Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

22
Τρανς «ορισμοί» και όροι

Transcript of Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Page 1: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

Page 2: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

2

Page 3: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

3

ορισμός είναι ίσως υπερβολικά ισχυρή λέξη. Παρόλα αυτά οι παρακάτω ορισμοί και όροι είναι αρκετά αντιπροσωπευτικοί

στη περιγραφή. Η Diane Wilson υπογραμμίζει:

«Αν το φύλο μας είναι ασαφές, τότε έτσι είναι η υπόλοιπη ύπαρξη μας».

Ally – Ο όρος αυτός σημαίνει σύμμαχος και στην τρανς κοινότητα, οι σύμμαχοι είναι όλα αυτά τα υπέροχα παιδιά που αποπειράθηκαν να εκπαιδευτούν σχετικά με ζητήματα του φύλου και που εργάζονται για τη μείωση της τρανσφοβίας στον εαυτό τους, τις οικογένειες και τις κοινότητες τους και οι οποίοι συμβάλουν με τον καλύτερο τους εαυτό στη στήριξη των τρανς ατόμων στην πολιτική, κοινωνική και πολιτιστική αρένες.

Androgyne – Όρος αυτός σημαίνει ανδρόγυνο και

μπορεί να περιλαμβάνει τρις κατηγορίες ατόμων: 1. Ένα πρόσωπο του οποίου το βιολογικό φύλο δεν είναι άμεσα εμφανές, λόγω τύχης ή επιλογής (βλέπε

«Genderfuck»). 2. Ένα πρόσωπο που είναι ανάμεσα

στα δύο παραδοσιακά φύλα. 3. Ένα πρόσωπο που απορρίπτει ρόλους των δύο φύλων εξ ολοκλήρου.

Ο

Page 4: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

4

Assigned Sex or Gender – Είναι το φύλο το οποίο αποδίδεται σε κάποιο άτομο κατά τη γέννησή του, κατά κανόνα από ιατρικό προσωπικό, με βάση μια βιαστική εξέταση των εξωτερικών γεννητικών οργάνων.

Bi-Gender - Είναι η τάση να κινείται κανείς ανάμεσα στη θηλυκή και την αρρενωπή τυπική συμπεριφορά φύλου ανάλογα το περιβάλλον, εκφράζοντας μια ευδιάκριτα "γυναικεία" περσόνα και μια ευδιάκριτα "ανδρική" περσόνα, θηλυκή και αρρενωπή αντίστοιχα. Οι bigender είναι ένα υποσύνολο των transgender. Κάποιοι εκφράζουν την bigender ταυτότητα τους με το crossdressing ή ως drag kings/queens. Άλλοι μπορεί να υιοθετήσουν μια αυστηρώς αρρενωπή, θηλυκή ή ανδρόγυνη εμφάνιση και βιώνουν την εναλλαγή των δύο φύλων σε καθαρά πνευματικό ή λεπτά φυσικό επίπεδο.

Bio-Boy/Man – Είναι ένα πρόσωπο του οποίου το βιολογικό φύλο είναι άρρεν. Αυτός ο όρος χρησιμοποιείται για να διαφοροποιήσει τους τρανστζέντερ άνδρες από τους cisgender άνδρες.

Page 5: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

5

Bio-Girl/Woman - Βλέπε Genetic Girl.

Bio-Queen - Ένα άτομο που προσδιορίζεται ως γυναίκα ντυμένη ως «άνδρας» που ντύνεται ως «γυναίκα». Ή ένα πρόσωπο που προσδιορίζεται ως μια γυναίκα που κάνει την drag queen.

Cisgender - Ένα πρόσωπο του οποίου η έμφυλη ταυτότητα του ταυτίζεται με το βιολογικό του φύλο.

