Θα ερχόσουν μαζί μου στη Νορβηγία; - Μαγδαληνή Θωμά

8

description

 

Transcript of Θα ερχόσουν μαζί μου στη Νορβηγία; - Μαγδαληνή Θωμά

Page 1: Θα ερχόσουν μαζί μου στη Νορβηγία; - Μαγδαληνή Θωμά
Page 2: Θα ερχόσουν μαζί μου στη Νορβηγία; - Μαγδαληνή Θωμά

ISBN: 978-618-5144-48-7

Εκδόσεις Vakxikon.grΒιβλιοπωλείο του ΒακχικόνΑσκληπιού 17, 106 80 Αθήνατηλ. 210 [email protected]

© 2015 Εκδόσεις Vakxikon.gr & Μαγδαληνή Θωμά

Σειρά: Βακχικόν Πεζά - 34

Πρώτη Έκδοση: Νοέμβριος 2015

Σχεδιασμός Έκδοσης & Εξωφύλλου: Vakxikon.gr

Εξώφυλλο: Φωτογραφία της συγγραφέως

Page 3: Θα ερχόσουν μαζί μου στη Νορβηγία; - Μαγδαληνή Θωμά

A’ ΜΕΡΟΣ: ΜΕΡΑ

Page 4: Θα ερχόσουν μαζί μου στη Νορβηγία; - Μαγδαληνή Θωμά

I

Θα συναντήσει τον Ανέστη μετά από χρόνια στη Νορβηγία. Θα της μιλήσει με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για όλα όσα είχε

δει. Απογευματάκι, τελειώνουν τον καφέ τους στην τραπεζα-ρία κι εκείνος κάθεται λίγο και την κοιτάζει. Τρίβει τα μάτια του σαν κουρασμένος κι αναπολεί όσα έζησαν. Δεν είναι και λίγα...

«Καλά είσαι εδώ», θα της πει στο τέλος. Είναι περασμένα μεσάνυχτα, καλοκαίρι, αλλά η νύχτα έξω

φέγγει ακόμα. Ένα δροσερό αεράκι φέρνει μαζί με τον επισκέ-πτη και τα χρόνια που τον ακολουθούν.

Πολλά χρόνια δεν είναι, μα είναι πυκνά. Μια παλιά γνω-ριμία από τον καιρό του πανεπιστημίου, φοιτητικές οργανώ-σεις, λόγια και συναθροίσεις ατελείωτες στα σκαλιά του αμ-φιθεάτρου, να τι είχε κρατήσει απ’ αυτόν σε μια εποχή που βούλιαζε από το βάρος τους. Το ανεπαίσθητο βάρος των ημε-ρών και την αδιαφορία των συναντήσεων. Και έπειτα η σχέση που είχε ξεκινήσει λοξά στο τρίτο έδρανο και στο πρώτο βλέμ-μα που της έριξε δίχως να μιλήσει. Το ίδιο τής έριξε και τώρα τόσα χρόνια μετά... Ύστερα από τη μεσολάβηση μιας ζωής - πόσος καιρός αλήθεια;

Δεν είχε αλλάξει, ίδιος ήταν όπως τον θυμόταν. Ακόμα κι ο τρόπος του να φέρνει τα μαλλιά στο πλάι. Είχε κάνει ένα φιλμ

Page 5: Θα ερχόσουν μαζί μου στη Νορβηγία; - Μαγδαληνή Θωμά

5ΘΑ ΕΡΧΟΣΟΥΝ ΜΑΖΙ ΜΟΥ ΣΤΗ ΝΟΡΒΗΓΙΑ;

σούπερ οχτώ με τα μέσα της εποχής, είχε πάρει και βραβείο, αχνά πράγματα συγκρατούσε η Ουρανία. Δεν πειράζει, καμιά φορά η μνήμη μας σκάβει πιο βαθιά απ’ όσο την πιστεύουμε. Το ίδιο θα πίστευε κι ο Ανέστης, γι’ αυτό και δεν ξανασχολήθη-κε. Έκανε την τέχνη του επιστήμη κι έγινε ψυχίατρος!

Για ένα συνέδριο είχε έρθει, «Συμπλέγματα και νευρα-σθένειες μέσα στο έργο του Ίψεν» ο τίτλος του. Το είχε εκεί-νη ακουστά; Μισό χαμόγελο στα χείλη της, “ωραία, κάθισε τώρα να μου τα πεις”. Από τον Ίψεν στα ύψη του Πρέικεστο-λεν, όπου είχαν βρεθεί, της φαινόταν ταιριαστό, αν και λίγο ανορθόγραφο.

Ύστερα πέρασε κι αυτό, δεν το κατάλαβε. Οι μέρες κύλη-σαν και οι νύχτες μάκραιναν, ο χρόνος άρχισε σιγά-σιγά να σκοτεινιάζει. Το πρωί η λίμνη έστρωνε το φως ακύμαντη, ίδια φωτογραφία. Αλλά το βράδυ που τα δέντρα έζωναν το σπίτι, σκιές αναδεύονταν μέσα στα νερά της σαν κλάμα και σαν ψί-θυροι ατελείωτοι. Η λίμνη κυλούσε τα σύννεφα πάνω της λες και νανούριζε βρέφη στα σπάργανα κι όταν ερχόταν ο χειμώ-νας άπλωνε έναν κάμπο χιόνι. Στον αέρα αιωρούνταν νιφάδες που άστραφταν, όπως σ’ εκείνες τις γυάλες που αναποδογυρί-ζεις για να πέσει η χρυσόσκονη.

