Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

24
ΛΙΜΝΑΙΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑΣ

description

 

Transcript of Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

Page 1: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

ΛΙΜΝΑΙΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑΣ

Page 2: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

2

Λιμναίοι Οικισμοί της Προϊστορίας

Λιμναίοι οικισμοί, ένα ακόμη γοητευτικό μυστήριο του «μικρού μεγάλου

κόσμου» της Προϊστορίας. Μόνιμες εγκαταστάσεις ανθρώπων κοντά σε μια λίμνη.

Απομεινάρια ενός πολιτισμού, του πολιτισμού του νερού που δημιουργήθηκε και

αναπτύχθηκε με βασικό χαρακτηριστικό την παρουσία και την επίδραση του νερού.

Πριν από 8000 περίπου χρόνια , άνθρωποι όμοιοι με μας, μέρος μικρό μιας απέραντης

ανθρωπότητας, επιλέγουν να ζήσουν μέσα ή κοντά στα ήσυχα νερά μιας λίμνης,

ανάμεσα στα χρώματα που παίρνει το πρωί, το μεσημέρι, το βράδυ, μέσα στους ήχους

που εκπέμπει όταν είναι κυματισμένη κι’ όταν ηρεμεί.

Οι αιτίες που οδηγούν σ’ αυτές τις λιμναίες εγκαταστάσεις πρέπει να

αναζητηθούν, σύμφωνα με τον διαπρεπή Γάλλο ιστορικό Fernand Braudel στα όρια

μεταξύ γεωγραφικής «μοίρας» και συνειδητής επιλογής, σε μια εκπληκτική

«συνενοχή της γεωγραφίας με την ιστορία». Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις

πρέπει να επέλεξαν και οι νεολιθικοί, όσον αφορά τον ελληνικό χώρο, να

εγκατασταθούν στο Δισπηλιό, της Καστοριάς, στη Δυτική Μακεδονία, μέσα και

δίπλα στην Ορεστιάδα λίμνη, μεταξύ 5500 και 3500 π.Χ ( εικόνα 1 ) αλλά και όσον

αφορά την Ελβετία την κοιτίδα των λιμναίων εγκαταστάσεων, στην αλπική

περιφέρεια, σε περισσότερες από 450 λιμναίες θέσεις ( εικόνα 2 ) μεταξύ 4500 και

800 π.Χ., εκ των οποίων σχεδόν οι μισές βρίσκονται στην περιοχή των Τριών λιμνών

(Λίμνες Neuchâtel, Bienne και Morat),αλλά, και στις άλλες μεγάλες λίμνες της

Constance, της Ζυρίχης, της Léman και σε έλη.

Στον ελληνικό χώρο δεν διαθέτουμε την αφθονία των λιμναίων

εγκαταστάσεων της αλπικής περιφέρειας. Πιθανότατα, είναι θέμα έρευνας, ή είναι

ένα τυχαίο γεγονός. Προς το παρόν, ο οικισμός του Δισπηλιού είναι ο μοναδικός, που

έχει ανασκαφεί στον ελληνικό χώρο. Η «παλαιότητά» του είναι που εντυπωσιάζει.

Χαρακτηρίζεται ως Λιμναίος και έτσι είναι γνωστός στον κόσμο. Σύμφωνα με τον

Sivignon, φαίνεται πως στη Μακεδονία οι εγκαταστάσεις κοντά σε λίμνες και

ιδιαίτερα στις βαλτώδεις όχθες τους δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο, σε μια εποχή μάλιστα

που ήταν πολύ περισσότερες από σήμερα. Οι παλυνολογικές αναλύσεις του Bottema,

στην ευρύτερη δυτική Μακεδονία έχουν δείξει πως το κλίμα ήταν ξηρότερο από το

Page 3: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

3

σημερινό, με αποτέλεσμα να συνοδεύεται από έντονες βροχοπτώσεις. Το νερό στο

Δισπηλιό, τα νεολιθικά χρόνια, πιθανόν να ήταν πολύ περισσότερο και η λίμνη να

πλημμύριζε μεγαλύτερες εκτάσεις. Υπολογίζεται ότι κατά την περίοδο της ακμής του

οικισμού θα πρέπει να ζούσαν εκεί κάπου 5000 άνθρωποι.

Όταν πρώτος έφθασε στο Δισπηλιό ο αείμνηστος καθηγητής Αρχαιολογίας

στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αντώνης Κεραμόπουλος, που ήδη από το 1930

ερευνούσε συστηματικά στην περιοχή με σκοπό να εντοπίσει την κοιτίδα των

αρχαίων Μακεδόνων παρατήρησε πως η στάθμη της λίμνης είχε κατέβει, γιατί ο

χειμώνας του 1932, που μόλις είχε τελειώσει, ήταν πολύ ξερός. Το αποτέλεσμα ήταν

να αποκαλυφθούν οι κορυφές εκατοντάδων πασσάλων που αμέσως κατάλαβε ότι

αποτελούσαν τα οικοδομικά λείψανα ενός προϊστορικού οικισμού.

Την πρώτη πληροφορία σχετικά με την ύπαρξη και την ανασκαφή του

Λιμναίου Οικισμού στο χωριό Δισπηλιό (Δουπιάκι) την αντλούμε από το δημοσίευμα

της τοπικής εφημερίδας «Καστοριά» στις 28 Αυγούστου του 1938. Εκτός από τους

πασσάλους τότε ήρθαν στο φως λίθινα εργαλεία από οψιανό και όστρακα από

χοντρά χειροποίητα αγγεία, όπως αναφέρεται στα Πρακτικά της Αρχαιολογικής

Εταιρείας. Ο Αντ. Κεραμόπουλος επέστρεψε στην περιοχή το 1940 και διενήργησε

ανασκαφική έρευνα σε δύο διαφορετικές περιοχές. Η μια από αυτές ήταν στη θέση

«Νησί». Η θέση «Νησί» ήταν ήδη γνωστή στη βιβλιογραφία τουλάχιστον από το

1932.

Το 1965, ο Καθηγητής Ν. Μουτσόπουλος ήρθε στην περιοχή και συνέχισε τις

έρευνες. Συστηματικές ανασκαφές στο Δισπηλιό άρχισαν στα 1992 με υπεύθυνο τον

Καθηγητή Προϊστορικής Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, κ. Γιώργο

Χουρμουζιάδη.

Όμως, για να σχηματίσουμε μια σαφή εικόνα των λιμναίων εγκαταστάσεων

στην Προϊστορία θα πρέπει να ανατρέξουμε στα αρκετά διαφωτιστικά δεδομένα τα

οποία έχουν προκύψει από τις ανασκαφικές έρευνες γύρω από την περιφέρεια των

Άλπεων, όπου την πρωτοκαθεδρία στην έρευνα έχει η Ελβετία, γιατί οι μέθοδοι που

εφαρμόζονται εκεί είναι πρωτοποριακές. Οι πρώτες έρευνες άρχισαν στην περιοχή

των μεγάλων ελβετικών και γερμανικών λιμνών, όταν το 1854 κατέβηκε η στάθμη

τους, λόγω του ξερού χειμώνα. Αυτά συνέβησαν στο Obermeilen, κοντά στη Ζυρίχη,

όπου αποκαλύφθηκε ένα σκούρο στρώμα ιζήματος που περιείχε οστά ζώων και

τεχνουργήματα από το οποίο προεξείχαν δεκάδες πάσσαλοι. Ο αρχαιολόγος από τη

Ζυρίχη Ferdinand Keller ερεύνησε και συμπέρανε ότι οι πάσσαλοι προέρχονταν από

Page 4: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

4

σπίτια της προϊστορικής εποχής. Κάτι ανάλογο με αυτό που συνέβη στο Δισπηλιό της

Καστοριάς.

