ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ...

141
ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ (ΤΟ ΥΛΙΚΟ ΑΥΤΟ ΕΓΚΡΙΘΗΚΕ ΑΠΟ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΕΤΗ ΑΠΟ ΤΟ Υ.Π.Π. ΚΑΙ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΙΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΕΣ ΤΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ) ΓΙΑ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΥΠΟ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΟΧΟΥ ΤΗΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ 2008 - 2009 Καλλιέργεια κουλτούρας ειρηνικής συμβίωσης, αμοιβαίου σεβασμού και συνεργασίας Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων με στόχο την απαλλαγή από την κατοχή και την επανένωση της πατρίδας και του λαού μας

Transcript of ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ...

Page 1: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ

ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

(ΤΟ ΥΛΙΚΟ ΑΥΤΟ ΕΓΚΡΙΘΗΚΕ ΑΠΟ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΕΤΗ ΑΠΟ ΤΟ Υ.Π.Π. ΚΑΙ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΙΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΕΣ ΤΩΝ

ΣΧΟΛΕΙΩΝ)

ΓΙΑ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΥΠΟ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΟΧΟΥ ΤΗΣ

ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ 2008 - 2009

Καλλιέργεια κουλτούρας ειρηνικής συμβίωσης, αμοιβαίου

σεβασμού και συνεργασίας Ελληνοκυπρίων και

Τουρκοκυπρίων με στόχο την απαλλαγή από την κατοχή και

την επανένωση της πατρίδας και του λαού μας

Page 2: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Κώστας Γραικός

ΣΤΑ ΙΔΙΑ ΧΩΜΑΤΑ

Τις αναμνήσεις του από το μικτό χωριό του διηγείται ο συγγραφέας, όταν Έλληνες και

Τούρκοι ζούσαν αδερφωμένοι κάτω από τον ίδιο γαλανό ουρανό του νησιού μας .

Από τη φύση μου ήμουνα ζιζάνιο, έτσι όμως μια σπιθαμή πράγμα, πώς το

λεν, τις περισσότερες φορές μου τις έβρεχαν οι μεγαλύτεροι και σαν καλό

πειραχτήρι δεν περνούσε μέρα που να μην αρπαχτώ, νά δώσω λίγες και να

εισπράξω πιότερες.

Έτσι και σήμερα. Κει που παίζαμε σβώλους βλέπω το Χασάνη να τζεπώνει

δυο-τρεις και ύστερα να προφασίζεται ότι του γέλασα στο τάξιμο.

— Άσε τους σβώλους.

— Εγώ, για εσύ που τους τζέπωσες κιόλας; Να σε ψάξουμε.

— Για τόλμα.

— Να λοιπόν, και του κοπανάω μια στο καλάμι του ποδιού.

Κάνει να σκύψει από τον πόνο, και την άλλη στιγμή με βουτάει στις

χερούκλες του και αρχίζει το μακελιό. Γροθιές, κλοτσιές, δαγκωματιές και

άγριες βρισιές που ξεσηκώνουν τη γειτονιά.

Στην πιο κρίσιμη στιγμή της μάχης, απάνω που πάω να πέσω νοκ-άουτ

επεμβαίνει ο μεγάλος σύμμαχος που είδε τη σκηνή από τη γωνιά του κι

έρχεται τρέχοντας. Είναι το Μουσταφάκι, τρία χρόνια πιο μεγάλος και πιο

δυνατός από μένα.

— Χασάνη, κάνε πίσω.

— Πώς;

—Αν θες να χτυπηθείς, έλα μαζί μου, άσε το μικρό. Και μην ξεχνάς πως τον

έκλεψες κι από πάνω.

Page 3: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

— Αυτός μ' έκλεψε.

— Ο Νίκος δε λέει ψέματα του μπιστεύουμαι.

Έτσι όπως είμαστε αρπαγμένοι, ο Μουσταφάς πιάνει και τα δυο χέρια του

Χασάνη κι εγώ βρίσκω την ευκαιρία να βγάλω τ' άχτι μου με δυο-τρία

επιπρόσθετα χτυπήματα. Όμως ο σύμμαχος διατάσσει υποχώρηση κι εγώ

υποχρεωτικά υπακούω. Μόλις γίνεται η απαγκίστρωση τα δυο παιδιά

στέκονται γιά λίγες στιγμές πρόσωπο με πρόσωπο, σε στάση αναγνώρισης

και αναμέτρησης της κατάστασης. Μα ξαφνικά ο Χασάνης κάνει πίσω και

πετάει το μεγάλο λόγο.

— Σαν δέν ντρέπεσαι να προστατεύεις ένα γκιαούρη.

— Είναι φίλος μου.

— Είναι Έλληνας.

— Είναι φίλος μου.

— Μα γκιαούρης· ενώ εγώ...

— Χτες όμως, πέταξες το ψωμί σου, γιατί το βαρέθηκες κι εγώ πεινούσα.

Ο Νίκος ό,τι κρατά το μοιράζεται μαζί μου. Και ο μάστρε-Παναής ποτίζει τις

ελιές μας όταν έχει περισσιμιό νερό. Ο πατέρας σου το κάνει; Ε, πες μου, το

κάνει;

— Γιατί να το κάνει; Σας χρωστάει;

— Είδες; Ή μάνα σου πότε μου 'φερε πωρικά από τη Χώρα; Η Αννού

όμως, η μάνα του Νίκου, ποτέ δε με ξεχνάει κι είναι και χριστιανή, όπως λες.

Τι να κάνει το Χασανάκι, καλομαθημένο, όπως ήτανε, να περπατά στα

σίγουρα, αφού είχε να κάνει με σωστό αντίπαλο κι όχι με εμένα το μικρότερό

του, υποχώρησε.

Πάντοτε έτσι λύναμε τις διαφορές μας στη γειτονιά. Μέτρο είχαμε όχι τις

φυλετικές διακρίσεις, που δεν τις ξέραμε, αλλά το πόσο βοηθούσε ο ένας

τον άλλο, πόσο τον χρειαζούμαστε στις κακές ώρες, και πάνω απ' όλα με το

πόσο φίλος είσαι και πώς νιώθεις τον πόνο του άλλου...

Page 4: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Κείνους τους καλούς καιρούς δε μετρούσανε τούτα τα τερτίπια που μάθαμε

αργότερα: Τούρκος-Έλληνας.

(Απόσπασμα) "Στα ίδια χώματα" 1975

Page 5: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Νίκου Πενταρά ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟ ΜΕΧΜΕΤ

Αγαπητέ μου φίλε Μεχμέτ, Πάνε κιόλας τέσσερα χρόνια από τη μέρα που οι ξένες λόγχες

χώρισαν τον τόπο μας στα δυο. Σε Βορρά και Νότο. Η φιλία μας,

όμως, όπως είπαμε και την ώρα του αποχαιρετισμού μας, δεν

πρόκειται να ξεχαστεί. Δεν πρόκειται να πεθάνει. Όσο κι αν

προσπαθήσουν οι εχθροί μας. Όσα χρόνια κι αν περάσουν. Όσες

λόγχες κι αν μας εμποδίζουν. Όσο ψηλά συρματοπλέγματα κι αν μας

χωρίζουν. Μας ενώνουν τόσα πολλά! Τόσες αναμνήσεις!

Ξένα συμφέροντα, μας θέλανε χωρισμένους. Σπείρανε πρώτα το

μίσος στις καρδιές των παππούδων μας και των πατεράδων μας. Κι

αυτοί, αμάθητοι από τις πανουργίες των ξένων, τους πιστέψανε. Και

συνέχισαν μέχρι που έφτασε η τελειωτική καταστροφή. Ό πόλεμος.

Και πέτυχαν οι ξένοι το σκοπό τους. Κι αποτέλεσμα: Σκοτωμένοι,

αγνοούμενοι, χήρες, ορφανά, πρόσφυγες, εγκλωβισμένοι.

Χαλάσματα, ερήμωση, καταστροφή.

Τώρα κλαίμε και διαμαρτυρόμαστε για την κατάντια μας. Οι

δημιουργοί, όμως, της συμφοράς μας, κλείνουν τ' αφτιά τους. Μας

γυρίζουν τις πλάτες. Εμείς, όμως, τα παιδιά, αγαπημένε μου φίλε,

πρέπει να το καταλάβουμε. Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα τα

δικά μας, πρέπει να μας γίνουν μαθήματα. Πρέπει να το καταλάβουμε

πως αυτός ο τόπος είναι δικός μας. Δεν έχει κανένας το δικαίωμα να

μας τον πάρει. Δεν έχει κανένας το δικαίωμα να τον παζαρέψει. Ναι,

Page 6: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Μεχμέτ, κανένας, γιατί σ' αυτόν είναι τα Ιερά μας. Σ' αυτόν είναι τα

σπίτια μας. Σ' αυτόν είναι σπαρμένα τα κόκαλα των παππούδων μας.

Σ' αυτόν είναι οι ρίζες μας.

Βλέπω απ' το παράθυρο μου το σπίτι σου απέναντι. Το βλέπω και

θυμάμαι τις όμορφες στιγμές που περάσαμε. Όλοι μαζί παρέα. Εγώ,

εσύ, ο Μουσταφά, ή Έλλη, ό Κώστας, η Αϊσιέ... Θυμάσαι, Μεχμέτ,

θυμάσαι τις τρέλες και τα παιχνίδια μας; Θυμάσαι την κούνια που

είχαμε περασμένη στα κλαδιά της μυγδαλιάς σας; Εγώ όλα τα

θυμάμαι. Όλα και τα μάτια μου βουρκώνουν. Το παράπονο με πνίγει.

Γιατί, μα γιατί να 'ναι τόσο σκληροί οι άνθρωποι; Τι τους φταίξαμε και

διάλυσαν τη συντροφιά μας;

Ποτίζω ταχτικά το κλήμα και τη βασιλιτζιά στο σπίτι σου. Δεν τ' άφησα

να μαραθούν. Η βασιλιτζιά, όμως, απ' τη μέρα που σας πήραν στο

Βορρά, μου φαίνεται μαραμένη. Το κλήμα δεν έκαμε από κείνη τη

μέρα ούτε ένα τσαμπί σταφύλι. Φαίνεται κι αυτά κατάλαβαν το κακό

που μας βρήκε... Θα το κατάλαβαν και λυπούνται μαζί μας. Γι' αυτό

σου λέω, Μεχμέτ. Πρέπει να προσπαθήσουμε όλοι μαζί. Και 'σεις και

'μεις. Να γκρεμίσουμε το τείχος που μας χωρίζει. Και να ζήσουμε στον

τόπο μας μόνοι. Ανενόχλητοι. Λεύτεροι. Να ξαναφτιάξουμε τη

συντροφιά μας. Να ξαναφουντώσουν οι βασιλιτζιές και να

ξανακαρπίσουν τα κλήματα. Γι’ αυτό σου λέω...

Ο παντοτινός σου φίλος Νίκος (Περιοδικό «Παιδική Χαρά», τεύχος 136, 1978)

Page 7: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Νίκου Πενταρά

Δεύτερο γράμμα στο Μεχμέτ

Αγαπημένε μου Μεχμέτ, Είναι πικρό πολύ πικρό να ματώνει την Άνοιξη το συρματόπλεγμα. Να

της κόβουν το δρόμο τα κανόνια και τα τανκς. Είναι σκληρό, πολύ

σκληρό να βλέπεις τα ξανθά μαλλιά της ανακατεμένα και τα γαλανά

μάτια της να τα βλέπεις δακρυσμένα. Να βλέπεις το πολύχρωμο

φόρεμα της ξεσκισμένο και το πρόσωπο της λυπημένο.

Κι αυτό για πέμπτη συνέχεια χρονιά. Σ' αυτό το δύστυχο τόπο. Τον

τόπο μας... Σ' αυτή τη γωνιά της γης που της φόρτωσαν τόσα κακά.

Τόσες αδικίες... Χωρίς ντροπή... Χωρίς να υπολογίσουν τίποτα...

Εμείς, όμως, αγαπητέ μου φίλε, θα το φωνάξουμε και πάλι. Για

Πέμπτη κατά συνέχεια φορά. Και θα το φωνάζουμε όσο υπάρχουμε.

Και θα το φωνάζουν τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας:

— Σ' αυτό τον τόπο, καταπιέζεται η Άνοιξη. Σ' αυτό τον τόπο

βασανίζεται ή Άνοιξη.

Είναι κρίμα και ντροπή ν' ανεχόμαστε το συρματόπλεγμα να ματώνει

την Άνοιξη. Τα κανόνια και τα τανκς να της φράζουν το δρόμο. Γιατί να

τ' ανέχονται αυτά μερικοί από τους μεγάλους; Γιατί: Εμείς δεν πρέπει

να το ανεχτούμε. Δεν πρέπει να το επιτρέψουμε. Πρέπει κάτι να

Page 8: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

κάνουμε. Ελεύθερη, η Άνοιξη, να τρέξει χαρούμενη να στολίσει με τα

όμορφα στολίδια της όλη την Κύπρο. Απ' τις ακρογιαλιές της Πάφου

μέχρι το ακρωτήρι του Αποστόλου Αντρέα. Κι αυτό θα το

καταφέρουμε αν δώσουμε όλοι τα χέρια. Και 'σεις και 'μεις... Να

γκρεμίσουμε το συρματόπλεγμα. Να αχρηστεύσουμε τα κανόνια και τα

τανκς. Να ανοίξουμε το δρόμο στην Άνοιξη...

Με την αγάπη μου

Νίκο

(απόσπασμα)

(Περιοδικό «Παιδική Χαρά».τεύχος 142, 1979)

Page 9: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Νίκου Πενταρά

Ο Μεχμέτης και ο Τζαφέρης

Ο Οσμάνης ήταν ένας Τουρκοκύπριος από το γειτονικό χωριό, τη Λέμπα. Λεβεντάνθρωπος σωστός! Ψηλός, κοκκιναράς, με σγουρά μαύρα μαλλιά και με μεγάλο μαύρο μουστάκι. Με τον πατέρα τους έδενε μια μεγάλη φιλία. Προσκαλούσε τον πατέρα σε γάμους και σε γλέντια τουρκοκυπριακά και ο πατέρας τον προσκαλούσε σε γάμους και γλέντια δικά μας.

Θυμάμαι, ερχόταν τακτικά στο σπίτι μας. Κάθονταν με τον πατέρα και γλεντούσαν με τις ώρες. Έλεγαν τις πίκρες και τα βάσανά τους. Διηγούνταν παλιές ιστορίες και μετά το 'ριχναν στο τραγούδι. Σαν τέλειωνε το γλέντι, καβαλίκευε τη μοτοσικλέτα του και πήγαινε τραγουδώντας στο χωριό του.

Ο Οσμάνης είχε και δυο παιδιά. Δυο αγόρια. Το Μεχμέτη και τον Τζαφέρη. Πήγαιναν και τα δυο στο Δημοτικό. Το χωριό τους, όμως, η Λέμπα, ήταν χωριό μικρό. Δεν είχε σχολείο. Έτσι, ήταν αναγκασμένα να πηγαίνουν σχολείο στην τουροκυπριακή συνοικία του Κτημάτου. Και πήγαιναν με τα πόδια. Κάπου πέντε μίλια απόσταση. Τα έβλεπα τακτικά που περνούσαν από τον κύριο δρόμο Κτημάτου - Πέγειας.

Μια νύχτα, ο αδελφός μου ο Λευτέρης παρακάλεσε τον Οσμάνη να φέρει καμιά μέρα τα παιδιά του στο σπίτι μας για να παίξουμε. Την άλλη κιόλας μέρα τα 'φερε. Καβάλα στη μοτοσικλέτα του. Μας σύστησε. Αυτά ντρέπονταν και είχαν συνέχεια το κεφάλι σκυφτό.

- Ελάτε, μην ντρέπεστε, τους είπε ο Οσμάνης στα ελληνικά.

- θα γίνετε φίλοι, πρόσθεσε η μάνα. - Πάμε στ' αλώνι του Τζυρκακού να παίξουμε, είπε ο Λευτέρης και πήρε τα δυο παιδιά από το χέρι.

Page 10: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

- Να παίξετε και θα περάσω το απόγευμα να σας πάρω, τους είπε ο πατέρας τους φεύγοντας. -Εντάξει, του απάντησαν κι εκείνοι στα ελληνικά.

Πήγαμε στ' αλώνι του Τζυρκακού. Εκεί ήταν κι άλλα παιδιά του μαχαλά. Τους συστήσαμε τους νέους φίλους μας. Τους δέχτηκαν με χαρά. Παίζαμε όλοι - Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι - αγαπημένα. Προσπαθούσαμε με κάθε τρόπο να κάνουμε τους ξένους μας να νιώθουν άνετα. Να χαρούν και να διασκεδάσουν μαζί μας. Και το καταφέραμε.

Τα δυο παιδιά ήλθαν πολλές φορές στο σπίτι μας και παίξαμε. Και πάντα, μετά το παιχνίδι, μας περίμενε η φέτα το ψωμί και το χαλούμι, που ετοίμαζε η μάνα και που το τρώγαμε με μεγάλη όρεξη. Και την ώρα ακόμα που τρώγαμε, λέγαμε αστεία, κάναμε αστείες γκριμάτσες, πειράζαμε ο ένας τον άλλο και γελούσαμε.

- Σιγά... Μας φώναζε η μάνα. Δε γίνεται να τρώτε και να γελάτε. Μπορεί να σας σταθεί το φαγητό...

- Όποιος τρώει τζιαι συντυχάνει ή τη γλώσσα του δακκάνει ή κανένα βούκκο χάνει, συμπλήρωνε και η γιαγιά, σαν τύχαινε να βρεθεί εκεί.

Κι εμείς, αντί να σταματήσουμε, γελούσαμε ακόμα πιο πολύ. Και συνεχίζαμε μέχρι που ερχόταν ο πατέρας τους και τους έπαιρνε.

Με το Μεχμέτη και τον Τζαφέρη γίναμε φίλοι καρδιακοί. Λαχταρούσα πάντα την ώρα που θα έρχονταν στο σπίτι να παίξουμε. Και κάθε φορά που ερχόταν ο πατέρας τους, για να τους πάρει στη Λέμπα, τον παρακαλούσα να τους φέρει και την επομένη μέρα. Αυτός χαμογελούσε μέσ' απ' τα μουστάκια του και μου 'λεγε: «Εντάξει». Όμως, δεν κρατούσε πάντα την υπόσχεσή του και μου κακοφαινόταν. Γι' αυτό, κάθε φορά που ερχόταν, για να τα πιουν με τον πατέρα μου, του 'λεγα το παράπονό μου και του γκρίνιαζα. Αυτός γελούσε με την γκρίνια μου, με χάιδευε στα

Page 11: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

μαλλιά, για να με καθησυχάσει και μου υποσχόταν πως την άλλη μέρα σίγουρα θα τους έφερνε...

(Απόσπασμα /Διασκευή) «Σε κάθε μπαλκόνι κι ένα χελιδόνι» 2007

Page 12: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Φιλίσα Χατζηχάννα

ΕΝΑ ΑΛΗΘΙΝΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ

Τα βάσανα, τις αναμνήσεις και τις ελπίδες μιας προσφυγικής οικογένειας, που ξεριζώθηκε

από τα στρατεύματα του Αττίλα, περιγράφει η συγγραφέας στο βιβλίο της «Χαρές και

Λύπες».

—Μια φορά κι έναν καιρό... Ελάτε, μαζευτείτε κοντά μου. Θ' αρχίσω μια

όμορφη, αληθινή ιστορία που μοιάζει σαν παραμύθι. Κι όχι μόνο αυτό

αλλά είσαστε και σείς σ' αυτό το παραμύθι. Όπου ξεχνώ εγώ, να

συμπληρώνετε εσείς και όπου δεν ξέρω εγώ, να συνεχίζετε εσείς. Ελάτε,

λοιπόν, αρχίζω.

Τα παιδιά μαζεύτηκαν. Ο Μιχάλης, η Άννα, η Γιωργούλα, ο Χάρης και ο

μικρός Θωμάς που άκουε χωρίς να καταλαβαίνει.

Ήταν μια Κυριακή απόγευμα. Η Μαρία καθόταν σκεφτική χωρίς να κάνει

δουλειά. Πρώτη φορά δε δούλευε. Αλήθεια, μα τι την έπιασε και καθόταν

έτσι σαν ονειροπαρμένη, αυτή που ποτέ της δεν άδειαζε; Σήμερα όμως

ένιωθε την ανάγκη να μιλήσει με κάποιον. Να πει για μια ζωή όμορφη, για

τα χρόνια τα ευτυχισμένα που πέρασε. Σε ποιον όμως να μιλήσει; Μα στα

παιδιά της. Ήταν κι αυτά ένα μέρος από τη ζωή και την ευτυχία της, ίσως

τό πιο μεγάλο.

Μια φορά κι έναν καιρό, σ' ένα νησί πεταμένο σαν μικρό βότσαλο στη

Μεσόγειο, ζούσαν άνθρωποι ευτυχισμένοι. Ζούσαν στα όμορφα χωριά

τους και τις μικρές τους πόλεις και δόξαζαν το Θεό που τους αξίωσε να

'χουν το σπίτι τους σ' αυτή τη γη. Τίποτα δεν τους έλειπε. Οι νέοι και οι

νέες παντρεύονταν και γεννούσαν τα παιδιά τους. Τα μεγάλωναν με τον

όμορφο ήλιο, τον καθαρό αέρα, την αγάπη τους, τη φροντίδα τους. Τα

παιδιά ξέγνοιαστα, χαίρονταν τη ζωή που τους χάρισαν. Κι ήταν όλα τόσο

όμορφα, τόσο παραμυθένια.

Μια φορά κι έναν καιρό, κάπου στους πρόποδες ενός βουνού, ήταν ένα

μικρό χωριουδάκι. Είχε στα πόδια του τη θάλασσα και για στολίδι στο

κεφάλι τα δέντρα του βουνού του. Σ' αυτό το χωριό ξημέρωνε πιο γρήγορα

Page 13: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

από αλλού. Ο ήλιος το πεθυμούσε και ανάτελλε πρώτα πέρα κει στο

βουνό του.

Η γριά Μαριάννα καθόταν στον ήλιο και λιαζόταν. Πήρε την καρέκλα της,

μπήκε μέσα και κάθισε κοντά στη Μαρία και τα παιδιά της.·

Η Ιουλία που καθάριζε τις βούρτσες της, σταμάτησε, σταύρωσε τα χέρια

και περίμενε. Η γάτα, η Μαυρούλα, έκανε έναν πήδο καί κάθισε στην

ποδιά της Μαρίας. Αλήθεια, ξέχασα να σας πω για τη Μαυρούλα. Ήταν το

γατί της γειτονιάς. Όλα τα σπίτια ήταν και δικά της. Κοιμόταν όπου

βράδιαζε κι όπου πεινούσε έτρωγε.

Η Μαρία χάδεψε τη Μαυρούλα και συνέχισε.

Με το πρώτο άγγιγμα του ήλιου, το χωριό φαινόταν σαν βρέφος που

γεννιόταν μόλις εκείνη τη στιγμή. Τα κοκόρια άρχιζαν το τραγούδι τους,

σαν να' δειχναν τη χαρά του χωριού που ξημέρωνε μια άλλη μέρα.

Τα κουδούνια των προβάτων αντηχούσαν στο βουνό καθώς πήγαιναν

ειρηνικά στη βοσκή τους. Οι σκύλοι γαύγιζαν για να δείξουν ότι έπιασαν

δουλειά. Φύλακες πιστοί των κοπαδιών, των σπιτιών, του χωριού. Οι γάτες

νιαούριζαν ξαφνιασμένες και παιγνίδιζαν χαρούμενες. Τα παιδιά

ξεχύνονταν στις αυλές, στους δρόμους. Ξημέρωσε, δεν έπρεπε να χάνουν

τον καιρό τους. Έπρεπε να παίξουν, να παν στο σχολειό, να κάνουν τις

τρέλες τους πριν νυχτώσει.

Οι άντρες έφευγαν για δουλειά. Οι γυναίκες άρχιζαν τις δικές τους.

Η γριά Μαριάννα κουνήθηκε στην καρέκλα της.

— Μα αυτό μοιάζει με το χωριό μου!

— Και με το δικό μας, προλαβαίνει ο Μιχάλης.

— Σ' αυτό το χωριό, λοιπόν, ζούσαν Έλληνες και Τούρκοι αγαπημένοι, αξέχαστοι...

— Ζούσαν Κύπριοι, θέλεις να πεις, συμπληρώνει ο Χάρης.

— Ναι, ζούσαν Κύπριοι, αφού το χωριό είναι κυπριακό.

— Α, δεν είναι το χωριό μου, λέει λυπημένα η Μαριάννα. Στο χωριό μου δεν κατοικούσαν Τούρκοι.

— Τις Κυριακές πηγαίναμε εμείς στην εκκλησία και κείνοι στο τζαμί τους. Ένας δρόμος μας χώριζε.

Page 14: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Ύστερα βγαίναμε, πηγαίναμε στο καφενείο άντρες, γυναίκες και πίναμε τον καφέ μας.

Ο Μιχάλης πήγε και κάθισε δίπλα στη μητέρα του.

— Εμείς φεύγαμε. Πηγαίναμε να παίξουμε με τα άλλα παιδιά. Ο Χασάν,

το γειτονόπουλό μας, ήξερε πολύ όμορφα παιγνίδια. Θυμάμαι εκείνο το

μεγάλο γήπεδο στη μέση των δυο σχολείων! Πηγαίναμε εκεί για να

παίξουμε ποδόσφαιρο. Ο Χασάν, ο Αντρέας, ο Αλή κι εγώ είμαστε οι

σπουδαίοι παίχτες. Γι' αυτό μοιραζόμαστε σε δυό ομάδες.

Ο Χασάν κι εγώ, ο Αντρέας και ο Αλή. Συμπληρώναμε τις ομάδες μας με

παιδιά που βρίσκαμε εκεί στό γήπεδο.

(Απόσπασμα)

"Χαρές και Λύπες"

Page 15: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Ήρα Γενακρίτου (Ο Μάρκος μου κι εγώ, Λ/σία 1991)

To Τουρκάκι

- Κατερινούλα μου, έρχεσαι μαζί μου ως τον μπακάλη; Με ρωτάει η μητέρα,

που αυτές τις μέρες καταλαβαίνει, καθώς φαίνεται, τη μεγάλη μου λύπη και

όλο προσπαθεί με βόλτες και κουβέντες και γλυκόλογα να με κάνει να

ξεχάσω. Χμ... Αν είναι ποτέ δυνατό να ξεχάσω εγώ, Μάρκο μου, εσένα!

- Σ' ευχαριστώ, μαμά. Τώρα, όμως, ζωγραφίζω. Της απαντώ και σκύβω

πάλι στα χαρτιά και τα μολύβια μου.

- Κατερινάκι, μπαίνει στο δωμάτιο και ο Αντώνης όλο ντροπαλοσύνες και

ευγένειες, θέλεις να παίξουμε; Κι αν δε σ' αρέσει το ποδόσφαιρο, εντάξει,

μην το σκέφτεσαι... Παίζουμε κλέφτες και αστυνομικούς. Τρεχτό, κρυφτό...

ότι θες εσύ.

Από μέσα μου γελάω. Απ' έξω μου, όμως, δεν μπορώ βέβαια να φανερώσω

το πόσο πολύ διασκεδάζω την ανάγκη που μ' έχει ξαφνικά ο κύριος

Αντωνάκης. Ε, βλέπεις Μάρκο μου, εδώ στο νέο συνοικισμό που ήρθαμε,

δεν έχει κάνει ακόμα φίλους. Γι' αυτό και... καταδέχεται τώρα τη δική μου

παρέα.

- Λοιπόν, θα παίξουμε; Στέκεται στο άνοιγμα της πόρτας και περιμένει την

απάντησή μου.

- Δυστυχώς!... Τώρα ζωγραφίζω.

- Η ζωγραφιά μπορεί να περιμένει. Όπου να 'ναι, όμως, θα νυχτώσει και

πια, αντίο παιγνίδι...

- Αντίο, Αντώνη. Μου 'ρθε έτσι αυθόρμητα και χωρίς άλλη κουβέντα του

γύρισα μεγαλόπρεπα την πλάτη.

- Λοιπόν, θα έρθεις αμέσως μαζί μου να παίξουμε. Άκουσα όμως τη

θυμωμένη φωνή του Αντώνη κι ύστερα τον είδα να πετιέται δίπλα μου και να

με αγριοκοιτάζει.

Page 16: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

- Σου είπα... ζωγραφίζω. Μόλις που βρήκα τη δύναμη να του ψιθυρίσω αυτή

τη φορά, τη δικαιολογία μου. Μα η καρδούλα μου το 'ξερε πόσο πολύ

φοβήθηκα, Μάρκο μου.

- Καλάα... Αφού έτσι το θέλεις, κύριε Πικασσό, μείνε δω μέσα σαν τον

τυφλοπόντικα. Θα δεις, όμως, κι εσύ, σαν μου ζητήσεις τίποτα, μου κούνησε

απειλητικά το χέρι και η φωνή του θ' ακούστηκε σίγουρα ως τον μπακάλη,

που βρισκόταν η μαμά. Ναι, έτσι μου είπε, Μάρκο μου. Κι ύστερα γύρισε

απότομα και μουρμουρίζοντας ακόμα,βγήκε από το δωμάτιο. Κορίτσια...

Πουφ!.. Ζωγραφιές, λέει, και πράσινα άλογα.

Πολύ θα 'θελα να σου πω πως εγώ δε θα ζωγράφιζα ποτέ πράσινα άλογα

και πως, αν κλείστηκα στο δωμάτιο μου, ήταν για να φτιάξω, Μάρκο μου, τη

δική σου ζωγραφιά, όμως καλύτερα έτσι.

Το σπίτι ήτανε τώρα ήσυχο κι εγώ μπορούσα ανενόχλητα να σε

ελευθερώσω από τη σκέψη μου και να σε βάλω όμορφα όμορφα στο άσπρο

χαρτί που είχα μπροστά μου. Να, λοιπόν, τα στρογγυλά αυτάκια. Να και τα

ορθάνοικτα σου χέρια...

Αλήθεια, θυμάσαι, Μάρκο μου, εκείνη την πρώτη φορά που σε είχα

ζωγραφίσει; Ήτανε στο μάθημα της τέχνης, στο σχολείο.

-Τι θα σχεδιάσουμε, κυρία;

-Ό, τι θέλετε εσείς.

Απλώσαμε που λες κατάχαμα στην αίθουσα πολλές εφημερίδες, βάλαμε

ύστερα πάνω τους τις άσπρες μας κόλες και, γονατίζοντας μπροστά τους,

αρχίσαμε όμορφα και ωραία να ζωγραφίζουμε.

- Τι σχεδιάζεις, Βασιλική;

- Το σπίτι μου.

- Κι εσύ, Αννα;

- Μια ανθισμένη αμυγδαλιά και χελιδόνια. Εσύ;

- Εγώ θα ζωγραφίσω το Μάρκο μου.

Πάνω κάτω τα πινέλα. Κόκκινα, κίτρινα, μπλε χρώματα. Και το ρολογάκι να

μετρά με πεταχτά χοροπηδήματα, εκεί ψηλά στον τοίχο, την ώρα.

Page 17: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

- Τι ζωγράφισες, Μιχάλη;

- Τα αεροπλάνα που βομβαρδίζουν.

- Κι εσύ, Ελένη, σκιάχτρο ζωγράφισες; Χι χι... Πολύ πετυχεμένο είναι.

- Σ' ευχαριστώ. Όμως δεν είναι σκιάχτρο.

- Μα, τότε! Μήπως είναι ένα τέρας;

- Όχι, Τουρκάκι είναι!

Τικ, τακ, τακ... Χτύπησε η καρδιά στα στήθια μου.

- Δηλαδή, έτσι είναι τα Τουρκάκια; Με μυτερά νύχια, τόσο μεγάλο στόμα και

τόσο κόκκινα μάτια;

- Ε, κάπως έτσι. Αλλιώτικα πώς θα μας έδιωχναν από τα σπίτια μας; Πώς

θα σκότωναν και τον πατέρα του Μιχαλάκη;

-Ναι... Δίκιο έχεις. Έκανα τρομοκρατημένη από εκείνη τη διαπίστωση κι ούτε

ξανασήκωσα πια τα μάτια από τη ζωγραφιά μου.

Χριστούλη μου, παρακαλούσα κείνο το βράδυ στην προσευχή μου, κάνε να

μη δω ποτέ μου αληθινό Τουρκάκι. Κι ακόμα, κάνε να μικράνουνε τα νύχια

τους για να μην μπορέσουνε ποτέ πια να ξανακάνουνε στον κόσμο τόσο

κακό. Σε παρακαλούμε, Χριστούλη μου κι εγώ κι ο Μάρκος, το αρκουδάκι

μου. Ε, Μάρκο μου!... Είπες κι εσύ μια καλή κουβεντούλα στο Χριστό που

ακούει τα παιδάκια κι όλα τα μικρά αρκουδάκια;

Θυμάσαι; Αυτά λέγαμε κείνο το βράδυ κι ύστερα ξαπλώσαμε αγκαλιασμένα

πιο σφιχτά από κάθε άλλη φορά μην ερχόταν ξαφνικά μες στο σκοτάδι το

Τουρκάκι και μας έτρωγε με κείνο το μεγάλο στόμα του. Μπρρρ...

Και όμως... Τρεις μόνο μέρες αργότερα, κείνο που τόσο πολύ φοβόμασταν

στον ύπνο μας, το πάθαμε, Μάρκο μου, στον.... ξύπνιο μας.

- Πώς σε λένε; Πλησιάσαμε να ρωτήσουμε το ντροπαλό κοριτσάκι που είχε

έρθει μαζί με τη μαμά του να κάνει επίσκεψη στη νέα μας γειτόνισσα, την

κυρία Παναγιώτα.

- Αϊσέ... Μας χαμογέλασε εκείνο κι ευθύς τα μαγουλάκια του βάφτηκαν,

καθώς και τα άνθη της ροδιάς, κατακόκκινα.

Page 18: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

-Αϊσέ!. Επανέλαβα το όνομα, κοιτάζοντας την με απορία.

-Ναι... Ξανακούστηκε, όμως, γλυκιά και σιγανή η φωνούλα της. Είμαι,

ξέρεις, Τουρκάκι.

Και πο, πο, πο και πο, πο, πο!.. Τρεις τούμπες έκανε από το φόβο της η

καρδιά μου. Κι ύστερα χοπ... Μεταμορφώθηκε σε βαγόνι τρένου και άρχισε

τα τρελοανεβοκατεβάσματα από ψηλά στο κεφάλι μου ίσα με κάτω χαμηλά

μες στις γαλάζιες καλτσούλες και τα γκρίζα γοβάκια που τελείωναν τα πόδια

μου.

- Του, του, του... Άκουσες, Μάρκο μου, κι εσύ αυτό που άκουσα κι εγώ; Του,

του, του , του...

- Τρέξε!... Διάβασα τη μελιά συμβουλή στα μάτια σου.

- Χμ!.. Εύκολο είναι να το λες, Μάρκο μου! Εμένα, όμως, ετούτη τη στιγμή μ'

έχει... ριζώσει ο φόβος μου στη γη και δεν είμαι πια κοριτσάκι αλλά

δεντράκι, Μάρκο μου... Δεντράκι σωστό.

- Καλά.. Κι εμένα δε με σκέφτεσαι, που σίγουρα το τέρας θα με φάει πρώτο;

Ξαναδιάβασα, μελί παράπονο ετούτη τη φορά, στα ματάκια σου.

-Αχ! Δίκιο έχεις, Μάρκο μου. Πρέπει να φύγουμε... Πρέπει να τρέξουμε

μακριά για να γλυτώσουμε.

Έτρεμα... Τώρα θα πεις και πώς γίνεται αυτό, μια και κείνη την ώρα ήμουνα

δεντράκι εγώ!... Ε, και λοιπόν; Μήπως και τα δεντράκια λιγότερο τρέμουν

μέσα στον άγριο βοριά; Έτρεμα... Και μάλιστα τόσο πολύ που, χωρίς να

καταλάβω πώς, γλίστρησες άξαφνα και μέσα από την αγκαλιά μου

βρέθηκες καταγής. Τώρα, βέβαια, ποιος ξέρει!... Μπορεί και να έκανες

μοναχός σου προσπάθεια να γλυτώσεις, καημενάκι μου! Σημασία πάντως

είχε πως βρέθηκες χάμω και μάλιστα μπροστά ακριβώς στα πόδια της Αϊσέ.

- Πολύ χαριτωμένο το αρκουδάκι σου. Την είδα, όμως, αντί να σε ...

καταβροχθίζει, να σε σηκώνει με αγάπη στα χέρια της και να σε χαϊδεύει...

Πώς το φωνάζεις;

- Μά... Μά... Μάρκο! Της απάντησα μουδιασμένα, νιώθοντας την ίδια ώρα

και το βαγόνι του φόβου να πατά φρένα και να σταματά μέσα μου. Λίγα

Page 19: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

λεπτά αργότερα καθόταν πάλι και η καρδούλα μου ήσυχα κι ωραία στα

δεξιά μου, ό... όχι λάθος έκανα... Στ' αριστερά είναι η καρδιά.

Λοιπόν, για κοίταξε να δεις κάτι περίεργα πράγματα,

Μάρκο μου. Το Τουρκάκι αυτό που στέκεται μπροστά μου σε κρατά στην

αγκαλιά του και σε χαϊδεύει, δεν είναι καθόλου, μα καθόλου για να το

φοβάσαι. Αντίθετα, θα έλεγα πως είναι, καθώς λέτε κι οι μεγάλοι,

αξιαγάπητο! Τόσο, ώστε να μπορείς να του εμπιστευτείς μάλιστα ακόμα και

το πιο αγαπημένο σου παιγνίδι. Ακόμα και το Μάρκο σου!..

- Θέλεις να τον κρατήσεις λιγάκι, ακόμη;

- Ω! Αλήθεια, μπορώ;

Λάμπανε τα ματάκια της. Κάτι ματάκια καστανά, ίδια με τα δικά μου.

Ανέμιζαν μέσα στο σιγανό αέρα και τα μαλλιά της. Κοντά, καστανά

μαλλάκια, ίδια με τα δικά μου. Κι ούτε το στόμα της ήτανε μεγάλο, ούτε τα

νύχια της μακριά και μυτερά.

Αϊσέ, πόσο μοιάζεις με μένα! Κι οι δυο μας, πόσο μοιάζουμε με όλα τα

παιδιά της γης!... Μου ήρθε ίσα με τα χείλη να της πω, μα πάλι το...

κατάπια.

