Άκουσε τα κύματα - Σοφία Ιόλη Μπούντα

12

description

 

Transcript of Άκουσε τα κύματα - Σοφία Ιόλη Μπούντα

Page 1: Άκουσε τα κύματα - Σοφία Ιόλη Μπούντα
Page 2: Άκουσε τα κύματα - Σοφία Ιόλη Μπούντα

ISBN: 978-618-5144-59-3

Εκδόσεις Vakxikon.grΒιβλιοπωλείο του ΒακχικόνΑσκληπιού 17, 106 80 Αθήνατηλ. 210 [email protected]

© 2016 Εκδόσεις Vakxikon.gr & Σοφία - Ιόλη Μπούντα

Σειρά: Βακχικόν Πεζά - 39

Πρώτη Έκδοση: Φεβρουάριος 2016

Σχεδιασμός Έκδοσης & Εξωφύλλου: Vakxikon.gr

H ιστορία του θεατρικού κειμένου Άκουσε τα κύματα βασίζεται μόνο κατά τη σύμβασή της στο έργο της Ντάτσια Μαραΐνι, Παραξενιές.

Page 3: Άκουσε τα κύματα - Σοφία Ιόλη Μπούντα

ΣΚΗΝΗ 1η

(Ερημιά, όλα μοιάζουν ρημαγμένα, κάπου πιο πέρα μια ετοιμόρροπη στάση λεωφορείου. Περπατάει σκεπτική προς την στάση η Ίρις. Σκοτάδι, φως την ακολουθεί που περπατάει… Μουσική)

Ίρις: Τον θυμάμαι αυτόν τον δρόμο. Άπειρες φο-ρές τον μέτρησα με τα βήματά μου. Εδώ μεγάλω-σα, εδώ ονειρεύτηκα. Πρέπει να έχει μια στάση, χρειάζομαι αυτή την στάση. (βλέπει τη στάση, χα-μογελά) Είδες, ακόμα θυμάμαι!

(Το φως καθώς την ακολουθεί φωτίζει τώρα τη στά-ση, βρίσκουμε τον Ιάσονα να είναι σκυμμένος πλάτη στο κοινό και ψάχνει ψίχουλα. Γίνεται ένα σιωπηλό παιχνίδι με τα σώματά τους)

Ιάσονας: Σας παρακαλώ, ας διατηρήσουμε το χώρο χωρισμένο σε δύο ίσα μέρη, διχοτομημένο στο ήμι-συ όπως αναλογεί στον καθένα έκαστος.Ίρις: Σε έχασα! Ιάσονας: Μα δεν χάθηκα!

Page 4: Άκουσε τα κύματα - Σοφία Ιόλη Μπούντα

ΣΟΦΙΑ - ΙΟΛΗ ΜΠΟΥΝΤΑ4

Ίρις: Δεν σε κατάλαβα…Ιάσονας: Δεν σε καταλαβαίνω! Ίρις: Κατάλαβα, θέλεις να καθίσεις.Ιάσονας: Όχι, θέλω το ήμισυ του χώρου. Ίρις: Μην είσαι πλεονέκτης.Ιάσονας: Δεν είμαι, κάνω χρήση του δικαιώματός μου. Βλέπετε δεσποινίς, η ελευθερία να έχεις δικαί-ωμα είναι προνόμιο, ένα τόσο εύθραυστο προνό-μιο. Οπότε ο πλεονασμός σε μένα είναι μάλλον μια αφηρημένη έννοια. Ονομάζομαι Ιάσονας δεσποι-νίς, εσείς;Ίρις: Ρε Ιάσονα εγώ είμαι, η Ίρις. Πόσο φυσιολογι-κός φαίνεσαι; Είσαι καιρό έξω; Πότε πήρες άδεια; Στην αρχή με μπέρδεψες άλλα μετά άρχισες τα τρελά σου, τελικά δεν αλλάζει ο άνθρωπος όσα Λαργκακτίλ και αν κατουρήσει. Ιάσονας: Ωχ, εσύ… Πόσο μου έλειψες! (την αγκαλιάζει) Ίρις: Πότε βγήκες; Γιατί δεν είσαι στο σπίτι σου;Ιάσονας: Από το σπίτι μου έρχομαι. Δηλαδή ό,τι απέμεινε από το σπίτι μου, ξεπουλήθηκαν όλα, ή καλύτερα τα φάγανε όλα… H γυναίκα μου πα-ντρεύεται με άλλον, βλέπεις αν ο ένας σύζυγος είναι μόνιμος σε ίδρυμα το διαζύγιο βγαίνει αυτό-ματα. Οι κόρες μου δεν με αναγνώρισαν και το χει-ρότερο, Ίρις μου, πάει το δασάκι…

