Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

55
Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης των μαθητών της Γ’ Τάξης του 53ου Γενικού Λυκείου Αθηνών για το σχολικό έτος 2015-16 με τίτλο: «Κάστρα – Τα πέτρινα λουλούδια της φύσης» ΘΕΜΑ: Τα Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων Εργασία των παρακάτω μαθητών και μαθητριών της Γ’ Τάξης: Δρομπούρα Γενοβέφα Καλδάνης Νικόλαος Καρπούζη Ξένια Κατσίπης Μάνος Λιβιτσάνος-Μπάρις Άρης Μπέρκοβιτς Αναστασία Μπούνταλη Γεωργία Ολντάσι Ελισάβετ Περδίος Ανδρέας Πυθαρούλιος Κωνσταντίνος Σέγκος Νικόλαος Σμύρης Βασίλης Αθήνα 2016

Transcript of Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Page 1: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσηςτων μαθητών της Γ’ Τάξης του 53ου Γενικού Λυκείου Αθηνών

για το σχολικό έτος 2015-16 με τίτλο:

«Κάστρα – Τα πέτρινα λουλούδια της φύσης»

ΘΕΜΑ: Τα Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Εργασία των παρακάτω μαθητών και μαθητριών της Γ’ Τάξης:

Δρομπούρα Γενοβέφα Καλδάνης Νικόλαος Καρπούζη Ξένια Κατσίπης Μάνος

Λιβιτσάνος-Μπάρις Άρης Μπέρκοβιτς ΑναστασίαΜπούνταλη Γεωργία Ολντάσι Ελισάβετ

Περδίος Ανδρέας Πυθαρούλιος Κωνσταντίνος Σέγκος Νικόλαος Σμύρης Βασίλης

Αθήνα 2016

Page 2: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Εισαγωγή

Το νησί της Κρήτης, η Μεγαλόνησος όπως ονομάζεται, και το σύμπλεγμα των Κυκλάδων αποτελούν τη σημερινή εποχή παγκόσμιο πόλο έλξης για τους τουρίστες, καθώς ξεχωρίζουν για την ομορφιά της φύσης και τη γραφικότητα του περιβάλλοντος, φυσικού και

ανθρωπογενούς. Τα διάσπαρτα στολίδια του Αιγαίου Πελάγους αποτελούν βέβαια και μακραίωνες κοιτίδες πολιτισμού. Πράγματι, ο περίλαμπρος Μινωικός πολιτισμός της

προϊστορικής Κρήτης και ο αινιγματικός Κυκλαδικός πολιτισμός της ίδιας περίπου εποχής χαρακτηρίστηκαν εύστοχα ως εποχές ακμής του αιγαιακού πολιτισμού και σαγηνεύουν ως

σήμερα τους λάτρεις του απώτερου παρελθόντος της Ελλάδος.

Εντούτοις, οι κατοπινοί χρόνοι δεν στερούνται πολιτισμικού πλούτου και ιστορικού ενδιαφέροντος. Ενώ, κατά την αρχαιότητα και τον πρώιμο Μεσαίωνα η Κρήτη και οι Κυκλάδες

υποχώρησαν από το ιστορικό προσκήνιο δίνοντας τον πρωταγωνιστικό ιστορικό ρόλο σε ηπειρωτικές περιοχές, κατά τον ύστερο Μεσαίωνα και τους πρώιμους Νεότερους χρόνους

βρέθηκαν πάλι στο επίκεντρο των πολιτικών και πολιτιστικών εξελίξεων της ανατολικής Μεσογείου. Η κυριότερη αιτία γι αυτό ήταν οι κοσμογονικές εξελίξεις που προκάλεσε στην γεωγραφική αυτή περιοχή η διαβόητη Δ’ Σταυροφορία του 1204 με την οποία καταλύθηκε

προσωρινά η Ρωμανία (Βυζαντινή αυτοκρατορία) και τη θέση της έλαβαν κράτη και εξαρτημένες κτήσεις των Φράγκων (Γάλλων, Γερμανών, Ισπανών, Βορειοϊταλών) ή των Βενετών και των

Γενοβέζων με βραχύτερο ή μακρότερο βίο. Μερικά από τα σημαντικότερα κάστρα της βυζαντινής εποχής ή της λατινοκρατίας (που ονομάζεται και φραγκοκρατία) θα εξετάσουμε στην

παρούσα εργασία.

Page 3: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Τα κάστρα και οι φορτέτσες της Κρήτης

Κάστρο των Απτέρων Χανίων

Το φρούριο βρίσκεται 12km ανατολικά των Χανίων, πολύ κοντά στο χωριό Καλάμι και στα ερείπια της Αρχαίας Απτέρας. Το φρούριο κτίστηκε από τους Τούρκους μετά την Κρητική

Επανάσταση του 1866, κατά τη διάρκεια ενός προγράμματος για τον επανέλεγχο της Κρήτης με ένα δίκτυο από οχυρωματικά έργα. Κτίστηκε από τον Χουσεΐν Αβνί Πασά και αποτελεί

αντιπροσωπευτικό δείγμα φρουριακής Αρχιτεκτονικής του 19ου αιώνα.

Το κάστρο των Απτέρων. Το φρούριο που ήταν γνωστό σαν Κούλες του Σιούμπαση ή απλά

Κούλες κτίστηκε για να ελέγχει την κοιλάδα του Αποκόρωνα, από την οποία διερχόταν το

πέρασμα προς τα Χανιά. Μαζί με τους άλλους Κουλέδες που

έκτισαν οι Τούρκοι στον Αποκόρωνα, ήλεγχε το λιμάνι της Σούδας και υποστήριζε το

κοντινό φρούριο Ιντζεδίν.

Page 4: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Ο Κούλες της Απτέρας σώζεται ακόμη και σήμερα, σε πολύ καλή κατάσταση. Είχε εξοπλιστεί με δύο πύργους που ήταν στραμμένοι προς τα δυτικά (ήλεγχε το πέρασμα προς τα Κεραμειά) και τα

ανατολικά (προς τις Καλύβες). Ο πρώτος επικοινωνούσε με το φρούριο της Σούδας, ενώ ο δεύτερος με το φρούριο Ιντζεδίν και τους κουλέδες των Καλύβων και του Νιου Χωριού.

Περιλαμβάνει χώρους, οι οποίοι αναπτύσσονται συμμετρικά σε σχήμα Π, περιμετρικά σε μια ορθογώνια αυλή. Οι κυκλικοί του πύργοι καταλαμβάνουν τη νοτιοδυτική και νοτιοανατολική

γωνία του φρουρίου, ενώ η κεντρική πύλη βρίσκεται στην ανατολική του όψη, προφυλαγμένη κατάλληλα από μια εσοχή.

Στις επάλξεις, που ήταν στο δώμα του Κούλε, ανέβαιναν οι στρατιώτες με εσωτερικές ξύλινες σκάλες. Το φρούριο διέθετε όλους τους αναγκαίους χώρους στρατωνισμού, διαμονής

αξιωματικών, αποθήκευσης, φυλάκισης, παρασκευής φαγητού και εστίασης. Η καλή κατάσταση του φρουρίου οφείλεται στην άριστη ποιότητα κατασκευής των τοίχων του.

Το κάστρο των Απτέρων.

Page 5: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Κάστρο της Γραμβούσας

Το κάστρο χτίστηκε πάνω σε απότομο ύψωμα της νησίδας Ήμερη Γραμβούσα, στην άκρη της ομώνυμης χερσονήσου, για να προστατέψει το μικρό φυσικό λιμάνι που υπάρχει στο

χώρο, στα πλαίσια ενός ευρύτερου σχεδιασμού οχύρωσης της Κρήτης στα τέλη της Βενετοκρατίας. Άρχισε να κτίζεται το 1584 πάνω σε σχέδια και υπό την επίβλεψη του Latino Orsini. Το φρούριο παραδόθηκε με προδοσία στους Τούρκους το 1692 και παρέμεινε στην

κατοχή τους μέχρι τα χρόνια της επανάστασης του 1821, οπότε καταλήφθηκε από επαναστάτες και χρησιμοποιήθηκε ως ασφαλές κέντρο θαλάσσιων επιδρομών, αλλά και πειρατείας.

Το κάστρο της Γραμβούσας πάνω στην ομώνυμη νήσο.