Μέσα στο σπίτι της κυρίας Παναγιώτας η μαμά και δυο τρεις άλλες

γειτόνισσες, μαζί και η μαμά της Αϊσέ που είχε έρθει από τη Λεμεσό για να

τις δει, φτιάχναν μπουρέκια με αναρί και πίτες. Ζεστό καφέ για κείνες και

λεμονάδες για μας τα παιδιά.

- Σ' αρέσει ο Μάρκος μου;

- Πολύ.

- Θα 'θελα να μπορούσα να στον χαρίσω. Βλέπεις, όμως, ο Μάρκος είναι

σαν το μικρό μου αδελφάκι. Και τα... αδελφάκια δε νομίζω πως χαρίζονται.

- Δεν πειράζει. Εγώ έχω αδελφάκι. Το γένησε η μητέρα μόλις πριν έξι μήνες.

- Τυχερή που είσαι!..

Page 20: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

-Κι εσύ είσαι τυχερή.

-Α, ναι... Όσο γι' αυτό δεν έχω κανένα παράπονο από το Μάρκο μου.

Γελάσαμε... και γελούσαμε ακριβώς το ίδιο! Ύστερα τρέξαμε στην αυλή.

Επισκεφτήκαμε και τον κύριο Νικόλα, τον μπακάλη, που μας κέρασε

καραμέλες φράουλας.

- Λατρεύω τις καραμέλες με φράουλα.

- Κι εσύ; Κι εγώ τις λατρεύω.

-Θέλεις να γίνουμε φίλες; Τη ρώτησα λίγο αργότερα, που καθισμένες στα

σκαλιά τρώγαμε τις ζεστές μας πίτες.

Σκούπισε τη ζάχαρη από τα χείλη της και μου άπλωσε το χέρι.

-Γίναμε κιόλας... Είπε, χαρίζοντας ένα χαμόγελο σε μένα και δυο, Μάρκο

μου, σε σένα.

Κείνη ακριβώς τη στιγμή ένα χελιδονάκι, έκανε χαμηλή βουτιά και

περνώντας από ανάμεσα μας, ξανανέβηκε φτεροκοπώντας στα ψηλά.

Αχ, Παναγίτσα μου καλή, βιάστηκα τότε να κάνω την προσευχή μου, ας

πάρει το χελιδονάκι μαζί του και τα χαμογελά μας... Της Αϊσέ, του Μάρκου,

το δικό μου χαμόγελο και ας τα κάνει δώρο στη γη, τη σκλαβωμένη. Δώρο

στο άγριο συρματόπλεγμα της Πράσινης Γραμμής. Μπας και γίνουν άξαφνα

λουλούδια, λέει, τ' αγκαθωτά του τέλια. Κλωνάρια ανθισμένης μυγδαλιάς οι

λόγχες και τα όπλα... Ναι, και μη γελάσεις, Μάρκο μου!... Κάθε χαμόγελο

παιδιού, το 'χω διαβάσει αυτό στα παραμύθια, μοιάζει με της νεράιδας το

μαγικό ραβδάκι. Το αγγίζεις, λοιπόν, κάπου και κάνεις μια ευχή. Το αγγίζεις

κι εκεί που είναι νύχτα, άξαφνα πετιέται ο ήλιος και το φως κι η λευτεριά!

-Μα τι ζωγραφίζεις; Απόρησε μαζί μου η Ελενίτσα την επομένη που' χαμε

πάλι τέχνη στο σχολείο.

- Δεν τά 'παμε; Το Μάρκο μου.

- Και δίπλα του;

- Αυτή, είμαι εγώ.

- Και η άλλη;

Page 21: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

- Η άλλη, είναι η Αϊσέ. Ένα Τουρκάκι που γνώρισα μόλις χτες και που είναι

πολύ όμορφο, "κυρία" Ελένη... Να, για να καταλάβεις, σαν δίδυμη αδελφή

μου είναι. Κι ακόμα της αρέσουνε πολύ οι καραμέλες με φράουλα, λατρεύει

τις πίτες με τη ζάχαρη και αγαπά, όσο κι εγώ, το Μάρκο μου!..

Για λίγο, όλοι τριγύρω, είχανε παρατήσει τις ζωγραφιές τους και με άκουγαν

να τους μιλώ για την καινούργια μου φιλενάδα. Και όταν πια τους τα

διηγήθηκα όλα, η Ελένη, θυμάσαι που στο ξανάπα, Μάρκο μου, σηκώθηκε,

μάζεψε την κόλα από μπροστά της και πήγε ολόισια στη δασκάλα.

- Δεσποινίς, μου δίνετε άλλη; Το πινέλο που κρατούσα ήτανε σκληρό πολύ

και μου 'κανε μουντζούρες.

- Τότε να σου δώσω και άλλο πινέλο... Της χαμογέλασε με κατανόηση η

δασκάλα.

- Αχ, ναι δεσποινίς! Κι αυτή τη φορά, μαλακό, σας παρακαλώ.

-Δηλαδή, Ελενάκι μου, πόσο μαλακό το θέλεις να είναι;

- Σαν το κορμάκι του Μάρκου μου δεσποινίς. Πετάκτηκα, ακάλεστη, να

βοηθήσω τη φιλενάδα μου την Ελένη.

- Σαν το πούπουλο απαλό!... Σήκωσε και η Βασιλική το κεφαλάκι από τη

ζωγραφιά της και είπε.

-Σαν το μετάξι…

Άρχισαν να φτάνουν, δροσάτη βροχή από τριγύρω, και άλλες φωνούλες.

- Σαν το βαμβάκι.

- Σαν το χάδι της μαμάς...

- Σαν την παιδική καρδούλα!... Δεν ξέρω πως μου 'ρθε και ξαναφώναξα,

Μάρκο μου.

Ήμουνα, όμως, σίγουρη πως με ένα τέτοιο πινέλο η Ελένη θα 'φτιαχνε,

τούτη τη φορά, ένα Τουρκάκι, έτσι ακριβώς όπως έπρεπε... Με τη μορφή

Page 22: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

δηλαδή παιδιού σαν και μένα, Μάρκο μου και σαν όλα, μα όλα τα μικρά

παιδιά της γης...

Page 23: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Μα ρ ί α Θ ε ο δ ο σ ι ά δ ο υ ( τ ο υ κ α η μ ο ύ κ α ι τ η ς ε λ π ί δ α ς , Λ / σ ι α 1 9 8 1 )

ΕΝΑ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ

Δεν μπορώ να το πιστέψω πως είμαι μακριά απ’ το σπίτι μου. Νομίζω πως είναι ένα κακό όνειρο και θα ξυπνήσω σε λίγο για να βρεθώ στο αγαπημένο μου Βαρώσι. Κ ι όμως η μια μέρα διαδέχεται την άλλη καί αντιμετωπίζω τη σκληρή πραγματικότητα. Είμαι πρόσφυγας, αποδιωγμένος με απονιά από τους ξένους κατακτητές, μακριά απ' το πατρικό μου σπίτι. Ως πότε άραγε; Μας πνίγει το παράπονο, το άδικο. —Πότε θα γυρίσουμε, πατέρα; Γιατί μας πήραν τα σπίτια μας; Πότε θα γυρίσει ο Κώστας μας; Ατέλειωτο το μαρτύριο σαν αρχίσει ο μικρός Γιαννάκης: «θέλω κ ι εγώ το ποδηλατάκι μου». Κοίτα ο Νίκος έχει, θέλω κ ι εγώ το δικό μου». —-Κι εγώ χρειάζομαι εγκυκλοπαίδεια, πώς θα μελετήσω, έχει μείνει στο σπίτι μας. — H μαμά κουράζεται, δεν έχομε το πλυντήριό μας, προσθέτει και η κόρη μου. Κ ι εκείνη να σιωπά. . . Όλα προσπαθεί να τα βολέψει, να κοιμηθεί στο κάμπετ, να πλύνει στο χέρι, να υποστεί ένα σωρό στερήσεις, ταλαιπωρίες. Πάντα με κουράγιο κ ι ελπίδα. Μονάχα σαν ξαπλώσει το βράδυ, το βουβό της κλάμα, για το χαμό του λεβεντονιού μας, μου ξεσκίζει τ η ν καρδιά. Γίνομαι σωστό θεριό, θέλω να βγω στους δρόμους να φωνάξω μ' όλη τη δύναμη τ η ς ψυχής μ ο υ ! —Ως πότε αυτή η αδικία; Πότε οι ξένοι στρατοί θα φύγουν από τον τόπο μας; Δώστε μας πίσω τα παιδιά μας! Κι ό χρόνος κυλά... Μπαίνει χειμώνας! O πρώτος χειμώνας της προσφυγιάς. Χειμώνας στ' αντίσκηνο!

Page 24: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

—Θέλω το πανωφόρι μου. Που είναι το αδιάβροχο; Οι δερμάτινες μπότες μου; Κι ο κρυφός καημός της γυναίκας μου. Την άκουσα να λέει ένα βράδυ στη νέα μας γειτόνισσα. «Τι να σου πω, όλα τα θυμάμαι, σπίτι, έπιπλα. Πιο πολύ όμως τις φωτογραφίες των παιδιών, εκείνη του Κώστα, προπάντων. Πότε θα τον ξαναδώ ;» Όλα τούτα στριφογυρίζουν στο νου μου. Έχω γίνει νευρικός, ανήσυχος. Δεν μπορώ να κλείσω μάτι τα βράδια. —Κοιμήσου, Γιάννη. Μα τι έπαθες επιτέλους; Τόσος κόσμος υποφέρει, πρέπει να κάνουμε υπομονή. Πώς έγινες έτσι εσύ; Μήπως είσαι άρρωστος; —Έννοια σου, δεν έχω τίποτα καλή μου, κοιμήσου, όλα θα πάνε καλά, δίκαιο έχεις δεν πρέπει νά απελπιζόμαστε. Τό 'χω όμως συλλάβει το σχέδιο μου και κανένας δεν μπορεί να μου το βγάλει απ' το μυαλό. Όσο επικίνδυνο κι αν είναι. Θα πάω στο Βαρώσι, θα φέρω το άλμπουμ, με τις φωτογραφίες του Κώστα μας. Θα δώσω αυτή τη χαρά στη γυναίκα μου, της τη χρωστάω. Κι αν τα καταφέρω θα φέρω τις βαλίτσες και τα χειμερινά ρούχα και το ποδηλατάκι του γιου μου ακόμη. Το Βαρώσι είναι ακατοίκητο, όλοι το λένε. Θα πάω. Μέρες ολόκληρες κατάστρωνα το σχέδιό μου. Ήξερα κάθε σπιθαμή του τόπου μας. Με κλειστά μάτια θα μπορούσα να μπω όχι μονάχα στο δικό μου σπίτι μα και σ' όλη την πόλη. Θυμάμαι την πρώτη φορά που είχα πάει για ανίχνευση. Ήτανε σούρουπο σαν πλησίασα και μόλις φαινόταν η αγαπημένη πόλη. Σταμάτησα το αυτοκίνητο. Δεν μπορούσα να οδηγήσω. H καρδιά μου κτυπούσε δυνατά, τα μάτια μου βούρκωσαν, έσφιξα τις γροθιές μου.

Page 25: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Οι ανεμόμυλοι με ασάλευτες τις φτερωτές μου φάνηκαν σαν πελώρια χέρια απλωμένα, που απεγνωσμένα ζητούσαν βοήθεια. Είμαι σίγουρος πως άκουα να με καλούν κοντά τους: «Μη μας ξεχνάτε... Μη μας ξεχνάτε». Κοίταζα, όλο το κοίταζα. Βουβό, περήφανο! Τυλιγμένο στο πέπλο του πόνου και του καημού, απλωνόταν μπροστά μου . Ήθελα να τρέξω! K ι όμως, αν προχωρούσα λίγα βήματα θα 'χανα τη ζωή μου. Στεκόμουνα ακίνητος, θλιμμένος. Μου φάνηκε πως μια πελώρια αράχνη έπλεκε γύρω απ' τη πόλη μας τον ιστό της κι όσο σουρούπωνε γινόταν όλο και πιο πυκνός, ώσπου την έκρυψε σχεδόν απ' τα μάτια μου. Δεν έβλεπα πιά! Μπήκα στο αυτοκίνητο και προχώρησα κατά το Παραλίμνι. Θα 'ρχόμουν άλλη μέρα για ανίχνευση. Τα ταξίδια όλο και πυκνώνουν. Το σχέδιο μου προχωρούσε με μεγάλη μυστικότητα. Επιτέλους ήρθε η μέρα που θα το πραγματοποιούσα. Δεν είπα σε κανένα τίποτα. Άφησα μονάχα στη γυναίκα μου ένα σημείωμα

Page 26: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

πως θα πήγαινα για δουλειά στην Πάφο και πιθανό να γύριζα την άλλη μέρα. Σαν έπεσε καλά η νύχτα πήρα τα σύνεργά μου, ένα φαναράκι, σχοινί κι ένα κομμάτι ξύλο και προχώρησα με πολλή προφύλαξη. Ήξερα την ώρα που θ' άλλαζε η φρουρά. Παρακολούθησα την ανυπομονησία των Φρουρών να φύγουν. Βαριούνται κι αυτοί τη μοναξιά, βιάζονται. Είναι άραγε δικοί μας οι στρατιώτες; Σίγουρα θα γλιτώσω αν είναι Τουρκοκύπριοι και με τσακώσουν. Προχωρώ αρκουδώντας απ' την πλάγια μεριά του Φυλακίου. Κρατώ και την αναπνοή μου ακόμη. Τα λαστιχένια παπούτσια μου με βοηθούν πολύ. Ακούω το αυτοκίνητο με τους άλλους φρουρούς που έρχονται. Μόλις προλαβαίνω να κρυφτώ πίσω απ' τους θάμνους. Ήρθαν λίγο νωρίτερα απόψε. Παρακολουθώ. Ακούω κουβέντες, γέλια. . . Κάτι δίνουν στους άλλους στρατιώτες. Βρίσκω ευκαιρία να προχωρήσω στον άλλο θάμνο. Κάτι όμως μπερδεύεται στα πόδια μου και πέφτω κάνοντας κάποιο θόρυβο. Οι φρουροί σκόρπισαν. Σταμάτησαν τα γέλια. Πρόβαλαν τά όπλα. Πάγωσα από τό φόβο μου. Αμέσως όμως συνήλθα. Ό, τι γίνει ας γίνει, λέω μέσα μου και δοκιμάζω να προχωρήσω. Μια και δεν βρήκαν τίποτε οι φρουροί συνέχισαν τα κεραστικά τους. Έγινε κανονικά η αλλαγή κι εγώ έρποντας προχωρούσα, όλο προχωρούσα και το χτυποκάρδι μου όσο πλησίαζα γινόταν όλο και πιο δυνατό. Έχω απομακρυνθεί πια αρκετά. Μπορώ τώρα να περπατήσω. Πλησιάζω, διακρίνω τα πρώτα σπίτια της γειτονιάς. Παντού ερημιά! Ούτε γάτα δε βρισκόταν. Ένα. . . δυό. Τρίτο σπίτι δεξιά. . . Να ο τοίχος που έκτισε με τα μπλοκς ο κουμπάρος μου. Ευτυχώς που δεν είναι και πολύ ψηλός. —Θεέ μου, ένα πήδημα μονάχα και θα βρεθώ στην αυλή μας. Λυγίζουν τα γόνατά μου, κτυπά η καρδιά μου. Πάει να σπάσει. Δώσε μου δύναμη, Θεέ μου! Νά 'μαι! Πατώ το χώμα της γης μου. Στέκομαι ακίνητος! Με πνίγει το παράπονο, η συγκίνηση. Πρέπει νά 'βιαστώ όμως! Κρατώ το

Page 27: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

κλειδί της πίσω πόρτας, θα χρειαστεί άραγε; Προχωρώ, φτάνω. Γυρίζω το πόμολο. Είναι ανοικτή. Σπρώχνω και μπαίνω στην κουζίνα. Κλείνω την πόρτα, ανάβω το φαναράκι. Θεέ μου. . . τίποτα δεν έχει αλλάξει! Όλα στη θέση τους. Τα πιάτα στην πιατοθήκη, το τραπέζι στρωμένο με το τραπεζομάντηλο, το πήλινο βάζο με τα στάχυα, τα τασάκια. Παρασύρομαι από τις αναμνήσεις, μα γρήγορα συνέρχομαι. Τραβώ στο σαλόνι. Φωτίζω με το φαναράκι μου. H φωτογραφία του γιου μου στο τραπεζάκι μου χαμογελά. Την αρπάζω, την πνίγω στα φιλιά. «Γιέ μου . . . Χρυσέ μου . . . Πού να βρίσκεσαι; Πότε θα σε ξαναδούμε;» Αργά - αργά παίρνω τα άλμπουμ και τραβώ για το υπνοδωμάτιο. Έχω καιρό ακόμη, θα πάρω και τη βαλίτσα με τα χειμωνιάτικα ρούχα των παιδιών. Τη βρίσκω εύκολα. Ετοιμάζομαι να βγω.

Μα ένας παράξενος θόρυβος με καρφώνει στη θέση μου. Κρατώ και την ανάσα μου και αφουγκράζομαι. Είμαι σίγουρος. Δε γελιούμαι, είναι βήματα ανθρώπου. Περπατεί μέσα στο σπίτι μας. Βγαίνει απ' το δωμάτιο των παιδιών. Τα βήματα σταματούν έξω από το δωμάτιο που βρίσκομαι. Ποιος νά 'ναι άραγε; Τούρκος στρατιώτης με παρακολούθησε; Δεν είναι δυνατό. Ήμουνα τόσο προσεκτικός. Τα βήματα όμως δεν είναι νέου ανθρώπου! Τ' ακούω που σέρνονται. Είναι γέρικα, κουρασμένα.

Page 28: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Άθελά μου θυμήθηκα το συγχωρεμένο τον παππού, έτσι ακριβώς τα έσερνε κι εκείνος. Ποιος νά 'ναι άραγε; H λογική μού 'λεγε να μη σαλέψω από τη θέση μου. Μα χωρίς να το καλοσκεφτώ, άνοιξα την πόρτα και ταυτόχρονα άναψα το φαναράκι και τότε τ ί έκπληξη! Βρέθηκα αντιμέτωπος με το γέρο Οσμάν, το γείτονά μας στο μαγαζί. Πώς το είχα ξεχάσει: «Θα σας προσέχω το σπίτι», μας είχε πει πριν φύγουμε. Αγκαλιαστήκαμε. «Με τρόμαξες γέρο Οσμάν», του’ πα, «με τρόμαξες πολύ ! Νόμισα πως ήτανε. . . » Δε μ' άφησε να τελειώσω τη φράση μου. —Φύγε, Γιάννη μου, φύγε όσο πιο γρήγορα μπορείς. Θά 'ρθει στρατός. Μπήκε ήδη στο Βαρώσι στις κάτω γειτονιές. Φύγε γρήγορα. Σε λίγο θα’ ρθούνε και κατά δω! Φύγε να γλιτώσεις ! Άνοιξα τη βαλίτσα, έκρυψα μέσα τα άλμπουμ, πήρα το ποδηλατάκι και με τη βοήθεια του γέρο Οσμάν τα ρίξαμε απ' την άλλη μεριά του τοίχου. Βαθειά συγκινημένος αποχαιρέτησα τό φίλο μου. Τον κοίταξα στα μάτια μ' ευγνωμοσύνη και χάθηκα πίσω απ' τον τοίχο μέσα στο σκοτάδι. Με τη βαλίτσα στο ένα χέρι και το ποδήλατο στο άλλο προχωρούσα.

Page 29: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

H ψυχή μου γέμισε χαρά σαν πάτησα σώος στο ελεύθερο χώμα. Ξεφόρτωσα αποκαμωμένος απ' την κούραση και τη συγκίνηση. Γλίτωσα! Το σχέδιο πέτυχε, ούτε γω δεν το πίστευα! Μπήκα στο αυτοκίνητο κάνοντας το σταυρό μου! Πίσω μου οι ανεμόμυλοι ένιωθα να μου στέλλουν την πίκρα τους που τους εγκατέλειπα. «Κάνετε κουράγιο! Μείνετε ασάλευτοι, σας πνίγει και σας το παράπονο, έννοια σας. θα 'ρθει η ώρα που θα γυρίσει ξανά η φτερωτή σας. . . Ο αέρας της λευτεριάς θα σαρώσει τους ξένους εισβολείς κ ι ύστερα θα γυρίσει τις δικές σας φτερωτές. Τότες θα γυρίσουν κ ι ο ι άνθρωποι στα χωριά τους. Θα ξαναρχίσει η ζωή χαρούμενη σαν πρώτα»

.

Page 30: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Μαρία Θεοδοσιάδου (Του Καημού και της Ελπίδας , Λ /σια 1981)

ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠ' TO ΧΩΡΙΟ

ΚΑΙ TO «ΜΑΥΡΟ» ΜΑΣ Τι να πρωτοθυμηθώ απ' την όμορφη ξέγνοιαστη παιδική μας ζωή στο χωριό; Τις τρέλλες μας στ' αλώνια, τ ι ς ζημιές που κάναμε στα περιβόλια ή στα μποστάνια για να βρούμε τα ώριμα καρπούζια; Τις φωνές του παππού και το ανέμισμα του μπαστουνιού, που συνήθιζε να μας απειλεί χωρίς ποτέ όμως να πραγματοποιεί τις απειλές του; Τα τσακώματα μας στο παιγνίδι με τους βώλους; Τις ζαβολιές του αδελφού μου; Όλα είναι αποτυπωμένα στη μνήμη μου. Τίποτε δεν έχει σβήσει. Ούτε καν που ξεθώριασαν οι εικόνες. Ολοζώντανες παραμείναν όλες στη σειρά. Βλέπω κατακάθαρα τ' αγαπημένο μου χωριό με τα όμορφα σπιτάκια. Να η εκκλησιά με το ψηλό καμπαναριό. Πόσες φορές δεν τσακώθηκε ο αδελφός μου με τους φίλους μας ποιος θα κτυπούσε πρώτος την καμπάνα! Να και το σχολειό. Ακούω στ' αυτιά μου ακόμη τη φωνή του κ. Μυριάνθη του δασκάλου : «Ποτέ να μην ξεχνάτε το χωριό σας, τον τόπο σας. Όπου πάτε». Να κ ι ο σύλλογος, το καφενείο. Όλα γνώριμα, όλα αγαπημένα! Να κ ι η δικιά μας γειτονιά! Τη λέω δικιά μας, γιατί εκεί πραγματικά μονάχα στενοί συγγενείς μέναμε. Όλα κ ι όλα πέντε σπιτάκια ήτανε στη μια άκρη του χωριού. Πέντε κάτασπρα σπιτάκια στη σειρά. Στο τελευταίο, που ήτανε διώροφο, έμενε στο ανώγι η γιαγιά Μαριγώ. Από ψηλά επέβλεπε, διοικούσε το μικρό βασίλειο των πέντε παιδιών της. Τίποτε δεν της ξέφευγε. H γιαγιά Μαριγώ είχε ιδιαίτερη αδυναμία στην καθαριότητα και στα λουλούδια, στις αγαπημένες της «ορντανσίες». Αλίμονο αν στη συνηθισμένη «επιθεώρηση» δεν ήταν πεντακάθαρες οι αυλές, ολοπράσινες οι γλάστρες με το βασιλικό, ποτισμένες και τρισαλίμονο σ' όλους, όμως, αν αγγίζαμε τις γλάστρες με τις «ορντανσίες» της. «Αυτό είναι δική μου δουλειά», έλεγε.

Page 31: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Περηφανευόταν ιδιαίτερα η γιαγιά για τις πελώριες ορντανσίες της. Μόνη της φύτευε, παραφύτευε, πότιζε, τις περιποιόταν. Είχε τα δικά της μυστικά και δεν επέτρεπε σε κανένα να τις αγγίζει. —Να τις καμαρώνετε! Να τις προσέχετε! Δεν έχει κανένα σπιτικό τέτοιες γλάστρες! Πραγματικά είχε δίκαιο η γιαγιά! Ήτανε οι καλύτερες σ' όλο το χωριό ! Μπρος από την είσοδο, την καμαρόπορτα, υπήρχε ένας τσιμεντένιος διάδρομος. Ακουμπισμένες στον τοίχο και κατά μήκος του διαδρόμου ήτανε οι γλάστρες της γιαγιάς. Κάτω από τα καλντερίμια κυλούσε ήσυχα το νερό στο πέτρινο αυλάκι. Κάθε απόγευμα όλα τα εγγόνια, με διαταγή της γιαγιάς φυσικά, σφουγγαρίζαμε τα καλντερίμια, ραντίζαμε το χωματένιο δρόμο κ ι ύστερα το στρώναμε στο παιγνίδι. Άλλοι στα περιβόλια, στις ελιές. Εγώ είχα ιδιαίτερη αδυναμία στο ποταμάκι. Πόσες χάρτινες βαρκούλες, πόσα ξύλινα καραβάκια δεν ξεκίνησαν από κείνο το αυλάκι! Φορτωμένο με τα παιδικά μας όνειρα για ταξίδια μακρινά. Θυμάμαι, κοντά στό αυλάκι ήμουνα καθισμένη κείνο το απόγευμα, σ' ένα ξύλινο σκαμνάκι. Είχα τα πόδια μου βουτηγμένα στο νερό και στο χέρι κρατούσα μια φέτα ψωμί με βούτυρο κ ι ένα κομμάτ ι χαλούμι. Ήμουνα πολύ χαρούμενη, γιατί επιτέλους πείστηκαν απ' τη γιαγιά τα «μεγάλα εγγόνια» να με πάνε και μένα στου «Μαύρου». Εκεί συνήθιζαν να πηγαίνουν δυο φορές τη βδομάδα. Και πάντα γυρνούσαν ολόχαροι και όλο μιλούσαν και ξαναμιλούσαν για τον παππού το Μαύρο. Εγώ δεν τον είχα δει παρά μια δυο φορές. Κι από μακριά μάλιστα. Κρατούσα τη φέτα, κουνούσα τα πόδια μου στο νερό κ ι ούτε που είχα όρεξη να φάω. Στην πρόκληση μάλιστα του νερού, θυμήθηκα τις βαρκούλες και μια και δεν είχα χαρτί κοιτάζω μια το ψωμί και μια το χαλούμι κ ι αρχίζω δουλειά! Τιπ. . . ένα κομμάτι ψωμί στο νερό. Το παρακολουθώ που κυλά και φεύγει. Τ ίπ . . . σειρά έχει τώρα το χαλούμ ι . . . και «τιπ τιπ» κόντευε «να αποτελειώσω» το φαγητό μου! Με πήρε φαίνεται το μάτι της γιαγιάς, που τίποτε δεν της ξεφεύγει, γιατί ακούστηκε αυστηρή η φωνή της.

Page 32: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

—Σε βλέπω τ ι κάνεις, μη θαρρείς πως μου γελάς εμένα. Αλίμονό σου, αν πετάξεις ξανά ψωμί. Δε μίλησα! Δάγκωσα ένα κομμάτι και το κρατούσα στο στόμα, ενώ με την άκρη του ματιού κοίταζα κατά τη γιαγιά. Είχε όμως καρφωμένα απάνω μου τα μάτια της. Βιαστικά το κατάπια ενώ πραγματικά ήμουνα έτοιμη να το ρίξω στο αυλάκι. Εκείνη κούνησε το δείκτη του χεριού της, όπως συνήθιζε για να μας απειλήσει και συνέχισε το βελονάκι της . . . Καμώθηκα τότε πως έτρωγα. Ύστερα άρχισα πάλι το παιγνιδάκι μου. Στο προτελευταίο καραβάκι ακούστηκε πάλι η φωνή της : —Κατεβαίνω κάτω, κακομοίρα μου κ ι αλίμονό σου ! Ώστε, με κοροΐδευες τόση ώρα; Προσπαθώ να καταπιώ το τελευταίο κομματάκ ι που έχει απομείνει. Πού vα μπορέσω όμως; Στ ' αυτιά μου βουίζουν τα λόγια της γιαγιάς: «Αλίμονό σου . . . » . Η γιαγιά δε χωρατεύει. Ποια θα είναι άραγε η τιμωρία μου; Θα κουβαλήσω δέκα κουβάδες νερό; Θα σφουγγαρίσω εγώ πάλι τα καλντερίμια; Λές και μάντεψε τις σκέψεις μου την ακούω να λέε ι : —Μια είναι η τιμωρία σου! Δεν πρόκειται να πας μαζί με τα παιδιά στο γέρο Μαύρο. Τ’ ακούς; Κι ας είναι η πρώτη φορά που θα πήγαινες. Κι ας το θέλεις τόσο πολύ. Εκείνη την ώρα έφταναν και τα ξαδέρφια μου. —Έτοιμη είσαι; Ξεκινούμε. Κοίταζα μια τη γιαγιά και μια τα παιδιά. Εκείνα κατάλαβαν και έτρεξαν τριγύρω της. Την έβαλαν στη μέση . . . κάτι της έλεγαν . . . Θα πραγματοποιούσε άραγε την απειλή της ; —Μπράβο γιαγιά! Είσαι καλή! Μπράβο ! ! ! —Μασκαράδες! Πάλι με καταφέρατε. Έννοια σου όμως. θά κουβαλήσεις αύριο τούς δέκα κουβάδες τό νερό. θα ποτίσεις κ ι όλες τ ι ς γλάστρες. —Κι όλες τ ι ς oρντανσίες, γιαγιά, λέω γελαστά. —Χαθείτε γρήγορα, πριν μετανοιώσω ! Φτερά κάναμε όλοι. Όσο πλησιάζαμε όλο και ανησυχούσα! Πώς νά 'ναι άραγε ό «γέρο Μαύρος»;

Μερικά παιδιά είπαν, πώς φοβήθηκαν όταν τον είδαν για πρώτη φορά. Θυμάμαι όμως τον πατέρα που έλεγε στον ξάδελφό μας

Page 33: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

το Γιαννάκη: «Όλοι οι άνθρωποι το ίδιο είναι, όποιο κ ι αν είναι το χρώμα τους». —Ο γέρο Μαύρος, είναι ο καλύτερος άνθρωπος του χωριού. Μπορεί το πρόσωπό του νά’ ναι σκούρο μα έχει χρυσή καρδιά, αγαπά όλους τους χωριανούς, τους βοηθά . . . Αγαπά όλα τα παιδιά λες κ ι είναι εγγόνια του. Σαν αρχίσει τα παραμύθια και τ ι ς ιστορίες όλοι κρέμονται άπ' τα χείλη του, παρακαλούν να μη σταματήσει η γλυκιά φωνή του. Τα λόγια του μπαμπά τα θυμάμαι. —Να οι φοινικιές. Σχεδόν φτάσαμε, φώναξαν τα ξαδέλφια μου. Τρέξε. . . Τρέχαν τα παιδιά μπροστά και γω ξωπίσω τους! Φτάσαμε. Σ ε μια καρέκλα καθόταν ένας γέρος. Σκυφτός. Κάτι έλεγε στ' άλλα παιδιά που ήταν καθισμένα κοντά του. —Γειά σου, παππού, ήρθαμε. Σηκώνε ι το κεφάλι του. —Γειά σας παιδιά, μα γιατί αργήσατε σήμερα; Κοιτάζω! Ο «Μαύρος» λέω μέσα μου. Αλήθεια, τ ι σκούρο πρόσωπο! Τι άσπρα δόντια! Με κοιτάζει με τα μεγάλα μάτια του, τα γεμάτα καλοσύνη. Μου κάνει νόημα με το χέρ ι : —Έλα, έλα εδώ κοντά μου. Τι παράξενο! Δε φοβούμαι καθόλου. Αφήνω τους άλλους και προχωρώ κοντά του. —Έλα εδώ πλάι στην εγγονούλα μου τη Νουρτέν. Θα γίνετε και σεις φίλες, όπως ο Χασάν κ ι ο Κωστάκης, ο Νιαζίμ κ ι ο Μάριος.

—Τι έγινε ύστερα παππού; Τι έγινε; Έλα πες μας, άφησε τη Μαρούλα. H φωνή των άλλων παιδιών τον αναγκάζει να συνεχίσει το παραμύθι. Ακουμπά το χέρι του, χαϊδεύει μια τα μαλλιά μου και μια τα μαλλιά της Νουρτέν, κ ι η γλυκιά φωνή του συνεχίζει: . . . Ο καυγάς δεν κράτησε για πολλή ώρα, παιδιά μου. Ο Γιάννης κ ι ο Χασάν κατάλαβαν το λάθος τους. Δεν έπρεπε να ακούσουν τον ξένο που ήρθε στο χωριό, να πιστέψουν στις ψεύτικες κατηγορίες και να χαλάσουν τη φιλία τους, που είχαν από μικρά παιδιά. —Μα τ ι έγινε; Τι έκαναν τα μαχαίρια;

Page 34: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

—Την ώρα ακριβώς που ετοιμάζονταν να κτυπηθούν έφτασαν τρεχάτες η Αϊσέ και η Μαρία. Τρομαγμένες μπήκαν ανάμεσά τους. Με δάκρυα παρακάλαγαν να σταματήσουν τον άδικο καυγά. Πέταξαν τότε εκείνοι μακριά τα μαχαίρια. Μετάνοιωσαν, κοιτάχτηκαν στα μάτια κ ι αγκαλιάστηκαν κλαίγοντας σαν μικρά παιδιά! — Κ ι ο ξένος; Τι έγ ι νε ; —Τον διώξανε μακριά και ζήσανε ευτυχισμένοι, αγαπημένοι όπως και πριν. Τελειώνοντας τα τελευταία του λόγια έσκυψε και μας χάιδεψε πάλι με τη Νουρτέν. Δεν ξέρω και γω πώς έγινε, τινάχτηκα απάνω και βρέθηκα να αγκαλιάζω το γέρο Μαύρο. —Είσαι ο καλύτερος παππούς του χωριού! Πόσο δίκαιο είχε ο πατέρας συλλογιζόμουνα. Όλοι οι άνθρωποι είναι το ίδιο, όποιο κ ι αν είναι το χρώμα ή η θρησκεία τους . . . Για μένα όμως ο Γέρο Μαύρος είναι ο καλύτερος παππούς του χωριού και ποτέ δεν έχανα τα παραμύθια του. Μάλιστα, φιλέψαμε τόσο πολύ, που όταν πήγαινα με τη μαμά για να πάρει το γάλα στην κόρη του για χαλούμια, έλεγε σε μένα και στη Νουρτέν μικρές ιστοριούλες. Αυτό ήταν όμως το μυστικό μας, γιατί αλίμονο αν το μάθαιναν οι μεγάλοι!

Πόσες δεν είχαμε ακούσει! Άλλες χαρούμενες, άλλες λυπητερές, μα πάντα γεμάτες ανθρωπιά, αγάπη, καλοσύνη. Ιστορίες για τους χωριανούς, τις δουλειές τους, τα γλέντια τους στους γάμους, στα βαφτίσια, στο Μπαϊράμι, το Πάσχα. Δεν μπορώ να ξεχάσω το πρόσωπό του, σαν ήρθε το μεγάλο κακό του Ιούλη και τα τανκς πλάκωσαν το χωριό. Είχε πανιάσει κ ι η φωνή του ήταν αλλιώτικη. —Φύγετε γρήγορα χωριανοί, φύγετε. Αυτοί δεν είναι σαν και μας. Είναι ξένοι. Δεν ξέρουν από φιλία. —Έλα μαζί μας παππού, μη μείνεις εδώ. —Δεν μπορώ. Πρέπει να μείνω να φυλάω το χωριό, ώσπου να γυρίσετε. . .

Page 35: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Με δάκρυα στα μάτια αποχαιρετήσαμε μικροί και μεγάλοι τον «παππού μας». Τον αφήσαμε με ραγισμένη την καρδιά, δακρυσμένοι. Εκεί στις φοινικιές ν' αγναντεύει το δρόμο της φυγής μας. Φύλακας άγγελος, στάθηκε «ο Μαύρος» όπως μάθαμε αργότερα, στους λιγοστούς γέρους που δεν άφησαν το χωριό τους. H εικόνα του πάντα δίπλα μου να μου θυμίζει τ ι ς όμορφες κείνες μέρες. Τα παραμύθια και τις ιστορίες του.

Page 36: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Αγνή Χαραλάμπους (Στα χρώματα της ίριδας, Λευκωσία1998)

Στα χρώματα της ίριδας

Μια ψιλή βροχή χορεύει με το αεράκι, στις πλάκες της αυλής, που κάθε τόσο φωτίζονται από τις αστραπές. Τούτο το πρωινό του Μάρτη, η Αριάδνη ξυπνάει από μια δυνατή βροντή. Ψάχνει με το χέρι της για τον άντρα της και όταν αγγίζει τα κρύα σεντόνια, καταλαβαίνει πως έχει φύγει από ώρα. Τι έγινε; Την είχε πάρει ο ύπνος; Γιατί δεν ξύπνησε στην ώρα της, για να του ετοιμάσει το πρόγευμα; Σηκώνεται, βάζει τη ρόμπα της και τότε θυμάται, πως το βράδυ δεν είχε κοιμηθεί καθόλου. Σίγουρα θα την πήρε ο ύπνος τα χαράματα κι ο άντρας της τη λυπήθηκε να την ξυπνήσει... Προχωρεί προς το παράθυρο και ανοίγει τ ι ς κουρτίνες. Ο συννεφιασμένος ουρανός της φέρνει μια μελαγχολία. Πώς άλλαξε έτσι ο καιρός; Χθες ακόμη είχε λιακάδα... Στέκεται και κοιτάζει αφηρημένα τις στάλες της βροχής, που πέφτουν στο τζάμι... Δε σκέφτεται τίποτα, λες και το είναι της αρνιέται ν'ακολουθήσει τη σκέψη της. Σε λίγο όμως, τινάζεται πάνω, όταν το μυαλό της τίθεται ξαφνικά σε ... λειτουργία και συνειδητοποιεί πως σήμερα είναι 22 του Μάρτη. Αυτή η μέρα, που τόσο πολύ την έχει βασαν ίσε ι . . . Πρέπε ι ως τ ι ς έντεκα η ώρα , να έχε ι αποφασίσει. Χθες το βράδυ χίλιες φορές πίστεψε πως πήρε την απόφαση και χίλιες φορές άλλαξε γνώμη.

