ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝedume.myds.me/00_0070_e_library/10003/1003/02_documents/...Οι...

69
Το εθνικό όνοµα Έλληνες εµφανίζεται για πρώτη φορά στην Iλιάδα. Εκεί δηλώνει ένα µικρό φύλο που ήταν εγκατεστηµένο στην κοιλάδα του Σπερχειού και εντασσό- ταν σε ένα ευρύτερο εθνικό σύνολο, το οποίο, επίσης στην Iλιάδα, καθώς και στην Οδύσσεια, εµφανίζεται µε τρία διαφορετικά ονόµατα: άλλοτε Aχαιοί, άλλοτε Δαναοί, άλλοτε Aργείοι. Η εποχή που απεικονίζεται σε αυτά τα έπη ανάγεται πριν από το 1200 π.Χ. Αργότερα τα τρία αυτά ονόµατα παύουν να είναι επίκαιρα, ενώ το όνοµα Έλληνες παίρνει σταδιακά τη θέση τους. Σήµερα το όνοµα Έλληνες χρησιµοποιείται και αναδροµικά, δηλώνοντας το σύνολο των ελληνόφωνων στοιχείων και πριν από το 1200 π.Χ. Παράλληλα µε αυτό, και διασταλτικά από αυτό το όνοµα, χρησιµοποιείται επίσης ο τεχνητός όρος Προέλληνες. Αυτός δηλώνει το σύνολο των εθνικών οµάδων που προηγήθηκαν από τις ελληνόφωνες. Η ύπαρξη αυτών των οµάδων µνηµονεύεται από αρχαίες ελληνικές παραδόσεις και επιβεβαιώνεται από υπολείµµατα της γλώσσας τους που ενσωµατώθηκαν στην αρχαία ελληνική γλώσσα (µέχρι και τώρα). Πράγ- µατι, η γλώσσα και η θρησκεία των Ελλήνων κατά τους αρχαϊκούς, κλασικούς και υστερότερους αιώνες παρουσιάζουν πολλά στοιχεία που ανάγονται προφανώς στους Προέλληνες. Αυτές οι διαπιστώσεις αποδεικνύουν ότι οι αρχαίοι Έλληνες είχαν στο µεταξύ αφοµοιώσει προελληνικές οµάδες. Δηλαδή ότι ήταν απόγονοι και των προϊ- στορικών ελληνόφωνων οµάδων και των προελληνικών. Έτσι παρουσιάζεται η ανάγκη να διακρίνουµε τους Έλληνες των ιστορικών χρόνων από τους προϊστορικούς ελλη- νόφωνους προγόνους τους, για τους οποίους καθιερώθηκε ο όρος Πρωτο-Έλληνες. Η γλώσσα των Ελλήνων ανήκει στην ινδοευρωπαϊκή οµάδα γλωσσών. Επίσης, µερικές θεότητες και θρησκευτικές αντιλήψεις και λατρευτικές πρακτικές, καθώς και µερικά κοινωνικά θέσµια απαντούν και σε άλλους αρχαίους λαούς, χρήστες ινδοευρωπαϊκών γλωσσών. Από την άλλη πλευρά, τα µη ινδοευρωπαϊκά γλωσσικά και θρησκευτικά στοιχεία απαντούν και εκτός του ελληνικού χώρου: στη Μικρά Ασία και σε άλλες χώρες γύρω από τη Μεσόγειο. Έτσι δηµιουργήθηκε ο όρος Μεσογειακοί, προκειµένου να δηλώνονται οι προ-ινδοευρωπαϊκές οµάδες. Πρέπει να σηµειωθεί ότι τόσο ο όρος Iνδο-Eυρωπαίοι όσο και ο όρος Μεσογειακοί έχουν δηµιουργηθεί από γλωσσολόγους και στην κυριολεξία τους δηλώνουν αποκλειστικά συγγένειες γλωσσών, καθόλου συγ- γένειες λαών. Οι Πρωτο-Έλληνες εισχώρησαν στην ελλαδική χερσόνησο περίπου το 2000 π.Χ. (τοµή µεταξύ της πρώτης και της δεύτερης εποχής του Χαλκού). Έπειτα Η κοιλάδα του Σπερχειού υπήρξε η κοιτίδα του φύλου που Η ρίζα «αχ» όπως στον Ελλη- νικό ποταµό Αχελώο, απαντά- ΠΡΩΙΜΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ

Transcript of ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝedume.myds.me/00_0070_e_library/10003/1003/02_documents/...Οι...

  • Το εθνικό όνοµα Έλληνες εµφανίζεται για πρώτη φορά στην Iλιάδα. Εκεί δηλώνει ένα µικρό φύλο που ήταν εγκατεστηµένο στην κοιλάδα του Σπερχειού και εντασσό-ταν σε ένα ευρύτερο εθνικό σύνολο, το οποίο, επίσης στην Iλιάδα, καθώς και στην Οδύσσεια, εµφανίζεται µε τρία διαφορετικά ονόµατα: άλλοτε Aχαιοί, άλλοτε Δαναοί, άλλοτε Aργείοι. Η εποχή που απεικονίζεται σε αυτά τα έπη ανάγεται πριν από το 1200 π.Χ. Αργότερα τα τρία αυτά ονόµατα παύουν να είναι επίκαιρα, ενώ το όνοµα Έλληνες παίρνει σταδιακά τη θέση τους. Σήµερα το όνοµα Έλληνες χρησιµοποιείται και αναδροµικά, δηλώνοντας το σύνολο των ελληνόφωνων στοιχείων και πριν από το 1200 π.Χ. Παράλληλα µε αυτό, και διασταλτικά από αυτό το όνοµα, χρησιµοποιείται επίσης ο τεχνητός όρος Προέλληνες. Αυτός δηλώνει το σύνολο των εθνικών οµάδων που προηγήθηκαν από τις ελληνόφωνες. Η ύπαρξη αυτών των οµάδων µνηµονεύεται από αρχαίες ελληνικές παραδόσεις και επιβεβαιώνεται από υπολείµµατα της γλώσσας τους που ενσωµατώθηκαν στην αρχαία ελληνική γλώσσα (µέχρι και τώρα). Πράγ-µατι, η γλώσσα και η θρησκεία των Ελλήνων κατά τους αρχαϊκούς, κλασικούς και υστερότερους αιώνες παρουσιάζουν πολλά στοιχεία που ανάγονται προφανώς στους Προέλληνες. Αυτές οι διαπιστώσεις αποδεικνύουν ότι οι αρχαίοι Έλληνες είχαν στο µεταξύ αφοµοιώσει προελληνικές οµάδες. Δηλαδή ότι ήταν απόγονοι και των προϊ-στορικών ελληνόφωνων οµάδων και των προελληνικών. Έτσι παρουσιάζεται η ανάγκη να διακρίνουµε τους Έλληνες των ιστορικών χρόνων από τους προϊστορικούς ελλη-νόφωνους προγόνους τους, για τους οποίους καθιερώθηκε ο όρος Πρωτο-Έλληνες. Η γλώσσα των Ελλήνων ανήκει στην ινδοευρωπαϊκή οµάδα γλωσσών. Επίσης, µερικές θεότητες και θρησκευτικές αντιλήψεις και λατρευτικές πρακτικές, καθώς και µερικά κοινωνικά θέσµια απαντούν και σε άλλους αρχαίους λαούς, χρήστες ινδοευρωπαϊκών γλωσσών. Από την άλλη πλευρά, τα µη ινδοευρωπαϊκά γλωσσικά και θρησκευτικά στοιχεία απαντούν και εκτός του ελληνικού χώρου: στη Μικρά Ασία και σε άλλες χώρες γύρω από τη Μεσόγειο. Έτσι δηµιουργήθηκε ο όρος Μεσογειακοί, προκειµένου να δηλώνονται οι προ-ινδοευρωπαϊκές οµάδες. Πρέπει να σηµειωθεί ότι τόσο ο όρος Iνδο-Eυρωπαίοι όσο και ο όρος Μεσογειακοί έχουν δηµιουργηθεί από γλωσσολόγους και στην κυριολεξία τους δηλώνουν αποκλειστικά συγγένειες γλωσσών, καθόλου συγ-γένειες λαών. Οι Πρωτο-Έλληνες εισχώρησαν στην ελλαδική χερσόνησο περίπου το 2000 π.Χ. (τοµή µεταξύ της πρώτης και της δεύτερης εποχής του Χαλκού). Έπειτα

    Η κοιλάδα του Σπερχειού υπήρξε η κοιτίδα του φύλου που

    Η ρίζα «αχ» όπως στον Ελλη-νικό ποταµό Αχελώο, απαντά-

    ΠΡΩΙΜΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ

    http://img.t02_k01_p001_1http://img.t02_k01_p001_2

  • απλώθηκαν στις Κυκλάδες και αργότερα στην Κρήτη και στα ανατολικά νησιά. Επίσης η Μικρά Ασία άρχισε να καταλαµβάνεται από άλλα ινδοευρωπαϊκά στοιχεία µετά το 2000 π.Χ. Γι’ αυτό η εποχή των Μεσογειακών στην Ελλάδα και στη Μικρά Ασία ταυτί-ζεται µε την πρώτη εποχή του Χαλκού (3000-2000 π.Χ.). Βέβαια, ο ελληνικός χώρος είχε κατοίκους και πριν την εποχή του Χαλκού, συγκεκριµένα κατά τη Νεολιθική έως και την Παλαιολιθική εποχή, πολλές δεκάδες χιλιετιών προς τα πίσω. Αλλά ούτε οι αρχαίες ελληνικές παραδόσεις έχουν συγκρατήσει αναµνήσεις για τους χρονικά τόσο αποµακρυσµένους προκατόχους τους, ούτε η επιστήµη µπορεί να τους κατατάξει σε συγκεκριµένες οµάδες, είτε γλωσσικές είτε «εθνικές». Οι αρχαιολογικές έρευνες δείχνουν σοβαρές τοµές µεταξύ των διαδοχικών πολιτισµών του ελληνικού χώρου: καταστροφές οικισµών, διακοπές της οικήσεως, απότοµες αλλαγές πολιτισµικών δεδο-µένων. Όταν αυτά τα φαινόµενα παρατηρούνται συγχρόνως και σε µεγάλη έκταση,

    Οι αρχαίες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες και η αρχική ινδοευρωπαϊκή οµο-γλωσσία

