Αθέμιτες τραπεζοασφαλιστικές πρακτικές

4

description

Αθέμιτες τραπεζοασφαλιστικές πρακτικές, οσον αφορά την παροχή πιστωτικών διευκολύνσεων

Transcript of Αθέμιτες τραπεζοασφαλιστικές πρακτικές

Page 1: Αθέμιτες τραπεζοασφαλιστικές πρακτικές
Page 2: Αθέμιτες τραπεζοασφαλιστικές πρακτικές
Page 3: Αθέμιτες τραπεζοασφαλιστικές πρακτικές
Page 4: Αθέμιτες τραπεζοασφαλιστικές πρακτικές

www.insurancelinkcyprus.com

INSURANCE & FINANCIAL PLANNING REVIEW

4

Η παρούσα μελέτη έχει συνταχθεί για να παρέχει μια απλή καθοδήγηση στους ενδιαφερόμενους, και έχει παρθεί από διάφορες ασφαλιστικές νομικές και άλλες πηγές. Δεν αποτελεί περιεκτική ή πλήρη ανάλυση της νομοθεσίας ούτε συνιστά ΝΟΜΙΚΗ συμβου-λή. Οι απόψεις που εκφράζονται είναι αυστηρά προσωπικές του συγγραφέα και δεν δεσμεύουν την εταιρεία που τον εργοδοτεί.Αν υπάρχουν οποιαδήποτε λάθη, είναι του συγγραφέα. Οι αναγνώστες προτρέπονται να εξασφαλίσουν ανεξάρτητη νομική ή ασφαλιστική συμβουλή πριν εφαρμόσουν τις πληροφορίες που περιέχονται σ’ αυτή τη μελέτη.

Αν επιθυμείτε περισσότερες πληροφορίες παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μου στο 22 26 77 33, ή στείλε τε μου e-mail στο [email protected], και θα χαρώ ιδιαίτερα να απαντήσω τις ερωτήσεις σας και να σας δώσω την προσφορά μου για το είδος ασφάλισης αν σας ενδιαφέρει.

O Σάββας Π. Χριστοφόρου είναι Chartered Insurer και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Insurance link

Γρήγορη Συμβουλή

Η καλύτερη επιλογή (κατά την δική μου γνώμη), είναι ένα καλόνοσοκομειακό σχέδιο (Inpatient Plan), με ψηλό ασφαλισμένο ποσό, από μια σοβαρή και αξιόπιστη Ασφαλιστική , χωρίς εξωνοσοκομειακά έξοδα, έξαλλου κανείς δεν έχει χρεοκοπήσει για 1000 ευρώ. Θα χαρώ ιδιαίτερα να απαντήσω σε οποιαδήποτε ερώτηση μπορεί να έχετε.

«Η απαίτηση καλής πίστης μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο είναι απαίτηση δίκαιης και ανοικτής διαπραγμάτευσης. Η ανοικτή διαπραγμάτευση απαιτεί όλοι οι όροι να εκφράζονται πλή-ρως, σαφώς και ευανάγνωστα, χωρίς να περιέχουν λούμπες και παγίδες.. Κατάλληλη σημασία πρέπει να δίνεται σε όρους που μπορεί να λειτουργούν μειονεκτικά προς τον καταναλω-τή. Η δίκαιη συναλλαγή απαιτεί από τον προμηθευτή να μην εκμεταλλεύεται, είτε σκόπιμα είτε χωρίς πρόθεση, τη ανάγκη, την ένδεια, την έλλειψη εμπειρίας, την έλλειψη γνώσεων επί του αντικειμένου της σύμβασης, της ασθενούς διαπραγματευτι-κής δύναμης του καταναλωτή ή άλλους παράγοντες που κα-ταγράφονται ή ανάλογους με εκείνους που καταγράφονται στον Πίνακα 2 των κανονισμών. Η καλή πίστη μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο δεν είναι μια τεχνητή ή τεχνική έννοια, ούτε, εφόσον ο Λόρδος Mansfi eld ήταν ο υπερασπιστής της, είναι έννοια τελείως άγνωστη στους Βρετανούς δικηγόρους. Απο-βλέπει σε καλά επίπεδα επιχειρηματικής ηθικής και πρακτικής.»

Εύκολα μπορεί κανείς να παρατηρήσει ότι η ισόβια δέσμευ-ση του ασφαλισμένου, η μη χορήγηση των απολαβών των επενδύσεων για μεγάλα χρονικά διαστήματα και εκμετάλλευ-ση της ανάγκης του για δανεισμό δύνανται να θεωρηθούν καταχρηστικοί όροι και εφόσον επηρεάζουν την ασφαλιστι-κή σύμβαση /επενδυτικό σχέδιο σε τέτοιο βαθμό που να μη δύναται να συνεχιστεί χωρίς αυτούς τους όρους αυτή καθί-σταται άκυρη (βλ. άρθρο 6(2) του Καταχρηστικών Ρητρών σε Καταναλωτικές Συμβάσεις Νόμο Ν.93(Ι)/96 που αναφέρει ότι η σύμβαση εξακολουθεί να δεσμεύει τους συμβαλλόμενους εκτός αν αυτός δεν δύναται να συνεχίσει να υφίσταται χωρίς την καταχρηστική ρήτρα

Περαιτέρω αξίζει να σημειωθεί ότι το άρθρο 7 του περί Καταχρηστικών Ρητρών σε Καταναλωτικές Συμβά-σεις Νόμο Ν. 93(1)/96, όπως τροποποιήθηκε από τοΝ. 69(1)/99, αναφέρει τα ακόλουθα:

«Ο πωλητής ή ο προμηθευτής οφείλει να διασφαλίζει ότι σε περίπτωση γραπτών συμβάσεων, οι ρήτρες διατυ-πώνονται με σαφή και κατανοητό τρόπο. Σε περίπτωση αμφιβολίας για την έννοια μιας γραπτής ρήτρας, υπερι-σχύει η ευνοϊκότερη για τον καταναλωτή ερμηνεία».

Με βάση τα πιο πάνω εύκολα προκύπτει ότι τα πιστωτι-κά ιδρύματα ειδικά των δυο μεγάλων τραπεζών, ενήργη-σαν με αθέμιτο και καταχρηστικό τρόπο με τις πιο πάνω πρακτικές τους κατά παράβαση τόσο των πιο πάνω νο-μοθεσιών όσο και του άρθρου 21 των περί Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμων του 2002 έως 2011 σύμφωνα με το οποίο μια από τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας είναι η ασφαλιστική εταιρεία να παρέχει εχέγγυα ότι θα ασκεί τις εργασίες της σύμφωνα με υγιείς ασφαλιστικές αρχές και κατά τρόπο που να διαφυλάσσει τα συμφέροντα των ασφαλισμένων και να μη προσκρούει στα χρηστά ήθη ή τη δημόσια τάξη.

Επομένως οι ασφαλισμένοι δανειολήπτες κατά περίπτω-ση δύνανται να καταφύγουν στον Έφορο Ασφαλίσεων ο οποίος είναι υπεύθυνος για να εποπτεύει τη λειτουργία των ασφαλιστικών εταιρειών και των διαμεσολαβητών, να μεριμνά για την εξασφάλιση της τήρησης των υπο-χρεώσεών τους και γενικά να φέρει την ευθύνη της πα-ρακολούθησης της νομιμότητας των δραστηριοτήτων τους, προς το συμφέρον των ασφαλισμένων καθώς και των προσώπων τα οποία δικαιούνται αποζημίωση δυνάμει του ασφαλιστηρίου (αρ. 5 των περί Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμων του 2002 έως 2011).