Page 37: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Μέρες τώρα τη βασανίζει εκείνο το γράμμα της Αϊσέ, σταλμένο από την Αγγλία. Το διάβασε τόσες φορές, ώστε το έχει μάθει σχεδόν απ’ έξω:

Λονδίνο, 2.3.97

Αγαπημένη μου και αξέχαστη φίλη,

Βλέπεις σου γράφω το γράμμα στα Ελληνικά, για να δεις πως δεν τα ξέχασα κι ας έχουν περάσει τόσα χρόνια... Θυμάσαι όταν ήμασταν μικρές και διαβάζαμε μαζί τα μαθήματά μας; Εμένα μου άρεσε πάντα να παίρνω στα χέρια μου το δικό σου βιβλίο. Ήταν τόσο όμορφο! Ακόμα έχω στο νου μου την Αννα, τη Λόλα, το Μίμη... Μου άρεσε τόσο πολύ να διαβάζω μαζί σου κι ας μη γυρνούσες ποτέ εσύ, να κοιτάξεις το δικό μου βιβλίο... Θυμάμαι μάλιστα μια μέρα που απόρησε ο πατέρας, πώς έμαθα να διαβάζω και να γράφω Ελληνικά!

Ας τ' αφήσουμε όμως αυτά κι ας έρθουμε στο λόγο που αποφάσισα να σου γράψω. Ξέρεις, Αριάδνη, από τότε που έγινε ο πόλεμος κι έφυγες απ την Κερύνια, δεν ήξερα πού να σε βρω. Ήθελα τόσο πολύ να μάθω τι απέγινες... Περίμενα πάντα να μου γράψεις εσύ. Δεν πήρα όμως ποτέ γράμμα σου. Θέλω να πιστεύω, πως ο πόλεμος δεν επηρέασε τη φιλία μας. Δεν είναι δυνατό να ξεχαστούν ποτέ τα όμορφα χρόνια, που περάσαμε μαζί.

Θυμάσαι όταν έγιναν οι φασαρίες το 1964 και αναγκαστήκαμε να φύγουμε για την Αγγλία; Πόσο πολύ κλάψαμε τότε που χωρίσαμε...

Page 38: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Ήμασταν τόσο καλές φίλες... Σου έγραφα συχνά και μου απαντούσες.

Χάρηκα πολύ, όταν βρήκα τυχαία εδώ, στο Λονδίνο, τη θεία σου την Τασία και μου 'δωσε τη διεύθυνσή σου στη Λευκωσία.

Αριάδνη, καλή μου φίλη, θέλω πολύ να σε δω. Έχουν περάσει τόσα χρόνια... Θυμάμαι, η τελευταία φορά που σε συνάντησα ήταν το 1973, όταν είχα έρθει στην Κύπρο για διακοπές. Από τότε έχασα τα ίχνη σου... Συνέβηκαν και τόσα πολλά στην Κύπρο... Δε θέλω όμως να μιλάμε γι’ αυτά...

Τώρα έρχομαι πάλι στην Κύπρο στις 20 του Μάρτη. Μόνο που αυτή τη φορά η Κύπρος είναι μοιρασμένη και τα πράγματα δεν είναι όπως τότε... Θα έρθω στο... τούρκικο μέρος... θέλω να πω στο τμήμα που κρατούν οι δικοί μας. Είναι η γυναίκα του αδερφού μου εκεί με τα παιδιά τους... Ξέρεις, ο αδερφός μου ο Αχμέτ, σκοτώθηκε στον πόλεμο το 1974...

Λοιπόν, έχω κανονίσει μέσω του Ο.Η.Ε. να συναντηθούμε. Ήταν αρκετά δύσκολο. Βοήθησε όμως το αγγλικό μου διαβατήριο. Θέλω οπωσδήποτε να σε δω. Θα είμαι στη Λευκωσία, στο Λήδρα Πάλας, στις 22 του Μάρτη, η ώρα έντεκα το πρωί. Θα σε περιμένω με αγωνία. Έχουμε τόσα πολλά να πούμε. Σίγουρα θα παντρεύτηκες... Θυμάμαι εκείνο το όμορφο παλικάρι, τον αρραβωνιαστικό σου, που τον γνώρισα το 1973. Πόσο αγαπημένοι κι ευτυχισμένοι ήσασταν...

Τα πόδια της Αριάδνης αρχίζουν να τρέμουν, η καρδιά της χτυπάει δυνατά και νιώθει εκείνο το γνώριμο πόνο στο στομάχι. Αισθάνεται ζαλάδα και πιάνεται από την κουρτίνα του παραθύρου, για να μην πέσει.

Μια αστραπή φωτίζει το δωμάτιο και σε λίγο ακούγεται η δυνατή βροντή. Η βροχή δυναμώνει και χτυπάει τα τζάμια με μανία. Ακολουθούν κι άλλες βροντές... Όμως η Αριάδνη δεν

Page 39: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

ακούει πια ούτε τη βροχή, ούτε τις βροντές. Στ' αυτιά της σφυροκοπούν οι βόμβες που πέφτουν, ο δαιμονισμένος ήχος των αεροπλάνων και τα ουρλιαχτά των γυναικών... Ακούει το κλικ του όπλου και βλέπει τον Τούρκο στρατιώτη, να την κοιτάζει λαίμαργα, να την αρπάζει απ' τα μαλλιά και να τη ρίχνει κάτω... Να της ξεσκίζει τα ρούχα... όλα τα ρούχα... Και ύστερα πόνο ι . . . πόνο ι δυνατοί... Δεν μπόρεσε ποτέ να ξεχωρίσει, αν ο πόνος του κορμιού ήταν πιο έντονος από τον πόνο της ψυχής...

Όσες φορές έρχεται αυτός ο εφιάλτης, σταματάει πάντα εδώ. Η Αριάδνη δε θυμάται τίποτ' άλλο. Θυμάται μόνο τα λευκά σεντόνια στο νοσοκομείο και το γλυκό πρόσωπο της νοσοκόμας, να της χαμογελά και να της λέει: " Ησύχασε... Το μωρό που έχεις στα σπλάχνα σου είναι καλά... Φάνηκες τυχερή..."

Ναι, αλήθεια, είχε φανεί τυχερή μέσα στην ατυχία της. Μετά από έξι μήνες, γέννησε ένα υγιέστατο κοριτσάκι! Χαμογελάει στη σκέψη της κόρης της που είναι σήμερα είκοσι τριών χρονών. Ύστερα όμως η καρδιά της σφίγγεται πάλι. Σέρνεται ως τη σιφονιέρα και ανοίγει το δεύτερο συρτάρι. Παραμερίζει μερικά εσώρουχα και παίρνει στα χέρια τη φωτογραφία... Ανταποδίδει, μ' ένα λυπημένο χαμόγελο, το χαρούμενο χαμόγελο του παλικαριού, που την κοιτάζει και χαϊδεύει το πρόσωπό του...Ύστερα σφίγγει τη φωτογραφία στο στήθος της και αυτή πηγαινοέρχεται από τους λυγμούς της.

-Αντρέα... Αντρέα... ψιθυρίζει και βλέπει μπροστά της τη μορφή του, να την κοιτάζει ανήσυχα.

-Μα τι έγινε, Αντρέα; Λένε πως ήρθαν οι Τούρκοι.

- Αγάπη μου, πρέπει να φύγω. Έγινε επιστράτευση και πρέπει να βρεθώ σε μισή ώρα...

Page 40: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

- Δε με νοιάζει πού πρέπει να βρεθείς. Δε σ' αφήνω να πας πουθενά, θα σε σκοτώσουν οι Τούρκοι.

- Δε γίνεται, γλυκιά μου, πρέπει να πάω. Η πατρίδα με χρειάζεται... Προσπάθησε να φανείς δυνατή... Γεια σου, αγάπη μου. Να προσέχεις τον εαυτό σου και το μωρό μας, που έχεις στα σπλάχνα σου.

-Αντρέααα...

Η φωνή της έσβησε μέσα στον ήχο των πυροβολισμών και των εκρήξεων κ ι εκείνος χάθηκε από τα μάτια της. Ξαφνικά τον είδε να μπαίνει στην καρότσα ενός φορτηγού, όπου ήταν στριμωγμένοι πολλοί άντρες. Έτρεξε και φώναξε με όλη της τη δύναμη:

-Αντρέααα...

Εκείνος πετάχτηκε από το φορτηγό κ ι έτρεξε κοντά της. Σφιχταγκαλιάστηκαν χωρίς να πουν λέξη. Ύστερα τα χε ί λη τους ενώθηκαν σ ' ένα απελπισμένο φιλί. Την άφησε αμίλητος κα ι προχώρησε με αργό βήμα προς το φορτηγό.

Αυτή ήταν η τελευταία φορά που τον είδε. Από τότε χάθηκε. Κανε ίς δεν ξέρει τ ι έγινε, αν ζει ή αν πέθανε... Κάτι μέσα της βαθιά, της λέει πως είναι ζωντανός και κάποτε θα γυρίσει. Σίγουρα θα γυρίσει... Αυτό το ένστ ι κτό της, αυτή η φωνή μέσα της, την εμπόδιζε να παντρευτεί. Πώς μπορούσε να παντρευτεί κάποιον άλλο, όταν η καρδιά της και η ψυχή της ολόκληρη, ανήκε κάπου αλλού;

Ο γάμος της με τον Αντρέα είχε προγραμματιστεί για τα Χριστούγεννα, όταν θα τέλειωνε και το σπίτι τους. Όμως το παιδί, που ήρθε αναπάντεχα, άλλαξε τα σχέδιά τους. Έπρεπε να επισπεύσουν το γάμο. Έτσι ορίστηκε το τέλος του

Page 41: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Αυγούστου. Θυμάται τη μάνα της, που όλο γκρίνιαζε πως δε θα προλάβαινε να ετοιμάσει τα προικιά της.

Ένα πικρό χαμόγελο ζωγραφίζεται στο πρόσωπό της, όταν φέρνει στη σκέψη της τη συγχωρεμένη τη μάνα της, που πέθανε με τον καημό του ξεριζωμού, της προσφυγιάς, αλλά κυρίως του αγνοούμενου γαμπρού της. Τα προικιά τα είχε ετοιμάσει η δόλια μάνα, το ίδιο και το σπίτι. Δούλευε η ίδια στην οικοδομή και βοηθούσε τον άντρα της. Ήταν δυνατή και γεροδεμένη. Όμως πίσω από το δυνατό κορμί, κρυβόταν μια ευαίσθητη καρδιά, που τσάκισε από τον καημό... Τα μάτια της Αριάδνης γεμίζουν δάκρυα. "Μάνα, αν ήξερες πόσο πολύ σε χρειάζομαι...", ψιθυρίζει.

Σφίγγει στο στήθος της τη φωτογραφία και η σκέψη της πετάει στο νεόκτιστο σπίτι της. Πόσα όνειρα έκανε! Πόσες φορές φαντάστηκε τον εαυτό της ευτυχισμένο, μαζί με τον Αντρέα και τα παιδιά τους... Άραγε ποια Τουρκάλα το χαίρεται τώρα το σπίτι, που δεν πρόλαβε να το χαρεί; Τα προικιά της, που με τόση αγάπη και τόσους κόπους η μάνα της τα έφτιαξε; Όμως κ ι αν τα είχε, τ ι θα τα’ κανε; Χωρίς τον αγαπημένο της τίποτα δεν είχε αξία πια... Πάντα τον περίμενε και τώρα ακόμα τον καρτερά και ας λένε όλοι ότι δεν υπάρχουν αγνοούμενοι... δεν υπάρχουν ελπίδες. Εκείνη τον περιμένει πάντα...

Και όμως... έχει παντρευτεί κάπο ιον άλλο. Ο Γιώργος ήταν συνάδελφος της και την αγαπούσε. Όταν της ζήτησε να τον παντρευτεί, εκείνη τρόμαξε. Λίγο έλειψε να τον χαστουκίσει. Όλο το είναι της και η σκέψη της αρνιόταν πεισματικά να δεχτεί τη σκληρή πραγματικότητα. Ύστερα το ξανασκέφτηκε... Το κοριτσάκι της ήταν τότε οκτώ χρονών και χρειαζόταν έναν πατέρα. Και οι δυο τους χρειάζονταν κάποιο προστάτη. Δέχτηκε να τον παντρευτεί, όμως ποτέ δεν τον αγάπησε, όπως αγάπησε τον Αντρέα. Όσο κι αν προσπάθησε, δεν

Page 42: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

μπόρεσε ποτέ να νιώσει εκείνο το συγκλονιστικό, το δυνατό πάθος, που ένιωσε κάποτε για τον αρραβωνιαστικό της. Η σκέψη της και η καρδιά της ήταν δοσμένες σ' εκείνον. Ο Γιώργος το καταλάβαινε κι έδειχνε πάντα τόση κατανόηση. Η Αριάδνη το ήξερε πως γνώριζε για την κρυμμένη φωτογραφία. Την είδε μια μέρα που την κρατούσε . Είχε μπε ι αθόρυβα στο υπνοδωμάτιο και το ίδιο αθόρυβα βγήκε, χωρίς να πει λέξη. Εκε ίνη όμως τον ένιωσε κ ι εκτ ίμησε πολύ τη δ ιακριτικότητά του.

Ο Θεός δεν τους έστειλε άλλα πα ιδ ιά . Έτσι ο Γιώργος έδωσε όλη του την αγάπη στην Ελένη. Την αγάπησε σαν δικό του παιδί.

Ούτε κατάλαβε η Αριάδνη πόση ώρα καθόταν εκεί, στην άκρη του κρεβατιού, κρατώντας τη φωτογραφία. Κοιτάζει το ρολόι, που βρίσκεται στον τοίχο και τρομάζει. Η ώρα είναι εννιά και τριάντα. Έχει μια ώρα στη διάθεσή της, για ν' αποφασίσει. Βάζει προσεκτικά τη φωτογραφία στη θέση της, τη σκεπάζει με τα μοσχομυρισμένα εσώρουχα, κλείνει το συρτάρι και σηκώνεται αποφασιστικά. "Δε χρειάζεται να το σκεφτώ", ψιθυρίζει με μια δόση κακίας. "Δε θα πάω. Ας με περιμένει η Αϊσέ. Τούρκισσα δεν είναι κι αυτή; Όλες ίδιες είναι..." Σκέφτεται πως είχαν δίκιο η κόρη της κι ο άντρας της, που τη συμβούλευσαν το προηγούμενο βράδυ, πως δεν έπρεπε να πάει. Όχι, δε θα πήγαινε.

Βέβαια, η Αϊσέ δεν ήξερε τίποτε. Πίστευε πως είναι ευτυχισμένη μαζί με τον Αντρέα... Αχ! να μπορούσε να πήγαινε, να της έλεγε πόσα τράβηξε, πόσο πολύ υπέφερε και πόσο υποφέρει ακόμα... Στη σκέψη της έρχοντα ι εκε ί να τα όμορφα , ξέγνοιαστα παιδικά χρόνια. Γίνεται πάλι παιδί και τρέχει πιασμένη χέρι-

Page 43: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

χέρι με την Αϊσέ κι η καρδιά της φτερουγίζει. Μια βροντή βάλθηκε να την επαναφέρει στην πραγματικότητα. Η Αριάδνη βρίσκεται κάπου ανάμεσα στο χθες και στο σήμερα. Προχωρεί στην κουζίνα και φτιάχνει μηχανικά τον καφέ της. Κάθεται στο τραπέζι και ξαφνικά βλέπει μπροστά σ' Αυτόν, με τη διαφορά ότι οι Τούρκοι τον λένε Αλλάχ...

Πίνει μια γουλιά απ’ τον καφέ της και χτυπάει με δύναμη το χέρι της στο τραπέζι: "Όχι, μάνα, έκανες λάθος. Δεν είμαστε ίδιοι. Εκείνοι είναι κακοί άνθρωποι... Κακοί... κακοί..." Χτυπάει και πάλι τη γροθιά της στο τραπέζι, πιο δυνατά αυτή τη φορά. Το φλιτζάνι αναποδογυρίζεται και ο καφές χύνεται στο τραπεζομάντιλο. Τα μάτια της θολώνουν. Ο χυμένος καφές πάνω στο άσπρο τραπεζομάντιλο, γίνεται ξαφνικά κόκκινος και βλέπει όλο κόκκινο... κόκκινο αίμα, όχι στο τραπεζομάντιλο, αλλά στο κορμί της. Ακούει το κλικ του όπλου και ο εφιάλτης έρχεται πάλι πιο έντονος αυτή τη φορά. Εκείνο το απαίσιο βλέμμα του Τούρκου στρατιώτη είναι ακριβώς το ίδιο... Ίδιος και ο πόνος...

Το κουδούνισμα του τηλεφώνου τη συνεφέρνει. Με μεγάλη προσπάθεια κατευθύνεται προς το τηλέφωνο και με χέρια που τρέμουν, σηκώνει το ακουστικό.

-Αριάδνη, αγάπη μου, είσαι καλά;

-Ναι, είμαι καλά, λέει και προσπαθεί να χαμογελάσει, λες και ο

άντρας της θα την έβλεπε από την άλλη άκρη του σύρματος. Κι

όμως εκείνος το νιώθει κι ας μη βλέπει. Το αισθάνεται πως κάτι δεν

πάει καλά.

- Θέλεις, γλυκιά μου, να έρθω στο σπίτι;

- Όχι, Γιώργο, είμαι μια χαρά.

Page 44: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

- Νομίζω πως δε χρειάζεται να σε ρωτήσω, αν θα πας στο ραντεβού σου με την Αϊσέ. Είχες από χθες πάρει την απόφασή σου. Η Αϊσέ είναι μια Τούρκισσα. Μπορεí να μην ευθύνεται για το κακό, που μας προξένησαν οι Τούρκοι, όμως δεν παύει να είναι μια Τούρκισσα... Εμπρός..., Αριάδνη, γιατί δε μιλάς; Μήπως άλλαξες γνώμη;

-Όχι...όχι... Έχεις δίκιο. Η Αϊσέ είναι μια Τούρκισσα...

- Αριάδνη, είσαι σίγουρη πως είσαι καλά;

- Ναι, αγάπη μου, είμαι καλά, σου λέω.

Κατεβάζει το ακουστικό κάπως ξαλαφρωμένη και προχωρεί προς το μπάνιο. Γεμίζει την μπανιέρα με νερό, ρίχνει αρκετό αφρόλουτρο και μπαίνει μέσα. Το ζεστό νερό την ηρεμεί. Νιώθει χαλαρωμένη και κλείνει τα μάτια, για ν' απολαύσει τη γαλήνη της στιγμής. Μέσα σ' όλη εκείνη την ηρεμία προβάλλει μπροστά της μια μορφή. Σ' ένα πλαίσιο, σαν σε φωτογραφία με γαλάζιες και μπλε αποχρώσεις, βλέπει ένα δεκάχρονο κοριτσάκι να της χαμογελά.

- Α ρ ι ά ν θ η ! Γεια σου. Είσαι καλύτερα σήμερα; Σου έφερα τα μαθήματά σου...

Ξαπλωμένη μέσα στην μπανιέρα η Αριάδνη κάνει ταξίδι στο χρόνο. Αφήνει ελεύθερη τη σκέψη της να πετάξει.

- Α ρ ι ά ν θ η !

Χαμογελά, καθώς θυμάται εκείνο τον χαρακτηριστικό τρόπο, με τον οποίο πρόφερε τ' όνομά της η Αϊσέ. Ποτέ δεν κατάλαβε γιατί τη φώναζε έτσι. Ίσως δυσκολευόταν με το σύμπλεγμα -δν- και αντί αυτού βρήκε πιο εύκολο το -νθ-. Ποιος ξέρει; Όμως η Αριάδνη πάντα αναρωτιόταν. Της έκανε εντύπωση και την προβλημάτιζε το γεγονός ότι όλα τ' άλλα ονόματα, ακόμα και τα πιο δύσκολα, τα πρόφερε κανονικά στα Ελληνικά. Μόνο το δικό της όνομα το πρόφερε - και το τόνιζε μάλιστα - μ' αυτόν τον χαρακτηριστικό

Page 45: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

τρόπο. Ίσως να το 'κανε σκόπιμα, γιατί της άρεσε πιο πολύ το ... Αριάνθη! Η αλήθεια ήταν πως και της Αριάδνης της άρεσε πολύ να τη φωνάζει έτσι. Της φαινόταν πως ταίριαζε με το ...Μυριάνθη και τότε μύρια λουλούδια άνθιζαν μες στην καρδιά της. Έτσι και τώρα, μια παράξενη ευτυχία την πλημμυρίζει, καθώς η σκέψη της σεργιανίζει στα όμορφα μονοπάτια του χθες κι έρχονταν λίγες-λίγες οι ξεχασμένες στιγμές.

Όμως, γιατί η Αϊσέ της έφερε τα μαθήματα; Α! το θυμήθηκε. Είχε

αρρωστήσει τότε με ανεμοβλογιά κι έμενε στο σπίτι αρκετές μέρες.

Η μητέρα της παρακάλεσε μερικές συμμαθήτριές της - που ήταν

μάλιστα και φίλες της - να έρχονται να της δείχνουν τα μαθήματα,

που έβαζε ο δάσκαλος, για να διαβάζει στο σπίτι και να μη μείνει

πίσω. Καμιά από τις συμμαθήτριές της δεν ήρθε. Μάλιστα μια απ'

αυτές, η Βάσω, κάποια μέρα που περνούσε απ’ το σπίτι, της

φώναξε με κακία: "Δεν ερχόμαστε, γιατί φοβόμαστε ότι θα μας

μεταδώσεις την καταραμένη σου αρρώστια και θα γίνουμε κι εμείς

έτσι άσχημες σαν εσένα, γεμάτες σπυριά..."

Πόσο πολύ πόνεσε τότε η Αριάδνη! Θυμάται που έκλαιγε, σαν

έρχονταν αυτά τα λόγια στο μυαλό της. Όλη μέρα κοιταζόταν στον

καθρέφτη και ρωτούσε: "Πες μου, μαμά, θα φύγουν αυτά τα

σημάδια;"

Καθώς βρίσκεται ξαπλωμένη στην μπανιέρα, φέρνει το χέρι στο

μάγουλό της και αγγίζει την απαλή και λεία επιδερμίδα της.

Χαμογελά στην ανάμνηση εκείνης της ανησυχίας. Δεν έχασε την

ομορφιά της. Εξακολουθούσε να είναι όμορφη παρά τις μικρές

ρυτίδες που πρόσθεσαν, όχι μόνο ο χρόνος, αλλά και οι κακουχίες

και οι στενοχώριες...

Η σκέψη της Αριάδνης γυρίζει πάλι πίσω, στο δεκάχρονο κορίτσι με

τα σημάδια της ανεμοβλογιάς. Εκείνο όμως που τη συγκλονίζει,

Page 46: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

είναι μια άλλη ανάμνηση που έρχεται στο μυαλό της. Από την

πρώτη μέρα που αρρώστησε, η Αϊσέ ήταν στο πλευρό της. Δεν

έφυγε ούτε στιγμή από κοντά της. Όταν τη βρήκε να κλαίει εκείνη τη

μέρα, που την πλήγωσε η Βάσω με τα φαρμακερά της λόγια, δεν

είπε τίποτε. Έμεινε για λίγο σκεφτική και ύστερα έφυγε τρεχάτη.

Γύρισε σε μια ώρα περίπου και της είπε γεμάτη χαρά:

Page 47: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα
Page 48: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

-Σου 'φερα τα μαθήματα, που έβαλε σήμερα ο δάσκαλός σου. Η Αριάδνη απόρησε. -Μα, εσύ πηγαίνεις σε άλλο σχολείο... Πώς;

-Σουτ! Μη ρωτάς τίποτα. Είναι μυστικό. Από αύριο θα έχεις κάθε

μέρα τα μαθήματά σου και μάλιστα θα διαβάζουμε μαζί. Η Αριάδνη έμεινε για λίγο σκεφτική. Δεν την απασχολούσε το μυστικό της Αϊσέ. Κάτι άλλο βασάνιζε το μυαλό της.

-Αϊσέ, πες μου, εσύ δε φοβάσαι μήπως σου μεταδώσω την

αρρώστια μου; τη ρώτησε δειλά.

Η Αϊσέ πήγε κοντά της, την άγγιξε με τα δυο της χέρια στα

μπράτσα, την έσφιξε δυνατά και της είπε, κοιτάζοντας την ίσια στα

μάτια:

-Τι φίλες είμαστε; Αφού εσύ αρρώστησες, αν αρρωστήσω κι εγώ τι

πειράζει; Μήπως τώρα, που εσύ υποφέρεις και πονάς, δεν πονάω

κι εγώ;

Έμεινε για λίγο να την κοιτάζει με τα μάτια υγρά. Ύστερα έσκυψε,

τη φίλησε κι έτρεξε να φύγει. Στην πόρτα κοντοστάθηκε, γύρισε και

της φώναξε:

-Και για να σου φύγει η απορία, θα σου πω το μυστικό. Πήγα και

βρήκα το δάσκαλό σου και κάναμε συμφωνία...

Τα μάτια της Αριάδνης γέμισαν δάκρυα. Η Αϊσέ ήταν πάντα μέσα

στην καρδιά της. Όμως από κείνη τη μέρα μπήκε πιο βαθιά και

κράτησε μια ξεχωριστή θέση για πολύ καιρό... για πάντα...

Όταν πήγε στο γυμνάσιο η Αριάδνη βρήκε κι άλλες φίλες, έκανε

καινούριες συμμαθήτριες, όμως ποτέ, καμιά δεν την αγάπησε όσο η

Page 49: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Αϊσέ. Συνέχισαν να είναι φίλες και στα εφηβικά τους χρόνια. Εκείνα

τα περίεργα σκιρτήματα της καρδιάς, που οι νέοι τα λένε αγάπη,

μαζί τα 'νιωσαν...

Ένα γλυκό χαμόγελο ζωγραφίζεται στα χείλη της, καθώς φέρνει στη

σκέψη της όλες εκείνες τις... μυστικές τους συνομιλίες, πότε

κλεισμένες στο δωμάτιο της Αϊσέ και πότε στο δικό της. Στην Αϊσέ,

μονάχα σ’ αυτήν, είχε αποκαλύψει το μεγάλο της έρωτα για τον

κούκλο καθηγητή της! Και ύστερα όταν ο Νικόλας, ο συμμαθητής

της, την πολιορκούσε επίμονα, ζήτησε τη συμβουλή της Αϊσέ, για

να τον ξεφορτωθεί. Δεν τον ήθελε, γιατί αγαπούσε τον Αλέξανδρο,

ένα όμορφο αγόρι, που πήγαινε στην τελευταία τάξη του

γυμνασίου... Η Αϊσέ πάλι, με τη σειρά της, της εκμυστηρευόταν τους

δικούς της έρωτες!

Ύστερα η Αϊσέ έφυγε... Χώρισαν, ακριβώς πάνω στην πιο κρίσιμη

εφηβική τους ηλικία, τότε που χρειαζόταν τόσο πολύ η μια την

άλλη. Η Αριάδνη ποτέ δε μίλησε σε καμιά άλλη για τα μυστικά της.

Τα 'γραφε στην Αϊσέ και κείνη της έγραφε τα δικά της.

Βγαίνει από το μπάνιο, παίρνει την πετσέτα και σκουπίζεται

βιαστικά. Μπαίνοντας στο υπνοδωμάτιο κοιτάζει το ρολόι στον

τοίχο. Η ώρα είναι δέκα και τριάντα. Νιώθει ένα δυνατό πόνο στο

στομάχι. Τον αγνοεί και αρχίζει να ντύνεται γρήγορα γρήγορα.

Βγαίνοντας έξω, κοιτάζει τον κήπο της. Τα τριαντάφυλλα της

χαμογελούν. Η βροχή έχει σταματήσει κι ένας δειλός ήλιος

προσπαθεί να προβάλει από τα πελώρια σύννεφα. Μπαίνει στο

αυτοκίνητο μουρμουρίζοντας: "Σίγουρα δεν ευθύνεται καθόλου η

Αϊσέ για το κακό που έκαναν οι Τούρκοι σε μένα και στην πατρίδα

μου... Στο κάτω κάτω κι αυτή έχασε τον αδερφό της στον πόλεμο...

Κ ι όμως θέλει να με δει... Σίγουρα μ' αγαπά ακόμα... Κι εγώ την

Page 50: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

αγαπώ. Εξάλλου νοστάλγησα τόσο πολύ ν’ ακούσω πάλι να με

φωνάζουν . . . Α ρ ι ά ν θ η !" Αισθάνεται μέσα της μια περίεργη χαρά. Βάζει μπρος τη μηχανή και

ξεκινάει. Στο δρόμο η διάθεσή της είναι πολύ καλή. Καθώς οδηγεί

σιγοτραγουδάει ένα σκοπό, που ακούγεται από το ραδιόφωνο.

Φτάνει στο ξενοδοχείο Λήδρα Πάλας. Κατεβαίνει από το αυτοκίνητο

και προχωρεί με ανάλαφρο βήμα. Ξαφνικά η ματιά της καρφώνεται

στην τούρκικη σημαία, που κυματίζει λίγα μέτρα πιο κάτω. Μένει

ακίνητη. Ύστερα το βλέμμα της πλανιέται στον έρημο,

χορταριασμένο δρόμο, που κόβεται από ένα συρματόπλεγμα και

σταματάει σε μια πινακίδα που γράφει: "ΑΛΤ! ΠΡΟΣ

ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΗ ΠΕΡΙΟΧΗ". Ακούει το γνώριμο κλικ του

όπλου και νιώθει τον εφιάλτη να ξανάρχεται πάλι. Ήχοι από

αεροπλάνα... εκρήξεις βομβών, πυροβολισμοί, ουρλιαχτά, πόνος

.... αίματα ... αίματα και... ξαφνικά τα αίματα γίνονται πορτοκαλιά,

κίτρινα, πράσινα, γαλάζια, μοβ... Το κόκκινο της τούρκικης σημαίας

εξαφανίζεται και τη θέση του παίρνουν τα χρώματα της ίριδας! Ένα

μεγάλο, φωτεινό ουράνιο τόξο φαίνεται στον ουρανό. Ξεκινάει από

ένα σημείο στο Νότο, περνάει πάνω από τη γραμμή του Αττίλα και

καταλήγει στο Βορρά. Η Αριάδνη μένει να το κοιτάζει αμίλητη. Δεν

είναι η πρώτη φορά που βλέπει ουράνιο τόξο. Τούτο όμως εδώ

είναι αλλιώτικο. Μερικές ηλιαχτίδες, που κατάφεραν να βγουν εκείνη

τη στιγμή από ένα πελώριο σύννεφο, στέλλουν το φως τους στη γη

και αρχίζουν έναν τρελό χορό με τα χρώματα της ίριδας. Η καρδιά

της σκιρτάει: "Ένα ουράνιο τόξο ενώνει την Κύπρο μας", σκέφτεται,

"Σίγουρα δεν υπάρχουν σύνορα... Όταν οι άνθρωποι έχουν τη

δύναμη, τότε γκρεμίζουν τα σύνορα..."

Page 51: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Τα πόδια της, που ως τη στιγμή εκείνη τα 'νιωθε τόσο βαριά,

γίνονται πάλι ανάλαφρα. Περπατάει με αποφασιστικό βήμα και

φτάνει ως την πόρτα του ξενοδοχείου.

- Α ρ ι ά ν θ η ! ακούει μια δυνατή γνώριμη φωνή. Τη βλέπει να

τρέχει προς το μέρος της με ανοιχτή αγκαλιά. Αγκαλιάζονται

δακρυσμένες.

Α ρ ι ά ν θ η ! επαναλαμβάνει σιγανά αυτή τη φορά. Κι εκείνη νιώθει την καρδιά της, να γεμίζει με μύρια ανθισμένα λουλούδια.

Page 52: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Αγνή Χαραλάμπους «Στα χρώματα της ίριδας»,

Ένα αστέρι πέφτει

- Τι όμορφος που είναι τούτη τη νύχτα ο ουρανός! Πόσο φωτεινά

λάμπουν τ' αστέρια! - - Ο Πέτρος σφίγγει στο χέρι του τ' όπλο. Περίεργο! Απόψε τούτο το

παγωμένο σιδερικό είναι ζεστό... Μέσα στο μικρό φυλάκιο ξεχύνεται

μια παράξενη ζεστασιά. Τη νιώθει... τη νιώθει παντού.

- Πόσο αλλιώτικα είναι όλα σήμερα! Μέσα σε τούτο το μικρό

περιορισμένο χώρο, η ατμόσφαιρα ήταν πάντα αποπνιχτική.

Ένιωθε τους τέσσερις τοίχους να του πλακώνουν την καρδιά.

Πόσες φορές φτερούγισαν δω μέσα τα όνειρά του... Πόσες φορές

θέλησαν να πετάξουν... μα πάντα σκόνταφταν στους παγερούς και

ψυχρούς εκείνους τοίχους, που του έσφιγγαν σαν μέγγενη την

καρδιά.

- Όσες φορές ένιωθε αυτό το σφίξιμο στην καρδιά, έβγαινε έξω απ'

το φυλάκιο. Εκεί δεν υπήρχαν τοίχοι να φράξουν τ' όνειρό του. Εκεί

μπορούσε να ονειρεύεται... Έβλεπε τα λευκά όνειρά του, να

φτερουγίζουν σαν μικρές πεταλούδες. Πετούσαν ψηλά και

κατευθύνονταν προς τις τέσσερις πόρτες του ορίζοντα... Μα, εκείνο

το φτερούγισμα κρατούσε πολύ λίγο... όσο να φτάσουν στο

συρματόπλεγμα... Εκεί τ' αγκάθια λάβωναν τα μικρά, λευκά φτερά

και οι πεταλούδες έπεφταν. Πόσες και πόσες λαβωμένες

πεταλούδες βρίσκονταν εκεί στο συρματόπλεγμα...

Ο Πέτρος αποφεύγει απόψε να στρέψει το βλέμμα προς τα εκεί.

Κοιτάζει μόνο το κομμάτι τ' ουρανού, που φαίνεται από την πόρτα

του μικρού φυλακίου.

Page 53: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Τ’ αστέρια που λαμπιρίζουν, τον καλούν να βγει έξω. Δεν μπορεί ν'

αρνηθεί αυτή την τόσο γλυκιά πρόσκληση. Βγαίνει έξω από το

μικρό φυλάκιο. Ηρεμία και γαλήνη παντού.

Απέναντι ο Πενταδάκτυλος, βουβός και πονεμένος. Είκοσι τρία

χρόνια τώρα μετράει και ξαναμετράει στα πέντε δάκτυλά του τους

καημούς... Το φως των αστεριών φωτίζει τις βουνοκορφές του και

του δίνει μια μεγαλειώδη λάμψη, που τον κάνει να μοιάζει βασιλιάς!

Ένας πικραμένος βασιλιάς που του πήραν το βασίλειό του. Τώρα

στέκεται λυπημένος και πληγωμένος. Ατενίζει τη ρημαγμένη γη του

και αναλογίζεται τις μέρες της χαράς, τότε, που άρχοντας του

τόπου, διαφέντευε όλη την περιοχή. Τότε, που στις βουνοκορφές

του φύτρωναν κυκλάμινα και ματσικόριδα... Τότε, που κάθε του

πλαγιά αντιλαλούσε τα γέλια και τα χαρούμενα ξεφωνητά των

παιδιών.

Τώρα... Τώρα; Όλο ακούει πονεμένες φωνές, που τις

επαναλαμβάνει ο αντίλαλος: "Πες μου, πού είναι ο γιος μου;

Μήπως τον είδες; μήπως τον είδες;" Κι ο Πενταδάκτυλος μένει

βουβός... Δεν ξέρει τι ν' απαντήσει. Ο Πέτρος τον κοιτάζει προσεκτικά. Του φαίνεται πως απόψε είναι

λίγο χαρούμενος. Κάτω απ' τη λάμψη των αστεριών χαμογελά μ'

ένα πικρό χαμόγελο. Ο Πενταδάκτυλος! Και πίσω απ' αυτόν βρίσκεται τ' όμορφο χωριό

του. Δεν είχε την τύχη να το δει από κοντά, να το γνωρίσει... Όμως

ξέρει κάθε του γωνίτσα... Έχει περπατήσει νοερά, χιλιάδες φορές

στα μικρά, καθαρά δρομάκια του. Έχει νιώσει τη δροσιά των

γάργαρων νερών του Κεφαλόβρυσου, που έτρεχαν στο πλάι των

δρόμων. Έχει μυρίσει το άρωμα των λεμονανθών, καθώς παιδί κι

αυτός, μαζί με τον πατέρα του, τρέχει ανέμελα στους δρόμους, για

Page 54: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

να πάει στο σχολείο, στην εκκλησία ή στο γήπεδο να παίξει

ποδόσφαιρο.

Άλλοτε κάθεται πλάι στη μάνα του, που παιδούλα, πλέκει τα όνειρά

της με τους ανθούς του γιασεμιού... Και άλλοτε τραβάει τη γιαγιά

του απ' το φουστάνι, καθώς προσπαθεί ν' ανάψει το φούρνο για να

ψήσει το ψωμί. Ω! πόσες φορές έχει μυρίσει το φρεσκοψημένο

ψωμί και τα κουλούρια της γιαγιάς του...

Να και ο παππούς! Κρατάει στα χέρια του ένα μεγάλο τσαμπί

σταφύλι και λέει με καμάρι: "Είναι απ' το κλήμα της αυλής μας,

παιδί μου, φάε να δεις τι γλυκό που είναι..."

Μα, ξαφνικά όλα χάνονται και ο φούρνος της γιαγιάς και το γιασεμί

και το κλήμα του παππού. Ο Πενταδάκτυλος του θυμίζει πως, πίσω

απ' τις βουνοκορφές του, βρίσκεται το χωριό του, σκλαβωμένο,

ρημαγμένο, πονεμένο. Ο Πέτρος θυμάται που, όταν ήτανε μικρός,

όλο ρωτούσε τη μάνα του: "Πες μου, μάνα, τι υπάρχει πέρα απ' τα

συρματοπλέγματα;" Εκείνη κουνούσε το κεφάλι και του έλεγε: "Είναι

η πατρίδα, γιε μου..." Σαν μεγάλωσε, κατάλαβε...Είναι όμως μερικά

πράγματα που δεν μπορεί να καταλάβει.. Είναι στιγμές, που τον

πνίγει το άδικο. Όμως δε θέλει να τα σκέφτεται αυτά απόψε... Με το

όπλο στο χέρι, προχωρεί προς το συρματόπλεγμα.

Στο απαλό αεράκι του Δεκέμβρη, που του χαϊδεύει το πρόσωπο,

παραδίδει τη σκέψη του. Αυτό τη σηκώνει ψηλά και την ταξιδεύει

πάνω απ' τη θάλασσα... Με μιας οι αιώνες σκίζονται, η σκέψη

τρυπώνει μέσα στο χρόνο και σταματά σε μια νύχτα, 1997 χρόνια

πριν, πάνω από μια φτωχική σπηλιά. Χαϊδεύει το Θείο βρέφος, που

γαλήνεψε τις ψυχές των ανθρώπων με την ελπίδα... Και ύστερα

πετά πάλι και γυρίζει πίσω. Σεργιανίζει στο συρματόπλεγμα και

καρφώνεται στην τούρκικη σημαία, που ανεμίζει περήφανη.