    Η συγγένεια της αρχαίας ελληνικής και της λατινικής γλώσσας από άποψη γραµµατικής και συντακτικού, καθώς και από εκείνη ενός µέρους του λεξιλογίου τους, παρατηρή-θηκε πολύ νωρίς. Αργότερα, τον 18ο αιώνα, η µελέτη αρχαίων ινδικών κειµένων από Ευρωπαίους οδήγησε στη διαπίστωση ότι αυτή η γλώσσα συγγένευε µε τις προηγού-µενες στα ίδια πεδία. Τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα γεννήθηκε η επιστήµη της συγκριτικής γλωσσολογίας, η οποία εµβάθυνε και συστηµατοποίησε τις προηγούµενες παρατηρήσεις καθώς και πολλές νέες που προστέθηκαν χάρη στην ανάγνωση αρχαίων ιρανικών κειµένων, αλλά και στη συγκριτική έρευνα των νέων ευρωπαϊκών γλωσσών. Με την πρόοδο αυτής της επιστήµης έγινε αντιληπτό ότι οι ως άνω γλώσσες συγγενεύουν πολύ περισσότερο από όσο δείχνει η πρώτη προσέγγιση. Διαπιστώθηκε δηλαδή ότι πολλές διαφορές τους σε φθόγγους και σε γραµµατικούς τύπους έχουν αναπτυχθεί εκ των υστέρων και έγινε δυνατή ή αναπαράσταση παλαιοτέρων φάσεων εξέλιξης µέχρι και της αρχικής κατάστασης. Οι ως άνω συγγενικές γλώσσες ονοµάστηκαν ινδοευρωπα-ϊκές, επειδή απλώνονται από τις Ινδίες έως τις εσχατιές της Ευρώπης, καθώς και στις ευρωπαϊκές εγκαταστάσεις στις υπόλοιπες ηπείρους. Σήµερα γνωρίζουµε µε πολλές

  • εικάζεται ότι οφείλονται σε αλλοδαπούς εισβολείς που υπέταξαν τους παλαιοτέρους κατοίκους. Υπάρχει όµως µία αρχαιολογική θεωρία, η οποία υποστηρίζει τη συνέχεια των διαδοχικών πολιτισµών, αποδίδοντας τις µεν καταστροφές σε φυσικά αίτια ή σε επαναστάσεις, τις δε αλλαγές σε εσωτερικές εξελίξεις. Επίσης τα σκελετικά ευρήµατα των ανασκαφών του ελληνικού χώρου δείχνουν συνέχεια, ώστε οι ανθρωπολόγοι να υποστηρίζουν ότι ο πληθυσµός τους δεν αλλοιώθηκε από εξωτερικές µεταναστεύ-σεις. Επειδή δεν επιτρέπεται να υποτιµηθούν ούτε τα σκελετικά ευρήµατα ούτε οι συνδυασµένες ενδείξεις µεταναστεύσεων επιβάλλεται να καταλήξουµε σε υποθέσεις που να ανταποκρίνονται στα δεδοµένα και των δύο κατηγοριών. Έτσι θα µπορούσαµε να υποθέσουµε ότι οι διαδοχικοί µετανάστες δεν ήταν τόσο πολυάριθµοι ώστε να φανούν τα ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά τους στους σκελετούς του πληθυσµού που

    λεπτοµέρειες και µεγάλη ασφάλεια τη φωνητική και τη γραµµατική της αρχικής ινδο-ευρωπαϊκής γλώσσας και κατά προσέγγιση το λεξιλόγιό της. Αυτό ήταν οµοιογενές, προπάντων στις προσωπικές αντωνυµίες (εγώ, σύ, εµείς, σεις), στα αριθµητικά, σε λέξεις δηλωτικές συγγενείας (πατέρας, µητέρα, αδελφός, αδελφή και άλλα), σε ρήµατα, ουσιαστικά και επίθετα δηλωτικά βασικών εννοιών και πραγµάτων, ιδίως στους τοµείς του φυσικού, ζωικού και φυτικού περιβάλλοντος και των βιοποριστικών απασχολήσεων. Οι αρχαίες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες είναι πολλές. Εδώ αναφέρονται οι κυριότερες και σε παρένθεση οι χώρες της τελικής εγκατάστασής τους: αρχαία ινδική (Ινδία), αρχαία ιρανική (Ιράν, Κουρδιστάν, νότια Ρωσία), αρχαία αρµενική (Αρµενία), χεττιτική, λου-βική, φρυγική, λυδική, καρική (όλες στη Μικρά Ασία), ελληνική (Ελλάδα και αποικίες), ιλλυρική, θρακική, δακική (στα Βαλκάνια), πρωτο-σλαβική, πρωτο-γερµανική, πρωτο-βαλτική (όλες στην κεντρική Ευρώπη), κελτική (απλωµένη από τη Βοηµία έως τον Ατλα-ντικό και σε µερικές περιοχές της Ισπανίας και από τη βόρεια Ιταλία έως τις βρετανικές νήσους), λατινική και άλλες ιταλικές γλώσσες (στην κεντρική και τη νότια Ιταλία). Η ινδοευρωπαϊκή εξάπλωση διακοπτόταν από προ-ινδοευρωπαϊκούς θυλάκους, ιδίως στην Καυκασία (καυκασιανές γλώσσες), στην Ιταλία (ετρουσκική µεταξύ της λατινικής και της κελτικής) καθώς και στα δυτικά Πυρηναία και γύρω από αυτά (βασκική περικυκλωµένη από κελτικές θυγατρικές γλώσσες.

  • προέκυψε από την ανάµειξή τους µε τους παλαιοτέρους κατοίκους. Κατά συνέπεια, η επικράτηση των εκάστοτε εισβολέων οφειλόταν όχι στο πλήθος τους, αλλά στην ανω-τερότητά των όπλων τους και των ίδιων ως πολεµιστών. Η δε σύνθεση του πληθυσµού δεν άλλαζε δραστικά έπειτα από κάθε εισβολή.

    Προέλληνες µεσογειακής καταγωγήςΑρχαίες ελληνικές παραδόσεις διέσωσαν µέχρι και της καθιερώσεως του αλφαβήτου (750 π.Χ.) και έπειτα πολλά ονόµατα προελληνικών φύλων, όπως Πελασγοί, Λέλεγες, Άονες, Ύαντες και µερικά άλλα. Οι Πελασγοί τοποθετούνται στη Θεσσαλία, στην Αττική, στην Αρκαδία και αλλού, µερικές δε φορές αναφέρονται ως εξαπλωµένοι σε ολόκληρο τον ελληνικό χώρο, αλλά και εκτός αυτού. Οι άλλοι προελληνικοί λαοί εντοπίζονται σε µερικές µόνο περιοχές. Η πλειονότητα των ειδικών υποστηρίζει ότι όλα τα προελ-ληνικά γλωσσικά στοιχεία που εισχώρησαν στην ελληνική είναι µεσογειακής προελεύ-σεως. Λίγοι πιστεύουν ότι µερικά προέρχονταν από µία ή περισσότερες ινδοευρωπα-ϊκές γλώσσες που προηγήθηκαν της ελληνικής στον ελληνικό χώρο. Και οι πρώτοι και οι δεύτεροι αποδίδουν σε µεσογειακή προελληνική γλώσσα πλήθος ονοµάτων τόπων, θεοτήτων, ηρώων, ανθρώπων καθώς και φυτών και ζώων. Πρόκειται για ονόµατα µε ρίζες που δεν είναι ινδοευρωπαϊκές καθώς και µε χαρακτηριστικά επιθήµατα: κυρίως -σ(σ)- και -νθ-/-νδ-, αλλά και -θν-/δν-, -µν-. Οι Μεσογειακοί επικράτησαν στην Ελλάδα

    Θέµα, ρίζα, επίθηµα

    Ο όρος ρίζα δηλώνει τον αρχικό τύπο µιας λέξης, όπως αυτός αποκαθίσταται από την επιστήµη (π.χ. από τους τύπους µε τους οποίους εµφανίζεται το είµαι σε διάφορες αρχαίες ινδοευρωπαϊκές λέξεις συµπεραίνεται ότι όλοι αυτοί οι τύποι κατάγονται από ένα αρχικό *es-. Θέµα λέγεται το µέρος των λέξεων που αποτελείται από τη ρίζα και ένα ή περισσότερα προσφύµατα (έτσι ονοµάζονται διάφορα στοιχεία που προστίθενται στη ρίζα, προκειµένου να εµπλουτίσουν ή να εξειδικεύσουν το νόηµά της. Τα προσφύ-µατα διακρίνονται σε προθήµατα, επιθήµατα, ενθήµατα, ανάλογα µε τη θέση τους πριν από τη ρίζα ή µετά τη ρίζα ή µέσα σε αυτή.

  • κατά την πρώτη εποχή του Χαλκού (3000-2000 π.Χ.). Αυτό εικάζεται από δεδοµένα δύο διαφορετικών τάξεων. Από τη µία µεριά παρατηρείται ότι τα τοπωνύµια µε τα ως άνω χαρακτηριστικά επιθήµατα εµφανίζονται σε όλες τις περιοχές όπου επικράτησαν οι πολιτισµοί της πρώτης εποχής του Χαλκού (Πρωτο-Eλλαδικός, Πρωτο-Kυκλαδικός, Πρωτο-Mινωικός), από την άλλη µεριά, τα αρχαιολογικά δεδοµένα που σηµαδεύουν την εισχώρηση Iνδο-Eυρωπαίων στην Ελλάδα χρονολογούνται στην τοµή µεταξύ της πρώτης και της µέσης εποχής του Χαλκού.

    Προέλληνες ινδοευρωπαϊκής καταγωγήςΛίγοι γλωσσολόγοι υποστήριξαν ότι µερικές οµάδες που µιλούσαν ινδοευρωπαϊκές γλώσσες έφθασαν στην Ελλάδα µετά τις µεσογειακές, αλλά πριν από τις ελληνόφωνες. Είχαν όµως µικρή απήχηση, επειδή τα στοιχεία που επικαλέστηκαν ήταν περιορισµένα και οι ερµηνείες που έδωσαν σε αυτά δεν ήταν ικανοποιητικές. Μεταξύ αυτών των στοιχείων ήταν και το όνοµα Πελασγοί. Ένας γλωσσολόγος υποστήριξε ότι τα στοιχεία Πελ- και -ασγ- ανάγονται σε ινδοευρωπαϊκές ρίζες που σήµαιναν το πρώτο φύτρο, βλάστηση, το δεύτερο κλάδος και, κατά συνέπεια, ότι το Πελασγοί είχε ανάλογη σηµασία. Αυτή η άποψη δεν έγινε δεκτή, και δεν µπορούσε να γίνει, επειδή δεν αποδείχθηκε, ούτε µπορεί να αποδειχθεί, ότι το Πελασγοί είχε πράγµατι αυτή τη σηµασία. Ο συγγραφέας αυτών των σελίδων τοποθέτησε, σε µία ειδική µελέτη του, το ζήτηµα σε διαφορετική βάση, παρατηρώντας ότι το µυθικό πρόσωπο Πελασγός, σύµφωνα µε έναν αρκαδικό µύθο, βλάστησε µέσα από τη γη, σύµφωνα µε ένα θεσ-σαλικό, δίδαξε τους ανθρώπους να τρέφονται µε βελανίδια, και πάλι σύµφωνα µε τον αρκαδικό µύθο, τους έµαθε να τρέφονται µε σιτηρά. Από αυτά τα στοιχεία προκύπτει µία σειρά συµπερασµάτων: 1) Ένας θεός της βλάστησης ονοµάστηκε Πελασγός. 2) Ως όνοµα θεού της βλάστησης, το όνοµα Πελασγός µπορούσε να σηµαίνει φυόµενος κλάδος. 3) Εκείνοι που λάτρευαν τον Πελασγό ονοµάστηκαν Πελασγοί. 4) Έτσι επιβε-βαιώνεται η υπόθεση ότι στοιχεία Πελ- και -ασγ- ανάγονται σε ινδοευρωπαϊκές ρίζες και, κατά συνέπεια, ότι οι Πελασγοί µιλούσαν µία ινδοευρωπαϊκή γλώσσα. Παλαιό-τεροι ερευνητές πρόσεξαν: 1) Ότι το εθνωνύµιο Αχαιοί µοιάζει µε το αρχαίο όνοµα ενός ποταµού, Αχαιός, που ρέει στην παρευξείνεια Kαυκασία, πολύ κοντά µάλιστα σε έναν λαό µε το όνοµα Αχαιοί και 2) Ότι το στοιχείο αχ- απαντά επίσης στα ονόµατα