Page 6: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Το φρούριο είναι κτισμένο πάνω σε ένα απότομο, επίπεδο ύψωμα με μοναδική

πρόσβαση από την ανατολική πλευρά, όπου διαμορφώνεται ένα ελικοειδές μονοπάτι. Το

σχήμα του είναι ακανόνιστο τρίγωνο και προσαρμόζεται στη διαμόρφωση του εδάφους με εναλλαγή ευθύγραμμων

τμημάτων τείχους και μικρών προμαχώνων, στους οποίους οδηγούν κεκλιμένα λιθόστρωτα. Λόγω της απότομης

διαμόρφωσης, το τείχος διακόπτεται στη βορειοανατολική πλευρά. Η κύρια είσοδος

προστατεύεται από προμαχώνα και από μια θολωτή στοά γίνεται η είσοδος στο

εσωτερικό του φρουρίου, όπου οδηγεί ένα κεκλιμένο επίπεδο. Στο χώρο του φρουρίου

σώζονται δυο μεγάλες, θολοσκέπαστες δεξαμενές, που συγκεντρώνουν τα νερά της

βροχής από τα λιθόστρωτα. Από τα υπόλοιπα κτίσματα σώζονται ο ναός του Ευαγγελισμού και η πυριτιδαποθήκη, ενώ διακρίνονται τα θεμέλια των στρατώνων, του διοικητηρίου

και των άλλων εγκαταστάσεων. Τα τείχη είναι κτισμένα από τοπικό ασβεστόλιθο, εκτός από

το cordone, που είναι αποτελείται από λαξευτούς ψαμμίτες.

Το κάστρο της Γραμβούσας.

Page 7: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Κάστρο και Κούλες του Ηρακλείου

Στη θέση της σημερινής πόλης του Ηρακλείου υπήρχε στην αρχαιότητα το ομώνυμο λιμάνι της Κνωσού. Ο οικισμός εξακολούθησε να υφίσταται με το ίδιο όνομα ως τους πρώιμους βυζαντινούς

χρόνους, οπότε εμφανίστηκε και η ονομασία "Κάστρο", λόγω της ύπαρξης οχύρωσης. Το 827/8 το Ηράκλειο καταλήφθηκε από τους Άραβες της Ανδαλουσίας με αρχηγό τον Abu Hafs Omar. Οι

κατακτητές βελτίωσαν σημαντικά την προϋπάρχουσα οχύρωση και την ενίσχυσαν με τάφρο. Έτσι το Ηράκλειο την εποχή αυτή έλαβε την ονομασία Rabdh Αl Khandaq, δηλαδή "Φρούριο της Τάφρου".

Από την ονομασία αυτή προέκυψαν το όνομα "Χάνδαξ", που απαντά στη δεύτερη βυζαντινή περίοδο, και το όνομα "Candia" που ήταν σε χρήση την περίοδο της Ενετοκρατίας.

Το κάστρο του Ηρακλείου, η λεγόμενη πύλη του Ιησού.

Page 8: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

To 961 τα βυζαντινά στρατεύματα με επικεφαλής τον στρατηγό Νικηφόρο Φωκά κατάφεραν να ανακτήσουν το

νησί και την πόλη μετά από 135 χρόνια αραβικής κατοχής. Με τη Δ΄

Σταυροφορία του 1204 η Κρήτη παραχωρήθηκε έναντι χρηματικού

ποσού από το μαρκίωνα του Μομφερράτου Βονιφάτιο στους Ενετούς

και στο Χάνδακα εγκαταστάθηκε ο Δούκας του επονομαζόμενου Βασιλείου

της Κρήτης. Μετά από 2 αιώνες αποφασίστηκε να εγκαταλειφθεί το

βυζαντινό τείχος και η αμυντική προστασία της πόλης σχεδιάστηκε από

την αρχή. Στο μεγαλόπνοο και χρονοβόρο αυτό έργο συνεργάστηκαν πολυάριθμοι μηχανικοί σταλμένοι από

τη Βενετία, αλλά κύριος εμπνευστής του υπήρξε ο διασημότερος στρατιωτικός

μηχανικός της Βενετίας, ο Michele Sanmicheli.

Page 9: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Η οθωμανική κατάκτηση της Κρήτης άρχισε στα 1645. Η πολιορκία του ισχυρού οχυρού υπήρξε μοναδική σε διάρκεια στην παγκόσμια ιστορία, αφού κράτησε 21 ολόκληρα χρόνια. Τελευταίος

υπερασπιστής του ο Φραγκίσκος Morosini με τη συνδρομή των ντόπιων κατοίκων και λίγων επικουρικών δυνάμεων σταλμένων από τον πάπα, τους Ιωαννίτες ιππότες, την Ισπανία, τη

Γαλλία και το Δούκα της Σαβοΐας. Ο Morosini αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει στις 16 Σεπτεμβρίου 1669. Η οθωμανική κατάκτηση ανέκοψε την πορεία ανάπτυξης του νησιού και την άνθιση της κρητικής αναγέννησης στα γράμματα και τις τέχνες, οδήγησε στη συρρίκνωση του

πληθυσμού και στην παρακμή των αστικών κέντρων. Τριάντα χρόνια μετά την κατάκτησή του ο Χάνδακας, το Μεγάλο Κάστρο, χαρακτηριζόταν από τους περιηγητές ως "λείψανο πόλεως".

Το κάστρο του Ηρακλείου.

Page 10: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Τα επιβλητικά τείχη της περιόδου της Ενετοκρατίας άρχισαν να κατασκευάζονται στα 1462 και η οικοδόμησή τους διήρκεσε σχεδόν ως την άλωσή τους. Σήμερα είναι το καλύτερα διατηρημένο

οχυρωματικό έργο στη Μεσόγειο. Παρουσίαζαν την πιο εξελιγμένη εκδοχή της οχυρωματικής τέχνης της εποχής τους και ήταν τόσο ισχυρά, ώστε άντεξαν αλώβητα την εικοσαετή πολιορκία από το

στρατό της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο οχυρωματικός περίβολος, συνολικού μήκους 7 χλμ., έχει σχήμα τριγώνου, με τη βάση προς τη θάλασσα, και αποτελεί ουσιαστικά ένα τεράστιο ανάχωμα. Η καθαίρεση του εδάφους σε μεγάλο βάθος περιμετρικά του περιβόλου δημιούργησε την τάφρο που περιβάλλει από ξηράς την οχύρωση. Το χώμα που αφαιρέθηκε από την τάφρο χρησιμοποιήθηκε στη

δημιουργία ενός ψηλού αναχώματος με κεκλιμένη εξωτερική παρειά, η οποία επενδύθηκε με μικρούς πελεκημένους ασβεστόλιθους (scarpa). Η διάταξη αυτή αποσκοπούσε στην καλύτερη

απόσβεση των βολών των πυροβόλων και στη μεγαλύτερη στατική επάρκεια.

Το κάστρο του Ηρακλείου.

Page 11: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Η μεγάλη ωστόσο καινοτομία στο σχεδιασμό του τείχους του Χάνδακα ήταν το σύστημα των προμαχώνων και αντιπρομαχώνων που κάλυπτε το χερσαίο τμήμα. Υπήρχαν συνολικά επτά

προμαχώνες που προεξείχαν από το τείχος ανά αποστάσεις και ήταν καρδιόσχημοι στη μορφή. Κάθε προμαχώνας ενωνόταν με το τείχος με ένα λαιμό που διέθετε σε κάθε του πλευρά από μια πλατεία σε χαμηλότερο επίπεδο, με δύο θυρίδες για τα πυροβόλα. Το πυροβόλο της εσωτερικής

θυρίδας έβαλε πλάγια και σε απόσταση, ενώ εκείνο της εξωτερικής κάλυπτε την περιοχή μπροστά στα τείχη. Οι πύλες, συνολικά τέσσερις (του Μώλου, του Αγίου Γεωργίου ή Λαζαρέτου, του Ιησού και του Παντοκράτορα), που ήταν παλαιότερα το πιο ευαίσθητο σημείο των τειχών,

τοποθετήθηκαν τώρα στο εσωτερικό των προμαχώνων.

Το κάστρο του Ηρακλείου.

Page 12: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Το καρδιόσχημο σχήμα των προμαχώνων προσέφερε καλύτερη αντίσταση στις επιθέσεις με πυροβόλα όπλα, αλλά και δυσκόλευε σημαντικά την κατά μέτωπο επίθεση του στρατού των πολιορκητών. Το μεγάλο βάθος της τάφρου εγκλώβιζε τον εχθρό που ήταν υποχρεωμένος να εισέλθει στο εσωτερικό της για να προσεγγίσει το τείχος και η μορφή των προμαχώνων, σε

συνδυασμό με τα γωνιώδη αντιτειχίσματα που κάλυπταν τα κενά ανάμεσά τους, εξανάγκαζε τον εχθρό να συγκεντρώνεται στο χώρο ανάμεσα στους λαιμούς των προμαχώνων, όπου ήταν

απροστάτευτος από τις βολές των πυροβόλων που βρίσκονταν στις χαμηλές πλατείες. Ταυτόχρονα οι αντιπρομαχώνες εμπόδιζαν τις βολές των πυροβόλων του εχθρού προς το τείχος. Η τάφρος του

Χάνδακα δεν είχε ποτέ νερό και ο ρόλος της στην αμυντική προστασία της πόλης, όπως περιγράφηκε πιο πάνω, αποτελεί σοβαρή ένδειξη ότι πιθανότατα δεν προοριζόταν για κάτι τέτοιο.