Page 5: Άκουσε τα κύματα - Σοφία Ιόλη Μπούντα

ΑΚΟΥΣΕ ΤΑ ΚΥΜΑΤΑ 5

Ίρις: Πώς πάει το δασάκι; Πού πήγε;Ιάσονας: Το πούλησαν για να γίνει οικόπεδο. Η γυναίκα μου, μου είπε πως δεν χρησίμευε σε τίπο-τα, πως από τότε που έφυγα την έπνιξαν τα χρέη. Μου είπε: «Άρχισες να πίνεις, να τσακώνεσαι με όλους, ξεφώνιζες στη μέση του δρόμου. Με τις ώρες καθόσουν με το κεφάλι στη λεκάνη της του-αλέτας. Όλα γύρω σου είχαν αριθμούς, τις κόρες σου τις φώναζες ως ρίζα από εξίσωση με αρνητι-κό αποτέλεσμα. Ο κόσμος σου γέμισε πράξεις χω-ρίς τέλος. Γέμισες τους τοίχους με αριθμούς. Πα-ντού αριθμοί. Πνιγήκαμε στους αριθμούς. Ύστερα σε πήραν. Κι έμεινα μόνη μου να μεγαλώσω τις δίδυμες». Για δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια τα κα-τάφερε μόνη της. Δεν είχα καμία θέση εκεί. Ήταν ένα ξένο σπίτι που κάποτε ήταν δικό μου. Προ-σπάθησα να της πιάσω το στήθος αλλά τίποτα η κότα, τα κράτησε και τα δυο για τον καινούργιο. Έστω μόνο το ένα… Τίποτα, το πουλερικό κακά-ριζε σαν γριά κότα. (προσπαθεί να την μιμηθεί) Ίρις: (Γελάει) Την ρώτησες γιατί;Ιάσονας: Την ρώτησα γιατί δεν μου είπε για τα χρέη, για την κηδεία του πατέρα μου, για τον γάμο της αδερφής μου, πόσο τις στοίχισαν όλα αυτά και άλλα και άλλα…

Page 6: Άκουσε τα κύματα - Σοφία Ιόλη Μπούντα

ΣΟΦΙΑ - ΙΟΛΗ ΜΠΟΥΝΤΑ6

Ίρις: Και τι σου είπε;Ιάσονας: Πως μου τα είπε αλλά κάθε φορά που ερχόταν με έβρισκε χαμένο, ζαβλακωμένο, με τα μαλλιά βρόμικα, τα μάτια τσιμπλιασμένα, πολλές φορές ούτε που απαντούσα. (αλλάζει ύφος και φω-νάζει) Αλλά γιατί ερχόταν όταν δεν ήμουν καλά; Όταν πνιγόμουν από το σάλιο μου. Όταν ήμουν παραγεμισμένος με ηρεμιστικά. Ίρις: Δεν φταίει η γυναίκα σου που στο ίδρυμα έκανε κουμάντο ο γιατρός και η καλόγρια, που περνούσαμε τις μέρες μας από το σωφρονιστήριο στο θάλαμο των ηλεκτροσόκ. Δεν φταίει η γυναί-κα σου που έπρεπε να πεθάνουν τρεις για να αλλά-ξει η διεύθυνση. Ιάσονας: Όχι αλλά εκεί τουλάχιστον άλλαξε η δι-εύθυνση, εδώ άλλαξε η ταυτότητά μου…