Page 55: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Το χέρι σφίγγει με δύναμη το όπλο και τα χείλη ψιθυρίζουν, γεμάτα

πίκρα: "Γιατί Χριστέ μου; Γιατί; Πώς επιτρέπεις Εσύ, που ήρθες για

να φέρεις στον κόσμο την ειρήνη, πώς επιτρέπεις να υπάρχουν

συρματοπλέγματα, που να χωρίζουν τους ανθρώπους;"

Συνεχίζει να σφίγγει με αγανάκτηση τ' όπλο. Στρέφεται στον

ουρανό, ζητά τη σωτηρία. Πόθος κι ελπίδα, όνειρο και προσδοκία,

γίνονται ένα... Απόψε θα γίνει το θαύμα! Το βλέμμα του μένει

καρφωμένο στον ουρανό και παρακολουθεί τ' αστέρια που

λάμπουν παράξενα, μ' ένα περίεργο, λες, μαγικό φως.

Α! να ένα αστέρι που πέφτει! Κρίμα... δεν πρόλαβε να κάνει την

ευχή του κι ας την ήξερε τόσο καλά κι ας την είχε πει χιλιάδες

φορές. Ο Πέτρος έχει δει πολλές φορές αστέρι να πέφτει, καθώς

παρακολουθεί τον ουρανό, τις ατέλειωτες ώρες της σκοπιάς του.

Θυμάται πάντα τα ζεστά καλοκαιρινά βράδια, όταν, μικρό παιδί,

μαζί με τον αδερφό του, κάθονταν και παρακολουθούσαν τ'

αστέρια. Η μητέρα έλεγε: "Όταν πέφτει αστέρι και προλάβεις να

κάνεις μια ευχή, τότε η ευχή σου πραγματοποιείται". Η γιαγιά όμως

δε συμφωνούσε, κοίταζε με μια θλίψη τον ουρανό κι έλεγε : "Όταν

πέφτει αστέρι, πάει να πει πως κάποιος πεθαίνει..." Ο Πέτρος, σαν

έβλεπε αστέρι να πέφτει, δεν προλάβαινε ποτέ να λυπηθεί, που

κάποιος πέθαινε, γιατί βιαζόταν να κάνει την ευχή του. Ευχές

πολλές και διάφορες των παιδικών χρόνων... Από τότε όμως που

μεγάλωσε και πήγε στο στρατό, πάντα κάνει την ίδια ευχή: Να μην

υπάρχουν σύνορα και γραμμές στην όμορφη πατρίδα του. Πώς την

έπαθε και σήμερα δεν πρόλαβε... Όμως δεν έχει σημασία... Απόψε

θα πραγματοποιηθούν όλες του οι ευχές μαζί, γιατί απόψε γεννιέται

ο Χριστός!

Page 56: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Ω! να γινότανε, Χριστέ μου, να γεννηθείς εδώ σε τούτο το μέρος. Να γκρεμίσεις το συρματόπλεγμα του μίσους και να φέρεις την αγάπη... Προχωρεί αργά προς το φυλάκιο, μπαίνει μέσα και ανοίγει το μικρό

ραδιοφωνάκι. Μια γλυκιά μελωδία ξεχύνεται παντού. «Άγια νύχτα σε προσμένουν με χαρά οι Χριστιανοί...»

Νιώθει μια ευφορία στην ψυχή. Η καρδιά του είναι ανάλαφρη. Κάτι

θα συμβεί απόψε... Το νιώθει...

Βγαίνει έξω και κοιτάζει προς το τούρκικο φυλάκιο, που βρίσκεται

απέναντι, στην άλλη άκρη του συρματοπλέγματος. Ο Τούρκος

φρουρός στέκεται εκεί, κρατώντας σφιχτά το όπλο του και κοιτάζει

προς το μέρος του Πέτρου. " Το Θεό δοξολογούμε μ' ένα στόμα μια φωνή..."

Ο Πέτρος ακούει τις μελωδίες απ' το μικρό ραδιοφωνάκι και του

φαίνεται πως απόψε όλα είναι μαγικά. Ξαφνικά ένα γαλάζιο φως

φωτίζει τη γη. Θαρρεί πως ανοίγουν οι ουρανοί και μυριάδες

άγγελοι ξεχύνονται απ' όλες τις πλευρές και χορεύουν, χορεύουν...

Βέβαια οι άγγελοι δεν ξέρουν από τουρκοκρατούμενο βορρά, ούτε

από Πράσινες γραμμές. Αυτοί χορεύουν και ψάλλουν σε ολόκληρο

τον ουρανό της Κύπρου και από το θεϊκό φως που ξεχύνεται,

σβήνονται οι γραμμές και τα σύνορα... Και νά! Το συρματόπλεγμα εξαφανίζεται! "Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη..."

Ο Τούρκος στρατιώτης προχωρεί προς το ελληνικό φυλάκιο. Είναι

και αυτός νέο αγόρι, δεκαοχτώ χρονών. Μπορεί και είκοσι... Ο

Πέτρος για πρώτη φορά τον βλέπει σαν άνθρωπο. Να έχει και

αυτός άραγε κάποιο κορίτσι να τον περιμένει; Προχθές, σαν είδε το

Page 57: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

κορίτσι του Πέτρου, να του στέλλει από μακριά φιλάκια μαζί μ' ένα

κόκκινο τριαντάφυλλο, λύσσαξε ο Τούρκος. Ο Πέτρος πήρε το

τριαντάφυλλο και το έβαλε επιδεικτικά στο αυτί του. Άκουσε τότε

κάτι βρισιές, να έρχονται απ' το τούρκικο φυλάκιο, αλλά δεν

κατάλαβε τίποτα... Το μόνο που κατάλαβε ήταν πως ο Τούρκος τον

κοίταζε με μίσος. Ένιωσε εκείνο το σιχαμερό του βλέμμα, να του

σκίζει την καρδιά.

Όμως τώρα πώς μέρεψε και πώς γαλήνεψε έτσι το βλέμμα του

Τούρκου; Τον βλέπει να κατευθύνεται προς το μέρος του.

Προχωρεί και ο Πέτρος... Πώς βρέθηκε πάλι αυτό το καταραμένο

συρματόπλεγμα ανάμεσά τους; Τώρα δα δεν είχε εξαφανιστεί από

το θεϊκό φως των αγγέλων; Μα οι άγγελοι έφυγαν... Έφυγαν, όμως

άγγιξαν τις καρδιές τους και τις φώτισαν και τις γέμισαν ζεστασιά,

αγάπη και καλοσύνη.

Στέκονται και οι δυο με το συρματόπλεγμα ανάμεσά τους. Είναι

κοντά, πολύ κοντά ο ένας στον άλλο. Μπορεί να ξεχωρίσει ακόμα

και το βλέμμα του Τούρκου στρατιώτη. Είναι μαύρο με μια

βελουδένια λάμψη. Καθώς οι ματιές τους διασταυρώνονται, ο

Πέτρος νιώθει τη ματιά του να τον χαϊδεύει απαλά.

Μέσα στη σιωπή της νύχτας ακούγεται γλυκός ο ήχος της

καμπάνας της γειτονικής εκκλησίας, που χτυπάει χαρμόσυνα, για

να καλέσει τους πιστούς στη γέννηση του Θεανθρώπου. Ντιν, νταν, ντιν, νταν,...

Σε λίγο και άλλες καμπάνες ακούγονται από πιο μακριά. Σμίγουν

όλες μαζί σ' ένα ξέφρενο ρυθμό: Ντιν, νταν, ντιν, νταν,...

Page 58: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Η καρδιά του Πέτρου γεμίζει αγαλλίαση. Ω! μαγική

χριστουγεννιάτικη νύχτα! Ο Τούρκος στρατιώτης του χαμογελά: "Τσιγάρο πε... καρντάση; "

Δεν είναι δυνατό! Του είπε: "αδερφέ". Πώς έγινε αυτό; Και όμως

απόψε όλα είναι μπορετά...

Το βλέμμα του Τούρκου στρατιώτη εξακολουθεί να τον κοιτάζει

βαθιά στα μάτια και συνεχίζει να είναι βελούδινο, απαλό... "Τσιγάρο πε... καρντάση;" Και οι καμπάνες εξακολουθούν να χτυπούν. Ντιν, νταν, ντιν, νταν,... Ο Πέτρος βγάζει από την τσέπη του το πακέτο με τα τσιγάρα.

Αφήνει κάτω το όπλο του. Βλέπει έκπληκτος τον Τούρκο φρουρό

να σκύβει και ν' αφήνει και αυτός κάτω στη γη το δικό του όπλο.

Απόψε ας γίνει ειρήνη! Ας παραμεριστούν για λίγο τα όπλα, ας

μιλήσουν οι καρδιές.

Ανοίγει το κουτί με τα τσιγάρα, ετοιμάζεται να πάρει ένα και

μετανιώνει. " Για να μου ζητάει τσιγάρο, πάει να πει πως δεν

έχει...", σκέφτεται, "πώς θα βγάλει τη νύχτα μ' ένα τσιγάρο";

Αυθόρμητα του προτείνει όλο το πακέτο με τα τσιγάρα.

Το πρόσωπο του Τούρκου φωτίζεται από ένα γλυκό χαμόγελο και

απλώνει το χέρι. Ο Πέτρος του ανταποδίδει το χαμόγελο.

Ξαφνικά μέσα στη νύχτα, ακούγεται ένας πυροβολισμός... Τα δυο

χέρια μένουν μετέωρα... Παγώνει το χαμόγελο. Δυο αθώες ματιές

γεμίζουν απορία, και μια πονεμένη κραυγή ακούγεται σιγανά,

καθώς το παλικάρι πέφτει: "γιατί; γι...α...τί..."

Page 59: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Βροντερή η φωνή του Τούρκου στρατιώτη σκίζει τον αέρα: "Γιοκ* πε... Γιοοοκ".

Κοιτάζει προς το διπλανό τούρκικο φυλάκιο και φωνάζει πάλι:

"Νετέν*; Νετέν; Νετέεεν;" Ύστερα γονατίζει και ξεσπά σ' ένα βουβό κλάμα. Ένα αστέρι πέφτει από ψηλά... Ξαφνικά το φως χάνεται και όλα τ'

αστέρια σκεπάζονται με μαύρα σύννεφα. Στα δυο φυλάκια

αργοκτυπούν αδρές στάλες... Δακρύζει ο ουρανός. Ο Τούρκος στρατιώτης υψώνει τα χέρια στον ουρανό και φωνάζει

με όλη τη δύναμη της ψυχής του: "Νετέν Αλλάχ; Νετέν Αλλάχ..."

Η κραυγή του πόνου και της οργής σμίγει με τις ψαλμωδίες, που

ακούγονται απ' το ραδιόφωνο στο ελληνικό φυλάκιο. "Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη..."

Και οι καμπάνες των Χριστουγέννων συνεχίζουν να χτυπούν.

*Γιοκ=όχι

*Νετέν=γιατ

Page 60: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

.

Μαρία Λοϊζίδου Χαραλάμπους

TO Κ PΙ Μ A TOY Σ Ο Υ Λ Ε Ϊ Μ Α Ν

Μια μέρα ο τσαγκάρης του χωριού βαρέθηκε τον πάγκο του. Αγόρασε ένα λεωφορείο να κάνει τη γραμμή Λουρουτζΐνας-Σκάλας. 'Ισαμε τότε την έκανε ένας Δαλίτης. Έγινε, λοιπόν, ο πρώτος σωφέρ στο μιχτό χωριό. Τρόμαξε τους μισούς συγχωριανούς κ ι ανακάτωσε τ ' άντερα των υπόλοιπων, ωσότου γίνει κι ένας πρώτης τάξης οδηγός. Ξεπέρασε και το Δαλίτη συνάδελφο πια, αυτό είχαν να το λένε. Υπέροχοι τύποι κ ι οι δυο τους. Δεν τσακώθηκαν ποτέ. 'Ελεγαν τις «μπηχτές» τους μεταξύ καφέ και τσιγάρου.

Ο Δαλίτης συνήθιζε να πασάρει τους πελάτες του στο Λουρουτζιάτη, συνήθως, Δευτέρα πρωί. Ένας γάμος, ένα βαφτίσι την Κυριακή κι ο «γριστιανός» βρισκόταν την επομένη με πονοκέφαλο από το ξεφάντωμα. 'Εσκαζε ο Τούρκος από το κακό του. «Τς! Τς! Τς! Μεμ πίνεις, ολάν, αφού εν το σηκώνει το ματέμι σου». Δυο στράτες σήμερα κ ι έλεγε να περάσει από την Πόστα να στείλει τα χαλλούμια, το κρασί και τα λουκάνικα που του εμπιστεύτηκαν οι «γείτονες». Έρχονταν Χριστούγεννα, τα παιδιά τους στα πέρα τα περίμεναν. Έφτιαχναν χοιρομέρια και λουκάνικα, να γλείφεις τα δάχτυλα, οι γριστιανοί «γείτονες». 'Ετσι, για τα μάτια του κόσμου, οι πιο πολλοί Λινοβάμβακοι δε μεγάλωναν χοίρους στις αυλές τους. Αγόραζαν χοιρινό από τα Λύμπια. Πήγαιναν και στου «γείτονα» να διασκεδάσουν τη μέρα που’ σφαζε το «χτηνό» του. Τέλος πάντων, έκανε τις δυο στράτες ο Σουλεϊμάν. Είχε και «πουπανοπροίτζιν» τη βίζιτα στον «αδιάθετο» συνάδελφό του. Φεύγοντας του σύστηνε ότι κοίταξε το λάδι, το νερό και τα λάστιχα του λεωφορείου του Δαλίτη. Σ’ αυτό ο Σουλεϊμάν ήταν ανένδοτος. Το αυτοκίνητό του δε χρωστούσε τίποτε για να στραπατσάρεται, φτάνει που σκοτωνόταν ο ίδιος. Έτσι «πουρνό-πουρνό », ειδοποιημένος αποβραδίς, βέβαια, πήγαινε κι έπαιρνε το λεωφορείο του Δαλίτη. Έβγαζε και τ’ άχτι του κατσαδιάζοντάς τον. Τίποτε δεν τον σταματούσε για μια τέτοια ευχαρίστηση.

«Λοιπόν, είπαμε, ούλλα εντάξει, έν ψυσιές που κουβαλούμε...». «Ξέρω ξέρω», τον διέκοπτε ο «γριστιανός» και καταριόταν το ξεφάντωμά του. Τον περίμεναν μισή

Page 61: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

61

ντουζίνα τενεκέδες με χαλλούμια για τα πέρα κι ο τροχός του αμαξιού κάποιου Λουρουτζιάτη για φτιάξιμο. Τουτέστιν, η Τρίτη δεν του βγαίνει σε καλό. 'Ετρωγε τη μέρα του στη Σκάλα και τον μουρμουρούσαν κι οι πελάτες, σούρουπο τους γύριζε. Αλίμονο, τζάμπα δεν πήγαινε η δεύτερη κούρσα του Σουλεϊμάν.

Ο Τούρκος σωφέρ λάτρευε τα παιδιά. Φρόντιζε να κατεβαίνουν πρώτα στο σχολείο, όσα είχαν την τύχη να σπουδάζουν σ’ Ανώτερο. «Μάνα μου, παίρνετε φαΐ μαζί σας; Εσού, Κωστή, ούλλο τζιαι ξιχάνεις. Να μιαν εικοσάρα να γοράσεις κουλλούρι».

Τα καλοκαίρια ο θείος μόλις έπαιρνε το γράμμα μας για... παραθερισμό στη Λουρουτζίνα, έτρεχε πρωί-πρωί στο καφενείο του Πατά. — Καλημέρα, Σουλεϊμάνη. — Καλή σου μέρα, γείτονα! —Έρκουνται σήμερα, έσιε το νου σου. Ο μιτσής έν νάκκον αντροπιάρης τζ' η κορού ζαλίζεται. Να τα κάτσεις δίπλα σου. —Μεν έσιεις έννοιαν, Παυλή.

Σταματούσε έξω από την πόρτα μας, έπαιζε την «πουρού» και τρέχαμε με τον «μποξά» μας. —'Ατε, μάνα μου, άτε να σας χαρώ!

—Θκειε Σουλεϊμάνη, εσάσαν τζείν’ τη λακκούφα στο ξίστρατο;

—Εβάλαν, πούλλα μου, κάμποσο τσιακκίλι τζ’ εμολώσαν την. — Θκειε Σουλεϊμάν... — Το γιο μου. — Τίποτε! — Ίντα λοής «τίποτε», λάληνε. —Να μας κατεβάσεις στο σπίτι της θείας, αντρέπουμαι στον καφενέ... —Να σε καλωσορίζουν τζιαι να μεν πολοάσαι, μάγκουμον τζι’ είσαι βωβός. —Τζιαι σου, πούλλα μου, να μεν λαλείς «καλωσόρισες, θκεια Κυριακού» «καλώς σε ήβρα» έν το σωστόν. 'Απλωνε το χέρι του και μας τράτταρε κουφέττες.

Αυτός ο άνθρωπος με την καρδιά μικρού παιδιού κριματίστηκε στα επεισόδια του 56-57. Ξεσηκώθηκαν οι Λινοβάμβακοι, έκαψαν την εκκλησιά (του Αη-Πιφάνη και Αη-Αντρόνικου) κι έδιωξαν τους λιγοστούς «γριστιανούς», που δε θέλησαν να φύγουν από μόνοι τους, όπως άλλοι προηγουμένως. Ο όψιμος σωφέρ πήρε, σε μια καταραμένη στιγμή, την καμπάνα της εκκλησιάς και την πούλησε στη Χώρα. Αυτό ήταν... 'Αρχισαν οι τύψεις να του κατατρώγουν καρδιά και κορμί. «Εσύ που

Page 62: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

.

κοινωνούσες κρυφά ίσαμε χτες. Εσύ με το καλύτερο «πεντάρτι». Εσύ, που η μάνα σου δώρισε στασίδι στο «γυναικωνίτη» της εκκλησιάς. Πώς μπόρεσες;»

Ατέλειωτα τα ερωτηματικά, ατέλειωτα και τα «αχ» και «βαχ». Έτσι έγειρε και πέθανε ο Σουλεϊμάν εφέντης.

Page 63: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

63

Ήρα Γενακρίτου (Πέρα από το Συρματόπλεγμα, Λευκωσία 1997,

σελ. 47-51)

To κυκλάμινο

Τον είδα που περνούσε και η καρδούλα μου φτερούγισε τρελά. -Παππού, Μηνά... Έτρεξα στην αυλόπορτα, αγκάλιασα τα ξύλα της και του 'βαλα φωνή όσο μπορούσα πιο δυνατή για να μ' ακούσει. Πού πας, παππού; Μ' άκουσε. Κοντοστάθηκε. - Στους κάμπους βγαίνω Ελένη. Θα πάω μέχρι το γιαλό. - Να 'ρθω κι εγώ μαζί σου; Έλα, παππούλη, πάρε με. Βαρέθηκα στο σπίτι. Και θα 'μαι φρόνιμη. Ούτε που θα με νιώσεις, σου λέω. Πάρε με έξω στους κάμπους. Πάρε με στο γιαλό... Σαν το πουλάκι στο κλουβί θα φάνταζα το δίχως άλλο κείνη την ώρα έτσι που κόλλησα στα κάγκελα. Φτερούγιζα από πεθυμιά. Κι απλώνοντας, μέσα από των ξύλων τα ανοίγματα τα χέρια, ικέτευα και παρακαλούσα για, τι άλλο... Για λευτεριά! - Έλα... Μα πάρε πρώτα την άδεια απ' την μάνα σου. Έδωσα μια... Μπήκα σα σίφουνας στο σπίτι. Η μάνα μου σιδέρωνε. Ακουγε στο ραδιόφωνο τις ειδήσεις. Ούτε θυμάμαι καλά, καλά πώς της το είπα. Ούτε θυμάμαι τι ακριβώς μου είπε. Σ' εμένα έφταναν οι δυο μόνο λεξούλες που ζητούσα: «Να πας»... Τα παρακάτω για να προσέχω και ν' ακούω τον παππού και να 'ρθω γρήγορα, αυτά ήταν πια τραγούδι καθημερινό στα χείλη της μητέρας. Ξανά πίσω στην αυλή. Σαν σίφουνας και πάλι. Πάνω, κάτω ο σιδερένιος σύρτης της πόρτας ν' ανοίξει. Λιγάκι με δυσκόλεψε. -Παιχνίδια με την αγωνία μου κι εσύ; Δεν ντρέπεσαι λιγάκι; Με πείσμωσε ο σύρτης... Τώρα θα δείς! Έβαλα όλη τη δύναμή μου. Τον παραμέριασα... Επιτέλους! Η πόρτα άνοιξε κι εγώ πετάχτηκα έξω στο δρόμο. Πλάι στον παππού. Του άπλωσα το χέρι. Κι εκείνος το πήρε τρυφερά και το ' κλείσε στη χούφτα του. Μονάχα τότε ήταν που έδωσα κι εγώ άδεια στην καρδιά μου να ησυχάσει. Να κάτσει όμορφα, όμορφα στη φωλίτσα της και να χαρεί τη βόλτα που αρχίζαμε...

Page 64: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

.

Ήταν άνοιξη. Χαρά Θεού, που λεν και τα βιβλία. Μονάχα που η δική μου η χαρά με καμιά άλλη δε θα μπορούσε, σίγουρα, να συγκριθεί κείνη την ώρα. Κείνη τη μέρα την όμορφη και την ευλογημένη. Περπατήσαμε μέσα από χωράφια άσπαρτα... Κάτω από ελιές. Κάτω από χαρουπιές. Δυο φίδια μας προσπέρασαν σερνάμενα και βιαστικά... Τρόμαξα! Τινάχτηκε το χεράκι μου στο χέρι του παππού και κείνος χαμογέλασε. -Πλάσματα του Θεού είναι κι αυτά, Λενάκι. Να μην τα σκιάζεσαι... Κι ύστερα γέμισε η φωνή του νοσταλγία... Μες στο περβόλι μου, παλιά, είχα ένα τέτοιο νοικάρη. Περβολάρη τον φώναζα... -Το φίδι, περβολάρης; -Ναι, ναι... Φύλαγε τα μποστάνια μου απο τ' άλλα, τα φίδια τα φαρμακερά κι εγώ του 'βαζα ζάχαρη να τρώει να γλυκαίνεται. -Και... το 'βλεπες συχνά; -Αντάμα σου λέω ζούσαμε. Από το ίδιο πηγάδι ποτιζόμαστε. Πλάσματα του Θεού είναι κι αυτά. Τα μαύρα, μην τα σκιάζεσαι. Τι όμορφα που 'ναι λοιπόν, να περπατάς, άνοιξης ώρα, έξω στην Καρπασίτικη γη... Μ' ένα σοφό παππούλη στο πλευρό σου. Και τι ασφάλεια γλυκιά να 'χεις το χέρι σου χωμένο στο δικό του. Το στέρεο! Το δυνατό!... Σαν το λιγνό κισσό που 'χουμε στην αυλή μας ένιωθα. Που για να ξεμυτίσει στον αυλότοιχο και να χαρεί απλωσιά, άρπαξε πάνω στον κορμό του πλαϊνού δέντρου. Στέρεος κορμός. Και δυνατός. Σκαρφάλωσε ψηλά. Τράβηξε ως πάνω στην κορφή του κι εκεί θρονιάστηκε για τα καλά... Χαρούλες τώρα ο κισσός! Αλλά και σιγουριά μεγάλη... Ο γιαλός, που φτάσαμε σε λίγο, ήτανε γαλανή θωριά όλο μαγεία. Ατσαλάκωτο το νερό του απ' άκρη σ' άκρη. Βραβείο στη νοικοκυρά που το 'στρώσε. Έλεγες, μπορούσες να βγεις πάνω του να περπατήσεις κι ούτε που θα βρεχόσουνα. Τριγύρω του τα βράχια. Με πάνω πεταλλίνες κ ι όστρακα κολλημένα. Ροζ παιγνιδιάρες γαριδούλες να τρέχουν πέρα δώθε ζωηρά όπου ελίμναζε της θάλασσας νερό. Έβγαλε ο παππούς το σουγιαδάκι του. Πάσκισε να ξεκολλήσει μια πεταλλίνα από το βράχο. Δεν του 'κανε όμως εκείνη το χατίρι. Ράγισε το καβούκι της, μα το κορμάκι της δεν έλεγε να φύγει από το βράχο.

Page 65: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

65

-Λοιπόν, γύρισε ο παππούς, έτσι που ήτανε γονατιστός στα βράχια και μου είπε. Βλέπεις το πόσο μοιάζουμε, Λενάκι μου, εμείς κι οι πεταλλίνες! Ράγισαν την ψυχή μας. Χίλιες πληγές της χάραξαν. Φεύγουμε όμως από δω; Δε φεύγουμε. Ένα γινήκαμε με τη γη μας. Μαζί της, για ζούμε, για πεθαίνουμε. Και πάει καλά... συνέχισε πιάνοντας το χεράκι μου να σηκωθεί από χάμω. Πάει καλά, που 'ναι τούτη η γη αθάνατη... Όλες της πατρίδας μας οι ακρογιαλιές, είναι όμορφες. Οι Καρπασίτικοι όμως γιαλοί, έχουν το κάτι άλλο. Την καθαρότητα. Κείνο το αίσθημα, πως, έτσι ακριβώς ίδια κι ολόιδια που τα 'φτιάξε ο Δημιουργός τα 'χεις μπροστά σου. Ανέγγικτα. Απείρακτα. Θεϊκά! Κι αυτή η σφραγίδα της γνησιότητας σε μεθά μ' ένα ποτό ανάκατο χαρά και θαυμασμό. Πίστη και περηφάνεια... Στασίδι εκκλησιάς όπου ακουμπήσεις. Μπροστά σου, των αγίων το εικονοστάσι. Ψηλά, βαθιά στο θόλο, ο ίδιος ο Θεός. Φτερώνει τότε η ψυχή. Βαραίνει η ύλη που 'ναι στο σώμα σου. Πέφτεις στη γη γονατιστός κι αρχίζεις να προσεύχεσαι σαν μέσα σ' έναν απέραντο χριστιανικό ναό... Διαλέξαμε μια αγκαλιά αμμουδερή να κάτσουμε λιγάκι. Οι ελιές, οι χαρουπιές κι οι αόρατοι, ακούμπαγαν σχεδόν στο κύμα. Πιο πέρα, σπηλιές, αρχοντικά σίγουρα των νεράιδων... Γύρω, σιωπή. Μονάχα το αλαφροξεδίπλωμα της θάλασσας στην άμμο. Κάποια ξαφνικά φτερουγίσματα πουλιών. -Πάνε τα χρόνια τα παλιά. Κι άραγε θα ξανάρθουν; Αναρωτήθηκε πικρά με σκέψη φωνακτή ο παππούς. Και σήκωσε την άγκυρα των χρόνων... Ψαρόβαρκες αρμένισαν τότε μες στα νερά. Σε κάθε κόλπο του γιαλού στήθηκε πανηγύρι. Καλύβες στη σειρά. Τέντες, τσαντίρια. Ανθρωποι, αυτοκίνητα. Γέλια, κουβέντες. Γυμνόστηθοι ψαράδες ν' ανεμίζουν πετονιές... Παιδιά να κυνηγούν πλάι στον αφρό, καβούρια. Κι αργά, το βράδυ πια, σαν έβγαιναν ψηλά τ' άστρα και το φεγγάρι, όλα ησύχαζαν. Φάνταζε λίμνη το νερό. Ένα τραγούδι ευτυχίας ανάβλυζε λες από παντού. 'Ολα κάτω στη γη, χαλαρωμένα. Κάποιες φωτίτσες μόνο εδώ κι εκεί στην αμμουδιά. Μοσχοβολιά από ψημένο ψάρι. Κι αργότερα το πυροφάνι. Κι οι βάρκες που ξανάφευγαν να παν να ρίξουνε για τ' άλλο το πρωί, τα δίκτυα... Αξέχαστη, εκείνη η μέρα που 'ζησα με τον παππού πλάι στο γιαλό κι έξω στους κάμπους του χωριού μου... Όμως, στο γυρισμό ήταν που είδα κι έμαθα το πιο καλό.

Page 66: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

.

-Παππού!... Κοίταξε εκεί! Έτρεξα κοντά του. Πλησίασε κι ο παππούς. Ένα δροσάτο κυκλάμινο που χαμηλοθωρούσε, γεμάτο ομορφιά, διάλεξε να φυτρώσει - ούτε μπορούσε κανένας να το φανταστεί, αν δεν τύχαινε, όπως εγώ, να το 'βλεπε - μέσα στην κατάμαυρη πληγή ενός τσακισμένου στα δυο κορμού. Πριν χρόνια πολλά, το θυμήθηκε αμέσως ο παππούς, έπεσε κεραυνός κι έκαψε τούτο το δέντρο. Χαρουπιά ήτανε. Η πιο ψηλή απ' όλες στην περιοχή και φορτωμένη πάντοτε καρπό. Έβρεξε την περασμένη νύχτα σαν τρελός ο ουρανός. Αστραψε και βρόντησε και τα 'κανε όλα στη γη άνω κάτω. Τ' άλλο πρωί, ψάχνοντας ο ήλιος για τη χαρουπιά, τη βρήκε σωριασμένη στο χώμα. Σιγά, σιγά την κόψανε κομμάτια οι χωριανοί και την τράβηξαν προσάναμα στο φούρνο της αυλής τους. Απ' όλο εκείνο το δεντρό μονάχα η ρίζα του κι αυτές, οι τρεις σπιθαμές κορμός, απόμειναν. Και τώρα!.. Κοιτούσα το κυκλάμινο. Που φύτρωσε κι αναστήθηκε σε μια μονάχα χούφτα χώμα. Κόκκο τον κόκκο θα το 'χε κουβαλήσει σίγουρα εδώ ο άνεμος. Ήρθε ο χειμώνας. Ήπιε νερό. Έφτασε η άνοιξη και ξεπετάχτηκε. -Μια χούφτα χώμα πού βρήκε, παππούλη μου, ζωή; Σπόρους εντός του κι άνθισε! Κ ι ομόρφυνε το κούτσουρο της χαρουπιάς! Το στόλισε κυκλάμινα κι ελπίδα... 'Ακουσε ο παππούς την απορία μου. Χαμογέλασε. Μου χάιδεψε την πλεξούδα. -Είσαι μικρό κι έχεις πολλά, Λενάκι μου, ακόμα για να μάθεις. Και μου 'πε ο παππούς. Κ ι εγώ έμαθα. Και από τότε, ξέρω. Ότι η γη... Η δική μας γη, είναι μάνα θαυμάτων! Μάνα ζωής. Πολύτιμη είναι και ακριβή κι υπέροχη! Αλλιώτικα από τότε την κοιτώ. Και όλο προσμένω και όλο αναρωτιέμαι τι έκπληξη και τι ομορφιά θα ξεπετάξει, άραγε, εδώ... Κι εκεί... Κι ολούθε στη χτυπημένη από τ' αστροπελέκι της σκλαβιάς, μισή κι αγαπημένη μου πατρίδα! Ένα κυκλάμινο! Μια ανεμώνα! Ή μήπως την άλλη ομορφιά που κι αν χάθηκε, το σπόρο της πάντοτε τον φυλάμε στην καρδιά μας. Και δεν απομένει πια, παρά να φυσήξει ΕΚΕΙΝΟΣ ο αέρας που μέρα νύχτα και για εικοσιένα χρόνια τώρα ΚΑΡΤΕΡΟΥΜΕ...

Page 67: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Ήρα Γενακρίτου (Πέρα από το Συρματόπλεγμα, Λευκωσία 1997, σελ. 63-66)

To κρυφό σχολειό

To αίσθημα αυτό το φορτωνόμασταν κάθε πρωί, μαζί με τη σάκα μας. Όχι βέβαια, στους ώμους, μα στην ψυχή μας. Πώς ήμασταν παιδάκια του '21. Και πως πηγαίναμε, λέει, στο κρυφό σχολειό. Καλά!... Το ξέρω πως τότε τα Ελληνόπουλα, βράδυ, μαζεύονταν στα ξωκλήσια και δάσκαλους είχανε τους ιερείς. Αλλά κι εμείς νομίζετε το ίδιο δε νιώθαμε; Ότι δηλαδή, οι Τούρκοι με δυσκολία πολλή μας επέτρεπαν να μαθαίνουμε γράμματα. Και όλο έψαχναν αφορμή να μας το κλείσουνε το σχολείο. Εκείνοι αποφάσιζαν ποια βιβλία, απ' όσα έστελλε για μας το υπουργείο, θα έφταναν κοντά μας και ποια όχι. Και όταν ήταν να μας μιλήσει η δασκάλα για θέματα πατρίδας, θρησκείας και ιστορίας, πάντα ψιθυριστά το έκανε. Μες στο κλουβάκι της καρδιάς ζούσε, σας λέω, νύχτα και μέρα ένα πουλάκι κουρνιασμένο από το φόβο στη γωνιά. Σπάνια άνοιγε φτερά. Σπάνια κελαηδούσε. Ήλιε σε παρακαλώ δώρο φερ΄μου ακριβό την ειρήνη που αγαπώ μόνο τότε θα μπορώ δίχως φόβο πια να ζω τη χαρά να τραγουδώ Τους στίχους αυτούς τους έγραψε η Κατερίνα. Και τους τραγουδούσαμε, αντί για το «φεγγαράκι μου λαμπρό», κάθε πρωί που παίρναμε παρέα το δρόμο για το σχολείο. Τώρα βέβαια το... σχολείο μας, μη φαντάζεστε πως έχει καμιά σχέση με τα δικά σας. Γιατί μια τάξη όλη κι όλη, απ' το σχολείο του χωριού, ήταν δική μας. Κι όμως... Με πόση αγάπη και πόσα όνειρα χτίστηκε κάποτε, θυμόντουσαν πολλές φορές και μας εξιστορούσαν οι παλιοί! Κάθε του πέτρα κι ένα κομμάτι φως. Κάθε του σπιθαμή κι ανάμνηση. Να είχαν φωνή να μίλαγαν και τι δεν θα 'χαν να μας πουν οι τοίχοι και τα παραθύρια του!

Page 68: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Η κάθε πατημασιά της αυλής του! Που ήταν κάποτε παράδεισος σωστός. Γεμάτος χρώματα κι ομορφιά και μύρα. Και δώσ' του τα σκαλιστήρια να αφρουγιώνουνε τη γη. Τα ποτιστήρια να τη δροσίζουν. Με γέλια και χαρές και κέφι πολύ, δούλευαν τότε οι μαθητές στον κήπο. Κι ήταν καμάρι το σχολείο για τους χωριανούς. Έτσι που έστεκε εκεί, πανέμορφο και φροντισμένο. Πνιγμένο στις δροσιές να τραγουδά την προκοπή των μαθητών του... Τώρα, κείνα τα μεγαλεία όλα, χάθηκαν. Σαν το λουλούδι, μαράθηκε η ομορφιά του. Σπάσαν τα τζάμια στα παραθύρια του. Ξεφλούδισε η μπογιά. Κομμάτια ολόκληρα σουβά πέσαν, αφήνοντας την πέτρα πίσω τους γυμνή κι ανήμπορη να φέρει αντίσταση στο φάγωμα του χρόνου. Μια τάξη είχαν τα τουρκάκια. Μια δεύτερη, εμείς. Μες στις υπόλοιπες, φέραν και στοίβασαν μπάλες σανό. Τις έχουν γι' αποθήκη. Βροχή, βοριάδες, ήλιος... Όλα χυμούν επάνω του ανελέητα. Το δέρνουν. Το χτυπούν. Το βασανίζουν. Πάλι καλά που στέκεται ακόμα έτσι. Και δε γονάτισε στη γη. Δεν εσωριάστηκε. Να δώσει τέλος πια στη ζωή του και να λυτρωθεί. Πάλι καλά... Μέσα σ' εκείνη, λοιπόν, την τάξη, πάντα γινόμασταν ένα με τις εποχές. Το χειμώνα παγώναμε. Το καλοκαίρι λιώναμε σαν τα κεράκια της Λαμπρής από τη ζέστη. Πάλι, όμως και μ' όλα αυτά τα χάλια της, την τάξη μας την αγαπούσαμε πολύ. Φωλίτσα μας τη νιώθαμε. Που, έστω κι αν έμπαζε από παντού ο βοριάς, εμείς απλώναμε τα χέρια στην αγάπη μας και ζεσταινόμασταν. Κι όταν μας έλουζε ο ιδρώτας, έφτανε μόνο μια στιγμή να κλείσουμε τα μάτια. Να 'ρθουν μπροστά μας οι γονιοί και οι παππούδες μας ντυμένοι, λέει, μαθητές. Με πλάκες και κοντύλια. Και νάτην ευθύς, την αύρα τη δροσάτη και τη θαλασσινή, που άφηνε πίσω του των χρόνων το ξεδίπλωμα. Εκείνο μόνο που δύσκολα αντέχαμε, ήτανε σαν ακάλεστοι Τούρκοι αστυνομικοί, εκεί που ήσυχα γράφαμε και διαβάζαμε και ακούγαμε τη δασκάλα, πετάγονταν μπροστά μας. Τότε, πιότερα χρώματα κι απ' το ουράνιο τόξο περνούσαν από τα πρόσωπα μας. Τα χέρια κρύβονταν κάτω από το θρανίο. Γύρευε το 'να τ' άλλο. Σμίγανε δυνατά. Σαν τέλειωνε, θυμάμαι, η επίσκεψη, έφευγε πρώτα ο φόβος κι ύστερα τα σημάδια απ' όλο εκείνο το σφίξιμο.

