Δημοκρατία - Apache2 Ubuntu Default Page: It...

13
9 770001 792587 78> Δημοκρατία Η δύναμη των πολλών Το νέο κόμικς των Αλέκου Παπαδάτου-Αβραάμ Κάουα ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, ΗΛΙΑΣ ΚΑΝΕΛΛΗΣ  Οι προϋποθέσεις της εθνικής υπέρβασης ΑΡΘΡΟ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ Έντγκαρ Ντόκτοροου, ήθελα να σε γνωρίσω ΚΑΡΟΛΙΝΑ ΜΕΡΜΗΓΚΑ Η έρευνα στην Ελλάδα ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΑΧΙΑΣ Ο Κάλβος που κερδίσαμε ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΡΒΑΝΙΤΑΚΗΣ - ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Γκέοργκ Τρακλ: ο λεπτουργός της οδύνης ΜΑΡΙΝΑ ΑΓΑΘΑΓΓΕΛΙΔΟΥ Κώστας Μητρόπουλος: επόπτης της γελοιογραφίας ΚωΣΤΗΣ Α. ΛΙΟΝΤΗΣ Οι νέες εκλογές ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΣΑΡΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ, Κ.Π. ΑΝΑΓΝωΣΤΟΠΟΥΛΟΣ , ΣΠΥΡΟΣ ΒΛΕΤΣΑΣ, ΠΑΝΟΣ ΚΑΖΑΚΟΣ, Π.Κ. ΙωΑΚΕΙΜΙΔΗΣ 

Transcript of Δημοκρατία - Apache2 Ubuntu Default Page: It...

Page 1: Δημοκρατία - Apache2 Ubuntu Default Page: It works143.233.226.84/syllogos/sites/default/files/H Erevna The Books Journal-58.pdf · αναγκαία κρίσιμη μάζα

9 770001 792587

7 8 >

ΔημοκρατίαΗ δύναμη των πολλώνΤο νέο κόμικς των Αλέκου Παπαδάτου-Αβραάμ ΚάουαΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, ΗΛΙΑΣ ΚΑΝΕΛΛΗΣ 

Οι προϋποθέσεις της εθνικής υπέρβασηςΑΡΘΡΟ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ

Έντγκαρ Ντόκτοροου, ήθελα να σε γνωρίσωΚΑΡΟΛΙΝΑ ΜΕΡΜΗΓΚΑ

Η έρευνα στην ΕλλάδαΘΑΝΑΣΗΣ ΜΑΧΙΑΣ

Ο Κάλβος που κερδίσαμεΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΡΒΑΝΙΤΑΚΗΣ - ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Γκέοργκ Τρακλ: ο λεπτουργός της οδύνηςΜΑΡΙΝΑ ΑΓΑΘΑΓΓΕΛΙΔΟΥ

Κώστας Μητρόπουλος: επόπτης της γελοιογραφίαςΚωΣΤΗΣ Α. ΛΙΟΝΤΗΣ

Οι νέες εκλογέςΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΣΑΡΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ, Κ.Π. ΑΝΑΓΝωΣΤΟΠΟΥΛΟΣ , ΣΠΥΡΟΣ ΒΛΕΤΣΑΣ, ΠΑΝΟΣ ΚΑΖΑΚΟΣ, Π.Κ. ΙωΑΚΕΙΜΙΔΗΣ 

Page 2: Δημοκρατία - Apache2 Ubuntu Default Page: It works143.233.226.84/syllogos/sites/default/files/H Erevna The Books Journal-58.pdf · αναγκαία κρίσιμη μάζα

8 ΔΙΑΛΟΓΟΣ

Λ. ΜΑΚΡΑΚΗ, Diana Haas, Μ. ΚΑΡΑΜΠiΝΗ-ΙΑΤΡΟΥ – Ο ανθοπώλης με ψυχή

Η ΣΥΝΤΑΚΤΙΚH ΕΠΙΤΡΟΠH ΤΟΥ Κονδυλοφoρου – Η «μέθοδος Γ. Κεχαγιόγλου»

9 ΗΛΙΑΣ ΜΑΓΚΛΙΝΗΣ – Διήγημα, ο πεθαμένος όρκος (ή Στα κόκαλα της μάνας μου)

14 πΑρεμβΑΣεΙΣ

ΚΑΡΟΛΙΝΑ ΜΕΡΜΗΓΚΑ – E. L. Doctorow, Έντγκαρ, ήθελα να σε είχα γνωρίσει

ΕΥaΓΓΕΛΟΣ ΒΕΝΙΖEΛΟΣ – Ουδέν κακόν αμιγές καλού: οι προϋποθέσεις της εθνικής υπέρβασης

Κ. Π. ΑΝΑΓΝωΣΤoΠΟΥΛoΣ – Σκέψεις για το ιδεοσύστημα του ΣΥΡΙΖΑ

Π. ΠΑΠΑΣΑΡΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ – Ο λενινιστικός «πραγματισμός» και το αντιμνημονιακό Μνημόνιο

ΣΠΥΡΟΣ ΒΛΕΤΣΑΣ – Οι διανοούμενοι της χρεοκοπίας

ΠΑΝΟΣ ΚΑΖΑΚΟΣ – Από τον λαϊκισμό στο νέο Μνημόνιο

ΓΙωΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ – Ανεκτική κοινωνία πάση θυσία

ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΖΟΥΡΟΣ – Βιοκοινωνικές ασυμβατότητες των ολοκληρωτικών συστημάτων

ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΛΟΐΖΟΣ – «Πώς βίωσα τους νόμους κατά της βλασφημίας στην Ελλάδα»

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΑχΙaΣ – Η έρευνα στην Ελλάδα: μια ανασκόπηση

54 ΚωΣΤHΣ Α. ΛΙoΝΤΗΣ – Περί γελοιογραφικού σκίτσου και Κώστα Μητρόπουλου

59 ΒΑΓΓΕΛΗΣ χΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ – Δημήτρης Αρβανιτάκης: μάθαμε τον Κάλβο μετά τον Σεφέρη

62 ΔΗΜHΤΡΗΣ ΨΥχΟΓΙoΣ – ΔΗΜΑΚ, Συμμαχία, Θούριος, Δημοκρατικός Αγώνας...

64 ΗΛΙΑΣ ΚΑΝΕΛΛΗΣ – Η δύναμη των πολλών

68 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ – Όταν η αρχαιότητα γίνεται κόμικς

71 ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ – Τα δύο πρόσωπα του Ιανού

72 Mauricio DE rosa – Οι μη-τόποι της ζωής μας

74 ΜΑΡΙΝΑ ΑΓΑΘΑΓΓΕΛΙΔΟΥ – Γκέοργκ Τρακλ: λεπτουργός της οδύνης

76 ΣΤEΦΑΝΟΣ ΠΑΠΑΔoΠΟΥΛΟΣ – Ποίημα, ο ναύαρχος θυμάται

77 Γ.Δ. ΠΑΓΑΝoΣ – Ένας θαμμένος κόσμος

78 ΘΑΛΕΙΑ ΔΡΑΓωΝΑ – «Εγώ» και «εμείς»

80 ΑΛΕξΗΣ ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ – Το Αρχείο Γ. Ν. Παπαϊωάννου (1900-1986)

82 ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΥ – Η πρόκληση της δημοκρατίας: ελληνική πολιτική και εμφύλιος

84 ΣΤEΦΑΝΟΣ ΠΑΠΑΔoΠΟΥΛΟΣ – Ποίημα, Η Μελανθία καθαρίζει κρεμμύδια

86 ΜΑΙΡΗ ΜΙΚΕ – Το χειροποίητο Στιχάρι

87 ΣΤEΦΑΝΟΣ ΠΑΠΑΔoΠΟΥΛΟΣ – Ποίημα, οι κάμπιες

92 ΦΑΝΗΣ Ι. ΚΑΚΡΙΔΗΣ – Η θεατρολογία συναντά τη φιλολογία

Στήλες

32 Taurus #7

Π.Κ. ΙωΑΚΕΙΜΙΔΗΣ – Μεταρρυθμίζεται η Ελλάδα;

51 μΙκρΟϊΣΤΟρΙεΣ, ΜΙΣΕΛ ΦΑΐΣ (Ανθολόγιο νέων πεζογράφων )

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΛΕΡΙΟΥ – Μέγαιρα («Βροχή εν Θήρα»)

52 ΣΥμπΤΩΣεΙΣ, ΓΙωΡΓΟΣ ΖΕΒΕΛΑΚΗΣ – Φρειδερίκος Νίτσε για τον Ριχάρδο Βάγνερ

53 ΤΟ νερΟ πΟΥ κΑΙεΙ, ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ, χΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΣ

88 ΔIπΛa βΙβΛΙΑ, ΛΑΚΗ ΔΟΛΓΕΡΑ – Τα φαντάσματα της ζωής και το λογοτεχνικό έργο

93 ΟμΗρΙκΑ #25, ΒΑΓΓEΛΗΣ Δ. ΠΑΝΤΑΖHΣ – Αρκούδες, άλογα, αστερισμοί και λέξεις

96 ΦΩΤΟ-ΓρΑΦIΑ, ΚωΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΙΤΤΑΣ – Πράγα, Σεπτέμβριος 1986

97 DuCK sOuP, ΚΡΙΤωΝ ωΡΑΙΟΠΟΥΛΟΣ – Γάρος, κονδίτον και καλή καρδιά

98 aΓΓEΛIEΣ

4 the books’ journal #58 [Σεπτέμβριος 2015]

­ΠePieXoMeNa34 14

59

74

72

26

80

78

88

Στο εξώφυλλο: βινιέτα από τη Δημοκρατία του Αλέκου Παπαδάτου.

Page 3: Δημοκρατία - Apache2 Ubuntu Default Page: It works143.233.226.84/syllogos/sites/default/files/H Erevna The Books Journal-58.pdf · αναγκαία κρίσιμη μάζα

40 the books’ journal #58 [Σεπτέμβριος 2015]

Hέρευνα και ο ερευνη-τικός χώρος στην Ελ-λάδα παρουσίαζε καιπαρουσιάζει τις ιδιο-μορφίες και ιδιαιτε-

ρότητες, που συνδέονται με τις δια-χρονικές αναπτυξιακές στρεβλώσειςτης χώρας. Η δομή του ερευνητικούχώρου αποτελείται από δύο διακρι-τούς πυλώνες (ΑΕΙ και ΕρευνητικάΚέντρα) που (αντίθετα με λοιπέςανεπτυγμένες χώρες) αναπτύχθη-καν χωρίς να επικοινωνούν μεταξύτους, ενώ μόλις τα τελευταία χρόνιααναζητούνται οι θεσμικοί τρόποιαποκατάστασης αυτής της επικοι-νωνίας. Οι συζητήσεις που διεξά-γονται και οι μεταρρυθμίσεις πουεφαρμόζονται, επιλέγουν την ευκο-λία της τεχνητής μεταφοράς προ-τύπων σε μια πλήρως διαφορετικήελληνική πραγματικότητα, χωρίς ναλαμβάνονται υπ’ όψη τα πραγμα-τικά δεδομένα, απαξιώνοντας ήεξωραΐζοντας την πραγματικότητα,αντανακλώντας τις «εντυπώσεις»και τις πεποιθήσεις που έχει ο κα-θένας και σχεδόν πάντα τις στρε-βλές εικόνες που έχει η ελληνικήκοινωνία. Έτσι, ως συνήθως συμ-βαίνει στην Ελλάδα, οι συζητήσειςαποκτούν έντονα φονταμενταλι-στικά χαρακτηριστικά: «έτσι είναιαφού έτσι πιστεύω».

Για να διερευνήσουμε την ανα-σύνθεση των σχέσεων μεταξύ τωνδύο πυλώνων της έρευνας είναιαπαραίτητο, κατ’ αρχήν, να ανα-τρέξουμε και να εξετάσουμε τα συ-στατικά τους στοιχεία, να προσ-διορίσουμε τους ιδιαίτερους ρόλουςπου έχει ο καθένας και τις ιδιαιτε-ρότητες που παρουσιάζουν στηνΕλλάδα.

Α. Χαρακτηριστικά των δύο πυλώ-νων της δημόσιας Έρευνας1. πανεπιστήμιαΟ πρώτος πυλώνας, ο αρχαιότε-ρος και ο πλέον γνωστός είναι προ-φανώς τα Πανεπιστήμια (ΑΕΙ). TαΑΕΙ παγκοσμίως έχουν εξ ορισμού,μια τριπλή διαφοροποίηση σεσχέση με τις άλλες βαθμίδες τηςεκπαίδευσης, που αποτελούν καιτη βάση με την οποία κρίνονταικαι κατατάσσονται διεθνώς:

1. Τα ΑΕΙ οφείλουν να μεταδίδουνκαι όχι να διδάσκουν την γνώση.

Ο εκπαιδευτικός τους ρόλοςεστιάζεται στο «πώς» επιτυγχά-νεται η πρόσβαση στη γνώσηκαι όχι να διδάξουν κάποια συ-γκεκριμένη ύλη, όπως οι άλλεςβαθμίδες της εκπαίδευσης.

2. Σε αντίθεση με τις άλλες βαθμί-δες της εκπαίδευσης, τα ΑΕΙ,οφείλουν να παράγουν την γνώσηπου μεταδίδουν. Ο ρόλος τωνΑΕΙ δεν περιορίζεται στη διδα-σκαλία αλλά ταυτόχρονα, αν όχικυρίαρχα, στη παραγωγή νέαςγνώσης και στην δημοσιοποίησήτης στην κοινωνία και την επι-στημονική κοινότητα.

3. Σε αντίθεση με τις άλλες βαθμί-δες της εκπαίδευσης, τα ΑΕΙ,πρέπει να αναπαράγουν τον εαυτότους. Οφείλουν να παράγουν τοστελεχιακό τους δυναμικό, δη-λαδή τους επιστήμονες και τουςερευνητές που θα ενταχθούνστην τριτοβάθμια εκπαίδευσηκαι θα συνεχίσουν την παρα-γωγή νέας γνώσης.

Η απουσία και των τριών αυτώνστοιχείων μέχρι τη δεκαετία του19802 είχε οδηγήσει τότε και στηριζοσπαστική διακήρυξη ότι «Δενέχουμε Πανεπιστήμιο στην Ελλάδα»3, αλλά μάλλον ένα Πανδιδακτήριο,ένα Ανώτατο Λύκειο, ή ένα ΙΕΚ. Ηκατάσταση αυτή άρχισε να αλλάζειμε την κατάργηση του θεσμού τηςέδρας το 1982. Την ίδια περίοδοπερίπου έχουμε μια παράλληλη άν-θηση της έρευνας στη χώρα μας μεδύο άξονες, την παραγωγή επιστη-μονικής γνώσης μέσα στα ΑΕΙ και τηδημιουργία Ερευνητικών Κέντρων.Σήμερα μέσα στα ΑΕΙ ζούμε ένανιδιότυπο δυϊσμό, μια σύγκρουση(που διαπερνά όλους τους πολιτι-κούς χώρους): σημαντικό τμήμα τωνμελών ΔΕΠ εξακολουθεί να αντι-λαμβάνεται το ρόλο του Πανεπι-στημίου κυρίως (αν όχι αποκλει-στικά) ως διδακτικό, αλλά ένα εξίσου σημαντικό τμήμα τον αντιλαμ-βάνεται με βάση τα τρία προανα-φερθέντα σημεία. Οι στρεβλώσειςπου προέκυψαν από τη μεγάλη φοι-τητική συμμετοχή, διατήρησαν καιενίσχυσαν για δυσανάλογα μεγάλοχρονικό διάστημα αυτή την αντί-θεση.

Η κατάσταση αυτή σχετίζεται μεμια σειρά από ιδιαιτερότητες που

παρουσιάζει η ελληνική ΑνώτατηΕκπαίδευση ως προς την ομόλογήτης στη υπόλοιπη Ευρώπη, οιοποίες έχουν περιγραφεί εκτενώςαπό την ελληνική βιβλιογραφία.Επιγραμματικά, οι κυριότερες ιδιο-μορφίες του Ελληνικού Πανεπι-στημίου είναι:

1. κοινωνικές. Στην Ελλάδα τοΠανεπιστήμιο λειτουργούσε(-εί)μέχρι και σήμερα σαν κύριοςτρόπος κοινωνικής ανόδου καικινητικότητας 4.

