί, πολύ σωστά, γενναιόδωροι, μέ τήν κυριολεκτική και τή μεταφορική του σημασία. 'Ανάλογα πρέπει να ερμηνευθούν τό πλούσιοι και πτωχοί των ίδιων στίχων. Οί φύλακες των «Θερμοπυλών» μπορεί να είναι κυριολεκτικά πλούσιοι ή φτωχοί, να έχουν δηλ. πολλά ή λίγα χρήματα, και νά βοηθοΰν μέ τα χρήμα­

τα τους αυτά στή φύλαξη πού ανέλαβαν, άλλα μπορεί νά εϊναι και μεταφο­

ρικά τέτοιοι — και αυτό προπάντων είναι· μπορεί δηλ. νά έχουν μεγαλύτερη ή μικρότερη δύναμη ψυχής, μεγαλύτερη ή μικρότερη ηθική αντοχή, και νά βοηθοΰν μέ όλη τους τή δύναμη στην πρώτη περίπτωση ή νά «συντρέχουν» μόνο «όσο μποροΰνε» στή δεύτερη.

Μένει ακόμη μια γλωσσική παρατήρηση, πού είναι, νομίζω, ή σπου­

δαιότερη άπ' όλες: πρόκειται για τή σημασία τοΰ επί τέλους στον τελευταίο

Καβάφη», γράφει ό Σεφέρης, αυτόθι, σ. 437). Βλ. επίσης αύΐόθι, σ. 380, 403, 412, 430, 432 κ.ά. Ό Ε. Π. Π α π α ν ο ϋ τ σ ο ς, ο. π., σ. 124, αναγνωρίζει το «απίθανο γλωσσικό κράμα» τοΰ Καβάφη, άλλα μιλάει για τή «γοητευτική νοθεία της γλώσσας» άπο τον ποιη­

τή: «'Υπάρχει παντοΰ μέ άκρα, φανατική συνέπεια ένας εξεζητημένα άμουσος και άδια­

κόσμητος στίχος πού μόνο εάν προσέξεις βρίσκεις τους μετρικούς αρμούς του και πού κατορθώνει νά σώζει τον ποιητικό χαρακτήρα του σχεδόν τυχαία — θα νόμιζε κανείς — μέ κάποια σπάνια και εξαιρετικά ώραΐα και πρωτότυπα λεκτικά ευρήματα, πιο συχνά στην καθαρεύουσα (ή και στην αρχαΐζουσα) παρά στή δημοτική. Πραγματικά, πουθενά άλλου δεν είναι τόσο γοητευτική ή νοθεία της γλώσσας, αυτό τό απίθανο γλωσσικό κράμα, όσο στον Καβάφη» κτλ. Ό Γ ι ά ν ν η ς Δ. ά λ λ α ς, ό. π., σ. 44, χαρακτηρίζει ώς έξης τή γλώσσα τοϋ Καβάφη: «...μίά σοφή σύνιθεση άπ' αρχαία στοιχεία, βυζαντινά σιγίλια και διαλεκτικούς τύπους τοΰ καιροΰ του (φρασεολογία πότε εκκλησίας τοΰ δήμου μαζί μέ μα­

στρωπίες τοΰ 'Αριστοφάνη και τοΰ 'Ηρώνδα, πότε οικουμενικών συνόδων μέ λιβελλογρα­

φήματα πτωχοπροδρομικά, πότε, τέλος, κοινοβουλίου των ημερών μας δίπλα σέ συμπερι­

φορά χαμαιτυπείων τοΰ σύγχρονου κολασμοΰ)» κτλ. Περισσότερα για τή γλώσσα τοΰ Καβάφη βλ. Τ ί μ ο υ Μ α λ ά ν ο υ, Ό ποιητής Κ. Π. Καβάφης. Ό άνθρωπος και τό έργο του. Έκδοση συμπληρωμένη και οριστική κτλ., Δίφρος, 'Αθήνα 1957, σ. 167­178 (ή πρώτη έκδοση τό 1933). Ι. Μ. Π α ν α γ ι ω τ ό π ο υ λ ο υ , Τα Πρόσωπα και τα Κεί­

μενα. Δ'. Κ. Π. Καβάφης,'Αετός,'Αθήνα 1946, σ. 163­169. Μ ι χ ά λ η Π ε ρ ί δ η , Ό βίος και τό έργο τοΰ Κωνστ(αντίνου) Καβάφη, "Ικαρος, ['Αθήνα 1948], σ. 236­249. Κ λ. Β. Π α ρ ά σ χ ο υ, Ή ηθική και ή τέχνη τοΰ Καβάφη, στο βιβλίο του «"Έλληνες Λυρι­

κοί», 'Αθήναι 1953, σ. 107­111.

33

Page 36: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

514 Γ. Γ. Άλχσανδράτου

στίχο του ποιήματος. Νομίζω ότι εδώ το επί τέλους είναι χρονικό, συνώνυμο μέ το προηγούμενο στο τέλος, και εκφράζει μια μοιραία στιγμή μετά τήν εμ­

φάνιση του «Εφιάλτη». Παρά τήν ηρωική αντίσταση τών υπερασπιστών — ώρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες —, προς το τέλος της γενναίας τους προσπάθειας θα φανεί κάποτε ό «Εφιάλτης» και μετά το γεγονός αυτό, ό,τι και να κάμουν αυτοί, σε κάποια μοιραία στιγμή οί «Μήδοι» θα κατορθώ­

σουν να περάσουν. Αυτό θα είναι το τραγικό τέλος της διαδικασίας τών «Θερμοπυλών».

"Ωστε τό επί τέλους, όπως εϊναι διαρθρωμένο στο στίχο αυτόν του Κα­

βάφη, δεν εκφράζει αδημονία οΰτε πολύ περισσότερο ανακούφιση, όπως υποστηρίζουν μερικοί ερμηνευτές, άλλα τήν κατάληξη της λογικής αλληλου­

χίας τών πραγμάτων, τό μοιραίο τέλος του δράματος τών «Θερμοπυλών», όπως τό ξέρουμε άπό τήν ιστορία καί όπως τό προεκτείνει στή ζωή ό ποιη­

τής. Στην περίπτωση πού οί φύλακες τών «Θερμοπυλών» προβλέπουν τήν όποια προδοσία καί τό μοιραίο αυτό τέλος, άλλα δεν αρνούνται να εκτελέ­

σουν τό καθήκον τους ως τήν υπέρτατη θυσία, ό ποιητής — καί όλος ό κόσμος, τό πρέπει — τους απονέμει περισσότερη τιμή άπ' όση αν δεν τό πρόβλεπαν.

Ό κριτικός Γιάννης Δάλλας, στή μακρά ανάλυση πού κάνει τών «Θερ­

μοπυλών», υποστηρίζει ότι τό επί τέλους αυτό του Καβάφη εκφράζει «επί­

κληση για τή γρηγορότερη δυνατή λύτρωση» : «τό επί τέλους εκεϊ είναι ό τελευταίος σφαδασμός του σαρκίου, μια επίκληση για τή γρηγορότερη δυ­

νατή λύτρωση, μια εύλογη φωνή άπαυδημοϋ άπ' τήν πολλή, πικρή έγκαρ­

τέρηση καί προσδοχή ενός κάποιου τελευταίου, μαζί καί κορυφαίου ακρίτα όλου του παρελθόντος, όλου του πολιτισμού, μεσαιωνικού καί αρχαίου»9. Παρακάτω προσθέτει καί άλλες αποχρώσεις σ' αυτό τό επί τέλους: «Τό επί τέλους όμως έχει καί τήν εμπρόσθια του όψη, κι αυτή ακριβώς μας ρίχνει στον 19ον αι., στή σχετικοκρατία καί τήν απιστία του. Θυμούμαστε ασυναί­

σθητα καί σχεδόν συνειρμικά τους γυριστούς, εριστικούς καρπούς τών χεριών καί τις άνασηκωτές πλάτες άπ' τους αστούς τον Καλαι του Ροντέν κι αμέσως κατόπι τους καβαφικούς συγκλητικούς να εύχονται τώρα τή διά­

βαση τών Μήδων σά "μιά κάποια λύση"»10. Καί ακόμη παρακάτω: « Ό Καβάφης, πού προβλέπει άπό τώρα τό τέλος, σχεδόν τό βιάζει νά έρθει· καί τό "επί τέλους", όχι πια έγκαρτερικά άλλα σχετλιαστικά προς τα σύγ­

χρονα, καθώς προφέρεται μάλιστα εσκεμμένα καί ψύχραιμα άπ' τό στόμα ενός εν ενεργεία θιασώτη κι απολογητή τους, φαίνεται νά μοιάζει μέ πράξη

9. Βλ. Γ ι ά ν ν η Δ ά λ λ α, ο. π., σ. 42. 10. Βλ. Γ ι ά ν ν η Δ ά λ λ α, ό. π., σ. 42.

Page 37: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οί «Θερμοπύλες» τοϋ Καβάφη 515

προδοσίας — κατ' ούσίαν όμως παίρνει τή μορφή μιας ομιλούμενης, σχεδόν αγοραίας τραγικής ειρωνείας» κτλ.11

Μετά τήν ερμηνεία αυτή τοϋ Δάλλα ό Ξ. Α. Κοκόλης γράφει ότι το επί τέλους αυτό «έχει μια λειτουργία συναισθηματική (όπως και τις υπόλοιπες τέσσερις φορές πού το χρησιμοποίησε ό Καβάφης στο κύριο έργο του: "Αριστόβουλος", στ. 21· " Ό Δημάρατος", στ. 8· " Ό 'Ιουλιανός ορών όλι­

γωρίαν", στ. 12· και "Μεγάλη συνοδεία εξ ιερέων και λαϊκών", στ. 22)»12. Στή συγκεκριμένη περίπτωση, κατά τον κ. Κοκόλη, το επί τέλους εκφράζει αδημονία: «Στην περίπτωση μας, τώρα, ή εξέταση της λειτουργίας τοϋ επί τέλους τοϋ στίχου 14 δεν μπορεί παρά να καταλήξει στο ότι οί υπερασπιστές των όποιων Θερμοπυλών αδημονούσαν πού τόσο πολύ είχαν καθυστερήσει οί Μήδοι· ή ότι αισθάνθηκαν κάποια ικανοποίηση όταν τελικά οί Μήδοι πέρασαν»13. Και ό κ. Κοκόλης καταλήγει με τα έξης πολύ σημαντικά: «Τότε όμως; Αυτή ή λειτουργία τοϋ τελευταίου στίχου εντάσσεται μέσα στα πλαί­

σια τοϋ τίτλου­συμβόλου; "Η, μήπως, τό σωστό είναι να ποϋμε ότι ό στίχος αυτός, μέ τήν ηττοπάθεια του τήν παρακμιακή (πού θυμίζει, βέβαια, τους "βαρβάρους"), υπονομεύει τό σύμβολο Θερμοπύλες σέ βαθμό πού να τό εξαφανίζει; Ή έκταση της υπονόμευσης είναι κάτι πού άφορα τήν ευαισθη­

σία τοϋ κάθε αναγνώστη. Ή ίδια όμως ή υπονομευτική δράση τοϋ επί τέλους μένει αναμφισβήτητη»14".

Νομίζω ότι ή ερμηνεία αυτή τοϋ επί τέλους στο ποίημα τών «Θερμοπυ­

λών» μέ κανένα τρόπο δέν μπορεί να εύσταθήσει, και αυτό για λόγους λο­

γικής ακολουθίας. "Οπως είναι διαρθρωμένο τό ποίημα τοϋ Καβάφη, δέν μπορεί τό επί τέλους αυτό να εκφράζει ούτε αδημονία για κάτι πού περιμέ­

νουν οί υπερασπιστές ούτε ανακούφιση για κάτι πού έγινε. "Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, ό ποιητής δε θα μποροϋσε να αποδώσει τιμή στους υπερασπι­

στές τών «Θερμοπυλών» — πού τήν έχει όμως ήδη αποδώσει στους στίχους 1­3 — ούτε φυσικά περισσότερη τιμή, όταν αυτοί άδημονοϋν για τήν ήττα τοϋ τέλους! Συμφωνώ απόλυτα μέ τον κ. Κοκόλη ότι μέ τήν αδημονία του επί τέλους εξαφανίζεται τό σύμβολο τών «Θερμοπυλών». Πώς μπορεί να νοηθοΰν υπερασπιστές τών όποιων «Θερμοπυλών» άνθρωποι πού άδημονοϋν ώσπου να περάσουν οί εχθροί ή πού αισθάνονται ανακούφιση πού επιτέλους πέρασαν ! (αφήνω πού μέ τό «πέρασαν» δημιουργείται ακατανόητο πρωθύ­

στερο στην ερμηνεία τοϋ ποιήματος). Και πώς μπορεί σέ τέτοιους ύπερα­

11. Βλ. Γιάννη Δάλλα, ο. π., σ. 43. 12. Βλ. Ξ. Α. Κοκόλη, ο. π., σ. 205. 13. Βλ. Ξ. Α. Κοκόλη, ο. π., σ. 205. 14. Βλ. Ξ. Α. Κοκόλη, ο. π., σ. 206.

Page 38: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

516 Γ. Γ. Άλισανδράτου

σπιστές να απονέμεται τιμή και μάλιστα περισσότερη απ' όταν δεν προβλέ­

πουν το μοιραίο τέλος !15

3. Ποίημα τον χρέους.

"Ετσι όπως ερμηνεύσαμε γλωσσικά τα καίρια σημεία του ποιήματος, οι συμβολικές «Θερμοπύλες» του Καβάφη γίνονται, νομίζω, το ηρωικό π ο ί η ­

μα τ ο υ χ ρ έ ο υ ς . Θα μου επιτρέψει όμως ô αναγνώστης, για να ολο­

κληρώσω τους συλλογισμούς μου, να εκφράσω ευθύς αμέσως μερικές από­

ψεις για τή σύνθεση του όλου. Ό Καβάφης χωρίζει τό ποίημα του σέ δύο μέρη: στ. 1­10 και 11­14. Το

πρώτο μέρος χωρίζεται σέ δυο ενότητες: στ. 1­3 και 4­10. Στην πρώτη ενό­

τητα, 1­3, ό ποιητής αποδίδει τιμή στους υπερασπιστές των όποιων «Θερμο­

πυλών». Στή δεύτερη ενότητα, 4­10, περιγράφει τήν ηθική ποιότητα τών υπερασπιστών αυτών. Οί αρετές πού πρέπει να τους κοσμούν δίνονται κατά ζεύγη αντιθετικά, όπου το δεύτερο σκέλος μετριάζει τή δύναμη τοϋ πρώτου. 'Ιδού οί αρετές τοϋ ήθικοϋ αύτοϋ κώδικα του ποιητή: ευθύτητα και δικαιο­

σύνη, άλλα συνδυασμένες μέ λύπη κι ευσπλαχνία* γενναιοδωρία, κυριολε­

κτική και μεταφορική, συνδυασμένη μέ τό «κατά δύναμη»· και επίμονη φι­

λαλήθεια, συνδυασμένη όμως μέ ανεξικακία και επιείκεια για τους «ψευδό­

μενους». Οί δεύτερες αρετές μπορούν να χαρακτηρισθούν «φιλάνθρωπες» ή «χριστιανικές». Μερικοί μάλιστα υποστηρίζουν ότι αυτές μαζί μέ τις πρώ­

τες μας δίνουν τό ελληνικό «μέτρο», τήν 'Αριστοτελική μεσότητα16. Στο δεύτερο μέρος, στ. 11­14, ό ποιητής απονέμει περισσότερη τιμή στους ύπε­

15. "Οτι το επί τέλους αυτό τοΰ Καβάφη έχει χρονική και όχι συναισθηματική λει­

τουργία μέσα στο στίχο, είναι δηλ. συνώνυμο μέ το στο τέλος τοϋ προηγούμενου στίχου, επιβεβαιώνεται, νομίζω, και από τήν αυθόρμητη εκφορά τοΰ λόγου στην ακόλουθη περί­

πτωση: Ό κριτικός Μάρκος Αυγέρης στο δοκίμιο του «Ό πεσσιμισμός στην Ελληνική ποίηση» γράφει κάπου για τα «δύο θεμελιακά ηθικά θέματα», πού κατά τή γνώμη του απο­

τελούν «έναν κύριο άξονα» στην ποίηση τοΰ Καβάφη: τήν έκπτωση και τήν αξιοπρέπεια τοϋ ανθρώπου, τήν ήττα καί τήν ψυχική του ρώμη. Θέλοντας λοιπόν να παρεμβάλει στο λόγο του τον τελευταίο στίχο τών «Θερμοπυλών» «κ' οί Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε» γράφει μέσα σέ εισαγωγικά πώς «οί Μήδοι στο τέλος θα περάσουν». Αυθόρμητα δηλ., «έν τή Ρύμη τοΰ λόγου του», ό κριτικός αντικαθιστά τις λέξεις τοΰ αυθεντικού στίχου μέ αντί­

στοιχες συνώνυμες τους, πράγμα πού σημαίνει ότι λογικά έ τ σ ι πέρασε τό νόημα τοΰ στίχου στή συνείδηση του. Βλ. Μ ά ρ κ ο υ Α υ γ έ ρ η , Θεωρήματα, δεύτερη έκδοση, "Ικαρος, [Αθήνα] 1972, σ. 57 (ή πρώτη δημοσίευση στο περ. «Επιθεώρηση Τέχνης», τόμ. Γ', τεΰχος 13, Ίανουάρ. 1956, σ. 4­17).

16. Π. χ. ό Ε. Π. Π α π α ν ο ΰ τ σ ο ς, ο. π., σ. 177 σημ. 1, καί ό Γ ι ά ν ν η ς Δάλ­

λ ας, ό. π., σ. 35­36.

Page 39: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οί «Θερμοπύλες» του Καβάφη 517

ρασπιστές των «Θερμοπυλών», όταν, παρά τις απαισιόδοξες προβλέψεις τους για προδοσία και τελική καταστροφή, αυτοί μένουν ακλόνητοι στή θέση τους, πρόθυμοι να θυσιαστούν στο βωμό του καθήκοντος.

Κατά τη γνώμη μου το ποίημα χωρίζεται πραγματικά σέ τρία μέρη: στ. 1­3, 4 ­10 και 11­14. Στο πρώτο μέρος πρέπει να τροποποιήσουμε τή στίξη: δε χρειάζεται τελεία στο «Θερμοπύλες» τοΟ δεύτερου στίχου — άφοΰ, καθώς είπαμε, οί τρεις πρώτοι στίχοι αποτελούν «σχήμα εκ παραλλήλου»—, ενώ χρειάζεται στο «κίνοϋντες». Στο δεύτερο μέρος οί πρώτες αρετές εϊναι συν­

τελεστικές στή φύλαξη τών «Θερμοπυλών», οί δεύτερες όμως, οί «χριστια­

νικές» αρετές, έξασθενοϋν πολύ τή λυτρωτική δύναμη τών πρώτων κι έτσι αδυνατίζουν ή νοθεύουν, αν δέν εξουδετερώνουν, τον αντιστασιακό ηρωισμό πού έχουν οί φύλακες στο πρώτο καί τό τρίτο μέρος. Οί αγωνιστές πού κο­

σμοϋνται μ'έ τις «φιλάνθρωπες» αυτές αρετές πολύ δύσκολα φυλάγουν ή μάλλον δέν μπορούν να φυλάξουν «Θερμοπύλες». Αυτό τό παρατήρησαν με τον ενα ή τον άλλο τρόπο και μερικοί σχολιαστές17, ενώ μερικοί άλλοι θεώρησαν τους στίχους αυτούς «περιττούς»18. Προσωπικά νομίζω ότι στο σημείο αυτό τό ποίημα τών «Θερμοπυλών» παρουσιάζει αντίφαση ως αντι­

στασιακό ποίημα του χρέους, αντίφαση πού μειώνει τήν ηρωική έξαρση του συμβόλου19.

17. Γιά τους στίχους 4­5 καί 9­10 όκ. Κ ο κ ό λ η ς γράφει τα έξης (ο. π., σ. 202­204): «Έχουμε τους τρεις πρώτους στίχους, πού ή λειτουργία τους χωρίς αμφιβολία εγγράφεται στα πλαίσια τοϋ τίτλου­συμβόλου. [...] Το ίδιο συμβαίνει καί μέ τή δεύτερη ενότητα τοϋ ποιήματος, τους στίχους 11 μέ 14. [...] Τους στίχους όμως 4 μέ 10, όσο κι αν προσπαθήσω να τους εντάξω λειτουργικά μέσα στα πλαίσια τοΰ συμβόλου Θερμοπύλες, δέ θα τα κατα­

φέρω. [. . .] Ρωτώ: αυτοί οί όποιοι είναι δίκαιοι κ' Ισιοι σ' δλες των τες πράξεις, | άλλα με λύπη κιόλας κ' ευσπλαχνία λ ε ι τ ο υ ρ γ ο ύ ν μέσα στα πλαίσια τοΰ τίτλου ­ συμβόλου; Ή απάντηση, φυσικά, είναι: όχι, δέ λειτουργούν μ έ σ α στα πλαίσια τοϋ τίτλου ­ συμβό­

λου­ καί τό ίδιο συμβαίνει καί μέ εκείνους πού πάντοτε τήν αλήθεια ομιλούν, πλην χωρίς μίσος για τους ψευδόμενους [.. .]. Μέ άλλα λόγια, ο,τι καί να κάνω, δέν μπορώ να πω ότι αυτοί πού είναι δίκαιοι κ' Ισιοι σ' δλες των τές πράξεις, | άλλα με λύπη κιόλας κ' ευσπλαχνία, καθώς καί οί πάντοτε τήν αλήθεια ομιλούντες, \ πλην χωρίς μίσος γιά τους ψευδόμενους— ότι αυτών τών δύο περιπτώσεων οί άνθρωποι φυλάγουν Θερμοπύλες, όποιου είδους Θερμο­

πύλες κι αν φανταστώ». «Χαλαρά πράγματα», θα γράψει ό Σ ε φ έ ρ η ς (Δοκιμές, ο. π., σ. 388), για τους στίχους 6­7, 9­10.

18. Ό B o w r a , δ. π., σ. 227, καί ό Μ ι χ α λ έ τ ο ς , ο. π., σ. 57­58. Είναι χαρα­

κτηριστικό ότι ό Γ. Θ έ μ ε λ η ς στα δύο πρώτα δοκίμια του γιά τον Καβάφη, τους στί­

χους αυτούς δέν τους αναφέρει καθόλου. Στο τρίτο, «Ή διδασκαλία τών Νέων Ελληνικών» κτλ., πού προορίζεται γιά σχολική χρήση, τους ερμηνεύει βέβαια, σ. 227­228, ώς ηθικά γνωρίσματα τών φυλάκων.

19. "Εχουμε δηλ. κι έδώ αντίφαση παρόμοια μέ κείνην πού υπάρχει στην «Ιθάκη». Ή άλλη αύτη αντίφαση βρίσκεται στο έξης: ένώ στους στίχους 1­3 ό ποιητής εύχεται στον «'Οδυσσέα» τό ταξίδι του γιά τήν «Ιθάκη» να είναι γεμάτο περιπέτειες, στους έπό­

Page 40: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

518 Γ. Γ. Άλισανδράτου

ΜΑν ήταν δυνατό να αγνοήσουμε το δεύτερο αυτό μέρος (στ. 4­10) και να συνδέσουμε απευθείας το πρώτο με το τρίτο μέρος, ή έξαρση του συμ­

βόλου θα κέρδιζε πολύ και το ποίημα θα ήταν όχι μόνο υποκειμενικά, άλλα και αντικειμενικά το αναμφισβήτητο π ο ί η μ α τ ο υ χ ρ έ ο υ ς . Βέβαια θα προβληθεί ή εύλογη αντίρρηση ότι με τυχόν αγνόηση του δεύτερου μέ­

ρους τό ποίημα θα ήταν όχι όπως τό θέλησε ό ποιητής, άλλα όπως τό θέλει ό τάδε σχολιαστής20. Αυτό είναι σωστό, άλλα κι ή ερμηνεία πού προτείνου­

με δεν είναι αυθαίρετη. Ό ερμηνευτής μπορεί να δει και άλλες πτυχές του έργου πού ερμηνεύει, πού ϊσως δεν τις εϊδε ή δέν τις έφαντάστηκε ό δημιουρ­

γός21. Στην «Ποιητική» του ό Καβάφης έχει γράψει τήν ακόλουθη περικο­

μενους στίχους 4­12 τον καθησυχάζει βεβαιώνοντας τον μέ έμφαση πολλή ότι «τους Λαι­

στρυγόνας και τους Κύκλωπας,\τον θυμωμένο Ποσειδώνα», δηλ. τις περιπέτειες πού είπε προηγουμένως, δέ θα τους συναντήσει, αν κτλ. κτλ. Τήν αντίφαση αυτή πρώτος τήν παρατήρησε ό Μ ι χ ά λ η ς Π ε ρ ί δ η ς , Ό βίος και το έργο τοΰ Κωνστ(αντίνου) Κα­

βάφη, ο. π., σ. 179· κατόπιν τήν έσημείωσε και ό Γ ι ά ν ν η ς Μ ι χ α λ έ τ ο ς , δ. π., σ. 50.

20. Και ήδη έχει προβληθεί μία τέτοια αντίρρηση· βλ. Σ τ ρ α τ ή Τ σ ί ρ κ α , ο.π., σ. 358.

21. "Οτι το ποίημα στέκει καλύτερα μόνο μέ τό πρώτο και τό τρίτο μέρος (στ. 1­3 και 11­14) τό είπε ένμέρει ό Β ow r a, ό. π., και απερίφραστα ό Μ ι χ α λ έ τ ο ς , δ. π., σ. 57­58. Άλλα τό ίδιο πράγμα έχει πει και ό Σ ε φ έ ρ η ς για άλλο ποίημα τοϋ Καβάφη, τό «Νέοι της Σιδώνος (400 μ. Χ.)»: «"Ετσι και οί τρεις στερεοί στίχοι («Δόσε ­ κηρύττω ­στο έργον σου...») παραπατούν μαζί μέ τον νέο και βουλιάζουν μέσα στα αρώματα. Αυτό είναι τό άσχημο· θα κέρδιζε τό ποίημα αν έλειπαν. Είναι κρίμα». Βλ. Γ ι ώ ρ γ ο υ Σε­

φ έ ρ η , Δοκιμές, δ. π., σ. 447. 'Εξάλλου έχουμε και τό παράδειγμα τοΰ ίδιου τοΰ Καβάφη μέ τό περίφημο «Che fece... il gran rifiuto». Ό Δάντης έγραψε («Κόλαση», III, 59­60) τους στίχους

vidi e conobbi Vornbra di colui che fece per viltate il gran rifiuto,

για να τονίσει τη δειλία τοϋ πάπα Κελεστίνου τοϋ Ε', πού παραιτήθηκε από τό θρόνο, και να τον στείλει γι' αυτόν ακριβώς τό λόγο καταφρονεμένον στην κόλαση. Ό Καβάφης όμως, δίνοντας δική του ερμηνεία στην αρνητική χειρονομία τοΰ Κελεστίνου, αγνόησε τό «per viltate»( «άπό δειλία») τοΰ ποιητή και πήρε τό υπόλοιπο μέρος τοΰ στίχου για να γράψει ενα ποίημα μέ ηρωικό περιεχόμενο, δηλ. μέ αντίθετο νόημα άπό εκείνο τοΰ Δάντη. Κάτι παρόμοιο 'έχει κάμει, χωρίς να τό προσέξει, και ό Μίκης Θεοδωράκης στή μελοποίη­

ση τής «Άρνησης» τοΰ Σεφέρη. Στους τέσσερις τελευταίους στίχους τοΰ ποιήματος:

Με τι καρδιά, με τι πνοή, τι πόθους και τι πάθος πήραμε τη ζωή μας' λάθος! κι αλλάξαμε ζωή,

αγνόησε τήν άνω τελεία τοΰ ποιητή πριν άπό τό «λάθος» και τό θαυμαστικό ϋστερ' άπ' αυτό καί μας έδωσε τή δική του φράση «πήραμε τή ζωή μας λάθος», πού τροποποίησε τό νόημα

Page 41: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οί «Θερμοπύλες» τοϋ Καβάφη 519

πή:22 «Πολύ συχνά το έργο τοϋ ποιητή δέν έχει καθωρισμένο νόημα: είναι μια υποβολή· οί ιδέες θα εύρυνθοϋν άπό τις μέλλουσες γενεές ή τους σύγ­

χρονους αναγνώστες του. Ό Πλάτων είπε ότι οί ποιηταί εκφράζουν μεγάλα νοήματα χωρίς να τα συνειδητοποιούν»23. Ό Σεφέρης σχολιάζοντας τήν «Ιθάκη» τοϋ Καβάφη γράφει ότι «οί ερμηνείες των ποιημάτων δέν εϊναι υποχρεωτικές για κανέναν, και ή ιδέα ενός μόνο άνθρωπου για τα έργα της

των στίχων (άλλο πώς έπλούτισε το λόγο μέ μια ωραία φράση, πού έχει καταντήσει πια πολύ κοινή και πολύ εκφραστική). Βλ. Γ. Γ. Ά λ ι σ α ν δ ρ ά τ ο υ, [Επιστολή], περ. «Διαβάζω», αριθ. 5­6, Νοέμβρ. 1976 ­ Φεβρ. 1977, σ. 12­14.

22. Βλ. Κ. Π. Κ α β ά φ η , 'Ανέκδοτα Πεζά Κείμενα. Εισαγωγή και μετάφραση Μ ι χ ά λ η Π ε ρ ί δ η , Φέξης, 'Αθήναι 1963, σ. 43.

23. Ό Καβάφης αναφέρεται στην «'Απολογία τοϋ Σωκράτη» (22 b ­ e), όπου ό φιλό­

σοφος φέρεται να λέει τά έξης: «Έγνων οΰν αύ και περί των ποιητών έν όλίγω τούτο, ότι ου σοφία ποιοϊεν, α ποιοΐεν, άλλα φύσει τινί και ένθουσιάζοντες, ώσπερ οί θεομάντεις και οί χρησμωδοί­ και γαρ ούτοι λέγουσι μέν πολλά καί καλά, ΐσασι δε ουδέν ών λέγουσι. Τοιούτον τί μοι έφάνησαν πάθος και οί ποιηταί πεπονθότες­ και άμα ήσθόμην αυτών δια τήν ποίησιν οίομένων καί τάλλα σοφωτάτων είναι ανθρώπων, ά ούκ ήσαν». Τήν άποψη του αυτή για τους ποιητές ό Πλάτωνας τήν αναπτύσσει ευρύτερα στον «"Ιωνα», όπου υποστη­

ρίζει ότι οί ποιητές — όπως καί οί «αγαθοί μελοποιοί» — συνθέτουν τά έργα τους χωρίς νά έχουν σαφή συνείδηση των λόγων τους, άπό κάποια «θεία μοίρα», «θεία δύναμη» — τήν «έμπνευση», όπως θά έλέγαμε σήμερα. Κεντρικό άξονα τών απόψεων αυτών τοϋ Πλά­

τωνα αποτελεί ή φράση τοϋ Σωκράτη ότι «ού πρότερον οίος τε ποιείν [ό ποιητής], πριν αν ενθεός τε γένηται καί εκφρων καί ό νους μηκέτι έν αύτω ένή».

'Ολόκληρο το σχετικό απόσπασμα τοϋ «"Ιωνα» έχει ώς έξης (533e ­ 534c): «Πάντες γαρ οί τε τών έπων ποιηταί οί αγαθοί ούκ έκ τέχνης αλλ' ενθεοι όντες καί κατεχόμενοι πάντα ταϋτα τά καλά λέγουσι ποιήματα καί οί μελοποιοί οί αγαθοί ωσαύτως· ώσπερ οί κορυβαντιώντες ουκ εκφρονες όντες όρχοΰνται, ούτω καί οί μελοποιοί ούκ εμφρονες όντες τά καλά μέλη ταϋτα ποιοϋσιν, άλλ' έπειδάν έμβώσιν εις τήν άρμονίαν καί εις τον ρυθμόν, βακχεύουσι καί κατεχόμενοι, ώσπερ αί βάκχαι άρύονται έκ τών ποταμών μέλι καί γάλα κατεχόμενοι, έμφρονες δε ούσαι ου, καί τών μελοποιών ή ψυχή τοϋτο εργάζεται, όπερ αυτοί λέγουσι. Λέγουσι γαρ δήπουθεν προς ημάς οί ποιηταί ότι άπό κρηνών μελιρρύτων έκ Μουσών κήπων τινών καί ναπών δρεπόμενοι τά μέλη ήμΐν φέρουσιν, ώσπερ αί μέλιτται, καί αυτοί ούτω πετάμενοι­ καί αληθή λέγουσι. Κοϋφον γαρ χρήμα ποιητής έστι καί πτηνόν καί ίερόν, καί ού πρότερον οίος τε ποιείν πριν αν ενθεός τε γένηται καί εκφρων καί ό νους μηκέτι έν αύτφ ένή' εως δ' αν τουτί εχη τό κτήμα, αδύνατος πάς ποιείν άνθρωπος έστι καί χρησμωδεϊν. "Ατε ούν ού τέχνη ποιοϋντες καί πολλά λέγοντες καί καλά περί τών πραγμά­

των, ώσπερ σύ [ό ραψωδός "Ιωνας] περί Όμηρου, άλλα θείοι μοίρα, τοϋτο μόνον οϊός τε έκαστος ποιείν καλώς, έφ' ο ή Μοϋσα αυτόν ώρμησεν, ό μέν διθυράμβους, ό δέ εγκώμια, ό δέ ύπορχήματα, ό δ' επη, ό δ' ίαμβους· τά δ' άλλα φαϋλος αυτών έκαστος έστιν. Ού γαρ τέχνη ταϋτα λέγουσιν, άλλα θεία δυνάμει» κτλ.

Στο «Φαιδρό» του πάλι ό Πλάτωνας κάνει μακρό λόγο για τή θεία «μανία» καί συνδέει τή μεγάλη ποίηση μέ τήν καλή αυτή «μανία»: «Εί μέν γαρ ήν άπλοϋν τό μανίαν κακόν είναι, καλώς αν έλέγετο [αυτό πού έλέχθηκε προηγουμένως]· νϋν δέ τά μέγιστα τών αγα­

θών ήμΐν γίγνεται δια μανίας, θεία μέντοι δόσει διδομένης» (244a). Καί παρακάτω: «Τρίτη

Page 42: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

520 Γ. Γ. Άλισανδράτου

τέχνης δεν μπορεί ποτέ να είναι σωστή εκατό τα εκατό»24. Και ό Παπανού­

τσος γράφει ότι «ενα ποιητικό έργο δέν εξαντλείται ποτέ, οσοδήποτε ορι­

στική κι' αν φαίνεται πώς εϊναι ή ερμηνεία πού του δόθηκε. Λίγο ν' άλλά­

ξομε τήν οπτική γωνία απέναντι του [...], και ξυπνά μέσα μας νέες εντελώς απηχήσεις, πού μας ξαφνίζουν και μας κάνουν να απορούμε πώς δέν τις είχαμε τόσον καιρό δεχτεί, άφου ήταν τόσο μεγάλη ή οικειότητα μας μαζί του»25. 'Οπωσδήποτε νομίζω ότι τα δύο άλλα μέρη του ποιήματος, στ. 1­3 και 11­14, μας επιτρέπουν νά θεωρήσουμε τις «Θερμοπύλες» ώς αγωνιστικό και ηρωικό ποίημα, σύμβολο περίλαμπρο του χρέους και της τιμής.

4. 'Αντιστοιχίες: αρχαίοι, Σολωμός.

Θα μου επιτραπεί τώρα άπό τήν άποψη αυτή νά ύπομνήσω εδώ μερικά κείμενα άπό τήν ελληνική αρχαιότητα και από τό Σολωμό, πού νομίζω πώς έχουν κάποια συστοιχία ή παραλληλία ή και ομοιότητα με τό πρώτο και τό τρίτο μέρος του ποιήματος (πού καταξιώνουν, καθώς είπαμε, τό χρέος και τήν τιμή) ή οπωσδήποτε είναι πολύ κοντά τους νοηματικά. "Αν ή συστοιχία ή και ομοιότητα αυτή για τήν αντίληψη του χρέους οφείλεται σε τυχαία σύμπτωση ή σέ κάποια συνειρμική επεξεργασία μέσα στή συνείδηση του ποιητή, δέ θα μέ απασχολήσει καθόλου εδώ, γιατί αυτό είναι θέμα πού μένει πάντα στο χώρο τών υποθέσεων και της εικασίας. Μου αρκεί νά επισημάνω τή σύμπτωση της ηθικής αυτής ευαισθησίας πού συναντούμε στην ελληνική συνείδηση σέ τόσο διαχρονικές αποστάσεις — και ό αναγνώστης είναι πάντα ελεύθερος νά συναγάγει τα δικά του συμπεράσματα. Όπωσδήποτε νομίζω ότι τα κείμενα πού θα παραθέσω έπρεπε νά μνημονευθούν εδώ ώς απαραίτητα στοιχεία τοϋ σχολιασμού μας.

Τό πρώτο είναι άπό τον "Ομηρο, αιώνες πριν άπό τή μάχη τών Θερμο­

πυλών. Πρόκειται για τό Ζ της 'Ιλιάδας. Τό κείμενο είναι πολύ γνωστό: "Οταν ή 'Ανδρομάχη παρακαλεί τόν Έκτορα, πού είναι γι' αυτήν ό κόσμος όλος: πατέρας και μητέρα κι αδελφός και σύντροφος, νά μήν πάει στή μάχη,

δέ από Μουσών κατοκωχή τε και μανία, λαβοϋσα άπαλήν και άβατον ψυχήν, έγείρουσα και έκβακχεύουσα κατά τε φδάς και κατά την άλλη ν ποίησιν, μυρία τών παλαιών έργα κοσμούσα, τους έπιγιγνομένους παιδεύει. Ό ς δ' αν άνευ μανίας Μουσών έπί ποιητικάς θύρας άφίκηται πεισθείς ώς άρα έκ τέχνης ίκανός ποιητής έσόμενος, ατελής αυτός τε και ή ποίησις υπό της τών μαινόμενων ή του σωφρονοϋντος ήφανίσθη» (245a).

24. Βλ. Γ ι ώ ρ γ ο υ Σ ε φ έ ρ η , Δοκιμές, δ. π., σ. 434. 25. Βλ. Ε. Π. Πα π αν ο ύ τ σ ο υ, δ. π., σ. 121.

Page 43: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οί «Θερμοπύλες» τοΟ Καβάφη 521

για να μη μείνει το μικρό παιδί τους ορφανό κι ή ίδια να χηρέψει, στ. 429­432:

"Εκτορ, άτάρ συ μοι εσσι πατήρ και πότνια μήτηρ ήδε κασίγνητος, συ δε μοι θαλερός παρακοίτης' αλλ' άγε νυν ελέαιρε και αντοϋ μίμν επί πύργω, μη παϊδ' ορφανικον θήτ\ς χήρην τε γυναίκα,

εκείνος, πού έχει πάρει τήν αμετάκλητη απόφαση του, άπαντα βαθιά πικρα­

μένος, ότι, παρ' όλο πού ξέρει ότι θα 'ρθεΐ μια μέρα πού θα χαθούν τα πάντα, το "Ιλιο καί ό πατέρας του ό Πρίαμος και ό λαός του Πριάμου (εσσεται ήμαρ, το φοβερό προβλέπουν του Καβάφη), ή ντροπή πού θα νιώθει μπρος στους Τρώες καί τις Τρωαδίτισσες, το χρέος απέναντι στον πατέρα του καί στον εαυτό του — πού πάντα ήτανε πρώτος στις μάχες — δεν τον αφήνουν να φανεί δειλός καί ν' αποφύγει τον κίνδυνο του πολέμου, στ. 440 ­ 449:

Τήν δ' αυτέ προσέειπε μέγας κορυθαίολος "Εκτωρ' «rH και ε μοι τάδε πάντα μέλει, γΰναί' άλλα μάΧ αίνώς αΐδέομαι Τρώας και Τρωάδας ελκεσιπέπλους, αϊ κε κακός ώς νόαφιν άλυσκάζω πολέμοιο' ουδέ με θυμός ανωγεν, επεϊ μάθον εμμεναι εσθλος αϊει και πρώτοισι μετά Τρώεσσι μάχεσθαι, άρνύμενος πατρός τε μέγα κλέος ήδ' εμον αύτοίτ. Ευ γαρ εγώ τόδε οϊδα κατά φρένα και κατά θνμόν' εσσεται ήμαρ, οτ αν ποτ' όλώλγ) "Ιλιος ίρή και Πρίαμος κάί λαός έϋμμελίω Πριάμοιο» κτλ.

Καί τίποτ' άλλο δεν τον νοιάζει, ούτε ό πόνος τών Τρώων ούτε ή τύχη της μητέρας, του πατέρα καί τών αδελφών του — ούτε βέβαια κι ό θάνατος του —, παρά ή σκέψη πώς εκείνη θα συρθεί σκλάβα στο "Αργός καί θα τή λυ­

πούνται οί διαβάτες πού θα τή βλέπουν να κουβαλεΐ νερό άπ' τή βρύση καί κάποτε κάποιος θα πει: «Αυτή είναι ή γυναίκα του Έκτορα, πού ήτανε πρώ­

τος στις μάχες», στ. 460 ­ 461:

"Εκτορος ήδε γυνή, δς άριστεύεσκε μάχεσθαι Τρώων ιπποδάμων, δτε "Ιλιον άμφεμάχοντο.

'Αλλά καλύτερα να τον σκεπάσει τό χώμα τοϋ τάφου, παρά ν' ακούσει τα ξεφωνητά της τήν ώρα πού θα τή σέρνουν στή σκλαβιά, στ. 464 ­ 465:

'Αλλά με τεθνηώτα χυτή κατά γαία καλύπτοι, πριν γέ τι σης τε βοής σου θ' ελκηθμοΐο πυθέσθαι.

Page 44: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

522 Γ. Γ. Άλισανδράτου

Το χρέος λοιπόν και ή τιμή επιβάλλουν στον Έκτορα να πάει στη μάχη, παρ' όλο πού ξέρει πώς θα σκοτωθεί σ' αυτήν.

Το δεύτερο κείμενο είναι πάλι άπό τον "Ομηρο, άπο το Σ της 'Ιλιάδας. "Οταν ή Θέτιδα επισκέπτεται το γιό της τον 'Αχιλλέα, πού βαθιά πικραμέ­

νος, μακριά άπο το στρατόπεδο των 'Αχαιών, κλαίει το θάνατο του αγαπη­

μένου του Πατρόκλου, και τον ρωτάει γιατί τόση λύπη κατέχει την ψυχή του, εκείνος της άπαντα πώς ή καρδιά του δεν τό σηκώνει να ζει και να βρί­

σκεται ανάμεσα στους ανθρώπους (ταπεινωμένος, εννοεί, κατά τά ήθη της εποχής), αν πρώτα ό Έκτορας — πού σκότωσε τον Πάτροκλο — δε χάσει τ ή ζωή του απ' τό δικό του το κοντάρι πληρώνοντας έτσι τό θάνατο εκείνου, στ. 90 ­ 93:

επεί ουδ' εμε θυμός ανωγε ζώειν ούδ' ανδρεσσι μετέμμεναι, αϊ κε μη "Εκτωρ πρώτος εμώ υπό δουρί τυπείς άπο θυμον ολέσση, Πατρόκλοιο δ' ελωρα Μενοιτιάδεω άποτίΰΎ).

Και όταν ή μητέρα του — πού είναι θεά καί ξέρει τήν τύχη πού τον περιμέ­

νει, αν πραγματοποιήσει τήν απειλή του — του άπαντα μέ κλάματα πώς γρήγορα θα πάει στον "Αδη, αν κάμει κάτι τέτοιο, γιατί μετά τον "Εκτορα θά 'ρθει και ό δικός του θάνατος, στ. 95 ­ 96:

Ώκύμορος δη μοι, τέκος, εσσεαι, οΓ αγορεύεις' αντίκα γάρ τοι έπειτα μεθ' "Εκτορα πότμος έτοιμος,

εκείνος μέ βαθύ αναστεναγμό της άπαντα πώς καλύτερα να πεθάνει αμέσως, άφοϋ δέν του ήταν γραφτό να βοηθήσει τό φίλο του, παρά να βρίσκετ' εδώ, πλάι στα καράβια, άχρηστο βάρος της γης, εξευτελισμένος στή συνείδηση των συμπολεμιστών του, στ. 98­99, 101­106:

Αντίκα τεθναίην, επεί ουκ αρ' εμελλον εταίρω κτεινομενω επαμϋναί'

Νυν' δ' επεί ου νέομαί γε φίλην ες πατρίδα γαΐαν, ουδέ τι Πατρόκλω γενόμην φάος ούδ' έτάροισι τοις άλλοις, οι δη πολέες δάμεν "Εκτορι δίω, αλλ' ήμαι παρά νηυσίν ετώοιον άχθος άρούρης, τοΐος εών οίος ου τις 'Αχαιών χαλκοχιτώνων εν πολεμώ'

Είναι καί πάλι τό αίσθημα του χρέους καί της τιμής πού κάνει τον 'Αχιλλέα να μήν υπολογίζει τή ζωή του, παρά να τή θεωρεί άχρηστο βάρος της γης,

Page 45: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Ot «Θερμοπύλες» τοϋ Καβάφη 523

αν δέν εκδικηθεί το θάνατο τοϋ φίλου του, όπως επέβαλλε το αίσθημα της τιμής στα ηρωικά εκείνα χρόνια πού μας αφηγείται το έπος.

Το ϊδιο παράδειγμα το πήρε από τον Όμηρο — πολλούς αιώνες αρ­

γότερα — ό Πλάτωνας και το χρησιμοποίησε στην «'Απολογία τοϋ Σω­

κράτη» (28 b­d), για να υποστηρίξει τήν αμετακίνητη στάση τοϋ 'Αθηναίου φιλοσόφου απέναντι στο ηθικό αξίωμα τοϋ χρέους: όπου κι αν τάξει κανείς τον εαυτό του ή ταχθεί άπό τήν πολιτεία, λέει ό Σωκράτης, εκεί πρέπει ακλόνητος να μένει και ν ' αντιμετωπίζει κάθε κίνδυνο, χωρίς να υπολογίζει ούτε τό θάνατο μπροστά στον ηθικό εξευτελισμό: «Φαΰλοι γαρ αν τω γε σω λόγω εΐεν των ημιθέων όσοι έν Τροία τετελευτήκασιν, οι τε άλλοι και ό τής Θέτιδος υιός, δς τοσοϋτον τοϋ κινδύνου κατεφρόνησε παρά τό α'ισχρόν τι ύπομεΐναι, ώστε, επειδή εΐπεν ή μήτηρ αύτω προθυμουμένω Έκτορα άπο­

κτειναι, θεός ούσα, ούτωσί πως, ώς εγώ οΐμαν '"Ω παΐ, εί τιμωρήσεις Πατρό­

κλω τω έταίρω τον φόνον, και "Εκτορα άποκτενεϊς, αυτός άποθανή· αύτίκα γάρ τοι", φησί, "μεθ' Έκτορα πότμος έτοιμος"· ό δέ ταΰτα άκουσας τοϋ μεν θανάτου και τοϋ κινδύνου ώλιγώρησε, πολύ δέ μάλλον δείσας τό ζήν κακός ών και τοις φίλοις μή τίμωρεΐν, "Αύτίκα", φησί, "τεθναίην δίκην έπιθείς τω άδικοΰντι, ϊνα μή ένθάδε μένω καταγέλαστος παρά νηυσί κορωνίσιν, άχθος άρούρης". Μ ή αυτόν οϊει φροντίσαι θανάτου και κινδύνου; Ούτω γαρ έχει, ώ άνδρες 'Αθηναίοι, τη άληθεία­ ου αν τις εαυτόν τάξη ήγησάμενος βέλτι­

στον ει ναι ή ύπ' άρχοντος ταχθή, ένταΰθα δει, ως έμοί δοκεΐ, μένοντα κίνδυ­

νεύειν, μηδέν ύπολογιζόμενον μήτε θάνατον μήτε άλλο μηδέν προ τοϋ αί­

σχροΰ». (Βέβαια τό «ή ύπ' άρχοντος ταχθή» θέλει αρκετή συζήτηση, πού δέν είναι τοϋ παρόντος).

Τό τέταρτο και τό πέμπτο κείμενο πού θέλω να παραθέσω εδώ είναι τα δύο επιγράμματα τοϋ Σιμωνίδη τοϋ Κείου για τή μάχη τών Θερμοπυλών, τό ενα γιά να τιμήσει τους Σπαρτιάτες — είναι τό πιο γνωστό:

Ώ ξεΐν\ άγγέλλειν Αακεδαιμονίοις ότι τήδε κείμεθα, τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι,

και τό άλλο, λιγότερο γνωστό, γιά νά τιμήσει τό μάντη Μεγίστία, πού, αν και ήξερε καλά πώς επέρχεται ό θάνατος (σάφα ειδώς, πολύ εντονότερο άπό τό προβλέπουν τοϋ Καβάφη), δέν έθεώρησε άξιο τοϋ έαυτοΰ του νά εγκατα­

λείψει τό βασιλιά τής Σπάρτης:

Μνήμα τάδε κλεινοΐο Μεγίστία, δν ποτέ Μήδοι Σπερχεών ποταμον κτεϊναν άμειψάμενοι, μάντιος, δς τότε κήρας επερχομένας σάφα είδους ουκ ετλη Σπάρτης ηγεμόνα προλιπεΐν.

Page 46: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

524 Γ. Γ. Άλισανδράτου

Και είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι, μέ τήν ϊδια τιμητική διάθεση πού έγρα­

ψε τα δύο αυτά επιγράμματα ô Σιμωνίδης, τα παραθέτει κατόπιν ό Ηρόδοτος στην αφήγηση του για τή μάχη των Θερμοπυλών (7,228).

Τό τελευταίο κείμενο πού θέλω να παραθέσω είναι άπό το Θουκυδίδη, από τον «Επιτάφιο» του Περικλή (Β 40,3). Είναι τό σημείο όπου οί πολίτες της 'Αθηναϊκής Δημοκρατίας επαινούνται ώς πιο γενναίοι άπό τους αντιπά­

λους τους, γιατί, παρ' όλο πού έχουν επίγνωση του κινδύνου και ξέρουν πολύ καλά τις καταστροφές πού φέρνει ό πόλεμος (πάλι τό προβλέπουν του Καβάφη), εντούτοις δέν προσπαθούν να αποφύγουν τους κινδύνους του: «Διαφερόντως γαρ δή [των αντιπάλων] και τόδε έχομεν, ώστε τολμαν τε οί αυτοί μάλιστα καί περί ων έπιχειρήσομεν εκλογίζεσθαν ο τοις άλλοις άμαθία μεν θράσος, λογισμός δε όκνον φέρει. Κράτιστοι δ' αν ψυχή ν δικαίως κρι­

θεΐεν οί τά τε δεινά καί ηδέα σαφέστατα γιγνώσκοντες και δια ταύτα μή άποτρεπόμενοι εκ τών κινδύνων». Κι αυτό άπό τή συναίσθηση του χρέους πού τους επιβάλλει ή ιδιότητα τους του 'Αθηναίου πολίτη, για να μή στε­

ρηθούν μια τέτοια πόλη: «Περί τοιαύτης οΰν πόλεως οΐδε τε γενναίως δι­

καιοΟντες μή άφαιρεθήναι αυτήν μαχόμενοι έτελεύτησαν» (Β 41,5)26. Βέβαια σε όλες αυτές τις περιπτώσεις δε γίνεται λόγος για κάποιον

Εφιάλτη, σαν εκείνον πού έπρόδωσε τους "Ελληνες στις Θερμοπύλες της ιστορίας. 'Αλλά «Εφιάλτης» δέν είναι μόνο ή φανερή προδοσία στον εχθρό* είναι καί ή επιβουλή τών άλλων καί ή «διαβρωτική αμφιβολία» καί ή «αδυναμία» τών ανθρώπων, πού «προδίδει» τήν ηθική τους αντοχή καί τους κάνει να «παραδίδονται»· είναι καί οί αντίξοες «συνθήκες της ζωής» καί ή «εποχή» και οί «περιστάσεις» καί όλα τά ελαφρυντικά ή «δικαιολογητικά» της αποφυγής του κινδύνου27. Σέ δλες αυτές τις περιπτώσεις υπάρχουν κά­

26. 'Αρκετά σύμφωνοι μέ τα παραπάνω μπορούν να θεωρηθούν καί οί ακόλουθοι στίχοι τοΰ Πινδάρου άπό τον Α' 'Ολυμπιονίκη, δταν ό μυθικός Πέλοπας παρακαλεί τον Ποσειδώνα να τον βοηθήσει στο θανάσιμο αγώνα του μέ τον Οινόμαο, για ν' αποκτήσει τήν ξακουστή 'Ιπποδάμεια, στ. 81 ­ 85:

...Ό μέγας δέ κίνδυνος άναλκιν ου φώτα λαμβάνει' θανείν δ' οίσιν ανάγκα, τι κέ τις άνώννμον γήρας εν σκότφ καθήμενος ίψοι μάταν, απάντων καλών αμμορος; 'Αλλ' εμοι μεν ούτος αεθλος νποκείσεται' τύ δε πράξιν ψίλαν δίδοι'

καί σέ πρόχειρη μετάφραση: «...Ό μεγάλος κίνδυνος τον άνανδρο άνθρωπο δέν τον βρί­

σκει. Όμως, άφοΰ είναι ανάγκη όλοι να πεθάνουμε, γιατί να μένει κανείς στην αφάνεια κι άδικα να ετοιμάζει άδοξα γεράματα, αμέτοχος άπ' όλα τά καλά; Έγώ πάντως θα επι­

χειρήσω αυτόν τον άθλο­ κι έσύ δώσε μου τό καλό αποτέλεσμα». 27. Για «προδοτική» ή «διαβρωτική αμφιβολία», πού έχει μέσα του ό άνθρωπος όταν

«οί Μήδοι περνούν», μίλησε ή Ζ ω ή Κ α ρ έ λ λ η , ο. π., σ. 198 καί σημ. 2, «αμφιβολία»

Page 47: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οι «Θερμοπύλες» του Καβάφη 525

ποιες «Θερμοπύλες» πού πολιορκούνται και περιμένουν να τις φυλάξουμε. Έκεΐ κρίνεται ή αντίσταση και ή αντοχή των «φυλάκων». Οι «'Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» του Σολωμού κινδυνεύουν όχι άπο πραγματικό 'Εφιάλτη, άλλα άπο την ηδονική πρόκληση της ζωής:

— "Οποιος πεθάνει σήμερα, χίλιες φορές πεθαίνει. — Τρεμ ή χρνχή και ξαστοχά γλυκά τον εαυτό της.

(«Έλεύθ. Πολ.», Σχεδ. Β', άπόσπ. 2, 13­14, έκδοση Λ. Πολίτη)·

και όμως όχι μόνο δεν παραδίδονται στην επίβουλη πρόκληση του «πειρα­

σμού», άλλα εϊν' έτοιμοι ν' αντιμετωπίσουν ηρωικά το θάνατο στην έξοδο πού θα κάμουν, γιατί τους φλογίζει τήν ψυχή το όραμα τής ελευθερίας εθνικής και ηθικής:

εϊν έτοιμα, στην άσπονδη πλημμύρα των αρμάτων δρόμο να σχίσουν τα σπαθιά κι ελεύθεροι να μείνουν, εκεΐθε με τονς αδελφούς, εδώθε με το χάρο.

(«Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», Σχεδ. Β', άπόσπ. 13, δ.π.).

Και ή Πατρίδα, ή «Μεγάλη Μητέρα» τών πολιορκημένων, «μένει άγρυπνη μέρα και νύχτα [πριν άπό τήν Έξοδο], καρτερώντας τό τέλος του αγώνος· δεν τα φοβάται τά παιδιά της μή δειλιάσουν εις τα μάτια της είναι φανερά τα πλέον απόκρυφα τής ψυχής τους... Για τούτο αυτή είναι

ήσυχη για τη γνώμη τους, αλλ' όχι για τη Μοίρα)), («Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», Σχεδ. Β', άπόσπ. 12, δ.π.),

δηλ. ανησυχεί, «προβλέπει)), για τήν κακή μοίρα, άλλα είναι ήσυχη για τήν ηρωική απόφαση τών παιδιών της. Είναι τό ηθικό αίτημα τής ελευθερίας πού τους επιβάλλει τό χρέος, τό «χρέος», πού ήταν ό πρώτος τίτλος του ποιή­

ματος του Σολωμού. Αυτό τό χρέος επανέρχεται ώς αποκαλυπτικό τών συμ­

βόλων και στις «Θερμοπύλες» τοϋ Καβάφη: ποτέ άπο το χρέος μή κινοϋντες. Δεν ξέρω αν αυτές οί σκέψεις και οί συνειρμοί πέρασαν άπό τή συνεί­

δηση τοϋ 'Αλεξανδρινού ποιητή, όταν έγραφε τις «Θερμοπύλες» του­ δηλ. δεν υποστηρίζω ότι τά κείμενα αυτά αποτελούν οπωσδήποτε φιλολογικές πηγές για τό ποίημα τοϋ Καβάφη — σημειώνω μόνο τήν παραλληλία τών θεμάτων28. Ό φιλόλογος όμως πού προσπαθεί να ερμηνεύσει τό ποίημα

πού εκφράζουν οί στίχοι 4­10 τοϋ ποιήματος και προπάντων τό «υπέροχο εκείνο» «πλην χωρίς μίσος για τους ψευδόμενους». «Μέσα μας καραδοκεί ό προδοτικός Εφιάλτης», γράφει στο ίδιο μέρος ή Καρέλλη.

28. Πάντως ότι εμπνέεται άπό τον "Ομηρο είναι γεγονός­ απόδειξη τά ποιήματα του με ομηρικά θέματα: «Τά άλογα τοϋ Άχιλλέως» (άπό τό Ρ τής Ίλιάδας, στ. 426 ­ 447), «Ή κηδεία τοϋ Σαρπηδόνος» (άπό τό Π τής Ίλιάδας, στ. 477 ­ 683), «Τρφες» καί «Διακοπή»

Page 48: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

526 Γ. Γ. Άλισανδράτου

δέν μπορεί παρά να τα προσέξει όλ' αυτά και να τα συνδυάσει σ' ενα πλατύ σχόλιο περίπου σαν αυτό εδώ, άσχετα με το πιθανό ερέθισμα πού οδήγησε τον ποιητή στή συγκεκριμένη έκφραση του. Άλλα γι' αυτό θα μιλήσουμε και παρακάτω.

5. Παραλλαγές στο ϊδιο θέμα.

Ά ν παραδεχτούμε τήν άποψη πού υποστήριξα παραπάνω, ότι δηλ. το ποίημα πού εξετάζουμε, τουλάχιστο στο πρώτο και το τρίτο μέρος του, είναι το ποίημα του χρέους και της τιμής, τότε πρέπει νά το συνδέσουμε και με άλλα ποιήματα του Καβάφη, πού αποτελούν παραλλαγές στο ίδιο θέμα, θετική ή αρνητική — πάντα όμως παραπληρωματική — επικύρωση του χρέ­

ους ώς υπέρτατης αξίας γιά τον άνθρωπο και τή ζωή. Θετική επικύρωση αποτελούν, νομίζω, τα ποιήματα «Che fece... il gran rifiuto» (πού δημοσιεύ­

τηκε το 1901)29, και «Υπέρ της 'Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες» (1922)· αρνητική τα «Τείχη» (1897), τα «Παράθυρα» (1903, πριν άπό τις «Θερμοπύλες»), οί «Τρώες» (1905), ή «Σατραπεία» (1910)30 και το «'Ομνύει» (1915).

Δέν επεκτείνομαι στο σημείο αυτό, γιατί τό θέμα τό εξέτασε δια μακρών ό Ε. Π. Παπανούτσος στή μελέτη του « Ό διδακτικός Καβάφης», στην οποία και παραπέμπω τον αναγνώστη. Μόνο μια παρατήρηση θα είχα νά κάμω σχετικά: ό Ε. Π. Παπανούτσος εξετάζει όλ' αυτά τα ποιήματα και μερικά άλλα στή γενική ενότητα γιά τήν αρετή της «αξιοπρέπειας» πού βλέπει νά κυριαρχεί στην ποίηση του Καβάφη. Άλλα νομίζω ότι ή αρετή της «αξιο­

πρέπειας», όσο και άν εϊναι μεγάλη και τιμητική γιά τήν υπόσταση του άν­

(άπο τον ομηρικό ΰμνο στή Δήμητρα, Ι, στ. 145­280, ιδίως 231­262). Πρβλ. και Γ ι ώ ρ γ ο υ Σ ε φ έ ρ η , Δοκιμές, ο. π., σ. 386­387, 397­398, καί Σ τ ρ α τ ή Τ σ ί ρ κ α , ό. π., σ. 419. 'Εξάλλου στον Ηρόδοτο και τό Σιμωνίδη αναφέρεται καί ό Γ ι ά ν ν η ς Δ ά λ λ α ς , ό. π., σ. 29­30, καί ό Σ τ ρ α τ ή ς Τ σ ί ρ κ α ς , ο. π., σ. 7, 18. Επίσης στο επίγραμμα του Μεγιστία αναφέρεται καί ό Ά ν τ. Φ λ. Κ α τ σ ο υ ρ ό ς, ο. π., σ. 51­52. ('Επιπλέον ό Σ τ ρ α τ ή ς Τ σ ί ρ κ α ς θεωρεί ώς πιθανές πηγές των «Θερμοπυλών» καί τήν κωμωδία τοΰ Μπάμπη "Avviνου «Ή νίκη τοΰ Λεωνίδα», 1894, καί τήν τραγωδία του Γάλλου Pichat «Λεωνίδας εν Θερμοπύλαις», σε μετάφραση "Αγγέλου Βλάχου, εν 'Αθήναις 1872, πού πάλι ό 'ίδιος, ο. π., σ. 7 καί 406­410, συμπεραίνει μέ βεβαιότητα ότι ό Καβάφης τις είδε νά παί­

ζονται στο θέατρο, τήν πρώτη στην 'Αθήνα καί τή δεύτερη στην 'Αλεξάνδρεια). 29. "Οπως καί ό Ε. Π. Π α π α ν ο ύ τ σ ο ς , ό. π., σ. 180 σημ. 1, δε συμμερίζομαι

τις επικρίσεις του Σεφέρη γιά τό ποίημα αυτό του Καβάφη, πού τό θεωρεί τή «μεγαλύτερη αποτυχία του» («Δοκιμές», ό. π., σ. 359· πρβλ. αυτόθι, σ. 388­392).

30. Γιά τις «Θερμοπύλες» καί τή «Σατραπεία» ό Γ ι ά ν ν η ς Δ ά λ λ α ς , ο. π., σ. 208, γράφει πώς είναι «δυο όψεις τοΰ ϊδιου νομίσματος».

Page 49: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οί «Θερμοπύλες» τοϋ Καβάφη 527

θρώπου, βρίσκεται σε αρκετή απόκλιση, αν όχι χαμηλότερα, από το υψηλό αίτημα τοϋ «χρέους», όπως το είδαμε στην ανάλυση τών «Θερμοπυλών» και όπως τό αποδίδει επιγραμματικά ό στίχος του ποιητή «ποτέ άπό το χρέος μη κινονντες».

"Οτι στις «Θερμοπύλες» ειδικά τό «χρέος» είναι κάτι παραπάνω άπό τήν «αξιοπρέπεια», μια έννοια δηλ. πού ή εκπλήρωση της πολλές φορές οδηγεί στην υπέρτατη θυσία, τό έχει πει κι ό ίδιος ό Καβάφης στην «Ποιη­

τική» του. Έκεΐ, στο δεύτερο μέρος, μιλώντας για τό νόημα της θυσίας και ερμηνεύοντας δύο στίχους τοϋ άγνωστου ποιήματος του «Τό πιόνι» (1894) γράφει τα έξης: «Άλλα πάλιν τό ποίημα πραγματεύεται την θεωρία που με­

ταφέρεται σε δράσι. 'Ασχολείται μέ τον πρωτοπόρο, τήν δρδσι, τον άνθρωπο — δπως στις "Θερμοπύλες" — της αύταπαρνήσεως»31.

'Οπωσδήποτε όμως παραθέτω ένα περιληπτικό απόσπασμα άπό τήν αξιόλογη μελέτη του Ε. Π. Παπανούτσου: «Άλλα και σαν ηθικός άνθρωπος [ό Καβάφης] κατορθώνει μέσα στην άκρατη απιστία και απελπισία του να χαλκεύσει και να εγκωμιάσει μιαν υψηλή, πολύ υψηλή αρετή: τήν αξιοπρέ­

πεια. Χωρίς φόβο να θεωρηθεί κανείς ασυγχώρητα υπερβολικός, μπορεί να υποστηρίξει ότι σαν διδακτικός ποιητής ό Καβάφης είναι ό ποιητής της αξιοπρέπειας. Μιας αξιοπρέπειας πού έχει τόσο μεγαλύτερο ηθικό ΰψος, όσο άπό τή βάση της λείπει κάθε θρησκευτική βεβαιότητα, κάθε προσδοκία αμοιβής, ή ελπίδα οποιασδήποτε επιτυχίας και ολόκληρη θεμελιώνεται απάνω σε μια γενναία και αποφασιστική επιβεβαίωση τοϋ ανθρώπινου μέσα στον άνθρωπο. Αυτό τον ανώτερο ηθικό τόνο, αυτή τή σεμνήν έπαρση της ηθικής υπεροχής κανένας διδακτικός ποιητής δεν μας τήν έδωσε τόσο υπο­

βλητικά και πειστικά και τόσο "ελληνικά" όσο ό Καβάφης. Έδώ έχομε υπόψη μια τρίτη ομάδα τών "Ηθικών" του, πού στο κέντρο της βρίσκεται τό θέμα τών "Θερμοπυλών", τό κατεξοχήν ηθικό σύμβολο τής καβαφικής διδαχής»32.

Μετά τον Ε. Π. Παπανούτσο τήν «αξιοπρέπεια του άνθρωπου» μπροστά στην πίεση τής ανάγκης, ενα είδος «ήθικοϋ ιδεαλισμού», είδε στο ποίημα τών «Θερμοπυλών» καί γενικά στην ποίηση του Καβάφη ό κριτικός Γιώρ­

γος Θέμελης στα τρία σχετικά δοκίμια του33. Ή συλλογιστική πορεία τοϋ Θέμελη είναι περίπου ή έξης: Ό Καβάφης μπροστά στην πίεση τής ανάγκης

31. Βλ. Κ.Π. Κ α β ά φ η , 'Ανέκδοτα Πεζά Κείμενα. Εισαγωγή καί μετάφραση Μ ι­χ ά λ η Π ε ρ ί δ η, ο. π., σ. 61 καί 23.

32. Βλ. Ε. Π. Π α π α ν ο ύ τ σ ο υ , ο. π., σ. 174. 33. 'Ιδίως στο δοκίμιο «Ή ποίηση του Καβάφη)) κτλ., στο υποκεφάλαιο «Πολιορκία

καί αξιοπρέπεια», ο. π., σ. 30­50.

Page 50: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

528 Γ. Γ. Άλισανδράτου

τηρεί στάση ηττοπάθειας και παραδοχής. Ή αντίσταση του είναι παθητικής ενα είδος αδρανούς ηρωισμού, χωρίς καμιά πρακτική συνέπεια34. «Δέν υπάρχει λοιπόν διέξοδος πουθενά. Μένει έτσι σαν αποτέλεσμα ή απελπι­

στική παραμονή μέσα στα "Τείχη", μόνιμη κατάσταση πολιορκίας»35. Τό μόνο πού φροντίζει ό Καβάφης μετά τήν παθητική του αντίσταση είναι ή αξιοπρέπεια, λέει ό Θέμελης — και στο σημείο αυτό συμπίπτει με τον Ε.Π. Παπανούτσο: «Ή 'Ελευθερία δέσμια μέσα στην 'Ανάγκη. Δέ μένει παρά μια στάση λαμπρής αξιοπρέπειας»36. Και παρακάτω: «Οί "Τρώες", οί "Θερ­

μοπύλες" και το "Άπολείπειν ό Θεός Άντώνιον" κάνουν τρίπτυχο, όπου ό ποιητής πραγματεύεται τήν ηθικολογία του κόσμου τής 'Ανάγκης. Χρέος υψηλό ή αξιοπρέπεια μπροστά στο αδιέξοδο. Οί πολλοί ("Τρώες") δε φτά­

νουν, ξεπέφτουν στή "φυγή". Λίγοι μόνο, εκλεκτοί ("Θερμοπύλες") τό βάζουν σκοπό του βίου. Τό εξαιρετικό άτομο ("Αντώνιος") οφείλει να υψωθεί ως εκεί. 'Ηθική άκρως αριστοκρατική» κτλ.37. Και παρακάτω: «Ή αξιοπρέπεια, ή πνευματική ακεραιότητα του άνθρωπου εμφανίζεται σταθερά, ώς θέση να πει κανείς, μέσα σ' όλη τήν ποίηση τοϋ Καβάφη αντίκρυ σ' όλες τις μορφές πού παίρνει ή 'Ανάγκη ώς αδιέξοδο μέσα στον κόσμο, παίρνον­

τας πάντα τήν αξία ενός αντισταθμίσματος τής ήττας»38. Τις ίδιες απόψεις επαναλαμβάνει ό Θέμελης και στή διάλεξη του για

τό «Όριο επαφής Σολωμού ­ Καβάφη» και σε όσα γράφει μετά τήν ερμηνεία των «Θερμοπυλών» στο βιβλίο του «Ή διδασκαλία τών Νέων Ελληνικών. Τό πρόβλημα τής ερμηνείας. Δεύτερος τόμος», Θεσσαλονίκη 1969. 'Αλλά τα ίδια θα είχα να πώ και για τήν άποψη τοϋ Γ. Θέμελη όσα είπα και για τήν άποψη του Ε. Π. Παπανούτσου σχετικά με τήν αρετή τής «αξιοπρέπειας» στην ποίηση του Καβάφη, άποψη τήν οποία πρώτος άλλωστε ό Ε. Π. Πα­

πανούτσος διατύπωσε.