Page 69: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Μοναδική φορά που τους δεχτήκαμε στην τάξη μας χωρίς να φοβηθούμε, ήταν ένα πρωί που φέρανε, για να μας δει, ένα δημοσιογράφο. Ήτανε ξένος. Κρατούσε φωτογραφική κι όλο χαμογελούσε. Κι εκείνη τη μέρα βέβαια, ήσυχα πάλι ήμασταν. Στη γη, είχαμε ριγμένα τα μάτια. Μαζεμένα το ένα πλάι στο άλλο, καθόμασταν. Σιωπηλά. Αμίλητα. Όμως, έτσι και κοίταζες στον πίνακα της τάξης, εκεί, να έβλεπες τι είχαμε πει με ζωγραφιές και τι είχαμε φωνάξει στον ξένο που ήρθε να μας δει! Σημαίες και αλυσίδες που 'σπαζαν και λευτεριάς συνθήματα ζωγραφισμένα απ' άκρη σ' άκρη. Καθρέφτισμα της ίδιας της ψυχής μας. Που ήθελε τόσα να πει, μα που φοβόταν. Γι' αυτό κι αν μας ρωτούσανε ποιος τα 'φτιαξε εκεί, εμείς θα λέγαμε πως δεν είχαμε ιδέα και πως το πενταδάχτυλο βουνό τα είχε ζωγραφίσει. Κείνη θαρρώ τη μέρα, χειροπιαστά με την οργή το ουράνιο τόξο πέρασε, όχι από τα δικά μας, μα απ' των εποίκων τα πρόσωπα. - Ήταν καιρός!... Μας είπε ο Νικολής που από τότε που ήρθαμε απ' το μεγάλο ταξίδι, τον είχαμε αρχηγό. Και το διάλειμμα, συνέχισε, μακριά απ' τα τουρκάκια. Σύμφωνοι; Η προσταγή καθόλου δεν μας άρεσε. Αλλά και ποιος τολμούσε να το πει! Γνέψαμε, «ναι» κι αφήσαμε την τάξη. Τρεχάλα στην αυλή τα τουρκόπουλα. Κυνηγητό... φωνές. Λίγο πιο πέρα ήταν η τάξη τους. Στο ίδιο χτίριο. Σαν βγαίναμε όλα στην αυλή, τίποτα δε νιώθαμε να μας χωρίζει. Σμίγαμε τότε σαν παιδιά. Παίζαμε σαν παιδιά. Δυο ήταν μοναχά τ' αγόρια τα δικά μας. Πολύ περισσότερα εκείνα. Φτιάχναν, κουτσουρεμένη έστω ομάδα και παίζανε ποδόσφαιρο. Κοντά μας ερχότανε η Φατμέ... Η Αϊσέ... Η Γιασμίν. Φέρναν τις συλλογές τους από χρυσά και λαμπερά χαρτάκια σοκολάτας και τα ανταλλάσαμε με ζωγραφιές δικές μας. Βραχιόλια και κολιέ από κουκούτσια ελιάς που ξέραμε να φτιάχνουμε. Καμιά φορά αλλάζαμε και φαγητό. Έτσι, για πλάκα. Και το χαιρόμασταν πολύ. Κείνη τη μέρα, όμως, σταθήκαμε μακριά. Με πείσμα να μη σμίξουμε. Ίσως και καταλάβαιναν την πίκρα που 'χαμε στην καρδιά για τη σκλαβιά της γης μας. Το χωρισμό απ' τους αγαπημένους μας. -Μακριά! Μην το ξεχνάτε. Μας θύμισε ο Νικολής. Μα πάνω που ετοιμαζόμασταν να του πούμε το «εντάξει», ακούστηκε η φωνή. Μια φωνή όλο τρόμο και φόβο κι απόγνωση που 'βγαινε μέσα βαθιά απ' το μικρό το στήθος της Φατμέ. Εκεί που αμέριμνα καθόταν κι

Page 70: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

έτρωγε το σισαμένιο κουλούρι της κάτω απ' τη συκιά, ένα πράμα βαρύ, ζεστό και πιτσιλωτό, ήρθε και έπεσε ολόισα μες στην ποδιά της. - Φίδι!... Άρχισαν να τσιρίζουνε και να χοροπηδούν ολόγυρα και τ' άλλα τα τουρκάκια. - Έχιδνα!... Αναπήδησε από δίπλα μας κι ο Νικόλας. Φίδι φαρμακερό! Κι όπως ο άνεμος χυμά, έτσι και κείνος όρμησε κάτω απ' τη συκιά. Αγκάλιασε τη Φατμέ. Την τράβηξε μακριά. Κι ύστερα, όλα τ' αγόρια πήραν με ξύλα και πέτρες και φωνές να κυνηγούν το ερπετό. Ξωπίσω τους τρέξαμε και τα κορίτσια. Το βγάλαμε έξω απ' την αυλή. Πέρα στο δρόμο. Και από εκεί, μακριά μες στα χωράφια... Στο γυρισμό μονάχα το προσέξαμε πώς γίναμε, έτσι χωρίς να το θελήσουμε και μπρος στον κίνδυνο του φιδιού, τουρκάκια κι ελληνόπουλα και πάλι, μια παρέα... Τα έλεγαν ο Νικόλας με τον Αλή. Και η Αϊσέ έδειχνε στη Χριστίνα μας τα νέα της χαρτάκια. Πιο λαμπερά κι απ' τα προχτεσινά. Χρυσά και ασημιά. Ροζ και γαλάζια. Κι εγώ, δεν ξέρω το γιατί, μα ξαφνικά ένιωσα μέσα μου τον ήλιο να γεννιέται. Μια ζεστασιά μ' αγκάλιασε. Και μια χαρά μεγάλη. Που, ευτυχώς, ήμουν παιδί! Και, ευτυχώς, κείνη την ώρα βρισκόμουνα ανάμεσα σε τόσα άλλα, καθώς και μένανε παιδιά...

Page 71: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Ήρα Γενακρίτου (Με την Ελπίδα, Λευκωσία 1982, σελ. 61-67)

ΤΟ ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΟ ΠΑΙΓΝΙΔΙ

Τη Δέσπω τη γνώρισα εδώ και κάμποσο καιρό. Κάναμε μάλιστα και καλή παρέα. Όμως δεν έτυχε να ξαναπάω στο σπίτι της ίσαμε κείνη τη μέρα που μας φώναξε η μητέρα της η κυρία Χαρίκλεια να μας κεράσει ζεστή τυρόπιτα.

—Σ' αρέσει, Ελπίδα η τυρόπιτα; με ρώτηξε η Δεσπούλα και το προσωπάκι της έλαμπε από αγάπη και ενθουσιασμό.

—Αν μ ' αρέσει λέει!.. Ένιωσα κιόλας τη μυρωδιά της να μου γαργαλά τη μύτη και δεν μπορούσα να κρατηθώ.

— Μα τότε λοιπόν!.. Έλα... Με άρπαξε από το χέρι η φίλη μου και με τράβηξε ανυπόμονα κι αυτή μέσα στο σπίτι.

Η κυρία Χαρίκλεια μας έκοψε από ένα μεγάλο κομμάτι και μας υποσχέθηκε, αν θέλαμε, και δεύτερο... Μας έβαλε μάλιστα να κάτσουμε στο χωλ κι εγώ ένιωσα ξαφνικά τόσο όμορφα!... Λες κι ήμασταν μεγάλες δεσποινίδες που κάναμε εκείνη την ώρα μια πραγματική επίσκεψη.

Τη φωτογραφία την είδα τη στιγμή που δάγκωνα προσεχτικά την τυρόπιτά μου προσπαθώντας να μη μου πέσει ούτε ένα ψίχουλο έξω από το πιατάκι... Ήταν μεγάλη. Με χρυσή σκαλιστή κορνίζα και κατακάθαρο τζάμι. Και πίσω απ' αυτό χαμογελούσε ένα παλληκάρι ντυμένο στρατιωτικά. —Είναι αδελφός σου; Ρώτησα τη Δεσπούλα. Πρόσεξα που τα μάτια της γέμισαν ένα αλλοιώτικο φως. —Ναι... Βιάστηκε να μου απαντήσει όλο καμάρι. Είναι ο Αντώνης μας!..

Περίεργο, έσκυψα πάλι στο πιατάκι μου.. Κι όμως δεν έτυχε πότε μου να τον δω... —Ο Αντώνης μας, άκουσα τότε τη φίλη μου να συνεχίζει, λες κι είχε διαβάσει τη σκέψη μου, είναι, ξέρεις, αγνοούμενος, Ελπίδα... Όταν γυρίσει όμως, έγινε πάλι ο τόνος της φώνης της ζωηρός και χαρούμενος, στο υπόσχομαι πως θα' σαι η πρώτη που θα φωνάξω να τον γνωρίσεις. Όλη η προηγούμενη όρεξη για τη νόστιμη τυρόπιτα της κυρίας Χαρίκλειας, μου' φυγε ξαφνικά. Ακόμα και το τελευταίο κομμάτι, δυσκολευόμουνα να το φάω... Για αγνοούμενους βέβαια δεν ήτανε

Page 72: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

η πρώτη φορά που άκουγα. Κάποιο πρωί θυμάμαι που συναντήσαμε στο δρόμο της πρωτεύουσας κόσμο πολύ. Ήταν γριούλες... Παππούδες με γκρίζα γένια..Ήτανε όμως και νέοι άνθρωποι. Ακόμα και παιδιά... Ο πατέρας σταμάτησε τότε τ ' αυτοκίνητο σε μια άκρη. Το ίδιο έκαναν και πολλοί άλλοι πίσω μας. —Τι γίνεται, πατέρα;... Ρώτησα. Εκείνος κρατούσε σφικτά το τιμόνι και δε γύρισε να με κοιτάξει, καθώς απαντούσε. —Είναι οι γονείς και οι συγγενείς των αγνοουμένων, Ελπίδα μου... Έτσι μου είπε. Κι εγώ δεν ξαναμίλησα. Απόμεινα όμως να παρακολουθώ όλα εκείνα τα βουβά πονεμένα πρόσωπα. Τα χέρια που κρατούσαν πάνω στα στήθεια κάποιες φωτογραφίες. Χλωμές και λιγάκι ξεθωριασμένες από τα χρόνια σίγουρα τα πολλά. Ναι... Μονάχα μικρές φωτογραφίες κρατούσανε κι όμως έμοιαζαν να σηκώνουν μεγάλα πανώ, λυπημένα. —Να σου βάλω κι άλλην, Ελπίδα μου; Μ ' έβγαλε από τις σκέψεις η φωνή της κυρίας Χαρίκλειας. Αρνήθηκα μ ' ευγένεια κι ύστερα ακολούθησα τη Δεσπούλα, που 'θελε λέει να μου δείξει το σπίτι τους μια και δεν έτυχε να τους ξαναεπισκεφθώ.. — Να!... Άρχισε από το δωμάτιο που βρισκόμασταν... Εδώ είναι το χωλ. Την κουζίνα την είδες. Και από δω, μου άνοιξε την πόρτα να περάσω, είναι το δωμάτιο του πατέρα και της μητέρας, και τα δικά μας. Θέλω να πω, συμπλήρωσε προσέχοντας την κάποια απορία μου... Του Αντώνη απ' εδώ κι εμένα τούτο. Το μεσημέρι η μητέρα δέχτηκε με ευχάριστη έκπληξη την προθυμία μου να πάω να ξαπλώσω. Πράγμα που σίγουρα πρώτη φορά γινότανε. Κανείς όμως δεν ήξερε πόσα πολλά είχα εγώ να σκεφτώ κείνη την ώρα και πόσο πολύ αναζητούσα να μείνω, για λίγο έστω, μόνη μου. Το μεσημέρι λοιπόν, κλεισμένη στο δωμάτιο μου έφερα πάλι στο νου το ομορφοστρωμένο κρεβάτι του Αντώνη. Με το κλαδωτό γαλάζιο σκέπασμα. Τα καθαροντυμένα μαξιλάρια. Το εικόνισμα της Παναγίας πάνω ακριβώς από το προσκεφάλι του... Να τον φυλάει όπου κι αν βρίσκεται. Να δώσει η χάρη Της καί γρήγορα πάλι να ξαναρθεί... Θυμήθηκα ύστερα την κυρία Χαρίκλεια που είναι πάντα γελαστή, φτιάχνει νόστιμες τυρόπιτες και βάζει τα παιδιά να κάτσουν στο πιο όμορφο δωμάτιο του σπιτιού της. Εκεί που μέσα στη σκαλιστή χρυσαφένια κορνίζα κάνει υπομονή και περιμένει κι ο Αντώνης, το

Page 73: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

παλληκάρι της. Άσχημος που είναι ο πόλεμος! ψιθύρισα.. Κι ύστερα γύρισα από την άλλη μεριά... Χωρίς όμως να ' χω πάλι καμμιά όρεξη για ύπνο. Μια άλλη φωτογραφία ήρθε τώρα στη σκέψη μου. Μεγάλη και κείνη και ξεφτισμένη απ' τον πολύ καιρό. Την είδα κάποια μέρα που' χαμε πάει στα βαφτίσια της ξαδελφούλας μου της Νίκης στην Πάφο...

Η θεία η Σταυρούλα κι ο θείος Παντελής μένουν σε ένα τούρκικο σπίτι. Το βρήκανε μπρος τους λίγα χρόνια μετά την προσφυγιά. Ήταν παλιό και απεριποίητο. Και χρειάστηκαν έξοδα πολλά και κόποι ακόμα πιο πολλοί, για να ξαναβρεί την πρώτη του όψη και να μπορέσουν ξανά να το κατοικήσουν άνθρωποι και όχι όπως λίγο πιο πριν τα ποντίκια...

Σε κείνο λοιπόν το τούρκικο σπίτι βρήκανε οι θείοι μου και μια φωτογραφία ξεχασμένη στον τοίχο.

— Θα είναι σίγουρα οι ιδιοκτήτες του... Έβγαλε το συμπέρασμα ο θείος Παντελής κι όλοι συμφώνησαν πως δεν έπρεπε ποτέ να τη σηκώσουν από κει...

Αυτή η φωτογραφία μου 'κανε, θυμάμαι, εντύπωση κι έμεινα ώρα πολλή να την κοιτάζω. Παρακολουθούσα τον άντρα με το λεπτό στριφτό μουστάκι. Τη γυναίκα με το πλουμιστό κόκκινο μαντήλι...

Την προσοχή μου όμως είχε τραβήξει πιο πολύ το κοριτσάκι που πόζαρε ανάμεσα τους όλο νάζι και ευτυχία. Είχε δεμένη στα μαλλιά μια φαρδειά κορδέλα και στα χέρια του έσφιγγε μια ξανθή κουκλίτσα... Κοίταζα και ξανακοίταζα το κοριτσάκι. Σκεφτόμουν, πώς άραγε θα το έλεγαν!... Αϊσέ;... Ή Φατμέ;... Έψαχνα στα λίγα τούρκικα ονόματα που ήξερα. Και χωρίς να βρίσκω πως αυτό είχε καμιά ιδιαίτερη σημασία, η προσοχή μου στράφηκε στο κουκλάκι που κρατούσε. Θα πρόλαβε, σκεφτόμουνα, και το πήρε μαζί της!.. Ή θα το άφησε όπως εγώ που φεύγοντας απ' το χωριό, άφησα όλα μου τα παιγνίδια κι αυτό μου στοίχισε πολύ... Τα βράδια δεν μπορούσα να κοιμηθώ χωρίς την κούκλα μου και ο ξεριζωμός μου φαινότανε αβάσταχτος χωρίς να την έχω κοντά μου. —Άσχημος που' ναι ο πόλεμος, Φατμέ μου, ή Αϊσέ μου, ή πώς αλλοιώς σε λένε, φιλεναδίτσα μου!... Δε συμφωνείς; Και γιατί σε λέω φιλεναδίτσα μου, μη με ρωτάς... Θυμήσου μονάχα πως είμαστε κι οι δυο παιδιά... Πως ζούμε σήμερα κι οι δυό μακριά από τα σπίτια μας... Πως γεννηθήκαμε στον ίδιο τούτο τόπο. Άσχημος που' ναι ο πόλεμος! Ακούω και τη μητέρα να μουρμουρίζει κάθε φορά που περνά η κυρία Λουκία νά κόψει απ' τον κήπο μας λίγα λουλούδια και να τα πάρει στον τάφο του άντρα

Page 74: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

της που σκοτώθηκε σε κάποια μάχη κει πέρα στην Κερύνεια... Κι ύστερα την παρακολουθώ που φέρνει το βλέμμα ένα γύρω στο συνοικισμό μας, με τα ίδια σπίτια. Τους ανθρώπους που ήρθανε απ' όλες τις μεριές του νησιού μας να' βρουν εκεί ένα λιμάνι. Κι όμως έχουνε δρόμο πολύ ακόμα μπροστά τους, ώσπου να φτάσει επιτέλους ο καθένας στο δικό του, ολόδικό του σπίτι. Άσχημος που' ναι ο πόλεμος!... Την ξανακούω να λέει κι ύστερα γυρνά στενάζοντας να μπει στο σπίτι. Να ξαναπιάσει, από κει π' άφησε τις δουλειές της... Το απόγευμα σαν έπεσε πια η ζέστη και οι νοικοκυρές βγήκαν και ράντισαν τα δρομάκια μπροστά από τις πόρτες τους, σηκώθηκα κι εγώ να πάω να βρω τους φίλους μου. Συναντιόμαστε στη μικρή πλατεία με τ ' ανθισμένα λασάνια και τις κούνιες... και από κει, τραβάμε για όπου αποφασίσουμε όλοι μαζί... Να πάμε στο οικόπεδο με τις ακακίες, πρότεινε κείνο το δειλινό ο Χρίστος... Κι εμείς, μη έχοντας κάτι καλύτερο στο νού, τον ακολουθήσαμε... Στο κάτω-κάτω, σκεφτήκαμε., εκεί θα' ταν κι ο μόνος τόπος που θα μπορούσαμε να έχουμε λίγη σκιά.... Τώρα δεν έμενε παρά να διαλέξουμε και το παιγνίδι που θ ' αρχίζαμε... —Τρεχτό... Είπε η Ελένη. Μα κανένας δε βρέθηκε να συμφωνήσει μαζί της.

Page 75: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα
Page 76: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

— Τότε... κρυφτό! Είχε έτοιμη δεύτερη γνώμη η Ελένη... — Πόλεμο θα παίξουμε σήμερα... Πρόλαβε την απάντησή μας ο Σωτήρης... Όλα τ ' άλλα τα' χουμε πια βαρεθεί. Πόλεμο... Και όποιος δε συμφωνεί, με γειά του με χαρά του!!..

Εκείνη τη στιγμή ένιωσα πως η πρόταση του Σωτήρη θα' φερνε σίγουρα δυσαρέσκεια και τσακωμούς στην παρέα μας. Κι ύστερα, εκείνη ειδικά τη μέρα, μου' κανε κακό, ακόμα και ν ' ακούω αυτή τη λέξη. —Και γιατί να παίξουμε πόλεμο; είπα χωρίς καλά-καλά να καταλάβω πώς μου' ρθε, και να μην παίξουμε «ειρήνη»;

Οι άλλοι απόρησαν. Κοίταζε ο ένας τον άλλο περίεργα. Τι ήτανε πάλι εκείνο που τους είχα προτείνει!.. Και πώς γίνεται να υπάρχει παιγνίδι που να μην το' ξέραν!!...

—Ελάτε λοιπόν!... Συνέχισα χωρίς να τους δώσω καθόλου καιρό να συνέλθουν... Δώστε όλοι τα χέρια... Είδα το Σωτήρη να παίρνει θέση δίπλα στην Ελένη και το Χρίστο να σφίγγει στη χούφτα του το χεράκι της Αγγελικούλας... 'Επιασα τότε κι εγώ τη Δέσπω, « Αν όλα τα παιδιά της γης»..., άρχισα να τραγουδώ και να χορεύω παρασύροντας μαζί μου και όλους τους άλλους που βρίσκοντας σίγουρα πως το παιγνίδι της... Ειρήνης κι ας ήτανε το πιο απλό, ήταν όμως και το πιο χαρούμενο απ' όλα τ' άλλα, χόρευαν πια με κέφι και τραγουδούσαν μαζί μου όλοι. 'Ετσι που σε λιγάκι όλο το χωράφι αντηχούσε απ' τα τραγούδια μας. Κι ύστερα όλος ο συνοικισμός... Και το νησί μας όλο, από τη μια του άκρη ως την άλλη, έλεγε κείνο το καλοκαιριάτικο δειλινό τραγούδια όπως κι αυτό... Αν δεν εγνώριζε η γη τις σφαίρες και τα βόλια και γύρω αντί στρατόπεδα δροσάτα είχε περβόλια.

Τα παλληκάρια το χακί ποτέ δε θα φορούσαν κι οι άνθρωποι απ' τους τόπους τους μακριά πια δε θα ζούσαν Ο πόλεμος κι η προσφυγιά μ ' όλη τους την οδύνη θα χάνονταν κι αντί γι' αυτά θα ' ρχόταν η ειρήνη.

Page 77: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Παιδιά θα τραγουδούσανε με τα πουλιά παρέα κι η σφαίρα μας παράδεισος θα φάνταζε κι ωραία.

Page 78: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Κίκα Πουλχερίου («Σπιτοκαλυβάκι μου», Λευκωσία 1981, σελ. 55-60)

Τα περιστέρια και τα

χαιρετίσματα

Κρατούσα τη μανούλα μου σφικτά απ’ το χέρι. Περπατούσαμε αργά

και συλλογισμένα. Πότε, πότε έφερνα γύρω τα μάτια και κοιτούσα

τα ψηλά μαυρισμένα σπίτια, τις πλατείες με τ' αγάλματα, τον κόσμο

που πήγαινε τρεχάτος.

Ένιωθα ένα σύννεφο να βαραίνει την ψυχή μου. Κι όμως πόσο θά

ταν ωραία σε τούτη τη μεγάλη πολιτεία, αν δεν ήταν όλα εκείνα τ'

άλλα που θυμόμουνα και με πνίγανε. Ένας κόμπος δενότανε μέσα

μου κι ένιωθα ώρα την ώρα πως δεν άντεχα άλλο, θα ξεσπούσα σ’

άγρια αναφυλλητά.

Στο πλάι μου, η μητέρα μου, φαινότανε το ίδιο συλλογισμένη.

Ένιωσα το χέρι της κρύο, παγερό, να τρεμουλιάζει μέσ' τη δική μου

χούφτα λες κι εκεί, σε κείνο το χέρι της να φώλιαζε η ψυχή της.

Η αλήθεια είναι πως καιρό τώρα το λογαριάζαμε και τ’

ονειρευόμαστε τούτο το μακρινό ταξίδι. Μα έτσι που ήρθανε τα

πράγματα τίποτα πια δεν μας έδινε χαρά. Μας βασάνιζαν αδιάκοπα

οι θύμισες. Καθώς ξανάφερνα στο νου μου όλη εκείνη την

κοσμοχαλασιά που βρήκε τον τόπο μας τα πόδια μου βάραιναν. Τα

'σερνα με κόπο κι η μάνα μου που περπάταγε πλάι μου, με

ρωτούσε κάθε λίγο και λιγάκι.

«Κουράστηκες; Λίγο ακόμα και φτάνουμε». Ήθελα πολύ να δω την

πλατεία με τα ήμερα περιστέρια. Αυτά, λένε, δεν έχουνε κανένα

φόβο ή δισταγμό για τους ανθρώπους. Κατεβαίνουνε αμέριμνα,

Page 79: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

κάθονται στους ώμους σου, τρώνε σπόρους μέσ' άπ' τη χούφτα

σου, χωρίς να σε ξέρουνε, χωρίς να σ' έχουνε ποτέ ξαναδεί-.

Μου φαινότανε παράξενο πώς μπορούνε τα πουλιά να

εμπιστεύονται έτσι τους ανθρώπους. Στον τόπο μας πήρανε τέτοια

τρομάρα τώρα τελευταία, που κρύφτηκαν, σκόρπισαν στις ρεματιές

και στα φυλλώματα και δεν λέγανε να πετάξουν ούτε για τροφή.

«Πάμε να φύγουμε» φωνάζανε κουνώντας ανήσυχα τα κεφαλάκια

τους. «Οι άνθρωποι εδώ κάκιωσαν έτσι ξαφνικά και σκοτώνουν.

Μυρίζει ο αέρας φωτιά, καπνίλα».

Θυμόμουνα τα περιστέρια της αυλής μας και πικραινόμουνα, όταν...

έτσι απρόσμενα ένα κοπάδι περιστέρια πέρασαν πλάι μου και μ'

έκαναν να συνέλθω. Άπλωσα τα χέρια, ολάνοικτα αγκαλιά να τα

καλωσορίσω. Μα που να τα προλάβω. Δεν ήταν μονάχα αυτά.

Ήτανε κι άλλα κι άλλα τόσα πολλά. Στις στέγες, στους εξώστες, στα

παρτέρια, στ' αγάλματα, στη γη. Περιστέρια! Αμέτρητα περιστέρια!

Στην αρχή τά'χασα. Τα κοιτούσα και δεν χόρταινα. Και τότε ο

κόσμος ξανάγινε όμορφος, γλυκός, ειρηνικός όπως ήτανε άλλοτε

στη μικρή γαλάζια πατρίδα μου. Μα για μια στιγμή μονάχα, ύστερα

οι θύμισες, πικρές, ταξίδεψαν πάλι πάνω απ' τη Μεσόγειο και

ήρθαν και μ' αντάμωσαν. Τότε με κύκλωσαν ξανά τ' αεροπλάνα, η

φωτιά, τα δάκρυα. Ήθελα να φωνάξω δυνατά μ' όλη μου την ψυχή.

«Περιστέρια μην πλησιάζετε τους ανθρώπους. Εσείς έχετε τον

ουρανό δικό σας τι τη θέλετε τη γη; Τί κάθεστε ανάμεσα σ' αυτούς

που αύριο δεν το 'χουνε για τίποτα να πάρουνε τ' αδέλφια σας, τους

γονείς σας, τις ζεστές φωλίτσες σας!» Μα τότε ένα άσπρο περιστέρι

ήρθε και κάθισε στον ώμο μου. Με κοίταξε λοξά με τα

ολοστρόγγυλα ματάκια του.

«Ε, φιλαράκο, τι έχεις πάθει κι είσαι σαν γριά κατσούφισα;»

Page 80: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Δεν τ' αποκρίθηκα. Τι να του πω; Άνοιξα μονάχα τη χούφτα μου και κείνο άρχισε να τσιμπά τους σπόρους που του πρόσφερα.

Τ' αγαπούσα πάντα τα πουλιά και πιο πολύ τα περιστέρια της

αυλής μας. Μου φέρνανε ένα μήνυμα χαράς. Ένα χαιρέτισμα

γλυκό. Μια ελπίδα πως κάθε αύριο θά 'ναι καλύτερο απ' το σήμερα.

«Μ' αρέσει πολύ τούτη εδώ η πλατεία», λέω στη μανούλα μου. Δε

θέλω να φύγω. Καθώς κοιτάζω τα πουλιά και τους ανθρώπους

νιώθω τη χαρά δειλά - δειλά να με πλημμυρίζει. Να μπορούσα να

πάρω κάτι απ' αυτή μαζί μου σαν θα γυρίσω πίσω στο νησί! Μα

πώς;

Στην άκρη της πλατείας βλέπω να κάθεται ένας γέρος. Πουλάει

πραμάτειες. Κουκλίτσες με σκωτσιέζικες φορεσιές, φρουρούς του

παλατιού, σκιουράκια με φουντωτή ουρά, μαϊμουδίτσες κι ένα σωρό

άλλα. Τον πλησιάζω. Μ' ενθουσιάζουν οι πραμάτιες του. Παίρνω

στο χέρι μια μαΐμουδίτσα. Την κουρδίζω κι αρχίζει να χοροπηδά

τρελλά. Έχει ένα πολύ αστείο μουτράκι. Με κάνει να ξεχνιέμαι και

να ξεκαρδίζομαι στα γέλια. Σκέφτομαι να την αγοράσω, θά'ναι πολύ

διασκεδαστική. Μα την ίδια στιγμή το μάτι μου πέφτει κάπου άλλου.

Είναι ένα ζευγάρι περιστέρια από άσπρη πορσελάνη, ίδια κι

απαράλλαχτα σαν αυτά της πλατείας. Έχουνε τις φτερούγες

ολάνοιχτες λες κι είναι έτοιμα να πετάξουν για μακρινό ταξίδι.

Αφήνω τότες τη μαϊμουδίτσα. Δεν μ’ ενδιαφέρει πιά. «Μανούλα»,

λέω και τυλίγω τα χέρια μου γύρω στο λαιμό της, «θέλω αυτά τα

περιστέρια, θέλω να τα πάρω μαζί μου σαν θα γυρίσουμε πίσω».

Ο γέρος που ως τότε καθότανε αμίλητος λες και δεν μας πρόσεχε

καθόλου, τινάχτηκε ορθός και με έκλεισε στην αγκαλιά του.

Page 81: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

«Είσαστε απ' την Κύπρο;» φώναξε κι η φωνή του έτρεμε από

συγκίνηση.

«Πάρε από μένα δώρο τα περιστέρια. Πάρε μαζί κι ενα σωρό

χαιρετίσματα και μοίρασέ τα σ' όλα τα παιδιά εκεί κάτω στο νησί.

Λυπούμαι που δεν έχω τίποτ' άλλο να τους στείλω. Να ήξερες

πόσο τους σκέφτομαι... πόσο πολύ τους σκέφτομαι». Τά μάτια του θόλωσαν κι η όψη του έγινε τόσο σκυθρωπή σαν τον ουρανό που μας σκέπαζε.

Δεν μπορούσα ν' αρνηθώ το δώρο του. Ένα ζευγάρι περιστέρια κι

ένα σωρό χαιρετίσματα απ' το θείο το Μιχάλη, τον ξενητεμένο, που

ζούσε με τον πόνο και τον καημό του τόπου του.

Σφίξαμε τα χέρια κι ύστερα χωρίσαμε.

Πάνε δυο μήνες από τότε. Μα αυτό δεν έχει σημασία. Τα δώρα του

θείου Μιχάλη ήταν βγαλμένα τόσο βαθιά μέσ' απ' την ψυχή του,

που θα μας κρατάνε συντροφιά μέρες, μήνες, ώσπου να

ξαναβρούμε τη χαρά μας.

Χαιρετίσματα λοιπόν, φίλοι μου, απ' το γέρο Μιχάλη το φτωχό

πωλητή της πλατείας με τα ήμερα περιστέρια.

Page 82: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Κίκα Πουλχερίου («Σπιτοκαλυβάκι μου», Λευκωσία 1981, σελ. 31-34)

Ο στρατηγός

Ήτανε δεν ήτανε δεκάξι χρόνων ο Πετρής. Τα σχολειά και τα

γράμματα δεν τα πολυσυμπαθούσε. Τι να τα κάνει κανείς; έλεγε. Τα

πολλά τα γράμματα δεν ωφελούνε. Αυτά μονάχα μπερδεύουν το

μυαλό των ανθρώπων. Τι να τα κάνει λοιπόν; Να γίνει δάσκαλος; Α,

όχι. Άλλο ήτανε τ' όνειρο του.

Κάποτε, σαν ήτανε μικρός, μόλις που το θυμάται, είδε να περνά

έξω απ' το σπίτι του, ένας λόχος από στρατιώτες. Περπατούσαν με

βήμα γοργό, ρυθμικό κι ακούονταν μονότονες οι πατημασιές τους

στην άσφαλτο. Στην αρχή τους κοίταξε αμίλητος και σοβαρός.

Ύστερα χύθηκε μονομιάς στο δρόμο κι έτρεξε να τους προφτάσει.

Η μάνα του σαν τον είδε, τρόμαξε. Τον άρπαξε στην αγκαλιά της και τον κράτησε γερά, μα εκείνος της ξέφυγε φωνάζοντας:

«Θέλω να πάω μαζί τους. Θέλω νά γίνω στρατηγός, σου λέω».

Τα χρόνια κύλησαν γοργά. Κι ο Πετρής από μικρό παιδί έγινε

έφηβος. Μα και τώρα που μεγάλωσε ακόμα, πάλι θέλει να γίνει

στρατηγός όπως τό 'θελε τότε.

Μια μέρα καθώς αντάμωσε τα παιδιά που γύριζαν απ' τό σχολείο

του ήρθε ξαφνικά μια ιδέα. Κτύπησε το πόδι του δυνατά στη γη κι

έδωσε το πρόσταγμα: «Σύνταξη, εμπρός, μαρς, ένα, δύο, ένα,

δύο».

Τα παιδιά το πήρανε γι’ αστείο και ξεκαρδίστηκαν στα γέλια.

Παρατάχτηκαν όμως στη γραμμή και υπάκουσαν στο στρατηγό. Κι

αυτό γινόταν κάθε φορά που συναντούσαν τον Πετρή. Παρατούσαν

Page 83: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

στη γη σάκκες και βιβλία και τον χαιρετούσαν στρατιωτικά.

«Στρατηγό» τον φώναζαν κι έτσι το μάθανε όλοι στο χωριό.

Κι ο Πετρής πίστεψε στ' αλήθεια πως κάποια μέρα θα γινόταν

στρατηγός. Ο κόσμος γύρω του στένευε ολοένα και δεν έβλεπε την

ώρα πότε να κλείσει τα δεκαοκτώ για να καταταγεί στο στρατό.

Ήτανε, δεν ήτανε ακόμα, δεκάξι χρόνων ο Πετρής σαν ήρθε η

θύελλα και σάρωσε τον τόπο μας. Κι ήταν ένα ψηλό, λιγνό αγόρι

που ζούσε με τ' όνειρο και την ελπίδα να γίνει κάποτε στρατηγός!

Έτσι. Ίσως γιατί τ' άρεσε, ίσως γιατί κάποτε σαν ήτανε μικρό παιδί

είδε τη λεβεντιά και την αντρειοσύνη να περνάνε έξω απ' το σπίτι

του και τις θαύμασε πολύ, τόσο πολύ!

Σαν άκουσε την είδηση για επιστράτευση δεν μπόρεσε να κρατηθεί.

Η καρδιά του ήθελε να φύγει μέσ' απ' το στήθος του. Ακολούθησε

τους άλλους ντυμένος στο χακκί. Άδικα προσπάθησαν οι μεγάλοι

να τον κάμουν να γυρίσει πίσω. «Είσαι μικρός», του λέγανε. «Δεν

είσαι σύ ακόμα για το στρατό».

Μα ο Πετρής που ν' ακούσει! Έφυγε μές’ την αναταραχή του

πολέμου κι ας μην ήτανε ακόμα δεκάξι χρόνων κι ας μην ήταν

στρατηγός μα ούτε και απλός στρατιώτης. Ήταν μονάχα ένα ψηλό,

λιγνό αγόρι που νόμιζε τον πόλεμο για λεβεντιά.

Οι μέρες τώρα κύλησαν βαριές κι άχαρες. O Πετρής δεν φάνηκε

πουθενά. Μικροί, μεγάλοι, τον αναζήτησαν. Τον αναζήτησαν και τα

παιδάκια του σχολείου και κλάψανε και πόνεσαν.

«Πάει, χάθηκε ο σ τ ρ α τ η γ ό ς », λέγανε και ξαναλέγανε και τα

ματάκια τους πλημμύριζαν από δάκρυα.

Page 84: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Σαν ήλθε ξανά η Άνοιξη στο χωριό, κι ανθίσανε οι αμυγδαλιές και

γύρισαν τα χελιδόνια, γύρισε μαζί τους έτσι απρόσμενα κι ο Πετρής.

Μα δεν είχε τίποτα απ' τον παλιό εαυτό του. Δεν ήταν τώρα πια

δεκάξι χρόνων κι ας μην είχαν περάσει ούτε τρεις μήνες από τότε

που ακολούθησε τους άλλους.

Τα παιδάκια τον χαιρέτησαν μα δεν απάντησε. Παρατάχθηκαν στη

γραμμή σαν άλλοτε, μα ο Πετρής τώρα αγρίεψε και φώναξε

έξαλλος.

«Παρατάτε» σας λέω. «Γρήγορα στο σχολείο σας κουτσούβελα.

Δεν είμαι πια στρατηγός κι ούτε θέλω να γίνω ποτές. Μ' ακούτε,

ποτές!»

«Καταραμένε πόλεμε», τραύλισε και σκέπασε το πρόσωπο με τις

χούφτες του.

Page 85: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Φιλίσα Χατζηχάννα («Λουλούδια και Όνειρα»,

Λευκωσία 1979, σελ. 53-57)

Ένα περιστέρι - μια ελπίδα

Ήταν καλοκαίρι. Έvα ζεστό, καφτό καλοκαίρι. Καλά που σκέφτηκαν οι δάσκαλοι να κλείσουν τα σχολειά. Έτσι κι αλλιώς δε θα μαθαίναμε τίποτε αφού το μυαλό μας έσταζε νερό που έτρεχε σαν μικρά ποταμάκια πάνω στο πρόσωπό μας.

Εκείνη την Κυριακή μετά από την λειτουργία έτρεξα στο σπίτι γεμάτος χαρά κι ανυπομονησία. Ο πατέρας μου είχε υποσχεθεί πως θα μ' έπαιρνε στη θάλασσα.

Τον βρήκα να ετοιμάζει κρέας στα κάρβουνα.

—Μα τι, δε θα φάμε στη θάλασσα;

—Όχι, μου είπε, θα πάμε μετά το φαγητό.

Γύρισα και κοίταξα τη μαμά. Εκείνη έκανε πως δε με πρόσεξε.

—Όχι, όχι εγώ θέλω να πάω τώρα, τώρα, γκρίνιασα.

—Μετά το φαγητό επανέλαβε ο πατέρας.

—Όλο υποσχέσεις είσαι, με κοροϊδεύεις, άρχισα να κτυπώ τα πόδια μου.

Θύμωσε ο πατέρας.

—Λοιπόν δεν έχει σήμερα θάλασσα, είπε σοβαρά.

Θάλασσα ήθελα, θάλασσα τά 'κανα. Όταν θυμώσει ο μπαμπάς, πάει τέλειωσε, κανένας δε μπορεί να του αλλάξει γνώμη. Εκτός απο τη μαμά.

—Σιωπή, μου γνέφει, θα τα κανονίσω εγώ.

—Εμπρός στο τραπέζι, διατάζει ο μπαμπάς. —Όχι, δε θέλω ούτε να φάω, είπα και έτρεξα να κλειδωθώ στο δωμάτιό μου. Έβγαλα τα παπούτσια μου και ξάπλωσα στο κρεβάτι. Ευτυχώς γλύτωσα και το φαΐ. Ά μα πιά, βάσανο κι αυτό! Επειδή δεν έχω αδελφάκι θέλουν σώνει και καλά να τρώω όσο φαΐ μαγειρέψει η μαμά. Σήμερα θα ησυχάσω από το «φάε κι αυτό», «φάε κι κείνο».

Page 86: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Άπλωσα τα πόδια μου πιο αναπαυτικά. Έβαλα τα χέρια μου κάτω από το κεφάλι σαν μαξιλάρι και αποφάσισα να μη βγω καθόλου από το δωμάτιό μου γιατί ήμουν θυμωμένος για τρία πράγματα.

Πρώτο, γιατί δεν με πήραν στη θάλασσα. Δεύτερο, γιατί μου μουρμουρούσαν να φάω ό,τι είχε και δεν είχε στο τραπέζι και τρίτο, γιατί δεν μου έχουν κάνει αδελφάκι να παίζω μαζί του και να μοιράζομαι το φαΐ που μαγειρεύει η μαμά.