Δεν θα το άλλαζε αυτό το σπίτι. Το κατάλαβε την πρώτη φορά που έφτασε εδώ, αυτό το κόκκινο σπιτάκι ήταν γι’ αυ-τήν ένας γυρισμός. Όχι φυγή προς το άγνωστο, μα επιστροφή σε κάτι βαθύ και γνώριμο, ένα είδωλο ζωής αντεστραμμένο, όπως το είδωλό του μέσα στο νερό. Κρίμα που δεν χωρούσε τέτοια διπλή ζωή στο μονόδρομο της αγάπης τους. Κρίμα που ο Νιλς καθυστερούσε απόψε.

Σηκώθηκε το πρωί βιαστικός, ούτε «γεια» δεν είπε, μονάχα να τρέξει εδώ, εκεί, να προλάβει τα σχετικά - λόγια που γύριζε στο στόμα του σαν φιστίκια. Μέχρι να της κουνήσει το χέρι, τον είχαν κιόλας καταπιεί οι σκάλες! Από τότε που η εταιρία του ανέλαβε το έργο, δεν τον έβλεπε λεπτό κι όταν τον έβλεπε,

Page 6: Θα ερχόσουν μαζί μου στη Νορβηγία; - Μαγδαληνή Θωμά

6 ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ ΘΩΜΑ

έδειχνε κουρασμένος, το μυαλό του αλλού. Και μετά της έλεγε κάτι άσχετα περί αναπλάσεως και «χρειαζόταν σχεδιασμό», ανέφερε, «ο σχεδιασμός είναι απαραίτητος». Έπρεπε να στύ-ψουν το μυαλό τους η Ίντα κι αυτός να σχεδιάσουν. Φαίνεται πως της Ίντα το μυαλό έστυβε καλά, όλο και κάποια φαεινή ιδέα ξεφύτρωνε από το κεφάλι της στα καλά του καθουμένου. Γι’ αυτό και μόνο ήταν αναντικατάστατη - γι’ αυτό και μόνο;

Δεν τα ήξερε αυτά όταν τον γνώρισε, ούτε φυσικά μπο-ρούσε να υποψιαστεί το καλό ή το κακό που την περίμενε. Της είχε συστηθεί ολιγόλογα, θυμόταν το βλέμμα του, ενώ κάτω δεξιά γωνία έβοσκαν κάτι μεζεδάκια από τον μπουφέ του ξε-νοδοχείου «Ατλαντίς» στην Κω, άλλο ένα συνέδριο (από πόσα τέτοια ήταν ζωσμένη η ζωή της τελικά;). Το συνέδριο διερευ-νούσε τις παραμέτρους της «εξαρτημένης προσωπικότητας», αν θυμόταν καλά. Συνόδευε τον Ανέστη που ήξερε από τότε πως θα γίνει ψυχίατρος, αυτή δεν ήξερε τίποτα, μόνο ψάρευε αόρατα σήματα στον αέρα, έντερα πτηνών, ψαριών και ζώων μέχρι να καταλάβει. Δεν κατάλαβε ποτέ, αφήνοντας τις βασι-κές της σπουδές σε εκκρεμότητα σαν ράφι κρεμασμένο στο κενό...

Τέλος πάντων. Στο συνέδριο εκείνο λοιπόν έκανε τρομε-ρή ζέστη κι όλοι κουνούσαν βεντάλιες μαζί με το κεφάλι τους. Μονάχα η Ουρανία δεν έκανε τίποτα. Η σκέψη της κυλούσε αργά σαν μπάλα στο κύμα και μετά έγινε κάτι που το θυμόταν καλά: η μπάλα εκείνη ξέφυγε και τη σημάδεψε κατακούτελα! Ήταν όταν ο Νιλς μπήκε στην αίθουσα.

Και δεν την πείραζε το πουκάμισο που φορούσε, τα χείλια του με το σημάδι του ήλιου, άλλα σημάδια πιθανά. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν ήταν τόσο ανεπίτρεπτο, όσο η σταγόνα εκείνη που ίδρωνε από το λαιμό στο στέρνο του κι από κει στο άγνωστο. Εκείνη η σταγόνα ήταν που ξεχείλισε το ποτήρι της! Το στόμα της στέγνωσε, ο Ανέστης βάλθηκε να μιλάει για τις ανακοινώ-σεις. Ο ξένος με τη σταγόνα κάρφωσε τα μάτια του πάνω της.