Ωστόσο, τις πρώτες αναφορές για πασσαλόπηκτα βρίσκουμε, πολύ νωρίτερα, σε

χειρόγραφα του 15ου

αιώνα.

Η όλη κίνηση, ήδη από το 1860, εντυπωσίασε το πλατύ κοινό και είχε

απήχηση στην τέχνη ( εικόνα 3) και τη λογοτεχνία ( εικόνα 4 ) όπου

φιλοτεχνούνταν και γράφονταν έργα με θέμα τη ζωή σε λιμναίους οικισμούς στο

μακρινό παρελθόν. Ημερολόγια, ποιήματα συνετέλεσαν να εδραιωθεί ο μύθος των

λιμναίων στη λαϊκή συνείδηση. Μάλιστα, πέρασε και στα σχολικά βιβλία και στα

κουτιά με τα σοκολατάκια για να μη λησμονηθεί, μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα.

Τα εθνικιστικά περιβάλλοντα κατέστησαν το μύθο των λιμναίων ως το σύμβολο μιας

Ενωμένης Ελβετίας από χιλιετίες και ως μια νομιμοποίηση της ύπαρξης του νέου

Ομοσπονδιακού κράτους προς τα έξω. Ο ενθουσιασμός για τους λιμναίους άγγιξε,

επίσης, τις ξένες χώρες και έτσι ξεκίνησαν έρευνες που κατέληξαν στην ανακάλυψη

νέων θέσεων κατά μήκος του αλπικού τόξου, στη νότια Γερμανία, Αυστρία,

Σλοβενία, βόρεια Ιταλία και ανατολική Γαλλία, όπου έχουν εντοπιστεί σχεδόν 600

θέσεις, σύμφωνα με τα στοιχεία της UNESCO, δίπλα σε λίμνες ή σε έλη.

Οι γνώσεις που μας προσφέρουν οι λιμναίες εγκαταστάσεις της νεολιθικής

εποχής και της εποχής του χαλκού της Ελβετίας είναι υποδειγματικές όσον αφορά την

ακρίβεια στη χρονολόγηση, τη διατήρηση των υλικών και τις έρευνες στις φυσικές

επιστήμες. Λείψανα της παλαιοβοτανικής και της αρχαιοζωολογίας βρίσκονται σε

μεγάλη ποσότητα και σε εξαιρετική κατάσταση διατήρησης κάτω από τα νερά.

Πρόκειται κατά κάποιον τρόπο για σημαντικά αρχεία στη διάθεση των διαφόρων

κλάδων των φυσικών επιστημών, όπως η βιολογία, η κλιματολογία, η ιζηματολογία

και η πεδολογία και μας επιτρέπουν να προωθήσουμε τη γνώση μας, όσον αφορά τη

σχέση του ανθρώπου με τη φύση κατά τη διάρκεια χιλιετηρίδων.

Ξεχωριστή θέση κατέχουν ανάμεσα στα ευρήματα των λιμναίων οικισμών

όσα σχετίζονται με την οργάνωση του χώρου. Μαρτυρίες έχουμε ήδη από τον

Ηρόδοτο, το Διόδωρο το Σικελιώτη, το Βιτρούβιο.

Πολύ νωρίς, όσον αφορά την Ελβετία, προτάθηκαν διάφορα μοντέλα για το

χώρο αρχικά στον οποίο αναπτύχθηκαν οι οικισμοί και έπειτα για τη μορφή των

οικοδομημάτων που συμβάδιζε πάντα με την επιλογή του χώρου. Οι προτάσεις

γίνονταν άλλοτε από αρχαιολόγους και άλλοτε από λόγιους και αξιωματούχους.

Μεγάλη επιρροή για τις ερμηνείες ασκούσαν οι ιστορίες για τους «πρωτόγονους»

Page 5: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

5

οικισμούς στους Τροπικούς, που ενθουσίαζαν τους Ευρωπαίους και όσους

ασχολούνταν με τα πρώτα ευρήματα από τους λιμναίους οικισμούς.

Ο πρώτος αρχαιολόγος που παρουσίασε επίσημα τη θεωρία του ήταν ο

Ελβετός αρχαιολόγος F. Keller. Xαρακτηρίζεται ως ο πατέρας των λιμναίων

πασσαλόπηκτων και είναι αυτός που καθιέρωσε τον όρο (λιμναία) πασσαλόπηκτη

κατασκευή. Έδωσε ώθηση στη δημιουργία ενός ιδιαίτερου κλάδου στην αρχαιολογία,

την αρχαιολογία των λιμνών, που στήριξε το θεωρητικό της υπόβαθρο στη συνδρομή

και άλλων επιστημών. Ο F. Keller επηρεασμένος από τον ενθουσιασμό που του

προξένησαν τα πρώτα ευρήματα των λιμνών της Ελβετίας και επίσης από τις

πολύχρωμες διηγήσεις για τους οικισμούς του Μαλαισιακού αρχιπελάγους, τις

παρατηρήσεις του γάλλου εξερευνητή Jules Sebastiαn Cesar Dumont d’Urville στη

Νέα Γουϊνέα και κυρίως βασισμένος στον Ηρόδοτο, διατύπωσε τη θεωρία του, το

1854, στη Ζυρίχη, ότι στην Προϊστορία είχαν κατασκευαστεί οικοδομήματα πάνω σε

μεγάλες εξέδρες στα ανοικτά των λιμνών γύρω από τις Άλπεις.

Ο Γερμανός αρχαιολόγος H. Reinerth τροποποίησε τις απόψεις του F. Keller

και υποστήριξε το 1922 στο Tuebingen ότι οι λιμναίοι οικισμοί είχαν οργανωθεί στις

όχθες των λιμνών με υπερυψωμένα πασσαλόπηκτα οικοδομήματα. Ανάλογα με τη

συμπεριφορά της υδροστάθμης βρισκόταν μέσα ή έξω από τη λίμνη.

Ένας δριμύς επικριτής του H. Reinerth, ο επίσης Γερμανός αρχαιολόγος και

μηχανικός Ο. Paret, το 1942 στη Στουτγκάρδη, χαρακτήρισε τους λιμναίους

οικισμούς σαν μια ρομαντική πλάνη. Υποστήριξε ότι οι οικισμοί αναπτύχθηκαν στη

στεγνή όχθη των λιμνών και ότι τα οικοδομήματα δεν ήταν υπερυψωμένα, αλλά

κατασκευασμένα στην επιφάνεια της γης. Με την άποψή του τάχθηκε και ο Ελβετός

αρχαιολόγος Emil Vogt, το 1953, στη Ζυρίχη.