2. Ιστορικές. Το ελληνικό Πανε-πιστήμιο, ουσιαστικά, δεν ανα-παρήγαγε τον εαυτό του, ούτεαυτοδιοικείτο, αλλά βρισκότανγια πάνω από 150 χρόνια στηναπόλυτη δικαιοδοσία του εργο-δότη του, του κράτους, που άλ-λαζε τη σύνθεση του καθηγητι-κού σώματος, διακόπτοντας τηφυσιολογική του αναπαραγωγήκαι την επιστημονική του συνέ-χεια κατά το δοκούν5. Η διαδι-κασία αυτή εμπόδισε τον αυτο-προσδιορισμό των ΑΕΙ στιςελληνικές συνθήκες. Στοιχείαουσιαστικής αυτοδιοίκησης μπή-καν μόλις τη δεκαετία του 1980με την κατάργηση της έδρας.Αυτή η απουσία αυτοδιοικητι-κής παράδοσης οδηγεί συχνάστην εντονότατη υποτίμηση τηςαξίας της συνέχειας και ιστορι-κής παράδοσης ως καθοριστι-κούς παράγοντες αυτοπροσδιο-ρισμού του Πανεπιστημίου,αντίθετα με ό,τι συμβαίνει αλ-λού6. Ταυτόχρονα, προκαλείανυπομονησία για λιγότερο ήπερισσότερο ώριμες αλλαγές,που επιδιώκεται να προέλθουναπό την κυβέρνηση και όχι ωςεσωτερική διαδικασία.

3. Αναπτυξιακές. Την δεκαετίατου 1980 δόθηκε, κατά τη γνώμημου, η πλέον σαφής, τεκμηριω-μένη, ρεαλιστική, αλλά και με-ταρρυθμιστικά «ευρετική» διά-γνωση των λόγων που τοΕλληνικό Πανεπιστήμιο παρου-σίαζε (-ζει) τις παραπάνω ιδιο-μορφίες. Αυτή συμπυκνώθηκεστην προκλητική διαπίστωση ότιη ελληνική κοινωνία και οικονο-μία έχει το Πανεπιστήμιο πουθέλει. Το υπάρχον Πανεπιστή-μιο αντανακλά τις ανάγκες της.

(Αν είχε ανάγκη από ένα διαφο-ρετικό Πανεπιστήμιο θα το είχεπετύχει με τον ένα ή τον άλλοντρόπο). Οι μεταρρυθμίσεις επο-μένως πρέπει να προχωρήσουνόταν έχουν βασική στρατηγικήτους στόχευση για ένα «Πανε-πιστήμιο ανοιχτό στην κοινωνίακαι τις αντιφάσεις της»7. Η ρεα-λιστική αυτή αυτογνωσία, επέ-τρεψε να σχεδιαστούν στρατη-γικές και πολιτικές για αλλαγήτου Πανεπιστημίου (π.χ. κατάρ-γηση της έδρας) που είχαν απο-τελέσματα τον ριζικό μετασχη-ματισμό και αναβάθμιση τουΠανεπιστημίου.

Τα παραπάνω χαρακτηριστικάέχουν οδηγήσει σε μια σειρά απόστρεβλώσεις και ιδεοληψίες της ελ-ληνικής κοινωνίας για τον ρόλο τουΠανεπιστημίου (που αναπαράγο-νται από τα ΜΜΕ και την πολιτικήηγεσία). Οι στρεβλώσεις αυτές συ-γκλίνουν στην ενίσχυση μιας ανώ-τατης εκπαίδευσης που θα διατηρείτα χαρακτηριστικά ενός Παν-Δι-δακτηρίου ή/και Ανωτάτου Λυ-κείου.

Στρέβλωση 1η: Η πρόσβασηστη γνώση ΔΕΝ αποτελεί για τηνελληνική κοινωνία αυταξία, αλλάσυνδέεται κυρίαρχα με την επαγ-γελματική αποκατάσταση. Αναπα-ράγεται συνεχώς μια συζήτηση πουσυνδέει τους εισακτέους με τις λο-γιστικές ανάγκες της ελληνικής κοι-νωνίας για επιστήμονες (δίκην μιαςνέας Σοβιετικής Ένωσης). Η δυνα-τότητα πρόσβασης στην τριτοβάθ-μια εκπαίδευση και οι ανάγκες τηςελληνικής παραγωγής, ΔΕΝ μπορείνα είναι γραμμικά συνδεδεμένες.Ποιοι και πόσοι θα εργαστούν δενμπορεί να αποφασίζεται από κρα-τικό σχεδιασμό, αλλά εκ των υστέ-ρων από την αγορά και τις κοινωνι-κές απαιτήσεις. Η αξία του πτυχίουείναι ότι ανεβάζει το μορφωτικόεπίπεδο των αποφοίτων, διευρύνειτους ορίζοντες της σκέψης τους, καιτους βοηθά να αξιοποιούν επαγγελ-ματικές ευκαιρίες ακόμη και σε δια-φορετικό αντικείμενο. Αυτό σημαί-νει ότι μια σημαντική μερίδα τωναποφοίτων δεν θα εργαστεί σύμ-φωνα με το πτυχίο της. Το αντί-θετο καλλιεργεί ελιτίστικες απόψειςγια μειωμένη πρόσβαση στη γνώση.

Η έρευνα στην ελλάδα: μια ανασκόπηση1

από τoν ΘαΝαΣΗ Μαχιa

Page 4: Δημοκρατία - Apache2 Ubuntu Default Page: It works143.233.226.84/syllogos/sites/default/files/H Erevna The Books Journal-58.pdf · αναγκαία κρίσιμη μάζα

[Σεπτέμβριος 2015] #58 the books’ jοurnal 41

Στρέβλωση 2η: Δεν είναι κατα-νοητό ότι ένα Πανεπιστήμιο δενπρέπει να δίνει έμφαση στη μετα-δοτικότητα αλλά στη στελέχωσήτου με καλούς επιστήμονες, δεδο-μένου ότι ο φοιτητής οφείλει ναμαθαίνει κυρίως μόνος του, καθο-δηγούμενος από τον διδάσκοντα.

Στρέβλωση 3η: Η απουσίααξιολόγησης ενίσχυσε τις στρε-βλώσεις, και τη μιντιακή αντιμε-τώπιση της αποστολής των ΑΕΙ,υπερτονίζοντας τον εκπαιδευτικότους ρόλο, ενώ ταυτόχρονα απου-σιάζουν οι αντίρροπες πιέσεις (π.χ.από την παραγωγή). Οι κύριες δυ-νάμεις, που πιέζουν προς μια άλληκατεύθυνση, βρίσκονται μέσα στοίδιο το Πανεπιστήμιο και σε μεμο-νωμένες εξαιρέσεις έξω απ’ αυτό.

2. ερευνητικά κέντρα (ε.κ.)Οι παραπάνω διαπιστώσεις απο-κτούν ιδιαίτερο νόημα και σημα-σία όταν εξετάσουμε τα χαρακτη-ριστικά του δεύτερου και βασικούπυλώνα της έρευνας στην Ελλάδα.

1. Τα Ερευνητικά Κέντρα έχουναντικείμενο κυρίως την παρα-γωγή γνώσης. Η συμμετοχή τωνΕΚ στη μετάδοση της γνώσηςεστιάζεται περισσότερο στη δη-μοσίευση των αποτελεσμάτωντης έρευνας, ενώ η συμμετοχήσε άλλες μορφές μετάδοσηςγνώσης είναι περιορισμένη.

2. Τα Ερευνητικά Κέντρα είναι δο-μές εντατικής και στοχευμένηςέρευνας, συγκέντρωσης, διατή-ρησης, οργάνωσης και αναπα-ραγωγής της πληροφορίας καιερευνητικών «γραμμών παραγω-γής».

3. Είναι, συνεπώς, δομές που μπο-ρούν να συγκεντρώσουν τηναναγκαία κρίσιμη μάζα επιστη-μόνων γύρω από ένα αντικείμενο(π.χ. μεσαιωνική ιστορία, αστρο-φυσική κ.λπ), σε αντίθεση με ταΑΕΙ, που από τη φύση τουςοφείλουν να είναι πολυ-επιστη-μονικά καλύπτοντας το πολύ ευ-ρύτερο φάσμα όλων των αντι-κειμένων της επιστήμης.

4. Είναι δομές που μπορούν νασυσσωρεύσουν, και να διαχειρι-στούν μεγάλο και ακριβό εξο-πλισμό, βάσεις δεδομένων, ανα-γκαίων για έρευνα έντασης καιαιχμής, που συνήθως οι δομέςενός ΑΕΙ δεν μπορούν να υπο-στηρίξουν.

5. Είναι δομές με ικανό αριθμόέμπειρων μεσαίων και κατώτε-ρων στελεχών (αναγκαία για ναυποστηρίξουν έρευνα έντασης).Το στοιχείο αυτό σε ένα ΑΕΙ ενμέρει αναπληρώνεται από φοι-τητές.

6. Είναι δομές που εύκολα μπο-ρούν να αναδιατάξουν τους στό-χους και τις προτεραιότητέςτους, παρακολουθώντας τις με-

ταβολές που συντελούνται στοναντίστοιχο επιστημονικό χώροεξασφαλίζοντας ταυτόχρονα καιτη συνέχεια.

Επομένως, η λειτουργία των δύοδομών (ΑΕΙ και ερευνητικών κέ-ντρων, ΕΚ) είναι πλήρως συμπλη-ρωματική. Η έρευνα που πραγμα-τοποιείται στα ΑΕΙ είναι συχνά«συγκυριακή» συνδεόμενη με τιςεκάστοτε διαθεσιμότητες των με-λών ΔΕΠ. Αντίθετα, η έρευνα πουπραγματοποιείται στα ερευνητικάκέντρα είναι μονιμότερη και δενεξαντλείται ούτε ανακόπτεται απότο χρόνο παρουσίας του ερευνητι-κού προσωπικού. Σε αυτό συντελείότι τα ερευνητικά ινστιτούτα έχουν«γραμμές» ερευνητικής παραγωγής,βασισμένες σε μια συνέχεια στηντεχνογνωσία και την εργαλειακήυποδομή (συχνά μεγάλης οικονο-μικής αξίας), την οποία έχουν τηνδυνατότητα να συσσωρεύσουν καιη οποία παραμένει και εξυπηρετείκαι τις επόμενες ερευνητικές δρα-στηριότητες. Οι θεματικές καιερευνητικές κατευθύνσεις του κάθεινστιτούτου παραμένουν ενεργέςακόμα και μετά το πέρας της χρη-ματοδότησης των διαφόρων προ-γραμμάτων, ανανεώνονται και πα-ράγουν νέο έργο μέσα από νέαερευνητικά προγράμματα, τωνοποίων οι υπεύθυνοι μπορούν ναείναι νέα πρόσωπα.

ως εκ τούτου, η έρευνα πουπραγματοποιείται στα ερευνητικάκέντρα αποτελεί δραστηριότητα μεμονιμότερο χαρακτήρα από ό,τιστα ΑΕΙ, με μεγάλη ένταση σε επί-πεδο επενδύσεων κεφαλαίου καιανθρώπινου δυναμικού, η οποίαανταποκρίνεται σε πλειάδα κοινω-νικών, οικονομικών και πολιτικώνπροτεραιοτήτων. Ο φυσιολογικόςστόχος γι’ αυτά είναι μια ενιαίαεθνική πολιτική και στρατηγική γιατην έρευνα που πρέπει να αποκρυ-σταλλώνεται σε πολιτικές μακράςπνοής, ενταγμένες σε ένα ευρύτεροσχέδιο μετασχηματισμού της χώ-ρας. Απαραίτητο για όλα αυτά εί-ναι η βιώσιμη χρηματοδότησή τηςσε βάθος χρόνου, η διαχρονικήαξιολόγηση των αποτελεσμάτωνκαι η διαρκής αναπροσαρμογή τηςμε στόχο την προαγωγή της καινο-τομίας. Η υλοποίησή της πρέπεινα αντανακλάται στη διαμόρφωσηεύρωστων θεματικών ερευνητικώνκατευθύνσεων, με δημιουργία αντί-στοιχων υποδομών και με στελε-χικό δυναμικό υψηλής ποιότητας(που συμπεριλαμβάνει και τεχνι-κούς επιστήμονες).

Από την άλλη μεριά, τα ΑΕΙ είναιο κατ’ εξοχήν χώρος μετάδοσηςτης νέας γνώσης που παράγεταιστο σύνολο της έρευνας. Τα ΑΕΙέχουν πλεονέκτημα ενός διαρκώςανανεούμενου πληθυσμού νέωνεπιστημόνων (φοιτητών), με νέες

Περιέργως, ενώ πολλαπλές και βαθιές είναι οι σχέσεις των Ετρούσκων με τον ελληνικόπολιτισμό, το πολυσυζητημένο θέμα της προέλευσής τους δεν έχει μέχρι σήμερααπασχολήσει σοβαρά τους Έλληνες ερευνητές. Η αρχική, κεντρική υπόθεση τηςπαρούσας συλλογικής εργασίας, που αποτελεί και την πρώτη εκτεταμένη επιστημονικήδιαπραγμάτευση του θέματος στην Ελλάδα, συνοψίζεται στο ερώτημα: Μήπως οιμυστηριώδεις πρωτεργάτες αυτού που θα αποτελέσει έπειτα την βάση τουαποκαλούμενου Ετρουσκικού Πολιτισμού, προήλθαν από περιπλανώμενεςεθνοτικοεπαγγελματικές κομπανίες μεταλλουργών, που αφού πέρασαν από τονελλαδικό χώρο και ζυμώθηκαν επί μακρόν σε αυτόν, ρίζωσαν τελικά στην μεταλλοφόρογη της Ετρουρίας; Πιθανόν να μην είναι τυχαίο, πράγματι, ότι την επίσης μεταλλοφόροΛήμνο, το μοναδικό σημείο του ελλαδικού χώρου όπου βρέθηκαν επιγραφές σεετρουσκική γλώσσα, σύμφωνα με τον Όμηρο την κατοικούσαν οι «αγριόφωνοι Σίντιες»,ένας λαός ξεχωριστά αγαπητός στον θεό των μεταλλουργών Ήφαιστο. Με αφετηρίααυτή την ιδέα, αναζητώντας τα ίχνη και την ταυτότητα των μυστηριωδών προγόνωντων Ετρούσκων, οι συντελεστές του παρόντος πονήματος βρέθηκαν να τουςακολουθούν ανάδρομα σε ολοένα και πιο αχαρτογράφητα μονοπάτια, για να οδηγηθούνσε συμπεράσματα που δεν είχαν καν υποπτευθεί όταν πριν από λίγα χρόνια ξεκινούσαντο ερευνητικό τούτο εγχείρημά τους.

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ – Α. ΚΑΡΔΑΜΙΤΣΑΙπποκράτους 8, Αθήνα, Τ. 210 3615156, F. 210 [email protected]

Page 5: Δημοκρατία - Apache2 Ubuntu Default Page: It works143.233.226.84/syllogos/sites/default/files/H Erevna The Books Journal-58.pdf · αναγκαία κρίσιμη μάζα

42 the books’ journal #58 [Σεπτέμβριος 2015]

ιδέες, όρεξη, φαντασία, πρωτο-βουλία. ως εκ τούτου, η σύνθεσηαυτών των δύο χώρων σε έναν ενι-αίο χώρο έρευνας και παιδείας,όπως συμβαίνει σχεδόν παντού, εί-ναι άμεση προτεραιότητα για τηνΕλλάδα.

Και στο χώρο των ερευνητικώνκέντρων (ΕΚ) θα μπορούσαμε ναδιακρίνουμε δύο βασικές στρεβλώ-σεις:

Στρέβλωση 1. Ο διαχωρισμόςτης παραγωγής από τη μετάδοσητης νέας γνώσης είναι από μόνοςτου στρέβλωση. Παντού συστημα-τικά διερευνώνται τρόποι ώσμω-σης μεταξύ ΑΕΙ και ΕΚ. Στην Ελ-λάδα, αντίθετα, μέχρι τα τελευταίαχρόνια, απουσίαζε (απουσιάζει)ισχυρό θεσμικό πλαίσιο, αλλά καιπαράδοση σύνδεσης ΑΕΙ και ΕΚ,ιστορικό απότοκο της ανεξάρτη-της ανάπτυξης των δύο θεσμών(ενδιαφέρουσες είναι οι εξαιρέσειςκυρίως στα περιφερειακά ΑΕΙ, πουεπιβεβαιώνουν τον κανόνα). Μετον τρόπο όμως αυτό ακυρώνεται ηθεμελιώδης αρχή ότι η παραγωγήγνώσης δεν νοείται χωρίς τη μετά-δοσή της8.