Cross-Dresser - Ένα άτομο που ντύνεται με ρούχα που είναι πολιτισμικά συνδέεται με τα άτομα του «άλλου» φύλου. Αυτή η συμπεριφορά χαρακτηρίζεται ως μη τυπική συμπεριφορά φύλου και δεν πρέπει να συγχέεται με τις queer σεξουαλικότητες. Πολλοί Cross-Dresser είναι ετεροφυλόφιλα άτομα και τη συμπεριφορά τους αυτή την ασκούν σε μη καθημερινή βάση. Τα Cross-Dresser μπορεί να έχει αυτή τη μη τυπική συμπεριφορά φύλου για πολλούς και διάφορους λόγους, όπως η ευχαρίστηση, για ψυχαγωγικούς λόγους, για ανακούφιση από το στρες και την επιθυμία του να εκφράσει του αντίθετου φύλου σεξουαλικά συναισθήματα. Τα Cross-Dresser άτομα μπορούν επίσης να είναι γνωστά ως τραβεστί, αλλά αυτός ο όρος έχει καταργηθεί λόγω των

Page 6: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

6

ψυχιατρικών, κλινικών και φετιχιστικών υποδηλώσεων.

Drag King - Το πρόσωπο το οποίο αυτοπροσδιορίζεται ως γυναίκα που ντύνεται «ανδρικά» ή με ρούχα που η κοινωνία έχει ταυτίσει με το ανδρικό φύλο. Αυτό μπορεί να γίνεται για λόγους αμοιβής, ψυχαγωγίας ή/και για πολιτικούς σκοπούς. Ένας Drag King έχει αυτή τη συμπεριφορά σε μη καθημερινή βάση.

Drag Queen - Το πρόσωπο το οποίο

αυτοπροσδιορίζεται ως άνδρας που ντύνεται «γυναικεία» ή με ρούχα που η κοινωνία έχει ταυτίσει με το γυναικείο φύλο. Συχνά οι ομοφυλόφιλοι ντύνονται ως Drag Queen και κάνουν drag show με τραγούδι, χορό, συχνά με αμοιβή, για ψυχαγωγία, ή/και για πολιτικούς λόγους. Μια Drag Queen έχει αυτή τη συμπεριφορά σε μη καθημερινή βάση. Ορισμένες Drag Queen μπορεί να προτιμούν τον όρο γυναίκα ηθοποιός.

FTM - Είναι ένα αρκτικόλεξο που σημαίνει από θηλυκό σε αρσενικό. Ο όρος αυτός αντικατοπτρίζει την κατεύθυνση μετάβασης από το ένα φύλο στο άλλο. Αυτό περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα ατόμων,

Page 7: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

7

από εκείνους που προσδιορίζουν ως άνδρες σε εκείνους που προσδιορίζουν ως τρανσέξουαλ, τρανς άνδρες, θηλυκοί άνδρες, νέοι άντρες, ή FTM. Μερικά άτομα προτιμούν τον όρο MTM (male-to-

male) για να επισημανθεί το γεγονός ότι κι αν ήταν βιολογικά γυναίκες, ποτέ δεν είχαν μια θηλυκή έκφραση φύλου ή γυναικεία έμφυλη ταυτότητα.

Gatekeepers - Χρησιμοποιείται από την τρανς κοινότητας για να αναφερθούν σε ψυχιάτρους, ψυχολόγους και άλλους (συνήθως) μη τρανς κλινικούς γιατρούς που μπορούν να μπλοκάρουν αποτελεσματικά τα τρανς άτομα από τη λήψη ορμονών, χειρουργική επέμβαση ή συναφείς υπηρεσίες που απαιτούνται για τη αλλαγή του φύλου τους.

Gender – Ορίζεται ως το κοινωνικό φύλο ή η έμφυλη ταυτότητα. Αποτελεί ένα περίπλοκο

σύνολο κοινωνικό-πολιτισμικών πρακτικών βάσει των οποίων τα ανθρώπινα σώματα προσδιορίζονται

ως «άνδρες» ή «γυναίκες». Το κοινωνικό φύλο ή η έμφυλη ταυτότητα αναφέρεται στον αυτοπροσδιορισμό του ατόμου ως άνδρας, γυναίκα, τρανστζέντερ, bigender, genderqueer ή οποιαδήποτε άλλη κατηγορία έμφυλης ταυτότητας.

