Η ζωή συναντά τους αισώπειους μύθους

17
Το λιοντάρι και το ποντίκι Μια φορά και έναν καιρό, ένα ξέγνοιαστο ποντίκι στα χωράφια τριγυρνάει μα ένα φίδι του ορμάει έτοιμο για να το φάει Ένα δυνατό λιοντάρι που περνούσε από εκεί, έσωσε το ποντικάκι , που γεμάτο ευγνωμοσύνη μιαν υπόσχεση του δίνει ιερή, πως θάναι πάντα στο πλευρό του σαν δυο φίλοι καρδιακοί. Μια μέρα το λιοντάρι έπεσε σε μια παγίδα που είχαν στήσει κυνηγοί και απελπισμένο ψάχνει κάποιο τρόπο για να βγει.

Transcript of Η ζωή συναντά τους αισώπειους μύθους

Το λιοντάρι και το ποντίκι

Μια φορά και έναν καιρό,ένα ξέγνοιαστο ποντίκιστα χωράφια τριγυρνάει μα ένα φίδι του ορμάει έτοιμο για να το φάει

Ένα δυνατό λιοντάρι που περνούσε από εκεί,έσωσε το ποντικάκι ,που γεμάτο ευγνωμοσύνη μιαν υπόσχεση του δίνει ιερή, πως θάναι πάντα στο πλευρό του σαν δυο φίλοι καρδιακοί.

Μια μέρα το λιοντάρι έπεσε σε μια παγίδα που είχαν στήσει κυνηγοί και απελπισμένο ψάχνει κάποιο τρόπο για να βγει.

Ξάφνου, νάτο το ποντίκι που το δίχτυ του τρυπάει και έτσι πάλι το λιοντάρι στη φωλιά του ξαναπάει.

Έμαθε λοιπόν καλά, πως όση δύναμη και αν έχειςκαι τον πιο μικρούλι ακόμα μπορεί ανάγκη να τον έχεις!

Το μυρμήγκι και το περιστέρι

Ένα μικρούλι μυρμηγκάκι έσκυψε να πιει νεράκι σ’ ένα ήσυχο ρυάκι, μα παραπάτησε και τώρα βρίσκεται κακή του ώρα μέσα στου νερού τη φόρα.

Όμως ένα περιστέρι που περνούσε από τα μέρη, έριξε ένα φυλλαράκι… σώθηκε το μυρμηγκάκι.

Τώρα με ευγνωμοσύνη χαιρετά το περιστέρι που πετά, μα ένας κυνηγός κρατά το τουφέκι του ψηλά.

Το περιστέρι σημαδεύει! Ω Θεέ μου, δε γλυτώνει, όμως το μυρμήγκι τρέχει… στο μανίκι τον δαγκώνει!

Η σφαίρα πέρασε ξυστά, το περιστέρι δεν ξεχνά πως ότι κάνουμε καλό, θα το πάρουμε διπλό!!

Θησαυρός είναι η δουλειά

Ένας γέρος γεωργός κάθε πρωί ξυπνούσεκαι γρήγορα για τ’ αμπέλι ξεκινούσε.Μα ήταν γέρος κουρασμένος και κανείς δεν τον βοηθούσε.

Αρρωσταίνει κάποια μέρα και καλεί τους τρεις του γιουςπου ολημερίς γλεντούσαν και το βιος του σπαταλούσαν.

Τρέξτε τους λέει στο χωράφι, σκάψτε-σκάψτε και θα δείτε κάτω απ’ τις ρίζες έχω κρυμμένοθησαυρό για να τον βρείτε!

Τρέχουν οι τρεις τεμπέληδες και σκάβουν μέρα νύχτα μα θησαυρό δεν βρήκανε και θύμωσαν στ’ αλήθεια.

Μα απ’ το πολύ το σκάψιμοτο θησαυρό να βρούνε, κάναν τ’ αμπέλι καρπερόκαι πλούσια τρυγούνε!

Ο ψεύτης βοσκός

Παίρνει ο βοσκός τα πρόβατανα πάει στο λιβάδι.Μα γρήγορα βαρέθηκε.Α! θα σκαρώσω τώραένα αστείο στους χωριανούςγια να περάσει η ώρα!

-Τρέξτε τρεχάτε χωριανοίφάνηκε λύκος στη βοσκή!Τρέξαν οι άμοιροι βοσκοίγελούσε αυτός σαν έφτασαν εκεί!

Έγινε, ξαναέγινε…τα ψέματα του μικρού βοσκούτους θύμωσαν στ’ αλήθειακαι σκέφτηκαν πως του έγιναν συνήθεια!

Όμως όταν μια φοράοι λύκοι εφανήκανκι όρμησαν στο κοπάδι τουφώναξε ξαναφώναξε μα πουθενά βοήθεια!Πώς να πιστέψουν οι βοσκοίπως λέει την αλήθεια!