Στρέβλωση 2. Ο διαχωρισμόςτων δύο πυλώνων και η απουσίασύνδεσης με την παραγωγή έχειαποτέλεσμα ο καθένας να λειτουρ-γεί αυτοτελώς. Κατά συνέπεια, ταΑΕΙ δεν έχουν επαγγελματίες τε-χνικούς επιστήμονες (που συνήθωςαναπληρώνονται βαπτιζόμενοι δι-οικητικοί) και από τα ΕΚ απου-σιάζουν οι φοιτητές, που συνήθωςυποκαθίστανται με ανορθολογικήγιγάντωση του αριθμού των τεχνι-κών επιστημόνων.

Β. Περιγραφή του Ερευνητικού χώρου3. Χαρτογράφηση της έρευναςΤο μωσαϊκό της έρευνας στην Ελ-λάδα αποτυπώνει την ιστορικήανέλιξή της και την παράδοση πουέχει δημιουργηθεί. χαρακτηρίζεταιδηλαδή από κατακερματισμό, πο-λυδιάσπαση και αλληλεπικαλύψεις.ωστόσο, ως αποτέλεσμα της με-ταρρύθμισης «Λιάνη», έχει συντε-λεστεί η βασική συγκρότηση τουχώρου.

Η δημοσίου συμφέροντος έρευναστην Ελλάδα συντελείται κυρίωςμε κορμό τα Ερευνητικά Κέντραπου είναι ενταγμένα στην Γενική

Γραμματεία Έρευνας Τεχνολογίας(ΓΓΕΤ) και ακολουθούν τον νόμο1514/1985 (νόμος «Λιάνη»). Πέ-ραν αυτών υπάρχει μια πανσπερ-μία Ερευνητικών Κέντρων σε διά-φορες κρατικές δομές, υπουργείακαι οργανισμούς. Τα ΕρευνητικάΚέντρα της ΓΓΕΤ αποτελούν τονμόνο ίσως θεσμό στην Ελλάδα πουαξιολογείται σταθερά ανά 5ετίααπό Διεθνείς Επιτροπές, και ίσωςτον μόνο θεσμό που επιδιώκειαπαιτεί και επωφελείται από τηναξιολόγηση.

Η διοικητική δομή της έρευναςστην Ελλάδα, παρουσιάζεται στηνεικόνα 1.

Το ΕΣΕΤ (Εθνικό ΣυμβούλιοΈρευνας και Τεχνολογίας), συμ-βουλευτικό όργανο που αποτελείταιαπό διοριζόμενους ΕπιστήμονεςΔιεθνούς Κύρους(;), οργανώνεταισε επτά ευρύτερα ερευνητικά πεδίαπου αποτυπώνουν και τη δομή τηςερευνητικής δραστηριότητας στηνΕλλάδα:1) Επιστήμες της Ζωής,2) Φυσικές Επιστήμες,3) Τέχνες και ανθρωπιστικές

Επιστήμες,4) Κοινωνικές Επιστήμες,5) Μαθηματικά και Επιστήμες

της πληροφορίας,6) Επιστήμες Μηχανικού,7) Ενέργεια και Περιβάλλον.Ιδιαίτερη σημασία έχει να εστιά-σουμε στην πανσπερμία ΕΚ και Ιν-στιτούτων που είναι διαχυμέναασυντόνιστα στον κρατικό κορμόκαι δεν διέπονται από ενιαίους κα-νόνες και θεσμικό πλαίσιο. Μια μηεξαντλητική αποτύπωση φαίνεταιστον πίνακα 1.

Αν και τα Ερευνητικά Κέντρα τηςΓΓΕΤ αποτελούν την επίσημηδομή άσκησης ελληνικής ερευνητι-κής πολιτικής, είναι προφανές απότην αποτύπωση της υφιστάμενηςκατάστασης ότι ακόμη και μέσαστο υπουργείο Παιδείας υπάρχουνερευνητικοί φορείς (π.χ. των ΑΕΙ,τα Ινστιτούτα της Ακαδημίας κ.ά.)που παραμένουν εκτός ΓΓΕΤ,παρά τις προφανείς αλληλεπικα-λύψεις με άλλα Ινστιτούτα και δρα-στηριότητες που βρίσκονται εντόςΓΓΕΤ. Το αυτό ισχύει και για το δί-κτυο των Ινστιτούτων του υπουρ-γείου Γεωργίας και των άλλωνυπουργείων, παρά την προφανήαλληλεπικάλυψη των ερευνητικώνδραστηριοτήτων με άλλα Ινστι-τούτα του υπουργείου Παιδείας. Ηκατάσταση είναι αποτέλεσμα κυ-ρίως πελατειακών σχέσεων, τηςιδιοκτησιακής νοοτροπίας τωνυπουργείων, αλλά και της μακρό-χρονης παραμονής της ΓΓΕΤ στουπουργείο Ανάπτυξης.

Αν και ο νόμος «Λιάνη» προέ-βλεπε εθνική χρηματοδότηση τηςέρευνας στη βάση πενταετούς εθνι-κού σχεδιασμού, μέσω αντίστοιχωνερευνητικών προγραμμάτων, αυτόποτέ δεν υλοποιήθηκε. Η κύριαερευνητική πολιτική της ΓΓΕΤασκήθηκε μέσω των «matchingfunds». χρηματοδότηση, δηλαδή,μέρους της ελληνικής συμμετοχής(sic) στα ανταγωνιστικά ευρωπαϊκάπρογράμματα που κέρδιζαν τα Ε.Κ.της ΓΓΕΤ. Μια πολιτική που, παράτις πολύ θετικές επιπτώσεις της,επιβεβαιώνει την απουσία εθνικώνεπιλογών και κατευθύνσεων για τηνέρευνα.

χρειάζεται να υπογραμμιστείεδώ ότι αυτή η απουσία, αδιαφορίακαι παθητικότητα της πολιτικήςωφέλησε την ανάπτυξη της ελλη-νικής έρευνας, γιατί δεν την ενέ-πλεξε στο λαβύρινθο της ελληνι-κής διαφθοράς, την ενέταξεγρήγορα στο ευρωπαϊκό ανταγωνι-στικό σύστημα και της επέτρεψε

εικόνα 1. Η διοικητική δομή της έρευνας στην ελλάδα (των Ινστιτούτων της Ακαδημίας συμπεριλαμβανομένων).Διάγραμμα επανασχεδιασμένο από άλλο διάγραμμα που είχε αναρτηθεί στην Ιστοσελίδα της Γενικής ΓραμματείαςΈρευνας και Τεχνολογίας. Έχουν, π.χ., προστεθεί τα Ινστιτούτα της Ακαδημίας, τα οποία συνήθως «αποκρύπτονται»από την γενική εικόνα, ώστε να μένουν στο απυρόβλητο αλλαγών και μεταρρυθμίσεων.

Page 6: Δημοκρατία - Apache2 Ubuntu Default Page: It works143.233.226.84/syllogos/sites/default/files/H Erevna The Books Journal-58.pdf · αναγκαία κρίσιμη μάζα

[Σεπτέμβριος 2015] #58 the books’ jοurnal 43

να δημιουργήσει την δική της ταυτότητα, αυτοπεποίθηση. Ταυ-τόχρονα, έχει επιτρέψει στην ελληνική ερευνητική κοινότητα ναδιαμορφώσει σαφή άποψη για την ερευνητική πολιτική που πρέ-πει να ασκηθεί από την Ελλάδα. Ένα είδος εξέλιξης και προ-σαρμογής σε ένα περιβάλλον πολύ υγιέστερο του ελληνικού. Μιαφυσική επιλογή που δεν είχε τα χαρακτηριστικά της «επιβίωσηςτου ικανοτέρου», αλλά της ενίσχυσης των τομέων που ανταγωνι-στικά κέρδιζαν περισσότερες χρηματοδοτήσεις, της ανίχνευσηςτων τομέων στους οποίους μπορούσε ανταγωνιστικά να εισχω-ρήσει το Ελληνικό Ερευνητικό Σύστημα («ενίσχυση με την πα-ραγωγή περισσότερων απογόνων»). Ταυτόχρονα όμως η απουσίαεθνικής στρατηγικής, είναι και τροχοπέδη παράγοντας στοιχείασυμπτωματικότητας πολλών προσπαθειών, η έλλειψη συνέχειαςκ.λπ.

4. Ιστορική ανασκόπηση και χαρακτηριστικά της έρευναςστην ελλάδα9

Η ανέλιξη του ερευνητικού συστήματος στην Ελλάδα ενισχύει καιεν πολλοίς αποδεικνύει όσα αναφέρθηκαν. Μέχρι τη μεταπολί-τευση, η ανυπαρξία έρευνας καταδεικνύεται από το ότι σε αυτήδιετίθετο κατά μέσον όρο 0,33% του ΑΕΠ (για ΑΕΙ και ΕΚ), ενώουσιαστικά δεν υπήρχε καμιά άλλη πηγή χρηματοδότησής της. Οιβασικοί φορείς της έρευνας ήταν ο Δημόκριτος, η ΔιεύθυνσηΑγροτικών Ερευνών (ΔΑΕ) στο υπουργείο Γεωργίας, καθώς και ταανήκοντα στο υπουργείο Παιδείας: α) Πανεπιστημιακά εργα-στήρια β) Ακαδημία Αθηνών, γ) Αστεροσκοπείο Αθηνών δ) Βα-σιλικό Ίδρυμα Ερευνών (νυν Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών). Αλλά καιάλλες 300 μονάδες διασκορπισμένες μέσα στις ελληνικές διοι-κητικές δομές, μεταξύ των οποίων το ΙωΚΑΕ (ΘαλάσσιαΈρευνα) το οποίο αργότερα θα μετεξελιχθεί σταδιακά στο ση-μερινό ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.

Κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο (1974-1981), ο περιφερει-ακός πανεπιστημιακός ιστός της χώρας αναπτύσσεται δυναμικάκαι αναμορφώνει βαθμιαία το τοπίο της ανώτατης εκπαίδευσηςκαι έρευνας. Υπάρχει ταυτόχρονα μία έμφαση στην προσέλκυσηεπιστημόνων της διασποράς στην Ελλάδα. Ιδιαίτερα όμως, απότη δεκαετία του 1980 και μετά την είσοδο της Ελλάδας στην ΕΟΚσυντελείται αληθινή κοσμογονία στην ελληνική έρευνα. Ιδρύονταινέα Πανεπιστήμια αλλά κυρίως ερευνητικά κέντρα (Ε.Κ.), ταοποία εμφανίζουν μεγάλη δυναμικότητα στην ανάπτυξη της έρευ-νας. Δημιουργείται επίσης για μια μικρή περίοδο ξεχωριστόυπουργείο Έρευνας και Τεχνολογίας που συγκεντρώνει τα πε-ρισσότερα ΕΚ και τα οργανώνει σε ένα κοινό νομοθετικό πλαί-σιο. Ψηφίζεται με καθοριστική συμβολή του τότε υπουργού Γιώρ-γου Λιάνη νέος καινοτόμος νόμος (ν.1514/1985) για την έρευνα,που διατηρεί την επικαιρότητά του μέχρι και σήμερα. Με τοννόμο αυτόν, θεσμοθετείται για πρώτη φορά η έρευνα και το sta-tus του ερευνητή στη χώρα μας. Το υπουργείο σύντομα μεταπί-πτει σε Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ),που εντάσσεται στο υπουργείο Ανάπτυξης, όπου παραμένει μέ-χρι το 2011, οπότε μεταφέρεται στο υπουργείο Παιδείας. Έκτοτεπαραμένουν ισχυρές οι πιέσεις για επιστροφή του στο υπουργείοΑνάπτυξης.

Συνοψίζοντας μια σειρά από χαρακτηριστικά της ανάπτυξηςτης ελληνικής έρευνας θα μπορούσαμε να πούμε ότι:

1. Ιστορικά η έρευνα ουσιαστικά απουσιάζει από την Ελλάδα μέ-χρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Ταυτόχρονα, όμως,σχηματίζονται ορισμένες βασικές ερευνητικές μονάδες, μεαξιόλογη ερευνητική δραστηριότητα για τα ελληνικά επίπεδατης εποχής.

2. Τα ΕΚ βρίσκονται για μεγάλο διάστημα υπό την κηδεμονία ανόχι υπό την απόλυτη εξουσία των καθηγητών της έδρας, που συ-νήθως ασκούν τη διοίκησή τους. Αυτό δημιουργεί τη βάση μιαςιστορικής αντίθεσης των ΕΚ και των Πανεπιστημίων. Η αντίθεσηαυτή ενισχύεται από το κύρος που διαθέτει ο τίτλος του καθηγητήστην ελληνική κοινωνία, αλλά και την απουσία, μέχρι τη δεκαε-

πίνακας 1.ερευνητικοί φορείς ανά εποπτευόμενο όργανο που ασκούν

ερευνητική δραστηριότητα

Σκιασμένα είναι τα Ερευνητικά Κέντρα της ΓΓΕΤ που υπόκεινται στο θεσμικό πλαίσιο της Ελλάδας για την έρευνα

Page 7: Δημοκρατία - Apache2 Ubuntu Default Page: It works143.233.226.84/syllogos/sites/default/files/H Erevna The Books Journal-58.pdf · αναγκαία κρίσιμη μάζα

44 the books’ journal #58 [Σεπτέμβριος 2015]

τία του 1980, σαφούς status γιατους ερευνητές. Η αντίθεση αυτήαρχίζει να ξεπερνιέται στα τέλητης προηγούμενης δεκαετίας,κατά την οποία στη συνήθη ροήερευνητών προς τα ΑΕΙ (με τηναπόκτηση ικανών βιογραφικώνστις ερευνητικές υποδομές τωνΕΚ), αρχίζει να προστίθεται δειλάκαι η αντίστροφη ροή.

3. Η ιστορική διαδρομή του ελληνι-κού ερευνητικού συστήματος έχειαποτέλεσμα την αποσπασματι-κότητα και την απουσία ένταξήςτου σε ένα σχεδιασμό και προ-γραμματισμό ανάπτυξης10 (μεεξαίρεση ίσως τους τομείς της Γε-ωργίας και εν μέρει της Μετεω-ρολογίας). Όμως αυτή ακριβώς ηελληνική ιδιομορφία ήταν και ολόγος που ο ερευνητικός χώροςπαρουσίασε δυναμική παρουσίακαι ανάπτυξη όταν βρέθηκε στοευνοϊκό ευρωπαϊκό περιβάλλον.

4. Η έρευνα στην Ελλάδα αναπτύσ-σεται από τα μέσα της δεκαετίαςτου 1980 και μετά την είσοδό μαςστην ΕΟΚ. Η ανάπτυξη αυτή συ-ντελείται κυρίως από τα ΕΚ τηςΓΓΕΤ, καθώς και κυρίως από τανεοϊδρυθέντα περιφερειακά ΑΕΙ.Τα Ερευνητικά Κέντρα και ιδρύ-ματα που μένουν εκτός αυτού τουσυστήματος σταδιακά ατονούν(χωρίς να σημαίνει ότι σε αυτήτη γενική τάση δεν υπάρχουν σο-βαρές εξαιρέσεις). Κατ’ αναλο-γία, τα αρχαιότερα ΑΕΙ παρου-σιάζουν πολύ μεγαλύτερη χρονικήυστέρηση και δυσκολία προσαρ-μογής στις νέες συνθήκες.

5. Η χρηματοδότηση της έρευνας εί-ναι κυρίως ευρωπαϊκή, κάτι πουσυμπαρασέρνει υποχρεωτικά καιόχι ως στρατηγική επιλογή τηνελληνική χρηματοδότηση. Μεάλλα λόγια, η έρευνα στην Ελ-λάδα έχει κυρίως εξαγωγικά χαρα-κτηριστικά. Είναι μια εξαγωγικήβιομηχανία που φέρνει πολύτιμο«συνάλλαγμα» στη χώρα. Το γε-γονός αυτό παρουσιάζει σειράαπό πλεονεκτήματα, όπως η με-γάλη ευελιξία και προσαρμοστι-κότητα, με δεδομένο ότι η παρα-γωγή έρευνας ανταποκρίνεταιταχύτατα στις μεταβολές της «ζή-τησης», στις προτεραιότητες δη-λαδή της της Ευρωπαϊκής Ένω-σης (Ε.Ε.) για την έρευνα.ωστόσο, τα πλεονεκτήματα αυτάσυνυπάρχουν με την απουσίαστρατηγικής, τη συμπτωματικό-τητα πολλών προσπαθειών, τηνέλλειψη συνέχειας κ.λπ., πουπροέρχεται από την απουσία ελ-ληνικής ερευνητικής πολιτικής.