Αεροφωτογραφία του Ηρακλείου στην οποία διακρίνονται οι προμαχώνες και τα τείχη του κάστρου.

Page 13: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Ξεχωριστό κομμάτι της οχύρωσης αποτελεί ο Κούλες, παραθαλάσσιο οχυρό που έφραζε την είσοδο στο λιμάνι για τα εχθρικά πλοία. Στις αρχές του 16ου αι., μέσα στα πλαίσια του

γενικότερου επανασχεδιασμού των οχυρώσεων της πόλης, ένα παλαιό φρούριο κατεδαφίστηκε και στη θέση του κατασκευάστηκε το φρούριο που σώζεται μέχρι σήμερα στο διάστημα από το 1523 ως το 1540. Είναι διώροφο και στην τελική του μορφή κάλυπτε επιφάνεια περίπου 3.600 τ.μ. Το ισόγειο χωρίζεται με τοίχους μεγάλου πάχους σε 26 διαμερίσματα που χρησίμευαν ως

αποθήκες τροφίμων και πολεμοφοδίων, αλλά και ως κελλιά φυλακής, στα οποία βασανίστηκαν πολλοί Κρήτες επαναστάτες.

Ο Κούλες στο λιμάνι του Ηρακλείου

Page 14: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Στον όροφο είχαν διαμορφωθεί καταλύματα για τον καστελλάνο και τους αξιωματικούς της φρουράς. Υπήρχαν ένας φούρνος, ένας μύλος και μια μικρή εκκλησία. Στις τρεις πλευρές που

έβλεπαν προς τη θάλασσα ανοίγονταν θυρίδες για τα πυροβόλα που προστάτευαν το λιμάνι. Στα 1630 υπήρχαν 18 πυροβόλα στο ισόγειο και 25 στον όροφο. Μια κεκλιμένη δίοδος που

χρησίμευε στη μεταφορά των πολυβόλων οδηγούσε ως το δώμα. Στη ΒΑ, Δ και Ν πλευρά εξωτερικά ήταν εντοιχισμένες μαρμάρινες ανάγλυφες παραστάσεις του φτερωτού λέοντα της

Βενετίας που σήμερα σώζονται ακρωτηριασμένες.

Ο Κούλες στο λιμάνι του Ηρακλείου

Page 15: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Κάστρο της Ιεράπετρας

Ο λεγόμενος «Καλές» της Ιεράπετρας κτίστηκε από τους Ενετούς τον 13ο αιώνα, για να προστατεύει τη πόλη και το λιμάνι της. Το 1508 καταστράφηκε από σεισμό και οι ζημιές που

σημειώθηκαν τότε δεν αποκαταστάθηκαν ποτέ πλήρως ίσως λόγω της έκτασής τους. Το κάστρο ενισχύθηκε αργότερα, το 1626, από τον Φραντζέσκο Μοροζίνι λόγω της αυξημένης τουρκικής

επιθετικότητας στο Αιγαίο, αλλά και της διαρκούς απειλής των πειρατών για τους οποίους αποτελούσε προσφιλή στόχο.

Το κάστρο της Ιεράπετρας.

Page 16: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Όταν η Ιεράπετρα έπεσε στα χέρια των Τούρκων το 1647, το κάστρο επιδιορθώθηκε. Από αυτή την περίοδο κρατάει και το όνομα της «Καλές». Οι Τούρκοι έκτισαν και μεγαλύτερο κάστρο στην

Ιεράπετρα, καθώς και τείχη που περιέβαλλαν την πόλη τα οποία γκρεμίστηκαν από τους ενθουσιώδεις κατοίκους μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους το 1898.

Το κάστρο της Ιεράπετρας.

Page 17: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Καστρο της Κισάμου (Καστέλι)

Tο Καστέλι Κισάμου είναι μια κωμόπολη η οποία απλώνεται στον μυχό του Κόλπου της Κισάμου και το όνομά της το οφείλει στο ενετικό φρούριο που ήταν κτισμένο εκεί. Το κάστρο αρχικά

κτίστηκε από τον Γενουάτη Ερρίκο Πεσκατόρε στη θέση της αρχαίας Κισάμου, στις αρχές του 13ου αιώνα κι ήταν ένα από τα φρούρια που οχύρωσε αμέσως με την πρόσκαιρη κατάληψη της Κρήτης το 1204. Όταν σύντομα οι Ενετοί εξεδίωξαν τους Γενουάτες, το φρούριο περιήλθε στην

κατοχή τους, το επισκεύασαν και το έκαναν αμυντικό κέντρο της περιοχής.

Το κάστρο της Κισάμου.

Page 18: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Το σχήμα του ήταν ασύμμετρο πεντάγωνο και, όπως όλα τα ενετικά φρούρια, είχε

χώρους στρατωνισμού, φυλακές, εκκλησάκι και πηγάδι. Από τις πρώτες κιόλας

επαναστάσεις των Κρητικών στην ενετική κατοχή, το φρούριο έγινε στόχος των

εξεγερμένων. Όταν το 1262 οι Κρητικοί, με τη βοήθεια του Βυζαντινού Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου, επαναστάτησαν

κατά των Ενετών, το φρούριο δέχτηκε σφοδρή επίθεση, αλλά δεν έπεσε. Την

περίοδο των επαναστάσεων του 1333 και 1341, οι Ενετοί κατέστρεψαν τον οικισμό

που είχε αναπτυχθεί γύρω από το φρούριο, ενώ αργότερα αποφάσισαν την

ανοικοδόμησή του. Το 1538, το φρούριο καταστράφηκε από τον πειρατή Χαϊρεντίν

Μπαρμπαρόσα και το 1554 επιδιορθώθηκε ριζικά. Το 1646 οι Τούρκοι πολιόρκησαν το

φρούριο, το οποίο έπεσε μετά την προδοσία του φρούραρχου Giovani Medici.

Το κάστρο της Κισάμου.

Page 19: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας το φρούριο υπήρξε θέατρο πολλών επαναστατικών δράσεων. Το 1821, στο φρούριο φυλακίστηκε ο επίσκοπος Κισσάμου Μελχισεδέκ Δεσποτάκης. Οι Έλληνες

πολιόρκησαν το φρούριο και στις 25 Μαΐου 1823 οι Τούρκοι παρέδωσαν το φρούριο και τον οπλισμό

τους. Οι Τούρκοι ανασυγκροτήθηκαν και επέστρεψαν στην Κίσσαμο. Μετά από σφοδρές

μάχες, κατάφεραν να το ανακαταλάβουν. Στη μεγάλη επανάσταση του 1866, το φρούριο

υπήρξε και πάλι στόχος των επαναστατών, αρχηγός των οποίων ήταν ο Σκαλίδης. Το φρούριο

πολιορκήθηκε υπό τον συνταγματάρχη Βυζάντιο και τον ταγματάρχη Φρουδαράκη, αλλά η

πολιορκία λύθηκε όταν ο τελευταίος σκοτώθηκε. Το 1897-8, η ιστορία επαναλήφθηκε και τελικά οι

Τούρκοι αποχώρησαν με την ανακήρυξη της Κρητικής Πολιτείας. Βομβαρδίσθηκε το 1941 από

τους Γερμανούς στη Μάχη της Κρήτης και τότε ήταν που το σπουδαίο αυτό κάστρο καταστράφηκε

σχεδόν ολοσχερώς.Σήμερα σώζονται λίγα μόνο τμήματα του

φρουρίου.

Σπάνια φωτογραφία κρητικού επαναστάτη του 19ου αι.

Page 20: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Κάστρο της Σητείας

Τo φρούριο του κάστρου γνωστό σήμερα σαν Καζάρμα (Casa di arma), είναι το πιο

επιβλητικό μνημείο του παρελθόντος στην πόλη της Σητείας. Κατασκευάστηκε το 13ο αι.

ίσως αρχικά από τον γενοβέζο πειρατή Ερρίκο Πεσκατόρε και οπωσδήποτε

ανακαινίστηκε εξολοκλήρου από τους Ενετούς, αν δεν κατασκευάστηκε εξ αρχής από εκείνους. Οπωσδήποτε όμως δέχθηκε

τροποποιήσεις και ριζική ανακατασκευή από τους Οθωμανούς. Όπως φαίνεται στα Ενετικά

σχέδια, το ανατολικό τμήμα της σημερινής πόλης της Σητείας ήταν οχυρωμένο και

αποτελούσε το "Castello". Είχε τριγωνική μορφή και περιέκλειε τον καθεδρικό και την

κατοικία του ρέκτορα. Στην κορυφή του τριγώνου βρισκόταν ο πύργος με τον

περίβολο του. Οι εκτός τειχών συνοικίες (borghi) αναπτύχθηκαν προς δυσμάς του οχυρού περιβόλου και παρέμειναν μέχρι

τέλους ανοχύρωτες.