Ένα άγριο νιαούρισμα και ένα απελπισμένο φτερούγισμα έκοψε τις σκέψεις μου. Έτρεξα στο παράθυρο που άνοιγε στην αυλή της κυράς Ζωής. Κοίταξα κάτω. Θεέ μου, τι ήταν αυτό που έβλεπα.

Έξω από την αυλόπορτα της κυρά Ζωής ένας μαύρος γάτος κρατούσε από τη φτερούγα ένα μικρό περιστέρι.

—Ππίσσσ, τον ξάφνιασα.

Ο γάτος γύρισε ανήσυχος προς το μέρος μου, το περιστέρι φτερούγισε δυνατά και ξέφυγε από το στόμα του. Αμέσως σύρθηκε προς την αυλή της κυρά Ζωής. Ο γάτος όμως δε στάθηκε πολύ να με κοιτάζει. Έτρεξε προς το περιστέρι, έτοιμος πάλι να ορμήσει.

—Κυρά Ζωή, κυρά Ζωή, τρέξε, φώναξα. Η κυρά Ζωή πρόβαλε στην πόρτα. Ο γάτος πάλι κοντοστάθηκε. Για λίγο όμως. Ύστερα, χύμηξε για δεύτερη φορά.

Μόλις που πρόλαβε η κυρά Ζωή. Τράβηξε το περιστέρι από τα δόντια του γάτου. Εκείνος έκανε να ξαναορμήσει μα η κυρά Ζωή κτύπησε το πόδι της δυνατά στο χώμα και φώναξε «Έξω» ! Ο γάτος έφυγε τρέχοντας. Φόρεσα γρήγορα, γρήγορα τα παπούτσια μου, βγήκα από το δωμάτιο, άνοιξα την μπροστινή πόρτα και βγήκα έξω.

Μια και δυο βρέθηκα στην αυλή της γειτόνισσας.

—Το πλήγωσε πολύ; τη ρώτησα.

—Δεν πρόλαβε. Να λίγο εδώ στη φτερούγα, είπε, και το χάιδεψε.

—Μη τρέμεις πουλάκι μου, μη φοβάσαι, του έκανε γλυκά.

—Διώξαμε τον κακό γάτο και σε γλυτώσαμε, μη φοβάσαι, του είπα.

Η κυρά Ζωή μου το έδωσε για να πάει να φέρει φάρμακα. Μόλις το πήρα στα χέρια μου, ένιωσα ένα φόβο, μικρό, αλλά φόβο. Πρώτη φορά έπαιρνα στο χέρι μου περιστέρι και μάλιστα πληγωμένο. Σιγά, σιγά όμως το συνήθισα. Ήταν ένα άσπρο μικρό περιστέρι με καφέ βούλες γύρω από τα δυο του μάτια.

Page 87: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Η κυρά Ζωή έφερε φάρμακο και βαμβάκι. Έπλυνε και έδεσε την πληγωμένη φτερούγα. Εκείνο έκανε παραπονιάρικα «Γρούουου, γρούουου».

—Έλα φωνάζει η μαμά. Θα πάμε στη θάλασσα.

—Στη θάλασσα; Ποια θάλασσα. Δεν πάω πουθενά. Δε θέλω, είπα, ενώ χάιδευα το περιστέρι.

—Τι παράξενο παιδί, απόρησε η μαμά. Κι εγώ έκανα ολόκληρο αγώνα για να πείσω τον μπαμπά σου. Έλα τουλάχιστον να φας.

—Όχι δεν πεινώ.

Η αλήθεια ήταν πως πείνασα. Μα δε μού 'κανε καρδιά να φύγω.

Από κείνη την ήμερα γίναμε φίλοι με το περιστεράκι. Με τις μέρες η πληγή του γιατρεύτηκε μα δεν έλεγε να το κουνήσει από το σπίτι της κυρά Ζωής. Περπατούσε στην αυλή, καθόταν στον ώμο της, έτρωγε στο τραπέζι μαζί της. Τα δειλινά κάναμε ένα σωρό παιγνίδια οι δυό μας.

—Βρήκα τη συντροφιά μου, έλεγε και ξανάλεγε η καλή γριά. Χρόνια τώρα ήταν χήρα και χωρίς παιδιά.

Το επόμενο καλοκαίρι όμως μας χώρισε. Ξέσπασε ο πόλεμος. Όλοι έφευγαν βιαστικά για να γλυτώσουν. Μόνο μερικοί γέροι, δεν σκέφτονταν τη φυγή. Μαζί μ' αυτούς και η κυρά Ζωή.

Ζήτησα να πάρω μαζί μου το περιστέρι, την «Αγαθούλα» όπως τη βαφτίσαμε. Μα ούτε λόγος να γίνεται. Ήταν η μόνη της συντροφιά.

—Πήγαινε στο καλό παιδί μου και γω θα πω στην Αγαθούλα νά 'ρθει να σε βρει όταν πια δε θα τη χρειάζομαι. Τη λυπήθηκα. Ήξερα πως δε θα ξανάβλεπα πια το περιστέρι μου. Το χάιδεψα, το φίλησα και φύγαμε.

Εκεί που προσπαθούσα, καθισμένος στο πρόχειρο γραφείο που μου είχε φτιάξει ο μπαμπάς, να λύσω ένα πρόβλημα άκουσα ένα κτύπημα στο τζάμι του παραθυριού. Ένα κτύπημα σαν φτερούγισμα. Κοίταξα. Δεν είδα τίποτα. Ξανάσκυψα στο πρόβλημά μου.

Ένα δεύτερο κτύπημα, και να, την είδα! Η Αγαθούλα, έξω από το παράθυρό μου. Τη γνώρισα αμέσως με τους καφέ κύκλους γύρω από τα μάτια της. Άνοιξα το παράθυρο και άπλωσα τα χέρια. Η Αγαθούλα ήρθε και κάθησε πάνω μου μ' ένα «γρούουου, γρούουου».

—Μαμά, μαμά, ήρθε η Αγαθούλα φώναξα και έτρεχα με το περιστέρι στην αγκαλιά μου να της το δείξω.

Page 88: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

—Αλήθεια; έκανε συγκινημένη και το χάιδεψε.

—Μα γιατί ήρθε μόνο του; απόρησα.

Η μαμά με κοίταξε λυπημένη.

—Δεν το χρειάζεται πια η κυρά Ζωή. Πέθανε πριν δυό μέρες. Τουλάχιστον έμεινε μέχρι την τελευταία της πνοή στο σπίτι της. Την καϋμένη την κυρά Ζωή. Θυμούμαι ακόμα τα λόγια της.

«Πήγαινε στο καλό παιδί μου και 'γώ θα του πω, νά 'ρθει να σε βρει όταν πια δε το χρειάζομαι».

Χάιδεψα την Αγαθούλα και φίλησα το μικρό της κεφαλάκι.

— Από δω και μπρος δε θα χωρίσουμε, της είπα. θα σ' αγαπώ και γω σαν την κυρά Ζωή και θα σε προσέχω από τους γάτους.

Η Αγαθούλα με κοίταξε με τα στρογγυλά ματάκια της και μ' αποκρίθηκε.

—Γρούουου, γρούου γρούουου.

Page 89: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Φιλίσα Χατζηχάννα («Λουλούδια

και Όνειρα», Λευκωσία 1979.)

Xωρίς πορτοκαλιές

Στο χωριό είχαμε πολλές πορτοκαλιές. Όταν ήταν καιρός να κόψουμε τα πορτοκάλια ήμουν πάντα πρώτος και καλύτερος με τους εργάτες. Ο πατέρας καμάρωνε και μου έλεγε:

—Θα γίνεις σπουδαίος περβολάρης, Στάθη. Και γω φούντωνα και μεγάλωνα εκείνη ακριβώς τη στιγμή.

Μια μέρα ο πατέρας μου είπε:

—Στάθη, σήμερα θα πάμε να σου δείξω το περβόλι σου. Ναι, ναι, το δικό σου περβόλι που θα σου το χαρίσω όταν μεγαλώσεις και κάνεις οικογένεια.

—Και θα είναι δικό μου; Ολόδικό μου;

—Ολόδικό σου, με βεβαίωσε.

Σκέφθηκα λίγο. Δεν το είχα ξαναδεί. Λες να μη μ' έπαιρνε ξεπίτηδες εκεί για να μου κάνει έκπληξη τώρα; Γύρισα και τον κοίταξα.

—Πού είναι; Το είχες κρυμένο τόσο καιρό;

—Μπες στο αυτοκίνητο και λίγες κουβέντες για να μη μετανιώσω, απείλησε γελώντας εκείνος.

Μπήκαμε στ' αυτοκίνητο και προχωρήσαμε λίγο έξω από το χωριό. Ήμουν τότε πολύ μικρός, μόλις τεσσάρων χρονών. Σταμάτησε το αυτοκίνητο στην άκρη του δρόμου και κατεβήκαμε.

—Αυτό είναι το περβόλι σου Στάθη, είπε ο πατέρας και μου έδειξε ένα άδειο χωράφι.

Στην αρχή γέλασα. Ποιο περβόλι; Αυτό ήταν ένα χωράφι. —Με κοροϊδεύεις, του είπα.

—Καθόλου. Αυτό είναι, σοβαρομίλησε.

—Ώστε δε με κοροϊδεύεις; του είπα.

Page 90: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Ήμουν έτοιμος να βάλω τα κλάματα.

—Όχι, δε σε κοροϊδεύω είπε ο πατέρας, και με πήρε στην αγκαλιά του.

—Έλα παλικάρι μου, έλα περβολάρη μου! Μη θυμώνεις, θα γίνει περβόλι, θα το δεντροφυτέψουμε και τα δεντράκια θα μεγαλώσουν, θα μεγαλώσουν, και θα κάνουν ολόχρυσα πορτοκάλια.

— Αλήθεια το λες, ή πάλι με κοροϊδεύεις;

— Αλήθεια το λέω, είπε και με χάιδεψε.

Το χωράφι σκαλίστηκε, δεντροφυτεύτηκε, ποτίστηκε. Έγινε περβόλι. Οι πορτοκαλίτσες στις γραμμές του ήταν τόσο χαμηλές, σαν παιδάκια. Έτσι να ψήλωνα λίγο το χέρι μου έφτανε μέχρι την κορυφή τους.

Πάλι άρχισα νά 'χω τις αμφιβολίες μου. Δεν είχα ξαναδεί τόσο μικρές τιορτοκαλίτσες. Μήπως ήταν ψεύτικες; Μήπως ήταν παιγνιδάκια σαν όλα τ' άλλα που μου αγόραζε ο μπαμπάς; Έπρεπε να σιγουρευτώ.

Πήγα στο πιο κοντινό μου δεντράκι και... κρατς έκοψα ένα κλωνί.

—Γιατί κόβεις τα κλωνιά Στάθη; θύμωσε ο πατέρας.

—Για να δω αν είναι αληθινά. Γέλασε ό πατέρας.

—Άκου τι σκέφτηκε. Και τι θέλεις να φυτέψουμε ολόκληρο περβόλι με ψεύτικα δέντρα;

—Ξέρω και γώ; Είναι τόσο μικρούτσικα σαν τ' αυτοκινητάκια και τους αυτοκινητόδρομους που μου αγόρασες. Οι πορτοκαλιές στο δικό σου περβόλι είναι ψηλές.

Πάλι γέλασε ο πατέρας. Πάλι με χάιδεψε.

—Θα μεγαλώσουν. Τα δέντρα μεγαλώνουν σαν τα παιδιά. Σε πέντε χρόνια το πολύ θα κάνουν και πορτοκάλια.

—Πέντε χρόνια;; Απόρησα. Είναι πολύς καιρός πέντε χρόνια.

—Όχι πολύς ούτε όμως και λίγος. Χρειάζεται μόνο υπομονή.

Χρόνο με το χρόνο μεγάλωναν οι πορτοκαλιές, μεγάλωνα και γώ. Τώρα πια δεν μπορούσα να τις φτάσω.

—Μπαμπά, τι τρώνε οι πορτοκαλιές και μεγάλωσαν τόσο ;

Page 91: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

—Λίπασμα Στάθη, νερό και σκάλισμα.

—Να φάω και γώ απ' αυτό το λίπασμα να μεγαλώσω γρήγορα. Έχουν ψηλώσει πιο πολύ από μένα.

—Τα παιδιά δεν τρώνε λίπασμα. Τρώνε το φαΐ τους και πίνουν το γάλα τους. Έτσι μεγαλώνουν.

Άκου πράγματα που γίνονται! Να δίνουν στα δέντρα λίπασμα που ψηλώνει και σε μας τα καημένα γάλα.

—Εγώ θέλω λίπασμα, πείσμωσα. —Μόνο αν έχεις ρίζες και φύλλα μπορείς να πάρεις λίπασμα. Δεν

μπορείς όμως τότε να περπατάς.

Α! Όχι! προτιμώ το γάλα και να περπατώ. Τα δεντράκια δεν μπορούν να παίξουν ποδόσφαιρο. Και μένα μ' αρέσει, μ' αρέσει πολύ το ποδόσφαιρο.

—Μπαμπά, δε θέλω λίπασμα και θα πίνω το γάλα μου. —Έτσι μπράβο, λοξοκοίταξε ο μπαμπάς.

Οι πορτοκαλίτσες έγιναν πορτοκαλιές κι εγώ, ο Σταθάκης έγινα Στάθης. Ήρθε ο χρόνος που επιτέλους θα έδιναν τα πρώτα πορτοκάλια.

Μα, τις πρόλαβε το κακό. Μας πρόλαβε ήθελα να πω. Ένα κακό που διώχνει ανθρώπους από τα σπίτια τους και καταστρέφει ό,τι βρει μπροστά του. Ο πόλεμος. Και το μικρό μου περβόλι έμεινε χωρίς τον περβολάρη του, εμένα.

Πολλές φορές τη νύκτα, όταν κάθομαι και κουβεντιάζω με τον μπαμπά, μιλούμε για τα περβόλια μας. Εκείνος το δικό του κι εγώ το δικό μου. Γιατί μου τό 'πε. Ήταν δικό μου. Και όταν θα παντρευόμουν και θα έκανα παιδιά, θα τους το έδινα, κι εγώ με τη σειρά μου.

—Μπαμπά, λες νά 'ναι καλά οι πορτοκαλιές μας;

—Αν δεν τις έκαψαν τα αεροπλάνα...

—Όχι, όχι, δεν νομίζω.

—Και αν δεν ξεράθηκαν...

—Ούτε κι αυτό. Αποκλείεται.

—Τότε, θα δίνουν καρπό.

—Αυτό νομίζω. Θα δίνουν καρπό. Ποιος τον παίρνει όμως; απορώ.

Page 92: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Αυτοί που θα πήραν το περβόλι. —Όταν πάμε όμως, θά 'ναι πάλι δικά μας λέω χαρούμενα. —Ναι, αν πάμε, κάνει απαισιόδοξα ο μπαμπάς.

—Και βέβαια θα πάμε.

Ακούς εκεί, τρία μέτρα μπαμπάς και να αμφιβάλλει ότι θα πάμε! Και βέβαια θα ξαναπάμε. Ύστερα, πώς θα παντρευτώ εγώ χωρίς πορτοκαλιές; Και τι θα δώσω στα παιδιά μου; Ε, σας ρωτώ. Γίνεται; δεν γίνεται. Γι' αυτό θα ξαναπάμε. Πρέπει να ξαναπάμε!

Page 93: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Φιλίσα Χατζηχάννα («Λουλούδια και

Όνειρα», Λευκωσία 1979, σελ. 20-25)

Θα σε περιμένω Χασάν

Είμαι ένα προσφυγόπουλο. Το χωριό μου είναι, ήταν μάλλον τα Πολεμίδια. Τώρα σας μπέρδεψα. Προσφυγόπουλο από τα Πολεμίδια; Μας κοροϊδεύει αυτός. Αφού τα Πολεμίδια είναι στην ελεύθερη Κύπρο κοντά στη Λεμεσό.

Ναι, έχετε δίκιο. Τα Πολεμίδια είναι στην ελεύθερη Κύπρο κοντά στην Λεμεσό. Κι εγώ όμως έχω δίκιο. Είμαι από τα Πολεμίδια και είμαι προσφυγόπουλο στου Μόρφου. Είμαι ένα τουρκάκι προσφυγόπουλο·. Ναι, ναι μην απορείτε ! Είμαι κι εγώ σαν πολλούς από σας. Ένα παιδί ξεριζωμένο που του στέρησαν το σπίτι του, τα παιχνίδια του το σχολειό του.

Θυμούμαι και λαχταρώ να ξαναρθώ στα Πολεμίδια. Δεν μας επιτρέπουν να ρθούμε. Δεν μπορούν όμως να μας εμποδίσουν να τα σκεφτόμαστε και να τα λαχταρούμε.

Δεν μπορούν να μ' εμποδίσουν ν' αγαπώ το Μιχάλη το φίλο μου. Στο χωριό είμαστε γείτονες. Το σπίτι του Μιχάλη ήταν πίσω από το δικό μου. Τα χώριζε η μάντρα του πατέρα μου. Στο πλάι των δυο σπιτιών ήταν ένας παλιός χωματένιος δρόμος. Κανένας δεν τον χρησιμοποιούσε. Εκτός από τα πρόβατα και τα γαϊδούρια που περνούσαν πότε πότε, δεν έβλεπες άλλο κανένα. Έτσι έμενε για το Μιχάλη και μένα. Εκεί παίζαμε βώλους και άλλα παιχνίδια.

Δεκαπέντε του Ιούλη του 1974. Παίζαμε βώλους με το Μιχάλη.

Page 94: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

—Σου πήρα τους πιο πολλούς βώλους Μιχάλη.

—Ναι, χτες όμως κέρδιζα εγώ. Μην κοκορεύεσαι πολύ γιατί το παιχνίδι δεν τέλειωσε. Πού ξέρεις; Μπορεί να γυρίσει ο τροχός.

— Χασάν, Χασάν πού είσαι; —Η μητέρα σου είναι, είπε ο Μιχάλης.

—Τι με θέλει τώρα; απόρησα και θύμωσα γιατί θα μας χαλούσε το παιχνίδι.

Την ίδια στιγμή :

- Μιχάλη, Μιχάλη τρέξε γρήγορα στο σπίτι, ακούστηκεη φωνή της μητέρας του.

—Τι πάθανε και φωνάζουν έτσι; Λες κι είμαστε νήπια και θα χαθούμε, γκρίνιασε ο Μιχάλης. Σε δυο λεπτά φτάσαμε εκεί. Η μάνα μου μ' άρπαξε από το χέρι. Το ίδιο έκανε και η μητέρα του Μιχάλη. Τις

Page 95: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

κοιτάζαμε με απορία. Είδαμε το φόβο και την ταραχή στα μάτια τους. Πιο πολύ μου φάνηκε φοβισμένη η μάνα μου.

Τι συνέβη άραγε σκεφτόμουν! Μπήκαμε στο σπίτι τρεχτοί. Η μητέρα κλείδωσε πίσω την πόρτα. Ο πατέρας ήταν εκεί. Περίεργο. Τέτοια ώρα ήταν έξω στα χωράφια. Έδειχνε φοβισμένος. Άρχισα να φοβούμαι και γώ.

—Οι Έλληνες έκαναν πραξικόπημα, θά 'χουν φασαρίες. Πρέπει να μείνουμε στο σπίτι. Αυτοί θα σκοτωθούν μεταξύ τους.

—Τι είναι το πραξικόπημα;

—Μερικοί κακοί σκότωσαν το Μακάριο και πήραν αυτοί την εξουσία.

—Σκότωσαν το Μακάριο; Μα ήταν καλός, τον αγαπούσα.

—Κι εμείς τον αγαπούσαμε, αλλά έτσι έγινε.

Κάθισα σκεφτικός. Τι κακοί που είναι οι άνθρωποι! Τους αρέσει να σκοτώνουν. Έχασα και το παιχνίδι μου. Βέβαια κέρδιζα αλλά δεν μ' ευχαριστούσε. Δεν τέλειωσε τίμια το παιχνίδι. Μια σκέψη μ' έκανε να παρηγορηθώ.

—Να φωνάξω το Μιχάλη να παίξουμε στο σπίτι;

—Όχι, δεν θα τον φωνάξεις, είπε κοφτά ο πατέρας.

Πάγωσα. Ο πατέρας αγαπούσε το Μιχάλη. Γιατί μίλησε έτσι;

—Να του πω κάτι από το παράθυρο;

—Πες του αλλά κάνε γρήγορα, διάταξε ο πατέρας.

—Πήγα στο παράθυρο.

—Μιχάλη, φώναξα, Μιχάλη πού είσαι;

Ο Μιχάλης ήρθε στο δικό του παράθυρο αμέσως, λες και με περίμενε.

Μας χώριζε όμως η μάντρα. Έπρεπε να φωνάξω δυνατά για να με

ακούσει.

—Μιχάλη, είπα, οι Έλληνες έκαναν πραξικόπημα, γι’ αυτό έμεινε ατέλειωτο το παιχνίδι μας. Θέλεις να το συνεχίσουμε όταν βγούμε;

Page 96: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

—Δεν ξέρω, δεν μπορώ να σου πω. Είμαι τόσο λυπημένος που σκότωσαν το Μακάριο. Δεν θέλω να παίζω.

—Κι εγώ είμαι λυπημένος, Μιχάλη. Αυτοί που τον σκότωσαν είναι κακοί, φώναξα με πίκρα.

Τα τελευταία μου λόγια τα σκέπασε η άγρια φωνή του πατέρα.

—Κλείσε αμέσως το παράθυρο και έλα μέσα.

Έπρεπε να κλείσω το παράθυρο. Ο πατέρας δεν σήκωνε αντιρρήσεις. —Χασάν, φίλοι; ρώτησε ο Μιχάλης. —Ναι, φίλοι, φώναξα εγώ ενώ έκλεινα το παράθυρο. Πέρασε το πραξικόπημα. Ευτυχώς ο Μακάριος ζούσε. Ο πατέρας συνέχεια κοπάναγε ότι θά 'ρθουν οι Τούρκοι από την Τουρκία να μας ελευθερώσουν. Η μητέρα έκλαιγε κ ι εγώ αναρωτιόμουν. «Από ποιους να μας ελευθερώσουν;».

Κι ήρθαν οι Τούρκοι. Οι Σωτήρες μας. Βομβάρδισαν, σκότωσαν, πήραν τη μισή Κύπρο. Πήραν τον πατέρα μαζί με πολλούς άλλους ένα πρωί. Τους έβαλαν σ' ένα λεωφορείο. Πού τους πήγαιναν; Έκαναν λέει ανταλλαγή αιχμαλώτων. Αλλοίμονο όμως. Από κείνη τη στιγμή ο πατέρας και οι άλλοι Τούρκοι έγιναν αιχμάλωτοι. Τους πήραν στην Τουρκοκρατούμενη Κύπρο.

Η μητέρα άρχισε νά πουλεί τα πράγματα μας και τα πρόβατα του πατέρα όσα όσα.

—Γιατί τα πουλάς, μητέρα;

—Πρέπει να φύγουμε, παιδί, μου, να πάμε να βρούμε τον πατέρα.

Η τελευταία φορά που βρεθήκαμε με το Μιχάλη στον αγαπημένο μας χωματόδρομο ήταν μια Δευτέρα απόγευμα.

—Αύριο θα φύγουμε Μιχάλη, του είπα λυπημένα.

—Θέλεις να φύγεις; με ρώτησε.

—Όχι, του είπα ξαναμμένος.

—Ε, τότε γιατί φεύγεις;

—Μα αφού πήραν τον πατέρα. Πρέπει να πάμε να τον βρούμε.

Page 97: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

—Είναι κακοί αυτοί που χωρίζουν τους ανθρώπους, είπε.

—Είναι κακοί αυτοί που κάνουν τους πολέμους, συμπλήρωσα.

—Θα σε θυμούμαι και θα σε περιμένω, μου είπε και μ’ αγκάλιασε.

—Κι εγώ θα ξανάρθω Μιχάλη, θα ξανάρθω.

Τώρα είμαι στου Μόρφου. Σ' ένα ξένο σπίτι, με παιχνίδια ξένα. Δεν παίζω μ' αυτά. Ντρέπομαι. Η μάνα μου μ' έμαθε, όταν ήμουν μικρός, να μην παίζω με ξένα πράγματα. Τρώγω πορτοκάλια από το περιβόλι και σκέφτομαι πως κάποιο άλλο παιδάκι έπρεπε να τα τρώει.

Θυμούμαι, τα Πολεμίδια, τη θάλασσα της Λεμεσού και το Μιχάλη, θυμούμαι το σπίτι μου και τον πλαϊνό χωματόδρομο, που έπαιζα βώλους με το φίλο μου.

Θυμούμαι το τελευταίο του αγκάλιασμα.

—Θα σε θυμούμαι και θα σε περιμένω, μου είπε.

—Κι εγώ θα ξανάρθω Μιχάλη, θα ξανάρθω.

Page 98: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Γεννήθηκα σε μια όμορφη παραλιακή πόλη, που απλώνεται

νωχελικά στις νότιες ακτές του νησιού μας. Η Μεσόγειος της

Page 99: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

γλείφει τα πόδια και ο Όλυμπος της στέλλει με τον άνεμο τα

χαιρετίσματά του.

Στην πόλη μου, μισοευρωπαία, μισοανατολίτισσα, τα καμπαναριά

κι οι μιναρέδες στέκονταν αδελφωμένα, κοιτούσαν την πόλη "αφ'

υψηλού" και την είχαν υπό την σκέπη τους. Κι ο παπάς κι ο χότζας

καλημερίζονταν στην αγορά.

Μεγάλωσα σε μια μικρή γειτονιά, που τη μοιραζόμαστε με τους

Τούρκους. Το στενό δρομάκι μας, με τα κολλητά σπιτάκια, ήταν

ευτυχισμένο. Γιατί η χαρά του ενός, μα και η λύπη του, δρασκέλαε

το τοιχάκι που χώριζε τα σπίτια μας κι έμπαινε στην αυλή του

άλλου. Ζούσαμε αγαπημένοι και μονιασμένοι.

Οι άντρες, Έλληνες και Τούρκοι, κάθονταν στον καφενέ, όπου

ρουφούσαν ο ένας τον καφέ κι ο άλλος το ναργιλέ του. Μιλούσαν

για τα βάσανα της ζωής, τις αναδουλειές, το φτωχό μεροκάματο,

το λειψό φαΐ. Κι ο ένας έλεγε "Δόξα σοι ο θεός" κι ο άλλος "Δόξα να

'χει ο Αλλάχ".

Οι γυναίκες συνεννοούνταν μεταξύ τους, πίναν τον καφέ τους και.

φίλευαν η μια την άλλη γλυκά. Χριστουγεννιάτικους κουραμπιέδες

και λαμπριάτικες φλαούνες η Ελληνίδα, γλυκά, του Μπαϊραμιού η

Τουρκάλα. Αντάλλασσαν κι ευχές: "Καλό Πάσκα, γειτόνισσα".

"Καλό Μπαϊράμι, Εμινέ!". Κι οι καρδιές ζεσταίνονταν κι η ζωή

κυλούσε αμέριμνα κι ευτυχισμένα. Ακόμα κι αυτή η γριά Σμυρνιά

συμφιλιώθηκε με τις Τούρκισσες. Κι όποτε το 'φερνε η κουβέντα

για την καταστροφή της πατρίδας της έλεγε: "Μας διώξανε απ'

τους τόπους μας, τα σπίτια μας, τη βολή μας κι όλα τα καλά μας,

που κακό χρόνο να 'χουνε οι μουλλάδες". Κι ευτύς θυμότανε πως

δίπλα της καθότανε η Αϊσέ και της έλεγε: "Σχώρνα με, γειτόνισσα.

Για κείνους εκεί πέρα λέω", κι. ανέμιζε το χέρι κι έδειχνε αόριστα

κατά την Τουρκιά. Ακόμα κι αυτή η Σμυρνιά συμφιλιώθηκε με τους

Τούρκους!

Page 100: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Μόνο τα μικρά παιδιά καυγάδιζαν καμιά φορά απάνω στο παιγνίδι

για το σταυρό και το μισοφέγγαρο.

Ένα τέτοιο καυγά, θυμάμαι, έστησα με τη φιλενάδα μου την

Οντζιάη. Μου μούντζωσε το σταυρό και της έφτυσα το

μισοφέγγαρο. Αρπαχτήκαμε από τα μαλλιά. Οι μητέρες μας

έτρεξαν να μας χωρίσουν. "Αχ, γειτόνισσα, άτακτα που είναι αυτά

τα παιδιά!", είπε η δική της χτυπώντας τα μάγουλά της. "Παιδιά

είναι, θα φιλέψουνε και πάλι. Να δεις. Μη χολοσκάς", είπε η δική

μου. Κατάφεραν να μας χωρίσουν με μερικές τρίχες λιγότερες στο

κεφάλι. Και σε λίγο ξαναμονιάσαμε κι αγκαλιασμένες τρέξαμε να

γλυκάνομε τις καρδιές μας με τα ζαχαρωτά κοκοράκια του τούρκου

μικροπωλητή.

Μ' αυτή την Οντζιάη ήμαστε αχώριστες. Όλα τα γεγονότα της

μικρής μας γειτονιάς τα τιμούσαμε πάντα με τη μικρή μας

παρουσία. Και λες κι ήμαστε επίσημοι προσκεκλημένοι πιάναμε

πάντα την καλύτερη θέση.

Το γεγονός όμως που μας συγκινούσε ιδιαίτερα, ήταν οι γάμοι,

κυρίως οι τούρκικοι, που όλοι σχεδόν γίνονταν στη μικρή μας

γειτονιά - τι τιμή αλήθεια κι αυτή - στο ανώι της Ραουπέ, της θειας

της φίλης μου της Οντζιάη, γιατί το σπίτι της άνοιγε το 'να του

βλέφαρο στην Ανατολή και κοίταε τη Μέκκα, την ιερή τους πόλη. Γι'

αυτό και τις Κυριακάδες τις καρτερούσαμε με μεγάλη λαχτάρα. Τα

παιγνίδια παρέλυαν τότε, γιατί οι γάμοι μάς έπαιρναν καρδιά και

νου.

Τί κόσμος εκεί, τι χρώματα, τι χρυσαφικά, τι βιολιά, νταούλια και

ζορνέδες, τι μικροπωλητάδες, τι λιχουδιές! Κι εμείς τα μικρά από

κοντά να τ' αποθαυμάζουμε όλα. Κι ο κόσμος, "πατείς με πατώ σε"

στο δρόμο και στη μεγάλη αυλή της Ραουπέ, περίμενε με αγωνία

την εμφάνιση της νύφης. Κι όταν επιτέλους έβγαινε στο μπαλκόνι,

όλα τα βλέμματα στρέφονταν απάνω της κι ένα βουητό

θαυμασμού γέμιζε τον αέρα.

Page 101: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Η νύφη ήταν εκεί, ντυμένη στ' άσπρα, με μια κορώνα από στρας

που άστραφταν στον ήλιο. Κάποιες ανταύγειες τους έκαναν τα

μάτια μας να κλείνουν αθέλητα. Μα τα ξανανοίγαμε στο άψε σβήσε

μήπως και χάσουμε τίποτα από τούτο το υπερθέαμα. Είχε

βαμμένα μάτια, πρόσωπο και χείλη, τότε που τα βαψίμια δεν ήταν

και τόσο διαδεδομένα. Η νύφη στεκόταν εκεί εντυπωσιακή και

υπερκόσμια και μεις την τρώγαμε κυριολεκτικά με τα μάτια.

"Όμορφη που είναι!", έλεγε η μια. "Σαν βασίλισσα των

παραμυθιών", έλεγε η άλλη. "Σωστή κούκλα!", έλεγε η τρίτη. "Κι

εγώ, σαν μεγαλώσω, τέτοια νύφη θα γενώ!" έλεγε άλλη. Κι όλες

κάτι είχαμε να πούμε. Νομίζω πως η ζήλεια τσίμπαγε λιγάκι την

καρδιά μας.

Όταν πια βράδιαζε κι ο γάμος σχόλανε, πηγαίναμε, ο αδελφός μου

κι εγώ, στο σπίτι μας. Πάντα βέβαια τελευταίοι. Κι η μητέρα μας

μας ρωτούσε: "Ε, τα είδατε όλα; Δε σας ξέφυγε τίποτα; Ήταν

όμορφη η νύφη, ο γαμπρός;". Αλήθεια, τώρα που το 'λεγε η

μητέρα, ούτε που προσέξαμε το γαμπρό. Λες και γίνεται γάμος

χωρίς γαμπρό. Υπήρχε,βέβαια υπήρχε, μα εμείς είχαμε μάτια

μονάχα για τη νύφη. Δεν ξέρω αν τ' αγόρια έριχναν καμιά ματιά

στο γαμπρό, μα νομίζω πως κι αυτοί τη νύφη κυρίως θαύμαζαν,

γιατί κάθε τόσο έλεγαν κι από κάτι. "Κοίτα ρε, σαν ζωγραφιά είναι".

"Καλύτερη είναι απ' τις δικές μας". "Αυτές φοράνε και κορώνα που

λάμπει στον ήλιο!". Κι όταν η μητέρα ρώτησε τον αδελφό μου:

"Λοιπόν, τι λες εσύ Γιωργάκη;" Αυτός είπε: "Κι εγώ τη νύφη που θα

πάρω έτσι θα τη ντύσω, σαν βασίλισσα". Κι ούτε λέξη για το

γαμπρό. Τόσο εκθαμβωτική ήταν!

Το θέαμα επαναλαμβανόταν και την άλλη μέρα με τη νύφη

στολισμένη στα ροζ και την παρ' άλλη στα παγωνιά.

Οι γάμοι οι δικοί μας, σεμνοί κι αθόρυβοι, πολύ λίγο συγκινούσαν

εμάς τα παιδιά. Γι' αυτό κι η Οντζιάη πάντα με πικάριζε κι εγώ της

το κρατούσα κακία. Όμως γρήγορα το ξεχνούσα, γιατί κάποια άλλη

γιορτή τους μας τρέλλαινε και πάλι.

Page 102: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Ήταν εκείνο το σουννέτι των αγοριών. Λίγο ήταν νομίζετε κι αυτό;

Βέβαια, εμείς οι μικρές, δεν ξέραμε τι είδους γιορτή ήταν αυτή.

Βλέπαμε το μικρό μας φίλο ντυμένο στα καλά του, καβάλλα στο

άσπρο του άλογο να γυρίζει τη γειτονιά κι όλη την τούρκικη

συνοικία. Τα νταούλια κι οι ζορνέδες προπορεύονταν κι ο κόσμος

ακολουθούσε σ' όλη τη διαδρομή. Κι εμείς το γλεντούσαμε με την

ψυχή μας. Κι ύστερα τον φέρνανε στο σπίτι. Κι εκεί γινότανε ό,τι

ήτανε να γίνει. Και ύστερα σαν τέλειωνε η διαδικασία τον βλέπαμε

με μια άσπρη γκελεμπία να μασουλάει το λουκούμι, που του

μπούκωναν μετά το σουνέττι του.

Δε μας άφηνε βέβαια ασυγκίνητους το μπαϊράμι τους, που έβγαζε

το χρωματιστό τουρκολόι στους δρόμους. Έτσι τσάκωνα τον εαυτό

μου να τους ζηλεύει για όλες τούτες τις φανταχτερές και

κραυγαλέες γιορτές τους.

Μα κι οι δικές μας οι γιορτές με τη σειρά τους συγκινούσαν τους

γείτονες Τούρκους, μικρούς και μεγάλους. Κι όταν η μπάντα του

Δημαρχείου έπαιζε τα κάλαντα κι όταν οι καμπάνες της Ανάστασης

ξυπνούσαν τους Χριστιανούς, έβγαιναν κι οι Τούρκοι κι

ανταλλάζαμε ευχές. Ευχές θερμές, γεμάτες αγάπη.

Και τι να πω για κείνο το λουτρό της Κεριμέ; Και τι να πω γι’ αυτή

την ίδια την Κεριμέ; Αχ, αυτή η γλυκιά γριά με τα κόκκινα μαλλιά,

τις κόκκινες πατούσες και τις κόκκινες παλάμες από τη χέννα, με

τα δυο χρυσά δόντια - δείγμα αρχοντιάς - και με τις ανοικτές

αγκάλες! Αυτή λοιπόν η λουτράρισσα ερχόταν και φώναζε της

μητέρας: "Γειτόνισσα, ε, γειτόνισσα, έλα φέρε τα μωρά να τα

λούσουμε. Έλα, κοκόνα μου, έλα και το λουτρό άδειασε. Ο ξένος

κόσμος έφυγε. Το λουτρό τώρα είναι δικό σας. Θα 'ρθει κι η Μαρία

κι η Ευτυχία με τα παιδιά".

Ήτανε κι αυτό μέρος της ζωής μας. Σωστή ιεροτελεστία. Η μητέρα

ετοίμαζε τα σύνεργα. Τα μπακιρένια τάσια, το σταχτό, τα νεράντζια

για το καθάρισμα του χαμάμ. Τι δηλαδή, θα μπαίναμε σε λουτρό

που λούστηκαν τόσες και τόσες; Θεέ και Κύριε! "Ποιος ξέρει τι

Page 103: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

αρρώστιες έχουν όλες τούτες οι ξένες που έρχονται", έλεγε η

μητέρα σαν την κοροϊδεύανε οι υπόλοιπες. Έπαιρνε ακόμα και

πορτοκάλια, που θα μας δρόσιζαν μετά το λουτρό μας.

Πώς μου άρεσαν όλα αυτά! Μα πάνω απ' όλα απολάμβανα εκείνο

το κουβεντολόι που στήνανε οι γυναίκες, ξαπλωμένες στα ντιβάνια

μετά το λουτρό τους. Κι η Κεριμέ να πηγαινοέρχεται με τα

τσόκαρα, να φέρνει καφέδες για τις μεγάλες και ζαχαρωτά

κοκοράκια για τα παιδιά. Τι ζεστασιά του κορμιού και της καρδιάς

ήταν εκείνες οι στιγμές, Θεέ μου!

Και πώς να ξεχάσω τον Ραματάν, την ωραία φιγούρα της

γειτονιάς, με την άσπρη βράκα και το κόκκινο φέσι, που

περπατούσε με βήμα σημειωτόν! Η μπάλα μας μπερδευόταν στα

πονεμένα πόδια του κι αυτός άλλοτε γκρίνιαζε και μας ύψωνε το

μπαστούνι κι άλλοτε έκανε πως θα την κλωτσούσε και

υπομειδιούσε. Και κάθε φορά που περνούσε από το σπίτι μας,

κοντοστεκόταν και κουβέντιαζε με τον πατέρα και τη μητέρα. Ο

πατέρας τον εκτιμούσε βαθιά και κείνος του έλεγε πάντα "γιε μου".