Page 8: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

8

Πολλοί τόμοι έχουν γραφτεί αναφορικά με το

κοινωνικό φύλο ή έμφυλη ταυτότητα, και υπάρχουν αμέτρητοι ορισμοί. Αλλά ο πιο σύγχρονος ορισμός τονίζει ότι αυτό είναι εντελώς ανεξάρτητο από τον σεξουαλικό προσανατολισμό.

Gender Bender – Είναι ένα άτομο που αναμειγνύει ανδρικά με γυναικεία στοιχεία. Οι Gender Bender είναι συχνά ένα αίνιγμα στον παρατηρητή, ο οποίος αγωνίζεται να κατανοήσει τον ενδυματολογικό κώδικα του και αποτελεί πρόκληση της διπολικότητας των δύο φύλων. Ο Boy George ήταν ένα δημοφιλές πρόσωπο και συχνά γίνονταν αναφορές από τον τύπο σε αυτόν ως Gender Bender.

Gender Dysphoria - Ένας όρος της ψυχιατρικής που αναφέρεται στη έντονη δυσφορία του ατόμου να αναγνωρίσει το βιολογικό του φύλο γιατί έρχεται σε αντίθεση με την εσωτερική αίσθηση του εαυτού του ως προς το σε ποιο φύλο ανήκει. Πολλά τρανς άτομα θεωρούν τον όρο προσβλητικό ή εξύβριση γιατί παθολογικοποιεί τα τρανστζέντερ άτομα λόγω της σύνδεσης της με το DSM εγχειρίδιο.

Page 9: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

9

Gender Expression - Έχει να κάνει με την αρρενωπότητα, τη θηλυκότητα ή την ανδρόγυνη συμπεριφορά και έκφραση του ατόμου στη συναναστροφή του με το κοινωνικό σύνολο. Μπορεί να είναι κάτι το οποίο εμείς κάνουμε ή οι άλλοι βλέπουν σε εμάς σχετικά με το φύλο. Στην έκφραση του φύλου περιλαμβάνονται όλες οι κοινωνικές συμπεριφορές και τα κοινωνικά χαρακτηριστικά (στάση σώματος, τρόπος ομιλίας, τρόπος σκέψης, περπατήματος, χρήση γλώσσας, ντύσιμο, κομμώσεις). Το τι «είναι» αντρική ή γυναικεία συμπεριφορά διαμορφώνεται από την εκάστοτε κοινωνία. Η έκφραση του φύλου μπορεί να μεταβάλλεται με την πάροδο του χρόνου και από μέρα σε μέρα και μπορεί να είναι ή να μην είναι σύμφωνη με την έμφυλη ταυτότητα ενός ατόμου.

Gender Euphoria - Ένας όρος που επινοήθηκε από τα τρανς άτομα για να αναφερθούν στην ευτυχία και τη χαρά του να είσαι ανοιχτά και περήφανα τρανστζέντερ άτομο. Ο όρος αυτός έρχεται ως απάντηση στον ψυχιατρικό όρο Gender Dysphoria στην προσπάθεια τους να αποπαθολογικοποιηθεί η τρανς κοινότητα.

Page 10: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

10

Genderfuck – Είναι η προσπάθεια κάποιου να στείλει εσφαλμένα μηνύματα όσον αφορά το βιολογικό του φύλο συνήθως μέσω της ένδυσης. Αυτός ο όρος ή ταυτότητας συνδέεται συχνά με περιφρόνηση για τα δυαδικά πρότυπα του φύλου, και το άτομο συνήθως επιδεικνύει συνδυασμό ακραίων ρόλων και των δύο φύλων.

Gender Gifted – Ένας όρος που αναφέρεται σε τρανς άτομα τα οποία αντιλαμβάνονται ως χάρισμα ή δώρο τη διαφορετικότητα τους. Ο όρος αυτός προάγει την πολυμορφία, τις προκλήσεις του status quo, και εμπλουτίζει τόσο τα τρανς άτομα όσο και την κοινωνία στο σύνολό της.