Page 21: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Με το σεισμό του 1303, το φρούριο και ο πύργος του υπέστησαν σοβαρές καταστροφές και οι μετέπειτα επισκευές του δεν μπόρεσαν να το ισχυροποιήσουν. Ένα νέο καταστροφικό πλήγμα μεγάλης έκτασης επήλθε με το σεισμό του 1508, ενώ το 1538, η επιδρομή των πειρατών του

Barbarossa, επέφερε ακόμη περισσότερες καταστροφές.

Το κάστρο της Σητείας.

Page 22: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Στα μέσα του 16ου αι., όταν η Βενετία προχωρούσε σε μεγάλης κλίμακας οχυρωματικά έργα με το νέο προμαχωνικό σύστημα στις κτήσεις της, η Σητεία ήταν ουσιαστικά ανοχύρωτη. Μετά την

τουρκική απόβαση του 1645 και την προέλαση προς ανατολάς, ο στρατηγός Mocenigo διαπιστώνει ότι το φρούριο ήταν αδύνατον να αντέξει την παραμικρή πολιορκία και το 1651

αποφάσισε να το κατεδαφίσει (για να μη χρησιμοποιηθεί από τους Τούρκους) και να μεταφέρει τα κανόνια και τον εξοπλισμό στο Χάνδακα.

Το κάστρο της Σητείας.

Page 23: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Μετά την κατάληψή του το φρούριο χρησιμοποιήθηκε από τους Τούρκους ως οχυρό, με σοβαρές επεμβάσεις στο ερειπωμένο ενετικό συγκρότημα. Το τούρκικο οχυρό κατασκευάστηκε

πάνω στη βάση του ανώτερου βενετσιάνικου πύργου, και συνδέεται με το μικρό τμήμα του περιβόλου που έχει απομείνει. Το τείχος στις πλευρές του τριγώνου, του οποίου μεγάλα

τμήματα σωζόταν στις αρχές του αιώνα, έχει σχεδόν εξαφανιστεί σήμερα πλην του επιθαλάσσιου τείχους. Συνεπώς, αυτό που σώζεται από την Καζάρμα σήμερα είναι, ως επί το

πλείστον, οθωμανικής προελεύσεως. Στη σημερινή του μορφή αποτελείται από το βορειοανατολικό τμήμα του αρχικού οχυρωματικού περιβόλου, τον πύργο που κλείνει την

κορυφή του και δωμάτια στον αύλειο χώρο. Ο πύργος, χωρίς στέγη σήμερα, έχει τη μορφή που απέκτησε επί Τουρκοκρατίας. Υπάρχουν ίχνη από εσωτερικό περιμετρικό διάδρομο και από

κεντρικό διώροφο τμήμα. Ο ακριβής τρόπος στέγασης παραμένει ασαφής.

Το κάστρο της Σητείας.

Page 24: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Κάστρο της Σούδας

Στον κόλπο της Σούδας στην Κρήτη υπάρχει το ομώνυμο νησί επάνω στο οποίο υπάρχει ένα σημαντικό ενετικό κάστρο που προστάτευε για αιώνες την είσοδο στο λιμάνι της Σούδας και την πόλη των Χανίων. Από τον 14ο αιώνα υπήρχε ήδη φρούριο στο νησί της Σούδας, αλλά το ενετικό φρούριο άρχισε να κτίζεται το 1573, καθώς οι Ενετοί αξιολόγησαν σωστά τη χρησιμότητα του κόλπου για τις

ναυτικές τους επιχειρήσεις και τη στρατηγική θέση του νησιού για την άμυνα του λιμανιού.

Το κάστρο της Σούδας.

Page 25: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Αρχιτέκτονας και επιβλέπων των εργασιών ήταν ο μηχανικός οχυρώσεων Latino Orsini. Το έργο εκτελέστηκε πολύ γρήγορα και μέσα σ' ένα χρόνο τοποθετήθηκαν και τα πρώτα κανόνια. Το 1646 οι

Τούρκοι επιτέθηκαν, ενώ ακόμη οι οχυρωματικές κατασκευές δεν είχαν ολοκληρωθεί, και τότε φάνηκαν οι αδυναμίες του. Τα τουρκικά κανόνια ισοπέδωσαν τις αποθήκες, τους στρατώνες και άλλες εγκαταστάσεις, όμως οι αμυνόμενοι δεν έχασαν το θάρρος τους, ώσπου ο εχθρός είδε το

μάταιο της προσπάθειας του και σταμάτησε την επίθεση. Οι Τούρκοι δεν κατάφεραν να το κατακτήσουν ούτε το 1669 και, έτσι, παρέμεινε στα χέρια των Βενετών για μισό αιώνα μετά την

κατάληψη της υπόλοιπης Κρήτης. Σταδιακά έγινε και καταφύγιο Κρητών επαναστατών. Πολιορκήθηκε σκληρά για 72 ημέρες κατά τον τελευταίο ενετοτουρκικό πόλεμο και παραδόθηκε μετά από ηρωική αντίσταση στις 27 Σεπτεμβρίου 1715. Έτσι, έσβησε και το τελευταίο ίχνος της

Βενετσιάνικης κυριαρχίας στην Κρήτη. Παρέμεινε δε στα χέρια των Τούρκων ως το 1898.

Το κάστρο της Σούδας.

Page 26: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Ο περίβολος του φρουρίου κύκλωνε όλο το νησί, εκτός από την ανατολική πλευρά. Η περιμετρική τείχιση ήταν, άλλωστε, και η μοναδική λύση, γιατί το μικρό ύψος της νησίδας σε σχέση με τον

περίγυρο (υψόμετρο μόλος 29 μ.) δημιουργούσε πρόβλημα στην άμυνα. Το φρούριο είχε συνολική έκταση 85 στρέμματα. Στο βόρειο και δυτικό τμήμα του περιβόλου διαμορφώθηκε πλήρες

προμαχωνικό μέτωπο: Το τείχος ενισχυόταν με τέσσερις προμαχώνες που συνδέονταν με ευθύγραμμα τμήματα προσαρμοσμένα στη διαμόρφωση του εδάφους, ΒΔ οι Μartinengo και Μichiel και NΔ όπου

ήταν και η κεντρική είσοδος στο φρούριο, ο προμαχώνας Orsinο, ενώ στη νότια άκρη υπήρχε ο πολυγωνικός προμαχώνας Mezzaluna Linguetta. Στο εσωτερικό του κάστρου φτιάχτηκαν καταλύματα

για τους στρατιώτες, αποθήκες πυρομαχικών, σπίτια, εκκλησίες και δεξαμενές.

Το κάστρο της Σούδας.

Page 27: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Κάστρο της Σπιναλόγκας

Στη βόρεια είσοδο του κόλπου της Ελούντας, σε θέση κλειδί για τον έλεγχο του φυσικού λιμανιού της, βρίσκεται η νησίδα της Σπιναλόγκας, με έκταση 85 στρέμματα και 53 μ. υψόμετρο. Το νησί

οχυρώθηκε κατά την αρχαιότητα, το πιθανότερο κατά την ελληνιστική περίοδο, με μεγάλο οχυρωματικό περίβολο. Πάνω στα ερείπια αρχαίου κάστρου οι Βενετοί οικοδόμησαν ισχυρό

φρούριο, που σχεδιάστηκε σύμφωνα με την οχυρωματική πρακτική του προμαχωνικού συστήματος από τον Genese Bressani και τον Latino Orsini. H πρώτη φάση οικοδόμησης του φρουρίου διήρκεσε

από το 1579 και έως το 1586. Επισκευές και μετατροπές στο φρούριο έγιναν πριν και κατά τη διάρκεια του Κρητικού πολέμου (1645-1669) μετά τον οποίο παρέμεινε στα χέρια των Βενετών όπως

και το κάστρο της Σούδας, ως μοναδικές κτήσεις της Γαληνοτάτης στη Μεγαλόνησο.

Το κάστρο της Σπιναλόγκας.