6. Ή ερμηνεία τοϋ Στρατή Τσίρκα.

Μίλησα παραπάνω για τό «πιθανό ερέθισμα πού οδήγησε τον ποιητή» κτλ. Θέλω να πώ δυο λόγια πάνω στο αίτημα τοϋ Στρατή Τσίρκα για τή διερεύνηση τών «περιστάσεων» πού έδωσαν αφορμή στα ποιήματα τοϋ Κα­

βάφη και για τή συγκεκριμένη ερμηνεία του τών «Θερμοπυλών». 'Ιδού τί

34. Βλ. Γ. Θ έ μ ε λ η, Ή ποίηση του Καβάφη κτλ., ό. π., σ. 36­38. 35. Βλ. Γ. Θ έ μ ε λ η , αυτόθι, σ. 30. 36. Βλ. Γ. Θ έ μ ε λ η , αυτόθι, σ. 17. 37. Βλ. Γ. Θ έ μ ε λ η , αυτόθι, σ. 39. 38. Βλ. Γ. Θ έ μ ε λ η , αυτόθι, σ. 40.

Page 51: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οι «Θερμοπύλες» τοϋ Καβάφη 529

γράφει ό Τσίρκας στο βιβλίο του για τον Καβάφη: «Για ενα διανοητικό ποιητή όπως αυτός, πού πετυχαίνει τη συγκίνηση με τα ϊδια τα πράγματα, κάνοντας να ξαναζήσει, μέ τρομερή λεκτική ακρίβεια και οικονομία, το γεγονός μέ τις περιστάσεις του, νομίζω πώς καμιά ερμηνεία δεν μπορεί να έχει τον τελευταίο λόγο, αν δεν ξαναγίνει πρώτα ό δρόμος άπό τή συγκίνηση στην πρώτη ύλη και δεν εξακριβωθούν οί σχέσεις τοϋ δημιουργού μ' αυτή τήν ϋλη — και οί αντιδράσεις του. Μ' άλλα λόγια: Δίχως ανάλυση τοϋ μη­

χανίσμοΰ της σύνθεσης, οί ερμηνείες τοϋ ολοκληρωμένου κι αυτόνομου πια καβαφίκοΰ ποιήματος, θ' αφήνουν πάντοτε περιθώρια σέ υποκειμενικούς ακροβατισμούς. Ό σ ο δέν επισημαίνονται τα πράγματα κι οί περιστάσεις τους, πού πάνω τους έχτισε, τόσο οί ερμηνείες πού θα μας προτείνονται θα γεννούν προβλήματα κι αμφιβολίες — και θα έπιχειροΰνται καινούριες»39. Και για να επιτύχει τήν ανάλυση του μηχανίσμοΰ αύτοΰ της «σύνθεσης» των ποιημάτων του Καβάφη ό Τσίρκας, δανείζεται όρους άπό τή μουσική και καθορίζει τα περίφημα «τρία κλειδιά» του, πού θα μας αποκαλύψουν το μυστικό: Τό δεύτερο κλειδί είναι οί «περιστάσεις» του βίου τοϋ ποιητή, τα σύγχρονα του γεγονότα, αυτά πού ως εμπειρία τοϋ δίνουν αφορμή να εκ­

φρασθεί μέ τους στίχους του. Τό πρώτο κλειδί εϊναι οί λόγιες πηγές άπό τα βιβλία πού διαβάζει, αυτές πού τοϋ δίνουν τό πρόσχημα της παρουσίας του στην τέχνη, τήν ιστορική εποχή μέσα στην οποία θά προβάλει τό «άλλοθι» του. Και τό τρίτο κλειδί είναι ό πραγματικός σκοπός του ποιήματος, ή κοι­

νολόγηση, να μάθουν οί άνθρωποι τα προσωπικά του βιώματα: τό σπαρα­

γμό της ψυχής του, τα προδομένα του όνειρα, «επιθυμίες κι αισθήσεις» και δ,τι άλλο τοϋ βασανίζει τήν ψυχή40.

Ξεκινώντας λοιπόν άπό τό αίτημα για διερεύνηση των «περιστάσεων» και των «πηγών» ό Τσίρκας κάνει μια ευρύτατη ιστορική και κοινωνική έρευνα στην Ελληνική παροικία της Αιγύπτου και εφαρμόζοντας τή μέθοδο τών «τριών κλειδιών» του ερμηνεύει μέ τό δικό [του [τρόπο μερικά άπό τα χαρακτηριστικότερα ποιήματα του Καβάφη: τήν «Πόλη», τα «Τείχη», τό «Περιμένοντας τους Βαρβάρους», τις «Θερμοπύλες», τό «Che fece... il gran rifiuto» κ.ά. Για τις «Θερμοπύλες» μάλιστα οί «περιστάσεις» έχουν ερευ­

νηθεί μέ κάθε λεπτομέρεια, περισσότερο άπό κάθε άλλο έργο τοϋ ποιητή. Οί «Θερμοπύλες» λοιπόν κατά τον Τσίρκα — πού τις συνδέει και μέ τό άπο­

39. Βλ. Σ τ ρ α τ ή Τ σ ί ρ κ α , ο. π., σ. 316­317. Πρβλ. αυτόθι, σ. 17­18. Επίσης αυτόθι, σ. 301: «... τό Περιμένοντας τους βαρβάρους, λόγου χάρη, ή το Θερμοπύλες είναι καθρεφτίσματα γεγονότων της εποχής, δοσμένα μέσα άπό τήν καλλιτεχνική συνείδηση τοϋ Καβάφη».

40. Βλ. Σ τ ρ α τ ή Τ σ ί ρ κ α , ό. π., σ. 315­320 και 5­6.

34

Page 52: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

530 Γ. Γ. Άλισανδράτου

κηρυγμένο «Κτίσται» του 189141—είναι ποίημα πού εκφράζει την αστική παρακμή τοΰ παροικιακοϋ Ελληνισμού της Αιγύπτου42. Ό κοινωνιολόγος ερευνητής ταυτίζει μάλιστα τα σύμβολα του ποιήματος με συγκεκριμένα πρόσωπα του παροικιακοϋ αύτοΰ Ελληνισμού σύγχρονα του Καβάφη. «Λεωνίδας», κατά τον Τσίρκα, είναι ό μεγάλος εθνικός ευεργέτης Γεώργιος 'Αβέρωφ (1818­1899)43, πού «είχε ορίσει στή ζωή του να φυλάγει Θερμο­

πύλες» και πού τό ηθικό του πορτραίτο — ενα είδος «επιτάφιο εγκώμιο» —­

δίνει ό ποιητής στους τάχα «περιττούς» (όπως είπαμε ότι τους θεωρούν με­

ρικοί) στίχους 4­ΙΟ44. «Εφιάλτης» είναι ό ομογενής Κ. Μ. Σαλβάγος, κο­

σμοπολίτικος εκπρόσωπος τοΰ μεγάλου τραπεζικού κεφαλαίου της παροι­

κίας, αντίζηλος τοΰ Γεωργίου 'Αβέρωφ και μετά τό θάνατο εκείνου διάδοχος του στην προεδρία της Κοινότητας της παροικίας (14 Μαρτίου 1900­ 12 Αυγούστου 1901)45. Αυτόν έχουν ώς στόχο τους, πάντοτε κατά τον Τσίρκα, οί τελευταίοι στίχοι τοΰ ποιήματος, πού γι' αυτό χαρακτηρίζονται ώς «εκδι­

κητικό επίγραμμα»46. Καί τέλος «Μήδοι» είναι οί "Αγγλοι κεφαλαιοΰχοι της Κατοχής στην Αίγυπτο (1882 κ.έ.), πού έκπροσωποΰνται άπό τό λόρδο Κρόμερ, πρώην Ε. Μπέριγκ, διοικητή της χώρας στα χρόνια της Κατοχής, με τον όποιο είχαν στενές σχέσεις συνεργασίας και εθνικής μειοδοσίας ό Κ. Μ. Σαλβάγος καί οί σύν αύτω47.

Προσωπικά δεν είμαι σε θέση να ελέγξω τις συγκεκριμένες «περιστά­

σεις» τοΰ βίου και τα ιστορικά δεδομένα, πού με τρόπο συσσωρευτικό καί όχι πάντα τεκμηριωμένο μας παρουσιάζει ό Τσίρκας στο βιβλίο του για τον Καβάφη (1958). 'Αλλά τό βιβλίο αυτό τοΰ 'Αλεξανδρινού λογοτέχνη έπι­

41. Βλ. Σ τ ρ α τ ή Τ σ ί ρ κ α , ο . π , σ. 203­209, 384 καί 417. 42. Βλ. Σ τ ρ α τ ή Τ σ ί ρ κ α, ο. π., σ. 25 κ.α. (Στις σημειώσεις 42­47 δεν είν'εύ­

κολος ό εντοπισμός των παραπομπών στο βιβλίο του Τσίρκα· οί απόψεις τοϋ συγγραφέα είναι διάσπαρτες σε πολλά σημεία).

43. Βλ. Σ τ ρ α τ ή Τ σ ί ρ κ α , δ. π., σ. 374­386 καί 414­420. 44. Βλ. Σ τ ρ α τ ή Τ σ ί ρ κ α , ο. π., σ. 403 καί 18. Πρβλ. αυτόθι, σ. 414­417. Ό

Τσίρκας πάλι, αυτόθι, σ. 417­418, υποστηρίζει ότι ό Καβάφης μέ τους στίχους

κι όταν είναι πτωχοί, πάλ' εις μικρόν γενναίοι, πάλι συντρέχοντες δσο μπορούνε

καί στο τέλος, μέ τήν παρένθεση «(καί πολλοί προβλέπουν)» εννοεί τον εαυτό του. 45. Βλ. Σ τ ρ α τ ή Τ σ ί ρ κ α , δ. π., σ. 387­403, 414­420. Για τήν προεδρία καί τό

θάνατο τοϋ Κ. Μ. Σαλβάγου βλ. σ. 399, 402 καί 7. 46. Βλ. Σ τ ρ α τ ή Τ σ ί ρ κ α , ό. π., σ. 19, 418. 47. Βλ. Σ τ ρ α τ ή Τ σ ί ρ κ α , ό. π., σ. 77, 85, 154, 157, 158, 164, 166, 174, 213, 372,

387­403, 430­431 κ.ά. Για τήν 'Αγγλική Κατοχή στην Αίγυπτο άπό τό 1882 κ. έ. βλ. επίσης αυτόθι, σ. 298, 324, 371, 376 κ. ά.

Page 53: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οι «Θερμοπύλες» τοϋ Καβάφη 531

κρίθηκε πολύ και αναιρέθηκε μέ πειστικά επιχειρήματα άπο έγκυρους με­

λετητές του καβαφικού έργου και τοϋ Ελληνισμού της Αιγύπτου. "Ηδη πριν να εκδοθεί ή μελέτη αύτη σέ βιβλίο, ό κριτικός Μάρκος Αυ­

γέρης στο μελέτημα του « Ό πεσσίμισμος στην Ελληνική ποίηση», στο περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης», 'Ιανουάριος 1956, απαντώντας έμμεσα σέ μια προδημοσίευση τοϋ Τσίρκα στο ϊδιο περιοδικό για το «Che fece... il gran rifiuto» (Δεκέμβριος 1955) διατύπωσε ζωηρές επιφυλάξεις και αντιρρή­

σεις για τον τρόπο μέ τον όποιο ό Τσίρκας εφάρμοζε τήν ίστορικοκοινωνι­

κή έρευνα για να ερμηνεύσει τήν ποίηση τοϋ Καβάφη48. Μετά τήν έκδοση του βιβλίου (1958) ό Αυγέρης εκφράστηκε πιο αποφασιστικά: αναδημο­

σίευσε το προηγούμενο μελέτημα του για τον «Πεσσίμισμό στην Ελληνική ποίηση» πλουτισμένο μέ νέα στοιχεία και αποδοκίμασε ώς λαθεμένη, όχι τή μέθοδο τοϋ Τσίρκα, άλλα τον τρόπο της εφαρμογής της. Μίλησε δηλ. ό Αυγέρης για παρερμηνεία τοϋ ιστορικού ύλισμοΰ, πού «οδηγεί στον απλοϊ­

κό κι αγοραίο κοινωνιολογισμό, στον οικονομικό υλισμό και τον οικονομι­

κό ντετερμινισμό» και για «μονόπλευρη κι αγοραία αντίληψη της ιστορίας και της τέχνης, πού αποδίδει σέ στενά οικονομικούς λόγους τήν κοινωνική εξέλιξη»49. Και βέβαια αμφισβήτησε εξολοκλήρου τή μέθοδο των «τριών κλειδιών» και τή συγκεκριμένη ερμηνεία τοϋ «Ή πόλις», τών «Τειχών», τοϋ «Περιμένοντας τους Βαρβάρους» κ.ά. άπό τον Τσίρκα. 'Αναφέρω ενα χαρακτηριστικό απόσπασμα άπό τό απαντητικό αυτό μελέτημα τοϋ Αυγέρη: «Δέ θά επιχειρήσουμε να σχολιάσουμε και τό κεφάλαιο εκείνο τών κ λ ε ι ­

δ ί ώ ν, πού άπασχολοΰν σοβαρά αύτη τή μελέτη, άλλα όλες οί υποθέσεις και συναρτήσεις πού προβάλλονται μέσασέ αυτά τα κλειδιά είναι για μας μια ρόδα πού γυρίζει στο κενό. Δέν έχουν καμιά ερμηνευτική αξία αυτές οί ανα­

ζητήσεις, όπου τα "Τείχη" εμπνέονται άπό κάποιο χτίσμα της κοινότητας, ή "Πόλις" εμπνέεται άπό κάποιον "Αγγλο ποιητή, οί "Βάρβαροι" εϊναι ό Μαχντής τοϋ Σουδάν κ.τ.λ. Βασικές ιδέες, πού βγαίνουν άπό οδυνηρές ατομικές και βιοκοινωνικές εμπειρίες του ποιητή, σύμβολα άπό τα ματω­

μένα εγκατά του, αποδίδονται σ' εξωτερικά, τυχαία και ασήμαντα περιστα­

τικά»50.

Μέ τεκμηριωμένο και λεπτομερειακό έλεγχο αναιρέθηκε κατόπιν ολό­

κληρο τό βιβλίο άπό τό Μανώλη Γιαλουράκη και τον Τίμο Μαλάνο στο

48. Βλ. Σ τ ρ α τ ή Τ σ ί ρ κ α , Οί περιστάσεις τοϋ μεγάλου "Οχι, «Επιθεώρηση Τέχνης», τόμ. Β', τεύχος 12, Δεκέμβριος 1955, σ. 450­463. Μ ά ρ κ ο υ Α υ γ έ ρ η , Ό πεσσιμισμός στην Ελληνική ποίηση. (Καβάφης, Καρυωτάκης, Βάρναλης), «'Επιθεώρηση Τέχνης», τόμ. Γ', τεύχος 13, 'Ιανουάριος 1956, σ. 4­17.

49. Βλ. Μ ά ρ κ ο υ Α υ γ έ ρ η , Θεωρήματα, ο. π., σ. 58­59. 50. Βλ. Μ ά ρ κ ο υ Α υ γ έ ρ η , αυτόθι, σ. 57.

Page 54: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

532 Γ. Γ. Άλισανδράτου

αντιρρητικό βιβλίο του πρώτου «Ό Καβάφης του κεφαλαίου Τ. Συνομιλίες με τον Τίμο Μαλάνο», πού εκδόθηκε στην 'Αλεξάνδρεια το 195951. Ή ερμη­

νεία τών «Θερμοπυλών» του Τσίρκα ελέγχεται αποτελεσματικά ώς παρερ­

μηνεία στις σελίδες 147­156 του διαλογικού αύτοϋ βιβλίου (=σ. 118 ­125 στη δεύτερη εκδοσή του με τίτλο «Καβάφης. 'Από τον Πρίαπο στον Κάρλ Μαρξ, Όλκός, 'Αθήνα 1975»). 'Αργότερα έγινε συνοπτικός έλεγχος για την ιστο­

ρία του παροικιακου Ελληνισμού της Αιγύπτου και του Σουδάν — ίσως με απόλυτο τρόπο — άπό τον Αίγυπτιώτη 'Οδυσσέα Παναγιώτου (ψευδώνυμο του γιατρού 'Αντώνη Σκουληκίδη) στο βιβλιαράκι του «Σκέψεις για τήν "εκπολιτιστική" αποστολή τών αποδήμων στις αποικίες. (Άπό αφορμή τις εργασίες τοϋ Σ. Τσίρκα για τον Καβάφη), 'Αθήνα 1964»52. 'Επίσης είδαν τό φώς και άλλα καβαφικά δημοσιεύματα τοϋ Τίμου Μαλάνου και του Μα­

νώλη Γιαλουράκη, πάντα επικριτικά και αναιρετικά τών απόψεων τοϋ Τσίρκα53.

Αυτά σέ ο,τι άφορα τό βιβλίο τοϋ Τσίρκα για τον Καβάφη. 'Αλλά παράλληλα μ' αυτά δέν μπορώ να μή λάβω υπόψη μου και τήν ακόλουθη περικοπή τοϋ Ι. Α. Σαρεγιάννη για τις «προσωπικές» αφορμές στα ποιήματα τοϋ Καβάφη: «...εύκολο είναι να δικαιολογήσομε και τους ομηρικούς θυμούς τοϋ ποιητή κάθε φορά πού οί γύρω του τολμούσαν να τοϋ πουν σέ κουβέντα ότι είχαν αναγνωρίσει τήν προσωπική αφορμή ενός ποιήματος του. Πολλοί 'Αλεξανδρινοί θα θυμοΰνται τήν αγανάκτηση του, όταν άκουε να τοϋ λένε

51. Βλ. και τήν επικριτική βιβλιοκρισία τοϋ Α ϊ μ. Χ. [ = Α Ι μ ί λ ι ο υ Χ ο υ ρ ­

μ ο ύ ζ ι ο υ] μέ τίτλο «Νέα Καβαφικά», έφημ. «Ή Καθημερινή» 22.10.1959, σ. 1­2. 52. Το βιβλιαράκι αυτό δέν υπάρχει στις δημόσιες βιβλιοθήκες τών 'Αθηνών μοϋ το

δάνεισε ό φίλος Μάνος Χαριτάτος, τον όποιο και θερμά ευχαριστώ. Ό Τ ί μ ο ς Μ α λ ά ­

ν ο ς, Ό Καβάφης άπαραμόρφωτος, Εκδόσεις Πρόσπερος, [Αθήνα] 1981, σ. 100­105, αναδημοσιεύει τρία κεφάλαια άπό το βιβλίο αυτό τοϋ 'Οδυσσέα Παναγιώτου (άπό τις σ. 28­35). Πρβλ. και Τ ί μ ο υ Μ α λ ά ν ο υ , Καβάφης 3. (Κριτικά διάφορα), 'Εκδόσεις 'Αργώ, 'Αθήνα 1978, σ. 52­53.

53. Βλ. Τ ί μ ο υ Μ α λ ά ν ο υ , Καβάφης 2. Φύλλα τετραδίου και άλλα, 'Εκδοτικός οίκος Γ. Φέξη, 'Αθήναι 1963, σ. 171­180. Μα ν. Γ ι α λ ο υ ρ ά κ η , Καβαφικά, διαλε­

κτική και Μάρκος Αυγέρης, στο προηγούμενο βιβλίο του Μαλάνου, σ. 181­188 (τό κείμενο αυτό έχει χρονολογία 22.11.1959). Τ ο ϋ ί δ ι ο υ , Καβάφης. Άπό τον Πρίαπο στον Κάρλ Μαρξ, Όλκός, 'Αθήνα 1975, σέ όλο τό βιβλίο. ('Αναδημοσιεύεται και ό «Καβάφης τοϋ Κεφαλαίου Τ»· ειδικά για τις «Θερμοπύλες» τοϋ Τσίρκα σ. 118­125). Τ ί μ ο υ Μ α λ ά ­

νου, Καβάφης 3. (Κριτικά διάφορα), ο. π., σ. 18­25,26­35,50­53,63­64,68­91. Τ ο ϋ ί δ ι ο υ , Ό Καβάφης άπαραμόρφωτος, ο. π., σ. 87­110 (και 39­42). Ό αναγνώστης όμως πρέπει να έχει υπόψη του και τό άλλο καβαφικό βιβλίο τοϋ Σ τ ρ α τ ή Τ σ ί ρ κ α , Ό πολιτικός Καβάφης, Κέδρος, [Αθήνα] 1971, β' έκδοση 1978, όπου συγκεντρώνονται διάφορα μελε­

τήματα τοϋ συγγραφέα συνήθως απαντητικά σέ δημοσιεύματα επικριτών του.

Page 55: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οί «Θερμοπύλες» τοϋ Καβάφη 533

ότι το "Υπέρ της 'Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες" του το είχε εμ­

πνεύσει ή Μικρασιατική καταστροφή, ότι το θέμα του "Βυζαντινός άρχων, εξόριστος, στιχουργών" ήταν ό εαυτός του και οί 'Αθηναίοι λόγιοι, το "Ουκ εγνως" ό Μαλάνος κ.ο.κ. Ό Καβάφης δέν ήθελε τα ποιήματα του να φαί­

νονται δεμένα με μιά συγκεκριμένη πραγματικότητα, γι' αυτό προσπαθούσε μέ κάθε τρόπο να τα αποκόβει άπό τις φαινομενικές αφορμές της γέννησης τους»54.

"Υστερα λοιπόν άπό τις καίριες αυτές διαπιστώσεις και αντιρρήσεις ή «αποκαλυπτική» ερμηνεία του Τσίρκα γιά τό ποίημα τών «Θερμοπυλών» μένει μετέωρη και αμφισβητούμενη στη συνείδηση του αναγνώστη: μας εντυπωσιάζει μέ τήν απροσδόκητη «πρωτοτυπία» της, άλλα δέ μας πείθει γιά τήν ορθότητα τών συνδυασμών της· αντίθετα μάλιστα: μέ τους υπαινι­

γμούς της σέ συγκεκριμένα πρόσωπα «μειώνει» αρκετά τήν έξαρση του χρέους και της τιμής όπως τήν εκφράζουν μέ τό γενικό και γνωμολογικό τους χαρακτήρα οί πρώτοι και οί τελευταίοι στίχοι του ποιήματος.

7. Μια εύλογη απορία.

"Ετσι περίπου θα ερμήνευε, νομίζω, τις «Θερμοπύλες» του Καβάφη ô φιλόλογος σχολιαστής, αν ακολουθούσε ώς οδηγό στην πορεία του μόνο τό κείμενο του ποιήματος, χωρίς να τό συνδέσει γενικότερα μέ τό πρόσωπο του ποιητή και τό άλλο του έργο. "Οταν όμως κάμει τον απαραίτητο αυτό συσχετισμό, ασφαλώς θα του γεννηθεί μιά εύλογη απορία : πώς εξηγείται ή ηρωική αυτή αντίληψη του Καβάφη γιά τό χρέος και τήν τιμή, άφοϋ είναι γνωστή ή γενικότερη ηττοπάθεια και απαισιοδοξία πού εκφράζει ή «διδα­

κτική» ποίηση του55 («Τείχη», «Τα άλογα του Άχιλλέως», «Τα παράθυρα»,

54. Βλ. Ι. Α. Σ α ρ ε γ ι ά ν ν η , Σχόλια στον Καβάφη. Πρόλογος Γ ι ώ ρ γ ο υ Σ ε φ έ ρ η . Εισαγωγή Ζ ή σ ι μ ο υ Λ ο ρ ε ν τ ζ ά τ ο υ , "Ικαρος, ['Αθήνα 1964], σ. 121 (= «Σχόλια σέ τρία ποιήματα του Καβάφη...3. Στο περιθώριο τοϋ " Ή Σατραπεία"». Πρώτη δημοσίευση στο περ. «Νέα Εστία», τόμ. 53, 1953, σ. 589­596· τό απόσπασμα στή σ. 595). 'Εδώ σημειώνω ότι ό Γ ι ά ν ν η ς Δ ά λ λ α ς, δ. π., σ. 35­39, αποδίδει το ποίημα σέ άλλες αφορμές, αρχίζοντας άπό τους επιτάφιους της αρχαιότητας και προ­

χωρώντας στα δεδομένα της χριστιανικής (μεσαιωνικής) και τής σύγχρονης μας εποχής. 55. «Διδακτική», όπως ερμηνεύει τήν έννοια αυτή ό Ε. Π. Π α π α ν ο ύ τ σ ο ς στο

δοκίμιο του «Ό διδακτικός Καβάφης», ο. π., και στο άρθρο του «Διδακτική ποίηση», αυτόθι, σ. 224­228 (= έφημ. «Τό Βήμα» 14 Φεβρ. 1952).—Το θέμα τής απαισιοδοξίας τοϋ Καβάφη απασχόλησε κατά καιρούς τους κριτικούς του. 'Αναφέρω μερικές περιπτώσεις: Για τήν «αποτυχία» και τή «μοιραία ήττα» πού κυριαρχούν στην ποίηση του πρώτος Εκαμε λόγο ό Γ ι ώ ρ γ ο ς Β ρ ι σ ι μ ι τ ζ ά κ η ς στή μελέτη του «Ή πολιτική τοϋ Καβάφη», 'Αλεξάνδρεια, «Γράμματα», 1926 (= Γ. Β ρ ι σ ι μ ι τ ζ άκ η, Το δργο τοϋ

Page 56: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

534 Γ. Γ. Άλισανδράτου

«Περιμένοντας τους Βαρβάρους», «Τρώες», «Ή πόλις» κ.ά.); Και πώς μπο­

ρούμε να παραβάλλουμε το ποίημα τών «Θερμοπυλών» με τους «Ελεύ­

θερους Πολιορκημένους» του Σολωμού; Στο Σολωμό οί πολιορκημένοι παραμένουν άτρωτοι άπο την πίεση της ανάγκης, γιατί κατέχονται άπο το αίτημα της ελευθερίας και του χρέους, ενώ στην ποίηση του Καβάφη κυ­

ριαρχεί το αίσθημα της ματαιότητας και της αποτυχίας γενικά. Ό Σολωμός είναι ό ποιητής της ελευθερίας, ενώ ό Καβάφης είναι ό ποιητής της ηττο­

πάθειας και της ανάγκης56. 'Εδώ πώς γίνεται ηρωικός με το περίφημο εκείνο ((ποτέ από το χρέος μη κινονντες)) ;

Ό κριτικότατος λόγος του Μάρκου Αυγέρη νομίζω ότι μπορεί να μας δώσει ικανοποιητική απάντηση στην απορία μας. «Ό Καβάφης», γράφει ό Αυγέρης, «μας χαρίζει μια κορυφαία έκφραση για τους ανθρώπους πού φυλάνε Θερμοπύλες, τους ταγμένους να υπερασπίζονται τις ανώτατες αξίες, ενα αιώνιο σύμβολο για τήν ως το θάνατο πίστη στο χρέος. Και με το "...il gran rifiuto" καταδικάζει αυτούς πού αποφεύγουν τις ευθύνες και τους ανα­

χωρητές ή εκφράζει το θαυμασμό του για τις δυνατές ψυχές πού ακολουθούν τό δρόμο της τιμής, όποιες συνέπειες κι αν έχει ή πράξη τους αυτή, πάντα

Κ. Π. Καβάφη. Πρόλογος και φιλολογική επιμέλεια Γ. Π. Σ α β β ί δ η , "ίκαρος, ['Αθήνα 1975], σ. 34­35). Κατόπιν το «αίσθημα της αποτυχίας» στον ποιητή μας το εξέτασε με πολύ ενδιαφέρουσες απόψεις ό Μ. Σ π ι έ ρ ο ς στή μελέτη του «Παρατηρήσεις επάνω στο Καβαφικό έργο», περ. «Ό Κύκλος», τόμ. Β', αριθ. 3­4, αφιέρωμα στον Κ. Π. Καβάφη, 'Αθήνα 1932, σ. 98­126. Ό Κ. Θ. Δ η μ α ρ ά ς , στο άρθρο του «Ή "ηθοποιία" τοϋ Κα­

βάφη», περ. «Νέα Εστία», τόμ. 14 (1933), τεύχος 158, 15 Ιουλίου, σ. 767, γράφει ότι «θα πρέπει μια φορά να μελετηθεί και το αίσθημα της αποτυχίας στην ποίηση τοϋ Καβάφη». Μέ καίρια κριτική ματιά, αν καί με αρκετή γενικότητα, μίλησε για τήν απαισιοδοξία τοϋ Καβάφη καί ό Μ ά ρ κ ο ς Α υ γ έ ρ η ς στο δοκίμιο του «Ό πεσσιμισμός στην 'Ελλη­

νική ποίηση», ό. π. Πρέπει να συμπεριλάβω στον κατάλογο καί τό κεφάλαιο «Τό πνεΰμα της παρακμής» τοϋ Ι. Μ. Π α ν α γ ι ω τ ό π ο υ λ ο υ, ό. π., σ. 157­160, όπου θίγεται βέβαια καί τό θέμα της «αποτυχίας».

56. Αυτές οί απόψεις αναπτύχθηκαν κυρίως άπο τον κριτικό Γ. Θέμελη στα δοκίμια του γιά τον Καβάφη. Κατά τό Θ έ μ ε λ η στο Σολωμό ή 'Ελευθερία «ενεργεί καί μέσα του καί γύρω του σαν εξόρμηση του πνεύματος να διάρρηξη τον κλοιό της Ανάγκης» («Ή ποίηση τοΰ Καβάφη» κτλ., ό. π., σ. 12). Γιά τό Σολωμό τα «Τείχη» [της Ανάγκης] υπάρχουν για να δοκιμάζεται επάνω τους ό δυναμισμός της 'Ελευθερίας (αυτόθι, σ. 31)· ένώ στην ποίηση τοϋ Καβάφη «ή κυριαρχία της 'Ανάγκης [...] κυκλώνει τή ζωή καί τήν κάνει μά­

ταιη, "άθλια" καί "παίγνιον της μοίρας"» (αυτόθι, σ. 18). Καί άλλου: «"Αν ή Σολωμική πολιτεία είναι μια πολιτεία πολιορκημένων, άλλα "'Ελεύθερων Πολιορκημένων" — ή Καβαφική πολιτεία είναι επίσης μια πολιτεία πολιορκημένων, άλλα "Δεσμωτών Πολιορ­

κημένων". Τό σημείο τοϋτο επισημαίνει τήν άκρα αντίθεση τοϋ ενός άπό τον άλλο. Οί πρώτοι υπερβαίνουν τα τείχη της πολιορκίας των — οί δεύτεροι τά σηκώνουν επάνω τους καί πορεύονται» («"Όριο επαφής Σολωμοΰ ­ Καβάφη», ό. π., σ. 201).

Page 57: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οί «Θερμοπύλες)) τοΰ Καβάφη 535

σύμφωνοι με τον εαυτό τους. Ό εσωτερικός διχασμός του κ' ή παντοτινή ασυμφωνία με τον εαυτό του, ή ταραγμένη πάντα συνείδηση του καί το αί­

σθημα της αθλιότητας του τον κάνουν να συλλάβει την αντίθετη κατάσταση, της ψυχικής υγείας καί της αρρενωπής σταθερότητας, εκφράζοντας έτσι τον καημό του για καταστάσεις πού ήταν ανέφικτες γι' αυτόν καί για τή χαλασμένη για πάντα ζωή του. Ή δική του ηθική χρεοκοπία φέρνει στο νου του όχι μόνο τις όμοιες, παρά καί τις αντίθετες καταστάσεις* κι άπ' αυτό το δρόμο φτάνει σε καθολικές απόψεις, πέρα άπό τ' ατομικά του παθήματα»57. Νομίζω πώς ή ερμηνεία του Αυγέρη έχει συλλάβει τήν ουσία των πραγμάτων για τό ζήτημα πού μας απασχολεί.

8. Το ποίημα στα σχολεία.

Μένει να εξετάσουμε ακόμη ενα θέμα π,ού γεννήθηκε τα τελευταία χρόνια. Οί «Θερμοπύλες» τριάντα χρόνια τώρα διδάσκονται στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου, σήμερα Λυκείου. Άλλα τα πολύ τελευταία χρόνια προβλήθηκε μια ζωηρή αμφισβήτηση αν πρέπει να περιλαμβάνονται στα κείμενα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας πού διδάσκονται στα σχολεία. Τήν άποψη αυτή τήν υπαινίσσεται αρνητικά — άλλα δέν τήν αναπτύσσει — ό καθηγητής Γ. Π. Σαββίδης σε άρθρο του για τα «σχολικά» ποιήματα τοΰ Καβάφη, όπου όχι μόνο δεν ασχολείται με τις «Θερμοπύλες» (όπως καί με τό «Πρώτο σκαλί» καί τήν «Ιθάκη» — μ' αυτά για άλλους λόγους), άλλα καί συνιστά ν' αποφεύγεται ή διδασκαλία τους στην τάξη (δηλ. να αποκλει­

στούν άπό τα Νεοελληνικά Κείμενα του σημερινού Λυκείου). 'Ιδού ή σχετική περικοπή του κ. Σαββίδη: «Για το δεύτερο, μάλιστα [τις «Θερμοπύλες»], που είναι παλαιό "φαβορί" των "Νεοελληνικών Αναγνωσμάτων", θα συνιστού­

σα να αποφεύγεται η διδασκαλία ­ του στην τάξη, γιατί, παρά τον φαινομε­

νικά απλό, "προσκοπικό" συμβολισμό ­ του, βάζει σε ανυπέρβλητη αμη­

χανία τον προσεχτικό αναγνώστη»58. Τήν ϊδια περίπου σύσταση κάνει καί ό Ξ. Α. Κοκόλης στο άρθρο του

για τις «Θερμοπύλες». Είδαμε ότι ό κ. Κοκόλης ερμηνεύοντας τό επί τέλους τοΰ τελευταίου στίχου υποστηρίζει ότι οί υπερασπιστές των Θερμοπυλών «άδημονοΰσαν πού τόσο πολύ είχαν καθυστερήσει οί Μήδον ή ότι αισθάν­

θηκαν κάποια ικανοποίηση όταν τελικά οί Μήδοι πέρασαν»· καί ότι κατα­

57. Βλ. Μ ά ρ κ ο υ Α υ γ έ ρ η , Θεωρήματα, δ. π., σ. 66­67. 58. Βλ. Γ. Π. Σ α β β ί δ η , Διαβάζοντας τρία «σχολικά» ποιήματα του Κ. Π. Κα­

βάφη («Φωνές», Απολείπειν ο θεός Αντώνιον», «Αλεξανδρινοί Βασιλείς»), περ. «Φι­

λόλογος» Θεσσαλονίκης, Γ', αριθ. 11­12, Όκτώβρ. 1977, σ. 174.

Page 58: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

536 Γ. Γ. Αλχσανδράτου

λήγει με τη διαπίστωση ότι ό τελευταίος στίχος του ποιήματος «με την ηττο­

πάθεια του τήν παρακμιακή (πού θυμίζει, βέβαια, τους "Βαρβάρους") υπο­

νομεύει το σύμβολο Θερμοπύλες σε βαθμό πού να το εξαφανίζει»59. Μέ αύτη λοιπόν τήν αιτιολογία ô κ. Κοκόλης θεωρεί «κακό» ποίημα τις «Θερμοπύ­

λες» καί, πλαγίως, αμφισβητεί κι αυτός τή σκοπιμότητα της παρουσίας τους στα «Νεοελληνικά Αναγνώσματα» της Μέσης Παιδείας. Μιλώντας δηλ. για τή «φορμαλιστική» προσέγγιση των έργων της λογοτεχνίας διερωτάται μήπως μία τέτοια προσέγγιση είναι ό μόνος τρόπος για να καταλάβουμε τις λειτουργικές σχέσεις πού φτιάχνουν ενα λογοτεχνικό κείμενο, «ιδιαίτερα μάλιστα», γράφει επιλέξει, «αν πρόκειται για ενα "εύκολο" κείμενο, όπως λ.χ. οί "Θερμοπύλες" του Κ. Π. Καβάφη, πού 25 χρόνια [το 1977] κυκλοφο­

ρούν ανενόχλητες, καί κατά βάση απλησίαστες, στα Νεοελληνικά 'Αναγνώ­

σματα της Μέσης Παιδείας»60. Μολονότι δεν έχουμε τήν ανάπτυξη των απόψεων του κ. Σαββίδη,

εντούτοις οί υπαινιγμοί του είναι αρκετά δηλωτικοί του σκεπτικού του καί ό λόγος τοΰ αποκλεισμού του ποιήματος φαίνεται νά είναι ταυτόσημος ή παραπλήσιος μέ εκείνον τοϋ κ. Κοκόλη. Όπωσδήποτε όμως ή άποψη των δύο πανεπιστημιακών φιλολόγων είναι πολύ σοβαρή καί πρέπει νά προκα­

λέσει τήν προσοχή μας. Άλλα δέ βρίσκω τή δικαιολογία της. Πραγματικά μένουν «απλησίαστες» οί «Θερμοπύλες» στα σχολεία της Μέσης Παιδείας; ή «βάζουν σε ανυπέρβλητη αμηχανία τον προσεχτικό αναγνώστη»; Θα μου επιτρέψουν οί δύο αγαπητοί φίλοι νά μή συμφωνήσω μέ τήν άποψη τους αυτή καί νά μή δεχτώ τήν έμμεση πρόταση πού κάνουν. Καί είναι λογικό αυτό. Άφου δε συμμερίζομαι τήν άποψη του κ. Κοκόλη για τή σημασία τοϋ επί τέλους στον τελευταίο στίχο του ποιήματος καί επομένως δέχομαι ώς ηρωικό καί αντιστασιακό το περιεχόμενο τοϋ έργου, τουλάχιστο στο πρώτο καί τό τρίτο μέρος, δέ βλέπω τό λόγο για τον όποιο πρέπει νά τό αποκλείσουμε άπό τήν τελευταία τάξη τοΰ Λυκείου. Τό αντίθετο μάλιστα* μέ τήν έξαρση πού γίνεται τοϋ χρέους — τοϋ ήθικοϋ καί τοΰ υπέρτατου — στην αρχή καί στο τέλος τοϋ ποιήματος, καί παρά τήν εξασθένηση τοϋ συμ­

βόλου στους ενδιάμεσους στίχους 4­10, νομίζω δτι τό ποίημα είναι πολύ κατάλληλο για νά προβάλλει στους νέους τήν αφοσίωση στα πιο υψηλά ιδανικά καί νά τους κατευθύνει σωστά στο δύσκολο δρόμο τοΰ καθήκοντος καί της τιμής.

59. Βλ. Ξ. Α. Κ ο κ ό λ η , ό. π., σ. 205­206. 60. Βλ. Ξ. Α. Κ ο κ ό λ η, ο. π., σ. 209.

Page 59: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

MIX. Φ. ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Δρος Φιλοσοφίας

Πανεπιστημίου Freiburg i. Br.

ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΔΟΓΜΑΤΙΣΜΟΣ: ΔΥΟ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΑ «ΠΟΡΤΡΑΙΤΑ» ΑΠΟ TON J. G. FICHTE

. ΠΡΟΣΧΕΔΙΑΣΜΑΤΑ ΣΕ ΜΙΑ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΤΟΣ

— Ι —

Στην πρώτη Εισαγωγή του στην «Wissenschaftslehre» (θεωρία της επι­

στήμης ή επιστημολογία1), πού δημοσιεύεται τρία χρόνια μετά την «Grund­

lage der gesammten Wissenschaftslehre» (1794) στον 5o τόμο της «Philo­

sophisches Journal», ó Fichte θεωρεί τήν απάντηση της ερωτήσεως: ποιος είναι ό αιτιώδης λόγος του συστήματος των συνοδευόμενων άπό το αίσθημα της άναγκαιότητος παραστάσεων καθώς και ό λόγος τοΰ αισθήματος αυτής της άναγκαιότητος, ώς το πρόβλημα πού καλείται ή φιλοσοφία να λύση2 . "Αν ώρισμένες άπό τις παραστάσεις μας συνοδεύωνται άπό το αίσθημα της ελευθερίας καί, συνεπώς, γι' αυτές περιττεύη ή εφαρμογή της εννοίας τοΰ αιτιώδους λόγου των — καθ' όσον δηλ. αυτές είναι έτσι όπως είναι, επειδή έγώ τις προσδιώρισα έτσι ελεύθερα να είναι —, άλλες αντίθετα έχουν ώς συνοδό τους τό αίσθημα της άναγκαιότητος. Τό σύστημα ακριβώς των πα­

ραστάσεων του τελευταίου είδους ονομάζεται επίσης εμπειρία («Erfahrung»), τόσο εσωτερική όσο καί εξωτερική. Ή φιλοσοφία, συμπεραίνει ό Fichte, οφείλει, συνεπώς, νά παράσχη τον λόγο κάθε εμπειρίας.

'Ωστόσο, τό αντικείμενο της φιλοσοφίας πού ζητεί νά δηλώση τον λόγο

1. Μέ τήν έννοια της ((Wissenschaftslehre» τοϋ Fichte ασχολούμεθα ευρύτερα σε δύο μελέτες μας πού καθώς ελπίζεται δέν θ' αργήσουν να δουν το φως της δημοσιότητος.

2. Πρβλ. J. G. F i c h t e s Werke, τ. I, Berlin, 1971, σ. 423. Ή έκδοση αυτή αποτελεί ανατύπωση της: J. G. F i e h t e s, Sâmmtliche Werke, (έκδ. άπό τον I. Η. Fichte), Berlin, 1845­46.

Page 60: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

538 Μιχαήλ Φ. Δημητρακοπούλου

κάθε εμπειρίας βρίσκεται αναγκαστικά εξω άπο κάθε εμπειρία, άφοΰ ό λό­

γος κείται εξω άπα το υπό τον λόγον πού επιδιώκει να έξηγήση. Πώς όμως τώρα κατορθώνει ό φιλόσοφος να ύψωθή πέρα ή πάνω από την εμπειρία, τη στιγμή κατά την οποία και αυτός— δπως κάθε πεπερασμένο λογικό δν— τελεί αναγκαστικά υπό ώρισμένους, καντιανούς θά λέγαμε, όρους, όπως λ.χ. να δέχεται ολόκληρο τό υλικό της σκέψεως του άπό τήν εμπειρία; Στο ερώτημα αυτό άπαντα ό Fichte κατά δύο τρόπους (op. cit., σ. 425­6).

Ό φιλόσοφος, γράφει, είναι σέ θέση να κάνη αφαίρεση, να χωρίση δηλ. με τήν ελευθερία της σκέψεως του τό συντεθειμένο ή συγκείμενο στην κατ' εμπειρία γνώση, όπου τό πράγμα («dasDing»), δηλ. εκείνο πού πρέπει να προσδιορίζεται ανεξάρτητα άπό τήν ελευθερία μας και προς τό οποίο οφείλει να κατευθύνεται ή γνώση μας, και ή νόηση (Intelligenz») πού οφεί­

λει να γνωρίζη αυτό τό πράγμα, είναι άξεδιαλύτως συνδεδεμένα. Με αυτή του τήν πράξη ό φιλόσοφος επιτελεί αφαίρεση σέ σχέση προς ενα άπό τα δύο — τό πράγμα ή τή νόηση — και έτσι κάνοντας αφαίρεση και άπό τήν εμπειρία υψώνεται πάνω άπό αυτή. "Οταν λοιπόν επιτελή αφαίρεση σέ σχέ­

ση προς τό πράγμα, τότε λαμβάνει ώς αποτέλεσμα μια νόηση ή νοερή φύση καθ' έαυτήν («Intelligenz an sich»), ή οποία συνεπώς κάνει αφαίρεση άπό τή σχέση της προς τήν εμπειρία* όταν πάλι ποιήται αφαίρεση εν σχέσει προς τή νόηση, τότε λαμβάνει ώς αποτέλεσμα ενα πράγμα καθ' εαυτό, τό όποιο δηλ. δέν προβάλλει στην εμπειρία, άλλα συνθέτει τον αιτιώδη λόγο της εμπειρίας. Ή πρώτη πορεία μεθόδου ονομάζεται ι δ ε α λ ι σ μ ό ς , ενώ ή δεύτερη δ ο γ μ α τ ι σ μ ό ς .

Κατά τον Fichte μονάχα τά δύο3 αυτά φιλοσοφικά συστήματα είναι δυ­

νατά, εφ' όσον κανείς προχωρεί με συνέπεια και δέν προβαίνει σέ σύνθεση ενός άλλου συστήματος πού συγχωνεύει μέσα του — όπως συχνά συμβαίνει στην ίστορία της σκέψεως — μέ ασυνέπεια στην μέθοδο αποσπάσματα των δύο αυτών ανομοιογενών συστημάτων. Σύμφωνα μέ τό πρώτο οι συνοδευό­

μενες άπό τό αίσθημα της άναγκαιότητος παραστάσεις συνιστούν προϊόντα της προϋποτιθέμενης για τήν αιτιολόγηση τους νοήσεως, ενώ κατά τό δεύ­

τερο προϊόντα ενός προϋποτιθέμενου αυτών πράγματος καθ' εαυτό. Άλλα και όσον άφορα τό αντικείμενο άπό τήν άποψη της σχέσεως του

προς τή συνείδηση εν γένει υφίσταται κατά τον Fichte μια αξιοσημείωτη διαφορά ανάμεσα στον δογματισμό και τον ιδεαλισμό. Μπορώ λ.χ. να προσ­

διορίζω τον εαυτόν μου μέ ελευθερία καί νά σκέπτωμαι τούτο ή εκείνο, ακό­

μα και τό πράγμα καθ' εαυτό του δογματικού* αν μάλιστα κάνω αφαίρεση

3. Πρβλ. καί Grundlage der gesammten Wissenschaftslehre στά: F i c h t e s Werke, op. cit., σ. 101.

Page 61: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

'Ιδεαλισμός και Δογματισμός. Δύο φιλοσοφικά «πορτραίτα» από τον J. G. Fichte 539

άπο το νοούμενο αντικείμενο και στρέψω την προσοχή μου μονάχα σε μένα, τότε μεταβάλλομαι μέσα μου με αφορμή το νέο αυτό αντικείμενο (δηλ. τον εαυτόν μου), σέ αντικείμενο μιας ώρισμένης παραστάσεως. Ή πράξη αυτή του σκέπτεσθαι εξαρτάται άπο τον δικό μου αύτοπροσδιορίσμό, δεδομένου ότι μετατρέπω τον εαυτόν μου σέ αντικείμενο του έαυτου μου μέ ελευθερία. Τον εαυτό μου, γράφει ό Fichte (op. cit., σ. 427), δεν τον έκανα ή έδημιούρ­

γησα βέβαια καθ' εαυτόν εγώ ό ίδιος παρά μόνο εϊμαι αναγκασμένος να τον νοήσω προκαταβολικά ως τό προσδιοριστέο τοϋ αύτοπροσδιορισμοϋ μου. "Ετσι υπό ώρισμένους όρους τό Έγώ μου εξαρτάται, ώς προς τήν ποιότητα ή φύση του, μονάχα άπό τή νόηση όχι όμως και κατά τήν ΰπαρξή του, πού σαν τέτοια προϋποτίθεται πάντοτε.

Τό Έγώ, ωστόσο, αυτό πού ό Fichte αρχικά απέφευγε να χαράκτη ρίση ώς Έγώ καθ' εαυτό (πρβλ. σχετικά ύποσημ. σ. 427) για τήν αποφυγή αυτο­

νόητων δυσάρεστων παρανοήσεων, αποτελεί τώρα — ώς Έγώ καθ' εαυτό ακριβώς — τό αντικείμενο τοϋ ίδεαλισμοΰ. Ώ ς τέτοιο προβάλλει πράγματι ώς κάτι το πραγματικό στην συνείδηση χωρίς αυτό να σημαίνη ότι είναι ενα πράγμα καθ' εαυτό, άφοϋ σέ μια τέτοια περίπτωση θα έπαυε ό ιδεαλισμός να είναι δ,τι είναι και θα μετέπιπτε σέ έναν άντικειμενίζοντα δογματισμό. Τό Έγώ καθ' εαυτό δεν προσδιορίζεται λοιπόν ώς αντικείμενο της εμπειρίας και χωρίς τον προσδιορισμό του άπό τό Έγώ αυτό δέν είναι απολύτως τί­

ποτα — τό Έγώ ορίζεται απλώς ώς ύπερέχον και υπερβαίνον κάθε εμπειρία. Φυσικά είναι δυνατόν να εγερθούν αντιρρήσεις ώς προς τον ισχυρισμό ενός άμεσου αύτοπροσδιοριζόμενου συνειδέναι σέ μια ελεύθερη πράξη τοϋ πνεύματος. Τοϋ προβλήματος αύτοϋ έχει σαφή συνείδηση ό Fichte και για τοϋτο προβαίνει στις ανάλογες αναγκαίες διασαφήσεις. "Ηδη στην αρχή (op. cit., σ. 422) της Εισαγωγής είχε ζητήσει προκαταβολικά άπό τον τρό­

φιμο της φιλοσοφίας νά άποτρέψη τό βλέμμα του άπό ό,τι τον περιβάλλει και νά στραφή μέσα του, στο εσωτερικό του — άλλωστε στην «Wissen­

schaftslehre» δέν γίνεται λόγος για ό,τιδήποτε εξω άπό ήμας, αλλά μονάχα για εμάς. Ή «Wissenschaftslehre» προϋποθέτει απαρέγκλιτος τήν ελευ­

θερία της εσωτερικής θεάσεως ή εποπτείας. Τό αύτοσυνειδέναι, κατά συνέπεια, δέν επιβάλλεται άπό μόνο του ούτε

απορρέει αυτομάτως άπό κάπου, άλλα πρέπει κανείς νά πράττη πραγματικά ελεύθερος καί, επιτελώντας τήν αφαίρεση σέ σχέση προς τό αντικείμενο, νά στρέφη τήν προσοχή του αποκλειστικά σ' αυτόν τον ϊδιο τον εαυτόν του. Τό είδος αυτό της συνειδήσεως δέν μπορεί νά άποδειχθή σέ κανένα και ούτε πολύ περισσότερο είναι καταναγκασμένος νά όδηγηθή σ' αυτό κανένας. Ό καθένας, υποστηρίζει ό Fichte (σ. 429), πρέπει νά έκφέρη και παράγη δι' ελευθερίας μέσα του τή συνείδηση αυτή της άμεσότητος της ελεύθερης πρά­

ξεως τοϋ πνεύματος του. Σ' αυτό εξ άλλου έγκειται και τό πλεονέκτημα του

Page 62: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

540 Μιχαήλ Φ. Δημητρακοπούλου

αντικειμένου του ιδεαλισμού σε σύγκριση προς εκείνο του δογματισμού, αν ληφθή ύπ' όψη ότι το αντικείμενο του πρώτου δέν γίνεται να εμφανίζεται ώς έξηγητικος λόγος της εμπειρίας — άφοϋ κάτι τέτοιο θα ήταν αντιφατικό και θα μετέτρεπε το σύστημα αυτό σε ενα μόριο της εμπειρίας —, άλλα πρέ­

πει να αποδεικνύεται μέσα στη συνείδηση από εσωτερικό αύτοπροσδιορισμό του ελευθέρως πράττειν.

Τό αντικείμενο αντίθετα τοϋ δογματισμού ανήκει στην τάξη εκείνων τών αντικειμένων, τα όποια παράγονται μονάχα δι' ελευθέρας νοήσεως, πράγμα πού θέλει να πή ότι τό πράγμα καθ' εαυτό — τό αντικείμενο δηλ. του δογματισμού — αποτελεί μια απλή επινόηση — ενα πράγμα πού δέν είναι πράγμα! — χωρίς καμμιά πραγματικότητα4. Γιατί αν αυτό έκανε τήν παρου­

σία του στον χώρο τής εμπειρίας, τό σύστημα της οποίας δεν είναι τίποτα άλλο, όπως είδαμε, άπό τό συνοδευόμενο με τό αίσθημα τής άναγκαιότητος σκέπτεσθαι, τότε θα άντέφασκε προς τήν ίδια του τήν φύση πού τό θέλει καθ' εαυτό και όχι αναφορικά προς κάτι άλλο. Βεβαίως ό δογματικός επι­

θυμεί να του εξασφάλιση πραγματικότητα, δηλ. τήν αναγκαιότητα να νοήται ώς αιτιώδης λόγος τής εμπειρίας, πλην όμως αυτό θα ίσχυε πραγματικά, εάν άπεδείκνύετο ότι τό πράγμα καθ' εαυτό θα ήταν σέ θέση να αιτιολό­

γηση τήν εμπειρία. Άλλα πώς, ωστόσο, έχει κανείς τό δικαίωμα να προ­

ϋποθέτη πρωθύστερα αυτό πού πρόκειται ή οφείλει κατ' αρχήν να άποδει­

χθή; "Ετσι τό πράγμα καθ' εαυτό παραμένει πλασματική έννόηση πού εξαρτά τήν πραγμάτωση της άπό τό τελεσφόρημα του συστήματος, ή συνιστά οντολογική υπόθεση χωρίς πραγματωτική νόηση (νοούν υποκείμενο).

— Π ­

«Ich an sick», λοιπόν, ώς κατ' αφαίρεση εν σχέσει προς τό πράγμα προκύπτουσα «Intelligenz» πού προβάλλει ώς κάτι τό πραγματικό μέσα στο συνειδέναι άλλα κείται πέρα άπό κάθε εμπειρία, και «Ding an sich» ώς δι' αφαιρέσεως αναφορικά προς τήν «Intelligenz» απορρέον και υπερκείμενο τής εμπειρίας χωρίς πραγματικότητα επινόημα, αποτελούν τα αντικείμενα τών δύο συστημάτων — ιδεαλισμού καί δογματισμού — πού συναντιμάχον­

ται να παράσχουν τον φιλοσοφικό λόγο τής εμπειρίας. Παρά τήν άντιμαχία τους όμως αυτή κανένα άπό τα δύο παραπάνω συστήματα δέν εϊναι σέ θέση κατά τον Fichte να άνασκευάση τό αντίθετο του, καθώς ή διαμάχη διεξάγε­

ται γύρω άπό τήν πρώτη, μή παραγόμενη άπό άλλου αρχή. Δυνατότης άναι­

4. "Ενα «ens rationis» (leerer Begriff ohne Gegenstand») όπως θα το έχαρακτήριζε ή 'Υπερβατική 'Αναλυτική τοϋ Κ α ν τ (πρβλ. Kritik d. r. Vernunft, A 292).

Page 63: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

'Ιδεαλισμός και Δογματισμός. Δύο φιλοσοφικά «πορτραίτα» άπό τον J. G. Fichte 541

ρέσεως υπάρχει μόνο όταν δεχθή κανείς παραχωρητικά την οικεία αρχή του ενός για τον ανατρεπτικό έλεγχο του άλλου, και τανάπαλιν. Το γεγονός αυτό φανερώνει τελικά την ολοσχερή έλλειψη κοινών σημείων ή, άλλως, το παντελώς ασυμβίβαστο αναμεταξύ τους.

Και πρώτα­πρώτα ô ιδεαλισμός αδυνατεί να αντίκρουση τον δογματι­

σμό. Ό τελευταίος βέβαια δεν μπορεί παρά να συναίνεση στον έξηγητικό της εμπειρίας λόγο του πρώτου — δηλ. στην ελευθέρως πράττουσα νόηση — ως ένυπάρχοντος μέσα στο συνειδέναι. Tò factum όμως αυτό ό δογματικός το μεταβάλλει μέ βάση ορθούς συμπερασμούς άπό τήν αρχή του, σε απατη­

λή όψη και πλάνη πού σαν τέτοιες καθιστούν τήν αρχή τοΰ ΐδεαλιστοϋ ανίκανη για εξήγηση της εμπειρίας. Κατά τήν φιλοσοφία του δογματικού κάθε τι πού παρουσιάζεται στή συνείδηση είναι απλώς προϊόν ενός πράγ­

ματος καθ' εαυτό και τούτο ισχύει και για τους υποτιθέμενους προσδιορι­

σμούς μας δι' ελευθερίας ή άπό ελευθερία. Ή υποκειμενική αντίληψη ότι είμεθα ελεύθεροι παράγεται επίσης δια της επιδράσεως τοΰ πράγματος καθ' εαυτό μέσα μας και μόνο ή άγνοια τοΰ γεγονότος αύτοΰ μας οδηγεί στο να προσγράφουμε τους έξ ελευθερίας προσδιορισμούς στην ελευθερία, τουτέ­

στιν σε μια αιτία πού δεν είναι καμμία5.Κάθε συνεπής επομένως δογματικός, συμπεραίνει ό Fichte, είναι κατ' ανάγκην «Fatalist» (μοιροκράτης)· δεν αρνείται δηλ. το factum της συνειδήσεως: ότι θεωροΰμε τους εαυτούς μας ελεύθερους — κάτι τέτοιο θα ήταν παράλογο —, άλλα μέ αφετηρία τήν δική του αρχή αποδεικνύει τήν ψευδότητα αυτής της αποφάνσεως (op. cit., σ. 430). Πέρα όμως άπό τον «Fatalismus» ό Fichte καταλογίζει στον συνεπή δογματικό και κατ' αναγκαιότητα « Materialismus» (υλισμό), εφ' όσον ή άρνηση της ελευθερίας και αύτοστασίας στο Έγώ μετατρέπει το ίδιο σε ενα προϊόν τών πραγμάτων, σέ απλό συμβεβηκός τοΰ κόσμου (σ. 431 και 437).

Άπό τήν άλλη πλευρά τώρα ό δογματικός βρίσκεται στην ϊδια ακριβώς αδυναμία να αναίρεση τον ίδεοκράτη. Και τοΰτο είναι φυσικό, άφοΰ ό τε­

λευταίος μέ βάση τήν δική του αρχή ερμηνείας της εμπειρίας οικοδομεί πάνω σ' αυτό πού απαρνείται ό πρώτος. Ό Ιδεαλιστής δηλ. γκρεμίζει τό οικοδόμημα τοΰ δογματικού, γιατί τό πράγμα καθ' εαυτό ύπολαμβάνεται άπό αυτόν ώς μια τέλεια χίμαιρα, ώς ενα τίποτα χωρίς πραγματικότητα, αν εξαίρεση κανείς μονάχα εκείνη πού αυτό οφείλει νά απόκτηση, για να κα­

ταστή έτσι δυνατή ή εξήγηση της εμπειρίας. Τό απόλυτο πράγμα, φαίνεται νά λέγη εδώ ό Fichte, εξισώνεται μέ τό απόλυτο τίποτα, δεδομένου ότι τό

5. Οί λόγοι αυτοί του Fichte φέρουν αθέλητα στή μνήμη τό περίφημο απόσπασμα τοϋ Δ η μ ο κ ρ ί τ ο υ (Β 119), σύμφωνα μέ το όποιο ((άνθρωποι τύχης εϊδωλον έπλάσαντο πρόφαση' Ιδίης άβονλίης».

Page 64: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

542 Μιχαήλ Φ. Δημητρακοπούλου

πράγμα καθ' εαυτό θέλει να ίσχύη ώς το πράγμα κατ' εξοχήν, χωρίς ώς πράγμα ακριβώς να εμφανίζεται στην εμπειρία και λειτουργικά να την διερμηνεύη.

Ό λ α αυτά αποδεικνύουν την άπολυτότητα του ασυμβιβάστου ανά­

μεσα στα δύο συστήματα καθώς και την αναγκαία ασυνέπεια της απόπειρας να συμπλεχθοϋν ή συμμειχθοϋν αμφότερα σ' ενα νέο σχήμα. Το πελώριο χάσμα πού θα έδημιουργείτο άπό μια τέτοια δυνατότητα συγχωνεύσεως, ή οποία θα συνεπήγετο και τήν άναπόδεικτη διαρκή μετάβαση άπό τήν ύλη στο πνεύμα, ή αντίθετα άπό τήν αναγκαιότητα στην ελευθερία, θα φανή στα επόμενα, όταν τό κάθε σύστημα θα κληθή να εξήγηση αυτό πού υπό­

σχεται ότι μπορεί πραγματικά νά επιτυχή. Ό Fichte βλέποντας εν τω μεταξύ ότι άπό καθαρά θεωρητικής απόψεως

και τα δύο συστήματα φαίνονται νά είναι ϊσης αξίας, άλλα και συγχρόνως ότι μαζί δεν μπορούν ούτε νά συνυπάρξουν, ούτε και νά καταφέρουν κάτι τό ενα εις βάρος του άλλου, θέτει μέ ενδιαφέρον τήν φιλοσοφικοψνχολο­

γική ερώτηση, τί παρακινεί εκείνον πού διαπιστώνει αυτή τήν κατάσταση νά προκρίνη τό ενα σύστημα αντί του άλλου, και πώς ό σκεπτικισμός στην καθολική του σημασία δεν υψώνει αποφασιστικά τό ανάστημα του αδιαφο­

ρώντας για τό προς λύση πρόβλημα εν γένει. Μέ άλλα λόγια δηλ. έρωτα: σε τί συνίσταται ή αιτία πού, στην διαμάχη μεταξύ του ΐδεαλιστοϋ και τοϋ δογματικού, ό μεν πρώτος είναι πρόθυμος νά θυσιάση στην αύτοστασία ή αυτονομία τοϋ Έγώ τήν αυτοτέλεια ή αυτοδυναμία τοϋ πράγματος, ενώ ό δεύτερος, αντίθετα, στην αυτονομία τοϋ πράγματος τήν αυτοτέλεια τοϋ Έγώ;

Έδώ ό Fichte ζητεί προφανώς ν' άνευρη, ποιο άπό τα δύο συστήματα είναι τό πρώτο, αρχικό και ανεξάρτητο άπό τό οποίο αναγκαστικά τό δεύ­

τερο, ώς δεύτερο, εξαρτάται, και μέ τό όποιο αυτό πρέπει νά είναι συνδεδε­

μένο. Τοϋτο έρχεται ώς συνέπεια τοϋ γεγονότος ότι πέρα άπό τήν παράστα­

ση της αυτονομίας, αυτή ή ϊδια ή πραγματική αυτονομία τών δύο συστημά­

των δέν είναι δυνατόν νά συνυφίσταται. Για τή λύση τοϋ προβλήματος αύ­

τοϋ, μας λέγει ό Fichte, δέν υπάρχει κανένας «Entscheidungsgrund aus der Vernunft» (op. cit., σ. 432), κανένας δηλ. αιτιώδης λόγος πού ν' άποφασίζη μέ αφετηρία τον νοΰ ή λόγο, γιατί απλούστατα έδώ δέν πρόκειται για τή σύν­

δεση ενός μέλους σέ μια σειρά, όπου οί αιτιώδεις λόγοι αποκλειστικά είναι επαρκείς. Τό εν λόγω ερώτημα άφορα απεναντίας τήν αρχή ολόκληρης της σειράς, ή οποία ώς απόλυτα πρώτο ενέργημα είναι εξαρτημένη άπό τήν ελευθερία μόνο τοϋ νοειν. "Αρα τό ενέργημα αυτό καθορίζεται δι' απόλυτα ελεύθερης εκλογής ή εξουσίας καί, καθώς ή αύτοκρατής αυτή απόφαση οφείλει νά εχη κάποια αιτία, είναι καθωρισμένο άπό κ λ ί σ η («Neigung») και «δ ι α φ έ ρ ο ν» («Interesse») (σ. 433). "Ετσι ό τελευταίος λόγος της

Page 65: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

'Ιδεαλισμός και Δογματισμός. Δύο φιλοσοφικά «πορτραίτα» άπο τον J. G. Fichte 543

διαφορότητος του ίδεαλίστοϋ άπο τον δογματικό ανάγεται αντιστοίχως στην διαφορότητα τοϋ διαφέροντος των.

Παρά την απροσδόκητη αύτη τροπή τοϋ προβλήματος προς μια σαφώς ψυχολογική και πρακτικο­κοσμοθεωριακή διέξοδο ό Fichte με τις επόμενες αναλύσεις του επαναφέρει τον λόγο στο επίπεδο της αυτοσυντηρήσεως της καθαρής θεωρίας του. Υπέρτατο διαφέρον και βάση πρωταρχική όλων των άλλων διαφερόντων, γράφει, είναι το διαφέρον «fur uns selbst» (σ. 433). Tò αύτοεγώ τοϋ φιλοσόφου αγωνίζεται πάνω άπο όλα να μή χαθή στο «Rai­

sonnement» (τήν διαλογίστική έναντιολογία)6, άλλα να συγκρατηθή και παραμείνη σταθερό και βεβαιωμένο — αυτό σέ τελευταία ανάλυση τό δια­

φέρον κατευθύνει αόρατα και τήν όλη σκέψη τοϋ φιλοσόφου. Υπάρχουν, ωστόσο, δύο βαθμίδες άνθρωπότητος και δυο κύρια γένη ανθρώπων : μερικοί, πού δεν υψώθηκαν ακόμη στο πλήρες αίσθημα της ελευθερίας και της από­

λυτης αυτονομίας των, ανακαλύπτουν τους εαυτούς των μόνο μέσα στην παράσταση τών πραγμάτων και διέπονται αποκλειστικά άπό εκείνη τήν πε­

ρισυλλεγμένη άπό τήν ποικιλία τών αντικειμένων αυτοσυνείδηση πού βυθί­

ζεται στον διασκορπισμό και τήν προσήλωση στα πράγματα. Ή εικόνα τών ανθρώπων αυτών για τον εαυτό τους και τον κόσμο τους προσρίπτεται ως δι' ενός κατόπτρου δια μέσου μόνο εκείνων τών πραγμάτων τα όποια, όταν τους άποσπασθοϋν, βουλιάζει μαζί τους και τό Έγώ τους τό ίδιο. Και αυτό συμβαίνει, γιατί δεν είναι ακόμα σέ θέση να παραιτηθούν άπό τήν πίστη τους στην αυτοτέλεια τών πραγμάτων για χάρη τής ιδικής των εσω­

τερικής αυτονομίας* οί ίδιοι υπάρχουν αποκλειστικά και μόνο χάρη στην πίστη εκείνη στα πράγματα. Ό,τ ι εν γένει είναι, είναι πράγματι γινωμένοι δια μέσου εκείνου τοΰ εξωτερικού κόσμου — είναι τα διαρκή προϊόντα τών πραγμάτων του. Και ό Fichte κατακλείει: αρχή τών δογματικών είναι ή πίστη στα πράγματα για χάρη αυτών τών ίδιων πού πιστεύουν σ' εκείνα­

έμμεση συνεπώς πίστη στο διασκορπισμένο και βασταζόμενο άπό τα αντι­

κειμενικά πράγματα Έγώ τους.

'Υπάρχει όμως και ή άλλη βαθμίς άνθρωπότητος, τό άλλο δηλ. γένος ανθρώπων, πού με τήν αυτενεργό συνείδηση τής αυτονομίας και ανεξαρτη­

σίας του άπό τον εξω κόσμο, δέν έχει ανάγκη τών πραγμάτων για στηρικτική βάση τοΰ 'Εγώ του, άφοϋ κάτι τέτοιο θα κατέλυε τήν αύτοστασία του και θα τήν διέλυε σέ κενή άπατηλότητα. Τό έγώ πού κατέχει και ενδιαφέρει τό

6. Raisonnement ασφαλώς δηλώνει και το απλό συλλογίζεσθαι· έδω όμως πρέπει να συμπεριέχη και τήν άσυμφιλίωτη, άνευ συνθετικής ένότητος, έναντιολογική λογιστικό­

τητα, όπως ακριβώς αργότερα τό «Raisonnirendes Denken» ή απλώς ((Raisonnement» και ((Raisonniren» στην φιλοσοφία τοΰ H e g e l .