    Κατά τις διαδοχικές µεταναστεύ-σεις οι εισβολείς επικρατούσαν

    http://img.t02_k01_p001_3http://img.t02_k01_p001_3http://img.t02_k01_p001_3

  • ποταµών Aχέλης, στη Μικρά Ασία, Αχελώος και Ίναχος σε πολλά µέρη της Ελλάδος, και στο όνοµα µιας πηγής, Αχαία, στη Μεσσηνία. Κατά συνέπεια σκέφτηκαν ότι αυτό το αχ- ανάγεται στην ινδοευρωπαϊκή ρίζα από την οποία προέρχεται το λατινικό aqua, νερό. Τελικά, όµως, απέκλεισαν αυτή την υπόθεση, επειδή η ελληνική γλώσσα θα είχε όχι αχ-, αλλά απ- ή ατ- (πρβλ. ελλ. πέντε = λατ. quinque). Αλλά το γεγονός ότι το στοιχείο αχ- απαντά σε τόσα πολλά υδρωνύµια –και µόνο σε υδρωνύµια– επιβάλλει την επανεξέταση του προβλήµατος σε διαφορετική βάση, πράγµα που έκανε ο συγ-γραφέας αυτών των σελίδων, αποδίδοντας το υδρωνύµιο Αχαιός της παρευξείνειας Καυκασίας στη γλώσσα των εκεί Αχαιών και τα υδρωνύµια Aχαιά, Αχελώος και Ίναχος στην άφιξη µιας αποικίας των ίδιων στην Ελλάδα. Η µεταγενέστερη όµως χρήση του ονόµατος Αχαιοί προς δήλωση, υπό στενότερη έννοια, ενός πρωτο-ελληνικού φύλου και, υπό ευρύτερη, όλων των Πρωτο-Eλλήνων οδηγεί αναπόφευκτα στο συµπέρασµα ότι οι πρώτοι φορείς του ονόµατος Αχαιοί αφοµοιώθηκαν τελικά από κάποιο τµήµα ελληνοφώνων, που πήρε το όνοµά τους. Τους αρχικούς φορείς του ονόµατος τους ονοµάζω Πρωτο-Aχαιούς, ώστε να διακρίνονται από τους τελικούς φορείς του, Αχαι-ούς των οµηρικών επών, οι οποίοι βέβαια ήταν Έλληνες.

    Οι Πρωτο-ΈλληνεςΌπως σηµειώθηκε προκαταρκτικά, ο νέος επιστηµονικός όρος Πρωτο-Έλληνες χρη-σιµεύει για να δηλωθούν οι φορείς µιας συγκεκριµένης ινδοευρωπαϊκής γλώσσας, της πρωτο-ελληνικής, που είναι πρόγονος της αρχαίας ελληνικής. Η αρχαία ελληνική διαφέρει από την πρωτο-ελληνική στα ακόλουθα σηµεία: εµφανίζει πολλούς γραµµα-τικούς νεωτερισµούς· είναι πολύ πιο ευέλικτη και ασύγκριτα πλουσιότερη· το λεξι-λόγιό της έχει εµπλουτισθεί επίσης µε εκατοντάδες τοπωνυµίων, δεκάδες ονοµάτων φυτών και ζώων που οι Πρωτο-Έλληνες γνώρισαν στην Ελλάδα, καθώς και από δεκά-δες ονοµάτων φυτών, ζώων, µετάλλων και λέξεων διαφόρων άλλων κατηγοριών που οι ίδιοι ή οι απόγονοί τους δανείστηκαν από λαούς της Ανατολής. Οι Πρωτο-Έλληνες προέρχονταν από το κέντρο του χώρου της εξάπλωσης των Iνδο-Eυρωπαίων, στις ευρασιατικές στέπες (από την Ουγγαρία έως την Κεντρική Ασία). Όπως εικάζεται από τη φύση αυτού του χώρου και βεβαιώνεται από τα αρχαιολογικά ευρήµατα, καθώς και από στοιχεία του κοινού ινδοευρωπαϊκού λεξιλογίου, οι Iνδο-Eυρωπαίοι ήταν

  • νοµάδες και εποµένως µετακινούνταν, µη έχοντας µόνιµες εγκαταστάσεις. Η κοινή ινδοευρωπαϊκή γλώσσα µε τις διαλέκτους της (στη συνέχεια γλώσσες όλο και περισ-σότερο διαφοροποιούµενες) και ο κοινός ινδοευρωπαϊκός πολιτισµός διαµορφώθηκαν σε διάστηµα µερικών χιλιετιών πριν οι φορείς των γλωσσών αρχίσουν να διασπώνται µετακινούµενοι άλλοι προς τα ανατολικά (κεντρική Ασία, Ιράν, Ινδία), άλλοι προς τα νότια (Μικρά Ασία και Βαλκάνια), άλλοι προς τα ανατολικά (κεντρική, δυτική και βόρεια Ευρώπη). Από πού προήλθαν οι Πρωτο-Έλληνες; Πότε έφθασαν στην Ελλάδα; Η αρχαία ελληνική, η αρχαία ιρανική και η αρχαία ινδική έχουν στενότερη συγγένεια παρά οι ίδιες µε άλλες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες ή οι υπόλοιπες µεταξύ τους. Από αυτή την παρατήρηση συµπεραίνεται, πρώτον, ότι οι χρήστες της πρωτο-ελληνικής, της πρωτο-ιρανικής και της πρωτο-ινδικής παρέµειναν σε επαφή για µεγαλύτερο χρο-νικό διάστηµα, δεύτερον, ότι οι γλώσσες τους διαµορφώθηκαν, όχι σε κάποια άκρη του ινδοευρωπαϊκού χώρου, αλλά στο κέντρο του, άρα βορειοδυτικά από τον Εύξεινο, και, τρίτον, ότι έφυγαν από εκεί έπειτα από τις ινδοευρωπαϊκές οµάδες που τις περι-έβαλαν. Στο ίδιο συµπέρασµα οδηγούν δεδοµένα άλλων κατηγοριών: ονοµατικά και αρχαιολογικά, που θα δούµε αµέσως. Το όνοµα Δαναοί, που δίνουν τα οµηρικά έπη στο σύνολο των Ελλήνων του τέλους της δεύτερης χιλιετίας, καθώς και τα ονόµατα

    Παραδείγµατα ονοµάτων µεσογειακής προέλευσης

    α) Παραδείγµατα µε ρίζες και χαρακτηριστικά επιθήµατα: Τοπωνύµια: Ιλι-σ-ός, Κηφι-σ-ός, Kνω-σ-ός Tύλι-σ-ος, Παρνα-σσ-ός, Άργι-σ-α, Λάρι-σ-α, Άµφι-σσ-α, Άντι-σσ-α, ... Aράκυ-νθ-ος, Eρύµα-νθ-ος, Zάκυ-νθ-ος, Kόρι-νθ-ος, Προβάλι-νθ-ος, Tίρυ-νθ-, Kύ-θν-ος, Άφι-δν-α, Πύ-δν-α, Kάλυ-δν-α, Λάρυ-µν-α, Πρόσυ-µν-α. Φυτωνύµια: έρέβι-νθ-ος, υάκι-νθ-ος, κύα-µ-ος, σήσα-µ-ον. Η ρίζα του ορωνυµίου Παρνασσός εµφανίζεται και στα επίσης ορωνύµια Πάρνης, Πάρνων. Εποµένως θα είχε µια σηµασία ταιριαστή σε βουνό. Το Λάρισα αποδίδεται σε πολλές πόλεις και µόνο σε πόλεις. Για τούτο υποτίθεται ότι η ρίζα λαρ- θα σήµαινε πόλη. Με ανάλογα δεδοµένα υποτίθεται ότι το τοπωνύµιο Άρνη σήµαινε πηγή. β) Άλλα παραδείγµατα: Τοπωνύµια: Σίκινος, Σίφνος, Σάµος, Σάµη. Φυτωνύµια: καρυά, µάραθον, σέλινον.