(Μπαίνει ο Ιωάννης με στρατιωτικό βήμα, πηγαίνει αποφασισμένος προς τη στάση, βλέπει την Ίριδα και τον Ιάσονα, κοντοστέκεται για λίγο αυστηρός και έπειτα χαμογελάει εγκάρδια σε παλιούς φίλους)

Ιωάννης: Τι κάνετε φίλοι μου;Ιάσονας: Μα εσύ απολύθηκες από το τρελοκομείο, έκτισες την ποινή σου και αφού σε μέτρησαν, σε

Page 7: Άκουσε τα κύματα - Σοφία Ιόλη Μπούντα

ΑΚΟΥΣΕ ΤΑ ΚΥΜΑΤΑ 7

ζύγισαν, κρίθηκες μη επικίνδυνος για σένα και για τους άλλους. Ίρις: Στον Ατλαντικό ωκεανό δεν θα ταξίδευες; Τσουρέκια μας τα είχες κάνει με αυτόν τον ωκε-ανό… Τι κάνεις εδώ στον ταπεινό Mediterranean ακόμη;Ιωάννης: Δεν μπόρεσα…Ιάσονας: Εσύ δεν μπόρεσες; Να κάτι που δεν ακούς κάθε μέρα! Ιωάννης: Μην με κοροϊδεύεις εμένα γιατί θα σου φάω τα μάτια. Άκουσες; Και στην τελική, ότι θέλω κάνω. Αν θέλω πάω στον ωκεανό ή αν μου κάνει κέφι θα μείνω εδώ στην ταπεινή Μεσόγειο. Το κα-τάλαβες τρελέ; Και μην ξεχνάς τρελέ πως εγώ εί-μαι ένας ελεύθερος άνθρωπος, χωρίς δεσμά, χωρίς περιορισμούς. Εγώ μπορώ να ταξιδέψω, μπορώ να περπατάω χιλιόμετρα χωρίς να με αναγκάζουν να γυρίσω πίσω, μπορώ να ονειρεύομαι και τα δικά μου τα όνειρα έχουν χρώματα, δεν είναι πια λευκά ούτε κίτρινα! Εγώ ανήκω στους λίγους που έχουν το δικαίωμα της επιλογής. Το κατάλαβες τρελέ; Εγώ είμαι Άνθρωπος. Ιάσονας: Συγγνώμη! (ψάχνει για ψίχουλα, προσπα-θεί να κρύψει το πόσο τον πείραξε ο λόγος του Ιω-άννη)