Page 66: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

544 Μιχαήλ Φ. Δημητρακοπούλου

δεύτερο αυτό γένος των ανθρώπων, αϊρει κάθε επιπόλαιη πίστη στα εξωτε­

ρικά πράγματα και με υψηλή ένταση και αληθινό πάθος πιστεύει δυνατά στην ανεξαρτησία του από κλίση («Aus Neigung», op. cit., σ. 434)· ή πίστη στον εαυτό του τον ϊδιο είναι απόλυτη, άμεση, ενιαία και αποφασιστική. Στο σημείο αυτό κορυφώνεται χωρίς άλλο με εσωτερική δύναμη και τιτα­

νική ορμή ή πρωτογερμανική αυτοπεποίθηση της έσωτερικότητος του Fichte πού στα χρόνια της διαμορφώσεως της πρώιμης ρωμαντικής κινήσεως στην Ίένα υπήρξε κυριολεκτικά ό ανεγνωρισμένος ήρωας και πρωταγωνι­

στής τής ιδεαλιστικής φιλοσοφίας. Και δεν είναι τυχαίο το γεγονός πώς παράλληλα και πέρα από τήν Κριτική του καθαρού λόγου του Κάντ ή «Grundlage der gesammtenWissenschaftslehre» (1794) του Fichte απετέλεσε το αυτονόητο σημείο αναφοράς ενός κύκλου φιλοσόφων και ποιητών όπως ό Schiller και ό Schlegel, ό Hòlderlin ό Kleist, Jean Paul, ô Novalis και τέλος — άλλα όχι τελευταία — ό Schelling και ό Schleiermacher.

Δεν είναι επίσης άνευ σημασίας τό γεγονός ότι στή συνέχεια των ανα­

πτύξεων του (σ. 434) ό Fichte προβαίνει σε μια φαινομενολογική θα λέγαμε ανάλυση και ερμηνεία των παθών πού έγκαταμειγνύονται συνήθως στην υπεράσπιση των δύο φιλοσοφικών συστημάτων παθών, τα όποια ακριβώς εξηγούνται άπό τό διαφέρον και τήν ορμή τής εσωτερικής αποφάσεως και ελευθερίας. Ή τυπολογία, ή, καλλίτερα, τα ψυχολογικά και φιλοσοφικά πορτραίτα του δογματικού και του ίδεαλίστου είναι πράγματι αξιοθαύμαστα, άκρως επιτυχή και διαφέροντα καί, σίγουρα, φανερώνουν κομμάτι αυτοβιο­

γραφικό τής φιλοσοφικής ψυχής του Fichte. Ό δογματικός, μας λέγει, δια­

τρέχει όντως τον κίνδυνο να άφανισθή άπό τήν επίθεση του αντιπάλου του συστήματος του καί, άοπλος όπως είναι λογικά απέναντι του, δέν του απο­

μένει τίποτα άλλο άπό εκείνο τό κάτι μέσα του πού τον συνδέει καί τον συγκρατεί με τήν ψυχοσύνθεση του επιτιθεμένου. Ό δογματικός δηλ. συμ­

παρατάσσεται με τήν ϊδια έξαψη καί τό αυτό αδυσώπητο μένος απέναντι στον αντίπαλο του χωρίς να εντυπωσιάζεται άπό τις αποδείξεις καί τα επι­

χειρήματα του. Σ' αυτόν, γράφει ό Fichte, μπορεί κανείς να δείξη τήν ανε­

πάρκεια και ασυνέπεια τοΰ συστήματος του· μπορεί επίσης να τον όδηγήση σε σύγχυση καί να τοΰ έμπνευση φόβο άπό κάθε άποψη, τό αποτέλεσμα, ωστόσο, παραμένει αρνητικό· ό δογματικός δέν πείθεται, γιατί δέν είναι σε θέση ν' άκούση καί να εξέταση ήρεμα καί με ψυχραιμία τα λογικά επιχει­

ρήματα. Καθώς μάλιστα άπό τήν φιλοσοφική αρχή του προς τα πράγματα πού επιδιώκει να εξήγηση ή παραγάγη, ποτέ δέν βρίσκει τον δρόμο, ό δο­

γματισμός τελικά για τον Fichte (σ. 438) δέν αποτελεί με κανένα τρόπο, καί άπό τήν άποψη τής καθαρής ακόμα θεωρίας, κάποια φιλοσοφία, άλλα έναν ανίσχυρο καί αναιμικό ισχυρισμό, ή μια απλή διαβεβαίωση. Ώ ς μοναδική δυνατή μόνο φιλοσοφία υπολείπεται κατά συνέπεια ό ιδεαλισμός (σ. 438).

Page 67: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

'Ιδεαλισμός και Δογματισμός. Δύο φιλοσοφικά «πορτραίτα» άπο τον J. G. Fichte 545

Άλλα και ό Ιδεαλισμός πάλι με τή σειρά του δεν κατορθώνει ν' άποφύγη το περιφρονητίκο βλέμμα προς τον δογματικό πού τίποτα παραπάνω δεν τοϋ προσκομίζει άπο εκείνο πού άπο μακρού ήδη ό ϊδιος καλά γνωρίζει και έχει αποβάλει ως πεπλανημένο: εϊτε γιατί έχει αφήσει πίσω του, όπως θα έλεγε ό Κάντ7, το δογματικό στάδιο στην σκέψη του, εϊτε γιατί στον ιδεαλι­

σμό δεν έχει όδηγηθή χωρίς κάποια προηγούμενη εσωτερική άντιδιάθεση προς το δόγμα. "Ετσι, αν ό δογματικός δείχνη υπερβολικό ζήλο, έξάπτεται και διαστρέφει, και αν τελικά είχε τή σχετική δύναμη, θα ήταν σε θέση και να καταδίωξη (!), ό ιδεαλιστής παραμένει ήρεμαίος και ψύχραιμος διατρέ­

χοντας μόνο τον κίνδυνο να περιπαίξη τον δογματικό αντίπαλο του! 'Από τα παραπάνω ό Fichte βγάζει, τελικά, επίκαιρους στον υπέρτατο

βαθμό και βαρυσήμαντους συμπερασμούς. Τι φιλοσοφία διαλέγει* κάνεις ακούει εμβρόντητος ό ακροατής του, τοντο εξαρτάται άπο το τ'ι είδος άν­

θρωπος είναι ό Ιδιος' ενα φιλοσοφικό σύστημα δεν αποτελεί ενα νεκρό οικιακό ή μαγειρικό σκεύος πού μπορεί κανείς κατά τάς αρεσκείας του να άποθέση ή άναλάβη στα χέρια του, άλλα ζωοποιεΐται και διαπνέεται άπο τήν ψυχή του φιλοσοφικού άνθρωπου, του φορέως του. Ένας νωθρός ή άπο πνευματική δουλεία, λόγια πολυτέλεια καί ματαιότητα αποχαυνωμένος καί κεκυφωμένος, ή, παραστατικότερα, καμπουριασμένος χαρακτήρ (οί όροι του Fichte θυμίζουν έντονα τις περιγραφές του Πλάτωνος)9 δεν πρόκειται ποτέ να άρθή στον υψηλό τοϋ ιδεαλισμού χώρο. Γιά φιλόσοφος, συνεχίζει ό Fichte (σ. 434­435), πρέπει κανείς — αν αποδεικνυόταν ό ιδεαλισμός μόνη αληθινή φιλοσοφία — να είναι άπο τή φύση του γεννημένος.· καί όχι μονάχα πεπαιδευμένος νάναι για αυτό, άλλα προς τούτο τον εαυτό του διαρκώς να θεραπεύη — μέ καμμιά όμως ανθρώπινη τέχνη ή επιτήδευση δεν εϊναι δυ­

νατόν να φτιαχθή κανείς γιά τέτοιος, δηλ. για φιλόσοφος!

7. Kritik der reinen Vernunft A 761/Β 789. 8. Τα δριμύτατα αυτά ρήματα τοΰ Fichte αποκτούν φυσικά μια όλως ξεχωριστή ση­

μασία, όχι ϊσως τόσο για εκείνους πού μιλάνε για μια γνώση πού ανήκει στον «τρίτο κό­

σμο» (όπως ό Κ. R. P o p p e r , πρβλ. Objektive Knowledge, an evolutionary Approach, Oxford, 1972, σ. 106 κ.έ.), άλλα γι' αυτούς πού επαγγέλλονται μέ μεταφιλοσοφική αυταρέ­

σκεια καί ψεύτικη άλλ' έπίκομψη... λογιότητα μια δήθεν ελεύθερη ή ελευθερωμένη άπο αξίες επιστήμη. Γιά τήν επιλογή της φιλοσοφίας κατά τον Fichte πρβλ. L. P a r e y ­

son , Die Wahl der Philosophie nach Fichte, στό : Epimeleia (Festschrift f. Kuhn) hrsg. von F. Wiedmann, Miinchen, 1964, σ. 30­60.

9. Πρβλ. Π λ ά τ ω ν ο ς Πολιτεία 586α: ««Οι άρα φρονήσεως και αρετής άπειροι, ευωχίαις δέ και τοις τοιοντοις άεί ξυνόντες,... προς το αληθώς άνω οντε άνέβλεψαν πώποτε οϋτε ήνέχθησαν, ούδε τοϋ δντος τω δντι έπληρώθησαν,... άλλα βοσκημάτων δίκην κάτω άεί βλέποντες και κεκυφότες είς γήν και εις τράπεζας βόσκονται χορταζόμενοι και οχεύοντες...».

35

Page 68: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

546 Μιχαήλ Φ. Δημητρακοπούλου

— III —

Άλλα ας δοϋμε τώρα και τήν ικανότητα πού, όπως δηλώσαμε παραπά­

νω, έχουν τα δυο συστήματα κατά τήν εξήγηση των προβλημάτων τους. Ό δογματισμός, υποστηρίζει ό Fichte, εϊναι ανίκανος να έξηγήση τήν παρά­

σταση καθώς αναλαμβάνει να τήν καταστήση αντιληπτή δια μέσου της επε­

νέργειας του πράγματος καθ' εαυτό. Παράλληλα όμως δεν του επιτρέπεται να άρνήται δ,τι το άμεσο συνειδέναι αποφαίνεται για τήν παράσταση. Ά λ ­

λωστε, όπως εϊχε προηγουμένως καθορίσει (σ. 432) ό Fichte, ό άνθρωπος δεν είναι δυνατόν να σταματήση στή σκέψη σύμφωνα μέ τήν οποία ό φιλό­

σοφος οφείλει να παριστά τον εαυτό του ώς ελεύθερο και ότι εξω άπό αυτόν υπάρχουν ώρισμένα πράγματα. Ή σκέψη της απλής παραστάσεως είναι μόνο μια μισή σκέψη ή ενα άποκεκλασμένο τμήμα σκέψεως, άφοΰ σ' αυτή πρέπει να προστεθή δια της νοήσεως και κάτι άλλο πού της αντιστοιχεί ανεξάρτητα άπό τήν δύναμη του παριστάνειν10. Μόνη της, δηλ. χωρίς τή σύνδεση της μέ κάτι άλλο, δεν μπορεί να σταθή ή παράσταση και δεν είναι ώς εκ τούτου άπό μόνη της τίποτα. Ή άναγκαιότης του νοεΐν ωθεί αναγκα­

στικά προς τό καίριο ερώτημα: ποιος είναι ό υποστατικός λόγος («Grand») των παραστάσεων; Τί εϊναι εκείνο πού αντιστοιχεί στις παραστάσεις; "Η, όπως θα τονίση στή συνέχεια (σ. 436): γ ι α π ο ι ό ν είναι τό πράγμα;

Τί λέγει, λοιπόν, τό άμεσο συνειδέναι για τήν εξήγηση της παραστά­

σεως; Στο σημείο αυτό ό Fichte υπενθυμίζει σε αδρές γραμμές ό,τι ήδη εϊχε στην «Wissenschaftslehre» (1794) δια μακρών αναπτύξει. Ή «Intelligenz»11, επαναλαμβάνει, προσθεδται τον ίδιο τον εαυτόν της και τό προσθεασθαι αυτό του εαυτού της είναι άμεσα συνενωμένο μέ κάθε τι πού της προσιδιάζει, ή εϊναι αυτή ή ίδια* στην ά μ ε σ η συζευκτική ενότητα του Εΐναί τις και του θεάσθαι ή όραν συνίσταται ή φύση της «Intelligenz)). "Ο,τι εϊναι μέσα σ' αυτή και δ,τι γενικά είναι αυτή, τοΰτο είναι για τον εαυτόν της («fur sich selbst»), και μόνο καθ' όσον εϊναι κάτι τέτοιο για τον εαυτόν της εϊναι αυτή ό,τι εϊναι, δηλ. «Intelligenz». Προσοράν ή θεάσθαι καί Εϊναι βρίσκονται

10. Πρόκειται ϊσως περί αιχμηρών υπαινιγμών εναντίον της θεωρίας τοΰ «Vorstel­

lungsvermôgen» τοϋ Καντιανού Κ. L. R e i n h ο 1 d. 11. Μέ «Intelligenz» (= νόηση, νους ή νοητική ενέργεια) εννοεί έδώ ό Fichte τήν

αμεσότητα της αυτοσυνειδησίας (όπου υποκειμενικό καί αντικειμενικό τελούν αδιαίρετα σέ ενα) πού φέρει καί τό όνομα της εσωτερικής ή νοητικής αύτοεποπτείας, δηλ. τό αύτοτί­

θεσθαι τοϋ Έγώ ώς αύτοτιθεμένου καί όχι ώς άπλοϋ τιθέναι. Πρβλ. καί Kritik der reinen Vernunft Β 158 ύποσημ. πού ασφαλώς πρέπει να είναι, κατά τή γνώμην μας, μια άπό τις κύριες πηγές τοϋ Fichte. Χαρακτηριστικό είναι ότι στο χωρίο αυτό τοϋ Κ ά ν τ άπαντα ό όρος «Intelligenz».

Page 69: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

'Ιδεαλισμός καί Δογματισμός. Δύο φιλοσοφικά «πορτραίτα» από τον J. G. Fichte 547

ακριβώς άνευ χωρισμού συνενωμένα αναμεταξύ τους, έφ' όσον το Έγώ επο­

πτεύει εκείνο το εσωτερικό έκφέρειν ή παράγειν των προσδιορισμών του πού είναι καί το Είναι της εκφοράς των μέσα του. Οί προσδιορισμοί αυτοί είναι, καθ' όσον τους προσθεώμαι στην εκπόρευση τους, καί στην προσθέασή τους αποτελούν δικό μου Είναι. 'Αντίθετα, για το πράγμα, τό ποικίλον πράγ­

μα, είναι αδύνατο να υποστήριξη κανείς — απαντώντας έτσι στο ερώτημα: για ποιόν («fur wen») είναι τέλος πάντων αυτό; — ότι είναι δι' εαυτό· τό άψυ­

χο πράγμα μόνο για μια «Intelligenz» πού προσεπινοείται είναι ό,τι είναι, δηλ. είναι ενα Είναι γι' αύτη καί προς αύτη. Χωρίς την συμβολή μου τό πράγμα φυσικά είναι — παραδόξως — πράγμα, άλλα δεν είναι ούτε για τον εαυτόν του ούτε για μένα! Ή «Intelligenz» πάλι, καθώς αύτη είναι για τον εαυτόν της ο,τι είναι καί δεν χρειάζεται να προστεθή τίποτα άλλο με τη σκέψη απ' εξω, εμπεριέχει καί είναι με τήν αύτοθέτησή της ήδη, αυτό για τό όποιο ή ίδια είναι. Τό άλλο για τό όποιο είναι μέσα στον εαυτόν της συν­

τίθεται με τον εαυτόν της. Μέσα δηλ. στην «Intelligenz» συμπλέκονται συνθετικά — χωρίς προηγούμενη ανάλυση — δύο σειρές: εκείνη τον Είναι και ή άλλη τοϋ προσθεασθαι, τουτέστιν του Πραγματικού καί του Ίδεατον (ή διπλή αυτή σειρά υποβάλλει ήδη τήν ιδέα τοϋ 'Απολύτου τοϋ Schelling12) καί στην άδιαλυτότητα τής διπλότητος αυτής έγκειται ακριβώς ή ουσία τής νοητικής φύσεως. Κατά τοΰτο συνεπώς διαφέρει ή «Intelligenz» από τό πρά­

γμα («Ding»), στο όποιο προσάπτεται μια μόνο καί απλή σειρά: εκείνη δηλ. τοϋ Πραγματικού πού απορρέει από τό απλώς τεθειμένο Είναι («Gesetztsein») τοϋ πράγματος. «Intelligenz» καί «Ding» βρίσκονται έτσι σέ δύο διαφορετι­

κούς κόσμους ανάμεσα στους οποίους δεν χωρεί ουδεμία γέφυρα. Μολαταύτα ό δογματισμός θέλει να έξηγή τήν φύση τής «Intelligenz»

με τή βοήθεια τής αρχής τής αιτιότητος13 πού έτσι θα τήν μετέτρεπε σέ ενα

12. Ή πρώτη — καί ή δεύτερη επίσης — «Einleitung» στην «Wissenschaftslehre» τοϋ Fichte περιέχει κατά τον R. L a u t h (πρβλ. πρόλογο στην Gesamtausgabe των έργων του Fichte άπό τήν βαυαρική 'Ακαδημία των επιστημών, τ. 1, 2, Stuttgart­Bad Canrstatt, 1965, σ. 245 ύποσημ.) αντίπαλες θέσεις στην ερμηνεία τής «Wissenschaftslehre» άπό τις περίφη­

μες «Philosophische Briefe iiber Dogmatismus und Kriticismus (1795) (W. J. von Schellings Sâmmtliche Werke, I, i, Stuttgart­Augsburg, 1856, σ. 281 κ.έ. Πρβλ. κυρίως τέταρτη, πέμ­

πτη, έκτη, ένατη καί δεκάτη επιστολή) τοϋ Schelling, έστω καί αν αυτό δέν δηλώνεται expressis verbis. Για τις σχέσεις Fichte­Schelling πρβλ. τ ο ϋ ι δ ί ο υ , Dieerste philo­

sophische Auseinandersetzung zwischen Fichte und Schelling, 1795­1797, στην: Zeitschrift fur philosophische Forschung 21 (1967) σ. 341­367, πρβλ. επίσης M. G u e r ο ul t, L'é­

volution et la structure de la doctrine de la science chez Fichte, τ. 2, Strassbourg, 1930, πρβλ. τ. 2, σ. 213 κ.έ. πρβλ. καί σ. 3 κ.έ.

13. Τήν αρχή αυτή θα χαρακτηρίση παρακάτω (σ. 441) ό F i c h t e ως έξης: «...Das Gesetz des Causalitàt ist nicht ein erstes urspriingliches Gesetz, sondern es ist nur

Page 70: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

548 Μιχαήλ Φ. Δημητρακοπούλου

έπενεργούμενο ή δεύτερο μέλος της αιτιατής σειράς, άφοΰ και ή αρχή αυτή έχει να κάνη μόνο με τήν σειρά τοΰ πραγματικού — και όχι τήν διπλή συν­

θετική της «Intelligenz». Ή δύναμη λ.χ. μιας ποιητικής αιτίας μεταβαίνει επενεργώντας σε ενα άλλο, εξω άπο αυτή κείμενο και αντίθετο και παράγει μέσα σ' αυτό ενα Είναι· το Είναι αυτό βρίσκεται ώς Είναι για μια νόηση 'έξω από το ποιητικό αίτιο και δεν αποτελεί Είναι για τό ίδιο. Αυτή ή επε­

νέργεια μπορεί ώς μηχανική δύναμη να μεταδίδεται καί σε άλλα μέλη μιας οσοδήποτε μακράς σειράς χωρίς μ' αυτό να συναντά κανείς ενα μέλος σ' αυτή τή σειρά πού να επιδρά αντανακλαστικά, δηλ. κατά επιστροφή και ανάκαμψη μέσα στον εαυτόν του.

Ό Fichte μάλιστα προχωρεί ακόμα πιο πολύ καί καλεί τον αναγνώστη του να προσδώση στο αντικείμενο τής επενέργειας τό ανώτατο πού μπορεί κανείς να παράσχη σέ ενα πράγμα: τήν «fìeizbarkeit» (διεγερσιμότης), τήν ικανότητα δηλ. αύτοδιεγέρσεως καί ερεθισμού, μέ βάση τήν οποία αυτό κατευθύνεται πλέον άπό τίς ίδιες του δυνάμεις καί σύμφωνα μέ τους νόμους τής φύσεως του καί όχι, όπως στην σειρά του άπλοϋ μηχανισμού, κατά τους νόμους πού του προσπορίζει τό επενεργούν αντικείμενο· καί τότε ακόμα τό πράγμα αυτό, ισχυρίζεται ô Fichte, παρά τήν άνακαμπτική επενέργεια του πάνω στην πρώτη ώθηση εξακολουθεί να παραμένη ενα απλό, ψιλό Είναι, ενα Είναι για μια δυνατή «Intelligenz» εξω άπό αυτό κείμενη (σ. 437). Ή «Intelligenz)) δηλ.δεν κερδίζεται εν δσφ δέν τήν προσεπινοουμε ώς ενα πρώτο καί απόλυτο τί, ενώ ή μετάβαση άπό τό Είναι στο παριστάνειν υπολείπεται ακέραιη χωρίς απόδειξη. Έτσι ό δογματικός είναι υποχρεωμένος να επι­

χείρηση ενα πελώριο άλμα σέ ενα εντελώς ξένο κόσμο, αν άναλογισθή κα­

νείς ότι στην φιλοσοφική αρχή του ενυπάρχει μόνο ό λόγος ενός Είναι άλλ' όχι καί εκείνος τοΰ αντιτιθέμενου σ' αυτό τό Είναι παριστάνειν. Τό κενό14

συνεπώς ανάμεσα στα πράγματα καί τίς παραστάσεις δέν γεφυρώνεται μέ τήν σύλληψη τής απλής σειράς (σειρά του πραγματικού άλλ' όχι καί του ιδεατού όπως στην περίπτωση τής «Intelligenz))) τοΰ φυσικού μηχανισμού, όπου μέ τήν μηχανική επενέργεια τοΰ έπενεργοΰντος πράγματος προκύπτουν

eine con den mehreren Weisen der Verbindung des mannigfaltigen, und lasst sich aus dem Grundgesetze dieser Verbindung ableiten».

14. To πρόβλημα αυτό στον Κάντ, πού τον απασχολούσε έντονα κατά τή δεκαετία τοϋ 1770 μέχρι τής δημοσιεύσεως τής «Κριτικής τοϋ καθαρού λόγου» (1781), παίρνει τήν ακόλουθη μορφή: πώς είναι δυνατόν καθαρές a priori έννοιες τής διανοίας ή νοήσεως να προσπορίζουν αντικειμενική γνώση τών πραγμάτων, ή οι a priori αυτές έννοιες να συμ­

φωνούν κατ' αναγκαιότητα μέ τα αντικείμενα; (πρβλ. σχετικά Μ. Δ η μ η τ ρ α κ ό ­

π ο υ λ ο υ , Φιλοσοφία τοΰ γερμανικού ιδεαλισμού Ι, Im. Kant, Τεύχος Α': Προκριτική περίοδος, 'Αθήναι 1979, σ. 96 κ.έ.)·

Page 71: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

'Ιδεαλισμός και Δογματισμός. Δύο φιλοσοφικά «πορτραίτα» από τον J. G. Fichte 549

μηχανικώς παραστάσεις, οι όποιες μεταβάλλονται κατ' αυτόν τον τρόπο σε ενα είδος πράγματος, αλλ' ούτε και με τήν γενικευμένη μορφή αιτιότητος, τήν αλληλεπίδραση δηλ. τών πραγμάτων άπό τήν οποία κατά τον υλισμό — στον όποιο έκβάλλει κατά τον Fichte ό με συνέπεια χωρών δογματισμός — γεννώνται ή παράγονται οί σκέψεις. Ή ψυχή λ.χ. θα έπρεπε στην αυστηρό­

τερη του δογματισμού συνέπεια να είναι όχι ενα πράγμα καθ' εαυτό — αν και κάτι παρόμοιο δεν θα έμποδίζετο ό δογματισμός να κάνη δεκτό — ή ό,τιδήποτε εν γένει, άλλα τό προϊόν της άλληλεπιδράσεως πραγμάτων στην αναμεταξύ τους σχέση. Άπό αυτό όμως δεν εξάγεται ποτέ κάτι ξεχωριστό από τα πράγματα αλλά μονάχα κάτι μέσα στα πράγματα, γιατί απλούστατα δεν προσεπινοεΐται μια «Intelligenz» πού να θεαται ή παρατηρή τα πράγματα. Ή συμφωνία — και ή αρμονία15 πού γεννιέται άπό τή συμφωνία πολλών οργάνων αποτελεί, λέγει ό Fichte, προσφιλή παρομοίωση τών δογματικών, για νά καταστήσουν εύληπτο τό σύστημα τους — και ή αρμονία δεν ευρί­

σκονται μέσα στα όργανα άλλα στο πνεύμα μόνο του άκροατοϋ, ό όποιος συναρμολογεί μέσα του τήν πολλαπλότητα τους σε ενότητα. "Αν ό πνευ­

ματικός αυτός ακροατής δεν προσεπινοηθή, τότε εκείνη (ή αρμονία) δέν είναι απολύτως τίποτα. Τούτο σημαίνει σε τελευταία ανάλυση ότι δέν χρειά­

ζονται, κατά τον Fichte, κενά λόγια για νά γέμιση κανείς τό χάσμα ανάμεσα στο πράγμα και τή νόηση, αλλά ένας βαθμός εσωτερικής αυτονομίας και ελευθερίας του πνεύματος, ώστε νά γίνη κατανοητή ή διπλή ιδεατή και πραγματική σειρά πού ενυπάρχει μέσα στην ουσία της «Intelligenz». Πάνω σ' αυτή τήν στέρεη προϋπόθεση μονάχα θεμελιώνεται ό ανατρεπτικός του δογματισμού καίριος έλεγχος, ό όποιος αποποιούμενος τήν « milde Denkart unseres Zeitalters»»16 βασίζει τον ιδεαλισμό της φιχτεανής «Wissenschafts­

hhre» στην αυστηρή και σύντονη σύζευξη τών μελών μιας αποδεικτικής σειράς (πρβλ. σ. 436­440).

Ό ιδεαλισμός μέ άλλα λόγια εξηγεί τους προσδιορισμούς της συνειδή­

σεως έχοντας ώς σημείο αφετηρίας τό πράττειν («Handeln») της νοητικής ενεργείας, ή οποία, ώς τέτοια, είναι αυτόχρημα ενεργός. Ή απόλυτη ενέρ­

γεια της, πού σημαίνει πρωταρχική αυτενέργεια, εξηγείται άπό τό γεγονός

15. 'Υπαινίσσεται έδώ ό Fichte τήν «προκατεστημένη αρμονία» του φιλοσοφικού συστήματος τοϋ L e i b n i z : Μια μονοσήμαντη απάντηση πάνω στο ερώτημα αυτό δέν ε ναι δυνατόν βέβαια νά δοθή.

16. Μέ αυτό εννοεί ό F i c h t e τήν χαλαρή καί μή αυστηρώς ακριβή — σέ αντίθεση τοος τα Μαθηματικά — μέθοδο σκέψεως καί έρεύνης εκείνων πού μέ τήν ανεύρεση τών πκότων μελών μιας άλυσίδος καί τήν διόραση τοϋ προς τοϋτο συλλογιστικοί) κανόνος στεύδουν στην συμπλήρωση τοϋ υπολοίπου μέρους «en masse» μέ τή βοήθεια τοϋ φαντα­

στικού τους.

Page 72: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

550 Μιχαήλ Φ. Δημητρακοπούλου

ότι στην φύση της δεν προσάπτεται κατά βάθος κανένα Είναι («Seyn») και κανένα απλό ύφ­ίστασθαι («Bestehen») πού ώς προϊόντα μιας άλληλεπιδρά­

σεως (υλισμός) δεδομένων αντικειμένων θα έφεραν την «Intelligenz» σε αμοι­

βαία επίδραση προς μη αυτενεργά πράγματα­ ή «Intelligenz», πρώτη και υπέρ­

τατη μέ το αίτημα του ιδεαλισμού, δέν εϊναι δυνατόν να πάσχη ή ύπομένη κάτι άπό κάποιο άλλο πού προηγείται αυτής και παρέχει τον αιτιώδη λόγο για το ενδεχόμενο πάσχειν της ιδίας. Για τον ιδεαλισμό ή «Intelligenz» είναι ενα «Than» και τίποτα απολύτως άλλο· ούτε ακόμα ενα «Thatiges», γράφει ο Fichte (σ. 440), είναι ορθό αύτη να ονομάζεται, άφοϋ μ' αυτό δηλώνεται κάτι τό σταθερά — σαν σώμα — υφιστάμενο, είς τό όποιο ένοικεΐ ενέργεια.

Άπό τό πράττειν τώρα της «Intelligenz» αυτής οφείλουν να παραχθούν οί κ α θ ω ρ ί σ μ έ ν ε ς παραστάσεις ενός υλικού, χωρικού και ανεξάρ­

τητα άπό την δική μας συμβολή υφιστάμενου κόσμου, οί όποιες όμως παρα­

στάσεις προβάλλουν ώς γνωστό μέσα στή συνείδηση. Ωστόσο, συνεχίζει ό Fichte, άπό ενα απροσδιόριστο πρώτο — όπως εϊναι ή «Intelligenz» — δέν εϊναι δυνατόν να παραχθή κάτι τό καθωρισμένο, και ή αρχή, συνεπώς, τοΰ άποχρώντος λόγου, ή οποία αποτελεί τον καθολικό τύπο κάθε παραγωγής, δέν βρίσκει εφαρμογή στην περίπτωση της. Δέν απομένει λοιπόν παρά να δεχθούμε ότι τό υποκείμενο ώς βάση τής «Intelligenz» πράττειν πρέπει να εϊναι ενα κ α θ ω ρ ι σ μ έ ν ο , ενα πράττειν δηλ. πού καθορίζεται άπό τήν 'ίδια — και όχι άπό κάτι εξω άπ' αυτή — τήν ουσία τής «Intelligenz» ώς υπέρ­

τατο αιτιώδη λόγο της. Προϋπόθεση κατά ταύτα τοΰ ιδεαλισμού εϊναι ότι ή «Intelligenz» πράττει, αλλά δυνάμει τής αύτοουσίας της πράττει σύμφωνα μέ ενα ώρισμένο τρόπο. Ό κεχωρισμένα άπό τό πράττειν νοούμενος αναγ­

καίος τρόπος τοΰ πράττειν καλείται προσφυώς: «Die Gesetze des Handelns» (=ο ί νόμοι τοΰ πράττειν), πράγμα πού φανερώνει ότι υπάρχουν αναγκαίοι ή κατ' αναγκαιότητα νόμοι τής νοήσεως. Μέ τό τελευταίο γίνεται επίσης κα­

ταληπτό τό αίσθημα τής άναγκαιότητος πού συνοδεύει τις καθορισμένες παραστάσεις και έτσι ή «Intelligenz» δέν αισθάνεται άπ' εξω μια εντύπωση, αλλά μέσα στο κατά νόμους πράττειν της αισθάνεται τους περιορισμούς τής ουσίας της τής ϊδιας. Κριτικός η νπερβατολογικος ιδεαλισμός άρα είναι εκείνος πού έχει ώς προϋπόθεση τη μοναδική αυτή καθωρίσμένη και σύμ­

φωνη μέ τό λόγο, πραγματική αιτιώδη προϋπόθεση των αναγκαίων νόμων τής «Intelligenz». "Ενας υπερβατικός («transcendenter») αντίθετα ιδεαλισμός θα ήταν εκείνο τό σύστημα, τό όποιο θα παρήγε τις καθωρισμένες παραστά­

σεις άπό τό τελείως έστερημένο νόμων — άνομο — πράττειν τής «Intelli­

genz» — μια αντιφατική καθ' όλα προϋπόθεση, γράφει ό Fichte, καθώς πάνω σε ενα τέτοιο πράττειν δέν εϊναι δυνατόν να έφαρμοσθή ή αρχή τοΰ άπο­

χρώντος λόγου (σ. 441).

Οί πρακτικοί αυτοί νόμοι τής «Intelligenz» πού τους προσφέρει ή ϊδια

Page 73: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

'Ιδεαλισμός και Δογματισμός. Δύο φιλοσοφικά «πορτραίτα» από τόν J. G. Fichte 551

στον εαυτόν της κατά την πορεία της πράξεως της δια μέσου ενός υπέρτερου, θεμελιωμένου κατ' αναγκαιότητα μέσα της πράττειν ή παριστάνειν, συναπο­

τελοϋν, ωστόσο, ενα ολόκληρο σύστημα, με το όποιο ο κριτικός ιδεαλιστής χωρεί κατά δύο τρόπους στο έργο του (σ. 442). Ή δηλ. παράγει το σύστημα εκείνο των αναγκαίων τρόπων του πράττειν καί, μαζί του, τις προκύπτουσες άπό αυτό αντικειμενικές παραστάσεις πραγματικά άπό τους θεμελιώδεις νό­

μους της «Intelligenz», η συλλαμβάνει τους νόμους αυτούς όπως λ.χ. εφαρ­

μόζονται αυτοί άμεσα στα αντικείμενα, δηλ. σε μια κατώτερη βαθμίδα, ως κατηγορίες καί ισχυρίζεται παράλληλα ότι μ' αυτούς προσδιορίζονται και διατάσσονται τα αντικείμενα. Στην τελευταία αύτη περίπτωση, όπου οί νόμοι της «Intelligenz» δέν παράγονται κατ' ευθείαν άπό την μια ουσία της ιδίας, προκύπτει το πρόβλημα της καταγωγής τής υλικής γνώσεως των νό­

μων αυτών — πώς δηλ. γνωρίζει κανείς ότι οί νόμοι ακριβώς αυτοί (αίτιότη­

τος, ουσίας κλπ.) υπάρχουν —, δεδομένου ότι. ή άντληση τους άπό την Λο­

γική δέν σημαίνει, κατά τόν Fichte, τίποτα άλλο παρά τήν έμμεση δι' αφαι­

ρέσεως άπό τα αντικείμενα εκπόρευση των. Τό να ισχυρίζεται κανείς ότι πρόκειται για έμμονους («immanenten») νόμους τής νοήσεως — πόθεν άλ­

λωστε τό γνωρίζει αυτό κανείς; — είναι σα να τους θεωρή — όπως ό δογμα­

τικός — ώς γενικές καί στην φύση τών πραγμάτων θεμελιωμένες ιδιότητες των.

Κατά τόν τρόπο αυτό όμως δέν αποκτάται καμμιά γνώση σχετικά μέ τό ότι καί τό γιατί ή «Intelligenz» οφείλει να πράττη ακριβώς έτσι όπως πράτ­

τει, καί, προ παντός, δέν διαβλέπει κανείς, πώς γεννιέται ή παράγεται τό αντικείμενο17 (σ. 443). Καί όσο κανείς, υποστηρίζει ό Fichte, δέν κατορθώ­

νει να έκθεση μπροστά στα μάτια του φιλοσόφου τόν τρόπο κατά τόν όποιο γεννάται ολόκληρο το πράγμα, ό δογματισμός δέν έχει ακόμη έκδιωχθή άπό όλες τις απόκρυφες γωνιές του. Μέ τόν άναπόδείκτο ιδεαλισμό ή μισό κριτι­

κισμό (σ. 443 καί 444) τής δεύτερης αυτής περιπτώσεως — όπου δηλ. οί νόμοι τής «Intelligenz» ισχύουν σέ χαμηλότερο επίπεδο ώς Κατηγορίες — εξηγούνται απλώς οί ιδιοσυστασίες καί σχέσεις του πράγματος, δηλ. απλώς

17. Το πράγμα — δηλ. ή υλική γνώση —κατά τον F i c h t e γνωρίζει τή γένεση του δια μέσου ένας πράττειν σύμφωνα μέ τους νόμους τής «Intelligenz» καί έτσι ώς αντικείμενο δεν είναι τίποτα άλλο άπό τήν πρωταρχική σύνθεση όλων εκείνων τών σχέσεων ή εννοιών πού συμπεριλαμβάνονται δια τής «Einbildungskraft» (πρβλ. Grundlage der gesammten \Vissenschaftslehre, op. cit., σ. 204­246). 'Εδώ πλέον μορφή καί υλη δέν αποτελούν ξεχω­

ριστά μέρη, άλλα ή συνολική «Formheit» («μορφότης», αν είναι επιτρεπτός ό νεολογισμός) είναι ή ύλη, καί μόνον κατ' αρχήν στην ανάλυση λαβαίνουμε ξεχωριστές ατομικές μορφές (χρβλ. σ. 443). Παρόμοιες αντιλήψεις πρεσβεύει αργότερα καί ό Η e g e i (Wissenschaft der Logik Ι, σ. 31 — έκδ. G. Lasson).

Page 74: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

552 Μιχαήλ Φ. Δημητρακοπούλου

ύπαγωγικά τα αντικείμενα της εξωτερικής εμπειρίας, ότι λ.χ. το πράγμα βρίσκεται στον χώρο, εξωτερικεύεται στον χρόνο και τα συμβεβηκότα του πρέπει ν' άναφέρωνται σε κάτι το ύποστασιώδες κλπ. Άλλα άπα που προέρ­

χεται άραγε αυτό, έρωτα ô Fichte, πού έχει αυτές τις σχέσεις και Ιδιότητες ή άπό που βγαίνει τέλος πάντων ή ϋλη — στην οποία ακριβώς ζητεί καταφύ­

γιο ό δογματικός — πού επενδύεται αυτές τις ώρισμένες μορφές; Χωρίς την απάντηση στα ερωτήματα αυτά μένει στή μισή της ενέργεια και νομοτέλεια ή «Intelligenz» και τό σύστημα του λόγου αποσπασματικό ή κολοβωμένο, άφοϋ έτσι ψηλαφεί κανείς, χωρίς βαθύτερη έννόηση της πλήρους μεθόδου του λόγου, στο πεδίο ακόμη της «reflectirenden Urtheilskraft»18 (πού στον Κάντ, σε αντίθεση μέ τήν αντικείμενα ««bestimmende Urteilskraft» του θεω­

ρητικού λόγου, λειτουργεί ώς συνδετικό­ενδιάμεσο μέλος μεταξύ της «Να­

turbegriff» (νομοθεσία της «Verstand») και της «Freiheitsbegriff» (νομοθε­

σία της «Vernunft») και καθίστα δυνατή τήν μετάβαση άπό τό ενα πεδίο στο άλλο) και του πρακτικά μεν ελευθέρως αύτονομοθετοϋντος (Κάντ), άλλα όχι εξ ίσου πρακτικά θεωρητίζοντος ή επιστημονικά προσδιορίζοντος και τήν «Sinnlichkeit», όπως θέλει ή «Wissenschaftslehre» του Fichte, άφανίζον­

τος πρακτικού καντιανού λόγου19. Τον ιδεαλισμό και κριτίκίσμό όμως αυτό ό Fichte θεωρεί ώς ανολοκλήρωτο ή ημιτελή σε σύγκριση μέ τον υψηλότερο και εντελή νπερβατολογικο Ιδεαλισμό της δικής του «Wissenschaftslehre», στου οποίου, πριν κατακλείση τήν πρώτη «Einleitung», προσπαθεί εισέτι να έμβαθύνη τήν μέθοδο.

18. Έδώ ό υπαινιγμός για τον Κάντ είναι σαφής. Βεβαίως ό Fichte αντιμετωπίζει τον Kant κάθε άλλο παρά ώς δογματικό (πρβλ. ενδεικτικά σ. 429­30 ύποσημ. και 444 ύποσημ.), πλην όμως επαινεί έναν άπό τους λεγόμενους «αποστάτες» τοϋ Κάντ τον J. S. Β e e k (πρβλ. τό έργο του Einzig­môglicher Standpunkt, aus welchem die kritische Philosophie beurteilt werden muss, Riga, 1796), σύμφωνα μέ τον όποιο ό ύπερβατολογικός ιδεαλισμός τοϋ Kant διδάσκει ότι τό αντικείμενο δεν είναι ούτε ολόκληρο οΰτε κατά τό ήμισυ δεδομένο άλλα κατασκευασμένο, ή, καλλίτερα, «φτιαγμένο», ή «καμωμένο»! («gemacht», πρβλ. σ. 444 ύποσ.). Είναι περιττό, νομίζουμε, να τονισθή πόσο άντικαντιανή είναι μια τέτοια ερμη­

νευτική αντίληψη. 19. Για τά παραπάνω πρβλ. σχετικά «Vorrede» και «Einleitung» στην «Kritik der

Urteilskraft» του Κάντ­πρβλ. ακόμα: «Uber den Begriff der Wissenschaftslehre» στα Fi­

chtes Werke, I, op. cit., σ. 30 (πρόλογος στην πρώτη έκδοση) και «Erste Einleitung in die Wissenschaftslehre», op. cit., σ. 420­21, όπου ακριβώς ό Fichte θέτει χωρίς περιστροφές για στόχο του ((Die vóllige Umkehrung desDenkart... so dass in allem Ernste, und nicht bloss so zu sagen, das Object durch das Erkenntnisvermògen, und nicht das Erkenntnis­

vermogen durch das Object gesetzt und bestimmt werde». Τους λόγους αυτούς εκφέρει χαρακτηριστικά ό Fichte έχοντας πλήρη συνείδηση ότι τό δικό του σύστημα δέν είναι κατά βάθος κανένα άλλο άπό εκείνο τοϋ Κάντ!

Page 75: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

'Ιδεαλισμός και Δογματισμός. Δύο φιλοσοφικά «πορτραίτα» από τον J. G. Fichte 553

— IV —

Ό ιδεαλισμός αυτός, γράφει (σ. 445 κ.έ.), όρμάται άπό ενα και μοναδικό θεμελιώδη νόμο του λόγου, ό όποιος (νόμος) αποδεικνύει άμεσα στην άμεση συνείδηση αυτό πού ισχυρίζεται. Κατ' αρχήν απαιτεί από τον αναγνώστη ή ακροατή του να νοήση ελεύθερα μιά ώρισμένη έννοια* όταν γίνη αυτό, τότε ό αναγνώστης θα διαπίστωση πώς εϊναι αναγκασμένος να προχώρηση κατά ενα ώρισμένο τρόπο. Και εδώ πρέπει κανείς να διαστείλη ήδη δύο πράγματα: πρώτον το απαιτούμενο νοητικό ενέργημα ή νοητική πράξη, ή οποία επι­

τελείται δι' ελευθερίας και όποιος δεν τήν συνεπιτελεΐ δέν μπορεί, κατά τον Fichte, να δη τίποτα άπό αυτό πού αποδεικνύει ή «Wissenschaftslehre», καί, δεύτερον, τον αναγκαίο τρόπο κατά τον όποιο επιτελείται αυτό τό ελεύθερο νοητικό ενέργημα. Ό τελευταίος είναι θεμελιωμένος μέσα στή φύση της «Intelligenz» και δέν εξαρτάται άπό τήν ελευθερία χωρίς όρια ή τήν αυθαι­

ρεσία, καθ' όσον είναι αναγκαίος ή κατ' αναγκαιότητα καί, μολαταύτα, προβάλλει μόνο σέ μιά καί δια μιας ελευθέρας πράξεως — είναι κάτι τό εύ­

ρημένο πού ή εύρεση του, ωστόσο, προσδιορίζεται δι' ελευθερίας. Άπό τήν προϋπόθεση αύτοΰ του 'Αναγκαίου άπό ελευθερία ώς θεμελιώδους νόμου ολοκλήρου του λόγου, είναι δυνατόν να παραχθή συνολικά τό σύστημα των αναγκαίων παραστάσεων μας, όχι μόνο για τά αντικείμενα του κόσμου αλλά καί για εμάς τους ίδιους, ώς ελεύθερα πρακτικά όντα πού τελούν ύπό νόμους καί πράττουν σύμφωνα με νόμους.

Για τον σκοπό αυτό ό ιδεαλισμός ακολουθεί τή μέθοδο του, με τήν οποία καταδεικνύεται ότι ή αρχική θεμελιώδης πρόταση της άμεσης συνειδήσεως δέν είναι δυνατή χωρίς να συμβαίνη ταυτόχρονα καί κάτι άλλο, καί τούτο πάλι χωρίς κάποιο τρίτο κ.O.K., μέχρις ότου οι όροι της πρωταρχικής προ­

τάσεως εξαντληθούν καθ' ολοκληρίαν καί ή ίδια καταστή ώς προς τή δυνα­

τότητα της (δηλ. τήν «λόγω και διάνοια» ληπτότητά της) εντελώς καταληπτή. Πορευόμενος άπό τό υπό όρον προς τον υπέρτατο όρο ό ιδεαλισμός (σ. 446) καθιστά επιπλέον σαφές ότι τίποτα δέν είναι δυνατόν ξεχωριστά ή κατ1 ιδίαν, άλλα μονάχα στην συνολική συνένωση του μέ τά άλλα γίνεται δυνατόν καί τό καθέκαστο. Συνεπώς μόνο μέσα στην καθολική αρχή του συνειδέναι πού συγχωνεύει εξαντλητικά όλους τους όρους της αρχικής αύτοθετήσεώς της, προβάλλει τό όλον πού αποτελεί ακριβώς τό σύνολο της εμπειρίας. Τό τε­

λευταίο, ό ιδεαλισμός, χάρη στην αφαιρετική καί ελεύθερη νοητική του δύναμη, μπορεί να τό γνωρίση ειδικώτερα καί στα καθ' έκαστα αναλύοντας το σύμφωνα μέ ώρισμένους νόμους τής συνθέσεως καί αφήνοντας το τέλος να ξετυλιχθή καί παραχθή μπροστά στα μάτια του ώς ολόκληρο. "Ετσι ανά­

μεσα στην ελευθέρως άμεσα νοούσα συνείδηση καί τή συνολικότητα τής εμπειρίας δέν πρέπει να θεωρηθή ότι παρεμβάλλεται ξένο έδαφος — άπε­

Page 76: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

554 Μιχαήλ Φ. Δημητρακοπούλου

ναντίας εκεί έχει την οικεία έδρα του ό ιδεαλισμός —, κάτι τό εμπειρικά δε­

δομένο ή συνανήκον στην περιοχή αύτοϋ πού συνήθως ονομάζεται εμπειρία· κάτι παρόμοιο θα άντέφασκε προς τήν αντίληψη πού έχει ό Fichte για τή φιλοσοφία, ή οποία ώς όφείλουσα να επίδειξη τον αρχικό λόγο της εμπει­

ρίας και να τήν θεμελίωση δεν μπορεί παρά να νοή τον θεμελιωτικό της λόγο αναγκαστικά εξω από τήν εμπειρία. Ό ενδιάμεσος λοιπόν χώρος είναι κάτι πού παράγεται πρωτουργικά δια μέσου ενός ελευθέρου αλλά σύμφωνα με έμμονους εσωτερικούς νόμους χωροϋντος σκέπτεσθαι (σ. 448). Μέσα στο συνειδέναι δεν προ­έρχεται («kommt vor»)» απλώς και μόνο άναγκαιότης τών παραστάσεων αλλά ταυτόχρονα και ελευθερία τους — άλλα ή ελευθερία αυτή πάλι βαδίζει κατά νόμους ή σύμφωνα με κανόνες. Τό όλον δηλ. της εμπειρίας είναι δεδομένο στον ιδεαλιστή υπό τήν οπτική γωνία «της αναγ­

καίας συνειδήσεως», ή οποία τα ενεργήματα της τα ϊδια βρίσκει όπως αυτή ή ϊδια — δηλ. ό ιδεαλιστής — βρίσκει τον εαυτό της τον ϊδιο μέσα στά ελεύ­

θερα ­ αναγκαία ενεργήματα της τα ίδια. Ή σειρά, ωστόσο, πού γνωρίζει τή γένεση της από τή σύνθεση αύτοϋ του όλου, παράγεται δι' ελευθερίας και μόνο. Ή ελευθερία έτσι εποπτεύει ελεύθερα τήν μακρά συνθετική σειρά της ελεύθερης συνειδησιακής ενεργείας της, ενώ τό συντεθειμένο, ώς όλο συνθέσεως μερών και εμπειρίας, διασυμπτύσσει της άναγκαιότητος τις ελεύθερες συμπλεκτικές βαθμίδες, ή τους έγωλογίκούς σταθμούς τήςάπειρίας της. 'Ανάγκη άρα και καταναγκασμός, ελευθερία και αυτεξούσια, άλλα προ παντός ή ιδιάζουσα συζευκτική άμφοτερότης20 των (ό Σπινοζισμός ίσως του γερμανικού ιδεαλισμού) συνιστούν πρωτοθεμέλια, άκρόλιθους ύπο­θετικούς της μεγίστης ίστορικοφιλοσοφικής σημασίας για τήν ΐδεοκρατία τών Τευτόνων χωρίς τό factum τοϋτο — πού δεν είναι απλό factum άλλα αυτε­

νεργός «Thathandlung» για τήν πρωταρχική συνείδηση —μένει έπτασφρά­

γΐστο παραδοξίας βιβλίο για πολλούς ό σύμπας γερμανικός ιδεαλισμός.

Και μόνον όταν έτσι κανείς νοή και έρμηνεύη και τον Ιδεαλιστικό ρεαλισμό του Fichte, μπορεί να καταλάβη εύκολα, γιατί ό ρεαλιστικός ιδεα­

λισμός του δεν έχει προκαταβολικά ήδη ώς εγνωσμένο στόχο του μια ώρι­

σμένη — ή και τό όλον της εμπειρίας — εμπειρία προς τήν οποία είναι υπο­

χρεωμένος να κατάληξη. Στην μεθοδική του, γράφει ό Fichte (σ. 446), ό ιδεαλισμός δέν ξέρει τίποτα γιά τήν εμπειρία και δεν δίδει σ' αυτή καμμιά εν γένει σημασία· ξεκινάει άπό τήν αφετηρία του και προχωρεί σύμφωνα

20. 'Εδώ φαίνεται καθαρά πόσο καντιανίζων παραμένει ολόκληρος ό γερμανικός Ιδεαλισμός και είδικώτερα ό άμεσος μαθητής και συνεχιστής τοΰ Κάντ, ό Fichte (πρβλ. ενδεικτικά σε άλλο ασφαλώς επίπεδο, τήν περίφημη «Kausalitât durch Freiheit» ή <caus Freiheit» της Κριτικής τοϋ καθαρού λόγου).

Page 77: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

'Ιδεαλισμός καί Δογματισμός. Δύο φιλοσοφικά «πορτραίτα» από τον J. G. Fichte 555

μέ τον εξωτερικό κανόνα του αδιαφορώντας ποιο θα είναι το τελικό εξαγό­

μενο της πορείας του αυτής. Ή ορθή οπτική γωνία άπό τήν οποία έχει να τραβήξη τήν ευθεία γραμμή του του είναι δεδομένη καί δεν χρειάζεται ακόμα ενα σημείο — δπως χαρακτηριστικά σημειώνει ό Fichte — προς τό όποιο ή κατά τό όποιο να ρύθμιση τήν κατεύθυνση του — μέ δυο λόγια (καί ή κοφτή λακωνικότης του φιλοσόφου ανδρός αφοπλίζει αποφασιστικά τήν κατάπληκτη σκέψη του άναγνώστου!): δλα τα σημεία της γραμμής εϊναι δοσμένα στον ιδεαλισμό ταυτόχρονα. Ό καθωρίσμένος αριθμός — για να μείνουμε στο παραστατικό παράδειγμα του — μέ τον όποιο υποδηλώνεται ή σύμπασα εμπειρία, μπορεί ν' άποδειχθή — όχι προκαταβολικά βέβαια — προϊόν ώρισμένων παραγόντων πού ενεργούν μέ έναν κανόνα· όταν τό προϊόν έξαχθή — καί εφ' όσον κατ' αρχήν έξαχθή — είναι δυνατόν να διαπιστωθή τελικά αν αυτό σύμφωνη ή όχι μέ τον δεδομένο αριθμό της σύμπασας εμ­

πειρίας. Ή εμπειρία παράγεται καί εξηγείται από τό κατ' αναγκαιότητα χωρούν πράττειν της «Intelligenz))' αν τα αποτελέσματα της φιλοσοφίας δέν συμφέρωνται προς τήν εμπειρία, τότε: ή ή προϋπόθεση του ύπερβατολογικοΰ ιδεαλισμού είναι ψευδής ή ό ίδιος έγινε αντικείμενο κακής άπεργασίας στην συγκεκριμένη εκθεσή του. Τό πρώτο, υποστηρίζει ό Fichte, δέν μπορεί να συμβαίνη, γιατί τό πρόβλημα της αιτιολογήσεως της εμπειρίας άπό τον αρχικό της λόγο έγκειται βασικά στον ανθρώπινο λόγο πού έχει ασφαλώς τή δύναμη —κανένας λογικός άνθρωπος δέν μπορεί να τό άρνηθή αυτό — να τό λύση. Δέν μπορεί λοιπόν παρά να συμβαίνη τό δεύτερο, γιατί καθώς ,ό δογματισμός αδυνατεί κατά τον Fichte ν' άποδείξη ό,τι υπόσχεται, ό «απο­

φασισμένος διανοητής» (σ. 447) θα όδηγηθή στην σκέψη ότι κάποια πλάνη υπεισήλθε απλώς στην διαδικασία του συλλογίζεσθαι καί ότι ή προσπάθεια μεθοδικής πορείας άπό τους συντελεστές­παράγοντες («Factoren»), δηλ. τό αποδεδειγμένο άμεσα στή συνείδηση καί τους νόμους του νοεΐν, προς τήν σύμπασα εμπειρία, τουτέστιν τον ώρισμένο αριθμό ή προϊόν τών παραγόν­

των, είναι δυνατόν να τελεσφόρηση. «Das Multipliciren ist das Philosophi­

reiw, ή σωστή δηλ. συσχέτιση τής «Intelligenz)) ανάμεσα στή γενετική πράξη τών παραγόντων­συντελεστών τής άμεσου συνειδήσεως καί τα αριθμητικώς καθωρισμένα προϊόντα ή γινόμενα τής συνολικής εμπειρίας. 'Εκείνοι, συνε­

χίζει ό Fichte μέ χιούμορ καί λεπτή ειρωνεία, πού σας συνιστούν να έχετε καθώς φιλοσοφείτε τό ενα μάτι ριγμένο πάντα στην εμπειρία, σας συνιστούν να μετακινήτε ολίγον τους συντελεστές­παράγοντες καί να κάνετε καί λίγο λανθασμένο φιλοσοφικό πολλαπλασιασμό, για να βγαίνουν δηλ. έτσι οί αριθμοί σύμφωνοι αναμεταξύ τους όπως τους θέλετε — μια μέθοδος ακριβώς τόσο ανέντιμη καί ρηχή (σ. 446­47).

Ή αλήθεια όμως για τό όλο σύστημα τών αναγκαίων παραστάσεων (τό σύνολο τής εμπειρίας), γράφει ό Fichte, είναι διαφορετική. "Οσο δηλ. θεωρεί

Page 78: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

556 Μιχαήλ Φ. Δημητρακοπούλου

κανείς τα έσχατα αποτελέσματα τοΰ ιδεαλισμού ώς συνέπειες της συλλογι­

στικής πράξεως, τα αποτελέσματα αυτά, ώς εδρεύοντα μέσα στο ανθρώπινο πνεύμα, συνθέτουν το a priori· καθ' δσον πάλι τα θεωρεί ώς δεδομένα στην εμπειρία, στην περίπτωση πού συλλογισμός και εμπειρία συμφωνούν ανα­

μεταξύ τους, τα ίδια αυτά αποτελέσματα καλούνται a posteriori. Για τον τέλειο κριτικό Ιδεαλισμό της «Wissenschaftslehre» τοΰ Fichte a priori και a posteriori, λόγος δηλ. καί εμπειρία, δεν είναι δύο διαφορετικά πράγματα, άλλα ενα εντελώς καί το αυτό21 πράγμα θεωρημένο άπο δύο όψεις. Διαφορά υφίσταται μονάχα ώς προς τον τρόπο πού άγεται κανείς στα αποτελέσματα. Ή φιλοσοφία λ.χ. προ­λαμβάνει συνολικά την εμπειρία, αύτολογίζεται μέσα της ώς αναγκαία μόνο, καί κατά τούτο είναι σέ σχέση με την πραγματική εμπειρία a priori. Ό αριθμός, ό ώρισμένος αριθμός τής εμπειρίας, όπως εϊπε προηγουμένως, είναι a posteriori, εν οσω τον θεωρεί κανείς ώς δεδομένο αριθμό· a priori όμως, εφ' όσον αυτός εξάγεται άπό τους συντελεστές­παρά­

γοντες τής άμεσου συνειδήσεως καί των νόμων τής «Intelligenz». "Οποιος πάνω σ' αυτό τό ζήτημα πρεσβεύει άλλα, εκτοξεύει μέ σεμνότυφη ξηρότητα ό Fichte, αυτός δέν ξέρει ούτε τί λέει! (σ. 447). Ό Χημικός π.χ. συνθέτει ενα σώμα, ενα ώρισμένο, ας πούμε μέταλλο, άπό τα στοιχεία του. Ό κοινός άν­

θρωπος βλέπει ασφαλώς σ' αυτό τό γνωστό του μέταλλο* ό χημικός όμως τή σύνθεση τοΰ σώματος καί τών καθορισμένων στοιχείων του. Μήπως οί δυό τους βλέπουν, διερωτάται ό Fichte, κάτι τό διαφορετικό; Δέν θά τό σκε­

πτόμουνα άπαντα* καί οί δυό τους βλέπουν ακριβώς τό ίδιο πράγμα μέ δια­

φορετικό ό καθένας τρόπο. 'Εκείνο πού βλέπει ό χημικός εϊναι τό a priori —» βλέπει τό καθ' εκαστον (τα στοιχεία)· αυτό πού βλέπει ô κοινός άνθρωπος είναι τό a posteriori — τό όλον. Άλλα σέ σύγκριση μέ τον φιλόσοφο ό χη­

μικός, ωστόσο, είναι υποχρεωμένος, πριν ή προβή στή σύνθεση του, να άναλύση κατ' αρχήν τό όλον ό χημικός έχει απλούστατα να κάνη μέ ενα αντικείμενο πού τον κανόνα τής συνθέσεως του δέν είναι δυνατόν πριν άπό την ανάλυση νά γνωρίζη· αντίθετα ό φιλόσοφος μπορεί να προχωρή στή σύνθεση του χωρίς καμμιά προηγούμενη ανάλυση, άφοΰ τον κανόνα τοΰ αντικειμένου του, δηλ. τον λόγο, τον γνωρίζει ήδη προκαταβολικά μέσα του ώς πραγματικό περιεχόμενο τής αυτενεργού άναγκαιότητος τοΰ νοεΐν. "Ετσι ό φιλόσοφος — καί γενικά ό καθένας — μπορεί νά κάνη ελεύθερα αφαίρεση σέ σχέση προς τα πάντα, ή νά σκεφθή μέσα του τα πάντα πώς δέν τα σκέπτε­

ται ώς τέτοια­ σχετικά με το Έγώ του (τήν «Intelligenz» ή τήν «Vernunft»)

21. Τοϋτο ασφαλώς βγαίνει ώς κρυστάλλινη συνέπεια τής πρώτης θεμελιώδους αρχής του Fichte: τοΰ Έγώ ώς αύτοθεώμενης ουσίας καί θέτουσας πρωταρχής τοϋ μή­Έγώ του* βρχεται όμως σέ σφοδρή αντίθεση προς ο,τι για το a priori καί posteriori έθέσπισε μέ νη­

φαλιότητα ό θεμελιωτής τοϋ Κριτικισμοΰ, δηλ. ό Κάντ.

Page 79: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

'Ιδεαλισμός και δογματισμός: Δύο φιλοσοφικά «πορτραίτα» από τον J. G. Fichte 557

όμως δεν είναι δυνατή καμμιά αφαίρεση. "Ο,τι και αν σκεφθούμε είμαστε μέσα του αδήριτα το νοοϋν ή σκεπτόμενο· τίποτα δεν μπορεί να προέλθη ανεξάρτητα άπό εμάς, γιατί όλα αναφέρονται μέ ανάγκη στην ελευθερία του νοεΐν μας. Ή « Wissenschaftslehre» του Fichte υπερακοντίζει κατ' αυτό τον τρόπο οριστικά και μέ απόφαση τον καντιανισμό της πρώτης αρχής της (το περίφημο: Ich denke του Κάντ) και συνθετοποιεΐ το αντικείμενο της μέ κανόνα τήν υποκειμενικό­αντικειμενική ταντοποίηση των προσδιορισμών της ελεύθερης αυτοσυνειδησίας της.

Τέλος πρέπει συμπερασματικά να σημειωθή — και τούτο προκύπτει πολλαπλώς άπό τα παραπάνω — ότι ό δογματισμός για τον όποιο ομιλεί ο Fichte δεν συμπίπτει μέ ο,τι συνήθως, και όχι μόνο στην φιλοσοφία, ονο­

μάζουμε δογματισμό. Ή ιδιοτυπία και ιδιοσυστασία του δογματισμού αύτοϋ εξαίρεται και κατανοείται ευχερέστερα, όταν — στα πλαίσια πάντα μιας θεωρίας για τό φιλοσοφικώς διανοεΐσθαι ή τήν ανθρώπινη εν γένει υποκει­

μενικότητα — τον άντιτάξη κανείς, όπως κάνει ό Fichte, προς τον υπερβατι­

κό ιδεαλισμό. "Αν ή έννοια του Είναι στον δογματισμό ίσχύη ώς πρωταρχι­

κή, στον ιδεαλισμό του Fichte ή ϊδια αυτή έννοια είναι παράγωγο βγαλμένο άπό τήν αντίθεση του προς τήν ενέργεια του νοεΐν — κάτι συνεπώς τό αρ­

νητικό. Ό δογματισμός παίρνει ώς αφετηρία του ενα Ε ί ν α ι ώς 'Απόλυτο και παράγοντας κάθε σκέψη και συνείδηση άπό αυτό, δεν κατορθώνει φυσικά νά ύψωθή πάνω άπό αυτή τήν στατική­υλική, απλώς ιστάμενη, μένουσα και ώς πράγμα τεθεΐμένη αρχή του. Ό ιδεαλισμός αντίθετα δέν αναγνωρίζει κανένα άφ' έαυτου υφιστάμενο Είναι και καμμίά πραγμοποιημένη τρόπον τινά νεκρή ή παραμόνιμη αρχή, άλλα τό μόνο θετικό σ' αυτόν ονομάζεται ζωή και ενέργεια, μέ μια λέξη ε λ ε υ θ ε ρ ί α23, απλή άρνηση της οποίας συνιστά τό δογματικό Είναι. Έτσι δογματισμός και ιδεαλισμός διατελούν σε δύο διαφορετικά στρατόπεδα καί, αν ό πρώτος ξεκινά άπό τήν αναγκαιό­

τητα και τή σταματημένη ουσία, ό δεύτερος όρμαται άπό τήν ελευθερία πού αύτογεννιέται ενεργά στην ουσία καί εσωτερική νομοτέλεια της.

'Αλλά περί αυτών καί άλλων του πρώιμου τουλάχιστον Fichte διαλαμ­

βάνουμε, όπως δηλώσαμε στην αρχή, σε πονήματα μας εκτενέστερα.

22. Για δογματισμό καί κριτικισμο στον Fichte πρβλ. W. F1 a e h, Fichte iiber Kri­

tizismus und Dogmatismus στην: Zeitschrift f. philos. Forschung 18 (1964), σ. 585­596. 23. «Der Eingang der Wissenschaftslehre ist Freiheit» γράφει επιγραμματικά στην

«Wissenschaftslehre» τοΰ 1801 ó Fichte (Fi c h t e s Werke, op. cit., τ. II, σ. 72).

Page 80: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

ΒΑΡΒΑΡΑΣ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ­ΜΕΤΑΛΑΗΝΟΥ πτ. Θ. καί Φ.

ΜΑΞΙΜΟΥ ΠΛΑΝΟΥΔΗ ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΑ (μέ βάση τις επιστολές του)

Μια άπο τις πιο ενδιαφέρουσες μορφές βυζαντινών λογίων της όψιαί­

τερης βυζαντινής περιόδου είναι ό Μάξιμος Πλανούδης1. Μέ την πολύπλευ­

ρη και έντονη δραστηριότητα του έκάλυψε τα τέλη του ΙΓ' καί τήν πρώτη δεκαετία του ΙΔ' αιώνα, μιας εποχής ιδιαίτερης σημασίας τόσο για τήν πολιτική, όσο καί για τήν εκκλησιαστική ζωή τής βυζαντινής αυτοκρατο­

ρίας2. Ή σημασία τοΰ Πλανούδη φαίνεται άπό τήν ιδιαίτερη θέση, πού κατέλαβε στην τότε βυζαντινή κοινωνία. Ή μεγάλη του παιδεία τον βοήθη­

1. Έζησε 1260­1310. Δίνουμε τη βασική για το πρόσωπο του βιβλιογραφία: C a r l W e n d e I, Maximus Planudes, άρθρο στην Realencyclopàdie der classischen (sic) Alter­

tumswissenschaft (εκδ. Paulys­Wissowa), τόμ. 40(1950) στ. 2202­2253 (βιβλιογρ. στη στ. 2253). — S. Κ u g e a s, Analecta Planudea, στή Byz. Zeitschrift, τ. 18(1909) σ. 106­146. — V. L a u r e n t , Planude, άρθρο στο Dictionnaire de Théologie Catholique, τ. XII(1934) σ. 2247­2252 (βιβλιογρ.) — C a r l W e n d e l , Planudea, στη Byz. Zeitschrift, τ. 40(1940) σ. 406­445. — H.­G. B e c k , Kirche und theologische Literatur im byzantinischen Reich, Munchen 1959, σ. 686­687. — Ν. Γ. Ζ α χ α ρ ο π ο ύ λ ο υ , άρθρο στή Θ.Η.Ε., τ. 10(1967) στ. 420­423 (βιβλ.). — Σ τ υ λ . Γ. Π α π α δ ο π ο ύ λ ο υ , Έλληνικαί μεταφράσεις θω­

μιστικών έργων ­ Φιλοθωμισταί καί Άντιθωμισταί εν Βυζαντίω, Έν 'Αθήναις 1967, σελ. 44 έ. Του ιδίου στην θ.Η.Ε., τ. 3(1963) στ. 1190 έ.—Ά θα ν. Δ. Κ ο μ ί ν η , Προβλή­

ματα βυζαντινής ποιήσεως καί προσωπογραφίας, 'Αθήναι, εκδ. 3η χ. χρ., βιβλιογρ. νεώ­

τερη στή σελ. 222/3 καί 236/7. Πηγή τής μελέτης μας είναι το έργο του M a x i m i 1 i a ­n u s T r e u , Maximi Monachi Planudis Epistulae, Amstelodanum MCMLX (= 1890). 'Εκδίδονται 121 επιστολές τοΰ Πλανούδη. (Για τις επιστολές βλ. καί στην R. Ε., οπ. παρ., στ. 2213/15). Παραπέμπουμε στον αριθμό τής επιστολής, σημειώνοντας στή συνέ­

χεια καί τους στίχους κατά τήν έκδοση Max. Treu. 2. Για τήν εποχή βλ. στα ακόλουθα έργα: Α. Α. V a s i 1 i e ν, 'Ιστορία τής βυζαντι­

νής Αυτοκρατορίας 324­1453, (μετάφρ. Δημοσθένους Σαβράμη), 'Αθήνα 1954, σσ. 719­912. Κ. Γ ι α ν ν α κ ο π ο ύ λ ο υ , Ό αυτοκράτωρ Μιχαήλ Παλαιολόγος καί ή Δύσις 1258­

1282, 'Αθήναι, Καραβιάς, 1969. C. D i e h 1, Ή Ιστορία τής Βυζαντινής αυτοκρατορίας άπό τό 1204 ώς το 1453, (στον τόμο «Βυζάντιο» των Norman Η. Baynes καί Η. St. L. Β. Moss), μετάφραση Δημητρίου Ν. Σακκα, σσ. 81­102. Π. Κ α λ λ ι γ ά , «Μελέται Βυ­

ζαντινής Ιστορίας (1204­1453)», 'Αθήναι 1894.

Page 81: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 559

σε να δημιουργήσει σχέσεις με σημαίνουσες προσωπικότητες της Κων/λεως και διασυνδέσεις με υψηλά πρόσωπα, ακόμη και μέσα στη βασιλική αυλή. Το πλήθος τών εκλεκτών μαθητών του, έπειτα, έρχεται να υπογραμμίσει ακόμη περισσότερο τήν ακτινοβολία της προσωπικότητας του στην κων­

σταντινουπολίτίκη κοινωνία. Ή μελέτη του βίου και του έργου του λόγιου αύτοΰ ρασοφόρου αποκαλύπτει τήν πλούσια κοινωνική δραστηριότητα του και τις διαπροσωπικές σχέσεις, πού καλλιέργησε μέ ξεχωριστό ενδιαφέρον.