  • προσώπων της ελληνικής µυθολογίας, Δαναός, Δαναΐδες και Δανάη βρίσκουν αντα-πόκριση, αντίστοιχα, στο εθνικό όνοµα Danawo, που δίνει το ιρανικό έπος Avesta σε έναν λαό που είναι εχθρός των Ιρανών, και στα θεωνύµια Danu και Danawa, που δηλώνουν, στο ινδικό έπος Veda, µία θεά και τους γιους της. Αυτή η ανταπόκριση δεν είναι συµπτωµατική. Η Danu και οι Danawa της ινδικής µυθολογίας συνδέονται µε τα «κοσµικά ύδατα», που προηγούνται της δηµιουργίας της Γης. Αλλά και οι ελλη-νικοί µύθοι για τον Δαναό, τις Δαναΐδες και τη Δανάη συνδέουν αυτές τις µορφές µε πηγές, πηγάδια, υδάτινες επιφάνειες, καθώς και µε τη βροχή. Εξάλλου η ρίζα dan- βρίσκεται σε ιρανικές και ινδικές λέξεις που σηµαίνουν ρευστότητα, υγρασία, σταγό-νες, ποταµός, καθώς και στα ονόµατα ποταµών, όπως Δάνουβις/Δανούβιος/Danubius (Δούναβις), Δνείστερος/Danastris (Dnjestr), Δνείπερος/Danapris (Dnjepr), Tάναϊς (Don), που εκβάλλουν στον Εύξεινο Πόντο. Αυτά τα ονόµατα επίσης επιβεβαιώνουν τη γειτνίαση των Πρωτο-Eλλήνων µε τους Πρωτο-Iρανούς και τους Πρωτο-Iνδούς και µας οδηγούν στον γεωγραφικό χώρο όπου αυτοί γειτνίαζαν. Στον ίδιο ακριβώς χώρο εντοπίζονται µερικοί νεολιθικοί πολιτισµοί που εµφανίζουν ορισµένα κοινά γνωρί-σµατα, όπως οι τάφοι δύο συγκεκριµένων τύπων που τους καλύπτει τύµβος, µερικές άλλες ταφικές ιδιαιτερότητες, οικήµατα ορισµένου σχήµατος, καθώς και χαρακτηρι-στικά αγγεία, όπλα και εργαλεία, τα οποία στη συνέχεια εξαπλώνονται σε διάφορες χώρες µεταξύ εκείνων προς τις οποίες µετακινήθηκαν Iνδο-Eυρωπαίοι. Σε αυτές τις χώρες συγκαταλέγονται η Μακεδονία και η βόρεια Ήπειρος, η ελλαδική χερσόνησος και µερικά νησιά του Ιονίου. Όλες αυτές οι πολιτισµικές ιδιαιτερότητες δεν διαπι-στώνονται προηγουµένως στον ελληνικό χώρο. Επιπλέον, εµφανίζονται όλες µαζί σε µεγάλο αριθµό οικισµών, είτε νεόκτιστων είτε ξανακτισµένων έπειτα από πυρκαγιά. Επίσης, τα οικήµατα, τα αγγεία, τα όπλα και τα εργαλεία του νέου πολιτισµού είναι ποιοτικά κατώτερα από τα αντίστοιχα του παλαιότερου, γι’ αυτό και αντικαθίστανται από βελτιωµένα. Αυτές οι παρατηρήσεις οδηγούν στο συµπέρασµα ότι οι παρατηρού-µενοι πολιτισµικοί νεωτερισµοί δεν εισήχθησαν στην Ελλάδα ως αποτέλεσµα µίµη-σης, αλλά µεταφέρθηκαν από µεταναστευτικές οµάδες καταγόµενες από τις περιοχές όπου διαµορφώθηκαν οι εν λόγω νεωτερισµοί. Σηµειώνονται τρία µεταναστευτικά κύµατα από τις ευρασιατικές στέπες προς τις χώρες υποδοχής. Στον ελληνικό χώρο έφθασαν µετανάστες του τρίτου κύµατος τον καιρό που στη βόρεια Ήπειρο τελείωνε

    Κέλτες

    Σλάβοι

    ΓερµανοίΤόχαροι

    Σουµέριοι

    Άριοι

    Ινδο-Άριοι

    Η ΕΞΑΠΛΩΣΗ ΤΩΝ ΙΝ∆ΟΕΥΡΩΠΑΙΩΝ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΚΑ-∆ΥΤΙΚΑ-ΝΟΤΙΑ

    Λίθινο περίαπτρο από νεολιθικό οικισµό της Θεσσαλονίκης.

    http://map.t02_k01_p008_1http://tmg.t02_k01_p008_2

  • Οι τάφοι µε τύµβο και άλλα κοινά ταφικά γνωρίσµατα υπο-

    Στοιχεία των µύθων του Δαναού, των Δαναΐδων και της Δανάης που αποδεικνύουν τη σχέση τους µε το νερό

    Ο Δαναός ανακάλυψε αποθέµατα νερού και, ανοίγοντας πηγάδια, µετέβαλε το Άργος, άλλοτε «άνυδρον», σε «εύυδρον». Εξάλλου το όνοµα αυτού του µυθικού προσώπου αποκρίνεται στο υδρωνύµιο Tάναος που έφερε µικρός ποταµός κοντά στη λίµνη Λέρνα (η εναλλαγή δ/τ παρουσιάζεται επίσης στο όνοµα Tάναϊς (Δον) σε σχέση µε τα ονόµατα Δάναπρις, Δάναστρις κλπ.). Ο Δαναός εµφανίζεται επίσης ως αδελφός του Νείλου. Το τελευταίο στοιχείο προστέθηκε στον αρχικό, ινδοευρωπαϊκής προέλευσης, µύθο του Δαναού από τους Mυκηναίους Έλληνες που γνώρισαν την Αίγυπτο. Καθεµία από τις πενή-ντα Δαναΐδες έχει το όνοµα µιας πηγής. Επιπλέον το στοιχείο του µύθου τους, κατά τον οποίο έκοψαν τα κεφάλια των γιων του Νείλου που τις κυνηγούσαν έως και την Αργολίδα και τα έθαψαν στη λίµνη Λέρνα θυµίζει µία µαγική πράξη, πολύ διαδεδοµένη σε αρχαϊκές κοινωνίες που, όταν υπάρχει ανοµβρία, θάβουν κρανία ανθρώπων στις όχθες λιµνών ή ποταµών. Κατά τον µύθο, η Δανάη γονιµοποιήθηκε από τον Δία που εµφανίστηκε υπό µορφή χρυσής βροχής. Πουθενά όµως δεν βρίσκουµε µύθο που να αποδίδει στον χρυσό γονιµική δύναµη. Αντίθετα, πολλοί µύθοι ανά τον κόσµο αποδίδουν αυτή τη δύναµη στη βροχή ή στη δρόσο, όχι µόνο για τη γη, αλλά και για τις γυναίκες. Και µάλιστα έως τις ηµέρες µας σώζονται χαρακτηριστικά έθιµα, προπάντων τούτα: µια µέρα χειµωνιάτικης γιορτής καταβρέχουν τις νεόνυµφες, ενώ µια µέρα ανοιξιάτικης γιορτής ρίχνουν στο νερό το ζευγάρι των νεονύµφων.

    η Νεολιθική εποχή, η Μακεδονία διέτρεχε την Υπονεολιθική και στη Στερεά και στην Πελοπόννησο άρχιζε η πρώτη εποχή του Χαλκού (3000 π.Χ.). Σύγχρονα εµφανίζονται στον ελληνικό χώρο, σε µικρότερη κλίµακα, λίγοι πολιτισµικοί νεωτερισµοί προερχό-µενοι από την παραδουνάβια κεντρική Ευρώπη. Κάποια λίγα ινδοευρωπαϊκά ονόµατα ελληνικών φύλων εµφανίζουν αποκλίσεις από τους φωνητικούς κανόνες της ελληνικής γλώσσας ή επιθήµατα που της είναι αλλότρια. Έτσι φαίνεται ότι οι Πρωτο-Έλληνες δεν αποτελούσαν την ολότητα των οµάδων που έφθασαν τότε στον ελληνικό χώρο, αφο-µοίωσαν όµως γρήγορα αυτά τα φύλα που πάντως µιλούσαν πολύ συγγενικές γλώσσες,

    http://img.t02_k01_p009_1

  • όπως θα αφοµοιώσουν τα λίγα ινδοευρωπαϊκά φύλα που είχαν προηγηθεί, καθώς και τα πιο παλαιά µεσογειακά. Σύµφωνα µε αρχαιολογικές ενδείξεις, λίγοι από τους µετα-νάστες έφθασαν εξαρχής µέχρι τη Θεσσαλία, τη Στερεά και την Πελοπόννησο. Αυτές οι περιοχές κατακτήθηκαν από τους απογόνους τους ή από συγγενικές οµάδες από τις αρχές της Μέσης εποχής του Χαλκού (2000 π.Χ.) και στη συνέχεια.

    Τα ελληνικά φύλαΟι Πρωτο-Έλληνες, όπως και οι απόγονοί τους Έλληνες, δεν αποτελούσαν µια αδι-αίρετη οµοιογενή ολότητα, αλλά χωρίζονταν σε πολλά φύλα (έθνη κατά την αρχαία ελληνική ορολογία).Tα ελληνικά φύλα που σχηµατίστηκαν πάντως πριν από το τέλος της εποχής του Χαλ-κού (1100 π.Χ.) ήταν αρκετά περισσότερα από τα 26 που µαρτυρούνται: Άβαντες, Aθαµάνες, Aινιάνες, Αιολείς, Αιτωλοί, Αρκάδες, Αχαιοί, Βοιωτοί, Γραικοί, Δόλοπες, Δωριείς, Έλληνες, Επειοί, Θεσσαλοί, Ίωνες, Κεφαλλήνες, Λαπίθαι, Λοκροί, Mάγνη-τες, Μακεδόνες, Mινύαι, Μυρµιδόνες, Περαιβοί, Φθίοι, Φλεγύαι, Φωκείς. Μερικά από τα ανωτέρω εθνικά ονόµατα κατάγονται από ονόµατα παλαιών θεοτήτων. Το Αιολείς δήλωνε τον λαό που λάτρευε τον Αίολο, θεό των ανέµων. Το Αρκάδες ανάγεται σε πανάρχαια τοτεµική λατρεία της Aρκούδας. Επίσης τοτεµική προέλευση έχει το όνοµα Φλεγύαι, δεδοµένου ότι ένα είδος αετού λεγόταν φλεγύας. Ο ενικός αριθµός άλλων εθνικών ονοµάτων, Άβας, Aχαιός, Ίων, Mινύας, συµπίπτει µε ονόµατα ποταµών. Ο ποτάµιος δαίµων Ίων ήταν επίσης ιαµατικός. Η ρίζα Aιν- συνάπτει το εθνικό όνοµα Aινιάνες και το θεωνύµιο Aινείας, που δίνεται επίσης σε ιαµατικό θεό λατρευόµενο στη βορειοανατολική Θεσσαλία, περιοχή όπου σχηµατίστηκε το φύλο των Aινιάνων. Κανένα από τα γνωστά µας αρχαία ελληνικά φύλα δεν φαίνεται να σχηµατίστηκε στην κοιτίδα των Πρωτο-Eλλήνων ή σε κάποια χώρα ενδιάµεση µεταξύ αυτής και της ελλαδι-κής χερσονήσου. Όπως προκύπτει από συγκεκριµένα στοιχεία, τα αρχαιότερα ελληνικά φύλα, οι Aρκάδες και οι Ίωνες, διαµορφώθηκαν πριν από το 2000 π.Χ., οι πρώτοι στη νοτιοδυτική Μακεδονία, οι δεύτεροι στη βορειοδυτική Θεσσαλία. Οι Αχαιοί διαµορφώ-θηκαν στη νοτιοανατολική Θεσσαλία µεταξύ του 2000 και του 1700 π.Χ. Περιοχές της Θεσσαλίας έγιναν κοιτίδες και άλλων ελληνικών φύλων, όπως οι Φθίοι, οι Φλεγύες, οι Mινύες, οι Λαπίθες, οι Aινιάνες, οι Περραιβοί, οι Αιολείς. Οι Άβαντες σχηµατίστηκαν

    Θολωτός τάφος στη Μόσχοβη Αιτωλοακαρνανίας.

    Πήλινοι δίσκοι µε επιδράσεις κυκλαδικής τεχνοτροπίας από

    http://img.t02_k01_p010_1http://img.t02_k01_p010_2

  • Υπολείµµατα προϊστορικού τύµ-βου στο Νυδρί Λευκάδας.