Gender Identity – Ο όρος σημαίνει έμφυλη ταυτότητα ή κοινωνικό φύλο. Αναφέρεται στην εσωτερική αίσθηση του εαυτού ενός ατόμου ως άνδρας, γυναίκα, ή οτιδήποτε στο ενδιάμεσο. Ο

καθένας έχει ένα κοινωνικό φύλο ή μια έμφυλη ταυτότητα.

Gender Non-conforming - Ένας όρος που συχνά χρησιμοποιείται για να δηλώσει τις μυριάδες των ατόμων που παρουσιάζουν μη τυπικές

Page 11: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

11

συμπεριφορές φύλου σε μόνιμη ή περιοδική βάση (μπορεί να περιλαμβάνουν, αλλά δεν περιορίζεται σε αυτά, bigenders, gender benders, genderfuckers, genderqueers, άνδρες, γυναίκες και τρανστζέντερ άτομα).

Genderqueer – Ένας όρος ο οποίος αναφέρεται σε άτομα ή ομάδες που προβληματίζουν τις ηγεμονικής έννοιες του βιολογικού φύλου, του κοινωνικού φύλου και των επιθυμιών σε μια δεδομένη κοινωνία. Οι Genderqueers διαθέτουν ταυτότητες που ξεφεύγουν από την ευρέως αποδεκτή σεξουαλική διχοτόμηση. Οι Genderqueer αντιλαμβάνονται το κοινωνικό φύλο και τον σεξουαλικό προσανατολισμό ως αλληλοεπικαλυπτόμενα και διασυνδεδεμένα.

Gender Outlaw – Είναι ένας όρος που διαδόθηκε από τρανς ακτιβιστές όπως η Kate Bornstein και η Leslie Feinberg. Ο όρος αυτός αναφέρεται σε ένα άτομο που παραβαίνει ή παραβιάζει το «νόμο» του φύλου (δηλ. αμφισβητεί την άκαμπτη εκτέλεση των ρόλων των φύλων), σε μια τρανσφοβική, ετεροκανονική και πατριαρχική κοινωνία.

Page 12: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

12

Gender Role – Ο όρος σημαίνει κοινωνικός ρόλος και είναι ταυτόσημος με την έκφραση φύλου.

Gender Variant - Βλέπε Gender Non-conforming.

Genetic Girl (GG) - Ένα άτομο του οποίου το βιολογικό φύλο είναι θήλυ. Αυτός ο όρος χρησιμοποιείται για να διαφοροποιήσει τις τρανς γυναίκες από τις cisgender γυναίκες.

Heteronormality – Ο όρος σημαίνει

ετεροκανονικότητα και αναφέρεται στη θεσμοθέτηση της ετεροφυλοφιλίας σε μια κοινωνία, όπου αποκλίσεις από τον ετεροφυλοφιλικό προσανατολισμό περιθωριοποιούνται, αγνοούνται ή καταπιέζονται από τις κοινωνικές πρακτικές, απόψεις και πολιτικές. Η ετεροκανονικότητα στηρίζεται στην ιδέα ότι τα ανθρώπινα όντα εμπίπτουν σε δύο διακριτές και συμπληρωματικές κατηγορίες: το αρσενικό και το θηλυκό. Οι σεξουαλικές και συζυγικές σχέσεις είναι «φυσιολογικές» μόνο όταν αφορούν ανθρώπους διαφορετικού φύλου, ενώ το κάθε φύλο έχει ορισμένους «φυσικούς» ρόλους στη ζωή. Σε μια ετεροκανονική κοινωνία, οι άντρες και οι γυναίκες θεωρούνται ότι συμπληρώνουν ο ένας τον