6. Δεν υπήρξε και δεν υπάρχει κά-ποιος ιδιαίτερος σχεδιασμός τηςέρευνας για τις ελληνικές ανά-γκες(;), όπως στα άλλα ευρω-παϊκά κράτη, όπου συνήθωςομάδες ή σχολές ερευνητών κα-θορίζουν τελικά την κρατική ερευ-νητική πολιτική. Η ελληνική «πο-λιτική» για την έρευνα συνήθωςπεριορίζεται στο αναμάσημα τωνεπιλογών της ΕΕ.

Μέσα από την ιστορική του δια-δρομή το ερευνητικό σύστημα στηχώρα μας, διαμορφώνεται άμεσαπροσανατολισμένο στην ΕυρωπαϊκήΈνωση και τις χρηματοδοτήσειςτης. Έτσι το σημερινό ερευνητικόσύστημα της χώρας έχει αναπτυχθείκαι υφίσταται κυρίως ως τμήμα τηςαντίστοιχης ευρωπαϊκής οντότητας.

Γ. Αφετηριακά δεδομένα5. μια Υπόθεση εργασίας για τηνερευνητική πολιτικήΠροηγουμένως έγινε μια προσπά-θεια να παρουσιαστούν επιγραμμα-τικά οι δραστηριότητες, τα χαρα-κτηριστικά και μια σειρά απόιδιαιτερότητες της έρευνας στην Ελ-λάδα. Οι ιδιαιτερότητες αυτές είναιδύσκολο να συγκροτηθούν και ναερμηνευτούν ως ενιαίο σύνολο. Συ-νήθως, χαρακτηρίζονται από απο-σπασματικότητα μίμησης του τίσυμβαίνει στις υπόλοιπες χώρες. Γιατο λόγο αυτό, θα ήθελα να διατυ-πώσω μια υπόθεση εργασίας, μιακόκκινη κλωστή, που θεωρώ ότι εί-ναι «ευρετική» για την ανάγνωση καιτην ερμηνεία της έρευνας στην Ελ-λάδα, αλλά και θα μπορούσε να είναιοδηγός για το σχεδιασμό ενός ελλη-νικού δρόμου μεταρρυθμίσεων τουελληνικού ερευνητικού χώρου.

Όλες οι ιδιαιτερότητες (ιστορικέςκαι μη) της Ελλάδας στον τομέα τηςέρευνας θα μπορούσαν να συμπυ-κνωθούν στην εξής μία: η ελληνικήπολιτεία δεν θέλει την έρευνα.

Σε όλο το διάστημα της ύπαρξήςτης, η έρευνα στην Ελλάδα χαρα-κτηρίζεται από υποχρηματοδότηση.Είναι μάλλον ρουτίνα εδώ και δεκα-ετίες να εγκαλείται η εκάστοτε κυ-βέρνηση ότι δεν επενδύει στηνέρευνα. Είναι επίσης ρουτίνα η εκά-στοτε κυβέρνηση να αρνείται τηναδιαφορία της, διαρρηγνύοντας ταιμάτιά της, προσπαθώντας να απα-ριθμήσει τα όσα (δεν) έχει κάνειστον τομέα αυτό. Η παρουσία στιςκυβερνήσεις ανθρώπων που κινήθη-καν προς την αντίθετη κατεύθυνση,από προσωπική άποψη, θέση καιόραμα, αποτελούν εξαιρέσεις πουεπιβεβαιώνουν τον κανόνα.

Μια τέτοια αξιοσημείωτη σταθε-

ρότητα κυβερνητικής πολιτικής,σταθερότητα που δεν έτυχε ούτε ηεξωτερική μας πολιτική, θα πρέπεινα μας οδηγήσει σε μια ρεαλιστικήκαι μάλλον κυνική διαπίστωση: τοΕλληνικό Κράτος συνειδητά επιλέγεινα μην επενδύει και να μη χρηματοδο-τεί την έρευνα. Απλώς, καμία κυβέρ-νηση δεν αναλαμβάνει το πολιτικόκόστος να το παραδεχτεί. Η διαπί-στωση αυτή δεν έχει στόχο να επα-ναλάβει τις συνηθισμένες «εύκολες»και αφοριστικές καταγγελίες γιαψεύτικες υποσχέσεις και ανικανό-τητα των ελληνικών κυβερνήσεων:προτείνεται ως αφετηρία αναζήτη-σης της ρίζας του προβλήματος.

Όπως συμβαίνει και με την ανά-πτυξη των ΑΕΙ, η έρευνα είναι καιαυτή ανοιχτή στην κοινωνία και τιςαντιφάσεις της. Η βασική υπόθεσηεργασίας που προτείνεται σε αυτότο κείμενο είναι ότι η ελληνική κοι-νωνία, οι παραγωγικές της δυνάμειςγενικότερα, θεωρούν ότι ΔΕΝ χρει-άζονται εγχώρια παραγωγή νέαςγνώσης αιχμής. Αν η εγχώρια κοι-νωνία και παραγωγή είχαν ανάγκητην παραγωγή νέας γνώσης(έρευνα), αυτό θα είχε γίνει με τονένα ή τον άλλο τρόπο. Είναι ο (στρε-βλός) τρόπος με τον οποίο έχουναναπτυχθεί οι παραγωγικές δυνά-μεις, ο μεγάλος όγκος των μικρώνεπιχειρήσεων αυτο-απασχόλησηςστη χώρα μας, που αναστέλλει τηνανάγκη και αποτρέπει την ανάπτυξηερευνητικής πολιτικής11. Η ελληνικήκοινωνία, οι παραγωγικές της δυνά-μεις θεωρούν ότι μπορούν να εξα-σφαλίσουν καλύτερα και φτηνότερατα αναγκαία προϊόντα της έρευναςεισάγοντάς τα έτοιμα, το ίδιο και ταανώτατα επιστημονικά στελέχη. Γιατην εγχώρια παραγωγή έρευναςαδιαφορούν12. Ένας σχεδιασμός οοποίος δεν θα λαμβάνει υπ’ όψηαυτή την ελληνική ιδιαιτερότητα,δεν θα μπορέσει ποτέ να οδηγήσεισε έναν αποτελεσματικό εκσυγχρο-νισμό της έρευνας και στην ανά-πτυξη.

Με βάση τα παραπάνω, θα περί-μενε κανείς ότι έρευνα στην Ελλάδαδεν υπάρχει και, πιθανότατα, αυτήθα ήταν η απάντηση της κοινής γνώ-μης σε μια δημοσκόπηση. Σε πείσμαόμως όλων των παραπάνω, έρευναστην Ελλάδα υπάρχει, σύμφωνα καιμε τα στοιχεία που παρατίθενται στησυνέχεια. Και όχι μόνο υπάρχει,αλλά είναι και καλή, σύμφωνα μεδιεθνή πρότυπα, όπως τεκμηριώνε-ται και από τις ανεξάρτητες ΔιεθνείςΕπιτροπές που επανειλημμένα τηνέχουν αξιολογήσει. Πώς λοιπόναυτό συμβιβάζεται με την υπόθεση

εργασίας;Η απάντηση (που ήδη έχει δοθεί)

είναι μάλλον απλή. Όπως προανα-φέρθηκε, η έρευνα στην Ελλάδααναπτύχθηκε μετά την είσοδο μαςστη Ευρωπαϊκή Ένωση, αναπτύ-χθηκε στο πλαίσιο της ΕυρωπαϊκήςΈνωσης από την οποία «επανεισά-γεται», με αποτέλεσμα να έχει ανα-πτύξει κυρίως εξαγωγικά χαρακτηρι-στικά: παράγεται ως εξαγώγιμοπροϊόν και (ευτυχώς) αναπτύσσεταιως τέτοια. Ιδιαίτερα αποκαλυπτικήως προς αυτό είναι η ανασκόπησητης ηλικίας των ελλήνων ερευνητών.Οι χρονολογίες γέννησης παρου-σιάζουν ένα εντυπωσιακό μέγιστομεταξύ των ετών 1957 και 1964,που αντιστοιχούν στους «ώριμους»επιστήμονες, οι οποίοι είχαν ολο-κληρώσει τις σπουδές τους και«στρατολογήθηκαν» στο χώρο ότανάρχισαν τα ευρωπαϊκά προγράμ-ματα και δημιουργήθηκε θεσμικόπλαίσιο για την έρευνα.

Ένα στοιχείο προς επίρρωση τωνπαραπάνω είναι η συχνή μομφή πουδιατυπώνεται για την έρευνα, ότιδεν είναι συνδεδεμένη με την παρα-γωγή και ότι δεν παράγει καινοτο-μία. Αυτό είναι και αλήθεια καιψέμα. Αν δεν μιλήσουμε με εντυπώ-σεις αλλά με αριθμούς, οι πατέντεςπου παράγονται με συμμετοχή τουελληνικού ερευνητικού χώρου καικατευθύνονται στην εγχώρια παρα-γωγή είναι κοντά στο μηδέν. Όμως,οι αντίστοιχες πατέντες που απευ-θύνονται στον ευρωπαϊκό χώρο (πουείναι και ο χρηματοδότης της ελλη-νικής έρευνας) είναι διπλάσιες τουκοινοτικού μέσου όρου13. Ταυτό-χρονα, η χρηματοδότηση του ιδιω-τικού τομέα στην ελληνική έρευναείναι ανιχνεύσιμη με μικροσκόπιο,ενώ όλες οι προσπάθειες και πιέ-σεις για συμμετοχή του ιδιωτικούτομέα στην έρευνα κατέληξαν (κατάτα ελληνικά ειωθότα) σε χρηματο-δοτήσεις και κοινοπραξίες «της συ-γκυρίας» (βλ. τα προγράμματαΕΠΑΝ 2000-2006).

6. Η ελληνική ερευνητική άνοιξηΗ απογείωση της έρευνας από τιςαρχές της δεκαετίας του 1980 οφεί-λεται σε τρεις βασικές διαρθρωτικέςαλλαγές:

1) Την ένταξη στην ΕΟΚ, μετέ-πειτα Ευρωπαϊκή Ένωση, που εξα-σφάλισε την απ’ ευθείας χρηματο-δότηση της έρευνας από τονευρωπαϊκό προϋπολογισμό σε αντα-γωνιστική βάση.

2) Την κατάργηση της έδρας σταΑΕΙ και τον Ενιαίο Φορέα Διδασκό-ντων που εισήγαγε τακτές και επα-

Page 8: Δημοκρατία - Apache2 Ubuntu Default Page: It works143.233.226.84/syllogos/sites/default/files/H Erevna The Books Journal-58.pdf · αναγκαία κρίσιμη μάζα

[Σεπτέμβριος 2015] #58 the books’ jοurnal 45

νειλημμένες κρίσεις των μελώνΔΕΠ.

3) Τη δημιουργία σύγχρονου θε-σμικού πλαισίου για την έρευνα (ν.1514/1985) και τα ερευνητικά κέ-ντρα, τα οποία την ίδια περίοδοπολλαπλασιάστηκαν, ιδίως με τη δη-μιουργία πολλών μικρότερων ή με-γαλύτερων Ιδιωτικού Δικαίου Κέ-ντρων (π.χ. ΙΤΕ).

Το παραπάνω τρίπτυχο οδήγησεσε άνθηση της έρευνας την εικοσα-ετία που ακολούθησε. Άνθηση πουπαρέμεινε και παραμένει εν πολλοίςάγνωστη στην ελληνική κοινωνία α)γιατί δεν την ενδιαφέρει και β)επειδή η συμβολή της στην ελλη-νική οικονομία (των μικρών επιχει-ρήσεων και της αυτοαπασχόλησης)ήταν περιορισμένη.

Για να τεκμηριώσουμε αυτό το γε-γονός με πραγματικούς αριθμούς(αυτό που στις φυσικές επιστήμες θαλέγαμε «hard data»), η πλέον αντι-κειμενική, αποδεκτή και λιγότεροαμφισβητήσιμη μέτρηση, σύμφωναμε τα διεθνή πρότυπα, είναι η πα-ραγωγή νέας γνώσης, εκφρασμένηως αριθμός άρθρων σε διεθνή πε-ριοδικά κύρους. Η παραγωγή αυτήδείχνει μια εκθετική αύξηση, από1.000 άρθρα ανά έτος την περίοδο1980-1985, σε πάνω από 12.000άρθρα το 2005, υπερ-δωδεκαπλα-σιαζόμενη σε μια εικοσαετία (Ει-κόνα 2), άνοδος που συνεχίζεται εκ-θετικά και τα επόμενα χρόνια, όπωςπροκύπτει και από τα στοιχεία τουΕθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης(ΕΚΤ). Η μεταβολή αυτή δεν είναιεπακόλουθο μιας διεθνούς τάσης,δεδομένου ότι την ίδια περίοδο οαριθμός των παγκόσμιων δημοσιεύ-σεων παρουσιάζει μια στασιμότηταμε ελαφρές ανοδικές τάσεις (εικόνα2).

Τα παραπάνω στοιχεία καθώς και ηεπικαιροποίησή τους, είναι πλέονευρέως διαθέσιμα και προσβάσιμα,τόσο λόγω του διαδικτύου, αλλά καιαπό το ΕΚΤ (Εθνικό Κέντρο Τεκ-μηρίωσης), αποτελώντας κοινή, εύ-κολη, μετρήσιμη, αλλά και μη αμφι-σβητήσιμη βάση για κάθε ανάλυσηκαι την αποτίμηση της ελληνικήςερευνητικής παραγωγής14. Η ανα-τομία του έργου που έχει επιτελε-στεί, αναδεικνύει επίσης το χαρα-κτηριστικό της εντατικής παραγωγήςνέας γνώσης στα ΕΚ, με τετραπλάσιαπαραγωγή ανά ερευνητή σε σχέσημε αυτήν ανά μέλος ΔΕΠ. Είναι προ-φανές ότι μπορούν και πρέπει ναυπάρξουν πολλές και διαφορετικέςαναγνώσεις των παραπάνω, που θααναδεικνύουν μειονεκτήματα, πλεο-

νεκτήματα, ανεπάρκειες και ισχυράσημεία. Ο στόχος της συγκεκριμέ-νης αποτίμησης δεν είναι να μπεισε αυτή τη συζήτηση, όπου πολλάθα μπορούσαν να λεχθούν, αλλά νααναδείξει την κοινή βάση και αφε-τηρία, που θα πρέπει να υπάρχει σεόλες τις συζητήσεις.

Όμως, και όλοι οι άλλοι δείκτεςείναι εξ ίσου καλοί. Σύμφωνα μεστοιχεία του 200915, η Ελλάδα πα-ρουσίαζε μια από τις χαμηλότερεςαναλογίες ερευνητών (4,2 ερευνη-τές/1.000 εργαζόμενους) στην Ευ-ρωπαϊκή Ένωση (6,3/1.000) και, βέ-βαια, πάρα πολύ μακράν των ΗΠΑ(9,3/1.000). Ταυτόχρονα, η χρημα-τοδότηση της έρευνας από την Ελ-λάδα ήταν κατά μέσον όρο στο0,6% του ΑΕΠ έναντι 2% της ΕΕ,που την κατέτασσε 26η στα 27κράτη μέλη.

Παρ’ όλη τη μικρή αναλογία ερευ-νητών και ουσιαστική απουσία χρη-ματοδότησης, την ίδια περίοδο, ταΕΚ (με αυξομειώσεις) για κάθε ευρώπου διαθέτει η πολιτεία, κέρδιζανκαι επέστρεφαν κατά μέσον όροάλλα 2 έως 3 ευρώ στην ελληνική οι-κονομία. Η παραγωγή νέας γνώσηςστην Ελλάδα συνέχιζε την εκθετικήαύξηση (5η σε ρυθμό αύξησης) ήταν17η στην παραγωγή επιστημονικήςγνώσης στην ΕΕ σε αναγωγή ανά 1εκατ. κατοίκους και 8η σε απορρο-φητικότητα των κοινοτικών κονδυ-λίων. Βρίσκεται στον ευρωπαϊκόμέσο όρο ως προς την αξία των δη-μοσιεύσεών της16. Οι ρυθμοί αυτοίσυνεχίστηκαν και κατά τη διάρκειατης κρίσης με μια σταθεροποίησηκατά το 2011, με τους δείκτες απορ-ροφητικότητας και αξίας δημοσιεύ-σεων να αυξάνονται και να πλασά-ρονται στις πρώτες θέσεις.