Ένα φρένο σε όλη αυτή τη συνεχόμενη αντιπαράθεση ήρθε να βάλει η

σύγχρονη διεθνής έρευνα από το 1970 και μετά. Αποδείχτηκε ότι είναι δυνατό

λιμναίοι οικισμοί να οργανώνονται μέσα στα ρηχά νερά μιας λίμνης, με

υπερυψωμένα πασσαλόπηκτα, στην όχθη μιας λίμνης, με υπερυψωμένα ή απλά

πασσαλόπηκτα και πάνω σε νησίδες στα ανοιχτά μιας λίμνης με παρόμοιες

κατασκευές. Με συστηματικότερη έρευνα και μελέτη του υλικού αποδείχθηκε ότι

στις όχθες με σταθερό έδαφος προτιμούνται απλά πασσαλόπηκτα με ισχυρή μόνωση

του δαπέδου, ενώ σε σαθρά εδάφη κατασκευάζονται υπερυψωμένα, χωρίς βέβαια να

αποκλείεται και ο άλλος τρόπος δόμησης ή να συνυπάρχουν και οι δύο.

Page 6: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

6

Ανάμεσα στα ευρήματα των λιμναίων οικισμών που σχετίζονται με την

οργάνωση του χώρου διακρίνουμε τις λεγόμενες πασσαλότρυπες. Μέσα από αυτές τις

απλές τρύπες οι αρχαιολόγοι βρίσκουν τον τρόπο να δουν τα μυστικά του

προϊστορικού οικισμού, τις κατόψεις των σπιτιών και των βοηθητικών κατασκευών,

τους περιβόλους ( εικόνες 5-6 ). Επίσης, στα υλικά δομής που χρησιμοποιήθηκαν για

την κατασκευή των σπιτιών ή τις πλατφόρμες πάνω στις οποίες τα έστηναν,

συγκαταλέγονται τα ξύλα κατακόρυφα ( εικόνα 7- Δισπηλιό και εικόνα 8- θέση

Concise, της Λίμνης Neuchâtel) επίσης, οριζόντια ξύλα και οριζόντια, πλεγμένα.

Ενώ, η ύπαρξη ξύλινου δαπέδου και κεντρικής εστίας μπορεί εύκολα να διαπιστωθεί

στη θέση Εγκολτσβιλ κοντά στη Ζυρίχη ( εικόνα 9 ) Άλλα υλικά είναι κομμάτια

πηλού από το Δισπηλιό που έχουν καεί, και γι’ αυτό έχουν κεραμοποιηθεί, με

αποτέλεσμα να σώζουν στην επιφάνειά τους τα αρνητικά αποτυπώματα ξύλων που

είχαν χρησιμοποιηθεί στην τοιχοποιία, στα δάπεδα των σπιτιών ή στη στέγασή τους.

Τα ξύλα μέσα στο χώμα σαπίζουν και καταστρέφονται. Διατηρούνται μόνο όταν οι

ταφονομικές τους συνθήκες ήταν αναερόβιες, δηλαδή εκεί που βρίσκονταν τόσα

χρόνια, δεν υπήρχε οξυγόνο και το μικροπεριβάλλον τους ήταν λασπώδες. Η λάσπη,

με απλά λόγια, μέσα στην οποία βρίσκονταν τα ξύλα, δεν τα άφησε να σαπίσουν.

Διατηρήθηκαν ολόκληρα και σε πολλά από αυτά σώζονται ακόμα και τα ίχνη της

επεξεργασίας τους που επιτρέπουν χρήσιμες παρατηρήσεις σχετικά με τον τρόπο με

τον οποίο οι νεολιθικοί οικοδόμοι τα χρησιμοποιούσαν για να χτίσουν τα σπίτια

τους. Κάτι ανάλογο παρατηρούμε και στη Λίμνη Bienne, όπου δύτης βρίσκεται

ανάμεσα σε πασσάλους και δεξιά, επίσης, πάσσαλοι, ενώ το έδαφος θυμίζει ελβετικό

τυρί ( εικόνα 10 ). Τα είδη ξύλων που χρησιμοποιήθηκαν περισσότερο στο Δισπηλιό

είναι το μαύρο πεύκο (63,57%) και ακολουθούν με μικρή διαφορά μεταξύ τους τα

σκλήθρα (15,71%) και οι δρύες (12,14%). Με πολύ μικρότερα ποσοστά

αντιπροσωπεύονται οι φράξοι, οι κρανιές και η υποοικογένεια Maloideae. Η

πειραματική αρχαιολογία είναι αυτή που μας επιτρέπει να αναπαραστήσουμε τις

διάφορες οικοδομικές φάσεις της κατασκευής ενός πασσαλόπηκτου κτίσματος

( εικόνα 11 ) : 1. υλοτόμηση, 2.πριόνισμα κατά μήκος, 3. έμπηξη στο χώμα,

4.συναρμογή, 5.σύνδεση με φυτικές ύλες, 6.τοποθέτηση των πλευρών, 7.στέγαση,

8.αποτέλεσμα). Επίσης, ξύλινες λαβές που κρατούσαν λίθινους πελέκεις μαρτυρούν

την χρήση τους. Συνήθως οι ξύλινες λαβές δεν διατηρούνται σε ξηρές θέσεις της

στεριάς, αλλά διατηρήθηκαν στις υγρές συνθήκες των οικισμών των Αλπικών λιμνών

και του Δισπηλιού. Ανάλογες πρακτικές μαρτυρούν εθνογραφικές παρατηρήσεις,

Page 7: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

7

όπως για παράδειγμα ένα σπίτι με υπερυψωμένο πάτωμα στο Benin, λίμνη Νοκουέ (

εικόνα 12 ). Τα λείψανα από ξύλο χρονολογούνται με τη δενδροχρονολόγηση, που

μας δίνει μια καθαρή εικόνα της διαδοχής των εποχών, καταρτίζοντας ένα ακριβές

χρονολογικό πλαίσιο για την Κεντρική Ευρώπη. Ενώ μια σαφή εικόνα της εξέλιξης

των νεολιθικών οικισμών στη Δυτική, Κεντρική Ελβετία και στη Ζυρίχη έχουμε

στην επόμενη εικόνα ( εικόνα 13 )

Τα ήσυχα πρασινογάλαζα νερά δεν ικανοποιούν μόνο την όραση και την

ακοή, αλλά παρέχουν τη δυνατότητα για εύκολο και ασφαλές ψάρεμα. Τα εργαλεία

και οι πρακτικές αλιείας στις οποίες παραπέμπουν δεν έχουν αλλάξει ριζικά, από τη

Νεολιθική εποχή ως σήμερα. Οι αλλαγές αφορούν μόνο τα υλικά κατασκευής, που

είναι αποτέλεσμα της προηγμένης τεχνολογίας. Στη λίμνη της Καστοριάς, όπως

δείχνουν τα ευρήματα της ανασκαφής και οι σύγχρονες μαρτυρίες, οι ψαράδες,

προϊστορικοί και σύγχρονοι, ψαρεύουν με πετονιές, με δίκτυα, με καμάκια και όταν

υπάρχει πληθώρα ψαριών ακόμη και με τα χέρια. Η αλιεία από τους Προϊστορικούς

ασκούνταν με αγκίστρι, απαιτούσε πετονιά, καλάμι ή κάποιο λεπτό κλαρί για να δεθεί