Page 13: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

13

άλλον σε βιολογικό και κοινωνικό επίπεδο, αλλά κυρίως σε ό,τι αφορά την αναπαραγωγή. Και οι δύο είναι απαραίτητοι για την τεκνοποιία και, ως εκ τούτου, το ζεύγος άντρα και γυναίκας θεωρείται ο κανόνας. Έτσι, το βιολογικό φύλο, η έμφυλη ταυτότητα και οι έμφυλοι ρόλοι πρέπει να ευθυγραμμίζονται είτε με τις αρσενικές είτε με τις θηλυκές νόρμες και η ετεροφυλοφιλία θεωρείται ότι είναι ο μοναδικός «φυσιολογικός» σεξουαλικός προσανατολισμός. Όπως αναφέρθηκε, η ετεροκανονικότητα προϋποθέτει ότι υπάρχουν δύο βιολογικά φύλα και, ως εκ τούτου, δύο κοινωνικά φύλα. Αυτό υπονοεί την ιδέα ότι δεν υπάρχει κάποιο ενδιάμεσο φύλο. Η ετεροκανονικότητα, επομένως, απαιτεί όλες οι συζητήσεις για την έμφυλη ταυτότητα να γίνονται αυστηρά στο πλαίσιο αυτής της διχοτόμησης, εξαναγκάζοντας τα άτομα να ονομάζονται «άντρες» ή «γυναίκες», ανεξάρτητα από το πως προσδιορίζουν τα ίδια τον εαυτό τους. Κατά συνέπεια, τα άτομα όχι μόνο δεν αμφισβητούν την ετεροφυλοφιλία και τους έμφυλους ρόλους, αλλά τα θεωρούν και δεδομένα. Η ετεροκανονικότητα εκφράζεται μέσα από την κοινωνική συμπεριφορά, την οικογένεια, τους θεσμούς και τον νόμο, τοποθετώντας οτιδήποτε άλλο σε μια ακατάλληλη ζώνη. Από την πλευρά της φεμινιστικής θεωρίας, η

Page 14: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

14

ετεροκανονικότητα αντιμετωπίστηκε με απορριπτική διάθεση. Η Judith Butler στο έργο της Gender Trouble: Feminism and the Subversion of Identity (1990) ασκεί κριτική στην έννοια της ετεροκανονικότητας, ενώ επιδιώκει την ανατροπή της.

Intersex – Είναι τα άτομα που γεννήθηκαν με τα γεννητικά όργανα που έχουν χαρακτηριστικά και των δύο φύλων και τα άτομα που διαφέρουν από το γενετικό (ΧΧ, ΧΥ κλπ…) φύλο τους. Ο Δρ Anne Fausto-Sterling εκτιμά ότι 1,7% (των γεννήσεων) είναι intersex βρέφη. Πολλά από αυτά χειρουργικά «διορθώνονται» κατά τη βρεφική ηλικία. Κάποια από αυτά τα άτομα μεγαλώνοντας αισθάνονται ότι έχουν πέσει θύματα ακρωτηριασμού και σεξουαλικής κακοποίησης ή ότι τους αφαιρέθηκε ένα ουσιαστικό μέρος του εαυτού τους χωρίς τη συγκατάθεσή τους. Το Intersex κίνημα επιδιώκει να σταματήσει περιττές χειρουργικές επεμβάσεις και ορμονοθεραπείες οι οποίες προσπαθούν να εξομαλύνουν τα βρέφη στο κυρίαρχο «αρσενικό» και «γυναικείο» φύλο. Ο όρος ερμαφρόδιτος έχει επίσης χρησιμοποιηθεί για να αναφερθεί στα Intersex άτομα, αλλά θεωρείται πια κοινωνικά βεβαρημένος όρος λόγω των μυθικών, ψυχιατρικών, και κλινικών

Page 15: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

15

προεκτάσεων του. Έτσι τα περισσότερα άτομα πλέον προτιμούν να χρησιμοποιήσουν τον όρο Intersex.