Όπως έχει προαναφερθεί, σε πεί-σμα της ελληνικής πραγματικότη-τας, τα ελληνικά Ερευνητικά Κέντρα

παρουσιάζουν την «ιδιορρυθμία» νααξιολογούνται ανά πενταετία απόανεξάρτητες Διεθνείς Επιτροπές. Τααποτελέσματα της τελευταίας 5ηςαξιολόγησης (2014), ήταν, όπως καιστις προηγούμενες, ιδιαίτερα θετικά,δεδομένου ότι, με άριστα το 5, το81% των Ινστιτούτων έλαβαν βαθ-μολογία άνω του 4, ενώ το 61% τωνΙνστιτούτων έλαβαν βαθμολογίαπάνω από τον μέσο όρο (=4,38) 17.Οι επανειλημμένες αυτές διαδικα-σίες, εκτός του ότι έχουν ωφελήσειτα μέγιστα το χώρο, βοηθώντας τηνβελτίωση και αυτογνωσία του, πα-ρουσιάζουν και δύο επιπλέον ενδια-φέροντα στοιχεία:

Α) Όλες οι κατά καιρούς εκθέ-σεις διεθνούς αξιολόγησης, είναιεγκωμιαστικές για την έρευναστην Ελλάδα και καταπέλτηςγια την ελληνική πολιτεία καιτο ελληνικό Δημόσιο18, Β) έχουν συμβάλει ώστε να δια-μορφωθεί στον ερευνητικό χώρονοοτροπία, συμβολής με ουσια-στικές και θετικές προτάσεις.

Είναι λοιπόν τουλάχιστον αντι-επι-στημονικός (και οπωσδήποτε λαν-θασμένος) ο οποιοσδήποτε πολιτι-κός σχεδιασμός που, παρά τηναφθονία δεδομένων, αγνοεί επιδει-κτικά τα πραγματικά στοιχεία ενόςχώρου, που είναι ο πλέον αξιολογη-μένος και καταγεγραμμένος του ελ-ληνικού Δημοσίου. Παρ’ όλα αυτά, ηπολιτεία (αλλά και γενικότερα η κοι-νωνία, τα ΜΜΕ κ.ο.κ.) δείχνειάγνοια και απροθυμία να αξιοποιή-σει και να βασιστεί στα υπάρχονταστοιχεία, παρεκκλίνοντας εύκολα σελαϊκισμούς, απαξίωση του έργου πουπαράγεται και σε χάραξη πολιτικήςμε βάση τις εκάστοτε ιδεοληψίες.Ενδεικτικές της εικόνας καθώς καιτης γνώσης της ελληνικής κοινωνίας

για την έρευνα είναι οι ερωτήσειςαπό τους βουλευτές του αρμόδιουτμήματος της Βουλής, που θα μπο-ρούσε να θεωρηθεί και το πλέονπροωθημένο τμήμα της ελληνικήςκοινής γνώμης (πίνακας 2).

δ. Προς μια μεταρρύθμιση του χώρουτης έρευνας.7. Αφετηριακά σημεία για μιαερευνητική μεταρρύθμιση.Με βάση όσα έχουν αναπτυχθεί πα-ραπάνω, αλλά και με την υπόθεσηεργασίας, ισχυρίζομαι ότι πέντε δια-πιστώσεις θα πρέπει να αποτελέ-σουν την βάση για κάθε μεταρρύθ-μιση στο χώρο της έρευνας.

1. Ουσιαστικά δεν υφίσταται ούτεμπορεί να υπάρξει, στο εγγύς μέλ-λον, με την υφιστάμενη δομή τηςοικονομίας, άλλη, ουσιαστική,πηγή χρηματοδότησης εκτός τηςδημόσιας και της κοινοτικής.

2. Εξ αιτίας της χρόνιας έλλειψηςενδιαφέροντος καθώς και της ση-μερινής δημοσιονομικής στενό-τητας, το κράτος αναζητά ευκαι-ρίες απόσυρσης από την έρευνα.

3. Δεν υπάρχει ισχυρή παράδοσηενός ενιαίου χώρου εκπαίδευσηςκαι έρευνας

4. Η πέραν των ΑΕΙ έρευνα παρα-μένει κατακερματισμένη και πολύδιασκορπισμένη

5. Παραμένει ζητούμενο η χάραξητης ερευνητικής πολιτικής τηςχώρας.

Θα ριψοκινδύνευα και έναν 6ο χα-ρακτηριστικό. Η ελληνική έρευνααναπτύχθηκε και απέδωσε κυρίωςμέσω μικρών ευέλικτων δομών καιόχι με μεγάλες, υδροκέφαλες δομές,σαν αυτές που τείνουν να σχηματι-στούν τα τελευταία χρόνια, και ιδι-αίτερα τα χρόνια της οικονομικήςκρίσης. Το χαρακτηριστικό αυτό της

εικόνα 2. Ο αριθμός των ελληνικών και παγκόσμιων δημοσιεύσεων 1975-2005. πηγή: Στεργίου κ.Ι. και παντής Ι.Δ.2006. Πανεπιστημιακή έρευνα και αξιολόγηση. πανεπιστήμιο, 20, 8-9, ΑπΘ. πανεπιστημιούπολη.

Page 9: Δημοκρατία - Apache2 Ubuntu Default Page: It works143.233.226.84/syllogos/sites/default/files/H Erevna The Books Journal-58.pdf · αναγκαία κρίσιμη μάζα

46 the books’ journal #58 [Σεπτέμβριος 2015]

ελληνικής έρευνας ίσως αποτελεί καιμια δευτερεύουσα απάντηση στηνερώτηση γιατί το ελληνικό παρά-δειγμα απέδωσε όσα απέδωσε 19.

Οι διαπιστώσεις αυτές χρειάζεταινα διαπερνούν κάθε σχέδιο μεταρ-ρύθμισης, προσαρμογής και εκσυγ-χρονισμού στο χώρο της έρευνας,που πρέπει να στοχεύει σε τέσσεριςβασικούς τομείς:

α) Το πλαίσιο στο οποίο θα διεξάγεται (7.1)

β) Τη σύνδεση της παραγωγής και της μετάδοσης της νέας γνώσης (7.2)

γ) Την αναδιοργάνωση της δομής του ερευνητικού χώρου (7.3)

δ) Τον εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου (8)

Η μεταρρύθμιση αυτή έχει την ιδι-αίτερα δύσκολη αποστολή ότι θα

πρέπει να αντιμετωπίσει τα παρα-πάνω χαρακτηριστικά, προσέχονταςταυτόχρονα να διαφυλάξει και ναμην καταστρέψει τα συγκριτικά πλε-ονεκτήματα της ελληνικής έρευνας.

7.1. Δημόσια έρευναΜια μεγάλη συζήτηση που έχειανοίξει στην Ελλάδα την τελευταίαδεκαπενταετία αφορά το χαρακτήρατης δημοσίου συμφέροντος έρευνας.Σε απλοελληνική θεσμική μετά-φραση, η συζήτηση επικεντρώνεταιστο αν τα Ερευνητικά Κέντρα πρέ-πει να είναι Ιδιωτικού ή ΔημοσίουΔικαίου. χρειάζεται να τονιστεί στοσημείο αυτό ότι η συζήτηση αφοράαποκλειστικά τη δημοσίου συμφέ-ροντος έρευνα, στο πλαίσιο μιαςεθνικής στρατηγικής, και όχι τηνέρευνα που γίνεται, χρειάζεται ναγίνεται και πρέπει να ενισχύεται απόιδιώτες, επιχειρήσεις.

Αν και η συζήτηση αυτή μοιάζει

παράλογη στη βάση της, ωστόσοέχει δύο βασικά επιχειρήματα: α)Τα Ιδιωτικού Δικαίου ΕρευνητικάΚέντρα «φέρνουν» περισσότερο συ-νάλλαγμα από τα Δημοσίου ΔικαίουΕ.Κ., β) Θεωρούνται ότι διαθέτουνοικονομικο – διοικητική ευελιξία πα-ρακάμπτοντας δυσλειτουργίες καιγραφειοκρατία του Δημοσίου.

Η συζήτηση αυτή, κατά την ελλη-νική συνήθεια, γίνεται στρεβλά, πα-ραβλέποντας τις ιδιαιτερότητες τηςχώρας. Έχει όμως ιδιαίτερο ενδια-φέρον γιατί συνδέεται και αναδει-κνύει όλες τις πτυχές της αναδιάρ-θρωσης και διορθωτικών κινήσεωνπου θα πρέπει να γίνουν:

1. Δεν νοείται Εθνική ΕρευνητικήΠολιτική χωρίς δημόσια έρευναούτε είναι δυνατόν αυτή να υλο-ποιηθεί χωρίς επιλεγμένους δη-μόσιους φορείς έρευνας. Το ελ-ληνικό κράτος και η ελληνική

κοινωνία, επειδή δεν ενδιαφέρε-ται για την έρευνα, προσπαθείμέσω ιδεολογημάτων περί ιδιωτι-κού δικαίου, να αποσυρθεί απόαυτήν.

2. Μια Εθνική Ερευνητική Πολι-τική, όπως συμβαίνει με όλα τακράτη, προϋποθέτει μια χρημα-τοδότηση τουλάχιστον, της τά-ξης του 50-60% ή και παραπάνωτων ανελαστικών εξόδων. Αυτό,θεσμικά, στην Ελλάδα, μπορεί ναδιασφαλιστεί κυρίως μέσω τουκαθεστώτος Δημοσίου Δικαίου,που υποχρεώνει την πολιτεία σεμια ελάχιστη χρηματοδότηση. Τοαντίθετο, με δεδομένη την υπό-θεση εργασίας που αναπτύχθηκεστην ενότητα 5, στη (σημερινή)ελληνική πραγματικότητα σημαί-νει περαιτέρω μείωση της χρημα-τοδότησης 20. Είναι διεθνής πρα-κτική και πολιτική της ΕΕ σεκαιρους κρίσης να αυξάνεται οπροϋπολογισμός για την έρευνα.Είναι χαρακτηριστικό ότι και ταδύο μνημόνια που υπέγραψε ηΕλλάδα, εξαιρούν την έρευνα απότις περικοπές δαπανών, θέτουντην επένδυση στην έρευνα καιτην καινοτομία σαν βασικά εργα-λεία και μοχλούς για την έξοδοαπό την κρίση και την ανάπτυξη.Περιττό επίσης να προσθέσουμεότι τα συγκεκριμένα τμήματα τουμνημονίου η ελληνική πλευρά όχιμόνο δεν τα εφάρμοσε 21, αλλάεπιπλέον κινήθηκε προς την αντί-θετη κατεύθυνση.

3. Οι ιδιαίτερες οικονομικές επιδό-σεις χρηματοδότησης που απο-δίδονται στα Ιδιωτικού ΔικαίουΚέντρα είναι σε σημαντικό βαθμόεπίπλαστες. Τα σημαντικότερααπό αυτά, στελεχώνονται σε με-γάλο βαθμό από μέλη ΔΕΠ(ακόμη και τριπλάσιο των ερευ-νητών που διαθέτουν). Δηλαδή μεστελέχη που οι αμοιβές τους κα-λύπτονται από το Δημόσιο, χωρίςνα συνυπολογίζονται (καθώς επί-σης και η χρήση των πανεπιστη-μιακών υποδομών και των φοιτη-τών 22).

4. Τα σημερινά Δημοσίου ΔικαίουΕρευνητικά Κέντρα έχουν ακρι-βές υποδομές (ερευνητικά σκάφη,αντιδραστήρες, τηλεσκόπια, συ-στήματα πρόγνωσης). Οι υποδο-μές αυτές δεν μπορούν να συντη-ρηθούν σε καθεστώς ΝΠΙΔ.Αυτός είναι και ο λόγος που ταΙδιωτικού Δικαίου Κέντρα απο-ποιούνταν, κατά το παρελθόν,ερευνητικές δραστηριότητες πουαπαιτούν τέτοιες «ακριβές» επεν-δύσεις23. Είναι προφανές ότι αυτό

πίνακας 2. ερωτήσεις βουλευτών του ελληνικού κοινοβουλίου στη συνεδρίαση της μόνιμης επιτροπής για την έρευναστις 15/6/2011. Το βίντεο με τη συζήτηση είναι http://www.hellenicparliament.gr/Vouli-ton-Ellinon/ToKtirio/Fotografiko-archeio/#78a64b1e-a070-48fa-9133-f03e97780525. Οι ερωτήσεις έχουν αναπλαστεί μεευθύνη του υπογράφοντος, ώστε να συντομευτούν και να αναδειχθεί η ουσία. Σε κάθε ερώτηση υπάρχουν παραπομπέςσε σημεία του κειμένου που συνιστούν απάντηση σε αυτές.

Page 10: Δημοκρατία - Apache2 Ubuntu Default Page: It works143.233.226.84/syllogos/sites/default/files/H Erevna The Books Journal-58.pdf · αναγκαία κρίσιμη μάζα

[Σεπτέμβριος 2015] #58 the books’ jοurnal 47

ισχύει πολύ περισσότερο τώρα σεεποχές «ισχνών αγελάδων». Είναιχαρακτηριστικό ότι η σύγκρισημεταξύ Κέντρων του ίδιου ερευ-νητικού τομέα (σύμφωνα και μετην τελευταία διεθνή αξιολόγησητων Κέντρων), ή με αναγωγή ανάερευνητή, δείχνει ότι δεν υπάρ-χουν διαφορές μεταξύ διαφορετι-κών νομικών καθεστώτων24.

5. Υπάρχουν σημαντικοί τομείςέρευνας των οποίων η χρηματο-δότηση πρέπει να διατηρήσει μιαισχυρή δημόσια συνιστώσα ανε-ξάρτητη από ιδιωτικά συμφέρο-ντα, π.χ. θαλάσσια πολιτική, αλι-εία, κοινωνική και ιστορικήέρευνα.

6. Η διεθνής πρακτική σε όλες τιςχώρες (των ΗΠΑ συμπεριλαμβα-νομένων) είναι η ύπαρξη ενόςκορμού δημόσιας έρευνας, με δη-μόσια χρηματοδότηση (ανεξαρ-τήτως του θεσμικού της χαρα-κτήρα). Η δημόσια χρηματο -δότηση γίνεται είτε μέσω των λει-τουργικών εξόδων τους είτε μέσωσταθερών και μόνιμων εθνικώνερευνητικών προγραμμάτων, ταοποία απουσιάζουν από την Ελ-λάδα. Έτσι οι ανταγωνιστές μαςστην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουντον βασικό κορμό της έρευνάςτους χρηματοδοτούμενο από δη-μόσιους πόρους και ταυτόχρονααξιόλογη χρηματοδότηση απότον ιδιωτικό παράγοντα, στοιχείαπου απουσιάζουν από την Ελ-λάδα και είναι προφανές ότι θααπουσιάζουν και στο άμεσο μέλ-λον. Η περικοπή των κονδυλίωνμας κάνει πιο ακριβούς και υπονο-μεύει την ανταγωνιστικότητα, ιδίωςόσους διαθέτουν ακριβές υποδο-μές.

7. Τα χαρακτηριστικά που αποδί-δονται στα Ιδιωτικού Δικαίου δενείναι πανάκεια, όπως αποδεικνύ-ουν άφθονα αντι-παραδείγματα.Ενδεικτικά να αναφερθούν ταεκτός ΓΓΕΤ Ιδιωτικού δικαίου ΕΚπου σε πολλές περιπτώσεις «θε-ραπεύουν» ομοειδή αντικείμεναμε αυτά που ανήκουν στη ΓΓΕΤ(π.χ. ΕΘΙΑΓΕ, ΙΓΜΕ, ΚΑΠΕκ.ο.κ). Τα παραδείγματα αυτάδείχνουν ότι οι μεγαλύτερες δια-φορές δεν εστιάζονται στην δια-φορά Ιδιωτικού και Δημοσίου Δι-καίου, αλλά στο θεσμικό πλαίσιοπου υπάρχει εντός και εκτόςΓΓΕΤ.

8. Η υποτιθέμενη ευελιξία των Ιδιω-τικού Δικαίου Κέντρων, φάνηκεπόσο έωλη θεσμικά είναι (στηνΕλλάδα) τα τελευταία χρόνια τηςκρίσης, όταν τα Κέντρα αυτά

εντάσσονταν άλλοτε στην ίδιακατηγορία με τις ΔΕΚΟ και άλ-λοτε με τις ΜΚΟ, εκτοξεύονταςτη δυσλειτουργία τους και τηγραφειοκρατία. Καθώς επίσηςαπό το γεγονός ότι οι οικονομικέςπερικοπές στην επιχορήγησήτους οδήγησαν σε πολλές περι-πτώσεις τα Ιδιωτικού Δικαίου κέ-ντρα, σε αδυναμία απορρόφησηςτης ευρωπαϊκής χρηματοδότη-σης, αναγκαστική επιστροφή κον-δυλίων και περιορισμό του φυσι-κού αντικειμένου των έργων, γιατίαδυνατούσαν να καλύψουν τηνελληνική συμμετοχή.