Page 8: Άκουσε τα κύματα - Σοφία Ιόλη Μπούντα

ΣΟΦΙΑ - ΙΟΛΗ ΜΠΟΥΝΤΑ8

Ίρις: Το χειρότερο με εσένα ξέρεις πoιο είναι; Πως είσαι Άνθρωπος. Πώς αντέχεις με τόση αν-θρωπιά πάνω σου; (γυρνάει στον Ιάσονα, ψάχνει στην τσάντα της, βγάζει ένα σάντουιτς και του το προσφέρει) Θέλεις το δικό μου, έχει μοσχάρι.Ιάσονας: Αυτό το πράγμα δεν το τρώω. Αν θέλω να φάω μια κουράδα, θα φάω μια κουράδα… Να βάζω στο στόμα μου σκατά σαν να τρώω μοσχαράκι, μου φαίνεται το άκρον άωτον της υποκρισίας και του εξευτελισμού. Οι άνθρωποι είναι υποκριτές… Ξεροκέφαλοι και υποκριτές… Θέλουν να φάνε σκα-τά αλλά δεν τολμούν. Έτσι ανακαλύπτουν το ρολό, το μοσχαράκι, τα έντερα, το συκώτι, το στιφάδο, τα κεφτεδάκια… Μα αφού έχουν το ίδιο χρώμα, το ίδιο σχήμα, ποιον κοροϊδεύουμε ε; Ποιον; Ιωάννης: Πάλι κρίση τον έπιασε; Δύσκολο πράγ-μα να είσαι άρρωστος!Ίρις: Ιάσονα κοίτα, δύει ο ήλιος! (κοιτάνε όλοι προς τη Δύση, ο Ιάσονας έχει ηρεμήσει) Κοίτα πόσα χρώ-ματα, όλα μοιάζουν με όνειρα!Ιάσονας: Ίρις πόσο μου έλειψες! Ιωάννης: Είναι τα Λαργκακτίλ εθιστικά; Αρχίζω και έχω ψευδαισθήσεις! Η Ιουλία ξεπροβάλει μέσα από τη δύση, την είχα φανταστεί σε πολλές στά-σεις αλλά να καλύπτει τον ήλιο αυτό παραπάει.

Page 9: Άκουσε τα κύματα - Σοφία Ιόλη Μπούντα

ΑΚΟΥΣΕ ΤΑ ΚΥΜΑΤΑ 9

Ιάσονας: Αρχίζω και ανησυχώ για την κρίση σου. Η Ιουλία είναι Ρωμαία και έρχεται προς τα εδώ, βλέ-πεις τα μεγάλα πνεύματα συναντώνται. Αχ ωραία, αρχίζουμε και γινόμαστε πολλοί. Ίρις: Ήρθαν όλοι, ήρθαν και οι κώλοι!

(Μεσολαβεί ένα διάστημα αμηχανίας και αναγνώ-ρισης, η Ιουλία αρκετά ταλαιπωρημένη κάνει προ-σπάθεια να φανεί όμορφη) Ιουλία: Θα αρχίζω να πιστεύω πως είστε το κάρ-μα μου. Το κάρμα μου έχει χιούμορ. Πώς και ανα-πνέετε ελεύθερο αέρα εσείς;Ίρις: Μας συγχωρείς που δεν σου ζητήσαμε την άδεια.Ιουλία: Σας την δώσανε άλλοι απ’ ότι φαίνεται.Ιωάννης: Εγώ αφέθηκα ελεύθερος, δεν αποτελώ κίνδυνο ούτε για τους άλλους ούτε για μένα. Ιάσονας: Εμείς οι δύο (δείχνει τον εαυτό του και την Ίριδα) είμαστε με άδεια.Ιουλία: Και γιατί δεν είστε σπίτια σας; Οι συνοδοί σας πού είναι; Κατάλαβα… Tο σκάτε πιτσουνάκια μου. Τι έγινε, σας πέταξαν από το σπίτι ή αποφα-σίσατε να την κάνετε για άλλα μέρη;Ίρις: Τυχαία βρεθήκαμε.