η πετονιά και βαρίδιο για καταβύθιση και τρίαινα. Επίσης, έχει βρεθεί

απανθρακωμένο δίκτυ, από την αλπική περιφέρεια, και στη θέση Montilier στη

Λίμνη Morat της Ελβετίας έχει βρεθεί νεολιθική ιχθυοπαγίδα. Όπως φαίνεται,

χρησιμοποιούσαν και αλιευτικές λέμβους, πιρόγα , ενώ και σε carte postale

βρίσκουμε αναπαράσταση ψαρέματος με πιρόγα από τη θέση Portalban, Λίμνη

Neuchâtel . Άλλωστε, εθνογραφικές παρατηρήσεις για τους τρόπους αλιείας στη

Λίμνη Nokoué του Benin μαρτυρούν ανάλογες πρακτικές ( εικόνα 14).

O Ηρόδοτος μας λέει πως οι κάτοικοι των λιμναίων οικισμών άνοιγαν

«καταπακτές» στις πλατφόρμες, όπου ήταν χτισμένα τα σπίτια τους, για να ψαρεύουν

από κει και πως γι’ αυτό έδεναν τα παιδιά τους από ένα πάσσαλο για να μην πέσουν

από τις τρύπες αυτές μέσα στη λίμνη και πνιγούν «τα δε παιδία δέουσι του ποδός

σπάρτω».

Όμως, δεν γνωρίζουμε το φύλο των ψαράδων του προϊστορικού λιμναίου

οικισμού στο Δισπηλιό. Σύμφωνα με την παρούσα βιβλιογραφία, σε τοιχογραφίες,

βραχογραφίες και σφραγίδες απεικονίζονται άνδρες ψαράδες. Υπάρχουν όμως

ιστορικές μαρτυρίες για τους πρωτόγονους πληθυσμούς της Ν. Αμερικής (Ινδιάνους

Κανού στη Ν. Χιλή) που αναφέρουν γυναίκες που ψάρευαν με πετονιές και δίκτυα σε

έναν καθαρά πελάγιο οικισμό. Ας μη λησμονούμε ότι και στη μινωϊκή θρησκεία

απεικονίζεται στην Ύστερη εποχή του χαλκού γυναίκα ως πότνια των ψαριών.

Page 8: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

8

Όσον αφορά τη διατροφή τους τα ιχθυοφαγικά κατάλοιπα μαρτυρούν ότι οι

κάτοικοι του Δισπηλιού κατανάλωναν κυπρίνους, τσιρόνια, χέλια και μεγάλα λιμναία

όστρεα.

Όμως, οι Δισπηλιώτες δεν ήταν μόνο ψαράδες ήταν και κυνηγοί. Άλλωστε, το

νερό μπορεί να ξεδιψάσει τα θηράματα, που εύκολα μπορούν να γίνουν στόχος των

κυνηγών.

Συνήθως το κλίμα στη λίμνη είναι περισσότερο ήπιο και εξυπηρετείται η

κτηνοτροφία με τα υπάρχοντα βοσκοτόπια, ενώ ευνοείται και η ανάπτυξη της

γεωργίας στις γειτονικές εκτάσεις.

Το νερό της λίμνης μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πότισμα των κοντινών

καλλιεργειών. Αλλά και άλλα ευρήματα, όπως είναι απανθρακωμένοι καρποί

δημητριακών, οι μυλόλιθοι , οι τριπτήρες, τα πέτρινα δρεπάνια, μας πληροφορούν για

τις καλλιεργητικές ασχολίες. Όμως όπως αναφέρουν αρχαίες γραπτές πηγές σε

τέτοιου είδους περιβάλλοντα τα νερά είναι στάσιμα και ζεστά και υπάρχουν

περιπτώσεις που οι καρποί δεν προλαβαίνουν να ωριμάσουν και καλλιέργειες, όπως

τα αμπέλια, συχνά καταστρέφονται.

Όσον αφορά την Ελβετία, γνωρίζουμε ότι η γεωργία γεννήθηκε στην Εγγύς

Ανατολή και αφού έφτασε στα Βαλκάνια, διαδόθηκε διαμέσου της θαλάσσιας και

ποτάμιας οδού, από τη Μεσόγειο μέχρι την Ελβετία ή από το Δούναβη μέχρι το

Κέντρο της Ευρώπης. Και τα δύο ρεύματα έφθασαν στην Ελβετία. Λείψανα των πιο

αρχαίων χωριών της Ελβετίας, που χρονολογούνται στις αρχές του αγροτικού

πολιτισμού και βοηθούν να κατανοήσουμε τις σύνθετες διαδικασίες που οδήγησαν

στο σχηματισμό αγροτικών κοινωνιών στο κέντρο της Ευρώπης ήρθαν στο φως στις

Τρεις Λίμνες Neuchâtel, Bienne, Morat.

Οι κάτοικοι των λιμναίων οικισμών στήριζαν την τροφοπρομήθειά τους και

σε άλλες δραστηριότητες που όλες μαζί συγκροτούσαν μια μικτή οικονομία, για την

οποία μπορούμε να βγάλουμε συγκεκριμένα συμπεράσματα, βασισμένοι στα σχετικά

ευρήματα, όπως είναι τα εργαλεία και τα σκεύη που έρχονται στο φως με τις

ανασκαφές . Κοκάλινα εργαλεία πολλαπλών χρήσεων και λίθινα λειασμένα εργαλεία

για κόψιμο δέντρων, για πελέκημα, για «κάρφωμα», για στίλβωμα δερμάτων και

κεραμικών . Τα σκεύη κατατάσσονται σε κατηγορίες, ανάλογα με τη χρήση μπορεί να

είναι μαγειρικά, διατροφικά, αποθηκευτικά και τελετουργικά, ενώ αναπαράσταση

κεραμίστριας από τη Λίμνη Morat βρίσκουμε και σε carte postale.

Page 9: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

9

Όσον αφορά το Δισπηλιό, δεν υπάρχουν πολλές ενδείξεις για την

εκμετάλλευση των λεγόμενων «δευτερογενών προϊόντων» των ζώων. Εκτός από

κάποια σποραδικά υφαντικά βάρη στις νεώτερες φάσεις του οικισμού, τα σφοντύλια

και οι αγνύθες, δεν αποτελούν συνηθισμένα ευρήματα στο Δισπηλιό. Όμως στην

Ελβετία, στη Λίμνη Neuchâtel, είναι συνηθισμένα, όπως μαρτυρούν τα καθημερινά

ενδύματα στην Ακουαρέλα , από την αλπική περιφέρεια ( εικόνα 15), καθώς και το

ύφασμα στην ( εικόνα 16). Στην ίδια εικόνα απεικονίζονται χτένα και ξύλινα σκεύη.