9. Η πολιτική επιλογή της δημιουρ-γίας ενός Ενιαίου χώρου Έρευ-νας και Εκπαίδευσης, υπονομεύ-εται αν τα δύο συστατικά του(ΑΕΙ και Ε.Κ.) διέπονται από δια-φορετικό θεσμικό καθεστώς. Ηδημόσια συνιστώσα θα είναι πά-ντα επικυρίαρχη της άλλης, νο-θεύοντας το αποτέλεσμα. Είναιχαρακτηριστικό ότι οι υποστηρι-κτές των Ιδιωτικού Δικαίου κέ-ντρων είναι συνήθως αντίθετοι μετη στρατηγική επιλογή του Ενι-αίου χώρου Εκπαίδευσης καιΈρευνας (βλ. παρακάτω).

10. Τέλος, κάτι περισσότερο συγκυ-ριακό. Η νέα ευρωπαϊκή πολιτικήστοχεύει όλο και περισσότερα ταερευνητικά κονδύλια να περνούνμέσω των κρατών μελών, καθώςκαι να μεταφέρονται κονδύλια γιατην έρευνα στις περιφερειακέςπολιτικές, είτε με υποχρεωτικέςοδηγίες είτε με άλλα χρηματοδο-τικά εργαλεία (π.χ. προγράμματαΕΡΑ-ΝΕΤ). Αυτό σημαίνει ότι τοχρηματοδοτικό πρότυπο της απ’ευθείας χρηματοδότησης από τηνΕ.Ε. αλλάζει σε ένα πιο αποκε-ντρωμένο - ομοσπονδιακό σύ-στημα χρηματοδότησης, το οποίοόμως υπονομεύει τη χρηματοδό-τηση της έρευνας στην Ελλάδαλόγω των ιδιομορφιών που έχουνπεριγραφεί.

Τα παραπάνω συνιστούν την βα-σική επιχειρηματολογία γιατί ηέρευνα και στην Ελλάδα, όπως καισε όλα τα δυτικά κράτη, πρέπει ναστηρίζεται σε μια βασική και γενναίακρατική χρηματοδότηση, η οποία(ειδικά στην Ελλάδα) πρέπει να δια-σφαλίζεται θεσμικά σε κάθε τυχόνμεταρρύθμιση25.

7.2. ενιαίος Χώρος εκπαίδευσηςκαι ΈρευναςΑνώτατη εκπαίδευση και έρευνααποτελούν ένα ενιαίο και αδιαίρετοσύνολο δραστηριοτήτων, το οποίοαποκτά συνεχώς μεγαλύτερη στρα-

τηγική σημασία. Ο ενιαίος χώροςανώτατης εκπαίδευσης και έρευναςδεν πρέπει να κατανοηθεί ως σύ-στημα ισοπεδωτικής ομοιογένειας,αλλά αντίθετα ως δυναμικό σύστημαπολλών κατευθύνσεων και ταχυτή-των. Πρέπει να οικοδομηθεί έναςνέος, μεγάλος χώρος ανώτατης εκ-παίδευσης και έρευνας, αξιοποιώ-ντας αυτό τον πλούτο της διαφορο-ποίησης και εξασφαλίζοντας τηνποιότητα. Για το σκοπό αυτό πρέπεινα διαμορφωθεί ένα ισχυρό πλαίσιο,όπου οι υπάρχουσες δυνάμεις στοχώρο της ανώτατης εκπαίδευσης καιέρευνας θα απελευθερώσουν τη δυ-ναμική τους, επιδιώκοντας την αρι-στεία και αναπτύσσοντας όλες τιςδυνατές θετικές συνέργιες. Απαραί-τητο γι’ αυτό είναι να διαμορφωθείένα απλό, σταθερό και μακροπρό-θεσμο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίαςτων επιμέρους φορέων.

Αντίθετα με το τι συμβαίνει στιςπερισσότερες χώρες, ο χώρος τηςΑνώτατης Εκπαίδευσης και τηςΈρευνας στην Ελλάδα παρέμενεδιαχωρισμένος έως σήμερα, με τηΓενική Γραμματεία Έρευνας και Τε-χνολογίας να ανήκει στο υπουργείοΑνάπτυξης. Το 2011 μεταφέρθηκεγια πρώτη φορά στο υπουργείο Παι-δείας, ενώ στη συνέχεια ακολούθη-σαν διάφορες παλινωδίες περιπλά-νησής από υπουργείο σε υπουργείο.Σήμερα παραμένει στο υπουργείοΠαιδείας, με ισχυρές πιέσεις νααποσπαστεί από αυτό, χωρίς να έχειολοκληρωθεί ένα θεσμικό πλαίσιοενιαίας λειτουργίας των ΑΕΙ με ταΕΚ.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι πε-ρισσότερες ευρωπαϊκές χώρες (Γαλ-λία, Ιταλία, Γερμανία, Νορβηγία,Σουηδία, Ολλανδία, Ρωσία κ.ο.κ.)έχουν ενιαία υπουργεία ΑνώτατηςΠαιδείας και Έρευνας, ενώ αντί-στοιχα θεσμικά πλαίσια (π.χ. ξεχω-ριστό υπουργείο Έρευνας στηνΙσπανία) υπάρχουν σε όλες σχεδόντις υπόλοιπες χώρες. Είναι όμως πά-ντα προτιμότερο η συζήτηση να γί-νεται με τα πρωτογενή επιχειρήματακαι η Ελλάδα να μην αντιγράφει τισυμβαίνει στις άλλες χώρες, ώστε ηθεσμοθέτηση να γίνεται με βάση τιςελληνικές ιδιομορφίες. Το ελληνικό«παράδειγμα», που δημιουργήθηκεάτυπα τα τελευταία χρόνια (συχνά,σε αντίθεση με τις κρατικές πολιτι-κές), έδειξε ότι αυτός ακριβώς ο ενι-αίος χώρος ενισχύει την έρευνα,όπως συνέβη ατύπως στην Κρήτηκαι σε άλλα περιφερειακά ΑΕΙ.

Η συμπληρωματικότητα της τρι-τοβάθμιας εκπαίδευσης και τωνΕρευνητικών Κέντρων έχει τεκμη-

ριωθεί νωρίτερα σε αυτό το κείμενο.Ένα μεγάλο τμήμα της παραγωγήςνέας γνώσης αλλά και της παραγω-γής των στελεχών (αυτο-αναπαρα-γωγή) συντελείται στα ΕρευνητικάΚέντρα, που παραμένουν όμως ενπολλοίς αποκομμένα από την εκ-παιδευτική διαδικασία. Η θεσμοθέ-τηση της συμμετοχής των ΕΚ στημετάδοση γνώσης (μεταπτυχιακά,διδακτορικά), με σχέσεις ισοτιμίαςκαι συνεργασίας με τα ΑΕΙ, καθώςκαι η πρόσβαση των ΑΕΙ στις υπο-δομές των Ινστιτούτων, είναι επιτα-κτική. Πολλοί τομείς της έρευναςέχουν ανάγκη από υποδομές πουδεν μπορούν να υποστηριχτούν θε-σμικά από ΑΕΙ, π.χ. Δημόκριτος,ΕΛΚΕΘΕ, ΙΤΕ. Ταυτόχρονα, ταΑΕΙ διαθέτουν νέο επιστημονικό δυ-ναμικό (φοιτητές) η εμπλοκή τωνοποίων στην παραγωγή έρευνας εί-ναι πολύτιμη (όρεξη, ενθουσιασμός,μικρό κόστος). Και οι δύο χώροιπρέπει να έχουν πρόσβαση στα πλε-ονεκτήματα που παρέχει ο καθέναςχωριστά.

Είναι προφανές ότι η μεγιστοποί-ηση του ερευνητικού αποτελέσματοςαλλά και της μετάδοσης της παρα-γόμενης γνώσης απαιτεί την απρό-σκοπτη κινητικότητα του επιστημο-νικού δυναμικού σε έναν Ενιαίοχώρο Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσηςκαι Έρευνας, με ενοποίηση του κα-νονιστικού πλαισίου, επιβάλλονταςδιαφάνεια και αντιμετωπίζοντας τονκατακερματισμό του χώρου. Η αμ-φίδρομη κινητικότητα αποτελεί συ-στατικό στοιχείο για το σχεδιασμότων μεταπτυχιακών σπουδών, εντόςενός συνεργατικού θεσμικού πλαι-σίου που προάγει την αριστεία. Ησημερινή χαλαρή διασύνδεση τωνΕ.Κ. και ΑΕΙ ουσιαστικά είναι απα-γορευτική για τη μεταφορά στην εκ-παίδευση της νέας γνώσης που πα-ράγεται.

Η προώθηση αυτής της πολιτικής(για την ελληνική πραγματικότητα)προϋποθέτει την άμεση θέσπιση κοι-νής πολιτικής δομής και εποπτεύ-ουσας (διοικητικής) αρχής (ΓενικήΓραμματεία, Υφυπουργείο, Υπουρ-γείο) Ανώτατης Εκπαίδευσης καιΈρευνας. Η προώθηση του Ενιαίουχώρου

yy θα ενισχύσει τη βασική έρευνα,που είναι προϋπόθεση sine quanon για την εφαρμοσμένη και τηνανάπτυξη της καινοτομίας

yy θα διευκολύνει το σχεδιασμό εθνι-κής ερευνητικής στρατηγικήςμέσα από την οργανική και συν-δυασμένη αξιοποίηση του συνό-λου του επιστημονικού-ερευνητι-

Page 11: Δημοκρατία - Apache2 Ubuntu Default Page: It works143.233.226.84/syllogos/sites/default/files/H Erevna The Books Journal-58.pdf · αναγκαία κρίσιμη μάζα

48 the books’ journal #58 [Σεπτέμβριος 2015]

κού δυναμικού της χώρας.

Και θα έχει ως αποτέλεσμα

yy την εξοικονόμηση και την ισορρο-πημένη κατανομή των κονδυλίων

yy τις συνέργειες ΑΕΙ και Ερευνητι-κών Κέντρων σε ερευνητικά προ-γράμματα

yy τον εξορθολογισμό και τη μεγαλύ-τερη αξιοποίηση της υπάρχουσαςτεχνογνωσίας και εξοπλισμού

yy την πληρέστερη αξιοποίηση τουεπιστημονικού δυναμικού της χώ-ρας

yy την κινητικότητα ερευνητών, κα-θηγητών, μεταπτυχιακών φοιτη-τών και, κατά συνέπεια,

yy την επαρκέστερη κάλυψη των πιε-στικότατων ελλείψεων προσωπι-κού, τόσο των ΑΕΙ όσο και τωνΕρευνητικών Κέντρων.

7.3. πολυδιάσπαση της έρευναςΈνα προφανές θεμελιώδες πρό-βλημα της ελληνικής έρευνας δημο-σίου συμφέροντος είναι η πολυδιά-σπαση και ο κατακερματισμός της,θέτοντας επί τάπητος την αναγκαι-ότητα ενός «Ερευνητικού Καλλι-κράτη» στο χώρο της έρευνας.

Συνήθως, μιλώντας για έρευναστην Ελλάδα εννοούμε, πέρα απότα ΑΕΙ, τα 11 Ερευνητικά Κέντραπου βρίσκονται υπό την εποπτείατης Γενικής Γραμματείας Έρευναςκαι Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ). ωστόσο,υπάρχουν πολυάριθμοι ερευνητικοίφορείς, διεσπαρμένοι σε τουλάχι-στον 16 διαφορετικά υπουργεία, ορ-γανισμούς ή υπηρεσίες (βλ. Πίνακα1). Οι φορείς αυτοί δεν διέπονταιαπό ενιαίο θεσμικό πλαίσιο λει-τουργίας, εκλογής ερευνητών, διε-θνών κρίσεων κ.λπ.

Σε αυτή την πανσπερμία συνα-ντάμε και ακρότητες του τύπου:ερευνητικοί φορείς του ίδιου τουυπουργείου Παιδείας (π.χ. της Ακα-δημίας Αθηνών, τα Ινστιτούτα τουΠολυτεχνείου κ.ο.κ) να μην είναιενταγμένοι στη ΓΓΕΤ: η κακοδαι-μονία του Ελληνικού Κράτους στηναποθέωσή της.

Το ξεκαθάρισμα του τοπίου είναιπροϋπόθεση οποιαδήποτε ουσια-στικής και ριζικής αναδιάρθρωσηςτου ερευνητικού ιστού. Ο χώρος τωνερευνητικών κέντρων πρέπει νααντιμετωπιστεί ως ενιαίο σύνολο, μεσυνολικό σχέδιο, με στόχο την κα-τάργηση των περιττών, των αλληλε-πικαλύψεων και των αντιφάσεωντου συστήματος.

Η αναδιάταξη αυτή πρέπει να βα-σιστεί, στα συμπεράσματα που πη-

γάζουν από τον σημερινό πειραμα-τισμό της διασποράς και του κατα-κερματισμού της έρευνας. χρειάζε-ται, δηλαδή, να ληφθούν υπ’ όψητα εξής:

1. Η περιγραφείσα ερευνητικήάνοιξη στη χώρα μας αφορά κυ-ρίως τα Ερευνητικά Κέντρα τηςΓΓΕΤ.

2. Τα Ερευνητικά Κέντρα τηςΓΓΕΤ, είναι ο μόνος ίσως θεσμόςτου ελληνικού κράτους που έχειεπανειλημμένα αξιολογηθεί συ-γκριτικά από διεθνείς επιτροπές.

3. Με τη «διάχυση» της έρευνας στακάθε είδους υπουργεία, ακόμα καιδυναμικοί (κατά το παρελθόν) το-μείς της έρευνας (π.χ. γεωργικήέρευνα), εκφυλίστηκαν από φο-ρείς καινοτομίας σε παροχείςυπηρεσιών, με υποβάθμιση τουερευνητικού ρόλου τους. Έτσι,σήμερα, η κοινωνία τούς αντιμε-τωπίζει (εν πολλοίς άδικα) ως φο-ρείς πελατειακής εξυπηρέτησης,χωρίς τεκμηριωμένο έργο, ενώ οιαγωνιώδεις προσπάθειες μελώνκαι στελεχών τους να παραμεί-νουν προσηλωμένοι στο ερευνη-τικό τους έργο, συσκοτίζονται,μηδενίζονται και εξαφανίζονται.

Είναι λοιπόν αναγκαία μια ρηξικέ-λευθη τομή που θα εντάξει όλες τιςερευνητικές δραστηριότητες της χώ-ρας, το σύνολο των ερευνητικών φο-ρέων των διαφόρων υπουργείων(που διέπονται από διαφορετικά νο-μοθετικά πλαίσια) σε έναν ενιαίοφορέα με ενιαίο νομοθετικό - θε-σμικό πλαίσιο. Η επιλογή αυτή θαεπέτρεπε το συντονισμό της ερευ-νητικής πολιτικής και τον περιορι-σμό των ποικιλώνυμων μικροσυμφε-ρόντων.

Οι κατά καιρούς πιέσεις για συρ-ρίκνωση του κράτους, συνήθως, επι-μερίζονται σε κάθε υπουργείο χωρι-στά, αγνοώντας το σύνολο. Ητακτική αυτή έχει οδηγήσει σε μιαανούσια, διεκπεραιωτική, συγχώ-νευση των συγχωνευμένων, πουπροσθέτει δυσλειτουργίες και γρα-φειοκρατία, σχηματίζοντας μεγάλεςμονάδες, με μείωση της ευελιξίαςκαι εξοικονόμηση πόρων.

Αντίθετα, αναδιατάξεις, αναδιαρ-θρώσεις και συγχωνεύσεις, με ένασυνολικό και ενιαίο σχέδιο που θαπεριλαμβάνει το σύνολο της κρατι-κής δομής, θα σήμαινε εξοικονό-μηση πόρων σε μεγάλη κλίμακα. Κυ-ρίως όμως θα σημάνει δημιουργίακαινούργιων, σύγχρονων και αντα-γωνιστικών ερευνητικών μονάδων.Η επιλογή αυτή θα σημάνει, εκτός

από την οικονομία κλίμακας, καινο-τομία, και αύξηση της εισροής χρη-μάτων από ανταγωνιστικά ευρω-παϊκά προγράμματα που ήδηδιεκδικούνται με μεγάλη επιτυχία.Τα κύρια εμπόδια σε μια τέτοια με-ταρρύθμιση είναι ο ίδιος ο συντε-χνιασμός του κράτους, των υπουρ-γείων και των υπουργών του, καθώςκαι τα συμφέροντα που προστατεύ-ουν. Μια μεταρρύθμιση πρέπει νακάνει την επιλογή ρήξης με αυτά.