    στη Φωκίδα, οι Δωριείς στο κέντρο της Στερεάς. Οι Βοιωτοί και οι Μακεδόνες κατά-γονταν από περιοχές της Πίνδου: οι πρώτοι από το Bόιο όρος (Bίτσι-Σµόλικας), οι δεύτεροι από τον Λάκµωνα (το βουνό δυτικά του Μετσόβου). Οι Θεσσαλοί προήλθαν από την Ήπειρο, κοιτίδα επίσης και άλλων ελληνικών φύλων. Τα περισσότερα λοιπόν ελληνικά φύλα µετακινήθηκαν από την κοιτίδα τους. Πρώτοι οι Ίωνες, των οποίων ο κύριος όγκος εγκαταστάθηκε στην Αττική και µέρος της Βοιωτίας, ενώ µικρά τµήµατά τους σκόρπισαν σε σηµεία της Θεσσαλίας, της Φωκίδος, άλλα δε µεγαλύτερα µετανά-στευσαν στην Αχαΐα και σε άλλες περιοχές της Πελοποννήσου. Πίσω από τους Ίωνες, ο κύριος όγκος των Aρκάδων έφθασε στην Αρκαδία και γύρω από αυτήν. Μετά το 1700, οι Αχαιοί ξεχείλισαν από τη νοτιοανατολική Θεσσαλία προς τη Φωκίδα, τη Βοι-ωτία, τη Μεγαρίδα, την Κορινθία και την Αργολίδα, και περίπου το 1400 αποίκησαν τη Μεσσηνία, τη Λακωνία, την Κρήτη, τη Ρόδο. Οι Άβαντες µετανάστευσαν περί το 1700 π.Χ. από τη Φωκίδα κυρίως στην Εύβοια και δευτερευόντως στην Αργολίδα. Καθυστε-ρηµένα, αλλά πάντως κατά τον τελευταίο αιώνα πριν από το τέλος της Μυκηναϊκής εποχής, περί το 1200 π.Χ., µετακινήθηκαν από τις κοιτίδες τους στις χώρες όπου τους τοποθετεί η Iλιάδα, οι Έλληνες (στην κοιλάδα του Σπερχειού), οι Μυρµιδόνες (κοντά στους Έλληνες και στους Aχαιούς), οι Λοκροί (στην Oπουντία Λοκρίδα), οι Φωκείς (στη Φωκίδα), οι Kεφαλλήνες (στην Ακαρνανία µε τη Λευκάδα, που τότε δεν είχε χωριστεί από την Ακαρνανία, την Ιθάκη και άλλα νησιά). Τελευταίοι, µετά το 1100 π.Χ., οι Θεσσαλοί έφθασαν στη Θεσσαλία, οι Βοιωτοί στη Βοιωτία, οι Aινιάνες στην Aινίδα, ένα τµήµα Αιτωλών στην Ήλιδα, οι Δωριείς, στη βορειοανατολική Πελοπόννησο, τη Λακωνία και τη Μεσσηνία και σε λίγο στη Μεγαρίδα, την Αίγινα. Μεταξύ του 1200 και του 950 π.Χ. αλλεπάλληλες αναστατώσεις και διεισδύσεις, καθώς και οι επακόλουθες συνέπειες, εξωθούσαν παλαιότερους κατοίκους διαφόρων ελλα-δικών περιοχών σε µεταναστεύσεις. Αυτές κατευθύνθηκαν προς τις Κυκλάδες, την Κρήτη, τα νησιά και τα παράλια του ανατολικού Αιγαίου, τέλος, στην Παµφυλία και στην Κύπρο. Πανσπερµία στοιχείων εγκαταστάθηκε στη Λέσβο, στην Τένεδο και στα απέναντι παράλια. Αυτή θα δηλωθεί µε το εθνικό όνοµα Aιολείς. Όπως είδαµε, αυτό το όνοµα ανήκε αρχικά σε ένα µικρό φύλο της Θεσσαλίας, που λάτρευε τον θεό Αίολο. Τώρα θα χρησιµοποιείται συσχετιζόµενο µε το επίθετο Αιόλος που σήµαινε ποικιλό-µορφος. Στη Σάµο και στη Χίο καθώς και στα απέναντι παράλια εγκαταστάθηκαν Ίωνες

    http://img.t02_k01_p011_1

  • από την Αττική, τη Βοιωτία, την Αχαΐα και τα παράλια της Αργολίδας, αλλά και πολλά στοιχεία άλλων φύλων και άλλων γεωγραφικών προελεύσεων. Όλοι θα καλυφθούν υπό το όνοµα Ίωνες και η περιοχή θα ονοµαστεί Ιωνία. Τα Δωδεκάνησα και τα απέναντι παράλια θα αποικιστούν από Δωριείς. Εκεί θα επικρατήσει άνετα το ίδιο εθνικό για τους κατοίκους και το γεωγραφικό Δωρίς για την περιοχή. Δωριείς και Αρκάδες θα ανα-µειχθούν ονοµαζόµενοι Πάµφυλοι στην εσοχή που σχηµατίζει η νότια ακτή της Μικράς Ασίας µεταξύ της Λυκίας και της Κιλικίας. Η Κρήτη εκδωρίζεται. Στην Κύπρο επικρα-τούν Aρκάδες. Στις αρχές της πρώτης χιλιετίας π.Χ. επισυµβαίνουν βαθιές αλλαγές: Μερικά από τα φύλα της εποχής του Χαλκού διασπώνται και παύουν να υφίστανται. Ανάµεσά τους οι Αχαιοί, οι Eπειοί, οι Λαπίθες, οι Μινύες, οι Μυρµιδόνες. Η εξαφάνιση των Αχαιών παρασύρει τη χρήση του ονόµατός τους ως δηλωτικού όλων των ελληνό-φωνων φύλων κατά την εποχή του Χαλκού. Η θέση του θα καλυφθεί σταδιακά από την επέκταση του ονόµατος Έλληνες. Άλλα φύλα της εποχής του Χαλκού, όχι µόνο συνε-χίζουν την ύπαρξή τους αλλά και µεγαλώνουν δηµογραφικά, απλώνονται γεωγραφικά, προάγονται πολιτικά και ακτινοβολούν πολιτιστικά. Είναι οι Αιολείς, οι Ίωνες και οι Δωριείς. Κατά φυσική συνέπεια, µολονότι λανθασµένα, θα θεωρηθούν έκτοτε ως τρεις µεγάλοι κλάδοι των Ελλήνων, ενώ τα υπόλοιπα φύλα θα εκληφθούν ως παρακλάδια είτε των Αιολέων είτε των Δωριέων.

    Προϊστορικά σφοντύλια αδρα-χτιού από το Εµπορειό (Αρχαι-

    http://tmg.t02_k01_p012_1

  • ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝΟι αρχαίοι Έλληνες είχαν βέβαια κράτη, ωστόσο δεν διέθεταν λέξη για την έννοια κράτος. Η λέξη κράτος σήµαινε τότε άλλες έννοιες, όπως δύναµη, εξουσία. Από τον 5ο αιώνα π.Χ. και έπειτα η έννοια κράτος-κράτη αποδίδεται πολύ σπάνια, µε τη λέξη πόλις–πόλει, η οποία κανονικά είχε µια ειδική σηµασία, δηλώνοντας ένα συγκεκριµένο τύπο κράτους (βλ. παρακάτω).

    Την έννοια κράτος συνέλαβε πρώτος ο µεσαιωνικός Ιταλός θεολόγος-φιλόσοφος Θωµάς Ακινάτης (1225-1274 µ.Χ.), που την απέδωσε µε τη λατινική λέξη status, κατάσταση, κατεστηµένη τάξη. Από εκεί προήλθαν οι ευρωπαϊκές λέξεις stato (ιταλ.), state (αγγλ.), staat (γερµ.), état (γαλλ.) κλπ. Οι Νεοέλληνες διανοητές απέδωσαν αυτή την έννοια µε την αρχαία ελληνική λέξη κράτος.Όταν λέµε κράτος, state κλπ., εννοούµε ένα έδαφος που υπάγεται σε µια κρατική εξουσία. Αντίστοιχα δηλώνουµε ένα κράτος χρησιµοποιώντας ένα όνοµα χώρας (π.χ. Ελλάς). Αντίθετα οι αρχαίοι Έλληνες χρησιµοποιούσαν αντί για το όνοµα του εδά-φους, το όνοµα του κυρίου του εδάφους, είτε ήταν ένα πρόσωπο (νόµιµος βασι-λιάς ή παράνοµος τύραννος) είτε ήταν µια κοινότητα ανθρώπων. Ονόµατα χωρών, όπως Αττική, Κορινθία, Φωκίδα, είναι πάντοτε γεωγραφικά και ποτέ πολιτικά. Ονό-µατα πόλεων, όπως Αθήναι, Κόρινθος, σηµαίνουν πάντοτε τις πολεοδοµικές οντό-τητες, ποτέ τα κράτη. Τα υποκείµενα που αποφασίζουν για εσωτερικές υποθέσεις, που κηρύσσουν πόλεµο, που συνάπτουν συνθήκες λέγονται Αθηναίοι (όχι Αθήναι), Κορίνθιοι (όχι Κόρινθος), Λακεδαιµόνιοι (όχι Σπάρτη) και ούτω καθεξής, ή Ιάσων (όχι Φεραί), Φίλιππος (όχι Μακεδονία) και ούτω καθεξής. Γι’ αυτό οι πολιτικοί επιστήµο-νες και οι ιστορικοί λέµε ότι το αρχαίο ελληνικό κράτος ήταν προσωπικό ενώ το νέο κράτος είναι εδαφικό.

    Τύποι του αρχαίου ελληνικού κράτουςΌντας εδαφικό, το νέο κράτος δεν διαφοροποιείται σε τύπους. Αντίθετα ο προσωπικός χαρακτήρας του αρχαίου ελληνικού κράτους συνεπαγόταν ποικιλία ειδών, αντίστοιχη µε το είδος του φορέα της εξουσίας. Όπως είδαµε, ο φορέας της εξουσίας µπορούσε να είναι, εν πρώτοις, ή ένα πρόσωπο ή µια κοινότητα. Το ένα πρόσωπο µπορούσε να

    Ειδώλιο πολεµιστή (7ος αι. π.Χ.) µε κωνικό κράνος

    http://tmg.t02_k01_p013_1

  • είναι ή βασιλιάς ή τύραννος. Η κοινότητα µπορούσε να είναι ή έθνος (κυρίαρχο φύλο) ή πόλις (κυρίαρχη κοινότητα που σχηµατίστηκε σε µια φυσικά οχυρή θέση) ή κοινόν (οµοσπονδία πόλεων που προέκυψαν από το ίδιο έθνος) ή σύστηµα δήµων (οµοσπονδία αυτόνοµων κοινοτήτων που κατοικούσαν σε κώµες και προέκυψαν από το ίδιο έθνος).