Επίσης, στο Δισπηλιό αλλά και στην Αλπική περιφέρεια, ο «λιμναίος»

δρόμος, που προφανώς τον διέσχιζαν με μονόξυλα συνέβαλε στην ανάπτυξη ενός

υποτυπώδους εμπορίου και στη διακοινοτική επικοινωνία. Οι επαφές του Δισπηλιού

αποκαθίστανται μέσα από την εύρεση είτε πρώτων υλών, είτε αντικειμένων που δεν

προέρχονται από την ευρύτερη περιοχή του οικισμού. Βραχιόλια από το γνωστό

θαλασσινό όστρεο Spondylus Gaederopus είναι τα πιο συνηθισμένα παρόμοια

ευρήματα, ενώ δεν λείπουν και κοινά θαλασσινά όστρεα με οπή που

χρησιμοποιούνταν ως κοσμήματα, καθώς και κοσμήματα από κέρατο ελαφιού με

οπή. Οι αρχαίοι συγγραφείς συμπληρώνουν, μάλιστα, ότι τα μικρά ευκίνητα

πλοιάρια, τα μονόξυλα, σε υγρά περιβάλλοντα, χρησιμοποιούνται και ως πολεμικό

μέσο για ναυμαχίες, ενώ οι υδάτινοι δρόμοι, ενίοτε, γίνονται χώροι για ληστρικές

δραστηριότητες και τυχοδιωκτική εκμετάλλευση. Το υγρό στοιχείο χρησιμοποιείται

συχνά από τους ανθρώπους των λιμνών και ως αμυντική οχύρωση.

Σύμφωνα με τους αρχαίους συγγραφείς, οι επιπτώσεις του συγκεκριμένου

φυσικού περιβάλλοντος επηρεάζουν και τη βιολογική ανάπτυξη των ανθρώπων. Οι

άνθρωποι που κατοικούν σε τέτοια οικοσυστήματα είναι νωχελικοί και με βαριά

διάθεση.

Εξάλλου, στο Δισπηλιό οι ανασκαφές έχουν φέρει στο φως αντικείμενα-

ευρήματα που πρέπει να σχετίζονται με την κοινωνική οργάνωση μιας προϊστορικής

κοινότητας, που μας βοηθούν να μιλήσουμε, έστω και υποθετικά, για τις κοινωνικές

σχέσεις που αναπτύσσονται μέσα σ’ αυτήν. Εκτός από τα ειδώλια, τα κοσμήματα,

στη διακόσμηση των αγγείων, τις ταφές, υπάρχουν και «πράγματα» που πιστεύεται

πως εξυπηρετούσαν ένα σύστημα επικοινωνίας, και τα οποία θεωρήθηκαν πολύ

σημαντικά και σπάνια γιατί μας αποκαλύπτουν κοινωνικές λειτουργίες που ακόμα

σήμερα παίζουν σημαντικό ρόλο. Τα αντικείμενα αυτά είναι: Ένα κομμάτι ξύλο

κέδρου, μια ξύλινη πινακίδα, που το 1993 βρέθηκε στο βυθό της λίμνης και

χρονολογήθηκε με τη μέθοδο C14, στα 5260 π.Χ.. Στην επιφάνειά του έχουν χαραχτεί

Page 10: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

10

με αιχμηρό αντικείμενο εννιά αράδες με «περίεργες» γραμμές κάθετες και οριζόντιες,

άλλες που μας θυμίζουν το Δ, το ανάποδο Ε ή το Λ. Παρόμοια σήματα συναντάμε

στη γνωστή μας «Γραμμική Α», μια γραφή που δεν έχει ακόμα αποκρυπτογραφηθεί

και γι’ αυτό δεν μπορούμε να πούμε πολλά. Επίσης, βρέθηκε ένας μικρός αριθμός,

μέχρι σήμερα, πήλινων και κοκάλινων αντικειμένων που μπορούμε να τα εντάξουμε

στην ομάδα αυτή των νεολιθικών «σημάτων», «μηνυμάτων», που κρατούν καλά

φυλαγμένο το μυστικό τους. Υπάρχουν, όμως, και άλλα ευρήματα, «λιγότερο

εχέμυθα». Ένα τέτοιο είναι οι τρεις ή τέσσερις οστέινες φλογέρες που βρέθηκαν στο

Δισπηλιό και ειδικότερα μια φλογέρα μήκους 12 εκ. που είναι σκαλισμένη στο

μηριαίο οστό κάποιου μεγάλου πουλιού, ίσως κάποιου πελεκάνου. Αν και

μορφολογικά θυμίζει σύγχρονη φλογέρα, το εύρημα χρονολογείται την 6η χιλιετία.

Γύρω στο 3500 π.Χ. ο οικισμός του Δισπηλιού πρέπει να εγκαταλείφθηκε από

το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων του. Πιθανότατα για λόγους οικολογικούς

(επισιτιστικούς-οικονομικούς). Μερικοί έμειναν πίσω και συνέχισαν να ζουν στον

«συρρικνωμένο πια λιμναίο οικισμό». Οι οικισμοί της Ελβετίας συνέχισαν να

κατοικούνται μέχρι το 800 π.Χ.

Καθώς προχωρούσε η έρευνα οι αρχαιολόγοι σκέφθηκαν ότι από την

ανασκαφή δεν θα φαινόταν τίποτε που να μπορούσε να καταλάβει ο ανειδίκευτος

επισκέπτης . ΄Ετσι κατέληξαν να κάνουν μιαν αναπαράσταση του οικισμού, έστω και

μερική, με βάση τα αρχαιολογικά δεδομένα που είχαν συγκεντρώσει. Επελέγη ένας

χώρος που διαμορφώθηκε ανάλογα και σε φυσικές διαστάσεις κτίστηκαν λίγες

καλύβες, σύμφωνα πάντα με τις αρχαιολογικές πληροφορίες που έχει δώσει η

ανασκαφή, ώστε ο επισκέπτης να μπορέσει να δει πώς ήταν οι κατοικίες και ποιος

ήταν ο οικιακός εξοπλισμός σε έναν λιμναίο οικισμό της νεολιθικής εποχής. ΄Ετσι, σε

συνδυασμό με το μικρό μουσείο και τον αρχαιολογικό χώρο, ο επισκέπτης έχει μια

πιο χειροπιαστή εικόνα της κατοίκησης εκείνης της μακρινής εποχής ( εικόνα 17).

Για τους ίδιους λόγους αναπαραστάσεις έγιναν και στην Ελβετία, όπως στο

LATENIUM, το περίφημο Αρχαιολογικό Μουσείο και Πάρκο, που άρχισε να

λειτουργεί το 2001, στο Neuchâtel. Πολύ πρόσφατα, ο Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο

του Neuchâtel, Marc-Antoine Kaeser και Διευθυντής του LATENIUM με την

ευκαιρία της περιοδικής έκθεσης που θα διαρκέσει μέχρι τις αρχές Ιουνίου του 2009,

εξέφρασε την άποψη ότι οι λιμναίοι οικισμοί της Ελβετίας ήταν κτισμένοι στην όχθη

της λίμνης ( εικόνα 18), δηλαδή ήταν παραλίμνιοι και όχι λιμναίοι. Επίσης,

Page 11: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

11

αναπαραστάσεις έχουμε στη Ζυρίχη, στο Gletterens ( εικόνες 19), στο Chalain της

Γαλλίας και στη λίμνη Bienne.