Είναι αυτός που μας πρόσεχε το σπίτι, όταν λείπαμε τα καλοκαίρια

στο χωριό. Κι αυτός ήταν που έβαλε το σκυλί φρουρό στο σπίτι

μας, όταν ξεχάσαμε την πόρτα μας ανοιχτή.

Και πώς μπορώ ακόμα να ξεχάσω τον κοντούλη μικροπωλητή με

τα δυο ζεμπύλια γεμάτα αλμυρές και γλυκές λιχουδιές; Μόλις

έμπαινε στο δρομάκι μας αυτό το μικροσκοπικό ανθρωπάκι,

φώναζε με την ισχνή φωνή του. "Κουδαμέ, στραγάλια, πασατέμπο,

κασιανιστό κανναβούρι, κοκοράκια ..." και έσερνε τη φωνή του.

Εμείς τρέχαμε και τον περιτριγυρίζαμε παίρνοντας του το μυαλό με

τις φωνές μας. Κι αυτός με τρεμουλιαστά χέρια μας εξυπηρετούσε.

Κι ύστερα εμείς καθισμένοι στο πεζοδρόμιο ροκανίζαμε τα

κασιανιστά μας ή πιπιλούσαμε τα ζαχαρωτά μας. Και τότε είναι

που οι γυναίκες βρίσκανε την ησυχία τους, μια που το στόμα μας

ήταν απασχολημένο.

Page 104: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Μόνο εκείνη την μπομπάρδα του ραμαζανιού δε χώνευα. Γιατί με

το που'σκαγε, η γειτονιά άδειαζε. Οι Τούρκοι, μικροί μεγάλοι,

κλείνονταν στο σπίτι τους κι άρχιζαν το φαγοπότι. Και μένα δε μου

άρεσε τούτη η ησυχία. Μου πλάκωνε την ψυχή.

* * *

Σήμερα, ναι μεν αυτή η γειτονιά - η μοναδική ίσως - εξακολουθεί

να πνίγεται στη μυρωδιά του γιασεμιού και να μένει η ίδια με τα

μικρά κολλητά σπιτάκια με τις εσωτερικές αυλές, όμως η

φυσιογνωμία της άλλαξε, γιατί ήρθαν χρόνοι δίσεκτοι.

Εκείνα τα μικρά παιδιά που καυγάδιζαν για το σταυρό και το

μισοφέγγαρο μεγάλωσαν και τα καυγαδάκια φούντωσαν. Και οι

πρώτες συγκρούσεις ήρθανε. Και μεις, που φοβηθήκαμε για τα

παιδιά μας, μαζέψαμε τα μπογαλάκια μας και φύγαμε. Κι αφήσαμε

τους Τούρκους να διαφεντεύουν το δρομάκι μας.

Οι δίσεκτοι χρόνοι συνεχίστηκαν. Και μια μέρα ο Αττίλας πάτησε το

νησί μας. Κι οι Τούρκοι φύγανε από τη γειτονιά. Διαβήκανε την

πράσινη γραμμή, που μοίρασε την πατρίδα μας και την καρδιά μας

στα δυο. Και τώρα στα σπίτια τους στεγάζεται η ρημαγμένη

προσφυγιά μας.

Page 105: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Ϊ

"Βρε παιδιά, για κοιτάξτε τούτη τη φουρναρού, σαν καρακάξα δε

μοιάζει.;" είπε το Ρινάκι, "Βούλλωσ" το, Ρινάκι, και μη σε

ξανακούσω να κοροϊδέψεις τη φουρναρού, γιατί στην παρέα μας

δεν μπαίνεις. Ακούς; Η κυρία Ελένη είναι φίλη μας. Εσύ προχθές

Η φουρναρού

Page 106: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

ήρθες στη γειτονιά και δεν την ξέρεις καλά. Κάτσε πρώτα να τη

γνωρίσεις καλύτερα κι ύστερα τα λέμε", της είπε αυστηρά η

Φανίτσα.

Το Ρινάκι μαζεύτηκε και διερωτήθηκε τι σόι φιλενάδα τους είναι

αυτή που έχει τα τριπλάσια χρόνια τους και βάλε, μα δεν είπε

τίποτα. Τα παιδιά, με την αγάπη που της είχαν, θα την έστηναν

σίγουρα στον τοίχο. "Κυρία Ελένη, κυρία Ελένη, γεια σου", της

φώναξαν, άμα έφτασε κοντά τους. "Γεια σας, παιδιά, γειά σας. Με

τα κέφια σας βλέπω σήμερα. Σίγουρα θα τα πήγατε καλά στο

σχολείο, ε;" "Ου ου ου ... !! πολύ καλά. Πού να σου τα λέμε κυρία

Ελένη." Κι άρχισαν κι έλεγαν το καθένα τα δικά του. Τι έκαναν και τι

βαθμό πήραν. Κι ύστερα η Μαιρούλα έσκυψε λίγο κοντά της και της

είπε: "Θέλεις, κυρία Ελένη, να σου πούμε ένα μυστικό;". Αν ήθελε

λέει; Ψοφούσε η φουρναρού για τέτοια. "Λέγε, Μαιρούλα, λέγε",

είπε γεμάτη περιέργεια η φουρναρού. "Μην το μάθει όμως η

γειτονιά, κυρία Ελένη, ε;". "Όχι, παιδί μου, όχι, λέγε λοιπόν". Κι η

Μαιρούλα πηγαίνοντας κοντά της και βάζοντας την παλάμη της

κοντά στο στόμα, μην τύχει κι ο αγέρας πάρει το μυστικό και το

διαλαλήσει, της είπε σιγά: "Σήμερα η δασκάλα χειροτόνησε τον

Πετρή, αυτόν που μένει στην παρακάτω γειτονιά". "Και γιατί;",

ρώτησε θυμωμένα η φουρναρού. "Γιατί "τσάπιζε" όταν διάβαζε την

ανάγνωση και στην προπαίδεια τα έκανε θάλασσα. Γι' αυτό".

"Σωστά", είπε η φουρναρού, "κοτζάμ προπαίδεια είναι αυτή! Γίνεται

να μην την ξέρει; Πώς θα ζήσει αύριο στην κοινωνία χωρίς

προπαίδεια;" Και τα παιδιά έμειναν και την κοιτούσαν. Δεν

κατάλαβαν αν το 'λεγε σοβαρά ή ειρωνευόταν. "Κι ακόμα, κυρία

Ελένη", είπε η Αννούλα, "το ρήμα "τρέχω" το έγραψε με όμικρο κι η

δασκάλα τον έβαλε να τρέχει μέσα στην τάξη και να λέει: "τρέχω με

ωμέγα, τρέχω με ωμέγα", έτσι για να το μάθει, και τα παιδιά τον

πιάσαν στην καζούρα κι ο Πετρής έκλαιγε". Κι η φουρναρού

φουρκισμένη έλεγε μέσα από τα δόντια της: "Ακούς εκεί, να κάνει

Page 107: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

στο παιδί καψόνι! Λές κι αν γράψει το τρέχω με όμικρο θα πάθουν

αγκύλωση τα πόδια του και δεν θα μπορεί να τρέχει. Και μη

χειρότερα!". Κι ύστερα γυρίζοντας σ' αυτά είπε: "Μην ακούσω πως

πάτε αδιάβαστοι στο σχολείο, γιατί τα παραμύθια τέρμα, ακούτε;

Τέρμα". "Όχι", είπαν τα παιδιά, "όχι, κυρία Ελένη, όχι". Τώρα

καταλάβαινε και το Ρινάκι γιατί τα παιδιά την είχαν φίλη τους και της

άνοιξαν την πόρτα της καρδιάς τους.

* * *

Μα το Ρινάκι νομίζετε πως είχε άδικο που την είπε καρακάξα; Η

φουρναρού ήταν μια γυναίκα ψηλή, ξερακιανή, άσαρκη, πετσί και

κόκαλο, με ρουφηγμένα μάγουλα. Σαν ρέγγα παστή. Τσίρος.

Σαρακοστιανή που λέμε. Είχε όμως κάτι έξυπνα μάτια κι ένα πλατύ

χαμόγελο που 'φτανε μέχρι τ'αφτιά της. Είχε και μια καρδιά που

φούσκωνε από αγάπη για τα παιδιά και δεν την χωρούσε το στέρνο

της. Της το 'πε κι ο γιατρός, όταν πήγε να την εξετάσει, γιατί

ανάσαινε βαριά. "Εσένα, κυρά μου", της είπε, "η καρδιά σου έχει

πρόβλημα. Είναι πολύ μεγάλη. Γι' αυτό".

Αυτή λοιπόν η φουρναρού, με τις πλεξίδες της στερεωμένες μ' ένα

φιλέ γύρω από το κεφάλι της, μ’ ένα σκούρο φουστάνι κι αντρικά

παπούτσια, ξεκάλτσωτη χειμώνα καλοκαίρι, μ' ένα καλάθι γεμάτο

ψωμιά, πηγαινοερχόταν βιαστική, σχεδόν τρεχτή, κι έκανε τη

διανομή. «Σπίρτο κατάμονο είναι αυτή η γυναίκα", λέγανε όλοι,

θέλοντας να τονίσουν τη γρηγοράδα της.

Από τα χαράματα ήταν στο πόδι, για να προφτάσει τις δουλειές του

σπιτιού και του φούρνου. Κατά το μεσημέρι όμως, κι ενώ η

υπόλοιπη γειτονιά αναπαυόταν κλείνοντας πόρτες και παραθύρια,

η φουρναρού καθόταν στο πεζοδρόμιο κάτω από τον ίσκιο της

συκαμιάς, για να ξεκουράσει το κορμί της και μάζευε τα παιδιά

όπως η κότα τα κοτόπουλα. "Πού πας, παιδί μου, μεσημεριάτικα;",

φώναζαν οι μανάδες. "Στη φουρναρού, πού αλλού;" λέγαν τα

παιδιά κι οι μανάδες ησύχαζαν, γιατί ήξεραν πως η γωνιά της

Page 108: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

φουρναρούς ήταν για το παιδί τους ένα δεύτερο σχολείο. Γιατί με τις

ιστορίες της τα δίδασκε και με τα φτερά του παραμυθιού της

ταξίδευαν σ' ολόκληρο τον κόσμο. "Αχ, κυρία Ελένη, ούτε η γιαγιά

μας δε μας τα διηγείται τόσο ωραία!", είπε το ένα, "ούτε ακόμα κι η

δασκάλα μας!". "Είσαι η καλύτερη παραμυθού του κόσμου. Το

ξέρεις;", είπε το άλλο. "Α μπα, η καλύτερη παραμυθού του κόσμου

είναι άλλη!", είπε η φουρναρού και τα παιδιά της φάγανε τ' αφτιά να

τους πει ποια είναι αυτή που ξεπερνούσε τη φουρναρού τους. Κι

αυτή τους είπε: "Η Σεχραζάτ! Αυτή κι αν είναι παραμυθού.

Παραμυθού με τα όλα της", "Σεχραζάτ!" είπαν με θαυμασμό τα

παιδιά. "Σαν ζαχαρωτό μοιάζει το όνομά της. Πρώτη φορά την

ακούμε. Κι από πού είναι;". Βροχή πέσανε οι ερωτήσεις κι η

φουρναρού τους είπε πως ήταν μια πριγκίπισσα που έζησε στη

μακρινή Περσία. Που για χίλιες και μια νύχτες έλεγε παραμύθια στο

σουλτάνο. "Για χίλιες και μια νύχτες έλεγε παραμύθια;", είπαν τα

παιδιά με γουρλωμένα μάτια. "Μάλιστα, για χίλιες και μια νύχτες

έλεγε παραμύθια και μαλάκωσε την καρδιά του σουλτάνου, που την

αγάπησε και της χάρισε τη ζωή". "Αλήθεια, κυρία Ελένη; Και ξέρεις

και την ιστορία της; Και ξέρεις και παραμύθια της;" Αν ήξερε λέει!

Και μη χειρότερα! Η φουρναρού να μην ξέρει;

Κι άρχιζε να λέει, να λέει, ώσπου στην κάψα του μεσημεριού η

φαντασία τους ταξίδευε στις χώρες με τα μαγικά λυχνάρια με τα

τζίνια, τα πουλιά με την ανθρώπινη λαλιά και τα φτερωτά άλογα.

Εκεί όπου οι βασιλιάδες ζούσαν σε παλάτια με χρυσές στέγες κι οι

απλοί άνθρωποι σκύβαν και τους προσκυνούσαν.

Κι εκεί στο πεζοδρόμιο το κάθε παιδί έμπαινε στο πετσί του

παραμυθένιου ήρωα και ζούσε τις περιπέτειές του.

* * *

Το ταξίδι του νου και της φαντασίας το σταματούσε η φωνή του

Τούρκου παγωτατζή. "Τσιακκου-λεεέττας, μπαναααάνας,

τριαντάφυλλος, γαλάτου, χρωματιστό παγωτόοοοο". Κι αυτό το

Page 109: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

οοοο... έφτανε στ' αφτιά τους και τα ηλέκτριζε προτού ακόμα ο

παγωτατζής φανεί στο καντούνι τους. Έτσι όμως κι έφτανε, ένα

τσούρμο παιδιά τον περιτριγύριζαν και του παίρναν τα μυαλά. Κι η

φουρναρού του φώναζε δυνατά: "Παγωτάρη, ε, παγωτάρη, δώσε

στα παιδιά το παγωτό τους κι έλα να πλερωθείς". Και τα παιδιά

παίρναν το χρωματιστό παγωτό τους και κάθονταν και πάλι γύρω

της και το παραμύθι συνεχιζόταν και τα αποχαύνωνε- και το

παγωτό έτρεχε κι έκανε αυλάκι στα χεράκια τους.

Η φουρναρού, λοιπόν, ήταν η αγάπη των παιδιών, μα ήταν και το

αποκούμπι των φτωχών. Κάθε μέρα περνούσαν από το

φουρνάρικο ένα σωρό άνθρωποι και παίρναν το μερτικό τους. "Ο

Θεός να σ' το πλερώσει, κυρά Ελένη", λέγανε και φεύγανε. Η

γειτονιά την έλεγε: "η φουρναρού η Ελεούσα". Κι ο Κωνσταντής, ο

άντρας της, φουρκιζόταν. "Βρε γυναίκα", της έλεγε, "μάζεψε λίγο το

χέρι σου". Μα η φουρναρού έβαζε από το ’να κι έβγαζε από τ' άλλο.

Αυτή δεν άκουγε τον Κωνσταντή, την καρδιά της άκουγε" κι αυτή

της έλεγε: "δώσε, κυρά μου, δώσε". Κι έδινε αυτή απλόχερα κι

απλόχερα δίναν και τις ευχές τους οι άνθρωποι. "Ο Θεός να σ ' έχει καλά, κυρά μου". Και φεύγανε. Και τούτο για τη φουρναρού ήταν η

καλύτερη πλερωμή.

Κι ακόμα κάθε πρωί η φουρναρού κατευόδωνε τα παιδιά μ' ένα

κουλούρι κι εισέπραττε ένα χαμόγελο κι ένα κούνημα του χεριού,

που της ξάνοιγε την καρδιά και τα είχε απόθεμα μέχρι το μεσημέρι

που θα σχόλαναν.

Εκεί στο φουρνάρικο η φουρναρού έκανε και το γιατρό κι εκτελούσε

και χρέη "γραφείου πληροφοριών".

"Κυρία Ελένη, για δες το παιδί, έβγαλε κοκκινίλες στο προσωπάκι

του", έλεγε η μια. "Για να δω, για να δω", έλεγε και ξεσκέπαζε το

προσωπάκι του κι έκανε τη διάγνωση, "Περνάρι είναι. Να το πας το

παιδί στην Παναγία την Καρμιώτισσα, στα Πολεμίδια, να του το

κόψει ο παπάς. Μην ανησυχείς, δεν είναι τίποτα σοβαρό". Και

Page 110: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

χάιδευε το μαγουλάκι του παιδιού και κτυπούσε τρυφερά στην

πλάτη την ανήσυχη μάνα.

Και στη μάνα του Κωστάκη, που έσπαζε συχνά η μύτη του, της

έλεγε: "Στο’ πα χίλιες φορές, να πας το παιδί στην Παναγία την

Ιαματική, στον Αρακαπά, να του βάλεις αγίασμα στη μύτη, να γίνει

καλά. Εσύ όμως πού;". Και για το γιο της Πολύμνιας, που αντί να

μιλάει έβγαζε άναρθρες κραυγές, είχε τη λύση: "Να τάξεις το παιδί

στην Παναγία του Γλωσσά και τη Δευτέρα της Λαμπρής να το

πάρεις στη χάρη της και τότε θα δεις. Ροδάνι θα γίνει η γλώσσα

του".

Κι ο γιατρός που την άκουσε μια μέρα στο φουρνάρικο της είπε: "Ε,

κυρά Ελένη, εσύ έτσι όπως πας θα μου φας την πελατεία", και

γέλασαν όλοι με την ψυχή τους.

"Και συ, Φανιώ", της είπε, "τη Μεγάλη Παρασκευή να νοικιάσεις μια

άμαξα και να πάρεις το κορίτσι σου σ' εφτά Επιτάφια να

προσκυνήσει και να περάσει από κάτω. Να δεις που στο χρόνο

απάνω θα 'χει και κουτσούβελα". Ήξερε η φουρναρού της κάθε

αρρώστιας τη γιατρειά και για κάθε πρόβλημα είχε τη λύση του. Οι

αρχαίοι μας πρόγονοι είχαν τα μαντεία, η γειτονιά και τα πέριξ τη

φουρναρού.

* * * Κι όταν κάποτε η φουρναρού αρρώστησε, πέρασε τόσος κόσμος

από το σπίτι της, που ούτε ο ευεργέτης της πόλης να ήταν. Οι

μόνοι που δεν πήγαν ήταν τα παιδιά. "Όχι", είπε η φουρναρού, "δε

θέλω να με δουν φαρδιά πλατιά στο στρώμα". Κι αυτά κάθησαν στο

πεζοδρόμιο και μετρούσαν τους επισκέπτες. Κανένα παιδί όμως

δεν είχε όρεξη για αστεία. Και μια μέρα η Μαιρούλα είπε: "Λες να

πεθάνει η φουρναρού μας;". Κι η Φανίτσα της είπε: "Να φας τη

γλώσσα σου, γρουσούζα". "Αν πεθάνει, εγώ θα της απαγγείλω ένα

ποίημα", είπε ο Πετρής, που την αγάπησε πολύ, από τότε που

έμαθε πως θύμωσε με τη δασκάλα, για κείνο το καψόνι που του

έκαμε. Και το Ρινάκι, που την έβαλε κι αυτή στην καρδιά της τη

Page 111: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

φουρναρού, είπε: "Εγώ λέω να πάμε στην εκκλησία να ανάψουμε

ένα κεράκι και να παρακαλέσουμε την Παναγία να την κάνει καλά".

Και την ίδια μέρα κι όλας νά τα όλα τα παιδιά στην εκκλησιά. "Πώς

από δω;", είπε ο παπάς. Κι αυτά του είπανε για τη φουρναρού. Και

παίρνει τη μικρή εικονίτσα της Παναγίας και πηγαίνει ίσια στο

φουρνάρικο. "Τα παιδιά", της είπε, "ήρθαν να ανάψουνε το κεράκι

τους στην Παναγιά για να σε κάνει καλά. Κι εγώ έφερα την εικόνα

της να την προσκυνήσεις. Τα μάτια της φουρναρούς τρεμόπαιξαν.

"Τα παιδιά;" είπε και φωτίστηκε το πρόσωπό της. Από κείνη την

ημέρα η φουρναρού πήγαινε καλύτερα. Κι όλοι είπανε πως έγινε

θαύμα. Πως η Παναγιά και τα παιδιά κάνανε το θαύμα τους. Η

μεγαλύτερη χαρά όμως ήταν των παιδιών, γιατί η γειτονιά τους θα

ξαναζωντάνευε.

* * *

Σήμερα η φουρναρού γέρασε και το φως της λιγόστεψε. Μα η

μνήμη της είναι γερή κι η καρδιά της το ίδιο μεγάλη. Με τη

μικροσύνταξή της μπορεί ακόμα και κάνει την "Ελεούσα". Και το

"γραφείο πληροφοριών" λειτουργεί κανονικά. Και τα μεσημέρια

μαζεύει ακόμα τα παιδιά κι αυτά κάνουν το γύρο του κόσμου,

ταξιδεύοντας στα φτερά των παραμυθιών της.

Page 112: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

36

Το προξενιό της Χαβά

"Μπρε αρκαντάση, μπρε Παντελή, τούτο το κορίτσι, μπρε, ντεν κάνει

για σκληρές ντουλειές. Να το παντρέψουμε, μπρε, στην πόλη, Με

τέτοια ομορφιά, πο 'χει, θα βρει ένα τύχη καλόοοο! Βασίλισσα θα

γένει!" Τέτοια έλεγε στον Παντελή η Χαβά, η παραδουλεύτρα του, κι

αυτός δεν έβγαζε μιλιά. Η Χαβά τον ήξερε! Έτσι και δε μιλούσε ο

Παντελής, σήμαινε πως σκεφτόταν. Κι αυτή κρυφογελούσε

ευχαριστημένη.

Αυτή η Χαβά, η τουρκάλα, ανέβαινε τα καλοκαίρια στο χωριό του

Παντελή και τον βοηθούσε στις δουλειές του. Μπήκε στο σπίτι

Page 113: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

υψώνοντας το χοντρό της ανάστημα και επιβάλλοντας δυναμικά την

παρουσία της. Απ' την αρχή του 'δωσε να καταλάβει πως δεν ανεχόταν

τα σήκω σήκω και τα κάτσε κάτσε του. Στη δουλειά της όμως ήταν

άπιαστη. Έκανε δουλειά για δυο άντρες και για τον Παντελή αυτό

μετρούσε πολύ. Γι' αυτό και δεχόταν και τα καπρίτσια της. Αν ήταν

ποτέ δυνατό ο Παντελής να ανεχθεί γυναίκα στο σπίτι του να καπνίζει!

Ε, λοιπόν, αυτήν την ανέχθηκε. Πήγε στην αρχή να της πει: "Ε, τι

πράματα είναι αυτά; Δεν θέλω εγώ στο σπίτι μου τέτοια." Κι αυτή

σηκώθηκε απ' το τραπέζι, στάθηκε απέναντι του και του 'πε θυμωμένα:

"Σουτ, πε, που θα πεις μου εμένα τι να κάνω και τι όχι! Ούτε το άντρα

μου δεν με καλούπιασε, όχι το αφεντιά σου! Ή με κρατάς όπως είμαι ή

φεύγω, οσσαττάν*." Και έκανε να φύγει. Και τότε ο Παντελής ηρέμησε.

"Καλά", της είπε, "κάνε ό,τι θέλεις. Στο κάτω κάτω παραδουλεύτρα μου

είσαι, όχι γυναίκα μου!" Η γυναίκα του το φχαριστήθηκε. Μα και ζήλεψε

λιγάκι, γιατί διέκρινε κάποιο θαυμασμό στο βλέμμα του Παντελή. Άδικα

ζήλεψε, γιατί ο Παντελής αγαπούσε τη γυναίκα του γι αυτό που ήταν:

Αδύναμη, γλυκιά και συνετή.

Αυτή η Χαβά, από τότε που μπήκε στο σπίτι του Παντελή, στάθηκε το

δεξί του χέρι και το σπίτι του το αγάπησε σαν δικό της. Παιδιά δεν είχε

κι έτσι όλη της την αξόδευτη αγάπη τη χάρισε στα παιδιά

Page 114: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

του. Πιο πολύ όμως αγάπησε τη μοναχοκόρη του, τη Στέλλα. "Έλα,

κοκόνα μου," της έλεγε, "έλα τζιέρι μου*, έλα κοντά μου κι εγώ θα

πλέξω μαλλιά σου στεφάνι στο κεφάλι σου". Της Στέλλας πολύ της

άρεσαν τούτα τα κανακέματα της Χαβά κι όλο την κλωθογύριζε.

"Εσένα, μωρό μου, μια μέρα θα παντρέψω σε στην πόλη. Θα σου

βρω εγώ εσένα έναν άντρα, που θα σε κάνει αρχόντισσα κερά!".

Τέτοια της έλεγε η Χαβά κι ενώ της έπλεκε τις πλεξούδες, η μικρή

έπλεκε τα όνειρά της.

Κι η Στέλλα μεγάλωνε. Κι όσο μεγάλωνε, άλλο τόσο ομόρφαινε. Ήταν

το καμάρι του Παντελή και της μάνας της. Ήταν και η χαρά των

αδελφιών της. Και το χωριό είχε να λέει για την καλοσύνη της.

Οι νέοι ονειρεύονταν τούτο το κορίτσι να το κάνουν ταίρι τους. Μα η

Στέλλα δεν είχε το νου της σ' αυτούς. Στην πόλη τον είχε, εκεί που η

Χαβά της έτασσε μια ζωή, μακριά από τ' αμπέλια, τα περιβόλια και τα

χωράφια. Όχι πως τώρα πήγαινε σε τέτοιες δουλειές. Όχι! Αλλά πού

ξέρεις; Ίσως μια μέρα η τύχη να το 'φέρνε έτσι που ν' αναγκαζόταν να

δουλέψει εκεί. Κι αυτή δεν το 'θελε. Η Χαβά έκανε καλά τη δουλειά

της. Πλύση εγκεφάλου έκανε της μικρής.

* * *

Η Χαβά όμως υπηρετούσε δυο αφέντες. Τον Παντελή τα καλοκαίρια

και το Χρυσάνθη το χειμώνα. Ο Χρυσάνθης ήταν ένας άντρας που

πέρασε τα τριάντα του. Ήταν άνθρωπος καλός, νοικοκύρης, τίμιος

στη δουλειά του. Ήταν έμπορος. Γεννήθηκε σ’ ένα ορεινό χωριό, που

η γη είναι λιγοστή κι η ζωή σκληρή. Ο πατέρας του του πε: "Εσύ,

Χρυσάνθη, να τελειώσεις το σχολείο, να μάθεις γράμματα για να

ζήσεις. Είσαι παιδί πολύ ντελικάτο και το χωριό δε σε σηκώνει. Να

πας, γιε μου, στην πόλη. Εκεί η ζωή είναι πιο εύκολη". Έτσι ο

Χρυσάνθης, άμα τέλειωσε το Δημοτικό, κατέβηκε στην πόλη και πήγε

να μαθητέψει σε φαρμακοποιό. Ο μεγαλύτερος αδελφός όμως, που

ζούσε στην πόλη, άμα το 'μαθε, πήγε, τον βρήκε και του’ πε αψά:

"Σπετσιέρη* δε σ' αφήνω να γένεις. Θα 'ρθεις να δουλέψεις κοντά

Page 115: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

42

μου, να γενείς έμπορος. Να κερδίσεις χρήμα". Ο Χρυσάνθης δεν

ήθελε, δεν του πήγαινε το εμπόριο, μα ο μεγάλος αδελφός τον

άρπαξε από τ' αφτί, του' δωσε και μια σφαλιάρα. "Να μάθεις ν’

αντιμιλάς", του είπε και τον πήρε στη δουλειά του. 'Εμεινε εκεί και

έγινε έμπορος με το στανιό.

Μα ήλθε η εποχή που ο Χρυσανθής πρόκοψε στη δουλειά. Αυτόν το

Χρυσανθή είναι που νοικοκύρευε η Χαβά καθημερινά το χειμώνα και

του 'χε κι ένα πιάτο ζεστό φαγητό. "Μπρε Χρυσανθή, μπρε παιντί

μου", του 'λεγε, "καιρός πια να βάλεις γυναίκα στο σπίτι σου. Να

νιώσεις, μπρε, ζεστασιά. Η μοναξιά είναι βαρύ πράμα". "Καλά λες,

Χαβά, μα δεν ξέρω πολύ κόσμο εδώ. Κι ο γάμος είναι μεγάλη

υπόθεση", της έλεγε. "Μη νοιάζεσαι, μπρε, και σου 'χω ένα κοπέλα!"

και κουνούσε το κεφάλι κι έκλεινε τα δάχτυλα η Χαβά και τα 'βαζε

κοντά στα χείλη της και έκανε ένα "μμμμ ..." και μετά τα άνοιγε. "Έχει,

μπρε, και χωράφια πολλά. Πλούσιο το κύρη της". "Κοίτα, Χαβά," της

είπε αυτός, "εγώ θέλω μια κοπέλα καλή, σοβαρή, του σπιτιού, όχι

πολλά σούρτα φέρτα, από τίμια γενιά. Τα χωράφια δε με νοιάζουν.

Έχω δουλειά να τη ζήσω και καλά μάλιστα". "Καλά, μπρε Χρυσανθή,

το ξέρω πως ο παράς δε σε νοιάζει, μα τούτο το κορίτσι, μπρε, όλα

τούτα που ζητάς τα 'χει και με το παραπάνω". "Και συ, Χαβά, πού την

ξέρεις;", τη ρώτησε. Κι αυτή του’ πε πως κοντά τους δουλεύει τα

καλοκαίρια που δεν έρχεται στο σπίτι του. Και πως οι άνθρωποι είναι

καλοί και το κορίτσι "γκιουζέλ*, γκιουζέλ, μπρε Χρυσανθή, και

προκομμένο! .

* ·* *

Πες, πες η Χαβά, τον έπεισε να πάνε στο χωριό. Ντύθηκε ο

Χρυσανθής σωστός γαμπρός και ξεκίνησαν.

Το αυτοκίνητο στέναζε στον ανηφορικό δρόμο. Η Χαβά κρυφοκοίταζε

το Χρυσανθή. Ένιωθε την αγωνία του. Κάθε τόσο τη ρωτούσε αν

κοντεύουνε. Κι αυτή του 'λεγε πως όπου να 'ναι θα φανεί το χωριό.

Page 116: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Και σε λίγο νά το! Ένα χωριό που κοιμόταν ήσυχα στην αγκαλιά της

μάνας του κοιλάδας. Τι κάμποι! Τι αμπέλια! Τι ελιές! Τι ηρεμία στην

πλάση! Άθελα του έκανε σύγκριση με το δικό του χωριό, με την άγρια

φύση και την άγονη γη. "Είναι όμορφο το χωριό, Χαβά,", είπε, "κι έχει

τα καλά του Θεού". "Ναι, μπρε Χρυσανθή, όμορφο είναι το χωριό και

το κορίτσι ακόμα πιο όμορφο!"

Τώρα η αγωνία του Χρυσανθή φούντωνε. "Χαβά", είπε μετά, "δε μου

'πες πόσο χρονών είναι το κορίτσι". "Ε, όσο είναι, είναι", είπε κοφτά η

Χαβά. "Δηλαδή πόσο Χαβά;" Η Χαβά κόμπιασε και μετά είπε στα

γρήγορα. "Να, ντεκάξι". "Βρε Χαβά, αυτή είναι παιδί, έχει τα μισά μου

χρόνια", ξανάπε ο Χρυσανθής. "Σώπα, καλό είναι. Καλύτερα μικρό το

γυναίκα, να μάθει όπως εσύ θέλεις. Να κάνει και παιντιά γερά. Το

γυναίκα", του 'πε, "είναι όπως το δέντρο!" Κι ο Χρυσανθής σκέφτηκε

πως αυτός είναι μεγάλος κι όχι το κορίτσι μικρό. "Μήπως δεν πρέπει

να γίνει ένας τέτοιος γάμος;" σκέφτηκε. Της το 'πε κι αυτή απάντησε:

"Ο κύρης της το ξέρει κι είπε ντεν πειράζει". "Φοβάμαι πως είμαι

μεγάλος, γι 'αυτό το κορίτσι, Χαβά. Φοβάμαι μήπως δε θα

ταιριάξουμε".

* * *

Με τους φόβους του Χρυσανθή μπήκανε και στο χωριό. Τους

υποδέχτηκε ο Παντελής και στο σπίτι τους περίμενε η μάνα. Τους

έστρωσε το τραπέζι κι έφυγε. Μείναν οι τρεις τους. Μίλησαν για τα

χωριά τους και για τις δουλειές. Ο Παντελής εκτίμησε τη σοβαρότητά

του, τα μετρημένα του λόγια και την καλοσύνη που καθρεφτιζόταν στα

μάτια του. Και σκέφτηκε πως το κορίτσι του θα περάσει καλά κοντά

του.

Φώναξε της γυναίκας του κι ήρθανε με το κορίτσι. Άνοιξη φάνηκε του

Χρυσανθή πως μπήκε στο δωμάτιο. Άνοιξη μπήκε και στην καρδιά

του. Δε χόρταινε να βλέπει τούτη τη ζωγραφιά με το ροδαλό

πρόσωπο και το χρυσαφί στεφάνι στα μαλιά. Ή μικρή

χαμηλοβλεπούσα. Δεν τόλμησε να σηκώσει απάνω το βλέμμα της.

Και το πρόσωπό της από τη ντροπή, όσο πήγαινε κι άναβε.

Page 117: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

42

"Καθίστε", είπε ο κύρης κι αυτές καθίσανε. Και η μικρή έμεινε με

σκυφτό το κεφάλι σαν μια μικρή Παναγιά. Κι ο Χρυσανθής δε χόρταινε

να βλέπει τούτη την κόρη που του αναστάτωσε την ψυχή. Ο Παντελής

το κατάλαβε. "Γυναίκα", είπε, "σηκώστε το τραπέζι. Εμείς θα πάμε μια

βόλτα στα χωράφια". Και φύγανε.

"Τι λές, κόρη μου;", είπε η μάνα. "Πώς σου φάνηκε;". Η μικρή σήκωσε

τους ώμους. Δεν ήξερε. "Φαίνεται καλός άνθρωπος", είπε πάλι η

μάνα. "Το λέει κι η Χαβά. Να δούμε τι θα πει κι ο κύρης".

* * *

Οι τρεις τους πήγανε κατά τα χωράφια. Κανείς δε μίλησε για λίγο.

Ύστερα η Χαβά είπε: "Γιατί ντεν μιλάτε; Τι λες μπρε Χρυσανθή εσύ;"..

"Να", είπε ο Χρυσανθής, "το κορίτσι δεν είναι μόνο καλό, είναι πολύ

καλό. Αλλά να, φοβάμαι, πως της πέφτω λίγο μεγάλος". "Ο μεγάλος

άντρας κουμαντάρει το σπίτι. Είναι προτέρημα", είπε κοφτά ο

Παντελής κι η καρδιά του Χρυσανθή φτερούγισε.

Γυρίσανε στο σπίτι. Ο Παντελής φώναξε: "Ελάτε δω εσείς". Κι αυτές

ήρθανε. "Ε, συ Στέλλα, σήκωσε λίγο το κεφάλι", είπε και το κορίτσι

υπάκουσε. "Κοίτα, αυτός, αν θέλεις, θα γίνει άντρας σου". Τώρα η

μικρή τον κοίταξε στα μάτια, μα δεν είπε τίποτα. Όλοι όμως

κατάλαβαν πως θα 'λεγε το "ναι".

* * *

Σε λίγο καιρό έγινε ο γάμος και η άνοιξη μπήκε στην καρδιά και στο

σπίτι του Χρυσανθή. Κι η Χαβά ήταν όλο χαρές. Τώρα περίμενε να

νταντέψει και τα παιδιά τους, γιατί είχε ακόμα πολλή αγάπη

φυλαγμένη στην καρδιά της κι ήθελε να την ξοδέψει.

Σάμπως θα την έπαιρνε μαζί της στον άλλο κόσμο;

*οσσαττάν = αμέσως

*τζιέρι μου = σπλάχνο μου

Page 118: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

*σπετσιέρης = φαρμακοποιός

*γκιουζέλ - όμορφη

Page 119: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Γιλσιέ! Γιλσιέ!

Ήταν ένα μαυριδερό κορίτσι με σγουρά μαλλιά, πεταχτά δόντια,

χοντρά χείλη και μια μύτη σαν φραγκόσυκο. Ήλθε στη γειτονιά μας

κι έφερε μαζί της και τη μικρή της ιστορία.

Πρώτα χάθηκε από το σπίτι ο πατέρας και μετά πέθανε κι η

μάνα της. Την περιμάζεψε μια θεια της, μα στο ύστερο τη

βαρέθηκε. Ρώτησε, έψαξε κι έμαθε πως στη γειτονιά μας υπήρχε

και μια άλλη θεια και την έφερε.

Μπήκε στο δρομάκι μας δαρμένη κι αναμαλλιασμένη,

κλαμένη και δεμένη μ' ένα σχοινί. Την έσερνε η χοντρή θεια

της. "Ε, παιδιά, για κοιτάτε τι μας έρχεται !" είπε ένα παιδί.

"Μασκαράδες θα 'ναι". Είπε κάποιο άλλο, γιατί τότε είχαμε

αποκριές, κι άρχισαν όλα μαζί να τραγουδούν : "μάσκα,

μασκαρά, που γυρίζεις τα στενά και ζητάς ψωμί κι ελιά".

"Σωπάτε, βρε παιδιά", είπε ο Κωστής, "αυτό είναι ένα

Page 120: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

παιδί που το σέρνει εκείνη η "φώκια". Η Γιλσιέ, έτσι

έλεγαν το κορίτσι, αντιστεκόταν και έκλαιγε γοερά. "Αν-

νεεέ, αγιαννέ , αννεεέ , αγιαννέ",* φώναζε μέσα από τους

λυγμούς της . Και μεις λυώσαμε από λύπη! "Να πάμε να

την ξεδέσουμε", είπαν τα παιδιά, μα ο Κωστής είπε πως

είναι καλύτερα να πάει ο Μουσταφάς με την Αϊσιέ, που

ξέρουν και τη γλώσσα τους . Αν ήταν ποτέ δυνατόν τα

παιδιά της γειτονιάς να μείνουν ασυγκίνητα μπροστά σε

ένα τέτοιο θέαμα . Το ίδιο δεν έγινε πριν από μερικές

μέρες, όταν έφτασε στη γειτονιά εκείνη η χήρα με τα τρία

ορφανά; Όλη η γειτονιά της συμπαραστάθηκε. Έτσι και

τώρα τα παιδιά θα βοηθούσαν και τούτο το κορίτσι .

Ο Μουσταφάς κι η Αϊσιέ τα είπανε με τη θεια της στη

γλώσσα τους και σε λίγο η Γιλσιέ ήταν μαζί μας.

Μιλούσε με τα τουρκάκια , μα δε χρειαζόταν να ξέρει

Ελληνικά, για να καταλάβει πως τη βάλαμε στην καρδιά

μας, γιατί η γλώσσα της αγάπης είναι διεθνής .