    Το κράτος του τύπου έθνοςΤο έθνος είναι ο αρχαιότερος τύπος ελληνικού κράτους. Εξελίχθηκε από το προ-κρατικό φύλο (έθνος) διατηρώντας την ίδια δοµή και τον ίδιο τύπο κυβέρνησης. Εδράζεται σε µια κοινότητα ανθρώπων που επίσης ονοµάζεται έθνος και θεσµοποιεί τα οργανικά τµήµατά της, αιµατοσυγγενικής προέλευσης: φυλές (µόνο στο έθνος των Ιώνων και στο έθνος των Δωριέων), φρατρίες, γένη. Τα τελευταία συγκροτούνται από συγγενικές οικογένειες και ενώνονται σε φρατρίες, οι οποίες συναποτελούν την κοινότητα του τύπου έθνος, όπου δεν µεσολαβούν φυλές µεταξύ των φρατρίων και του έθνους.Έχει έναν βασιλιά, ο οποίος συµβουλεύεται τους γέροντες (παλαιότερα ήταν πράγ-µατι οι πιο ηλικιωµένοι, αργότερα οι εξέχοντες ως πολεµιστές, τέλος οι πιο πλούσιοι και ονοµαστοί). Σε κρίσιµες περιπτώσεις ο βασιλιάς και οι γέροντες συγκαλούν την Εκκλησία, στην οποία µετέχουν οι µάχιµοι άνδρες. Η Εκκλησία δεν συζητεί, αλλά µαθαίνει τις αποφάσεις του βασιλιά και των γερόντων. Πρόκειται για µια πράξη βολι-δοσκόπησης της κοινής γνώµης αλλά και επηρεασµού της. Συνήθως η Εκκλησία τις επιδοκιµάζει, άρα τις νοµιµοποιεί, γεγονός που νοµιµοποιεί την ίδια την Εκκλησία ως θεσµό. Αυτός ο τύπος κράτους εµφανίστηκε στην Ελλάδα ήδη κατά τη 2η χιλιετία

    Αντίθετα µε τα σύγχρονα κράτη που έχουν αναφορά σε µια έκταση (χώρα, όπως Ελλάδα, ή πόλη, όπως Σιγκαπούρη), τα αρχαία ελληνικά κράτη είχαν αναφορά σε µια κοινότητα ανθρώπων (εθνική, όπως Λοκροί, ή πολιάδα, όπως Αθηναίοι). Επίσης σε αντίθεση µε τα σύγχρονα κράτη που είναι οντότητες ανεξάρτητες από τους πολίτες, τα αρχαία ελληνικά κράτη ταυτίζονταν µε τους πολίτες τους. Τα αρχαία ελληνικά κράτη διακρίνονται σε τύπους: έθνη, πόλεις, κοινά, συστήµατα δάµων.

    ∆ωριείς

    Αιτωλοί της Ήλιδας

    Βοιωτοί

    Θεσσαλοί

    Μάγνητες

    Αινιάνες

    Ίωνες

    Αιολείς

    Κρητικό Πέλαγος

    ΜυρτώοΠέλαγος

    Αιγαίο Πέλαγος

    Ιόνιο Πέλαγος

    Θερµαϊκός

    κόλπος

    Σαρωνικόςκόλπος

    Αχειός

    Στρυµόνας

    Έβρος

    Αλιάκµονας

    Πηνειός

    Αχελώ

    ος

    Ευρώτας

    Αλφειός

    Κορινθιακός κόλπος

    Ελλή

    σποντος

    Ιθάκη

    Κέρκυρα

    Λευκάδα

    Ν. Μήλος

    Ν. Κέα

    Ν. Κύθηρα Ν. Θήρα

    Κρήτη

    Κνωσσός

    Όλυµ

    πος

    Παρνασσός

    Ν. Κάρπαθος

    Ν. Ρόδος

    Ν. Νάξος

    Ν. ∆ήλοςΝ. Πάρος

    Ν. Χίος

    Ν. Σκύρος

    Σποράδες

    Θεσσαλικές

    Εύβοια

    Ν. Λήµνος

    Ν. Τένεδος

    Ν. Λέσβος

    Ν. ΙκαρίαΝ. ΣάµοςΝ. ΆνδροςΑθήνα

    ΧαλκίδαΕρέτρια

    Χίος

    ΣάµοςΚόρινθος

    Κλεωναί

    Σικυών

    ΛάρισαΤρίκκη

    ΚιέριοΦεραί

    ΚορώνειαΘήβα

    Αλικαρνασσός

    Σµύρνη

    Μίλητος

    Φωκαία

    ΕρυθραίαΤέως

    ΛέβεσοςΚολοφών

    ΈφεσσοςΠύγελα

    ΠριήνηΜυούντα

    Ιαλυσός

    Λίνδος

    ΛύττοςΓόρτωνα

    Λατώ

    ΆργοςΦλειούς

    Ορχοµενός

    Πύλος

    Ν. Ίµβρος

    Ν. ΣαµοθράκηΝ. Θάσος

    Ζάκυνθος

    Κεφαλλονιά

    ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΦΥΛΩΝ ΜΕΤΑΞΥ 950-800 π.Χ.

    Κάρυστος

    Στύρα

    Ερµιόνη

    Μέγαρα

    Σπάρτη

    http://imp.t02_k01_p014_1

  • π.Χ. Σε µερικά όµως µέρη της παραµερίστηκε από ένα άλλον τύπο, τον λεγόµενο ανακτορικό.Σε αυτόν τον τύπο κράτους ένας απόλυτος µονάρχης, που ονοµάζεται άναξ, συγκε-ντρώνει όλη την πολιτική εξουσία και µονοπωλεί την οικονοµία (κυριότητα των πηγών πλούτου, των µέσων παραγωγής, του προσωπικού καθώς και των γεωργικών και χειρο-ποίητων προϊόντων, αποκλειστικότητα της διανοµής και της ανταλλαγής τους, καθώς και της εισαγωγής ξένων). Το ανάκτορο στεγάζει εργαστήρια και αποθήκες όπως επί-σης εργατικό, διαχειριστικό και διοικητικό προσωπικό. Ο ανακτορικός τύπος κράτους µας είναι πολύ καλά γνωστός από την Ανατολή καθώς και από τη µινωική Κρήτη και τη Θήρα. Οι Έλληνες που κατέλαβαν την Κρήτη περί το 1425 π.Χ. τον υιοθέτησαν, βρίσκοντας µιµητές στην ηπειρωτική Ελλάδα (Πύλος, Μυκήναι, Θήβαι και αλλού).Ωστόσο, η ανακτορική διοίκηση διατήρησε θεσµούς έθνους στο επίπεδο της επαρ-χιακής διοίκησης. Η επικράτεια χωρίζεται σε διαµερίσµατα που λέγονται δάµοι (= δήµοι). Κάθε δάµος έχει έναν βασιλιά και µία γερουσία.Μετά την κατάρρευση των µυκηναϊκών ανακτόρων, γενικεύθηκε πάλι σε ολόκληρο τον ελληνικό κόσµο ο τύπος κράτους που λεγόταν έθνος. Μέσα από αυτόν τον τύπο κράτους θα διαφοροποιηθούν όλοι οι άλλοι, ανάλογα µε τις τοπικές συνθήκες. Εν πρώτοις, η δοµή του έθνους σε βάση συγγενικών σχέσεων καταγόταν από εποχές κατά τις οποίες τα έθνη (φύλα) µετανάστευαν ή, αν είχαν εγκατασταθεί µόνιµα σε µια περιοχή, επιδίδονταν ως επί το πλείστον στην κτηνοτροφία, η οποία συνεπαγόταν κινητικότητα. Από τότε όµως που εξαπλώθηκε η γεωργία και συνακόλουθα η ίδρυση σταθερών οικισµών, δηµιουργήθηκαν, επιπλέον των συγγενικών σχέσεων και συµφε-ρόντων, τοπικές σχέσεις και τοπικά συµφέροντα. Κατά συνέπεια, σχηµατίστηκαν τοπικές κοινωνίες µε βάση είτε έναν δυνατό οικισµό (σε οχυρή θέση) είτε µια οµάδα αδύνατων οικισµών.Όσα κράτη του τύπου έθνος δεν ακολούθησαν αυτή την εξέλιξη περιθωριοποιήθηκαν.

    Ένα κράτος του τύπου έθνος είχε αναφορά σε ένα φύλο (έθνος). Ήταν ο αρχαιότερος τύπος αρχαίου ελληνικού κράτους. Ελάχιστα νεωτέρισε. Σε πολιτικό επίπεδο είτε διατή-ρησε την παραδοσιακή βασιλεία είτε προχώρησε µέχρι της αριστοκρατίας.

  • Οι κοινωνίες τους δεν εξελίχθηκαν. Τα ηγετικά στρώµατα σπαράσσονταν από εσωτε-ρικές συγκρούσεις. Μόνο το κράτος των Μακεδόνων, από τα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ., και το κράτος των Μολοσσών, αργότερα, θα δείξουν, υπό την ηγεσία ικανών βασιλιά-δων, τις ικανότητες που ελάνθαναν µέσα τους. Το κράτος των Μακεδόνων θα αλλάξει την πορεία και τις διαστάσεις της ελληνικής ιστορίας.ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΟΛΙΣ

    Ο χαρακτήρας τουΔυνατοί οικισµοί ήταν εκείνοι που σχηµατίστηκαν κοντά σε µια φυσικά οχυρή θέση. Αυτό το πλεονέκτηµα προκαλούσε συγκέντρωση περισσότερων κατοίκων και πλούτου και αύξηση των µαχίµων. Η φυσικά οχυρή θέση ενισχύθηκε µε τείχος, αργότερα, άλλο τείχος περιέβαλε όλο τον οικισµό. Αντίστοιχα εξελίχθηκε η σηµασία της λέξης πόλις. Η ρίζα της απαντά σε µερικές ινδοευρωπαϊκές γλώσσες µε τη σηµασία οχυρή θέση. Στην Ιλιάδα και σε µεταγενέστερα ελληνικά κείµενα η λέξη πόλις σηµαίνει ακρόπολη. Αργότερα, σηµαίνει τον οχυρωµένο οικισµό, ενώ η παλαιότερη σηµασία της εκφρά-ζεται µε τους νεολογισµούς άκρα πόλις, ακρόπολις. Από τον οχυρωµένο οικισµό, η λέξη πόλις επεκτείνεται στους κατοίκους της, στην κοινότητά τους, στο κράτος που σχηµατίζει αυτή η κοινότητα και στους πολίτες που συγκεντρώνονται σε Εκκλησία. Ο τύπος οικισµού ο λεγόµενος πόλις κατά την αρχαιότητα ορίζεται λοιπόν ως εκείνος που διαθέτει έστω και µόνο φυσική οχυρότητα. Και ο τύπος κράτους που πήρε το ίδιο όνοµα ορίζεται ως εκείνος που βασίζεται σε µια αυτόνοµη τοπική κοινότητα που σχηµατίστηκε γύρω από µια οχυρή θέση: την πολιάδα κοινότητα.Ο αρχαίος ελληνικός οικισµός πόλις και το αρχαίο ελληνικό κράτος πόλις δεν πρέπει να συγχέονται µε το νεότερο οικισµό πόλη και το νεότερο κράτος-πόλη (ή πόλη κρά-τος). Ο σηµερινός οικισµός πόλη δεν είναι απαραίτητα οχυρός. Απαραίτητα όµως έχει µόνιµη αγορά, δηλαδή οργάνωση ανταλλαγής προϊόντων, υπηρεσιών και χρήµατος. Στην αρχαία Ελλάδα εµφανίζονται µόνιµες αγορές µόλις τον 6ο αιώνα π.Χ., ενώ οικι-σµοί που λέγονται πόλεις υπάρχουν από πολλούς αιώνες.Οι πρωτογενείς πολιάδες κοινότητες προέρχονταν, ως επί το πλείστον, από ένα τµήµα ενός ελληνικού φύλου (έθνους), σπανιότερα από τµήµατα διαφόρων ελληνι-