Έκτος απ' τις βιογραφικές μαρτυρίες, πού μας προσφέρει τό ϊδιο το έργο του Πλανούδη, βρίσκουμε πλήθος ειδήσεων για τό πρόσωπο του και σε έργα συγχρόνων του, όπως π.χ. στον Γ. Παχυμέρη και στον επιτάφιο λόγο, πού συνέταξε γι' αυτόν ό μαθητής του Γρηγόριος. Έκεΐ όμως, όπου ανάγλυφα παρουσιάζεται ή προσωπικότητα του Πλανούδη, ζωγραφίζεται αδρά ή θέση του στην εποχή του καί ή στάση του στα προβλήματα της καί αποκαλύπτεται ειδικότερα ό άνθρωπος Πλανούδης, είναι ή αλληλογραφία του. Παίρνοντας αφορμή άπό ποικίλες περιπτώσεις, για να συντάξει ό Πλα­

νούδης τις επιστολές του, πραγματεύεται σ' αυτές μιαν απέραντη ποικιλία θεμάτων, δημιουργώντας μια πληθώρα ανοιγμάτων, για να μπορέσουμε να γνωρίσουμε τό βάθος της ψυχής του. Ή αλληλογραφία διασώζει περισσό­

τερο από κάθε άλλο γραπτό μνημείο τις στιγμές τής ελεύθερης καί απροσ­

ποίητης εκφράσεως τής προσωπικότητας καί αποκαλύπτει τήν αυθεντική εικόνα τοϋ ανθρωπίνου προσώπου. "Ετσι καί ή αλληλογραφία του Πλανούδη «παρουσιάζει τήν πνευματικά καλλιεργημένη προσωπικότητα του, καθώς καί τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα καί έργα», όπως χαρακτηριστικά σημειώνει γι' αυτόν ό μεγάλος βυζαντινολόγος Vasiliev3.

Προσπάθεια απλή κριτικής αναλύσεως τής αλληλογραφίας τοϋ Μαξίμου Πλανούδη αποτελεί ή μελέτη αυτή, πού φυσικά δεν επιδιώκει να καλύψει τα ενδιαφέροντα μιας πλήρους βιογραφικής παρουσιάσεως του βυζαντινού λογίου, άλλα να άνατάμει κατά τό δυνατό τις διαστάσεις καί πτυχές τής προσωπικότητας του, όπως παρουσιάζονται στην αλληλογραφία του. Είναι, όμως, απόλυτα αναγκαίο να τοποθετήσουμε πρώτα τον Πλανούδη ιστορικά, γιατί δέν είναι δυνατό να θεωρηθεί ή προσωπικότητα του εξω άπό τό κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο τής εποχής του.

Α'. ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

1. Ή εποχή.

Ό Μάξιμος Πλανούδης (1260­1310) είναι τέκνο τής εποχής του, δη­

λαδή τών Παλαιολογείων χρόνων. Πρόκειται για μια εποχή μέ ιδιαίτερο

3. "Οπ. παρ., σ. 882.

Page 82: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

560 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­Μεταλληνοΰ

ενδιαφέρον, γιατί σ' αύτη συντελείται πραγματική αναγέννηση στην πνευ­

ματική και κοινωνική ζωή της Κων/πόλεως. Μελετώντας τήν περίοδο αυτή «πρέπει κανείς πρώτα άπ' όλα να επιβεβαίωση τήν ΰπαρξι μεγάλης δυνά­

μεως, δράσεως και ποικιλίας, πού δεν υπήρχε σε παλαιότερες εποχές, όταν ή γενική κατάστασι της Αυτοκρατορίας εφαίνετο πολύ πιο ευνοϊκή για πολιτιστικές προσπάθειες»4.

Κατά τους χρόνους των Παλαιολόγων (1261 έ.έ.) ή αυτοκρατορία δέν έχει πια τήν έκταση, άλλ' ούτε και τήν αίγλη τών παλαιοτέρων χρόνων. 'Ιδιαίτερα ή Κωνσταντινούπολη δέν θα καταφέρει ποτέ πια να ξαναβρεί τό μεγαλείο της μετά τήν τραγική περιπέτεια, πού πέρασε με τήν άλωση της άπό τους Δυτικούς Σταυροφόρους το 1204 και τήν Λατινοκρατία (1204­1261)· Οί φοβερές πληγές, πού άνοιξε στο σώμα της τό δυτικό «χριστιανικό» ­

φράγκικο στοιχείο δέν επουλώθηκαν ποτέ. "Αφησαν ανεξίτηλη τή σφραγίδα τους στην κατοπινή ζωή της. Τα σπουδαιότερα και πλουσιότερα κτήρια της δέν μπόρεσαν, μετά τήν ερήμωση τους άπό τους Σταυροφόρους, να επισκευα­

σθούν. Ή Πόλη δέν μπόρεσε να βρει τήν παλαιά της όψη, άλλ' ούτε και ή ζωή της τον προηγούμενο παλμό της.

Ή πληγή, πού άνοιξε ή λατινική κυριαρχία στή ζωή της Πόλης και της αυτοκρατορίας γενικότερα, ήταν αδύνατο να μήν έχει αντίκτυπο στή σφαίρα τών διεθνών πολιτικών σχέσεων του Κράτους. Ή επιρροή του Βυζαντίου στο διεθνή χώρο μειώνεται αισθητά, ενώ νέοι λαοί εμφανίζονται και απο­

σπούν συνεχώς σημαντικές περιοχές της αυτοκρατορίας, απειλώντας καίρια τήν ύπαρξη της. Προπάντων οί Σέρβοι και οί Όθωμανοί Τούρκοι, μέ τή νεανική σφριγηλότητά τους, θα αναπτυχθούν, όλο και περισσότερο απει­

λητικά, δημιουργώντας ενα κλοιό, πού γρήγορα γίνεται αποπνικτικός γύρω άπό τό διαρκώς συρρικνούμενο γεωγραφικά Βυζάντιο5.

Ή λατινική κατάκτηση, αν και σχετικά σύντομη για τήν ϊδια τήν Κων­

σταντινούπολη, επέφερε μεγάλο κλονισμό, και πολιτικά και οικονομικά, τόσο ώστε στή συνέχεια να μοιάζει τό Κράτος μέ ενα πληγωμένο γίγαντα, πού αργά, άλλα σταθερά, βαδίζει προς τό θάνατο. 'Απροσδόκητα όμως μέσα σ' αυτή τήν πολιτική και οικονομική παρακμή ό βυζαντινός Ελληνισμός συγκεντρώνει τις τελευταίες του δυνάμεις και μέ τή χαρακτηριστική ζωτι­

4. Βλ. V a s i 1 i e ν, οπ. παρ., σ. 896. Πρβλ. Ε λ έ ν η ς Γ λ ύ κ α τ ζ η­'Α ρ β ε λ έ ρ, Ή πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (μεταφ. Τούλας Δρακοπούλου), 'Αθήνα 19772, σ. 132 έ.έ.

5. Βλ. V a s i 1 i e ν, οπ. παρ., σ. 720­21. Αυτό το ιστορικό «decrescendo» υπερτό­

νισαν όσοι έγραψαν για το «μεγαλείο της πτώσεως» τοϋ Βυζαντίου. Βλ. π.χ. E d w a r d G i b b o n , The History of the decline and fall of the Roman Empire (εκδ. J. B. Bury), London 1897­1902.

Page 83: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 561

κότητά του και τον άφθιτο ψυχικό δυναμισμό του πραγματοποιεί «μια θαρραλέα αναγέννηση»6, ή οποία δεν έκανε τίποτε άλλο, παρά να ισχυρο­

ποιήσει το δεσμό μέ το ένδοξο παρελθόν, «κατά το οποίο τό δημιουργικόν πνεύμα και ή ανεξαρτησία ύπετάσσοντο στο αυστηρό κϋρος της Εκκλησίας και του Κράτους»7. "Ετσι, εντελώς αναπάντεχα, ή εποχή των Παλαιολόγων (1261­1453) μας αποκαλύπτει μια πνευματική και πολιτιστική αναλαμπή, πού συνεχώς ερευνάται και πού συνεχώς αποκαλύπτει αξιόλογες προσπά­

θειες εκλεκτών πνευμάτων να διεισδύσουν ελεύθερα και δημιουργικά στο ένδοξο παρελθόν καί, άναχωνεύοντας τήν πλούσια προγονική κληρονομιά, να αποτυπώσουν σέ μια περίλαμπρη φιλολογική καί καλλιτεχνική παρα­

γωγή τή δύναμη τήν ακατάβλητη τοϋ πνεύματος του. Γράφει σχετικά ή Ελένη Γλύκατζη­Άρβελέρ στο έργο της, πού αναφέραμε πιο πάνω: «Τα πιο εκλεκτικά μυαλά, θρεμμένα μέ πνευματικές παραδόσεις της Αυτοκρατορίας, θα καταφύγουν μέ μανία στή μελέτη της αρχαίας σκέψης, της λογοτεχνίας καί της φιλοσοφίας. "Αρέσκονταν στο να υπογραμμίζουν τό μεγαλείο τοϋ πνεύματος της κλασικής Ελλάδας, τοϋ οποίου ήθελαν επίμονα να θεω­

ρούνται συνεχιστές του. Θα έλεγε κανείς ότι μέσω αυτής της φυγής προς τήν αϊγλη τοϋ παρελθόντος, ζητοΰσαν νά ξεχάσουν τις συμφορές τοϋ πα­

ρόντος καί τις αβεβαιότητες τοϋ μέλλοντος»7". Είναι εύλογο, λοιπόν, γιατί ή εποχή αυτή παρουσιάζει τόσους πολλούς λογίους, μέ πλούσια καί αξιο­

πρόσεκτη προσφορά, πού ζωντανεύει καί πάλι τό λαμπρό παρελθόν τοϋ Κράτους.

Ένα άλλο ουσιαστικό γνώρισμα της εποχής αυτής είναι ή έκδηλη φι­

λοπατρία. Ήταν επόμενο ή ανάμνηση τοϋ ένδοξου παρελθόντος, οι συμφο­

ρές άπό τή λατινική κατάτμηση καί ή εδαφική συρρίκνωση της αυτοκρα­

τορίας να ξυπνήσουν στην ψυχή τών Βυζαντινών εξάρσεις πατριωτισμού καί εθνικής αξιοπρέπειας. Γράφει χαρακτηριστικά ή Ε. Άρβελέρ: «Ή ψυχή ολόκληρου τοϋ βυζαντινού κόσμου» θα στραφεί προς τή «βασιλίδα τών πό­

λεων» καί θα «εκτελέσει ξανά πράξεις, πού θα τοϋ ξαναδώσουν τήν αξιο­

πρέπεια του, χωρίς όμως νά μπορέσουν καί νά τοϋ εξασφαλίσουν πάλι τή θέση, πού εϊχε καταλάβει άλλοτε στην οικουμενική ιστορία»8.Ό τονισμός της αγάπης γιά τό πάτριο έδαφος ήταν φυσικό νά ακολουθήσει τή διαπί­

στωση τής ανησυχητικής αναπτύξεως τών γύρω λαών καί τή συναίσθηση τοϋ

6. Σ τ fj β ε ν Ρ ά ν σ ι μ α ν , Ή Μεγάλη Εκκλησία εν αιχμαλωσία (μετάφραση Νικολάου Κ. Παπαρρόδου), 'Αθήνα 1979, σ. 105.

7. V a s i 1 i e ν, οπ. παρ., σ. 897. 7α. Γ λ ύ κ α τ ζ η Ά ρ β ε λ έ ρ , σ. 140. 8. Γ λ ύ κ α τ ζ η ­ Ά ρ β ε λ έ ρ , οπ. παρ., σ. 124.

36

Page 84: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

562 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­Μεταλληνοϋ

κινδύνου, πού εξ αιτίας τους διέτρεχε και πάλι το Κράτος. "Αλλωστε τα σύ­

νορα του Βυζαντινού Κράτους συνεχώς υποχωρούσαν, λόγω των βαρβαρι­

κών επιδρομών, και ή απειλή για τους Βυζαντινούς γινόταν όλο και περισ­

σότερο αισθητή.Ένας αδιόρατος φόβος σκιάζει τα πάντα, και σ'αυτόν πρέ­

πει βασικά να αποδοθεί ή έξαρση του πατριωτισμού, ή ρομαντική στροφή στο παρελθόν και ή προσήλωση στή δόξα της αρχαίας Ελλάδας, πού δεί­

χνει τήν αναζήτηση στηρίγματος στο βάθος τών ριζών της Αυτοκρατορίας. Είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τα όσα γράφει ο ιστορικός Vasiliev για τήν περίοδο αυτή: «...Τήν εποχή της πολιτικής και οικονομικής του παρακμής ό Ελληνισμός εφαίνετο να συγκεντρώνη όλη του τή δύναμι γιά να δείξη τή ζωτικότητα τοΰ κλασσικού πολιτισμού και για να προσφέρη ελπιδοφόρα μηνύματα γιά τή μελλοντική άναγέννησι τοΰ δεκάτου ενάτου αιώνος»9.

***

Σ' αυτή τήν αναγεννητική εποχή τής Φιλολογίας και τής Τέχνης, αλλά και τής υψηλής έξάρσεως τοΰ πατριωτισμού γεννιέται και δημιουργεί ό μοναχός Μάξιμος Πλανούδης. Τό κοσμικό του όνομα είναι Μανουήλ. Υπήρξε σύγχρονος τοΰ πρώτου Παλαιολόγου αυτοκράτορα Μιχαήλ Η' (1261­1282), τοΰ αυτοκράτορα 'Ανδρόνικου Β' (1282­1328) και τοΰ συναυ­

τοκράτορα γιου του Μιχαήλ (1295­1320). Συνδέθηκε ιδιαίτερα με τον αυτο­

κράτορα 'Ανδρόνικο Β', προς τον όποιο έτρεφε μεγάλη αγάπη καί σεβασμό. Σώζεται μάλιστα επιστολή τοΰ Πλανούδη προς αυτόν (αριθμ. α'), στην οποία, δικαιολογώντας τό θάρρος, πού πήρε νά τοΰ γράψει, λέγει χαρακτηριστικά· «Τί γαρ άτοπον, εί και μή μάλλον εύλογον..., ει βασιλεΐ χρηστοτάτω γνη­

σιώτατος υπήκοος έπιστείλαίμι, ει μοναχός τω τής 'Εκκλησίας προμάχω και τό σχήμα, εΐπερ τις άλλος τετιμηκότι, εί λόγιος φίλολόγω10, τό πάντων εμοιγε ήδιστον, εί φιλών, καν μή τρις έρωτώμαι11, φιλοΰντι γράψαιμι»12.

'Επανειλημμένα καί σε άλλες επιστολές του εκφράζεται ό Πλανούδης με βαθύ καί ανυπόκριτο σεβασμό γιά τον «θεοδώρητον βασιλέα»13. 'Αλλού πάλι τον χαρακτηρίζει: «ό κραταιός ημών καί άγιος βασιλεύς»14. 'Απ' τις επιστολές του μάλιστα αποδεικνύεται, ότι συχνά θα είχε προσωπικές συναν­

τήσεις με τον αυτοκράτορα, άπ' τον όποιο πληροφορείται πολλά, ιδιαίτερα

9. V a s i l i e v , οπ. παρ., σ. 863. 10. Ό 'Ανδρόνικος Β' έθαύμαζε τα Γράμματα καί τις Τέχνες, ήταν δε προστάτης

λογίων καί καλλιτεχνών. Περισσότερα βλ. στον Α. Α. V a s i 1 i e ν, οπ. παρ., σ. 863­864. 11. Ό Πλανούδης υπαινίσσεται τή στιχομυθία μεταξύ τοΰ ('Αναστημένου) Ίησοΰ Χρί­

στου καί τοΰ 'Αποστόλου Πέτρου. Βλ. Ίω. 21, 15­17. 12. Έπιστ. α', 12­17. 13. Έπιστ. α', 59: «Τί ετι; δώρα σοι πέμπω, θεοδώρητε βασιλεϋ, τήν εύχαριστίαν». 14. Έπιστ. ρε', 27­28.

Page 85: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 563

για τον αγαπημένο του φίλο Φιλανθρωπηνό15, του οποίου τα κατορθώματα «μεγίστων ηδονών την ύπόθεσιν έποιήσαντο»16.

Λόγω της σχέσεως του Πλανούδη με τον αυτοκράτορα, πολλοί ήταν εκείνοι, πού τον πλησίαζαν, για να μεσολαβήσει ή και να τους συστήσει στον βασιλέα, εκμεταλλευόμενοι τη φιλία του προς εκείνον, κάτι όμως πού και ό ϊδιος καταάλβαινε... Γι' αυτό γράφει στον 'Ιωάννη Φακράση17, Λο­

γοθέτη τών 'Αγελών, για ενα γιατρό, γιο τελωνειακού στην Κων/πολη, ό όποιος απρόσκλητος έρχεται να τον επισκεφθεί, όταν ήταν άρρωστος, και τονίζει: «μισθόν δ' αύτω (=τω ΐατρώ) προΰθετο, δν ήλπιζε και ούπερ ούχ ήμαρτε, τό δι' έμέ και δι' έμοϋ και άρχουσι συσταθήναι και βασιλεϋσι»18.

Ή παιδεία του, άλλα και οί γνωριμίες του με διάφορους κρατικούς αξιω­

ματούχους και τον ίδιο τον αυτοκράτορα, ήταν ή αιτία να ορισθεί εκπρόσω­

πος και πρεσβευτής σε διάφορες σπουδαίες αποστολές19. Έτσι εκλέγεται άπό τον αυτοκράτορα για πρεσβεία στην Κιλικία, ή οποία όμως δεν πραγμα­

τοποιήθηκε20, όπως ό ϊδιος αναφέρει στον μοναχό Μελχισεδέκ Άκροπο­

15. 'Αλέξιος Ταρχανιώτης Φιλανθρωπηνός, Πρωτοσέβαστος (1294), εγγονός τοϋ Νικηφόρου Ταρχανιώτη και της Μαρίας Παλαιολογίνας. Στρατηγός, πού έδρασε κατά τών Τούρκων στην Μ. 'Ασία. Ό Πλανούδης τοϋ έστειλε τις επιστολές: 60, 61 (65), 74, 75­80, 90, 96­98,101­113, 118­120. Για περισσότερα βλ. Max. Τ r e u, Maximi Monachi Planudis, Epistulae, σ. 235 έ.

16. Έπιστ. ρζ', 16­17. Γράφει μάλιστα χαρακτηριστικά στη συνέχεια: «Και γαρ καί αυτός μετά μικρόν παρών ετυχον τών ώς εκείνον γραμμάτων άναγνωσθέντων καί συνηδό­

μην καί συνεθαύμαζον...» (στ. 18­20). 17. 'Ιωάννης ό Φακρασής ή Φακράσης, Λογοθέτης τών 'Αγελών, στον όποιο στέλνει

τις επιστολές 3, 4, 7, 8, 11­16, 19. Περισσότερα γι'αυτόν στον Max. Τ r e u, όπ. παρ., σ. 197 έ. Όπως είπαμε κατείχε τον τίτλο τοϋ Λογοθέτη τών 'Αγελών, ό όποιος «ήταν ένας ειδικός κλάδος της υπηρεσίας τοϋ κόμητος τών ιδιοκτητών... καί ό όποιος επέβλεπε τις εγκαταστάσεις, όπου τρέφονταν έπιβήτορες ίπποι για τις ανάγκες τοϋ στρατοΰ' κατά συνέ­

πεια αυτός ορθά θεωρείται άπό τό Φιλόθεο ώς αξιωματούχος τοϋ στρατοϋ»­ όπως αναφέ­

ρεται άπό τον W. Ε n s s 1 i n, Ό Αυτοκράτορας καί ή αυτοκρατορική Διοίκηση, στο «Βυζάντιο» τών Ν. Η. Baynes ­ L. Β. Moss, σ. 404.

18. Έπιστ. ιβ', 33­34. 19. Άπό τήν επιστολή του ρκ' αποδεικνύεται, ότι έκαμε ταξίδι καί στην 'Ασία,

προσκαλεσμένος άπό τον Φιλανθρωπηνό, όπου μάλιστα παρακολούθησε άπό κοντά τους αγώνες του: «ταΰτα (τα κατορθώματα τοϋ Φιλανθρ.) εΐδον έπιβάς της Ασίας» (στ. 190). Πρβλ. τήν παράγραφο: Planudes als Hofbeamter στοϋ Κ u g e a s, οπ. παρ., σ. 108 έ.

20. «...Μετά δε ταϋτα (= τή σωτηρία του άπό τις αναθυμιάσεις ανθράκων) της νηστείας οΰπω καθαρώς τό πάν πέρας λαβούσης μετεπέμψατό με ό αυτοκράτωρ σπουδή, καί έπάνειμι· ή δ' αιτία της μετακλήσεως π ρ ε σ β ε ί α π ρ ο ς Κ ι λ ι κ ί α ν, έφ' ότω μεν οίσθα' ζητημάτων γαρ εκκλησιαστικών ένεκεν» (ριδ', 132­135). Καί στην ριβ', 63­65 αναφέρει: ((Τών δ' έμών, ει τι χρή λέγειν, έκινδύνευσα προς τήν Κιλικίαν ίεροπρεσβευ­

τής — ΐν' ούτως εϊποιμι — πλεϋσαι».

Page 86: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

564 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­Μεταλληνοϋ

λίτη21. Σημαντικό γεγονός ήταν ή αποστολή του στή Βενετία ώς πρεσβευ­

τοϋ, μαζί με τον όρφανοτρόφο Λεόντιο Βαρδάλη22. Έκεϊ χειροτονήθηκε μάλιστα πρεσβύτερος. Μετά τήν επιστροφή του άπ' τη Βενετία αρρώστησε, όπως ô ϊδιος γράφει23 στον φίλο του Φακράση. Ή αποστολή του στή Βενε­

τία συνετέλεσε στο να συνδεθεί στενά με τήν πολιτιστική αναγέννηση, πού πραγματοποιόταν εκείνο τον καιρό στή Δύση, με όλη τήν άνεση μάλιστα, πού του πρόσφερε ή καλή γνώση, πού είχε, της λατινικής γλώσσας και Φι­

λολογίας. 'Ιδιαίτερα συνέβαλε στην ανάπτυξη καλών σχέσεων μέ τή δυτική χριστιανοσύνη, χωρίς όμως και να επηρεασθεί άπό τις δυτικές κακοδοξίες, όπως τον κατηγόρησαν μερικοί. "Ανθρωπος δραστήριος, μέ ανάμειξη στα «κοινά» και ζωηρό ενδιαφέρον για τήν υπόθεση της διαχρίστιανικής ενό­

τητας, ήταν επόμενο να λάβει ενεργό μέρος στις διαλογικές προσπάθειες για τήν ένωση 'Ορθοδοξίας και Παπισμού. "Εγραψε μάλιστα και σχετική μελέτη περί της Έκπορεύσεως του 'Αγίου Πνεύματος, ή οποία καταπολε­

μήθηκε άπό τους ενωτικούς, γεγονός πού αποδεικνύει όχι μόνο τή θεολο­

γική σημασία, άλλα καί τήν ορθοδοξία του έργου, άντίκατόπτ ρισμα της 'Ορθοδοξίας του ϊδιου του Πλανούδη230.

'Αξιόλογο όμως υπήρξε όχι μόνο τό πρωτότυπο, άλλα καί τό μεταφρα­

στικό έργο του Μ. Πλανούδη. «Πρωτοπόρος των ελληνικών μεταφράσεων τών Λατίνων εκκλησιαστικών συγγραφέων γενικώτερον εν Βυζαντίω θεω­

ρείται καί είναι ô μοναχός Μάξιμος Πλανούδης. "Ηρχισε δέ τό μεταφρα­

στικό του έργο δια του δογματικού έργου του Αυγουστίνου 'De Trinitate'23^ . "Ετσι, έχει αφήσει μεταφράσεις σπουδαίων λατίνων συγγραφέων, όπως λ.χ. του Κάτωνος τοϋ Πρεσβυτέρου, του Όβιδίου, του Κικέρωνος καί του Καί­

σαρος. Οί μεταφράσεις του σώζονται σέ πλήθος χειρογράφων. Τούτο άπο­

21. Ό Μελχισεδέκ Άκροπολίτης, μοναχός, θείος τής συζύγου τοϋ Φιλανθρωπηνοΰ, μέ τον όποιο ό Πλανούδης συνδέθηκε μέ άρρηκτη φιλία. Όμιλίες τού Μελχισεδέκ σώ­

ζονται στην P. G. 140. Σ' αυτόν στέλνει τις επιστολές: 71­73, 85, 86, 89, 94, 95, 99, 100, 114­117. Περισσότερα βλ. Max. T r e u , δπ. παρ., σ. 248.

22. Λεόντιος Βαρδάλης, Όρφανοτρόφος, δηλ. διευθυντής τών πολλών ορφανοτρο­

φείων, πού υπήρχαν στην Κωνσταντινούπολη. (Περισσότερα βλ. στο έργο του W. Ε n s s­

1 i n, δπ. παρ., σ. 404). Σ' αυτόν στέλνει ό Πλ. τις επιστολές 5 καί 32. Πρβλ. M a x . T r e u , όπ. παρ., σ. 200 έ.

23. «Ούτος (ό ιατρός) νοσήσαντί μοι μετά τήν εκ Βενετίας ύποστροφήν προσήλθεν...» ιβ', 29­30. Καί στην Έπιστ. λα', 31­34 γράφει: «άλλα τούτου μετά τα συμφωνηθέντα ευθύς έμοί προς τήν Β ε ν ε τ ί α ν ακόλουθησαντος καί μή φθάσαντος άποδοΰναι τω δεσπότη τοϋ δωματίου τό νόμισμα, νΰν ετερός τις άναστάς αντιποιείται τοϋ οικήματος».

23α. Βλ. τήν παράγραφο: Namen von Planudes' Schiilern, στοΰ Κ u g e a s, όπ. παρ., σ. 119 έ.

23β. Στ. Π α π α δ ό π ο υ λ ο ς , Θ.Η.Ε., τ. 3(1963) στ. 1090.

Page 87: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 565

δεικνύει τη διάδοση, πού είχαν, άλλα και το γεγονός, ότι θα χρησίμευσαν στην εποχή της ουμανιστικής αναγεννήσεως σαν κείμενα για τή διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας. Άλλα και στή Δύση είναι γνωστός ό Πλανούδης με τήν εκδοσή του «Συλλογείς Ελλήνων συγγραφέων». Το σημαντικότερο όμως είναι, ότι οί μεταφράσεις του συνέβαλαν στην στενότερη πνευματική επαφή 'Ανατολής και Δύσεως κατά τήν περίοδο τής 'Αναγεννήσεως. Γράφει χαρακτηριστικά ό καθηγ. Στ. Παπαδόπουλος: «Κατά τήν δευτέραν περίοδον τών μεταφράσεων του Μαξίμου Πλανούδη, ή βυζαντινή Θεολογία δοκιμάζει τήν χυμώδη δυτικήν πατερικήν Θεολογίαν του ί. Αυγουστίνου. Μέχρι τοϋ νυν ή 'Ανατολή έγνώριζε περιστατικά αποσπάσματα θεολογικής σκέψεως τής Δύσεως. 'Από τοϋδε θα γνωρίζη συγκεκροτημένας, ενιαίας και πλήρεις εκφράσεις τής σκέψεως ταύτης»24.

Έξ ϊσου σημαντικά, όμως, είναι καί τα συνερανιστικά του έργα, άπό τα όποια σπουδαιότερο θεωρείται ή «'Ιστορική και Γεωγραφική Συναγωγή», το υλικό τής οποίας υπήρξε σπουδαίο βοήθημα για τους μεταγενέστερους ερευ­

νητές. Το μεγαλύτερο, πάντως, μέρος τής δραστηριότητας του το αφιέρωσε ό

Πλανούδης στή συγγραφή σχολικών βιβλίων, έργο ιδιαίτερα οικείο σ' ενα διδάσκαλο, όπως εκείνος, με εξαιρετική μάλιστα επιτυχία, άφοϋ ανάδειξε σπουδαίους μαθητές, όπως τό Γρηγόριο καί Μανουήλ Μοσχόπουλο, τον 'Ανδρόνικο Ζαρίδη καί πολλούς άλλους.

Ή ευρυμάθεια, πολυμέρεια καί κοινωνικότητα του Πλανούδη φαίνεται μέσα στις 121 επιστολές του25, αλλά καί στις άλλες συγγραφές του, πού σχετίζονται μέ τα Μαθηματικά καί τήν 'Ιατρική. Ιδιαίτερα στο πνεύμα τών Βυζαντινών τής εποχής του ανταποκρίνεται μιά μελέτη του, ιατρικού καί διδακτικού χαρακτήρα, μέ τή μορφή εκκλησιαστικού κανόνος «Περί ούρων». Καί στις επιστολές του βρίσκει αφορμή συχνά να αναφερθεί σε μελέτες του (βλ. π.χ. Έπιστ. ε', μς', ξζ'). Έκεΐ μιλεί λ.χ. για μετάφραση τοϋ βιβλίου τοϋ «Βοητίου»26 («μετήνεγκα εκ τής τών λατίνων γλώττης επί τήν Ελλάδα»)27· Σε άλλη επιστολή του αναφέρεται σε νέα εργασία του, ή οποία τον απασχο­

λούσε «τό πλέον εκάστης ημέρας»28. Τό βιβλίο αυτό είναι « Ό κατ' 'Ινδούς

24. Βλ. Θ.Η.Ε., τ. 3(1963) στ. 1090. Βλ. καί Α. Α. V a s i 1 i e ν, οπ. παρ., σ. 881­882. 25. Ποιοι οί παραλήπτες τών επιστολών τοΰ Πλαν. βλ. στοϋ M a x . T r e u , οπ.

παρ., σ. 270. 26. Μετέφρασε το έργο τοϋ Βοηθίου De Consolatone Philosophiae. Tò περιεχόμενο

του έργου έχει κυρίως ΰλη θεολογική. Βλ. R.E., όπ. παρ., 27. Έπιστ. ε', 69­70. 28. Έπιστ. μς', 36­37.

Page 88: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

566 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­Μεταλληνοϋ

αριθμός»29, πού πλησιάζει ήδη στο τέλος του, όπως γράφει στην ϊδια επι­

στολή. Στο ίδιο γράμμα του, πού απευθύνει στο Γεώργιο Βέκκο30, αναφέρει ότι θέλει να ασχοληθεί και μέ άλλα προβλήματα, όπως «πως, ούτινοσοϋν αριθμού δοθέντος μή τετραγώνου, τον εγγιστα τούτου δυνατόν εύρεθήναι τε­

τράγωνον; και έτι· πώς ούτινοσοϋν αριθμού τετραγώνου δοθέντος, τήν αυτού πλευράν εύρεΐν οΐόν τ' αν γένηται;»31. Παρόμοιες ασχολίες υπαινίσσεται και ή ξζ' επιστολή του32.

Στις επιστολές του φαίνεται ιδιαίτερα και ή βαθειά γνώση, πού είχε γύρω άπο τήν αρχαία ελληνική γραμματεία33 (βλ. π.χ. επιστολές ιβ', ιθ', κη', μβ', μς', ξς', ξθ', οζ', ο', ρς', ρζ\ ριδ', ριθ').

Τή σοφία τοΰ Πλανούδη και τήν πολυμέρεια του, ούτε και αυτός ό Βησ­

σαρίων δέν τήν αρνείται, μολονότι τον πολεμει. Έτσι, λέγει χαρακτηριστι­

κά: «...διαβεβηκότος (=τοΰ Πλανούδη) εν φιλοσοφία και θεωρία και πάν­

των των μαθημάτων όδεύσαντος, εύδοκιμήσαντος δ' εν άπασι, προς δε τή Ελλάδι και τήν Λατίνων γλώτταν ες άκρον έξησκημένου και περιουσία δυνάμεως άλλα τε πολλά θαυμαστά και τό μέγα Περί Τριάδος τοΰ μεγάλου

29. Έπιστ. μς', 38. 30. Γεώργιος Βέκκος, Μέγας Οικονόμος. Σ' αυτόν στέλνει τήνμς' επιστολή. Βλ. πε­

ρισσότερα στον Max. T r e u , όπ. παρ., σ. 230. 31. Έπιστ. μς', 40­44. 32. 'Αναφέρεται στην «Διοφάντου βίβλον», τήν οποία επιτέλους έλαβε πίσω από

κάποιον, στον όποιο τήν είχε δανείσει (στ. 32­33). 33. Γράφει σχετικά ό καθηγητής Α. Κομίνης: «Στά τέλη του ΙΓ' αι. και στις αρχές

του ΙΔ' άνευρίσκομε δείγματα άπα τα άξιολογώτερα της εργασίας των βυζαντινών λογίων πάνω στά κλασσικά κείμενα...», θεωρεί δέ σπουδαιότερους το μοναχό Μάξιμο Πλανούδη και τον επίσης μοναχό Δημήτριο Κυδώνη. Περισσότερα βλ. στοϋ ' Α θ α ν α σ ί ο υ Δ. Κ ο μ ί ν η , Προβλήματα Βυζαντινής Ποιήσεως και Προσωπογραφίας, σ. 151­152. Εν­

δεικτικά παραθέτουμε απόσπασμα άπ' τή ιθ' επιστολή του Πλανούδη, όπου φαίνεται μέ πόση άνεση και ευστοχία χρησιμοποιεί τά κλασσικά κείμενα, και μάλιστα έδώ τους δύο μεγάλους τραγικούς ποιητές Σοφοκλή και Ευριπίδη: «Επειδή ταΰθ' ούτω συνορώμεν τυγ­

χάνοντα, εικός σε τοις έκ τής μέσης και μετριοπαθούς φιλοσοφίας λόγοις ψυχαγωγεΐν και τοις εκείθεν αίονήμασι καταντλοΰντα τό τής ψυχής οίδαΐνον, ώς εικός, καταστέλλειν καί παρεισάγειν μέν Σοφοκλήν λέγοντα

ανάλγητα γαρ ούδ' ό πάντα κραίνων βασιλεύς επέβαλε θνατοϊς Κρονίδας· άλλ' έπί πήμα και χαρά πάσι κυκλοϋσιν, οίον άρκτου στροφάδες κέλευθοι·

παρεισάγειν δ' Εύριπίδην άποφαινόμενον, ώς συμφοραί πάσι βροτοϊσιν ή τότ' ήλθον ή τότε­

και έκ μέν τοΰ συλλογίζεσθαι πάντα τινά των τοΰ βίου ηδέων μή εξω τής αντικείμενης αηδίας άναλαμβάνειν, κάν αυτόν εϊπης τον αυτοκράτορα· έκ δέ τοΰ τό μηδένα δια βίου κακών απαθή διαγενέσθαι» (στ. 44­57).

Page 89: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 567

και θαυμαστού Αυγουστίνου έργον εις την ήμετέραν μετενεγκόντος φωνή ν» (P.G. 161, 317).

Δίκαια, λοιπόν, ό Μάξιμος Πλανούδης συγκαταλέγεται ανάμεσα στους σπουδαιότερους λόγιους άνδρες τών παλαιολογείων χρόνων και δεν είναι καθόλου υπερβολή, όσα γράφει Γρηγόριος, «ό ομιλητής αύτοϋ», στο επί­

γραμμα, πού συνέθεσε για κείνον:

«Αναονίης διαλέκτου μ , ώ ξεΐν', εκμετενεγκών Μάξιμος άρτίφρων μονσοπόλος ΰοφίης

ψανσας άκρα γε πείρατα Θήκεν ες "Ελλάδα φωνήν, δείγμα τεής αοφίης, εσομένοις ôè χάριν»3*.

II. Ό Μάξιμος Πλανούδης ώς επιστολογράφος.

ατό τε γαρ μη δύνασθαι ^ρά/^αατα πέμπειν τών ανιαρών ην, και το μη δέχεσθαι, ανθις άνιαρότερον...»

(Έπιστ. μη', 13­15)

Ή επιστολογραφία35, σπουδαιότατο γραμματειακό είδος της κλασσι­

κής αρχαιότητας, κατέχει σπουδαία θέση και στή χριστιανική γραμματεία, σαν ενα άπό τα προσφορότερα μέσα ποιμαντικής διακονίας στα χέρια τών μεγάλων Πατέρων και Διδασκάλων τής Εκκλησίας. 'Ιδιαίτερα «δια τών τριών μεγάλων χριστιανών επιστολογράφων Συνεσίου του Κυρηναίου, Βα­

σιλείου του Μεγάλου και Γρηγορίου τοϋ Θεολόγου» ή επιστολογραφία «καθιερώθη ώς όργανον λογοτεχνικής εκφράσεως και εκφράσεως τών εσωτέρων συναισθημάτων»36. Άλλα και πολλών άλλων Πατέρων σώζονται

34. Βλ. Max. Treu , οπ. παρ., σ. 191. 35. Ή επιστολογραφία καλλιεργείται ήδη στην κλασσική αρχαιότητα, αναπτύχθηκε

όμως Ιδιαιτέρως και διαδόθηκε πολύ κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Ό Χριστιανισμός χρησιμοποίησε άπό πολύ νωρίς τήν επιστολογραφία για τις ανάγκες τών κατά τόπους Εκκλησιών. Μάλιστα είναι χαρακτηριστικό, ότι από τα 27 βιβλία τής Καινής Διαθήκης τα 21 έχουν επιστολική μορφή.

Οι επιστολές μεταγενεστέρων συγγραφέων, πού διασώθηκαν, έχουν κυρίως περιεχό­μενο ιδιωτικό, αν και υπάρχουν και εγκύκλιοι επιστολές ή επιστολές, πού δίνουν απαντή­σεις σε γενικότερα θέματα. Παρά τον προσωπικό τους χαρακτήρα οι ιδιωτικές επιστολές είναι αξιόλογες, γιατί διαφωτίζουν σύγχρονα τους γεγονότα καί αποκαλύπτουν εσωτερικό­τερες πτυχές σύγχρονων τους καταστάσεων.

36. Ν ι κ ο λ ά ο υ Β. Τ ω μ α δ ά κ η , Βυζαντινή Επιστολογραφία, Έν 'Αθήναις 1955,σ. 28.

Page 90: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

568 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­Μεταλληνοΰ

επιστολές, γιατί όχι μόνον οι ϊδιοι, αλλά καί οί αποδέκτες σαν ιερά κειμήλια φύλαγαν τις προς αυτούς επιστολές τών Πατέρων. Σημαντικό όμως εϊναι, ότι μερικοί Πατέρες δεν παραλείπουν να αναφέρονται στην επιστολή σαν γραμματειακό λογοτεχνικό είδος και να δίνουν κανόνες και κατευθύνσεις επιστολογραφίας, μιμούμενοι σε τούτο τους αρχαίους μεγάλους επιστολο­

γράφους37. Ή επιστολή έχει πάντοτε μεγάλη σημασία σαν μέσο άποκαλύψεως του

εσωτερικού κόσμου ενός άνθρωπου και μάλιστα μέ ένα άμεσο τρόπο, πού κανένα άλλο είδος του λόγου δέν μπορεί να προσφέρει. Στην επιστολή, και μάλιστα τήν ιδιωτική­φιλική, αφήνεται ό άνθρωπος ελεύθερος και αβίαστος να αποκαλύψει τον ψυχικό του κόσμο, γιατί εδώ δέν υπάρχει το οπωσδήποτε απρόσωπο στοιχείο, πού συναντάμε συνήθως σ' ένα επιστημονικό σύγγραμ­

μα. Κλασσικά εκφράζει τή σημασία της επιστολής ό Δημήτριος Φαληρέας στο έργο του περί Ερμηνείας: «Σχεδόν γαρ εικόνα έκαστος της έαυτοϋ ψυ­

χής γράφει τήν έπιστολήν και έστι μέν και εξ άλλου λόγου παντός ιδεΐν το ήθος τού γράφοντος, εξ ούδενός δ' ούτως ώς επιστολής»38. Είναι,'λοιπόν, ή επιστολή το προσφορότερο μέσο, για να γνωρίσουμε ένα άνθρωπο και να άνατάμουμε βαθύτερα τον χαρακτήρα του.

Αυτός ό κανόνας ισχύει και για τήν επιστολογραφία του Μαξίμου Πλανούδη. Στις επιστολές του φανερώνεται ό εσωτερικός του κόσμος, απο­

καλύπτεται ό πλούτος τών γνώσεων του, ή συγκροτημένη προσωπικότητα του, ή ποικιλία τών αισθημάτων, ή αγάπη του για τα βιβλία και τή μάθηση, γίνονται δέ γνωστές έσώτατες πτυχές της ζωής του, και έτσι μπορούμε να δούμε τον Πλανούδη όχι μόνο ώς βυζαντινό λόγιο, άλλα και ώς τρυφερό φί­

λο, στοργικό δάσκαλο και πνευματικό πατέρα, ώς ασυμβίβαστο αγωνιστή υπέρ της Πίστεως και τής Πατρίδος. 'Επιπλέον οί επιστολές του μας δίνουν τήν ευκαιρία νά γνωρίσουμε τή δομή του ιδεολογικού του κόσμου, όπως διαμορφώθηκε μέσα σέ μιά κρίσιμη, όπως είπαμε, περίοδο τής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Ή επιστολογραφία του Πλανούδη παρουσιάζει και άπό μιά άλλη

37. Ό Γρηγόριος Ναζιανζηνος π.χ., του οποίου σώζονται 240 επιστολές, τονίζει, ότι τρία πρέπει νά είναι τα προσόντα τής καλής επιστολής: συντομία, χάρη και σαφήνεια.

38. Πρβλ. Ν ι κ ο λ ά ο υ Β. Τ ω μ α δ ά κ η , δπ. παρ., σ. 31. Σπουδαίος επίσης είναι καί ό ορισμός τής επιστολής του Μιχαήλ Ψελλοϋ (ΙΑ' αι.): «Παρόντες μέν δια τής κατά πρόσωπον ομιλίας, απόντες δέ δι' επιστολών όμιλήσομεν», συνεχίζει δέ «πλην αλλ' έγώ τι τω γράμματι πλέον χαρίζομαι­ μάλιστα γαρ τον φίλον απεικονίζεται καί τον χαρα­

κτήρα δείκνυσΊ τής εκείνου ψυχής. Ό μέν γαρ άπλοϋς λόγος κατά τό επιτυχόν απαγγέλλε­

ται και ου μάλα σαφηνίζει τον λέγοντα· ό δ' έπιστολιμαϊος τήν ένδιάθετον μορφήν άπο­

τυποϋιίαι του γράφοντος».

Page 91: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 569

πλευρά σημασία. Μας επιτρέπει να δοϋμε, ποια θέση είχε ή επιστολή στη ζωή του, άλλα και ποιες ήταν γι' αυτήν οί απόψεις του. Είναι ή περί επιστο­

λογραφίας θεωρία του, όπως θα λέγαμε. Ή επιστολική επικοινωνία αποτε­

λούσε για τον Πλανούδη επιτακτική ανάγκη. Και πρώτα ήταν αναπόφευκτο υποκατάστατο της προσωπικής συναναστροφής με τους πολλούς φίλους του, ιδιαίτερα τους μαθητές του. Ήταν ό μόνος δυνατός τρόπος άμεσης καί συνεχούς επικοινωνίας μαζί τους. Για να διατηρήσει τό σύνδεσμο του μαζί τους και να τους εκφράζει τον πλούτο τών συναισθημάτων του, τήν αγάπη καί τό αμείωτο ενδιαφέρον του γι' αυτούς. "Ετσι, γράφοντας στον πρωτο­

σέβαστο Ταρχανιώτη, εκφράζει ακριβώς αυτή τήν ψυχική ανάγκη, πού έρ­

χονται οί επιστολές να αναπληρώσουν, τήν ανάγκη δηλ. της προσωπικής κοινωνίας: «Ταύτί γαρ εΰρισκόν μοι μόνα ( = τα γράμματα) δυνάμενα τήν προς ύμδς εΰνοιαν παραστήναι, ην αυτός εϊγε παρήν έπιδείκνυσθαι εϊχον»39. Τήν ίδια ανάγκη θα διατυπώσει σε άλλη περίπτωση μέ ενα διαφορετικό τρόπο. "Αν εκείνοι, τους οποίους αγαπά, ήσαν παρόντες, «άπασαν ώραν προσεώρα· τούτους άποδημοΰντας συχνοΐς επισκεπτόμενος γράμμασι»40. "Εχει όμως καί μιαν ιδιαίτερη εσωτερική κλίση ό Πλανούδης στό να γράφει επιστολές, πού εκφράζει τήν πηγαία κοινωνικότητα του, τήν τάση του για προσωπική διακοινωνία. 'Επιγραμματικά θα διατυπώσει τό προσωπικό του αυτό «αξίωμα» στό φίλο του Γεώργιο Βέκκο, γράφοντας, ότι ή ζωή γίνεται ανιαρή, όταν κανείς δεν μπορεί να στείλει γράμματα σέ έναν άλλο! «Τό τε γαρ μ ή δύνασθαι γράμματα πέμπειν τών ανιαρών ή ν καί τό μή δέχεσθαι αύθις άνιαρότερον»41. Θα λέγαμε μάλιστα, ότι αναζητεί επίμονα ευκαιρίες, για να γράψει κάποιο γράμμα. Είναι γνωστή λ.χ. ή φιλία του μέ τον Φα­

κράση. Τό ταξίδι κάποιου Δισύπατου προς εκείνον είναι για τον Πλανούδη ή θεόσδοτη ευκαιρία, για να του στείλει ενα γράμμα: «Νυνί δε του Δισυπάτου προς υμάς ερχομένου ούκ ευ εχειν ένόμισα τό μή δι'αυτού έπιστεΐλαί σοι. εγώ τε γαρ προφάσεις άεί του σοι γράμματα πέμπειν θηρεύω, έπεί σοι μή παρόντι δύναμαι άτενίζειν, καί άμα υπέρ οικείου σοι καί τω γένει προσή­

κοντος γράφων σοι μάλλον ή παντί έτέρω νομίζω χαρίζεσθαι»42. "Οχι όμως μόνο τό να στέλνει, άλλα καί τό να λαμβάνει επιστολές ήταν

για τον Πλανούδη πηγή ιδιαίτερης ευδαιμονίας. Τούτο ξεπηδά συνεχώς μέσα από τα γράμματα του. Σέ μια επιστολή του θά γράψει: «Έδεξάμην τήν έπιστολήν, ήσθην δεξάμενος, άντεπιστέλλω πάλιν ήσθείς»43.

39. Έπιστ. οε', 12­14. 40. Έπιστ. η', 8­9. 41. Έπιστ. μη', 13­15. 42. Έπιστ. ιζ', 21­26. 43. Έπιστ. να', 3­4. Τα ίδια αισθήματα εκφράζει καί στην επιστολή L

la.', 3­6: «ήσθην μέν κάπί τοις πεμφθεΐσιν, όσιώτατε δέσποτα..., ήσθην δέ καί τοις γράμμασι πολλφ πλέον».

Page 92: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

570 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­Μεταλληνοϋ

Βέβαια είναι γνωστές οί δυσκολίες της εποχής στη διακίνηση της αλλη­

λογραφίας. Ή ταχυδρομική υπηρεσία δέν ήταν συστηματικά οργανωμένη και γι' αυτό και ό ίδιος παραπονείται για τις δυσκολίες, πού συναντά στην αποστολή των γραμμάτων του, χαίρει δέ ιδιαίτερα, όταν βρεθεί κάποιος ανέλ­

πιστος γραμματοκομίστής. Έτσι λέγει χαρακτηριστικά στην μη' επιστολή του: « Ό δε διακομίσων ούδ' εν ονείροις έφαίνετο και δια ταϋτα πολλαχόθεν μοι τα της λύπης συνέρρει»44. Πολλές φορές, ενώ είχε γράψει τήν επιστο­

λή, δέν εύρισκε τρόπο να τήν αποστείλει, και τήν κρατούσε αναγκαστικά έπί μακρότερο χρόνο, ώστε να χάνει έτσι τήν επικαιρότητα της. Για να μή θεωρηθεί όμως από τον παραλήπτη, ότι τον εϊχε ξεχάσει, δέν θα διστάσει νά στείλει μαζί μέ τή νεώτερη καί τήν ανεπίκαιρη πια επιστολή45.

Γνωρίζοντας τίς τόσες δυσκολίες ό ϊδιος, χαίρει ιδιαίτερα, όταν παίρνει επιστολές. Ή χαρά του αυτή είναι καρπός της έμφυτης κοινωνικότητας του. "Ηθελε νά είναι πάντοτε παρών στή ζωή τών φίλων του, στή λύπη καί στή χαρά τους, για νά μπορεί νά ζήσει μαζί τους όλες αυτές τίς υπαρξιακές κατα­

στάσεις, αλλά ακόμη νά έχει τήν ευκαιρία νά τους συμβουλεύσει ή νά τους συμπαρασταθεί. Δέν είναι περίεργο, λοιπόν, ότι οί σύγχρονοι του ζητούσαν άπό τον Πλανούδη νά δώσουν ευρύτερη κυκλοφορία στις επιστολές του, γιατί είχαν συνειδητοποιήσει τή σημασία τους, οφειλομένη στο περιεχό­

μενο τους, αλλά καί στην σπουδαιότητα τών προσώπων καί τών θεμάτων, στα όποια αναφέρονται. Είναι εύγλωττο στο σημείο αυτό ένα απόσπασμα γράμματος τοΰ Πλανούδη στον πολύ αγαπητό του 'Αλέξιο Φιλανθρωπηνό, προς τον όποιο άλλωστε απευθύνονται οί περισσότερες επιστολές του: «Μενουσιν αί έπιστολαί — τούτο γαρ ευ οϊδα — τάς σας άρετάς πανταχού τών Ελλήνων κηρύττουσαι* νυν μέν γαρ παρ' έμοί καί σοι μόνοις ανέκδοτοι μενουσιν ήνίκα δ' αν άμφω βέλτιον κρίνωμεν καί δή καί τοσαΰται, όσας έγώ βούλομαι, γένωνται, πολλά δηλονότι τών σών κατορθωμάτων ύμνήσασαι, τότε καί τοις εξω — πολλοί δ' είσίν οί αιτούντες — έκδώσομεν»46.

Ώς προς τό περιεχόμενο τους οί επιστολές τοΰ Πλανούδη έχουν βασι­

κά πληροφοριακό χαρακτήρα. Εϊτε δίνει, είτε ζητά νά πάρει πληροφορίες άπό τα αγαπητά του πρόσωπα. Ζήτα άπό τους παραλήπτες νά τοΰ περιγρά­

ψουν μέ λεπτομέρεια τή ζωή τους, τώρα πού βρίσκονται μακρυά του, για νά μπορεί νά μετέχει έτσι κι αυτός στα προβλήματα τους καί νά περιορίζεται ή λύπη τοΰ χωρισμού ή νά αυξάνει ή χαρά του, όταν πληροφορείται τα άνδρα­

44. Έπιστ. μη', 12­13. 45. «...δέξαι δή μοι τήν προτέραν μέν ώς ύστέραν, τήν δ' αύ ώς ύστέραν, εί καί πρότερα

περί σέ γέγονεν...». Έπιστ. μη', 33­34. 46. Έπιστ. ριθ', 204­209.

Page 93: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 571

γαθήματα και τις επιτυχίες τους. Στον δεσπότη Μιχαήλ γράφει για την πα­

ρηγοριά, πού αισθάνεται, όταν παίρνει επιστολές του: «Είτα γραμμάτων παραμυθίαν έκομισάμην, νυν δε και άγγελίαν της προς ημάς επανόδου· το μεν ασμένως, τό δε έλπίσας, το δε και ήδιον ή παν ότιοϋν. πέμπω τοίνυν τήν έπιστολήν ύπαντήσουσαν και τήν προσκύνησιν και εύχήν άφοσιωσομένην, έπείπερ έμαυτόν πέμπειν ουκ εχω»47. Οι επιστολές του έχουν πάντοτε κάτι να προσφέρουν. "Αλλες έχουν ενθαρρυντικό χαρακτήρα, άλλες επαινετικό, ελεγκτικό, συμβουλευτικό, ή παραμυθητικό. Καλύπτει δηλ. όλη τήν έκταση της θεματολογίας της επιστολογραφίας.

Οί επιστολές του Πλανούδη ποικίλλουν κατά τό μέγεθος, ανάλογα με τό σκοπό, στον όποιο αποβλέπουν. Ώ ς προς τή γλώσσα είναι γραμμένες στην επιτηδευμένη γλωσσική μορφή, πού χρησιμοποιούσαν οί βυζαντινοί λόγιοι — οί μορφωμένοι του ΙΓ' ­ ΙΔ' αι. Είναι μια γλώσσα όχι μόνο με πολλές δια­

φορές από τήν καθομιλουμένη, αλλά δυσκολότερη — στρυφνότερη — ακόμη και άπό τήν κλασσική αττική, ή τήν άττικίζουσα των Μεγάλων Πατέρων του χρυσού αίώνα της 'Εκκλησίας. Είναι γνωστό όμως, ότι είχε επικρατήσει ή συνήθεια να μή χρησιμοποιείται ή καθομιλουμένη στή Φιλολογία48. Τό ύφος των επιστολών του είναι σε πολλά σημεία στρυφνό και περίπλοκο, έχει όμως ενάργεια και δύναμη στην παρουσίαση τών γεγονότων, πού τονί­

ζεται άπό γλαφυρές περιγραφές και ζωντανά παραδείγματα. "Ενα ώραΐο απόσπασμα άπό τήν επιστολή του προς τον αυτοκράτορα 'Ανδρόνικο Β' είναι αρκετό να μας δώσει μια δυνατή γεύση τοΰ ύφους τών επιστολών τοΰ Πλανούδη:

«...Σπεύδων δή βάλλω έμαυτόν εις τήν τοΰ γράφειν θάλασσαν, ώς προς τον έμόν Ίησοΰν διανήξασθαι, και τω της επιστολής επενδύτη ή έμαυτοΰ σοι ήκει ψυχή και σοΰ προσκυνεί τό κράτος και περιπτύσσεται πόδας τε τους τήν είρήνην εύαγγελιζομένους ήμΐν, χείρας τάς τών αγα­

θών ήμϊν και συμφερόντων έργάτιδας, και κεφαλήν τήν όντως χρυσήν έμοί και θεοειδή και θεοστεφή. και γάρ τοι και αυτός ού μόνον τους πό­

δας ημών νίπτεις καθαίρων, άλλα και χείρας και κεφαλήν γε προς, έκ τών ταπεινότατων και μέσων και υπερεχόντων της υπηκόου αδικίας άπάσης και κακίας ρύπον έκπλύνων τε και άποτριβόμενος. και άπιστεϊν γε ού χρή, ώς ό τοΰ βασιλικού νοός ήλιος, πάντ' έφορδ και πάντα έπακούει τα

47. Έπιστ. μ', 6­11. 48. Γράφει ό V a s i 1 i e ν (όπ. παρ., σ. 680) σχετικά μέ τή γλώσσα τοϋ ΙΓ' αι.: «Οί αρ­

χαίοι Έλληνες συγγραφείς και οί Πατέρες της 'Εκκλησίας,ήσαν τά πρότυπα, ύπό τήν έπί­

δρασιν τών οποίων έζοΰσαν και έσκέπτοντο οί μορφωμένοι Έλληνες όλου τοϋ Μεσαίωνος καί είδικώτερον τοϋ δεκάτου τρίτου αιώνος».

Page 94: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

572 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­ΜεταλληνοΟ

της αρχής, και των μερών εκαστον διατίθησι κατά το προσήκον ζωο­

γόνων, φωτίζων, θερμαίνων, έξικμάζων ου τούτου δει, τάλλα διαχειρί­

ζων»49.

Στή συνέχεια θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε μέσα άπο τις επι­

στολές του τον Πλανούδη, για να δοϋμε πως παρουσιάζεται σ' αυτές ό βυ­

ζαντινός λόγιος, ό άνθρωπος, ό φίλος, ό βυζαντινός πολίτης, και προπάντων ό βαθυστόχαστος παιδαγωγός και επιστήμονας.

Β'. Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΛΑΝΟΥΔΗΣ

/ . Ό Πλανούδης ώς φίλος.

((έρως δε λήθη πολέμων» (νθ', 17)

((τΐοιονσι δέ μοι την ήδονήν εϋ πράττοντες φίλοι»

(οβ'( 4­5)

Πολύ ενωρίς ό Μάξιμος Πλανούδης έδειξε ιδιαίτερη κλίση προς τήν μοναχική πολιτεία και γι' αυτό τον συναντούμε ήδη νέο σαν μοναχό50 στην περίφημη μονή τής Χώρας (Καχριέ Τζαμί). Για ενα διάστημα χρημάτισε επίσης ηγούμενος στή Μονή τών Αγίων Πέντε εις τό όρος Αυξεντίου51, άλλα δεν έμεινε εκεί για πολύ. Μετά τήν επιστροφή του άπό τή Βενετία, όπου χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, εγκαταστάθηκε στή Μονή 'Ακατάλη­

πτου. Ή αγάπη του για τή μοναχική ζωή εκφράζεται ιδιαίτερα με τό θαυ­

μασμό του προς τους μοναχούς, κάτι πού αναδύεται συνεχώς στις επιστολές του. Προπάντων μακαρίζει τους μοναχούς εκείνους, πού ζουν σέ μονές, όπου υπάρχει τό κατάλληλο πνευματικό κλίμα για τήν τελείωση του μο­

νάχου. "Ετσι επαινεί τήν Μονή «εν Κρίτζω», όπου «αρετή και μελετάται και κατορθοϋται· και κοσμικός άπας αυτής άπελήλαται θόρυβος· και άδελ­

φότητος αρμόζεται σύμπνοια... και ής οί οΐκήτορες ύψηλόν μεν τό κλέος πάντοσε διαπέμπονται,ταπεινόν δέ τό φρόνημα εχειν καθ'αύτούς άξιουσιν»52.

49. Έπιστ. α', 27­41. 50. Ώς χρόνος τής εις μοναχον κούρας του αναφέρεται το 1283, δηλ. όταν ήταν 23

ετών. Βλ. τήν παραγρ. Zum Klostereintritt des M. PI., στοϋ Κ u g e a s, οπ. παρ., σ. 106. 51. ((...Κείται δ' ύπο τήν ύπώρειαν τοϋ βουνοΰ (ή μονή), ος τοϋ αγίου Αυξεντίου ώνό­

μασται, έν φ φροντιστήρια) κάγώ νυνί ποιούμαι τήν δίαιταν» (Έπιστ. κδ', 27­29). Το βουνό τοϋτο βρίσκεται απέναντι τής Πόλεως, ανατολικά τής Χρυσουπόλεως προς το άκρο τής Προποντίδος.

52. Έπιστ. πα', 9­14.

Page 95: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 573

Ή εγκατάλειψη όμως του κόσμου και ή επίδοση του στή μοναχική πολιτεία κάθε άλλο παρά έδημιούργησε στο πρόσωπο του έναν άνθρωπο απόκοσμο, πού περιορίζεται αποκλειστικά στην ηρεμία της ασκητικής εμ­

πειρίας. 'Αντίθετα, ζώντας μέσα στο πνεύμα του γνήσιου ορθόδοξου μονα­

χισμού, πού συνίσταται στο κοινοβιακό ιδεώδες και τήν άγαπητική αδελφι­

κή κοινωνία, αισθάνεται επιτακτικό τό καθήκον τής προς τον πλησίον αγά­

πης. "Ετσι χωρίς να αρνηθεί τή μοναχική του ιδιότητα, τήν αφιέρωση δηλ. στην αγγελική Πολιτεία, δεν αφήνει καθόλου να ατονήσει μέσα του ό δε­

σμός τής κοινωνίας, όχι μόνο με τους συμμοναστές του, άλλα και μ' εκείνους από τους γνωστούς του, πού ζούσαν μέσα στον κόσμο. Διατηρεί τό σύνδεσμο του με τό πλήθος τών φίλων του και συντηρεί τή θερμή φιλία του μαζί τους με τό μέσο τών επιστολών. Ή αγάπη και αφοσίωση μάλιστα τών φίλων του απέναντι του, πού συμπεραίνεται αβίαστα άπό πολλά σημεία τής αλληλο­

γραφίας του, είναι ή καλύτερη επιβεβαίωση τών δικών του αισθημάτων για κείνους.

Τα προβλήματα, οί αγωνίες, οι ανάγκες, οί αποτυχίες και απογοητεύ­

σεις, άλλα και ή ευτυχία τών γνωστών του δεν τον αφήνουν αδιάφορο και ασυγκίνητο. Κυριαρχείται άπό μία τάση νά εμφανίζεται σε κάθε περίπτωση, πού μπορεί νά τους προσφέρει κάτι. Ή διδασκαλική του δε ιδιότητα, πού υπογραμμίζει τις κοινωνικές ροπές του, κρατά ανοικτή τήν πρόσβαση του προς τον «κόσμο» και τα προβλήματα του. Όλος αγάπη και στοργή, αποκα­

λύπτεται μέσα άπό τις επιστολές του. Δημιουργεί συνεχώς νέους φίλους53, πρόσωπα πού συγκεντρώνουν τό μέγιστο τής αγάπης και εκτιμήσεως του. Πολλοί άπ' αυτούς κατείχαν ανώτατα αξιώματα τής Πολιτείας. Περισσότερο όμως τους συνέδεε μαζί του τό ότι είχαν περάσει κάποτε άπό τον κύκλο τών μαθητών του, ιδιαίτερα δε ή αρετή, πού τους κοσμούσε54.

Στο περιβάλλον του Μοναστηριού αισθάνεται συχνά τήν έλλειψη τών φίλων του. Ή απουσία τους, όταν μάλιστα διαρκεί, είναι κάτι πού δύσκολα μπορεί νά τό υποφέρει. «Έκλείπομεν... και ούκ άντέχομεν, ώς οί δίψει σφο­

δρω φλεγόμενοι»55, γράφει στον επιστήθιο φίλο του και λόγιο Νικηφόρο

53. Ή αγάπη στον άνθρωπο, αντανάκλαση τής θείας αγάπης αποτελεί τήν σπουδαιό­

τερη ψυχική εκδήλωση του άνθρωπου. Αυτή πρέπει νά προσφέρεται σε όλους και προς τους εχθρούς, άλλ' ό Χριστιανισμός δέν αρνείται καί τήν ιδιαίτερη κλίση του άνθρωπου προς ορισμένα πρόσωπα, ώστε στενότερα νά συνδεθούν μέ τή φιλία. Π.χ. ό Ίησοϋς Χρι­

στός αγαπούσε ιδιαίτερα τον μαθητή του 'Ιωάννη καί τό «φίλο» του Λάζαρο. 54. Πρβλ. Έπιστ. ζ', 11­14: «Δει γαρ ημάς μαθεΐν, ώς ούχ οί μέγα τώ πλούτω φυσώντες

πανταχού θαυμασθήσονται, άλλ' εστί παρ' οίς — ών έν τοις πρώτοις αυτός εί — καί ανδρός αρετή πλέον τι τοΰ τον Μίδαν άπολέσαντος εξει χρυσού». ^

55. Έπιστ. ς, 43­44.

Page 96: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

574 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­Μεταλληνοϋ

Χοϋμνο56. Μέσα σε απαράμιλλα φιλολογικά σχήματα ξέρει ό Πλανούδης να διατυπώνει τα θλιβερά αισθήματα, πού τοϋ δημιουργεί ό χωρισμός από πρό­

σωπα του κόσμου αγαπημένα. Θα ήθελε με κάθε τρόπο να βρεθεί κοντά τους. Κρύβεται στα λόγια του κάποια τάση φυγόκεντρη προς τη ζωή τοϋ μονα­

στηριού; Μάλλον πρόκειται για παροδικές εκρήξεις ενός φυσικού, σ' έναν άνθρωπο, όπως αυτός, συναισθηματισμού. Γράφει λ.χ. στο Φιλανθρωπηνό: «Πολλάκις ήθύμησα, ότι μή ή φύσις ήμΐν και πτερά περιέπλασεν, ή τό γε δεύτερον, ότι μή τον Δαίδαλον εστί μιμήσασθαι»57. Ευτυχώς όμως υπάρχει τό μέσο να βρίσκεται κοντά στους φίλους του, αν όχι σωματικά, τουλάχιστο πνευματικά. Και ό τρόπος αυτός έχει τή δύναμη να μετριάζει τον πόνο του χωρισμού. Τοΰ έχει μείνει ή δυνατότητα της αλληλογραφίας. Ή χαρά του είναι απερίγραπτη, όταν παίρνει επιστολές, όπως πάλι βαθειά είναι ή λύπη του, όταν δεν παίρνει. Στή δεύτερη περίπτωση δέν είναι μόνο ή αδυναμία επικοινωνίας, πού τον πληγώνει, αλλά και κάποια μείωση τοΰ αύτοσυναι­

σθήματός του, γιατί τό να μή τοΰ γράφουν οί φίλοι του τό θεωρεί δείγμα αδιαφορίας προς τό πρόσωπο του. Χωρίς να σημαίνει τοΰτο κάποιο κρυφό πάθος έγωϊσμοΰ, ό δάσκαλος Πλανούδης βλέπει στα γράμματα των μαθητών και φίλων του τήν κοινωνική του καταξίωση. Μερικές περιπτώσεις είναι ιδιαίτερα εκφραστικές στο σημείο αυτό.

Μέ πολλή αγάπη και επιείκεια ελέγχει τους φίλους εκείνους, πού καθυ­

στερούν στην αλληλογραφία τους. 'Από τή μια πλευρά κρίνει, ότι θάπρεπε να μή τους άπαντα. Άλλα τοΰτο δέν τον αφήνει ή αγάπη του γι' αυτούς να τό πραγματοποιήσει. «"Εδει μέν μή γράφειν προς τον μή γράφοντα», θα ση­

μειώσει στον 'Ανδρόνικο Παλαιολόγο, συνεχίζει όμως: «τό περί σέ φίλτρον δέ... αεί βιάζεται γράφειν»!58 "Εστω και αν διακρίνει σιωπή και αδιαφορία, και μάλιστα «άδιψον και άμεταμέλητον»59, έν τούτοις γράφει: «φιλοΰμεν δή και αύθις και τήν φιλίαν μηδέν ύποσκάψαι σπουδήν πασαν είσφέρομεν»60. Πάνω άπ' όλα δηλ. τοποθετεί τή φιλία, αυτή δέ έχει τή δύναμη να τον κάμει να παραβλέψει τις ανθρώπινες αδυναμίες ή ακόμη και μικρότητες.

Ή λήψη γραμμάτων γι' αυτόν είναι αφορμή ιδιαίτερης χαράς. Μια φράση, χαρακτηριστική για τήν διπλή χρήση τοΰ ρήματος «ήδομαι», δεί­

χνει πιο ανάγλυφα τον άνθρωπο Πλανούδη : «Έδεξάμην τήν έπιστολήν,

56. Νικηφόρος Χοΰμνος ό έπί του κανικλείου, στον όποιο στέλνει τήν ς' επιστολή. Περισσότερα βλ. στον Max. T r e u , οπ. παρ., σ. 202.

57. Έπιστ. ριθ', 44­46. 58. Έπιστ. λς', 3­5. 59. Έπιστ. ν', 3. 60. Έπιστ. ν', 7­8.

Page 97: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 575

ήσθην δεξάμενος, άντεπιστέλλω και πάλιν ήσθείς»61. Χαρά του ή αλληλο­

γραφία. Μια χαρά πού πολλαπλασιάζεται, όταν τα γράμματα φέρνουν ειδή­

σεις για τις επιτυχίες των φίλων του. Σέ άλλη περίπτωση θα δηλώσει: «Και συνήδομαί σοι, εφ' οίς εκάστοτε στρατηγών κατορθοις και συνανιώμαι, ει που και συμβαίη τι τών ανιαρών»62. Ή πληροφορία, ότι ό φίλος του Φι­

λανθρωπηνος κυρίευσε το φρούριο της Μιλήτου, του προκαλεί ανείπωτη χαρά, όχι μόνο για τήν κρατική επιτυχία, άλλα κυρίως για τον προσωπικό θρίαμβο του φίλου. "Αλλωστε ή επιτυχία του άλλου είναι ή λυδία λίθος πού ελέγχει τή γνησιότητα της φιλίας μας για κείνους, γιατί τίποτε δεν έχει μεγαλύτερη δύναμη να θραύσει τα δεσμά μιας φιλίας άπό τήν επιτυχία και ευημερία του φίλου μας!63 'Αντίθετα ό Πλανούδης χαίρει καί εύχε­

ται οί φίλοι του να πραγματοποιούν «πολλά κάγαθά έργα»64, τα όποια θα συμβάλουν στην κοινωνική επιτυχία τους. «Ποιοΰσι δέ μοι τήν ήδονήν εύ πράττοντες φίλοι»65, θα πει άλλου. Τις επιτυχίες δέ τών φίλων του σπεύ­

δει να τις κοινοποιήσει, όπου είναι δυνατό, ώστε να συμβάλει καί αυτός στή δόξα τους. Για τον ϊδιο δέν υπήρξε ωραιότερο θέαμα στή ζωή του άπό τό θρίαμβο της νίκης τοϋ φίλου Φιλανθρωπηνοΰ. Γι' αυτό καί αναφωνεί: «ω οϊας ηδονής ένεφορούμην κατ' εκείνο... σέ βλέπων τοις όπλοις κεκοσμημέ­

νον... καί πανταχόσε διαφοιτώντα καί εκάστου έγκελευόμενον καί προσεφευ­

ρίσκοντα μηχανάς»66. Ή απόσταση, πού τον χωρίζει άπό τους φίλους του, όχι μόνο δέν μπορεί

να οδηγήσει στή λήθη, άλλα αντίθετα έχει τή δύναμη να αυξήσει τήν αγάπη του για κείνους. «Δεινή ή άπόστασίς τήν μή πεπλασμένην φιλίαν μάλλον άνάψαι»67, διότι, όπως ομολογεί, «μικρά φιλεΐν οΰκουν εμαθον»68. Είναι ό ποταμός τών φιλικών αισθημάτων του για τους άλλους αστείρευτος. Γι' αυτό καί ή φιλία του παραμένει σταθερή, έστω καί αν οί διαθέσεις τών φίλων του αλλάζουν.«...Ρόδοις βάλλεσθαι δόξομεν, ει παρ' υμών καί λίθοις βαλοίμεθα. καί χαίρομεν γαρ μάλα παρ' υμών ημείς εγκαλούμενοι ώς παρ' έτερων έτεροι προς δείπνα καλούμενοι»69. Αυτός αισθάνεται τήν ανάγκη να σεβασθεί τό

61. Έπιστ. να', 3­4. 62. Έπιστ. V, 3­4. 63. Περισσότερα περί φιλίας στο Χριστιανισμό, καί μάλιστα κατά τον ιερό Φώτιο,

βλ. στο έργο τοϋ Κ. Γ. Μ π ό ν η, Ή φιλία γενικώς καί κατά τον Μέγαν Φώτιον, Αθήναι 1938.