Page 28: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Η οχύρωση της νησίδας αποτελείται από δύο ζώνες. Η πρώτη ακολουθεί το περίγραμμα των ακτών, ενώ η δεύτερη είναι θεμελιωμένη πάνω στους βράχους της κορυφογραμμής. Δύο εγκάρσια τμήματα τείχους, το ένα στα ΝΔ και το άλλο στα ΒΑ της νησίδας, συνδέουν τις

παραπάνω ζώνες. Σε στρατηγικά σημεία της οχύρωσης βρίσκονται η ημισέληνος Μichel και η ημισέληνος Moceniga ή Barbariga που αποτελούν σπουδαία έργα οχυρωματικής αρχιτεκτονικής.

Το κάστρο της Σπιναλόγκας.

Page 29: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Από το 1715 η Σπιναλόγκα εξελίσσεται σε αμιγές οθωμανικό οικιστικό κέντρο που αναπτύσσεται λόγω της ασφάλειας των οχυρώσεων. Στον οικισμό, που οικοδομήθηκε πάνω στα θεμέλια των

ενετικών κτισμάτων, το 1881κατοικούσαν 227οικογένειες . Έως σήμερα σώζονται αρκετά κτίσματα από την περίοδο αυτή, στην πλειονότητά τους διώροφες οικίες περιτοιχισμένες από υψηλούς μαντρότοιχους, και εμπορικά καταστήματα με μεγάλες μαγαζόπορτες και τζαμωτά ανοίγματα. Το 1903, επί Κρητικής Πολιτείας στη Σπιναλόγκα ιδρύεται το Λεπροκομείο. που

λειτούργησε έως το 1957 και επέφερε δραματικές αλλοιώσεις στα κτήρια του οικισμού και στις οχυρώσεις του φρουρίου.

Το κάστρο της Σπιναλόγκας.

Page 30: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Κάστρο του Τεμένους Ηρακλείου

Το κάστρο του Τεμένους ή του Νικηφόρου Φωκά, όπως ονομάστηκε στους νεώτερους χρόνους, είναι το πιο σημαντικό Βυζαντινό μνημείο στην Κρήτη. Βρίσκεται σε ένα λόφο 16 χιλιόμετρα

νοτιότερα από το Ηράκλειο κοντά στο χωριό Προφήτης Ηλίας.Ο λόφος έχει απόκρημνες πλευρές και δεσπόζει στην ενδοχώρα του Ηρακλείου, σε σημείο που δεν είναι ορατό από τη θάλασσα καθόσον την εποχή που κτίστηκε η μεγαλύτερη απειλή ήταν οι

επιδρομές των Σαρακηνών πειρατών.

Το κάστρο του Τεμένους Ηρακλείου.

Page 31: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Πρόκειται επί της ουσίας για μια καστροπολιτεία που ιδρύθηκε το 961 μ.Χ. από τον ίδιο τον Νικηφόρο Φωκά όταν σαν "Αραβομάχος"

στρατηγός απελευθέρωσε την Κρήτη από τους Άραβες. Σκοπός του Φωκά ήταν να μεταφέρει

τους χριστιανούς του Χάνδακα σε αυτό το σημείο, κάτι που τελικά στην πράξη δεν έγινε καθώς το

λιμάνι ήταν πιο σημαντικό για τους Κρητικούς. Το 1204, όταν ο Γενουάτης αρχιπειρατής και κόμης της Μάλτας, Ερρίκος Πεσκατόρε, κατέλαβε την

Κρήτη, ίδρυσε ή επισκεύασε 15 φρούρια, για να εδραιώσει την εξουσία του στο νησί. Ένα από

αυτά ήταν και το Τέμενος. Λίγο αργότερα, όταν οι Βενετοί κατέλαβαν την Κρήτη το 1209, οχύρωσαν

το φρούριο με ισχυρότερο τείχος και το επισκεύασαν σύμφωνα με τις ανάγκες τις εποχής.

Το φρούριο, που χαρακτηρίστηκε ως oppidum fortissimum (ισχυρότατο οχυρό), ονομάστηκε

Castello Temene και παραχωρήθηκε ως φέουδο στις οικογένειες των Coressi, των Corner και των Querini. Όταν το 1669 οι Τούρκοι κατέκτησαν την

Κρήτη, το φρούριο ονομάστηκε Κανλί Καστέλι, δηλαδή ματωμένο φρούριο, σε ανάμνηση των

νεκρών Τούρκων κατά τον Ενετοτουρκικό Πόλεμο του 1646-1669.Καλλιτεχνική απεικόνιση ιταλών

στρατιωτών του ύστερου Μεσαίωνα.

Page 32: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Το Τέμενος είναι μια καστροπολιτεία με οχυρωμένη ακρόπολη, οχυρωματικό περίβολο, προτείχισμα, πύργους, οικοδομήματα, εκκλησίες, δεξαμενές νερού και προστατευμένες πηγές. Η συνολική έκταση κάλυπτε περίπου 600 στρέματα. Η οχύρωση του φρουρίου και η τοιχοποιία

αποτελούν οικοδομήματα μοναδικά για όλη την Κρήτη σε μέγεθος και τεχνική. Είναι θαυμαστή η εκμετάλλευση και του κάθε απόκρημνου βράχου που θα μπορούσε να αποτελέσει στήριγμα

επάλξεων ή οχυρού πύργου. Στα περισσότερο βατά σημεία η οχύρωση είναι τριπλή και μεγαλόπρεποι πύργοι ύψος 9 μ., προστατεύουν κάθε πλευρά του υψώματος. Αρκετά από τα

στοιχεία οχυρωματικής τέχνης (ζώνες λίθων διαφορετικής στατικής συμπεριφοράς, προστατευμένες κλίμακες που οδηγούν σε υπόγειες πηγές, υδατόπυργος), είναι εξαιρετικά σπάνια και καθιστούν το μνημείο μοναδικό στον ελληνικό χώρο. Παραπλήσιες περιπτώσεις

συναντούμε σε κατασκευές στη Ρεντίνα της Θεσσαλονίκης και σε κάστρα της Αρμενικής Κιλικίας στη Μ.Ασία, σε οχυρώσεις, όμως, μικρότερης σημασίας.

Το κάστρο του Τεμένους Ηρακλείου.

Page 33: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Κάστρο των Χανίων

Η πρώτη οχύρωση της πόλης των Χανίων, της αρχαίας Κυδωνίας, ανάγεται στους ελληνιστικούς χρόνους και περιέβαλλε το λόφο του Καστελλίου. Το βυζαντινό τείχος συνδέεται με την

ανακατάληψη της Κρήτης από το Νικηφόρο Φωκά το 961 και το πρόγραμμα ανοικοδόμησης και οχύρωσης καίριων θέσεων της Κρήτης και της ευρύτερης περιοχής του Αιγαίου που

ακολούθησαν οι Βυζαντινοί. Η οχύρωση των βυζαντινών χρόνων φαίνεται πως ακολούθησε την αρχαία χάραξη λόγω της διαμόρφωσης του λόφου και οικοδομήθηκε κυρίως με υλικό σε

δεύτερη χρήση από την αρχαία Κυδωνία, γεγονός που οφείλεται στην εκτεταμένη καταστροφή της πόλης μετά την περίοδο της Αραβοκρατίας (824-961).

Το βυζαντινό μέρος του κάστρου των Χανίων στο λόφο «Καστέλλι» στο παλιό λιμάνι.

Page 34: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Μετά την άλωση της Πόλης από τους Φράγκους το 1204, η Κρήτη παραχωρήθηκε σε έναν από τους αρχηγούς της Δ’ Σταυροφορίας, τον Βονιφάτιο τον Μομφερατικό, ο οποίος με τη σειρά του την

πούλησε στους Ενετούς. Η Βενετία όμως ήταν τότε απασχολημένη με τις κτήσεις της στην Πελοπόννησο και το Αιγαίο και έτσι βρήκε ευκαιρία ο Γενουάτης κουρσάρος Ερρίκο Πεσκατόρε να καταλάβει μεγάλο μέρος της Κρήτης το 1206. Οι Ενετοί αντέδρασαν στην παρουσία Γενοβέζων στο

νησί και το 1211ο Πεσκατόρε αποχώρησε. Μετά από αιώνες, το 1645, και ύστερα από 2μηνη πολιορκία και μεγάλες απώλειες, οι Οθωμανοί κατέλαβαν το κάστρο και την πόλη των Χανίων.

Το κάστρο των Χανίων.

Page 35: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Το τείχος, σε όλες του τις οικοδομικές φάσεις – αρχαία, βυζαντινή, αρχική και νεότερη βενετική – είναι σε μεγάλο βαθμό κατεστραμμένο και έχει διατηρηθεί μόνο τοπικά. Τα πιο πρόσφατα

τείχη κλήθηκε να σχεδιάσει ο περίφημος μηχανικός Michele Sammichieli μεταξύ των ετών 1538-1549. Η νέα οχύρωση περιλάμβανε και το λιμάνι και αποτελούνταν από ένα τετράπλευρο τείχος,

ενισχυόμενο από τάφρο, αντιτείχισμα, καρδιόσχημους προμαχώνες και επιπρομαχώνες, όπως και στο Χάνδακα (Ηράκλειο), σύμφωνα με τους κανόνες της αναγεννησιακής οχυρωματικής

τέχνης. Η σημαντικότερη πύλη του κάστρου ήταν η λεγόμενη Ρεθεμνιώτικη Πόρτα (Porta Retimiotta), στα νότια.