8. Άξονες για τον εκσυγχρονισμότης νομοθεσίας στην έρευναΟ ερευνητικός ιστός είναι, σήμερα,ένας ιδιαίτερα αποδοτικός και, γιατο λόγο αυτό, οι οποιεσδήποτε αλ-λαγές και μεταρρυθμίσεις πρέπεινα γίνονται προσεκτικά, σταδιακάκαι με συναίνεση της ερευνητικήςκοινότητας ώστε να προστατεύε-ται η εύρυθμη λειτουργία του. Είναισημαντικό να προχωρούν πάντα οιαναγκαίες και ώριμες αλλαγές, απο-φεύγοντας τους οριζόντιους ακρω-τηριασμούς και τις ισοπεδωτικέςλύσεις, που υπονόμευσαν κάθε ιδέαμεταρρύθμισης και εκσυγχρονισμούτα τελευταία χρόνια. Οι στόχοι καιο σχεδιασμός πρέπει να αναπρο-σαρμόζεται ανάλογα με τα αποτε-λέσματα κάθε βήματος των αλλα-γών.

Με δεδομένη την καλή απόδοσημέχρι σήμερα της έρευνας τίθεταιένα βασικό ερώτημα. Γιατί χρειάζε-ται εκσυγχρονισμός του θεσμικούπλαισίου;

1. Ο νόμος 1514/85 είναι ένας πολύκαλός νόμος ο οποίος έθεσε τιςβάσεις για την ανάπτυξη τουερευνητικού συστήματος στηχώρα μας. Άντεξε (αντέχει) στοχρόνο ακριβώς γιατί ήταν μπρο-στά από την εποχή του.

2. Ο νόμος φτιάχτηκε σε συνθήκεςπου ουσιαστικά δεν υπήρχανερευνητές ούτε μεγάλα ερευνη-τικά προγράμματα. Ψηφίστηκε,με άλλα λόγια, σε μια εποχή πουτο ερευνητικό σύστημα ήταν σε«νηπιακή μορφή» και πρέπει νααναπροσαρμοστεί στις σημερινέςσυνθήκες «ωρίμασης» αυτού καιτου ερευνητικού δυναμικού.

3. Ο νόμος πρέπει να αναπροσαρ-μοστεί στη στρατηγική επιλογήτης δημιουργίας ενός ενιαίου χώ-ρου εκπαίδευσης και έρευνας.

4. Ο νόμος δεν κατόρθωσε ναεξασφαλίσει το πλαίσιο για τηχάραξη μιας εθνικής στρατηγι-κής για την έρευνα, παραμένο-ντας αδρανής στα αντίστοιχασημεία του.

5. Ο νόμος δεν αντιμετώπιζε τονκατακερματισμό του ερευνητικούιστού και της ερευνητικής πολιτι-κής.

6. Ο νόμος είναι αρκετά δύσκα-μπτος στην αντιμετώπιση τωννέων ερευνητικών προκλήσεων,της πολυθεματικής σύνθεσηςερευνητικών πεδίων και της διοι-κητικής ευελιξίας για την αντιμε-τώπιση του σημερινού συνεχώςμεταβαλλόμενου πεδίου της έρευ-νας.

Ένα δεύτερο ερώτημα που πρέπεινα απαντηθεί είναι με ποιες δυνά-μεις μπορεί να προχωρήσει η με-ταρρύθμιση, γιατί το βασικό πρό-βλημα κάθε μεταρρύθμισης δεν είναιο σχεδιασμός αλλά, κυρίως, η υλο-ποίηση. Δύο είναι οι βασικές παρά-μετροι που θα πρέπει να ληφθούνυπ’ όψη: α) η μεταρρύθμιση να είναισύμφωνη με τις ανάγκες, τον χαρα-κτήρα και την παιδεία της κοινω-νίας όπου θα υλοποιηθεί και β) ναέχουν εξασφαλιστεί και προσδιορι-στεί οι δυνάμεις που θα την υπο-στηρίξουν.

Εδώ τα προβλήματα είναι πολλα-πλά. Η μεταρρύθμιση στο χώρο δενθα «πηγάσει» από κάποιο κοινωνικόή οικονομικό «αίτημα» (σύμφωνα καιμε την υπόθεση εργασίας) και, άρα.πρέπει να αποτελεί μια κεντρική πο-λιτική επιλογή, ενταγμένη σε ένασχέδιο ανάπτυξης της χώρας. Μεάλλα λόγια, καλούμαστε να κάνουμεμια μεταρρύθμιση σε ένα χώρο πουμέσα στην Ελλάδα διαθέτει μόνο«παραγωγούς» (της γνώσης) και όχιτους «καταναλωτές» της (κοινωνία,επιχειρήσεις κ.λπ.), οι οποίοι βρί-σκονται (συχνά) εκτός ελληνικών συ-νόρων. Ένας βασικός υποστηρικτι-κός παράγων, επομένως, δεν μπορείπαρά να είναι το ίδιο το ερευνητικόδυναμικό.

8.1. Διοίκηση ερευνητικών κέ-ντρωνΈνα από τα σημαντικότερα προ-βλήματα που έχει αναδειχθεί είναιότι το προηγούμενο θεσμικό πλαίσιοθεσπίστηκε όταν το επίπεδο ανά-πτυξης της έρευνας και η διαθεσι-μότητα ώριμων ερευνητών ήταν σεχαμηλά επίπεδα. Το σημερινό σύ-στημα ανάδειξης της διοίκησης οδη-γεί συχνά σε πρόσωπα (διευθυντές)που, ανεξάρτητα από τα προσόντατους, δεν είναι γνώστες των διοικη-τικών προβλημάτων. Επιπλέον, ο«προσωρινός» χαρακτήρας της πα-ρουσίας τους στα ΕΚ, η απουσίακαθεστώτος πλήρους και αποκλει-στικής απασχόλησής τους και η

Page 12: Δημοκρατία - Apache2 Ubuntu Default Page: It works143.233.226.84/syllogos/sites/default/files/H Erevna The Books Journal-58.pdf · αναγκαία κρίσιμη μάζα

[Σεπτέμβριος 2015] #58 the books’ jοurnal 49

απουσία αξιολόγησης των πε-πραγμένων τους οδηγεί συχνά στηναντιμετώπιση της Διοίκησης τουΚέντρου ως δευτερεύουσας απα-σχόλησης. Ενισχύεται έτσι η εμφά-νιση ιδιοκτησιακών και καισαρικώνσυμπεριφορών, βασική πηγή προ-βλημάτων και δυσλειτουργιών.

Απουσιάζουν θεσμικά αντίβαρααπό πρόσωπα που γνωρίζουν τηνκαθημερινότητα των Ινστιτούτων.Η συμμετοχή των ίδιων των ερευ-νητών των κέντρων τόσο στην ανά-δειξη της διοίκησης όσο και στη δι-οίκηση καθαυτή είναι (όταν δεναπουσιάζει πλήρως) πολύ μικρή έωςπροσχηματική. Έτσι, σήμερα, 200χρόνια μετά τη Γαλλική Επανά-σταση (που έθεσε την αρχή: όσοιπληρώνουν φόρους να έχουν λόγοστις αποφάσεις), στα ΕρευνητικάΚέντρα, οι ερευνητές, αν και δια-χειρίζονται εκατοντάδες και πολλέςφορές εκατομμύρια ευρώ, ουσια-στικά δεν έχουν λόγο στη διοίκησήτους ή στην εκλογή τους. Το ζήτηματης ενίσχυσης της συμμετοχής τουςκαθώς και της δημιουργίας δομώνελέγχου και αποφάσεων πρέπει νααποτελέσει ένα από τα βασικά στοι-χεία κάθε μεταρρύθμισης, ώστε αυτήνα υποστηριχτεί από τις βασικές καιζωντανές δυνάμεις του συστήματος.

8.2. Θεματικές ενότητες.Το δεύτερο πρόβλημα προκύπτειαπό την ίδια την ιστορία της δημι-ουργίας του ερευνητικού συστήμα-τος. Οι υπάρχουσες δομές (Ε.Κ.)έχουν αναπτυχθεί χωρίς κάποιοσχέδιο ερευνητικής πολιτικής, συ-χνά από μίμηση ή τυχαία. Όμως,αυτό διαμόρφωσε τις πραγματικέςοντότητες που είναι τα σημερινάΕ.Κ., και γι’ αυτό το λόγο τα πε-ρισσότερα είναι πολυθεματικά (μεβασικές ίσως εξαιρέσεις το ΕΚΚΕκαι το ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.).

Εκ των πραγμάτων προκύπτει ηανάγκη αναθεώρησης και εξορθο-λογισμού αυτής της κατάστασης.Ταυτόχρονα, όμως, μια βίαιη κα-τάργηση αυτής της παράδοσης θαπροκαλέσει μεγαλύτερα προβλή-ματα από όσα θα επιλύσει, μάλιστασε μια εποχή που αυτό δεν μπορείνα «αναπληρωθεί» με χρηματοδό-τηση. Η πολυθεματική συνύπαρξημικρών μονάδων έχει αναδειχθεί ωςπλεονέκτημα με την ενίσχυση τηςδιαθεματικής συνεργασίας και τηνανάπτυξη συνεργιών στα όρια καιστα πεδία επαφής μεταξύ των δια-φορετικών επιστημών.

Μια από τις «συνταγές» επιτυχίαςτου συστήματος είναι ότι αναπτύ-χθηκε μέσα από μικρές ευέλικτες δο-

μές, στις οποίες η συνεργατικότηταδιευκολύνεται, τις υπονομεύουνόμως η ανταγωνιστικότητα και οιαλληλεπικαλύψεις. Έχει ενδιαφέρονότι ενώ αυτά τα χαρακτηριστικάαποτελούν στοιχεία του πολιτισμούκαι της παιδείας μας26, οι έως σή-μερα προσπάθειες αλλαγών τείνουνπρος την ακύρωσή τους, παράγουνδυσλειτουργικές, γραφειοκρατικέςκαι υδροκέφαλες δομές, κακέκτυπαξένων συστημάτων. Το στοίχημακάθε μεταρρύθμισης είναι πώς θαπεριορίσει τις αλληλεπικαλύψεις,πώς θα ενισχύσει τις συνέργειες καιτις συνεργασίες μεταξύ ομοειδώναντικειμένων, διατηρώντας και ενι-σχύοντας ταυτόχρονα τις μικρές καιευέλικτες δομές, μέσω μιας δικτυα-κής λειτουργίας και διοίκησης.

Η λύση αυτού του γόρδιου δεσμούίσως βρίσκεται σε ανεξάρτητες, μι-κρές, ευέλικτες, δικτυωμένες δομέςσε κάθε θεματική ενότητα, που συ-στεγάζονται με άλλες, ώστε να προ-άγεται η διεπιστημονική συνεργα-σία. Η ταυτόχρονη παρουσία,σχημάτων δικτύωσης και κοινής δι-οίκησης/διεύθυνσης των ομοειδώναντικειμένων θα αντιμετωπίσει απο-τελεσματικά θέματα αλληλεπικαλύ-ψεων, ανταγωνισμού και διασποράςδυνάμεων για το δημόσιο σύστημα27.Η θεσμική αποτύπωση παραμένειουσιαστικό ζητούμενο και αποτελείένα από τα πλέον δύσκολα σημείααναθεώρησης, δεδομένου ότι η ση-μερινή κατάσταση αποτελεί ταυτό-χρονα ένα από τα ισχυρά σημεία καιπλεονεκτήματα του ερευνητικού μαςσυστήματος.

Ένα τέτοιο σχήμα θα επιτρέψειστην έρευνα να αναπροσαρμόζεταιεύκολα στο σημερινό μεταβαλλό-μενο πεδίο και στην ανάπτυξη καιτην αναδιάταξη δια-θεματικών πε-δίων. Σε συνδυασμό μάλιστα με τηνθεσμοθέτηση του Ενιαίου χώρουΕκπαίδευσης και Έρευνας, που θαεπιτρέψει στα βασικά ΑΕΙ να συν-δεθούν με τον Ερευνητικό Ιστό, θαενισχύσει το συντονισμό της έρευναςκαι την προαγωγή της διεπιστημο-νικής συνεργασίας.

8.3. Διεύθυνση και διοίκηση τηςέρευναςΌλες οι διεθνείς αξιολογήσεις τηςχώρας αποδίδουν εγκώμια για τηναπόδοση του ερευνητικού ιστού28,και εντοπίζουν τα βασικά προβλή-ματα στο ελληνικό κράτος. Οι πα-ρατηρήσεις τους δεν ελήφθησανποτέ υπ’ όψη. Σήμερα, είναι φα-νερό ότι υπάρχουν δύο επιλογές:

Η μία θα ήταν συντονιστής να πα-ραμείνει το κράτος, η ΓΓΕΤ. Η επι-

λογή αυτή σημαίνει ότι ο συντονι-στής θα έχει έντονα πολιτικό χαρα-κτήρα, καθώς και τη διατήρηση μιαςκρατικής δομής που έχει προκαλέσειπολλά προβλήματα, ενώ έχει ασκη-θεί κριτική εναντίον της από τιςαξιολογήσεις. Είναι όμως πολύ δύ-σκολο να φανταστούμε μια αυστηράπολιτική ηγεσία να χαράσσει ερευ-νητική πολιτική. Η πολιτική ηγεσίαπρέπει να δίνει μόνο πολύ βασικέςεπιλογές αναπτυξιακών κατευθύν-σεων και μοντέλων και να καθορίζειτην ένταση της χρηματοδότησης.

Η άλλη επιλογή είναι να προκρί-νουμε μια οργανωτική δομή, ημια-νεξάρτητη, ημιαυτόνομη από τοκράτος, που θα χαράσσει ερευνη-τική πολιτική και θα οργανώνει τηνπροκήρυξη ερευνητικών προγραμ-μάτων, σε συνεργασία με το υπουρ-γείο Παιδείας. Το σχήμα αυτό δενπρέπει να αναπαράγει το σχήματων «σοφών» του ΕΣΕΤ, δηλαδήυποτιθέμενων ανεξάρτητων τεχνο-κρατών της έρευνας, με βασικέςπεργαμηνές το επιστημονικό τουςέργο. Αντιθέτως χρειάζεται να έχειχαρακτηριστικά διοίκησης και χά-ραξης πολιτικής της έρευνας. Ταχαρακτηριστικά αυτά συχνά (και σί-γουρα όχι απαραίτητα) δεν συμπί-πτουν με τις επιστημονικές περγα-μηνές. Η κεντρική διοίκηση θαπρέπει να έχει την ευθύνη να προ-κηρύσσει θέσεις ερευνητών (ΕθνικοίΕρευνητές29) για να καλύψει δι-επι-στημονικές ανάγκες έρευνας, καθώςκαι να δημιουργεί νέες επιστημονι-κές θεματικές περιοχές.

Αντί επιλόγουΣτον χρόνο που μεσολάβησε απότην ολοκλήρωση του παρόντος κει-μένου και της δημοσίευσής του, ψη-φίστηκε νέος νόμος για την έρευνα(4310/2014), που έρχεται να επιβε-βαιώσει με τον πιο οδυνηρό τρόποβασικές διαπιστώσεις του κειμένου,καθώς οι αλλαγές που επιφέρει κι-νούνται προς την αντίθετη κατεύ-θυνση από αυτή που έχει ανάγκη ηέρευνα στη χώρα μας. Μια συνο-πτική αποτίμηση δείχνει ότι η βα-σική στόχευση του νέου πλαισίου εί-ναι η προσαρμογή του στην στροφήτης ευρωπαϊκής πολιτικής για τηνέρευνα. Σύμφωνα με αυτή, η χρη-ματοδότηση της έρευνας με σημα-ντικά ποσά στρέφεται προς τις πε-ριφέρειες των κρατών μελών. Ηθεσμική «προσαρμογή» που επιχει-ρείται, με τον νέο νόμο, αντί να ενι-σχύσει την έρευνα, στοχεύει να «δι-ευκολύνει» τη διοχέτευση αυτών τωνπόρων σε άλλες (εκτός της έρευνας)δραστηριότητες. Αυτό επιχειρείται

με τρεις βασικές μεταβολές που δια-περνούν το κείμενο του νόμου. Τοθεσμικό πλαίσιο που εισάγει ο νέοςνόμος:

1. Αποσυνθέτει νομικά και θεσμικάτην έννοιας της έρευνας, ώστε ναχωρούν οι πάντες και να μπορούννα αποσπούν ευρωπαϊκά χρή-ματα τα οποία απευθύνονται καικατευθύνονται στην έρευνα. Αυτόδιευκολύνει ιδιαίτερα τους εκά-στοτε περιφερειάρχες για πελα-τειακές σχέσεις.