*·* *

Η "φώκια" πήγε να βρει τη θεια της. Και ω! Τι έκπληξη ήταν

αυτή! Η θεια της Γιλσιέ να είναι η μανούλα της Αϊσιέ, της φίλης μας.

Που άμα την είδε να μοιάζει τόσο πολύ με τη Αϊσιέ της, την

αγκάλιασε, τη φίλησε και της είπε: "τζιέρι μου, τζιέρι μου!".* Κι η

μικρή Γιλσιέ χώθηκε μέσα σε κείνη την πελώρια αγκαλιά και δεν

έλεγε να ξεκολλήσει. Φοβόταν μήπως χάσει μια τέτοια ζεστασιά.

Μα δεν υπήρχε τέτοιος κίνδυνος. Γιατί σ' αυτή την αγκαλιά,

παρόλο που φώλιαζαν πέντε παιδιά, θα χωρούσαν άλλα τόσα, αν

ήταν ανάγκη.

Κι ύστερα τούτη η γλυκιά θεια την πήρε στο λουτρό. Και βγήκε

από κει μέσα μια Γιλσιέ αγνώριστη, με φιογκάκια στα μαλλιά κι ένα

τριανταφυλλί φουστάνι. Μείναμε και την κοιτούσαμε. Θέλεις εκείνο

το λουτρό, θέλεις η ευτυχία που 'νιωθε, το γεγονός ήταν ένα. Η

Γιλσιέ έλαμπε και μάλιστα μας φάνηκε και όμορφη.

* *·*

Page 121: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Τα χρόνια πέρασαν. Κι ύστερα από τα γνωστά γεγονότα οι

τούρκοι πήγανε πέρα απ' την Πράσινη Γραμμή. Και η ζωή

συνεχιζόταν. Ώσπου μια μέρα σε μια γιορτή της πόλης μας

ξεπήδησε ξαφνικά μπροστά μου, μέσα από το παρελθόν, η μικρή

Γιλσιέ, με το στρογγυλό πρόσωπο, το μαύρικο μαλλί και τα μεγάλα

πεταχτά δόντια. "Αϊσιέ!", φώναξα άθελα μου. Αυτή σταμάτησε και

με ρώτησε κάπως ξαφνιασμένη. "Είπες, Αϊσιέ;" Εγώ τα 'χασα. Δεν

κατάλαβα πώς βγήκε από το στόμα μου εκείνο το όνομα.

"Συγγνώμη", είπα, "έκανα λάθος", και γύρισα να φύγω. Μ αυτή με

ξαναρώτησε πιο μαλακά τώρα: "Είπες, πε, Αϊσιέ;" "Λάθος",

ξανάπα, "σε πέρασα για κάποια άλλη . Συγγνώμη". "Όι , πε ,

δεν είμαι το Αϊσιέ, το Γιλσιέ είμαι. Μα τώρα με λένε Μαρία.

Βαφτίστηκα. Έγινα Χριστιανή. Παντρεύτηκα Χριστιανό".

Ωχ! ησύχασα! Πήγε η καρδιά μου στον τόπο της!

Αγκαλιαστήκαμε. "Θυμάσαι, πε, το γειτονιά μας;" είπε και τα μάτια

μας θόλωσαν. Θυμηθήκαμε πολλά. Σε λίγο χωρίσαμε.

Πήρα τα παιδιά μου και καθήσαμε κάπου ήσυχα. "Γιλσιέ,

Γιλσιέ". μουρμούρισα και γύρισαν τα πίσω μπρος και το μυαλό μου

πέταξε στην παλιά μικρή γειτονιά.

"Να η τουμεζιά στο σπίτι του Χαλήλ. Αυτή την κάναμε να

"κλαίει", όταν ανεβαίναμε στα κλαδιά της να κόψουμε τα ζουμερά

τουμέζια της. Να τα χαμηλά σπιτάκια. 'Ακου και το σιγανό

κουβεντολόι των γυναικών. Να κι ο καφενές με τους άντρες να

ρουφούν, άλλοι τον καφέ κι άλλοι το ναργιλέ τους. Να μας και μας

τα παιδιά. Τι χαρούμενες φωνές είναι αυτές, Θεέ μου! Τι

ευτυχισμένες μέρες!"

"Μανούλα", φώναξαν τα παιδιά και τ'ονειρο έσβησε. Με τη βία

συγκράτησα τα δάκρυα μου. Δεν είπα τίποτα στα παιδιά. Δεν θα

καταλάβαιναν.

*αννέ = μάνα *τζιέρι μου - σπλάχνο μου

Page 122: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Μαρία Πυλιώτου («Χαρούμενοι Χαρταετοί», Λευκωσία 1976, σελ. 39-43)

Χαρούμενοι Χαρταετοί

Στό Γλαύκο και ατή Δανάη Θεοφύλακτου

Όταν έφευγαν φορτωμένοι όλα τους τα πράγματα κανένας δεν μπορούσε να πείσει το Γλαύκο πως δε θα γύριζε σύντομα πίσω.

Κ ι όμως πέρασε ένας ολόκληρος χρόνος. Ο πόλεμος τέλειωσε, οι πυροβολισμοί, οι βομβαρδισμοί σταμάτησαν κι αυτοί πού 'φυγαν μέσα στη φωτιά αποφάσισαν να γυρίσουν. Το σπίτι τους βρισκόταν στα «σύνορα».

Κανένας δεν μπορούσε να τους εμποδίσει: «Καλέ, δε φοβάστε; Δυο βήματα πιο κάτω... Θεέ μου, αν ξαναρχίσουν»; Πιο πολύ απ' όλους ήθελαν τα παιδιά. Ο Γλαύκος και η Δανάη. Ένα χρόνο μακριά από τό σπίτι τους το νοστάλγησαν. Την αυλή, τις βεράντες, τα δωμάτια. Και τη μεγάλη ταράτσα.

Σα ν έφτασαν δεν ένιωσαν τίποτα από το φόβο που προσπαθούσαν οι άλλοι συγγενείς και φίλοι να τους μεταδώσουν. Ήταν ένα ήρεμο απριλιάτικο δειλινό. Ο ουρανός στη δύση ολοκόκκινος έκανε τα δυο παιδιά να μελαγχολήσουν και να νοσταλγήσουν τους παλιούς καλούς φίλους.

Βοήθησαν όλοι και τακτοποιήθηκαν τα πάντα: έπιπλα, ρούχα, μαγειρικά σκεύη, βιβλία, όλα ως το βράδυ. Κοιμήθηκαν κουρασμένα, ωστόσο ικανοποιημένα που γύρισαν στο πατρικό τους σπίτι.

Ξημέρωσε Κυριακή. Ανοιξιάτικη, δροσερή. Τι έκπληξη, Θεέ μου. Σ τ ο δωμάτιό τους ένας μεγάλος χαρταετός.

—Σ ' ευχαριστούμε, πατέρα. Είναι σίγουρο πως κάθησε αργά το βράδυ να τους τον φτιάξει, για να

μπορέσει να τους χαρίσει την πρώτη κυριακάτικη χαρά στο δικό τους σπίτι. Από μικρά παιδιά παίζανε με τους χαρταετούς τέτοια εποχή. Μαζί κι ο πατέρας, που έκανε πάντα σαν μικρό παιδί.

Σ’ ευχαριστούμε, είπανε ξανά και τον φίλησαν. Χαρούμενα και τα δυο βγήκανε στην ταράτσα. Ο αέρας πρωινός,

δροσερός φυσούσε από το Νότο. Και να τος κιόλας ο χαρταετός όμορφος,

Page 123: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

123

καμαρωτός να πετά κ ι όλο να τραβά κατά το Βορρά. Ο σπάγγος ήταν μακρύς και γερός. Τον άφησαν όλο. Πόσο όμορφα νιώθανε. Σα ν τον παλιό καλό καιρό.

Ξαφνικά λίγο πιο κάτω κατά το Βορρά λίγο πιο πέρα από τη «γραμμή» από μια άλλη ταράτσα αντίκρυ δυο άλλα παιδιά κουνούσαν τα χέρια χαρούμενα και ξεφώνιζαν.

Σίγουρα μας καλωσορίζουν, ψιθύρισε ο Γλαύκος. — Πρέπει κ ι εμείς να φωνάξουμε να μας ακούσουν, σκέφτηκε η

Δανάη. Τι να πούμε; —Νά, κάτι για να δείξουμε πως θέλουμε νά 'μαστε «φίλοι».

Page 124: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα
Page 125: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

125

Δυο ταράτσες, τέσσερα παιδιά, μια «γραμμή» ανάμεσά τους κ ι ένας

χαρταετός. Ακόμα κ ι ένα νήμα γερό που ξεκινά από τούτα τα παιδιά και φτάνει με το χαρταετό ως τ' άλλα.

—Εγώ λέω να γράψουμε στο χαρταετό ένα μήνυμα. Κατάλαβα. Δηλαδή κάτι που να λέει πως δε θέλουμε πολέμους, θέλουμε

να ζήσουμε αδερφωμένα... Την άλλη μέρα ο χαρταετός έγραφε: «Ε ΙΡΗΝΗ -ΑΓΑΠΗ». Ευτυχώς

φυσούσε πάλι από το Νότο. Τι όμορφα! Ακόμα κ ι ο ίδιος ο χαρταετός βιαζόταν να πετάξει και να φτάσει γοργότερα στ’ αντικρινά παιδιά.

—Μα αν δεν ξέρουν ελληνικά; Αν δεν μπορέσουν να το διαβάσουν, σκέφτηκε ο Γλαύκος.

—Δεν έχει σημασία, θα καταλάβουν, θα το νιώσουν. Πραγματικά. Ήταν ένα χαρούμενο συναπάντημα. Με χαρούμενα ξεφωνητά

μια απ' εδώ και μια απ' εκεί πέρασαν όλο το δειλινό τους χωρίς νά βαρεθούν. Την επομένη σαν βγήκαν να πετάξουν το χαρταετό απογοητεύτηκαν. Ο

αέρας φυσούσε από το Βορρά. Πώς θα καταλάβουν οι φίλοι μας τώρα πως είμαστε στην ταράτσα; Έμειναν αρκετή ώρα να κοιτάζουν λυπημένα κατά τη μεριά των απέναντι

φίλων. Πώς θα στείλουν σήμερα το μήνυμα τους;

Page 126: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Ξαφνικά ένας χαρταετός φάνηκε να ξεκινά από την άλλη μεριά και να φτάνει ως τη δική τους ταράτσα. Πέρασε κ ι αυτός τη «γραμμή» πάνω από τα φυλάκια και τα σύρματα και να τον περήφανο μπροστά τους. Κάτι έγραφε κι αυτός σε μια γλώσσα που δεν ήξεραν να τη διαβάσουν. Όμως τα παιδιά κατάλαβαν, ένιωσαν το μήνυμά τους και φώναξαν χαρούμενα:

—Ζήτω... Ξεφώνιζαν κ ι αυτά, ξεφώνιζαν κ ι εκείνα. Ήταν μια χαρούμενη τρελλή

ανταλλαγή ζητωκραυγών, αγάπης, φιλίας. Βλέποντάς τα ένας ξένος ποτέ δε θα πίστευε πως ένα χρόνο πριν η ανταλλαγή αυτή ήταν φωτιά, σφαίρες, αίμα, θάνατος. Όχι, προς Θεού, η ανταλλαγή αυτή δε γινόταν από παιδιά. Αν τα ρωτούσαν θά 'ταν όλα αλλιώτικα...

Ο ι παιδικές καρδιές βρήκαν το φυσικό τους ρυθμό. Ξέχασαν τα λάθη των μεγάλων. Δυο ταράτσες, τέσσερα παιδιά, μια «γραμμή» ανάμεσά τους κ ι ένας

χαρταετός κάθε φορά που φυσά από Νότο ή από Βορρά. Και το νήμα τόσο γερό να ξεκινά πότε από τούτα κ ι άλλοτε από κείνα τα παιδιά και να δένει γερά τ ι ς καρδιές τους.

—Αν τέτοιους χαρταετούς, σκέφτηκε η Μάνα, αφήσουμε όλοι να πετάξουν τότε θα σβήσουν από μόνες τους οι «γραμμές», τότε θα λιώσουν τα σύρματα. Δε θ’ αντέξουν κάτω από τέτοια αγάπη...

Page 127: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Μαρία Πυλιώτου («Χαρούμενοι Χαρταετοί», Λευκωσία 1976, σελ. 20-22)

Εκεί που πας, ώρα καλή

Ένα χτύπημα στην πόρτα μου έκοψε στη μέση τις σκέψεις μου. Κοιτάζω από το τζάμι του παραθυριού: η Έλλη.

«Παράξενο», σκέφτηκα, «αυτή ποτέ δεν έρχεται αργοπορημένη στο μάθημα». Πέρασε, είπε «καλημέρα» σ' όλους και προχώρησε κοντά μου.

—Τι συμβαίνει κοριτσάκι; τ η ν πρόλαβα πριν αρχίσει ν' απολογείται. Νόμιζα πως ήσουνα άρρωστη.

—Όχι, κυρία. Πήγαμε στο φωτογράφο. Έβγαλα φωτογραφίες. Σου έφερα κ ι εσένα μια για να με θυμάσαι...

Να σε θυμούμαι; —Φεύγουμε, κυρία, από τ η ν Κύπρο. Ο ι φωτογραφίες είναι για

τα διαβατήρια. —Μα, γιατί παιδί μου; ρώτησα αναστατωμένη. —Ο πατέρας μου, κυρία, ένα χρόνο τώρα δεν έχει δουλειά. Δεν

μπορούμε να ζήσουμε εδώ. Σ τ ο νου μου περνά κείνο το τραγικό καλοκαίρι πού’ φερε τη

συμφορά. Το σχολειό μας που γέμισε κυνηγημένα πουλιά με πληγωμένα φτερά. Και λίγο αργότερα όταν μπήκε το φθινόπωρο κ ι άρχισαν τα πρωτοβρόχια η Έλλη έγραφε σε μια έκθεσή τ η ς : «Χαίρομαι που βρέχ ε ι , χαίρομαι πολύ γιατί θα καθαρίσει το σπίτι μου από τις βρωμιές που άφησαν οι ξένοι κ ι έτσι όταν θα πάω πίσω θα το βρω καθαρό...». Κα ι τώρα λοιπόν ή Έλλη πώς πήρε τέτοια απόφαση; Να φύγει;

— Κα ι το σπίτι σου, Έλλη; Το χωριό σου, η πατρίδα σου, εμείς;

Page 128: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Τα μάτια της, κείνα τα μεγάλα καστανά μάτια, βούρκωσαν από παράπονο. Ήτα ν ένα ευαίσθητο ευγενικό κοριτσάκι που η οργή του πολέμου το ανάγκασε να μεγαλώσει πρόωρα..

Σ ε μια βδομάδα όλα ήταν έτοιμα. Κ ι η μέρα του αποχωρισμού έφτασε τόσο γρήγορα. Τα παιδιά στην τάξη τ η ν αποχαιρέτησαν μ' όλη τη σοβαρότητα των μεγάλων. Τριάντα ζευγάρια παιδικά μάτια ήταν έτοιμα να κλάψουν, μα κρατήθηκαν.

Εμένα ήρθε να μ' αποχαιρετήσει τ' απόγευμα στο σπίτι μ' ένα δώρο στο χέρι. Το μικρό διαμέρισμα κ ι η πολυκατοικία ολάκερη γέμισε με τη νοσταλγία του αγαπημένου χωριού μου. Ήταν μια μικρή γλάστρα με βασιλικό, θυμήθηκα όλα τ' αγαπημένα χωριά, όλα τ' αγαπημένα σπίτια που τόσο βάρβαρα πάτησαν και σκλάβωσαν οι ξένοι. Σκέφτηκα το μίσος που τόσο εύκολα έφερε τούτους τους ξένους. Σκέφτηκα πως αν σκορπίσουμε την αγάπη τόσο εύκολα όσο σκορπίσαμε το μίσος, αν ανοίξουμε τις καρδιές μας για όλους μπορεί να ξαναβρούν το χαμόγελό τους...

Page 129: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα
Page 130: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

130

—Εκεί που πας, ώρα καλή, μικρή μου Έλλη. Και μην ξεχνάς ποτέ σου τ η ν Πατρίδα. Σύντομα να ξαναγυρίσεις στ' αγαπημένο σπίτι σου. Ανυπόμονες γλαστρούλες σε καρτερούν ν' αναστήσεις τους ξεραμένους βασιλικούς...

Εκεί στο μπαλκόνι η γλάστρα με το βασιλικό — το μικρό δώρο της 'Ελλης — μένει ακόμα να μου θυμίζει τα χωριά μας, που πληγωμένα και ματωμένα μας καρτερούν...

Page 131: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Μαρία Πυλιώτου («Καλημέρα Μαραγαρίτα », Λευκωσία 1978, σελ. 23-28)

Ο Ναζίμ και το ψηλό κυπαρίσσι

Ο Ναζίμ, το μικρό Τουρκάκι, ξέφυγε και σήμερα από την προσοχή της μάνας του και τράβηξε ίσα προς τη μικρή εκκλησία. Ήταν δεν ήταν 8 χρόνων, μελαχροινό, με μαύρα σγουρά μαλλιά. Όταν τους κουβαλούσαν εδώ ήταν 5 χρόνων. Όμως ο Ναζίμ θυμάται… Το χωριό του πολύ μακριά από εδώ, κοντά σε μια άλλη πόλη, κοντά σε μιαν άλλη αγαπημένη θάλασσα. Σκέφτεται την απόσταση και είναι σίγουρο πως είναι πολύ μακρυά γιατί στο μεγάλο αυτοκίνητο που τους φόρτωσαν πράγματα, πλάσματα, όλους κι όλα στίβες, θυμάται πως κοιμήθηκε πολλές ώρες. Ξεκίνησαν αυγή – αυγή κι έφτασαν με το βράδυ. Η μάνα του έκλαιγε, κι άλλες μάνες έκλαιγαν….Το σπίτι τους ήταν όμορφο – όμορφο, όσο κανένα άλλο σπίτι στον κόσμο. Δυο φοινικιές στόλιζαν την μπροστινή του είσοδο κι από το παράθυρο της κουζίνας έβλεπες τη θάλασσα πότε τρικυμισμένη και πότε ήρεμη σαν λάδι. Πότε να φέρνει καράβια και πότε να τα παίρνει μακριά. Όταν τους φεύγανε ήτανε πολύ ζεστό το καλοκαίρι. Θυμάται την άσφαλτο π’ άστραφτε, τα μάτια του που τον πονούσαν. Έβλεπε τη μάνα του που έκλαιγε και ένιωθε πόνο στην ψυχή του. Να μπορούσαν όλ’ αυτά να μη γινόντουσαν. - Έλα πάρε το γάλα σου του ψιθύρισε η μάνα προτού ξεκινήσουν. Τό’πιε για να μη την κάνει να λυπηθεί πιο πολύ. Μα χωρίς να το θέλει έκανε αμέσως εμετό. Ύστερα βουρκωμένο κοιμήθηκε στην αγκαλιά της. Δεν κατάλαβε για πόση ώρα….. Πέρασαν βδομάδες, μήνες…… Ξεκίνησε σαν κάθε μέρα. Θυμόταν και νοσταλγούσε. Έφτασε στο προαύλιο της εκκλησιάς πρωί – πρωί. Στο δρόμο σκεφτόταν…πόσο άσχημος τόπος είν’ αυτός που τον κουβάλησαν. Η θάλασσα δεν είναι όμορφη σαν τη δική τους π΄άφησαν στο Νότο. Κι ας λένε…κι ας λένε….Το σπίτι τούτο, κρύο, δεν τ’

Page 132: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

αγάπησε. Τουλάχιστο να’χε μια φοινικιά να του θυμίζει το χωριό του! Τίποτα…. Μονάχα το κυπαρίσσσι. Εκεί μαζεύονταν όλα τα Τουρκάκια κι έπαιζαν προσπαθώντας να ξεχάσουν. Ο Ναζίμ…ωστόσο, δεν μπορούσε να ξεχάσει… - Εδώ που μας έφεραν δεν μπορούμε να φύγουμε…..Θα μείνουμε. - Γιατί; γιατί; Δεν καταλάβαινε αυτά που λέγαν οι μεγάλοι. Κι ούτε ήθελε να καταλάβει. Μονάχα την καρδούλα του καταλάβαινε, μονάχα αυτήν ήθελε να καταλάβει. - Το σπίτι μας, το θέλω. Το χωριό μας το πεθύμησα. - Κι εγώ, του ψιθύρισε η Μάνα. Μα δεν μπορούμε. Κοίταξε φοβισμένη γύρω μην την ακούσουν στρατιώτες. - Ο πόλεμος φταίει, ξανάπε. «Πόλεμος…..» αυτή τη λέξη την ξανάκουσε πολλές φορές… - Τι σημαίνει Μάνα; Ποιος είν’ αυτός; Πού πήγε; Γιατί μας έκανε αυτό το κακό; Η Μάνα φοβισμένη έκλεισε με την παλάμη της το στόμα του Ναζίμ και κοίταξε από το παράθυρο το δρόμο. Οι στρατιώτες ήταν μακριά. …. Έτρεχε γεμάτος αγωνία. Φτάνοντας στο προαύλιο της εκκλησίας ήταν κι άλλοι φίλοι του μαζεμένοι. Κάθε πρωί και κάθε απόγευμα παίζανε τ’ αγαπημένο παιγνίδι τους: το κρυφτό. Κι όταν δόθηκε το σύνθημα για να κρυφτούν ο Ναζίμ όπως πάντα σκαρφάλωσε στο ψηλό κυπαρίσσι. Κάθε μέρα σκαρφάλωνε σ’ ένα κλαδί ψηλότερα. Κανένας δεν ήξερε γιατί διάλεγε αυτό το δέντρο. Τ’ άλλα παιδιά κρύβονταν στο διπλανό περβόλι ανάμεσα στις λεμονιές, τις πορτοκαλιές και το μικρό γεφύρι. Αυτός χανόταν στην πράσινη φυλλωσιά του ψηλού κυπαρισσιού. Είναι σίγουρος πως σαν φτάσει στο τελευταίο κλαδί και κοιτάξει στο Νότο θα τα καταφέρει. Κοίταξε τα πυκνά κλαδιά, πόσα σκαλοπάτια είχε ακόμα ν’ ανέβει, μα δεν απελπίστηκε. Έβλεπε δίπλα του το καμπαναριό και πιο πολύ θυμόταν το μιναρέ στο χωριό του… Όμως οι δυο φοινικιές του σπιτιού του ήταν κάτι διαφορετικό. Τις αγαπούσε γιατι έκαναν να ξεχωρίζει το σπίτι τους απ’ όλα τ’ άλλα. Γι’ αυτό είναι σίγουρος κάθε φορά π’ ανεβαίνει το ψηλό κυπαρίσσι…

Page 133: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Όλα τα παιδιά ήξεραν την κρυψώνα του. Τον νόμιζαν κουτό γιατί διάλεγε πάντα την ίδια κρυψώνα. Γι’ αυτό στην αναζήτηση τον ανακάλυπταν πρώτο και τον ανάγκαζαν να κατεβαίνει για να «κλείσει» αυτός τα μάτια. Το’ ξερε. Όμως συνέχιζε ν’ ανεβαίνει στο κυπαρίσσι για το παιγνίδι του. Και κάθε φορά τα κατάφερνε να βγαίνει ένα σκαλί ψηλότερα προτού τον ανακαλύψουν. Σήμερα δεν άντεξε. Θα βγω μέχρι την κορφή κι ας φωνάζουν. Σκαρφάλωνε…σκαρφάλωνε… «Ναζίμ … Ναζίμ κατέβα, σε βρήκαμε». Του κάκου… Ήθελε να βγει πιο ψηλά. Ν’ αγναντέψει το Νότο. Είναι σίγουρος. Θα δει τις δυο φοινικιές… Πέρασε και το καμπαναριό. Βέβαια είναι τα βουνά. Μα το κυπαρίσσι από κάτου φαινόταν ψηλότερο. «Ναζίμ, του φωνάζουν όλα. Αν δεν κατέβεις θα σε βγάλουμε από το παιγνίδι». Το Τουρκάκι δεν άκουε… Οι φωνές έσβηναν και δεν τα κατάφερναν να φτάσουν τόσο ψηλά. Τα παιδιά κάτω στο προαύλιο, γύρω από το καμπαναριό και το κυπαρίσσι, συνέχιζαν το παιγνίδι τους. Σε λίγο ξέχασαν το φίλο τους κι έπαιζαν έξαλλα. Ακόμα λίγο ψηλότερα κι ο Ναζίμ θα φτάσει στην πιο ψηλή κορφή. Δεν ένιωθε καθόλου κούραση. Τα φύλλα του δέντρου μύριζαν παράξενα. Πιο παράξενα μύριζαν κάτι σταγόνες σαν δάκρυα στον κορμό….Πότε – πότε κόλλαγαν στις μικρές του φούχτες. Μα δεν τον ένοιαζε… Ήθελε να φτάσει και ν’ αγναντέψει προς το Νότο. Η μόνη του έγνοια ήταν το βουνό. Αν κατά τύχη ήταν ψηλότερο… Μα το κυπαρίσσι φαινόταν τόσο ψηλό…από χαμηλά. Η θάλασσα στο Βορρά έλαμπε κάτω από τις ακτίνες του πρωινού ήλιου. Μα στο Ναζίμ η πιο όμορφη θάλασσα ήταν η δική του. Τα περβόλια μοσχομύριζαν ανθισμένα μα προτιμούσε τη μυρωδιά του κυπαρισσιού που τον ανέβαζε στα κλαδιά του. Ακόμα ένα κλαδί και νάτονε καθισμένο ν’ αγκαλιάζει την κορφή του δέντρου….. Δεν ζαλίστηκε κι ούτε φοβήθηκε π’ ανέβηκε τόσο ψηλά… Τινάζει πίσω το κεφάλι και γυρίζει το πρόσωπο προς τη μεριά του βουνού, στο Νότο… Είναι σίγουρος θα δει τις δυο πανύψηλες φοινικιές του σπιτιού του.

Page 134: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Όμως; Γιατί τέτοια τύχη; Γκρίζα σύννεφα σκέπαζαν τις κορφές των βουνών. Δεν είναι δυνατόν. Προτού ξεκινήσει, ο ουρανός ήταν καταγάλανος, ο ήλιος ανοιξιάτικος άστραφτε και τα λουλούδια μοσχομύριζαν…. «Σύννεφα,» μουρμούρισε. «Γιατί;» Είναι σίγουρος όμως, πως αν δεν ήταν τα σύννεφα, θά’ βλεπε τ’ αγαπημένα του δέντρα. Έκανε καλά τον υπολογισμό του. Το κυπαρίσσι ήταν ψηλότερο από το βουνό. Όμως αυτά τα σύννεφα άρχιζαν απ’ την κορφή του και προχώραγαν μέχρι τον ουρανό….. Τά’ βλεπε ν’ ανακατώνονται, να παίρνουν όλο κι αλλιώτικα σχήματα κι η καρδιά του λαχταρούσε να τα δει να σκορπίζονται….. Να καθαρίσει η κορφή να δει τα δυο του δέντρα…… Του κάκου. Του φαινόταν πως πέρασαν ώρες…. Τα σύννεφα πύκνωναν κι όλο του φαίνονταν πιο μαύρα…. Για μια στιγμή είδε ν’ αστράφτει κατά το βουνό, ανάμεσα στα σύννεφα. Όπου να’ ναι θ’ αρχίσει η βροχή. Η μάνα του; Είναι βέβαιο πως θα τον ψάχνει παντού. «Θα ξανάρθω» σκέφτηκε. Θά’ ρχομαι κάθε μέρα μέχρι να καθαρίσει ο ουρανός». Κατέβηκε γοργά – γοργά σαν σπουργιτάκι που παίζει στα κλαδιά. Όταν πάτησε στο χώμα μύριζε γύρω ερημιά. Τα παιδιά τράβηξαν στο ποτάμι για καινούργια παιχνίδια και μονάχα το καμπαναριό έμεινε ακίνητο σαν πάντα. Προτού, ωστόσο, βγει από το προαύλιο κάποιος θόρυβος ήρθε να ταράξει την ησυχία… Μπορεί να’ ταν πέντε, μπορεί πιο πολλοί, δεν θυμάται. Ήταν μια ομάδα στρατιώτες που μπήκαν στο χώρο του παιγνιδιού γελώντας. «Τι γυρεύουν εδώ;» ψιθύρισε. Σαν τους έβλεπε θυμόταν αυτό που του’ λεγε συχνά η μάνα του: «Φταίει ο πόλεμος. Αυτός μας έφερε εδώ». Λοιπόν, ο πόλεμος θα’ ναι κάποιος που πολύ μοιάζει μ’ αυτούς. Κάποιος που φοράει τα ίδια χακί ρούχα, τα ίδια όπλα, κάποιος που καγχάζει με τον ίδιο τρόπο……. «Τους μισώ», ξανάπε από μέσα του… Θυμήθηκε τη μάνα του, που σαν τους βλέπει σφαλώνει πόρτες και παράθυρα. «Τους μισώ»… ξανάπε. «Αυτοί μας κλείνουν τους δρόμους με τα όπλα τους και δεν μας αφήνουν».

Page 135: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Τους είδε. Ίσως νάτανε πέντε, ίσως πιο πολλοί, να μπαίνουν στην εκκλησιά. Ούτε γύρισαν να τον δουν. Όταν προχώρησε στο δρόμο και ξαναγύρισε πίσω, τους είδε να φορτώνουν στ’ αυτοκίνητα κάτι ζωγραφιές, απ’ αυτές πού’ ταν γεμάτη η μικρή εκκλησιά. «Γιατί;» ρώτησε μέσα του ο Ναζίμ. «Τι να τις κάνουν;» Κανένας δεν μπορούσε να του απαντήσει… Φτάνοντας σπίτι βρήκε τη μάνα του ανήσυχη. - Ναζίμ πρόσεχε. Μην αργείς τόσο. Οι στράτες είναι γεμάτες στρατιώτες και όπλα. Μια σφαίρα να τους φύγει… Ήθελε να της πει. «Θα ξαναπάω Μάνα. Θα ξαναβγώ στο κυπαρίσσι. Θα βγαίνω κάθε μέρα μέχρι να δω τον ουρανό καθαρό πάνω από το βουνό. Τότε θα δω και τις δυο φοινικιές μας. Και σαν μεγαλώσω θα περάσω το βουνό, θα περπατώ, θα περπατώ και θα τις φτάσω. Το βράδυ ξάπλωσε κουρασμένος. Παρακαλούσε τ’ άλλο πρωί να μη βρει τους στρατιώτες να μπαινοβγαίνουν στην εκκλησία. Όταν ξημέρωσε, ο ουρανός φαινόταν ολοκάθαρος. Και κατά τη μεριά του βουνού ούτε ένα συννεφάκι. - Έφτασε κιόλας το καλοκαίρι, είπε η μάνα. Δεν έχουμε άλλη βροχή. Ξεκίνησε γεμάτος ελπίδα. Τίποτα δεν μπορούσε να τον κάνει να μην πιστέψει, πώς δεν θα’ βλεπε τ’ αγαπημένα του δέντρα. Φτάνοντας στην άκρη του δρόμου, εκεί που στρίβει για την εκκλησιά, είδε κόσμο να τρέχει, άκουσε φωνές και θόρυβο από χαλάσματα. Έτρεξε κι αυτός ανάμεσα στους άλλους. Φτάνοντας στο προαύλιο δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του. Δέκα, είκοσι, ίσως πιο πολλοί στρατιώτες χαλούσαν τη μικρή εκκλησιά. Τρεις, σίγουρα τρεις, τους μέτρησε, στρατιώτες με ένα σβανά έκοβαν το κυπαρίσσι. Κι ένας άλλος, χοντρός, ψηλός, με μαύρα δόντια και χακιά ρούχα στεκόταν στη μέση του τζιπ και έδινε οδηγίες και

Page 136: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

διαταγές. Πότε χαμογελούσε, ίδρωνε, πότε θύμωνε, πέταγαν φλόγες τα μάτια του…. «Ο πόλεμος. Αυτός είναι. Αυτός διατάζει και γίνονται όλα τα κακά». Για μια στιγμή ένιωσε να λυπάται αυτούς που χάλαγαν την εκκλησιά, αυτούς που έκοβαν το δέντρο. Είχαν τόση λύπη στο πρόσωπό τους. Και τόσο τρόμο… Ποια στιγμή και πώς το’ βαλε στα πόδια δεν θυμάται. Αντάμωσε τη μάνα του στο κατώφλι, έπεσε στην αγκαλιά της παγωμένος. - Τον είδα Μάνα, τον είδα. - Ποιον είδες Ναζίμ; - Τον πόλεμο. Είναι ψηλός, χοντρός, με μαύρα δόντια και κακός, κακός μάνα…Διάταξε να κόψουν το κυπαρίσσι. Είδε τα μάτια της απορημένα. - Στο κυπαρίσσι ανέβαινα για να δω τις φοινικιές μας, ξανάπε. Η μάνα κοίταξε ολόγυρα, είδε τα καταπράσινα περβόλια, τις μυγδαλιές, μα άλλο κυπαρίσσι δεν υπήρχε εκεί κοντά. - Έλα μικρέ μου Ναζίμ. Μην απελπίζεσαι. Θα βρούμε άλλο κυπαρίσσι. Κάπου πρέπει να βρούμε ένα άλλο. - Μα το θέλω ψηλό. - Πιο ψηλό ακόμα. - Πιο ψηλό. Αλήθεια. Που να περνά και τα σύννεφα; - Πιο ψηλό. - Αχ Μάνα Την ξαναφίλησε. Και μπήκε σπίτι με την καρδιά του γεμάτη ελπίδες.

Page 137: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Αγγελική Μιχαήλ Αγιομαμίτη (Δημοσιεύτηκε στο Περιοδικό Hade – Χάτε

τον Ιανουάριο του 1998)

Τούρκα αν είμαι μάνα για Ρομιά

Τούρκα αν είμαι μάνα για Ρομιά Τι να την κάνω γω τη διαφορά

Δεν θα μυρίσω πια το γιοκλιμά μας Δεν θα μυρίσω πια το γιασεμί μας Πούντο το χαμόγελο του γιού μας Του άντρα του αγαπητικού μας

Τούρκα αν είμαι μάνα για Ρομιά Τι να την κάνω γω τη διαφορά

Πιάσε και μίλα, μίλα στα παιδιά μας Στα εγγόνια στα δισέγγονά μας

Να πάρουν τον ανθό απ’ την καρδιά μας Να ξανανθίσουνε τα γιασεμιά

Να ξανανθίσουνε τα γιασεμιά μας Να ξανανθίσει και το γιοκλιμά μας

Page 138: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Κύπρος Τόκας Οι δυο ψαράδες Χρόνια παρέα με τον Σαμή στο ψάρεμα για το ψωμί στην ίδια βάρκα δυο ψυχές κοινές οι λύπες κι οι χαρές. Πελώρια κύματα – βουνά δέρναν τη βάρκα μας συχνά κίνδυνοι, κρύο, παγωνιά πού να βρεθεί ζεστή γωνιά! Νύχτα στο πέλαο βαθιά σκληρή ζωή – βαριά δουλειά. Με δίχως ψάρια ο γυρισμός πολλές φορές. Ω, τι καημός! Κι ω, τι χαρά μες στην καρδιά καλή σαν ήτανε η «σοδειά». Χαλάλι ο μόχθος ο βαρύς και το ξενύχτι της ζωής. Κι ήρθε μια μέρα ο χαλασμός πόλεμος, βία, χωρισμός. Συρματοπλέγματα βαριά αίμα και δάκρυα… προσφυγιά. Και μια φωνή – ξένη φωνή: Εχθροί ο Κώστας κι ο Σαμή. Αδύνατο να ζουν μαζί. Μίλησε θάλασσα εσύ παντού η αλήθεια ν’ ακουστεί: Εχθροί ο Κώστας κι ο Σαμή

Page 139: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

που μοίραζαν και το ψωμί; «Βλαστάρια»

1979

ΚΥΠΡΟΣ ΤΟΚΑΣ (1924 - ) Γεννήθηκε στη Λεμεσό. Ασχολείται με τη δημοσιογραφία και την ποίηση. Συνεργάζεται με εφημερίδες και με το ΡΙΚ. Πολλές ποιητικές του συλλογές είναι γραμμένες για παιδιά σχολικής ηλικίας. Τον Απρίλη του 1982 το Υπουργείο Παιδείας του απένειμε το πρώτο βραβείο για το παιδικό λογοτεχνικό έργο του «Παιδικές Ρίζες», που είναι ποιήματα για παιδιά. Μερικά έργα του είναι: «Αδούλωτες Ψυχές», «Ελπιδοφόρα Χελιδονάκια», «Παιδική Λύρα», «Βλαστάρια».

Page 140: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Κώστας Κλεάνθους

ΑΔΕΡΦΕ ΜΟΥ ΟΣΜΑΝ

Αδερφέ μου Οσμάν, την καρδιά μου σου ανοίγω που ανθίζ’ η αγάπη κατάλευκο κρίνο στο δικό σου πόνο τον πόνο μου σμίγω και το χέρι σου δίνω.

Πουθενά του αιμάτου δε βγάζει ο δρόμος και τα μίση είναι σπέρμα του ξένου δυνάστη και του ίδιου δημίου βαριά λαιμητόμος πάνωθέ μας κρεμάστη.

Χρόνια ζήσαμε φίλοι σε τούτη τη γη π’ απλόχωρα καρπίζει για όλους κεφάτη κι αγκαλιάζει μας μάνα μ’ αγάπη, στοργή πάντα μ’ άγρυπνο μάτι.

Μα χύμηξαν οι γύπες μια μέρα κοπάδι και μας διώξαν μακριά και παντέρημ’ η γη μας έχει μείνει χωρίς των χεριών μας το χάδι και χωρίς τη στοργή μας.

Μες τους κάμπους τ’ αλέτρια απόμειναν τώρα μοναχά σκελετοί του χαμένου ονείρου που η μανία το γκρέμισε κάτου η μπόρα του πολέμου του στείρου.

Αδερφέ, οι καρδιές μας ας διώξουν τα μίση κι ας φιλιώσουμε πάλι καθήκον και χρέος στο νησί μας να λάμπ’ η χαρά και ν’ ανθίσει ένας κόσμος ωραίος.

Page 141: ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣdiki.logmedia.com/ekpaideftiko-yliko/dimotiki/glossa_kai_politismos/... · Τα λάθη των γονιών μας, τα παθήματα

Μ’ ανοιχτή μας προσμέν’ η Πατρίδα αγκάλη αδερφέ μου, ας δώσουμε πάλι τα χέρια στον αγών’ ας ριχτούμε με πίστη ατσάλι για μια Κύπρο ακέρια.

(απόσπασμα)