64. Πρβλ. Έπιστ. νε', 26. 65. Έπιστ. οβ', 4­5. Πρβλ. καί Έπιστ. οζ', 13­20. 66. Έπιστ. ρκ', 157­161. 67. Έπιστ. ριζ', 15­16. 68. Έπιστ. ριζ', 9­10. 69. Επιστολή φ', 192­194.

Page 98: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

576 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­Μεταλληνοϋ

δεσμό της φιλίας καί, όπως γράφει στον Όρφανοτρόφο Λεόντιο Βαρδάλη?

θα ήθελε «υπέρ φίλων καί ύπο φίλων έν τοις τοιούτοις ( = στις επιτυχίες) άεί νικάσθαι»70. Ή δική του χαρά είναι όχι απλώς να προοδεύουν οί φίλοι καί μαθητές του, άλλα καί να τον ξεπερνούν.

Υπάρχουν όμως στιγμές στή ζωή του άνθρωπου, πού μπορεί να δοκι­

μαστεί ακόμη περισσότερο ή δύναμη μιας φιλίας. Είναι οί περιπτώσεις, πού οί φίλοι μας έχουν τήν ανάγκη μας καί ζητούν τή βοήθεια μας. Γιατί, είναι οί οριακές στιγμές της ανθρώπινης υπάρξεως, πού δοκιμάζουν τήν αντοχή μιας φιλίας. "Αν ή επιτυχία των φίλων απωθεί συνήθως, άλλο τόσο κατα­

στρέφει μια φιλία καί ή δυστυχία τους. Ό Πλανούδης όμως φαίνεται να δια" τηρεί αμείωτη τήν αγάπη για τους φίλους καί όταν αυτοί βρίσκονται σέ δύσ­

κολη θέση καί υποφέρουν. Χαρακτηριστική είναι ή ιζ' επιστολή του, στην οποία γράφει: «Ούκ αγνοώ δέ καί ώς επί τοσούτω συμφορών στίφει άλις εχουσαν σοι πέμψαι παραμυθίαν ούκ αν δυναίμην, άλις μέντοι συναλγεΐν καί οΐδα καί δύναμαι. εί δ' εστί κεφάλαιον αληθινής φιλίας παραμυθία καί δια ταύτη ν καί φιλία τιμάται, έρώ μέν, ούκ έπί πολλοίς δέ πολλά»71. Άλλα καί στην επιστολή του πζ' θα γράψει: «...εγώ δέ... έφίλησα καί κακώς πράτ­

τοντα καί όσω αν μάλλον κακώς πράττης, τοσούτω φιλήσω μάλλον»72.

Μέσα στις πιο ευτυχείς στιγμές της ζωής του Πλανούδη ήταν οί ευκαι­

ρίες συναντήσεως τών προσφιλών του προσώπων. Γράφοντας στον Φακράση θά τοϋ πει, ότι ή συνάντηση του θα ήταν γι' αυτόν πιο ευχάριστη κι άπ' όλους τους θησαυρούς τοϋ Μίδα73 καί σ' άλλη περίπτωση θά τοϋ εξομο­

λογηθεί πόση λύπη του δημιουργεί ό χωρισμός, καί ότι συνεχώς έχει στο νου του τήν επιστροφή του καί τή συνάντηση μαζί του, πού τόσο όμως καί τα δύο άργοΰν. "Οταν πληροφορείται τήν επιστροφή τών φίλων του, αισθά­

νεται χαρά, γρήγορα όμως τον κυριεύει ή άθυμία, όταν βλέπει ή επιστροφή τους να βραδύνει74. Μάλιστα, όταν οί φίλοι του αναβάλλουν τήν επιστροφή τους στην Κων/πολη, αισθάνεται τήν ανάγκη να σπεύσει ό ίδιος να τους συναντήσει. Μεγάλη νοσταλγία νοιώθει για τον φίλο του Φιλανθρωπηνό, αλλά τό «του χειμώνος άγριον» τον εμπόδιζε νά τρέξει κοντά του. Υπόσχε­

ται όμως, μόλις έλθει «τό φίλον εαρ»75, νά ταξειδέψει προς συνάντηση του. Σέ τέτοιες περιπτώσεις τα γράμματα του παίρνουν ενα έντονο λυρικό χαρα­

70. Έπιστ. ε', 26­27. 71. Έπιστ. ιζ', 33­37. 72. Έπιστ. πζ', 31­33. 73. Πρβλ. Έπιστ. δ', 57­61. 74. Πρβλ. Έπιστ. μθ', 1­7. 75. Πρβλ. Έπιστ. οδ', 3­14.

Page 99: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 577

κτήρα. Φτάνει σε λυρικές ομολογίες, πού όμως δεν περιέχουν καμιά υπερ­

βολή. Στον Φιλανθρωπηνο γράφει: «Ήμεϊς μένουνοΰτω της σης ηττημένοι φιλίας και πεζή και ει χρή πλεΐν ώς υμάς»76. Είπαμε, ότι δέν πρόκειται για υπερβολές, γιατί πράγματι σ' ενα παροξυσμό φιλίας θα ταξειδέψει στις Τράλλεις, όπου βρίσκεται νικητής ό Φιλανθρωπηνός και θα τον συναντήσει, Μ ή ξεχνώντας δε τήν ιδιότητα του, θα χαρακτηρίσει τή συνάντηση αυτή ανάλογη μέ εκείνη ανάμεσα στο Μελχίσεδέκ και τον 'Αβραάμ77.

. Οι περιπτώσεις, πού αναφέραμε και οί όποιες αποκαλύπτουν έμπρακτα το βεληνεκές της φιλίας του Πλανούδη, θεμελιώνονται σέ μια θεωρία περί φιλίας, πού συνιστά μέρος του φάσματος του περιεχομένου της ψυχής του. Σέ αρκετά σημεία στην αλληλογραφία του εκθέτει τις αρχές του πάνω στο θέμα της φιλίας. Τέτοιο υλικό προσφέρουν λ.χ. οί επιστολές η', ια\ κ.ά. Συγκεκριμένα λέγει: «Δει γάρ τοι πάντως και επί τοις άποϋσι των φιλουμέ­

νων τήν ώς έπί παροΰσιν αύτοϊς στοργήν ένδείκνυσθαι»78. Μια πολύ θετική επίσης πλευρά στην περίπτωση του Πλανούδη ώς

φίλου, είναι ότι ή φιλία του δέν τον κάνει νά εκτραπεί σέ κολακείες ή σ' οποιαδήποτε απόκρυψη της αλήθειας άπό τους φίλους του, έστω κι αν εϊναι πικρή, θά δηλώσει μάλιστα σέ δεδομένη περίπτωση, ότι «δει τοις φίλοις, και μάλιστα τοις ένάξίαις, λέγειν ούχ όπερ άκοϋσαι θέλουσιν, άλλ' όπερ εσαεί άκηκοότες εϊναι θελήσουσιν»79. "Ολες οί επιστολές του Μαξίμου Πλανούδη δείχνουν έναν άνθρωπο, πού ξέρει νά τιμά τή φιλία, νά τήν προσ­

φέρει και ποτέ νά μή τήν προδίδει.

77. Ό Πλανούδης ώς σοφός και παιδαγωγός.

«ον μάλλον εν μαθήμασιν επιδιδόναι τους μαθητάς ενχόμεθα και σπουδάζομεν, ή εν ηθών κόσμω και τη άλλη των αρετών κτήσει και επιμέλεια»

( ιη ' , 35-37)

Ό Μάξιμος Πλανούδης συγκέντρωνε όλα τα προσόντα ενός διακεκρι­

μένου διδασκάλου. Πρώτα, όπως είδαμε, πλούσιο συναισθηματικό κόσμο,

76. Έπιστ. οδ', 16­17. 77. Πρβλ. Έπιστ. ρκ', 73­77. 78. Επιστολή η', 9­10. Σέ άλλη επιστολή θα προσθέσει: «Χρή συναύξειν τήν φιλίαν

τφ χρόνω» (πζ', 24)· καί άλλου: «Ό φίλος φίλος μενεΐ κάπί τοις μικροϊς ώς έπί μεγάλοις ήσθήσεται» (πβ', 9­10).

79. Έπιστ. ιβ\ 207­209.

37

Page 100: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

578 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­Μεταλληνοϋ

στοργή για τους μαθητές του και ακλόνητη φιλία. Ένα άλλο προσόν του ήταν και ή άρτια άπό κάθε πλευρά παιδεία του. Συγκέντρωνε τήν υψηλότερη μόρφωση, πού μπορούσε κανείς να αποκτήσει στην εποχή του. Κατά τον Παχυμέρη ήταν «έξησκημένος» εις «πάσαν παιδείαν». Σύμφωνα με τήν έγ­

κυκλοπαιδικότητα της προσφερόμενης τότε παιδείας επιδόθηκε σε διάφορες επιστήμες και διακρίθηκε σ' όλους τους τομείς. Άπό πλευράς πολυμέρειας ήταν κάτι ανάλογο με τους Μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας. Διακρίθηκε κυρίως σαν φιλόλογος, δεινός κάτοχος της ελληνικής και λατινικής γλώσ­

σας. Είχε όμως συγχρόνως βαθειά γνώση τής αρχαίας ελληνικής γραμμα­

τείας, κάτι πού μπορούμε να παρακολουθήσουμε μέσα στις επιστολές, δπου συχνά κάνει χρήση αρχαίων συγγραφέων, παραθέτοντας — εύστοχα — αποσπάσματα τους. Τούτο δείχνει προπάντων τήν άνεση, με τήν οποία ήξερε να κινείται στο χώρο τής αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Άπ' τα έργα όμως του Πλανούδη, πού σώθηκαν, φαίνεται, ότι είχε βαθειά κατάρτιση και στα Μαθηματικά και τήν 'Ιατρική. Δίκαια έχει θεωρηθεί ώς ένας άπό τους περισσότερο ειδικευμένους στην επιστημονική έρευνα βυζαντινούς λογίους.

Ό επιστημονικός όμως εξοπλισμός του Πλανούδη δεν ήταν ή μόνη συνιστώσα τής παιδείας του. Γιατί εξίσου άνετα μπορούσε να κινείται στο χώρο τής θείας σοφίας, τής Θεολογίας. Όχι μόνο τα ειδικά θεολογικά του έργα — ανταποκρινόμενα στα επιτακτικά αιτήματα τών καιρών, στους ο­

ποίους έζησε — άλλα και αυτές οί επιστολές του, πού δεν έχουν άμεσο στό­

χο θεολογικά προβλήματα, και ώς εκ τούτου ούτε άμεση θεολογική σημασία, αποπνέουν πολύ συχνά τό άρωμα τής ευσέβειας και τής βαθειας γνώσεως του περιεχομένου τής θείας άποκαλύψεως. Με μεγάλη ευκολία και ευστρο­

φία χρησιμοποιεί και προσαρμόζει σε κάθε περίπτωση τα γραφικά χωρία80. Σε αρκετά σημεία φαίνεται έντονα ό πόθος του να μεταδώσει και στους άλ­

λους τή δική του πίστη. Στον αδελφό του αυτοκράτορα, λ.χ., μιλεί για τό Δημιουργό, και του συνιστά να στρέφεται με θαυμασμό προς Εκείνον, γιατί «εν τάξει πάντα και αρμονία συνέστησε»81, παραπέμποντας άμεσα στον προοιμιακό ψαλμό (= 103).

Έξ ίσου όμως ζητεί να εμπνεύσει στους γύρω του τήν αγάπη για τά

80. 'Απευθυνόμενος π.χ. στον Αυτοκράτορα 'Ανδρόνικο Β', και θέλοντας να τοϋ εκφράσει, ότι μέ τήν παρουσία και τον αγώνα εκείνου οί αντίπαλοι ησύχασαν και περιορί­

στηκαν, γράφει: «Οί εναγχος ώρυόμενοι σκύμνοι συνήχθησαν και εις τάς μάνδρας αυτών έκοιτάσθησαν, ή άληθέστερον φάναιτής τών προβάτων μοίρας γεγόνασι. και νυν συμβό­

σκεται λύκος μετά άρνοϋ» (Έπιστ. α', 63­66). Πρβλ. Ψαλμό 103, 21­22 και Ησαΐα 11,6. 81. Έπιστ. β', 28.

Page 101: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 579

βιβλία. Συγγραφέας φτασμένος με πλούσια συγγραφική παραγωγή, φιλο­

μαθής και εργατικός, όπως είναι, θέλει να κάμει καί τους άλλους να τον μι­

μηθούν. Είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό πώς προσέχει τους «πόνους» του — τα βιβλία του. Τον Μελχίσεδέκ θα τον παρακαλέσει να του προμηθεύσει μεμβράνες, πού πρέπει όμως να είναι λεπταί, «μήπως εξ ολίγων παχεΐαν καί γαστρώδη συνθώμεν βίβλον»82. Είναι ενα δείγμα της λεπτότητος καί ευαι­

σθησίας του χαρακτήρα του. Προσέχει δηλ. τή μορφή, τό εξωτερικό, γιατί ξέρει ότι αυτό γίνεται το ένδυμα, τό περίβλημα της ιδέας. Πόσο θυμίζει εδώ το Μ. Βασίλειο, όταν μιλεί για τή σχέση μορφής καί ουσίας!83. Ζήτα ακόμη οι μεμβράνες να είναι ανθεκτικές καί κατεργασμένες, ώστε να μή μεταβληθεί «ό του γράφοντος πόνος είς αέρα φρούδος»84. Τα βιβλία εϊναι για τον Πλα­

νούδη ή ίδια ή ζωή του. Δεν διστάζει να τα δανείζει στους φίλους του, γιατί αυτό υπαγορεύει ή ιδιότητα του σαν παιδαγωγού. Θέλει όμως να τα επιστρέ­

φουν! Τα βλέπει σαν παιδιά του, πού του λείπουν! Στενοχωριέται, όταν κά­

ποιο βιβλίο, πού δάνεισε δεν του τό επιστρέφουν85. Αυτό συνέβη λ. χ. με τήν «Άρμονικήν» του86. Δεν λυπάται μάλιστα τόσο για τό μέγεθος ή τήν ομορφιά του βιβλίου, πού τυχόν θα χάσει, «αλλ' ότι πάντας, ώς ειπείν, όσοι περί μουσικής καί ότινοϋν συντετάχασι εϊχεν εις ταύτό συλλαβοϋσα»87. Τό περιεχόμενο δηλ. είναι αυτό, πού ιδιαίτερα προσέχει. Δεν διστάζει να παραπονεθεί, όταν του παρακρατούν κάποιο βιβλίο, επειδή, όπως λέγει: «Της έμής έργον φιλοπονίας, πρόσθες ότι καί τω πλέονι των ημετέρων έφερε πόνον χειρών»88.

Τήν ίδια αγωνία αισθάνεται, μήπως καταστραφεί ή λατινική μετάφραση του Βοηθίου, πού δάνεισε. Τό ενδιαφέρον του γιά τό έργο αυτό φαίνεται άπό τον τρόπο, πού προτείνει γιά τήν αποστολή του. «Μή θαλαττίω χρησάσθω όχήματι», λέγει, «μή που λάθωμεν πειραταΐς περιπεσόντες»89. "Αν ζήτα

82. Έπιστ. ρ', 6­7. Πρβλ. καί Έπιστ. ριε'. Σε άλλη επιστολή θα παραπονεθεί στον Μελχίσεδέκ λέγοντας: «άντικρυς γαρ αί μεμβράναι, ας πέπομφας, ού προβάτων, αλλ' όνων είναι δοραί, βοωσί τε καί διαμαρτύρονται τω τε πάχει καί τή τραχύτητι» (^ε', 23­25).

83. Περισσότερα βλ. στοΰ Σ τ υ λ . Π α π α δ ο π ο ύ λ ο υ , Μ. Βασίλειος. Βίος καί Θεολογία, 'Αθήνα (1982), σ. 101/2 (Ή θεολογία του κάλλους).

84. Έπιστ. ρ', 11­12. 85. Γι' αυτό παραπονείται στην επιστολή ε', επειδή τή μετάφραση του βιβλίου του

«Βοητίου», πού έκανε απ' τή λατινική στην ελληνική, τή δάνεισε σέ κάποιο γιατρό στην Έφεσο. Άλλα ό γιατρός, «λαβών (τήν βίβλον) ούκέτι βούλεται άποδοΰναι» (ε', 72).

86. Έπιστ. ξδ', 6. 87. Έπιστ. ξδ', 27­28. Πρβλ. Έπιστ. ξε'. 88. Έπιστ. ξδ', 28­30. 89. Έπιστ. ε', 78­79.

Page 102: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

580 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­ΜεταλληνοΟ

για τα βιβλία του σεβασμό είναι90, γιατί όχι μόνο συνιστούν κάτι πολύτιμο και αγαπημένο στή ζωή του, άλλα περισσότερο γιατί είναι προσωπικός, πνευματικός και σωματικός του κόπος. Εϊναι ενα κομμάτι της ίδιας της ζωής του! Παρουσιάζοντας ενα βιβλίο του, θα υπογραμμίσει, ότι ένας άλλος δέν μπορεί ίσως να αντιληφθεί «του πλήθους τών πόνων, ών επί ταύτη κατεβα­

λόμην»91. Στον πρωτοβεστιάριο Μουζάλωνα θα γράψει: «Βούλομαι πάντα πράγματα μάλλον πέρας εχειν και αριθμώ συγκεκλεΐσθαι ή βίβλους»92. 'Από­

λυτη δηλ. προτεραιότητα δίνει στα βιβλία, πού τα τοποθετεί πάνω από κάθε άλλο επίγειο αγαθό.

Βιβλία αναζητεί παντού, όταν μάλιστα είναι χρήσιμα για κάποια συγ­

κεκριμένη μελέτη του. Στο Γ. Βέκκο γράφει, ότι, αν για τα μαθηματικά προ­

βλήματα, πού τον απασχολούν, έχει κάποια σχετικά βιβλία, νά τοΰ τα στεί­

λει. «...Ει δή ταύτα τών υμετέρων που βιβλίων εντέτακται ή και άλλως εστίν ύμας εΐδέναι, ευκταία αν έμοί δράσαιτε, ει γράψαντες πέμψετε»93.

***

Τό μεγαλύτερο μέρος της συγγραφικής δραστηριότητας του, όπως εί­

δαμε, τό αφιέρωσε ό Πλανούδης στή συγγραφή βιβλίων για σχολική χρήση. Γιατί τή μόρφωση δέν τήν κράτησε εγωιστικά για τον εαυτό του, άλλα άσκη­

σε ευδόκιμα τό λειτούργημα τοΰ διδασκάλου. Τους μαθητές του τους όπλιζε με δικά του συγγράμματα, συνδυάζοντας προφορική και γραπτή διδασκαλία. Έγραψε Γραμματική, Συντακτικό, Σχόλια στο Θεόκριτο και Ερμογένη, Συναγωγή τών μύθων τοΰ Αισώπου μαζί με βιογραφία τοΰ Αισώπου, πού έγινε άπό τα δημοφιλέστερα λαϊκά αναγνώσματα. Έγραψε επίσης και πολλά ποιή­

ματα για διδακτικούς σκοπούς. Τί άλλο παρά ενα αυξημένο ενδιαφέρον για τους μαθητές του, τους ενεργεία και δυνάμει, δείχνει ή τόσο μεγάλη συγ­

90. Ή αγάπη του για τα βιβλία τον κάνει νά ενδιαφέρεται και για τή Βιβλιοθήκη τής Κων/πόλεως, γιατί παρατηρεί, πώς πολλά άπ' τα βιβλία της χάνονται, μάλιστα δε γνωρίζει καί γιατί χάνονται, και λέγει χαρακτηριστικά: «Έστι δε τής άπωλείας αιτία τών βίβλων άλλα τε καί δη καί χρησάμενοί τίνες έπί καιρών και το χρησθέν ουκ άποδόντες» (ξζ', 73­74). Το ενδιαφέρον του όμως τοϋ υπαγορεύει νά συμβουλεύσει τους υπευθύνους για τήν επισκευή τών βιβλίων καί για τήν καλή διατήρηση τους: «Τής φθοράς δε ό πανδαμάτωρ, ποιητικός αν είπε τις, χρόνος, καί προς τούτω τό μηδ' έπί σμικρόν ταύτας έπισκευάζεσθαι» (ξζ', 79­81).

91. Έπιστ. ξη', 26. 92. Έπιστ. ξζ', 44­45. 93. Έπιστ. μς', 44­46. Για τή σχέση τοϋ Πλανούδη με τα βιβλία βλ. καί στοϋ C.

W e n d e 1, Planudes als Biicherfreund, στο Zentralblatt fur Bibliothekwesen, τ. 58(1941) σ. 77­87.

Page 103: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 581

γραφική παραγωγή του στο χώρο της σχολικής παιδείας; Είχε άλλωστε ενα αρκετά ευρύ κύκλο μαθητών94, αρκετοί από τους οποίους εμφανίζονται στις επιστολές του, μερικές από τις όποιες απευθύνονται σέ μαθητές του95.

Ώς παιδαγωγός ό Πλανούδης είναι μία πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση. Συνεχώς στις επιστολές του φαίνεται ό άνθρωπος, πού φλέγεται άπό τήν επιθυμία να μεταλαμπαδεύσει και στους άλλους, και μάλιστα στους νέους, τά φώτα τής γνώσεως. Ζητεί να μεταδώσει όμως όχι ξηρή γνώση, άλλα και χρηστότητα ήθους με τή διδασκαλία του. Δεν επιδιώκει δηλ. μόνο «εν μα­

θήμασιν έπιδιδόναι» — οί μαθητές του —, άλλα και «έν ηθών κόσμω και τή άλλη τών αρετών κτήσει και επιμέλεια»96. Ή ήθοπλασία κρίνεται άπ' αυτόν απόλυτα αναγκαία. Τό καλό ήθος εϊναι ό στόχος του για τους μαθητές του, γιατί προσπορίζει στον άνθρωπο «καλό όνομα». Τούτο τό θεωρεί ανώ­

τερο από τους θησαυρούς, πού έν πολλοίς εϊναι και ανώφελοι. Ή ευχή του για τους μαθητές του εϊναι «χρηστού μάλλον άπολαύειν ονόματος ή μεγάλων θησαυρών»97.

Τό ενδιαφέρον του για τους μαθητές του φαίνεται και άπό τό γεγονός, ότι δεν διστάζει να επικοινωνεί με τους γονείς τους98, τους οποίους ενημερώ­

νει σχετικά με τήν πρόοδο τών «κατά σάρκα»99 υιών τους. Ό πόθος όμως γιά τήν πρόοδο και προκοπή τών μαθητών του είναι σ' αυτόν ακόμη μεγαλύτερος, γιατί, όπως λέγει, αυτός εϊναι γεννήτορας αυτών τών παιδιών «κατά λόγους»100. Γράφοντας στον Φακράση γιά τό γιό του, του αναφέρει με πολλή χαρά, ότι «προς τή τών γραμμάτων μελέτη και τά ήθη κοσμεΐν άρχεται»101, και ακόμη ότι «επί του καθ' ήμέραν πάσαν παρόντος σήμερον ένσπονδότερος τω διδασκάλω φαίνεται καθιστάμενος, ή επί του άεί παρελη­

λυθότος εχθές»102. 'Αντίθετα καταλαμβάνεται άπό μεγάλη απογοήτευση,

94. Οί πολλές του ασχολίες, και ιδίως οί διδακτικές, δεν τοϋ δίνουν τή δυνατότητα να δεχθεί και ενα έπί πλέον μαθητή, και συγκεκριμένα το γιο τοϋ Λογοθέτη τοϋ Δρόμου Γλυκύ. Τό ενδιαφέρον του όμως για τό νέο φαίνεται άπό όσα γράφει σχετικά: «'Αλλ' ό καιρός συγχωρεΐν τό γε νυν έχον ου βούλεται, ίν' ούν μή έφ' ήμας έλπίζων ό φίλτατος ήμΐν εϊργηται τής έν τοις μαθήμασιν επιδόσεως, αυτός μεν τά νυν παρ' έτερον φοιτάτω­ έγώ δέ και είσέπειτα φροντιώ περί τούτου' καν ό θεός έθέλη και καιρού λάβωμαι, ουκ αν αμελής γενοίμην τφ νέω διδάσκαλος, και πάντως ελπίζω γενήσεσθαι» (Έπιστ. κ/', 9­14).

95. Τρεις επιστολές σώζονται προς τό μαθητή του 'Ιωάννη Ζαρίδη (λ', λθ', μβ'). 96. Έπιστ. ιη', 36­37. 97. Έπιστ. ιβ', 174­176. 98. Πρβλ. Έπιστ. η'. 99. Έπιστ. μβ', 17.

100. Έπιστ. μβ', 16. 101. Έπιστ. η', 32­33. 102. Έπιστ. η', 37­39.

Page 104: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

582 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­Μεταλληνοϋ

όταν βλέπει οί μαθητές του, και μάλιστα οί ευφυείς, να εγκαταλείπουν για λίγο ή για πάντα τις σπουδές τους103.

Μεγάλες προσπάθειες κατέβαλε νά πείσει τον πατέρα του μαθητή του 'Ιωάννη Ζαρίδη νά τον στείλει και πάλι στα μαθήματα του. Στο μαθητή του δέ, θά υπογραμμίσει: «άλλα σέ γε μή λανθανέτω, πότερος των πατέρων ενά­

γει προς τα βελτίω, κάκείνω πείθεσθαν οΰτω και Αλέξανδρος προς Άριστο­

τέλην ή Φίλιππον ενευε»104. Είναι πολύ εκφραστική ή πατρικότητα του Πλανούδη, όταν γράφει στον Ιωάννη, νά επιστρέψει στα μαθήματα του το γρηγορότερο, τονίζοντας του, ότι τούτο θά είναι γι' αυτόν «εορτή»105. "Αν όμως καθυστερήσει, συμπληρώνει, «και τότε μεν έορτάσομεν, πλην πολλάς μεταξύ γε ανεόρταστους άποβεβληκότες ημέρας»106. Ό 'Ιωάννης άργεΐ να απαντήσει, και ή σιωπή του πληγώνει τον διδάσκαλο, πού έγινε για κείνον «αντί πατρός... και μητρός... και παντός άλλου γνησίου και καλλίστου ονό­

ματος»107. Ή σιωπή όμως του μαθητή του δεν απογοητεύει τον Πλανούδη. Του ξαναγράφει, λοιπόν : «Και διπλή ζημίοΐς· τούτο μεν οίς τα κτηθέντα των λόγων άπορρεΐ σοι και αμβλύνεται καθ' ήμέραν, τούτο δέ και ους κτη­

θήσεσθαι παρήσαν ελπίδες προσαπολλύς»108. Επεκταθήκαμε στή χαρακτηριστική αυτή περίπτωση, γιατί δείχνει

πόσο είχε συλλάβει ό Πλανούδης τήν ουσία του παιδευτικού φαινομένου, ώς διαπροσωπικής σχέσεως δασκάλου ­ μαθητή, μέ όλες τις σχετικές δια­

στάσεις. Υποχωρητικότητα, υπομονή, στοργή και προπάντων επιμονή τοΰ δασκάλου κρίνονται άπό τον Πλανούδη ώς τα βασικότερα εφόδια του αλη­

θινού παιδαγωγού. Γι' αυτό παρακολουθεί τους μαθητές του, όπου κι αν βρί­

σκονται. 'Ιδιαίτερα, όταν είναι μακρυά του, αισθάνεται τήν ανάγκη νά τους παιδαγωγεΐ μέ τις επιστολές του, ζητώντας νά μεταβάλει τήν «άποδημίαν» σέ ευκαιρία πνευματικού πλουτισμού. 'Ιδιαίτερα χαρακτηριστική είναι ή επιστολή του σέ κάποιο Μερκούριο: «'Αλλ' υγίαινε, τοΰ λέγει, και καθ' ήμέραν εκ της αποδημίας εμπειρότερος σεαυτοΰ γίνου και τό τής σχολής υστέρημα παρά τής έξωθεν άντισήκου μοι πείρας* και πολλά μεν ϊδε, πολλά δέ μάθε»109.

103. Θα προτρέψει γι' αυτό το μαθητή του Ζαρίδη: «μή τοίνυν όπερ ήσθα — λέγω δέ τήν φύσιν οξύς — ώς εΐ μή τοϋτ' ετύγχανες ών, μένειν άργόν εα παρά σαυτω, μηδέ σύμπνιγε το καλόν τοΰ νου πϋρ, ώ μακράν έπιτιθείς σαύτφ τήν άποδημίαν, αλλ' άνες προκύψαι τήν φλόγα και εΐση, όπως αέριος ό πυρσός άναφθήσεται» (Έπιστ. μβ', 28­32).

104. Έπιστ. μβ', 35-38. 105. Έπιστ. μβ', 40. 106. "Οπ. παρ., 41-43. 107. Έπιστ. λ', 11-12. 108. Έπιστ. μβ', 12-14. 109. Έπιστ. ξθ', 32-35.

Page 105: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 583

Ή παιδαγωγική του δύναμη110 φαίνεται, όταν του περιγράφει τη χαρά, πού θα αισθανθεί ό ίδιος και οί συμμαθητές του από όσα κατά την επιστροφή του θα τους ανακοινώσει. Οί συσχολαστές του Μερκούριου με σιωπή και δέος θα τον άκούουν και θα τον μακαρίζουν γι' αυτό του το ταξίδι, πού έγινε αιτία να γνωρίσει τόσα νέα πράγματα. «Τίνος ού τιμήσεις τήν παροϋσαν άποδημίαν;»111. Είναι ή κατακλείδα της επιχειρηματολογίας του διδασκά­

λου προς τό μαθητή του. Ένώ όμως μια αποδημία «κατά θεωρίαν», θα λέγαμε, ισοδυναμεί γι5

αυτόν με συνέχιση των σπουδών, της παιδείας, ή διακοπή της αντίθετα, όπως έγινε με τόνΖαρίδη, ισοδυναμεί γι' αυτόν με καταστροφή. Βρίσκει όμως και εδώ για τό κακυ τή θεραπεία. Του γράφει: «"Α σε τών μαθημάτων άποδη­

μοϋντα διέφυγεν, επιμελώς εύ μάλα διδάσκω»112. Δεν μπορεί δηλ.να ησυ­

χάσει, όταν ή παιδεία, πού προσφέρει, δεν ολοκληρωθεί. Ή φροντίδα για τους μαθητές του είναι σαν μια φλόγα, πού ακατάπαυστα καίει μέσα στην καρδιά του. Γι' αυτό προσφέρει ενα από τα καλύτερα πρότυπα βυζαντινού παιδαγωγού, πού ή ιστορία μας έχει παραδώσει.

III. Ό Πλανούδης ώς πολίτης και πατριώτης.

«και λάβοιμεν οι 'Ρωμαίοι δίκας προς τών βαρβάρων αξίας))

(οζ\ 91­92)

Ό Πλανούδης έζησε όχι μόνο σε μια κρίσιμη, άλλα συγχρόνως και ένδοξη εποχή για τους βυζαντινούς. Ήταν άπό εκείνους, πού ευτύχησαν να συμμετάσχουν στή χαρά της παλινορθώσεως και να γευθούν τήν απελευ­

θέρωση της «βασιλίδος τών πόλεων»113 άπό τους Λατίνους114. Τό γεγονός

110. Χαρακτηριστική είναι και ή μέθοδος διδασκαλίας του. Γράφει σχετικά: «Εί μήτε τφ βρέφει το ποτόν άθρόον έγχύσομεν — ού μάλλον γαρ ποτίσομεν ούτω δρώντες ή πνί­

ξομεν — ούδ' άρα τω διψώντι και άμυστί δυναμένω τοϋ πόματος έμφορείσθαι κατά στα­

γόνα παρέχοντες χάριέν τι ποιεΐν δόξομεν» (Έπιστ. ξς', 3­6). 111. Έπιστ. ξθ', 41. 112. Έπιστ. λθ', 22­23. 113. Ό χαρακτηρισμός του ίδιου τοϋ Πλανούδη (Έπιστ. ια', 16). Ό ίδιος χαρακτη­

ρισμός επαναλαμβάνεται και σέ άλλες επιστολές, π.χ. «βασιλίς» (δ', 59), «ή των πόλεων βασιλίς» (ια', 16), «τή βασιλίδι πόλει» (ιβ', 28), «τής βασιλίδος τών πόλεων» (λα', 3), «προς τήν βασιλίδα πάλιν» (ξζ', 69).

114. Ή ανάκτηση τής Κων/πόλεως πραγματοποιήθηκε τό 1261. Γράφει γι' αυτή τήν περίοδο ή Γ λ ύ κ α τ ζ η­'Α ρ β ε λ έ ρ: «Ή Κωνσταντινούπολη, λοιπόν, πού μερικά χρό­

νια πριν τήν αποστρέφονταν και αδιαφορούσαν γι' αυτή, εξαγνισμένη άπό τήν τιμωρία της, θα γίνει γιά μια ακόμη φορά ή ψυχή ολόκληρου τοϋ βυζαντινού κόσμου πού στ' όνομα

Page 106: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

584 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­Μεταλληνοϋ

αυτό ήταν φυσικό να δημιουργήσει κύμα ενθουσιασμού και νά τονώσει τον ψυχικό δυναμισμό τών βυζαντινών. 'Αναπτερώνεται το ηθικό των «Τω­

μαίων»115, πράγμα το όποιο οδηγεί σέ μια πραγματική αναδιοργάνωση και αναδημιουργία σ' όλους τους τομείς της εθνικής ζωής. Μετά το 1261 ή αυτοκρατορία φυσικά, απείχε πολύ από το νά έχει τα παλαιά της εκτετα­

μένα όρια. Ξέρει ό Πλανούδης, ότι στή διεθνή πολιτική κονίστρα ή «βασι­

λίδα»116 δεν παίζει πια παρά ενα δευτερεύοντα ρόλο σέ σχέση με τό ένδοξο παρελθόν. 'Αντίθετα, όμως, ή εξέλιξη της εσωτερικής ζωής της είναι ιδιαί­

τερα σημαντική. Ή μεγάλη δοκιμασία, πού ό βυζαντινός λαός υπέστη κατά τήν λατινοκρατία (1204­1261), συνετέλεσε ώστε νά αφυπνισθεί ή υπερηφά­

νεια για το ένδοξο παρελθόν και τό πατριωτικό συναίσθημα των πολιτών. Μέσα σ' αυτό τό κλίμα κινείται αναπόφευκτα και ό Πλανούδης.

Δεν ήταν δυνατό μια ψυχή σαν τή δική του, γεμάτη από αγάπη και έντο­

νη κοινωνική ροπή, νά μή λάβει μέρος σ' αυτόν τον ασυγκράτητο γενικό ενθουσιασμό και νά μή βρει ευκαιρίες στην αλληλογραφία του νά εκδηλώ­

σει και αυτός, όπως και οί σύγχρονοι του, τον πατριωτισμό του. Πρωτεύου­

σα θέση και σημασία έχει, ότι στην αυτοσυνειδησία του και αυτός είναι «Τω­

μαΐος»117. Ή έννοια τής Ρωμηοσύνης, ώς συνέχειας αδιάσπαστης του αρ­

χαίου ρωμαϊκού κράτους,μέ τον ελληνικό πολιτισμό και τήν ορθόδοξη πίστη,

τής χαμένης του πόλης θα εκτελέσει ξανά πράξεις πού θα τοϋ ξαναδώσουν τήν αξιοπρέ­

πεια του, χωρίς όμως νά μπορέσουν και νά τοϋ εξασφαλίσουν πάλι τή θέση πού είχε καταλάβει άλλοτε στην οικουμενική ιστορία» (σ. 124).

115. Ό χαρακτηρισμός τοϋ ίδιου τοϋ Πλανούδη (Έπιστ. 'η η', 53: «τά των 'Ρωμαίων άνέστησας» = Ό Φιλανθρωπηνός).

116. Έπιστ. δ', 59. 117. Ό όρος «Έλλην» και «'Ρωμαίος» έχει δημιουργήσει πολλές απορίες καί πολλές

απόψεις έχουν διατυπωθεί. Γράφει σχετικά ό Στ. Ρ ά ν σ ι μ α ν , όπ. παρ., σ. 264­265: Ό Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων «αντιπροσώπευε μια νέα κίνηση, συνδεόμενη με τήν εμ­

φάνιση τής λέξεως 'Έλλην' για νά χαρακτηρίσει έναν πολίτη τοϋ Βυζαντίου... Μετά τό θρίαμβο τοϋ Σταύρου τήν χρησιμοποιούσαν μέ τήν εννοιαν τοϋ ειδωλολάτρη Έλληνα, ιδιαίτερα σέ νομικούς κώδικες και σέ σχόλια. Μόνο σέ ό,τι άφοροΰσε τή γλώσσα μπορού­

σε νά χρησιμοποιηθεί ή λέξη. Ό μέσος Βυζαντινός, επειδή αποκαλούσε τον εαυτό του Ρωμαίο, έλεγε καί τή γλώσσα πού μιλοϋσε 'ρωμαίικη', άλλα στην ευγενή κοινωνία ή λέξη 'ρωμαίικη' σήμαινε τήν χυδαία γλώσσα τοϋ λαοϋ. 'Από ενα μορφωμένον άνθρωπο περί­

μεναν, όπως λέει ή Άννα Κομνηνή, 'νά εξελληνίσει' τή γλώσσα του.... Τό νά πει κάποιος πώς είναι Έλληνας, ήταν σαν ν' αρνιόταν ότι ήταν Χριστιανός. Ξαφνικά, τον ΙΔ' αιώνα, Βυζαντινοί διανοούμενοι άρχισαν νά μιλούν για τους εαυτούς των ώς Έλληνες. Ή μόδα φαίνεται ότι ξεκίνησε όχι άπό τήν οικουμενική πόλη, τήν Κωνσταντινούπολη, άλλα άπό τή Θεσσαλονίκη». Για τή σημασία τοϋ όρου καί τις ιστορικές διαστάσεις του βλ. τήν ερ­

γασία τοϋ π. Ι. Σ. Ρ ω μ α ν ί δ η, Ρωμηοσύνη ­ Ρωμανία ­ Ρούμελη, Θεσσαλονίκη 19812, όπου καί βιβλιογρ.

Page 107: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 585

πού συνθέτουν όλα μαζί την έννοια της Ρωμηοσύνης, είναι και σε άλλους, άλλα και σ' αυτόν ιδιαίτερα αισθητή. Διαθρυλλεΐ στα γράμματα του τις επι­

τυχίες των «'Ρωμαίων» κατά των «βαρβάρων», και μάλιστα τόσο ισχυρά, ώστε να απορεί κανείς, πώς αυτός, ένας ορθόδοξος μοναχός, τόσο έντονα συμμετείχε, άλλα και τόση γνώση είχε των πολεμικών δραστηριοτήτων της αυτοκρατορίας. Είναι επίσης περίεργο, με πόσο έκδηλο ρεαλισμό και ψυχρότητα πανηγυρίζει για τις καταστροφές τών «πολεμίων»118. Βέβαια ή ακατάλυτη και «αδιαίρετη», άλλ' όχι και «άσύγχυτη», σύγκραση εθνισμού και 'Ορθοδοξίας έχει ήδη στους προηγούμενους αιώνες συντελεσθεί, και γι' αυτό δεν είναι παράξενο νά σκέπτεται και να εκφράζεται έτσι, και εντο­

νότερα μάλιστα, όπως θα δούμε σέ άλλο σημείο, ό μοναχός Πλανούδης. Ό τονισμός της ιστορικής διαστάσεως τής ζωής εις βάρος, πολλές φορές, τής αντίστοιχης πνευματικής διαστάσεως άπό τήν εποχή αύτη θα καταντήσει κάτι τό αυτονόητο! Τούτο, ως γνωστό, άπό πλευράς πίστεως και εκκλησια­

στικής ζωής θά γίνει αφορμή πολλών καταχρήσεων και υπερβολών στους μετέπειτα αιώνες, μέχρι και σήμερα.

Ώ ς πολίτης ό Πλανούδης εμφανίζεται στις επιστολές του νομοταγής. Διαδηλώνει τό σεβασμό και τήν υποταγή του στο πρόσωπο του βασιλέως, πού γι' αυτόν συμβόλιζε τό ϊδιο τό 'Έθνος, τό μεγαλείο και τή δόξα τής αυ­

τοκρατορίας. Βέβαια, στή διαμόρφωση τών απόψεων του για τον αυτοκρά­

τορα δέν συντελεί μόνο ή μακραίωνη βυζαντινή περί βασιλέως ιδεολογία119, άλλα και τό πρόσωπο του 'Ανδρόνικου Β', πού του είναι ιδιαίτερα αγαπητό και σεβαστό. "Ετσι εγγίζει πολλές φορές τά όρια τής υπερβολής, όταν γρά­

φει λ.χ. ότι ό αυτοκράτορας «πάντ' έφορά και πάντ' έπακούει»120. Ιδιαίτερα αισθάνεται τήν ανάγκη απεριόριστου σεβασμού στο πρόσωπο τοΰ βασιλέως, γιατί είναι κοσμημένος με τις αρμόζουσες στον ανώτατο άρχοντα αρετές. Γι' αυτόν ό αυτοκράτορας είναι ό «ζφογονών, φωτίζων, θερμαίνων, έξικμά­

ζων ού τούτου δεί, τάλλα διαχειρίζων»121. Είναι δηλ. ό ήλιος και ό πατέρας τών υπηκόων του. Πολλές φορές οι αναφορές του στον αυτοκράτορα δη­

μιουργούν τήν υπόνοια κολακείας. "Αν όμως μεταφερθεί κανείς στην εποχή τοΰ Πλανούδη και στό ευρύτερο ιστορικό υπόβαθρο της, θά θεωρήσει τις

118. Έπιστ. οη', 20. 119. Για τήν αυτοκρατορική 'Ιδέα στο Βυζάντιο βλ. το έργο τοϋ Ί ω. Ε. Κ α ρ α­

γ ι α ν ν ο π ο ύ λ ο υ , 'Ιστορία Βυζαντινού Κράτους, τ. Α' 324­565, Θεσσαλονίκη 1978 και ιδιαίτερα σ. 32 έ.έ. (όπου και βιβλιογρ.). Άτα θεολογικής πλευράς βλ. το άρθρο τοΰ Π. Χ ρ ή σ τ ο υ , Ό Βασιλεύς και ό 'Ιερεύς εις το Βυζάντιον, «Κληρονομιά», 3 (1971), σ. 1­25.

120. Έπιστ. α', 38. 121. Έπιστ. α, 39­41.

Page 108: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

/

586 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­ΜεταλληνοΟ

εκφράσεις του φυσιολογικές. Ή προσφώνηση «θειότατε βασιλεϋ»122 ή ό χαρακτηρισμός του «ό κραταιός και άγιος ημών βασιλεύς»123 ήταν ή συνηθι­

σμένη γλώσσα της εποχής σχετικά με το πρόσωπο του αυτοκράτορα. Την ιδιαίτερη αγάπη και αφοσίωση του στον αυτοκράτορα 'Ανδρόνικο Β' εκ­

φράζει ή παρακάτω προς αυτόν αποστροφή του: «Ούκέτι σου προς τήν άπου­

σίαν άντέχομεν. ήμΐν σαυτόν εξ αρχής τρυφάν έμπαρέσχες, σύν σοι ζήν και πεπαιδεύμεθα και είθίσμεθα, πλην σου ζήν οΰτ' οϊδαμεν, οΰτε βουλόμεθα, ώς άρμα και ναϋς ηνιόχου και κυβερνήτου κενά τηνάλλως φερόμεθα, σώ­

ματα δίχα ψυχής, ψυχαί δίχα νου, είδωλα καμόντων κωφά, κόσμος άνευ η­

λίου»124. Όπως είπαμε όμως, τιμά τόσο τον αυτοκράτορα, γιατί είναι προικισμέ­

νος με πλούσιες αρετές, όπως απλότητα, καταδεκτικότητα, προπάντων αγά­

πη προς τό Θεό και τήν 'Εκκλησία. Μπροστά στον αυτοκράτορα ταπεινώ­

νει τον εαυτό του125, θεωρεί δέ ιδιαίτερα τιμητικό να δέχεται εκείνος τα γράμματα του και να αναδεικνύεται έτσι ή καλωσύνη του («ει βασίλεΐ χρη­

στότατα) γνησιώτατος υπήκοος έπιστείλαιμι...»)126. Αυτή είναι ή αυτοσυ­

νειδησία του: «γνησιώτατος υπήκοος». "Οπως άλλου γράφει: «ή έμαυτοΰ σοι ήκει ψυχή και σου προσκυνεί τό κράτος και περιπτύσσεται πόδας τε τους τήν είρήνην εύαγγελιζομένους ήμΐν, χείρας τάς των αγαθών ήμΐν και συμφερόντων έργάτιδας και κεφαλήν τήν όντως χρυσήν έμοί καί θεοειδή και θεοστεφή»127. θά φθάσει μάλιστα σε τέτοιαν έξαρση άφοσιώσεως καί αγά­

πης, ώστε να γράψει στον αυτοκράτορα: «Σύ δέ προς της αγάπης ή συνδεδέ­

μεθα... ερωτική ν τε ήγοϋ καί ψυχής ταΐς σαϊς χάρισιν αυθαιρέτως δεδουλω­

μένης»128. Είναι επόμενο, λοιπόν, να τον ενθουσιάζει ή επιστροφή του αυ­

τοκράτορα, και μάλιστα άπό τις πολεμικές επιχειρήσεις129. Τό ότι όμως δεν είναι χωρίς έρεισμα οί τόσες φιλοφρονήσεις του στον

αυτοκράτορα, αποδεικνύεται άπό τό γεγονός, ότι συχνά υπογραμμίζει τις αρετές του ανωτάτου άρχοντα, και μάλιστα στην άσκηση των καθηκόντων

122. "Οπ. παρ., α', 96. 123. Έπιστ. ρζ', 17­18. 124. Έπιστ. α', 97­102. Βλ. καί ρε', 27­29: «...Καί ό κραταιός ημών καί άγιος βασιλεύς

χαίρει ταϋτά γε άκούων, άτε ορών τάς ελπίδας έαυτοϋ τάς έπί σοι μηδαμώς ψευδόμενος». 125. Γράφει χαρακτηριστικά: «Τό τε περί τήν σήν βασιλείαν ΰψος καί τό καθ' ημάς

ταπεινόν». Έπιστ. α', 5­6. 126. Έπιστ. α', 14. 127. "Οπ. παρ., 29­33. 128. "Οπ. παρ., 103­107. 129. Γι' αυτό καί γράφει χαρακτηριστικά: «Ώς έγώ νΰν ήδεΐαν άκοήν άκουσας αλη­

θώς έπανήκειν τον αυτοκράτορα». Έπιστ. ιδ', 32­33.

Page 109: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 587

του. Τέτοια σημαντική αρετή είναι ή ικανότητα του να τοποθετεί τα κατάλ­

ληλα πρόσωπα στις κατάλληλες θέσεις, όπως λ.χ. έκαμε στο διορισμό ενός όρφανοτρόφου, ή να προάγει στα ανώτατα αξιώματα εκείνους, πού είχαν πραγματική αξία, όπως συνέβη μέ τήν ανάθεση της αρχηγίας του στρατού στο Φιλανθρωπηνό130.

Ή τόσο θετική στάση του απέναντι στην κρατική εξουσία διοχετεύεται κατάλληλα στο εκπαιδευτικό του έργο. Θεωρεί ώς ύβρη τήν έλλειψη σεβα­

σμού προς τους άρχοντες. Καταφέρεται μάλιστα εναντίον κάποιου, πού «κα­

τοφρυαται των υπερεχόντων»131.

***

Έξ ϊσου γνήσιος αναδεικνύεται ό Πλανούδης και ώς πατριώτης. Πο­

τισμένος μέ τήν καθολικότητα της 'Ορθοδοξίας των αγίων Πατέρων, πού δέν πάσχει άπό κανένα δυαλιστικό διαχωρισμό πνευματικών και υλικών, αλλά εντάσσει τα πάντα μέσα στο σώμα τοϋ Χριστού για τή θέωσή τους, δείχνει κι αυτός αμέριστο ενδιαφέρον για τον κοινωνικό χώρο και τα προ­

βλήματα του. Τα προβλήματα τοϋ σύγχρονου του μέσου άνθρωπου είναι και δικά του. 'Ακόμη και τα στρατιωτικά ζητήματα132. Ή σωστή μάλιστα αντιμετώπιση τών κοινών θεωρείται ιδιαίτερη και σπουδαιότατη αρετή για τον Πλανούδη. Επαινεί όσους έχουν αυτό τό χάρισμα, όπως λ.χ. τό φίλο του Νικηφόρο Χοΰμνο, γιατί διακρίνεται για τήν ικανότητα «της αρίστης τών κοινών διοικήσεως, της προς τα δίκαια ροπής»133. Χρηστή διοίκηση και κοινωνική δικαιοσύνη ει ναι έννοιες αχώριστες για τον Πλανούδη.

Οί αγωνίες πάλι της Πόλεως δέν ήταν δυνατό νά τον αφήσουν αδιάφορο. Ό μεγάλος πατριωτισμός του εκδηλώνεται ιδιαίτερα στις περιπτώσεις, πού τό "Εθνος αντιμετωπίζει τους εχθρούς του. Παρακολουθεί μέ έντονο ενδια­

φέρον τα βυζαντινά στρατεύματα στην προέλαση τους υπό τήν αρχηγία τοϋ φίλου του Φιλανθρωπηνοΰ και στις νίκες τους κατά τών «εναντίων». Συχνά διαδηλώνει τον ενθουσιασμό και τήν υπερηφάνεια του για τή νίκη εναντίον τών «κακών γειτόνων»134 και — κάτι αταίριαστο μέ τή μοναχική ιδιότητα του — πανηγυρίζει γιά τή συντριβή τους. Γράφοντας στον Φιλαν­

θρωπηνό, εκφράζει τήν αγαλλίαση του για τις νίκες του εναντίον «τών βαρ­

130. Βλ. Έπιστ. λβ', 3­7, και ριη', 23­30. 131. Έπιστ. ιβ', 27· πρβλ. V, 22. 132. Πρβλ. Έπιστ. ριθ'. 133. Έπιστ. ς', 10­11. 134. Έπιστ. οη', 16.

Page 110: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

588 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­Μεταλληνοΰ

βάρων», και ζητά αυστηρές γι' αυτούς τιμωρίες. Είναι πολύ εκφραστικός στο παρακάτω απόσπασμα: «Και ξύλοις και λίθοις και όπλω παντι παίεσθαι παρέχεις και άναιρεΐσθαι, και ουκ άπωτέρω μόνον τών ημετέρων ορίων ποιείς έξελαύνεσθαι, άλλα και προς τήν έσωτέρω χώραν είσάγεσθαι ούκέτι δεδι­

ξομένους, άλλα δεθησομένους και κλαυσομένους και διά βίου δουλεύσον­

τας»135. Τό μένος του κατά τών πολεμίων θά αποτιμηθεί σωστά, όταν τοπο­

θετηθεί στο πλαίσιο της ιδεολογίας του, πού αναλύουμε στη συνέχεια. 'Εδώ περιοριζόμαστε να πούμε, ότι ο τρόπος, με τον όποιο εκφράζεται, προέρχεται από τήν απεριόριστη αγάπη του στο βυζαντινό κράτος και τη δόξα του, δηλ. στον βυζαντινό εθνικισμό του. Παράλληλα όμως κινείται καί άπό μια άλλη δικαιολογημένη αιτία. "Εχοντας στο νου του τήν παλαιά έκταση της αυτο­

κρατορίας, τους πολέμους αυτούς δέν τους βλέπει ώς κατακτητικούς, άλλα γνήσια απελευθερωτικούς και συνεπώς δίκαιους. Δέν είναι πολεμοχαρής, άλλα φιλάνθρωπος. Ή απελευθέρωση τών υπόλοιπων βυζαντινών αδελφών άπό τους οποιουσδήποτε εχθρούς δέν είναι παρά ή φυσική συνέχεια εκείνου του μεγαλειώδους έργου, πού άρχισε ήδη με τήν ανάκτηση της Κων/πόλεως άπό τους Λατίνους. Τό απελευθερωτικό αυτό έργο πρέπει, κατά τον Πλα­

νούδη, νά συνεχισθεί και ολοκληρωθεί. Γι' αυτό επιθυμεί νά ακούει «τους 'Ρωμαίους νικάν»136. Οί αγώνες τών Βυζαντινών είναι γι' αυτόν υπέρ πίστεως και πατρίδος καί άρα δίκαιοι καί ευλογημένοι137. Γι' αυτό διακηρύσσει: «εΐη τοις μέν άσεβέσΐν επί μόνοις τοις όπλοις θαρρεϊν, ήμΐν δέ καί προ τών όπλων επί τή κραταιά του Θεοϋ χειρί»138. Στον Μελχίσεδέκ θά γράψει, ότι ανα­

πέμπει στον Θεό έπινίκιο ύμνο, επειδή πληροφορείται, ότι «ό δείνα... κτείνει τους πολεμίους, καί τρέπει, καί ζωγρεΐα λαμβάνει, καί έξελαύνει, καί τα αυτών αφαιρείται, καί χώρους αναλαμβάνει τους 'Ρωμαίους προσήκοντας»139. Γι' αυτό καί εύχεται μέ τή βοήθεια του Θεού νά πραγματοποιήσουν «οί 'Ρω­

μαίοι νίκας προς τών βαρβάρων αξίας»140. "Ετσι καί μόνο γίνονται κατα­

νοητά τά ακόλουθα λόγια του: «Ποσάκις υπό του της ηδονής μεγέθους άφή­

135. Έπιστ. ρζ', 46­51. 136. Έπιστ. ριζ', 48. 137. Γράφει σχετικά μέ το θέμα αυτό ή Έ λ. Γ λ ύ κ α τ ζ η­'Α ρ β ε λ έ ρ: «Ό Βυ­

ζαντινός λαός θ' αγαπήσει αύτη τή ζωντανή ιδέα πού ταυτίζει τή βυζαντινή πατρίδα καί τή χριστιανική πίστη στον αγώνα εναντίον τών απίστων, πού απειλούν ταυτόχρονα τή χριστιανική ψυχή καί το εθνικό έδαφος» (οπ. παρ., σ. 42).

138. Έπιστ. οζ', 89­91. Θα πρέπει, φυσικά, νά γνωρίζουμε, ότι οί Βυζαντινοί θά χα­

ρακτηρίσουν «δίκαιο καί ευγενή τον πόλεμο, πού δέν χύνει χριστιανικό αίμα». Αυτά θα υποστηρίξει ό αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Δ' (Έ λ. Γ λ ύ κ ατ ζ η ­ Ά ρ β ε λ έ ρ, οπ. παρ., σ. 42).

139. Έπιστ. ριζ', 48­50. 140. Έπιστ. οζ', 91­92.

Page 111: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 589

κα και δάκρυον όρων τους ομοφύλους κατ' αλλήλων έκπολεμωθέντας, και ταΰτ' ούχ υπέρ εαυτών, άλλ' υπέρ τών αλλότριων, τους ασεβείς υπέρ ευ­

σεβών»141. Σ' όλα τα σχετικά σημεία των επιστολών του είναι φανερή ή πίστη του,

ότι οί στρατιωτικές επιχειρήσεις της πατρίδος του αποβλέπουν: α) στο να υποστηρίξουν τή χριστιανική πίστη, απομακρύνοντας τους «άθεους» και χαρίζοντας ελευθερία «τοις εύσεβέσι» και β) στο να αποτινάξουν το ζυγό των βαρβάρων και νά ξαναπάρουν οί "Ελληνες τήν ηγεμονία των εδα­

φών τους. Γι' αυτό και γράφει χαρακτηριστικά: «τον κόσμον ήμΐν άνα­

σοχτεται»142. Και στον Φιλανθρωπηνο θα γράψει: «Τα μέν των βαρβά­

ρων καθεΐλες φρονήματα, τά δέ τών 'Ρωμαίων ανέστη σας»143, τιμώντας τον, διότι μαζί μέ άλλους συντελεί στην αναπτέρωση του εθνικού φρονή­

ματος. Οί επιτυχίες τών Βυζαντινών θα έχουν γι' αυτόν ώς αποτέλεσμα, οί βάρβαροι «αγαπάν μάλλον ήσυχάζειν ή πολεμειν και φίλω σοι (τω Φι­

λανθρωπηνώ) χρήσθαι ή πολεμίω»144. Τελικά, οί πόλεμοι, ώς απελευθερω­

τικοί, θα οδηγήσουν στην ειρήνη και τήν αναγέννηση της αυτοκρατορίας.

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε νά ποϋμε, ότι ο Πλανούδης κυριαρ­

χείται άπό απεριόριστη αγάπη προς το κράτος και τήν ορθόδοξη πίστη και υπό τό πρίσμα αυτό πρέπει νά θεωρηθούν και οί σχετικές μέ τις στρατιωτι­

κές επιχειρήσεις της εποχής θέσεις του. Τά παραπάνω όμως θα γίνουν πε­

ρισσότερο κατανοητά μέ τήν ανάλυση του Ι δ ε ο λ ο γ ι κ ο ύ κόσμου του Πλανούδη, τήν οποία επιχειρούμε στή συνέχεια.

Γ'. Ο ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥ ΠΛΑΝΟΥΔΗ

/ . Οί περί πολέμου άντιλ?]ψεις τον Πλανούδη.

((δει πολεμεϊν, ίνα είρηνεύΰωμεν» {ψ, 96)

Ή 25η 'Ιουλίου 1261, ήμερα τερματισμού της Λατινικής κυριαρχίας και ανακτήσεως της Κωνσταντινουπόλεως, αποτελούσε για τους Βυζαντι­

νούς σημαντικό σταθμό στή ζωή της Αυτοκρατορίας. Μέ τό αναπτερωμένο

141. Έπιστ. ρκ\ 184­187. Ί42. Έπιστ. ριζ', 32. 143. Έπιστ. ^η', 52­53. 144. Έπιστ. ^η', 54­55. Πρβλ. Έπιστ. οζ', ^θ', ριθ'. Π.χ. «Ουχ όρφς τήν νυν εϊρήνην, ην οί τοΰ στρατηγού κατώρθωσαν πόλεμοι;'» ( ^θ',

63­64).

Page 112: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

590 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­Μεταλληνοϋ

ηθικό και τη δικαιολογημένη υπερηφάνεια ανοίγει μια νέα σελίδα στη ζωή των Βυζαντινών, πού ατενίζουν με εμπιστοσύνη και αισιοδοξία το μέλλον. Ή ανάκτηση της Κωνσταντινουπόλεως, όμως, δεν είναι το τέρμα των επι­

διώξεων. "Ενα εϊδος «μεγάλης ιδέας» κυριαρχεί στη συνείδηση όχι μόνο τών ιθυνόντων, άλλα καθενός βυζαντινού: Ή επανάκτηση όλων τών χαμέ­

νων εδαφών του Κράτους... Ή ιδέα αύτη κυριαρχεί στη λαϊκή ψυχή, και γίνεται κινητήρια δύναμη για τή μελλοντική πορεία. Ό αγώνας για τήν απελευθέρωση τών υποδούλων περιοχών και για τήν άμυνα και προστασία του πατρίου εδάφους παίρνει ιερό χαρακτήρα. Ήταν φυσικό έτσι ή επιδίωξη αυτή να συνδεθεί στενά με τήν ορθόδοξη πίστη. Γράφει σχετικά ή Ε. Γλύ­

κατζη­Άρβελέρ: «Ή Αυτοκρατορία στην έσχατη "προσπάθεια για τήν επι­

βίωση της άντλησε δυνάμεις άπό τήν ορθή πίστη της. Στο έξης θα υπερασπί­

ζεται με ιερό πάθος τήν ορθοδοξία»145. Οι νέοι πόλεμοι θα είναι κι αυτοί απελευθερωτικοί, αγώνες για τήν πατρίδα και για τήν 'Ορθοδοξία. "Ετσι δικαιώνεται ό πόλεμος στή συνείδηση τών Βυζαντινών, γιατί ένας πόλεμος για τήν πατρίδα και τήν πίστη δεν μπορεί παρά να είναι ιερός και ευλογη­

μένος. Στο ιδεολογικό αυτό πλαίσιο, ώς γνήσιος βυζαντινός και τέκνο της

εποχής του, εντάσσεται αβίαστα ό Πλανούδης. Στις επιστολές του εκφράζει συχνά τις σκέψεις του για τις πολεμικές επιχειρήσεις της Αυτοκρατορίας. Φθάνει σε σημείο μάλιστα να δίνει τήν εντύπωση, ότι κατέχεται άπό πολε­

μικό μένος.'Αλλά γι' αυτό μιλήσαμε ήδη παραπάνω. Τον φίλο του Φιλανθρω­

πηνό τον προτρέπει να μή παύσει ποτέ «άθεους εργοις ελέγχων»146. «Ά­

θεοι» εϊναι, φυσικά, οι αντίπαλοι της Αυτοκρατορίας. Χαρά του είναι, ό βυζαντινός στρατός «περιγίνεσθαι τών πολεμίων»147, όπως επίσης να πλη­

ροφορείται συνεχείς «τροπάς εκείνων» ( = τών άθεων), «τρόπαια»148 δε τών Βυζαντινών.

Τό πρώτο, πού θα μπορούσαμε, λοιπόν, να παρατηρήσουμε εδώ, είναι ή απροκάλυπτη κατάφαση εκ μέρους του Πλανούδη τών πολέμων του Κρά­

τους. Μας επιτρέπει, όμως, να προσδιορίσουμε και τους βαθύτερους λόγους, πού τον κάνουν να σκέπτεται έτσι. Ό Πλανούδης, ώς γνήσιος μοναχός και ιερωμένος, δεν αγαπά τον πόλεμο. Γιατί είναι κάτι κατά τή φύση του αντί­

θετο προς τό πνεύμα του Χριστιανισμού και τή μοναχική του ιδιότητα, θα δηλώσει απερίφραστα: «Φιλώ μεν οϋν ήσυχίαν τούτο του ημετέρου σχή­

145. "Οπ. παρ., σ. 42. 146. Έπιστ. οζ\ 96­97. 147. "Οπ. παρ., 98έ. 148. "Οπ. παρ., 99­100.

Page 113: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 591

ματος άμα και τρόπου»149. 'Αγάπα, όμως, συνάμα τήν Πίστη και τήν Πα­

τρίδα του, γιατί θεωρεί και τα δύο, ως συνεπής Βυζαντινός, στοιχεία της βα­

σιλείας του Θεοϋ στον κόσμο. Γι' αυτό δεν θα διστάσει να γράψει στον Φι­

λανθρωπηνό: «Συν σοι συνεκστρατεΰσαι τερπνόν μοι δοκεΐ»150. Τό βάρος της προτάσεως πέφτει ασφαλώς στις δύο αυτές λέξεις «σύν σοί». 'Από τη μια μεριά ή φιλία και από τήν άλλη οί στόχοι, πού συνδέονται μέ τους αγώ­

νες του συγκεκριμένου προσώπου. Τό περιεχόμενο και ό σκοπός τών πολέ­

μων, πού διεξάγει ό αγαπημένος του φίλος, είναι απόλυτα δικαιωμένος στή συνείδηση του Πλανούδη. Πουθενά δέν φαίνεται βέβαια να καταξιώνει κάθε πόλεμο. Ή έννοια του κατακτητικού πολέμου απουσιάζει τελείως άπό τον ιδεολογικό του ορίζοντα. Οί πόλεμοι του Βυζαντίου δέν έχουν γιά τον Πλανούδη αυτό τον χαρακτήρα. Είναι πόλεμοι «ιεροί», «τών ευσεβών» προς «τους ασεβείς»151. Οί «κακοί γείτονες»152 παρέχουν συνεχώς πράγματα στο Βυζάντιο και απειλούν τήν πατρίδα και τήν πίστη του Πλανούδη και τών ομοφύλων του, τον πνευματικό δηλ. και γεωγραφικό χώρο, μέσα στον όποιο, κατά τήν πίστη τών Βυζαντινών, πραγματοποιόταν ή σωτηρία τους. Ή ταπείνωση «τών βαρβάρων» είναι συνδεδεμένη μέσα του μέ τή νίκη της πίστεως και τή συντριβή της απιστίας. Γι' αυτό γράφει στο Φιλανθρωπηνό: «Σύ δέ μοι τους βαρβάρους ταπεινότερους εαυτών άειδήποτε ποίει και αεί δή τι κακόν διατίθει»153. "Αν δέν λάβουμε φυσικά υπόψη τις ιδεολογικές προϋποθέσεις του Πλανούδη, τέτοια λόγια στο στόμα ενός μοναχού εϊναι σήμερα αδιανόητα. Άλλου μάλιστα εκφράζει εντονότερα τήν αντιπάθεια του γιά τους διάφορους εχθρούς, γράφοντας στον Μελχισεδέκ: «Και γαρ δυστυχεΐν δει τους βαρβάρους»154, ή θα χαρεί υπέρμετρα, όταν θα βλέπει, ότι «οί βάρβαροι ετοιμον θήραμα»155 πέφτουν στα χέρια του Φιλανθρωπη­

νοϋ. Ό Πλανούδης είναι ορθόδοξος και μοναχός, δέν μπορεί όμως να υπερ­

βεί τον ορίζοντα του μέσου ρωμαίου—βυζαντινού της εποχής του και τήν συναλοιφή, πού εκφράζει τό σχήμα: πίστις και πατρίς ή έλληνοχριστιανι­

σμός, αργότερα. Έάν όμως μπορούμε μέχρις ενός σημείου νά καταλάβουμε τις περί πο­

λέμου αντιλήψεις τοΰ Πλανούδη, και να δικαιολογήσουμε τήν αδυναμία

149. Έπιστ. ρζ', 37­38. 150. "Οπ. παρ., 38­39. 151. Έπιστ. ρκ', 187. 152. Έπιστ. οη', 16. 153. Έπιστ. ριθ', 210­211. 154. Έπιστ. ριζ', 38. 155. Έπιστ. ρκ', 133.