2. Δίνεται η δυνατότητα στις περι-φέρειες να δημιουργούν ερευνη-τικά κέντρα και ινστιτούτα, χωρίςτην υποχρεωτική ένταξη στοισχύον θεσμικό πλαίσιο, δηλαδήχωρίς εκλεγμένους, κρινόμενουςκαι αξιολογούμενους ερευνητέςμε πλήρη δικαιώματα και καθή-κοντα, αλλά και χωρίς περιοδικήδιεθνή κρίση των ΕΚ.

3. Υπονομεύεται και υποβιβάζεται ηυπόσταση του ερευνητή και τουερευνητικού χώρου, που είναι οι«παραδοσιακοί» και «φυσικοί»αποδέκτες των ερευνητικών ευ-ρωπαϊκών πόρων. Αυτό αποτυ-πώνεται εκτός των άλλων με τηνκατάργηση του «tenure», δηλαδήτης μονιμότητας των ανώτατωνβαθμίδων, που στοχεύει κυρίωςστη διασφάλιση και προστασίατης ακαδημαϊκής ελευθερίας έκ-φρασης. Ταυτόχρονα, οι ερευνη-τές μεταπίπτουν θεσμικά στο επί-πεδο του κρατικού υπαλλήλου(και όχι των πολιτών ή της κοι-νωνίας, του κοινωνικού λειτουρ-γού). Με άλλα λόγια, οι ερευνητέςοφείλουν να λογοδοτούν στις κρα-τικές - κυβερνητικές δομές και όχιστην κοινωνία. Πέρα από τα προ-φανή, αυτό εισάγει και ουσια-στική ανισοτιμία με τα μέλη ΔΕΠτων ΑΕΙ, υπονομεύοντας τον ενι-αίο χώρο εκπαίδευσης και έρευ-νας.

Το παραπάνω πλαίσιο διευκολύνειτη διοχέτευση των περιφερειακώνχρημάτων για την έρευνα σε αλλό-τριους πελατειακούς σκοπούς, επι-βεβαιώνοντας την κρατική επιλογήνα μη γίνονται επενδύσεις στηνέρευνα, αλλά στην ενίσχυση της θε-σμικής και διοικητικής πολυδιάσπα-σης της έρευνας, όπως έχει περι-γραφεί παραπάνω. zx

1 Οι βασικές ιδέες διαμορφώθηκαν απότην εργασία μου στο χώρο της έρευναςμε άξονα τις επιστημονικές προσεγγί-σεις και μεθοδολογίες των βιολογικών

Page 13: Δημοκρατία - Apache2 Ubuntu Default Page: It works143.233.226.84/syllogos/sites/default/files/H Erevna The Books Journal-58.pdf · αναγκαία κρίσιμη μάζα

50 the books’ journal #58 [Σεπτέμβριος 2015]

επιστημών. Η ολοκλήρωσή τουςωστόσο και η όποια σφαιρικότητα καιεγκυρότερη τεκμηρίωση, οφείλεται στηνθητεία μου στην Ένωση Ελλήνων Ερευ-νητών 2012-2014, και στην πολύ καλήσυνεργασία και τον ομαδικό τρόπο δου-λειάς και σκέψης εκείνης της περιόδου.Σημαντικά κομμάτια είναι ουσιαστικάαποτέλεσμα συλλογικής δουλειάς καισυνεργασίας (την οποία σε πολλά ση-μεία, που δεν υπάρχουν γραπτά για ναπαραπέμψω, έχω οικειοποιηθεί, ελπίζωόχι ανεπίτρεπτα) με τους Δ. Λουκά, Μ.Στουμπούδη, Μ. Κωνσταντοπούλου,Αριστοτέλη χατζηιωάννου, ΟυρανίαςΠολυκανδριώτη, Μαρίας Τζεβελέκου,Τζέλας Κατσίκη και Pascal normand.Προφανώς, η σύνθεση και οι απόψειςαυτού του κειμένου αποτελούν δική μουευθύνη.2 Βλ. επίσης το ειδικό τεύχος 175 (1983)του περιοδικού Θούριος, με θέμα τηνπολιτική για τα Πανεπιστήμια. Το ει-δικό τεύχος, που είχε προκαλέσει εντύ-πωση για την αρτιότητα των επεξεργα-σιών του, συνέδεε από τη μια τηδημοκρατική προσδοκία για διευρυμένηπρόσβαση σε μια μαζικοποιημένη ανώ-τατη εκπαίδευση, και από την άλλη τηνέγνοια για αυτό που αργότερα ονομά-στηκε «αριστεία». Η σύνδεση αυτή εκ-φράστηκε συμβολικά με το σύνθημα«Πανεπιστήμιο ανοιχτό στην κοινωνίακαι στις αντιφάσεις της». Δυστυχώς, πα-ραμένει επίκαιρο μέχρι σήμερα.

3 Γ. Κατηφόρης 1978. Γιατί δεν έχουμεΠανεπιστήμιο. Διάλεξη στην ΠάντειοΣχολή

4 Κ. Τσουκαλάς 1975. Εξάρτηση καιΑναπαραγωγή. Ο κοινωνικός ρόλος τωνεκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελ-λάδα (1830-1922). Εκδόσεις Θεμέλιο.

5 Α. Βρυχέα και Κ. Γαβρόγλου. 1982.Απόπειρες μεταρρύθμισης της ανώτα-της εκπαίδευσης 1911-1981. ΕκδόσειςΣύγχρονα Θέματα. Η ανασύνθεση καιαξιολόγηση των συμπερασμάτων είναιευθύνη του υπογράφοντος.

6 Λησμονούμε συνήθως ότι τα περισσό-τερα καταξιωμένα (δημόσια ή «ιδιω-τικά») πανεπιστήμια του εξωτερικούδιαθέτουν μια παράδοση πάνω από 300χρόνια, αγώνων για αυτοδιοίκηση, αυ-τοπροσδιορισμό και απεξάρτηση απότον «εργοδότη» τους είτε αυτός ήταν ηεκκλησία είτε ιδιώτης είτε άλλος κρατι-κός ή μη φορέας.7 Θούριος 1983, τεύχος 175.8 Ενδεικτικό είναι ότι έως πρόσφατα ηέρευνα ανήκε στο υπουργείο Ανάπτυ-ξης. Μια ουσιαστική μεταβολή επήλθεμε το 2012 με τη μεταρρύθμιση Διαμα-ντοπούλου, που μέσα στους στόχουςτης είχε τη δημιουργία Ενιαίου χώρου

Εκπαίδευσης, υλοποιώντας πάγιες καιχρόνιες θέσεις και πιέσεις του Ανανεω-τικού Τμήματος της Αριστεράς, πουέθετε το θέμα από τη δεκαετία του1980. Στο νόμο για τα ΑΕΙ θεσμοθετεί-ται για πρώτη φορά η δυνατότητα θε-σμικής επικοινωνίας ΑΕΙ-ΕΚ. Η με-ταρρύθμιση προγραμματιζόταν ναολοκληρωθεί στο νόμο για την έρευναπου ετοιμαζόταν, αλλά σταμάτησε λόγωαλλαγής υπουργού.

9 Για μια συστηματική ιστορική ανα-σκόπηση της έρευνας στην Ελλάδα, βλ.Δ. Λουκάς, Η πορεία του ΕλληνικούΕρευνητικού Συστήματος την τελευταία40ετία. Τα στοιχεία έχουν παρθεί απόεκεί, οι κρίσεις και αποτιμήσεις είναιευθύνη που υπογράφοντος. http://dhmarpaideia.forumgreek.com/h2-page.

10 Έτυχε να είμαι παρών σε μια συζή-τηση σε ένα από τα μεγαλύτερα ερευ-νητικά κέντρα της χώρας, όπου τέθηκετο ερώτημα πώς θα αιτιολογηθεί το γε-γονός ότι αναπτύσσονται οι συγκεκρι-μένοι τομείς έρευνας και όχι κάποιοιάλλοι. Ένας από τους διαπρεπέστερουςέλληνες επιστήμονες αλλά και πολιτι-κούς της έρευνας, ηγετική φυσιογνω-μία της έρευνας εκείνη την περίοδο μεδιεθνές κύρος είπε: «Πολύ απλά θαπούμε την αλήθεια: έτυχε να είμαστεεδώ, οι συγκεκριμένοι άνθρωποι καιαναπτύσσουμε τους συγκεκριμένους το-μείς».

11 Μια αναλυτική περιγραφή αυτών τωνδομών, βλ. Α. Δοξιάδη. 2013. Το Αόρατορήγμα. Θεσμοί και συμπεριφορά στην Ελ-ληνική οικονομία. Εκδόσεις Ίκαρος.

12 Ή αλλιώς, πολύ περιγραφικά, με ταλόγια του Γ. Παπανικολάου: «Αν έρθωστην Ελλάδα φοβάμαι ότι θα χαθώ. ΟΑμερικάνος ή ο Ευρωπαίος, όταν τουπω ότι είμαι επιστήμων και δεν κάμνωτίποτα άλλο από το να ερευνώ, με θεω-ρεί όχι μόνο ως χρήσιμο στοιχείο αλλάως κάτι ανώτερο από τους κοινούς αν-θρώπους. Ο Έλλην με θεωρεί απενα-ντίας ως ένα άχρηστο ον, και όχι μόνοάχρηστο αλλά και επικίνδυνο…»

13 Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τε-χνολογίας. 2012. Διεύθυνση Σχεδια-σμού και Προγραμματισμού. ΠρότασηΓΓΕΤ για τη διαμόρφωση κατευθύνσεωνΕθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής.31/8/2012, Έκδοση 2.2.

14 http://www.ekt.gr/metrics/Greeksci-entificPublications_EKT.pdf. Βλ. καιΚαλογήρου Γ. 2013. «Ανασυγκρότησημε επίκεντρο τη γνώση: Η στρατηγικήσημασία των πανεπιστημίων και τωνφορέων της έρευνας» 5/9/2013.http://www.metarithmisi.gr/el/readauthors.asp?authoriD =63&page=1&text iD=22082.

15 Τα στοιχεία που παρατίθενται συνει-δητά αφορούν την περίοδο πριν απότην οικονομική κρίση. Μια σύγκρισηκαι μελέτη των περιόδων πριν και μετάτην οικονομική κρίση θα ήταν πάραπολύ ενδιαφέρουσα και αποκαλυπτική.

16 Πολλά από αυτά τα στοιχεία έχουνβελτιωθεί την τελευταία τετραετία, ηΕλλάδα π.χ. κατέχει την 5η θέση σεαπορροφητικότητα, βλ. επίσης Καλο-γήρου Γ. 2013.

17 08/05/2014. ΕΕΕ – Ανοικτή Επι-στολή προς τον Πρωθυπουργό της Ελ-λάδας, κ. Αντώνη Σαμαρά, με θέμα«Αποτελέσματα Διεθνούς Αξιολόγησηςτων Ερευνητικών Κέντρων της ΓΓΕΤ,σε αντιδιαστολή με τις συνεχείς περι-κοπές στην επιχορήγησή τους».http://eeeresearchersgr.powweb.com/eeeresearchers/

18 Βλ. χαρακτηριστικά βλ. την έκθεσητης ranD. Grant J, Ling T, PotoglouD, May culley D 2011. a rapid reviewof the Greek research and developmentsystem. a report prepared by ranDEurope for the Greek Ministry of Edu-cation, Lifelong Learning and religiousaffairs ranD corporation

19 Για μια πληρέστερη επιχειρηματολο-γία αυτού του σημείου, βλ Α. Δοξιάδη.2013. Το Αόρατο ρήγμα. Θεσμοί και συ-μπεριφορά στην Ελληνική οικονομία. Εκ-δόσεις Ίκαρος.

20 Στην Εξελικτική Βιολογία και την θε-ωρία των παιγνίων αυτό ονομάζεται«Εξελικτικά Ασταθής Στρατηγική».

21 Να σημειωθεί ότι αυτή την στιγμήδιατίθενται για τα Ερευνητικά Κέντραπερί τα 35 εκατ. ευρώ (έναντι 85 εκατ.προ κρίσης και αναμένεται περαιτέρωμείωση). Τα ποσά αυτά μετά βίας κα-λύπτουν τους μισθούς τακτικού προσω-πικού για τα ΝΠΔΔ, μέρος των μισθώνστα ΝΠΙΔ και καθόλου λειτουργικάέξοδα και των δύο, που καλύπτονταιαπό ερευνητικά προγράμματα.

22 Για παράδειγμα το ΙΤΕ σε διάφορεςφάσεις διέθετε πάνω από 150 μέληΔΕΠ ενώ ταυτόχρονα μόνο 70 εκλεγ-μένους Ερευνητές.

23 Είναι χαρακτηριστικό και πάλι το πα-ράδειγμα του ΙΤΕ που αποποιήθηκετην ερευνητική δραστηριότητα της θα-λάσσιας έρευνας που είχε αρχικά, κυ-ρίως λόγω της αναγκαιότητας συντή-ρησης πλοίου. Αυτό είχε αποτέλεσμα τηδημιουργία του ανεξάρτητου Ινστιτού-του του ΙΘΑΒΙΚ, το οποίο κατόρθωσενα επιβιώσει και να αναπτυχθεί χάριςστα ευρωπαϊκά προγράμματα που ήτανάφθονα εκείνη την περίοδο, για να με-τατραπεί τελικά σε Δημοσίου Δικαίουκατά το 2002 (συγχωνευόμενο με το

ΕΚΘΕ), ευτυχώς πριν ξεσπάσει η οικο-νομική κρίση.

24 Για αναλυτικά στοιχεία βλ. επίσηςα. 16/06/2011.Παρουσίαση των εκ-προσώπων της ΕΕΕ στην Ειδική Μό-νιμη Επιτροπή Έρευνας και Τεχνολο-γίας της Βουλής των Ελλήνων, με θέμα«Το ερευνητικό σύστημα της Ελλάδας:Ιστορική Διαδρομή, Παρούσα Κατά-σταση, Προοπτικές». http://eeeresearchersgr.powweb.com/eeeresearchers/ βλ.Video της συνεδρίασης της ΕιδικήςΜόνιμης Επιτροπής Ε & Τ, με θέμα«ενημέρωση των μελών της Επιτροπήςαπό τον πρόεδρο της Ένωσης ΕλλήνωνΕρευνητών κ. Δ. Λουκά». http://www.hellenicparliament.gr/Vouli-ton-Ellinon/ToKtirio/Fotografiko-archeio/#78a64b1e-a070-48fa-9133-f03e97780525.

25 Στην Γερμανία, π.χ., το 2013 η προ-σπάθεια μείωσης της χρηματοδότησηςστην έρευνα ακυρώθηκε από το συ-νταγματικό δικαστήριο.

26 Α. Δοξιάδη. 2013. Το Αόρατο ρήγμα.Θεσμοί και συμπεριφορά στην Ελληνικήοικονομία. Εκδόσεις Ίκαρος.

27 Grant J, Ling T, Potoglou D, Mayculley D 2011. a rapid review of theGreek research and development sys-tem. a report prepared by ranD Eu-rope for the Greek Ministry of Educa-tion, Lifelong Learning and religiousaffairs ranD corporation: «Το ελ-ληνικό σύστημα Ε&Α είναι κατακερ-ματισμένο, με μικρές ερευνητικές ομά-δες που δεν επιτυγχάνουν κρίσιμημάζα. Τα ΕΚ θα μπορούσαν να ανα-διοργανωθούν με στόχο την επίτευξηκρίσιμης μάζας με επίκεντρο τον επι-στημονικό τομέα ή/και τη γεωγραφικήθέση με τη δημιουργία ενός ΕλληνικούΕθνικού Ιδρύματος Ερευνών. Η πλειο-ψηφία των χωρών του Οργανισμού Οι-κονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυ-ξης (ΟΟΣΑ) και της ΕυρωπαϊκήςΈνωσης (ΕΕ) έχουν ανεξάρτητα ΕΙΕ.Μια παρόμοια οντότητα θα μπορούσενα δημιουργηθεί και στην Ελλάδα γιατη χρηματοδότηση άριστης έρευναςμέσω ανταγωνιστικών αξιοκρατικώναξιολογήσεων από ομότιμους επιστή-μονες διεθνώς».

28 Ενδεικτικά βλ. Grant J, Ling T, Po-toglou D, May culley D 2011. A rapidreview of the Greek research and develop-ment system. A report prepared by RANDEurope for the Greek Ministry of Educa-tion, Lifelong Learning and religiousaffairs ranD corporation

29 Για πληρέστερη επιχειρηματολογίακαι παρουσίαση βλ. Επίσης, Ποτα-μιάς Γ. http://dhmarpaideia.forum-greek.com/t87-topic