Page 7: Θα ερχόσουν μαζί μου στη Νορβηγία; - Μαγδαληνή Θωμά

7ΘΑ ΕΡΧΟΣΟΥΝ ΜΑΖΙ ΜΟΥ ΣΤΗ ΝΟΡΒΗΓΙΑ;

«Δεν είναι κι άσχημος!»Για τον ομιλητή έλεγε ο Ανέστης. Η Ουρανία τον κοίταξε,

όπως κοίταζε όλους: με ασάφεια. Έπρεπε να περάσει καιρός για να καταλάβει τη χρησιμότητα μιας τέτοιας ασάφειας, ήταν νωρίς ακόμα.

«Νωρίς; Νωρίς το πρωί θέλεις να πεις!»Τώρα είχε γυρίσει και κοίταζε τον Γιώργο, τον συμφοιτη-

τή της. Όταν ο Γιώργος περιέγραφε τα καλοκαιρινά όργια, γύ-ριζε να δει αν τον προσέχουν, ιδιαίτερα αν τον προσέχει αυτή εκεί η ξένη. Βαθύς αναστεναγμός, όλοι πρόσεχαν όλους, μα η γιορτή όπου να ’ναι τελείωνε. Ο ξένος θα έπαιρνε τη φίλη του την ξένη και θα φεύγανε. Ας τον να κάνει όνειρα, ο Γιωργάκος. Άπλωσε το χέρι του και της ζούληξε μια χειραψία.

«Τα παιδιά από δω τα ξέρεις;»Ο Νιλς όρθιος μπροστά της δεν έπαιρνε τα μάτια του αλ-

λού. Αναρωτιόταν αν ήταν αληθινός. Έτσι έμοιαζε. Πάντως ιδέα δεν ήτανε, εκτός κι αν ήταν ιδέα της. Κρίμα, αν αυτός ήταν αληθινός, τότε κινδύνευε να γίνει κι η ίδια! Παρόλο που δεν είχε τόσο βαθιά σκέψη εκείνη τη στιγμή, η αγωνία που είχε ήταν ισοδύναμη. Τη δικαιολογούσε λίγο το πρόσωπό του.

Να τι θα μπορούσε να δει αυτός από το δικό της: ένα μι-κρό κεφάλι με ίσα μακριά μαλλιά (ευτυχώς) και κάτι χοντρά γυαλιά (δυστυχώς!). Όσοι την αγαπούσαν έλεγαν πως είχε μια φινέτσα, έναν αέρα κάπως «σαν την Ελένη Καραΐνδρου», έλεγαν. Αλλά πώς φύσαγε ο αέρας αυτός στο μυαλό της, δεν ήξερε κανένας. Μπορεί να σκεφτόταν πράγματα παράξενα, άγρια, μπορεί και να μη σκεφτόταν τίποτα. Προς το παρόν δεν σκεφτόταν τίποτα παρατηρώντας τους από το ερημητήριό της, το ξέχωρο σώμα της.

Η ξένη απέναντι τίναξε τη μακριά αλογοουρά της. Όμορφα μαλλιά, ατημέλητα σαν σχοινιά λυμένα. Μ’ εκείνα τον είχε δέσει; Μπορεί και όχι, μπορεί να μην ήταν φίλοι κι εραστές. Πάντως στέκονταν ο ένας δίπλα στον άλλο σαν να γνωρίζονταν χρόνια.

Page 8: Θα ερχόσουν μαζί μου στη Νορβηγία; - Μαγδαληνή Θωμά

8 ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ ΘΩΜΑ

«Φυσικά και το ξέρουμε! Τόσα χρόνια στο νησί, κάτι ξέ-ρουμε κι εμείς. Έτσι δεν είναι Ίντα; Πόσα χρόνια εσύ έρχεσαι στην Κω;»

Κι ενώ η κοπέλα με την αλογοουρά προσπαθούσε πρώτα να βρει και μετά να αρθρώσει στην ελληνική το σχετικό νού-μερο, ο Γιώργος είχε περάσει στα επόμενα και μετρούσε τα ποτά που ήπιανε στο μπαρ «Ναυαγοσώστης».

«Αστειεύεσαι; Είμαστε πολύ κουρασμένοι για να έρθου-με!» άκουσε που έλεγε ο Ανέστης. Μάλλον απαντούσε σε κά-ποια πρόσκληση. Ύστερα γυρίζοντας προς τη Ουρανία:

«Λένε να τους συνοδεύαμε για ποτό, μα είμαστε κουρα-σμένοι, δεν είμαστε; Απ’ το πρωί στο πόδι...»

Τα μάτια του περίμεναν τη συγκατάνευσή της με αγω-νία. Ήθελε να του πει, όχι δεν ήταν κουρασμένη αυτή κάθε άλλο, μα τον λυπήθηκε. Έκανε πρόβα ένα ανόρεκτο «ναι». Ο Ανέστης πέρασε το χέρι στον ώμο της. Καθώς έστριβαν στο διάδρομο γύρισε το κεφάλι της να τον κοιτάξει για τελευ-ταία φορά: ένα σημάδι ξεχώριζε ψηλά στο μάγουλό του. Είχε σχήμα αποχαιρετιστήριου λουλουδιού.

Τέλος τoυ δείγματος της έκδοσης Vakxikon.gr.

Απολαύσατε το preview;

Αγοράστε την έκδοση τώρα