Page 114: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

592 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­Μεταλληνου

του να πραγματοποιήσει υπέρβαση της εποχής του, διακρίνοντας τή διά­

σταση τής πίστεως από τήν ιστορική διάσταση τής Αυτοκρατορίας, πρέπει να ομολογήσουμε τήν αδυναμία μας να εξηγήσουμε τον τρόπο, με τον όποιο τοποθετείται απέναντι στους αιχμαλώτους τών βυζαντινών πολέμων, έστω και απελευθερωτικών. Είναι γεγονός, ότι ή 'Ορθοδοξία μπορεί να δεχθεί ώς «αναγκαίο κακό» τής μεταπτωτικής κοινωνίας τον απελευθερωτικό και αμυντικό πόλεμο, απορρίπτοντας φυσικά κάθε έννοια επιθετικού πολέμου. Και σ' αυτές όμως τις τόσο οδυνηρές περιπτώσεις, πού χάνεται κάθε έννοια ενότητας και αγάπης ανάμεσα στους ανθρώπους, είναι απαράδεκτη για τήν 'Ορθοδοξία ή έννοια του μίσους προς τον άνθρωπο, έστω και προς τον εχθρό μας. Ή μεταχείριση μάλιστα τών αιχμαλώτων δέν μπορεί να νοηθεί έξω άπό τα όρια του ανθρωπισμού και του σεβασμού τής ανθρώπινης προσωπι­

κότητας. Γι' αυτό εκδηλώσεις βαρβαρότητος μερικών βυζαντινών αυτοκρα­

τόρων δέχθηκαν πολλές φορές τήν επίθεση τών αγίων Πατέρων και τήν αντίθεση τους156. Ό Πλανούδης όμως αποδεικνύεται, στις επιστολές του τουλάχιστο, περισσότερο πατριώτης — εθνικιστής θα λέγαμε — άπ' όσο δικαιόταν να είναι. Λησμονεί πολλές φορές τήν ιδιότητα του και μιλεί με ένα αδικαιολόγητο σέ χριστιανό τρόπο, πού προδίδει όχι πλέον φιλοπατρία, άλλα τυφλό φανατισμό και εθνικισμό. Δέν χαίρει μόνο για τις νίκες του Φι­

λανθρωπηνοΰ, άλλα του συνιστά συγχρόνως: «τήν βασιλίδα ταύτην έμπίπλα τών αιχμαλώτων»157 και στή συνέχεια τον συμβουλεύει: «τους νικημένους προς τήν έσωτέρω χώραν είσάγεσθαι... δεθησομένουςκαίκλαυσομένους και δια βίου δουλεύσοντας»158. Υπάρχουν ακόμη δηλώσεις άπό τό μοναχό Πλα­

νούδη, πού, μέ τα σημερινά δεδομένα, ούτε και ώς άπλα φιλολογικά σχήματα δέν είναι δυνατό να γίνουν δεκτές. Σ' ένα γράμμα του στον Φιλανθρωπηνό γράφει τα ακόλουθα: «Συ δέ μοι πέμψειν όσον οΰπω δοράς έκ τών τής λείας προβάτων γράφεις· ο και αυτός οίδα αίτήσας, έμοί δέ τοσαύτη περί τα σα λάφυρα έντέτηκεν απληστία, ώστ' ού μόνον προβάτων, άλλα και βαρβάρων ήβουλόμην δοράς και κεφάλας δεϋρο πεμπομένας ίδείν»159. Πρόκειται για θέσεις, πού φυσικά έρχονται σ' απόλυτη σύγκρουση προς τή «θρησκεία τής αγάπης», τής όποιας ήταν διάκονος. Ή εθνικιστική του ιδεολογία υπερκα­

λύπτει τό ορθόδοξο φρόνημα του. Γεγονός όμως είναι, ότι τα τόσα δεινά, τα όποια ό Λαός τής Πόλεως υπέφερε κατά τήν ξενική κατοχή, δημιούργη­

156. Πρβλ. το περιστατικό τής σφαγής στή Θεσσαλονίκη απ' τόν Αυτοκράτορα Θεο­

δόσιο τον Μεγάλο και τή στάση τοϋ 'Αγίου 'Αμβροσίου, 'Επισκόπου Μεδιολάνων. 157. Έπιστ. ρζ', 12­13. 158. "Οπ. παρ., 49­51. 159. Έπιστ. οη\ 37­41.

Page 115: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 593

σαν ενα φανατισμό εθνικιστικό, ό όποιος με το θρησκευτικό του ένδυμα εύρισκε απόλυτη καταξίωση στη ζωή του Πλανούδη. Γι' αυτό δεν διστάζει στα γράμματα του να συνιστά ακόμη και τη λαφυραγώγηση των ηττημένων αντιπάλων, να χαίρει δε ιδιαίτερα, όταν εκτός άπό τους «άνδραποδιζομένους και κτεινομένους και λείαν ελαυνομένην άμύθητον και χρυσού και αργύρου πλήθος ου σταθμητόν»160 να κυριεύουν οί βυζαντινοί. Μέ μεγάλη ευχαρί­

στηση επίσης παρακολουθεί, ότι «ό σίτος των πολεμίων»161 μετακομίζεται στο Βυζάντιο, για να πραγματοποιηθεί, όπως περίεργα γράφει ό ϊδιος, τό γραφικό, «άλλοι κεκοπιάκασι και ύμεΐς εις τον αυτόν κόπον είσεληλύθα­

τε»!162. Ούτε προς στιγμή και στο ελάχιστο διανοείται, ότι ό τρόπος της σκέψεως του δεν είναι εναρμονισμένος μέ τή χριστιανική διδασκαλία. Είναι απόλυτα κυριευμένος άπό τήν ιδεολογία του. Τους ανωτέρω λόγους του τους θεωρεί απόλυτα φυσικούς. Γι' αυτό συνιστά νά διανέμονται τα λά­

φυρα δίκαια και στους στρατιώτες. Φυσικά ή δικαιοσύνη, πού έδώ αισθά­

νεται τήν ανάγκη νά κηρύξει, δεν είναι απαλλαγμένη άπό μια εθνικιστική υστεροβουλία. Ή δίκαιη κατανομή τών λαφύρων θα κάμει τους στρατιώτες «προς τό μέλλον προθυμότερους»163, όπως γράφει στον Φιλανθρωπηνό.

Βέβαια μέσα στις επιστολές του Πλανούδη αναδύεται συχνά ένας βαθύ­

τερος στόχος και μια προσπάθεια νά βασιλεύσει τελικά ή ειρήνη. Τον πό­

λεμο τον θεωρεί αναγκαίο κακό και ομολογεί «δείν πολεμεΐν (φημί), ϊνα ει­

ρηνεύσωμεν»164. Συναΐσθάνεται, ότι ό συνεχιζόμενος πόλεμος συνιστά εθνι­

κή αιμορραγία και φθορά. Γι' αυτό μέ ικανοποίηση ιδιαίτερη πληροφορεί­

ται, ότι ό Φιλανθρωπηνός στους αγώνες του δεν κατακτά μόνο «τρόπαια και λείας αμύθητους εκ βαρβάρων»165, άλλα συγχρόνως «προς ειρήνης έπιθυ­

μίαν συνωθεί τους πολεμίους»166. Οί αγώνες δηλ. τών Βυζαντινών θεωρούν­

ται άπό τον Πλανούδη ώς ένας τρόπος άνακόψεως της επεκτατικής πολιτι­

κής τών εχθρών και εξασφαλίσεως της ειρήνης167. Χαρακτηριστικό δέ είναι ότι εγκρίνει τήν πολιτική του Φιλανθρωπηνοϋ, ό όποιος συνάπτει ειρήνη,

160. Έπιστ. ριζ', 35­37. 161. "Οπ. παρ., 40. 162. "Οπ. παρ., 41­42. 163. Έπιστ. οζ\ 85­86. 164. Έπιστ. ^θ', 96. 165. Έπιστ. ^η', 11­12. Πρβλ. Έπιστ. ξ', οζ', ^θ', ριθ'. 166. Έπιστ. *,η\ 12­13. Πρβλ. Έπιστ. ξ', οζ', ψ, ριθ'. 167. Γράφει σχετικά ή Ά ρ β ε λ έ ρ: «Το Βυζάντιο εγκαταλείπει έτσι τή μεγαλε­

πήβολη ρωμαϊκή ΐδέα, για νά ενστερνισθεί τήν ιδέα τής άμυνας του πάτριου εδάφους, τής πατρίδας αυτών των ϊδιων τών στρατιωτών, τήν οποία επιβουλεύονται αντίπαλοι, πού είναι εχθροί τοϋ κράτους και τής θρησκευτικής πίστης τών βυζαντινών» (οπ. παρ., σ. 39).

38

Page 116: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

594 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­Μεταλληνοΰ

όταν οι εχθροί την ζητούν, άλλα δεν διστάζει να συνεχίζει τον πόλεμο, όταν εκείνοι τον επιδιώκουν168.

Μόνο, λοιπόν, μέσα στο ιδεολογικό πλαίσιο της εποχής του εϊναι δυ­

νατό να κατανοήσουμε τις περί πολέμου ιδέες του Μαξίμου Πλανούδη. Ό πόλεμος, και αυτό ήταν καθολική πίστη, συνιστούσε τό μόνο αναπόφευκτο μέσο για τήν επιβολή της ειρήνης για τήν ασφάλεια της Αυτοκρατορίας. 'Ορθά, λοιπόν, γράφει σχετικά ή Ε. Γλύκατζη­Άρβελέρ: «Οί βυζαντινοί διανοούμενοι, προσκολλημένοι περισσότερο στην αρχαία παιδεία και ό βυζαντινός λαός, προσκολλημένος κυρίως στην ορθόδοξη παράδοση, θ' αναλάβουν μαζί τήν προσπάθεια να σώσουν τό κράτος των ορθοδόξων ελλήνων»169. Τούτο, κατά ενα ιδιάζοντα τρόπο, ισχύει και στην περίπτωση τοϋ Πλανούδη.

II. Ή «φιλοσοφία της ζωής» ατον Πλανούδη.

((Δέον ούν μη τους τεθνηκότας, άλλα τους θανουμένονς θρηνεϊν, θανονμενοι δ3 ημείς οι. ζώντες εύμεν))

6δ', 38­39)

Ή αλληλογραφία τοϋ Μαξίμου Πλανούδη, όπως και παραπάνω μας δόθηκε ή ευκαιρία να υπογραμμίσουμε, είναι απτή απόδειξη της κοινωνικό­

τητας του. Ό ίδιος έπίστευε, ότι τό «κοινωνειν άλλήλοις»170 είναι βασικό γνώρισμα τοϋ ανθρωπίνου προσώπου. Οί επιστολές του αποδεικνύουν, ότι στις σχέσεις του προσπαθοϋσε να ξεπεράσει τό επίπεδο της τυπικότητας, για να τις μετουσιώνει σε γνήσια φιλία και χριστιανική αγάπη. Γι' αυτό και διατηροΰσε τόσο σταθερές φιλίες, γιατί τό θεμέλιο του δεν ήταν ή κοινωνική θέση ή ή φήμη τοϋ άλλου, δπως ό ϊδιος γράφει, «άλλ' ή των τρόπων χρη­

στότης»171. Ή αρετή ήταν γι' αυτόν τό ουσιαστικότερο στοιχείο στή χάλ­

κευση μιας φιλίας, γιατί ή αρετή «προς θεόν διαβιβάζειν οίδετόν νουν»172. Οί διάφοροι φιλικοί δεσμοί, πού είχε συνάψει, τον κρατοΰσαν σέ διαρκή επαφή με τα προβλήματα των φίλων του. Συμμετείχε όχι μόνο στην ευτυχία τους, άλλα πολύ περισσότερο στή δυστυχία και στις συμφορές τους. Επα­

νειλημμένα δε βρέθηκε αντιμέτωπος με τό θάνατο αγαπημένων του προσώ­

168. Πρβλ. Έπιστ. ριβ'. 169. "Οπ. παρ., σ. 74. 170. Έπιστ. κη', 19. 171. Έπιστ. μ', 15. 172. Έπιστ. πγ', 13.

Page 117: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 595

πων. "Αλλοτε γίνεται κοινωνός άλλων υπαρξιακών γεγονότων της ζωής τους. Πληροφορείται τις αποτυχίες, τις θλίψεις, τις αρρώστιες, τις αγωνίες τους και ζητείται ή βοήθεια του. Έτσι αναγκάζεται συχνά να φιλοσοφήσει στις επιστολές του πάνω στή ζωή και στον ανθρώπινο πόνο. Όμολογεΐ, ότι στή ζωή χαρά και λύπη, καλό και κακό, συμπορεύονται. Θα επικαλεσθεί εδώ μάλιστα τον "Ομηρο, ό όποιος θα διδάξει τήν ανθρωπότητα, ότι δεν πέμπονται από τό Δία «άκρατα τα χρηστά», άλλα «άειδήποτε συμμεμειγμένα τοις έναν­

τίοις»173. Ή γνώση, λοιπόν, της ανθρώπινης πραγματικότητας και ό φωτι­

σμός άπό τό πνεύμα του Ευαγγελίου βοηθεΐ τον άνθρωπο να σχηματίσει μιαν ορθή φιλοσοφία τής ζωής, όπως συμβαίνει στον ίδιο τον Πλανούδη.

Βασικότατη αφετηριακή θέση αποτελεί γι' αυτόν ή αρχή, ότι τό μόνο λυπηρό γεγονός στή ζωή είναι ή αμαρτία, και σέ τοϋτο συμφωνεί με τους μεγάλους Πατέρες τής 'Εκκλησίας. Ό θάνατος, βιολογικός­σωματικός, έφ' όσον δεν συνοδεύεται άπό τον «πνευματικό θάνατο», δεν είναι τρομερός174. Ό μόνος τρομερός είναι ό αιώνιος θάνατος, ό αιώνιος χωρισμός δηλ. του ανθρώπου άπό τό Θεό. Γι' αυτό θα διακηρύξει στους γονείς και συγγενείς ενός νέου, πού πέθανε, πώς δέν χρειάζεται να απελπίζονται, γιατί «κεκοίμη­

ται προς άνάστασιν»175. Θα σπεύσει όμως νά συμπληρώσει: «εχέγγυον δε τούτων ασφαλές, και γαρ άπήλθεν άμαρτήσας μηδέν, μηδέ τήν εμφυτον ύγείαν τής ψυχής λυμηνάμενος»176.

Οί θλίψεις κατά τον Πλανούδη συνδέονται με τήν προσωρινότητα τής παρούσης ζωής. Επομένως ή σημασία τους σχετικοποΐεΐται. Συνιστά γι' αυτό νά αντιμετωπίζουν οί χριστιανοί με γενναιότητα τα παθήματα του «νυν καιρού», γιατί έχουν λυτρωτικό χαρακτήρα, εντασσόμενα στο σχέδιο του Θεοϋ για τήν επικράτηση τής ηθικής τάξεως στον κόσμο. Οί δυστυχίες και συμφορές, θεωρούμενες σαν μέσο δοκιμασίας και αντιμετωπιζόμενες με υπομονή και καρτερία, έχουν ώς αποτέλεσμα τήν τελείωση του άνθρωπου. Ό άνθρωπος, και ό πιστός, δοκιμάζεται «ώς χρυσός έν πυρί»177, για νά απολαύσει τα βραβεία των αγώνων του, όπως διδασκόμαστε άπό τή ζωή των δικαίων τής Π. Διαθήκης ('Αβραάμ, 'Ιακώβ, Μωϋσή κλπ.). Σ' όλους αυτούς «πολλά μεν νέφη πειρασμών έπεπρόσθησεν ού δικαίως, έν ύστέροις δε και ηλίου λαμπρότερον έν τω κόσμω έξέλαμψαν»178.

173. Έπιστ. V, 37­38. 174. Περισσότερα βλ. στή Θ.Η.Ε. 11(1967), στ. 626­627. 175. Έπιστ. V, 115­116. 176. "Οπ. παρ., 118­120. 177. Έπιστ. ιθ', 68. 178. Έπιστ. ιθ', 70­72.

Page 118: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

596 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­Μεταλληνοϋ

Στο σημείο αυτό δηλ. ό Πλανούδης αποδεικνύεται πιστός στην παραδε­

δομένη πατερική χριστιανική διδασκαλία για το κακό, πού υπάρχει στον κό­

σμο. Δεν λείπει, βέβαια, στον Πλανούδη ό ρεαλισμός. Γι' αυτό δεν υποτιμά τη σημασία του πόνου καί των συμφορών. Πιστεύει όμως στή λυτρωτική τους δύναμη, γιατί τα βλέπει μέσα άπό το πρίσμα της αίωνιότητας."Αρα ή ηρωική του τοποθέτηση απέναντι στις συμφορές δεν κρύβει κανένα δυαλισμό. Δεν χωρίζει τήν ψυχή άπό το σώμα, τήν υλη. Τον άνθρωπο τον βλέπει ώς ψυ­

χοσωματική ενότητα. 'Αγαπά τήν ψυχή, άλλα «και τό συνδεδεμένον ταύτη σώμα»179, διότι πιστεύει «τήν ψυχής εύγένειαν (άρετήν) και προς το σώμα διαδόσιμον γίνεσθαι καί ούτω προς τον εκτός άνθρωπον διαβαίνει ν»180. Δέχεται δηλ. ενότητα σωματικών καί ψυχικών εκδηλώσεων καί τό ενιαίο δισύνθετο του ανθρώπου. Πουθενά δεν βλέπει κανείς σ' αυτόν μίσος προς τήν ύλη, αδιαφορία καί περιφρόνηση για τό σώμα. Ό λυτρωτικός χαρακτή­

ρας τών συμφορών, άρα, δέν προέρχεται από τήν αντίθεση του προς τό υλικό στοιχείο του άνθρωπου, άλλα άπό τήν πίστη στή συνέχιση της ζωής εξω άπό τον παρόντα κόσμο, καί τήν τελική έσχατολογική νίκη της αγιότητας καί δικαιοσύνης. Έτσι εξηγείται, γιατί διακηρύσσει: «Ουδέν όλως ô θάνα­

τος άλγεινόν, εΐγε μηδέν μήτε προς τους οίχομένους, μήτε προς τους ζώντας έστιν»181.

Δέν παραγνωρίζει, βέβαια, τις συνέπειες του γεγονότος του θανάτου, για τό μικρό καί αδύναμο άνθρωπο. "Οταν μάλιστα πρόκειται για θάνατο νέου ανθρώπου, ομολογεί, ότι τον θεωρεί ικανό «καί άδαμαντίνην ψυχήν κινήσαι καί προς οίμωγήν έκβιάσασθαι»182. Ό πρόωρος θάνατος, σημειώ­

νει σ' άλλη επιστολή του, «τάς μεν τών άλλων ψυχάς εδακε, τάς δε τών τε­

κόντων ένέπρησε... καί άβίωτον τον βίον ήγεΐσθαι πάντας πεποίηκεν»183. Συμμερίζεται, λοιπόν, τον ανθρώπινο πόνο. Παρηγορεί όμως τους πενθοΰν­

τες μέ τή δύναμη, πού του δίνει ή πίστη, ή οποία στηρίζεται πάνω στην ανάσταση! "Ετσι θα συστήσει στους συγγενείς του νεκροϋ νέου, ότι «δει μή φθονεϊν αύτω της φυγής τών αλγεινών»184. Γιατί ό θάνατος του, έστω καί αν συμβαίνει πρόωρα, είναι προς τό συμφέρον του, άφοϋ τον προφυλάσσει άπό μεγαλύτερα κακά. Σε μια αποστροφή του δε προς τον ϊδιο τό νεκρό του λέγει χαρακτηριστικά: «...Ότι μή πολλάκις ένόσησας, ότι μήπω σοι συνέβη

179. Έπιστ. fa', 10­11. 180. "Οπ. παρ., 11­13. 181. Έπιστ. ^δ', 28­30. 182. Έπιστ. ρκα, 29­30. 183. Έπιστ. y, 47­49. 184. Έπιστ. y, 99­100.

Page 119: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 597

δεσμωτήριον καταδικασθήναι, ότι μήπω συκοφαντίας έπλήγης βέλει. ώ των δεινών, ότι μη πολλάκις ηύξω θανεΐν χαλεποίς έμπεσόν πράγμασιν, άλλα φθάσαν την άμήχανον ταύτην ανάγκην τον βίον άπέλιπες και τα του βίου κακά, οΐμοι τών κακών ούκέτι πεινήσεις, ουδέ διψήσεις· ούκέτι όιγώσεις, ούδ' αγρυπνήσεις μάτην»185. Στους γονείς δε άλλου νεκρού παιδιού θα πει απερίφραστα, ότι όχι μόνο δέν πρέπει να λυπούνται άλλα και να χαίρονται, «ως άπήλθεν ό παις, μηδέν έχων της κακίας έφόδιον»186. Πρόκειται για μο­

τίβα, πού επαναλαμβάνονται αυτούσια στην ίουδαιοχριστιανική παράδοση (κυρίως Σοφία Σολομώντος), χωρίς να λείπουν βεβαίως και στην αρχαία ελ­

ληνική γραμματεία (πρβλ. «οντινα φιλεΐ Θεός αποθνήσκει νέος»). Σ' όλες αυτές τις περιπτώσεις αντιμετωπίζεται χωρίς τρόμο ό θάνατος και θεωρεί­

ται αγαθό, γιατί υπάρχει ή πίστη στην επιβίωση, στη συνέχεια της ζωής. Ό Χριστιανισμός θα διαφοροποιηθεί εδώ άπό τον 'Ελληνισμό, γιατί πιστεύει στή συνέχιση όλου του άνθρωπου (ψυχής και σώματος), και αυτή τήν πίστη εκφράζει εδώ ό Πλανούδης λέγοντας λ.χ. «ούκ άπόλωλεν ό παις, άλλα παρά Θεώ σώζεται, και ώς ούράνιον κατοικίαν αντί τής επιγείου ήλλάξατο»187. Ό ρεαλισμός του διατυπώνεται με τό επιχείρημα του: «Ουδέν καινόν άπο­

θανεΐν τον θνητόν»188, άφου άπό τή στιγμή τής γεννήσεως του άνθρωπου «ήδειμεν τεθνηξόμενον»189. Πόσο μάλλον, εφ' δσον γνωρίζομεν, ότι μέ τό θάνατο «προς βίον άμείνω μετασκευάζεται, ός ένθένδεμεταίρει· έξ επώδυνου προς άπονον, έκ θνητού προς άθάνατον, εκ τής γης προς τον ούρανόν, ήδη δέ και έκ πελάγους και κινδύνων χαλεπών προς άκλυστον λιμένα νομίστέον αυτούς καταίρειν και έκ χειμώνος παριέναι προς εαρ και προς είρήνην έκ μάχης και ει χρύσειά τις χαλκείων άλλαττόμενος μακαρίζεται, τί τον μεθι­

στάμενον έρουμεν έκ τής ύλης προς τον Θεόν;»190. "Αν, λοιπόν, κλαίμε για τό θάνατο, θά πρέπει ν ' αρχίσουμε άπό τή στιγμή τής γεννήσεως τό θρήνο, «έξ ού τόδε τό φώς έθεάσατο* και γάρ έξ εκείνου θνητόν τον γεννώμενον ήδειμεν όντα»191. Είναι παράλογο λοιπόν να μή παρηγορείται κανείς για κάτι, πού ήξερε, ότι θά συμβεί, άφου ό θάνατος είναι κάτι «κοινότατον παντί τω γένει κάκ τών ϊσων έπιόν άπασιν»192.

185. "Οπ. παρ., 102­108. 186. Έπιστ. ί,δ', 61­62. 187. Έπιστ. ρκα', 69­71. 188. "Οπ. παρ., 42­43. 189. "Οπ. παρ., 44. 190. Έπιστ. ιζ\ 47­53. 191. Έπιστ. ρκα', 46­48. 192. "Οπ. παρ., 53­54. Χαρακτηριστικά θα πει σέ άλλη επιστολή, αναφερόμενος στο

θάνατο, ώς το μοναδικό πράγμα, πού το δέχονται όλοι ανεξαιρέτως οί άνθρωποι: «Και δα­

Page 120: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

598 Βαρβάρας Καλογεροπούλου­Μεταλληνοϋ

Καρπός, συνεπώς, της χριστιανικής ανθρωπολογίας του πρέπει να θεω­

ρηθεί ή προτροπή του: «Άναστείλωμεν δάκρυα, θρήνον καταστορέσωμεν, πένθος άποπεμψώμεθα»193. Ό νεκρός «ζή, εί και τεθνάναι εδοξε»194. Ή φιλοσοφία του δε για τή ζωή καί το θάνατο εκφράζεται συνοπτικά, αλλά ολοκάθαρα στην παρακάτω άποψη του: «Δέον ούν μή τους τεθνηκότας, άλλα τους θανουμένους θρηνειν, θανούμενοι δ' ήμεΐς οί ζώντες έσμεν»195. Ή θέση αυτή, πού είναι πέρα για πέρα χριστιανική, οδηγεί τή σκέψη σε μιαν ανά­

λογη ρήση του Ευριπίδη: «τίς δ' οΐδεν εί το ζην μέν έστι κατθανείν, το δε κατθανείν ζην κάτω νομίζεται;»196.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Ή παραπάνω αναδρομή στο προσωπικότερο μέρος της παραγωγής τοΰ βυζαντινού λογίου Μαξίμου Πλανούδη, τήν αλληλογραφία του, μας έδωσε τήν ευκαιρία να προσεγγίσουμε τον άνθρωπο καί να διαγράψουμε το ψυχο­

γραφικό πλαίσιο της προσωπικότητας του. Ή μελέτη μας αυτή δέν έδωσε μόνο τήν ευκαιρία να άνατάμουμε το χαρακτήρα ενός ανθρώπου, άλλα πολύ περισσότερο να σκιαγραφήσουμε μια διακεκριμένη βυζαντινή μορφή, πού αποτελεί τυπική περίπτωση για τή ζωή του 'Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους, στους τελευταίους αιώνες της ένδοξης δημιουργικής πορείας του.

Ή περίπτωση τοΰ Μαξίμου Πλανούδη είναι πολύ χαρακτηριστική, γιατί μας παρουσιάζει έναν άπό τους βυζαντινούς λογίους του ΙΓ'­ΙΔ' αι., καί μά­

λιστα με το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, ότι ανήκει και στις δυο περιοχές τοΰ βυζαντινοΰ βίου, της λογιότητας­έπιστήμης, καί τοΰ θρησκευτικοΰ βίου — της Εκκλησίας. Αποκαλύπτεται ό τρόπος, μέ τον όποιο τα δυο αυτά στοι­

χεία (τοΰ λογίου καί τοΰ μονάχου) συνυπάρχουν στο ίδιο πρόσωπο, καί μέ ποιο τρόπο συντελείται ή σύζευξη τους. Τοΰτο φαίνεται ιδιαίτερα άπό τήν ανάλυση της ιδεολογίας τοΰ Πλανούδη. Ό μοναχός Μάξιμος, χωρίς να έγ­

κρύσω μέν άλλον έγώ, έμέ δ' άλλος, κάκεΐνον έτερος καί ούτως έξης, ώσπερ έν κυμάτων έπιφοραΐς άλλο άλλου προωθοΰντος, μέχρις αν έπί της ήιόνος (ακροθαλασσιάς) θραυόμενα πάντα διαφθαρη» (Έπιστ. V>', 35­38).

193. Έπιστ. ρκα', 76­78. 194. "Οπ. παρ., 79­80. 195. Έπιστ. ^δ', 38­39. 196. Fragm. 639. Ή ίδια σκέψη επιζεί καί στη νεώτερη μας ποίηση. Γράφει έτσι σέ

ποίημα του ό Ά χ ι λ. Π α ρ ά σ χ ο ς : Θάνατος είναι ή ζωή, πού ζώσιν οί θανόντες, καί ή ζωή σας: θάνατος πού θνήσκουσιν οί ζώντες! Γνώτε λοιπόν καί μάθετε πώς ύπ' αυτό το χώμα είναι ζωή ακόμα!»

Βλ. Λ έ ω ν . Ι. Φ ι λ ι π π ί δ ο υ , Θρησκεία καί θάνατος,'Αθήναι 1938, σ. 33.

Page 121: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Μαξίμου Πλανούδη προσωπογραφία 599

καταλείπει το μοναστήρι του και να προδίδει τη μοναχική ιδιότητα του, εί­

ναι συγχρόνως και δημιουργός ενός σπουδαίου κοινωνικού έργου, πού επι­

τελεί με τή διδακτική δραστηριότητα του, άλλα και ένας θερμός πατριώτης, πού μένει αδιάκοπα άγρυπνος απέναντι στα κοινά, και κυρίως σέ δ,τι άφορφ στην ϊδια τήν υπόσταση και επιβίωση της Αυτοκρατορίας. Έτσι, γίνεται ό Πλανούδης απτή έκφραση του βυζαντινού πατριωτισμού, πού βρίσκεται αυτή τήν εποχή σέ ιδιαίτερη έξαρση.

"Αν άπό τήν μια πλευρά ό συνδυασμός Λογιότητας και 'Ορθοδοξίας συνδέει τον Πλανούδη μέ τα μεγάλα αναστήματα των Πατέρων παρωχημέ­

νων εποχών της 'Εκκλησίας, ή σύζευξη άπό τήν άλλη στο πρόσωπο του της ιδιότητας του Κληρικού και τοΰ θερμού πατριώτη συνδέει τον Πλανούδη μέ τήν κατοπινή ιστορία τοΰ Ελληνισμού, και μάλιστα τήν περίοδο της Τουρκοκρατίας, όταν τό ράσο θα σκεπάσει τή γύμνια και τα τραύματα τοΰ Γένους και θα τό θερμάνει. Ό συγγραφέας μας ζει μέσα στα Γράμματα του ολοφάνερα στην κατάσταση της «κενώσεως» της Εκκλησίας απέναντι στις βιοτικές ανάγκες τοΰ Λαοΰ τοΰ Θεοΰ, πού συνιστά συνέχεια της κενωτικής­

λυτρωτικής ενέργειας τοΰ ίδιου τοΰ Θεοΰ προς τον κόσμο.

Page 122: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

ΒΑΣ. Ι. ΛΑΖΑΝΑ

Ο ΠΙΝΔΑΡΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ

Ι. Ό Πίνδαρος, ό μεγάλος Θηβαίος λυρικός, ένας άπο τους ύψιπετέστε­

ρους ποιητές όλων τών αιώνων, δ «Διρκαίος Κύκνος», όπως άπεκλήθη άπο το Ρωμαίο ποιητή Όράτιο, κατέχει, δπως ήταν επόμενο άλλωστε, περίοπτη και περιφανή θέση στα αρχαία ελληνικά επιγράμματα. Οι έπιγραμματοποιοί άπο τήν κλασσική εποχή εως τους Βυζαντινούς χρόνους, δέν παύουν να εκ­

θειάζουν και να εγκωμιάζουν «εν άμίλλη», θα έλεγε κανείς, το μεγάλο ποιη­

τή. "Ας αρχίσουμε άπο το Φιλόδημο. Ό Φιλόδημος άπο τα Γάδαρα τής Συ­

ρίας, πού έζησε τό 60 περίπου πρ. Χρ., αφιερώνει ενα θαυμάσιο επίγραμμα «προς τιμήν» τών αρχαίων Ελλήνων λυρικών ποιητών. Στην ομάδα αυτή περίοπτη και πρωτεύουσα θέση — μετά τή Σαπφώ — κατέχει ô Πίνδαρος. Είναι ό ποιητής πού: «τό άσμα του ήταν όμοια μέ κλαγγή». ΤοΟ ανήκει, λοι­

πόν, τό προβάδισμα:

Κλαγγή το άσμα τού Θηβαίου Πινδάρου. ΎΗταν ή Mova α τερπνή τον Σιμωνίδη. 'Ακτινοβολεί ο "Ιβυκος" και λάμπονν οι στίχοι τον Στησίχορου. Γλυκύς 6 'Αλκμάν. Του Βακχυλίδη οι φθόγγοι εύάρεστοι. Στον 'Ανακρέοντα ή ΙΤυθώ συμπαραστάτης. Ό 'Αλκαίος τόνους Αιολικούς σννέθετε, τής Αέσβου ό Κύκνος. 'Αλλά ή Σαπφώ ποιήτρια, κατά σειράν, δέν είναι ή ενάτη. ΟΙ Μούσες οι εράσμιες ήσαν εννιά. 'Ανάμεσα τους πρέπει να συγκαταλεχτεί ή Σαπφώ. Είναι ή δεκάτη Μούσα!

(Παλατινή 'Ανθολογία, IX, 571)*

Παρεμφερές είναι και τό επίγραμμα ενός ανώνυμου ποιητή. Ό ποιητής, κι' εδώ, εκθειάζει καΐ δοξολογεί τους μεγάλους λυρικούς ποιητές τής 'Αρ­

χαίας Ελλάδας. Και ό Βακχυλίδης και ή Σαπφώ και δ Στησίχορος και δ Σιμωνίδης είναι, βεβαίως, ονομαστοί και περίδοξοι ποιητές. Εντούτοις δ

* "Ολες οί μεταφράσεις τών επιγραμμάτων είναι τοΟ συγγραφέως τής μελέτης.

Page 123: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Ό Πίνδαρος στην αρχαία επιγραμματική ποίηση 601

Πίνδαρος υπερέχει. Αυτός είναι το πρότυπο, είναι αυτό καθ' εαυτό το «στόμα τών Μουσών». 'Ιδού το επίγραμμα:

Πίνδαρε, στόμα τών Μουσών, τον Βακχυλίδη σειρήνα εϋλαλη, χάριτες αιολικές της Ψάπφας, γραφή τερπνή του 'Ανακρέοντα, Στησίχορε που με το ρεϋμα τοϋ 'Ομήρου άρδευες και το δικό σου έργο, σελίδα λαμπρή τοϋ Σιμωνίδη, "Ιβυκε πού της Πειθώς τα άνθη και οι "Ερωτες συνέπνεαν στους στίχους σου, 'Αλκαίε, που με το ξίφος σου έκανες το αίμα τών τυράννων να ρέει, τοϋ 'Αλκμάνα αηδόνια θηλυκότροπα! "Ας είστε καλοί, ευμενείς σ' εμέ. ΤΩ σεις που έχετε θεσπίσει νόμους πλήρεις, οριστικούς, της Λυρικής της Τέχνης.

(Παλατινή 'Ανθολογία, IX, 184)

"Αλλο πάλι επίγραμμα, πού τοποθετεί τον Πίνδαρο σε υψηλότατο βάθρο, ανήκει στον 'Αλκαίο το Μεσσήνιο, περίφημο έπιγραμματοποιό πού έζησε τον δεύτερο πρ. Χρ. αιώνα. Ό 'Αλκαίος ό Μεσσήνιος διακηρύσσει ότι ô Πίνδαρος διεμόρφωσε τις θαυμάσιες ωδές του, άφου, προηγουμένως, άκουσε τα άσματα τών Μουσών τα άσματα πού έμελπαν οί Έλικωνιάδες κατά τους γάμους τοϋ μυθικού βασιλέα τών Θηβών, του Κάδμου. Το επίγραμμα είναι το ακόλουθο:

Ό Πίνδαρος, της Πιερίας ή σάλπιγγα και τών ωραίων ύμνων ό σμιλευτής, στο χώμα τοϋτο κείται' το άσμα του αν ακούσεις θα πεις : τήν αρμονία του έχει πλάσει, ώσαν τους ύμνους τών Πιερίδων νάκουε στους γάμους τοϋ Θηβαίου τοϋ Κάδμου!

(Παλατινή 'Ανθολογία, VII, 34)

"Ενα άλλο επίγραμμα, εξίσου υμνητικό και δοξαστικό για τό Θηβαίο ποιητή, είναι του 'Αντιπάτρου του Θεσσαλονικέως. Και ό έπιγραμματοποιός αυτός δεν φειδωλεύεται κοσμητικά επίθετα για να τιμήσει επάξια τον Πίν­

δαρο. Ό Πίνδαρος είναι, κατά τη γνώμη του, ό κορυφαίος "Ελληνας ποιητής. Ό σ ο ή σάλπιγγα είναι ανώτερη, όσον άφορα τή δύναμη και τό σφρίγος, άπό τον αυλό, άλλο τόσο και ό Πίνδαρος είναι υπέρτερος, ανώτερος από όλους τους άλλους λυρικούς ποιητές. 'Ιδού τό επιγραμματικό αυτό εγκώμιο:

"Οσο εντονότερη ή σάλπιγγα απ' τον αυλό, άλλο τόσο και τοϋ Πινδάρου το άσμα ανώτερο παρ' όσο όλων τών άλλων. Και οί μέλισσες πού έπλαθαν κηρό, απομυζώντας μέλι από τα χείλη του τα βρεφικά, το γνώρισαν κι' εκείνες.

Page 124: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

602 Βασ. Ί . Λαζανά

Το μαρτυρεί αυτό και ο θεός του Μαινάλου, ο κερασφόρος' παράτησε τη σύριγγα κι ύμνους άρχισε γι' αυτόν να πλέκει.

(Παλατινή 'Ανθολογία, XVI, 305)

Ό Λεωνίδας ό Ταραντΐνος, περιώνυμος κι' αυτός έπιγραμματοποιος (310­240 πρ. Χρ.), δέν παραλείπει, σ' ενα μικρό του επίγραμμα, να επιτελέσει το καθήκον του: Να υμνήσει, δηλαδή, τον υψιπέτη ποιητή, το μεγάλο Θηβαίο λυρικό* κι' ακόμη: να έπαινέση τό ήθος και τον χαρακτήρα του:

Φίλος στους συμπολίτες του και εύάρεστος στους ξένους ήταν. Είναι ό Πίνδαρος. Των Πιερίδων των καλλίφωνων θεράπων!

(Παλατινή 'Ανθολογία, VI, 35) ι

"Οπως προαναφέραμε, ή λατρεία και ό θαυμασμός προς τον Πίνδαρο συνεχίζεται και κατά τους Βυζαντινούς χρόνους. Στο μακροσκελές ποίημα πού φέρει τον τίτλο: «Χριστοδώρου εκφρασις» εγκωμιάζεται μέ λαμπρά επί­

θετα και θαυμαστές εικόνες ό Πίνδαρος. Είναι ό «Κύκνος», κατά τον Βυζαν­

τινό ποιητή. Ό ίδιος ό 'Απόλλων υπήρξε ό διδάσκαλος του. Οί μέλισσες κάθησαν στα παναρμόνια χείλη του, δταν ακόμη ήταν βρέφος. Γι' αυτό και οί ωδές του εϊναι τερπνές, γλυκύτατες, «ήδυμελεΐς». 'Ιδού τό σχετικό από­

σπασμα:

../Ηταν κατόπι ό Πίνδαρος, των αρχαίων Θηβών ό κύκνος, μέ την τερπνή φωνή, πού ο άργυρότοξος Απόλλων ανάθρεψε στην κορυφή τον Βοιωτικού 'Ελικώνα. Το άσμα το μελωδικό του δίδαξε. "Οταν γεννήθηκε ήρθαν οί μέλισσες και κάθησαν στα αρμονικά του χείλη κι' αρχίνησαν να πλάθουν τον κηρό, της τέχνης του προοίμιο!

(Παλατινή 'Ανθολογία Π, στίχοι 382­387)

II. Υπάρχουν μερικά επιγράμματα πού σχολιάζουν ορισμένους στίχους του Πινδάρου. 'Ιδίως στίχους πού έμειναν στή μνήμη των μεταγενεστέρων εϊτε επειδή ήσαν λαμπροί καί έξοχοι εϊτε για άλλους λόγους. Στον Ι Όλυμ­

πιόνικο του Πινδάρου και στην πρώτη στροφή υπάρχει ό περίφημος στίχος:

«"Αριστον ϋδωρ»: "Αριστον μεν νδωρ, ό δέ χρυσός άλλόμενον πυρ ατε διαπρέπει νυκτι μεγάνορος...

Page 125: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Ό Πίνδαρος στην αρχαία επιγραμματική ποίηση 603

Τί εννοεί ό ποιητής εδώ; Είναι το «Ύδωρ» ή αρχή της ζωής, σύμφωνα με τη θεωρία του Θαλή του Μιλησίου; Είναι το «Ύδωρ», το πρώτο αγαθό για τον άνθρωπο, άφοϋ χωρίς αυτό δεν είναι δυνατόν να επιζήσει; Μήπως το «'Ύδωρ» έχει σχέση με τους «καθαρμούς» και «εξαγνισμούς» τών Πυθαγο­

ρείων; Πάντως ορισμένοι έπιγραμματοποιοί θεωρούν το στίχο αυτό ως «έμ­

βλημα», ώς «σύμβολο» του Πινδάρου. Έτσι ό έπιγραμματοποιος Κύρος «από Ύπατων», πού έζησε τον 5ο μετά Χριστον αιώνα, διακηρύσσει, σ' ενα επίγραμμα του, ότι το μνήμα του Πινδάρου πρέπει να είναι, οπωσδήποτε, κοντά σε μια κρήνη. Μόνο μ' αυτό τον τρόπο θα ενθυμίζει στους παροδίτες το περίφημο και σοφό του απόφθεγμα: «"Αριστον ύδωρ». 'Ιδού το σχετικό δίστιχο:

Είναι γλυκύς δ Πίνδαρος' κι' αυτό το μνήμα του ο Κϋρος πλάι στην κρήνη το ϋψωσε' το (("Υδωρ άριστον» δεν είπε εκείνος ;

(Παλατινή 'Ανθολογία, IX, 809)

Άλλα και άλλοι, συνθέτες επιγραμμάτων, όπως ό Μακεδόνιος ό "Υπατος και ό 'Ιωάννης ό Γραμματικός, σχολιάζουν κι' αυτοί στους στίχους των το «Άριστον ύδωρ». 'Ιδού τα επιγράμματα τους:

Εΐναι βουβό το κάτοπτρο και δεν μιλεί. 'Εγώ, όμως, για τα ψιμμνθια αυτά που σε στολίζουν θα σε ψέξω! Επίπλαστη σοϋ δίνουν ομορφιά. Ό Πίνδαρος το είπε: (("Αριστον είναι το νερό)). Είναι ό εχθρός τών ψιμμυθίων!))

(Παλατινή 'Ανθολογία, ΧΓ, 370)

Με το λαμπρό το κϋμα μου, ώ Πίνδαρε, θα ήθελα εσε να πλύνω μόνο' άλλον κανένα! (("Αριστον νδωρ)), θάλεγες και πάλι!

(Παλατινή 'Ανθολογία, IX, 629— Έδώ ομιλεί μια κρήνη)

Ακόμα καί άλλα αποσπάσματα, από τό ποιητικό έργο του Πινδάρου, σχολιάζουν μερικοί έπιγραμματοποιοί. Είναι αυτά όπου ό μεγάλος ποιητής αναφέρεται στο φθόνο*. Ό φθόνος, κατά τον Πίνδαρο, είναι τό αίσθημα εκείνο με τό όποιο οι μικροί προσενατενίζουν τους ευτυχείς, τους επιφανείς, τους «επιτυχημένους» στή ζωή. Ό Παλλάδας, λοιπόν, έπιγραμματοποιός της Βυζαντινής εποχής, άρύεται άπό τους σχετικούς στίχους του Πινδάρου τό ακόλουθο δίδαγμα: «Καλλίτερα να διεγείρεις τό φθόνο παρά να προκαλείς τον οίκτο». 'Ιδού τό σχετικό επίγραμμα:

* Α' ΟΑΥΜΠΙΟΝ1ΚΟΣ, 105­110, Α' ΠΥΘΙΟΝΙΚΟΣ, 85­90 κ.τ.λ.

Page 126: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

604 Βασ. Ί . Λαζανα

Ό φθόνος από τον οίκτο προτιμότερος' 6 ποιητής το είπε ο Πίνδαρος. Αυτοί, που τους φθονείς, βίο λαμπρό, ώραϊο, διάγουν. Οικτείρουμε τους άτυχους. Έγώ δεν θάθελα, νώατόαο, ούτε πολύ ευτυχής ούτε τρισάθλιος νάμαι πάλι. Το άριστο ή μεσότητα. Στις κορυφές οι κίνδυνοι ελλοχεύουν, ενώ στα βάθη του κρημνού το ((σκώμμα)) σε προσμένει, ή χλεύη!

(Παλατινή 'Ανθολογία, Χ, 51)

ΙΠ. 'Ακόμη και σατυρικά επιγράμματα έχουν εμπνευσθεί οι επιγραμ­

ματοποιοί άπό τον Πίνδαρο. Ό Παλλάδας, λόγου χάρη, πού αναφέραμε μόλις προηγουμένως, σημειώνει σ' ενα επίγραμμα του ότι «εξ ανάγκης» πω­

λεί ο,τι πολυτιμότερο έχει. Και ό,τι πολυτιμότερο έχει δέν είναι παρά τα έργα δύο ποιητών: τοϋ Πινδάρου και του Καλλιμάχου. "Ετσι με τη σάτιρα αυτή εξαίρεται και πάλι ή προσωπικότητα και τό έργο του μεγάλου Θη­

βαίου. 'Ιδού το επίγραμμα:

Πουλώ τον Πίνδαρο και τον Καλλίμαχο. 'Ακόμη το βιβλίο τών «Κλίσεων» πουλώ. 'Ακούστε με: ((Πεινάω))! Ό Δωρόθεος σταμάτησε την αμοιβή για το ((Συντακτικό)) μου, αφού πρωτύτερα μ' εξόφλησε μ' ενα ασεβές του γράμμα. Μά, φίλε τών θεών, βοήθησε με! Σε ικετεύω! Δεν πρέπει να τελειώσω τή ζωή με ((σύνδεσμο)) τήν πεϊνα!

(Παλατινή 'Ανθολογία, IX, 175)

IV. Το συμπέρασμα άπό τή μικρή αυτή εργασία είναι, νομίζουμε, προ­

φανές. Ό Πίνδαρος καθ' όλους τους αιώνες, άπό τήν κλασσική εποχή εως τους βυζαντινούς χρόνους, δέν έπαυσε να αποτελεί τό ίνδαλμα και τό πρό­

τυπο τών λυρικών ποιητών. Και ό θαυμασμός αυτός συνεχίζεται, βεβαίως, και κατά τους μετέπειτα αιώνες και φθάνει εως τή σημερινή εποχή. Κι' αυτό δέν πρέπει, ασφαλώς, να ξενίζει ή να εκπλήσσει τον αναγνώστη. Οί μεγάλοι ποιητές θα συγκινούν και θα θαυμάζονται εσαεί. Είναι «εις τό διηνεκές» επίκαιροι και σύγχρονοι. Αυτή είναι ή μοίρα και ή δόξα τους!

Page 127: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

ΝΟΝΝΑΣ Δ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ALFRED MÉZIÈRES (1826­1915) ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ

1. Το ((αχρονολόγητο ταξίδι)).

"Οταν αναζητούσα πληροφορίες για τή Μονή τοϋ Στομίου1, πού βρί­

σκεται στην ανατολική πλευρά της "Οσσας, κατέφυγα και σέ περιηγητικά κείμενα, πού αναφέρονται στή Θεσσαλία2. "Ενα άπ' αυτά ήταν και τό: Mé­

moire sur le Pélion et l'Ossa τοϋ Alfred Mézières3. Tò έργο αυτό περιέχει μια περιγραφή τοΟ Πηλίου και της Όσσας, βασίζεται σέ περιήγηση τοϋ συγγραφέα στην περιοχή αυτή και ενδιαφέρει κυρίως όσους άσχολοΰνται με τήν ανατολική Θεσσαλία.

Στο κείμενο αυτό βρήκα αρκετές πληροφορίες4 για τή Μονή τοϋ Στο­

μίου και μάλιστα για τα χειρόγραφα πού είδε ό Mézières σ' αυτή. Δεν μπο­

ρούσα όμως να εξακριβώσω σέ ποια χρονολογία αντιστοιχούσαν οί ειδήσεις

1. Ή Μονή τοϋ Στομίου είναι γνωστή ώς Μονή τής Παναγίας και τοΟ αγίου Δημη­

τρίου. Βλ. Γ. Σ ω τ η ρ ί ο υ , Βυζαντινά Μνημεία τής Θεσσαλίας ΙΓ' και ΙΔ' αιώνος. 2. Ή Μονή τής Παναγίας και τοϋ 'Αγίου Δημητρίου παρά το Τσάγεζι (Κομνήνειον­Κονο­

μειό), Έπετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, τ. Ε' (1928), σσ. 349­375. 2. Τα έργα αυτά βρίσκει κανείς εύκολα στην εργασία τοϋ Ι. Κ. Χ α σ ι ώ τ η, Θεσ­

σαλική Βιβλιογραφία, πρώτη καταγραφή (1636­1962), Βόλος 1971. 'Υπάρχει και ένα άρθρο σχετικό μέ τους περιηγητές τής Θεσσαλίας: Γ. Μ ο υ γ ο γ ι ά ν ν η , Ξένοι περιηγητές στή Θεσσαλία πριν άπό το 1821, 'Αρχείο Θεσσαλικών Μελετών, τ. Β' (1973), σσ. 201­211.

3. Άπ' το αντίτυπο πού χρησιμοποίησα στή Γεννάδειο Βιβλιοθήκη φαίνεται ότι πρόκειται για αυτοτελές έργο πού κυκλοφόρησε στο Παρίσι τό 1853. "Οπως εξακρίβωσα αργότερα ή εργασία αυτή τοϋ Mézières δημοσιεύτηκε μέ τον ίδιο τίτλο και στο περιοδικό Archives des Missions Scientifiques et Littéraires, (AMSL), τ. 3 (1853), cahiers III­IVe , σσ. 149­266.

4. Λίγες σχετικά άπ' τις πληροφορίες αυτές είχε χρησιμοποιήσει και ό Γ. Σ ω τ η ­

ρ ί ο υ στην εργασία για τή Μονή τοϋ Στομίου πού σημείωσα πιο πάνω, σσ. 350 και 352, σημ. 1. Στο κείμενο τοϋ M é z i è r e s βρήκα εξι ολόκληρες σελίδες. Βλ. Mémoire, σσ. 96­102.

Page 128: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

606 Νόννας Δ. Παπαδημητρίου

αυτές. Ό συγγραφέας δε σημείωσε πουθενά, πότε έκαμε την περιήγηση5. "Ετσι ό αναγνώστης, πού θέλει να χρησιμοποιήσει τις πληροφορίες αυτές, λαμβάνει απλώς υπόψη τό έτος εκδόσεως του Mémoire (1853) σαν ενα ter­

minus ante quern. Δικαιολογημένα λοιπόν ό Sh. Weber στο συστηματικό ευρετήριο τών περιηγητικών έργων του ΙΘ' αιώνα γράφει για τό Mémoire ότι είναι: «study based in an undated journey to the region»6.

Μια μικρή έρευνα γύρω άπ' τα έργα του Mézières και τήν École Fran­

çaise d'Athènes7, της οποίας υπήρξε μέλος, είχε σαν καρπό τή συγκέντρωση πληροφοριών, πού αποκαλύπτουν όχι μόνον τό χρονικό διάστημα κατά τό όποιο έγινε ή περιήγηση, άλλα και πολλές άλλες ειδήσεις σχετικές μ' αυτή και με τό Mémoire.

2. ΟΙ αποστολές της «École Française d'Athènes».

Μάταια αναζητά κανείς ειδήσεις για τό Mézières στα έργα εκείνων πού ασχολήθηκαν με τον περιηγητισμό8, μάλιστα τον γαλλικό του ΙΘ' αιώνα9.

5. Το Mémoire κυκλοφόρησε χωρίς πρόλογο ή εισαγωγή. 6. Shirley W e b e r , Voyages and Travels in the Near East during the XIX century,

Princeton 1952, σ. 95. 7. Ή σχολή αυτή ιδρύθηκε, όπως είναι γνωστό, τό 1846 μέ σκοπό τήν αρχαιολογική

εξερεύνηση της χώρας μας, χωρίς βέβαια να παραθεωρεΐται και ή γαλλική επιρροή. Βοη­

θούσε νέους Γάλλους επιστήμονες να τελειοποιούν τις γνώσεις τους στην 'Ελληνική γλώσσα, αρχαιολογία και ιστορία. Βλ. σχετικό άρθρο στην 'Εγκυκλοπαίδεια Larousse Universelle en 2 volumes, Paris 1922, τ. 1, σ. 712.

8. Τό πιο γνωστό στο ελληνικό κοινό έργο σχετικά μέ τους περιηγητές είναι τό του Κ υ ρ . Σ ι μ ό π ο υ λ ο υ , Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα, τ.Α', 333 μ.Χ. ­ 1700, 'Αθήνα 1970, τ. Β' 1700­1800, 'Αθήνα 1972, τ. ΓΊ (1800­1810),Άθήνα 1975, Γ 2 (1810­1821), 'Αθή­

να 1975, και του ί δ ι ο υ , Πώς είδον οί ξένοι τήν Ελλάδα τοϋ 21, απομνημονεύματα, χρο­

νικά, ημερολόγια, υπομνήματα, αλληλογραφία εθελοντών, διπλωματών, ειδικών απεσταλ­

μένων, περιηγητών, πρακτόρων κ.ά., τ. Α' (1821­22), 'Αθήνα 1979, τ. Β'(1822­23), 'Αθήνα 1980, τ. Γ' (1823­1824), 'Αθήνα 1981. Πολύ κατατοπιστική (σαν εισαγωγή στον περιηγη­

τισμό) βρήκα τή μελέτη τοϋ Κ. Θ. Δ η μ α ρ δ, Ό Περιηγητισμός στον Ελληνικό χώ­

ρο, πού δημοσιεύτηκε στο συλλογικό έργο: Περιηγήσεις στον Ελληνικό χώρο, 'Αθή­

να 1968, σσ. 145­152. Κατάλογο τών περιηγητών παρουσίασε ό Ά λ[έξανδρος] Κ[α ρ ά λ η ς], Περιη­

γηταί, Έβδομάς, ετ. Γ , τ. Γ' (1886) σσ. 375­376, 387­389 (ΙΖ' αιώνας), 403­404 (IH' αιώνας), 417­418 (IH' αιώνας), 430­431 (IH' αιώνας), 441­442 (IH' αιώνας), 452­453 (ΙΘ' αιώνας), 465­468 (ΙΘ' αιώνας). Ό Καράλης σταματά στις δυο πρώτες δεκαετίες τοϋ ΙΘ' αιώνα.

9. Κατάλογο και βιογραφικά για τους Γάλλους περιηγητές τοϋ ΙΘ' αιώνα βλ. στο έργο τοϋ Eugène L ο ν i n e s c ο, Les voyageurs Français au XIX, siècle (1800­1900), Paris 1909. Βλ. επίσης Ν. J o r g a , Les voyageurs Français dans l'Orient Européen, Paris 1928. Τους σπουδαιότερους Γάλλους περιηγητές βλ. και στο έργο της Έ λ . Β ο υ ρ α ζ έ­

Page 129: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Ή αποστολή του Alfred Mézières στην 'Ανατολική Θεσσαλία 607

Λίγες πληροφορίες δίνει ό Felix Néve10 και ό G. Radei, πού έγραψε για το έργο τών υποτρόφων της École d'Athènes στα πρώτα χρόνια της. Στον κατάλογο τών υποτρόφων ό Radei αναφέρει το Mézières ώς δέκατο κατά σειρά μέλος και σημειώνει το όνομα του μαζί μ' εκείνα τών Beulé11 και Bertrand12, πού ήρθαν στην 'Αθήνα ώς υπότροφοι τοϋ 184913.

Ό Mézières βέβαια τό 1849 ήταν μόλις 23 ετών. Είχε αποφοιτήσει άπ' τήν École Normale14, όπου εϊχε σπουδάσει φιλολογία15 κι είχε πετύχει στο σχετικό concours d'admission για τήν École Française d'Athènes16. Ξεκί­

ναγε άπ' τή Γαλλία έχοντας σκοπό να επισκεφθεί τους αρχαιολογικούς χώ­

ρους της πατρίδας μας, τα μνημεία της, τις μεγαλύτερες πόλεις και ό,τι άλλο παρουσίαζε ενδιαφέρον17. Ένώ όμως ξεκίνησε για να ταξιδεύσει ελεύθερα και να γνωρίσει τήν Ελλάδα, τά πράγματα άλλαξαν.

Με διάταγμα της 7 Αυγούστου 1850 — ήταν τό πρώτο καλοκαίρι του Mézières στην Ελλάδα — ή Γαλλική Κυβέρνηση ανέθεσε τήν εποπτεία της École d'Athènes στην Académie des Inscriptions et Belles Lettres18. Ει­

δική επιτροπή της 'Ακαδημίας αυτής άρχισε τότε να προγραμματίζει επιστη­

μονικές αποστολές για τά μέλη της École d'Athènes, πού ήσαν υποχρεωμένα να της στέλνουν τά αποτελέσματα τών εργασιών τους στο Παρίσι με μορφή

λ η, Ό βίος τοϋ Ελληνικού λαοΰ κατά τήν Τουρκοκρατίαν επί τή βάσει τών ξένων περιη­

γητών, τεϋχος Α', Εισαγωγή, 'Αθήναι 1939, σσ. 143­230. 10. Felix N é v e , Voyageurs, ^savants, et artistes sur le sol de la Grèce, Bruxelles

1860, extrait de la Revue «La Belgique», τ. IX (1860), mai ­ avril. 11. Ό Charles Ernest Beulé (1826­1874) — γνωστός αρχαιολόγος και Γραμματεύς

τής 'Ακαδημίας Καλών Τεχνών (1862) — άφησε αξιόλογες μελέτες για τήν 'Ακρόπολη. 12. Πρόκειται για τον Alexandre Bertrand (1820­1902) πού άφησε επίσης αξιόλογες

αρχαιολογικές μελέτες. 13. G. Radet, L'École Française d'Athènes, Revue Encyclopédique Larousse,

άρ. τεύχ. 188 (10.4.1897), σ. 293. 14. Felix N é v e , όπ. πρ., σ. 15: «...cette École Française d'Athènes qui s'est cons­

tamment recruté dans l'École Normale...». 15. Για τις σπουδές τοϋ Α. Mézières και τήν αγάπη του στην Κλασσική Φιλολογία

θα γίνει λόγος και πιο κάτω. 16. G. R a d e t , οπ. πρ., σ. 292. 17. "Οπως θα σημειωθεί και πιο κάτω, ό Mézières ενδιαφερόταν κυρίως για τά ταξίδια.

Τ' αγαπούσε μέ πάθος τόσο αυτός όσο και τά άλλα μέλη τής Ecole d'Athènes, για τά όποια γράφει ό R a d e t , όπ. πρ., σ. 292: Les «Athéniens» sont avant tout des voyageurs .Toutes les générations d'Athéniens ont voyagé, exploré, rayonné non seulement dans la Grèce propre mais dans toutes les provinces de l'empire turc».

18. Στο γεγονός αυτό οφείλεται κατά τον Felix N é v e , όπ. πρ., σ. 15, ή ώθηση τών ερευνών τής Ecole.

Page 130: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

608 Νόννας Δ. Παπαδημητρίου

Description ή Mémoire. Τις εργασίες αυτές θα μελετούσε ειδική επιτροπή και θα τις παρουσίαζε σέ δημόσια συνεδρίαση της Académie19.

Στα Πρακτικά μιας παρόμοιας συνεδριάσεως βρίσκουμε πληροφορίες καί για τήν αποστολή στην "Οσσα. Τήν παρουσίαζε ό M. Guigniaut στις 12 Νοεμβρίου του 1852 ώς έξης: _­

«Είχατε ζητήσει άπό ενα μέλος της École να εξερευνήσει τις οροσειρές καί τή γύρω περιοχή της Όσσας και του Πηλίου, τις περιοχές της Άγιας καί της Ζαγοράς στή Θεσσαλία, άπ' τ' Άμπελάκια,τήν κοιλάδα τών Τεμπών καί τον Πηνειό μέχρι το Βόλο, τήν Ίωλκό καί το ακρωτήριο Σηπιάς, να ση­

μειώσει τις τοποθεσίες παλιών πόλεων, να συγκεντρώσει επιγραφές, να περι­

γράψει ή να αντιγράψει τα χειρόγραφα, τα βυζαντινά έγγραφα καί τα κάθε είδους ιστορικά ντοκουμέντα, πού θα είχαν ίσως διασωθεί στις μονές αυτής της λίγο γνωστής περιοχής»20.

Στή συνέχεια ό Guigniaut ανέφερε ότι τήν αποστολή αυτή ανέλαβε καί έφερε εις πέρας ό Α. Mézières. Πριν όμως προχωρήσουμε σ' όσα είπαν για το έργο του Mézières, πρέπει να σταθούμε λίγο στις χρονολογίες πού δίνουν ό Radei καί το Rapport της Académie.

'Εφόσον ό Mézières ήρθε στην Ελλάδα το 1849 καί εφόσον τον Νοέμ­

βριο του 1852 είχε ήδη καταθέσει τό Mémoire, εϊναι φανερό πώς το ταξίδι του στην 'Ανατολική Θεσσαλία γι' αυτή τήν ερευνητική αποστολή έγινε μεταξύ τών ετών 1849 καί 1852 καί πώς δεν πρόκειται για ένα απλό ταξίδι στην περιοχή της "Οσσας καί του Πηλίου, άλλα για μια mission scientifique (επιστημονική αποστολή)21 μέ σαφή καθοδήγηση καί συγκεκριμένους στό­

χους. Καρπός της επιστημονικής αυτής αποστολής υπήρξε το Mémoire, πού εκδόθηκε τό 1853 στο περιοδικό τών επιστημονικών αποστολών22.

3. Πληροφορίες άπ τήν αλληλογραφία τον Mézières.

Λεπτομερέστερες πληροφορίες για τήν επιστημονική αποστολή του Mézières στή Θεσσαλία βρίσκει κανείς στην αλληλογραφία του μέ τους

19. F e l i x N é v e , δπ. πρ., σ. 15. 20. Rapport fait à l'Académie des Inscriptions et Belles Lettres, dans la séance publi­

que du 12 novembre 1852, au nom de la commission chargée d'examiner les travaux envoyés par les membres de l'Ecole Française d'Athènes, par M. G u i g n i a u t , AMSL, τ. 3 (1853), cahier V, σσ. 268­269.

21. "Οτι ό Mézières είχε αναλάβει τήν εξερεύνηση της περιοχής του Πηλίου καί τής "Οσσας μπορούσε κανείς να το υποθέσει καί άπ' τον απλό καί λιτό επίλογο του Mémoire: «A Tempe s'arrêtaient mes recherches; la finit la Thessalie et commence un pays nouveau, la Macédoine, que je n'avais pas mission d'explorer». Βλ. Mémoire, σ. 115.

22. Πρόκειται για τό AMSL, τό όποιο περιλαμβάνει τόσο τις διάφορες Descriptions όσο καί τα Mémoires. Ό τόμ. 3 έχει 10 cahiers, πού εκδίδονταν άπό τό 1852 μέχρι το 1854.

Page 131: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Ή αποστολή του Alfred Mézières στην 'Ανατολική Θεσσαλία 609

γονείς του23. Πρόκειται για μια συλλογή 60 περίπου24 επιστολών, πού πα­

ρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον, γιατί περιέχουν τις νωπές εντυπώσεις του άπ' τους διάφορους τόπους κι είναι γραμμένες μέ απλότητα και χάρη.

'Από μια τέτοια επιστολή, πού γράφηκε στην 'Αθήνα στις 24 'Οκτω­

βρίου του 1851, μαθαίνουμε πώς ό Mézières ανέλαβε την αποστολή στο Πήλιο και στην Όσσα, μολονότι προτιμούσε να ασχοληθεί μέ τα νησιά του 'Ιο­

νίου25. ΤΗταν ωστόσο πολύ ευχαριστημένος, γιατί είχε βρει ενα εκλεκτό συνοδοιπόρο, αρχιτέκτονα υπότροφο της École de Rome. 'Απ' την ίδια τήν επιστολή μαθαίνουμε δτι επρόκειτο ν' αναχωρήσει για τήν αποστολή τήν επόμενη ήμερα — δηλ. στις 25 'Οκτωβρίου του 1851 —και πώς θάφθανε στή Μαγνησία περνώντας άπό Χαλκίδα, Ιστιαία κ.λπ. Προετοιμαζόμενος για τήν αποστολή εϊχε «καταβροχθίσει» τό έργο του Leake26 κι εϊχε κρατή­

σει πολλές σημειώσεις, πού πήρε μαζί του27. Έδώ πρέπει να αναφέρουμε πώς, όπως προκύπτει άπ' άλλες επιστολές,

ό Mézières είχε περάσει πάλι άπ' τή Θεσσαλία μεταξύ 22 'Απριλίου και 18 Μαΐου του 1851, του ϊδιου δηλ. έτους, μέ τήν ευκαιρία μιας ελεύθερης πε­

ριηγήσεως, πού πραγματοποίησε μέ τους Bertrand, Beulé καί J. Guigniaut28. Γνώριζε ήδη τα Φάρσαλα, τή Λάρισα, τα Τέμπη, τήν ανατολική "Οσσα, τα χωριά του Πηλίου, τον Παγασητικό κ.λπ.29.

23. Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Revue Internationale (RI) άπ' τό 1884­1887, μέ τον τί­

τλο: Lettres adressées à Madame Mézières par son fils, alors membre de l'Ecole d'Athènes. Ωστόσο απηύθυνε κατά καιρούς εξι γράμματα και προς τον πατέρα του, πού δημοσιεύθη­

καν μέ τον τίτλο: Lettres adressées à M. Mézières père, ancien recteur de l'Académie de Metz. Στον τόμο 15 (1887) οί επιστολές δημοσιεύτηκαν μέ τον τίτλο: Lettres adressées à ses parents par^M. Mézières alors membre de l'Ecole d'Athènes (δέκα επιστολές). Ή συγ­

κέντρωση των επιστολών αυτών θα μου ήταν αδύνατη αν δέ μέ εξυπηρετούσε ή μετεκπαι­

δευομένη στο Παρίσι εκλεκτή φίλη Νίκη Κουτράκου, στην οποία εκφράζω και άπ' τίς γραμμές αυτές θερμές ευχαριστίες.

24. Δέν εχω βεβαιωθεί ακόμα για τό συνολικό αριθμό. 25. R. Ι. τ. 11 (1886), σ. 186. Τα νησιά του 'Ιονίου είχε επισκεφθεί ό Mézières μεταξύ

4 Νοεμβρίου καί 17 Δεκεμβρίου 1850. Είχε δει τήν Κέρκυρα, τή Ζάκυνθο, τή Λευκάδα, τήν Κεφαλληνία και τήν 'Ιθάκη κι' είχε μείνει πολύ ευχαριστημένος άπ' τίς γνωριμίες του.

26. Πρόκειται για τό έργο τοϋ W. L e a k e , Travels in Northern Greece, London 1835,Τφωτοτυπική άνατύπωσις Amsterdam 1967.

27. RI, (3 année) τ. 11 (1886), σ. 186. 28. Ό J. G u i g n i a u t ήταν ανιψιός τοϋ Γραμματέα της Académie des Inscription

et Belles Lettres. Πέθανε στην 'Αθήνα σέ ηλικία 27 ετών άπό τύφο. Βλ. σχετικά τήν επι­

στολή της 25.12.1851, RI, τ. 15 (1887), σσ. 87­89. 29. Στις 22 'Απριλίου 1851 ό Mézières βρισκόταν στή Λαμία, στις 18 Μαΐου στην

Κέρκυρα. Άπό κει γράφει πώς μετά άπ' τή Λαμία πέρασαν τα έξης μέρη: Δομοκό, Λάρισα, κοιλάδα τών Τεμπών, παραλία της "Οσσας, χωριά του Πηλίου, Βόλο, Μετέωρα, Πίνδο, Γιάννενα κ.λπ. Για τίς δύο αυτές επιστολές βλ. RI, τ. 9 (1885), σσ. 61­65.

39

Page 132: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

610 Νόννας Δ. Παπαδημητρίου

Ή επιστολή πού δημοσιεύτηκε μετά από κείνη της 24 'Οκτωβρίου του 1851, γράφηκε στην Άμαλιάπολη (Μιτζέλα)30 στις 30 'Οκτωβρίου τοϋ ίδιου έτους. Περιέχει πληροφορίες για το ώς εκεί ταξίδι τους, για την φιλοξενία πού τους προσφέρθηκε κ. α.31.

Ή αμέσως επόμενη επιστολή γράφηκε 24 ήμερες αργότερα άπ' τή Θεσ­

σαλονίκη. Μεταφράζουμε ευθύς αμέσως τό μεγαλύτερο μέρος της, πού ανα­

φέρεται στην επιστημονική αποστολή στην Όσσα και στο Πήλιο.

4. Ή επιστολή της 23ης Νοεμβρίου 1851.

Θεσσαλονίκη, 23 Νοεμβρίου 1851 Ύστερα άπό πολλές στενοχώριες καί αναπόφευκτη σ' αυτή τήν εποχή

καθυστέρηση το ταξίδι μας πλησιάζει στο τέλος του. Τήν τελευταία φορά πού σας έγραφα, στην Μακρινίτσα32, δεν υποπτευόμουνα καθόλου, πώς θα μου χρειαζότανε τόσος καιρός για να φθάσω στή Θεσσαλονίκη. Βγαίνοντας άπ' τή Μακρινίτσα διασχίσαμε τό Πήλιο στο ψηλότερο σημείο του, ανάμεσα σε οξιές καί σέ θαυμάσιες καστανιές. Στην ανατολική πλευρά της Μαγνη­

σίας δέν κάναμε καθόλου ανακαλύψεις, όπως στα περίχωρα του Βόλου. 'Ερείπια δέν υπάρχουν παρά στή φαντασία των μελών τοϋ 'Ινστιτούτου. "Οσον άφορα τις επιγραφές δέν είναι λιγώτερο σπάνιες άπ' τις πέτρες. 'Ανακάλυψα όμως στην παραλία33 τό περιτείχισμα μιας πόλης πολύ παλιάς, πού δέν σημειώνεται σέ κανένα χάρτη καί πού πιστεύω ότι δέν τήν έχει δει ακόμα κανένας περιηγητής. Δυστυχώς τίποτε δέν μου επιτρέπει νά της δώσω ενα όνομα. Δέν πρέπει νά υπήρξε ποτέ κάτι περισσότερο άπό μια άσημη πόλη. Μερικοί τάφοι μέ μιά­δυό επιγραφές επιτύμβιες χωρίς αξία συμπλή­

ρωσαν ενα εύρημα, για τό όποιο άλλωστε δέν καυχώμαι καθόλου. Στή μέση ακριβώς τών ερευνών μου ό πυρετός, πού άπό καιρό σέ καιρό

επανέρχεται προσβλητικός, ήρθε νά μέ καταλάβει. Τον διέκοψα δραστήρια μέ μια ισχυρή δόση κινίνου, άλλα, άν καί δέν ξαναπαρουσιάστηκε άπό τότε, μου άφησε τό στομάχι σέ πολύ κακή κατάσταση.