    Στον «ανακτορικό» τύπο κράτους ο απόλυτος µονάρ-

    http://img.t02_k01_p016_1

  • κών φυλών (εθνών), που συµπλησίαζαν και ενοποιούνταν πολύ γρήγορα υπό πνεύµα οµογένειας. Αντίθετα, οι κοινότητες-φορείς των ευρωπαϊκών πόλεων-κρατών που εµφανίστηκαν κατά το τέλος του Μεσαίωνα και διατηρήθηκαν ακµαίες για πολλούς αιώνες ήταν οµοσπονδίες επαγγελµατικών συντεχνιών µε διαφορετικά συµφέροντα και άνισα δικαιώµατα.Και µια τρίτη διαφορά διακρίνει τα αρχαία ελληνικά κράτη του τύπου πόλις από τις ευρωπαϊκές πόλεις-κράτη. Σε αυτές υπήρχε κοινωνική ανισότητα µεταξύ των κατοίκων της πόλης και των κατοίκων της υπαίθρου. Οι πρώτοι, διακρινόµενοι µε όρους που σε διάφορες γλώσσες σηµαίνουν αστοί (ιταλ. cittadini, γαλλ. citoyens, γερµ. bürger κλπ.) αποτελούσαν ένα ανώτερο στρώµα (µολονότι µε εσωτερικές ανισότητες), ενώ οι κάτοικοι της υπαίθρου ήταν ακτήµονες γεωργικοί εργάτες ή δουλοπάροικοι. Για τούτο, στην περίπτωση των ευρωπαϊκών πόλεων κρατών, µιλάµε για αντίθεση µεταξύ πόλεως και υπαίθρου. Αυτό δεν συνέβαινε µε το αρχαίο κράτος του τύπου πόλις. Τα πολύ µικρά κράτη αυτού του τύπου –και ήταν τα πιο πολλά– είχαν ένα µόνον οικισµό, την πόλη. Εκεί έµεναν τα µέλη όλων των κοινωνικών τάξεων. Η ύπαιθρος δεν είχε µόνιµο πληθυσµό. Τα µεγαλύτερα κράτη του τύπου πόλις είχαν, εκτός από την πόλη, αριθµό οικισµών ανάλογο µε την έκταση του εδάφους τους και µε τον πληθυσµό τους. Εκεί όλες οι κοινωνικές τάξεις κατοικούσαν τόσο στην πόλη όσο και στις κώµες. Με άλλα λόγια, πολίτες του κράτους του τύπου πόλις δεν ήταν µόνο εκείνοι που κατοι-κούσαν στην πόλη.Η προέλευση των πρωτογενών κρατών του τύπου πόλιςΤα πρωτογενή κράτη του τύπου πόλις ιδρύθηκαν από τµήµατα φύλων, τα δευτερο-γενή από κράτη του ίδιου του τύπου. Πράγµατι, οι αποικίες κρατών του τύπου πόλις είχαν εξαρχής τον τύπο του µητροπολιτικού κράτους. Τα τµήµατα φύλων που ίδρυσαν κράτη αυτού του τύπου προέκυψαν είτε από διάλυση φύλου λόγω µεταναστευτικών µετακινήσεων είτε από ανάπτυξη φυγόκεντρων τάσεων στο εσωτερικό φύλου που δεν διασκορπιζόταν.Οι Ίωνες διασπάστηκαν επανειληµµένα υπό συνθήκες µετανάστευσης στο διάστηµα της 2ης χιλιετίας π.Χ. (παραπάνω). Αυτές οι διασπάσεις δεν παρήγαγαν κράτη του τύπου πόλις, γεγονός που έγινε στο τέλος της ίδιας χιλιετίας και στις αρχές της επόµενης. Τότε πολλές µικρές οµάδες Ιώνων µετανάστευσαν από την Αττική και διά-

    Η Αρχαία Αγορά της Αθήνας απέκτησε τη σηµερινή γνω-

    Κρητικό Πέλαγος

    ΜυρτώοΠέλαγος

    Αιγαίο Πέλαγος

    Ιόνιο Πέλαγος

    Θερµαϊκός

    κόλπος

    Σαρωνικόςκόλπος

    Αχειός

    Στρυµόνας

    Έβρος

    Αλιάκµονας

    Πηνειός

    Αχελ

    ώος

    Ευρώτας

    Κορινθιακός κόλπος

    Ελλή

    σποντος

    Ιθάκη

    Κέρκυρα

    Λευκάδα

    Ν. Μήλος

    Ν. Κέα

    Ν. Κύθηρα Ν. Θήρα

    Κρήτη

    Όλυµ

    πος

    Παρνασσός

    Ν. Κάρπαθος

    Ν. Ρόδος

    Ν. Νάξος

    Ν. ∆ήλοςΝ. Πάρος

    Ν. Χίος

    Ν. Σκύρος

    Σποράδες

    Θεσσαλικές

    Εύβοια

    Ν. Λήµνος

    Ν. Τένεδος

    Ν. Λέσβος

    Ν. ΙκαρίαΝ. ΣάµοςΝ. ΆνδροςΑθήνα

    Χίος

    ΣάµοςΚόρινθος

    Κλεωναί

    ΛάρισαΤρίκκη

    ΚιέριοΦεραί

    Κορώνεια

    Αλικαρνασσός

    Σµύρνη

    Μίλητος

    Φωκαία

    ΕρυθραίαΤέως

    ΛέβεσοςΚολοφών

    ΈφεσσοςΠύγελα

    ΠριήνηΜυούντα

    Ιαλυσός

    Λίνδος

    ΛύκτοςΓόρτωνα

    Λατώ

    Ν. Ίµβρος

    Ν. ΣαµοθράκηΝ. Θάσος

    Ζάκυνθος

    Κεφαλλονιά

    Σπάρτη

    Αλφειός

    ΟΙ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ∆ΩΡΙΕΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ∆ΩΡΙ∆Α

    http://img.t02_k01_p017_1http://map.t02_k01_p017_2

  • φορες άλλες ελλαδικές περιοχές στις Κυκλάδες και στο ανατολικό Αιγαίο (Σάµο, Χίο και µικρασιατικά παράλια). Για λόγους ασφάλειας αυτές οι οµάδες εγκαταστάθηκαν σε φυσικά οχυρές θέσεις (πόλεις), τις οποίες ενίσχυσαν µε τεχνικά έργα, και οργανώθη-καν ως αυτόνοµες πολιτικές οντότητες του τύπου πόλις.Οι Δωριείς διασπάστηκαν κατά τις µετακινήσεις τµηµάτων τους από τη Δωρίδα (στο κέντρο της Στερεάς) προς διάφορες περιοχές της Πελοποννήσου, την Κρήτη, τα νότια Κυκλαδονήσια, τα Δωδεκάνησα και τα απέναντι παράλια. Παντού ίδρυσαν κράτη του τύπου πόλις. Από τα περισσότερα ελληνικά κράτη του τύπου έθνος προέκυψαν κράτη του τύπου πόλις υπό συνθήκες ακινησίας και γεωγρα-φικής συνοχής του όλου. Σε αυτή όµως την περίπτωση, το έθνος δεν διαλύθηκε, αλλά εξακολούθησε να υπάρχει, οι πόλεις δεν έγιναν αυτοτελή κράτη, αλλά οµόσπονδες πολιτείες ενός κοινού που ταυτιζόταν µε το έθνος (βλ. παρακάτω).Οι πολίτες των κρατών που ιδρύθηκαν από τµήµατα Ιώνων ή Δωριέων είχαν συνεί-δηση της καταγωγής τους από τα αντίστοιχα φύλα. Έτσι οι όροι Ίωνες και Δωριείς υπό ευρεία έννοια περιλάµβαναν όλες τις πολιάδες κοινότητες ιωνικής ή δωρικής προέλευσης.Αλλά και σε άλλες περιπτώσεις χρησιµοποιούσαν τα ονόµατα των αντίστοιχων φύλων. Η Αµφικτυονία των Δελφών, που ιδρύθηκε πριν από την ανάδυση κρατών του τύπου πόλις, είχε φυσικά συνενώσει κράτη του τύπου έθνος. Έως το τέλος της, πολλούς αιώνες αργότερα, τα ιωνικά και τα δωρικά κράτη του τύπου πόλις της ηπειρωτικής Ελλάδας και της Εύβοιας αντιπροσωπεύονταν σε αυτήν συλλογικά, τα µεν ως Ίωνες, τα δε ως Δωριείς. Στην ανατολική πλευρά του Αιγαίου τα ίδια εθνικά ονόµατα δηλώνουν κοινά των εκεί ιωνικών και δωρικών κρατών πόλεων αντίστοιχα.Δοµή και θεσµοί του κράτους τύπου πόλιςΕπειδή ο τύπος πόλις του αρχαίου ελληνικού κράτους συνδεόταν γενετικά µε τον τύπο κράτους έθνος, διατήρησε για πολύ τη δοµή και τους θεσµούς του µητρικού τύπου. Η κοινότητα που έστησε έναν οικισµό του τύπου πόλις και συγκρότησε κράτος µε αυτόν τον οικισµό ως έδρα ήταν απόσπασµα µιας κοινότητας τύπου έθνους, που ήταν φορέας κράτους αντίστοιχου τύπου. Είχε λοιπόν τις πολιτικές εµπειρίες της κοινότητας και του κράτους της προέλευσής της και µόνο αυτές. Μολονότι η αρχική