Για πάρα πολλούς λόγους οι θέσεις σε υγρές ζώνες απειλούνται. Μέτρα

προστασίας θα μπορούσαν να ληφθούν λαμβάνοντας υπόψη και την προστασία της

φύσης. Η Ελβετία διαθέτει μια γνώση που θα μπορούσε να θέσει στη διάθεση άλλων

χωρών που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα ( εικόνα 20 ).

Γενικότερα, η επιμονή να δημιουργούν και να αναπτύσσουν οικισμούς και

πολιτισμούς δίπλα σε στάσιμα νερά, πρέπει να αναζητηθεί στους πρώτους ανθρώπους

οι οποίοι προτίμησαν να ζήσουν στο συγκεκριμένο οικοσύστημα, δικαιώνοντας τη

ρήση των αρχαίων Αιγυπτίων ότι ο άνθρωπος είναι «έλειον και λιμνώδες ζώον».

Οι λιμναίοι οικισμοί έχουν κάτι το ξεχωριστό, έρχονται και φεύγουν κατά πως

θέλει η στάθμη του νερού ενώ τα πολύ καλοδιατηρημένα ευρήματά τους φέρνουν

πιο κοντά στην εποχή του ανθρώπου του Διαστήματος τα καθόλου ευκαταφρόνητα

επιτεύγματα των νεολιθικών λιμναίων; ή παραλίμνιων; οικιστών τους.

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Α. ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗ

P. G. Bahn, σύμβουλος έκδοσης, Λιμναίοι οικισμοί της Ελβετίας στο, Αρχαιολογία,

Οδηγός στο παρελθόν και στους θησαυρούς του κόσμου. Εκδόσεις Καπόν, 2004

(ελληνική μετάφραση)

P. G. Bahn και C. Renfrew, Αρχαιολογία, Θεωρίες, Μεθοδολογία και

Πρακτικές Εφαρμογές. Εκδόσεις Καρδαμίτσα, Αθήνα, 2001, (ελληνική μετάφραση)

F. Braudel, Mεσόγειος. Ο χώρος και η ιστορία. Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 1990

F. Braudel, Υλικός Πολιτισμός, Οικονομία και Καπιταλισμός. Αθήνα , Μορφωτικό

Ιδρυμα Εθνικής Τράπεζας, 1995

Α. Κεραμόπουλος, Ανασκαφαί και έρευναι εν τη άνω Μακεδονία. Αρχαιολογική

Εφημερίς, 1932

Α. Κεραμόπουλος, Έρευναι εν τη Δυτική Μακεδονία. Πρακτικά της Αρχαιολογικής

Εταιρίας, 1938

Α. Κεραμόπουλος, Ανασκαφή εν Καστοριά. Πρακτικά της Αρχαιολογικής Εταιρίας,

1940

X. Mαραγκού και D. Ramseyer, Αρχαιολογία και Διάβρωση, Μέτρα προστασίας

για τη διάσωση των λιμναίων οικισμών, Αρχαιολογία και Τέχνες, τεύχος 58 (1996)

Page 12: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

12

Ν. Μουτσόπουλος, Καστοριά, Ιστορία - Μνημεία - Λαογραφία, από την ίδρυσή της

μέχρι τον 10ο μ.Χ. αι. Προϊστορική, ιστορική και παλαιοχριστιανική εποχή.

Επιστημονική επετηρίδα της Πολυτεχνικής Σχολής-Τμήμα Αρχιτεκτόνων, τομ. Στ.

Θεσσαλονίκη, 1974

M. Sivignon, H γεωγραφική εικόνα της Μακεδονίας, στο Μακεδονία, Εκδοτική

Αθηνών, 1982

Γ.Χ. Xουρμουζιάδης, Εισαγωγή στο νεολιθικό τρόπο παραγωγής, στο

Χουρμουζιάδης, Γ.Χ., Αναλογίες. Θεσσαλονίκη, Εκδόσεις Βάνιας, 1995

Γ.Χ. Xουρμουζιάδης, Ο περιβολάρης και ο διαβάτης. Πρόταση για μια διαλεκτική

προσέγγιση της αρχαίας τεχνολογίας, στο Χουρμουζιάδης, Γ.Χ., Αναλογίες.

Θεσσαλονίκη, Εκδόσεις Βάνιας, 1995

Γ.Χ. Xουρμουζιάδης, Το Δισπηλιό Καστοριάς, ένας λιμναίος προϊστορικός οικισμός,

εκδόσεις Κώδικας, Θεσσαλονίκη 1996

Γ.Χ. Χουρμουζιάδης, Λόγια από χώμα, εκδόσεις Νησίδες, 1999

Γ. Χ. Χουρμουζιάδης, Αφιέρωμα: Ο λιμναίος νεολιθικός οικισμός στο Δισπηλιό της

Καστοριάς, Επτάκυκλος, τεύχος 15, 2000.

Στο Γ. Χ. Χουρμουζιάδης ( επιμ. ), Δισπηλιό 7500 χρόνια μετά, Γ. Χ.

Χουρμουζιάδης, σελ. 11 και σελ. 247· Αθ. Αλματζή, σελ. 25· Αν. Χουρμουζιάδη,

Τρ. Γιαγκούλης, σελ. 37· Κ. Τουλούμης, Στ. Χατζητουλούσης, σελ. 75·Κ.

Τουλούμης, σελ. 89· Μ. Μαγκαφά, σελ. 115· Κ. Αλματζή, σελ. 135·Χρ.

Τσαγκούλη, σελ. 145· Γ. Στρατούλη, σελ. 155· Β. Μέλφος, Γ. Στρατούλη, σελ.

175· Μ. Σωφρονίδου, σελ. 185· Ευ. Βούλγαρη, σελ. 217· Σ. Δημητριάδης, σελ.

243·Β. Παπαγεωργίου, σελ. 263· Ν. Δασακλή, σελ. 273· Γ. Φακορέλλης& Γ.

Μανιάτης, σελ. 289· Π. Καρκανας, σελ. 295· Κ. Κούλη, σελ. 303· Μ. Ντίνου, σελ.

317· Αν. Χουρμουζιάδη, σελ. 331, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2002,

Γ. Χουρμουζιάδης, Δισπηλιό, Σημειώσεις για τον επισκέπτη. Εκδόσεις Καπόν, 2008

Β. ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ

R. Anastasiu, Cortaillod NE, Petit Ruz, in Chronique archéologique 1996, in ASSPA

80, 1997, 222-223.

B. Arnold , Cortaillod-Est, un village du Bronze final. Fouille subaquatique et

photographie aérienne, Saint-Blaise,1986.

Page 13: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

13

B. Arnold, Cortaillod-Est et les villages du lac de Neuchâtel au Bronze final.

Structure de l’habitat et proto-urbanisme, Archéologie neuchâteloise 6.

Neuchâtel :Editions du Ruau, Saint-Blaise, 1990.