Το κάστρο των Χανίων.

Page 36: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Στη βορειοδυτική πλευρά του λιμανιού της πόλης των Χανίων, οι Βενετοί κατασκεύασαν το Revellino del Porto, που είναι σήμερα γνωστό ως Φρούριο Φιρκά, ένα οχυρωματικό έργο ικανό να αποτρέψει κάθε εχθρικό κίνδυνο για το λιμάνι. Η κατασκευή του ξεκίνησε περίπου στα μέσα

του 16ου αι. και ολοκληρώθηκε μερικά χρόνια πριν την πτώση της πόλης στους Τούρκους το 1645. Εσωτερικά ο χώρος ήταν διαμορφωμένος με κατάλληλα κτίσματα σε στρατώνες και

αποθήκες πολεμικού υλικού. Επίσης ήταν η έδρα του στρατιωτικού διοικητή της πόλης. Στο γωνιακό πυργίσκο του φρουρίου υψώθηκε συμβολικά την 1 Δεκεμβρίου 1913 η ελληνική

σημαία προς τιμήν της Ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα.

Το φρούριο του Φιρκά στο λιμάνι των Χανίων., μέρος της ενετικής οχύρωσης όπως φαίνεται από τον

ανάγλυφο λέοντα-σύμβολο της βενετικής

δημοκρατίας. Στο γωνιακό πυργίσκο του φρουρίου

υψώθηκε συμβολικά την 1 Δεκεμβρίου 1913 η

ελληνική σημαία προς τιμήν της Ένωσης της Κρήτης με

την Ελλάδα.

Page 37: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Φορτέτσα του Ρεθύμνου

Το βενετσιάνικο φρούριο της Φορτέτζας είναι κτισμένο πάνω στο λόφο του Παλαιοκάστρου, στα δυτικά της σημερινής πόλης του Ρεθύμνου. Στο λόφο αυτό υπήρχε η ακρόπολη της αρχαίας

πόλης της Ρίθυμνας και το ιερό της Ροκκαίας Αρτέμιδος. Στους επόμενους αιώνες η πόλη του Ρεθύμνου αναπτύχθηκε στο ίδιο σημείο. Το Castel Vecchio, ο μικρός οχυρωμένος οικισμός της βυζαντινής εποχής, διατηρήθηκε με μικρές τροποποιήσεις και από τους Βενετούς δούκες του

«Βασιλείου της Κρήτης» από το 1211, οπότε και η Γαληνοτάτης Δημοκρατία του Αγίου Μάρκου ολοκλήρωσε την κατάκτηση της Κρήτης, έως τα μέσα περίπου του 16ου αιώνα. Εντούτοις, η

επιδρομή των Τούρκων το 1571 που προκάλεσε την καταστροφή της πόλης, έκανε επιτακτική την ανάγκη για νέα οχυρωματικά έργα, αφού το χερσαίο τείχος δεν την κάλυπτε. Το 1573

θεμελιώθηκε η Φορτέτζα και ολοκληρώθηκε το 1580. Ο αρχικός σκοπός της κατασκευής ήταν να περιλάβει όλες τις κατοικίες της πόλης, κάτι το οποίο δεν έγινε τελικά.

Η φορτέτσα της Ρεθύμνης.

Page 38: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Μέσα στο κάστρο εγκαταστάθηκε μόνο η βενετική φρουρά, αφού ο χώρος που απέμεινε για την

κατασκευή ιδιωτικών κατοικιών, μετά την ολοκλήρωση των δημόσιων κτιρίων, ήταν τελικά

πολύ μικρός. Η έκταση πάνω στην οποία κτίστηκε το κάστρο ήταν ούτως ή άλλως περιορισμένη.

Αυτό είχε συνέπειες στη γενικότερη οργάνωση του φρουρίου. Το βραχώδες έδαφος, η ανυπαρξία

τάφρου και η μικρή έκταση του ελεύθερου χώρου μπροστά από το φρούριο (spianata), καθιστούσαν

τη Φορτέτζα ευάλωτη αμυντικά κάτι που αποδείχθηκε κατά την επιτυχή οθωμανική

πολιορκία του 1645. Ακόμα και η μορφή των τεσσάρων προμαχώνων του φρουρίου δεν είναι πλήρης, καθώς δεν περιλαμβάνει τα απαραίτητα στοιχεία ενός πλήρους προμαχώνα. Κοντά στον

περίβολο δεν υπήρχαν κτίρια και η νότια πλευρά, η πλέον εκτεθειμένη σε επιθέσεις, προστατευόταν από επιπρομαχώνες (cavalieri). Οι αποθήκες των

πυρομαχικών βρίσκονταν στη βόρεια πλευρά, ενώ τα απαραίτητα για την πολιορκία κτίρια είχαν

διαταχθεί στη νότια. Ο περίβολος του κάστρου της Φορτέτζας σώζεται ακέραιος, τα περισσότερα

όμως από τα κτίρια που ήταν οικοδομημένα στο εσωτερικό του έχουν κατεδαφιστεί Η φορτέτσα της Ρεθύμνης.

Page 39: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Αμέσως μετά την κεντρική είσοδο ο επισκέπτης συναντά την αποθήκη του Πυροβολικού. Στο κέντρο του κάστρου βρίσκεται η "πλατεία". Σε αυτήν βρίσκεται το Τέμενος του Sultan Ibrahim, που

χτίστηκε στην ίδια θέση όπου υπήρχε ο καθεδρικός ναός του Αγίου Νικολάου μετά την οθωμανική κατάκτηση του Ρεθύμνου το 1645. Νότια του Τεμένους υπάρχει κτίριο που πιθανότατα ανήκε στο

συγκρότημα του επισκοπικού μεγάρου. Πάνω στην προεξοχή της Αγίας Ιουστίνης βρίσκεται το κτίριο των Συμβούλων. Ακριβώς πάνω από την είσοδο του προμαχώνα του Αγίου Νικολάου σώζεται ένα κτίριο της εποχής της βενετοκρατίας, του οποίου η χρήση δεν έχει προσδιοριστεί με ακρίβεια. Αποτελείται από δύο θολοσκεπείς χώρους και περιβάλλεται από περίβολο. Οι πυριτιδαποθήκες

ήταν απομονωμένες και κατανεμημένες σε όλο τον περίβολο.

Η φορτέτσα της Ρεθύμνης.

Page 40: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Φραγκοκάστελλο των Σφακίων

Το Φραγκοκάστελλο είναι ενετικό μεσαιωνικό κάστρο που βρίσκεται στη νότια ακτή της Κρήτης, περίπου 12 χιλιόμετρα ανατολικά της Χώρας Σφακίων, εντός του νομού Χανίων.

Αποτελεί ένα από τα πιο ξακουστά κάστρα της Ελλάδος κυρίως εξαιτίας του φαινομένου που είναι γνωστό ως Δροσουλίτες, που παρατηρείται στον κάμπο γύρω από το κάστρο, κάποιες

χρονιές στα τέλη της άνοιξης. Το Βενετικό όνομα του κάστρου ήταν Άγιος Νικήτας. Επικράτησε όμως η ονομασία Φραγκοκάστελλο, που του αποδόθηκε από τον τοπικό πληθυσμό και σημαίνει το κάστρο των Φράγκων, καθώς ο τοπικός πληθυσμός συνήθιζε να αποκαλεί

Φράγκους όλους τους ξένους καθολικούς.

Το Φραγκοκάστελλο Σφακίων

Page 41: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Το κάστρο χτίστηκε στο διάστημα 1371-74 με σκοπό την προστασία από τους πειρατές, αλλά και από τους συχνά εξεγειρόμενους Σφακιανούς. Παρά τη στρατηγική του σημασία και παρά τις ανακαινίσεις που του έγιναν, το φρούριο δεν φαίνεται να διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη

μετέπειτα ιστορία. Ίσως και να είχε εγκαταλειφθεί πριν από το 1645 όταν οι Ενετοί το επισκεύασαν για τελευταία φορά προκειμένου να αντιμετωπίσουν τους Τούρκους.