    Οι παραδοσιακές φυλές στην πόλη-κράτος της Αθή-

    http://tmg.t02_k01_p018_1

  • κοινότητα αναπροσδιορίζεται µε αναφορά τον οικισµό του τύπου πόλις, έναν εδαφικό παράγοντα κοινό για όλους, η παραγωγή πολιάδα κοινότητα διατηρεί για πολύ καιρό τη φυλετική νοοτροπία που διέπεται από την αίσθηση της συγγένειας. Συγκεκριµένα η πολιάδα κοινότητα εξακολουθεί να διαιρείται σε φυλές (όχι πάντοτε) και φρατρίες, και αυτές εξακολουθούν να αποτελούνται από γένη, ακόµη και όταν παύουν να έχουν εδαφική συνοχή. Τούτο όχι µόνον λόγω παράδοσης και από πνεύµα συντήρησης αλλά και γιατί τα κράτη του τύπου πόλις χρησιµοποιούν αυτές τις οντότητες παλαιότερης εποχής ως όργανα διαχείρισης κρατικών υποθέσεων, όπως η νοµιµοποίηση γάµων, γεννήσεων και ενηλικιώσεων, στρατολογία κατά µονάδες και ηλικίες, ακόµη και η διεξαγωγή εκλογών. Μερικά κράτη του τύπου πόλις διευρύνουν το σώµα των πολιτών τους. Τότε δηµιουρ-γούν νέες φυλές, για να πλαισιώνουν τους νέους πολίτες. Ο Κλεισθένης στην Αθήνα αντικαθιστά τις παραδοσιακές φυλές µε νέες (βλ. παρακάτω). Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις οι λεγόµενες φυλές δεν είναι γνήσιες, αλλά τεχνητές, και ο όρος φυλή δεν ανταποκρίνεται στην πραγµατικότητα. Όταν οι πολίτες αποφα-σίζουν σποραδικές πολιτογραφήσεις, ορίζουν σε ποια φυλή και σε ποια φρατρία θα καταταχθεί ο νέος πολίτης. Όλα αυτά τα γεγονότα δείχνουν πόσο δυνατό ήταν το αρχαϊκό φυλετικό πνεύµα µέσα στα µοντέρνα κράτη του τύπου πόλις.Το κράτος του τύπου πόλις κληρονόµησε από το κράτος του τύπου έθνος επίσης τον βασιλιά, το συµβούλιο γερόντων και την Εκκλησία. Στην πορεία, το συµβούλιο γερό-ντων θα γίνει µια κανονική γερουσία αριστοκρατικού χαρακτήρα, η Εκκλησία θα συγκα-λείται όχι εκτάκτως, κατά την κρίση του βασιλιά, αλλά ορισµένες ηµέρες, ορισµένη ώρα και σε ορισµένο τόπο. Αργότερα καταλύεται η βασιλεία και στη θέση της µπαίνει ένας αιρετός άρχων, αριστοκράτης και εκλεγόµενος από αριστοκράτες, µε θητεία που γίνεται ολοένα πιο σύντοµη, ώσπου να µην ξεπερνά το έτος. Πλάι στον άρχοντα δηµι-ουργούνται ενδεχοµένως και άλλες αρχές ετήσιας διάρκειας που καταλαµβάνουν επί-σης αριστοκράτες εκλεγόµενοι από αριστοκράτες. Όπου δηµιουργούνται κατάλληλες συνθήκες οι θεσµοί εκδηµοκρατίζονται βαθµιαία. Η βάση της επιλογής των αρχόντων και των µελών της γερουσίας και εκείνη των εκλεκτόρων διευρύνεται περιλαµβάνο-ντας και µη αριστοκράτες µέχρι και του συνόλου των ενηλίκων αρρένων της πολιάδας κοινότητας, επί δηµοκρατίας. Τα δικαιώµατα της γερουσίας περιορίζονται περνώντας

    Στη Σπάρτη ο µάχιµος πλη-θυσµός µειωνόταν συνεχώς

    http://tmg.t02_k01_p019_1

  • σε µια βουλή λαϊκής συγκρότησης. Η Εκκλησία από αριστοκρατική θα γίνει ολιγαρχική (µε συµµετοχή µη αριστοκρατών, αλλά εύπορων πολιτών) και θα αποκτήσει περισσό-τερα δικαιώµατα. Η δηµοκρατική εκκλησία, τέλος, θα ανοίξει σε όλους τους πολίτες και θα γίνει το ανώτερο όργανο της πολιτείας, κυρίαρχο στην παραγωγή νόµων και στην απονοµή δικαιοσύνης.

    Επίσης οι ειδικοί θεσµοί κρατών του τύπου έθνος συνεχίστηκαν στα διάδοχά τους κράτη του τύπου πόλις. Όλα τα ιωνικά κράτη του νέου τύπου κληρονόµησαν την κατά-ταξη των πολιτών σε τέσσερις φυλές µε τα ονόµατα Αιγικορείς, Αργαδείς, Γελέοντες και Όπλητες (η σηµασία αυτών των ονοµάτων συζητείται), ένα µηνολόγιο µε χαρα-κτηριστικά ονόµατα µηνών καθώς και µια γιορτή των φρατρίων, τα Απατούρια. Επίσης σε όλα τα δωρικά κράτη του τύπου πόλις συνεχίστηκαν η κατανοµή των πολιτών σε τρεις φυλές µε τα ονόµατα Υλλείς, Δυµάνες και Πάµφυλοι καθώς και ένα µηνολόγιο µε χαρακτηριστικά ονόµατα µηνών.

    Ενδεικτικά µεγέθη κρατών του τύπου πόλιςΤο κράτος που είχε έδρα τη Σπάρτη και δηλωνόταν µε το όνοµα Λακεδαιµόνιοι ήταν το µεγαλύτερο σ’ έκταση στη µητροπολιτική Ελλάδα και ένα από τα µεγαλύτερα του αρχαίου ελληνικού κόσµου: εκτεινόταν στη Λακωνία και στη Μεσσηνία και κάλυπτε

    Αρχική έκταση του σπαρτιατικού κράτους

    Πελάνα-Σελασία (β’ ήµιση 10ος αι. π.Χ.

    Αιγύτις (τέλος 9ος αι. π.Χ.

    Αµύκλαι, Φάρις, Γερόνθραι (κατά τη δεύτερη ή τρίτη δεκαετία του 8ου αι. π.Χ.

    ∆ενθελιάτις (κατά την τρίτη ή τέταρτη δεκαετία του 8ου αι. π.Χ.

    Κάτω κοιλάδα Ευρώτα, Ταΰγετος, Ταίναρο (κατά τα µέσα του 8ου αι. π.Χ.

    Στενύκλαρος (έπειτα από τον Α’ Μεσσηνιακό πόλεµο, 735-715 π.Χ. Οι Σπαρτιάτες δεν κατέλαβαν ολόκληρη τη Στενύκλαρο αλλά ορισµένα τµήµατα

    Περιοχή Φαρών (άγνωστη η εποχή προσάρτησης: πριν ή µετά τον Α΄ Μεσσηνικό πόλεµο

    Ν. Κύθηρα

    Σπάρτη ΘεράπνηΣελινούς

    ΓερόνθραιΦάρις

    ΑµύκλαιΦαραί

    Λίµναι

    ΒέλβιναΟίον

    Υσιαί

    Ναυπλία

    Θυρέα

    Ανθήνη

    Τεγέα

    Ασέα

    Παλλάντιο

    Λυκόσουρα

    Ανδανία

    Φιγάλεια

    Άµφεια

    Α Ρ Κ Α ∆ Ε Σ

    Κτ

    ήσ

    ει

    ς

    Αρ

    γε

    ίω

    ν

    Σ κ ι ρ ί τ

    ΑβίαΚορώνη

    όρ. Πάρνων

    ΜεθώνηΑσίνη

    Πύλος

    Νέδας

    Αλφειός

    Πάµισος

    Χοίρος

    Νέδω

    ν

    Λεύκτρα

    Κροκεαί

    Γύθειο

    Οίτυλος

    Θαλαµαί

    ΚαρδαµύληΓερηνία

    ΣελασίαΠελάνα Οινούς

    Καρυές

    Έλος

    Ερµιόνη

    Κάρυστος

    Ασίνη

    Άστροςόρ. Λύκαιων

    όρ. Ιθώµη

    όρ. Σκίρος

    Μεσσηνικός κόλπος

    Ιακωνικός κόλπος

    Αργολικός κόλπος

    ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ 950-700 π.Χ.

    Ένα κράτος του τύπου πόλις ιδρυόταν είτε πρωτογενώς από τµήµα φύλου (έθνους) είτε δευτερογενώς από αποίκους κράτους του τύπου πόλις.Λόγω της καταγωγής του, άµεσης ή έµµεσης, από ένα κράτος του τύπου έθνος, το κρά-τος του τύπου πόλις κληρονόµησε και µετεξέλιξε τους βασικούς θεσµούς του κράτους του τύπου έθνος.Κατά τα λοιπά, τα αρχαία ελληνικά κράτη του τύπου πόλις προχώρησαν σε πολιτικές και κοινωνικές καινοτοµίες, αναπτύχθηκαν οικονοµικά και έγιναν οι εστίες του αρχαίου ελληνικού πνευµατικού και καλλιτεχνικού πολιτισµού.Από την αρχή έως το 355 π.Χ. (αρχή ανόδου του Μακεδονικού κράτους) µόνο κράτη αυτού του τύπου αναδείχθηκαν σε µεγάλες και µεσαίες δυνάµεις.

    http://imp.t02_k01_p020_1

  • επιφάνεια περίπου 5.000 τετραγωνικών χιλιοµέτρων. Ωστόσο, από τυπική άποψη δεν ήταν ενιαίο, αλλά µια συµµαχία πολλών κρατών του τύπου πόλις. Πράγµατι, οι οικισµοί των περιοίκων, µερικές δεκάδες, θεωρούνταν από τους ίδιους τους Σπαρτιάτες αυτόνοµες κρατικές οντότητες. Το κράτος των Αθηναίων περιοριζόταν στην Αττική και είχε έκταση λιγότερη από 2.500 τετραγωνικά χιλιόµετρα. Στην κατώτερη βαθµίδα της κλίµακας βρίσκονταν τα δύο κράτη που µοιράζονταν την Αµοργό και τα τέσσερα που µοιράζονταν την Κέα: η έκταση του καθενός περιοριζόταν σε µερικές εκατοντάδες τετραγωνικών χιλιοµέτρων. Τα µεσαίας τάξης ελληνικά κράτη του τύπου πόλις είχαν έκταση 1.000-1.500 τετραγω-νικών χιλιοµέτρων, πολιάδες κοινότητες 5.000-10.000 ατόµων, πολίτες 2.000-4.000.

    Η ιστορική σηµασία του κράτους του τύπου πόλιςΤα πρώτα κράτη αυτού του τύπου δηµιουργήθηκαν περίπου το 800 π.Χ. Πολλά άλλα ακολούθησαν αµέσως ή αργότερα για πολλούς αιώνες. Η γένεση αυτού του τύπου κράτους αποτέλεσε σηµαντική πρόοδο. Αµέσως φάνηκαν τα πλεονεκτήµατα και οι δυνατότητές του. Οι αιτίες απέρρεαν τόσο από τον χαρακτήρα του οικισµού όσο και από εκείνον του κράτους.Λόγω της οχυρότητάς του και της ασφάλειας που παρείχε στου