Φάγανε το κοπάδι του κι αυτός μονολογεί:«Τα ψέματα μου μ’ έκαναν φτωχό και δυστυχή».Ποτέ σου ψέματα μην πεις, κι αν μια ή δυο φορές κρυφτείςστο τέλος θα αποκαλυφθείς!

Η αλεπού και ο κόρακας

Μια φορά κι έναν καιρόένα κοράκι τυχερόάρπαξε ένα τυράκικι έκατσε σ’ ένα κλαδάκι.

Ήρθε η αλεπού η πεινασμένηκαι σκέφτηκε η πονηρήπώς από του κόρακα το στόμαμπορεί ν’ αρπάξει το τυρί.

Ξάφνου της ήρθε μια ιδέακι αρχίζει να τον καλοπιάνει.

Αχ! Τι όμορφος που είσαικαι τι γλυκά που τραγουδάς,τραγούδησε μου τώρα λίγοκι ύστερα μπορείς να φας!

Ευχαριστημένο το κοράκι διάπλατα το στόμα ανοίγει ένα τραγούδι αρχινάει κι η αλεπού το τυράκι του βουτάει!

Πεινασμένο το κοράκι τριγυρίζει και πώς την έπαθε αναρωτιέται. Όποιος τον εαυτό του δε γνωρίζει εύκολα από τους άλλους ξεγελιέται!

Ο λαγός και η χελώνα

Ο λαγός κοκορευότανπως στο τρέξιμο κανείςδεν μπορούσε να τον φτάσει,μα η κουκουβάγια ευθύςτον καλεί σ’ έναν αγώναμε την πιο αργή χελώνα.

Ο λαγός τρέχει γελώνταςκι η χελώνα αγκομαχώντας.Τι τραβάω η καημένηκαι πού βρέθηκα μπλεγμένη!

Ο λαγός κάποια στιγμήμε τη νίκη στο τσεπάκιπέφτει να ξεκουραστείδίπλα σ’ ένα ποταμάκι.

Η επίμονη χελώνα όμως αργά-αργά τον προσπερνάει δρόμο παίρνει, δρόμο αφήνει και στο τέρμα φτάνει πρώτη πάνω που ο λαγός ξυπνάει!

Μη νομίζεις πως μπορείς χωρίς καμιά προσπάθεια πάντα να είσαι ο νικητής. Μόνο όσοι με επιμονή κοπιάζουν Φτάνουν στο τέρμα και … αράζουν!

Η χελώνα κι ο αετός

Μια φορά κι έναν καιρόη χελώνα τον αετόκλαίγοντας παρακαλάεινα τη μάθει να πετάει.

«Να πετάξεις δεν μπορείςείσαι συ παιδί της γης»,λέει ο αετός σοφά,μα η χελώνα του απαντά

«Αν με σήκωνες ψηλά, θα πετούσα μια χαρά!». Με τα νύχια του την παίρνει Και στον ουρανό τη φέρνει.

«Άσε με αετέ μου τώραΠου’ χω πάρει όλη τη φόρα!»Κι η χελώνα από ψηλάστους γκρεμούς κατρακυλά.

Ο τζίτζικας και ο μέρμηγκας

Άνοιξη και καλοκαίριο τζίτζικας παίζει βιολίόλη μέρα διασκεδάζεικαι δεν του καίγεται καρφί.

Τα μυρμήγκια κοροϊδεύειπου δεν στέκονται στιγμή,τα σποράκια να μαζεύουν για τη δύσκολη εποχή.

Ήρθε ο χειμώνας με τα κρύα,ο τζίτζικας πια δεν τραγουδεί,μόνο πεινάει και τι να κάνειζητάει από τον μέρμηγκα λίγη τροφή!

Είναι ντροπή σου, αυτός του λέεινα ζητιανεύεις την τροφή σου γιατί δε θέλησες να κουραστείς,ενώ εμείς όλο το καλοκαίρισκληρά δουλεύαμε ολημερίς.

Έτσι ο τζίτζικας μόνος μένειστο κρύο και στην παγωνιά.

Των φρονίμων τα παιδιάπριν πεινάσουν μαγειρεύουν.Έτσι λέει μια παροιμίακαι το λέει πολύ σωστά!

Η πλεονεξία του σκύλου

Ένα σκυλάκι τυχερόΜε το στόμα κουβαλάειμια μπριζολίτσα για να φάειδίπλα στο ποτάμι που κυλάει.

Σκύβει στα ήσυχα νεράκαι τι βλέπει βρε παιδιά;Ένα γνώριμο σκυλάκιμε ένα ακόμα μπριζολάκινα κρέμεται στο στοματάκι.

Σκέφτεται, γιατίνα μη φάω και αυτή;Και μ’ ένα σάλτο φοβερόπέφτει μέσα στο νερό,την μπριζόλα για ν’ αρπάξει, η λαιμαργία του να πάψει.