Page 10: Άκουσε τα κύματα - Σοφία Ιόλη Μπούντα

ΣΟΦΙΑ - ΙΟΛΗ ΜΠΟΥΝΤΑ10

Ιουλία: Αν θέλω το πιστεύω! Ίρις: Βρε σάλτα και πηδήξου!Ιουλία: Τουλάχιστον εγώ πηδιέμαι ακόμα, για σένα δεν είμαι και πολύ σίγουρη. Ιωάννης: Σταματήστε!Ιάσονας: (Γέλια) Μερικά σταθερά παραμένουν ακλόνητα σε βάθος χρόνου.Ίρις: Εσύ δεν μας είπες, γιατί είσαι έξω;Ιουλία: (Κάθεται στη στάση) Το έσκασα… Ο φρου-ρός δεν ήταν και πολύ δύσκολος, λίγο βίαιος μόνο αλλά συνήθισα πια, μερικές ώρες μαζί του στην πύλη και ύστερα με άφησε. Σήμερα θα του ανα-κοίνωναν και τη μετάθεσή του σε άλλο πόστο… Οπότε όλα εύκολα ε; Ιωάννης: Πήγες σπίτι σου;Ιουλία: Ναι, πήγα!Ιάσονας: Και εγώ πήγα αλλά δεν είχε μείνει τί-ποτα όρθιο.Ιουλία: Στο δικό μου όλα ήταν όρθια. Ίρις: Γιατί δεν είσαι εκεί λοιπόν;Ιουλία: Τα σπίτια αλλάζουν πρόσωπα, αλλάζουν και ιστορίες και αν δεν είσαι εκεί την ώρα που γράφεται η ιστορία τότε γίνεσαι παρελθόν. Και το παρελθόν στοιχειώνει. Κανείς δεν θέλει να ακούει κραυγές από ένα παρελθόν που προσπαθεί να ξε-

Page 11: Άκουσε τα κύματα - Σοφία Ιόλη Μπούντα

ΑΚΟΥΣΕ ΤΑ ΚΥΜΑΤΑ 11

γράψει. Όταν όλοι γύρω σου ζουν στο Παρόν και εσύ στον Αόριστο, μάλλον ήρθε η ώρα να την κά-νεις.

(Ακούγονται φωνές μπερδεμένες με ψαλμωδία, στη σκηνή μπαίνει σε παραλήρημα ο Ιάκωβος και έχει περίεργη επαφή με το περιβάλλον, συνομιλεί με ανύπαρκτο πρόσωπο και η συμπεριφορά του είναι ατόμου που βρίσκεται σε υπερβολικό, αδικαιολό-γητο άγχος. Εξωτερικεύει ένα μεγάλο ακατανόητο φόβο. Οι υπόλοιποι δεν τον πλησιάζουν, σβήνει το φως πάνω τους και φωτίζεται μόνο ο Ιάκωβος) Ιάκωβος: Είδε κανείς το φως; Εγώ το ψάχνω ου-ουουου, πολλά φεγγάρια τώρα. Αφήστε με σας παρακαλώ… Πάντα φοβόμουν τους ανθρώπους, μοιάζουν με τέρατα από παραμύθια. Αλλά αυτό που τρομάζει τους ανθρώπους είναι το αληθινό… Όταν μπορέσεις και συγχωρήσεις, όταν συγχω-ρείς και αγαπήσεις αληθινά, τότε λάμπει πάνω σου το θείο φως, εκείνου που ονομάζουμε Θεό. Αυτό τρομάζει τους ανθρώπους, το φως. Εκεί στον Άνθρωπο δεν φτάνει το φως του «Ενός». Και εμένα μου αρέσει το σκοτάδι. Κρύβομαι εκεί και ακούω τα όνειρα να συνωμοτούν εναντίον

Page 12: Άκουσε τα κύματα - Σοφία Ιόλη Μπούντα

ΣΟΦΙΑ - ΙΟΛΗ ΜΠΟΥΝΤΑ12

μου. Μη με σπρώχνεις… Εσύ δεν ξέρεις πώς είναι να σε σπρώχνουν. Αυτό που πονάει περισσότερο δεν είναι η πτώση που ακολουθεί αλλά η τριβή με το χώμα. Αλύπητο είναι το χώμα. Σαν να ξέ-χασε ο Θεός να δώσει λίγο από το φως του εδώ κάτω, το άφησε ορφανό να τρέφεται από το δέρμα των άλλων. Και πιο πολύ με το δικό μου. (πέφτει κάτω σαν να είναι σε κώμα, περπατάνε και οι άλλοι σιγά προς το μέρος του Ιάκωβου και τον παρατηρούν)Ιωάννης: Θυμάστε;

(Αλλάζει ο φωτισμός, οι ηθοποιοί αλλάζουν το σκη-νικό και παίρνουν θέσεις)

Τέλος τoυ δείγματος της έκδοσης Vakxikon.gr.

Απολαύσατε το preview;