Μπαίνοντας σ' ενα εξαιρετικά στενό λαιμό, μεταξύ της "Οσσας καί τοϋ Πηλίου, όπου βρίσκονται πολλά τούρκικα χωριά, είχα τήν ευκαιρία νά ανα­

καλύψω ενα­δυό λάθη του συνταγματάρχου Leake, πού — όπως φαίνεται —

30. Βρίσκεται στην δυτική ακτή του Παγασητικού κόλπου. 31. RI, τ. 11 (1886), σσ. 187­189. 32. (Σημ. έκδοτου της αλληλογραφίας): Αυτή ή επιστολή χάθηκε, όπως κι εκείνες

πού ε^ττειλε άπ' τή Σικελία. 33. Δέν σημειώνει έδώ ό Mézières σέ ποιο σημείο ακριβώς βρήκε το περιτείχισμα.

Page 133: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Ή αποστολή τοϋ Alfred Mezières στην 'Ανατολική Θεσσαλία 611

επισκέφθηκε αυτό τόν τόπο λίγο επιπόλαια. Ξαναδιέσχισα34 τήν κοιλάδα των Τεμπών συνεπαρμένος. 'Επιμένω να πιστεύω πώς δε μπορεί να δεί κανείς στον κόσμο τίποτε ωραιότερο. Λίγο πιο πέρα άπ' τήν κοιλάδα, στην ανατο­

λική πλευρά της Όσσας, μια μικρή έκπληξη μας περίμενε. Πήγαμε να πε­

ράσουμε τή νύχτα σ' ένα μοναστήρι μόνο και μόνο μέ τήν ελπίδα να βρούμε εκεί ενα καλλίτερο κατάλυμα άπ' ο,τι στο Khami35. Έκεΐ όμως βρήκαμε πολύ περισσότερα. Αυτό τό μοναστήρι, πού φαίνεται εξαιρετικά παλιό, πρέπει να ιδρύθηκε στα χρόνια τοϋ 'Ιουστινιανού. Κρύβει κίονες ρωμαϊκούς και βυζαντινούς και κυρίως ορισμένα χειρόγραφα. 'Αναλογισθείτε, αγαπητοί μου γονείς, τή χαρά μου, (αναλογισθείτε) εμένα πού καραδοκούσα τήν ευ­

καιρία και για τό πιο μικρό βυζαντινό έγγραφο, για να ικανοποιήσω τό πρόγραμμα τοϋ 'Ινστιτούτου. Δυστυχώς τα χειρόγραφα ήταν σκωληκό­

βρωτα, όλα σέ πολύ κακή κατάσταση εκτός από ενα: τα Τέσσερα Ευαγγέλια τοϋ Δ' αίώνα36 μέ πολύτιμες μινιατούρες και περιθωριακές σημειώσεις ενός επισκόπου της Λάρισας, πού ήταν σύγχρονος μέ τή Σύνοδο της Νίκαιας37. "Ολο τό χειρόγραφο ήταν γραμμένο σέ εξαιρετικής ποιότητας περγαμηνή και μέ χρυσά γράμματα.

Χωρίς να ζητήσω τήν άδεια των μοναχών άρχισα να βάζω τό χειρόγρα­

φο κάτω άπ' τα σκεπάσματα μου, υποσχόμενος στον εαυτό μου να μή τό καταστρέψω. Ό τοϋρκος αστυνομικός πού μέ συνόδευε, εύρισκε ότι (τό χει­

ρόγραφο αυτό) ήταν καλό απόκτημα και μέ ενθάρρυνε πολύ νά τό πάρω μαζί μου χωρίς νά πώ τίποτε. Αυτό δέν τό διανοήθηκα. 'Ήθελα πολύ νά τό κρατήσω, άλλα μέ τήν προϋπόθεση νά πληρώσω ανάλογα τήν αξία του.

34. Για τήν πρώτη επίσκεψη τοϋ Mezières σ' αυτά τα μέρη γράψαμε πιο πάνω βλ σ. 609 του άρθρου αύτοΰ καί σημείωση 29 της ϊδιας σελίδας.

35. 'Εννοεί πιθανώς ό Mezières χάνι. Σαν τοπωνύμιο το «Khami» δέν μου είναι γνωστό.

36. Ή χρονολόγηση τοϋ χφ. είναι βέβαια λανθασμένη. Ό Mezières δέν είχε διδαχθεί ποτέ του Παλαιογραφία. Γι' αυτό το κενό τών γνώσεων του παραπονείται συχνά στους γονείς του (RI, 3 année, τ. 10, V livraison [1886], σ. 609). Χρονολόγησε απλώς τό χφ. μέ βάση τον 'Αχίλλειο Λαρίσης καί τήν παρουσία του στην Α' Οικουμενική (325) χωρίς νά λάβει υπόψη τή μορφή της γραφής του ή τό περιεχόμενο του. Περιγραφή τοϋ χφ. αύτοϋ καί χρονολόγηση βρίσκουμε καί σ' άλλα περιηγητικά κείμενα πού γράφηκαν από εμπειρό­

τερους περιττά παλαιογραφικά θέματα περιηγητές. Τις συμπληρωματικές αυτές πληροφο­

ρίες καθώς καί άλλες για τα χφ. της Μονής τοϋ Στομίου δίδω στή διδακτορική μου δια­

τριβή. 37. 'Εννοεί τον άγιο 'Αχίλλειο — αρχιεπίσκοπο Λαρίσης — πού κατά τήν παράδοση

έλαβε μέρος στις εργασίες της Α' Οικουμενικής Συνόδου πού έγινε στή Νίκαια τό 325 μ.Χ. Στο Mémoire (σ. 102) τόν αναφέρει μέ τό ονομά του καί σαν ενα φωστήρα της Συνόδου αυτής.

Page 134: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

612 Νόννας Δ. Παπαδημητρίου

Στο σημείο αυτό δεν κατάφερα να συνεννοηθώ με τους μοναχούς. Είχα να κάνω με ανθρώπους πού γνώριζαν τήν αξία αύτοϋ πού τους άνηκε και ήταν διατεθειμένοι μάλλον να ανεβάσουν τήν τιμή παρά να τήν κατεβάσουν. Δεν ήθελαν να το αποχωρισθούν με λιγότερα άπα 3.000 πιάστρα τουρκικά, πού αντιστοιχούν σε 700 δικά μας φράγκα. Αυτό το ποσό ξεπέρναγε τους πόρους μου. Έπρεπε λοιπόν να παραιτηθώ απ' τήν αγορά τών Τεσσάρων Ευαγγελίων με τις σημειώσεις του 'Επισκόπου της Λάρισας. Μοΰ απομένει ή ελπίδα να αγοραστεί άπ' τήν Κυβέρνηση. Θα ήταν κρίμα να αφήσουμε να μας ξεφύγει ή ευκαιρία να πλουτίσουμε τήν 'Εθνική μας Βιβλιοθήκη με τόσα λίγα έξοδα. 'Αρκέστηκα σ' ενα σωρό από παλιά χαρτιά ανάμεσα στά όποια αναγνώρισα χειρόγραφα με έργα του αγίου 'Ιωάννου του Χρυσοστόμου και του Με­

γάλου Βασιλείου. Μοΰ στοίχισαν συνολικά 80 φράγκα. Α. Mézières

5. Ή χρονολόγηση της αποστολής τον Mézières στην ανατολική Θεσσαλία.

Οί ημερομηνίες τών επιστολών πού έστειλε ό Mézières: 1) άπ' τήν 'Αθή­

να (24.10.1851), 2) άπ' τήν Άμαλιάπολη (30.10.1851), 3) άπ' τή Θεσσαλονίκη (23.11.1851) και 4) άπ' τήν Αθήνα πάλι (5.12.1851) μας επιτρέπουν να συμ­

περάνουμε με βεβαιότητα πώς ό Alfred Mézières έλειψε άπ' τήν 'Αθήνα για τήν αποστολή στο Πήλιο και στην Όσσα άπ' τις 25 'Οκτωβρίου μέχρι τις αρχές Δεκεμβρίου του 1851, δηλ. επί εξη περίπου εβδομάδες. Ή καθ' αυτό αποστολή άρχισε μετά τις 31 'Οκτωβρίου, τελείωσε δε στις 23 Νοεμβρίου. Έτσι οί πληροφορίες πού δίνονται στο Mémoire του Mézières μπορούν πια να χρησιμοποιούνται με τή χρονολόγηση της αποστολής. Προέρχονται δηλ. άπ' όσα είδε και κατέγραψε ô Mézières άπό 1­22 Νοεμβρίου του 185138.

6. Τόπος καΐ χρόνος συγγραφής τον Mémoire.

Ή χρονολόγηση της αποστολής στο Πήλιο και στην "Οσσα (Νοέμβριος του 1851) και ή ημερομηνία της συνεδρίας της Académie des Inscriptions

38. "Οταν είχα τελειώσει τή σύνταξη αυτής τής εργασίας βρήκα πώς για τήν École Française d'Athènes ό G. Radet είχε γράψει — πολύ αργότερα άπό το άρθρο του — και μια μεγάλη εργασία 500 περίπου σελίδων: G. R a d e t , L'Histoire et l'Oeuvre de l'École Française d'Athènes, Paris 1901. Σ' αυτή τήν εργασία ό Radet αναφέρει το Mézières ώς ενδέκατο κατά σειρά μέλος τής Ecole (σ. 450). Σημειώνει επίσης ότι ή περιήγηση του στή Θεσσαλία έγινε άπό 25 'Οκτωβρίου μέχρι 4 Δεκεμβρίου 1851 χωρίς να αναφέρει που βρήκε τήν πληροφορία (σ. 317). Δεν αναφέρεται καθόλου στην αλληλογραφία του Mézières. "Ετσι νομίζω ότι ή προσφορά τής μικρής αυτής εργασίας όχι μόνον δεν μειώνεται, άλλα αυξάνει γιατί κατοχυρώνει τή χρονολόγηση τοϋ Radet και γιατί είναι λεπτομερέστερη.

Page 135: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Ή αποστολή τοϋ Alfred Mézières στην Ανατολική Θεσσαλία 613

et Belles Lettres, στην οποία παρουσιάσθηκε το Mémoire (12.11.1852) δεί­

χνουν ολοφάνερα πώς ό Mézières έγραψε το Mémoire μεταξύ Δεκεμβρίου του 1851 και 'Οκτωβρίου του 1852. Που βρισκόταν όμως ό Mézières την εποχή αυτή;

Άπ' τήν αλληλογραφία και πάλι. μαθαίνουμε πώς άπ' το Δεκέμβριο του 1851 μέχρι τουλάχιστον το Φεβρουάριο τοϋ 1852 ό Mézières βρισκόταν στην 'Αθήνα39 και πώς αν εξαιρέσει κανείς ενα ταξίδι στην Κρήτη40, κύρια απασχόληση του ήταν ή επεξεργασία τοϋ ύλικοΰ, ή συμπλήρωση της βι­

βλιογραφίας και ή σύνταξη τοϋ Mémoire41. Για ολ' αυτά ενημέρωνε σχολα­

στικά τους γονείς του κι ιδιαίτερα τον πατέρα του42, άπ' τον όποιο μάλιστα ζητοΰσε σαν συμπληρωματική βιβλιογραφία τα έργα των Clarke43 και Hol­

land44, πού δεν τάβρίσκε στην 'Αθήνα45. Στις αρχές Φεβρουαρίου τοϋ 1852 ό Mézières έγραφε πώς είχε τελειώσει

τό μισό Mémoire, άλλα ή δουλειά του δεν προχωρούσε γρήγορα, γιατί υπέ­

φερε άπό πυρετούς46. Προσπαθοΰσε ωστόσο να μή χάνει χρόνο, ζοΰσε χωρίς διασκεδάσεις κι έβλεπε ελάχιστους ανθρώπους.

'Απ' τις 26 Φεβρουαρίου μέχρι τις 4 Μαρτίου ό Mézières βρισκόταν στή Σμύρνη47. 'Από κεί και πέρα δεν ξέρουμε τί απέγινε. Στο Παρίσι βρι­

σκόταν οπωσδήποτε τό Νοέμβριο τοϋ 1852.

7. Τί πίστευε δ Mézières για τήν αξία τοϋ Mémoire και πώς το είδαν οι κρι­

τές του.

Τό διάταγμα της 7 Αυγούστου 1850 και οί νέες υποχρεώσεις των μελών της École d'Athènes, για τις όποιες μιλήσαμε πιο πάνω, προκάλεσαν αντί­

δραση στους «Athéniens» (όπως συνήθιζαν να αποκαλούνται τα μέλη της

39. Ή τελευταία επιστολή πού βρήκα γραμμένη άπό τήν 'Αθήνα είναι ή τής 10 Φε­

βρουαρίου 1852. 'Ακολουθούν 3 άπό Σμύρνη. Βλ. RI, τ. 15 (1887), σσ. 97­103. 40. Μέσα Φεβρουαρίου επισκέφθηκε τήν Κρήτη. Βλ. RI, τ. 15 (1887), σ. 97­99. 41. RI, τ. 15 (1887), σσ. 86­87, 90, 91, 96. 42. Ό Louis Mézières (1793­1872) ήταν πρύτανις τής 'Ακαδημίας τοϋ Metz. Παρακο­

λουθούσε αυστηρά τήν πορεία των σπουδών τοϋ Alfred κι' εκείνος έδιδε πάντα προσοχή στή γνώμη τοϋ πατέρα του.

43. Ε. C l a r k e , Travels in various countries of Europe, Asia and Africa by —, London 1810­1823, τ. 6.

44. Η. H o l l a n d , Travels in the Ionian Isles, Albania, Thessaly, Macedonia etc. during the years 1812 and 1813, London 1815.

45. RI, τ. 15 (1887), σσ. 87, 95. 46. RI, τ. 15 (1887), σσ. 96. 47. RI, τ. 15 (1887), σ. 98.

Page 136: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

614 Νόννας Δ. Παπαδημητριού

École Française d'Athènes)48. Tò Σεπτέμβριο του 1850 ό Mézières έγραφε μια Description της Λακωνίας49, άφοϋ είχε προηγηθεί ή σχετική περιήγηση. "Αρχισε τότε να αντιμετωπίζει τα διάφορα προβλήματα της συγγραφής και τίς δυσκολίες πού παρουσίαζε ή αντιμετώπιση τους. "Εγραφε λοιπόν στους γονείς του στις 27.9.1850 τα έξης:

«Τέτοιες εργασίες δεν είναι εντελώς δική μας δουλειά. Δέν είμαστε οΰτε γεωγράφοι οΰτε ακόμα περισσότερο ιστορικοί, άλλα απλώς φιλόλογοι50

κι (αυτό) ή 'Ακαδημία φαίνεται να το ξεχνά λίγο. Ό ϊδιος ό 'Υπουργός θέλει να γίνουμε πολυμαθεΐς... Ό σκοπός μας δέν είναι λοιπόν να εισδύσουμε στο πνεύμα των αρχαίων, να μελετήσουμε τα έργα τους σχολιάζοντας τους τό­

πους (πού αναφέρονται σ' αυτά) και να φέρουμε στή Γαλλία μία διδασκαλία πιο ζωντανή και πιο πλούσια;»51.

ΤΗταν φανερό πώς ό Mézières μέ τίς απαιτήσεις αυτές του νέου διατά­

γματος αισθανόταν αποπροσανατολισμένος. 'Αντί να ταξιδεύει ελεύθερα έπρεπε τώρα να περνά ώρες ολόκληρες στή Βιβλιοθήκη της École d'Athènes αναζητώντας βιβλιογραφίες, προγενέστερους περιηγητές κ.λπ. Αισθανόταν και εκτός της επιστήμης του.'Ενώ ήταν φιλόλογος, τώρα έπρεπε να εργαστεί μέ αρχαιολογικά και γεωγραφικά δεδομένα. "Ομως εκπλήρωσε τό χρέος του μέ υπευθυνότητα, ακρίβεια και πληρότητα.

Στις 5 Δεκεμβρίου του 1851 έγραφε στους γονείς του τα έξης: «Για να κά­

νω τό χρέος μου, ώς προς τό πρόγραμμα του 'Ινστιτούτου, έκανα μια περιή­

γηση πολύ κοπιαστική, πού διήρκεσε πέντε εβδομάδες, σέ μια εποχή πολύ λίγο κατάλληλη, σέ μια περιοχή πού γνώριζα κατά τό μεγαλύτερο μέρος και πού θα μπορούσα να περάσω να ξαναδώ. Πιστεύω πώς θάναι ευχαριστημένοι μαζί μου. "Αν τό γραπτό μου υστερεί, αυτό δέν θά οφείλεται σέ ανακρίβεια, γιατί επισκέφθηκα τους τόπους όσο πιο σχολαστικά μπορούσα, χωρίς να αφήσω ανεξερεύνητη οΰτε μια γωνιά»52.

48. G. R a d e t, L'École Française d'Athènes, Revue Encyclopédique Larousse, άρ. τεύχ. 188 (10­4­1897), σ. 292.

49. Description de la Laconie par Alfred M é z i è r e s , ancien membre de l'Ecole d'Athènes (χωρίς τόπο και χρόνο εκδόσεως) Imprimerie Impériale. Ή Description αυτή κυκλοφόρησε μέ τον γενικότερο τίτλο: Fragments d'un voyage dans le Péloponnèse, exécuté en 1850 par MM. Bertrand, Mézières et Beulé, membres de l'École Française d'Athènes, στο AMSL, τ. Ill (1853), cahiers VII­VIII, σσ. 379­424. Ή Description αύτη είναι τό πρώτο έργο του Mézières. Κυκλοφόρησε όμως μετά τό Mémoire. Στο συστηματικό κατάλογο τών περιηγητών τοϋ ΙΘ' αιώνα τοϋ S h. W e b e r , ή Description αύτη δέν περιλαμβάνεται καί πρέπει να προστεθεί.

50. Ή μετέπειτα καρριέρα του τον δικαίωσε. Ό Mézières έγινε καθηγητής της Ξέ­

νης Φιλολογίας στή Nancy κι ύστερα στή Sorbonne (1863­1898). 51. RI, 2e année­τ. 6 (1885), σ. 14. 52. RI, 3e année­τ. 15 (1886), σ. 83.

Page 137: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Ή αποστολή του Alfred Mézières στην 'Ανατολική Θεσσαλία 615

Ωστόσο, επειδή ό Mézières είχε ήδη γνωρίσει τις περιοχές της Ελλά­

δος, πού έχουν αρχαιολογικούς χώρους και διασωθέντα μνημεία53, εύρισκε πώς ή περιοχή της "Οσσας και του Πηλίου ήταν δευτερεύουσας σημασίας. Πίστευε όμως ότι ό ϊδιος ήταν σέ πλεονεκτική θέση, γιατί το θέμα του ήταν εντελώς νέο και γιατί οί διηγήσεις τών Leake και Dodwell του φαινόταν τώρα ασήμαντες και ελλιπείς54.

Καιρός όμως να δούμε πώς βρήκε τήν εργασία του Mézières ό Guigniaut, γραμματέας της Académie des Inscriptions et Belles Lettres, πού ασχολήθηκε μέ τό Mémoire και πού — όπως είπαμε και πιο πάνω — τό παρουσίασε στή δημόσια συνεδρίαση της 12 Νοεμβρίου 1852.

« Ό Mézières αφοσιώθηκε μέ μια σπάνια δύναμη στις έρευνες πού απαι­

τούσε ενα παρόμοιο θέμα. Και πρώτα άπ' όλα θέλησε να μελετήσει λεπτομε­

ρώς επί τόπου σ' ενα δεύτερο ταξίδι ό,τι μπόρεσε απλώς να διατρέξει και να δει εν παρόδω στο πρώτο.

Ά π ' αυτές τίς επί τόπου παρατηρήσεις τις πολύ προσεκτικές, πού συγ­

κρίνονται μέ τις περιγραφές της αρχαιότητας και του Μεσαίωνα καθώς επί­

σης και μέ τις σύγχρονες περιγραφές, απαρτίσθηκε μια εργασία ιΐου ή επι­

τροπή μας έκρινε πολύ αξιόλογη και πού ανταποκρίθηκε στις κύριες προ­

ϋποθέσεις του προγράμματος πάνω άπ' τίς προσδοκίες μας. Δέν δειλιάζουμε να πούμε ότι ή έκθεση του Mézières μπορεί ν ' αντικαταστήσει όλες τις άλ­

λες και ότι τίς ελέγχει και τις διορθώνει σ' ενα μεγάλο αριθμό σημείων, ότι είναι πληρέστερη και ότι διακρίνεται άπό μια αρμονική σύνδεση κλασσικών μνημείων τών τελευταίων χρόνων, και ότι συζητά μέ κριτική σχεδόν πάντα τόσο συνετή στο βάθος όσο ισχυρή και λιτή στή μορφή»55.

Συνεχίζοντας ό Guigniaut τήν εισηγητική του έκθεση πάνω στο Mé­

moire πού τόβρισκε «σοφό»56 και «άξιο πόνημα ενός μέλους της École πού βρισκόταν για τρίτο χρόνο στην Ελλάδα»57 έλεγε: «"Ισως, κύριοι, να λέ­

χθηκαν αρκετά για να δικαιώσουμε τους επαίνους (πού είπαμε) για τήν ερ­

γασία τοΰ κ. Mézières, για να χαρακτηρίσουμε μέ παραδείγματα και μέ χωρία τήν εξαιρετική μέθοδο περιγραφής και έρευνας και τον τρόπο του τον απλό, αυστηρό, γεμάτο οξύνοια, χωρίς λεπτολογίες, ζωντανό όταν πρέ­

πει, μα ποτέ πομπώδη»58.

53. Για τα πολλά ταξίδια του θα γράψω σύντομα ενα άρθρο. 54. RI, τ. 15 (1887), σ. 89 (έπιστ. 6 Ιανουαρίου 1852). 55. AMSL, τ. Ili ­Ve cahier, Paris 1853, σ. 269. 56. Αυτόθι, σ. 278. 57. Αυτόθι, σ. 268. 58. Αυτόθι, σ. 272.

Page 138: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

616 Νόννας Δ. Παπαδημητρίου

Προς το τέλος της εκθέσεως έ£ής:

«Άφοϋ ζωγραφίσει σαν ποιητής να περιγράψει σαν γεωγράφος και να

του ό Guigniaut έγραφε και τα

και άρτίστας ό Mézières δέν ξεχνά διηγηθεί σαν ιστορικός»59.

59. AMSL, τ. Ili ­ Ve cahier, Pariç 1853, σ. 277.

Page 139: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Δ. ΤΣΕΒΑ Εισαγγελέως 'Εφετών

ΟΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΙ ΩΣ ΕΚΦΡΑΣΤΑΙ ΤΗΣ ΑΥΘΕΝΉΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ*

Α'. ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Ή Θέμις ως τάξις δικαίου, ώς παγκόσμιος ηθική τάξις, έχει μυθικήν την προέλευσιν και πάλαιαν — άρχέγονον — τήν παράδοσιν εις τον ιστο­

ρικόν αυτόν χώρον. 'Απαντάται εις τον "Ομηρον και ιδιαιτέρως εις τον Ή ­

σίοδον. Εις τήν Θεογονίαν του ό Ησίοδος αναφέρει ότι ό Ζευς δευτέραν σύζυγον έλαβε τήν λαμπράν Θέμιδα και άπέκτησεν έξ αυτής τρεις θυγατέ­

ρας: «Εύνομίην τε, Δίκην τε και Εΐρήνην τεθαλυΐαν» (ανθούσαν) (στ. 901­904). Αϊ όνομασίαι αύται αντιστοιχούν εις ήθικάς προσωποποιήσεις. Πιστοποιείται τοϋτο εκ των εξής: α) από τους γνωστούς και περίφημους στίχους του Πινδάρου (Όλυμπιόνικος XIII, 6) :

«Έν τή γαρ Ευνομία ναίει, κασίγνηταί τε, βάθρον πολίων ασφαλές Δίκα και όμότροφος Ειρήνα, ταμίαι άνδράσι πλούτου, χρύσεαι παίδες εύβούλου Θεμιτός»

και β) από έτέραν περιγραφήν τοϋ 'Ησιόδου εις το έργον του «"Εργα και ήμέ­

ραι». Καταφερόμενος εκεί κατά τοϋ αδελφού του Πέρση δια τήν προσγενο­

μένην εις βάρος του άδικίαν λέγει εις αυτόν τα έξης: « Ό γιος του Κρόνου ώρισε τα ψάρια και τα θεριά και τα πουλιά να τρώνε το ενα τ' άλλο, μα στους ανθρώπους έδωκε τήν δικαιοσύνη, πούναι άπ' όλα τα αγαθά το μεγαλύτερο» (στ. 275­280).

Ευρισκόμεθα εις τήν πρό τοΰ 7ου π. Χ. αι. περίοδον και φθάνει μέχρις ημών σήμερον ό αντίλαλος της αγωνιώδους αυτής επικλήσεως περί δικαιο­

σύνης και ό χαρακτηρισμός της ώς του μεγαλυτέρου αγαθού τών ανθρώπων. Και έκτοτε άπό τους Σόλωνα, Δράκοντα, Λυκοΰργον και τους λοιπούς Νο­

μοθέτας, τους Πυθαγόραν, Τππόδαμον τον άπό Μιλήτου, Πλάτωνα, Άριστο­

τέλην και τους λοιπούς φιλοσόφους, τους Ήλιαστάς και Άρεοπαγίτας, τους Λυσίαν, Αισχίνην, Δημοσθένην, Ύπερείδην και το πλήθος τών

* Διάλεξις όργανωθεΐσα υπό τοϋ Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός τήν 20ήν Νοεμβρίου 1982, ήμέραν Σάββατον και ώραν 7.30 μ. μ.

Page 140: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

618 Δημητρίου Τσεβα

άλλων ρητόρων, μέχρι και των Ρωμαίων και των Βυζαντινών, φωτεινή και διαπλαστική διαγράφεται ή μακρά του δικαίου πορεία εις τα πλαί­

σια του Ελληνικού και Έλληνογενοϋς Κόσμου της αρχαιότητος και των μέσων χρόνων. Ή Θέμις καί ή Δίκη μεταλλάσσονται εις Δικαιοσύνην, ή θεοκρατική άντίληψις αντικαθίσταται από τον φιλοσοφικον στοχασμόν καί ή Δικαιοσύνη εισέρχεται εις τήν σκηνήν της 'Ιστορίας των ανθρωπίνων κοινωνιών καί χαρακτηρίζεται αρετή μεγίστη καί πρώτη, μήτηρ καί τροφός όλων τών αρετών του ανθρώπου.

Β'. Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΩΣ ΑΥΘΕΝΤΙΑ

Ή Δικαιοσύνη αποτελεί το ηθικόν καί πνευματικόν θεμέλιον της κοι­

νωνίας. Είναι στοιχεΐον έκ τών ών ούκ άνευ δια τήν κοινωνικήν εύταξίαν, τήν ήθικήν ύγείαν της κοινωνίας, τήν χρηστότητα τών ηθών της καί τάς χρυσας ελπίδας του μέλλοντος της. Διό καί ό θείος Αυγουστίνος έδίδασκεν ότι: «άνευ του κύρους καί της αυθεντίας της Δικαιοσύνης δεν θα ήτο δυνατός κοινωνικός βίος, μα καί αν ήτο, ούδεμίαν θα είχε πλέον άξίαν». Ευλόγως, όθεν, υποστηρίζεται ότι ή Δικαστική Εξουσία δεν είναι μόνον ή τρίτη τών συντεταγμένων εξουσιών της Πολιτείας άλλα καί φορεύς αυθεντίας, διότι υπηρετεί τό ιδεώδες της Δικαιοσύνης καί εϊναι όντότης πνευματική. 'Υλο­

ποιεί εις εκφρασιν ζωής παλλόμενης δ,τι ώς ιδέα καί αίσθημα δικαιοσύνης κυριαρχεί εις τήν κλήσιν άλλα καί τήν φύσιν της ανθρωπινής συνειδήσεως. Καί προς τοϋτο, εν τη εφαρμογή του εκάστοτε κειμένου δικαίου, αντλεί άπό τήν άκένωτον πηγήν του αιωνίου, υπερβατικού καί ύπερκοσμίου ιδεώδους της Δικαιοσύνης, τό όποιον ανευρίσκεται μεν εϊς πάντας τους νόμους, εις ούδένα όμως αυτών αναλίσκεται, ούτε καί εξαντλείται.

Τό δίκαιον είναι ανταύγεια καί μορφή τοϋ εσωτερικού ήθους. Καί ήθος είναι ο κώδιξ της ηθικής συμπεριφοράς τοϋ άνθρωπου, πού ρυθμίζει τάς πράξεις καί εκδηλώσεις του καί έχει τρία, κατά βάσιν, στηρίγματα: τήν πίστιν εις τον σκοπόν της ζωής, τήν άγάπην προς τον συνάνθρωπον καί τήν ελπίδα, τήν προσδοκίαν, ενός μέλλοντος καλλιτέρου (βλ. Ευ. Παπανούτσου, 'Ηθική,'Αθήνα 19703, σ. 436, Τοϋ ιδίου, Μέτρα της εποχής μας,'Αθήνα 1981, σ. 240). Είναι διαρκής καί αγωνιώδης ή άναζήτησίς τοϋ άνθρωπου δια τό α­

ληθές, τό ορθόν καί τό δίκαιον. Καί εις αυτήν τήν αγωνιώδη προσπάθειαν υφίσταται, σταθερός πάντοτε οδηγός, ενα έσώτατον συναίσθημα δικαιοσύ­

νης, «δίκης καί αΐδοΰς», εμφυτον είς κάθε άνθρωπον, «πού όχι σπάνια ή κοι­

νωνική καί πολιτική διαφθορά τό κρύβει άπό τήν ψυχήν μας» (βλ. Κ. Τσά­

τσου. Ή Κοινωνική Φιλοσοφία τών αρχαίων Ελλήνων, 'Αθήνα 19702 σ. 67). Μέσω της δικαστικής λειτουργίας διεγράφη ή μακρά τοϋ δικαίου πο­

ρεία είς τους κόλπους τών ανθρωπίνων κοινωνιών άπό της νηπιακής τοϋ κόσμου ηλικίας μέχρις ου οί άίδιοι σπόροι τοϋ δικαίου μετεβλήθησαν είς

Page 141: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οί δικαστικοί λειτουργοί ώς έκφρασταί της αυθεντίας της Δικαιοσύνης 619

«τους ακραιφνείς της δικαιοσύνης κανόνας»! Ή δικαιοσύνη είναι αξία ει­

ρηνική, εσωτερική και αυτόνομος. Είναι ή πρώτη αρετή της πλατωνικής ηθικής και ισότιμος τής αγάπης κατά τήν χρίστιανικήν διδασκαλΐαν. «'Ε­

πάνω άπ' όλες τις πράξεις — διδάσκει ô Κων. Τσάτσος, άναλύων τον Πλά­

τωνα — επάνω άπό όλα τα άτομα, τα άξια και τα ανάξια, πρέπει να κυριάρ­

χηση ή ιδέα τής δικαιοσύνης, πού δεν είναι παρά ό Λόγος, εφαρμοσμένος στον κόσμο τής πράξης. Μέ όλες τις αρετές συνθεμένες κατά τή δικαιοσύνη και οδεύοντας προς το αγαθό δουλεύει ή ψυχή του καλού κάγαθοϋ άνθρωπου. Μέ τήν εναρμόνιση όλων των αρετών και προεξέχουσαν τήν δικαιοσύνην γίνεται ή ψυχή ενότητα και ό άνθρωπος προσωπικότητα» (βλ. Κ. Τσά­

τσου, ενθ' άνωτ., σ. 130). Ή δικαιοσύνη αποτελεί πνευματικόν μέγεθος μείζον τής εννοίας του «κύρους», διότι, πέραν και πλέον τής γενικής παρα­

δοχής της, στηρίζεται, πρέπει να στηρίζεται, εις τήν άνωτέραν ποιότητα των εκφραστών της. Και ενώ ή διαλεκτική τής δυνάμεως, τής σκοπιμότητος και τοϋ εξαναγκασμού αποτελούν τήν εκφρασιν τής πολιτικής εξουσίας, ή γαλήνη και ή πραότης, ή αμεροληψία και ή άντικειμενικότης, ή λογικότης και ή πειθώ, ό σεβασμός και ό θαυμασμός και ή εντεύθεν ελλογος και εκού­

σια υποταγή πρέπει να αποτελούν τής δικαιοσύνης τήν πνευματικήν κορύφω­

σίν και δίκαίωσιν. Διότι: «εν τή δικαιοσύνη συλλήβδην πάσα εστίν αρετή» (Θέογνις και Φωκυλίδης). Θα μου έπιτραπή, εντεύθεν, εν συμπεράσματι να τονίσω ότι υποτιμά και υποβιβάζει τήν δικαιοσύνην ή άποψίς, κατά τήν οποίαν ή ενιαία εξουσία τής Πολιτείας ασκείται μέσω δύο μόνον λειτουρ­

γιών, τής Νομοθετικής και τής 'Εκτελεστικής και ότι τής τελευταίας ταύτης είδικωτέρα μορφή είναι ή Δικαστική λειτουργία (βλ. Κ. Τσάτσου, Πολιτι­

κή, 'Αθήνα 19752, σ. 198). Και μαζί μέ τον Μεγάλον τοϋ Γένους Διδάσκαλον, τον άείμνηστον Εύάγγ. Παπανοΰτσον, να υποστηρίξω τα εξής: «Δεν συμ­

βαίνει απλώς να υπάρχει και να απονέμεται μέσα στην πολιτεία ή δικαιο­

σύνη, άλλα ή πολιτεία ώς οργάνωση και θεσμός έγινε για να υπάρχει και να απονέμεται ή δικαιοσύνη ώς περιφρούρηση και άμυνα ηθική εναντίον τής πλεονεξίας και τής αυθαιρεσίας τών φύσει και θέσει ισχυρών» (Πολιτεία και Δικαιοσύνη, 'Αθήνα 1976, σ. 31). Το Κράτος τών κλασσικών Ελληνι­

κών Χρόνων έκίνείτο μεταξύ δύο πόλων, τής δυνάμεως και τής αγωγής. Καί άνεγνωρίζετο ότι κριτή ριον δια τήν έπιδίωξιν τοΰ κοινού συμφέροντος ήτο το δίκαιον, ή δίκη. Έπ ' αυτού είχε θεμελιωθή ή ευνομία, δι' αυτής δέ και ή ευδαιμονία τής πόλεως. Κατά τον Πρωταγόραν αγωγή εις τήν ύπηρε­

σίαν τοΰ Κράτους, σημαίνει άγωγήνείς τήν ύπηρεσίαντής δικαιοσύνης (βλ. W. Jaeger, Παιδεία, τόμ. Α', μτφρ. Γ. Βέρροιου; 'Αθήνα 1968, σ. 359).

Page 142: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

620 Δημητρίου Τσεβα

Γ . ΟΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΙ

Οί δικαστικοί λειτουργοί είναι οι έκφρασταί της Δικαιοσύνης και επι­

τελούν έργον μέγιστον, αυτόχρημα ιερόν. Φέρουν το βάρος του γοήτρου και της αυθεντίας της Δικαιοσύνης ή καθίστανται δια της συμπεριφοράς των ή διάψευσις, ή άπογοήτευσις και ή χλεύη της αποστολής της. 'Απολαύουν πλήρους λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας και κατά την άσκησιν τών καθηκόντων των είναι ελεύθεροι, κρίνουν κατά συνείδησιν, ενεργούν κατά τάς δικαιοδοτίκάς πεποιθήσεις των, υπόκεινται μόνον εις τό Σύνταγμα και τους νόμους και εν ουδεμία περιπτώσει υποχρεούνται να συμμορφοϋνται προς διατάξεις τιθεμένας κατά κατάλυσιν του Συντάγματος. Ή Δικαιοσύνη είναι αδιαχώριστος άπό τήν έλευθερίαν, διότι ή μία είναι έγγύησίς τής ετέ­

ρας. «"Οταν ύπεραναβής τήν όδόν τής δικαιοσύνης — γράφει εις τά 'Ασκη­

τικά του ό άγιος 'Ισαάκ ό Σύρος — τότε προσκολληθήση τη ελευθερία εν παντί πράγματι». Υπεράνω τών γραπτών εγγυήσεων περί ισονομίας, ισο­

πολιτείας, δημοκρατίας κ.λπ. κείται ή συνείδησίς του δικαστικού λειτουρ­

γού. Και μόνον αύτη αποτελεί τήν τελικήν εγγύησιν τής ελευθερίας, τής δημοκρατίας και τών θεσμίων.

Ή προσωπικότης του δικαστικού λειτουργού είναι σύνθεσίς επιστη­

μονικής καταρτίσεως, έργατικότητος και λαμπρού ήθους. Και ώς προς μέν τήν έπιστημονικήν κατάρτίσιν και τήν φιλοπονίαν δέν προσήκει ιδιαιτέρα τις τών στοιχείων τούτων άνάπτυξις και άνάλυσίς. 'Αρκεί ενταύθα να το­

νίσθή ή ανάγκη άρτιας, ει δυνατόν, επιστημονικής καταρτίσεως και να ύπομνησθή ή Συνταγματική πρόβλεψις περί εκπαιδευτικής και δοκιμαστι­

κής περιόδου τών δικαστικών λειτουργών μέχρι του διορισμού των ώς τα­

κτικών (αρθρ. 88, παρ. 3, Συντ. 1975). Εις τά πλαίσια τής τοιαύτης προβλέ­

ψεως θα ήδύνατο να θεσμοθετηθή στάδιον ειδικής επιμορφώσεως τών δικα­

στικών λειτουργών δια τής διοργανώσεως ειδικών σεμιναρίων ή Κέντρων μεταπτυχιακών ή δικαστικών σπουδών. Πάντα ταύτα όμως δύναται να κά­

λυψη ή θερμουργός δύναμις τής ψυχής του φιλότιμου, ευαίσθητου και υπευ­

θύνου δικαστικού λειτουργού, άρκεΐ να ύπάρχη ή κατάλληλος υποδομή. Διό και δίδομεν μείζονα εμφασιν και προτάσσομεν τό λαμπρόν ήθος εκ τών στοι­

χείων τής προσωπικότητος τοΰ δικαστικού λειτουργού. Έφ' όσον τό δίκαιον είναι ή ανταύγεια τοΰ ήθους, ό εκφραστής τοΰ δικαίου πρέπει να είναι και τών δύο — δικαίου και ήθους — ζώσα έκδήλωσίς. Αί πολλαί γνώσεις και ή μεγάλη μόρφωσίς μόναι χωρίς τον παράλληλον ψυχικόν έξοπλίσμόν είναι στοιχεία ανεπαρκή, ελλιπή καί ίσως επικίνδυνα. Έσυνήθιζον να λέγουν εις τήν Άγγλίαν περί τών δικαστών ότι δια τήν όρθήν άπονομήν τοΰ δικαίου αρκεί ή άκεραιότης τοΰ χαράκτηρος των. Τό απόφθεγμα είναι κατά τό φαι­

νόμενον μόνον ύπερβολικόν, διότι τήν έλλείπουσαν έπιστημονικήν κατάρ­

τίσιν δύναται να συμπλήρωση ή επιμέλεια περί τήν ερευναν, ή λογική και

Page 143: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οί δικαστικοί λειτουργοί ώς έκφρασταί της αυθεντίας της Δικαιοσύνης 621

ή ορθή κρίσις, ουδέν όμως υπάρχει, δυστυχώς, άναπλήρωμα δια την έλλεί­

πουσαν ήθικήν ύποδομήν και ή ανερμάτιστος ηθικώς δικαστική προσωπι­

κότης άφίεται αχαλίνωτος και ασύδοτος εις τον φρενήρη στροβιλίσμον τών παθών της. 'Ιδού λοιπόν ή έπικινδυνότης της άνευ ηθικών ανασχέσεων επι­

στημονικής καταρτίσεως. Δυνάμεθα εντεύθεν να ύποστηρίξωμεν ότι ή συμ­

περιφορά και ή δρδσίς του δικαστικού λειτουργού είναι προεχόντως ηθο­

πλαστική. Ή ορθή τών νόμων εφαρμογή, ή εν πνεύματι δικαιοσύνης μετά πειθούς έπίλυσίς τών διαφορών και ή ζώσα συμπεριφορά τοΰ δικαστικού λειτουργού συντελούν εις τήν άπάλυνσιν τών παθών, τήν ανύψωσιν τών ηθών και τον πολιτίστικόν άναβαθμόν της κοινωνίας. Διό και κυριολεκτοΰ­

μεν λέγοντες ότι δέν είναι μόνον έργον της διανοίας άλλα και τοΰ ήθους απαύγασμα ή απονομή τοΰ δικαίου!

Ή άρτία, όθεν, έπιτέλεσις τοΰ δικαστικού έργου προϋποθέτει γνώσιν τοΰ νόμου και προσήλωσιν εις αυτόν, καθαράν και άγαθήν συνείδησιν, αντικειμενικότητα και άμεροληψίαν. Υπέρ πάντα ταΰτα όμως προϋποθέτει φρόνημα ελεύθερον, εύψυχίαν, ακεραιότητα χαρακτήρος, βαθεΐαν συναίσθη­

σίν ευθύνης και άκραν άφοσίωσιν εις τό καθήκον. Δέν είναι δυνατόν να κατα­

στρωθούν συγκεκριμένοι δεοντολογικοί κανόνες προσδιοριστικοί της εν προκειμένω ορθής συμπεριφοράς. 'Ανευρίσκεται αύτη εις τάς κειμένας δια­

τάξεις (τό Σύνταγμα και τους νόμους) και τροφοδοτείται αενάως από τήν άγρυπνον καί γρηγορούσαν συνείδησιν τής δικαστικής ιδιότητος. Είναι ανάγκη όμως και πάλιν να τονίσθή ότι ή συνείδησις τοΰ δικαστικού λειτουρ­

γού είναι τό βάθρον τής εννοίας τής δικαιοσύνης και ή θέλησίς αύτοΰ είναι ό προμαχών και ή έσχατη δοκιμασία τής ελευθερίας και τής δημοκρατίας!

1. Ή Ενψυχία καί το ελεύθερον φρόνημα είναι αί πρώται μεγάλαι άρε­

ταί τής προσωπικότητος τοΰ δικαστικού λειτουργού. Καθίστοΰν τούτον πρά­

γματι άτρωτον, άνεξάρτητον και ελεύθερον. Διότι τό κρυστάλλινον ήθος του αποκρούει άδιστάκτως καί απορρίπτει υπερηφάνως τάς πάσης φύσεως επι­

δράσεις, έπιρροάς ή καί άπειλάς, πολιτικάς ή καί φιλικάς. «"Οταν ή πολιτική εισέρχεται εις τον περίβολον τών Δικαστηρίων — διεκήρυσσεν επιγραμ­

ματικούς ό Guizot— ή δικαιοσύνη εξέρχεται εξ αύτοΰ». Δια να μήν έξέλθη δμως καί να μήν ύποκύψη εις τάς φιλικός παραινέσεις, τάς ευγενείς υποδεί­

ξεις, τους ανεπαίσθητους επηρεασμούς, τάς καταθλιπτικός πιέσεις καί τάς απροκάλυπτους άπειλάς, πρέπει να διαθέτη φρόνημα ύπερήφανον καί ψυχι­

σμόν άκατάβλητον! Να γνωρίζη ότι τό ήθος τής Δικαιοσύνης είναι ήθος ελευθερίας καί ότι

ο ίδιος είναι ό εκφραστής αύτοΰ τοΰ ήθους καί ακόμη ότι ή απονομή τοΰ δικαίου δέν είναι συνάρτησίς πολιτικών πεποιθήσεων ή κοινωνικών αντιλή­

ψεων, άλλ' ανεπηρέαστος, άπροσωπόληπτος καί ϊση, έναντι πάντων, εφαρ­

μογή τοΰ νόμου. Να έμπνέηται από τήν φδήν τοΰ Όρατίου προς τον Αΰγου­

Page 144: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

622 Δημητρίου Τσεβα

στον, κατά την οποίαν: «τον δίκαιον δεν μετακινεί ούτε το άγριωπον βλέμμα του επιμόνου τυράννου, οΰτε ό ήγεμών της δίνης του ανήσυχου Άδρία Νό­

τος, οΰτε ή μεγάλη χειρ του πυρφόρου Διός», και να παραδειγματίζεται άπα τον Άναστ. Πολυζωΐδην, τον θρυλικόν δικαστήν του Γένους, όταν απειλού­

μενος, λακτιζόμενος και βιαίως προς την εδραν του Δικαστηρίου συρόμενος ϊνα άπαγγείλη την καταδίκη ν του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα διετύ­

πωνε τα έξης αθάνατα ρήματα: «το μεν σώμα μου δύνασθε να κάμψητε, τον στοχασμόν μου όμως και την συνείδησίν μου δέν θα δυνηθήτε να παραβιά­

σητε»! 2. Άκεραιότης καί δύναμις χαρακτηρος έτερα μεγάλη αρετή του δικα­

στικού λειτουργού. Ό δικαστής δέν ζή δια τον εαυτόν του, άλλα δια τό σύνο­

λον. Είναι εντεταγμένος και στρατευμένος εις τήν ύπηρεσίαν της κοινωνίας και τών συνανθρώπων του. Ή Δικαιοσύνη δέν είναι ύπόθεσίς της τάξεως των νομικών, αλλ' ολοκλήρου τοϋ λαού και του "Εθνους. Τό έργον του δικαστι­

κού λειτουργού είναι συνεχής ιερουργία και καθημερινή προσφορά εις τον πάνσεπτον της Δικαιοσύνης Ναόν και προϋποθέτει άφιλοκέρδειαν, αντικει­

μενικότητα, εύπρέπειαν και εύγένειαν. Ή άφιλοκέρδεια εμπνέει τήν προσ­

φοράν και αποκλείει τήν ίδιοτέλειαν, τάς ύλικάς άπολαυάς και τήν δωροδο­

κίαν. Ή άντικειμενικότης αγνοεί τάς εύνοιας, τάς προτιμήσεις και τήν άνι­

σον τών υποθέσεων μεταχείρισιν και εξωθεί είς τό ϊσον, ανεπηρέαστο ν και άπροσωπόληπτον της εφαρμογής τοΰ δικαίου. Ή ευπρέπεια δίδει τό μέτρον τοΰ δικαστικού ήθους, διότι προϋποθέτει συμπεριφοράν ευγενή και κοσμίαν, κοινωνικός διασυνδέσεις και σχέσεις άπλας, τυπικάς, όμαλάς και κοσμίας και συναλλαγάς φανεράς, συνεπείς και ανεπηρέαστους, άνευ δηλ. προβολής ή επικλήσεως της δικαστικής ιδιότητος. 'Αποδεχόμενος τήν γνώμην τέως ανωτάτων δικαστικών λειτουργών υποστηρίζω ότι ή ελληνική πραγματικό­

της επιβάλλει πολλούς και μεγάλους περιορισμούς είς τήν ίδιωτικήν ζωήν τών δικαστικών λειτουργών τής χώρας. Διότι παντού καί πάντοτε ελλόχευε! ό κίνδυνος: είτε τής παρεξηγήσεως εν αγνοία των (συνέφαγε μέ τον Χ, άρα επηρεάζεται ή «μιλιέται»), είτε τής ενθαρρύνσεως τοΰ θράσους τών αναί­

σχυντων, ίνα επιχειρήσουν προσέγγισιν ή αποτολμήσουν έπηρεασμόν, οπότε καί αν άπεκρούσθη ούτος, παραμένει, ίσως, είς τους τρίτους ή εσφαλμένη έντύπωσίς ότι υφίσταται δυνατότης καί προσεγγίσεως καί επηρεασμού τοΰ δικαστικοΰ λειτουργοΰ. Καί επικαλούμενος εν τούτω τήν άποψιν τοΰ Δημ. Μαργέλλου, επιτίμου Προέδρου τοΰ 'Αρείου Πάγου, υποστηρίζω ότι: «στε­

ρείται καί τής ελαχίστης πείστικότητος ή εκδοχή ότι οί δικαστικοί λειτουρ­

γοί προσπορίζονται μεγαλυτέραν έπαγγελματικήν ικανότητα, αναλόγως τής εύρύτητος τοΰ κύκλου τών κοινωνικών των σχέσεων, εάν συχνάζωσιν είς πολυτελή κέντρα καί γενικώς δια τής πλούσιας καί επιδεικτικής διαβιώσεως. 'Αντιθέτως μάλιστα υπ' αύτάς τάς συνθήκας είναι αδύνατον να παραμείνη

Page 145: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οί δικαστικοί λειτουργοί ώς έκφρασταί της αυθεντίας της Δικαιοσύνης 623

άτρωτος και αλώβητος ή έξωθεν καλή μαρτυρία τοϋ δικαστού» (Ή Ελληνική Δικαιοσύνη, [Κατάστασις ­ Προβλήματα], τ. 1, Αθήναι ­ Κομοτηνή 1981, σ. 40). Θα ήδύναντο ένταΰθα να προστεθούν τα εξής: α) Αί κοσμικαί σχέ­

σεις οδηγούν και τους μάλλον άκαμπτους εις τήν δημιουργίαν συνθηκών ασυναίσθητου και ανεπαίσθητου κάμψεως της δικαστικής συνειδήσεως, ό συγχρωτισμός αίρει τον σεβασμον προς τήν Δίκαιοσύνην επιφέρων έξίσωσιν μεταξύ δικάζοντος και δίκαζομένου και αί εκ τών τοιούτων συναναστροφών υποχρεώσεις άμοιβαιότητος δύνανται να οδηγήσουν εις επισφαλείς και επι­

κίνδυνους εξελίξεις τον δικαστήν. β) Ή αδυναμία χαράκτηρος είναι αρχή ολέθρου δια τον δικαστικόν λειτουργον εις τήν περίπτωσιν ταύτην. Διότι αί φίλικαί παρεμβάσεις ευδοκιμούν ευκόλως εις τοιαύτας δικαστικάς συνειδή­

σεις και οί επηρεασμοί είναι συνήθεις και άνετοι παρά συναδέλφων, προϊ­

σταμένων ή τρίτων. Και ό αδυνάτου χαράκτη ρος δικαστικός λειτουργός δέν δύναται να κράτηση τήν έπιβαλλομένην άπόστασιν και να άποθαρρύνη τον αναιδή και θρασύν, καθιστάμενος ύποχείριον επηρεασμών και πιέσεων!

3. Ή σνναίσθησις της υψηλής αποστολής του και ή άκρα προσήλωσις είς το καθήκον ολοκληρώνουν το πάνθεον τών δικαστικών αρετών. Ό δικα­

στής δέν γεννάται, ούτε διαμορφοϋται δια του διορισμού του. Τουναντίον ό διοριζόμενος οφείλει να διάπλαση εαυτόν είς «δικαστήν». Και θα τό έπιτύχη αν αίσθανθή τήν κλήσιν τήν Ίεράν και πιστεύση βαθύτατα είς τήν μεγάλην αποστολή ν του· αν άρθή υπεράνω του βιοπορισμού και του επαγ­

γελματισμού είς τήν σφαΐραν της αποστολής και του κοινωνικού λειτουρ­

γήματος* αν δαμάση και άπαρνηθή εαυτόν καί πιστεύση ότι ή Δικαιοσύνη είναι ύπόθεσίς ολοκλήρου της κοινωνίας, τοΰ λαού καί τοΰ "Εθνους και έκ τών αρετών ή πρώτη τε καί μεγίστη! Πάντα ταύτα όμως προϋποθέτουν υπάρ­

χον καί καΐον τό έσωτερικόν πυρ της ψυχής καί τήν σφραγίδα της δωρεάς, τον έρωτα της Δικαιοσύνης, καί απαιτούν αύταπάρνησιν, δόνησιν ίεραπο­

στολικήν, δύναμιν ψυχής θερμουργόν καί συνείδησιν άγρυπνον, άκαμπτον, γρηγορούσαν και καθαράν. Δια να καταπολεμηθούν τα εσωτερικά προσωπι­

κά ελαττώματα καί αί άτέλειαι τοΰ χαράκτη ρος, όπως προκαταλήψεις, παθο­

λογική συναΐσθηματικότης, συμπάθειαι, προτιμήσεις καί κλίσεις, αντιπά­

θεια, κακότης καί φθόνος, εγωισμός καί υπεροψία, περιφρόνησίς καί αδια­

φορία. Καί ή μέν συνείδησίς αυτού να παραμένη πάντοτε γρηγορούσα εις άναζήτησιν τοΰ αληθούς καί όρθοΰ, ή δε ψυχή του άσπιλος καί καθαρά «εί μέλλει καλή κάγαθή ούσα κρινείν ύγιώς τα δίκαια» (βλ. Πλάτωνος, Πολιτεία Γ' 409a).

Δικαιούμεθα συνεπώς να ύποστηρίξωμεν ότι ό δικαστικός λειτουργός πρέπει να εϊναι φώς είς τήν κοινωνίαν. Καί ώς προς μέν τήν έκτέλεσιν τοΰ δικαιοδοτικοΰ του καθήκοντος να επιζητή καί να δέχεται αγογγύστως τον καλόπιστον ελεγχον καί τήν άντικειμενικήν κριτικήν — διότι αί έξουσίαι

1

Page 146: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

624 Δημητρίου Τσεβα

του πηγάζουν εκ του λαοϋ και υπάρχουν υπέρ αύτοϋ και του "Εθνους και ακό­

μη διότι είναι ελεύθερος ό δημόσιος έλεγχος των οργάνων της Πολιτείας — ώς προς δέ τάς λοιπάς ­ ίδιωτικάς εκδηλώσεις του να διαβιοΐ με εντιμότητα και εύπρέπειαν, με σωφροσύνην και σύνεσιν. Να είναι υπόδειγμα και ή αρετή ζώσα!

Δ'. ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΣΗΜΕΡΟΝ — ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΓΪΡΟΟΠΤΙΚΑΙ

Και ανακύπτει ήδη καίριον τό ερώτημα: 'Ανταποκρίνονται σήμερον οί δικαστικοί λειτουργοί προς την ύψηλήν άποστολήν των και είναι αληθείς έκφρασταί της αυθεντίας της Δικαιοσύνης; 'Από ύπεύθυνον και κορυφαΐον έκπρόσωπον της Πολιτείας διετυπώθη τελευταίως ή άποψις ότι ή Δικαιο­

σύνη εις τάς ημέρας μας «είναι απαράδεκτα υποβαθμισμένη» (δήλωσίς Πρω­

θυπουργού, βλ. Έφημ. της 26­10­1982), ενώ πολύς εξ έτερου έγένετο θόρυβος δια του τύπου μέ έπίκεντρον τήν Δικαιοσύνην ώς σύνολον και βαρύτατοι διετυπώθησαν χαρακτηρισμοί ή και υπαινιγμοί κατ' αυτής. "Ενας πέπλος καθολικής υποψίας έρρίφθη επί τής Δικαιοσύνης και παρεδόθη αύτη βορά εις τήν κατάκρισιν, τον διασυρμόν και τό σκάνδαλον ! Χωρίς διάθεσιν άπο­

λογητικήν έναντι των διαπιστώσεων και του θορύβου και χωρίς τοποθέτη­

σιν ύπερασπίστικήν έναντι των δικαστικών λειτουργών — και κατ' έπέκτα­

σίν του ομιλούντος — διερωτώμαι και μαζί μου πλήθος, ασφαλώς, δικαστι­

κών λειτουργών: Υφίσταται πράγματι πρόβλημα Δικαιοσύνης εις τάς ημέ­

ρας μας και — αν ναι — ποίον τό μέγεθος και ή εκτασίς τούτου και τίς ό υπεύθυνος ή τίς πταίει, ώς θα ελεγεν ό Χαρ. Τρικούπης; Μακράν του θορύ­

βου τής 'Αγοράς και έκτος του βεληνεκούς του λιθοβολισμού και τών ρύπων, ας προσεγγίσωμεν μετ' ευλάβειας τό θέμα μας και ίχνηλατοΰντες τό πρόβλη­

μα, ας άκούσωμεν έκ βαθέων έξομολογητικόν τον άντίλαλον τής ψυχής μας. 'Υφίσταται πράγματι πρόβλημα Δικαιοσύνης εις τάς ημέρας μας, όχι όμως εις βαθμόν έξαχρειώσεως και ύποβαθμίσεως απαραδέκτου. Φοβούμαι ότι ή υπερβολή επηρεάζει τήν ακριβή εικόνα και καλύπτει τάς αληθείς διαστάσεις τοϋ θέματος και ή ισχυρά συναισθηματική φόρτίσίς τροφοδοτεί μέχρις έκ­

ρηκτικότητος τους χαρακτηρισμούς και τάς αντιστοίχους περιγραφάς. Τό πρόβλημα τής Δικαιοσύνης εις τήν Χώραν μας σήμερον είναι πε­

ρισσότερον πρόβλημα δομών και σχέσεων αυτής μέ τήν έκτελεστικήν έξου­

σίαν και όλιγώτερον πρόβλημα ποιότητος στελεχών. Υφίσταται βεβαίως και πρόβλημα στελεχών, συναρτάται όμως τούτο αμέσως και επηρεάζεται πλήρως άπό τάς κρατούσας σήμερον εις τον χώρον τής Δικαιοσύνης δομικάς καταστάσεις: ώς προς τήν άνεξαρτησίαν της και τάς σχέσεις της μέ τάς λοι­

πάς λειτουργίας τής Πολιτείας. Διότι έάν άνεπτύχθησαν άνθη κακού εις τον 'Ιερόν περίβολον τής Δικαιοσύνης, και άλλοι παράγοντες, πέραν τοϋ συγκε­

κριμένου δικαστικού ήθους, διηυκόλυναν τήν άνθοφορίαν των! Μία άναλυ­

Page 147: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οί δικαστικοί λειτουργοί ώς έκφρασταί τής αυθεντίας της Δικαιοσύνης 625

τική παράθεσις των υποχρεώσεων της Πολιτείας έναντι της Δικαιοσύνης θα ενεργοποίηση τον προβληματίσμόν μας, θα τοποθέτηση άνάγλυφον και άμφΐπλευρον τήν εύθύνην και θα αποκάλυψη τον ενοχον όπου υπάρχει! Και ΐδού αί απόψεις μας. Ή Πολιτεία έχει τάς ακολούθους έναντι της Δικαιοσύ­

νης υποχρεώσεις: 1) Να υπόκειται πρώτη αυτή εις το Σύνταγμα και τους νόμους, να σέβεται

και να έκτελη τάς δικαστικάς αποφάσεις και να διαφυλάττη το κΰρος των δικαστικών λειτουργών. Δια να έμπεδωθη ή άντίληψις του Κράτους δικαίου και να έδραιωθη εις απαντάς τους πολίτας ή πίστις ότι υπεράνω πάντων, ανεξαρτήτως εξουσιών και ασχέτως ιδιοτήτων και αξιωμάτων, ϊσταται — κυρίαρχος και μόνος «δυνάστης» — ό νόμος, ισοδύναμος και ισόκυρος, και να καταπολεμηθή ή άντίληψις ότι δύναται ή έπηρεάζουσα τήν Βουλήν πο­

λιτική­έκτελεστική εξουσία να άποφασίζη κατά το δοκούν αύτη, μερολη­

πτικώς υπέρ μεμονωμένων ατόμων ή καταστάσεων. Διότι τότε καταρρακοΰ­

ται ή δικαστική αυθεντία, περιφρονούνται αί δικαστίκαί αποφάσεις και ή Δικαιοσύνη άπό όχυρόν της ελευθερίας και της Δημοκρατίας μεταβάλλεται εις άθυρμα της πολιτικής εξουσίας και θεραπαινίδα τών εκάστοτε ισχυρών και κρατούντων.

2) Να επιλέγγ] τους καλλίτερους, θα ελεγον τους αρίστους, δια τήν στε­

λέχωσιν του Δικαστικού Σώματος. Και δια τήν τοιαύτη ν επιλογήν δεν αρ­

κούν μόνον αί παρεδρίκαί εξετάσεις, άλλ' απαιτούνται πρόσθετοι ερευναι, έξαντλητικαί και πολύπλευροι, εφ' όλων τών τομέων εκδηλώσεως της αν­

θρωπινής προσωπικότητας, δια να άναζητηθή και άνευρεθη τό πρόσφορον ψυχολογικόν και πνευματικόν ύλικόν, δια του οποίου θα διαπλασθή τό σπα­

νίζον δίκαστικόν ήθος και θα κατασκευασθή τό βάθρον, επί του οποίου θα στηθή ή προσωπικότης του δικαστού. Και ή έρευνα αύτη καθίσταται κατ' εξοχήν αναγκαία έπί περιπτώσεων αθρόας εισαγωγής στελεχών εις τό Σώ­

μα. Διότι υφίσταται μέγας τότε ό κίνδυνος ή σπάνις τών δικαστικών αρετών να έξαφανίσθή εις τό άπειρον πλήθος της μετριότητος και να ύποβαθμίσθή σοβαρώς ό γενικός δείκτης ποιότητος τών δικαστικών λειτουργών. Και εις τάς περιπτώσεις ταύτας μείζον εμφανίζεται τό χρέος τοΰ Δικαστικού Σώμα­

τος, όπως, δια τών αρμοδίων οργάνων του, έπιλέγη τους άριστεΐς δια τους ανωτέρους και ανωτάτους βαθμούς. Ή δυνατότης δμως αυτή εξαφανίζεται όταν, ύπείκουσα εις πιέσεις και συνδικαλιστικός διευθετήσεις, ή Πολιτεία παρεμβαίνη πολλάκις και αύξάνη δυσαναλόγως τάς όργανικάς θέσεις. Οί πάντες τότε, βεβαίως, ανέρχονται, δυνάμει τής αρχαιότητος, μέχρι της κο­

ρυφής τής δικαστικής πυραμίδος, φοβούμαι όμως ότι δεν συμπορεύεται μετ' αυτών εις τήν άνοδον και ό δείκτης ποιότητος τής Δικαιοσύνης! Χρειάζεται επομένως μείζων ευαισθησία, ύπευθυνότης και προσοχή εις τήν άντιμετώ­

πισιν τοΰ προβλήματος. Διότι αί δικαστίκαί συνειδήσεις δέν διακριβοϋνται

40

Page 148: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

626 Δημητρίου Τσεβα

μέ μόνας τάς παρεδρικάς εξετάσεις, ούτε μορφοποιούνται με τάς εκθέσεις επιθεωρήσεως. Είναι καρποί αγωγής και ακαμάτου εσωτερικού αγώνος, τρό­

παια πνευματικού διαλόγου, ψυχικής ανθοφορίας απαύγασμα. 3) Να έξασφαλίζη τάς προϋποθέσεις δια τήν προσέλκυσιν τών αρίστων

εις το Αικαστικον Σώμα. Και αί προϋποθέσεις αύται δεν είναι μόνον κίνητρα υλικά, άλλα και μεγέθη πνευματικά. Είναι ό τρόπος και αί συνθήκαι ζωής των δικαστικών λειτουργών, ό όγκος τής εξοντωτικής εργασίας των. Ή Πο­

λιτεία ουδέποτε έμερίμνησε να άποκαθάρη, κατά το εϊδος και την βαρύτητα, τάς δικαστικός διενέξεις και να έλαφρύνη, εντεύθεν, το δυσβάστακτον σή­

μερον βάρος τών δικαστικών υποθέσεων. Πλήθος υποθέσεων ασήμαντων, ή έπίλυσίς και διευθέτησίς τών οποίων θα ήδύνατο να έπιτευχθή μέσω τής Διοικήσεως και διαφόρων επιτροπών, ποινικοποιεΐται και λαμβάνει τήν ά­

γουσαν προς τα ακροατήρια τών δικαστηρίων. Ουδείς φραγμός τίθεται δια τήν άσκησιν ενδίκων μέσων και ουδεμία αυστηρά κύρωσίς επιβάλλεται εις τον άνευ λόγου, αδίκως ή καταχρηστικώς καταφεύγοντα εις τήν Δικαιοσύ­

νη ν. Ούτω όμως είσερχόμεθα εις ενα φαϋλον κύκλον πολυνομίας και διαρκώς βυθιζόμεθα εις τό τέλμα τής πολυδικίας! Δεν είναι, επομένως, περίεργον ότι τό δικαστίκόν λειτούργημα έν Ελλάδι δέν έγένετο ποτέ πόλος έλξεως μόνον τών αρίστων ώς δόνησίς ψυχική και εσωτερικός παλμός πνευματικής προσφοράς. Υπήρξαν βεβαίως φωτεινά δικαστικά αναστήματα και αί ά­

κραΐαι περιπτώσεις τών Ιεραποστόλων και άρνητών τής ζωής, οι όποιοι ένεδύοντο τήν δικαστικήν τήβεννον και είσήρχοντο εις τό άσκητήριον του δικαίου. Είναι οί μάρτυρες και ζηλωταί τής Δικαιοσύνης, ή ζύμη του δικα­

στικού λειτουργήματος. Οί μάρτυρες όμως και οί ζηλωταί είναι σπάνιοι και κατέστησαν σπανιώτεροι εις τάς ημέρας μας. Και τό μέγα πρόβλημα τής στελεχώσεως τής Δικαιοσύνης άπό ετών ήδη ή Πολιτεία έπεζήτησε να επί­

λυση δια τής τεθλασμένης. Αντί τής παροχής κινήτρων και τής προσφοράς εγγυήσεων έμείωσε τα προσόντα τών δικαστικών λειτουργών (τυπικά και ουσιαστικά) και ηυξησε δυσαναλόγως προς τάς άφομοίωτικάς δυνατότητας του Σώματος τον αριθμόν τών διοριζομένων. Ή τοιαύτη όμως άντιμετώπισις του προβλήματος δέν αποτελεί λύσιν άλλ' έπιδείνωσιν και περιπλοκήν προ­

καλεί, διότι υποβαθμίζει τήν στάθμην τής όλότητος τών δικαστικών λει­

τουργών και δημιουργεί στρατιάς επαγγελματιών υπαλληλικής νοοτροπίας εις τον δικαστίκόν κλάδον. Και είναι εύκολος πλέον ή άλωσις τής Δικαιο­

σύνης εκ τών ένδον! 4) "Η πολιτική, οιοσδήποτε και αν είναι ο κομματικός εκφραστής της,

οφείλει να παραμείνη μακράν τής Δικαιοσύνης, διότι, άλλως, νοθεύεται ή καθαρότης τής δικαστικής συνειδήσεως και ή πολιτική σκοπιμότης παρείσ­

φρύει εις τήν άπονομήν του δικαίου. Οί δικαστικοί λειτουργοί έχουν βεβαίως τάς πολιτικός πεποιθήσεις των και πραγματοποιούν, ώς πολΐται, τάς κομ­

Page 149: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οί δικαστικοί λειτουργοί ώς έκφρασταί της αυθεντίας τής Δικαιοσύνης 627

ματικάς έπιλογάς των, δεν υπηρετούν όμως κόμματα. Υπηρετούν την ίδέαν της Δικαιοσύνης και μόνον και εις έκπλήρωσιν αυτής της αποστολής είναι ένδεχόμενον να συγκρουσθούν με φορείς πολιτικών αντιλήψεων και να κα­

τηγορηθούν. 'Οφείλουν όμως, εφ' όσον έχουν την συνείδησιν καθαράν, το φρόνημα ύψηλον και τον ψυχισμόν άκαμπτον, να παραμείνουν αταλάντευτοι εις τάς θέσεις των, έστω και αν αί βολαί προέρχωνται άπό πλευράς ταυτοσή­

μου ή συμπαθούς προς τάς πολιτικάς αντιλήψεις των! Διότι ό δικαστικός λειτουργός δέν συγχέει τάς πολιτικάς πεποιθήσεις του με τήν άπονομήν τοϋ δικαίου. Και ή Πολιτεία οφείλει να γνωρίζη και να σέβεται αυτήν τήν άλή­

θειαν, άλλα και να καλλιεργή, να έμπνέη και να έπιβάλλη ταύτην μεταξύ των δικαστικών λειτουργών!