A. Bocquet, ed., Archéologie des lacs et des rivières. Annecy : Musée d’ Annecy,

1984

J.-L Boisaubert, F. Schifferdecker, P. Petrequin, Les villages néolithiques de

Clairvaux (Jura, France) et d’Auvernier (Neuchâtel, Suisse) : problèmes

d'interprétation des plans. Bull. de la Soc. préhist. fr., 71, 355-382, 1974.

S. Bolliger-Schreyer, Pfahlbau und Uferdorf, 2004

S. Bottema, Late Quaternary Vegetation History of Northwestern Greece. Ph. D.

Diss. University of Groningen, 1974

S. Bottema, Palynological investigations in Greece, with special references to

pollen as an indicator of human activity. Paleohistoria 24, 257-289, 1982

Canton de Vaud. Département de la formation et de la jeunesse (DFJ) Service des

Affaires Culturelles, dp. n 8-2006. Des Alpes au Léman. Images de la Préhistoire

Musée cantonal d’archéologie et d’histoire Lausanne, 2006

G. Chouquer, CNRS, secrétaire de France International pour l’Expertise Foncière,

La dynamique morphologique du foncier piscicole et agricole sur les rives du Lac

Nokoué au Bénin, archéogéographie des enclos et des champs, 2008.

J. G. D. Clark, Prehistoric Europe. The Economic Basis. London, Methuen, 1965

J. J. Cleyet-Merle, La préhistoire de la pêche, Paris: Errance, 1990

P. Corboud, Les sites préhistoriques littoraux du Léman : contribution à la

connaissance du peuplement préhistorique dans le bassin lémanique. Genève :

Faculté des sciences de l’Université de Genève ( Thèse de doctorat es sciences),

1996

Dumont d’Urville, Voyage pittoresque autour du monde, t. 2. Paris, 1835

K. Eder, H. Truempy, Wie die Pfahlbauten allgemein bekannt wurden, Archéol.

suisse, 2, 1, 33-39, 1979

M. Egloff, Histoire du Pays de Neuchâtel : Des premiers chasseurs au début du

christianisme, 1, 1989, 45-59.

Page 14: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

14

A. Floquet, R. Mongbo & J. Adanguidi et al.: Mais zémidjan, ventes de terres,...

L'agriculture des zones péri-urbaines du sud du Bénin. Rapport N°10, SFB 308,

Institut National de Recherches Agricoles du Bénin & Universität Hohenheim.

Stuttgart, Germany, 1995.

Dr. Gaillard, Etude sur les lacustres du Bas-Dahomey. L’Anthropologie 18, 99-

125.

A. Gallay, Esquisse historique de la question palafittique. In : L'habitat lacustre

préhistorique. Colloque de la Soc. de physique et d'hist. nat. (Genève, 19 nov.

1982). Archives des sciences (Soc. de physique et d'hist. naturelle de Genève), 36,

2, 203-214, 1983

R. Hapka, Deux tombes à incinérations du Bronze final à Cortaillod NE, Aux

Murgiers, in ASSPA 78, 1995, 160-162.

R. Hapka, Cortaillod NE, Champ Basset, in Chronique archéologique 1996, in

ASSPA 80, 1997, 230.

J. Heierli, Die Verbreitung der Pfahlbauten ausserhalb Europa’s. Antiqua 9-10,

1890

C. F. Houssou, Contribution à une nouvelle politique de péche au Bénin -

comparaison avec le Senegal. Masters Thesis. Université Paris I. 1986

J. Hutton, Building and construction in Papua-New-Guinea. Makerere : Makerere

Institut of social recherché, 1968

International Development Research Centre (IDRC) 1998: Internetressource:

www.idrc.ca/nayudamma/acadja 33e.html. Ottawa. Canada.

H.- M. von Kaenel, Frühe Pfahlbauforscung am Bielersee. Archéol. suisse, 2, 1,

20-20, 1979

M.-A. Kaeser, «Helvètes ou Lacustres?», in Die Konstruktion einer Nation, éd. U.

Altermatt et al., 1999, 87-100.

M.-A. Kaeser, A la recherche du passé vaudois, 2000.

M.-A. Kaeser, Les lacustres: archéologie et mythe national. Lausanne : Presses

polytechniques et universitaires romandes (Le savoir suisse), 2004

Page 15: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

15

C. Kaufmann, Völkerkundliche Anregungen zur Interpretation der Pfahlbaufunde.

Archéol. suisse, 2, 1, 12-19, 1979

F. Keller, Pfahlbauten, Bericht 1 : Die keltischen Pfahlbauten in der

Schweizerseen. Mitt. der Antiquarischen Ges. in Zürich, 9, 2, 65-100, 1854

W. Lehman, Die Pfahlbauten der Gegenwart : ihre Verbreitung und genetische

Entwicklung. Mitteilungen der anthropologische Gesellschaft in Wien (Vienne),

1904

Emma-Christiane Leite, Robert Kasisi, Peter Jacobs, Stratégies de gestion durable

des écosystèmes aquatiques en Afrique : le cas du complexe du lac Nokoué-lagune de

Porto Novo au Bénin, In: Euro-Mediterranean Information System on the know-how

in Water sector. Important Meetings with a Direct Focus on the Mediterranean Area.

Kyoto, EMWIS, Mar. 2003. p.1-9, Ilus. Αρθρο στο διαδίκτυο:

http://www.riob.org/wwf/LacNokoue_BENIN.pdf.

Living on the Lake in Prehistoric Europe: 150 Years of Lake-Dwelling Research

Book by Francesco Menotti- editor. Publisher: Routledge. Place of Publication: New

York. Publication Year: 2004 Mε πλούσια βιβλιογραφία

J.-L. Monnier, P. Petrequin, A. Richard, A.-M. Petrequin, A.-L.Gentizon,

Construire une maison 3000 ans avant J.-C. : le lac de Chalain au Néolithique.

Paris : Ed. Errance. (Archéol. de Franche-Comté), 1991

O. Paret, Le mythe des cités lacustres et les problèmes de la construction

néolithique. Paris : Dunod. (La nature et l'homme; 2), 1958.

A.-M. Petrequin, Villages littoraux et modèles archéologiques. Besançon : Faculté

des Lettres de l'Univ. (Thèse de doctorat de 3e cycle), 1981

A.-M. Petrequin, P. Petrequin, Habitat lacustre du Bénin : une approche

ethnoarchéologique. Paris : Ed. Rech. sur les civilisations. (Mém. 39), 1984

A.-M. Petrequin, P. Petrequin, Le Néolithique des lacs : préhistoire des lacs de

Chalain et Clairvaux (4000-2000 av. J.-C.). Paris : Eds Errance. (Coll. des

Hespérides). 1988.

Page 16: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

16

P. Petrequin. Les cités lacustres. La recherche, 113, juil./août, 778-785, 1980.

P. Petrequin, Gens de l'eau, gens de la terre : ethnoarchéologie des communautés

lacustres. Paris : Hachette. (La mém. du temps), 1984.