Όμως δε φανταζόταν ότι στο νερό καθρεφτιζότανη δική του εικόνα πάλιμόνο λίγο πιο μεγάλη.

Έτσι κάνοντας βουτιάστα ποταμίσια τα νεράέχασε και ότι είχεκαι ξανά στη γύρα βγήκε…Έμαθε έτσι καλά, πως όποιος θέλει τα πολλάχάνει και τα λιγοστά.

Ο βοριάς και ο ήλιος

Ο Αέρας θύμωσεμε τον Ήλιο μάλωσε.Ο Αέρας έλεγε:«Είμαι δυνατότερος!»Μα και ο Ήλιος έλεγε:«Σε περνώ στη δύναμη !»

Ένας γέρος γεωργόςμε τη μαύρη κάπα του στο χωράφι πήγαινε.Ο Αέρας λάλησε:«Όποιος έχει δύναμη,παίρνει από το γέροντατη χοντρή την κάπα του».

Φύσηξε, ξεφύσησε,

έσκασε στο φύσημα.Άδικος ο κόπος του.Κρύωσε ο γέρονταςκαι διπλά τυλίχτηκεστη χοντρή την κάπα του.

Μα και ο ήλιος λάλησε:«Όποιος έχει δύναμη,παίρνει από το γέροντα τη χοντρή την κάπα του ».

Έφεξε ολόλαμπρος,καλοσύνη σκόρπισεκι έβγαλε ο γέροντας τη χοντρή την κάπα του.

Πάλι ξαναλάλησε:«Άκουσε και μάθε το.

Σε περνώ στη δύναμη, γιατί πας με το κακόκι εγώ πάω με το καλό!» Γ. Δροσίνης

Η αλεπού και το λελέκι

Κάποτε η κυρά Μαριώ η αλεπού απ’ το χωριό κάλεσε για φαγητό το λελέκι το ψηλό.

Η Μαριώ η πονηρή για να γλιτώσει το φαΐ και να μην το μοιραστεί, βάζει πάνω στο τραπέζι τα καλά της ποτηράκια και σερβίρει τη σουπίτσα στα ρηχά της τα πιατάκια.

Έτσι το δύστυχο λελέκι με τη μακρουλή μυτίτσα δεν μπορεί πια να τσιμπήσει

τη λαχταριστή σουπίτσα.

Νηστικό και λυπημένο μα αποφασισμένο, ευθύς την προσκαλεί το τραπέζι να της κάνει για να ευχαριστηθεί.

Όταν η κυρά Μαριώ, βλέπει πάνω στο τραπέζι, δυο πολύ ψηλά δοχεία με τον πιο στενό λαιμόπου η μουσούδα της δεν μπαίνει, τότε πια καταλαβαίνει,

ότι το έξυπνο λελέκι ένα μήνυμα της στέλνει.

Πως ότι κάνουμε στους άλλους ίδιο πάθημα μας περιμένει!

Ο Αίσωπος

Ο Αίσωπος σύμφωνα με το θρύλο, έζησε τον 6ο π.Χ. αιώνα και ήταν δούλος από τη Φρυγία.

Ήταν κουτσός, άσχημος, καμπούρης και βραδύγλωσσος, όμως ήταν πανέξυπνος. Η ζωή των δούλων ήταν ανυπόφορη. Τους πουλούσαν και τους αγόραζαν σαν τα ζώα και τους έβαζαν να κάνουν τις πιο

κουραστικές δουλειές.Τον Αίσωπο όμως τον αγόρασε

ένας δάσκαλος, ο Ξάνθος, που εκτίμησε την εξυπνάδα του και του έμαθε όλα όσα ήξερε. Ο Αίσωπος λοιπόν έντυσε την εξυπνάδα του με μύθους τόσο ζωντανούς και ωραίους που όλοι κάθονταν και τους άκουγαν μαγεμένοι. Οι μύθοι του ήταν εμπνευσμένοι από τις αλήθειες

της ζωής και ποτισμένοι με τη λαϊκή σοφία. Έλεγε μύθους με λύκους, λιοντάρια, ανέμους, θεούς, αλεπούδες, λαγούς, χελώνες και πουλιά και τα λόγια έβγαιναν από τα στόματα, τα μουσούδια και τα ράμφη τους καλύτερα και από των πραγματικών ανθρώπων. Οι μύθοι του είχαν ιδιαίτερη χάρη, θαυμαστή απλότητα και στο τέλος τους κάποιο ηθικό δίδαγμα. Ο Αίσωπος έγινε πλούσιος και ταξίδεψε σε μέρη πολλά. Ακόμα και βασιλιάδες τον καλούσαν για να τον συμβουλευτούν. Μέχρι και στο συμβούλιο των Επτά Σοφών μπήκε και η φήμη του έφτασε ως τα πέρατα του κόσμου.

Το όνομά του ζει και βασιλεύει όπως και οι μύθοι του και με αυτούς μεγαλώνουν γενιές και γενιές ακόμα και σήμερα.