5) ./Va άποκλείγ] τους επηρεασμούς και τάς παρεμβάσεις εις τήν άσκησιν τοϋ δικαστικού έργον και να αποθαρρύνη τους φατριασμούς μεταξύ των δικα­

στικών λειτουργών. Να αποτελούν άνάμνησιν μόνον πικραν αί διαπιστώ­

σεις του μεγάλου Νικ. Δημητρακοπούλου, όστις αγορεύων εις τήν Βουλήν τών Ελλήνων κατά τήν συνεδρίαν τής 7­5­1911 έλεγε χαράκτηριστικώς τα έξης: «Ή εκτελεστική εξουσία, πιεζόμενη υπό τών κομμάτων, ήγωνίζετο και έπρωτοστάτει όπως χρησιμοποίηση τους δίκαστάς ώς μέσα και όργανα κομματικής ενισχύσεως... ό δικαστής έδιδάσκετο παρ' αυτής τής Πολιτείας δτι οιαδήποτε και αν είχε προσόντα, άχρηστα θα ήσαν εις αυτόν, αν μή προσ­

ηρτατο, κατά τό μάλλον ή ήττον, εϊς κομματικόν τι στήριγμα...». Έλέγοντο ταϋτα επί τή καθιερώσει τής ίσοβιότητος τών δικαστών. Φοβούμαι όμως ότι και σήμερον αναζητούνται κομματικά στηρίγματα υπό τών δικαστικών λει­

τουργών. Πολλάκις κατά τό παρελθόν, τό παλαιότερον και τό πρόσφατον, ασυνήθης έξεδηλώθη δράστηριότης τών δικαστικών λειτουργών έπί διαφό­

ρων θεμάτων και ιδία τάς αυξήσεις τών οργανικών θέσεων και τάς μισθολο­

γικός βελτιώσεις. Και παρετηρήθη τό φαινόμενον δικαστικών λειτουργών συνωστιζομένων εις τους διαδρόμους τής Βουλής ή τους προθαλάμους υ­

πουργικών γραφείων δια τήν προώθησιν διαφόρων προσωπικών αιτημάτων. Δια να διατυπωθούν βαρύτατοι κατ' αυτών χαρακτηρισμοί ώς πολιτών και δικαστικών λειτουργών: όπως «άξιολύπητοι ίκέται» ή «ανθρώπινα ράκη»!

Συμβιβάζονται όμως πάντα ταύτα, Κυρίαι και Κύριοι, με τήν διάκρίσιν τών εξουσιών και τό ύπερήφανον δικαστικόν φρόνημα; Αναβιβάζουν ή εξευ­

τελίζουν τον δικαστικόν λειτουργόν; Προάγουν ή καταρρακώνουν τήν δικα­

στικήν αύθεντίαν; Είμαι βέβαιος ότι εύστοχος αλλά και εύγλωττος διαγρά­

φεται ή άπάντησις εις τάς συνειδήσεις όλων μας! Και ή διαπίστωσις μας τοποθετεί ενώπιον έτερου μεγάλου προβλήματος: του δικαιώματος του συν­

εταιρίζεσθαι και συνδίκαλίζεσθαι τών δικαστικών λειτουργών, τής σχέσεως τοΰ δικαιώματος τούτου με τήν δικαστικήν ιδιότητα και τής θέσεως αύτου και τών κατωτέρων δικαστικών λειτουργών έναντι τής ηγεσίας τοΰ Σώματος,

Page 150: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

628 Δημητρίου Τσεβα

ήτις φύσει και θέσει εκφράζει το Δικαστικον Σώμα και εκπροσωπεί τους δι­

καστικούς λειτουργούς. Ουχί όμως σήμερον περί τούτων! 6) Να άποκλείη την συμμετοχήν τών δικαστικών λειτουργών εις έργα

αλλότρια, ξένα προς τάς δικαστικάς των ενασχολήσεις και να νπαγορεντ] οιασδήποτε σχέσεις αυτών ή συνεργασίαν με την εκτελεστικήν έξουσίαν. Κατήντησεν αληθής πληγή εις τάς ημέρας μας ή συμμετοχή των δικαστικών λειτουργών εις έργα αλλότρια και ξένα προς τα δικαστικά των καθήκοντα. Αι διαιτησίαι, αί ποικιλώνυμοι έπιτροπαί και τα πάσης φύσεως υπηρεσιακά συμβούλια απασχολούν πλήθος δικαστικών λειτουργών. Και ή τοιαύτη έξωδικαστική άπασχόλησις είναι πολλαπλώς απαράδεκτος, διότι: α) 'Ανα­

πτύσσονται δι' αυτής σχέσεις τών δικαστικών λειτουργών με τήν πολιτικήν έξουσίαν, επέρχεται ό εθισμός και ή εξοικείωσις αυτών με αντιστοίχους πο­

λιτίκάς έπιλογάς και κλονίζεται ή εμπιστοσύνη τών πολιτών έναντι τής Δικαιοσύνης, β) Αί διαιτησίαι είναι προεχόντως ευκαιρία προσθέτων οικο­

νομικών απολαύων ολίγων ευτυχών και ίσως προνομιούχων και όλιγώτερον δικαιοκρατική έπίλυσις διαφορών μακράν τών δικαστηρίων. Εκτρέφει, εξ ετέρου, τήν άντιζηλίαν μεταξύ τών δικαστικών λειτουργών, τους φατρια­

σμούς και τάς διενέξεις εξ ελατηρίων κερδολατρείας, επί βλάβη του γοή­

τρου τής Δικαιοσύνης, και γ) Μειοΰται, εντεύθεν, τό κΰρος τών δικαστικών λειτουργών, διότι ή συμμετοχή των εις τοιαύτας έπιτροπάς τούτους μεν κα­

θιστά τους κυρίως φορείς τής ευθύνης τών σχετικών αποφάσεων, εις τους αρ­

μοδίους δε κατά τό άντίκείμενον υπαλλήλους προσφέρεται ενα χρήσιμον και εξυπνον άλλοθι έναντι του υπηρεσιακού των καθήκοντος και τής συνακο­

λούθου ευθύνης. Ή επικοινωνία, τέλος, τών δικαστικών λειτουργών και αί σχέσεις αυτών με τήν εκτελεστικήν έξουσίαν πρέπει να πραγματοϋνται μέσω ειδικής υπηρεσίας παρά τω Ύπουργείω Δικαιοσύνης, εις ην να προΐσταται ανώτατος δικαστικός λειτουργός.

7) Να οριοθέτηση ευκρινώς και σαφώς τήν άνεξαρτησίαν τής Δικαστι­

κής Λειτουργίας και να περιορίση εις μόνας τάς συνταγματικές προβλέψεις τάς δυνατότητας επεμβάσεως τής εκτελεστικής εξουσίας εις ταύτην. Κατά τό Σύνταγμα τρεις μόνον παρέχονται αντίστοιχοι δυνατότητες εις τήν εκτε­

λεστικήν έξουσίαν, αί ακόλουθοι: α) διαφωνία Υπουργού Δικαιοσύνης προς τήν κρίσιν του 'Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου (αρθρ. 90, παρ. 3), β) προ­

αγωγαί εις τάς θέσεις Προέδρου, Εισαγγελέως και 'Αντιπροέδρων 'Αρείου Πάγου (αρθρ. 91, παρ. 5) και γ) εγερσις πειθαρχικής αγωγής υπό τοΰ Υπουρ­

γού Δικαιοσύνης (αρθρ. 91, παρ. 1 και 3). Παρά ταύτα όμως εις πλήθος περι­

πτώσεων τής καθημερινής πρακτικής και εις θέματα αναφερόμενα εις δικα­

στικούς λειτουργούς έκδηλοΰται σήμερον ή παρέμβασις τής εκτελεστικής εξουσίας. 'Αναφέρω δειγματοληπτικώς τάς έξης: αδείας, κανονικός και εκ­

Page 151: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οί δικαστικοί λειτουργοί ώς έκφρασταί της αυθεντίας της Δικαιοσύνης 629

παιδευτικάς, συμμετοχήν εις Έπιτροπάς κ.λπ. Είναι προφανής εντεύθεν ή έξάρτησις τών δικαστικών λειτουργών έκ της εκτελεστικής εξουσίας.

8) Να σέβεται τήν Ισοβιότητα των δικαστικών λειτουργών και να εναπο­

Θέτη εις την επιμέλειαν και την εύθννην τον Δικαστικού Σώματος την άπο­

βολήν των αναξίων και ανικάνων, άνευ οιασδήποτε αναμίξεως της εκτελε­

στικής εξουσίας τη βοήθεια της Νομοθετικής. Ή λεγομένη «κάθαρσίς» ή άλλως «έξυγίανσις» του Δικαστικού Σώματος πρέπει να γίνεται έκ τών ένδον δια τής εφαρμογής τών κειμένων νόμων και τής κινήσεως τής προσηκούσης πειθαρχικής διαδικασίας. "Αλλως υποθάλπεται ή αυθαιρεσία, οπωσδήποτε δε καλλιεργείται ή αμφιβολία περί τήν αντικειμενικότητα τών κριτηρίων ή τήν αγνότητα τών προθέσεων και τήν καθαρότητα τών ελατηρίων. Έξ ου και πρέπει ιδιαιτέρως να έξαρθή σχετική πρόσφατος (5­11­1982) δήλωσις του κ. Υπουργού Δικαιοσύνης, κατά τήν οποίαν «πρέπει να δίδεται στην δι­

καιοσύνη ή δυνατότητα τής αύτοκάθαρσης και ή ευθύνη τής εξυγίανσης. Κάθε άλλη λύση πού δύσκολα θα μπορούσε να χαρακτηρισθή συνταγματικά δυνατή, θα τραυμάτιζε τό κύρος τής δικαιοσύνης (από τήν επέμβαση τής εκτελεστικής εξουσίας), άλλα και τήν άξιοπιστίαν τής ϊδιας τής εξυγίανσης, άφοϋ θα μπορούσε ν' αφήσει να εννοηθή ότι οί παραπομπές έγιναν με μορφή διώξεων και άλλα κριτήρια» (Εφημερίδες τής 6­11­1982). Είναι ανάγκη να δραστηριοποιηθούν κάποτε οί μηχανισμοί τής εποπτείας και του ελέγχου καί να κινήται μετά τής επιβαλλομένης ύπευθυνότητος ή πειθαρχική διαδι­

κασία, ώστε να προωθούνται οί ικανοί, οί επαρκείς καί οί άριστοι καινά άποβάλληται άδιστάκτως έκ τών κόλπων του Δικαστικού Σώματος παν στοι­

χεΐον άρνητικόν, επιβλαβές καί έπικίνδυνον. Ό πειθαρχικός έλεγχος, υπο­

τυπώδης καί άτολμος — μέχρι τινός — να γίνη ουσιαστικός καί νευρώδης καί προ παντός αυστηρός, δίκαιος καί ανεπηρέαστος έναντι πάντων. Ό,τ ι εκθέτει, υποβιβάζει, δυσφημεί ή ντροπιάζει τήν Δικαιοσύνην δέν έχει θέσιν μέσα εις τους κόλπους της. Έκβάλλεται, τουναντίον καί απορρίπτεται. Είναι δυσχερέστατον, βεβαίως, τό πρόβλημα, διότι συνέχεται μέ τον βιοπορισμόν καί τήν έπαγγελματικήν ΰπαρξιν του κρινόμενου καί επηρεάζεται, εντεύθεν, από τό αίσθημα τής επιεικείας καί τάς ανθρωπιστικός αντιλήψεις. Είναι αναγκαία όμως ή προς τό συμφέρον τής Δικαιοσύνης έπίλυσις τούτου. Διότι δια τής ανοχής οδηγούμεθα εις τήν έπιδείνωσιν, τόν, κατά κατάχρησιν τής αρχής τής ισοβιότητος, έφησυχασμόν, τήν αύθαιρεσίαν, ίσως τήν έξαχρείω­

σιν. Καί οί πάντες, ύπό τάς συνθήκας ταύτας, πορεύονται άδιαταράκτως καί ακινδύνως εις τό τέρμα τής σταδιοδρομίας των, ή Δικαιοσύνη όμως χείμάζε­

ται, υποβαθμίζεται καί καταρρακοΰται.

Page 152: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

630 Δημητρίου Τσεβα

Ε'. ΔΙΚΑΣΤΙΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ

Το όλον θέμα συνέχεται με τάς ούτω καλουμένας παραδόσεις του Δικα­

στικού Σώματος. Πλειστάκις, πράγματι, γίνεται λόγος περί υγιών ιστορικών παραδόσεων της Ελληνικής Δικαιοσύνης και πλουσία αναπτύσσεται περί τούτων φιλολογία. Κατά την ήμετέραν γνώμην,'σύμφωνον εν τούτω με εκπε­

φρασμένος απόψεις διακεκριμένων ανωτάτων δικαστικών, ή Δικαιοσύνη εις την Ελλάδα έχει νά επίδειξη δικαστικός φυσιογνωμίας: φωτεινάς, ήρωικάς και λαμπρός εις έπιστημοσύνην, εύψυχίαν και ήθος, στερείται όμως παρα­

δόσεων, εν τή έννοια της διαδοχικής, μέσω τών δικαστικών γενεών, μετα­

βιβάσεως αντιλήψεων και άρχων, γενικώς αποδεκτών και υπό πάντων ή τής πλειονότητος έστω εφαρμοζομένων. Και άπόδειξις τούτου είναι τα κάτωθι:

1) Ή μετά τήν άπελευθέρωσιν εκ τοϋ τουρκικού ζυγού διαμορφωθείσα ιστορική πραγματικότης και αί κρατήσασαι έκτοτε συνθήκαι ατομικού, πολιτικού και κοινωνικού βίου (σπαργανώδης κεντρική εξουσία, οθωνική απολυταρχία, πραξικοπήματα, επεμβάσεις εις τον δημόσιον βίον κ.λπ.) δεν επέτρεψαν εις τήν Έλληνικήν Δικαιοσύνην νά απόκτηση ιδίαν και αύτό­

νομον βάσιν, έρμα στηρίξεως και πηδάλιον σταθεράς και αταλάντευτου πορείας κατά τήν διαδρομήν τοΰ χρόνου. "Ολως μάλιστα τουναντίον, αί κρα­

τήσασαι κατά τό διάστημα τούτο και μεταγενεστέρως πολιτικαί και κοινωνι­

καί συνθήκαι ελάχιστον επέδειξαν σεβασμόν προς τήν Έλληνικήν Δικαιο­

σύνην, ως τρίτης λειτουργίας τής Πολιτείας. 2) Νομικοί, δυστυχώς δε και δικαστικοί λειτουργοί έπρωτοστάτησαν

εις συνταγματικός έκτροπάς, κατεπάτησαν τον όρκον των, άπηρνήθησαν τήν νομικήν των συνείδησιν, άπέβαλαν τό άνώτερον δικαστικόν ήθος των, έστελέχωσαν δικτατορίας και κατεδίωξαν πολιτικούς αντιπάλους των, άνευ τών εγγυήσεων τής Δικαιοσύνης. "Αντιλαμβάνεται κανείς τήν καταλυτικήν έπίδρασιν παρομοίων παραδειγμάτων εις τήν διαμόρφωσιν και έμπέδωσιν ιστορικών παραδόσεων εις τους κόλπους τοΰ Δικαστικού Σώματος!

3) Ή πολιτική εξουσία επέτυχε νά διαμόρφωση μεταξύ τών δικαστικών λειτουργών τήν άντίληψιν τής μοιρολατρικής υποταγής εις τους εκάστοτε ισχυρούς και κρατοΰντας. Διό και ή δύναμις αντιστάσεως κατά τής αυθαιρε­

σίας και τών παρανομιών τής εκτελεστικής εξουσίας, οσάκις ενεφανίσθη, ήτο φαινόμενον σπάνιον, μορφής ηρωικής και αδάμαστου μεμονωμένη έκδή­

λωσις (!) και ουδέποτε προσέλαβε τον χαρακτήρα ομαδικής διαμαρτυρίας ή γενικής αρνήσεως. Παραγοντισμοί αναπτύσσονται μεταξύ τών δικαστικών λειτουργών και ίκεσίαι εγείρονται προς τους ισχυρούς εκ μέρους αυτών και δεν εξαπολύεται ακαριαίος και εξοντωτικός ό πειθαρχικός κεραυνός κατ' αυτών! Ή Δικαιοσύνη χαρακτηρίζεται διατεταγμένη ή χρεωκοπημένη και δεν εγείρεται, διότι δέν δύναται, θυελλώδης εξ άγανακτήσεως ή ψυχή τών προσβαλλόμενων!

Page 153: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οί δικαστικοί λειτουργοί ώς έκφρασταί τής αυθεντίας της Δικαιοσύνης 631

4) Αι δικαστίκαί παραδόσεις προϋποθέτουν όμόφρονας κατά τάς ιδέας και όμοψύχους κατά την αποφασιστικότητα και τό σθένος δικαστικούς λει­

τουργούς. Και παρ' ήμΐν ήτο ανύπαρκτος πολυτέλεια ή προϋπόθεσίς αύτη. Διότι εκ λόγων διαφόρων, ασχέτων και ξένων προς τάς επιδιώξεις και τάς επιθυμίας των δικαστικών λειτουργών, δεν άνεπτύχθη ισχυρός δεσμός συνο­

χής και συνεκτικότητος μεταξύ τούτων και δεν έλειτούργησεν ή αρχή τής αλληλεγγύης και τής συναδελφικότητος. Διό και πλεΐστάκις κατά τό παρελ­

θόν πλήθος δικαστικών λειτουργών άπελύοντο και έξεδιώκοντο και τό Δι­

καστικόν Σώμα άπεδέχετο αδιαμαρτύρητος την έπέμβασιν και τήν ύβριν! 5) Ή δικαστική ανεξαρτησία δεν έγινε ποτέ κοινή συνείδησίς παρ' ήμΐν.

Μόνον ανεξάρτητοι δικασταί διακεκριμένοι ενεφανίσθησαν. "Ισως διότι αί διάφοροι αυθαίρετοι, κατά καιρούς, επεμβάσεις τής εκτελεστικής εξουσίας επέδρασαν καταλυτικώς έπ' αυτής και έκαλλιεργήθη εντεύθεν πνεύμα εξαρ­

τήσεως ή ηττοπάθειας καί μοιρολατρικής υποταγής ή διότι έπλεόνασε και έπρυτάνευσε τό πνεύμα τής αυθαιρεσίας μεν εις τάς ετέρας δύο λειτουργίας τής Πολιτείας, τής ανοχής δέ και του αδιαμαρτύρητου εϊς τήν κοινήν γνώ­

μην. 'Ιδού διατί ô Δημ. Μαργέλλος, Επίτιμος Πρόεδρος του 'Αρείου Πάγου, τονίζει ότι: «τό Δικαστικόν Σώμα δεν έχει παραδόσεις, δεν είχε ποτέ παρα­

δόσεις, δεν ήτο ανθρωπίνως δυνατόν να εχη παραδόσεις» (ενθ' άνωτ.. σ. 137). Στήριγμα, επομένως καί οδηγός του Δικαστικού Σώματος δέν είναι αί ανύ­

παρκτοι παραδόσεις του, αλλ' ή υψηλή ποιότης τών μελών του, δικαστικών λειτουργών, καί τα φωτεινά παραδείγματα τών ηρωικών μορφών τής Δικαιο­

σύνης!

ΣΤ'. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Καί τό συμπέρασμα εϊναι ότι τήν γενικήν κατάστασιν τής Δικαιοσύνης έν Ελλάδι τρεις, κατά βάσιν, προσδιορίζουν καί επηρεάζουν παράγοντες: ή Πολιτεία δια τών αρμοδίων φορέων της, ή κοινωνία δια τών οργάνων της

, (τύπου καί κοινής γνώμης) και οί ίδιοι οί δικαστικοί λειτουργοί. 1. Ή Πολιτεία οφείλει να έπιδεικνύη άμέριστον τό ενδιαφέρον της υπέρ

τής Δικαιοσύνης καί να συντέλεση είς τήν έδραίωσιν τής αυθεντίας της καί τήν ένίσχυσιν του κύρους τών δικαστικών λειτουργών. Έτονίσαμεν ήδη ότι είς τάς δημοκρατουμένας Πολιτείας, εκεί ένθα όλαι αί έξουσίαι πηγάζουν εκ τοΰ λαού καί υπάρχουν υπέρ αυτού καί του "Εθνους, είναι επιβεβλημένος καί χρήσιμος ό έλεγχος τών δικαστικών λειτουργών καί ή κριτική τοΰ δικα­

στικού έργου. Ή Δικαιοσύνη ώς όντότης πνευματική καί έννοια υπερβατική πρέπει να διακρίνεται καί αντιδιαστέλλεται άπό τους φορείς της, δικαστι­

κούς λειτουργούς. Ή μεν επιβάλλει άνελέγκτως τήν αύθεντίαν της, οί δέ υπόκεινται εις διαρκή καί άγρυπνον ελεγχον, πρέπει να πείθουν με τάς απο­

φάσεις των καί τήν συμπεριφοράν των καί νά δικαιώνουν τήν αύθεντίαν τής

Page 154: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

632 Δημητρίου Τσεβα

Δικαιοσύνης. «Ύπό το δόγμα τοϋ ανεξέλεγκτου της νομικής ή ουσιαστικής πεποιθήσεως τοϋ δικαστού — έγραφεν ό αείμνηστος Ν. Δημητρακόπουλος — ήθελεν έπιβραβεύεσθαι πάσα προς τα κείμενα τοϋ νόμου αβλεψία και πάσα εκ κουφότητος ή ραθυμίας άσυγγνώστου προελθοΰσα ουσιαστική κρίσις». Κρίνονται, επομένως, και κατακρίνονται οί δικαστικοί λειτουργοί και κολά­

ζονται, αυστηρότατα μάλιστα, τα παραπτώματα των, υπό τάς εγγυήσεις όμως τής ορθής απονομής τοϋ δικαίου. Διότι κατά τό Σύνταγμα (αρθρ. 2) ό σεβα­

σμός και ή προστασία τής αξίας τοϋ άνθρωπου αποτελούν τήν πρωταρχικήν ύποχρέωσιν τής Πολιτείας. Και τήν ύποχρέωσιν ταύτην επιτείνει, προκει­

μένου περί δικαστών, ή ηθική έννοια τής δικαστικής λειτουργίας. Συνεπώς αμφότερα τα στοιχεία ταΰτα απαγορεύουν τήν τροφοδοσίαν τής σκανδαλο­

θηρίας, τον δημόσιον διασυρμόν και τήν διαπόμπευσιν τών δικαστικών λει­

τουργών δια δήθεν παραπτώματα των προ τής περί τούτων καί τών δραστών τελικής δικαστικής κρίσεως. Καί ευθύς ώς έπέλθη ή κρίσις είναι ανάγκη να άποκαλυφθή ολόκληρος ή αλήθεια. Διότι προκειμένου περί τής Δικαιοσύ­

νης έχει αίωνίαν άξίαν ή ρήσις τοϋ αγίου Ιερωνύμου, κατά τήν οποίαν: «Si ex ventate nascitur scandalum, utilius permittitur nasci scandalum, quam Ve­

ritas amittatur» (="Av εκ τής αληθείας γεννάται σκάνδαλον, είναι ώφ^λι­

μώτερον να έπιτραπή να γεννηθή τό σκάνδαλον, παρά να συγκαλυφθή ή αλήθεια). Καί τοΰτο διότι αί συγκαλύψεις βλάπτουν τήν Δικαιοσύνην καί καταρρακώνουν τό κϋρος της. Ή Δικαιοσύνη θέλει, τουναντίον, φώς, καταρ­

ράκτας φωτός. Τότε μόνον εξυγιαίνεται, ανακαινίζεται καί ένδυναμοΰται. 2) "Η κοινωνία οφείλει να γνωρίζη ότι οί δικαστικοί λειτουργοί δεν είναι

υπεράνθρωποι, άλλα ανθρώπινα αναστήματα τής ιδίας. Έξήλθον άπό τους κόλπους της καί διαβιοϋν εις αυτήν. Αί δικαστίκαί κρίσεις δεν είναι αυθαί­

ρετα τής φαντασίας κατασκευάσματα, ούτε ύπερκοσμίων ιδεών αφηρημένα δημιουργήματα. Είναι, τουναντίον, έργα ανθρώπινα καί ώς τοιαϋτα μορφο­

ποιούνται υπό τους επηρεασμούς καί τάς επιδράσεις ποικίλων πολιτιστικών παραγόντων, όπως τής κειμένης νομοθεσίας (ποιότης, σαφήνεια καί συνέ­

πεια νόμων), τής καταστάσεως καί τής συμπεριφοράς τοϋ νομικοϋ περιγύρου (μέθοδος τεχνοτροπίας, συμπεριφορά καί συνείδησις δικηγόρων), τής ποιό­

τητος τών αποδείξεων καί τοϋ σεβασμού τών διαδίκων καί τοϋ κοινοΰ έναντι του νόμου καί τοϋ δικαστού (βλ. άρθρον τοϋ Φ. Βελγερή, Για τή Δικαιοσύνη, εις τήν εφημερίδα «Καθημερινή» τής 26­10­1982 καί τής 30­10­1982), τών μεταβολών καί αλλοιώσεων τών κοινωνικών καταστάσεων καί τών δομών τοϋ συλλογίκοΰ μας βίου κ.λπ. Μόνον όσοι ήνάλωσαν τον βίον των εις τάς αίθουσας τών, αθηναϊκών ΐδία, δικαστηρίων είναι εις θέσιν να συλλάβουν καί να κατανοήσουν πόσον δυσχερές, πόσον τραχύ, πόσον δυσβάστακτον καί περίπλοκον, πόσον φθοροποιόν καί έπώδυνον είναι τό έργον του ελληνος δικαστοϋ. 'Ανυπέρβλητα είναι τα παρεμβαλλόμενα ενώπιον του προσκόμ­

Page 155: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Οί δικαστικοί λειτουργοί ώς έκφρασταί της αυθεντίας της Δικαιοσύνης 633

ματα, όπως χάος πολυνομίας και σύγχυσίς αντινομίας, περίτεχνος και παρα­

πλανητική επιχειρηματολογία των διαδίκων, κοπτομένων πάντοτε δια τα δίκαια των και καταρωμένων τους αντιδίκους των, ανυπαρξία πλήρως ενη­

μερωμένης βιβλιοθήκης και δικαστίκαί αϊθουσαι (γραφείων, ακροατηρίων και διασκέψεων) εις έπίπεδον τρώγλης. Και οί γνωρίζοντες πάντα ταϋτα αντιλαμβάνονται ότι μόνον δικαστική αρετή απαράμιλλος, ηρωισμός και άφοσίωσις ασυνήθεις, βαθεΐα συναίσθησις καθήκοντος και δόνησις ψυχής θερμουργός και αληθώς ιεραποστολική επιτρέπουν το σημερινόν, αναμφι­

σβητήτως ύψηλον και τιμητικόν δια το μέγιστον ποσοστόν της, έπίπεδον της Ελληνικής Δικαιοσύνης. Επιτρέπουν εις τον αληθώς δικαστήν να δείξη το ορθόν και να διδάξη, όταν «έξω εις τήν όδόν» — ώς θα έλεγεν ό Καβά­

φης — αί κοινωνίκαί καταστάσεις και σχέσεις μεταβάλλωνται υπό τήν έπί­

δρασιν ποικίλων παραγόντων, αναστατώσεων και αναταραχών. Και ας μου έπιτραπή να τονίσω ότι υπάρχουν δικασταί σήμερον εις τήν Ελλάδα. Αί διαπιστώσεις αύται ας αποτελέσουν ευμενή άντίλαλον αληθείας εις τήν τό­

σην δημοσίαν κατακραυγήν κατά τής Δικαιοσύνης και τών δικαστικών λει­

τουργών. 3. Οί δικαστικοί λειτουργοί, τέλος, οφείλουν, όπως παραμείνουν άδια­

πτώτως και εν τω συνόλφ των άξιοι τής μεγάλης αποστολής των και άνά πα­

σαν στιγμήν να επιβεβαιώνουν τήν ποιότητα των και να δικαιώνουν τό κΟρος των. "Ας γίνη συνείδησις όλων ότι ύπό εποψιν ηθικής και πνευματικής δεον­

τολογίας ή Δικαιοσύνη ϊσταται επί τής κορυφής τής πυραμίδος τών δημοκρα­

τουμένων Πολιτειών. Διότι ή αποστολή της, ώς έτονίσαμεν ήδη, είναι ηθο­

πλαστική και ή κακή Δικαιοσύνη φθείρει τα ήθη τής χώρας περισσότερον και ταχύτερον παντός άλλου παράγοντος. Αί πράξεις και αί παραλείψεις τών δικαστικών λειτουργών αντανακλούν τό γόητρον τής Δικαιοσύνης και δι' αυτών αύτη τιμάται, άνυψοϋται και μεγαλύνεται ή δυσφημείται, καταπίπτει και διασύρεται.

Είναι κοινώς γνωστόν ότι εις τήν κοινωνικήν συνείδησιν δεν νοείται διάκρισίς μεταξύ τής Δικαιοσύνης και τών φορέων της. Και έχει ορθώς το­

νίσθή ότι: ένιαΐον και άδιαίρετον εϊς τήν κοινήν συνείδησιν τό Δικαστικόν Σώμα φέρει επί τών ώμων του τάς άτελείας και τάς κακίας και ενός ακόμη εκ τών μελών του. Τό κακώς και αδίκως δικάζειν αποδίδεται όχι εις τον κακώς δικάσαντα, άλλ' εις όλόκληρον τό Σώμα τών δικαστών. Και τό παραμικρόν παράπτωμα του δικαστικού λειτουργού μεγεθύνεται και μολύνει, άθεραπεύ­

τως πολλάκις, τό έργον και τήν φήμην του δικαστού και ή κοινή γνώμη, συχνά επηρεαζόμενη και ευκόλως παρασυρόμενη, ανάγει τήν έξαίρεσιν εις κανόνα και τό μεμονωμένον σύμπτωμα εις καθολικήν νόσον.

Συνεπώς «ό θέλων έστάναι βλεπέτω μή πέση», διότι ή πτώσις του κλονίζει τό κύρος τής Δικαιοσύνης και σκιάζει τήν αύθεντίαν της.

Page 156: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

634 Δημητρίου Τσεβδ

Ζ . ΕΠΙΛΟΓΟΣ Αύτη ή ιδιομορφία της δικαστικής ιδιότητος προσδιορίζει την θέσιν

μας εις το κοινωνικόν σύνολον και εμπνέει και επιβάλλει τάς διακεκριμένας υποχρεώσεις μας.

Εύχομαι και ελπίζω να ύπαρξη ή απαραίτητος σύμπνοια και αναγκαία συνεργασία και των τριών αυτών παραγόντων — Πολιτείας, Κοινωνίας και Δικαστικών Λειτουργών — δια την άδιατάρακτον ίστορικήν πορείαν της Δικαιοσύνης εις την χώραν μας. Είναι τούτο, πέραν της ευχής, αίτημα και ανάγκη δια τήν κοινωνικήν εύταξίαν, τήν ήθικήν ύγείαν τής κοινωνίας μας και τάς χρυσδς ελπίδας του μέλλοντος της. Διότι, καθώς έχει από ετών διακηρυχθή εις τό Ιον διεθνές συνέδριον τών δικαστικών λειτουργών (Ρώ­

μη ­ 'Οκτώβριος 1958), ή Δικαιοσύνη αντανακλά τον βαθμόν του πολιτισμού μας. Ό καλός δικαστής καθίστα καλλίτερον τον άνθρωπον και τήν κοινω­

νίαν. Ό κακός δικαστής, δια τής αδικίας ή και τής πλάνης, προκαλεί άπο­

γοήτευσιν και πικρίαν καί γεννά εις τον άδικούμενον τό πνεύμα τής ανησυ­

χίας και τής ανταρσίας, συμπτώματα επικίνδυνα καί επιζήμια δια τήν κοι­

νωνικήν είρήνην καί εύταξίαν. Έξ ϊσου όμως φθείρουν τον άνθρωπον καί τήν κοινωνίαν καί αϊ άδικοι

κατά τής Δικαιοσύνης επιθέσεις καί προσβολαί, ιδιαιτέρως μάλιστα όταν προέρχωνται άπό μερίδα τοΰ τύπου. Διότι ό τύπος είναι δύναμις εις τάς ημέρας μας, διαμορφώνει καί επηρεάζει τήν κοινήν γνώμην. Πηχυαίοι τίτλοι καί όκτάστηλα περί τής Δικαιοσύνης δημοσιεύματα έπλεόνασαν τελευταίως. Καί πιστεύω ότι κακόν προεκάλεσαν καί έμείωσαν πολλαπλώς τήν δικαστικήν λειτουργίαν. Αι γενικεύσεις καί αί ύπερβολαί, συνήθως εις τοιαύτα δημο­

σιεύματα, καί ή προ πάσης δικαστικής κρίσεως ονομαστική αναφορά δι­

καστών εις τάς εφημερίδας καί ή παράδοσίς αυτών ανυπεράσπιστων εις τήν κοινήν περιέργειαν καί τήν άναζήτησιν του σκανδάλου αντί να διαφωτίζουν περί τής αληθείας, παρασύρουν εις τήν πλάνην, αντί να εμπνέουν, φανατί­

ζουν, αντί να υπηρετούν τάς ιδέας, καπηλεύονται ταύτας καί αντί να ποδη­

γετούν τους πολίτας εις τό αληθές καί ορθόν, πού συνιστά τοΰ τύπου τήν ύψηλήν αποστολή ν, έξάπτουν τήν φαντασίαν τών άμαθων, άναρριπίζουν τό μίσος τών εμπαθών, διογκώνουν τήν άποστροφήν τών φανατικών καί — ένσπείροντες τήν άμφιβολίαν — δηλητηριάζουν τάς ψυχάς τών φιλόνομων πολιτών καί κλονίζουν τήν έμπίστοσύνην του λαού προς τήν Δικαιοσύνην τής πατρίδος των.

Πρέπει να γίνη συνείδησις όλων μας όμως ότι, αν ή χρεωκοπία τής Δικαιοσύνης καί τών δικαστικών λειτουργών άποτελή άπαρχήν κοινωνικής άποσυνθέσεως καί διαλύσεως, είναι έξ ίσου αναστατώσεων καί ανατροπών προμήνυμα άνησυχητικόν ό κλονισμός τής εμπιστοσύνης τών πολιτών προς τήν Δικαιοσύνην καί τους θεσμούς καί ή κατάργησίς καί καταρράκωσίς τών άξιων τής ζωής.

Page 157: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Χ ρ ο ν ι κ ά ΕΚΑΤΟΝ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟΝ ΤΟΥ ΓΚΙΟΥΖΕΠΠΕ ΓΑΡΙΒΑΛΔΗ*

Ύπ'ο Π. Σ. ΘΕΟΧΑΡΗ Προέδρου της 'Ακαδημίας 'Αθηνών Καθηγητού Ε. Μ. Πολυτεχνείου

Ή έκθεση της οποίας τα εγκαίνια γίνονται σήμερα παρουσιάζει τήν δραστηριότητα των Γαριβαλδινών στην 'Ελλάδα μέ τήν ευκαιρία της Επετείου των 100 χρόνων άπό τοϋ θανάτου τοϋ Giuseppe Garibaldi. Ή έκθεση αυτή καί ενδιαφέρουσα είναι καί επίκαιρη.

Πράγματι, είναι εντελώς νωπές οι εντυπώσεις μας άπό τον προχθεσινό εορτασμό τής 'Εθνικής μας επετείου για τήν αντίσταση τοϋ Έλληνικοϋ λαοϋ στην εισβολή τών δυνά­

μεων τοϋ άξονα. Τό 1940 ό 'Ιταλικός λαός, υποδουλωμένος άπό πολλά χρόνια στή στυγνή δικτατορία τοϋ φασισμοϋ, δεν μπορούσε να κάνη άλλοιώς παρά νά εκτέλεση τα όσα τοϋ διέτασσαν οι αφεντάδες του. Ήταν μια όψη του, όχι ή καλύτερη, οΰτε καί ή σωστή. Γιατί ό λαός αυτός είχε μόλις πριν εκατό χρόνια παλαίψει νά βρή τήν ελευθερία του καί νά ένωθή κάτω άπό ενα δημοκρατικό καθεστώς. Καί στους αγώνες αυτούς για τήν ελευθερία του βρίσκομε τό μεγαλείο του, όπως καί σε κάθε λαό.

Μια μορφή πού κυριάρχησε στους αγώνες αυτούς για τήν ελευθερία, τήν ανεξαρτησία, καί τήν ένωση ήταν καί ό Giuseppe Garibaldi πού γεννήθηκε στή Νίκαια τής Γαλλίας τό 1807 καί πέθανε στή Caprera τής Ιταλίας τό 1882. Ό Γαριβάλδης μπορεί νά θεωρηθή ώς ένας άπό τους μεγαλύτερους αντάρτες αρχηγούς τών συγχρόνων καιρών μας.

Επηρεασμένος άπό τις φιλελεύθερες ιδέες τοϋ Giuseppe Mazzini συμμετέσχε στην αρχή στην άποτυχοϋσα επανάσταση τοϋ Πεδεμοντίου, στην Βόρεια 'Ιταλία. Έξορίσθηκε στή Νότιο 'Αμερική, όπου επικεφαλής τής 'Ιταλικής λεγεώνος συμμετέσχε στην επανά­

σταση τής Ουρουγουάης εναντίον τής 'Αργεντινής. Οί αγώνες του αυτοί τον έκαναν γνω­

στό σε όλο τον κόσμο άπό τά γραπτά του 'Αλεξάνδρου Δουμά πατρός. Στή συνέχεια ξαναγύρισε στην Ευρώπη καί αμέσως έλαβε μέρος εναντίον τών Αυ­

στριακών στο Μιλάνο καί τών Γάλλων πού υπεστήριζαν τά Παπικά κρατίδια τής Ρώμης. Οί αγώνες του αυτοί στις ζυμώσεις τοϋ 1848­49 τον κατέστησαν εθνικό ήρωα τής μελλού­

σης νά γεννηθή ενωμένης 'Ιταλίας. Τό Μάϊο 1860 ώδήγησε τον ανταρτικό στρατό του στην εκστρατεία τών «χιλίων»,

καί οί νικηφόρες επιθέσεις του στή Σικελία, όπου κατενίκησε τις ανώτερες δυνάμεις τοϋ Βασιληδ τής Σικελίας, μαζί μέ τήν κατάληψη τής Νεαπόλεως τό 1860, ήταν αποφασιστικές για τήν ένωση τής 'Ιταλίας. Τραυματίστηκε στις τελευταίες μάχες κατά τών Παπικών κρα­

τών τό 1867 καί απεσύρθη στή νήσο Caprera, κοντά στή Σαρδηνία, άφοϋ ή Ρώμη είχε γίνει πια πρωτεύουσα τοϋ άρτιγέννητου Ίταλικοϋ Κράτους.

"Από τή γρήγορη αυτή σκιαγραφία τής ζωής καί τής δράσης τοϋ Garibaldi βγαίνει αβίαστα τό συμπέρασμα ότι ό Garibaldi υπήρξε, πρώτα άπό όλα, ό πιο διακεκριμένος άγω­

* Αόγος εκφωνηθείς τήν Παρασκευή ν 29 'Οκτωβρίου 1982 κατά τά εγκαίνια τής 'Εκ­

θέσεως δραστηριότητος Γαριβαλδινών εν Ελλάδι, όργανωθείσης ύπό τοϋ Ίταλικοϋ Μορ­

φωτικού "Ινστιτούτου εις τό Πολεμικόν Μουσεΐον.

Page 158: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

636 Χρονικά

νιστής και στρατιώτης του Risorgimento, δηλαδή του μακρόχρονου κινήματος πού ένωσε καί έδημιούργησε τήν μεγάλη Ιταλία.

Άλλα ό Γαριβάλδης υπήρξε επίσης για τήν εποχή του ό μεγάλος και εμπνευσμένος επαναστάτης, ό πάτρων των μεγάλων κινημάτων διαμαρτυρίας σ' όλη τήν Ευρώπη καί τήν 'Αμερική, υπήρξε ό πλέον επιδέξιος αρχηγός ανταρτών όλων των καιρών. Το όνομα του καί ή φήμη του, άπο τήν πατρίδα του, ξαπλώθηκε σ' όλη τήν Ευρώπη καί τον κόσμο όλο. Ό 19ος αιώνας ήταν ή ρομαντική εποχή, όπου οί καταπιεζόμενοι λαοί σ' όλο τον κόσμο ηρωικά αγωνίζονταν να βρουν τήν δικαίωση τών πόθων τους, τήν ελευθερία τους καί τήν ανεξαρτησία. Έτσι δέν ήταν δυνατόν τό κίνημα του καί οί ιδέες του να μήν ενθουσιάσουν καί τό Ελληνικό Έθνος, πού τήν εποχή αυτή προσπαθούσε, μετά τον νικηφόρο αγώνα τοΰ 1821, να βρή τήν ταυτότητα του καί να απελευθέρωση τα αδέλφια του, πού βρίσκονταν ακόμη κάτω άπό τον ξένο ζυγό.

Τα απελευθερωτικά κινήματα τοΰ 19ου αιώνα δέν είχαν τήν σκληρότητα, τήν αυστηρή οργάνωση καί τήν ωμή βία τών σημερινών κινημάτων τοΰ 20οΰ αιώνα. Ήταν περισσότερο ιδανικά καί ρομαντικά. Ό Γαριβάλδης ήταν ό μεγαλύτερος συντελεστής όλων τών στρα­

τιωτικών νικών τοΰ Risorgimento, όχι μόνον γιατί ήταν ένας από τους μεγαλύτερους στρατηγούς τοΰ αντάρτικου πολέμου. Έξ ϊσου ενδιαφέρουσα ήταν καί ή συμβολή του ώς προπαγανδιστοΰ για τήν ενότητα της 'Ιταλίας. Έμοιαζε πολύ μέ τον κοινόν άνθρωπο καί έγνώριζε, πολύ καλύτερα άπό τον Mazzini καί τον Cavour, πώς να πλησιάζη τις μά­

ζες καί νά τους περνάη τό μήνυμα τοΰ πατριωτισμοΰ. Άνθρωπος μεγάλης γοητείας καί θάρρους, κατείχε ένα ενστικτώδες κΰρος, τό όποιο

έκανε τους συντρόφους του καί τό λαό έτοιμους νά δώσουν ακόμη καί τήν ζωή των για τις ιδέες πού αγκάλιαζαν. Ακόμη τό γεγονός ότι έχρησιμοποιοΰσε κάθε φορά τα πολιτικά καί στρατιωτικά του χαρίσματα γιά απελευθερωτικούς καί εθνικούς σκοπούς συνέπιπτε καί μέ τό πνεύμα της εποχής καί τοΰ έδημιούργησε μεγάλη φήμη.

Άλλα ό Garibaldi προσείλκυσε μεγάλη υποστήριξη όντας πραγματικά τίμιος καί αφοσιωμένος στο σκοπό πού υπηρετούσε, χωρίς νά ζητάη, ποτέ, προσωπικά ώφέλη. Ακόμη καί οί εκκεντρικότητες του έγοήτευαν τό μεγάλο κοινό. Ήταν καί έμεινε, σ' όλη του τή ζωή, πιστός στις ιδέες του καί καλός ρήτορας. Καίτοι τό απόλυτο τών ιδεών του τον έφερε πολλές φορές σέ σύγκρουση όχι μόνον μέ τους κρατοΰντες, άλλα καί μέ τους θιασώτες του, έν τούτοις όμως τον περιέβαλε μέ μεγάλη αϊγλη.

Δέν θα ήτο υπερβολή εάν έλέγαμε ότι, έκτος άπό τους αγώνες του γιά τήν ένωση τής Ιταλίας, ό απλοποιημένος ριζοσπαστισμός του έδημιούργησε γιά πρώτη φορά ένα είδος πολιτικής εγρήγορσης τόσο στους συμπατριώτες του, όσο καί διεθνώς, καί ανέπτυξε τήν έννοια τοΰ εθνικισμού.

Ό ρεαλισμός του καί ή απλή σκέψη του έγιναν ή αιτία τοΰ πρόωρου συγκερασμοΰ τών ριζοσπαστικών αριστερών ιδεών μέ τήν κρατοΰσα τάξη. Τέλος, ήταν αυτός, περισσό­

τερο άπό κάθε άλλον, ό όποιος έξηνάγκασε τις ξένες δυνάμεις νά ίδοΰν μέ συμπαθητικό μάτι τα συμβαίνοντα στην 'Ιταλία. Ταυτοχρόνως, τό παράδειγμα του επηρέασε όλους τους αγωνιζόμενους λαούς γιά τήν ανεξαρτησία των.

Τά ανταρτικά τάγματα καί οί μονάδες του, οί περιβόητοι έρυθροχίτωνές του, πολεμοΰ­

σαν πολλά χρόνια μετά τον θάνατο του σέ όποια χώρα καί περιοχή είχε ανάγκη. Στην Ελλάδα ή πρώτη ουσιαστική επαφή τών Γαριβαλδινών ήταν στα 1861, όταν ό

βασιληάς "Οθων συνεννοεϊτο μυστικά μέ τον Γαριβάλδη καί τον βασιληδ τής 'Ιταλίας γιά μια γενική εξέγερση τών Βαλκανικών λαών εναντίον τοΰ Τούρκικου ζυγοΰ. Ή συμφωνία τοΰ 1862 σκοπό είχε τήν συνεργασία αυτή, άλλα απέτυχε διότι έπηκολούθησε ή ανατροπή τοΰ "Οθωνα καί ή σύλληψη τοΰ Garibaldi στο Aspromonte.

Άλλα ό μΰθος γιά τά κατορθώματα τοΰ Garibaldi ήταν γνωστός στα ευρέα στρώματα

Page 159: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

Χρονικά 637

τοϋ Ελληνικού λαοϋ μετά τους νικηφόρους αγώνες του στην Σικελία και τήν Νότιο 'Ιταλία. Τότε πολλοί θερμόαιμοι Έλληνες κατετάγησαν στα σώματα του και αύτη ήταν ή πρώτη επαφή. Οί εκπαιδευθέντες αυτοί εθελοντές, στην πράξη των απελευθερωτικών αγώνων, απετέλεσαν και τα πρώτα στοιχεία τών προοδευτικών ιδεών στον τόπο μας.

"Αν ή συνεργασία μέ τον "Οθωνα ουσιαστικά απέτυχε, οί Γαριβαλδινοί δέν άργησαν να εμφανισθούν στην Ελλάδα. Δύο χιλιάδες εθελοντές και καμμιά έκατοσταριά αξιωματι­

κοί έφυγαν άπό τήν 'Ιταλία για τήν Ελλάδα μετά από το ολοκαύτωμα του 'Αρκαδίου πού διεκήρυξε περίτρανα για μια ακόμη φορά πώς ή Ελλάδα ξένο ζυγό δέν ανέχεται. Προο­

ρισμός τους ή Κρήτη, ή οποία αγωνιζόταν τότε για τήν ελευθερία της. Πολλοί πολέμη­

σαν ύπό τάς διαταγάς του Πάνου Κορωναίου και είχαν πολλές απώλειες ιδίως στις μάχες τοϋ Βαφέ στα 1866.

Ό 'ίδιος ό Γαριβάλδης πρωτοστάτησε στην 'Ιταλία και έδημιούργησε ειδική κίνηση για τήν Ελλάδα. "Ιδρυσε τήν Associazione Italo­Ellenica, πού συμπεριέλαβε στους κόλπους της πολλούς διάσημους πολιτικούς και στρατιωτικούς ηγέτες της 'Ιταλίας, και διεκήρυξε σ' όλη τήν Ευρώπη τό δικαίωμα της Κρήτης να άπελευθερωθή. "Εστειλε τον γιό του Ric­

ciotti να οργάνωση τήν Κίνηση συνεργασίας μέ τήν Ελλάδα και μέχρι τοϋ θανάτου του, τό 1882, βοηθοΰσε παντοιοτρόπως τις προσπάθειες της χώρας μας για τήν απελευθέρωση της.

Μετά το θάνατο του τό σώμα τών Γαριβαλδινών βοήθησε πολλές φορές τήν ικανο­

ποίηση τών δικαίων αιτημάτων της Ελλάδας. Ή μεγάλη βοήθεια τών Γαριβαλδινών στην 'Ελλάδα ήλθε μέ τον πόλεμο τοϋ 1897. Οί σφαγές και οί λεηλασίες τών Τούρκων στην Κρήτη, πού προηγήθηκαν, έδημιούργησαν έντονες διαμαρτυρίες στους λαούς της Ευρώ­

πης και ιδιαίτερα στην 'Ιταλία. Όλα τα προοδευτικά κινήματα τής εποχής τάχθηκαν αλληλέγγυα μέ τα Ελληνικά δίκαια. Πολλοί διάσημοι 'Ιταλοί, μεταξύ τών οποίων τα δύο παιδιά τοϋ Γαριβάλδη και πολλοί δημοκρατικοί βουλευτές τής 'Ιταλίας, ίδρυσαν επιτροπές για να προετοιμάσουν ειδικά σώματα εθελοντών για τήν Ελλάδα. 'Εν τω μεταξύ ή Ελλάς άρχισε τήν δημιουργία μιας διεθνούς φιλελληνικής λεγεώνας.

Ή άφιξη στην 'Αθήνα τών 'Ιταλών εθελοντών έδημιούργησε τήν εποχή εκείνη μεγάλη συρροή προοδευτικών και επαναστατικών στοιχείων. Τον 'Απρίλη τοϋ 1897 ήλθε στην 'Αθήνα καί ό γιος τοϋ Garibaldi Ricciotti μέ σώμα χιλίων τριακοσίων έρυθροχιτώνων, έκ τών οποίων οί χίλιοι ήσαν 'Ιταλοί. Άφοΰ διευθετήθηκε τό θέμα τής ορκωμοσίας τους μέ τήν δημιουργία είδικοΰ όρκου, όπου άπεφεύγετο ή ορκωμοσία πίστεως στον Βασιλέα, το σώμα τών Γαριβαλδινών έλαβε μέρος στή μάχη τοϋ Δομοκοΰ τον Μάϊο τοϋ 1897. Πρέπει να σημειωθή εδώ, ότι ή μάχη αυτή τών Γαριβαλδινών ήταν ή μόνη νικηφόρος επιχείρηση τοϋ άτυχου αύτοϋ πολέμου. Στην μάχη πέσανε 22 φιλέλληνες, μεταξύ τών οποίων καί ό ρεπουμπλικάνος βουλευτής Fratti.

Ή τελευταία βοήθεια τών Γαριβαλδινών στην Ελλάδα ήταν στον πόλεμο τοϋ 1912. Τον 'Οκτώβριο τοϋ έτους αύτοϋ ό Ricciotti Garibaldi μέ τους γιους του καί τήν οικογένεια του έφθασε στην 'Ελλάδα καί ετέθη επικεφαλής σώματος 1200 'Ιταλών καί "Αγγλων εθε­

λοντών, συνεργασθείς μέ τον αδερφό του Repino. Οί "Ελληνες εθελοντές, οί όποιοι είχαν οργανωθεί άπό τό 1897 μαζί μέ τους έρυθροχίτωνες, πολέμησαν ηρωικά στο Δρίσκο τον Νοέμβριο τοϋ 1912. Στή μάχη τοϋ Δρίσκου σκοτώθηκαν διακόσιοι φιλέλληνες καί ανά­

μεσα τους καί ό δικός μας ποιητής τών σονέτων Λορέντζος Μαβίλης, ό όποιος έφερε καί τον βαθμό τοϋ λοχαγοϋ τών Γαριβαλδινών.

Για τήν εκστρατεία τών Γαριβαλδινών στην Κρήτη, στα 1896, ό ποιητής έχει γράψει τό σονέτο του Exselsior πού θά μοϋ επιτρέψετε να σας τό διαβάσω.

Μέ τή μάχη αυτή, καί μέ μερικές άλλες αψιμαχίες μετά απ' αυτήν, έκλεισε ό κύκλος μισοΰ αιώνα τής βοηθείας τών Γαριβαλδινών στον αγώνα μας για τήν ανεξαρτησία.

Page 160: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

638 Χρονικά

Κυρίες και Κύριοι, Τιμούμε σήμερα τήν επέτειο για τα εκατό χρόνια από του θανάτου του Γκιουζέππε

Γαριβάλδη και άναμιμνησκόμεθα τήν καρποφόρα βοήθεια και συνεργασία τών δύο γειτο­

νικών φίλων λαών. Μπορεί ή υλική βοήθεια τών 'Ιταλών φιλελλήνων στον αγώνα για τήν ανεξαρτησία μας να μήν ήταν σημαντική. 'Εκείνο όμως πού είναι μεγάλο, και υπολογίζεται από όλους μας, είναι ή φιλία τών δύο λαών και ή βαθειά προσήλωση τους στα δημοκρατι­

κά ίδεώδη. Τόσο ή εκπαίδευση τών Ελλήνων στην 'Ιταλία, όσο καί ή συνεχής 50ετής πα­

ρουσία τών Γαριβαλδινών στην'Ελλάδα μέχρι το 1912, συνέτειναν μεγάλως στην αναβά­

πτιση τοϋ λαοϋ μας στα δημοκρατικά ίδεώδη, μετά άπό τον μακραίωνα καί επαχθή 'Οθω­

μανικό ζυγό. Για τήν συνεισφορά αυτή τοϋ Garibaldi ό Ελληνικός λαός αισθάνεται παντοτινά χρεωμένος.

ΕΝ ΙΣΤΟΡΙΚΟΝ ΕΓΓΡΑΦΟΝ ΤΟΥ Φ.Σ.Π.

Τό Προεδρεΐον τοϋ Παρνασσού απηύθυνε τήν 13­11­1982 τό κατωτέρω εγγραφον προς τον Μακαριώτατον Άρχιεπίσκοπον 'Αθηνών καί πάσης Ελλάδος Κύριον Σεραφείμ ώς Πρόεδρον της 'Ιεράς Συνόδου:

Ευχαρίστως πληροφοροΰμεν τήν Ύμετέραν Μακαριότητα καί τήν Ίεράν Σύνοδον τής Εκκλησίας της Ελλάδος, ότι ή 'Εφορεία τοΰ Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός κατά τήν 6ην συνεδρίαν αυτής απεδέχθη ομοφώνως πρότασιν τοΰ Προέδρου αυτής, όπως εύλαβώς υπόμνηση εγκαίρως είς τήν Άγιωτάτην Έκκλησίαν τής Ελλάδος καί τήν Ίε­

ραρχίαν αυτής τό σημαντικώτατον ιστορικόν γεγονός τής συμπληρώσεως; κατά τό έτος 1985, 1100 χρόνων από τοΰ θανάτου τοΰ έτερου τών αδελφών 'Ελλήνων Θεσσαλονικέων μεγάλων 'Ιεραποστόλων τών Σλάβων, τοΰ 'Αγίου Μεθοδίου (t885), έπί τω σκοπώ αναλή­

ψεως πρωτοβουλίας τής 'Ελληνικής 'Εκκλησίας δια τον Πανορθόδοξον, υπό τήν αιγίδα τοΰ Οίκουμενικοΰ Θρόνου, έορτασμόν τής ιστορικής άμφιετηρίδος.

Θα άπετέλει περιττολογίαν τό να εΐπωμεν, ότι ή μεγάλη Ιεραποστολική ενέργεια τοΰ Βυζαντίου δια τών δύο 'Αγίων ανδρών Κυρίλλου καί Μεθοδίου ύπήρξεν ή απαρχή όχι μόνον τής διαδόσεως τοΰ Χριστιανισμού μεταξύ τών Σλάβων άλλα καί τής εισόδου αυτών εις τον Πολιτισμόν με σπουδαίαν άπαρχήν τήν έφεύρεσιν τοΰ Σλαβικοΰ Κυριλλείου αλφα­

βήτου καί τής μεταφράσεως θρησκευτικών έργων, διαδόσεως τής Βυζαντινής Τέχνης. Ή 'Εφορεία τοΰ Φ. Σ. Παρνασσός φρονεί, ότι ή άρμοδιότης υμών καί τοΰ Οίκουμε­

νικοΰ Πατριαρχείου δια τον ϊσως παγκόσμιον έορτασμόν καλύπτει απολύτως τήν ανάγκην τοΰ καθορισμοΰ τών 'Εκκλησιών καί 'Ιδρυμάτων εν Ελλάδι, τα όποια είναι ανάγκη να μετάσχωσι τοΰ Πανηγυρικού Έορτασμοΰ, μιας επετείου καί ενός έργου πού αποτελεί δόξαν τής φιλελεύθερης 'Ελληνικής 'Εκκλησίας καί τής Οικουμενικής τής 'Ορθοδοξίας, 'Εκ­

κλησιαστικής καί Θεολογικής, καί τοΰ Έλληνικοΰ "Εθνους. Είναι φυσικόν, ότι ό Φ. Σ. Παρνασσός παρακαλεί νά περιληφθή μία τουλάχιστον έκδήλωσις εις τήν μεγάλην αΐθου­

σαν τοΰ ιστορικού μας Συλλόγου. Μή αμφιβάλλοντες ότι θα υίοθετήσητε τήν πρότασιν ταύτην καί θ' άναλάβητε τήν

πρωτοβουλίαν διατελοΰμεν

μετά σεβασμού Ό Πρόεδρος Ό Γενικός Γραμματεύς

Καθηγητής ΓΕΡ. Ι. ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ ΓΕΩΡΓ. Κ. ΠΟΥΡΝΑΡΟΠΟΥΑΟΣ Έπίκ. Καθηγητής Πανεπ. 'Αθηνών

Page 161: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

ΠΙΝΑΞ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΤΟΥ ΚΔ' ΤΟΜΟΥ (1982)

Σελ. Ά λ ι σ α ν δ ρ ά τ ο ς Γ. Γ., Οι «Θερμοπύλες» τοΰ Καβάφη. Ερμηνευτικά

σημειώματα 509 Ά ν δ ρ ι α ν ά κ η ς Μ ι χ α ή λ , Τρία ανέκδοτα κείμενα για τον άγιο 'Ιωάννη

τον 'Ερημίτη 395 Γ ρ ι τ σ ό π ο υ λ ο ς Τ ά σ ο ς Ά θ., Ή «Φόνισσα» τοΰ Παπαδιαμάντη 362 Δ ε μ π ό ν ο ς Ά γ γ ε λ ο ­ Δ ι ο ν ύ σ η ς , Ή παιδεία στην Κεφαλονιά τα χρόνια

της Άγγλοκρατίας 246 Δ η μ η τ ρ α κ ό π ο υ λ ο ς Μ ι χ α ή λ Φ., Ό Hegel κριτής των κοσμολογικών

ιδεών (αντινομιών) του Κάντ 170 Δ η μ η τ ρ α κ ό π ο υ λ ο ς Μ ι χ α ή λ Φ., 'Ιδεαλισμός και δογματισμός : Δύο

φιλοσοφικά «πορτραίτα» από τον J. G. Fichte. Προσχεδιάσματα σέ μια θεω­

ρία της φιλοσοφικής ύποκειμενικότητος 537 Δ ρ ο ύ λ ι α ς ' Ι ω ά ν ν η ς Δ., Προσωπικές εντυπώσεις και εμπειρίες ενός παι­

διού τής 28ης 'Οκτωβρίου 1940 409 Ζ ο ϋ μ π ο ς Α. Ν., Καντιαναί απόψεις έν τη Σχολαστική φιλοσοφία 156 Ζ ο Ο μ π ο ς Α. Ν., Μαργαρίτης Εύαγγελίδης (1850­1932) 481 Κ α λ ο γ ε ρ ο π ο ύ λ ο υ ­ Μ ε τ α λ λ η ν ο ϋ Β α ρ β ά ρ α , Μαξίμου Πλανούδη

προσωπογραφία (μέ βάση τις επιστολές του) 558 Κ α ρ α δ η μ η τ ρ ί ο υ ' Α ν α σ τ ά σ ι ο ς Κ., Τα όνειρα στην ελληνική αρχαιό­

τητα και ή σχέση τους μέ τους χρησμούς 209 Κ α τ σ ά ν ο ς Ν ι κ ό λ α ο ς , Τάξη και αταξία στο φυσικό κόσμο 161 Κ ε λ ε σ ί δ ο υ ­ Γ α λ α ν ο ύ "Αννα , Το πρόβλημα τής νεοελληνικής γλώσσας

στον Ί . Ν. Θεοδωρακόπουλο 227 Κ ε σ σ ί δ η ς Θ ε ο χ ά ρ η ς Χ., Ό 'Ηράκλειτος καί ή αρχαία 'Ανατολή (Κρι­

τικές σημειώσεις) 303 Κ ο ρ ί ν θ ι ο ς Γ ι ά ν ν η ς , . Ή ναυμαχία του Ναβαρίνου όπως τήν έζησε καί

τήν κατέγραψε ό Giovanni Romey 112 Κ ω ν σ τ α ν τ ι ν ί δ η ς Κ ω ν σ τ α ν τ ί ν ο ς Δ., Ή ψυχική πάθησις τοΰ Χα­

λεπά καί τό καλλιτεχνικόν του έργον 5 Λ α ζ α ν δ ς Β α σ. Ι., Ό Πίνδαρος στην αρχαία επιγραμματική ποίηση 600 Λ α ζ ο γ ε ώ ρ γ ο ς ­ Ε λ λ η ν ι κ ό ς Δ η μ ή τ ρ η ς , Είσαγωγή σέ μια σύγχρονη

μετάφραση τοΰ ((Προμηθέα Δεσμώτη» τοϋ Αισχύλου 422

Page 162: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

640

Μ ε τ α λ λ η ν ο ς Γ ε ώ ρ γ ι ο ς Δ., Γύρω άπό την πατρότητα ένας επιγράμματος για τήν 'Ιόνιο 'Ακαδημία 236

Μ π ε ζ α ν τ έ ς ' Ι ω ά ν ν η ς , Μια συγκεκαλυμμένη ανθρωποθυσία. Τό ντοπά­

ρισμα τών αθλητών 242 Ν ι ά ρ χ ο ς Κ ω ν σ τ α ν τ ί ν ο ς Γ., Κριτικές παρατηρήσεις τοΰ 'Ιωάννου του

Ίταλοϋ στην αριστοτελική θεωρία για τή φύση 10 Ν ί κ α ς Κ ω ν σ τ α ν τ ί ν ο ς , Ή λατινική ωδή τοΟ Dondini στην κόρη τής Λή­

μνου Μαρούλα 321 Π α ν έ ρ η ς ' Ι ω ά ν ν η ς P., Διορθωτικά και ερμηνευτικά σε αποσπάσματα

τοϋ Δημόκριτου 41 Π α π α δ η μ η τ ρ ί ο υ Ν ό ν ν α Δ., Ή αποστολή τοϋ Mézières (1826­1915)

στην 'Ανατολική Θεσσαλία 605 Π ο υ ρ ν α ρ ό π ο υ λ ο ς Κ ω ν σ τ α ν τ ί ν ο ς Γ., 'Από τήν ίστορίαν τής ιατρι­

κής δεοντολογίας. Ό Νεοϊπποκρατισμός τοϋ Ούφελάνδου (Chr. Wilh. Hufe­

land, 1762­1836) 344 Π ο υ ρ ν α ρ ό π ο υ λ ο ς Κ ω ν σ τ α ν τ ί ν ο ς Γ., Ό πρώτος διδάκτωρ τοΟ Πανε­

πιστημίου 'Αθηνών 496 Σ α κ ε λ λ α ρ ί ο υ Ά ν τ. Η., Νεοελληνικά παράλληλα σέ χωρία του Πετρωνίου 49 Σ τ α θ ά τ ο ς Ν ι κ ό λ α ο ς Γ., Ό Βλάσης Γαβριηλίδης και ή ελληνική δημο­

σιογραφία 143 Σ τ α θ ά τ ο ς Ν ι κ ό λ α ο ς Γ., Ό «κώδιξ τής Γόρτυνος» 433 Τ ζ ο υ γ α ν ά τ ο ς Ν ι κ ό λ α ο ς Δ., Ή κρίσιμη εικοσαετία τής Επτανησιακής

Ιστορίας (1797­1817) 443 Τ σ ε β ά ς Δ η μ ή τ ρ ι ο ς , Οί δικαστικοί λειτουργοί ώς έκφρασταί τής αυθεν­

τίας τής Δικαιοσύνης 617 Τ σ ο υ κ ν ί δ α ς Γ ι ώ ρ γ ο ς , Περιφράσεις σέ ελληνικές συνθηματικές γλώσσες 296 Φ α ρ ά ν τ ο ς Γ ε ώ ρ γ ι ο ς Δ., Ή πολιτική φιλοσοφία τοΰ Ηράκλειτου 54 ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΣΙΑΙ ύπό Γιώργου Ι. Τσουκνίδα 317

ΝΕΚΡΟΛΟΓΙΑΙ

Γεώργιος Θ. Ζώρας (ύπό Κ. Γ. Πουρναροπούλου) ' . . . . 319 Σάββας Κ. Λοϊζίδης (υπό Γ. Κ. Πουρναροπούλου) 479

ΧΡΟΝΙΚΑ

'Εκατόν χρόνια άπο τον θάνατον τοϋ Γκιουζέππε Γαριβάλδη (ύπό Π.Σ. Θεοχάρη) 635 "Εν ίστορικον εγγραφον τοΰ Φ.Σ.Π 638

Page 163: ΙΛ»Α»ΠΚ»? $ΥΛΛνΓΦ$ PAfrNA??OS PAWA**0*Κοτζιά (1814 1885) και μαθητής του μεγάλου ιστορικού της φιλοσοφίας τών Ελλήνων

ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ «ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ»

Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ

Α'. «ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ» Φιλολογικον περιοδικον κατά τριμηνίαν έκδιδόμενον

Έκαστος τόμος σελ. 640 — Ετησία συνδρομή: δρχ. 500.

Β'. ΣΕΙΡΑ ΔΙΑΛΕΞΕΩΝ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΩΝ Έ ξ ε δ ό θ η σ α ν : 1. Κωστή Παλαμά, 'Ανδρέας Κάλβος, 'Αθήναι 1969. 2. Κωστή Παλαμά, Ιούλιος Τυπάλδος, 'Αθήναι 1970. 3. Γ. Τ σ ο κ ο π ο ύ λ ο υ , ΟΙ αδελφοί Σούτσοι καί ή πολιτική ποίησις επί Όθωνος,

Αθήναι 1970. 4. Θ. Β ε λ λ ι α ν ί τ ο υ , Πολυλάς, Μαρκορας καί ή Σχολή τής Κερκύρας, 'Αθήναι

1970. 5. 'Ιωάννου Ζερβοϋ, 'Ανδρέας Λασκαρατος, Αθήναι 1970. 6. Δ ι ο ν υ σ ί ο υ Στεφάνου, Γεώργιος Τερτσέτης, Αθήναι 1971. 7. Α ρ ι σ τ ο τ έ λ ο υ ς Κουρτίδου , Ή έξέλιξις τοϋ διηγήματος καί μυθιστορή­

ματος μέχρι τής επαναστάσεως καί ό 'Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής ως διηγηματο­γράφος, 'Αθήναι 1972.

8. 'Αρίστου Κ α μ π ά ν η, Καλλιγάς καί Ζαμπέλιος, 'Αθήναι 1972. 9. Κ. Παλαμά, Βιζυηνός καί Κρυστάλλης, 'Αθήναι 1973.

10. Ά. Μ ά τ ε σ η, Ό Σολωμός καί ή Ζάκυνθος, 'Αθήναι 1976. Έκαστον τεΟχος δρχ. 20

Γ. ΣΕΙΡΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΔΙΑΤΡΙΒΩΝ 1. Μ. Μαντουβάλου , Τα έν 'Ελλάδι πολιτικά γεγονότα τοΟ 1862 καί τά έν τφ

«Παρνασσφ» κατάλοιπα τοϋ Δ. Βούλγαρη, Αθήναι 1971, σελ. 196. Δρχ. 100. 2. Ά ρ. Σ τ ε ρ γ έ λ λ η , Τά δημοσιεύματα των 'Ελλήνων σπουδαστών τοϋ Πανεπιστη­

μίου τής Πάδοβας τον 17ον καί 18ον αΙώνα, 'Αθήναι 1970, σελ. 266. Δρχ. 100. 3. Έπα μ. Β ρ α ν ο π ο ύ λ ο υ , Ελληνιστική Χαλκίς. Συμβολή είς τήν Ιστορίαν των

ελληνιστικών χρόνων τής Χαλκίδος, 'Αθήναι 1972, σελ. 80. Δρχ. 100. 4. Εύγ. Δ α λ λ ε ζ ί ο υ , Καραμανλίδικα, Αναλυτική βιβλιογραφία τουρκόφωνων έρ­

γων τυπωθέντων μέ ελληνικά στοιχεία, Γ", 1866­1900. Έργον βραβευθεν ύπό τής 'Ακαδημίας Αθηνών, 'Αθήναι 1973, σελ. 350. Δρχ. 200.

5. Έπα μ. Β ρ α ν ο π ο ύ λ ο υ , Ή κατά των Ρωμαίων εκστρατεία τοϋ Άντιόχου τοϋ Γ είς τήν Ελλάδα, Αθήναι 1974, σελ. 110. Δρχ. 100.

6. Χ ρ ί σ τ ο υ Θεοδωράτου, Βιογραφία 'Ηλία Ζερβοϋ Ίακωβάτου συντεθεΐσα παρ" αΰτοϋ τοϋ Ιδίου, Αθήναι 1974 σελ. κς'+ 154, Δρχ. 150.

7. Δεσμός, 'Αφιέρωμα στον Ι. Ν. Θεοδωρακόπουλο, 'Αθήναι 1975, σελ. 554. Δρχ. 350. 8. Γραμματ ικής Ά λ α τ ζ ό γ λ ο υ ­ Θ έ μ ε λ η , Πάντων χρημάτων μέτρον άν­

θρωπος. Ή πλατωνική καί ή αριστοτελική μαρτυρία, Αθήνα 1976, σελ. 102. Δρχ. 100.