A. M. Rückert, Die Visualisierung der Vorfahren aus der Pfahlbauzeit, mém. lic.

Zürich, 1997

Η. Schlichtherle, B. Wahlster, Archaeologie in Seen und mooren, Den Pfahlbauten

auf der Spur, Konrad Theiss Verlag, Stuttgart, 1986

Η. Schlichtherle (ed.), Pfahlbauten rund um die Alpen, Konrad Theiss Verlag,

Stuttgart, 1997.

J. Speck, Pfahlbauten : Dichtung oder Wahrheit ? Ein Quersnitt durch 125 Jare

Forschungsgeschichte. Helvetia Archaeologica, 12, 45/48, 98-138, 1981

J. Speck, Zur Geschichte der Pfahlbauforschung, in Die ersten Bauern, 1, cat. expo.

Zürich, 1990, 9-20.

F. H. Schweingruber, Aspect climatologique et botanique. In : L'habitat lacustre

préhistorique. Colloque de la Soc. de physique et d'hist. nat. (19 nov. 1982 ;

Genève). Archs des sci. / Soc. de physique et d'hist. nat. de Genève, 36, 2, 233-

245, 1983.

N. Van Huyen, Introduction à l’étude de l’habitat sur pilotis dans le sud-est de

l’Asie. Paris : P. Geuthner (Austro-Asiatica 4), 1934.

R. Van Thielen, Visite du Lac Nokoué: une introduction à la pêche au Bénin.

Projet Pêche Lagunaire (Bénin). GTZ, 1990

E. Vogt, Pfahlbaustudien. In : Das Pfahlbauproblem. Bâle : Soc. suisse de préhist. et

d'archéol. (Monogrn zur Ur- und Frühgesch. der Schweiz; 11). 119-129, 1955

J.-L. Voruz, Le Néolithique suisse. Bilan documentaire, 1991, 65-68.

A. Vouga, Les stations lacustres de Cortaillod, in ASA, 1883, 456-462; 1884, 36-

41,57-60;1885,139-140.

Page 17: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

17

S.Weinzierl, Acadja, ein traditionelles, extensives Fischzuchtsystem in den

Lagunengewässern Westafrikas und seine Bedeutung für die Brachevegetation

Benins.- Diplomarbeit. Universität -Hohenheim. Stuttgart. Germany. 1997:

Ιστοσελίδες

http://www.an-2500.org/actualite-antiquite-106.html -20k

http://www.archeologie.ch

http://www.archeophile.com

http://www.arxaiologia.gr

http://www.culture.gouv.fr/culture/arcnat

http://www.culture.gr

http://www.dispilio.org

http://www.eau21.ch/index.html

www.idrc.ca/nayudamma/acadja33e.html.Ottawa.Canada.(International

Development Research Centre (IDRC) Ottawa 1998)

http://www.monuments-nationaux.fr/fichier/edi_ebook_chapitre/9/2_5_B.pdf

http://www.museedumalgretout.net/

http://www.palafittes.ch/fr/pfahlbauten/reiche-funde.html

http://www.sguf.ch

http://www.tacite.ch/index.php/fr/histoire--m79-e06-321.htm

ΠΗΓΗ: Δρ Μαρία Επαμ. Πυργάκη

Page 18: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

18

ΕΙΚΟΝΕΣ

Εικόνα 1. Γεωλογικός χάρτης της ευρύτερης περιοχής του νεολιθικού οικισμού στο

Δισπηλιό, Καστοριάς.

Εικόνα 2. Χάρτης με τις 450 λιμναίες προϊστορικές θέσεις της Ελβετίας.

.

Εικόνα 3. Λιμναίο χωριό της εποχής του λίθου Rodolphe-Auguste Bachelin,

Ελαιογραφία,1867.

Page 19: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

19

Εικόνα 4. Nomaï – Amours lacustres : εξώφυλλο της ομώνυμης έκδοσης του Joseph

Henri Rosny l’Aîné (Paris, 1897).

Εικόνα 5. Οι λεγόμενες πασσαλότρυπες (Δισπηλιό).

Εικόνα 6. Aεροφωτογραφία της θέσης Unteruhldingen, στη λίμνη Constance.

Page 20: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

20

Εικόνα 7. Νεολιθικοί πάσσαλοι μαζί με νεολιθικούς λίθους που ίσως κάποτε να

συνεργάζονταν για να στηθούν τα σπίτια των κατοίκων του οικισμού (Δισπηλιό).

Εικόνα 8. Στρωματογραφία στη λιμναία θέση Concise, lac de Neuchâtel, (3900 και

1600 π.Χ.).

Εικόνα 9. Ξύλινο δάπεδο και Εστία (Egolzwil, Ελβετία).

Page 21: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

21

Εικόνα 10. Δύτης ανάμεσα σε πασσάλους στη Λίμνη Bienne.

1 2 3 4

5 6 7 8

Eικόνα 11. Από επάνω αριστέρα: 1. υλοτόμηση, 2. πριόνισμα κατά μήκος,

3. κατάχωση, «έμπηξη» στο χώμα, 4. συναρμογή, 5. σύνδεση με φυτικές ύλες,

6. τοποθέτηση των πλευρών, 7. στέγαση, 8. αποτέλεσμα, (Αναπαράσταση).

Page 22: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

22

Εικόνα 12. Ένα σπίτι με υπερυψωμένο πάτωμα από το Bénin.

Εικόνα 13. Εξέλιξη του σχεδίου των νεολιθικών χωριών, ΒΔ Άλπεις.

Page 23: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

23

Εικόνα 14. Ψάρεμα με δίχτυ από πιρόγα. Lac Nokoué au Bénin.

Εικόνα 15. Ενδύματα καθημερινά. Aquarelle G. Monthel.

Εικόνα 16. Ξύλινα σκεύη, ύφασμα, χτένα και εγχειρίδιο.Παραλίμνιος οικισμός

Vinelzκαι Lattrigen, Lake Bienne.

Page 24: Λιμναίοι οικισμοί της προιστορίας

24

Εικόνα 17. Αναπαράσταση σε φυσικές διαστάσεις Προϊστορικού Λιμναίου Οικισμού

Δισπηλιού,(carte postale).

Εικόνα 18. Οι όχθες του Νeuchâtel, πλούσιες σε νεολιθικά ίχνη. Μακέτα στο

Laténium (swissinfo).

Εικόνα 19. Γενική άποψη του λιμναίου χωριού του Gletterens. Αναπαράσταση σε

φυσικό μέγεθος.

Εικόνα 20. Επάνω αριστερά, Διάβρωση στη νότια όχθη της λίμνης Neuchâtel. Η

όχθη υποχωρεί 2μ. το χρόνο. Κάτω αριστερά, Η νεολιθική θέση Font (λίμνη

Neuchâtel).Μη προστατευόμενη ζώνη (εμπρός) και ζώνη προστατευόμενη με σάκους

(πίσω). Δεξιά επάνω, Σε περίοδο χαμηλής στάθμης των υδάτων μέτρα προστασίας

στη θέση Font. Στο μέσον δεξιά, Νεολιθική «θέση υψώματος» Schiffenen (καντόνι

Fribourg). Κάτω δεξιά, Φράκτης στο άκρο της όχθης για προστασία αρχαιολογικών

καταλοίπων (Schiffenen).