MTF - Είναι ένα αρκτικόλεξο που σημαίνει από αρσενικό σε θηλυκό. Ο όρος αυτός αντικατοπτρίζει την κατεύθυνση μετάβασης από το ένα φύλο στο άλλο. Αυτό περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα ατόμων, από εκείνους που προσδιορίζουν ως γυναίκες σε εκείνους που προσδιορίζουν ως τρανστζέντερ, τρανς γυναίκες, αρρενωπές γυναίκες, νέες γυναίκες, ή MTF. Μερικά άτομα προτιμούν τον όρο FTF (female to female) για να επισημανθεί το γεγονός ότι κι αν ήταν βιολογικά άνδρες, ποτέ δεν είχαν μια αρρενωπή έκφραση φύλου ή ανδρική έμφυλη ταυτότητα.

Packing – Είναι όταν φορά κανείς δονητή, ή Strap-on, ή έχει κάνει προσθετική πέους.

Pass – Ο όρος αναφέρεται στην ικανότητα ενός ατόμου να μπορεί να θεωρηθεί από άλλους στο φύλο που επιθυμεί σε ένα κοινωνικό-πολιτιστικό πλαίσιο. Για παράδειγμα, ένα άτομο του οποίου το βιολογικό φύλο είναι άρρεν και έχει μια γυναικεία έμφυλη ταυτότητα, και θηλυκή έκφραση φύλου,

Page 16: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

16

μπορεί να είναι σε θέση να θεωρηθεί ως μια γυναίκα από τους ανθρώπους που την περιβάλλουν. Ο όρος μπορεί να αναφέρεται στην επιθυμία ενός ατόμου να γίνεται αντιληπτό ως μέλος μιας συγκεκριμένης ομάδας.

Read – Ο όρος έχει αντίθετη σημασία από αυτή του όρου Pass.

Real Life Test – Ο όρος αναφέρεται στην περίοδο εκείνη που το τρανς άτομο αρχίζει να ζει την καθημερινότητα του στο φύλο που επιθυμεί. Αν όλα πάνε καλά τότε παίρνει έγκριση από τους ψυχιάτρους να προχωρήσει σε εγχείρηση αλλαγής φύλου.

Sex – Ο όρος αυτός σημαίνει βιολογικό φύλο και έχει να κάνει με τα βιολογικά και ανατομικά χαρακτηριστικά του φύλου δηλαδή τα χρωμοσώματα, τις ορμόνες, τα εσωτερικά όργανα αναπαραγωγής, τα εξωτερικά γεννητικά όργανα, τα δευτερεύοντα σεξουαλικά χαρακτηριστικά (φυσιογνωμικά ή σωματικά - όπως τριχοφυΐα, στήθος, κ.ά.) και τέλος τη δομή («κωδικοποίηση») του εγκεφάλου.

Page 17: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

17

Sex Reassignment Surgery - Ο όρος αναφέρεται στην εγχείρηση αλλαγής φύλου.

Sexuality – Ο όρος σημαίνει σεξουαλικότητα και είναι ένας ευρύς όρος που αναφέρεται σε ένα σύνολο πρακτικών, συμπεριφορών και ταυτοτήτων στην κοινωνία

Sexual Identity – Ο όρος σημαίνει σεξουαλική ταυτότητα και περιλαμβάνει την ανδρική, τη γυναικεία και την Intersex ταυτότητα. Η σεξουαλική ταυτότητα μπορεί να μην συμβαδίζει πάντα με το βιολογικό φύλο του ατόμου όπως επίσης μπορεί να μην συμβαδίζει στις παραδοσιακές εκφράσεις του φύλου. Παραδείγματος χάριν μπορεί ένα άτομο να είχε βιολογικό φύλο θήλυ, να έχει σεξουαλική ταυτότητα ανδρική, έμφυλη ταυτότητα ανδρική και θηλυκή έκφραση φύλου.