Το Φραγκοκάστελλο Σφακίων

Page 42: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Επί Τουρκοκρατίας ίσως να υπήρχε εκεί στρατιωτική μονάδα. Το 1770 ο Κρητικός οπλαρχηγός Ιωάννης Βλάχος, γνωστότερος ως «Δασκαλογιάννης» κατέλαβε το κάστρο, αλλά αργότερα οι

Τούρκοι τον έπιασαν με δόλο υποσχόμενοι την απελευθέρωση των Σφακιών και ο Δασκαλογιάννης εκτελέστηκε με βασανιστήρια στο Ηράκλειο.

Το 1828, κατά την διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, ο Ηπειρώτης οπλαρχηγός Χατζημιχάλης Νταλιάνης οχυρώθηκε στο κάστρο μαζί με 700 αντρες. Στις 17 Μαΐου 1828 διεξήχθη σκληρή μάχη μεταξύ των οχυρωμένων Ελλήνων και των τουρκικών δυνάμεων του Μουσταφά Ναϊλή

Πασά. Οι Έλληνες ηττήθηκαν και πολλοί από αυτούς σκοτώθηκαν.

Το Φραγκοκάστελλο Σφακίων

Page 43: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Το κάστρο έχει απλό ορθογώνιο σχήμα με πύργο σε κάθε γωνία του. Πάνω από την κεντρική πύλη. Ο νοτιοδυτικός πύργος είναι μεγαλύτερος και πιο σημαντικός από τους υπόλοιπους

επειδή ήταν η τελευταία θέση της άμυνας, εάν το κάστρο πολιορκούνταν και επειδή προστάτευε την κύρια πύλη, επί της οποίας σώζεται ο Βενετικός θυρεός και 4 οικόσημα επιφανών Βενετικών οικογενειών. Κατά μήκος του εσωτερικού των τοίχων υπάρχουν κακοσυντηρημένα ορθογώνια κτίρια, τα οποία χρησίμευαν ως στάβλοι, αποθήκες, στρατώνες κλπ.Τα κτίσματα που υπάρχουν σήμερα στο εσωτερικό του κάστρου είναι ανακατασκευασμένη κατά την τελευταία περίοδο της Οθωμανικής κατοχής του κάστρου, στο τέλος του 19ου αιώνα. Ας σημειωθεί ότι το κάστρο έχει ανακατασκευαστεί σε διάφορες φάσεις της ιστορίας του τόσο από τους Βενετούς όσο και από

τους Τούρκους ως το 1898.

Το Φραγκοκάστελλο Σφακίων

Page 44: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Τα κάστρα των Κυκλάδων

Κάστρο της Άνδρου

Το κάστρο της Χώρας της Άνδρου ήταν από τα πιο σημαντικά κάστρα του Αιγαίου. Σήμερα, αν και παραμένει από τα πιο σημαντικά αξιοθέατα του νησιού, είναι σε μεγάλο βαθμό

κατεστραμμένο. Ήταν κτισμένο στην ανατολική πλευρά της Άνδρου εκεί που βρίσκεται σήμερα η Χώρα. Βρισκόταν σε μια μικρή χερσόνησο και στο γειτονικό της νησάκι.

Το νησάκι χωρίζεται από την χερσόνησο της Χώρας με στενή λωρίδα θάλασσας, πλάτους 2-3 μέτρων και επικοινωνεί με τη στεριά με πέτρινο γεφύρι -την καμάρα. Η τοποθεσία πρόσφερε φυσική οχύρωση δεδομένου ότι από τις 3 πλευρές περικλειόταν από τη θάλασσα και μόνο το

δυτικό μέρος συνδέον με τη στεριά.

Το κάστρο της Άνδρου

Page 45: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Η ονομασία του κάστρου είναι «Κάτω Κάστρο» προφανώς σε αντιδιαστολή με το «Απάνω Κάστρο» της Άνδρου (ή Κάστρο της Φανερωμένης). Ευθύς μετά την άλωση του 1204, οι

αρπακτικές διαθέσεις των Λατίνων κατακτητών στράφηκαν προς άλλα σημεία της καταρρέουσας Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Η Ανδρος καταλήφθηκε το 1207 από τους Ενετούς, επικεφαλής των οποίων ήταν ο ανιψιός του δόγη Μαρίνου Δάνδολου, ο Μάρκος Σανούδος . Οι Ενετοί έκτισαν 3 κάστρα στην Άνδρο: το Κάτω Κάστρο, το Πάνω Κάστρο (ή της Φανερωμένης) και το Κάστρο του

Μακροτάνταλου (ή της Οστοδωσιάς) στο ΒΔ άκρο του νησιού.

Το κάστρο της Άνδρου

Page 46: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Το Κάτω Κάστρο κτίστηκε τον Σανούδο. Σύντομα δημιουργήθηκε ένας

μεσαιωνικός οικισμός μέσα στο κάστρο που γνώρισε εμπορική και οικονομική άνθηση. Ο οικισμός αναπτύχθηκε στο

τμήμα που είναι στη χερσόνησο, ενώ η νησίδα παρέμεινε η ακρόπολη του

κάστρου και η έδρα της ενετικής διοίκησης. Οι Ενετοί έμειναν στην Άνδρο μέχρι το 1566 οπότε το νησί αυτό, μαζί με

τα περισσότερα των Κυκλάδων, καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς.

Έκτοτε το τμήμα στη νησίδα περιέπεσε σε αχρηστία. Οι πύργοι και οι στρατώνες του

κάστρου, καθώς και τα οικόσημα των Ενετών ηγεμόνων, ήταν καλά

διατηρημένα μέχρι το B’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1943, μετά από το σφοδρό βομβαρδισμό από τους Γερμανούς, το

κάστρο καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς

Page 47: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Κάστρο της Νάξου

Η Καστροπολιτεία της Νάξου ιδρύθηκε το 1207 – συνεπεία της Δ’ Σταυροφορίας – από το Μάρκο Σανούδο, όταν ο Ενετός διπλωμάτης και στρατιωτικός κατέλαβε με τους συντρόφους του 17 νησιά του Αιγαίου και σχημάτισε το «Δουκάτο του Αιγαίου», με έδρα τη Νάξο, ένα αυτόνομο κράτος, υπό

τη διακριτική προστασία της Βενετίας από την οποία κατάγονταν οι περισσότεροι ευγενείς που ηγεμόνευαν τα διάφορα νησιά. Το κάστρο χτίστηκε πάνω στα ερείπια της αρχαίας Ακρόπολης της

Νάξου, αφού πρώτα ο Σανούδος κατέλαβε το βυζαντινό Κάστρο Απαλίρου. Περιμετρικά του κάστρου που είχε σχήμα πενταγώνου, χτίστηκαν δώδεκα μεγάλοι πύργοι, εκ των οποίων σήμερα σώζεται

μόνο ένας, ο κυκλικός πύργος της βενετικής οικογένειας των Κρίσπι που μετονομάστηκε σε «πύργο του Γλέζου» και διασώζει ακόμη το οικόσημο της ιταλικής οικογένειας .

Το κάστρο της Νάξου

Page 48: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Το κάστρο έχει πρόσβαση από τρεις πύλες με πιο σημαντική την περίφημη Τρανή Πόρτα που βρίσκεται στη βόρεια πλευρά. Από εκεί έμπαιναν τα επίσημα πρόσωπα και σήμερα σώζεται η

παλιά ξύλινη πόρτα. Υπάρχει και άλλη, νοτιοδυτική είσοδος, το «Παραπόρτι», η δεύτερη σε σημασία πύλη του κάστρου που βγάζει στο Νιο Χωριό, όπου κατοικούσαν κάποτε οι φτωχοί

χωρικοί. Τα σπίτια του κάστρου χρονολογούνται στο 14ο και 15ο αι. και τα περισσότερα έχουν οικόσημα καθολικών ευγενών.

Το κάστρο της Νάξου

Page 49: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Κάστρο της Νάουσας Πάρου

Οι Ενετοί έχτισαν μικρό κάστρο που προστάτευε το λιμάνι της Νάουσας στην Πάρο μετά το 1207, όταν το νησί έγινε μέρος του Δουκάτου της Νάξου υπό τον Μάρκο Σανούδο. Το 1361 το Δουκάτο της

Νάξου πέρασε στον σφετεριστή Φραγκίσκο Κρίσπο ο οποίος για να εδραιώσει τη θέση του παρεχώρησε την πλούσια (λόγω μαρμάρων) Πάρο στη Μαρία Σανούδου (απόγονο της δυναστείας των Σανούδων) με τον όρο να παντρευτεί τον Γάλλο ευγενή Γκασπάρ Σομμαρίπα, γόνο οικογένειας

ευγενών ορμώμενης από το Languedoc της Γαλλίας. Έτσι η Σομμαρίπα έγιναν κύριοι της Πάρου μέχρι το 1517 περίπου όντας ουσιαστικά ανεξάρτητοι από τον Δούκα της Νάξου, αλλά πάντα υπό την επικυριαρχία της Βενετίας. Αν και άξιοι ηγεμόνες, δεν μπόρεσαν να προστατέψουν πάντα τους

κατοίκους του νησιού από επιθέσεις κουρσάρων, κυρίως Τούρκων οι οποίοι τελικά κατέλαβαν το νησί το 1537. Το κάστρο της Νάουσας ανακαινίσθηκε από τους Σομμαρίπα στα τέλη του 15ου αιώνα

και ο χαρακτηριστικός κυκλικός πύργος προστέθηκε στην είσοδο του λιμανιού περί το 1500.