Sexual Orientation – Ο όρος σημαίνει σεξουαλικός προσανατολισμός και αναφέρεται στο τι ερωτικό σύντροφο επιλέγουμε να έχουμε δίπλα μας, άτομο διαφορετικού ή ίδιου φύλου ή και τα δυο. Ο σεξουαλικός προσανατολισμός οπότε διακρίνεται σε ετεροφυλοφιλία, ομοφυλοφιλία και αμφιφυλοφιλία. Τα τρανς άτομα μπορούν να έχουν

Page 18: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

18

οποιοδήποτε σεξουαλικό προσανατολισμό και δεν μπορούν να τον αλλάξουν πριν ή μετά την αλλαγή φύλου.

Trans – Είναι ένας γενικός όρος που αναφέρεται σε Cross-Dresser, τρανστζέντερ συμπεριφορές, τρανσέξουαλ και άλλοι που μονίμως ή περιοδικά δεν προσδιορίζονται με τους παραδοσιακούς ρόλους των φύλων ή το βιολογικό τους φύλο.

Transgender (TG) – Ο όρος τρανστζέντερ συμπεριλαμβάνει μια σειρά από εκφράσεις και συμπεριφορές και έμφυλες ταυτότητες που αμφισβητούν το ετεροκανονικό μοντέλο του φύλου σε ένα συγκεκριμένο πολιτισμό. Ο όρος αυτός ήταν αρχικά μια λέξη για να περιγράψει τα άτομα που επιθυμούν την αλλαγή έκφρασης φύλου τους χωρίς να κάνουν ορμονικές ή χειρουργικές αλλαγές στο σώμα τους. Διατηρώντας τη χρήση της ως έμφυλος προσδιορισμός για ορισμένους, έχει επίσης εξελιχθεί σε ένα γενικό όρο, συμπεριλαμβανομένων πολλών κατηγοριών ή άτομα που προσδιορίζονται ως τρανσέξουαλ, Cross-Dresser, αρρενωπές γυναίκες, θηλυκοί άνδρες, Two spirit (άνθρωποι με δυο πνεύματα), MΤF, FΤM, τρανς γυναίκες, τρανς άνδρες και λοιπά Gender non conforming άτομα.

Page 19: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

19

Transition - Είναι η χρονική περίοδος κατά την οποία ένα άτομο αρχίζει να ζει στον ρόλο του φύλου που νιώθει ότι ανήκει.

Transphobia – Ο όρος σημαίνει τρανσφοβία και

είναι ο φόβος ή το μίσος προς τα άτομα τα οποία παραβαίνουν, παραβιάζουν ή αρνούνται να ενταχθούν στο ετεροκανονικό μοντέλο των φύλων όσον αφορά την έμφυλη ταυτότητα ή την έκφραση φύλου τους.

Transsexual (TS) – Ο όρος αυτός σημαίνει

τρανσέξουαλ. Ένα τρανσέξουαλ άτομο έντονα δεν προσδιορίζεται με το βιολογικό του φύλο και επιθυμεί να χρησιμοποιήσει ορμόνες ή/και να προβεί σε εγχείρηση αλλαγής φύλου ως ένας τρόπος για να ευθυγραμμίσει το φυσικό σώμα του με εσωτερική αίσθηση του εαυτού του ως προς το φύλο.

Two-Spirit – Ο όρος σημαίνει άνθρωπος με δυο πνεύματα. Μια ιθαγενής αμερικάνικη φυλή πιστεύει ότι οι Σαμάνοι ενσαρκώνουν τόσο το ανδρικό όσο και το γυναικείο φύλο. Ιστορικά, οι διαφορετικές φυλές έχουν συγκεκριμένους τίτλους για διαφορετικά είδη των δύο πνεύματος άτομα. Για παράδειγμα, η

Page 20: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

20

φυλή Lakota περιλαμβάνει τους Wintke, η φυλή Ναβάχο αναφέρεται σε ορισμένα άτομα ως Nedleeh, και η φυλή Cheyenne έχει μερικά άτομα δυο πνευμάτων γνωστά ως Hee-man-EH.

Page 21: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

21

Πηγή: http://new.oberlin.edu/dotAsset/2012179.pdf

Page 22: Τρανς ορισμοί και όροι - Booklet

Τρανς «ορισμοί» και όροι

22