Το κάστρο της Νάουσας Πάρου

Page 50: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Το κάστρο είναι σήμερα μισοβυθισμένο. Αποτελείται από λιμενοβραχίονες, ορατούς κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, που χρησίμευαν ως κυματοθραύστες, και τείχος που καταλήγει σε κυκλικό πύργο, κτισμένο πάνω σε μια ξέρα. Ο προμαχώνας που σώζεται και σήμερα έχει οκτώ

ανοίγματα (επτά είναι κανονιοθυρίδες και το όγδοο η πύλη) και είναι κατασκευασμένος κυρίως από σχιστόλιθους και ακανόνιστες πέτρες.

Το κάστρο της Νάουσας Πάρου

Page 51: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Καστέλι του Εμπορειού Θήρας

Το Εμπορείο ή Εμπορειό ή αλλιώς ο «Νημποριός» είναι το μεγαλύτερο χωριό της Σαντορίνης. Στο κέντρο του Εμπορείου υπάρχει ένας παραδοσιακός οικισμός, το Καστέλι. Όπως και άλλα

«καστέλια» στο νησί, δεν πρόκειται ακριβώς για κάστρο, αλλά για μεσαιωνικό οικισμό του οποίου η αρχιτεκτονική και ανάπτυξη έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην αμυντική σημαντικό δεδομένου ότι

εδώ ήταν το εμπορικό κέντρο του νησιού. Το καστέλι έχει πολλές ιδιαιτερότητες σε σχέση με άλλους μεσαιωνικούς οικισμούς στην Ελλάδα:

Η βασική πρώτη ύλη είναι το κονίαμα από ηφαιστειακό χώμα που δίνει στις κατασκευές μια ασυνήθιστη μορφή με «χυτές» εξωτερικές επιφάνειες. Επιπλέον, ο οικισμός δεν είναι

εγκαταλειμμένος έχοντας στο εσωτερικό του εκκλησίες και σπίτια πολλά από τα οποία έχουν αναστηλωθεί από τους ιδιοκτήτες με πολύ καλόγουστο τρόπο και κατοικούνται -αν και όχι όλο το

χρόνο. Γενικά πρόκειται για ένα εντυπωσιακό αρχιτεκτονικό μνημείο που δεν υπέστη μεγάλες αλλαγές και καταστροφές και διατηρείται σε καλή κατάσταση.

Το καστέλι Νημπορειού

Page 52: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Όπως όλα τα καστέλια της Σαντορίνης, ο Νημποριός είναι κατάλοιπο της ενετικής περιόδου. Άρχισε να δημιουργείται τον 15ο αιώνα, γύρω στο 1450. Ανήκει στον τύπο του οχυρωμένου οικισμού που δημιουργήθηκε από έναν αρχικό πυρήνα γύρω από τον οποίο αναπτύχθηκε ο οχυρωματικός περίβολος. Τα εξωτερικά σπίτια σχημάτιζαν μια αδιάσπαστη σειρά, κάτι σαν

τείχος. Ο εξωτερικός παράγοντας που υπαγόρευε την αναγκαιότητα δημιουργίας και ανάπτυξης των καστελιών ήταν βασικά ο κίνδυνος των πειρατών.

Page 53: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Χαρακτηριστικό στα καστέλια ήταν ότι τα σπίτια χτίζονταν σε σειρά, κολλητά το ένα στο άλλο, σε περιμετρική διάταξη, με παράθυρα και εισόδους από την εσωτερική μεριά του οικισμού. Αυτό προστάτευε τους κατοίκους από τις εχθρικές επιδρομές. Όπως σε κάθε καστέλι, έτσι και εδώ, υπήρχε μία μοναδική είσοδος. Το εσωτερικό είναι ένας μικρός λαβύρινθος με σοκάκια, όπου

χωράει μονάχα ένας άνθρωπος (μικρόσωμος), σκαλιά που ανεβαίνουν σχεδόν κάθετα, μικροσκοπικές πόρτες στη σειρά και ακόμα μικρότερα παράθυρα. Υπάρχουν καμάρες, υπέργειες γέφυρες ανάμεσα στα σπίτια, θόλοι –όλα δομημένα με την πλαστικότητα της ευκολοδούλευτης ηφαιστειακής τέφρας. Τα ακανόνιστα, χυτά σχήματα και τα γήινα απαλά χρώματα δημιουργούν

μια απαράμιλλη σύνθεση.

Το καστέλι Νημπορειού

Page 54: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Επίλογος

Η σύντομη περιγραφή των κάστρων της Κρήτης και των Κυκλάδων μας ταξίδευσε νοερά και, ίσως, με κάποια ρομαντική διάθεση στο Μεσαίωνα και στους νεότερους χρόνους οπότε και τα

φρούρια αυτά ήκμασαν επιτελώντας πιστά τον προστατευτικό τους ρόλο. Μέσα από την περιδιάβασή τους γνωρίσαμε όψεις της ζωής των ανθρώπων, μοιραστήκαμε τις αγωνίες και τα πάθη τους, βιώσαμε τις δυσκολίες της ζωής τους και συναισθανθήκαμε πόσο απαραίτητα ήταν

για τον κόσμο στον οποίον είχαν κτισθεί. Συνάμα, για εμάς τους σημερινούς επισκέπτες των υπέροχων μνημείων, αποτελούν μια υπόμνηση ότι ο σεβασμός στον πολιτισμό, τις παραδόσεις και την ιστορική μνήμη περνάει οπωσδήποτε μέσα από ανάλογο σεβασμό προς το περιβάλλον,

καθώς μέσα σε αυτό ανθεί ο ανθρώπινος πολιτισμός και ανθίζουν τα ακατάβλητα στο χρόνο δημιουργήματά του.

Page 55: Κάστρα της Κρήτης και των Κυκλάδων

Βιβλιογραφία Ανδριανάκης Μιχάλης, Το Φραγκοκάστελλο των Σφακίων, εκδ. ΤΑΠ, Αθήνα, 1998Αρακαδάκη Μαρία, «Τα φρούρια των βράχων και η άμυνα στρατηγικής σημασίας λιμανιών στη βενετοκρατούμενη Κρήτη» στο: Ιωάννα Στεριώτου κ.α. (επιμ.), Τα Παράκτια Οχυρά και η Άμυνατων Λιμανιών, εκδ. ΤΑΠ, Αθήνα, 2002, σσ.17-30.Καρποδίνη-Δημητριάδη Ε., Κάστρα και Φορτέτσες της Κρήτης, εκδ. ΑΔΑΜ, Αθήνα, 1995. Ελλάς (συλλογικό έργο), Ιστορία και Πολιτισμός του Ελληνικού Έθνους, τ. Α’-Β’, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα, 1998.Lock Peter, Οι Φράγκοι στο Αιγαίο (1204-1500), μτφρ. Γ. Κουσουνέλος, εκδ. Ενάλιος, Αθήνα, 1998.Miller William, Ιστορία της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα : 1204 – 1566, μτφρ. Άγγελου Φουριώτη, 3η έκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 1997.Μοσχοβή Γεωργία, Σπιναλόγκα, εκδ. ΤΑΠ, Αθήνα, 2005.Μπελέζος Δημήτρης, Η Λατινοκρατία στην Ελλάδα, εκδ. Περισκόπιο, Αθήνα, 2004.Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (συλλογικό έργο), τ. Θ, εκδ. Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1972.Nicol Donald, Οι Τελευταίοι Αιώνες του Βυζαντίου (1261-1453), μτφρ. Στάθης Κομνηνός, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα, 2001.Πήαρς Σερ Έντουιν, Η Αλωση της Κωνσταντινούπολης (1204), εκδ. Στοχαστής, Αθήνα, χχ.Στεριώτου Ιωάννα, Η Φορτέτζα του Ρεθύμνου, εκδ. ΤΑΠ, Αθήνα, 1997.Τσιρπανλής Ζαχαρίας, Η Μεσαιωνική Δύση, εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 2004. Διαδίκτυο Ιστοσελίδα του Υπουργείου Πολιτισμού (http://odysseus.culture.gr)Ιστοσελίδα του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού (www.ime.gr)Ιστοσελίδα Καστρολόγος (http://www.kastra.eu)